ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ΠΕΡΙΟΔΟΣ Β΄ ΤΕΥΧΟΣ 85
ΜΑΡΤΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2015
Περιεχόμενα Πατριαρχική Ἀπόδειξις ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχα, ....................................................
σελ. 3-4
Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχα, .................................................
5-7
Ἀσυρματιστής στίς συχνότητες τοῦ Θεοῦ. Προσέγγιση στή ζωή τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἀνέστη Κεσελόπουλου .........................................................................................
8-12
Εἶναι ὁ Χριστιανισμός σκοταδισμός; Πρωτ. Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη ..................................................................... Σωτήριες ἀλήθειες ἀπό τήν Πατερική Γραμματεία καί ἀνθρώπινα λάθη ἤ παραλείψεις (Α Μέρος), Ἀποστόλου Ν. Μπουρνέλη .................................................................................. Πνευματική Καρποφορία τοῦ Κρητικοῦ Νότου, Ἀντωνίου Ἐμμ. Στιβακτάκη .................................................................................. Τίνας ἡμᾶς λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;, Ἀρχιμ. Νικοδήμου Κανσίζογλου ...........................................................................
13-23
24-30 31-47 48-49
Ἀπό τή ζωή τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, ........................ 50-53 Ἀπό τή ζωή τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, .................................................................. 54-63
Ἄγκυρα Ἐλπίδος Διμηνιαῖο Ὀρθόδοξο Περιοδικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Περιόδος Β΄, Τεῦχος 85, Μάρτιος - Ἀπρίλιος 2015. Ἰδιοκτήτης: Ἱερά Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Ἐκδότης-Διευθυντής, Ὑπεύθυνος κατά νόμο: Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος. Ἠλεκτρονική στοιχειοθεσία: Σταῦρος Κακοδειπνάκης, Γραμματεύς Ἱ. Μητροπόλεως. Ἐπιμέλεια ὕλης, ἠλεκτρονική σελιδοποίηση, προετοιμασία ἐκτύπωσης: Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, Πρωτοσύγκελλος Ἱ. Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Διεύθυνση: Φιλοθέου Α΄ 8, 722 00 Ἱεράπετρα. Τηλέφωνο: 28420 22400/22786, FAX: 28420 89653 / Web Site: www.imis.gr / E-mail: imis@imis.gr Κωδικός Ταχυδρομείου: 6155. Ἐκτύπωση: Γραφικές Τέχνες «ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ», Ἡράκλειο, τηλ. 2810380886. Τό περιοδικό ἀποστέλλεται δωρεάν. Προαιρετικές εἰσφορές καί ἐμβάσματα. Ἐξώφυλλο: Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου· τοιχογραφία ἀπό τόν Ἱερό Ναό Μιχαήλ Ἀρχαγγέλου Λιθινῶν Σητείας· Ὕστερη Βυζαντινή περίοδος (1204-1345). Τό περιοδικό ἐκδίδεται μέ τήν χορηγία τοῦ Κοινωφελοῦς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΝΗ».
Πατριαρχική Ἀπόδειξις ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχα
ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ••• Ἀδελφοὶ συλλειτουργοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, Χριστὸς Ἀνέστη!
Ο
λοι οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ ἑορτάζομεν καὶ ἐφέτος χαρμοσύνως τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ψάλλομεν: «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν· καὶ σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τὸν Αἴτιον» (τροπάριον τοῦ Κανόνος τῆς Ἀναστάσεως). Καὶ ἐνῷ ἡμεῖς χαρμοσύνως ἑορτάζομεν τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, ὡς πραγματικότητα ζωῆς καὶ ἐλπίδος, πέριξ ἡμῶν, ἐν τῷ κόσμῳ, ἀκούομεν τὰς κραυγὰς καὶ τὰς ἀπειλὰς τοῦ θανάτου, τὰς ὁποίας ἐκτοξεύουν ἐκ πολλῶν σημείων τῆς γῆς ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι πιστεύουν ὅτι δύνανται νὰ λύσουν τὰς διαφορὰς τῶν ἀνθρώπων διὰ τῆς θανατώσεως τῶν ἀντιπάλων, γεγονὸς τὸ ὁποῖον καὶ ἀποτελεῖ τὴν μεγαλυτέραν ἀπόδειξιν τῆς ἀδυναμίας των. Διότι, διὰ τῆς προκλήσεως τοῦ θανάτου τοῦ συνανθρώπου, διὰ τῆς ἐκδικητικότητος κατὰ τοῦ ἑτέρου, τοῦ διαφορετικοῦ, δὲν βελτιώνεται ὁ κόσμος, οὔτε ἐπιλύονται τὰ προβλήματα τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι, ἄλλωστε, ὑπὸ πάντων παραδεκτὸν καὶ ἀναγνωριζόμενον, ἰδιαιτέρως δὲ ὑπὸ τῶν σκεπτομένων ἀνθρώπων πάσης ἐποχῆς, ὅτι τὸ κακὸν νικᾶται διὰ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ οὐδέποτε διὰ τοῦ κακοῦ. Τὰ προβλήματα ἐπιλύονται ἀληθῶς διὰ τῆς ἀναγνωρίσεως καὶ τῆς τιμῆς τῆς ἀξίας τοῦ προσώπου καὶ διὰ τοῦ σεβασμοῦ τῶν δικαιωμάτων του. Καὶ ἀντιστρόφως, τὰ παντὸς εἴδους προβλήματα δημιουργοῦνται καὶ ὀξύνονται ἐκ τῆς περιφρονήσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ τῆς καταπατήσεως τῶν δικαίων αὐτοῦ, ἰδιαιτέρως τοῦ ἀδυνάτου, ὁ ὁποῖος πρέπει νὰ δύναται νὰ αἰσθάνεται ἀσφαλὴς καὶ ὁ ἰσχυρὸς νὰ εἶναι δίκαιος διὰ νὰ ὑπάρξῃ εἰρήνη. 3
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ τῶν νεκρῶν καὶ ἀπέδειξε καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον τὴν ἀδυναμίαν τοῦ θανάτου νὰ ἐπικρατήσῃ καὶ νὰ ἐπιφέρῃ σταθερὰν μεταβολὴν εἰς τὸν κόσμον. Αἱ δημιουργούμεναι διὰ τοῦ θανάτου καταστάσεις εἶναι ἀναστρέψιμοι, διότι, παρὰ τὰ φαινόμενα, εἶναι προσωριναί, δὲν ἔχουν ρίζαν καὶ ἰκμάδα, ἐνῷ ἀοράτως παρὼν εἶναι ὁ πάντοτε νικήσας τὸν θάνατον Χριστός. Ἡμεῖς, οἱ ἔχοντες τὴν ἐλπίδα μας εἰς Αὐτόν, πιστεύομεν ὅτι τὸ δικαίωμα τῆς ζωῆς ἀνήκει εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἀνάστασις προσφέρονται ὑπὸ τοῦ πατήσαντος τὸν θάνατον καὶ τὴν ἰσχύν αὐτοῦ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων, Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ εἰς Αὐτὸν μόνον καὶ εἰς τὴν διδασκαλίαν Του ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἐλπίζῃ. Ἡ πίστις εἰς τὸν Χριστὸν ὁδηγεῖ εἰς τὴν Ἀνάστασιν, εἰς τὴν Ἀνάστασιν πάντων ἡμῶν, ἡ πίστις καὶ ἡ ἐφαρμογὴ τῆς διδασκαλίας Του εἰς τὴν ζωήν μας ὁδηγοῦν εἰς τὴν σωτηρίαν πάντων ἡμῶν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν ἀντιμετώπισιν τῶν προβλημάτων μας ἐν τῷ κόσμῳ. Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, Τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ὑπέρβασις αὕτη τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας, εἶναι τὸ κήρυγμα τῆς ζωῆς ἔναντι τῆς φθορᾶς τοῦ κόσμου καὶ τῆς περιπετείας τῶν ἀνθρωπίνων, καὶ εἰς αὐτὸ προσκαλοῦμεν ἀπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡμεῖς ὁ ἐλέῳ Θεοῦ Προκαθήμενος τῆς ἐν ἀληθείᾳ Ὀρθοδόξου ἀγάπης, πάντα ἄνθρωπον εἰς γνῶσιν καὶ βίωσιν, φρονοῦντες ὅτι μόνον δι᾿ αὐτοῦ θὰ ἐπανευρεθῇ ἡ «κλαπεῖσα» ὑπὸ τῆς ἀνθρωπίνης συγχύσεως «ἐλπὶς ἡμῶν» καὶ τοῦ κόσμου παντός. Εἴθε τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως νὰ φωτίζῃ τὰς καρδίας ὅλων διὰ νὰ χαίρωνται ὁμοῦ μετὰ τῶν συνανθρώπων των ἐν ἀγάπῃ, εἰρήνῃ καὶ ὁμονοίᾳ ἐν τῷ Υἱῷ καὶ Λόγῳ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου, ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωή. Αὐτῷ μόνῳ, τῷ Ἀναστάντι ἐκ νεκρῶν Κυρίῳ τῆς δόξης, τῷ «ζωῆς κυριεύοντι καὶ θανάτου δεσπόζοντι», τῷ ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας καὶ τοῖς «ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαριζομένῳ», ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ εὐχαριστία. Ἀμήν. Φανάριον, Ἅγιον Πάσχα ιβιε´(2015) † Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ διάπυρος πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα εὐχέτης πάντων ὑμῶν
4
Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχα
† ΕΥΓΕΝΙΟΣ Ε Λ Ε ῼ Θ Ε Ο Υ Μ Η Τ Ρ Ο Π ΟΛ Ι Τ Η Σ Ι Ε ΡΑ Π Υ Τ Ν Η Σ Κ Α Ι Σ Η Τ Ε Ι Α Σ Τῼ ΙΕΡῼ ΚΛΗΡῼ ΚΑΙ Τῼ ΘΕΟΦΡΟΥΡΗΤῼ ΛΑῼ Τ Η Σ Α Γ Ι Ω ΤΑΤ Η Σ Μ Η Τ Ρ Ο Π ΟΛ Ε Ω Σ Ι Ε ΡΑ Π Υ Τ Ν Η Σ Κ Α Ι Σ Η Τ Ε Ι Α Σ Χ Α Ρ Ι Ν Κ Α Ι Ε Ι Ρ Η Ν Η Ν Π Α ΡΑ Τ Ο Υ Α ΝΑ Σ ΤΑ Ν Τ ΟΣ Σ Ω Τ Η Ρ ΟΣ Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Υ
••• «Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεύς τῆς δόξης; ...Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ... Κύριος τῶν δυνάμεων αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης» (Ψαλμ. 23, 7-10). Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί καί τέκνα φωτόμορφα τῆς Ἐκκλησίας, Χριστός Ανέστη! έ τόν νικητήριο αὐτό παιάνα διασαλπίζει ἡ Ὀρθόδοξη, Μία, Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τή νίκη τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ θανάτου, τοῦ δεσμωτηρίου τῶν ψυχῶν, τοῦ Ἅδη, καί τήν ἀνατολή τῆς νέας αἰωνίας ζωῆς. Ἡ λειτουργική πράξη τῆς Ἐκκλησίας μιλᾶ ζωντανά μέ τό «Ἄρατε πύλας», τίς ὁποῖες ἄνοιξε ὁ Ἀναστάς Κύριος καί αἰώνιος Θεός καί συνέτριψε μοχλούς αἰωνίους ὡς νικητής τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου. Μέ αὐτά τά λόγια ἀνοίγουν διάπλατα οἱ πόρτες τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ καί ἡ πομπή τῶν πιστῶν εἰσέρχεται θριαμβευτικά στό Ναό τό βράδυ τοῦ Πάσχα. Ἔχει προηγηθεῖ ἡ ἀρχή τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα. Ἡ Ὡραία Πύλη εἶναι κλειστή πρίν τά μεσάνυκτα. Ὁ Ναός παραμένει χωρίς φῶτα ὡς τάφος καί Ἅδης σκοτεινός, μέχρι πού ἀνοίγει ἡ Ὡραία Πύλη, καί ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα, πού συμβολίζει τόν Τάφο τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἱερεύς μεταδίδει τό Ἅγιον Φῶς στούς πιστούς λέγοντας: «Δεῦτε λάβετε φῶς, ἐκ τοῦ ἀνασπέρου φωτός καί δοξάσατε Χριστόν τόν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν». Σ᾽ αὐτήν τήν πρόσκληση οἱ πιστοί ἀνταποκρίνονται μέ πίστη καί πολύ ζῆλο καί σπεύδουν ἀμέσως ὅλοι μαζί νά ἀνάψουν τίς λαμπάδες τους. Ἔπειτα κατευθύνονται ἔξω στόν περίβολο τοῦ Ναοῦ σχηματίζοντας ἱερά πομπή μέ λάβαρα καί ἑξαπτέρυγα, μέ τήν εἰκόνα τοῦ ἐκ τάφου ἀναστάντος Χριστοῦ μπροστά, μέ θυμιατά καί ψαλμωδίες, καί ἀδειάζει τελείως ὁ Ναός. Καί οἱ δύο αὐτοί χῶροι ἐντός καί ἐκτός τοῦ Ναοῦ συμβολίζουν ὅλη τή φυσική δημιουργία, ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, πού αἰῶνες περίμενε τή λύτρωση καί τόν Λυτρωτή Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἱερός Ναός παραμένει ἄδειος τελείως, μέ ἕνα μόνο ἄνθρωπο μέσα, πού ἀποκρίνεται ὡς ὁ ἀρχηγός τοῦ Ἅδη, καί μέ κλειστές τίς πύλες, οἱ ὁποῖες συμβολίζουν τίς κλειστές πύλες τοῦ Παραδείσου γιά τόν ἄνθρωπο, πού ἀποστάτησε καί ζοῦσε χωρίς Χριστό.
Μ
5
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἡ ἀνάμνηση τῆς ἐξορίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Παράδεισο μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀναζήτηση τοῦ νέου Παραδείσου μέ τόν Ἀναστάντα Χριστό. Πάνω στήν ἐξέδρα διαβάζεται τό ἱερό Εὐαγγέλιο μέ τούς Μαθητές τοῦ Χριστοῦ πού βρῆκαν τόν τάφο κενό καί ἄκουσαν ἀπό τόν Ἄγγελο τό «οὐκ ἔστιν ὦδε, ἀλλ᾽ ἠγέρθη» (Λουκ. 24,6). Μετά πανηγυρικά ψάλλουμε ὅλοι μαζί τό «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος», τόν νικητήριο αὐτό ὕμνο πού πλημμυρίζει τίς ψυχές καί χαροποιεῖ τίς καρδιές τῶν πιστῶν. Ὁ ἀναστάσιμος παιάνας αὐτόματα μέ τίς πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες διαχέεται σ᾽ ὅλη τήν πόλη ἤ τό χωριό καί στά πέρατα τῆς οἰκουμένης. Στιγμές συγκίνησης, χαρᾶς, ἀγαλλίασης, πίστης καί ζωῆς ἀληθινῆς γιατί νίκησε ὁ Χριστός. Νίκησε τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο καί τό κράτος τοῦ διαβόλου καί μαζί μ᾽ Αὐτόν καί ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἀσθενικοί καί ἀδύνατοι νικήσαμε μέ τήν πίστη στήν πράξη καί τή ζωή. Καί ἔρχεται ἡ τρίτη πράξη, ἡ πομπή μπροστά ἀπό τίς κλειστές πόρτες τοῦ Ναοῦ, ὅπου ὁ Ἱερέας ἤ Ἀρχιερέας φωνάζουν δυνατά τό «Ἄρατε πύλας». Γίνεται συμβολικά ἡ ἀναπαράσταση τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη πού ἄνοιξε τόν κλειστό Παράδεισο. Ὁ Ναός πού συμβολίζει τόν Παράδεισο ἀνοίγει μετά τήν πίστη στόν ἀναστάντα Χριστό. Ψάλλαμε ὅλοι μαζί τό «Χριστός Ἀνέστη» μέ χαρούμενη φωνή καί ἀναγνωρίσαμε- ὁμολογήσαμε ὅτι ὁ Χριστός νίκησε τόν θάνατο μέ τόν δικό Του θάνατο καί χάρισε ἀκόμα καί στούς νεκρούς τήν ἀνάσταση. Καί γι᾽ αὐτό λέγει ὁ Ἱερεύς, ἀνοίξετε τίς κλειστές πύλες τίς αἰώνιες γιά νά εἰσέλθει ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης, ὁ Χριστός. Ἐπιβεβαιώνει καί ὁμολογεῖ τρεῖς φορές χτυπώντας δυνατά τίς πόρτες τοῦ Ναοῦ, ὅπως χτύπησε καί ἔσπασε τίς θύρες τοῦ Ἅδου καί εἰσῆλθε νικητής καί Λυτρωτής ὁ Χριστός. Αὐτός εἶναι ὁ μόνος Δυνατός ἐν πολέμῳ καί Κύριος ὅλων τῶν πνευματικῶν δυνάμεων, γι᾽ αὐτό νίκησε τίς πονηρές - σατανικές δυνάμεις τοῦ κακοῦ. Ὑπάρχει