Στη Σχολή των "Ελλήνων Κενταύρων" ποτέ δεν διδάσκεται κάτι το οποίο προηγουμένως δεν έχει ερευνηθεί και βιωθεί από τον ίδιο τον Ιδρυτή και τους Εκπαιδευτές της. Το ίδιο ασφαλώς ισχύει και για την συγκεκριμένη άσκηση για την τελική καταγραφή της οποίας προηγήθηκε επισταμένη έρευνα.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Φυσικό να αναρωτηθεί ο αναγνώστης αυτού του εγχειριδίου: «Προς “τι” μία άσκηση στην οποία πρωταγωνιστεί η Σπάθη σε ένα πρόγραμμα εκπαιδεύσεως στην Έφιππη Τοξοβολία;» Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι ότι, ανεξαρτήτως «πρωταγωνιστή», αυτή η άσκηση δεν υπηρετεί καμία ειδικώς, πολεμική τέχνη και κανένα ειδικώς, άθλημα, αλλά όλες ταυτοχρόνως τις πολεμικές τέχνες και όλα ταυτοχρόνως τα αθλήματα, αναπτύσσοντας το έ ν σ τ ι κ τ ο το οποίο είναι το «βάθρο» εδράσεως και βελτιώσεως των α ν τ α ν α κ λ α σ τ ι κ ώ ν τα οποία καθορίζουν το επίπεδο αποτελεσματικότητος ενός μαχητή (ή αθλητή, αναλόγως). Η σπαθιστική απόκρουση βελών, λοιπόν, εν συνάψει, αποτελεί ένα κοινό, για όλους τους μαχητές και αθλητές, «όχημα» βελτιστοποιήσεως των αντανακλαστικών τόξων μας, αυτών των νευρικών παρορμητικών «ατραπών» τις οποίες διατρέχει κάθε ερέθισμα προκειμένου να φθάσει στον ανθρώπινο εγκέφαλο χωρίς την δυνατότητα παρεμβολής της συνειδητής σκέψεως. Και γι αυτό, η εν λόγω άσκηση εισάγεται και στο πρόγραμμα εκπαιδεύσεως των «Ελλήνων Κενταύρων» κατόπιν επισταμένης έρευνας και πειραματικής αξιολογήσεως όπως συνηθίζεται σε μία Σχολή η οποία σέβεται βασικούς κανόνες εκπαιδευτικής εγκυρότητος. Εν μέσω, λοιπόν, πολλών εκπαιδευτικών πεδίων, ας ξεκινήσουμε να εκπαιδεύουμε και τα …αντανακλαστικά τόξα μας, αναβαθμίζοντας το μαχητικό μας επίπεδο όχι, μόνον, εντός Ιππευτηρίου αλλά, κυρίως, έξω από αυτό! Αριστοτέλης Ηρ. Καλέντζης
ΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ… Οι σπαθιστικές αποκρούσεις βελών δεν είναι: 1. «Φόρμα» κάποιας πολεμικής τέχνης ή αθλήματος. 2. Αρχή, μέση ή τέλος ενός ευρύτερου προγράμματος. 3. Show πεχλιβάνηδων προς τέρψη φιλοθεάμονος κοινού. 4. Αφορμή αναπτύξεως σεναρίων εμπλοκών των δύο διαδρώντων (Σπαθιστή και Τοξότη) οι οποίοι, εκτός της εξ αποστάσεως συνεργείας τους, δεν συμπλέκονται. 5. Χορογραφική εκδοχή Σπαθασκίας ή Τοξοβολίας. 6. Πεδίο …ελευθέρας βοσκής …αυτοσχεδιασμού. 7. «Κατήφορος» οιστρηλασίας υπερφυσικού μεγαλείου για τον επιχειρούντα. 8. «Καμβάς» επί του οποίου συγχωρούνται παραλλαγές.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ… Οι σπαθιστικές αποκρούσεις βελών είναι: Ό,τι, ακριβώς, ορίζεται στην Εισαγωγή αυτού του εγχειριδίου.
ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΕΩΣ Ο Τοξότης τοξεύει εναντίον του Σπαθιστή στοχεύοντας στο στέρνο του και ο Σπαθιστής αποκρούει τα τοξευόμενα βέλη χρησιμοποιώντας την Σπάθη του, αρχικώς δε και με εισαγωγική σημασία, τα γυμνά χέρια του.
Η μεταξύ των δύο (Τοξότη και Σπαθιστή) απόσταση (βεληνεκές) κρίνεται ως ιδανική αυτή των πέντε μέτρων. Οι τοξεύσεις θα πρέπει να διατηρούν σταθερή ένταση και ρυθμό, φροντίζοντας πάντοτε τα βέλη να διατηρούν ομοιογενή, προοδευτικήν, ευθεία και οριζόντια πτήση μέχρι τον «στόχο», με ταχύτητα βέλους όπως και στην ανάλογη περίπτωση της ενστικτώδους Τοξοβολίας. Θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί δυνάμεως ώστε να πληρούνται προϋποθέσεις πτήσεως βελών.
Τόξο επαρκούς οι παραπάνω
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΑΙΧΜΗΣ ΒΕΛΩΝ Οι επικίνδυνες συνέπειες της διατρητικότητος των βελών θα πρέπει να προλαμβάνονται στην παρούσα άσκηση με την σωστή κάλυψη της αιχμής κάτι που σημαίνει την χρήση προστατευτικού υλικού το οποίο (α) να αποτρέπει την διάτρηση του «στόχου», (β) να χαρακτηρίζεται από ένα βάρος το οποίο να μη παρεμποδίζει την ομαλή πτήση του βέλους μέχρι τον Σπαθιστή, δηλαδή, μιαν απόσταση εκ των προτέρων υπολογισμένη την οποία θα δούμε εν συνεχεία, (γ) κατάλληλη διαμόρφωση ώστε να μην αυξάνει την οπισθέλκουσα κατά την πτήση του βέλους και (δ) κατά προτίμηση λευκό χρώμα, ώστε, κατά την πτήση, να είναι διακριτό το ίχνος του. Αναφορικώς με τα χρώματα θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όλα τα έντονα (φωσφορίζοντα κλπ) χρώματα ενδείκνυνται, όμως το λευκό πλεονεκτεί με την ουδετερότητά του στο περιβάλλον, πλην της περιπτώσεως ενός χιονισμένου περιβάλλοντος. Η αγορά διαθέτει πολλά υλικά τα οποία είναι κατάλληλα για την χρήση τους ως προστατευτικό μέσο αποφυγής της διατρητικότητος της αιχμής του βέλους, κάτι απαραίτητο για την ασφαλή διεξαγωγή των σπαθιστικών αποκρούσεων. Στη δική μας περίπτωση, προτιμήσαμε το ειδικό πλαστικό που χρησιμοποιείται στις συσκευασίες για την προστασία αντικειμένων, με ισχυρή σκληρότητα αλλά και με μέτρια ευκαμψία. Το υλικό αυτό διατίθεται είτε ως ομοιογενές «μπλοκ», είτε ως σύνθετα φύλλα αποτελούμενα από αλλεπάλληλα λεπτότερα φύλλα συγκολλημένα μεταξύ τους. Και στις δύο εκδοχές, το υλικό αυτό είναι απολύτως κατάλληλο ως προστατευτικό μέσο της αιχμής των βελών για την άσκησή μας και οι δοκιμές το βαθμολόγησαν ως απολύτως αποτελεσματικό.
Ως εκ της υφής του, το συνιστώμενο υλικό είναι απολύτως ευχείριστο και η επεξεργασία του (κοπή και διαμόρφωση) είναι πολύ εύκολη με την βοήθεια ενός μαχαιριού με πάρα πολύ καλά ακονισμένη κόψη.
Ακόμη καλύτερα αποδίδει ένα μαχαίρι με πολύ καλά ακονισμένη πριονωτή κόψη και αιχμή που μπορεί να μορφοποιήσει ακριβέστερα τις επιθυμητές λεπτομέρειες, όπως χρησιμοποιήσαμε εμείς.
