Έλληνες μετανάστες στον Νέο Κόσμο ΒΡΩΜΟΕΛΛΗΝΕΣ
Γιάννης Παναγιωτόπουλος Β2
Πρόλογος Στο κείμενο που ακολουθεί έγινε προσπάθεια να περιγραφεί το πρώτο μεταναστευτικό κύμα των Ελλήνων στην Αμερική.Των ανθρώπων που έφευγαν με την αβεβαιότητα του αγνώστου,των ’’τυχοδιωκτών’’ της ευτυχίας. Έφευγαν αφήνοντας πίσω τις οικογενειές τους και τις υποσχέσεις για πολλά δολάρια.Άφηναν πίσω τους την Ελλάδα σε ‘’πολεμικό πυρετό’’, μια Ελλάδα που τα σύνορά της έφταναν στη Θεσσαλία .
Αίτια Μετανάστευσης Μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο η Ελλάδα βιώνει άλλη μια τραγική περίοδο της ιστορίας της. Ανεργία, κοινωνική ανασφάλεια, ανέχεια μαστίζουν κυρίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα του πληθυσμού τα οποία, ως είθισται,
βρίσκουν διέξοδο για μια καλύτερη ζωή στην μετανάστευση. Η Αμερική, ο Καναδάς, η Αυστραλία, το Βέλγιο θα αποτελέσουν με τη σειρά τους κέντρα υποδοχής μεταναστών. Η έξαρση της εξωτερικής μετανάστευσης που σημειώνεται στις αρχές του αιώνα αρχίζει ουσιαστικά µετά το 1890.
Χαρακτηριστικό της περιόδου από τότε µέχρι τον Β’ παγκόσμιο πόλεµο, είναι πως το μεταναστευτικό ρεύµα κατευθύνεται σχεδόν όλο προς τις Η.Π.Α., αντίθετα µε τη μεταπολεμική περίοδο που ο προσανατολισµός αλλάζει κυρίως προς Αυστραλία και Δυτική Ευρώπη. Στα χρόνια δηλαδή από το 1898 έως το 1900 υπάρχει µια αύξηση, πού οφείλεται σε μια σειρά
γεγονότων τα οποία αναγκάζουν μεγαλύτερα στρώματα ιδίως του αγροτικού πληθυσμού να εγκαταλείψουν τη χώρα για τις Η.Π.Α. Kαι τέτοια κυρίως είναι: ο άτυχος πόλεμος με τους Τούρκους, η κήρυξη της χώρας σε πτώχευση, η επιβολή του Δ.Ο.Ε.(Διεθνούς Οικονομικού Έλεγχου). Ακολουθούν όμως ακόμα πιο δύσκολα και οδυνηρά χρόνια. Ο αριθμός των μεταναστών μόνο για το 1907 (πού αποτελεί αιχμή) φτάνει στους 36.580. Η Ελλάδα είχε τότε πληθυσμό 2.631.952 κατοίκων. Δηλ. σε ένα μόνο χρόνο έφυγε το 15 τοις χιλίοις του πληθυσμού. Κάμψη παρουσιάζεται στη περίοδο των βαλκανικών πολέμων όπου
μάλιστα παρατηρείται και επιστροφή πολλών μεταναστών πού πήραν μέρος στους απελευθερωτικούς πολέμους τού 1912-13.
Η μετανάστευση είναι αδιάψευστο επιχείρημα για την άθλια οικονοµική και κοινωνική κατάσταση των μικροϊδιοκτητών. Στην Πελοπόννησο, από την οποία άρχισε η οµαδική μετανάστευση περί τα τέλη του περασµένου αιώνος, οι µικροϊδιοκτήτες ήταν στο έλεος των τοκογλύφων, που τους προστάτευε ο Νόµος µε την προσωπική κράτηση για χρέη. Εξ άλλου, στη Θεσσαλία, όπου επικρατούσε η µεγάλη ιδιοκτησία και
όπου ένας µικρός αριθµός ιδιοκτητών εκμεταλλεύονταν τις πιο εύφορες εκτάσεις µε σύστηµα σχεδόν φεουδαρχικό, οι γεωργοί, πριν εφαρμοσθούν τα μεταρρυθμιστικά µέτρα του 1911, ήταν κάτι η παραπλήσιο προς τους δουλοπαροίκους. Η τοκογλυφία οργίαζε. Ο τόκος, ήταν 2030% σε χρήµα, άλλα οι δανειστές έπαιρναν από τούς οφειλέτες τους, γάλα, βούτυρο, και αλλά προϊόντα, ανεβάζοντας τον τόκο σε 70 ή και 80%. Χαρακτηριστική είναι η παρατήρηση πως οι μετανάστες δεν προερχόντουσαν όλοι από τα πιο φτωχά τµήµατα του αγροτικού πληθυσμού. Το ταξίδι απαιτούσε αρκετά χρήµατα και οι πράκτορες η οι τοκογλύφοι που θα δάνειζαν το απαραίτητο για τα
ναύλα ποσό, ζητούσαν εξασφάλιση. Έτσι µικροκτηµατίες µε υποθηκευμένα κτήµατα ήσαν πολλοί μεταξύ των µεταναστών.
