ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ΠΕΡΙΟΔΟΣ Β΄ ΤΕΥΧΟΣ 83
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014
Περιεχόμενα Πατριαρχική Ἀπόδειξις ἐπί τοῖς Χριστουγέννοις, ...........................................
σελ. 3-4
Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος ἐπί τοῖς Χριστουγέννοις,..........................................
5-7
Μήνυμα τοῦ Σεβ. κ. Εὐγενίου ἐπί τῇ ἐνάρξει τοῦ νέου ἔτους 2015, ............. 8-9 Εἰσοδεύοντας στή Βασιλεία (ἡ τυπική καί θεολογική ἑρμηνεία τοῦ Καιροῦ), Πρωτ. Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη ..................................................................... 10-16 Τό μυστήριο τοῦ θανάτου, Εὐαγγέλου Τσουκάρα ........................................................................................... 17-21 Ἡ ἀρετή τῆς διάκρισης στό λόγο τοῦ Μ. Βασιλείου πρός τούς Nέους, Κωστῆ Ἠλ. Παπαδάκη .......................................................................................... 22-24 Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος καί ἡ λατρεία του, Μιχαήλ Γ. Ἀνδριανάκη ............................................................................................ 25-32 Βιβλιοπαρουσίαση τῆς ἐκδόσεως “Μορφές Κρητῶν Ἀθωνιτῶν”, Γεωργίου Ἐ. Κρασανάκη ........................................................................................ 33-43 Νέες ἐκδόσεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας, ................. 44-45 Ἀπό τή ζωή τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, ........................ 46-49 Ἀπό τή ζωή τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, .................................................................. 50-63
Ἄγκυρα Ἐλπίδος Διμηνιαῖο Ὀρθόδοξο Περιοδικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Περιόδος Β΄, Τεῦχος 83, Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2014. Ἰδιοκτήτης: Ἱερά Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Ἐκδότης-Διευθυντής, Ὑπεύθυνος κατά νόμο: Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος. Ἠλεκτρονική στοιχειοθεσία: Σταῦρος Κακοδειπνάκης, Γραμματεύς Ἱ. Μητροπόλεως. Ἐπιμέλεια ὕλης, ἠλεκτρονική σελιδοποίηση, προετοιμασία ἐκτύπωσης: Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, Πρωτοσύγκελλος Ἱ. Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Διεύθυνση: Φιλοθέου Α΄ 8, 722 00 Ἱεράπετρα. Τηλέφωνο: 28420 22400/22786, FAX: 28420 89653 / Web Site: www.imis.gr / E-mail: imis@imis.gr Κωδικός Ταχυδρομείου: 6155. Ἐκτύπωση: Γραφικές Τέχνες «ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ», Ἡράκλειο, τηλ. 2810380886. Τό περιοδικό ἀποστέλλεται δωρεάν. Προαιρετικές εἰσφορές καί ἐμβάσματα. Ἐξώφυλλο: Ἅγιος Νικόλαος· 17ος αἰ.· φορητή εἰκόνα διαστάσεων 23 Χ 16 ἑκ. τῆς παραδοσιακῆς τεχνικῆς τῆς Κρητικῆς ζωγραφικῆς, ἀπό τό Ἐκκλησιαστικό Μουσεῖο τῆς Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Παναγίας Ἀκρωτηριανῆς Τοπλοῦ Σητείας. Τό περιοδικό ἐκδίδεται μέ τήν χορηγία τοῦ Κοινωφελοῦς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΝΗ».
Πατριαρχική Ἀπόδειξις ἐπί τοῖς Χριστουγένοις ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ••• Ἀδελφοὶ καὶ Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, «Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε!» φάνη ἐπὶ τῆς γῆς ὁ Θεὸς καὶ ἐφανερώθη συγχρόνως ὁ τέλειος ἄνθρωπος καὶ ἡ ἀσύλληπτος ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Oἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ἰδιαιτέρως ζῶμεν τὴν μεταπτωτικὴν κατάστασιν, κατὰ τὴν ὁποίαν καθημερινῶς διαπιστώνομεν μετὰ τοῦ Ψαλμῳδοῦ ὅτι «πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ψαλμ. ΙΓ΄ 3 - Ρωμ. γ΄ 12-13). Πρὸ τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἠδύνατο ὁ ἄνθρωπος νὰ φαντασθῇ τὴν ἀσύλληπτον ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, διότι μετὰ τὴν πτῶσιν ἠσθένησε καὶ ἠλλοιώθη. Μόνον οἱ πολὺ φωτισμένοι ἄνθρωποι διῃσθάνθησαν καὶ πρὸ Χριστοῦ τὴν ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ εἰς τὴν ἀπορίαν τοῦ Ψαλμῳδοῦ «τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνήσκῃ αὐτοῦ;» (Ψαλμ. Η΄ 5), διεκήρυξαν: «ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτὸν» (ἐ.ἄ. 6). Τὴν ὑπερτάτην αὐτὴν ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ἐφανέρωσεν ὁ Θεάνθρωπος Κύριος καί, ἔκτοτε, ἐπαναλαμβάνουν κατ᾿ ἔτος διακηρύξεις κρατῶν, κυβερνήσεων καὶ κοινωνικῶν ὁμάδων καὶ διεθνεῖς συμβάσεις ἀναφερόμεναι εἰς τὸν σεβασμὸν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ τὰ δικαιώματα αὐτοῦ. Ἐν τούτοις, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας βλέπομεν καθημερινῶς τὸν χείριστον ἐξευτελισμὸν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τὴν ἀτίμωσιν καὶ τὸν διασυρμὸν αὐτοῦ. Ὀφείλομεν, λοιπόν, ἐὰν θέλωμεν νὰ εἴμεθα ἄξιοι τῆς δόξης καὶ τιμῆς διὰ τῆς ὁποίας περιέβαλε τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον ὁ «δι᾿ ἡμᾶς καθ᾿ ἡμᾶς γενόμενος» Δημιουργός μας, νὰ πράξωμεν πᾶν τὸ δυνατὸν διὰ νὰ παύσῃ ἡ ἐσχάτως διογκουμένη ἐξευτελιστικὴ διὰ τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον συμπεριφορά. ••• Παρακολουθοῦμεν ἔκπληκτοι τὸ ἐπαναλαμβανόμενον συνεχῶς «δρᾶμα τῆς Βηθλεέμ».
Ε
3
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Διότι περὶ δράματος πρόκειται καὶ ὄχι περὶ χαρμοσύνου γεγονότος, ἐφ᾿ ὅσον ἀγνοεῖται ὁ σπαργανούμενος ἐν φάτνῃ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ δημιούργημά Του, ὁ ἄνθρωπος, δὲν ἀντιμετωπίζεται ὡς «εἰκὼν Θεοῦ». Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας καὶ ἡ θεολογία της διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ ἀνθρώπινον σῶμα ἀξιοῦνται πλήρους σεβασμοῦ, διότι ἡνώθησαν μὲ τὸν Θεὸν εἰς τὸν σαρκωθέντα Κύριον. Ὅθεν, ὀφείλομεν ὅλοι νὰ ἐντείνωμεν τὰς προσπαθείας μας διὰ νὰ γίνῃ ὑπὸ πάντων σεβαστὴ ἡ ὑπερτάτη ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. ••• Μετὰ πολλῆς συνοχῆς καρδίας καὶ βαθείας θλίψεως τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον καὶ ἡ ἡμετέρα Μετριότης παρακολουθοῦμεν τὰ ὁσημέραι ὀγκούμενα κύματα ταῦτα βίας καὶ βαρβαρότητος, τὰ ὁποῖα ἐξακολουθοῦν νὰ μαστίζουν διαφόρους περιοχὰς τοῦ πλανήτου μας, καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Μέσην Ἀνατολήν, καὶ μάλιστα τοὺς γηγενεῖς ἐκεῖ χριστιανούς, εἰς τὸ ὄνομα συχνάκις τῆς θρησκείας. Δὲν θὰ παύσωμεν δὲ νὰ διακηρύττωμεν ἀπὸ τοῦ Ἱεροῦ τούτου Κέντρου τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς πάντας, τοὺς ἀδελφοὺς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, τοὺς ἐκπροσώπους τῶν Θρησκειῶν, τοὺς Ἀρχηγοὺς Κρατῶν, πρὸς πάντα ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως, μάλιστα δὲ πρὸς τούς, κατόπιν ὑποκινήσεων ἤ μὴ θέτοντας τὴν ἰδίαν ζωὴν αὐτῶν εἰς κίνδυνον διὰ νὰ ἀφαιρέσουν ἀνθρωπίνους ζωάς, συνανθρώπους - δημιουργήματα καὶ αὐτὰ τοῦ Θεοῦ-, καὶ πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, ὅτι οὐδεμία εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξῃ μορφὴ ἀληθοῦς καὶ γνησίας θρησκευτικότητος ἢ πνευματικότητος ἄνευ ἀγάπης πρὸς τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον. Οἱονδήποτε ἰδεολογικόν, κοινωνικὸν ἢ θρησκευτικὸν μόρφωμα περιφρονεῖ τὸν κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ πλασθέντα ἄνθρωπον καὶ διδάσκει ἢ ἐπιτρέπει τὸν θάνατον συνανθρώπων μας, μάλιστα δὲ μὲ βάναυσον καὶ πρωτόγονον τρόπον, οὐδεμίαν ἀσφαλῶς ἔχει σχέσιν μὲ τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης. ••• Στρέφοντες, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, τοὺς ὀφθαλμούς μας εἰς τὴν κρατοῦσαν σήμερον ἐν τῷ κόσμῳ κατάστασιν ἀποστρέφομεν τὸ πρόσωπόν μας ἐκ τῶν θλιβερῶν γεγονότων μισαλλοδοξίας καὶ ἐχθρότητος, τὰ ὁποῖα μαστίζουν τὴν ἀνθρωπότητα καὶ φθάνουν πλέον, διὰ τῶν συγχρόνων μέσων γενικῆς ἐπικοινωνίας, εὐχερέστερον εἰς τὰς ἀκοὰς καὶ τὴν ὅρασίν μας προκαλοῦντα τρόμον διὰ τὰ ἐπερχόμενα δεινά, καὶ προβάλλομεν ὡς ἰσχυρὸν ἀντίδοτον εἰς τὴν σύγχρονον βίαν τὴν καταπλήξασαν τοὺς μάγους καὶ τὸν κόσμον «ἐσχάτην πτωχείαν» τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ πάντοτε ὡς ἀγάπη. Αὐτὴ εἶναι ἡ μυστικὴ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἡ μυστικὴ δύναμις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ μυστικὴ δύναμις τοῦ γένους τῶν χριστιανῶν. Ἡ δύναμις ἡ ὁποία νικᾷ καὶ ὑπερβαίνει διὰ τῆς ἀγάπης τὴν κάθε εἴδους βίαν καὶ κακίαν. ••• Οὕτως ἀποτιμῶντες κατὰ τὰ ἐφετεινὰ Χριστούγεννα τὴν κατάστασιν τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, εὐχόμεθα ὅπως βιώσωμεν οἱ πάντες τὴν χαρὰν τοῦ ἀπολύτου σεβασμοῦ τῆς ἀξίας τοῦ προσώπου, τοῦ συνανθρώπου, καὶ τὴν παῦσιν τῆς βίας κάθε μορφῆς, τὴν νίκην ἐπὶ τῆς ὁποίας διὰ τῆς ἀγάπης προβάλλει καὶ προσφέρει ὁ σάρκα λαβὼν «μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος», ὁ «Ἄρχων εἰρήνης» καὶ Σωτὴρ ἡμῶν Χριστός. Αὐτοῦ τοῦ τεχθέντος καὶ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου τῆς δόξης, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης ἡ Χάρις καὶ τὸ ἄπειρον Ἔλεος καὶ ἡ εὐδοκία εἴησαν μετὰ πάντων. Χριστούγεννα ιβιδ΄ † Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, Διάπυρος πρὸς Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν. 4
Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος ἐπί τοῖς Χριστουγένοις †ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ Τῼ ΙΕΡῼ ΚΛΗΡῼ ΚΑΙ Τῼ ΘΕΟΦΡΟΥΡΗΤῼ ΛΑῼ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΤΕΧΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ. ••• «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν πνεύματι,
ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν» (Α΄ Τιμ. 3,16). Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, ά Χριστούγεννα ὡς λέξη καί ἔννοια σημαίνουν Γέννα τοῦ Χριστοῦ, τή φανέρωσή Του μέσα στό χρόνο καί τό χῶρο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, πού ζοῦσε μακρυά ἀπό τό Χριστό. Γι᾽ αὐτό ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, ὅπως καί ἐμεῖς, ἀπό σάρκα καί αἷμα. Μέ τόν τρόπο αὐτό, δηλ. τήν Ἐνσάρκωση ἤ τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, φανερώθηκε στόν ἄνθρωπο ὁ Αἰώνιος, ὁ Ἄναρχος, ὁ Ἀπρόσιτος, ὁ Ἀκατάληπτος Θεός. Ἡ ἐνσάρκωση καί ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου εἶναι «τό ἀπ᾽ αἰῶνος ἀποκεκρυμμένον μυστήριον», τό μεγάλο μυστήριο τῆς πίστεώς μας. Ἡ ἀγάπη, ἡ φιλανθρωπία, ἡ ταπείνωση καί ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ ἔγινε αἰτία νά κατέβει ἀπό τούς οὐρανούς καί νά ντυθεῖ τήν ἀνθρώπινη σάρκα καί μορφή γιά νά βρεῖ τόν πεσμένο ἄνθρωπο, τή χαμένη εἰκόνα Του, τό δικό Του δημιούργημα. Δέν μποροῦσε νά μείνει ἀδιάφορος καί ἄπρακτος, ἀλλά περίμενε αἰῶνες νά βρεῖ τό κατάλληλο πρόσωπο, τήν Παναγία μας, καί ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, στή μορφή τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ Του, νά γεννηθεῖ «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου», ὅπως κάθε ζωντανός ἄνθρωπος, μέ νοῦ καί θέληση, καί νά γίνει ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Ἔτσι ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ πραγματοποιεῖται σέ συγκεκριμένη ἱστορική στιγμή καί ἀποτελεῖ τή σωτήρια εἴσοδό Του στήν Οἰκουμένη, στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου, στήν καθημερινή προσωπική μας ζωή. Τό ἀσύλληπτο αὐτό μυστήριο εἶναι ἀνώτερο καί δέν συγκρίνεται οὔτε μέ αὐτή τήν ἴδια τή δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό ἐκ τοῦ μηδενός. Γιατί μέχρι τότε ὁ Θεός δημιουργοῦσε ἐκ τοῦ μηδενός, δηλ. ἀνύπαρκτα μέχρι τότε ὄντα καί κτίσματα, ἐνῶ τώρα Αὐτός ὁ Ἴδιος γίνεται κτίσμα, δημιούργημα, δηλ. «ἄνθρωπος». Ὁ «ἀεί Ὤν», ὁ Ἄναρχος καί Ἄκτιστος τώρα γίνεται ὁ Ἴδιος δημιούργημα καί κτίσμα, «ὁ ἀόρατος ὁρᾶται, ὁ ἀναφὴς
Τ
5
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ψηλαφᾶται, ὁ ἄχρονος ἄρχεται, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ Υἱὸς ἀνθρώπου γίνεται», γεννᾶται, βαπτίζεται, σταυρώνεται, ἀναλαμβάνεται μέ σῶμα καί μορφή ἀνθρώπινη. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός χαρακτηρίζει τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ὡς τό μεγαλύτερο ἱστορικό γεγονός ὅλων τῶν ἐποχῶν, «τό πάντων καινῶν, καινότατον θαῦμα, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον». Ἐπιπλέον, ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων θεωρεῖται μεγάλη, γιατί γίνεται ἡ ἀρχή ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἑορτῶν καί γεγονότων τῆς Χριστιανοσύνης. Εἶναι ἀρχή καί πηγή ὅλων τῶν γεγονότων τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, γι᾽ αὐτό τή Γέννηση, ἀκολουθεῖ ἡ Βάπτιση, ἡ Σταύρωση, ἡ Ἀνάσταση, ἡ Πεντηκοστή καί ἡ ἀποστολή σέ μᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἐκκλησιαστικές ἑορτές εἶναι ἱστορικά γεγονότα, πού ἀφοροῦν στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί συνέβησαν σέ δεδομένη ἱστορική στιγμή, στό πλαίσιο τῆς θείας οἰκονομίας, μέ τέτοιο τρόπο, γιά νά ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο ὅλων τῶν ἐποχῶν στήν αἰώνια ζωή καί σωτηρία. Εἶναι θεόσδοτα γεγονότα, πού μιλοῦν μόνο γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή τοῦ ἀνθρώπου, πού ἀρχίζει ἀπό αὐτή τή ζωή καί συνεχίζεται στήν ἄλλη. Συνέβησαν διά Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καί ἔκτοτε συνεχίζουν νά ὑπάρχουν καί στίς μέρες μας ὡς προέκταση τῶν θείων αὐτῶν γεγονότων. Δέν εἶναι ἁπλή ἀνάμνηση ἤ ἐπανάληψη, ὅπως εἶναι οἱ ἐπέτειοι ἱστορικῶν γεγονότων. Εἶναι μή ἐπαναλαμβανόμενα ἀλλά συνεχιζόμενα γεγονότα «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων», γιά ὅσους θέλουν νά γνωρίσουν τόν Χριστό, νά βιώσουν τή διδασκαλία Του καί νά βροῦν τή σωτηρία τους. Νά γίνουν ὁλοκληρωμένοι ἄνθρωποι, δηλ. σῶοι, ἀκέραιοι, πλήρεις, «ἵνα ᾖ ἄρτιος ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος» (Β΄ Τιμ. 3,17), κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἑορτάζοντας τίς ἐκκλησιαστικές ἑορτές ὁ πιστός βιώνει τήν πραγματική ὑπόστασή του καί ἀνακαλύπτει τήν ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού ἔχει μέσα του. Φθάνει στό καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ, στήν ἁγιοσύνη, στή θέωση. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο Θεό κατά χάριν. Ὁ Θεός μᾶς σώζει, ἐπειδή γίνεται ὅ,τι εἴμαστε ἐμεῖς. Μᾶς προσλαμβάνει, γιά νά μᾶς σώσει, γιατί γίνεται ἕνα μέ μᾶς. Χριστοποιούμαστε καί θεοποιούμαστε, γινόμαστε «κοινωνοί θείας φύσεως» (Β΄ Πέτρ. 1,4). Ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πραγματοποιεῖται γιατί ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο μέ τέτοια εἰκόνα καί μορφή, γιά νά ἔχει διαρκῶς τήν ἱκανότητα νά ἑνώνεται μαζί Του. Ἦταν ἀνάγκη νά γεννηθεῖ ὁ Θεός στή γῆ, νά βρεῖ τό πλάσμα Του, νά ἀπαλείψει τό προπατορικό ἁμάρτημα τῆς ἀνυπακοῆς καί ἀποστασίας καί νά νικήσει τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο καί τόν διάβολο. Γι᾽ αὐτό καί ἡ οὐράνια ἐξαγγελία στούς Ποιμένες ἦταν ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστός Κύριος» (Λουκ. 2,11). Ὁ γεννηθείς Χριστός εἶναι «ἀληθῶς ὁ σωτήρ τοῦ κόσμου» (Ἰω. 4,42), ὅλου τοῦ κόσμου, ἀνεξάρτητα ἀπό ὁποιαδήποτε φυλετική, ἐθνική, ταξική, ἰδεολογική, κοινωνική ἤ ἄλλη διαφορά, γιατί προσέλαβε ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση μέ ὅλες τίς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ. Γιά τό λόγο αὐτό γίνεται ὁ νέος Ἀδάμ, πού «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. 2,4). Αὐτό τό νέο ταξίδι κάθε ἀνθρώπου πού ἐπιθυμεῖ νά ἀκολουθήσει τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ βιώνοντας τά κοσμοσωτήρια γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Θεανθρώπου, πραγματοποιεῖται καί ἐπιτυγχάνεται μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τή «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν» τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία. Ἐκεῖ ζεῖ τήν ἐν Χριστῷ ζωή ὡς εὐκαιρία καί ἀρχή τῆς προσωπικῆς οἰκειώσεως τῆς σωτηρίας του. Γιατί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν εἶναι μιά θρησκευτική κοινότητα γιά φιλανθρωπικούς σκοπούς ἤ ἕνας ἀνθρώπινος ὀργανισμός πού ἀγωνίζεται μόνο γιά τήν ἐπίγεια εἰρήνη καί τή συνύπαρξη τῶν ἐθνῶν, ἀλλά 6
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
εἶναι τό Ζωοποιό Σῶμα τοῦ σαρκωθέντος Σωτῆρος Χριστοῦ καί τό ἐργαστήρι τῆς σωτηρίας καί λύτρωσης τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἐργαστήριο τῶν Ἁγίων τῆς πίστεως. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ φίλοι τοῦ Χριστοῦ, τά γνήσια παιδιά Του, τά κάτοπτρα πού ἀντιφεγγίσουν σέ μᾶς τόν «Μέγαν Ἥλιον» καί «τό φῶς τό ἀληθινόν, τό φωτίζον καί ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Αὐτοί ζοῦν πιό δυνατά ἀπό μᾶς καί σήμερα τή λύτρωση καί σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τή νέα θεανθρώπινη ζωή, τήν καινούργια ἀναγέννηση καί ἀνάπλαση τῆς πεσμένης εἰκόνας τοῦ Ἀδάμ. Γιά τό λόγο αὐτό ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη γιορτή, γιατί γεννήθηκε ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Σωτήρας Χριστός, ἡ ἀλήθεια, ἡ λύτρωση, ὁ Θεός μας καί ἡ ζωή μας. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἀφοῦ μᾶς ἔχει προσλάβει στή φύση Του, μαζί μέ μᾶς προσλαμβάνει καί τά προβλήματα, τίς ἀγωνίες, τίς ἀσθένειες, τούς φόβους καί τίς ἀνασφάλειές μας. Ἀρκεῖ νά τά ἐμπιστευθοῦμε σ᾽ Αὐτόν, Τόν πρό αἰώνων Θεόν, καί νά Τόν ἀποδεχθοῦμε ὡς Κύριο καί Σωτήρα μας, ὡς Πατέρα καί ἰατρό μας. Εἶναι ὁ «ἀοράτως συνών» καί ὁ πάντοτε ἀοράτως παρών. Εἶναι ἐκεῖ πού δέν φαίνεται, καί περιμένει τίς παρακλήσεις, τίς προσευχές καί τά δάκρυά μας γιά νά συνεργήσει «εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν καί σωτήριον» (Ρωμ. 8,28). Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Ὅσο ἀβέβαια καί ἄδηλα εἶναι τά πράγματα τοῦ κόσμου καί τό μέλλον του, τόσο βέβαια, σίγουρα καί καθαρά εἶναι τά κατορθώματα τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ζεῖ μαζί μέ τόν Χριστό. Ἐκεῖνος μετέχει καί κοινωνεῖ τῶν παθημάτων τῆς παρούσης ζωῆς μας γιά νά μᾶς χαρίσει τή δική Του ζωή. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νά Τόν ἀναζητήσουμε στή μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού ὁ Ἴδιος ἵδρυσε καί ἄφησε στή γῆ καί νά βιώσουμε θυσιαστικά, ἐθελοντικά τή διδασκαλία Του. Τότε θά ἐννοήσουμε τό βαθύτερο καί σωτήριο νόημα κάθε δοκιμασίας καί θλίψεως, κάθε δυσκολίας καί ἐμπόδιου πού ἀπειλοῦν τή ζωή, τίς ἀποφάσεις καί τούς ἀγῶνες μας. Τότε θά ἑρμηνεύσουμε τούς πολέμους, τούς σεισμούς, τίς ἀκαταστασίες, τίς σφαγές καί τίς ἐκδιώξεις τῶν συνανθρώπων μας, τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα τῆς ἐποχῆς μας, τήν οἰκονομική κρίση καί τήν ἀποδόμηση καί ἀμφισβήτηση τῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς, τήν ὑποτίμηση καί ἀποϊεροποίηση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Τότε θά διαπιστώσουμε ὅτι ὅλα αὐτά γίνονται ἀφορμές καί ἐμπόδια γιά νά χάσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἀξιοπρέπεια, τήν πίστη καί τήν αὐτοπεποίθησή του. Παρ᾽ ὅλα αὐτά, καί φέτος ἑορτάζουμε Χριστούγεννα. Γιατί, «ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα Θεὸν τὸν Ἀδὰμ ἀπεργάσηται». Γιά νά παρουσιάζεται καθημερινά ἀνάμεσά μας, ὅπως δηλώνει καί τό ὄνομά Του «Ἐμμανουήλ» (Ματθ. 1,23), πού θά πεῖ, ὁ Θεός εἶναι μαζί μας, εἶναι ἕνα μέ μᾶς, εἶναι κοντά μας ἡ Χάρη καί ἡ δύναμή Του. Ἄς μή ξεχνᾶμε ποτέ τήν ἄκρα συγκατάβασή Του νά γεννηθεῖ ὡς ἄνθρωπος ἀπό ἀγάπη, φιλανθρωπία καί μέγα ἔλεος γιά τόν κάθε ἄνθρωπο. Καί ἐμεῖς ἄς Τόν παρακαλοῦμε καθημερινά, ὅπως ὁ ψαλμωδός Δαβίδ, «Τό ἔλεός σου Κύριε καταδιώξει με πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου» (Ψαλμ. 22,6). Ἀμήν! Ἀδελφοί, Χριστός Ἐτέχθη! Ἀληθῶς Ἐτέχθη! Χριστούγεννα 2014 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ † Ὁ Ἱεραπύτνης καί Σητείας ΕΥΓΕΝΙΟΣ, Διάπυρος πρός τόν Ἐνανθρωπήσαντα Σωτῆρα Εὐχέτης πάντων ὑμῶν 7
Μήνυμα του Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου ἐπί τῇ ἐνάρξει τοῦ νέου ἔτουσ 2015 201520 Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί καί τέκνα περιπόθητα,
Σ
τήν ἀρχή κάθε χρόνου ἀνανεώνουμε τίς ἑόρτιες εὐχές μας, εὐχόμαστε καί προβληματιζόμαστε μαζί, πιστεύουμε καί ἀμφιβάλλουμε, ἐλπίζουμε καί περιμένουμε. Ἴσως νά ἔρθει τό «καλό», ὅπως οἱ περισσότεροι πιστεύουμε, γιά κάτι καινούργιο στήν προσωπική μας ζωή, σέ μιά κοινωνία πού συνεχῶς μεταλλάσσεται, πού ἀμφισβητεῖται ἡ χριστιανική πίστη καί ἡ παράδοση μέ ἕνα ἄμεσο πόλεμο ἀποχρωματισμοῦ, διάβρωσης καί σχετικοποίησης κάθε ἀλήθειας. Στό πλαίσιο αὐτό ὡς σύγχρονοι ἄνθρωποι ἔχομε ἐννοήσει ὅτι πιό εὔκολα, πιό γρήγορα καί χωρίς κόπο θά βροῦμε ἄνεση στά μυθικά ἐπιτεύγματα τῆς τεχνολογίας, τοῦ διαδικτύου, τῆς συνεχοῦς πληροφόρησης καί τῆς σύγχρονης προβολῆς ξένων δοξασιῶν καί ἰδεολογιῶν πού ὑπόσχονται εὐημερία, ἄνεση, ὑγεία καί εὐεξία. Ἔτσι δημιουργεῖται ἕνα κενό μέσα μας πού καθένας περιμένει νά καλύψει ἀπό τήν ἰδεολογία, τίς προτιμήσεις καί τίς ἐπιλογές του, μέ στοιχεῖο μαγικό αὐτόματης γένεσης καί θεραπείας ἀκόμα καί σέ θρησκευτικό ἐπίπεδο. Αὐτό ὅμως ὑποκαθιστᾶ τήν πίστη σέ ὅλα τά ἐπίπεδα, ὑποτιμᾶ τήν πράξη καί ὑποδηλώνει τήν παραίτησή μας ἀπό τόν ἀγώνα, τήν προσωπική εὐθύνη καί τόν ὀρθό τρόπο ζωῆς. Ἡ φανταστική θεώρηση τῆς παντοδυναμίας μιᾶς εἰκονικῆς πραγματικότητας σήμερα, πού προσφέρει ἀνώδυνα ὁ ἀπό μηχανῆς Θεός, τά μαγικά φίλτρα καί τά ὅπλα τοῦ «σούπερμαν» τῶν κόμικς μπερδεύουν μικρούς καί μεγάλους καί ἀποκοιμίζουν τή συνείδηση. Ἔτσι τρέχει ὁ χρόνος ἀναξιοποίητος καί μέ πολλά προβλήματα. Ἀκόμα καί τήν ἐνσυνείδητη χριστιανική ζωή τή βλέπουμε κάτω ἀπό τό βλέμμα μιᾶς ἀπατηλῆς μαγικῆς λάμψης. Ἀπουσιάζει ἡ προσωπική γνωριμία μέ τόν ἀληθινό Θεό, μέ τήν ἔμπρακτη πίστη καί ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. 3, 15). Αὐτή μόνο μπορεῖ νά δώσει ὄχι τήν πρόσκαιρη καί φανταχτερή λάμψη, ἀλλά τό θαῦμα, δηλ. τή θεραπεία καί σωτηρία μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς, τίς περισσότερες φορές στρέφουμε τό νοῦ μας στό Θεό καί ἐκδηλώνουμε κάποια θρησκευτικότητα ὅταν τά προβλήματα ὑγείας, ἀνασφάλειας, ἀδυναμίας, χρέους, ἐκδίκησης καί ψυχοπαθολογίας κλονίζουν τήν πίστη μας καί ἀποδιοργανώνουν τή ζωή μας. Ὁ ψυχαναγκαστικός τρόπος θρησκευτικότητας περιορίζεται στήν πάλη καί τή δύναμη τοῦ κακοῦ πού κυριαρχεῖ στή ζωή μας καί ὡς τελευταία λύση καταφεύγουμε ἀναγκαστικά στήν Ἐκκλησία, ἀγνοώντας τό μυστήριο τῆς ζωῆς καί τῆς κατά Χριστόν διαγωγῆς. Πάλι τό προσωπικό μας πιστεύω δέν εἶναι ἡ ἀπόφαση «Ἐν τῷ Θεῷ ποιήσομεν δύναμιν» (Ψαλμ. 59,14) καί «πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι» (Μάρκ. 9,23), ἀλλά μιά προσωρινή ἀνακούφιση τύπου χημειοθεραπείας καί καταφυγῆς στή θολοκουλτούρα ἄλλων δοξασιῶν μέχρι καί ἀνατολικῶν θρησκειῶν, ξένων πρός τήν ἰδιοσυγκρασία καί τήν παράδοση μας. Δέν στηριζόμαστε στήν ἁγιοπατερική παράδοση τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐλέους, τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας. Ἡ θρησκευτική ἐπένδυση γιά μαγικές λύσεις, προσωπικῆς διαταραχῆς καί ἀποπροσανατολισμοῦ καλύπτουν μόνο ἐσωτερικά προβλήματα καί ἀνασφάλειες. Εὐκαιρία, λοιπόν, νά ἀνανήψουμε καί νά ἀνανεωθοῦμε πνευματικά, ὅπως καί ὁ καινούργιος χρόνος. «Ἰδού ποιῶ πάντα καινά» (Ἀποκ. 21,5) μᾶς λέγει ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Τίποτα τό στατι8
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
κό, τό συγκεχυμένο, τό ἐφήμερο καί παροδικό. Ἡ αἰωνιότητα εἶναι ἀνανέωση διαχρονική μέ τή διαχρονική Χάρη τοῦ Θεοῦ καί βρίσκεται μόνο στήν Ἐκκλησία Του, στή μυστηριακή ζωή, τήν προσευχή καί τή μετάνοια. Αὐτή τήν ἀναγέννηση καί ἀνανέωση κάθε χρόνο εὐχόμαστε καί περιμένουμε. Τή λύση τή δίνει μόνο ὁ Θεός, «ὁ ἐτάζων νεφρούς καί καρδίας» (Ἱερ. 17,10). Ἄς βιώσουμε τήν ὀμορφιά τῆς ἀληθινῆς πίστεως στό Θεό καί τήν παράδοσή μας ἀπό τήν ἀκατανίκητη ἕλξη πρός τό θεϊκό πρόσωπό Του, πού σαγήνευσε ἀμέτρητες ψυχές καί ἀπελευθέρωσε ἄλλες τόσες ἀπό τίς σατανικές δυνάμεις τοῦ κακοῦ. Ἡ προσωπική σχέση μέ τό Χριστό μᾶς ἐξασφαλίζει τήν ψυχοσωματική συμμετοχή στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, κατά τήν ἀδιάψευστη ρήση τοῦ Ἱδρυτοῦ της: «Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσῃ ὑμᾶς» (Ἰω. 8,32). Ἄς μήν ἐπαναπαυθοῦμε μόνο στίς γιρλάντες τῶν ὑποσχέσεων καί τῶν εὐχῶν, στίς πυγολαμπίδες τῶν ἐφήμερων ἐγγυήσεων τῶν μεγάλων ἀφεντικῶν. Ἄς ἀποβάλλουμε τό κάλυμμα καί τό προσωπεῖο κάθε πολιτικοκοινωνικῆς ἤ θρησκευτικῆς ἐπένδυσης, πού ὑπόσχεται μαγική ἐπίλυση τῶν προβλημάτων καί συνάμα καλύπτει ἀνομολόγητα τά ὀφέλη τῶν ἀνακόλουθων καί αὐτοαποκαλούμενων σωτήρων. Ἡ ἁρμονική συνύπαρξη τῶν χριστιανικῶν ἀξιῶν καί τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τῆς παραδόσεως καί τοῦ πολιτισμοῦ μας στήν πατρίδα μας ἐκφράζονται μέχρι καί σήμερα στίς θρησκευτικές καί ἐθνικές ἑορτές, πού καί αὐτές κάποιοι προσπαθοῦν νά ἀλλοιώσουν καί νά ἐκμεταλλευτοῦν ἰδεολογικά. Ἡ σωστή, ὅμως, στάση ἐξισορρόπησης τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος, ἡ ἐπίγνωση καί ἀξιοποίηση τῆς παρούσης χρονικῆς καί πάλι εὐκαιρίας καί ἡ συνολική καί πνευματική δημιουργία τῆς νέας χρονιᾶς μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄς γίνει εὐκαιρία ἀνάνηψης, ἀναγέννησης καί αὔξησης τοῦ γενικότερου συμφέροντος καί βοηθείας τοῦ πάσχοντος ἀνθρώπου. Ἄς ἐπιστρέψουμε στίς πολιτιστικές καί πνευματικές παραδόσεις τοῦ τόπου μας. Εἶναι δοκιμασμένος τρόπος ζωῆς καί ἐξοβελίζει κάθε ὕπουλη ὑπομόνευση τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς πλούσιας καί μακρόχρονης ἱστορίας μας. Ἄς μή ἐντυπωσιαζόμαστε ἀπό τή σύγχρονη μόδα τῆς «ἀντίκας» γιά μιά ἁπλή ἐπιφανεική «διακόσμηση» τῶν σπιτιῶν μας μέ ἔπιπλα καί σκεύη ἐμπνευσμένα ἀπό τή λαϊκή μας παράδοση. Αὐτά εἶναι ἁπλά πυγολαμπίδες καί φῶτα πολύχρωμου ἐντυπωσιασμοῦ, ἀλλά δέν εἶναι τό φῶς, τό ἄσβεστο, τό δυνατό καί καθαρό. Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί τῆς παραδόσεως πού φέγγει σέ κάθε ἄνθρωπο πού θέλει νά ἔχει αἰσθήσεις καθαρές καί ζωή φωτεινή. Ἄς ἀξιοποιήσουμε μέ ὅλα αὐτά τά δοκιμασμένα ἱστορικά καί διαχρονικά δεδομένα καί τή νέα χρονιά 2015. Οἱ ἀποτυχίες τοῦ παρελθόντος, οἱ ἐμπειρίες τοῦ παρόντος καί οἱ προβληματισμοί τοῦ μέλλοντος εἶναι εὐκαιρίες νά γίνουν ὅλα ἕνα στό διαχρονικό παρόν τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τόν Χριστό, πού εἶναι τό πᾶν γιά ὅλους μας. Τότε θά ἐπιβεβαιώνουμε καί θά ἀνανεώνουμε τήν ἑλληνορθόδοξη ταυτότητα καί παράδοσή μας καί στή νέα χρονιά σέ διαπροσωπικές σχέσεις καί πολιτικοκοινωνικές ἐπιτυχίες. Εὔχομαι πατρικά σέ ὅλους σ᾽ αὐτή τή δύσκολη χρονιά αὐτό πού ἔλεγε ὁ νέος Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, Ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης: «Νά εἴμαστε ὅλοι ἕνα καί ὁ Χριστός κεφαλή. Ἕνα σῶμα, σῶμα Χριστοῦ: “Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους’’ (Α΄ Κορ. 12,27). Εἴμαστε ὅλοι ἕνα, γιατί ὁ Θεός εἶναι πατέρας μας. Ὅταν τό ζήσομε αὐτό, εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία. Ζοῦμε τή χαρά τῆς ἑνότητας, τῆς ἀγάπης. Καί γινόμαστε ἕνα μέ ὅλους, μέ κάθε δυστυχισμένο, πονεμένο καί ἁμαρτωλό. Δέν ὑπάρχει πιό ὡραῖο πρᾶγμα!». Αὐτές εἶναι οἱ πιό ὡραῖες εὐχές, προσευχές καί οἱ πιό ὡραῖες ἐπιτυχίες καί ἐπιλογές γιά ἕνα ἔτος εὐλογημένο καί εἰρηνικό, «ἵνα πάντες ὦσιν ἕν» (Ἰω. 17,11). Καλή καί εὐλογημένη ἀπό τόν Κύριο χρονιά! Ἱεράπετρα, Πρωτοχρονιά 2015 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ † Ὁ Ἱεραπύτνης καί Σητείας ΕΥΓΕΝΙΟΣ Διάπυρος πρό τόν ἐν σαρκί περιτμηθέντα Κύριον εὐχέτης πάντων ὑμῶν 9
Εἰσοδεύοντας στή Βασιλεία (ἡ τυπική καί θεολογική ἑρμηνεία τοῦ Καιροῦ) Πρωτ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη, Θεολόγου Εἰσαγωγικά νας ἀπό τούς φημισμένους Πατέρες τῆς Ἐρήμου στήν Αἴγυπτο τοῦ 4ου αἰώνα, ὁ ἅγιος Σεραπίων ὁ Σινδωνίτης, ταξίδευε μιά φορά γιά προσκύνημα στή Ρώμη. Ἐκεῖ τοῦ εἶπαν γιά μιά περίφημη ἔγκλειστη γυναίκα, πού ζοῦσε σ᾿ ἕνα μικρό δωμάτιο, χωρίς ποτέ νά βγαίνει ἔξω. Διαπιστώνοντας γιά τόν τρόπο τῆς ζωῆς της -γιατί ὁ ἴδιος ἦταν ἕνας μεγάλος περιπλανώμενος-, τήν ἐπισκέφτηκε καί τή ρώτησε: “Γιατί κάθεσαι ἐδῶ;” κι ἐκείνη τοῦ ἀπάντησε: “Δέν κάθομαι. Ταξιδεύω”. Ὁ κάθε χριστιανός θά μποροῦσε νά χρησιμοποιήσει αὐτά τά λόγια γιά τόν ἑαυτόν του. Τό νά εἶσαι χριστιανός σημαίνει νά εἶσαι ταξιδιώτης. Ταξιδεύομε μέσῳ τοῦ ἐσωτερικοῦ χώρου τῆς καρδιᾶς σ᾿ ἕνα ταξίδι, πού δέν μετριέται μέ τίς ὧρες τοῦ ρολογιοῦ ἤ μέ τίς ἡμέρες τοῦ ἡμερολογίου, γιατί εἶναι ἕνα ταξίδι ἔξω ἀπό τόν χρόνο καί μέσα στήν αἰωνιότητα»1. Ἁπλῶς πρέπει νά συνειδητοποιήσομε ὅτι σ᾿ αὐτό τό ταξίδι χρειάζεται ν᾿ ἀνακαλύψομε τήν πραγματική φύση τοῦ ταξιδιοῦ καί τόν προορισμό του, πού δέν εἶναι μιά ἀτομική ἀνακάλυψη ἀλλά μιά συλλογική ἐμπειρία, μέ τήν ὁποία ἐπαληθεύει ὁ καθένας ὅ,τι ἔχει διδαχθεῖ ὡς Παράδοση καί τήν ὁποία καλεῖται νά ξαναζήσει προσωπικά, ὡς δωρεά τῆς θείας ἀποκαλύψεως. Σκοπός τοῦ ταξιδιοῦ μας εἶναι ἡ ἐπανεύρεση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ἡ εἴσοδός μας σ᾿ αὐτήν. Καί σ᾿ αὐτή τήν ἐπανεύρεση χρειαζόμαστε τήν καθοδήγηση, νά δοῦμε πέρα ἀπό τήν «ἐντός ἡμῶν βασιλεία»2, ποιούς δεῖχτες πρέπει ν᾿ ἀκολουθήσομε καί ποιούς θά πρέπει νά ἔχομε συντρόφους καί συνοδίτες. Σέ ποιούς σταθμούς θά σταματήσομε γιά ἀνεφοδιασμό καί ποιά μονοπάτια θ᾿ ἀκο-
Ε
λουθήσομε γιά νά τελειώσομε ἄσφαλτα τήν ὁδό, εἰσοδεύοντας στή Βασιλεία. Σ᾿ αὐτά τά ἐρωτήματα ἡ ἀπάντηση ἀπό μέρους τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας εἶναι σαφής. Ἡ θεμελιακή πράξη πού συγκροτεῖ, ζωογονεῖ, καί ὁλοκληρώνει τή Βασιλεία εἶναι ἡ Ἐκκλησία, πού συνάγει τόν λαό τοῦ Θεοῦ στήν Εὐχαριστία, στόν ἴδιο τόπο, «ἐπί τό αὐτό»3 - «εἰς τό δεῖπνον τοῦ γάμου τοῦ ἀρνίου»4, ὅπου ὅλα τά τέκνα τοῦ Θεοῦ «τά διεσκορπισμένα»5, ἑνώνονται εἰς «ἕν σῶμα καί ἕν πνεῦμα…ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως …»6. Ψηλαφοῦν τή μεταμορφωτική διάσταση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως ἐν Χριστῷ καί σταθεροποιοῦν τόν βηματισμό τους στά μονοπάτια τῆς αἰωνιότητος, καθώς τρέφονται μέ τήν ἄσπιλη Σάρκα καί τό ζωοποιόν Αἷμα Του, μετέχοντας στή χαρά τοῦ αἰωνίου Πάσχα. Ἡ προετοιμασία γιά τόν ἀκριβῆ καί ἄσφαλτο βηματισμό μας γίνεται μέ τήν εἴσοδό μας στόν Ναό. Ἐκεῖ ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι εἶναι ἕνας ξεχωριστός χῶρος «κατειλημμένος» ἀπό τή ζωντανή παρουσία τοῦ Θεοῦ, ὅπου ὁ Ἴδιος ὁ Θεός «ἐνοικεῖ καί ἐμπεριπατεῖ»7. Εἰσερχόμενοι στόν Ναό, ὅλοι οἱ πιστοί, κληρικοί καί λαϊκοί «παίρνομε καιρό», δηλαδή συνειδητοποιοῦμε ὅτι μπαίνομε σέ μιά ἄλλη διάσταση τόπου καί χρόνου, γινόμαστε ὀργανικά μέλη ἑνός θεανθρώπινου μυστηρίου, πού συντελεῖται στόν καθένα πιστό χωριστά καί σέ ὅλη τή λειτουργική κοινότητα. Στό ἐπίπεδο αὐτό τοῦ πνευματικοῦ βάθους πού εἰσερχόμεθα, «καλούμαστε νά ξεπεράσομε κάθε στοιχεῖο καθαρά αἰσθητικό, πού εἶναι πάντα ἁπλῶς ἕνα ἐκφραστικό μέσο, γιά νά συλλάβομε τήν Ὡραιότητα τοῦ οὐρανίου (κάλλους), στό ὁποῖο εἶναι προορισμένος νά προσφέρει θυσία ὁ λειτουργικός ἄνθρωπος, ὡς “ἡ καινή κτίσις’’»8. Γι᾿ αὐτό κι ἡ κάθε μας πρά-
Ἀνακοίνωση στή διημερίδα πού ὀργάνωσε τό σωματεῖο ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» στίς 24-25 Ὀκτωβρίου 2014 στόν Ἱερό Ναό Παναγίας Μπεντεβῆ Ἡρακλείου μέ θέμα: «Ἡ Ψαλτική Τέχνη στήν Ὀρθόδοξη Λατρεία».