τώρα ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης τῆς ἐπίγειας, τῆς οὐράνιας καί τῆς αἰώνιας, πού τήν χαρίζει σέ ὅσους τόν ἀναγνωρίζουν καί τόν ὁμολογοῦν Ἀρχηγό τῆς ζωῆς τους καί προσωπικό τους Σωτήρα καί Λυτρωτή. Ἔτσι ἀνοίγουν οἱ πόρτες καί γίνεται ἡ θριαμβευτική εἴσοδος στόν ὁλόφωτο Ναό, πού τώρα συμβολίζει τόν ἀνοικτό Παράδεισο γιά ὅλους τούς πιστούς πού ποθοῦν τή σωτηρία τους. Τό ἐπιβεβαιώνει ἡ Ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία μέ τή συχνή ἐπανάληψη τοῦ «Χριστός Ἀνέστη» πού ψάλλεται ἀπό ὅλο τό ἐκκλησίασμα. Ἐδῶ πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε καί νά καταλάβουμε ὅτι ἡ ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία εἶναι αὐτή πού μαρτυρεῖ τήν παρουσία τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ. Εἶναι ἡ συνέχιση τῶν θεϊκῶν γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ἐν μυστηρίῳ, δηλ. σέ μυστηριακή ὀργανική σχέση ὅλων τῶν ἐκκλησιαζομένων καί ἡ δυναμική παρουσία τοῦ μυστηρίου τῆς ἐν χρόνῳ ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τελεῖ ἡ ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτό ἡ συμμετοχή μας εἶναι ἀπαραίτητη, οὐσιαστική. Ἔτσι ὁλοκληρώνεται ὁ ἀγώνας τῆς νηστείας καί τῆς προσευχῆς μέ τή θεία Κοινωνία τῶν ἀχράντων μυστηρίων, αὐτοῦ δηλ. τοῦ ἁγίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς πηγή ζωῆς γιά ὅλους. Διαφορετικά μένουμε στή λάμψη μιᾶς φαινομενικῆς λαμπρῆς τελετῆς μετέχοντες τυπικά καί ἀπό συνήθεια. Δυστυχῶς δίνουμε μεγάλη σημασία μόνο στό πασχαλινό τραπέζι μέ τήν πανδαισία τῶν ἐδεσμάτων. Ἐπιστρέφουμε στήν ὕλη καί στίς ἀνάγκες της περιφρονώντας τήν ἄυλη Χάρη τοῦ Χριστοῦ πού καί νεκρούς ἀνασταίνει. Μένει καί πάλι ὁ Χριστός μόνος κατά τό παράπονο πού ἐξέφρασε πάνω στό σταυρό Του: «καὶ ἐμὲ μόνον ἀφῆτε» (Ἰωάν. 16,32). Ὅ,τι ἔπραξε τό ἔπραξε γιά μᾶς. Ὅ,τι εἶπε καί δίδαξε τό πραγματοποίησε γιά νά δώσει τή Χάρη καί τή δύναμη Του σ᾽ ὅλο τόν ἄνθρωπο, ψυχή καί σῶμα μαζί, ἐπίγεια καί οὐράνια ζωή. Καί τελειώνει ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Πάσχα μέ τόν Κατηχητήριο Λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἤ τόν ἅγιο Λόγο, ὅπως λέει ὁ λαός μας: «Eἴ τις εὐσεβής καί φιλόθεος, ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καί λαμπρᾶς πανηγύρεως» καί ἀναφέρει ὅλες τίς κατηγορίες τῶν πεσόντων, πού περίμεναν καί γεύτηκαν τά ἀγαθά τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ, τήν αἰώνια συγχώρηση καί ζωή. Ἔτσι ἔγινε καί εἶναι καί δική μας Ἀνάσταση. Ἀπαλλάχθηκαν «ὅσοι φόβῳ θανάτου διά πάντός τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (Ἑβρ. 2,14-15). 6
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, Ὅσοι δέχθηκαν τόν θάνατο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κέρδισαν τό τέλος τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας καί πίστευσαν στήν ἀρχή ἑνός νέου Ἀδάμ, ἑνός νέου ἀνθρώπου καί ἑνός νέου κόσμου. Κατάλαβαν ὅτι στήν πτώση καί τήν ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό, ὁ Θεός ἀπαντᾶ μέ τή θυσία τοῦ Υἱοῦ Του πάνω στό Σταυρό. Μέ τή Σταυρική θυσία ἔδωσε ἁπλά τή συγχώρηση καί ἐπῆλθε ἡ συμφιλίωση Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Δέν μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι σίγουρος γιά τή σωτηρία του. Ἔπρεπε νά νικηθεῖ ὁ αἰώνιος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θάνατος καί ὁ διάβολος. Αὐτό ἔγινε μόνο μέ τήν ἁγία Του Ἀνάσταση. Ἄν δέν τελείωνε τό ἔργο του πάνω στή γῆ μέ τήν αἰώνια νίκη τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου καί δέν καταργοῦσε τόν Ἅδη, δέν θά ἦταν πλήρης ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μάταιη ἡ πίστη του (βλ. Α´ Κορ. 15,17). Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει ὅρια, ἀφοῦ σταυρώθηκε γιά τούς σταυρωτές Του, τούς ἀρνητές καί τούς καθημένους «ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου» (Ματθ. 4,16). Κατῆλθε στά βαθιά τάρταρα τοῦ Ἅδη καί συνέτριψε πύλες καί μοχλούς, καί ἐλευθέρωσε ὅλες τίς ταλαιπωρημένες ψυχές, πού οἱ θρησκεῖες τοῦ κόσμου τούτου δέν μπόρεσαν νά ἀποδεσμεύσουν, νά γιατρέψουν, ν᾽ ἁγιάσουν καί νά λυτρώσουν. Αὐτός εἶναι ὁ μόνος Κύριος, κραταιός καί δυνατός, ὁ δυνατός νικητής κάθε μορφῆς πολέμου καί ἀκαταστασίας, ὁ νικητής τῶν ἐχθρικῶν σατανικῶν δυνάμεων. Ὁ νικητής τῆς ζωῆς μας καί τοῦ κόσμου παντός. Αὐτή τήν πορεία τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθεῖ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, πού θεμελίωσε ὁ Ἴδιος καί «πύλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσι αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18). Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν προβάλλει οὔτε ἀναπαύεται στά σχήματα τοῦ κόσμου τούτου, τίς τελετές, τίς τιμές, τίς δόξες, οὔτε ζεῖ μέ ψεύτικους παραδείσους καί μέ φτηνές ὑποσχέσεις αὐτοδικαιωμένων εὐσεβιστῶν. Εἶναι ἡ Μητέρα τῶν πονεμένων, τῶν παραστρατημένων, τῶν «ἀγραμμάτων» κατά κόσμον, μά κατά Θεόν σοφῶν, τῶν ἐχθρῶν της καί ὅλων τῶν ἁμαρτωλῶν. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ζεῖ καί σήμερα γι᾽ αὐτό μποροῦν νά ζήσουν οἱ πάντες, οἱ ἐν μετανοίᾳ καί προσευχῇ πολιτευόμενοι, καί νά ἀπολαύσουν τήν προσωπική τους ἀνάσταση καί τήν αἰώνια ζωή. Ὑπάρχει καί θά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ γιά νά εἰσοδεύει τούς ἀνθρώπους στόν Παράδεισο καί νά τούς καθιστᾶ φίλους τοῦ Χριστοῦ καί συμπολίτες τῶν Ἁγίων. Μέ αὐτές τίς σκέψεις καί τούς πόθους, πού ἀπορρέουν ἐκ τῆς Ἀρχιερατικῆς καρδίας μας «πέπεισμαι ὅτι οὔτε θάνατος, οὔτε ζωή, οὔτε ἄγγελοι, οὔτε ἀρχαί, οὔτε δυνάμεις, οὔτε ἐνεστῶτα, οὔτε μέλλοντα, οὔτε βάθος, οὔτε ὕψωμα, οὔτε κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ὑμᾶς χωρίσαι ἐκ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. 8,30-33). Κανείς λοιπόν νά μή θρηνεῖ τόν θάνατο, τή φτώχεια καί τά ἄλλα ἐφήμερα ὑλικά ἀγαθά, γιατί «ἐφάνη ἡ κοινή βασιλεία». Κανείς νά μήν ὀδύρεται γιά τά πταίσματα πού ἔπραξε, γιατί «συγγνώμη ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε». Κανείς τέλος νά μή φοβᾶται οὔτε αὐτόν τόν θάνατον, γιατί μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος. Ἡ ἐπανάληψη τῆς λέξης «κανείς» στόν Κατηχητήριο Λόγο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου δίδει ἔμφαση καί τονίζει τό ἀπόλυτο τῆς βέβαιης πίστης πού δημιουργεῖ ἡ τοῦ Κυρίου Ἀνάσταση. Ἀντίθετα, ὅταν κλίνεται ὁ καθένας στόν ἑαυτό του, τίς ἰδέες, τίς προτιμήσεις καί τίς ἐπιλογές του, παραμένει ἐγκλωβισμένος στή σχετικότητα τῆς καθημερινότητας καί χάνει τό ἀπόλυτο καί σταθερό σημεῖο ἀναφορᾶς του στόν Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Ἀνάστασή Του. Μόνο μέ τόν θρίαμβο τῆς πίστης καί τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ ζοῦμε καί τή δική μας ἀνάσταση, τόν θρίαμβο τῆς Αὐτοζωῆς, τῆς συναδελφοσύνης, τῆς ἀλληλοκατανόησης, τῆς συμπόρευσης μακρυά ἀπό τή βία, τούς φανατισμούς, τήν τρομοκρατία, τούς ἀλληλοσπαραγμούς. Γι᾽ αὐτό ἄς ὁμολογήσουμε ὅτι «Ἀνέστη Χριστός καί ζωή πολιτεύεται. Χριστός γάρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῷ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν! Ἀδελφοί, «Χριστός Ἀνέστη!», «Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!» Ἅγιον Πάσχα 2015 † Ὁ Ἱεραπύτ ν ης κ α ί Σητ είας ΕΥΓΕΝΙΟΣ Διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον εὐχέτης πάντων ὑμῶν
7
Ἀσυρματιστής στίς συχνότητες τοῦ Θεοῦ. Προσέγγιση στή ζωή τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου Ἀνέστη Κεσελόπουλου Ὁμ. Καθηγητῆ Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
Ο
ταν τό 1970 πῆγα στό Ἅγιον Ὄρος γιά νά συναντήσω τόν Γέροντα Παΐσιο ὁδηγήθηκα στό Σταυρονικητιανό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Στήν πόρτα τῆς αὐλῆς τοῦ Κελλιοῦ μέ περίμενε ἡ πρώτη ἔκπληξη. Σέ ἕνα χαρτόνι πού ὑπῆρχε ἐκεῖ, ὁ προσκυνητής μποροῦσε νά διαβάσει: «Γράψτε τά ὀνόματα καί τό πρόβλημα πού θέλετε νά συζητήσουμε καί βάλτε τό σημείωμα μέσα στό κουτί. Περισσότερο θά σᾶς ὠφελήσω μέ τήν προσευχή μου παρά μέ τήν πολυλογία μου». Ἐγώ, ὡστόσο, τόλμησα νά κτυπήσω τό καμπανάκι θέλοντας νά τόν συναντήσω. Μοῦ ἄνοιξε καί μέ καλοδέχθηκε. Καθ’ ὅλη τή διάρκεια ἐκείνης τῆς συνάντησης, ἀλλά καί ὅσες ἀκόμη φορές ἔτυχε νά τόν συναντήσω, εἶχα τήν αἴσθηση ὅτι, ἐνῶ μέ ἄκουγε μέ πολλή προσοχή καί ἀπαντοῦσε στά ἐρωτήματά μου, ὅμως ταυτόχρονα λειτουργοῦσε ὡς ἕνας πομπός πού ἔστελνε τά αἰτήματα τῶν ἀνθρώπων ἀμέσως στό Θεό, ἀλλά καί ἕνας δέκτης πού ἀφουκραζόταν «τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ» γιά τήν κάθε περίπτωση καί γιά τόν κάθε ἄνθρωπο. Ἀργότερα ἔμαθα ἀπό τόν ἴδιο ὅτι κατά τή στρατιωτική θητεία του εἶχε τήν εἰδικότητα τοῦ διαβιβαστῆ καί χειριζόταν τόν ἀσύρματο τῆς μονάδας του. Ὅμως ἀρκετά χρόνια προηγουμένως εἶχε ὁ ἴδιος ἀπό μόνος του ἐκπαιδευτεῖ νά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν Θεό. Νά διαβιβάζει μέ ἐπιτυχία σήματα γιά τόν πόνο καί τά βάσανα τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί νά δέχεται μέ τό χάρισμα πού τοῦ δόθηκε τά μηνύματα τοῦ Θεοῦ. Γεννήθηκε στά Φάρασα τῆς Καππαδοκίας τό 1924 ἀπό γονεῖς πλούσιους σέ ὑλικά ἀγαθά ἀλλά καί σέ ἀρετές. Ἀπό τόν πατέρα του, τόν Πρόδρομο Ἐζνεπίδη, πού ἦταν καί πρόεδρος στά Φάρασα, κληρονόμησε τήν εὐστροφία καί τήν παλληκαριά, ἐνῶ ἀπό τή
μητέρα του Εὐλογία, πῆρε τήν εὐλάβεια καί τήν πνευματική εὐαισθησία. Ἱερέας στό χωριό του ἦταν ὁ σημερινός ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης. Λίγο πρίν ἐγκαταλείψουν τά Φάρασα καί ἀκολουθήσουν τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς, ὁ πατήρ Ἀρσένιος βάπτισε ὅλα τά ἀβάπτιστα νήπια τοῦ χωριοῦ. Ἕνα ἀπό αὐτά ἦταν καί τό τελευταῖο παιδί τοῦ Προδρόμου καί τῆς Εὐλογίας Ἐζνεπίδη. Ὅμως ὁ Ἅγιος ἐκεῖνος ἱερέας δέν ἔδωσε στό παιδί τό ὄνομα πού ἤθελαν οἱ γονεῖς του, ἀλλά ἔδωσε τό δικό του ὄνομα. Τό ὀνόμασε Ἀρσένιο λέγοντας: «Ἐσεῖς θέλετε νά ἀφήσετε ἄνθρωπο στό πόδι τοῦ παπποῦ, ἐγώ δέν θέλω νά ἀφήσω καλόγερο στό πόδι μου;». Τά παιδικά του χρόνια ὁ ὅσιος Παΐσιος τά πέρασε στήν Κόνιτσα τῆς Ἠπείρου, ὅπου ἐγκαταστάσθηκε ἡ οἰκογένειά του κατά τήν προσφυγιά στήν Ἑλλάδα. Οἱ γονεῖς του, ἀλλά κυρίως ὁ θεῖος του Πρόδρομος Κορτζινόγλου, ὁ ψάλτης καί πιστός ἀκόλουθος τοῦ ἁγίου Ἀρσενίου, μιλοῦσαν συνέχεια γιά ὅσα θαυμαστά γεγονότα εἶχαν ζήσει στά Φάρασα κοντά του. Μέσα σ’αὐτό τό περιβάλλον, πού ἀπέπνεε τό ἄρωμα τῆς γνήσιας εὐλάβειας καί ἦταν διαποτισμένο ἀπό τή μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀρσενίου, μεγάλωσε καί ἀνατράφηκε ὁ πατήρ Παΐσιος. Οἱ διηγήσεις γιά τήν ἀσκητική ζωή τοῦ ὁσίου Ἀρσενίου ἄναψαν καί στήν καρδιά τοῦ μικροῦ τότε Ἀρσενίου τή φλόγα καί τόν πόθο νά μιμηθεῖ τόν ἄνθρωπο πού τόν βάπτισε. Ὅταν ἔμαθε νά διαβάζει, ἄρχισε νά μελετᾶ τό Εὐαγγέλιο καί τούς βίους τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅ,τι διάβαζε, προσπαθοῦσε νά τό ἐφαρμόσει καί στή δική του ζωή. Ἕνα ἐξωκκλήσι τῆς Ἁγίας Βαρβάρας, πού βρισκόταν μέσα στό δάσος ἀλλά καί σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τό σπίτι του, δεχόταν σχεδόν
Ὁμιλία τοῦ κ. Ἀν. Κεσελόπουλου κατά τόν Ἀρχιερατικό Κατανυκτικό Ἑσπερινό τῆς Δ΄ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν 22/3/2015 στόν Ἱ. Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. 8
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
καθημερινά τόν μικρό Ἀρσένιο, πού ἀπό τήν παιδική καί τήν ἐφηβική ἡλικία εἶχε βρεῖ στήν προσευχή, τήν ἄσκηση καί τήν ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό καί τούς Ἁγίους τήν πληρότητα τῆς ζωῆς του. Ὁ ἴδιος χαρακτηριστικά ὁμολογεῖ: «Τά Συναξάρια πολύ μέ βοήθησαν στήν πνευματική ζωή. Ἀπό δέκα ὥς δεκάξι ἐτῶν, δηλαδή μέχρι τό 1940 πού ἄρχισε ὁ ἑλληνοϊταλλικός πόλεμος, ἔζησα ἀμέριμνος τήν πνευματική ζωή. πέρασα τά καλύτερα μου χρόνια. Ὅταν ἔτρωγα ἕνα κομμάτι ψωμί καί πήγαινα στό δάσος, στό ξωκκλήσι τῆς Ἁγίας Βαρβάρας, ὤ, ἔνιωθα τέτοια χαρά πού δέν ἤθελα τίποτε ἄλλο! Τά καλύτερα φαγητά δέν μποροῦσαν νά ἀντικαταστήσουν ἐκείνη τήν πνευματική εὐχαρίστηση πού ἔνιωθα. Πετοῦσα ἀπό τή χαρά μου!». Σέ ἡλικία δεκαπέντε (15) ἐτῶν εἶχε τήν πρώτη θαυμαστή ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ. Κάποιος φοιτητής συμπατριώτης του προσπαθώντας νά τόν πείσει ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός, τοῦ ἀνέπτυσσε τή θεωρία τοῦ Δαρβίνου. «Ζαλισμένος τότε ἀπό λογισμούς» ὁ ἔφηβος Ἀρσένιος κατέφυγε στό ἐκκλησάκι τῆς Ἁγίας Βαρβάρας, ὅπου γιά ὥρα πολλή ἔκανε μετάνοιες παρακαλώντας τόν Θεό νά τοῦ φανερωθεῖ, ὅμως χωρίς ἀποτέλεσμα. Ὅταν κατάκοπος πλέον κάθησε νά ξεκουραστεῖ, σκέφθηκε: «Ἀκόμη κι ἄν ὁ Χριστός ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ὁ πιό καλός καί δίκαιος, ὅπως μοῦ εἶπε ὁ συμπατριώτης μου, καί οἱ Ἑβραῖοι τόν θανάτωσαν ἀπό φθόνο, ἀξίζει καί νά πεθάνω γι’ Αὐτόν». Μόλις ἔκανε αὐτόν τόν «φιλότιμο λογισμό» παρουσιάσθηκε μπροστά του ὁ Χριστός μέσα σέ φῶς καί τοῦ εἶπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ Ἀνάστασις καί ἡ ζωή, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἄν ἀποθάνῃ, ζήσεται» (Ἰω. 11,25). Μετά ἀπό αὐτό τό θεϊκό γεγονός ἐνισχυμένος στήν πίστη καί