Βέβαια και για τους τελείως φτωχούς και άκληρους υπήρχε ο τρόπος. Τους δέσµευαν µε συµβόλαια έργασίας και έτσι ξεχρέωναν τα ναύλα τους, σκλάβοι στην κυριολεξία, στους σιδηροδρόµους η στα ορυχεία τού Κολοράδο. Ακόµα και µικρά παιδιά και
εφήβους 8-12 χρονών στρατολογούσαν για τα στιλβωτήρια πού διατηρούσαν κυρίως Έλληνες στις µεγάλες πόλεις των Η.Π.Α.
Μεγάλο ρόλο έπαιξαν και οι πράκτορες των µεταναστευτικών γραφείων και των ατμοπλοϊκών εταιρειών πού διαφήµιζαν το πλούτο και τις ευκαιρίες που παρουσίαζε η Αµερική. Ενδεικτικό του ότι οι Έλληνες πήγαιναν µε πρόθεση να µείνουν προσωρινά στην Αµερική, είναι το γεγονός οτι έφευγαν µόνο άντρες σε αντίθεση µε τους µεταναστες από άλλες χώρες. Έτσι άδειαζε ο τόπος από το πιο ζωντανό και παραγωγικό κοµµάτι του πληθυσµού. Έφευγαν οι Έλληνες, µε την ελπίδα να γυρίσουν σύντοµα µέ χρήµατα, για να ξεχρεώσουν το κτήµα τους, να κάνουν µια
δουλειά στον τόπο τους, να προικίσουν τις αδελφές τους και βέβαια, κύρια για να γλυτώσουν από την πεινά, τη δυστυχία και την εκμετάλλευση πού βασίλευαν στη πατρίδα τους.
Ένα βήμα πιο κοντά για το αμερικάνικο όνειρο Σηµεία αναχώρησης των µεταναστών, ήταν επίσηµα τα λιµάνια του Πειραιά και της Πάτρας. ‘Υπήρχαν όµως εστίες παράνοµης μετανάστευσης, κυρίως απόκρυφα φυσικά λιµάνια, όπου ήταν αδύνατος ο έλεγχος επειδή δεν υπήρχαν δρόµοι η τηλεπικοινωνιακά µέσα. Ένα τέτοιο λιµάνι λαθραίας μετανάστευσης ήταν και η Ερατεινή στον Κορινθιακό κόλπο.
Χιλιάδες μετανάστες επιβιβάζονταν σε μικρότερα πλοία που έδεναν στ’ ανοιχτά και στη συνέχεια έβγαιναν στη Νεάπολη αλλά και στ’ άλλα λιµάνια της Μεσογείου, όπου και στιβάζονταν σαν ζώα για το µεγάλο ταξίδι.
Το πλήθος των µεταναστών κυρίως ταξίδευε τρίτη θέση, που σήµαινε
στιβαγµένο σαν εµπόρευµα στο κατάστρωµα και τ’ αµπάρια. Ορισμένες φωτογραφίες µιλούν εύγλωττα για τις άθλιες συνθήκες της µεταφοράς. Όµως ας παρακολουθήσουµε καλύτερα τον Α. Κορδοπάτη, πώς περιγράφει το ταξίδι. «Τρεις µέρες προχωρήσαµε, την τρίτη νύχτα µεσάνυχτα, το πλοίο χάλασε, χωρίς να καταλάβουµε τίποτα εµείς. Μοναχά οι πλοιάρχοι και οι µηχανικοί το ήξεραν και αντί για μπρος γύριζε πίσω. Το διόρθωσαν και άρχισε πάλι να πηγαίνει, αλλά ψεύτικο διόρθωµα, έκανε µοναχα οκτώ µίλια. Δύο ώρες µε τα πόδια, µια µε το πλοίο Αυστροαµερικάνα. Έγερνε και στα πλάγια. Τεντωνόµασταν χάµω και πιάναµε το νερό της θάλασσας όταν ήταν γαλανή. Όταν ο καιρός ήταν µαύρος, φίδια µας έτρωγαν.
Η ψυχή του κόσµου ήταν βυθισµένη στο φόβο. Για φαγητό έσφαζαν και µας έδιναν κάτι παλιοάλογα. Καµιά εβδοµάδα τη βγάλαµε µ’ αυτά που είχαµε ψωνίσει στην Πάτρα, αλλά σωθήκανε. Μας έδιναν κάτι ρέγγες µε σκουλήκια, χαλασµένες τις πετάγαµε. Ζούσαµε µέσα σ’ αυτή τη φρίκη, από κάτω θάλασσα και από πάνω ουρανός. Έπειτα άρχισε να κοχλάζει η ψείρα. Κάθονταν όρθια στα πανωφόρια των επιβατών, άσπρες µε ουρά. Σε λίγες µέρες µε την αργοπορία του πλοίου, το νερό λιγόστεψε. Τρεις χιλιάδες κόσµος που ήµασταν µέσα διψάσαµε. Μαζευόµασταν µυρµήγκια µε τις βίκες µπροστά στα ντεπόζιτα και ‘κεί γινόταν χαλασµός».