Η επιλογή του κοπτικού μέσου είναι πολύ σημαντική διότι, κατά την διάρκεια των πτητικών υπολογισμών θα χρειαστεί, ενδεχομένως, να αναθεωρήσουμε την τελική διαμόρφωση του προστατευτικού υλικού αναλόγως των αναγκών μας και οι αναθεωρήσεις της τελικής διαμορφώσεως μπορεί να συνεχισθούν και μετά την κατασκευαστική ολοκλήρωση ενός βέλους κατόπιν παρεπομένων δεδομένων που, ενδεχομένως, μπορεί να προκύψουν.
Τα μεγέθη των κομματιών του προστατευτικού υλικού τα οποία, αρχικώς, θα κόψουμε υπολογίζονται βάσει δύο βασικών παραγόντων: (α) Του βάρους του βέλους και (β) του βεληνεκούς που προϋπολογίζουμε, δηλαδή, της αποστάσεως Τοξότη - Σπαθιστή λαμβάνοντας υπ΄ όψη ότι κατ΄ αυτό το βεληνεκές το βέλος θα πρέπει να ίπταται απρόσκοπτα σε ευθεία και οριζόντια πτήση για την αποτελεσματικότητα της ασκήσεως. Και το τελικό σχήμα τους θα πρέπει να είναι επιμήκης κύβος υπολογισμένος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να υποδεχθούν στο ήμισυ του μήκους τους την άκρη του στελέχους του βέλους που, άλλοτε έφερε την αιχμή η οποία, εν προκειμένω, αφαιρείται. Δεν είναι εφικτή μια γενίκευση μέτρων μεγέθους
διότι ο τελικός υπολογισμός θα γίνει βάσει επιμέρους παραμέτρων οπότε, στο παρακάτω σχήμα εμφαίνεται ένας γενικός κανόνας μεγέθους του υπό διαμόρφωση προστατευτικού υλικού με μέτρο το βάθος εισχωρήσεως του στελέχους του βέλους.
Όπως φαίνεται από την παραπάνω φωτογραφία, στις δοκιμές μας προτιμήσαμε την εκδοχή του προστατευτικού υλικού με αλλεπάλληλα συγκολλημένα φύλλα, η οποία απεδείχθη απολύτως αποτελεσματική σε όλες τις τοξεύσεις. Χρησιμοποιώντας δύο κατηγορίες βελών, η μία βαρείας κατασκευής με ξύλινο στέλεχος και η άλλη ελαφράς κατασκευής με στέλεχος από ανθρακονήματα (carbon) για τους πτητικούς λόγους που θα δούμε εν συνεχεία, βεβαίως, υπολογίσαμε με προσοχή και τα αντίστοιχα μεγέθη κοπής του προστατευτικού υλικού αρχίζοντας από έναν «χονδρικό» υπολογισμό και διορθώνοντας, κατά το δυνατόν, μικρομετρικώς, εν συνεχεία.
Βάσει του αρχικώς προσδιορισθέντος βεληνεκούς (απόσταση μεταξύ Τοξότη και Σπαθιστή) το οποίο, στη περίπτωσή μας ήταν πέντε μέτρα (και, κατόπιν, θα δούμε το «γιατί»…) και του υποχρεωτικώς δεδομένου ότι σε αυτό το βεληνεκές το βέλος μας πρέπει να ιπταθεί σε ομαλή ευθεία και οριζόντια πτήση (βλέπε, προηγουμένως) καταλήξαμε μετά από διαδοχικές δοκιμές στο ιδανικό μέγεθος διαμορφώσεως του προστατευτικού υλικού, ξεχωριστά, για κάθε μία από τις δύο διαφορετικές κατηγορίες βελών που επιλέξαμε (βαρεία και ελαφρά).
Το επόμενο βήμα είναι η διάνοιξη του «διαύλου» εισχωρήσεως της ελεύθερης άκρης του στελέχους του βέλους κατά το κεντρικό μήκος του προστατευτικού υλικού κι αυτό γίνεται με την βοήθεια του ίδιου του άκρου με το οποίο διανοίγουμε το υλικό. Η διαδικασία αυτή είναι εύκολη, αρκεί να επισημάνουμε επακριβώς το κέντρο της μιας εκ των δύο μικρών πλευρών του επιμήκους κυβόσχημου προστατευτικού, εισχωρώντας προσεκτικά και σε ευθεία κατεύθυνση το στέλεχος του βέλους μέχρι το
μέσο του μήκους του προστατευτικού, προμετρήσει το μήκος εισχωρήσεως.
έχοντας
Αμέσως, εξάγουμε το στέλεχος κι αρχίζουμε την διαδικασία μονιμοποιήσεώς του με κόλλα στον δίαυλο που μόλις διανοίξαμε, ενσταλάζοντας προσεκτικά την κόλλα στο εσωτερικό του.
Τώρα θα επιχειρήσουμε μερικές εισχωρήσεις – επανεξαγωγές του στελέχους του βέλους στον δίαυλο που διανοίξαμε και ο οποίος ήδη περιέχει κόλλα και, κάθε φορά θα συμπιέζουμε απ΄ έξω το προστατευτικό υλικό ώστε να απορροφούν τα τοιχία του διαύλου την κόλλα, ενώ κάθε φορά, προσεκτικά, θα προσθέτουμε στο δίαυλο και λίγη κόλλα η οποία, καλύτερη για την περίπτωσή μας είναι η βενζινόκολλα.
Η διαδικασία αυτή συντελεί στην επάρκεια συγκολλητικού μέσου που θα κρατήσει στη θέση του το προστατευτικό υλικό κατά την διάρκεια των προσκρούσεων χωρίς τον κίνδυνο να αποκολληθεί προξενώντας ατύχημα και είναι η κρίσιμη φάση της προστατευτικής εφαρμογής, ενώ η βενζινόκολλα
αποδεικνύεται το πλέον αξιόπιστο συγκολλητικό υλικό για την περίπτωση και λόγω της αδιαβροχοποιήσεως που προσφέρει.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής τα βέλη αφήνονται κάθετα ώστε να στεγνώσει πλήρως η κόλλα!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Παρά τον παραπλανητικό «όγκο» του προστατευτικού υλικού στο εμπρόσθιο μέρος (αντί αιχμής) τα συγκεκριμένα βέλη είναι ο π ι σ θ ό β α ρ α και αυτή είναι μία βασική παράμετρος την οποία θα πρέπει να λαμβάνει υπ΄’ όψη ο τοξεύων
ΤΟΞΟ ΚΑΙ ΤΟΞΟΤΗΣ Όπως προδιαγράφει και ο τίτλος της ασκήσεως, σ΄ αυτήν πρωταγωνιστούν δύο όπλα, τo εκηβόλο Τόξο και η αγχέμαχη Σπάθη η οποία, όμως, εν προκειμένω, δεν χρησιμοποιείται με την κύρια αποστολή της αλλά ως μέσο αποκρούσεως (ανακατευθύνσεως) των τοξευόμενων βελών.
Το Τόξο επιλέγεται κατά τα κριτήρια της ασκήσεως στην ενστικτώδη Τοξοβολία του Τοξότη που θα το χρησιμοποιήσει ως μέλος της ασκήσεως.
