Η
ἄνοιξη, λένε πώς εἶναι ἡ ὀμορφότερη ἐποχή τοῦ χρόνου. Δέν ξέρω γι’ ἀλλοῦ, ἀλλά γιά τήν Φλώρινα ἡ ἄνοιξη πράγματι εἶναι τό ὀμορφότερο κομμάτι τῆς ἀέναης ροῆς τοῦ πανδαμάτορος χρόνου. Μέ λαχτάρα τήν ἀναμένουμε καί μέ χαρά τήν ἐντοπίζουμε στό σκασμένο μπουμπούκι, πού προσπαθεῖ νά ρουφήξει τίς δειλές ἀχτίδες τοῦ ἥλιου πάνω, στόν λόφο τοῦ Σταυροῦ, καί κάτω, στήν πεδιάδα τῆς Πελαγονίας. Ἐλπίδα σοῦ δίνει ἡ ἄνοιξη. Σοῦ γεμίζει τά πνευμόνια μέ τό δροσερό ἀεράκι τῆς νεκρανάστασης. Τῆς φυγῆς ἀπό τόν Ἅδη καί τῆς ἀνόδου στό φῶς πού πρωτογεννᾶται «τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, ὄρθρου βαθέος, τῇ ἐπιφωσκούσῃ». Αὕτη ἐστί ἡ κλητή καί ἁγία ἡμέρα τῆς ἄνοιξης καί τῆς Ἀνάστασης. Τοῦ Πάσχα τῶν Ρωμιῶν. Τοῦ Πάσχα τοῦ Κυρίου. Ἀγναντεύοντας τόν κάμπο πού δειλά-δειλά πρασινίζει μέσα ἀπό τό μικρό παραθύρι τοῦ ἱεροῦ τῆς Παναγίας τῆς Κλαδορράχης, ἔχοντας μπροστά μου τόν Σταυρό, πού χαίρεται γιατί λείπει ἀπ’ αὐτόν τό Σῶμα τοῦ Σταυρωθέντος, δάκρυα, χαμόγελα, γέλια, κραυγές, ἀγκαλιές, καρδιές, πρόσωπα γίνονται ἕνα μέσα στό Ποτήρι τῆς Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο ἀκόμα ἀχνίζει ἀπ’ τό Αἷμα πού χύθηκε στόν βράχο καί πού συνεχίζει ἀσυγκράτητα νά δίνει Ζωή σέ νεκρούς καί ζωντανούς. Τή Ζωή αὐτή τή λάβαμε, ἄν καί ἀνάξιοι ὄντες καί τό φετεινό Πάσχα. Τή Ζωή πού νικᾶ τήν μοναξιά, τήν κρίση, τήν θλίψη, τήν ἀπόγνωση, τήν ἀπελπισία, τόν θάνατο. Τελικά εἶναι ὄμορφο νά εἶσαι δικός Του. Ὅπως ὄμορφα εἶναι καί τά μάτια τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, πού κρατώντας στό ἕνα χέρι ἕνα κόκκινο αὐγό καί στ’ ἄλλο μιά λαμπάδα ἀναμμένη, χοροπηδώντας σάν κατσίκι, ἄτεχνα διαλαλεῖ σέ ὅλους: Χριστός Ἀνέστη. Ἀληθῶς Ἀνέστη. ΑΠΟ ΤΗ
ΣΥΝΤΑΞΗ
Λόγος Κατηχητήριος ἐπί τῇ ἐνάρξει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς †ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΠΑΡ’ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ
Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
2
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Οἱ τά πάντα καλῶς διαταξάμενοι Θεῖοι Πατέρες ἐθέσπισαν ὅπως, τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου προηγῆται περίοδος ἀσκήσεως καί πνευματικῆς καθάρσεως, διαρκείας τεσσαράκοντα ἡμερῶν. Ἡ ἄσκησις πραγματοποιεῖται καί διά τοῦ περιορισμοῦ τῶν τροφῶν, δηλονότι τῆς νηστείας, ἀλλά κυρίως διά τῆς ἀποχῆς ἀπό τό κακόν. Τονίζει χαρακτηριστικῶς ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὅτι ἀληθής καί εὐπρόσδεκτος ἀπό τόν Θεόν νηστεία εἶναι ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἡ ἐγκράτεια γλώσσης, ἡ θυμοῦ ἀποχή, ὁ χωρισμός ἀπό τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν, τῆς καταλαλιᾶς, τοῦ ψεύδους καί τῆς ἐπιορκίας, ἡ ἐπανόρθωσις τῆς ἀδικίας, ἡ δίωξις τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ, ἡ θερμή ἐξομολόγησις, ὁ καθαρμός τῆς συνειδήσεως, "ἧς οὐδέν ἐν κόσμῳ βι-
αιότερον", ἡ ἐγκράτεια ἀπό "παθῶν βλαβερῶν, ἀπό φθόνου καί μίσους, ἀπό πάσης κακίας", ἡ ἀποφυγή τῆς "ἐκτροπῆς τοῦ νοός", ἡ ὁμολογία τῶν ἐσφαλμένων· ὅτι "ἐγγύς ἐπί θύραις ὁ Κριτής ἐστιν", ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς, "ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν" (Μέγας Κανών Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης). Ἡ σωματική ἄσκησις σκοπόν ἔχει τήν κάθαρσιν τοῦ νοῦ καί τήν προσήλωσιν αὐτοῦ εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Ταυτοχρόνως, καί εἰς τήν ἀγάπην τῶν συνανθρώπων μας, ἡ ὁποία καί ἀποτελεῖ τήν ἀπόδειξιν ὅτι εἴμεθα μαθηταί τοῦ Ἀγαπῶντος αὐτούς. Ἡ ἀγάπη μας πρέπει νά εἶναι ἔμπρακτος καί νά συνεπάγεται δι᾿ ἡμᾶς κάποιαν θυσίαν ὑπέρ αὐτῶν. Διότι ἀγάπη ἄνευ προσφορᾶς τῶν ἀναγκαίων ὑλικῶν καί πνευματικῶν ἀγαθῶν εἰς τόν ἀγαπώμενον εἶναι κενός λόγος. Ἰδίως κατά τήν παροῦσαν ἐποχήν τῆς μεγάλης ἠθικῆς καί οἰκονομικῆς κρίσεως ὀφείλομεν, ὅσοι ἔχομεν τήν δυνατότητα, νά προσφέρωμεν μετά ἱλαρότητος, ἀγάπης καί σεβασμοῦ πρός τόν συνάνθρωπον τήν βοήθειάν μας πρός αὐτόν. Τότε μόνον ἡ χαρά μας ἐπί τῇ Ἀναστάσει τοῦ Κυρίου θά εἶναι πλουσία, ὅταν καί ἡ προσφορά μας πρός τούς ἀδελφούς Αὐτοῦ, τούς ἐλαχίστους, τούς συνανθρώπους μας, εἶναι πλουσία. "Ὁ ἀγαπῶν τόν πλησίον ὡς ἑαυτόν οὐδέν περισσότερον κέκτηται τοῦ πλησίον· [...] ὅσον οὖν πλεονάζεις τῷ πλούτῳ, τοσοῦτον ἐλλείπεις τῇ ἀγάπῃ", διδάσκει τό ἀψευδές πατερικόν στόμα (Μεγάλου Βασιλείου, Πρός τούς πλουτοῦντας, P.G. 31,281Β). Ὁ κόσμος νομίζει, ἀτυχῶς, ὅτι ἡ χαρά συμπορεύεται πρός τό λαμβάνειν καί κατέχειν πλοῦτον, δόξαν, ἀξιώματα καί ἄλλας ἀπολαύσεις. "Οὐδέν γάρ ἀχρηστότερον ἀνδρός οὐκ εἰδότος φιλεῖν"· καί "ὅταν ἴδῃς τινά δεόμενον θεραπείας ἤ σωματικῆς, ἤ ψυχικῆς, μή λέγε πρός ἑαυτόν∙ Τίνος ἕνεκεν ὁ δεῖνα καί ὁ δεῖνα αὐτόν οὐκ ἐθεράπευσεν; ἀλλ’ ἀπάλλαξον τῆς ἀρρωστίας, καί μή ἀπαίτει ἐκείνους εὐθύνας τῆς ἀμελείας. [...] Ἄν γάρ ἐπιστάξῃς αὐτῷ καθάπερ ἔλαιον τοῦ λόγου τήν διδασκαλίαν, ἄν καταδήσῃς τῇ προσηνείᾳ, ἄν θεραπεύσῃς τῇ καρτερίᾳ, θησαυροῦ παντός εὐπορώτερόν σε οὗτος ἐργάσεται" (Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς Β´ Κορινθίους ΚΖ´ καί κατά Ἰουδαίων Η´, P.G.61, 586-587 καί 48,
932-933). Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ χαρά καί ἡ ἱκανοποίησις ἀπό τήν προσφοράν ἀγάπης καί ὑλικῶν ἀγαθῶν πρός τόν συνάνθρωπον εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλυτέρα. Ἡ συνήθης κοινωνική ἀντίληψις, ἡ ὁποία καί διδάσκεται εἰς τούς νέους ὡς ἡ πλέον συμφέρουσα δι᾿ αὐτούς ὁδός, εἶναι ἡ πλεονεξία καί ἀπληστία. Αἱ ἰδέαι ὅμως αὗται, ὅταν ἐπικρατήσουν, δημιουργοῦν κοινωνικάς διαταράξεις, καί τελικῶς βλάπτουν καί αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἀποκτοῦν ὑπέρμετρα ἀγαθά ἐπί ζημίᾳ τῶν ὑπολοίπων. Ὁ ἀναπόφευκτος κοινωνικός διαχωρισμός πρέπει νά ἐξομαλύνεται ἑκουσίως διά τῆς προσφορᾶς τῶν ἐχόντων πρός τούς μή ἔχοντας, ὡς ὁ Κύριος ἡμῶν διδάσκει ἀναφέρων ἐνδεικτικῶς: "ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μή ἔχοντι" (Λουκ. γ΄,11). Μόνον διά τῆς αἰσθήσεως τῆς ἑνότητος ἡμῶν πρός ὅλους τούς συνανθρώπους μας, καί μάλιστα τούς ἀδυνάτους, θά διανύσωμεν τήν περίοδον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς θεαρέστως καί θά ἔχωμεν τήν εὐλογίαν τοῦ Χριστοῦ. Κατά τό τρέχον ἔτος, τό ὁποῖον ἀνεκηρύξαμεν Ἔτος Πανανθρωπίνης Ἀλληλεγγύης, πρέπει, ἐν ὄψει καί τῆς σοβαρᾶς παγκοσμίου οἰκονομικῆς κρίσεως, νά δείξωμεν ὅλοι περισσότερον ἐνδιαφέρον διά τήν ἀνακούφισιν τῶν στερουμένων στοιχειωδῶν ἀγαθῶν ἀδελφῶν μας. Κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπον θά διανύσωμεν τό "ἐνώπιον ἡμῶν στάδιον τῶν ἀρετῶν" θεαρέστως καί ἐν πνευματικῇ προόδῳ, θά "ἀπολαύσωμεν τοῦ δηναρίου", "θά δεχθῶμεν τό δίκαιον ὄφλημα" καί θά ἑορτάσωμεν μέ πληρότητα χαρᾶς τήν Ἁγίαν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, καθ᾿ ἥν ἀληθῶς "ζωή πολιτεύεται", τοῦ Ὁποίου ἡ Χάρις καί τό πλούσιον Ἔλεος εἴησαν μετά πάντων ὑμῶν.
Φανάριον, Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βιγ´
3
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 64η ἐπί τῆ λαμπροφόρῳ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως». (Ἀναστάσιμος Κανών)
Πρός τόν Ἱερό Κλῆρο τίς Μοναστικές Ἀδελφότητες καί τόν εὐσεβῆ λαό τῆς Μητροπολιτικῆς Περιφερείας μας.
4
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἀγαπητά μου πνευματικά παιδιά, Χριστός Ἀνέστη! Μέ τόν γλυκύτατο αὐτόν χαιρετισμό, τόν χαιρετισμό τῆς νίκης καί τοῦ θριάμβου τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ Ἅδου, ἐπιθυμεῖ ὁ ταπεινός ἐπίσκοπός σας νά σᾶς χαιρετήσει καί νά σᾶς ἀσπαστεῖ, ἕναν ἕναν ἐν φιλήματι ἁγίῳ, τήν ἁγία αὐτή ἡμέρα τοῦ Πάσχα. Δοξολογῶ ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου τόν Τριαδικό Θεό μας, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀξίωσε καί ἐφέτος νά διαπλεύσουμε τό ὄντως ἐπίπονο μέγα πέλαγος τῶν νηστειῶν καί νά προσαράξουμε στόν εὔδιο λιμένα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μας, παρ’ ὅλες τίς δυσκολίες πού εἴχαμε νά ἀντιμετωπίσουμε, πνευματικές καί κοσμικές. Ἀπό τήν Καθαρά Δευτέρα ἕως καί τό Μεγάλο Σάββατο, γιά πενήντα σχεδόν ἡμέρες, ὅλοι μας, θέλω νά πιστεύω, εἰσήλθαμε, ὑπακούοντας στή φωνή τῆς Ἐκκλησίας, στό «στάδιο τῶν ἀρετῶν», στήν ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί στήν ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα καί ἀγωνιστήκαμε τόν ἀγώνα τόν καλό, νηστεύον-
τες, ἐγκρατευόμενοι, προσευχόμενοι, μετανοοῦντες, ἐλεοῦντες, μέ σκοπό τήν ὅσο τό δυνατόν καθαρότερη συμμετοχή μας στήν «ἑορτή τῶν ἑορτῶν» καί στήν «πανήγυρη τῶν πανηγύρεων», πού εἶναι τό ἅγιο Πάσχα. Ὅλοι οἱ καταπληκτικοί ὕμνοι πού ἀκούσαμε τήν περίοδο αὐτή, ὅπως καί ὅλα τά συγγράμματα τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας πού ἀναφέρονται στίς ἅγιες αὐτές ἡμέρες, συνδέουν τήν ἄσκηση τῶν ἡμερῶν μέ τήν συμμετοχή μας στό Μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅλος ὁ ἀγώνας τῆς Τεσσαρακοστῆς γίνεται γιά νά δοῦμε τό ἀπρόσιτο φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί νά ζήσουμε μέσα σέ αὐτό. Δέν νηστέψαμε γιά νά γίνουμε τελειότεροι. Δέν ἐγκρατευτήκαμε γιά νά γίνουμε ἠθικότεροι. Δέν ἐλεήσαμε γιά νά γίνουμε πιό φιλάνθρωποι. Ὅλα αὐτά καί ἄλλα τόσα πνευματικά γυμνάσματα μέ τά ὁποία ἀσκηθήκαμε, τά πραγματοποιήσαμε γιά νά γνωρίσουμε τόν Θεό, νά ζήσουμε τόν Θεό, νά γευτοῦμε τόν Θεό. Στήν Ἐκκλησία μας ἡ ἄσκηση καί ὁ πνευματικός ἀγώνας δέν ἔχει σκοπό τήν ἠθική τελείωση τοῦ ἀνθρώπου, νά γίνει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἕνας καλός, ἠθικός ἄνθρωπος. Καί ἄλλες θρησκεῖες, μέ τήν ἄσκηση πού ἐπιβάλλουν, στοχεύουν στήν ἠθική βελτίωση τοῦ ἀνθρώπου. Σκοπός τῆς ἀσκήσεως ὅμως στήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική Πίστη δέν εἶναι μιά ἁπλή ἠθική βελτίωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἡ ἁγιότητα, νά γίνει ὁ ἄνθρωπος ἅγιος. Καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἅγιος μόνον ὅταν ἀσκεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὁ φορεύς
τῆς Ἀληθείας. Ἡ ἄσκηση, λοιπόν, γιά τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς πού πραγματοποιεῖται στόν σωτήριο χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἕναν καί μοναδικό σκοπό καί στόχο: νά γνωρίσει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό, νά γίνει ὅμοιος μέ Αὐτόν. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας, στούς περίφημους Μακαρισμούς, μᾶς εἶπε ὅτι: «Μακάριοι εἶναι αὐτοί πού ἔχουν καθαρή καρδιά, γιατί αὐτοί θά δοῦν τόν Θεό» (Ματθ. 5,8). Ὁρίζει δηλαδή ὡς ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ τήν καθαρή καρδιά. Ὅλη τήν Σαρακοστή ἡ Ἐκκλησία μας αὐτό μᾶς βοήθησε, μέ τίς πνευματικές ἀσκήσεις πού μᾶς πρότεινε, νά κατανοήσουμε καί νά βιώσουμε: Ὅτι ὅταν καθαρίσουμε τήν καρδιά μας ἀπό τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες μας, θά δοῦμε τόν Θεό «καθώς ἐστι» (Ἰωάν. α΄, 3,2), ὅπως ἀκριβῶς εἶναι: Θεό καί Ἄνθρωπο. Σταυρωμένο καί Ἀναστημένο. Ταπεινωμένο καί Δοξασμένο. Ἀδύνατο καί πανίσχυρο. Τόσο ἀδύνατο, πού νά ὑπομένει ἄκρα ταπείνωση, σταυρό καί θάνατο· τόσο πανίσχυρο, πού νά συντρίβει τόν αἰώνιο ἐχθρό του, τόν διάβολο, καί νά καταργεῖ τόν μόνιμο φόβο του, τόν θάνατο, χαρίζοντας ἐλευθερία καί αἰώνια ζωή σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Αὐτήν τήν ἀλήθεια περιγράφει ἡ Ἐκκλησία μας πανέμορφα στόν Πανηγυρικό Κανόνα τῆς Ἀναστάσεως. «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως, Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί Χαίρετε φάσκοντα τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον
5
6
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ἄδοντες»: «Μέ καθαρές τίς αἰσθήσεις θά ἀντικρύσουμε τόν Χριστό ὁλόλαμπρο μέσα στό ἀπρόσιτο φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί θά Τόν ἀκούσουμε καθαρά νά μᾶς λέει, χαίρετε, ἐνῶ ἐμεῖς θά ψάλλουμε ἐπινίκιο ὕμνο». Τίθενται ὅμως συχνά, ἀπό «πιστούς» καί δυσπίστους, τά ἐρωτήματα: «Παρ’ ὅ,τι πιστεύω, γιατί δέν ἔχω αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ στήν ζωή μου;». «Γιατί, ἐνῶ συμμετέχω στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Χριστός συνεχίζει νά εἶναι ὁ ἄγνωστος «Χ» τῆς ζωῆς μου;». «Γιατί, ἐνῶ ἑορτάζω τήν Γέννηση, τήν Μεταμόρφωση, τήν Σταύρωση, τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν συναντῶ τόν Γεννηθέντα, Μεταμορφωθέντα, Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα Χριστό στήν πορεία μου;». Ταπεινῶς φρονῶ ὅτι στά ἐρωτήματα αὐτά ἡ ἀπάντηση εἶναι μία: Δέν αἰσθανόμαστε τόν Χριστό, δέν συναντοῦμε τόν Χριστό, δέν ζοῦμε τόν Χριστό, γιατί συνεχίζει ἡ καρδιά μας νά παραμένει ὑποδουλωμένη στά πάθη της. Καί ὅταν ἡ καρδιά εἶναι δούλη στήν ἁμαρτία, τότε ὅλος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑπόδουλος στόν διάβολο. Στόν ἄνθρωπο αὐτόν, ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι δίπλα του δέν Τόν αἰσθάνεται, ἐνῶ τοῦ μιλάει δέν Τόν ἀκούει, ἐνῶ γίνεται τροφή δέν Τόν γεύεται, ἐνῶ γίνεται ὀξυγόνο δέν Τόν ἀναπνέει, ἐνῶ γίνεται ὕλη δέν Τόν ἀγγίζει. Ἔτσι ὁ Χριστός παραμένει ὁ ἄγνωστος Θεός, ἡ ζωή του στήν Ἐκκλησία καταντᾶ ἀσφυκτική καί ἡ συμμετοχή του στίς ἑορτές τῆς πίστεως εἶναι κάθε ἄλλο ἀπό οὐσιαστική. Μέ τήν περίοδο τῆς ἀσκήσεως πού διανύσαμε ἀλλά καί μέ τήν περίοδο στήν ὁποία μόλις εἰσήλθαμε ἡ Ἐκκλησία μας, ὡς φιλόστοργη μητέρα, προσπάθησε, σεβόμενη ἀπόλυτα τήν ἐλευθερία μας, νά μᾶς μυήσει σέ αὐτήν τήν μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι ὁ Χριστός φανερώνεται σέ καρδιές μέν ἁμαρτωλές, οἱ
ὁποῖες ὅμως μέ δάκρυα μετανοίας ζητοῦν τό ἔλεος Του καί μέ συνεπῆ ἄσκηση ἀγωνίζονται νά καθαρίσουν τήν καρδιά τους γιά νά κατοικήσει ὁ μόνος καθαρός Κύριος. Ὅταν, λοιπόν, ἔτσι ζεῖ ὁ ἄνθρωπος ὅλη αὐτήν τήν περίοδο, τότε τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως συναντᾶ τόν Ἀναστημένο Χριστό στήν Γαλιλαία τῆς καρδιᾶς του. Ὁ Χριστός συμπορεύεται ἀναστημένος δίπλα του γιά νά Τόν νιώσει, τόν χαιρετᾶ γιά νά Τόν ἀκούσει, τοῦ δίδει τό σῶμα καί τό Αἷμα Του γιά νά Τό γευτεῖ, εὐωδιάζει ἀπό τά μῦρα τοῦ ἄδειου τάφου γιά νά Τόν ὀσφρανθεῖ, τόν ταΐζει μέλι καί ψάρι γιά νά Τόν ἀγγίξει. Ὄχι μόνον ἡ καρδιά ἀλλά ὅλες οἱ αἰσθήσεις του βιώνουν τήν παρουσία τοῦ Σταυρωμένου καί Ἀναστημένου Χριστοῦ. Καί ἔτσι τό Πάσχα γίνεται ἀπαρχή τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ἀγαπητά μου πνευματικά παιδιά, Μέσα στίς σκληρές ἡμέρες πού διερχόμαστε καί ὡς Ἔθνος ἀλλά καί ὡς πρόσωπα, ἡ μοναδική ἐλπίδα πού μπορεῖ νά ἀνανεώσει τήν πίστη σ’ ἕνα καλύτερο αὔριο εἶναι ὁ Ἀναστημένος Χριστός μας. Αὐτός πού «τίς ἁμαρτίες μας ἔλαβε καί τίς ἀρρώστιες μας ἐβάστασε» (Ματθ. η΄,17). Σέ αὐτόν ἄς στρέψουμε καί πάλι τόν νοῦ καί τήν καρδιά μας. Καί ἄς ὁμολογήσουμε μέ συντριβή «Κύριε, σοί μόνῳ ἁμαρτάνω ἀλλά καί σοί μόνῳ λατρεύω» (εὐχή Πεντηκοστῆς). «Σύ γάρ εἶ Θεός ἡμῶν, ἐκτός Σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν» (εὐχή Πάσχα). Ἐπιτρέψτε μου νά ὁλοκληρώσω τήν Πασχάλιο ἐπικοινωνία μας μέ κάποιους συγκλονιστικούς λόγους τοῦ Μεγάλου Πατρός τῆς Ἐκκλησίας μας, ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τούς ὁποίους συνέγραψε γιά τό ἅγιο Πάσχα.
«Τώρα εἴμαστε ἀναγκασμένοι ν᾿ ἀνακεφαλαιώσουμε τὸ λόγο ὡς ἑξῆς: Δημιουργηθήκαμε, γιὰ νὰ εὐεργετηθοῦμε. Εὐεργετηθήκαμε, ἐπειδὴ δημιουργηθήκαμε. Μᾶς δόθηκε ὁ Παράδεισος, γιὰ νὰ εὐτυχήσουμε. Λάβαμε ἐντολή, γιὰ νὰ εὐδοκιμήσουμε μὲ τὴν διαφύλαξή της. Ἀπατηθήκαμε, γιατὶ μᾶς φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε τὴν ἐντολή. Εἴμαστε ἀναγκασμένοι σὲ νηστεία, γιατὶ δὲ νηστεύσαμε, καθὼς ἐξουσιασθήκαμε ἀπ᾿ τὸ δένδρο τῆς γνώσης. Τὴν ἐλάβαμε εὔλογα (τήν ἐντολή τῆς νηστείας), γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε μὲ τὴν τήρησή της αὐτὸ ποὺ χάσαμε μὲ τὴ μὴ διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεὸ ποὺ σαρκώθηκε καὶ πέθανε, γιὰ νὰ ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, γιὰ νὰ καθαρισθοῦμε. Ἀναστηθήκαμε μαζί Του, ἐπειδὴ μαζί Του νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, ἐπειδὴ συναναστηθήκαμε Πατέρα καὶ Λόγε καὶ Πνεῦμα ἅγιο. Σὲ σένα ἁρμόζει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ ἐξουσία στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΑΔΕΛΦΟΙ! ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ! Μετά πολλῶν πατρικῶν ἑορτίων εὐχῶν Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ † Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ
7
Α΄. Οἱ μὲν ἄλλοι εὐαγγελιστὲς ἐξήγησαν τὴν κατὰ ἄνθρωπον γενεαλογία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ δὲ Ἰωάννης ὁ ἐξαίρετος ἀπὸ τοὺς εὐαγγελιστές, ἡ θεολογικὴ λύρα, θεολόγησε τὴν ἄναρχη ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ Λόγου, καὶ ἐξήγησε τὴν προαιώνια καὶ ἀμάρτυρη γέννησι τοῦ Πατρὸς πρὸς τὸν Υἱό, λέγοντας· «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν· πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο». Ἀρκοῦν αὐτοὶ οἱ πέντε λίθοι ὡς τεῖχος γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Διότι εἶπε· «Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος», καὶ δὲν εἶπε, «στὴν ἀρχὴ ἔγινε ὁ Λόγος». Καὶ μὲ αὐτὸ ἔδειξε ὅτι ἡ ὑπόστασι τοῦ Υἱοῦ δὲν ἔχει ἀρχή. Ἔδειξε καὶ τὴν σχέσι μὲ τὸν Πατέρα. Αὐτὸ τὸ θεμέλιο εἶναι τὸ ἰσχυρότερο τῆς πίστεώς μας. «Καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν». Μὲ αὐτὸν τὸν λόγο ἔδειξε ὅτι ἡ οὐσία εἶναι ἀδιαίρετη, καὶ ἐπὶ πλέον ἀποτελεῖ μεγάλη βροντὴ τοῦ εὐαγγελιστοῦ κατὰ τῶν εἰδωλολατρῶν. «Καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Αὐτὸ φανερώνει τὸ ἀπαράλλακτο τῆς φύσεως, ἀλλὰ καὶ ἀποτελεῖ μεγάλη πληγὴ κατὰ τῶν Ἰουδαίων. «Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν». Καὶ ἔδειξε μὲ αὐτὸ ὅτι Πατέρας καὶ Υἱὸς εἶναι αἰώνιοι. Τοῦτο δὲ ἀποτελεῖ μεγάλη πτῶσι γιὰ τοὺς Μανιχαίους. «Πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο». Ἐδῶ ἔδειξε τὸ αὐτεξούσιο τῆς δημιουργίας, καὶ ἔφραξε τὰ στόματα ὅλων τῶν αἱρετικῶν. Διότι ἀπὸ αὐτὸν ἔγιναν τὰ πάντα. Ὁ οὐρανὸς εἶναι κτίσμα του, ἡ γῆ ποίημά του, ἡ θάλασσα ἔργο του, ὁ ἀέρας παραγωγή του, τὸ φῶς ἀπὸ τὸ τίποτε, οἱ ἄγγελοι δοῦλοι του, οἱ δυνάμεις λειτουργοί του, τὰ
Χερουβὶμ θρόνος του· Ὁ Πατέρας, Θεός· Ὁ Υἱός, Λόγος καὶ Θεός· Ἀλλὰ καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, Θεός. Ὁ ἀριθμὸς τῆς ὑποστάσεως δὲν ἀραίωσε τὴν φύσι, οὔτε ἡ Τριάδα μοίρασε τὴν οὐσία. Ἀλλ’ εἶναι ἡ Τριάδα ὁμοούσιος στὴν δύναμι, στὴν θεότητα, στὴν ἀγαθότητα, ποὺ θεμελίωσε καὶ τήρησε τὴν πίστι μας, ἀσφάλισε τὴν Ἐκκλησία, ἁγίασε τὴν οἰκουμένη, κατήργησε τὸν διάβολο, μαστίζει καὶ λυώνει τοὺς δαίμονες, νέκρωσε τὴν περιτομὴ τῶν Ἰουδαίων, ἔδιωξε τὴν πλάνη τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ ἔφραξε τὰ στόματα τῶν αἱρετικῶν. Β΄. Θεολόγησε ὁ εὐαγγελιστὴς τὴν προαιώνια καὶ ἀμάρτυρη τοῦ Πατέρα πρὸς τὸν Υἱὸ γέννησι, ὅταν ἔγραψε στὸ εὐαγγέλιο· «Ὁ μονογενὴς Υἱός, ὁ ὢν ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός, Ἐκεῖνος ἐξηγήσατο». Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ἔγραψε· «Ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ ηὐδόκησα». Βεβαίως εἶναι χωρὶς μαρτυρία ἡ ἄνω πρὶν ἀπὸ τὰ πάντα γέννησις, διότι μόνος ἀπὸ μόνον γεννήθηκε. Καὶ κανένας δὲν γνώρισε, τὸν τρόπο τῆς γεννήσεως παρὰ μόνον ὁ Πατέρας, καὶ ὁ Υἱὸς πῶς γεννήθηκε. Διότι Χρόνος δὲν ὑπῆρχε, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τῶν αἰώνων. Ἄγγελοι δὲν παρευρίσκονταν, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι «ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὑτοῦ πνεύματα». Δὲν ὑπῆρχε οὐρανός, ἀφοῦ «τῷ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν». Ἥλιος δὲν ὑπῆρχε, ἀφοῦ «αὐτὸς ἔθετο τὸν φωστῆρα τὸν μέγαν εἰς φαῦσιν τῆς ἡμέρας». Σελήνη δὲν ὑπῆρχε, οὔτε ἀστέρια, ἀφοῦ «σελήνην καὶ ἀστέρας αὐτὸς ἐθεμελίωσεν». Γῆ δὲν ὑπῆρχε, ἀφοῦ αὐτὸς εἶπε· «Συναχθήτω τὰ ὕδατα, καὶ ὀφθήτω ἡ ξηρά». Ὥστε μὲ θαυμαστὸ τρόπο ὁ Εὐαγγελιστὴς διασαφήνισε τὴν ἄναρχη ὕπαρξι τοῦ Λόγου, καὶ τὴν προαιώνια καὶ ἀμάρτυρη γέννησί του.
8
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Γ΄. Μακάριε Ἰωάννη, ποιὸς σοῦ τὰ δίδαξε αὐτά; Ἡ λίμνη Γενησαρέτ; Ἀλλ’ αὐτὴ δὲν δογματίζει. Ἡ ἁλιεία; Ἀλλ’ αὐτὴ δὲν θεολογεῖ. Ὁ πατέρας σου Ζεβεδαῖος; Ἀλλ’ αὐτὸς ἦταν
ἀγράμματος. Ἡ πατρίδα σου; Ἀλλ’ αὐτὴ εἶναι ἄσημη. Τὸ χωριό σου; Ἀλλ’ αὐτὸ τὸ κατοικοῦν ἀγροῖκοι. Οἱ Ἰουδαῖοι; Ἀλλ’ αὐτοὶ ἀποδείχθηκαν παραβάτες τοῦ νόμου. Ὁ Νόμος; Ἀλλ’ αὐτὸς ἦταν σκιά. Ὁ Μωϋσῆς; Ἀλλ’ αὐτὸς ἦταν ἰσχνόφωνος καὶ βραδύγλωσσος. Ὁ Δαβίδ; Ἀλλ’ αὐτὸς ὁμολογεῖ ὅτι «εἶναι σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος». Πῶς λοιπὸν εἶπες, τό· «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος»; Ποιὸς σὲ ἀνέβασε σὲ τέτοιο ὕψος; Ποιὸς χάρισε στὸν νοῦ σου τέτοια φτερά; Διότι ἄφησες μὲ τὴν πίστι τὴν γῆ, καὶ βρέθηκες πάνω ἀπὸ τὸν ἀέρα. Ξεπέρασες τὸν αἰθέρα. Ἔφθασες τὰ ὑπερκόσμια ὕψη τοῦ οὐρανοῦ. Ὑπερπήδησες τὰ ἄνω. Προσπέρασες ἀρχαγγέλους. Ἐξισώθηκες μὲ τὰ σεραφίμ. Παραβρέθηκες στὸν χερουβικὸ θρόνο τοῦ Δεσπότου. Ἔφθασες ἐκεῖ μὲ τὴν πίστι. Μίλησες βροντερὰ γιὰ τὴν γέννησι ποὺ ξεπερνάει κάθε νόησι. Κήρυξες τὴν ἀκατάληπτη στὸν ἄνθρωπο ὕπαρξι. Θεολόγησες τὸν ἄναρχο Λόγο, διότι εἶπες· «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Δ΄. Μεγάλη ἡ χάρις, ἀγαπητοί, διότι Ἄνθρωπος ὄντας τρεῖς πήχεις, μὲ τὸν νοῦ καὶ τοὺς λογισμούς, ἔφθασε κοντὰ στὸν Λόγο. Εἶδε μὲ τὴν πίστι αὐτὸν ποὺ προῆλθε χωρὶς πάθος ἀπὸ τοὺς πατρικοὺς κόλπους, καὶ Θεὸν ἀπὸ Θεὸ γεννημένο. Εἶδε τὸ
ἅγιο Πνεῦμα νὰ προσκυνῆται μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό. Τὴν Τριάδα νὰ δοξάζεται σὲ μονάδα, καὶ νὰ εἶναι συγχρόνως διηρεμένη σὲ τρεῖς ὑποστάσεις καὶ νὰ εἶναι ὡς πρὸς τὴν φύσι ἑνωμένη. Ὁ Εὐαγγελιστὴς βρέθηκε ἀνώτερος ἀπὸ τὰ σεραφίμ, διότι ἐκεῖνα, λόγω τοῦ ἀσταποβολήματος καλύπτουν τὰ πρόσωπα, αὐτὸς δὲ ἐξ αἰτίας τῆς χάριτος, καὶ τὴν γέννησι καὶ τὴν ὕπαρξι θεολόγησε. Ε΄. Καὶ στὴν συνέχεια ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κατέβηκε στὰ πράγματα τῆς γῆς, καὶ εἶπε· «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». Εἶδε μυστήριο τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ ὑπάρχη τροπὴ ἢ ἀλλοίωσις. Εἶδε τὸν Λόγο νὰ σαρκώνεται στὴν γῆ, χωρὶς νὰ ἀπουσιάζη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Εἶδε τὴν Παρθένο νὰ γεννάη καὶ ἡ παρθενία νὰ μὴ φθείρεται. Εἶδε γαστέρα πλατύτερη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Εἶδε μητέρα χωρὶς λοχεία, καὶ τοκετὸ χωρὶς πόνο. Εἶδε…, νὰ τίκτεται ὡς ἄνθρωπος. Εἶδε ὡς βρέφος, τὸν τέλειο πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες. Εἶδε νὰ εἶναι σπαργανωμένος αὐτός, ποὺ μὲ τὴν προσταγή του ἔλυσε τὰ σπάργανα τοῦ Λαζάρου. Εἶδε κτίσι, νὰ ἀναγνωρίζη τὸν κτίστη της. Εἶδε νὰ ταΐζεται αὐτός, ποὺ ταΐζει αὐτὴν ποὺ τὸν τρέφει. Εἶδε σὲ μητρικὴ ἀγκαλιὰ αὐτόν, ποὺ δὲν χωρίσθηκε ἀπὸ τὴν πατρική. Εἶδε νὰ προσκυνῆται ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτός, ποὺ αἰνεῖται ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Εἶδε νὰ
Εἶδε νὰ στεφανώνεται μὲ ἀγκάθια αὐτόν, ποὺ ἔστεψε τὴν γῆ μὲ ἄνθη. Εἶδε νὰ σταυρώνεται στὴν γῆ αὐτόν, ποὺ ὑψώθηκε στοὺς οὐρανούς. Εἶδε νεκρό στὸν τάφο αὐτὸν, ποὺ ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς τάφους τοὺς νεκρούς. φεύγη στὴν Αἴγυπτο μὲ τὸ σῶμα του αὐτός, ποὺ κρατάει τὴν γῆ στὴν χούφτα του. Εἶδε νὰ βαπτίζεται στὸ νερό αὐτός, ποὺ βγάζει τὰ νερὰ ἀπὸ τὶς πηγές τους. Εἶδε διδάσκαλο νὰ προδίδεται ἀπὸ μαθητή του. Εἶδε δεμένο αὐτόν, ποὺ δὲν ἔλυσε τὴν παρθενία τῆς μητέρας του. Εἶδε νὰ στέκεται μπροστὰ στὸν Πιλάτο αὐτὸν, ποὺ ἀπὸ πηλὸ ἔπλασε τὸν Πιλάτο. Εἶδε νὰ στεφανώνεται μὲ ἀγκάθια αὐτόν, ποὺ ἔστεψε τὴν γῆ μὲ ἄνθη. Εἶδε νὰ σταυρώνεται στὴν γῆ αὐτόν, ποὺ ὑψώθηκε στοὺς οὐρανούς. Εἶδε νεκρό στὸν τάφο αὐτὸν, ποὺ ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς τάφους τοὺς νεκρούς. Εἶδε νὰ ἀνασταίνεται αὐτόν, ποὺ προανήγγειλλε τὴν ἀνάστασι. Εἶδε νὰ κατέρχεται στὸν ᾅδη αὐτόν, ποὺ ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς, διότι ὁ ᾃδης ἔβγαλε ἀπὸ μέσα του αὐτόν, ποὺ κατάπιε χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζη.