Ένα σημαντικό κομμάτι της μεταναστευτικής ιστορίας που έχει κυρίως συναισθηματική αλλά και κοινωνιολογική αξία, αφορά το μέσον που οδηγούσε τους οικονομικούς μετανάστες στην νέα τους πατρίδα. Ο διάπλους της Μεσογείου και του Ατλαντικού διαρκούσε σχεδόν ένα μήνα, αφού ανάλογα με το πόσο γρήγορο ήταν το κάθε ατμόπλοιο, αλλά και ποιο ήταν το λιμάνι αναχώρησης με τους ενδιάμεσους σταθμούς ( Κωνσταντινούπολη – Πειραιάς – Καλαμάτα – Πάτρα – Τεργέστη – Νάπολη), η παραμονή μέσα στο καράβι ήταν από 15 μέρες μέχρι 30. Ένας μήνας μέσα σε δύσκολες συνθήκες μιας και οι περισσότεροι διέσχιζαν και πρώτη φορά τον ωκεανό.
Η τρίτη θέση που τους είχε εξασφαλίσει η άδεια τσέπη τους, με τις ελάχιστες ή τις ανύπαρκτες ανέσεις ήταν πάντα η θέση των φτωχών. Όλοι μαζί Έλληνες, Τούρκοι, Ρώσοι, Αρμένιοι κλπ προσπαθούσαν με μια αυτοσχέδιο νοηματική να ξεπεράσουντο πρόβλημα της γλωσσικής τους ιδιαιτερότητας.
Τα πλοία της φυγής Τα πλοία που μετέφεραν τους Έλληνες στην «στην γη της επαγγελίας» ήταν το πλοίο «Πατρίς» το πλοίο θρύλος για χιλιάδες Έλληνες μετανάστες. Το παρθενικό του ταξίδι ξεκίνησε στις 27 Μαρτίου το 1909 από την Σμύρνη και μετά από 26 μέρες έφτασε στην Νέα Υόρκη με 25 Έλληνες.
Το πλοίο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος» έκανε το παρθενικό του ταξίδι 13 Μαίου το 1915. Ξεκίνησε από την Πάτρα – Νάπολη για Νέα Υόρκη μετονομάστηκε σε «Μεγάλη Ελλάς» και επανέλαβε τα ταξίδια του στις 12 Οκτωβρίου του 1919. Άλλα πλοία ήταν το «Μωραίτης, Μακεδονία, Αθήναι, Καρπάθια, Λακωνία, Φρανκόνια, Μάρθα Ουάσιγκτον και το «Βασιλιάς Αλέξανδρος» (το πλοίο με τις νύφες). «Πατρίς»
Άφιξη Η αποβίβαση των µεταναστών στα µεγάλα λιµάνια της Αµερικής γινότανε µέσω ειδικών κέντρων ελέγχου. Στο λιµάνι της Νέας Υόρκης, πού κυρίως κατευθυνόταν το µεταναστευτικό κύµα, ο έλεγχος γινότανε σ’ ένα νησάκι µεσ’ στο λιµάνι,
που λεγόταν Έλλις Άϊλαντ (Ellis Island) µε µεγάλα και επιβλητικά κτίρια. Παλιότερα, τα πρώτα χρόνια της µεταναστευσης, ο έλεγχος γινόταν σ” ένα συγκρότηµα παλαιών κτιρίων πάνω στο ίδιο νησί το Castle Carden, το φοβερό «Καστιγγάρι» όπως το ονόµαζαν οι Έλληνες. Με την άφιξη του πλοίου στο λιµάνι, ο έλεγχος για τούς επιβάτες της πρώτης και δεύτερης θέσης γινόταν πάνω στο πλοίο και για τους περισσότερους σταµατούσε εκεί. Για τούς επιβάτες όµως της τρίτης θέσης, ό έλεγχος γινόταν στο Ellis Island. Και οι ανεπιθύμητοι φορτωνόντουσαν πάλι στο πλοίο, για να επιστρέψουν άπρακτοι στην πατρίδα ενώ πολλοί στην απελπισία τους, έφταναν ν’ αυτοκτονήσουν.
