ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2014-2015
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Η Σημασία του Κόμβου μέσα από τα Δυο πρώτα Σχέδια της Αθήνας μετά την Απελευθέρωση
ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΤΣΕΛΙΚΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
Επιβλέπων Καθηγητής ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΝΕΤΣΟΣ
Πάτρα, Ιούνιος 2015
ii 2
Περίληψη
Περίληψη H Σημασία του Κόμβου μέσα από τα δυο πρώτα Σχέδια της Αθήνας μετά την Απελευθέρωση. Η πολυσύνθετη έννοια του κόμβου προσεγγίζεται μέσα από τα έργα των Spiro Kostof, Kevin Lynch και Rob Krier και η μελέτη του παραπάνω στοιχείου επεκτείνεται στα δύο πρώτα σχέδια της Αθήνας μετά την Απελευθέρωση. Αναζητώντας τη σημασία του κόμβου γίνεται αντιληπτό ότι η λειτουργία του δεν έχει μόνο κυκλοφοριακή υπόσταση. Η ιστορική αξία και η προέλευση του διερευνώνται με σκοπό να αναδειχθεί η ύπαρξη και άλλων βασικών λειτουργιών που λαμβάνουν χώρα σε αυτόν. Ορίζοντας τον κόμβο από μια εννοιολογική σκοπιά, μελετάται ο τρόπος με τον οποίο αυτός δρα σε συνδυασμό με το μονοπάτι, το όριο, την περιοχή και το τοπόσημο. Στη συνέχεια εξετάζεται πώς ο τύπος επηρεάζει τη μορφολογία των κόμβων μέσω ορισμένων διαδικασιών, τα αποτελέσματα των οποίων αναλύονται σε βασικές τυπολογίες. Έπειτα από ανάλυση διαφορετικών πτυχών της έννοιας του κόμβου το ενδιαφέρον εστιάζεται στα δύο πρώτα σχέδια για τη “Νέα Πόλη” της Αθήνας μετά την απελευθέρωση όπως αυτά συντάχθηκαν πρώτα από τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ και έπειτα από τον Κλέντσε. Εντοπίζεται και περιγράφεται το σύνολο των κόμβων σε αυτά παράλληλα με το χαρακτήρα που επιθυμούσαν να προσδώσουν στα οράματά τους οι αρχιτέκτονες. Η ταυτότητα που προσδίδεται στον κάθε κόμβο ξεχωριστά μέσω της γεωγραφικής, ιστορικής, μορφολογικής και λειτουργικής ανάλυση τους επεκτείνεται στην κλίμακα της πόλης.
3 iii
Abstract
Abstract Meaning of the Node in the first two plans of Athens after the Greek Liberation. The complex concept of the node is approached through the works of Spiro Kostof, Kevin Lynch and Rob Krier and the study of the above element is also extended in the first two architectural visions of Athens after the Greek Liberation. Seeking the importance of the node, it is understood that its function does not simply operate through a traffic status. The historical value and the origin of the node are studied in order to present the existence of other core functions that take place in it. Through a conceptual standpoint, it is also sought the way that the node actually operates in conjunction with the path, the edge, the district and the landmark. Furthermore , it is examined the way that the type affects the morphology of the nodes through certain procedures, the results of which are categorized into basic typologies. After the analysis of the different aspects of the above concept, the focus concerns the first two visions for the "New Town" of Athens after the Greek Liberation, as firstly proposed by S. Kleanthes and E. Schaubert and secondly by L. Klenze. The set of the nodes in these two projects is identified and described alongside with the visional conception of the architects. The identity attributed on each node separately according to its geographical, historical, morphological and functional analysis extends to the scale of the city.
iv 4
Synthèse
Synthèse Signification du nœud à travers les deux premiers plans d'Athènes après la libération grecque. Le concept complexe du nœud est abordé à travers les œuvres de Spiro Kostof, Kevin Lynch et Rob Krier et l'étude de l'élément ci-dessus est puis étendue dans les deux premières visions architecturales d'Athènes après la Libération grecque. À travers une approche conceptuelle il est recherché la façon que le nœud fonctionne effectivement en liaison avec le chemin, la limite, la région et le repère. Ensuite, il est examiné la façon que le type affecte la morphologie des nœuds à travers certaines procédures, dont les résultats sont décomposés en typologies spécifiques. Après avoir analysé les différents aspects de la notion du nœud, l'accent est mis sur les deux premiers projets pour la "Nouvelle Ville" d'Athènes étaient rédigé d'abord par Kleanthes et Schaubert et puis la Klenze. Le total des nœuds dans ces deux plans est identifié et décrit à travers les visions des architects. L'identité attribuée sur chaque nœud séparément avec l’analyse géographique, historique, morphologique et fonctionnelle s'étend à l'échelle de la ville.
v 5
Προοίμιο
Προοίμιο Η εργασία μου για τον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό 8 ήταν το έναυσμα που με μου κίνησε το ενδιαφέρον να ερευνήσω διεξοδικά την πολύπλευρη έννοια του κόμβου. Το κύριο σημείο του έργου μου ήταν η δημιουργία τεσσάρων διάτρητων πλακών από μπετό στις τέσσερις γωνίες που σχηματίζει η διασταύρωση της οδού Αγ. Κωνσταντίνου και Ριζάρη. Ουσιαστικά, οι κεκλιμένες αυτές πλάκες δημιουργούσαν ένα νέο αστικό τοπίο στον ανοιχτό χώρο του “Πολιτιστικού Κέντρου” της Αθήνας στη περιοχή του Ευαγγελισμού, ενώ παράλληλα λειτουργούσαν σαν επιφάνειες έμφασης και ανάδειξης της διασταύρωσης που τα δημιούργησε. Η ενδιαφέρουσα για μένα παρατήρηση ήταν το πως η πραγματική διασταύρωση των δυο προαναφερθέντων δρόμων από τους οποίους ξεκίνησε η ιδέα μου, μεταλλάχθηκε παράλληλα σε έναν κόμβο χρήσεων απλά εστιάζοντας τη προσοχή μου γύρω από αυτή. Αμέσως, μετά οδηγήθηκα στη μελέτη αυτού του στοιχείου που αποκλειστικά και μόνο ο Kevin Lynch στο “Image of The City” ανέλυε τόσο εκτενώς. Πληροφορίες σχετικά με διασταυρώσεις εντόπισα μελετώντας το “City Shaped” του Spiro Kostof. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή μου Γεώργιο Πανέτσο για τις χρήσιμες συμβουλές που μου έδινε καθ’ όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της ερευνητικής εργασίας οι οποίες ήταν καθοριστικής σημασίας. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένεια μου και τους φίλους μου για την υπομονή και τη χρήσιμη βοήθεια τους.
6 vi
Περιεχόμενα
Περιεχόμενα Εισαγωγή ...................................................................................................... 1 Α. ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΜΒΟΥ ................................................................................. 4 Α.1 Λειτουργικές Προσεγγίσεις .......................................................................... 4 Α.2 Ιστορική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Spiro Kostof ........................................ 7 Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch ................................ 10 Α.3.1 Σκοπός και Μεθοδολογία του ................................................................. 10 Α.3.2 Ορίζοντας τον κόμβο ............................................................................ 13 Α.3.3 Κόμβος και Μονοπάτι ............................................................................ 15 Α.3.4 Κόμβος και Όριο .................................................................................. 17 Α.3.5 Κόμβος και Περιοχή ............................................................................. 17 Α.3.6 Κόμβος και Τοπόσημο ........................................................................... 20 Α.3.7 Χαρακτηριστικά Αναγνώσιμης Πόλης ....................................................... 20 Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier ............. 23 Α.4.1 Σκοπός και Μεθοδολογία του ................................................................. 24 Α.4.2 Τύπος και Μορφή ................................................................................. 25 Α.4.3 Διαδικασίες Διαμόρφωσης ..................................................................... 27 Α.4.4 Αποτελέσματα Διαδικασιών .................................................................... 29 Α.4.5. «Οργανικότητα» και Γεωμετρικότητα Αστικών Δομών ............................... 30 Α.5 Χρήσεις ................................................................................................. 34 Β. ΚΟΜΒΟΙ ΣΤΑ ΔΥΟ ΠΡΩΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ... 37 Β.1 Ιστορικό Πλαίσιο Περιόδου ....................................................................... 39 Β.2 Που θα τοποθετηθεί η “Νέα Πόλη”; ............................................................ 40
vii 7
Περιεχόμενα Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ ................................................................... 43 Β.3.1 Περιγραφή βασικών κατευθύνσεων του σχεδίου και Ονοματοδοσία κόμβων .. 43 Β.3.2 Περιγραφή Κόμβων .............................................................................. 47 Β.4 Αλλαγή Πλεύσης και Ανάθεση στον Κλέντσε ................................................. 95 Β.5 Σχέδιο Κλέντσε ........................................................................................ 81 Β.5.1 Περιγραφή βασικών κατευθύνσεων του σχεδίου και Ονοματοδοσία Κόμβων .. 81 Β.5.2 Περιγραφή Κόμβων .............................................................................. 84 Συμπεράσματα ............................................................................................. 110 Βιβλιογραφία ............................................................................................... 129
viii 8
Περιεχόμενα
Πίνακας Κόμβων στο Σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος Α – Πλατεία Ανακτόρων - Διοικητικόν Κέντρον ........................................ 48 Κόμβος Β – Πλατεία Κέκροπος - Ιστορική μνήμη .................................................. 49 Κόμβος Γ – Πλατεία Μουσών – Πνευματικόν Κέντρον ........................................... 52 Κόμβος Δ – Πύλη της Ιστορίας και Μνήμης – Αρχαιολογικό Πάρκο .......................... 54 Κόμβος Ε – Εμπορική Αγορά και Κήπος του Λαού ................................................. 56 Κόμβος ΣΤ – Εμπορική πλατεία επί της οδού Αθηνάς ............................................ 57 Κόμβος Ζ – Πλατεία Δημοτικού Θεάτρου –πολιτιστική συνέχεια .............................. 59 Κόμβος Η – Πλατεία Χρηματιστηρίου –εμπορική συνέχεια ...................................... 60 Κόμβος Θ – Πλατεία Λουδοβίκου - διοικητική συνέχεια ......................................... 61 Κόμβος Ι – Μητροπολιτικού Ναού ...................................................................... 62 Κόμβος ΙΑ – Στρατιωτικό και Παραγωγικό Κέντρο της Αθήνας ................................ 63 Κόμβοι ΙΒ – Κυκλοφοριακοί Κόμβοι στο βορρά .................................................... 64 Κόμβος ΙΓ – Στρατιωτικό Κέντρο Β’ - Πολεμαρχείον και Στρατώνες ......................... 65 Κόμβος ΙΔ – Στρατιωτικό Κέντρο Β’ – Οπλοστάσιο ............................................... 66 Κόμβος ΙΕ –Νομισματοκοπείο ............................................................................ 67 Κόμβος ΙΣΤ – Υπολειμματικός Χώρος ανατολικού βουλεβαρίου ............................... 67 Κόμβοι ΙΖ – “Βουλευτήρια” ............................................................................... 68 Κόμβος ΙΗ – Δημοτική Αγορά ........................................................................... 69 Κόμβος ΙΘ – Ενδιάμεση Στάση .......................................................................... 70 Κόμβος Κ – ο κήπος των Λουτρών ..................................................................... 70 Κόμβος ΚΑ – Πλατεία έμπροσθεν των Λουτρών ................................................... 71 Κόμβος ΚΒ – Πλατεία Τριών Συμμάχων .............................................................. 72 Κόμβος ΚΓ – Η αυλή του κτηρίου των Τριών Συμμάχων ........................................ 72 Κόμβος ΚΔ – Υπαίθριο θερινό θέατρο ................................................................. 73 Κόμβος ΚΕ – σταυροδρόμι μονοπατιών ............................................................... 73 Κόμβος ΚΣΤ – Κήπος πρόσβαση στο Ναό του Ηφαίστου ........................................ 73 Κόμβος ΚΖ – Δημοτική Αγορά Β’ ....................................................................... 74 Κόμβος ΚΗ – Εκκλησία Αγίας Παρασκευής .......................................................... 75 9 ix
Περιεχόμενα Κόμβος ΚΘ – Αγία Ελεούσα .............................................................................. 75 Κόμβος Λ – Αγία Ειρήνη ................................................................................... 75 Κόμβος ΛΑ –Καπνικαρέα .................................................................................. 76 Κόμβος ΛΒ – Άγιος Νικόλαος ............................................................................ 76 Κόμβος ΛΓ – Άγιος Γεώργιος του Καρύκη ............................................................ 76 Κόμβος ΛΔ – Σωτείρα του Λυκοδήμου ................................................................ 77 Κόμβος ΛΕ – Αγία Αικατερίνη ............................................................................ 77
Πίνακας Κόμβων στο Σχέδιο του Κλέντσε Κόμβος Α – Πλατεία Όθωνος ........................................................................... 84 Κόμβος Β – Διοικητικόν Κέντρο – Πλατεία Ευεργετών .......................................... 85 Κόμβος Γ1 – Πλατεία Θουκυδίδου ..................................................................... 88 Κόμβος Γ2 – Πλατεία Πλάτωνος – Δυτική Πύλη στην παλαιά πόλη ......................... 89 Κόμβος Δ (Πιθανός) – Χώρος γύρω από τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού ..................... 90 Κόμβος Ε1 – Δημόσια λουτρά μέσα στο Κήπος του Λαού
.................................... 91
Κόμβος Ε2 – Εμπορική Αγορά .......................................................................... 93 Κόμβος ΣT – Ημικυκλικός Κόμβος επί της οδού Νίκης – Βόρεια Πύλη, παλαιά πόλη ... 94 Κόμβος Ζ – Πλατεία Αισχύλου – Πολιτιστική Συνέχεια .......................................... 95 Κόμβος Η - Πλατεία Λουδοβίκου ....................................................................... 96 Κόμβος Θ – Αυλή Ταχυδρομείου ....................................................................... 97 Κόμβος Ι – Αστυνομία επί της οδού Πειραιώς ...................................................... 98 10 x
Περιεχόμενα Κόμβος ΙA – “Αθηναϊκή Τριλογία” - Πολιτιστικό Κέντρο ....................................... 99 Κόμβος ΙΒ - Αγορά ........................................................................................100 Κόμβος ΙΓ – Ποικίλη Στοά – Ζωγραφική Έκθεση ................................................101 Κόμβος ΙΔ - Πλατεία Τυρταίου
......................................................................102
Κόμβος ΙΕ - Αγορά ........................................................................................103 Κόμβος ΙΣΤ – Στρατιωτικό Κέντρο – Πρώτη Πύλη ..............................................104 Κόμβος ΙΖ – Ανατολική Πύλη ..........................................................................105 Κόμβος ΙΗ – Εξωτερικός κόμβος αλλαγής κατεύθυνσης .......................................105 Κόμβος ΙΘ – Βασιλική Πύλη ............................................................................106 Κόμβος Κ – Πύλη Βασιλικού Κήπου ..................................................................106 Κόμβος KA – Άγιος Γεώργιος του Καρύκη .........................................................107 Κόμβος KB–σταυροδρόμι – δυτική πύλη στην παλαιά πόλη ..................................107 Κόμβος ΚΓ – Αυλή μιας οικίας .........................................................................107 Κόμβοι ΚΔ, ΚΕ – μεγαλύτεροι, ανοιχτοί δημόσιοι χώροι στα σύνορα της παλαιάς πόλης ..................................................................................................................108 Κόμβοι ΚΣΤ, ΚΖ, ΚΗ, ΚΘ, Λ, ΛΑ – μικρότεροι, ανοιχτοί δημόσιοι χώροι εντός της παλαιάς πόλης .........................................................................................................109
Σημείωση: ο κάθε κόμβος περιγράφεται με την εικόνα του και άλλες εικόνες, οι οποίες βρίσκονται στην αριστερή σελίδα του κειμένου.
xi 11
Εισαγωγή
Εισαγωγή Η εικόνα μιας πόλης είναι αποτέλεσμα μιας σύνθετης αλληλεπίδρασης μεταξύ της ανθρώπινης άμεσης διαίσθησης και μνήμης μιας εμπειρίας και του των διακριτών στοιχείων που συνθέτουν το περιβάλλον της. Στόχος της πόλης είναι να ενορχηστρώνει με τέτοιο τρόπο τις ξεχωριστές μονάδες που περιγράφουν τη δομή της ώστε να προκαλέσουν την αίσθηση μιας συναισθηματικής ασφάλειας και νοητικής καθοδήγησης για το χρήστη. Τι ρόλο παίζει η έννοια του “κόμβου” στην παραπάνω ανάλυση; Η απάντηση σε αυτό θα γίνει μέσω μιας εκτενούς μελέτης γύρω από το αστικό στοιχείο του κόμβου, που υπερβαίνει τις σύγχρονες προσεγγίσεις γύρω από αυτό. Στόχος είναι να αναζητηθεί και παρουσιαστεί η πολύπλευρη διάσταση της έννοιας του, και ο κυρίαρχος χαρακτήρας του. Η μέθοδος που ακολουθείται για να υποστηρίξει τον παραπάνω στόχο χωρίζεται σε δυο ενότητες, [Α] “Σημασία του Κόμβου” και [Β] “Κόμβοι στα δυο πρώτα σχέδια για την Αθήνα μετά της Απελευθέρωση”. Βασική επιδίωξη της πρώτης κατά σειρά ενότητας είναι να αναλυθούν οι διάφορες προσεγγίσεις γύρω από τον “Κόμβο” με στόχο να κατανοηθεί η κυρίαρχη σημασία και αξία του για την πόλη. Το βασικό έναυσμα για την παραπάνω διερεύνηση ήταν η απάντηση στα ερωτήματα: Τι ορίζουμε σήμερα ως “κόμβο”; Ταυτίζεται ή πρέπει να ταυτίζεται η λέξη κόμβος μόνο με κυκλοφοριακούς όρους γύρω από τον αστικό χώρο; Για να απαντηθεί το παραπάνω ερώτημα, χρειάζεται να αναζητήσουμε την θεμελιώδη αρχή ορισμού του κόμβου και να ανατρέξουμε στην ιστορία, στις βασικές αστικές δομές και στα νοήματα τους. Μέσα από τον εντοπισμό της δικιάς του πρωταρχικής δομής, παρατίθενται διαδοχικές αναφορές παραδειγμάτων που αποκαλύπτουν μια πρώτη προσέγγιση της σημασίας του. Χρήσιμο οδηγό αποτέλεσε το ερευνητικό έργο του Spiro Kostof.
Προχωρώντας, γίνεται μια εκτενής αναφορά στη θεωρία του Kevin Lynch γύρω από την “Εικόνα της Πόλης”. Ο ίδιος εντάσσει στο έργο του ποικίλες εννοιολογικές προσεγγίσεις γύρω από τον εξεταζόμενο όρο. Εδώ αποκαλύπτεται ποια είναι η σχέση του στοιχείου αυτού με άλλα και πως αυτή δημιουργεί μια καλή, αναγνώσιμη εικόνα για την πόλη. Στη συνέχεια, ο “κόμβος” προσεγγίζεται στον αστικό χώρο σαν μορφή. Ποια είναι η σημασία της μορφής και ποια η διαφορά της από τον τύπο; Σε αυτό το κεφάλαιο, η προσοχή μας εστιάζεται στο ποιες είναι οι διαδικασίες που παράγουν μορφές και ποια η ανάγκη ύπαρξης τυπολογιών. Μέσα από τις θεωρίες αυτές του Rob Krier εξετάζεται και μια χρόνια
1
Εισαγωγή αντιπαράθεση, αυτή του δίπολού “Oργανικότητα-Γεωμετρικότητα”. Πέρα από μορφές, σε έναν αστικό χώρο υπάρχουν και οι χρήσεις. Ταυτίζεται μια μορφή με κάποια συγκεκριμένη λειτουργία; Σε αυτό το κεφάλαιο, ξεκαθαρίζονται ζητήματα γύρω από τις χρήσεις τις οποίες υποδέχονται αστικοί χώροι. Βασισμένος στο παραπάνω σύνολο διαφορετικών προσεγγίσεων του όρου “κόμβος”, καταλήγω στον επαναπροσδιορισμό της έννοιας, και στο ποια είναι τελικά η κυρίαρχη σημασία του για την εικόνα μιας πόλης.
Στη [Β] ενότητα της εργασίας, εφοδιασμένος με το σύνολο των διαφορετικών θεωριών που αναλύθηκαν, γίνεται προσπάθεια να εστιάσω τη προσοχή μου σε συγκεκριμένο παράδειγμα πόλης και εποχής. Επιλέγω να ασχοληθώ με τη περίπτωση των δυο πρώτων σχεδίων για το νέα πόλη της Αθήνας μετά την απελευθέρωση, γύρω στα 1833-34. Εστιάζω στο παρελθόν καθώς θεωρώ αναγκαία την ιστορική εξέταση και ανάλυση των δεδομένων που διενήργησαν για να αποτελέσουν τις εναρκτήριες οραματικές ιδέες για την μετέπειτα πολεοδομική πορεία της ελληνικής πρωτεύουσας. Όμως, τι κατάσταση επικρατεί στην Αθήνα μετά τη απελευθέρωση; Ποιες είναι οι επιθυμίες και τα οράματα που συνοδεύουν όλους τους Έλληνες μετά την επανάσταση και την απελευθέρωση; Όποια και να είναι αυτά, συνοδεύονται τόσο με τον ερχομό της βασιλείας των Βαυαρών του Όθωνα στην Ελλάδα, όσο και με τον ορισμό της Αθήνας ως πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Η αισιοδοξία των Ελλήνων ταυτίζεται με την αναβίωση της πλούσιας ιστορίας της Αθήνας, η οποία θα επιτευχθεί μέσω ενός νέου πολεοδομικού σχεδίου. Στα δυο σημαντικότερα οράματα για τη νέα πόλη εντάσσεται αυτό του Σταματίου Κλεάνθους και Εδουάρδου Σάουμπερτ, και αυτό του Λέο Φον Κλέντσε. Επεξηγώντας ποιες είναι οι βασικές αρχές που συνθέτουν τις κατευθυντήριες γραμμές των δυο αυτών σχεδίων, στη συνέχεια εντοπίζεται, επονομάζεται και περιγράφεται το σύνολο των κόμβων που συνθέτει τα εν’ λόγω οράματα. Οι επιλογές των σημείων σχετίζονται άμεσα με το τι ορίσθηκε ως κόμβος στη πρώτη ενότητα.
Σε επόμενη φάση γίνεται εκτενής περιγραφή του κάθε κόμβου ξεχωριστά σύμφωνα με τις διαστάσεις που πήρε η έννοια του στη πρώτη φάση της εργασίας. Εξετάζεται ο τόπος θέσης του σε ιστορική και γεωγραφική συνάρτηση, η μορφή του, η χρήση ή χρήσεις του, και σε πολλές περιπτώσεις η αλληλοσυσχέτιση του με άλλες αστικές μορφές της ιστορίας.
2
Εισαγωγή Στόχος αυτής της έρευνας είναι τελικώς η αναζήτηση της δομής και της ταυτότητας τόσο του κάθε κόμβου ξεχωριστά όσο και της εικόνας της πόλης που συντίθεται από το σύνολο τους. Τι πετυχαίνει η ανάλυση των κόμβων αυτών; Τι εικόνα έχει η πόλη τελικώς? Είναι αναγνώσιμη; Τέλος, για την απάντηση των παραπάνω εστιάζω σε μια πιο στοχευμένη διατύπωση συμπερασματικών πληροφοριών, όσον αφορά τους κόμβους. Παράλληλα, παραθέτω ένα σύνολο διαγραμματικών αναλύσεων για την Αθήνα που έχουν να κάνουν με τον συνδυασμό των θεωρητικών γνώσεων που έλαβα από τη πρώτη ενότητα της εργασίας και στην συνέχεια από την εστιασμένη μελέτη των κόμβων των δυο σχεδίων της ελληνικής πρωτεύουσας.
3
Α.1 Λειτουργικές Προσεγγίσεις
Α. ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΜΒΟΥ Α.1 Λειτουργικές Προσεγγίσεις «κόμβος: [αγγλ. node] σημείο διασταύρωσηs γραμμών ενός δικτύου. στην τοπολογία είναι τα σημεία ενός γραφήματος σε αντίθεση με τους συνδέσμους του (θεωρία γράφων – εφαρμοσμένα μαθηματικά) στα δίκτυα επικοινωνίαs και πληροφορίαs ο κόμβοs είναι ένα σημείο σύνδεσηs ικανό να λαμβάνει, να στέλνει ή και να προωθεί πληροφορία δομικό στοιχείο ένωσηs γραμμικών ή επιφανειακών δομικών στοιχείων βλ. και άρθρωση / στέγη (επικλινήs) Ι σύνδεσμοs]».1 Επίσης: «κόμβοs κυκλοφοριακός: [αγγλ. junction. γαλλ. Carrefour] η οργανωμένη τομή δύο τουλάχιστον οδών και η ασφαλήs δυνατότητα, βάσει ρυθμίσεων τηs κυκλοφορίαs, αλλαγήs διεύθυνσηs των οχημάτων. Μπορεί να είναι απλή ισόπεδη διασταύρωση με ή φωτεινή σηματοδότηση, συνήθης ισόπεδος ή κυκλικός κόμβος ή ακόμη και ανισόπεδος κόμβος [αγγλ. multilevel junction ή interchange. Γαλλ. Échangeur]».2 Ερμηνείες της λέξης κόμβος, όπως παρατηρούμε και στις παραπάνω διατυπώσεις του νέου Λεξικού της Αρχιτεκτονικής του Φιλιππίδη, εμφανίζονται σε πολλούς επιστημονικούς κλάδους, εκτός από αυτόν της πολεοδομίας. Όμως, η λέξη αυτή, τις περισσότερες των περιπτώσεων, ταυτίζεται με όρους κυκλοφορίας και συγκοινωνιών. Ο Stephen Marshal, στο έργο του “Streets & Patterns” (2005) κάνει μια εξαιρετική κίνηση συνδυάζοντας όρους εφαρμοσμένων μαθηματικών με αντίστοιχους των δικτύων μεταφορών, με σκοπό να προτείνει ένα εναλλακτικό τρόπο ανάλυσης της δομής της διαδρομών (route structure). Ουσιαστικά, δημιουργεί αναλογίες μεταξύ της θεωρίας των γράφων3 και των δικτύων μεταφοράς. Συγκεκριμένα, όταν ένα δίκτυο μεταφορών
1
Μπούρας Χαράλαμπος, Φιλιππίδης Δημήτρης (επιμ.), [2013], “Αρχιτεκτονική”, (συλλογικό έργο), Αθήνα, εκδόσεις Μέλισσα, σ. 185 – διατύπωση Δημήτρη Παπαλεξόπουλου 2 ό.π., σ. 185 – διατύπωση Χρίστου Ταξιλτάρη 3
Η θεωρία των γράφων είναι ένας κλάδος των μαθηματικών που παρέχει ένα μέσο για την ανάλυση της δομής των σχέσεων μεταξύ των στοιχείων. Ένα γράφημα είναι ένα σύνολο από διακριτά σημεία ενώνονται με γραμμές: αυτά μπορούν να αναφέρονται αντιστοίχως ως κορυφές ή κόμβοι και όρια. Σε μια γραφική παράσταση, είναι η τοπολογική διάταξη μεταξύ των στοιχείων που είναι πιο σημαντική, και όχι η απόλυτη γεωμετρία ή κλίμακα των στοιχείων που αντιπροσωπεύονται. Η θεωρία των γράφων έχει ένα ευρύ φάσμα εφαρμογών μεταξύ των οποίων είναι αυτή της γεωγραφίας των μεταφορών. - Stephen Marshal, [2005], “Streets & Patterns”, Spon press, New York, σ. 107
4
Α.1 Λειτουργικές Προσεγγίσεις παρουσιάζεται συμβατικά ως γράφημα, οι συνδέσεις στο δίκτυο γίνονται όρια στο γράφημα, και οι κόμβοι (π.χ. διασταυρώσεις, ή σε μεγαλύτερη κλίμακα πόλεις) γίνονται κορυφές στο γράφημα. Σε αυτή την άμεση αναλογική σύνδεση, η γραφική θεωρητική ανάλυση μπορεί να λεχθεί ότι χρησιμοποιεί κορυφές, άρα τους κόμβους, για να αναπαραστήσει τα πρωτογενή στοιχεία, και όρια για να αναπαραστήσει τις σχέσεις μεταξύ αυτών (όρια δευτερεύοντα ή εξαρτώμενα). Αυτή η διαδικασία ενέχει ένα επίπεδο διαγραμματικής μεταφοράς της πραγματικότητας, σε μια ποια αφαιρετική απεικονιστική διάσταση. Έτσι, σχετικά παραδείγματα αποτελούν, οι χαρακτηριστικές σχηματικές συνδέσεις σιδηροδρομικών σταθμών (πχ. μετρό της Αθήνας) όπως και οι πιθανές αεροπορικές ανταποκρίσεις μεταξύ ενός συνόλου πρωτευουσών ευρωπαϊκών χωρών. Σε αυτές τις περιπτώσεις κορυφές-κόμβοι είναι οι σταθμοί και τα αεροδρόμια, ενώ όρια-διαδρομές οι αφαιρετικές ευθείες συνδέσεις τους. Στα σχήματα που απεικονίζονται, είναι ξεκάθαρο ότι τέτοιες προσεγγίσεις ταιριάζουν αποτελεσματικά εστιάζοντας στους κόμβους, με σκοπό τη διάκριση κάποιας ιεραρχία τους. Ωστόσο, η πρόθεση του συγγραφέα είναι να αντιστρέψει την εστίαση από τους κόμβους στις διαδρομές - όταν αυτές είναι οι σημαντικότερες χωρικές ενότητες -, με στόχο να παρουσιάσει μια νέα καινοτόμα ανάλυση της δομής ενός δικτύου διαδρομών. Με αυτόν τον τρόπο παράγει μια νέα σύνταξη χώρου, στην οποίο οι διαδρομές συνδέονται ή μία με την άλλη, και οι κόμβοι είναι τα συνδετικά στοιχεία τους .4 Η αναφορά στην συγκεκριμένη διαδικασία αντιστροφής του Bill Hillier, που αναπτύσσεται στο βιβλίο του Marshal, δεν αποτελεί την ουσία της παρούσας ερευνητικής. Το εγχείρημα αυτό σημειώνεται για δυο λόγους. Πρώτον, γιατί στην παραπάνω αναλογία (μεταξύ θεωρίας των γράφων και δικτύου μεταφοράς) περιέχεται η απροσδόκητη σύνδεση δυο ξεχωριστών ορισμών που δόθηκαν στην αρχή για τη λέξη κόμβος. Αν και αποδείχτηκε ότι η λέξη και η βασική ιδιότητα που την διέπει (σύγκλιση δυο ή παραπάνω γραμμών), ήταν αυτή που συνέδεσε τα θεωρητικά μαθηματικά με τα συστήματα οδικής κυκλοφορίας. Δεύτερον, γιατί τις περισσότερες των περιπτώσεων, στην σύγχρονη πολεοδομία, η λέξη κόμβος ταυτίζεται με κυκλοφοριακούς όρους για την πόλη. Αυτό συμβαίνει και σε λεξικά της αρχιτεκτονικής και σε πρόσφατες νέες προβληματικές σχετικά με νέες πολεοδομίες. Σε ερωτήσεις που έκανα σε φοιτητές της αρχιτεκτονικής και σε απλούς πολίτες, ο κόμβος παρέπεμπε σε κυκλικούς οδικούς κόμβους ή σε σταθμούς σιδηροδρόμου. Στο τεύχος του περιοδικού “Δομές” το 2009, με τίτλο “Αστικοί Κόμβοι”, ο όρος του κόμβου μετακίνησης επαναπροσδιορίζεται. Η ταύτιση του με σιδηροδρομικούς σταθμούς
4
Η συγκεκριμένη ανάλυση και τα επιλεγμένα σχήματα είναι ανεπτυγμένα βάση του βιβλίου: - Stephen Marshal, [2005], “Streets & Patterns”, Spon press, New York, σσ. 107-131
5
Α.1 Λειτουργικές Προσεγγίσεις προκύπτει από την σχετικά πρόσφατη εκδοχή του μοντέλου συμπαγούς πόλης (compact city), που δημιουργήθηκε με σκοπό τη αποσυμφόρηση των κεντρικών περιοχών μιας πόλης. Πλέον, η ανάγκη και η απαίτηση της σύγχρονης πόλης, για ανασυγκρότηση της περιβαντολλογικής βιωσιμότητας της, έχει επαναπροσδιορίσει τον αρχικό όρο. «Οι σταθμοί δεν αποτελούν πλέον μόνο κόμβους μετακινήσεων (nodes), αλλά και χώρους συγκέντρωσης αστικών λειτουργιών και δραστηριοτήτων (places)».5
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω στοιχεία, στην συνέχεια του κειμένου, γίνεται προσπάθεια, η έννοια και η σημασία του κόμβου, να ξεπεράσει τα όρια της σημερινής κυκλοφοριακής της διάστασης. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι η παρούσα εργασία απαρνιέται τις προαναφερθείσες διατυπώσεις. Εντούτοις, τόσο το χαρακτηριστικό του γνώρισμα ότι αποτελεί σημείο διασταύρωσης διαδρομών, όσο και η εξέλιξη της ιστορίας των πόλεων υπό το πρίσμα σημαντικών αστικών ερευνητών, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι πρωταρχικό στοιχείο διαμόρφωσης της εικόνας της πόλης.
5
Δημήτρης Μηλάκης, [2009], “Από τους κόμβους μετακινήσεων στους κόμβους αστικών λειτουργιών. Το πρότυπο της προσανατολισμένης στη δημόσια συγκοινωνία αστικής ανάπτυξης”, ΔΟΜΕΣ, 84, σσ. 42-47
6
Α.2 Ιστορική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Spiro Kostof
Α.2 Ιστορική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Spiro Kostof Το ερευνητικό αντικείμενο του Spiro Kostof δεν εστιάζεται στη λέξη “κόμβος” και στην ανάλυση της, αλλά σε ένα γενικότερο πλαίσιο αστικού περιεχομένου. Σε αυτό επεξηγούνται τόσο αστικά μοτίβα και νοήματα (City Shaped) όσο και στοιχεία της αστικής δομής (City Assembled), έχοντας σαν βάση τα όσα μας έχει διδάξει η ιστορία. Παρόλα αυτά, εστιάζοντας σε αυτά τα δυο έργα συναντά κανείς αρκετές ιστορικές αναφορές σχετικές με πρωτότυπες διασταυρώσεις, στις οποίες είτε αναπτυσσόταν μια ολόκληρη, πόλη είτε αποτελούσε ένα από τα εστιακά σημεία της. Υπάρχουν ορισμένα παραδείγματα πόλεων που αναπτύχθηκαν γύρω από μια χαρακτηριστική διασταύρωση. Ένα από αυτά είναι το παράδειγμα της ολλανδικής πόλης Sloten, της περιφέρειας Friesland. Η πόλη-ανάχωμα ιδρύθηκε στη διασταύρωση ενός ποταμού και μιας χερσαίας διαδρομής, η οποία επισημάνθηκε μέσω μιας γέφυρας στο κέντρο της το 1426. Πόλεις σαν το Sloten, το Niewpoort και το Schoonhoven ιδρύθηκαν εκεί που ο δρόμος διαπερνούσε ένα κανάλι, με μερικά εξέχοντα τοπόσημα όπως το δημαρχείο τοποθετημένο στο πέρασμα του.6 Ακόμα ένα καλό παράδειγμα είναι αυτό στην ιστορική πόλη της Culemborg στην Ολλανδία. Ο παλαιός πυρήνας χρονολογείται από το 12ο αιώνα μ. Χ., το κάστρο από το 1271, και η “Nieuwstad (νέα πόλη οργανωμένη σε κάναβο) στα βορειοδυτικά από το 1385-92. Μια οδός εκτείνεται από την αγορά της παλαιάς πόλης, και περνά διαμέσου της νότιας πύλης και κατά μήκος του αποχετευτικού καναλιού, μέσα στη νέα πόλη, δένοντας τις δυο αστικές ενότητες μαζί.7 Ο Kostof, εστιάζοντας στην γέφυρα που δημιουργείται στη διασταύρωση του αποχετευτικού καναλιού με τον εκτεινόμενο δρόμο που ενώνει τον παλαιό πυρήνα με το νέο, αναφέρει χαρακτηριστικά, «αυτός είναι ο πρότυπος μηχανισμός του κόμβου, που παρεμβάλλεται μεταξύ ενός οργανικού πυρήνα και ενός μετέπειτα κανάβου ή και μεταξύ δυο κανάβων με διαφορετική ημερομηνία».8 Ένα διαφορετικής διάταξης παράδειγμα κόμβου, από το οποίο αναπτύσσεται μια ολόκληρη πόλη είναι αυτό της Palmanova9 το 1593, δημιουργημένη σαν στρατιωτικό
6
Ο εξέχων κεντρικός χώρος του φράγματος σε τέτοιες περιοχές έλαβε σημαντικές δημόσιες υπηρεσίες-κτήρια σαν δημαρχεία, χώροι για συμβούλιο, εκκλησίες. Και άλλα παραδείγματα σχετικά στην Ολλανδία και στο Βέλγιο έχουν στηριχθεί σε παρόμοιες τεχνικές ανάπτυξης, τα σημαντικότερα των οποίων είναι το Άμστερνταμ και η Αμβέρσα. - Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σσ. 55-56 7 G. L. Burke, [1956], “The Making of Dutch Towns”, Cleaver-Hume Press, London, σσ. 55-57 8
Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ.135
9
Η Palmanova (Ιταλία) ανήκει στην ευρύτερη περιοχή του Friuli, Σχεδιασμένη πρώτα το 1593, οι προμαχώνες του και τα τείχη του ολοκληρώθηκαν το 1623. Ενισχύθηκε από ένα δεύτερο δαχτυλίδι το 1667-90, και ξανά το 1806-9, κατά τη διάρκεια της Γαλλικής κατοχής, ένα ισχυρό τρίτο δαχτυλίδι με ένα λεπτομερές σύστημα προτειχισμάτων δημιουργήθηκε. Το σχέδιο της είναι το μόνο ολοκληρωμένο ακτινωτό σχέδιο που πραγματοποιήθηκε στη Ιταλία τον 16ο αιώνα - Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 161
7
Α.2 Ιστορική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Spiro Kostof φυλάκιο της Βενετσιάνικης Δημοκρατίας και τοποθετημένη σε κύρια σταυροδρόμια της περιοχής του Friuli. Στη σύλληψη της συμμετείχαν πολλοί διακεκριμένοι στρατιωτικοί μηχανικοί και σχεδιαστές συμπεριλαμβανομένου και του Scamozzi. Στην ουσία, αυτή η αμυντικού χαρακτήρα πόλη, έχει έξι οδούς που αναπτύσσονται ακτινωτά από μια κεντρική πολυγωνική πλατεία (βάση της ο κύκλος). Αναπτύσσονται ακόμα τέσσερις, ομόκεντροι πολυγωνικής διάταξης δρόμοι μέχρι και το εξωτερικό τείχος, και ακόμα έξι ακτινωτοί, ενδιάμεσα των αρχικών, που δεν ενώνονται με την κεντρική πλατεία. Η κεντρική piazza σαν σημείο γέννησης της πόλης, ενισχύεται με έναν πύργο παρατήρησης, ενώ περιμετρικά αυτής διατάσσεται ο χώρος διαμονής των διοικητικών υπαλλήλων και των ντόπιων Βενετών στρατιωτών. Το παράδειγμα αυτό, εντάσσεται στις πόλεις διαγράμματα, όπως τα ορίζει ο Kostof στο βιβλίο του και αποτελεί μια δημιουργημένη ιδανική πόλη αν και σήμερα δεν λειτουργεί για τους σκοπούς που δημιουργήθηκε. Από τη φύση τους τέτοιες πόλεις μεταφέρονται στο σχέδιο με τέλεια γεωμετρικά σχήματα, κύκλους, και εστιασμένες πλατείες και πολύγωνα ποικίλων ειδών. Υπακουούν σε αυστηρούς τρόπους κεντρικότητας, ακτινωτές συγκλίσεις ή ακτινωτές ευθυγραμμίσεις.10 Ο πιο εμφατικός τρόπος να δημιουργήσεις μια εστίαση (εστία-focus) σε ένα πλεγματικό σχέδιο, είναι να έχεις δυο άξονες, βόρειο-νότιο και ανατολικό-δυτικό, να τέμνουν ο ένας τον άλλο σε ένα κέντρο, επισημαίνοντας τη διασταύρωση τους με μια δημόσια πλατεία. Τέτοια περίπτωση αποτελούν oι ρωμαϊκοί εγκάρσιοι άξονες cardo και decumanus11 αντίστοιχα, που αναφέρθηκε προηγουμένως. Συνήθως, στο σημείο της διασταύρωσης, κοντά ή ακριβώς πάνω στην τομή, τοποθετούταν η αγορά ή τόπος συνάντησης και συζήτησης (forum), όπως και άλλα δημόσια κτήρια, που συνέθεταν ένα κοινωνικοπολιτικό κέντρο (civic center). Αυτή η τέλεια αξονική τομή είναι σπάνια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Timgad.12 Αργότερα, στοιχεία αυτής της εγκάρσιας διασταύρωσης διατηρήθηκαν σε σχέδια μερικών μεσαιωνικών πόλεων του 12ου αιώνα, ως συμβολικός σταυρός. Η μεσαιωνική εκδοχή του, εμφανίζεται ανεξάρτητη σε πολλές νέες πόλεις της εποχής. Μια από αυτές είναι η λεγόμενη “Strassenkreuz” (σταυροδρόμι στα γερμανικά), σύστημα όπου δυο εμπορικές οδοί (market streets), διασταυρώνονται στο κέντρο του σχεδίου.
10
ό.π., σ. 159-162
11
Στη μοντέρνα λογοτεχνία, αυτοί οι οδοί ονομάζονται cardo (βορράς-νότος) και decumanus (ανατολήδύση), οι οποίοι δεν υπάρχει στέρεα αρχαία εξουσία. Στην αρχαιότητα, εκείνοι οι όροι εφαρμοζόντουσαν για τον κύριο συντονισμό του “centuriation”, δηλαδή της χωρομέτρησης της γης της υπαίθρου. - Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 142 12 Timgad (Αλγερία): ο ρωμαϊκός κάναβος στην τελειότητα, με τετράγωνα μπλοκ και ευθύγραμμες περιφράξεις, βρέθηκε το 100 μ.Χ. Μόλις κάτω από τις κεντρικές διασταυρώσεις, είναι η αγορά. Ο άξονας decumanus (ανατολή-δύση) ήταν πλακόστρωτος και η διαδρομή του καλυπτόταν από κιονοστοιχία έχοντας σε προοπτική θέα την αψίδα του Trajan, την κύρια είσοδο της πόλης. Επίσης, ο ίδιος άξονας ένωνε την πόλη με άλλη έξω από τα τείχη. - Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 142 & 214 & 263
8
Α.2 Ιστορική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Spiro Kostof Λίγο αργότερα, η διασταύρωση απέκτησε μια κατάλληλη πλατεία στην Αυστρία, του επονομαζόμενου τύπου “Rechteckplatz ” (ρθογώνια πλατεία στα γερμανικά). Αυτή η πλατεία -αγορά επεκτεινόταν μερικές φορές κάθετα στην κατεύθυνση των κύριων δρόμων του γ ραμμικού κα νάβου δημιουρ γώ ν τα ς μια ευρεία γραμμική π λα τεία-οδό). Η πό λη Venzone εντός των ορίων της Ιταλίας, είναι ένα παραδείγματα . Το πλεονέκτημα εδώ εί ναι ότι η πλατεία μπορεί να εξαπλωθεί σε συμμόρφωση με την ανάπτυξη της υπό-λοιπης πόλης. Το παράδειγμα της θα εξαπλωθεί στη φλωρεντιανές νέες πόλεις του 14 ου αιώνα . -
Στις οχυρωμένες γαλλικές, αγγλικές και ισπανικές πόλεις, η κεντρική πλατεία-αγορά σχετίζεται με τον κάναβο με δυο ξεχωριστούς τρόπους.
-
Στον ένα, μερικές φορές καταλαμβάνει ένα μοναδικό οικοδομικό τετράγωνο στο κέντρο του κανάβου, το οποίο προσεγγίζεται από τις γωνίες κατά μήκος των τεσσάρων δρόμων που ορίζουν την πλατεία.
-
Στον άλλο, λιγότερο συχνά, η αγορά τοποθετείται σε ένα γνήσιο σταυροδρόμι, στο οποίο η περίπτωση είναι ότι προσεγγίζεται αξονικά και πιέζει τις κλειστές γωνίες του σε τέσσερα οικοδομικά μπλοκ της πόλης.
Στις πρωτεύουσες πολιτειών των κεντροδυτικών και των νοτίων Ηνωμένων Πολιτειών, η κεντρική πλατεία με το δικαστήριο στο μέσον του ανοιχτού τους χώρου, έχει τέσσερις τύπους προσέγγισης: -
στο λεγόμενο “block square”, οι οδοί τρέχουν κατά μήκος των πλευρών της πλατείας,
-
στο “Harrisonburg square”, υπάρχουν δυο παράλληλες οδοί που προσεγγίζουν την πλατεία από δυο πλευρές της, και άλλοι δυο, μέρος του ίδιου άξονα που την προσεγγίζουν από το μέσον των δυο ίδιων προηγούμενων πλευρών της,
-
στο “Philadelphia square”, η πλατεία ακολουθεί την αξονική διευθέτηση των κλειστών - γωνιών, και
-
στο “four-block square”, που όπως το όνομα υπονοεί, καταλαμβάνει επιφάνεια τεσσάρων οικοδομικών μπλοκ του πλέγματος των δρόμων.13
«Οι μεγάλες πόλεις, όλες επάνω σε οδικές διασταυρώσεις, δεν γεννήθηκαν απαραιτήτως από το απλό γεγονός αυτής της συνάντησης. Σε αυτό όμως χρωστούν την επιβίωση τους».14
13
Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σσ. 142-144
14
Braudel Fernand, [1991] Η Μεσόγειος και ο Μεσογειακός Κόσμος: την εποχή του Φιλίππου Β’ της Ισπανίας, MIET, Έκδοση Β’, Τόμος Α’ – Ο ρόλος του Περίγυρου, μετάφρ. Μητσοτάκη Κλαίρη, Αθήνα, σ.388
9
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Το ερευνητικό έργο του Kevin Lynch, The Image of the City του 1960 είναι από τα πρώτα που εντάσσει την έννοια του κόμβου σαν σημαντικό συστατικό στοιχείο της πόλης, αναλύοντας και ορίζοντας το. Αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα που εξετάζει τις πολύπλευρες διαστάσεις του εξεταζόμενου όρου. Όπως έχει προαναφερθεί στην εισαγωγή, το βιβλίο αυτό αποτελεί την αφετηρία εκπόνησης της παρούσας ερευνητικής εργασίας. Ως εκ τούτου, χρήζει ουσιώδους ανάγκης, τόσο η επιγραμματική περιγραφή, ο σχολιασμός της μεθοδολογίας και των πορισμάτων του έργου αυτού, όσο και η προσεκτική εστίαση και επικέντρωση στο κομμάτι, στο οποίο γίνεται αντιληπτή η σπουδαιότητα και σημασία του στοιχείου του κόμβου. Α.3.1 Σκοπός και Μεθοδολογία του Ο Lynch επικεντρώνει τη μελέτη του στην οπτική ποιότητα της αμερικανικής πόλης, βασιζόμενος στην ψυχολογία του ανθρώπινου νου και της αντιληπτικής ικανότητας του να κινείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο εντός ενός αστικού περιβάλλοντος. Σκοπός του είναι να εξετάσει την ικανότητα μιας πόλης να διαμορφώνει τη δικιά της εικόνα15 (imageability), τουτέστιν, την δικιά της δομή και ταυτότητα. Επομένως, ερευνά τα στοιχεία αυτά τα οποία, τόσο το καθένα ξεχωριστά όσο και συγκροτημένα όλα μαζί σε ένα σύνολο, συνδράμουν στην καλύτερη αναγνωσιμότητα της μορφής της. Με τον όρο αναγνωσιμότητα εννοούμε την «προφανή σαφήνεια και την ευκολία με την οποία τμήματα του αστικού τοπίου αναγνωρίζονται και μπορούν να οργανωθούν σε ένα συνεκτικό σχήμα».16 Ο Lynch, καταλήγει στο ότι έχουμε ανάγκη από ένα περιβάλλον το οποίο δεν θα είναι απλά καλά οργανωμένο, αλλά ταυτόχρονα ποιητικό και συμβολικό. Ταυτόχρονα, θα έλεγε κανείς ότι πρέπει επίσης να μιλήσουμε για τα άτομα και την πολύπλοκη κοινωνία τους, τις φιλοδοξίες τους, την ιστορική τους παράδοση, το φυσικό περιβάλλον και τις περίπλοκες λειτουργίες και κινήσεις του κόσμου της πόλης. Το ίδιο σημειώνει και ο Aldo Rossi μέσα από το έργο του “The Architecture of the City” (1966). «Η εικόνα της πόλης είναι αποτέλεσμα ανάλυσης των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών συστημάτων και η εξέταση της γίνεται μέσα από τις αντίστοιχες επιστήμες. Ο δεύτερος τρόπος στηρίζεται
15
Επινοώντας τον όρο imageability, ο Lynch αναφέρεται στις δυνατότητες που έχει η νοητική περιβαντολλογική εικόνα μιας πόλης 16 Υπάρχουν βέβαια και άλλες βασικές ιδιότητες σε ένα όμορφο περιβάλλον: εννοώντας την εκφραστικότητα, την αισθησιακή απόλαυση, το ρυθμό, το ερέθισμα, την επιλογή. Η συγκέντρωση μας στην αναγνωσιμότητα δεν απαρνιέται τη σημασία τους. -παρμένα από, Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σσ. 23
10
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch πιο πολύ στην αρχιτεκτονική».17 Ο ίδιος όμως δηλώνει ότι επιμένει στο δεύτερο, χωρίς να παραμερίζει τον πρώτο. Όπως και να έχει «η σαφήνεια της δομής και η ζωντάνια της ταυτότητας είναι τα πρώτα βήματα για την ανάπτυξη ισχυρών συμβόλων».18 Η μεθοδολογία που ακολουθεί ο συγγραφέας για να ενορχηστρώσει το μεγάλο σύνολο εννοιών και εργαλείων που χρησιμοποιεί, είναι αξιοσημείωτη. Προκειμένου, να πετύχει το στόχο του, δηλαδή τη σύνθεση της εικόνας της πόλης, ο συγγραφέας εκτελεί ένα πείραμα το οποίο θα αναφερθεί συντόμως παρακάτω. Στηριζόμενος σε ψυχολογικές αρχές που διέπουν την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ο συγγραφέας κάνει αναφορά στο δίπολο, “χάνομαι” (“get lost”) και “βρίσκομαι” (“way-finding”). Από τη μία, όπως λέει με τρόπο ποιητικό, «η ίδια η λέξη "χάνομαι" στη γλώσσα μας σημαίνει πολλά περισσότερα από μια απλή γεωγραφική αβεβαιότητα: κουβαλάει τους «αποήχους» της απόλυτης καταστροφής»19. Από την άλλη, είναι απίθανο να υπάρχει οποιοδήποτε μυστικό «ένστικτο» τρόπου εύρεσης της πορείας (του “βρίσκομαι”). «Αντίθετα, «υπάρχει μια συνεπής χρήση και οργάνωση καθοριστικών αισθητήριων ερεθισμάτων από το εξωτερικό περιβάλλον».20 Αυτά τα αισθητήρια ερεθίσματα αποτελούν ένα σύνολο στρατηγικών συνδέσμων, τα οποία τα ονομάζει περιβαντολλογικές εικόνες. Η περιβαντολογική εικόνα21, από τη μεριά της, είναι προϊόν τόσο της άμεσης διαίσθησης, όσο και της μνήμης της εμπειρίας, και χρησιμοποιείται για να ερμηνεύσει πληροφορίες και να καθοδηγήσει τη δράση. Μια καλή περιβαλλοντική εικόνα δίνει στον κάτοχό της μια σημαντική αίσθηση συναισθηματικής ασφάλειας. Αποτελεί αποτέλεσμα μιας διαδικασίας δυο κατευθύνσεων, μεταξύ του παρατηρητή, ο οποίος προικίζει με νόημα αυτό που βλέπει και του περιβάλλοντος, το οποίο προτείνει διακρίσεις και σχέσεις. Παράλληλα, μπορεί να εδραιώσει μια αρμονική σχέση μεταξύ αυτών των δυο. Ως παρατηρητές, σε αυτή την περίπτωση ορίζει ένα μικρό δείγμα κατοίκων της πόλης, διαφορετικών αντιληπτικών δεδομένων22, με στόχο να προκαλέσει τις δικές τους εικόνες για το φυσικό περιβάλλον. Επιπλέον, κάνει χρήση ειδικών εκπαιδευμένων παρατηρητών οι οποίοι θα αναγνώριζαν το πεδίο, σε πρώτη φάση. Όλο αυτό το σύνολο παρατηρητών, κατηγοριοποιήθηκε σε ομάδες. Το πείραμα που εκτέλεσε έλαβε χώρα σε τρείς βασικές πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, τη Βοστώνη, το Νιού Τζέρσεϋ και το Λος Άντζελες.