Όπως και στην περίπτωση των τοξεύσεων κατά ιπταμένων στόχων, έτσι και στη περίπτωση των σπαθιστικών αποκρούσεων βελών, ο πράγματικός πρωταγωνιστής είναι ο …κομπάρσος! Όλοι θαυμάζουμε τον έφιππο που καλπάζει και τοξεύει με ευστοχία ιπτάμενους στόχους τον ένα μετά τον άλλο, αλλά μας διαφεύγει κάποιος πεζός που τρέχει πλάι του και εκσφενδονίζει με συγκεκριμένες κινήσεις και τεχνική τους στόχους! Κι όμως, το εξασκημένο χέρι, ο καρπός και τα δάχτυλα του εκτοξεύοντος τους στόχους αποτελούν το ορόσημο της εισόδου στη τελική ευστοχία του Τοξότη! Αν η εκτόξευση δεν είναι αυτή που πρέπει, αν ο εκτοξεύων δεν εκτοξεύει υποβοηθητικά τον στόχο δυσκολεύει μέχρι πλήρους αστοχίας τον Τοξότη! Κάτι ανάλογο, αλλά σε μικρότερη κλίμακα, ισχύει και στην περίπτωση της σπαθιστικής αποκρούσεως βελών, όπου ο Τοξότης μεριμνά για την, αρχική, ομοιογενή τόξευση διευκολύνοντας την επαναληπτικότητα των αποκρούσεων του Σπαθιστή, πριν αναπτύξει παραλλαγές τοξεύσεων όσο, προοδευτικώς, αναπτύσσεται και η ικανότητα αποκρούσεων του Σπαθιστή. Είναι προφανές ότι όλα τα προαναφερθέντα περνούν μέσα από το «φίλτρο» της «Τοξοβολίας εξ επαφής» και της σχέσεως του Τοξότη με την μικρομετρική διαχείριση της χορδής του Τόξου του γι αυτό, όσοι αναλαμβάνουν έργο Τοξότη σε αυτή την άσκηση θα πρέπει, προηγουμένως, να έχουν εμπεδώσει τις αρχές της «Τοξοβολίας εξ επαφής».
Στην προκειμένη περίπτωση ο Τοξότης θα μεριμνήσει ώστε οι αρχικές τοξεύσεις του να χαρακτηρίζονται με μια «τυποποιημένη» ο μ ο ι ο γ έ ν ε ι α τ ρ ο χ ι ά ς σταθερού επιπέδου και ο μ α λ ή ς τ α χ ύ τ η τ ο ς πτήσεως των τοξευόμενων βελών διευκολύνοντας την «εισαγωγή» του Σπαθιστή στο πνεύμα των επιτυχών αποκρούσεων μετά την επίτευξη των οποίων όλα αλλάζουν με παραλλαγές τοξεύσεων και αποκρούσεων σε ένα πλαίσιο μαχητικής πειστικότητος. Όλοι όσοι εντρυφούν με σοβαρότητα στις πολεμικές τέχνες κατανοούν την τεράστια σημασία του χ ρ ο ν ι σ μ ο ύ, την μελετούν και την τηρούν απαρεγκλίτως! Ειδικώς δε στην Ιππασία ο χρονισμός αποτελεί καθοριστικό μέτρο επιτυχίας και κάθε παραβίαση του πλαισίου του οδηγεί ακόμη και σε επικίνδυνα αποτελέσματα! Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των σπαθιστικών αποκρούσεων βελών όπου, με μπαγκέτα τον μετρονόμο και σεβόμενος την παράμετρο του χρονισμού, ο Τοξότης μπορεί να υποβοηθήσει τον Σπαθιστή σε ένα, τελικό, επιτυχές αποτέλεσμα. Σε μιαν ημερίδα της πειραματικής έρευνας του αντικειμένου, ο αποκρούων εκτός των αποκρούσεων είχε την ευθύνη και του, ταυτόχρονου, χειρισμού της φωτογραφικής μηχανής ρυθμίζοντας κάθε φορά και την διαδικασία της αυτοφωτογραφήσεως. Υπ΄ αυτές τις συνθήκες ο αποκρούων αντελήφθη εγκαίρως την μεγάλη σημασία της υποβοηθήσεως του Τοξότη, στο να προσαρμοσθεί σύντομα στο πλαίσιο του χρονισμού κι έτσι επετεύχθησαν και κάποιες πολύ αποτελεσματικές αποκρούσεις, πάντοτε, με μπαγκέτα τον …μετρονόμο! Οι πολεμικές τέχνες και δη οι έφιππες συνιστούν ένα «πεδίο» υψηλών απαιτήσεων όπου όλες οι παράμετροι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με σοβαρότητα και εμβρίθεια,
άλλως καταλήγουν σε παράσταση πεχλιβάνηδων, όπως, δυστυχώς, βλέπουμε πολύ συχνά. Και όπως στην περίπτωση των ιπταμένων στόχων η διδασκαλία της ορθής εκτοξεύσεως είναι το «κλειδί» της τελικής ευστοχίας, έτσι και στη περίπτωση των σπαθιστικών αποκρούσεων βελών η, αντιστοίχως, σωστή καθοδήγηση του Τοξότη καθορίζει το αποτέλεσμα. Και η Σχολή των «Ελλήνων Κενταύρων» αποδίδει μεγάλη σημασία σ’ αυτές τις δύο διδασκαλίες τις οποίες «μεταφέρει» στους εκπαιδευομένους της με προσοχή και διεξοδική ανάπτυξη. Kαθ΄ όλη την διάρκεια της ασκήσεως σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει ο αποκρούων να παραλείπει την προστατευτική προσωπίδα που χρησιμοποιείται στην Σπαθασκία ή ένα ανάλογο μέσο προστασίας. Καμία έπαρση που συνιστά την καταστροφική υπερεμπιστοσύνη δεν συγχωρείται στην άσκηση αυτή και οι εμπλεκόμενοι είναι υποχρεωμένοι στην διατήρηση διαρκούς εγρηγόρσεως.
ΣΠΑΘΗ ΚΑΙ ΣΠΑΘΙΣΤΗΣ Αναφορικώς με την Σπάθη, τα πράγματα είναι πλέον σύνθετα διότι αυτή, πέραν του ότι θα πρέπει να είναι εύχρηστη για τον Σπαθιστή, αρχικώς θα πρέπει να είναι και ελαφρά γυμνάζοντας προοδευτικώς, συν τη χρήσει, τον καρπό του. Η επιλογή της θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική διότι επαπειλεί κακώσεις καρπού (αλλά και χειρός) που δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητες, λαμβανομένου υπ΄ όψη ότι το «ονομαστικό» βάρος της πολλαπλασιάζεται σημαντικά με τις εκτάσεις των κινήσεων αποκρούσεως και την ταχύτητά τους. Συνεπώς, θα πρέπει, απαραιτήτως, να προηγείται επισταμένη προθέρμανση των χειρών του Σπαθιστή.
Η πειραματική σπουδή αυτής της ασκήσεως με την συνεπαγόμενη αναζήτηση της καταλληλότερης, για την περίπτωση, Σπάθης, μας επανέφερε στο
Heeresgeschichtliches Museum (Μουσείο Στρατιωτικής Ιστορίας) της Βιέννης, όπου φυλάσσεται και εκτίθεται η Σπάθη (και η περικεφαλαία) του Ήρωος Γεωργίου Καστριώτη – Σκεντέρμπεη.
Η συγκεκριμένη Σπάθη με την ακραιφνώς μαχητική και όχι, απλώς, «αισθητική» σχεδίασή της (λαβή που παρέχει πλήρη δυνατότητα χειρισμού υφ΄ οιανδήποτε κίνηση και πλατειά λάμα με ό,τι πλεονέκτημα αποτελεσματικότητος συνεπάγεται) αναδεικνύεται ιδανική κ α ι στη άσκησή μας την οποία συνδέει όχι μόνον με την ανάπτυξη των αντανακλαστικών αλλά και των πραγματικών μαχητικών σπαθιστικών χειρισμών που δεν έχουν καμία σχέση με τις ανόητες χορογραφίες των, μετέπειτα, αναγεννησιακών «αιθουσών όπλων»! Βεβαίως, το αντικειμενικό μειονέκτημά της, η αποστρογγυλευμένη διαμόρφωση της απολήξεως του ελάσματός της η οποία δεν παρέχει την ευχέρεια
διατρήσεως, σε κάθε περίπτωση δεν αφορά στην άσκησή μας. Σημειωτέον ότι στο συγκεκριμένο Μουσείο, όπως συνηγορούν και τα περιεχόμενα των δύο τόμων των εκθεμάτων του, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει υπέροχα δείγματα πολεμικών αγχεμάχων διαφόρων εποχών, λαών και χρήσεων, αλλά η σχεδίαση της συγκεκριμένης Σπάθης, είναι μοναδική, παρά το μειονέκτημά της το οποίο, όμως, αναδεικνύει την μαχητική σφοδρότητα του χειριστή της ο οποίος απέδιδε σημασία στη καταλυτική καταφορά!