Το βιβλίο του Μπ. Μαλαφούρη μας πληροφορεί πώς ανεπιθύμητοι, εκτός όσων είχαν µολυσµατικές ασθένειες, όπως τραχώµατα, ήσαν και όσοι δεν είχαν συγγενείς η φίλους στην Αµερική πού θα εγγυόντουσαν ότι οι άνθρωποι αυτοί θα βρίσκανε ένα κρεβάτι για να κοιµηθούν ή ένα πιάτο φαΐ για να µην πεθάνουν
στην πείνα ,όσοι ακόµη δεν φαινόντουσαν αρκετά γεροί για να δουλέψουν στις σιδηροδροµικές γραµµές, στα µεταλλεία και τόσες άλλες βαριές δουλειές πού τόσο πολύ ανθρώπινο υλικό χρειάζονταν τότε ακόµη και όσοι θεωρούνταν ύποπτοι για τη δηµόσια τάξη. Οι επιβάτες χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες πρώτης, δεύτερης και τρίτης ανάλογα με την θέση που κατείχαν στο καράβι. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θεωρούσε ότι οι οικονομικά εύποροι που μπορούσαν να αγοράσουν ένα ακριβό εισιτήριο α’ ή β’ θέσης δεν θα γίνονταν βάρος στο κράτος τους. Έτσι οι επιβάτες περνούσαν από έναν βιαστικό έλεγχο πάνω στο πλοίο και ακολούθως αφού περνούσαν από το τελωνείο αποβιβάζονταν στην Νέα Υόρκη. Μόνο όσοι από αυτούς είχαν ιατρικά ή νομικά προβλήματα,
οδηγούνταν στο Έλλις. Τελείως διαφορετική ήταν η αντιμετώπιση για τους επιβάτες της τρίτης θέσης (το σύνολο σχεδόν των μεταναστών). Αυτοί αφού είχαν ταξιδέψει με απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης, μεταφέρονταν υποχρεωτικά στα εξεταστήρια του Έλλις. Σε λίγο βρίσκονταν σε θέση αναμονής για το δωμάτιο του ληξιαρχείου όπου ακολουθούσε ο έλεγχος νομιμότητας των ταξιδιωτικών εγγράφων και οι ιατρικές εξετάσεις. Εφόσον όλα ήταν σωστά και ήταν υγιείς η ταλαιπωρία διαρκούσε από τρείς έως πέντε ώρες. Αξιοπρόσεκτος είναι ο τρόπος ιατρικής εξέτασης. Σύντομα οι γιατροί στο νησί έγιναν πολύ έμπειροι στην λεγόμενη εξέταση των έξι δευτερολέπτων. Ένας γιατρός μπορούσε με ένα βλέμμα στον μετανάστη να καταλάβει, αν πάσχει από
κάποια ασθένεια. Μέσα σε χρόνο δυο λεπτών οι γιατροί θα εντόπιζαν χολέρα, ελονοσία, τράχωμα καθώς και επιληψία, πνευματικές ανωμαλίες, φυματίωση κ.α. Η σφραγίδα με τις λέξεις νοσοκομείο ή ανεπιθύμητος έμπαινε με μεγάλη ευκολία πράγμα που σήμαινε ότι σε 20 – 30 μέρες θα ήταν πίσω στην Ελλάδα. Στην συνέχεια ερχόταν το μαρκάρισμα όπου με ένα σημάδι από κιμωλία στο στήθος σημείωναν το αρχικό γράμμα της ονομασίας και το είδος της ασθένειας, παραπέμποντας στους για περαιτέρω έλεγχο (τους κρατούσαν σε μεγάλα κλουβιά μέχρι να αποφασίσουν τι θα τους κάνουν). Το γράμμα Χ στην πλάτη χαρακτήριζε τους τρελούς και τους ηλίθιους το οποίο και σήμαινε την άμεση απέλαση.
Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ελεγχόμενων δεν γνώριζε ούτε λέξη από την αγγλική γλώσσα γεγονός που συνέτεινε στην αυθαίρετη κρίση των εξεταστών. Τα πρώτα χρόνια ο ιατρικός έλεγχος για τις γυναίκες ήταν ταπεινωτικός γιατί εξετάζονταν από άντρες γιατρούς νιώθοντας κοινωνική εξαθλίωση από αυτή την συμπεριφορά καθώς ήταν από κλειστές κοινωνίες με αυστηρά ήθη. Αργότερα και μετά από έντονες διαμαρτυρίες τοποθετήθηκαν και γυναίκες γιατροί. Σε όλη την διαδικασία εμπλέκονταν δύο υπηρεσίες. Η ομοσπονδιακή υπηρεσία δημόσιας υγείας και το γραφείο μετανάστευσης.
Κάποιοι ονόμασαν το Έλλις «νησί των δακρύων» ενώ κάποιοι άλλοι «νησί της ελπίδας».