10
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ξη καί στάση ἀπό τότε πού θά εἰσέλθομε στόν Ναό, ὅπως εἶναι τό ἄναμμα τοῦ κεριοῦ, ἡ προσκύνηση τῶν εἰκόνων, ἡ εὐλογία τοῦ ἱερέως μέ τόν ἀσπασμό τῆς χειρός του ἀπό τούς ἔχοντας κάποια διακονία στό ἱερόν Βῆμα, ἤ στό ἱερόν Ἀναλόγιον καί ὅλους ὅσοι ἐπιμελοῦνται τῆς εὐταξίας τοῦ Ναοῦ, ἡ στάση μας, γενικῶς, κατά τή διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Συνάξεως καί ὅ,τι ἄλλο συμβάλλει σ᾿ αὐτή τή λειτουργική μας συνοδοιπορία, ἔχει τό βάρος καί τήν ἀξία τοῦ Καιροῦ. Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν τούς σημαντικούς καί ἀποφασιστικούς δεῖχτες πού μᾶς εἰσοδεύουν στή Βασιλεία, ἀλλ᾿ εἰδικότερα γιά τούς ἀποτελοῦντες τήν τάξη τῆς εἰδικῆς ἱερωσύνης: Ἐπισκόπους, Ἱερεῖς, Διακόνους, πού εἶναι ἐπιφορτισμένοι, κατά κύριον λόγο, μέ τήν τέλεση τῆς ἀναιμάκτου ἱερουργίας, ὑπάρχει μιά καθορισμένη ἀκολουθία ἡ Τάξη τοῦ Καιροῦ, πού ἀπαραιτήτως πρέπει νά γίνει ἀπό τούς μέλλοντας νά τελέσουν τό Μυστήριον τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Σ᾿ αὐτή τήν Τάξη θά ἀναφερθεῖ ἡ δική μας εἰσήγηση, τήν ὁποία χωρίσαμε σέ δύο μέρη: α) Στήν καθ᾿ αὐτό τυπική διάταξη τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Καιροῦ καί β) Στή θεολογική ἑρμηνεία τοῦ Καιροῦ, ὡς τήν κατ᾿ ἐξοχήν συνειδητοποίηση τῆς εἰσόδου συνόλου τοῦ πληρώματος τῶν πιστῶν στή Βασιλεία. Ἡ τυπική διάταξη τοῦ Καιροῦ α) Ὁ Καιρός τῶν Ἱερέων μή ὄντος Ἐπισκόπου. Κατά κανόνα λαμβάνεται στόν Σολέα, μετά τήν α΄ ἐκφώνηση τῶν Καθισμάτων τοῦ Ὄρθρου. Ἐξερχόμενοι τοῦ ἱεροῦ Βήματος, μεταβαίνουν ἐκ τῆς δεξιᾶς καί ἀριστερᾶς θύρας «φέροντες ράσο, καμηλαύκι»9, μόνο του ἤ μέ ἐπιρριπτάριο ἀναλόγως ὁ καθείς μέ τά διάσημα τοῦ ὀφφικίου του. Προσέρχονται ἐνώπιον τοῦ ἐπισκοπικοῦ Θρόνου, καί ποιοῦν πρό αὐτοῦ μετάνοιαν καί, ἐν συνεχείᾳ, ἔρχονται πρό τῆς κλειστῆς Ὡραίας Πύλης, καί ἄρχονται τῆς ἀκολουθίας τοῦ Καιροῦ, ποιοῦντες προσκυνήματα τρία, λέγοντες ἕκαστος καθ᾿ ἑαυτόν: «Ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ…». Κατόπιν λέγουν τά τρία κατανυκτικά τροπάρια «Ἐλέησον ἡμᾶς…» καί εἰς τό «Καί νῦν…» ἀνοίγονται τά βημόθυρα καί ἄρχεται ἡ κατά σειρά προσκύνηση τῶν εἰκόνων τοῦ τέμπλου, ἀπό ὅλους πού λαμβάνουν
Καιρόν. Ἔρχονται πάλι μπροστά στήν Ὡραία Πύλη καί ὁ πρῶτος τῇ τάξει λέει τήν εὐχή: «Κύριε, ἑξαπόστειλον τήν χεῖράν σου…καί ἐνίσχυσόν με…ἵνα παραστάς…». Σέ μερικές φυλλάδες ἡ εὐχή ἀναφέρεται στόν πληθυντικό «ἐνίσχυσον ἡμᾶς», δοκιμότερον ὅμως εἶναι νά λέγεται στόν ἑνικόν, ἀφοῦ ἕνας πάντοτε εἶναι ὁ Θύτης, ὁ τελῶν τήν ἀναίμακτον ἱερουργίαν, οἱ δέ λοιποί εἶναι ἁπλῶς οἱ συλλειτουργοί καί συμπαρεδρεύουν. Μετά τήν Ἀπόλυση στρέφονται πρός τόν λαό καί δι᾿ ἐλαφρᾶς ὑποκλίσεως ζητοῦν συγχώρεση μέ τά χέρια σταυρωμένα ἐπί τοῦ στήθους. Ἀκολούθως, εἰσέρχονται στό ἱερόν Βῆμα κατ᾿ ἀντίθετη πορεία τῆς ἐξόδου τους, λέγοντας καθ᾿ ἑαυτούς: «Εἰσελεύσομαι εἰς τόν οἶκόν σου….», ἀσπάζονται τήν ἁγία Τράπεζα καί τό ἱερόν Εὐαγγέλιο ὁ ἱερεύς καί μόνο τήν ἁγία Τράπεζα ὁ διάκονος καί ἀπέρχονται ἀπεκδυόμενοι τά κοσμικά τους ἐνδύματα καί ἐνδυόμενοι τά ἄμφιά τους, κατά τήν τάξη τοῦ ἰσχύοντος Ἱερατικοῦ. Ὁ Καιρός κατά τήν Θ. Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, λαμβάνεται «κατά ἕνα ἀπέριττο καί ἀρχαιοπρεπῆ τρόπο, τόσο ταιριαστό μέ τόν “συνεσκιασμένον καί πενθηρό’’, κατά τόν Θεόδωρο Στουδίτη, χαρακτήρα τῶν Προηγιασμένων, μόνο μέ μετάνοια στόν Ἐπισκοπικό θρόνο καί προσκυνήματα τρία πρό τῆς Ὡραίας Πύλης ἐν σιγῇ ἤ μέ τό “Ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ...’’, ἤ τό “Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἡμῶν…’’, ψιθυριστά καί ἀσπασμόν τῶν Ἁγίων εἰκόνων»10. Καταλληλότερος χρόνος εἶναι «ἀμέσως μετά τήν ἔναρξη τῆς Θ΄ Ὥρας, οὕτως ὥστε νά εἶναι ἐνδεδυμένος (ὁ ἱερεύς) γιά νά θυμιάσει 11
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
κατά τήν ψαλμωδία τῶν Μακαρισμῶν ἤ μετά τό «Ὁ Θεός οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς». «Ἄν ὁ ἱερεύς κρίνει ἀνεπαρκῆ τόν χρόνον αὐτόν γιά νά λάβει Καιρόν, νά ἐνδυθεῖ καί νά θυμιάσει, μπορεῖ βεβαίως νά λάβει Καιρόν ἐνωρίτερον», σημειώνει ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἰ. Φουντούλης11. Ἐκτός ἀπό τήν Προηγιασμένη Λειτουργία, ὁ «Καιρός» συνδέεται μέ τόν Ἑσπερινό καί τή Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου (Μ. Πέμπτη, Μ. Σάββατο), πού οἱ λειτουργοί λαμβάνουν «Καιρό» στόν Ὄρθρο, ψαλλομένου τοῦ Κανόνος «Κύματι θαλάσσης», ὁ ὁποῖος ἐπέχει θέση Μεσονυκτικοῦ. Ἐπίσης καί στήν περίπτωση τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων. Σχετικά μέ τά Μυστήρια τοῦ ἱεροῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος καί τοῦ Γάμου δέν ὑπάρχει θέμα, ἀφοῦ στήν ἀρχική πράξη τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ἐνταγμένα στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Καί ἄν δέν ἐπανέλθομε σ᾿ αὐτή τήν παλαιά τάξη θά βρισκόμαστε πάντα σέ ἀταξία. Τό μόνο πού ἀπομένει ἀκόμη συνδεδεμένο μέ τή Θεία Λειτουργία εἶναι τό Μυστήριον τῆς Ἱερωσύνης. Τό πότε διεμορφώθη καί εἰσήχθη ἡ Ἀκολουθία τοῦ «Καιροῦ» στή σημερινή της μορφή δέν τό γνωρίζομε, εἶναι προφανῶς ἀντικείμενον πληρεστέρας ἐρεύνης. Πάντως, ἀπό τούς πρώτους χρόνους ὑπῆρχε σέ ἁπλές μορφές ἡ προτοιμασία τῶν κληρικῶν πού ἐπρόκειτο νά τελέσουν τό μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί “ἡ ἔναρξη τῆς θείας λειτουργίας ἐσημειοῦτο δι᾿ Ἁγιογραφικῶν ἀνα12
γνωσμάτων, ἐνδεδυμένων τῶν λειτουργῶν, εἰς τά παστοφόρια καί εἰσερχομένων κατά τήν μικράν Εἴσοδον εἰς τό Ἱερόν Βῆμα”. Ἡ διάταξη αὐτή εἶναι μεταγενεστέρα (πιθανῶς ἀπό τοῦ Η΄ ἕως τοῦ ΙΒ΄αἰῶνος), διότι «ἡ ἀπό τοῦ Εὐλογημένη καί τῶν Ἀντιφώνων μετά τῶν Συναπτῶν ἔναρξις τῆς Θ. Λειτουργίας δέν ἀποτελεῖ στοιχεῖον πρωταρχικόν αὐτῆς, ἀλλά διαμόρφωσιν συντελεσθεῖσαν βραδύτερον»12. Στήν ἀρχαιότερη Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου σημειώνει γιά τόν «Καιρό», ὁ Ἀριστ. Πανώτης, στήν ἔκδοσή του13: «Ἐπιστάντος τοῦ καιροῦ τῆς ἱερουργίας ὁ Προεστώς καί οἱ τυχόν συλλειτουργοί αὐτοῦ προσέρχονται εἰς τό Σκευοφυλάκιον (Διακονικόν) τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ἔνθα τοποθετεῖται τό Εὐαγγέλιον ἐν μέσῳ δύο κηρίων. Ποιοῦσιν εὐλαβῶς τρία προσκυνήματα. Ὁ Διάκονος: Εὐλόγησον. Ὁ Ἱερεύς: Δόξα τῷ Πατρί...Ὁ Διάκονος: Ἀμήν: Ὁ Ἱερεύς τήν εὐχήν: Ἐν πλήθει ἁμαρτιῶν….», «Ἅπαντες ἀσπάζονται τό Εὐαγγέλιον καί ἐάν προεξάρχη Ἐπίσκοπος, τό Πρεσβυτέριον ἀσπάζεται καί τήν δεξιάν αὐτοῦ καί ἄρχονται ἅπαντες τῆς ἐνδύσεως τῶν Ἱερῶν Ἀμφίων, εἴτε λέγοντες τόν Ν΄ Ψαλμόν, εἴτε τούς συνήθεις στίχους ἤ τήν ἀκόλουθον εὐχήν μυστικῶς (χαμηλοφώνως): Δέσποτα Κύριε ὁ Θεός….». Ὅλες οἱ ἁγιαστικές καί μυστηριακές πράξεις τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν ἀνάγκη «Καιροῦ», ἐπειδή ὅλες γίνονται ἐν χρόνῳ καί σκοπός ὅλων αὐτῶν τῶν λατρευτικῶν πράξεων εἶναι νά μεταβάλλουν τόν χρόνον εἰς «Καιρόν», ἀφοῦ τά πάντα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀποφασιστικές στιγμές σωτηρίας καί ἐντάσσονται στήν μεταμορφωτική ὑπόσταση τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου, πού, ὡς χρόνος σωτηρίας, βιώνεται ὡς ἕνα διαρκές παρόν. Ἕνας Ἁγιασμός, ἕνα Τρισάγιο, μιά Παράκληση, μιά Δέηση, δέν εἶναι ἁπλά χρονικά γεγονότα ἀλλά ἐσχατολογικά, πού γεύονται τοῦ μυ-στηρίου τῆς μεταμορφώσεως τοῦ χρόνου εἰς καιρόν σωτηρίας, ὁ ὁποῖος ἀποτυπώνεται καί βιώνεται σ᾿ αὐτές τίς ἁπλές καθημερινές, λατρευτικές, ἁγιαστικές καί μυστηριακές πράξεις, τῆς Ἐκκλησίας. Ἑπομένως, ὅλες αὐτές καί πολλές ἄλλες ἐντάσσονται καί πρέπει νά ἐντάσσονται στήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ «Καιροῦ». Τέτοιες εἰσοδευτικές «εὐχές»
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
μπορεῖ κανείς νά ἀρδεύσει πάμπολλες ἀπό τήν πράξη εὐλαβῶν Ἱερέων, οἱ ὁποῖες στήν ποικιλότητα τῶν μορφῶν τους συνάδουν πρός τήν συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἔκφρασης τῆς λειτουργικῆς δυνάμεως τῆς παραδόσεώς της. Ὁ «Καιρός» τί εἶναι; Εἶναι προετοιμασία. Ἡ προετοιμασία τῶν λειτουργῶν γιά τήν τέλεση τῶν ἁγιαστικῶν ἤ μυστηριακῶν πράξεων τῆς Ἐκκλησίας. Μποροῦμε, συνεπῶς, νά τελέσομε κάποια ἀπό αὐτές, χωρίς προετοιμασία; Ἀσφαλῶς ὄχι. Εἰδικά, ἡ Ἀκολουθία τοῦ «Καιροῦ» εἶναι μιά «κωδικοποιημένη» εὐχετική προετοιμασία. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή προσγειωνόμαστε στήν ἀπόλυτη πραγματικότητα τῆς διακονίας μας, ἀξιολογώντας τήν κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας Χριστοκεντρικά, ἀφοῦ Κέντρο καί ἐντελέχεια τοῦ γραμμικοῦ χρόνου εἶναι ὁ Χριστός, πού μεταβάλλει τόν κοσμικό χρόνο σέ λειτουργικό, δίνοντάς του καί κατακόρυφη διάσταση. Δέν εἴμαστε ἐμεῖς πού ὁδηγούμεθα στό μέλλον, ἀλλά ὁ Χριστός καί ἡ Βασιλεία Του πού ἦλθαν σ᾿ἐμᾶς καί ἔτσι ἡ αἰωνιότητα εἰσῆλθε στήν Ἱστορία, ὁ Χριστός εἶναι τό τέλος, τό «πλήρωμα τοῦ χρόνου» καί ἡ εἴσοδος τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου εἰσέρχεται στόν καιρό καί τό πλήρωμα τῶν ἐσχάτων. β) Ὅταν πρόκειται νά ἱερουργήσει Ἐπίσκοπος. Οἱ ἱερεῖς δέν λαμβάνουν Καιρόν οὔτε ἐνδύονται τά ἄμφιά τους. Ἕνας μόνον ἱερεύς, φέρων ἐπιτραχήλιο ἐκτελεῖ τά εἰς τόν Ὄρθρο διατεταγμένα. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀναμένουν τήν ἄφιξη τοῦ Ἐπισκόπου στήν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ. Ἐρχομένου τοῦ Ἐπισκόπου, φέροντος ἐπανωκαλύμμαυκο καί ἐγκόλπιο, λαμβάνει ἐκ τῆς χειρός τοῦ πρώτου τῇ τάξῃ ἱερέως τήν ποιμαντική ράβδον καί, ἐνδυσάμενος εἰς τόν Νάρθηκα τόν ἀρχιερατικό μανδύα, εἰσέρχεται στόν Ναό, προπορευομένων τῶν ἱερέων καί διακόνων κατά τάξη. Σταθείς δέ εἰς τό μέσον τοῦ Ναοῦ πρό τοῦ θρόνου, ἀκροᾶται τοῦ Κοντακίου, τοῦ Οἴκου καί τοῦ Συναξαρίου τῆς ἡμέρας καί ψαλλομένου ἀργῶς τοῦ «Εἰς πολλά ἔτη, δέσποτα» ὑπό τῶν χορῶν, κατερχομένων ἐκ τῶν στασιδίων τους, ὁ Ἐπίσκοπος εὐλογεῖ τόν λαόν. Κατόπιν, προσκυνήσας τρίς, ἀνέρχεται εἰς τόν θρόνον του καί ἀσπάζεται τήν ἐν αὐτῷ δεσποτικήν εἰκόνα. Τότε
ἀμέσως κινοῦνται πρός αὐτόν οἱ Ἱερεῖς καί οἱ Διάκονοι γιά νά λάβουν Καιρόν κατά ζεύγη εἷς ἱερεύς καί εἷς διάκονος κατά τήν τάξη τῶν πρεσβείων τους. Ποιοῦν μετάνοια, ἀσπάζονται τήν δεξιά τοῦ Ἐπισκόπου καί κάνοντας σχῆμα ἀπέρχονται εἰς τό Ἱερόν. Ἀσπάζονται τό εὐαγγέλιον καί τήν ἁγία Τράπεζαν, ποιοῦν σχῆμα ἀναμεταξύ τους καί ἐνδύονται τά ἄμφιά τους. Ὁ Ἐπίσκοπος ψάλλει ἀντί τοῦ α΄ χοροῦ τίς Καταβασίες, τήν Θ΄ Ὠδή καί τά Ἐξαποστειλάρια. Μετά τά Ἐξαποστειλάρια ὁ κανονάρχης ἔρχεται στή μέση τοῦ Ναοῦ ἔναντι τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου καί ἐκφωνεῖ, τό «Κέλευσον, δέσποτα ἅγιε, ἦχος (τάδε)», πάντοτε μέ ἁπλή ἐκφορά στό ἁπαλό ἠχόχρωμα τοῦ κλιτοῦ καί οἱ χοροί ἄρχονται τῶν Αἴνων. Μετά τό «Αἰνεῖτε…» ὁ δεξιός χορός ψάλλει ἀργῶς «Τόν δεσπότην καί ἀρχιερέα ἡμῶν…» καί ὁ Ἐπίσκοπος κατέρχεται ἐκ τοῦ θρόνου του καί λαμβάνει καιρόν, κατά τήν τάξη, πού περιγράψαμε παραπάνω τῶν ἱερέων, πλήν ἐδῶ, μετά τήν Ἀπόλυση ὁ Ἐπίσκοπος εὐλογεῖ τόν λαό διά τοῦ τρικήρου, τοῦ β΄ χοροῦ ψάλλοντος τό «Εἰς πολλά ἔτη, δέσποτα», εἰσέρχεται στό Ἱερόν, προσκυνεῖ καί ἀσπάζεται τό εὐαγγέλιο καί τήν ἁγία Τράπεζα. Ἐν τῷ μεταξύ ἕνας τῶν ἱερέων τελεῖ τήν Προσκομιδή (συνήθως ὁ β΄ τῇ τάξει), χωρίς νά εὐλογήσει τήν ἕνωση. Μετά τούς ἱερεῖς καί διακόνους λαμβάνουν Καιρόν πρῶτα ὁ Πρωτοψάλτης καί ὁ Λαμπαδάριος, φορώντας τά ράσα τους καί κατόπιν οἱ βοηθοί τους, οἱ Ἐπίτροποι καί οἱ λοιποί διακονοῦντες στό Ἱερόν. Ὅλοι προσέρχονται, βάζουν μετάνοια στόν Ἐπίσκοπο, κάνουν σχῆμα καί ἀπέρχονται ὁ καθείς στή διακονία του. Σέ περίπτωση πού ὁ Ἐπίσκοπος χοροστατήσει «ὁ Ἱερεύς, κατά τήν κρατοῦσαν τάξιν, ὀφείλει νά τελέσει τήν σχετική ἀκολουθία τοῦ Καιροῦ»14. Σημειώνομε, ἐπ᾿ εὐκαιρίᾳ, ὅτι χοροστασία Ἐπισκόπου στή Θ. Λειτουργία ἡ ἀρχαία πράξη τῆς Ἐκκλησίας δέν γνωρίζει. «Πρέπει νά εἶναι», σημειώνει ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἰ. Φουντούλης, «ἐφεύρημα τῶν τελευταίων χρόνων τῆς Τουρκοκρατίας… γι᾿ αὐτό καί ἡ σημερινή πρᾶξις εὑρίσκεται ὑπό τόν ἔλεγχον 13
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τῆς παλαιᾶς, ἡ ὁποία μᾶς δίδει καί τό κριτήριο γιά τήν ὀρθότητα τῆς νέας»15. Ἡ θεολογική ἑρμηνεία τοῦ Καιροῦ Εἶναι προφανές ὅτι ὅλη αὐτή ἡ ἀκολουθία τοῦ Καιροῦ καί ἡ τυπική διάταξή της δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά τό περίβλημα τοῦ καρποῦ. Τό ἐξωτερικό προστατευτικό περίβλημα, πού προφυλάσσει καί διασφαλίζει τό τιμαλφές περιεχόμενο τοῦ καρποῦ, πού εἶναι ἡ ἐν χρόνῳ βίωση τῆς ἄχρονης Βασιλείας καί ἡ ἐπικαιροποίηση καί βίωση τῶν ἐσχάτων στό τώρα τῆς Ἱστορίας. Ἡ εἰσόδευση μέ τήν ἀκολουθία τοῦ Καιροῦ στό αἰώνιο ἤ ἡ εἰσβολή τοῦ αἰωνίου στό «νῦν» τῆς Ἱστορίας εἶναι μιά ὄντως πορεία πρός τά ἔσχατα, μέ σταθερή τήν πίστη ὅτι ὁ χρόνος δέν χάνει τή γραμμικότητά του διότι ἔχει ἀρχή, ἀλλά καί τό «πλήρωμά του»16, τό τέλος του. «Ὁ χρόνος ἔλαβε ἀρχή ἀπό τήν Δημιουργία καί ἔχει «τέλος» μέ τή σάρκωση τοῦ Χριστοῦ, πού δίνει σέ κάθε χρονική στιγμή σωτηριολογική σημασία, - «ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας»17, ἀλλά συγχρόνως ἔχομε καί τήν εἴσοδο στά ἔσχατα – , καί ζοῦμε «… τόν ἀρραβώνα τῆς μελλούσης κληρονομίας, τήν ἀπαρχήν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, τήν ζωοποιόν δύναμιν, τήν πηγήν τοῦ ἁγιασμοῦ…»18,καί τήν χαρά ὅτι «ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ»19. Περί τῶν ἐσχάτων, βεβαίως, ὅταν ὁμιλοῦμε, δέν ἐννοοῦμε τίποτα ἄλλο παρά «τήν ἀκατάπαυστη πορεία τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν τελείωση. Μέ ἄλλα λόγια, ἐσχατολογία δέν εἶναι μόνο το τέλος, ἀλλά καί ἡ ἀρχή… Ἀπό τά πρῶτα ἀρχίζει τό ξεκίνημα γιά τά ἔσχατα καί ἀπό τά ἔσχατα κατανοοῦμε τά πρῶτα»20. Τό ὁριστικό, βεβαίως, καί τέλειο τέλος θά ἔλθει μέ τή Β΄ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ21. Παρά ταῦτα, στή Λειτουργία τῆς Θ. Εὐχαριστίας ἔχομε τήν πρόγευση τοῦ μεταμορφωμένου κόσμου, τῆς «καινῆς γῆς καί τοῦ καινοῦ οὐρανοῦ»22, ἐν μέσῳ τῆς θριαμβευούσης καί στρατευομένης Ἐκκλησίας, ὅπου ὁ πιστός γεύεται ὄχι μόνο τήν ὡραιότητα τῆς ἁγιότητος ἀλλά καί τήν ἁγιότητα τῆς ὡραιότητος, τή δύναμη, τή χαρά καί τή δόξα τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ Ἐκκλησία, καθώς πορεύεται μέσα στήν 14
Ἱστορία, βρίσκεται στήν πορεία τῆς ἕβδομης ἡμέρας, ἀπό τή δημιουργία ὥς τήν ἔσχατη ἀνάσταση τῶν πάντων, ἐνῶ προσδοκοῦμε καί προγευόμεθα τήν «ἀνέσπερον καί ἀδιάδοχον» ὀγδόην ἡμέραν, κατά τόν Μ. Βασίλειο, ὅπου βρίσκεται ἡ τελική συμμετοχή καί τό φῶς τῆς θείας Βασιλείας καί ἡ ἐπ᾿ ἄπειρον ἀκόρεστη θέα καί κίνηση τῶν ὄντων στά ἄπειρα βάθη τῆς θεότητος. Στή λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας «ὁ χρόνος νοηματίζεται ἀπό τόν Καιρό, καί ὁ Καιρός δέν εἶναι παρά μία στάση, ἕνας σταθμός, γιά νά μπορέσομε νά ἐποπτεύσομε τό παρελθόν καί νά ἀτενίσομε τό μέλλον. Χωρίς τόν Καιρό ὁ χρόνος ρέει ἀνοημάτιστος, καταποντίζεται στόν θάνατο, τίποτε ἀπό ὅσα συμβαίνουν σ᾿ αὐτόν δέν ἐπιβιώνει. Μέσα σέ ὅλη τήν κτίση μόνον ὁ ἄνθρωπος μετατρέπει τόν χρόνο σέ Καιρό. Εἶναι τό προνόμιο καί ἡ εὐθύνη τῆς ἐλευθερίας πού τοῦ δόθηκε ἀπό τόν Δημιουργό, νά εἰσάγει μέσα στόν χρόνο, ἔστω καί γιά λίγο (ὅπως συμβαίνει κατ᾿ ἐξοχήν στή Θ. Λειτουργία) τήν παρουσία καί τή γεύση τῶν ἐσχάτων, αὐτῶν πού δέν θά χαθοῦν μαζί μέ τόσα καί τόσα ἄχρηστα πού κουβαλᾶμε στή ζωή αὐτή»23. Εἰδικότερα στή Θ. Λειτουργία ὁ χρόνος ἀνανοηματοδοτεῖται. Ἐκκλησιοποιεῖται, κινούμενος στά ὅρια τῆς χριστιανικῆς σωτηριολογίας, μέ τήν ὑπέρβαση τῆς «κυκλικῆς» ἐννοίας του (στόν Ἑλληνισμό) καί τῆς «εὐθύγραμμης» (στόν Ἰουδαϊσμό)24. Τό παρελθόν καί τό μέλλον συναιροῦνται σ᾿ ἕνα διαρκές καί αἰώνιο «παρών», πού βιώνεται στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτό καί ὁ χρόνος αὐτός, ὁ λεγόμενος λειτουργικός, ἐκφράζεται ποιητικά μέ τό «σήμερον», πού ἐπικαιροποιεῖ- συγχρονίζει τά σωτηριολογικά γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου. Γι᾿ αὐτό καί σέ κάθε λειτουργική Σύναξη δεόμεθα: «Μεμνημένοι τοίνυν…τοῦ Σταυροῦ τοῦ Τάφου, τῆς τριημέρου Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς ἀναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας, τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας…τά Σά ἐκ τῶν Σῶν Σοί προσφέροντες κατά πάντα καί διά πάντα, Σέ ὑμνοῦμεν…»25. Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων ἀντιλαμβανόμαστε τή μεγαλειώδη ἔννοια τοῦ Καιροῦ, πού λειτουργεῖ ὡς τό προζύμι πού ζυμοῖ ὅλο
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τό πλήρωμα τῆς λατρευτικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καί ὡς ἐντολή ξεκαθαρίσματος μέ τήν παλαιά ζύμη τοῦ φθαρτοῦ χρόνου, σύμφωνα μέ τήν Παύλειον προσταγή: «ἐκκαθάρατε οὖν τήν παλαιάν ζύμην, ἵνα ἦτε νέον φύραμα, καθώς ἐστε ἄζυμοι. Καί γάρ τό πάσχα ἡμῶν ὑπέρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός…»26. Παρά ταῦτα ἡ ἱστορική ἐφημερότητα ἔχει εἰσβάλει καί ριζώσει τόσο πολύ στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ὑπάρχουν ἀκόμη ἐμβόλιμοι συνήθειες, πού πληγώνουν τή μεταμορφωτική πληρότητα τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου. Στήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ Καιροῦ ἐντάσσονται ὅλες οἱ ἁπλές κινήσεις καί συμπεριφορές τῶν πιστῶν, ἅμα τῆς εἰσόδου των στόν Ναό, πού ἀναφέραμε στήν ἀρχή. Εἶναι, ὅμως καί ἄλλες κοσμικές συνήθειες πού κουβαλᾶμε, πού πληγώνουν ἤ καί ἀναιροῦν τήν ποιοτική ὀμορφιά τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου. Καλά - καλά δέν προφθάνομε νά πατήσομε στό κατώφλι τοῦ Ναοῦ καί τρέχουν νά μᾶς καλημερίσουν καί νά μᾶς εὐχηθοῦν, ἰδίως τίς μεγάλες ἑορτές μ᾿ αὐτή τήν κοσμική εὐχή «Χρόνια Πολλά», ἐνῶ οἱ εὐχές τῆς ἡμέρας δίνονται πρῶτα ἀπό τόν λειτουργό Ἱερέα μετά τό «Δι᾿ εὐχῶν» καί ἔχουν ὄχι κοσμική, ἀλλά λειτουργική ἔννοια. Λέγοντας «καί τοῦ χρόνου» ἐννοοῦμε, λειτουργικά, νά ἀξιωθοῦμε κατά τόν παρεμβαλλόμενο χρόνο, νά ἐμπεδώσομε πληρέστερα τό νόημα τῆς ἑορτῆς, ὥστε νά βιώσομε βαθύτερα καί οὐσιαστικότερα τό μήνυμά της. «Δέν πρόκειται ἁπλῶς γιά εὐχή γιά τήν παράταση τῆς ἐπιθυμητῆς ὁπωσδήποτε ἐπίγειας ζωῆς, ἀλλά παροχῆς νέων εὐκαιριῶν στό σχολεῖο τῆς Ἐκκλησίας καί οἰκειώσεως τῶν σωτηριωδῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως», ἑρμηνεύει ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἰ. Φουντούλης27. Τό ἴδιο καί οἱ συνεφημέριοι καί οἱ Ἐπίτροποι, μᾶς φορτώσουν ἀξημέρωτα μέ ἔγνοιες πού μποροῦν μέν ὁρισμένες ἀπό αὐτές νά εἶναι πολύτιμες γιά τήν Ἐνορία, ἀλλά τελείως ἔξω ἀπό τό κλίμα τῆς λειτουργικῆς περισυλλογῆς, πού πρέπει νά πρυτανεύει στήν προκειμένη διακονία μας. Εἶναι φανερό πώς, ὅταν κανείς κατανοήσει τό θεολογικό βάθος τῶν τελουμένων κατά τή διάταξη τῆς ἀκολουθίας τοῦ Καιροῦ, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο οἱ μέλλοντες νά ἱερουργήσουν,
καλοῦνται νά ἐσοδεύσουν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὄχι μέ τόν παρόντα κοσμικό χρόνο, ἀλλά μέ τόν λειτουργικό χρόνο, δέν μπορεῖ παρά νά νοιώθει τό ρίγος τῆς συντελούμενης ἀνακολουθίας. Ἡ ἴδια ἀνακολουθία ἐξακολουθεῖ νά συνοδεύει ὅλη τήν πορεία τῆς Θ. Λειτουργίας, ὅταν ἱερουργεῖ Ἐπίσκοπος, ὅπου, πολλές φορές, μόλις ἀκουστεῖ τό ὄνομά του σπεύδει ὁ Ψάλτης καλύπτοντας ἀκόμη καί τή δεητική προτροπή τοῦ Διακόνου ἤ καί ἐκφωνήσεις τοῦ ἰδίου τοῦ Ἐπισκόπου, μέ τό «Εἰς πολλά ἔτη, δέσποτα!». Ἔτσι, ὁ λειτουργικός διάλογος, πού ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά κυριότερα χαρακτηριστικά στοιχεῖα τῆς Θ. Λειτουργίας καταργεῖται. Ἐπίσης, ἀντί ἀπαντήσεως στή δεητική ἐκφώνηση τοῦ Ἐπισκόπου: «Ἐπιβλεψον, Κύριε, ἐπί τήν ἄμπελον ταύτην καί κατάρτισε αὐτήν…» μέ τό ἐπιβεβαιωτικό ἤ εὐχετικό «Ἀμήν», ἀκοῦμε «Εἰς πολλά ἔτη, δέσποτα»! Τό ἴδιο στήν προτροπή τοῦ Διακόνου νά δεηθοῦμε ὑπέρ τοῦ Ἐπισκόπου, μέ τό γνωστό καί ἐπιβεβλημένο «Κύριε, ἐλέησον», ἀντ᾿ αὐτοῦ ἀκοῦμε καί πάλι τήν γνωστή ἄκαιρη καί ἄνευ νοήματος ἐπωδό: «Εἰς πολλά ἔτη, δέσποτα». Εὐτυχῶς, στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο δέν συμβαίνει αὐτό, ἀλλά ἡ σχετική δέηση τοῦ Πατριάρχου ἐπισφραγίζεται μέ τό εὐχετικό «Ἀμήν» τῶν χορῶν καί στήν προτροπή τοῦ Διακόνου ὅπως «δεηθῶμεν ὑπέρ τοῦ Ἐπισκόπου ἡμῶν», ἡ ἀπάντηση εἶναι «Κύριε, ἐλέησον». Τό ἴδιο ἔχει καθιερώσει καί στή Μητροπολή μας ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Νεκτάριος, ἄριστος λειτουργός καί ἀκριβής γνώστης τῶν λειτουργικῶν μας πραγμάτων. Ἀξιολογώντας τήν ἔννοια τοῦ «Καιροῦ» στήν εὐρύτερη ἔννοιά του θά λέγαμε πώς εἶναι 15
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
πάρα πολλές οἱ περιπτώσεις ἐκεῖνες, πού ἀποτελοῦν παραφωνία καί καταστρατηγοῦν τήν ἔννοια τοῦ Καιροῦ, διακόπτοντας τή λογική πορεία τοῦ λειτουργικοῦ διαλόγου καί τραυματίζοντας τή μυσταγωγική του ροή. Μέ τίς ἄκαιρες αὐτές παρεμβάσεις ἡ ὀντολογική σύνθεση τῶν διαστάσεων τοῦ χρόνου, πού ἐντάσσει τό «νῦν» τῆς θείας παρουσίας στό «ἀεί παρών» τῆς θείας ἀποκαλύψεως καί φιλανθρωπίας, καταργεῖται καί ξαναγυρνᾶμε ἀπό τήν ἐσχατολογική ὡραιότητα στήν ἱστορική πεζότητα, ὅπου συνεχίζεται ἡ ἀντίθεση ἀνάμεσα στήν ὀμορφιά καί τήν ἀσχήμια, τήν τάξη καί τήν ἀταξία. Προσπαθήσαμε νά συνοδοιπορήσομε, ὡς «Λαός τοῦ Θεοῦ», διάκονοι ὄντες τῆς Βασιλείας ἐν χρόνῳ, μέσα στή ζωντανή ἀτμόσφαιρα τῶν ἐσχάτων, ὅπου τά πάντα βιώνονται καί ἀγαπῶνται, ἀφοῦ πέραν αὐτῶν τίποτα δέν μπορεῖ νά προσδιοριστεῖ καί ν᾿ ἀγαπηθεῖ. Ἔτσι μόνο «τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἄν τήν γευθεῖς, ἔστω καί λίγο, δέν μπορεῖ παρά νά τήν ἀγαπήσεις, καί μαζί μ᾿ αὐτήν ὁλόκληρη τήν Κτίση, πού χτίστηκε γιά ν᾿ ἀποκαλύψει καί ν᾿ ἀναγγείλει τή Βασιλεία. Χωρίς αὐτή τήν μεταμορφωτική ἐσχατολογική ἔννοια καί προοπτική, πού εἶναι ταυτόχρονα ἡ ἀρχή καί τό τέλος, ὁ κόσμος ξεπέφτει σ᾿ ἕναν τρομακτικό καί φρικτό παραλογισμό»28. Τελειώνομε μέ τήν ἐλπίδα ὅτι, ἀφοῦ γνωρίσαμε, ἔστω καί λίγο, τό περιτύλιγμα τοῦ Καρποῦ, πού εἶναι ἡ τυπική διάταξη τοῦ Καιροῦ, θά προσπαθήσομε νά γνωρίσομε, μέ τή φωτιστική χάρη τοῦ Παρακλήτου καί σέ βάθος τή θεολογική ἑρμηνεία του, πού εἶναι ἡ ἀληθινή βίωση τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου στή ζωή καί τή διακονία μας, γιατί μ’ αὐτήν καλούμεθα νά εἰσοδεύσομε στήν ἐπέκεινα τοῦ χρόνου καί κόσμου τούτου Βασιλεία. Μέ τήν πεποίθηση, ὅτι μόνο μ᾿ αὐτή τή γνώση καί βίωση ἐξαγοράζονται ὅλα τά σωτηριολογικά γεγονότα τῆς ζωῆς μας καί δέν χάνονται, ἀλλά μένουν πάντοτε ὡς παρακαταθήκη μέσα στή χάρη, τήν εὐλογία καί τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, εἰς τρόπον ὥστε, ὅταν «ὁ Κύριος ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ» νά μή βρεῖ, ὡς «ἐν τῇ ἀκάρπῳ συκῆ, φύλλα μόνον»29, ἀλλά «καρπόν πολύν»30 «εἰς ἁγιασμόν, τό δέ τέλος ζωήν αἰώνιον»31. Ἀμήν! 16
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ: 1. Ὁ Ὀρθόδοξος Δρόμος, Καλλίστου Γουέαρ, σελ. 9. 2. Λουκ. 17,21. 3. Πράξ. 2,44. 4. Ἀποκάλ. 19,9. 5. Ἰωάν. 4,52. 6. Ἐφεσ. 4,4 7. P.G. 98,384. 8. Εὐδοκίμοφ, Ἡ προσευχή τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, σελ. 15,16. 9. Οἱ κληρικοί μέχρι τό 1669 εἶχαν ὡς κάλυμμα τῆς κεφαλῆς τους τό ἀρχαῖον σκεάδιον, τό ὁποῖον ἀπερρίφθη ἀπό τόν Τουρκοκρατούμενον Κλῆρον, ἐπειδή καί οἱ Φράγκοι καί οἱ Ἑνετοί, «οἱ ἐχθροί τοῦ Σουλτάνου» τό φοροῦσαν. Τό διεδέχθη τό καμηλαύκιον τῶν ἐρημιτῶν, διαφορετικό ὅμως τοῦ σημερινοῦ «ὑπερψήλου, ἀκάμπτου βαρέως, ἀνθυγιεινοῦ καί γενιτσαρικήν εὐαισθησίαν ἀποπνέοντος». Γι᾿ αὐτό, ὅπως σημειώνει ὁ Πρωτ. Κων. Καλλίνικος «πρέπει νά ἐπανέλθη εἰς τήν ἀρχικήν μορφήν τοῦ χαμηλοῦ, μαλακοῦ καί ἀφελοῦς καλογηρικοῦ σκούφου» (Ὁ Χριστιαν. Ναός…, σελ. 530). 10. Βλ. καί: Ἰωάν. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς λειτουργικάς ἀπορίας, τόμ. Α΄, σελ. 158,159. 11. Ἰωάν. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις ..., ὅ.π., τόμ. Α΄ σελ. 160. 12. Βλ. Θ.Η.Ε., τόμ 7ος, σελ. 82. 13. Ἀθῆναι 1901, σελ. 19. 14. Ἰωάν. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς λειτουργικάς ἀπορίας, τόμ. Β΄, σελ. 248, 249. 15. Ἰωάν. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς λειτουργικάς ἀπορίας, ὅ.π., σελ. 250. 16. Γαλ. 6,4. 17. Β΄ Κοριν. 6,2. 18. Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου. 19. Μαρκ. 1,15. 20. Ν. Ματσούκα, Ἐκκλησία καί Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Ἱστορία καί Ἐσχατολογία», σελ. 69. 21. Ἰ. Ρωμανίδου, Τό Προπατορικόν, σ. 66. 22. Πρβ. Β΄ Πέτρ. 3,13. 23. Μητροπ. Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα, Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, καί οἱ προκλήσεις τοῦ 21ου αἰώνα. 24. Γεωρ. Μεταλληνοῦ, Ἐκκλ. Λατρεία, Ὁ λειτουργικός χρόνος, σελ. 112 κ.ἑ. 25. Θ. Λειτουργία ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου. 26. Α΄ Κοριν. 5,7. 27. Ἰωάν. Φουντούλη, «Τό χριστιανικό ἑορτολόγιο», Λειτουργική Α΄, Εἰσαγωγή στή Θ. Λατρεία, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 116. 28. Πρβλ.: Σμέμαν, Ἡμερολόγιο, σελ. 279. 29. Ματθ. 21,19. 30. Ἰωάν. 12,24. 31. Ρωμ. 6,22.