φλεγόμενος ἀπό τό θεῖο ἔρωτα αὔξησε τήν ἄσκηση καί τούς ἀγῶνες του. Ὅταν τελείωσε τό Δημοτικό Σχολεῖο, ἔμαθε τήν τέχνη τοῦ ξυλουργοῦ, γιά νά μιμηθεῖ καί στό σημεῖο αὐτό τόν Χριστό. Μαθήτευσε μέ ἐπιμέλεια κοντά σέ κάποιο ἔμπειρο τεχνίτη καί γρήγορα ἔμαθε τήν τέχνη. Ἐργαζόταν φιλότιμα, μέ δεξιοτεχνία καί ταχύτητα, ἀλλά ἡ καρδιά του ἦταν δοσμένη στόν Χριστό. Ἦταν ἐργατικός καί ἀφιλοκερδής. Ἡ ἀγάπη του γιά τόν Χριστό δυνάμωνε μέσα του τό πνεῦμα τῆς προσφορᾶς καί τῆς αὐτοθυσίας, τήν ἀνεξικακία καί τήν εὐσπλαχνία του πρός ὅλους, φίλους καί ἐχθρούς. Ἀργότερα, μάλιστα, κατά τή στρατιωτική του θητεία, γιά νά προφυλάξει ἄλλους, καί ἰδίως οἰκογενειάρχες, συχνά ἀναλάμβανε ἐπικίνδυνες ἀποστολές. Ἔλεγε: «Καλύτερα νά σκοτωθῶ μιά φορά ἐγώ, παρά νά σκοτωθεῖ ὁ ἄλλος καί μετά νά μέ σκοτώνει ἡ συνείδησή μου σέ ὅλη μου τή ζωή». Τόν Μάρτιο τοῦ 1953, ἀφοῦ τακτοποίησε μέ ἀγάπη καί αἴσθημα εὐθύνης τίς ὑποχρεώσεις ἀπέναντι στήν οἰκογένειά του, ἀναχώρησε ὁριστικά γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Πάντοτε ἐθέλγετο ἀπό τήν ἡσυχαστική ζωή. Γι’ αὐτό στήν ἀρχή ἐπισκέφθηκε μερικά Κελλιά τῆς νοτιοδυτικῆς πλευρᾶς τοῦ Ἄθωνα. Ὅμως δέν βρῆκε αὐτό πού ἐπιθυμοῦσε καί γι’αὐτό ἀποφάσισε νά κοινοβιάσει στή Μονή Ἐσφιγμένου, πού ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν τό πιό αὐστηρό κοινόβιο. Ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς πού τόν δέχθηκε μέ ἀγάπη, συμφώνησε μέ τόν εὐλαβή πόθο του νά ζήσει λίγα χρόνια ὡς κοινοβιάτης, ὥστε μέ τόν τρόπο αὐτό νά προετοιμασθεῖ γιά τήν ἔρημο. Στό μοναστήρι αὐτό ἔλαβε ρασοευχή καί ὀνομάσθηκε Ἀβέρκιος. Ἐκεῖ ἔζησε στό ξυλουργεῖο τῆς Μονῆς ὑπομένοντας ἀγόγγυστα τή 9
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
σκληρότητα καί τίς προσβολές τοῦ δύστροπου προϊσταμένου μοναχοῦ, ἀλλά μέ χαρά ἔτρεχε νά βοηθήσει καί ὅποιον ἀπό τούς ἀδελφούς δυσκολευόταν στό διακόνημά του. Ἡ ἡμέρα περνοῦσε καί λειτουργοῦσε ὡς μέ κόπο καί ἄσκηση, ἐνῶ τή νύκτα τή γέμιζε μέ τήν προσευχή ὁ ἐπιμελής ἀσυρματιστής. «Μιά φορά», ὅπως μοῦ ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος, «πού ἐξήντλησα ὅλες μου τίς δυνάμεις, μοῦ συνέβη ἕνα γεγονός, πού μέ ἔτρεφε πνευματικά γιά δέκα χρόνια. Ἐνῶ προσευχόμουν ὄρθιος τή νύκτα, ξαφνικά μέ περιέλουσε ἕνα φῶς, τά μάτια μου ἔτρεχαν ἀσταμάτητα γλυκά δάκρυα καί μία θεία ἀγαλλίαση μέ πλημμύρισε». Ὅμως καί λίγο ἀργότερα, ὅταν βρέθηκε στή Μονή Φιλοθέου ὑπακούοντας καί πάλι στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, συνέχισε μέ τήν ἴδια ἄσκηση καί περισσότερη προσευχή τή ζωή του. Ἐκεῖ ἐκάρη σταυροφόρος μοναχός καί τοῦ δόθηκε τό ὄνομα Παΐσιος. Δέν ἄργησαν οἱ πατέρες καί αὐτῆς τῆς Μονῆς νά ἀντιληφθοῦν τά πολλά χαρίσματα τοῦ νέου μοναχοῦ. Τοῦ ἀνέθεσαν τό κοπιαστικό διακόνημα τοῦ δοχειάρη καί τοῦ τραπεζάρη, πού τό ἐπιτελοῦσε μόνος γιά νά μή διακόπτεται μέ περιττές συζητήσει ἀπό τή νοερά ἐργασία τῆς προσευχῆς. Ὡστόσο, δεχόταν πολλούς φτωχούς, πού κατέφευγαν στό Μοναστήρι, καί τούς μοίραζε τρόφιμα προσπαθώντας νά ἀναπαύσει τίς ἀνάγκες ὅλων. Ὅμως τρεφόταν πνευματικά, γιατί εἶχε τήν εὐκαιρία καί τήν εὐλογία νά ἔρχεται σέ ἐπικοινωνία μέ ἁγίους Γέροντες ἐρημίτες καί νά γλυκαίνεται ἀπό τό πνευματικό μέλι τῶν λόγων τους. Ἔτσι ἀνάβει περισσότερο μέσα του ἡ ἐπιθυμία γιά τήν ἐρημητική ζωή. 10
Ὅμως καί πάλι τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἦταν διαφορετικό γιά ἐκεῖνον. Ἐνῶ προετοιμαζόταν νά φύγει γιά τήν ἔρημο τῶν Κατουνακίων, ἔρχεται ἡ Παναγία νά τόν πληροφορήσει ὅτι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν ἦταν νά πάει στά ἐρημικά Κατουνάκια, ἀλλά στήν ἐρειπωμένη καί ἐγκαταλελειμμένη τότε Μονή τοῦ Στομίου, κοντά στήν Κόνιτσα, τήν πατρίδα του. Εἶδε σάν σέ τηλεόραση ἀπό τή μιά μεριά τά Κατουνάκια καί ἀπό τήν ἄλλη τή Μονή Στομίου καί ὅταν μέ λαχτάρα στράφηκε πρός τά Κατουνάκια, ἄκουσε τή φωνή τῆς Παναγίας νά τοῦ λέει: «Δέν θά πᾶς στά Κατουνάκια, θά πᾶς στή Μονή Στομίου». Καί ἦταν ὄντως θέλημα Θεοῦ ἡ μετάβαση του ἐκεῖ, γιατί ἔγινε αἰτία νά ἐπιστρέψουν στήν Ὀρθοδοξία ὀγδόντα περίπου οἰκογένειες, πού εἶχαν παρασυρθεῖ ἀπό τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί νά ἀνακαινισθεῖ τό μοναστήρι αὐτό, πού ὁ πατήρ Παΐσιος τό ὀνόμαζε τό «μικρό περιβολάκι τῆς Παναγίας». Ἀφοῦ ἔμεινε τέσσερα χρόνια στό μοναστήρι αὐτό, τό 1962 δέχθηκε σάν ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ πρόσκληση νά πάει στή Μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης στό Σινᾶ. Ἔρχεται καί ἐγκαθίσταται στό ἐγκαταλελειμμένο ἀσκητήριο τῶν Ἁγίων Γαλακτίωνος καί Ἐπιστήμης, ὅπου ζοῦσε ὅπως οἱ παλαιοί ἀσκητές «νῆστις, ἀνυπόδητος καί μονοχίτων», ἀφιερώνοντας νύκτα καί ἡμέρα στήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Καί ἐδῶ στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ, ζώντας ἰσάγγελη ζωή βιώνει ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις καί θεῖες ἐμπειρίες μέ ἀποκαλύψεις καί χαρίσματα. Ὡστόσο ἡ εὐαίσθητη καρδιά του δέν φλεγόταν μόνο γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἀπό πόνο γιά τούς Βεδουίνους, πού ζοῦσαν στήν ἔρημο μέ μεγάλη φτώ-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
χεια. Προσπάθησε νά τούς βοηθήσει σκαλίζοντας ξύλινα εἰκονάκια, πού τά πουλοῦσε γιά νά ἐξασφαλίσει χρήματα γιά τά Βεδουινάκια. Ὅμως τό δύσκολο κλίμα και οἱ καιρικές συνθῆκες τοῦ Σινᾶ (τήν ἡμέρα ἔκανε πολλή ζέστη καί τό βράδυ δυνατό κρύο) ἐπιβάρυναν τό πρόβλημα τῆς ὑγείας του, μέ ἀποτέλεσμα νά ἔχει αἱμοπτύσεις. Γι’ αὐτό ἀναγκάζεται νά ἀφήσει τήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ καί νά ἐπιστρέψει στό Ἅγιον Ὄρος. Τώρα ἐγκαθίσταται στήν Ἰβηριτική Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί κάνει Γέροντά του τόν Ρῶσσο πνευματικό παπα-Τύχωνα, πού ἔμενε στό Σταυρονικητιανό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὑπακούοντας σ’ αὐτόν δέχθηκε κοντά του κάποιους νέους πού ἐπιθυμοῦσαν νά γίνουν μοναχοί, παρότι ὁ ἴδιος ποτέ δέν εἶχε πρόθεση νά ἀναλάβει τέτοια εὐθύνη. Ἐκεῖ τό 1966 μετά ἀπό ἐπίμονη παρότρυνση τοῦ παπαΤύχωνα λαμβάνει τό Μέγα καί Ἀγγελικό Σχῆμα. Σέ λίγο ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του ἐπιδεινώνεται καί χειρουργεῖται στόν πνεύμονα. Ἐπιστρέφοντας στό Ἅγιον Ὄρος δέν μποροῦσε νά μείνει πλέον στήν Ἰβηρίτικη Σκήτη, ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ὑγρασίας, καί βρίσκει «ἕτοιμη καλύβη στό ξηρότερο μέρος τοῦ Ἁγίου Ὄρους», τήν Καλύβη τοῦ Ρουμάνου ἀσκητῆ Ὑπατίου στά Κατουνάκια. Ἐκεῖ μέ ἀκόμη μεγαλύτερο ζῆλο ἐπιδίδετο στήν εὐχή ἀλλά καί εἶχε ἐμπειρίες πνευματικές. Μιά ἀπό αὐτές ὁ ἴδιος τήν ἀποτυπώνει ὡς ἑξῆς: «...Ἀφοῦ ἔκανα τόν Ἑσπερινό μέ κομποσχοίνι, ἤπια ἕνα τσάι καί συνέχισα. Ἔκανα τό Ἀπόδειπνο καί τούς Χαιρετισμούς μέ κομποσχοίνι, καί ὕστερα ἔλεγα τήν εὐχή. Ὅσο τήν
ἔλεγα, τόσο ἔφευγε ἡ κούραση καί αἰσθανόμουν ξεκούραστος. Ἔνιωθα μέσα μου μιά χαρά, πού δέν μοῦ ἔκανε καρδιά νά κοιμηθῶ. ἔλεγα συνέχεια τήν εὐχή. Γύρω στίς ἕντεκα γέμισε ξαφνικά τό κελλί μέ ἕνα φῶς γλυκό οὐράνιο. Ἦταν πολύ δυνατό, ἀλλά δέν σέ θάμπωνε. Κατάλαβα ὅμως ὅτι καί τά μάτια μου δυνάμωσαν, γιά νά μπορῶ νά ἀντέξω αὐτή τή λάμψη. Ὅσο ἤμουν σ’αὐτή τήν κατάσταση, μέσα στό θεῖο ἐκεῖνο φῶς, ἤμουν σέ ἕναν ἄλλο κόσμο, πνευματικό. Αἰσθανόμουν μιά ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση, καί τό σῶμα μου ἀνάλαφρο. εἶχε χαθεῖ τό βάρος τοῦ σώματος. Ἔνιωθα τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τόν θεῖο φωτισμό. Θεῖα νοήματα περνοῦσαν γρήγορα ἀπό τόν νοῦ μου σάν ἐρωταποκρίσεις. Δέν εἶχα προβλήματα, οὔτε θέματα νά ρωτήσω, ὅμως ρωτοῦσα καί εἶχα συγχρόνως καί τήν ἀπάντηση. Αὐτό κράτησε ὅλη τή νύκτα, μέχρι τίς ἐννιά τό πρωί. Ὅταν πιά χάθηκε ἐκεῖνο τό φῶς, ὅλα μοῦ φαίνονταν σκοτεινά. Βγῆκα ἔξω καί ἦταν σάν νύκτα. «Τί ὥρα εἶναι; Δέν ἔφεξε ἀκόμη;», ρώτησα ἕναν μοναχό πού περνοῦσε ἀπό ἐκεῖ. Ἐκεῖνος μέ κοίταξε καί μοῦ ἀπάντησε μέ ἀπορία «Τί εἶπες, πάτερ Παΐσιε;». «Τί εἶπα;», ἀναρωτήθηκα καί μπῆκα μέσα. Κοιτάζω τό ρολόϊ καί τότε συνειδητοποίησα τί εἶχε συμβεῖ». Καί αὐτό ὅμως τό Καλύβι τό ἐγκατέλειψε ὕστερα ἀπό ἕνα χρόνο καί κάνοντας ὑπακοή στήν Ἱερά Κοινότητα πῆγε νά βοηθήσει στήν κοινοβιοποίηση τῆς μέχρι τότε ἰδιόρρυθμης Μονῆς Σταυρονικήτα. Τότε βρέθηκε γιά μιά ἑβδομάδα, κοντά στόν παπα-Τύχωνα, πού τόν φρόντισε κατά τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ζωῆς του, ἐνῶ λίγο ἀργότερα ἐγκαταστάθηκε στό Καλύβι του. Ἐκεῖ παρέμεινε γιά δέκα (10) χρό11
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
νια πλημμυρισμένος ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ ἴδιος ὁμολογοῦσε ἦταν στιγμές πού ἔλεγε: «Χριστέ μου, ἐλάττωσε λίγο τήν ἀγάπη Σου, γιατί δέν ἀντέχω». Σ’ αὐτό τό Καλύβι δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη καί ἔνιωσε τό πατρικό χάδι τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου, ὁ ὁποῖος τόν ἄφησε «μέ μιά ἀνέκφραστη γλυκύτητα καί ἀγαλλίαση οὐράνια στήν καρδιά του. Ἐκεῖ ὑποδέχθηκε τήν ἁγία Εὐφημία, ἀλλά εἶδε καί τόν Χριστό σέ ὅραμα, γιά τό ὁποῖο πολλές φορές ἔλεγε: «Θά ἄξιζε νά κάνει κανείς, ἐάν μποροῦσε, ὅλους τούς ἀγῶνες πού ἔκαναν ὅλοι οἱ ἀσκητές ἀπό τόν πρῶτο αἰώνα μέχρι τόν εἰκοστό, γιά νά δεῖ τόν Χριστό, ὄχι γιά πάντα στόν Παράδεισο, ἀλλά ἔστω γιά ἕνα λεπτό». Τά τελευταῖα δεκατρία χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Γέροντας Παΐσιος ἔμενε στό Κελλί «Παναγούδα», ἀπέναντι ἀπό τήν Κουτλουμουσιανή Σκήτη τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. Ἐκεῖ μόλις ἐγκαταστάθηκε, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος, ἀλλά καί τοῦ ἁγίου Λουκιλλιανοῦ. Ἐκεῖ ἡ κατάσταση δοξολογίας μετατράπηκε σέ πόνο γιά τούς ἀνθρώπους καί ἡ ζωή του δόθηκε ἐξολοκλήρου στόν πονεμένο κόσμο. Ἦταν κι ἐδῶ ὁ καλός ἀσυρματιστής, πού ἔπαιρνε τόν πόνο τῶν ἀνθρώπων καί τόν διαβίβαζε μέ ἐπιτυχία στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ὅμως μέ τήν ἴδια ἐπιδεξιότητα γινόταν ὁ δέκτης τῆς ἀσύρματης ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό, μέ τά χαρίσματα πού δέχθηκε ἀπό Ἐκεῖνον καθοδηγοῦσε πνευματικά ἀλλά καί θεράπευε τίς σωματικές
12
ἀλλά καί τίς πνευματικές ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων. Τό ἴδιο κάνει καί σήμερα. Ἀπό τίς 12 Ἰουλίου τοῦ 1994 τό σῶμα του βρίσκεται ἐνταφιασμένο στήν Ἱ. Μονή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στή Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Ἐκεῖ προστρέχουν πλήθη ἀνθρώπων πού τοῦ ἀνοίγουν τήν καρδιά τους, τοῦ καταθέτουν τά προβλήματά τους καί φεύγουν παρηγορημένοι καί ἀνακουφισμένοι. Εἶναι ἄνθρωποι πού τόν γνώρισαν ὅταν ζοῦσε καί βοηθήθηκαν ἀπό αὐτόν, ἀλλά καί ἄλλοι πού δέν τόν συνάντησαν ποτέ, ἀλλά τόν «γνώρισαν ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» καί ὁμολογοῦν ὅτι ἔχουν ἕνα δικό τους πρεσβευτή στόν Οὐρανό πού διαβάζει τά αἰτήματά τους στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος μέ τά κείμενά του, τίς διδαχές του, προπάντων ὅμως μέ τή ζωή του μᾶς διδάσκει πόσο μεγάλη ἀνάγκη γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ προσευχή καί πόσο μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι πού κατορθώνουν νά πιάσουν ἐπαφή μέ τόν Οὐράνιο Σταθμό τοῦ Θεοῦ. Στέλνοντας μέ ἐπιδεξιότητα σῆμα στόν Θεό, μποροῦμε νά ἔχουμε τήν πιό οὐσιαστική βοήθεια. Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά μιλᾶμε μαζί Του, ἀρκεῖ νά ὑπάρχει μέσα μας ἡ λαχτάρα γιά τήν προσευχή καί νά ἀγωνιζόμαστε νά «στρέφουμε τό κουμπί τοῦ ἀσυρμάτου μας στή συχνότητα τῆς ταπείνωσης, ὅπου ὁ Θεός ἀκούει», ὅπως ὁ Γέροντας Παΐσιος παρότρυνε.
