Περιεχόμενα I.
Εισαγωγή
3-8
II.
Ανάκτηση
9 - 22 23 - 27
III. Ανάδειξη 3 Ενότητες Ανάδειξης Α Ενότητα Β Ενότητα Γ Ενότητα IV.
Αναβάθμιση
28 - 34 35 - 53 54 - 76 77 - 98 99
2
Εισαγωγή Η Αθήνα αποτελεί ταυτόχρονα πόλη σύµβολο και πόλη των αντιθέσεων. «Ιστορική» πόλη, χτισµένη στο χώρο της αρχαίας Αθήνας, αλλά ταυτόχρονα «Νέα Πόλη» κατά την πολεοδοµική έννοια του όρου. Στον τόπο αυτό, η ποσότητα και ο πλούτος, οι πολλαπλές στρώσεις των αιώνων συνθέτουν έναν αναμφισβήτητο και τεράστιας σημασίας παράγοντα ζωής, μια τεράστιας σημασίας πραγματικότητα. Όπως είναι γνωστό, αμέσως μετά τον καθορισμό της πόλης ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, η πολεοδομική εξέλιξη της Αθήνας πέρασε από πολλά στάδια ανάπτυξης. Τα πολεοδομικά οράματα και σχέδια τα οποία προέβλεπαν την ομαλή συμβίωση της Ιστορικής και της Νέας πόλης, υπέκυψαν σε ελλείψεις οικονομικών πόρων, θεσμικές αδυναμίες, αυθαιρεσίες αλλά και κοινωνικοοικονομικές συγκυρίες. Η δε μαζική εισροή προσφυγικού πληθυσμού κατά την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής είχε ως αποτέλεσμα μια εξίσου μαζική ανοικοδόμηση η οποία δεν άφησε τα περιθώρια για να μια πολεοδομική εξέλιξη άξια του κύρους και του κάλλους του πληθωρικού ιστορικού και φυσικού αθηναϊκού τοπίου. Άμεσο επακόλουθο οι πρακτικές που ακολουθήθηκαν μετέπειτα να αφορούν την αποκάλυψη ενός παρελθόντος που πλέον έχει ‘κρυφτεί’. Σε μερικές περιπτώσεις ανέδειξαν πολλούς από τους ιστορικούς θησαυρούς της Αθήνας και έδωσαν το έναυσμα για την αποκάλυψη και ανάδειξη αρκετών τεμαχίων παρελθόντος, και σε πολλές άλλες αποκρυσταλλώθηκαν σε ρυθμίσεις, νόμους, μέτρα, γραφειοκρατικές δομές που διαμόρφωσαν τη δική της παράλληλη εξέλιξη και ιστορία. Η πόλη όπως αναφέραμε αναπτύχθηκε υπό το καθεστώς πολλών δυσχερών ιστορικών συγκυριών και θεσμικών πλαισίων. Αποτέλεσμα, στη συμπλοκή του εμφανούς και αφανούς ιστορικού φυσικού τοπίου με αυτό του θεσμικού-δομημένου, να επέλθει μια δυσδιάκριτη σχέση ανάμεσα τους. Αυτή η ατυχής συμπλοκή διαμορφώνει τις αντιλήψεις και τις σχέσεις των πολιτών με την πόλη και την ιστορία της και παίζει αποφασιστικό ρόλο στην κατασκευή της βιωμένης εικόνας της. Ένα από τα τελευταία προγράμματα-δράσεις που συνέβαλαν και συμβάλουν σε αυτό είναι η «Ενοποίηση των Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας, Α.Ε.» ή αλλιώς ΕΑΧΑ. Η εταιρεία αυτή προσπαθεί να δηµιουργήσει ένα περιβάλλον το οποίο να εξελίσσεται, ως αποτέλεσµα τόσο των νέων όσο και των παλαιών κτηρίων, των αρχαίων και των σύγχρονων τµηµάτων του ιστορικού κέντρου, ένα περιβάλλον µέσω του οποίου θα αναγνωρίζεται ότι η πόλη αποτελεί µία συνέχεια, που συνδέεται τόσο µε το παρελθόν µας, όσο και µε το µέλλον µας. Όπως, αναφέρουν οι Μαρία Βασενχόβεν και ο Πέτρος Φωκαΐδης στο ερευνητικό πρόγραμμα του καθηγητή του ΕΜΠ Παναγιώτη Τουρνικιώτη με τίτλο Μεταλλασσόμενοι χαρακτήρες και πολιτικές στα κέντρα πόλης Αθήνας και Πειραιά το 2011, για τη λύση στο παραπάνω πρόβλημα, θα πρέπει να «αναγνωριστούν και να καταγραφούν καταστάσεις που δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί» στο πεδίο της πραγματικής πόλης. Αυτές οι καταστάσεις, δεν είναι άλλες από το αφανές ιστορικό τοπίο που ανέφερα προηγουμένως το οποίο και αυτοί ορίζουν ως λανθάνουσες ιστορικές κεντρικότητες. Σε αυτό το πεδίο εντάσσονται ‘χωρικές ιστορικές ενότητες’ που λόγω της σημασίας τους, της θέσης και της κλίμακάς τους αποτελούν σημαντικές ιστορικές κεντρικότητες. Λανθάνουσες γιατί έχουν βρεθεί σε καθεστώς αφάνειας κάτω από τη σύγχρονη ανάπτυξη της πόλης, σε ιδιαίτερες συνθήκες προστασίας κάτω από το αστικό έδαφος, σε μικρό ή μεγάλο βάθος, ανάμεσα σε θεμέλια και υποδομές της πόλης. Αυτές όπως αναφέρουν οι συντάκτες του κειμένου ενδέχεται να παίξουν σημαντικό ρόλο στην επαναδιατύπωση του κέντρου. Μερικές από αυτές τις κεντρικότητες είναι -
Μακρά τείχη: Η προς Ακαδημία οδός: Η Φυσική ενότητα Ιλισού: Θύλακες στο κέντρο της Αθήνας - συνοικίες του κέντρου: Και ο αρχαίος οχυρωματικός περίβολος (Θεμιστόκλειο τείχος)
3
Σχέση νέας και Αρχαίας πόλης Κλεάνθης και Σάουμπερτ
4
Σχέση νέας και Αρχαίας πόλης Λέο Φον Κλέντσε
5
Αθηναϊκές Στρώσεις του Εδάφους ανά τους αιώνες
συμπλοκή του εμφανούς και αφανούς ιστορικού φυσικού τοπίου με αυτό του θεσμικού-δομημένου 6
Δομημένο Περιβάλλον – Σύγχρονη Αθήνας
Πράσινοι, δημόσιοι και Αρχαιολογικοί χώροι
Πόλοι Έλξης Κέντρου – Σχέση δημοσίων και αρχαιολογικών χώρων
Κυρίαρχες Χρήσεις Γης
7
Διατηρημένα και Διατηρητέα Κτήρια ΥΠΕΚΑ, ΥΠΟΤτ
Λανθάνουσες Ιστορικές Κεντρικότητες
8
