fill the gaps_ προσεγγίσεις και εφαρμογές αστικού εξοπλισμού στον δημόσιο χώρο.
Βυργιώτη Έρση _ Σπηλιώτη Εύα
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης _ Πολυτεχνική Σχολή _ Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ξάνθης Εισαγωγή στην αρχιτεκτονική έρευνα _ Διάλεξη Ομάδα εργασίας: Βυργιώτη Ερασμία _ ΑΜ 601361 Σπηλιώτη Ευαγγελία _ ΑΜ 601320 Υπεύθυνοι καθηγητές: συντονιστής Πατρίκιος Γεώργιος επιβλέποντες Θωμάς Νικόλαος, Παπαγιαννόπουλος Γεώργιος Σκίτσα _ Λιάνα Καλαιτζόγλου Μάιος 2018 _ Ξάνθη
fill the gaps _ προσεγγίσεις και εφαρμογές αστικού εξοπλισμού στον δημόσιο χώρο.
ευχαριστίες πρός τη Λιάνα, τους καθηγητές και τους φίλους μας.
περιεχόμενα περίληψη/abstract _σελ. 6 εισαγωγή _σελ. 8 α. δημόσιος χώρος και διεκδικήσεις 1. η σχέση του ατόμου με τον δημόσιο χώρο _σελ. 12 2. τα αστικά κενά ως πεδία οικειοποίησης _σελ. 17 3. κοινωνικά κινήματα - το κίνημα της συμμετοχής _σελ. 22
β. η συμμετοχή στο σχεδιασμό 1. συμμετοχικός σχεδιασμός
_σελ. 31
έννοια - ιστορική αναδρομή _σελ. 32 στάδια συμμετοχικής διαδικασίας _σελ. 35 τα δύο επίπεδα της συμμετοχής _σελ. 38 τα δύο μέρη της συμμετοχής _σελ. 40 κατηγορίες συμμετοχικών έργων _σελ. 41 περιπτώσεις μελέτης _σελ. 43
2 tactical urbanism έννοια _σελ. 60 ιστορική αναδρομή _σελ. 63 πλαίσιο ανάπτυξης _σελ. 64 κατηγοριοποίηση έργων _σελ. 72 εγχειρίδιο _σελ. 76 περιπτώσεις μελέτης _σελ. 85
συμπεράσματα _σελ. 98 βιβλιογραφία
_σελ. 100
περίληψη Στις μέρες μας παρατηρείται έντονος προβληματισμός σχετικά με τα χαρακτηριστικά του δημόσιου χώρου και τις επιπτώσεις τους στην καθημερινή ζωή των πόλεων. Μέσα από ποικίλα παραδείγματα και πρακτικές , ο καθιερωμένος ρόλος του αρχιτέκτονα μοιάζει σήμερα να αμφισβητείται, αποδεικνύοντας την ανάγκη για μία κατεύθυνση συλλογικών δράσεων. Στοιχεία κοινωνικής αρχιτεκτονικής, που εκφράζονται μέσα από διαδικασίες συμμετοχικού σχεδιασμού και μικρής κλίμακας δράσεων, βασίζονται στις κοινότητες και στις πρωτοβουλίες των κατοίκων, και επιτυγχάνουν μια διαφορετική προσέγγιση κοινωνικών ζητημάτων και προβλημάτων του δημόσιου χώρου. Στόχο αυτής της έρευνας αποτέλεσε η ανάδειξη των πραγματικών αναγκών του ατόμου για δημόσιο χώρο, καθώς επίσης και η κατανόηση του ρόλου μας, τόσο ως αρχιτέκτονες, αλλά και ως πολίτες - χρήστες. Οδηγηθήκαμε έτσι σε έννοιες συνυφασμένες με την συλλογικότητα, τη συμμετοχή, την κοινή δράση και την οικειοποίηση. Στην προσπάθεια μας να κατανοήσουμε τέτοιες έννοιες, μελετήσαμε κοινωνικά κινήματα πόλης, εστιάζοντας στον συμμετοχικό σχεδιασμό, όχι ως μια λύση σε όλα τα προβλήματα του δημόσιου χώρου και της κοινωνίας μας, αλλά ως το πρώτο βήμα για την δημιουργία μιας νέας νοοτροπίας και στάσης ζωής, που θα μπορέσει να λειτουργήσει θετικά για την ενεργοποίηση, την δραστηριοποίηση του ατόμου και την καλλιέργεια ενός κοινωνικού αισθήματος. Θεωρούμε άλλωστε, πως η κοινωνική διάσταση αντικατοπτρίζεται άμεσα στο χωρικό πλαίσιο που την περιβάλλει. Θέλοντας να εμπλουτίσουμε το θεωρητικό πλαίσιο που εμπεριέχει τέτοιες πρακτικές με σκοπό να αποδείξουμε, πρωτίστως σε εμάς, πως τέτοια εγχειρήματα αποτελούν πραγματικότητα επιλέξαμε, να μελετήσουμε και να παρουσιάσουμε διάφορα παραδείγματα υλοποιημένων χώρων και δράσεων, όπως το Campo de Cebada και το Πάρκο Ναυαρίνου, συνήθως από πρωτοβουλίες πολιτών, που προσπαθούν να επανανοηματοδοτήσουν τον δημόσιο χώρο, μέσω της ένταξης νέων χρήσεων και εγκαταστάσεων αστικού εξοπλισμού. Επικεντρωθήκαμε στα στοιχεία του αστικού εξοπλισμού, ως απτή απόδειξη των επιθυμιών του σημερινού ατόμου για έναν ζωντανό δημόσιο χώρο στον οποίο έχει λόγο και δικαίωμα.
-6-
abstract Nowadays there is a great concern about the characteristics of public space and its impact on the daily life of the cities. Through varied examples and practices, the established role of the architect seems to be questioned, as a proof to the need of a collective action. Elements of social architecture, expressed through participatory planning and small-scale actions, are based on local communities and initiatives and achieve a different approach to social and public space issues. The aim of this research is to highlight the real needs of citizens for public space today, as well as to understand our role, both as architects and users. We have thus led to concepts inherent in collegiality, participation, collective action and appropreation. In our effort to understand such concepts, we have studied social movements of cities, focusing on participatory planning, not as a solution to all the problems of public space and society, but as the first step in creating a new mentality and attitude of life, which will be able to function positively for the activation of the individual and the cultivation of a social feeling. Moreover, we believe that social dimension is directly reflected in the surrounding space. In our effort to enrich the theoretical framework of such practices in order to demonstrate, above all, to us how such projects are a reality, we chose, study and present various examples of implemented spaces and actions, such as Campo de Cebada and Navarino Park, citizens’ initiatives trying to re-publicize the public space through the integration of new uses and urban equipment. We focused on the elements of urban equipment as a tangible proof of people wishes for a living public space to which they have a right.
-7-
εισαγωγή αφορμή Στον χώρο του Campo de Cebada [1], στη Μαδρίτη, κρέμεται ένας μαυροπίνακας που θέτει το ερώτημα τι είναι. Η επίσκεψη μας εκεί, η στιγμή που διαβάσαμε : ένας ανοιχτός αυτοδιαχειριζόμενος χώρος, μια δημόσια πλατεία, ένας χώρος παιχνιδιού, και προσπαθήσαμε οι ίδιες να απαντήσουμε, στάθηκε αφορμή για την ανάπτυξη ενός γενικότερου προβληματισμού σχετικά με τον λόγο δημιουργίας τέτοιων χώρων, σε αστικά κενά της σημερινής πόλης, τις δυνατότητες εξέλιξης τους, καθώς και την αυθόρμητη τάση των ατόμων να δράσουν συλλογικά. Έτσι η έρευνα αυτή, σε συνδυασμό με την προσπάθεια ανάπτυξης ενός δικτύου αντίστοιχων χώρων στο πλαίσιο της διπλωματικής μας εργασίας, Fill the gaps_Δίκτυο παρεμβάσεων στα Εξάρχεια [2], προσπαθεί να εντοπίσει τη σημερινή σχέση του ατόμου με τον δημόσιο χώρο και τα στοιχεία που τον αποτελούν, καθώς και πως μπορεί αυτή η σχέση να αλλάξει και να εξελιχθεί σε μία δημιουργική αλληλεπίδραση, τόσο μεταξύ ατόμου - χώρου, όσο και μεταξύ του συνόλου ατόμων μιας ομάδας.
fill the gaps _ προσεγγίσεις και εφαρμογές αστικού εξοπλισμού στον δημόσιο χώρο.
[1] El Campo de Cebada _ Madrid, Spain, 2010.
-8-
μεθοδολογία Αστικό εξοπλισμό για εμάς δεν αποτελεί μια εικόνα στείρων, παρατεταγμένων στον δημόσιο χώρο αντικειμένων, που στοχεύουν στην ικανοποίηση της ανάγκης του ατόμου για στάση, επικοινωνία, επαφή, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η δική μας ερμηνεία για τον αστικό εξοπλισμό σχετίζεται με μια ευρύτερη έννοια του αστικού σχεδιασμού σήμερα, συνυφασμένη με ένα σύνολο κατασκευών, συστημάτων και εγκαταστάσεων που ενεργοποιούν τον δημόσιο χώρο. Τις θεωρίες και τις τάσεις σχεδιασμού, την διαδικασία και τα μέσα κατασκευής τους, τον τρόπο διαμόρφωσης τους, την διαχείριση και εξέλιξη τους στο χρόνο.Αναλύουμε και παρουσιάζουμε εφαρμογές, που έχουν ως αφετηρία το συμμετοχικό σχεδιασμό στην παραγωγή του χώρου. Σε μια βάση επαναπροσδιορισμού των ρόλων χρήστη – αρχιτέκτονα και μέσα από μια αμφίδρομη σχέση, οι συμμετέχοντες διανύουν μια διαδικασία πειραματισμού προκειμένου να καταλήξουν στην αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος.Μελετάμε αυτό το εύρος εννοιών μέσα από διαδικασίες συμμετοχής, συν – δημιουργίας, συν – παραγωγής με σκοπό να αναδείξουμε την σημασία τέτοιων πρακτικών τόσο για το άτομο όσο και για τον δημόσιο χώρο, έναν δημόσιο χώρο που μπορεί να εμπλέξει και να μεταμορφώσει δυναμικές, ενεργοποιώντας κοινωνικές και πολιτιστικές διαδράσεις.
[2] Fill the gaps_Δίκτυο παρεμβάσεων στα Εξάρχεια, Βυργιώτη Έρση, Ζαννίκου Κατερίνα, Σπηλιώτη Εύα, Διπλωματική Εργασία_ Μάιος 2018, Ξάνθη.
-9-
α. δημόσιος χώρος και διεκδικήσεις
1. η σχέση του ατόμου με τον δημόσιο χώρο
η δημοκρατία εμπίπτει στο δημόσιο χώρο και ο δημόσιος χώρος θεωρητικά αποτελεί ένα χώρο κενό που διατίθεται σε οποιονδήποτε θέλει να του αποδώσει νόημα, είτε είναι άτομο ή μια ομάδα ατόμων. Πρακτικά όμως, είναι ένας χώρος που συνεχώς αλλάζει, εξελίσσεται αλλά και μετασχηματίζεται από τις αντιλήψεις που επικρατούν σε μια δεδομένη κοινωνία. Claude Lefort
-12-
Ο δημόσιος χώρος εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που περιβάλλουν τη ζωή και την καθημερινότητα μας. Για τον καθένα ωστόσο διαφέρει τόσο ο τρόπος με τον οποίο τον αντιλαμβάνεται, όσο και η σχέση που έχει αναπτύξει με αυτόν. Για πολλούς ο δημόσιος χώρος αποτελεί ένα τόπο συνάντησης και κοινωνικοποίησης. Για άλλους χαρακτηρίζει τα μέρη εκείνα στα οποία βρίσκονται μόνοι τους μεταξύ αγνώστων, αλλά τους παρέχουν μια διαφορετική οικειότητα από αυτή του σπιτιού τους. Σύμφωνα με τον Claude Lefort [3], «η δημοκρατία εμπίπτει στο δημόσιο χώρο και ο δημόσιος χώρος θεωρητικά αποτελεί ένα χώρο κενό που διατίθεται σε οποιονδήποτε θέλει να του αποδώσει νόημα, είτε είναι άτομο ή μια ομάδα ατόμων. Πρακτικά όμως, είναι ένας χώρος που συνεχώς αλλάζει, εξελίσσεται αλλά και μετασχηματίζεται από τις αντιλήψεις που επικρατούν σε μια δεδομένη κοινωνία.» Γίνεται λοιπόν κατανοητό, πως ο δημόσιος χώρος δεν μπορεί να οριστεί ως ένα κλειστό και ολοκληρωμένο σύστημα, καθώς η έννοια του διαφέρει από άτομο σε άτομο και από εποχή σε εποχή, αλλά αποτελεί τον υλικό χώρο όπου πραγματοποιούνται οι κοινωνικές διαδράσεις και οι δημόσιες δραστηριότητες όλων των μελών της κοινότητας. [4] Ο σημερινός δημόσιος χώρος αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα συνονθύλευμα σύνθετων πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών επιλογών που δημιουργήθηκαν από τους κοινωνικοοικονομικούς μετασχηματισμούς σταδιακά στο πέρασμα του χρόνου. Συνεχίζει να εξελίσσεται μέσα από μια συνεχή ακολουθία φάσεων, όπου κάθε προηγούμενη εμπεριέχει την επόμενη. «Με τον καιρό η πόλη μεγαλώνει πάνω στον εαυτό της, αποκτά συνείδηση και μνήμη του εαυτού της. Στην κατασκευή της παραμένουν τα αρχικά στοιχεία του σχηματισμού της, αλλά με το πέρασμα του χρόνου, η πόλη τα συγκεκριμενοποιεί και τα μεταβάλλει.»[5] Ο χώρος δηλαδή, δημιουργείται και μεταλλάσσεται συνεχώς, υλικά, ερμηνευτικά και αξιακά. Έτσι, εδραιώνονται οι σχέσεις της κοινωνίας με το χώρο και αποτυπώνονται χωρικά τα πολιτιστικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν κάθε κοινωνία. Προκύπτει, λοιπόν, μια δυναμική σύσταση του χώρου η οποία μεταβάλλεται και καθορίζεται από την ίδια την κοινωνία και βασίζεται στις ανάγκες της και στα οράματα της. Άλλωστε ο χώρος στον οποίο δραστηριοποιείται το άτομο, οι δρόμοι, τα κτίρια, οι πόλεις, αντικατοπτρίζουν την ίδια την κοινωνία. Όπως αναφέρει και ο Κωτσιόπουλος[1985:107], οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι χωρικά φαινόμενα και, κατά συνέπεια, τα βαθύτερα χαρακτηριστικά της δομής του χώρου είναι ταυτόχρονα και βαθύτερα χαρακτηριστικά κοινωνικής οργάνωσης. Η αναγνώριση και η κατανόηση των στοιχείων του αστικού ιστού, λοιπόν, αποτελεί μια δύσκολη διαδικασία εξαιτίας της πολυπλοκότητας του. Ο αστικός χώρος, αποτελείται από αντιθέσεις και ιδιαιτερότητες, η συνύπαρξη των οποίων, ωστόσο, δημιουργεί και τις απαραίτητες δυνάμεις που τον ενεργοποιούν, τον καθιστούν ικανό για μια συνεχή εξέλιξη και στο σύνολο τους ολοκληρώνουν την εμπειρία της πόλης. Σύμφωνα με τον Henry Lefebvre, το άστυ συναθροίζει όλα εκείνα τα ενδεχόμενα (ζώντες οργανισμούς, τεχνολογία και πλούτο, έργα πολιτισμού, τρόπους ζωής, παραγωγικές διαδικασίες, ρήξεις της καθημερινότητας), που είτε ως αμοιβαίως αποκλειόμενα, επειδή είναι ασυμβίβαστα, είτε ως συσχετιζόμενα, επειδή έχουν κοινά σημεία, συνθέτουν, τελικά, ένα «κέντρο προσέλκυσης και ζωής». [6]
[3] [4] [5] [6]
Lefort, C. [1988] _ Democracy and Political Theory Μitchell [2003] _ The Right to the City Social Justice and the Fight for Public Space Rossi A. [1985] _ Η Αρχιτεκτονική της Πόλης Lefebvre H. [1970] _ The Urban Revolution
-13-
Στη δομή του αστικού ιστού, μπορούμε λοιπόν να αναγνωρίσουμε τόσο δείγματα συλλογικότητας, όσο και σύνδεσης του κάθε ατόμου ξεχωριστά με το κοινωνικό σύνολο. Το άτομο, ως βασικό κύτταρο της δραστηριότητας της πόλης, παράγει χώρο και ο χώρος λειτουργεί ως μέσο τόσο για τη ροή των διαπροσωπικών σχέσεων όσο και για την επικοινωνία μεταξύ των ατόμων. «Η εμπειρία του χώρου είναι, συνεπώς, κοινωνικά κατασκευασμένη και η πόλη ως χώρος συνδέει το υποκειμενικό με το αντικειμενικό και το συλλογικό». [7] Αναγνωρίζεται έτσι η ανάγκη του ατόμου να συνυπάρξει με άλλα άτομα ή ομάδες, με στόχο την αλληλεπίδραση, είτε παθητική –βλέπω, ακούω– είτε ενεργητική –συμμετέχω–, γεγονός που αποτελεί σημαντικό κίνητρο για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων στον ελεύθερο υπαίθριο χώρο της πόλης. Πέρα από την περιστασιακή και τυχαία συνεύρεση των ατόμων στο δημόσιο χώρο, η εκδήλωση της σύμπραξης αποτελούσε ανέκαθεν ένα σημαντικό παράγοντα κοινωνικής συνοχής. «Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι άνθρωποι και οι δραστηριότητες τους προσελκύουν άλλους ανθρώπους. Ο κόσμος προσελκύεται από το κόσμο». [8] Σύμφωνα με τον Jan Gehl [9], οι συλλογικές δραστηριότητες κατηγοριοποιούνται σε απαραίτητες, προαιρετικές ή κοινωνικές. Η διάρθρωση του δημόσιου χώρου δημιουργεί τη βάση πάνω στην οποία μπορούν να αναπτυχθούν πυκνώσεις και αραιώσεις δραστηριοτήτων, ενώ τα όρια του είτε τις διευκολύνει είτε τις εμποδίζει .Οι δρόμοι, ο αστικός εξοπλισμός, οι τοίχοι, τα εμπόδια, το πράσινο, το ανάγλυφο του εδάφους, έχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονα να δημιουργούν τις ανθρώπινες δραστηριότητες ή να τις αποτρέπουν, να τις ενσωματώνουν ή να τις απομονώνουν, να τις έλκουν ή να τις απωθούν. Έτσι προκύπτει πως η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του ατόμου και του δημόσιου χώρου είναι βιωματική. Εκτός από την ανάπτυξη κάθε μορφής συλλογικής ή ατομικής προσπάθειας, ο σχεδιασμός του αστικού χώρου επηρεάζει και τον βαθμό οικειοποίησης του από το άτομο. Η συλλογική μνήμη με την οποία αναγνωρίζεται ένας τόπος, η σχέση με την ανθρώπινη κλίμακα και η συχνότητα αλληλεπίδρασης του ατόμου με αυτόν, δημιουργούν δεσμούς λειτουργικής, ψυχολογικής και κοινωνικής φύσης, που αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ του ατόμου και του δημόσιου χώρου. Άλλωστε, η κοινωνία και ο δημόσιος χώρος είναι έννοιες αλληλοεξαρτώμενες. Οι δράσεις ή η απουσία των ατόμων αποτυπώνεται στον χώρο με τέτοιο τρόπο ώστε η μορφή του δημόσιου χώρου και κατ επέκταση της πόλης να εξυπηρετεί τις κοινωνικές ετερότητες.
[7] Νασιώκα Κ. - Glocalization _ Απατρία : ένα νέο γεωγραφικό σύνορο, Reconstruction Community [8]*, [9] Gehl J. [1987] _ Life between buildings: Using Public Space *Όπως και ο William H. Whyte είχε επισημάνει 7 χρόνια πριν στο βιβλίο του The Social Life of Small Urban Spaces, «αυτό που προσελκύει περισσότερο τους ανθρώπους είναι οι άλλοι άνθρωποι»
-14-
η επέκταση του ιδιωτικού χώρου
ο έλεγχος στο δημόσιο χώρο
Το άτομο στην καθημερινότητα του ακολουθεί ένα τρόπο ζωής ο οποίος ενσωματώνεται τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική σφαίρα, το οποίο με τη σειρά του ανταποκρίνεται από άποψη χώρου στη διάκριση ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό. Σε επίπεδο πόλης, ο διαχωρισμός αυτών των χώρων αφορά, αρχικά, μια νομική βάση, ο δημόσιος χώρος καθορίζεται από το δημόσιο δίκαιο, ενώ ο ιδιωτικός από κανονισμούς που προστατεύουν την ιδιοκτησία και την εστία. Δεύτερον, σχετικά με τις λειτουργίες ο δημόσιος χώρος κατοχυρώνει την αγορά, την αναψυχή, τον πολιτισμό και την πολιτική ενώ ο ιδιωτικός χώρος των επιχειρήσεων και της κατοικίας αφορά την παραγωγική και αναπαραγωγική διαδικασία. Τέλος, ο δημόσιος και ιδιωτικός χώρος διαφέρουν από κοινωνικής πλευράς. Ο δημόσιος χώρος αποτελεί τόπο μιας επιτηδευμένης ανωνυμίας που διατηρεί αποστάσεις, ενώ ο ιδιωτικός είναι χώρος οικείος, τόπος συναισθηματισμού. Ο Norbert Elias [10] αναφερόμενος στον ιδιωτικό χώρο εκφράζει την κοινωνική διαπίστωση του ως τη διαδικασία υπαγωγής κάτω από μια στέγη των σωματικών και των «εσωτερικών» λειτουργιών του ανθρώπου. Αυτή η διαδικασία υπαγωγής, και μαζί της η διαδικασία ιδιωτικοποίησης, ξεφεύγει σήμερα από τα στενά όρια της κατοικίας και τείνει να περιλάβει όλες τις λειτουργίες που έχουν απομείνει στον δημόσιο χώρο. Έτσι, οι διαφορές ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο ξεθωριάζουν. Πώς μπορεί, ωστόσο, ο δημόσιος χώρος να πλησιάσει σε βαθμό οικειότητας τον ιδιωτικό; Τα σύνορα του ιδιωτικού χώρου φαίνεται να μεταφέρονται, πέρα από τα όρια της κατοικίας και του οικοπέδου, στον χώρο ημιδημόσιου και δημόσιου χαρακτήρα της γειτονιάς και της συνοικίας. Η επέκταση της ιδιωτικοποίησης σε βάρος των λειτουργιών του δημόσιου χώρου μετατρέπει σε όλο και πιο ασαφή το βασικό διαχωρισμό μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού. Με τον τρόπο αυτό μορφοποιείται η δομή της πόλης και κατά συνέπεια γίνεται όλο και πιο έντονος ο διαχωρισμός των κοινωνικών στρωμάτων. Με την αλληλοδιαδοχή αυτών των στρωμάτων προκαλούνται αναπόφευκτα «ανεπιθύμητες γειτνιάσεις», με άλλα λόγια ένα πλήθος συνόρων που πρέπει να ελεγχθούν˙ μάλιστα τα όλο και βαθύτερα κοινωνικά ρήγματα κάνουν ένα τέτοιο έλεγχο όλο και πιο επιτακτικό. Η ασφάλεια αποτελεί, πλέον, κύριο θεμέλιο της διάρθρωσης της κοινωνίας στο χώρο της πόλης. Αντίθετα η διάκριση ανάμεσα σε δημόσιο καιιδιωτικό χώρο γίνεται όλο και πιο θολή, αφού σταδιακά υπερκαλύπτεται από τη διάκριση ανάμεσα σε ασφαλείς και επικίνδυνους χώρους. Σήμερα, με τα διάφορα τεχνολογικά μέσα, η παρακολούθηση του ατόμου αποτελεί γεγονός. Προσωπικά δεδομένα και καθημερινές κινήσεις καταγράφονται. Το φαινόμενο του κοινωνικού ελέγχου επηρεάζει ποικίλες πτυχές του ατόμου στην πόλη με επιδράσεις ελέγχου της φαντασίας και «περιορισμού» στη δημόσια ελεύθερη έκφραση. Σε κάθε κομμάτι της πόλης που κοιτάμε υπάρχει κάτι από την αρχιτεκτονική των φυλακών, φωταγώγηση σημαντικών κτιρίων για την ευκολότερη επιτήρηση τους, χιλιόμετρα από κάγκελα κλπ, καθώς το αυθόρμητο και το απρόσμενο προκαλεί φόβο. [10] Παύλος Λέφας - Walter Siebel - Jerome Binde [2003] _ Αύριο οι πόλεις
-15-
2. τα αστικά κενά ως πεδία οικειοποίησης
-16-
Αν προσπαθήσουμε να ορίσουμε την έννοια «αστικό κενό», οδηγούμαστε σε διάφορες επεξηγήσεις όπως: ότι περισσεύει από την αφαίρεση, το αρνητικό δηλαδή του υλικού μας περιβάλλοντος μέσα στην πόλη, τα κομμάτια εκείνα της πόλης που δεν είναι ενσωματωμένα στο κτισμένο κομμάτι, όπου δηλαδή υπάρχει το φυσικό στοιχείο, ότι δεν παρουσιάζει συμμόρφωση και υποταγή στην αστική κυριαρχία, ο ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στο δίπολο κενό – πλήρες. Ως πλήρες το άτομο αντιλαμβάνεται τα κτίρια και τα οικοδομικά τετράγωνα, ενώ ως κενό τους δρόμους και τις πλατείες. Τόσο τα πλήρη όσο και τα κενά τμήματα του αστικού ιστού, είναι αυτά που δομούν την πόλη και της προσδίδουν μορφή αναγνωρίσιμη και αναλόγως τις συνθήκες βιώσιμη από τον άνθρωπο. [11] Κατ’ εξοχήν, τα κενά θεωρούνται ως ο τόπος όπου μπορεί να λάβει χώρα η δημόσια ζωή και η κοινωνική ανταλλαγή της πόλης και των ατόμων. Η χωρική διάρθρωση τους, τα υλικά, οι περιοχές πρασίνου και στάσης καθώς και ο αστικός εξοπλισμός που εντοπίζεται σε αυτά, αποτελούν τα κύρια στοιχεία διαμόρφωσης τους. Η σημερινή εικόνα των κενών της πόλης, μοιάζει να αποδίδει στον όρο μια άλλη σημασία, αυτή του χωρίς νοήματος. Ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με τόπους που παρά την ανθρώπινη παρουσία, δεν ευνοούν την ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων και την επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Η ελλιπής φροντίδα των δημόσιων χώρων από δημοτικές αρχές, η ύπαρξη ελάχιστων στοιχείων αστικού εξοπλισμού, καθώς και η «κατάληψη» κατ εξοχήν δημόσιων χώρων από ιδιωτικές επιχειρήσεις συχνά σχετιζόμενες με χρήσεις εστίασης και αναψυχής, έχουν οδηγήσει στην υποβάθμιση των ελεύθερων χώρων των πόλεων, σε σημείο τέτοιο που τα άτομα δεν τους αντιλαμβάνονται καν ως δημόσιους. Παρατηρώντας κανείς έναν δημόσιο χώρο κάποιου αστικού κέντρου σήμερα (πχ Αθήνα), συνήθως έρχεται αντιμέτωπος με εικόνες υποβάθμισης που τον αποτρέπουν από την παρουσία του εκεί. Σκουπίδια, παρατημένοι χώροι πρασίνου, κατεστραμμένα παγκάκια και φωτιστικά, αποτελούν μερικά από τα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας πλατείας. Η έλλειψη στοιχείων αστικού εξοπλισμού, που ανταποκρίνονται στις ανάγκες του σημερινού ατόμου για δημόσιο χώρο, είναι γεγονός. Απομεινάρια μιας άλλης εποχής, όπως καρτοτηλέφωνα αποδεικνύουν, πως η εξέλιξη και η ανανέωση των στοιχείων εξοπλισμού του δημόσιου χώρου χρήζει επιτακτικής ανάγκης. Ωστόσο, ακόμα και πρόσφατοι σχεδιασμένοι δημόσιοι χώροι παρουσιάζουν μια αποστειρωμένη εικόνα, όπου η πορεία, ο χώρος στάσης, η φύτευση ή ακόμα και η θέση ενός καθίσματος είναι τόσο προκαθορισμένη για το άτομο, που δεν του αφήνει τη δυνατότητα να κινηθεί ελεύθερα στο χώρο και να δραστηριοποιηθεί σε αυτόν αυθόρμητα. Ουσιαστικά στοιχεία για τον χαρακτήρα ενός δημόσιου χώρου, όπως οι ελεύθεροι χώροι πρασίνου ή οι χώροι στάσης, μοιάζουν να έχουν «ξεχαστεί», καθώς στόχος αποτελεί μόνο ο εντυπωσιασμός, μετατρέποντας έτσι τον χώρο σε μια ασφαλτοστρωμένη έκταση στην οποία εντάσσονται πρωτοποριακές αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις. Ο ίδιος ο χώρος καταλήγει να αποτελεί ένα ακόμα αρχιτεκτονικό έκθεμα, αποτρέποντας την οικειοποίηση του και την ανάπτυξη συλλογικών δραστηριοτήτων.