Εἶναι ὁ Χριστιανισμός σκοταδισμός; Πρωτ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη, Θεολόγου
Δ
έν εἶναι καινούρια ἡ κατηγορία. Εἶναι ἀπό πολύ παλιά εἰπωμένη. Στήν ἀρχή δειλά, ὕστερα φωναχτά, κατόπιν ντύθηκε τόν φανταχτερό μανδύα τῆς ἐπιστημοφάνειας. Μπῆκε σέ σχολεῖα καί σέ πανεπιστήμια, γνώρισε ἡμέρες δόξας καί μεγαλείου κι ὕστερα ξέπεσε. Ξεθώριασε κι ἔγινε παραμύθι, γιά νά ᾿ρχεται κάπου - κάπου, μέ διάφορους τρόπους καί σέ διάφορους τόνους καί ρυθμούς, σάν θλιβερός ἀπόηχος στά χείλη τῶν ἀρνητῶν καί πολεμίων τῆς χριστιανικῆς πίστεως καί ζωῆς: «Χριστιανισμός = σκοταδισμός», «Χριστιανισμός καί Ἐπιστήμη εἶναι πράγματα ἀσυμβίβαστα», «Παπάδες = σκοταδιστές», «Ἐκκλησία = σκοτάδι, Μεσαίωνας…» κ.λπ. Ὅλες αὐτές τίς ἀποχρώσεις τοῦ παραμυθιοῦ, πού χρησιμοποιοῦνται ἀπό τίς πολυώνυμες δυνάμεις τῆς ἄρνησης, μέ ἕνα καί μοναδικό σκοπό: νά χτυπήσουν στή ρίζα του τό δέντρο τῆς Χριστιανικῆς πίστεως καί νά τό ξεριζώσουν, ὅσοι μελετοῦν προσεκτικά καί ἀμερόληπτα τήν Ἱστορία καί τήν καθημερινή ζωή, τίς βλέπουν καί τίς γνωρίζουν καλά καί, φυσικά, τίς ἀξιολογοῦν ἀντάξια. Ἀπό ποῦ πηγάζουν καί γιατί καί πῶς λέγονται καί σέ ποιούς ἀπευθύνονται, γι᾿ αὐτό κινοῦν μελαγχολικά τό κεφάλι τους καί πονοῦν βαθιά μές στήν καρδιά τους, ὅταν μάλιστα διαβάλλονται στό σύγχρονο ἄνθρωπο μέ τό ἐπικάλυμμα τοῦ προοδευτισμοῦ καί τῆς ἐπιστημοσύνης. Ἄν καί οἱ ἴδιες αὐτές οἱ κατηγορίες, ἀλλά καί οἱ τρόποι μεταδόσεώς τους, ἔχουν περάσει πρό πολλοῦ στό περιθώριο, ἐξακολουθοῦν ὅμως νά κερδίζουν τούς ἀφελεῖς καί τούς ἀνήξερους. Καί παρατηροῦμε πολλές φορές, χωρίς νά χάνουν εὐκαιρία, κάθε λίγο καί λιγάκι, οἱ κατήγοροι τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐκμεταλλεύονται κάθε ἀρνητική περίπτωση πού ἀφορᾶ στό πρόσωπο τῶν ἐκπροσώπων του νά κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία ὡς δογματική, σκοταδι-
κή, μεσαιωνική, ὅτι τιμᾶ σάν Ἁγίους πολλούς πού ὑπῆρξαν φονιάδες καί ἐκμεταλλευτές τῶν λαῶν κ.π.ἄ. Αὐτούς, ὅμως, ἀκόμη καί ἄν ὑπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις δέν τούς ἐνδιαφέρουν τά πρόσωπα. Οἱ θεσμοί τούς ἐνοχλοῦν κι αὐτούς θέλουν νά διαβάλουν καί νά γκρεμίσουν. Ἀλλά ποιοί εἶναι αὐτοί, ποῦ κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία; Ποιοί εἶναι ἐκεῖνοι, πού ἐμφανίζονται κριτές καί τιμητές τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἐκπροσώπων της; Δέν θά ἀπαντήσουμε ἐμεῖς. Θά δώσουμε, ὅμως, τό λόγο στό Γάλλο ἀκαδημαϊκό Μπρουνετιέρ. Λέει, λοιπόν, ὁ σοφός δάσκαλος: «Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία, ὅτι ἀπαιτεῖ τυφλή ὑπακοή στά δόγματά της; Ἐκεῖνοι πού πιστεύουν στίς χειρότερες ἐφημερίδες καί συχνά στίς πιό γελοῖες δεισιδαιμονίες. Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία, ὅτι ὑποβιβάζει τόν ἄνθρωπο; Ἐκεῖνοι πού διεκδικοῦν τόν πίθηκο γιά πατέρα, τήν τύχη σάν δάσκαλο, τήν ἡδονή γιά κανόνα ζωῆς, τό μηδέν γιά τέλος. Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία, ὅτι δέν εἶναι ἐπιεικής; Ὅσοι δέν ἐπιτρέπουν σέ κανένα νά ἔχει ἄλλη γνώμη ἀπό τή δική τους. Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία, ὅτι εἶναι ἐχθρός του λαοῦ; Οἱ ἀνιστόρητοι καί ἐκεῖνοι πού καταδιώκουν τά φιλανθρωπικά ἔργα της. Ποιοί διέσυραν τήν Ἐκκλησία καί τή διδασκαλία της μέ μεγαλύτερη θρασύτητα; Ὅσοι δέν γνωρίζουν μιά λέξη ἀπό τή θρησκεία ἤ ἐκεῖνοι πού τούς ἐνοχλεῖ ἡ διδασκαλία της». Οἱ ρίζες τῆς σημερινῆς ἄρνησης καί τοῦ ἀθεϊσμοῦ, πρέπει νά ἀναζητηθοῦν στίς ἐκρήξεις τοῦ 16ου αἰώνα καί στούς μετέπειτα 17ο, 18ο καί 19ο, πού πραγματοποιοῦνται στή Δύση στό ἰδεολογικό, κοινωνικό καί ἐπιστημονικό πεδίο, καθώς καί στόν τομέα τῶν ἀνακαλύψεων. 13
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Οἱ αἰῶνες αὐτοί περιβάλλονται μέ τή γοητεία τοῦ νέου. Μέ τήν ὁρμή τοῦ ἐπαναστατικοῦ καί κατά τήν Ἀν αγ έν ν ηση καί κατά τή Μεταρρύθμιση, ὅπου ἀνοίχτηκαν καινούριοι ὁρίζοντες καί προοπτικές στίς Τέχνες καί στίς Ἐπιστῆμες. Ὁ θεοκεντρικός τρόπος σκέψεως καί ζωῆς παραμερίστηκε καί τή θέση τους πῆρε σιγά - σιγά ἡ χειραφέτηση καί ὁ φιλελευθερισμός. Καί ὅλες αὐτές οἱ ἐκρήξεις, ἀντί νά ἀπελευθερώσουν τόν ἄνθρωπο, ὅπως πίστεψαν, τόν ἔκλεισαν μέσα στό σκοτεινό κέλυφος τῆς αὐτονομίας του. Ἔτσι φτάνουμε στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα, γιά νά μᾶς πεῖ ὁ Χέγκελ ὅτι «ὁ Θεός τῆς σχολαστικῆς Δογματικῆς εἶναι ὁριστικά νεκρός» καί στό τέλος τοῦ ἴδιου αἰώνα, γιά νά γράψει ὁ Νίτσε: «Τό μέγιστο καινούριο γεγονός, πού εἶναι ὅτι ὁ Θεός πέθανε, ὅτι ἡ πίστη στό χριστιανικό Θεό δέν εἶναι πιά πιστευτή, ἄρχισε νά ρίχνει πάνω στήν Εὐρώπη τίς πρῶτες σκιές του». Στή συνείδηση ὡστόσο τοῦ Δυτικοῦ κόσμου, ἡ ἐξαγγελία τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ εἶναι ταυτισμένη μέ τό προφητικό πάθος τοῦ Νίτσε. «Ποῦ εἶναι ὁ Θεός», ἔγραφε στό βιβλίο του «Χαρούμενη Ἐπιστήμη», τό 1882, «θά σᾶς τό πῶ ἐγώ! Τόν σκοτώσαμε -ἐσεῖς κι ἐγώ!- Ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε οἱ φονιάδες του!... Δέ νιώθετε νά μᾶς ἀγγίζει ἡ ἀνάσα τοῦ κενοῦ; Δέν ἔγιναν ὅλα παγερά; Δέν φτάνει ἀκατάπαυστα ἡ νύχτα, ὅλο καί περισσότερη νύχτα;». Ὀγδόντα χρόνια μετά ὁ Σάρτρ θά περιγράψει μέ τίς δικές του ἐμπειρίες, στό βιβλίο του «Οἱ λέξεις», τόν βαθμιαῖο θάνατο τοῦ 14
Θεοῦ στίς εὐρωπαϊκές κοινωνίες: «Τό ἀργό κίνημα τῆς ἀποχριστιανοποίησης, πού γεννήθηκε στούς κόλπους τῆς βολταιριανῆς μεγαλοαστικῆς τάξης καί χρειάστηκε ἕνα αἰώνα γιά ν᾿ ἁπλωθεῖ σ᾿ ὅλα τά στρώματα τῆς κοινωνίας, εἶχε ἀγγίξει καί τήν οἰκογένειά μου…». Ἔτσι ἀνεπαίσθητα περίπου… πέθανε στή Δύση ὁ Θεός τοῦ Χριστιανισμοῦ, γιά νά γίνει ὅλο τόν 20ό αἰώνα, τό κήρυγμα τοῦ «νεκροῦ Θεοῦ», σκέψη καί τρόπος ζωῆς, στά «μοντέρνα» παιδιά τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς καί φθίνοντος τοῦ 20οῦ καί σήμερα, βαδίζοντας στόν 21ο, νά προσπαθοῦν νά τόν ἀναστήσουν στό ὄνομα τῆς θρησκειογνωσίας καί θρησκειολογίας, μέ τά κελεύσματα τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων, σύμφωνα μέ τά ὁποῖα τί Χριστός, τί Βούδας, τί Μωάμεθ καί ὅλα τά ὑπόλοιπα θλιβερά ὑποκατάστατα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ σέ νέες ἐκδόσεις καί μορφές εἰδωλολατρίας. Ἀλλά, γιατί κατηγορεῖται ἡ Ἐκκλησία γιά σκοταδισμό; Τίς περισσότερες φορές οἱ κατήγοροί της ξεκινοῦν ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀντιτίθεται στήν Ἐπιστήμη καί τήν Ἔρευνα. Χριστιανισμός καί Ἐπιστήμη εἶναι πράγματα ἀσυμβίβαστα, λένε. Ἄποψη πού τήν ὑποστηρίζουν μέ ἀπόλυτο δογματισμό καί μέ κυριότερο ἐπιχείρημα τήν καταδίκη τοῦ Γαλιλαίου. Ἔχουν, ὅμως, ἔτσι τά πράγματα; Ἄς δοῦμε πρῶτα ἄν ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἀντίθετος μέ τήν Ἐπιστήμη. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή, ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς δημιουργίας του, παίρνει τίς ἐντολές ἀπό τό Δημιουργό του «νά ἐργάζεται καί νά φυλάττει» (Γέν. 2.15) τήν ὑλική δημιουργία, τῆς ὁποίας ὁρίζεται διαφεντευτής, φύλακας καί οἰκονόμος. Σύμφωνα μέ τήν ἐντολή αὐτή, θά πρέπει νά ἀναπτύξει πνευματική καί πρακτική δραστηριότητα. Τό «ἐργάζεσθαι» ἀναφέρεται στήν ἐπιστημονική ἔρευνα καί προκοπή, πού πρέπει νά ἀναπτύξει καί τό «φυλάττειν» στή σύνεση, πού πρέπει νά τόν διακρίνει. Ἡ φρόνηση πρέπει νά τοῦ κρατεῖ τά χαλινάρια τῆς προόδου καί τῶν ἐπιστημονικῶν καί τεχνολογικῶν ἐπιτευγμάτων του. Γιατί, ὅταν μέ ἀφροσύνη προχωρήσει, θά βεβηλώσει, θά ἐκπορνεύσει καί θά φθείρει τό φυσικό του περιβάλλον καί τό περιβάλλον στήν περίπτωση αὐτή θά τόν
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ἐκδικηθεῖ. Ὅπως τό βλέπουμε σήμερα σέ πολλές περιπτώσεις. Ὕστερα παίρνει τήν ἐντολή, ὁ ἄνθρωπος, μιά πού εἶναι τό μόνο ζῶον μέ λόγον καί λογική, «ὁ μόνος τῶν ζώων θεοπλαστός», κατά τόν Μέγα Βασίλειο, νά καλέσει τά θηρία καί τά κτήνη καί τά πετεινά, δίνοντάς τους ὀνόματα (Γέν. 2.19). Μά γιά νά φέρει σέ πέρας αὐτή τήν ἀποστολή, πρέπει νά κάμει συγκεκριμένους συλλογισμούς. Νά βρεῖ τό κατάλληλο ὄνομα γιά κάθε ζῶο κι ὕστερα νά διατυπώσει τή σκέψη του κι αὐτό τό πέτυχε, ἐπειδή «πάσης σοφίας καί συνέσεως ἐπεπλήρωτο», θά ἑρμηνεύσει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Βλέπουμε, λοιπόν, ἀπό τίς πρῶτες κιόλας σελίδες τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅτι ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά πάρει ἐνεργό μέρος στό ἔργο τῆς Δημιουργίας σύμφωνα μέ τήν ἐντολή, ὥστε «νά κατακυριεύσει τῆς γῆς» (Γέν. 1.28). Στό βιβλίο τῆς «Σοφίας Σειράχ» (38. 1-6), διαβάζομε, ὅτι ὁ «Κύριος ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις αὐτοῦ», καί στόν Ἰώβ 21.22: «Οὐχί ὁ Κύριος ἐστιν ὁ διδάσκων σύνεσιν καί ἐπιστήμην;» Ἔτσι, ὁ «κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ» (Γέν. 1.26) πλασμένος ἄνθρωπος γίνεται πιά συνεργάτης τοῦ Θεοῦ. «Θεοῦ ἐσμέν συνεργοί», γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος (Α΄ Κορ. 3.9). Καί καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά συνεχίσει τό ἔργο τῆς Δημιουργίας (στό μῆκος τῆς 7ης μέρας), ἀφοῦ ὁ Θεός «κατέπαυσε τή ἡμέρα τή ἑβδόμη ἀπό πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ» (Γέν. 2.2). Δημιουργός ὁ Θεός, συνδημιουργός ὁ ἄνθρωπος. Μέ μιά ὅμως βασική διαφορά: Ὁ Θεός ἐδημιούργησε τόν κόσμο καί τά ἐν τῷ κόσμῳ «ἐκ τοῦ μή ὄντος», «ἐκ τοῦ μηδενός», ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος δημιουργεῖ «ἐκ τοῦ ὄντος», δηλ. ἀπό ὑλικά πού ὑπάρχουν - προϋπάρχουσα ὕλη. Καί τά ὑλικά αὐτά οὔτε τά βρῆκε στήν τύχη, οὔτε τοῦ τά ἔδωσε ἡ τύχη, ἀλλά ὁ Πλάστης καί Δημιουργός τοῦ παντός Τρισυπόστατος Κύριος. Στό βιβλίο τῶν Πράξεων (7.22) διαβάζομε ὅτι ὁ Μέγας Μωυσῆς «ἐπαιδεύθη πάσῃ σοφίᾳ Αἰγυπτίων, ἦν δέ δυνατός ἐν λόγοις καί ἔργοις» καί ἡ παράδοση, μέ τήν πένα τοῦ Κλήμεντος Ἀλεξανδρείας (Στρωμ. Α΄ 7.2), μᾶς διασώζει ὅτι ὁ Μωυσῆς ἐδιδάχθη ἀριθμητική, γεωμετρία, ρυθμική, ἁρμονία, μετρική, μου-
σική, φιλοσοφία καί «τήν τῶν οὐρανίων σωμάτων ἐπιστήμην». Ἀλλά ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς προτρέπει καί σέ ἔρευνα (πρβλ.: Ἰωάν. 5.39, Α΄ Κορ. 2.10) καί μᾶς συνιστᾶ νά τιμοῦμε τούς ἐπιστήμονες. «Τίμα τόν ἰατρόν», θά μᾶς πεῖ ἡ Σοφία Σειράχ 38.1 καί στήν Καινή Διαθήκη ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἔχει ἐπιλεγεῖ, στό ἀποστολικό του ἀξίωμα, ἀπό τόν ἐπιστημονικό χῶρο τῆς ἰατρικῆς καί ὀνομάζεται ἀπό τόν Ἀπ. Παῦλο «ἀγαπητός» (Κόλ. 4.14). Ἄν δέ περάσομε στήν ἐκκλησιαστική μας Παράδοση, θά χρειαστεῖ ἀσφαλῶς ἀπροσμέτρητος χῶρος καί χρόνος, γιά νά περιγράψομε μερικά μόνο ἀπό τά ἀναστήματα ἐκεῖνα πού ἀσχολήθηκαν μέ τήν Ἐπιστήμη καί τήν Ἔρευνα. Κλασικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ Μ. Βασίλειος. Αὐτή ἡ πολυμερεστάτη προσωπικότητα, πού σπούδασε φιλοσοφία, ρητορική, ἀστρονομία, γεωμετρία καί ἀσχολήθηκε ἰδιαίτερα μέ θέματα βιολογίας καί φυσικομαθηματικῆς, «τῶν ὄντων μελετήσας τήν φύσιν». Ἀλλά καί ἡ ἰατρική του παιδεία διαφαίνεται στόν προφορικό καί γραπτό λόγο του καί στή «Βασιλειάδα» ὑπῆρχε νοσοκομεῖο, ὅπου ἐνοσηλεύοντο ἀνίατοι ἀσθενεῖς, πού ἔπασχαν ἀπό μεταδοτικά νοσήματα, τῶν ὁποίων ἐπιμελεῖτο ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος. «Οἱ ἰατρικές ἀντιλήψεις τοῦ Μ. Βασιλείου εἶναι πολύπλευρες καί ἀφοροῦν στούς ὅρους αὐξήσεως τῶν παιδιῶν, στήν ἐπίδραση τῶν κληρονομικῶν μεταβολῶν, στή γενετική, τήν προληπτική ἰατρκή, τή συμπτωματολογία καί ἀνοσολογία» (Βλ.: Χρυσοστ. Ρουμελιώτου, Κληρικοί καί Μοναχοί μέ ἰατρική Παιδεία, Ἀθήνα 1995, σελ. 6). Γιά τόν μεγάλο αὐτό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας γράφει ὁ καθηγητής τῆς ἀστρονομίας στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν Στ. Πλακίδης: «ὁ ἀστρονόμος, ὁ φυσικός καί γενικότερα ὁ ἐκπρόσωπος τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ἐκπλήσσεται ὄντως, γιά τή μεγάλη πολυμέρεια, τήν ἐνημερότητα καί τή βαθιά ἐπιστημονική κατάρτιση τοῦ Μ. Βασιλείου» (περιοδ. «ΑΚΤΙΝΕΣ» 1955, σελ. 11). Στήν ἑξαήμερο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης ὑπάρχει μιά ἄποψη γιά τό «πῶς» ἔγινε ὁ κόσμος, πού θυμίζει κάπως τό σημερινό DNA. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἀναφέρεται καί στή νόσο τῆς λέπρας, τήν ὁποία θεωρεῖ ὅτι ὀφεί15
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
