Ο Βιβλιοπόντικας είναι μια περιοδική έκδοση του Τμήματος Βιβλίου του Ποντιακού Συλλόγου Κατερίνης «Παναγία Σουμελά» Τ Ε Υ Χ Ο Σ
8
Ι Ο Υ Ν Ι Ο Σ
2 0 1 6
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΗΛΙΟΥΠΟΛΕΩΣ 40 * ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΜΥΛΑΥΛΑΚΟΥ*
60 100 * ΤΗΛ:
16ο Φεστιβάλ Ποντιακού Προσφυγικού βιβλίου
Αφιέρωμα στη Φάτσα του Πόντου
2351021596— W W W.S OU ME LA. GR
ΓΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΙΚΙΛΙΔΗΣ ΣΤΟ ΤΗΛ. 69375630112
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΕΥΧΟΥΣ:
16ο Φεστιβάλ Ποντιακού Προσφυγικού Βιβλίου Αφιέρωμα στη Φάτσα
1
Στράβωνα Γεωγραφικά Υπομνήματα
1
Ιστορία και στατιστική της Τραπεζούντας
2
Η εν Πόντω Ελληνική Φυλή ήτοι Τα Ποντικά
2
Ταξίδια στον Πόντο, την Πόλη, τη Σμύρνη
3
Ταξιδιωτικός Οδηγός— Ανατολικός Πόντος
4
Όταν τον Ιούνιο του 2000 ο σύλλογός μας εγκαινίαζε το 1ο Φεστιβάλ Ποντιακού Προσφυγικού Βιβλίου κανείς δεν φανταζόταν ότι θα αποτελούσε έναν μακρόχρονο, μοναδικό στη χώρα μας, πολιτισμικό θεσμό. Εκατοντάδες τίτλοι και χιλιάδες τόμοι βιβλίων ακούμπησαν τους ξύλινους πάγκους που με κόπο και μεράκι έστηναν τα μέλη και οι φίλοι του συλλόγου συνεισφέροντας στη διάδοση της γνώσης και του πολιτισμού. Παράλληλες εκδηλώσεις και συνεργασίες με άλλους φορείς πλούτιζαν τη γιορτή αυτή του βιβλίου, πλαισιώνοντας θεματικά το πρόγραμμα του Φεστιβάλ. Ομιλίες, χορωδίες, βιντεοπροβολές και παρουσιάσεις βιβλίων, γέμιζαν την κεντρική πλατεία της πόλης με ανθρώπους, ήχους και εικόνες.
Αντιμέτωποι με τα στοιχεία της φύσης που δεν βρίσκονταν πάντα σύμμαχοί μας, με τα υλικά που δεν ήταν πάντα διαθέσιμα και τις κακοδαιμονίες της φυλής μας που είναι πάντα παρούσες, φτάσαμε αισίως στο 16ο Φεστιβάλ. Το νέο στοιχείο που χαρακτηρίζει την προσπάθειά μας είναι η αλλαγή του τόπου και του ύφους του Φεστιβάλ.
Φιλοδοξούμε, η πρώην Αστική Σχολή της πόλης να μας φιλοξενεί με ασφάλεια για τα επόμενα χρόνια, συνεισφέροντας παράλληλα στην ποιοτική αναβάθμιση της έκθεσης των βιβλίων και των παράλληλων εκδηλώσεων. Τη νέα αυτή Φεστιβαλική περίοδο εγκαινιάζουμε με δύο ομιλίες για τις «Συλλογικότητες στον Πόντο πριν και μετά το ‘22» από τον Δρ. Ιστορίας κ. Κυριάκο Χατζηκυριακίδη και για την «Ιστορία της Φάτσας του Πόντου» από τον ιστορικό της πόλης μας Δρ. Ιστορίας Γιάννη Καζταρίδη. Παράλληλα σε όλη τη διάρκεια του Φεστιβάλ θα υπάρχει έκθεση φωτογραφίας με θέμα «Φάτσα του Πόντου -Ο τόπος και οι άνθρωποι». Στο πλαίσιο αυτό βέβαια εντάσσεται και η θεματογραφία του 8ου Βιβλιοπόντικα σταχυολογώντας σχετικά κείμενα.