Ανάκτηση Από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι την ανακήρυξή της Αθήνας σε πρωτεύουσα του σύγχρονου κράτους, το 1833, τα τείχη αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα ορόσημά της. Αυτά όριζαν την έννοια του «άστεως» και της υπαίθρου, αυτά διαμόρφωναν την ταυτότητα της πόλης, αυτά συμβόλιζαν την έννοια του ασφαλούς «εμείς» και του άγνωστου «άλλου». Για την κατασκευή τους δαπανήθηκαν τεράστιοι πόροι κι εργάστηκαν χιλιάδες άνθρωποι, ενώ για τις επανειλημμένες καταστροφές τους πολέμησαν στρατοί και χύθηκε αίμα. Η πορεία τους αυξομειώθηκε στο πέρασμα του χρόνου. Το τείχος διαχώριζε σαφώς τις λειτουργίες της πόλης: στο εσωτερικό του βρίσκονταν τα δημόσια κτίρια και τα ιερά, όπως και οι κατοικίες των ανθρώπων. Εκτός του τείχους βρίσκονταν τα νεκροταφεία, εργαστηριακοί χώροι αλλά και τα γυμνάσια της πόλης. Με την άφιξη των Βαυαρών (1833) εισήχθη στην Ελλάδα και η καινοτόμος λογική της ανοικτής πόλης. Η νέα πρωτεύουσα άρχισε να σχεδιάζεται στα πρότυπα ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, με μεγάλους δρόμους, βουλεβάρτα και πλατείες, αλλά χωρίς οχυρώσεις, περιτοιχίσματα και άλλα στοιχεία που θα εμπόδιζαν την επέκτασή της. Η κατασκευή του Θεμιστόκλειου τείχους με τις πύλες του ορίζουν την έκταση του άστεως και συνδέουν τη διαχρονική τοπογραφία της Αθήνας με τις βασικές Αττικές οδούς και τον Πειραιά. Ο Θεμιστόκλειος περίβολος περιβάλλει και διατρέχει την Αθήνα σαν μια ιστορική αλυσίδα με κρίκους τις γειτονιές της σημερινής πόλης. Η κάθε μια απ’ αυτές διατηρεί ιδιαίτερες ιστορικές αναφορές σε σχέση με αποκαλυφθέντα κατάλοιπα όλων των φάσεων του πολεοδομικού παλίμψηστου της Αθήνας. Αναμφίβολα το ίχνος της κλασικής αρχαιότητας αποτελεί την εμφανέστερη εκδοχή της ιστορικής κεντρικότητας στην Αθήνα μαζί με το δίκτυο που δημιουργούν τα βασικά τοπόσημα του νεοκλασικισμού. Απουσιάζουν δηλαδή από τον σύγχρονο εμφανή αρχαιολογικό χάρτη της πόλης στοιχεία που θα δώσουν σάρκα και οστά στην χωροταξική της υπόσταση κατά την ελληνική αρχαιότητα. Η μελέτη μου γύρω από την ιστορία, την αποκάλυψη, την μορφή, τη πορεία και την εξέλιξη του αρχαίου οχυρωματικού περιβόλου της Αθήνας βασίστηκε και πλαισιώθηκε από το διδακτορικό της αρχαιολόγου Άννας Μαρίας Θεοχαράκη, «Ο αρχαίος αθηναϊκός οχυρωματικός περίβολος», που εκδόθηκε μετέπειτα το 2015 σε βιβλίο με τίτλο τα «Αρχαία τείχη των Αθηνών».
9
Ιστορική Αναδρομή Πολιτικών Διαχείρησης Από το τέλος του 19ου ου αιώνα η οικοδόμηση μεγάλων κτηρίων στο κέντρο της πόλης είχε ως αποτέλεσμα την αποκάλυψη τμημάτων του τείχους χωρίς όμως να αποτελεί προτεραιότητα η προστασία τους. Κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η αυξανόμενη πίεση της ανοικοδόμησης περιόρισε τις δημοσιεύσεις των ευρημάτων. Ωστόσο η τεκμηρίωση της ιστορικής πληροφορίας και η δημοσίευση των εντειχισμένων επιγραφών συντέλεσαν στην συγκέντρωση στοιχείων που αφορούν στη μορφή και στην πορεία του. Μετά τον πόλεμο οι σωστικές ανασκαφές πολλαπλασιάζονται εξαιτίας της εντατικοποίησης της ανοικοδόμησης αλλά και του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για την προστασία του παρελθόντος. Όπως, αναφέρει η Θεοχαράκη, κατά την δεκαετία του 1950, εξαιτίας του πλήθος των σωστικών ανασκαφών που διενεργήθηκαν, σταδιακά διαμορφώνεται μια νέα συνείδηση στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. «Στη συνείδηση των τότε υπεύθυνων αρχαιολόγων της Υπηρεσίας και κατ’ επέκταση στην κυρίαρχη αντίληψη της πολιτείας γενικά φαίνεται ότι εμπεδώθηκε από την εποχή εκείνη η άποψη ότι το αρχαίο τείχος της πόλης ανήκε στην κατηγορία των μνημείων εκείνων που όφειλαν να τύχουν ειδικής προστασίας». Η πολιτική της διατήρησης του αρχαίου οχυρωματικού τείχους εγκαινιάζεται το 1956 με απόφαση του ΚΑΣ (Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο). Σύμφωνα με την Θεοχαράκη, από τα μέσα του 19ου αιώνα έως το 2006, τμήματα του αθηναϊκού οχυρωματικού περιβόλου αποκαλύφθηκαν σε ανασκαφές σε 162 θέσεις της πόλης, εκ των οποίων οι 45 βρέθηκαν υπό των οδοστρωμάτων κατά την υλοποίηση έργων κοινής ωφελείας. Οι 13 από τις 162 θέσεις βρίσκονται σήμερα εντός αρχαιολογικών χώρων, στην Αρχαία Αγορά, στον Κεραμεικό, στο Ολυμπιείο, στο Διογένειο Γυμνάσιο, στον Μενδρεσέ, στην Πνύκα, στην Βιβλιοθήκη του Αδριανού και στην Στοά του Ευμένους. Από τις 149 θέσεις που απομένουν, τμήματα του τείχους διατηρούνται ορατά και επισκέψιμα στις 46. Σε αυτές 28 τμήματα του τείχους διατηρούνται σε υπόγεια κτηρίων, 11 σε ακάλυπτους χώρους οικοδομών, 1 στην πλατεία Κλαυθμώνος κατόπιν διάλυσης,6 μεταφοράς και επανατοποθέτησης και τέλος 7 κάτω από διαφανές δάπεδο. Σε 15 θέσεις τα λείψανα του τείχους σώζονται εν καταχώσει. Τέλος παραμένει άγνωστο εάν στις υπόλοιπες 85 θέσεις το τείχος έτυχε κάποιας προστασίας. -
Διατήρηση εν υπογείω Διατήρηση σε ακάλυπτο χώρο Διατήρηση μετά από διάλυση και μεταφορά σε ανοικτό χώρο Διατήρηση κάτω από γυάλινο προστατευτικό υλικό Διατήρηση εν καταχώσει Διάγραμμα Διατηρημένων περιπτώσεων
Παρατηρούμε, ότι εκτός από τους επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους του ιστορικού κέντρου, σε ότι αφορά τα περισσότερα από τα υπόλοιπα τμήματα του οχυρωματικού περιβόλου που είναι δυνατόν να επισκεφθεί κανείς σήμερα στην καρδιά της Αθήνας, καθώς δεν συνδέθηκαν με την πολεοδομική εξέλιξη της πόλης, έχει επέλθει η αλλοίωση των αξιών του μνημείου με φυσικό επακόλουθο την ουσιαστική αποξένωση της κοινωνίας από αυτό.