17
Rossi Aldo, [1985], “Η Αρχιτεκτονική της Πόλης”, μεταφρ. Βασιλική Πετρίδου, Α’ Ανατύπωση, Θεσσαλονίκη.University Studio Press, σ. 24 18 Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 119 19
ό.π., σ. 4
20
ό.π., σ. 4
21
η γενικευμένη νοητική εικόνα του εξωτερικού φυσικού κόσμου που βρίσκεται στην κατοχή ενός ατόμου
22
κατηγορίες ανάλογα με τις γνώσεις τους σχετικά με την πόλη, την ηλικία, το φύλο, τον πολιτισμό κα.
11
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Τα αποτελέσματα ήταν ένα σύνολο από δημόσιες νοητικές εικόνες, οι οποίες είχαν κοινά πέντε εικονικά στοιχεία που αναφέρονταν σε φυσικές μορφές και τα οποία μπορούν εύκολα να ταξινομηθούν σε: -
μονοπάτια (paths),
-
όρια (edges),
-
περιοχές (districts),
-
κόμβοι (nodes), και
-
τοπόσημα (landmarks).
Ο συγγραφέας, συλλέγοντας τις πέντε αυτές μορφές εικονικών στοιχείων, σαν τα αποτελέσματα του πειράματος του, τις απομονώνει από το αρχικό περιβάλλον τους και τις αναλύει ξεχωριστά. Έπειτα, μελετά πιθανές αλληλοσυσχετίσεις τους με βάση τα αρχικά υπόβαθρα τους και βγάζει κάποια πορίσματα σχετικά με τον βαθμό αναγνωσιμότητας αυτών και του συνόλου τους. Παράλληλα, συμπεραίνει, ότι κανένας από τους τύπους των στοιχείων, δεν υπάρχει απομονωμένος στην πραγματικότητα. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, οι περιοχές είναι δομημένες με κόμβους, ορίζονται από όρια, διαπερνώνται από μονοπάτια, και διανθίζονται με τοπόσημα. Τα στοιχεία συνήθως επικαλύπτονται τρυπούν το ένα το άλλο.23 Μετά την επιτυχή διαφοροποίηση, την κατανόηση των τμημάτων και την εξέταση αλλησοσυσχετίσεων, βρίσκει ευκαιρία να δομήσει το δικό του νέο απεικονίσιμο τοπίο (imageable landscape). Όλα αυτά τα στοιχεία, το καθένα μεμονωμένα και όλα μαζί συλλογικά σαν σύστημα, θα διαμορφώσουν την καλύτερη δυνατή εικόνα της πόλης, ορατή, συνεκτική και καθαρή. «Η αναγνώριση ενός αντικειμένου είναι τόσο εξαρτημένη στο συνολικό σύμπλεγμα όσο και η μορφή του ίδιου του αντικειμένου».24 Πράγματι, ένα ξεχωριστό και ευανάγνωστο περιβάλλον δεν προσφέρει μόνο ασφάλεια, αλλά αυξάνει επίσης τη δυνατότητα βάθους και έντασης της ανθρώπινης εμπειρίας.
23
ό.π., σ. 50
24
ό.π., σ. 85
12
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Α.3.2 Ορίζοντας τον κόμβο Η επικέντρωση της παρούσας ερευνητικής σε έναν από τους πέντε τύπους στοιχείων που διαμορφώνουν την εικόνα της πόλης, δεν ήταν μόνο θέμα προσωπική επιλογής, αλλά και στρατηγικής σκοπιμότητας. Αρχικά, χρήζει ιδιαίτερης σημασίας να οριστούν με τον πληρέστερο τρόπο όλες οι πιθανές εναλλακτικές σκοπιές από τις οποίες κάποιος μπορεί να αποδώσει την έννοια του κόμβου ως στοιχείο του αστικού τοπίου της πόλης. Οι ορισμοί που ακολουθούν και οι πληροφορίες που αντλούνται για αυτούς, αποτελούν μέρος του συγγραφικού έργου του Lynch, οργανωμένες και διατεταγμένες, από τον συντάκτη της κειμένου, για να προσδώσουν με συστηματικότερο τρόπο όλες τις διαφορετικές πτυχές του εν’ λόγω στοιχείου. «Κόμβοι είναι τα στρατηγικά σημεία σε μια πόλη, μέσα στα οποία μπορεί να εισέλθει ένας παρατηρητής και αποτελούν το εστιακό σημείο, προς το οποίο και από το οποίο ταξιδεύει».25 Το σύνολο των στοιχείων τα οποία μπορεί να θεωρήσει κάποιος ως κόμβους, μπορούν να ταξινομηθούν με βάση τη λειτουργία τους, την κλίμακα τους και το σχήμα τους. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι με αυτή την ταξινόμηση, δεν υπάρχει απώτερος σκοπός να διαφοροποιηθούν τα παραπάνω στοιχεία, καθώς αποτελεί γεγονός ότι αλληλοσχετίζονται. Στόχος αυτής, είναι μονάχα να αποσαφηνιστούν οι πολύπλευρες πτυχές της έννοιας του. -
Όσον αφορά τη λειτουργία, οι κόμβοι μπορεί να ναι, 1. διασταυρώσεις ή συγκλίσεις μονοπατιών 2. στιγμές μετάβασης26 από τη μία δομή στην άλλη ή διαλείμματος κατά τις μετακινήσεις, 3. απλά συγκεντρώσεις, οι οποίες αποκτούν τη σημασία τους από το ότι μπορεί να είναι η συμπύκνωση κάποιας χρήσης φυσικού χαρακτήρα, όπως ένα στέκι στην γωνιά του δρόμου ή μια κλειστή πλατεία.27 4. είτε το σύνολο των παραπάνω στοιχείων, είτε ζευγάρια αυτών, συνδυασμένα και συσσωρευμένα σε ένα σημείο στην πόλη.
Η διασταύρωση, ή τα σημεία διακοπής στις συγκοινωνίες, χρήζουν επιτακτικής σημασίας για τον παρατηρητή της πόλης. Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο Braudel μιλώντας για τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ μεσογειακών λαών του 15ου και 16ου αιώνα, και για το τι
25
ό.π., σσ.47-48
26
Οι σταθμοί του μετρό, που συμπλέουν κατά μήκος των αόρατων συστημάτων διαδρομών τους, είναι στρατηγικοί κόμβοι μετάβασης 27 Πολλά στοιχεία παρμένα από το βιβλίο του, Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σσ.47-48
13
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch διευκόλυνε τις μεταξύ τους επικοινωνίες, «όταν δυο δρόμοι διασταυρώνονταν σήμαινε συχνά αλλαγή στα μέσα μεταφοράς ή μια αναγκαστική στάση».28 Επειδή στους κόμβους πρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις, οι άνθρωποι αυξάνουν την προσοχή τους σε τέτοια μέρη και αντιλαμβάνονται κοντινά στοιχεία με περισσότερη σαφήνεια από το κανονικό.29 Μερικοί από τους κόμβους συγκέντρωσης είναι η εστίαση και η επιτομή μιας περιοχής, πάνω από την οποία ακτινοβολεί η επιρροή τους και η οποία αντιπροσωπεύει ένα σύμβολο. Παράλληλα, μπορεί να ονομάζονται επίσης πυρήνες. Αυτό συμβαίνει όταν αυτοί υποστηρίζονται με την συγκέντρωση μιας εμπορικής, διοικητικής, πολιτιστικής αλλά και οικιστικής χρήσης, τότε αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη θέση και αξία τόσο για την πόλη, όσο και για το νου του χρήστη της. Αυτό μπορούν να το καταφέρουν εάν η παρουσία τους είναι κάπως σηματοδοτημένη στον πέριξ χώρο ή μέσω της ακτινοβολίας να οργανώνουν μεγάλες συνοικίες χρήσεων γύρω τους. -
Επιπλέον, βάσει κλίμακας, οι κόμβοι μπορεί να είναι: 1. θεωρητικά, μικρά σημεία στην εικόνα της πόλης, 2. μεγάλες πλατείες, ή κάπως εκτεταμένα γραμμικά σχήματα, 3. ή ακόμη και ολόκληρες κεντρικές περιοχές.
Βέβαια, αυτή την περίπτωση πρέπει να την εξετάσουμε και σε ανάλογο επίπεδο κλίμακας του υποβάθρου. Τουτέστιν, είτε σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο όπου τότε η ίδια η ολόκληρη πόλη μπορεί να γίνει ένας κόμβος, είτε σε σχέδιο πόλης, οπού εκεί λαμβάνει μικρότερου μεγέθους ποιότητες. Όπως είδαμε και στην αρχή, στο κεφάλαιο Α1, στο Σχήμα Χ30, οι κόμβοι με τις συνδέσεις τους αναπαρίστανται με ένα εύρος κλίμακας, από αφαιρετικές ηπειρωτικές εδαφικές εκτάσεις, μέχρι οργανώσεις ενός σπιτιού και διεπαγγελματικές σχέσεις. -
Σύμφωνα με το σχήμα, οι κόμβοι: 1. μπορεί να ναι σημαντικοί ακόμα και αν η φυσική του μορφή χαρακτηρίζεται από έλλειψη διακριτού σχήματος 31, αλλά 2. ορίζονται καλύτερα αν έχουν ένα απότομο, κλειστό όριο, και δεν προκαλούν αβεβαιότητα σε κάθε πλευρά.32
28
Braudel Fernand, [1991] Η Μεσόγειος και ο Μεσογειακός Κόσμος: την εποχή του Φιλίππου Β’ της Ισπανίας, MIET, Έκδοση Β’, Τόμος Α’ – Ο ρόλος του Περίγυρου, μετάφρ. Μητσοτάκη Κλαίρη, Αθήνα, σ.388 29 Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σσ.72-73 30
Stephen Marshal, [2005], “Streets & Patterns”, Spon press, New York, σ. 109
31
Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ.74
32
ό.π., σ.102
14
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Σε σχέση με αυτή την σκοπιά θα συνδεθεί αργότερα και το έργο του Rob Krier, Urban Space (1979), το οποίο εξετάζει τον αστικό χώρο σαν μορφή, παράγοντας τυπολογίες χώρων προερχόμενες από τα τρία βασικά σχήματα, τετράγωνο, κύκλος και τρίγωνο. Όπως λέει και ο Kevin Lynch, ο κόμβος, «είναι πιο αξιοσημείωτος εάν παρέχεται με ένα ή δύο αντικείμενα που είναι εστιακά σημεία προσοχής. Αλλά αν μπορεί να έχει συνεκτική χωρική μορφή, θα είναι ακαταμάχητος».33 Πέρα από τις παραπάνω πτυχές στις οποίες ορίζεται η έννοια του κόμβου, το συστατικό αυτό στοιχείο της πόλης, φέρει ακόμα πολλές πιθανές προδιαγραφές οι οποίες εξυψώνουν την εικόνα του και οργανώνουν ολόκληρο το λειτουργικό σύστημα της πόλης. Τέτοιες προδιαγραφές, είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης του με τα υπόλοιπα συστατικά στοιχεία της πόλης, τα οποία θα εξετάσουμε το καθένα ξεχωριστά ως προς τη βασική τους σχέση με τον κόμβο. Α.3.3 Κόμβος και Μονοπάτι Με βάση τον Lynch, μονοπάτια (paths) είναι τα κανάλια, κατά μήκος των οποίων ο παρατηρητής κινείται συνήθως, ή περιστασιακά, ή δυνητικά. Μπορεί να είναι δρόμοι, πεζοδρόμια, γραμμές μεταφοράς, κανάλια, σιδηρόδρομοι. Οι άνθρωποι παρατηρούν την πόλη, ενώ κινούνται κατά μήκος των μονοπατιών. Τα υπόλοιπα στοιχεία του περιβάλλοντος διατάσσονται και συσχετίζονται μέσω αυτών.34 Βασικά χαρακτηριστικά τα οποία καθορίζουν την σπουδαιότητα των διαδρομών αυτών, είναι: -
το πλάτος τους: οι χωρικές ποιότητες της στενότητας και της ευρύτητας, που προσελκύουν με διαφορετικό τρόπο την προσοχή των χρηστών τους,
-
το είδος της γραμμής τους: στην ουσία, αναφέρεται στους δυο βασικότερες γραμμές, την ευθεία και την καμπύλη, οι οποίες χαρίζουν διαφορετικές εμπειρίες και ποιότητες,
-
το στοιχείο της συνέχειας: ότι οι διαδρομές, καθ’ ότι αναγνώσιμες, ενέχουν το στοιχείο της συνέχειας. Είναι μια προφανής λειτουργική ανάγκη. Οι άνθρωποι εξαρτώνται τακτικά από αυτή την ποιότητα. Πιθανές συνέχειες πρόσθετων στοιχείων, όπως το παγκάκι του πεζοδρομίου ή μια πιθανή φύτευση, που μπορεί να βρίσκονται κατά μήκος μιας διαδρομής, έρχονται σε δεύτερη μοίρα.
-
την ποιότητα της κατεύθυνσης και την αίσθηση του προσανατολισμού: Τα μονοπάτια που εισέρχονται σε μια σαφή άρθρωση (κόμβο), δίνουν τις κατευθύνσεις και την αίσθηση του
33
Αυτή είναι η κλασική έννοια του σχηματισμού στατικών εξωτερικών χώρων και υπάρχουν πολλές τεχνικές για την έκφραση και τον ορισμό ενός τέτοιου χώρου: διαφάνειες, επικαλύψεις, διαμόρφωση φωτός, προοπτική, κλίσεις της επιφάνειας, κλείσιμο, άρθρωση, σχήματα κίνησης και ήχου. - παρμένα από, Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ.102 34 Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ.47
15
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch γενικότερου συστήματος του προσανατολισμού. Ο παρατηρητής αισθάνεται την παρουσία της δομής της πόλης γύρω του. Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω, «η έννοια του κόμβου σχετίζεται με την έννοια του μονοπατιού, αφού οι διασταυρώσεις είναι συνήθως η εμπλοκή των μονοπατιών, συμβάντα επάνω στο ταξίδι».35 Τα μονοπάτια μπορούν να προικιστούν με σημεία προέλευσης. Συνδυάζοντας τα με τα χαρακτηριστικά της συνέχειας και του προσανατολισμού που τα διέπουν, αποκτάνε ισχυρότερη ταυτότητα όταν εφοδιάζονται με σαφείς και γνωστές αφετηρίες και προορισμούς. Με αυτόν τον τρόπο δίνουν στον παρατηρητή την αίσθηση του οδηγού. Τα τερματικά σημεία (termini) όπως και οι αφετηρίες των μονοπατιών, τις περισσότερες φορές αποτελούν κόμβους στους οποίους συνήθως παρέχεται ένα σύνολο αντικειμένων που εξασφαλίζει την απόσπαση και την εστίαση της προσοχής των χρηστών. Όπως λέει και ο Lynch, «είναι σημαντικό να υπάρχει ένα δυνατό τερματικό σημείο, έτσι ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος να γίνει κάποια λάθος πορεία».36 Παράλληλα, ένα μονοπάτι μπορεί να εφοδιαστεί κατά μήκος του με μια σειρά παρεμβαλλόμενων κόμβων ή και τοποσήμων. Μέσω αυτών, ο χρήστης της θα μπορεί να εκτιμήσει τη θέση του πάνω σε αυτό, για να συλλάβει την απόσταση που έχει διανυθεί ή απομένει ακόμη να διανυθεί μέχρι τον τελικό του στόχο. Παράλληλα, ο συνδυασμός κόμβου και μονοπατιού μπορεί να δώσει επιπλέον κατευθύνσεις σε περισσότερους πιθανούς προορισμούς, πέρα από την βασική διαδρομή. Παραδείγματα οδών με παρεμβαλόμενους κόμβους, όπως αυτά της Avenue Richelieu στο Παρίσι και Corso Re d’ Italia στη Νάπολη (1888-1894), συναντάμε σε μια από τις τυπολογίες του Rob Krier που ονομάζει “σχέδια οδών” στο Σχήμα Χ37. Σε αυτές της περιπτώσεις, πάνω από τα παρεμβαλλόμενα εστιακά σημεία μπορεί να διαπερνάνε περισσότερα από ένα μονοπάτια, η διασταύρωση των οποίων γίνεται ζωτική, διότι αποτελεί πια σημείο της απόφασης. «Η απλή κάθετη σχέση τους φάνηκε πιο εύκολη να την χειριστεί κανείς, ειδικά αν το σχήμα της διασταύρωσης έχει ενισχυθεί με άλλα χαρακτηριστικά, όπως φύτευση, κίνηση, και άλλα σπουδαία αντικείμενα που τοποθετούνται εντός της».38 Στο σύνολό της, μια πόλη δομείται με ένα οργανωμένο σύστημα μονοπατιών. Το στρατηγικό σημείο σε αυτό το σύστημα είναι η διασταύρωση, το σημείο σύνδεσης και απόφασης για τον άνθρωπο που κινείται. Συνοψίζοντας την πρώτη αυτή σχέση, τα κομβικά
35
ό.π., σσ.47-48
36
ό.π., σ. 97
37
αν και αυτά τα παραδείγματα δεν εντοπίζονται στον χάρτη των πόλεων που αναφέρει ο Rob Krier Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σ. 60 38 Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 57
16
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch σημεία που τοποθετούνται στρατηγικά πάνω σε ένα ευρύ, συνεχές και με σχετική κατεύθυνση και προσανατολισμό μονοπάτι, ενισχύουν την ταυτότητα του και προσδίδουν μια πιο συνεκτική και αναγνώσιμη δομή για τους χρήστες του. Υψηλά επίπεδα ταυτότητας της πόλης του Παρισίου μπορούμε να διακρίνουμε στο άξονα της λεωφόρου ChampsÉlysées39. Σε αυτόν το συνεχή άξονα που πλαισιώνουν και άλλα ονόματα οδών, τοποθετείται ένα σύνολο κόμβων (συνδυασμένα με τοπόσημα) με τερματικά σημεία το Μουσείο του Λούβρου και τη (La) Défense. Στο ενδιάμεσο παρεμβάλλεται ένα σύνολο πλατειών, πάρκων (με λίμνες), μνημείων (αψίδες και οβελίσκος) και μια γέφυρα. Α.3.4 Κόμβος και Όριο Σύμφωνα με τον Lynch, όρια (edges) είναι τα γραμμικά στοιχεία που δεν χρησιμοποιούνται ή θεωρούνται μονοπάτια από τον παρατηρητή. Είναι τα όρια μεταξύ δύο φάσεων ή περιοχών, οι γραμμικές ρωγμές της συνέχειας: ακτές, σιδηρόδρομοι, όρια αστικής ανάπτυξης, τοίχοι. Τέτοια όρια μπορεί να είναι εμπόδια, περισσότερο ή λιγότερο διαπερατά, τα οποία αποκόπτουν μία περιοχή από την άλλη, ή μπορεί να είναι ραφές, γραμμές κατά μήκος των οποίων δύο περιοχές σχετίζονται και ενώνονται μεταξύ τους. 40 Αυτά τα όρια σαν στοιχεία, αν και κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι τόσο κυρίαρχα όσο τα μονοπάτια, είναι για πολλούς ανθρώπους σημαντικά οργανωτικά χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα στο ρόλο του να κρατούν συγκεντρωμένες γενικευμένες περιοχές, όπως το νερό ή ο λόφος που αποτελούν το περίγραμμα μιας πόλης. Τα στοιχεία αυτά συχνά φέρουν χαρακτηριστικά των μονοπατιών. Όπου αυτό συμβαίνει, και όπου ο απλός παρατηρητής δεν διακόπτει την κίνηση του στο μονοπάτι-όριο, τότε η εικόνα της κυκλοφορίας φαίνεται να είναι η κυρίαρχη. «Το στοιχείο συνήθως απεικονίζεται ως μια διαδρομή, ενισχυμένη από οριακά χαρακτηριστικά».41 Επίσης, όπως τα μονοπάτια, μπορούν να έχουν ιδιότητες κατεύθυνσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν ένα σημαντικό όριο είναι ένα κυρίαρχο όριο, τότε οποιαδήποτε μονοπάτι ή σύστημα μονοπατιών συνδέεται σε αυτό, τις περισσότερες φορές βάση αυτού παραλληλίζεται ολόκληρη η κατασκευή της πόλης. Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, τα όρια ορίζουν τα σύνορα δυο ξεχωριστών περιοχών. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε περίπτωση έλλειψής ουσιώδους διαφοροποίησης τους, χρήζει αναγκαία κάποιου είδους αντίθεση, με σκοπό να προσανατολιστεί κατάλληλα ο
39
Στην ουσία ο άξονας αυτός συνεχίζεται στα ανατολικά μέσα στο Tuileries Garden ως μονοπάτι του μεγάλου αυτού πάρκου-κήπου, ονομαζόμενο ως Allée Centrale μέχρι να συνδεθεί με την αψίδα “Arc de Triomphe du Carrousel” έχοντας σαν ανατολικό τερματικό σημείο την πλατεία της πυραμίδας του Λούβρου. Αντίστοιχα στα δυτικά μετά την Αψίδα του Θριάμβου, συνεχίζεται σαν Avenue de la Grande Armée μέχρι και τη “Place de la Porte-Maillot”, όπου έπειτα μετατρέπεται σε Avenue Charles de Gaulle μέχρι και τη “La Défense” 40 Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 47 41
ό.π., σ. 65
17
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch παρατηρητής σχετικά με το τι είναι “μέσα” και τι “έξω”. Συνεπώς, όπως προτείνει και ο Lynch, το όριο είναι αυτό που μπορεί να διαμορφωθεί για να δώσει τον προσανατολισμό κατά μήκος της. Αυτό είναι πιθανό να επιτευχθεί είτε με μια κλίση, είτε με αναγνωρίσιμα σημεία κατά διαστήματα της είτε τερματικά σημεία διαφοροποιημένα το ένα το ένα από το άλλο. Όποτε, εδώ εισέρχονται στην πορεία της σημεία αναφοράς, κόμβοι ή και τοπόσημα, τα οποία μπορούν να προσδώσουν κάποιου είδους αντίθεση. Αλλά ακόμα και αν το σύνορο αυτό δεν είναι συνεχές και με σαφή όρια, τότε είναι σημαντικό τα άκρα που το ορίζουν, να έχουν σαφή εξατομικευμένα τερματικά σημεία, σαν αναγνωρίσιμες ενδείξεις που συμπληρώνουν και χωροθετούν τη νοητή γραμμή.42 Α.3.5 Κόμβος και Περιοχή Ο Lynch ορίζει ως περιοχές (districts), τα σχετικά μεγάλα τμήματα της πόλης που ο παρατηρητής μπορεί διανοητικά να εισέλθει, και τα οποία έχουν κάποιο κοινό χαρακτήρα. Μπορούν να αναγνωριστούν εσωτερικά, και περιστασιακά μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως εξωτερική αναφορά καθώς ένα άτομο περνά από αυτές η πηγαίνει προς αυτές. Υπάρχει ένα σύνολο χαρακτηριστικών τα οποία συνθέτουν τη μορφή του εικονικού στοιχείου της περιοχής τα οποία είναι: -
τα όρια της: αυτό το γνώρισμα μπορεί να ταυτίζεται με το προαναφερθέν στοιχείο του ορίου, όπως επίσης και του μονοπατιού. Συνήθως, οι περιοχές έχουν διάφορα είδη συνόρων. Μερικά είναι απότομα, σαφή, ακριβή, άλλα μπορεί να είναι απαλά ή αβέβαια.43 Βέβαια, μια περιοχή οξύνεται περαιτέρω από την οριστικότητα και το κλείσιμο του ορίου της.
-
θεματική ενότητα: μπορεί να υπάρχουν φυσικά χαρακτηριστικά που καθορίζουν τις περιοχές και συνιστούν θεματικές συνέχειες που μπορεί να αποτελούνται από μια ατελείωτη ποικιλία συστατικών: υφή, χώρος, μορφή, λεπτομέρεια, σύμβολο, κτηριακός τύπος, χρήση, δραστηριότητα, κάτοικοι, βαθμό συντήρησης, τοπογραφία. Συνήθως, το σύνολο τους απεικονίζεται και αναγνωρίζεται σε ένα χαρακτηριστικό σύμπλεγμα, τη θεματική ενότητα. Ο Lynch αναφέρει χαρακτηριστικά, «όπου η φυσική ομοιογένεια μιας περιοχής συμπίπτει με τη χρήση και την θέση, το αποτέλεσμα είναι αλάνθαστο»44
-
εσωστρέφεια ή εξωστρέφεια: στην πρώτη περίπτωση, εσωστρέφεια, με την έννοια ότι δίνεται μικρή αίσθηση διεύθυνσης όταν κάποιος βρίσκεται μέσα σε αυτή ή στα περίχωρά της. Στη δεύτερη περίπτωση η εξωστρέφεια σημαίνει ότι οι γενικές κατευθύνσεις εξηγούνται, και οι συνδέσεις είναι σαφείς.
42
ό.π., σ. 100
43
ό.π., σ. 69
44
ό.π., σ. 104
18
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch -
κλίμακα: σύμφωνα, είτε με το υπόβαθρο αναφοράς, στο οποίο μια περιοχή μπορεί να οριστεί σε τοπικό επίπεδο ή ακόμα και σε εθνικό (πχ. μια χώρα), είτε με το πραγματικό μέγεθος της. Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση, η περιοχή μπορεί να οργανωθεί και εντός της. Μπορεί να υπάρχουν υπό-περιοχές, εσωτερικά διαφοροποιημένες παράλληλα συμμορφωμένες με το σύνολο: κόμβους που αναπτύσσουν ακτινωτά τη δομή της ή άλλες ενδείξεις όπως πρότυπα εσωτερικών διαδρομών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα και για τους κόμβους. Πρόσθετο σε αυτό είναι το ότι «σχετίζονται με παρόμοιο τρόπο με την έννοια της περιοχής, δεδομένου ότι οι πυρήνες τους είναι τυπικά τα εστιακά σημεία των περιοχών, το πολικό τους σημείο».45 Ένα κομβικό σημείο όπως πχ. μια πλατεία, μπορεί να παίζει το ρόλο σηματοδότησης της αλλαγής από περιοχές, οι οποίες δεν διαφοροποιούνται στο συνολικό σύστημα πόλης. Ο κόμβος εδώ μπορεί να αντικαταστήσει την πιθανή έλλειψη ετερογένειας δυο περιοχών. Παράλληλα, σε μια περιοχή αναφοράς με μικρό αντιληπτικό περιεχόμενο, ένας κόμβος μπορεί να εισαχθεί με σκοπό να αντιστρέψει την συνολική εικόνα της. Αυτό επιτυγχάνεται είτε δημιουργώντας ένα ισχυρό πυρήνα στο εσωτερικό της ο οποίος θα προσδώσει κάποιου είδους ταυτότητα και κατεύθυνση προς αυτή, είτε παρέχοντας την τοποθέτηση του με την έννοια της εγγύτητας. Όταν μια περιοχή, καταφέρνει να οργανώνει καλά το εσωτερικό της, μπορεί επίσης να συνδέεται κατάλληλα είτε με άλλες γειτνιάζουσες περιοχές είτε με άλλα χαρακτηριστικά σημεία της πόλης. Ο κόμβος μπορεί να παίξει σπουδαίο ρόλο σε αυτή την ποιοτική πρόθεση, λειτουργώντας ως συνδετικός κρίκος ή ενδιάμεσος διαμεσολαβητής του συνολικού συστήματος συνδέσεων. Τα στοιχεία των κόμβων μαζί με αυτά των μονοπατιών και των τοποσήμων μπορούν να εντείνουν την ταυτότητα ολόκληρης της έκτασης της περιοχής εμπλουτίζοντας και εμβαθύνοντας τον χαρακτήρα της. Ειδικά όμως κόμβοι συγκέντρωσης μπορούν να «αποτελέσουν την εστίαση και την επιτομή μιας περιοχής, πάνω από την οποία ακτινοβολεί η επιρροή τους και την οποία αντιπροσωπεύουν ως ένα σύμβολο».46
45 45
ό.π., σσ. 41-42
46 46
ό.π., σσ. 41-42
19
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Α.3.6 Κόμβος και Τοπόσημο Σύμφωνα με τον Lynch, τα τοπόσημα (landmarks) είναι ένα άλλο είδος σημείου αναφοράς, αλλά στην περίπτωση αυτή ο παρατηρητής δεν μπαίνει στο εσωτερικό τους, αλλά παραμένει εξωτερικά. Είναι συνήθως μάλλον ένα απλά καθορισμένο φυσικό αντικείμενο όπως κτίριο, σήμα, κατάστημα, ή βουνό, και άλλα στοιχεία τα οποία μπορεί να διαφέρουν αρκετά σε κλίμακα. Μερικά τοπόσημα είναι μακρινά, όταν τυπικά τα δει κανείς από πολλές οπτικές γωνίες και αποστάσεις, πάνω από τις κορυφές μικρότερων στοιχείων, και χρησιμοποιούνται επίσης ως ακτινωτές αναφορές. Φάνηκε να υπάρχει μια τάση για εκείνους που είναι πιο εξοικειωμένοι με την πόλη να βασίζονται ολοένα και περισσότερο σε συστήματα τοποσήμων (τοπόσημα σαν οδηγοί).47 Ένα ουσιώδες χαρακτηριστικό του τοποσήμου είναι η ιδιομορφία του και η αντίθεση του με το περιβάλλον του. Αυτό δίνει μεγαλύτερη αξία στην ύπαρξη του καθώς η μοναδικότητα του αποσπά την προσοχή του παρατηρητή και καλεί το μάτι του. «Η τοποθέτηση του σε έναν κόμβο σε συνδυασμό με τα μονοπάτια που οδηγούν σε αυτό, ενισχύει την αξία του τοποσήμου».48 Ακόμα και αν ενα διακριτό κτήριο είναι η σκηνή ενός ανοιχτού χώρου που αποτελεί κόμβο, τότε μετατρέπεται σε ένα πραγματικό τοπόσημο. Παράλληλα με τα προλεγόμενα, ο συνδυασμός κόμβου και τοποσήμου μπορεί να εκπέμπει μεγαλοπρέπεια, και η παρουσία τους να υπαινίσσεται μια συμβολική λεπτομέρεια για την πόλη. Σχετική περίπτωση σαν αυτή συμβαίνει συχνά σε σκηνικά της πόλης που έχει λάβει χώρα ένα ιστορικό γεγονός, όπως για παράδειγμα η Αψίδα του Θριάμβου στο Παρίσι, εθνικό μνημείο, σύμβολο της γαλλικής φιλοπατρίας. Αν η θέση του τοποσήμου συμπίπτει με μια συγκέντρωση κάποιας χρήσης ή κοινότητας, η δύναμη της εικόνας αυξάνεται. Ένα τοπόσημο σε έναν ήδη οργανωμένο πυρήνα μπορεί να καθορίσει και να τον ενισχύσει ακόμα περισσότερο. Α.3.7 Χαρακτηριστικά Αναγνώσιμης Πόλης Όπως είχε αναφερθεί και στην αρχή της ενότητας, τα στοιχεία κόμβος, μονοπάτι, όριο, περιοχή και τοπόσημο είναι απλά η πρώτη ύλη της περιβαλλοντικής εικόνας σε κλίμακα πόλης. Ο στόχος της αναγνωσιμότητας επιτυγχάνεται, όταν όλα αυτά διαμορφώνονται σε συνεννόηση για να παρέχουν μια ικανοποιητική μορφή.
47
ό.π., σσ. 41-42 & 78
48
ό.π., σ. 81
20
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Εφόσον λοιπόν εξετάσθηκαν όλα τα παραπάνω στοιχεία σε συνάρτηση με τον κόμβο, o οποίος αποτελεί το βασικό κομμάτι εστίασης της παρούσας ερευνητικής, αξίζει να αναφέρουμε επιγραμματικά, σύμφωνα με τον Lynch, το σύνολο των γνωρισμάτων μιας αναγνώσιμης πόλη: -
Μοναδικότητα ή σαφήνεια συνολικού υποβάθρου
-
Απλότητα Μορφής
-
Συνέχεια
-
Κυριαρχία
-
Σαφήνεια Άρθρωσης
-
Διαφοροποίηση κατευθύνσεων
-
Οπτική Σκοπιά
-
Επίγνωση Κίνησης
-
Χρονολογικές Σειρές
-
Ονόματα και Ερμηνείες
Όλα τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά δεν λειτουργούν μεμονωμένα. Όπου ένα χαρακτηριστικό υπάρχει μόνο του, ή όπου μερικά από τα χαρακτηριστικά είναι σε σύγκρουση, το συνολικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι αδύναμο, ή να απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια για την απόκτηση ταυτότητας και δομής. «Είναι η συνολική ενορχήστρωση αυτών των μονάδων που θα δένει μαζί μια πυκνή και ζωντανή εικόνα, και θα την διατηρεί σε περιοχές μητροπολιτικής κλίμακας».49 Αξίζει να σημειωθεί ότι στο τελευταίο μέρος της εργασίας, τα τελικά πορίσματα θα εξετασθούν βάσει αυτών των θεμελιωδών χαρακτηριστικών. Συνοψίζοντας, όσον αφορά την σπουδαιότητα της έννοιας του κόμβου στο βιβλίο του Kevin Lynch, The Image of the City (1960), το στοιχείο αυτό αποτελεί ένα αστικό συστατικό δομής της πόλης το οποίο ενέχει βασικές αρχές οργάνωσης, νοήματα, συμβολισμούς. Τυχόν διαλείμματα κατά τη μεταφορά της κίνησης σε κόμβους-σημεία αναφοράς είναι τόποι εκτεταμένης αντίληψης, στα οποία οτιδήποτε και να τοποθετηθεί αποκτά απευθείας αξία.50
49
ό.π., σ. 108
50
ό.π., σ. 101
21
Α.3 Εννοιολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Kevin Lynch Είναι ο πυρήνας, η εστίαση και το σύμβολο μιας σημαντικής περιοχής. Η ουσία αυτού του τύπου του στοιχείου είναι ένα ξεχωριστό, αξέχαστο μέρος, που δεν πρέπει να συγχέεται με οποιοδήποτε άλλο. Η ένταση χρήσης ενισχύει αυτήν την ταυτότητα, φυσικά, και μερικές φορές η ίδια η ένταση της χρήσης δημιουργεί οπτικά σχήματα που ξεχωρίζουν, όπως η Times Square στη Νέα Υόρκη. Τέτοια στρατηγικά σημεία σε σειρά, είναι δυνατόν να οργανώσουν ένα σύστημα, το οποίο θα διαμορφώσει μια συνεκτική δομή. Σε συνεργασία με ένα μονοπάτι ή όρια, τα οποία θα τα συνδέουν, μπορούν να δομήσουν επιμέρους περιοχές τις πόλης, και στη συνέχεια ολόκληρη την πόλη. «Σε κάθε γεγονός, κάποια κομβικά σημεία περιμένει κανείς να βρίσκονται σχεδόν σε κάθε εικόνα, και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό. [..].. Η ουσία αυτού του τύπου του στοιχείου είναι ένα ξεχωριστό, αξέχαστο μέρος, που δεν πρέπει να συγχέεται με οποιοδήποτε άλλο».51
51
ό.π., σσ.47-48 & 102
22
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier «Μια δυνατή φυσική μορφή δεν είναι απόλυτα βασική για την αναγνώριση ενός κόμβου. Αλλά όταν ο χώρος έχει κάποια μορφή, η επίδρασή του είναι πιο δυνατή. Ο κόμβος τότε μπορεί να απομνημονευθεί».52 Με αυτό το απόσπασμα από το βιβλίο του Kevin Lynch, θα προσπαθήσω να συνδέσω την προηγούμενη μελέτη για την εννοιολογική αξία και θέση του κόμβου στην πόλη, με την έρευνα γύρω από τον αστικό χώρο, την προέλευση του και τις τυπολογίες των μορφολογιών του. Το βιβλίο του Rob Krier, “Stadtraum” του 1975, που μεταφράστηκε αργότερα ως “Urban Space” το 1979 κάνει μια εκτενή μελέτη γύρω από το σύνθετο θέμα του αστικού χώρου και του τρόπου, με τον οποίο αυτός αποκτά μορφή. Παράλληλα, ο Spiro Kostof στο έργο του “The City Assembled: Elements of Urban Form through History” του 1992, αναφέρεται και αυτός σε κάποια σύνθετα ζητήματα του, στηριζόμενος και αυτός σε παραδείγματα που μας έχει διδάξει η ιστορία των πόλεων. Αδιαμφησβήτητα ο κόμβος είναι κυρίως αστικός χώρος, πέρα από τις πολύπλευρες ταυτότητες που έχει ο ορισμός του. Σε πολλά σημεία, ο Kostof παρατηρεί ότι πλατείες αναπτύσσονται σαν αποτέλεσμα των πιέσεων της κίνησης σε διασταυρώσεις δρόμων ή ενσωματώνονται σε ένα νέο σχέδιο πόλης ως κομβικά σημεία. Ο Alberti, υπερβάλλοντας σημειώνει ότι «οι διασταυρώσεις και οι πλατείες διαφέρουν μόνο ως προς τη μεγαλοπρέπεια τους. Η διασταύρωση (cross-way) δεν είναι πράγματι τίποτα άλλο, παρά μια μικρή πλατεία»53. Η παρούσα ερευνητική εξετάζει κόμβους-διασταυρώσεις όπου λαμβάνει χώρα κάτι περισσότερο από μια απλή διασταύρωση του οδικού δικτύου. Συνοψίζοντας, η παρουσία του κόμβου σε τακτά σημεία μέσα στην πόλη αποτελεί ένα από τα πρωταρχικά στοιχεία διαμόρφωσης μιας κυρίαρχης ταυτότητας και δομής της πόλη. Όμως, τόσο το σχήμα, η δομή και η λειτουργία που αφορά τον κόμβο αυτόν καθ’ αυτόν, όσο και η σπουδαιότητα της επίγνωσης της ιστορικής προέλευσης του, είναι χωρίς αμφιβολία εξέχουσας σημασίας για το αστικό τοπίο της πόλης.