[11] Camillo Sitte [1889] _ City Planning According to Artistic Principles
-17-
Μπορούμε έτσι να ορίσουμε αυτούς τους χώρους ως μία κατηγορία αστικών κενών της πόλης παρόλο που κατέχουν θεσμοθετημένη χρήση γης. Παράλληλα, όμως, υπάρχουν και τα αστικά κενά, εκείνοι οι ενδιάμεσοι χωρίς χρήση χώροι, που δημιουργούνται από τις ταχύτατες μεταβολές και μετασχηματισμούς της πόλης. Τέτοιο χώροι μπορεί να είναι εγκαταλελειμμένες βιομηχανικές περιοχές, υποδομές και εγκαταστάσεις που δεν χρησιμοποιούνται πια, όπως παλιά λιμάνια και σιδηροδρομικές γραμμές και μισογκρεμισμένα κτίσματα. Αποτελούν δηλαδή αδόμητους ή δομημένους χώρους, οι οποίοι εγκαταλείφθηκαν και δεν παρουσιάζουν κάποια συγκεκριμένη λειτουργία και χρήση, παραμένοντας φαινομενικά αμέτοχοι στην παραγωγική διαδικασία της πόλης. Αυτά τα κενά, λοιπόν, θεωρούνται από πολλούς ως μια ανωμαλία της πόλης και υπεύθυνα για την όποια αστική παρακμή εντοπίζεται στην εκάστοτε περιοχή. Αντιθέτως υπάρχει και η άποψη κατά την οποία, οι χώροι αυτοί έχουν ιδιαίτερη σημασία και είναι αναγκαίοι για τη συνεχή ανανέωση και εξέλιξη των πόλεων. Παρατηρώντας τους, μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει πως ακόμη και σε αυτή τη μορφή της εγκατάλειψης, υπάρχουν χρήστες που τους αποδίδουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Άστεγοι, απλοί περαστικοί, ιδιοκτήτες οχημάτων που βρίσκουν χώρο στάθμευσης, κάτοικοι που οικειοποιούνται αυτούς τους χώρους καθώς και οι λεγόμενοι καλλιτέχνες του δρόμου. Η έννοια της «οικειοποίησης» άλλωστε δεν προσδιορίζει μια ιδιότητα του χώρου, αλλά μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ ανθρώπου και χώρου, έναν τρόπο δράσης του ανθρώπου μέσα στο χώρο. Έτσι, μέσα από τη χρήση και τις πολλαπλές οικειοποιήσεις οι χώροι αυτοί αποκτούν ζωή και νόημα. [12] Τα τελευταία χρόνια συναντούμε ποικίλα παραδείγματα ενεργοποιημένων αστικών κενών, όπως πάρκα, παιδικές χαρές και κοινωνικοί χώροι, στους οποίους η ενδιαφερόμενη ομάδα ασχολείται με τον σχεδιασμό και την εγκατάσταση επιθυμητών κατασκευών. Δημιουργείται έτσι μία σειρά DIY αστικού εξοπλισμού, συνυφασμένη με τη μικροαρχιτεκτονική και τη μικροκλίμακα, η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία να μελετηθεί, καθώς πρεσβεύει τις βαθύτερες ανάγκες του ατόμου και ευνοεί τον πειραματισμό και την καινοτομία. Εστιάζοντας στην έννοια του αστικού εξοπλισμού, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι συνδεδεμένη με τον τρόπο ανάπτυξης και εξέλιξης των αστικών κέντρων. Εντοπίζουμε εξίσου μία αμφίδρομη σχέση χώρου και ατόμου, καθώς επίσης, χρήστη και αστικού εξοπλισμού στο σύγχρονο αστικό τοπίο. Οι Archigram [13] υποστήριξαν ότι «ο αστικός εξοπλισμός χαρακτηρίζεται ως σχεδιασμός που αναφέρεται σε ένα μεγάλο εύρος ατόμων, όπου συνδιαλέγονται πολλοί κοινωνικοπολιτισμικοί αλλά και χωρικοί παράγοντες. Απαιτείται λοιπόν μια ευελιξία στο σχεδιασμό καθώς οι σύγχρονοι ρυθμοί της πόλης και το υπάρχον υποβαθμισμένο περιβάλλον δημιουργούν ανάγκες που πρέπει άμεσα και αποτελεσματικά να καλυφτούν και να προσφέρουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα να απολαύσει την καθημερινότητα του.»
[12] ΑΝΤΙ-φάσεις_ Εστίαση στα κενά των Εξαρχείων, Μαστρογιάννη Αιμιλία, Σταματογιάννη Μαρία, Φεβρουάριος 2013 [13] Οι Archigram αποτέλεσαν μια πρωτοποριακή αρχιτεκτονικής ομάδα, η οποία σχηματίστηκε τη δεκαετία του 1960 στο Λονδίνο. Εμπνευσμένοι από την τεχνολογία και έχοντας στόχο να δημιουργήσουν μια νέα πραγματικότητα, επί μια περίπου δεκαετία οι Archigram παρουσίασαν μία σειρά υποθετικών έργων, με έντονα στοιχεία φαντασιακών ιδεών και εικόνες μιας αχαλίνωτης νεωτερικότητας. Αυτά ήταν : Living City_1963, Plug-in city, Peter Cook_1964, Walking city, Ron Herron_1964, Capsules, Warren Chalk_1964, Cushicle, MIchael Webb_1966, Instant city_1968.
-18-
η ευελιξία
Ο εξοπλισμός ως εργαλείο του αστικού ιστού, ερευνάται βάσει ορισμένων παραγόντων που έχουν αντίκτυπο στο δημόσιο περιβάλλον και τον ίδιο τον χρήστη. Βασικά χαρακτηριστικά του, σήμερα, είναι η ευελιξία, η μεταβλητότητα των επιμέρους στοιχείων του και η απόδοση πολλαπλών χρήσεων. Η ευελιξία αναφέρεται επίσης στη συμπεριφορά των διάφορων μορφών αστικού εξοπλισμού ως προς το δημόσιο χώρο, τον τρόπο, τον χρόνο και τη διάρκεια εμφάνισης τους σε αυτόν, τις συνθήκες που προκαλούν στο εκάστοτε σημείο εγκατάστασης και το χαρακτήρα που προσδίδουν στη γειτονιά. Η επιλογή έρευνας εργαλείων αστικού εξοπλισμού συνυφασμένων με τη μικροαρχιτεκτονική και τη μικροκλίμακα έγκειται στον πειραματισμό και τις καινοτόμες δυνατότητες που προκύπτουν χάρη στο μικρό μέγεθος και την ευελιξία τέτοιων κατασκευών. Επίσης, σημασία δίνεται στην υλικότητα, που αφορά τη χρήση ανακυκλώσιμων ή ανακυκλωμένων πρώτων υλών, την επανάχρηση ή την εφαρμογή νέων υλικών, αλλά και τις διαδικασίες και τα στάδια κατασκευής όπως τη συναρμολόγηση που διευκολύνει την υλοποίηση DIY κατασκευών από μη ειδικευμένους τεχνίτες. Τέλος, στην προσπάθεια του να δώσει ένα ευέλικτο αποτέλεσμα, ο σχεδιαστής/χρήστης αναζητά έξυπνες, πρακτικές και λειτουργικές λύσεις που εντείνουν την εφευρετικότητα και δημιουργικότητα του και τον κρατάνε σε συνεχή εγρήγορση.
το εφήμερο
Το στοιχείο του εφήμερου μετατρέπει τις διάφορες εγκαταστάσεις αστικού εξοπλισμού σε συστήματα ελαφριά, μεταβλητά, μετακινούμενα, επανασυναρμολογούμενα και επανατοποθετούμενα. Σε αντίθεση με τη βαρύτητα, μονιμότητα και σταθερότητα της κτιριακής αρχιτεκτονικής, η εφήμερη αρχιτεκτονική παρουσιάζει τα δικά της στίγματα στην πάροδο των χρόνων, από τις πρωτόγονες καλύβες και τα πρόχειρα στησίματα σκηνών των καραβανιών και των διάφορων νομάδων μέχρι τις τέντες για τις λαϊκές και τα παζάρια και τις σύγχρονες εγκαταστάσεις σε φεστιβάλ, μπαζάρ, συναυλίες. Σήμερα, εφήμερα συστήματα τέτοιου είδους εμφανίζονται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και σκοπό στην πόλη. Ενεργοποιούν το δημόσιο χώρο, εξυπηρετούν τις ανάγκες της εκάστοτε διοργάνωσης και απομακρύνονται με εύκολο τρόπο χάρη στο σχεδιασμό και τη μεταβλητότητα τους. Συχνά, μετά την αποσυναρμολόγηση τους η επίδραση που έχουν στο χώρο εγκατάστασης φανερώνει μια διάθεση ή και ανάγκη από την πλευρά της γειτονιάς για τέτοιες πρωτοβουλίες και δράσεις που ενισχύουν την επαφή του χρήστη τόσο με την πόλη όσο και με ομάδες ατόμων. Με τον τρόπο αυτό, οι αστικές μικροεπεμβάσεις δίνουν τη δυνατότητα στο άτομο να επαναπροσδιορίσει την έννοια της οικειοποίησης του δημόσιου χώρου, της συμμετοχής σε δημόσια δρώμενα και της κοινωνικής σύμπραξης. Λόγω της συχνά αυθόρμητης και ξαφνικής εμφάνισης τους στο δημόσιο χώρο, κερδίζουν την προσοχή του περαστικού και διεγείρουν την περιέργεια του κατοίκου.
-19-
-20-
αστικά κοινά
Στα κενά λοιπόν που έχουν αφήσει στον ορισμό του χώρου τα κτίρια, ο πολίτης της σημερινής κοινωνίας βρίσκει τόπο για να εκφράσει και να «στεγάσει» άλλου τύπου εκδηλώσεις πολιτισμού, καινούρια νοήματα, τόπο για να αμφισβητήσει το σήμερα, να πειραματιστεί και να δοκιμάσει νέες πρακτικές. ‘Έχοντας δηλαδή την ελευθερία να δράσει μέσα σε αυτούς τους χώρους με πρωτόγνωρο τρόπο ο άνθρωπος, καταλήγει να τον νιώσει αρκετά οικείο, να τον κάνει δηλαδή δικό του, συνήθως σε συλλογικό επίπεδο, καθώς μπορεί να τον διαμορφώσει κατά βούληση. Μπορούμε έτσι να ορίσουμε τα αστικά κενά ως ετεροτοπίες, όπου κατά τον Michel Foucault [14] είναι τόποι διακριτοί από την κανονικότητα της πόλης, μέσα από αυτούς μπορεί κανείς να αντιληφθεί το συνεχώς μεταβαλλόμενο χαρακτήρα της πόλης, το γεμάτο αντιφάσεις, μπορεί να καλλιεργήσει το αίσθημα της αυτενέργειας, να ενεργοποιηθεί και να συμμετάσχει σε νέες πρακτικές, αναπτύσσοντας έτσι νέες πολιτικές λογικές που μπορούν σοβαρά να αμφισβητήσουν τις ιεραρχικές σχέσεις της κοινωνίας μας. Τα αστικά κενά αποτελούν άρα τα υπολείμματα του σχεδιασμού ή μπορούν πλέον να θεωρηθούν ως κοινοί τόποι και εστίες ανατροπής; Η συνεχόμενη ελαχιστοποίηση και υποβάθμιση της ποιότητας του δημόσιου χώρου, αποτέλεσαν βασικούς παράγοντες στην ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση των πολιτών σε μία κατεύθυνση επανοικειοποίησης και αναβάθμισης του αστικού τοπίου. Οι σύγχρονες μητροπόλεις μας χαρακτηρίζονται ως ά-τοπες, αφιλόξενες, απρόσωπες και αδυνατούν να αποδώσουν στο άτομο τα απαραίτητα στοιχεία για την ευημερία του. Για το λόγο αυτό, η ίδια η πόλη καταλήγει να είναι ένα πεδίο συνεχών διαπραγματεύσεων και συγκρούσεων μεταξύ τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και πολιτών και συλλογικοτήτων, που οργανώνονται προκειμένου να διεκδικήσουν το «δικαίωμα στην πόλη». Μια πόλης που βασίζεται στις έννοιες της συλλογικότητας και του κοινού τόπου δράσης και όπως έχει περιγράψει ο Robert Park, να μπορέσει να γίνει «η πιο συνεπής και συνολική, η πιο επιτυχημένη προσπάθεια του ανθρώπου να ανακατασκευάσει τον κόσμο στον οποίο ζει ώστε να συμφωνεί περισσότερο με τις επιθυμίες της καρδιάς του. Αλλά, αν η πόλη είναι ο κόσμος που κατασκεύασε ο άνθρωπος, είναι και ο κόσμος στον οποίο είναι στο εξής καταδικασμένος να ζει. Έτσι, έμμεσα, και χωρίς καμία σαφή αίσθηση της φύσης της αποστολής του, φτιάχνοντας την πόλη ο άνθρωπος ξαναέφτιαξε τον εαυτό του».[15]
[14] Foucault M. _ Ουτοπίες και Ετεροτοπίες [15] Robert Park [1967] _ On social control and collective behavior
-21-
3. κοινωνικά κινήματα - το κίνημα της συμμετοχής Στην προσπάθεια μας να κατανοήσουμε την έννοια της συλλογικότητας, της διεκδίκησης και του δικαιώματος στην πόλη, οδηγηθήκαμε στην μελέτη κοινωνικών κινημάτων που μέσα από την συμμετοχή και τις συλλογικές δράσεις προσπάθησαν να μετασχηματίσουν αστικές και χωρικές προβληματικές δομές. Η έννοια του κοινωνικού κινήματος πόλης είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη από τον Ισπανό κοινωνιολόγο Manuel Castells. Στο βιβλίο του «Πόλη και κοινωνικοί αγώνες» επισημαίνει πως τα κοινωνικά κινήματα πόλης διαφέρουν από τα απλά κινήματα πόλης στο ότι μπορούν να αλλάξουν την ίδια τη σημασία του αστικού χώρου. Μιλώντας για απλά κινήματα πόλης αναφερόμαστε σε κινητοποιήσεις των πολιτών που οργανώνονται γύρω από διάφορα ζητήματα. Τα κοινωνικά κινήματα πόλης μπορούν να θεωρηθούν οργανισμοί αστικό – χωρικού μετασχηματισμού, καθώς επιχειρούν νέες αστικές λειτουργίες και μορφές απορρίπτοντας σταθερές και αμετάβλητες χωρικές δομές. Έτσι, ο Castells καταλήγει στο ότι στην περίπτωση που τα κινήματα αντιμετωπίζουν συνειδητά τον επαναπροσδιορισμό της σημασίας του αστικού χώρου, τότε μπορούμε να μιλάμε για κοινωνικά κινήματα πόλης.[16] Κάνοντας αναφορά, όμως, στα κοινωνικά κινήματα προκειμένου να αντιληφθούμε την έννοια του δικαιώματος και της διεκδίκησης στην πόλη, πρέπει αρχικά να κατανοήσουμε το χωρικό πλαίσιο στο οποίο τέτοια κινήματα γεννιούνται˙ δηλαδή την πόλη, ως πεδίο χειραφέτησης και ανατροπής αλλά και ως τόπο συλλογικής ζωής. Άλλωστε όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Lefevre η πόλη είναι η προβολή της κοινωνίας στο έδαφος. Με βάση το έργο του Harvey «Εξεγερμένες πόλεις», το ερώτημα τι είδους πόλη θέλουμε είναι συνδεδεμένο με το τι άνθρωποι θέλουμε να είμαστε, τι είδους κοινωνικές σχέσεις αναζητάμε, τι σχέσεις με τη φύση διατηρούμε, ποιο είδος ζωής επιθυμούμε, ποιες αισθητικές αξίες ενστερνιζόμαστε. Έτσι, το δικαίωμα στην πόλη είναι κάτι πολύ περισσότερο από το δικαίωμα ατομικής ή ομαδικής πρόσβασης στους πόρους της πόλης: είναι το δικαίωμα να την αλλάξουμε και να την επανεφεύρουμε σύμφωνα με τις επιθυμίες μας. Είναι περισσότερο συλλογικό παρά ατομικό δικαίωμα, εφόσον η επανεφεύρεση της πόλης μοιραία εξαρτάται από την άσκηση συλλογικής εξουσίας στις διαδικασίες αστικοποίησης. Ο Harvey προσπαθώντας να διατυπώσει μια γενική θεωρία για την πόλη υποστηρίζει ότι οι κοινωνικές διαδικασίες μέσα στην πόλη πρέπει να σχετίζονται με τη χωρική μορφή που αυτή παίρνει. Τονίζει έντονα, με αυτόν τον τρόπο, τη σχέση μεταξύ κοινωνικών πρακτικών και οργάνωσης του χώρου της πόλης. Υποστηρίζει, ότι το «πράγμα» που αποκαλούμε πόλη είναι το αποτέλεσμα μιας «διαδικασίας» που αποκαλούμε «αστικοποίηση»[17]. Έτσι η αστικοποίηση πρέπει να κατανοηθεί όχι με τους όρους μιας κοινωνικό - οργανωτικής οντότητας, αλλά σαν την παραγωγή συγκεκριμένων και ετερογενών χώρο - χρονικών μορφών που είναι ενσωματωμένες μέσα σε διαφορετικές μορφές κοινωνικής δράσης. Η αστικοποίηση, αν κατανοηθεί έτσι, αναγκαστικά αποτελεί και αποτελείται από κοινωνικές διαδικασίες.[18] Αντιλαμβανόμαστε, έτσι, την αστικοποίηση ως μια έννοια με κοινωνική διάσταση, μέσα από την υιοθέτηση στάσεων και συμπεριφορών που συνδέονται και χαρακτηρίζουν τους κατοίκους της πόλης.
[16] Μανουέλ Καστέλς [1980] _ Πόλη και κοινωνικοί αγώνες, εκδόσεις Αγώνας, σελ. 19-22 [17] η αστικοποίηση ορίζεται ως η τάση συσσώρευσης του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, που συνδέεται με τις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές και εξελίξεις [18] David Harvey, Εξεγερμένες πόλεις, Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης, εκδόσεις ΚΨΜ, εισαγωγή
-22 -
Η άποψη του Lefevre, την οποία συμμερίζεται και ο Harvey, είναι ότι τα επαναστατικά κινήματα, συνήθως προσλαμβάνουν μια διάσταση πόλης. Πρόκειται για την αυθόρμητη σύμπραξη σε μια στιγμή «εισβολής», τότε που ανόμοιες ετεροτοπικές ομάδες ξαφνικά συνειδητοποιούν, έστω και για μια φευγαλέα στιγμή, τις δυνατότητες που έχει η συλλογική δράση να δημιουργήσει κάτι ριζικά διαφορετικό. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, πως τα κοινωνικά κινήματα πόλης ταυτίζονται με την διεκδίκηση του «δικαιώματος στην πόλη», το οποίο, σύμφωνα με τον Lefevre, εκδηλώνεται ως υπέρτατη μορφή των δικαιωμάτων: δικαίωμα στην ελευθερία, στην εξατομίκευση μέσα στην κοινωνικοποίηση, στην κατοικία και στο κατοικείν, δικαίωμα στο έργο (στη συμμετοχική δραστηριότητα) και δικαίωμα στην προσοικείωση (εντελώς διαφορετικό από το δικαίωμα στην ιδιοκτησία). [19] Αυτή η αναφορά χρήζει σημασίας γιατί διαπιστώνουμε πως το «δικαίωμα στην πόλη» εκφράζει το δικαίωμα του ατόμου στην ελευθερία, την ανάδειξη του μέσα από συλλογικές πρακτικές και τη σημασία τους, την έννοια της κατοίκησης για το άτομο και, τέλος, την αξία της «προσοικείωσης» ως αίσθηση οικειότητας έναντι της ατομικής ιδιοκτησίας. Από την πλευρά του ο Harvey διαπιστώνει ότι ο ορισμός του δικαιώματος στην πόλη αποτελεί ο ίδιος αντικείμενο πάλης, και η πάλη αυτή πρέπει να συμβαδίζει με την πάλη για την υλοποίηση του. Η διεκδίκηση του δικαιώματος στην πόλη σημαίνει διεκδίκηση κάποιου είδους δύναμης που μορφοποιεί τις διαδικασίες αστικοποίησης, τους τρόπους με τους οποίους δημιουργούνται και αναδημιουργούνται οι πόλεις μας. Η ιδέα του δικαιώματος στην πόλη, καθώς και τα κοινωνικά κινήματα παρουσιάζουν μέσα από ιστορικά παραδείγματα σημαντικές νίκες καταλήγοντας στο ότι το βασικό πλαίσιο των αγώνων ήταν η διεκδίκηση της πόλης συνολικά. Κινήματα με τέτοιο σημαντικό ποσοστό συμμετοχής των πολιτών προβάλλουν μια προσπάθεια αντίστασης στις ενέργειες διαφόρων ιδιωτικών συμφερόντων και μια προσπάθεια συμμετοχής, πολιτικοποίησης του λαού και έκφρασης των αναγκών κυρίως των πιο φτωχών και περιθωριοποιημένων στρωμάτων. Το παράδειγμα της Λατινικής Αμερικής είχε ξεκινήσει από το σύστημα του «συμμετοχικού προϋπολογισμού» στο Πόρτο Αλέγκρε, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες να συμμετέχουν άμεσα στην κατανομή τμήματος του προϋπολογισμού του δήμου, μέσω μιας δημοκρατικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων. [20] Αυτή η διεκδίκηση από την πλευρά του λαού τροφοδότησε μια ολόκληρη γενιά κινημάτων, ως το κεντρικό σημείο του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ.
[19] Urban and Regional Social Movements-Κοινωνικά κινήματα πόλης και περιφέρειας _ ερευνητική ομάδα Αόρατες πόλεις, Χ.Τσαβδάρογλου, σελ.109 [20] Το μοντέλο του συμμετοχικού προϋπολογισμού ξεκίνησε στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, όταν εξελέγη για πρώτη φορά στον δήμο της πόλης το κόμμα των εργατών. Η διαδικασία αρχίζει με τα μέλη της κοινότητας να προσδιορίζουν τις προτεραιότητες των δαπανών. Στη συνέχεια, η κοινότητα εκλέγει τους αντιπροσώπους της. Με την τεχνική υποστήριξη των δημοτικών λειτουργών, οι αντιπρόσωποι μεταφράζουν τις προτεραιότητες της κοινότητας σε συγκεκριμένες υλοποιήσιμες προτάσεις. Έπειτα, τα μέλη της κοινότητας ψηφίζουν ποιες προτάσεις θέλουν να χρηματοδοτήσουν και τέλος, ο δήμος ή το εκάστοτε θεσμικό όργανο υλοποιεί τις επιλεγμένες προτάσεις (Lerner και Hall, 2007). Ο συμμετοχικός προϋπολογισμός αποτελεί ένα «σχολείο διαβούλευσης» για τους πολίτες, τις οργανώσεις αλλά και την τοπική κυβέρνηση, δημιουργώντας πιο ενημερωμένους πολίτες και πιο έξυπνες πόλεις [Baiochi, 2003]
-23-
Η «συμμετοχική δημοκρατία» έρχεται να καλύψει μια αντίθεση και μια απόσταση. Η αντίθεση αυτή έχει να κάνει με τη σχέση έμμεσης ή αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των αμεσοδημοκρατικών μορφών συμμετοχής με σκοπό να απαντήσει στην προσπάθεια αδιαμεσολάβητης συμμετοχής των από κάτω. [21] Αυτό αποτελεί το βασικό στοιχείο έκφρασης των διάφορων κοινωνικών κινημάτων ιστορικά. Η απόσταση, ή διαφορετικά το κενό που τείνουν να καλύψουν τέτοιες συμμετοχικές πρακτικές αφορά την απόσταση ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία. Με την κάλυψη, ή έστω μια στενότερη σχέση ανάμεσα σε αυτές τις αιτίες «χάσματος» μπορεί σταδιακά να παγιωθεί μια νέα αντίληψη τόσο για τη δυνατότητα και ευκαιρία του ατόμου στη συμμετοχή των κοινών όσο και για την προσωπική αίσθηση ικανότητας και παραγωγής του καθένα ξεχωριστά. Οι ιδέες του Lefevre αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης, τις δεκαετίες ’60 και ’70, για πλήθος ερευνητών, κοινωνικών κινημάτων και ακτιβιστών. Ως σημείο αφετηρίας για διάφορα κινήματα συνεισφέρουν εκείνη την περίοδο στην ανάπτυξη αγώνων για πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα σε πολλά μέρη κυρίως της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα για τους έγχρωμους, τις γυναίκες, τους ομοφυλόφιλους, τις μειονότητες. Παράλληλα είναι περίοδος που αναδύεται πλήθος εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων σε Λατινική Αμερική, Αφρική και Ασία διεκδικώντας δικαιώματα στην εθνική ανεξαρτησία των αποικιοκρατικών χωρών καθώς και δημοκρατικά δικαιώματα στις χώρες με δικτατορικές κυβερνήσεις. Την δεκαετία του ’70 κινήματα διεκδικούν το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου, στις πολιτισμικές ταυτότητες, στην οικολογία κ.α. ενώ τέλη του ’60 με αρχές του ’70 το κράτος πρόνοιας φτάνει στο αποκορύφωμα του, λίγο πριν την κρίση του ’70 και την ανάδυση του νεοφιλελευθερισμού. [22] Με την οπισθοχώρηση του κράτους πρόνοιας και κατ’ επέκταση την αστική αναδιάρθρωση, την έλλειψη στέγης, την κερδοσκοπία, την περιβαλλοντική υποβάθμιση, τις κρατικές περικοπές και γενικότερα τις νεοφιλελεύθερες πολεοδομικές πρακτικές που αρχίζουν να εφαρμόζονται από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, πυροδοτούνται κινήματα πόλης που συγκρούονται με νεοφιλελεύθερες αστικές πολιτικές και στοχεύουν να επανανοηματοδοτήσουν τις πόλεις, μέσω συμμετοχικών διαδικασιών σχεδιασμού. Ιστορικά, λοιπόν, το κίνημα της συμμετοχής δεν σχετίζεται μόνο με τον σχεδιασμό αλλά αποτέλεσε ένα ρεύμα που είχε δομική σχέση με τα κινήματα πόλης της εποχής και διεκδικούσε περισσότερη δημοκρατία και συμμετοχή στις αποφάσεις που αφορούσαν το μέλλον των πόλεων. Έτσι, θεωρείται ένα πολύπλευρο κίνημα το οποίο αφορά την αρχιτεκτονική, τον σχεδιασμό των πόλεων, την αυτοδιοίκηση και τη διακυβέρνηση με βασικό στόχο την αναζήτηση μεθόδων ώστε να δημιουργηθεί μια νέα σχέση ανάμεσα στο χρήστη του χώρου (πολίτης, κάτοικος, εθελοντής, συμμετέχων κ.α.), το σχεδιασμένο προϊόν (κτίριο, δημόσιος χώρος, τόπος δράσης, μέθοδος διακυβέρνησης κ.α.) και αυτόν που το παράγει (σχεδιαστής, αρχιτέκτονας, πολεοδόμος, υπεύθυνος για τα κοινά και την τοπική αυτοδιοίκηση κ.α.). Έτσι, παρουσιάζεται μια περίοδος, εκείνη των δεκαετιών του ’60 και ’70, όπου το κίνημα της συμμετοχής αποτελεί μια ριζοσπαστική τομή, συνδέεται με τα κινήματα πόλης και τον κοινωνικό έλεγχο στο δομημένο περιβάλλον και διαμορφώνει μια νέα σχέση ανάμεσα στον αρχιτέκτονα - σχεδιαστή από τη μία αλλά και τον χρήστη και το προϊόν σχεδιασμού από την άλλη. Αυτή η σχέση αποτελεί βάση για συμμετοχικές πρακτικές και σήμερα. [21] Η συμμετοχική δημοκρατία δίνει έμφαση στην εμπλοκή των πολιτών στην διεύθυνση και διαχείριση πολιτικών υποθέσεων. Όπως ήδη αναφέραμε, ένα από τα πρώτα πειράματα τέτοιας φύσης έγινε στο δήμο του Πόρτο Αλέγκρε στην Βραζιλία. Τα χαρακτηριστικά των διαδικασιών αυτών είναι διαφορετικά ως προς το βαθμό και τη σημασία της συμμετοχής των πολιτών. Συχνά οι λαϊκές συνελεύσεις έχουν μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα αφού η πολιτική εξουσία δεν δεσμεύεται από τις αποφάσεις τους. Ακόμη, οι συμμετοχικές διαδικασίες μπορεί να καθοδηγούνται δίνοντας στους πολίτες την ψευδή εντύπωση ότι έχουν άμεσο λόγο για τα κοινά. Αν η αρχή, λοιπόν, της συμμετοχικής δημοκρατίας δεν αποσκοπεί στην έκφραση της ελεύθερης βούλησης των πολιτών σε σχέση με τα κεντρικά ζητήματα, στην πράξη η εφαρμογή της υπόκειται σε σημαντικούς περιορισμούς που απομυζούν και την ουσία της. Στην περίπτωση της έμμεσης ή αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, οι εκλογές ανάδειξης των αντιπροσώπων του λαού αποτελούν συνήθως την κύρια μέθοδο συμμετοχής του λαού στη λήψη αποφάσεων. [22] Urban and Regional Social Movements, Κοινωνικά κινήματα πόλης και περιφέρειας _ ερευνητική ομάδα Αόρατες πόλεις, Χ.Τσαβδάρογλου, σελ.106-7
-24-
Το κίνημα της συμμετοχής, στο πεδίο της αρχιτεκτονικής, εκφράστηκε με εγχειρήματα συμμετοχικού σχεδιασμού, μέσω αστικών καταλήψεων και πειραματικών κοινοτήτων. Μέχρι και σήμερα, οι αστικές καταλήψεις φανερώνουν μια μορφή αντίστασης απέναντι σε καπιταλιστικές τακτικές και προσπαθούν να θέσουν σε εφαρμογή κοινωνικά ισότιμους τρόπους ζωής σε μια πόλη ή κοινότητα. Το κίνημα των καταλήψεων στην Ευρώπη ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1960, με εναλλακτικά μοντέλα στέγασης και πολιτικές πρωτοβουλίες, κοινωνικά κέντρα, χώρους τέχνης και στέγασης προσφύγων, λειτουργίες με αναφορά στην κοινότητα, αντι-ιεραρχικές αρχές και οριζόντια συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 με αρχές της δεκαετίας του ’80 παρατηρείται η λεγόμενη «καταληψιακή έκρηξη»[23] στη Δυτική Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Κενοί χώροι από διαμερίσματα, κτίρια μέχρι και εργοστάσια καταλαμβάνονται σε Σαν Φρανσίσκο, Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Ζυρίχη, Μιλάνο, Τορίνο, Μπολόνια, Ρώμη, Νάπολη, Βαρκελώνη, Άμστερνταμ, Κοπεγχάγη κ.α., διεκδικώντας το δικαίωμα στη στέγαση και τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού τρόπου ζωής.