9
10
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΣΤ΄. Καὶ ποιὸς εἶναι ἄραγε αὐτός, τὸν ὁποῖο εἶδε; Ποιός; Εἶναι «ὁ κλίνας τοὺς οὐρανούς, καὶ κατελθών» ἀθορύβως. Εἶναι αὐτός, ποὺ πέρασε ἀπαρατήρητος ἀπὸ τὶς οὐράνιες δυνάμεις. Ποὺ δὲν ἄφησε κενὸ τὸν πατρικὸ θρόνο, ὅταν σαρκώθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο. Στὸν οὐρανὸ χωρὶς μητέρα, Θεὸς ἀπὸ Θεό, καὶ στὴν γῆ ἐνανθρώπησε υἱὸς ἀπὸ Παρθένα μητέρα ὁ φιλάνθρωπος γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ποὺ ἁγίασε τὴν ἀμόλυντη γαστέρα, ὅταν σ’ αὐτὴν κατοίκησε. Ποὺ ἐλευθέρωσε καὶ εὐλόγησε τὸ φυσικὸ λειτουργικὸ σύστημα τῆς γεννήσεως. Ποὺ τοὺς οὐράνιους χώρους δὲν ἄφησε καὶ τὴν μήτρα δὲν στενοχώρησε. Ποὺ δημιούργησε τοὺς αἰῶνες πρὶν ἀπὸ αἰῶνες. Ποὺ μὲ τὸν ἐξουσιαστικό του λόγο ἔφτιαξε τὸν κόσμο. Ποὺ εἶναι ὁ ἄρρητος Λόγος τοῦ Πατρός. Ποὺ εἶναι ὁμοούσιος Υἱός μὲ τὸν Πατέρα ποὺ τὸν γέννησε. Ποὺ εἶναι ἄναρχος καὶ δὲν ἐπιδέχεται ἀρχή, καὶ εἶναι ἀρχὴ τῆς ὑπάρξεως. Παράδοξα τὰ θαύματα, ἀγαπητοί, διότι ὁ θρόνος στὸν οὐρανὸ δὲν ἄδειασε, καὶ ὁ κόσμος στὴν γῆ σώθηκε. Ὅλα αὐτὰ τὰ περιέχουν οἱ πέντε λόγοι τοῦ μεγάλου βροντοφώνου εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Γι’
αὐτὸ νὰ σβήσουν οἱ εἰδωλολάτρες, νὰ καταργηθοῦν οἱ Ἰουδαῖοι, νὰ ντραποῦν οἱ Σαμαρεῖτες, νὰ διασκορπισθοῦν οἱ Μανιχαῖοι, νὰ χαθοῦν οἱ αἱρετικοί, καὶ ὅλοι οἱ ἐχθροὶ τῆς ἀψεγάδιαστης, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Διότι ὅλων αὐτῶν ἡ ἐλπίδα ὁδηγεῖ στὴν πτῶσι καὶ ἀπώλεια, ἡ δὲ δική μας ἐλπίδα ὁδηγεῖ στὴν ἀνάστασι καὶ στὴν αἰώνια ζωή, μέσῳ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ τιμὴ καὶ ἡ ἐξουσία στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΡΟΚΛΟΥ ΚΠΟΛΕΩΣ, Λόγος ΙΕ΄. Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, καὶ εἰς τό, Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος. (PG 65, 800-805)
Α΄. Φαιδρὰ πράγματι τὰ ἄνθη τοῦ τριημέρου πάθους. Ἀστράφτουν τὰ κρῖνα τῆς κολυμβήθρας. Ἀνέτειλαν ἄστρα ἀπὸ τὰ νερά. Καὶ εἶναι φυσικό, διότι ὁ ἥλιος φάνηκε σ’ αὐτοὺς ποὺ κάθονταν στὸ σκοτάδι βαθύτατου λάκκου, καὶ στὴν σκιὰ τοῦ θανάτου. Τοῦ σταυρωμένου εἶναι ἔνδοξη ἡ αἰχμαλωσία. Βλέπε τὰ τρόπαια καὶ μὴ ἀμφιβάλλεις γιὰ τὴν νίκη. Θαύμασε τὴν βασιλικὴ μεγαλοψυχία, ποὺ χαρίζει σὲ ὅλους τὶς πνευματικὲς εὐλογίες. Τότε οἱ Ἰουδαῖοι ἐκσφενδόνιζαν πέτρες κατὰ τοῦ Στεφάνου, ἐπειδὴ ἤθελαν νὰ θάψουν κάτω ἀπὸ αὐτὲς τὸν πρωτομάρτυρα ἀθλητὴ καὶ ἀνίκητο ρήτορα. Ἡ δὲ παρθένα ποὺ ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτόν της στὸν Χριστό, ἀπὸ εὐλάβεια ἐχάρισε καὶ ἐξόδεψε πλοῦτο. Τὴν σάρκα της τὴν νέκρωσε ὡς πρὸς τὰ πάθη. Στὴν ψυχή της ἔκλεισε αὐτὸν ποὺ σταυρώθηκε. Ἐστόλισε τὸν ἐπίγειο οὐρανό, αὐτὸν ποὺ εἶναι ὁρατός. Ἀναγνωρίζει τὸν τάφο ὡς θησαυρὸ σωτηρίας. Καυχᾶται στὸν Σταυρό, μὲ τὸν ὁποῖο σχίσθηκε τὸ παλαιὸ χειρόγραφο. Ἀγκαλιάζει θάνατο, ὁ ὁποῖος γίνεται λυτήριο
τοῦ παλαιοῦ φραγμοῦ. Κηρύττει ἀνάστασι, ποὺ εἶναι τὸ μεγάλο δῶρο τοῦ Ἐσταυρωμένου. Θαυμάζει τὴν κολυμβήθρα, ποὺ τόσους γέννησε καὶ πάλι παρθένος ἔμεινε, καὶ ἀπὸ αὐτὴν ἀνέτειλαν ἄστρα. Μένει ἔκπληκτη μὲ τὸ μυστήριο, στὸ ὁποῖο παραδόξως ὁ διάβολος ναυάγησε. Αὐτὰ εἶναι τὰ δῶρα τοῦ σταυρωθέντος. Αὐτὰ εἶναι τὰ τρόπαια τοῦ τάφου. Αὐτὰ εἶναι τὰ κατορθώματα τοῦ κοινοῦ Δεσπότου. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα ὁ Ἀδὰμ στὸν παράδεισο ἤπιε τὸ δηλητήριο, καὶ αὐτὴ τὴν νύκτα ὁ ᾍδης ἐξέμεσε ἐκεῖνον πού, χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζη, κατάπιε. Ποιὸς εἶδε καὶ ἄκουσε τέτοια; Ὁ Τάφος ἔγινε θεραπεία τοῦ παραδείσου. Ὁ Σταυρὸς ἔλυσε τὴν κατάρα τοῦ δένδρου. Ἡ κτίσις ἔφριξε, γι’ αὐτόν, ποὺ ὁ Ἰούδας ἐπούλησε. Β΄. Τί ἔχεις νὰ πῆς, Ἰουδαῖε; Δύο πράγματα σοῦ ἐλέγχουν τὴν μανία· οἱ λόγοι τῶν προφητῶν, καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Ἐὰν οἱ λόγοι δὲν σὲ κάνουν νὰ κοκκινίζης, σκέψου καλὰ τὸν τρόμο τῆς φύσεως. Διότι, ἰδού, ἐπένθησαν οἱ δοῦλοι, ἐπειδὴ δὲν ἄντεξαν τὴν ὕβρι ποὺ ἔγινε στὸ δεσπότη. Ὁ οὐρανὸς ντύθηκε μὲ σκοτάδι. Ὁ ἥλιος ἔφυγε μπροστὰ στὸ μυστήριο. Ἡ γῆ ἐτρόμαξε ἀπὸ τὴν θρασύτητα. Ὁ ναὸς ἐθρήνησε γιὰ τοὺς χριστοκτόνους. Ὁ ᾃδης προέπεμψε τοὺς νεκροὺς ὡς πρεσβευτές.
Ἡ γῆ τρέμοντας ἐφώναξε χωρὶς φωνὴ στοὺς Ἰουδαίους· Ὅσο μένετε βαρυκάρδιοι καὶ σκληροκάρδιοι, ὅλοι οἱ νεκροὶ ἔκπληκτοι μπροστὰ στὸ πάθος, θὰ σᾶς κηρύττουν λέγοντας· Ὅλοι ἐμεῖς, ποὺ μέναμε στὸ σκοτάδι καὶ εἴμασταν κάτω ἀπὸ τὴν τυραννία καὶ σκιὰ τοῦ θανάτου, μὲ τὸ πάθος του θεραπευθήκαμε. Ἀπὸ σπλαγχνικὸ ἔλεος ἔδειξε τὴν δύναμί του γιὰ μᾶς, αὐτὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζωντανοῦ, ὁ Χριστὸς Ἰησοῦς ὁ Κύριός μας, πού, ἐνῶ εἶναι πλούσιος, ἐπτώχευσε, καὶ ἀφοῦ διεσκόρπισε τοὺς ὑπερηφάνους ἀνύψωσε τοὺς ταπεινούς. Ἐπάταξε αὐτὸν ποὺ εἶχε τὴν ἐξουσία τοῦ θανάτου, δηλαδὴ τὸν διάβολο, τὸν ἀρχέκακο ὄφι καὶ σκληρὸ δράκοντα, ὅπως τὸ εἶχε προαναγγείλει ὁ ὑπερέχων μεταξὺ τῶν προφητῶν Ἡσαΐας. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο ὅλη ἡ γῆ μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ καὶ δυνατὴ φωνὴ ἀνυμνεῖ τὴν ἀνάστασι τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διότι μὲ αὐτὴν δόθηκε ἄφεσις στοὺς ἀπὸ αἰῶνες αἰχμαλώτους, καὶ χαρίσθηκε φῶς στοὺς τυφλούς. Διότι τό «φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον», ποὺ ἐνανθρώπησε ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως καὶ ἀδιαιρέτως ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο, ἐνίκησε ὁλοκληρωτικὰ μὲ τὸν σταυρό του τὸν ἀντίδικό μας, ποὺ ἀπὸ φθόνο στέρησε τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ αἰώνια ἀγαθά, καὶ μὲ
Εἶδε νὰ ἀνασταίνεται αὐτόν, ποὺ προανήγγειλλε τὴν ἀνάστασι. Εἶδε νὰ κατέρχεται στὸν ᾃδη αὐτόν, ποὺ ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς, διότι ὁ ᾃδης ἔβγαλε ἀπὸ μέσα του αὐτόν, ποὺ κατάπιε χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζη. αὐτὰ ἤθελε νὰ χλευάζη τὸν Θεό, διότι, ἀφοῦ κατεφρόνησαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, παρασύρθηκαν στὶς ἡδονὲς τοῦ βίου. Λοιπὸν αὐτὸς ὁ Κύριος καὶ Θεός μας, μᾶς ἐχάρισε ζωὴ αἰώνια, μὲ τὴν τριήμερη, παράδοξη καὶ προσκυνητὴ ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἀνάστασί του. Σὲ αὐτὸν ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, μαζὶ μὲ τὸν ἄχραντο Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΡΟΚΛΟΥ ΛΟΓΟΣ ΙΒ΄, Εἰς τὴν ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, PG, 65,788-789
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΙΖΟΣ
11
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
12
ΕΩΘΙΝΟΝ Δ̕´ Λουκᾶ 24, 1-12
Ἑωθινὸν Δ΄ (Λουκᾶ 24,1-12) Τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων ὄρθρου βαθέος ἦλθον γυναῖκες ἐπὶ τὸ μνῆμα φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, καί τινες σὺν αὐταῖς. Εὗρον δὲ τὸν λίθον ἀποκεκυλισμένον ἀπὸ τοῦ μνημείου· καὶ εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου καὶ ἰδού ἄνδρες δύο ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήσεσιν ἀστραπτούσαις. Ἐμφόβων δὲ γενομένων αὐτῶν καὶ κλινουσῶν τὸ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν εἶπον πρὸς αὐτάς· τὶ ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; Οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ’ ἠγέρθη· μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὢν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, λέγων ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ σταυρωθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι. Καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ, καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς. Ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ Ἰωάννα καὶ Μαρία Ἰακώβου καὶ αἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἳ ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα. Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς. Ὁ δὲ Πέτρος, ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν, θαυμάζων τὸ γεγονός.
Μετάφρασι τοῦ Δ΄ Ἑωθινοῦ Κατὰ τὴν πρώτη μέρα τῆς ἑβδομάδος, βαθιὰ χαράματα, ἦλθαν γυναῖκες στὸ μνῆμα ἔχοντας ἀρώματα ποὺ εἶχαν ἑτοιμάσει καὶ μαζὶ μὲ αὐτὲς μερικὲς ἄλλες. Βρῆκαν, ὅμως, τὸν ὀγκόλιθο ἀποκυλισμένο ἀπὸ τὴν θύρα τοῦ μνήματος. Ὅταν μπῆκαν μέσα δὲν βρῆκαν τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ἐνῶ αὐτὲς βρισκόταν σὲ ἀπορία σχετικὰ μὲ αὐτό, παρουσιάστηκαν μπροστά τους δύο ἄνδρες μὲ ἀστραφτερὰ ροῦχα. Αὐτὲς τότε φοβισμένες ἔσκυψαν τὰ πρόσωπά τους στὴ γῆ, καὶ αὐτοὶ τὶς εἶπαν. «Γιατὶ ζητεῖτε τὸν Ζωντανὸ ἀνάμεσα στοὺς νεκρούς; Δὲν εἶναι ἐδῶ, ἀλλὰ ἀναστήθηκε. Θυμηθῆτε ὅτι σᾶς εἶπε, ὅταν ἀκόμη ἦταν στὴ Γαλιλαία, ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νὰ παραδοθῆ σὲ χέρια ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ σταυρωθῆ καὶ τὴν τρίτη μέρα νὰ ἀναστηθῆ. Τότε αὐτὲς θυμήθηκαν τὰ λόγια του. Ὅταν αὐτὲς ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνῆμα, διηγήθηκαν ὅλα αὐτὰ στοὺς ἕνδεκα ἀποστόλους καὶ σὲ ὅλους τοὺς ἄλλους. Οἱ γυναῖκες αὐτὲς ἦσαν ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ἡ Ἰωάννα καὶ ἡ Μαρία τοῦ Ἰακώβου καὶ μερικὲς ἄλλες, οἱ ὁποῖες ἔλεγαν τὰ λόγια αὐτὰ στοὺς Ἀποστόλους. Τὰ λόγια τους αὐτὰ φάνηκαν σ' αὐτοὺς σὰν παραμιλητό καὶ δὲν πίστεψαν σ' αὐτές. Ὁ Πέτρος, ὅμως, σηκώθηκε καὶ ἔτρεξε στὸ μνῆμα καὶ σκύβοντας μέσα βλέπει μόνα τους τὰ σάβανα καὶ ἐπέστρεψε θαυμάζοντας μόνος του γιὰ τὸ γεγονός.
Θεοφάνους Κεραμέως, Ἐπισκόπου Ταυρομενίου Σικελίας 13
14
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἐπειδὴ ὁ λόγος μας πάλι εἶναι γιὰ τὴν ἀνάστασι, ἐλᾶτε νὰ ἰδοῦμε κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἡσαῒα 27,11 τὶς γυναῖκες νὰ ἐπιστρέφουν ἀπὸ θέαμα καὶ νὰ κηρύττουν ὅσα εἶδαν. Αὐτὲς εἶναι οἱ μυροκομίστριες ποὺ ἦσαν μαζὶ μὲ τὴν Μαρία τὴ Μαγδαληνή. Μόλις καταλάγιασε ὁ φθόνος τῶν μισοθέων Ἰουδαίων, ὁ δὲ φθονούμενος ἀναπαύθηκε στὸν τάφο καί, τέλος πλέον, ἀναστήθηκε λεηλατώντας τὸν Ἅδη μὲ τὴν θεϊκὴ ἐξουσία του. «Στὴν Πρώτη μέρα μετὰ τὸ Σάββατο πολὺ πρωῒ ἔρχονται στὸ μνημεῖο φέροντας μαζί τους τὰ ἀρώματα ποὺ ἑτοίμασαν». Αὐτὴ ἡ φροντίδα τῶν ἁγίων γυναικῶν διαφέρει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὁποία ἀναφέρουν ὁ Ματθαῖος, ὁ Μάρκος καὶ ὁ Ἰωάννης, ὅπως μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε ἀπὸ τὸν καιρὸ καὶ ἀπὸ τὸ πρόσωπο. Ὁ Ἰωάννης λέγει ὅτι μόνο ἡ Μαγδαληνὴ ἦλθε τὸ πρωῒ στὸ μνῆμα χωρὶς ἀρώματα, ἀλλὰ ἐπιθυμοῦσα, ὅπως φαίνεται, νὰ ἀνακουφίση τὸ βάρος τῆς συμφορᾶς μόνο μὲ τὴν θέα τοῦ τάφου. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ματθαῖος ὁδηγεῖ μὲ τὸν λόγο του στὸν τάφο τὴν ἴδια τὴν Μαγδαληνὴ καὶ τὴν Μαρία τοῦ Ἰακώβου ἀργὰ τὸ Σάββατο, χωρὶς νὰ ἔχουν ἀρώματα, ἀλλὰ μόνο νὰ ἰδοῦν τὸν τάφο. Ἀνακουφίζεται ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ πολὺ βάρος τῆς θλίψεως, ὅταν βλέπη τὸν τάφο σὰν τελευταῖο ὁρατὸ σημεῖο τοῦ ποθουμένου προσώπου. Μὲ τὴν θέα τοῦ τάφου κενώνεται ἡ ἀθυμία, καὶ ἡ μαυρίλα τοῦ νέφους ξεπλένεται μὲ τὰ δάκρυα. Ὁ Μάρκος καὶ ὁ Λουκᾶς ἀναφέρουν, ὅτι οἱ γυναῖκες ἐρχόταν φέροντας ἀρώματα γιὰ τὸν νεκρό. Ὁ ἕνας συναριθμεῖ μὲ τὶς Μαρίες τὴν Σαλώμη, ὁ δὲ τὴν Ἰωάννα. Ἐπὶ πλέον δὲ ὁ Ματθαῖος καὶ ὁ Μάρκος ἀναφέρουν ὅτι εἶδαν ἕναν ἄγγελο. Ὁ Ἰωάννης, ὅμως, καὶ ὁ Λουκᾶς ἀναφέρουν δύο ἀγγέλους. Εἶναι ἄξιο ἐρεύνης γιατὶ στὶς μὲν φαινόταν ἕνας ἄγγελος καὶ στὶς ἄλλες φαινόταν δύο. Στὶς Μυροφόρες ποὺ νόμιζαν ὅτι ὁ Κύριος ἦταν ἀκόμη στὸν τάφο καὶ τὸν λογάριαζαν μαζὶ μὲ τοὺς νεκρούς, φαινόταν ἕνας ἄγγελος ὡς ἀγγελιοφόρος τῆς ἐγέρσεως. Στὶς ἄλλες ὅμως, ποὺ ἀποροῦσαν καὶ νόμιζαν ὅτι ἔκλεψαν τὸ Δε-
σποτικὸ σῶμα, φάνηκε ζεῦγος ἀγγέλων, δείχνοντας ὅτι ἦταν ἀδύνατο νὰ κλαπῆ ὁ φρουρούμενος ἀπὸ τέτοιους φύλακες. Ἔτσι, λοιπὸν, στὴ Μαρία τὴ Μαγδαληνή, ποὺ εἶπε στοὺς μαθητάς, ὅτι «πῆραν τὸν Κύριο ἀπὸ τὸ μνημεῖο», ἐμφανίστηκαν δύο λευκοφορεμένοι ἀπομακρύνοντάς την ἀπὸ μιὰ τέτοια ὑπόνοια. Τώρα δὲ, ἐπειδὴ εἰσῆλθαν στὸ μνημεῖο καὶ δὲν βρῆκαν τὸ σῶμα, ἀποροῦσαν μήπως κάποιος τὄκλεψε, ἐμφανίζονται δύο ἄνδρες. Λέγει, «Βλέποντας τὸν λίθο ἀποκυλισμένο ἀπὸ τὸ μνημεῖο, καὶ ἀφοῦ εἰσῆλθαν δὲν βρῆκαν τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ». Οἱ μὲν πῆγαν πολὺ πρωὶ, γιὰ νὰ ἀρωματίσουν τὸν Κύριο. Ἴσως νὰ ἔλεγαν τὰ λόγια τοῦ Ὠσηέ: «Ἂς προσπαθήσουμε νὰ γνωρίσουμε τὸν Κύριο. Θὰ τὸν βροῦμε ἕτοιμο σὰν τὸν ὄρθρο» (Ὠσηὲ 6,4). Μόλις εἰσῆλθαν στὸν τάφο, δὲν βρῆκαν αὐτὸν ποὺ ζητοῦσαν καὶ τὶς κατέλαβε μεγάλη ἀπορία. Βεβαίως τὸ ὅτι ἀποκύλισαν τὸν λίθο δὲν ἔγινε γιὰ νὰ ἀναστηθῆ ὁ Κύριος. Διότι ἦταν ἀναστημένος προτοῦ νὰ ἀποκυλισθῆ ὁ λίθος, καὶ ἀποκυλίσθηκε γιὰ νὰ δημοσιοποιηθῆ σὲ ὅλους ἡ ἀνάστασι. «Καθὼς, ὅμως, ἦταν σὲ ἀπορία οἱ γυναῖκες μὲ αὐτό, καὶ νά, παρουσιάστηκαν μπροστά τους δύο ἄνδρες μὲ ἀστραφτερὰ ἐνδύματα. Αὐτὲς φοβήθηκαν πολὺ καὶ ἔκλιναν τὰ κεφάλια τους πρὸς τὴ γῆ, καὶ οἱ ἄγγελοι εἶπαν σ' αὐτές». Ποιά, ὅμως, ἦταν ἡ αἰτία ποὺ τὶς προκάλεσε τὸν φόβο; Ὁ ἴδιος λέγει, ὅτι ἦταν τὰ ἀστραφτερὰ ἐνδύματά τους. Ὁ Ματθαῖος εἶπε ὅτι ἦταν τὸ πολὺ φωτεινὸ πρόσωπο. Λέγει· «Τὸ πρόσωπο τοῦ ἀγγέλου ἦταν σὰν ἀστραπή». Γι' αὐτὸ σκύβουν τὰ πρόσωπά τους πρὸς τὴν γῆ, σὰν νὰ χτύπησαν στὰ μάτια τους ἡλιακὲς ἀκτίνες. Οἱ ἄγγελοι, ἀφοῦ πρῶτα τὶς τρόμαξαν μὲ τὰ ἐνδύματά τους, μετὰ τὶς φόβισαν μὲ τὰ πρόσωπά τους καὶ στὴ συνέχεια τὶς χαροποίησαν μὲ τὰ λόγια τους. Εἶπαν· «Γιατὶ ζητᾶτε τὸν ζωντανὸ μαζὶ μὲ τοὺς νεκρούς; Δὲν εἶναι ἐδῶ, ἀλλὰ ἀναστήθηκε». Ἔπειτα ὑπενθυμίζουν σ' αὐτὲς τὴν προειδοποίησι τοῦ Σωτῆρος πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος, βεβαιώνοντας μαζὶ καὶ τὴν ἀνάστασι, καὶ σχεδὸν κατηγορώντας, ἐπειδὴ ξέχασαν τὴν θεϊκὴ φωνή.
ΕΩΘΙΝΟΝ Δ̕´ Λουκᾶ 24, 1-12
«Θυμηθῆτε ὅτι σᾶς εἶπε στὴ Γαλιλαία λέγοντας, ὅτι πρέπει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ παραδοθῆ στὰ χέρια ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ σταυρωθῆ καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θὰ ἀναστηθῆ». Γνώριζαν οἱ ἄγγελοι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν τὰ εἶχε προειπῆ αὐτὰ μόνο στοὺς μαθητάς, ἀλλὰ καὶ στὶς ἅγιες γυναῖκες ποὺ ἀκολουθοῦσαν καὶ τὸν διακονοῦσαν. Γι' αὐτὸ καὶ μόλις ἄκουσαν αὐτά, ἀμέσως θυμήθηκαν τὰ λόγια του. Τότε ἐπιστρέφουν ἀμέσως πίσω, γεμᾶτες πίστι καὶ χαρά, καὶ γίνονται ἀπόστολοι στοὺς Ἀποστόλους καὶ κήρυκες στοὺς κήρυκες. Νικοῦν τὴν γυναικεία φύσι τους καὶ ἀποδεικνύονται δυνατώτερες ἀπὸ τοὺς ἄνδρες. Διότι οἱ μὲν ἄνδρες ἦσαν κρυμμένοι γιὰ τὸν φόβο τῶν Ἰουδαίων, οἱ δὲ γυναῖκες κηρύττουν τὴν ἀνάστασι μὲ ἀνυποχώρητο θάρρος ἔχοντας μπροστά τους τὴν φλογερὴ καὶ θαρραλέα Μαγδαληνή. Ἡ Παρθένος Μητέρα καὶ ὅλης τῆς κτίσεως Δέσποινα ἦταν πληροφορημένη μὲ περισσότερη βεβαιότητα ἀπὸ ὅλους γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Υἱοῦ, ἐπειδὴ λαμπρύνονταν μὲ δυνατώτερο φῶς τὰ μάτια τῆς ψυχῆς της, ἀλλὰ ἦταν πολὺ συνεσταλμένη, γιὰ νὰ μὴ φανῆ ὅτι μιλάει χαριστικά. Τὴν Μαγδαληνή, ὅμως, ἡ μὲν ἀσθένεια τῆς φύσεως τὴν βίαζε νὰ δυσπιστῆ, οἱ δὲ φλόγες τῆς θεϊκῆς ἀγάπης της δὲν τὸ συγχωροῦσαν αὐτό, ἀλλὰ τὴν ἀκόνιζαν σὲ περιεργότερη ἔρευνα τῆς ἀναστάσεως. Μαζὶ μὲ αὐτὲς ἦταν καὶ ἡ Ἰωάννα, κυρία εὐγενής, περιφανής, πλούσια σὲ ὑλικὰ πλούτη καὶ περισσότερο σὲ πνευματικά. Αὐτὴ ἦταν σύζυγος τοῦ Χουζᾶ, ἐπιτρόπου τοῦ Ἡρώδη. Εἶχε γίνει, ὅμως, μαθήτρια, ἀκολουθοῦσε τὸν Κύριο μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες καὶ τὸν διακονοῦσε ἀπὸ τὴν περιουσία της. Δὲν ἀγνοῶ, βέβαια, ὅτι μερικοὶ δὲν παύουν νὰ κατηγοροῦν αὐτοὺς ποὺ λέγουν ὅτι οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ἔγιναν εὐαγγελίστριες καὶ κήρυκες τῆς ἀναστάσεως. Λένε ὅτι ὁ Παῦλος δὲν ἐπιτρέπει στὶς γυναῖκες νὰ διδάσκουν. Κι αὐτὲς, ὅμως, δὲν δίδαξαν τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ τοὺς ὑπενθύμισαν. Αὐτά, βέβαια, τὰ λένε μερικοὶ μὲ δόλιο μυαλό. Αὐτὲς τὶς σκέψεις δὲν τὶς σκέφτεται γενναῖος νοῦς, ἀλλὰ εἶναι ἐφευρέματα νηπιώδους ψυχῆς. Ἐπὶ πλέον, δὲ σὲ κεῖνον τὸν καιρὸ δὲν ὑπῆρχε ἡ νομοθεσία τοῦ Παύλου, οὔτε
ὑπῆρχε τρόπος νὰ ἀνακληθῆ τὸ πρῶτο σφάλμα τῶν γυναικῶν. Ἐπειδὴ δὲ ἡ πρόγονος Εὔα δίδαξε κακῶς τὸν ἄνδρα στὸν παράδεισο, γι' αὐτὸ οἱ θυγατέρες της διδάσκουν καλῶς τοὺς Ἀποστόλους. Ὅμως, κι ὁ Παῦλος ὁ ἴδιος τὴν πρωτομάρτυρα καὶ ἰσαπόστολο Θέκλα τὴν πρόβαλλε ὡς διδάσκαλο καὶ κήρυκα τῆς πίστεως. Ἀλλὰ γι' αὐτὸ τὸ θέμα τὰ λέγει καλύτερα ἀπὸ μένα ὁ γλυκὺς συγγραφέας τῶν Μεταφράσεων. «Τὰ λόγια τῶν Μυροφόρων γυναικῶν φάνηκαν σὰν ἀστεῖο καὶ δὲν τὶς πίστευαν». Ὅπως φαίνεται, οἱ μαθηταὶ ἦσαν βουλιαγμένοι στὸ βυθὸ τῆς ἀθυμίας καὶ γι' αὐτὸ θεωροῦσαν ἐπιπόλαια τὰ μηνύματα τῶν θεοφιλῶν γυναικῶν. Μπορεῖ κιόλας νὰ τοὺς ἐνοχλοῦσε καὶ τὸ πάθος τῆς ζηλοτυπίας, διότι ἦλθαν δεύτεροι μὲ πρῶτες τὶς γυναῖκες. «Ὁ Πέτρος, ὅμως, σηκώθηκε, ἔτρεξε πρὸς τὸ μνημεῖο καὶ, ἀφοῦ ἔσκυψε μέσα, εἶδε τὰ ὀθόνια μόνα, καὶ ἐπέστρεψε θαυμάζοντας μόνος του τὸ γεγονός τῆς ἀναστάσεως». Ἡ θεολογικὴ συγγραφὴ ἔγραψε περισσότερα γιὰ τὸ τρέξιμο τοῦ Πέτρου πρὸς τὸν τάφο καὶ τὴν θέα τῶν ὀθονίων. Ὅμως, μόλις ἀνήγγειλε ἡ Μαρία, ὅτι πῆραν τὸν Κύριο ἀπὸ τὸ μνημεῖο, ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης τρέχουν βιαστικοί, καὶ συμπέραναν γιὰ τὴν ἀνάστασι ἀπὸ τὰ ὀθόνια καὶ τὸ σουδάριο. Ὁ Πέτρος θαυμάζει τὸ γεγονός, ἀφοῦ γνώριζε ὅτι τὰ ὀθόνια ἦταν κολλημένα στὸ Δεσποτικὸ σῶμα μὲ ἀλόη καὶ σμύρνα, καὶ ἦταν δυσκολώτατο νὰ τὰ ξεκολλήσουν. Μὴν ἀπορῆτε ὅμως ἂν ἔχω ξαναμιλήσει καὶ ἄλλη φορὰ γιὰ τὸ θέμα τοῦτο. Διότι τὰ καλὰ δὲν εἶναι βαρετά, ὅταν λέγονται πολλὲς φορές. Θέλω ὅμως νὰ μείνουν αὐτὰ καὶ μὲ ἄλλον τρόπο ἀνεξάλειπτα στὴν μνήμη σας. Ἂς μιμηθοῦμε κι ἐμεῖς αὐτὲς τὶς θεοφιλεῖς γυναῖκες. Ἂς ζηλέψουμε τὴν καλὴ Ἰωάννα, ἡ ὁποία ἑρμηνεύεται «περιστέρι». Ἂς ὑπομείνουμε τὸν σύζυγο Χουζᾶ, ὁ ὁποῖος εἶναι τὸ φρόνημα τῆς σάρκας. Ἂς μαθητεύσουμε στὸν Χριστό, διακονώντας αὐτὸν μὲ τὴν περιουσία τῶν φυσικῶν μας δυνάμεων. Ἂς γίνουμε περιστέρια μὲ τὴν ἀκεραιότητα τοῦ χαρακτῆρα μας, γιὰ νὰ δεχθοῦμε τὶς ἀκτίνες τῆς Περιστερᾶς ποὺ πέταξε στὸν Ἰορδάνη στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Κυρίου μας. Σ' αὐτὸν πρέπει ὅλη ἡ δόξα τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Θεοφάνους Κεραμέως, Ἐπισκόπου Ταυρομενίου Σικελίας 15
Σ
Πανοσ. Ἀρχιμανδρίτου Νικοδήμου Εὐσταθίου Πρωτοσυγκέλλου Ἱ. Μητροπόλεως Χαλκίδος
υναχθήκαμε ἀπόψε ἐδῶ στὸν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Φλωρίνης, ἀγαπητοί μου Πατέρες καὶ χριστιανοί μου εὐλογημένοι, σέ μία περίοδο τῆς Ἐκκλησίας ἐξόχως κατανυκτική, ἡ ὁποία ἔχει ἤδη ἀρχίσει καὶ τελειώνει τὴν παραμονὴ τοῦ Λαζάρου, ὁπότε θὰ ψάλλουμε “τὴν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν”, ὥστε σὺν Θεῷ νὰ εἰσέλθουμε στὸ ἀποκορύφωμα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ προσκυνήσουμε τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου καὶ τὴν Ἁγία Του ἐκ νεκρῶν τριήμερον Ἀνάστασιν. Χαίρομαι Σεβασμιώτατε, διότι συναντῶμαι γιά ἄλλη μία φορά μέ «τό οὐράνιο χαμόγελό σας, τή μεγαλοπρέπεια τῆς ἁπλότητός σας καί τήν ὥριμη παιδικότητά σας», ὅπως γράφηκε πρόσφατα στό διαδίκτυο ἀπό πνευματικό σας τεκνίο. Αἰσθάνομαι ἰδιαίτερα εὐνοημένος ἀπό τόν Θεό, πού ἀξιώθηκα νά σᾶς γνωρίσω καί γιά ὅσα, «ἐν κρυπτῷ» καί «ἐν σιγῇ», διδάσκομαι. Σᾶς εὐχαριστῶ, ἀδελφοί πατέρες καί εὐλογημένοι μου Χριστιανοί, πού μοῦ δίνετε ἀπόψε τή χαρά τῆς παρουσίας σας καί μέ τιμᾶτε μέ αὐτήν, σ’ αὐτήν τήν κατανυκτική περίοδο πού εἶναι καιρός μετανοίας. Καὶ μετάνοια θὰ πεῖ ἐπιστροφὴ πρὸς τὸν Θεό. Ἀπόταξη καὶ ἀπώθηση τῶν ἔργων τοῦ σκότους καὶ ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἁμαρτία εἶναι σκοτάδι. Καὶ ἁμαρτία θὰ πεῖ χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεό, ἀνυπακοὴ σὲ αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς θέλει καὶ ἀναπαύεται. Ὡστόσο ἀληθεύει πώς ὅλες μας οἱ ἁμαρτίες εἶναι ἐλαφρότερες, παρά οἱ μέθοδοι πού μεταχειριζόμαστε γιά νά τίς καλύψουμε. Καὶ αὐτὸ τὸ εἴδαμε στὴν τραγικὴ ἱστορία τῶν πρωτόπλαστων, τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας. Οἱ πρωτόπλαστοι ἦσαν χαρούμενοι, μοιράζονταν κι ἐφύλαττον τὸν παράδεισο. Αὐτὸ
16
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ὁμιλία πού πραγματοποιήθηκε τήν Βʹ Κυριακή τῶν Νηστειῶν στόν Κατανυκτικό Ἑσπερινό, Φλώρινα 31 Μαρτίου 2013.