μμμμ
Αναφορικώς με την Σπάθη των «Ελλήνων Κενταύρων» [http://horsebackarcherygr.blogspot.com/2016/02/sworddesign-of-greek-centaurs-isbn-978.html] οποία αποτελεί δική μας σχεδίαση, η οποία φέρει πολλαπλές κόψεις αλλά διαθέτει και σχεδίαση αιχμής με διατρητική δυνατότητα, διαθέτουσα λαβή υψηλής ευχρηστίας και πεπλατυσμένο έλασμα, για την παρούσα άσκηση κρίνεται ακατάλληλη για έναν και μόνον λόγο: Το βάρος της (1300 gr) το οποίο είναι αποτρεπτικό για έναν μέσο ασκούμενο.
Γι αυτό και τα όπλα προορίζονται για συγκεκριμένες χρήσεις και κανένα δεν τις καλύπτει, εξίσου, όλες!
Τρία, λοιπόν, τα κριτήρια επιλογής του ενδεδειγμένου λευκού όπλου για την άσκηση αυτή: (α) Το συνολικό βάρος της το οποίο δεν θα πρέπει να κουράζει προώρως τον Σπαθιστή, (β) Η χειρολαβή της που θα πρέπει να είναι απηλλαγμένη από περιοριστικούς φυλακτήρες οι οποίοι παρεμποδίζουν την προς κάθε κατεύθυνση κίνηση του σπαθηφόρου χεριού και, (γ) Το πεπλατυσμένο έλασμα ώστε να καλύπτει μεγαλύτερη επιφάνεια αποκρούσεως, τουλάχιστον για έναν αρχάριο ασκούμενο. Ας κατανοήσουμε καλύτερα τα παραπάνω παρατηρώντας την εικόνα που ακολουθεί και στο οποίο τα όπλα 1 και 2 είναι κλασικές Σπάθες και τα 3 και 4 Σπαθομάχαιρες.
Παρατηρώντας τα παραπάνω όπλα, οι μεν Σπάθες (1 & 2) χαρακτηρίζονται από το μειονέκτημα της λαβής με φυλακτήρα ο οποίος προστατεύει μεν το χέρι, αλλά
παρεμποδίζει την άνετη περιστροφή του όπλου στην παλάμη υποχρεώνοντας τον χειριστή σε περιορισμένες κινήσεις χρήσεως, το πλεονέκτημα του μεγαλύτερου μήκος ελάσματος που σημαίνει ότι μπορεί να καλύψει μεγαλύτερο εύρος αποκρούσεως, το μειονέκτημα του στενότερου φάρδους ελάσματος και το πλεονέκτημα του ελαφρού βάρους αφού, οι Σπάθες αυτής της κατηγορίας είναι συνήθως ελαφρές! Αντιθέτως, οι εικονιζόμενες Σπαθομάχαιρες (3 & 4) φέρουν υπερέχουσα (για την άσκησή μας) λαβή χωρίς φυλακτήρα, μειονεκτούν βραχύτερο μήκος ελάσματος, πλεονεκτούν φάρδος ελάσματος και μειονεκτούν βάρος διότι, λόγω της προοριζόμενης χρήσεώς τους οι Σπαθομάχαιρες προορίζονται για χρήση βαρυτέρων απαιτήσεων. Γενικώς με τους φυλακτήρες θα πρέπει να ειπωθεί ότι, ανεξαρτήτως διαμορφώσεως και υπάρχουν πολλές, όπως φαίνεται στην εικόνα που ακολουθεί, είναι μειονέκτημα για όπλο που θα χρησιμοποιηθεί στην άσκησή μας.
Έτσι είναι προφανές ότι η χρήση της Σπαθομάχαιρας συνοψίζει κατά τον καλύτερο τρόπο τις προϋποθέσεις καταλληλότητος αγχεμάχου και είναι, για την συγκεκριμένη άσκηση, η πλέον ενδεδειγμένη. Όμως θα πρέπει να προσέξουμε η Σπαθομάχαιρα που θα επιλέξουμε να μην είναι υπέρβαρη όπως αυτές που προορίζονται για στρατιωτική χρήση και χαρακτηρίζονται από «στιβαρότητα» κατασκευής, αλλά να επιλέξουμε κάποια με ελαφρύτερο βάρος όπως συνηθίζονταν σε παλιότερες Σπαθομάχαιρες που προορίζονταν για κυνηγετική, κυρίως χρήση.
Εμείς ανασύραμε μια παλιά ρωσική Σπαθομάχαιρα (c. 1750) μεσαίου βάρους, η οποία απέδειξε ότι η …ηλικία δεν αποτελεί εμπόδιο αποτελεσματικότητος.
Και το συνεπτυγμένο μέγεθος ελάσματος ο λιτός φυλακτήρας, αλλά και η όλη κατασκευή, συντελούν σε ένα
ανεκτό βάρος για έναν μέσο Σπαθιστή, επιτρέποντας περισσότερη προπονητική διάρκεια.
Ας μη ξεχνάμε, τέλος, ότι οι σπαθιστικές αποκρούσεις βελών δεν είναι μία οπλομαχητική ή σπαθιστική άσκηση, όπως, βεβαίως, δεν είναι και τοξευτική, αλλά μία άσκηση βελτιώσεως αντανακλαστικών. Συνεπώς, σ΄ αυτή την περίπτωση δεν καταφέρουμε σπαθισμούς αλλά α π ο κ ρ ο ύ σ ε ι ς και δεν ακολουθούμε κανόνες Οπλομαχίας αλλά α ν α κ α τ ε υ θ ύ ν σ ε ω ς (βελών) με αποτέλεσμα να καλούμεθα να χειριστούμε ένα «μ έ σ ο» (Σπάθη) κι όχι «ό π λ ο», εν προκειμένω δε, διακρίνουμε αποκρούοντα και όχι «Σπαθιστή», κάτι που πρέπει να προσέξει ιδιαιτέρως εκείνος ο αποκρούων που μπορεί να είναι και Οπλομάχος!
ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Α. Το ένστικτο είναι «Ένα»!
Όταν, πριν αρκετά χρόνια (2005), ο εξαιρετικός φίλος μου Δάσκαλος του Tai Chi Πλούταρχος Βλαχόπουλος μου δώριζε το καταπληκτικό βιβλίο του δικού του Δασκάλου Grandmaster Chen Zhenglei και Master Liming Yue, με τίτλο «Tai Chi for Health», ούτε εκείνος ούτε εγώ φανταζόμασταν τις …συνέπειες διότι εγώ δεν εναποθέτω …αδιάβαστα τα βιβλία που μου δωρίζουν, αλλά τα διεξέρχομαι βιώνοντας το περιεχόμενό τους. Και το συγκεκριμένο βιβλίο με την εξαιρετική διδασκαλία του Tai Chi με κράτησε για πάντα μελετητή του, αλλά κι εκτελεστή
των ασκήσεών του με αποτέλεσμα, ευεργετικότατο μάλιστα, να έχω υιοθετήσει στην καθημερινότητά μου πολλά διδάγματά του μεταξύ των οποίων και την κυματοειδή κίνηση των χεριών που την «επικαλούμαι» ενστικτωδώς στην στρογγυλή κίνηση την οποία απαιτεί η Ιππική όταν επικοινωνούμε με τον Ίππο ή όταν είμαστε κοντά του. Όμως, απ΄ ό,τι φάνηκε, από το συγκεκριμένο αυτό βιβλίο, ενέγραψα στη μνήμη μου και πολλά ακόμη τα οποία «ανεδύθησαν» ενστικτωδώς, κατά την διάρκεια της εισαγωγικής φάσεως της ασκήσεως των σπαθιστικών αποκρούσεων βελών που έγινε με «γυμνά» χέρια και χωρίς Σπάθη. Στο πλαίσιο, λοιπόν, της πρακτικής μελέτης του ως άνω συγγράμματος, επέμεινα στην κατανόηση της διαχειρίσεως των άκρων χειρών και αυτού το οποίο, στις ανατολικές πολεμικές τέχνες ονομάζεται shuto ή shou dao, δηλαδή, την «κόψη» της παλάμης όταν αυτή κινείται για να «κόψει» και όχι, απλώς, να πλήξει. Κι αυτό άφησε τις «εγγραφές» του γενικότερα στη μνήμη και, ειδικότερα, στην μυική.