Η ζωή των μεταναστών στην Αμερική Το πρώτο μαζικό μεταναστευτικό κύμα προς την Αμερική πρωτοεμφανίζεται στη δεκαετία του 1890. Μέχρι το 1920 περίπου 400.000 Έλληνες, από το μισό εκατομμύριο που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα δουλεύουν στις ΗΠΑ. Στην αμερικανική απογραφή του 1910 αναφέρονται μόλις 5.000 περίπου Έλληνες που έχουν αποκτήσει την αμερικανική υπηκοότητα, ενώ στην επόμενη απογραφή, του 1920, ο αριθμός δεν φθάνει τις 30.000, οι περισσότεροι απ΄ αυτούς την είχαν αποκτήσει, υπηρετώντας στον στρατό κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην πλειονότητά τους οι μετανάστες ήταν άντρες και άρχισαν να συγκεντρώνονται στη Νέα Υόρκη, στις περιοχές πάνω από την κοιλάδα του Μισισίπι και κυρίως στο Σικάγο και στο Σαν Φρανσίσκο, στην Οκλαχόμα στο Ομπάχο. Κατά την άφιξή τους στην Αμερική, δουλεύουν στους σιδηροδρόμους, στα σφαγεία ή σε άλλες μικροεπιχειρήσεις. Οι υπόλοιποι , τριγυρνούν σε διάφορα σημεία της πόλης αναμένοντας ένα νεύμα. Χωρίς να γνωρίζουν τη γλώσσα, προσπαθούσαν να επιβιώσουν σε δύσκολες συνθήκες και συχνά προέκυπταν απρόβλεπτες καταστάσεις. Όμως οι νοικοκυραίοι τάσσονται εναντίον των «ύποπτων και επικίνδυνων ξένων», που απειλούν τον «νόμο και την τάξη».
Από πολλούς αντιμετωπίζονται ως υποδεέστερη φυλή, ανάξια των προγόνων της. Μαρτυρίες της εποχής θέλουν νεαρούς Έλληνες να πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης πατρώνων που τους έπαιρναν το μεροκάματο από το γυάλισμα των παπουτσιών, ενώ τους απαγόρευαν την επαφή με πολύ κόσμο από φόβο μην τους χάσουν από την δούλεψή τους.
"No rats, no Greeks, all American"
Πέραν του ανθελληνικού μένους όμως δεν ήταν σπάνιες και οι παραβατικές συμπεριφορές των Ελλήνων, σύμφωνα με το τότε αστυνομικό δελτίο.
Η διανυκτέρευση σε αστυνομικά τμήματα μέχρι να επιβεβαιωθεί ο τόπος κατοικίας και εργασίας ήταν συχνό φαινόμενο και φυσικά δεν έλλειπε και η εμπλοκή των ομογενών σε παράνομες δραστηριότητες με κυριότερη την εισαγωγή και εξαγωγή εμπορευμάτων. Οι αφηγήσεις των επιζώντων της εποχής εκείνης αλλά και των ιστορικών μαρτυρούν πολλά περιστατικά ρατσιστικών διακρίσεων και προκαταλήψεων, θύματα των οποίων υπήρξαν Έλληνες και μετανάστες από φτωχές χώρες του νότου. Η καραντίνα, οι εξονυχιστικές ιατρικές εξετάσεις και οι ανακρίσεις στις οποίες υποβάλλονταν με την άφιξή τους οι ‘Ελληνες ήταν σύνηθες φαινόμενο.
Όσοι κατάφερναν να τις περάσουν προσλαμβάνονταν με χαμηλότατους μισθούς στις ανθυγιεινές δουλειές που δεν προτιμούσαν οι Αμερικανοί. Η έννοια του λευκού που σήμερα περιγράφει κάθε άτομο ευρωπαϊκής καταγωγής, τότε περιοριζόταν αποκλειστικά για τους ανθρώπους με αγγλοσαξονική ή βορειοευρωπαϊκή προέλευση. Οι Έλληνες θεωρούντο φυλετικά ανάμεικτοι, γενετικά κατώτεροι από τους δήθεν αμιγείς προγόνους τους, και, ως εκ τούτου,
ανίκανοι ακόμα και να προσεγγίσουν τα επιτεύγματά τους. Το 1913 στην είσοδο ενός εστιατορίου στην Καλιφόρνια έγραφε: «Αμιγώς Αμερικανικό! Όχι Έλληνες». Άλλες μελέτες βέβαια που είχαν εκπονηθεί στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1940 παρουσίαζαν τους Έλληνες ως τους πλέον επιρρεπείς στη διάπραξη απεχθών εγκληματικών πράξεων και μάλιστα στο σύνολο των αδικημάτων οι Έλληνες προηγούνταν τόσο των Ιταλών όσο και των Ρώσων. Οι Έλληνες κατηγορούνται ότι οι περισσότερες από τις παραβατικές πράξεις τους αναφέρονται σε ιδιαίτερα σοβαρά αδικήματα, όπως ανθρωποκτονίες, βιασμοί, επιθέσεις, κλοπές, ληστείες και εμπορία ναρκωτικών.
Η αντικειμενικότητα βέβαια αυτών των κατά πολλούς μονομερών μελετών αμφισβητείται, όπως συμβαίνει με κάθε είδους μελέτη εγκληματικότητας που αφορά την παραβατικότητα των μεταναστών σε ξένες χώρες, κατά τις οποίες οι μετανάστες πέφτουν θύματα ρατσισμού και αδίστακτης δυσφημιστικής προπαγάνδας. Tον Αύγουστο του 1918, 50.000 ντόπιοι στο Τορόντο του Καναδά, επιτέθηκαν στους Έλληνες.