10
Η συνολική κατασκευή του τείχους Οι οχυρώσεις χρειάζονται χώρο. Μπορεί να εμφανίζονται σαν μια λεπτή γραμμή πάνω στον χάρτη της πόλης αλλά στη πραγματικότητα καταλαμβάνουν αρκετό χώρο. Ο αρχαίος οχυρωματικός περίβολος αποτελείται από τρεις ζώνες άμυνας, το τείχος (βασική ζώνη άμυνας), το προτείχισμα (εξωτερικό ενισχυτικό στοιχείο άμυνας) και την τάφρο η οποία επέφερε μια ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία προσπέλασης στον εχθρό. Επίσης, από ζώνες κίνησης εσωτερικές ή και εξωτερικές μέσω περιφερειακών οδών. Άλλα βασικά στοιχεία που απαρτίζουν τη συνολική κατασκευή του είναι οι οχυρωματικοί Πύργοι και οι πύλες. Ο περίβολος συνολικά πέρασε από πολλές οικοδομικές φάσεις μέσα από ολοκληρωτικές ή και τμηματικές καταστροφές, ανοικοδομήσεις. Το τείχος κατά βάση είχε λίθινη βάση, πάχους 3μ. περίπου και ανωδομή από ωμές πλίνθους. Η πρώτη ύλη, ο πηλός, ήταν το κυρίαρχο στοιχείο της μορφής του τείχους , εξ ου και ο Πλάτων είχε αποκαλέσει τα τείχη «γήινα».Το ύψος του λέγεται ότι ανερχόταν μέχρι και τα 8 μέτρα. Τα υλικά δομής που εντοπίστηκαν για το τείχος ποικίλουν, από πώρινες λιθόπλινθους μέχρι ασβεστόλιθους. Οι λιθόπλινθοι του Θεμιστόκλειου τείχους αναφέρονται γενικά ως ορθογώνιες και ανισομεγέθεις. Το συχνότερα απαντώμενο υλικό δομής είναι τα εντειχισμένα αρχιτεκτονικά μέλη και γλυπτά, κυρίως αρχαϊκές επιτύμβιες στήλες και βάσεις αγαλμάτων και στηλών. Ολόκληρο το τείχος εδραζόταν πάνω στον αρχαίο βράχο ή αλλιώς κιμηλιά. Η κιμηλιά είναι το έδαφος των Αθηνών που αποτελείται από αργιλικούς σχιστόλιθους, είδος σαθρού βράχου, που προϊστορικά, ήταν γυμνό και καλυπτόταν από μικρή μόνο ποσότητα χώματος. Σήμερα είναι ότι ο μεγάλος όγκος των αποκαλυφθέντων τμημάτων του τείχους παραμένει αφανής, δεδομένου ότι απουσιάζει η ουσιαστική και ολοκληρωμένη προβολή του μνημείου. Οι περίοικοι συνήθως αγνοούν την ύπαρξη των διατηρημένων τμημάτων του τείχους. Ακόμα και ο κάτοικος της πόλης που έχει υπ’ όψιν του την φύλαξη κάποιων τμημάτων του τείχους, γνωρίζει ελάχιστα για την ιστορία του και αισθάνεται αποσπασμένος από την βιωματική έννοια του μνημείου. Σε κάθε περίπτωση η ολοκληρωμένη μορφή των ευρημάτων, συνδεόμενη με τη διδακτική αξία, συνηγορεί υπέρ της προστασίας και της προβολής των, επειδή το μνημείο είναι δυνατόν να γίνει εύκολα κατανοητό λόγω του όγκου του και της σαφήνειας της σωζόμενης μορφής του. Η προβολή της πορείας του αρχαίου τείχους κάνει αναγνώσιμη την τοπογραφία της αρχαίας πόλης και με την έννοια αυτή συνδέεται με την έννοια της ανάδειξης.
11
Πελασγικά Τείχη Ακροπόλεως
Υστερορωμαϊκή Επέκταση Θεμιστόκλειου Περιβόλου – Ενίσχυση με το Ριζόκαστρο
Αρχαϊκός Περίβολος
Οθωμανικός Σερπετζές
12
Θεμιστόκλειος Περίβολος
13
Αρχαία Πόλη και Μονοπάτια σε σχέση με τον αρχαίο οχυρωματικό περίβολο
14
Το «τρίπλοκον», τριπλή διαίρεση της πόλης (Bolzanio 17ος αιώνας μΧ)
Περιπτώσεις Εντοπισμού και Διατήρησης των Αρχαίων Τειχών σε 162 θέσεις της πόλης
Ο περίβολος, σαν ιστορική αλυσίδα με κρίκους τις γειτονιές της σύγχρονης πόλης
Πιθανές ενιαίες επεμβάσεις Ανάδειξης του αρχαίου τείχους στη πόλη
15
16
Τυπολόγιο Περιπτώσεων: - Διατήρηση εν υπογείω - Διατήρηση εν καταχώσει _ Διατήρηση εν καταχώσει κάτω από οδόστρωμα - Διατήρηση κάτω από γυάλινο προστατευτικό υλικό - Διατήρηση σε ακάλυπτο χώρο - Διατήρηση μετά από διάλυση και μεταφορά σε ανοικτό χώρο
17
Περιπτώσεις συσσώρευσης διαφόρων περιπτώσεων διατήρησης
18
Διατήρηση εν Υπογείω – Δραγατσανίου 6
19
-Διατήρηση εν Υπογείω Αριστείδου 10-12 - Διατήρηση εν Υπογείω – Αριστείδου και Πεσμαζόγλου 14
20
- Μεταφορά φυσικής θέσης των αρχαίων της Κλαυθμώνος στο περιβάλλοντα χώρο της πλατείας - Κατάσταση Διατήρησης μεγάλου τμήματος του τείχους στο Υπόγειο πάρκινγκ της Κλαυθμώνος
21
22
Ανάδειξη Επιλογή οικοπέδου Από την έως τώρα κατανόηση των ζητημάτων της διαχείρισης, όπως αναφέρει και η Κ. Θεοχαράκη, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα νέα τμήματα του τείχους που πρόκειται να έρθουν στο φως έχει νόημα να διατηρηθούν μόνο εάν αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο μιας ενιαίας ανάδειξης της αθηναϊκής οχύρωσης. Ως κύρια προϋπόθεση ενός τέτοιου έργου θέτουμε την σύλληψη του αρχαίου αθηναϊκού τείχους ως ένα ενιαίο μνημείο. Η ορατή εικόνα του αρχαίου τείχους σήμερα αποδίδει μια αποσπασματικά διατηρούμενη τοπογραφία, όπου δεν αποτυπώνεται η αίσθηση και η γνώση της ολότητας του μνημείου. Παρά τη διαφορετική ταυτότητα του κάθε στοιχείου της οχύρωσης και τη διαφορετική μορφολογία των οικοδομικών φάσεων, τα σωζόμενα κατάλοιπα της οχύρωσης παρουσιάζουν έναν επαναλαμβανόμενο τυπολογικό χαρακτήρα, συγκροτούν μια γραμμική ενότητα, αποτελούν τα συστατικά μιας κοινής κατασκευαστικής πρόθεσης του δημιουργού. Αυτά συνέχονται λόγω της τοπογραφικής ένταξής τους στον αστικό ιστό και τη σχέση τους με τα άλλα στοιχεία της πόλης. Αν επιθυμούμε να αναδειχθεί η σημαντική τοπογραφική σημασία του τείχους ως ορίου της αρχαίας πόλης, τότε το τείχος πρέπει να ιδωθεί ως ένα συγκροτημένο σύνολο τμημάτων ενός ενιαίου μνημείου. Στη παρούσα μελέτη, η στρατηγική ανάδειξης του αρχαίου τείχους που ακολουθείται εξυπηρετεί μια ενιαία ανάδειξη ενός μεγάλου τμήματός του, στην οποία τα