52
Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 76
53
Alberti, Leon Battista, [1988] “De re Aedificatoria (Italian) On the art of building in ten books”, transl. by Joseph Rykwert, Robert Tavernor and Neil Leach, MIT Press, Cambridge, MA, VIII.vi
23
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier Α.4.1 Σκοπός και Μεθοδολογία του Ο Rob Krier, κατά κύριο λόγο θέτει ένα διπλό στόχο με την έκδοση του βιβλίου του. Πρώτον, όπως αναφέρει και ο Collin Rowe στη εισαγωγική παράγραφο του βιβλίου του Krier, το έργο του είναι μια προφανής κριτική του «σχεδιασμού οδοποιίας», του πολεοδομικών προτάσεων του CIAM (Διεθνούς Συνεδρίου Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής), των πόλεων επιστημονικής φαντασίας, των λαϊκίστικων “do it yourself”.54 Δεύτερον, ο ίδιος υποστηρίζει ότι η συλλογή του υλικού τυπολογιών διαφορετικών ταξινομικών αρχών και η σύνδεση τους με προγενέστερα παραδείγματα αστικών χώρων της ιστορίας, είναι μια ενθάρρυνση για τους σπουδαστές της αρχιτεκτονικής, με την ελπίδα ψάξουν πιο βαθιά στην αρχιτεκτονική κληρονομιά μας. Υποστηρίζει, ότι κανείς δεν μπορεί να γυρίσει πλάτη στο παρελθόν ή να δράσει χωρίς να έχει την επίγνωση του. Όπως λέει και ο Aldo Rossi, «τίποτα από το πουθενά δεν γεννιέται από το μηδέν, και αυτό ισχύει για όλες τις ανθρώπινες εφευρέσεις».55 Η ιστορία μας έχει διδάξει ότι, κάθε περίοδος στην ιστορία της τέχνης αναπτύσσεται σταδιακά μέσω εξομοιωμένων λειτουργικών και μορφολογικών στοιχείων που έχουν προηγηθεί. Ένας παραπάνω στόχος που εντοπίζω από μέρους μου, είναι η υποχρέωση κάποιου σχεδιαστή να έχει την επίγνωση τόσο παραδειγμάτων αστικών χώρων της πολεοδομικής ιστορίας όσο της σχηματικής τους προέλευσης, των πιθανών διαδικασιών που τις μετάλλαξαν και των ανθρωπίνων συναισθημάτων που προκύπτουν από αυτά. Σύμφωνα με τον Krier, θα πρέπει να πρώτα να κατανοήσουμε το τι είναι αστικός χώρος. Οι χώροι στην πόλη χωρίζονται σε: -
εσωτερικούς χώρους: προστατευόμενους από καιρό περιβάλλον. Σύμβολο της ιδιωτικότητας
-
εξωτερικούς χώρους: ανοιχτοί ανεμπόδιστοι χώροι κίνησης στον ανοιχτό αέρα. Χωρισμένος σε δημόσιες, ημιδημόσιες και ιδιωτικές ζώνες
Βασική προϋπόθεση αποτελεί ο αστικός χώρος να οριοθετείται από μια ποικιλία όψεων. «Είναι μόνο η καθαρή αναγνωσιμότητα των γεωμετρικών χαρακτηριστικών του και των αισθητικών αρετών του που μας επιτρέπει συνειδητά να αντιλαμβανόμαστε τον εξωτερικό χώρο σαν αστικό χώρο».56
54
Φαινομενικά, τάσσεται υπέρ του πλαισίου της ορθολογικής αρχιτεκτονικής του μεταμοντερνισμού. - Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σ. 9 55 Rossi Aldo, [1985], “Η Αρχιτεκτονική της Πόλης”, University Studio Press, μεταφρ. Βασιλική Πετρίδου, Α’ Ανατύπωση, Θεσσαλονίκη., σ. 40 56 Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σ. 15
24
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier Παρόλο που διαφοροποιούνται, υπακούουν παρόμοιους νόμους όχι μόνο όσον αφορά τη λειτουργία αλλά και στη μορφή. Ο συγγραφέας κάνει μια βασική ταύτιση τους όσον αφορά τα φυσικά ή γεωμετρικά χαρακτηριστικά τους. Συγκεκριμένα ένας αστικός χώρος αποτελείται από: την πλατεία: πρώτος τρόπος που ο άνθρωπος ανακάλυψε να χρησιμοποιεί τον δημόσιο χώρο. Αρχικά, σπίτια γύρω από μια πλατεία δομούσαν ένα δημόσιο χώρο. Ύστερα, η διαρρύθμιση αυτή έγινε μοντέλο για ιερούς τόπους, όπως πχ αγορά-forum. Η αξία της ήταν τόσο μεγάλη που στη ρωμαϊκή εποχή ήταν ταυτόχρονα θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο, σχολείο, αγορά και δικαστήριο. 57 Λόγω του συμβολικού χαρακτήρα της αργότερα έγινε επίσης μοντέλο για τις γνωστές κατοικίες με εσωτερικές αυλές τον δρόμο: προϊόν της διασποράς ενός συνοικισμού όταν τα σπίτια χτίστηκαν σε αρκετή απόσταση από την κεντρική του πλατεία. Παρέχει ένα πλαίσιο για την διανομή γης και δίνει πρόσβαση σε ιδιωτικά οικόπεδα. Είναι το βασικό μέσο για οποιαδήποτε είδους κυκλοφορία. Αυτά τα δυο στοιχεία ταυτίζονται με το δωμάτιο και τον διάδρομο ενός εσωτερικού χώρου. Όσον αναφορά τον Lynch η πλατεία και ο δρόμος, που αποτελούν τον αστικό χώρο, δεν είναι τίποτε άλλο από αυτό που ονομάζει κόμβο και μονοπάτι. Α.4.2 Τύπος και Μορφή Με δεδομένο ότι πρόθεση της εργασίας είναι να κατανοήσει κανείς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο όλες τις πτυχές της έννοιας του κόμβου, η ανάγκη ύπαρξης ενός συνόλου βασικών τυπολογιών αστικών χώρων και των μορφολογικών χαρακτηριστικών τους είναι απαραίτητος. Πριν, αναφερθούμε σε τυπολογίες, είναι χρήσιμο να διαχωρίσουμε την έννοια του τύπου από αυτόν της μορφής ή του μοντέλου όπως το ορίζει ο Quatremére de Quincy στο βιβλίο του Aldo Rossi. Ο τύπος χρησιμεύει ως κανόνας στο μοντέλο. Είναι από τα βασικότερα εργαλεία, είναι η πρωτογενής αιτία ή αρχή των ανθρώπινων εφευρέσεων. Είναι ο πυρήνας γύρω από τον οποίο συνδυάστηκαν εξελίξεις, κοινωνικοπολιτικές ή οικονομικές και παρήγαγαν αντίστοιχες παραλλαγές μορφών. Ο τύπος δεν είναι αντικείμενο προς απομίμηση ή αντιγραφή, γιατί σε αυτή την περίπτωση θα ήταν αδύνατη η δημιουργία του μοντέλου (ή της μορφής), δηλαδή δεν θα ήταν δυνατή η πράξη της αρχιτεκτονικής. Το μοντέλο, αντίθετα, είναι ένα αντικείμενο που πρέπει να επαναλαμβάνεται όπως ακριβώς
57
Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, Little Brown, Boston 1992, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 2005, σ. 144
25
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier είναι. Τα πάντα είναι ακριβή και δεδομένα στο μοντέλο, και λίγο πολύ ακαθόριστα στον τύπο.58 Με αυτά, καταλήγει στο ότι στην αρχιτεκτονική υπάρχει ένα στοιχείο που παίζει ένα ιδιαίτερο ρόλο. Αυτό το στοιχείο βρίσκεται μέσα στη μορφή, είναι ο κανόνας, η συντακτική αρχή της αρχιτεκτονικής. Αυτό το στοιχείο είναι μια σταθερά και ονομάζεται "τύπος'. «Όταν ο τύπος εξελιχθεί, οδηγεί σε πολλαπλές μορφές, όμως κανένας τύπος δεν ταυτίζεται με μια μορφή, αν και όλες οι αρχιτεκτονικές μορφές ανάγονται σε τύπους».59 Η τυπολογία με την ευρύτερη της έννοια, είναι η ανάλυση της ίδιας της αρχιτεκτονικής. Παρουσιάζεται ως ανάλυση τύπων, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στην κλίμακα πόλης όσο και στην κλίμακα αρχιτεκτονικής κτηρίου». Στην παρούσα εργασία μας χρειάζεται για να παρουσιάσουμε παραδείγματα τυπολογιών στον αστικό χώρο. Είναι γεγονός ότι τα αισθητικά κριτήρια του καθενός μπορεί να ναι διαφορετικά και κάθε αισθητική ανάλυση να στηρίζεται σε υποκειμενικά χαρακτηριστικά γούστου. Όμως πολλές αισθητικές συνήθειες και προτιμήσεις για έναν αστικό χώρο επηρεάζονται από ένα σύνολο κοινωνικοπολιτικών και πολιτισμικών θέσεων. Άμεσο αποτέλεσμα οι αστικοί χώροι να αντικατοπτρίζουν μέσω αυτών των θέσεων, το πρόσωπο της κοινωνίας. Όπως λέει και ο Spiro Kostof στο βιβλίο του έχουν γίνει λίγες προσπάθειες κατανόησης των αστικών πλατειών. Μεταξύ αυτών αξίζει να αναφέρουμε, τις τυπολογίες του Joseph Stübben στο βιβλίο του “Der Städtebau”60 το 1907 και του Paul Zucker στο βιβλίο του ”Town and Square: From the Agora to the Village Green”61 το 1959. Το βιβλίο “Stadtraum” του Rob Krier το 1975 (Urban Space το 1979) είναι μια εξαιρετική ανάλυση
58
Rossi Aldo, [1985], “Η Αρχιτεκτονική της Πόλης”, University Studio Press, μεταφρ. Βασιλική Πετρίδου, Α’ Ανατύπωση, Θεσσαλονίκη., σσ. 40-42 59 ό.π., σ. 41 60
Ο Joseph Stübben ορίζει τέσσερις κατηγορίες πλατειών: - Κυκλοφοριακές πλατείες: μοντέρνες διασταυρώσεις, κυκλικές ή πολυγωνικές που αντιπροσωπεύουν πλατείες του Παρισιού όπως Place de l’ Etoile, Place d’ Italie. - Nutzplatz ή Πλατείες για δημόσια χρήση: περιλαμβάνει πλατείες για αγορές, παρελάσεις και δημόσιες γιορτές, όπως η Shmuckpaltz ή η Gartenplatz αγγλικές πλατείες-κήπους: πλατείες αρχιτεκτονικής τοπίου οπουδήποτε στην Ευρώπη σαν τον τύπο που ήρθε να αναπτυχθεί τον 19ο αιώνα. “αρχιτεκτονικές πλατείες”: που περιλαμβάνουν τα προαύλια (Vorplatz) που εξυπηρετούν ένα μόνο μνημειακό κτίριο. δες: Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, σ. 146 - Παρμένα από Joseph Stübben, [1907], “Der Städtebau”, Leipzig, 3η έκδοση του 1924, κεφ. I, σσ. 40-95 61 Ο Paul Zucker ορίζει πέντε κατηγορίες πλατειών: την κλειστή πλατεία: χώρος είναι στατικός και περιεκτικός την κυριαρχημένη πλατεία: χώρος είναι δυναμικός, δηλαδή κατευθύνεται προς ένα τερματικό αντικείμενο που μπορεί να είναι μια εκκλησία η πυρηνική πλατεία: χώρος σχηματίζεται γύρω από μια κεντρικό άγαλμα οι ομαδοποιημένες πλατείες: συνδυασμός χωρικών ενοτήτων η άμορφη πλατεία: χωρική εμπειρία είναι πολύ διάχυτη για να είναι θετική. πχ Times Square, New York - Παρμένα από: Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, σ. 146
26
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier των αστικών χώρων ως συστήματων, αλλά επίσης είναι μια αφηρημένη συζήτηση για παράδειγμα τυπολογία χωρίς κάποια ιστορία (δημιουργία του συγγραφέα). Ο Krier διαμορφώνει μια τυπολογία του αστικού χώρου που ομαδοποιεί τις χωρικές μορφές και τα παράγωγά τους σε τρείς κύριες ομάδες «σύμφωνα με το γεωμετρικό σχήμα της κάτοψής τους».62 Οι ομάδες κατηγοριοποιούνται γύρω από το τετράγωνο, τον κύκλο και το τρίγωνο (χωρικοί τύποι). Χωρίς αμφιβολία η κλίμακα ενός αστικού χώρου επίσης σχετίζεται με τις γεωμετρικές του ιδιότητες, αλλά δηλώνει πως αυτές δεν επηρεάζουν τις διευθετήσεις της τυπολογίας του. Α.4.3 Διαδικασίες Διαμόρφωσης Ο ερευνητής της πόλης στη συνέχεια, πριν σχηματίσει ένα σύνολο τυπολογικών πινάκων, ερευνά τις μεθοδολογικές διαδικασίες, οι οποίες μπορούν να παράξουν ένα σύνολο παραλλαγών ενός χωρικού τύπου. Τα τρία πρωταρχικά σχήματα μπορεί να επηρεάζονται από διαμορφωτικούς παράγοντες, αλλά η προέλευση τους θα ναι πάντα η αφετηρία. Αξίζει να σημειωθεί ότι οργανικές και φορμαλιστικές πλατείες περιλαμβάνονται στην ίδια τυπολογική οικογένεια. Ακολουθούν «τρεις + μια» πιθανές μεθοδολογικές διαδικασίες (σύμφωνα με τον Krier) που μπορούν να παράξουν ένα πλούτο χωρικών μορφών και ένα τεράστιο εύρος αστικών εμπειριών: 1. Διαμόρφωση ενός δεδομένου χωρικού τύπου: σε αυτή την περίπτωση, παραλλαγές των κλασικών βασικών σχημάτων του τετραγώνου, του κύκλου, του τριγώνου, και των «οργανικών», ακανόνιστων μεταφράσεων του μπορούν να προκύψουν μέσω του συνδυασμού δυο παραμορφωτικών διαδικασιών: -της τροποποίησης είτε των διαστάσεων των πλευρών είτε των γωνιών είτε και των δυο γεωμετρικών χαρακτηριστικών του αρχικού βασικού σχήματος: (διαβάζοντας τον Πίνακα Α, από την κορυφή προς τη βάση) 2. του μετασχηματισμού του βασικού σχήματος (διαβάζοντας τον Πίνακα Α, από τα αριστερά προς τα δεξιά) μέσω πέντε διαδικασιών όπως: η κάμψη δυο βασικών πλευρών δημιουργώντας ένα γωνιακό χώρο (angling), η διατήρηση ενός τμήματος του αρχικού σχήματος (segment), η πρόσθεση ή προσθέσεις του βασικού στοιχείο (addition),
62
Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σ. 22
27
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier η επικάλυψη του βασικού σχήματος από ένα άλλο με αποτέλεσμα την συγχώνευση τους (overlapping) η παραμόρφωση του βασικού σχήματος η οποία στο σχετικό πίνακα δεν εμφανίζεται καθώς μέσω αυτή της διαδικασίας με δυσκολία μπορεί να ανιχνευθεί το αρχικό γεωμετρικό τους μοντέλο (distortion) 3. Διασταυρώσεις οδού και πλατείας: η περίπτωση αυτή αφορά παραλλαγές στον τρόπο και στη θέση, που οι οδοί προσεγγίζουν μια πλατεία. Το σύνολο των τρόπων με τους οποίους διασταυρώνονται μονοπάτια και δημιουργούν έναν ανοιχτό χώρο, αποτελούν την αρχή δημιουργίας ενός κόμβου και δίνουν διαφορετικές εκδοχές εμπειρίας του χώρου του. Οι πιθανές διατάξεις του Πίνακα Β, είναι συνδυασμός δυο παραγόντων: του αριθμού των οδών που προσεγγίζουν μια πλατεία των τεσσάρων πιθανών τρόπων με τους οποίους ο αριθμός των οδών διασταυρώνεται σε μια πλατεία: κεντρικά σε ορθή γωνία μη-κεντρικά σε ορθή γωνία πλευρικά σε ορθή γωνία λοξά σε οποιαδήποτε γωνία για κάθε σημείο εισόδου +1. Χωρικοί τύποι και πως μπορούν να συνδυαστούν: σε αυτή την πιο σύνθετη περί -πτωση οι κλασικοί χωρικοί τύποι του τετραγώνου, κύκλου και τριγώνου συνδυά-ζο νται μεταξύ τους. Ακολουθεί ένα σύνολο βημάτων βάση του Πίνακα 3: έξι συνολικά διαφορετικές πιθανές αναδιαμορφώσεις μεταξύ των παραπάνω συνδυαζόμενων σχημάτων: 1. γώνιασμα (angling), 2. κατάτμηση (segments), 3. πρόσθεση (addition), 4. συγχώνευση (merging), 5. επαλληλία τους ή επάλληλη σύμπτωση τους (overlapping) και 6. παραμόρφωση (distortion)
28
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier Αυτοί οι παράγοντες τροποποίησης μπορούν να παράγουν γεωμετρικά κανονικά η ακανόνιστα αποτελέσματα όλων των χωρικών τύπων. Την ίδια στιγμή, ο μεγάλος αριθμός των πιθανών τομών των περιμετρικών κτηρίων επηρεάζει την ποιότητα του χώρου σε όλα αυτά τα στάδια της διαφοροποίησης. Στη ουσία οι χωρικοί τύποι πλέον μπορούν να κατανεμηθούν σε δυο περιπτώσεις: 1. «κλειστός» αστικός χώρος: χώροι που περιβάλλονται τελείως από κτήρια 2. «ανοιχτός» αστικός χώρος: χώροι που περιβάλλονται μερικώς από κτήρια η διαφοροποίηση της κλίμακας διαδραματίζει τεράστιο ρόλο σε όλες τις χωρικές μορφές, όπως η επίδραση των διαφόρων αρχιτεκτονικών στυλ στον αστικό χώρο. + Κτηριακές τομές και όψεις επηρεάζουν τον αστικό χώρο: πως δηλαδή η τρίτη διάσταση, πέρα από τη δισδιάστατες παραλλαγές που αναφέρθηκαν μπορεί να επηρεάσει κυρίως τις εμπειρίες του χρήστη του αστικού χώρου. (Πίνακας 4) 63 Α.4.4 Αποτελέσματα Διαδικασιών Οι παραπάνω μεθοδολογικές διαδικασίες παράγουν έναν πλούτο χωρικών μορφών. Ο Rob Krier εξάγει από αυτές ενδεικτικά ένα σύνολο σειρών αστικών χώρων με έναν περιορισμένο αριθμό πιθανών παραλλαγών και συνδυασμών. Πολλά από αυτά αποτελούν δικιές του εφευρέσεις αλλά επίσης πολλά είναι πραγματοποιημένα παραδείγματα αστικών χώρων τα οποία «είναι η πολεοδομική μας κληρονομιά και μπορεί κανείς να διδαχθεί από αυτά για να τα εφαρμόσει στα σχέδιά του».64 Το σύνολο των αστικών σειρών που αποφασίζει να εξάγει είναι: - Σχέδια τετραγωνικών πλατειών - Ορθογώνια σχέδια για πλατείες - Ορθογώνια σχέδια για πλατείες με κτήρια που αναδεικνύονται - Παραδείγματα χώρων οι οποίοι είναι γωνιασμένοι, διαιρεμένοι, προστιθέμενοι και επάλ -ληλοι
63
Το σύνολο των διαδικασιών με τους σχετικούς πίνακες, επηρεασμένα από το σχετικό βιβλίο: Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σσ. 23-29 64 Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σ. 30
29
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier - Κυκλικές πλατείες - Κυκλικές πλατείες που περιέχουν κτήρια και διαμορφώσεις αυτού του χωρικού τύπου - Συνδυασμοί διαφορετικών τύπων κύκλων - Γεωμετρικά σύνθετα σχήματα - Τριγωνικές πλατείες και τα παράγωγα τους - Μεγάλης κλίμακας σύνθετα σχέδια - Σχέδια δρόμων - Παραλλαγές και εφευρέσεις Πέρα από το μεγάλο σύνολο παραλλαγών που μπορούν να συνθέσουν οι παραπάνω διαδικασίες, οφείλω να αναφέρω ακόμα δυο, κατά τη γνώμη μου, βασικά ζητήματα που προκύπτουν σε πολλές συζητήσεις για το αστικό τοπίο και τα οποία θα προκύψουν και στη δεύτερη ενότητα της παρούσας ερευνητικής. Τα θέματα αυτά αφορούν, πρώτον τους δυο βασικούς τύπους αστικού χώρου, δηλαδή τον «γεωμετρικό» και τον «οργανικό», και σε ποια χαρακτηριστικά και αξίες βασίζονται καθένας από αυτούς. Δεύτερον το σύνολο των πιθανών χρήσεων Α.4.5. «Οργανικότητα» και Γεωμετρικότητα Αστικών Δομών Σύμφωνα με τον Pierre Lavedan, υπάρχουν δυο τύποι πόλεων, τις οποίες ονομάζει ville créée, η πιο επίμονη, η πιο σχεδιασμένη και η ville spontanée, η πιο ακατέργαστη, η πιο ασχεδίαστη, τις οποίες η ανάλυση της αστικής δομής μας έχει κάνει να δεχτούμε: Ville créée: ορίζεται και σχεδιάζεται μέσα σε μια στιγμή και το μοτίβο της αποφασίζεται μια και καλή από μια εποπτική εξουσία. Μέχρι τον 19ο αιώνα αυτό το μοτίβο, κατά κανόνα καταγράφηκε σαν ένα κανονικό, γεωμετρικό διάγραμμα. Πολλές φορές μπορεί να ναι απλά ένα τακτικός γεωμετρικός κάναβος και άλλες ένα κεντρικά οργανωμένο σύστημα με ακτινωτές οδούς. Με λίγα λόγια, οτιδήποτε έχει βάση μια στοιχειώδη γεωμετρία. Στο διάγραμμα Ι, απεικονίζεται με ένα συνδυασμός των προηγούμενων δυο περιπτώσεων. Ville spontanée: η αυθόρμητη πόλη ή αλλιώς ονομάζεται και «καλλιεργημένη», «ευκαιριακή», «παραγόμενη», «απρογραμμάτιστη», «ενστικτώδης» ενώ παράλληλα οι καθοριστικοί παράγοντες του μοτίβου της είναι γεωμορφικοί (βασίζεται στην τοπογραφία του εδάφους της). Δεν σχεδιάζεται βάση των πλεονεκτημάτων των σχεδιαστών της, αλλά αυθόρμητα με το πέρασμα του χρόνου βάση των χαρακτηριστικών του εδάφους και της καθημερινής ζωής των κατοίκων της. Η επακόλουθη δομή χαρακτηρίζεται ως «οργανική»
30
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier ή «μη γεωμετρική» και συνδυάζει πλήθος γραμμών. Ένα παράδειγμα μια τέτοιας πόλης είναι στο διάγραμμα ΙΙ.65 Ας θεωρήσουμε τους προηγούμενους τύπους, σαν βασικές αρχές διάκρισης του γεωμετρικού και του «οργανικού» αστικού χώρου. Όπως αναφέρει και ο Krier υπάρχει μια διαδεδομένη και απλοϊκή άποψη που επικρατεί μεταξύ των ιστορικών και γενικά του κοινού ότι αυτός ο τύπος της ακανόνιστης ή οργανικής αρχιτεκτονικής είναι πιο όμορφος από ένα σύνολο αστικών κτηρίων που σχεδιάσθηκαν συγχρόνως, συνθέτοντας ένα γεωμετρικό αποτέλεσμα. Η απάντηση σε αυτές τις διφορούμενες απόψεις, περί καλύτερου και χειρότερου ή ωραιότερου και ασχημότερου, έρχεται μέσα από την ιστορία των όλων των υποδειγμάτων αστικών δομών που έχει αναδείξει η πολεοδομία. Αυτό δεν σημαίνει ότι η απάντηση είναι η μία ή η άλλη, αλλά πιθανώς και η μια και η άλλη. Μια πιθανή επεξήγηση έχει να κάνει με τον όρο της αστική διαδικασίας, η οποία μπορεί να μην είναι αυτονόητη υπό δυο έννοιες. Η πρώτη έχει να κάνει με τους ανθρώπους και τις δυνάμεις και τους θεσμούς που παράγουν την αστική δομή. Η νομική και οικονομική ιστορία που επηρεάζει τη οργάνωση της πόλης είναι τεράστιο θέμα. Η δεύτερη έχει να κάνει περισσότερο με τη φυσική μετάλλαξη μέσα στο χρόνο.66 Ο Spiro Kostof θα συμφωνήσει με τον Krier, «κανένα σημαντικό κέρδος δεν θα προκύψει αντιμετωπίζοντας τις δύο κατηγορίες του δημόσιου χώρου ξεχωριστά».67 Ο δεύτερος άλλωστε θα εκφράσει αυτήν την άποψη του κάθετα, συνδυάζοντας στις παραγόμενες τυπολογίες του, τις κανονικές και τις ακανόνιστες μορφές (regular & irregular forms). Βέβαια, η φαινομενικά τεράστια ποικιλία ακανόνιστων πλατειών μπορεί, για τον απλό σκοπό της ανάλυσης κάτοψης, να δούμε ότι αποκλίνει μέσα στις βασικές μορφές της γεωμετρίας και των συνδυασμούς της. Ο Alberti, υποστήριξε το «οργανικό» σχήμα των μεσαιωνικών πόλεων. Με την προϋπόθεση ότι αυτό είναι εφαρμοσμένο σε μικρές πόλεις, καθίσταται αμυντικό, υγιεινό, ευχάριστο, γεμάτο εκπλήξεις, ωραία αρχιτεκτονική και με μνημειακά τοπόσημα. Οι «οργανι-
65
Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, Bullfinch Press, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 1999, σ. 43-44 66 Υπάρχει η τάση όλοι να βλέπουν την αστική δομή σαν ένα πεπερασμένο πράγμα, ένα κλειστό πράγμα, ένα περίπλοκο αντικείμενο. Θέλω να δώσω έμφαση στο ότι η πόλη, ακόμα και τέλειο σχήμα να έχει, ποτέ δεν ολοκληρώνεται, ποτέ δεν ηρεμεί, ποτέ δεν είναι ποτέ σε ησυχία. - Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 11 67 Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, Little Brown, Boston 1992, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 2005, σ. 149
31
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier κοί» αστικοί χώροι τέτοιων πόλεων, αποκτούν εξέχουσα σημασία, καθώς, οι δρόμοι συγκλίνουν σε ωραίες πλατείες με μαγαζιά, καθεδρικούς ναούς, πύλες της πόλης και γέφυρες.68 Σύμφωνα με τα προηγούμενα, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι τυχόν προσπάθειες να μιμηθούμε οργανικές διατάξεις του παρελθόντος σε μια πόλη, ταυτόχρονα απορρίπτουν την ύπαρξη τους. «Η μεγάλη δημοτικότητα των μεσαιωνικών πλατειών είναι μάλλον περισσότερο ριζωμένη γιατί έχουν ένα τύπο που καμμιά μοντέρνα πόλη δεν μπορεί να μιμηθεί και γιατί περιβάλλονται από ωραία αρχιτεκτονική. Η εποχή μας δεν μπορεί να συναγωνισθεί το παρελθόν ούτε σε αυτόν τον τομέα».69 Οτιδήποτε δημιουργήθηκε, είναι αποτέλεσμα κοινωνικοπολιτικών, πολιτισμικών καταστάσεων που διενήργησαν σε βάθος χρόνου, εξολοκλήρου από άτομα τα οποία πραγματικά οργάνωσαν σαν σύνολο την καθημερινή ζωή τους. Οι περισσότερες ιστορικές πόλεις, και οπτικά όλες εκείνες με μητροπολιτικό μέγεθος, είναι «puzzle» προμελετημένων και αυθόρμητων τμημάτων, ποικιλοτρόπως αλληλοσυνδεόμενων και αντιπαραβαλλόμενων, τα οποία με το χρόνο μπορούν να συγχύσουν οποιαδήποτε ευανάγνωστη συνοχή μπορεί να υπήρχε.70 Οι πόλεις μετά το μεσαίωνα, βασίστηκαν σε διαφορετικές καταστάσεις και αξίες, και εισήγαγαν στον σύνολο της πόλης γεωμετρικές αρχές. Εξαιτίας του γεγονότος ότι γεωμετρικές δομές, αποφασίζονται και διενεργούνται σε μια στιγμή, πάνω σε ένα χαρτί, από μια εξουσία και με νέα τεχνολογικά μέσα, δεν θα μπορέσουν ποτέ να φτάσουν το «οργανικό». Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να έχουν ανάλογες επιτυχίες. Άλλωστε αυτό το έχει αποδείξει ήδη η ιστορία. «Ένα καθαρό γεωμετρικό αστικό χωρικό σχήμα απαιτεί αρχιτεκτονική εξαιρετικής λεπτότητας και υψηλής ποιότητας. Κάθε αρχιτεκτονικό λάθος είναι αμέσως ορατό και βλάπτει την συνολική εντύπωση».71 Ο Wolfgang Braunfels εύστοχα μας θυμίζει, ότι οι πόλεις «είναι το αποτέλεσμα μιας αυτόανανεωτικής δύναμης του σχεδιασμού. Είναι αμφίβολο αν θα υπάρχει κέρδος να «πάρει διαζύγιο» το κανονικό από το ακανόνιστο σε αυτή τη συνεχόμενη προσπάθεια για προσαρμογή».72 Το ζήτημα, που προκύπτει από όλα τα παραπάνω είναι από ποια οπτική θα κοιτάξει κανείς την τάξη και από ποια την ιστορική συνέχεια. Θεωρώ πως οι ιστορικοί πυρήνες μιας πόλης μαζί με τις ακανόνιστες πλατείες της είναι το διαμάντι της που θα πρέπει να διατηρείται ή να συντηρείται σε περίπτωση ανεξέλεγκτης φθοράς. Οι νέες γε-
68
Alberti, Leon Battista, [1988] “De re Aedificatoria (Italian) On the art of building in ten books”, transl. by Joseph Rykwert, Robert Tavernor and Neil Leach, MIT Press, Cambridge, MA, iv. 5 69 οι «οργανικές πόλεις» θα διαχειρίζονται τον ανοικτό χώρο όπως μπορούν στον απρόβλεπτο καμβά της ιστορίας. Συνδυασμός βιβλίων: Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, σσ. 30-31 & Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, σ. 149 70 Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 47 71
Rob Krier, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions, London, σ. 31
72
W. Braunfels, [1988], “Urban Design in Western Europe”, transl. K. J. Northcott , Chicago/London, σ. 6
32
Α.4 Μορφολογική και Τυπολογική Προσέγγιση σύμφωνα με τον Rob Krier ωμετρικές δομές θα πρέπει να είναι πρώτα προσεκτικές, σεβόμενες το παλαιό (εάν υπάρχει) και έπειτα σχεδιασμένες με έμφαση στη λεπτομέρεια και στην σαφή διάρθρωση των συστατικών στοιχείων που τις αποτελούν, συμπεριλαμβανομένων των κόμβων. Η αντιπαράθεση αυτή εξετάζεται τόσο γιατί αφορά τον αστικό χώρο, ως εκ τούτου τον κόμβο, όσο γιατί στην επακόλουθη δεύτερη ενότητα, εμφανίζεται μια παρόμοια αντιπαράθεση στην περίπτωση του σχεδιασμού της Αθήνας, της νεοσύστατης πρωτεύουσας της Ελλάδας, το 1833.
33
Α.5 Χρήσεις
Α.5 Χρήσεις Ένα ακόμα θέμα που πρέπει να αναφερθεί σχετικά με τους αστικούς χώρους, είναι το θέμα των λειτουργιών ή αλλιώς των χρήσεων. Είναι ένα σύνθετο ζήτημα που πρέπει να κατανοηθεί προκειμένου να μην δημιουργηθούν τυχόν παρερμηνείες. Οι δραστηριότητες μιας πόλης λαμβάνουν χώρα σε δημόσιες και ιδιωτικές σφαίρες. Τα μοτίβα συμπεριφοράς των ανθρώπων είναι παρόμοια και στις δύο. Έτσι, αποτέλεσμα είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο ο δημόσιος χώρος οργανώθηκε σε διαφορετικές περιόδους έχει εξασκήσει δυναμική επιρροή στον σχεδιασμό. Ο Kostof αναφέρει ένα σύνολο αρχετυπικών δημόσιων χώρων που διευθετούνται ανάλογα με τη χρήση, οι οποίοι θα ήταν ενδιαφέρον να καταγραφούν επιγραμματικά. Ο λόγος για τον οποίο γίνεται η συγκεκριμένη αναφορά είναι για να κατανοήσουμε ποια ήταν τα κομβικά σημεία στα οποία συσσωρεύονταν βασικές λειτουργικές ανάγκες μιας πόλης και τελικώς ποιες χρήσεις τα συνόδευαν. Επιγραμματικά αυτά είναι: - Το κέντρο της κοινωνικής ζωής της πόλης (civic center): ουσιαστικά το κεντρικό εστια κό σημείο μιας πόλης. Πρωταρχικές δημόσιες χρήσεις και κτήρια τοποθετούνταν σε αυτό . Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αρχαία αγορά της Αθήνας, το κέντρο πολιτικής, εμπορικ ής και κοινωνικής ζωής της πόλης. - Η πλατεία των Όπλων (Place d’ Armes): το κεντρικό διοικητικό κέντρο της πόλης, με μια πλατεία μπροστά από το παλάτι ή τα ανάκτορα του βασιλέα. Πολλές φορές σε ανάλο γα καθεστώτα, τοποθετούνταν εκεί στρατιωτικές δυνάμεις τόσο για να εμπνέουν ασφάλε ια στους πολίτες μέσω της ετοιμότητας της άμυνας, όσο και για να αποθαρρύνουν τυχόν εξεγέρσεις ενάντια στην πολιτική εξουσία. - Αγώνες (Games): η δημόσια φύση των αγώνων, και το πάθος που συνοδευόταν από τι ς μακροχρόνιες αντιπαλότητες, είναι οικεία πτυχή της μοντέρνας ζωής. Πολλές φορές συ ν-δυαζόντουσαν με ιερές τελετουργίες και αποτελούσαν μεγάλο μέρος του ελευθέρου χ ρό-νου των πολιτών. Παραδείγματα, οι αγώνες αρμάτων, ιπποδρομίες, ολυμπιακοί αγών ες, ταυρομαχίες. - Κυκ λοφορία (Traffic ): η σύγκλιση και η διανομή της κυκλοφορίας πάντα ήταν ένας λό γος εισόδου για την αστική πλατεία. Στο παρελθόν πριν την εφεύρεση του αυτοκινήτου ήταν τα κύρια περάσματα της πόλης τα οποία κατέληγαν την κίνηση σε μια κεντρικό ανο ιχτό χώρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι εγκάρσιοι άξονες cardo ( βορράς-νότος ) και decu -manus (ανατολή-δύση) που στην πλευρά του ενός τοποθετούταν η ρωμαϊκή αγορ 73 ά-forum. Ανεξάρτητα από τη θέση τους και τη μορφή τους, κόμβοι όπως ένα παζάρι, μια
73
Spiro Kostof, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, Bullfinch Press, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 1999, σ. 140-143
34
Α.5 Χρήσεις αγορά, αποτελούν την κατάληξη μιας πολλαπλής κίνησης.74 Με την εφεύρεση του αυτοκινήτου εισάγονται νέα δεδομένα και το πρότυπο των κυκλοφοριακών αστικών χώρων γίνεται ο κύκλος. - Η οικιστική πλατεία (Residential Square): ο όρος προήλθε από το γεγονός ότι αρχικά, την πλατεία αυτή αποτελούσαν περιμετρικά ομοιόμορφες όψεις κατοικιών, στις οποίες η οικιστική χρήση ήταν αποκλειστική. Αργότερα, μετά τον 19οαιώνα ιδιωτικά συμφέροντα εισήχθησαν φέρνοντας εντός της και άλλες χρήσεις, κυρίως εμπορικές. Το κύρος της πλ ατείας ανέβηκε και πλέον αποτελούταν από ένα σύνολο αρχιτεκτονικών όψεων κατοι-κι ών της κοσμικής αστικής τάξης. Πολλά τέτοια παραδείγματα βρίσκει κανείς στο Παρίσι όπως στην Place de Lous le Grand, στη Place Dauphine κα.75 Σήμερα, λειτουργίες που θεωρούνται κατάλληλες για τα σημεία-κόμβους της πόλης μπορεί να είναι: Εμπορικές, πολιτιστικές, διοικητικές, της κοινότητας, ψυχαγωγίας και αναψυχής, και γενικές υπηρεσίες που έχει ανάγκη η πόλη. Δεν εξαιρείται η κατοικία. Ωστόσο, στο πλαίσιο των προαναφερθείσων μορφολογικών τυπολογιών, οποιαδήποτε μπορεί να είναι η κυρίαρχη λειτουργία ενός αστικού χώρου, «κάθε προσπάθεια να ταξινομήσει κανείς τις πλατείες πρέπει να βασίζεται στο σχήμα ή στην χρήση αλλά όχι και στα δύο».76 Ο λόγος είναι απλός: πλατείες που εκπληρώνουν την ίδια ή παρόμοιες λειτουργίες διαμέσου της ιστορίας σε καμιά περίπτωση δεν έχουν το ίδιο ή παρόμοιο σχήμα. Αφού ισχύει αυτό και οι δύο, δηλαδή η μορφολογική και η λειτουργική προσέγγιση, χωριστά εξεταζόμενες, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την ίδια αρχική σημασία. Επίσης, πολλές φορές τίθεται το θέμα μεταβλητότητας της αρχικής χρήσης, σε ένα βάθος χρόνου. Στην περίπτωση αυτή, αλλάζει η λειτουργία όμως το σχήμα παραμένει το ίδιο. Παρομοίως διαπιστώνεται το ζήτημα συνύπαρξης πολλών λειτουργιών σε ένα αστικό χώρο. Πολλά παραδείγματα το έχουν αποδείξει αυτό, από το παρελθόν μέχρι και σήμερα. Χαρακτηριστικό είναι η ρωμαϊκή αγορά-forum η οποία ήταν ταυτόχρονα θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο, σχολείο αγορά και δικαστήριο. Πρόσθετα, δεν πρέπει να παραλειφθούν και οι πιθανότητες ποικίλων απρόβλεπτων και περιστασιακών χρήσεων, όπως καταλήψεις, φεστιβάλ, ετήσιες εκθέσεις, δημόσια γεγονότα, δημόσιες εορταζόμενες στέψεις βασιλέων, γάμοι ευγενών και κηδείες. Ο συνδυασμός των παραπάνω δεδομένων κάνουν αυστηρότερο το έργο του σχεδιαστή μιας πλατείας, ο οποίος οφείλει να αναλογιστεί όλες
74
Braudel Fernand, [1991] Η Μεσόγειος και ο Μεσογειακός Κόσμος: την εποχή του Φιλίππου Β’ της Ισπανίας, MIET, Έκδοση Β’, Τόμος Α’ – Ο ρόλος του Περίγυρου, μετάφρ. Μητσοτάκη Κλαίρη, Αθήνα, σ.384. 75 Οι επεξηγήσεις των πέντε αυτών δημοσίων χώρων είναι ανεπτυγμένα σύμφωνα με το βιβλίο: - Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, Little Brown, Boston 1992, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 2005, σ. 152-164 76 ό.π., σ. 144
35
Α.5 Χρήσεις τις πιθανές σταθερές και εφήμερες χρήσεις που ενδέχεται να λάβουν χώρα σε αυτή.77 Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι τέτοιες αποφάσεις δεν λαμβάνονται μονόπλευρα, τουτέστιν εστιάζοντας την προσοχή μεμονωμένα στο χώρο μελέτης. Η διαδικασία ορισμού των χρήσεων του, απαιτεί μια καθολική κατανόηση και ανάλυση όλων των ήδη υπαρχουσών λειτουργιών του συνολικού.
77
Αν και θα ήταν πολύ βαρύ να σχεδιάσει κανείς πλατείες για λόγους τέτοιων συμπτωματικών γεγονότων. Το θέμα είναι απλά να υπάρχουν στο μυαλό του τέτοιες πιθανές περιπτώσεις ούτως ώστε να αποφευχθούν τυχόν
36
Α.5 Χρήσεις
Β. ΚΟΜΒΟΙ ΣΤΑ ΔΥΟ ΠΡΩΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Στην πρώτη ενότητα της εργασία αναδείχθηκαν οι πολύπλευρες προσεγγίσεις τις έννοιας του κόμβου, σαν συστατικό στοιχείο της πόλης. Εξετάζοντας την εικόνα μιας πόλης, ελέγχουμε κατά πόσο αυτή έχει μια αναγνώσιμη ταυτότητα και δομή. Η ταυτότητα και η δομή σχετίζονται με τους χρήστες της και επηρεάζονται από την αντιληπτική τους ικανότητα να αναγνωρίζουν κάθε σημείο της, να νιώθουν και να μετακινούνται άνετα μέσα σε αυτή, σαν να βρίσκονται στο ίδιο τους το σπίτι. Καθοριστικό και κυρίαρχο ρόλο σε αυτό παίζουν οι κόμβοι, οι οποίοι κατανέμονται μέσα σε μια πόλη, πάνω σε μονοπάτια ή ακμές, σε διασταυρώσεις ή συγκλίσεις μονοπατιών, σε στιγμές μετάβασης από μια περιοχή σε μια άλλη, και σε άλλα εστιακά σημεία σαν συγκεντρώσεις χρήσεων. Αδιαμφισβήτητα, ταυτίζονται με τους αστικούς χώρους της πόλης, δημόσιους και ιδιωτικούς και λειτουργούν ως τα διαρθρωτικά στοιχεία που κάνουν συνεκτική τη δομή της. Είναι σημεία που η πόλη αναδεικνύεται και ο κόσμος καθοδηγείται. Όπως αναφέρθηκε ήδη, η μορφή ενός κόμβου μεμονωμένα δεν ταυτίζεται με κάποια συγκεκριμένη λειτουργία. Αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσο τα δυο αυτά στοιχεία, «παντρεμένα» ενισχύουν το ένα το άλλο και συνδυασμένα με μια κατάλληλη κλίμακα καθιστούν ένα κόμβο επιτυχημένο. Επίσης, μεγάλο ρόλο παίζει ο σεβασμός της ιστορικής μνήμης. Η σχεδίαση και η τοποθέτηση ενός κόμβου σε σχέση με ένα υπάρχον υπόβαθρο πόλης θα πρέπει να σέβεται την ιστορική συνέχεια της. Το πρώτο κομμάτι της εργασίας αποτέλεσε προοίμιο για την ακόλουθη εστίαση και ανάλυση των δυο πρώτων σχεδίων για τη νέα πόλη της Αθήνας μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, και όταν αυτή ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του νεοσύστατου κράτους της Ελλάδας το 1833. Από κείνη τη χρονική στιγμή και έπειτα η Αθήνα γύριζε ακόμα μια σελίδα στην σπουδαία και πλούσια ιστορία της. Οι απαιτήσεις και οι ευχές όλων των απελευθερωμένων Ελλήνων εντός και εκτός συνόρων ταυτίζονταν με το αίσθημα της Μεγάλης Ιδέας. Η ανάγκη για αναβίωση της αρχαίας ελληνικής ταυτότητας συνοδεύει τόσο τον ελληνικό λαό όσο και τα δυο σημαντικότερα σχέδια για τη νέα πόλη της Αθήνας, που θα κρίνουν πολλά στην μετέπειτα εξέλιξη της. Η ακόλουθη μελέτη των δυο σχεδίων για την Αθήνα - πρώτα των Κλεάνθη και Σάουμπερτ και μετά του Κλέντσε - εκτός από το ιστορικό, κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό πλαίσιο που τα συνόδευε, επικεντρώνεται στον εντοπισμό όλων των κόμβων τους, ανεξάρτητα της σπουδαιότητας και της κλίμακας. Η μεμονωμένη περιγραφή του κάθε κόμβου, αποσκοπεί στην αναζήτηση της δομής και της ταυτότητας τόσο του καθενός ξεχωριστά όσο και της εικόνας της πόλης που συντίθεται από το σύνολο τους.
37
Α.5 Χρήσεις Φτάνοντας στο σημείο να εστιάσω σε σχέδια και να εντοπίσω τους κόμβους τους, περιγράφοντας τους σε δεύτερο στάδιο, είναι χρήσιμο να διερωτηθώ: τι δεν επιλέγεται ως κόμβος; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έρχεται από το Lynch, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά, «στη θεωρία, ακόμα και απλές διασταυρώσεις οδών είναι κόμβοι, αλλά γενικά δεν είναι επαρκούς σπουδαιότητας για να απεικονιστούν ως κάτι περισσότερο από τη συμπωματική διασταύρωση μονοπατιών. Μια εικόνα αποτελούμενη από ένα πλέγμα δρόμων, δεν μπορεί να φέρει πάρα πολλά κομβικά κέντρα».78 Τα δυο κύρια εργαλεία για την πλήρη κατανόηση τόσο της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης όσο και των χαρακτηριστικών σχεδιαστικών στοιχείων των δυο προτάσεων, ήταν αυτά του Κ. Η. Μπίρη το “Αι Αθήναι, από τον 19ου εις τον 20ο αιώνα” (1966) και του Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετά, το “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού” (2001).
78
Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 75
38
Β.1 Ιστορικό Πλαίσιο Περιόδου
Β.1 Ιστορικό Πλαίσιο Περιόδου Η Αθήνα γύρω στα 1830, όπως μας διηγείται ο Ι. Τραυλός, στο βιβλίο του “Πολεοδομική Εξέλιξις των Αθηνών” βρίσκεται σε κατάσταση αξιοθρήνητη. Η εικόνα της πόλης αμέσως μετά την επανάσταση είναι άθλια.79Οι ζημιές οι οποίες είχαν προκληθεί, από την εποχή της επίθεσης των Ενετών του Μοροζίνη το 1687, μετά το πέρας του επιτυχούς απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων κατά τη δεύτερη περίοδο της Τουρκοκρατίας, μέχρι και της ολοσχερούς καταστροφής από τον Κιουταχή το 1826-27, είναι ανεπανόρθωτες τόσο για την πόλη, όσο και για τα αρχαία μνημεία της. Όλες οι πηγές των επισκεπτών στην Αθήνα κάνουν λόγο για αθλιότητα στην οποία έχει περιέλθει η πόλη. Πολεοδομικά, στην εικόνα της πόλης κυριαρχεί η συμπαγής δόμηση, κτηρίων κατά κύριο λόγο κατεστραμμένων και αρχαία κατάλοιπα τα οποία είναι διασπαρμένα. Με τη επιστροφή των παλαιών Αθηναίων και με τη συρροή νέων κατοίκων καταφέρνει η πόλη να ανακάμψει, ανασυγκροτούμενη πάνω στα ερείπια των συνοικιών της πόλεως. Κοινωνικά, πέρα από τη φτώχεια και την κακουχία που κατατρέχει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, ξεκινά να γεννάται το εθνικό αίσθημα της Μεγάλης Ιδέας που εκτός των άλλων, έχει να κάνει με την αναζήτηση της χαμένης ταυτότητας του ελληνισμού. Η προσπάθεια αυτή, σηματοδοτείται με τη εγκαθίδρυση των Βαυαρών και του Όθωνα στην Ελλάδα και με τον ορισμό της Αθήνας, ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους το 1833. Η Αθήνα είχε εξαρχής το προβάδισμα για πρωτεύουσα, τόσο εξαιτίας της θέσης που κατείχε, όσο και της αρχαίας αίγλης και των προοπτικών της μελλοντικής εξέλιξης οι οποίες είχαν κάθε λόγο να αναμένονται. Ο βασιλιάς Λουδοβίκος Α’ της Βαυαρίας άλλωστε είχε συναισθηματικό δεσμό με την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης. Η Αθήνα είχε όλα τα φόντα να αποτελέσει τον θεμέλιο λίθο ανασύνταξης του ελληνικού έθνους και πολιτισμού, και οι Έλληνες πίστεψαν και στηρίχθηκαν στην ξένη γερμανική υποστήριξη. Όπως διαπιστώνει ο Φιλιππίδης στο βιβλίο του “Νεοελληνική Αρχιτεκτονική”, οι Έλληνες πίστεψαν ότι η έννοια της «προόδου» και η αναβίωσης της ελληνικής ταυτότητας θα συμβάδιζε με τον «εξευρωπαϊσμό».80 Τα νέα ευρωπαϊκά πρότυπα που εισέρχονται στην Ελλάδα εκτός των άλλων εισάγονται και από ξένους και από Έλληνες ομογενείς που τα διδάχθηκαν στο εξωτερικό και ήταν έτοιμοι να τα αναπτύξουν στην πατρίδα τους.
79
Δημήτρης Φιλιππίδης, [1984], “Νεοελληνική αρχιτεκτονική”, Μέλισσα, Αθήνα, σσ. 65-69
80
Στην Ελλάδα αποκτούσε ιδιαίτερο νόημα, η έννοια της «προόδου», καθώς σήμαινε την ανοδική πορεία που θα έφερνε τους Έλληνες πλησιέστερα στην Ευρώπη. Και μόνο μέσα από τον εξευρωπαϊσμό μπορούσε να γίνει η προσέγγιση στην αρχαία Ελλάδα και τις αξίες της. Η κατάσταση ήταν τέτοια που δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια επιλογής. Αυτό που περισσότερο ήθελε να ξεχάσει ο τόπος ήταν οι πολλαπλές και αδιόρατες συνδέσεις του Ελληνισμού με την Τουρκοκρατία. (σύγκρουση βασικά πολιτισμική) - Δημήτρης Φιλιππίδης, [1984], “Νεοελληνική αρχιτεκτονική”, Μέλισσα, Αθήνα, σσ. 68-69
39
Β.2 Που θα τοποθετηθεί η “Νέα Πόλη”; ‘Ήδη από το 1831, στην Αθήνα καταφθάνουν δυο εξαιρετικοί νέοι αρχιτέκτονες, ο Σταμάτης Κλεάνθης και ο συνάδελφος του Εδουάρδος Σάουμπερτ, «με σκοπό να τοπογραφήσουν τας Αθήνας και να συντάξουν ένα αρχαιολογικό χάρτη, που θα ήτο χρήσιμος εις τους επισκέπτας των».81 Λίγο αργότερα, το 1832, μετά της αποπεράτωση της τοπογράφησης, και έπειτα από αίτημα πρώτα, των Αθηναίων και εν συνεχεία του Κλεάνθη και Σάουμπερτ, δίνεται εντολή στους ίδιους για μελέτη σχεδίου της νέας πόλεως της Αθήνας, «έχοντες υπόψιν την δόξα και το κάλλος των Αρχαίων».82 Η υποδοχή του βασιλιά της Ελλάδος Όθωνα στην Αθήνα το 1833, είχε συνοδευτεί πιο πριν με την παράδοση της Ακρόπολης από τα εναπομείναντα τουρκικά στρατεύματα του Κιουταχή, και με την ανακοίνωση της επιλογής της Αθήνας ως επικρατέστερη, για πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να εξετάζεται ένας αριθμός από πιθανές τοποθεσίες για τη νέα πόλη και για τα ανάκτορα του νέου Βαυαρού βασιλέα.
Β.2 Που θα τοποθετηθεί η “Νέα Πόλη”; Η τοποθέτηση της νέας πόλης αποτέλεσε εξαιρετικά δύσκολη και σύνθετη απόφαση και γι’ αυτό αξίζει να παρουσιαστούν επιγραμματικά όλες οι πολεοδομικές προτάσεις-οράματα που σχετίζονται με την αναγέννηση της Αθήνας. «Με τον όρο “πολεοδομικό όραμα”, εννοούμε τα εκάστοτε βασικά γνωρίσματα των διαφόρων κατευθυντήριων ιδεών για τη νέα πόλη. Οι ιδέες αυτές διέπουν τόσο τη χωροθέτηση της επέκτασης της πόλης, τη σύνδεση της στο χώρο με τον προϋπάρχοντα αστικό πυρήνα και την ένταξη της στο αθηναϊκό τοπίο, όσο και την εκάστοτε προτεινόμενη διάρθρωση και μορφολογία πόλης»83. Είναι σημαντικό να τονίσουμε την σημασία της έννοιας “πολεοδομικό όραμα”. Από τη στιγμή που αναλαμβάνεται η εφαρμογή του, στο σημείο δηλαδή που οι εναρκτήριες «γραμμές» πάνω στο χαρτί χαράσσονται στο έδαφος, χαράσσεται παράλληλα μια αυστηρά καθορισμένη πορεία που αποδεδειγμένα δεν θα έπρεπε να αποκλίνει από τον αρχικό σκοπό της. Τα διαφορετικά οράματα που συγκροτούνται από καταξιωμένους και μη αρχιτέκτονες για τη νεοσύστατη πρωτεύουσα, διέπονται όλα από ριζοσπαστικές ιδέες αλλά και από πολλά σφάλματα.
81
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από τον 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 21 82 ό.π., σ. 23 83
Αλ. Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 18
40
Β.2 Που θα τοποθετηθεί η “Νέα Πόλη”; Όπως θα δούμε ο πρώτος που τάχθηκε υπέρ της χωροθέτησης της νέας πρωτεύουσας σε απόσταση από την παλαιά, ήταν ο Johann Gottfried Gutensohn (Γκούτενσον). Την περίπτωση της περιοχής του Πειραιά φαντάστηκε ο Γερμανός αρχιτέκτονας και για τα ανάκτορα, της πειραϊκής χερσονήσου. Βάσει της επιλογής αυτής θα αναπτυσσόταν μια πρωτεύουσα-λιμάνι με «στρατηγικά και οικονομικά πλεονεκτήματα. Η πόλη θα αναπτυσσόταν και επεκτεινόταν με το χρόνο προς την παλαιά και όπως υποστήριξε επίσης ο RaoulRochette (αρχαιολόγος και υποστηρικτής της περίπτωσης του Πειραιά) με αυτό τον τρόπο θα δινόταν η ευκαιρία διενέργειας ανασκαφών σε μεγαλύτερη κλίμακα, κάτι το οποίο στην τελική δεν επιτεύχθηκε»84. Όπως αναφέραμε και προηγουμένως ήδη από το 1832, ο Κλεάνθης και ο Σάουμπερτ προετοίμαζαν το έδαφος για την παρουσίαση της δικής τους πρόταση για τη νέα πόλη, την οποία και τελικώς τοποθετούσαν βόρεια της παλαιάς πόλης, σαν επέκταση της παλαιάς σε επίπεδο έδαφος. Όπως αναφέρει ο Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετάς στο βιβλίο του “Αθήνα: Ένα Όραμα του Κλασικισμού”, για το σχετικό σχέδιο – το οποίο και θα μελετήσουμε διεξοδικά βάσει των διαφόρων τύπων κόμβων στο επόμενο κεφάλαιο (Αρ. Κεφ.) ήταν ένα μεγαλεπήβολο «όραμα προσθετικής παράθεσης στο χώρο της νέας πόλης και της περιοχής ανασκαφών»85. Η αντιπρόταση του Leo Von Klenze (Κλέντσε), - της οποίας επίσης τους βασικούς κόμβους που συνθέτουν το σχέδιο θα μελετήσουμε εκτενέστερα σε επόμενο κεφάλαιο (Αρ. Κεφ.) - έρχεται σαν μια διαφορετική εκδοχή πάνω στην ιδέα των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη και Σάουμπερτ, και όχι σαν όραμα του ίδιου του αρχιτέκτονά. Ο ίδιος ο Κλέντσε άλλωστε, δηλώνει λάτρης της γραφικότητας των συνθέσεων και προβάλλει τη ρομαντική ροπή του προς τη φύση, τοποθετώντας τα ανάκτορα στις βορειοδυτικές κλιτύες του λόφου των Νυμφών, υποδηλώνοντας έτσι το δικό του όραμα για μια πόλη επί λόφων, όπως άλλωστε διατύπωσε τον ίδιο χρόνο ο von Quast86. Μία άλλη πρόταση που παρουσιάζεται και αφορά κατά κύριο λόγο τα ανάκτορα αλλά που επίσης θα αφήσει το στίγμα της είναι αυτή της τοποθέτησής τους στο λόφο της Ακρόπολης. Η παρόρμηση αυτή του αδερφού του Όθωνα, Μαξιμιλιανού για την αναβίωση, με αυτόν τον τρόπο, της Αρχαίας Αθήνας, οδήγησε στην διατύπωσή της, από τον καθηγητή και φημισμένο αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel (Σίνκελ), του οποίου μαθητές υπήρξαν ο Κλεάνθης και Σάουμπερτ. Το σχέδιο του ήταν απέβλεπε σε μια μελλοντική ανάπτυξη
84
ό.π., σσ. 39-40
85
ό.π., σ. 23
86
ό.π., σσ. 29-30
41
Β.2 Που θα τοποθετηθεί η “Νέα Πόλη”; της πόλης, αλλά ήταν μια ρομαντική-διαλεκτική συνύπαρξη της κλασικιστικής αρχιτεκτονικής με την αρχαία κληρονομιά ή οποία ακολουθεί το πρότυπο της “πόλης επί λόφων” που υποστήριξε και αργότερα ο Κλέντσε87. Άλλος ένα μαθητής του Σίνκελ, ο οποίος επηρεάστηκε από τον καθηγητή του, με τον ίδιο τρόπο που επηρεάστηκε και ο Κλέντσε, ήταν ο Alexander Ferdinand von Quast. Ο αρχιτέκτονας αυτός, επιχείρησε να παρουσιάσει το όραμα του προτύπου της “πόλης επί λόφων” σαν συνέχεια της αρχής που έκανε ο Σίνκελ με την τοποθέτηση των ανακτόρων στο λόφο της Ακρόπολης και σαν εκπροσώπηση του ίδιου σκεπτικού που διακατείχε και τον Κλέντσε. Η πρόταση του, βασίζεται στην ανάπτυξη της νέας πόλης πάνω στη ορεινή τοπογραφία των λόφων των Νυμφών του Μουσείου νοτιοδυτικά της Ακρόπολης, με το κέντρο της να βρίσκεται σε ένα κόμβο, που αποτελεί τη διασταύρωση δυο κύριων δρόμων που ο ένας διασχίζει την πόλη από τον βορρά στο νότο (από την παλαιά πόλη στον Πειραιά) και η άλλη από την ανατολή στη δύση (συνδέει Ελευσίνα με περιοχή Ιλισού)88. Τελευταίο, και μεταγενέστερο από τα προηγούμενα, όραμα του 1839 είναι αυτό του Λύσανδρου Καυτατζόγλου, επίσης ριζοσπαστικό. Η πρόταση του ήταν ένα αυστηρά ορθογώνιο δίκτυο για τη νέα πόλη το οποίο και τοποθετούσε ανάμεσα στο Λυκαβηττό και τον Ιλισσό στα ανατολικά της παλαιάς πόλης, εντάσσοντας στη νέα πόλη το στοιχείο του νερού μέσω του αρχαίου ποταμού. Η τοποθέτηση αυτή συνδυάζεται με ένα σύνολο πρακτικών λύσεων στα προβλήματα των απαλλοτριώσεων. Παράλληλα, ο ίδιος αποστασιοποιείται από όλες τις υπόλοιπες προτεινόμενες επιλύσεις, και από την παλαιά πόλη (την οποία και προορίζει για εκτενείς ανασκαφές) χρησιμοποιώντας έναν αυστηρό κάναβο, τον οποίου τη μονοτονία σπάει με τη δημιουργία πολυάριθμων ορθογωνικών κόμβων-δορυφόρων. Με την παρέμβαση, όμως τους Βασιλέως και πατέρα του Όθωνα, Λουδοβίκου καμιά από τις τοποθεσίες, ούτε του Πειραιά (Γκούτενσον), ούτε των λόφων (Σίνκελ, Quast) δεν επιστρατεύεται για λόγους ασφάλειας και σεβασμού των ιστορικών μνημείων αντίστοιχα. Ταυτόχρονα, αυτή Καυτατζόγλου, είναι αρκετά μεταγενέστερη, την οποία τελικώς δεν έλαβε υπόψιν του ο Όθωνας. Οι Αθηναίοι, με πρωτοβουλία τους προτείνουν στον βασιλιά ένα σύνολο παραχωρήσεων με στόχο την διευκόλυνση για τη λήψη μιας οριστικής απόφασης επί του θέματος. Είναι φανερό ότι υποστηρίζουν, το νέο σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ και σε συνδυασμό με την βασιλική απόφαση περί εγκατάστασης της νέας πόλης, «όχι επί των αρχαίων Αθηνών, αλλά πλησίον των, εις άλλην θέσιν, ώστε ούτε δια των μετέπειτα επεκτάσεων
87
ό.π., σσ. 32-33
88
ό.π., σ. 34
42
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ αυτής να τας θίξει οπωσδήποτε».89 Τελικώς, από το τελικό πόρισμα, προκύπτει η τοποθέτηση της στην νοτιοδυτική ή νοτιοανατολική πλευρά του λεκανοπεδίου, όπου ο χώρος ήταν ελεύθερος για τη διάνοιξη δρόμων και για τη χάραξη ενός νέου ρυμοτομικού σχεδίου.90 Η λύση αυτή βασίζεται τελικώς στην έγκριση του σχεδίου-οράματος του Κλεάνθη και Σάουμπερτ μέσω διατάγματος της 29ης Ιουνίου/11ης Ιουλίου του 1833.
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Β.3.1 Περιγραφή βασικών κατευθύνσεων του σχεδίου και Ονοματοδοσία κόμβων Καταρχήν, πρωτού ξεκινήσω την περιγραφή του οράματος των δυο αρχιτεκτόνων για την νέα Αθήνα, οφείλω να αναφέρω ότι αυτό το σχέδιο τους ολοκληρώθηκε σε τρεις φάσεις. Η πρώτη, το λεγόμενο “Σχέδιο του Βερολίνου” (1832) το οποίο ακόμα βρισκόταν σε ένα ενδιάμεσο στάδιο “ωρίμανσης”. Το τελικό εγκεκριμένο σχέδιο από την Αντιβασιλεία τον Ιούλιο του 1833, το οποίο θεωρείται η σχεδιαστικά ακριβέστερη κατάσταση του οράματος των δυο αρχιτεκτόνων. Και ένα τρίτο, τον Οκτώβριο του 1833, όπως αναφέρει ο Κ. Μπίρης στο “Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα” με ορισμένες επιτακτικές και αναγκαίες τροποποιήσεις οι οποίες προέκυψαν από την Αθηναϊκή Κοινότητα91. Αξίζει να αναφερθεί επίσης η ύπαρξη της λεγόμενης «ελαφράς» παραλλαγής DAI (Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο). Στην παρούσα ερευνητική θα επικεντρωθώ στην δεύτερη φάση, όπως την ονομάζω, του εγκεκριμένου σχεδίου του Ιουλίου του 1833, καθώς αποτελεί το αυτούσιο όραμα των Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Το όλο εγχείρημα, επικεντρώνεται βόρεια της Ακροπόλεως, σε επίπεδο, έδαφος, αφορά μια πόλη πεδινή, σχεδιάζεται για έναν πληθυσμό 35.000-40.000 κατοίκων και με τρόπο ώστε να ναι δυνατή η περαιτέρω σταδιακή επέκταση της. Πρόθεση, είναι η νέα πόλη να «θεωρηθεί ως μια εφευρετικότατη πρόταση δημιουργίας μια “κατάφυτης” κλασικιστικής πόλης, ως ένα ιδιότυπο δηλαδή μόρφωμα»92.