[23] Σύμφωνα με τους Andrej Holm και Armin Kuhn το φαινόμενο του «στεγαστικού πολέμου» ξεκινά από την εγκατάλειψη κενών σπιτιών από ιδιοκτήτες και οικοδομικές εταιρίες με στόχο την κατεδάφιση και ανακατασκευή τους με κρατικές χρηματοδοτήσεις ώστε να ενοικιαστούν σε ψηλότερες τιμές. Οι πρακτικές αυτές, οι οποίες εφαρμόστηκαν στις περισσότερες μητροπόλεις της Δυτικής Ευρώπης και της Β. Αμερικής οδήγησαν στην ανάδυση ενός κινήματος καταλήψεων. [Urban and Regional Social Movements, Κοινωνικά κινήματα πόλης και περιφέρειας, ερευνητική ομάδα Αόρατες πόλεις, Χ. Τσαβδάρογλου, σελ.112]
-25-
Όπως αναδύθηκε, λοιπόν, κατά τη δεκαετία του ’70, το κίνημα των καταλήψεων αρθρώθηκε με το ευρύτερο ρεύμα κοινωνικών κινημάτων πόλης και ανέδειξε ένα πλήθος αγώνων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το κίνημα της Freetown Christiania στην Κοπεγχάγη, με τις κυριότερες πόλεις που το υποστήριξαν να είναι το Άμστερνταμ, η Κοπεγχάγη, το Βερολίνο και το Αμβούργο. Η ελεύθερη κομμούνα της Christiania αποτελεί ένα πειραματικό εγχείρημα όπου η ουτοπία και το περιθώριο κάνουν πράξη το δικαίωμα στην πόλη. [24] Ξεκινά το Απρίλη του 1971 με την κατάληψη μιας παλιάς μισοερειπωμένης στρατιωτικής βάσης από μια ομάδα εκατό ατόμων. Σκοπός ήταν η δημιουργία μιας κοινωνίας οικονομικά αυτόνομης και ανεξάρτητης από το κράτος, ως απάντηση στην έλλειψη στεγαστικών και κοινωνικών υποδομών. Μετά από δύο χρόνια η κυβέρνηση επιτρέπει τη χρήση των εγκαταστάσεων με στόχο τον «κοινωνικό πειραματισμό» για τρία χρόνια. Η Christiania υποστηρίχτηκε ως πείραμα από αυτούς που υπερασπίζονταν την ιδέα και πρωτοβουλία για κοινωνική αλλαγή. Ωστόσο δέχτηκε και επιθέσεις καθώς πρόβαλλε την αντίθεση της απέναντι στο παραδοσιακό σύστημα αξιών και το κοινωνικό κατεστημένο. Στο διάστημα 1974 – 1978 η κοινότητα έρχεται αντιμέτωπη με το Υπουργείο Άμυνας και την Τοπική Αυτοδιοίκηση εξαιτίας διάφορων δικαστικών αγώνων, με αποτέλεσμα να συσπειρωθεί ένα κίνημα αλληλεγγύης προς την Christiania και να οργανωθεί ένα σύστημα παθητικής άμυνας που θα εφαρμοζόταν σε περίπτωση προσπάθειας βίαιης εκκένωσης του χώρου. Το ’78 δόθηκε νέα προθεσμία παραμονής στο χώρο ενώ και την δεκαετία του ’90 αρκετές προτάσεις επαναλειτουργίας εγκαταστάσεων που εξετάζονταν αποτέλεσαν αντικείμενο έντονης πολιτικής διαμάχης. Αρχική πρόθεση της Christiania ήταν να χτίσει μια κοινωνία από το μηδέν. Συνελεύσεις των κατοίκων της κοινότητας οργανώνονταν τακτικά ενώ κοινωνικές υποδομές όπως κέντρα φροντίδας παιδιών και χώροι πληροφόρησης ήταν μερικά από τα πρώτα σχέδια μελέτης που υλοποιήθηκαν. Θεατρικές εκδηλώσεις και παραστάσεις πραγματοποιούνταν σε μια προσπάθεια κοινωνικής αλληλεπίδρασης και πειραματισμού. [25] Υπηρεσίες και εμπορικά καταστήματα άρχισαν να λειτουργούν εξαρχής συλλογικά και οι περισσότεροι κάτοικοι ξεκίνησαν να αναπτύσσουν δραστηριότητες εντός της κοινότητας. Σε αρχιτεκτονικό επίπεδο, ο αυθορμητισμός και η φαντασία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, καθώς πέρα από τους προϋπάρχοντες στρατώνες τους οποίους οι κάτοικοι μετασχημάτισαν σε πολυχώρους και εργαστήρια, διάφορες ιδιο-κατασκευές δημιουργήθηκαν από τους ίδιους με πεταμένα και άχρηστα υλικά. Βασικό αποτέλεσμα του εγχειρήματος αυτού αποτελεί η σύσταση του «μοντέλου Christiania», ενός μοντέλου που περιγράφει όχι μόνο τον τρόπο σχεδιασμού που αναπτύχθηκε στην κοινότητα αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα μέλη συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και τις θεωρίες σχεδιασμού στις οποίες στηρίχτηκε. Η επιτυχία του κινήματος οφείλεται τόσο στις διαδικασίες συμμετοχής των χρηστών στα διάφορα ζητήματα και τις βάσεις συλλογικότητας και αλληλεγγύης που αναπτύχθηκαν μεταξύ τους όσο και στον καθορισμό ενός αξιακού συστήματος ισότητας, κοινωνικότητας και περιβαλλοντικής συνείδησης. Βέβαια, η επιβίωση της κοινότητας πέρασε από αρκετές αντιφάσεις και η διεκδίκηση της μέσα από συνεχείς αγώνες. Ζητήματα όπως η διαρκής νομική αβεβαιότητα, η αστυνόμευση, η ανεργία δημιουργούσαν ρίξεις και προβλήματα στην εξέλιξη της κοινότητας. Παρόλα αυτά μέχρι και σήμερα αποτελεί ένα μοντέλο που αναδεικνύει μια πραγματική κοινοτική ταυτότητα και εμφανίζεται σαν σύνθεση των ελπίδων και των αντιφάσεων μιας γενιάς. [26]
[24], [26] Άννυ Βρυχέα, Κλωντ Λωράν, Συμμετοχικός σχεδιασμός, Θεωρητικές διευρενήσεις, Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών, Μεθοδολογικές προσεγγίσεις, σ.90 [25] Nishat Awan, Tatjana Schneider, Jeremy Till, Spatial agency: other ways of doing architecture, Christiania, σελ 119
-26-
Ωστόσο, από τη δεκαετία του ’80 και μετά, η μορφή των κινημάτων πόλης αρχίζει να διαφοροποιείται καθώς μεγάλο μέρος τους ενσωματώνεται σε θεσμικές κρατικές δομές και ΜΚΟ χάνοντας τον προγενέστερο ριζοσπαστικό τους χαρακτήρα. Με την ανάδυση του νεοφιλελευθερισμού «επιτροπές πολιτών της μεσαίας τάξης» εμπλέκονται σε κινήματα πόλης στοχεύοντας στον εξευγενισμό γειτονιών από μετανάστες και άλλες ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Στην περίπτωση της Γερμανίας, για παράδειγμα, πρώην μαχητικές οργανώσεις γειτονιών μετασχηματίζονται σε οργανώσεις ΜΚΟ, χρηματοδοτούμενες από κρατικούς ή δημοτικούς φορείς. Αντίστοιχα, πρώην καταλήψεις του αυτόνομου σχήματος εξαναγκάζονται να συνεργαστούν με κρατικές και δημοτικές αρχές υπό τον φόβο εκκενώσεων και ποινικοποίησης. [27] Παράλληλα, στις αρχές εκείνης της δεκαετίας παρουσιάζονται ορισμένες προσπάθειες «αστικής ανανέωσης», με τα κατειλημμένα κτίρια να δοκιμάζονται σαν εργαλεία ανανέωσης των πόλεων. Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, αναδύεται ένα κύμα καταλήψεων στην ανατολική πλευρά της ενωμένης πλέον πόλης με πολιτιστικούς χώρους και χώρους αντικουλτούρας και πειραματισμού. Ωστόσο, ο σφετερισμός και η καταστολή πολλών από αυτές τις καταλήψεις δεν αργεί, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος από τα πρώην κατειλημμένα κτίρια να ανακαινίζονται και να αποτελούν δείγμα της λεγόμενης «αστικής ανανέωσης». Παρόμοιες πρακτικές παρατηρήθηκαν σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, με παραδείγματα τη Ζυρίχη και το Άμστερνταμ όπου στο πλαίσιο ενός γενικότερου εξευγενισμού των πόλεων και μιας εικόνας της πόλης ελκυστικής σε επενδύσεις και τουρισμό πραγματοποιήθηκαν πολιτικές εκκενώσεων στο κίνημα των καταλήψεων. Έτσι, από την δεκαετία του ‘90 και μετά, όπως ισχυρίζεται η Mayer, η ιδέα του «δικαιώματος στην πόλη» αναμιγνύεται με έννοιες όπως βιώσιμη, ζωντανή, δημιουργική, έξυπνη πόλη ενώ οι ιδέες της αυτονομίας και του αυτοπροσδιορισμού υιοθετούνται από τις πολιτικές του λεγόμενου «city branding». [28] Παρ’ όλα αυτά, σήμερα, γίνεται αντιληπτό ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για την έννοια του «δικαιώματος στην πόλη» εξαιτίας των νεοφιλελεύθερων πολιτικών ανάπλασης, της αστικής αναζωογόνησης και του εξευγενισμού, των πολιτικών συγκρούσεων και συμφερόντων έναντι του λαού, των κατασχέσεων και εξώσεων κατοικιών και πολλών ακόμη ζητημάτων. Πρόσφατες κινητοποιήσεις, ταραχές και εξεγέρσεις κατά την διάρκεια της παγκόσμιας και τοπικής κρίσης με παραδείγματα στην Αθήνα (2008), στο Λονδίνο (2011), στην Ιστάμπουλ (2013) και αλλού αναδεικνύουν τα προβλήματα στην σημερινή εικόνα των πόλεων, τα οποία της προσδίδουν έναν πολυσύνθετο χαρακτήρα.
[27] Novy and Colomb, 2012 [28] Urban and Regional Social Movements, Κοινωνικά κινήματα πόλης και περιφέρειας, ερευνητική ομάδα Αόρατες πόλεις, Χ, Τσαβδάρογλου, σελ.120
-27-
-28-
προς μία κατεύθυνση συλλογικών δράσεων
Περπατώντας κανείς στο κέντρο μιας σύγχρονης πόλης, για παράδειγμα την Αθήνα, παρατηρεί γύρω του την τεράστια ανοικοδόμηση, την απουσία ενιαίου σχεδιασμού καθώς και τον ελλιπή σχεδιασμό του δημόσιου χώρου. Από τη μία, το κράτος ως μηχανισμός λήψης αποφάσεων και από την άλλη το άτομο ως κοινωνικό ον, θεωρούνται και οι δύο συνυπεύθυνοι για την σημερινή εικόνα της πόλης. Ωστόσο, ο μη σχεδιασμός από τον οποίο «γεννιέται» ο καθημερινός χώρος που ζούμε δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν επακόλουθο έλλειψης κρατικού αστικού σχεδιασμού. Αλλά να τον αντιλαμβανόμαστε σαν μια αφορμή για ατομική και συλλογική συμμετοχή στη διαμόρφωση του χώρου της πόλης. Η ύπαρξη τέτοιων προβληματικών στοιχείων στη σημερινή πόλη συσπειρώνει κατοίκους του ήδη κορεσμένου από χτισμένο χώρο κέντρου και τους παροτρύνει σε συλλογικές δράσεις για μια καλύτερη διαβίωση. Σχηματίζονται, με τον τρόπο αυτό, σύγχρονα κινήματα πόλης, τα οποία μέσα από νέες εναλλακτικές μορφές συλλογικής οργάνωσης προσπαθούν να αντιμετωπίσουν κοινωνικές, οικονομικές ή πολιτικές πτυχές της κρίσης. Παρατηρείται, έτσι, μια διαφορετική πολιτική λογική και πρακτική αυτοδιαχείρισης διάφορων ελεύθερων χώρων από τους ίδιους τους κατοίκους. Μιλώντας για ελεύθερους χώρους δεν εννοούμε μόνο ότι αφορά πράσινες εκτάσεις αλλά και χώρους ανενεργούς, κενούς τους οποίους οι κάτοικοι επανενεργοποιούν ως δημόσιους. Με αυτόν τον τρόπο οι από τα κάτω αναπτύσσουν τάσεις προς μια δημοκρατική διαχείριση της ίδιας της πόλης. Ακόμη, είναι εμφανές πως οι συλλογικές διεκδικήσεις ελεύθερων χώρων σήμερα, δεν εστιάζουν πια μόνο στην ύπαρξη πρασίνου ως στοιχείο καλλωπισμού, υπαίθριας αναψυχής και ποιοτικής αναβάθμισης του αστικού περιβάλλοντος, αλλά προχωρούν στην ένταξη νέων λειτουργιών και χρήσεων για την ικανοποίηση κοινοτικών αναγκών. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η εικόνα της πόλης δεν μπορεί να είναι μοναδική, καθώς αποτελεί ένα συνονθύλευμα εικόνων των χρηστών της, των κατοίκων αλλά και των περαστικών που αλλάζουν διαρκώς. Οι δράσεις που δημιουργούνται δεν βοηθούν στο να αλλάξει η ίδια η εικόνα της πόλης. Επιδρούν, όμως, στην ψυχολογία του ατόμου δίνοντάς του μια αφορμή για συμμετοχή στο δημόσιο. Η αντίληψη ότι το δημόσιο είναι όλων και όχι κρατικό δεν είναι πάντα αυτονόητη. Οι δράσεις αυτές αναδεικνύουν μια τάση κοινής συμμετοχής και ανθρώπινης επαφής που εμφανίζεται σε μικρότερης κλίμακας σχηματισμούς. Με αφορμή τη διεκδίκηση ενός δημόσιου ελεύθερου χώρου οι άνθρωποι όχι μόνο έρχονται κοντά, συζητούν, συμμετέχουν από κοινού, αποφασίζουν για το μέλλον της πόλης τους αλλά και εξελίσσονται ανακαλύπτοντας τους εαυτούς τους και τις δυνατότητες τους. Μέσα από τον επαναπροσδιορισμό την έννοιας της πόλης, δοκιμάζουν και δοκιμάζονται σε νέες πρακτικές από τις οποίες επωφελούνται, εν τέλει, οι ίδιοι.
-29-
β. η συμμετοχή στο σχεδιασμό
1. συμμετοχικός σχεδιασμός έννοια_ ιστορική αναδρομή
Αποτελούν, λοιπόν, μια πραγματικότητα σήμερα συμμετοχικές εμπειρίες στο σχεδιασμό του χώρου, που αν και λίγες, είναι αρκετές για να αποδείξουν έμπρακτα μια ριζικά καινούργια κατεύθυνση. Το ζητούμενο είναι να προσεγγιστεί μια άλλη διαδικασία προγραμματισμού, σχεδιασμού, παρέμβασης, παραγωγής, διαχείρισης για την κατοικία, τη γειτονιά, τη συνοικία, την πόλη. Δηλαδή το πώς μέσα από εμπειρίες συμμετοχής, παράλληλα με τη θεωρητική διερεύνηση θα ολοκληρωθεί μια άλλη στρατηγική για τα ζητήματα χώρου. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, λοιπόν, με κυρίαρχο το κοινωνικό περιεχόμενο στο ζήτημα της αρχιτεκτονικής, θα μπορούσε να συνεισφέρει ο συμμετοχικός σχεδιασμός, συνιστώντας ο ίδιος μια κατάσταση εμπλοκής του χρήστη στη διαδικασία σχεδιασμού. Η έννοια του συμμετοχικού σχεδιασμού δεν είναι νέα, δεδομένου ότι οι διάφορες προσεγγίσεις περί συμμετοχής έχουν επιρροές από τις θεωρήσεις των ουτοπικών σοσιαλιστών του 19ου αιώνα.[1] Όπως ήδη αναφέρθηκε, μέσα από την ιστορία των συμμετοχικών κινημάτων, η εμφάνιση του κατά τη δεκαετία του ΄60 έχει να κάνει με την κοινωνική αμφισβήτηση και απαίτηση των από κάτω για άμεση και πραγματική εμπλοκή στις διαδικασίες. Ακόμη, σε μια προσπάθεια απάντησης στους έντονους ρυθμούς και στον παραμερισμό των πραγματικών αναγκών του ατόμου, στα οποία επέδρασε το κίνημα του μοντερνισμού, εμφανίζεται τη δεκαετία του ΄60 μια συμμετοχική προσέγγιση στο σχεδιασμό. Σταδιακά, στην Ευρώπη, γίνονται προσπάθειες ένταξης των χρηστών στο σχεδιασμό, workshops, διαβουλεύσεις και σύλλογοι γειτονιάς. Η κοινωνική κατοικία, επίσης, αποτελεί βασικό ζήτημα συζήτησης με τις τοπικές αρχές να αναζητούν λύσεις. Κατά τη δεκαετία του ΄70, προγράμματα συμμετοχικού σχεδιασμού αναπλάσεων γειτονιών και συγκροτημάτων κατοικιών λαμβάνουν χώρα στη βάση της κοινωνικής ζύμωσης που είχε αναπτυχθεί μέσα από τα κινήματα αμφισβήτησης των προηγούμενων δεκαετιών. Επιπλέον, υλοποιούνται Κοινοτικά Κέντρα Σχεδιασμού (Community Design Centers) στις ΗΠΑ για την παροχή πληροφοριών και την εμπλοκή των κοινοτήτων στις διαδικασίες σχεδιασμού και ανάπτυξης.[2] Παράλληλα, αρχίζουν να ερευνώνται από αρχιτέκτονες όπως John Habraken [3] και John Turner [4] [1] Έχει υποστηριχτεί ότι οι συμμετοχικές εμπειρίες έχουν τις ρίζες τους στους ουτοπικούς σοσιαλιστές του 19ου αιώνα. Οι ουτοπιστές για τους οποίους μιλούμε δεν είναι οι απλοϊκοί ονειροπόλοι που παίρνουν τις επιθυμίες τους για πραγματικότητα, αλλά αντίθετα, είναι κοινωνικοί στοχαστές με θαυμαστή διορατικότητα, που τους έχουν εκθέσει σε παρανοήσεις πολλοί επικριτές τους, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ένγκελς. [Άννυ Βρυχέα, Κλωντ Λωράν, Συμμετοχικός σχεδιασμός, Θεωρητικές διευρενήσεις, Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών, Μεθοδολογικές προσεγγίσεις, Οι ουτοπικές κοινότητες το 19ο αιώνα,σ.56] Μέσα από το όραμα της δικής τους ιδανικής πόλης, η ουτοπία τους παίρνει μορφή και αποτυπώνεται σε σχέδια κατόψεων όπου η συλλογική κατοικία οργανωνόταν γύρω από μια μονάδα παραγωγής. Στον Charles Fourier, έναν από τους πιο αξιόλογους ουτοπιστές του 19ου αιώνα, οφείλουμε το πρότυπο του φαλανστερίου που θα αποτελούσε το βασικό κύτταρο της κοινωνίας που ονειρευόταν. «Το Φαλανστέριο πρέπει να περιλαμβάνει εκτός από τα ατομικά διαμερίσματα και πολλές αίθουσες δημόσιων σχέσεων που θα λέγονται Σεριστέρια ή τόποι συνάθροισης». [Debu-Βridel, L’ actualité de Fourier]
-32-
ζητήματα σχετικά με τη μαζική κατοίκηση και στρατηγικές συμμετοχής στην κατοικία από τους χρήστες. Κατά το ΄80, νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις προωθούν τον ιδιωτικό τομέα και οι χρηματοδοτήσεις για συμμετοχικές κινήσεις εστιάζουν σε συγκεκριμένα «προβλήματα». Τέτοια αφορούν κυρίως περιπτώσεις αστικών κέντρων και όχι μια ευρύτερη κρατική στήριξη για παροχή σπιτιών. Για πολλές αρχιτεκτονικές πρακτικές αυτό σήμαινε επιστροφή σε κλασικές μεθόδους σχεδιασμού. Από το ΄90 και μετά, ο συμμετοχικός σχεδιασμός ενσωματώνεται σε πολιτικά κυβερνητικά προγράμματα και χάνει τον ουσιαστικό του χαρακτήρα εστιάζοντας στην πληροφόρηση του κοινού, αν υπάρχει και αυτή. Η συμμετοχή μετατρέπεται σε ένα «καθοδηγούμενο» μέρος του έργου, στο οποίο ο χρήστης θεωρητικά εμπλέκεται εκφράζοντας τη γνώμη του αλλά η όλη διαδικασία τον επισκιάζει. Όπως επισημαίνεται από την Άννυ Βρυχέα, το να «ξαναδωθεί επί της ουσίας ο λόγος στους κατοίκους» αποτελεί ένα σύνθετο πρόβλημα σήμερα, που καταρχήν περνά από τη γνώση, την ανάγνωση, τη συνειδητοποίηση της υπάρχουσας καθημερινής ζωής, ως σύνολο της πραγματικότητας, με τις συγκρούσεις της και τις αντιφάσεις της. Κι όχι της υποτίμησης αυτού του τρόπου ζωής, μιας υποτίμησης που μεθοδεύεται με δόλο για να επιβάλει ένα ξένο μοντέλο τρόπου ζωής εν ονόματι της ανάπλασης/κερδοσκοπίας.» [5] Παρά το γεγονός της ελλιπώς διαδεδομένης αντίληψης γύρω από συμμετοχικές πρακτικές στον ελλαδικό χώρο σε αντίθεση με διάφορες χώρες του εξωτερικού, αποτελούν μια πραγματικότητα σήμερα ορισμένες αξιόλογες προσπάθειες με παραδείγματα στην Αθήνα (Αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυαρίνου, Δημοτική αγορά Κυψέλης, Δημοτικό σχολείο Αγίας Παρασκευής), στην Θεσσαλονίκη (συμμετοχικά πειράματα σε οδούς ενδιαφέροντος, πάρκο τσέπης στη γειτονιά Αλεξάνδρου Σβώλου) και στην Κρήτη (πάρκο Γεωργιάδη). Οι περιπτώσεις διαφοροποιούνται, από πρωτοβουλίες αντίστασης σε δημοτικά σχέδια αναβάθμισης και δράσεις γειτονιάς μέχρι προτάσεις μοντέλων συνδιαχείρησης από το δήμο και ομάδες πολιτών. [2] Στο πλαίσιο του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των γυναικών του ΄50 και ΄60 στις ΗΠΑ, τα Κέντρα υπερασπίζονται την κοινοτική συμμετοχή και την κινητοποίηση ενάντια σε στρατηγικές γενικού σχεδιασμού και αναπλάσεων. Πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες και σχεδιαστές αντιμετωπίζουν τον αστικό σχεδιασμό ως πολιτικό θέμα, αμφισβητώντας τους παραδοσιακούς ρόλους και τις σχέσεις εξουσίας, υπερασπιζόμενοι όσους αποκλείονται από τη σχεδιαστική διαδικασία.[Συμμετοχικός σχεδιασμός ξανά: προς την ανανέωση της σχέσης αρχιτέκτονα και χρήστη, Δαμβοπούλου Αρετή, σ.27] [3] Ο John Habraken (1928-σήμερα) στο βιβλίο του Supports: An Alternative to Mass Housing(1961) αναπτύσσει μια αρχιτεκτονική προσέγγιση σύμφωνα με την οποία το κράτος παρέχει την υποδομή -σχεδιασμένη από αρχιτέκτονες και μηχανικούς- πάνω στην οποία οι χρήστες χτίζουν την κατοικία τους. Με τον τρόπο αυτό οι χρήστες συμμετέχουν στον σχεδιασμό των κατοικιών τους, φτιάχνοντας ιδιοκατασκευές που προσαρμόζονται ανάλογα με τις συνθήκες. [4] O John Turner, Βρετανός αρχιτέκτονας και συγγραφέας (1927-σήμερα), ασχολήθηκε εκτενώς στα γραπτά του με τα θέματα της κατοίκησης και της κοινοτικής οργάνωσης επηρεασμένος από την παραμονή του στο Περού (1957-65), όπου εργάστηκε σε προγράμματα ανασυγκρότησης και ανάπτυξης των παραγκουπόλεων. Υποστηρίζει ότι η κατοικία παράγεται και διαχειρίζεται καλύτερα από τους μελλοντικούς ενοίκους της παρά από την κεντρική πολιτική, γιατί αυτοί είναι ειδικοί πάνω στις καταστάσεις που αντιμετωπίζουν και θα πρέπει να τους δίνεται η ‘ελευθερία να χτίζουν’. [5] Άννυ Βρυχέα, Κλωντ Λωράν, Συμμετοχικός σχεδιασμός, Θεωρητικές διευρενήσεις, Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών, Μεθοδολογικές προσεγγίσεις, σ.16
-33-
Όσον αφορά στο πάρκο Γεωργιάδη στο Ηράκλειο Κρήτης, οι κάτοικοι αντιδρούν συλλογικά στην πρόταση του δήμου για «αναβάθμιση» ύψους 1.000.000 ευρώ που περιλαμβάνει εκρίζωση των δέντρων για την ανάδειξη του ενετικού τείχους, προσθήκη νέου τσιμέντου, τραπεζοπάγκους, ένα ηλιακό ρολόι κ.α. Έτσι, στην προσπάθεια προσέγγισης και δραστηριοποίησης όλο και περισσότερων κατοίκων με σκοπό τη διάσωση και διαχείριση του πάρκου από τους πολίτες, συμμετοχικά εργαστήρια βρίσκονται σε εξέλιξη προκειμένου να καλλιεργηθούν και να προωθηθούν διαδικασίες συμμετοχικού σχεδιασμού. Στην περίπτωση του εν εξελίξει πάρκου τσέπης στην Θεσσαλονίκη, η πρωτοβουλία γειτονιάς μαζί με ενδιαφερόμενους και εθελοντές αξιοποιεί ένα εγκαταλελειμμένο οικόπεδο για τη δημιουργία ενός δημόσιου χώρου συνύπαρξης των κατοίκων, ενός χώρου συνάντησης και ελεύθερης έκφρασης της γειτονιάς. Διοργανώνοντας συναυλίες οικονομικής ενίσχυσης, ανοιχτές συνελεύσεις, συλλογικές πράξεις και πολιτιστικές δραστηριότητες η γειτονιά προσπαθεί να συν - διαμορφώσει ένα χώρο κοινής δράσης όπου το συλλογικό να υπερισχύει. Αντίστοιχες πρακτικές έχουν πραγματοποιηθεί στις υπόλοιπες αναφορές που κάναμε όσο και σε λοιπά παραδείγματα, φανερώνοντας μια τάση διεκδίκησης και χωρικής παραγωγής του σχεδιασμού στον δημόσιο χώρο από τους ίδιους τους χρήστες του. Ο βαθμός συμμετοχής του κοινού σε μια συμμε-
τοχική διαδικασία μπορεί να ποικίλλει, ανάλογα με το βαθμό ελέγχου που αυτό έχει στην πληροφορία, τη διαδικασία λήψης απόφασης και την εφαρμογής της. [6] Θέτονται, έτσι, ορισμένα είδη συμμετοχής με βάση το ποσοστό ελέγχου των συμμετεχόντων στα παραπάνω θέματα. Το 1969 η Arnstein, πρωτοπόρος στα θέματα της συμμετοχής, αποτυπώνει τη «σκάλα συμμετοχής» σύμφωνα με το βαθμό εμπλοκής του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Δημιουργούνται οκτώ κατηγορίες οι οποίες κλιμακώνονται από τη μη συμμετοχή, όπου οι πολίτες είναι παθητικοί ακροατές των αποφάσεων, έως τον απόλυτο έλεγχο των πολιτών με τους συμμετέχοντες να κατέχουν την πλήρη πρωτοβουλία της όλης διαδικασίας. Η σταδιακά κλιμακούμενη συμμετοχή του κοινού που αποτυπώνεται στο διάγραμμα, εκφράζει σε αντιστοιχία το ποσοστό ενδυνάμωσης του όσον αφορά στις αποφάσεις, στις δυνατότητες εμπλοκής και στις πρωτοβουλίες για εφαρμογή. [6] Αναστασία Στρατηγέα, Θεωρία και μέθοδοι συμμετοχικού σχεδιασμού, ΕΜΠ 2015
-34-
στάδια συμμετοχικής διαδικασίας
Κατά τον Giancarlo de Carlo [7], η συμμετοχή ως διαδικασία στην αρχιτεκτονική εισάγει ένα σύνολο αντικειμένων και δράσεων που δεν έχουν καθορισμένο πρόγραμμα και τελικές λύσεις. Ορίζει, καταρχήν, γραμμές συμπεριφορών και τάσεων που ενεργοποιούν τη λειτουργία της όλης διαδικασίας. Ακόμη, κρίνεται απαραίτητη η αναγνώριση των αναγκών των χρηστών, η οποία δεν ταυτίζεται με το «σχεδιάζω για αυτούς», αλλά «σχεδιάζω με αυτούς». Προσπαθώντας να κατανοήσουμε τη διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές έννοιες αντιλαμβανόμαστε, ότι, από τη μια πλευρά, σχεδιάζοντας για τους χρήστες, μετά από μια επικρατούσα άποψη, επιχειρούμε να παγιώσουμε ένα μόνιμο γεγονός/ έργο/κατάσταση. Έτσι, οι όποιες διαβουλεύσεις έχουν προηγηθεί, παραμένουν στο επίπεδο της σύλληψης του σχεδιασμού και όχι στην επακόλουθη χρήση. Από την άλλη πλευρά, σχεδιάζοντας με τους χρήστες, οι από κοινού αποφάσεις και διαβουλεύσεις παραμένουν μόνιμα ανοιχτές, ανανεώνονται διαρκώς και εξελίσσουν το έργο. Ο de Carlo υποστηρίζει, ακόμη, ότι όσο φιλελεύθερες και να είναι οι αρχικές προθέσεις, ο σχεδιασμός «για τους χρήστες» δίνει μια εξουσιαστική διάσταση στην αρχιτεκτονική. Η συμμετοχή έρχεται με τη σειρά της να προσφέρει ανοιχτές και ελεύθερες διαδικασίες συνεργασίας μέσα από τρία στάδια, τα οποία ακολουθούν τόσο γραμμική όσο και κυκλική πορεία, έχοντας το καθένα τα δικά του χαρακτηριστικά αλλά με ανοιχτές προοπτικές αλληλοσυσχετισμών και επιρροών από τα υπόλοιπα.[8]
[7] Ο Giancarlo de Carlo (1919 – 2005) ήταν ιταλός αρχιτέκτονας, σχεδιαστής, συγγραφέας και εκπαιδευτικός. Αποτέλεσε βασική μορφή στο ζήτημα περί συμμετοχής στην αρχιτεκτονική. Το απόσπασμα του Architecture’s public παραμένει μία βάση επιρροής στην ανάγκη ενσωμάτωσης των χρηστών στην σχεδιαστική διαδικασία αλλά και στον πολιτικό ρόλο του αρχιτέκτονα. Στις αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις του, είτε με τη μορφή νέων κτιρίων είτε με τη μορφή ανακαινίσεων, έδωσε προσοχή στην κατασκευαστική δομή και την κοινωνική ζωή της πόλης. Στο συγκρότημα κατοικιών στο Terni, κοντά στη Ρώμη, το οποίο προοριζόταν για τους εργάτες της μεγαλύτερης χαλυβουργίας στην Ιταλία, ο De Carlo υποστήριξε ότι ήταν εξίσου σημαντική με την κατανόηση των επιθυμιών των μελλοντικών ενοίκων, η από κοινού πραγματοποίηση τους. Έτσι, οι εργάτες της χαλυβουργίας με τις οικογένειες τους, συμμετείχαν στη διαδικασία σχεδιασμού με τον αρχιτέκτονα να επωμίζεται το ρόλο του εκπαιδευτικού – οργανωτή. [8] Peter Blundell Jones, Doina Petrescu, Jeremy Till, Architecture and Participation, Architecture’s public, Giancarlo de Carlo, σελ.16-22
-35-
προσδιορισμός των αναγκών του χρήστη Το στάδιο αυτό περιλαμβάνει την επιλογή και κατανόηση μιας κατάστασης μέσω της συλλογής πληροφοριών και της κριτικής. Προϋποθέτει την παρουσία των χρηστών, με πιθανή βέβαια την ύπαρξη αντιπαραθέσεων, θέτοντας σε ρίσκο τις πολιτισμικές δομές (εμπειρίες, αξίες, κώδικες) όσων συμμετέχουν. Το τι θα προκύψει από τις νέες πληροφορίες και την κριτική είναι απρόβλεπτο, με τον κίνδυνο η διαδικασία να επιστρέψει πίσω στις δομές εξουσίας. Στην πραγματικότητα, οι ομάδες ατόμων που αποκλείονται από τη χρήση εξουσίας δεν περιμένουν μια «μεταμόρφωση» για να επωφεληθούν από την αξία της δύναμης. Αποτελούν ενδείξεις αναταραχής στις γειτονιές, στις πόλεις συνθέτοντας μια δομή που συνεχώς ανανεώνεται και επανεφεύρει εικόνες μιας πραγματικότητας σε μεταμόρφωση. Ο προσδιορισμός των πραγματικών αναγκών των χρηστών συνεπάγεται, επομένως, την αναγνώριση και έκθεση των δικαιωμάτων που έχουν και κυρίως του δικαιώματος τους να εκφράζονται. Ταυτίζεται με μια άμεση συμμετοχή όπου ο ένας υπολογίζει τον άλλον. Τέλος, συνεπάγεται την αμφισβήτηση όλων των παραδοσιακών αξιακών συστημάτων, τα οποία, δεδομένου ότι είχαν βασιστεί στην μη-συμμετοχή, πρέπει να αναθεωρηθούν ή και να αντικατασταθούν όσο η συμμετοχή αποτελεί μέρος του σχεδιασμού.