αρχαιολογικά κατάλοιπα και οι πληροφορίες που αντλούνται σε σχέση με τις θέσεις, τη μορφή και την έδρασή του δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για τη σύλληψη της. Επιπλέον, το τμήμα του τείχους που επιλέχθηκε βρίσκεται σε κεντρικό σημείο της πόλης με αποτέλεσμα τη αλληλοεπικάλυψη του με δημόσια και ιδιωτικά κτήρια, και χώρους, η συμβίωση των οποίων μπορεί να έχει μια ενδιαφέρουσα επίδραση όχι μόνον στην αρχαιολογική ενότητα του τείχους αλλά και σε στοιχεία της σύγχρονης αθηναϊκής πραγματικότητας. Η ενιαία ανάδειξη του μνημείου του αρχαίου οχυρωματικού περιβόλου της Αθήνας είναι μια αστική επέμβαση-περίπατος μέσα στον δομημένο ιστό της Αθήνας από την διασταύρωση των οδών Σοφοκλέους, Πεσμαζόγλου και Αριστείδου, μέχρι και την πλατεία Κολοκοτρώνη και τη παλαιά Βουλή που σήμερα στεγάζει το Ιστορικό Μουσείο Αθηνών. Στο ενδιάμεσο της η επέμβαση περιλαμβάνει εκτός των άλλων τον ανοιχτό χώρο της πλατείας Κλαυθμώνος και το πολιτιστικό οικοδομικό τετράγωνο του Μουσείου Πόλεως των Αθηνών και των Θεάτρων Αττικόν και Απόλλων. Η διαδρομή αυτή τρέχει παράλληλα στα ίχνη των αρχαίων τειχών αξιοποιώντας τα προαναφερόμενα τμήματα του δομημένου περιβάλλοντος. Αξίζει να αναφερθεί ότι με την επιλογή αυτή υποστηρίζεται ακόμα περισσότερο ο αρχαιολογικός χώρος του Επιτελικού γραφείου της Εθνικής Τράπεζας, έργο του Mario Botta και του γραφείου Sakellaridou, Papanikolaou Architetects, στη διασταυρωση των οδών Αιόλου και Σοφοκλέους και της πλατείας Κοραή. Σε αυτή τη περιοχή διατηρούνται τμήματα της τάφρου και του προτειχίσματος της αχαρνικής πύλης του αρχαίου τείχους αλλά και της αρχαίας αχαρνικής οδού που περνούσε μέσα από τη πύλη. Με αυτό τον τρόπο η ανάδειξη του τμήματος που επέλεξα ενισχύει τη συνοχή και συνέχεια των παραπάνω αρχαιολογικών θησαυρών, και ενδυναμώνει την ουσιαστική σχέση του πολίτη με την ιστορία της πόλης του. Με ποίον όμως τρόπο θα γινόταν δυνατό να επιτευχθεί η ανάδειξη του αρχαιολογικού αυτού μνημείου; Τα βήματα που ακολούθησαν είχαν σαν πρώτο στόχο τη συλλογή του απαραίτητου υλικού υποβάθρου το οποίο θα έδινε σάρκα και οστά στον απαιτητικό στόχο μια ενιαίας ανάδειξης. Πρώτα, συλλέχτηκαν σχέδια κτηρίων, κυρίως κατόψεων ισογείων και υπογείων αλλά και τομές, είτε από τη πολεοδομία είτε από τους διαχειριστές των εκάστοτε ιδιοκτησιών, από τα οποία περνάει το αρχαιολογικό ίχνος του αρχαίου τείχους. Αυτά τοποθετήθηκαν σαν μια συνέχεια στον δυσδιάστατο και τρισδιάστατο χάρτη του γραμμικού οικοπέδου μου. Λέγοντας τρισδιάστατο χάρτη, εννοώ στα σωστά υψόμετρα του νέου εδάφους της Αθήνας. Στη συνέχεια μελετήθηκε σε μεγαλύτερο βάθος το τμήμα του τείχους το οποίο επέλεξα μήκους 500μ περίπου. Συσσωρεύτηκαν οι διαθέσιμες κατόψεις και τομές των διατηρημένων και μη τμημάτων από τις ανασκαφές που είχαν διενεργηθεί στο παρελθόν μέσω των Αρχαιολογικών Δελτίων. Από αυτές παράχθηκε η τοπογραφία του αρχαίου εδάφους ή αλλιώς η λεγόμενη κιμηλιά την οποία ανέφερα στην αρχή, πάνω στην οποία εδραζόταν η κατασκευή του αρχαίου οχυρωματικού περιβόλου. Έχοντας στη κατοχή μου τη συνεχόμενη αρχαία τοπογραφία μαζί με τα κατάλοιπα του αρχαίου τείχους επάνω της, αυτό μου υπολειπόταν ήταν η δημιουργία του χώρου αυτού ο οποίος θα τη πρόβαλε και τελικώς θα την αναδείκνυε. Γι αυτό το σκοπό πολλά από τα υπόγεια και ισόγεια δημοσίων και ιδιωτικών κτηρίων επέμβασης ενοποιήθηκαν, όπως και αυτά με τη σειρά τους ενοποιήθηκαν με δημόσιους χώρους και πλατείες, δημιουργώντας έτσι την «βιτρίνα» για το αρχαίο μνημείο. Τελικώς, κατέληξα στην δημιουργία ενός μουσείου για τα αρχαία τείχη της Αθήνας διακοπτόμενο από την πλατεία Κλαυθμώνος όπου ο αρχαιολογικός της χώρος και οι επεμβάσεις που θα σας παρουσιάσω, διατήρησαν τον δημόσιο χαρακτήρα της πλατείας.
23
Επιλογή Οικοπέδου επέμβασης για Ενιαία Ανάδειξη
24
Υπόγεια κτηρίων τα οποία διατρέχει ο Αρχαίος περίβολος
Ισόγεια κτηρίων τα οποία διατρέχει ο Αρχαίος περίβολος
Περιπτώσεις Εντοπισμού και Διατήρησης των Αρχαίων Τειχών σε αυτό το σημείο της πόλης
25
Τελική Εστίασης αποκλειστικά στα κτήρια επέμβασης – Υπόγειο επίπεδο
Τελική Εστίασης αποκλειστικά στα κτήρια επέμβασης – Ισόγειο επίπεδο
26
Επαναφορά αρχαία κιμιλιάς από τια σχέδια των ανασκαφών για τα αρχαία τείχη
27
3 Ενότητες της Ανάδειξης Μουσείο για τα Αρχαία Τείχη της Αθήνας Το μουσείο για τα αρχαία τείχη της Αθήνας διακρίνεται σε τρεις βασικές ενότητες. Συνολικά οργανώνεται σε μια διαδρομή παράλληλα στα αρχαία κατάλοιπα, στη θέση της αρχαίας εξωτερικής περιφερειακής οδού. Είναι προσβάσιμο από τις 2 άκρες του. Η πρώτη πρόσβαση βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Σοφοκλέους, Αριστείδου και Πεσμαζόγλου, στο κτήριο του Γρυπαρείου Μεγάρου που ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η δεύτερη βρίσκεται στη πλατεία Κολοκοτρώνη δίπλα στο Ιστορικό Μουσείο Αθηνών. Ενδιάμεσα, η ιδιωτικότητα του μουσείου διακόπτεται από τη πλατεία Κλαυθμώνος που παραμένει δημόσια και ο επισκέπτης που έχει εισιτήριο μπορεί να συνεχίσει τη πορεία του στο δεύτερο μισό του μουσείου. Με τις επεμβάσεις που προτείνονται η πλατεία πλέον αποκτά μια νέα, άμεση σύνδεση με τη πλατεία Κοραή και το μετρό του Πανεπιστημίου, μέσω μια υπόγειας εμπορικής στοάς.