89
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 26 Η Απόφασις υπέρ των Αθηνών 90 ό.π., σσ 21-26 - Περιληπτική περιγραφή του κεφαλαίου “Η Απόφασις Υπέρ των Αθηνών”, για την τοποθέτηση της νέας πόλης και των βασιλικών ανακτόρων 91 Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 31-32 92 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 25
43
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Η θεμελιώδης ιδέα των αρχιτεκτόνων για την νέα Αθήνα, είναι η αρμονική συνύπαρξη της νέας πόλης στο βορρά με την πλούσια σε ιστορία ζώνη ανασκαφών στο νότο93. Στην πραγματικότητα, ο χαρακτήρας της οραματιζόμενης πόλης είναι διττός, ως επέκτασης προϋπάρχοντος πυρήνα και ταυτόχρονα ως νέα πόλη94. Μια σχετικά παρόμοια εκδοχή που έχει αναφερθεί προηγουμένως είναι ότι η νέα πόλη αγκαλιάζει την παλαιά με μια μέθοδο προσθετική παράθεση του νέου στο παλαιό. Ουσιαστικά, αποτελείται από ένα σύστημα πρωταρχικών κομβικών σημείων – με κεντρικό αυτό των βασιλικών ανακτόρων (με τον βασιλικό κήπο) και της πλατείας τους (Κόμβος Α) - που είναι στρατηγικά τοποθετημένα και ενώνονται απευθείας μεταξύ τους, μέσω των διαγωνίων οδών της οδού Πειραιώς (20μ) και Σταδίου (20μ), και της κεντρικής οδού Αθηνάς. Οι τρείς αυτές κατευθύνσεις προσφέρουν την άμεση οπτική σύνδεση του κόμβου των ανακτόρων με τον Πειραιά, το Παναθηναϊκό Στάδιο και τα Προπύλαια της Ακρόπολης αντίστοιχα (“points de vue”). Η οδός Ερμού έρχεται για να ολοκληρώσει τις συνδέσεις μεταξύ αυτών των σημείων και να δημιουργήσει ένα σαφές γεωμετρικό σχήμα που θα μπορούσε κανείς να αναγνωρίσει ως ορθογώνιο ισοσκελές τρίγωνο με μια μεσοκάθετο. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι δεν το διακρίνει αυστηρή-ρεαλιστική συμμετρία, μόνο φαινομενική. Τα υπόλοιπα δύο βασικά σημεία που σχηματίζουν το νοητό τρίγωνο (πέρα των ανακτόρων) είναι αυτά των κυκλικών (κυκλοφοριακών) πλατειών, Μουσών (Κόμβος Β) και Κέκροπος (Κόμβος Γ). Το τρίτο βασικό σημείο, είναι εκεί που η μεσοκάθετος της Αθηνάς τέμνει την Ερμού (νοητό όριο μεταξύ παλαιάς και νέας πόλης) και δημιουργεί ένα κόμβο πέρασμα (Κόμβος Δ) από τη νέα στην παλαιά πόλη των ανασκαφών της Αθήνας, πλησίον της “Βιβλιοθήκης του Αδριανού”. Η ξεχωριστή αξία που έχει η οδός Αθηνάς στο σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ αποδεικνύεται από το γεγονός ότι μόνο ένα μικρό τμήμα της αρκείται στον χαρακτήρα ενός «σταθερού πλάτους» δρόμου. Στο μεγαλύτερο μέρος της φέρει την μεγάλη σε έκταση και σε σημασία “Εμπορική Αγορά” με τον “Κήπο του Λαού” στο εσωτερικό της (Κόμβος Ε), και την ημικυκλική πλατεία (Κόμβος Στ) ακριβώς κάτω από το νότιο τμήμα της, στη διασταύρωση της οδού Αθηνάς με την Ευριπίδου. Το νοητό ορθογώνιο παραλληλόγραμμο (φαινομενικά τετράγωνο) διαστάσεων 750x700 μέτρων που σχηματίζει η διπλή δεντροστοιχία των τεσσάρων βουλεβαρίων (πλάτους 38μ). μέσα στην πόλη, καθώς και ο πλούσια δεντροφυτεμένος άξονας της οδού Αθηνάς είναι εξωραϊσμένοι χώροι περιπάτου, που ταυτοχρόνως αποτελούν τα μοναδικά γραμμικά στοιχεία πρασίνου που διαρθρώνουν την πόλη.95 Σκοπός αυτού του ορθογώνιου πλαισίου
93
ό.π., σ. 28
94
ό.π., σ. 69
95
ό.π., σ. 80
44
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ είναι να προστατεύσει το κέντρο της πολεοδομικής συνθέσεως (Ανάκτορα και Εμπορική Αγορά) από διαβατική κίνηση και από συμφόρηση κυκλοφορίας96. Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να δώσουμε έμφαση στη συμβολικότητα που υπάρχει στο εξεταζόμενο σχέδιο. Η συνθετικές ιδέες των συντακτών του, συνδυάζουν κεντροευρωπαϊκές γεωμετρικές διατάξεις πόλεων με προοπτικές φυγές και θέες προς τα μνημεία της αρχαιότητας. Η χαρακτηριστική τριγωνική-ακτινωτή διάταξη του ρυμοτομικού σχεδίου σύμφωνα με τη λογική της πόλης της πεφωτισμένης δεσποτείας του 18ου αιώνα97, δεν έχει μόνο στόχο να «ακτινοβολήσει» τη δύναμη της βασιλικής εξουσίας, αλλά τη συνδυάζει προσεκτικά σεβόμενη την αξιοθαύμαστη ιστορία και πολιτισμό της Αρχαίας Αθήνας. Προχωρώντας, γίνεται αντιληπτή η κατανομή ανοιχτών χώρων-κόμβων εντός και εκτός του κεντρικού ιστού της πόλης. Στα μέσα των δυο ακμών του νοητού τριγώνου και συγκεκριμένα σε αυτές των οδών Σταδίου και Πειραιώς, δημιουργούνται ακόμα τέσσερις μεγάλες πλατείες. Η μια (Κόμβος Ζ) επί της οδού Σταδίου, στο μέσον της απόστασης μεταξύ των ανακτόρων και της πλατείας Μουσών, η άλλη (Κόμβος Ι) λίγο νοτιότερα της πίσω από τον Μητροπολιτικό ναό και άλλες δυο παράπλευρες (Κόμβοι Η, Θ) στο ενδιάμεσο της οδού Πειραιώς. Ο Κόμβος Ζ και ο Κόμβος Η αποτελούν επίσης τις νότιες γωνίες του ορθογώνιου πλαισίου των βουλεβαρίων, ενώ είναι φαινομενικά συμμετρικές πλατείες. Ο Κόμβος Θ έρχεται να σπάσει αυτή την συμμετρία. Ο Κόμβος Ια, είναι μια συνέχεια του λεξιλογίου των κυκλικών κυκλοφοριακών κόμβων Α και Β (rond-points) βορειοδυτικά του τριγώνου. Η κίνηση αυτή δείχνει τις προθέσεις των δυο πολεοδόμων σχετικά με την μελλοντική επεκτασιμότητα αυτής της δομής μέσω του συστήματος των rond-points.Το νέο αυτό σημείο στο χάρτη, σχηματίζει ένα νέο ισοσκελές τρίγωνο με κορυφή το ίδιο και με την πλατεία των Ανακτόρων και Κέκροπος να το πλαισιώνουν. Ο δρόμος που ενώνει τον Κόμβο Ι με την πλατεία Κέκροπος αποτελεί μέρος της περιφερειακής οδού της πόλης και φέρει δυο δευτερεύουσας σημασίας κόμβους (Κόμβοι ιθ,κ). Πέρα από τους βασικούς κόμβους που ήδη ανέφερα, υπάρχει ένα μεγάλο ακόμα σύνολο, με διαφορετικό σχήμα, μέγεθος και λειτουργία που κατανέμεται μέσα στο ιστό της πόλης, και το οποίο θα εξετασθεί στο παρόν κεφάλαιο. Πολλοί από αυτούς δημιουργήθηκαν για να περισώσουν υπολείμματα ή διασωθείσες βυζαντινές εκκλησίες, άλλοι για να υποστηρίξουν κτήρια βασικών λειτουργιών της πόλης ή μνημεία, άλλοι για να συμβάλλουν σε
96
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 28 97 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 26
45
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ ένα ελεύθερο τοπίο θέασης και άλλοι απλά για να δημιουργήσουν σημεία εκτόνωσης για τους κατοίκους του κεντρικού ιστού της πόλης. Συνοψίζοντας, το ρυμοτομικό σχέδιο το οποίο συνετάχθη, «παρά το κεφαλαιώδες πρόσκομμα το οποίον απετέλει η παρεμβολή της παλαιάς πόλεως εις την σύνθεσιν του, υπήρξεν ευρείας συλλήψεως».98 Στο σχέδιο είναι εμφανής η ανταπόκριση στον ιδεολογικό ρόλο που καλείται να παίξει η νέα πρωτεύουσα. Η μνημειακή και ιεραρχημένη σύνθεση έχει ως βασική αναφορά την Ακρόπολη, σύμβολο του ιδεολογικού κύρους της Αθήνας, και τα Ανάκτορα.99 Το μεγάλο σύνολο, κυρίαρχης και δευτερεύουσας σημασίας, κόμβων που συνθέτει το όραμα των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη και Σάουμπερτ, καλείται στη συνέχεια να εξετασθεί. Ορισμένοι από αυτούς, κατέχουν ένα ιστορικό βάθος το οποίο οφείλω να επισημάνω. Παράλληλα πραγματοποιώ αιτιολόγηση της μορφής του καθενός ξεχωριστά, σε συνάρτηση με τη λειτουργία που του προβλέπεται (λειτουργία-μορφή(τύπος)).
98
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 26 Το σχέδιον Κλεάνθους και Σάουμπερτ 99 Τσιώμης Γιάννης, [1985], «Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση», Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, σσ 19-28
46
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Β.3.2 Περιγραφή Κόμβων
Κόμβος Α – Πλατεία Ανακτόρων - Διοικητικόν Κέντρον Η μεγαλοπρέπεια των ανακτόρων, στην πρόταση για το σχέδιο της νέας πόλης της Αθήνας, θα έπρεπε να ήταν ισάξια του κύρους της βασιλικής εξουσίας των Βαυαρών. Αφού δεν τοποθετήθηκε στην Ακρόπολη, όπως είχε προταθεί από τον Σίνκελ, κατέληξε απέναντι από το λόφο της, σε περίοπτη θέση, αποτελώντας το κέντρο της σύνθεσης για τους αρχιτέκτονες Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Η μετωπική αυτή τοποθέτηση αποσκοπούσε σε συμβολικό διάλογο μεταξύ αρχαίου και νέου. Σε θέση την οποία κατέχει σήμερα η πλατεία Ομονοίας, αναπτυσσόταν το “Διοικητικόν Κέντρον”, με τα Ανάκτορα κεντρικά με όψη την Ακρόπολη, και ανά τρία υπουργικά κτήρια εκατέρωθεν, εντός κήπων. Εκτός των βασικών, προοριζόταν να περιέχει κήπο, στάβλους, και δυο βουλευτήρια (τα κτήρια στα σχηματιζόμενα τριγωνικά μπλοκ) +* – Αξίζει να αναφέρουμε πως «εδώ ο σεμνός μνημειακός χαρακτήρας συνδυάζεται με την κοινωνική προσβασιμότητα, με αποτέλεσμα όχι την αντιπαράθεση αλλά τη συνύπαρξη βασιλικής εξουσίας και αστικής ζωής».100 Γύρω από τον εξεταζόμενο αυτό σημείο εστίασης, αναπτύσσονταν επίσης τα τέσσερα βουλεβάρια σαν δεντροφυτεμένες λεωφόροι, που συνέθεταν το ορθογωνικό σχήμα που περίκλειε το Διοικητικό Κέντρο, με απώτερο σκοπό την ανάδειξη του. Εντός αυτού του ορθογωνίου και σε θέση νότια της πλατείας των Ανακτόρων, τοποθετείται η Εμπορική Αγορά και ο Κήπος του Λαού - που επίσης αποτελεί μέρος της οδού Αθηνάς - στον οποίο θα κάνουμε περαιτέρω αναφορά στη μελέτη γύρω από τον Κόμβο Ε. Κόμβο, σε αυτή την περίπτωση αποτελεί η πλατεία μπροστά από τα Ανάκτορα διαστάσεων 250x125 μέτρα, από την οποία αναπτύσσονται ακτινωτά οι τρείς σημαντικότεροι οδοί της Αθήνας, Πειραιώς, Σταδίου και Αθηνάς. Η είσοδος των ανακτόρων προορίζονταν να είναι το νοητό σημείο συνάντησης των προεκτάσεων αυτών των δρόμων, ενώ παράλληλα παρείχαν θέες με φορτωμένες ιστορικές μνήμες. Η ακτινωτή τους δέσμη, η οποία ξεκινά από την καθέδρα του ηγεμόνος, τη λεγόμενη “patte d’ oie”101, εξασφαλίζει όχι μόνο τον οπτικό έλεγχο της πόλης από τον μονάρχη, αλλά επίσης «αγκαλιάζει» ολόκληρη τη ζώνη
100
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 75 101 «Σε κάθε περίπτωση το υπέροχο «patte d’ oie (μετ. πόδι της χήνας)» των Βερσαλλιών συνδεόμενο με τους αυτοκινητόδρομους του Παρισιού αποτελεί σίγουρα μια αστική απόδοση για την αρχιτεκτονική τοπίου, όπως βεβαιώνει το υπέροχο κόσμημα στο τέλος του κήπου του παλατιού. Υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να πιστέψουμε ότι ο Le Notre (ειδικευμένος αρχιτέκτονας κήπων) ήταν υπεύθυνος και για τα δύο. Το σημείο εστίασης ήταν τώρα το πριγκηπικό παλάτι, τα επικεφαλή σχέδια (μετά από πολύ δισταγμό) σαν τους βασιλικούς στάβλους και οι τρείς λεωφόροι οριοθετήθηκαν με δενδροστοιχίες. Αυτό ήταν πιθανώς το πρώτο δυτικό παράδειγμα από αστικό δρόμο οριοθετημένο με δενδροστοιχίες αν εξαιρέσουμε την ειδική περίπτωση των ολλανδικών καναλιών» - παρμένα από το βιβλίο του Spiro Kostof, “The City Shaped” του 1991, σ. 236
47
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ ανασκαφών του αρχαιολογικού πάρκου μαζί με την Ακρόπολη, την Πνύκα και τον Άρειο Πάγο στο νότο».102 Η χαρακτηριστική μορφή πλατείας, τύπου trivium103, ταιριάζει απόλυτα στις προδιαγραφές της πλατείας των Ανακτόρων. Άλλωστε όπως έχω ήδη αναφέρει, το σχέδιο των δυο αρχιτεκτόνων εμπνέεται από κεντροευρωπαϊκές γεωμετρικές διατάξεις πόλεων, και από τον χαρακτηριστικό τύπο οδικού δικτύου κατά την εποχή της πεφωτισμένης δεσποτείας. Ακόμα και ο Spiro Kostof, κάνει σχετική αναφορά σε αυτό αναφέροντας, «στις αρχές του 19ου αιώνα, το σχέδιο για την νέα Αθήνα, πρωτεύουσα του βασιλείου της Ελλάδος επανέλαβε με μεγάλη επιρροή για μια μοντέρνα πόλη, τον συνδυασμό παλάτι-ανακτόρουtrivium των Βερσαλλιών».104 Ο τρόπος με τον οποίο είναι επιλυμένη η δομή του κυρίαρχου αυτού κόμβου, παραπέμπει σε μεγαλοπρεπή σχεδίαση ευρωπαϊκής πόλης, που ο Spiro Kostof αναγνωρίζει ως Grand Manner105, μέσω τεχνικών Μπαρόκ αισθητικής. Μόνο που οι αρχιτέκτονες αποπειρώνται να συνδυάσουν τη μεγαλοπρέπεια αυτή, τόσο με το αρχαιολογικό τοπίο και φυσικό περιβάλλον της πόλης Αθήνας, όσο και με την αστική και δημόσια ζωή της. Συνοψίζοντας, στο συνολικό σχέδιο περιέχεται μια στοιχειώδης ιεραρχία στης οποίας την κορυφή βρίσκεται ο διοικητικός πυρήνας, ο οποίος τονίζεται επίσης μέσα σε μια προβλεπόμενη έκταση. Το διοικητικό αυτό κέντρο, σε συνδυασμό και συνεργασία με την Εμπορική Αγορά, συγκροτούσε τόσο τον βασικό πυρήνα συσσώρευσης κόσμου για τη νέα πόλη της Αθήνας, όσο και σημείο κατάληξης όλων των βασικών οδικών δικτύων της. Κόμβος Β – Πλατεία Κέκροπος - Ιστορική μνήμη Η κυκλική πλατεία Κέκροπος (διάμετρος 150 μέτρα), είχε ιδιαίτερη ιστορική σημασία, τόσο ως προς την ευρύτερη περιοχή του αρχαιολογικού τοπίου του Κεραμεικού στην οποία τοποθετούταν, όσο και στο λειτουργικό σκοπό τον οποίο και θα αποκτούσε για την
102
Με πρότυπο τις Βερσαλλίες, Piazza del Popolo στη Ρώμη, Καρλσρούη, Αγ. Πετρούπολη – ο Στέφανος Σίνος κάνει αυτόν τον συσχετισμό με σχετικά σχέδια του 18ου αιώνα βασισμένα στην ακτινωτή διάταξη, από άρθρο του στο περιοδικό, “Architectura”, 1974, σ.42 – παραπομπή από, Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, σ. 103 103 Στο βιβλίο του Spiro Kostof, “The City Shaped” του 1991, γίνεται αναφορά στον τύπο πλατείας trivium δίνοντας σαν ορισμό, «η συνάντηση σε μια πλατεία ή η αντίστοιχη απόκλιση από αυτή, τριών ακτινωτών οδών. Συνδέεται με Αναγεννησιακά πειράματα και με ακτινωτά συστήματα-σχέδια αστικότητας, αλλά είναι λιγότερο ολοκληρωτικό (totalitarian) και περισσότερο ευέλικτο. Έχει τεράστια δυναμική να συγκεντρώνει μια αστική περιοχή μεταβλητού μεγέθους επάνω σε ένα κρίσιμο σημείο συσπείρωσης (συγκέντρωσης) στο οποίο θα τρέχει όλη η κυκλοφορία ή αντίστροφα από το οποίο όλη η κυκλοφορία θα αναπτύσσεται ομοιόμορφα, σ. 235 104 Spiro Kostof, [1991], “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 238 105
«Αυτή η ευρωπαϊκή παράδοση των «μεγαλόπρεπων διαστάσεων», σε πόλεις όπως το Παρίσι, η Ουάσιγκτον κ.α, είναι ένα κεφάλαιο της Ιστορίας, στην οποία εγώ (δλδ. Kostof) έδωσα τον τίτλο “Grand Manner”» - Spiro Kostof, [1991], “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, σ. 212
48
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ πόλη. Σαν θέση στο σχέδιο, αποτελεί το ένα από τα τρία σημεία που ορίζουν το τρίγωνο της νέας Αθήνας (νοτιοδυτική γωνία). Η τοποθεσία αναφέρεται ιστορικά σαν το νεκροταφείο της Αρχαίας Αθήνας. Χρονολογείται ήδη από τους υπομυκηναϊκούς (1100-1025 π.Χ) και τους πρωτογεωμετρικούς χρόνους (1025-900 π.Χ), ενώ καθ’ όλη την γεωμετρική περίοδο (900-710 π.Χ) κάλυπτε ολόκληρη σχεδόν την έκταση της Αγοράς και του Διπύλου (βασικότερη αρχαία πύλη του Θεμιστόκλειου τείχους).106 «Από το δεύτερο μισό του 6ου π.Χ εμφανίζεται στον έξω Κεραμεικό πλησίον του Διπύλου συγκροτημένο νεκροταφείο, του οποίου ανευρέθηκαν πολλοί τάφοι και επιτύμβιοι στύλοι της εποχής αυτής και το οποίο καθιερώθηκε ως το εκτός της πόλεως νεκροταφείο και μάλιστα το επισημότερο»107. Ο Κ. Η. Μπίρης στο βιβλίο του, αναφερόμενος στο τείχος το οποίο έχτισαν εσπευσμένα οι Αθηναίοι το 1778 (το μεγαλύτερο μέρος επάνω στα υπολείμματα του Θεμιστόκλειου), το οποίο κάνει απόπειρα να χαρτογραφήσει γραπτά, κάνει επίσης αναφορά και σε δυο γεφύρια108, τα οποία τα αναφέρει σαν κόμβους οδικού δικτύου, «από τους οποίους ήρχιζον άλλοι δρόμοι προς διακεκριμένας κατευθύνσεις..»109. Από τον ένα από αυτούς και συγκεκριμένα από αυτόν του Κεραμεικού, μέσω ενός συνόλου δρόμων ενώνεται το τότε σημείο αναφοράς της Αθήνας με περιοχές και εκκλησίες πιο μακριά από το κέντρο. Η ουσία και η λειτουργία που εξυπηρετεί σε εκείνη τη φάση ο συγκεκριμένος κόμβος, είναι η αποστολή της κίνησης από αυτό σε περισσότερα διάσπαρτα σημεία ενδιαφέροντος, και η λήψη της κίνησης από τα σημεία αυτά στο σημείο αναφοράς. Η δομή του όπως περιγράφεται στο βιβλίο του Μπίρη, είναι άναρχη χωρίς κάποια γεωμετρική αυστηρότητα, εξυπηρετώντας απλά τη σύνδεση μεταξύ περιοχών. Λαμβάνοντας υπόψιν, εκτός των άλλων, τη θέση της πιο περίφημής και κυρίαρχης πύλης της αρχαίας Αθήνας, αυτής του Δίπυλου, πρέπει να τονισθεί το γεγονός ότι αποτελεί παράλληλα σημείο σύγκλισης μεγάλων δρόμων του παρελθόντος (πύλη-κόμβος). «Μια εκ των πυλών του περιβόλου του Άστεως του 5ου και 4ου αιώνος π.Χ, και η κύρια πύλης της πόλεως, το Δίπυλον, βρισκόταν στον Κεραμεικό, όπου κατέληγαν οι σπουδαιότερες των οδών, όπως της Ακαδημίας, του Πειραιώς, της Ελευσίνας, και η περίφημη Ιερά Οδός, που συνέδεε την Αττική με την Πελοπόννησο και τη λοιπή Ελλάδα»110.
106
Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 31-32
107
ό.π., σ. 46
108
ένα το οποίο βρισκόταν πάνω από αγωγό ο οποίος εξέβαλε στον Κεραμεικό παρά το Δίπυλον, και ένα γεφύρι, αυτό των Σεπολίων, του οποίου στη θέση βρίσκεται σήμερα η πλατεία του Μεταξουργείου - Παρμένα από, Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», σ. 11 109 Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 12 110 Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σ. 50
49
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Επιστρέφοντας στο 1833, ο Κλεάνθης και ο Σάουμπερτ στοχευμένα ή μη, προσδίδουν στον εξεταζόμενο κόμβο τόσο την απαραίτητη ιστορική μνήμη που χαρακτηρίζει την περιοχή, όσο και την κυκλοφοριακή λειτουργία που τη χαρακτηρίζει. Σαν κόμβος, το σημείο ορίζεται από τη διασταύρωση των οδών Πειραιώς και Ερμού, και αποτελεί ενδιάμεσο σημείο, τόσο της διαγωνίου που κάνει άμεση την επικοινωνία και κίνηση τόσο μεταξύ των βασιλικών ανακτόρων με τον Πειραιά όσο και της πλατείας των Μουσών που θα δούμε στη συνέχεια, με τον Βοτανικό. Επίσης η κυκλική δομή του παρέχει πρόσθετες κατευθύνσεις. Δύο προς το νότο, - μια που στέλνει την κίνηση σε έναν άλλον ημικυκλικό κόμβο που έχει πρόσωπο σε μια εκκλησία, στον οποίο θα αναφερθούμε αργότερα - και μια ακόμα με κατεύθυνση τον λόφο της Ακρόπολης, που περνάει από την πίσω αυλή του κτηρίου-μνημείου της πλατείας των Τριών Συμμάχων. Και μια ακόμα τελευταία, προς βορρά, για να εξασφαλίσει μια σύνδεση - με προθέσεις μελλοντικής επεκτασιμότητας μέσω του ακτινωτού συστήματος των κυκλικών σημείων (rond-points) – με τον κυκλικό Κόμβο Ι. Από την πλατεία Κέκροπος111, ξεκινούν δρόμοι που οδηγούν έξω από την πόλη, και που παρέχουν σημεία οπτικής θέασης-αναφοράς, τα λεγόμενα “points de vue”. Η ταύτιση τέτοιας διάταξης πλατειών με τον γαλλικής προέλευσης όρο rond-point112, που γίνεται από την έναρξη του κεφαλαίου, έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι συντάκτες του σχεδίου είναι εμφανώς επηρεασμένοι από γαλλικά ευρωπαϊκά πρότυπα. Όπως λέει και ο Kostof, στο πλαίσιο της πολεοδομίας, η δομή του rond-point δεν συντάσσεται μόνο από ένα δαχτυλίδι γύρω από το οποίο διατάσσονται κτηριακοί όγκοι, αλλά θα μπορούσε να είναι μια ανοιχτή κυκλική περιοχή, πιθανότατα εκτός πόλης, στην οποία συγκλίνουν λεωφόροι.113 Συνεπώς, παρατηρεί κάνεις ότι η πλατεία Κέκροπος αποτελεί μια παρόμοια περίπτωση. Παράλληλα, η δημιουργία προοπτικών με άξονα μνημειακά κτίσματα είναι μια εγγενής αρχή της αρχιτεκτονικής του μπαρόκ και του κλασικισμού κατά την όψιμη απολυταρχία.114 Οι αρχιτέκτονες, σε αυτόν τον κόμβο, κάνουν χρήση αυτής της αρχής, παρέχοντας οπτικές θέες προς Ακρόπολη, Πνύκα, μια εκκλησία και έναν οβελίσκο εντός της πλατείας των Τριών Συμμάχων. Δεν προβλέπεσαι καθόλου δόμηση στην πλατεία Κέκροπος. Η πλατεία διαμορφώνεται στο ελεύθερο τοπίο έτσι ώστε οπτικά να συνδέεται άμεσα με την
111
Η οποία παίρνει το όνομα της από τον πρώτο αρχαίο βασιλιά των Αθηνών, τον Κέκροπα στα τέλη της 15 ης και 14ης εκατονταετηρίδα -- Παρμένα από, Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, σ. 20 112 Η λέξη rond-point, προέρχεται από έναν όρο της αρχιτεκτονικής τοπίου που αναφέρεται σε ένα μεγάλο κυκλικό άνοιγμα σε πάρκα ή δάση συνήθως με ένα κύκλο χορταριού στη μέση. - Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, σ. 151 113 Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, σ. 151 114
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 63
50
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Πνύκα. Μόνο ένα κτήριο προβλέπεται βόρεια της θέσης της (Λουτρά) επί της οδού Πειραιώς, και γίνεται αναφορά ακόμα για υπαίθριο θέατρο στις βόρειες κλιτύες του λόφου των Νυμφών κοντά στην εξεταζόμενη πλατεία115. Αλλά εκτός των άλλων η πλατεία, δίνει κατευθύνσεις σε Πειραιά και Βοτανικό (έξω από το κέντρο) και στα νέα εστιακά κέντρα. Η κατεύθυνση προς τον Πειραιά εξετάσθηκε ως σημείο οπτικής θέασης για αυτούς που θα κατοικούσαν στα Ανάκτορα και σαν μια στρατηγική κυκλοφοριακή απευθείας σύνδεση με το λιμάνι και το παράλιο μέτωπο. Η ακτινωτή διάταξη των οδών γύρω από τις πλατείες Κέκροπος και Μουσών (την οποία θα εξετάσουμε αμέσως μετά) οδηγεί τους αρχιτέκτονες στην επισήμανση της με μια στήλη ή έναν οβελίσκο στο κέντρο αυτών των πλατειών.116 Στα οικοδομικά μπλοκ που δημιουργούνται ανάμεσα στις ακτινωτές οδούς που αναφέραμε, στο σχέδιο, εκτός του ότι αφήνονται ελεύθερες οι εκτάσεις για παροχή θέασης, δεν αποκλείεται οι αρχιτέκτονες να προόριζαν δημιουργία πρασίνου, ή και ανάδειξη των αρχαίων του Κεραμεικού. Όπως αναφέρει και ο Γ. Τσιώμης, «η μνήμη ελεύθερη από κάθε οπτικό περιορισμό είναι ακριβέστατα δεμένη με τις τοποθεσίες. [..] Η πόλη τελειώνει στον τόπο των νεκρών και ανοίγεται στη θάλασσα»117. Στο σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, η πλατεία Κέκροπος, σέβεται τόσο τη μνήμη της ευρύτερης περιοχής του Κεραμεικού δίνοντας έμφαση στη σχέση της με τους νεκρούς προγόνους της, όσο και την κυκλοφοριακή λειτουργική της υπόσταση (σαν κόμβος κυκλοφορίας, σε μεγάλο μέρος της ιστορίας της, και αρχαίο και τρέχον). Κόμβος Γ – Πλατεία Μουσών – Πνευματικόν Κέντρον Στη νοτιοανατολική γωνία του βασικού τριγώνου του οράματος των δυο αρχιτεκτόνων για τη νέα πόλη, βρίσκεται η κυκλική πλατεία Μουσών (διάμετρος 150 μέτρα). Χωροθετείται απέναντι από την πλατεία Κέκροπος με την οποία επικοινωνεί απευθείας μέσω της οδού Ερμού. Σημερινή θέση κατέχει η πλατεία Συντάγματος με τη Βουλή. Η θέση της, ήταν παραπλήσια με αυτή της Μεσογείτικης πόρτας (πύλη) του τείχους του Χασεκή (χτισμένο το 1778) και της αρχαίας κρήνης της Μπουμπουνίστρας118.Παράλληλα,
115
ό.π., σ. 78
116
ό.π., σ. 87
117
Τσιώμης Γιάννης, [1985], «Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση», Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, σ 541 118 Μεσογείτικη πόρτα ή αλλιώς Μεσόγια καπουσί, μια από τις επτά πύλες του τείχους του Χασέκη που η ανοικοδόμηση του ολοκληρώθηκε το 1778, ευρισκόμενη έναντι της οδού Όθωνος κατά την βορειοδυτική γωνία του Εθνικού Κήπου. Κοντά σε αυτή και σε μικρή απόσταση βρισκόταν η περίφημη κρήνη της Μπουμπουνίστρας, όνομα που δινόταν πολλές φορές και στην πύλη - Παρμένα από, Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 197199 & Ντοκιμαντέρ: “Αθήνα: το χωριό που έγινε πρωτεύουσα” (25:00)
51
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ αξίζει να σημειωθεί, ότι ο κόμβος αυτός χωροθετείται κοντά στην εκτεταμένη περιοχή περιπάτου και αναψυχής του Ολυμπείου και του Ιλισσού, γεγονός το οποίο ενισχύει την τοποθέτηση κτηρίων πολιτιστικών λειτουργιών γύρω από το εστιακό σημείο της στρογγυλής αυτής πλατείας. Η πρόθεση να συνδεθεί το «Πνευματικόν κέντρον, αποτελούμενο από τη Μητρόπολιν, την Ακαδημίαν και τη Βιβλιοθήκην, γύρω από μιαν κυκλική πλατεία»,119 απευθείας μέσω της οδού Σταδίου, με τον Ιλισσό και το Παναθηναϊκό Στάδιο μπορεί να θεωρηθεί στοχευμένη. Ο αρχαίος τόπος σκέψης, όπως το Λύκειο, οι σωκρατικοί περίπατοι στις όχθες του Ιλισσού, και ο τόπος σωματικής άσκησης όπως το Στάδιο, συνδέουν την πολιτιστική ιστορία της Αθήνας με την νεότερη (συνέχεια μεταξύ αρχαίου και νέου πολιτισμού). Η ιστορική αναδρομή από το παρελθόν στο παρόν καταλήγει στην “Ακαδημία” στην οποία ακριβώς απέναντι τοποθετείται η ορθόδοξη πίστη μέσω της νέας Μητρόπολης των Αθηνών. «Έτσι θεσμοθετείται η μονοδιάστατη σχέση του νεοέλληνα, ρωμιού και ορθόδοξου, με το Νόμο, την Ιστορία, τη Σκέψη και την Άσκηση των σωμάτων»120. Η ακτινωτή δομή αυτής της πλατείας, είναι ανάλογη με αυτή της πλατείας Κέκροπος, αλλά στην περίπτωση της συνδυάζει δυο διαφορετικές λειτουργίες. Πρώτον, όπως αναφέραμε, αποτελεί το νέο Πνευματικό κέντρο της πρωτευούσης. Οι αρχιτέκτονες εκμεταλλευόμενοι, την μεν ακτινωτή διάταξη αλλά μη αξονικά συμμετρική, και τοποθετούν ενδιαφέρονται και διαφορετικού μεγέθους κτήρια, για δημόσια παιδεία όπως Ακαδημία (Κτήριο Ζ), Βιβλιοθήκη (Κτήριο Η), και για θρησκεία όπως Μητρόπολης (Κτήριο Θ), δημιουργώντας ένα ακόμα πόλο έλξης για την πόλη. Η συγκεκριμένη δομή, προσφέρει επίσης, ένα ακόμα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό. Δημιουργούνται αυλές μπροστά από τα νέα κτήρια, παρέχοντας αυτόματα στο εστιακό αυτό κέντρο, άνεση και ευρύτητα τοπίου, γεγονός το οποίο ταυτόχρονα προκαλεί την υποδοχή και το κάλεσμα των ανθρώπων σε αυτά. Γύρω από τη Μητρόπολη οργανώνονται επίσης ελεύθερες συστάδες δέντρων. Παράλληλα αξίζει να σημειωθεί, η ένταξη του στοιχείου του νερού στην πλατεία Μουσών μέσω «εντοιχισμένων βρυσών στο πνεύμα του Μπαρόκ» 121, γεγονός που μπορεί να σχετίζεται εκτός των άλλων με τη μνήμη την αρχαίας κρήνης της Μπουμπουνίστρας. Η ακτινωτή διάταξη υποδηλώνεται και σε αυτή την περίπτωση της πλατείας (όπως και στην Κέκροπος) με μια στήλη ή οβελίσκο στο κέντρο της
119
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 27 120 Τσιώμης Γιάννης, [1985], «Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση», Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, σ 541 121 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 87
52
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Δεύτερον, όπως είναι εμφανές στο λεξιλόγιο των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη και Σάουμπερτ, η χρήση κυκλικών πλατειών (rond-points122), από τα οποία αναπτύσσονται ακτινωτά οδοί σύμφωνα με διάφορα σημεία οπτικού ενδιαφέροντος (point de vue), είναι εξαιρετικά συνήθης. Ο τρόπος με τον οποίο η πλατεία Κέκροπος, οργανώθηκε σαν κυκλοφοριακός κόμβος, επαναλαμβάνεται με πανομοιότυπο τρόπο και στην πλατεία Μουσών, σε μεγαλύτερο βαθμό. Εκτός από το ότι αποτελεί ενδιάμεσο σημείο της κύριας διαγωνίου που κάνει άμεση την επικοινωνία των ανακτόρων του Όθωνα με το Παναθηναϊκό Στάδιο, από το κέντρο της πλατείας χαράσσεται ένα σύνολο οδών, που έχουν κατευθύνσεις προς τον Λυκαβηττό, τα Μεσόγεια, το Φάληρο, τον Κεραμεικό, τον ναό του Ολυμπίου Διός, και το μνημείο του Λυσικράτη. Όπως μπορεί να παρατηρήσει κανείς στο συνολικό σχέδιο μερικές από αυτές συνδέουν το κέντρο με περιοχές έξω από την πόλη και άλλες έχουν οπτική κατάληξη αρχαιολογικά μνημεία και κτήρια της πόλης (points de vue). Ο συνολικός αντίκτυπος της στρατηγικής κίνησης των συντακτών, είναι ότι μέσω του συστήματος κυκλικών σημείων κατορθώνουν να δημιουργούν διαφορετικά σημεία συσπείρωσης και ενδιαφέροντος, με αποτέλεσμα ο κόσμος που θα κατοικήσει στη νέα πρωτεύουσα να απλώνεται σε όλο τον ιστό της πόλης. Σαφώς η τοποθέτηση του Πνευματικού αυτού κέντρου στην ευρύτερη περιοχή του Ιλισσού και του Σταδίου, υπαινίσσεται τη συνέχεια μεταξύ αρχαίου και νέου πολιτισμού. Κόμβος Δ – Πύλη της Ιστορίας και Μνήμης – Αρχαιολογικό Πάρκο Το σημείο αυτό αποτελεί την κατάληξη της οδού Αθηνάς, που έχει σημείο αφετηρίας τα ανάκτορα.123 Σαν θέση, τοποθετείται ελάχιστα μετά τη διασταύρωση της οδού Αθηνάς με την Ερμού, και πλησίον της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, και αποτελεί την αρχή της περιοχής στην οποία είναι συγκεντρωμένες οι σπουδαιότερες αρχαιότητες, η οποία σύμφωνα με τον Κλεάνθη θα έπρεπε να μείνει ελεύθερη και διαθέσιμη για αρχαιολογικές ανασκαφές. Σήμερα, παραπλήσια θέση κατέχει μέρος της πλατείας Μοναστηρακίου. Ιστορικά, γυρίζοντας τον χρόνο πίσω στην Αρχαία Αθήνα, και συγκεκριμένα στη ρωμαϊκή εποχή, μετατίθεται στην ευρύτερη εξεταζόμενη περιοχή, το εμπορικό τμήμα της Αρχαίας Αγοράς.124 Εκεί βρίσκονται η Βιβλιοθήκη του Αδριανού, η Ρωμαϊκή Αγορά, λατρευτικοί ναοί κα. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Ερούλων, (4ο με 5ο αιώνα μ.Χ.) φαίνεται
122
Δες παραπομπή 112
123
Τα termini(καταληκτικά σημεία) της οδού Αθηνάς είναι στο βορρά τα ανάκτορα και στο νότο ο εξεταζόμενος κόμβος. Ενδιάμεσα σημεία της αποτελούν, ο κόμβος της Εμπορικής Αγοράς με τον Κήπο του Λαού (Κόμβο Ε), και ο ημικυκλικός κόμβος που δημιουργείται στη διασταύρωση της με το νότιο βουλεβάριο, (σημερινή οδό Ευριπίδο) (Κόμβος Στ). 124 Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 100-102
53
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ ότι μετατίθενται και το δημόσιο κέντρο και τα κτήρια Διοίκησης, στο χώρο της Βιβλιοθήκης.125 Ακόμα και μέχρι την Τουρκοκρατία, αν και περνάει από πολλές φάσεις καταστροφών, δεν χάνει το κύρος και την αξία της, ενώ προστίθενται σε αυτή πολλές βυζαντινές χριστιανικές εκκλησίες. Στην Τουρκοκρατία, λαμβάνει μέρος το μεγαλύτερο κομμάτι της εμπορικής ζωής, το λεγόμενο παζάρι126 αλλά και της διοικήσεως, ενώ παράλληλα νέοι μουσουλμανικοί, λατρευτικοί ναοί αντικαθιστούν ήδη υπάρχοντες ή οικοδομούνται πλησίον του σημείου ενδιαφέροντος. Ακόμα και με την έλευση του Όθωνα εξακολουθεί και παραμένει η αγορά-παζάρι το κέντρο της εμπορικής και κοινωνικής ζωής της πρωτευούσης. Συμπερασματικά, καθίσταται, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, μέχρι και σήμερα, μια περιοχή, διαδοχικών αλλά και παρεμφερούς χρήσης, εξελίξεων. Επιστρέφοντας στο 1833 και όπως αναφέρεται κατά γράμμα στο απόσπασμα του γραπτού Τεκμηρίου Β (για το σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ) του βιβλίου του Α. Παπαγεωργίου-Βενετά, «η περιοχή ανασκαφών ανάμεσα στα υφιστάμενα αρχαία μνημεία προτείνεται να διαμορφωθεί σε αρχαιολογικό πάρκο..[..] με την κατάλληλη διάταξη των συστάδων των δέντρων θα επιτευχθεί η “επωφελεστέρα προοπτική των μνημείων”, ενώ το σύνολο θα αποτελέσει εν μουσείον της αρχαίας αρχιτεκτονικής, όμοιον του οποίου δεν έχει να επιδείξη η υφήλιος»127. Αρχαιολογικό πάρκο στο οποίο θα μπορούσαν να παραμείνουν στα υφιστάμενα μνημεία και γραφικές ερειπωμένες εκκλησάκια του του βυζαντινού μεσαίωνα. Αξιοσημείωτο είναι ότι εντός του πάρκου αυτού, που ταυτόχρονα δεν παύει να αποτελεί την παλαιά πόλη, οι αρχιτέκτονες προβλέπουν την εξυγίανση του διατηρούμενου αυτού πυρήνα με την εκτεταμένη αναδιάταξη των οδών.128 Σαν σύλληψη, θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει εννοιολογικά τον εξεταζόμενο κόμβο σαν πύλη για τον εξέχοντα αυτό αρχαιολογικό τόπο. Αποτελεί σημαίνον σημείο αναφοράς και κατάληξης της κίνησης, αν αναλογιστεί κανείς ότι η μνήμη της Αρχαίας Αθήνας συνιστά πρωταρχική αξία για τη δομή της νέας πόλης. Σαν κόμβος αποτελεί το κυρίαρχο
125
ό.π., σ. 130
126
Η αγορά, το Παζάρι, καταλαμβάνει πάντοτε ολόκληρο το χώρο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού και της Ρωμαϊκής αγοράς με εμβαδόν περίπου 16.000 τ.μ. και εξακολουθεί να συγκεντρώνει όλη τη ζωή της πόλεως. Στην περιοχή αυτή βρίσκονται τα κτήρια της Διοικήσεως , τα σπουδαιότερα ιερά (εκκλησίες και τζαμιά) και τα μαγαζιά, τα καταστήματα δηλαδή και τα εργαστήρια, ώστε Έλληνες και Τούρκοι εδώ, στο Παζάρι, να καταναλώνουν ολόκληρη σχεδόν την ημέρα τους. Και όταν τελειώνουν πάλι εδώ καταλήγουν, στα καφενεία, κάτω από γραφικές κληματαριές και συζητούν για τις εργασίες και όλα τα σημαντικά γι’ αυτούς θέματα όπως οι αρχαίοι Έλληνες στην Αγορά τους. - Παρμένα από, Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σ. 208 127 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 50 128 Αναδιάταξη του δικτύου των οδών και αναδιάρθρωση των οικοδομικών τετραγώνων, μέσω τεσσάρων σπουδαιότερων διανοίξεων. Η λογική αυτή προβλέπει ευθυγραμμισμένο σύστημα οδών ακόμα και εντός του και αρχαιολογικού πυρήνα της πόλης. - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σσ. 165-166
54
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ στοιχείο ένωσης και μετάβασης από τη νέα στην παλαιά πόλη, γεγονός το οποίο τον καθιστά μια εννοιολογική πύλη. Η ημικυκλική δομή του ανοιχτού αυτού χώρου θέασης όπως δηλώνεται και από τους αρχιτέκτονες, έχει σαν πρόθεση να ανοίξει την κίνηση προς το ιστορικό κέντρο και το λόφο της Ακρόπολης, και να την διασκορπίσει εντός αυτού. Στο σχέδιο δημιουργούνται δυο μονοπάτια εκατέρωθεν της ημικυκλικής εισόδου που στέλνουν την κίνηση προς την Αρχαία Αγορά η μία, και το Μνημείο του Λυσικράτους η άλλη, αντίστοιχα. Τα πλατιά αυτά μονοπάτια περιτριγυρίζουν, το αρχαιολογικό αυτό πάρκο. Με την επισήμανση του κόμβου αυτού, η παλαιά πόλη αποκτούσε ένα νέο επίκεντρο που μέσω των προαναφερθέντων οδικών αξόνων (Ερμού – Αθηνάς) συνδεόταν οπτικά με τρεις κυριότερες πλατείες της πόλης. Τόσο ο κόμβος του διοικητικού κέντρου, όσο και αυτός του αρχαιολογικού πάρκου, είναι η αφετηρία και η κατάληξη της οδού Αθηνάς. «Έτσι, στη μετωπική αντιπαράθεση της Ακρόπολης με τα νέα ανάκτορα – που βέβαια έχουν την πρέπουσα απόσταση ανάμεσα τους αλλά άμεση οπτική επαφή – αναγνωρίσει κανείς έναν συμβολικό διάλογο μεταξύ των εστιακών σημείων της αρχαίας και της νέας πόλης»129, και χρήζει κυρίαρχης σημασίας για τη μετέπειτα εξέλιξη και σύνδεση τους. Κόμβος Ε – Εμπορική Αγορά και Κήπος του Λαού Παραμένοντας επί της οδού Αθηνάς, εκτός από τα δυο ακραία και πρωταρχικής σημασίας σημεία που αναφέραμε (Κόμβοι Α, Δ), στο ενδιάμεσο της πορεία της παρεμβάλλεται η Εμπορική Αγορά. Ο συγκεκριμένος κόμβος έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς μπορεί να παρομοιαστεί με εσωτερικό αίθριο ή αλλιώς ακάλυπτο, οικοδομικού μπλοκ κτηρίων. Τοποθετείται ακριβώς κάτω από το Διοικητικό κέντρο και την πλατεία Ανάκτορων και εντός του ορθογωνίου πλαισίου των τεσσάρων βουλεβαρίων. Το συγκρότημα αυτό υποδέχεται το Εμπορικό κέντρο της νέας πόλης της Αθήνας. Σαν έκταση, παρατηρώντας τη συνολική πρόταση των αρχιτεκτόνων φαίνεται ότι καταλαμβάνει έξι οικοδομικά τετράγωνα. Το σχήμα του είναι ορθογώνιο, διαστάσεων 300x220 μέτρων. Ο εσωτερικός ακάλυπτος χώρος υποδέχεται τον “Κήπο του Λαού”, οργανωμένος συμφωνά με απλά γεωμετρικά σχήματα που σχετίζονται με τις ενδιάμεσες οδούς που συγκλίνουν σε αυτό. Επίσης είναι δεντροφυτεμένος και στις σχεδιασμένες εσωτερικές αξονικές διασταυρώσεις των μονοπατιών, δημιουργούνται κυκλικοί σχηματισμοί που διακόπτουν τη συνέχεια της γραμμικής πορείας. Μέσα σε αυτά τα εμπόδια τοποθετούνται
129
ό.π., σ. 64 - Κριτική θεώρηση του προτεινόμενου σχεδιασμού και η ένταξη του στο πλαίσιο των πολεοδομικών πρότυπων ιδεών για τη νέα Αθήνα
55
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ στοιχεία παρατήρησης σχετικά με τον κήπο, αναγκάζοντας τον επισκέπτη να κινηθεί κυκλικά από αυτά. Ο δομημένος χώρος περιμετρικά από τον ανοιχτό χώρο, είναι διαιρεμένος σε έξι χαμηλά μπλοκ κτηρίων με στοά στο ισόγειο (τέσσερα γωνιακά και δυο ορθογώνια). Η διαίρεση αυτή οφείλεται στις δυο παράλληλες οδούς (Ευριπίδου, και ?) και την κάθετή τους (Αθηνάς), που μεταφέρουν την κίνηση στη εσωτερική πλατεία-κήπο. Αποτελεί τη δεύτερη σε σπουδαιότητα πλατεία, στην οποία και χωροθετούνται το θέατρο, το χρηματιστήριο, το καζίνο, και μεγάλα καταστήματα χωριστά από τη υπόλοιπη αγορά τροφίμων.130 Το χαμηλό σχετικά ύψος των περιμετρικών μπλοκ κτηρίων σε συνδυασμό με την μεγάλη επιφάνεια του κήπου στο εσωτερικό τους, εκτός του ότι δεν εμποδίζει τη θέα των ανακτόρων προς το λόφο της Ακρόπολης, παράλληλα δημιουργεί ευάερες και ευήλιες συνθήκες στο εσωτερικό του συγκροτήματος. Όπως αναφέρει ο Αλ. Παπαγεωργίου Βενετάς, αυτό το εμπορικό σημείο εστίασης, ακολουθεί ευρωπαϊκά πρότυπα, συνδέοντας το με το Palais Royal (εικόνα) στο Παρίσι (17811786) διαστάσεων 250x100 μέτρων, και του σχεδίου του K. F. Schinkel για ένα εμπορικό κατάστημα στο Βερολίνο διαστάσεων 120x160 μέτρων το οποίο δεν χτίστηκε ποτέ (εικόνα). Αυτό που χαρακτηρίζει όλα αυτά τα σχέδια είναι η άμεση γειτνίαση των αστικώνεμπορικών εγκαταστάσεων με τα σπουδαιότερα δημόσια κτήρια. «Η πρόταση του κτηριακού τύπου της αγοράς (bazar) με πολλές πτέρυγες, που οργανώνεται με στοές γύρω από τον “Κήπο του Λαού”, όχι μόνο εισάγει στη Αθήνα το κλασικιστικό ρεύμα αρχιτεκτονικών τύπων, αλλά προϋποθέτει και την υιοθέτηση δυτικοευρωπαϊκών προτύπων διαβίωσης και συμπεριφοράς μέσα στην πόλη» 131 Παράλληλα, απομακρύνεται από τα αρχαιοελληνικά πρότυπα των αγορών. Ο συνδυασμός των δυο λειτουργιών, αγοράς και κήπου που ουσιαστικά τοποθετείται εντός ενός εσωστρεφούς αλλά ευρέως συγκροτήματος, ενισχύει τη συσσώρευση του κόσμου, και τείνει να αποτελέσει το εν δυνάμει κέντρο της κοινωνικής ζωής της πόλης. Κόμβος ΣΤ – Εμπορική πλατεία επί της οδού Αθηνάς Εξακολουθώντας την πορεία μας στην οδό Αθηνάς, σε θέση, κάτωθεν του Εμπορικού Κέντρου (Κόμβος Ε), στην τομή της, με το νότιο βουλεβάριον, δημιουργείται ημικυκλική πλατεία με πρόσωπο την Εμπορική Αγορά, και με ορθογωνική νότια προεξοχή επί της οδού Αθηνάς. Ο συγκεκριμένος κόμβος σαν θέση κατέχει την κεντρικότερη από όλες όσες
130
Παράλληλα το ο Παπαγεωργίου-Βενετάς το χαρακτηρίζει ως εμπορικό κέντρο ειδών πολυτελείας με χαμηλό ύψος (διώροφο) ή και αγορά-bazar. Αξίζει να σημειωθεί πως οι ίδιοι Κλεάνθης και Σάουμπερτ θεωρούν τη διάταξη των κτηρίων προσωρινή και ενδεικτική - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 50 & 53 131 ό.π., σσ. 75-76
56
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ ανέφερα, καθώς αποτελεί το κέντρο βάρους του τριγωνικού σχήματος του σχεδίου της νέας πόλης της Αθήνας. Αποτελεί ενδιάμεσο σημείο, τόσο για την οδό Αθηνάς που ενώνει το Διοικητικό Κέντρο με το αρχαιολογικό πάρκο, όσο και για το νότιο βουλεβάριο που ενώνει τις δύο πλατείες που βρίσκονται στις δυο νότιες γωνίες του ορθογωνίου των βουλεβαρίων (Κόμβοι Ζ, Η). Όπως αναφέρει και ο Κ. Η. Μπίρης στο βιβλίο του, «εξετείνοντο επίσης αι στοαί όλων των όψεων των έξι κτηρίων της Εμπορικής Αγοράς, εις την επί του βουλεβαρίου σχηματιζόμενην ημικυκλικήν πλατεία και εις το μέχρι των οδών Βορέου-Πρωτογένους διαπλατυνόμενον τμήμα της οδού Αθηνάς, το οποίο μετείχεν εις την αρχιτεκτονικήν σύνθεσιν και εις τον εμπορικόν χαρακτήρα της Αγοράς».132 Το ημικυκλικό σχήμα σε αυτή την περίπτωση, παραπέμπει σε άνοιγμα της οπτικής για όποιον κατευθύνεται από το αρχαιολογικό πάρκο προς τον βορρά, με σημείο εστίασης τόσο τις όψεις των νότιων, δυο κτηρίων της Εμπορικής Αγοράς, όσο και της ευρείας εισόδου της οδού Αθηνάς στον “Κήπο του Λαού”. Αξίζει να σημειωθεί πως το ημικύκλιο συγχωνεύεται με την ορθογώνια διαπλατισμένη γραμμική πλατεία (32 μέτρων) της οδού Αθηνάς, εξετάζοντας τη παραγόμενη μορφή αυτή σαν ενότητα. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους. Πρώτον, γιατί όπως ανέφερε και ο Μπίρης, είναι η στοά αυτή που ενοποιεί τα δυο κομμάτια παρέχοντας σε αυτά συνεχόμενες εμπορικές χρήσεις. Δεύτερον, γιατί η Αθηνάς μετά από τη διαπλάτυνση της στενεύει στο νότο με κατεύθυνση το αρχαιολογικό πάρκο και μετατρέπεται σε κανονικό δρόμο. Για όποιον κατευθύνεται από τον βορρά προς το ιστορικό κέντρο, ο σύνθετος αυτός κόμβος ανοίγεται σαν να αγκαλιάζει και να υποδέχεται την κίνηση των πεζών. Παρόμοια προσέλκυση συμβαίνει και για κάποιον που κινείται επί του νότιου βουλεβαρίου και στις δυο κατευθύνσεις. Ακόμα, επιτυγχάνεται αισθητική συνέχεια, μέσω της επέκτασης της χρήσης του στοιχείου της στοάς από τις εσωτερικές περιμετρικές όψεις των κτηρίων της Εμπορικής Αγοράς, στις όψεις του νότιου βουλεβάριου (και από τις δυο πλευρές), στις καμπύλες όψεις των κτηρίων του ημικυκλικού κόμβου, μέχρι και αυτές του υπόλοιπου τμήματος της οδού Αθηνάς που ανέφερα. Η διάταξη αυτής της εξέχουσας ημικυκλικής πλατείας με την διαπλάτυνση που τη διχοτομεί, έχει καταπληκτικές ομοιότητες με την Piazza dell 'Esedra της Ρώμης. Αυτή η λύση όπως περιγράφεται και από τον Kostof, είναι ιδιαίτερη καθώς συνδυάζει τις αρετές των κλειστών και ανοικτών μορφών του ημικυκλίου. Οι καμπύλες όψεις λειτουργούν σαν ε-
132
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 28 Το σχέδιον Κλεάνθους και Σάουμπερτ
57
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ ντυπωσιακές «εξέδρες» ενώ ο ημικυκλικός ανοιχτός χώρος χρησιμεύει ως υπαίθριος χώρος έκθεσης τους «αρχιτεκτονικού κτηρίου». Το ημικύκλιο προσκαλεί την είσοδο των επισκεπτών και την αποστολή τους στην πορεία που διαγράφει η κεντρική οδός η οποία και τη χωρίζει στη μέση.133 Κόμβος Ζ – Πλατεία Δημοτικού Θεάτρου –πολιτιστική συνέχεια Η πλατεία αυτή, σαν χώρος τοποθετείται σε ενδιάμεσο σημείο της οδού Σταδίου και επίσης αποτελεί τη νοτιοανατολική γωνία του ορθογωνικού πλαισίου που δημιουργούν τα βουλεβάρια. Κεντρικοί δρόμοι του σχεδίου τη διαπερνούν (Σταδίου) ή καταλήγουν σε αυτή (νότιο και ανατολικό βουλεβάριο). Η πλατεία αυτή είναι «εις τη σημερινή θέσιν της Πλατείας Κλαυθμώνος»134. Ο τρόπος με τον οποίο η πλατεία αυτή τοποθετείται στον χώρο είναι επακόλουθο των πρωταρχικών χαράξεων του σχεδίου. Πρόκειται για ένα ορθογωνικό σχήμα (φαινομενικά τετράγωνο) του οποίου η μια ακμή εφάπτεται επί της οδού Σταδίου (τέμνεται επίσης κάθετα από την οδό Λυκούργου). Το νότιο και ανατολικό βουλεβάριο συγκλίνουν στις γωνίες του παραπάνω ορθογωνίου, κάτι το οποίο συμβαίνει και σε μια μικρή προέκταση του ανατολικού βουλεβαρίου. Χαρακτηριστικό είναι ότι όλες οι χαράξεις οδών που τη διατρέχουν, εκτός από τη Σταδίου, έχουν σαν σημείο συνάντησης το κέντρο της, στο οποίο και τοποθετείται το Δημοτικό Θέατρο (πλατεία με τοπόσημο στο κέντρο της), ενώ παράλληλα όλοι οι δρόμοι εκτός από τη μικρού πλάτους Λυκούργου την προσεγγίζουν από τις γωνίες της Εγκαθιστώντας το Δημοτικό θέατρο σε διαγώνια διάταξη στην πλατεία και αντίστοιχα με παρόμοιο τρόπο το Χρηματιστήριο στην πλατεία της οδού Πειραιώς (Κόμβος Η – που θα αναλυθεί αμέσως μετά), επιτυγχάνεται η μετωπική αντιπαράθεση στους βραχίονες του κεντρικού βουλεβαρίου των τοποθετημένων εντός των πλατειών κτηρίων.135 Τα μέτωπα των κτηρίων που περικλείουν πλατείες τέτοιου τύπου στο κέντρο της πόλης αναδεικνύουν τα δημόσια κτήρια που βρίσκονται περιμετρικά και εντός σε αυτές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τουλάχιστον τα κτήρια που περιβάλλουν την πλατεία με το Θέατρο, δεν περιγράφεται να έχουν κάποια δημόσια χρήση σε σχέση με άλλες παρόμοιου είδους πλατείες εντός της πόλης.