Οι «λαθραίοι»Ελληνες μετανάστες , περιέγραφαν την ζωή στην ξένη χώρα σαν ένα διαρκές δίλλημα.
«Όλοι εμείς οι λαθραίοι βλέπουμε δυο εφιάλτες. Ο ένας είναι ότι θα πεθάνουμε στην Αμερική ξένοι και ανεπιθύμητοι, και ο άλλος είναι ότι θα μας πιάσει το Ιμιγρέσο (immigration service) και θα μας στείλει πίσω στην Ελλάδα να πεθάνουμε εκεί». Στην ιστορία του ελληνισμού υπάρχουν πολλές σκοτεινές σελίδες εκμετάλλευσης, το επαίσχυντο περιεχόμενο πολλών απ’ αυτές τις σελίδες γράφτηκε από τους ίδιους τους Έλληνες, εκείνους που κατατρέχουν τους συντρόφους τους μετανάστες.
«Αρκετοί ανάμεσά τους (Έλληνες μετανάστες) παρατηρεί ο Μαλαφούτης, έχοντας υπερνικήσει τα πρώτα εμπόδια, αντί να προσπαθήσουν να εξυπηρετήσουν τους συμπατριώτες τους, εκμεταλλεύτηκαν την απειρία και την αμάθειά τους σε τέτοιο αποκρουστικό βαθμό που ήταν απαραίτητη η επέμβαση των αμερικανικών αρχών να σταματήσουν την εκμετάλλευση των αθώων θυμάτων» Κανένα άλλο αδίκημα δε χτύπησε τόσο βαθιά την ελληνοαμερικανική κοινότητα στα πρώτα της χρόνια και δεν είχε τόσο ζημιογόνο αποτέλεσμα στην αμερικανική κοινή γνώμη και στις κυβερνητικές αρχές όσον αφορά το ελληνικό όνομα και την ελληνική μετανάστευση στην Αμερική, όσο το σύστημα των Πατρόνων (Patrone).
Σύμφωνα με τον Σεραφή η λέξη«Πατρόνος» σημαίνει ιδιοκτήτης, αφεντικό ή κύριος, ένα άτομο που έχει νομική και ηθική ισχύ πάνω στους άλλους : Το σύστημα ήταν διαδεδομένο ανάμεσα στους μετανάστες που είχαν λίγη ή καμία γνώση της αγγλικής γλώσσας. Το σύστημα εκμετάλλευσης από τους «Πατρόνους» είχε πρωτοεμφανιστεί από Ιταλούς αφέντες στη σιδηροδρομική βιομηχανία. Στην ουσία, οι Πατρόνοι ήταν εργολάβοι στους οποίους οι νεοφερμένοι, που ήξεραν πολύ λίγο τη γλώσσα και τις συνθήκες εργασίας, στηρίζονταν για εργασία (απασχόληση). Μερικές φορές οι Πατρόνοι τους εξασφάλιζαν δωμάτιο και ένα συμφωνημένο ποσό ως μισθό, που σήμαινε ότι τροφή και οτιδήποτε έπαιρνε ο εργάτης επιπλέον απ’ αυτό το ποσό ανήκε σ’ αυτόν, δηλαδή τον Πατρόνο.
Από το 1900 οι Έλληνες «αφεντικά» υιοθέτησαν το σύστημα των Πατρόνων και το επεξέτειναν. Τα πρώτα θύματα ήταν κυρίως οι μικροπωλητές λουλουδιών και , σε μικρότερη έκταση, οι πωλητές φρούτων και γλυκών στους δρόμους της Ν. Υόρκης. Ήταν εφοδιασμένοι με χειράμαξες και με το εμπόρευμα της ημέρας. Το βράδυ επέστρεφαν τα καροτσάκια και τις εισπράξεις στο «αφεντικό». Στην αρχή το σύστημα περιοριζόταν στους μεσήλικες Έλληνες μετανάστες αλλά μετά το 1900 επεκτάθηκε και συμπεριέλαβε αγόρια ηλικίας 14-20. Αυτά τα αγόρια έκλειναν συνήθως συμβόλαιο στην Ελλάδα.
Το συμβόλαιο το υπέγραφαν τα αγόρια και οι γονείς τους, λίγοι από τους οποίους ήξεραν το αληθινό νόημα της συμφωνίας. Ο Πατρόνος πλήρωνε τη μετάβαση στις Ηνωμένες Πολιτείες και γι’ αυτό ήταν υποχρεωμένοι να δουλεύουν γι’ αυτόν για χρόνια. Ήταν μια μορφή δουλείας με συμβόλαιο .... Η κομπίνα των Πατρόνων ευτυχώς εξαλείφθηκε, αλλά όχι πριν καταστρέψει πολλές ζωές και βλάψει γενικά το όνομα των Ελλήνων στην Αμερική.