Στράβωνα Γεωγραφικά Υπομνήματα «Μετά την Θεμίσκυρα πηγαίνει κανείς στη Σιδήνη, η οποία είναι μια εύφορη πεδιάδα, αν και δεν έχει τόσα νερά όσα η Θεμίσκυρα. Έχει τόπους οχυρούς στην παραλία, και τη Σίδη, από την οποία πήρε το όνομά της η Σιδήνη και τον Χάβακα και τη Φάβδα… Μετά τη Σιδήνη ο ταξιδιώτης πηγαίνει στην Φαρνακία, μια οχυρωμένη πόλη…Καθώς κάποιος πλέει κατά μήκος αυτής της παραλίας από την Αμισό , φτάνει πρώτα στο Ηράκλειο ακρωτήριο και έπειτα σε ένα άλλο ακρωτήριο που λέγεται Ιασώνειο
ται Ιασώνειο και στον Γενήτη και κατόπι σε μια μικρή πόλη που ονομάζεται Κατύωρα, από της οποίας τους κατοίκους συνοικίστηκε η Φαρνακία και έπειτα η Ισχόπολη, τώρα ερειπωμένη και έπειτα ο κόλπος, στον οποίο είναι και οι δύο, η Κερασούντα και η Ερμώνασσα, μικρές πόλεις μετρίου μεγέθους και στη συνέχεια κοντά στην Ερμώνασσα η Τραπεζούντα και έπειτα η Κολχίδα» ακρωτήριο που λέγε-
ΣΕΛΙΔΑ 2
Ιστορία και στατιστική της Τραπεζούντας και της γύρω περιοχής του Σάββα Ιωαννίδη (1870)
«Η Φάτσα, περίφημη για τα σιδηρούχα θερμά λουτρά της...»
«Η περιοχή της Φάτσας παρήγαγε
«Μετά την Οινόη υπάρχει μικρό ακρωτήριο που λέγεται Μητρόπολη, όπου σώζονται πολλά ερείπια εκκλησιών και αρχαίοι τάφοι. Ύστερα από αυτήν είναι η Βαδησάνη ή Φάτσα, πέντε ώρες μακριά από την Οινόη, που είναι περίφημη για το λιμάνι της και τα πολλά λείψανα αρχαίων εκκλησιών γύρω της, αλλά προπαντός για τα σιδηρούχα θερμά λουτρά της, που βρίσκονται δύο ώρες πάνω από τη Φάτσα. Αυτά αν και δεν τα περιποιούνται αρκετά γεμίζουν κόσμο κάθε Μάιο, γιατί θεωρούνται θεραπευτικά, όπως και τα λουτρά της Κάβζας. Εδώ γίνεται, ακόμα, εβδομαδιαία αγορά, όπου έρχονται προϊόντα από τη γύρω περιοχή, όπως αραβόσιτος, κάνναβη, κανναβόσπορος, κερί, βούτυρο και διάφορα όσπρια, που όλα αγοράζονται κυρίως για την Ευρώπη. Ανάμεσα στα αρχαία ερείπια θαυμάζονται τα