-36-
μορφοποίηση της υπόθεσης Η φάση της μορφοποίησης της υπόθεσης αναφέρεται σε αυτό που αποκαλούμε στον «συμβατικό» αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ως project. Στον συμβατικό σχεδιασμό αυτό μεταφράζεται σε στόχους και μορφολογικές δομές που καθορίζονται εξαρχής, ή μπορούν λόγω θεσμικών, επομένως προβλέψιμων, τακτικών, ευκολότερα να παγιωθούν. Από την άλλη, στο συμμετοχικό σχεδιασμό, οι στόχοι ορίζονται καθ’ όλη τη διαδικαστική πορεία μέσα από τη συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ της πίεσης των πραγματικών αναγκών και των χωρικών προσδιορισμών τους. Οι ανάγκες και οι προσδιορισμοί τους βελτιστοποιούνται μέχρι να φτάσουν σε μια κατάσταση ισορροπίας, παρά τον μεταβαλλόμενο χαρακτήρα της όλης διαδικασίας. Με την εμπλοκή του χρήστη στην επιλογή και τον καθορισμό των αναγκών που στοχεύει να καλύψει η διαδικασία έτσι ώστε να προσδιοριστεί η αρχιτεκτονική ή αστική εικόνα που θα πραγματοποιηθεί, το project μπορεί να θεωρηθεί επιτυχές. Η μορφοποίηση της υπόθεσης μπορεί να περιλαμβάνει και το κατασκευαστικό στάδιο, όπου ο χρήστης συμμετέχει στην υλοποίηση του σχεδίου.
πραγματική χρήση Στον συμμετοχικό σχεδιασμό, το project δεν θεωρείται ολοκληρωμένο με την κατασκευή του αρχιτεκτονικού σχεδίου – αντικειμένου. Από το πέρας της ολοκλήρωσης του κατασκευαστικού σταδίου και μετά αρχίζει μια νέα κατάσταση ανάπτυξης, σε συνέχεια της προηγούμενης, όπου το έργο (αντικείμενο, χώρος) αλλάζει μέσω του χρήστη και των λειτουργιών που του προσδίδει. Από την πλευρά του και ο ίδιος ο χρήστης αλλάζει μέσα από τις μεταμορφώσεις και τις πρακτικές μορφοποίησης που προκαλεί στο έργο λόγω της χρήσης και των εκάστοτε αναγκών. Η διαδικασία αυτή συνεχίζεται μέχρι τη φυσική και τεχνητή εγκατάλειψη ή μέχρι το σημείο όπου το έργο χάνει την δυνατότητα επαναπροσδιορισμού. Και αυτό γιατί η βάση της ποιότητας του κάθε αρχιτεκτονήματος ταυτίζεται με την χρηστική ιδιότητα που το συνοδεύει. Αν το έργο χάσει αυτήν την ιδιότητα και διαχωριστεί από τον τρόπο που χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί, τότε αυτόματα χάνει τη σημασία και το λόγο ύπαρξης του. Σε αντίθεση με τον συμβατικό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό όπου ο χρήστης προσαρμόζεται στο χώρο που του δίνεται, στον συμμετοχικό σχεδιασμό ο χώρος έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται στον χρήστη ανάλογα με τις ανάγκες, επαναπροσδιορίζοντας, έτσι, έναν νέο τρόπο χρήσης της γης σε μια χωρίς αποκλεισμούς βάση.
-37-
τα δύο επίπεδα της συμμετοχής
H συμμετοχή περιλαμβάνει μια πληθώρα διαφορετικών προσεγγίσεων (συμμετοχικός σχεδιασμός, υποστήριξη, σχεδιασμός της γειτονιάς, σχεδιασμός της κοινότητας), οι οποίες έχουν τις δικές τους ιδιότητες ανεξάρτητα από το αν ορίζονται από την κλίμακα, τη μέθοδο, το κίνητρο, τον βαθμό εμπλοκής. Καθεμία μπορεί να έχει διαφορετικά νοήματα για διαφορετικές ομάδες ατόμων. Ωστόσο, η κοινή αρχή τους είναι η εμπλοκή μη ειδικών σε αποφάσεις σχετικά με θέματα αρχιτεκτονικής και σχεδιασμού που θα τους επηρεάσουν. Το 1985, ο Deshler και ο Sock διακρίνουν δύο επίπεδα συμμετοχής, την ψευδοσυμμετοχή και την πραγματική συμμετοχή (pseudoparticipation and genuine participation).[9] ψευδοσυμμετοχή[10] Σύμφωνα με τη «σκάλα συμμετοχής» της Arnstein, η ψευδοσυμμετοχή ανήκει στο δεύτερο στάδιο, δηλαδή στην επιφανειακή χειρονομία για συμμετοχή (tokenism). Πρόκειται για την συνηθέστερη μορφή συμμετοχής, στην οποία το κοινό έχει την ψευδαίσθηση κατοχής δικαιώματος και ισχύος στις διάφορες διαβουλεύσεις και εφαρμογές τους, ενώ στην ουσία οι αποφάσεις έχουν ήδη παρθεί. Ένας από τους κυρίαρχους υποστηρικτές της συμμετοχής στην αρχιτεκτονική, ο Henry Sanoff γράφει «...δεν είναι τόσο ο βαθμός στον οποίο οι ατομικές ανάγκες φτάνουν να καλυφθούν, όσο η αίσθηση επιρροής στις αποφάσεις». Αυτό αποτελεί ένα σαφές δείγμα κατευνασμού με την αυθεντία του κράτους να έχει αντικατασταθεί από την αυθεντία του ειδικού και τον πολίτη να έχει ξεγελαστεί από την ιδέα της συμμετοχής. Το άτομο νιώθει ότι συμμετέχει στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, παρότι, τις περισσότερες φορές ενημερώνεται ως απλός ακροατής για τα δικαιώματα, τις ευθύνες και τις επιλογές του. Στην πραγματικότητα, η υποτιθέμενη συμμετοχή λειτουργεί για το άτομο ως placebo, ένα ψευδοφάρμακο που διατηρεί μία σταθερή σχέση-απόσταση ανάμεσα στους κρατικούς μηχανισμούς και το κοινό, χωρίς εντάσεις και αλλοιώσεις στη λειτουργία του κράτους. πραγματική συμμετοχή[11] Σε αυτή τη μορφή συμμετοχικής διαδικασίας, οι χρήστες εμπλέκονται σε όλα τα στάδια και έχουν τη δύναμη να ελέγχουν τις διάφορες διαδικασίες, με βάση και τη «σκάλα συμμετοχής» της Arnstein. Βέβαια, η πραγματική συμμετοχή έρχεται αντιμέτωπη με τις ανισότητες και πιθανές προβληματικές μεταξύ δύναμης και γνώσης (χρήστες - ειδικοί), μία ρήξη που θα πρέπει να ξεκαθαριστεί έτσι ώστε να πάρουν μορφή οι στόχοι και επιθυμίες των συμμετεχόντων. Όπως υποστηρίζει ο Till, για να περάσει η συμμετοχή από την ψευδοσυμμετοχή στην πραγματική, πρέπει να απορρίψουμε κάθε αντίληψη της συμμετοχής ως απειλή και να την αντιμετωπίσουμε σαν μια ενέργεια μετασχηματιστική στην αρχιτεκτονική διαδικασία που θα ωφελήσει τόσο τον αρχιτέκτονα όσο και τους χρήστες. [9] Rosie Parnell, Knowledge skills and arrogance: educating for collaborative practice, Sheffield, UK, σελ.64 [10] ή κατευναστική συμμετοχή - placatory participation [Jeremy Till, Collected writings, The Negotiation of Hope, 2005] [11] ή μετασχηματιστική συμμετοχή - transformative participation [Jeremy Till, The Negotiation of Hope, 2005]
-38-
-39-
τα δύο μέρη της συμμετοχής
Σύμφωνα με τον Habraken, «η συμμετοχή υποστηρίζεται σε οποιαδήποτε μορφή, από εκείνους που αρνούνται το πατερναλιστικό μοντέλο και ξέρουν ότι η εμπειρία και η γνώση κατοικεί με τους λαϊκούς ανθρώπους αλλά και με τους ειδικούς». Με ποιο τρόπο, ωστόσο, μπορεί να επιτευχθεί η πραγματική συμμετοχή στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό; Μια τέτοια προβληματική απαιτεί την αμφισβήτηση ενός μυθοποιημένου ρόλου του ειδικού ή του χρήστη και την αναζήτηση όχι ενός καινούργιου ρόλου για τον καθένα ξεχωριστά αλλά μιας καινούργιας σχέσης χρήστη - ειδικού, μιας αμφίδρομης σχέσης επικοινωνίας και ανταλλαγής γνώσεων και απόψεων. Ποιος ο λόγος του καθενός, λοιπόν, από τα δύο μέρη σε μια διαδικασία συμμετοχικού σχεδιασμού, από τη μία του χρήστη, κατοίκου, «πελάτη» και από την άλλη του αρχιτέκτονα; Η αντίληψη του ρόλου του αρχιτέκτονα από τον ίδιο προκύπτει από τον ρόλο που αυτός με τη σειρά του αποδίδει στον χρήστη. Ο αρχιτέκτονας ο οποίος αναθεωρεί την έννοια της αυθεντίας, που του προσέδωσε στη σύγχρονη εποχή το Μοντέρνο Κίνημα, είναι αυτός που αναγνωρίζει την σημασία του χρήστη στην παραγωγή αρχιτεκτονικής. Η Άννυ Βρυχέα τονίζει ότι πρέπει «οι ειδικοί […] να αναζητούν νέες σχέσεις μέσα από την άσκηση του επαγγέλματος τους. Αυτό σημαίνει καταρχήν μια καινούργια αποστολή του ειδικού όχι αυτή του καθοδηγητή/εξουσιαστή αλλά εκείνη του μεταφραστή/ερμηνευτή των αναγκών των χρηστών». Σίγουρα δεν αναφερόμαστε στην αποκήρυξη της γνώσης του αρχιτέκτονα, αλλά στον επαναπροσδιορισμό της και στη μετάδοση της. Και σε αυτή τη φάση ο αρχιτέκτονας θα πρέπει να συμπεριλάβει τις ανάγκες του χρήστη και να χρησιμοποιήσει στο σχεδιασμό τα στοιχεία που ο ίδιος του δίνει και αξίζει να διαμορφώσουν το σχεδιαζόμενο περιβάλλον. Ως εκ τούτου, ο ρόλος του αρχιτέκτονα όχι απλά δεν περιορίζεται αλλά εμπλουτίζεται˙ η ιδιότητα του ως σχεδιαστής εξελίσσεται σε μια νέα ιδιότητα, αυτού που αποτυπώνει σε σχεδιαστικά και χωρικά δεδομένα τις πληροφορίες και τα χαρακτηριστικά που συγκεντρώνει από την επικοινωνία με τον χρήστη. Επιπλέον, ο αρχιτέκτονας αναλαμβάνει καθήκοντα παρακινητή ώστε να παροτρύνει τον χρήστη να φέρει στην επιφάνεια όλα εκείνα τα στοιχεία που θα συνεισφέρουν στο έργο. Ο αρχιτέκτονας αναγνωρίζοντας μια συγκεκριμένη κατάσταση και έναν συγκεκριμένο χώρο δράσης, μέσα από την ανταλλαγή γνώσεων και ιδεών εκφράζει μια εικόνα δημιουργικής αρχιτεκτονικής. Από την πλευρά του, τέλος, ο χρήστης πρέπει να είναι ανοιχτός στο να αναδείξει τις δεξιότητες του ώστε να φανεί χρήσιμος στον σχεδιασμό του χώρου. Να αναγνωρίζει τις ανάγκες και απαιτήσεις του, να τις εκφράζει και μέσα από την παρακίνηση του αρχιτέκτονα να αναλάβει ενεργό ρόλο σε όλα τα στάδια της συμμετοχικής διαδικασίας.
“Participation is advocated in whatever form, by those who refuse the paternalistic model and know that experience and knowledge resides with lay people as much as with experts.” Habraken, 1986
-40-
κατηγορίες συμμετοχικών έργων
Με βάση το ποιος παίρνει την πρωτοβουλία για το ξεκίνημα μιας συμμετοχικής διαδικασίας, τα παραδείγματα συμμετοχικού σχεδιασμού χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες. ανάθεση από το κράτος Σε αυτή τη μορφή συμμετοχικού σχεδιασμού το κράτος αναθέτει στον αρχιτέκτονα να εισάγει την συμμετοχή στον σχεδιασμό ή οι κρατικοί φορείς αποδέχονται την πρόταση του αρχιτέκτονα για συμμετοχικό σχεδιασμό. Το κράτος αναλαμβάνει την χρηματοδότηση, τις υλικές και νομικές ευθύνες του έργου καθώς και την πλήρη ενημέρωση του κοινού. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα είναι ενισχυμένος και η εμπλοκή του χρήστη έχει συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι κάτοικοι παρεμβαίνουν στη συμμετοχή αναλαμβάνοντας καθορισμένες αρμοδιότητες στο πλαίσιο ανάπλασης μιας γειτονιάς ή συνοικίας. Τέτοια παραδείγματα συμμετοχικού σχεδιασμού εντοπίζονται κυρίως κατά τη δεκαετία ’60 – ’70 όπου το κοινωνικό κράτος πρόνοιας προωθούσε τον συμμετοχικό σχεδιασμό και αναπτύχθηκαν πρακτικές για την εμπλοκή των κατοίκων στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων και τον σχεδιασμό. διεκδικητική συμμετοχή Αυτό το είδος συμμετοχής αποτελεί την πρωτοβουλία κατοίκων και ενδιαφερόμενων ατόμων για τη διαμόρφωση ενός χώρου ή την ανάπλαση μιας περιοχής. Η πρωτοβουλία αυτή εκφράζεται ως μορφή αντίστασης στα σχέδια κρατικών ή ιδιωτικών φορέων αλλά και ως κάλυψη αναγκών των κατοίκων για τις οποίες το κράτος αδιαφορεί. Οι χρήστες συμμετέχουν σε όλα τα στάδια της διαδικασίας και η επίβλεψη γίνεται από τους ίδιους μέσω γενικών συνελεύσεων όπου καθορίζονται παράμετροι όπως οι αρμοδιότητες των μελών, ο προϋπολογισμός, η χρονική διάρκεια του έργου κ.α. Οι πόροι εξασφαλίζονται είτε από τους χρήστες είτε από άλλους φορείς μέσα από ενέργειες για την οικονομική ενίσχυση του εγχειρήματος τους. Ο αρχιτέκτονας συμμετέχει με τέτοιο τρόπο ώστε οι επιθυμίες των χρηστών να μετατραπούν σε μορφή. πρωτοβουλία του αρχιτέκτονα Πρόκειται για μια μορφή συμμετοχικού σχεδιασμού με τον ειδικό – αρχιτέκτονα ως διαμεσολαβητή. Ο αρχιτέκτονας επιλέγει να παρέμβει σε μια περιοχή με βάση ένα κυρίαρχο πρόβλημα που εντοπίζει. Θέτει τους όρους συμμετοχής και μέσα από διάφορες ενέργειες προσπαθεί να παρακινήσει και να εμπλέξει τους ενδιαφερόμενους και μελλοντικούς χρήστες. Συνήθως είναι υπεύθυνος για την αναζήτηση πόρων είτε από κρατικούς είτε από άλλους φορείς ή δράσεις. Η κατηγορία αυτή συμμετοχικού σχεδιασμού αποτελεί ένα συχνό φαινόμενο σήμερα, καθώς το κράτος αδιαφορεί όλο και περισσότερο για τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών με αποτέλεσμα αρχιτέκτονες να δραστηριοποιούνται σε ένα διευρυμένο πεδίο κοινωνικής αρχιτεκτονικής.
-41-
περιπτώσεις μελέτης
el campo de Cebada Το Campo de Cebada αποτελεί έναν ανοιχτό χώρο πολιτιστικών δρώμενων, στάσης και αναψυχής σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία της γειτονιάς La Latina στη Μαδρίτη. Χάρη στην πρωτοβουλία των κατοίκων και ενδιαφερομένων, το Campo λειτουργεί σήμερα ως μια πλατεία, η οποία συλλογικά σχεδιάζεται, μετασχηματίζεται και ανανεώνεται διαρκώς.
τεχνική περιγραφή Πόλη: Μαδρίτη [3.102.664 κάτοικοι] Χώρα: Ισπανία Έτος Κατασκευής: 2010 Εκταση: 5.500 m2 Κόστος: 41.900 € Χρηματοδότης: El Campo de Cebada, FRAVM [Federación Regional de Asociaciones Vecinales de Madrid], Asociación de Vecinos La Corrala, AVECLA [Asociación de Vecinos de Centro - La Latina], Área de Gobierno de Economía, Empleo y Participación Ciudadana -Ayuntamiento de MadridΣχεδιαστής: El Campo de Cebada Συνεργάτες : Vecinos de La Latina, Activadores de Espacios Públicos, Ciudadanos de Madrid, FRAVM, AVECLA, La Corrala, Concejalía Distrito Centro de Madrid Área de Participación Ciudadana del Ayuntamiento de Madrid.
-44-
πριν Κατά τον 19ο αιώνα η Plaza de la Cebada, μια από τις παλαιότερες πλατείες της Μαδρίτης, στην περιοχή La Latina, λειτουργούσε ως δημοτική αγορά. Το 1968 προστέθηκε στον χώρο ένα δημοτικό αθλητικό κέντρο καταλαμβάνοντας τον τελευταίο ελεύθερο χώρο της πλατείας. Στις αρχές του 21ου αιώνα, το δημοτικό συμβούλιο της Μαδρίτης παρουσίασε ένα νέο σχέδιο των δύο δημόσιων εγκαταστάσεων, οι οποίες επρόκειτο να ξαναχτιστούν και να περάσουν στα χέρια ιδιωτών. Το μοναδικό αθλητικό κέντρο της περιοχής κατεδαφίστηκε το 2009, χωρίς να έχει βρεθεί επενδυτής. Ένας άδειος, περιτοιχισμένος χώρος των 5.500 τ.μ, στην καρδιά του ιστορικού κέντρου της πόλης, παρέμεινε κενός για ένα χρόνο, μέχρις ότου διεκδικήθηκε από την πρωτοβουλία La noche en Blanco, η οποία ασχολείται με την προσωρινή οικειοποίηση δημόσιων χώρων. Το σημείο μετατράπηκε σε ένα χώρο πρασίνου με μια ανοιχτή πισίνα για ένα δεκαήμερο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
αντικείμενο παρέμβασης _ στόχοι Στην προσπάθεια απομάκρυνσης, από κρατικές αρχές, της προσωρινής αυτής εγκατάστασης, οι κάτοικοι αντέδρασαν καθώς έπρεπε να εγκαταλείψουν ένα χώρο που είχαν αισθανθεί οικείο. Άνθρωποι όλων των ηλικιών, γονείς και κολεκτίβες νεαρών αρχιτεκτόνων συσπείρωσαν την ομάδα “El campo de Cebada” για να καταφέρουν να διατηρήσουν την κοινοτική χρήση του χώρου μέχρι να ξεκινήσουν οι νέες εγκαταστάσεις. Άνοιξαν ένα διαδικτυακό τόπο παρέχοντας πληροφορίες και ανταλλαγή απόψεων, οργανώνοντας συναντήσεις και έτσι κατέληξαν σε μια σειρά αιτημάτων προς διαπραγμάτευση με το συμβούλιο. Ωστόσο η δημόσια διοίκηση αντιμετώπισε την πρωτοβουλία ως μια άτυπη ένωση, επομένως ανίκανη να δεχθεί επιχορηγήσεις ή να παρουσιάσει προτάσεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν επαρκείς νομικά. Επιπλέον, ζητήματα όπως η ασφάλεια του χώρου και οι ώρες λειτουργίας του, η συλλογή οικονομικών πόρων και ο ορισμός υπεύθυνων για τις παραπάνω αρμοδιότητες έπρεπε να επιλυθούν.
-45-
Παρόλα αυτά η πρωτοβουλία ήταν θετική στη δημιουργία ενός νέου μοντέλου συνεργασίας μεταξύ του Δημοτικού Συμβουλίου και της γειτονιάς. Βασικός στόχος ήταν να φιλοξενηθούν στον κενό αυτό χώρο όλα τα είδη δραστηριοτήτων που θα ευνοούσαν τις κοινωνικές σχέσεις με την πρόταση ο χώρος να διαχειρίζεται από τους κατοίκους. Τον Φεβρουάριο του 2011, μέσα σε αυτό το πνεύμα και την υποστήριξη των ήδη εδραιωμένων συλλόγων της γειτονιάς, ο χώρος προσωρινά παραχωρείται στην πρωτοβουλία, από το τμήμα οικονομικών του δημοτικού συμβουλίου. Ο κύκλος δραστηριοτήτων ξεκίνησε με εβδομαδιαίες συνελεύσεις, από τις οποίες προέκυπταν ομάδες ατόμων για την πρόταση, έγκριση και οργάνωση των διάφορων δράσεων. Σύντομα καθαρίστηκε ο χώρος και διαμορφώθηκαν δυο μικρά γήπεδα. Βάφτηκε και σχεδιάστηκε με γκράφιτι ενώ ο αστικός εξοπλισμός δημιουργήθηκε από ανακυκλωμένα υλικά μέσα από workshops εφήμερων DIY κατασκευών. Έτσι κατασκευάστηκαν ευέλικτα, μεταφερόμενα και πολυχρηστικά συστήματα εξοπλισμού. Επίσης, δημιουργήθηκαν μικρές κινητές κατασκευές για φύτευση και πράσινο στο πλαίσιο των σεμιναρίων κηπουρικής και τοποθετήθηκε ένα κοντέινερ ως αποθηκευτικός χώρος. Με το πέρας όλων αυτών των διαδικασιών και εργασιών, θερινά σινεμά, διαλέξεις, συναυλίες, τοπικές γιορτές, φεστιβάλ καθώς επίσης και συνελεύσεις για την επίλυση ζητημάτων της γειτονιάς άρχισαν να πραγματοποιούνται στον ανοιχτό χώρο Campo de cebada.