λεται «σέ σηπτικό μικροβιακό παράγοντα» καί ἐξετάζει τίς μεταβολές τῆς κράσης τοῦ σώματος κατά τήν γεροντική ἡλικία, τούς ὅρους αὐξήσεως τῶν παιδιῶν καί τήν κληρονομικότητα τοῦ ἐμβρύου. Ἀσχολεῖται, ἐπίσης, μέ θέματα ὀφθαλμολογίας καί ἀνατομίας» (ὅ. π.). Ἄν ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἀντίθετη στήν ἐπιστήμη δέν θά ἄφηνε ποτέ ἀπό τούς πρώτους κιόλας αἰῶνες νά ἀναπτυχθοῦν τέτοια ἀναστήματα ὅπως τοῦ Ὠριγένη, τοῦ Κλήμη τοῦ Ἀλεξανδρέως, τοῦ Ἰουστίνου, τοῦ Εὐσταθίου Ἀντιοχείας, τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου Νύσσης κ.π.ἄ. Ἄς δοῦμε ὅμως καί μερικές χαρακτηριστικές μαρτυρίες, ἀπό τό χῶρο τῆς Ἐπιστήμης γιά τό θέμα αὐτό. Ὁ καθηγητής τῆς Χημείας τοῦ Ἰνστιτούτου Τεχνολογίας τοῦ Κέιμπριτζ, Χάουζερ, ὁμολογεῖ: «κάθε ἀντικειμενικός ἐπιστήμων ἐρευνητής ὀφείλει νά παραδεχτεῖ ὅτι, χωρίς τόν Χριστιανισμό ἡ ἐξέλιξη τῆς Ἐπιστήμης θά ἦτο ἀδύνατος ὅσον εἶναι καί ἡ ζωή χωρίς τροφή» (περιοδ. «ΑΚΤΙΝΕΣ», σελ. 358). Καί ὁ διάσημος Ἄγγλος μαθηματικός Ἄλφ Ν. Χουάιτχεντ βεβαιώνει ὅτι «χωρίς τήν πίστιν εἰς τήν ἐν τῇ φύσει τάξιν καί ἁρμονίαν δέν θά ὑπῆρχεν Ἐπιστήμη. Ἀλλά τήν πίστιν αὐτήν εἰς Θεόν Δημιουργόν, Νομοθέτην, Πάνσοφον καί Προνοητήν, Θεόν ζῶντα καί ἀληθινόν ἐκαλλιέργησεν ὁ Χριστιανισμός» (Βλ.: Ἡ Χριστιανική πίστις εἰς τόν αἰῶνα τῆς ἐπιστήμης, Ν. Βασιλειάδη, σελ. 72). Ἀλλά καί ὁ δικός μας Ἐμμ. Ροΐδης, στό περιβόητο σύγγραμμά του «Ἡ Πάπισσα Ἰωάννα», παραδέχεται ὅτι: «ὁ σοφός μοναχός Ἀλκουίνος δέν περιωρίζεται μόνον εἰς τό νά ἐκχριστιανίζει τούς ρυπαρούς εἰδωλολάτρες ὑπηκόους τοῦ Μ. Καρόλου, ἀλλά παραλλήλως τούς ἐμύει εἰς τάς τέχνας καί τάς ἐπιστήμας. Ὁ Ἀλκουίνος ἦτο ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἵδρυσε τήν περίφημον Παλατινήν Ἀκαδημίαν. Ἀπό αὐτήν οἱ μορφωμένοι μαθηταί του διεσκορπίζοντο εἰς τόν τότε βαρβαρικόν κόσμον, διά νά προσφέρουν εἰς αὐτούς τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιστήμης». Ἕνα ἀπό τά κυριότερα ἐπιχειρήματα πού χρησιμοποιοῦν οἱ κατήγοροι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ καταδίκη του Γαλιλαίου στόν «διά πυρᾶς θάνατο»! Ἀφήνομε ἀσχολίαστο τό γεγονός πού, ὅταν μιλοῦν γιά Ἐκκλησία δέν 16
κάνουν διάκριση γιά ποιά ἐκκλησία μιλοῦν: Δυτική, Ἀνατολική καί γιατί, ἄραγε, ἀπό ἄγνοια ἤ ἀπό σκοπιμότητα; Ἄς δοῦμε, ὅμως, μέ δυνατή συντομία, τήν περίπτωση τοῦ Γαλιλαίου. Ὁ Γα λι λαῖος (Γκαλιλέι) (1564 - 1642), περίφημος Ἰταλός φυσικός, ἀστρονόμος, μαθηματικός καί φιλόσοφος ὑπῆρξε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του πιστός χριστιανός καί ἀφοσιωμένος στήν Ἐκκλησία του. Πίστευε δέ, ὅτι ἡ ἐπιστημονική γνώση συμπληρώνει τή γνώση περί Θεοῦ, πού τήν ἀποχτοῦμε μέ τή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὁ Γαλιλαῖος πίστευε, ὡς ἐπιστήμονας, στήν ἡλιοκεντρική θεωρία, χωρίς νά εἶναι ὁ εἰσηγητής της. Τή θεωρία (ὅτι δηλ. ὁ ἥλιος εἶναι τό κέντρο τοῦ πλανητικοῦ μας συστήματος καί ὄχι ἡ γῆ) διατύπωσε κατά τούς νεότερους χρόνους μέ πειθώ ὁ Πολωνός ἱερέας Κοπέρνικος, ἐνῶ μέχρι τότε ἐπικρατοῦσε ἡ γεωκεντρική θεωρία τοῦ Κλαυδίου Πτολεμαίου (Β΄ μ.Χ. αἰ.). Ἀλλά, πλάι στή θεωρία αὐτή στεκόταν καί ἡ μεγάλη φιλοσοφική μορφή τοῦ Ἀριστοτέλη πού τή στήριζε, ἐπειδή ὁ Ἀριστοτέλης δεχότανε στά συγγράμματά του τή γῆ ὡς κέντρο τοῦ σύμπαντος καί ὁ Ἀριστοτέλης ἀποτελοῦσε αὐθεντία γιά τήν Παπική Ἐκκλησία καί τό λαό της. Φυσικό, λοιπόν, ἦταν νά μήν τολμᾶ κανείς νά ἔρθει ἀντιμέτωπος μέ τό ἀριστοτελικό πνεῦμα καί τήν μέχρι τότε γνώμη πού ἐπικρατοῦσε, ἀναφορικά μέ τό πλανητικό μας σύστημα, χωρίς νά διακινδυνέψει πολλά πράγματα. Τόσο δέ εἶχε ἐπηρεάσει ὁ ἀριστοτελισμός τήν τότε ἐπιστημονική σκέψη τῆς Δύσης, ὥστε 140 χρόνια μετά τή δημοσίευση τῶν ἔργων τοῦ Κοπέρνικου «Περί τῶν περιστροφῶν τῶν οὐρανίων σφαιρῶν», λίγοι ἀπό τούς ἀποφοίτους τῶν Κολλεγίων δεχότανε τήν… ἡλιοκεντρική θεωρία! Ἄς σημειώσουμε παρενθετικά, ὅτι τήν ἡλιοκεντρική θεωρία διατύπωσε πρῶτος ὁ Ἀρίσταρχος ὁ Σάμιος (320 - 250) π. Χ.) πού πίστευε ὅτι ἡ γῆ εἶναι μετέωρη καί κινεῖται περί τό τοῦ κόσμου κέντρον, δηλ. τόν ἥλιο. Ἀλλά τό καταπληκτικό εἶναι ὅτι, πρίν ἀπό τούς σοφούς, ἡ Ἁγία Γραφή μιλεῖ στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ (26.7), ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ «κρεμάζων τήν γῆν ἐπ᾿ οὐδενός». Δηλ. ἡ γῆ κρατεῖται με-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τέωρη, χωρίς νά στηρίζεται πουθενά! Μόνη δύναμη, πού τήν κρατεῖ «ἀσάλευτη» στό στερέωμα εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ. Ὁ Γαλιλαῖος δίδαξε στό Πανεπιστήμιο τῆς Πίζας, καλεσμένος ἀπό τό Μεγάλο Δούκα, ἀλλά δέχτηκε τίς ἐπιθέσεις τῶν Ἰησουιτῶν, πού, ἐπηρεασμένοι ἀπό τούς Ἀριστοτελικούς ἀντιπάλους του, στήριξαν τήν κατηγορία τους στό ὅτι μέ τά συγγράμματά του προσβάλλει τή θρησκεία! Μέ τήν κατηγορία αὐτή ὁ ἀνακριτικός σύλλογος τῆς Ρώμης, τό 1616, ἀφοῦ καταδίκασε τά συγγράμματα τοῦ Κοπέρνικου γιά τήν κίνηση τῆς γῆς, σύστησε στό Γαλιλαῖο νά ἀπαρνηθεῖ καί τίς δικές του θεωρίες, πού εἶχαν διατυπωθεῖ παλιότερα ἀπό τόν Κοπέρνικο. Ἔτσι ὁ Γαλιλαῖος βρίσκεται ἀντιμέτωπος μέ τρεῖς κυρίως ἀντιπάλους: τούς Ἀριστοτελικούς, τούς Πτολεμαϊκούς καί τούς Ἰησουίτες. Γιά τούς τελευταίους, ὅταν τό 1611 τόν κάλεσαν στή Ρώμη γράφει: «ἔμεινα μέ τούς Ἰησουίτες πατέρες… Προέβημεν εἰς σύγκρισιν τῶν σημειώσεών μου καί εὗρον, ὅτι αἱ παρατηρήσεις των συνεφώνουν ἀκριβῶς μέ τάς δικάς μου». Ἡ φιλία τους, ὅμως, ψυχράθηκε γιατί καί οἱ μέν καί οἱ δέ διεκδικοῦσαν τήν προτεραιότητα στήν ἀνακάλυψη τῶν ἡλιακῶν κηλίδων (DURANT, Παγκ. Ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ, σελ. 664). Ὅλες αὐτές οἱ ἀντιπάθειες, μαζί μέ τήν προσπάθειά του νά δώσει στήν ἡλιοκεντρική του θεωρία μεταφυσικό καί θεολογικό χρῶμα τόν ὁδήγησαν ὑπόδικο στό δικαστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξετάσεως (26.2.1616). Ἡ ἀνάκριση ἐκείνη τελείωσε μέ «νουθεσία» πρός τό Γαλιλαῖο «ὅπως ἐγκαταλείψει τάς περί ὧν ὁ λόγος ἀπόψεις του καί ἀρκεῖται ἐφεξῆς εἰς τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης του, χωρίς νά προχωρεῖ στή διατύπωση μεταφυσικῶν θεωριῶν» (Ν. Βασιλειάδη, ὅ.π. σελ. 148, 140). Ὕστερα, ὅμως, ἀπό τήν κυκλοφορία τοῦ βιβλίου του «Διάλογοι…», πού καταφέρεται μέ ὀξύτητα στούς ἀντιπάλους του Ἰησουίτες καί εἰρωνεύεται τόν Πάπα, ἡ Ἱερά Ἐξέταση (22.6.1633), τόν «κήρυξε ἔνοχο αἱρέσεως καί ἀνυπακοῆς», ἐπειδή δέν δέχτηκε νά ἀναγράψει στόν πρόλογο τοῦ βιβλίου του, ὅτι τοποθετεῖ τίς ἀπόψεις του ἔξω ἀπό θεολογικές
ἀμφισβητήσεις καί ὅτι τό χαρακτηρίζει ὡς καθαρά ἀνθρώπινη θεωρία, χωρίς μεταφυσική χροιά. Τοῦ ἐπέβαλε τήν ποινή τοῦ «περιορισμοῦ», τηρουμένων ὅμως τῶν τιμῶν πού τοῦ ἀνῆκαν. Ἀπό τούς δέκα δικαστές ὑπέγραψαν ἑπτά καρδινάλιοι, οἱ ὑπόλοιποι τρεῖς ἀπέσχον. Τελικά, ἡ καταδικαστική ἐκείνη ἀπόφαση δέν ἐπικυρώθηκε ἀπό τόν Πάπα. Ἀπό τό Δεκέμβριο τοῦ ἴδιου ἔτους (1633) ὁ Γαλιλαῖος ἔμεινε στήν ἔπαυλή του κοντά στήν Φλωρεντία καί ἐκεῖ πέρασε τά ὑπόλοιπα χρόνια του, συνεχίζοντας τίς ἔρευνές του, ἀκόμη καί μετά τήν ἀπώλεια τή ὅρασής του (1637), ὥς τήν 8η Ἰανουαρίου 1642, ἡμέρα τοῦ θανάτου του. Τό ὅτι ὁ Γαλιλαῖος ἀπέθανε ἐπί τῆς πυρᾶς ἤ ὅτι, ἐξερχόμενος τοῦ δικαστηρίου εἶπε «καί ὅμως κινεῖται», εἶναι ἕνας μύθος συκοφαντικός, πού ἐπινοήθηκε 119 χρόνια ὕστερα ἀπό τό θάνατό του (τό 1761), πρῶτα σ άν ἰσ χ υρισμό ς καί στά μετέπειτα χρόνια σάν βεβαιότητα! (Βλ.: Ν. Βασιλειάδη, ὅ.π., σελ. 151, ὅπου καί ἡ σχετική ξένη βιβλιογραφία). Εἶναι, προφανές, ὅτι ἡ παπική Ἐκκλησία ἐπηρεασμένη ἀπό ἐμπάθεια ὁρισμένων Ἰησουιτῶν 17
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
καί προσκολλημένη στήν ἀριστοτελική σκέψη, ἔχασε τή θαυμάσια εὐκαιρία νά ἀντιληφθεῖ τήν ἁρμονική σχέση μεταξύ Πίστεως καί Ἐπιστήμης, ὅπως τήν ἔφρασε βιωματικά ὁ Γαλιλαῖος. Γιατί ὁ Γαλιλαῖος, μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, πίστευε στό Χριστιανισμό καί ὅτι διαμέσου τῆς Ἁγίας Γραφῆς «πρόθεσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι νά μᾶς δείξει πῶς πηγαίνει ὁ ἄνθρωπος στόν οὐρανό καί ὄχι πῶς κινοῦνται οἱ οὐρανοί» (Ἐπιστολή στή μεγάλη δούκισσα Χριστίνα τῆς Λωραίνης). Ὁ ἀνταγωνισμός ἀνάμεσα στήν Ἐπιστήμη καί τή χριστιανική Πίστη, εἶναι ἕνα σάπιο φροῦτο τοῦ Μεσαίωνα, πού, στήν ἐποχή μας δέν εὐδοκιμεῖ, γιατί τά πράγματα ξεκαθαρίστηκαν: ἡ Ἁγία Γραφή δέν ἀποκλείει τήν Ἐπιστημονική ἔρευνα, ἀλλά καί ἡ Ἐπιστήμη ὅλο καί πιό πολύ προσεγγίζει τίς ἀλήθειες τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Κατά τά μέσα τοῦ Μαΐου (1983), ὁ Πάπας παραδέχτηκε ὅτι ἡ Καθολική Ἐκκλησία ἔσφαλλε, ὅταν καταδίκασε τόν Γαλιλαῖο ὡς αἱρετικό. «Ἀναφερόμεθα», εἶπε, «εἰς μίαν ἐποχήν κατά τήν ὁποίαν, μεταξύ Ἐκκλησίας (σημ. δική μας: τοῦ Παπισμοῦ) καί τῆς πίστεως εἶχεν ἀναπτυχθεῖ μεγάλη ἀσυνεννοησία, πού ὑπῆρξεν ἀποτέλεσμα τῶν παρεξηγήσεων καί τῶν σφαλμάτων…». Τά παραπάνω ἀνέφερε ὁ Πάπας, μιλώντας σέ ἐκπροσώπους τῆς Ὀργανώσεως «Ἐπιστήμη διά τήν Εἰρήνην», σέ συγκέντρωση πού ἔγινε στή Σάλα Ρέτζα τοῦ Ἀποστ. Ἀνακτόρου. Στήν Παπική ἀκρόαση ἦσαν παρόντες γύρω στούς 200 ἐπιστήμονες, μεταξύ τῶν ὁποίων 33 κάτοχοι τοῦ βραβείου Νόμπελ. Πάντως καί τήν ἀλήθεια 18
αὐτή τήν ὑπογραμμίζομε, μέ τά θλιβερά, ὁπωσδήποτε, καί ἀπαράδεχτα, πού ἔλαβαν χώρα μεταξύ τῶν Παπικῶν καί τοῦ Γαλιλαίου, ἀλλά καί τονίζομε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἔχει καμιά ἀπολύτως σχέση. Στήν Ὀρθοδοξία ἐπικράτησε πάντοτε τό πνεῦμα τοῦ σεβασμοῦ πρός τήν Ἔρευνα καί τήν Ἐπιστήμη. Ἀλλά ἀκόμη καί στήν περίπτωση πού ἔσφαλλε ὁ Χριστιανισμός (ἡ Παπική δηλαδή Ἐκκλησία), καταδικάζοντας ἕνα Γαλιλαῖο, ἀλήθεια, σκέφτηκε κανείς, μελετώντας ἀντικειμενικά τήν Ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ, πόσους θεράποντας τῆς Ἐπιστήμης ἀνάδειξε μέσα ἀπό τά σπλάχνα του καί μάλιστα ἱερωμένους; Πρίν προχωρίσομε, ἀναφέροντας ὀνόματα τῆς Χριστιανικῆς Δύσεως ἐπιστημόνων ἱερωμένων, χωρίς νά θεωρηθεῖ ὅτι κάνομε ἀπολογητική ὑπέρ τοῦ Παπισμοῦ, θά ἀναφερθοῦμε σύντομα σέ μιά ἀπό τίς πιό φωτεινές περιόδους τοῦ Ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ, τό Βυζάντιο. Ἐπειδή, ὅταν γίνεται λόγος γιά τήν περίοδο αὐτή ἡ ἀσύστολη προπαγάνδα τῶν προοδευτικῶν δέν ἔχει ὅρια, ὥστε νά καταφέρει τούς πολλούς νά νομίζουν ὅτι πρόκειται γιά μιά σκοτεινή περίοδο καί ὅτι, κατά τά χρόνια τῆς Βυζαντινῆς περιόδου, δέν ἀναπτύχθηκαν οἱ θετικές ἐπιστῆμες. Γι᾿ αὐτό θά ἀναφερθοῦμε δι᾿ ὀλίγων, μέ σκοπό νά πληροφορηθοῦν ὅτι ἄλλο ἡ περίοδος αὐτή στή Δύση, ὅπου πράγματι ὑπῆρξε ὁ σκοτεινός Μεσαίωνας καί ἄλλο ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολή, τό Ἀνατολικό Ρωμαϊκό κράτος, ἡ Ρωμιοσύνη, ὅπου ἄνθισαν οἱ Τέχνες, οἱ Ἐπιστῆμες, τά Γράμματα. Στή Δύση, κατά τόν 4ο καί 5ο αἰώνα μέ τή μετανάστευση καί εἰσβολή τῶν λαῶν Οὔννων, Γότθων, Ὀστρογότθων, Βησιγότθων, ἀκολούθησε ἡ μεγάλη μεσαιωνική νύχτα. Ἡ Δυτική Εὐρώπη ἔζησε τόν σκοτεινό Μεσαίωνα μέχρι τόν 11ο ἀκόμη καί μέχρι τόν 14ο αἰώνα καί διετέλεσε ἐπιστημονικῶν ὑπό χειμερία νάρκη. Ἀντίθετα στό Βυζάντιο ἀνεπτύχθησαν οἱ Τέχνες, οἱ Ἐπιστῆμες, τά Γράμματα καί ἀπό τόν 14ο κυρίως αἰώνα ἄρχισαν νά φθάνουν στή Δύση φωτισμένοι ἄνδρες ἀπό τό Βυζάντιο, πού αὐξήθηκαν κατά τόν ἑπόμενο αἰώνα καί μετέφεραν τόν πνευματικό πλοῦτο, πού
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
δημιούργησε ὁ Ἑλληνισμός τῆς Αὐτοκρατορίας τοῦ Βυζαντίου. Ἔτσι, τό Ἑλληνορθόδοξο πνεῦμα, πού εἰσόδευσε στή Δυτική Εὐρώπη ἔγινε ἡ μαγιά τῆς Ἀναγέννησης τοῦ Δυτικοῦ κόσμου. Ἐπισημαίνομε τήν ἱστορική αὐτή ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἐσκεμμένως παραθεωρεῖται ἤ ἀποκρύπτεται, καταφέρνοντας ἔτσι νά ἀντιστρέψει τούς ὅρους καί νά γίνεται λόγος γιά μετακένωση τοῦ πολιτισμοῦ ἀπό τή Δύση στήν Ἀνατολή, ἐκμεταλλευόμενοι τούς σκοτεινούς αἰῶνες τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας. Ὅλη αὐτή ἡ ἀλήθεια μετετράπη σ᾿ ἕνα δαιμονικό κόμπλεξ γιά τούς διανοουμένους τῆς Δύσεως, ὥστε καίτοι γνωρίζουν καλά ὅτι οὐδέποτε οἱ τῆς τοῦ Ἀνατολικοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους Ρωμαῖοι - Ρωμιοί ὀνόμασαν τούς ἑαυτούς των βυζαντινούς καί τήν Αὐτοκρατορία Βυζαντινή, ἀπό τόν 16ο αἰώνα καί μετά χρησιμοποιοῦν αὐτόν τόν ὅρο ὑποτιμητικά, παρμένο ἀπό μιά ὑποβαθμισμένη περιοχή τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Εἰσηγητής αὐτοῦ τοῦ ἱστορικοῦ ψεύδους φέρεται ὁ Ἰάκωβος Βόλφ, πού εἰσηγήθηκε τό 1562 τήν ἵδρυση Corpus Historia Byzantinae ὅταν τό 1680 ὁ Κάρολος Δουκάκιος τιτλοφόρησε τό ἱστορικό του βιβλίο Historia Byzantina. Τή σωστή, ὅμως, ἀπάντηση τή δίνουν διάσημοι Εὐρωπαῖοι ἱστορικοί. Ὁ Ἄγγλος ἱστορικ ός Κάρολος Ντήλ γράφει στό σύγγραμμά του «Les Grands Problemes de l’ Histoire Byzantine, σελ. 173-4: «Τό Βυζάντιο δημιούργησε λαμπρόν πολιτισμό, τόν λαμπρότερον ἴσως, ὁ ὁποῖος εἶδε τό φῶς μέχρι τό 1100 στή χριστιανική Εὐρώπη. Μέ αὐτόν δέ τόν λαμπρό, τόν πνευματικό καί τεχνικό, ἐξάσκησε εὐρεία ἐπίδραση σέ ὅλους τούς λαούς τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης». Ἄλλος Ἄγ γλ ο ς ἱ σ τορ ικ ό ς , ὁ W. C . D ampier (Ντάμπιερ), ὑποστηρίζει ὅτι: «Ἡ Βυζαντινή Αὐτοκρατορία παρέμεινε τό θεμέλιο τοῦ πολιτισμοῦ στούς δυσχερέστερους χρόνους τοῦ βαρβαρισμοῦ στή Δυτική Εὐρώπη. Ὁ ρόλος τοῦ Βυζαντίου στήν ἐξέλιξη τῶν ἐπιστημῶν καί ἰδιαίτερα τῶν μαθηματικῶν καί τῆς ἀστρονομίας εἶναι σημαντική». Ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης ἔδωσε τά φῶτα καί σκόρπισε τό σκοτάδι, πού ἐπικρατοῦσε τότε στή Δυτική Εὐρώπη. Στή συνέχεια