133
Στη Piazza dell 'Esedra της Ρώμης ( σήμερα Piazza della Repubblica) δημιουργημένης από το 1880s, η σχεδίαση της αποκτά ιστορική διάσταση από το γεγονός ότι η μισή καμπύλη της προέρχεται από την μνήμη της εξέδρας των αρχαίων Λουτρών του Διοκλητιανού. - Spiro Kostof, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, σ. 152 134
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 26 135 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 85
58
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Η ύπαρξη του εν λόγω κόμβου σε θέση κοντινή με το “Πνευματικόν κέντρον”, κατασκευάζει μια πολιτιστική συνέχεια που αναπτύσσεται ακτινωτά από την πλατεία Μουσών μέχρι και την εξεταζόμενη πλατεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σχετική σύνδεση επιτυγχάνεται επίσης μέσω την προέκτασης του ανατολικού βουλεβαρίου που κάνει άμεση την επικοινωνία του θεάτρου με μια πλατεία της πίσω πλευράς της Μητρόπολης. Κόμβος Η – Πλατεία Χρηματιστηρίου –εμπορική συνέχεια Σε συμμετρική σχετικά θέση με την προηγούμενη, στο ενδιάμεσο διάστημα της οδού Πειραιώς, τοποθετείται μια ακόμα πλατεία (επιφάνειας 2,1 εκταρίων) με παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτή του δημοτικού θεάτρου. Αποτελεί τη νοτιοδυτική γωνία του ορθογωνίου των βουλεβαρίων και δέχεται εντός και περιμετρικά της ένα πλήθος από κτηριακές και μη λειτουργίες. Σημερινή τοποθεσία της πλατείας αυτής, αποτελεί η «παρά το Ωδείον θέσιν»136 στον χάρτη της Αθήνας. Με το ίδιο τρόπο που οι αρχιτέκτονες διαχειρίστηκαν την διάταξη της προηγούμενης πλατείας στο σχέδιο, επιλύουν και αυτή. Αποτελεί μια ορθογώνια παραλληλόγραμμη πλατεία, της οποίας η μια ακμή εφάπτεται στην ομώνυμη οδό που οδηγεί στον Πειραιά. Το νότιο και δυτικό βουλεβάριο την προσεγγίζουν σε δύο από τις γωνίες της. Οι υπόλοιπες δυο γωνίες προσεγγίζονται επίσης από ισάριθμες μικρότερου πλάτους οδούς, μια από τις οποίες είναι η προέκταση του δυτικού βουλεβαρίου προς την πλατεία που σχηματίζουν οι αρχιτέκτονες για το Θησείο. Οι γωνιακές αυτές προσεγγίσεις δίνουν τη δυνατότητα, στα τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα που περικλείουν την πλατεία να αναδεικνύουν τις όψεις τους στον ανοιχτό αυτό χώρο. Το παραπάνω στοιχείο οι αρχιτέκτονες το εκμεταλλεύονται στην περίπτωση του εξεταζόμενου κόμβου. Εδώ ιδρύονται κτήρια κυρίως εμπορικού περιεχομένου στα οποία παρεμβαίνει και ένα χρηματιστηριακού θέματος οικοδόμημα. Συγκεκριμένα, ο ανοιχτός αυτός χώρος υποδέχεται περιμετρικά τρία κτηριακά συγκροτήματα, στα οποία βάσει του Παπαγεωργίου-Βενετά διατάσσεται η δεύτερη και συγκεκριμένα η δυτική από τις δυο δημοτικές αγορές της πόλης.137 Το Ταχυδρομείον το οποίο βρίσκεται ανάμεσα από τον κόμβο μελέτης και από τον Κόμβο Θ (παράπλευρα στον εξεταζόμενο κόμβο, που θα μελετηθεί αμέσως μετά) φαίνεται να σχηματίζει δυο όψεις προς τις ισάριθμες δυο πλατείες (εικόνα). Η
136
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 26 Το σχέδιον Κλεάνθους και Σάουμπερτ 137 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 77
59
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ διάταξη του δίνει την εντύπωση ότι η όψη προς την εξεταζόμενη πλατεία αποτελεί ιδιοκτησία αγοράς. Τέλος, ελεύθερα εντός αυτής της πλατείας, σε διαγώνια διάταξη, τοποθετείται η Βόρσα ή αλλιώς το Χρηματιστήριον. Καταλαμβάνει ίδια σχεδόν επιφάνεια με το μετωπικής αντιπαράθεσης στους δυο νότιους βραχίονες του βουλεβαρίου Δημοτικό Θέατρο (Κόμβος Ζ). Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που περιγράφηκαν ενδυναμώνουν την αξία του συγκεκριμένου εστιακού σημείου της πόλης. Ο επόμενος κόμβος-πλατεία που θα εξετασθεί, είναι παράπλευρος στην πλατεία του Χρηματιστηρίου και διαχωρίζεται μόνο από τον κτηριακό όγκο του Ταχυδρομείου. Και οι δυο μαζί συνθέτουν μια συνέχεια της εμπορικής και διοικητικής δραστηριότητας για την πόλη, μετά το Διοικητικό Κέντρο και την Εμπορική Αγορά, ενώ «η συνύπαρξη διοικητικών και εμπορικών κτηρίων λειτουργικά άμεσα συνδεδεμένων μεταξύ τους, θεωρείται σκόπιμη και ενδεδειγμένη».138 Όπως είναι εμφανές η Πλατεία Χρηματιστήριου πρόκειται να προστεθεί και πλαισιώσει κυρίως το εμπορικό κομμάτι της πόλης. Κόμβος Θ – Πλατεία Λουδοβίκου - διοικητική συνέχεια Όπως προαναφέρθηκε, ο κόμβος αυτός αποτελεί πλατεία (επιφάνειας 1,7 εκταρίων) που είναι τοποθετημένη παράπλευρα του Κόμβου Η, επί της οδού Πειραιώς. Επιλύεται ομοίως με την προηγούμενη και υποδέχεται επίσης δημόσια κτηριακά προγράμματα. Σημερινή θέση της αποτελεί η πλατεία Ελευθερίας. Το λεξιλόγιο των ορθογωνικών πλατειών που είναι τοποθετημένα παράλληλα σε κεντρικούς δρόμους της νέας πόλης της Αθήνας, επαναλαμβάνεται και στην περίπτωση του συγκεκριμένου χώρου. Η πλατεία είναι ορθογωνική, και εκτός της μια ακμή της που είναι τοποθετημένη παράλληλα με την οδό Πειραιώς, οι υπόλοιπες έξι που συγκλίνουν σε αυτή, την προσεγγίζουν από τις τέσσερις γωνίες του τετράπλευρου σχήματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι τέσσερις από αυτές συμβάλλουν σε αυτή παράλληλα στις πλευρές της. Παράλληλα μερικές από αυτές τις οδούς, κάνουν απευθείας τη σύνδεση του κόμβου αυτού, με την πλατεία Τριών Συμμάχων, τη σχηματιζόμενη πλατεία για Θησείο, την πλατεία του δημοτικού θεάτρου και τον κυκλικό Κόμβο Ι, στον οποίο θα αναφερθούμε αμέσως μετά. Η χαρακτηριστική σημασία που έχει η συγκεκριμένη πλατεία για την πόλη ενισχύεται με την εγκατάσταση, και στις τέσσερις πλευρές της, κτηρίων αποκλειστικά της διοίκησης και των δημοσίων Υπηρεσιών, των συνδεδεμένων με την καθημερινή ζωή της πόλης.139 Στην πράξη, υπάρχει η κύρια όψη του Ταχυδρομείου που προαναφέραμε στον προηγούμενο
138
ό.π., σ. 77
139
ό.π., σ. 77
60
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβο Η, στην απέναντι πλευρά από αυτό το τελωνείο140, επί της οδού Πειραιώς το “βουλευτήριον”141 και απέναντί του η αστυνομική διεύθυνση. Εντός της πλατείας του Λουδοβίκου, στεγάζεται επίσης μια εκκλησία μάλλον καθολικού δόγματος, η οποία πλαισιώνεται από δυο μνημειώδεις κρήνες τοποθετημένες στην οικοδομική γραμμή της οδού Πειραιώς.142 Όπως και γύρω από τη Μητρόπολη έτσι και γύρω από αυτή οργανώνονται ελεύθερες συστάδες δέντρων. Όπως και αναφέρθηκε για τον Κόμβο Η προηγουμένως, έτσι και για τον παρόντα κόμβο μελέτης, συμπεραίνουμε ότι αποτελεί μια συνέχεια διοικητικών δημόσιων υπηρεσιών μετά το επιβλητικό Διοικητικό κέντρο (Κόμβο Α). Όπως αναφέρει ο Γ. Τσιώμης, η χωροθέτηση του κτηρίου του “βουλευτηρίου” μαζί με τα υπόλοιπα περιμετρικά (ταχυδρομείο, αστυνομική διεύθυνση και τελωνείο) που ήδη αναφέρθηκαν, «σε ικανή απόσταση από τα ανάκτορα και τα διοικητικά κτήρια, οδηγεί στη σκέψη ότι πρόκειται για έδρα διοικητικής διαχείρισης και ελέγχου».143Ο συνδυασμός των Κόμβων Η και Θ οι οποίοι βρίσκονται δίπλα, ενισχύει την αξία, και δημιουργεί ένα δυνητικό, δευτερεύουσας εμπορικής και διοικητικής σημασίας, κέντρο. Κόμβος Ι – Μητροπολιτικού Ναού Στο πίσω τμήμα του Μητροπολιτικού Ναού του Σωτήρος που αναφέραμε στον κυκλικό Κόμβο Γ (Πνευματικό κέντρο), δημιουργείται μια δεύτερη πλατεία για τις ανάγκες της εν’ λόγω εκκλησίας. Η πλατεία αυτή, χωροθετείται επίσης ελάχιστα νοτιότερα τόσο από την πλατεία του δημοτικού θεάτρου (Κόμβος Ζ) όσο και από μια μικρότερη (της διασωθείσας εκκλησίας του Γεωργίου του Καρύκη που θα αναφέρουμε αργότερα στον Κόμβος λγ). Η μορφή της πίσω πλατείας της Μητρόπολης, όπως αναφέρει ο Παπαγεωργίου-Βενετάς, έχει σχήμα σφήνας144 και καταλαμβάνει χώρο ο οποίος σχηματίζεται μεταξύ των ακτινωτών οδών Σταδίου και Ερμού. Η σφήνα, όπως είναι γνωστό, έχει σαν βάση το σχήμα του
140
Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται ο Γ. Τσιώμης, αναφερόμενος στην τετράδα που συνθέτει τις δημόσιες υπηρεσίες που βρίσκονται στη εξεταζόμενη πλατεία. Αντίθετα ο Κ. Η. Μπίρης δεν παίρνει θέση σχετικά με τη χρήση του συγκεκριμένου κτιρίου, - Τσιώμης Γιάννης, [1985], «Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση», Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, σ. 555 141 Με ασαφή λειτουργία – αλλά από υποθέσεις του Γ. Τσιώμη ο χαρακτήρας αυτού του τρίτου βουλευτηρίου ενδέχεται να αποτελεί είτε το Δημαρχείο είτε κτήριο δημοτικής διοίκησης το οποίο τοποθετείται μακριά από το κύριο Διοικητικό κέντρο. Ο όρος “βουλευτήριον” παραπέμπει σε δημοκρατικά καθεστώτα. Οπότε οι αρχιτέκτονες προσπαθούν να προικίσουν την Αθήνα με ένα κτήριο αν και δεν ασκείται σε αυτό δημοκρατία, θα φαίνεται σε αυτό το όνομα της. Παράλληλα, το όνομα “βουλευτήριον” φέρει μια ιστορική καταξίωση, που θυμίζει έναν αρχαίο αθηναϊκό θεσμό. - Παρμένα από, Ι Τσιώμης Γιάννης, [1985], «Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση», Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, σ. 555 142 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 87 143 Ι Τσιώμης Γιάννης, [1985], «Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση», Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, σ. 555 144 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 60 – επίσης αναφέρει στη σ. 84 ότι μαζί με το εμπρόσθιο τμήμα της, το συνολικό σχήμα που περιβάλλει τη Μητρόπολη είναι ένας ρόμβος.
61
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ τρίγωνου. Στη προκειμένη περίπτωση, η κορυφή του τριγώνου έχει «φαγωθεί» στο σημείο συνάντηση της με ένα ορθογωνικό οικοδομικό μπλοκ, μετατρέποντας το σχήμα σε ένα τυχαίο τετράπλευρο. Οι υπόλοιπες πλευρές του εξεταζόμενου κόμβου είναι διαμορφωμένες έτσι ώστε η βόρεια να υπακούει σε οριζόντιες χαράξεις του ορθογωνικού κανάβου και η νότια στον εξυγιασμένο ιστό του βόρειου τμήματος της παλαιάς πόλης. Μεγάλο μέρος της σχηματιζόμενης πλατείας καταλαμβάνει η οπίσθια προέκταση του ναού.145 Όσον αφορά τις οδούς-προσβάσεις στην πλατεία αυτή, δεν υπάρχει κάποια με κατάλληλο πλάτος που να την αναδεικνύει. Οι προσβάσεις από τις κεντρικές χαράξεις της Σταδίου και της Ερμού έχουν τόσο πλάτος όσο μιας απλής δευτερεύουσας οδού. Ενδιαφέρον αποτελεί η προσέγγιση της από ενα σύνολο εξυγιασμένων οδών της παλαιάς πόλης. Ελλιπής φαίνεται και η σχέση της με τη μπροστινή κύρια πρόσβαση της εκκλησίας με πρόσωπο την πλατεία Μουσών. Ουσιαστικά, οι εν’ λόγω προσβάσεις γίνονται ανάμεσα από δυο ανοιχτές διαδρομές που δημιουργούνται από τη διάταξη των τριών κτηρίων της Μητρόπολης. Τέλος, η πιο δυναμική πρόσβαση φαίνεται να είναι αυτή της νοητής επέκτασης του ανατολικού βουλεβαρίου που έρχεται από τον βορρά και από την πλατεία του δημοτικού θεάτρου. Η συνδετική σχέση αυτών των δυο ενισχύει την πολιτιστική συνέχεια που επισημάνθηκε στη μελέτη του Κόμβου Ζ. Κόμβος ΙΑ – Στρατιωτικό και Παραγωγικό Κέντρο της Αθήνας Βορειοδυτικά του σχεδίου, δημιουργείται ένας κυκλικός κόμβος με διάμετρο 180 μέτρα, ο οποίος αποτελεί μια σχεδιαστική συνέχεια του λεξιλογίου των κυκλικών σημείων (rondpoints146) που οι συντάκτες του σχεδίου έχουν εισάγει στη νέα πόλη της Αθήνας. Σημερινή θέση αυτής της στρογγυλής πλατείας κατέχει το Μεταξουργείο. Με όμοιο τρόπο σαν αυτό της πλατείας Κέκροπος και της πλατείας Μουσών, αναπτύσσονται ακτινωτά οδοί που τη συνδέουν με κεντρικά και σπουδαία σημεία της πόλης όπως το Διοικητικό Κέντρο (μέσω της οδού Περικλέους), την κυκλική πλατεία Κέκροπος (μέσω μιας περιφερειακής οδού147 με δεντροστοιχίες όπως την ονομάζουν), με την πλατεία Λουδοβίκου (μέσω της οδού Φειδίου) και τον μεγάλης έκτασης Κήπο στα βόρεια της πόλης
145
Όπως είχε σημειωθεί στα πρακτικά μιας συνεδρίασης που έλαβε χώρα στην Αθήνα στις 15/27.6.1834, είχε θιχτεί το μέγεθος του μητροπολιτικού Ναού του Σωτήρος, καθώς θεωρείται ότι υπερβολικά μεγαλεπήβολο γιατί ξεπερνούσε τις διαστάσεις του Αγ. Πέτρου της Ρώμης. Το ίδιο σημείωσε και ο Κλέντσε στη κριτική που έκανε για το σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ, υποθέτοντας ότι αυτό που τους ενδιέφερε μάλλον ήταν η προτεινόμενη τυπολογία και όχι οι ακριβείς διαστάσεις του. Οι ίδιο προς απάντηση, δήλωναν ότι το μέγεθος της ήταν ενδεικτικό και ότι σε καμιά περίπτωση οριστικό. - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σσ. 53 7 60 & 76 146 Δες παραπομπή 112 147
Περιφερειακή οδός, στο ενδιάμεσο της οποίας δημιουργούνται και άλλοι κυκλικά και ημικυκλικά σημεία διαφορετικού μεγέθους που θα εξετασθούν αργότερα
62
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ (με μια ακόμα περιφερειακή οδό προς βορρά). Παράλληλα, οι προεκτάσεις των οδών Περικλέους και Φειδίου οδηγούν έξω από την πόλη, δυτικά και βορειοδυτικά. Αξίζει να σημειωθεί πως ο κυκλοφοριακός αυτός κόμβος, σαν στρατηγική θέση, έχει πρόθεση να πολλαπλασιάσει το σύστημα του βασικού ισοσκελούς τριγώνου, σε άλλα υποδεέστερα, σαν οργανωτική συνέχεια της μελλοντικής εξάπλωσης της πόλης. Έτσι, με τον ορισμό αυτού του σημείου δημιουργείται, ένα μικρότερο τρίγωνο προς δυσμάς του βασικού(ορίζεται μαζί με την πλατεία Κέκροπος και τα Ανάκτορα). Όπως αναφέρει και ο Κ. Η. Μπίρης σχετικά με το σχέδιο και τη δυναμική του, «απεικόνιζε δε το κέντρο μιας πόλεως, η οποία μελλοντικώς θα αναπτυσσόταν σε ευρύτερη έκταση»148. Με την τοποθέτηση και τη διάταξη αυτού του κόμβου, αναγνωρίζεται η πρόθεση και το όραμα της μελλοντικής στρατηγικής επεκτάσεως της πόλης, σύμφωνα με το σύστημα κυκλικών σημείων (rond-points). Το εξεταζόμενο αυτό σημείο πέρα του ότι αποτελεί κυκλοφοριακό κόμβο, στεγάζει ένα μεγάλο συγκρότημα στρατώνων με έκταση 4 εκτάρια, τα ελαιοτριβεία και τα σφαγεία.149 Η νέα αυτή συγκέντρωση λειτουργιών θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως το νέο Στρατιωτικό και Παραγωγικό κέντρο της πόλης. Γύρω από την κυκλική πλατεία διατάσσονται ακτινωτά, ομόκεντρης οργάνωσης στρατιωτικές εγκαταστάσεις, και σε κάποια απόσταση πιο πέρα, ομόκεντρες κτηριακές τοξωτές εκτάσεις δευτερογενούς τομέα παραγωγής. Η λειτουργία και αξία της, υποδηλώνεται μέσω της δημιουργία ενός φυτεμένου κυκλικού κήπου στο εσωτερικό της και την επισήμανση της με μια στήλης ή ένα στοιχείο αναφοράς. Το γεγονός ότι από μόνη της η γέννηση τέτοιων σημείων ενδιαφέροντος σε μια πόλη προϋποθέτει παράλληλα τη συγκέντρωση κάποιων βασικών προγραμματικών λειτουργιών, επικροτείται στο σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Κόμβοι ΙΒ – Κυκλοφοριακοί Κόμβοι στο βορρά Πέρα από τον “Κήπο του Λαού”, επιδιώχθηκε παράλληλα τόσο η διαμόρφωση στα βόρεια της πόλης ενός κήπου ανάλογου σε σημασία προς το αρχαιολογικό πάρκο (νότια), όσο και η ένταξη των ανακτόρων σε μια ζώνη πρασίνου (τουλάχιστον εν μέρει). Η επιφάνεια στην οποία αναλογούσε ήταν 18 εκτάρια. Όπως, αναφέρει ο Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετάς, αποτελεί έναν «ελεύθερα διαμορφωμένο στον τύπο του αγγλικού πάρκου βασιλικό κήπο, σε αντίθεση με αυτόν του κέντρου της
148
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 30 Το σχέδιον Κλεάνθους και Σάουμπερτ 149 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 78
63
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ πόλης που οργανωνόταν με βάση απλά γεωμετρικά σχέδια». 150 Λίγο πιο πάνω, στις βόρειες παρυφές της πόλης, οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ προέβλεψαν δυο κυκλικούς κυκλοφοριακούς κόμβους για την σύνδεση του νέου κέντρου της πόλης και του μεγάλου Κήπου της με τις μελλοντικές επεκτάσεις της πόλης στο βορρά. Μαζί με του Κόμβους Ι και Β αποτελούν ένα σύστημα περιφερειακών δαχτυλίων που από τη μία ορίζουν τα όρια του νέου κέντρου της πόλης και από της άλλη φροντίζουν για τη μελλοντική επέκταση του ιστού της πόλης (χαρακτήρας διττός). Μολονότι η πόλη αποκτά ένα κλειστό χαρακτήρα μέσω των περιφερειακών οδών151 (των οποίων μέρος τους είναι οι εξεταζόμενοι κόμβοι) που την περικλείουν από βορρά, ανατολή και δύση, το συνολικό σύστημα των κυκλοφοριακών κόμβων και οι δρόμοι που αναπτύσσονται ακτινωτά από αυτούς, στέλνουν την κίνηση σε κατευθύνσεις έξω από την πόλη, υπονοώντας τη μελλοντική επεκτασιμότητα. Κόμβος ΙΓ – Στρατιωτικό Κέντρο Β’ - Πολεμαρχείον και Στρατώνες-«Στρατώνες τοποθετούνται στην περιφέρεια της πόλης, στα βορειοανατολικά και στα νοτιοδυτικά των ανακτόρων, ώστε να προστατεύεται η πόλη από την πλευρά του λεκανοπεδίου».152 Όπως και στη βορειοδυτική μεριά της πόλης (δυτικά των ανακτόρων), στο Στρατιωτικό και Παραγωγικό κέντρο στον Κόμβο Ια (όπως ονομάστηκε για τις ανάγκες τις εργασίας), έτσι και στην βορειοανατολική (ανατολικά των ανακτόρων), δημιουργείται ένα νέο στρατιωτικό κέντρο.
150
Τα καμπυλόγραμμα και “παιχνιδιάρικα” μονοπάτια, συνδυάζονται με ορισμένες αυστηρές γραμμές οδών που δημιουργούνται με στόχο να συνδέσουν απευθείας το κέντρο της πόλης με δυο κυκλικούς κόμβους στο βορρά, οι οποίοι στέλνουν τη κίνηση εκτός της πόλης. Ο κήπος αυτός αποτελεί μια μεγάλη επιφάνεια στην οποία αν και η φύση φαίνεται να κυριαρχεί εξαιτίας της επιβλητικής έκτασης που καταλαμβάνει, δεν παύει παρόλα αυτά να παραδίνεται στη ανθρώπινη επέμβαση μέσω των αναλογιών, της γεωμετρίας και της συμμετρίας. Έχει χαρακτήρα διττό: “βασιλικού” κήπου απ’ τη μια μεριά, δημοσίου κήπου προσιτού στους πολίτες από την άλλη. Χρησίμευε ως περίπατος αλλά και σαν βόρεια θέα για τη βασιλική εξουσία. Αυτή η ιδέα της μικτής χρήσης επεβλήθη εξ’ άλλου και κατά τη μεταγενέστερη διαμόρφωση (1838-1862) του βασιλικού κήπου στα νοτιοανατολικά της πόλης - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σσ. 79-80 151 Όπως αναφέρουν στα τεκμήρια τους οι συντάκτες του σχεδίου, συστήνουν την κατασκευή μιας περιφερειακής οδού «γύρω από την πόλιν στην οποί θα ηδύνατο να υπάρχουν δενδροστοιχίαι και φυτευμέναι τάφροι ή φράκται». Επίσης συστήνουν ένα μικρό αριθμό φρουρούμενων “εισόδων”, ενώ παράλληλα δεν παραπέμπουν στη δυνατότητα μελλοντικής επέκτασης. Η πόλη που οραματίζονται αφορά έναν πληθυσμό 40.00050.000 κατοίκων που προβλέπεται να κατοικήσουν μέχρι τα επόμενα 50 χρόνια. -- Παρμένα από, Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 67 152 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 51
64
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Σε αυτή την περίπτωση δεν πρόκειται για στρατιωτικές εγκαταστάσεις τοποθετημένες ακτινωτά γύρω από μια κυκλική πλατεία αλλά για ξεχωριστά κτηριακά συγκροτήματα. Στην περίπτωση αυτού του συγκροτήματος, που βρίσκεται «πεντακόσια περίπου μέτρα ανατολικά των ανακτόρων, στις παρυφές της πόλης και κοντά στις υπώρειες του Λυκαβηττού»153, κόμβο αποτελεί η κατάληξη της οδού Θεμιστοκλέους, στην ορθογωνίου σχήματος αυλή της πρόσθιας όψης του κτηρίου της στρατιωτικής διοίκησης (ή του Πολεμαρχείου όπως το ονομάζει ο Κ. Η. Μπίρης στο υπόμνημα του σχεδίου του). Όπισθεν και πλάγια του Πολεμαρχείου συγκροτούνται στρατώνες (πιθανών για το Σύνταγμα της φρουράς). Δεν υπάρχει κάποια σχετική διασταύρωση σε αυτό το παράδειγμα, αλλά τόσο η έννοια της συγκέντρωσης μιας συγκεκριμένης χρήσης, όσο και η κατάληξη της κίνησης σε μια ορθογωνική αυλή, δημιουργούν τις συνθήκες να εξετασθεί η περίπτωση αυτή σαν κόμβος. Κόμβος ΙΔ – Στρατιωτικό Κέντρο Β’ – Οπλοστάσιο Παραμένοντας στη δυτική αυτή συγκέντρωση στρατιωτικών εγκαταστάσεων της πόλης, ακριβώς νότια του Πολεμαρχείου και των στρατώνων, τοποθετείται η αποθήκη υλικού ή αλλιώς Οπλοστάσιο. Στην προκειμένη περίπτωση, πέρα από το κτήριο του Οπλοστασίου, παρατηρείται η ύπαρξη μιας τριγωνικής πλατείας-υποδοχής, έμπροσθεν της κύριας όψης του. Αυτός ο κόμβος είναι έμμεσο αποτέλεσμα του συνδυασμού του ορθογωνικού πλέγματος (κανάβου) και της ακτινωτής διάταξης οδών με κέντρο την πλατεία Μουσών και Κέκροπος.154 Εδώ συμπίπτουν δυο υποσυστήματα ορθογωνικού πλέγματος διαφορετικά σε διευθύνσεις, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό της τριγωνικής αυτής πλατείας.
153
ό.π., σ. 78
154
«Ο συνδυασμός ενός ακτινωτού και ενός ορθογωνικού συστήματος οδών ήταν ένα από τα κύρια προβλήματα της πολεοδομίας του 19ου αιώνος. Ο σχηματισμός ενιαίων κανονικών οικοδομικών τετραγώνων αφ’ ενός και η ταχεία σύνεση του κέντρου και των δευτερευόντων κέντρων αφ’ ετέρου ήταν οι δυο παράγοντες που οδηγούσαν συχνά στον συνδυασμό τω δυο συστημάτων» - Παρμένα από, Στέφανος Σίνος, [1974], “Architectura”, “Die Gruendung der Neuen Stadt Athen”, περιοδικό, σ.42
65
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΙΕ –Νομισματοκοπείο Συνεχίζοντας στη δυτική πλευρά της πόλης, πλησίον του Οπλοστασίου, τοποθετείται το Νομισματοκοπείο. Ο σχηματιζόμενος αυτός κόμβος, που φέρει το κτήριο του Νομισματοκοπείου αποτελεί ακόμα ένα παράδειγμα μίξης του ορθογωνίου κανάβου με το ακτινωτό σύστημα155. Με παρόμοιο τρόπο με αυτόν που δημιουργήθηκε η τριγωνική πλατεία μπροστά από το Οπλοστάσιο (Κόμβος ιδ), διαμορφώνεται και ο εξεταζόμενος κόμβος. Μόνο που σε αυτή την περίπτωση ο κτηριακός όγκος τοποθετείται εντός του τριγώνου, σε αντίθεση με την προηγούμενη στην οποία τοποθετούταν μετωπικά. Κόμβος ΙΣΤ – Υπολειμματικός Χώρος ανατολικού βουλεβαρίου Δυτικά της Εμπορικής Αγοράς, και σαν παράγωγο της πολυπλοκότητας του οδικού δικτύου που προαναφέρθηκε στα δυο προηγούμενα παραδείγματα, σχηματίζεται υπολειμματικός χώρος156, ο οποίος συνδέεται με το ανατολικό βουλεβάριο, δημιουργώντας μια εσοχή σε αυτό. Ο ανοιχτός αυτός χώρος, μολονότι υπολειμματικός και πιθανότερα ακούσιος, δημιουργεί ένα μικρό σημείο εστίασης πάνω στο ανατολικό βουλεβάριο, καλώντας αυτόν που το διασχίζει να εισέλθει σε αυτό. Οι αρχιτέκτονες διαχειρίζονται αυτήν την εσοχή σαν επισήμανση και μέσω αποστολή της κίνησης απευθείας στο Νομισματοκοπείο και στο Στρατιωτικό κέντρο βορειοδυτικά (μέσω της οδού Μαραθώνος) και σε μια δημοτική αγορά που προβλέπεται νοτιοδυτικά του σημείο (μέσω της οδού Δημοσθένους). Ταυτόχρονα, ο τριγωνικός (με «φαγωμένη» την μια γωνία του) αυτός κόμβος φυτεύεται σαν συνέχεια των δεντροστοιχιών του βουλεβαρίου.
155
Δες παραπομπή 154
156
ό.π.
66
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβοι ΙΖ – “Βουλευτήρια” Εντός του Διοικητικού Κέντρου που εδράζει η βασιλική εξουσία, όπως είχε προαναφερθεί στην περιγραφή του Κόμβου Α, εγκαθίστανται δυο βουλευτήρια. Οι θέσεις που παίρνουν, αντιστοιχούν στα δυο τριγωνικά μπλοκ, που διαμορφώνονται εξαιτίας των δυο διαγωνίων οδών που διατάσσονται ακτινωτά από το κέντρο της ηγεμονικής καθέδρας. Σε όλες τις περιπτώσεις των σχηματιζόμενων τριγωνικών μπλοκ ευθύνεται ο συνδυασμός ορθογωνικού κανάβου και ακτινωτών δεσμών οδών. Οι δυο αυτοί ομοίως επιλυμένοι κόμβοι αποτελούν το ενδιάμεσο σημείο που χωρίζει τις κατοικίες των Αθηναίων εντός του τριγώνου από τις σειρές των Υπουργικών μπλοκ. Όπως, αναφέρει και ο Σ. Σίνος, «τα Ανάκτορα πλαισιώνονται με τα δυο βουλευτήρια στα άκρα των δυο σειρών υπουργείων και στην αρχή των δυο διαγωνίων οδών, αποτελώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον συνδετικό κρίκο μεταξύ πόλης και διοίκησης».157
157
Στέφανος Σίνος, [1974], “Architectura”, “Die Gruendung der Neuen Stadt Athen”, περιοδικό, σ.42-43 - παραπομπή παρμένη από το βιβλίο του Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 105
67
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΙΗ – Δημοτική Αγορά Στο δυτικό τμήμα της πόλης προβλέπεται μια δημοτική αγορά, χωρίς όμως να εντάσσεται σε ένα κέντρο γειτονιάς.158 Η συγκεκριμένη αγορά εξετάζεται σαν κόμβος συγκέντρωσης εμπορικών χρήσεων. Το ορθογώνιο παραλληλόγραμμο στο οποίο εντάσσονται οχτώ μακρόστενοι κτηριακοί όγκοι, προσεγγίζεται από δυο εγκάρσιους οδούς που συγκλίνουν σε αυτό από τη μέση των τεσσάρων πλευρών του. Θυμίζει αρκετά τη πλατεία τύπου “Philadelphia square”159, στην οποία η πλατεία ακολουθεί την αξονική διευθέτηση των κλειστών γωνιών.
158
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 78 159 Δες σελίδα 9
68
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΙΘ – Ενδιάμεση Στάση Η δημιουργία αυτού του κόμβου πλησίον του Κόμβου Ι, είναι αποτέλεσμα του πολύπλοκου οδικού δικτύου.160 Το υπολειμματικό μπλοκ που δεν θα μπορούσε να γίνει δομημένος χώρος, μετατρέπεται σε εσοχή της περιφερειακής οδού στην ενδιάμεση απόσταση που ενώνει το Στρατιωτικό και Παραγωγικό Κέντρο με την πλατεία Κέκροπος. Η περιφερειακή οδός αποκτά ακόμα μια εσοχή ημικυκλική, αυτή τη φορά δυτικά και εξωτερικά από το περίγραμμα της πόλης. Το σχήμα αυτού του κόμβου είναι αποτέλεσμα των παραπάνω αποφάσεων των αρχιτεκτόνων. Στην ουσία είναι αποτέλεσμα συγχώνευσης ενός τριγώνου σχήματος στα δεξιά με ένα κύκλο στα αριστερά. Πιθανώς οι αρχιτέκτονες δημιούργησαν αυτό τον κόμβο εξαιτίας του υπολειμματικού χώρου που δημιουργεί το ρυμοτομικό σχέδιο σε εκείνο το σημείο, υποστηρίζοντας τον σαν ενδιάμεσο σημείο στάσης της διαδρομής. Παράλληλα φυτεύεται ως συνέχεια των δεντροστοιχιών της περιφερειακής οδού. Κόμβος Κ – ο κήπος των Λουτρών Σε αυτή την περίπτωση οι αρχιτέκτονες θέλησαν να εκμεταλλευτούν, τόσο ένα ακόμα υπολειμματικό τριγωνικό μπλοκ του οδικού δικτύου161 όσο και τη θέση που αυτό έχει – ακριβώς πίσω από τα λουτρά πλησίον της πλατείας Κέκροπος - για να δημιουργήσουν μια επαρούς έκτασης, είσοδο-αυλή και πλατεία για το κτήριο που θα στεγάζει τα Λουτρά. Για να πετύχουν αυτή τη πρόσβαση από την περιφερειακή οδό, αναγκάστηκαν να δώσουν μια ημικυκλική διάταξη στον κόμβο, η οποία δημιούργησε φάγωμα σε ένα ακόμα δομημένο οικοδομικό τετράγωνο πλησίον των Λουτρών. Το οδικό δίκτυο της πόλης συνέχισε ως μονοπάτι εντός της πλατείας και φυτεύτηκε ανάλογα, δημιουργώντας ένα υπαίθριο χώρο αναψυχής για τους χρήστες και μη του κτηρίου.
160
Δες παραπομπή 154
161
ό.π.
69
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΚΑ – Πλατεία έμπροσθεν των Λουτρών Στην εμπρόσθια θέση του κτηρίου των Λουτρών, επί της οδού Πειραιώς, δημιουργείται μια πολυγωνική πλατεία, αποτέλεσμα των πολυάριθμων δρόμων που διασταυρώνονται εντός της. Η προσπάθεια των αρχιτεκτόνων για απευθείας σύνδεση των εστιακών σημείων (πλατεία Κέκροπος, Λουτρά, πλατεία Τριών Συμμάχων) που είναι συσσωρευμένα στην ευρύτερη περιοχή, καταλήγει στην δημιουργία αυτής της πλατείας. Διαμορφώνοντας αυτόν τον ανοιχτό χώρο, καταφέρουν να τον εκμεταλλευτούν προς όφελος της όψης του κτηρίου των Λουτρών, καθώς η ανοιχτή θέα επιτρέπει την ευρεία οπτική του κτηρίου και του τοπίου γύρω του. Παράλληλα, μέσω αυτού, δίνεται έμφαση στην πρόσβαση σε αυτό, προσκαλώντας τους περαστικούς να εισέλθουν
70
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΚΒ – Πλατεία Τριών Συμμάχων Ανατολικά της πλατείας Κέκροπος και επί της οδού Ερμού παρεμβάλλεται η πλατεία Τριών Συμμάχων, με το ανάλογο κτήριο της. Σε αυτή συγκλίνουν εννέα οδοί οι οποίοι κάνουν άμεση την επικοινωνία της, με την πλατεία Λουδοβίκου, τον ανοιχτό χώρο μπροστά από τα Λουτρά (που αναλύσαμε προηγουμένως), την πλατεία Κέκροπος και Μουσών. Το σχήμα της πλατείας είναι πολυγωνικό και στρεβλωμένο χωρίς να ακολουθεί κάποια συγκεκριμένη χάραξη ή παραλληλία στο σχέδιο, δίνοντας έτσι απλά το δικό της στίγμα στη συνολική εικόνα του σχεδίου. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να τοποθετείται με αυτό τον τρόπο έτσι ώστε να ανοίγεται η θέα προς την Ακρόπολη. Η πλατεία φέρει μέσα της ένα Μνημείο και ένα κτήριο. Όπως αναφέρει ο Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετάς, «μόνο στην πλατεία Συμμάχων (δηλαδή των προστάτιδων δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας) μπορεί να θεωρηθεί ως μοναδικό μνημείο η διαμόρφωση του χώρου της».162 Κόμβος ΚΓ – Η αυλή του κτηρίου των Τριών Συμμάχων Στο πίσω μέρος του κτηρίου της πλατείας Τριών Συμμάχων τοποθετείται η αυλή του. Το συνολικό της σχήμα χωρίζεται σε ένα ορθογώνιο που αποτελεί το κύριο μέρος της αυλής και σε ένα πολυγωνικό, το οποίο φυτεύεται με δέντρα. Τα μονοπάτια που τη διαπερνάνε, τη συνδέουν επίσης μέσω μονοπατιού με το λόφο της Ακρόπολης, τον κόμβο ενός υπαίθριου θεάτρου κάτω από τον λόφο των Νυμφών όπως επίσης με την πλατεία Κέκροπος και την πλατεία για το Θησείο, που θα εξετάσουμε αργότερα.
162
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 87
71
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΚΔ – Υπαίθριο θερινό θέατρο Ένα δεύτερο θέατρο τοποθετείται «στις βόρειες κλιτύες του λόφου των Νυμφών κοντά στην πλατεία Κέκροπος, είναι ένα υπαίθριο θερινό θέατρο σαν αυτά που συνηθίζονται στα νότια κλίματα».163 Οι αρχιτέκτονες για να πλαισιώσουν το θέατρο δημιουργούν μια ημικυκλική πλατεία υποδοχής, σαν να μετατρέπουν το θέατρο σε σκηνικό. Σε αυτή συγκλίνουν τρείς δρόμοι που οι δυο από αυτούς την συνδέουν με την πλατεία Κέκροπος και την αυλή της πλατείας Τριών Συμμάχων. Ο κόμβος αυτός επίσης αποτελεί και σημείο κατάληξης της κίνησης και η τοποθέτηση του θεάτρου στις κλιτύες ενός λόφου του δίνει την αξία ενός σημείο κατάληξης της προοπτικής φυγής των οδών (point de vue). Κόμβος ΚΕ – σταυροδρόμι μονοπατιών Αυτή η περίπτωση πρόκειται για μια απλή διασταύρωση μονοπατιών, που ενισχύεται με τη δημιουργία ενός ορθογωνίου, μικρής έκτασης, κόμβου με στόχο να επισημάνει τέσσερις διαφορετικές κατευθύνσεις. Εκτός από τη σύνδεσή του με την αυλή του κτηρίου της πλατείας Τριών Συμμάχων, ο επίμαχος κόμβος αποτελεί ενδιάμεσο σημείο της διαδρομής από το υπαίθριο θερινό θέατρο στο ναό του Ηφαίστου στο Θησείο και επίσης δίνει μια νέα κατεύθυνση προς τον λόφο των Νυμφών, λειτουργώντας σαν σταυροδρόμι που αποστέλλει την κίνηση σε διάφορα σημεία αναφοράς. Κόμβος ΚΣΤ – Κήπος πρόσβαση στο Ναό του Ηφαίστου Στο Θησείο, και σαν πρόσβαση στον Ναό του Ηφαίστου διαμορφώνεται μια πλατεία-κήπο σε σχήμα τραπέζιο οπού εντός της οποίας υπάρχει φύτευση και ένα ελλειπτικό μονοπάτι να την περιτριγυρίζει. Δημιουργούνται «πολλά παρτέρια με αυστηρά γεωμετρικό σχήμα γύρω από το Ναό του Ηφαίστου».164 Ο κόμβος αυτός συνδέεται με την πλατεία Τριών Συμμάχων από τα δυτικά, με την πλατεία Χρηματιστηρίου και μια ημικυκλική πλατεία μιας εκκλησίας από το βορρά. Στα ανατολικά επικοινωνεί με την Αρχαία Αγορά και γενικότερα την μεγάλη έκταση του αρχαιολογικού πάρκου, το οποίο έχουν όραμα να δημιουργήσουν οι αρχιτέκτονές.
163
ό.π., σ. 78
164
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 87
72
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΚΖ – Δημοτική Αγορά Β’ Παρόμοια περίπτωση με τη δημοτική αγορά δυτικά της πόλης (Κόμβος ιη), αλλά με διαφορετική διαχείριση, αποτελεί η αγορά εντός του κέντρου σε θέση βόρεια του αρχαιολογικού πάρκου και επί της οδού Ερμού. Το σχήμα της είναι ορθογώνιο παραλληλόγραμμο καταλαμβάνει έκταση μεγαλύτερη της προαναφερθείσας, και αποτελεί ένα τυπικό οικοδομικό τετράγωνο το οποίο το περιτριγυρίζουν οδοί, αφήνοντας κάποιες διόδους περιμετρικά της. Μόνο μια οδός εκ’ των δρόμων που έρχεται από τον βορρά, την προσεγγίζει από τη μέση της μιας της πλευράς. Ο κόμβος αυτός δεν εξετάζεται σαν διασταύρωση μονοπατιών, αλλά σαν συγκέντρωση μιας συγκεκριμένης χρήσης, σε αυτή την περίπτωση της εμπορικής.
73
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΚΗ – Εκκλησία Αγίας Παρασκευής «Αξιοσημείωτος είναι εις το σχέδιον Κλεάνθους και Σάουμπερτ η προσπάθεια των δυο αρχιτεκτόνων να περισώσουν όσον το δυνατόν τας εκκλησίας των παλαιών Αθηνών».165 Σχετικό παράδειγμα αποτελεί η εκκλησία Αγίας Παρασκευής166, την οποία και οι αρχιτέκτονες έχουν την πρόθεση να διατηρήσουν δημιουργώντας για το σκοπό αυτό μια ημικυκλική πλατεία επί της οδού Ερμού, και σε θέση βόρεια του κήπου του Ναού του Ηφαίστου. Το ημικυκλικό σχήμα πιθανών παραπέμπει σε αμφιθεατρική διάταξη με θέα το Ναό. Σήμερα, η εκκλησία αυτή κατατάσσεται στις εξαφανισθείσες.167 Κόμβος ΚΘ – Αγία Ελεούσα Επί το κατώτερο τμήμα της οδού Αθηνάς, δημιουργείται μια πλατεία-εσοχή σχήματος τραπεζίου, στην προσπάθεια οι αρχιτέκτονες να περισώσουν ακόμα μια εκκλησία, αυτή της Αγίας Ελεούσας168. Στο εξεταζόμενο σχέδιο των αρχιτεκτόνων, εντός του κόμβου δεν φαίνεται η σχετική εκκλησία αλλά σε άλλα, υποστηρίζεται η ύπαρξη της. Κόμβος Λ – Αγία Ειρήνη Παρομοίως με προαναφερθείσες περιπτώσεις, ο κόμβος αυτός παρεμβάλλεται πάνω στην οδό Αιόλου, λίγο πριν διασταυρωθεί με την Ερμού, και αποτελεί πλατεία με στόχο την διάσωση της εκκλησίας της Αγίας Ειρήνης169. Ο Ι. Τραυλός, την κατατάσσει στις εκκλησίες που σήμερα έχουν ανεγερθεί στις θέσεις των παλαιών τους. Το σχήμα του σχηματιζόμενου αυτού ανοιχτού χώρου, είναι παραλληλόγραμμο, και πιθανώς έχει προκύψει αφ’ ενός από την προσπάθεια των πολεοδόμων να διατηρήσουν με τον δικό τους τρόπο τα ίχνη του παλαιού πολεοδομικού ιστού, και αφ’ ετέρου από την πρόθεση τους να δώσουν μεγαλύτερο βάθος στην πλατεία, με στόχο να παρέχουν μια καλύτερη οπτική της εκκλησίας.