Έτσι, κατά την διάρκεια της ασκήσεως (δια «γυμνών» χειρών) κι ενώ είχα βρει έναν καλό ρυθμό ασφαλών αποκρούσεων (ανακατευθύνσεων) των βελών με την κυρίως επιφάνεια της παλάμης, ξαφνικά και εντελώς ασυναίσθητα επανήλθε αυτοκλήτως στη «μνήμη»το shuto / shou dao με μία «απρόσκλητη» κόψη (και όχι επιφάνεια παλάμης να τσακίζει στα δύο τον κορμό του, ευτυχώς, ξύλινου(!) βέλους όταν αυτό μπήκε στο χειριστικό μου βεληνεκές!
Τι ακριβώς συνέβη εκείνη την στιγμή και, ουσιαστικώς, χάθηκε ο ενστικτώδης «συντονισμός» κινήσεων κι επιλογής μέσου (επιφανείας της παλάμης); Τι συνετέλεσε ώστε ένας καλώς λειτουργών ανθρώπινος οργανισμός να υποστεί μερικό «εκτροχιασμό» και να επιτρέψει σε «μνήμες» να τον οδηγήσουν στο λάθος της ακούσιας αλλαγής «μέσου» ώστε αντί της επιφανείας της παλάμης να χρησιμοποιήσει την κόψη της και το ένστικτο, το οποίο αριθμείται ως «ένα» να εμφανισθεί με ένα επιπρόσθετο, αθέατο, «ego» το οποίο αναδύεται από την αφάνεια και τεκμηριώνει την ύπαρξή του με την κοστοβόρα συνέπεια
της θραύσεως του βέλους; Τελικώς, πόσα …ένστικτα διαθέτουμε και σε ποιο, απ΄ όλα, δίνουμε προτεραιότητα;
Η περίπτωση μας παραπέμπει, σχεδόν, δύο αιώνες πίσω (1843) όταν ο Άγγλος γιατρός Arthur Wigan δημοσίευσε ένα «ιντριγκαδόρικο» σύγγραμμα με τίτλο «Η διϋκότητα του νου» («The Duality of the Mind»). Ο Άγγλος γιατρός είχε την εμπειρία της νεκροτομήσεως ενός φίλου του στον οποίο διεπίστωσε την ύπαρξη μόνον ενός εγκεφαλικού ημισφαιρίου ενώ ο νεκρός καθ΄ όλη την διάρκεια του βίου του υπήρξε απολύτως φυσιολογικός κατά την συμπεριφορά του και, μετά από επισταμένη μελέτη του φαινομένου, το 1860, ο Arthur Wigan κατέληξε στο ρηξικέλευθο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι διαθέτουν …δύο εγκεφάλους, οι οποίοι, φυσικά είναι τα κέντρα υποδοχής πληροφοριών βάσει των οποίων διαμορφώνεται και το ένστικτο που αφορά στο ζήτημα που εξετάζουμε και που, αν δεχθούμε το συμπέρασμα του Άγγλου γιατρού, ίσως έχουμε ένα βάθρο συλλογιστικής, έστω και με την ασταθέστατη ισορροπία της αντιεπιστημονικής
γενικεύσεως του Arthur Wigan. Όμως, τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικότερα…
Το ένστικτο φαίνεται να είναι, μάλλον, έ ν α, όμως οι φερόμενες «εγγραφές» και «φορτίσεις» του είναι ασφαλώς πολλές και ποικίλες, διαμορφώνοντας το «προφίλ» του αναλόγως την περίσταση. Και το ζήτημα του … διαρκούς «καλιμπραρίσματος», της αναρρυθμίσεως, του ενστίκτου φαίνεται εντελώς ανυπόστατο αφού, εκείνο που το χαρακτηρίζει είναι το ανεξέλεγκτο και η βελτιστοποίηση των αντανακλαστικών την οποία επιδιώκουμε με την συγκεκριμένη άσκηση εδράζεται επ΄ αυτού τούτου του ανεξέλεγκτου ενστίκτου! Πως, όμως θα αποφύγουμε την …χειρουργικήν επιλογή συγκεκριμένων παραμέτρων του ενστίκτου και την αποφυγή άλλων, ανεπιθυμήτων; Πως θα αποφύγουμε το …σπάσιμο κι άλλων των βελών; Μάλλον, αφήνοντας ελεύθερο το ένστικτό μας να …σπάσει κι άλλα! Η
φυσιολογία των πλασμάτων, καλώς ή κακώς, δεν συγχωρεί σε αυτόν τον ευαίσθητο και καθοριστικό τομέα, στο ένστικτο, την εισχώρηση παρόμοιων «διορθωτικών νυστεριών» εάν, βεβαίως, δεν αναφερόμαστε σε “οργουελλιανές” μεταλλάξεις οι οποίες, άλλωστε, είναι και του συρμού στην εποχή των ανατριχιαστικών σιωνιστικών σεναρίων που μας κυκλώνουν! Β. Η αρχική προσέγγιση της ασκήσεως. Οι σελίδες που προηγήθηκαν και αυτά που, εν συνεχεία, ακολουθούν αφορούν στην αρχική και μόνον, προσέγγιση της ασκήσεως των σπαθιστικών αποκρούσεων βελών όπου, ο πρωτοείσακτος ασκούμενος «συναντά» την συγκεκριμένη άσκηση αρχικώς για να «υποψιασθεί» το πλαίσιό της και, κατόπιν, για να έχει μια «πρόγευση» και, είναι βέβαιο, ότι θα παραμείνει για αρκετό καιρό σε αυτό το επίπεδο της πρωτόλειας εμπειρίας την οποία θα πρέπει να εμπεδώσει επαρκώς πριν καταλήξει να κόβει βέλη που ίπτανται με ταχύτητα μεγαλύτερη των 110 χιλιομέτρων την ώρα χρησιμοποιώντας μια Σπάθη, σε μιαν απόσταση μεγαλύτερη των 15 μέτρων! Όχι, σ΄ αυτή την αρχική φάση είναι προτιμότερο να μην υπάρχει ξεχωριστός στόχος αλλά ως στόχος να θεωρείται το στήθος του Σπαθιστή. Ο λόγος δεν είναι άλλος από την αποφυγή της διαχύσεως της εστιάσεως των αισθητηρίων του σε ένα μεγαλύτερο εύρος πεδίου, μεταξύ Τοξότη και εξωτερικού στόχου, αλλά της παθητικής αισθήσεως (ως στόχου) του ιδίου του Σπαθιστή, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την ταχεία τυποποίηση των ανακατευθυντικών χειρισμών της σπαθηφόρου χειρός του. Από τις πρώτες εμπειρίες που βιώσαμε από την έρευνα της ασκήσεως διαπιστώσαμε ότι, όντως, γνωρίζοντας ότι ο Τοξότης στοχεύει το στήθος μας και, μετά την άφεση της χορδής, αισθανόμενοι το βέλος να κατευθύνεται προς το
στήθος μας είχαμε την αίσθηση της αμέσου «συνδέσεώς» μας με το βέλος κάτι που πολλαπλασίαζε την αυτοπεποίθηση της αποκρούσεώς του. Ήταν σαν το βέλος να συνδέονταν με το στήθος μας με ένα αόρατο σχοινί το οποίο προσδιόριζε θέση, κατεύθυνση και ταχύτητα ώστε να μη χρειάζεται πολύ «σκέψη» για να κινηθεί με ακρίβεια αποτροπής τη σπαθηφόρο χείρα μας.