Πέρασαν γενιές και γενιές για να εξαλειφθεί αυτό το στίγμα από την αμερικάνικη κοινωνία Σοκαριστικός ο τίτλος του άρθρου εφημερίδας της εποχής, όπως μας μεταφέρει ο Έλληνας ομογενής από το Ντιτρόιτ κος Dan Georgakas.
Προκαλεί η άποψη ότι στα τέλη του 19ου και στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, οι Έλληνες δεν κατατάσσονταν στους «λευκούς»! Θεωρούνταν, όπως προκύπτει απ’ τα δημοσιεύματα και τις μαρτυρίες της περιόδου, Ανατολίτες και μη Ευρωπαίοι. Αυτό μη σας λυπεί διότι την ίδια αντιμετώπιση επιφύλασσαν οι Αμερικάνοι για όλους τους νοτιοευρωπαίους. Σε πολλές περιοχές επιβάλλονταν οι «κανόνες» που εφήρμοζαν στους αφροαμερικάνους ή αλλιώς τους «νέγρους», όπως επιτιμητικά τους αποκαλούσαν. Στους κινηματογράφους η πλατεία ανήκε στους λευκούς, ενώ ο «γυναικωνίτης» (το πατάρι) στους νέγρους και στους μη λευκούς (Έλληνες, Ιταλούς κ.ο.κ.).
Μα πώς γίνεται; Το δέρμα μας δεν το έβλεπαν; Ο χαρακτηρισμός «λευκός» δεν απευθυνόταν στο δέρμα και το χρώμα του, αλλά στην κοινωνική τάξη- αντίληψη. Οι βορειοευρωπαίοι, για παράδειγμα, θεωρούνταν λευκοί. Το αστείο είναι φορείς της εν λόγω προκατάληψης ήταν οι εξαμερικανισμένοι Ιρλανδοί που είχαν προηγηθεί ως μεταναστευτικό κύμα και είχαν αφομοιωθεί απ’ την Βορειοαμερικανική κοινωνία των ευγενών προτεσταντών. Ο τρόπος διαβίωσης των Ελλήνων ήταν όπως σχεδόν βλέπουμε σήμερα τους μετανάστες στη χώρα μας. Αλλά ακριβώς, όπως και σήμερα, οι μετανάστες θεωρούνταν πηγή μόλυνσης. Κίνδυνος για τη δημόσια υγεία.
Εκεί μας κόλλησαν το «filthy Greeks», δηλαδή «βρωμοέλληνες». Η επαίσχυντη συμπεριφορά θωρούνταν σε μαρκίζες εστιατορίων, όταν οι Έλληνες έκαναν τα πρώτα βήματα στην εστίαση, αναγράφοντας «Αμιγές Αμερικάνικο. Όχι ποντίκια. Όχι Έλληνες». Σε αυτά προσθέστε και μια έλλειψη διάθεσης από τους Έλληνες να μάθουν Αγγλικά και να ενταχθούν στην κοινωνία «υποδοχής», πράγμα που στηλιτεύονταν από τους Αμερικάνους. Μαζεύονταν μαζί στα καφενεία τους και μιλούσαν πολιτικά μεταξύ τους πίνοντας και τζογάροντας. Πράγματα ασυνήθιστα για τον συντηρητικό Βορειοαμερικάνο Από την άλλη, όμως, χρησιμοποιήθηκαν και ως απεργοσπάστες όπου η εργοδοσία
εύρισκε ανθρώπους που θα ρίσκαραν ώστε να κερδίσουν τα ως προς το ζην. Χαρακτηριστικό ήταν το πογκρόμ που υπέστη η Ελληνική κοινότητα της Νότιας Ομάχα (South Omaha- 1909), πληθυσμού γύρω στους 2.000. Δεν ήταν τα μόνα κρούσματα διωγμών που συνέβησαν εις βάρος των ομοεθνών μας τη δύσκολη εκείνη εποχή. Νιου Χαμσάιρ- 1906, Σικάγο 1907, Γουάιτ Πάιν-1908 κ.α.. Μάλιστα σε ένα συμβάν στην Ουάσινγκτον, Αμερικάνοι έβαλαν Έλληνες σε πλοιάριο και τους είπαν να μην επιστρέψουν γιατί θα πυροβοληθούν… Τι έλεγε ο Τύπος της εποχής; ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ. Ξεφυλλίζοντας τις ομογενειακές εφημερίδες της εποχής, διαπιστώνει κανείς ότι τα ρατσιστικά
στερεότυπα σε βάρος των ελλήνων μεταναστών αφθονούσαν στις στήλες του αμερικανικού τύπου ΒΙΑΣΤΕΣ ΑΝΗΛΙΚΩΝ. Επίθεσις Ελληνος κατά μικράς αμερικανίδος» ΔΟΥΛΕΜΠΟΡΟΙ ΑΝΗΛΙΚΩΝ. "Κατά την εν Μέμφιδι της πολιτείας Τεννεσή συνάδελφον `Scimiter' συνελήφθησαν οι Ελληνες Ηλίας και Νικόλαος Καλαμούζος, κατηγορούμενοι επί παραβάσει του περί μεταναστεύσεως νόμου δια της εισαγωγής ενταύθα Ελληνοπαίδων ανηλίκων’’. ΒΡΩΜΙΑΡΗΔΕΣ. "Την φρικώδη κατάστασιν των Ελλήνων αναγιγνώσκομεν εν τη Δέμβερ του Κολοράδου συναδέλφω `Νέα'. Κατά την συνάδελφον ταύτην, ήτις δημοσιεύει εν πλάτει την έκθεσιν του εκεί αστυϊάτρου,
800 Ελληνες ζώσιν υπό τους χειρίστους της υγιεινής και ανθρωπότητος κανόνας’’. ΑΠΕΡΓΟΣΠΑΣΤΕΣ. "Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά, καθ' ήν συμβαίνει ομογενείς να εργάζωνται ως ανταπεργοί’’. ΣΩΜΑΤΕΜΠΟΡΟΙ. "Ετερον κρούσμα σωματεμπορίας μας έρχεται από την πόλιν Κάνσας της πολιτείας Μιζούρι, κατά την εκεί συνάδελφον `Αστήρ'’’.