ἦτο τὸ διακόνημα, τὸ ὁποῖο τοὺς εἶχε ἀναθέσει ὁ Κύριός μας. Καὶ εὑρισκόμενοι σὲ κοινωνία ψυχῆς, μετὰ τοῦ δημιουργοῦ Θεοῦ, ζοῦσαν πραγματικὰ σὲ ἀτμόσφαιρα χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως. Ὅμως δὲν ἄργησε νὰ ἔρθει ἡ ἐσωτερική, ἡ καρδιακὴ ἀπομάκρυνση. Καὶ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εὐκαιρία, ἐκμεταλλεύτηκε ὁ πολυμήχανος διάβολος, ὥστε νὰ προβάλει τὸ σκάνδαλο, νὰ ξυπνήσει τὸν κόσμο τῶν αἰσθήσεων, νὰ ὑποδαυλίσει καὶ νὰ φουντώσει τὸν ἐγωισμό, καὶ νὰ ὠθήσει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀκολουθήσει τὰ δικά του καταστροφικὰ βήματα. «Ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα», θὰ πεῖ ἀργότερα ὁ σαρκωμένος Θεός, ὁ Κύριός μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Καὶ σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση ὁδήγησε τοὺς πρωτοπλάστους. Μετὰ τὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀνυπακοῆς, αἰσθάνθηκαν τὴν ἀνάγκη νὰ κρυφτοῦν. Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ κρυφτό, εἶχε ἀρχίσει λίγο νωρίτερα, πρὶν ἀκόμα διεξαχθεῖ ὁ διάλογος μὲ τὸν πειρασμό. Κρύφτηκαν γιατί ἔγνωσαν ὅτι ἦσαν γυμνοί. Ἀπώλεσαν τὸ φῶς, ἡ διάνοιά τους ἐσκοτίσθη· ζόφος, σκοτάδι πυκνὸ κατέλαβε τὴν καρδιά τους καὶ τὴν ὕπαρξή τους. Ἐτυμολογικά ἡ ἁμαρτία σημαίνει «ἀποχωρισμός». Τό νά ἀποκόβεσαι καί νά βρίσκεσαι μακριά ἀπό τήν Αἰτία σου, ἀπό τό Λόγο σου. Νά περνᾶς δηλαδή στήν γκρίζα περιοχή μιᾶς ἐξορίας πού τήν ἀντιλαμβανόμαστε σάν ἐρημιά, σάν μόνωση, σάν μοναξιά γεμάτη λύπη καί τρόμο. Ὁ Ἀριστοτέλης ἔλεγε: «Πίσω ἀπό κάθε πόνο σου στέκει ἕνα λάθος σου». Κι ὁ γέρων Παΐσιος πίστευε
πώς «Ἔχεις λύπη; Ὁ Χριστός σοῦ λείπει». Ἄν τό καλοσκεφτοῦμε, δέν ἀπέχουν πολύ μεταξύ τους αὐτές οἱ δύο διαπιστώσεις. Γιά τό χριστιανισμό, λάθος εἶναι ἡ ἀστοχία, ἡ ἁμαρτία. Ὁ Χριστὸς ὅμως, ἦρθε γιὰ νὰ ἀνακαλέσει ἀπὸ τὴν ἐξορία τὸ πλάσμα Του. Νὰ τὸ περιθάλψει, νὰ τὸ ἀναστήσει καὶ νὰ τὸ φέρει πάλι στὴν ποθεινὴ πατρίδα του, τὸν παράδεισο. Καὶ ὁ δρόμος αὐτὸς τῆς ἐπιστροφῆς, δὲν εἶναι κανεὶς ἄλλος, παρὰ ἡ ὁδὸς τῆς μετανοίας. Τὸ ψάλλουμε ἄλλωστε αὐτό, στὰ νεκρώσιμα εὐλογητάρια, καὶ μάλιστα στὸ πρῶτο, ὅταν ὁμολογοῦμε, ὅτι ὁ χορὸς τῶν Ἁγίων, βρῆκε τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς. Καὶ παρακαλοῦμε, νὰ βροῦμε κι ἐμεῖς “τὴν ὁδὸν ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ζωὴ διὰ τῆς μετανοίας”. Στὴν πραγματικότητα ἡ μετάνοια δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρὰ ὁ ἀγώνας τὸν ὁποῖον διεξάγουμε, προκειμένου νὰ ἐπανέλθουμε στὴν κατάσταση, τὴν ὁποία μᾶς χάρισε ὁ Χριστός, ὅταν ὡς νεοφώτιστοι κατὰ τὸ θεῖο βάπτισμά μας Τὸν ντυθήκαμε. Μετάνοια δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ λεύκανση τοῦ χιτώνα τῆς ψυχῆς, ὁ ὁποῖος λεκιάστηκε καὶ μολύνθηκε καὶ ἴσως ἔγινε καὶ ἀγνώριστος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Τό αἴσθημα πώς ἁμαρτήσαμε εἶναι αἴσθημα ἄθλιο καί ἐγκλωβιστικό. Πάρα πολύ συχνά ἡ δύναμή του καί ἡ ντροπή του ὁδηγοῦν στήν ἀπελπισία καί τήν παραίτηση. Λέμε: «Ἁμάρτησα πού ἁμάρτησα, ἔπεσα πού ἔπεσα, τώρα πιά δέ μέ σώζει τίποτα, μέ πῆρε ἡ κάτω βόλτα, ἄς ἀφεθῶ μέχρι τόν πάτο....». Τό μίσος καί ἡ περιφρόνηση γιά τόν ἑαυτό μας ἀπό ἐδῶ καί πέρα αὐξάνονται
17
18
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
καί ἡ ἀρνητική συμπεριφορά μας, οἱ νέες ἁμαρτίες ἀρχίζουν νά ἀποκτοῦν τήν ἡδονή τῆς αὐτοτιμωρίας ἐκείνου πού μισεῖ τήν ψυχή του. Ὑπάρχουν ἀκόμα κάποιοι πού ἐξυπνακίστικα δηλώνουν: «Ἀφοῦ ὁ Χριστός ὑπόσχεται πώς θά μέ συγχωρέσει μόλις μετανιώσω, ὅπως τόν σταυρωμένο ληστή δίπλα του, θά κάνω κι ἐγώ ὅ,τι μοῦ ἀρέσει στή ζωή μου καί στό τέλος θά τοῦ ζητήσω συγγνώμη!» Τόσο ἔξυπνες πονηριές. Δέν εἶναι λέξη τό «συγγνώμη», δέν εἶναι ἐκφορά ἤχων, δέν ξεγελᾶμε τό Θεό οὔτε τόν ἄλλο ἄνθρωπο ἔτσι, καί τό χειρότερο, δέν ξεγελᾶμε οὔτε τόν ἑαυτό μας. Γιατί ἡ μεταμέλεια εἶναι συναίσθηση τοῦ λάθους μας συντριπτική, εἶναι συγκλονισμός καί βαθιά ἐπίγνωση πού πονάει. Ἔχει δάκρυα εἰλικρινῆ. Καί τό σοβαρότερο, ἡ μετάνοια εἶναι μόνο ἔμπρακτη. Μά καί τό «σέ συγχωρῶ», πού εὔκολα καί αὐτάρεσκα, συχνά μέ στόφο διδακτικό καί ἐπιδεικτικό, ξεστομίζουμε πρός κάποιον πού μᾶς ἔβλαψε, δέν μπορεῖ νά εἶναι εὔκολο, δέν μπορεῖ νά εἶναι θεατρινίστικο καί ὑποκριτικό. Ἔχει κι αὐτό ὀδύνη καί παραίτηση ἐπώδυνη ἀπό τό ἐγώ μας, ἀπό τό δίκιο μας κι ἀπό τό δικαίωμά μας, ἔχει ταπείνωση· κι εἶναι ἐξαιρετικά μαρτυρικά ὅλα τοῦτα. Ἡ εἰλικρίνεια τοῦ μετανοοῦντος, ἡ ἔμπρακτη, θά πρέπει νά συναντιέται μέ τήν εἰλικρίνεια τοῦ συγχωροῦντος, τήν ἔμπρακτη. Τίποτε ἄλλο δέ μετράει καί κάθε ἄλλο εἶναι ἀκόμη μία ὑποκρισία πού γιά λίγο, γιά ἐλάχιστα μόνο, ξεγελώντας παρηγορεῖ. Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, ὡς μητέρα στοργικὴ ἀπευθύνεται στὰ παιδιά της καὶ τὰ καλεῖ, νὰ παλέψουν στὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν καὶ νὰ ἀγωνιστοῦν τὸν καλὸν ἀγώνα. Καί, ἐπειδὴ ποθεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ δεῖ τὰ παιδιά της στὸ τέλος τοῦ ἀγώνα στεφανωμένα μὲ ἄφθαρτα στέφανα καὶ τὰ χέρια τους γεμάτα ἀπὸ ἔπαθλα τῆς νίκης, γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς ἐμπιστεύεται τὰ μέσα, τὰ ὅπλα τὰ πνευματικά, γιὰ νὰ ἐπιτύχουν σὲ αὐτὸν τὸν ἀγώνα.
Ἕνα τέτοιο ὅπλο, ἕνα τέτοιο μέσον, εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ὁποία ἔχει ἤδη ἀρχίσει καὶ ἡ ὁποία προβληματίζει καί διχάζει πολλοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ὑπάρχουν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δὲν θέλουν νὰ νηστέψουν, καὶ δὲν ἔχουν τὴν λεβεντιὰ ποὺ ἀπαιτεῖται νὰ ἀναλάβουν τὶς εὐθύνες τους, ἀλλὰ προσπαθοῦν νὰ ἀποδείξουν, ματαίως φυσικά, ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἀνθρώπινη ἐντολὴ καὶ ἀνθρώπινη ἐπινόηση. Κι ἐδῶ πρέπει νά ποῦμε: Γιά ὅσους πιστεύουν στό Θεό, καμιά ἐξήγηση δέν εἶναι ἀναγκαία. Γιά ὅσους δέν πιστεύουν, καμιά ἐξήγηση δέν εἶναι ἀποτελεσματική. Λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅτι ἡ νηστεία ἔχει τὴν ἴδια ἡλικία μὲ τὴν ἀνθρωπότητα. Γιατί ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο, τοῦ ἔθεσε καὶ τὴν ἐντολὴ τῆς νηστείας ὡς ἄσκηση τῆς ὑπακοῆς καὶ ὡς τρόπο καλλιέργειας, αὐξήσεως καὶ τελειοποιήσεως τῆς ἀγάπης. Ψάλαμε ἀπόψε στόν Ἑσπερινό: «Ἐμέ τόν πλανηθέντα...νηστείᾳ καθάρισον, ἐν κλαυθμῷ διηνεκεῖ» (Ἑσπερινός Β΄ Νηστειῶν). Ὅταν τό παιδί γεννιέται τό πρῶτο σημάδι τῆς ζωῆς του εἶναι τό κλάμα. Κι ὅταν ἡ ψυχή ἀναγεννιέται, τό πρῶτο σημάδι τῆς νέας ζωῆς εἶναι ἡ μετάνοια. Δάκρυα στήν πρώτη, δάκρυα καί στή δεύτερη περίπτωση. Τά πρῶτα σημαίνουν γέννηση, τά δεύτερα ἀναγέννηση. Ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἀποδέχονται τὴν νηστεία ἀπὸ φόβο, μήπως καὶ ἔτσι εἶναι τὰ πράγματα καὶ βρεθοῦν στὸ τέλος τῆς ζωῆς τους μπλεγμένοι καὶ χρεωμένοι. Καὶ αὐτοὶ ἐργάζονται μὲ τὴν τυπικότητα ποὺ ἔχει ἕνας ψυχρὸς ὑπάλληλος, ἕνας δοῦλος, ὁ
ὁποῖος κάνει μὲ βαριὰ καρδιὰ ὅ,τι τοῦ ἔχει ζητηθεῖ, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἡσυχία του ἢ τὸ πολὺ - πολὺ καὶ κάποιο βραβεῖο. Ἀλλὰ μεταξὺ τῶν ἄκρων αὐτῶν, ὑπάρχει ἡ μέση καὶ βασιλικὴ ὁδός. Ἡ ὁδὸς τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποίαν καλούμαστε νὰ ἀκολουθήσουμε καὶ νὰ ἐργαστοῦμε. Καὶ αὐτὴ ἀφορᾶ τὴν πνευματικὴ καὶ τὴν σωματικὴ νηστεία. Καὶ μὲ τὴ σωματικὴ νηστεία ἔχουμε τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφές, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι ἁμαρτωλές, ἀφοῦ προέρχονται ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, καὶ λαμβάνονται μετ’ εὐχαριστίας ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων, (ἔτσι πρέπει νὰ λαμβάνονται). Ἀλλὰ ἡ ἀποχή, εἶναι ἕνα γύμνασμα τοῦ ἑαυτοῦ μας, νὰ ὑπακούει. Καὶ νὰ ὑπακούει ὄχι στὸν ἑαυτό του καὶ στὶς ἐπιθυμίες του, ἀλλὰ στὴν Ἐκκλησία, δηλαδὴ στὸν Χριστό, καὶ νὰ ἀκολουθεῖ πάντοτε αὐτὸ ποὺ αἰωνίως, πάντοτε, πανταχοῦ καὶ ὑπὸ πάντων πιστεύθηκε καὶ βιώθηκε. Νηστεία τῶν τροφῶν, ἀλλὰ καὶ νηστεία τῶν παθῶν. Καὶ ἀκούσαμε ἀπόψε τί σημαίνει νηστεία πνευματική. Νὰ νεκρώσουμε τὴ σάρκα τῆς ὁποίας τήν ἡδονή σιτίζουμε, νὰ περιφρονήσουμε τούς λογισμούς μέ τούς ὁποίους συζοῦμε, νὰ ἀποβάλλουμε τὸν θυμό, τήν κακία. Ὑπάρχει ἡ κατηγορία ἐκείνη τῶν σκληρῶν ἀνθρώπων, χωρίς ἀγάπη. Μέ τό πρόσχημα πώς πρέπει νά ποῦν τά πράγματα μέ τ’ ὄνομά τους, πρέπει νά ποῦν τήν ἀλήθεια, μέ τό πρόσχημα πώς «δέν μποροῦν παρά νά εἶναι ἐντελῶς καί πάντοτε εἰλικρινεῖς» κρατοῦν τό μαχαίρι τῆς κακίας, τῆς ὠμότητας, καί μαχαιρώνουν τόν ἄλλον ἐκσφενδονίζοντάς του ἄκριτα καί ἀνάλγητα
19
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
20
«εἰλικρίνειες». Καί, ἐπιπλέον, ἱκανοποιοῦνται σαδιστικά πού πληγώνουν, ἐνῶ ζητοῦν συγχαρητήρια γιά τήν ντομπροσύνη τους. Πρόκειται γιά μιά ἀπό τίς πιό ἀντιπαθεῖς περιπτώσεις ὑποκρισίας. Διότι ἄλλο ἀλήθεια καί ἄλλο εἰλικρίνεια, ἄλλο ἀλήθεια καί ἄλλο ἀκρίβεια, καί συχνά ἕνα ψέμα ἀπό καλοσύνη εἶναι πολύ πιό ἀληθινό ἀπό τήν εἰλικρίνεια ὅλων αὐτῶν. Γνωρίζουμε ζευγάρια πού ἔχουν ἀναγάγει σέ τρόπο συνύπαρξης, ἐμπόλεμης συνύπαρξης, τήν κατασκοπεία τῶν λαθῶν τους. Ὁ ἕνας παρακολουθεῖ μέ ἀδημονία πότε ὁ ἄλλος θά πέσει σέ κάποιο λάθος, ὥστε νά σπεύσει καί θριαμβευτικά νά τοῦ τό ὑποδείξει. Ὁ θρίαμβος τοῦ ἑνός ἐρεθίζει τήν ἐχθρότητα τοῦ ἄλλου, ὥστε κι ἐκεῖνος μέ τή σειρά του παραδίδεται στόν ἀγώνα νά τόν συλλάβει νά σφάλει. Νηστεία πνευματική σημαίνει νὰ πάψουμε τὴν καταλαλιὰ καὶ τὴν κατάκριση, λαμβάνοντες ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ μόνη λάσπη πού μᾶς λερώνει εἶναι αὐτή πού ρίχνουμε στούς ἄλλους, νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὴν δολιότητα, νὰ πάψουμε τὶς ἀδικίες, νὰ ἀνοίξουμε τὴν καρδιά μας καὶ τὰ χέρια μας σὲ ἐλεημοσύνες, σὲ προσφορές. Γιατί μὲ τέτοιες θυσίες, κοινωνίας καὶ εὐποιΐας –ἔχει πεῖ ἡ Ἁγία Γραφὴ- εὐαρεστεῖται ὁ Θεός. Δὲν ἔχουμε νὰ διαλέξουμε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι λέγουν: τὸ Εὐαγγέλιο δὲν κατηγορεῖ τὰ εἰσερχόμενα, ἀλλὰ τὰ ἐξερχόμενα. Καὶ ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι προσέχουν μόνον τὰ εἰσερχόμενα καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὰ ἐξερχόμενα. Οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐπιλέγουν, διότι ἡ ἐπιλογὴ σημαίνει αἵρεση. Οἱ αἱρετικοὶ δὲν κάνουν τίποτα ἄλλο, παρὰ νὰ ἐπιλέγουν ἕνα τμῆμα τῆς ἀληθείας καὶ νὰ διαστρέφουν τὰ ὑπόλοιπα. Ἡ ἐπιλογὴ λοιπὸν αὐτή, εἶναι αἵρεση. Καὶ γι’ αὐτὸ ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς θυμίζει τὴν ὑποχρέωση ποὺ ἔχουμε νὰ νηστεύουμε, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐνήστευσε, καίτοι ἀναμάρτητος, “ἡμέρας τεσσαράκοντα”, στὴν ἔρημο. Καὶ μᾶς εἶπε ὅτι τὸ
γένος τῶν δαιμόνων δὲν νικᾶται, παρὰ μόνον διὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας. «Νηστείας ἐναρξάμενοι, Ἑβδομάδος τῆς τρίτης, τὴν Τριάδα τὴν σεπτήν, εὐφημήσωμεν οἱ πιστοί, τὸ ἑξῆς περιχαρῶς διανύοντες». Μέ χαρά νά διατρέξωμε τό ὑπόλοιπο τῆς νηστείας, χωρίς γκρίνια, χωρίς μιζέρια. Ὁ ἐγωισμός ἔχει δυό δρόμους νά ἀκολουθήσει, προκειμένου νά ξεδιψάσει τίς ἀξεδίψαστες ἀνάγκες του. Δυό τρόπους γιά νά ἱκανοποιηθεῖ τό διαρκῶς ἀνικανοποίητό του. Πρῶτο: Μέ τό νά εἶμαι ἀξιοθαύμαστος. Καί δεύτερο, στήν περίπτωση πού δέν κατορθώνω τό πρῶτο: Μέ τό νά εἶμαι ἀξιολύπητος. Ἡ θυματοποίησή μου, ἡ ἔκθεση καί ἡ περιφορά τοῦ πόνου μου, τῆς ἀτυχίας μου, τῆς συμφορᾶς μου, ἐλκύει τήν προσοχή, τή φροντίδα καί -γιατί ὄχι- τόν ποθητότατο θαυμασμό τῶν ἄλλων. Ὅσο πιό ἄτυχος καί βασανισμένος καταντῶ, τόσο καί πιό ἡρωικός στά μάτια τῶν τρίτων. Ὁ ναρκισσισμός ἄλλωστε δέν ἡδονίζεται μόνο μέ τήν ἔπαρση, ἡδονίζεται ἐξίσου καί μέ τίς ταπεινολογίες. Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ἐποχὴ μας προβάλλει καθημερινὰ τὴν λεγόμενη διαφορετικότητα. Καὶ μὲ αὐτὸν τὸν ὅρο, δὲν θέλει νὰ ὑπογραμμίσει καὶ νὰ φανερώσει τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματα καὶ τὰ στολίδια μὲ τὰ ὁποῖα ἔχει προικίσει ὁ Θεὸς τὸν κάθε ἄνθρωπο, τὸ κάθε πρόσωπο ξεχωριστά. Ἀλλὰ λέγοντας διαφορετικότητα, ἡ ἐποχὴ μας θέλει νὰ προβάλει καὶ νὰ δικαιώσει τὴν ἰδιοτροπία. Τὸν ἴδιον τρόπον, τὸ ἴδιον ἦθος, δηλαδὴ τὴν αὐθαιρεσία τοῦ ἀνθρώπου, νὰ ἐπιλέγει καὶ νὰ ἀκολουθεῖ ὅποιον τρόπον ζωῆς ἐκεῖνος
νομίζει, καὶ ὅποιον τοῦ ἐπιβάλλουν οἱ ἐπιθυμίες του, κι ὅποιον τοῦ λανσάρουν τὰ μέσα τῆς ἐνημερώσεως. Καὶ ἐδῶ γίνεται ἕνα σημαντικὸ λάθος. Προτρεπόμεθα ἀπὸ πολλούς, νὰ σεβαστοῦμε τὴν ἰδιαιτερότητα, νὰ σεβαστοῦμε τὴν διαφορετικότητα. Καὶ βέβαια, ὀφείλουμε (αὐτὸ τὸ μαθαίνουμε στὴν Ἐκκλησία), νὰ ἀγαπᾶμε τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο καὶ νὰ ἀγαπᾶμε καὶ τὸν ἰδιότροπο ἄνθρωπο καὶ νὰ ἀνεχόμαστε ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ. Ἀλλὰ σὲ καμμία περίπτωση δὲν εἶναι δυνατόν, νὰ ἀποδεχθοῦμε ὡς τρόπον ζωῆς αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴ διαφορετικότητα, ἡ ὁποία μὴν νομίσετε ὅτι ἀγγίζει μόνον αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ζοῦν μακράν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ δυστυχῶς αἰχμαλωτίζει καὶ συλλαμβάνει στὰ δίχτυα της καὶ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν ἢ ποὺ νομίζουν ὅτι ζοῦν στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἐξηγοῦμαι. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἐκκλησιάζονται καὶ οἱ ὁποῖοι ὅμως ἔχουν ἰδίαν πίστιν, ἴδιον πιστεύω, ἴδιον Εὐαγγέλιο, ἴδιον ἦθος. Τί ἄλλο σημαίνει ἡ τοποθέτηση ποὺ συχνὰ ἀκοῦμε, ὅτι: ἐγὼ ἔτσι θεωρῶ τὸ Εὐαγγέλιο, ἐγὼ αὐτὴ τὴν ἐντύπωση ἔχω γιὰ τὸν Χριστό, ἐγὼ ἔτσι νομίζω, ὅτι ἔτσι εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, ἐγὼ αὐτὴ τὴν ἐντύπωση ἔχω περὶ τῶν Ἁγίων, ἐμένα μοῦ φαίνεται ὅτι δὲν χρειάζεται ἡ νηστεία καὶ δὲν τὴν κάνω, ἐμένα μοῦ φαίνεται ὅτι ἔτσι πρέπει νὰ γίνεται ἡ νηστεία καὶ ἔτσι τὴν ἀκολουθῶ. Αὐτὸ τὸ ἐγώ, ἔρχεται νὰ διασπάσει τὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησια-
21
22
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ὅταν τό παιδί γεννιέται τό πρῶτο σημάδι τῆς ζωῆς του εἶναι τό κλάμα. Κι ὅταν ἡ ψυχή ἀναγεννιέται, τό πρῶτο σημάδι τῆς νέας ζωῆς εἶναι ἡ μετάνοια. Δάκρυα στήν πρώτη, δάκρυα καί στή δεύτερη περίπτωση. Τά πρῶτα σημαίνουν γέννηση, τά δεύτερα ἀναγέννηση.
στικοῦ σώματος, καὶ ἔρχεται νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο σχισματικό, ἐνῶ νομίζει ὅτι βρίσκεται μέσα στὴν Ἐκκλησία, γιατί ἔχει πάντοτε τὸν δικό του τρόπο. Καὶ θωρεῖται κατάκτηση ἀπὸ πολλούς, καμμιὰ φορά καὶ ἀπὸ μελανοφοροῦντας, τὸ γεγονὸς ὅτι σπᾶμε μία παράδοση αἰώνων καὶ δημιουργοῦν κάποιοι μία δική τους παράδοση, τὴν ὁποία ὀνομάζουν ἐκσυγχρονισμὸ καὶ τὴν ὀνομάζουν, -ψευδῶς βεβαίως- ἀνανέωση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀγαπητοί μου, ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν παλιώνει ποτέ. Καὶ δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀνακαινίσεως. Καὶ εἴμαστε πολὺ μικροὶ καὶ πολὺ ἐγωιστὲς ὅσοι θεωροῦμε, ὅτι ἐμεῖς ἤρθαμε στὸν κόσμο γιὰ νὰ ἀνακαινίσουμε καὶ γιὰ νὰ ἀλλάξουμε τὴν Ἐκκλησία. Εἴμαστε λάθος, ἀπὸ τὸ θεμέλιο τῆς ὑπάρξεώς μας. Δὲν μπαίνουμε στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ τὴ θεραπεύσουμε, μπαίνουμε γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε. Δὲν μπαίνουμε στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ τὴν ἀλλάξουμε, μπαίνουμε γιὰ νὰ ἀλλάξουμε ἐμεῖς. Δὲν μπαίνουμε στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ τὴν κάνουμε καινούρια, δηλαδὴ ἐν ἄλλαις λέξεσι ἀγνώριστη, ἀλλὰ μπαίνουμε γιὰ νὰ ἀνακαινιστοῦμε ἐμεῖς οἱ πεπαλαιωμένοι ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ καλούμεθα νὰ ἀκολουθοῦμε αὐτὴν τὴν πίστη τῶν Πατέρων ἡμῶν, τὴν πίστη ποὺ μᾶς παρέδωσαν γιὰ τὸν Θεό, τὸν ὁποῖον ὀνομάζουμε καὶ δικαίως: “ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν”, δηλαδὴ ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς παρεδόθη. Καὶ αὐτὸς ὁ Θεός, τὸν ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ τὸν παραδώσουμε στοὺς νέους ἀνθρώπους, μὲ τὸ ἦθος τὸ ἐκκλησιαστικό, τὸ θυσιαστικό, τὸ ταπεινό, τῆς ἀληθινῆς καθημερινῆς ἀγάπης καὶ προσφορᾶς. Καὶ βέβαια, αὐτὴ ἡ ἐργασία τῆς νηστείας, εἶναι κρυφὴ ἐργασία. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ χωριστεῖ ἀπὸ τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἀγάπης. Διότι δὲν νηστεύουμε ἁπλῶς γιὰ νὰ καταφέρουμε κάποια πράγματα, νηστεύουμε γιὰ νὰ λατρέψουμε μὲ περισσότερη
ὑπακοὴ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ὑπακούσουμε τὶς ἐντολές Του. Πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι δὲν κάνουμε μία αὐτόνομη δίαιτα, ἀλλὰ ἀσκοῦμε μία εὐλογημένη παράδοση, ποὺ μπορεῖ νὰ φέρει καρποὺς πνευματικοὺς στὴ ζωή μας. Στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς καὶ στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς ἀγάπης. Γιατί πολλὲς φορὲς θεωροῦμε, ὅτι καὶ ἀπὸ μόνοι μας, κάπου ξεκομμένοι ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους ἀδελφούς, ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, θὰ μπορέσουμε νὰ καταφέρουμε πολλὰ πράγματα. Ὁσάκις ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ φέρνει στὸ μυαλὸ μας τέτοιους πειρασμούς, ἂς θυμόμαστε ὅτι ἐκεῖνος, ὁ διάβολος, δὲν κάνει ἁπλῶς νηστεία σὰν αὐτὴ ποὺ κάνουμε οἱ ἄνθρωποι, δηλαδὴ ἀπέχουμε ἀπὸ ὁρισμένα τρόφιμα, κάνει τέλεια νηστεία, δὲν τρώει ποτέ, ὅπως κάνει καὶ τέλεια ἀγρυπνία, γιατί δὲν κοιμᾶται ποτέ. Φαντάζομαι δὲν θὰ περιμένετε νὰ σωθεῖ ἐπειδὴ δὲν τρώει κι ἐπειδὴ δὲν κοιμᾶται, γιατί δὲν ἀγαπᾶ τὸ Θεὸ καὶ γιατί δὲν αἰσθάνεται τόν ἔρωτα μέ τό Θεό. Γιά ἐκεῖνον πού δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει, ἡ ἀγάπη τοῦ ἄλλου εἶναι κόλαση. Δέν ἀποκλείεται μάλιστα κι αὐτός νά εἶναι τελικά ὁ ὁρισμός τῆς κόλασης: νά σ’ ἀγαποῦν, ἐνῶ ἐσύ δέν μπορεῖς ν’ ἀγαπήσεις. Αὐτό σημαίνει ἀπόσταση ἀπ’ τόν Θεό. Ἐμᾶς μᾶς συνταράσσει ἡ σχέση μας μέ τό Θεό; Ἤ συμβαίνει ὅπως ὅταν φτιάχνουμε μιά ἐρωτική σχέση καί γάμο μέ ἄνθρωπο πού δέ συνταράσσει, ὥστε νά μή διαταράσσει τόν κόσμο μας; Τό προτιμοῦν οἱ ἄνθρωποι. Μισοερωτεύονται πλάσματα, ὅπως μισοερωτεύονται καί
τόν Πλάστη. Ὅλα μετρημένα καί ζυγισμένα μέ κριτήριο κάποια ἐπίφαση σιγουριᾶς. Ὥστε νά μποροῦν καί νά χωρίσουν εὔκολα. Ὥστε νά μποροῦν νά φύγουν. Γιά νά μήν πονέσουν φριχτά ἄν ἐγκαταλειφθοῦν, γιά νά ξεχάσουν κατόπιν εὔκολα, καί πιό πολύ, γιά νά εἶναι σέ θέση γρήγορα νά ἀναπληρώσουν. Γιά νά μποροῦν νά εἶναι πολυγαμικοί καί νά μή χάνουν εὐκαιρίες γιά νέες μικροπεριπέτειες. Ζητοῦν ταίρι ἀναλώσιμο· ὁ ἀναντικατάστατος ἄλλος τούς πέφτει θανάσιμα βαρύς. Ὁ γνήσιος ἔρωτας εἶναι θές δέ θές- πιστός, ἐνῶ ἐκεῖνοι προτιμοῦν νά λένε πώς ἔχουν ἐμπειρίες. Ἡ φανταχτερή ποσότητα εἰς βάρος τῆς ἀκριβῆς ποιότητας ἦταν πάντα γιά τόν κόσμο ἕνα δίλημμα. Ὄχι, ὄχι.... δέ θά προσφέρουν τόν ἑαυτό τους στόν ἄλλο, γιατί δέ θέλουν νά χάσουν τόν ἑαυτούλη τους. Σεβασμιώτατε, δῶστε μας τήν εὐχή νά ἔχουμε εὐλογημένο ἀγώνα, νά ἔχουμε φωτισμένες ἀποφάσεις, νά μήν ντραποῦμε τή νηστεία μας. Νά σηκώσουμε μέ ἀξιοπρέπεια χριστιανική, ἐκκλησιαστική, τά παρόντα, τό Σταυρό, εἴτε ἔχει χαρούμενη, εἴτε περισσότερο ὀδυνηρή ὄψη. Ἡ νηστεία ἀσφαλῶς μᾶς ὑπενθυμίζει πώς ὁ ἄνθρωπος δέν ἔρχεται στόν κόσμο γιά νά περνᾶ καλά, ἀλλά γιά νά ζεῖ μέ νόημα. Καί τό νόημα τοῦτο μπορεῖ ἴσως νά περνᾶ ἀπό τή θλίψη, τόν κόπο, τή φρίκη, τήν ἧττα, τή στέρηση, ἀλλά, παρ’ ὅλα αὐτά, ἀνταμείβει μέ πληρότητα καί ψυχική ἰσορροπία τούς πιστούς του. Θά κλείσω μέ τό μήνυμα πού διάβασα αὐτές τίς μέρες στόν τοῖχο ἑνός σχολείου τῆς Χαλκίδος: Καλό εἶναι νά ὑπάρχεις, ἀλλά νά ζεῖς εἶναι ἄλλο πράγμα.
23
Πανοσ. Ἀρχιμανδρίτου Σωτηρίου Κοσμοπούλου Πρωτοσυγκέλλου Ἱ.Μ. Σάμου καί Ἰκαρίας
Σ
εβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, σεπτέ οἰακοστρόφε τῆς νοητῆς νηός τῆς κατά Φλώριναν, Πρέσπας καί Ἑορδαίαν Ἐκκλησίας, σεβαστοί Πατέρες καί ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Βαθύτατη συγκίνηση καί χαρά μέ διακατέχει 20 χρόνια μετά τήν πρώτη ἐπίσκεψή μου ὡς στελέχους στίς Κατασκηνώσεις τῆς Πρώτης, ὑπό τήν πεπνυμένη τότε ἐποπτεία τοῦ μακαριστοῦ προκατόχου καί πολιοῦ Γέροντος Σας, ἐπισκόπου Φλωρίνης Αὐγουστίνου. Κεκλημένος ἀπόψε τῆς ἀγαπώσης καρδίας σας, γιά νά μοιραστῶ μαζί Σας τή χαρά τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ σκιρτῶ καί δειλιῶ συνάμα συλλογιζόμενος τήν προσγιγνομένη σ’ ἐμένα ἐξαιρετική τιμή, νά ὁμιλῶ ἀπό πτερύγων ἄμβωνος τοῦ Κήρυκος τῆς Ἐκκλησίας Αὐγουστίνου, τόν ὁποῖον πλέον κλεΐζουν ἀριστοτέχνες τοῦ λόγου, πνευματικά του παιδιά, μέ προεξάρχοντα Ἐσᾶς, ἀλλά καί τήν εὐθύνη νά ἀπευθύνομαι στήν σφραγίδα τῆς ἀποστολῆς Σας. Ἐρχόμενος κοντά Σας ἀναλογιζόμουν πόσο γλαφυρά ἡ Ἐκκλησία παρομοίασε τήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή μέ θαλασσινό ταξίδι, καλώντας μας νά διαπλεύσουμε τό μέγα τῆς νηστείας πέλαγος. Ἕνα ταξίδι, στή διάρκεια τοῦ ὁποίου ἀναπνέουμε τόν καθαρό ἀέρα τῆς προσευχῆς,
συντηρούμαστε μέ τά ἄχραντα μυστήρια καί ἐγκαινιάζουμε νέους τρόπους ζωῆς μέ τήν μετάνοια καί τή νηστεία, μακρυά ἀπό τήν τύρβη τῆς καθημερινότητας, πέρα ἀπό τή συνήθεια τῆς ἁμαρτίας. Ἐντείνεται ὁ πνευματικός ἀγώνας, μέσα στό φῶς καί τή Χάρη τοῦ Κυρίου μας, μέ σκοπό τήν σταθερή ρότα τοῦ πλοίου τῆς ζωῆς μας, ὥσπου νά προσορμισθοῦμε μέ ἀσφάλεια στό λιμάνι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος, γιά νά προσκυνήσουμε τήν τριήμερη Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σωτῆρος τῶν ψυχῶν μας. Διακονώντας ὑπό τήν σεπτήν καθοδήγησιν τοῦ Σεβασμιωτάτου Πατρός μου κ.κ. Εὐσεβίου, στήν Νησιωτική Μητρόπολη Σάμου, Ἰκαρίας καί Κορσεῶν, στήν ἄκρη τοῦ βορειοανατολικοῦ Αἰγαίου πελάγους, ἐπιθυμῶ νά σᾶς διαβεβαιώσω, ὅτι πρόκειται γιά μία προσφυέστατη παρομοίωση. Πράγματι, ἕνα θαλασσινό ταξίδι εἶναι μία πρώτης τάξεως εὐκαιρία γιά νά σκεφθεῖς, νά σχεδιάσεις, νά προγραμματίσεις, νά χαράξεις νέους δρόμους. Καθώς σέ ταξιδεύει τό πλοῖο, ἔχεις ἀρκετό χρόνο νά ζυγίσεις τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς σου καί νά ἀναστοχασθεῖς τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ στή ζωή σου, ἐνῶ παράλληλα ἀλλάζει, εὐχάριστα συνήθως, ἡ διάθεσή
24
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ὁμιλία πού πραγματοποιήθηκε εἰς τόν Δ´ Κατανυκτικόν Ἑσπερινόν, Φλώρινα 7 Ἀπριλίου 2013.
σου, ὅταν περνᾶς ἀπό λιμάνι σέ λιμάνι γιά νά φθάσεις στόν προορισμό σου. Δικαιώνοντας τό λογισμό μας ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, σημειώνει χαρακτηριστικά: «Οἱ θαλασσινοί πιό πολύ ἀπ’ ὅλα ἀγαποῦν ἐκεῖνο τό μέρος τοῦ πελάγους, τό ὁποῖον συμπεριλαμβάνει πυκνά κοντινά λιμάνια καί νησιά. Γιατί τό πέλαγος, πού δέν ἔχει λιμάνια πολλά, ἀκόμη καί ὅταν ἔχει γαλήνη πολύ, τρόμο παρέχει σ’ αὐτούς, πού τό διαπλέουν. Ὅπου ὅμως ὑπάρχουν ὅρμοι καί ἀκτές καί αἰγιαλοί ἐκτεταμένοι σέ ὅλες τῆς πλευρές, τότε διαπλέουν μέ πολλή ἀσφάλεια. Γιατί ἀκόμη κι ἄν ἡ θάλασσα ἀπότομα φουρτουνιάσει, ἀμέσως ἔχουν καταφύγιο καί γρήγορα καί εὔκολα θά μποροῦν ν’ ἀπαλλαχθοῦν ἀπό τό κακό. Γι’ αὐτό, ἀκόμη καί ὅταν πλέουν μακρυά ἀπό τό λιμάνι, δέχονται μεγάλη παρηγοριά στήν ψυχή τους καί μόνο πού βλέπουν τήν στεριά ἔστω κι ἀπό μακρυά». Μέ πολλή σοφία ἡ Ἐκκλησία μας σάν καί νά ἀκολουθοῦσε αὐτή τή σκέψη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου δέν ἄφησε τό πέλαγος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀπαράκλητο. Πέντε Κυριακές δεσπόζουν σάν λιμάνια πνευματικῆς ἀνάπαυσης, γιά νά μπορεῖ ὁ πιστός Χριστιανός νά ξαποσταίνει ἀπό τήν ἔντονη ἄσκηση καί τόν ἀγώνα τῆς καθημερινότητας, νά ἀνανεώνει τήν πνευματική του ζωή καί νά ἐφοδιάζεται μέ τά ἄχραντα μυστήρια. Σήμερα, στό τρίτο λιμάνι τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς βιώνουμε τήν ἔκπληξη τοῦ Παραδείσου: «Παράδεισος ἄλλος
ἐγνώσθη, ἡ Ἐκκλησία ὡς πρίν, ξύλον ἔχουσα ζωηφόρον, τόν Σταυρόν σου Κύριε, ἐξ οὗ διά προσψαύσεως, ἀθανασίας μετέχομεν». Παράδεισος ἄλλος μᾶς ἀποκαλύφθηκε ἡ Ἐκκλησία, ἔχοντας ὅπως ἐκεῖνος στό μέσον τόν ζωηφόρο Σταυρό Σου Κύριε, τόν ὁποῖον ἀγγίζοντάς τον μετέχουμε στήν ἀθάνατη ζωή. Ἡ Ἐκκλησία, ἀδελφοί, ὡς τό μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ νέος Παράδεισος, στό κέντρο τοῦ ὁποίου ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, ἀντί τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως καί τῆς παρακοῆς, ὑψώνεται τό δένδρο τῆς Ζωῆς, ὁ τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός. Ἡ δυναμική ἀναίρεση τῆς ἐξώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπ’ αὐτόν. Ὁ ἄνθρωπος δέν μοιρολογᾶ πιά τόν ἀπωλεσθέντα κῆπο, ἀλλά ἀγωνίζεται νά ἐγκολπωθεῖ τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία, παραμένοντας στό νέο παράδεισο, κάτω ἀπό τόν εὐσκιόφυλλο Σταυρό, τοῦ ὁποίου γεύεται τούς ζωηφόρους καρπούς (μετέχοντας στήν Θεία Εὐχαριστία) «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν τήν αἰώνιον». Αὐτή ἡ σωστική παρουσία τοῦ Σταυροῦ ἐγγράφεται στήν ἁγία Γραφή. Γι’ αὐτήν μαρτυροῦν οἱ Ἀπόστολοι. Αὐτόν ὑμνολογοῦν καί θεολογοῦν οἱ Πατέρες. «Τί ὑπάρχει ἄραγε πιό παράδοξο ἀπό αὐτό, τό νά βλέπεις δηλαδή τόν Θεόν νά σταυρώνεται καί νά εἶναι σταυρωμένος μέ ληστές καί νά περιγελᾶται ἀπό τούς παρισταμένους ἐκεῖνος πού εἶναι ἀνίκητος καί ἀπό κάθε πάθημα ὑψηλότερος;» ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Γιά νά συνεχίσει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «χάρη σ’ αὐτή τήν σταύρωση ὑπάρχει ἡ ᾿Ἐκκλησία μέ ὅλα τά θαυμαστά ἔργα της».