ερείπια του μοναστηριού της Αγ. Βαρβάρας για το τεράστιο κτίριο και το μωσαϊκό της δάπεδο. Εδώ υπήρχαν, επίσης, η πόλη και τα φρούρια των Λημνίων, που ήταν περίφημα στην εποχή των Μεγάλων Κομνηνών. Στον κόλπο της Βαδησάνης και προς τα ανατολικά σε απόσταση δύο ωρών χύνεται ο Πολεμώνιος ποταμός. Εκεί βρίσκεται και πόλη, που χτίστηκε από τον Πολέμωνα, και τώρα λέγεται Πολεμωνάς- Μπολαμάν. Πρόκειται για μια μικρή κωμόπολη, που έχει, όπως και η Βαδησάνη, πολύ νοσηρό κλίμα, γι’ αυτό οι κάτοικοί του επί τρεις μήνες κάθε χρόνο ανεβαίνουν στα γειτονικά οροπέδια. Η Βαδησάνη, καθώς και ο Πολεμωνάς, κατοικούνται κυρίως από εκτουρκισμένους Έλληνες. Η Βαδησάνη έχει και περίπου 50 ελληνικές οικογένειες, που διαθέτουν και αλληλοδιδακτικό σχολεί-
ο. Ύστερα από τον Πολεμωνά βρίσκεται το Ιασώνειο ακρωτήριο, που έχει πολύ ευχάριστο φυσικό περιβάλλον και πολλά λείψανα αρχαίων εκκλησιών γύρω του, καθώς και μερικά ελληνικά χωριά που βρίσκονται πάνω σ’ αυτό. Ανάμεσα στις αρχαίες εκκλησίες ή μοναστήρια φημίζονται τα ερείπια του Αγίου Ανδρέα και της Παναγίας, που ήδη επισκευάζεται. Μετά το Ιασώνειο ακρωτήριο, συναντάμε ένα μικρό κόλπο και κατόπιν τη νήσο των Κιλίκων «Χογνάτ καλεσί» και το ακρωτήριο του Βοώνα, Γενήβη ή Βόνα. Ύστερα απ’ αυτά υπάρχει ο κόλπος και το λιμάνι του Βοώνα, που είναι το ασφαλέστερο και ευρυχωρότερο λιμάνι μετά την Σινώπη.»
κυρίως καλαμπόκι αλλά και ...»
Η εν Πόντω Ελληνική Φυλή ήτοι Τα Ποντικά του Περικλή Τριανταφυλλίδη (1865) «Η περιοχή της Φάτσας είχε 80 χριστιανικά ορθόδοξα ελληνόφωνα σπίτια και παρήγαγε κυρίως καλαμπόκι αλλά και λινάρι, κάνναβη, κριθάρι, φασόλια, μήλα, μετάξι, κερί, καρύδια, πίσσα, ξυλεία, σκάφας
Ο
ΒΙΒΛΙΟΠΟΝΤΙΚΑΣ
και στυπίον. Είχε επίσης 9 χριστιανικά ορθόδοξα χωριά στην περιφέρειά της. Υπάγονταν στην επαρχία Νεοκαισάρειας, σύμφωνα με την εκκλησιαστική διαίρεση, η οποία εκτείνεται από την κωμόπολη Πουλατζάκη
ανατολικά μέχρι τον Ίρη ποταμό δυτικά και την κωμόπολη Τσαρτσαμπάς (Θεμίσκυρα). Το 1865 η συγκεκριμένη επαρχία είχε 13.000 ελληνικά σπίτια».