Τό μυστήριο τοῦ θανάτου Eὐαγγέλου Τσουκάρα, Θεολόγου - Φιλολόγου Τό μυστήριο τοῦ θανάτου όσο ἡ ἁγιογραφική ὅσο καί ἡ Πατερική διδαχή μᾶς βεβαιώνουν ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι αἴτιος τοῦ Θανάτου: «Ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν οὐδέ τέρπεται ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ζώντων. Ἔκτισε γάρ εἰς τό εἶναι τά πάντα καί σωτήριοι αἱ γενέσεις τοῦ κόσμου καί οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς φάρμακον ὀλέθρου, οὔτε ᾃδου βασίλειον ἐπί γῆς»1. Ὁ Θεός εἶναι ἡ ζωή καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς ἀθανασίας. Καί ὅταν δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, τόν ἔπλασε «κατ’ εἰκόνα» Του, δηλαδή τοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα τῆς ἀθανασίας καί τῆς αἰώνιας ζωῆς. Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Θεός δέν θέλησε νά ἐπιβάλλει ὑποχρεοτικά στόν ἄνθρωπο τήν αἰώνια ζωή, ἀλλά ἐπειδή ἦταν λογικό καί ἐλεύθερο ὄν θέλησε νά δώσει στόν ἴδιο τή δυνατότητα καί τήν εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς, ἀνάμεσα στή ζωή καί τό θάνατο. Δυστυχῶς ὅμως ὁ ἄνθρωπος κάνοντας κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας του καί κάτω ἀπό τήν πίεση τοῦ προαιώνιου ἐχθροῦ του, τοῦ διαβόλου, διάλεξε τό θάνατο καί ὄχι τή ζωή. Ἔτσι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑπεύθυνος γιά τήν φθορά καί τό θάνατό του2. Ὁ Θεός δέν ἔπαψε ποτέ νά ἀγαπᾶ τό πλάσμα του. Σάν ἐπακόλουθο τῆς πτώσης, ἐπέτρεψε τό φυσικό ἤ σωματικό θάνατο, ὄχι σάν τιμωρία, ἀλλά σάν προστασία, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά μήν ἁμαρτάνει αἰώνια καί τό κακό νά μή γίνει ἀθάνατο. Ὁ σωματικός θάνατος λοιπόν, ἦταν παιδαγωγικό μέτρο μέ σκοπό τήν ἐπαναφορά τοῦ ἀποστάτη στήν κοινωνία ἀγάπης καί ζωῆς μέ τόν αἰώνιο καί ἀθάνατο Θεό3. Αὐτή ἡ ἀλήθεια τονίζεται ἰδιαίτερα σέ μιά ἀπό τίς εὐχές, ἀπό τήν νεκρώσιμο ἀκολουθία: « Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν ὁ τῇ σῇ ἀρρήτῳ σοφίᾳ δημιουργήσας τόν ἄνθρωπον ἐκ χοός, καί τοῦτον ἀναμορφώσας εἰς εἶδος καί κάλλος καί ἐξωραΐσας, ὡς τίμιον καί οὐράνιον κτῆμα, εἰς δοξολογίαν καί εὐπρέπειαν τῆς σῆς δόξης καί βα-
Τ
σιλείας, διά τό κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦτον παραγαγεῖν τήν ἐντολήν δέ παραβάντα τού σοῦ προστάγματος, καί μεταλαβόντα τῆς εἰκόνος, καί μή φυλάξαντα καί διά τοῦτο, ἵνα μή τό κακόν ἀθάνατον γένηται, φιλανθρώπως κελεύσας τήν κρᾶσιν καί μῖξιν ταύτην, καί τόν ἄρρηκτόν σου, τοῦτον δεσμόν, ὡς Θεός τῶν Πατέρων ἡμῶν, τῷ θείῳ βουλήματι ἀποτέμνεσθαι καί διαλύεσθαι ὥστε τήν μέν ψυχήν ἐκεῖσε χωρεῖν, ἔνθα καί τό εἶναι προσελάβετο, μέχρι τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, τό δέ σῶμα εἰς τά ἐξ ὧν συνετέθη ἀναλύεσθαι…»4. Ἔτσι λοιπόν ὁ θάνατος καταστρέφει τό δεσμωτήριο τῆς «ἐν φθορᾷ ζωῆς» καί ὁ ἄνθρωπος, καταθέτοντας στή φθορά, μέ τόν θάνατο, ὅτι ἔλαβε ἀπό αὐτήν, ἐλευθερώνεται. φανερώνεται ἔτσι τό μέγα θαῦμα τῆς σοφίας, τῆς ἀγάπης καί τῆς δύναμης τοῦ Θεοῦ. Ὁ θάνατος δελεάζει τόν ἄνθρωπο καί τόν γκρεμίζει στό βάραθρο τῆς διαφθορᾶς, ὅταν τόν κρατάει δέσμιο μέ τόν θάνατο. Ὁ Θεός ἐπιτρέποντας τό θάνατο τόν στρέφει κατά τῆς φθορᾶς καί κατά τῆς αἰτίας τῆς φθορᾶς καί θέτει τέρμα τόσο στή φθορά, ὅσο καί στήν ἁμαρτία. Περιορίζει μέ τόν τρόπο αὐτό τό κακό καί σχετικοποιεῖ τήν πτώση. Τό ἀρχικό σχέδιό Του γιά τήν αἰώνια καί μακάρια ζωή τοῦ ἀνθρώπου κοντά Του, μένει ἀνέπαφο. Τό μυστήριο τῆς ἄπειρης θείας εὐσπλαχνίας, ἑρμηνεύοντας οἱ Ἅγιοι Πατέρες, διδάσκουν ὅτι ὁ Θεός ἀνέχθηκε καί συγχώρησε τό θάνατο: «ἵνα μή ἀθάνατον ᾖ τό κακόν»5. Ἡ μετάγγιση λοιπόν τοῦ θανάτου μέσα μας ἔγινε διά τῆς ἁμαρτίας. Ἑπομένως προηγεῖται ὁ πνευματικός θάνατος, τοῦ σωματικοῦ. Καί μετά ἀπ᾿ αὐτήν τή θανατηφόρα μετάγγιση, τό μυστήριο τῆς ζωῆς ἐκτοπίζεται ἀπό τό μυστήριο τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος εἶναι ἡ κοινή μοίρα ὅλων των ἀνθρώπων: «ὁδός πάσης τῆς γῆς»6, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερός συγγραφέας. Καί ἡ ζωή, πού τόσο πολύ ἐπιθυμοῦσε, 17
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
εἶναι ἕνα εὔθραυστο καί παροδικό ἀγαθό. Εἶναι ἡ ταπεινή θέση, μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ἀπέναντι στόν ἀθάνατο Θεό7. Πεθαίνοντας ὁ Χριστός στέρησε ἀπό κάθε ἐξουσία τήν ἁμαρτία καί μᾶς χάρισε τήν ἀληθινή αἰώνια ζωή, μέ τή ζωηφόρο Ἀνάστασή Του. Μᾶς ἔδωσε ὅμως καί τή βεβαιότητα, τήν προσδοκία καί τήν ἐλπίδα τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Χαρακτηριστικά εἶναι αὐτά πού ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος στήν Πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή του: «εἰ δέ ἀπέθανομεν σύν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καί συζήσομεν αὐτῷ·εἰδότες ὅτι Χριστός ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνῄσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει·ὃ γάρ ἀπέθανεν, τῇ ἁμαρτίᾳ ἀπέθανεν ἐφάπαξ·ὃ δὲ ζῇ, ζῇ τῷ Θεῷ»8. Τήν θραμβευτική νίκη τοῦ σταυρωθέντος καί Ἀναστάντος Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκφράζει ἄριστα ὁ «Κατηχητικός Λόγος» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού διαβάζεται τή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως: «Μηδείς φοβείσθω θάνατον·ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος. Ἔσβεσεν αὐτόν ὑπ’ αὐτοῦ κατεχόμενος. Ἐσκύλευσε τόν ᾅδην ὁ κατελθών εἰς τόν ᾅδην. Ἐπίκρανεν αὐτόν γευσάμενον τῆς σαρκός αὐτοῦ... ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος; ἀνέστη Χριστός, καί σύ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Χριστός, καί πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστός, καί χαίρουσιν Ἄγγελοι. Ἀνέστη Χριστός, καί ζωήν πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστός, καί νεκρός οὐδείς ἐπί μνήματος. Χριστός γάρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχή τῶν 18
κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῶ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν»9. Ἡ ἕνωσή μας μέ τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ, δέν μᾶς προσφέρει μόνο στήν παροῦσα ζωή τήν ἐλπίδα τῆς ἀθανασίας, ἀλλά μᾶς δίνει καί τή βεβαιότητα καί τήν πεποίθηση ὅτι: «ὁ ἐγείρας τόν Χριστόν ἐκ νεκρῶν ζωοποιήσῃ καί τά θνητά σώματα ἡμῶν»10. Καί ὅταν γίνει αὐτό, τότε θά πορευθοῦμε σέ ἕνα ἄλλο κόσμο, τόν κόσμο τῆς ἀληθινῆς, τῆς πραγματικῆς ζωῆς. Καί μέσα σ’ αὐτή τή ζωή πλέον: «θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι»11. Ἐκεῖ θά ὑπάρχει μόνο το φῶς, θεϊκό-Ἀναστάσιμο φῶς. Γιατί ὁ Χριστός μέ τόν θάνατο καί τήν Ἀνάστασή του, τήν «δύσιν εἰς ἀνατολήν μετήγαγεν». Ὅταν λοιπόν μᾶς κυριεύει ἡ ἀπελπισία καί ὁ πόνος γιά τόν θάνατο τῶν ἀνθρώπων μας ἤ ἀκόμη καί μέ τή σκέψη τοῦ δικοῦ μας θανάτου, ἄς σκεπτόμαστε αὐτό πού ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορινθίους. Γράφει λοιπόν, ὅτι ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι σπορά. Σπείρεται σῶμα θνητό καί αὐτό τό θνητό σῶμα βλαστάνει καί γίνεται ἀθάνατο. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ σπόρος, πού πέφτει στή γῆ καί σαπίζει, ἀλλά ἀπ’ αὐτό τό σάπισμα, βγαίνει ἡ ζωή καί ἡ καρποφορία, ἔτσι καί τό ἀνθρώπινο σῶμα διαλύεται, γιά νά ζωοποιήσει καί νά τελειοποιήσει, τό Ἅγιον Πνεῦμα12. Στό Βάπτισμά μας ἐνωθήκαμε μυστηριακά μέ τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ: «συνετάφημεν οὖν αὐτῶ διά τοῦ βαπτίσματος εἰς θάνατον»13. Καί αὐτό ἀποτελεῖ τόν καθημερινό μας ἀγώνα, τήν «ἀπονέκρωση» τῆς σάρκας καί τῶν ἐπιθυμιῶν της, τό θάνατο τῶν παθῶν μας. Ὁ Ἀναστάς Κύριος, εἶναι σήμερα παρών στήν πίστη καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο διά μέσου του ἱστορικοῦ ἐκείνου γεγονότος καί διά μέσου της μαρτυρίας τῶν πρώτων αὐτοπτῶν μαρτύρων, ἀλλά κυρίως τώρα, διά μέσου τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καί ἰδιαίτερα τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας, ὅπου συγκεκριμένα: «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου», «ἀναγνωρίζεται» καί πάλι ὁ Ἰησοῦς ἀπό τούς πιστούς του ὡς «ὁ ζῶν Κύριος» τῆς ζωῆς καί τῆς ἱστορίας. Μόνο μέσα στήν ἐκκλησιολογική καί μυστηριακή αὐτή πραγματικότητα εἶναι δυνατόν σήμερα ὁ ἄνθρωπος νά ἀποδεχθεῖ καί νά κατανοήσει σωστά το γεγονός
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τῆς Ἀνάστασης καί τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στήν Ἐκκλησία καί στήν Ἱστορία. Διότι, πράγματι εἶναι πολύ δύσκολο σήμερα νά κατανοηθεῖ ὀρθά ἡ Ἀνάσταση ἀπό τόν σύγχρονο ἄνθρωπο καί νά βιωθεῖ σωστά ἀπό τόν πιστό, ἄν ἡ θεολογία καί τό κήρυγμα προσπαθοῦν νά ἐξηγήσουν τό γεγονός. Αὐτό μόνο ἱστορικά καί θεολογικά, ἔξω ἀπό τό πνεῦμα καί τήν ἀτμόσφαιρα τῆς λειτουργικῆς καί μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας δέν κατανοεῖται. Τό κήρυγμα καί τό μήνυμα τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καί κατ’ ἐπέκταση καί τῆς Ἀνάστασης τοῦ Ἀνθρώπου, ἀποκτᾶ πραγματικό καί οὐσιαστικό νόημα κυρίως ἄν ἐνταχθεῖ καί κατανοηθεῖ στό ὅλο σωτηριολογικό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας. Διαφορετικά δέν ἔχει νόημα καί δέν μπορεῖ νά γίνει ἀποδεκτό14. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μιλοῦν γιά τή χρήση τοῦ μέτρου στήν ἀντιμετώπιση τῆς θλίψης, καθώς καί γιά τήν πίστη καί τήν ὑπομονή. Καί τό μέτρο καί ἡ ὑπομονή πηγάζουν μόνο ἀπό τήν πίστη στόν Ἐσταυρωμένο καί Ἀναστημένο Κύριο15. Μέσα στήν Ἐκκλησία λειτουργικά ὁ θάνατος ὀνομάζεται «κοίμησις», γιατί δέν εἶναι ἡ ζωή ἕνα στοιχεῖο τοῦ μηδενός, ὅπως πιστεύουν οἱ ἀθεϊστές, ἀλλά ὁ θάνατος ἕνα στοιχεῖο τῆς ζωῆς. Ἐπιπλέον, δέν μπορεῖ κανείς νά καταλάβει τό πρόβλημα τοῦ θανάτου παρά μόνο σέ σχέση μέ τό στοιχεῖο τῆς ζωῆς. Ὁ θάνατος δέν καταστρέφει τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Μόνο ἡ ἰσορροπία διασαλεύτηκε καί στή συνέχεια ὑπῆρξε γιά τούς ἀνθρώπους μιά λογική συνέπεια. Ὁ θάνατος γίνεται φυσικός, ἐνῶ εἶναι ἐναντίον τῆς φύσεως, πράγμα πού ἐπεξηγεῖ τήν ἀγωνία τῶν θνητῶν ἀνθρώπων16. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος γράφει ὅτι κανέναν δέν πρέπει νά τόν τρομάζει ὁ θάνατος, ἀλλά νά ἑτοιμάζεται γιά τή ζωή, γιά τή θεία βασιλεία. Καί αὐτό γιατί ἡ πόρτα γιά τόν οὐρανό μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔχει ἀνοίξει.
Προσωπική ὕπαρξη μετά θάνατον Καί οἱ δίκαιοι καί οἱ ἀσεβεῖς συνεχίζουν νά ζοῦν μετά τό θάνατο τους κατά τρόπο συνειδητό. Μόνο πού ἡ τύχη τους εἶναι ἀντίστροφη, ἀπό ἐκείνη πού εἶχαν σ᾿ αὐτή τή ζωή. Ἡ συνέχιση τῆς προσωπικῆς ζωῆς, μετά τό θάνατο διακηρύσσεται στήν Κ.Δ.: «σήμερον μετ ἐμοῦ ἔση ἐν τῷ παραδείσῳ»17 εἶπε ὁ Κύριος, στόν εὐγνώμονα ληστή καί δηλώνει, πώς ἡ ζωή του, θά συνεχιστεῖ καί μετά θάνατο, ἐπάνω στό Σταυρό. Τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός μετά τό θάνατό Του μετέβη θριαμβευτικά στόν Ἅδη καί κήρυξε στά «ἐν φυλακῇ πνεύματα»18 σημαίνει πώς ὅσοι πέθαναν πρό Χριστοῦ, μποροῦσαν νά τόν ἀκούσουν καί νά ἀποφασίσουν γιά τήν «ἐν Χριστῷ» σωτηρία. Ἤδη στήν Π.Δ. ὁ Θεός διακήρυξε «Ἐγώ εἰμί ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ καί ὁ Θεός τοῦ Ἰσαάκ καί ὁ Θεός τοῦ Ἰσαάκ, καί ὁ Θεός τοῦ Ἰακώβ»19. Σέ αὐτά τά λόγια ἀναφέρεται καί ὁ Χριστός γιά νά ὑπογραμμίσει: «Θεός οὐκ ἔστι νεκρῶν ἀλλά ζώντων, πάντες γάρ αὐτῷ ζῶσιν»20, καθώς ἐπίσης: «κἀγώ ζωήν αἰώνιον δίδωμι αὐτοῖς, καί οὐ μή ἀπόλωνται εἰς τόν αἰῶνα, καί οὐχ ἁρπάσει τις αὐτά ἐκ τῆς χειρός μου»21. Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, συνεχίζει νά ζεῖ καί μετά θάνατον, ἀφοῦ ἡ ψυχή του εἶναι ἀθάνατη. Αὐτή ἡ ἀθανασία δέν ὀφείλεται στή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά στή βούληση τοῦ Θεοῦ, βέβαια μέ τό φυσικό νόμο, ὅτι ἔχει ἀρχή, ἔχει καί τέλος. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος δέν ὑπόκειται στό νόμο αὐτό, γιατί εἶναι καρπός τῆς βούλησεως καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν ὑπέρβαση τῶν νόμων, ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἐπίσης καρπός ἀγάπης καί ἐλευθερίας τοῦ δημιουργοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι ἡ ἀθανασία τοῦ πνευματικοῦ στοιχείου, στόν ἄνθρωπο, δέν ἔχει σχέση μέ τή δοξασία τῶν Ἑλλήνων φιλοσόφων περί προϋπάρξεως καί ἀθανασίας τῆς ψυχῆς, οὔτε μέ τίς μονιστικές καί πανθεϊστικές ἀντιλήψεις 19
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τῶν Ἰνδουιστῶν καί τῶν ἀποκρυφιστῶν, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες δέν ὑπάρχει διάκριση ἀνάμεσα στήν οὐσία τοῦ Θεοῦ καί τήν οὐσία τοῦ κόσμου. Ὁ ἄνθρωπος καί ὁ κόσμος προέρχεται ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ καί συνιστᾶ «πτώση τοῦ θεοῦ», διαγράφει «κύκλο» καί ἐπιστρέφει στήν ἀνυπαρξία, μέ τήν ἔννοια τῆς ἀπορροφήσεως, ἀπό τή μιά ὑπέρτατη οὐσία. Κατά τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐλευθερίας Του. Δέν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης οὐσίας. Γι’ αὐτό καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, παρόλο ὅτι ὡς κτιστή πραγματικότητα ἔχει ἀρχή εἶναι ὅμως ἀθάνατη καί μετά τό βιολογικό θάνατο, συνεχίζει τήν ὑπαρξή της καί περιμένει τήν ἀνάσταση τοῦ σώματος, ὁπότε θά ὁλοκληρωθεῖ καί πάλι ὁ ἄνθρωπος σέ κατάσταση ἀφθαρσίας καί ἀθανασίας. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Θεός σώζει τόν ἄνθρωπο χωρίς νά τόν καταστρέφει22. Παράλληλα, παρατηροῦμε πώς, σέ αὐτήν τή ζωή εἴμαστε ξένοι καί πάροικοι. Δέν εἶναι ἐδῶ ἡ ἀληθινή μας πατρίδα. Ὅμως ὁ δρόμος πρός τήν «πατρίδα», περνάει μέσα ἀπό αὐτή τή ζωή. Γι’ αὐτό καί ὁ πιστός, ἔχει πάντοτε στραμμένα τά βλέμματά του στόν οὐρανό. Ὁ τελευταῖος σταθμός εἶναι ὁ σωματικός θάνατος. Αὐτός ὁ θάνατος δέν εἶναι ἀφανισμός, ἀλλά τό «πέρασμα», ἡ γέννηση σέ μιά ἄλλη ζωή. Ὁ Κύριος ἐπιθυμεῖ τή σωτηρία ὅλων των ἀνθρώπων, θέλει ὅλα τά παιδιά του νά ἐπι20
στρέψουν στό «σπίτι τοῦ πατέρα», πού εἶναι ἡ ἀληθινή τους πατρίδα, στήν ἀγάπη καί στή κοινωνία μέ τό Τριαδικό Θεό. Αὐτή ἡ πνευματική μας πατρίδα, ὁ «παράδεισος», δέν εἶναι ὑλική πραγματικότητα, ἀλλά πνευματική, εἶναι κοινωνία μέ τό Θεό. Ὅλα ἐκεῖ θά εἶναι καινούργια, ὅλοι θά μετέχουν στή χαρά καί στή δόξα τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ νέα πραγματικότητα, παρομοιάζεται στήν Ἁγία Γραφή, μέ τή σχέση τοῦ Νυμφίου μέ τή Νύμφη, μέ τήν ἕνωσή τους. Οἱ υἱοί τῆς βασιλείας θά εἶναι αἰώνια ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό καί θά ζοῦν πλέον αἰώνια τή ζωή τῆς ἑνότητας καί τῆς ἀγάπης, τό «εἷς ἐν Χριστῷ». Ὅμως ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι πάντοτε «ἐν τῷ Πατρί» καί μεταφέρει αὐτή τήν ἑνότητα «κατά χάριν», σέ ὅλους ὅσοι εἶναι ἑνωμένοι μαζί Του. Αὐτῆς τῆς χαρᾶς στεροῦνται ὅσοι ζοῦν σ᾿ αὐτή τή ζωή κλεισμένοι στόν ἑαυτό τους καί ἀπορρίπτουν τήν κοινωνία ἀγάπης, μετά τοῦ Θεοῦ καί μετά τῶν ἀδελφῶν τους. Ὅσοι δέν χαίρονται βλέποντας τό πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ τους, ἔχουν ἤδη ἐπιλέξει, μόνοι τους, τόν αἰώνιο βασανισμό τους. Ὁ θάνατος στή Φιλοσοφία καί στίς ἄλλες θρησκεῖες Τό ὁριστικό τέλος τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ὑπῆρξε πιθανῶς ἕνα ἀπό τά ἰσχυρότερα κίνητρα γιά θρησκευτικό καί φιλοσοφικό στοχασμό. Ἡ ὁδυνηρή ἐμπειρία τό θανάτου πρέπει νά προκάλεσε σταδιακά τήν ἀπαραίτητη ἐκείνη πνευματική ἀναδίπλωση, χάρη στήν ὁποία συλλαμβάνεται ὁ εὔθραυστος καί ἐφήμερος χαρακτήρας τῆς ἀνθρώπινης μοίρας καί συνειδητοποιεῖται γενικότερα τό μυστήριο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ὁ ἄνθρωπος δέν γνωρίζει τήν ἀκριβή ὥρα τοῦ θανάτου του. Ἄν ἡ φύση τόν εἶχε προικίσει μέ τή δυνατότητα μιᾶς τέτοιας πρόβλεψης, τότε ἡ ἀπόγνωση καί ἡ κατάθλιψη, θά ματαίωναν κάθε δραστηριότητά του. Ὡστόσο ἡ ἰδέα τοῦ θανάτου δέν παύει νά κατακυριεύει καί νά ταλαιπωρεῖ τόν ἄνθρωπο σέ ὅλη τήν ἐπίγειο ζωή του. Ἡ γενναία καί ὀρθολογική παρηγορητική ἀπόπειρα τοῦ Ἐπίκουρου (σύμφωνα μέ τήν ὁποία δέν πρέπει νά φοβόμαστε τό θάνατο, γιατί ὅσο ὑπάρχουμε ἐμεῖς, ἐκεῖνος εἶναι μα-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
κριά μας, ἐνῶ ἀπό τή στιγμή πού θά παραδοθοῦμε σέ αὐτόν, ἐμεῖς δέν θά ὑπάρχουμε πιά), δέν ἠρεμεῖ τήν ἀνθρώπινη ψυχή. Κατά τόν Πλάτωνα, ὁ θάνατος εἶναι χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Δεδομένου ὅτι τό σῶμα εἶναι ψυχή, πηγή ταλαιπωρίας καί περισπασμοῦ, ἀπό τά ἠθικά καί πνευματικά ἔργα της, ὁ σοφός πρέπει νά «μελετᾶ» καί νά εὔχεται τό θάνατο, βέβαιος ὅτι, χάρη σ᾿ αὐτόν ἡ ψυχή θά λυτρωθεῖ ἀπό τήν τυραννία τοῦ σώματος. Πρέπει ὅμως, ὁ ἄνθρωπος νά ζεῖ μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου του, ἡ ψυχή του νά πετάξει ἁγνή καί ἀμόλυντη, ἀπό τίς ἠθικές κηλίδες τοῦ σώματος καί νά ἀμειφθεῖ γιά τήν ἐνάρετη ἐπίγεια διαγωγή της23. Οἱ πρωτόγονοι λαοί, δέν πιστεύουν ὅτι μέ τό θάνατο ἐπέρχεται τό τέρμα τῆς ζωῆς. Νομίζουν ὅτι ὁ νεκρός ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ μιά ἄλλη ζωή, διαφορετική ἀπό τήν ἐπίγειο. Καί οἱ ἄλλες θρησκεῖες βλέπουν τό θάνατο σάν μιά μεταβατική κατάσταση μεταξύ αὐτῆς καί μιᾶς ἄλλης ζωῆς, ἤ μιᾶς ἐπανόδου σ᾿ αὐτή τή ζωή24. Ἡ πολύμορφη πίστη στήν ἀθανασία κάποιου στοιχείου τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως τῆς ψυχῆς, ἀποτελεῖ μιά ἀπό τίς πρῶτες γνωστές πεποιθήσεις τοῦ ἀνθρώπινου εἴδους. Ἀκόμη καί θρησκεῖες, πού φαίνεται ὅτι ἀξιολογοῦν τό θάνατο θετικά, θεωρώντας τον ὡς τό μέσο εἰσόδου σέ μιά καλύτερη ζωή, στήν πραγματικότητα τόν ἀξιολογοῦν θετικά ἀκριβῶς, ὡς τέτοιο μέσο καί ὄχι καθ᾿ ἑαυτόν. Σέ θρησκεῖες ὅπως ὁ Ἰνδουισμός, ὅπου ὁ θάνατος εἶναι μιά κατάσταση, πού ἐπανέρχεται συνεχῶς μεταξύ δύο ἀναγεννήσεων, μέ διαφορές μορφές ὕπαρξης, εἶναι καί πάλι μιά ἀπό τίς σκληρότερες πλευρές τῆς γενικά ἀρνητικῆς εἰκόνας τῆς ὕπαρξης. Ὁ θάνατος ὑπό τό φῶς τῶν ἁπλῶν διδασκαλιῶν τοῦ Κορανίου, δέν εἶναι τό τέλος τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἀλλά τό ἄνοιγμα τῆς θύρας, πρός μιά ἄλλη ὑψηλότερη μορφή ζωῆς. Ὁ προφήτης τοῦ Ἰσλάμ, δέν διδάσκει ἁπλῶς τήν ἀθανασία καί τήν μετά θάνατο ἐπιβίωση τῆς ψυχῆς μόνης, ἀλλά κηρύσσει τήν ἀνάσταση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου25.