25
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
26
Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι ἕνα μυστήριο, ἀσύλληπτο γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ! Ὅπως τό μυστήριο τῆς πίστης ἤ τό μυστήριο τῆς ζωῆς. Καί καθώς εἶναι ἀδύνατο νά περιγράψεις τόν ἄκτιστο καί ἀπερινόητο Θεό μέ λέξεις κτιστές κι ἀνθρώπινες, ἔτσι καί τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ἄρρηκτα συνδεδεμένο μέ τόν Χριστό, δέ χωρεῖ σέ περιγραφές, ἀλλά ἀποκαλύπτεται σ’ ἐκεῖνον, πού ζητεῖ νά ἐμβαθύνει καί νά τό βιώσει. Αὐτενεργεῖ, ὅπως μᾶς βεβαιώνουν οἱ προτυπώσεις Του στήν Παλαιά Διαθήκη. Ἡ οὐσία ὅμως τοῦ Σταυρικοῦ μυστηρίου εἶναι εὐρύτερη τῶν θαυμαστῶν σημείων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὡς μιά βασική προτύπωση τοῦ Σταυρικοῦ ἄλγους πρέπει νά θεωρήσουμε τόν θρῆνο καί τόν πόνο τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ, ὅταν ἀπώλεσε τόν Παράδεισο. Ὁ Ἀδαμιαῖος θρῆνος συνοψίζει τήν ἀπελπισία ὅλων τῶν ἀνθρώπων μέχρι τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀδιέξοδο τοῦ θανάτου. Τήν ἀπουσία τῆς σωτηρίας. Ὁ Κύριος ἀναλαμβάνοντας τήν ἀνθρώπινη φύση ἐξάλειψε πάνω στό Σταυρό τό χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἔσπασε τό συμβόλαιο τῆς ὑποταγῆς μας στό θάνατο, πουλημένοι ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅπως προσφυῶς γρά φει ὁ Μέγας Βασίλειος στήν Ἁγία Ἀναφορά. Διά τοῦτο ὁ πόνος Του πάνω στό Σταυρό ὑπῆρξε ἀβάσταχτος, ὡς
τό ὀδυνηρό τέλος τῶν ὀδυνῶν ὅλων τῶν γενεῶν, πρίν καί μετά τήν ἔλευσή Του καί μέχρι τήν Δεύτερη καί ἔνδοξη παρουσία Του. Αὐτή ἡ ὑπέροχη νίκη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ βιώνεται μέσα στήν Ἐκκλησία ὡς χαρά: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Νικήθηκε τελειωτικά ὁ διάβολος, ὁ θάνατος, ἡ ἁμαρτία. Ὅ,τι ξεκίνησε στήν ἔρημο, ὡς ἄρνηση τοῦ Κυρίου νά ὑποκύψει στούς πειρασμούς, τελειώθηκε στό Σταυρό καί χαρίσθηκε στούς ἀνθρώπους ὡς νίκη ἔναντι τοῦ διαβόλου, ἀκολουθώντας τά δικά Του βήματα καί ἀναδεικνύοντας τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ στήν πορεία τους πρός τήν Ἀνάσταση. Γι’ αὐτό καί δέ λογίζεται ὑπερβολή, σέ ἀντίθεση μέ τούς μικρόψυχους πολυποίκιλους ἀρνητές Του, νά ὀνομάσουμε τόν Τίμιο Σταυρό, ὡς τό μέγα καί ἱερό Κειμήλιο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τό ὁποῖο δέν εἶναι πιά ἀντικείμενο ἤ ὄργανο θανατικῆς καταδίκης, ἀλλά ἅγιο πρόσωπο, ἀφοῦ ἀπό τό τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου, τό ὁποῖο ἔρρευσε ἐπ’ αὐτοῦ, ἔλαβε ζωή. Ὁ Τίμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου μας καθίσταται ἔτσι ὁ φύλακας καί τό τρόπαιό μας, ὅπως ψάλλουμε στούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας. Γίνεται ἡ εὐλαβική συνήθεια, πού ἐγγίζει ἴσως τούς ἀποστολικούς χρόνους, νά
περικοσμοῦμε οἱ Χριστιανοί ἑαυτούς μέ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ἐμφανῶς, ὡς ἄθραυστη σφραγίδα τῶν μυστηρίων Βαπτίσματος καί Χρίσματος, ὡς ὁμολογία πίστεως, ἀλλά καί ὡς ἐνθύμιση τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνος καί τῆς νίκης τήν ὁποίαν χαρίζει ὁ Χριστός. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ», διαλαλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτή ἡ περικόσμησή μας μέ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ δέν ἀποτελεῖ μιά φολκλορική συνήθεια, ἀλλά ἔχει οὐσιαστική θέση στή ζωή μας, χαράζει τήν πνευματική πορεία, διαμορφώνει τό ἐν Χριστῷ βίωμα, χαρακτηρίζει τό ἦθος μας. Αὐτό πού ὀνομάστηκε «μωρία τοῦ Σταυροῦ». Μιά «ἱερή τρέλα» μέ σαφῆ χαρακτηριστικά τά ἀκόλουθα: Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει ἀρχικά πιστότητα, δηλαδή ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Νά καταφέρω νά ψελλίσω τά λόγια τοῦ Χριστοῦ στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ τίς ὧρες τῆς ἀγωνίας πρό τοῦ Πάθους: «πλήν οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ», ἄς μή γίνει τό δικό μου θέλημα ἀλλά τό δικό σου, Πατέρα. Ἡ ἐθελούσια ἐγκατάλειψή μου στά πατρικά χέρια τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτει τήν ποιότητα τῆς σχέσης μας μ’ Ἐκεῖνον, καθώς δέν πιστεύω σέ μία ἀνώτερη δύναμη, ἀλλά ἔχω προσωπική σχέση μέ τόν
Θεό, ἐνυπόστατη, ὅπως τή χαρακτηρίζει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής. «Τό μεγαλεῖο αὐτῆς τῆς πίστης μας στό Χριστό φανερώνεται ὡς γνήσιο καί αὐθεντικό», σημειώνει στίς μυσταγωγικές του κατηχήσεις ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, «ὅταν πιστεύουμε ὄχι ἐπειδή θά μᾶς δώσει μισθό ὁ Χριστός, ἀλλά ἐπειδή ἀπό ἀγάπη τοῦ παραθέτουμε τή ζωή μας. Ἡ ἐπίγνωση τῆς ἀνάστασης, γράφει, μᾶς κάνει νά ὑπομένουμε τόν σταυρό, ἀλλά ἡ ἀνάσταση δέν εἶναι μισθαποδοσία γιά τόν σταυρό. Γιατί τό νά σηκώνεις τόν σταυρό σου... εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καί δέν πληρώνει κανείς μισθό σέ κάποιον, πού δέχεται τά δῶρα του» καί φέρνει τό παράδειγμα αὐτοῦ, πού ταξιδεύει στή θάλασσα, θεωρώντας πώς τό νά φθάσει στόν προορισμό του δέν ἀποτελεῖ ἀνταμοιβή γιά τήν εἴσοδό του στό πλοῖο, ἀλλά ἀποτέλεσμα φυσικό καί φυσικά προσδοκώμενο, γιά τό ὁποῖο κατέθεσε τήν θέλησή του. Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό ἐπίσης σημαίνει ἀγαπῶ τό Σταυρό μου! «Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στούς μαθητές του: ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τό σταυρό του καί ἄς μέ ἀκολουθήσει». Στήν ἐκζήτηση τῆς πρωτοκαθεδρίας, τῆς ἐξουσίας καί τῆς δύναμης ὁ
27
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
28
Κύριος ὑπέδειξε τό σταυρικό δρόμο. Ἄλλωστε στό Εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ἡ Δόξα τοῦ Χριστοῦ ταυτίζεται μέ τόν Σταυρό. Ἀγαπῶ τό σταυρό μου σημαίνει, ὅτι ἀ ποδέχομαι ὡς εὐλογία τούς κόπους, τούς πόνους, τίς δυσκολίες, τούς πειρασμούς αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἔχοντας τήν βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος δέν θά μέ ἐγκαταλείψει. Σημαίνει μαρτυρία γιά τόν Χριστό ὄχι στά λόγια ἀλλά στήν πράξη τῆς ζωῆς, ὡς ἡ καύχηση κατά τή ρήση τοῦ ἀπ. Παύλου: «ὅσο γιά μένα, δέ θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός ἀπό τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό σταυρό πού πάνω του πέθανε ὁ κόσμος γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο». Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει τό θυσιαστικό πνεῦμα, ἐπ’ ὠφελείᾳ τῶν ἀνθρώπων κατά τό παράδειγμα τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. «Κανείς δέν ἔχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπό κεῖνον πού θυσιάζει τή ζωή του γιά χάρη τῶν φίλων του», εἶπε καί ἔπραξε ὁ Κύριος. «Ὁ Χριστός, παρ’ ὅλο πού ἤμασταν ἀκόμη ἀνίκανοι νά κάνουμε τό καλό, πέθανε γιά μᾶς, τούς ἀσεβεῖς... Δύσκολα θά ἔδινε κανείς τή ζωή του ἀκόμη καί γιά ἕναν δίκαιο ἄνθρωπο... Ὁ Θεός, ὅμως, ξεπερνώντας αὐτά τά ὅρια ἔδειξε τήν ἀγάπη Του γιά μᾶς, γιατί ἐνῶ ἐμεῖς ζούσαμε ἀκόμα στήν ἁμαρτία, ὁ Χριστός ἔδωσε τή ζωή Του γιά μᾶς», γράφει στούς Ρωμαίους ὁ ἀπ.
Παῦλος. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σχέση μέ τόν Σταυρωμένο Κύριο, ὅσο μένουμε θεατές του! Ὅσο ἁπλά ἀτενίζουμε στή θυσία Του. Μποροῦμε ὅμως νά «συνεννοηθοῦμε» οὐσιαστικότερα, ὅταν ἀνέβουμε πάνω στό δικό μας Σταυρό, ὅπως ὁ εὐγνώμων Ληστής. Σ’ ἐκεῖνο τό ὕψος ὁ ἄνθρωπος «ἐννοεῖ» βαθύτερα καί ἐγγύτερα τό Θεό. Ἄλλοι μέ τό αἷμα, ἄλλοι μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας, ἄλλοι μέ τήν «ἱερή τρέλα» τῆς ἀγάπης, ὅλοι τους βρῆκαν στό Γολγοθᾶ ἐλπίδα καί λύτρωση! Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει ἀκόμη ἀνηλεής κατά τῶν παθῶν πόλεμος. Ἐνάντια σέ ὁ,τιδήποτε μέ χωρίζει ἀπό τόν Χριστό. Ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι σαφής: «δέν ἔχουμε νά παλέψουμε μέ ἀνθρώπους ἀλλά μέ ἀρχές καί ἐξουσίες, δηλαδή μέ τούς κυρίαρχους τοῦ σκοτεινοῦ τούτου κόσμου, τά πονηρά πνεύματα». «Ἔχουμε ἐχθρούς», προειδοποιεῖ ὁ ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «πού εἶναι πραγματικά πονηροί, σκληροί, δόλιοι, πανοῦργοι, δυνατοί, ἄϋπνοι, ἀόρατοι, ἄϋλοι. Στά χέρια τους κρατοῦν φωτιά καί θέλουν νά κάψουν τό ναό του Θεοῦ μέ τή φλόγα τους». Ὁ Χριστιανός δέ συμβιβάζεται μέ τήν ἁμαρτία, μέ τό κακό, μέ τήν ἄρνηση οὐσιαστικά τοῦ Θεοῦ πού χαρακτηρίζει τόν ἀμετανόητο. «Ἡ ἄοκνη – στόν πνευματικό ἀγώνα- ψυχή ἐξήγειρε ἐναντίον της τούς δαίμονες. Ὅσο ὅμως αὐξήθηκαν οἱ πόλεμοι, τόσο αὐξήθηκαν καί οἱ στέφανοι. Αὐτός πού δέν πολεμεῖται ἀπό τούς ἐχθρούς, δέν πρόκειται βέβαια νά στεφανωθεῖ. Καί αὐτός πού δέν ἀποκάμνει ἀπό τίς τυχόν πτώσεις, θά δοξασθεῖ ὡς πολεμιστής ἀπό τούς ἀγγέλους», διαμηνύει ἡ Κλίμακα. Ὁ Χριστιανός, ὅσο ζεῖ, δέν ξεθαρρεύει,
ἔχοντας κατά νοῦν πάντα τά λόγια τοῦ σοφοῦ Σολομώντα: «ὑπολογίζει τό κακό ὁ σοφός, κι ἀπομακρύνεται ἀπ’ αὐτό, μά ὁ ἀνόητος προχωρεῖ μέ σιγουριά γεμάτος». Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει ἀκόμη καί τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ, κατά τήν προτροπή τοῦ Κυρίου στή βραδιά τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου: «τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμὴν ἀνάμνησιν». «Ἕως ὅτου νά ἔρθει ὁ Κύριος, πάντοτε, ὅποτε τρῶτε αὐτόν τόν ἄρτο καί πίνετε αὐτό τό ποτήριο, διακηρύττετε τόν θάνατο τοῦ Κυρίου», προειδοποιεῖ ὁ ἀπ. Παῦλος. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος βαστάζει τα στίγματα τοῦ Σταυροῦ πάνω στό Σῶμα του σέ μιά ἔκφραση βαθιᾶς σχέσης μέ τόν Κύριο, ἀλλά καί ὡς μαρτυρία καί λατρεία Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ θεία λατρεία εἶναι ὁ χῶρος καί ὁ χρόνος τῆς καθολικῆς ἀλήθειας καί ἐμπειρίας, ὅπου «ὁ ἄρτος τοῦ Θεοῦ... καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, ζωήν διδοὺς τῷ κόσμῳ». Γι’ αὐτό καί στήν «καρδιά» τῆς λατρείας, ὅλα καθαγιάζονται μέ τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ: ὁ ναός στόν ἐγκαινισμό του, ψωμί καί κρασί, νερό καί λάδι, ἄνθρωπος καί κτίση. «Παντός γάρ οὗ ἄν ἐφάψηται τό ἅγιον Πνεῦμα, τοῦτο ἡγίασται καί μεταβέβληται». Ὅ,τι ἀγγίξει τό ἅγιο Πνεῦμα ἁγιάζεται καί μεταβάλλεται, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος στίς Μυσταγωγικές του Κατηχήσεις. Πράγματι, ἄν θαῦμα εἶναι ἡ μεταβολή τῶν Τιμίων Δώρων, ὑψηλότερο ἀκόμη, καθότι δυσκολοκατόρθωτο, ἀλλά ὄχι ἀνέφικτο, εἶναι ἡ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ θέωσή του μέσα στήν ἁγιαστική χάρη. Ἡ δυνατότητα τῶν ἀνθρώπων νά ἀποτελέσουν, κατά τόν ἀπ. Πέτρο, «τά ζωντανά λιθάρια στό κτίσιμο τοῦ πνευματικοῦ
29
ναοῦ, στόν ὁποῖο θά ὑπηρετεῖτε ὡς ἱερατεῖο ἅγιο, προσφέροντας θυσίες πνευματικές, εὐπρόσδεκτες στό Θεό διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
30
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει ἀσκητική τῆς ἀγάπης. Νά συμπονᾶς, ν’ ἀγαπᾶς ἕως θανάτου, νά δίνεσαι χωρίς φόβο κατακτώντας τόν μοναδικό μανιακό κατά τούς Πατέρες ἔρωτα γιά τόν Χριστό. Εἶναι αὐτό πού ἀγνοεῖ ὁ κόσμος, ἡ «μωρία» τοῦ κηρύγματος γιά τόν Σταυρό κατά τόν ἀπ. Παῦλο. Νά σέ σταυρώνουν καί νά ὑπομένεις, νά χαίρεσαι ἐλπίζοντας, νά κατεβαίνεις στόν ᾍδη, ἀλλά νά μήν σέ κατέχει. Νά διακρίνεις τήν ὀμορφιά τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη καί ἐκεῖ πού ἡ συμβατική κοινωνική ἠθική ἀντικρύζει ἀσχήμια καί ντροπή.
Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει γενναιότητα μετανοίας καί ἐξομολογήσεως. Ὁ πιστός κατέχει μιά βασική ἀλήθεια ἀπό τήν ἐκκίνηση ἤδη τοῦ πνευματικοῦ του ἀγώνα: «ὁ παλαιός ἁμαρτωλός ἑαυτός μας πέθανε στό σταυρό μαζί μέ τό Χριστό», κατά τόν ἀπ. Παῦλο. Ἤ ὅπως πολύ εὔστοχα τό θέτει ὁ Μ. Βασίλειος στήν Ἁγία Ἀναφορά του: «ἀφοῦ ἀπό ἕναν ἄνθρωπο (τόν Ἀδάμ) ἡ ἁμαρτία εἰσῆλθε στόν κόσμο καί μέσῳ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος, εὐδόκησε ὁ μονογενής σου Υἱός… ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος ἀπό γυναίκα, τήν ἁγία Θεοτόκο καί ἀειπάρθενο Μαρία, κι ἀφοῦ ὑποτάχθηκε στό νόμο τοῦ Μωυσῆ, (εὐδόκησε) νά ἐξαλείψει τήν ἁμαρτία στήν ἀνθρώπινη φύση του». Πού πρακτικά σημαίνει ὅτι καθετί τό ἁμαρτωλό ἐκδιώκεται ὡς θάνατος ἀπό τή ζωή τοῦ πιστοῦ, καθώς «μετάνοια σημαίνει συμφωνία –μόνο- μέ τό Θεό γιά νέα ζωή», κατά τόν ἅγ. Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Ἔτσι εἶναι, «ὅπου ἐμφανισθεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἤ ὅπου ἐμφανισθεῖ ἀπέραντη ταπείνωση, ὁ δεσμός γιά τίς ἁμαρτίες λύθηκε». Καί ὡς «ἀπόδειξη ὅτι ἔσβησε τό χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας εἶναι τό νά θεωροῦμε πάντοτε χρεώστη τόν ἑαυτό μας». Περικοσμοῦμαι μέ τόν τίμιο Σταυρό σημαίνει, τέλος, τήν κατάργηση τῆς εἰδωλολατρίας καί βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Καί μόνο στή σκέψη ὅτι ὅλη ἡ Βίβλος εἶναι, ἀπό μιά ἄποψη, ἡ ἱστορία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πού ἀποσπᾶται ἀπό τά εἴδωλα, ἡ ἀπόρριψη ἤ ἡ πρόσληψη τῆς εἰδωλολατρίας ἀποτελεῖ τό μόνιμο «πειρασμό» τοῦ ἀνθρώπου μέσα στήν
ἱστορία. Τότε ἦταν οἱ ἄλλοι θεοί καί τά εἴδωλα, ἀγάλματα, μαγεῖες καί δεισιδαιμονίες . σήμερα, ὁ πλοῦτος, ἡ δύναμη, ἡ σοφία τῆς ἐπιστήμης καί ἡ ἀπολυτοποίηση τοῦ κόσμου, ἀποτελοῦν ἁπλῶς διάφορες ὄψεις αὐτοῦ του ἴδιου πειρασμοῦ. «Παιδιά μου, φυλαχθεῖτε ἀπό τούς ψεύτικους θεούς», προτρέπει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Καθετί πού ἀπολυτοποιεῖται στή ζωή μας, εἶναι εἰδωλολατρία, ἀκυρώνει τή δύναμη τοῦ Σταυροῦ, «γιατί ὅπου βρίσκεται κρυμμένος ὁ θησαυρός μας, ἐκεῖ ἀναπαύεται ἡ καρδιά μας». Πόσο μᾶλλον ὅταν σήμερα ἀνοιχτά ὑπάρχουν ἀδελφοί, πού μᾶς καλοῦν νά γυρίσουμε πίσω στή λατρεία τῶν ἀρχαίων θεῶν, ὅταν τά ζώδια καί οἱ κάθε εἴδους προβλέψεις διαφημίζονται ξεδιάντροπα, ὅταν βιώνουμε τήν Ἐκκλησία ὡς ἕνα φολκλόρ, κατάλοιπο τῆς παραδόσεώς μας, ὅταν ὁ Χριστός θ’ ἀναστηθεῖ μόνο στό κόκκινο αὐγό, τή λαμπάδα, τόν ὀβελία, τά ἐνδύματα, τίς ρηχές εὐχές. Βιώνουμε σταθερά τά τελευταῖα χρόνια μιά ἀδιέξο-
δη κρίση, ἐπειδή τρέμουμε στήν ἰδέα τοῦ θνήσκοντος θεοῦ μας: τοῦ μαμμωνᾶ, τοῦ εὐρώ. Ξεχάσαμε τά μεγάλα καί τά σπουδαῖα τῆς ζωῆς, τά ἀποτιμήσαμε σέ εὐρώ, ἐξαργυρώσαμε τήν εὐτυχία μας μέ τά φθηνά δάνεια. Ἀλήθεια, τί σημαίνει εὐτυχία; μία λέξη πού δέν θά συναντήσει ποτέ κανείς μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Οὔτε σέ ὕμνους, οὔτε σέ πατερικά συγγράμματα. Μόνο μία συνώνυμη βρίσκουμε, τήν εὐδαιμονία, πού καί αὐτῆς ἡ ἐτυμολογία παραπέμπει σέ ἀμφιλεγόμενη πορεία, πού λανθάνει ἦθος δαιμονικό καί σίγουρα ξένο τοῦ Σταυροῦ. Κι ὅμως λέξεις ὅπως εὐτυχία καί καλή τύχη χρησιμοποιοῦνται κατά κόρον ἀπό ὅλους μας. Παρασυρόμενος ἀπό τόν διάβολο ὁ ἄνθρωπος κυνηγᾶ τήν εὐτυχία σάν ἀπώτερο στόχο, ξεχνᾶ νά ζεῖ τήν οὐσία τῆς ζωῆς ὅπως τήν τοῦ χαρίζει ὁ Θεός, καί παραθεωρεῖ, πώς εὐτυχία μπορεῖ νά γίνει ἡ καθημερινή ὑπέρβαση δυσκολιῶν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Κάνει ἐκπτώσεις στήν πνευματική ζωή, ὅπως τόν συμβουλεύει ὁ διάβολος,
γιατί πιστεύει στό κέρδος τῆς συναλλαγῆς του μ’ αὐτόν, ἀρνούμενος τό φιλότιμο τοῦ Σταυροῦ, τήν ἀλήθεια καί τήν ἐγκράτεια. Οἱ ἐκπτώσεις ὅμως δέν ἔχουν κέρδος παρά μόνο κινοῦν τήν ἀγορά, μέ τραγικό ἀποτέλεσμα νά ἀπομακρύνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί νά γίνεται εὔκολη λεία πρός κέρδος τοῦ διαβόλου. Ἡ Ἐκκλησία ὅλα ὅσα εὐχόμαστε τά ἀφήνει στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί τά ἐμπεριέχει στή λέξη Χριστός. Γι’ αὐτό καί γίνεται ἐπίκαιρο σήμερα τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, ὡς μιά προαναγγελία τοῦ κινδύνου νά ὑποταχθοῦμε στήν ἀπάτη τοῦ θηρίου, ἀρνούμενοι τή σωτηρία τοῦ κόσμου ἐν Χριστῷ. Ἡ διανυομένη ἤδη ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πού εἶναι σχεδόν τό ἕνα δέκατο τοῦ χρόνου, εἶναι ταυτόχρονα καί ἕνα μικρό ποσοστό τῆς ὅλης ζωῆς μας. Τό ταξίδι σ’ αὐτήν μοιάζει μέ μιά συμβολική ἀπεικόνιση τῆς πορείας τῆς ζωῆς μας μέ σκοπό τήν ἀνάληψη τοῦ Σταυροῦ, τήν περικόσμηση τῆς ζωῆς μας διά τῆς σταυρώσεώς
31
32
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
μας σ’ αὐτόν, ὥστε νά ἐπιτευχθεῖ ἡ συνάντηση μέ τόν ἀναστημένο Χριστό κάτω ἀπό τό εὐσκιόφυλλο ξύλο τοῦ Σταυροῦ Του. Ἐξάλλου ὄχι μόνο σήμερα, ἀλλά ὅλες οἱ Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀποβλέπουν στήν συνάντηση αὐτή καί τήν προετοιμάζουν, ὥστε νά μάθουμε νά τήν
ζοῦμε καί νά τήν περιμένουμε γιά ὅλη τήν ζωή μας. Τό σταυρικό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν κύρια ὑπόθεση τῶν προσευχῶν καί τῶν κατανυκτικῶν δεήσεων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι τό κεντρικό σημεῖο γύρω ἀπό τό ὁποῖο ἐναλλάσσονται οἱ πρωϊνές καί ἑσπερινές ἀκολουθίες τῆς περιόδου. Ἀκόμη καί ὁ πένθιμος διάκοσμος ἐνισχύει τήν κατάνυξη καί προξενεῖ τά δάκρυα τῆς μετανοίας, ὡς συμμετοχή στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Μάλιστα δέ, εἶναι σίγουρο πώς δέν ἐπιλέχθηκε τυχαῖα ἡ θεία Λειτουργία
τοῦ Μεγάλου Βασιλείου γιά νά κοσμεῖ πέραν τῶν διατεταγμένων ἡμερῶν καί τίς πέντε Κυριακές τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί αὐτῆς ἀκόμη τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅπως ἀπαιτοῦν τουλάχιστον τά παλαιότερα τυπικά. Καί τοῦτο ἔγινε διότι ὁ Μέγας τῆς Καισαρείας φωστήρ μέ ἀξεπέραστη θεολογική διατύπωση ἀφιερώνει τό κεντρικό τμῆμα τῆς Ἁγίας του Ἀναφορᾶς στήν διά τοῦ σταυρικοῦ πάθους καί τῆς Ἀναστάσεως σωτηρία μας ἀπό τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. «Ὁ καιρός, λοιπόν, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τελειώνει σιγά σιγά καί τό σκάφος τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς βλέπει πρός τό λιμάνι τῆς μεγάλης Ἑβδομάδος, ἀλλά τό ζητούμενο γιά ὅλους εἶναι ὄχι νά εἰσέλθει ἁπλῶς τό πλοῖο στό λιμάνι, ἀλλά νά μήν εἰσέλθει κενό ἀπό ἐμπόρευμα. Γι’ αὐτό σᾶς παρακαλῶ, συνεχίζει ὁ ἱερός Πατέρας, ἄς κάνει ὁ καθένας στή συνείδησή του ἕναν ἀπολογισμό κι ἄς ἐξετάσει τήν πραμάτεια τῆς νηστείας καί τῆς ἄσκησης. Κι ἄν βρεῖ κέρδος πολύ συγκεντρωμένο, ἄς τό προσθέσει στήν προσπάθειά του, ἄν δέν ἔχει συλλέξει ὅμως τίποτε, τότε ἄς ἐκμεταλλευθεῖ τόν χρόνο πού ὑπολείπεται γιά νά ἀποκτήσει κάτι. Ὅσο συνεχίζεται τό πανηγύρι τοῦ ταξιδιοῦ, μεγάλο κέρδος νά συγκεντρώσουμε καί μετά νά ἀναχωρήσουμε, ὥστε ἀφοῦ ὑπομείναμε τό ταξίδι νά μήν μείνουμε στό τέλος μέ ἄδεια τά χέρια μπροστά στόν Χριστό». Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης θά ἀκούσουμε, πώς κάτω ἀπό τό Σταυρό τοῦ Κυρίου, στέκονταν πολλοί καί διάφοροι. Ὅλοι τους εἶχαν μιά ἰδιαίτερη σχέση
μαζί του. Ἦταν ἐκεῖ οἱ φανατικοί ἀντίπαλοι του, Γραμματεῖς, Φαρισαῖοι καί ὄχλος, πού εἶχαν ζητήσει τήν σταύρωσή του. Ἦταν ἐκεῖ οἱ στρατιῶτες, πού τόν ἐσταύρωσαν. Καί ἀνάμεσά τους ὁ ἑκατόνταρχος Λογγῖνος, πού ἔμελλε νά ἐπισφραγίσει τό μαρτυρικό καί σωτήριο τέλος τοῦ Κυρίου μέ τήν ὁμολογία του. Ἦταν ἐκεῖ οἱ δύο ληστές, ὁ εὐγνώμων καί ὁ ἀγνώμων. Ἦταν ἐκεῖ «παραπορευόμενοι», περαστικοί. Ἦταν ἐκεῖ σιωπηλοί ἡ Μητέρα Του, ὁ ἀγαπημένος Του Μαθητής καί μερικές γυναῖκες, γιά νά συντρέξουν στόν πόνο τήν Παναγία. Καί κάποιοι ἄλλοι κρυμμένοι «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων», οἱ μαθητές Του. Γενναῖοι στό νά κόψουν τό αὐτί τοῦ ὑπηρέτη Μάλχου στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ κάποιες ὧρες πρίν, ἀλλά ἐκφοβισμένοι τώρα ἀπό κάποιες φωνές ἀνώνυμες, ὑποταγμένες δουλικά στόν κόσμο. Ἔλειπε μονάχα ὁ Ἰούδας, γιατί ἔτρεχε νά ἀπαγχονισθεῖ ἀπελπισμένος. Ἔτσι γίνεται στήν ἱστορία. Πολλοί εἶναι ἐνθουσιώδεις καί ἀποφασισμένοι
ὀπαδοί τοῦ Κυρίου, ἔτοιμοι νά ἀγωνισθοῦν μέχρις ἐσχάτων γιά τήν τιμή τοῦ Κυρίου. Προασπίζονται τό κοινωνικό του κήρυγμα. Δακρύζουν μέ τίς τελετουργίες πού ἀναβιώνουν τήν ζωή Του. Τόν πιστεύουν μ’ ἕνα δικό τους τρόπο. Μά σάν φανεῖ νά ὑψώνεται ὁ Τίμιος Σταυρός γιά νά φοβηθεῖ ὁ διάβολος καί νά θυμηθεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν θυσία τοῦ Λυτρωτοῦ καί νά ἐξέλθει κι ἐκεῖνος νικητής «καί ἵνα νικήσει» ἀραιώνουν, κρύβονται, ἀρνοῦνται ὅτι ξέρουν κάτι γι’ αὐτόν. Καί τότε φαίνονται ποιοί τόν ἀγαποῦν σιωπηλά καί οὐσιαστικά. Ποιοί εἶναι ἕτοιμοι συγκηρυναῖοι στό Σταυρό Του. Ποιοί τόν ὑπερασπίζονται, ἕτοιμοι νά πεθάνουν μαζί του. Ποιοί σάν τόν ἠγαπημένο καί παρθένο Ἰωάννη, βιώνουν πραγματικά καί σιωπηλά τό σταυρικό πάθος, χωρίς κραυγές, ἀκρότητες καί κατάρες, ἀλλά στηρίζοντας τήν πονεμένη Μητέρα τοῦ Χριστοῦ καί στό πρόσωπό της ὅλη τήν Ἐκκλησία, πού προσδοκᾶ ἀκράδαντα τήν Ἀνάσταση, τό πνευματικό ἔαρ, τήν πασχάλια ἔκβαση τῆς ζωῆς.
Σέ πεῖσμα, τῶν ἀθέων καί τῶν δαιμόνων, ὅπως θά ἔλεγε κι ὁ μακαριστός π. Αὐγουστῖνος καί ὅλων ἐκείνων, πού ἀδιαφοροῦν γιά τήν θυσία τοῦ Χριστοῦ ἤ προσδοκοῦν νά κερδίσουν ἀπό τόν σταυρό χωρίς κόπο, ἐμεῖς μέ τίς δικές σας εὐχές, Σεβασμιώτατε, καθώς ἀδύνατο φαίνεται νά προσεγγίσουμε στό μέγιστο ὕψος τῆς ἀρετῆς τῆς Παναγίας μας, εὐχηθεῖτε νά βρεθοῦμε τουλάχιστον ἀνάμεσα στόν εὐγνώμονα ληστή ἤ στόν ὁμολογητή Λογγῖνο τόν ἑκατόνταρχο. Ζηλεύουμε καί ποθοῦμε βέβαια ἐκείνη τή θέση τοῦ Ἰωάννου, τοῦ ἠγαπημένου Μαθητοῦ, καθώς ἐκεῖνος μόνος ζεῖ ἀπό κοντά τόν Σταυρό καί τό πάθος τοῦ Κυρίου, σιωπᾶ παρά τό ὅτι πονᾶ, ἀλλά καί σιωπηλά ἀναλαμβάνει τήν φροντίδα τῆς κάθε πονεμένης ψυχῆς, ἐπειδή ἀπείρως ἀγαπᾶ τόν Κύριο καί Θεό καί Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό καί πιστεύει στήν Ἀνάστασή Του. Εἶναι ἡ ἔσχατη ἐλπίδα μας νά διασώσουμε τήν ἐλευθερία καί τήν ἀξιο πρέπεια τῆς ζωῆς μας!
33
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΑΡΧΙΜ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΜΠΑΡΔΑΚΑΣ ΠΡΩΤΟΣΥΓΚΕΛΛΟΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ
Σ
τίς 29 Μαίου 1453 ἡ Πόλις τῶν Πόλεων, ἡ Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολις, μετά ἀπό πολύμηνη πολιορκία, ἔπεσε στά χέρια τῶν Ὀθωμανῶν. Πρίν τήν ἅλωση τῆς Πόλης εἶχαν ἤδη ὑποδουλωθεῖ στούς Ὀθωμανούς ἡ συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη (1430) καί ἡ περιοχή τῆς Μακεδονίας, ἐνῶ μετά τήν ἅλωση καταλύθηκε τό δουκάτο τῶν Ἀθηνῶν (1456-1458), τό δεσποτάτο τοῦ Μυστρᾶ (1460) καί ἡ Αυτοκρατορία τῆς Τραπεζούντας (1461). Ὁλάκερη ἡ Ρωμιοσύνη, ἡ σπουδαία ὑπερχιλιετής Αὐτοκρατορία τῶν Ρωμαίων, ὑποτάχθηκε στούς γιούς τῆς Ἄγαρ καί ἡ ἡμισέληνος κάλυψε τό φῶς τοῦ χρυσοῦ σταυροῦ τοῦ τρούλλου τῆς ἁγια-Σοφιᾶς πού φώτιζε τά τετραπέρατα τοῦ κόσμου, τῆς Ἐκκλησιᾶς, πού μέ τά τετρακόσια σήμαντρα καί τίς ἑξηντα-δυό καμπάνες, ἀποτελοῦσε τό καύχημα καί τό σημεῖο ἀναφορᾶς τῶν Ρωμιῶν. Ἡ μαύρη σκλαβιά ἁπλώθηκε σάν βαρύ μελανό πέπλο πάνω στούς ὑπόδουλους Ρωμιούς. Ἡ ἐλευθερία, ἡ ἀξιοπρέπεια, ἡ τιμή, ὁ σεβασμός τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς, καταλύθηκαν μπροστά στή βία τοῦ κατακτητῆ. Ὅσο καί ἄν κάποιοι στρατευμένοι «ἱστορικοί» προ-
σπάθησαν καί προσπαθοῦν νά ὡραιοποιήσουν τήν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας καί νά ἰσχυρισθοῦν ὅτι οἱ Ρωμιοί ἀπολάμβαναν ἐλευθεριῶν καί εὐεργετημάτων ἀπό τούς Τούρκους, ἡ ἱστορική ἀλήθεια, ἔτσι ὅπως ἀποτυπώνεται στίς περισσότερες πηγές τῆς ἐποχῆς, περιγράφει μέ τά μελανότερα χρώματα τίς διώξεις, τούς ἐξευτελισμούς, τίς ταπεινώσεις, τίς φυλακίσεις, τά μαρτύρια τῶν Ρωμιῶν. Ὁ «κεφαλικός φόρος» -τό γνωστό χαράτσι-, ὁ «φόρος αἵματος», τό φρικτό παιδομάζωμα, οἱ βίαιοι ἐξισλαμισμοί, ἡ ἁρπαγή τῶν περιουσιῶν, ἡ προσβολή τῆς τιμῆς τῶν χριστιανῶν γυναικῶν μέ τήν ἁρπαγή τους γιά τά χαρέμια, ἡ βεβήλωση τῶν χριστιανικῶν χώρων λατρείας μέ τή μεταβολή τους σέ τζαμιά -στίς καλύτερες τῶν περιπτώσεων- ἀλλά καί σέ στάβλους, ἀποτελοῦν ἐνδεικτικές πράξεις Ὀθωμανικῆς «εὐγένειας» καί «σεβασμοῦ» τῆς ἐλευθερίας τῶν ραγιάδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τουρκικῶν βιαιοτήτων, περιγράφει ὁ Ρεθυμνιώτης λαϊκός ποιητής Μαρῖνος Τζάνε Μπουνιαλῆς σέ ποίημά του. Ὁ Χουσεΐν πασᾶς κυριεύει τό κάστρο τοῦ Ρεθύμνου στά τέλη Σεπτεμβρίου τοῦ
34
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
«Πανηγυρικός, πού ἐκφωνήθηκε στήν αἴθουσα θεάτρου τοῦ Φ.Σ.Φ. «Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ» Φλωρίνης, σέ ἐκδήλωση τῆς Περιφερειακῆς Ἑνότητας Φλώρινας.