ΤΕΥΧΟΣ
8
ΣΕΛΙΔΑ 3
Ταξίδια στον Πόντο, την Πόλη, τη Σμύρνη του Ανδρέα Καρκαβίτσα (1893) «….8 του Γενάρη. Ήρθαμε πρωί στην Ούνια (27 χιλιόμετρα δυτικά της Φάτσας). Είναι η αρχαία Οινόη, αποικία και αυτή των Σινωπέων. Κατοικείται από χίλιες οικογένειες ελληνικές, χίλιες οχτακόσιες τουρκικές κι εκατόν πενήντα αρμένικες. Είναι μοιρασμένη κατά τους κατοίκους σε τρείς συνοικίες, απάνω σε τρείς λόφους. Τα σπίτια κατεβαίνουν στη θάλασσα και βρέχοντ’ αδιάκοπα από τα κύματα. Μεσ’ απ’ τη μαυριδερή όψη των σκεπών, ψηλώνουν ξεχωριστοί τρείς φτωχικοί μιναρέδες και μικρός θόλος χριστιανικής εκκλησούλας. Τα τούρκικα σπίτια κρύβονται μέσα στα δέντρα. ...Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι χτίστες και μαραγκοί. Ξενιτεύονται στην Πόλη και τη Ρωσία όπου δουλεύουν την τέχνη τους. Ο τόπος είναι παραγωγικότατος, αλλά δεν τον καλλιεργούν. Τους κόπους τους όλους τους κερδίζουν οι έμποροι. Η θάλασσα αγριεύει. Αδύνατο να γίνει η φόρτωσις. Μαούνες και βάρκες κείτονται συρμένες όλες στην ακρογιαλιά. Με αγώνα μεγάλο κατόρθωσε η βάρκα του πλοίου να πλησιάσει έξω και να πάρει ένα ντόπιο ναυτικό, για να οδηγήσει το πλοίο στη Φάτσα. Κρύο διαβολεμένο. 1μ.μ. Εφτάσαμε στη Φάτσα. Δέκα μίλια κάναμε ως εδώ. Όλη η ακρογιαλιά που περάσαμε βουνώδης και χαριτωμένη, με χιόνια και συγκρατητές δίπλες πολύχρωμες. Όσο ανεβαίνουν τα βουνά προς το εσωτερικό, τόσο και ψηλώνουν, που καταντούν θεόρατα. Αλίμενη η Φάτσα και μικρότερη από την Ούνια (Οινόη). Τριακόσιες οικογένειες είναι όλοι οι κάτοικοι, μισοί Έλληνες και μισοί Τούρκοι. Είναι και δύο τρεις οικογένειες αρμένικες. Οι Έλληνες συντηρούν σχολεία για τα κορίτσια και τα σερνικά. Τα σπίτια, φτωχικά και χαμηλά, φαίνονται σαν συμμαζωμένα στην απλωτή ακρογιαλιά. Αριστερά φαίνεται μικρός κάμπος πράσινος με χαλασμένο καστράκι, έρριζα στη θάλασσα. Δεξιά, απάνω σε ψήλωμα, φαίνεται μεγάλο μοναστήρι του Αγίου Κωνσταντίνου. Είναι ερείπιο. Το εχάλασαν οι Τούρκοι, όταν επρωτοπήραν αυτά τα μέρη. Κι έτσι, όμως, μαζεύοντ’ εκεί το Μάη όλοι περίγυρα οι χριστιανοί και λειτουργούν και πανηγυρίζουν. Οπίσω από το μοναστήρι αρχίζει μεγάλη ρεματιά. Φαίνονται μέσα χαμόσπιτα και κυματίζουν κίτρινες μικρές σημαίες. Από εκεί αρχίζει το κορδόνι της καθάρσεως, και η απαγορευμένη σ’ εμάς χώρα. Και στη Φάτσα μένει καϊμακάμης και πηγαίνει στη δικαιοδοσία του Βαλή της Τραπεζούντας. Η θάλασσα είναι ημερότερη εδώ και άρχισε σύνωρα η φόρτωσις. Τις μαούνες τραβούν έξω στην ξηρά. Εκεί τις φορτώνουν καλά κι έπειτα πέφτουν στ’ αφρισμένα κύματα και μάχονται, με κόπο δυσκολοφάνταστο, για να κατορθώσουν να τις ρίξουν πάλι στη θάλασσα και να τις βγάλουν στ’ ανοιχτά. Οι άνθρωποι τις