Παραπομπές 1. Σοφ. Σολ. 1,13. 2. Εὐθ. Στύλιου, Ἐπισκόπου Ἀχελώου, Ἀθῶος, Ἀθήνα 19962, σελ. 186. 3. Α. Ἀλεβιζόπουλου, Ἡ Ὀρθοδοξία μας, ἔκδ. Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1994, σελ. 117. 4. Εὐχολόγιον Μικρόν, Ἀκολουθία εἰς Κεκοιμημένους, ἐκδ. Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 199914, σελ. 251-252. 5. Εὐσ. Βίττη, Ἡδονή-ὀδύνη, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1990, σελ. 83. 6. Γ΄ Βασ. 2,2. 7. Γ. Κουναβῆ, Ὁ πόνος, ἁγιογραφική καί πατερική προσέγγιση, ἐκδ. Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1994, σελ. 87. 8. Ρωμ. 6,8-10. 9. Πεντηκοστάριον, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐν Ἀθήναις 1959, σελ.6. 10. Ρωμ. 8,11. 11. Ἀποκ. 21,4. 12. Α΄ Κορ. 15,42. 13. Ρωμ. 6,4. 14. Γ. Πατρώνου, Ἡ Ἱστορική πορεία τοῦ Ἰησοῦ, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1991, σελ. 529. 15. Ἰω. Χρυσοστόμου, Νά μήν κλαῖμε καί νά μήν πενθοῦμε γιά τούς κεκοιμημένους, (μτφρ. Γ. Μαυρομμάτης), ἐκδ. Ἐπέκταση, Κατερίνη 1999, σελ. 27-30. 16. Γ. Κουναβῆ, ὅπ.π., σελ. 137. 17. Λουκ. 23,43. 18. Α΄ Πέτρ. 3,19-20. 19. Ἔξ. 3,6. 20. Λουκ. 20,38. 21. Ἰω. 10,28. 22. π. Ἀ. Ἀλεβιζόπουλου, Ἡ Ὀρθοδοξία μας, ἔκδ. Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1994, σελ. 486. 23. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, Ἀθῆναι 1988-1996, τ. 27, σελ. 276. 24. Γ. Γεωργούλης, «Ὁ θάνατος», Θ.Η.Ε., Ἀθηναι 1963, τόμ. 6ος, σελ. 107. 25. Γρ. Ζιάκα, Ἱστορία τῶν Θρησκευμάτων Β΄, τό Ἰσλάμ, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 19832, σελ. 360. 21
Ἡ ἀρετή τῆς διάκρισης στόν λόγο τοῦ Μ. Βασιλείου: «“Πρός τούς νέους, ὅπως ἄν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων”» Kωστῆ Ἠλ. Παπαδάκη, Θεολόγου-Φιλολόγου διάκριση ἀνέκαθεν θεωρήθηκε ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί ἰδιαίτερα ἀπό τούς νηπτικούς, ὡς ἡ «πηγή καί ρίζα, ἡ μητέρα καί βασίλισσα πασῶν των ἀρετῶν» πού κοσμοῦν καί χαρακτηρίζουν κάθε ὁλοκληρωμένο ἄνθρωπο. Διάκριση (ἀπό τό ρῆμα διακρίνω) εἶναι ἡ ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπου νά ξεχωρίζει τό καλό ἀπό τό κακό, νά προφυλάσσεται, νά ἑρμηνεύει καί νά κρίνει ὀρθά καί μέ ὑψηλή εὐαισθησία καί συνειδησιακή προθετικότητα. Ἡ διάκριση περικλείνει, γι’ αὐτό, μέσα της ὅλη τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καί σοφία καί ἀποτελεῖ τήν κορυφή τῆς τελειότητας. «Ἡ διάκρισις», λέγει ὁ Ἰω. ὁ Σιναΐτης, «εἰς τήν ψυχήν εἶναι ὥσπερ εἷς λύχνος, φέγγων καί λάμπων καί ἀποδιώκων τό σκότος τῆς ἀκαταστασίας ἀπό τόν ἄνθρωπον, μία ὁδός δεικνύουσα τοῖς πεπλανημένοις τρόπον καί μέθοδον νά ἐπιστρέψωσιν εἰς μετάνοιαν, μία φωνή δυνατή καί βροντώδης, ὁπού ποιεῖ τήν ἐκτετυφλωμένην καρδίαν νά ἀναβλέπει καί νά στοχάζεται τό χρειῶδες αὐτή καί ὠφέλιμον»1. Ὡς συμπύκνωση τῶν παραπάνω θεωροῦμε τόν θεόπνευστο λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μή ὡς ἄσοφοι, ἀλλ᾿ ὡς σοφοί»2. Ἡ διάκριση στόν λόγο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐμφανίζεται κυρίως στά σημεῖα ἐκεῖνα ὅπου ὁ θεῖος Πατέρας συμβουλεύει τούς νέους νά μή δίνουν, κατά τή μελέτη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων, σημασία σέ ὅλα ἀνεξαιρέτως τά γραφόμενά τους, ἀλλά νά διεξέρχονται αὐτά μέ μεγάλη προσοχή καί νά παίρνουν ἀπό αὐτούς μόνον ὅτι τούς εἶναι χρήσιμο καί καλό, φέρνοντάς τους ὡς παράδειγμα τή γνωστή εἰκόνα τῶν μελισσῶν3, πού δέν ἐπισκέπτονται ὅλα ἀνεξαιρέτως τά ἄνθη, ἀλλά καί τό ἄλλο, ἐπίσης θαυμάσιο, παράδειγμα τῆς ροδονιᾶς, σύμφωνα μέ τό
Η
22
ὁποῖο, ὅταν κόβουμε ἕνα τριαντάφυλλο εἴμαστε πάντοτε προσεκτικοί καί φυλαγόμαστε ἀπό τά ἐπικίνδυνα νά μᾶς καρφώσουν ἀγκάθια («καθάπερ τῆς ροδωνιᾶς τοῦ ἄνθους δρεψάμενοι τάς ἀκάνθας ἐκκλίνομεν, οὕτω καί ἐπί τῶν τοιούτων λόγων ὅσον χρήσιμον καρπωσάμενοι τό βλαβερόν φυλαξώμεθα»4). Εἶναι γεγονός ὅτι ὑπάρχουν καί περιπτώσεις, ὄχι λίγες δυστυχῶς, πού ὁ ἀριστουργηματικός, σέ ἄλλες περιπτώσεις, ἀρχαῖος ἑλληνικός λόγος δέν μᾶς βοηθᾶ καθόλου στήν προαγωγή τῆς χριστιανικῆς μας συνείδησης. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς ὁ Βασίλειος, σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ περίφημου λόγου του, θά συμβουλεύσει καί πάλι τούς νέους: «μή πᾶσιν <τοῖς λόγοις τῶν ποιητῶν> ἐφεξῆς προσέχειν τόν νοῦν ἀλλ’ ὃταν μέν τάς τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν πράξεις ἢ λόγους ὑμῖν διεξίωσιν, ἀγαπᾶν τε καί ζηλοῦν, ὃταν δέ ἐπί μοχθηρούς ἂνδρας ἒλθωσι, τήν μίμησιν ταύτην δεῖ φεύγειν ἐπιφρασσομένους τά ὦτα»5, γιά νά καταλήξει, ἀμέσως παρακάτω, «μοιχείας δέ θεῶν καί ἔρωτας καί μίξεις ἀναφανδόν, καί ταύτας γε μάλιστα τοῦ κορυφαίου πάντων καί ὑπάτου Διός, ὡς αὐτοί λέγουσιν, ἅ κἄν περί βοσκημάτων τις λέγων ἐρυθριάσειε, τῆς ἐπί τῆς σκηνῆς καταλείψομεν»6. Δέν πρέπει, δηλαδή, σέ καμιά περίπτωση, νά προσέχουμε ὅ,τι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ποιητές λένε γιά τούς θεούς τους, ὅτι δηλαδή εἶναι πολλοί πού δέν τά πᾶνε καί τόσο καλά μεταξύ τους καί ὅτι διατηροῦν παράνομες καί σαρκικές σχέσεις μεταξύ τους. Αὐτές τίς ἀναίσχυντες πράξεις καί μάλιστα τοῦ ἀνωτέρου καί ὕψιστου ὅλων των θεῶν, τοῦ Δία, πού καί γιά ζῶα ἄν τίς βρίσκαμε γραμμένες θά κοκκίνιζε ὅποιος τίς διάβαζε ἀπό ντροπή, αὐτές, λέγει, τίς ἀναίσχυντες πράξεις θά τίς ἀφήσουμε γιά τούς ἠθοποιούς (τῆς ἐπί τῆς σκηνῆς καταλείψομεν). Τέλος, στό ἴδιο σημεῖο τοῦ λόγου του, καί μέ τή γνωστή σέ ὅλους εἰκόνα τοῦ ὁμηρικοῦ Ὀδυσσέα
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
μέ τίς Σειρῆνες, ὁ Μ. Βασίλειος μᾶς παραδίνει ἕνα, ἀκόμα, ὑπέροχο παράδειγμα διάκρισης προερχόμενο καί πάλι ἀπό τόν ἀρχαῖο ἑλληνικό κόσμο. Τήν ψυχή μας ὀφείλουμε, λέγει ὁ Βασίλειος, «πάσῃ φυλακῇ τηρητέον», ὥστε «μή διά τῆς τῶν λόγων ἡδονῆς παραδεξάμενοί τι λάθωμεν τῶν χειρόνων, ὣσπερ οἱ τά δηλητήρια μετά τοῦ μέλιτος προσιέμενοι»7. Κινδυνεύουμε, λέγει, ἄν μᾶς λείπει ἡ διάκριση, κατά τή μελέτη τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ λόγου, νά πάρουμε τό δηλητήριο ἀνακατεμένο μέ τό μέλι. Γι’ αὐτό, θά συμβουλέψει ὁ Βασίλειος, μακριά ἀπό τούς ποιητές ὅταν ἀπομιμοῦνται καί παρασταίνουν πρόσωπα πού κακολογοῦν, πού εἰρωνεύονται καί κοροϊδεύουν, πού ἔχουν ἐρωτικές σχέσεις καί μεθύσια ἤ πού προσδιορίζουν καί περιορίζουν τήν εὐτυχία καί τήν εὐμάρεια στό πλούσιο τραπέζι καί στά ἐλαφρά καί ἄσεμνα ἄσματα8. Γιά νά καταλήξει σέ μίαν ὅλως ἀκριβοδίκαιη καί ἀντικειμενική γιά τήν ἑλληνική κλασική ἀρχαιότητα παρατήρηση, πού τά κλείνει, νομίζουμε, ὅλα: ὅτι, ἀκριβῶς, ὁ ἀρχαῖος κλασικός πολιτισμός δέν ἦταν- ὡς ἀνθρώπινο, ἐξάλλου, δημιούργημα- κάτι τό τέλειο καί ἀναμάρτητο ἀπό τήν ἀρχή του μέχρι τό τέλος. Μαζί μέ τά μεγάλα πνευματικά, πολιτικά καί πολιτιστικά κατορθώματά του εἶχε, ἀσφαλῶς, καί ὁρισμένες ἐγγενεῖς ἀτέλειες καί ἀδυναμίες, εἶχε καί ὁρισμένες σκιερές πλευρές, ἀπό τίς ὁποῖεςσυμβουλεύει ὁ θεήλατος ἱεράρχης- πρέπει νά φυλαγόμαστε. Πάνω σε αὐτήν τήν τελευταία παρατήρηση τοῦ Βασιλείου ἔχουμε κι ἐμεῖς, συμπληρωματικά, νά παρατηρήσουμε ὅτι, ἡ ἑλληνική κλασική ἀρχαιότητα, ἀπό τή χριστιανική σκοπιά, παρά τήν ἀνθρωποκεντρική της βάση καί τόν τονισμό τῆς προσωπικότητας καί τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀτόμου, δέ μπόρεσε ποτέ νά ἀπαλλαχτεῖ πλήρως ἀπό τίς προλήψεις τῆς ἐποχῆς της γύρω ἀπό τή διάκριση τῶν ἀνθρώπων σέ ἐλεύθερους καί δούλους ἤ περί ἀνισότητας μεταξύ ἄνδρα καί γυναίκας9. Ἄρα, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες δέ μποροῦν, σέ καμιά περίπτωση, νά μᾶς βοηθήσουν σέ ὁρισμένα θέματα, ἀλλά οὔτε καί νά σταθοῦν ὑποδείγματα σέ αὐτά, ὅπως, γιά παράδειγμα, στό θέμα τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης, ἀπό τή
στιγμή πού εἶχαν δούλους ἤ τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων ἀπό τή στιγμή πού μάχονταν γιά τήν ἐλευθερία τῆς πόλης τους, ὄχι ὅμως καί γιά τήν ἐλευθερία τή δική τους ἀπό τήν πόλη, τήν πολιτική τους ἐλευθερία, πράγματα πού διακηρύχτηκαν, γιά πρώτη φορά, πολύ ἀργότερα, μέ τή διακήρυξη τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ πολίτη ἀπό τή Γαλλική Ἐπανάσταση καί, ἐπίσης, σέ κάποια μεμονωμένα σημεῖα καί ἀπό τούς Ἐγκυκλοπαιδιστές καί ἄλλους παλαιότερους10. Θαυμάζουμε τήν ἀρετή πού διδάσκουν οἱ ἀρχαῖοι, ἀλλά ὄχι ὅμως καί τήν εἰδική διδασκαλία τους σέ αὐτό πού σήμερα ἐννοοῦμε μέ τόν ὅρο «ἀτομικά δικαιώματα»11. Καί ναί μέν μπορεῖ οἱ πρόγονοί μας, ὡς ἄνθρωποι, νά εἶχαν καί αὐτοί, ὅπως συμβαίνει μέ ὅλους τους θνητούς πάνω στή γῆ, τίς «ἁμαρτίες» τους, ἀφοῦ «οὐδείς ἀναμάρτητος, εἰμή εἷς ὁ Θεός». Ὅμως, σέ αὐτόν τόν ἕναν καί ἀναμάρτητο, τόν παντοδύναμο καί πανάγαθο Θεό, ὑψώθηκε ἤδη ἀπό τήν πρώτη στιγμή ἡ σκέψη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων καί αὐτή ἔδωκε τά πρῶτα, τά πρωτοποριακά πλήγματα σέ θρησκευτικές δοξασίες καί κοινωνικούς θεσμούς πού ἐπικρατοῦσαν σέ ὁλόκληρο τόν τότε ἑλληνικό καί ἀνατολικό κόσμο τῆς ἀρχαιότητας. Οἱ πλατωνικοί διάλογοι «Φαῖδρος» καί «Θεαίτητος» μᾶς ὑπαγορεύουν λίγα χαρακτηριστικά δείγματα αὐτῆς τῆς ἑλληνικῆς προσέγγισης πρός τόν ἕναν καί ἀληθινό Θεό: «Τέλεος ἀνήρ», σημειώνεται στόν πρῶτο, εἶναι ὁ «ἐξιστάμενος τῶν ἀνθρωπίνων σπουδασμάτων καί πρός τῷ θείῳ γιγνόμενος»12. Καί ἀκόμα τό ἑξῆς ὑπέ23
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ροχο ἀπόσπασμα ἀπό τόν Θεαίτητο: «τὴν δὲ θνητὴν φύσιν καὶ τόνδε τὸν τόπον περιπολεῖ ἐξ ἀνάγκης. διὸ καὶ πειρᾶσθαι χρὴ ἐνθένδε ἐκεῖσε φεύγειν ὅτι τάχιστα. φυγὴ δὲ ὁμοίωσις θεῷ κατὰ τὸ δυνατόν· ὁμοίωσις δὲ δίκαιον καὶ ὅσιον μετὰ φρονήσεως γενέσθαι»13. Νά, λοιπόν, ἀπό τό τελευταῖο αὐτό ἀπόσπασμα, ὅτι εἶναι πλατωνική καί ἡ ὁμοίωση πρός τόν Θεό! Ἀπό τά παραπάνω, λοιπόν, καταδεικνύεται σαφῶς ὅτι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καί βέβαια ἔφτασαν σέ ὕψιστα ὕψη σοφίας καί ἀρετῆς, σημαδεύτηκαν, ὅμως, στήν πορεία τους αὐτήν καί ἀπό πάρα πολλές καί ἰσχυρές «ἁμαρτίες», «οὐδείς γάρ ἀναμάρτητος». Σοφός, ἄρα, ὁ λόγος τοῦ Μ. Βασιλείου πού συμβουλεύει τούς νέους νά πλησιάζουν μέν τά κείμενα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων κλασικῶν μέ ἀσφαλή, ὅμως, ὁδηγό τους πάντοτε τή διάκριση14. Μέ ὁδηγό τους τή διάκριση οἱ νέοι θά καταστοῦν ἱκανοί καί «ὀρθῶς διανοεῖσθαι» ἄλλα καί «τῆς τοῦ καλοῦ καί κακοῦ διαφορᾶς ἀπογνώμονες εἶναι»15. ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 1. Λόγος κστ΄, κβ΄. 2. Ἐφεσ. ε΄, 15. Πβ. καί Κωστῆ Ἠλ. Παπαδάκη, Θέματα Ἀγωγῆς τοῦ παιδιοῦ κατά τόν
24
ἱερό Χρυσόστομο, Ρέθυμνο 19942, 122. 3. «Κατά πᾶσαν δή οὖν τῶν μελιττῶν τήν εἰκόνα, τῶν λόγων ὑμῖν μεθεκτέον. Ἐκεῖναί τε γάρ οὒτε ἃπασι τοῖς ἂνθεσι παραπλησίως ἐπέρχονται, οὒτε μήν οἷς ἀν ἐπιπτῶσιν ὃλα φέρειν ἐπιχειροῦσιν, ἀλλ’ ὃσον αὐτῶν ἐπιτήδειον πρός τήν ἐργασίαν λαβοῦσαι, τό λοιπόν χαίρειν ἀφῆκαν» (Μ. Βασιλείου, Πρός τούς Νέους…, P.G. 31, 569 C). 4. Μ. Βασιλείου, Πρός τούς Νέους…, P. G. 31, 569 C. Παρόμοιες ὑπομνήσεις συναντοῦμε καί στόν Κλήμεντα τόν Ἀλεξανδρέα, ὁ ὁποῖος σημειώνει ὅτι «διά μέσου των ἀκανθῶν μπορεῖ κανείς νά δρέψει ρόδα», ἀλλά καί στόν Πλούταρχο, πού σημειώνει ὅτι «καλυμμένο κάτω ἀπό τά φύλλα καί ἐπιμελῶς κρυμμένο μέσα τή σκιά μπορεῖ κανείς νά ἀνακαλύψει τόν καρπό τῆς ἀμπέλου» (Φαίδ. Κουκουλέ, Οἱ τρεῖς Ἱεράρχαι ὡς παιδαγωγοί, ἐν Ἀθήναις 1959, 5). Ἄρα, ἀπαιτεῖ προσπάθεια καί ἔντονη προσοχή ὁ ἐντοπισμός τῶν καρπῶν τῆς γνώσης μέσα στά ἀρχαῖα κείμενα τοῦ ἑλληνισμοῦ καί τῶν ἄλλων ἀρχαίων λαῶν (Χαλδαίων, Βαβυλωνίων κτλ). Βλ. καί Κωστῆ Ἠλ. Παπαδάκη, ὅ.π. 5. Πρός τούς Νέους…, P. G. 31, 569 C. 6. Πρός τούς Νέους…,P. G. 31, 568 CD. 7. Πρός τούς Νέους…, P. G. 31, 569 A. 8. Πρός τούς Νέους…, ὅ.π. 9. Δημ. Μωραϊτου, Χριστιανικός ἀνθρωπισμός, σ. 4. 10. Ἀλέξ. Τσιριντάνη, Ἡ ἑλληνική ἀρχαιότης ὡς ὁδηγός τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, Ἀθῆναι 19672, 9. 11. Ἀλέξ. Τσιριντάνη, ὅ.π. 12. Πλάτωνος Φαῖδρος, 249 c. 13. Πλάτωνος Θεαίτητος, 176, a-b. 14. Ο. M.Bakke, When Children became People: The Birth of Childhood in early Christianity, Minneapolis 2005, 210 καί 212. 15. Ψευδό-Μακάριος, P. G. 34, 876 B.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος καί ἡ λατρεία του1 Μιχαήλ Γ. Ἀνδριανάκη, Ἐπιτίμου Ἐφόρου Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων
μοναχός Ἰωάννης1 ὁ «τῇ ἐπωνυμία Ξένος καί ἐρημίτης», ἤ Ἅι Κύρ Γιάννης γιά τόν Κρητικό λαό, ἀποτελεῖ μιά ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρουσα περίπτωση ἐξαιτίας καί τοῦ γεγονότος ὅτι τά σαφῆ αὐτοβιογραφικά του στοιχεῖα τεκμηριώνονται ἀρχαιολογικά ἐπαρκῶς μέ μιά σειρά ἀπό μνημεῖα, τῶν ὁποίων ὑπῆρξε κτίτορας2. Θεωρεῖται συγγραφέας κειμένων γιά τήν Ἠθική3. Μετά τήν κοίμησή του ἀναπτύχθηκε ἡ λατρεία του σέ τόπους, μέ τούς ὁποίους συνδέθηκε. Στή μνήμη του ἀφιερώθηκαν ναοί, δημιουργήθηκε εἰκονογραφικός κύκλος καί συντάχθηκε Ἀκολουθία4. Τό κύριο ἵδρυμά του, ἡ Μονή τῆς Παναγίας τῆς Ἀντιφωνήτριας στά Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου, ἐξακολουθεῖ μέχρι σήμερα νά ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα θρησκευτικά προσκυνήματα στήν Κρήτη. Γύρω ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννη δημιουργήθηκε μιά σύγχυση ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα μέ ἀφορμή μελέτες τοῦ καθολικοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Louis Petit5 καί κυρίως τοῦ καθηγητῆ Νικολάου Τωμαδάκη6, πού τόν συνέδεσαν μέ τό μεταγενέστερο Ἰωάννη Ἐρημίτη, ὁ ὁποῖος ἔδρασε κατά τό 16ο αἰώνα στήν περιοχή τῆς Μονῆς Γδερνέτου Χανίων. Μέ τά θέματα, πού συνδέονται μέ τούς δύο ὁσίους καί τή Μονή Γδερνέτου, ἀσχολήθηκα στό παρελθόν7. Στό παρόν ἄρθρο θά ἀναφερθῶ στά σχετικά μέ τόν Ἰωάννη τόν Ξένο, σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα πού προέκυψαν ἀπό τίς ἔρευνες τῶν τελευταίων χρόνων στά μνημεῖα, σέ συνδυασμό μέ τίς πληροφορίες τῶν πηγῶν. Σύμφωνα μέ τά κείμενα, ὁ Ἰωάννης γεννήθηκε τό ἔτος 970, λίγα χρόνια μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ἀπό τούς Σαρακηνούς Ἄραβες στό μικρό χωριό Σίβας τῶν Ἀστερουσίων Ὀρέων τῆς κεντρικῆς Κρήτης ἀπό πλούσιους, εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπό νεαρή ἡλικία εἶχε τάσεις πρός τό μοναχικό βίο καί ἄκου-
Ο
γε μιά φωνή, πού τόν καθοδηγοῦσε στίς ἐνέργειές του. Καθώς περιπλανιόταν στό ὄρος Ράξος τῶν Ἀστερουσίων, συνάντησε ἕνα σπήλαιο μέ δύο τάφους, οἱ ὁποῖοι ἀνῆκαν, σύμφωνα μέ τή φωνή, πού ἄκουσε στούς ἁγίους Εὐτύχιο καί Εὐτυχιανό. Πῆρε τήν ἐντολή καί ἔκτισε ἕνα ναό στό σπήλαιο, ὅπου ἐγκατέστησε ἕνα μοναχό. Ὁ ναός σώζεται σήμερα μέ μεταγενέστερες ἀλλαγές, ἀνάμεσα σέ ἀσαφῆ ἐρείπια καί μεταγενέστερα κτίσματα, πού δείχνουν ὅτι ὑπῆρχε μιά μικρή μονή, ἡ ὁποία συνέχισε τή λειτουργία της τουλάχιστον μέχρι τά χρόνια τῆς Βενετοκρατίας8. Ἡ ἀρχαιολογική διερεύνηση τοῦ χώρου πιστεύω ὅτι θά ἀποδώσει σημαντικά στοιχεῖα. Ἀκολούθως συνέχισε τήν πορεία του πρός τῆς δυτική Κρήτη. Ἐκεῖ, στήν Τούρμα τοῦ Καλαμῶνος, νοτιοδυτικά του Ρεθύμνου, στό χωριό Μυριοκέφαλα, κατέφυγε ἐξαιτίας τοῦ ψύχους σέ ἕνα «κτίσμα ἑλληνικόν παμμέγεθες», ὅπου παρέμεινε τυφλός καί προσευχόταν ἐπί ἑπτά ἡμέρες. Στή συνέχεια ὁδηγήθηκε καί πάλι ἀπό τή φωνή, «ὡς ὑποτινός χειραγωγούμενος» πρός ἕνα τόπο μέ ἔντονη λάμψη, ὅπου πῆρε τήν ἐντολή νά κτίσει «οἶκον τῆς πανυμνήτου Θεοτόκου τῆς Ἀντιφωνήτριας». Ἐκεῖ ἦλθε σέ ἐπαφή μέ τούς ντόπιους, ἀγόρασε τόν τόπο καί ἔκτισε μιά μικρή μονή. Ἀπό τό ἀρχικό ἵδρυμα τοῦ Ξένου σώζεται ὁ μικρός ναός στόν ἀρχιτεκτονικό τύπο τοῦ ἐλεύθερου σταυροῦ μέ τροῦλο, στό μέσο ἑνός περιβόλου, πού περιβάλλεται ἀπό ἀλλοιωμένα κτίσματα τῆς Μονῆς, πού χρονολογοῦνται κατά τούς 18ο καί 19ο αἰῶνες. Ἀπό τίς ἐργασίες, πού πραγματοποιήθηκαν μέ τήν ἐπίβλεψη τοῦ Ἐφόρου Ἀρχαιοτήτων Μανόλη Μπορμπουδάκη, ἀποκαλύφθηκαν τά ἀρχιτεκτονικά στοιχεῖα καί τοιχογραφικός διάκοσμος σέ τρία στρώματα, ἀπό τά ὁποῖα τό πρῶτο χρονολογεῖται γύρω στή δεύτερη δεκαετία τοῦ 11ου αἰώνα καί συνδέεται μέ τόν Ξένο9. Τόσο ἡ 25
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου, ναός Παναγίας (πρίν ἀπό τό 1020).
Ναός Παναγίας Κυριάνας Ρεθύμνου (11ος καί 14ος αἰώνας).
Ναός Ζωοδόχου Πηγῆς (Ἅι Κύρ Γιάννης) Ἀλικιανοῦ Κυδωνίας (μετά τό 1030).
26
ἀρχιτεκτονική τοῦ μικροῦ ναοῦ, ὅσο καί ἡ ποιότητα τοῦ διακόσμου, δείχνουν ἀφενός τό μέσο ἐπίπεδο καί τίς τάσεις πού εἶχαν ἐπικρατήσει στήν Κρήτη μετά τήν ἀπελευθέρωσή της, μέ φανερές τίς ἐπιδράσεις ἀπό τήν παράδοση τῆς Κωνσταντινούπολης10, ἀφετέρου τίς περιορισμένες δυνατότητες, πού εἶχε στήν ἀρχή τῆς σταδιοδρομίας του ὁ Ἰωάννης. Ἀφοῦ ἐγκατέστησε ἕνα μοναχό, τόν Λουκᾶ, ἀναχώρησε πρός τά δυτικά στήν ἀταύτιστη θέση Μέλικας, ἕνα τόπο «ἔνθα οὔτε ξύλον εὑρίσκεται, οὔτε χόρτον χλωρόν», ὅπου ἔκτισε τό ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Δούβρικα, δημιούργησε μιά ἀγροτική ἐκμετάλλευση, σέ ἔκταση πού τοῦ δώρισαν «ἐκ Θεοῦ ὁδηγηθέντες» οἱ ἰδιοκτῆτες της. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐγκατέστησε τόν ἱερομόναχο Νικόδημο, ἀναχώρησε γιά τήν περιοχή τοῦ Ἀρίου, νοτιοανατολικά τοῡ Ρεθύμνου, ὅπου κοντά στό χωριό Πηγή (σώζεται μέχρι σήμερα), ἔκτισε τό ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Ὀψαροπιάτη. Σύμφωνα μέ τήν παράδοση, πού μεταφέρει ὁ Λελεδάκης, ὁ ναός ἦταν στή θέση τοῦ σημερινοῦ στό νεκροταφεῖο τοῦ οἰκισμοῦ11. Μέ κριτήρια καθαρά ἀρχαιολογικά ἔχει προταθεῖ ἀπό ἄλλους μελετητές ἡ ταύτισή του μέ τό σταυροειδή μέ τροῦλο ναό τοῦ ἁγίου Δημητρίου13 στόν κοντινό τῆς Πηγῆς ὁμώνυμο οἰκισμό. Θά πρέπει νά δεχτοῦμε ὅτι ὁρισμένα στοιχεῖα, ὅπως οἱ στενές ἀναλογίες μέ τό ναό τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, πού ἔκτισε ὁ Ἰωάννης κοντά στόν Ἀλικιανό Χανίων ἐνισχύουν τήν ὑπόθεση. Ἡ σαφής ἀναφορά ὡστόσο τοῦ κειμένου σέ «κελλίον», σέ συνδυασμό μέ τίς περιορισμένες δυνατότητες τοῦ κτήτορα καί τούς στόχους του στή συγκεκριμένη περίοδο, ἀπομακρύνουν τίς πιθανότητες. Ἀντίθετα, πιθανότερη φαίνεται ἡ ταύτιση μέ τόν ἁπλό σταυρικό μέ τροῦλο ναό τῆς Παναγίας στήν ἐπίσης κοντινή Κυριάννα ἵσως καί τό ὄνομα τοῦ οἰκισμοῦ, ὅπως καί δύο ἄλλων στό νομό Χανίων, ἔχουν σχέση μέ τό λαϊκό ὄνομα τοῦ Ἁγίου, Κύρ Γιάννης- ὅπως προτείναμε. Ἀπό τίς πρόσφατες πάντως ἐργασίες ἀποκατάστασης, πού ἀποκάλυψαν τόν ἀρχικό σταυρικό πυρήνα τοῦ ναοῦ ἐνσωματωμένο σέ ἐκτεταμένες ἐπεμβάσεις ἀνακατασκευῆς του κατά τήν περίοδο τῆς βενετοκρατίας, ἡ ὑπόθεση ἐνισχύεται13.
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἐπιστρέφοντας ὁ ὅσιος στή Μονή Μυριοκεφάλων, βρῆκε τούς μοναχούς σέ μεγάλη ἀνέχεια. Γιά τό λόγο αὐτό, ἀκολουθώντας τήν προσφιλή τακτική του, ἀπευθύνθηκε «πρός τούς φιλοχρίστους καί ἐνδεής γεγονώς κατά τήν τοῦ Χριστοῦ ἐντολήν», ἐξασφάλισε τρία ζευγάρια βόδια. Στή συνέχεια πῆγε «εἰς τό χωρίον τήν Μουσέλαν», κοντά στόν ὁμώνυμο ποταμό, ὅπου ἀγόρασε μιά εὔφορη περιοχή, ἔκτισε «μετόχιον, τόν Ἅγιον Πατάπιον» καί δημιούργησε μιά νέα ἀγροτική ἐκμετάλλευση ἀπό «πολυειδῆ δένδρα», ἀμπέλια καί μέλισσες, ὥστε ὅπως λέει μέ ὑπερηφάνεια, «εἰς παράδεισον ἀποκατέστησα» τήν περιοχή. Τήν περιοχή ταυτίσαμε περίπου ἀπό τοπωνύμιο σέ χάρτη τῆς Γεωγραφικῆς Ὑπηρεσίας Στρατοῦ, τά λίγα πιθανά λείψανα ὡστόσο τοῦ μετοχίου εἶχαν καταστραφεῖ λίγες μέρες πρίν ἀπό τήν αὐτοψία μας. Βλέποντας οἱ περίοικοι «τόν πολύν πόθον ὅπου εἶχεν ὁ Ἅγιος πρός τόν Θεόν», τοῦ χάρισαν καί ἄλλες ἐκτάσεις, ὅπως θά συμβαίνει ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς ὅλο καί πιό συχνά. Φαίνεται ὅτι ὁ ρόλος τοῦ Ἰωάννη στήν Κρήτη εἶχε ἰσχυροποιηθεῖ ἀρκετά, ὥστε νά τολμήσει τό μεγάλο ταξίδι πρός τήν Κωνσταντινούπολη. Δέν εἶναι σαφές ἄν ἡ ἰσχυρή ἐπιρροή του στόν τοπικό πληθυσμό ἦταν ἀποτέλεσμα μόνο τῆς προσωπικότητάς του. Εἶναι πιθανόν νά συνδεόταν μέ τίς ἐπίσημες προσπάθειες τῆς Αὐτοκρατορίας νά ἑδραιώσει τήν παρουσία της στήν Κρήτη, ὅπως εἶχε πράξει μερικές δεκαετίες πρίν μέ τήν ἐντεταλμένη παρουσία τῶν Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτη καί Νίκωνα τοῦ Μετανοεῖτε14. Τά δύο κείμενα προσδιορίζουν χρονικά τό ταξίδι στά χρόνια τοῦ Αὐτοκράτορα Ρωμανοῦ Ἀργυροῦ (Ἀργυροπουλου κατά τό κείμενο) καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Ἀλεξίου τοῦ Στουδίτη, δηλαδή μεταξύ τοῦ 1028 καί 1034. Ὁ Ξένος φαίνεται ὅτι ἦταν ἤδη γνωστός στούς κύκλους τῆς πρωτεύουσας καί γιά τό λόγο αὐτό ὑλοποίησε μέ εὐκολία τούς στόχους του. Ἐξασφάλισε χρυσόβουλο ἀπό τόν Αὐτοκράτορα, τό ὁποῖο καθιστᾶ τή Μονή Μυριοκεφάλων «ἀνέπαφον εἶναι ἀπό παντός καί παντοίου ἀρχοντικοῦ, ἤ ἐκκλησιαστικοῦ προσώπου» καί ἐτήσια χορηγία «ἀπό τοῦ δημοσίου νομίσματα λίτραν μίαν, ράσα δώδεκα,
Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου, ναός Παναγίας. Οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Μάρκος (πρίν ἀπό τό 1020).
μανδία δώδεκα, καί βλατήν ἐνδυτήν». Ἐπίσης ἀπό τόν Πατριάρχη πῆρε τό προνόμιο τοῦ Σταυροπηγίου καί ἀπό τούς φιλόχρηστους «ἄρχοντες, ἐπισκόπους καί λοιπούς» «ἱερά σκεύη, βιβλία, ἁγίας εἰκόνας», μέ τά ὁποῖα, ὅπως λέει, «κατεκόσμησα τήν Μονήν, ἥν ὁρᾶτε», ἀλλά καί σημαντικά χρηματικά ποσά, μέ τά ὁποῖα ἀγόρασε γιά τή Μονή του «πρόβατα χίλια τριακόσια, αἰγίδια τριακόσια, φορβάδια δέκα ἕξ, ὀνοθήλειαι πέντε, καί βορδόνια σαμαρικά τέσσαρα». Οἱ συνθῆκες πλέον γιά τόν Ξένο μετά τό καρποφόρο ταξίδι εἶναι ἐντελῶς διαφορετικές. Ἡ ἀλλαγή αὐτή εἶναι φανερή στό ἑπόμενο κτίσμα του στήν «Τούρμα τοῦ Κουφοῦ», νοτιοδυτικά τῶν Χανίων. Μεταξύ Ἀλικιανοῦ καί Κουφοῦ, στίς ἀρχές τῆς 4ης δεκαετίας τοῦ 11ου αἰώνα, ἔκτισε τόν ξεχωριστό γιά τό μέγεθος, τόν ἀρχιτεκτονικό τύπο (σταυροειδής μέ τροῦλο) καί διάκοσμο ναό τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, «μέ κελλία καί περιτείχισμα». Ἡ διαφορά ἐπισημαίνεται καί στό μεταγενέστερο κείμενο, ὅπου τονίζεται ὅτι ἔκτισε «ἐκκλησίαν ὡραιοτάτην». Παρά τά ὅσα εἶχαν ὑποστηριχθεῖ καί τή μεγάλη καταστροφή καί ἀλλοίωση τοῦ μνημείου ἀπό κατάρρευση καί ἐπεμβάσεις, μεγάλο μέρος του, ὅσο καί τό πρῶτο ἀπό τά δύο στρώματα ζωγραφικῆς, ἀνήκουν στό ἀρχικό κτίσμα15. Ἀπό τίς πρόσφατες ἐργασίες ἔρευνας καί ἀποκατάστασης τοῦ ναοῦ ἀπό τήν 28η Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων, κατά τίς ὁποῖες ἀνακατασκευάστηκε καί ὁ τροῦλος, ἀποκαλύφθηκαν 27
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τοιχογραφίες ἀπό τό πρῶτο στρῶμα μέ μορφές μ ε τω πι κῶν ἰαματικῶν ἁγίων στό βορειοανατολικό γωνιαῖο δ ι α μ έρ ι σμα. Ἡ ἀνέγερση τῆς Μονῆς, κοντά στόν τόπο ὅπου πιθανῶς ἡ Ναός Ἁγίου Παύλου, Ἁγίου Ἰωάννη Σφακίων (1030-1040). κ ε ν τρ ι κ ή ἐξουσία ἐπιχειροῦσε νά μεταφέρει τό ἐκκλησιαστικό καί διοικητικό κέντρο τῆς περιοχῆς ἀπό τήν Κυδωνία, ὤθησε καί πάλι τόν Ξένο σέ ἀναχώρηση «εἰς ἔρημον τόπον Ὀπίσω Αἰγιαλόν», ὅπου «οἴκησε εὐκτήριον τόν ἅγιον Παῦλον», κοντά στόν τόπο ὅπου κατά τήν παράδοση προσάραξε τό πλοῖο, πού μετέφερε τόν Ἀπόστολο Παῦλο στή Ρώμη16. Ὁ τόπος καί ὁ μικρός ναός, κτισμένος στόν προσφι-
Ναός Ἁγίων Ἰωάννη Ξένου καί Εὐσταθίου Πλατάνου (Καβούσι) Κισάμου (11ος καί 13ος αἰ. Διακρίνεται ὁ τάφος τοῦ ἁγίου.
28
λή ἀρχιτεκτονικό τύπο τοῦ ἐλεύθερου σταυροῦ μέ τροῦλο, ἀσφαλῶς ἀπό ντόπιους, λαϊκούς τεχνίτες, ὅπως καί ὁ σωζόμενος μέτριος τοιχογραφικός διάκοσμος, δείχνουν ὅτι ὁ Ξένος ἐπανέρχεται στήν προσφιλή γι’ αὐτόν μόνωση. Στή συνέχεια ἀναχωρεῖ καί ἀπό τόν «Ὀπίσω Αἰγιαλόν», πρός τό χωριό Ἀζωγυρές τοῦ Σελίνου, ὅπου κτίζει τήν ἀταύτιστη μικρή Μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μέ «μελισσουργεῖον»17. Ὅμως ἀκόμη καί στήν ἀπομακρυσμένη αὐτή περιοχή, ὅπως μᾶς λέει, «καί πάλιν διά τό πλῆθος τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν οὐκ ἔασάν με ἀναπαυθῆναι οἱ φιλόχρηστοι καί λοιπόν εἰς ἕτερον τόπον κατώκησα εἰς τά μέρη τῆς Κισάμου, ἔξω εἰς τήν Ἀκτήν ἐν οἷς προσμένειν ἡρετησάμην διά τήν τῶν ἀνθρώπων σύγχυσιν». Ἐκεῖ, στή θέση Καβούσι, κοντά στά ἐρείπια τῆς ἀρχαίας Φαλάσσαρνας, στή δυτική ἀκτή τῆς Κρήτης, θά συντάξει τή διαθήκη του, θά περάσει τίς τελευταῖες του μέρες καί θά ταφεῖ. Τό ἀρκετά ἀλλοιωμένο ἀπό μεταγενέστερες ἐπεμβάσεις, ἐν μέρει σπηλαιῶδες ἐρημητήριό του σώζεται καί ἀποτελεῖ ἕναν ἀπό τούς τόπους λατρείας του. Ὁ μεταγενέστερος τάφος του μέ τή συνήθη ἀπό τήν ὄψιμη Βενετοκρατία μορφή τοῦ ἀρκοσολίου, διασώζεται καί τιμᾶται, ἄν καί κενός, μέχρι σήμερα. Ἡ κάρα του μεταφέρθηκε μετά ἀπό ἁρπαγή, στό κοντινό χωριό Τσουρουνιανά (πρώην Πάνω Ἅι Κύρ Γιάννης) καί τό λείψανό του, σύμφωνα μέ τόν Ἐπίσκοπο Κισάμου καί Σελίνου Ἄνθιμο Λελεδάκη, στήν Κέρκυρα, ἐξαιτίας τοῦ φόβου τῆς Τουρκικῆς κατάκτησης. Ὁ ναός πού σώζεται σήμερα στήν Ἀκτή, κτίστηκε σέ διάφορες περιόδους μέ ἐπέκταση τοῦ ἀρχικοῦ σπηλαιώδους. Εἶναι δίκλιτος, ἀφιερωμένος στή μνήμη τοῦ ὁσίου καί τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου, πού συνεορτάζονται στίς 20 Σεπτεμβρίου. Δίκλιτος, ἀφιερωμένος στούς ἴδιους ἁγίους εἶναι καί ὁ ἄλλος ναός στά Τσουρουνιανά, πού κτίστηκε τό 1847 στή θέση παλιότερου, σύμφωνα μέ τήν παράδοση. Ὁ λόγος τῆς ἀφιέρωσης τῶν ναῶν στούς δύο ἁγίους θά πρέπει νά ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι δέν ὑπάρχει πράξη ἀναγνώρισης τῆς ἁγιότητας τοῦ Ξένου ἀπό τήν Ἐκκλησία18. Σύμφωνα μέ τήν προφορική παράδοση ὁ φε-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ουδάρχης, πού ζοῦσε στά Τσουρουνιανά, ἐξαιτίας τῆς μεγάλης τιμῆς, πού ἔτρεφε στόν ἅγιο, ἔστειλε τούς τρεῖς γιούς του, οἱ ὁποῖοι ἅρπαξαν τήν κάρα τοῦ Ξένου κατά τήν ἡμέρα τῆς μνήμης του, καί τή μετέφεραν στό χωριό τους, ὅπου σώζεται μέχρι σήμερα. Τό γεγονός αὐτό θά πρέπει νά συνέβη πρίν ἀπό τό 1331, ὁπότε χρονολογεῖται ἡ τοιχογράφηση τοῦ κοντινοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στήν ὁποία περιλαμβάνεται καί ἡ παράσταση τοῦ Ἰωάννη19. Ἡ Ἀκολουθία του συντάχθηκε κατά τό 17ο αἰώνα σέ μιά ἐποχή πού ὑπάρχει ἀποστροφή πρός τούς ἁγίους τῆς Κρήτης γιά νά προστατέψουν τό νησί ἀπό τήν ἐπικείμενη Τουρκική κατάκτηση20. Περιλαμβάνει μεταξύ ἄλλων καί Κανόνα, τόν ὁποῖο συνέθεσε ὁ ἀντιγραφέας χειρογράφων Δημήτριος Σουρούμης ἀπό τόν Ἀλικιανό, πού συνέβαλε καί στήν Ἀκολουθία τοῦ ὁμώνυμου Ἰωάννη Ἐρημίτη τοῦ Γδερνέτου, τοῦ ὁποίου ἡ λατρεία ἀναπτύσσεται ἀκριβῶς κατά τήν περίοδο αὐτή. Ἡ ἔρευνα σέ μνημεῖα, ἀπέδωσε ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα γιά τά εἰκονογραφικά θέματα, πού συνδέονται μέ τόν Ἰωάννη τόν Ξένο. Κατ᾿ ἀρχήν στό ναό τῆς Ἀκτῆς ἐντοπίστηκε παράσταση ἑνός γέροντα ἀσκητή, μέ ἄτακτη κόμη καί πολυτελές μοναχικό ἔνδυμα. Ὁ σταυρός, πού κρατεῖ συνδέεται μέ τήν προσωπική του δοκιμασία ὡς μοναχοῦ, γεγονός, πού ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς στήν Ἀκολουθία. Δεξιά τῆς μορφῆς διαβάζεται ἡ λέξη «ΕΡΗΜΙΤΗΣ». Ἡ παράσταση μπορεῖ νά χρονολογηθεῖ περί τά μέσα τοῦ 13ου αἰώνα21. Στόν ἴδιο περίπου εἰκονογραφικό τύπο ἔχουν ἐντοπιστεῖ μέχρι στιγμῆς παραστάσεις τοῦ ἁγίου καί στούς ναούς τοῦ Ἁγίου Νικολάου στό Μουρί Κισάμου (β΄μισό 13ου αἰώνα), στούς ναούς τοῦ Μιχαήλ Ἀρχαγγέλου στά Καβαλαριανά Καντάνου (1327/28), Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου στόν Τραχινιάκω Καντάνου (1328/29), Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου στό Ἕλος Κισάμου, καί οἱ τρεῖς ἔργα τοῦ γνωστοῦ ζωγράφου Ἰωάννη Παγωμένου, στό ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στά Τσουρουνιανά (1331) στό νομό Χανίων καί στό σπηλαιώδη ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Προδρόμου στόν Κουδουμᾶ τῶν Ἀστερουσίων (1360), κοντά στό πρῶτο ἵδρυμα τοῦ Ξένου. Μιά ἀκόμη παράσταση τοῦ
Ναός Ἁγίων Ἰωάννη Ξένου (Ἅι Κύρ Γιάννη) καί Εὐσταθίου Πλατάνου (Καβούσι) Κισάμου. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος (β´ μισό 13ου αἰ.).
Ναός Ἁγίου Νικολάου στό Μουρί Κισάμου. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐρημίτης (Τέλη 13ου αἰ.).
29
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ναός Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου Καντάνου (Τραχινιάκω) Σελίνου. Οἱ ἅγιοι Ἰωάννης Ξένος καί Ὀνούφριος (ἔργο Ἰωάννη Παγωμένου, 1328).
Ἰωάννη, ὡς κτίτορα, πιθανῶς ἀναγνωρίζεται ἐξωτερικά της μεταγενέστερης εἰσόδου στό ναό τοῦ Ἀλικιανοῦ. Μιά ἐνδιαφέρουσα φορητή εἰκόνα τοῦ πρώτου μισοῦ τοῦ 18ου αἰώνα σώζεται στό ναό τῆς Ἀκτῆς. Μιά ἀκόμη εἰκόνα στό τέμπλο τοῦ ναοῦ τοῦ ὁσίου στά Τσουρουνιανά, περιέχει καί τή σκηνή τῆς ἀνάβλεψής του στά Μυριοκέφαλα. Ἀντίθετα μέ τό συνώνυμό του ἅγιο Ἰωάννη Ἐρημίτη (16ος αἰώνας), κέντρο τῆς λατρείας τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ Μονή Γουβερνέτου, δέν ἔχουν ἐντοπιστεῖ ἄλλες φορητές εἰκόνες τοῦ Ξένου. Στό 14ο αἰώνα μπορεῖ νά χρονολογηθεῖ 30
ἐλλιπῶς διατηρημένη παράσταση στό ναό τοῦ Ἁγίου στήν Ἀκτή, μέ ἕνα μοναχό καί μιά μικρή ἁλυσοδεμένη μορφή. Πιθανῶς ἀπεικονίζει τή θεραπεία δαιμονιζόμενου, ἰδιότητα πού ἀποδίδεται στόν ὅσιο22. Μιά ὁμάδα ἀνθρώπων μέ ἕνα μοναχό εἰκονίζονται στή θέση τοῦ ἐν μέρει κατεστραμμένου σήμερα μεταγενέστερου κτιστοῦ τέμπλου στό ναό τοῦ Ἁλικιανοῦ, πού ὑποθέτουμε ὅτι πρόκειται γιά τόν Ξένο μέ μαθητές του. Στήν εἰκόνα τῶν Τσουρουνιανῶν εἰκονίζεται ἡ σκηνή τῆς ἀνάβλεψής του στά Μυριοκέφαλα. Ἀπό τά παραπάνω προκύπτει σαφῶς ὅτι εἶχε ἀναπτυχθεῖ τοπικά εἰκονογραφικός κύκλος τοῦ Ἰωάννη, πιθανῶς στά ἀμέσως μετά τήν κοίμησή του χρόνια, καθώς ἡ λατρεία του, χωρίς τήν ἐπίσημη καθιέρωση, ἀναπτυσσόταν στούς χώρους δράσης τοῦ μαζί μέ αὐτήν τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου. Ἡ Μονή τῶν Μυριοκεφάλων, στήν ὁποία μέ τή διαθήκη τοῦ ἀφιέρωσε τό σύνολο τῶν ἱδρυμάτων του, ἀποτέλεσε ἕνα χῶρο σεβασμοῦ καί προσέλευσης ἑνός μεγάλου ἀριθμοῦ πιστῶν μέχρι σήμερα. Ἡ λατρεία ἐκεῖ συνδέεται μέ μιά εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ 18ου αἰώνα, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς ἀντικατέστησε παλιότερη, πού χάθηκε πιθανῶς σέ κάποια ἀπό τίς ἀλλεπάλληλες ἀναστατώσεις τῆς Κρήτης. Ἡ εἰκόνα αὐτή μάλιστα μέ μεγάλες τιμές ταξίδεψε πρόσφατα μέχρι τήν Κύπρο. Σύμφωνα μέ τήν παράδοση, πού μεταφέρει στήν ἔκδοση τῆς Ἀκολουθίας τοῦ ὁσίου το 1922 ὁ ἐπίσκοπος Κισάμου καί Σελίνου Ἄνθιμος Λελεδάκης, ὁ ὅσιος βρῆκε τήν εἰκόνα «ἐντός μεγάλης βάτου ἐπί τῆς θέσεως τῆς ὁποίας καί ἀνήγειρε τήν Μονήν αὐτοῦ». Ὁ ἴδιος ὡστόσο ἐπισημαίνει παρακάτω, πιστεύω σωστά, ὅτι ἡ «ἱστορική βιογραφία τοῦ ὁσίου ἐπιτρέπει νά παραδεχθῶμεν ὅτι ἡ ἱερά αὕτη εἰκών ἦτο μιά ἐξ ἐκείνων τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἅς ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος μετέφερεν εἰς τήν Μονήν ταύτην ἐκ Κωνσταντινουπόλεως». Εἶναι συχνό φαινόμενο, τό ὁποῖο πιθανῶς συνδέεται μέ τήν συνήθως ἐξαίρετη ποιότητά τους, εἰκόνες πού προσγράφονται στήν καλλιτεχνική παράδοση τῆς Πρωτεύουσας, νά ἀποτελοῦν τό παλλάδιο σέ ἐπαρχιακά προσκυνήματα, ὅπως αὐτό τῶν Μυριοκεφάλων καί νά ἀποκτοῦν θαυματουργικές ἱκανότητες. Τά ὅσα ἀναφέραμε παραπάνω.