θά παρουσιάσομε μέ συντομία μερικούς ἀπό τούς ἱερωμένους ἐκείνους, πού στολίζουν τό πάνθεον τῶν διακόνων τῆς παγκόσμιας ἐπιστημονικῆς σκέψης. Β Α Κ Ω Ν Ρ Ο Γ Η Ρ Ο Σ (1220 - 1294), Ἄγγλος, Φραγκισκανός μοναχός, ἀσχολήθηκε μέ τή φιλοσοφία, θεολογία, φυσική, χημεία καί ἀστρονομία. Τό ἔργο του εἶναι τεράστιο. Γνώριζε λατινικά, ἑβραϊκά, ἀραβικά καί ἑλληνικά. Ἀσχολήθηκε ἰδιαίτερα μέ τή φυσική, τή χημεία καί τήν ἀστρονομία. Ἀνακάλυψε τόν μεγεθυντικό φακό. Διαπίστωσε τά λάθη τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου καί ζήτησε τή μεταρρύθμισή του. Πίστευε ὅτι ἡ μαθηματική ἐπιστήμη εἶναι ἡ βάση ὅλων τῶν ἐπιστημῶν. Ἔγραψε πολλά ἔργα μεταξύ τῶν ὁποίων καί τήν τριλογία: OPUS Mays (μεῖζον), OPUS MINYS (ἐλάσσον) καί OPUS TERTIUM (Τρίτον), γιά νά ἀποδείξει ὅτι οἱ ἐπιστημονικές γνώσεις ὄχι μόνο δέν εἶναι ἀντίθετες, ἀλλά βοηθοῦν τή χριστιανική πίστη στό ἔργο τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου. Τά ἔργα του ἐνθουσίασαν τόν Πάπα Κλήμη, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐπέτρεψε νά γυρίσει στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης, ὅπου συνέχισε τίς σπουδές καί τίς μελέτες του. ΚΙΡΧΕΡ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (1602 - 1680), Γερμανός, Ἰησουίτης ἱερέας, φιλόσοφος, μαθηματικός, ἀνατολιστής. Διετέλεσε Καθηγητής τῆς ἑλληνικῆς στό Κόμπλεντς, τῶν μαθηματικῶν καί τῶν ἀνατολικῶν γλωσσῶν στό Βύρσμπουργκ. Ἦταν ὁ πρῶτος πού χρησιμοποίησε τό μικροσκόπιο στή διερεύνηση τῶν ἀσθενειῶν καί θεωρεῖται ὁ ἐφευρέτης τῆς μαγικῆς λυχνίας. Ἵδρυσε δέ περίφημο μουσεῖο στή Ρώμη, πού ἔχει τό ὄνομά του. Χαρτογράφησε τά θαλάσσια ρεύματα καί διέπρεψε σέ δέκα καί πλέον ἐπιστημονικούς τομεῖς. ΚΑΛΒΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟ Φ ΟΡΟΣ (1537 1612), Γερμανός, Ἰησουίτης μοναχός, μαθηματικός καί ἀστρονόμος. Δίδαξε μαθηματικές ἐπιστῆμες στή Ρώμη. Ὑπῆρξε ὁ κύριος συντελεστής τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης. Μερικοί τόν ὀνόμασαν «Εὐκλείδη τοῦ 16ου αἰώνα». Ἀπό τά συγγράμματά του ξεχωρίζουν: Τά «Στοιχεῖα» τοῦ Εὐκλείδη καί ἡ «Ἑρμηνεία τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου». ΛΑΤΡΕΪΓ ΠΙΕΡ ΑΝΤΡΕ (1762 - 1833), Γάλλος ἱερεύς, φυσιοδίφης. Καθηγητής καί 19
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ἀκαδημαϊκός ἐργάστηκε στό Μουσεῖο Φυσικῆς Ἱστορίας τοῦ Παρισιοῦ, μέ συνεργάτες τόν Κιβιέ καί τόν Λαμάρκ. Διαδέχτηκε τόν Λαμάρκ στήν ἕδρα τῆς ζωολογίας τῶν ἀσπονδύλων. Τό ἐπιστημονικό του ἔργο ἔχει δημοσιευθεῖ σέ 14 τόμους. ΛΕΜΑΙΤΡ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (1894 - 1966), Βέλγος, ἱερεύς, μαθηματικός καί κοσμολόγος, καθηγητής τῆς ἀστροφυσικῆς στό Πανεπιστήμιο τῆς Λουβένης. Ὁ Λεμαίτρ εἶναι ὁ εἰσηγητής τῆς θεωρίας τῆς «μεγάλης ἐκρήξεως» (BIG BANG ) μπίγκ μπάνγκ. Ἐπειδή τό ἔργο του δίνει ὁλοκληρωμένη εἰκόνα τῶν φυσικῶν συνθηκῶν πού ἐπικρατοῦσαν στό «πρώιμο Σύμπαν», χαρακτηρίστηκε ὡς «ὁ πατέρας τῆς Μεγάλης Ἐκρήξεως». Κατά τή θεωρία αὐτή, ἡ ἀπομάκρυνση τῶν γαλαξιῶν ὀφείλεται σέ μιά τεράστια ἔκρηξη ἑνός «ἀρχικοῦ ἀτόμου» πυκνοῦ καί ἐξαιρετικά θερμοῦ, στό ὁποῖο ἦταν συγκεντρωμένη ὅλη ἡ ὕλη τοῦ σύμπαντος. Τήν ἔκρηξη αὐτή τοποθετεῖ πρίν ἀπό 10 ἤ 12 δισεκατομμύρια χρόνια. Μ Ε Ρ Σ Ε Ν Μ Α ΡΙ Ν ΟΣ (1588 - 1648), Γάλλος, Φραγκισκανός μοναχός, μαθηματικός καί φυσικός. Ἐπιμελητής ἐκδόσεων ἔργων τοῦ Εὐκλείδη, τοῦ Ἀρχιμήδη καί τοῦ Ἀπολλωνίου. Ὑπολόγισε τήν ταχύτητα τοῦ ἤχου καί συνέγραψε σημαντικότατο δίτομο ἔργο γιά τήν ἱστορία τῆς μουσικῆς. ΜΕΝΤΕΛ ΓΚΡΕΓΚΟΡ ΓΙΟΧΑΝ (1822 1884), Αὐστριακός, μοναχός καί ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῶν Αὐγουστινιανῶν τῆς BRUNN, βιολόγος καί βοτανολόγος. Ἀνήκει στήν κατηγορία τῶν ἀνθρώπων, πού δίκαια ὀνομάζονται θεμελιωτές μιᾶς ἐπιστήμης. Τόν τίτλο αὐτό τόν δικαιοῦται γιατί τά ἐπιστημονικά συμπεράσματά του (πού στή γενική τους μορφή ἰσχύουν ἴσαμε σήμερα), ἔγιναν ἀφετηρία γιά τή δημιουργία ἑνός τελείως νέου βιολογικοῦ κλάδου, τῆς Γενετικῆς, πού ἐξετάζει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο κληρονομοῦνται τά διάφορα χαρακτηριστικά. Τόπος τῶν πειραμάτων του ἦταν ὁ κῆπος τῆς Μονῆς, ὁλόκληρη δέ ἡ Μονή ἀποτελοῦσε ἐπιστημονικό ἐργαστήριο, ὅπου ἐκτός ἀπ᾿ αὐτόν, ἀρκετοί μοναχοί καλλιεργοῦσαν τή θε20
ωρητική καί πρακτική ἐπιστήμη. ΟΥΟ Λ Ι Σ Ι Ω Α Ν Ν Η Σ (1616 - 1703), Ἄγγλος, ἱερεύς, μαθηματικός. Διετέλεσε καθηγητής στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης. Θεωρεῖται ὁ πρόδρομος τοῦ ἀπειροστικοῦ λογισμοῦ, γιά τή μελέτη τῆς γεωμετρίας. Σημαντική εἶναι ἡ προσφορά του στά μαθηματικά, τή μηχανική, τήν ἀκουστική, τήν ἀστρονομία, στό φαινόμενο παλίρροια, τή βοτανική, τή φυσιολογία καί τή γεωλογία. Στό ἔργο του «Ἀριθμητική τῶν ἀπείρων», περιέχεται καί ὁ τύπος (γνωστός ὡς ἀπειρογινόμενο τοῦ Οὐόλις). ΣΠΑΛΛΑΝΖ ΣΑΝΙ ΛΑΖΑΡΟΣ (1729 1799), Ἰταλός, ἱερεύς, φυσιοδίφης καί βιολόγος. Καθηγητής τῆς λογικῆς καί τῆς ἑλληνικῆς στό Πανεπιστήμιο τοῦ Ρηγίου. Ἀσχολήθηκε μέ τίς φυσικές ἐπιστῆμες καί διετέλεσε καθηγητής τῆς φυσικῆς στό Πανεπιστήμιο τῆς Παβίας. Ἐκεῖ ἐνήργησε φυσιολογικά πειράματα πού τόν κατέστησαν ἔνδοξο. Κατέγινε σέ εἰδικές μελέτες περί πέψεως, ἀναπνοῆς, κυκλοφορίας, ὡς καί τῆς γονιμοποιήσεως τῶν ζώων. Ὑπῆρξε πρόδρομος τοῦ Παστέρ. Κύριο ἔργο του: «Μελέται περί φυσικῆς ἱστορίας τῶν ζώων καί τῶν φυτῶν». ΣΤΕΝΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΣ (1638 - 1686), Δανός, ἱερεύς τό 1675 καί μετά ἐπίσκοπος. Σπούδασε ἰατρική χαρακτηρίζεται ὡς ἡ ἐξοχότερη φυσιογνωμία τῆς ἐπιστήμης, στήν ἐποχή του. Ζοῦσε σκληρή ἀσκητική ζωή. Ὡς ἀνατόμος ἀσχολήθηκε κυρίως μέ τή μελέτη τῶν ἀδένων καί τῶν σχέσεών τους πρός τό λυμφατικό σύστημα καί ἀνέπτυξε τή μαθηματική θεωρία τῆς μυϊκῆς ἐνέργειας. Ἐπίσης κατέγινε μέ τήν ἀνατομία τῶν θαλασσίων κητῶν καί τή γεωλογία. ἔγραψε περισπούδαστα ἔργα ἀνατομίας καί γεωλογίας. ΧΟΡΡΟΚΣ ΙΕΡΕΜΙΑΣ, Ἄγγλος, ἐφημέριος του Λάνκασαιρ, πού πέθανε σέ ἡλικία 24 ἐτῶν. «Ἀπέδωσεν ἐλλειπτικήν τροχιάν εἰς τήν Σελήνην καί προεῖπε - καί παρατήρησε (τό 1639) διά πρώτην καταγεγραμμένην φοράν τήν διάβασιν τῆς Ἀφροδίτης διά τοῦ Ἡλίου». Οἱ ὑποθέσεις τοῦ νεαροῦ ἐφημερίου Χόρροκς «ἐπί τῶν δυνάμεων, αἱ ὁποῖαι κινοῦν τούς πλανήτας, ἐβοήθησαν τόν Νεύτωνα εἰς τήν θεωρίαν τῆς παγκοσμίου ἕλξεως» (DURANT) ὅ.π.,
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Τόμ. Ζ΄, σελ. 187). Ἄν κάναμε τήν παραπάνω ἐπιλογή ἀπό τό χῶρο τῆς Χριστιανικῆς Δύσης, αὐτό, βεβαίως, δέν θά πεῖ ὅτι δέν ἔχομε νά παρουσιάσουμε ἱερωμένους τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, πού διέπρεψαν στήν ἐπιστημονική ἔρευνα, ἀναφέραμε ἤδη μερικούς παραπάνω. Ἀλλά, ἐπειδή συνήθως οἱ κατήγοροι τοῦ Χριστιανισμοῦ μιλοῦν γιά Μεσαίωνα καί Μεσαίωνας, ὅπως συνήθως τόν ἐννοοῦν αὐτοί, δέν ὑπῆρξε μόνο στή Δύση, ἀλλά τόν ἐπεκτείνουν ἀδιάκριτα σέ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσμο, γι’ αὐτό κάναμε αὐτή τή διάκριση τονίζοντας ὅτι, ὕστερα ἀπό τήν κατάλυση τοῦ Δυτικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους τό 476 (ἀφετηρία τῆς μεσαιωνικῆς ἱστορίας), ἡ Δύση βυθίστηκε στό σκοτάδι, ἐνῶ ἡ Ἀνατολή ἀνέλαβε τά σκῆπτρα γιά νά συνεχίσει καί συνέχισε μέ νέες δυνάμεις καί μέ νέο πνεῦμα, χτίζοντας πάνω σε νέες βάσεις ἕναν πολιτισμό, τόν Βυζαντινό, πού ἁπλώθηκε εὐεργετικά σ᾿ ὅλες τίς χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης καί στούς λαούς τῆς Ἀνατολῆς. Στή Δύση κατά τόν 4ο καί 5ο αἰώνα μέ τήν μετανάστευση καί εἰσβολή τῶν λαῶν Οὔνων, Γότθων, Ὀστρογότθων, Βησιγότθων κ.λπ., ἀκολούθησε ἡ μεγάλη μεσαιωνική νύκτα στήν Δυτική Εὐρώπη, ἡ ὁποία ἔζησε τόν σκοτεινό της Μεσαίωνα. Ἀντίθετα στό Βυζάντιο ἀνεπτύχθησαν οἱ τέχνες, οἱ Ἐπιστῆμες, τά Γράμματα καί ἀπό τό τέλος τοῦ 14ου αἰώνα ἄρχισαν νά φθάνουν στή Δύση φωτισμένοι ἄνδρες ἀπό τό Βυζάντιο, πού αὐξήθηκαν κατά τόν ἑπόμενο αἰώνα καί μετέφεραν τόν πνευματικό πλοῦτο πού δημούργησε ὁ Ἑλληνισμός τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Βυζαντίου. Μέ τόν τρόπο αὐτό τό ἑλληνορθόδοξο πνεῦμα πού εἰσόδευσε στήν Εὐρώπη, ἔγινε ἡ μαγιά τῆς Ἀναγεννήσεως τοῦ Δυτικοῦ κόσμου. Ἐπισημαίνομε τήν ἱστορική αὐτή ἀλήθεια ἡ ὁποία παραθεωρεῖται, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ προπαγάνδα τοῦ Βατικανοῦ κατάφερε σκόπιμα νά ἀντιστρέψει τούς ὅρους καί νά γίνεται λόγος γιά τή μετακένωση τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς Τέχνης καί τῆς Ἐπιστήμης ἀπό τή Δύση στήν Ἀνατολή, ἐκμεταλλευόμενοι τούς σκοτεινούς αἰῶνες τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας.
Τό 330 μ. Χ. ὁ Μέγ ας Κων σ ταν τῖν ος ἵδρυσε τό Πανδιδακτήριον, τό ὁποῖο διοργάνωσε ὁ Θεοδόσιος Β΄ (525 μ.Χ.), ἀπό τό ὁποῖο παρέλασαν διακεκριμένοι καθηγητές. Ἀπό τά βασικά μαθήματα πού δίδασκαν σ᾿ αὐτό ἦταν: ἡ Ἀστρονομία, ἡ Ἀριθμητική καί ἡ Γεωμετρία. Τό 367 μ.Χ. ἱδρύθη στήν Κωνσταντινούπολη βιβλιοθήκη μέ «ἀντιγραφικό ἐργαστήριο» καί ἀπό τό ἐργαστήριο αὐτό ἀντιγράφηκαν καί διασώθηκαν ὁ Πλάτων, ὁ Ἀριστοτέλης, ὁ Δημοσθένης, ὁ Ἰσοκράτης καί ὁ Θουκυδίδης. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες παράλληλα μέ τή θεολογία καλλιέργησαν καί τίς θετικές ἐπιστῆμες. Ὁ Συν έσιος, Ἐπίσκοπος Κυρήνης (370-413) ἀσχολήθηκε ἰδιαίτερα μέ τήν Ἀστρονομία καί τή Φυσική. Ὁ Μέγ ας Φώτιος, γεωγράφος, ἀρχαιολόγος, μαθηματικός καί ἰατρός. Ὁ Μιχαήλ Ψε λ λός, τό φωτεινότερο πνεῦμα τῆς ἐποχῆς του, ἐκτός ἀπό τή φιλοσοφία καί τίς τρεῖς τεχνικές ἐπιστῆμες δίδαξε καί τίς τέσσερις μαθηματικές ἐπιστῆμες. Μία ἀπό τίς κυριότερες μορφές τῆς Ἀναγεννήσεως τῶν γραμμάτων καί τῶν ἐπιστημῶν ἦταν ὁ Λέων ὁ φιλόσοφος καί μαθηματικός. Χωρίς αὐτόν θά ἦταν ἀδιανόητη ἡ ἀναγέννηση τῶν μαθηματικῶν σπουδῶν στή Δύση. Εἶναι αὐτός, πού ἐπινόησε τά γράμματα γιά τίς ἀλγεβρικές πράξεις. Ὁ Ἄγγλος καθηγητής τῆς Μεσαιωνικῆς Ἱστορίας στό Πανεπιστήμιο τοῦ Καίμπριτζ Στῆβεν Ράν σιμαν, γράφει: «Κατά τούς 21
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τρεῖς τελευτα ίους αἰῶνες πρίν ἀπό τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐνῶ τό Βυζάντιο κατέρρεε πολιτικῶς, παρουσίαζε μιά πολιτιστική ἄνθηση. Συνέπεια τῆς ἀν θ ή σ ε ω ς αὐτῆς ἦταν ἡ ἔντονη καλλιέργεια τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν. Ὑπῆρχε μιά διαδοχική σειρά ἀπό ἔξυπνους καί ἐφευρετικούς ἐπιστήμονες, τῶν ὁποίων ὅμως οἱ ἀνακαλύψεις δέν ἦταν δυνατόν νά ἐφαρμοσθοῦν πρακτικά γιατί τό κράτος ἦταν φτωχό». Ἀλλά καί μετά τήν πτώση τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολή καί μέσα στό σκοτάδι καί τή βαρβαρότητα τοῦ ἀσιάτη κατακτητῆ, ἀνέδειξε φωτεινές μορφές ἱερωμένων, πού διέπρεψαν καί θεράπευσαν τά ἀνθρωπιστικά γράμματα καί τίς φυσικές ἐπιστῆμες. Ὁ Μεσαίωνας στήν Εὐρώπη ἔχει δύο σελίδες: μιά μαύρη καί μιά λευκή. Ἀλλά οἱ κατήγοροι τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀρέσκονται στό νά τά βλέπουν ὅλα μαῦρα. Προβάλλουν μόνο τή μιά σελίδα τοῦ Μεσαίωνα τῆς Δύσεως, τῆς ὁποίας τίς μελανές πτυχές ἐπεκτείνουν καί στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή. Στό θέμα αὐτό δέ θά ἐπεκταθοῦμε περισσότερο. Θά τελειώσουμε, ὅμως, μέ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τά τελευταῖα γραφτά τοῦ Εὐάγγελου Παπανούτσου καί δέν πιστεύω νά βρεθεῖ κανείς, τουλάχιστον ἀπό τούς … προοδευτικούς, πού νά τόν χαρακτηρίσει σκοταδιστή. Γράφει, λοιπόν, ὁ Παπανοῦτσος στό «Βῆμα τῆς Κυριακῆς» (23.11.1980), ὅτι «ὁ Μεσαίωνας στή Δυτική Εὐρώπη εἶναι μιά μεγάλη, ἀπό πολλές ἀπόψεις μιά θαυμαστή ἐποχή. Ἁπλώνεται περίπου σέ χίλια χρόνια, ἀπό τότε πού τά γερ22
μανικά φύλα κατάλυσαν τό δυτικό ρωμαϊκό κράτος, ἕως τήν Ἀναγέννηση, στήν Ἰταλία πρῶτα καί ὕστερα στίς ἄλλες εὐρωπαϊκές χῶρες». Καί παρακάτω: «Στόν μεσαίωνα φορτώνουμε ὅλες τίς ἀνασχετικές τάσεις, τίς δειλίες, τίς προχειρότητες, τίς μωρίες τοῦ σκοταδισμοῦ καί στούς νέους χρόνους ἀναφέρουμε ὅλα τα προοδευτικά ρεύματα, τά εὑρήματα τῆς τέχνης καί τίς κατακτήσεις τῆς ἐπιστήμης, πού ἀνανεώνουν τή συνείδηση καί τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Λάθος, γιατί λησμονοῦμε ἕνα βασικό ἀξίωμα τοῦ ἱστορικοῦ σχηματισμοῦ: ὅτι τό “νέο” δέν ἔρχεται ποτέ διά μιᾶς, ἀλλά προπαρασκευάζεται ἐπί μακρό χρόνο, κυοφορεῖται στό παρελθόν, καί τό “παλιό” δέν ἐξαφανίζεται ἀμέσως, ἀλλά ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει καί νά δρᾶ, νά ἐπιζεῖ στό μέλλον. Νέα ἐποχή, λοιπόν, ἀναγέννηση, διαφωτισμό ἔχουμε καί πρίν ἀπό τό 1600, στούς χρόνους τοῦ Μεσαίωνα, καί ἀπό τό ἄλλο μέρος μεσαιωνικό δογματισμό, σκέψη γεωκεντρική καί ἀνθρωποκεντρική (…) ἔχουμε καί ἔπειτα ἀπό τό 1800. Καί τόν 18ο καί τόν 19ο καί τόν 20ό αἰώνα». Ἀπό τόν 18ο αἰώνα σημειώνομε τόν Καγκ ε λ λάριο Ἀ λέξαν δρο, λόγιο, ἰατροφιλόσοφο καί θεολόγο. Ἀσχολήθηκε μέ θέματα ψυχολογίας, ἀλλεργίας, γαστρεντερολογίας καί ἔθεσε ὑπό κριτικό ἔλεγχο ἀπόψεις τοῦ Ἀριστοτέλους καί Θεοφίλου τοῦ Κορυδαλλέως, μέ τό ἔργο του: Καγκελλαρίου - Κορυδαλλέως: Ὑπομνήματα = «Εἰς ἅπασαν τήν λογικήν τοῦ Ἀριστοτέλους ὑπομνήματα καί ζητήματα ὑπό τοῦ σοφοτάτου κυρίου κυρίου Θεοφίλου Κορυδαλλέως ἐκτεθέντα, νῦν δέ πρῶτον τύποις ἐκδοθέντα καί μεθ᾿ ὅσης οἱόν τέ ἥν τῆς ἀκριβείας διορθωθέντα παρά κυρίου Ἀλεξάνδρου Καγκελλαρίου, Ἑνετίησι 1729». Κα λλιρρόης Γρηγόριος, ἰατρός καί πρεσβύτερος. Ἀσχολήθηκε μέ ζητήματα ὑγιεινοδιαιτητικής καί μακροβιότητος. Κύριο ἔργο του: Καλλιρρόη, ἐν Βενετίᾳ 1829. Μεθό διος Καυσοκ α λυβίτης, διαιτολόγος ἰατρός. Ἐρευνᾶ θέματα ὑγιεινῆς διατροφῆς. Ἔργο του: Methodius, Περί διαίτης = Methodius causokalybitus. Οἰκονόμος Κωνσταντῖνος: Λόγιος πρεσβύτερος. Πραγματεύεται θέματα ἰατρικῆς, ψυχολογίας καί φιλοσοφίας, εὐφυΐας, νοήσεως, αἰσθητικῆς κρίσεως.