1646 καί ὁδηγεῖ σέ βίαιο θάνατο χιλιάδες Ρωμιούς: “Τσή Ρωμνιούς ἐσφάζασι τότες κ’ἐκόφτασίν τση, κ’εἰς τόν πασᾶν ταῖς κεφαλαῖς ἐμπρός ἐφέρνασί τση. Ταῖς ἐκκλησίαις τσ’ ἁγίαις ξεστολίσαν ταῖς εὔμορφαις εἰκόναις ἐτζακίσαν, ἐσπούσανε τούς τάφους κι’ὅλους τσ’ἀνοίξαν τά λείψανα ὅλα εὔγαλαν καί τά ρίξαν κ’ἦτον τά περιγιάλια στολισμένα κορμιά τῶν Ρεθεμνιωτῶν σαπημένα. Ὁλόγυμνα κοράσια ἐκεῖ καῆκαν εἰς τό καστέλλι κάτω καί χαθῆκαν. Θανατικόν καί πόλεμος ἦτον ὁμάδι, πτωχοί καί πλούσιοι ἐπηαίνασι στόν ἅδη”. Μέσα σέ αὐτήν τήν ζοφερή ἀτμόσφαιρα μόνη παρηγοριά τῶν ραγιάδων ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἤδη ἀμέσως μετά τήν ἅλωση ὁ Μωάμεθ Β’ ὁ πορθητής, θέλοντας νά μιμηθεῖ τούς Βυζαντινούς Αὐτοκράτορες, τῶν ὁποίων θεωροῦσε τόν ἑαυτό του διά-
35
36
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
δοχο, ἀναγνώρισε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς ἐπίσημο θεσμό τοῦ κράτους καί παραχώρησε στόν Πατριάρχη προνόμια, τά ὁποῖα τόν καθιστοῦσαν ἐθνάρχη, δηλαδή θρησκευτικό καί πολιτικό ἡγέτη τῶν ὑπόδουλων Ρωμιῶν. Ἔτσι ἡ σκλαβωμένη Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία μέ τόν Πατριάρχη της, ἀνέλαβαν τήν μεγάλη εὐθύνη τῆς διατήρησης τῆς συνέχειας τοῦ Γένους. Ὁ Πατριάρχης ἀνέλαβε νά κρατᾶ τίς λεπτές καί εὐαίσθητες ἰσορροπίες ἀνάμεσα στήν Ὑψηλή Πύλη καί στούς Ρωμιούς ραγιάδες. Ἦταν ὁ ἄμεσα ὑπόλογος στόν Σουλτάνο γιά κάθε ἐνέργεια τῶν Ρωμιῶν. Κάθε ἡμέρα ἔπαιζε κορώνα-γράμματα τό κεφάλι του. Παράλληλα, ἔπρεπε νά διαχειριστεῖ μέ τόν καλύτερο τρόπο τά προνόμια πού ἔλαβε, χωρίς νά προκαλεῖ τό φθόνο τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι καραδοκοῦσαν γιά μία ἀστοχία τοῦ Πατριάρχη, ἡ ὁποία θά τόν ὁδηγοῦσε στή διαπόμπευση καί ἐκθρόνισή του, ἀκόμα καί σέ αὐτόν τόν θάνατο. Δίπλα στόν Πατριάρχη, φορεῖς τοῦ ἰδίου πνεύματος, τοῦ φρονήματος, ἀλλά καί τῆς διπλωματικῆς του ἱκανότητος ἦταν ὁ ὑπόλοιπος κλῆρος, ἐπίσκοποι, ἱερεῖς καί μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ὁ καθείς ἀπό τό μετερίζι του, προσπαθοῦσαν νά κρατήσουν ἄσβηστη τή φλόγα γιά τή λευτεριά τοῦ Γένους. Λόγιοι ἐπίσκοποι καί ἱερεῖς, ἀλλά καί ἁπλοί ἀγράμματοι παπάδες, στίς σχολές πού ἵδρυσε ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ἄδεια ἤ τήν ἀνοχή τῶν κατακτητῶν ἤ στά κρυφά σχολειά, τά ὁποῖα λειτούργησαν κυριολεκτικά κάτω ἀπό τή μύτη
τῶν Ὀθωμανῶν, δίδασκαν στά Ρωμιόπουλα τή γλώσσα καί τήν ἱστορία, τίς νέες ἐπιστῆμες ἀλλά καί τίς ἀρχαῖες ἀξίες, τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό. Παράλληλα, πυρπολοῦσαν τίς καρδιές τῶν μαθητῶν γιά τήν «ἄνοιξη» πού ἔρχεται, γιά τό «ποθούμενο» πού ὡριμάζει. Κατά καιρούς κάποιοι ἱστορικοί, ἐκφραστές κυρίως τῆς μαρξιστικῆς ἰδεολογίας, ἰσχυρίστηκαν μέ ἀόριστες καί μή τεκμηριωμένες ἱστορικά ἀπόψεις, ὅτι ἡ Ἐκκλησία καί κυρίως ὁ ἀνώτερος κλῆρος, συνεργάστηκε μέ τόν κατακτητή καί προσπάθησε νά «πνίξει» τήν Ἐπανάσταση πού ἑτοιμαζόταν. Δέν εἶναι θέμα τῆς σημερινῆς ὁμιλίας νά ἀναπτύξουμε μέ λεπτομέρειες τήν προσφορά τοῦ ἱεροῦ κλήρου, ἀνωτέρου καί κατωτέρου, στήν προετοιμασία τῆς Ἐπανάστασης τοῦ ’21 ὅπως καί σ’αὐτήν καθ’ αὐτήν τήν Ἐπανάσταση. Ὅμως πρός χάρη τῆς ἀλήθειας, ἐπιγραμματικά ἀναφέρουμε, ὅτι μόνο κατά τόν ἀγῶνα τοῦ ΄21 (1821-1827) καί ὄχι πρίν ἀπό αὐτόν, ἐπώνυμα ἀναφέρονται στίς πηγές ἑβδομήντα τρεῖς ἀρχιερεῖς πού ἔλαβαν ἐνεργά μέρος σέ αὐτόν. Σαράντα δύο Ἀρχιερεῖς ὑπέστησαν ταπεινώσεις, ἐξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε εἴδους, βασανιστήρια, ἐξορίες. Δύο Οἰκουμενικοί Πατριάρχες, ὁ πολύπαθος καί κατασυκοφαντημένος Γρηγόριος ὁ Ε’ καί ὁ Κύριλλος ὁ ΣΤ’ θανατώθηκαν. Σαράντα πέντε Μητροπολίτες ἐκτελέστηκαν ἤ ἔπεσαν στίς μάχες. Ἕξι χιλιάδες ἱερεῖς ἔπεσαν στά πεδία τῶν μαχῶν. «...Καὶ βρίζουν, οἱ πουλημένοι εἰς τοὺς ξένους, καὶ τοὺς παπάδες
μας, ὁποῦ τοὺς ζυγίζουν ἄναντρους καὶ ἀπόλεμους. Ἐμεῖς τοὺς παπᾶδες τοὺς εἴχαμε μαζὶ εἰς κάθε μετερίζι, εἰς κάθε πόνον καὶ δυστυχίαν. Ὄχι μόνον διὰ νὰ βλογᾶνε τὰ ὅπλα τὰ ἱερά, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ μὲ ντουφέκι καὶ γιαταγάνι, πολεμώντας ὡσὰν λεοντάρια. Ντροπὴ Ἕλληνες», σημειώνει ὁ στρατηγός Μακρυγιάννης. Οἱ ἴδιοι ἱστορικοί πάλι, κυριευμένοι ἀπό ἀντικληρικό καί ἀντιεκκλησιαστικό μένος, ἀμφισβήτησαν τήν ὕπαρξη τοῦ κρυφοῦ σχολειοῦ. Ἰσχυρίστηκαν ὅτι τό «κρυφό σχολειό» εἶναι ἕνας μῦθος, πού διαμορφώθηκε γιά νά ἐξυπηρετήσει τήν λεγομένη «ἐθνική ἱστορία», ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ μύθους καί θρύλους γιά νά διαμορφώσει κατά τό δοκοῦν τήν
ἐθνική συνείδηση τῶν πολιτῶν. Μάλιστα, ὡς βασικό ἐπιχείρημά τους γιά τήν μή ὕπαρξη «κρυφῶν σχολειῶν» ἀναφέρουν ὅτι μέ τήν ἄδεια τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν λειτουργοῦσαν ὀργανωμένα σχολεῖα, στά ὁποῖα μποροῦσαν ἐλεύθερα νά φοιτήσουν τά σκλαβωμένα Ρωμιόπουλα. Οἱ πηγές ὅμως τῆς ἐποχῆς εὔκολα ἀναιροῦν τίς θέσεις τους. Ἰδού μερικές ἀπό αὐτές. Ὁ Ρίζος Νερουλός γράφει ὅτι «οἱ Τοῦρκοι ἀπαγόρευαν αὐστηρῶς σέ μερικές περιοχές τήν ἵδρυση δημοσίων σχολείων ἀπό φόβο μήπως οἱ χριστιανοί μορφωμένοι γίνουν δοῦλοι ἐπικίνδυνοι καί δυσκολοκυβέρνητοι». Τό 1822 ὁ Ἕλληνας διαφωτιστής Στέφανος Κανέλλος, ἀποστέλλει σέ φίλο
37
38
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
του Γερμανό φιλόσοφο 15 ἐπιστολές, σέ μία δέ ἀπό αὐτές γράφει: «Οἱ Τοῦρκοι ἐμπόδιζαν τά σχολεῖα αὐστηρότερα καί ἀπό τάς ἐκκλησίας. Διά τοῦτο οἱ Γραικοί ἐπροσπαθοῦσαν νά συστένουν κοινά σχολεῖα κρυφίως, ὅπου καί τῶν πτωχῶν τά τέκνα ἀνεξόδως ἐδιδάσκοντο». Ὁ ὑπασπιστής τοῦ Γέρου τοῦ Μωριᾶ Φωτάκος (Φώτιος Χρυσανθακόπουλος) γράφει στά Ἀπομνημονεύματά του: «Μόνοι των οἱ Ἕλληνες ἐφρόντιζαν διά τήν παιδείαν, ἡ ὁποία ἐσυνίστατο εἰς τό νά μανθάνουν τά κοινά γράμματα, καί ὀλίγην ἀριθμητικήν ἀκανόνιστον. Ἐν ἐλλείψει δέ διδασκάλου, ὁ ἱερεύς ἐφρόντιζε περί τούτου. Ὅλα αὐτά ἐγίνοντο ἐν τῷ σκότει καί προφυλακτά ἀπό τούς Τούρκους». Πῶς, λοιπόν, μποροῦσαν νά σπουδάσουν ἐλεύθερα τά σκλαβωμένα Ρωμιόπουλα, τή στιγμή πού ὅλες σχεδόν οἱ πηγές τῆς ἐποχῆς ὁμιλοῦν γιά τίς βιαιότητες τῶν Τούρκων ἔναντι αὐτῶν πού ἐπιθυμοῦσαν νά σπουδάσουν; Τό «κρυφό σχολειό» ἀποτελεῖ γέννημα τῆς ἀνάγκης τῶν ὑποδούλων νά διατηρήσουν μέ νύχια καί μέ δόντια τή γλῶσσα τους, τήν πίστη τους καί τήν ἱστορία τους καί νά τήν μεταλαμπαδεύσουν στίς γενιές πού ἔρχονταν. Παράλληλα ἀποτελεῖ πράξη ἀντίστασης στήν ἔντονη καί συστηματική προσπάθεια τῶν κατακτητῶν νά στερήσουν τή γνώση ἀπό τά λαϊκά στρώματα. Τό «κρυφό σχολειό» δέν εἶναι μῦθος, οὔτε κἄν θρῦλος, εἶναι ἀλήθεια ἱστορική καί ἀδιαμφισβήτητη. Ὁ ἱστορικός καί ἀκαδημαϊκός Διο-
νύσιος Κόκκινος γράφει χαρακτηριστικά: «Ὁ παπάς κάτω ἀπό τά ράκη τοῦ ράσου του κρατεῖ τό ψαλτήρι καί πηγαίνει νά μάθη τά παιδιά, πού τόν περιμένουν, νά διαβάζουν. Ὁμιλεῖ ἀκόμη εἰς τά παιδιά καί διά τούς μεγάλους ἀνθρώπους πού ἐδόξασαν ἄλλοτε αὐτόν τόν τόπον. Διδάσκει τήν ὀλίγην ἱστορίαν πού γνωρίζει καί αὐτός». Καί καταλήγει: «Τό κρυφό σχολειό δέν εἶναι θρῦλος. Τό συνετήρησε παρά τάς διώξεις, παρά τήν ἀξιοθρήνητον ἔλλειψιν παντός μέσου, παρά τήν φοβεράν πίεσιν τόσων ἀμέσων ἀναγκῶν πού θά ἦτο φυσικόν νά ὁδηγήσουν πρός τόν ἐξισλαμισμόν, ὁ βαθύτατος πόθος τοῦ τυραννουμένου ἔθνους νά ὑπάρξη». Μέσα, λοιπόν, σέ αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα ὁ Ἕλληνας ραγιάς κοιμόταν μέ ἕνα ὄνειρο, ξυπνοῦσε μέ μιάν ἐλπίδα, πότε θά δεῖ ἐλεύθερη πατρίδα. Στά τετρακόσια καί πλέον χρόνια σκλαβιᾶς οἱ Ἕλληνες ραγιάδες πραγματοποίησαν περισσότερες ἀπό ἑβδομήντα ἐξεγέρσεις, χωρίς ὅμως ἀποτέλεσμα. Καί παρότι ἡ Ἄνοιξη φαινόταν μακριά, αὐτός παίζοντας τόν ταμπουρά του τραγουδοῦσε σέ ἐκεῖνες τίς ἀτελείωτες νύχτες: «ἀκόμα ἐτούτη ἡ Ἄνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες, τοῦτο τό καλοκαίρι, Μωριᾶ καί Ρούμελη, τήν Ἄνοιξη θά φέρει». Μά ὁ λόγος τοῦ καλόγερου πού ὁ λαός τόν εἶχε γιά Ἅγιο Προφήτη καί πού ὁ Τοῦρκος τόν ἐκρέμασε καί τόν ἔριξε στό ποτάμι γιά νά χαθεῖ κάθε ἴχνος του, τοῦ πατρο-Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ἠχοῦσε στά αὐτιά τῶν ὑπόδουλων.
«Τό ποθούμενο θά ἔρθει. Ὅταν θά πέσουν δυό πασχαλιές μαζί». Καί ἔφτασαν οἱ δυό Πασχαλιές, τήν Ἄνοιξη τοῦ 1821. Λίγες δεκαετίες πρίν τόν ἐρχομό τῶν δυό Πασχαλιῶν, τρεῖς φλογεροί πατριῶτες, ὁ Νικόλαος Σκουφᾶς ἀπό τήν Ἄρτα, ὁ Αθανάσιος Τσακάλωφ ἀπό τά Ἰωάννινα καί ὁ Ἐμμανουήλ Ξάνθος ἀπό τήν Πάτμο, ἵδρυσαν τήν «Φιλική Ἑταιρεία». Σκοπός τῆς «Ἑταιρείας» ἦταν ἡ προετοιμασία τοῦ ἀγῶνα μέσω ἑνός κυκλώματος μυημένων σέ αὐτήν. Σύντομα στήν «Ἑταιρεία» μυήθηκαν ἑκατοντάδες πατριῶτες ἀπό ὅλες τίς κοινωνικές τάξεις, κληρικοί, ἐπιστήμονες, ἔμποροι, στρατιωτικοί, ἁπλοί ἀγωνιστές, οἱ ὁποῖοι μοναδικό σκοπό τους εἶχαν τήν ἀποτίναξη τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ. Μέ κινήσεις συντονισμένες, καί κάτω ἀπό τίς διαταγές τοῦ «ἀόρατου ἀρχηγοῦ», μέ καρδιές πλημμυρισμένες ἀπό τόν πόθο γιά τό «ποθούμενο, μιά χούφτα ἄνθρωποι, πού εἶχαν ὅμως καρδιά καί πίστη, ἔκαναν τό θαῦμα. Ἀνέστησαν τό Γένος. «Ὅταν ἀποφασίσαμε νά κάμωμε τήν Ἐπανάσταση -ἀνέφερε ὁ Γέρος τοῦ Μωριᾶ, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, στόν περίφημο λόγο του στήν Πνύκαδέν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πώς δέν ἔχομε ἅρματα οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τά κάστρα καί τάς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νά πολεμήσετε μέ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλά ὡς μία βροχή ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ επιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καί ὅλοι, καί ὁ κλῆρος μας καί οἱ προεστοί καί
οἱ καπεταναῖοι καί οἱ πεπαιδευμένοι καί οἱ ἔμποροι, μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτό τό σκοπό καί ἐκάμαμε τήν Ἐπανάσταση». Ὅλο τό Γένος ἐξηγέρθη. Σύσσωμο. Κοτζαμπάσηδες καί κολίγοι, Δεσποτάδες καί καλογήροι, ἐγγράμματοι καί ἀμαθεῖς, πλούσιοι καί φτωχοί, ἅπαντες ἀποδέχθηκαν τό ἱερό κάλεσμα τῆς ἱστορίας καί εἰσῆλθαν στόν πόλεμο ἔχοντας τό φρόνημα ὅτι πολεμοῦν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία». «Σὰν μία βροχὴ ἦρθε σὲ ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας, -περιέγραφε στούς νέους μαθητές ὁ Κολοκοτρώνης- καὶ ὅλοι, καὶ οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ γραμματισμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, ὅλοι συμφωνήσαμε στὸν ἴδιο σκοπὸ καὶ κάναμε τὴν ἐπανάσταση... Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἰδική μας δὲν ὁμοιάζει μὲ καμμίαν ἀπὸ ὅσας γίνονται τὴν σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών τους εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος· ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτο πλέον δίκαιος. Ἦτον ἔθνος μὲ ἄλλον ἔθνος». Αὐτά ἄς τά ἀκούσουν ὅλοι αὐτοί πού συνεχῶς φληναφοῦν ἰσχυριζόμενοι ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21 ἦταν ταξική. Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21 δέν ἦταν ταξική. Ἦταν Ἐπανάσταση ὁλοκλήρου τοῦ Γένους. Ἔχοντας αὐτόν τόν πόθο, αὐτή τή φλόγα στήν καρδιά, αὐτό τό φρόνημα στά στήθια, οἱ ραγιάδες κήρυξαν τήν Ἐπανάσταση, ἀρχικά στόν Μωριά, τόν Μάρτιο τοῦ 1821. Στή σύσκεψη τῶν
39
40
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ὁπλαρχηγῶν πού πραγματοποιήθηκε στή Βοστίτσα (Αἴγιο) στίς ἀρχές τοῦ Μαρτίου τοῦ 1821, μέ τήν παρουσία τοῦ Μητροπολίτη Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ, ἀποφασίστηκε ἡ ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης νά πραγματοποιηθεῖ στό μοναστήρι τῆς ἁγίας Λαύρας στίς 25 Μαρτίου, ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Μιά σειρά ὅμως ἀπό γεγονότα ἐπιτάχυναν τήν ἔναρξή της. Ἔτσι ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός ἀναγκάστηκε νά κηρύξει τήν ἔναρξη ὀκτώ ἡμέρες νωρίτερα, στίς 17 Μαρτίου, ἑορτή τοῦ ἁγίου Ἀλεξίου καί ἡμέρα κατά τήν ὁποία πανηγύριζε τό μοναστήρι τῆς ἁγίας Λαύρας. Τήν ἡμέρα ἐκείνη εὐλόγησε τά παλληκάρια καί ἔδωσε τό ἔναυσμα γιά τήν ἔναρξη τοῦ ἀγώνα. Σημαία τῆς ἐξεγέρσεως ἔγινε τό βῆλο τῆς Ὡραίας Πύλης τοῦ μοναστηριοῦ. Τό περίφημο λάβαρο τῆς ἁγίας Λαύρας. Αὐτό τό λάβαρο ἔγινε ἡ πρώτη σημαία τοῦ ἀγώνα. Προβάλλει ὅμως καλόπιστα ἤ μή ἡ ἔνσταση: πῶς καθιερώθηκε ἡ ἡμέρα τῆς 25ης Μαρτίου ὡς ἐπίσημη ἡμέρα ἔναρξης τῆς Ἐπανάστασης. Ἡ ἀπάντηση βρίσκεται στήν κοινή βούληση τῶν ἀγωνιστῶν νά ἀφιερώσουν τή νίκη στήν Παναγία. Ἄλλωστε ἡ πρώτη ἀπόφασή τους γιά τήν ἡμέρα ἔναρξης τῆς Ἐπανάστασης ἦταν ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της. Ἤθελαν τήν προστασία καί τή στήριξη τῆς Παναγίας. Κοινή ἦταν ἡ πίστη τους ὅτι ἡ Παναγία ἔβαλε τήν ὑπογραφή της στήν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος καί δέν τήν παίρνει πίσω. Αὐτή λοιπόν ἡ ἡμερομηνία τῆς 25ης Μαρτίου (ἡμέρα θρη-
σκευτική λόγῳ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ἀλλά καί συμβολική πού συγκεντρώνει ὅλα τά προγενέστερα ἀπό αὐτήν περιστατικά), μέ τή σύμφωνη γνώμη τῶν ἀγωνιστῶν καί πρωταγωνιστῶν τῆς ἐπανάστασης, τό 1838 ἔγινε Βασιλικό διάταγμα τοῦ Ὄθωνα καί καθιερώθηκε ὡς ἐθνική ἐπέτειος, μένοντας ἔτσι ὁρόσημο τῆς Ἑλληνικῆς πανεθνικῆς παλιγγενεσίας. Ἡ Ἐπανάσταση, ἀπό τόν Μωριά γρήγορα πέρασε στή Ρούμελη καί ἀπό τή Ρούμελη στά νησιά καί στή Μακεδονία. Χρυσές σελίδες δόξας γράφονται καί πάλι καί ἥρωες νέοι ἀνασταίνονται. Ἡ Ἑλλάδα ξαναγεννιέται μέσα ἀπό τή στάχτη της καί ἡ Ἐλευθερία βγαίνει καί ἀντρειώνεται μέσα ἀπ’τά κόκκαλα τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά. Σεβασμιώτατε, κυρίες καί κύριοι, Στά Ἀπομνημονεύματα τοῦ ἁγίου τῆς Ἐπανάστασης τοῦ ’21, στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, ἀναφέρεται ὁ ἑξῆς συναρπαστικός διάλογός του μέ τόν Γάλλο στρατηγό Δεριγνύ: «Ἐκεῖ πού ‘φκιανα τίς θέσεις στούς Μύλους, ἦρθε ὁ Ντερνύς νά μέ ἰδεῖ: Μοῦ λέγει: ‒ Τί κάνεις αὐτοῦ; Αὐτές οἱ θέσες εἶναι ἀδύνατες· τί πόλεμο θά κάνετε μέ τόν Μπραΐμη αὐτοῦ; Τοῦ λέγω: ‒ Εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσες κι ἐμεῖς. Ὅμως εἶναι δυνατός ὁ Θεός πού μᾶς προστατεύει, καί θά δείξομε τήν τύχη μας σ’ αὐτές τίς θέσες τίς ἀδύνατες. Κι ἄν εἴμαστε ὀλίγοι στό πλῆθος τοῦ Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ ἕναν τρόπο· ὅτι ἡ τύχη μᾶς ἔχει
τούς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους. Ὅτι ἀρχή καί τέλος παλαιόθε καί ὥς τώρα, ὅλα τά θεριά πολεμοῦν νά μᾶς φᾶνε καί δέν μποροῦνε. Τρῶνε ἀπό μᾶς καί μένει καί μαγιά. Καί οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νά πεθάνουν. Καί ὅταν κάνουν αὐτήνη τήν ἀπόφαση, λίγες φορές χάνουν καί πολλές κερδαίνουν. Ἡ θέση ὅπου εἴμαστε σήμερα ἐδῶ εἶναι τοιούτη. Καί θά ἰδοῦμε τήν τύχη μας οἱ ἀδύνατοι μέ τούς δυνατούς». 25 Μαρτίου 2013, 192 χρόνια μετά τήν ἔναρξη τῆς ἐθνικῆς παλλιγγενεσίας καί οἱ ὑπέροχοι αὐτοί λόγοι τοῦ Μακρυγιάννη θαρρῶ πώς ἀποτελοῦν τήν καλύτερη ἀπάντηση σέ ὅλες τίς ἀγωνίες καί τούς πόνους πού κατακλύζουν τίς καρδιές μας τοῦτες τίς ἡμέρες. Τίς ἡμέρες τῆς μεγάλης θλίψης! Θλίβομαι γιά τό κατάντημα τῆς πατρίδος μας, γιά τό κατάντημά μας, γιά τό αὔριο τῆς ἐκλεκτῆς θυγατέρας, τῆς Κύπρου μας, γιά τά σχέδια τῶν ἰσχυρῶν πού διαβουλεύονται καί ἐπιβουλεύονται, γιά τίς ἐπιστολές τῶν νεοελλήνων πρός μαθητές πού ἀποδομοῦν καί βεβηλώνουν τίς ρίζες μέ ψεύδη. «Εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσες κι ἐμεῖς», ἐπαναλαμβάνω, ἴσως μονότονα, μέ τόν Μακρυγιάννη. Δέν μᾶς ὑπολογίζουν, δέν μᾶς παίρνουν στά σοβαρά, δέν μᾶς ἀκοῦν. Μᾶς περιγελοῦν. «Ὅμως εἶναι δυνατός ὁ Θεός πού μᾶς προστατεύει, καί θά δείξομε τήν τύχη μας σ’ αὐτές τίς θέσες τίς ἀδύνατες», συνεχίζει ὁ στρατηγός. Ναί, δυνατός εἶναι ὁ Θεός πού μᾶς προστατεύει. Πού προστατεύει ἐμᾶς καί τοῦτο τό μικρό ἁλω-
νάκι πού λέγεται Ἑλλάδα. Αὐτός ὁ Θεός εἶναι ὁ βοηθός καί ὑπερασπιστής μας, Αὐτός πού ἔχει πάντοτε τόν τελευταῖο λόγο. Καί εὐτυχῶς τόν ἔχει. Ἄς τό κατανοήσουμε, ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μόνοι μας εἴμασταν πάντοτε καί ὅλα τά θεριά πολεμοῦν νά μᾶς φᾶνε καί δέν μποροῦνε. Τρῶνε ἀπό μᾶς καί μένει καί μαγιά. Ἄς συνεχίζουν, λοιπόν, ὅλοι τους νά τρῶνε. Ἡ μαγιά μας δέν θά σβήσει. Καί δέν θά σβήσει, γιατί αὐτή ἡ μαγιά ζυμώθηκε μέ αἷμα ἁγίων τῆς πίστεως καί ἡρώων τῆς πατρίδος καί εὐλογήθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο καί Θεό μας. Στούς ἀπογόνους λοιπόν τῶν ἡρώων καί τῶν ἀγίων, δέν τούς πρέπει ὁ θρῆνος, οὔτε ἡ ἀπελπισία. Τούς πρέπει ἡ ἀνδρεία καί ἡ θυσία. Ὁ ἀγώνας μέχρι τέλους. Τελειώνω πάλι μέ ἕναν λόγο προβληματισμοῦ τοῦ Μακρυγιάννη. «Ὅταν μοῦ πειράζουν τήν πατρίδα καί τή θρησκεία μου θά μιλήσω, θα’ νεργήσω κι’ὅτι θέλουν ἄς μοῦ κάνουν... κι’ αὐτείνη ἡ πατρίδα δέν λευτερώθη μέ παραμύθια, λευτερώθη μ’ αἵματα καί θυσίες... νά ’ρθῆ ἕνας νά μοῦ εἰπῆ ὅτι θά πάγη ὀμπρός ἡ πατρίδα, στέργομαι νά μοῦ βγάλη καί τά δυό μου μάτια. Ὅτι ἄν εἶμαι στραβός καί ἡ πατρίδα μου καλά, μέ θρέφει”. Τό ἐρώτημα τίθεται καίριο. Ποιός ἀπό ἐμᾶς ἔχει τό ψυχικό σθένος νά βγάλει καί τά δυό του μάτια γιά νά πάει ἡ πατρίδα μπροστά; Τό ἐρώτημα ἀπό ἐμᾶς θά μείνει ἀναπάντητο.
41
42
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Μ
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΑΔΕΛΦΟΥ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ, Μητροπολίτου Φλωρίνης Θεοκλήτου
οῦ εἶπαν νά γράψω πέντε ἀράδες γιά τό περιοδικό τῆς Μητροπόλεως «Σάλπιγξ Ὀρθοδοξίας», μέ τίς ὁποῖες νά νεκρολογήσω τόν πολυαγαπητό πνευματικό ἀδελφό μου ἀρχιμανδρίτη Θεόφιλο Ζησόπουλο. Καθυστέρησα νά τό κάνω. Ὄχι γιατί δέν τό ἤθελα-κάθε ἄλλοἀλλά γιατί ἀκόμα καί ἡ συγγραφική ἀνάμνηση τῆς κοιμήσεώς του μέ πονάει. Ἴσως κάποιος αὐστηρός ἀναγνώστης θά ἀναρωτηθεῖ: πῶς ἕνας Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος εἶναι κατ’ ἐξοχήν διδάσκαλος τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Αἰωνίου Ζωῆς καί ὁ ὁποῖος θά πρέπει νά εἶναι ἤ, ἔστω, νά φαίνεται «ἄτρωτος», ἀκόμη καί ἀπό αὐτόν τόν θάνατο, ὁμολογεῖ δημόσια τόν πόνο του γιά τόν ἔστω προσωρινό χωρισμό του ἀπό ἕνα ἀγαπητό του πρόσωπο. Δέν ξέρω, ἴσως νά κάνω λάθος, μά νομίζω πώς ἔχω ἀνάγκη νά κοινοποιήσω τόν πόνο μου γιά τήν κοίμηση τοῦ πατρός Θεοφίλου. Ἴσως ἡ ἀνάγκη μου αὐτή νά ὁμοιάζει μέ τήν ἀνάγκη τοῦ Κυρίου νά κοινοποιήσει τόν
δικό του πόνο γιά τόν θάνατο τοῦ φίλου του Λαζάρου δακρύζοντας. Φίλος μου ἐπιστήθιος ἦταν ὁ πατήρ Θεόφιλος. Καί ἀργότερα ἔγινε καρδιακός ἀδελφός. Καί στή συνέχεια συλλειτουργός. Καί τώρα πρόδρομος τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ὁ πατήρ Θεόφιλος εἶχε προικιστεῖ ἀπό τόν Θεό μέ πολλά καί σπάνια χαρίσματα. Εἶχε τό χάρισμα τῆς ἀνιδιοτέλειας, τῆς φιλανθρωπίας, τῆς φιλοξενίας, τῆς κατά Θεόν πτωχείας, τῆς ὁμολογίας, τῆς τόλμης, τῆς συγκατάβασης, τοῦ φλογεροῦ ἱεραποστολικοῦ ζήλου, τοῦ συγκερασμοῦ τοῦ παραδοσιακοῦ μέ τό νέο. Ἡ ζωή μου μέ τή ζωή τοῦ πατρός Θεοφίλου ἦταν σχεδόν παράλληλη. Κοινή ἦταν ἡ ρίζα τῆς καταγωγῆς, κοινή καί ἡ πνευματική ρίζα. Γεννηθήκαμε στό ἴδιο χωριό, τό Κυπαρίσσι Γρεβενῶν, αὐτός δυό χρόνια πρίν ἀπό ἐμένα. Σπουδάσαμε τά πρῶτα γράμματα στό ἴδιο Δημοτικό Σχολεῖο, πού ἦταν χτισμένο στήν αὐλή τοῦ ἉηΓιώργη καί παίξαμε στίς ἴδιες ἀλάνες καί στά
ἴδια σοκάκια. Ἤπιαμε ἀπό τήν ἴδια πηγή τό κρυστάλλινο νερό τῆς Πίνδου. Λαχταρήσαμε μαζί μέ τό ἄγγελμα τοῦ πολέμου τοῦ ’40 καί μαζί πανηγυρίσαμε γιά τίς νίκες τοῦ στρατοῦ μας στό Ἀλβανικό Μέτωπο. Μαζί πονέσαμε γιά τόν ἐμφύλιο σπαραγμό. Μαζί καί στό Γυμνάσιο Γρεβενῶν. Μαζί βρεθήκαμε στήν ἀγκαλιά τοῦ κοινοῦ πνευματικοῦ μας πατέρα, τοῦ πατρός Αὐγουστίνου, καί μαζί πήραμε τήν ἀπόφαση νά ἀκολουθήσουμε τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῆς ἀφιερώσεως στό Θεό. Ἀλλά καί στή Θεσσαλονίκη, στό ὑποτυπῶδες οἰκοτροφεῖο τοῦ πατρός Αὐγουστίνου, πάλι μαζί. Καί στά πρῶτα ἱεραποστολικά σκιρτήματα στό Κιλκίς, στήν Ἀξιούπολη καί στόν Ἅγιο Ἀθανάσιο, πάλι μαζί. Μά καί ὅταν ἀπομακρυνθήκαμε τοπικά, αὐτός γιά νά ὑπηρετήσει τήν Ἐκκλησία, ὡς κληρικός ἱεροκῆρυξ, σέ διάφορες Μητροπόλεις τῆς πατρίδος μας καί ἐγώ γιά νά ἐνταχθῶ στή νεοσύστατη Ἀδελφότητα τοῦ π. Αὐγουστίνου, στήν Ἀθήνα, πάλι μαζί καρδιακά ἤμασταν. Καί ὅταν ὁ κοινός πνευματικός μας πατέρας ἔγινε Μητροπολίτης στή Φλώρινα, μαζί ἐνταχθήκαμε στούς ἄμεσους συνεργάτες τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Ἐπισκόπου καί μαζί ἀκούγαμε ἀπό τό στόμα του τό περίφημο ἐκεῖνο «βιάζομαι». Καί μετά τήν μετάθεση τοῦ π. Θεοφίλου στή Μητρόπολη Λαγκαδᾶ καί τήν ἵδρυση ἀπό τόν π. Θεόφιλο τῆς ἐκλεκτῆς Ἀδελφότητος «Ἁγία Λυδία» πάλι κοντά ἤμασταν. Καί ὅταν τό ἔλεος καί ἡ ἀνοχή τοῦ Θεοῦ μέ κατέστησε Ἐπίσκοπο, πάλι μαζί ἤμασταν. Ὁμόψυχοι, ὁμόκαρδοι, ὁμόφρονες, ὁμονoοῦντες. Θυμᾶμαι καί βουρκώνω, μέ πόση ἀγάπη καί ἐπιμονή ἐπέμενε νά δώσω εἰσαγωγικές ἐξετάσεις στή Θεολογική Σχολή τοῦ Α.Π.Θ., σέ μιά ἐποχή πού οἱ περιστάσεις τοῦ βίου μοῦ εἶχαν ἀφαιμάξει κάθε διάθεση γιά περαιτέρω σπουδές. Πῶς νά λησμονήσω πού τήν πρώτη ἡμέρα τῶν ἐξετάσεων εἰσῆλθε στήν αἴθουσα καί φώναξε, ὑψώνοντας τά χέρια, μέ τή βροντώδη φωνή του «Θωμᾶ, ψηλά τά λάβαρα!»; Μπορῶ νά ξεχάσω πού στίς κοπιώδεις ἀλλά τόσο ὄμορφες ἱεραποστολικές περιοδεῖες μας στά χωριά τοῦ Κιλκίς τρεφόμασταν μόνο μέ τά κόλλυβα τῶν Μνημοσύνων καί εἴχαμε τόση χαρά; Πού
διέμενε στό καμπαναριό τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Κιλκίς μέσα σέ ἄθλιες συνθῆκες; Πού ὁ λόγος του ἦταν ὅμοιος μέ αὐτόν τοῦ Γέροντά του, πύρινος; Πού μοιραζόταν τά ἐλάχιστα ἀγαθά του μέ τά ὀρφανά; Πού κάλυψε, ἰδίοις ἐξόδοις, τά σπούδαστρα πτωχῶν παιδιῶν; Πού ὁραματιζόταν καί πάλεψε σκληρά γιά μιά Ἐκκλησία ἐλεύθερη καί ζωντανή; Πού ἄνοιξε τήν καρδιά του καί τήν ἀγκαλιά τῆς Ἀδελφότητάς του σέ ὅλους τούς ἀναγκεμένους, χωρίς νά ὑπολογίζει ἔξοδα καί κόπους, ἔθνη, χρῶμα καί φυλή; Πού πρωτοπόρησε στήν ἐκφορά τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ μέ τά πιό σύγχρονα μέσα; Πού, παρ’ ὅτι ἀσθενής, κήρυττε, ἐξομολογοῦσε, νουθετοῦσε, συνέγραφε, παρηγοροῦσε, ἐνέπνεε, καθοδηγοῦσε, πολεμοῦσε, συγχωροῦσε, μετανοοῦσε; Πού πολλές φορές μέσα στόν πολυκύμαντο βίο μου ἡ ἀγάπη του μέ σκέπασε καί μέ στήριξε, γενόμενος σκέπη κραταιά; Μπορῶ ἄραγε, νά τά ξεχάσω ὅλα αὐτά; Εἶναι ἀδύνατον! Πῶς λοιπόν, νά μήν πονῶ, ἔστω γιά τόν πρόσκαιρο χωρισμό μας; Καί πῶς νά μήν συγκινοῦμαι, ὅταν φέρω στή μνήμη μου τούς κοινούς μας ἀγῶνες, τούς κοινούς μας πόθους, τόν κοινό μας βίο; Ἀγαπημένε μου ἀδελφέ, πάτερ Θεόφιλε, ἐσύ τώρα βρίσκεσαι στούς οὐρανούς καί ἀπολαμβάνεις τούς καρπούς τῶν κόπων σου, κοντά στόν ἀγωνοθέτη Κύριό μας. Καμιά κρίση, κανένας πόνος, καμία μάχη, δέν θά μπορέσει νά μεταβάλει τή χαρά τῆς Ἀναστάσεως μέσα στήν ὁποία ὑπάρχεις. Μιά παράκληση μόνον ἔχω γιά σένα. Νά εὔχεσαι νά τελειώσω καί ἐγώ τόν ἀγώνα ἐν μετανοίᾳ χαίρων καί νά δέεσαι στόν Πανοικτίρμονα Θεό μας νά συναντηθοῦμε εἰς τάς αὐλάς Του, ὅταν Αὐτός τό θελήσει, ὅλοι μαζί, ἐσύ, ὁ πατήρ Αὐγουστῖνος, ὁ Στέργιος καί οἱ ἄλλοι ἀδελφοί τῶν Γρεβενῶν, ὅπως τότε στήν αὐλή τῆς Εὐαγγελίστριας, στά Γρεβενά, πού ἀναμέναμε νά ἀκούσουμε, ὡς διψασμένοι ἔλαφοι, «ρήματα ζωῆς αἰωνίου». Καλή Ἀνάσταση, πολύκαρπο κυπαρίσσι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, φίλε τοῦ Θεοῦ πάτερ Θεόφιλε. ❑
43
«ΗΣΑΝ δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων, ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. Οὗτοι οὖν προσῆλθον τῷ Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες, κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν... Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων. Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου...». Ἰωάννου 12,20-23.