Επίλογος Υπολογίζεται ότι το 2% του παγκόσμιου πληθυσμού, γύρω στα 150 εκατομμύρια ψυχές, ζουν εκτός της πατρίδας τους. Επειδή όμως τίποτα δεν μπορεί να είναι μόνο μαύρο ή μόνο άσπρο, ο αγώνας των ξενιτεμένων συμπατριωτών μας στις περισσότερες περιπτώσεις στέφθηκε με επιτυχία. Πολλοί έκαναν περιουσίες μεγάλες στην ξενιτιά. Κάποιοι γύρισαν ύστερα από 10 – 15 χρόνια επιτυχημένοι με ένα καλό κομπόδεμα. Η επιτυχία βέβαια δεν τους ακολούθησε για πολύ εδώ στην Ελλάδα ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος κατέστρεψε αυτούς που είχαν χρήματα. Άλλοι γύρισαν φτωχοί όπως έφυγαν.
Υπήρξαν και μερικοί που δεν γύρισαν ποτέ, χάθηκαν στην άγρια Δύση χωρίς να δώσουν κανένα σημείο ζωής. Στην Ν.Υόρκη κατασκεύασαν τον μεγαλύτερο τοίχο στον κόσμο και εκεί τοποθετούν χιλιάδες ονόματα Ευρωπαίων μεταναστών για να τιμήσουν την ηρωική προσπάθειά τους στο ‘’χτίσιμο’’ της Αμερικής.
Αυτοί λοιπόν που έφυγαν στις δύσκολες εκείνες εποχές, εκτός από το τίμημα στην πραγμάτωση του ‘’Αμερικάνικου’’ ονείρου προσέφεραν και στην πατρίδα τους πολύτιμες υπηρεσίες. Το συνάλλαγμα, που έστελναν πίσω, χόρτασε ψωμί τις οικογένειές τους και παράλληλα τόνωσε την κρατική οικονομία. Ειδικά για την Ελλάδα που σχεδόν μόνιμα τότε βρισκόταν στο μεταίχμιο της χρεοκοπίας τα ‘’μεταναστευτικά’’ δολάρια ήταν το σημαντικότερο ‘’καύσιμο’’ στην αναπτυξιακή της πορεία. Πρέπει επίσης να επισημανθεί και να τονισθεί η μεγάλη προσφορά των Ελλήνων της διασποράς, οι οποίοι με δωρεές σεβαστών ποσών βοήθησαν στην κατασκευή κοινωφελών έργων, ιδρυμάτων στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Η 18η Δεκεμβρίου ανακηρύχθηκε από
τα Ηνωμένα Έθνη ως Παγκόσμια Ημέρα Μετανάστη, σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί η εκστρατεία του ΟΗΕ για την προστασία του παγκόσμιου μετανάστη. Την ημερομηνία αυτή το 1990 υιοθετήθηκε από τη γενική συνέλευση του ΟΗΕ η «Διεθνής Συνθήκη για την Προστασία των Δικαιωμάτων όλων των Μεταναστών Εργατών και των μελών των Οικογενειών τους».
Βιβλιογραφία - Δικτυογραφία Αρμενίζοντας στο αμερικάνικο όνειρο: Κώστας Ν. Ρόζος http://tvxs.gr/news/taksidia-stoxrono/metanastes http://www.newsbeast.gr/greece/arthr o/769250/otan-oi-ellines-itanmetanastes http://ithaque.gr/metanasteysi-ellinonstin-ameriki/
τέλος