ανάλυση _ κριτική Το Campo de Cebada αποτελεί ένα πείραμα που μπορεί να αποφέρει ερεθίσματα και γνώση σε αρμόδιους, ειδικούς, χρήστες, πολίτες. Συνιστά μια αυθόρμητη πράξη και μια πρωτοβουλία αξιοσημείωτη για την διαφάνεια, την συμμετοχή και την κοινωνική ενσωμάτωση. Το έργο, παρά τον προσωρινό και εφήμερο χαρακτήρα που είχε εξαρχής, ξεκίνησε μέσα από αντιπαραθέσεις με τις κρατικές αρχές αλλά εν τέλει, εδραιώθηκε δημιουργώντας μια σχέση αμοιβαίας επίδρασης από την οποία όλοι επωφελούνται. Η “παραγωγική” απλότητα τού προσδίδει αξία που συχνά απουσιάζει σήμερα από, χαρακτηρισμένα ως μη βιώσιμα, πρότζεκτ.
-46-
Το Campo de Cebada αποτελεί ένα πείραμα που μπορεί να αποφέρει ερεθίσματα και γνώση σε αρμόδιους, ειδικούς, χρήστες, πολίτες. Συνιστά μια αυθόρμητη πράξη και μια πρωτοβουλία αξιοσημείωτη για την διαφάνεια, την συμμετοχή και την κοινωνική ενσωμάτωση. Το έργο, παρά τον προσωρινό και εφήμερο χαρακτήρα που είχε εξαρχής, ξεκίνησε μέσα από αντιπαραθέσεις με τις κρατικές αρχές αλλά εν τέλει, εδραιώθηκε δημιουργώντας μια σχέση αμοιβαίας επίδρασης από την οποία όλοι επωφελούνται. Η “παραγωγική” απλότητα τού προσδίδει αξία που συχνά απουσιάζει σήμερα από, χαρακτηρισμένα ως μη βιώσιμα, πρότζεκτ. Σε αντίθεση με την πλειονότητα των σχεδιασμένων δημόσιων χώρων, όπου μετά την επιλογή μορφής ακολουθεί το στάδιο εγκαταστάσεων που θα στεγάζουν συγκεκριμένες χρήσεις, στην περίπτωση που αναλύουμε, η χρήση προηγείται της μορφής. Η ουσία έγκειται στην σύσταση μιας ανοιχτής, δυναμικής διαδικασίας στην οποία οι ειδικοί βρίσκονται σε μια συνεχή σύμπραξη με τους χρήστες που συμμετέχουν στις ενέργειες εκπαιδεύοντας τους, μεταδίδοντας γνώσεις και στόχους. Το εγχείρημα αυτό αποτελεί ένδειξη διαμαρτυρίας, απέναντι στην αδιαφορία του κράτους, ως μια μορφή διεκδικητικού συμμετοχικού σχεδιασμού. Έχοντας διανύσει δεκαετίες ως κτίριο καθώς και μια περίοδο εγκατάλειψης, το μέρος σήμερα συγκροτεί ένα δημόσιο χώρο ανοιχτό στις επιθυμίες και προτάσεις της κοινότητας, μια πλατεία η οποία συλλογικά σχεδιάζεται, μετασχηματίζεται και ανανεώνεται συνεχώς.
-47-
πάρκο Ναυαρίνου Το πάρκο Ναυαρίνου αποτελεί έναν ελεύθερο αυτοδιαχειριζόμενο χώρο που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Ζωοδόχου Πηγής και Ναυαρίνου, στην Αθήνα. Λειτουργεί τα τελευταία 9 χρόνια σαν ένας χώρος αυτοδιαχείρησης από τους κατοίκους και με τη διαρκή βοήθεια και δράση τους συνεχίζει να εξελίσσεται.
τεχνική περιγραφή Πόλη: Αθήνα [3.090.508 κάτοικοι] Χώρα: Ελλάδα Έτος Κατασκευής: 2009 Εκταση: 2.143 m2 Κόστος: Χρηματοδότης-Σχεδιαστής-Συνεργάτες: Επιτροπή Πρωτοβουλίας Κατοίκων Εξαρχείων, κάτοικοι
-48-
πριν Το 1990, το οικόπεδο το οποίο ανήκε στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, προσφέρεται στο Δήμο Αθηναίων για να γίνει πλατεία, με την προϋπόθεση μεταφοράς συντελεστή δόμησης σε ιδιοκτησία του στο Μαρούσι. Λόγω καθυστερήσεων και αλλαγής πολεοδομικού κώδικα, η ανταλλαγή δεν πραγματοποιείται και έτσι ο χώρος παραμένει για χρόνια νοικιασμένος ως πάρκινγκ. Το 2009, η Πρωτοβουλία Κατοίκων Εξαρχείων με τη συλλογικότητα “Εμείς, εδώ και τώρα και για όλους εμάς” και ενδιαφερόμενους χρήστες καταλαμβάνουν τον χώρο και απαιτούν το πάρκινγκ να μετατραπεί σε πάρκο. Η δράση αυτή αποτελεί αυτενέργεια ομάδας πολιτών και εκφράζει την πραγματική ανάγκη των κατοίκων για έναν τόπο πρασίνου σε μια τόσο πυκνοκατοικημένη περιοχή της Αθήνας, όπως η γειτονιά των Εξαρχείων. Η αυτενέργεια προέκυψε από τη συλλογικότητα καθώς αποτέλεσε μια αυθόρμητη και δυναμική κίνηση από μεγάλο αριθμό ατόμων με κοινές απαιτήσεις και στόχους. Σε μικρό χρονικό διάστημα το πάρκο χαρακτηρίζεται και λειτουργεί στη βάση της αυτοδιαχείρησης και της αυτοδιεύθυνσης. Ο αντιιεραρχικός του χαρακτήρας και η απαλλαγή από εμπορευματικές ιδιότητες πλαισιώνουν τη λειτουργία του.
αντικείμενο παρέμβασης _ στόχοι Ανοιχτές συνελεύσεις εντός του ελεύθερου χώρου επαναλαμβάνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα και παίζουν καθοριστικό ρόλο για την πορεία του πάρκου. Κάθε πρόταση για τη χρήση και τη διαμόρφωση του χώρου, για εκδήλωση, για ανταπόκριση σε κάλεσμα ακόμα και πιθανά προβλήματα περνάνε από διαδικασία συζητήσεων και διαβουλεύσεων. Παράλληλα ορίζονται επιμέρους ομάδες ατόμων για τον σχεδιασμό, τη φύτευση, την παιδική χαρά, τα ψηφιδωτά και μαζεύονται οικονομικοί πόροι αρχικά από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους.
-49-
Παρόλα αυτά, στην πορεία του πάρκου προέκυψαν και ορισμένα προβλήματα, όπως η εμφάνιση κομματικών και ιδεολογικών πόλων που απέτρεπαν με τη στάση τους τη μαζικότητα της πρωτοβουλίας. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η σταδιακή μείωση των ατόμων που λάμβανουν μέρος στις συνελεύσεις και η ελάττωση των προτεινόμενων δράσεων. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν απέτρεψε την εξέλιξη του πάρκου, καθώς αρκετοί κάτοικοι - γείτονες εξακολουθούν να το φροντίζουν, η φύτευση επεκτείνεται, εκδηλώσεις διοργανώνονται, τα σκουπίδια μαζεύονται και οι συνελεύσεις συνεχίζουν να πραγματοποιούνται. Το μέρος μετατράπηκε σε έναν αναδυόμενο εναλλακτικό χώρο αποκτώντας συμβολικό χαρακτήρα για το κέντρο της Αθήνας καθώς αποτέλεσε σημείο αφετηρίας πορειών και κινητοποιήσεων. Ακόμη, θεωρήθηκε συγκεντρωτικός πόλος δυναμικών και δράσεων για την πόλη και την κοινωνία συνολικά. Από την πρώτη στιγμή που ο χώρος καταλαμβάνεται από τους κατοίκους οι ενέργειες μετασχηματισμού ξεκινάνε. Σπάνε το ασφαλτοστρωμένο δάπεδο του πάρκινγκ, φέρνουν φορτηγά με χώμα, φυτεύουν δέντρα και λουλούδια. Η ανταπόκριση του κόσμου μεγαλώνει όλο και περισσότερο και το πάρκο γεννιέται. Συλλέγουν υλικά (πέτρες, ξύλα κ.α) και συγκεντρώνονται για να ανταλλάξουν ιδέες και σκέψεις για τον σχεδιασμό του πάρκου. Οργανώνονται σε επιμέρους ομάδες ανάλογα με τις δεξιότητες και γνώσεις του καθενός και αρχίζουν τις διαδικασίες αναδιαμόρφωσης, κατασκευών και εξοπλισμού. Ορίζονται μονοπάτια άλλοτε χωμάτινα και άλλοτε από ψηφιδωτά, χτίζονται στοιχεία εξοπλισμού όπως παγκάκια και μια βρύση με πέτρες, ξύλα και ψηφιδωτά, οριοθετούνται με φράχτες χώροι πρασίνου και λαχανόκηποι, δημιουργείται μια παιδική χαρά και διαμορφώνεται ένας κεκλιμένος λόφος με κερκίδες για αμφιθέατρο.
-50-
ανάλυση _ κριτική Το αυτοδιαχειριζόμενο Πάρκο Ναυαρίνου αποτελεί ένα παράδειγμα διεκδικητικής συμμετοχής. Φανερώνει μια πρωτοβουλία ενεργοποίησης των κατοίκων της περιοχής ώστε να αντιπαρατεθούν απέναντι σε ζητήματα έλλειψης πρασίνου και ελεύθερων χώρων στο κέντρο της Αθήνας αλλά και στην απουσία κρατικής μέριμνας για τέτοια θέματα. Με αυτήν την ενέργεια εκφράζουν βέβαια και την δυναμική της αυτοοργάνωσης των ίδιων, την δυνατότητα συσπείρωσης ομάδων πολιτών με κοινά συμφέροντα και την ικανότητα να δημιουργήσουν μόνοι τους ότι επιθυμούν. Αποτελεί ένα πρότυπο - παράδειγμα οικειοποίησης δημόσιου χώρου που θα μπορούσε να επεκταθεί σε ένα ευρύτερο φάσμα ανάπτυξης δικτύων ελεύθερων χώρων τόσο σε κεντρικά όσο και σε εκτός κέντρου σημεία. Αναδεικνύεται έτσι, πώς μέσα από ατομικές και συλλογικές πρακτικές, ο κόσμος μπορεί να συγκεντρωθεί και δυναμικά να διεκδικήσει το δημόσιο χώρο που του ανήκει. Έναν χώρο επικοινωνίας και κοινωνικής σύμπραξης, ένα χώρο στάσης ή και ένα απλό πέρασμα για περαστικούς και εργαζομένους δίνοντας τους την ευκαιρία να κάνουν ένα διάλειμμα από την έντονη ρουτίνα της καθημερινότητας.
-51-
cantiere Barca Το Cantiere Barca αποτελεί ένα κοινωνικό χώρο δημιουργικής απασχόλησης για τους κατοικούς της περιοχής, στο Τορίνο της Ιταλίας. Χάρη στο συμμετοχικό σχεδιασμό, μια σειρά ξυλουργικών εργαστηρίων διεγείρει τις δημιουργικές δεξιότητες των νέων στην γειτονιά, αποδεικνύοντας πως κάτι έχει αρχίσει να αλλάζει.
τεχνική περιγραφή Πόλη: Τορίνο [846.489 κάτοικοι] Χώρα: Ιταλία Έτος Κατασκευής: 2011-2013 Εκταση: 2.000 m2 Κόστος: 160.000 € Χρηματοδότης: Città di Torino, Fondation de France, Regione Piemonte, Goethe-Institut, Compagnia di San Paolo. Σχεδιαστής: Raumlaborberlin Συνεργάτες: Francesco Apuzzo, Jan Liesegang, Christian Göthner, Jana Gunstheimer, Laura Zachmann, Manfred Mülhaupt, a.titolo, Francesca Comisso, Lisa Parola, Luisa Perlo, Maurizio Cilli, Giulia Majolino, Alessandra Giannandrea, Francesco Strocchio, κάτοικοι.
-52-
πριν Το Barca είναι ένα προάστιο του Τορίνο, που σχεδιάστηκε στη δεκαετία του 1970 για τους οικονομικούς μετανάστες της αυτοκινητοβιομηχανίας. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του πολεοδομικού σχεδιασμού του ύστερου μοντερνισμού: μια μονάδα γειτονιάς αποτελούμενη από πολυκατοικίες κοινωνικής κατοικίας, δύο σχολεία, δύο παιδικές χαρές και ένα μικρό κέντρο με ένα σούπερ μάρκετ. Αυτό ήταν το σχέδιο, αλλά το σούπερ μάρκετ δεν μεταφέρθηκε ποτέ στο καθορισμένο κτίριο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει κατά καιρούς κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά παρέμεινε κατά βάση αναξιοποίητο. H περιοχή σταδιακά υποβαθμίστηκε, μην παρέχοντας ευκαιρίες και δυνατότητες στους κατοίκους της να κοινωνικοποιηθούν και να έχουν ένα αξιόλογο βιωτικό επίπεδο.
αντικείμενο παρέμβασης _ στόχοι Το 2011 οι ανθρωπολόγοι Giulia Majolino και Alessandra Giannandrea, πραγματοποίησαν μια σειρά in situ συνεντεύξεων και ερευνών με τους κατοίκους, προσπαθώντας να χαρτογραφήσουν την κοινωνική κατάσταση της περιοχής. Μελετώντας τα αποτελέσματα, ομάδες ακτιβιστών σε συνεργασία με την ομάδα αρχιτεκτόνων Raumlaborberlin και με την υποστήριξη του Δημοτικού Συμβουλίου του Τορίνο, κ.α., έλαβαν επιχορήγηση για να διοργανώσουν μια τριετής σειρά ξυλουργικών εργαστηρίων, δίνοντας χρήση στο εγκαταλελειμμένο κτίριο. Το πρόγραμμα ονομάστηκε “Cantiere Barca” και πραγματεύεται τον δημόσιο χώρο της γειτονιάς. Πέρα από την κατάρτιση των ατόμων που θα συμμετείχαν στα εργαστήρια, σαν στόχος τέθηκε η ενίσχυση των κοινωνικών δεσμών των κατοίκων, η τόνωση της δημιουργικότητας των νέων, καθώς και η απόδειξη πως μέσω της συνεργασίας μπορεί να αλλάξει το περιβάλλον στο οποίο ζουν, ώστε να νιώσουν ότι ανήκουν εκεί.
-53-
’Οπως αναφέρει η ομάδα σχεδιασμού : “Η σύμπραξη στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση του έργου ήταν το πιο βασικό και ουσιαστικό εργαλείο στα πλαίσια της οικειοποίησης. Μέσα από συζητήσεις τέθηκαν ερωτήματα όπως : Πώς θέλουμε να συνυπάρχουμε στο μέλλον; Τι συμβαίνει σήμερα στο δημόσιο χώρο; Πώς μπορούμε να αναπτύξουμε και να υλοποιήσουμε μαζί ιδεές για το μέλλον των πόλεων και των γειτονιών μας;”. Το πρώτο εργαστήριο άρχισε να παράγει μερικά μεγάλα γράμματα από κομμάτια παλιών επίπλων, τα οποία έγραφαν το όνομα του έργου, “Cantiere Barca”. Αυτά εγκαταστάθηκαν στην οροφή του εγκαταλελειμμένου κτιρίου, ως στοιχείο προσέλκυσης μελλοντικών συμμετεχόντων και για να δείξουν ότι κάτι είχε αρχίσει να αλλάζει στη γειτονιά. Από εκεί και πέρα όλες οι προσπάθειες αφιερώθηκαν στο να μετατραπεί το κενό κτίριο σε ένα ζωντανό αυτοδιαχειριζόμενο κοινωνικό κέντρο. Μέρος του χώρου χρησιμοποιήθηκε για ένα εργαστήριο ξυλουργικής το οποίο ήταν γεμάτο με σωρούς από υλικά και εργαλεία, ενώ δημιουργήθηκε και μια αίθουσα συνεδριάσεων. Οι συμμετέχοντες στα εργαστήρια συζήτησαν, μελέτησαν και αποφάσισαν από κοινού τις δράσεις και συνεργάστηκαν τόσο στον σχεδιασμό, όσο και στην κατασκευή των έργων. Η χρήση ανακυκλωμένων υλικών δεν αποτέλεσε μόνο απάντηση στον οικονομικό περιορισμό αλλά και στο ζήτημα της οικολογικής συνείδησης. Καθώς προχώρησαν τα εργαστήρια, κατασκευάστηκαν διάφορα στοιχεία αστικού εξοπλισμού για να βελτιωθεί ο υπαίθριος δημόσιος χώρος της γειτονιάς. Σε αυτά περιλαμβάνονται μπασκέτα, τέρματα ποδοσφαίρου, μια πλατφόρμα που λειτουργεί ως σκηνή, δομές για την υποστήριξη κρεμαστών κήπων και μια ξύλινη κατασκευή που ονομάζεται “Stella”, στην οποία τα παιδιά μπορούν να παίξουν, ως ένα ισχυρό σήμα κατατεθέν του εργαστηρίου.
-54-
ανάλυση _ κριτική Τα προϊόντα του “Cantiere Barca” έγιναν όλο και πιο θεαματικά, σε τέτοιο βαθμό ώστε τα κομμάτια που προορίζονταν να είναι προσωρινές εγκαταστάσεις αναγνωρίστηκαν ως “δημόσια τέχνη” από το Δημοτικό Συμβούλιο του Τορίνο. Το γεγονός αυτό, δημιούργησε ελπίδες ότι το εργαστήριο θα καταλήξει να είναι ένας μακροπρόθεσμος θεσμός, καθιστώντας έτσι τους εμπλεκόμενους υπεύθυνους να σκεφτούν την εδραίωση και τη διατήρηση των κατασκευών τους, καθώς και την οργάνωση των δραστηριοτήτων τους με στόχο ένα πιο μόνιμο πρόγραμμα. Μετά το πέρας των εργαστηρίων, η ομάδα αρχιτεκτόνων αποχώρησε από το Barca, παροτρύνοντας τους κατοίκους να συνεχίσουν τις δραστηριότητες μόνοι τους. Έτσι, έπειτα από συνελεύεσεις οργανώθηκε μία ομάδα κατοίκων ως υπέυθυνη για τη διατήρηση και την εξέλιξη του προγράμματος. Το εργαστήριο ξυλουργικής έχει μετατραπεί σε μια κοινοτική εγκατάσταση όπου οι ντόπιοι συνεργάζονται με φοιτητές και νέους επαγγελματίες, στους τομείς της αρχιτεκτονικής και του σχεδιασμού. Το Δημοτικό Συμβούλιο πληρώνει λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, νερού και θέρμανσης, αλλά οι χρήστες γνωρίζουν καλά ότι η ουσία βρίσκεται στις προσωπικές τους δράσεις ώστε να διατηρήσουν ζωντανό τον τόπο που έχουν κατακτήσει.
-55-
place au Changement Το Place au changement, δηλαδή η πλαtεία αλλαγής, βρίσκεται στο SaintEtienne της Γαλλίας. Αποτελεί ένα αστικό κενό το οποίο μεταμορφώθηκε προσωρινά σε δημόσια πλατεία με χώρους στάσης και πρασίνου, επείτα από πρωτοβουλία του δημου, σε μια προσπάθεια αναγνώρισης των αναγκών και δυνατοτήτων της περιοχής.
τεχνική περιγραφή Πόλη: Σαίντ-Ετιέν [506.655 κάτοικοι] Χώρα: Γαλλία Έτος Κατασκευής: 2011 Εκταση: 670 m2 Κόστος: 30.000 € Χρηματοδότης: Établissement Public d’Aménagement de Saint-Étienne Σχεδιαστής: Collectif Etc Συνεργάτες: Laetitia Cordir, Bérangère Magaud, Ella&Pitr, Κάτοικοι
-56-
πριν Μετά από διαδοχικό κλείσιμο των εργοστασίων της περιοχής, το 2007, το Δημοτικό Συμβούλιο δημιούργησε το ÉPASE (Δημόσια Εταιρεία Ανάπτυξης του Saint-Étienne) με στόχο την «αστική ανανέωση». Το σχέδιο, το οποίο προβλέπει τη δημιουργία ενός μεγάλου επιχειρηματικού κέντρου και ενός πολιτιστικού συμπλέγματος, συνεπάγεται την κατεδάφιση ενός σημαντικού αριθμού εγκαταλελειμμένων κτιρίων. Καθώς οι κάτοικοι έχουν όλο και περισσότερες αμφιβολίες σχετικά με το έργο, η συγκεκριμένη περιοχή είναι γεμάτη με αστικά κενά των οποίων η ανοικοδόμηση αναβάλλεται συνεχώς λόγω της οικονομικής κρίσης. Ένας από αυτούς τους κενούς χώρους βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του παλιού κέντρου της πόλης. Καλύπτει έκταση περίπου επτακόσιων τετραγωνικών μέτρων και ακανόνιστου σχήματος, χαρακτηρίζεται από ένα μακρύ και ορατό μέτωπο στον δρόμο, ενώ είναι κλειστό στη νότια πλευρά από τους τυφλούς τοίχους δύο κτιρίων. Μέχρι το 2000 λειτουργούσε εκεί ένα βενζινάδικο που κατεδαφίστηκε με σκοπό την ανάπτυξη ακινήτων. Καθώς η εργασία δεν ξεκίνησε ποτέ, το οικόπεδο χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά και άτυπα ως ένας υπαίθριος χώρος πάρκινγκ.
αντικείμενο παρέμβασης _ στόχοι Λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο που είχαν οι αλλαγές στο Saint-Étienne στο αστικό τοπίο και στον κοινωνικό ιστό, η ÉPASE ζήτησε να εγγραφούν σε διαγωνισμό τα σχέδια για τη μετατροπή του χώρου σε προσωρινή καλλιτεχνική εγκατάσταση. Από το διαγωνισμό διακρίθηκε η πρόταση των Collectif Etc, η οποία μέσα από μία ανοιχτή και συνεργατική διαδικασία, πρότεινε τη μετατροπή του κενού τετραγώνου σε ένα πιθανό εύφορο τόπο για κοινωνική σύμπραξη. Μέσω της συμμετοχής των πολιτών και της βοήθειας των ειδικών-σχεδιαστών, οι κάτοικοι της περιοχής θα μετασχηματίσουν το μπλοκ, θα το αναλάβουν και θα το μετατρέψουν σε χώρο κοινής χρήσης και διαχείρισης. Χωρίς προηγούμενη εμπειρία συμμετοχικών διαδικασιών, το ÉPASE έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την υποστήριξη του έργου.
-57-
Τον Ιούλιο του 2011, οι κάτοικοι κλήθηκαν να συμμετάσχουν στην δημιουργία ενός νέου χώρου, το οποίο θα ονομαζόταν “Place au Changement” (Πλατεία Αλλαγής). Τρία ταυτόχρονα εργαστήρια διοργανώθηκαν επί τόπου καθημερινά. Το ένα ήταν ένα εργαστήριο ξυλουργικής, ένα άλλο αφορούσε την κηπουρική και τον αστικό σχεδιασμό, ενώ το τρίτο αποτελούσε μια γραφιστική ομάδα σχεδιασμού. Τα εργαστήρια ήταν ανοιχτά σε όλους και οι συμμετέχοντες μπορούσαν να λάβουν μέρος και στα τρία αναλόγως τις εκάστοτε ανάγκες. Η κάτοψη ενός σπιτιού αναπαράχθηκε στο δάπεδο της πλατείας. Τα διαφορετικά δωμάτια ήταν αναγνωρίσιμα λόγω των επίπλων που περιείχαν, των διαφορετικών χαλικιών που κάλυπταν το έδαφος και των χαμηλών ξύλινων τοίχων που τα χώρισαν. Τα έπιπλα είχαν οικιακή αίσθηση, όπως πολυθρόνες, καναπέδες και γραφεία. Στο κέντρο του συγκροτήματος αναπτύχθηκε μια ενότητα από γρασίδι, με μεγάλα ξύλινα κουτιά στα οποία φυτεύτηκαν λαχανικά. Ένα ξύλινο υπόστεγο, έδωσε χώρο αποθήκευσης για τα εργαλεία κηπουρικής. Η εγχώρια αλληγορία επεκτάθηκε στο κατακόρυφο επίπεδο των πλευρικών τοίχων, πάνω στο οποίο σχεδιάστηκε ένα τμήμα ενός κτιρίου κατοικιών. Δίπλα σε αυτό είναι ένα γκράφιτι ενός γίγαντα που κάθεται πάνω σε ένα σωρό από αστικά συντρίμμια, με σκοπό να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα που κρύβονται πίσω από τις αστικές μεταμορφώσεις, τις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις τους και τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι μπορούν να οργανωθούν για να επηρεάσουν το πεπρωμένο των πόλεων τους. Ο χώρος χρησιμοποιήθηκε επίσης ως χώρος γιορτών, παιχνιδιού και δραστηριοτήτων αναψυχής που ενθαρρύνουν την κοινωνική αλληλεπίδραση.
-58-
ανάλυση _ κριτική Στην Place au Changement, οι κάτοικοι δεν στάθηκαν απλώς θεατές μιας καλλιτεχνικής παρέμβασης, αλλά οι φορείς που συμμετείχαν στο μετασχηματισμό ενός χώρου για τους ίδιους. Είναι αλήθεια ότι το πρόγραμμα των αναγκών και ο σχεδιασμός είχαν ήδη μελετηθεί όταν προτάθηκαν, αλλά η συμμετοχή των κατοίκων στην υλοποίηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Αποτελεί ένα δείγμα συμμετοχικού σχεδιασμού με πρωτοβουλία του κράτους και παρόλο που η παρουσία των κατοίκων απομακρύνεται με την πάροδο του χρόνου και οι προσπάθειες για τη δημιουργία μιας ένωσης για τη διαχείριση του χώρου δεν ευημερούν, είναι αναμφισβήτητο ότι μέσω της συμμετοχής των πολιτών επιτεύχθηκαν διάφοροι στόχοι που συνήθως δεν παρουσιάζονται στις διαδικασίες μετασχηματισμού αστικών περιοχών. Ένα αποτέλεσμα είναι η διανομή γνώσεων, είτε με τη μορφή δεξιοτήτων που μεταφέρονται από επαγγελματίες σε ερασιτέχνες είτε με πιο θεωρητικές συζητήσεις που έχουν κάνει τους κατοίκους ενήμερους για το βαθμό στον οποίο η πόλη είναι ανησυχία τους.
-59-
2 tactical urbanism
έννοια
Καθώς οι πόλεις μας βρίσκονται σε μια συνεχή ροή και εξέλιξη, παρατηρείται ότι οι σχεδιαστές συχνά ασχολούνται με την έννοια του ελέγχου και στοχεύουν στη δημιουργία μεγάλων έργων με σκοπό τη συνολική αναβάθμιση και εξυγίανση των εκάστοτε περιοχών. Οι αναπλάσεις μεγάλης κλίμακας, όπως τα γήπεδα, τα μουσεία, τα μεγάλα πάρκα και τα συνεδριακά κέντρα, είναι έργα που προϋποθέτουν συγκεκριμένους περιορισμούς και απαιτούν σημαντική επένδυση χρόνου, καθώς και ένα πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό κεφάλαιο, χωρίς ωστόσο να υπάρχει εγγύηση για μακροπρόθεσμο οικονομικό ή κοινωνικό όφελος. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι οι πολίτες καλούνται να συμμετάσχουν σε διαδικασίες που από τη βάση τους χωλαίνουν, καθώς αντί να τους ζητείται να συμβάλλουν σε βαθμιαία αλλαγή στο επίπεδο της γειτονιάς ή της πόλης, συνήθως καλούνται να συμμετέχουν σε βαθμό τέτοιο όπου δεν έχουν μεγάλη επιρροή ή να αντιδράσουν σε προτάσεις και σχέδια που ίσως δεν κατανοούν. Άρα, η υπέρβαση των προκλήσεων που ενυπάρχουν σε αυτές τις “δημόσιες” διαδικασίες για τους κατοίκους, αποδεικνύεται δύσκολη, όχι όμως και ακατόρθωτη καθώς υπάρχουν εναλλακτικές τακτικές έτοιμες για ανάπτυξη. Μία από αυτές είναι το Tactical Urbanism, προσωρινή πολεοδομία, που αναπτύσσεται έντονα τα τελευταία χρόνια. Εξ ορισμού tactical χαρακτηρίζεται κάτι που σχετίζεται με δράσεις μικρής κλίμακας αλλά εξυπηρετεί κάποιο μεγαλύτερο σκοπό ή κάτι που επιδιώκει τον προγραμματισμό και τις εναλλακτικές λύσεις για την επίτευξη ενός στόχου. Ο όρος Tactical Urbanism, που σημαίνει τακτική ή προσωρινή πολεοδομία, αναφέρεται στις δράσεις αυτές που έχουν σημειωθεί ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία σε όλη τη Β. Αμερική και την Ευρώπη με στόχο τον προγραμματισμό και τον σχεδιασμό εντός των πόλεων, μέσω μιας πιο ευέλικτης ικανότητας προσαρμογής στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες των αστικών κέντρων κάνοντας καλύτερη χρήση του διαθέσιμου δημόσιου χώρου.