Τὸ σημαδιακὸ τοῦτο γεγονὸς τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, τὸ ὁποῖο περίμενε ὁ Χριστὸς ὡς πλήρωμα χρόνου, ἔγινε ἀνάμεσα στὴν Ἀνάστασι τοῦ Λαζάρου καὶ στὴν Μεγάλη Τετάρτη. Τὴν ὥρα δὲ ποὺ οἱ δύο ἐξουσίες τῶν ἀνόμων κριτῶν τῆς Ἱερουσαλὴμ ἑτοίμαζαν νὰ βάψουν τὸν πικρὸ κάλαμό τους σὲ μελάνι χολῆς ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ, οἱ Ἕλληνες ἀναζητοῦσαν μὲ πόθο νὰ συναντήσουν τὸν Πολύτιμο Μαργαρίτη τῆς παγκόσμιας ἱστορίας. Τότε ὁ Χριστὸς εἶπε, «Ὥστε ἦλθαν οἱ Ἕλληνες; Τοὺς περίμενα. Ἔ, λοιπόν, ἔφθασε ἡ δωδεκάτη ὥρα τοῦ τελικοῦ σχεδίου, γιὰ νὰ δοξασθῆ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Δόξα Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρὸς καὶ ἡ Ἀνάστασί του. Ἄλλοι τὸν εἶχαν ἀνάμεσά τους. Τοὺς κήρυττε καὶ τοὺς θεράπευε μεγαλειωδῶς ἐπὶ τρία χρόνια, ἀλλὰ οὔτε κἂν ἀντελήφθησαν, ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ Παράξενος Ξένος. Ὥσπου τέλος τὸν ἀπέρριψαν στὴν κορυφὴ τοῦ Γολγοθᾶ.
44
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Οἱ Ἕλληνες ὅμως τὸν ἀναζητοῦσαν. Καὶ τελικὰ τὸν βρῆκαν. Βρῆκαν τὸν Μεσσία τοῦ πόθου τους. «Κύριε Φίλιππε καὶ Ἀνδρέα, ΘΕΛΟΜΕΝ τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν, κι
ἐμεῖς. Ὄχι μόνον ἐσεῖς. Γιατὶ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι μ’ αὐτὸν πλέον θὰ μεγαλουργήση ἡ Ἑλλάδα μας στοὺς αἰῶνες ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν». ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, γιὰ τὸν ὁποῖο λέγει ὁ σύγχρονος τοῦ δικοῦ μας Ὁμήρου ὁ δικός σας προφήτης Ἡσαΐας 66,18, «... θὰ στείλω σωτηρία στὰ ἔθνη... καὶ στὴν Ἑλλάδα καὶ στὰ νησιά, ποὺ δὲν ἄκουσαν τὸ ὄνομά μου, οὔτε εἶδαν τὴν δόξα μου». ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, ποὺ γιὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου του, προφορικὴ καὶ γραπτή, ἄνοιξε δρόμους κι ἄφησε γλῶσσα τέλεια τὸ παλληκάρι τῆς Μακεδονίας μας, ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὅπως προφήτεψε ὁ Δανιὴλ κεφ. 8ο. ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψε πέντε αἰῶνες, προτοῦ νὰ ἔλθη, ὁ προφητικὸς Αἰσχύλος μας λέγοντας στὸν σταυρωμένο Προμηθέα, «Μὴν προσδοκᾶς τέλος αὐτοῦ τοῦ μόχθου σου προτοῦ νὰ φανῆ κάποιος θεὸς διάδοχος τῶν πόνων σου καὶ θελήση νὰ κατεβῆ στὸν σκοτεινὸ Ἅδη...». ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔχουμε ὡς κρίκο στὴν ἁλυσίδα τῆς ἀναζητήσεως τῶν Ἑλλήνων τὸν βωμὸ «στὸν Ἄγνωστο Θεό». Αὐτὸ σκεφθήκαμε στὴν Ἀθήνα ὡς ἔκφρασι τῆς ἀγωνίας μας. Αὐτὸν εἶδε κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, καθὼς περιφερόταν στὴν πόλι. Εἶπε τότε στοὺς Ἀθηναίους στὸν Ἄρειο Πάγο. «Διερ-
χόμενος τὰ σεβάσματά σας εἶδα κι ἕναν βωμὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἄγνωστο Θεό. Αὐτὸν τὸν Θεό, τὸν ὁποῖο ἀγνοεῖτε, ἀλλὰ τὸν σέβεσθε, τοῦτον ἐγὼ κηρύττω σὲ σᾶς» (Πράξεις 17,23). ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, γιὰ νὰ λάβουμε Ἅγιο φῶς ἀπὸ τὸ Ἀνέσπερο Φῶς Του. Μέχρι τώρα γνωρίσαμε τὰ φῶτα τῶν δικῶν μας σοφῶν, ἀλλὰ ἡ σοφία τους ἀποδείχθηκε ἀνεπαρκής, διότι «εἶναι ἐπίγεια, ψυχική, δαιμονιώδης». Αὐτὴ γνωρίζει νὰ κατασκευάζη ἄριστες πολεμικὲς μηχανές, νὰ κάνη πολέμους καὶ νὰ πληθαίνουν οἱ συμφορὲς τῶν λαῶν. Ἐνῶ ἡ δική του σοφία δίνη «ἐπὶ γῆς εἰρήνη καὶ στοὺς ἀνθρώπους ἀγαλλίασι». ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, τὸν Πολύτιμο Μαργαρίτη ὅλης τῆς ἱστορίας, γιατὶ δυστυχῶς ξεπέσαμε στὴν λατρεία τῆς ὁρατῆς μορφῆς τοῦ Σατανᾶ, ποὺ εἶναι τὰ ἀργύρια καὶ στὸν εὐδαιμονισμό. Αὐτὰ δυστυχῶς ἤδη κατατέθηκαν ὡς προφητευμένο ἀντίτιμο γιὰ τὴν πώλησί σου (Ζαχαρία 11, 12). Ἡ ἴδια διαβολομονάδα ἀκόμη καὶ σήμερα ἀγοράζει καὶ πουλάει συνειδήσεις καὶ λαοὺς στὰ σκλαβοπάζαρα τῆς ἱστορίας. ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, γιατὶ θἄρθουν χρόνοι δίσεχτοι, χρόνοι καταραμένοι. Ὥστε τότε νἄχουμε στήριγμα ἐμεῖς καὶ τὰ παιδιά μας. Γιὰ νὰ κρατήσουμε τὸν τόπο μας καὶ τὴν πίστι σου.
ΘΕΛΟΥΜΕ νὰ ἰδοῦμε τὸν Ἰησοῦν, γιὰ νὰ γεμίσουμε σιγουριὰ κι ἐλπίδα. Νὰ μποροῦμε νὰ ζοῦμε καὶ νὰ ἀναπνέουμε στοὺς καιρούς, ποὺ «οἱ πολιτισμένοι» Ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν καὶ οἱ ἀνθρωποφάγοι τῆς Εὐρώπης θὰ προσπαθοῦν νὰ μᾶς ἐξαφανίσουν ἀπὸ τὸν χάρτη τῆς γῆς. ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΕ ΙΗΣΟΥ! Οἱ Ἕλληνες σ’ εὐγνωμονοῦμε γιὰ τὴν συνάντησι μαζί σου, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος σου. Σ’ εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν ἀκριβὴ προῖκα, μὲ τὴν ὁποία προίκισες τὸν τόπο μας. Αὐτὴν τὴν πνευματικὴ προῖκα σου ὅμως δὲν τὴν κρατήσαμε μόνο γιὰ μᾶς, ἀλλὰ τὴν σκορπίσαμε σὲ ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα. Γι’ αὐτὸ τὰ ὀμορφότερα καὶ ἀκριβώτερα πράγματα καὶ ἔννοιες παγκόσμια ὀνομάζονται μὲ λέξεις Ἑλληνικές. ΣΕ ΤΟΥΤΟΝ τὸν δύστυχο καιρὸ ὅμως πάλι θέλουμε νὰ σὲ ἰδοῦμε καὶ νὰ μᾶς ἰδῆς. Νὰ ξεσκονίσης τὴν σκόνη τῶν ἀνομιῶν μας. Νὰ μᾶς καταστήσης καὶ πάλι δοχεῖα τῶν χαρίτων σου. Ὥστε τὰ παιδιά σου, παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος μας, καὶ πάλι νὰ εἶναι ἀντάξια τῆς συναντήσεώς τους μαζί σου, καὶ νὰ δοξάζεται τὸ ἅγιο Ὄνομά σου μὲ τὰ εὐλογημένα ἔργα τους. ΑΜΗΝ. Μεγάλη Παρασκευὴ 3 Μαΐου 2013 συνάντησι Ἐπιταφίων στὴν πλατεία τῆς Πτολεμαΐδος ἀρνιμα
45
Οἱ θάλασσες (ὑδρόσφαιρα)
Μετά ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα καί ὅλα τά θαυμαστά πού γνωρίσαμε γι’ αὐτήν, ἄς στρέψουμε τήν προσοχή μας στίς θάλασσες, τίς ἀπέραντες αὐτές δεξαμενές τοῦ νεροῦ.
Τό νερό καί οἱ θαυμαστές ἰδιότητές του
46
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΑΡΧΙΜ. Ἐπιφάνιος Χατζηγιάγκου
Τό νερό εἶναι ἡ πιό πολύτιμη οὐσία στό σύμπαν. Καί οἱ λόγοι εἶναι κυρίως οἱ ἑξῆς: α) Ἀποτελεῖ βασικό στοιχεῖο στή φωτοσύνθεσι. Ὅπως ἀναφέραμε καί πιό πάνω, κατά τή φωτοσύνθεσι τά φυτά παίρνουν νερό ἀπό τή γῆ μέ τίς ρίζες τους καί διοξείδιο τοῦ ἄνθρακα ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα καί μετά ἀπό πολύπλοκες χημικές διαδικασίες παράγουν ὀξυγόνο καί γλυκόζη. Συνεπῶς, τό ὀξυγόνο πού ἀναπνέουμε προέρχεται ἀπό τό νερό πού ἀπορροφοῦν τά φυτά. β) Εἶναι ἄριστος διαλύτης. Τό νερό πού περιέχεται στό σάλιο καί στά ὑγρά τοῦ στομάχου διαλύει τίς θρεπτικές οὐσίες πού βρίσκονται στίς τροφές καί ἔτσι μπορεῖ ὁ ὀργανισμός νά τίς ἀπορροφήσει καί νά τίς ἀφομοιώσει. γ) Διατηρεῖ σταθερή τή θερμοκρασία τῶν ὀργανισμῶν. Κι αὐτό, διότι τό νερό δέν ἀλλάζει εὔκολα τή θερμοκρασία του. Αὐτή ἡ ἰδιότητα ἐξασφαλίζει στούς ὀργανισμούς, πού ἀποτελοῦνται κατά 70% ἀπό νερό, μιά θερμική σταθερότητα στίς αὐξομειώσεις τῆς θερμοκρασίας τοῦ περιβάλλοντος. Γιά τούς πιό πάνω λόγους, καί γιά πολλούς ἄλλους, τό νερό εἶναι περισσότερο ἀναγκαῖο ἀπό τήν τροφή. Χωρίς τροφή μπορεῖ νά ζήσει κάποιος γιά μερικές ἑβδομάδες. Χωρίς νερό ὅμως δέν μπορεῖ νά ζήσει οὔτε μιά ἑβδομάδα.
Ἡ προμήθεια τοῦ νεροῦ
Ἀφοῦ, λοιπόν, τό νερό εἶναι τόσο πολύτιμο καί ἀναγκαῖο, θά πρέπει μέ κάποιο τρόπο νά τό προμηθεύονται ὅλοι οἱ ζωντανοί ὀργανισμοί. Ὅλοι γνωρίζουμε τόν καταπληκτικό τρόπο μέ τόν ὁποῖο προμηθεύεται ἡ γῆ τό πολύτιμο αὐτό ἀγαθό. Ὑπάρχουν οἱ τεράστιες ἀποθῆκες νεροῦ· οἱ θάλασσες καί οἱ λίμνες. Μέ τή θερμότητα τοῦ ἥλιου ἐξατμίζονται μεγάλες ποσότητες νεροῦ. Ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, κάθε χρόνο ἐξατμίζονται ἀπό τίς θάλασσες καί τίς λίμνες 400 τρισεκατομμύρια τόννοι νεροῦ. Μέ τούς ἀνέμους οἱ ὑδρατμοί αὐτοί μεταφέρονται παντοῦ, σέ ὅλη τή γῆ. Ἐκεῖ, γίνεται τό ἀντίθετο φαινόμενο. Οἱ ὑδρατμοί ψύχονται, ὑγροποιοῦνται, γίνονται σύννεφα καί μετά βροχή, ἡ ὁποία πέφτει καί ποτίζει ὅλη τή γῆ.
ΜΕΡΟΣ Γ ́-ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΝ
Ὅσον ἀφορᾶ τή βροχή, πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὁ τρόπος δημιουργίας της εἶναι ἀκόμα ἄγνωστος. Μόνο θεωρίες ὑπάρχουν. Ἐπίσης, εἶναι θαυμαστό τό γεγονός ὅτι οἱ σταγόνες τῆς βροχῆς ἔχουν κάποιο ὅριο ὡς πρός τό μέγεθος. Διαφορετικά, ἄν ἦταν μεγαλύτερες, θά σκορποῦσαν θάνατο καί ὄχι ζωή. Ὁλοκληρώνοντας τήν ἀναφορά μας αὐτή γιά τή θάλασσα, ἀξίζει νά ποῦμε ὅτι: α) Οἱ θάλασσες καλύπτουν τό 70% τῆς ἐπιφανείας τῆς γῆς. Ἄν κάλυπταν μεγαλύτερη ἔκτασι, θά εἴχαμε πλημμῦρες, ὑγρασία καί ἄλλα ἀνεπιθύμητα φαινόμενα πού θά δυσκόλευαν τή ζωή. Ἄν κάλυπταν μικρότερη ἔκτασι, θά ὑπῆρχε ξηρασία καί λιγότερη βλάστησι, πού κι αὐτό θά εἶχε ἀρνητικές συνέπειες στούς ζωντανούς ὀργανισμούς. β) Μέσα στίς θάλασσες ὑπάρχει ἁλάτι. Ἔχει κι αὐτό τόν λόγο του. Τό ἅλας, ὅπως γνωρίζουμε, εἶναι ἀντισηπτικό· ἐμποδίζει τήν σῆψι καί τήν ἀποσύνθεσι μέσα στό θαλάσσιο οἰκοσύστημα. γ) Τέλος μέσα στίς θάλασσες ζοῦν ἀναρίθμητα εἴδη ψαριῶν καί ἄλλων θαλασσίων ὀργανισμῶν, μέ τούς ὁποίους τρέφεται ὁ ἄνθρωπος, καί πού προσθέτουν μιά τεράστια ποικιλία μέσα στόν κόσμο τῶν ἐμβίων ὄντων πού προκαλεῖ θαυμασμό. «Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα σου, Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας». Ἀπό τή σύντομη μελέτη πού κάναμε στά δύο αὐτά συστήματα, τήν ἀτμόσφαιρα καί τίς θάλασσες, βρήκαμε καί πάλι ἀφορμές νά θαυμάσουμε τή σοφία καί τήν πρόνοια πού ὑπάρχει στό καθετί. Τό πολύτιμο ὀξυγόνο βρίσκεται στήν ἀκριβῆ ἀναλογία, ὥστε νά λειτουργεῖ ὁμαλά ἡ ζωή στούς ὀργανισμούς. Χρήσιμο ἐπίσης εἶναι καί τό ἄζωτο. Τό διοξείδιο τοῦ ἄνθρακα συνεισφέρει κι αὐτό τά μέγιστα, διότι ἀποτελεῖ βασική πρώτη ὕλη ὅλων τῶν τροφῶν πού καταναλώνουμε, ἀλλά καί τῶν καυσίμων πού παράγουν τήν κίνησι καί τή θέρμανσι. Τό ὄζον ἀποτελεῖ τήν ἀσπίδα πού μᾶς προστατεύει ἀπό τίς βλαβερές ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου. Οἱ ὑδρατμοί μᾶς προμηθεύουν τό νερό καί ἀποτρέπουν τίς μεγάλες διακυμάνσεις τῆς θερμοκρασίας. Θαυμάσαμε ἐπίσης τίς καταπληκτικές ἰδιότητες τοῦ νεροῦ ἀλλά καί τήν ἀναγκαιότητά του στό φαινόμενο τῆς ζωῆς. Εἴδαμε τέλος μέ τί σοφό τρόπο μεταφέρεται ἀπό τίς θάλασσες, ὅπου βρίσκεται ἀποθηκευμένο, σέ ὅλη τή γῆ γιά νά ποτίσει κάθε ζωντανό ὀργανισμό καί νά «ἀρδεύσῃ ἅπασαν τήν κτίσιν πρός ζωογονίαν». Θά μπορούσαμε νά συνεχίσουμε τή μελέτη μας αὐτή μέ ἀναφορά στόν ἀόρατο κόσμο τοῦ ἀτόμου, στά στοιχειώδη σωματίδια ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελεῖται τό σύμπαν καί στίς θεμελιώδεις δυνάμεις πού τά συγκρατοῦν.
Πολύ μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον θά παρουσίαζε ἡ μελέτη τοῦ κυττάρου, πού εἶναι ἡ μικρότερη μονάδα ζωῆς μέ τήν ἐξαιρετικά πολύπλοκη κατασκευή του, τό πλῆθος τῶν ὀργανιδίων πού βρίσκονται σ’ αὐτό καί ἰδιαιτέρως τό DNA πάνω στό ὁποῖο βρίσκονται κωδικοποιημένες ὅλες οἱ ἰδιότητες καί τά χαρακτηριστικά τοῦ ὀργανισμοῦ. Θαυμασμό προκαλεῖ καί ὁ κόσμος τῶν φυτῶν, τῶν ψαριῶν, τῶν πουλιῶν καί τῶν ζώων. Γιά ἕνα ἔντομο, τή μέλισσα, ἔχουν γραφεῖ τόμοι ὁλόκληροι βιβλίων. Ἐκεῖ ὅμως πού μένει κανείς κατάπληκτος καί ὁ θαυμασμός φτάνει στό ἀποκορύφωμα, εἶναι τό ἀνθρώπινο σῶμα, τό τέλειο αὐτό καλλιτέχνημα, πού ἀποτελεῖ τήν κορωνίδα τῆς δημιουργίας. Τί νά πεῖ κανείς γιά τήν καρδιά, πού σάν μιά ἀντλία δουλεύει ἀσταμάτητα στέλλοντας τό αἷμα σ’ ὅλο τό σῶμα; Τί νά πεῖ κανείς γιά τό πεπτικό σύστημα, μέ τό ὁποῖο οἱ τροφές διαλύονται καί στή συνέχεια ξανασυναρμολογοῦνται ἀπό τόν ὀργανισμό γιά νά γίνουν κόκκαλα, κρέας, νεῦρα, λίπος κ.λπ.; Τί νά πεῖ κανείς γιά τό αἷμα, πού μεταφέρει τίς θρεπτικές οὐσίες καί τό ὀξυγόνο στά 100 τρισεκατομμύρια κύτταρα τοῦ σώματός μας, ὥστε ὅλα ἀνεξαιρέτως νά τραφοῦν καί νά παράγουν τήν ἐνέργεια πού τούς χρειάζεται; Τί νά πεῖ κανείς γιά τό μάτι, πού εἶναι μιά τέλεια φωτογραφική μηχανή; Ἤ γιά τό αὐτί, πού σάν ραντάρ συλλαμβάνει καί ἐπεξεργάζεται τούς ἤχους; Τέλος, τί νά πεῖ κανείς γιά τόν ἐγκέφαλο τοῦ ἀνθρώπου, πού θεωρεῖται τό τελειότερο δημιούργημα σ’ ὅλο τό σύμπαν; Γιά ὅλα αὐτά ὁ κάθε καλοπροαίρετος ἐρευνητής ἀναφωνεῖ μέ δέος: «Μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα σου καί οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων σου». Θά χρειάζονταν τόμοι χιλιάδων σελίδων γιά νά περιγράψουν τά θαύματα τῆς φύσεως. Ὅλα μαρτυροῦν τήν ὕπαρξι Θεοῦ Δημιουργοῦ. Μέσα ἀπ’ αὐτά φαίνεται ἡ παντοδυναμία, ἡ πανσοφία ἀλλά καί ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Ὁ φυσικός κόσμος, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, ἀποτελεῖ «διδασκαλεῖον καί παιδευτήριον θεογνωσίας τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν, διά τῶν ὁρωμένων καί αἰσθητῶν χειραγωγίαν τῷ νῷ παρεχόμενος, πρός τήν θεωρίαν τῶν ἀοράτων». Δηλαδή, ὁ φυσικός κόσμος ἐκτός ἀπό κατοικία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καί σχολεῖο γιά νά γνωρίσει τόν Θεό. Καί μέσα ἀπό αὐτά πού βλέπουμε καί ἀντιλαμβανόμαστε νά ὁδηγεῖται ὁ νοῦς μας στή θεωρία τῶν ἀοράτων. Εἶναι ἕνα βιβλίο τοῦ Θεοῦ, ἕνα ἄλλο Εὐαγγέλιο, γραμμένο σέ γλῶσσα πού ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν
νά τήν διαβάσουν, ἀκόμα καί οἱ ἀγράμματοι, καί μέσα ἀπ’ αὐτό νά ἐννοήσουν ὄχι βέβαια τήν οὐσία Του, ἀλλά τά ἰδιώματά Του. «Οὐκ ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ τόν Θεόν γνωρίζομεν», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής, «ἀλλ’ ἐκ τῆς μεγαλουργίας αὐτοῦ καί προνοίας τῶν ὄντων. Διά τούτων γάρ, ὡς δι’ ἐσόπτρων, τήν ἄπειρον ἀγαθότητα καί σοφίαν καί δύναμιν κατανοοῦμεν». Δέν γνωρίζουμε, λέει, τόν Θεό ἀπό τήν οὐσία Του, ἀλλά ἀπό τά μεγαλειώδη ἔργα Του καί τήν πρόνοια πού δείχνει στά δημιουργήματά Του. Μέσα ἀπ’ αὐτά, σάν ἀπό καθρέφτη, κατανοοῦμε τήν ἄπειρη ἀγαθότητα καί σοφία καί δύναμί Του. Κάποτε περπατοῦσαν στούς ἀγρούς ὁ μεγάλος φυσικός Κέλβιν μέ τόν διαπρεπῆ χημικό Λίμπιχ. Τότε ὁ Κέλβιν τόν ρώτησε ἄν τά ἄνθη πού ἁπλώνονταν μπροστά τους προῆλθαν ἀπό τυχαία ἕνωσι τῶν στοιχείων, ὁπότε ὁ Λίμπιχ ἀπάντησε: «Θά μοῦ ἦταν πολύ πιό εὔκολο νά δεχθῶ ὅτι ἕνα βιβλίο Βοτανικῆς γράφτηκε μέ τυχαῖο ἀνακάτεμα τῶν τυπογραφικῶν στοιχείων πού τό ἀποτελοῦν, παρά ὅτι τά ἄνθη αὐτά ἔγιναν ἀπό τυφλό συνδυασμό τῶν χημικῶν στοιχείων πού τά ἀποτελοῦν». Θά ἤθελα νά κλείσουμε τή φτωχή αὐτή ἀναφορά μας στήν φυσική ἀποκάλυψι μέ λόγια ὄχι τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἤ κάποιου πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἑνός μεγάλου καί σεμνοῦ ἐπιστήμονα, τοῦ κορυφαίου ἀστρονόμου ὅλων τῶν αἰώνων, τοῦ Κέπλερ. Αὐτοῦ πού ἀνακάλυψε τούς τρεῖς ὑπέροχους νόμους τῆς κινήσεως τῶν πλανητῶν. Ἐκστατικός, μπροστά στό θεῖο μεγαλεῖο πού ἀντίκρυσε στόν ἔναστρο οὐρανό, ἀφήνει τήν ψυχή του ἐλεύθερη νά πετάξει στούς ὑπερουράνιους θόλους. Λέει λοιπόν σέ κάποια μελέτη του: «Πρίν ἀπομακρυνθῶ ἀπό τό τραπέζι τῶν ἐπιστημονικῶν μου ἐρευνῶν, θέλω νά σηκώσω τά μάτια μου καί τά χέρια μου στόν οὐρανό καί ν’ ἀφήσω τήν ταπεινή μου προσευχή θερμή νά ὑψωθεῖ πρός αὐτόν πού δημιούργησε τό φῶς. Κύριε καί δημιουργέ μου. Θερμά σ’ εὐχαριστῶ πού μέ τά δημιουργήματά σου μοῦ ἔδωσες τόση χαρά. Σ’ εὐχαριστῶ πού μέ τά ἔργα τῶν χειρῶν σου μοῦ χάρισες ἀληθινή ἀπόλαυσι. Ὅσο μπόρεσα μέ τό μικρό μου μυαλό ν’ ἀντιληφθῶ τό ἄπειρο μεγαλεῖο Σου, φανέρωσα στούς ἀνθρώπους τό ἀσύλληπτο κάλλος τῆς δημιουργίας Σου. Κύριε, συγχώρεσέ με, ἄν εἶπα κάτι ἀνάξιο τῆς μεγαλωσύνης Σου, ἤ κάτι πού δέν ἀποδίδει ὁλόκληρο τόν ἀπέραντο σεβασμό πού ὀφείλουμε στό ἅγιο Ὄνομά Σου… Οὐρανέ, Γῆ, Ἥλιε, Σελήνη, Ἄστρα, δοξολογεῖστε Τον. Καί σύ, ψυχή μου, ψάλλε στόν Κύριο καί Δημιουργό Σου ἀκατάπαυστο αἶνο μέχρι τήν τελευταία σου πνοή! Τιμή καί δόξα ἀνήκει σ’ Αὐτόν εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν».
47
48
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Μέσα στή θεολογία καί στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ θέση τῆς ἡμέρας τῆς Κυριακῆς εἶναι ἐξόχως ὑπεροχική. Κατ’ αὐτήν γίνεται ἀνάμνηση τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, καί τελεῖται τό μυστήριο τῶν μυστηρίων, ἡ θεία Λειτουργία – Εὐχαριστία. Γι’ αὐτό ἡ κατά τό δυνατόν ἀνελλιπής συμμετοχή μας στό μυστήριο αὐτό καί ἡ παρουσία μας στόν ἱερό ναό, εἶναι ὁ δείκτης πού φανερώνει τήν ἁγιοπνευματική μας πορεία καί κατάσταση, ὅταν βεβαίως δέν ὑπάρχει τό στοιχεῖο τῆς ψυχοκτόνου ὑποκρισίας. Δυστυχῶς, ἡ κατάσταση πού παρουσιάζεται καί ὑφίσταται στίς ἡμέρες μας, δείχνει ὅτι ἡ πλειονότητα τῶν χριστιανῶν ἀγνοεῖ, ἤ καλλίτερα θέλει νά ἀγνοεῖ, τί σημαίνει Κυριακή καί τί διαδραματίζεται στούς ἱερούς ναούς μας τό πρωί τῆς Κυριακῆς. Ἔτσι ἐλάχιστοι πιστοί συμμετέχουν στήν πρώτη ἀκολουθία, στήν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου (δεδομένου ὅτι ἡ ἀκολουθία τοῦ μεσονυκτικοῦ δέν τελεῖται στούς ἐνοριακούς ναούς πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων). Ὁ ἀριθμός τους αὐξάνει ἐλάχιστα, ὅσο ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου πλησιάζει πρός τό τέλος της. Στήν ἔναρξη τῆς θείας Λειτουργίας οἱ ναοί εἶναι ἀκόμη ἄδειοι καί «γεμίζουν» μετά τήν ἀνάγνωση τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς καί τή μεγάλη Εἴσοδο. Αὐτό ὅμως εἶναι ἐπιβλαβές καί ἐπιτυχία τοῦ πονηροῦ, ὁ ὁποῖος θέλει τήν πνευματική ζημία τοῦ πιστοῦ. Ἐπιτακτική ἀνάγκη λοιπόν νά ἀναθεωρήσουμε αὐτή τήν ἐσφαλμένη τακτική καί νά υἱοθετήσουμε τήν εὐλογημένη συνήθεια τῆς ἔγκαιρης προσελεύσεώς μας στή θεία λατρεία. Κάθε ἱερή ἀκολουθία εἶναι καί ἕνα πνευματικό τραπέζι στό ὁποῖο μᾶς προσκαλεῖ ὁ Θεός. Ἄς πάρουμε παράδειγμα ἀπό τήν ἀνθρώπινη συνήθεια κατά τήν πρόσκληση σέ κάποιο γεῦμα ἤ δεῖπνο. Πότε πρέπει νά προσέλθουμε: στήν ἀρχή, στό μέσον ἤ στό τέλος; Ἡ ἀπάντηση εἶναι εὔκολη. Ὁ σωστός καί συνειδητός προσκεκλημένος, ὁ ὁποῖος τιμᾶ αὐτόν πού τόν προσκάλεσε, θά προσέλθει ἀπό τήν ἀρχή. Πόσο μᾶλλον αὐτό θά πρέπει νά γίνεται στήν πρόσκληση αὐτή τοῦ Θεοῦ μας. Ὑπάρχουν πολλές προφάσεις καί δικαιολογίες. Κάποιες εἶναι δικαιολογημένες. Οἱ περισσότερες ὅμως ἀδικαιολόγητες καί ἁμαρτωλές. Τό πῶς θά ὑποδεχθοῦμε τό πρωί τῆς Κυριακῆς καί τό πῶς θά ἀξιοποιήσουμε τήν εὐκαιρία πού μᾶς δίνει ἡ Ἐκκλησία μας, ὥστε μέσῳ τῆς λατρείας νά λατρεύσουμε σωστά τόν Θεό καί νά ἀποκομίσουμε πνευματικούς εὐώδεις καρπούς ἀπό αὐτήν, ἐξαρτᾶται κατά μέγα μέρος ἀπό τό πῶς θά ἀξιοποιήσουμε τό βράδυ τοῦ Σαββάτου. Γι’ αὐτό τό βράδυ τοῦ Σαββάτου γιά τόν πιστό χριστιανό ἀποκτᾶ μία ἰδιαιτερότητα, σέ σχέση μέ τά ὑπόλοιπα βράδυα τῆς ἑβδομάδας. Εἶναι διαφορετικό. Ὅπως διαφορετική, σέ σχέση μέ τίς ἄλλες ἡμέρες εἶναι ἡ Κυριακή, ὡς
ἡμέρα κατεξοχήν ἀφιερωμένη στόν Κύριο, ὅπως προσδοκᾶ νά ζήσει τό μεγαλεῖο αὐτό τῆς λατρείας εἰπώθηκε. Εἶναι μία ἑβδομαδιαία ἐπανάληψη τοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀκόμη ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Ἡμέρα ἀναστάσιμη, ἡμέρα καί ἡ μελέτη τῶν ἁγιογραφικῶν βιβλικῶν ἀναγνωχαρᾶς, ἡμέρα ἐκλεκτή καί ἁγία. Τό Σάββατο ὡς πα- σμάτων, τῆς ἀποστολικῆς καί εὐαγγελικῆς περιραμονή τῆς Κυριακῆς, προετοιμάζει τόν πιστό γιά τίς κοπῆς, πού θά ἀναγνωσθοῦν στή θεία Λειτουργία, εὐλογίες πού αὐτή δίνει. Θέλεις, χριστιανέ, νά ζή- δίνει μεγάλη βοήθεια. Ἔτσι ὁ πιστός προετοιμασμέσεις μία σωστή καί ἀληθινή Κυριακή; Τότε ἀξιοποί- νος προσέρχεται νά ἀκούσει τά ἱερά καί θεόπνευστα ησε σωστά καί κατάλληλα τό βράδυ τοῦ Σαββάτου αὐτά κείμενα. καί προετοιμάσου, ὅση δύναμις, γιά τό μεἌλλη βασική προϋπόθεση πού πολύ γάλο γεγονός πού καλεῖσαι νά ἑορτάβοηθᾶ στήν προετοιμασία τοῦ πιστοῦ, σεις καί τίς οὐράνιες εὐλογίες πού εἶναι καί ἡ προσευχή. Προσευχή Γράφει ὁ Ἀρχιμ. πρόκειται νά σοῦ δοθοῦν. θερμή, ἀνάλογη μέ τήν ἀναμονή τοῦ Ἰάκωβος Παρισίδης Ὁ πιστός, ὅπως καί κάθε ἄνθρωπος, μεγάλου γεγονότος τῆς θείας Λειἐφόσον ἀποτελεῖται ἀπό σῶμα καί ψυχή, τουργίας. Παράκληση πρός τόν Θεό νά ἔχει ἀνάγκη νά μεριμνήσει καί γιά τά δύο. Καί πρῶτα μᾶς ἀξιώσει νά τόν λατρεύσουμε καί νά τόν ὑποδεχτό σῶμα του, τό ἐξωτερικό τοῦ πράγματος. Ἐπιβάλ- θοῦμε ὅπως ἁρμόζει σ’ Αὐτόν μέ καρδιά καθαρή καί λεται νά περιορίσει τήν ἐξωστρέφεια καί τούς περι- ἅγιες ἐπιθυμίες. σπασμούς τό βράδυ τῆς παραμονῆς τῆς Κυριακῆς. Ὁ πιστός πού ἔχει τήν ἄδεια τοῦ πνευματικοῦ Οἱ πολλές δραστηριότητες, οἱ κοινωνικές ἐκδηλώ- του νά προσέλθει στήν μετάληψη τῆς θείας Κοινωσεις καί οἱ ἔξοδοι κατά τή νύχτα αὐτή προκαλοῦν νίας, βοηθεῖται πολύ μέ τήν ἀνάγνωση τῆς «Ἀκοζημία στόν πιστό. Στρέφουν ἀλλοῦ τό ἐνδιαφέρον, λουθίας» τῆς θείας Μεταλήψεως. Εἶναι δέ αὐτή ἡ τήν προσοχή τῆς ψυχῆς καί εἶναι ψυχοφθόρα. Τότε «Ἀκολουθία» μία θαυμάσια συλλογή ὕμνων καί ἀκριβῶς εἶναι πού χρειάζεται νά συμμαζευτεῖ ὁ χρι- εὐχῶν, πού προετοιμάζουν τόν πιστό κατάλληλα γιά στιανός. τήν θεία μετάληψη. Ἀφοῦ γίνει αὐτό τό ἐξωτερικό συμμάζεμα, τότε Ἐάν δέ κάποιος ἔχει τήν δυνατότητα νά συμμεἀκολουθεῖ καί τό ἐσωτερικό: τό συμμάζεμα τῆς τάσχει καί στήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ Σαβψυχῆς. Ἀφοῦ ἐκλείψουν οἱ ἐξωτερικοί περισπασμοί, βάτου, ὁ ὁποῖος μᾶς εἰσάγει στήν ἀναστάσιμη τότε μόνο μπορεῖ νά ἐφαρμοσθεῖ ἡ προτροπή τοῦ ἀτμόσφαιρα τῆς Κυριακῆς, τότε ἔχει περισσότερη Κυρίου μας: «εἴσελθε εἰς τό ταμιεῖόν σου» (Ματθ. 7, βοήθεια στό νά βιώσει καλλίτερα τίς ἀκολουθίες τοῦ 6), πήγαινε στό πιό ἀπόμερο δωμάτιό σου. Νά μα- ὄρθρου καί τῆς θείας Λειτουργίας. ζευτοῦμε πρῶτα στό σπίτι μας καί ὕστερα στό σπίτι Ἐπίσης εἶναι καλό νά πηγαίνει κάποιος γιά τῆς ψυχῆς μας. Ἐκεῖ θά γίνει ἡ ἑτοιμασία γιά τήν ὕπνο τό βράδυ τοῦ Σαββάτου ἔγκαιρα. Διότι ἔτσι τό αὐριανή λατρεία τοῦ Θεοῦ, στήν καρδία μας. Αὐτήν σῶμα ξεκουράζεται σωστά καί ἀνακτᾶ τίς δυνάμεις εἶναι ἀνάγκη νά ἑτοιμάσουμε καί νά τακτοποι- του. Ὁ πιστός μπορεῖ νά σηκωθεῖ ἄνετα καί νωρίς ήσουμε. τό πρωί καί νά συμμετάσχει στή λατρεία ξεκούραστα Ἡ θεοφιλής αὐτή ἑτοιμασία θά γίνει μέ σκέψεις μέ καθαρό νοῦ, πρόθυμη ψυχή καί καλή διάθεση. καί λογισμούς ἁγίους, μέ ἀνάλογα αἰσθήματα καί Διαφορετικά, ὅταν δέν ὑπάρχει ἐπαρκής ξεκούραση, θερμή προσδοκία. Νά σκεφθοῦμε: τί σημαίνει Κυ- τότε τό σῶμα καί τό πνεῦμα εἶναι καταπονημένα. Καί ριακή. Σέ ποιό καί γιά ποιό γεγονός μᾶς καλοῦν οἱ τό μέν σῶμα εἶναι παρόν στήν ἐκκλησία, τό δέ καμπάνες. Τί εἶναι ἡ θεία Λειτουργία, ὥστε νά μήν πνεῦμα ἀπόν. Ἔτσι ἤ δέν θά πάει καθόλου ὁ πιστός ὑπάρχει τίποτε ὑψηλότερο, ἱερότερο καί ἀνώτερο στήν κοινή λατρευτική σύναξη, ἤ ἄν πάει, θά δυσκοἀπό αὐτήν στή γῆ ἐπάνω. Γιατί ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ Μυ- λεύεται, θά καταπονεῖται καί δέν θά μπορεῖ νά ἀποστικός Δεῖπνος μέ τά δῶρα τῆς ἀθάνατης ζωῆς, τό λαύσει αὐτή τήν ὑπέροχη πνευματική λατρεία τῆς Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, ἡ παρουσία τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας. Τριάδος, ὅλες οἱ εὐλογίες καί τά δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἄς ἀξιοποιοῦμε σωστά τό βράδυ τοῦ Σαββάτου, Πολλή βοήθεια παρέχει καί ἡ μελέτη σχετικῶν προετοιμαζόμενοι κατάλληλα γιά τή μεγάλη ἡμέρα βιβλίων, τά ὁποῖα ἑρμηνεύουν καί παρουσιάζουν τό καί ἑορτή τῆς Κυριακῆς καί τά ἀγαθά της. Διότι αὐτά μεγαλεῖο καί τό κάλλος τῆς θείας Λειτουργίας. Μέ ἐξαρτῶνται σέ μεγάλο βαθμό ἀπό τήν ἀξιοποίηση τή βοήθειά τους ὁ πιστός βρίσκει μεγάλη ὠφέλεια, αὐτῆς τῆς νύχτας. διότι καταρτίζεται, συγκινεῖται, κατανύσσεται καί