28
Α Ενότητα - Ισόγειο
Α Ενότητα – Υπόγειο
Α Ενότητα - Ισόγειο
Α Ενότητα – Υπόγειο
29
Η Πρόταση
30
Ανάπτυγμα Τομής Α – Παράλληλα στα Αρχαία Τείχη
Τοπογραφικό Πρότασης 31
Ανάπτυγμα Τομής Α – Παράλληλα στα Αρχαία Τείχη
Ισόγειο Επίπεδο Πλατείας – Στοά Τ.Α.Π.Α 32
Ανάπτυγμα Τομής Α – Παράλληλα στα Αρχαία Τείχη
Ισόγειο – Επίπεδο Αρχαιολογικού Χώρου 33
Ανάπτυγμα Τομής Α – Παράλληλα στα Αρχαία Τείχη
Επίπεδο στάθμης Τάφρου - Συνδέσεις 34
Α Ενότητα Η πρώτη ενότητα του Μουσείου περιλαμβάνει την πρώτη κύρια πρόσβαση από τη διασταύρωση των οδών Σοφοκλέους, Αριστείδου και Πεσμαζόγλου και το οικοδομικό τετράγωνο που οριοθετείται από τις οδούς Αριστείδου, Πεσμαζόγλου, Σταδίου και Δραγατσανίου. Σε αυτό ενοποιώντας τμήματα υπογείων 4 διαφορετικών κτηρίων, επαναφέρεται η συνέχεια των καταλοίπων των αρχαίων τειχών που βρίσκονται αποσπασμένα στα υπόγεια του κάθε κτίσματος. Παράλληλα, το επίπεδο της σημερινής επιφάνειας του εδάφους και τα ισόγεια των κτηρίων διαμορφώνονται έτσι ώστε να υποστηρίξουν την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου στο επίπεδο των υπογείων τους, προβάλλοντας το και παρέχοντας τον απαραίτητο φωτισμό. Πρόσβαση Α - Διασταύρωση οδών Σοφοκλέους – Αριστείδου και Πεσμαζόγλου Σε αυτό το σημείο επιλέγεται να τοποθετηθεί η πρώτη κύρια πρόσβαση για το μουσείο. Το καμπύλο τμήμα του ισογείου του Γρυπαρείου μεγάρου το οποίο σήμερα έχει εμπορική χρήση, χρησιμοποιείται για να φέρει τον κόσμο στο επίπεδο του υπογείου του μουσείου. Στο θέμα μου εμπλέκονται πολλές διαφορετικές έννοιες, μια εκ των οποίων είναι και οι διαφορετικές στρώσεις της ιστορίας που πλέκονται για να δημιουργήσουν αυτό το μουσείο. Δηλαδή έχουμε τη στρώση του αρχαίου εδάφους και των τειχών, τη στρώση του εδάφους της σύγχρονης πραγματικότητας και αυτή της επέμβασης που θα έρθει για να δέσει τις δυο παραπάνω. Ο Carlo Scarpa έχει μιλήσει για το παλίμψηστο και για το πώς το διαχειρίζεται στα έργα του. Γι αυτόν, η έννοια της διαστρωμάτωσης περιγράφει τη φυσική σύνθεση των διαφόρων επιπέδων που ορίζουν το χώρο, καθώς και την παράλληλη παρουσία πολιτιστικών αναφορών και σχέσεων. Η λογική της διαστρωμάτωσης στο έργο του Scarpa επιτυγχάνεται με τα εξής βήματα: -
διαχωρισμός, αποκοπή, αντίθεση.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία προκύπτουν τα λεγόμενα θραύσματα, ιδιαίτερα υλικά αντικείμενα που εκφράζουν τον διάλογο ανάμεσα στο παλιό και το νέο, δημιουργώντας ένα είδος παλίμψηστου. Είναι η εισαγωγή μίας νέας οντότητας για την ολοκλήρωση του συνόλου και την επίτευξη της συνέχειας. Η μέθοδος που ακολουθεί ο Scarpa διαχωρίζει και ταυτόχρονα ενοποιεί τα θραύσματα, διατηρώντας την αυτονομία τους, και διαμορφώνοντας παράλληλα ιεραρχίες και διαλεκτική σχέση μεταξύ τους. Βάσει αυτών, η κάτοψη του χώρου καθαρίζεται. Μέσα από την διάταξη των υπαρχόντων υποστυλωμάτων πρέπει να εισχωρήσει η κατακόρυφη κίνηση και τα όρια του μουσείου με τα κτήριο του Γρυπαρείου. Η επίλυση του χώρου αντιμετωπίζεται με τη λογική του διαχωρισμού και της αποκοπής των υποστυλωμάτων του κτηρίου και της διάταξης του από τη νεοεισαγόμενη κατακόρυφη κίνηση. Οι δυο διατάξεις από τη μία διαφέρουν μεταξύ τους αλλά από την άλλη σμίγουν λειτουργώντας συνεργατικά. Το τελικό αποτέλεσμα είναι μια προσπάθεια να γίνει διακριτός ο διαχωρισμός αυτός. Στο επίπεδο του μουσείου, σε αυτό το πρώτο τμήμα έχουμε την Αίθουσα των εισιτηρίων μαζί με ένα ελεύθερα διατεταγμένο καθιστικό, γραφεία Διοίκησης, τουαλέτες, ενημερωτικό κέντρο σχετικά με τις θέσεις διατήρησης των υπολοίπων αρχαίων κατάλοιπων του τείχους μέσα στη πόλη και bookshop. Στη συνέχεια έχουμε μια ράμπα η οποία φέρνει τον επισκέπτη πια στο επίπεδο του αρχαιολογικού χώρου. Ο χώρος αυτός αποτελεί ουσιαστικά ενοποίηση τριών διαφορετικών υπογείων κτηρίων του οικοδομικού τετραγώνου. Οι επεμβάσεις που έγιναν για να αναδείξουν το αρχαίο τείχος περιλάμβαναν εκτός των άλλων την κατεδάφιση του τμήματος τριών ορόφων της ιδιοκτησίας της Αριστείδου 10-12 με σκοπό την ομαλή συνέχιση του αρχαίου εδάφους και την διεύρυνση του ακάλυπτου του τετραγώνου. Οι ανάγκες της ιδανικής ανάδειξης των όψεων των αρχαίων τειχών, προϋπόθεταν την κατάργηση ενός αριθμού υποστυλωμάτων στο υπόγειο και ισόγειο του κτηρίου της Δραγατσανίου 6. Έτσι, για να ενισχυθεί η στατικότητα του κτηρίου, δημιουργούνται γραμμικές συνδέσεις υποστυλωμάτων, ενδυναμώνοντας τα πάχη αυτών και των δοκαριών τους. Ο χώρος του υπογείου του κτηρίου ενοποιείται οπτικά με αυτόν της στοάς του ισογείου. Η χρήση της στοάς του ισογείου παραμένει εμπορική αλλά εξειδικεύεται σε εμπορία πολιτιστικών ειδών και διατίθεται στον οργανισμό ΤΑΠΑ (Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων & Απαλλοτριώσεων). Παράλληλα επιτυγχάνεται η σύνδεση των στοών Δραγατσανίου 6 και Αριστείδου 10-12, η οποία παρέμενε αποκομμένη, και η οποία φαίνεται να περνά μέσα από τον ακάλυπτο του οικοδομικού τετραγώνου που προανέφερα. Όπως γνωρίζουμε το στοιχείο της στοάς είναι ένα ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό εργαλείο. Ανήκει ταυτοχρόνως στο κτήριο και στην πόλη. Καταφέρνει να "παντρέψει" τον δημόσιο με τον ιδιωτικό χώρο. Στη περίπτωση της ανάδειξης του αρχαιολογικού μνημείου του τείχους, καταφέρνει να το προβάλει σαν αναπόσπαστο κομμάτι της πόλης, ακόμα και αν το συγκεκριμένο τμήμα ανήκει σε ένα ιδιωτικό χώρο όπως αυτός του μουσείου.