165
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 30 166 Η εκκλησία αυτή πιθανολογείται να είναι προς τιμής της Αγίας Παρασκευής, υπόθεση η οποία στηρίζεται σε σχετικό χάρτη ΠΙΝ. ΧΙΙ. από το βιβλίο του Ι. Τραυλού, «Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών», όπου δημιουργεί μια λίστα από τις σωζόμενες, ερειπωμένες (ή σωζόμενα ίχνη), παραμορφωμένες από επισκευές, ανεγερθείσες σε θέσεις παλαιών και εξαφανισμένες εκκλησίες παλαιοχριστιανικών βυζαντινών και των χρόνων της Τουρκοκρατίας εκκλησίες. - Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 258-260 167 Στη επονομαζόμενη «ελαφρά» παραλλαγή DAI (Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου) του σχεδίου των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, παρατηρείται η ύπαρξη δυο μακρόστενων ορθογωνίων περιπτέρων (pavilions), τοποθετημένα παράλληλα στην κατεύθυνση της οδού Ερμού. Η χρήση τους ορίζουν παραμένει άγνωστη. 168 Η εκκλησία αυτή πιθανολογείται να είναι η Αγίας Ελεούσα, υπόθεση η οποία στηρίζεται σε σχετικό χάρτη ΠΙΝ. ΧΙΙ. από το βιβλίο του Ι. Τραυλού, «Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών». - Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 258-260 169 ό.π.
74
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΛΑ –Καπνικαρέα Παραμένοντας στα παραδείγματα κόμβων που δημιουργούνται με στόχο την διάσωση παλαιοχριστιανικών, βυζαντινών εκκλησιών, ίσως την πιο χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η βυζαντινή εκκλησία Καπνικαρέα που διασώζεται ακόμα και σήμερα επί της οδού Ερμού. Όπως αναφέρει ο Κ. Η. Μπίρης, οι αρχιτέκτονες «εκτρέπουν από της καθέτου προς την οδόν Αθηνάς θέσεως την οδό Ερμού δια να περισώσουν την Καπνικαρέαν, σχηματίζοντες και ημικυκλικήν πλατείαν απέναντι της εισόδου της».170 Ο τρόπος με τον οποίο τοποθετείται τελικά η εκκλησία – σαν εμπόδιο της κίνησης της οδού Ερμού -, δίνει σε αυτή χαρακτήρα μνημείου και τοποσήμου. Οι συντάκτες του σχεδίου φαίνεται να έχουν τόσο σεβασμό στην αρχιτεκτονική των εκκλησιών, που είναι διατεθειμένοι να χαράξουν την κατεύθυνση και τη θέση της Ερμού (που αποτελεί πρωταρχικής σημασίας για το σχέδιο τους), με στόχο να διασώσουν και να παρεμβάλουν κατά μήκος της την βυζαντινή αυτή εκκλησία. Κόμβος ΛΒ – Άγιος Νικόλαος Στα όρια μεταξύ της σχεδιαζόμενης έκτασης του αρχαιολογικού πάρκου από τους αρχιτέκτονες και της νέας πόλης, πλησίον και νοτιοανατολικά της Καπνικαρέας, κάνουν προσπάθεια να διασώσουν την εκκλησία του Αγίου Νικολάου171. Προς εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού δημιουργούν μια νοητού τραπεζοειδούς σχήματος ανοιχτή πλατεία. Η μεγάλη έκταση που φαίνεται να έχει σε σχέση με το εμβαδόν που καταλαμβάνει η εκκλησία εντός της, οφείλεται στο γεγονός ότι το υπολειμματικό μπλοκ που θα μπορούσε να λειτουργήσει σε κανονικές συνθήκες (μη διάσωσης της εκκλησίας), πλέον δεν έχει λόγο δόμησης, και έτσι αφήνεται ακάλυπτο. Η εκκλησία σήμερα θεωρείται μη διασωθείσα. Κόμβος ΛΓ – Άγιος Γεώργιος του Καρύκη Πλησίον και κάτωθεν της πλατείας του δημοτικού θεάτρου (σημερινή πλατεία Κλαυθμώνος), στο σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ περισώζεται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Καρύκη172. Για να πραγματοποιηθεί η διάσωση δημιουργείται μια πλατεία πολύπλοκου σχήματος, η οποία αξίζει να σημειωθεί ότι συνδέεται απευθείας με τον κόμβο της δημοτικής αγοράς (Κόμβος ιη) στα δυτικά της πόλης, και τυχαίνει να βρίσκεται πλησίον της Μητρόπολης του Πνευματικού κέντρο της Αθήνας.
170
Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 30 171 Η εκκλησία αυτή πιθανολογείται να είναι ο Άγιος Νικόλαος, υπόθεση η οποία στηρίζεται σε σχετικό χάρτη ΠΙΝ. ΧΙΙ. από το βιβλίο του Ι. Τραυλού, «Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών». - Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 258-260 172 Σύμφωνα με τον Ι. Τραυλό, η εκκλησία αυτή σήμερα έχει ανεγερθεί στη θέση της παλαιάς της. - ό.π., σσ. 258-260
75
Β.3 Σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ Κόμβος ΛΔ – Σωτείρα του Λυκοδήμου Ενδιαφέρουσα περίπτωση αποτελεί αυτή των δυο κοντινών κόμβων που εξαιτίας της παραπλήσιας θέσης τους εξετάζονται μαζί. Η εκκλησία που υπάρχει στο σχέδιο αντιστοιχεί στη Παναγία Σωτείρα του Λυκόδημου173. Η εκκλησία αυτή διασώζεται ακόμα, από τον 11ο αιώνα, και σήμερα αποτελεί τη Ρωσική Εκκλησία174 είναι αθηναϊκός ναός αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα που εξυπηρετεί τη ρωσική παροικία. Η διάταξη αυτήν των κόμβων είναι αφ’ ενός παράγωγο του παλαιού πολεοδομικού ιστού της πόλης του οποίου οι αρχιτέκτονες κάνουν προσπάθεια να διατηρήσουν τα ίχνη, και αφ’ ετέρου προσπάθεια μίξης της πλατείας της εκκλησίας με μια κυκλικού τύπου που λογικά σχετίζεται με την άμεση οπτική σύνδεση που έχει με την πλατεία Μουσών. Το αποτέλεσμα είναι αυτός ο σύνθετου σχήματος κόμβος που μπορεί να εξετασθεί σαν ενιαίος. Κόμβος ΛΕ – Αγία Αικατερίνη Τέλος, παρατηρούμε μια τελευταία περίπτωση διάσωσης εκκλησίας, αυτής της Αγίας Αικατερίνης, η οποία υπάρχει και σήμερα παραμορφωμένη από τις επισκευές175. Χωροθετείται πλησίον του μνημείου του Λυσικράτη και του Ναού του Ολυμπίου Διός, στα όρια του αρχαιολογικού πάρκου με τη νέα πόλη, δυτικά της Ακροπόλεως. Οι αρχιτέκτονες δημιουργούν τραπεζοειδή πλατεία, εσοχή στο περιμετρικό μονοπάτι, που περιβάλλει το αρχαιολογικό πάρκο της πόλης. «Η πρόταση δημιουργίας οκτώ νέων, μεσαίου ή μικρού μεγέθους πλατειών γύρω από σημαντικές βυζαντινές εκκλησίες της παλαιάς πόλης ήταν ένα πρώτο βήμα προς τη χαλάρωση του ιστορικού πολεοδομικού ιστού».176
173
Η εκκλησία αυτή πιθανολογείται να είναι η Σωτείρα του Λυκοδήμου, υπόθεση η οποία στηρίζεται σε σχετικό χάρτη ΠΙΝ. ΧΙΙ. από το βιβλίο: - Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 258-260 174 Η Ρωσική Εκκλησία είναι αθηναϊκός ναός αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα που εξυπηρετεί τη ρωσική παροικία 175 Η εκκλησία αυτή πιθανολογείται να είναι η Αγία Αικατερίνη, υπόθεση η οποία στηρίζεται σε σχετικό χάρτη ΠΙΝ. ΧΙΙ. από το βιβλίο: - Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σσ. 258-260 176 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 64
76
Β.4 Αλλαγή Πλεύσης και Ανάθεση στον Κλέντσε
Β.4 Αλλαγή Πλεύσης και Ανάθεση στον Κλέντσε «Οποιαδήποτε επέμβαση στην Αθήνα είναι υπόθεση της ευρωπαϊκής τέχνης και κατά κάποιο τρόπο οφείλει να λογοδοτήσει κανείς γι’ αυτή σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η σύλληψη του σχεδίου οφείλει να έχει ως γνώμονα την ιδέα της ιστορικότητας και ποιητικότητας και να είναι σύμφωνη με την ιστορική εξέλιξη τόσο της αρχαίας όσο και της σημερινής ένδοξης πόλης των Αθηνών. [..] το όνομα “Αθήνα” ανοικοδομεί την πόλη και της χαρίζει την τέταρτη εποχή της..»177 Λέο Φον Κλέντσε, 1838 Όπως αναφέρει ο Κ. Η. Μπίρης στο βιβλίο του, όταν τελικά εγκρίθηκε η τρίτη φάση του σχεδίου του Κλεάνθη και Σάουμπερτ (τον Οκτώβριο του 1833), δόθηκε εντολή στον υπολοχαγό W. von Weiler (Γουλιέλμο Βάιλερ) το 1834, να χαράξει τις πολεοδομικές γραμμές του σχεδίου στο έδαφος. Ο ίδιος κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, ισχυρίστηκε ότι οι οικοδομικές γραμμές δεν ταυτίζονταν με την πραγματικότητα πάνω στο ρυμοτομούμενο έδαφος178, δημιουργώντας αμφιβολίες για τα απαλλοτριωμένα και μη κτίσματα. Σαν αποτέλεσμα, ανακοινώθηκε, αναστολή του εγκεκριμένου σχεδίου και ταυτόχρονη ανάθεση της αναθεώρησης του σχετικού σχεδίου από τον βασιλιά Λουδοβίκο, στον Λέο φον Κλέντσε. Αξίζει να σημειωθεί, ότι πηγές του Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετά, κάνουν λόγο για δυσαρέσκεια του βασιλέα της Βαυαρίας εξ’ αρχής και ταυτόχρονη παρέμβαση του ενάντια στο εγκεκριμένο για την Αθήνα σχέδιο, που τον οδήγησε στην αποστολή ενός εμπειρογνώμονα, ταλαντούχου καλλιτέχνη και γνώστη της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής και κοσμοπολίτη Βαυαρό αρχιτέκτονα, του Λέο Φον Κλέντσε, το 1834.179 Ο Κλέντσε με το που έφτασε στην Αθήνα, κατατοπίζεται σε σύντομο χρονικά διάστημα, παρατηρώντας την τοπογραφία και το τοπίο και συλλέγοντας πληροφορίες για τα αρχαία μνημεία, την δόμηση στην παλαιά πόλη, τις πραγματοποιημένες χαράξεις του προηγούμενου εγκεκριμένου σχεδίου και τα παράπονα και τις διαφορές της Κοινότητας, αποκτώντας μια συνολική εικόνα των συμβάντων που προκάλεσαν τον ερχομό του στην Αθήνα. Όπως αποδείχθηκε, οι διαφορές των τριών αρχιτεκτόνων τόσο για τις θεωρητικές πολεοδομικές αντιλήψεις τους, όσο και για το πώς οραματίζονται την αναβίωση της αρχαίας Αθήνας στον σύγχρονο ευρωπαϊκό χάρτη, απείχαν αιώνες. Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Κλέντσε θέλησε να τις επισημάνει σε συνδυασμό με την κριτική του πάνω στις σχεδιαστικές λύσεις
177
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 12 178 Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από τον 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σσ. 32-34 179 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 147
77
Β.4 Αλλαγή Πλεύσης και Ανάθεση στον Κλέντσε των δύο πρώτων αρχιτεκτόνων, τις οποίες κατέγραψε στο έργο του “Aphoristische Bemerkungen” (1838). Για την ανάγκη της μελέτης που ακολουθεί, θεωρώ χρήσιμο να παρουσιάσω επιγραμματικά μερικές από τις πολεοδομικές αντιλήψεις του Κλέντσε και μερικές από τις χαώδεις διαφορές με τους πρώτους συντάκτες του σχεδίου για την Αθήνα: Κάνει ένα θεμελιώδη γι’ αυτόν διαχωρισμό της δομής των πόλεων. Πρώτον οι “Πόλεις του Βορρά”180, αποτέλεσμα γεωμετρικών συνθέσεων που τις περιγράφουν ευθύγραμμες ευρείες οδοί και πλατείες. Βασικά χαρακτηριστικά αποτελούν, η σχεδίαση τους σε επίπεδο έδαφος, τα “points de vue” και τα μεγαλοπρεπή οικοδομήματα. Πιστεύει ότι, αν και είναι επιβλητικές, δεν είναι αναγνώσιμες από το ανθρώπινο μάτι, αλλά μόνο από τον ουρανό και ενέχουν τον κίνδυνο της μονοτονίας. Θεωρεί ότι το συγκεκριμένο τύπο διάταξης προσπαθούν να ακολουθήσουν οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ. Δεύτερον, οι “Πόλεις του Νότου”181, αποτέλεσμα γραφικών συνθέσεων, με βασικά χαρακτηριστικά την κατανομή των κτηρίων, διατεταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο πάνω σε οργανικό μοτίβο δικτύου, με μικρές οδούς και πλατείες, των οποίων οι χαράξεις ακολουθούν τις διακυμάνσεις του εδάφους προσφέρουν αισθητικό και αντιληπτικό πλούτο και εντυπώσεις. Εμφανώς, ο ίδιος τάσσεται υπέρ των “πόλεων του Νότου”. Βάσει της προηγούμενης θεωρίας του, αναφέρει ατυχή τη γεωμετρική αυστηρή διάταξη των δυο πρώτων συντακτών πάνω στο ανώμαλο έδαφος της Αθήνας και ανεπιτυχή τόσο την αντιληπτική του αξία, όσο και τα καταληκτικά σημεία θέσης “points de vue”. Επισημαίνει τον κίνδυνο μονοτονίας. Παράλληλα, επικρίνει τις οξείες γωνίες των υπολειμματικών οικοδομικών τετραγώνων που δημιουργούνται από αυτό. Είναι κάθετα αντίθετος με τις ευρείες οδούς και τεράστιες πλατείες που δημιουργούνται. Το ίδιο υποστηρίζει και για τα μεγαλειώδη και μεγάλων διαστάσεων κτήρια. Τέλος, πέρα από όλες τις γενικές και ειδικές διαφορές που έχει με τους νεαρούς αρχιτέκτονες, εστιάζει στην δυσκολία πραγματοποίησης των αρχών και σκέψεων τους, εξαιτίας
“Πόλεις του Βορρά”: ομαδοποιημένα σπίτια και μέγαρα. Αν και η εικόνα αυτών των πόλεων μπορεί να φαίνεται μεγαλειώδης και επιβλητική, είναι χαραγμένες σε σχεδόν επίπεδο έδαφος. Άριστη επίσης για φωτισμό, καθαριότητα και απρόσκοπτη κυκλοφορία. Η θέα τέτοιων γεωμετρικών διατάξεων κουράζει λόγω της μονοτονίας τους. Ειδικά όταν είναι σε ένα μη επίπεδο και ανώμαλο έδαφος (σύμφωνα με σύγχρονα ευθύγραμμα συστήματα) - περιληπτική απόδοση από το βιβλίο, Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 157 181 “Πόλεις του Νότου”: πιο γραφικές και προσφέρουν πολλές περισσότερες εναλλαγές από αυτές του Βορρά. Εξασφαλίζουν καλύτερη εναλλασσόμενη προστασία από τις ακτίνες του ήλιου και ταιριάζουν καλύτερα με τον χαρακτήρα του τοπίου του Νότου. Το τοπίο συνήθως αντιστοιχεί σε ανώμαλο ανάγλυφο εδάφους ή λοφώδες (σύμφωνα με αρχαία συστήματα) - περιληπτική απόδοση από το βιβλίο, Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 157 180
78
Β.4 Αλλαγή Πλεύσης και Ανάθεση στον Κλέντσε του μεγάλου κόστους που επιφέρουν στο κράτος και στους κατοίκους του (στην Κοινότητα).182 Βάσει των προηγούμενων αντιλήψεων και βασικών διαφορών του με τους προηγούμενους συντάκτες, το όραμα του για την νέα Αθήνα παραμένει στο χαρτί των γραπτών του έργων. Κατά τον Κλέντσε, η Αθήνα αποτελείται από τέσσερα τμήματα τα οποία τα συνδέει με την ιστορική εξέλιξη της πόλης, πρώτον την Ακρόπολη, δεύτερον την πόλη του Θησέως (αρχαία ελληνική πόλη), τρίτον την πόλη του Αδριανού και τέταρτον την “Οθωνόπολη”.183 Ο στόχος της αναβίωσης της Αθήνας πάνω στο κλασικό έδαφος της, επιτυγχάνεται με αρχαιοελληνικές αρχές σχεδιασμού που έχει διδάξει η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης, και όχι η απομίμηση ευρωπαϊκών προτύπων μπαρόκ και κλασικισμού που σε πολλές περιπτώσεις παράγουν μονοτονία. Αυτές οι αρχές διέπονται από τη φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, μέσω της οργανικής ανάπτυξης των πόλεων (γραφικών συνθέσεων). Όραμα Κλέντσε θα ήταν να συνέτασσε την νέα πόλη της Αθήνας σύμφωνα με την ιστορική και συμβολική τοπογραφία της και βάση της “αρχής της γραφικότητας”, υποστηρίζοντας έτσι την ανάπτυξη της πόλης πάνω στους λόφους.184 Όμως αυτές του οι βλέψεις δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθούν, γιατί τον εμπόδιζαν οι ήδη υπάρχουσες και ισχύουσες συνθήκες που τον ανάγκαζαν να προβεί σε αναθεώρηση του υπάρχοντος σχεδίου, στην υπάρχουσα τοποθεσία και με βασικές υπάρχουσες χαράξεις (Πειραιώς, Σταδίου, Αθηνάς). Ωστόσο, σε αυτές τις απαιτήσεις, ο ίδιος προσπαθεί να εντάξει τις θεωρητικές αρχές της “γραφικής νότιας διάρθρωσης” της πόλης.
182
Οι θεωρίες του Κλέντσε περί Πόλεων του Βορρά και Πόλεων του Νότου, συμπίπτουν με ένα ευρύτερο κλίμα διφωνιών γύρω από το θέμα «οργανικό» ή γεωμετρικό. Δες 1η ενότητα – Κεφάλαιο Α.3.4 σ. Χ 183 “Οθωνόπολη”: αναφέρεται στην πόλη που οραματίζεται για την Αθήνα, η οποία θα αποτελέσει το τέταρτο γι’ αυτόν τμήμα της πόλης που θα συνδεθεί με τις πιο σημαντικές για την Αθήνα εποχές της. - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 155 184 ό.π., σ. 154
79
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Β.5.1 Περιγραφή βασικών κατευθύνσεων του σχεδίου και Ονοματοδοσία Κόμβων Το σχέδιο που τελικά εκπόνησε ο Κλέντσε, δεν πέρασε από ουσιαστικές αλλαγές, μόνο μερικές παραλλαγές μιας εναλλακτικής λύσης, στο σύνολο τέσσερις. Η πρώτη από αυτές εγκρίθηκε κατευθείαν από την Αντιβασιλεία τον Σεπτέμβριο του 1834 και η δεύτερη απλά υπήρξε μια παραλλαγή χωρίς τοπογραφικό υπόβαθρο, μόνο με χαράξεις. Οι υπόλοιπες δυο πραγματοποιήθηκαν στο Μόναχο (με τοπογραφικό υπόβαθρο Βάιλερ), στις οποίες αναγράφονται σε υπόμνημα όλα τα διατηρούμενα μνημεία και νέα κτηριακά συγκροτήματα της πόλης. Το σχέδιο που θα εξετασθεί στη συνέχεια το σύνολο των κόμβων που το συνθέτουν, είναι η τέταρτη και τελευταία παραλλαγή η οποία είναι δημοσιευμένη σε λιθογραφία πάνω σε τοπογραφικό υπόβαθρο του Βάιλερ. Η λύση που επεφύλασσε ο Κλέντσε για την “Οθωνόπολη”, είχε τριπλό στόχο. Την αναβίωση της Ακρόπολης, τη διατήρηση της παλαιάς πόλης και τη σταδιακή ανάπτυξη νέας. Όπως φαίνεται από το σχέδιο του, διατηρείται η έκταση της παλαιάς, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκει απλά την επέκταση της νέας γύρω από αυτή. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο βιβλίου του Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετά, η κίνηση αυτή δεν αφορά μόνο μια προσπάθεια κατευνασμού των αγανακτισμένων κατοίκων της Κοινότητας, αλλά απώτερος σκοπός είναι η ανοικτή αντιπαράθεση της αρχιτεκτονικής τη νέας πόλης με την αρχιτεκτονική της γραφικής παλαιάς Αθήνας».185 Εξαιτίας των αντικειμενικών συνθηκών τις οποίες έπρεπε να αντιμετωπίσει, η πρόταση του διατηρεί το βασικό νοητό τρίγωνο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, που σχηματίζουν οι οδοί Πειραιώς, Φειδίου (μετονομασία Σταδίου) και Ερμού, ενώ παράλληλα διατηρείται και η μεσοκάθετος του, οδός Αθηνάς, που μετονομάζεται σε Νίκης. Παρατηρούμε και σε αυτή την περίπτωση ένα σύστημα κόμβων, πιο δύσκολα αναγνώσιμο να πλαισιώνει το νοσταλγικό τρίγωνο της πρώτης πρότασης. Στην κορυφή βρίσκεται πλέον η κυκλική πλατεία Όθωνος (Κόμβος Α 186) και ο μητροπολιτικός ναός του Σωτήρος στο κέντρο της. Η χαραγμένη από το πρώτο σχέδιο, οδός Φειδίου, μολονότι διατηρείται, χάνει την αρχική αιτία ύπαρξης της, καθώς στρεβλώνεται αμέσως μετά την πλατεία Θουκυδίδου (Κόμβος Β1 – δεύτερο σημείο που ορίζει το τρίγωνο), και κάμπτεται προς τη συνοικία της Πλάκας, καθιστώντας την αδιέξοδο. Επιπλέον το Παναθηναϊκό Στάδιο αποξενώνεται, παραμένοντας
185
ό.π., σ. 163
186
Η ονοματοδοσία των πρωταρχικών Κόμβων που θα δοθεί έχει σχέση με αυτή της πρόταση των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη και Σάουμπερτ, τουτέστιν ο Κόμβος Α της πλατείας Ανακτόρων στο σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ αντιστοιχεί σε θέση με τον Κόμβο Α της πλατείας Όθωνος του Κλέντσε
80
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε απρόσιτο και έρημο από την πόλη. Το ίδιο συμβαίνει και για πολλές άλλες οδούς187, οι οποίες είτε διατηρούνται είτε χάνονται. Διατηρώντας και τον δεύτερο άξονα επέκτασης, την οδό Πειραιώς, που ακτινοβολεί από την πλατεία Όθωνος, ενώ διατηρεί την κατεύθυνση της προς τον Πειραιά, την τερματίζει προσωρινά στην πλατεία Ευεργετών (Κόμβος Γ – τρίτο σημείο που ορίζει το τρίγωνο) και των νέων Ανακτόρων, συνεχίζοντας την πορεία της έξω από τα όρια της περιφερειακής οδού που περικλείει την πόλη. Η τοποθέτηση και τα σχέδια που έκανε για τα νέα ανάκτορα, δείχνουν ότι ο αρχιτέκτονας «επικεντρώθηκε περισσότερο σε αυτό το κομμάτι σχεδιασμού παρά στην υπόλοιπη πολεοδομική μελέτη».188 Αξίζει να σημειωθεί ότι χάνεται κάποιου είδους ανοιχτός δημόσιος χώρος, κοντά στη διασταύρωση της μεσοκαθέτου οδού Νίκης με αυτή της Ερμού, ο οποίος θα μπορούσε να υποδηλώνει κάποια μετάβαση της παλαιάς ή νέας πόλης, στο ιστορικό μνημείο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού και γενικά στην έκταση που καλύπτει η σπουδαία Ρωμαϊκή Αγορά. Το μόνο που παρατηρούμε είναι μια ελεύθερα σχεδιασμένη κατάληξη της Νίκης, που συναντά το ρωμαϊκό μνημείο, την οποία και θα εξετάσω ως Κόμβο Δ στη συνέχεια. Παραμένοντας στην οδό Νίκης, κάτω από την πλατεία Όθωνος, διατηρείται μια εκδοχή (κάτοψης) του αρχικού σχεδίου των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, παρ’ όλα αυτά αρκετά παραλλαγμένη. Από βορρά προς νότο, η Νίκης διχοτομεί τον κήπο του λαού, του οποίου στο κέντρο τοποθετούνται τα Λουτρά (Κόμβος Ε1), την σαφώς μικρότερη Εμπορική Αγορά με σχετικό κήπο εντός αυτής (Κόμβος Ε2)189 και την ημικυκλική πλατεία (Κόμβος Στ) που εντάσσεται πλέον στη ζώνη της παλαιάς πόλης και αποτελεί μεταβατική επισήμανση. Από το ορθογώνιο πλαίσιο των βουλεβαρίων του πρώτου σχεδίου, ο Κλέντσε διατηρεί μόνο το νοτιοδυτικό τμήμα, το οποίο βαφτίζει “Μακρά Στοά” σε ανάμνηση της αρχαίας Αθήνας190. Αυτό το στοιχείο, σχήματος “L” αποτελείται από παρόδιες στοές με δώματα από πάνω. Όπως μπορεί κανείς να παρατηρήσει, αυτή η λεωφόρος δεν αποτελεί στοιχείο συνοχής μεταξύ παλαιάς και νέας πόλης αλλά διαχωρισμού. Ο διαχωρισμός ενισχύεται μέσω της παράλληλης στη Φειδίου, οδού Αριστοφάνους, η οποία συνδέεται με το νότιο
187
Παρασυρόμενος από αντιλήψεις περί οχυρωμένων πόλεων του 18ου αιώνος, έκρινε ότι το Σχέδιο Κλεάνθους και Σάουμπερτ, άφηνε εκτεθειμένη την πόλη σε εχθρικές επιδρομές, επειδή είχε πολλές εξόδους προς πάσαν κατεύθυνση. Εκτός από τη Σταδίου, αγνόησε, τόσο του Φάληρου όσο και της Ιεράς Οδού κατεύθυνση. - περιληπτική απόδοση από το βιβλίο, Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σσ. 38-39 188 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 163 189 Με παρόμοια λογική με αυτή που περιγράφω στην παραπομπή 10, ο Κόμβος Ε της Εμπορικής Αγοράς των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, αντιστοιχεί σε θέση με τους Κόμβους Ε1 και Ε2 των Δημοσίων Λουτρών (μαζί με τον κήπο του λαού) και της Εμπορικής Αγοράς του Κλέντσε αντίστοιχα. 190 Η “Μακρά Στοά”, κτήριο και όχι οδός τη αρχαίας πόλεως ήταν φιλολογικώς γνωστή. - Κορρές Μανόλης, [2010], “Οι πρώτοι χάρτες της πόλεως των Αθηνών”, Αθήνα, Μέλισσα, σ. 36
81
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε τμήμα της “Μακράς Στοάς”, και καταλήγει στα ανατολικά σε μια ημικυκλικό κόμβο, την πλατεία Πλάτωνος (Κόμβος Β2). Η πλατεία αυτή βρίσκεται κοντά και συνδέεται άμεσα με την προαναφερθείσα πλατεία Θουκυδίδου (Κόμβος Β1). Προχωρώντας, σε αντίστοιχη θέση με αυτή των δυο πρώτων συντακτών, παραμένει μια ενδιάμεση πλατεία επί της οδού Φειδίου, την οποία ονόμασε πλατεία Αισχύλου (Κόμβος Ζ), και η μία από τις δυο στο ενδιάμεσο της οδού Πειραιώς, πλατεία Λουδοβίκου (Κόμβος Η). Η δεύτερη της οδού Πειραιώς (Κόμβος Θ), μετασχηματίζεται σε μεγάλο βαθμό και μετατρέπεται σε μια μικρότερη πλατεία σε μορφή ακαλύπτου χώρου ενός οικοδομικού μπλοκ. Η σύνδεση των Κόμβων Ζ και Η πλέον δεν είναι άμεση. Παράλληλα, τοποθετείται άλλος ένας μικρός κόμβος-πλατεία (Κόμβος Ι) επί της οδού Πειραιώς, στην οποία τοποθετείται το κτήριο της αστυνομίας. Μεταξύ των ουσιαστικότερων κινήσεων του Κλέντσε, αποτελεί η δημιουργία μιας παράλληλης στην Φειδίου, οδού, της γνωστής μέχρι και σήμερα Πανεπιστημίου. Εφαπτομενικά σε αυτή, ο αρχιτέκτονας τοποθετεί ένα πολιτιστικό συγκρότημα, την “ αθηναϊκή τριλογία” (Κόμβος Ια) όπως αλλιώς ονομάζεται, των κτηρίων της Ακαδημίας, του Πανεπιστημίου και της Βιβλιοθήκης. Ο κόμβος αυτό συνδέεται απευθείας με την πλατεία Αισχύλου (Κόμβος Ζ). Με κάπως αυθαίρετο τρόπο σαν αυτόν της δημιουργίας του προηγούμενου κόμβου, ο Κλέντσε συνεχίζει να κατανέμει δημόσιους χώρους και κτήρια στον ιστό της πόλης.191 Πολλοί από τους κόμβους-πλατείες που εξετάζονται εν συνεχεία, είναι αποτέλεσμα τυχαίας τοποθέτησης τους στο χώρο (Κόμβοι ιβ, ιγ, ιδ, ιστ) Αυτή η κίνηση του μπορεί να οφείλεται στην εγγενή αντίφαση περί τάξης και αταξίας, που θέλει να πετύχει μέσω μιας “οργανικά” αναπτυσσόμενης πόλης.192 Με παρόμοιο τρόπο με αυτόν των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, ο Κλέντσε δημιουργεί ένα περιφερειακό περιμετρικό βουλεβάριο που περικλείει τη σχεδιαζόμενη νέα και παλαιά πόλη. Αυτό το στατικό σύνορο «εξοπλίζεται» με ένα σύνολο προσβάσεων193 και με φυτεμένες τάφρους και φράκτες δίπλα στις δεντροστοιχίες του βουλεβαρίου.
191
-
Παραδοχή και από συγγραφέα περί αυθαίρετης διανομής δημοσίων χώρων και κτηρίων στην πόλη
ό.π., σ. 170
192
Συνδυαστική σκέψη του συντάκτη της ερευνητικής σε συνάρτηση με αυτή του συγγραφέως - ό.π., σ. 172 193 Εξαιτίας της περιφερειακής οδού, διακόπηκαν σημαντικοί δρόμοι του πρώτου σχεδίου που συνέδεαν την έξω πόλη με το κέντρο. Στις προσβάσεις που αναφέρω προβλέπονται τέσσερις συνολικά Πύλες, σε ισάριθμες κατευθύνσεις. Προς Πειραιά, Σεπόλια, Πατήσια κατ’ επέκταση της οδού Νίκης και Μεσόγεια. - περιληπτική απόδοση από το βιβλίο, Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 39
82
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Συνοψίζοντας, το σχέδιο του Λέο φον Κλέντσε για την πόλη της Αθήνας στην ουσία είναι μια πρόταση σταδιακής ανάπλασης της παλαιάς πόλης και αναθεώρησης του σχεδίου της νέας πόλης. Αυτό που ισχυρίζεται ο ίδιος ότι τον ενδιαφέρει είναι η “εξελικτική” θεωρία του για τη δημιουργία της πόλης, με την έναρξη της διαδικασίας ανάπτυξης, και όχι η περιγραφή της τελικής κατάστασης.194 Παράλληλα, ο αρχιτέκτονας σε μερικές των περιπτώσεων κατανέμει ελεύθερα τις διάφορες χρήσεις στην πόλη χωρίς να τις συγκεντρώνει σε επιμέρους κέντρα. Το σύνολο, των κυρίων και δευτερευόντων κόμβων που πλαισιώνουν το αναθεωρημένο όραμα των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη και Σάουμπερτ, και την προσαρμογή αυτού στις βλέψεις του Κλέντσε, θα επιχειρηθεί να εξεταστεί στη συνέχεια. Πολλοί από τους κόμβους που εντοπίζονται αποτελούν μέρος του μετασχηματισμού των αρχικών και δεν θα συσχετίζονται ανάλογα με την πρωταρχική θέση τους στο πρώτο σχέδιο, ενώ άλλοι αποτελούν μέρος της παλαιάς πόλης, και εξετάζονται και αυτοί σαν ανοιχτοί χώροι εκτόνωσης, που δημιουργούνται από τον ακανόνιστο πολεοδομικό ιστό. Αξίζει να αναφέρουμε ότι πολλές από τις προτάσεις του Κλέντσε για την Αθήνα εφαρμόστηκαν τμηματικά και αποτελούν απόγονους σημερινής κατάστασης. (λειτουργία-μορφή (τύπος)). Όπως παρατηρεί ο Παπαγεωργίου-Βενετάς, ο Κλέντσε «δεν αναφέρει επιπλέον στοιχεία για τη χωροθέτηση των δημοσίων κτηρίων του εκτός από το υπόμνημα του σχεδιαγράμματος του. Αναφέρει ότι η κατανομή τους είναι ενδεικτική καθώς θα είναι εύκολο σε ένα τόσο μεγάλο σχέδιο να βρεθεί θέση για το ένα ή το άλλο δημόσιο κτήριο που δεν περιλαμβάνεται στο σχέδιο».195
194
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 168 195 ό.π., σ. 157
83
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Β.5.2 Περιγραφή Κόμβων Κόμβος Α – Πλατεία Όθωνος Στη θέση που κατά το σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ ήταν εγκατεστημένο το διοικητικό κέντρο με το συγκρότημα των ανακτόρων σε κεντρικό σημείο, ο Κλέντσε αλλάζει εντελώς το σχέδιο τους και δημιουργεί την πλατεία Όθωνος. Η κυκλική αυτή πλατεία αποτελεί την κορυφή του τριγώνου που δημιουργείται από τις οδούς Πειραιώς, Φειδίου (Σταδίου) και Ερμού. Η εξέχουσας σημασίας θέση της, σε συνδυασμό με το ότι από αυτή “αναπτύσσονται ακτινωτά” ένα σύνολο οδών, όπως οι δυο πρώτες που αναφέραμε (Πειραιώς, Φειδίου), αλλά και η Νίκης, Αγ. Κωνσταντίνου και Πανεπιστημίου. Με αυτό τον τρόπο καθίσταται κεντρικός κόμβος αποστολής της κίνησης στα σημαντικότερα σημεία της πόλης ,αλλά και έξω από αυτή, και λήψης της από αυτά. Η λειτουργία της αυτή ενισχύεται από το σχήμα της, το οποίο παραπέμπει σε διάταξη κυκλοφοριακών κόμβων (roundabouts). Το γεγονός ότι ο Κλέντσε διατήρησε τις βασικές χαράξεις των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, ακόμα και αν ήταν αναγκασμένος να το κάνει, δίνει και σε αυτό τον κόμβο, χαρακτήρα πλατείας τύπου trivium196 (δες Κόμβο Α του πρώτου σχεδίου, σελ. ..). Αξιοσημείωτο είναι ότι αυτή παραπέμπει όπως είχαμε αναφέρει σε κεντροευρωπαϊκές διατάξεις πόλεων, στις “πόλεις του Βορρά” όπως θα έλεγε ο Κλέντσε. Αν και αυτός ο «μηχανισμός δεν έχει ακριβές παράδειγμα στην αρχαιότητα ή στα Μεσαιωνικά χρόνια, σχετίζεται με τη λιγότερο ή περισσότερο κανονική διασταύρωση-Υ, η οποία ήταν κοινή σε οργανικά σχέδια, και στην άνιση σύγκλιση δρόμων σε κρίσιμα σημεία σαν πύλες της πόλης».197 Ο τύπος “spindleform”, αφορά μεσαιωνικές τοιχισμένες πόλεις, στις οποίες οι οδοί που είναι παράλληλοι στον κεντρικό άξονα της πόλης θα καμπυλωθούν ελαφρώς, στα δυο τερματικά σημεία και θα συναντήσουν αυτόν τον άξονα στις τερματικές πύλες. Ο στόχος που γίνεται αυτό είναι για να συγκροτηθεί ο αριθμός εισόδων της πόλης.198 Συσχετίζω την περίπτωση αυτού του κόμβου με το παράδειγμα του “spindleform”, καθώς πηγές σχετικές με τον
196 197
Δες ορισμό trivium παραπομπή 103 , σελ. 48
Spiro Kostof, [1991], “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, Bullfinch Press, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 1999, σ. 235 198 Στις περισσότερες μεσαιωνικές νέες πόλεις, όταν υπάρχει το τείχος, αυτό αγκαλιάζει στενά τη σχεδιασμένη περιοχή, για να ελαττώσει τα κόστη της εξόντωσης, που η άμυνα διατρέχει. Η δομή της πόλης συγκεντρώνεται σε ένα ορθολογικά σχεδιασμένο κέντρο, γύρω από την πλατεία και απλώνεται προς τα έξω, μέχρι να συναντήσει τις τειχισμένες άκρες (edges), τα παραμορφωμένα μπλοκ, τα οποία ταιριάζουν με τον “πομεριακό” χώρο (pomerium: θρησκευτικό όριο γύρω από τη Ρώμη και από τις πόλεις που έλεγχε η Ρώμη – ιερός ανοιχτός χώρο πίσω από τα τείχη). Μερικές φορές, οι οδοί που είναι παράλληλοι, θα καμπυλωθούν ελαφρώς, στα δυο τερματικά σημεία και θα συναντήσουν αυτόν τον άξονα στις τερματικές πύλες. Σχετικό παράδειγμα η πόλη Culemborg της Ολλανδίας, - Spiro Kostof, [1991], “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, Bullfinch Press, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 1999, σ. 139
84
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κλέντσε, αναφέρουν την επιρροή του από αντιλήψεις199 περί οχυρωμένων πόλεων 18ου αιώνα. Στο σχέδιο για την Αθήνα, πλησίον της πλατείας Όθωνος, στην βόρεια επέκταση του άξονα της Νίκης, δημιουργεί μία από αυτές τις πύλες που οδηγούν έξω από την πόλη (προς τα Πατήσια), και ο τρόπος που το εφαρμόζει παραπέμπει στην παραπάνω μορφή. Η αξία της ενισχύεται με τη υποδοχή στο κέντρο της, του ιερού Ναού του Σωτήρος, ο οποίος θα αποτελέσει τη νέα Μητρόπολη των Αθηνών. Η επιφάνεια που καταλαμβάνει ο ναός αυτός και το μέγεθος του είναι επιβλητικό σε σχέση με την πλατεία, αλλά φανερά μικρότερου μεγέθους από αυτό του προηγούμενου σχεδίου. Αποτελεί σημείο καταληκτικής θέας από τους βασικούς άξονες του σχεδίου και το μέτωπο του έχει πρόσωπο στην οδό Νίκης στη μεριά της παλαιάς πόλης. Περιμετρικά περιβάλλεται από σύνθετα οικοδομικά τετράγωνα τα οποία στο ισόγειο τους έχουν στοά. Ο Κλέντσε στεγάζει στα δυο νότια από αυτά, Σχολεία και Γυμνάσια (στο αριστερό όπως το βλέπουμε στην εικόνα) και την Επισκοπή και Αγία Σύνοδο (στα δεξιά). Η νέα χρήση που δίνεται σε αυτό τον κόμβο, κατά κύριο λόγο ο μητροπολιτικός ναός του Σωτήρος, λαμβάνει πλέον το βάρος της μετωπικής τοποθέτησης και αντιπαράθεσης με τον αρχαίο λόφο. Και επειδή η συγκεκριμένη χρήση αφορά το νέο θρησκευτικό σύμβολο της πόλης (χριστιανικό), συνακόλουθο είναι να συνδιαλέγεται με το αρχαίο σύμβολο αυτής, την Ακρόπολη. Με αυτό τον τρόπο, ενισχύεται το κύρος και η αξία της Εκκλησίας, για την πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Ο τρόπος με τον οποίο έχει επιλυθεί η δομή της συγκεκριμένης πλατείας, την καθιστά ένα κρίσιμο σημείο συγκέντρωσης για την πόλη. Η θρησκευτική της χρήση συνδυάζεται με την κυκλοφοριακή, αλλά και την εκπαιδευτική. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλατεία αποτελεί πρόδρομο της πλατείας Ομονοίας. Κόμβος Β – Διοικητικόν Κέντρο – Πλατεία Ευεργετών Μια νέα πρόταση για το Διοικητικό κέντρο της πόλης και τα Ανάκτορα του βασιλέα Όθωνα κάνει ο Λέο φον Κλέντσε, τοποθετώντας τα στα υψώματα του Αγίου Αθανασίου, στη δυτική πλάγια κατωφέρεια του λόφου των Νυμφών.200 Παράλληλα, η θέση αυτή ανήκει
199
Ο Κλέντσε έκρινε ότι το σχέδιο του Κλεάνθη και Σάουμπερτ άφηνε εκτεθειμένη την πόλη σε εχθρικές επιδρομές, διότι είχε πολλές εξόδους προς πάσα κατεύθυνση. Κάτι που τον ανάγκασε να στρέψει οδούς (όπως τη Σταδίου) και να δημιουργήσει μια περιφερειακή οδό προβλέποντας τέσσερις πύλες. Μια από αυτές έχει θέση, λίγο βορειότερα και ακριβώς από πάνω από την πλατεία Όθωνος. - Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σσ. 38-39 200 Στη βορειοδυτική πλευρά παρά την οποία πρότεινε ο Κλέντσε να τοποθετηθούν τα Ανάκτορα και το Διοικητικό Κέντρο, είχαν εγκατασταθεί ήδη Φαναριώτες (μεταξύ του Θησείου και του λόφου των Νυμφών), μεταξύ των οποίων ο πρόξενος της Ρωσίας Ι. Παπαρηγόπουλος και ο πρόξενος της Αυστρίας Γεώργιος Χριστιανός Γκρόπιος. - Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 36
85
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε στην ευρύτερη περιοχή του αρχαίου νεκροταφείου του Κεραμεικού, στην οποία αναφέρθηκα στο προηγούμενο σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, σχετικά με την πλατεία Κέκροπος (Κόμβος Β, σελ. ..). Σε αυτή την περίπτωση, ο Βαυαρός αρχιτέκτονας, δεν έδωσε σημασία στην ιστορική μνήμη της περιοχής, και ακολούθησε το δικό του διακαή πόθο και όραμα, για μια πόλη κτισμένη σε λόφους. Μόνο που επειδή δεν του δινόταν η ευκαιρία να πραγματοποιήσει συνολικά αυτή του την επιθυμία201, επιχείρησε να την εφαρμόσει εν μέρει, τοποθετώντας τα ανάκτορα στη θέση αυτή και διατάσσοντας τα βαθμιδωτά σε διάφορα αναχώματα στις δυτικές κλιτύες του λόφου των Νυμφών202, ώστε να προβάλλουν με φόντο την Ακρόπολη, που τη βλέπουμε από τη δυτική πλευρά και του Θησείου. Μέσω της κίνησης αυτής ο Κλέντσε μεριμνά για την απόλυτη απομόνωση των Ανακτόρων, τους εξασφαλίζει τη γοητεία του τοπίου, άμεση πρόσβαση προς την Ακρόπολη και απομόνωση από την τύρβη της ζωής της πόλης.203 Παράλληλα, δίνει έμφαση στο υγιεινό περιβάλλον στο οποίο θα διαμένει η βασιλική οικογένεια. Ο εξεταζόμενος κόμβος εστιάζει στην πλατεία Ευεργετών. Ο αρχιτέκτονας την αφιερώνει στους μονάρχες που δημιούργησαν τη νέα Ελλάδα και της προσδίδει ένα ορθογώνιο μακρόστενο σχήμα με μια επιβλητική ράμπα πρόσβασης τοποθετημένη εφαπτομενικά με μέτωπο το λόφο. Η πλατεία αυτή αποτελεί μέρος της οδού Πειραιώς η οποία λίγο πιο μετά καταλήγει στη βασιλική Πύλη και συνεχίζει έξω από την πόλη με κατεύθυνση τον Πειραιά. Στην ουσία στο σημείο που η Πειραιώς εισέρχεται στο συγκρότημα του Διοικητικού κέντρου, υφίσταται μια διαπλάτυνση και μετατρέπεται σε ένα ευρύ ανοιχτό χώρο υποδοχής και θέασης προς τα βασιλικά ανάκτορα. Στον μακρόστενο αυτό χώρο που έχει ένα σύνολο θεάσεων προς της Ακρόπολη στα αριστερά, προς τα ανάκτορα, ένα άγαλμα προς τιμή της θεάς Αθηνάς και τον βασιλικό κήπο (24,5 εκταρίων)204 πίσω από αυτά μετωπικά, και προς τον λόφο των Νυμφών πιο πίσω, τοποθετούνται στις δυο μικρότερες πλευρές της δυο
201
Επικεντρωμένος κυρίως στο σχεδιασμό των ανακτόρων παρά στις λεπτομέρειες σχεδιασμού της πόλης, περιορίζει τις μορφολογικές του αρχές σε ένα μόνο τμήμα του συνολικού σχεδίου. - Άποψη συγγραφέα Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετά, σσ. 161 & 163 202 Ο κήπος αυτός θα κάλυπτε μεγαλύτερη επιφάνεια από ότι ο κήπος του αρχικού σχεδίου, αλλά ως ρομαντική διαμόρφωση τοπίου σε ανώμαλο έδαφος. Περιελάμβανε επίσης εκτεταμένες περιοχές καλυμμένες με θάμνους και χλόη και λίγα μεγάλα παρτέρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό το πραγματοποίησε σε αντίθεση με την επιθυμία του να διασφαλίσει μια εκτεταμένη ζώνη ανασκαφών βόρεια και δυτικά της Ακρόπολης - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 29 & 163 203 ό.π.. 162 204
Ο κήπος των ανακτόρων κόβεται απότομα από την περίφραξη που τον περιβάλει. Μια αυθαίρετα τραβηγμένη τεθλασμένη γραμμή που αγνοεί την τοπογραφία του εδάφους. - ό.π.. 173
86
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε κτήρια. Πρώτον, το κτήριο της Γερουσίας με πρόσωπο κτήρια των Υπουργιών (εκτός πλατείας) στην είσοδο του συγκρότημα και την πλατεία, και το κτήριο της Βουλής με πρόσωπο μια δεύτερη σειρά Υπουργειών από την άλλη πλευρά. Κατευθυνόμενος κάποιος προς τους αναβαθμούς πάνω στους οποίους διατάσσει τα ανάκτορα και λίγο πιο χαμηλά τους στάβλους και τα αμαξοστάσια, θα πρέπει να ανέβει την μεγαλοπρεπή ράμπα που βρίσκεται μπροστά από την πλατεία Ευεργετών. Ένας ακόμα δρόμος, η οδός Μεσολογγίας, η οποία φαίνεται να καταλαμβάνει μεγάλο πλάτος, ίδιο σαν αυτό της Νίκης, ξεκινάει από τη μέση της μεγάλης πλευράς του ορθογώνιου εξεταζόμενου κόμβου, και ενώνει απευθείας το Διοικητικό κέντρο με το Στρατιωτικό (Κόμβος ιστ), που αποτελείται από τα κτήρια του Στρατώνα του ιππικού και του Στρατώνα του πεζικού. Η οδός αυτή καταλήγει προς μία ακόμα πύλη στην περιφερειακή οδό και συνεχίζει επίσης έξω από την πόλη με κατεύθυνση την Ελευσίνα (σαν οδός προς την Ελευσίνα). Δύο τελευταίες οδοί, που συγκλίνουν στην πλατεία-υποδοχή, διέρχονται σε αυτή περιμετρικά του συγκροτήματος. Η μία είναι η οδός Μαραθώνος η οποία είναι η συνέχεια της οδού Ερμού που υφίσταται στρέβλωση στο σημείο συνάντησης της με τα όρια του οικοπέδου του Διοικητικού κέντρου και η άλλη η οδός Άπτυλου, που διατρέχει τα δυτικά όρια του οικοπέδου, οδηγώντας στον βασιλικό κήπο. Η τοποθέτηση της πλατείας και του συνόλου των κτηρίων που πλαισιώνουν τα Ανάκτορα και τη Διοίκηση της πρωτευούσης αποτελεί μέρος της πρόθεσης του αρχιτέκτονα να διατάξει ελεύθερα όλα αυτά τα στοιχεία, με μια στοιχειώδη ιεραρχία. Φαίνεται ότι γοητεύτηκε από την ελεύθερη διάταξη των κτισμάτων της Ακρόπολης, σε συνδυασμό με τη θέα αυτής, ιδίως από τα δυτικά.205 Το συγκρότημα «απολαμβάνει το διπλό πλεονέκτημα, να βρίσκεται συγχρόνως και μέσα στην πόλη και μέσα σε κήπο»206, όπως επίσης και να έχει πανοραμική άποψη σε όλα τα σημεία του ορίζοντα, και παράλληλα να είναι, το ίδιο, σε επιβλητική θέση και ανοιχτό σε θέαση από όλα τα κεντρικότερα σημεία της πόλης.