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἀπό τόν 19ο αἰώνα σημειώνομε τόν Πύρρο Διον ύσιο, ἐρευνητή, ἰατρό, φαρμακολόγο καί κληρικό. Πρῶτος Πρόεδρος τῆς ἐν Ἀθήναις ἰατρικῆς Ἑταιρείας. Ἔργα του: α) Πύρρου, Ἐγκόλπιον = Ἐγκόλπιον τῶν ἰατρῶν, ἤτοι ἰατρική συντεθεῖσα παρά τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Διονυσίου Πύρρου τοῦ Θετταλοῦ, ἰατροφυλόσοφου καί διδασκάλου εἰς τό ἐν Ἀθήναις πρώην Ἐπιστημονικόν Σχολεῖον, εἰς δύο τόμους, ἐν Ναυπλίῳ 1831. β) Πύρρου Φαρμακοποιία, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1818. Ἀπό τόν 20ό αἰώνα ἀναφέρομε τόν Ἅγ ιο Ἀρχιεπίσκοπο Λουκᾶ τόν ἰατρόν, κατά κόσμον Βαλεντίν Βόϊνο-Γιασενέτσκι, πού γεννήθηκε τό 1877, στό Κέρτς τῆς Κριμαίας. Τό 1920 ἐξελέγη καθηγητής στό πανεπιστήμιο τῆς Τασκένδης. Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ὡς ἰατρός δημοσίευσε σαράντα ἐπιστημονικά ἔργα. Τά πρῶτα 12 χρόνια τῆς δραστηριότητάς του εἶχε ἤδη δημοσιεύσει τά δεκαεννέα ἀπό τά σαράντα ἔργα του. Τόν ἀπασχολοῦσε πολύ ἡ γενική ἀναισθησία, πού ὅπως ἔλεγε, τήν ἐποχή ἐκείνη «ἦταν πολύ πιό ἐπικίνδυνη ἀπό τήν ἴδια τή χειρουργική ἐπέμβαση». Γύρω στό 1909 κατάφερε νά βρεῖ ἕναν ἁπλό καί σίγουρο μαζί τρόπο τοπικῆς ἀναισθησίας. Μέ τή δική του μέθοδο ἔκανε 538 ἐγχειρήσεις μέ μεγάλη ἐπιτυχία. Τότε ἦταν 33 ἐτῶν. Ἕνα κλασικό ἔργο του, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε τό 1934 εἶναι τό βιβλίο Δοκίμια γιά τήν χειρουργική τῶν πυογόνων λοιμώξεων. Τιμήθηκε μέ τό Βραβεῖο Στάλιν, τήν κορυφαία διάκριση τῆς προπολεμικῆς Ρωσίας. Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ἦταν πάντοτε πιστός Χριστιανός. Δέν ἔχανε λειτουργία καί παρακολουθοῦσε ὄρθιος ὅλες τίς παννυχίδες καί τούς ὄρθρους, τά Σάββατα, τίς Κυριακές καί τίς ἡμέρες τῶν ὀρθοδόξων γιορτῶν. Στό χειρουργεῖο εἶχε πάντα τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, μπροστά στήν ὁποία προσευχόταν γιά λίγα λεπτά πρίν ἀπό κάθε ἐπέμβαση. Ἔπειτα, μ᾿ ἕνα βαμβάκι ποτισμένο στό ἰώδιο, ἔκανε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ στό σῶμα τοῦ ἀσθενοῦς, ἐκεῖ πού θά γινόταν ἡ τομή. Μόνο μετά ἀπό αὐτά ἔλεγε μέ ἐπισημότητα «τό νυστέρι». Οἱ ἄθεοι συνάδελφοί του γρήγορα τόν συνήθιζαν καί δέν ἔδιναν σημασία, ἐνῶ οἱ θρησκευόμενοι τά ἔβρισκαν αὐτά πολύ φυσικά.
Σήμερα, ἡ σύγχρονη ἔρευνα, ἔχει ἐπιτελέσει προόδους κι ἔχει ξεκαθαρίσει τά πράγμ α τ α ἀρκετά, σχετικά μέ τήν προσφορά τοῦ χριστιανισμοῦ καί τ ῶ ν ἐκπροσώπων του σέ ὅλα τά ἐπίπεδα τῶν ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν. Τά νοσοκομεῖα τῆς χιλιόχρονης Βυζαντινῆς ἐποχῆς, ἀπό ἀπόψεως ἰατρικῆς περιθάλψεως καί προσφορᾶς εἶναι μοναδικά στήν ἱστορία τοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ, τά ὁποῖα ἀπετέλεσαν ἔκτοτε ὑποδείγματα ὀργανώσεως καί πρότυπα ἀνθρωπισμοῦ καί ἀγάπης. Καί εἶναι δύσκολο νά ὑπολογίσει κανείς πόσα τῆς ὀφείλει ἡ ἀνθρωπότητα σέ θέματα πολιτισμοῦ καί ἰατρικῆς περίθαλψης ὁ νεώτερος πολιτισμός. Ἕνα εἶναι βέβαιο, ὅτι ὅσο ἡ ἱστορική ἔρευνα προχωράει καί ἀποδεκατίζει τίς ἐσφαλμένες ἀντιλήψεις μερικῶν ἱστορικῶν τοῦ 19ου αἰώνα, πού κυοφορήθηκαν μέσα στό ἀντιθρησκευτικό πνεῦμα τοῦ Διαφωτισμοῦ, τόσο περισσότερο θά καταπέφτουν ὡς ἀχυρένια κατασκευάσματα οἱ κατά τοῦ χριστιανισμοῦ προκαταλήψεις καί κατηγορίες γιά σκοταδισμό, καί θά λάμπει ἡ ἀλήθεια. Γιατί ὅλες αὐτές, ὅπως παρατηρεῖ ὁ καθηγητής Ἄμαντος, τίς δημιούργησαν «ἡ ἀκρισία καί ἡ ἀμάθεια». Καί ἐκεῖνο πού θά μένει ἀπό τήν ἔρευνα καί θά λάμπει εἶναι ἡ ἀλήθεια, ὅπως τή διατυπώνει ὁ σύγχρονος διαπρεπής βυζαντινολόγος Diehl, ὅτι «ὀφείλομεν στήν Ἑλληνική μεσαιωνική αὐτοκρατορία περισσότερα παρ᾿ ὅσα ὀφείλομεν εἰς τάς Ἀθήνας τοῦ Περικλέους καί τοῦ Φειδίου». 23
Σωτήριες ἀλήθειες ἀπό τήν Πατερική Γραμματεία καί ἀνθρώπινα λάθη ἤ παραλείψεις (Α Μέρος) Ἀποστόλου Ν. Μουρνέλη, Ἄρχοντος Διδασκάλου τοῦ Γένους, Καθηγητοῦ Πατριαρχικῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης
Προλεγόμενα αθημερινά καταναλώνονται τόνοι ἀπό χαρτί καί μελάνι πανελληνίως καί παγκοσμίως, γιά νά καταγραφεῖ καί νά παρουσιασθεῖ ἡ ἑλληνική καί ξένη εἰδησιογραφία. Ἀμέτρητες ἑταιρεῖες, ὀγκώδη μηχανήματα λειτουργοῦν, χιλιάδες ἄνθρωποι, προσπαθοῦν νά φέρουν σέ πέρας τό ἔργο ἐνημερώσεως τῶν συνανθρώπων τους. Ὁρισμένες φορές μία πρωτόγνωρη εἴδηση, μία πρωτοφανής ἀποκάλυψη συνοδεύεται καί μέ ἐπαίνους, χρηματικά βραβεῖα κ.ἄ. Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀναζητοῦν μία εὐκαιρία γιά νά ἐξασφαλίσουν ὁλόκληρη τή γήινη τή ζωή τους. Κι ὅμως οἱ λησμονημένες ἀλήθειες δέν καταχωροῦνται στά ἔντυπα πληροφόρησης ἤ ὅταν γίνεται αὐτό, μπαίνουν στά ψιλά γράμματα «ὡς ὑποσημειώσεις» καί δέν ἀναγινώσκονται. Στό παρόν ἄρθρο μας θά παρουσιάσομε ὁρισμένα ἀνθρώπινα σφάλματα καί παράλληλα κάποιες ἀπό αὐτές τίς ἀλήθειες, ἀρκετές κατά τή γνώμη μας, γιά νά ἀλλάζουν τήν πορεία πού ἀκολουθοῦμε, νά μᾶς προβληματίσουν καίρια, νά μᾶς βοηθήσουν νά θεωρήσομε τίς ἐπιλογές τῆς ζωῆς μας, ὡς μέσα ἑνώσεως μετά τοῦ Θεανθρώπου καί ὄχι ὡς στοιχεῖα ἱκανοποιήσεως κοσμικῶν, ἀνθρωπίνων ἀναγκῶν. Ἀπολυτοποίηση τοῦ σχετικοῦ καί σχετικοποίηση τοῦ ἀπολύτου Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος διέρχεται μία βαθύτατη πρωτίστως πνευματική καί δευτερευόντως οἰκονομική κρίση. Θεωρεῖ ὅτι ἐάν ἐπιτύχει ὑλικά ἀγαθά, πλοῦτο, δόξα, τιμή, ἐξουσία θά λύσει ὅλα του τά προβλήματα, λησμονώντας ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἐντός καί ἐκτός τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι δέν στεροῦνται ἀγαθῶν, κι ὅμως δέν ἔχουν ἀνάπαυση στήν ψυχή τους. Ἔτσι ἀκουσίως ἤ ἑκουσίως ἀπολυτοποιεῖ τό σχετικό, τήν ὕλη καί σχετικοποιεῖ τό ἀπόλυτο, τή διττή ὑπόστασή
Κ
24
του, τό δημιουργό του. Κατά τόν Ἰωάννη τό Χρυσόστομο, «Οὐ γάρ ἐστίν ἀνάγκη παρά Θεῷ˙ ἀνώτερος νόμων ἐστί»1, δηλαδή ὁ Θεός εἶναι πέρα ἀπό τούς φυσικούς νόμους ὡς δημιουργός τοῦ σύμπαντος καί καλεῖται ὁ ἄνθρωπος διά τῆς κτίσεως καί δι’ ἄλλων μέσων νά τόν γνωρίσει. Σέ ἑρμηνευτική του ὁμιλία λέγει· «Ἡ κτίσις ἅπασα αὐτόν ἀνακηρύττει… τοῦ ἀνθρώπου αὐτή ἡ κατασκευή, αἱ τιμαί αἱ παρ’ αὐτοῦ δεδομέναι, αἱ κολάσεις, αἱ εὐεργεσίαι, αἱ οἰκονομίαι, τά διά τῶν προφητῶν προαναπεφωνημένα, τά θαύματα τά διάφορα»2. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά ἐπιδιώξει τή θεογνωσία, τό «ἀπόλυτο», προσπαθεῖ μέ τό «σχετικό» νά ἱκανοποιήσει τίς ὑπαρξιακές του ἀνάγκες. Τό φαγητό καί τό ποτό εἶναι μία διέξοδος, πρόσκαιρη βέβαια, ἀλλά δέν δίδει οὐσιαστική λύση. Ὁ ἐμπνευσμένος ρήτωρ βροντοφωνάζει· «Οὐδέ γάρ διά τοῦτο εἰς τόν βίον τοῦτον παρήχθημεν, ἵνα μόνον ἐσθίωμεν καί πίνωμεν. Οὐ τό ζῆν διά τό φαγεῖν καί πιεῖν γέγονεν, ἀλλά καί διά τό ζῆν τό φαγεῖν καί τό πιεῖν»3. Ἐπίσης ἡ ἐπιδίωξη τοῦ σωματικοῦ κάλλους, ἡ συγκέντρωση χρημάτων, ἡ κατάληψη ὑψηλῶν ἀξιωμάτων, δέν εἶναι ὁ κύριος σκοπός τῆς ζωῆς, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι τά προηγούμενα ἀπορρίπτονται ὡς περιττά. Ὁ χρυσοῦς τῷ στόματι Πατήρ ἐπισημαίνει: «Δέν πρέπει οἱ προσευχόμενοι νά ζητοῦν αὐτά πού φεύγουν καί χάνονται, οὔτε τήν ὀμορφιά τοῦ σώματος, πού μαραίνεται ἀπό τό χρόνο καί καταστρέφεται ἀπό τήν ἀρρώστια καί σκεπάζεται ἀπό τό θάνατο· γιατί τέτοιο εἶναι τό σωματικό κάλλος… οὔτε νά ἐπιζητοῦν τόν πλοῦτο χρημάτων, πού σάν τά νερά τῶν ποταμῶν ῥέει πρός κάποια κατεύθυνση καί μετά πρός ἄλλη καί πηδάει ἄλλοτε σ’ αὐτόν καί ἄλλοτε σ’ ἐκεῖνον, καί φεύγει ἀπ’ αὐτούς πού τόν ἔχουν καί δέν ἀνέχεται νά παραμένει σ’αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν, καί ἔχει ἄπειρους
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ἐχθρούς, καί σκόρους καί ληστές καί συκοφάντες καί ἐμπρησμούς καί ναυάγια καί πολεμικές ἐπιθέσεις καί ἐπαναστάσεις λαῶν καί κακουργίες ὑπηρετῶν καί ἀφαιρέσεις ἐγγράφων καί προσθῆκες καί μειώσεις καί τά ἄλλα δεινά ὅσα γεννιοῦνται σ’ αὐτούς πού ἀγαποῦν τά χρήματα ἀπό τή φιλοπλουτία τους. Οὔτε νά ἐπιζητοῦν τή δύναμη τῶν ἀξιωμάτων· γιατί καί σ’ αὐτή γεννιοῦνται πολλές θλίψεις, φθοροποιές φροντίδες, συνεχεῖς ἀγρυπνίες, ἐπιβουλές ἀπό τούς φθονερούς καί δολιότητες ἀπ’ αὐτούς πού μισοῦν»4. Κατόπιν τούτων κατανοοῦμε ὅτι ὅλα τά ὑλικά ἀγαθά εἶναι χρήσιμα καί ἀναγκαῖα, ἀλλά δέν ἀπολυτοποιοῦνται, διότι κατά τή γραφική ῥήση «τί γάρ, ὠφελεῖται ἄνθρωπον, ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδίσῃ τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ζημιωθῇ, ἤ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;»5. «Ἔχειν» καί «Εἶναι»! Μιά ἄλλη ἐσφαλμένη θεώρηση τῆς ζωῆς εἶναι τό κέντρο βάρους τοῦ ἀνθρώπου νά ἑστιάζεται στό «ἔχειν». Ἡ συναναστροφή, ἡ ἐργασία, ἡ συνομιλία, ἡ ἐπικοινωνία, ἡ συνεργασία, ἡ συζυγία, κ.ἄ. προσδιορίζονται πρωτίστως βάσει τοῦ τί ἔχει ὁ ἄλλος, εἴτε αὐτά ἀφοροῦν σωματικά χαρίσματα, εἴτε ἰδιοκτησίες ἀκινήτων, εἴτε καταθέσεις, εἴτε ὁτιδήποτε ἄλλο. Τό «εἶναι» ἔρχεται σέ δεύτερη θέση, ἐνῶ ἔπρεπε νά προηγεῖται. Ἐλάχιστοι φιλοσοφοῦν τόν παράγοντα «εἶναι» πού σχετίζεται μέ τήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου, τό τριμερές τῆς ψυχῆς του, τήν πνευματική δομή του, πρωτεύοντα στοιχεῖα πού μᾶς ἀνάγουν στό δημιουργό. Ὁ Μέγας Βασίλειος σχολιάζοντας τά δωρήματα τοῦ πλάστου λέγει: «Ἐκ τοῦ μή ὄντως εἰς τό εἶναι παρήγαγε, λόγῳ ἐτίμησε, τέχνας ἡμῖν συνεργούς τῆς ζωῆς ἐχαρίσατο, τροφάς ἐκ τῆς γῆς ἀνίησιν, βοσκημάτων ἡμῖν ὑπηρεσίαν δέδωκε»6. Ὁ Θεός δηλαδή δημιουργεῖ ἐκ τοῦ μηδενός καί τήν ἄψυχη κτίση καί τόν ἄνθρωπο, γεγονός πού καταδείχνει καί τήν σχέση -ἀναφορά- ὕπαρξη τῶν κτισμάτων μέ τόν ποιητή τους. Δεν γεννήθηκαν ἀφ’ ἑαυτοῦ τους, ὑπάρχουν ἐξαιτίας ἐκείνου καί τῆς θελήσεώς του. Ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος ἐπισημαίνει μέ τόν πιό κατηγορηματικό τρόπο τήν ἀνωτε-
ρότητα τοῦ ἀνθρώπου, πού φυσικά δέν βασίζεται στό «ἔχειν»· «Ὁ ἄνθρωπος τοῦ κόσμου παντός τιμιώτερος· διά γάρ αὐτόν καί οὐρανός καί γῆ καί θάλασσα γέγονε καί ἥλιος καί ἀστέρες. Ἐννόησον τοίνυν τό ἀξίωμα τοῦ σῳζομένου καί μή καταφρονήσῃς αὐτοῦ τῆς ἐπιμελείας»7. Ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σέ λόγο του γιά τή θεία ἐνανθρώπηση, παρουσιάζει ἐκτενῶς τίς εὐεργεσίες τοῦ δημιουργοῦ ὡς ἑξῆς: «Δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, ἐνῶ δέν ὑπῆρχε, καί πλάθοντάς τον τόν τίμησε καί μετέβαλε τό χῶμα στή φύση τοῦ ἀνθρώπου ὅπως ἤθελε, καί στόν ἄσχημο πηλό δώρισε ὀμορφιά καί ψυχή, λαμπερά μάτια καί καθαρότητα γαλήνης, λειότητα στίς παρειές καί ἁπαλότητα γλώσσας, ἀγωγούς αἵματος πού διατρέχουν ὅλα τά μέλη τοῦ σώματος καί παρέχουν ἱκανοποιητική ἄρδευση στή σάρκα, στά νεῦρα καί στό δέρμα, ἀντίστοιχα κατασκευασμένα ὀστᾶ καί τό ἀναγκαῖο ποσό μυελοῦ πού ὑπάρχει μέσα σ’ αὐτά, καί ὅλα τά ἄλλα πού ἔχει τό ἀνθρώπινο ὄν πού φαίνεται. Καί μαζί μέ αὐτά τοῦ ἔδωσε καί νοῦ νά τόν ὁδηγεῖ καί νά τόν κυβερνᾶ, τόν γέμισε σοφία, κάθε τέχνη καί ἐπιστήμη, καί ἐμφάνισε τό πήλινο ἄγαλμα λογικό, καί τόν χωμάτινο ἀνδριάντα τόν ἔκανε εἰκόνα δική του, δωρίζοντας στή νοερή καί ἀθάνατη ψυχή του τό ἐξουσιαστικό, τό αὐτεξούσιο καί τό δημιουργικό ἀξίωμα. Ἔπειτα τόν ἔχρισε βασιλιά τῶν κτηνῶν καί τῶν τετραπόδων καί τῶν ἑρπετῶν, τῶν θαλασσινῶν, τῶν ἀμφιβίων καί τῶν πτηνῶν»8. 25