35
Zoom In – Ενότητα Α 36
37
38
Τομή Α1α – Πρόσβαση στο Μουσείο 39
Τομή Ο– Εγκάρσια Πρόσβαση στο Μουσείο 40
Τομή Ν – Bookshop Μουσείου 41
42
43
Τομή Α1β – Μετάβαση στον Αρχαιολογικό χώρο 44
Κάτοψη Υπογείου – Αρχαιολογικός χώρος
45
Τομή Α2 – Αρχαιολογικός Χώρος Δραγατσανίου 46
47
Κάτοψη Ισογείου – Στοά Τ.Α.Π.Α
48
Τομή Β – Παράλληλα στη Στοά Τάπα 49
Τομή Γ – Τομή στον Ακάλυπτο του Οικοδομικού τετραγώνου 50
51
52
53
Β Ενότητα Στη συνέχεια, μέσω μιας υπόγειας υποχώρησης του εδάφους, πραγματοποιείται η σύνδεση του μουσείου με τον δημόσιο χώρο της πλατείας Κλαυθμώνος. Περνώντας μέσα από αυτό το πέρασμα, αποκαλύπτεται η τοπογραφία της κιμηλιάς μαζί με τα διατηρημένα τείχη της και τη τάφρο, καθώς και δυο μνημεία που υπάρχουν εκατέρωθεν. Το 1958, κατά τη διάρκεια εξωραϊστικών έργων στην πλατεία Κλαυθμώνος, το τείχος ήρθε για πρώτη φορά στο φως. Η αποκάλυψη αυτή είχε μεγάλη σημασία καθώς εξακριβωνόταν η πορεία του τείχους σαν συνέχεια από αυτή της Δραγατσανίου, προς την οδό Παπαρρηγοπούλου και Χρήστου Λαδά. Αργότερα, στο πλαίσιο κατασκευής του υπογείου σταθμού αυτοκινήτων στη πλατεία Κλαυθμώνος διενεργήθηκε μεγάλη σωστική ανασκαφή μεταξύ των ετών 1971-1974. Η αρχική σκέψη που διατυπώθηκε το 1971 από τους εκπροσώπους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ήταν να διατηρηθεί ολόκληρη η γραμμή των τειχών υπό τη μορφή μικρής, επιμήκους και δεντρόφυτης πλατείας στον υπαίθριο χώρο. Τελικώς, ένα τμήμα του τείχους διατηρείται στον φυσικό χώρο της πλατείας, ενώ τμήμα του προτειχίσματος είναι επισκέψιμο στον υπόγειο χώρο του σταθμού αυτοκινήτων. Μετά την έναρξη των εργασιών κατασκευής του υπόγειου σταθμού αυτοκινήτων στην πλατεία Κλαυθμώνος, οι αρχαίοι λίθοι περισυνελέγησαν και φυλάχθηκαν, έως ότου καταλληλότερες συνθήκες επιτρέψουν την ανασύνθεση τους. Για τις ανάγκες και την αξία της ανάδειξης της πορείας του τείχους που επιλέχθηκε, ο υπόγειος σταθμός παύει να λειτουργεί και χάρη στα σχέδια των ανασκαφών επαναφέρεται η αρχαία τοπογραφία του εδάφους και τα αρχαία επανατοποθετούνται στη θέση τους. Παρατηρώντας τη πορεία του τείχους στη πλατεία Κλαυθμώνος μπορούμε να εστιάσουμε τη προσοχή μας στο σημείο καμπής του. Στο σημείο αυτό, σώζονται ευρήματα οχυρωματικού πύργου. Οι πύργοι προστάτευαν τα σημεία καμπής, και πιο συγκεκριμένα τις πιο ευάλωτες, από άποψη επίθεσης, περιοχές περιμετρικά του τείχους. Οι ευάλωτες αυτές περιοχές όπως πληροφορήθηκα από τη ίδια Κ. Θεοχαράκη είχαν να κάνουν κυρίως με την ανώμαλη και ταυτόχρονα ασταθή κατά τόπους τοπογραφία του εδάφους του κέντρου της Αθήνας. Η αρχαία κλίσης της κιμιλιάς είναι εξαιρετικά απότομη. Συγκεκριμένα, στη πλατεία Κλαυθμώνος η στάθμη της παρουσίαζε ισχυρή κλίση από ΒΔ προς ΝΑ, από 1 έως 7 μέτρα. Από την διατριβή της Κ. Θεοχαράκη αντλούμε αναφορές οι οποίες παραπέμπουν στην ύπαρξη λοφίσκου στην περιοχή της οδού Κοραή. Αυτό δεν είναι απίθανο καθώς τέτοιου είδους λοφίσκοι είναι τμήματα των κατώτερων κλιτυών του λόφου του Λυκαβηττού. Στις περιπτώσεις που η τοπογραφία παρουσιάζει έντονες διαφορές ανάμεσα στην πόλη εντός των τειχών και στη πόλη εκτός, τότε τίθενται ορισμένα αμυντικά ζητήματα και χρειάζεται η ενίσχυση του συγκεκριμένου τμήματος του τείχους. Πιο συγκεκριμένα, σε όσο πιο μεγαλύτερο υψόμετρο βρίσκονται οι επιτιθέμενοι όταν προσεγγίζουν τον οχυρωματικό περίβολο, τόσο μεγαλύτερο πλεονέκτημα έχουν έναντι των αμυνόμενων. Τα παραπάνω ιστορικά και αρχαιολογικά τεκμήρια, προσπαθούν να ζωντανέψουν μέσα από τον σχεδιασμό της πλατείας και να παρουσιαστούν μέσα από βιωματικές μεταφορές τους. Αυτό επιτυγχάνεται με τη εφεύρεση τεχνασμάτων τα οποία συντελούν στον καλύτερο δυνατό τρόπο ανάδειξης και βίωσης τους. Γι αυτό και επιλέγω να δημιουργήσω ένα δραματικό σκηνικό μάχης-πολιορκίας. Η διάταξη των στοιχείων μου στο χώρο της πλατείας έχει διπλό σκοπό. Πρώτον, να κάνει γνωστή την ιδιαιτερότητα της περιοχής στην όποια αναδεικνύονται τα αρχαία τείχη αφηγούμενος μια εκδοχή στρατηγικής αρχαίας μάχης. Η αφήγηση αυτή έχει να κάνει με την έμφαση εκείνων των χαρακτηριστικών στοιχείων τόσο των αμυνόμενων όσο και των επιτιθέμενων, που λειτουργούσαν σαν παράγοντες ζωτικής σημασίας για τη νίκη σε μια μάχη. Τέτοια στοιχεία είναι υλικά όπως η φάλαγγα, τα δόρατα, οι ασπίδες, όπως και άυλα όπως η πειθαρχία, η οργάνωση, το πάθος. Ουσιαστικά αξιοποιώ το αδύνατο αυτό χαρακτηριστικό του οχυρωματικού περιβόλου και το μετατρέπω σε προσβάσεις για τον αρχαιολογικό χώρο της πλατείας δίνοντας του παράλληλα κάποια παραπάνω διδακτική και αισθητική προσφορά.