205
Αναφερόμενος στην ελεύθερη σύνθεση των κτηριακών όγκων και τη “γραφική” τοποθέτηση του ενός σε σχέση με το άλλο. Αν και το ένα αποτελεί αρχαίο περίβολο (Ακρόπολη) και το άλλο σύγχρονο ανάκτορο του μονάρχη, η διάταξη των κτηριακών όγκων είναι συγγενής. - ό.π., σσ. 162-163 206 ό.π., σ. 157
87
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος Γ1 – Πλατεία Θουκυδίδου Νοτιοανατολικά, στο σημείο που οι πρώτοι συντάκτες του σχεδίου τοποθετούσαν την πλατεία Μουσών μαζί με το Πνευματικό κέντρο της πόλης, ο Κλέντσε δημιουργεί μια αρκετά μικρότερη, την πλατεία Θουκυδίδου. Στην ευρύτερη αυτή περιοχή, στην οποία είχαμε αναφέρει την ύπαρξη της της Μεσογείτικης πόρτας του τείχους του Χασεκή και της αρχαίας κρήνης της Μπουμπουνίστρας (δες σελ. ..), ο Κλέντσε είχε εκφράσει ταυτόχρονα τον εντυπωσιασμό του για την τοποθεσία, αλλά και την έκπληξη του σχετικά με το γεγονός ότι σε ένα τόσο ανώμαλο έδαφος οι προηγούμενοι αρχιτέκτονες είχαν φανταστεί μια τόσο ακατάλληλη διάταξη, αναφερόμενος στην ακτινωτή διάταξη που αναπτύσσεται μέσω της πλατείας Μουσών 207. Σαν αντιπρόταση, αρχικά ο Κλέντσε διαφοροποιεί το σύστημα δόμησης του συνολικού ανατολικού τμήματος από το δυτικό, χρησιμοποιώντας το “πανταχόθεν ελεύθερο” πάνω σε έναν μεταβαλλόμενο ορθογωνικό κάναβο, τοποθετώντας επαύλεις με κήπους, διατεταγμένες “γραφικά” κατά τον χαρακτηριστικό τρόπο των “πόλεων του Νότου”.208 Μέρος του συστήματος αυτού αποτελεί η εξεταζόμενη περίπτωση. Η μορφή της πλατείας Θουκυδίδου είναι αποτέλεσμα προσθετικής παράθεσης ενός κυκλικού σχήματος πάνω σε ένα ορθογωνικό.209 Στο ημικυκλικό εξόγκωμα που δημιουργείται μέσω της προηγούμενης διαδικασίας τοποθετείται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, κατέχοντας θέση κεντρική στον συνολικό αυτό ανοιχτό χώρο. Περιμετρικά δεν προβλέπονται ούτε δημόσια κτήρια με χρήσεις που αφορούν τη λειτουργία της πόλης, ούτε κάποια στοά στο ισόγειο. Παρ’ όλα αυτά τα δυο παραγόμενα οικοδομικά τετράγωνα με τις καμπύλες όψεις και με θέα προς την εκκλησία, ιδανικά θα έπρεπε να αποκτήσουν κάποια δημόσια και αρχιτεκτονική υπόσταση. Αξιοσημείωτος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο εξεταζόμενος κόμβος σχηματίζεται και τελικά καταλήγει να είναι ένα ακόμα trivium210, μέσα στην πόλη. Καταρχήν, η πλατεία γεννιέται στη διασταύρωση των οδών Φειδίου και Ερμού, με τέτοιο τρόπο ώστε να στρεβλώσει την πρώτη, αλλάζοντας την πρωταρχική της κατεύθυνση προς το Στάδιο. Ο κόμβος αυτός
207
ό.π., σσ. 58-60
208
Αντίθετα, στο δυτικό τμήμα της πόλης, χρησιμοποιεί το συνεχές σύστημα δόμησης με “συναπτόμενα αστικά σπίτια” ύψους τριών έως τεσσάρων ορόφων. - ό.π., σ. 169 209 Ουσιαστικά, η σκέψη του ότι παρατίθεται ένας κύκλος πάνω σε ένα ορθογώνιο, και όχι το αντίστροφο, προέρχεται από το σχεδιαζόμενο σύστημα δόμησης το οποίο αποτελείται κατά βάση από ορθογωνικά και πολυγωνικά σχήματα οικοδομικών τετραγώνων. 210 Δες ορισμό trivium παραπομπή 103 , σελ. 48
88
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε θεωρητικά, λειτουργεί σαν άρθρωση της Φειδίου με στόχο αυτή να καμφθεί211, δημιουργώντας έτσι τη συνέχεια της, την οδό Λυσίου, η οποία είναι συμμετρική ως προς τον άξονα της Ερμού. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, είναι η πλατεία Θουκυδίδου να αποκτά διάταξη τύπου trivium, της οποίας κεντρική περόνη είναι η οδός Ερμού και οι δυο ακτινωτές εκατέρωθεν της, η Φειδίου και Λυσίου. Το σύνολο των οδών που συγκλίνουν στον ανοιχτό αυτό δημόσιο χώρο, παράλληλα αποστέλλουν την κίνηση μέσα στην πόλη, σε άλλους βασικούς δημόσιους χώρους, αλλά και έξω από αυτή. Συγκεκριμένα, προς βορρά με κατεύθυνση την πλατεία Όθωνος, και προς δύση μέσω της οδού Ερμού, με κατεύθυνση την παλαιά πόλη και το συγκρότημα του διοικητικού κέντρου συναντώντας ακόμα μια πλατεία πλησίον του, την ημικυκλική πλατεία Πλάτωνος (Κόμβος Γ2), την οποία θα εξετάσουμε αργότερα. Τέλος, προς ανατολή, μέσω της προέκτασης του άξονα της Ερμού, με κατεύθυνση τα Μεσόγεια (έξω από την πόλη), συναντά την τρίτη πύλη (κατά σειρά μελέτης των Κόμβων), που βρίσκεται πάνω στην περιφερειακή οδό της πόλης (Κόμβος ιζ). Το γεγονός ότι η τοπογραφία της ανατολικής αυτής περιοχής, αφορά ένα εξαιρετικά ανώμαλο ανάγλυφο εδάφους, ανάγκασε τον Κλέντσε σε μια πιο προσεκτική ρυμοτόμηση, προσδίδοντας μικρή έκταση στην πλατεία Θουκυδίδου σε σχέση με τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Κόμβος Γ2 – Πλατεία Πλάτωνος – Δυτική Πύλη στην παλαιά πόλη Πλησίον της πλατείας Θουκυδίδου και συγκεκριμένα, δυτικότερα επί της οδού Ερμού, ο Κλέντσε δημιουργεί ακόμα μια πλατεία σε αρκετά μικρή απόσταση από την προηγούμενη. Την ονομάζει πλατεία Πλάτωνος, και την τοποθετεί στα όρια της νέας με την παλαιά πόλη. Η μορφή της έχει προκύψει από την συγχώνευση δυο ημικυκλικών σχημάτων διαφορετικών διαστάσεων βάση μιας ευθύγραμμης οδού που οριοθετεί την παλιά από την νέα πόλη. Στην μεν πρώτη εισχωρεί το μικρό ημικυκλικό σχήμα και στην άλλη το μεγάλο. Στο κοινό κέντρο τους τοποθετείται ένας χώρος που αντιστοιχεί για την τοποθέτηση μνημείων και πιδάκων, βάση υπομνήματος του σχεδίου. Και σε αυτή την περίπτωση, όπως και στην πλατεία Όθωνος, ο Κλέντσε δεν προορίζει δημόσιας χρήσης κτήρια περιμετρικά του κόμβου, αν και ο ανοιχτός χώρος ελεύθερης θέασης της πλατείας, σε συνδυασμό με τις καμπύλες όψεις των οικοδομικών τετραγώνων, υποθέτουμε ότι ιδανικά θα υποδεχόταν κάποιου είδους ιδιαίτερη αρχιτεκτονική επίλυση.
211
Στην ανατολική δε πλευρά δύναται να παρατηρήσει κανείς ότι με την θλάση της οδού Σταδίου σώθηκε από τη ρυμοτόμηση το περιβόλι το οποίο είχε έξω από το τείχος παρά τη Μπουμπουνίστρα, ο συνταγματάρχης Γεώργιος Φίνλεϋ. - Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 36
89
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Μπορεί κανείς να υποθέσει, ότι ο εξεταζόμενος κόμβος αποτελεί μια επισήμανση μετάβασης στα δυτικά, από τη νέα στην παλιά πόλη, λειτουργώντας εννοιολογικά σαν πύλη. Ουσιαστικά, σχηματίζεται μια εσοχή στην παλαιά πόλη κατά μήκος της Ερμού, που υποδέχεται και καλεί τον κόσμο να εισέλθει εντός της. Πέρα από το σχήμα του κόμβου, οι δρόμοι που συγκλίνουν σε αυτή φαίνεται να προκύπτουν από μια γεωμετρική τάξη της δομής του οδικού δικτύου. Πιο συγκεκριμένα, σε αυτή καταλήγει η χάραξη-σύνορο (της παλαιάς και νέας πόλης), οδός Αριστοφάνους, η οποία είναι παράλληλη στην οδό Φειδίου. Η οδός Διογένους, είναι κάθετη στην Αριστοφάνους και η Έπνωνος στην Λυσίου, όντας και οι τέσσερις μέρος του ορθογωνικού κανάβου στο ανατολικό τμήμα της πόλης. Στο συνολικό σχέδιο παρατηρούμε ότι βάσει όλων των προαναφερθεισών οδικών γεωμετριών, η πλατεία Πλάτωνος είναι η τρίτη κατά σειρά πλατεία τύπου trivium212, έχοντας σαν κεντρική περόνη τον άξονα της οδού Ερμού κατευθυνόμενη προς την ανατολή, και εκατέρωθεν του, τις δυο ακτινωτές, Διογένους και Έπνωνος (αποτελώντας παράλληλα μέρος του κανάβου). Επίσης, όπως προαναφέρθηκε και στον προηγούμενο Κόμβο Γ2, οι δυο αυτοί κόμβοι παρατίθενται μετωπικά ο ένας στον άλλον, σαν να αλληλοσυμπληρώνονται. Η ευρύτερη εικόνα της πλατείας αυτής, σε συνδυασμό με αυτή του Πλάτωνος, δίνει την αίσθηση μιας συνολικής γεωμετρικά επιλυμένης δομής. Ο Κλέντσε σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιεί ένα σύνολο ευθύγραμμων οδών διαφορετικών διευθύνσεων που ακτινοβολούν από τις δυο πλατείες του, πάνω σε ένα ανώμαλο ανάγλυφο εδάφους. Όμως αυτό αποτελεί επίλυση, με την οποία εναντιώνεται, μέσω της κριτικής που ο ίδιος ο αρχιτέκτονας άσκησε στους προηγούμενους εκπονητές του σχεδίου, για την πλατεία Μουσών (Δες σελ. ..). Πιθανός Κόμβος Δ – Χώρος γύρω από τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού Η ευρεία οδός Νίκης τερματίζεται λίγα μέτρα μετά τη διασταύρωση της με την Ερμού, στο σημείο που βρισκόταν από τη ρωμαϊκή εποχή η Βιβλιοθήκη του Αδριανού. Μαζί με αυτή τερματίζεται και το υπόλοιπο ρυμοτομικό δίκτυο.213 Όπως είχε αναφερθεί και στη μελέτη του προηγούμενου σχεδίου, η ευρύτερη αυτή περιοχή που αντιστοιχεί στο σημερινό Μοναστηράκι και Πλάκα από τα ρωμαϊκά χρόνια μέχρι και την απελευθέρωση, συγκεντρώνει το κύριο εμπορικό τμήμα και την κύρια κοινωνική ζωή της πόλης (δες αναλυτικότερα σελ. ..).
212
Δες ορισμό trivium παραπομπή 103 , σελ .Επέκτεινε 48 την οδό Νίκης μέχρι την Ρωμαϊκή Αγορά οπού τερμάτισε εκεί το ρυμοτομικό δίκτυο. - Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 36 213
90
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Αντίθετα, με τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ οι οποίοι είχαν δημιουργήσει μια ημικυκλική πλατεία (δες Κόμβο Δ, σελ. ..) ελάχιστα βορειότερα του σχετικού αρχαιολογικού μνημείου, ο Κλέντσε επιλέγει να μην προσδιορίσει την είσοδο στην αρχαιολογική περιοχή της Πλάκας μέσω κάποιου σχηματικού κόμβου, αλλά μέσω της αρχαίας βιβλιοθήκης που ίδρυσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός το 132 μ. Χ. Βέβαια η οδός Νίκης με κατεύθυνση από το βορρά στο νότο, εκβάλλει χωρίς να δημιουργείται πλατεία στο τζαμί του Τζισδαράκη, του οποίου η παρουσία διακόπτει τη συνέχεια του δρόμου.214 Ο κόμβος, αυτός εξετάζεται σαν ανοιχτός αστικός χώρος που σχηματίζεται μέσω της επικάλυψης του ήδη υπάρχοντος ακανόνιστου δικτύου της παλαιάς πόλης (στο οποίο διατηρείται το προαναφερθέν τζαμί και νοτιότερα η Βιβλιοθήκη του Αδριανού), από την ρυμοτόμηση της οδού Νίκης. Η συγκεκριμένη οδός κατευθυνόμενη προς το νότο έχει πρόσωπο το σχετικό τζαμί, πιο πίσω το περίστυλο με κίονες της Βιβλιοθήκης και σε προοπτική θέα το τοπίο του λόφου της Ακρόπολης.215 Στην ουσία, κόμβο εδώ αποτελεί το μέτωπο των οικοδομικών τετραγώνων της παλαιάς πόλης που περιβάλλει το σημείο αναφοράς, δηλαδή το αρχαίο μνημείο (διαστάσεων 100x70 μέτρων), και που σε αυτό το σχηματιζόμενο περικλειόμενο σχήμα συγκλίνουν έξι ήδη υπάρχοντα γραφικά μονοπάτια της παλαιάς πόλης και δυο ευθύγραμμα της νέας (η Νίκης, και η Ποσειδώνος). Η είσοδος στον εξεταζόμενο δημόσιο χώρο, σηματοδοτεί την εισαγωγή στη σε μια εκτεταμένη ζώνη συντήρησης παλαιών ελληνικών μνημάτων αλλά και χριστιανικών και τουρκικών. Στην ευρύτερη αυτή περιοχή του κάτω (βορεινού) τμήματος της πόλης, ο Κλέντσε απέρριψε την γενικευμένη ευθυγράμμιση των οδών που πρότειναν οι πρώτοι συντάκτες και διατήρησε μόνο τέσσερις από τις σπουδαιότερες διανοίξεις, όπως αυτής της Ερμού, της κάθετης σε αυτή οδό Νίκης, καθώς και άλλων δυο παραλλήλων στην οδό Νίκης από βορρά προς νότο.216 Κόμβος Ε1 – Δημόσια λουτρά μέσα στο Κήπος του Λαού Νοτιότερα από την πλατεία Όθωνος, και των οικοδομικών τετραγώνων που στεγάζουν Σχολεία και Γυμνάσια και επί της οδού Νίκης. τοποθετείται ο κήπος του λαού, με δημόσια λουτρά στο εσωτερικό του. Ο Κλέντσε εγκαταλείπει τον προβλεπόμενο αρχικό συνδυασμό του κήπου του λαού με τα κτήρια της εμπορικής αγοράς (δες Κόμβο Ε, σελ. ..)
214
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 166 215 Αξίζει να σημειώσω σε αυτό το σημείο ότι η οδός Νίκης, ήδη από το σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ (που ονομαζόταν Αθηνάς), σαν χάραξη είχε κατάληξη τα Προπύλαια της Ακρόπολης. 216 Ερχόμενος ο Κλέντσε αντιμέτωπος με την αυθαίρετη δόμηση και τη μη τήρηση του αρχικού σχεδίου, θεώρησε υπερβολική την τάση ευθυγράμμισης του οδικού δικτύου της παλαιάς πόλης των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, καθώς υποστήριξε ότι αυτές μειώνουν τη γραφικότητα και τη μνήμη της προϋπάρχουσας αυτής περιοχής. - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σσ. 156-157
91
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε προτείνοντας την παραθετική διάταξη του κήπου του λαού στον βορρά και της αγοράς (Κόμβος Ε2) στον νότο.217 Αν και θεωρεί υπερβολική την έκταση που καταλάμβανε ο προηγούμενος συνδυασμός των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, ο αρχιτέκτονας διατηρεί την ορθογωνική διάταξη του, αλλά την κομματιάζει στα δυο. Στην περίπτωση του κήπου του λαού, ενώ διατηρεί την ορθογωνική διάταξη, αντιστρέφει το δομημένο με το αδόμητο. Εν ολίγοις, περιμετρικά τοποθετεί τον κήπο (το αδόμητο), σχηματίζοντας διάφορα διαγώνια μονοπάτια προς τις τέσσερις γωνίες του, το καθένα από τα οποία διακλαδίζεται σε επιμέρους δυο, παρέχοντας προσβάσεις και από τις δυο εκάστοτε πλευρές του ορθογωνίου. Δεν είναι σαφής η πρόθεση της τελευταίας κίνησης του αρχιτέκτονα, για το αν ήθελε να δημιουργήσει επιπλέον προσβάσεις ή δεν ήθελε να δημιουργήσει οξείες γωνίες218 στα τεμαχισμένα πάρκα του. Παράλληλα, μέσω αυτού δημιουργούνται τέσσερα μονώροφα περίπτερα στις τέσσερις ισάριθμες γωνίες του ορθογωνίου συγκροτήματος. Το συνολικό σχήμα του κήπου διχοτομείται και τις τέσσερις πλευρές του. Η δε οδός Νίκης αποτελεί την κεντρική πρόσβαση στο εσωτερικό του, έχοντας πλάτος 21 μέτρα. Αποτέλεσμα όλων αυτών των διαδικασιών που υφίσταται ο κήπος είναι το γεωμετρικό τεμάχισμα του, σε πολυάριθμα επιμέρους μικρά πάρκα φυτεύσεων. Στο εσωτερικό του προαναφερθέντα κήπου, τοποθετεί τα δημόσια λουτρά της πόλης σχηματίζοντας εκατέρωθεν της οδού Νίκης, δυο πανομοιότυπα κτήρια τύπου “Τ”. Αξιοσημείωτο είναι ότι στη μεταξύ τους απόσταση και στο κέντρο του συνολικού συγκροτήματος, ο αρχιτέκτονας σχεδιάζει μια τετραγωνικού σχήματος διακοσμητική δεξαμενή λουτρών (διαστάσεων 50x50 μέτρα), η οποία διακόπτει την ευθύγραμμη πορεία της οδού Νίκης αναγκάζοντας τους διερχόμενους να κινηθούν περιμετρικά. Στο σύνολο επικρατεί η αίσθηση ενός μεγάλου ανοιχτού φυτεμένου χώρου εντός του οποίου εισάγεται το στοιχείο του νερού, συνδυασμένο με δυο κτήρια δημόσια χρήσης (λουτρά). Απευθείας, οι όψεις των περιμετρικών οικοδομικών τετραγώνων του συγκροτήματος είναι έτοιμες να υποδεχθούν την ιδιαίτερες αρχιτεκτονικές λύσεις της αθηναϊκής πολυκατοικίας. Το συγκρότημα αυτό, λαμβάνει κατά κύριο λόγο ιδιότητες πάρκου αναψυχής στην καρδιά της πόλης.
217
ό.π., σ. 171
218
Ο Κλέντσε είχε επανειλημμένα εναντιωθεί στις οξείες γωνίες που δημιουργούνται στις γεωμετρικές συνθέσεις των “πόλεων του Βορρά”. Αυτό διαφαίνεται και στο βιβλίο του Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετά, «αυτή η ιδέα επέφερε το χειρότερο κακό που μπορεί να βασανίσει ένα αρχιτέκτονα στο σχέδιο, δηλαδή έναν μεγάλο αριθμό από τρίγωνα και οξείες γωνίες.. [..] θεωρώντας τις το αληθινά αποτρόπαιο στην αρχιτεκτονική» - ό.π., σ. 57
92
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος Ε2 – Εμπορική Αγορά Συνεχίζοντας επί της οδού Νίκης και κάτωθεν του Κόμβου Ε1 τον οποίο εξετάσαμε προηγουμένως, ο Κλέντσε τοποθετεί την Εμπορική Αγορά. Το διαχωρισμένο, από τον κήπο του λαού, τμήμα της αγοράς, χωροθετείται άνωθεν από τα βόρεια όρια της νέας από την παλαιά πόλη. Όπως ο Κλέντσε αναφέρει, «στη θέση της τεράστιας αγοράς διατάσσω ένα μικρότερο κτήριο ίδιου τύπου»219. Όπως γίνεται αντιληπτό από το σχέδιο του, η Εμπορική Αγορά αποτελεί μια μικρογραφία της επιβλητικής αγοράς των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, με μόνη διαφορά ότι το ορθογώνιο σχήμα της έχει στραφεί ενενήντα μοίρες, με την οδό Νίκης να τη διχοτομεί στο μέσον της μεγάλων της πλευρών. Το περιμετρικό κτηριακό συγκρότημα της αγοράς, εκτός από την κεντρική πρόσβαση της οδού Νίκης, δέχεται δυο ακόμα μικρότερου πλάτους προσβάσεις σε κάθε μια από τις τέσσερις πλευρές της, οι οποίες τεμαχίζουν το κτήριο σε επιμέρους σχήματα (τέσσερα τετράγωνα στις γωνίες, και έξι ορθογώνια στις τέσσερις πλευρές). Παράλληλα, η γεωμετρική οργάνωση συνεχίζεται στον κήπο εντός της αγοράς, με σχεδιασμένες εσωτερικές αξονικές διασταυρώσεις μονοπατιών. Σε αυτές δημιουργούνται κυκλικοί σχηματισμοί που διακόπτουν τη συνέχεια της γραμμικής πορείας τους πορείας, μέσα στην οποία τοποθετούνται εμπόδια παρατήρησης, αναγκάζοντας τον επισκέπτη να κινηθεί περιμετρικά από αυτά. Η εσωτερική περίμετρος εντός του κήπου, διατηρεί τις στοές στο ισόγειο. Η συνολική δομή του κόμβου, διατηρεί τα ευρωπαϊκά πρότυπα που καθόριζαν την Εμπορική αγορά των πρώτων συντακτών, με μόνη διαφορά την μικρότερη κλίμακα που πλέον αυτή σχεδιάζεται. (δες σελ..)
219
ό.π., σ. 157
93
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΣΤ – Ημικυκλικός Κόμβος επί της οδού Νίκης – Βόρεια Πύλη στην παλαιά πόλη Ακόμα πιο κάτω από την Εμπορική Αγορά, διατηρείται σε σχετική θέση και με παρόμοιο τρόπο το ημικυκλικό τμήμα της πλατείας που προέβλεπαν οι Κλεάνθης και Σάουμπερτ (Κόμβος Στ). Το ημικυκλικό σχήμα της βρίσκεται εντός της παλαιάς πόλης σαν εσοχή σε αυτή, και ακριβώς κάτωθεν της “Μακράς Στοάς”220, την οποία δημιούργησε ο Κλέντσε, έναντι των βουλεβαρίων. Αυτός ο δρόμος, εκτός των άλλων αποτελεί όριο μεταξύ νέας και παλαιάς πόλης, γεγονός το οποίο με ωθεί να παρομοιάσω εννοιολογικά τον εξεταζόμενο κόμβο σαν βόρεια πύλη, μετάβαση από το νέο στο παλαιό. Ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνεται η εσοχή αυτή, είναι σαν να προσκαλεί τον περιπλανώμενο να εισέλθει στη γραφική παλαιά πόλη. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως στο σχέδιο των Κλεάνθη και οι σχηματιζόμενες καμπύλες όψεις των οικοδομικών τετραγώνων, εστιάζουν τη θέα τους στην Εμπορική Αγορά. Το ίδιο συμβαίνει και για όποιον κατευθύνεται μέσω της Νίκης προς τον βορρά (άνοιγμα οπτικής). Εξακολουθεί και λειτουργεί με την έννοια της εξέδρας, όπως είχε αναφερθεί το πρώτο σχέδιο. (δες σελ. ..). Τέλος, ο ανοιχτός αυτός χώρος, φυτεύεται με ενδιάμεσα παρτέρια.
220
Δες παραπομπή 190
94
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος Ζ – Πλατεία Αισχύλου – Πολιτιστική Συνέχεια Η θέση της πλατείας Αισχύλου, είναι στο ενδιάμεσο της απόστασης από την πλατεία Όθωνος μέχρι και την πλατεία Θουκυδίδου, επί της οδού Φειδίου. Ο Κλέντσε διατηρεί τόσο την θέση όσο και τον τύπο της πλατείας (δες Κόμβο Ζ, σελ. ..), που εμπνεύστηκαν ο Κλεάνθης και Σάουμπερτ για την νεοσύστατη πρωτεύουσα. Το σχήμα της πλατείας παραμένει ορθογώνιο τοποθετημένο εφαπτομενικά της οδού Φειδίου. Παράλληλα, διατηρεί το κτήριο του Θεάτρου τοποθετημένο εντός της πλατείας, συνοδευόμενο από δυο μεγάλων διαστάσεων δέντρα, με μια στοιχειώδη, όμως, αλλαγή (σε σχέση με το πρώτο σχέδιο) που επισημαίνει ως βασική προϋπόθεση στη δημιουργία τέτοιου τύπου πλατειών. Θα πρέπει κανείς «να αποφύγει να τοποθετεί τα δημόσια κτήρια διαγωνίως προς τις πλευρές των πλατειών»221, κριτικάροντας έτσι έντονα την επιλογή των προηγούμενων συντακτών. Ο ίδιος «διορθώνει» αυτό τους το λάθος και τοποθετεί το κτήριο του παράλληλα με τις πλευρές της πλατείας Αισχύλου. Επίσης, δεν προβλέπει, ή τουλάχιστον προσωρινά, τη δημιουργία άλλων δημοσίων κτηρίων περιμετρικά τους ανοιχτού αυτού χώρου. Τον δημόσιο χώρο του Θεάτρου, προσεγγίζουν παράλληλα στις δυο ακμές τους οι οδοί, Φειδίου και Αριστοφάνους. Επίσης, η αντικαταστάτρια του νοτίου βουλεβαρίου των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, Μακρά Στοά συγκλίνει σε αυτόν από τη δυτική γωνία. Η πλατεία αποκτά άμεση επικοινωνία στο βορρά με το νέο πνευματικό κέντρο της Αθήνας στο οποίο θα αναφερθούμε αργότερα (Κόμβος Ια) μέσω της ευρείας (21 μέτρα) και σύντομης, φυτεμένης με δεντροστοιχίες, οδού Σοφοκλέους, που ξεκινά από το μέσον της μίας της πλευράς. Αξίζει να σημειωθεί πως η νοτιότερη ακμή της, αποτελεί μέρος των βορειοδυτικών ορίων της παλαιάς πόλης. Σαν αποτέλεσμα, η πλατεία αποτελεί μια ένδειξη μετάβασης από την νέα πόλη (στην οποία και χωροθετείται), στην παλαιά μέσω ενός στενού ευθύγραμμου μονοπατιού που εισχωρεί στο εσωτερικό της. Η μετωπική παράθεση, αλλά και άμεση επικοινωνία του Θεάτρου με το νέο Πνευματικό Κέντρο (“Αθηναϊκή Τριλογία”), δημιουργεί μια πολιτιστική συνέχεια και ενότητα, η οποία είναι πιο ξεκάθαρη από αυτή των Κλεάνθη και Σάουμπερτ.
221
Ήταν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του σχεδίου του, για τα οποία όρισε Οικοδομική Επιτροπή, έτσι ώστε να μη θιχτούν, όταν και θα έφευγε οριστικά από την Αθήνα. - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 160
95
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος Η - Πλατεία Λουδοβίκου Η πλατεία Λουδοβίκου, τοποθετείται σε ενδιάμεσο σημείο της οδού Πειραιώς που συνδέει την πλατεία Ευεργετών του Διοικητικού κέντρου στον Κεραμεικό με την πλατεία Όθωνος, εφαπτομενικά σε αυτή. Σε σχέση με το σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ καταλαμβάνει μια ενδιάμεση έκταση μεταξύ της πλατείας του Χρηματιστηρίου (δες Κόμβο Η, σελ. ..) και της προηγούμενης αντίστοιχης πλατείας Λουδοβίκου (δες Κόμβο Θ, σελ. ..), γέρνοντας περισσότερο προς τη θέση της πρώτης. Ο τύπος και οι χρήσεις του συγκεκριμένου κόμβου έχουν αρκετές ομοιότητες με τις προαναφερθέντες δυο των πρώτων συντακτών, αλλά και αρκετούς μετασχηματισμούς και επαναπροσδιορισμούς. Η μορφή της πλατείας είναι αποτέλεσμα μιας προσθετικής παράθεσης ενός κύκλου σε ένα ορθογώνιο σχήμα. Παρόλα αυτά στη συνολική εικόνα του υπερισχύει το ορθογώνιο. Στην τοποθέτηση των δημοσίων κτηρίων - που αφορούν κατά κύριο λόγο δημόσιες υπηρεσίες για την πόλη - εντός και περιμετρικά της πλατείας συμπεραίνουμε ότι ακολουθεί μια μίξη των στοιχείων των δυο πλατειών του Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Πρώτον, διατηρεί την καθολική εκκλησία εντός της πλατείας Λουδοβίκου με τη διαφορά ότι αυτή λαμβάνει θέση στο πίσω μέρος της πλατείας, εκεί που πρόσθεσε την ημικυκλική εσοχή στο αρχικό ορθογώνιο σχήμα, διαμορφώνοντας κάποιου είδους αυλή για την εκκλησία. Δεύτερον, περιμετρικά της πλατείας τοποθετεί το Ταχυδρομείον και μετωπικά από αυτό, στην απέναντι πλευρά, τις Φυλακές της πόλης. Και τα δυο δημόσια αυτά κτήρια, ελαττώνονται σε εμβαδόν σε σχέση με τα πρώτα και αποκτούν ιδιαίτερα δυσδιάστατα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Μέρος της κύριας προς την πλατεία όψης, εισβάλει στον δημόσιο χώρο της, με στόχο να διαφοροποιηθεί από τα υπόλοιπα, δημιουργώντας παράλληλα μια τελετουργική πύλη-πρόσβαση σε αυτά222. Το δε Ταχυδρομείον, διατηρεί την ιδέα της εμπρόσθιας και οπίσθιας όψης (Κόμβος Θ) που είχε και στο πρώτο σχέδιο για την Αθήνα, αλλά με εντελώς διαφορετική επίλυση. Καθώς, ο Κλέντσε απορρίπτει την δεύτερη παράπλευρη ορθογώνια πλατεία, θεωρώντας την περιττή και ακατάλληλη, διατηρώντας μόνο τη μία. Το κτήριο των Φυλακών αν και ακατάλληλο κατά την άποψη μου σε μια τέτοια πλατεία έχει στρατηγική θέση, σε σχέση με το κτήριο της Αστυνομίας που βρίσκεται βορειότερα πλησίον της. Αξίζει να σημειωθεί πως το βουλευτήριον έχει μεταφερθεί ολόκληρο στο διοικητικό κέντρο. Πρόσθετα, η πλατεία διακοσμείται με συστάδες δέντρων και στις τέσσερις γωνίες του διαφαινόμενου ορθογωνίου. Τον δημόσιο χώρο της πλατείας προσεγγίζουν τέσσερις οδοί από τις τέσσερις ακμές του ορθογωνίου. Η πιο βασική είναι η οδός Πειραιώς, ενώ η παράλληλη της, οδός Μιλτιάδου εκβάλλει στην Καθολική εκκλησία αναγκάζοντας τον πεζό να κινηθεί περιμετρικά της.
222
Μιλώντας για τέτοιου είδους προσβάσεις κτηρίων ο Krier στο κεφάλαιο “Προσβάσεις και Πύλες”, αναφέρει: «η πύλη σηματοδοτεί τη μετάβαση από το δημόσιο εξωτερικό προς τον ιδιωτικό εσωτερικό. Είναι ένα στοιχείο αυτό-παρουσίασης ενός κτηρίου». - Rob Krier, [1983], “Elements of Architecture”, Academy Editions, London, σ. 69
96
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Στις υπόλοιπες δυο παράλληλες και κάθετες στις προηγούμενες δυο (μέρος του ορθογωνικού κανάβου), αξίζει να αναφερθούμε ξανά στις εξοχές των κτηρίων του Ταχυδρομείου και των Φυλακών, τα οποία παρεμβαίνουν στην οπτική του ματιού που τις διασχίζει, επισημαίνοντας την ύπαρξή τους. Προσθέτως, όπως και η προηγούμενη πλατεία Αισχύλου, έτσι και αυτή αποτελεί ένδειξη μετάβασης από τη νέα στην παλαιά πόλη, η οποία και επιτυγχάνεται μέσω των τελευταίων δυο παραλλήλων που αναφέρθηκαν (οδών Κέκροπος και Παύλου). Στη συνέχεια, θα γίνει αντιληπτή η σύνδεση της προκείμενης πλατείας με ένα σύνολο μικρότερων πλατειών δορυφόρων που αποτελούν μέρος και της νέας αλλά και της παλαιάς πόλης (Κόμβοι Θ, Ι, κβ, κγ). Κόμβος Θ – Αυλή Ταχυδρομείου Όπως προαναφέρθηκε ο Κλέντσε απορρίπτει την ιδέα των παράπλευρων ορθογωνικών πλατειών Χρηματιστηρίου και Λουδοβίκου διατηρώντας μόνο τη μία (πλατεία Λουδοβίκου, Κόμβος Η). Στο όπισθεν μέρος του κτηρίου του Ταχυδρομείου δημιουργεί μια πλατεία-αυλή, σε θέση παραπλήσια της πρώην πλατείας Λουδοβίκου αλλά αισθητά διαφορετικής χρήσης. Η τετραγωνική αυτή πλατεία έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Εξαιτίας της θέσης της και του μεγέθους της μπορεί να ταυτιστεί με “ακάλυπτο χώρο” ενός οικοδομικού τετραγώνου. Σε αυτή την περίπτωση είναι εμφανής αυτή της η ιδιότητα, όπως επίσης και η χρηστικότητα της σαν αυλή του Ταχυδρομείου ή και των υπολοίπων μπλοκ, από την οποία εισέρχονται εργαζόμενοι χρήστες ή κάτοικοι. Ακόμα, ένα στοιχείο που υποστηρίζει αυτή την υπόθεση είναι η μία και μοναδική μικρού πλάτους δίοδος στη εξεταζόμενη πλατεία. Ο κλειστός αυτός αστικός δημόσιος χώρος αποτελεί μέρος της σχεδιαστικής σκέψης του Κλέντσε περί κάλλους τέτοιων γραφικών και στενών χώρων, που ενδυναμώνουν τους δεσμούς κατοίκων της γειτονιάς.
97
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος Ι – Αστυνομία επί της οδού Πειραιώς Μια ακόμα πλατεία τοποθετεί ο Κλέντσε πλησίον της Λουδοβίκου και συγκεκριμένα λίγο βορειοανατολικότερα, επί της οδού Πειραιώς. Η πλατεία αυτή συνδέεται και με την Μακρά στοά, την οδό περιπάτου σχήματος “L”, που αντικαθιστά τα βουλεβάρια των πρώτων συντακτών. Το σχήμα της πλατείας είναι τριγωνικό, και προκύπτει με τη βοήθεια του των βασικών αξόνων του ρυμοτομικού δικτύου. Το τρίγωνο τοποθετείται εφαπτομενικά στην οδό Πειραιώς. Εντός της πλατείας, χωροθετείται ένα κτήριο συνέχεια των δημοσίων Υπηρεσιών του κόμβου Η, αυτό της αστυνομικής διεύθυνσης. Η υπηρεσία αυτή όπως είχαμε αναφέρει, σαν θέση συνεργάζεται με τις φυλακές που βρίσκονται στην πλατεία Λουδοβίκου. Το κτήριο έχει σύνθετο σχήμα και τοποθετείται παράλληλα στις πλευρές της τριγωνικής πλατείας. Η κύρια όψη του είναι παράλληλη με την Πειραιώς. Περιμετρικά της δεν φαίνεται να προβλέπονται άλλες δημόσιες χρήσεις. Ο δημόσιος χώρος της πλατείας συνδέεται απευθείας με τα βασικότερα σημεία και οδούς του δυτικού τμήματος της πόλης. Εκτός από την Πειραιώς και τη Μακρά Στοά, σε αυτή συγκλίνουν άλλες δυο οδοί, η οδός Κόδρου και Ερεχθέως. Η πρώτη την προσεγγίζει από το μέσον της υποτείνουσας του τριγωνικού σχήματος της, καταλήγοντας στην είσοδο του κτηρίου της αστυνομίας. Από την πίσω μεριά του κτηρίου, η οδός Κόδρου συνεχίζει ως Μακρά Στοά για να περιβάλει το βόρειο όριο της παλαιάς πόλης. Η δεύτερη προσεγγίζει την πλατεία από τη βορειοανατολική γωνία της και κάνει άμεση τη σύνδεση της τόσο με τα λουτρά και τους κήπους τους όσο και με την Εμπορική Αγορά (αποτελεί ενδιάμεση οδό αυτών των δυο). Η πλατεία αυτή της αστυνομικής διεύθυνσης, αποτελεί μια συνέχεια της ποικιλίας σχημάτων και μεγεθών δημοσίων χώρων που κατανέμει ο Κλέντσε στην πόλη. Ειδικά στο δυτικό τμήμα, η πρόθεση αυτή είναι ακόμα πιο εμφανής.
98
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙA – “Αθηναϊκή Τριλογία” - Πολιτιστικό Κέντρο Ο κόμβος αυτός ο οποίος εισάγεται στο σχέδιο για την Αθήνα είναι αμιγής αποκλειστική πρόταση του Κλέντσε, χωρίς να αποτελεί μέρος κάποιας μετάλλαξης του πρώτου, και αποκτά κεντρική σημασία για την πόλη. Το νέο Πολιτιστικό κέντρο τοποθετείται έκκεντρα στις βόρειες παρυφές της πόλης, σαν να δημιουργείται ένα ημικυκλικό εξόγκωμα στα γραμμικά όρια της περιφερειακής οδού, που την περικλείει. Το στοιχείο που εξετάζεται εδώ σαν κόμβος είναι το εμπρόσθιο προαύλιο (με φυτεύσεις) του πολιτιστικού συγκροτήματος. Το σχήμα του είναι ορθογώνιο και τοποθετείται εφαπτομενικά στην περιφερειακή οδό (αργότερα ονομάστηκε οδός Πανεπιστημίου) όπως και όλο το σύμπλεγμα των κτηρίων223. Το εξεταζόμενο προαύλιο λειτουργεί σαν πρόσβαση στο κεντρικό κτήριο της Βιβλιοθήκης, το οποίο και έχει υποχωρήσει βορειότερα σε σχέση με τα εκατέρωθεν του κτήρια της Ακαδημίας και του Πανεπιστημίου. Οι όψεις των δυο τελευταίων κτηρίων του συγκροτήματος έχουν πρόσωπο στην περιφερειακή οδό και πιθανώς και πρόσβαση από αυτή, αλλά υπάρχει περίπτωση να διαθέτουν προσβάσεις και από τις πλάγιες όψεις τους εντός του προαυλίου. Στο πίσω μέρος της “αθηναϊκής τριλογίας”, όπως και ονομάστηκε στη συνέχεια, προβλέπεται ο κήπος της, χωρισμένος σε θεματικά πάρκα φυτεύσεων. Ενδιαφέρουσα παρατήρηση αποτελεί το γεγονός ότι οι οδοί που προσεγγίζουν το προαύλιο και κατ’ επέκταση το πολιτιστικό κέντρο, δηλαδή η περιφερειακή οδός και η μικρού μήκους οδός Σοφοκλέους, είναι επανδρωμένες με δεντροστοιχίες και προσφέρονται για περίπατο. Η μόνη που συγκλίνει στον εν λόγω κόμβο και τον συνδέει παράλληλα με τη «πολιτιστική συνέχεια» της πλατείας Αισχύλου με το Δημοτικό Θέατρο τοποθετημένο στο εσωτερικό της είναι η Σοφοκλέους. Η απομόνωση του συγκροτήματος αυτού από την πόλη, φαίνεται ότι ήταν συνειδητή κίνηση από τον αρχιτέκτονα, καθώς αντί να το χωροθετήσει με κάποιο τρόπο εντός των γραμμικών ορίων της πόλης, το τοποθετεί εκτός της (δηλ. εκτός της περιφερειακής οδού). Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι πρόθεση του ήταν, οι πνευματικές διεργασίες που θα λάβουν χώρα στους χώρους αυτούς, να είναι σε μια αποσυμφορημένη περιοχή μακριά από τους καθημερινούς ήχους του κέντρου της πόλης, που προκαλούν απόσπαση της συγκέντρωσης των σπουδαστών, σε σημείο με έντονο το στοιχείο της βλάστησης.
223
διατάσσει εδώ τρία κτήρια – τα κτήρια της Ακαδημίας, του Πανεπιστημίου και της Βιβλιοθήκης – με τις κατόψεις τους σε σχήμα “Π” – πρότυπο την πλατεία Koenigsplatz στο Μόναχο - Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 172
99
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΒ - Αγορά Η θέση της αγοράς αυτής βρίσκεται κοντά στις βόρειες παρυφές της πόλης, πλησίον της πλατείας Όθωνος και ανάμεσα στην οδό Φειδίου και την περιφερειακή. Εξετάζω σαν κόμβο, τον εσωτερικό ανοιχτό χώρο της, που παράλληλα αποτελεί διαπλατύνση της οδού Παναίνου. Τα δύο μετωπικά κτήρια της αγοράς, σχήματος “Π”, καταλαμβάνουν χώρο από δυο παράπλευρα οικοδομικά τετράγωνα της πόλης. Τέτοιου είδους διαπλατύνσεις οδών με στόχο τη δημιουργία αγοράς, παρατηρήθηκε και αναφέρθηκε στη πρώτη ενότητα στο κεφάλαιο “Ιστορική προσέγγιση της διασταύρωσης..”, στο παράδειγμα της “Rechteckplatz”, «αυτή η πλατεία-αγορά επεκτεινόταν μερικές φορές κάθετα στην κατεύθυνση των κύριων δρόμων του γραμμικού κανάβου δημιουργώντας μια ευρεία γραμμική πλατεία-οδό» (δες σελ. 9). Εδώ παρόμοια τεχνική έχει χρησιμοποιηθεί για μια αρκετά μικρότερη αγορά. Η αγορά είναι ορθογωνίου σχήματος και μέσω της προαναφερθείσας τεθλασμένης οδού Παναίνου, συνδέεται με τον κήπο του λαού και τα λουτρά (Κόμβος Ε1). Παράλληλα, πρόκειται για μια αγορά η οποία δεν είναι απομακρυσμένη από την κεντρική Εμπορική Αγορά (Κόμβος Ε2), και απευθύνεται, κυρίως στο ανατολικό τμήμα της πόλης με σύστημα δόμησης, τον μεταβαλλόμενο ορθογωνικό κάναβο, στο οποίο διατάσσονται επαύλεις με κήπους.224
224
Δες παραπομπή 190
100
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΓ – Ποικίλη Στοά – Ζωγραφική Έκθεση Μια νέα πλατεία χαράσσεται στα δυτικά της πλατείας Όθωνος και κοντά σε αυτή. Είναι τοποθετημένη εφαπτομενικά στην οδό Θεμιστοκλέους, πλάτους 10 μέτρων, η οποία είναι πρόγονος της σημερινής Αγ. Κωσταντίνου, παράλληλη στις βόρειες παρυφές της πόλης, και η κίνησή της πηγάζει από την πλατεία Όθωνος. Το σχήμα της είναι πολυγωνικό και δύσκολα αναγνωρίσιμο για το πώς προέκυψε. Χαρακτηριστικά, ο Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετάς αναφέρει για την πλατεία ότι, τη «διάταξη της, τη χαρακτηρίζει παντελής έλλειψη φαντασίας και δυσνόητες μορφολογικές εκκεντρικότητες».225 Στην πραγματικότητα, είναι ένα αποτέλεσμα του βασικού συστήματος μεταβαλλόμενου ορθογωνίου πλέγματος του δυτικού τμήματος της πόλης αναπτυσσόμενο βάση της οδού Πειραιώς, συνδυασμένο με ένα νέο, βασισμένο στη νέα χάραξη της οδού Θεμιστοκλέους προς βορρά. Ο Κλέντσε εκμεταλλεύεται αυτή τη μίξη και την «αρχή της ποικιλίας» που διέπει τους δημόσιους χώρους του σχεδίου του και δημιουργεί αυτήν την πλατεία σύνθετης μορφής. Εντός αυτής προβλέπει, όπως αναγράφει στο υπόμνημα του σχεδίου του μια ανοικτή στοά 30x50 μέτρα που την ονομάζει “Στοά Ποικίλη” και της οποίας η λειτουργία παραμένει ασαφής.226 Παρόλα αυτά αν ανατρέξει κανείς τη μνήμη του στο παρελθόν και τη συνδυάσει με την πρόθεση του αρχιτέκτονα να τηρήσει τις αρχαιοελληνικές αρχές σχεδιασμού, μπορεί να κάνει μια υπόθεση. Η Ποικίλη στοά χρονολογείται ήδη από τα 475-450 π.Χ.. Αποτελούσε ένα κτίσμα με δωρική κιονοστοιχία στη βόρεια πλευρά της Αρχαίας Αγοράς του Θησέα, η οποία φιλοξενούσε περίφημους ζωγραφικούς πίνακες της εποχής.227 Υποθέτω ότι ο αντίστοιχος κόμβος στον οποίο τοποθετεί μια στοά που την ονομάζει Ποικίλη, δεν είναι μόνο μια τιμητική ονομαστική μνήμη αλλά ίσως ένας υπαίθριος ή μη, χώρος ζωγραφικής ή γλυπτικής έκθεσης. Το ορθογωνικό της σχήμα το τοποθετεί εφαπτομενικά στην οδό Θεμιστοκλέους. Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα, παρά τη νότια πλευρά της Αγ. Κωνσταντίνου, στην περιοχή του Γερανιού, διασώζεται ελάχιστο μέρος της εν λόγω πλατείας, μετά την οικοδόμηση επ’ αυτής του ναού του Αγ. Κωνσταντίνου.228
225
Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 175 226 ό.π., σ. 175 227
Στη βόρεια πλευρά .., γνωρίζουμε από πληροφορίες αρχαίων συγγραφέων ότι ευρίσκοντο οι ερμαϊκές στήλες, η στοά των Ερμών και η περίφημος δια τους ζωγραφικούς της πίνακες Ποικίλη στοά. Ήταν διακοσμημένη με πολλά έργα τέχνης ενώ η στοά αυτή ήταν επίσης τόπος διδασκαλίας του φιλοσόφου Ζήνωνος του οποίου η φιλοσοφία αργότερα πήρε το όνομα στωική. - Παρμένα από, Ι. Τραυλός, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005, σ. 64 228 Κώστας Μπίρης, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα, σ. 35
101
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΔ - Πλατεία Τυρταίου Δυτικότερα της πλατείας Όθωνος και πλησίον της Ποικίλης Στοάς, δημιουργείται η πλατεία Τυρταίου. Επίσης, τη συγκεκριμένη πλατεία διαπερνά από βορρά η Μακρά Στοά. Ο δημόσιος αυτός χώρος κυκλικού σχήματος, αποτελεί μια μικρογραφία της πλατείας Όθωνος, αναγνωρίζοντας κανείς εύκολα, για ακόμη μια φορά στο σχέδιο του Κλέντσε, τον χαρακτηριστικό τύπο πλατείας trivium (δες Κόμβο Α του πρώτου σχεδίου, σελ. ..). Η συνολική δομή του πέρα από το ότι ταυτίζεται με κάποιο συγκεκριμένο τύπο, περισσότερο προκύπτει από το συνολικό σύστημα δόμησης, παρά υποκινείται. Η Μακρά Στοά, η οποία την διατρέχει, όχι μόνο αποτελεί την κεντρική περόνη του trivium, αλλά και την εντάσσει σαν τμήμα της, μέσω της μετατροπής της γραμμικής στοάς του δρόμου σε κυκλική και μετά πάλι σε γραμμική, με κατεύθυνση από βορρά προς νότο. Παράλληλα, η πλατεία έχει άμεση σύνδεση με την τριγωνική πλατεία (Κόμβος Ι) που στεγάζει το κτήριο της αστυνομικής διεύθυνσης. Οι δυο ακτινωτές εκατέρωθεν της Μακράς Στοάς, αποτελούν μέρος του δυτικού οικιστικού τμήματος της πόλης.
102
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΕ - Αγορά Μια δεύτερη κατά σειρά δημοτική αγορά, τοποθετείται βορειοδυτικά της πόλης, κοντά στο Στρατιωτικό Κέντρο που θα εξετάσουμε αμέσως μετά (Κόμβος ιστ). Πιθανώς, ανταποκρίνονται στις ανάγκες τόσο των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, όσο και στους στρατιωτικούς που εργάζονται πλησίον της. Ο τύπος του εξεταζόμενου κόμβου είναι πανομοιότυπος με αυτού της προηγούμενης αγοράς (Κόμβος ιβ). Το ορθογώνιο σχήμα εντός του περιβαλλόμενου από δυο κτήρια τύπου “Π”, αποτελεί τον εσωτερικό δημόσιο χώρο της εν λόγω αγοράς. Τα δυο αυτά κτήρια αποτελούν μέρος δυο παράπλευρων οικοδομικών τετραγώνων του οικιστικού δυτικού τμήματος της πόλης. Ο Κλέντσε χωρίζει το δρόμο που στέλνει την κίνηση στο εσωτερικό, σε δυο οδούς, την Αριστείδου δυτικά και Κίμωνος ανατολικά. Αυτή του η κίνηση προκύπτει, εξαιτίας των δυο μικρότερων ορθογωνίων κτηρίων που τοποθετούνται αντίστοιχα στις δυο εισόδους του εσωτερικού ανοιχτού χώρου της αγοράς και παρεμβάλλονται στην πορεία των προαναφερθέντων οδικών αρτηριών.
103
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΣΤ – Στρατιωτικό Κέντρο – Πρώτη Πύλη Στις βορειοδυτικές παρυφές της πόλης, ο Κλέντσε τοποθετεί το Στρατιωτικό κέντρο της πόλης. Το γεγονός ότι αυτό χωροθετείται βορειότερα, πλησίον των στρατώνων ήταν μια στρατηγική σχεδιασμού του αρχιτέκτονα. Εξεταζόμενος κόμβος αποτελεί η γραμμική, ορθογωνική πλατεία, συνέχεια της ευρείας οδού Μεσολογγίας (πλάτους 21 μέτρων) που κάνει άμεση τη σύνδεση μεταξύ Διοικητικού κέντρου στον Κεραμεικό και Στρατιωτικού κέντρου. Το γεγονός που θα μπορούσε να την καταστήσει πλατεία είναι, τόσο το ευρύ πλάτος της οδού Μεσολογγίας, όσο και η παρεμβολή των δυο στρατώνων εκατέρωθεν της διαδρομής που δημιουργεί μια στάση. Η στάση αυτή είναι υποχρεωτική, καθώς η γραμμική πλατεία βρίσκεται σε σημείο εισόδου και εξόδου για τη πόλη. Η συνέχεια της οδού επιτυγχάνεται έξω από την πόλη με κατεύθυνση την Ελευσίνα. Εφαπτομενικά στις μεγάλες πλευρές της στεγάζονται δυο στρατώνες, του Ιππικού στα δυτικά και του πεζικού στα ανατολικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κλέντσε επέλεξε να διαχειριστεί διαφορετικά τη διάταξη του πίσω μέρους των αυλών τους. Το όλο συγκρότημα, εκτός από την κύρια στρατιωτική βάση της πόλης, αποτελεί επίσης την πρώτη κατά σειρά πύλη της περιφερειακής οδού που δημιούργησε ο Κλέντσε για τις αμυντικές ανάγκες της πόλης.
104
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΖ – Ανατολική Πύλη Στα ανατολικά της πόλης, πλησίον της πλατείας Θουκυδίδου και πάνω στο εξωτερικό περιμετρικό βουλεβάριο με δεντροστοιχίες229 (δηλ. περιφερειακή οδό) τοποθετείται μια ακόμα πύλη-πρόσβαση για την πόλη. Ο ημικυκλικός αυτός κόμβος, έχει πρόθεση να υποδεχθεί τον κατευθυνόμενο από τα Μεσόγεια προς το κέντρο της πόλης ή να επισημάνει σε αυτόν που είναι στο κέντρο της πόλης την ανατολική αυτή έξοδο. Επίσης η συνέχεια της οδού Ερμού έξω από την πόλη, οδηγεί σε ακόμα έναν εξωτερικό κόμβο και αμέσως μετά σε μια μεγάλη αγορά με κήπους άγνωστου λόγου ύπαρξης σε εκείνη τη θέση. Περιμετρικά του ημικυκλίου, όπως και κατά μήκος ολόκληρης της περιφερειακής οδού, η γραμμή που ορίζει το εξωτερικό περίγραμμα του βουλεβαρίου με τις δεντροστοιχίες είναι συνδυασμένη με φυτεμένες τάφρους και φράκτες. Κόμβος ΙΗ – Εξωτερικός κόμβος αλλαγής κατεύθυνσης Ανατολικότερα της πύλης που εξετάσαμε προηγουμένως και εκτός των ορίων της πόλης, χωροθετείται ακόμη ένας κόμβος. Ο στρογγυλός αυτός κόμβος ακολουθώντας τις ίδιες ιδιότητες που χαρακτηρίζουν την περιφερειακή οδό (δεντροστοιχίες, φυτεμένες τάφρους και φράκτες), δημιουργείται με σκοπό ο Κλέντσε να στρέψει τη συνέχεια της οδού Ερμού έξω από την περιμετρική οδό της πόλης. Ο νέος μικρότερους πλάτους δρόμος με δεντροστοιχίες δεν έχει μόνο κατεύθυνση τα Μεσόγεια, αλλά και μια εξωτερική αγορά με κήπους η οποία τοποθετείται εφαπτομενικά της.