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Τό ἄρθρο στήν ἀγγλική γλώσσα: Aghios Ioannis Xenos and his cult, στό Routes of Faith in the Medieval Mediterranean, History, Monuments Pilgrimage Perspectives, Thessaloniki 2008, σελ. 256-268. 2. ΛΕΛΕΔΑΚΗΣ 1922, PETIT 1924, ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, ΑΝΤΟΥΡΑΚΗΣ 1977, ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1985, OIKONOMOU 1999. 3. ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, 53. 4. ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1985. 5. PETIT 1924. 6. ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1950, ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1983-86. Ὁ καθηγητής Τωμαδάκης ἐπανέρχεται καί σέ πολλές ἄλλες ἐργασίες του στό θέμα. 7. ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1985. 8. ΨΙΛΑΚΗΣ 1993. 9. ΜΠΟΡΜΠΟΥΔΑΚΗΣ 1972, ΜΠΟΡΜΠΟΥΔΑΚΗΣ 1988, 26-29, GALLAS, WESSEL, BORBOUDAKIS 1983, p.258-261, ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1991, 12-16, BISSINGER 1995, 29-31 SPATHARAKIS 1999, 141-150. 10. ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1985, ὅ.π. 11. ΛΕΛΕΔΑΚΗΣ 1922, 16. 12. Γιά τό ναό βλέπε GEROLA 1908, 218. ΜΠΟΡΜΠΟΥΔΑΚΗΣ 1972, 652-658, ΑΝΤΟΥΡΑΚΗΣ 1977, GALLAS, WESSEL, BORBOUDAKIS 1983, 293-294, ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1991, 15, SPATHARAKIS 1999, 43-46, BISSINGER 1995, ΘΕΟΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ 22-25. Τή Ναός Ἁγίων Ἰωάννη Ξένου (Ἅι Κύρ Γιάννη) καί σύνδεση μέ τόν Ξένο πρότεινε ὁ Ἀντουράκης Εὐσταθίου Πλατάνου (Καβούσι) Κισάμου. Ὁ Ἅγιος καί ὑποστήριξε ἡ Θεοχαροπούλου. Ἰωάννης ὁ Ξένος, φορητή εἰκόνα (α´ μισό 18ου αἰ.). 13. GEROLA 1908, 216,ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ Ἀζωγυρέ δέν ἔχουν ἐντοπιστεῖ κάποιες ἀρχαι1985, 7-8, ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1986, 36,47, TSOολογικές ἐνδείξεις, πού θά μποροῦσαν νά συνUGARAKIS 1988, 332, ΘΕΟΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ δεθοῦν μέ τόν Ξένο. 22-25, OIKONOMOU 64-65, 198-199. 18. ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, 49, ΑΝΔΡΙΑΝΑ14. TSOUGARAKIS 1988, 118, ΤΣΟΥΓΚΑΚΗΣ 1986, 48. Στό χειρόγραφο τῆς Κισάμου ἡ ΡΑΚΗΣ 1988, 401, Ἀκολουθία ἀφορᾶ καί στούς δύο συνεορταζο15. GEROLA 1908, 239, ΟΡΛΑΝΔΟΣ 1955μένους στίς 20 Σεπτεμβρίου ἁγίους ΤΩΜΑ56, 170-171,ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1986, 14-15, ΔΑΚΗΣ 1950, 314. GALLAS, WESSEL, BORBOUDAKIS, 23819. BUONDELMONDI 1996, 14-15. Ὁ Φλω241, ΘΕΟΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, 26-32, 214-217. Ὁ ρεντινός κληρικός σέ προσθήκη στό κυρίως κείτοιχογραφικός διάκοσμος σέ δυό στρώματα μενο τῆς περιήγησής του στήν Κρήτη κατά τό χρονολογεῖται στούς 11ο καί 14ο αἰῶνες. 1415, ἀναφέρει τόν ξυλοδαρμό του ἀπό τούς κα16. ΛΑΣΣΙΘΙΩΤΑΚΗΣ, GALLAS, WESSEL, τοίκους τῶν Τσουρουνιανῶν, ἐπειδή νόμισαν ὅτι BORBOUDAKIS 1983, 256-257, ΑΝΔΡΙΑἤθελε νά ἁρπάξει κάποιο παλιό χειρόγραφο μέ ΝΑΚΗΣ 1986, 15. τό βίο τοῦ «Ἅι Κύρ Γιάννη». 17. Ἡ σύμπτωση τῆς παραμονῆς τοῦ μεταγε20. ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, 52, ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ νέστερου Ἰωάννη Ἐρημίτη καί τῶν «98 θεοφό1950, 316, 322, ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1986, 41, ρων πατέρων» στό σπήλαιο Ἀζωγυρέ, συνέβαλε 48,52. Ἐνδεικτικά παραθέτουμε ἀπό τή δ΄ ὠδή ἀκόμη περισσότερο στήν ταύτιση τῶν δυό τοῦ Κανόνα: «Στερέωσον κλονουμένην τήν ποίὁσίων ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, 47, 49. Στόν μνην σου, ὅσιε, ὑπό τῶν πικρῶν ἐχθρῶν νῦν καί 31
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
δεινῶς κινδυνεύουσαν, ἐκ χαλεπῶν κολάσεων παντοίων καί θλίψεων καί πικρᾶς τυραννίδος καί μάστιγος». 21. ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1986, 44. Οἱ λίγες σωζόμενες παραστάσεις στό δυτικό τμῆμα τοῦ ναοῦ ἀνήκουν σέ παλιότερο στρῶμα ζωγραφικῆς, ἔργο λαϊκοῦ ζωγράφου, πού ἐκφράζει συντηρητικές τάσεις. Ἀντίθετα τά ὑπολείμματα στό σπηλαιῶδες ἀνατολικό τμῆμα εἶναι ἔργα ἑνός καλοῦ ζωγράφου τοῦ α΄μισοῦ τοῦ 14ου αἰώνα. 22. Μιά ἀκόμη παράσταση τοῦ ναοῦ, τήν ὁποία εἶχα θεωρήσει στό παρελθόν ὅτι συνδέεται μέ τόν ὅσιο, μετά τόν καθαρισμό ἀποδείχθηκε ὅτι ἀνήκει στό χριστολογικό κύκλο καί ἀπεικονίζει τόν Ἑλκόμενο. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: -ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1982, Ἀνδριανάκης Γ.Μ., Τρία ἀνέκδοτα κείμενα γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Ἐρημίτη, Παρνασσός, τόμ. ΚΔ΄ (1982), σελ. 395108. -ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1986, Ἀνδριανάκης Γ., Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐρημίτης καί ἡ Μονή τοῦ Γδερνέτου, Πεπραγμένα τοῦ Ε΄ Διεθνοῦς Κρητολογικοῦ Συνεδρίου (Ἅγιος Νικόλαος 25 Σεπτεμβρίου - 1 Ὀκτωβρίου 1981), τόμος Β΄, Ἡράκλειο 1986, σελ.14-53, πίν. Γ΄- ΙΗ΄. -ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 1991, Ἀνδριανάκης Γ.Μ., Νέα στοιχεῖα καί ἀπόψεις γιά τή μνημειακή τέχνη τῆς Κρήτης κατά τή Β΄ Βυζαντινή περίοδο, Πεπραγμένα τοῦ Στ΄ Διεθνοῦς Κρητολογικοῦ Συνεδρίου (Χανιά 24-30 Αὐγούστου 1986), τόμ. Β΄ (Χανιά 1991), σελ. 9-34, πίν.1-25. -ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΗΣ 2011, Ἡ μνημειακή ἀρχιτεκτονική στήν Κρήτη τῆς β΄ Βυζαντινῆς περιόδου, Πεπραγμένα τοῦ Ι’ Διεθνοῦς Κρητολογικοῦ Συνεδρίου (Χανιά 1-8 Ὀκτ. 2006), τόμ. Α΄, Χανιά 2011, σελ. 309-361. ΑΝΤΟΥΡΑΚΗΣ 1977, Ἀντουράκης Β. Γ., Αἱ Μοναί Μυριοκεφάλων καί Ρουστίκων Κρήτης μετά τῶν παρεκκλησίων αὐτῶν. Ἀθῆναι 1977. -ΛΕΛΕΔΑΚΗΣ 1922, Ἀκολουθία Ἀσματική τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Κύρ Ἰωάννου τοῦ ἐν Κρήτῃ λάμψαντος μετά τοῦ Βίου καί τῆς Πολιτείας αὐτοῦ ἐκδοθεῖσα ἐκ χειρογράφου ἀνακαθαρθέντος, διορθωθέντος καί εἰς καθαρεύουσαν καταγλαϊσθέντος ὑπό Ἀνθίμου Λελεδάκη, ἐπισκόπου Κισάμου καί Σελίνου. Χανιά 1922.
32
-ΜΠΟΡΜΠΟΥΔΑΚΗΣ 1972, Μπορμπουδάκης Μ. Μεσαιωνικά μνημεῖα Κρήτης, Αρχαιολογικόν Δελτίον, τ. 27 (1972), τόμ. Β2, σελ.655-674. -ΜΠΟΡΜΠΟΥΔΑΚΗΣ 1988, Μπορμπουδάκης Μ. Ἡ Βυζαντινή τέχνη ὥς τήν πρώιμη Βενετοκρατία, Κρήτη: Ἱστορία καί Πολιτισμός, τόμ. Β΄, Κρήτη 1988. -ΟΡΛΑΝΔΟΣ 1955-56, Ὀρλάνδος Κ.Α, Δύο Βυζαντινά μνημεῖα τῆς Δυτικῆς Κρήτης, Ἀρχεῖον Βυζαντινῶν μνημείων Ἑλλάδος, τόμ. Η΄ (195556). -ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗΣ 1988, Τσουγκαράκης Δ. Ἡ Βυζαντινή Κρήτη. Κρήτη: Ἱστορία καί Πολιτισμός. Τόμ.Α΄, Κρήτη 1988, σελ. 337-405. -ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1948, Τωμαδάκης Β. Ν., Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος καί ἡ διαθήκη αὐτοῦ, Κρητικά Χρονικά, τόμ. Β΄ (1948), σελ. 42-72. -ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ 1950, Τωμαδάκης Β. Ν., Ὑμνογραφικά καί ἁγιολογικά Ἰωάννου τοῦ Ξένου καί τρεῖς νέοι συγγραφεῖς κανόνων, Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν, τόμ. Κ΄(1950), σελ. 314-330. -BISSINGER 1995, Bissinger M., Kreta Byzantinische Wandmalerei, Munchen 1995. -BUONDELMONDI 1996, Buondelmondi Cristoforo, Περιγραφή τῆς νήσου Κρήτη. Ἕνας γύρος τῆς Κρήτης στά 1415, Μετάφραση καί εἰσαγωγή Μάρθας Ἀποσκίτη. Ηράκλειον 1996. -DELEHAYE 1921, Delehaye H., Deux typical byzantins de l’ époque des Paleologues, Brussels 1921, p.188-196. -GALLAS, WESSEL, BORBOUDAKIS 1983, Gallas K., Wessel K., Borboudakis E., Byzantinisches Kreta, MUnchen 1983. -GEROLA 1908, Gerola G., Monumenti Veneti nell’ isola di Creta, Vol.II, Venezia 1908. -PETIT 1924,Petit L.,Saint Jean Xenos ou l’ Ermite d’ après son autobiographie, Analecta Bollandiana, V42 (1924), p.5-20. -SPATHARAKIS 1999, Spatharakis I., Byzantine Wall Paintings of Crete. Rethymnon Province. Vol I. London 1999. -TSOUGARAKIS 1988, Tsougarakis D., Byzantine Crete, Athens 1998.
Βιβλιοπαρουσίαση ἐκδόσεως Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας “Μορφές Κρητῶν Ἀθωνιτῶν”» Γεωργίου Ἐ. Κρασανάκη, Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης
E
ἶναι ἡ δεύτερη φορὰ ποὺ ἀναλαμβάνω νὰ παρουσιάσω ἕνα βιβλίο τοῦ ἴδιου συγγραφέα, τοῦ κ. Ἀντωνίου Στιβακτάκη. Ἡ πρώτη ἀφοροῦσε τὸ βιβλίο του «Γέροντας Ἀβιμέλεχ ὁ Ἁγιορείτης». Τὸ συνταχθὲν κείμενο, ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ Ἁγιορείτικο Περιοδικὸ «Πρωτάτον», τ. 126/2012, προεκτείνω καὶ συμπληρώνω σήμερα, παρουσιάζοντας τὸ νέο βιβλίο τοῦ ἴδιου συγγραφέα, τὸ ὁποῖο ἔχει τὸν τίτλο «Μορφὲς Κρητῶν Ἀθωνιτῶν», καὶ ἐκδόθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας τὸν Αὔγουστο 2013. Ὅσα ἀκολουθοῦν χωρίζονται σὲ τρία μέρη. Τὸ πρῶτο ἀναφέρεται στὸ «σῶμα», δηλαδὴ στὴν ὑλικὴ ὑπόσταση τοῦ βιβλίου· τὸ δεύτερο στὸν συγγραφέα, καὶ τὸ τρίτο στὴν «ψυχὴ» τοῦ βιβλίου, δηλαδὴ στὸ πνευματικό του περιεχόμενο. Τὰ δύο πρῶτα μέρη θὰ εἶναι σύντομα, ἐνῶ τὸ τρίτο, λόγῳ τῆς φύσεώς του, θὰ εἶναι ἐκτενέστερο. Τὸ «σῶμα» τοῦ βιβλίου εἶναι ἄρτιο καὶ ἄριστο. Τὴ γέννησή του ἔχουν ἀναλάβει οἱ Γραφικὲς Τέχνες-Ἐκδόσεις «Μυγδονία», ποὺ ἑδρεύουν στὴ Θεσσαλονίκη, καὶ οἱ ὁποῖες μᾶς ἔχουν χαρίσει καὶ ἄλλα ἐφάμιλλα βιβλία. Ἡ διάταξη τῆς ὕλης, ἡ ἔνταξη τῶν φωτογραφιῶν, ἡ φωτοσύνθεση, ἡ ἐκτύπωση καὶ ἡ βιβλιοδεσία προδιαθέτουν τὸν ἀναγνώστη, ὥστε νὰ μελετήσει τὸ βιβλίο προθύμως καὶ εὐχαρίστως. Ἡ ἐπιμέλεια τῆς ἔκδοσης εἶναι ἔργο τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας π. Κυρίλλου Διαμαντάκη, ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ Ἀρχιγραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης.
Ἡ ἔκδοση ἔγινε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Εὐγενίου καὶ ἀφιερώνεται στὴν Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότητα τὸν Οἰκομενικὸν Πατριάρχη κύριο κύριο Βαρθολομαῖο ἐπὶ τῇ συμπληρώσει τῆς εἰκοσαετοῦς εὐκλεοῦς Πατριαρχίας του. Χαιρετίζοντας τὴν ἔκδοση αὐτὴ ὀ Παναγιότατος γράφει, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τὰ ἑξῆς στὸ προτασσόμενο πατριαρχικό του γράμμα: «Ἡ ἔκδοσις αὕτη μεγάλως ὀνήσει τοὺς τε φιλαγίους καὶ τοὺς φιλοσίους, τοὺς τιμῶντας ὅσους αἵμασι καὶ δάκρυσιν ἐπότισαν τὸ τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας εὐσκιόφυλλον δένδρον. Πατριαρχικῶς ἐπευλογοῦμεν τὴν ἔκδοσιν ταύτην τῆς καθ’ ὑμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, εὐχόμενοι ἅμα ὅπως καὶ ἄλλαι πνευματικαὶ ἐκδόσεις ἀκολουθήσωσι ταύτῃ, πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ ὠφέλειαν τῶν ἐντυγχανόντων». Καὶ ὁ Σεβασμιώτατος φιλοαγιορείτης Μητροπολίτης κ.κ. Εὐγένιος γράφει στὸν μεστὸ περιεχομένου πρόλογό του, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἡ παροῦσα μελέτη εἶναι καρπὸς μιᾶς κοπιώδους καὶ πολυετοῦς προσπάθειας τοῦ συγγραφέα, ἡ ὁποία γίνεται ἀκόμη πιὸ σπουδαία καὶ σημαντική, γιατὶ ἀναφέρεται σὲ βίους σύγχρονων καὶ γνωστῶν Πατέρων μὲ κρητικὴ καταγωγή, ποὺ ἀσκήτευσαν καὶ μεγαλούργησαν κατὰ Θεὸν στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας μας. Ἡ λίαν ὠφέλιμη καὶ διδακτικὴ αὐτὴ μελέτη προσφέρεται στοὺς φιλαγίους ἀναγνῶστες μόνον πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ καρποφορία τους». Ἔρχομαι τώρα στὸ προαναφερθὲν δεύτερο μέρος τῆς ὁμιλίας μου, στὸν συγγραφέα τοῦ βιβλίου. Ὁ κ. Ἀντώνιος Στιβακτάκης μοῦ εἶναι πολὺ γνωστός. Τὸν γνωρίζω ἀπὸ τὰ χρό-
*Ὁμιλία - παρουσίαση τοῦ βιβλίου «Μορφές Κρητῶν Ἀθωνιτῶν» τοῦ κ. Ἀντωνίου Στιβακτάκη, ἐκδόσεως τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, πού πραγματοποιήθηκε στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης στίς 18.6.2014. 33
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
νια τῶν σπουδῶν του στὴν Παιδαγωγικὴ Ἀκαδημία Ἡρακλείου, στὴν ὁποία δίδαξα μαθήματα τῆς εἰδικότητάς μου. Δὲν τὸν ἀξιολογοῦσα μόνο τότε ὡς ἄριστο φοιτητή, ἀλλὰ συνεχίζω μέχρι σήμερα νὰ τὸν ἀξιολογῶ ὡς ἄριστο δάσκαλο καὶ συγγραφέα. Οἱ πνευματικές του ἱκανότητες καὶ ἡ ἀπαράμιλλη ἐργατικότητά του πλούτισαν τὴ βιβλιογραφία μας μὲ σαράντα καὶ πλέον ἀξιόλογες ἐπιστημονικὲς ἐργασίες, μιὰ ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι καὶ αὐτὴ ποὺ παρουσιάζομε σήμερα. Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἔργου αὐτοῦ ἀναφέρεται σὲ θέματα ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι πολὺ γνωστή. Δὲν θὰ ὑπερέβαλα ἄν ἔλεγα ὅτι τοὺς πνευματικοὺς δεσμοὺς τῆς Κρήτης μὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος οὐδεὶς ἄλλος γνωρίζει καλύτερα. Μελετώντας τὶς ἐργασίες του, τὸ πολύμοχθο ἔργο του, γίνεσαι περισσότερο φιλοαθωνίτης καὶ συγχρόνως αἰσθάνεσαι τιμὴ καὶ ὑπερηφάνεια γιὰ τὴ στενὴ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες πνευματικὴ σχέση τῆς Κρήτης μὲ τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, μὲ τὴν «οὐράνια αὐτὴ ἐπὶ γῆς Πολιτεία», ἡ ὁποία μυσταγωγεῖ ἐπὶ αἰῶνες τὴν ἀσκητικὴ πνευματικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἶναι ὁ «τόπος τῶν φωτοφόρων προσώπων», τῶν ἀγωνιζομένων ἀσκητῶν, οἱ ὁποῖοι ζοῦν ἤρεμον βίον καὶ «θεολογοῦν ὡς ἄφωνοι θεολόγοι». Μέσα στὸ Περιβόλι αὐτὸ συναντᾶς μυρίπνοα ἄνθη, ἄνδρες ἐπώνυμους καὶ ἀνώνυμους μυσταγογούμενους ἀπὸ τὴν «ὀρθόδοξη ὁμολογιακὴ φρόνηση». Σ’αυτὸ ἔζησαν καὶ ζοῦν καὶ πολλοὶ Κρῆτες μοναχοί, οἱ ὁποῖοι «θείῳ καὶ ἐπουρανίῳ ἔρωτι πυρωθέντες» καὶ «κατὰ Θεὸν διανύσαντες ὁδόν», ἐγκατέλειψαν τὴ Μεγαλόνησο Κρήτη καὶ πῆγαν στὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος, στὸν τόπο τῆς εὔγλωττης σιωπῆς. Καὶ μέσα σ᾿ αὐτὸ ζήσαντες ἐν εὐσεβείᾳ καὶ φόβῳ Θεοῦ, ἐποίησαν πνευματικοὺς καρποὺς ἑκατονταπλασίονας. Ἕνα μικρὸ δεῖγμα τῶν Κρητῶν αὐτῶν Ἀθωνιτῶν Μοναχῶν μᾶς παρουσιάζει ὁ κ. Ἀντώνιος Στιβακτάκης στὸ κρινόμενο σήμερα βιβλίο του. Πρόκειται γιὰ τριάντα τέσσερις μοναχούς, τοὺς ὁποίους βιογραφεῖ ὁ συγγραφέας μὲ γλώσσα ἁπλή καὶ εὔληπτη. Ὅ,τι διαβάζεις στὶς 424 σελίδες τοῦ βιβλίου τὸ ἀπολαμβάνεις, τὸ χαίρεσαι, τὸ κατανοεῖς καὶ τὸ ἐνσωματώνεις αὐτομάτως στὸν πνευματικό 34
σου κορμό. Μελετώντας τὸ βιβλίο αὐτό, μελετᾶς συγχρόνως τὸν δημιουργό του. Μελετώντας τὸ ὀγκῶδες αὐτὸ σύγγραμμα μὲ τὴ λεπτομερὴ ἀνάλυση τῆς ζωῆς τῶν βιογραφούμενων Κρητῶν Μοναχῶν, γίνεσαι πιὸ φιλόπατρις καὶ πλέον φιλοαγιορείτης. Κάθε μία ἀπὸ τὶς βιογραφίες αὐτὲς βασίζεται σὲ στέρεες καὶ αὐθεντικὲς βιβλιογραφικὲς πηγές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἄντλησε τὸ «ζῶν ὕδωρ» ποὺ σοῦ προσφέρει ὁ συγγραφέας·ὕδωρ ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀθωνικῆς εὐωδίας καρπός. Τὸ βιβλίο εἶναι προϊὸν κόπου πολλοῦ καὶ μόχθου μεγάλου, τὸν ὁποῖο εὐλόγησε πλουσίως ἡ Παναγία Μητέρα τῶν Ἀθωνιτῶν Μοναχῶν. Ἐντύπωση προκαλεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ὅλες οἱ βιογραφίες δὲν ἔχουν τὴν ἴδια ἔκταση. Ἄλλες καταλαμβάνουν πολλὲς σελίδες καὶ ἄλλες ὀλίγες. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ φαινομένου εἶναι ἁπλή. Ἡ προσφερόμενη βιβλιογραφία ὑπῆρξε ἀντιστοίχως πλούσια ἤ πτωχή. Βέβαιο ὅμως εἶναι ὅτι τὸ δεῖγμα τῶν τριάντα τεσσάρων βιογραφούμενων μοναχῶν εἶναι ἀρκετὸ γιὰ νὰ γνωρίσει ὁ ἀναγνώστης τὸ ἀσκητικὸ φρόνημά τους, τοὺς πνευματικούς τους ἀγῶνες γιὰ τὴν προκοπὴ καὶ γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἄλλωστε, «μοναχὸς ἐστὶν ὁ πάντων χωρισθεὶς καὶ πᾶσι συνηρμοσμένος». Ἔτσι, οἱ βιογραφούμενοι Κρῆτες Μοναχοί, μέσα ἀπὸ τὰ κελλιά τους ἤ τὰ εὐλογημένα μοναστήρια τους, μὲ τὴ φαινομενικὴ ἐρημικὴ ζωή τους, δὲν ἔπαυσαν νὰ ἀνυψώνουν πρὸς τὸν Θεὸν τὶς ψυχές τους, ἀλλὰ καὶ τὶς ψυχὲς τῶν ζώντων στὸν κόσμο συνανθρώπων τους. Αὐτὸ τὸ μεγάλο δίδαγμα βγαίνει ἀπὸ τὴ μελέτη τοῦ βιβλίου «Μορφὲς Κρητῶν Ἀθωνιτῶν» τοῦ κ. Ἀντωνίου Στιβακτάκη. Περάσαμε ἔτσι, ὅπως ἦταν φυσικό, στὸ τρίτο καὶ μεγαλύτερο μέρος τῆς ὁμιλίας μας, ποὺ ἀφορᾶ τὴν «ψυχή» τοῦ κρινομένου βιβλίου, δηλαδὴ τὸ πνευματικό του περιεχόμενο, στὸ ὁποῖο θὰ ἀναφερθοῦμε ἐκτενέστερα. Στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου ὀ συγγραφέας ἀναφέρει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἀνάμεσα στὸ ζωηρὸ “νέφος” τῶν Ὁσίων Πατέρων ποὺ ἀσκήθηκαν πνευματικὰ καὶ διέλαμψαν στὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος τοῦ Ἄθωνος ἀνὰ τοὺς
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
αἰῶνες συγκαταλέγονται καὶ ἑκατοντάδες Κρῆτες μοναχοί. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, φλεγόμενοι “θείῳ ἔρωτι’’, ἐγκατέλειψαν ὅ,τι εἶχαν στὴν Κρήτη καὶ πορεύτηκαν ὁδηγώντας τὸ πλοῖο τῆς ψυχῆς τους πρὸς τὸ ἀπάνεμο λιμάνι τοῦ Ἄθωνος, γιὰ νὰ ἀφιερωθοῦν ἐκεῖ μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ ζητήσουν τὸ ἔλεος καὶ τὴν εὐσπλαχνία Του». Τὸ μεστὸ περιεχομένου αὐτὸ κείμενο προαναγγέλλει καὶ προδιαγράφει τὸ σκοπὸ καὶ τοὺς στόχους τῆς ποιοτικῆς ἔρευνας ποὺ ἀνέλαβε ὁ συγγραφέας. Ἔμπειρος ἐρευνητὴς καθὼς εἶναι ὁ ἴδιος, τονίζει ὅτι τὸν πληθυσμὸ τῆς ἔρευνάς του συγκροτοῦν ἑκατοντάδες Κρῆτες μοναχοὶ ποὺ διαμέσου τῶν αἰώνων ἀσκήθηκαν πνευματικὰ στὰ μοναστήρια, στὶς σκῆτες, στὰ ἀσκηταριά, στὶς καλύβες καὶ στὰ ἡσυχαστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐπειδή, ὅμως, εἶναι ἀδύνατον νὰ μελετήσει καὶ νὰ μᾶς παρουσιάσει τὴ ζωὴ καὶ τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ὅλων αὐτῶν, συγκροτεῖ ἕνα δεῖγμα ἀπὸ τριάντα τέσσερις Κρῆτες Ἀθωνίτες Μοναχοὺς, καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἀναγνώστη σὲ μιὰ γενίκευση τῶν συμπερασμάτων. Εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέγει: «Ὅπως ἔζησαν οἱ μοναχοὶ αὐτοὶ ποὺ σᾶς παρουσίασα, κατὰ παρόμοιο τρόπο ἐβίωσαν καὶ οἱ πολὺ περισσότεροι ἄλλοι γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πνευματικὴ δράση τῶν ὁποίων δὲν μπορῶ νὰ εἰπῶ τίποτε, ἀφοῦ δὲν τὸ γνωρίζω». Οἱ βιογραφούμενοι τριάντα τέσσερις μοναχοὶ ἐντάσσονται σὲ μιὰ χρονικὴ κλίμακα ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ 15ου αἰώνα καὶ τελειώνει μὲ τὸ κλείσιμο τοῦ 20οῦ αἰώνα. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι πνευματικὰ ἀναστήματα τοῦ 20οῦ αἰώνα. Μόνο ἕνας ἀπὸ αὐτούς, θείᾳ βοηθείᾳ, κλείνει τὸν βιολογικό του κύκλο ἀνατέλλοντος τοῦ 21ου αἰώνα. Εἶναι ὁ Κουτλουμουσιανὸς Δαμασκηνός (19312005). Τὰ ὀνόματα τῶν ἄλλων εἶναι τὰ ἑξῆς: Θεοφάνης Λαυριώτης ὁ Κρής, Ἀγάπιος Λάνδος ὁ Μικραγιαννανίτης, Ἱλαρίων Ἁγιαννανίτης ὁ Ὁσιομάρτυρας, Ἰωακείμ Ἁγιαννανίτης ὁ Ἡσυχαστής, Χερουβείμ Ἁγιαννανίτης, Βικέντιος Ἁγιαννανίτης, Γεννάδιος Διονυσιάτης, Μάρκος Διονυσιάτης, Εὐδόκιμος Ξηροποταμηνός, Πανάρετος Καυκοκαλυβίτης, Ἱερώνυμος Ἁγιοπαυλίτης, Ἱερόθεος Ἁγιοπαυλίτης, Χερουβείμ Ἁγιοβασιλειάτης,
Ἀμβρόσιος Ξενοφωντινός, Νέστωρ ΚαρεώτηςΔιονυσιάτης, Βασίλειος Ξηροποταμην ό ς , Εὐθύμιος Κουτλουμου σιαν ό ς Ἐσταυρωμένος, Ἀβιμέλεχ Μικρ αγιαννανίτης, Νήφων Δανιηλίδης-Κατουνακιώτης, Δανιήλ Καυσοκαλυβίτης, Μάξιμος Ξηροποταμηνός, Μόδεστος Κωνσταμονίτης, Εὐσέβιος Ξηροποταμηνός, Ἰωάννης Κουτλουμουσιανός, Νήφων Κωνσταμονίτης, Νικόδημος Κουτλουμουσιανὸς Ἰβηρίτης, Δαμασκηνὸς Ἁγιοβασιλειάτης, Γρηγόριος Ξενοφωντινός, Σωφρόνιος Γρηγοριάτης, Νικήτας Σταυρονικητιανός, Γεράσιμος Ξενοφωντινός, Εὐμένιος Ξηροποταμηνός, Ματθαῖος Τιμιοσταυρίτης ὁ ἀόμματος. Ἀπὸ τὴν ἀνάλυση τοῦ περιεχομένου τῶν βιογραφιῶν τῶν προαναφερομένων μοναχῶν μποροῦμε νὰ βγάλουμε τὰ πνευματικὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ δείγματος ποὺ συγκρότησε ὁ συγγραφέας. Ἐπιβάλλεται νὰ ἀναφερθοῦμε σ᾿ αὐτά, γιὰ νὰ ἀντλήσουμε καὶ τὰ σχετικὰ διδάγματα. Ἀρχικὸ καὶ κοινὸ γνώρισμα ὅλων εἶναι ἡ ξενιτεία, ἡ γνήσια αὐτὴ μοναχικὴ ἀρετή. Δένδρα ξεριζωμένα ὅλοι ἀπὸ ποικίλα οἰκογενειακὰ θερμοκήπια τῆς κρητικῆς γῆς καὶ μεταφυτευμένα στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Οἰκείᾳ βουλήσει ξενιτεύτηκαν ὅλοι, σὲ μικρὴ ἤ σὲ μεγάλη ἡλικία, κόβοντας εὐθαρσῶς καὶ εὐχαρίστως τὰ δεσμὰ ποὺ τοὺς ἕνωναν μὲ τὰ προσφιλῆ τους πρόσωπα καὶ μάλιστα μὲ 35
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τοὺς γονεῖς τους καὶ τὰ ἀδέλφια τους. Οἱ πεκαὶ θεαρέστως τὸν ἀγῶνα τοῦ μοναδικοῦ ρισσότεροι, ἀπὸ τότε ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ἐπαγγέματος καὶ τῶν ἐλπιζομένων ἀγαθῶν Κρήτη, δὲν ξαναγύρισαν ποτέ. Ἔζησαν στὴν ἀξιωθῶ». Ἀσφαλῶς ἐπιθυμία του πραγματοἐξορία τῆς παρούσης ζωῆς. Οἱ προσπάθειες ποιήθηκε, ἀφοῦ καὶ ἔτι ζῶν ἀξιώθηκε νὰ ἰδεῖ ἐπαναπατρισμοῦ των ἀπέτυχαν. Τὴν ἄρνηση τὴν Παναγία μπροστά του. ἐπιστροφῆς στὸ κόσμο περιγράφει πολὺ χαἩ προσεκτικὴ ἀνάλυση τοῦ κειμένου αὐτοῦ ρακτηριστικὰ ὁ προορατικὸς καὶ διακριτικὸς ὁδηγεῑ στὰ ἑξῆς συμπεράσματα: α) Δίδει Γέροντας Ἱερώνυμος Ἁγιοπαυλίτης σὲ ἀπαντὴν ἀληθινὴ ἑρμηνεία τῆς μοναχικῆς ξενιτείας. τητικὴ ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλε στοὺς γονεῖς του, β) Δίδει τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς ζωῆς τοῦ μοστὸ Βλάτος Κισάμου, τὴν 8 Μαῒου 1894, ἕνα ναχοῦ, τοῦ ζῶντος στὴν ἐξορία τῆς παρούσης χρόνο μετὰ τὴ μοναχική του κουρά. Ἀπὸ τὴν ζωῆς. γ) Ἀποκαλύπτει τὸ κάλλος καὶ τὴν πληἐπιστολὴ αὐτή, τὴν ὁποία ὁ κ. Στιβακτάκης ρότητα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἡ ὁποία, δυχαρακτηρίζει συγκλονιστικὴ καὶ ἐνδιαστυχῶς, κακοποιεῖται σήμερα ἀπὸ φέρουσα, ἀναφέρω μερικὰ ἀποσπάπολλοὺς σὲ τέτοιο μάλιστα σματα. Αὐτὰ εἶναι τὰ ἑξῆς: «Ὁ μοβαθμὸ ὥστε νὰ καθίσταται ναχὸς ὑπόσχεται ὅτι δὲν ἔχει εἰς ἀσπόνδυλη, κατὰ τὴν ἐπιτὸ ἑξῆς οὐδὲν ἴδιον πρᾶγμα, τυχὴ ἔκφραση τοῦ ποιοὔτε κτήματα, οὔτε χρήματα, ητοῦ Γ. Σεφέρη. Βεβαίοὔτε βιωτικὰς ἀνάγκας, οὐδὲ ως, τὸ προαναγνωσθὲν συναναστροφὰς μετὰ λαϊκῶν. κείμενο προῆλθε ἀπὸ Ἐν ἑνὶ λόγῳ ὑπόσχεται ὅτι θὰ τὴ γραφίδα ἑνὸς λοζῇ εἰς τὸ ἑξῆς ζωὴν Ἀγγελικὴν γίου ἁγιορείτη μονακαὶ ὑπερκόσμιον· καὶ θὰ εἶναι χοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὡς ὤν καὶ μὴ ὤν ἐν τῷ κόσμῳ καὶ δημοδιδάσκαλος τούτῳ. Κἀγὼ ὁ ἐλάχιστος καὶ στὴν Κρήτη. Εἶχε δηἁμαρτωλὸς ἠρνήθην, ἀρνοῦμαι λαδὴ καὶ τὴν κατὰ κόκαὶ ἔτι ἀρνηθήσομαι, τῇ τοῦ σμον λογία παιδεία. Θεοῦ θείᾳ χάριτι καὶ βοηθείᾳ, τὸν Αὐτὸ ὅμως δὲν τὸ εἶχαν ψευδῆ τοῦτον καὶ μάταιον κόὅλοι οἱ βιογραφούμενοι μοσμον καὶ πᾶσι τοῖς ἐν αὐτῷ. Ἡ μόνη ναχοί. Μὲ βάση τὸ κριτήριο ἡδονὴ θὰ εἶναι ἡ μελέτη τῶν αὐτό, μποροῦμε νὰ τοὺς θείων Γραφῶν καὶ οἱ ἐν κατατάξουμε στὶς ἑξῆς Γέρων Χερουβείμ Ἁγιαννανίτης. κρυπτῷ ἱεροὶ ἀγῶνες. Ἡ μόνη τρεῖς κατηγορίες: α) Τοὺς μου τροφὴ θὰ εἶναι ἡ ἀδιάκοπος προσευχή, ἔχοντες ἀνώτατη θεολογικὴ κατάρτιση, β) ἡ Κοινωνία τῶν Θείων Μυστηρίων, ἡ Νηστεία τοὺς διαθέτοντας μόνο μέσης ἐκπαίδευσης καὶ ἡ πνευματικὴ πρὸς πάντας Ἀγάπη. Τὸ μόκατάρτιση καὶ γ) τοὺς μὲ στοιχειώδη κατάρνον εὐφρόσυνον ποτὸν θὰ εἶναι τὰ δάκρυα. τιση μοναχούς. Οἱ περισσότεροι, ἄν καὶ φοίἩ μόνη μου στολὴ θὰ εἶναι ἡ σωφροσύνη, ἡ τησαν σὲ ὀλίγες μόνο τάξεις τοῦ δημοτικοῦ, σεμνότης, ἡ σιωπή, ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ ἁπλόαὐτομορφώθηκαν σὲ τέτοιο μάλιστα βαθμὸ της, ἡ ἀνεξικακία καὶ αἱ κακουχίαι. Ὁ πατήρ ποὺ ἡ φιλολογική τους σοφία τοὺς ἐμφάνιμου θὰ εἶναι ὁ Χριστός, Μήτηρ μου ἡ Παναζε ὡς κατέχοντες ὑψηλοὺς τίτλους ἐκπαίγία, καὶ ἀδελφοί, φίλοι καὶ συγγενεῖς οἱ Ἅγιδευσης. Ἦταν ἄνδρες σοφοὶ καὶ ἄριστοι χειοι Πάντες. Χαίρετε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου γοριστὲς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. νεῖς, πάλιν καὶ πολλάκις ἐρῶ χαίρετε· χαίρεΒεβαίως, δὲν ὐπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ἡ φιλολογική, θεολογικὴ καὶ θύραθεν παιδεία συτε ἀδελφοί μου, συγγενεῖς, φίλοι, γνωστοὶ καὶ νιστοῦν πνευματικὰ ἀγαθὰ γιὰ κάθε ἄνθρωμαθηταί μου, καὶ δότε μοι πάντες μικροί τε καὶ πο. Σκοπὸς ὅμως γιὰ τὸν μοναχὸ δὲν εἶναι μεγάλοι παρακαλῶ τὴν εὐχή σας, ἀπὸ τὰ βάθη αὐτά. Γι᾿ αὐτὸν κύριος στόχος τοῦ καθημετῶν καρδιῶν σας, ἵνα τῇ τοῦ Θεοῦ χάριτι καὶ ρινοῦ του ἀγώνα εἶναι ἡ κατάκτηση ἀρετῶν. τῇ αὐτῶν ἰσχύι, δυνηθῶ νὰ τελειώσω καλῶς 36
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Εἶναι ἡ εὐκαρπία τῶν ἐναρέτων πράξεων. Εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ψυχῆς ἐναρέτως. Εἶναι ἡ καθαρὴ ἐξωτερικὴ καὶ ἐσωτερικὴ ζωή. Εἶναι ἡ ἄσκηση ποὺ ξεγυμνώνει τὰ χέρια ἀπὸ τὴ σάρκα καὶ τὰ καθιστᾶ πυρφόρα σπαθιὰ διαρκῶς ὑψωμένα στὸν Οὐρανό. Εἶναι μιὰ ζωὴ ἀενάως θείῳ ἔρωτι πυρπολούμενη. Εἶναι ἕνας ἀγώνας ποὺ ἀρνεῖται τὴν φύσιν, γιὰ νὰ ἐπιτύχει τὰ ὑπέρ φύσιν. Εἶναι μιὰ εὐλογημένη ζωὴ μὲ ἔνθεο ζῆλο, νηφαλιότητα, πραότητα, ταπεινότητα, σοβαρότητα, ἐγκράτεια, νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχή. Εἶναι μιὰ ζωὴ ποὺ νεκρώνει καὶ ἀποβάλλει τὰ ἐγγενῆ στὴ πεπτωκυῖαν φύσιν πάθη. Μελετώντας τὸν βίο τῶν τριάντα τεσσσάρων Ἀθωνιτῶν Πατέρων ἀβίαστα ὁδηγούμαστε στὸ συμπέρασμα ὅτι ὅλοι ὑπῆρξαν ἡ ἐνσάρκωση πολλῶν ἀρετῶν. Ἄνδρες λιπόσαρκοι οἱ περισσότεροι, ἀλλὰ παρά ταῦτα καὶ μακροχρόνιοι. Μεγάλα πνευματικὰ ἀναστήματα. Καρδιὲς μὲ ὑγιὰ θετικὰ συναισθήματα, πρόθυμες γιὰ ἀγάπη καὶ προσφορά. Πρόσωπα εὐγενικά, χαρούμενα, φωτεινά, ἱλαρά. Ἀκάματοι ἐραστὲς τοῦ Θεοῦ καὶ περιφρονητὲς τῆς ματαιότητας τῆς ζωῆς. Ἀγωνιστὲς ἐγκρατεῖς, ἁγνοί, σιωπηλοί, ταπεινοί, ἀνεξίκακοι. Ἀρχοντικὲς μορφές, χαριτωμένες ψυχές. Δένδρα ἀγλαόκαρπα βαθιὰ ριζωμένα στὰ ἁγιασμένα χώματα τῆς ἀθωνικῆς γῆς, φορτωμένα μὲ καρποὺς πίστεως, ἐλπίδας καὶ ἀγάπης. Ἀφανεῖς ἅγιοι, ἱκανοὶ γιὰ αὐτομεμψία, χαλιναγώγηση παθῶν καὶ ἐγωϊστικῶν μορφῶν συμπεριφορᾶς καὶ δράσης. Ἄνδρες ἀεὶ προσευχόμενοι καὶ συνεχῶς φωτιζόμενοι ἀπὸ τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ Παραδείσου. Ἄνθρωποι ποὺ ζοῦσαν «θείῳ πυρί φλογιζόμενοι καὶ πρὸς γαληνοὺς τῆς εὐσεβείας λιμένας γηθόμενοι». Εἶναι οἱ «ἁγίως τελέσαντες τὴν ζωὴν καὶ σύν Ἁγίοις νυνὶ κατασκηνώσαντες καὶ θείας τρυφῆς ἀπολαμβάνοντες». Κι ὅλα αὐτά, διότι «οὐ πρὸς αἷμα, οὐ πρὸς σάρκα τὴν πάλην ἀράμενοι οἱ γενναῖοι, ἀλλὰ ἀρχὰς ἐτροποῦντο καὶ δαίμονας ἀοράτῳ σθένει τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ κρατυνόμενοι». Ἐπιβάλλεται τώρα τὰ γενικὰ αὐτὰ πνευματικὰ γνωρίσματα νὰ τὰ καταστήσουμε σαφέστερα, ἀναφερόμενοι στὴ ζωὴ τῶν βιογραφούμενων τριάντα τασσάρων Ἀθωνιτῶν Πατέρων, μεταφέροντες ἐδῶ μερικὰ χαρα-
κτηριστικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ κ. Στιβακτάκη. Γράφει, λοιπόν, ὁ συγγραφέας : 1) Ὁ Γέροντας Θεοφάνης Λαυριώτης ὁ Κρής, ποὺ γεννήθηκε στὸν Χάνδακα τῆς Κρήτης, τὸ σημερινὸ Ἡράκλειο, περὶ τὰ τέλη τοῦ 15ου αἰώνα, ὅπου καὶ ἀνεπαύθη τὸ ἔτος 1558, ὑπῆρξε ἁγιορείτης μοναχὸς ἀπὸ τὸ ἔτος 1535 ἕως τὸ ἔτος 1558, ἀσκούμενος καὶ προσευχόμενος. Παράλληλα ὑπῆρξε ἕνας μεγάλος ἁγιογράφος, ὁ πιὸ σημαντικὸς ἐκπρόσωπος τῆς «Κρητικῆς Σχολῆς». Κρατᾶμε αὐτὸ ποὺ εἶπε γι᾿ αὐτὸν ὁ Φώτης Κόντογλου: «Πρὸ τῶν θαυμαστῶν ἔργων τοῦ μοναχοῦ Θεοφάνη οὐδεὶς δύναται νὰ ἀρνηθῆ ὅτι ὁ ταπεινὸς μοναχὸς τῆς Λαύρας ὑπῆρξε μέγας ζωγράφος». 2) Ὁ Γέροντας Ἀγάπιος Λάνδος ὁ Μικραγιαννανίτης, ποὺ γεννήθηκε στὸ Ἡράκλειο Κρήτης, ἴσως κατὰ τὴν τελευταία εἰκοσαετία τοῦ 16ου αἰώνα, καὶ κοιμήθηκε στὴ Βενετία, ὅπου εἶχε μεταβεῖ γιὰ νὰ τυπώσει τὸ βιβλίο του «Νέος Παράδεισος», μόνασε στὴν Καλύβη τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων, ὅπου συνέγραψε τὸ βιβλίο «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία. Τὸ πλεῖστον τῆς ζωῆς του διῆλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος ὡς μοναχὸς ἀσκούμενος καὶ συγγράφων. Ὑπῆρξε ταπεινός, λόγιος καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους δασκάλους τοῦ καιροῦ του. 3) Ὁ Γέροντας Ἱλαρίων Ἁγιαννανίτης ὁ Ὁσιομάρτυρας, ποὺ γεννήθηκε στὸ Ἡράκλειο, τὸ Μεγάλο Κάστρο, τὸ ἔτος 1778, καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ ἔτος 1804, «ψήθηκε» κυριολεκτικὰ μέσα στὸ ζωηφόρο καμίνι τῆς ἀσκήσεως, τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς, τῆς ὑπακοῆς, καὶ προετοιμάσθηκε κατάλληλα γιὰ νὰ λάβει τὸ φωτοστέφανο τῆς δόξας. Ἠγωνίσθη καὶ ἐνίκησε τὸν πρώην νικήσαντα αὐτὸν διάβολον· καὶ οὕτως ἐδοξάσθη παρὰ Χριστοῦ ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Οὐρανῶν. 4) Ὁ Γέροντας Ἰωακείμ Ἁγιαννανίτης ὁ Ἡσυχαστής, ποὺ γεννήθηκε στὸν Καλλικράτη Σφακίων, ἄγνωστο πότε, καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1888, ὁ περίφημος χαῒνης, ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν Τούρκων καὶ προστάτης τῶν Κρητικῶν, ἀσκήτευσε σὲ μιὰ ὑγρὴ καὶ παγωμένη σπηλιά, χωρὶς κλίνη καὶ ροῦχα, παρὰ μόνο μὲ μιὰ στάμνα μὲ 37
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
νερό. Ἔπαιρνε λίγο ὕπνο καθήμενος καὶ ἀκουμπώντας στὸν τοῖχο τοῦ σπηλαίου. Φωτιὰ δὲν ἄναβε στὴ σπηλιὰ καὶ ζεστὰ ροῦχα δὲν ἐφόρεσε ποτέ. Τὸ ἴδιο λεπτὸ ράσο καὶ τὸ ἴδιο ζωστικὸ φοροῦσε καὶ τὸν χειμώνα καὶ τὸ καλοκαίρι. Ὅταν ρωτήθηκε γιατί ταλαιπωρεῖ τὸν ἑαυτό του τόσο πολύ, εἶπε: «Ἐγώ ἤμην ληστὴς εἰς τὴν Κρήτην. Ἔχω πράξει πολλὰ κακά. Ἤμην εἰς τὸ σκότος. Δὲν ἐγνώριζον τί ἔπραττον ὁ ταλαίπωρος. Ἄχ! θὰ μὲ συγχωρέσει ὁ πολυεύσπλαχνος Θεός; Ἔχω πολλὰς ἐνοχλήσεις ἐκ τῶν δαιμόνων. Μοῦ ἐνθυμίζουν τὰς σαρκικὰς πράξεις, τὰ κλοπιμαῖα σφάγια, τὰ ὁποῖα κατὰ κόρον ἔτρωγον μετὰ τῶν συντρόφων μου, καὶ ἄλλα πολλὰ φέρουν εἰς τὸν νοῦν μου». Λόγῳ τῆς εἰλικρινοῦς μετάνοιάς του καὶ τῶν σκληρῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων του, ὁ Θεὸς τὸν πλούτισε μὲ πολλὰ πνευματικὰ χαρίσματα. Ἦταν προορατικὸς καὶ μποροῦσε νὰ θεραπεύει κωφώσεις, τυφλώσεις, παραλύσεις καὶ ἄλλες ἀσθένειες. Ἡ Ὀρθόδοξη Ρωσικὴ Ἐκκλησία τὸν ἀνακήρυξε ἐπίσημα ἅγιο, ἐξαιτίας τῶν ἰάσεων ποὺ ἔκανε σὲ κωφὰ καὶ τυφλὰ παιδιὰ εὐσεβῶν Ρώσων Χριστιανῶν. 5) Ὁ Γέροντας Χερουβείμ Ἁγιαννανίτης, ποὺ γεννήθηκε στὴ Γαλίφα Πεδιάδος τὸ ἔτος 1846 καὶ ἐκλήθη σὲ ἡλικία πενήντα ἐννέα ἐτῶν στὴν Ἄνω Ἱερουσαλήμ τὸ ἔτος 1905, ἔζησε ὁλόκληρη τὴ μοναχικὴ ζωή του στὸ Ἅγιον Ὄρος μὲ πνευματικὸ ἡρωϊσμό. Ἐφάρμοσε στὴν πράξη τὸ προφητικό: «μακάριος ὅς αἴρει ζυγὸν ἐκ νεότητος αὐτοῦ». Τὴν ψυχή του κοσμοῦσαν ἡ θεοφιλὴς ταπείνωση, ἡ ἀνεξικακία, ἡ ὑπακοὴ καὶ ἡ αὐταπάρνηση. Ἐπίσης, ἦταν λόγιος, φίλεργος, καλλιγράφος καὶ σπουδαῖος ἁγιογράφος. Κατὰ γενικὴ ὁμολογία ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ἀληθινοῦ καὶ γνήσιου ὀρθόδοξου μοναχοῦ. 6) Ὁ Γέροντας Βικέντιος Ἁγιαννανίτης, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸν Κρουσώνα καὶ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος περὶ τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰώνα, ἔζησε ἐπὶ 25 ὁλόκληρα χρόνια στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας, τὸ «προκεχωρημένο» αὐτὸ πνευματικὸ φυλάκιο, βιώνοντας τὴ γνήσια μοναχικὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀσυμβίβαστη ἀγωνιστικότητα. Οἱ ἀγῶνες του ξεπερνοῦσαν τὰ κοινὰ μέτρα. Ἦταν ἄνδρας ἐγνωσμένης ἀρετῆς, ταπεινώσεως, ὑπακοῆς καὶ ἀκριβοῦς τηρήσεως τῶν κανόνων τῆς μοναχικῆς ζωῆς. 38
Ἐκοιμήθη τὸν ὕπνο τῶν δικαίων στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας τοῦ Ἁγίου Ὄρους τὸ ἔτος 1932. 7) Ὁ Γέροντας Γεννάδιος Διονυσιάτης, ποὺ γεννήθηκε στὰ Ἀκούμια Ρεθύμνου τὸ ἔτος 1881 καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1933 σὲ ἡλικία μόλις πενήντα δύο ἐτῶν, ἦταν ταπεινός, πράος, ἡσύχιος, ἀλτρουϊστής, σιωπηλός, ὑπάκουος, ἀνεξίκαος, ἀκτήμων, ἀφιλοχρήματος, γεμάτος μὲ ἀπέραντη χριστιανικὴ ἀγάπη. Ἀπὸ κοιλίας μητρὸς ἦταν προωρισμένος γιὰ τὸν Παράδεισο. Ἄνθρωπος πεπληρωμένος ταπεινοφροσύνης. Εἶχε ὅλες τὶς ἀρετὲς ὁ τρισμακάριος. 8) Ὁ Γέροντας Μάρκος Διονυσιάτης, ποὺ γεννήθηκε στὸ συνοικισμὸ Περβολάκια τοῦ χωριοῦ Πανέθυμον Κισάμου Χανίων τὸ ἔτος 1852 καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο τὸ ἔτος 1938, ἀφοῦ καὶ σὲ ἡμιθανὴ ἀκόμα κατάσταση δέχθηκε τὶς τελευταῖες δοκιμασίες ἀπὸ τὸν αἰώνιο ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ δέχθηκε μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ τὴν ἐπίσκεψη τῆς θείας χάριτος κατὰ τὴν ὥρα τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του. Κατ’ ἐκείνη τὴ στιγμὴ τὸ δωμάτιο τοῦ Νοσοκομείου τῆς Μονῆς ἐπληρώθη ἀπὸ θαυμασιότατη εὐωδία. Ἔτσι ἔφυγε ὁ Ἱερομόναχος Μάρκος ὁ ἐγκρατής, ὁ νηστευτής, ὁ διακριτικὸς καὶ ἐργατικός. Ἔφυγε γιὰ τὴν Οὐράνια Βασιλεία ἕνας ἅγιος, ἕνα μυρίπνοο πνευματικὸ ἄνθος, ποὺ μεταφυτεύθηκε στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας ἀπὸ τὴν Κρήτη. 9) Ὁ Γέροντας Εὐδόκιμος Ξηροποταμηνός, ποὺ γεννήθηκε στὸ Γεράνι Κυδωνίας Χανίων τὸ ἔτος 1868 καὶ ἐξεμέτρησε τὸ ζῆν τὸ ἔτος 1938, πορευθεὶς εἰς τὰ σκηνώματα τοῦ Κυρίου τὰ ἀγαπητά, διεκρίνετο γιὰ τὴν εὐχέρεια τοῦ λόγου, γιὰ τὸ φίλεργο πνεῦμα του, γιὰ τὸ μειλίχιο τοῦ χαρακτήρα του, γιὰ τὴν εὐγενικὴ συμπεριφορά του, καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἄκρα προσήλωσή του πρὸς τὰ Ἁγιορείτικα καθεστῶτα. Ἀπῆλθε πρὸς τὸν Κύριο ἐν ὀδύναις σωματικαῖς, καταλιπὼν μνήμην ἀγαθὴν σὲ ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ κενὸ δυσαναπλήρωτο στὴ Μονὴ τῆς μετανοίας του. 10) Ὁ Γέροντας Πανάρετος Καυσοκαλυβίτης, ποὺ γεννήθηκε στὴν Κρήτη, ἀλλὰ ποῦ καὶ πότε δὲν γνωρίζομε, καὶ μετέβη «εἰς χώραν ζώντων» τὸ ἔτος 1943, ὑπῆρξε μοναχὸς
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ἐγκυκλοπαιδικότατος, μελετηρότατος, τακτικότατος στὶς ἱεροτελεστίες, ἀκούραστος καὶ εὔγλωττος ἱεροκήρυκας, διδάσκαλος τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, καλὸς ἐξομολόγος καὶ ἄριστος ἁγιογράφος. Ἀπὸ τὶς πολλὲς συμβουλές του μεταφέρομε ἐδῶ μία, τὴν ὁποία θεωροῦμε πολὺ ἐπίκαιρη. Ἔλεγε: «Προσέχετε τὴν ἐργασία σας καὶ μὴν ἀμελῆτε, διότι ἡ οἰκονομικὴ κρίσις ὁλοὲν ἐξαπλοῦται εἰς ὅλον τὸν κόσμον, δυστυχῶς, καὶ δὲν γνωρίζομεν ποίας διαστάσεις θὰ ἔχῃ νὰ λάβῃ αὐτή. Περιορίσατε τὰ ἔξοδά σας ὅσον δύνασθε. Νὰ κόψετε τὰς πολλὰς καὶ ἀνωφελεῖς σχέσεις διὰ νὰ μὴ βλάπτετε τὰς ψυχάς σας. Σᾶς συμβουλεύω νὰ ἐργάζεσθε ἔστω καὶ μὲ ὀλίγον κέρδος. Θὰ κερδίσετε τὴν εἰρήνην καὶ τὴν ἡσυχία σας. Εἶναι ὀλίγον κέρδος αὐτό; Εἰς τὴν πτωχείαν ἀναπαύεται ἤ ἀποκαλύπτεται ὁ Χριστός. Νὰ ἐξομολογῆσθε τακτικὰ καὶ νὰ μεταλαμβάνετε τῶν Ἀχράντων τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων, μὲ τὴν ἄδειαν τοῦ Πνευματικοῦ σας, μετά ἀγάπης καὶ ταπεινώσεως πολλῆς». 11) Ὁ Γέροντας Ἱερώνυμος Ἁγιοπαυλίτης, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1867 στὸ χωριὸ Βλάτος Κισάμου Χανίων καὶ παρέδωσε τὴ μακαρία ψυχή του «εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος» τὸ ἔτος 1943, «διαβὰς τὰ μέτρα τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, πρὸς τὴν ἀσωμάτων πολιτείαν ἑαυτὸν μετέστησεν». Ἄνδρας χαριτωμένος μὲ οὐράνιες δωρεὲς καὶ ἁγιότητα βίου, ἀξιωθεὶς νὰ ἰδεῖ τὴν Παναγία μπροστά του, ἡ ὁποία τοῦ ἔδωσε θάρρος, κουράγιο, ἐλπίδα, δύναμη, παρηγοριὰ καὶ στήριξη. Καὶ ἐκεῖνος τῆς ἀποκρίθηκε: «Ὑμνῶ, δοξάζω, προσκυνῶ καὶ εὐχαριστῶ μεγάλως τὴν χάριν Σου Παντάνασσα Μαρία Θεοτόκε». 12) Ὁ Γέροντας Ἱερόθεος Ἁγιοπαυλίτης, ποὺ γεννήθηκε στὰ Πεζὰ Ἡρακλείου τὸ ἔτος 1867 καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ στὸ Κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Παύλου τὸ ἔτος 1947, εἶχε σοφία Θεοῦ καὶ μόρφωση ἀνθρωπίνη μεγάλη. Ζοῦσε μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Ἦταν ὀλιγαρκὴς στὶς τροφὲς καὶ ἀχόρταγος στὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη τῶν πατερικῶν βιβλίων. Ὁ λόγος τῆς ἀγάπης δὲν ἔλειψε ποτὲ ἀπὸ τὰ χείλη του, καὶ τὸ λαμπερό, εὐπροσήγορο καὶ ταπεινό του πρόσωπο σκορποῦσε σ’ ὅλους ὕφος γαλήνιο καὶ πράο. Ἄνδρας δοσμένος κυριολεκτικὰ στὸν Χριστὸ καὶ κατάφορτος ἀπὸ πνευματι-
κοὺς καρπούς. 13) Ὁ Γέροντας Χερουβείμ Ἁγιοβασιλειάτης, ποὺ ἀντίκρισε τὸ φῶς τοῦ ἡλίου σὲ κάποιο χωριὸ τοῦ Ρεθύμνου, πιθανότατα περὶ τὸ ἔτος 1870, καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 1950, ἦταν ἀσκητὴς ἐνάρετος, ἀ μ έρ ι μ ν ο ς , πρᾶος, ἡσύΓέρων Εὐδόκιμος ὁ Ξηροποταμηνός. χιος, ταπεινόφρων, πλήρης πίστεως, ἐλπίδος καὶ ἀγάπης, σιωπηλός, ἀμίλητος καὶ διαρκῶς προσευχόμενος. Ζοῦσε σὲ μιὰ ἐρημικὴ καλύβη στὴν ἀπόκρημνη καὶ ἄνικμη περιοχὴ τῆς ἐρημικῆς περιοχῆς τοῦ Ἁγίου Βασιλείου. Κάποτε, ἀποκλεισμένος ἀπὸ τὸ χιόνι, καὶ ἄσιτος ἐπὶ μία ἑβδομάδα, δέχθηκε τὴν ἐπίσκεψη ἀγγέλου μὲ σχῆμα μοναχοῦ, ποὺ τοῦ ἔφερε τρόφιμα φορτωμένα σ’ ἕνα μουλάρι. Μὲ τὰ τρόφιμα αὐτὰ πέρασε ὁλόκληρο τὸ βαρὺ χειμώνα ἐκείνης τῆς χρονιᾶς, δοξολογώντας καὶ εὐχαριστώντας τὸν Κύριο. Ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε ὅτι, ἀφοῦ ὁ πατέρας του δὲν μπόρεσε νὰ τὸν πείσει νὰ παραμείνει στὸν κόσμο, ἀποχαιρετώντας τον τοῦ εἶπε: «Πήγαινε, παιδί μου, στὸ καλό, ἀλλὰ ἅμα τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως σὲ δῶ εἰς τὰ ἀριστερὰ τοῦ Δίκαιου Κριτῆ, θὰ σὲ φτύσω». Καὶ ὁ ταπεινόφρων θεαρέστως ἀσκούμενος υἱὸς ἔλεγε σ’ὅλη του τὴ ζωή: «Ἄχ! δὲν θὰ ἀποφύγω τὸ φτύσιμο τοῦ πατρός μου». 14) Ὁ Γέροντας Ἀμβρόσιος Ξενοφωντινός, ποὺ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Χριστὸς Ἱεράπετρας τὸ ἔτος 1900 καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1953 στὴν Ἁγία Πόλη Ἱερουσαλήμ, βιώνοντας ἔτσι τὴ γνήσια μοναχικὴ ἀρετὴ τῆς ξενιτείας, ἦταν ταπεινός, πρᾶος, ἐλεήμων, 39
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
διαρκῶς προσευχόμενος καὶ ὑπομένων τὶς θλίψεις. 15) Ὁ Γέροντας Νέστωρ Καρεώτης Διονυσιάτης, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1872 στὸ χωριὸ Δαφνέδες Μυλοποτάμου καὶ μετέστη στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν τὸ ἔτος 1957, ἐνῶ νοσηλευόταν σὲ κλινικὴ τοῦ Ρεθ ύμνου, ἦταν μιὰ βιΓέρων Ἀβιμέλεχ Μικραγιαννανίτης. βλικὴ μορφή, ποὺ συγκινοῦσε καὶ μαγνήτιζε ὅσους τὸν πλησίαζαν. Ἦταν ἁπλός, ἀσκητικὸς καὶ ἄριστος ἐξομολόγος. Τόση δύναμη εἶχε ἡ ἐξομολόγη τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν Γέροντα, ὥστε νὰ προσέρχονται σ’αὐτὴ ψυχὲς μαῦρες ὡς κόραξ καὶ νὰ μεταβάλλονται σὲ λευκὲς ὡς ἡ περιστερά. 16) Ὁ Γέροντας Βασίλειος Ξηροπομηνός, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1875 στὴ Βουλισμένη Μεραμβέλλου καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 1961, ὑπηρέτησε τὸ ὀρθόδοξο μοναστικὸ ἰδεῶδες μὲ σταθερότητα, συνέπεια, διάκριση, πνευματικὸ ἡρωισμό, αὐταπάρνηση, εὐπρέπεια, πίστη καὶ ἐλπίδα στὸν Θεό. Ὑπῆρξε ἁπλὸς καὶ ταπεινὸς μοναχός, ἱεροδιάκονος, ἱερομόναχος καὶ καθηγούμενος. 17) Ὁ Γέροντας Εὐθύμιος Κουτλουμουσιανὸς-Ἐσταυρωμένος, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1880 στὴ συνοικία Πηρουνιανὰ τῆς Ἁγίας Βαρβάρας Ἡρακλείου καὶ παρέδωσε τὴν εὐλογημένη ψυχή του στὸν Θεὸ τὸ ἔτος 1965, ἦταν ἄριστος καὶ διακριτικὸς ἐξομολόγος, φιλομαθής, λόγιος, σοφὸς καὶ ἅγιος λειτουργός. 18) Ὁ Γέροντας Ἀβιμέλεχ Μικραγιαννανίτης, ποὺ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἐμπρόσνερος Ἀποκορώνου Χανίων πιθανότατα τὸ 40
ἔτος 1873 καὶ κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1965 σὲ βαθύτατο γῆρας, ἦταν ταπεινός, ἀπλός, πρᾶος, ἡσύχιος, ἀνεξίκακος, ἀκτήμων, ἐγκρατής, λόγιος, διακριτικός, προορατκός, κατανυκτικός, σοβαρὸς σὰν προφήτης, γλυκὺς σὰν Ἀπόστολος, λιγομίλητος, σιωπηλός, φιλότεχνος, εὐγενέστατος, τύπος ἀληθινοῦ μοναχοῦ, ἀνδρεῖος ἀγωνιστής, κορυφαῖος ἀσκητὴς μὲ διαύγεια πνεύματος καὶ καθαρότητα νοὸς μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, τὴν ὁποία διῆλθε μὲ σκληρὲς ὑλικὲς κακουχίες ἀλλὰ καὶ μὲ ὑψηλὲς πνευματικὲς ἀπολαβές. 19) Ὁ Γέροντας Νήφων Δανιηλίδης Κατουνακιώτης, ποὺ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Νεροκούρου Κυδωνίας Χανίων τὸ ἔτος 1909 καὶ ἀπῆλθε πρὸς Κύριον τὸ ἔτος 1976, ἦταν ταπεινός, καλοσυνάτος, πράος, σοβαρός, νηφάλιος, ἐπιεικής, ἄριστος ἁγιογράφος, πρόθυμος σὲ ὅλα τὰ διακονήματα, ἐπιμελὴς καὶ καλὸς μοναχός. 20) Ὁ Γέροντας Δανιήλ Καυσοκαλυβίτης, ποὺ γεννήθηκε στὸ Συκολόγο Βιάννου τὸ ἔτος 1914 καὶ ἀπεβίωσε τὸ ἔτος 1977, παρὰ τὴν πενιχρὰ γραμματειακή του μόρφωση, μὲ ἀξιοζήλευτη προσπάθεια αὐτομορφώθηκε καὶ ἀσκήθηκε σκληρά, ὥστε νὰ ἀνταποκρίνεται στὶς ἠθικές, πνευματικὲς ἤ ψυχολογικὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν μιὰ ὀρθόδοξη προσωπικότητα ἀξιοζήλευτη. 21) Ὁ Γέροντας Μάξιμος Ξηροποταμηνός, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1916 στὸ χωριὸ Χριστὸς Ἱεράπετρας καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 1984, ἦταν ταπεινός, πρᾶος, ἀλτρουϊστής, ἀσκητικός, λόγιος, μεγάλος πνευματικὸς καὶ σοφὸς διδάσκαλος, ἐραστὴς τοῦ ὀρθοδόξου μυστικισμοῦ, ἀκάματος στὴν ἐκπλήρωση τῶν ὑποχρεώσεών του, σταθερὸς καὶ ἀνυποχώρητος στὴν πίστη του, πρόθυμος στὰ διακονήματα καὶ στὰ πνευματικὰ παλαίσματα. Ἦταν ὁ ἐπιστήμων θεολόγος, μὲ σπουδὲς στὸ Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης καὶ στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Σορβόνης στὸ Παρίσι, ὡς ὑπότροφος τῆς Γαλλικῆς Κυβερνήσεως. 22) Ὁ Γέροντας Μόδεστος Κωνσταμονίτης, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1901 στὸ χωριὸ Μανωλιόπουλο Κυδωνίας Χανίων καὶ ἀνεπαύθη ἐν χώρᾳ ζώντων τὸ ἔτος 1984, ἦταν ἐκ φύσεως καὶ ἐκ πεποιθήσεως πρᾶος, ἡσύχιος, τα-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
πεινός, γλυκὺς στοὺς τρόπους, εὐγενής, ἀλτρουϊστής, ἀκάματος μελετητὴς τῶν πατερικῶν κειμένων. Πάνω ὅμως ἀπ’ ὅλα ἦταν ὁ μοναχὸς τῆς Ἀγάπης, Ἔλεγε: «Ἐάν δὲν αἰσθανθοῦμε ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀδέλφια, ποτὲ δὲν θὰ κατοικήσει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα στὴν καρδιά μας. Ὁ Κύριος ἀγαπᾶ ὅλους μὲ τὴν ἴδια ἀγάπη, καὶ τὸν πιὸ ἁμαρτωλὸ καὶ τὸν ἅγιο. Καὶ ἡ δική μας ψυχὴ πρέπει νὰ ἀγκαλιάζει τοὺς πάντας. Ἡ ἀγάπη ἀνέχεται, ὑποχωρεῖ, ὑπομένει. Ἔχετε τὴν ἑκούσια τύφλωση. Μὴ βλέπετε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων». 23) Ὁ Γέροντας Εὐσέβιος Ξηροποταμηνός, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1904 στὸ χωριὸ Χριστὸς Ἱεράπετρας καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 1985, ἦταν ἕνας εὐλογημένος καὶ δυναμικὸς ἱερομόναχος, ἱκανὸς νὰ νουθετεῖ καὶ νὰ ἐνισχύει πολλὰ πνευματικά του τέκνα στὴ δύσκολη πρὸς τὸν Χριστὸ πορεία τους. Μὲ τὴν ἠθικὴ καὶ οἰκονομική του ὑποστήριξη σπούδασαν εἴκοσι θεολόγοι, πέντε φιλόλογοι, τέσσερις νομικοί, ἀρκετοὶ δάσκαλοι καὶ πλείονες ὅσοι κληρικοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἕνας Ἀρχιερεύς, ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Ἐλευθερουπόλεως Εὐδόκιμος. Πίστευε ὅτι τὸ Ἅγιον Ὄρος πρέπει νὰ βρίσκεται σὲ κοινωνία καὶ ἄριστη ἐπικοινωνία μὲ τὸν κόσμο. 24) Ὁ Γέροντας Ἰωάννης Κουτλουμουσιανός, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1895 στὸ Τυμπάκι Ἡρακλείου καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1985, ὑπῆρξε ζωντανὸ παράδειγμα γνήσιας ἀσκητικῆς ζωῆς. Οἱ συμβουλὲς καὶ οἱ διδαχές του ἦταν πάντοτε πολύτιμες σὲ μοναχοὺς καὶ κοσμικούς. Ἔλεγε: «Δὲν μπορεῖ νὰ εὐοδωθεῖ καμμιὰ προοπτικὴ λυτρώσεως ἐκ τῶν παθῶν καὶ καμιὰ ἁγιαστικὴ πρόοδος χωρὶς τὴ Θεία Μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων». 25) Ὁ Γέροντας Νήφων Κωνσταμονίτης, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1896 στὸ χωριὸ Μαριοῦ Ἁγίου Βασιλείου Ρεθύμνου καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 1985, ἦταν ταπεινός, καλογερικός, πρᾶος, ὑπάκουος, φιλακόλουθος, ἀνεξίκακος, ἐγκρατής, μεγάλος πνευματικὸς ἀγωνιστής, ἐργατικός, σιωπηλός, κατανυκτικός, ἔνδακρυς, γλυκύς, χαρούμενος, σοβαρός, ἀκούραστος, ἀγαπη-
τός σὲ ὅλους. Πρωτοστατοῦσε σὲ κάθε πνευματικὸ ἀγώνισμα. Διακρινόταν γιὰ τὴν ὀξύνοια καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ νοῦ, γιὰ τὴν πυρφόρα πίστη του καὶ γιὰ τὴ συνεχὴ κατάνυξή του. Εἶχε πάντα φόβο Θεοῦ. 26) Ὁ Γέροντας Νικόδημος Κουτλουμουσιανὸς ἸβηρίΓέρων Νήφων Κωνσταμονίτης. της, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1926 στὸν Κρουσώνα Ἡρακλείου καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1986, ἦταν πρᾶος, ἁπλός, καλοκάγαθος, ὀλιγόλογος, ταπεινός, αὐστηρὸς νηστευτής, διαρκῶς προσευχόμενος, μεγάλος ἀγωνιστὴς καὶ καλὸς ἐξομολόγος. Σ’αὐτὸν ἐξομολογεῖτο καὶ ὁ Γέροντας Παῒσιος, γεγονὸς ποὺ καταδεικνύει τὴ διάκριση, τὴν πνευματικότητα καὶ τὴν ὁσιότητα τοῦ ἀνδρός. «Κάποτε τοῦ εἶχε τελειώσει τὸ λάδι καὶ δὲν εἶχε χρήματα νὰ ἀγοράσει. Εἶχε μεγάλη στενοχώρια, γιατὶ θὰ ἔμεναν τὰ καντήλια τῆς Παναγίας σβηστά. Νύκτωσε καὶ ἔκλαιγε καὶ τὴν παρακαλοῦσε. Τὰ καντήλια ἄναψαν μόνα τους. Ἔκανε ὁλόκληρη τὴν ἀκολουθία του (κανόνες, παράκληση, χαιρετισμοὺς κλπ.) καὶ τὰ καντήλια ἔσβησαν, ὅταν ξημέρωσε». Ἦταν Ἁγιορείτης μεγάλης ἀρετῆς καὶ Ἱερομόναχος ἀτέλειωτης προσευχῆς. Ἄρχιζε μετὰ τὰ μεσάνυκτα τὴν Ἀκολουθία καὶ τέλειωνε ἀργὰ τὸ μεσημέρι. Διάβαζε πάντα μόνος του. Δὲν ἄφηνε τίποτε. Καθημερινὰ αὐτό. Εἶχε πέντε τετράδια γεμάτα ὀνόματα, ποὺ τοῦ ἔδιναν κατὰ καιροὺς καὶ τὰ μνημόνευε καθημερινὰ στὴν προσκομιδή. Μπορεῖ νὰ ἔκανε καὶ πέντε ὧρες νὰ μνημονεύει ὀνόματα. 41
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
27) Ὁ Γέροντας Δαμασκηνὸς Ἁγιοβασιλειάτης, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1903 στὸ χωριὸ Καμινάκι Λασιθίου καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 1987, ἦταν πρᾶος, εἰρηνικός, γλυκύς, διδακτικός, διακριτικός, ὅλος ἀγάπη καὶ πιστὸς στὴν Ἱερὰ Παράδοση καὶ τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν βγῆκε ποτὲ ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος στὸν κόσμο. Ὁ κόσμος γι’αὐτὸν ἦταν πολὺ μακρινός. Πολλὲς εἰκόνες, ὀπτικὲς καὶ ἀκουστικές, τοῦ ἦταν ἐντελῶς ἄγνωστες. Γνωρίζοντας ὅτι ὁ μοναχὸς ξοδεύεται γιὰ νὰ εὐεργετεῖ τοὺς ἀνθρώπους, ἀφιέρωνε πολὺ χρόνο γιὰ τὴ συγγραφὴ ψυχωφελῶν καὶ καθοδηγητικῶν ἄρθρων, τὰ ὁποῖα δημοσιεύονταν σὲ περιοδικά, καθὼς καὶ δεκάδων ἐπιστολῶν, τὶς ὁποῖες ἔστελνε στοὺς ἀνθρώπους στὸν κόσμο, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν τὶς πολύτιμες συμβουλές του. Ἦταν γι᾿ αὐτοὺς μιὰ πνευματικὴ πυξίδα. Οἱ γνώσεις του ἦταν πλουσιότατες. Ἦταν μιὰ κινητὴ πνευματικὴ βιβλιοθήκη, ἀποκτηθεῖσα στὸ πανεπιστήμιο τῆς ἐρήμου. Ἐπίσης, εἶχε καὶ φιλάνθρωπη καρδιά. Γηροκομοῦσε ἀνήμπορους καὶ ἀσθενεῖς γέροντες μοναχοὺς καὶ μοίραζε στοὺς ἔχοντες ἀνάγκη ὅσα ἀγαθὰ διέθετε, κρατώντας γιὰ τὸν ἑαυτό του τὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα. Τὸ τελευταῖο ἄρθρο ποὺ ἔγραψε ἀναφερόταν στὸν ἀντίχριστο. Ἔλεγε ὅτι οἱ χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ δεχθοῦν τὸν ἀριθμὸ τοῦ ἀντιχρίστου 666. Ἐκοιμήθη μάλιστα ἐνῶ ἀγωνιζόταν κατὰ τοῦ ἀντιχρίστου. 28) Ὁ Γέροντας Γρηγόριος Ξενοφωντινός, ποὺ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἐμπρόσνερος Ἀποκορώνου Χανίων τὸ ἔτος 1889 καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1990 σὲ ἡλικία 101 ἐτῶν, ἦταν ὑπάκουος, ταπεινός, ἀκτήμων, σιωπηλός, ἀνεξίκακος, ἐργατικός, μελετηρός, ἁπλός, καλοσυνάτος, ἀντιπροσωπευτικὸς τύπος τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς, δένδρο βαθιὰ ριζωμένο στὴν ἀθωνικὴ γῆ, φορτωμένο μὲ τοὺς γλυκοὺς πνευματικοὺς καρποὺς τῆς πίστεως, τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀληθινῆς ἐν «Χριστῷ ζωῆς». Ἦταν ἀρχοντικὴ μορφὴ καὶ χαριτωμένη ψυχή. Εἶχε τὴν ἁπλότητα, τὴ χάρη καὶ τὴν πραότητα ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ. Μὲ τὴν ἀγάπη του ἀγκάλιαζε ὅλο τὸν κόσμο. 29) Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος Γρηγοριάτης, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1907 στὸ Ἡράκλειο 42
Κρήτης καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1991, ὑπῆρξε ἄνθρωπος πίστεως, ἀσκητικῶν ἀγώνων, προσευχῆς καὶ μετάνοιας. Ὁ βίος του ἦταν πολυτάραχος. Ἐπέρασε πολλοὺς πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες, ἀλλὰ τὸ τέλος του ἔδειξε ὅτι ἡ Παναγία μας οἰκονόμησε τὴ σωτηρία του. Σ’ ἐκείνην, ἄλλωστε, ἤλπιζε. 30) Ὁ Γέροντας Νικήτας Στυρονικητιανός, ποὺ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Παλαιὰ Ρούματα Κισάμου τὸ ἔτος 1907 καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1992, ὑπῆρξε μιὰ βιβλικὴ μορφή, ἕνας αὐτστηρὸς γιὰ τὸν ἑαυτό του μοναχός. Διάγων μονήρη βίο μὲ ἀδιάλειπτη προσευχή, μὲ σκληρὴ ἄσκηση, μὲ νηστεία καὶ τέλεια ἀκτημοσύνη. Ἄν καὶ «ἀγράμματος», μὲ τὴν ἔννοια ποὺ συνηθίζομε νὰ ἀποδίδομε στὸν ὅρο αὐτό, ἦταν ἄριστος χειριστὴς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, γιατὶ εἶχε φοιτήσει στὸ ἀνεπανάληπτο πανεπιστήμιο τῆς ἐρήμου. Ξεπερνοῦσε σὲ «φιλολογικὴ σοφία» ἀκόμη καὶ τοὺς «εἰδήμονες». Ὅλα τὰ χρόνια τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του στὸ Ἅγιον Ὄρος ἔζησε πτωχός, πένης, ἀκτήμων, ταπεινός, ρακένδυνος καὶ συνήθως ξυπόλυτος, σύμφωνα μὲ τὶς μαρτυρίες συνασκητῶν του. Ὅμως, εἶχε πραγματικὴ πνευματικὴ ἀξία καὶ παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τόσο μάλιστα ποὺ τὸ ξερὸ λουλουδένιο στεφάνι, μὲ τὸ ὁποῖο εἶχε στεφανώσει τὸ εἰκόνισμα τῆς Παναγίας, ἄνθιζε κατὰ καιρούς. Ἔτσι ἀνταποκρινόταν ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου στὸν ἀφανὴ αὐτὸ Ἅγιο, τὸν ἀγαθὸ ἐργάτη στὸν πνευματικὸ ἀμπελώνα, στὸν καλὸ οἰκονόμο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. 31) Ὁ Γέροντας Γεράσιμος Ξενοφωντινός, ποὺ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σελλιὰ Ἁγίου Βασιλείου Ρεθύμνου τὸ ἔτος 1910 καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1996, ὑπῆρξε δοῦλος ἀγαθὸς καὶ πιστὸς ἐργάτης τοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Χριστοῦ καθ’ ὅλη τὴν ἐπίγεια ζωή του. Ὑπῆρξε πρότυπο Ἱερομονάχου, ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, τῆς συγκαταβάσεως καὶ τῆς δικαιοσύνης, γνήσιος φορέας τοῦ ὀρθόδοξου ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος καὶ ἀληθινὸς πνευματικὸς πατέρας μοναχῶν καὶ λαϊκῶν πολλῶν. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ἑλληνοϊταλικοῦ Πολέμου ἐπέστρεψε στὴν Κρήτη καὶ μάλιστα στὸ Μοναστήρι τοῦ Πρέβελη, συμμετέχοντας ἐνεργὰ στὴν ἐθνικὴ ἀντίσταση, ὡς γενναῖος ἀγωνιστὴς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πατρίδας. Γιὰ τὴν προσφορά του αὐτὴ πα-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ρασημοφορήθηκε ἀπὸ τὸ Στρατηγεῖο τοῦ Ρίμινι. 32) Ὁ Γέροντας Εὐμένιος Ξηροποταμηνός, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1923 στὸν Ἅγιο Θωμᾶ Ἡρακλείου καὶ κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων τὸ ἔτος 2000, ὑπῆρξε ἄριστος θεολόγος, ἱεροπρεπής, σεμνὸς καὶ ἐργατικὸς ἱερομόναχος. Ἡ εὐσέβειά του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν ἄνθρωπο ἦταν ἀπαράμιλλες. Ἀφοσιωμένος στὸ ἔργο του καὶ δημιουργικὸς ὅσο ἐλάχιστοι, ἀπεδείχθη ἄξιος τῆς κλήσεώς του καὶ εὐεργέτης πολλῶν. Ἄνθρωπος μὲ ἀγάπη καὶ φιλοπρόοδα αἰσθήματα καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἐφημεριακῆς του διακονίας στὴν Ἀμερική, ὅπου ὑπηρέτησε. Προσέφερε ἁπλόχερα καὶ καλοκάγαθα ὑλικὰ καὶ πνευματικὰ ἀγαθὰ σὲ ὅσους τὰ εἶχαν ἀνάγκη. 33) Ὁ Γέροντας Δαμασκηνὸς Κουτλουμουσιανός, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1931 στὸ χωριὸ Κρύα Βρύση Ρεθύμνου καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 2005, ἦταν ἐντελῶς ἀκτήμων, ἐγκρατὴς καὶ μεγάλος νηστευτής. Ἡ νηστεία εἶχε κάμει τὸ σῶμα του ἀποστεωμένο, σκελετωμένο. Τὸ στομάχι του ἦταν «κολλημένο» στὴ σπονδυλική του στήλη. Ἡ μέση του ἦταν τόσο λεπτή, ποὺ «γύριζε» δύο-τρεῖς φορὲς τὴν πλατιὰ καλογερικὴ ζώνη ποὺ φοροῦσε. Ὁ ἀσκητικὸς βίος του ἦταν ἁπλός, ἀπράγμων καὶ ἡσυχαστικός. Στὶς ἀγρυπνίες ἦταν ἄφθαστος στὴν ἀντοχὴ καὶ τὴν ὀρθοστασία. Ἡ ἐλεημοσύνη ἦταν μόνιμη ἀρετή του. Ὅ,τι εἶχε τὸ διέθετε γιὰ τοὺς ἄλλους. Γιὰ τὸν ἑαυτό του δὲν κρατοῦσε τίποτε. Βίωνε ἔντονα τὴ μοναχικὴ ἀρετὴ τῆς ξενιτείας. Δὲν ἐπικοινωνοῦσε μὲ τοὺς κατὰ σάρκα συγγενεῖς του καὶ δὲν γνώριζε ἄν ζοῦσαν ἤ ἄν πέθαναν τὰ ἀδέλφια του. Ἡ αὐτομεμψία δὲν ἦταν ὑποκριτική, ἀλλὰ εἰλικρινὲς «μαστίγωμα» τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ χαλινὸς στὸν ἀνθρώπινο ἐγωϊσμό. Ἦταν ἕνας πραγματικὸς Ἁγιορείτης, μὲ πραότητα, ἀσκητικὸ ὕφος, προορατικότητα καὶ διόραση. 34) Ὁ Γέροντας Ματθαῖος Τιμιοσταυρίτης ὁ ἀόμματος, ποὺ ἔζησε στὸ κελλὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὴν Κερασιὰ καὶ στὰ Καυσοκαλύβια, καταγόταν ἀπὸ τὴν Κρήτη. Ἦταν ἀόμματος. Ἔζησε μὲ εὐσέβεια, ὑπομονή, πνευματικὸ ἡρωϊσμό, διάκριση, ἀκλόνητη πίστη,
Γέρων Δαμασκηνός ὁ Κουτλουμουσιανός.