54
Ο Andrea Palladio επηρεαζόμενος από τις αρχές της αρχαίων στρατηγικών πολεμικών επιχειρήσεων, είχε από νεαρός εντρυφήσει σε μια συνολική άποψη του αρχαίου κόσμου. Στο βιβλίο του Guido Beltramini, “Andrea Palladio and the Architecture of Battle”, παρουσιάζει οπτικό υλικό όπως σκίτσα, σχέδια που δείχνουν την επιρροή της φιλοσοφίας και της αρχιτεκτονικής του από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Καίσαρα, αλλά και από τις “Ιστορίες” του Πολύβιου. Η τεχνική αναπαράστασης “bird eye view” του Andrea Palladio, των στρατευμάτων έδινε μια κινηματογραφική άποψη των γεγονότων (theatre of wars), ενώ παράλληλα του έδινε τη δυνατότητα να περιγράψει το τοπίο και να δημιουργήσει συναρπαστικές εικόνες. Παράλληλα, σε αυτό δινόταν έμφαση στο γεωγραφικό πλαίσιο της πόλης, αποδυναμώνοντας σε απλό σκίτσο το δομημένο περιβάλλον της. Για τον σχεδιασμό της πλατείας, όλα τα παραπάνω ζωντανεύουν μέσα από το δημιουργία δυο μνημείων. Τα μνημεία αυτά αντιπροσωπεύουν τους επιτιθέμενους και τους αμυνόμενους. Τα γραμμικά στοιχεία από μεταλλική διάτρητη λαμαρίνα, που θυμίζουν δόρατα ανήκουν στο μνημείο των επιτιθέμενων. Από την άλλη, οι στιβαρές πέτρινες όψεις με το κάναβο των μακριών ξύλινων πασάλων ανήκουν στους αμυνόμενους. Ένα από τα δόρατα των επιτιθέμενων διαπερνά τις γραμμές άμυνας και διαταράσσει το ορθοκανονικό σύστημα οργάνωσης του χώρου εσωτερικά του μνημείου των αμυνόμενων. Η πληγή αυτή αποτυπώνεται στο εσωτερικό του, καθώς κυριαρχεί μια κατάσταση αποσύνθεσης. Ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να βιώσει την πολιορκία, περνώντας μέσα από τους επιτιθέμενους, διαπερνώντας τις τρεις ζώνες άμυνας και εισχωρώντας στους αμυνόμενους μέσα από τη πληγή που έχει δημιουργήσει το δόρυ. Τα δύο αυτά μνημεία πέρα από αναπαραστάσεις αποκτούν και αυτά τις τυπικές χρήσεις ενός δημοσίου χώρου. Στους επιτιθέμενους, έχουμε κερκίδες, πλατώματα για δραστηριότητες. Στους αμυνόμενους περιμετρικά αναπτύσσονται ράμπες που στέλνουν την κίνηση στο ανώτερο επίπεδο το οποίο έχει την εποπτεία της γύρω περιοχής, συμπεριλαμβανομένου του αρχαιολογικού χώρου, αλλά και του άξονα της Κοραή με θέα το Πανεπιστήμιο. Ως αναφορά τον περιβάλλοντα χώρο, πραγματοποιείται μια υψομετρική διαμόρφωση της πλατείας, όπως και του πρασίνου, με σκοπό την ανάδειξη των δυο μνημείων και του αρχαιολογικού χώρου. Στο νότιο τμήμα της πλατείας διατηρείται η πυκνή βλάστηση και διαμορφώνονται ελεύθερα μονοπάτια με κατά τόπους ανοιχτές επιφάνειες. Με τις προτεινόμενες επεμβάσεις προβλέπεται να αυξηθεί η επισκεψιμότητα της πλατείας. Γι αυτό το λόγο προτείνεται η βελτίωση της προσβασιμότητας της, μέσω της υπόγειας άμεσης σύνδεσης της με τη πλατεία Κοραή στην οποία βρίσκεται και το Μετρό του Πανεπιστημίου. Η σύνδεση αυτή αποκτά τον χαρακτήρα εμπορικής στοάς καθώς από τη μία πλευρά τοποθετούνται μαγαζιά τα οποία θα ζωντανεύσουν το υπόγειο πέρασμα. Η στοά καδράρει τη θέα προς τον αρχαιολογικό χώρο, στη κατάληξη της οποίας δημιουργείται ένας κόμβος κίνησης. Αριστερά βρίσκεται το μνημείο των Αμυνόμενων και η πρόσβαση στον αρχαιολογικό χώρο. Δεξιά βρίσκεται ένα εστιατόριο στο οποίο μπορεί κανείς να γευματίσει απολαμβάνοντας της θέα προς τον αρχαιολογικό χώρο. Τέλος, υπάρχει ράμπα και ασανσέρ τα οποία μπορούν τα οδηγήσουν στο επίπεδο της πλατείας.
55
56
Zoom In στην Ενότητα 2 57
Τομή Α3α – Σύνδεση ενοτήτων 58
59
Αρχαιολογικά Δελτία – Κατόψεις Τομές Ανασκαφών Πλατείας Κλαυθμώνος 60
“Andrea Palladio and the Architecture of Battle”, Guido Beltramini
61
62
63
Κάτοψη – Αρχαιολογικός χώρος - Σχέση Μνημείων 64
Τομή Δ – Σχέση Μνημείων 65
Όψη Επιτιθέμενων 66
67
68
69
Κάτοψη Επιπέδου Πλατείας
70
Κάτοψη Αρχαιολογικού χώρου Πλατείας
71
Κάτοψη του Επιπέδου της Τάφρου
72
Τομή Ε – Υπόγεια Εμπορική Στοά – Σύνδεση Κοραή 73
74
Τόμή Ζ – Μετάβαση στη Τάφρο 75
76
Γ Ενότητα Βρισκόμενοι στον δημόσιο χώρο της πλατείας οι επισκέπτες μπορούν να εισέλθουν στο δεύτερο μισό του μουσείου. Το δεύτερο αυτό τμήμα δεν διαθέτει τόσο τον αρχαιολογικό θησαυρό που διαθέτει το πρώτο τμήμα που περιγράψαμε αλλά λειτουργεί περισσότερο υποστηρικτικά στο πρώτο. Το οικοδομικό τετράγωνο στο οποίο εισχωρεί, χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κτηρίων πολιτισμού όπως το μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, το κατεστραμμένο από πυρκαγιά κτήριο του Ziller και τα Θέατρα Αττικόν και Απόλλων, που σήμερα είναι ανενεργά. Σε αυτό το τμήμα η πρόταση μου έχει διπλό στόχο. Πρώτον, οργανώνεται πάνω στην πορεία του αρχαίου τείχους αποκαθιστώντας όσο το δυνατόν τη συνέχεια του. Δεύτερον, είτε εφάπτεται είτε διαπερνά τα προαναφερόμενα παραπάνω κτήρια, συνδέοντας τα άμεσα με την ενότητα αυτή του μουσείου. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζει την ενεργοποίηση, αναβίωση και αναβάθμιση τους. Επιπλέον, εξαιτίας της απότομης κλίσης που παρουσιάζει το αρχαίο έδαφος στη ενότητα της πλατείας Κλαυθμώνος, περνάμε από μια λιγότερο απότομη κατωφέρεια σε μια περισσότερο απότομη ανωφέρεια. Στο σημείο αυτό γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτή η τοπογραφική αλλοίωση που έχει επέλθει ανά τους αιώνες. Πιο συγκεκριμένα, ο επισκέπτης κατευθυνόμενος προς το δεύτερο τμήμα του μουσείου, συνεχίζει τη πορεία του στη στάθμη του αρχαίου εδάφους διερχόμενος κυριολεκτικά κάτω από τα θεμέλια του μουσείου της Πόλεως των Αθηνών. Εδώ, του δίνεται η επιλογή να εισέλθει στο μουσείο αυτό ή να συνεχίσει τη πορεία του. Στη συνέχεια, η διαδρομή του μουσείου παρακάμπτει την πραγματική συνέχεια της πορείας του αρχαίου τείχους λόγω της ύπαρξης των θεάτρων Αττικόν και Απόλλων, και κινείται περιμετρικά από αυτά. Με την επερχόμενη αποκατάσταση του ιστορικού κτηρίου του Ziller και των δυο Θεάτρων, δημιουργείται μια σύζευξη λειτουργιών, των τελευταίων και του μουσείου, στον ακάλυπτο χώρο μεταξύ τους. Σε αυτό το σημείο η επαναλειτουργία των θεάτρων τα οποία έχουν πρόσβαση από το νεοκλασικό κτήριο της οδού Σταδίου και το μουσείο των Αρχαίων Τειχών διασταυρώνονται και το σημείο αυτό τονίζεται με την εγκατάσταση δυο μεγάλων επιφανειών καμπύλης μορφής με μεταλλικό χωροδικτύωμα. Η