-60-
Καθώς γνωρίζουμε πλέον πως η βελτίωση της βιωσιμότητας των πόλεων μας ξεκινά συνήθως σε έναν δρόμο, στη γειτονιά ή στην κλίμακα των κτιρίων, οι μικρές αυτές επεμβάσεις της τακτικής πολεοδομίας, αντιμετωπίζονται όλο και περισσότερο ως ένας νέος και ίσως πιο προσοδοφόρος τρόπος για την πραγματοποίηση μιας πιο συνολικής αναβάθμισης του δημόσιου χώρου. Το Tactical Urbanism συντελείται από βραχυπρόθεσμες, χαμηλού κόστους και κινδύνου, σκόπιμες αλλά ταυτόχρονα αυθόρμητες ενέργειες για αλλαγή του δομημένου και αδόμητου περιβάλλοντος. Πραγματοποιούνται είτε από τις αρμόδιες αρχές της πόλης ή συνηθέστερα από ομάδες πολιτών, μέσω κλιμακούμενων παρεμβάσεων με στόχο τη δημιουργία μακροχρόνιων, υψηλής αξίας αλλαγών εντός των κοινοτήτων. Όπως υποστηρίζει και ο Mike Lydon, υποστηρικτής και δάσκαλος του κινήματος, οι δράσεις της προσωρινής πολεοδομίας χαρακτηρίζονται συνήθως από ιδέες και λύσεις για τον επιμέρους τοπικό σχεδιασμό κάθε περιοχής, ώστε να αντιμετωπισθούν οι σύνθετες προκλήσεις, μέσω ρεαλιστικών προσδοκιών. Η αλλαγή συμβαίνει συχνά σταδιακά και σε βάθος χρόνου σε επίπεδο δρόμου, τετραγώνου ή κτιρίου. Οι ενέργειες αυτές έχουν ως στόχο την αύξηση του επιπέδου διαβίωσης εντός των κοινοτήτων, με αποτέλεσμα η εμπλοκή της κοινότητας να εμφανίζεται συχνά σε μεγαλύτερο βαθμό και χρονικό διάστημα, οδηγώντας στον έλεγχο των έργων από την ίδια. Η κινητήρια δύναμη του κινήματος είναι να θέσει το βάρος πίσω στους πολίτες να αναλάβουν προσωπική ευθύνη για τη δημιουργία βιώσιμων κτιρίων, δρόμων, γειτονιών και πόλεων [Lydon_2015]. Παρόλο που η προσωρινή πολεοδομία αρχίζει να μετατρέπεται σε ένα εργαλείο της σχεδιαστικής διαδικασίας, δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον παραδοσιακό σχεδιασμό μεγάλης κλίμακας. Μπορεί ωστόσο να ανανεώσει και να εξελίξει την ευρύτερη προσέγγιση των πολιτών όσον αφορά τα θέματα της πόλης, καθώς στοχεύει στην ένταξη των δράσεων της στα σχεδιαστικά πλάνα ως υπόβαθρο [URBACT_2015]. Πολλές φορές πρόκειται για λύσεις που επιδιώκουν την τόνωση της τοπικής οικονομίας ή την ανανέωση του αστικού περιβάλλοντος. Αλάνες, εγκαταλελειμμένα κτίρια, χώροι στάθμευσης, ακόμη και λωρίδες του οδοστρώματος, έχουν μεταμορφωθεί από καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, κατοίκους και εθελοντές, με κίνητρο την βελτίωση των κοινοτήτων τους. Αυτές οι προσπάθειες αποσκοπούν στην ενίσχυση της καθημερινής ζωής [Arieff_2011]. Αυτά τα γρήγορα, συχνά χαμηλού κόστους και δημιουργικά έργα είναι η ουσία του κινήματος της προσωρινής πολεοδομίας. Η προσωρινή πολεοδομία, και κατ’ επέκταση ο σχεδιασμός προσωρινών χρήσεων, μπορεί να δημιουργήσει θετική αλλαγή στις πόλεις κάθε μεγέθους, αλλά δεν είναι μια λύση σε κάθε πρόβλημα [Lydon_2015].
“...in order to do something big, to think globally and act globally, one starts with something small and one starts where it counts. Practice, then, is about making the ordinary special and the special more widely accessible — expanding the boundaries of understanding and possibility with vision and common sense. It is about building densely interconnected networks, crafting linkages between unlikely partners and organizations, and making plans without the usual preponderance of planning. It is about getting it right for now and at the same time being tactical and strategic about later. This is not about forecasting, nor about making decisions about the future. But it is about the long range, about making sure that one plus one equals two or three, about being politically connected and grounded, and about disturbing the order of things in the interests of change.” _ Nabeel Hamdi, Small Change: About the Art of Practice and the Limits of Planning in Cities -61-
-62-
ιστορική αναδρομή
Δείγματα προσωρινών επεμβάσεων και χρήσεων γης εμφανίζονται για πρώτη φορά στο Παρίσι, γύρω στα 1500 μ. Χ. , όπου μικρά καταστήματα βιβλιοπωλείων στήνονται κατά μήκος του ποταμού Σηκουάνα. Έκτοτε σε πόλεις κυρίως της Αμερικής, συναντούμαι πολλά παραδείγματα τόσο στο δημόσιο χώρο, όσο και σε κτιριακά συγκροτήματα, με σταθμό στην ιστορία, το 1914 όπου στη Ν. Υόρκη θα εγκαινιαστεί το πρόγραμμα Play Streets. Στα πλαίσια του προγράμματος αυτού, ένα μουσικοχορευτικό φεστιβάλ θα οργανωθεί σε τμήματα κεντρικών δρόμων της πόλης, αποκομμένα από την κυκλοφορία, και θα δοθεί επιτέλους η ευκαιρία στα παιδιά και στους κατοίκους να παίξουν και να περιπλανηθούν στους δρόμους ανενόχλητοι. Το Play Streets , θα διαδοθεί πολύ γρήγορα και θα καθιερωθεί σε διάφορες πόλεις του κόσμου έως και σήμερα. Αργότερα, ως αποτέλεσμα της αποβιομηχανοποίησης, κατά την δεκαετία του ’70, εγκαταλελειμμένες περιοχές θα χρησιμοποιηθούν προσωρινά με διαφορετικές χρήσεις. Την ίδια χρονική περίοδο, νέες δράσεις που στοχεύουν στην διεκδίκηση και σε μια διαφορετική χρήση δημόσιων χώρων θα εμφανιστούν. Μερικές από αυτές είναι : ο σχεδιασμός woonerf δρόμων, διπλατυμένων δηλαδή πεζοδρομίων, στο Emmen της Ολλανδίας, παρέμβαση που θα παραχωρήσει περισσότερο ελεύθερο χώρο για την κίνηση των πεζών˙ η ίδρυση του αυτόνομου Οικισμού Christiania στην Κοπεγχάγη, θα εισάγει ιδέες για μια εκ νέου οικοδόμηση της κοινωνίας˙ η τοποθέτηση κινούμενων τραπεζοκαθισμάτων στην πλατεία Exxon Mini Plaza στη Ν. Υόρκη, θα σταθεί αφορμή για την μελλοντική αναζωογόνηση πολλών πάρκων και πλατειών στην πόλη. Από το 2000 και μετά στις παρεμβάσεις ανάπλασης του δημόσιου χώρου θα δοθεί περισσότερη αξία και θα αρχίσουν να συμπεριλαμβάνονται σε μακροπρόθεσμες σχεδιαστικές προτάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Park[ing] Day, πρωτοεμφανιζόμενο στο Σαν Φρανσίσκο, κατά το οποίο από το 2005 έως και σήμερα, μία μέρα το χρόνο οι χώροι στάθμευσης της πόλης μετατρέπονται σε προσωρινά πάρκα τσέπης, ενθαρρύνοντας τους κατοίκους κάθε γειτονιάς να αυτοσχεδιάσουν, να αποδώσουν στο δημόσιο χώρο χαρακτηριστικά που οι ίδιοι επιθυμούν και να εκφράσουν την ανάγκη για την σταθερή ύπαρξη τέτοιων χώρων στην καθημερινότητα τους. Φτάνουμε έτσι στο 2010-2011, όπου εισάγεται ο όρος Tactical Urbanism, προσωρινή πολεοδομία, με σκοπό να ορίσει και να εδραιώσει όλες αυτές τις δράσεις ως ένα αστικό κίνημα, το οποίο θα ενσωματωθεί και θα αναδειχθεί στην κουλτούρα σχεδιασμού δημόσιων χώρων του σήμερα.
-63-
πλαίσιο ανάπτυξης προσωρινών χρήσεων χαρακτηριστικά micro
building
street
block
neighbourhood
Από το 2008-09 και μετά, η χρηματοπιστωτική κρίση που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας, αποτελεί νέα τομή και στην πορεία της αστικής ανάπτυξης. Πέρα από την οικονομία, οι επιπτώσεις της μακροχρόνιας ύφεσης, αναγνωρίζονται τόσο στην κοινωνική συνοχή όσο και στο περιβάλλον´ υψηλά ποσοστά ανεργίας, ελάχιστες δυνατότητες επενδύσεων και δείγματα παρακμής και υποβάθμισης των πόλεων, είναι λίγα από τα στοιχεία που αποδεικνύουν τις επιδράσεις της, σε διάφορες κοινωνικές πτυχές του σήμερα. Ήδη από τη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τους Ανθρώπινους Οικισμούς, Habitat II, που διεξήχθη το 1996 στην Κωνσταντινούπολη, διατυπώθηκε η επιτακτική ανάγκη για την διαμόρφωση μιας νέας κουλτούρας για την πόλη του 21ου αιώνα. Τότε, υιοθετήθηκαν σκέψεις και προτάσεις προς τον εξανθρωπισμό των πόλεων και της συμφιλίωσης τους με την βιώσιμη ανάπτυξη. [1] Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, αναπροσδιορίζουν τους στόχους του αστικού σχεδιασμού, είτε με την έμφαση στο κομμάτι της οικονομίας στο τρίπτυχο της βιώσιμης ανάπτυξης (οικονομία, κοινωνία, περιβάλλον), είτε με την απόδοση της σημασίας και των τριών μερών της ως αναγκαίο κομμάτι του. Η οικονομική κρίση μετασχηματίζει την αγορά και το κράτος, με αποτέλεσμα να μεταλλάσσεται ο τρόπος που μπορούμε να διαχειριστούμε το δομημένο περιβάλλον. Το κύριο επιχείρημα θα πρέπει να είναι η επικέντρωση στην καθημερινή ζωή, σε αντίθεση με μια αφηρημένη οπτικοποίηση της πόλης, όπως αναφέρει η Lauren Andres. [2] Παρόλο που η πόλη αποτελεί ένα τόπο ατομικής απελευθέρωσης, ταυτόχρονα μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ένας τόπος απρόσωπων σχέσεων, γενικής αδιαφορίας και απώλειας της παραδοσιακής αλληλεγγύης, ιδιαίτερα της οικογενειακής αλληλεγγύης, της διάλυσης των σχέσεων γειτονιάς στην περιοχή κατοικίας και στην περιοχή εργασίας. Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως οι κάτοικοι δεν μπορούν πλέον να παραμερίζονται από τις πρακτικές που αφορούν την πόλη˙ αυτή η νέα κουλτούρα πρέπει να αποκτήσει βάσεις που έχουν αναφορά στη συνεργασία και την αλληλεγγύη, καθιστώντας έτσι την πόλη έναν τόπο πιο κατοικήσιμο και ανθρώπινο. Επίσης, προκειμένου να αναπτυχθούν νέες πιθανές λύσεις για τα προβλήματα του φυσικού περιβάλλοντος, πρέπει να δοκιμαστούν δράσεις που δεν βασίζονται εξ ολοκλήρου στην τεχνολογία. O Federico Mayor, Γενικός Διευθυντής της UNESCO εισήγαγε στο πλαίσιο του Habitat II, την πρόταση ενός Καρτεσιανού cogito για τον πολίτη και τον κάτοικο της πόλης του 21ου αιώνα, το ακόλουθο: «συμμετέχω, άρα υπάρχω». Γιατί αν δεν συμμετέχω καταμετρώμαι (στις στατιστικές) ή δεν καταμετρώμαι (στις εκλογές), αλλά δεν μετράω. Συμμετέχω δεν σημαίνει εκτελώ ή θέτω σε εφαρμογή, αλλά πρώτα απ’ όλα διαβλέπω, προβλέπω, καταστρώνω τρόπους δράσης και σχεδιάζω μαζί και από την αρχή. [3] Έτσι και στον τομέα του σχεδιασμού των πόλεων απαιτείται ένα άνοιγμα προς τις πρωτοβουλίες όλων των μελών της αστικής κοινότητας.
-64-
Η κοινωνία των πολιτών δηλαδή είναι αναγκαίο να δραστηριοποιείται στον οικονομικό, στον χρηματοδοτικό και στον θεσμικό τομέα. Οι κάτοικοι έτσι θα μπορούν να ασκούν πλήρως τα δικαιώματα τους και να εκπληρώνουν τα καθήκοντα τους, καθώς θα έχουν τη δυνατότητα να πάρουν οι ίδιοι τις αποφάσεις. Κατά αυτόν τον τρόπο, θεωρείται επιτέλους δυνατό να ακουστεί η φωνή της πόλης. Κι ενώ ανέκαθεν εκδηλωνόντουσαν αστικά κινήματα εντός των πόλεων εξαιτίας των κοινωνικών αντιθέσεων και των διεκδικήσεων συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, η οικονομική κρίση έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των κοινωνικών εντάσεων και την αμφισβήτηση του σημερινού πολιτικού συστήματος. Τα σύγχρονα αστικά κινήματα συνδέονται πλέον με την αναζήτηση νέων εναλλακτικών μορφών συλλογικής οργάνωσης, ως μέσο εξόδου από την κρίση. [4] Έτσι, αναγνωρίζουμε ως ένα τέτοιο, την τακτική πολεοδομία, δηλαδή τις προσωρινού τύπου παρεμβάσεις, οι οποίες έχουν αναδειχθεί σε έναν σημαντικό τρόπο για να επέλθουν βελτιώσεις σε τοπικό επίπεδο, με μείωση των κινδύνων τόσο για τους πολίτες όσο και για τις δημοτικές διοικήσεις. Οι προσωρινές χρήσεις ενθαρρύνονται από ένα πλαίσιο «άτυπου» σχεδιασμού σε μια περίοδο κατά την οποία το επιθυμητό πλάνο για μια περιοχή δεν μπορεί να επιτευχθεί με ευκολία. [Urban Catalyst_2007]. Σύμφωνα με την L. Andres, η προσωρινή πολεοδομία και οι προσωρινές χρήσεις αποτελούν το αντίθετο του master plan και των συνολικών αναπλάσεων, καθώς δεν θέτουν κάποιο βραχυπρόθεσμο στόχο εξ αρχής, αλλά επιδιώκουν την αξιοποίηση των υπαρχόντων πόρων και μέσων, αντί να προσπαθήσουν να εφεύρουν εκ νέου τα πάντα. [5] Γνωρίζοντας ότι το top-down master planning βασίζεται σε στοιχεία όπως η μονιμότητα, η σταθερότητα, η γραμμικότητα, ο έλεγχος και συχνά δεν πραγματοποιείται σε υπάρχουσες αναξιοποίητες περιοχές, αναγνωρίζουμε ότι οι πιο απρογραμμάτιστες προσωρινές χρήσεις επιτρέπουν ευέλικτες, καινοτόμες και από την βάση προς τα επάνω προσεγγίσεις οι οποίες δεν είναι αποκλειστικά συνδεδεμένες με νομισματικές αξίες.[6] Οι προσωρινές χρήσεις βασίζονται στην επαναχρησιμοποίηση ανεκμετάλλευτων χώρων, συνήθως δεν επιδιώκουν την νόμιμη κατοχή των χώρων αυτών και η ρύθμιση και ο έλεγχος διασφαλίζονται από όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη. Το μοντέλο σχεδιασμού που χαρακτηρίζει από πάνω προς τα κάτω δράσεις και παρεμβάσεις, θεωρείται πλέον ακατάλληλο απέναντι στις σύγχρονες ανάγκες και προσδοκίες που αφορούν ένα τεχνολογικά προωθημένο και πολιτικά ευαισθητοποιημένο κοινωνικό περιβάλλον, το οποίο έχει τη δυνατότητα να συνδυάζει τόσο την παγκόσμια όσο και την τοπική δυναμική και γνώση. Για τον λόγο αυτό άλλωστε οι βραχυπρόθεσμου τύπου παρεμβάσεις ενσωματώνονται ήδη στον επίσημο σχεδιασμό σε ορισμένες πόλεις, καθώς καθιστούν δυνατή την βελτίωση του δημόσιου χώρου, με χαμηλό κόστος και περιορισμένο κίνδυνο. [7] Σημαντικό είναι επίσης και το γεγονός ότι ο προσωρινός χαρακτήρας των έργων, προσφέρει τη δυνατότητα συμμετοχής και συνεργασίας των πολιτών στις διαδικασίες του σχεδιασμού σε τοπικό επίπεδο. Το Tactical Urbanism παρουσιάζει δείγματα όπου η διαδικασία σχεδιασμού «χαλαρώνει» και αυξάνεται η ροή επικοινωνίας μεταξύ πολιτών και κρατικών αρχών. Όπως αναφέρει και ο M. Lydon, πρόκειται για ένα διαφορετικό είδος διαδικασίας, που προσφέρει νέες ιδέες και όραμα για τη σχέση των ατόμων με την πόλη. Πρόκειται για ένα είδος συμμετοχικού σχεδιασμού, το οποίο προϋποθέτει τη συμμετοχή και τη συνεργασία όλων των ενδιαφερομένων, συνήθως από τα κάτω προς τα πάνω, ενώ πολλές φορές συναντούμε και δράσεις που την οργάνωση και την υλοποίηση τους, αναλαμβάνουν πλήρως οι κάτοικοι και οι πολίτες. Όσον αφορά τους πόρους για την υλοποίηση παρεμβάσεων της προσωρινής πολεοδομίας, συνήθως αποτελούνται από δωρεές πολιτών ή μη κερδοσκοπικών οργανώσεων. Αναλόγως τον χαρακτήρα και τη χρονική διάρκεια του έργου, προκύπτει και ο ανάλογος φορέας που αναλαμβάνει την ανάπτυξη και εξέλιξη του. Κι ενώ τον κύριο ρόλο διαδραματίζουν οι πολίτες στην διαδικασία παραγωγής ενός έργου, οι επιχειρηματίες, οι δημοτικές αρχές και
-65-
“The lack of resources is no longer an excuse not to act. The idea that action should only be taken after all the answers and the resources have been found is a sure recipe for paralysis. The planning of a city is a process that allows for corrections; it is supremely arrogant to believe that planning can be done only after every possible variable has been controlled.” Lydon
-66-
οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι και εθελοντές είναι σημαντικό να συνεργάζονται και να στηρίζουν τις προσπάθειες με στόχο την επίτευξη πιο δημιουργικών για το σύνολο της πόλης αποτελεσμάτων. [8] Στο πλαίσιο υλοποίησης ενός έργου προσωρινής πολεοδομίας, οι σχεδιαστές και οι ενδιαφερόμενοι έχουν τη δυνατότητα να παρατηρούν και να κατανοούν τις επιπτώσεις του στην καθημερινότητα τους, και εν συνέχεια να δοκιμάσουν εναλλακτικές προσαρμογές όπου κρίνεται απαραίτητο. Σύμφωνα με τον M. Lydon, όταν μία παρέμβαση χαρακτηριστεί επιτυχής και κερδίσει την υποστήριξη της κοινότητας και των τοπικών αρχών, μπορεί εν καιρώ να καθιερωθεί και να καταστεί μόνιμη. Ωστόσο, αν μία προσπάθεια δεν κριθεί επιτυχημένη, η εκάστοτε ομάδα δράσης, δεν το εκλαμβάνει ως αποτυχία-καταστροφή αλλά επιδιώκει να διδαχθεί από αυτή και να πειραματιστεί ξανά στο μέλλον με την ευελιξία που παρέχεται από το συνεχώς διαφορετικού χαρακτήρα αστικό περιβάλλον [Lydon_2015]. Στο πλαίσιο του Tactical Urbanism, τα βραχυπρόθεσμα, με βάση την κοινότητα έργα είναι το μέλλον για τη συνεχή βελτίωση των πόλεων. Έτσι, η προσωρινή πολεοδομία είναι πιο αποτελεσματική όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με μακροπρόθεσμες προσπάθειες σχεδιασμού [Lydon_2015]. Όταν λοιπόν τα πιλοτικά έργα χρησιμοποιούνται ως μια δράση διαβούλευσης μεταξύ των μελών μιας κοινότητας, αναπτύσσεται ο αστικός σχεδιασμός και η εκάστοτε κοινότητα, και οι πολίτες είναι ικανοί να βιώσουν τόσο το έργο όσο και τον δημόσιο χώρο, αναπτύσσοντας παράλληλα μια αίσθηση του τόπου. Στόχος των προσωρινών χρήσεων αποτελεί επίσης και η ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου, στο πλαίσιο δημιουργίας τοπικών ικανοτήτων. Οι δράσεις του Tactical Urbanism, προωθούν την εργασία και την επιχειρηματικότητα των ατόμων, καθώς όπως έχει παρατηρηθεί, οι κοινότητες που έχουν πειραματιστεί με προσωρινές χρήσεις, έχουν επιτύχει την προώθηση μικτών χρήσεων (πολιτισμού, εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας, κατοικίας, εμπορίου) και τη συνύπαρξη ετερογενών ομάδων χρηστών.
[1],[3] Jerome Binde_Πόλεις και περιβάλλον τον 21ο αιώνα / Μια προσανατολισμένη στο μέλλον σύνθεση μετά το Habitat II, από το βιβλίο Αύριο οι πόλεις_2003 [2],[5] Andres L. [2012] _ Differential Spaces, Power Hierarchy and Collaborative Planning:A Critique of the Role of Temporary Uses in Shaping and Making Places [4] Ανδρικοπούλου Ε., Γιαννακού Α., Καυκαλάς Γ. και Πιτσιάβα-Λατινοπούλου Μ. [2007] _ Πόλη και Πολεοδομικές Πρακτικές για τη Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη [6] Urban Catalysts [2003] _ Strategies for temporary uses – potential for development of urban residual areas in European metropolises [7] Pfeifer L. [2013] _ The Planner’s Guide to Tactical Urbanism, Montreal, Canada [8] Graham Shelagh [2012] _ Temporary Uses as Tools for Urban Development
-67-
παράγοντες
αύξηση του πληθυσμού σε μεγάλες πόλεις _ δημογραφική αλλαγή
οικονομική κρίση
πολιτική απογοήτευη
Σήμερα, πάνω από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικεί σε πόλεις. Μελετώντας τους ρυθμούς ανάπτυξης της αστικοποίησης, παρατηρείται ταχεία αύξηση κατά τα τελευταία χρόνια και προβλέπεται ακόμα μεγαλύτερη. Κι ενώ ως τώρα η αύξηση αυτή του αστικού πληθυσμού συνδεόταν με την ανάπτυξη, πλέον οι μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου βρίσκονται ήδη στις αναπτυσσόμενες χώρες. Γεγονός που υποδηλώνει σύμφωνα με την έκθεση Brundtland, ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος θα πρέπει να αυξήσει ραγδαία την ικανότητα του να διαχειρίζεται τις υπάρχουσες αστικές υποδομές, παρόλο που αυτές κρίνονται ήδη ανεπαρκής.[9] Καθώς λοιπόν ο πληθυσμός των πόλεων συνεχίζει να αυξάνεται, οι πόλεις συνεχίζουν να εξαπλώνονται, με αποτέλεσμα τα όρια μεταξύ τους να χάνονται και οι αποστάσεις που πρέπει το άτομο να διανύσει για να καλύψει τις ανάγκες του, να μεγαλώνει καθημερινά. Ωστόσο, η συντήρηση των δρόμων και των δημόσιων χώρων, μοιάζει να υποχρηματοδοτείται όλο και περισσότερο. Παράλληλα, το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων συνεχίζει να αυξάνεται, τα δημογραφικά στοιχεία των πόλεων θα αλλάξουν και ο ρυθμός ζωής εντός των πόλεων θα μεταβληθεί ριζικά [Lydon_2015]. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια, έχει επιφέρει άμεσες αλλαγές στα κέντρα των πόλεων. Τα κενά ακίνητα ολοένα και αυξάνονται, αποδυναμώνοντας τις παραδοσιακές χρήσεις γης των αστικών κέντρων, γεγονός που σε συνδυασμό με την μειωμένη κινητικότητα του εργατικού δυναμικού και τα αυξημένα ποσοστά ανεργίας, οδηγούν στην αναζήτηση ευέλικτων και προσαρμόσιμων χώρων [Pfeifer_2015]. Άλλωστε οι εθνικές αστικές πολιτικές αναπλάσεων ήταν οι πρώτες που σταμάτησαν στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης. Για τον λόγο αυτό οι τοπικές αρχές αναγκάζονται πλέον να αλλάξουν την προσέγγιση τους ως προς τις υποβαθμισμένες περιοχές και κατευθύνονται προς τις τακτικές του Tactical Urbanism, όπου φθηνές παρεμβάσεις λαμβάνουν χώρα, ανανεώνοντας προσωρινά τον δημόσιο χώρο. Έτσι εμφανίζονται νέες τάσεις στην αγορά, πολλαπλασιάζοντας το προσωρινό λιανικό εμπόριο, όπως τα Popup-shops, τα οποία συνήθως βρίσκονται σε καθιερωμένους εμπορικούς χώρους, αλλά έχουν μικρή διάρκεια ζωής και αλλάζουν χαρακτήρα αναλόγως με τις ανάγκες των κατοίκων και την χρονική περίοδο. Ο συνεχής παραγκωνισμός του δημόσιου χώρου από τις κυβερνήσεις και τις τοπικές αρχές, ως απόρροια της έλλειψης δημόσιου χρήματος, έχει δημιουργήσει ένα κλίμα απογοήτευσης τόσο σε πολίτες όσο και σε διάφορες ΜΚΟ. Εμφανίστηκαν έτσι πρωτοβουλίες και συμπράξεις μεταξύ τους που αναπτύσσουν νέες ιδέες και πρακτικές προς όφελος του δημόσιου χώρου και των αλλαγών που οι σημερινές συνθήκες επιβάλλουν. [URBACT_2015].
-68-
Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο οικονομικής κρίσης οι κυβερνήσεις εστιάζουν την προσοχή τους στην εύρεση λύσεων σε θέματα που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού των χωρών, όπως ανεργία, περίθαλψη, συντάξεις, αγνοώντας προβλήματα που μπορεί να παρουσιάζονται στις εκάστοτε γειτονιές. Επίσης, σε περιπτώσεις όπου κάποιο έργο ανάπλασης είχε προγραμματιστεί, η απαραίτητη στήριξη της κυβέρνησης και της κοινότητας, εξαιτίας του μεγέθους και του κόστους του, είχε ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση έγκρισης του έργου. Καθώς λοιπόν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνται για την έγκριση των έργων είναι χρονοβόρες, επιλέγονται πλέον πιο γρήγορες λύσεις και οι κάτοικοι επιδιώκουν την ανάληψη ευθύνης αυτών.
ευαισθητοποίηση πολιτών
Παρατηρώντας κανείς δράσεις και πρωτοβουλίες κατοίκων ανά τις πόλεις του κόσμου, μπορεί να διαπιστώσει πως ήδη ένα μεγάλο μέρος πολιτών κινητοποιούνται και δρουν προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους. Αυτό το αυξημένο ενδιαφέρον για την ύπαρξη δημόσιων χώρων και η επιθυμία των πολιτών να συνεισφέρουν σε κοινοτικά θέματα, έδωσε τη δυνατότητα στην τακτική πολεοδομία να αναπτυχθεί και να ανακαλύψει νέους τρόπους αντιμετώπισης τοπικών προβλημάτων σχεδιασμού [Pfeifer_2015].