νηστεία καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή. Στεκόταν συνεχῶς ὄρθιος καὶ προσευχόταν δυνατὰ ἐκ βάθους καρδίας. Πολλὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα γι᾿ αὐτὸν δὲν ἔχομε. Μορφὲς Κρητῶν Ἀθωνιτῶν! Οἱ τρεῖς αὐτὲς λέξεις ὁριοθετοῦν τὸν ἐπιστημονικὸ χῶρο στὸν ὁποῖο κινήθηκε ὁ συγγραφέας. Ἡ Κρήτη πρόσφερε στὸν Ἱερὸ Ἄθωνα τριάντα τέσσερα προσφιλῆ τέκνα της, κι ἐκεῖνος τὰ ἔθρεψε καὶ τὰ κατέστησε μορφές, δηλαδὴ τέκνα φωτόμορφα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Πράγματι, καθένας ἀπ’αὐτοὺς δὲν εἶχε μιὰ μορφή, ἀλλὰ ἦταν μιὰ μορφή, ἕνα πρόσωπο, ἕνας φορέας πολλῶν ἀρετῶν, ἕνας φωτεινὸς ὁδοδείκτης μέσα στὸ σκότος τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς ἀδιαφορίας γιὰ τὴν πναυματικὴ ζωὴ πολλῶν συνανθρώπων μας. Προτάσσοντας στὸν ὅρο μορφὴ τὸ ἐπίθετο ἅγιος, νομίζω πὼς δίδομε πληρέστερα τὴν ἔννοια τῆς ἐν τῷ κόσμῳ πορείας καθενὸς ἀπὸ τοὺς τριάκοντα τέσσερις αὐτοὺς Κρῆτες Ἀθωνίτες Μοναχούς, ἀλλὰ καὶ τῆς θέσης ποὺ σήμερα καταλαμβάνουν στὴ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία. Ὅμως ἀνάγκη στῆναι! Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλήψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ τοῦ βίου τῶν τριάκοντα τεσσάρων αὐτῶν Κρητῶν Ἀθωνιτῶν Μοναχῶν, τῶν πλανηθέντων ἐν ἐρημίαις καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, καὶ τῶν τελειωθέντων ὡς βότρυες ὥριμοι τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς. Ἄς ἔχομε τὴν εὐλογία τους! 43
Νέες ἐκδόσεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας Κυκλοφόρησαν οἱ Παρακλητικοί Κανόνες «εἰς τήν Κυρίαν Δέσποιναν ἡμῶν Θεοτόκον, τήν Φανερωμένην» καί «εἰς τήν Κυρίαν Δέσποιναν ἡμῶν Θεοτόκον, τήν Ἐλεοῦσαν Ἱεραπέτρας» έ τήν πρόνοια καί εὐλογία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου καί τήν ἔγκριση τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης κυκλοφόρησαν μέσα στό ἔτος 2014 ὁ «Παρακλητικός Κανών εἰς τήν Κυρίαν Δέσποιναν ἡμῶν Θεοτόκον, τήν Φανερωμένην», τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Ἱεράπετρας καί ὁ «Παρακλητικός Κανών εἰς τήν Κυρίαν Δέσποιναν ἡμῶν Θεοτόκον, τήν Ἐλεοῦσαν Ἱεραπέτρας», γιά τήν θαυματουργό εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ρεϊζδεριανῆς, τῆς Ἐλεούσας, πού ἔφεραν μαζί τους οἱ πρόσφυγες ἀπό τό Ρεϊσδερέ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί φυλάσσεται ὡς πολύτιμος θησαυρός στόν ὁμώνυμο Ἱερό Ἐνοριακό Ναό τῆς Ἱεράπετρας. Οἱ ἐν λόγῳ Παρακ λητικοί Κανόνες συγκαταλέγονται στίς ἐκδό σεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας μέ ἀριθμούς 11 καί 12 ἀντίστοιχα καί ἀποτε-
Μ
44
λοῦν ποίημα τοῦ Πανοσιολ. Ἱερομονάχου Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου, Ὑμνογράφου τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὁ ὀποῖος ἀνταποκρινόμενος πρόθυμα σέ φιλοθεομητορική αἴτηση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. Εὐγενίου τίς συνέγραψε στήν Ἱερά Μονή Σίμωνος Πέτρας Ἁγίου Ὄρους. Τίς καλαίσθητες αὐτές ἐκδόσεις, πού καταμαρτυροῦν τόν ὑμνογραφικό πλοῦτο τῶν Ἱερῶν Παρακλήσεων καί γενικότερα τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, προλογίζει κατάλληλα ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος. Ὅπως χαρακτηριστικά σημειώνει στόν Πρόλογό του γιά τόν Παρακλητικό Κανόνα στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο τή Φανερωμένη ὁ Σεβ.: «Μόνο ἡ Παναγία ὡς Μεγάλη Μάνα προστατεύει μητρικά καί θεραπεύει σωστικά ὅσους τήν παρακαλοῦν καί καταφεύγουν σ’ Αὐτήν. Ἔχει τή Μητρική παρρησία, δηλ. τό θάρρος, νά ζητήσει ἀπό τόν Υἱό Της καί Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό τήν ἄμεση παρέμβαση καί σωτηρία. Εἶναι ἡ γέφυρα πού μᾶς ἑνώνει καί ἡ σκάλα πού κατέβηκε ὁ Θεός στή γῆ καί ἀνέβασε τόν ἀδύνατο ἄνθρωπο στούς οὐρανούς. Εἶναι ἡ διαρκής καί ἀκαταμάχητη προστασία, ἡ καταφυγή καί δύναμη ὅλων μας καί ἡ ἀμετάθετη μεσιτεία καί σκέπη μας. Ὅλα αὐτά περιγράφονται καί ἐξιστοροῦνται στό νέο Παρακλητικό Κανόνα πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, εὔχυμο καρπό τῆς ὀξυτάτης γραφίδος τοῦ Πανοσιολ. Ἱερομονάχου π. Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου, ἔχοντος τό χάρισμα καί τήν ἀξία τοῦ Ὑμνογράφου τῆς Ἁγίας τοῦ Χ.Μ.Ε. τοῦ Σεπτοῦ μας Πατριαρχείου, ὁ ὁποῖος μέ τήν παράκληση καί προτροπή μας καί μέ τό μοναδικό ὑμνογραφικό τάλαντο πού πλούσια τόν προίκισε ὁ Θεός, τόν συνέθεσε καί εὐγενῶς τόν προσφέρει στό εὐσεβές ποίμνιο τῆς Ἱερᾶς Μη-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τροπόλεώς μας. [...] Ἄς ψάλλουμε, λοιπόν, μέ πόθο καί πόνο τόν ἀνά χεῖρας Παρακλητικό Κανόνα καί γρήγορα θά νιώσουμε ὅτι οὐδείς προστρέχων ἐπί Σοί, κατησχυμμένος ἀπό Σοῦ, ἐκπορεύεται ἁγνή Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ’ αἰτεῖται τήν χάριν καί λαμβάνει τό δώρημα πρός τό συμφέρον τῆς αἰτήσεως, γιατί πολλά γάρ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου». Ἐπίσης, προλογίζοντας τόν ἕτερο Παρακλητικό Κανόνα πρός τήν Παναγία τοῦ Ρεϊσδερέ τήν Ἐλεοῦσα, ὁ Σεβ. ἀναφέρει: «Ἐμεῖς δέ νά συνεχίσουμε νά τιμοῦμε τήν Παναγία τοῦ Ἄξιόν Ἐστιν, τήν Ἐλεοῦσα, «ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ᾠδαῖς πνευματικαῖς» (Ἐφεσ. 5,19) μπροστά στή θαυματουργό εἰκόνα Της. Πρόσφυγας καί Ἐκείνη ἀπ’ τό Ρεϊσδερέ τῆς Ἰωνικῆς γῆς, πού τήν ἔφεραν μαζί τους πολύτιμο κειμήλιο καί ἱερό φυλακτό οἱ ξεριζωμένοι πρόσφυγες τῆς πονεμένης Ρωμηοσύνης τῶν ἀλησμόνητων πατρίδων μας, βρῆκε καταφύγιο στήν φιλόξενη καί ζεστή Ἱεράπετρα καί ἔγινε ὁ ἐπιστηριγμός τους γιά νά συνεχίσουν τή μακραίωνη παράδοση τοῦ Γένους μας. Φτωχοί αὐτοί σέ ὑλικά ἀγαθά μᾶς πλούτισαν μέ τό μεγαλύτερο πνευματικό πλοῦτο, «τόν θησαυρόν τῆς πίστεως ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι» (Β΄ Κορ. 4,7), πού γίνεται ὅμως σωτήρια παράκληση, ἔμπνευση καί ποίηση, θαῦμα καί διέξοδο σέ
κάθε δύσκολία τῆς παρούσης ζωῆς». Οἱ ἐνδιαφερόμενοι μπορ οῦν νά προμηθευτοῦν τίς δύο αὐτές ἀκολουθίες, ἐκτός ἀπό τήν Ἱερά καί ἱστορική Μονή Παναγίας Φανερωμ έ ν η ς Γουρνιῶν Ἱεράπετρας καί τήν Ἐνορία τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Ἐλεούσης πόλεως Ἱεράπετρας, καί ἀπό τό Βιβλιοπωλεῖο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας (Λασθένους 25, Ἱεράπετρα, τηλ. / φάξ 28420 27585), μέσῳ τοῦ ὁποίου διακινοῦνται ὅλες οἱ ἐκδόσεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας.
Τό Ἐγκόλπιο Ἡμερολόγιο τσέπης τοῦ ἔτους 2015 Στούς ἱστορικούς ναούς καί τά χριστιανικά μνημεῖα τῶν Ἐνοριῶν Λιθινῶν, Συκιᾶς, Κουτσουρᾶ, Σταυροχωρίου, Ὀρεινοῦ καί Σχινοκαψάλων εἶναι ἀφιερωμένο τό νέο ἐγκόλπιο ἡμερολόγιο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε καί κυκλοφορεῖ γιά 21ο ἔτος προνοίᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου. Στό νέο καλαίσθητο ἡμερολόγιο καταγράφονται τό ἀναλυτικό ἡμερολόγιο μέ τό ἑορτολόγιο, ἀλλά καί χρήσιμες πληροφορίες γιά τήν ἱεραποστολική καί φιλανθρωπική δράση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Τή συνολική ἐπιμέλεια τῆς ἔκδοσης, πού εἶναι πλαισιωμένη μέ πλούσιο φωτογραφικό ὑλικό, εἶχε ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ἐνῶ τά ἀρχαιολογικά κείμενα καταγραφῆς καί παρουσίασης τῶν ἱστορικῶν ναῶν τῶν ἕξι Ἐνοριῶν συνέγραψε ὁ κ. Γεώργιος Φουστέρης, Δρ. Βυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας καί Καθηγητής τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Θεσ/νίκης, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀσχοληθεῖ ἐπισταμένως μέ τά μοναστήρια καί τούς ναούς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. 45
ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ •Tήν Κυριακή 2α Νοεμβρίου 2014 τελέσθηκε Πατριαρχική Θεία Λειτουργία στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, προεξάρχοντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου καί συνιερουργούντων Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου, στό πλαίσιο τῶν ἑορτασμῶν πού διοργανώνει τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο γιά τή συμπλήρωση 200 ἐτῶν ἀπό τήν ἔγκριση τοῦ νέου Μουσικοῦ Συστήματος Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς ἀπό τή Μεγάλη Ἐκκλησία (1814). Τό ἀπόγευμα ὁ Πατριάρχης παρακολούθησε τήν ἐπετειακή ἐκδήλωση στό Σισμανόγλειο Μέγαρο, κατά τήν ὁποία μίλησε ὁ Δρ. Φιλολογίας καί ἐρευνητής τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς Μανόλης Χατζηγιακουμῆς, ἐνῶ ὕμνους μελοποιημένους ἀπό τούς Διδασκάλους τοῦ νέου Μουσικοῦ Συστήματος, Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα καί Γρηγόριο Πρωτοψάλτη, ἀπέδωσε ἡ Χορωδία τοῦ Συλλόγου Μουσικοφίλων Πέραν, ὑπό τήν διεύθυνση τοῦ B´ Δομεστίκου τῶν Πατριαρχικῶν Χορῶν κ. Στυλιανοῦ Φλοίκου. • Ἡ Α. Θ. Παναγιότης πραγματοποίησε πενθήμερη ἐπίσκεψη ἀπό 7ης ἕως καί 11ης Νοεμβρίου τήν Ἱερά Μητρόπολη Αὐστρίας. Ὁ Πατριάρχης μίλησε κατά τόν ἐπίσημο ἑορτασμό τῆς 50ής ἐπετείου ἀπό τῆς συστάσεως τοῦ
Ἱδρύματος Pro Oriente στό Πανεπιστήμιο τῆς Βιέννης, μέ σκοπό τή συμβολή στήν ὑπόθεση τῆς καταλλαγῆς καί τῆς συνεργασίας μεταξύ τῶν διηρημένων χριστιανῶν. Ἐπίσης, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης παρεκάθησε στό πρός τιμή του γεῦμα ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς Αὐστριακῆς Δημοκρατίας Ἐξοχ. κ. Heinz Fischer, μετέβη στό κεντρικό κοιμητήριο τῆς Βιέν-
46
νης, ὅπου τέλεσε Τρισάγιο πρό τοῦ τάφου τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Αὐστρίας κυροῦ Μιχαήλ, ἐνῶ ξεναγήθηκε στόν ἀρχαιολογικό χῶρο Carnuntum Κάτω Αὐστρίας. Τήν Κυριακή 9/11 παρέλαβε ἐπισήμως τόν παραχωρηθέντα στήν Ἱ. Μητρόπολη Αὐστρίας, ὑπό τοῦ Τάγματος τῶν Redemptoristen, ἱ. ναό στήν πόλη Leoben, γιά νά ἀποτελέσει τό λειτουργικό καί πνευματικό κέντρο τῆς συσταθησομένης γερμανοφώνου Ἐνορίας γιά ὅλους τούς ὀρθοδόξους τῆς περιοχῆς ἀνεξαρτήτως ἐθνικῆς προελεύσεως. Ὁμοίως, παρέλαβε ἀπό τόν ΡΚαθολικό Ἐπίσκοπο τοῦ Eisenstadt κ. Aegidius Zsiovics ἀγροτεμάχιο 76 στρεμμάτων στήν περιοχή Sankt Andrä am Zicksee, ὅπου θά ἀνεγερθεῖ ἡ πρώτη Ὀρθόδοξη Ἱερά Μονή τῆς Μητροπόλεως Αὐστρίας. Τή Δευτέρα 10/11 συνεχάρη τόν ἑορτάζοντα Μητροπολίτη Αὐστρίας κ. Ἀρσένιο στόν Ἱ. Κ. Ν. Ἁγίας Τριάδος Βιέννης.
• Ἐπί τῇ Θρονικῇ ἑορτῇ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας ἐπισκέφθηκε τό Φανάρι ὁ Πάπας Ρώμης Φραγκῖσκος μέ τή συνοδεία του, πραγματοποιώντας ἐπίσημη ἐπίσκεψη πρός τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἡ ἐπίσημη ὑποδοχή καί ἡ Δοξολογία πραγματοποιήθηκε τό Σάββατο 29η Νοεμβρίου στόν Π. Πατριαρχικό Ναό, στήν ὁποία παρέστησαν οἱ Σεβ. Συνοδικοί Ἀρχιερεῖς, ὅλοι οἱ Ἱεράρχες τοῦ Θρόνου στήν Πόλη καθώς καί ἀπό τό ἐξωτερικό, ἐκπρόσωποι Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὁ Ἐξοχ. Πρέσβυς κ. Νικόλαος Ματθιουδάκης, Πρέσβεις ἄλλων χωρῶν, ἐκπρόσωποι τοῦ παγκοσμίου Τύπου, διεθνῶν εἰδησεογραφικῶν πρακτορείων καί τηλεοπτικῶν σταθμῶν, καί ἄλλων Μέσων Γενικῆς Ἐνημερώσεως, καθώς καί πλῆθος
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Προκαθημένων, οἱ ὁποῖοι ἀντήλλαξαν ἀσπασμό ἀγάπης καί εἰρήνης. Ἀκολούθως, προπορευομένων τῶν Συνοδικῶν καί λοιπῶν Ἱεραρχῶν, τῆς συνοδείας τοῦ Πάπα καί τοῦ λοιποῦ Κλήρου, οἱ δύο Προκαθήμενοι μετέβησαν ἐν πομπῇ ἐκ τοῦ Π. Πατριαρχικοῦ Ναοῦ στόν ἐξώστη τῆς Ἀρχιγραμματείας καί εὐλόγησαν τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι τούς χειροκροτοῦσαν καί τούς ἐπευφημοῦσαν
πιστῶν. Ἀκολούθως ὁ Πατριάρχης προσφώνησε τόν Πάπα, τόν ὁποῖο καλωσόρισε ἀδελφικῶς στίς αὐλές τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, καί αὐτός ἀπάντησε καταλλήλως. Ἡ τελετή ἔληξε μέ τά ψαλέντα Πολυχρόνια τῶν δύο Προκαθημένων, οἱ ὁποῖοι στή συνέχεια ἀνῆλθαν στήν αἰθουσα τοῦ Θρόνου, ὅπου ἔγινε ἡ παρουσίαση τῆς Ἱεραρχίας στόν Πάπα καί στό Πατριαρχικό Γραφεῖο εἶχαν κατ᾿ ἰδίαν συνομιλία. •Τήν Κυριακή 30 Νοεμβρίου ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μ. Ἐκκλησία ἑόρτασε μέ τή δέουσα ἐκκλησιαστική τάξη καί λαμπρότητα τήν ἱερά μνήμη τοῦ ἱδρυτοῦ καί προστάτου της Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, παρουσίᾳ τοῦ Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου. Τό ἑσπέρας τῆς παραμονῆς χοροστάτησε στόν Π. Πατριαρχικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου κατά τόν Μ. Ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἑλβετίας κ. Ἱερεμίας. Ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς ἡ Α. Θ. Παναγιότης, ὁ Πατριάρχης, προέστη τῆς Θείας Λειτουργίας στόν Π. Πατριαρχικό Ναό συλλειτουργούντων τῶν Σεβ. μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, καί παρουσίᾳ τοῦ Πάπα, ὁ ὁποῖος κατά τό «ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους» κατῆλθε τοῦ Ἀντιθρόνου καί ὁ Πατριάρχης ἐξῆλθε τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καί ἀντήλλαξαν τόν ἀσπασμό τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, ἐνῶ ὁ Πάπας ἀπήγγειλε τήν Κυριακή προσευχή στή Λατινική γλώσσα. Παρέστησαν συμπροσευχόμενοι πολλοί Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου, Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι, παράγοντες τῆς Ὁμογενείας, ἐκπρόσωποι τοῦ Τύπου, διεθνῶν εἰδησεογραφικῶν πρακτορείων καί τηλεοπτικῶν σταθμῶν, καθώς καί πολλοί πιστοί. Μετά τήν ἀπόλυση τῆς Θείας Λειτουργίας ἔγινε ἀνταλλαγή προσφωνήσεων καί ἀντιφωνήσεων μεταξύ τοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Πάπα καί ἐψάλησαν τά Πολυχρόνια τῶν δύο
στόν αὐλόγυρο. Στή συνέχεια ὑπέγραψαν τήν Κοινή Διακήρυξη στήν Αἴθουσα τοῦ Θρόνου ἐνώπιον τῶν Μέσων Γενικῆς Ἐνημερώσεως καί ἀκολούθως παρετέθη ἐπίσημο γεῦμα στήν Πατριαρχική Τράπεζα πρός τιμήν τοῦ Προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης.
•Τό διάστημα ἀπό Τρίτη 2ας ἕως καί τήν Παρασκευή 5η Δεκεμβρίου ἡ Α. Θ. Παναγιότης ὁ Πατριάρχης ἐπισκέφθηκε τήν Ἱ. Μητρόπολη Ἐλβετίας, ὅπου παρέστη στίς ἑορταστικές ἐκδηλώσεις ἐπί τῇ 60ῇ ἐπετείῳ ἀπό τῆς ἱδρύσεως τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κέντρου Πυρηνικῶν Ἐρευνῶν (C.E.R.N.), καί μίλησε κατόπιν σχετικῆς προσκλήσεως. Ἐπίσης ὁ Προκαθήμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπισκέφθηκε τίς ἐγκαταστάσεις τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στό Σαμπεζύ Γενεύης, ὅπου προσκύνησε στόν Ἱ. Ναό τοῦ Ἀποστόλου τῶν
47
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἐθνῶν Παύλου καί ἐπί τῇ μνήμῃ τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ ἀνέγνωσε Τρισάγιο στόν περίβολο πρό τοῦ τάφου τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Ἀνδριανουπόλεως κυροῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ ὁποῖος διατέλεσε πρῶτος ποιμενάρχης τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Ἑλβετίας. Κατά τήν παραμονή του στό Κέντρο, ὁ Παναγιώτατος εἶχε ἐπαφές μέ τό Ἀκαδημαϊκό Προσωπικό καί μέ τόν Δήμαρχο Γενεύης κ. Sami Kanaan, μέ τόν ὁποῖο εἶχε ἐπί μία ὥρα ἐγκάρδια συνομιλία, παρουσίᾳ τοῦ οἰκείου Σεβ. Μητροπολίτου κ. Ἱερεμίου καί στελεχῶν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Ἑλβετίας καί τοῦ Κέντρου. Ἐπίσης ὁ Πατριάρχης μετέβη στήν ἕδρα τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (Π.Σ.Ε.), ἐνῶ παρέστη στήν ἐκδήλωση τοῦ «Συλλόγου Ἑλλήνων ἐκ Κωνσταντινουπόλεως τῆς Ἑλβετίας», κατά τήν ὁποία παρουσιάσθηκε τό βιβλίο του μέ τίτλο «Συνάντησις μέ τό Μυστήριον», ὅπου ἀπηύθυνε σχετική ὁμιλία στή γαλλική γλώσσα.
Τήν τελευταία μέρα τῆς ἐπισκέψεώς του μετέβη στήν ἕδρα τοῦ Ο.Η.Ε., ὅπου ἔγινε δεκτός ἀπό τόν Γενικό διευθυντή τοῦ Ὀργανισμοῦ κ. Michael Møller. • Ἐπίσημη ἐπίσκεψη στήν Ἱ. Μητρόπολη Κερκύρας πραγματοποίησε ἀπό 10ης ἕως καί 13ης
48
Δεκεμβρίου ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαῖος. Μετά τήν ὑποδοχή του στό Ἀεροδρόμιο «Ἰ. Καποδίστριας» ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κερκύρας, Παξῶν καί Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριο, ὁ Παναγιώτατος μετέβη στό κέντρο τῆς πόλης, στό Πεντοφάναρο, ὅπου οἱ ἀρχές τῆς πόλης, ὁ κλῆρος, οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές καί πλῆθος κόσμου, μέ τή συμμετοχή τῶν μαθητῶν τῶν σχολείων καί ἐπισήμων στρατιωτικῶν ἀγημάτων τοῦ ἐπιφύλαξαν θερμή ὑποδοχή. Ὁ Δήμαρχος Κέρκυρας κ. Νικολοῦζος προσφώνησε τόν Παναγιώτατο καί κατόπιν σχηματίστηκε πομπή πρός τόν Ἅγιο Σπυρίδωνα, ὅπου τελέστηκε πανηγυρική Δοξολογία. Τόν Παναγιώτατο προσφώνησαν ὁ Περιφερειάρχης Ἰονίων Νήσων κ. Γαλιατσάτος καί ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος, ὁποῖος τόνισε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κέρκυρας καί
οἱ πιστοί της ὑποδέχονται τόν Πατριάρχη ὡς τά παιδιά τόν πατέρα τους, μέ εὐγνωμοσύνη καί ἀγάπη καί σεβασμό καί τιμή. Κατόπιν, ὁ Παναγιώτατος ἐπισκέφθηκε τόν Μητροπολιτικό Ναό τῆς Ὑ. Θ. Σπηλαιωτίσσης, ὅπου προσκύνησε τό σκήνωμα τῆς Ἁγίας Θεοδώρας τῆς Αὐγούστης. Τήν Πέμπτη 11/12 τέλεσε τόν Ἁγιασμό τῶν Ἐγκαινίων τοῦ ἀνακαινισθέντος Ἐπισκοπικοῦ Μεγάρου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Κερκύρας καί τό ἑσπέρας χοροστάτησε καί μίλησε ἐπίκαιρα κατά τόν Μέγα Ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, πολιούχου τῆς Νήσου, στόν φερώνυμο πανηγυρίζοντα Ἱ. Ναό. Τό πρωΐ τῆς Παρασκευῆς 12ης Δεκεμβρίου, χοροστάτησε στόν ὡς ἄνω Ἱ. Ναό κατά τόν Ὄρθρο καί προέστη τῆς πανηγυρικῆς Θείας Λειτουργίας, συνιερουργούντων πολλῶν Σεβ. Ἀρχιερέων. Πρό τῆς Ἀπολύσεως προσφώνησε τόν Πατριάρχη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος καί ἀπήντησε κατάλληλα ὁ Παναγιώτατος.
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Στή συνεχεία ἀκολούθησε ἡ καθιερωμένη κατ᾿ ἔτος μετά τή Θεία Λειτουργία συναυλία ἀπό τήν «Παλαιά» Φιλαρμονική Κέρκυρας, ἐνῶ προηγήθηκε σύντομη ξενάγηση ἀπό τόν Πρόεδρο της κ. Ἰω. Γραμματικό, κατά τήν ὁποία ὁ Παναγιώτατος ἀναγορεύθηκε σέ ἐπίτιμο ἑταῖρο της. Ἐπίσης, το μεσημέρι ἀπονεμήθηκε στόν Πατριάρχη ἡ ἀνωτάτη τιμητική διάκριση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι ὁ χρυσοῦς σταυρός τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος μετά ἀστέρος, σέ ἔνδειξη τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης γιά τήν εὐλογητή παρουσία του στήν Κέρκυρα καί τό ἑσπέρας στήν αἴθουσα τελετῶν τοῦ Ἰονίου Πανεπιστημίου ἔγινε ἡ ἀναγόρευση τοῦ Παναγιωτάτου σέ ἐπίτιμο διδάκτορα τοῦ Τμήματος Μουσικῶν Σπουδῶν, ὅπου μίλησε ἐνῶ ἀκολούθησαν συναυλίες ἀπό μουσικά σχήματα. Τέλος, ἐπισκέφθηκε τό Μουσεῖο τοῦ Μόν Ρεπό, τόν Βυζαντινό Ἱ. Ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ἰάσονος καί Σωσιπάτρου, ἱδρυτῶν τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, τήν γυναικεία Ἱ. Μονή Παντοκράτορος Ἁγίου Ἀθανασίου καί ἀναχωρῶν καί τήν Ἱερά ἀνδρῴα Μονή Ὑπεραγίας Θεοτόκου Παλαιοκαστριτίσσης. •Μέ ἱεροπρέπεια καί ἐκκλησιαστική λαμπρότητα καί τάξη ἑορτάσθηκε στά Πατριαρχεῖα τήν Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου ἡ μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων. Η Α. Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμε-
νικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος χοροστάτησε στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου κατά τόν Ἑσπερινό της ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων τήν Τετάρτη 24η Δεκεμβρίου. Ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς ὁ Πατριάρχης προέστη τῆς Πατριαρχικῆς Θείας Λειτουργίας, κατά τήν ὁποία συλλειτούργησαν Σεβ. Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου, ἐνῶ τήν Πατριαρχική Ἀπόδειξη ἐπί τοῖς Χριστουγένοις ἀνέγνωσε ἀπό τοῦ Ἱ. Ἄμβωνος ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. κ. Βαρθολομαῖος, Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου. • Τό ἑσπέρας τῆς Τετάρτης 31ης Δεκεμβρίου 2014, παραμονή τῆς ἑορτῆς τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου καί τῆς μνήμης τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τελέστηκε ὁ Μέγας Πανηγυρικός Ἑσπερινός στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου χοροστατοῦντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, συγχοροστατούντων Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου. Μετά τό πέρας τῆς Ἀκολουθίας ὁ Πατριάρχης, κατά τήν τάξη, εὐλόγησε καί ἔκοψε τήν Ἁγιοβασιλόπιτα στήν Αἴθουσα τοῦ Θρόνου, ὅπου ἐδέχθη τούς Σεβ. Ἀρχιερεῖς μέ τούς ὁποίους ἀντάλλαξε τόν ἑόρτιο ἀσπασμό καί εὐχές γιά τό ἀνατέλον ἔτος 2015. Ἀκολούθησε στό Πατριαρχικό Γραφεῖο, κατά τό ἔθος, ἡ ἐπίσημη ἀκρόαση τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς, κατά τήν ὁποία ἐξ ὀνόματος τῶν Κληρικῶν καί λαϊκῶν ὑπαλλήλων προσεφώνησε τόν Πατριάρχη τοῦ Γένους ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στέφανος, Πρωτοσυγκελλεύων, καί ἀντιφώνησε ὁ Πατριάρχης. Κατά τήν ἀκρόαση ὁ Πατριάρχης ἀναακοίνωσε ὅτι προήγαγε σέ Δευτερεύοντα τῶν Πατριαρχικῶν Διακόνων τόν μέχρι σήμερα Πανοσιολ. Τριτεύοντα κ. Θεόδωρο, σέ Τριτεύοντα τόν Ἱερολ. Διάκονο κ. Νήφωνα Τσιμαλῆ καί σέ Διάκονο τῆς Σειρᾶς τόν Ἱερολ. Διάκονο κ. Γρηγόριο Φραγκάκη, ὡς ἐπιβράβευση τῆς πιστῆς καί ἀφοσιωμένης διακονίας τους στή Μητέρα Ἐκκλησία.
49
ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
Με αγωνιστικη και οργανωτικη επιτυχια διεξηχθη ο «Γυρος της Σητειας» για την πολιούχο Αγια Αικατερινα Μέ ἰδιαίτερη ἀγωνιστική καί ὀργανωτική ἐπιτυχία διεξήχθησαν τήν Κυριακή 23 Νοεμβρίου στή Σητεία γιά 11η συνεχή χρονιά οἱ ἀγῶνες δρόμων μέ τήν ἐπωνυμία «Γύρος τῆς πόλης τῆς Σητείας» πρός τιμή καί μνήμη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Αἰκατερίνης, πολιούχου καί προστάτου τῆς πόλεως Σητείας. Οἱ ἀγῶνες διοργανώθηκαν ἀπό τό Κοινωφελές Ἐκκλησιαστικό Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «Παναγία ἡ Ἀκρωτηριανή», τόν Δ.Ο.Κ.Α.Σ. τοῦ Δήμου Σητείας, τήν Περιφέρεια Κρήτης, καί τούς δύο Συλλόγους Στίβου τῆς πόλης «Σητειακός Α.Ο.» καί «Γ.Σ. Βιτσέντζος Κορνάρος» μέ τήν ὑποστήριξη καί συνεργασία τοῦ Σ.Ε.Γ.Α.Σ., στό πλαίσιο τῶν πανελληνίων ἀγώνων τῆς σειρᾶς «Γύροι τῶν Πόλεων - Μιχάλης Κούσης 2014-2015» μέ ἀφετηρία καί τερματισμό τήν πλατεία τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου στή Σητεία. Κατά τήν τελετή ἔναρξης τῶν ἀγώνων ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιο, χαιρετισμό ἀπηύθυναν ἐκτός ἀπό τόν Σεβασμιώτατο κ. Εὐγένιο, ὁ Δήμαρχος Σητείας κ. Θεόδωρος Πατεράκης, ἡ Ἀντιπεριφερειάρχης Λασιθίου κ. Πελαγία Πετράκη καί ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Σ.Ε.Γ.Α.Σ. καί τῆς Ε.Α.Σ. Σ.Ε.Γ.Α.Σ. Κρήτης κ. Παναγιώτης Ἀντωνακάκης. Οἱ ἀγῶνες ἦταν μιά πραγματική γιορτή τοῦ ἀθλητισμοῦ μέ τή συμμετοχή 400 περίπου ἀθλητῶν ἀλλά καί ἀθλούμενων συντοπιτῶν μας. Συνδυάστηκε μέ τόν καλύτερο τρόπο ἡ ἀγωνιστική παρουσία πολλῶν Ἑλλήνων πρωταθλητῶν, τῶν ἀθλητῶν τῶν σωματείων τῆς Κρήτης, ἐρασιτεχνῶν δρομέων πού ἀθλοῦνται καθημερινά, ἀλλά καί τῶν μικρῶν μαθητῶν τῶν Δημοτικῶν Σχολείων τῆς Σητείας πού μέ τήν παρουσία τους ἔστειλαν τό μήνυμα ὅτι ὁ Ἑλληνικός κλασικός ἀθλητισμός ἔχει παρόν ἀλλά τό σημαντικότερο ἔχει μέλλον καί προσφέρει σέ ὅλους τους συμμετέχοντες εὐεξία καί χαμόγελα. Ἐκτός ἀπό τήν ἄριστη φιλοξενία τῶν συμμετεχόντων ἀθλητῶν καί ἀθλητριῶν σημαντική ἐπιτυχία καί τῆς φετεινῆς διοργάνωσης τοῦ «Γύρου Σητείας» ἦταν καί ὁ μεγάλος ἀριθμός θεατῶν πού παρακολούθησε καί ἐνεθάρρυνε μέ τό χειροκρότημά του τίς προσπάθειες τῶν ἀθλητῶν. Ἡ παρουσία τοῦ κόσμου ἀπέδειξε γιά μιά ἀκόμα χρονιά ὅτι οἱ κάτοικοι τῆς Σητείας ἔχουν ἀγκαλιάσει τή συγκεκριμένη ἐκδήλωση ἀναγνωρίζοντας τίς προσπάθειες καί πρωτοβουλίες τῆς Ἱερᾶς Μητρόπολης Ἱεραπύτνης καί Σητείας καί τῶν ὑπόλοιπων συνδιοργανωτῶν, προσφέροντας ἰδανικά κίνητρα στήν τοπική νεολαία γιά τήν ἐνασχόλησή της μέ τόν ἀθλητισμό. 50
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Με λαμπροτητα η πανηγυρη του Ι. Κ. Ναου Αγ. Αικατερινης, πολιουχου και προστατιδος της πολεως Σητειας Μέ ἐκκλησιαστική λαμπρότητα καί πάνδημη συμμετοχή πανηγύρισε τήν Τρίτη 25 Νοεμβρίου ὁ Ἱερός Καθεδρικός Ναός τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης, πολιούχου καί προστάτιδος τῆς πόλεως Σητείας. Τό ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας 24/11 τελέσθηκε ὁ Μέγας πανηγυρικός Ἑσπερινός, στόν ὁποῖο χοροστάτησε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου κ. Δαμασκηνός, ὁ ὁποῖος εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί κήρυξε κατάλληλα τόν θεῖο λόγο, ἀναφερόμενος στόν βίο τῆς τιμωμένης Ἁγίας καί στήν κατά Θεό σοφία της. Ἀνήμερα τῆς πανηγύρεως τελέσθηκε Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο, κατά τό ὁποῖο συλλειτούργησαν ὁ οἰκεῖος Ποιμενάρχης κ. Εὐγένιος καί ὁ φιλοξενούμενος Σεβ. Μητροπολίτης Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου κ. Δαμασκηνός. Τόν θεῖο λόγο κήρυξε κατάλληλα ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος, ὁ ὁποῖος μέ λόγο λιτό καί μεστό ἀναφέρθηκε στή ζωή, τό μαρτύριο καθώς καί στήν σοφία τοῦ Θεοῦ καί τίς ἀρετές μέ τίς ὁποῖες ἦταν στολισμένη ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς Αἰκατερίνα, σημειώνοντας ὅτι περιφρόνησε τήν κοσμική σοφία καί τίς πρόσκαιρες χαρές τῆς παρούσης ζωῆς. Ἀκολούθησε ἡ καθιερωμένη λιτάνευση τῆς ἱερῆς εἰκόνας τῆς προστάτιδος καί πολιούχου Ἁγίας Αἰκατερίνης στούς κεντρικούς δρόμους τῆς πόλεως μέ τή συμμετοχή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τῆς περιοχῆς καί μέ τή συνοδεία ἀγήματος τῆς Πολεμικῆς Ἀεροπορίας ἀπό τό 3ου Κ.Ε.Π. Ζήρου, ὑπό τούς ἤχους τῆς Φιλαρμονικῆς τοῦ Δήμου Σητείας. Τήν πανήγυρη λάμπρυναν μέ τήν καλλικέλαδη ψαλμωδία τους τά μέλη τῆς Χορωδίας τοῦ Παραρτήματος τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως «Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης» στή Σητεία μέ ἐπικεφαλῆς τόν Αἰδεσιμολ. Πρωτ. Νικόλαο Ἀλεξάκη. Παρέστησαν ὁ Ὑφυπουργός Ἐργασίας καί Κοινωνικῶν Ἀσφαλίσεων καί Βουλευτής Ν. Λασιθίου κ. Ἰω. Πλακιωτάκης, ὁ Περιφερειάρχης Κρήτης κ. Σταῦρος Ἀρναουτάκης, ὁ Δήμαρχος Σητείας κ. Θ. Πατεράκης, οἱ Ἀντιδήμαρχοι καί ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοτικῆς Ἑνότητας Σητείας, ἡ Ἀντιπεριφερειάρχης Λασιθίου κ. Πελαγία Πετράκη, ὁ Διοικητής τοῦ 3ου Κ.Ε.Π. Ζήρου Σμήναρχος κ. Νικόλαος Μιχαλάκης, ὁ Διοικητής τῆς Πολεμικῆς Ναυτικῆς Βάσης Κυριαμαδίου Ἀντιπλοίαρχος κ. Γεώργιος Καθεκλάκης, ὁ Διοικητής τοῦ Ἀστυνομικοῦ Τμήματος Σητείας κ. Ἀστυνόμος κ. Ἐμμ. Βουτυράκης, ἐκπρόσωποι Ἀρχῶν καί Φορέων καί πλῆθος πιστῶν. Ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος τίμησε μέ τήν ἀπονομή τοῦ ἀργυροῦ μεταλλίου τῆς ἑκατονταετηρίδος (1899-1999) τοῦ Ἱ. Κ. Ν. Ἁγ. Αἰκατερίνης καί μέ μία ἐπάργυρη εἰκόνα τῆς Ἁγίας τόν παριστάμενο στή Σητεία πρῶτο αἱρετό Περιφερειάρχη τῆς Κρήτης κ. Σταῦρο Ἀρναουτάκη, τόν νέο Διοικητή τοῦ 3ου Κ.Ε.Π. Ζήρου Σμήναρχο κ. Νικόλαο Μιχαλάκη, τόν ὁποῖο καί καλωσόρισε ἐπίσημα στή Σητεία, καθώς καί στόν Ἀστυνομικό Διευθυντή Νομοῦ Λασιθίου κ. Κων/νο Περάκη ἐπικαλούμενος τίς πρεσβεῖες τῆς Μεγαλομάρτυρος Νύμφης τοῦ Χριστοῦ γιά ἐνίσχυση στό ἔργο τους.