Η απόσταση μεταξύ Τοξότη και Σπαθιστή επελέγη στα 5 μέτρα περιορίζοντας το βεληνεκές και υποχρεώνοντας σε ακόμη μεγαλύτερην εγρήγορση το σύστημα των αντανακλαστικών του Σπαθιστή αλλά… …Αλλά το
αυξημένο βάρος των βελών, συνέτεινε στον περιορισμό της ταχύτητος πτήσεώς τους, διαμορφώνοντας ένα συμβατότερο πλαίσιο ανταποκρίσεως στις απαιτήσεις αποκρούσεως. Τέλος, προτιμήθηκε σε αυτό το στάδιο ο Σπαθιστής να είναι γυμνόχειρας ώστε να έχει ακόμη αμεσότερη αίσθηση δράσεως πριν αναλάβει την Σπάθη, ή, μάλλον την Σπαθομάχαιρα, όπως είδαμε προηγουμένως. Πράγματι, από την πρώτην απόκρουση έγινε «αισθητή» στο χέρι του Σπαθιστή η χειριστική «αλληλουχία» (από τον ώμο μέχρι την άκρα χείρα). Σε αυτή την άσκηση κάποιοι προτιμούν να προειδοποιούν με μέτρηση τον Σπαθιστή προετοιμάζοντάς τον («Ένα, δύο, τρία, πυρ!»). Εμείς, εξ αρχής το αποφύγαμε κάτι που δυσκολεύει, μεν, την προσπάθεια, αλλά προετοιμάζει πολύ καλύτερα τον ασκούμενο για ένα καλύτερο αποτέλεσμα, ενισχύοντας την αυτοσυγκέντρωσή του..
Γ. Η εισαγωγή του αγχεμάχου. Έχοντας επιλέξει το λευκό όπλο (αγχέμαχο) που θα χρησιμοποιήσουμε, το πρώτο πράγμα που νιώθουμε ξεκινώντας να το χρησιμοποιούμε και μετά την αίσθηση γυμνοχειρίας που ήδη αποκτήσαμε, θα είναι η … «αμηχανία» της εντάξεώς του στην φυσική μας κίνηση αποκρούσεως. Θα νιώσουμε μια πρόσκαιρην απώλεια επαφής με την τροχιά του βέλους ώσπου να ξαναβρούμε τα «μέτρα» του «χώρου» πτήσεως του βέλους και να εντάξουμε μέσα σ΄ αυτόν την κίνηση αποκρούσεως του καρπού και, βεβαίως, του αγχεμάχου μας. Και, αυτό απαιτεί μια διέγερση των αισθήσεών μας ώστε όλα να διευθετηθούν αρμονικότατα στον χώρο αλλά και στον χρόνο τοξεύσεων. Τώρα, πλέον, δεν αισθανόμεθα την αμε-
σότητα της υπάρξεως του βέλους που αγγίζει το χέρι μας με το οποίο το αποκρούομε, αλλά παρεμβάλλεται μεταξύ του χεριού μας και του βέλους ένα «ξένο» σώμα το οποίο
είναι το αγχέμαχο. Έτσι, κρίνεται σκόπιμο να «εξοικειώσουμε» το αγχέμαχο με το …χέρι μας ώστε να το αισθανόμεθα ως φυσική προέκτασή μας προκειμένου να το χειριζόμαστε καλύτερα. Βεβαίως οι έχοντες εμπειρία χρήσεως αγχεμάχων δεν αντιμετωπίζουν, ειδικώς, αυτό το πρόβλημα, όμως, για τους μη έχοντες είναι απαραίτητο ένα εξασκητικό προστάδιο κατά το οποίο θα εξοικειώσουν το χέρι με το όπλο ώστε να υπερπηδηθεί η αίσθηση του «ξένου σώματος». Κατά την παρόν, εισαγωγικό, στάδιο, κρίνεται ως υποβοηθητική η φωνητική προειδοποιητική μέτρηση από τον Τοξότη κάθε τοξεύσεως ως «ένα» (έγερση βελοφόρου Τόξου), «δύο» (άνοιγμα χορδής) και «τρία» (άφεση χορδής – τόξευση) ώστε να προετοιμάζεται καταλλήλως ο αποκρούων Σπαθιστής. Όμως, κάτι τέτοιο δεν κρίνεται σωστό πέραν του σταδίου εκπαιδεύσεως του αποκρούοντος διότι απομειώνει την αξία της διεγέρσεως των αντανακλαστικών μετατρέποντας σε μηχανική διαδικασία την απόκρουση ειδικώς όταν αυτή συνοψίζεται στον χρονισμό του Τοξότη.
Δ. Η αποφυγή σπαθιστικής τμητικής καταφοράς. Όπως έχει προαναφερθεί, οι σπαθιστικές αποκρούσεις βελών δεν είναι άσκηση σπαθιστικού χαρακτήρος αλλά άσκηση αναπτύξεως αντανακλαστικών, οπότε θα πρέπει ο αποκρούων να μην λειτουργεί παρασυρόμενος από σπαθιστικούς κανόνες χρήσεως του αγχεμάχου αλλά χρησιμοποιώντας το ως μέσο αποκρούσεων. Αυτό σημαίνει ότι ο αποκρούων θα πρέπει να αποφεύγει τις σπαθιστικές τμητικές καταφορές διότι, εν τοιαύτη περιπτώσει το κόστος της ασκήσεως θα πολλαπλασιάζεται με την καταστροφή βελών δια της τμήσεώς τους. Κατόπιν των όσων προεξετέθησαν προηγουμένως (κεφ. “ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Α. Το ένστικτο είναι «Ένα»!”) οι έχοντες εμπειρία χρήσεως αγχεμάχων όπλων ρέπουν περισσότερο στην ακούσια σπαθιστική τμητική καταφορά όταν χρησιμοποιούν «έλασμα» και, εν προκειμένω, θα πρέπει να διατηρούν την αυτοσυγκέντρωσή τους σε υψηλά επίπεδα ώστε αντί της κόψεως να επιλέγουν το πλάτος του ελάσματος και να αποκρούουν αναλόγως, ελαχιστοποιώντας το ενδεχόμενο τμήσεως και αχρηστεύσεως του βέλους. Ας σημειωθεί, δε, ότι η αποβολή της έξεως των σπαθιστικών τμητικών καταφορών για έναν βιωματικό Σπαθιστή είναι το δυσκολότερο μέρος για την σωστή υλοποίηση αυτής της ασκήσεως.
Κατά την διάρκεια των πρακτικών ερευνών μας επί των παραμέτρων αυτής της ασκήσεως, ο αποκρούων (βιωματικός Σπαθιστής εκ προηγουμένης μακράς εμπειρίας χρήσεως Σπάθης) ενώ διέπραξε το λάθος ως γυμνόχειρας να αποκρούσει βέλος, ασυναισθήτως, με τμητική καταφορά παλάμης, βεβαίως, καταστρέφοντάς το, επανέλαβε το ίδιο λάθος και με το αγχέμαχο το οποίο χρησιμοποίησε σε κίνηση τμητικής καταφοράς, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του να το αποφύγει.
Θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η σφοδρότητα στην οποία παρασύρει η σπαθιστική προσέγγιση της τμητικής καταφοράς έχει αποτελέσματα πέραν πάσης περιγραφής. Μια τέτοια σπαθιστική κίνηση μπορεί να καταφέρει αποτελέσματα καταστροφής ακόμη και ανθρωπίνων οστών τα οποία αποτελούν από τα σκληρότερα «υλικά» με τα οποία μπορεί να «αναμετρηθεί» η κόψη ενός ελάσματος και υπάρχουν άφθονα τεκμήρια περί αυτού.