229
Η δημιουργία του στατικού αυτού ορίου σε συνδυασμό με τις φυτεμένες τάφρους και φράκτες δίπλα στις δεντροστοιχίες του, που περιορίζει την έκταση της πόλης και τη μελλοντική επεκτασιμότητα της, αποτελεί μια άκριτη υιοθέτηση της πρώτης λύσης που έδωσαν οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ, απλά ολίγον παραλλαγμένη. - συνδυασμένη σκέψη του συντάκτη του κειμένου σε συνδυασμό με το βιβλίο, Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 169
105
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος ΙΘ – Βασιλική Πύλη Στο δυτικό τμήμα της πόλης, και συγκεκριμένα λίγο δυτικότερα της πλατείας Ευεργετών και του Διοικητικού κέντρου, τοποθετείται ακόμα μια πύλη-πρόσβαση για την πόλη, η βασιλική, όπως την ονομάζει ο Κλέντσε στο υπόμνημα του. Ο τύπος του εξεταζόμενου κόμβου είναι παρόμοιος με αυτόν της ανατολικής πλευράς, μόνο που εδώ ο ημικυκλικός χώρος είναι αισθητά μικρότερος και εντός του χώρου αυτού τοποθετείται η βασιλική πύλη. Η περίμετρος του σχήματος του παραμένει μέρος της περιφερειακής οδού και κατ’ επέκταση διαθέτει και αυτός δεντροστοιχίες και φυτεμένες τάφρους. Η οδός που οδηγεί έξω από την πόλη είναι η συνέχεια της Πειραιώς με κατεύθυνση την ομώνυμη περιοχή. Κόμβος Κ – Πύλη Βασιλικού Κήπου Παραμένοντας στο δυτικό τμήμα της πόλης και εστιάζοντας λίγο νοτιότερα ο Βαυαρός συντάκτης του σχεδίου δημιουργεί ακόμα μια δευτερεύουσα πύλη στα δυτικά όρια της έκτασης του βασιλικού κήπου που βρίσκεται πίσω από τα ανάκτορα, ο οποίος είχε γίνει αναφορά στην μελέτη του Κόμβου Β. ο βασιλικός κήπος στον οποίο εντάσσεται εκτός των άλλων και ο εξεταζόμενος κόμβος, απλωνόταν πάνω στο λοφώδες έδαφος του λόφου των Νυμφών. Το σχήμα του κόμβου χωροθετείται εντός των ορίων του κήπου230 και είναι ακανόνιστο, καθώς συνιστά αποτέλεσμα των “γραφικών” συγκλίσεων των μονοπατιών του σχεδιασμένου αυτού υπαίθριου χώρου. Εκτός δυο πλατιών μονοπατιών που προέρχονται από το βάθρο των ανακτόρων ακόμα ένα στενότερο το προσεγγίζει ακολουθώντας την γραμμική αυστηρή διάταξη των ορίων του βασιλικού κήπου. Ο κόμβος αυτός καθίσταται πύλη για τον βασιλικό κήπο, καθώς από αυτόν αρχίζει ένας γραμμικός δρόμος εκτός των ορίων του κήπου που αργότερα συνδέεται με την εξωτερική συνέχεια της οδού Πειραιώς. Αυτός ο δρόμος μπορεί να υποθέσει κανείς ότι έχει απότομη κλίση, καθώς ξεκινάει από τις κλιτύες του λόφου των Νυμφών κατευθυνόμενος προς τον Πειραιά. Επίσης, το σημείο σηματοδοτείται από μια πύλη-πρόσβαση.
230
Αξίζει να αναφερθεί ο χώρος του κήπου των ανακτόρων, οριοθετείται απότομα με αυθαίρετες και αυστηρές γραμμικές (τεθλασμένες) χαράξεις, αγνοώντας την τοπογραφία του εδάφους. Μπορώ να υποθέσω ότι η λύση που δίνει ο Κλέντσε για αυτά τα όρια, είναι κατ’ ανάγκην, καθώς όλες οι υπόλοιπες ακμές-περιφερειακές οδοί που οριοθετούν τη πόλη είναι γραμμικές εξαιτίας της γεωμετρικής διάταξης της πόλης. Συνεπώς, λιγότερο αυστηρά όρια ή αλλιώς «γραφικά», που ταιριάζουν με τον τρόπο σκέψης του, μάλλον παραλείπονται για χάρη της συνολικής εικόνας της πόλης. - - συνδυασμένη σκέψη του συντάκτη του κειμένου σε συνδυασμό με το βιβλίο, Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 169
106
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβος KA – Άγιος Γεώργιος του Καρύκη Λίγο ανατολικότερα της πλατείας Αισχύλου, ο Κλέντσε επιλέγει να δημιουργήσει μια μικρή ημικυκλική πλατεία για να διασώσει την εκκλησία του Αγίου Γεώργιου του Καρύκη. Διατηρώντας εν μέρει τη γενικότερη πρόθεση των Κλεάνθη και Σάουμπερτ να περισώσουν όσο το δυνατό περισσότερες βυζαντινές και παλαιοχριστιανικές εκκλησίες μέσα στην πόλη, πράττει κάτι αντίστοιχο στην εξεταζόμενη περίπτωση. Η μικρή αυτή πλατεία, βρίσκεται στα όρια της παλαιάς με τη νέα πόλη, σε ενδιάμεσο σημείο της οδού Αριστοφάνους που ενώνει την πλατεία Αισχύλου με την Πλάτωνος. Κόμβος KB–σταυροδρόμι – δυτική πύλη στην παλαιά πόλη Στα δυτικά της πόλης, επί της οδού Ερμού, δημιουργείται ένα κόμβος, στο σταυροδρόμι της προαναφερθείσας οδού με των Πλαταιεών. Ο ανοιχτός αυτός χώρος, σύνθετου σχήματος με βάση τον κύκλο, σχεδιάζεται από τον αρχιτέκτονα, στα δυτικά σύνορα της νέας πόλης με την παλαιά. Μπορεί να ταυτιστεί εννοιολογικά σαν πύλη με την έννοια της ένδειξης της μετάβασης από τη μια στην άλλη. Ο κόμβος αυτός, κατά βάση σαν σταυροδρόμι, στέλνει την κίνηση σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Είτε εντός της παλαιάς πόλης είτε στον δρόμο περιμετρικά από το διοικητικό κέντρο, είτε στις βορειοδυτικές παρυφές της πόλης, είτε εντός των χώρων αρχαιολογικής ανασκαφής με κατεύθυνση την Ακρόπολη. Κόμβος ΚΓ – Αυλή μιας οικίας Λίγο βορειότερα του προηγούμενου Κόμβου κα, δημιουργείται ένας μικρότερος κόμβος, με στόχο να αναδειχθεί ένα κτήριο-οικία στα όρια της νέας με την παλαιά πόλη. Υποθέτουμε ότι είναι οικία, διότι στον σχετικό Πίνακα ΧΙΙ του βιβλίου του Ι. Τραυλού, δεν αναγράφονται στη σχετική θέση σημάδια ότι πρόκειται για κάποιου είδους εκκλησία. Επίσης, η έκταση του κτίσματος αυτού περιφράσσεται, με διπλό σκοπό. Πρώτον, για να δείξει ότι η έκταση και το περιεχόμενο του εν λόγω κτηρίου είναι ιδιοκτησία κάποιου επιφανούς ιδιώτη και δεύτερον για να αναδειχθεί όχι μόνο το οικοδόμημα αλλά και η αυλή αυτού. Ο κόμβος αυτός είναι σε άμεση σύνδεση με την πλατεία Λουδοβίκου και προσεγγίζεται από τα δυτικά σύνορα της διατηρητέα παλαιάς πόλης.
107
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβοι ΚΔ, ΚΕ – μεγαλύτεροι ανοιχτοί δημόσιοι χώροι στα σύνορα της παλαιάς πόλης Μέσα στο υπάρχον ρυμοτομικό δίκτυο της πόλης, υπάρχουν οι δυο αυτοί κόμβοι εντός της παλαιάς πόλης και κοντά στα όρια αυτής με τη νέα. Ο πρώτος κόμβος βρίσκεται βορειοδυτικά του παλαιού ιστού, κάτωθεν της πλατείας Λουδοβίκου και ο άλλος στα ανατολικά κάτωθεν της πλατείας Πλάτωνος. Η ομαδοποίηση τους, έχει να κάνει τόσο με το μέγεθος τους το οποίο είναι σχετικά παρόμοιο όσο και με το ότι παρεμβάλλεται και στις δυο οδός προερχόμενη από τη νέα πόλη (στην πρώτη η οδός Παύλου, και στη δεύτερη η Λυσίου με την οδό που περικλείει το ιστορικό κέντρο). Στη δε πρώτη ο Κλέντσε, επισημαίνει κάποια κτίσματα άγνωστης χρήσης σε μας. Πιθανολογείται να ναι παλαιές κατοικίες ενδιαφέρουσας αρχιτεκτονικής που έχουν διασωθεί από τη Τουρκοκρατία.
108
Β.5 Σχέδιο Κλέντσε Κόμβοι ΚΣΤ, ΚΖ, ΚΗ, ΚΘ, Λ, ΛΑ – μικρότεροι ανοιχτοί δημόσιοι χώροι εντός της παλαιάς πόλης Ο Κλέντσε ήταν αντίθετος με την ιδέα της εκτεταμένης εξυγίανσης του διατηρούμενου πυρήνα της παλαιάς πόλης, καταφεύγοντας σε μια ενδιάμεση λύση η οποία θα διατηρούσε το status quo231, χρησιμοποιώντας μόνο τις τέσσερις σπουδαιότερες διανοίξεις που προβλέπονταν στο αρχικό σχέδιο.232 Εντός του συντηρημένου παλαιού πυρήνα που φαίνεται στον σχέδιο του Κλέντσε, διατηρείται παράλληλα και ένα σύνολο ανοιχτών δημοσίων χώρων που πιθανώς υπάρχουν ήδη από την περίοδο κατοχής των Τούρκων. Αυτό το σύνολο κόμβων είναι διασπαρμένο μέσα στον γραφικό περιβάλλον της πόλης, με στόχο την, «κατά τόπους» ανακούφιση του πυκνού αυτού ιστού. Οι ανοιχτοί κενοί αυτοί χώροι, δημιουργούνται σε σημεία έντονης σύγκλισης δρόμων ή απλά γραφικών απορροιών του σχεδίου. Τέλος, παρατηρούμε την επισήμανση ορισμένων κτισμάτων από τον Κλέντσε, πλησίον των καταγραμμένων αυτών κόμβων, για τα οποία δεν γίνεται κάπου αναφορά, για το τι μπορεί να είναι. Μπορεί κανείς να υποθέσεις ότι είναι ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της παλαιάς πόλης από τη περίοδο της Τουρκοκρατίας.
231
status quo: μια λατινική φράση που σημαίνει η υπάρχουσα τάξη των πραγμάτων. Το να διατηρήσει το status quo, είναι ο τρόπος με τον οποίο διατηρείς τα πράγματα με τον τρόπο που ήδη παρουσιάζονται. Ή αλλιώς, η υπάρχουσα κατάσταση. με αυτόν τον τρόπο ο Κλέντσε έχει πρόθεση να διατηρήσει τον γραφικό χαρακτήρα του παλαιού ιστού της πόλης της Αθήνας. - παρμένα από διαδίκτυο, http://dictionary.reference.com/status quo 232 Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “ΑΘΗΝΑ, ένα όραμα του Κλασικισμού”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, Β’ Έκδοση 2010, Αθήνα, σ. 169 + δες παραπομπή 39
109
Συμπεράσματα
Συμπεράσματα Η παρούσα ερευνητική, όπως μπορεί να διακρίνει κανείς και από τα περιεχόμενα, επικεντρώθηκε στην κατανόηση της έννοιας του κόμβου μέσα από διάφορες αλληλεξαρτώμενες προσεγγίσεις με σκοπό την ανάδειξη της αξίας του, σαν συστατικό στοιχείο της πόλης. Όπως αποδείχθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης ενότητας, ο προσδιορισμός του όρου “κόμβος”, ξεπερνά την κυκλοφοριακή διάσταση που έχει στην σύγχρονη πολεοδομία και καθημερινότητα. Η κυρίαρχη αιτία είναι το ότι μπορεί να εντάξει και να υποστηρίξει περισσότερες από μια λειτουργίες και δραστηριότητες, πέρα από την κυκλοφοριακή, στηριζόμενος στη θεμελιώδη ιδιότητα του να είναι αποτέλεσμα διασταύρωσης δυο ή περισσοτέρων μονοπατιών. Η έννοια της διασταύρωσης διαθέτει ιστορική διάσταση, καθώς γύρω από αυτή δομήθηκαν και οργανώθηκαν ολόκληρες πόλεις. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο εγκάρσιος ρωμαϊκός άξονας (cardo και decumanus) αποτελεί την αρχετυπική μορφή κόμβου, καθώς κατέχει και συμβολικό χαρακτήρα. Πλησίον της διασταύρωσης αυτής τοποθετούνταν συνήθως το κεντρικό εστιακό σημείο της πόλης (αγορά-forum), στο οποίο συσσωρεύονταν η κοινωνική, πολιτική και εμπορική ζωή όλης της πόλης. Μετέπειτα ο τύπος αυτός επαναπροσδιορίστηκε και μεταλλάχθηκε σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες της κοινωνίας. Αστικές μελέτες της προηγούμενης πεντηκονταετίας έχουν εστιάσει στο ζήτημα του κόμβου και του αστικού χώρου της πόλης. Στόχος ήταν να κατανοηθεί το κατά πόσο είναι αναγνώσιμο το περιβάλλον της για τον χρήστη. Η αναγνωσιμότητα σχετίζεται με την ικανότητα του ανθρώπου να διακρίνει τα βασικά στοιχεία δομής της πόλης με στόχο να κινείται «βρίσκοντας» τον δρόμο του από μόνος του (“way-finding”). Τα στοιχεία αυτά που αποτελούν τις δημόσιες νοητικές εικόνες που συνθέτουν μια συνολική εικόνα και δομή μιας πόλης είναι το μονοπάτι, η περιοχή, η ακμή, ο κόμβος και το τοπόσημο. Όπως τονίστηκε στην εργασία είναι τόσο η οπτική αναγνώριση και διάρθρωση της κάθε μονάδας ξεχωριστά, όσο και η συνολική ενορχήστρωση του συνδυασμού τους που θα προσδώσει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Απομονώνοντας το στοιχείο του κόμβου και εξετάζοντας το σε σχέση με τα υπόλοιπα τέσσερα, καταλήγουμε σε ένα διπλό συμπέρασμα. Πρώτον, αποτελεί μια άρθρωση για τη πόλη, το γρανάζι που θέτει σε λειτουργία τη μηχανή. Δεύτερον, είναι το συστατικό εκείνο που δίνει χαρακτήρα και ταυτότητα σε κάθε ένα από τα υπόλοιπα τέσσερα στοιχεία της εικόνα της πόλης. Τουτέστιν, όταν ένα μονοπάτι οργανώνεται σύμφωνα με μια σειρά κόμβων, τότε σηματοδοτείται σε σχέση με τα άλλα και αποκτά κεντρικό χαρακτήρα και αξία για την πόλη. Ένας κόμβος μπορεί να είναι ο πυρήνας μιας περιοχής και η ταυτότητα της, με στόχο να διαφοροποιείται στο συνολικό σύστημα. Επίσης, είναι ένα στοιχείο το οποίο μπορεί να ενδυναμώσει και να ενισχύσει το διαχωριστικό χαρακτηριστικό των ακμών ή την επιλογή κατευθύνσεων από αυτό προς ορισμένες διαφορετικής ταυτότητας 110
Συμπεράσματα περιοχές. Επιπλέον, συνδυασμός κόμβου και τοποσήμου, δίνει μια παραπάνω αξία στο τελευταίο και είναι ικανός να το καταστήσει σύμβολο. Τα μονοπάτια ή αλλιώς δρόμοι είναι ένα από τα δυο στοιχεία που συνθέτουν τον αστικό χώρο. Το άλλο είναι η πλατεία. Και τα δυο συνδυασμένα κατασκευάζουν κάτι ακόμα πιο δυνατό, τον αστικό κόμβο. Γνωρίζουμε ότι κύριες χρήσεις μιας πόλης, όπως διοικητικές, πολιτισμικές, εμπορικές, υπηρεσιακές, ψυχαγωγικές κλπ. λαμβάνουν χώρα σε αστικούς χώρους της πόλης. Με την κατανομή αυτών των χρήσεων σε έναν αριθμό αστικών κόμβων, οργανώνεται καλύτερα η πόλη και οι κινήσεις των ανθρώπων, ενώ παρέχεται σε αυτούς ένα σύνολο εστιακών σημείων-ενδείξεων. Οι κόμβοι μπορεί να ναι κυκλοφοριακοί οδηγοί της πόλης με τη γενικότερη έννοιά της κυκλοφορίας, και όχι μόνο της συγκοινωνίας. Ακόμα μια σημαντική διάσταση της έννοιας του κόμβου είναι η μορφολογική. Η μορφή ανάγεται σε τύπους βασικών σχημάτων όπως το τετράγωνο, ο κύκλος και το τρίγωνο. Τα σχήματα αυτά μπορούν να μετασχηματιστούν μέσω κάποιων διαδικασιών, έτσι ώστε να παράγουν μια νέα αρχιτεκτονική μορφή, προς όφελος του σχεδιαστή. Η ποικιλία παραλλαγών που μπορεί να δημιουργήσουν αυτοί οι μετασχηματισμοί είναι μεγάλη. Γι’ αυτό και χρειάζεται πολλές φορές να ανατρέχουμε σε ήδη υπάρχουσες μορφολογικές λύσεις τις οποίες μας έχει διδάξει η ιστορία της αρχιτεκτονική, με στόχο να κατανοήσουμε πρώτα την πραγματικότητα και έπειτα να προχωρήσουμε σε επαναπροσδιορισμούς μοντέλων. Ακόμα ένα θέμα υπό συζήτηση είναι η αντιπαράθεση του “οργανικού” και του γεωμετρικού αστικού χώρου, που επηρεάζει άμεσα τόσο τη μορφή όσο και τη δομή των κόμβων. Η κάθε μια από αυτές τις περιπτώσεις έχει τις δικές της αρετές και τις δικές της προβληματικές. Η αστική διαδικασία, η οποία σχετίζεται τόσο με τους ανθρώπους, τους θεσμούς και την κοινωνικοπολιτική κατάσταση, όσο και με τη φυσική μετάλλαξη που επιδρά στο χρόνο, θέτει τις προϋποθέσεις ανάπτυξης μιας αστικής δομής. Ο Κλέντσε θέτει το ζήτημα περί καταλληλότερου αστικού χώρου χωρίζοντας τις δομές των πόλεων, στις γεωμετρικές “πόλεις του Βορρά”, και στις οργανικές “πόλεις του Νότου”. Η σύγκριση αυτών των δυο τύπων θεωρώ πως είναι άνιση, καθώς στη μια περίπτωση επιδρούν παράγοντες που έχουν να κάνουν με ένα βάθος χρόνου, την τοπογραφία του εδάφους και την απρογραμμάτιστη επίδραση του απλού ανθρώπου. Τα αποτελέσματα είναι γραφικές διατάξεις πόλεων, σαν αυτές του μεσαίωνα. Στην άλλη περίπτωση τα δεδομένα είναι πιο ξεκάθαρα. Οι αποφάσεις είναι στιγμιαίες και το έδαφος πιο πεδινό με αποτέλεσμα αυτές να λαμβάνονται από μεμονωμένους θεσμούς. Οι απαιτήσεις σε αυτές τις πόλεις είναι περισσότερες και επιζητούν λύσεις εξαιρετικής λεπτότητας και υψηλής ποιότητας. Όλες αυτές οι προβληματικές, στο επίπεδο της παρούσας ερευνητικής αφορούν τη μορφή των κομβικών σημείων μιας πόλης που πιθανότατα είναι μια συνύπαρξη παλαιάς και νέας. Θεωρώ πως οι ιστορικοί πυρήνες μιας πόλης μαζί με τις ακανόνιστες πλατείες
111
Συμπεράσματα της είναι το διαμάντι της, κάτι που θα πρέπει να διατηρείται ή να συντηρείται σε περίπτωση ανεξέλεγκτης φθοράς. Οι νέες γεωμετρικές δομές σκόπιμο θα ήταν να είναι πρώτα προσεκτικές, σεβόμενες το παλαιό (εάν υπάρχει) και έπειτα σχεδιασμένες με έμφαση στη λεπτομέρεια και στην σαφή διάρθρωση των συστατικών στοιχείων που τις αποτελούν, συμπεριλαμβανομένων των κόμβων. Ασφαλώς στη συνύπαρξη και στη σύνδεση αυτών των δυο μεγάλο ρόλο παίζουν κόμβοι οι οποίοι σηματοδοτούν τη μετάβαση από τη μία αστική δομή στην άλλη. Τέλος, η απόπειρα να ταξινομήσει κανείς τις πλατείες προτιμητέο θα ήταν να βασίζεται στο σχήμα ή στην χρήση αλλά όχι και στα δύο. Η μορφή ενός αστικού χώρου σχετίζεται με τη λειτουργία του και μπορεί να σχεδιαστεί βάση αυτής, αλλά δεν υπάρχει κάποιος κανόνας για το ποια λειτουργία αντιστοιχεί σε κάποια μορφή. Άλλωστε πολλές πλατείες της ιστορίας έχουν υποδεχθεί ένα σύνολο διαφορετικών λειτουργιών στο σχήμα τους, καθώς και ένα σύνολο εφήμερων χρήσεων όπως φεστιβάλ, παρελάσεις, εκδηλώσεις κλπ. Αδιαμφισβήτητα η συμπύκνωση μια χρήσης σε ένα κομβικό σημείο κάνει τη συνολική δομή του χώρου πιο ευανάγνωστη. Αντίστοιχα η κατανομη των κυρίαρχων χρήσεων σε διάφορα εστιακά σημεία της πόλης, κάνει πιο ευανάγνωστη τη συνολική δομή της. Με λίγα λόγια, κόμβος είναι εκεί που πυκνώνονται οι χρήσεις, εκεί που συσσωρεύεται ο κόσμος, ένας τόπος συνάντησης και κοινωνικοποίησης. Ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο του, είναι ότι αυτός προσδίδει ταυτότητα και διάρθρωση στη συνολική δομή της πόλης. Με κυρίαρχη τη παραπάνω παραδοχή, στο δεύτερο κομμάτι της ερευνητικής εξετάσθηκε η περίπτωση των δυο πρώτων σχεδίων της Αθήνας μετά την απελευθέρωση. Η Ελλάδα, κατ΄ επέκταση και η Αθήνα, μετά από μια καταστροφική για τον Ελληνισμό περίοδο, προσπαθεί να ανασυνταχθεί. Ο ερχομός της βασιλεία των Βαυαρών του Όθωνα σε πρώτη φάση γεμίζει με ελπίδες τον ελληνικό λαό βλέποντας τη περίπτωση της Αθήνας ως έναυσμα για την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και ως ευκαιρία για την αναζήτηση της χαμένης της ταυτότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η ευκαιρία ταυτίστηκε με δυο πολεοδομικά οράματα, το ένα των Κλεάνθη και Σάουμπερτ και το δεύτερο του Βαυαρού Κλέντσε. Στο πλαίσιο των συμπερασμάτων, παραθέτω μια σειρά από αναλύσεις που έχουν σκοπό να αξιοποιήσουν τις αρχές που αναλύθηκαν στη πρώτη ενότητα και να τις εφαρμόσουν στα δυο πολεοδομικά οράματα. Φαίνεται πως η ικανότητα του κόμβου να προσδίδει ταυτότητα σε άλλα στοιχεία όπως μονοπάτια, περιοχές, όρια, τοπόσημα, καθώς και στη συνολική δομή της πόλης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να την περίπτωση της Αθήνας. Επόμενο είναι να αναρωτηθούμε αν καταφέρνει να αναβιώσει την αρχαία ταυτότητα της ή τελικά μιμείται κάποια ευρωπαϊκού προτύπου. Η παρακάτω ανάλυση περιλαμβάνει τη συγκριτική μελέτη των δυο σχεδίων.
112
Συμπεράσματα Κόμβοι στα κυρίαρχα μονοπάτια της Αθήνας Την οδό την αντιλαμβανόμαστε ως κάτι το οποίο κατευθύνεται προς κάτι άλλο. Σημασία έχει υπάρχει ένα δυνατό τερματικό σημείο. Το μονοπάτι είναι ένα προσανατολισμένο στοιχείο στο οποίο μπορούν να κάνουν την εμφάνιση τους και άλλα πράγματα.233 Επίσης, αν οι θέσεις των υπολοίπων πραγμάτων κατά μήκος της διαδρομής, μπορούν να διαφοροποιηθούν με κάποιο μετρήσιμο τρόπο, τότε η γραμμή όχι μόνο είναι προσανατολισμένη αλλά και ιεραρχημένη.234 Οδός Αθηνάς – Κλεάνθης και Σάουμπερτ – οδός Νίκης –Κλέντσε Στο πρώτο σχέδιο των συντακτών, στην οδό Αθηνάς παρατηρούμε τη δυναμική ύπαρξη δυο τερματικών σημείων, της πλατείας Ανακτόρων (διοικητικού κέντρου) βορειότερα και του ημικυκλικού κόμβου-εισόδου στο αρχαιολογικό πάρκο (ιστορικό κέντρο) νοτιότερα. Στο ενδιάμεσο τοποθετούνται ακόμα τρεις κόμβοι, οι δυο μεγαλύτεροι εκ των οποίων αποτελούν το εμπορικό κέντρο της πόλης. Παρατηρούμε μια ουσιώδη διαφοροποίηση κλίμακας και σχήματος μεταξύ των κόμβων. Αξίζει να σημειωθεί ότι το σχήμα και ο κόμβος του νοτιότερου τερματικού σημείου είναι προσεκτικά διαμορφωμένος έτσι ώστε να μην ανταγωνίζεται την έκταση του ιστορικού κέντρου της πόλης. Επιτυγχάνεται μια ουσιώδης ιεραρχία μεταξύ των κόμβων, στηn κορυφή των οποίων είναι το διοικητικό κέντρο και το ιστορικό κέντρο, τα οποία και βρίσκονται σε άμεση αντιπαράθεση. Αν και η γραμμική συνέχεια διακόπτεται από μερικά παρεμβαλόμενα στοιχεία, που αναγκάζουν κάποια πιθανή στάση ή προσπέραση, η έννοια της συνέχειας διατηρείται. Το ευρύ πλάτος, ο προσανατολισμός της και οι ουσιαστικής σημασίας χρήσεις της, προσδίδουν στην οδό Αθηνάς κεντρικότατο χαρακτήρα και ταυτότητα. Στο δεύτερο σχέδιο του Κλέντσε, στην οδό Νίκης (μετονομασία της οδού Αθηνάς), τα δυο τερματικά σημεία του μονοπατιού παραμένουν, μόνο που τώρα, στη κορυφή της ιεραρχίας βρίσκεται η κυκλική πλατεία Όθωνος με τον μητροπολιτικό ναό του Σωτήρος βορειότερα και μια πλατεία περιμετρικά της “Bιβλιοθήκης του Αδριανού” (εντός του ιστορικού κέντρου) νοτιότερα. Διατηρούνται τρεις ενδιάμεσοι κόμβοι, δυο εκ των οποίων συντηρούν τον εμπορικό χαρακτήρα και την προηγούμενη χρήση τους αναλλοίωτη. Ο τρίτος δε, αποτελεί τον “κήπο του λαού” με τα δημόσια λουτρά.
233
Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 92
234
Kevin Lynch, [1960], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press, σ. 92
113
Συμπεράσματα Στο κέντρο του κήπου διατίθεται μια μεγάλη επιφάνεια δεξαμενής λουτρών. Αυτή η δεξαμενή σε συνδυασμό με το τζαμί πλησίον της “Βιβλιοθήκης του Αδριανού” διακόπτει τη συνέχεια της οδού Νίκης. Το μονοπάτι διατηρεί ένα ευρύ πλάτος ελάχιστα μειωμένο από το αρχικό), τον αρχικό του προσανατολισμό, αλλά η μετάθεση του διοικητικού κέντρου και η μείωση της κλίμακας των μεγεθών των κόμβων ελαττώνουν τον αρχικά μεγαλοπρεπή του χαρακτήρα. Τα μεγέθη γίνονται σχεδόν ίδια και δεν υπάρχει η οπτική ιεράρχηση στη μορφή. Ο τρόπος που διαχειρίζεται ο Κλέντσε τον νοτιότερο τερματικό σημείο φαίνεται ότι δεν είναι ιδιαίτερα κατανοητός και στοχευμένος. Προσπαθεί να συνδέσει μια γραμμική οδό (οδ. Νίκης) με το οργανικό σύστημα του ιστορικού κέντρου, χωρίς όμως να επέμβει ριζικά και τελικά δεν είναι σαφές το καταληκτικό αυτό σημείο. Και στις δύο περιπτώσεις το μονοπάτι αποτελεί μια σύνδεση του παλαιού με το νέο.
114
Συμπεράσματα Οδός Πειραιώς – Κλεάνθης και Σάουμπερτ – οδός Πειραιώς – Κλέντσε Στη περίπτωση της οδού Πειραιώς, υπάρχει ένα καταληκτικό σημείο, κοινό με της οδού Αθηνάς, η πλατεία Ανακτόρων (διοικητικό κέντρο). Ακολουθούν τέσσερις κόμβοι διαφορετικού μεγέθους και λειτουργιών οι οποίοι προσδίδουν μια οπτική ιεραρχία στη συνολική δομή του μονοπατιού. Η Πειραιώς αμέσως μετα τον κυκλικό κόμβο της πλατείας Κέκροπος συνεχίζει τη γραμμική της πορεία της προς την ομώνυμη περιοχή. Οι τρεις ενδιάμεσοι κόμβοι τοποθετούνται παραπλεύρως της οδού. Πέρα των παραπάνω διακρίνουμε μια σχηματική ποικιλία ενώ συνολικά τρεις από τους πέντε κόμβους διαθέτουν εντός τους κάποιο δημόσιο κτήριο ή τοπόσημο (πλατεία Κέκροπος – στήλη ή οβελίσκος). Στο σχέδιο του Κλέντσε παραμένει ίδιος ο συνολικός αριθμός των κόμβων. Εδώ έχουμε δυο καταληκτικά σημεία, την πλατεία Όθωνος (termini235 και στην οδό Νίκης), και την νοτιοδυτική βασιλική πύλη. Η Πειραιώς συνεχίζει προς την ομώνυμη περιοχή όμως η κίνηση διακόπτεται στην περιμετρική περίφραξη της πόλης, γι’ αυτό και το εξεταζόμενο μονοπάτι τερματίζει στη πύλη. Σε ενδιάμεσο σημείο τοποθετούνται ακόμα η πλατεία Ευεργετών (διοικητικό κέντρο), η πλατεία Λουδοβίκου και μια τριγωνική πλατεία για την αστυνομία. Παρατηρούμε, σε αυτό το σημείο μια ποικιλία μεγεθών και σχημάτων. Οι πλατείες τοποθετούνται παραπλεύρως της Πειραιώς. Κάθε κόμβος φέρει στο εσωτερικό του κάποιο κτήριο ή κάποια κατασκευή. Μπορεί να θεωρήσει κανείς το μονοπάτι συνεχές, ακόμα και αν διακόπτεται η Πειραιώς και συνεχίζει ως άλλη, συνευθειακή οδός έξω από τη πόλη. Για μια ακόμη φορά παρατηρούμε την μεγάλη διαφορά μεγέθους των κόμβων των δυο σχεδίων. Και στις δυο οι περιπτώσεις όπως έχει αναφερθεί, τοποθετούνται περιφερειακές οδοί που περικλείουν τη πόλη. Ωστόσο στην περίπτωση των Κλεάνθη και Σάουμπερτ είναι σαφής η σύνδεση της Πειραιώς με τον Πειραιά. Στη δεύτερη περίπτωση διακόπτεται, αλλά συνεχίζεται περνώντας από κάποιο έλεγχο.
235
Ιταλικό όρος τερματικού σημείου
115
Συμπεράσματα Οδός Σταδίου – Κλεάνθης και Σάουμπερτ – οδός Φειδίου – Κλέντσε Στο πρώτο σχέδιο, το μονοπάτι αυτό έχει ένα τερματικό σημείο, την πλατεία Ανακτόρων. Στο ενδιάμεσο της διαδρομής τοποθετούνται ακόμα τρεις κόμβοι, πολιτιστικού χαρακτήρα. Παρατηρούμε ότι σε αυτή τη περίπτωση η μία από αυτές, η πλατεία του Μητροπολιτικού Ναού δεν αποτελεί σημείο της οδού Σταδίου αλλά αξίζει να αναφερθεί καθώς βρίσκεται πλησίον της. Η πρόσβαση της Σταδίου στη πλατεία αυτή είναι προβληματική. Η Σταδίου σαν μονοπάτι συνεχίζει μετά τη πλατεία Μουσών (πνευματικό κέντρο) με κατεύθυνση το Παναθηναϊκό στάδιο. Η ποικιλία σχημάτων είναι έντονη και σε αυτή την περίπτωση. Ο Κλέντσε διακόπτει τη συνέχεια της οδού Φειδίου (μετονομασία της οδού Σταδίου), στρεβλώνει την οδό και καταλήγει την κίνηση της στον κόμβο της πλατείας Θουκυδίδου. Το μονοπάτι πλέον έχει δυο τερματικά σημεία, και στο ενδιάμεσο του την πλατεία Αισχύλου. Χαρακτηριστικό ότι και οι τρεις πλατείες αναδεικνύουν στο κέντρο τους κάποιο κτήριο-τοπόσημο ενώ τα δυο τερματικά σημεία αναδεικνύουν ισάριθμα θρησκευτικά κτήρια-σύμβολα για τη πόλη, το ένα τον μητροπολιτικό ναό του Σωτήρος και το άλλο την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Ενδιάμεσα, λίγο βορειότερα υπάρχει και μια μικρή αγορά η οποία δεν είναι μέρος του εξεταζόμενου μονοπατιού αλλά προσεγγίζεται από την Φειδίου και αξίζει να παρατηρηθεί. Παρατηρούμε τη διαφορά μεγέθους των κόμβων του πρώτου σχεδίου σε σχέση με το δεύτερο. Η Σταδίου ενώ στη πρώτη περίπτωση συνεχίζεται μέχρι και το Στάδιο, στη δεύτερη αλλάζει όνομα και στρεβλώνεται και δεν καλύπτει τον αρχικό σκοπό δημιουργίας της. Το Στάδιο παραμένει αποκομμένο από τη πόλη.
116
Συμπεράσματα Οδός Ερμού – Κλεάνθης και Σάουμπερτ – οδός Ερμού – Κλέντσε Στην οδό αυτή διαφαίνεται μια εξαιρετική ακολουθία και αλληλουχία κομβικών σημείων. Πρώτον πρέπει να σημειώσουμε το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της Ερμού το οποίο είναι μια συνεχής χάραξη. Στο σύνολο του σχεδίου φαίνεται να μην τερματίζεται κάπου συγκεκριμένα αλλά συνεχίζει την αέναη πορεία της έξω από τη πόλη και μάλιστα προς τις δύο κατευθύνσεις. Τα δυο ακριανά κομβικά σημεία της είναι οι πλατείες Κέκροπος (ανοιχτός υπαίθριος χώρος) και Μουσών (πνευματικό κέντρο) , κυκλικού σχήματος τα οποία διοχετεύουν τη κίνηση σε διάφορες κατευθύνσεις. Ενδιάμεσα από αυτά τα σημεία διανέμεται σχεδόν ισότροπα ένα σύνολο κόμβων διαφορετικών λειτουργιών (μνημεία, εκκλησίες, αγορά, μητρόπολη) με διαφορετικά σχήματα και μεγέθη. Πλησίον της διασταύρωσης του μονοπατιού αυτού με την οδό Αθηνάς σημειώνεται η ύπαρξη του ημικυκλικού κόμβου πρόσβασης στο αρχαιολογικό πάρκο. Το συνολικό σύστημα της Ερμού όπως αναφέραμε είναι κυρίως συνεχές. Επιτυγχάνεται μια ιεράρχηση με κορυφαία τα δυο ακριανά σημεία των κυκλικών περιοχών (υπαίθριος ευρύς ανοιχτός χώρος και πνευματικό κέντρο). Τα σχήματα ποικίλουν όπως και οι τοποθετήσεις. Στη περίπτωση του Κλέντσε η διάταξη είναι πιο σύνθετη. Έχουμε για τερματικό σημείο τον προτελευταίο κόμβο από αριστερά, ημικυκλικού σχήματος καθώς εκεί βρίσκεται μια εκ των πυλών της περιφερειακής οδού. Αριστερά εντοπίζουμε άλλον ένα κυκλικό κόμβο εκτός των ορίων της πόλης που συνεχίζει τη κατεύθυνση του προς τα Μεσόγεια και προς τα δεξιά τις πλατείες Θουκυδίδου και Πλάτωνος. Διαπερνώντας ένα κόμβο περίπλοκου σχήματος, λίγο αργότερα διακόπτεται η συνέχεια της οδού η οποία κάμπτεται πάνω στη περίφραξη του διοικητικού συγκροτήματος των ανακτόρων για να συναντήσει λίγο αργότερα τη πλατεία ανακτόρων. Οι κόμβοι πάνω σε αυτό το μονοπάτι κατανέμονται άνισα εξαιτίας της παρεμβολής της παλαιάς πόλης κατά μήκος της Ερμού. Ο Κλέντσε αποφεύγει να σχεδιάσει πλατεία εντός του πυρήνα αυτού, και όταν το κάνει το επιχειρεί μόνο στα όρια του. Όσοι κόμβοι τοποθετούνται επί του μονοπατιού φαίνεται να είναι αυστηρά τοποθετημένοι έχοντας τον άξονα της οδού, να τα διαπερνάει από τα κέντρα τους. Αξίζει να σημειωθεί πως σε αυτή την περίπτωση, φαίνεται να επικρατούν μορφές αστικών χώρων με βάση τον κύκλο και το ημικύκλιο. Το τελευταίο τοποθετείται μετωπικά στον ιστορικό πυρήνα. Η σύνδεση του ανατολικού τμήματος της πόλης με το δυτικό είναι πιο περίπλοκη από την περίπτωση των Κλεάνθη και Σάουμπερτ (στην οποία είναι ξεκάθαρη). Δεν γνωρίζουμε αν ήταν πρόθεση του αρχιτέκτονα, να μιμηθεί με έναν μάλλον ανορθόδοξο τρόπο, “οργανικές’’ διατάξεις με εμπόδια και αλλαγές κατεύθυνσης. Χαρακτηρίζεται εδώ ανορθόδοξος καθώς η αναγκαία γραμμικότητα που οφείλει να χρησιμοποιήσει, δεν του δίνει περιθώρια για τέτοιου είδους μιμήσεις. Η συνέχεια δεν υποστηρίζεται καθώς η γραμμική
117
Συμπεράσματα πορεία της Ερμού διαταράσσεται τόσο από ένα κτήριο και μια κυκλική επιφάνεια φύτευσης των πλατειών Θουκυδίδου και Πλάτωνος, όσο και από την περίφραξη του διοικητικού συγκροτήματος. Και σε αυτή τη περίπτωση υπάρχει μεγάλη αντίθεση στα μεγέθη των κόμβων που χρησιμοποιούνται. Πλαίσιο βουλεβαρίων – Κλεάνθης και Σάουμπερτ – Μακρά Στοά – Κλέντσε Άλλο ένα στοιχείο στο σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, που είναι άξιο αναφοράς, είναι το ορθογωνικό πλαίσιο των βουλεβαρίων (750 x 700 μέτρα). Αποτελείται από ένα σύστημα τεσσάρων μονοπατιών (βουλεβαρίων) τα οποία συνθέτουν ένα κλειστό σχήμα το οποίο περικλείει τον κόμβο της πλατείας των Ανακτόρων και την Εμπορική Αγορά, δίνοντας τους ταυτόχρονα έμφαση. Όπως παρατηρούμε, οι πλατείες του Δημοτικού Θεάτρου (δεξιά) και του Χρηματιστηρίου (αριστερά), αποτελούν σημείο συνάντησης τριών βουλεβαρίων. Τα αντίστοιχα κτήρια του Δημοτικού Θεάτρου και του Χρηματιστηρίου τοποθετούνται με διαγώνιες διατάξεις στις πλατείες τους και μεταξύ τους βρίθσκονται σε μετωπική αντιπαράθεση. Στο νότιο βουλεβάριο συναντάμε έναν ακόμη εμπορικό κόμβο ενώ στις δυο βορινές γωνίες και στη βόρεια πλευρά των βουλεβαρίων δεν δημιουργείται κάποιος άλλος κόμβος εστίασης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αρχιτέκτονες ήθελαν να εστιάσουν τη προσοχή τους στο κεντρικό σημείο της πόλης που χωροθετείται νότια των βουλεβαρίων. Η αυστηρή γεωμετρία του παραπέμπει σε ένα αυστηρό συμβολικό σύστημα δομής. Ο Κλέντσε έχοντας ως στόχο να διατηρήσει κάποια χαρακτηριστικά του παραπάνω πλαισίου, καταλήγει να σπάσει την αυστηρή γεωμετρία του και τις αυστηρές θέσεις των κομβικών σημείων καταλήγοντας σε ένα ανοιχτό σύστημα μονοπατιών σχήματος “L”, που ονομάζει “Μακρά στοά”. Σε αυτό κατανέμεται μια ποικιλία μορφών (κύκλος, τρίγωνο, ημικύκλιο, ορθογώνιο) στους κόμβους. Περιλαμβάνεται στο βασικό σχήμα “L” και μια ευρεία οδός μικρού μήκους (οδ. Σοφοκλέους) που ενώνει τη πλατεία Αισχύλου με το πνευματικό κέντρο (“Αθηναϊκή τριλογία”). Σε όλο αυτό το σύστημα μονοπατιών υπάρχει ένα τερματικό σημείο, αυτό της “Αθηναϊκής Τριλογίας”, καθώς το βορινό τμήμα της “Μακράς Στοάς” καταλήγει στη περιφερειακή οδό. Τα μεγέθη των στοιχείων αυτών διαφοροποιούνται στα δυο σχέδια.
118
Συμπεράσματα Όρια Περιφερειακής οδού - Κλεάνθη Σάουμπερτ – Όρια Κλέντσε Τα όρια των περιφερειακών οδών που δημιουργούν οι Κλεάνθης και Σάουμπερτ περιορίζονται δυτικά, βόρεια και βορειοανατολικά. Στα ανατολικά παρατηρούμε ότι τα διακεκομμένα όρια προέρχονται από τις έντονες κλίσεις της τοπογραφίας του εδάφους. Ένα σύνολο κόμβων συσσωρεύεται στα δυτικές παρυφές της πόλης. Εκεί βρίσκονται δυο κεντρικοί κυκλικοί κόμβοι, η πλατεία Κέκροπος και η πλατεία του Στρατιωτικού και Παραγωγικού κέντρου, οι οποίες αποστέλλουν την κίνηση εκτός των ορίων της πόλης Στο ενδιάμεσο της απόστασης τους παρατηρούνται ακόμα δυο κόμβοι. Στο βορρά εντοπίζονται δυο μικρότεροι κυκλικοί κόμβοι που αποστέλλουν την κίνηση εκτός της πόλης. Στα ανατολικά οι κόμβοι ενός στρατώνα και ενός Οπλοστασίου βρίσκονται πλησίον των φυσικών ορίων της τοπογραφίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλατεία Μουσών τοποθετείτε εντός των ορίων και στέλνει και αυτή την κίνηση προς τα ανατολικά της πόλης. Η λογική που ακολουθεί ο Κλέντσε για τα όρια είναι διαφορετική. Περικλείει όλη τη πόλη με τη περιφερειακή οδό και δημιουργεί τέσσερις κύριες πύλες από τις οποίες η κίνηση οδηγείται εκτός πόλης.
119
Συμπεράσματα
120
Συμπεράσματα Όρια παλαιάς και νέας πόλης Αντιπαραθέτοντας τα δύο σχέδια της πόλης της Αθήνας μπορούμε να ορίσουμε κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σχετικά με τις μεταβάσεις από την παλιά στη νέα πόλη όπως αυτές ορίζονται από συγκεκριμένους κόμβους. Αρχικά, στο σχέδιο των Κλεάνθη-Σάουμπερτ γίνεται φανερή η ύπαρξη μιας αξιοσημείωτης ποικιλίας στο μέγεθος των εφαπτόμενων στα όρια της παλιάς πόλης κόμβων. Στο σχέδιο του Κλέντσε η ποικιλία εντοπίζεται επίσης αλλά είναι πιο περιορισμένη. Μια ακόμη διαφοροποίηση στις δύο περιπτώσεις εμφανίζεται στην ύπαρξη δημόσιων κτηρίων, επί των κόμβων, στα όρια της παλιάς και της νέας πόλης στο σχέδιο των Κλεάνθη-Σάουμπερτ και αντίστοιχα η μη υπαρξή τους στο σχέδιο του Κλέντσε. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο σχέδιο του Κλέντσε είναι πιο ευανάγνωστη η μετάβαση από την παλιά στη νέα πόλη. Πρόθεση του αρχιτέκτονα είναι να διατηρήσει τον ιστό της παλιάς πόλης και έτσι, τόσο η νέα όσο και η παλιά πόλη έχουν ένα διακριτό χαρακτήρα. Η μετάβαση είναι πιο ομαλή συγκριτικά με το σχέδιο των πρωτεργατών της πολεοδομικής αναγέννησης της Αθήνας όπου σε κυρίαρχους κόμβους τα δημόσια κτήρια μοιάζουν να “γυρίζουν την πλάτη” στον ιστό της παλιάς πόλης ο οποίος είχε υποστεί εξυγίανση.
121
Συμπεράσματα
122
Συμπεράσματα
123
Συμπεράσματα
124
Συμπεράσματα Πίνακες Μορφολογιών Εν κατακλείδι, παρατίθενται κάποιοι πίνακες τυπολογιών των κόμβων που εξετάστηκαν παραπάνω. Η κατηγοριοποίηση έγινε με βάση τα τρία βασικά σχήματα τετράωνο, κύκλος και τρίγωνο που εντοπίστηκαν στο πρώτο κεφάλαιο. Είναι αξιοσημείωτο το εύρος των παραλλαγών που φαίνεται να υπάρχει στη μορφολογία των κόμβων των δύο σχεδίων καθώς και μια ιδιαίτερη σχεδιαστική απόφαση για περισσότερα ορθογωνικά σχήματα κόμβων σε καθένα από τα εξεταζόμενα σχέδια. Τυπολογίες Κλεάνθη και Σάουμπερτ
125
Συμπεράσματα
126
Συμπεράσματα
127
Συμπεράσματα Τυπολογίες Κλέντσε
128
Συμπεράσματα
129
Βιβλιογραφία
Βιβλιογραφία Βιβλία Alberti Leon Battista, “Ten Books on Architecture”, transl. J. Leoni (1755), ed. J. Rykwert (London 1955), VII,ii Braudel Fernand, [1991], “Η Μεσόγειος και ο Μεσογειακός Κόσμος: την εποχή του Φιλίππου Β’ της Ισπανίας”, MIET, Έκδοση Β’, Τόμος Α’ – Ο ρόλος του Περίγυρου, μετάφρ. Μητσοτάκη Κλαίρη, Αθήνα Braunfels W., [1988], “Urban Design in Western Europe”, Medieval Academy of America, transl. K. J. Northcott, Chicago/London Burke G. L., [1956], “The Making of Dutch Towns”, Cleaver-Hume Press, London Joseph Stübben, [1907], “Der Städtebau”, Leipzig, 3η έκδοση του 1924, κεφ. I, σσ. 40-95 Kostof Spiro, [1991]. “The City Shaped: Urban Patterns and Meanings Through History”, Bullfinch Press, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 1999 Kostof Spiro, [1992]. “The City Assembled: Elements of Urban Form through History”, Little Brown, Boston 1992, 2η έκδοση, Thames & Hudson, New York 2005 Krier Rob, [1979], “Urban Space, Foreword by Colin Rowe”, Academy Editions Krier Rob, [1983], “Elements of Architecture”, Academy Editions, London Lavedan Pierre, [1959], “Géographie des villes”, Lynch Kevin, [1959], “The Image of the City”, Cambridge Massachussettes, MIT Press
130
Βιβλιογραφία Lynch Kevin, [1984], “Good City Form”, Cambridge Massachussettes, MIT Press Marshal Stephen, [2005], “Streets & Patterns”, Spon press, New York, 1η έκδοση Rossi Aldo, [1985], “Η Αρχιτεκτονική της Πόλης”, μεταφρ. Βασιλική Πετρίδου, Α’ Ανατύπωση, Θεσσαλονίκη.University Studio Press Zucker Paul, [1959], “Town and Square: From the Agora to the Village Green”, The MIT Press, 1η έκδοση Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, [2002], “Τοπία εκμοντερνισμού : ελληνική αρχιτεκτονική '60 και '90”, Αθήνα, Metapolis Press Βακαλό, Εμμανουήλ-Γεώργιος [1988], “Οπτική Σύνταξη: Λειτουργία και Παραγωγή Μορφών”, Αθήνα: εκδόσεις Νεφέλη Κορρές Μανόλης, [2010], “Οι πρώτοι χάρτες της πόλεως των Αθηνών”, Αθήνα, Μέλισσα Μπίρης Κώστας, [1966]. «Αι Αθήναι, από του 19ου εις τον 20ο αιώνα», Ε’ έκδοση, εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 2005, Αθήνα Μπούρας Χαράλαμπος, Φιλιππίδης Δημήτρης (επιμ.), [2013], “Αρχιτεκτονική”, (συλλογικό έργο), Αθήνα, εκδόσεις Μέλισσα Παπαγεωργίου, Βενετάς, [1999], “Εδουάρδος Σάουμπερτ 1804-1860: Συλλογή τεκμηρίων για το σχεδιασμό της Αθήνας και του Πειραιά”, Εκδόσεις Οδυσσέα, Αθήνα Παπαγεωργίου, Βενετάς, [2001], “Ένα όραμα του Κλασικισμού”, ΚΑΠΟΝ, Αθήνα Σημαιοφορίδης Γιώργος, [2005], “Διελεύσεις, Κείμενο για την αρχιτεκτονική και τη μετάπολη”, Αθήνα, Metapolis Press, σ. 161
131
Βιβλιογραφία Τραυλός Ιωάννης, [1960], “Πολεοδομική Εξέλιξη των Αθηνών”, Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2005 Τσιώμης Γιάννης, [1985], “Αθήνα Πρωτεύουσα Πόλη Ι στο Αθήνα Ευρωπαïκή Υπόθεση”, Κατάλογος Έκθεσης, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα Φιλιππίδης Δημήτρης, [1984], “Νεοελληνική αρχιτεκτονική”, Μέλισσα, Αθήνα
Άρθρα σε Περιοδικά Μηλάκης Δημήτρης, [2009], “Από τους κόμβους μετακινήσεων στους κόμβους αστικών λειτουργιών. Το πρότυπο της προσανατολισμένης στη δημόσια συγκοινωνία αστικής ανάπτυξης”, ΔΟΜΕΣ, 84 Σίνος Στέφανος, [1974], “Die Gruendung der Neuen Stadt Athen”, περιοδικό “Architectura”
Διαδίκτυο dictionary.reference.com/status quo
132