σπρώχνουν από τη μία μεριά στο πέλαγος και το κύμα τις διώχνει από την άλλη πεισματικά στην ξηρά. Όταν όμως επιστρέφουν αδειανές οι μαούνες, το κύμα τις φέρνει μόνο του και τις κολλά άκοπα έξω. Τη νύχτα, με το σκοτάδι, παύει η φόρτωσις. Ο πλοίαρχος όμως βλέπει τον καιρό ανήσυχος και φοβάται να κλεισθεί εδώ να ξενυχτίσει. Αν σηκωθεί πάλι τρικυμία, ημπορεί να κινδυνέψει το πλοίο μέσα σ’αυτά τα δόλια στενώματα. Βγαίνουμε έξω στ’ ανοιχτά και αυλακώνουμ’ εδώθε και κείθε το πέλαγος έως το πρωί. Δοκιμάζει το πρωί να πλησιάσει την Ούνια, αλλά η κοσμοχαλασιά εξακολουθεί μεγαλύτερη. Απελπισμένος για να πάρει το φορτίο εξακολουθεί το δρόμο για τη Σαμψούντα.» Τελικά 11 μέρες θα θαλασσοδέρνονται στα ανοιχτά της Οινόης (Unia) και της Βόνας (Bona) ώσπου να πάρουν το φορτίο. Θα τους λείψει η τροφή και θα αναγκαστούν να αλέθουν το καλαμπόκι, που φόρτωσαν στη Φάτσα (Fatsa), να το κάνουν αλεύρι για να ταϊστούν. Όλο το φορτίο που φόρτωσαν από Οινόη και Φάτσα ήταν διακόσιοι τόνοι αλλά η ταλαιπωρία τους χιλιάδες. Στις 19 Ιανουαρίου γράφει «...Με τα τρία κακολίμανα, που επισκεφθήκαμε αυτές τις ημέρες, οι ναυτικοί μας έκαμαν ιταλικό λογοπαίγνιο. Una – Bona – Fatsa = ένα καλό πρόσωπο. Αληθινά τι χαριτωμένο πρόσωπο.»
«Αλίμενη η Φάτσα και μικρότερη από την Ούνια.
Τριακόσιες οικογένειες είναι όλοι οι κάτοικοι, μισοί Έλληνες και μισοί Τούρκοι. Είναι και δύο τρεις οικογένειες αρμένικες.»
Ο Βιβλιοπόντικας συντάσσεται με ευθύνη του Τμήματος Βιβλίου και με την ελεύθερη συμβολή των μελών ή φίλων του Συλλόγου
Η βιβλιοθήκη είναι ελεύθερα προσβάσιμη και διαθέσιμη σε όλους. Ως δανειστική είναι ανοιχτή κάθε Σάββατο πρωί ή μετά από συνεννόηση.
Επισκεφθείτε μας στο web : www.soumela.gr
Υπεύθυνοι στο Τμήμα Βιβλίου είναι οι: Ποικιλίδης Γιάννης - Έφορος Δημόπουλος Δημήτρης - Μέλος Ευθυμιάδου Βαλεντίνη -Μέλος Τοπαλίδου Θεοδοσία - Μέλος Η δανειστική βιβλιοθήκη εμπλουτίζεται διαρκώς και περιμένει νέους αναγνώστες και μέλη
Ταξιδιωτικός Οδηγός - Ανατολικός Πόντος
του Σάββα Καλεντερίδη Φάτσα ( Fatsa) - Νομός Ορντού - Ελλ. Ονομασία Φαδισάνη ή Βαδισάνη «Η ευρύτερη περιοχή μεταξύ του Ιασωνείου ακρωτηρίου και της Οινόης, κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Σιδηνή...Στην περιοχή...ζούσαν διάφορα αυτόχθονα φύλλα που αποκαλούνταν ...Χάλυβες...κι όταν οι Έλληνες άρχισαν να ιδρύουν πλήθος κοινοτήτων στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, στην περιοχή της Φάτσας ιδρύθηκε η Σίδη, που είναι το σημερινό Μπολαμάν (7 χιλ. Α της Φάτσας). Ο διορισμένος από τους Ρωμαίους βασιλιάς...63 ως 47 π.χ... Φαρνάκης Β’ (περσικής καταγωγής) ...