εγκατάσταση αυτή θέλει να δηλώσει τη παρουσία των ιστορικών αυτών θεάτρων στο εσωτερικό του οικοδομικού τετραγώνου καθώς δεν υπάρχει κάποια ένδειξη παρουσίας τους στη σύγχρονη πραγματικότητα της πόλης. Επίσης, μέσω αυτής επιτυγχάνεται η ένδειξη ότι οι πολιτιστικοί αυτοί χώροι αναγεννήθηκαν μέσα από τις στάχτες τους. Ο χώρος αυτός εσωτερικά γίνεται foyer για τα Θέατρα. Η πορεία του μουσείου περνάει μέσα από αυτό ενώ ο χώρος του σημερινού κινηματογράφου Απόλλων αξιοποιείται από το μουσείο για προβολές και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις που δεν έχουν να κάνουν απαραίτητα μόνο με τη θεματική του μουσείου. Συνεχίζοντας, η κίνηση επαναφέρεται παράλληλα στο ίχνος του οχυρωματικού περίβολου. Σε αυτό το σημείο, ο επισκέπτης μπορεί να παρατηρήσει ένα από τα τελευταία αρχαία κατάλοιπα του τείχους και συγκεκριμένα του προτειχίσματος, στη θέση που βρίσκεται σήμερα πολυκατοικία της οδού Λαδά. Στο υπόλοιπο τμήμα του μουσείου που υπολείπεται, η αρχαία στάθμη του εδάφους έχει αυξηθεί αισθητά φτάνοντας στο σημείο να ταυτιστεί σχεδόν με το επίπεδο της πλατείας Κολοκοτρώνη. Αρχαία κατάλοιπα δεν σώζονται. Όμως η συνέχεια του τείχους έχει εξακριβωθεί. Για τους παραπάνω λόγους η κίνηση μεταφέρεται στο επίπεδο της στάθμης της τάφρου. Η τάφρος αυτή μετατρέπεται σε εκθεσιακό χώρο για το μουσείο στο οποίο μπορούν να λάβουν χώρα και άλλες εκδηλώσεις. Εδώ αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας στην δημιουργία μιας κατασκευής μικρής κλίμακας που τοποθετείται βάσει στρατηγικής στον υπολειμματικό χώρο παράπλευρα της πολυκατοικίας της οδού Λαδά. Αυτή η κατασκευή ανήκει στον δημόσιο χώρο, και ο τρόπος με τον οποίο προσαρμόζεται στα εμφανή μπετονένια υποστυλώματα της πολυκατοικίας, του δίνει τον χαρακτήρα παρασίτου. Στο εσωτερικό αυτού του παρασίτου, οργανώνονται κερκίδες. Η θέση και η μορφή του έχουν διπλή στρατηγική. Πρώτον, έχουν στόχο να δημιουργήσουν ένα χώρο στον οποίο μπορεί να μαζευτεί ο κόσμος και να οργανώσει διάφορες δραστηριότητες. Δεύτερον, λειτουργεί σαν μέσον προβολής του μουσείου καθώς η θέα του καδράρει την μακρόστενη εκθεσιακή τάφρο που αναφέραμε προηγουμένως. Έτσι, ο επισκέπτης μπορεί να πάρει μια ιδέα προτού αποφασίσει να εισέλθει στον χώρο του μουσείου. Η έξοδος από το μουσείο περνά μέσα από το υπόγειο της πολυκατοικίας που στεγάζει το Ίδρυμα του Ελευθερίου Βενιζέλου, πλησίον της πλατείας Κολοκοτρώνη. Εδώ τοποθετείται η δεύτερη κύρια πρόσβαση γι αυτήν την ενότητα του μουσείου, ή και έξοδος ανάλογα με το πώς επιλέξει κάποιος να κινηθεί. Και σε αυτό το σημείο έχουμε την αντίστοιχη αίθουσα εισιτηρίων, bookstore και τουαλέτες. Σε αυτό το σημείο οφείλω να αναφέρω ότι στη περιγραφή που ακολουθήθηκε επέλεξα να ξεκινήσω την πορεία μου ξεκινώντας από την πρώτη πρόσβαση της Ενότητας Α στη διασταύρωση των οδών Σοφοκλέους, Αριστείδου και Πεσμαζόγλου. Η πρόσβαση του μουσείου από αυτή την ενότητα εχει αφετηρία από το επίπεδο της πλατείας Κολοκοτρώνη. Όπως παρατηρούμε στις εικόνες, ο ανοιχτός δημόσιος χώρος της πλατείας και η γνώση που έχει αποκτηθεί σχετικά με τη μορφή των αρχαίων τειχών δημιουργεί γόνιμο έδαφος για την αναστήλωση ενός τμήματος του οχυρωματικού περιβόλου στο πραγματικό μεγαλειώδες μέγεθος του. Αυτό το τμήμα του τείχους συμβιώνει με τις ανάγκες κίνησης στη πλατεία. Η πλατεία γίνεται υποδοχέας δυο διαφορετικών μουσείων. Δημιουργείται μια ευρεία υποχώρηση του εδάφους με τρόπο με τον οποίο αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο το πραγματικό μέγεθος των τειχών. Μέσω της ξύλινης ράμπας ο επισκέπτης εισχωρεί στην περιφερειακή οδό ανάμεσα από το προτείχισμα και το τείχος και κατευθύνεται στην αίθουσα εισιτηρίων για να ξεκινήσει τη περιήγηση του στο χώρο του μουσείου.
77
Zoom In – Ενότητα Γ 78
Ιστόρικό Κτήριο Ziller, πρόσβαση σε θέατρα
Θέατο Αττικόν
Κινηματογράφος Απόλλων 79
Τομή Η – Σύνδεση με Μουσείο Πόλεως των Αθηνών 80
81
Κάτοψη Ισογείου
82
Κάτοψη Αρχαιολογικού χώρου
83
Κάτοψη Εκθεσιακού χώρου της τάφρου
84
Τομή Ι – Foyer Θεάτρων 85
86
87
88
Κάτοψη Υπογείου – Συνδέσεις με Πολιτιστικά κτήρια 89
Τομή Κ – Εγκάρσια του παρατηρητηρίου 90
Τομή Ι – Θέα παρατηρητηρίου – Εκθεσιακή Τάφρος 91
92
93
Κάτοψη Επιπέδου Πλατείας Κολοκοτρώνη – Πρόσβαση για το Μουσείο 94
Τομή Μ – Ράμπα Εισόδου 95
96
97
98
Αναβάθμιση Εν, κατακλείδι, Όπως είναι γνωστό πέρα από τη καταγραφή της επίσημης ιστορίας, όπως αυτή είναι γραμμένη σε βιβλία, η συλλογική μνήμη μιας πόλης, ενός έθνους, διαμορφώνεται από τις ίδιες τις καθημερινές εικόνες της πόλης μέσω της αρχιτεκτονικής της. Για την Αθήνα, η οποία είναι γνωστό ότι αποτελεί μια ,ιστορικά, πλούσια πόλη, η συλλογική μνήμη θα αποκτηθεί με δυο τρόπους. A. με τη διατήρηση των παλιών κομματιών της πόλης, και Β. με την ανοικοδόμηση μεγάλων δημόσιων κτηρίων που θα στεγάσουν τα θραύσματα της κληρονομιάς αυτής αλλά και όσα ευρήματα, θησαυρούς και μνημεία προέκυψαν από τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Ο αρχαίος οχυρωματικός περίβολος των Αθηνών δεν αποτελεί μόνο ένα σύνολο ανεσκαμμένων καταλοίπων, πολλά από τα οποία μπορούν με κατάλληλες επεμβάσεις να πλουτίσουν τον μνημειακό πλούτο της πόλης, αλλά ένα αρχαιολογικό και ιστορικό απόθεμα αστικής κλίμακας το οποίο μπορεί να αναδειχθεί ανεξάρτητα αλλά και στο πλαίσιο ευρύτερων παρεμβάσεων αστικής κλίμακας. Η ανάδειξη του περιβόλου, παράλληλα με αυτή των υλικών καταλοίπων του, είναι σε θέση να συμβάλλει σε μείζονα βαθμό σε εγχειρήματα οριοθέτησης αλλά και ανάδειξης του ιστορικού πυρήνα της πόλης. Στη παρούσα διπλωματική, η ανάδειξη του αρχαίου οχυρωματικού περιβόλου ενισχύει και ενισχύεται από αστικά αθηναϊκά στοιχεία της σύγχρονης πραγματικότητας που είτε είναι παραμελημένα και υποβαθμισμένα είτε ανενεργά και κατεστραμμένα. Τέτοια στοιχεία είναι ακάλυπτοι χώροι οικοδομικών τετραγώνων, αθηναϊκές εμπορικές στοές, πολιτιστικοί χώροι όπως μουσεία και θέατρα αλλά και ανοιχτοί δημόσιοι χώροι, όπως πλατείες. Η γραμμική αυτή ενιαία ανάδειξη ενοποιεί όλες αυτές τις διαφορετικές πτυχές της πόλης τις οποίες ενισχύει και από τις οποίες ενισχύεται. Η πόλη αναβαθμίζεται.
99