ανάπτυξη διαδικτύου _ ανταλλαγή ιδεών
Οι οnline κοινότητες έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, παρέχοντας στα μέλη τους τη δυνατότητα να μοιραστούν τις ιδέες, πρωτοβουλίες. Επιπλέον το διαδίκτυο καθιστά πολύ ευκολότερη την οργάνωση «just-in-time» γεγονότων και αυθόρμητων δραστηριοτήτων όπως συνεδρίες άσκησης στο πάρκο, προσωρινό κινηματογράφο ή πάρτι εντός των κενών κτιρίων [10].
[9] Ανδρικοπούλου Ε., Γιαννακού Α., Καυκαλάς Γ. και Πιτσιάβα-Λατινοπούλου Μ. [2007] _ Πόλη και Πολεοδομικές Πρακτικές για τη Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη [10] Killing Architects _ http://www.killingarchitects.com/
-69-
πιθανά οφέλη
Στο διάστημα αυτό που έχει αναπτυχθεί και έχει μελετηθεί το Tactical Urbanism, ως ένας νέος τρόπος προσέγγισης για τον σχεδιασμό δημόσιου χώρου, έχουν σημειωθεί αρκετά θετικά στοιχεία τόσο για την πόλη όσο και τους κατοίκους της. Αρχικά, είναι γεγονός ότι μέσω των δράσεων της προσωρινής πολεοδομίας έχουν αναδειχθεί αξίες όπως η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη και η ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ των κατοίκων. Οι υποστηρικτές του κινήματος ισχυρίζονται ότι το Tactical Urbanism παρέχει μια ευκαιρία στους πολίτες να συμμετάσχουν ενεργά στις διαπραγματεύσεις για τη χρήση και τον σχεδιασμό του χώρου στην περιοχή τους, την τόνωση της οικονομίας και επίσης παρέχει ένα χώρο για τη δοκιμή νέων ιδεών σχετικά με την επιθυμητή χρήση του αστικού χώρου [Andres_2012]. Σύμφωνα με τους Killing Architects, είναι γεγονός πως όταν υπάρχει ουσιαστική συμμετοχή μίας κοινότητας σε ένα έργο, είναι αυξημένη και η επίδραση στον τρόπο που τα άτομα αντιλαμβάνονται την περιοχή τους, ενισχύοντας την ικανότητα τους να πραγματοποιούν αλλαγές στο δημόσιο χώρο της πόλης. Έτσι και με την παραγωγή ενός έργου με προσωρινή χρήση μπορεί να αλλάξει η οπτική των κατοίκων για την γειτονιά τους, καθώς επίσης και να εμπλουτιστεί η φαντασία τους ως προς τα διαφορετικά στοιχεία που θα μπορούσαν να προσδώσουν στην έκταση της περιοχής. Αυτός ο πειραματισμός συμβάλλει λοιπόν στην δημιουργικότητα των πολιτών και ταυτόχρονα στην ανάπτυξη των σχεδιαστικών ικανοτήτων τους. Συνολικά ένα προσωρινό έργο προσφέρει μια άμεση δράση στη μακροπρόθεσμη διαδικασία της αστικής ανάπτυξης , καθώς όταν ένα μεγάλο έργο ανάπλασης διαρκεί χρόνια, ο χρόνος που απαιτείται για ένα προσωρινό έργο είναι μηδαμινός. Τα έργα αυτά μπορούν να βοηθήσουν για να αποδειχθεί ότι η αλλαγή της εικόνας της εκάστοτε περιοχής έχει ξεκινήσει. Έτσι προάγεται η αναζωογόνηση των γειτονιών, αναβαθμίζεται η εικόνα τους και παράλληλα αποτελεί έναν τρόπο για την αξιοποίηση των κενών αστικών χώρων με κάποια επιθυμητή χρήση. Γίνεται έτσι μια προσπάθεια να επιστήσουν την προσοχή στις περιοχές εκείνες της πόλης που έχουν υποβαθμιστεί και παραγκωνιστεί, μέσω εκδηλώσεων και εγκαταστάσεων που στοχεύουν στην ευαισθητοποίηση σε θέματα που σχετίζονται με την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία στις εκάστοτε περιοχές. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως η τακτική πολεοδομία έχει την δυνατότητα να δράσει καταλυτικά όσον αφορά την αλλαγή ενός μέρους ή ενός κτιρίου, στρέφοντας το ενδιαφέρον των πολιτών προς τα εκεί και προσελκύοντας άλλους ενδιαφερόμενους για την οικονομική υποστήριξη. Αποτελεί ένα μέσο για την άμεση ικανοποίηση αναγκών που δεν μπορούν να καλυφθούν από τις υφιστάμενες διαθέσιμες υποδομές .
-70-
πιθανές προκλήσεις
Παρακάτω αναλύονται ορισμένοι κίνδυνοι που έχουν εκφραστεί ως προς τις αρνητικές επιπτώσεις της προσωρινής πολεοδομίας στο σύνολο της πόλης και των διαδικασιών σχεδιασμού της. Οι υποστηρικτές του κινήματος ανησυχούν κυρίως για τη διατήρηση του χαρακτήρα του´ συγκεκριμένα θεωρούν πως είναι πιθανό η τακτική της προσωρινής πολεοδομίας να χρησιμοποιηθεί ως ένα εργαλείο για την εύρεση μιας συγκεκριμένης μακροπρόθεσμης λύσης, γεγονός που θα σημαίνει την απώλεια του προσωρινού της χαρακτήρα. Έτσι ακόμα και η θεσμοθέτηση των δράσεων του Tactical Urbanism, είναι φανερό ότι μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τις δυνατότητες και τα ιδιαίτερα στοιχεία του, όπως ο αυθορμητισμός που χαρακτηρίζει τις παρεμβάσεις. Παράλληλα, από τεχνική και πρακτική άποψη, ιδιοκτήτες και δημοτικές αρχές επιδεικνύουν πολλές φορές ενδοιασμούς για πιθανές νομικές επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν. Επίσης, είναι γεγονός πως μέχρι τώρα η προσωρινή χρήση χώρων επιλέγεται ως λύση σε δύσκολες συνθήκες ή περιόδους έκτακτης ανάγκης και για αρκετούς συνδέεται άμεσα με την έλλειψη χώρου και δυνατότητας ανάπτυξης. Κι ενώ διανύουμε μια περίοδο οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, θα ήταν πολύ επικίνδυνο για τον μελλοντικό σχεδιασμό των πόλεων αν φτάσουμε στην εξιδανίκευση της προσωρινής χρήσης, καθώς θα οδηγηθούμε στην απουσία σταθερότητας στον πολεοδομικό σχεδιασμό και στην βραχυπρόθεσμη επένδυση. Πολλοί κάνουν λόγο για την μελλοντική έλλειψη ποιοτικών επενδύσεων, ως απόρροια του σύντομου χρονικού διαστήματος ενός έργου προσωρινής πολεοδομίας. Ακόμη, έχει παρατηρηθεί πως αρκετές φορές δράσεις και παρεμβάσεις διαφόρων ομάδων δεν λειτουργούν ως βασικό πολεοδομικό εργαλείο, αλλά καταλήγουν να εξυπηρετούν οικονομικούς σκοπούς τρίτων. Έτσι, καθώς παρουσιάζεται ενδιαφέρον ως προς μια υποβαθμισμένη περιοχή και σημειώνεται βελτίωση στην εικόνα της, είναι πολύ εύκολο να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για τον εξευγενισμό της περιοχής. Αυτό μπορεί να προκύψει ως συνδυασμός της έλλειψης ενός γενικότερου οράματος από τους κατοίκους και τους πραγματικούς χρήστες όσον αφορά τον επιθυμητό χαρακτήρα της περιοχής.
-71-
κατηγοριοποίηση έργων βάση των αποτελεσμάτων του έργου στον χώρο
stand-in Η προσωρινή χρήση δεν έχει κανένα διαρκές αποτέλεσμα στην τοποθεσία, αλλά χρησιμοποιεί τον ελεύθερο χώρο μόνο για μικρό διαθέσιμο χρονικό διάστημα. Λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ της τελευταίας χρήσης και της επόμενης. Προσέγγιση με χαμηλό αντίκτυπο κάνει την υλοποίηση ευκολότερη. ιmpulse _ ώθηση Η προσωρινή χρήση δίνει ώθηση για τη μελλοντική ανάπτυξη του τόπου. Λειτουργεί ως ενδιάμεση χρήση καθιερώνοντας ένα νέο προφίλ δραστηριοτήτων που ασκούνται μετά την λήξη της ενδιάμεσης χρήσης. consolidation _ ενοποίηση Η προσωρινή χρήση καθιερώνεται στην περιοχή και μετατρέπεται σε μόνιμη χρήση. coexistence _ συνύπαρξη Η προσωρινή χρήση συνεχίζει να υπάρχει (σε μικρότερο κλίμακα) ακόμη και μετά την καθιέρωση μιας επίσημης μόνιμης χρήσης. parasite Η προσωρινή χρήση αναπτύσσεται σε εξάρτηση από τις υπάρχον μόνιμες χρήσεις και εκμεταλλεύεται τη διαθεσιμότητα του χώρου και τις δυνατότητες της υφιστάμενης μακροχρόνιας χρήσης λειτουργώντας δίπλα της. subversion _ ανατροπή Η προσωρινή χρήση καταλαμβάνει στρατηγικά τους χώρους μακροχρόνιων χρήσεων, μέσω καταλήψεων ως πολιτική δράση, προκειμένου να τους μετατρέψει. Παρόλο που τέτοιες χρήσεις έχουν μικρή διάρκεια ζωής τα αποτελέσματά τους είναι αξιοσημείωτα, στοχεύοντας στην αλλαγή των θεσμικών οργάνων. Στην περίπτωση των καταλήψεων διαφορετικές χρήσεις εγκαθίστανται. pioneer _ πρωτοπόρος Η προσωρινή χρήση καταλαμβάνει πρώτη παράνομα αχρησιμοποίητο έδαφος. Με την επιτυχία της προσωρινής χρήσης, οι δραστηριότητες συνεχίζονται επ’ αόριστον και μετατρέπονται σε όλο και πιο μόνιμες μορφές. displacement _ μετατόπιση Οι μόνιμες χρήσεις εκτοπίζονται προσωρινά και επιστρέφουν στην μόνιμη θέση τους βελτιωμένες. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου εγκαθίστανται αυτοσχέδιες προσωρινές χρήσεις. Η προσωρινή μετατόπιση μπορεί να δημιουργήσει ερεθίσματα για την αναζωογόνηση.
-72-
βάση τον φορέα υλοποίησης και τη νομιμότητα του έργου
έργα με πρωτοβουλίες πολιτών Πρόκειται για αυθόρμητες και ανεξάρτητες παρεμβάσεις πολιτών με στόχο την δημιουργία τόπων, κυρίως στο επίπεδο της γειτονιάς τους, που ανταποκρίνονται στις καθημερινές ανάγκες τους και τους προσφέρουν ένα ευχάριστο καθημερινό περιβάλλον. Οι πολίτες συχνά πραγματοποιούν δράσεις και έργα προσωρινών χρήσεων, άλλες φορές νόμιμα και άλλες υπό την απειλή κυρώσεων. Παρόλο που οι υπεύθυνοι σχεδιασμού έχουν ευθύνη για τη διαχείριση και τη διαφύλαξη της δημόσιας ασφάλειας, θα ήταν καλό να εξετάζονται οι ιδέες και οι προθέσεις πίσω από τις ενέργειες των πολιτών, με σκοπό την «ανανέωση» της επικρατούσας πρακτικής σχεδιασμού. Οι ιδέες των πολιτών μπορεί να αξιοποιηθούν από τις κυβερνήσεις και να ενσωματωθούν στην πρακτική του σχεδιασμού. προσωρινά έργα με πρωτοβουλία φορέων για την ανάδειξη των περιοχών Ιδιώτες επιχειρηματίες και μη κερδοσκοπικοί φορείς αναπτύσσουν προσωρινά έργα για την κάλυψη των αναγκών των κατοίκων της περιοχής και την ανάδειξή της. Ωστόσο, δεν είναι πάντα πρόθυμοι να επενδύσουν χρόνο και πόρους σε έργα τακτικής πολεοδομίας. Για τον λόγο αυτό, οι πρωτοβουλίες που επιθυμούν να ενθαρρύνουν νέα μοντέλα κοινωνικής και οικονομικής και να προωθήσουν τις δράσεις του Tactical Urbanism, στηριζόμενοι σε χρηματοδοτήσεις ιδιωτών, θα πρέπει να πειραματιστούν και να αποδείξουν τις δυνατότητες και τα οφέλη των προσωρινών χώρων και χρήσεων. προσωρινά έργα υλοποιούμενα από την κυβέρνηση Συχνές είναι πλέον και οι περιπτώσεις όπου οι κυβερνήσεις ή οι τοπικές αρχές προωθούν προσωρινά έργα για την αναβάθμιση κάποιων περιοχών καθώς και της ποιότητας ζωής των κατοίκων τους. Αυτά τα έργα που υλοποιούνται δοκιμαστικά θέτουν τις βάσεις έτσι ώστε αν έχουν θετικές επιδράσεις, να μπορούν να καθιστούν μόνιμα σε βάθος χρόνου.διαφορετικές χρήσεις εγκαθίστανται.
-73-
βάση τη διάρκεια ζωής του έργου
meet-ups εκδηλώσεις και flash mobs ενέργειες [guerrilla urbanism] H κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τις πρακτικές DIY και πολλές φορές αναφέρεται με τον όρο guerrilla urbanism (αντάρτικη πολεοδομία). Οι αστικές επεμβάσεις για την επίλυση προβλημάτων ή για την ανάπτυξη ενός χώρου δημιουργούνται από πρωτοβουλίες κατοίκων, συνήθως χωρίς την έγκριση της εκάστοτε δημοτικής αρχής. Οι δράσεις αυτές πραγματοποιούνται σε σύντομο χρονικό διάστημα και συνήθως εμφανίζονται με την δημιουργία ποδηλατοδρόμων, την εγκατάσταση ειδικών σημάνσεων ή καθιστικών χώρων και έργων τέχνης. Μετατρέπονται έτσι είτε δρόμοι είτε ανενεργοί δημόσιοι χώροι, με σκοπό την ύπαρξη κοινωνικών, αθλητικών και εκπαιδευτικών δράσεων, στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των meet-ups εκδηλώσεων. Πρόκειται για εκδηλώσεις, οι οποίες προωθούν την συνεργασία μεταξύ των κατοίκων της περιοχής και στοχεύουν στην ανάπτυξη ισχυρότερων δεσμών μεταξύ τους. Επίσης, συχνά πραγματοποιούνται flash mobs ενέργειες, αυτές δηλαδή που δεν είναι προγραμματισμένες αλλά οργανώνονται μέσω των κοινωνικών μέσων μαζικής επικοινωνίας. Σε αυτές παρατηρείται πως μια ομάδα ανθρώπων συγκεντρώνεται ξαφνικά σε δημόσιο χώρο και εκτελεί αυθόρμητα κάποια ασυνήθιστη πράξη για ένα σύντομο χρονικό διάστημα. pop up εκδηλώσεις Αυτό το είδος των προσωρινών χρήσεων περιλαμβάνει εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται συγκεκριμένες ημέρες, σε όλο τον κόσμο και είναι αφιερωμένες στο Tactical Urbanism, με σκοπό τη συνεχή διάδοση και εξέλιξη του κινήματος. Η καθιέρωση των εκδηλώσεων ως ετήσια «γιορτή» προϋποθέτει την ανάπτυξη των σχέσεων των κατοίκων με το σύνολο της κοινότητας και έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση των δημόσιων χώρων κατά τις επιθυμίες των περισσοτέρων. Η εξέλιξη που παρατηρείται χρόνο με το χρόνο είναι όλο και μεγαλύτερη, τόσο όσον αφορά τη συμμετοχή των πολιτών στις δράσεις, αλλά και στο μέγεθος και τη διάρκεια της ίδιας της εκδήλωσης εργαστήρια σχεδιασμού ή δραστηριοτήτων _ εκδηλώσεις στους δρόμους Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται δράσεις που περιλαμβάνουν την προσωρινή μετατροπή δρόμων ή πλατειών, τον σχεδιασμό διαβάσεων ή ποδηλατοδρόμων με προσωρινές βαφές, ώστε να αποδοθεί μια διαφορετική εικόνα στα στοιχεία του δημόσιου χώρου. Έτσι οι κάτοικοι μπορούν να συμμετέχουν και να προτείνουν, να σχεδιάσουν και να κατασκευάσουν νέα έργα μικρής κλίμακας. Αποκτούν λοιπόν τη δυνατότητα να βιώσουν διαφορετικές εμπειρίες και να οραματιστούν την εξέλιξη των κοινοτήτων τους. Αυτές οι δράσεις, ανάλογα με τον φορέα που τα εκπονεί, είτε επιτρέπονται και θεωρούνται νόμιμα είτε αποτελούν σημεία διαφωνίας με τις τοπικές αρχές και επωμίζονται κυρώσεις.
-74-
χώροι προσωρινής χρήσης για τους πολίτες Οι χώροι προσωρινής χρήσης για τους πολίτες περιλαμβάνουν ενέργειες για τη διαμόρφωση προσωρινών πλατειών, χώρων πρασίνου, ώστε να επεκταθεί ο χώρος που ανήκει στους πεζούς. Πρόκειται για έργα σχετικά χαμηλού κόστους και αρκετά μεγάλου χρόνου ζωής, καθώς οι παρεμβάσεις αυτές συνήθως ξεκινούν με τη χρήση φθηνών υλικών, αλλά αν η κοινότητα τις υποστηρίξει και τις συντηρήσει, μπορούν να μετατραπούν σε μόνιμες. Συνήθως εμφανίζονται με τη μορφή Parklet, τα λεγόμενα πάρκα τσέπης, που συχνά αποτελούν επεκτάσεις του πεζοδρομίου, τα οποία αποδίδουν ξανά τον δημόσιο χώρο στους πεζούς, αποτρέποντας την τυχαία στάθμευση αυτοκινήτων και την επέκταση ιδιωτικών χρήσεων. Η διαδικασία που συνήθως ακολουθείται, επιτρέπει την παράκαμψη γραφειοκρατικών ρυθμίσεων, ώστε το έργο να υλοποιηθεί και να δοθεί στην πόλη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Έτσι οι κάτοικοι μπορούν να δοκιμάσουν τα αποτελέσματα κάθε επέμβασης στην καθημερινότητα τους και σε πολλές περιπτώσεις να απαιτήσουν και να κερδίσουν την άδεια για την μονιμοποίηση τους από τις αρμόδιες αρχές και το κράτος.
-75-
εγχειρίδιο οδηγίες προς σχεδιαστές
συνεργασία με πρωτοβουλίες πολιτών Οι πολίτες συχνά πραγματοποιούν δράσεις/έργα τακτικής πολεοδομίας, είτε νόμιμα είτε υπό την απειλή κυρώσεων. Παρόλο που οι υπεύθυνοι σχεδιασμού έχουν ευθύνη για τη διαχείριση και τη διαφύλαξη της δημόσιας ασφάλειας, θα ήταν καλό να εξετάζονται οι ιδέες και οι προθέσεις πίσω από τις ενέργειες των πολιτών, με σκοπό την «ανανέωση» της επικρατούσας πρακτικής σχεδιασμού. _Αντίσταση σε αντιδράσεις και αμφισβήτηση δράσεων υπό την ηγεσία των πολιτών: Θεωρήστε ότι ένα σχέδιο που βασίζεται στους πολίτες μπορεί να ανταποκρίνεται σε μια ανεκπλήρωτη ανάγκη ή επιθυμία της εκάστοτε κοινότητας. _Μεταφορά γνώσης/εκπαίδευση των πολιτών σχετικά με τους υφιστάμενους κανονισμούς: Δημιουργήστε έναν οδηγό για να επισημάνετε τις υπάρχουσες δημοτικές διαδικασίες ή να διευκολύνετε ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης των πολιτών. _Αξιοποίηση της ενέργειας και της δημιουργικότητας των πολιτών: Αξιοποιήστε την υφιστάμενη συμμετοχή των πολιτών και ενθαρρύνετε τους να συνεργαστούν με τους συναδέλφους τους σε τοπικά θέματα. _Εύρεση τρόπων/λύσεων για τη διευκόλυνση των πρωτοβουλιών των πολιτών: Αναπτύξτε πιλοτικές πρωτοβουλίες υπό την ηγεσία της κοινότητας στο πλαίσιο των υφιστάμενων πολιτικών. Σε αυτή τη διαδικασία είναι απαραίτητη η συμμετοχή των πολιτών, υπό την δική σας παρότρυνση. _Δημιουργία τυποποιημένης διαδικασίας: Εξασφαλίστε ότι τα νέα τυποποιημένα προγράμματα και διαδικασίες περιγράφουν το ρόλο και την ευθύνη όλων των εμπλεκόμενων φορέων. _Καθορισμός ενός κεντρικού συνδέσμου επικοινωνίας ή κοινότητας: Προσδιορίστε συγκεκριμένη ομάδα προσωπικού, υπεύθυνη για απαντήσεις σε ερωτήσεις και προβληματισμούς των πολιτών σχετικά με ρυθμιστικά θέματα και ζητήματα πολιτικής. παρουσίαση δυνατοτήτων Ιδιώτες και μη κερδοσκοπικοί φορείς δεν είναι πάντα πρόθυμοι να επενδύσουν χρόνο και πόρους σε προγράμματα πιλοτικών έργων. Γι’ αυτό πόλεις που επιθυμούν να ενθαρρύνουν νέα μοντέλα κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης και να προωθήσουν τις δράσεις του Tactical Urbanism, θα πρέπει να πειραματιστούν και να αποδείξουν τις δυνατότητες και τα οφέλη των προσωρινών χώρων και χρήσεων. _Ενίσχυση της επικοινωνίας και των διασυνδέσεων μεταξύ των φορέων: Διοργανώστε συναντήσεις ιδιωτικών, δημόσιων και μη κερδοσκοπικών φορέων για τη συζήτηση νέων τρόπων αντιμετώπισης των τοπικών αναγκών
-76-
_Πρόταση για δοκιμαστική παρέμβαση: Προσφέρετε πρώτα τα έργα ως πιλοτικά προγράμματα σε δημόσιους χώρους και ιδιοκτησίες. _Ένταξη στην επίσημη διαδικασία αδειοδότησης: Συνεργαστείτε με τις δημοτικές αρχές της πόλης για να επιλύσετε τυχόν ρυθμιστικά προβλήματα και επικαλεστείτε ειδικά τοπικά διατάγματα. _Συνεργασία με συναφείς ομάδες της κοινότητας: Επιδιώξτε την συνεργασία πολιτών και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων στα πιλοτικά έργα, τόσο για να αποτελούν συλλογική και ολοκληρωμένη πρόταση που εκφράζει το σύνολο, καθώς και για να αυξηθεί η αξιοπιστία και το τοπικό ενδιαφέρον. _Μοιραστείτε τι μαθαίνετε: Αναπτύξτε ένα πλαίσιο από τα διδάγματα που μάθατε και μοιραστείτε το με τους δημόσιους και ιδιωτικούς συνεργάτες, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν καλύτερα τα έργα. _Προσπάθεια για «γρήγορες νίκες» κατά το σχεδιασμό: Προγραμματίστε και κινητοποιηθείτε με ενέργειες που είναι εύκολο να επιτευχθούν και βασιστείτε σε αυτές ούτως ώστε να δημιουργηθεί ένα δυναμικό ενεργό κλίμα και να κερδηθεί η υποστήριξη της κοινότητας. δημιουργία εσωτερικής αγοράς Μερικές φορές η πρόκληση για τους σχεδιαστές που επιθυμούν να δοκιμάσουν νέες ιδέες, δεν είναι τόσο η αποδοχή από τα ενδιαφερόμενα μέλη της κοινότητας, αλλά η υποστήριξη από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Δεδομένου ότι τα περισσότερα project αναφέρονται στο δημόσιο χώρο, είναι μάλλον χρήσιμη η συνεργασία με ορισμένους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης. _Προεργασία: Ενημερωθείτε για τις ανάγκες μεμονωμένων τμημάτων της πόλης σε σχέση με νέα έργα (απαιτήσεις αδειών, εκτιμήσεις ευθύνης) _Αναζήτηση υποστήριξης: Προσεγγίστε άλλους φορείς και κοινοτικές ομάδες ούτως ώστε να κερδίσετε εξ αρχής την βοήθεια και συμμετοχή τρίτων που χρειάζεστε. _Γνωστοποίηση του μεγαλύτερου στόχου της δράσης: Επιδείξτε τον τρόπο με τον οποίο ένα έργο θα ανταποκριθεί σε μια αποδεδειγμένη ανάγκη της κοινότητας ή σε ενδεχόμενους προβληματισμούς. _Αξιοποίηση λανθασμένων επιλογών: Όπου δεν τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια του έργου, πειραματιστείτε με μετρημένους κινδύνους και μελετήστε από τις επιπτώσεις. _Προώθηση διαλόγου: Οργανώστε συζητήσεις και συνελεύσεις για την ανταλλαγή νέων σχεδίων και την προώθηση της καινοτόμου σκέψης. Συνεργαστείτε για να αντιμετωπίσετε τις ανησυχίες και να βρείτε λύσεις. προσαρμογή ιδεών σε άλλο περιβάλλον Οι σχεδιαστές του Tactical Urbanism συχνά εμπνέονται από έργα που ήδη έχουν πραγματοποιηθεί σε άλλες πόλεις. Η παρατήρηση τέτοιων δράσεων είναι σημαντική, ωστόσο οι σχεδιαστές θα πρέπει να εξετάζουν σε κάθε περίπτωση το πώς το ίδιο έργο μπορεί να ανταποκριθεί επιτυχές σε άλλες κοινωνικές και χωρικές συνθήκες.
-77-
_Αξιολόγηση με κριτικό πνεύμα καινοτόμα έργα σε άλλες πόλεις: Εξετάστε εάν ένα έργο είναι σχετικό με το περιβάλλον σας και αν ανταποκρίνεται σε μια τοπική ανάγκη ή επιθυμία που έχει εντοπιστεί. _Διοικητική μέριμνα: Εξετάστε πώς παρόμοια έργα έχουν ενσωματωθεί σε κανονισμούς μιας άλλης πόλης και στον δημοτικό προγραμματισμό. _Αποδοχή συμβουλών από τους πολίτες κατά τη δημιουργία και τη δοκιμή νέων προγραμμάτων: Αξιολογήστε το τοπικό ενδιαφέρον και υποστήριξη για τα έργα. Προσδιορίστε εάν απαιτούνται τροποποιήσεις για να ανταποκριθούν στις τοπικές ανάγκες. _Επιδίωξη συνεχούς ενδιαφέροντος από κοινοτικές ομάδες: Προσπαθήστε να παρακολουθείτε συνεχώς τον τρόπο λειτουργίας των πιλοτικών έργων και πραγματοποιήστε τις αναγκαίες προσαρμογές. _Μέτρηση του αντίκτυπου: Συγκεντρώστε δεδομένα σχετικά με διαφορετικούς δείκτες για να διαπιστώσετε εάν τα έργα ανταποκρίνονται στον προορισμό τους (π.χ. ζωντάνια στο δρόμο, επιπτώσεις στην κυκλοφορία και στις επιχειρήσεις). χρήση υφιστάμενων πόρων Η δημιουργία νέων δημοτικών προγραμμάτων και πολιτικών απαιτεί συχνά χρόνο και πόρους, γεγονός που συνήθως λειτουργεί αρνητικά για την ταχεία υλοποίηση ενός έργου. Ο αργός ρυθμός γραφειοκρατίας μπορεί να αποθαρρύνει και να αποτρέψει τους ιδιωτικούς ή δημόσιους φορείς από το να δοκιμάσουν και να στηρίξουν μια καινοτόμα προσπάθεια. Έτσι, οι σχεδιαστές είναι καλό να χρησιμοποιούν όσο το δυνατό πιο έξυπνα, υπάρχουσες πολιτικές και καθορισμένες χρήσεις γης. _Αξιολόγηση των υφιστάμενων ανεπαρκώς αξιοποιημένων δημόσιων πόρων: Προσδιορισμός των ιδιόκτητων χώρων και δημόσιων εγκαταστάσεων που μπορούν να φιλοξενήσουν πειραματικά έργα. _Αναζήτηση δυνατοτήτων προσαρμογής του έργου στον τρόπο διαχείρισης των δημοτικών φορέων : Προσδιορίστε εάν ο δημόσιος χώρος μπορεί να αντιμετωπιστεί διαφορετικά για να καλύψει τις ανάγκες της κοινότητας. _Προσαρμογή σε υφιστάμενους κανονισμούς: Εξετάστε αν οι τρέχουσες άδειες και οι κανονισμοί μπορούν να καλύψουν τις νέες χρήσεις και δραστηριότητες. _Ελαχιστοποίηση κινδύνων: Προσδιορίστε τις ελάχιστες τροποποιήσεις ή ενέργειες που απαιτούνται για να επιτρέψετε τη χρήση ενός χώρου ή την έκδοση μιας άδειας. _Γνωστοποιήστε τις ευκαιρίες: Ενημερώστε τους πολίτες και τις κοινοτικές οργανώσεις για νέες ευκαιρίες και δυνατότητες, καθώς και πώς να αποκτήσουν πρόσβαση.