51
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Λαμπρά τα Θυρανοίξια του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Ενορίας Επάνω Χωρίου Ιεράπετρας Μέ τή δέουσα λαμπρότητα καί μεγάλη συμμετοχή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τῶν κατοίκων τῆς Ἐνορίας τελέσθηκαν τό ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου 6 Δεκεμβρίου ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιο τά Θυρανοίξια τοῦ πλήρως ἀνακαινισμένου δίκλιτου Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Ὁσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευῆς καί τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Χαραλάμπους τῆς Ἐνορίας Ἐπάνω Χωριοῦ Ἱεράπετρας, μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν ἐργασιῶν συντήρησης καί ἐξοπλισμοῦ τοῦ ναοῦ. Ἀμέσως μετά τό πέρας τῶν Ἱερῶν Θυρανοιξίων ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Εὐγένιος χοροστάτησε καί εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, στήν ὁποία ἔλαβαν μέρος ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί ὅλοι οἱ Ἐφημέριοι τῶν ὅμορων Ἐνοριῶν. Ὁ Ἐφημέριος της Ἐνορίας Αἰδεσιμολ. π. Ἐμμανουήλ Φρυσαλάκης εὐχαρίστησε τούς δωρητές τῶν ἐργασιῶν συντήρησης τοῦ παλαιοῦ αὐτοῦ Ἐνοριακοῦ Ναοῦ τοῦ χωριοῦ, πού ἀπό τό ὑστέρημά τους συνεισέφεραν γιά τήν κάλυψη τῆς συνολικῆς δαπάνης ἀνακαίνισης, τονίζοντας ὅτι τά ὀνόματά τους εἶναι ἐγγεγραμμένα στό βιβλίο τῆς ζωῆς καί θά μνημονεύονται ἐσαεί μπροστά στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης εὐχαρίστησε ἰδιαιτέρως τόν Σεβασμιώτατο κ. Εὐγένιο γιά τήν καθοδήγηση καί ἐπίβλεψη ὅλων τῶν ἐργασιῶν. Ὁ Σεβ. στήν ὁμιλία του ἐξέφρασε τήν ἰδιαίτερη χαρά καί συγκίνησή του πού παραδίδεται σέ λειτουργία καί πάλι ὁ παλαιός ναός χάρη στήν πίστη καί τήν ἀφοσίωση τῶν Ἐνοριτῶν. Συνεχάρη τόν Ἐφημέριο π. Ἐμμανουήλ Φρυσαλάκη, τά μέλη τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου καί τῆς Ἐρανικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν ἐσωτερική καί ἐξωτερική ἀνακαίνιση τοῦ ναοῦ, τονίζοντας ὅτι οἱ καλοσυντηρημένοι καί ἀνακαινισμένοι ναοί μας, τά μοναστήρια μας καί ὅλα τά ἐκκλησιαστικά μνημεῖα τοῦ τόπου μας ἀποτελοῦν τήν πνευματική κληρονομιά πού μᾶς κληροδότησαν οἱ εὐσεβεῖς πρόγονοί μας, μαρτυροῦν τή μακραίωνη καί βαρύτιμη παράδοσή μας καί ἀποτελοῦν τήν καλύτερη προβολή τοῦ τόπου μας καί πόλο ἕλξης τῶν πολυάριθμων ἐπισκεπτῶν του. Ο Σεβ. Μητροπολιτης ιεραπυτνησ και σητειασ Κ. Ευγενιος: • Τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης 20/11 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ, εὐλόγησε τούς ἄρτους καί κήρυξε ἐπίκαιρα στόν πανηγυρίζοντα Ἱ. Ναό Εἰσοδίων Θεοτόκου τῆς Ἐνορίας Μεταμορφώσεως πού βρίσκεται ἔναντι τοῦ ἑνετικοῦ φρουρίου «Καλές» στήν πόλη τῆς Ἱεράπετρας. •Τήν Παρασκευή 21/11, ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί στή συνέ52
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
χεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στόν φερώνυμο πανηγυρίζοντα Ἱ. Ναό τῆς Ἐνορίας Μεταξοχωρίου Ἱεράπετρας. •Τό πρωί τοῦ Σαββάτου 22/11 ὑποδέχθηκε καί μίλησε κατάλληλα σέ ὁμάδα φοιτητῶν ἀπό τή Σύναξη Νέων τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἱ. Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ναού Αγίου Τίτου πόλεως Ἡρακλείου πού μέ ἐπικεφαλῆς τόν Αἰδεσιμολογιώτατο Ἐφημέριο τοῦ Ναοῦ π. Ἐμμανουήλ Ἀντωνακάκη ἐπισκέφθηκε τόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας καί στή συνέχεια τόν βυζαντινό Ναό τῆς Παναγίας τῶν Λιθινῶν καί τήν Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Τοπλοῦ Σητείας. -Τό μεσημέρι τῆς ἴδιας ἡμέρα προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Εὐαγγέλου Παπαμιχαήλ στόν Ἱερό Ναό τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τήν Κυριακή 23/11 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό μνημόσυνο τῶν μακαριστῶν Ἀφροδίτης Ζουμάκη, Στυλιανοῦ Μακρυνάκη καί Αἰκατερίνης Βασιλάκη στόν Ἱ. Ναό Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου πόλεως Σητείας. •Tό ἀπόγευμα τῆς Τρίτης 25/11, περιστοιχούμενος ἀπό τόν Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Ἀρχιμ. Κύριλλο Διαμαντάκη καί ἄλλους Ἐφημερίους τῆς πόλεως, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί κήρυξε ἐπίκαιρα στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό τοῦ Ὁσίου Νίκωνος τοῦ «Μετανοεῖτε», κάτωθεν τοῦ Ἱεροῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τό πρωί τοῦ Σαββάτου 29/11 ἐπισκέφθηκε στό κλειστό γυμναστήριο τῆς Ἱεράπετρας καί χαιρέτησε τούς 595 Σύριους πρόσφυγες, ἐνῶ ἐξέφρασε τήν ἀμέριστη συμπαράστασή του στά στελέχη τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας, τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ καί σέ ὅλους τους ἐθελοντές πού βοηθοῦν στή φιλοξενία τῶν λαθρομεταναστῶν, οἱ ὁποῖοι εὐχαρίστησαν τόν Σεβασμιώτατο γιά τήν προσφορά σίτισης, ἐμφιαλωμένων νερῶν καί χυμῶν στούς μετανάστες ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καί Σητείας καί τό Κοινωφελές Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως «Παναγία ἡ Ἀκρωτηριανή». •Τό ἑσπέρας τοῦ Σαββάτου 29/11, περιστοιχούμενος ἀπό Ἐφημερίους τῆς περιοχῆς, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς, εὐλόγησε τό πλῆθος τῶν προσφερομένων ἄρτων καί μίλησε ἐπίκαιρα στό πολυάριθμο ἐκκλησίασμα στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου Ἀνδρέου στήν περιοχή «Λειβάδια» Ἱεράπετρας.
53
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
•Τήν Κυριακή 30/11 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο καί τέλος τέλεσε τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τῶν μακαριστῶν Ἐμμανουήλ Μπετείνη καί Ἐμμανουήλ Δασκαλογιαννάκη στόν Ἱερό Ναό Ἁγίας Τριάδος Λάστρου Σητείας. •Τό βράδυ τῆς Δευτέρας 1 πρός Τρίτη 2 Δεκεμβρίου χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα στό πολυάριθμο ἐκκλησίασμα, κατά τήν Ἀγρυπνία ἐπί τῇ ἑορτή τῆς μνήμης τοῦ Ὅσιου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου στό παρεκκλήσιο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ὁσίου Νίκωνος τοῦ «Μετανοεῖτε» τοῦ Ἱ. Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τήν Τετάρτη 3/12 προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Ἐμμανουήλ Καφφεσάκη, Ἀναγνώστη, στόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου πόλεως Σητείας. •Τό ἑσπέρας τῆς Παρασκευῆς 5/12, περιστοιχούμενος ἀπό Ἐφημερίους τῆς πόλεως, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί κήρυξε ἐπίκαιρα στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό Ἁγίου Νικολάου, στήν «Κάτω Μερά» τῆς πόλης τῆς Ἱεράπετρας. •Τό Σάββατο 6/12, ἑορτή τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Νικολάου, Ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας τοῦ Θαυματουργοῦ, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς ἄρτους καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στόν φερώνυμο Ἱ. Ἐνοριακό Ναό τῆς Παχείας Ἄμμου. •Τήν Κυριακή 7/12 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε ἐπίκαιρα στό πολυάριθμο ἐκκλησίασμα καί τέλεσε τό ἐτήσιο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ Μιχαήλ Καροφυλλάκη στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Νέας Ἀνατολῆς Ἱεράπετρας. •Tήν Τρίτη 9/12 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί στή συνέχεια, συμπαραστατούμενος ἀπό τόν Πανοσιώτατο Ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μονῆς Τοπλοῦ Ἀρχιμ. Φιλόθεο Σπανουδάκη καί Ἐφημερίους τῆς περιοχῆς, ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίας Ἄννης Πισκοκεφάλου. •Τήν Πέμπτη 11/12 προήδρευσε τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης στό Ἡράκλειο γιά τήν κατάρτιση τοῦ Κανονισμοῦ περί Ἱερῶν Ναῶν καί Ἐφημερίων. 54
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Τα ονομαστήρια του Σεβ. Μητροπολίτου Ιεραπύτνης και Σητείας κ. Ευγενίου Απονομή οφφικίου Πρωτοπρεσβυτέρου Μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα καί καθολική συμμετοχή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, τῶν τοπικῶν Ἀρχόντων καί πλήθους πιστῶν ἑορτάσθηκαν τό Σάββατο 13 Δεκεμβρίου στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας τά σεπτά ὀνομαστήρια τοῦ Σέβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου. Τό ἑσπέρας τῆς Παρασκευῆς 12 Δεκεμβρίου τελέσθηκε ὁ Μέγας πανηγυρικός Ἑσπερινός, κατά τόν ὁποῖο χοροστάτησε καί εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους ὁ ἑορτάζων Σεβ. Ποιμενάρχης, συμπαραστατούμενος ἀπό πλειάδα Ἱερέων. Ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος εὐχαρίστησε ἀπό καρδίας τούς παριστάμενους Κληρικούς καί λαϊκούς πού προσῆλθαν στόν πανηγυρικό Ἑσπερινό γιά νά συμπροσευχηθοῦν καί νά τιμήσουν τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Εὐγενίου καί τῶν τεσσάρων συμμαρτύρων του, τούς χορούς τῶν Ἱεροψαλτῶν καί τῶν μαθητῶν τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» ἀπό τήν Ἱεράπετρα καί ἀπό τή Σητεία μέ ἐπικεφαλῆς τόν Πρωτοψάλτη κ. Ἰω. Ἀρώνη καί τόν Πρωτοπρεσβύτερο π. Νικόλαο Ἀλεξάκη ἀντίστοιχα, τόν παρόντα Δήμαρχο Ἱεράπετρας κ. Θ. Καλαντζάκη καί τούς Ἀντιδημάρχους κ. Ἐμμ. Φραγκούλη, κ. Ἐμμ. Λουτσέτη καί κ. Ἀ. Πανταζῆ καί ὑπογράμμισε τήν ἀνάγκη συνεχοῦς ἀγώνα κατά τό πρότυπο τῶν τιμωμένων ἁγίων γιά τήν πνευματική αὔξηση καί τελείωση ὅλων μας γιά νά μπορέσουμε νά ἀνταπεξέλθουμε στούς χαλεπούς καί δυσχειμέρους καιρούς πού ζοῦμε. Ἀκολούθησε μικρή δεξίωση στό παρακείμενο Κέντρο Κοινωνικῆς καί Πολιτιστικῆς Μέριμνας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς, Σάββατο 13/12, τελέσθηκε ἡ Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία στόν κατάμεστο ἀπό πιστούς Ἱερό Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, κατά τήν ὁποία ἱερούργησε ὁ ἑορτάζων Σεβ. Μητροπολίτης κ. Εὐγένιος καί ἔλαβαν μέρος Κληρικοί ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη καί ἀλλοῦ. Τόν θεῖο λόγο κήρυξε ὁ Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλος Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, ὁ ὁποῖος προσφώνησε κατάλληλα τόν ἑορτάζοντα Σεβ. Μητροπολίτη κ. Εὐγένιο, διερμηνεύοντας τά αἰσθήματα ὑϊικῆς ἀφοσίωσης καί σεβασμοῦ σύσσωμου τοῦ ἱεροῦ κλήρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως πρός τό σεπτό πρόσωπο τοῦ Σεβ. Ποιμενάρχου κ. Εὐγενίου, ὑπογραμμίζοντας ὅτι γιά εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια ποιμαίνει θεοφιλῶς τή λαχοῦσα σέ αὐτόν Ἱερά Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καί Σητείας παραμένοντας σταθερός φύλακας καί προασπιστής τῶν ἱερῶν ἀληθειῶν, ποιμένας τῶν λογικῶν προβάτων, κοινός πατέρας ὅλων. Ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος ἀντιφώνησε κατάλληλα καί εὐχαρίστησε τούς συλλειτουργοῦντες Κληρικούς καί τόν περιεστῶτα λαό γιά τή συμμετοχή τους στήν ἑορτή, καθώς καί τούς παριστάμενους ἐκπροσώπους τῶν τοπικῶν Ἀρχῶν, τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καί τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας, τούς ὁποίους εὐχαρίστησε γιά τήν ἀγαστή συνεργασία πρός τό κοινό καλό καί τήν ὠφέλεια τῆς τοπικῆς κοινωνίας. Στή συνέχεια ἀπένειμε τό ὀφφίκιο τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου καί χειροθέτησε σέ Πνευματικό τόν Αἰδεσιμώτατο Ἐφημέριο τῆς Ἐνορίας Κεντρίου π. Γεώργιο Κανάρη, ἐπί 41 καί πλέον ἔτη Πρεσβύτερο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ἐργάζεται μέ ἔνθεο ζῆλο γιά τήν πνευματική προαγωγή τῶν Ἐνοριτῶν του, σημειώνοντας ὅτι στό πρόσωπό του ἀπονέμεται τιμή σέ ὅλους τους παλαιούς κληρικούς γιά τήν ἀφιέρωση καί τήν πολυετή προσφορά τους στόν Ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου. 55
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἀκολούθησε τό καθιερωμένο κέρασμα γιά ὅλο το ἐκκλησίασμα στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ νεόδμητου Κέντρου Κοινωνικῆς καί Πολιτιστικῆς Μέριμνας, ὅπου ὁ Σeβ. κ. Εὐγένιος δέχθηκε τίς εὐχές Κλήρου, τοπικῶν ἀρχόντων καί λαοῦ. Μεταξύ του πλήθους τῶν πιστῶν πού παρέστησαν στήν Ἀρχιερατικη Θεία Λειτουργία ἦταν ὁ Δήμαρχος Ἱεράπετρας κ. Θεοδόσιος Καλαντζάκης, ὁ Διοικητής τοῦ 3ου Κ.Ε.Π. Ζήρου Σμήναρχος κ. Νικόλαος Μιχαλάκης, ὁ Διοικητής τῆς Ν.Π.Β. Κυριαμαδίου Ἀντιπλοίαρχος κ. Γεώργιος Καθεκλάκης, ὁ Λιμενάρχης Ἱεράπετρας κ. Ἰω. Παπαδάκης, ὁ Διοικητής τοῦ Τμήματος Τροχαίας Ἱεράπετρας κ. Νεκτάριος Φρονιμάκης, ὁ πρώην Δήμαρχος Ἱεράπετρας κ. Νικ. Χριστοφακάκης, ἐκπρόσωποι τοπικῶν φορέων, προϊστάμενοι δημοσίων ὑπηρεσιῶν, ἱεροψάλτες, μέλη τῶν ἐκκλησιαστικῶν συμβουλίων κ.ἄ. Η Χριστουγεννιάτικη εκδήλωση της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής της Ι. Μητροπόλεως στη Σητεία Μέ ξεχωριστή ἐπιτυχία πραγματοποιήθηκε τό ἑσπέρας τοῦ Σαββάτου 20 Δεκεμβρίου στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίου Γεωργίου ἡ καθιερωμένη ἐκδήλωση τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» στήν πόλη τῆς Σητείας, ἐνόψει της ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Ἡ ἐκδήλωση ἄνοιξε μέ τήν Παιδική Χορωδία τῆς Σχολῆς, ἡ ὁποία ἀποτελούμενη ἀπό μαθητές καί μαθήτριες τῆς Πρωτοβάθμιας Ἐκπαίδευσης ἀπέδωσε τά Κρητικά καί ἄλλα παραδοσιακά κάλαντα περιοχῶν τῆς πατρίδας μας. Προηγήθηκε τό θερμό καλωσόρισμα τοῦ Αἰδεσιμολ. Πρωτοπρ. π. Νικολάου Ἀλεξάκη, Καθηγητῆ καί ὑπευθύνου τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως στή Σητεία, ὁ ὁποῖος ἀνακοίνωσε τό πρόγραμμα τῆς ἐκδήλωσης. Ἀκολούθως τή σκυτάλη ἔλαβε ἡ Χορωδία τῶν Ἱεροψαλτῶν καί τῶν μαθητῶν τῆς Σχολῆς, ὑπό τή διεύθυνση τοῦ π. Νικολάου, ἡ ὁποία ἀπέδωσε μελωδικότατα χαρακτηριστικούς ὕμνους τῆς ἑορτῆς τῆς κατά σάρκα Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀξίζει νά σημειωθεῖ τό γεγονός ὅτι ἀνάμεσα στούς κατανυκτικούς ὕμνους τῶν Χριστουγέννων ἀναγνώσθηκαν ἀπό τήν Ἐκπαιδευτικό κ. Ἑλένη ΣαντιμπαντάκηΤσικαλάκη ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου «Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν». Ἡ ἐκδήλωση ἔκλεισε μέ τίς εὐχές τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, ὁ ὁποῖος συνεχάρη τόν Χοράρχη, τούς Ἱεροψάλτες καί τούς μικρούς καί μεγάλους μαθητές τῆς Σχολῆς γιά τήν ὑποδειγματική ἐκτέλεση τῶν ὕμνων πού μᾶς προετοιμάζουν νά ὑποδεχθοῦμε τή μεγάλη Δεσποτική ἑορτή τῶν Χριστουγέννων. Ὁ Σεβ. ὑπενθύμισε τά λόγια τοῦ μεγάλου Ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, ὁ ὁποῖος πάντα συνέστηνε ὅταν εἴμαστε στανοχωρημένοι νά ψάλλουμε γιά νά φεύγει ἡ στενοχώρια. Τέλος, εὐχήθηκε ὅλοι νά προσπαθήσουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά αἰσθανθοῦμε καί νά βιώσουμε τό μέγα καί ἄρρητο αὐτό μυστήριο τῆς Θείας τοῦ Σωτῆρος Ἐνανθρωπήσεως.
56
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Eκδήλωση στην ιεραπετρα από τη Χορωδία των Ιεροψαλτών της πολεως και των μαθητών της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής ενόψει των Χριστουγέννων
Τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς πρό Χριστοῦ Γεννήσεως, 21 Δεκεμβρίου, πραγματοποιήθηκε στόν κατάμεστο ἀπό πιστούς Ἱερό Ναό Ὁσίου Νίκωνος Ἱεράπετρας Χριστουγεννιάτικη ἐκδήλωση τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» καί τῶν Ἱεροψαλτῶν τῆς περιοχῆς τῆς Ἱεράπετρας. Ἡ ἐκδήλωση περιελάμβανε ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου τό θέμα: «Ὁ Θεός εἶναι φίλος μας καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τό πᾶν» καί ὕμνους τοῦ ἁγίου Δωδεκαημέρου. Ὁ Σεβ. μέ λόγο μεστό καί ἁπλό παρουσίασε τήν ἄφατη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀνάγκη καλλιέργειας προσωπικῆς σχέσης καί ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό, σημειώνοντας ὅτι «ἦλθε κοντά μας ὡς ἄνθρωπος γιά νά μᾶς διδάξει αὐτά πού ἀδυνατοῦμε νά καταλάβουμε, νά κατανοήσουμε τό δρόμο τῆς προσφορᾶς καί διακονίας, πού εἶναι ὁ ἀμεσώτερος τρόπος φιλίας, φιλανθρωπίας καί σωτηρίας». Ὁ Σεβ. τέλος ἐπεσήμανε ὅτι γιά τήν ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ ὡς φίλου μας αἰωνίου καί παντοτινοῦ, πού δέν μᾶς προδίδει ποτέ σέ μιά κοινωνία πού βασιλεύει ἡ ἀσπλαχνία, ἡ κακότητα, τό μίσος μιλοῦσε συνεχῶς ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ὁ ὁποῖος ἔλεγε: «Σύν Χριστῷ πανταχοῦ, φόβος οὐδαμοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Εἶναι ἡ χαρά, εἶναι ἡ ζωή, εἶναι τό φῶς τό ἀληθινόν, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πετάει, νά τά βλέπει ὅλα, νά βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά θέλει ὅλους μαζί του, ὅλους κοντά στό Χριστό». Ἀκολούθησαν ἐπιλεγμένοι ὕμνοι τοῦ Ἁγίου Δωδεκαήμερου ἀπό τή Χορωδία τῶν Ἱεροψαλτῶν καί τῶν μαθητῶν τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» ὑπό τή διεύθυνση τοῦ Διευθυντῆ τῆς Σχολῆς Πρωτοψάλτου κ. Ἰωάννου Στ. Ἀρώνη. Τέλος, ἡ Χορωδία μέ τή συνοδεία κλαρίνου ἀπέδωσε τά Βυζαντινά ἀστικά Κάλαντα τῶν Χριστουγέννων «Ἄναρχος Θεός» Κοτιώρων Πόντου (πού περιλαμβάνουν 24 στίχους κατά ἀλφαβητική σειρά). 12 τόνοι τροφιμα για τους απορους απο το Κοινωφελες Ιδρυμα της Ι. Μητροπόλεως «Παναγια Ακρωτηριανη»
Δώδεκα τόνους τρόφιμα, προσφορά τοῦ Κοινωφελοῦς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος «Παναγία ἡ Ἀκρωτηριανή», γιά τήν κάλυψη βασικῶν ἀναγκῶν συμπολιτῶν μας, πού ἀνήκουν σέ εὐπαθεῖς κοινωνικά ὁμάδες τῆς Μητροπολιτικῆς περιφέρειας, διαμοίρασε στίς 22 και 23/12 ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καί Σητείας διά μέσου τῶν Ἐνοριῶν της, ἐνόψει τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Συγκεκριμένα διανεμήθηκαν σέ 533 οἰκογένειες καί συνολικά περίπου 1.400 ἄτομα 10 τόνοι εἰδῶν διατροφῆς μακρᾶς διαρκείας (γάλα, ρύζι, ζυμαρικά, ὄσπρια) καί 2 τόνοι κρέατος (νωπό κοτόπουλο). Ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος, κατά τήν παράδοση τῶν προϊόντων, σημείωσε ὅτι πάντοτε ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἀνακούφιση τῶν πιό ἀδύναμων οἰκονομικά μελῶν τῆς τοπικῆς κοινωνίας μας καί στέκεται στό πλευρό ὅλων τῶν δοκιμαζομένων συνανθρώπων μας.
57
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
η Εορτη των χριστουγέννων
Τήν Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου, ἑορτή τῆς κατά σάρκα Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τῶν Χριστουγέννων καί στή συνέχεια ἱερούργησε στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας, ὅπου πλῆθος πιστῶν κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἀντί κηρύγματος ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος ἀνέγνωσε τήν ποιμαντορική ἐγκύκλιό του γιά τά Χριστούγεννα, ἡ ὁποία διαβάστηκε σέ ὅλους τους Ναούς καί τίς Ἱερές Μονές τῆς Μητροπολιτικῆς περιφέρειας. Ἀνάμεσα στό πλῆθος τοῦ κόσμου πού συμμετεῖχαν στή Χριστουγεννιάτικη θεία Λειτουργία ἦταν ὁ Δήμαρχος Ἱεράπετρας κ. Θεοδόσιος Καλαντζάκης καί ἄλλοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν. Χειροτονία Διακόνου στην Ιερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης
Τό Σάββατο 27 Δεκεμβρίου, ἑορτή τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου στό κατάμεστο ἀπό πιστούς καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Φανερωμένης Ἱεράπετρας, ὅπου στή συνέχεια ἱερούργησε καί χειροτόνησε σέ Διάκονο τόν Ὁσιολογιώτατο Μοναχό τῆς Μονῆς π. Γαβριήλ Καπανταΐδακη. Ὁ νέος Διάκονος προσφώνησε κατάλληλα τόν χειροτονοῦντα Ἐπίσκοπό του Σεβ. Μητροπολίτη κ. Εὐγένιο, ὁ ὁποῖος ἀκολούθως μίλησε γιά τό κορυφαῖο χάρισμα τῆς Ἱερωσύνης, παρωτρύνοντας τόν νέο Διάκονο νά μείνει «πιστός καί ἀφοσιωμένος στόν Ἰ. Χριστό καί τήν ἁγία Του Ἐκκλησία, εὔθετος-πρόθυμος εἰς διακονίαν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, διακονώντας τήν Τοπική μας Ἐκκλησία ἀπό τό μετερίζι αὐτό, τό ὀχυρό της πίστεως καί τῆς ἱστορίας μας, τό παλαιό Μοναστήρι τῆς Κυρίας Φανερωμένης». η κοπή τησ αγιοβασιλόπιτας τησ ιερασ Μητροπόλεως στην ιεράπετρα και τη σητεια
Μέσα στήν ἑορταστική ἀτμόσφαιρα τοῦ Ἁγίου Δωδεκαημέρου καί μέ τήν παρουσία σύσσωμου τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, τῶν τοπικῶν Ἀρχόντων καί πολλῶν πιστῶν πραγματοποιήθηκε καί ἡ τελετή κοπῆς τῆς Ἁγιοβασιλόπιτας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας τό ἑσπέρας τῆς Τετάρτης 31 Δεκεμβρίου 2014 στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας καί τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς 4 Ἰανουαρίου 2015 στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίου Γεωργίου πόλεως Σητείας. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Εὐγένιος χοροστάτησε κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ καί στή συνέχεια, κατά τό ἐκκλησιαστικό ἔθος, εὐλόγησε καί ἔκοψε τήν Ἁγιοσιλόπιτα, προβαίνοντας σέ σύντομο ἀπολογισμό
58
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τῶν δράσεων τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας μέσα στό 2014 καί ἀνακοινώνοντας παράλλληλα τήν ἔγκριση τῆς στρατηγικῆς ἐπένδυσης «ΙΤΑΝΟΣ ΓΑΙΑ» πού ἀφορᾶ τήν τουριστική ἀξιοποίηση ἐκτάσεων ἰδιοκτησίας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τοπλοῦ. Προηγήθηκε ἡ κατάλληλη προσλαλιά τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμ. Κυρίλλου Διαμαντάκη, Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως, ἐνῶ στό τέλος ὁ Σεβασμιώτατος εὐλόγησε καί διένειμε τή βασιλόπιτα καί τό ἐγκόλπιο ἡμερολόγιο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως γιά τό 2015 εὐχόμενος καλή καί εὐλογημένη χρονιά μέ ὑγεία καί πνευματική πρόοδο.
Ο Σεβ. Μητροπολιτης ιεραπυτνησ και σητειασ Κ. Ευγενιος: • Τήν Κυριακή 14/12 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τῶν Ἐμμανουήλ Τσικαλάκη καί Ἑλένης Βουγιουκλῆ-Μαυρικάκη στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Παναγίας Ἐλεούσης Ἱεράπετρας. • Tό ἑσπέρας τῆς ἴδιας ἡμέρας χοροστάτησε κατά τή ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἐλευθερίου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί μίλησε ἐπίκαιρα στό ἐκκλησίασμα στόν φερώνυμο πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό τῆς πόλεως τῆς Ἱεράπετρας. • Τήν Τρίτη 16/12 παρέστη συμπροσευχόμενος κατά τήν τελεσθεῖσα Θεία Λειτουργία στό Ἐπισκοπικό παρεκκλήσιον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐρημίτου, ὅπου τέλεσε τό μνημόσυνο ὑπέρ μακαρίας μνήμης καί ἀναπαύσεως τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κυροῦ Φιλοθέου τοῦ Β΄. • Τήν Πέμπτη 18/12 μετεῖχε στήν τακτική συνεδρία τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης. • Τήν Παρασκευή 19/12 προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Ἐμμανουήλ Δαγαλάκη στόν Ἱερό Ναό Παναγίας Ἐλεούσης Ἱεράπετρας. • Τήν Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως 21/12 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου πόλεως Σητείας. • Τήν Τετάρτη 24/12 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί τῶν Μεγάλων Ὡρῶν καί στή συνέχεια, περιστοιχούμενος ἀπό τόν Πανοσιολ. 59
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἐφημέριο τῆς Ἐνορίας Ἁγίου Χαραλάμπους Καλοῦ Χωριοῦ Μεραμβέλλου Ἀρχιμ. Φιλάρετο Ζαχαριουδάκη, τόν Αἰδεσιμολ. Ἐφημέριο τῆς Ἐνορίας Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου πόλεως Ἁγίου Νικολάου Πρωτ. Γεωργίου Τζάβλα καί τόν Ἀρχιδιάκονο τῆς Ἱ. Μητροπόλεως π. Ἀμβρόσιο Σκαρβέλη, ἱερούργησε, κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ Ἡρακλέους Φραγκιαδουλάκη στόν Ἱερό Ναό Ἁγίας Τριάδος Καλοῦ Χωριοῦ. Ἀκολούθως, παρακολούθησε φιλικό ἀγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ παιδιῶν τῆς Ἀκαδημίας καί μεταξύ τῆς ὁμάδας παλαιμάχων καί τῆς ἀνδρικῆς ὁμάδας τοῦ Πύργου Καλοῦ Χωριοῦ, πού διεξήχθη στό γήπεδο τοῦ χωριοῦ εἰς μνήμην τοῦ πρόωρα ἀποβιώσαντος ποδοσφαιριστῆ. • Τό ἑσπέρας ἄκουσε τά χριστουγεννιάτικα κάλαντα καί γνωστές ἑορταστικές μελωδίες στό Ἐπισκοπεῖο ἀπό τά μέλη Φιλαρμονικῆς τοῦ Δήμου Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας τῶν Χριστουγέννων 25/12 τέλεσε τό Μυστήριο τοῦ γάμου τῶν Νικολάου Μαμουλάκη καί τῆς ἐπ᾽ ἀδελφή ἀνηψιᾶς του Κωνσταντίνας Παπακωνσταντίνου στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίου Τίτου Ἡρακλείου. •Tήν Παρασκευή 26/12, ἑορτή τῆς Συνάξεως τῆς Θεοτόκου, περιστοιχούμενος ἀπό τόν Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀρχιμ. Κύριλλο Διαμαντάκη καί ἄλλους Κληρικούς τῆς Ἱεράπετρας, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε τόν θεῖο λόγο στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Παναγίας Ἐλεούσης Ἱεράπετρας. •Τό ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς 26/12, περιστοιχούμενος ἀπό πολλούς Κληρικούς τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στό πολυάριθμο ἐκκλησίασμα στόν φερώνυμο πανηγυρίζοντα Ἱερό Ἐνοριακό Ναό τοῦ χωριοῦ Ἅγιος Στέφανος τῆς Δημοτικῆς Ἑνότητας Μακρύ Γιαλοῦ τοῦ Δήμου Ἱεράπετρας. Παράλληλα τέθεκε πρός προσκύνηση τεμάχιο τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ τοπικοῦ Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, Ὁσίου Ἰωσήφ τοῦ Γεροντογιάννη, τό ὁποῖο μετέφερε ἀπό τήν Ἱερά Μονή Καψᾶ ὁ Πανοσιώτατος Ἡγούμενος Ἀρχιμ. Μεθόδιος Περάκης, ἐνῶ στό τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος ἀπένειμε Εὐεργετήριο Γράμμα καί τόν δί60
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
καιο τῆς Ἐκκλησίας ἔπαινο στήν κ. Κλεάνθη Μιχ. Τσαμπανάκη γιά τή μεγάλη δωρεά της πρός τήν Ἐνορία Ἁγίου Στεφάνου μιᾶς οἰκίας ἐντός του οἰκισμοῦ, ἡ ὁποία θά χρησιμεύσει γιά τίς ἀνάγκες τοῦ ἑκάστοτε Ἐφημερίου τῆς Ἐνορίας. •Τήν Κυριακή μετά τήν Χριστοῦ Γέννησιν 28/12, χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, ἀνέγνωσε τήν «Πατριαρχικήν Ἀπόδειξιν ἐπί τοῖς Χριστουγέννοις» καί τέλεσε τό μνημόσυνο τῶν μακαριστῶν Στυλιανοῦ Μακρυνάκη, Πηνελόπης Ξενούδη, Πρεσβυτέρας Ἠλέκτρας Βασιλάκη καί Εὐστρατίου Βογιατζῆ στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Τουρλωτῆς Σητείας. •Τήν πρώτη τοῦ ἔτους, ἑορτή τῆς κατά σάρκα περιτομῆς τοῦ Κυρίου καί μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, εὐλόγησε καί ἔκοψε τήν Ἁγιοβασιλόπιττα στόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου πόλεως Σητείας. Ἀντί κηρύγματος κατά τή διάρκεια τοῦ κοινωνικοῦ ἀναγνώσθηκε τό μήνυμα τοῦ Σεβ/του μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐνάρξεως τοῦ νέου ἔτους 2015. Ἀκολούθως, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Εὐγένιος, προέστη στήν ἐπίσημη Δοξολογία γιά τήν ἔναρξη τοῦ νέου ἔτους, παρουσία τοῦ Δημάρχου Σητείας κ. Θεοδώρου Πατεράκη, μελῶν τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου καί ἀρκετῶν πιστῶν, καί εὐχήθηκε ἀπό καρδίας σέ ὅλους τους παριστάμενους καλή καί εὐλογημένη ἀπό τόν Θεό χρονιά. •Τήν ἴδια ἡμέρα, συνοδευόμενος ἀπό τόν Αἰδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερο π. Φιλοκτήμονα Αὐγουστινάκη, ἱερατικῶς Προϊστάμενο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου Σητείας καί ὑπεύθυνο Ἐφημέριο τοῦ Νοσοκομείου τῆς πόλεως, καί τόν Ἀρχιδιάκονο π. Ἀμβρόσιο Σκαρβέλη, ἐπισκέφθηκε τό Νοσοκομεῖο τῆς Σητείας, ὅπου εὐχήθηκε ἐγκάρδια γιά τό νέο ἔτος σέ ὅλους τούς ἀσθενεῖς καί τό ἰατρικό, νοσηλευτικό καί βοηθητικό προσωπικό, διανέμοντάς τους τό ἐγκόλπιο ἡμερολόγιο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας γιά τό 2015. •Τήν Παρασκευή 2/1 προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Φρειδερίκου (Ἐρρίκου) Βουζουνεράκη, κατά σάρκα ἀδελφοῦ τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κυροῦ Φιλοθέου Β΄, πού τελέσθηκε στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας τῆς ἴδιας ἡμέρας ἐπισκέφτηκε τή γυναικεία Ἱερά Μονή Παναγίας Ἐξακουστῆς στίς Μάλλες Ἱεράπετρας καί εὐλόγησε τήν Ἁγιοβασι61
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
λόπιττα τῆς Μονῆς, κατά τό ἐκκλησιαστικό ἔθος, εὐχόμενος στήν Ἡγουμένη τῆς Μονῆς Φεβρωνία Μοναχή καί τίς τέσσερις Ἀδελφές, πού ἀπαρτίζουν τήν Ἀδελφότητα, καλή καί εὐλογημένη ἀπό τόν Κύριο χρονιά καί πνευματική πρόοδο μέ τίς ἀκοίμητες πρεσβεῖες τῆς Παναγίας τῆς Ἐξακουστῆς. •Τό Σάββατο 3/1 παρέστη συμπροσευχόμενος κατά τήν τελεσθεῖσα Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας, ὅπου τέλεσε τό ἐτήσιο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ δικηγόρου Ἰωάννου Καλαϊτζάκη. •Τό ἑσπέρας τέλεσε τό μυστήριο τοῦ Γάμου τῶν Ἀντωνίου Ἰ. Χανιωτάκη καί Μαρίας Ἐμμ. Τζωρτζάκη στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας. •Τό βράδυ μετέβη τήν Ἱερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης Ἱεράπετρας, ὅπου εὐλόγησε καί ἔκοψε τήν Ἁγιοβασιλόπιττα τῆς Μονῆς, εὐχόμενος στούς Πατέρες τῆς Μονῆς καλή κι εὐλογημένη χρονιά. •Τήν Κυριακή πρό τῶν Φώτων 4/1 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε κατάλληλα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό μνημόσυνο τῆς μακαριστῆς Χρυσούλας Βροντάκη στόν Ἱερό Ναό Γενεσίου τῆς Θεοτόκου καί Τιμίου Προδρόμου Ἐπάνω Ἐπισκοπῆς Σητείας. •Τή Δευτέρα 5/1 παρέστη συμπροσευχόμενος κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, τῶν Μεγάλων Ὡρῶν, τοῦ Ἑσπερινοῦ τῶν Θεοφανείων καί στή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλαίου καί τέλεσε τόν Ἁγιασμό τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανείων στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. • Τήν Τετάρτη 7/1, ἑορτή τῆς Συνάξεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους, καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στόν φερώνυμο πανηγυρίζοντα Ἱερό Ἐνοριακό Ναό τῶν Μεσελέρων Ἱεράπετρας. •Τήν ἴδια ἡμέρα προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Μαρίας Ροδίτη στόν Ἱερό Ναό Μιχαήλ Ἀρχαγγέλου πόλεως Ἱεράπετρας. •Τήν Πέμπτη 8/1, συνοδευόμενος ἀπό τόν Ἡγούμενο τῆς Μονῆς Τοπλοῦ Ἀρχιμ. Φιλόθεο Σπανουδάκη, ἐπισκέφθηκε ἐθιμοτυπικά τόν Περιφερειάρχη Κρήτης κ. Σταῦρο Ἀρναουτάκη καί τόν Γενικό Γραμματέα Ἀποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης κ. Γρηγόριο Ροκαδάκη, καί τούς εὐχήθηκε κατάλληλα για τίς ἑορτές τοῦ Δωδεκαημέρου. 62
Περισσοτερες ειδήσεις καί φωτογραφίες στόν καθημερινά ενημερωμένο ιστοχωρο της ιερας Μητροπολεως: www.imis.gr 65 τόνους φρουτα kai 11 τονουσ τροφιμα διαμοιρασε η Ιερα Μητροπολη στουσ ενδεεις αδελφουσ μασ
Τρόφιμα γιά δεύτερη φορά, ἐντός των ἑορτῶν τοῦ Ἁγίου Δωδεακημέρου, γιά τούς οἰκονομικά ἀσθενέστερους συνανθρώπους μας καί τίς εὐαίσθητες κοινωνικές ὁμάδες διανεμήθηκαν ἀπό τήν Τοπική Ἐκκλησία στίς 3 καί 4 Ἰανουαρίου 2015, ἐνόψει της ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, σέ 549 οἰκογένειες καί συνολικά 1.450 ἄτομα. Συγκεκριμένα μέσῳ τῶν Ἱερέων τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας διαμοιράσθηκαν σέ ὅλες τίς Ἐνορίες δύο τόνοι χοιρινοῦ κρέατος, πέντε τόνοι πατάτες, δύο τόνοι ζυμαρικά, δύο τόνοι συσκευασμένο ἐλαιόλαδο, 35 τόνοι πορτοκάλια καί 30 τόνοι ἀκτινίδια. Τά εἴδη διατροφῆς διανέμονται στό πλαίσιο τοῦ ἐπιχορηγούμενου προγράμματος σίτισης ἀστέγων του Ὑπουργείου Ἐργασίας, Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης καί Πρόνοιας, πού ἐξασφάλιζε ὁ Κρητικός Ὑφυπουργός Ἐργασίας καί Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης κ. Βασίλειος Κεγκέρογλου γιά τήν Ἐκκλησία Κρήτης καί ὑλοποιεῖται ταυτόχρονα σέ ὅλες τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Μεγαλονήσου μέσῳ τῆς Μή Κυβερνητικῆς Ὀργάνωσης τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης «ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ», ἐνῶ τά φροῦτα καί τό ἐλαιόλαδο ἐξασφαλίσθηκαν, κατόπιν ἐνεργειῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ἀπό ἀποσυρόμενη παραγωγή διά σχετικοῦ προγράμματος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Η εορτη των Θεοφανειων Μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα καί σύμφωνα μέ τήν ἐκκλησιαστική τάξη ἑορτάσθηκαν τήν Τρίτη 6 Ἰανουαρίου τά Ἅγια Θεοφάνεια στήν πόλη τῆς Σητείας. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια τέλεσε τή Θεία Λειτουργία καί τήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης. Λόγῳ τῶν ἀντίξοων καιρικῶν συνθηκῶν δέν ἔγινε ἡ καθιερωμένη τελετή τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων καί ἡ ρίψη τοῦ Σταυροῦ στή θάλασσα. Στήν Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία καί στήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ παρέστησαν ὁ Δήμαρχος κ. Θεοδ. Πατεράκης, Ἀντιδήμαρχοι καί μέλη τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου Σητείας, ἡ Ἀντιπεριφερειάρχης Λασιθίου κ. Πελαγία Πετράκη, Ἀντιπροσωπεία Ἀξιωματικῶν τοῦ 3ου Κ.Ε.Π. Ζήρου, ὁ Διοικητής τῆς Ν.Π.Β. Κυριαμαδίου Πλωτάρχης κ. Γεώργιος Καθεκλάκης, ὁ νέος Λιμενάρχης Σητείας Ὑποπλοίαρχος Λ.Σ κ. Γεώργιος Παττακός, ἐκπρόσωποι τοπικῶν Ἀρχῶν καί πλῆθος Σητειακῶν. Στήν Ἱεράπετρα ὁ ἁγιασμός τῶν ὑδάτων καί ἡ ρίψη τοῦ Σταυροῦ στό Λιμάνι τελέσθηκε ἀπό τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Κύριλλο Διαμαντάκη, Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας, ὁ ὁποῖος νωρίτερα προέστη στή Θεία Λειτουργία καί στήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Μεταμορφώσεως Σωτῆρος, μέ τήν παρουσία τοῦ Δημάρχου κ. Θ. Καλαντζάκη, τῶν Ἀντιδημάρχων καί μελῶν τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου, τῶν ἐκπροσώπων τῶν Ἀστυνομικῶν καί Λιμενικῶν Ἀρχῶν καί πλήθους πιστῶν.
63
ΠΛΗΡΩΜΕΝΟ ΤΕΛΟΣ
Ταχ. Γραφεῖο ΙΕΡΑΠΕΤΡΑΣ Ἀριθμός Ἄδειας: 5
ISSN 1109-3617