49
50
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Στό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ὁ μεγαλύτερος πόλεμος. Οἱ λογισμοί τρέχουν καί ἐναλλάσσονται μέ ὅλα τά ποικιλόμορφα σχήματα, σάν τά αὐτοκίνητα πού κινοῦνται σέ μία λεωφόρο. Μέσα στό μυαλό κυοφορεῖται ἡ ἁμαρτία καί ἀποκύει τόν θάνατό της, ἀλλά καί μέσα ἐκεῖ ἐνεργεῖται ἡ προσευχή καί σάν μάνα γεννᾶ ὅλα τά τέκνα της, τίς ἀρετές. Εἶναι μία μεγάλη ἀλήθεια ὅτι μέσα στόν κόσμο τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς ξεκινᾶ καί πλάθεται ὅλη ἡ πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ μεγάλος γνώστης τῆς καρδιᾶς ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος “ἐν τῇ διανοίᾳ βελτιούμεθα καί ἐν τῇ διανοία ἀχρειούμεθα”. Ἀπό τήν καρδιά κι ἀπό τόν νοῦ γεννιέται ἡ ἀρετή καί ἡ κακία. Κάθε ἁμαρτία ἐπιτελεῖται μέσα στόν νοερό αὐτό κόσμο καί μετά γίνεται πράξη ἐξωτερική. Ὁ νοῦς εἶναι πρωτοπαθής καί γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά τόν φυλάγουμε ἀπό κάθε εἰσβολή καί νά μαθαίνουμε τήν τέχνη τοῦ ἀγωνίζεσθαι κατά τῶν λογισμῶν. Ἡ κίνηση τοῦ νοός πρός τήν ἁμαρτία
συμβαίνει καί ἐνεργεῖται μέ μία τετραπλῆ ἐξέλιξη. Ὅπως λέγουν οἱ ἀσκητικοί Ἅγιοι Πατέρες τά στάδια αὐτά εἶναι: Ὁ πονηρός λογισμός, ἡ ζωηρά φαντασία, ἡ χρονίζουσα τέρψη καί ἡ φαύλη συνευδοκία ἤ συγκατάθεση. Ὁ μηχανισμός αὐτός λειτουργεῖ ὡς ἑξῆς. Κάποιος πονηρός λογισμός (φιλαργυρίας, φιληδονίας, ἤ φιλοδοξίας) εἰσέρχεται μέσα στό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Μόλις σχηματισθεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ πειρασμοῦ, αὐτομάτως ἀρχίζει νά λειτουργεῖ ἕνας δεύτερος μηχανισμός. Αὐτός εἶναι ἡ φαντασία, πού προσπαθεῖ συγκεντρώνοντας ὅλες τίς ἐμπειρίες της νά ζωγραφίσει ἑλκυστικότερα τήν εἰκόνα τοῦ λογισμοῦ. Ἔτσι ἡ προσβολή γίνεται ἐκφραστικότερη καί δυνατότερη. Μέχρι τό σημεῖο αὐτό, σύμφωνα μέ τούς πατέρας, ὁ ἄνθρωπος ἁπλῶς δέχεται μία προσβολή, τήν ἐπίθεση ἑνός ἐχθροῦ, γιά τήν ὁποία δέν φέρει καμιά εὐθύνη. Ἡ κατάσταση αὐτή εἶναι ἀκόμη μέσα στά ὅρια τοῦ φυσιολογικοῦ. Εἶναι ἀδύνατο νά μήν ὑπάρχουν τέτοιου εἴδους προ-
Γράφει ὁ Ἀρχιμανδρίτης Σεβαστιανός Τοπάλης
Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος Ἀμυνταίου
“
”
συνδυασμός ἐστιν ἡ παραδοχή τοῦ ὑποβαλλομένου λογισμοῦ παρά τοῦ ἐχθροῦ καί οἷον μετ’ αὐτοῦ μελέτη καί ἐνήδονος ὁμιλία, ἡ παρά τῆς προαιρέσεως ἡμῶν. σβολές καί ἐπιθέσεις. Ὁ ὅσιος Ἐφραίμ ἔλεγε ὅτι, ὅπως μέσα στόν κῆπο φυτρώνει κατά φυσιολογικό τρόπο καί ἡ ἀγριάδα, καί ὅπως ἐκ φύσεως τά νησιά χτυπιοῦνται γύρω - γύρω ἀπό τά κύματα, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος θά ἔλθει ὁπωσδήποτε σέ ἐπαφή μέ τίς προσβολές τῶν λογισμῶν. Τό ἐφάμαρτο ὅμως στάδιο ἀρχίζει ἀπ’ ἐδῶ καί πέρα. Ἄν μέν ὁ ἄνθρωπος ἀποκρούσει, καταδιώξει καί ξερριζώσει τήν προσβολή αὐτή ἀπό τό νοῦ του χωρίς καθόλου νά τήν περιεργαστεῖ, τότε σώθηκε καί ἀπαλλάχθηκε ἀπό τίς ἄθλιες συνέπειες πού θά ἀκολουθοῦσαν. Ἄν ὅμως γιά διαφόρους λόγους (εἴτε ἀπό συνήθεια, εἴτε ἀπό ραθυμία, εἴτε λόγῳ τῆς μεγάλης ἐντάσεως τῆς προσβολῆς) ὑποχωρήσει, τότε μπαίνει σέ λειτουργία ἕνας τρίτος μηχανισμός, ἡ χρονίζουσα τέρψις. Ἀρχίζει, δηλαδή, ὁ νοῦς νά συζητᾶ μέ τό λογισμό, νά δημιουργεῖ φιλία, νά νιώθει τέρψη καί ἡδονή μέ τήν ἐπικοινωνία, καί ὅλα αὐτά μέ τή δική του πλέον θέληση. Στό στάδιο αὐτό γεύεται καί ἀπολαμβάνει τή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας νοερά. Μέ πρωταγωνιστή τόν ἑαυτό του καί ἄλλα πρόσωπα ἐπιτελεῖ στά ἄδυτα τῆς ψυχῆς του τήν ἁμαρτία,
πορνεύει, μοιχεύει, ἐκδικεῖται, πλεονεκτεῖ, πλέοντας μέσα σέ ἀχαλίνωτη φαντασία καί εἰκόνες. Τή φάση αὐτή οἱ νηπτικοί τήν ὀνομάζουν καί συνδυασμό καί ἐνήδονο ὁμιλία. «Συνδυασμός ἐστιν ἡ παραδοχή τοῦ ὑποβαλλομένου λογισμοῦ παρά τοῦ ἐχθροῦ καί οἷον μετ’ αὐτοῦ μελέτη καί ἐνήδονος ὁμιλία, ἡ παρά τῆς προαιρέσεως ἡμῶν». Περιγράφεται δέ καί ὡς πάλη, διότι στήν ὅλη κατάσταση ὑπάρχει καί κάποιος ἀμυντικός μηχανισμός, κάποια φωνή συνειδήσεως πού κρούει τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου. Αὐτή ἡ φωνή ἀντιτάσσει κάποια πάλη. Ἡ συνεχής ὅμως καί χρονίζουσα ἐνασχόληση μέ τόν πειρασμό σβήνει καί τήν τελευταία ἀντίσταση, καί τότε ἐπέρχεται ἡ τελεία αἰχμαλωσία τοῦ νοῦ, μία «βιαία καί ἀκούσιος τῆς καρδίας ἀπαγωγή, ἀπό προλήψεως καί μακρᾶς συνηθείας τυραννουμένης». Καί μετά τήν χρονίζουσα τέρψη, ἡ ψυχή αἰχμάλωτη, πλέον, ὁδηγεῖται στό τέταρτο στάδιο, τήν συγκατάθεση ἤ συνευδοκία, παίρνει δηλαδή τήν τελική ἀπόφαση νά διαπράξει καί ἐξωτερικά αὐτό πού μέχρι τώρα εἶχε ἐπιτελέσει νοερά. Ἔτσι λοιπόν, ὁ λογισμός, πού ξεκίνησε μέ μία ἁπλῆ σκέψη,
52
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
συνέχισε μέ τή φαντασία, ἐξελίχθηκε σέ ἄθλια ἐπιθυμία, καί κατέληξε πλέον σέ ἑκούσια ἀπόφαση γιά τή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Αὐτή εἶναι ἡ πορεία γιά τήν ἁμαρτία. Ὅταν βλέπουμε τά συντρίμμια τῆς ἁμαρτίας μέσα μας καί γύρω μας, μποροῦμε νά γυρίσουμε πίσω καί θά διαπιστώσουμε ὅτι οἱ ρίζες της εἶναι χωμένες μέσα στόν νοῦ καί τήν καρδιά. Ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νά σκύψει καί νά διαφυλάξει τόν εὐαίσθητο αὐτόν χῶρο γιά νά κρατήσει καθαρό τόν ἑαυτό του καί σέ μία ἰσορροπία ψυχική. Καί ἄραγε, πῶς δύναται νά φυλαχτεῖ ἀπό τήν ποικιλία τῶν πειρασμῶν; Οἱ λογισμοί εἶναι ἄλλοτε αἰσχροί καί ἐνήδονοι μέ ὅλη τήν σαρκική φαντασία καί ἔξαψή τους, καί ἄλλοτε εἶναι κακίας καί ἐκδικητικότητος, καί ἄλλοτε κενοδοξίας καί ὑπερηφάνειας καί ἐγωιστικῆς δοξομανίας, καί ἄλλοτε βλασφημίας πού ταράζουν τήν πορεία στόν Θεό. Καί οἱ χειρότεροι καί πιό βασανιστικοί λογισμοί εἶναι οἱ τῆς ἀπελπισίας πού ἔρχονται μέσα ἀπό τήν ἔκτακτη θλίψη καί τόν πόνο καί ἄλλοτε μέσα ἀπό τίς ἐνοχές τῶν ἁμαρτιῶν. Τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνας μύλος πού μόνιμα ἀλέθει καί βγάζει τόν καρπό τῶν λογισμῶν ἐπεξεργασμένο σέ ἁμαρτία. Ὅ,τι ρίχνει κανείς στόν μύλο αὐτό, τό ἀλέθει καί τό ἐπεξεργάζεται καί βγάζει τό προϊόν. Μπορεῖ νά εἶναι ζιζάνια, μπορεῖ νά εἶναι ἀγκάθια, ἴσως καί δηλητηριώδη φυτά, ἀλλά μπορεῖ ὅμως, ἄν θέλει, νά ρίξει καί καθαρό σιτάρι γιά νά βγάλει τό ἀλεύρι καί τό ψωμί, πού εἶναι ὁ καθαρός λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ἐπιτρέπουμε τό τί θά ἀλέσει ὁ νοῦς καί τή δύναμη τοῦ νεροῦ πού θά γυρίζει τήν μυλόπετρα τοῦ νοῦ, πού εἶναι ὁ ἐγωισμός τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ λογισμοί εἶναι μία
σκληρή πραγματικότητα στήν πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Τό πᾶν κάνει ὁ πονηρός γιά νά εἰσέλθει μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν πρώτη σκέψη, ὅπως ἀκριβῶς καί μέ τήν Εὕα. Δέν πρέπει νά ἀγνοεῖ τόν ἐχθρό πού “ὡς λέων ὠρυόμενος” πάντοτε βρίσκεται ἐπί θύραις, γιά νά τόν καταφάγει μέ τούς λογισμούς καί οὔτε ἐγωιστικά νά ἀπορεῖ πῶς τοῦ ἐπισκέπτονται λογισμοί διάφοροι γιά νά τόν διαστρέψουν. Ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νά πολεμήσει σ’ ὅλο αὐτόν τόν ἀόρατο πόλεμο, πού γίνεται τόσο σκληρά καί δόλια μέσα στά βάθη τῆς ὕπαρξής του. Ἡ ἐσωτερική εἰρήνη φέρει τήν εἰρήνη σ’ ὅλη τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι λέγει ὁ Κύριός μας ὁ Χριστός παρομοιάζοντας τόν νοῦ συμβολικά μέ τόν ὀφθαλμό “ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐάν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου φωτεινόν ἔσται· ἐάν δέ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου σκοτεινόν ἔσται”. Ὁ καθαρός νοῦς εἶναι ἡ ρίζα τοῦ καθαροῦ βίου. Καί πρέπει νά ξεκινήσει τόν πόλεμο ξερριζώνοντας τούς λογισμούς καί κρατώντας τήν καρδιά του καθαρή. Ὁ ἅγιος Δαβίδ, ἐπειδή γνώριζε πώς ἡ ἀρχή τοῦ πειρασμοῦ του καί τῆς διπλῆς πτώσεώς του στήν μοιχεία καί στόν φόνο συνέβη πρῶτα μέσα στόν χῶρο τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς του καί μετά ἔγινε πράξη, γι’ αὐτό στόν πεντηκοστό ψαλμό τῆς μετανοίας του παρακαλεῖ ἐναγώνια “καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου”. Ἡ πρακτική τοῦ ἀγῶνος συγκεντρώνεται σ’ ἕνα τρίπτυχο, τήν ἀντίσταση, τήν ἀδιαφορία καί τήν ὑπομονή.
Ὅταν λέμε ἀντίσταση σημαίνει νά στέκεται ὁ ἄνθρωπος πάντοτε φύλακας μπροστά σέ κάθε σκέψη πού εἰσέρχεται. Ὁ πνευματικός ἄνθρωπος πολεμᾶ τήν πρώτη σκέψη καί ἀντιστέκεται νά μήν εἰσέλθει στό σπίτι τῆς καρδιᾶς του ὁ πρῶτος λογισμός, ἡ πρωτόνοια. Ἕνας πονηρός λογισμός μπορεῖ νά μπεῖ ἀπό διάφορες θύρες, εἴτε ἀπό τά μάτια καί τά ἀκούσματα, εἴτε ἀπό τά παλαιά πάθη καί τήν φαντασία, εἴτε κι ἀπό σπορά τοῦ διαβόλου. Ὁ ἄνθρωπος ὁμοιάζει κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη μέ παλάτι πού ἐπικοινωνεῖ μέ τούς ἔξω μέ τά παράθυρα καί τίς πόρτες, πού εἶναι οἱ αἰσθήσεις. Ἡ πιό ἐκφραστική αἴσθηση, «τά ἀσώματα χέρια», εἶναι οἱ ὀφθαλμοί πού ἁπλώνονται καί ἀγγίζουν καί ἐκεῖ πού τά σωματικά χέρια δέν μποροῦν ν’ ἀγγίξουν. Ἔτσι κατά κύριο λόγο τά μάτια βάζουν τήν σκέψη νά δουλέψει σέ ἕναν φοβερό πόλεμο ἐνήδονων λογισμῶν. Οἱ πειρασμοί δέν εἶναι δυνατόν νά μήν ἔρθουν. Ἐμεῖς πρέπει νά ἐγείρουμε πόλεμο ἐναντίον τους. Καί πῶς νά παλέψει κανείς μέ τούς γίγαντες τῶν λογισμῶν. Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος εἶδε ἕνα βράδυ ἔξω ἀπό τό κελί του ἕνα ὅραμα, τόν διάβολο σάν ἕνα τεράστιο γίγαντα πού τά πόδια του πατοῦσαν στή γῆ καί τό κεφάλι του ἀκουμποῦσε στόν οὐρανό. Εἶδε καί τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων ὡς πεταλοῦδες νά ξεκινοῦν ἀπό τήν γῆ καί νά πετοῦν καί νά ἀνεβαίνουν πρός τόν οὐρανό. Ἔβλεπε τόν διάβολο-θηρίο νά προσπαθεῖ νά τίς πιάσει ἀνάμεσα στίς βρωμερές παλάμες του καί νά τίς συνθλίψει. Ἄλλες ἀπ’ αὐτές ἔπιανε καί ἄλλες τοῦ ξέφευγαν πρός μεγάλη του ἀγανάκτηση. Μέ τό ὅραμα αὐτό κατάλαβε ποιός εἶναι ὁ ἀγώνας του μέ τούς λογισμούς καί πόσο μεγάλη εἶναι ἡ μανία τοῦ διαβόλου, γιά νά τόν διαλύσει μέ τόν λογισμό τῆς ἀπελπισίας. Ὄφειλε νά ἀντισταθεῖ καί νά μήν ἐνδώσει. Ἡ ἀντίσταση αὐτή εἶναι ἡ πρώτη προτεινόμενη ἀντιμετώπιση. Μέ τόν ὅρο αὐτό, ὅμως, ἐννοεῖται ἕνας διπλός ἀγώνας ὅπως τό λέγει ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος: «ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ καί φεύξεται ἀφ’ ὑμῶν, ἐγγίσατε τόν Θεόν καί ἐγγιεῖ ὑμῖν». Μέσα ἀπό τήν σοφία τῶν Πατέρων οἱ ὅροι αὐτοί ὀνομάζονται ὡς ἡ φυγή καί ἡ προσευχή. Τό σύνθημα πού ἀκούγεται μέσα ἀπό τήν ἀσκητική ἐμπειρία εἶναι «φεῦγε καί σώζου». Ἡ φυγή καί ἡ ἀντίσταση αὐτή σημαίνει μία διπλή προσπάθεια, ἐκδιώκει δηλ. μέ σκληρότητα τόν πειρασμό καί δεύτερον εἰσάγει στό κενό πού δημιουργεῖται τόν καλύτερο λογισμό, πού εἶναι ἡ προσευχή. Εὑρισκόμενος σ’ ἕναν πειρασμό ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ
“
Ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νά πολεμήσει σ’ ὅλο αὐτόν τόν ἀόρατο πόλεμο πού γίνεται τόσο σκληρά καί δόλια μέσα στά βάθη τῆς ὕπαρξής του. Ἡ ἐσωτερική εἰρήνη φέρει τήν εἰρήνη σ’ ὅλη τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.
”
νά πεταχτεῖ καί νά φύγει μακριά γιά νά γλυτώσει ἀπό τήν φωτιά του. Ἡ φυγή αὐτή ὅσο σωτήρια κι ἄν φαίνεται, εἶναι ὅμως ἕνα ὀδυνηρό ξερρίζωμα γήινων ἑλκυστικῶν ἐπιθυμιῶν, πού πονᾶ, δημιουργεῖ κενό καί στέρηση καί μετά ἀπό λίγο μία νευρωτική ἐπιθυμία γιά ἐπιστροφή σ’ αὐτά πού ἀπέρριψε. Ἡ ὅλη αὐτή παλινωδία ὁμοιάζει μέ τό σκυλί, πού γύρισε καί ἔφαγε αὐτά πού ξέρασε καί μέ τό γουρούνι πού τό ἔπλυναν καί ξαναπῆγε στόν βοῦρκο. Ἔτσι τό περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀναφέροντας τήν παροιμία, «κύων ἐπιστρέψας ἐπί τό ἴδιον ἐξέραμα, καί ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα βορβόρου». Ἔτσι στό κενό τῆς φυγῆς πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά φυτέψει τήν γλυκεῖα αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ μέ τήν καρδιακή του προσευχή. Ἔτσι θά καλύψει ὅλη τήν στερητική ἀνάγκη τῆς καρδιᾶς του, συμφώνως μέ τό λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου «ἔρως ἔρωτι νικᾶται». Ἡ προσευχή ἀναπληρώνει τά στερητικά συμπτώματα καί γεμίζει μέ τήν γλυκεῖα παρουσία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζουμε καλῶς τήν εὐλογημένη φυγή τοῦ Ἰωσήφ ἀπό τά ἀνήθικα χέρια τῆς γυναικός τοῦ Πετεφρῆ στήν Παλαιά Διαθήκη. Ὁ ἁγνός Ἰωσήφ φεύγει ἀπό τά χέρια της γιά νά γλυτώσει ἀπό τήν φωτιά τοῦ πειρασμοῦ, πού γινόταν τόσο αἰσθητή πάνω του. Ὅμως δέν ἔμεινε μόνον σ’ αὐτήν τήν κίνηση, διότι ὁ πειρασμός τῆς σκέψης καί τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς καρδιᾶς μετά ἀπό λίγο μπορεῖ νά τόν γύριζαν πίσω στήν ἁμαρτία, μέ περισσότερη τώρα τήν βουλιμία. Ξερρίζωνε τόσο σκληρά μία φυσική του ἐπιθυμία, ὅσο ἁμαρ-
53
54
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
τωλή κι ἄν ἦταν, καί ἔπρεπε νά γεμίσει τήν καρδιά του μέ κάτι ἄλλο γλυκύ καί ἀνώτερα ἀγαπητό. Γι’ αὐτό τήν ὥρα πού ἔφευγε ἀπό τήν ἁμαρτία ἔλεγε μέσα του τήν προσευχή καί ζοῦσε ἔντονα τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ κραυγάζοντας «τοῦ Θεοῦ εἰμι». Στήν φυγή καί τήν προσευχή ἐπικεντρώνεται ὅλος ὁ ἀγώνας τῶν ἀδύναμων ἀνθρώπων. Ὁ Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος περιγράφει πολύ πρακτικά ὅλη αὐτήν τήν φυγή. «Ὁ Χριστός ἀπαιτεῖ ἀπό σένα νά ὀργιστεῖς μέσα σου καί νά σηκώσεις πόλεμο μέσ’ στό νοῦ κατά τοῦ νοός σου καί νά μή συμφωνήσεις οὔτε νά νιώσεις ἡδονή μέ τούς λογισμούς τῆς κακίας. Ὅπως, ἄν κάποιος ληστής μπεῖ μέσα στό σπίτι σου καί ἀρχίσει νά σοῦ κάνει κακό καί σύ δέν τόν ἀφήνεις, σέ χτυπᾶ, τόν χτυπᾶς, τόν δέρνεις, σέ δέρνει, ἔτσι ὀφείλει καί ἡ ψυχή νά παλεύει καί νά ἀντιμάχεται καί νά ἀντικρούει. Καί μήν πεῖς ὅτι ἡ ἄλλη δύναμη εἶναι πιό ἰσχυρή, διότι εἶναι σάν νά λές ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἄδικος πού καταδικάζει τόν ἄνθρωπο σ’ ἕνα τέτοιον ἄνισο ἀγώνα». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης στόν πόλεμο τῶν λογισμῶν προτείνει τήν ἀήττητη πανοπλία πού εἶναι ἡ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, μέ τήν ὁποία πάντοτε νικοῦμε. «Σύ δέ, ὅταν ἔρχονται οἱ λογισμοί, νά ἐπικαλεῖσαι τόν Κύριο Ἰησοῦ
συχνά καί ἐπίμονα, καί θά φύγουν. Διότι, ἐπειδή δέν μποροῦν νά ἀντέξουν στή θέρμη τῆς καρδιᾶς πού ἀναδίδεται ἀπό τήν προσευχή, φεύγουν σάν νά κατακαίγονται ἀπό φωτιά. Ὁ συγγραφεύς τῆς Κλίμακος λέγει: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», διότι ὁ Θεός μας εἶναι «πῦρ καταναλίσκον». Ὁ ταχύς εἰς βοήθειαν Κύριος θά ὑπερασπιστεῖ ἀμέσως αὐτούς πού ὁλόψυχα «βοοῦν πρός αὐτόν ἡμέρας καί νυκτός». Βέβαια, γιά τούς τελείους ὑπάρχει καί ἡ κατά πρόσωπον τολμηρή ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν, ἀλλά εἶναι κάτι πού δέν συνιστᾶται. Ἡ μόνη ἀσφαλής ὁδός εἶναι αὐτή. Κάπως ἔτσι συμβούλευε ὁ ἀββᾶς Ποιμένας ἕναν Μοναχό: — Κάποιος ἀδελφός βρῆκε τόν ἀββᾶ Ποιμένα καί τοῦ λέει: «Ἔχω πολλούς λογισμούς καί κινδυνεύω». Τόν βγάζει ὁ Γέροντας ἔξω στό ὕπαιθρο καί τοῦ λέει: «Ἄνοιξε τήν ἀγκαλιά σου καί πιάσε τούς ἀνέμους». «Δέν μπορῶ, ἀπαντᾶ ἐκεῖνος, νά τό κάνω αὐτό». Καί ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε: «Ἐάν ἀδυνατεῖς νά τό κάνεις αὐτό, οὔτε τούς λογισμούς μπορεῖς νά τούς ἐμποδίσεις νά ἔρθουν. Δικό σου ὅμως ἔργο εἶναι νά ἀντισταθεῖς σ’ αὐτούς». Ἡ ἀδιαφορία καί ἡ ὑπομονή
Ὅμως ὑπάρχουν λογισμοί πού ἐπιμένουν νά κολλοῦν στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί ἰδιαίτερα νά τόν πανικοβάλλουν μέ τόν φόβο, ὅτι δέν ἀντιμετωπίζονται μέ τά πνευματικά ὅπλα. Παράλληλα ὅλοι αὐτοί οἱ λογισμοί δημιουργοῦν ἐνοχές καί τήν ἀπορία γιατί νά ὑπάρχουν. Εἶναι οἱ λογισμοί οἱ βλάσφημοι πού ρυπαίνουν τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Τό μυαλό του γίνεται ὁ τόπος τῶν πιό παράξενων λογισμῶν ἀμφισβητήσεως καί ἀπόρριψης τοῦ
Θεοῦ, τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, τῶν Ἁγίων, καθώς καί τῶν ἱερέων καί τῶν πνευματικῶν. Τρομάζει κανείς μέ τήν παρουσία τους μέσα στήν σκέψη του καί οἱ ἐνοχές πού ἕπονται εἶναι μεγάλες. Οἱ βλάσφημοι λογισμοί ἐπηρεάζουν τό λογιστικό μέρος τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι οἱ λογισμοί ἀπιστίας, φιλοδοξίας, ὑπερηφανείας, περιεργείας, διψυχίας. Οἱ λογισμοί οἱ βλάσφημοι εἶναι σπορά τοῦ διαβόλου καί οὐδεμία εὐθύνη ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Μπορεῖ ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ κατάκριση ν’ ἀνοίγει τήν πόρτα γιά νά εἰσέλθουν, ἀλλά σίγουρα δέν εἶναι δημιούργημα τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι οἱ μόνοι λογισμοί πού δέν πρέπει νά δώσει σημασία κανείς. Ὀφείλει νά ἀδιαφορήσει στίς φωνές τῶν λογισμῶν πού κράζουν μέσα του, σάν τούς βάτραχους μεσ’ τό πηγάδι, μέ τόν φοβερό ἀντίλαλο τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ὀλιγοπιστίας. Κύριος στόχος τῶν λογισμῶν αὐτῶν εἶναι νά ἐμβάλλουν τήν ἀπελπισία, τόν φόβο καί τήν ἐνοχικότητα ὅτι ἁμαρτάνει ἀνεπανόρθωτα καί ἀσυγχώρητα. Μέ δάκρυα πανικοῦ καί φόβου ἐξομολογοῦνται πολλοί γιά τόν πόλεμο αὐτῶν τῶν ὕπουλων βλάσφημων λογισμῶν, πού τούς ἀναστατώνουν καί τούς ἀπελπίζουν. Μόνιμα ἀκοῦς «γιατί ἐγώ νά σκεφτῶ ἔτσι γιά τόν Θεό, γιά τόν πνευματικό μου;». Κι ὅμως εἶναι οἱ μόνοι λογισμοί, γιά τούς ὁποίους δέν εὐθύνεται ὁ ἄνθρωπος. Ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά χειριστεῖ ἔξυπνα καί νά τραβήξει τήν προσοχή τοῦ ἀνθρώπου γιά νά ἀσχοληθεῖ μ’ αὐτόν. Ἡ ἁμαρτία βρίσκεται στό ἄν ἀφήσει ὁ ἄνθρωπος καί σπαρεῖ μέσα του ἡ ἐνοχικότητα καί ἡ ἀπελπισία. Ἐκεῖ εἶναι ὁ στόχος τοῦ διαβόλου καί ἡ πτώση. Ἡ μόνη ἀντιμετώπιση εἶναι ἡ ἀδιαφορία. Ὅπως τά σκυλιά, λέγει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γαβγίζουν ἔξω ἀπό τό σπίτι τήν νύχτα καί δέν δίνει σημασία ὁ νοικοκύρης, ἔτσι
νά φέρεται κανείς κι ἐδῶ στούς βλάσφημους λογισμούς πού κραυγάζουν ἔξω ἀπό τό μυαλό του. Ἡ ἀδιαφορία περιφρονεῖ καί ἐκδιώκει τόν διάβολο. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς λογισμούς τούς ρυπαρούς καί ἀνήθικους πού ἔρχονται καί μονίμως ἐνοχλοῦν τόν ἄνθρωπο, γιά νά τόν ρίξουν στήν ἁμαρτία. Πέρα ἀπό τή ἀντίσταση τῆς φυγῆς καί τῆς προσευχῆς πρέπει νά κάνει ὑπομονή καί νά ἀδιαφορήσει σ’ ὅλα ὅσα τοῦ ἔρχονται στόν νοῦ. Ἔχει τήν σημασία του καί αὐτός ὁ τρόπος τοῦ ἀγῶνος. Ἀποδέχεται τήν παρουσία των λέγοντας ὅτι εἶναι ἕνας φυσικός πειρασμός, πού ἔρχεται ἀπ’ τήν στιγμή πού φοράει τήν σάρκα του ὡς ἄνθρωπος. Μόνο ὁ θάνατος παίρνει στόν τάφο μαζί του τήν ἐρωτική ἐπιθυμία. Αὐτή ἡ ἀποδοχή φέρνει ταπείνωση καί συναίσθηση τῆς ἀνθρώπινης κατάστασης. Συνήθως ἀντιδρᾶ ἐγωιστικά ὁ ἄνθρωπος ἀπορώντας πῶς ἐπισκέφτηκε αὐτός ὁ λογισμός τήν ἁγιωσύνη του, ἐφ’ ὅσον ζεῖ πνευματικά. Ὅλοι αὐτοί οἱ λογισμοί τῆς ἀνηθικότητος εἶναι φυσικοί ἀπό μία πλευρά, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ ἀπό τήν δημιουργία του τήν ἕλξη γιά τό ἄλλο φύλο. Εἶναι καί εὐεργετικοί, διότι τόν ταπεινώνουν νά ἐκζητᾶ βοήθεια ἀπό τόν Θεό καί νά ξυπνᾶ ἀπό τήν ἀκηδία του καί τήν ψευδαίσθηση τοῦ τελείου καί ἀπαθοῦς. Τά
“
δάκρυά του τόν ὁδηγοῦν σέ γλυκεῖα ἀγάπη στόν Θεό. Πίσω ἀπό τόν καταιγισμό λογισμῶν καί τήν ἐπιμονή τοῦ πολέμου κρύβεται μία μεγάλη εὐλογία ταπείνωσης. Ἡ ἀποδοχή τῆς παρουσίας τῶν πειρασμῶν αὐτῶν, ἡ ἀδιαφορία γιά τήν ἐπίσκεψή τους, καθώς καί ἡ ὑπομονή τῆς προσευχῆς φέρνει, μετά ἀπό καιρό, τήν διάλυσή των. Ὑπομονή καί ἀδιαφορία εἶναι τρόποι ἀγῶνος γιά νά καταισχύνεται ὁ διάβολος μέ τούς λογισμούς του. Κάπως ἔτσι καί ἐδῶ μιλοῦν οἱ ἀσκητικοί Πατέρες: Ρώτησε ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας τόν ἀββᾶ Ποιμένα γιά τούς ρυπαρούς λογισμούς. Καί τοῦ λέει ὁ ἀββᾶς Ποιμήν: «Μέ τούς λογισμούς συμβαίνει ὅ,τι μέ τό κοφίνι τό γεμάτο ροῦχα. Ἐάν δηλαδή τά ξεχάσει κανείς ἐκεῖ, μέ τόν καιρό σαπίζουν. Τό ἴδιο καί μέ τούς λογισμούς. Ἐάν δέν μεταβληθοῦν σέ πράξη, μέ τόν καιρό χάνονται, δηλαδή σαπίζουν». Ρώτησε ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ γιά τό ἴδιο θέμα. Καί τοῦ εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμήν: «Ὅπως ἄν κανείς ρίξει μέσα σέ ἀγγεῖο φίδι ἤ σκορπιό καί τό φράξει, σίγουρα μέ τόν καιρό ψοφοῦν, ἔτσι καί οἱ πονηροί λογισμοί, οἱ ὁποῖοι φυτρώνουν ἀπό τούς δαίμονες, μέ τήν ὑπομονή ἐξαφανίζονται».
(ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχ. «Τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου», Πανόραμα Θεσσαλονίκης, σελ. 107-109).
Ὅταν λέμε ἀντίσταση σημαίνει νά στέκεται ὁ ἄνθρωπος πάντοτε φύλακας μπροστά σέ κάθε σκέψη πού εἰσέρχεται. Ὁ πνευματικός ἄνθρωπος πολεμᾶ τήν πρώτη σκέψη καί ἀντιστέκεται νά μήν εἰσέλθει στό σπίτι τῆς καρδιᾶς του ὁ πρῶτος λογισμός, ἡ πρωτόνοια.
”
55
56
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Συγκλονιστική ἐπιστολὴ ἀπὸ ἕναν νῦν πιλότο μαχητικοῦ ἀεροσκάφους ποὺ κάθε μέρα ἀγωνίζεται κατὰ τῶν Τούρκων στὶς ἐσχατιὲς τοῦ Αἰγαίου. Ἐξαιρετικὰ ἀφιερωμένη στὸν Ὑπουργὸ Οἰκονομικῶν, Τρόικα, ΔΝΤ καὶ λοιποὺς οἰκονομικοὺς ἐξολοθρευτές...
Σ
άν ἀντικρύσω τ’ ἄσπρα ἄλογα τοῦ Αἰγαίου, χάνεται ἡ σκέψις μου στὸν Οὐρανὸ τοῦ Θείου, τοῦ Ὡραίου, τοῦ Ἀληθινοῦ! Δὲν εἶμαι ἡμίθεος, δὲν εἶμαι ἄτρωτος, δὲν εἶμαι κἄν ἥρωας! Καημένη Πατρίδα, ἔχεις ὅλους τούς ἄχρηστους στὴν πλάτη σου ἔχεις καὶ μένα. Μπορεῖ νὰ μὴν εἶμαι σὲ θέση νὰ ζητήσω ἀπὸ τὴν ἔρμη Πατρίδα κάτι τὸ καλύτερο γιὰ μένα, γιὰ τὰ παιδιά μου, μπορεῖ νὰ μὴν εἶμαι κἄν ἱκανὸς γιὰ αὐτὰ ποὺ παίρνω! Ὅλες αὐτὲς οἱ σκέψεις ποὺ περνᾶνε ἀπὸ τὸ μυαλό μου, σφίγγουν τὸ λαιμὸ καὶ ξεραίνουν τὸ στόμα μου! Μπορεῖ νὰ ἤξερα πόσο ἐπικίνδυνο καὶ ἀνούσιο, ἴσως καὶ ἄχρηστο, γιὰ πολλοὺς ἐκεῖ κάτω νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνω! Ἴσως καὶ νὰ ἔχουν δίκιο, βλέπεις ἐγὼ δὲν κατεβάζω διακόπτες, ἐγὼ δὲν ὁδηγῶ λεωφορεῖο μὲ 50 ψυχές, ἐγὼ δὲν βγάζω φωτοτυπίες στὰ βουλευτικὰ ἕδρανα ἕνα χειμωνιάτικο βράδυ τοῦ Γενάρη στὴ ζεστασιὰ τῆς Βουλῆς! Ἐγὼ κάθομαι, σκέπτομαι, μελετάω καὶ περιμένω τὸν Τοῦρκο. Μπορεῖ καὶ ἐγὼ νὰ μὴν ἔχω νὰ πληρώσω τὰ κοινόχρηστα, ἀλλὰ ἐσᾶς δὲν σᾶς ἐνδιαφέρει, μπορεῖ νὰ μὴν ἔχω νὰ πληρώσω τὸ χαράτσι στὸ πατρικό τοῦ χωριοῦ μου, ἀλλὰ ἐσᾶς δὲν σᾶς ἐνδιαφέρει. Οὔτε καὶ πρέπει ! Ἐγὼ ὅμως πρέπει νὰ ἀδειάσω τὸ μυαλό μου νὰ κλειδώσω τὸ ὑποσυνείδητο, νὰ μὴν σκεφτῶ ὅτι μὲ περιμένουν καὶ ἐμένα στὸ σπίτι μου, ὅπως τόσους καὶ τόσους ἄλλους ποὺ δὲν γύρισαν ΠΟΤΕ πίσω ἀπὸ μία ἀκόμη καθημερινὴ ἀποστολή. Ἴσως καὶ
κάποιοι νὰ ποῦν ὅτι τὰ ἤθελε καὶ τὰ ἔπαθε! Ἐγὼ ὅμως δὲν πετάω γιὰ αὐτούς, ➥ πετάω γιὰ τὸν Πατέρα μου, ποὺ καμαρώνει στὴν ἄκρη στὸ χωράφι ὅταν περνοῦν τὰ μαχητικά μας, ➥ πετάω γιὰ τὸ παιδὶ στὴ Φλώρινα, ποὺ περπατάει στὸ χιόνι νὰ πάει στὸ σχολειό του, ➥ πετάω γιὰ τὸν Παπά μας, ποὺ κάνει χιλιόμετρα νὰ κάνει Ἀνάσταση μὲ τοὺς τσοπαναραίους στὸ ὕψωμα τῆς Παναγιᾶς! ➥ Πετάω γιὰ τὸν ψαρὰ, ποὺ βγῆκε στίς 4 τὸ πρωὶ μὲ τὴν ψαρόβαρκα νὰ φέρει τὸ μεροκάματο στὴ φαμελιά του, ➥ πετάω γιὰ τὸ δασκαλάκο, ποὺ πληρώνει ἀπὸ τὴν τσέπη του τὶς φωτοτυπίες στὰ Ἄγραφα τῆς Καρδίτσας. ➥ Γιὰ αὐτοὺς πετάω... ➥ Γιὰ νὰ μποροῦν νὰ κάνουν αὐτὸ ποὺ χρόνια κάνουν καὶ νὰ κρατᾶνε τὴν Πατρίδα μaς ζωντανή!