Χαρακτηριστικά είναι τα εκθέματα στις προθήκες του Ιστορικού Μουσείου της Στοκχόλμης τα οποία είναι κρανία και οστά από την μεσαιωνική μάχη του Visby (1361) τα οποία εκτίθενται στις προθήκες του Ιστορικού Μουσείου της Στοκχόλμης. Η βιαιότητα του χειρισμού είναι εμφανής επί των εκτεθειμένων κρανίων και αντιλαμβανόμεθα πόσο πιο προσεκτικοί πρέπει να είμεθα εκτελώντας τις σπαθιστικές αποκρούσεις βελών, αποφεύγοντας καταφορές οιασδήποτε εντάσεως, ακόμη και τις πλέον ελαφρές, αναλογιζόμενοι πόσο πιο ευαίσθητο σε θραύση είναι το στέλεχος ενός βέλους, αν βεβαίως, δεν επιθυμούμε την αύξηση κόστους, της ασκήσεώς μας!
Εν συνάψει, αποκρούοντας, ο Σπαθιστής θα πρέπει πέραν της στοχευμένης στροφής του καρπού του να παραμένει επικεντρωμένος και στην κατάληξη της επαφής του πεπλατυσμένου μέρους του ελάσματος με το ιπτάμενο βέλος διότι εάν η επαφή αγχεμάχου και βέλους γίνει με την κόψη του όπλου το αποτέλεσμα θα είναι καταστρεπτικό για το βέλος και επ΄ αυτού, οι ήδη Σπαθιστές και Οπλομάχοι θα πρέπει να διατηρούν την αυτοσυγκέντρωσή τους σε υψηλά επίπεδα. Εν προκειμένω, πλεονεκτούν όσοι δεν έχουν προηγούμενη οπλομαχητικήν εμπειρία διότι, αυτοί, μπορούν εξ αρχής να χρησιμοποιήσουν σωστά το λευκό όπλο τους σε χρήση αποκρούσεως κι όχι καταφοράς.
Ε. Η αποφυγή σφοδρότητος αποκρούσεως. Δεν είναι όμως μόνον η αποφυγή της σπαθιστικής καταφοράς την οποία θα πρέπει να λάβει υπ΄ όψη του ο αποκρούων, αλλά θα πρέπει να αποφύγει και την σφοδρότητα κατά την απόκρουση εάν θέλει να εκτελέσει σωστά την άσκηση χωρίς ανεπιθύμητες θραύσεις βελών. Αποκρούοντας με σφοδρότητα, θα έχουμε ακριβώς το ίδιο θραυστικό αποτέλεσμα επί των βελών, ανεξαρτήτως υλικού του στελέχους τους. Συν τη προόδω της ασκήσεως ο νους «υπερθερμαίνεται» και η σπαθηφόρος χείρα συντονίζει την κίνησή της και ως προς την διεύθυνση και ως προς την ταχύτητα δράσεως αφού η άσκηση αυτή «εγκιβωτίζεται» σε ένα πολυεδρικό πλαίσιο απαιτήσεων ώστε, τελικώς να μετρούμε επιτυχείς αποκρούσεις χωρίς ζημιωμένα βέλη των οποίων το κόστος δε είναι διόλου ευκαταφρόνητο μιας και, εν εναντία περιπτώσει, τα σπασμένα βέλη στο τέλος κάθε εξασκήσεως θα είναι πολλά, αν όχι όλα.
ΣΤ. Στάση σώματος κατά την αναμονή. Ο αποκρούων Σπαθιστής αναμένοντας το ιπτάμενο βέλος για να το αποκρούσει, έχοντας ρυθμίσει τον ρυθμό της αναπνοής του θα πρέπει να διατηρεί ολόκληρο το σώμα του χαλαρό και έτοιμο να υπηρετήσει τις ανάγκες «υποδοχής» του βέλους, σε πλήρη ετοιμότητα ώστε να εκτελέσει οποιανδήποτε κίνηση κριθεί απαραίτητη. Αυτό σημαίνει ότι ο αποκρούων δεν «στέκεται» υπό την έννοια οιασδήποτε ακινησίας αλλά θέτει το σώμα του σε ετοιμότητα κινήσεως σπεύδοντας να συναντήσει το βέλος στο σημείο όμως που έχει προϋπολογίσει. Όχι δεν πρόκειται περί αντιφάσεως αλλά περί μιας ιδιότυπης καταστάσεως κατά την οποία ο αποκρούων έχει ορίσει, μεν, το πεδίο όπου θα δώσει την μάχη του, αλλά, ταυτοχρόνως, τίθεται και σε ετοιμότητα …καταδιώξεως του εχθρού (βέλους) εάν αυτός δείξει «σημάδια» αποφυγής της αποκρούσεως του όπλου του. Και εδώ ισχύουν οι κανόνες συμπλοκής δύο τακτικών στρατών επί ανοικτού πεδίου όπου, για κάθε εμπλεκόμενη πλευρά, πέραν της συγκρούσεως επί του σημείου θα πρέπει να υπάρχει η πρόβλεψη μετατοπίσεως εάν και εφ΄ όσον αυτό κριθεί απαραίτητο από την εξέλιξη της συμπλοκής. Οπότε, ο αποκρούων δεν εφησυχάζει υπό την στατικήν έννοια επί του σημείου αναμονής του βέλους, αλλά διατηρεί το σώμα του σε έναν συνδυασμό χαλαρότητος και ετοιμότητος μετατοπίσεως εάν και εφ΄ όσον αυτή χρειασθεί, ενώ, την μη σπαθηφόρο χείρα χωρίς να την εκτείνει προς το επερχόμενο βέλος, την διατηρεί ως αντίβαρο ισορροπίας του σώματός του και της σπαθηφόρου χειρός ώστε να είναι ευστοχότερη η διαδικασία της αποκρούσεως. Εδώ το ανθρώπινο σώμα θα πρέπει να ακολουθεί την κίνηση των σπαρτών που «υποδέχονται» πνέοντα άνεμο και, αναλόγως κλίνουν,
θεωρώντας ότι εν προκειμένω ο «άνεμος» αντιπροσωπεύεται από την διεύθυνση του ιπτάμενου βέλους ή του νερού που προσαρμόζεται στο σχήμα του δοχείου στο οποίο βρίσκεται κι αυτή η διαρκής ετοιμότητα προσαρμογής του σώματος του αποκρούοντος στις ανάγκες της επιτυχούς αποκρούσεως συνεισφέρει στην εμπέδωση μιας «σωματικής», πλέον, «μνήμης» η οποία συμμαχεί με την όλη προσπάθεια βελτιώσεως των αντανακλαστικών. Πράγματι, αυτή η άσκηση είναι ωφελιμότατη!
Ζ. Γωνία ελάσματος κατά την αναμονή. Ακόμη ένα βασικό ζήτημα είναι υπό ποία γωνία πρέπει να τίθεται το έλασμα του όπλου κατά την διάρκεια της αναμονής αφίξεως του βέλους μέχρι του υπολογιζόμενου σημείου αποκρούσεως. Εν προκειμένω υπάρχουν δύο απαντήσεις: πρώτη, η γωνία η οποία δ ι ε υ κ ο λ ύ ν ε ι την απόκρουση αλλά μειώνει την μαχητικήν «αλήθεια» της ασκήσεως τυποποιώντας την και απομειώνοντας τις δυνατότητες αναπτύξεως των αντανακλαστικών και, η δεύτερη, η χ α λ α ρ ή στάση της σπαθηφόρου χειρός με την οποιανδήποτε γωνία ελάσματος συνεπάγεται η οποία δεν διευκολύνει ιδιαιτέρως τον αποκρούοντα και δεν τυποποιεί την άσκηση αλλά διαμορφώνει υψηλότερες συνθήκες αναπτύξεως των αντανακλαστικών. Η διευκολυντική γωνία φαίνεται στην φωτογραφία που ακολουθεί:
Πρόκειται για μία πλάγια λαβή η οποία δημιουργεί μια γωνία ελάσματος 45 - 55˚ ως προς την οριζοντιότητα, προκειμένου το έλασμα να βρίσκεται όσο γίνεται εγγύτερα της διαδρομής του ιπταμένου βέλους ώστε να εξασφαλίζεται η επιτυχής απόκρουση.