-78-
-79-
παλέτα εργαλείων
εξοπλισμός σήμανσης δρόμων
επεμβάσεις σε επιφάνειες
-80-
-81-
έπιπλα δημόισου χώρου
φυτέυσεις
πινακίδες σήμανσης
-82-
-83-
tactics OPEN STREETS PLAY STREETS BUILD A BETTER BLOCK PARK(ING) DAY GUERILLA GARDENING POP-UP RETAIL PAVEMENT TO PLAZAS PAVEMENT TO PARKS POP-UP CAFES DEPAVE CHAIR BOMBING FOOD CARTS/TRUCKS SITE PRE-VITALIZATION POP-UP TOWN HALL INFORMAL BIKE PARKING INTERSECTION REPAIR AD-BUSTING RECLAIMED SETBACKS PARK MOBILE WEED BOMBING MOBILE VENDORS MICRO-MIXING PARK-MAKING-POP UP PARKS CAMPS
περιπτώσεις μελέτης
open streets Το Open streets, αποτελεί ένα εγχείρημα της τακτικής πολεοδομίας που στοχεύει στην παραχώρηση των δρόμων στους πεζούς. Οι δρόμοι παραμένουν προσωρινά κλειστοί για την κυκλοφορία των αυτοκινήτων και έτσι μπορούν οι πολίτες να τους χρησιμοποιήσουν για άλλες δραστηριότητες όπως περπάτημα, ποδηλασία, τρέξιμο, εκδηλώσεις και παιχνίδια. Το κίνημα αυτό, διαδίδεται με έντονους ρυθμούς σε όλες τις πόλεις του κόσμου που αναζητούν νέους και διασκεδαστικούς τρόπους για την επίτευξη περιβαλλοντικών, κοινωνικών, οικονομικών και δημόσιων στόχων υγείας. Σύμφωνα με έρευνες, η ένταξη δράσεων του Open Streets έχει αναπτύξει μια σειρά θετικών αποτελεσμάτων στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων και των πόλεων. Αρχικά, οι πολίτες αποκτούν συνήθειες που τους καθιστούν σωματικά δραστήριους. Έτσι, μετά τη συμμετοχή τους σε κάποια δραστηριότητα, ενθαρρύνονται και πολλές φορές αντικαθιστούν τις καθημερινές μετακινήσεις τους με αυτοκίνητο, με αυτές όπως η ποδηλασία ή το περπάτημα. Επίσης, γίνεται άμεσα αντιληπτό σε όλους, το γεγονός ότι οι πόλεις σήμερα υποφέρουν από την κυκλοφοριακή συμφόρηση. Η αποτροπή της χρήσης του αυτοκινήτου, έστω και προσωρινά βοηθάει στην ανάπτυξη μιας οικολογικής συνείδησης και συμμετέχει στην προστασία του περιβάλλοντος. Τέλος, το Open Streets, συντελεί στην δημιουργία δεσμών μεταξύ των κοινοτήτων με μια ιδιαίτερη πολιτιστική ταυτότητα και παράλληλα προσδίδει στους πολίτες ένα αίσθημα κοινωνικής δέσμευσης. Οι «ανοιχτοί δρόμοι» παρέχουν ένα νέο είδος δημόσιου χώρου, ικανό να κινητοποιήσει τους κατοίκους και τους καθιστά ικανούς να αντιληφτούν την πόλη και τις δυνατότητες της υπό μία διαφορετική σκοπιά.
Σκοπός: Προσωρινή παροχή ασφαλών χώρων για περπάτημα, ποδηλασία, πατινάζ και κοινωνικές δραστηριότητες. προώθηση της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης και την ευαισθητοποίηση σχετικά με τις επιζήμιες επιπτώσεις του αυτοκινήτου στην αστική διαβίωση. Υποστηρικτές: Δημοτικές Αρχές_Μη Κέρδοσκοπικές Οργανώσεις_ Κάτοικοι_ Εθελοντές Κλίμακα: Πόλη_Γειτονιά_Δρόμος
-86-
A ciclovia in New Orleans? G. Chapin Studios www.gchapinstudios.com
“People traffic replaces car traffic, and the streets become ‘paved parks’ where people of all ages, abilities, and social, economic, or ethnic backgrounds can come out and improve their mental, physical, and emotional health.“ Gill Peñalosa, Executive Director, 8-80 Cities
-87-
park[ing] day Το Park (ing) Day είναι μια ετήσια εκδήλωση, κατά την οποία επιλέγονται υπαίθριοι καθορισμένοι χώροι στάθμευσης, και καλλιτέχνες, σχεδιαστές και πολίτες, τους μετατρέπουν σε μικρά πάρκα, με κινητά τραπεζοκαθίσματα και ειδικά διαμορφωμένες φυτεύσεις. Έχει καθιερωθεί ως ένα έργο της προσωρινής πολεοδομίας, «ανοικτού κώδικα» για το οποίο συντάχθηκε ένα εγχειρίδιο για να έχουν την δυνατότητα και άλλοι πολίτες να ενημερωθούν και να δημιουργήσουν τα δικά τους πάρκα. Το Park (ing) Day δημιουργήθηκε για να αναπτυχθούν νέες δραστηριότητες στους δημόσιους χώρους της πόλης και να προκαλέσει μια κριτική εξέταση των αξιών που παράγουν τη μορφή του αστικού δημόσιου χώρου. Στόχος της δράσης είναι να αναδείξει την αναγκαιότητα ύπαρξης ανοιχτού ελεύθερου χώρου εντός των πόλεων για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων και να δημιουργήσει προβληματισμούς σχετικά με το πώς ο δημόσιος χώρος έχει διαμορφωθεί και διατεθεί, και κατά πόσο ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κάθε κοινότητας. Επιπλέον επιδιώκεται η προώθηση της ενεργού συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου, μέσω νέων συστημάτων συνεργασίας πολιτών, ακτιβιστών και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων. Τέλος, προσπαθεί να οδηγήσει τους πολίτες και τους σχεδιαστές στην ανακάλυψη καινοτόμων τρόπων διαμόρφωσης του περιβάλλοντος εντός των πόλεων. Τέτοιες ενέργειες έχουν αυξηθεί διεθνώς σε εκατοντάδες πόλεις. Από το 2005, το park (ing) day έχει εξελιχθεί σε ένα παγκόσμιο κίνημα, με τις οργανώσεις και τα άτομα να δημιουργούν νέες μορφές προσωρινής διαμόρφωσης του δημόσιου χώρου σε αστικά περιβάλλοντα για την αντιμετώπιση των κοινωνικών ζητημάτων.
Σκοπός: Να ανακτηθεί ο χώρος που αφιερώνεται στα αυτοκίνητα και να αυξηθεί η ζωτικότητα της ζωής στο δρόμο. Υποστηρικτές: Κοινοτικές ομάδες_Μη Κερδοσκοπικές Οργανώσεις_Κάτοικοι_ Εθελοντές Κλίμακα: Γειτονιά_Δρόμος
-88-
-89-
play streets Το Play Streets, προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει το δημόσιο δικαίωμα για δραστηριότητες που σχετίζονται με την ψυχαγωγία των πολιτών. Δημιουργεί μια δημόσια “παιδική χαρά” μέσα σε χώρους που κατά βάση χρησιμοποιούνται για τη μετακίνηση και την στάθμευση αυτοκινήτων. Συνήθως, οι δράσεις του Play Streets εμφανίζονται για μικρό χρονικό διάστημα και βρίσκονται συχνά δίπλα σε σχολεία ή σε γειτονιές όπου ο ανοικτός δημόσιος χώρος είναι λιγοστός. Οι «δρόμοι παιχνιδιού» αποτελούν έναν χρήσιμο τρόπο για την οικοδόμηση υγιέστερων και πιο συνεκτικών κοινοτήτων. Ανέκαθεν οι δημόσιοι ανοιχτοί χώροι φιλοξενούσαν ομαδικές και αθλητικές δραστηριότητες. Έτσι και με το Play Streets η ζωή της πόλης μεταφέρεται σε ανοιχτούς χώρους, οι πολίτες συναντιούνται, παίζουν και κοινωνικοποιούνται ξανά. Πολλές κοινότητες, έχουν εντάξει πλέον το Play Streets σε εβδομαδιαία βάση και οργανώνουν δράσεις και παιχνίδια, αναπτύσσοντας την αίσθηση και τα όρια της γειτονιάς τους. Έχουν δημιουργηθεί έτσι δρόμοι, συνήθως ήσυχοι χωρίς τμήματα δημόσιων συγκοινωνιών, οι οποίοι υποστηρίζονται τόσο από τους κατοίκους όσο και από τις δημοτικές αρχές ώστε να λειτουργούν ως δημόσιες εκτονώσεις, επιτρέποντας στα παιδιά να παίξουν ελεύθερα χωρίς κίνδυνο. Οι κάτοικοι ενός δρόμου γνωρίζονται ξανά και αναπτύσσουν δεσμούς γειτονιάς, όπου μπορούν να συζητήσουν προβληματισμούς σχετικά με την εικόνα και τη ζωή της κοινότητας τους, καθώς και να οργανώσουν και άλλες δραστηριότητες με βάση τις κοινές ανάγκες τους.
Σκοπός: Να δημιουργηθούν ασφαλείς χώροι για τους ανθρώπους όλων των ηλικιών, ώστε να είναι κοινωνικοί και δραστήριοι. Υποστηρικτές: Σύλλογοι γειτονιάς Κλίμακα: Γειτονιά_Δρόμος
-90-
-91-
guerilla gardening Το Guerilla gardening ξεκίνησε από την Liz Christy και την ομάδα Green Guerilla το 1973 και σήμερα αποτελεί ένα διεθνές κίνημα κηπουρικής ανοιχτών χώρων. Οι δράσεις του guerilla gardening κρίνονται συνήθως άνομες, καθώς οι εμπλεκόμενοι δρουν είτε σε δημόσιους είτε σε ιδιωτικούς χώρους χωρίς άδεια. Ωστόσο, πεδίο δράσης του κινήματος αποτελούν συνήθως τα τμήματα εκείνα της πόλης που είναι κενά, χωρίς χρήση ή δεν έχουν αξιοποιηθεί ως μικροί χώροι πρασίνου ενώ παρουσιάζουν τέτοια δυνατότητα (π.χ. νησίδες με σήματα οδικής κυκλοφορίας). Οι δράσεις του guerilla gardening αποσκοπούν στην άμεση επανεξέταση των κενών χώρων της πόλης, στην ευαισθητοποίηση για κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των βιώσιμων συστημάτων διατροφής, της διαχείρισης των αστικών ομβρίων, της βελτίωσης της αισθητικής της γειτονιάς και της δύναμης της βραχυπρόθεσμης και συνεργατικής τοπικής δράσης. Κατά την εφαρμογή των δράσεων, οι κηπουροί συχνά αναλαμβάνουν δράση τη νύχτα, χωρίς να κινδυνεύουν να πιαστούν από τις αρχές, όπου φυτεύονται και φροντίζονται οι κήποι. Το Guerilla gardening αποτελεί μια εξαιρετική τακτική για την βελτίωση της εικόνας μιας αστικής γειτονιάς. Έχει παρατηρηθεί ότι οι κήποι φροντίζονται συνεχώς για χρόνια από κατοίκους και εθελοντές, μετά την πρώτη τους δημιουργία, αλλά πάντα παράνομα. Ωστόσο, έπειτα από την μεγάλη αποδοχή των δράσεων, οι δημοτικές αρχές αρχίζουν να τις εντάσσουν στο νόμιμο πλαίσιο μακροπρόθεσμου σχεδιασμού των κοινοτήτων
Σκοπός: Δημιουργία περισσότερων χώρων πρασίνου και δράσεων κηπουρικής στο αστικό περιβάλλον Υποστηρικτές: Σύλλογοι γειτονιάς _Κάτοικοι_Εθελοντές Κλίμακα: Γειτονιά_Σημειακές επεμβάσεις
-92-
-93-
pop up parks Η ιδέα των Pop Up Parks εμφανίστηκε ύστερα από τις δράσεις του park(ing)day κατά τις οποίες δημιουργήθηκαν προσωρινά μικρά πάρκα και πλατείες. Οι κάτοικοι και οι ενδιαφερόμενοι προχώρησαν σε προσπάθειες δημιουργίας πάρκων, μεγαλύτερου μεγέθους με σκοπό την μόνιμη ένταξη τους στους δημόσιους χώρους πρασίνου. Και σε αυτή την περίπτωση μελέτης, αναγνωρίζουμε ότι η ανάπτυξη μιας τέτοιας δράσης μπορεί εύκολα, οικονομικά και άμεσα να καλύψει την ανάγκη και την επιθυμία των πολιτών για περισσότερους ελεύθερους χώρους πρασίνου, όπου μπορούν να φιλοξενηθούν δραστηριότητες και εκδηλώσεις, καθώς επίσης και να συμβάλλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη των δήμων και κατ επέκταση της πόλης. Η έλλειψη μεγάλης έκτασης αδόμητων χώρων στις πόλεις καθώς και ο οικονομικός περιορισμός, έχει οδηγήσει στη μείωση των αναπλάσεων σε χώρους πρασίνου εντός των πόλεων. Τα Pop Up Parks έρχονται έτσι να δημιουργήσουν και να θέσουν προβληματισμούς σχετικά με τα θετικά αποτελέσματα, τόσο στον δημόσιο χώρο όσο και στην καθημερινή ζωή των πολιτών, από την ύπαρξη πολλών, έστω και μικρών πάρκων στον πυκνοδομημένο ιστό των πόλεων. Στο πλαίσιο των δράσεων των πάρκων τσέπης, δοκιμάζονται συνήθως με πρωτοβουλία τοπικών κοινοτήτων και ακτιβιστών, αλλά και με την υποστήριξη των δημοτικών αρχών, πιλοτικές μεταμορφώσεις αδόμητων και μη λειτουργικών δημόσιων χώρων, σε χώρους πρασίνου και στάσης. Την φροντίδα και την εξέλιξη των νέων αυτών πάρκων, αναλαμβάνουν συχνά οι ίδιοι οι πολίτες, επιδιώκοντας την οικειοποίηση τους και τη μελλοντική τους επέκταση.
Σκοπός: Ανάκτηση μη χρησιμοποιούμενων αστικών χώρων, ως δημόσια μικρά πάρκα, χωρίς μεγάλες οικονομικές δαπάνες Υποστηρικτές: Δημοτικές Αρχές_Σύλλογοι γειτονιάς_Κάτοικοι_Εθελοντές_ Ακτιβιστές_Καλλιτέχνες Κλίμακα: Γειτονιά_Δρόμος
-94-
-95-
site pre-vitalization Το Site Pre-vitalization αποτελεί μία δράση προσωρινής αναζωογόνησης ενός ανεκμετάλλευτου αδόμητου οικοπέδου. Αυτή η τακτική εγκαθιστά συνήθως μια ποικιλία χρήσεων γης, όπως πολιτισμού, τοπικού εμπορίου, εστίασης και αναψυχής. Τέτοιες δράσεις αποσκοπούν συνήθως στην οικονομική ανάπτυξη μιας περιοχής μέσω της ευαισθητοποίησης της κοινότητας σχετικά με τη μακροπρόθεσμη δυναμική του χώρου και της υποστήριξης των τοπικών επιχειρηματιών. Οι χρήσεις του Site Pre-vitalization περιλαμβάνουν συχνά δημόσιες αγορές, εκθέσεις τέχνης και στούντιο, κοινοτικά φεστιβάλ, θεματικούς κήπους, εγκαταστάσεις λιανικού εμπορίου, υπαίθριες αγορές και άλλα προσωρινά προγράμματα ικανά να προσφέρουν νέες εμπορικές δραστηριότητες σε μια περιοχή. Δοκιμάζονται έτσι οι δυνατότητες της εκάστοτε περιοχής αλλά και οι επιθυμίες των ενδιαφερόμενων μελών, με στόχο την πρόσδοση εκείνων των χαρακτηριστικών χρήσεων γης που θα έχουν αναδειχθεί, σε μια μελλοντική οικοδόμηση του χώρου.
Σκοπός: Προσωρινή ενεργοποίηση ενός κενού χώρου Υποστηρικτές: Δημοτικές Αρχές_Εθελοντές_Ακτιβιστές Κλίμακα: Γειτονιά_Κενό οικόπεδο_Κτίριο
-96-
-97-
συμπεράσματα
Εικόνα : Τα στοιχεία της οραματισμένης πόλης_ Marjetica Potro, Notes on Participatory Design 1, 2001
-98-
Γίνεται λοιπόν κατανοητή η ιδέα ότι ένας ενεργός δημόσιος χώρος δεν μπορεί να αρκεστεί στην φυσική κατασκευή ενός σχεδιασμένου αντικειμένου, αλλά ότι αναπτύσσεται συνεχώς ως κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική συνέργεια. Σύµφωνα µε τον Η. Hertzberger «ένας δρόµος στον οποίο µετέχουν οι ίδιοι οι κάτοικοι, όπου έχουν καταθέσει τα προσωπικά σηµάδια για τον εαυτό τους και τους άλλους, γίνεται κτήµα όλων και µετατρέπεται έτσι σε πραγµατικό κοινόχρηστο χώρο». Δηλαδή, ο κοινωνικός ιστός μιας γειτονιάς αναζωογονείται πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη συλλογική δημιουργία ενός τόπου συνάντησης. Συνολικά, στο πεδίο του αρχιτεκτονικού προβληματισμού εντοπίζουμε έντονα το ζήτημα της σχέσης του ανθρώπου με το αστικό περιβάλλον και κατ επέκταση με τον δημόσιο χώρο. Ατομικές και συλλογικές δραστηριότητες έχουν αναδειχθεί ως το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα πολιτικής και κοινωνικής συνοχής ενός τόπου. Κατανοούμε έτσι, ότι θα πρέπει όλοι μας να έχουμε τα ίδια δικαιώματα ώστε να συμμετέχουμε στην δημιουργία ή επανεφεύρεση της πόλης που θα ικανοποιεί τις επιθυμίες μας, όπως επισημαίνει και ο Harvey. Παράλληλα, ο αρχιτέκτονας δεν πρέπει να θεωρείται ο αποκλειστικός δημιουργός αρχιτεκτονικής. Ο κάθε χρήστης, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις αξίες του μπορεί να εμπλουτίσει ένα αρχιτεκτονικό έργο, αν ληφθεί υπόψη στο σχεδιασμό. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα σχέση μεταξύ αρχιτέκτονα και χρήστη σε μία βάση συμμετοχικού σχεδιασμού, όπου πραγματοποιείται μια αμφίδρομη επικοινωνία και μεταφορά γνώσεων. Για να επιτευχθούν, επομένως, αυτές οι αρχές του συμμετοχικού σχεδιασμού θα πρέπει ο αρχιτέκτονας, από την ακαδημαϊκή εκπαίδευση να διδάσκεται κοινωνικές και ψυχολογικές παραμέτρους του σχεδιασμού. Ακόμα, κρίνεται θεμιτό η αρχιτεκτονική εκπαίδευση να περάσει από τη θεωρία στον πραγματικό χώρο και χρόνο ώστε οι φοιτητές να επικοινωνούν με διάφορες κοινωνικές ομάδες και να ασχοληθούν με αληθινά ζητήματα χωρικού και κοινωνικού σχεδιασμού. Σήμερα η επαναδιαπραγμάτευση των όρων σχεδιασμού των αστικών κενών, μέσα από συμμετοχικές πρακτικές, πρέπει να αποτελέσει πρωταρχικό μέλημα κάθε σύγχρονης πολεοδομικής προσέγγισης με στόχο την ανάπτυξη μίας νέας νοοτροπίας και ενός ζωντανού δημόσιου χώρου. Μελετώντας το παράδειγμα του Campo de Cebada, διαπιστώνουμε τη σπουδαιότητα της διεκδίκησης δημόσιων χώρων από τους ίδιους τους κατοίκους. Ακόμη, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι θετικό, για τη ενδυνάμωση του εγχειρήματος, μέσα από πιθανές αντιπαραθέσεις, να επιτύχουμε διαδικασίες συναίνεσης για ένα κοινό στόχο με κρατικές και δημοτικές αρχές. Μια τέτοια σχέση μεταξύ πρωτοβουλιών και δημοτικών αρχών, φαίνεται ήδη να αναπτύσσεται στο πλαίσιο δράσεων του Tactical Urbanism, όπου δημοτικές αρχές, επιχειρηματίες, και εθελοντές στηρίζουν τις προσπάθειες με στόχο την επίτευξη πιο δημιουργικών για το σύνολο της πόλης αποτελεσμάτων. Η προσωρινή πολεοδομία φαίνεται, λοιπόν, να εξελίσσεται σε ένα εργαλείο για τις προτάσεις μεγαλύτερων αστικών αναπλάσεων, χωρίς βέβαια να τις αντικαθιστά, με τις πιλοτικές δράσεις να θέτονται ως υπόβαθρο των σχεδιαστικών πλάνων. Συμπερασματικά, η συμμετοχή του χρήστη στο σχεδιασμό κρίνεται απαραίτητη, καθώς μέσω αυτής επιτυγχάνεται μία διευρυμένη καθημερινή συλλογική πρακτική , η οποία μπορεί να μεταμορφώσει τις σημερινές χωρικές και κοινωνικές σχέσεις σε μια πυκνή και πολιτιστικά διαφορετική μητρόπολη.
-99-
βιβλιογραφία φοιτητικες εργασίες _ «Σύγχρονες πρακτικές συμμετοχικού σχεδιασμού» διαδικασίες ενδυνάμωσης του χρήστη και ο νέος ρόλος του αρχιτέκτονα _ Ντρενογιάννη Α., Τζήκα- Κωστοπούλου Π. _ microαρχιτεκτονική | δημοσίου χώρου _ Σακελλάρης Η., Χατζηστεφάνου Ε., 2016 _ ελεύθεροι χώροι & πράσινο _συλλογικές πρακτικές, Α.Γκίκα, 2014 _ ΑΝΤΙ-φάσεις_ Εστίαση στα κενά των Εξαρχείων, Μαστρογιάννη Α., Σταματογιάννη Μ., 2013 _ οι προσωρινές χρήσεις ως εργαλείο αστικής ανάπτυξης_ Ανδρεάδου–Λαμπρίδου Σ., 2016 _ Συμμετοχικός σχεδιασμός ξανά_προς την ανανέωση της σχέσης αρχιτέκτονα και χρήστη_ Δαμβοπούλου Α. 2013 _ Δράσεις και διεκδικήσεις ελευθέρων χώρων στο κέντρο της Αθήνας, Σ. Τσάφου, 2011 _ Συμμετοχικός σχεδιασμός & κοινοτική διαβίωση, Ι. Μαϊδάνογλου, Μ. Μπόνιου, 2017 _ Μεταλλαγές του δημόσιου χώρου...από το δημόσιο βίο στο δημόσιο χώρο, Κρεμμύδα, Μεταξά, Σαραντάκη, 2007 _ Ανάδυση και Μετασχηματισμοί. Διερευνώντας τις συλλογικότητες στη σύγχρονη μητρόπολη, Λαδά, Λόη, Γκίκα _ Αστικά κενά - η πόλη, ο χρήστης κι ο σχεδιαστής, Α. Κωνσταντίνα, 2017 _ Take a seat, μια μελέτη για την έννοια της στάσης στο δημόσιο αστικό χώρο, Μαυρίδου Μ., Τσιφτσόγλου Π., 2015
βιβλια _ Camillo Sitte_ City Planning According to Artistic Principles (1889) _ Συμμετοχικός Σχεδιασμός_ θεωρητικές διερευνήσεις Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών Μεθοδολογικές προσεγγίσεις, Αθήνα 1993, Επιμέλεια: ‘Aννη Βρυχέα, Κλωντ Λωράν _ Certeau, Michel de 1984: The Practice of Everyday Life. University of California Press, Berkeley _ Αύριο, οι πόλεις Παύλος Λέφας, Walter Siebel, Jerome Binde, Εκδόσεις Πλέθρον, 2003 _ Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης_David Harvey, Εκδόσεις ΚΨΜ. 2013 _ Lefort, C. [1988] _ Democracy and Political Theory _ Μitchell [2003] _ The Right to the City Social Justice and the Fight for Public Space _ Rossi A. [1985] _ Η Αρχιτεκτονική της Πόλης _ Lefebvre H. [1970] _ The Urban Revolution _ Gehl J. [1987] _ Life between buildings: Using Public Space _ Foucault M. _ Ουτοπίες και Ετεροτοπίες _ Robert Park [1967] _ On social control and collective behavior _ Μανουέλ Καστέλς [1980] _ Πόλη και κοινωνικοί αγώνες, εκδόσεις Αγώνας _ Rosie Parnell_ Knowledge skills and arrogance: educating for collaborative practice, Sheffield, UK _ Peter Blundell Jones, Doina Petrescu, Jeremy Till, Architecture and Participation, Architecture’s public _ Nishat Awan, Tatjana Schneider, Jeremy Till, Spatial agency: other ways of doing architecture _ Αστικό Κενό, Δράσεις 1998-2006, Συλλογικό, εκδόσεις Futura, 2007 _ Χαρτογραφώντας το ιδιώδημο_Υλικός και άυλος δημόσιος χώρος στη Νεότερη Ελλάδα, Συλλογικό, ΕΜΠ 2016 _ Public Space, Δημόσιος Χώρος...αναζητείται, συλλογικό
●
-100-
e-book _ Urban Catalysts, “Urban Catalyst : Strategies for temporary uses – potential for development of urban residual areas in European metropolises” Studio Urban Catalyst: Berlin, 2003 _ Lydon M. & Garcia A., “Tactical Urbanism: Short-term Action for Long-term Change”, 2015 _ Oswalt P.,Overmayer K. and Misselwitz P.,“Urban Catalyst: The Power of Temporary Use, Berlin: D Publishers, 2013 _ Differential Spaces, Power Hierarchy and Collaborative Planning: A Critique of the Role of Temporary Uses in Shaping and Making Places_ Lauren Andres [Paper first received, May 2011; in final form, May 2012] _ Overmeyer, K. (Ed.) (2007) Urban Pioneers: Temporary Use and Urban Development in Berlin. Berlin: Jovis. _ Temporary Uses as Tools for Urban Development _ Shelagh Graham 2012 _ The Open Streets Guide, street plans collaborative February 2012 _ Paola Bazzu, Valentina Talu _Tactical Urbanism 5 – Italy © November 2016 tutta mia la città _ Tactical urbanist’s guide to materials and design 2016 | Created by The Street Plans Collaborative _ The Planner’s Guide to Tactical Urbanism_ Laura Pfeifer Montreal, Canada 2013 _ Nabeel Hamdi, Small Change: About the Art of Practice and the Limits of Planning in Cities _ Urban and Regional Social Movements, Κοινωνικά κινήματα πόλης και περιφέρειας, ερ. ομάδα Αόρατες πόλεις, Απρίλιος 2016 _ Spatial Agency, Other ways of doing architecture, Nishat Awan, Tatjana Schneider, Jeremy Till, 2011 _ Αναστασία Στρατηγέα, Θεωρία και μέθοδοι συμμετοχικού σχεδιασμού, ΕΜΠ 2015 _ Peter Blundell Jones, Doina Petrescu, Jeremy Till, Architecture and Participation
διαδικτυακές πηγές _ _ _ _ _ _
http://progettobarca.blogspot.com/ http://www.publicspace.org/en/works/h109-cantiere-barca http://parkingparko.espivblogs.net/ https://www.archdaily.com/179874/place-au-changement-public-plaza-collectif-etc http://www.publicspace.org/en/works/g027-place-au-changement http://www.publicspace.org/en/works/g362-el-campo-de-cebada
αρθρογραφία-δημοσιεύσεις _ _ _ _
Rosie Parnell, Project 642747, Knowledge skills and arrogance: educating for collaborative practice, Sheffield, United Kingdom Jeremy Till, Collected writings, The Negotiation of Hope, 2005 Τι έχει συμβεί με τον συμμετοχικό σχεδιασμό στην Ελλάδα; , 2014, Αθήνα, πεδίο_αγορά Αφιέρωμα: Αστικά κενά, συλλογικό, περιοδικό του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ, τεύχος 55, Ιανουάριος/Φεβρουάριος 2006
Βίντεο - ντοκιμαντέρ _ _ _ _ _ _ _
Το ‘συλλογικό’ στον σχεδιασμό_Πόλη, Αρχιτεκτονική, Αυτοδιοίκηση, Συμ. Σχεδιασμός και Δημοκρατικός Έλεγχος, ΑΚΕΑ, 2016 Haciendo Barrio | El Campo de Cebada, 2017 “The Better Block” Celebrates Four Years of Re-imagining Streets Okuplaza Fest DC - A creative placemaking intervention Okuplaza San Diego Transform Your City With Tactical Urbanism Το δικαίωμα στην πόλη
-101-