Οὔτε αὐτοί, οὔτε ἐγὼ θὰ ζητήσω ὑπερωρίες γιορτὲς καὶ Κυριακὲς, γιατί ἐγὼ πετάω γιὰ τὴν Πατρίδα μου. Πετάω γιὰ τοὺς δικούς μου ἀνθρώπους, αὐτοὺς ποὺ γλεντᾶνε μὲ τὴν ψυχή τους, ζοῦν γιὰ μιὰ στιγμὴ καὶ ὅταν πεθαίνουν ξεπροβοδίζουν τοὺς δικούς τους ἀνθρώπους μὲ τραγούδια καὶ εὔχονται καλὴν ἀντάμωση ! Ἴσως κάποιο πρωὶ ὅταν κοιτάξεις ψηλὰ θὰ μὲ δεῖς, γιατί: Ἐκεῖ ποὺ Ἰσιώνει ὁ Ἀετὸς, oἱ Γλάροι δὲν πετᾶνε!
57
Πρὸς τὸν Ἐξοχώτατον Πρωθυπουργὸν τῆς Ἑλλάδος κ. Ἀντώνιον Κ. Σαμαρᾶν Μέγαρον Μαξίμου-Εἰς Ἀθήνας
58
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἐξοχώτατε Κύριε Πρωθυπουργέ, Μὲ αἴσθημα ἐμπιστοσύνης πρὸς τὴν ἐγνωσμένην εὐαισθησίαν Σας, ἀλλὰ καὶ αἰσθήματα βαθυτάτης ἀγάπης καὶ μερίμνης διὰ τὸ μέλλον τῆς ἀκριτικῆς ταύτης γωνιᾶς τῆς Πατρίδος μας, τὴν ὁποίαν σὺν Θεῷ διαποιμαίνομεν, κινοῦμεν τὴν γραφίδα μας εἰς τὴν σύνταξιν τῆς παρούσης ἐπιστολῆς πρὸς τὴν Ὑμετέραν Ἐξοχότητα. Κατόπιν τῆς καταθέσεως εἰς τὴν Ἐπιτροπὴν Μορφωτικῶν Ὑποθέσεων τοῦ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου τῆς τελικῆς προτάσεως τοῦ κ. Ὑπουργοῦ Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, Πολιτισμοῦ καὶ Ἀθλητισμοῦ ἐπὶ τοῦ σχεδίου «Ἀθηνᾶ», συμφώνως πρὸς τὴν ὁποίαν καταργεῖται τὸ Πανεπιστήμιον Δυτικῆς Μακεδονίας (ΠΔΜ), ὑπαγόμενον εἰς τὸ ἐν Θεσσαλονίκῃ Πανεπιστήμιον Μακεδονίας (ΠΑΜΑΚ), αἰσθανόμεθα πιεστικὴν τὴν ἀνάγκην νὰ ἐπικοινωνήσωμεν μετὰ τῆς Ὑμετέρας Ἐξοχότητος, διὰ νὰ διαμηνύσωμεν τὰ αἰσθήματα βαθυτάτης πικρίας, τὰ ὁποῖα διακατέχουν τὰς ψυχὰς τῶν κατοίκων τῆς περιφερείας μας, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐκφράσωμεν τὴν δικαιολογημένην, ὡς πιστεύομεν, διαμαρτυρίαν μας ἐπ᾽ ἀφορμῇ τῶν προωθουμένων ῥυθμίσεων τοῦ ἀνωτέρω σχεδίου. Διακονοῦντες καὶ ποιμαίνοντες χάριτι τοῦ Πανοικτίρμονος Θεοῦ τὴν ἀκριτικὴν καὶ παραμεθόριον ταύτην περιοχὴν ἐπὶ τεσσαράκοντα καὶ πέντε ἔτη ἀδιαλείπτως, οὐδέποτε ἐπαύσαμεν νὰ πιστεύωμεν ἀκραδάντως ὅτι «τὰ σύνορα δὲν εἶναι ποινή, ἀλλὰ τιμή». Παρὰ ταῦτα, θεωροῦμεν ὅτι διὰ τῆς προτεινομένης καταργήσεως τοῦ ΠΔΜ ἐπιχειρεῖται ἡ ἐπιβολὴ ποινῆς, καὶ μάλιστα βαρυτάτης, εἰς ὁλόκληρον τὴν Δυτικὴν Μακεδονίαν, ἰδιαιτέρως δὲ εἰς τὸν νομὸν Φλωρίνης, μὲ ἀποτέλεσμα
τὴν περαιτέρω ὑποβάθμισιν, ἀπομόνωσιν καὶ ἐγκατάλειψίν του. Ἐν πρώτοις, ἀδυνατοῦμεν εἰλικρινῶς νὰ ἐννοήσωμεν τὴν πρότασιν καταργήσεως ἑνὸς Πανεπιστημιακοῦ Ἱδρύματος, τὸ ὁποῖον «εἶναι μᾶλλον τὸ μοναδικὸν ΑΕΙ ποὺ δὲν ἔχει ληξιπρόθεσμες καὶ ἀνεξόφλητες ὑποχρεώσεις προηγούμενων ἐτῶν» καὶ «ποὺ ἀποδεικνύεται βιώσιμο», ὡς ἀναφέρει ὁ Πρόεδρος τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς του, καθηγ. κ. Θεόδωρος Χατζηπαντελῆς, εἰς τὸ ὑπ᾽ ἀριθμ. 1604/2602-2013 ἀπαντητικὸν ἔγγραφόν του πρὸς τὸν κ. Ὑπουργὸν Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, Πολιτισμοῦ καὶ Ἀθλητισμοῦ. Πέραν τούτου, τὰ δύο Παιδαγωγικὰ Τμήματα τῆς Παιδαγωγικῆς Σχολῆς τοῦ ΠΔΜ, τὰ ὁποῖα λειτουργοῦν εἰς τὴν πόλιν τῆς Φλωρίνης, μὲ τὴν σχεδιαζομένην ὑπαγωγήν των εἰς τὸ ΠΑΜΑΚ θὰ ἐνσωματωθοῦν δυσκόλως καὶ θὰ κινδυνεύσουν νὰ ὑποβαθμισθοῦν καὶ νὰ διαλυθοῦν, τὴν αὐτὴν δὲ πορείαν ἀναμένεται νὰ διαγράψουν τὰ Τμήματα Βαλκανικῶν Σπουδῶν ὡς καὶ Εἰκαστικῶν & Ἐφηρμοσμένων Τεχνῶν. Ἐπὶ πλέον, ἡ διατήρησις τῶν Τμημάτων τοῦ ΤΕΙ Δυτικῆς Μακεδονίας – Ἐμπορίας καὶ Ποιοτικοῦ Ἐλέγχου Ἀγροτικῶν Προϊόντων εἰς τὴν Φλώριναν καὶ Μαιευτικῆς εἰς τὴν Πτολεμαΐδα – θὰ εἶναι καὶ δικαὶα ἀλλὰ καὶ ἀνταποκρινομένη τόσον εἰς τὴν ἕως σήμερον ἐνεργὸν ἀκαδημαϊκὴν παρουσίαν των ὅσον καὶ εἰς τὰς διαφαινομένας σημαντικὰς μελλοντικὰς προοπτικάς των. Διὰ τοὺς ἀνωτέρω, καὶ ἐπιπροσθέτως διὰ λόγους ἐθνικούς, κοινωνικοὺς καὶ οἰκονομικούς, παρακαλοῦμεν καὶ ἐπιζητοῦμεν τὴν μὴ συρρίκνωσιν τοῦ ΤΕΙ Δυτικῆς Μακεδονίας, μέσῳ τῆς συγχωνεύσεως ἢ καταργήσεως Τμημάτων του, ὡς καὶ τὴν μὴ κατάργησιν τοῦ Πανεπιστημίου Δυτικῆς Μακεδονίας, ἀλλὰ τὴν συνέχισιν τῆς λειτουργίας του ὡς αὐτοτελοῦς καὶ αὐτονόμου ΑΕΙ, εἰ δὲ μὴ ἄλλως, τὴν μετονομασίαν του εἰς «Πανεπιστήμιον Μακεδονίας», διατηρουμένης ὡστόσο τῆς ἕδρας του εἰς τὴν Δυτικὴν Μακεδονίαν.
Ἐπίσης παρακαλοῦμεν διὰ τὴν διατήρησιν καὶ συνέχισιν τῆς λειτουργίας τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου-Γυμνασίου Φλωρίνης, μοναδικοῦ εἰς τὴν Δυτικὴν Μακεδονίαν, διότι ἐπιτελεῖ σημαντικὸν καὶ ἀναντικατάστατον ἐθνικοθρησκευτικὸν ἔργον, μὲ δυνατότητας ἐπεκτάσεως τῆς δράσεως καὶ ἐπιρροῆς του εἰς γειτονικὰς ὁμοδόξους βαλκανικὰς χώρας. Ἐξοχώτατε Κύριε Πρωθυπουργέ, ἐπικαλούμενοι τὴν εὐαισθησίαν Σας, ἰδίως ἐπὶ ζητημάτων ζωτικῆς ἐθνικῆς καὶ κοινωνικῆς σημασίας, μάλιστα δὲ εἰς τὰς λίαν ἐπαχθεῖς παρούσας συνθήκας, παρακαλοῦμεν νὰ λάβητε ὑπ᾽ ὄψιν Σας τὰς ἀνωτέρω ἐκτεθείσας σκέψεις καὶ προτάσεις μας, συμβάλλοντες τοιουτοτρόπως εἰς τὴν ἐνίσχυσιν καὶ ὄχι τὴν καταστροφὴν μιᾶς εὐαισθήτου παραμεθορίου περιοχῆς τῆς φιλτάτης μας Πατρίδος, καὶ διατελοῦμεν, Μετ᾽ ἐγκαρδίων εὐχῶν Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ † Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ Πρὸς τὸν Ἐντιμότατον Ὑπουργὸν Δημόσιας Τάξης καὶ Προστασίας του Πολίτη κ. Νικόλαον Δένδιαν Εἰς Ἀθήνας Ἐντιμότατε Κύριε Ὑπουργέ, Διὰ τῆς παρούσης ἐπιθυμοῦμεν νὰ ἀπευθυνθῶμεν προσωπικῶς εἰς Ὑμᾶς, προκειμένου νὰ διατυπώσωμεν θερμοτάτους εὐχαριστηρίους καὶ συγχαρητηρίους λόγους, ὁμοῦ μετὰ τῆς εὐαρεσκείας ἡμῶν, διὰ δύο ἄξια στελέχη τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας, τὰ ὁποῖα κοσμοῦν καὶ τιμοῦν διὰ τῆς ἐν γένει παρουσίας καὶ δραστηριοποιήσεώς των τὴν θέσιν καὶ τὸ λειτούργημα τὸ ὁποῖον ἐπιτελοῦν, ὡς καὶ διὰ τοὺς ὑπηρετοῦντας ἀστυνομικοὺς εἰς τὴν Ἀστυνομικὴν Διεύθυνσιν Φλωρίνης.
Συγκεκριμένως, ἀναφερόμεθα εἰς τὸν Ἀστυνομικὸν Διευθυντὴν τῆς Ἀστυνομικῆς Διευθύνσεως Φλωρίνης, Ταξίαρχον κ. Πέτρον Λάτμον καὶ εἰς τὸν Διοικητὴν τοῦ Τμήματος Ἀσφαλείας Φλωρίνης, Ἀστυνόμον Βʹ κ. Ἀπόστολον Παραστατίδην, χάρις εἰς τὰς πρωτοβουλίας, προσπαθείας καὶ συντονισμένας ἐνεργείας τῶν ὁποίων, τῇ συνδρομῇ τῶν Αʹ καὶ Βʹ Ὁμάδων Πρόληψης καὶ Καταστολῆς Ἐγκληματικότητας τῆς Ἀστυνομικῆς Διευθύνσεως Φλωρίνης, ἀπετράπη ἔνοπλος ληστεία εἰς τὰ Γραφεῖα τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τὴν Κυριακὴν 3ην Μαρτίου ἐ.ἔ. Εἰς καιροὺς καὶ χρόνους, καθ᾽ οὓς ἡ Πατρὶς ἡμῶν ὑφίσταται ποικίλας δοκιμασίας, ἡ μετὰ συγκινητικῆς ἀφοσιώσεως ἐπιτέλεσις τοῦ καθήκοντος, ὡς καὶ πᾶσα ἐνέργεια ὑπηρετοῦσα τὸ Ἐθνικὸν καὶ κοινωνικὸν καλὸν καθίστανται ἀξιάγαστον καὶ ἀξιομίμητον ὑπόδειγμα δι᾽ ὅλον τὸν λαόν μας, ἐμπεδώνουν δὲ ἔτι περισσότερον τόσον τὸ αἴσθημα ἀσφαλείας εἰς τὴν ψυχὴν τῶν πολιτῶν, ὅσον καὶ ἐμπιστοσύνης πρὸς τοὺς ἐνστόλους λειτουργοὺς τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας. Ἐπὶ δὲ τούτοις, ἐπικαλούμενοι ἐφ᾽ Ὑμᾶς πᾶσαν παρὰ Θεοῦ Χάριν καὶ εὐλογίαν, διατελοῦμεν, Μετ᾽ ἐγκαρδίων εὐχῶν Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ † Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ Πρὸς τὸν Ἐντιμότατον Γενικὸν Γραμματέαν Θρησκευμάτων κ. Γεώργιον Καλαντζῆν Εἰς Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς Ἐντιμότατε Κύριε Γενικὲ Γραμματεῦ, Ἐλάβομεν τὴν ὑπ᾽ ἀριθμ. 277/1802-2013 ἐπιστολήν Σας, διὰ τῆς ὁποίας
59
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
60
διεβιβάσθη εἰς ἡμᾶς ἡ ὑπ᾽ ἀριθμ. 14690/ Α2/04-02-2013 Ὑπουργικὴ Ἀπόφασις περὶ τῆς «Συγκροτήσεως Ἐπιτροπῆς γιὰ τὴν Ἀναβάθμιση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης», καὶ προβαίνομεν εἰς τὴν διατύπωσιν τῶν ἀκολουθουσῶν προτάσεων-διαπιστώσεων ἐπὶ τοῦ προκειμένου θέματος. Ἐπωμισθέντες ἐπὶ μίαν εἰκοσαετίαν καὶ πλέον τὰ καθήκοντα τοῦ Ὑποδιευθυντοῦ εἰς τὸ νῦν ὀνομαζόμενον Γενικὸν Ἐκκλησιαστικὸν Λύκειον-Γυμνάσιον Φλωρίνης, ὡς ἐπίσης καὶ συμμετασχόντες ἐνεργῶς εἰς τὴν ὀργάνωσιν καὶ ἐκ βάθους ἀναδιάρθρωσίν του, γνωρίζομεν ἐκ τοῦ σύνεγγυς οὐ μόνον τὰ προβλήματα ἀλλὰ καὶ τὰς δυνατότητας ἀναβαθμίσεως καὶ περαιτέρω βελτιώσεως τοῦ παρεχομένου ἐν αὐτῶ ἔργου. Ἐν πρώτοις, πιστεύομεν ἀκραδάντως ὅτι διὰ τὴν τελεσφόρον λειτουργίαν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος, ὁ ἀνθρώπινος παράγων εἶναι πλέον ἤ ἀναγκαῖος, ἤτοι ἡ στελέχωσις τῶν ἐκπαιδευτικῶν δομῶν μὲ καταλλήλως κατηρτισμένον καὶ ἀριθμητικῶς ἐπαρκὲς ἐκπαιδευτικὸν προσωπικόν, οὕτως ὥστε νὰ διασφαλισθῇ ἡ ἀπρόσκοπτος καὶ οὐσιαστικὴ ἐπιτέλεσις τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου δι᾽ ἐμπράκτων ἀποτελεσμάτων, ἐπὶ τῷ τέλει τῆς ἀναδείξεως καὶ καταρτίσεως Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν Στελεχῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι θὰ τιμοῦν τὴν θέσιν των καὶ τὴν ἀποστολήν των. Πέραν τούτου θεωροῦμεν ἐπιτακτικὴν ἀνάγκην τὴν ἐπαναφορὰν ἑνὸς ἐπὶ πλέον ἔτους σπουδῶν εἰς τὰ Γενικὰ Ἐκκλησιαστικὰ Λύκεια, ὡς ἴσχυε παλαιότερον, ὑφ᾽ οἱανδήποτε μορφὴν ἢ ὀνομασίαν (Δʹ Τάξις ἢ ἄλλως πως), προκειμένου ἡ παρεχομένη παιδεία νὰ καταστῇ πληρεστέρα καὶ ὁλοκληρωμένη.
Καὶ ὡς ἤδη ἰσχύει εἰς τὴν περίπτωσιν τῶν ἀποφοίτων τῶν Ἐπαγγελματικῶν Λυκείων, καθίσταται, νομίζομεν, ἐπιβεβλημένη ἡ ἐπανακαθιέρωσις ποσοστώσεως διὰ τὴν εἰσαγωγὴν καὶ τῶν ἀποφοίτων τῶν Γενικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Λυκείων εἰς τὰς Θεολογικὰς Σχολάς. Ἀσφαλῶς, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ εἰς τὴν ἐν γένει συζήτησιν τοῦ θέματος θεωρεῖται ἡ διασφάλισις τῆς συνεχίσεως τῆς λειτουργίας τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ΛυκείουΓυμνασίου Φλωρίνης καὶ ἡ περαιτέρω ἐνίσχυσίς του, δεδομένου τοῦ γεγονότος ὅτι εὑρίσκεται εἰς μίαν ἀκριτικὴν καὶ παραμεθόριον περιοχήν, καλύπτει δὲ τὰς ἀνάγκας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως δι᾽ ὁλόκληρον τὴν Δυτικὴν Μακεδονίαν καὶ σημαντικὸν τμῆμα τῆς Κεντρικῆς Μακεδονίας, ἐνῷ ἐπὶ πλέον καταρτίζει καὶ Ὀρθοδόξους νέους ἐξ Ἀλβανίας, οἱ ὁποῖοι στελεχώνουν τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς γείτονος χώρας, διακονοῦντες τὸ ἐκεῖ ἐπιτελούμενον λατρευτικὸν καὶ ποιμαντικὸν ἔργον. Ὅθεν, αἱ προσπάθειαι δέον νὰ συντείνουν εἰς τὴν προσέλκυσιν μεγαλυτέρου ἀριθμοῦ μαθητῶν καὶ σπουδαστῶν, οὐ μόνον Ἑλλήνων ἀλλὰ καὶ προερχομένων ἐξ ὁμοδόξων ὁμόρων κρατῶν. Ἐντιμότατε Κύριε Γενικὲ Γραμματεῦ, ἐλπίζοντες ὅτι θὰ λάβητε σοβαρῶς ὑπ᾽ ὄψιν τὰς προηγηθείσας διαπιστώσειςπροτάσεις, ὡς καὶ τοὺς ἐθνικοὺς καὶ θρησκευτικοὺς λόγους που ἐπιβάλλουν τὴν διατήρησιν τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου-Γυμνασίου εἰς τὴν Φλώριναν, εὐχόμεθα πᾶσαν ἐπιτυχίαν εἰς τὸ ἔργον τῆς Ἐπιτροπῆς διὰ τὴν ἐπιζητουμένην ἀναβάθμισιν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως, διατελοῦντες, Μετ᾽ ἐγκαρδίων εὐχῶν Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ † Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013 Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φλώρινης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας κ. Θεόκλητος κατά τόν μήνα Ἰανουάριο 2013 χοροστάτησε, ὡμίλησε ἤ λειτούργησε ὡς ἑξῆς: 1 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τή Θεία Λειτουργία καί τήν Δοξολογία γιά τήν εἴσοδο στό νέο ἕτος. 5 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, τῶν Ὡρῶν, τῆς Θείας Λειτουργίας καί τοῦ Μ. Ἁγιασμοῦ. 6 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τή Θεία Λειτουργία καί τήν ἀκολουθία τοῦ Μ. Ἁγιασμοῦ. Στήν συνέχεια μετέβη στόν ποταμό Σακουλέβα γιά τήν κατάδυση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί τῶν ἁγιασμό τῶν ὑδάτων. 12 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Μακρίνης τῆς ὁμωνύμου Ο.Ι.Α. Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ (ἑορτή τῆς οἰκογενείας τῆς Ἁγ. Μακρίνης – Β΄ Κυριακή τοῦ Ἰανουαρίου). 13 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Μακρίνης τῆς ὁμωνύμου Ο.Ι.Α. Φλωρίνης, κατά τή Θεία Λειτουργία (ἑορτή τῆς οἰκογενείας τῆς Ἁγ. Μακρίνης – Β΄ Κυριακή τοῦ Ἰανουαρίου). 20 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Κομνηνῶν Ἑορδαίας, κατά τή Θ. Λειτουργία. 29 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Σκέπης Πτολεμαΐδος, κατά τήν ἱερατική σύναξη μέ ὁμιλητή τόν Σεβ. Μητρ. Κοζάνης κ. Παῦλο. 30 Ἰανουαρίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τή Θ.Λειτουργία καί τήν Δοξολογία γιά τόν ἑορτασμό τῶν προστατῶν τῆς Παιδείας. ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2013 Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας, κ. Θεόκλητος, κατά τόν μήνα Φεβρουάριο 2013 χοροστάτησε, ὡμίλησε ἤ λειτούργησε ὡς ἑξῆς:
1 Φεβρουαρίου, στήν Ἱ. Μονή Ἁγίου Μάρκου Πρώτης Φλωρίνης, κατά τήν ἀγρυπνία γιά τήν ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς. 3 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου Ἀμμοχωρίου Φλωρίνης, κατά τή Θεία Λειτουργία καί τό μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ ἱερέως Χρήστου Ἰωαννίδη. 7 Φεβρουαρίου, στήν Ἱ. Μονή Ἁγ. Μάρκου Πρώτης Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ. Προέβη στήν μεγαλοσχημία τῆς μοναχῆς Ξένης, ἀδελφῆς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. 8 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου πόλεως Φλωρίνης, κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Σωτηρίου Νέτσιου, ἱεροσπουδαστοῦ τῆς Α.Ε.Α.Θ. 9 Φεβρουαρίου, στόν πανηγυρίζοντα Ἱ. Ν. Ἁγ. Χαραλάμπους Μανιακίου Ἀμυνταίου, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ. 10 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης, κατά τή Θεία Λειτουργία καί τήν δοξολογία γιά τήν διάσωση τῆς πόλεως Φλωρίνης. 16 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Πύργων Ἑορδαίας, κατά τήν Θ. Λειτουργία, ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ καί τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τῆς ἀειμνήστου μητρός τοῦ ἀρχιμ. Εὐλόγιου Παπαδημητρίου. 17 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Θεοδώρων Κολχικῆς Φλωρίνης, κατά τή Θ. Λειτουργία. 23 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ.Ν. Ἁγ. Στεφάνου Πτολεμαΐδος, κατά τήν ὑποδοχή τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, προερχομένης ἀπό τήν Ἄνδρο. 24 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ.Ν. Ἁγίου Στεφάνου Πτολεμαΐδος, κατά τό Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο, προεξάρχοντος τοῦ Σεβ. Μητρ. Σύρου κ. Δωροθέου. 25 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τήν ὑποδοχή τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονος καί τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ Ἁγίου Θεοκλήτου, χοροστατοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Σύρου κ. Δωροθέου, ὁ ὁποῖος κήρυξε τόν Θεῖο λόγο.
61
26 Φεβρουαρίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τό Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο γιά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγ. Θεοκλήτου. ΜΑΡΤΙΟΣ 2013 Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας κ. Θεόκλητος, κατά τόν μήνα Μάρτιο 2013 χοροστάτησε, ὡμίλησε ἤ λειτούργησε ὡς ἑξῆς: 3 Μαρτίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Ἄ. Καλλινίκης Φλωρίνης, κατά τή Θ. Λειτουργία. 6 Μαρτίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου Κυπαρισσίου Γρεβενῶν, κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς ἀειμνήστου Γαλάτειας Τσιούμαρη–Πασσαλῆ. - Στόν Ἱ.Ν. Ἁγ. Σκέπης Πτολεμαΐδος, κατά τήν παρουσίαση βιβλίου γιά τά σαράντα χρόνια τῆς ἐνορίας τῆς Ἁγ. Σκέπης. 8 Μαρτίου, στόν Ἱ.Ν. Ἁγ. Μακρίνης Φλωρίνης, τῆς ὁμωνύμου Ο.Ι.Α. Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ Ψυχοσαββάτου. 10 Μαρτίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Λυδίας, ὁμωνύμου Ο.Χ.Α., κατά τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ π. Θεοφίλου Ζησοπούλου. 16 Μαρτίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Τριάδος Πτολεμαΐδος, κατά τό μυστήριο τοῦ γάμου τῶν Θεοδώρου Δαβίτη καί Ἑλένης Μπαλταδώρου. - Στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Σκέπης Πτολεμαΐδος, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ καί τήν ὁμιλία τοῦ πανοσ. Ἀρχιμ. Δανιήλ Ἀεράκη, ἱεροκήρυκα τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Νικαίας. 17 Μαρτίου, στόν πανηγυρίζοντα Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου Ξινοῦ Νεροῦ Ἀμυνταίου, κατά τή Θ. Λειτουργία. - Στόν Ἱ. Ν. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτήρος Πτολεμαΐδας, κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ τετράχρονου Θεοκλήτου Βλαχοδήμου.
62
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΜΝΗΜΗ ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ 5-4-2009/17-3-2013 Εἶχε τό ὄνομα δεσπότη κι ἤθελε ἄν καί τεσσάρων, δεσπότης νά γίνει σάν καί αὐτόν,
τόν ἄκακο ὡς νήπιο, δέσποτα τοῦ τόπου του. Δεσπότης δέν ἔγινε, δηλαδή δέν πρόλαβε νά γίνει, καθώς κλητός ἐκ Θεοῦ, καί ἀπό τά γεννοφάσκια του. Μήπως καλύτερα ὅμως πού ἔγινε ἅγιος; Ο.Ν. - Στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Συγχωρήσεως. 21 Μαρτίου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου πόλεως Φλωρίνης, κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ ἱερέως Ἀθανασίου Σινάνη. 24 Μαρτίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τή Θ. Λειτουργία, τήν Λιτάνευση τῶν εἰκόνων καί τό μνημόσυνο τῶν προκατόχων Ἀρχιερέων. - Στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τοῦ κατανυκτικοῦ ἑσπερινοῦ. Τόν Θεῖο λόγο κήρυξε ὁ πανοσ. Ἀρχιμ. Δαμασκηνός Κιαμέτης, Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱ.Μ. Δημητριάδος. 25 Μαρτίου, στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης, κατά τή Θ. Λειτουργία καί τήν Δοξολογία γιά τήν Ἐθνική Παλλιγγενεσία. Τόν Θεῖο λόγο κήρυξε ὁ πανοσ. Ἀρχιμ. Δαμασκηνός Κιαμέτης, Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱ. Μ. Δημητριάδος. 29 Μαρτίου, στόν Ἱ.Ν. Ἁγίου Δημητρίου Ὑδρούσης Φλωρίνης, κατά τήν ἀκολουθία τῶν Α΄ Χαιρετισμῶν. 30 Μαρτίου, στήν πανηγυρίζουσα Ἱ. Μονή Ἁγ. Παντελεήμονος & Εὐβούλης Ἀμυνταίου, κατά τή Θ. Λειτουργία. 31 Μαρτίου, στόν πανηγυρίζοντα Ἱ. Ν. Ἁγ. Ὑπατίου Ἀντιγόνου Ἀμυνταίου, κατά τή Θ. Λειτουργία. - Στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης, κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ ἀειμνήστου νεωκόρου Εὐαγγέλου Βασιάρη. ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ – ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013 2 Ἰανουαρίου, μετέβη στήν Ἐλασσώνα γιά νά εὐχηθεῖ τόν ἑορτάζοντα Μητροπολίτη Ἐλασσῶνος κ. Βασίλειο.
6 Ἰανουαρίου, ἁγίασε τά ὕδατα τοῦ ὑδραγωγείου τῆς πόλεως στούς πρόποδες τοῦ Βιτσίου. 8 Ἰανουαρίου, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ Διοικητοῦ τῆς 9ης ΤΑΞΠΖ. 10 Ἰανουαρίου, ἐπισκέφθηκε τόν Σεβ. Μητρ. Ἐδέσσης κ. Ἰωήλ. 14 Ἰανουαρίου, ἐπισκέφθηκε τόν ἀσθενοῦντα Ἀρχιμ. Θεόφιλον Ζησόπουλον, πνευματικό προϊστάμενο τῆς Ο.Χ.Α. ΛΥΔΙΑ, στήν κλινική «ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ» Θεσσαλονίκης. 16 Ἰανουαρίου, εὐλόγησε τήν βασιλόπιτα τῆς Περιφερειακῆς Ἑνότητας Φλωρίνης. 20 Ἰανουαρίου, εὐλόγησε τήν βασιλόπιτα τοῦ Φ.Σ.Φ. «Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ». - Εὐλόγησε τήν βασιλόπιτα τῆς Ο.Ι.Α. «ΑΓΙΑ ΜΑΚΡΙΝΑ» Φλωρίνης. 25 Ἰανουαρίου, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ Δ.Σ. τοῦ ἐμπορικοῦ Συλλόγου Φλωρίνης. 26 Ἰανουαρίου, εὐλόγησε τήν βασιλόπιτα τοῦ νεοσύστατου ἱδρύματος «ΑΓΙΟΣ ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΟΣ» τῆς Ἱ. Μητροπόλεώς μας, παρουσία τῶν κ. Σταύρου Μπαλογιάννη, ὁμοτίμου καθηγητοῦ τῆς Ἰατρικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., κ. Δημητρίου Ἠλιάδη, ἀντιπεριφερειάρχη Φλωρίνης καί Ἰωάννη Βοσκόπουλου, Δημάρχου Φλωρίνης. 30 Ἰανουαρίου, παρέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ πατρός Θεοφίλου Ζησοπούλου, πνευματικοῦ προϊσταμένου τῆς ἀδελφότητος ΛΥΔΙΑ, στήν Ἀσπροβάλτα Θεσσαλονίκης. ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2013 2 Φεβρουαρίου, παρέστη σέ ἐκδήλωση κατηχητικῶν συνάξεων τῆς Ἱ. Μητροπόλεως γιά τήν γιορτή τῆς μητέρας. 3 Φεβρουαρίου, ἐπισκέφθηκε τόν ἀσθενή ἱερέα Σταῦρο Παπαδημητρίου καί ἄλλους ἀσθενεῖς στό Ἀμμοχώρι Φλωρίνης. 10 Φεβρουαρίου, τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση γιά τούς πεσόντες κατά τήν μάχη τῆς Φλωρίνης, στό Στρατιωτικό Κοιμητήριο καί τό Ἡρῶον Πρώτης Φλωρίνης. 11 Φεβρουαρίου, παρέστη σέ ὁμιλία τῶν ἀποστράτων ἀξιωματικῶν ὑπό τοῦ Ἀθανασίου Κωνσταντινίδη, στήν αἴθουσα τοῦ Φ.Σ.Φ. «Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ».
12 Φεβρουαρίου, τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση γιά τούς πεσόντες κατά τήν μάχη τῆς Φλωρίνης, στά στρατιωτικά κοιμητήρια Φλωρίνης. - Τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση γιά τούς πεσόντες κατά τήν μάχη τῆς Φλωρίνης, στό Ἡρῶον πεσόντων Φλωρίνης. 17 Φεβρουαρίου, εὐλόγησε τήν βασιλόπιτα τοῦ Συλλόγου Ἱεροψαλτῶν Φλωρίνης «ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ», στό ξενοδοχεῖο «ΦΑΙΔΩΝ». 18 Φεβρουαρίου, παρέστη σέ πανεορδαϊκό συλλαλητήριο γιά τήν διεκδίκηση παραμονῆς τῶν Πανεπιστημιακῶν Σχολῶν στήν Ἑορδαία. 21 Φεβρουαρίου, ἔλαβε μέρος στίς ἐργασίες τῆς ἔκτακτης σύγκλησης τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. 22 Φεβρουαρίου, ἐπισκέφθηκε τόν Σεβ. Μητρ. Χαλκίδος κ. Χρυσόστομο, στήν Χαλκίδα. 25 Φεβρουαρίου, ἐπισκέφθηκε μαζί μέ τόν Σεβ. Μητρ. Σύρου κ. Δωρόθεο τά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα Φλωρίνης. Ὁ Σεβ. Μητρ. Σύρου ὡμίλησε στούς σπουδαστές καί τούς καθηγητές τῶν σχολείων. ΜΑΡΤΙΟΣ 2013 7 Μαρτίου, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ προξένου τῆς Γαλλίας στήν Θεσσαλονίκη. 9 Μαρτίου, τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση στά στρατιωτικά κοιμητήρια Φλωρίνης, τήν ὁποία ὀργάνωσε ἡ 9η ΤΑΞΠΖ. - Τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση στό Ἡρῶον τῆς Ἀστυνομικῆς Διεύθυνσης Φλωρίνης. 14 Μαρτίου, παρέστη στήν ἐνθρόνιση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κομοτηνῆς κ. Παντελεήμονος. 25 Μαρτίου, τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση καί παρέστη σέ ὅλες τίς ἑορταστικές ἐκδηλώσεις γιά τήν Ἐθνική Ἐπέτειο. 27 Μαρτίου, παρέστη στήν ἀλλαγή φρουρᾶς τῆς 9ης ΤΑΞΠΖ. 28 Μαρτίου, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ νέου Διοικητοῦ τῆς 9ης ΤΑΞΠΖ. 31 Μαρτίου, ἐπισκέφθηκε τήν ἑορτάζουσα Ἱ. Μονή Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ Φιλώτα.
63
Ἱερομονάχου ΑιμιλιΑνου ΒρΑχνιωτου, Ἡ Ἐσωτερική Αὐτοδιοίκηση τῶν Ἱερῶν μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω (9ος-15ος αἰ.), Ἔκδοσις Ἱεροῦ χιλιανδαρινοῦ Κελλίου Ἁγίου νικολάου τοῦ Βραχνιώτου, Ἅγιον Ὄρος 2012.
64
ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ κρατοῦμε στὰ χέρια μας καὶ παρουσιάζουμε στὸ ἀναγνωστικὸ κοινό, τὸ βιβλίο τοῦ ἱερομονάχου Αἰμιλιανοῦ Βραχνιώτου, μέ τίτλο «Ἡ ἐσωτερικὴ αὐτοδιοίκηση τῶν Ἱερῶν μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω (9ος15ος αἰ.)» ποὺ κυκλοφόρησε μὲ τὴν τυποτεχνικὴ φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια τῶν Ἐκδόσεων «τὸ Παλίμψηστον», στὶς ὁποῖες ἀνήκει καὶ ἡ κεντρικὴ διάθεση. Πρόκειται γιὰ μελέτη, τὴν ὁποία ὁ συγγραφέας πραγματοποίησε κατὰ τὴ διάρκεια τῶν μεταπτυχιακῶν του σπουδῶν στὸ Κανονικὸ Δίκαιο, στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. τὴν ἀφιερώνει στὸ Γέροντά του Ἱερομόναχο Ἰωακεὶμ Βραχνιώτη καὶ σ᾽ αὐτὴν παρουσιάζει διοικητικὰ θέματα ποὺ ἀπασχόλησαν τὴν ἀθωνικὴ πολιτεία, ἑστιάζοντας, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει, λόγῳ τῆς εὐρύτητας τοῦ θέματος, τοῦ ὄγκου καὶ τῆς δυσκολίας προσέγγισης πολλῶν ἐκ τῶν βιβλιογραφικῶν πηγῶν στὴν προαναφερθεῖσα περίοδο. τὸ βιβλίο προλογίζει ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς μονῆς χιλιανδαρίου Ἀρχιμανδρίτης κ. μεθόδιος.
τὸ ἔργο του διαιρεῖται σὲ τρία κεφάλαια, στὰ ὁποῖα ἀναλύεται ἡ πνευματικὴ ζωὴ τῶν μοναχῶν, ὅπως εἶχε διαμορφωθεῖ στὸ διάστημα ποὺ ἐξετάζεται, περιγράφεται ἡ ὀργάνωση τοῦ ἁγιορειτικοῦ καθεστῶτος καὶ τὰ προβλήματα ποὺ παρατηρήθηκαν, ἐνῶ γίνεται ἀκόμη λόγος γιὰ τὴ στάση καὶ τὶς ἐπεμβάσεις πολιτικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν, τῶν αὐτοκρατόρων τοῦ Βυζαντίου ἀπὸ τὴ μιὰ πλευρά, ἐπισκόπων καὶ πατριαρχῶν ἀπὸ τὴν ἄλλη, οἱ ὁποῖες ἄλλοτε εἶχαν θετικὴ καὶ ἄλλοτε ἀρνητικὴ ἔκβαση στὰ ἐκκλησιαστικὰ δρώμενα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Πρόκειται, πραγματικά, γιὰ μιὰ ἀξιέπαινη ἔκδοση. μελετήσαμε τὸ ἔργο του μετὰ σπουδῆς καὶ προσοχῆς. Εὐχαριστοῦμε θερμὰ τὸν π. Αἰμιλιανὸ γιὰ τοὺς κόπους του, συγχαίρουμε ἀπὸ καρδίας τὴν προσπάθειά του καὶ τοῦ εὐχόμαστε στὸ μέλλον νὰ τοῦ δοθεῖ τὸ ἔναυσμα, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει στὸν Πρόλογό του, καὶ ταυτόχρονα ἡ δυνατότητα γιὰ πληρέστερη ἔρευνα τοῦ θέματος καὶ νὰ μᾶς δώσει μὲ τὴ γραφίδα του μιὰ νέα, ἐκτενέστερη μελέτη μὲ ἀκόμα περισσότερα στοιχεῖα. Ἀρχιμ. Ἰουστῖνος μπαρδάκας Πρωτοσύγκελλος Ἱ. μ. Φλωρίνης, Πρεσπῶν καὶ Ἑορδαίας