Αυτή η διευκολύνουσα γωνία, όμως, σε συνδυασμό με τον χρονισμό τοξεύσεων του Τοξότη, παράγει έναν αθέατο «μετρονόμο» ο οποίος μετατρέπει τον αποκρούοντα σε ένα «αυτόματο» το οποίο δεν επικαλείται τον μηχανισμό εκείνο που αναπτύσσει τα αντανακλαστικά, αλλά μόνον τον υποσυνείδητο μηχανικό «χρονομέτρη» που δίνει εντολή
στον καρπό ώστε να αποκρούσει το βέλος κι αυτό, ασφαλώς δεν είναι το επιδιωκτέο της ασκήσεως.
Τούτη η διευκολύνουσα γωνία με την «καλουπωμένη» αποτελεσματικότητά της είναι κατάλληλη για τον εντυπωσιασμό θεατών σε ένα δημόσιο “show” αλλά δεν
είναι εκείνο το οποίο θεωρείται ωφελιμότητος αυτής της ασκήσεως.
ως
το
«ζενίθ»
Αντιθέτως, η οιαδήποτε γωνία ελάσματος η οποία προκύπτει από την οιανδήποτε φυσική και χαλαρή στάση της σπαθηφόρου χειρός του αποκρούοντος είναι αυτό που κρίνεται ως ωφελιμότερο και, βεβαίως, αναδεικνύεται μαχητικώς «αληθοφανέστερο»! Η. Επίμετρον. Όλα τα παραπάνω αφορούν σε μία πρώτη «υποψία» περί την συγκεκριμένη άσκηση η οποία έχει πολλές εκφάνσεις και προεκτάσεις για τις οποίες θα ακολουθήσουν επιπρόσθετα συμπληρώματα τα οποία θα προκύψουν από τη περαιτέρω πειραματική της έρευνα η οποία συνεχίζεται. Οι σπαθιστικές αποκρούσεις βελών εντάσσονται σε ένα πολύ κρίσιμο όσο κα σπουδαίο ειδικό ασκησιολόγιο το οποίο θα πρέπει να «συνταχθεί» πολύ προσεκτικά και σε βάθος χρόνου πειραματικής δοκιμασίας.
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟ ΜΕΣΟ Καθ’ όλη την διάρκεια των πειραματικών δοκιμών των σπαθιστικών αποκρούσεων βελών απεδείχθη το α π α ρ α ί τ η τ ο της χρήσεως προστατευτικής οπλομαχητικής προσωπίδος η οποία καλύπτει ολόκληρο το πρόσωπο και την κεφαλή από πλήγματα βελών, ενώ, επιτρέπει ανεμπόδιστο πεδίο ορατότητος του Σπαθιστή. Και παρετηρήθη ότι πολλά βέλη τα οποία προσέκρουσαν στην προσωπίδα θα μπορούσαν, παρά την κάλυψη της αιχμής τους με προστατευτικό μέσο, να ήσαν ιδιαιτέρως τραυματικά!
ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟΡΙΑ Αφού η άσκηση δεν είναι αμιγώς σπαθασκητική και αφού οι αποκρούσεις μπορούν να γίνουν και με ένα απλό ξύλο, γιατί επιμένουμε στη χρήση αγχεμάχου; Aν δεν προσέξαμε το Επίμετρον, ας το κρατήσουμε ως …έκπληξη διότι …έπεται συνέχεια!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ: Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΣΑΟΛΙΝ ΚΟΥΝΓΚ ΦΟΥ Ουονγκ Κιου Κιτ (1998) Η ΒΑΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΚΙΝΕΖΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ Αλεξάνδρου Ι. Τηλικίδη (1999) ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΑΙ-ΤΣΙ ΤΣΟΥΑΝ Wonk Kiew Kit (2007) ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Robert Elgood (2009) ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΛΕΥΚΑ ΟΠΛΑ ΣΤΟΝ ΕΥΡΥΤΕΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ 6000 π.Χ. ΕΩΣ 1500 μ.Χ. Δημήτρη Α. Νικολακόπουλου (2012) ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΜΑΧΑΙΡΕΣ, ΣΠΑΘΟΜΑΧΑΙΡΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΑΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ, ΧΡΗΣΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΓΧΕΜΑΧΑ ΟΠΛΑ Δημήτρη Α. Μικολακόπουλου (2014) ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΦΙΠΠΗ ΤΟΞΟΒΟΛΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΕΦΙΠΠΕΣ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΤΈΧΝΕΣ Α. Η. Καλέντζη (2013)
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ: KRIEGSKUNST ZU FUSS J. J. v. Wallhausen (1615) KRIEGSKUNST NACH PFERDE J. J. v. Wallhausen (1616) DIE FECHTKUNST G. Hergsell (1881) BRITISH AND FOREIGN ARMS & ARMOUR Charles Henry Ashdown (1909) A STUDY OF BOWS AND ARROWS S.T. Pope (1923) HUNTING WITH THE BOW AND ARROW S. T. Pope (1925) HANDBOOK OF ARMS AND ARMOR EUROPEAN AND ORIENTAL D. Bashford (1930) VOM BAU UND LEBEN DES GEHIRNS Ernst Sharrer (1936) ARCHERY Natalie Reichart & Gilman Keasey (1940) DIE ALT- UND MITTELSTEINZEITLICHEN FUNDE VON STELLMOOR A. Rust (1943) ZEN IN THE ART OF ARCHERY Eugen Herrigel (1953) TOPOGRAPHISCHE ANATOMIE Johannes W. Rohen (1977) KUT, KOREAN SHAMANIST RITUALS Halla Pai Huhm (1980) ILLUSTRIERTE GESCHICHTE DER KȌRPERKULTUR Wolfgang Eichel (1984) RIGHT OVER THE MOUNTAINS Gill Marais (1991) BECOME THE ARROW Byron Ferguson & Glenn Helgeland (1994) ARCHERY ANATOMY Ray Axford (1995) ARCHERY Steven Boga (1997) TRADITIONAL ARCHERY Sam Fadala (1999) THE TRADITIONAL BOWER’S BIBLE (Συλλογική συγγραφή, τόμοι 4, 2000)) KENDO Kotaro Oshima & Kozo Ando (2000) BOWS OF THE WORLD David Gray (2002) INTERRACTIVE FUNCTIONAL ANATOMY Susan K. Hillman (2003) ATHLETIC BODY IN BALANCE Gray Cook (2003) UNDERSTANDING WINNING ARCHERY Al Henderson (2003) TAI CHI FOR HEALTH Chen Zhenglei & Liming Yue (2005) DYNATOMY William C. Whiting (2005) AZ ȌSMAGYAROK HADI MÜVÉSZETE Poór Miklós (2006) TRAITÉ DE COMBAT MÉDIÉVAL Olivier Patrouix_Gracia (2006) GENGHIS KHAN AND ITS HEIRS Magyar Nemzeti Mūzeum (2007) THE ANCIENT WORLD AT WAR Philip de Souza (2008) REFLEX ÍJAK Nagy Gábor & Szabő Zsolt (2010) HUSZÁR – FEGYVEREK Kovács S. Tibor (2010) KARDOK ÉS SABLYÀK Harvey J. S. Withers (2010) ARC ET FLÈCHE Jūrgen Junkmanns (χ.χ.)