λέγεται ότι έχτισε πύργο ως θερινή κατοικία για τη φιλάσθενη κόρη του Φατισά και τον οποίο ο Αρριανός μνημονεύει ως «Φαδισάνης Φρούριο»…. Κατά τους 13ο, 14ο και 15ο αι. η Φάτσα αποτελούσε το σημαντικότερο λιμάνι-σταθμό μετά την Τραπεζούντα, τη Σινώπη και τη Σαμψούντα. Έγγραφο του 16ου αι. αναφέρει ότι στη Φάτσα υπήρχαν δύο εκκλησίες, η μία αφιερωμένη στη Θεοτόκο και η άλλη στον Ιωάννη τον Πρόδρομο... Έλληνες κάτοικοι της Φαδισάνης δεν αναφέρονται μεταξύ του 17ου αι. και των αρχών του 19ου αι. Φαίνεται πως ένα μέρος αυτών είχε εξισλαμισθεί, ένα άλλο μέρος μετοίκησε στην ενδοχώρα και βαθμηδόν κάποιοι έφτασαν μέχρι την περιοχή της Αργυρούπολης όπου κει εργάστηκαν ως Φάτσα...52 χιλ Δ μεταλλωρύχοι...Το 1900, η Φάτσα αριθμούσε περίπου 1500 Έλληνες, 350 Αρμενίους και των Κοτυώρων 1000 Τούρκους…. Το 1905 οι Έλληνες της Φάτσας ίδρυσαν αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο, τα έξοδα και 27 χιλ Α της λειτουργίας των οποίων κάλυπταν τα δίδακτρα, η περιαγωγή δίσκου στην εκκλησία, δωρεΟινόης ές, κλπ. Ενδεικτικό της φιλοπρόοδης δραστηριότητας των Ελλήνων της Φάτσας είναι και η σύσταση του αναγνωστηρίου «Ομόνοια», το 1908, όπως προκύπτει από αναφορά του Έλληνα προξένου της Αμισού… Στη Φάτσα λειτουργούσε ο ορθόδοξος ναός του Αγίου Γεωργίου, ενώ μέρος της ελληνικής κοινότητας αποτελούσαν και οι διαμαρτυρόμενοι, οι οποίοι διατηρούσαν άριστες σχέσεις με την υπόλοιπη ελληνορθόδοξη κοινότητα. Στις δυτικές παρυφές της πόλης υπάρχουν ερείπια μεγαλοπρεπούς ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης...στα ερείπια του ναού αυτού, κατ’ έτος, τη γιορτή των ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, ετελείτο μεγάλη εμποροπανήγυρις, μέχρι πριν από την Ανταλλαγή. Στην περιοχή νότια της Φάτσας υπήρχαν τα αμιγώς ελληνικά χωριά Κουζούλοτι, Οσμάνκιοι, Αλάκερις, Γκιόλκιοι, Γιαϊλατζίκ, Καγιάκιοι, Ντερέκιοι, η πλειοψηφία των οποίων ήταν ελληνόφωνα με καταγωγή από διάφορα χωριά της Χαλδίας. Σε απόσταση 20 χιλ. ΝΔ της Φάτσας υπήρχε το αμιγώς ελληνικό χωριό Μερή, με 300 κατοίκους, που συντηρούσαν ναό του Αγίου Γεωργίου και σχολείο. Πιο νότια βρίσκεται η κωμόπολη Άϊμπαστι που ταυτίζεται με την αρχαία Έπασα. ...στην περιοχή εκτός από το χωριό Άγιος Αντώνιος, που δεν είναι άλλο από το χωριό της Θέα Χάλο, υπήρχαν τα ελληνικά χωριά Καγιάαλτι, Καγιαλί, Καγιάντιπι, Κατράν, Λιφτιάρ, Μπαγντάτ, Ελεκίν, Εσενλί, Καρτζαλί, Ντομούζγκιολου, Πουγάραλαν, Τζιμπούλ και Χανούτ. Πριν την ανταλλαγή η περιοχή υπαγόταν διοικητικά στο νομό Τραπεζούντας και εκκλησιαστικά στη μητρόπολη Νεοκαισάρειας. Όσοι Έλληνες της Φάτσας επέζησαν από τη Γενοκτονία, με την Ανταλλαγή εγκαταστάθηκαν σε χωριά και πόλεις των νομών Δράμας, Πιερίας, Θεσσαλονίκης, κ.α»