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ὕστερα ἀπό τά παραπάνω γίνεται σαφές ὅτι τό «εἶναι» σχετίζεται μέ τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, μέ τή «θεία πνοή», δομικό στοιχεῖο τῆς κοινῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἡ ὁποία δύναται θεία χάριτι νά γίνει ὁμοία μέ τήν φύσιν τοῦ Θεοῦ9. Ἐπομένως, ὅταν ὑπερτονίζεται τό «ἔχειν» καί ἀφορᾶ μόνο τήν ὕλη, τότε δημιουργεῖται ἐκτροπή ἐκ τῆς συντεταγμένης πορείας, πού εἶναι κίνηση ἀπό τό κατ’ εἰκόνα εἰς τό καθ’ ὁμοίωσιν. Ἐγκοσμιότητα καί αἰωνιότητα Ἕνας ἀκόμα πειρασμός τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου εἶναι ἡ προσέγγιση τῆς ζωῆς κατά τρόπο ἀπολύτως ὑλιστικό. Ἡ ζωή γιά ὁρισμένους ἀρχίζει μέ τή γέννηση καί τελειώνει μέ τό θάνατο. Ἡ ταφή ἀποτελεῖ τήν τελευταία ἀνθρώπινη πράξη. Ἐάν δέ συμβεῖ καί κάποιος ἀποδημήσει νέος, τότε ὁ ὀδυρμός εἶναι ἀμέτρητος, ὁ πόνος ἀβάσταχτος, ὁ στεναγμός συνεχής. Ὅμως πέραν τοῦ θανάτου ὑπάρχουν καί ἕνα σωρό ἄλλα προβλήματα, τά ὁποῖα χρειάζονται λύση καί φυσικά ὄχι μόνο δέν ἐπιλύονται, ἐάν τά περιορίσομε στή διάσταση τῆς ἐγκοσμιότητος, ἀλλά καί ἀποκόπτονται ἀπό τό ἐπέκεινα μέ τό ὁποῖο εἶναι συνδεδεμένα. Σύγχρονος ἁγιορείτης σχολιάζοντας αὐτή τή σχέση γράφει· «Μέσα ὅμως στήν Ἐκκλησία, μέσα στή λειτουργική θεολογία καί ζωή, πού κινεῖται καί πολιτεύεται ἐν ἐλευθερίᾳ ἀγάπης καί σεμνότητι, ἀποκαλύπτεται ἡ σχέση τους. Τά πρόσκαιρα φανερώνουν τά αἰώνια. Τά αἰώνια φωτίζουν, συγκροτοῦν καί συνέχουν τά παροδικά. Ἔτσι κινούμαστε ἐλεύθερα ἐν εὐγνωμοσύνῃ. Δεχόμαστε εὐλαβῶς τά ἐπερχόμενα, γιατί ὅλα ἀποδεικνύονται εὐλογία. Προχωροῦμε πρός τή δύση, πού εἶναι ἀνατολή»10. 26
Ἀκόμα καί ἡ χρήση αἰσθητῶν συμβόλων, εἰκόνων, τύπων ἀποτελεῖ ἀρχαιότατη πράξη, συνδέεται ἄμεσα μέ τά μέλλοντα καί λειτουργεῖ ὡς δείκτης πορείας γιά τή βίωση ὑπεργήινων ἐμπειριῶν. Σύμφωνα μέ τή ῥήση τοῦ Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, «τά γάρ ὁρατά, σύμβολα τῶν νοουμένων εἰσίν»11. Καί ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς λέγει: «ἀλλ’ οἷόν τι πρόγραμμα καί τύπος καί σύμβολόν ἐστι τά παρόντα πρός τήν μέλλουσαν ἀποκαλύπτεσθαι περί αὐτό θειοτάτην καί οὐράνιον δόξαν»12. Ἀλλά καί ὁ Μέγας Φώτιος ἀναφερόμενος στήν ἱστόριση τῶν εἰκόνων γράφει: «ἐπειδή σύμβολα τῆς πίστεως ἡμῶν τῆς ἀμωμήτου τά ἱερά ταῦτα θεάματα, πάλαι τῇ πίστει καί ἐξ ἀρχῆς συνυφέστηκε καί συνήκμασεν, Ἀποστόλων ἐστί τό ἐγχείρημα, Πατέρων τό ἐπισφράγισμα»13. Προκειμένου νά μήν μιλᾶμε θεωρητικά, ἄς πάρομε ἕνα παράδειγμα καθημερινό πού εἶναι ὁ πόνος14, ἡ θλίψη, ἡ ἀσθένεια. Στήν προσπάθειά του ὁ ἄνθρωπος νά τά ἐπιλύσει, θά χρησιμοποιήσει τά ἐγκόσμια μέσα, ὅπως τήν ἰατρική ἐπιστήμη, τά φάρμακα, τό φιλικό καί οἰκογενειακό περιβάλλον, πράγματα – πρόσωπα ἀπαραίτητα καί ἀναγκαῖα. Ὁ χριστιανός πλήν τούτων θά προχωρήσει καί παραπέρα. Καταρχάς θά ἐφαρμόσει τή δέηση τῆς μεγάλης συναπτῆς, «καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ἐν συνεχείᾳ θά λάβει δύναμη ἀπό τή μετοχή του στά μυστήρια μετανοίας καί θείας εὐχαριστίας. Ταυτοχρόνως θά καταθέσει τό πρόβλημά του στό σταυροφόρο καί ἰατρό15 τοῦ πόνου Χριστό, ἐκζητώντας τή βοήθειά του. Ἀκόμα θά ἐξετάσει τό πρόβλημά του ἀνθρωπολογικά, δηλαδή πῶς ἐμφανίστηκε ὁ πόνος, ποιές οἱ κατηγορίες του καί κατά πόσον εἶναι ἀναγκαῖος, ἁγιολογικά, δηλαδή πῶς ἀντιμετώπισαν οἱ Ἅγιοι τόν πόνο, τό μαρτύριο, ἐσχατολογικά δηλαδή ποιοί εἶναι οἱ καρποί τῶν θλιβερῶν συμβάντων στήν παροῦσα ζωή καί τήν ἄλλη καί ἀκόμα πῶς ἀντιμετωπίζεται ἕνα λυπηρό γεγονός. Ἔτσι ἐγκοσμιότητα καί αἰωνιότητα δέν ἀλληλοσυγκρούονται, ἀλλά συναντῶνται, συμπορεύονται καί ἀποδίδουν τά μέγιστα στούς ἀποδέκτες τους.
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Κατάκτηση τῶν πάντων, ὄχι τοῦ ἐλαχίστου Πόσοι καί πόσοι ἄνθρωποι δέν ὀνειρεύονται νά ἀποκτήσουν ἀρκετά ἀγαθά στή ζωή τους, ἄν ὄχι τά πάντα. Πιστεύουν ὅτι ἔτσι θά εὐτυχήσουν, θά εὐημερήσουν, θά χαροῦν. Μάλιστα ὁρισμένοι θεωροῦν ὅτι, ἐάν κάποιος τά ἀποκτήσει ὅλα, τότε θά αἰσθάνεται πληρότητα, δέν θά ἔχει ἀνάγκη ἀπό τίποτε. Στόχος λοιπόν «τό πᾶν» καί ὄχι «τό ἐλάχιστο», ἀφοῦ λογικά αὐτό καθ’αὐτό, δέν μπορεῖ νά ἱκανοποιήσει τίς ποικίλες ἀνάγκες τους. Ἄν καί ἡ Πατερική θεολογία δέν ἀρνεῖται τήν κτήση τῶν διαφόρων ἀγαθῶν και προπάντων τήν καλή χρήση16 τους, ἐντούτοις χωρίς τόν προσφέροντα αὐτά, ἡ κτήση καί ἡ χρήση ὑπολείπονται κατά πολύ. Ὁ Χριστός εἶναι «ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος καί προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος»17. Εἶναι αὐτός πού δίδεται ὡς θεῖος μαργαρίτης, ὡς «ἐλάχιστο» πού περιέχει τό πᾶν18· «Εἷς πανταχοῦ ὁ Χριστός καί ἐνταῦθα πλήρης ὤν καί ἐκεῖ πλήρης, ἕν σῶμα»19. Κατά τόν μύστη τοῦ πνεύματος Ἰωάννη Χρυσόστομο, ὁ Ἰησοῦς εἶναι τά πάντα γιά τόν χριστιανό. Τίποτε δέν μπορεῖ νά ἀντικαταστήσει ἤ νά ὑποκαταστήσει τόν Κύριό μας. Στό ἔργο του παρουσιάζει τό Χριστό νά ὁμιλεῖ σέ πρῶτο ἑνικό πρόσωπο καί νά λέγει: «Ἐγώ εἶμαι πατέρας, ἐγώ ἀδελφός, ἐγώ νυμφίος, ἐγώ οἰκία, ἐγώ τροφή, ἐγώ ἔνδυμα, ἐγώ ρίζα, ἐγώ θεμέλιον, κάθε τι τό ὁποῖον θέλεις ἐγώ· νά μήν ἔχεις ἀνάγκην ἀπό τίποτε. Ἐγώ καί θά σέ ὑπηρετήσω· διότι ἦλθα νά ὑπηρετήσω, ὄχι νά ὑπηρετηθῶ. Ἐγώ εἶμαι καί φίλος καί μέλος τοῦ σώματος καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μητέρα ὅλα ἐγώ· ἀρκεῖ νά διάκεισαι φιλικά πρός ἐμέ. Ἐγώ ἔγινα πτωχός διά σέ· ἔγινε καί ἐπαίτης διά σέ· ἀνέβηκα ἐπάνω εἰς τόν Σταυρόν διά σέ· ἐτάφην διά σέ· εἰς τόν οὐρανόν ἄνω διά σέ παρακαλῶ τόν Πατέρα· κάτω εἰς τήν γῆν ἐστάλην ἀπό τόν Πατέρα ὡς μεσολαβητής διά σέ. Ὅλα δι’ ἐμέ εἶσαι σύ· καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος τοῦ σώματος. Τί περισσότερον θέλεις;»20. Ἀλλά καί ὁ σύγχρονος ὅσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης ἐν λόγῳ καί ἐν ἔργῳ ἰσχυρίζεται ὅτι τά πάντα εὑρίσκομε στό Χριστό γι’ αὐτό καί προτείνει: «Ὅ,τι θέλομε εἶναι στόν
Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Ὅλη ἡ χαρά, ὅλη ἡ εὐφροσύνη, ὅλη ἡ παραδεισιακή ζωή. Ὅλα τά μεγαλεῖα ἔχομε, ὅταν ἔχομε τόν Χριστό μέσα μας. Ἡ ψυχή πού εἶναι ἐρωτευμένη μέ τόν Χριστό εἶναι πάντα χαρούμενη κι εὐτυχισμένη, ὅσους κόπους καί θυσίες κι ἄν τῆς κοστίσει αὐτό»21. Ἀντιλαμβανόμεθα λοιπόν ὅτι τά πάντα εὑρίσκονται «στό ἐλάχιστο» καί ὅλα τά ἀγαθά τοῦ κόσμου δέν μποροῦν νά συγκριθοῦν μέ τίς εὐεργετικές ἰδιότητες τοῦ ἐλάχιστου ἤ νά τό ἀντικαταστήσουν. Μοιάζει μέ τό χρυσάφι τοῦ ὁποίου ἡ ἀξία εἶναι τεράστια σέ σχέση μέ τό μέγεθός του ἤ κατά τήν ἄποψη τοῦ Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, «οἱ μεταλλεύοντες εὑρίσκουσι τό πολύ ἐν ὀλίγῳ»22. Τά προηγούμενα δέν σημαίνουν περιφρόνηση ἤ ὑποτίμηση ὅλων τῶν ἀναγκαίων πού χρειάζεται κάθε ἄνθρωπος. Θυσίες καί μοναδική θυσία Πολλές φορές στίς ἡμέρες μας γίνεται λόγος γιά τίς θυσίες τῶν γονέων προκειμένου νά ἀναθρέψουν σωστά τά παιδιά τους ἤ κάποιων ἄλλων ἀνθρώπων γιά τό καλό μιᾶς κοινωνικῆς ὁμάδος. Ἄλλες φορές κάποιοι θυσιάζουν τή ζωή τους γιά τήν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, τοῦ ζωϊκοῦ βασιλείου καί ἄλλων χώρων, πραγμάτων πολύ ἐνδιαφερόντων καί μεγάλης σημασίας. Κάθε προσπάθεια καί πρωτοβουλία ἀπό τίς προηγούμενες εἶναι ἐπαινετή καί ἄξια συγχαρητηρίων. Ὑπεράνω ὅμως ὅλων εἶναι μία «παράδοξη» θυσία πού ἀφορᾶ ὄχι λίγους ἤ μερικούς ἤ πολλούς ἀνθρώπους, ἀλλά τούς πάντες. Δέν πραγματοποιήθηκε μέ ἀνθρώπινα κίνητρα, οὔτε ἀπέβλεπε σέ ἐφήμερα ὀφέλη, οὔτε ἀπευθυνόταν σέ μία μικρή ἤ μεγάλη γεωγραφική περιφέρεια τοῦ κόσμου. Ἀγκάλιασε τά πάντα, ἀνάπλασε τά πάντα, ἔκανε τή γῆ, οὐρανό, προσέφερε τή σωτηρία πρός ὅλους. Αὐτή εἶναι ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ἡ ὁποία ἔχει ἀξία, γιατί δέν ἀποκλείει κανέναν, ὅπως συμβαίνει μέ ἀνθρώπινους θεσμούς, θνητές ἀντιλήψεις, σύγχρονες πρακτικές. Ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος σέ ἑρμηνευτική του ὁμιλία παρουσιάζει τίς εὐεργεσίες πού παρέχει ἡ θυσία τοῦ ἀναμάρτητου Ἰησοῦ ὡς ἑξῆς: 27
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
«Τοῦτο τό σημεῖον, καί ἐπί τῶν προγόνων ἡμῶν καί νῦν, θύρας ἀνέωξε κεκλεισμένας· τοῦτο δηλητήρια ἔσβεσε φάρμακα· τοῦτο κωνείου δύναμιν ἐξέλυσε· τοῦτο θηρίων δήγματα ἰοβόλων ἰάσατο»23. Καί σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ ἔργου του ἐπισημαίνει· «Ὁ σταυρός συνέτριψε τήν ἁμαρτία, ἔγινε καθάρσιο τῆς οἰκουμένης, ἔγινε αἰτία συμφιλιώσεως καί ἐξαλείψεως τῆς πολυχρόνιας ἔχθρας, ἄνοιξε τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ, ἔκανε τούς ἐχθρούς φίλους, ἐπανέφερε στόν οὐρανό, τοποθέτησε στά δεξιά τοῦ θρόνο τοῦ Θεοῦ τήν ἀνθρώπινη φύση καί μᾶς πρόσφερε ἀμέτρητα ἄλλα πνευματικά ἀγαθά. Δέν πρέπει λοιπόν νά πενθοῦμε οὔτε καί νά θλιβόμαστε, ἀλλά νά ἀγαλλόμεθα καί νά χαίρομε»24. Κατανοοῦμε λοιπόν ὅτι κάθε πιστός χριστιανός ἀτενίζοντας τό σταυρό τοῦ Κυρίου ὄχι ἁπλῶς βιώνει τό σταυρικό πάθος, ἀλλά συνειδητοποιεῖ ταυτοχρόνως τό μέγεθος καί τόν πλοῦτο τῆς θείας ἀγάπης. «Ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου εἶναι διά τόν πιστόν χριστιανόν σύμβολον αὐτοθυσίας καί πόνου. Οὗτος ἐνθυμεῖται ὅτι ἐκ τοῦ σταυροῦ προῆλθεν ἡ συγχώρησις καί ἡ συγγνώμη διά τά σφάλματα τῶν ἀνθρώπων, δι’αὐτό καί συγχωρεῖ ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς αὐτοῦ»25. Αὐτή ἡ ζῶσα πραγματικότητα ἐκφράζεται κάθε φορά πού τελεῖται ἡ θεία λειτουργία τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Στήν εὐχή τῆς ἁγίας ἀναφορᾶς ὁ ἱερωμένος μεταξύ ἄλλων εὔχεται ἀναφερόμενος στό Χριστό· «καί οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν, ἔως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες καί τήν βασιλείαν σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν»26. Μία λοιπόν θυσία πού δέν συγκρίνεται μέ καμία ἄλλη μέ ἀποδέκτες τούς πάντες, ἕνα ἀγαπητικό κάλεσμα πρός ὅλους ἀνεξαιρέτως, γυναῖκες καί ἄνδρες, μικρούς καί μεγάλους, πτωχούς καί πλουσίους, ἀπαιδεύτους καί πεπαιδευμένους, ἐπισήμους καί ἀνεπισήμους, ἱστορικῆς καί ἀνεκτίμητης ἀξίας. Kοινωνία κτιστοῦ καί ἀκτίστου, θνητοῦ καί ἀθανάτου Ἕνα θέμα πού ἐλάχιστα συζητεῖται στήν ἐποχή μας εἶναι ἡ ἀλληλοπεριχώρηση κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ζαλισμένος ὁ ἄνθρωπος ἀπό τίς σύγχρονες σειρῆνες λησμονεῖ μία βασική ἀρχή· ὅτι ὁ ἴδιος ἀποτελεῖ τήν ἕνωση ὁρατῆς 28
καί ἀοράτου φύσεως, στοιχείων πού ἀφοροῦν τό σῶμα καί τήν ψυχή του, μέ δυνατότητες ἄπειρες. Χαρακτηριστικό εἶναι τό κείμενο τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Ἐπειδή δέ ὁ δημιουργός Λόγος αὐτό ἀκριβῶς τό πρᾶγμα ἤθελε νά δείξῃ καί νά παρουσιάσῃ ἕνα ὄν ἀπό τήν ἕνωσιν καί τῶν δύο (τῆς ἀοράτου δηλαδή καί τῆς ὁρατῆς φύσεως), ἐδημιούργησε τόν ἄνθρωπον. Καί ἀφοῦ ἔλαβε μέν ἀπό τήν ὕλην, ἡ ὁποία ὑπῆρχεν ἤδη, τό σῶμα, καί ἀφοῦ ἔβαλεν εἰς αὐτό τήν πνοήν του (τήν ὁποίαν ὁ λόγος ὁρίζει ὡς νοεράν ψυχήν καί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ), τόν ἔστησεν ἐπί τῆς γῆς ὡσάν δεύτερον κόσμον, κατά κάποιον τρόπον, μέγαν μέσα εἰς τήν μικρότητά του, ὡσάν ἄλλον ἄγγελον, ὡσάν μικτόν προσκυνητήν, φύλακα τῆς ὁρατῆς κτίσεως καί ἱερουργόν τῆς ἀοράτου, βασιλέα τῶν εὑρισκομένων ἐπί τῆς γῆς καί κυβερνώμενον ταυτοχρόνως ἀπό τόν οὐρανόν, ἐπίγειον καί οὐράνιον, προσωρινόν καί ἀθάνατον, ὁρατόν καί ἐννοούμενον, εὑρισκόμενος εἰς τό μέσον μεταξύ ταπεινότητος καί μεγαλείου˙ τόν ἴδιον πνεῦμα καί σάρκα. Πνεῦμα πρός χάριν του καί σάρκα διά νά ἠμπορῇ νά ἐξυψώνεται. Τό μέν ἕνα διά νά ζῇ καί νά δοξάζῃ τόν εὐεργέτην, τό δέ ἄλλο διά νά ὑποφέρῃ, νά ἐνθυμῆται καί νά διαπαιδαγωγῆται ἀπό τό πάθος του, ἐπιδιώκων νά ἀνυψωθῇ πρός τό μεγαλεῖον. Ὄν τό ὁποῖον διαμένει μέν εἰς τήν γῆν, ἀλλά μεταβαίνει εἰς ἄλλον κόσμον, καί ὡσάν τέλος τοῦ μυστηρίου γίνεται Θεός ἀπό τήν ἐπιθυμίαν του πρός αὐτόν»27. Ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος ἀποδέχεται τίς ἀπόψεις τοῦ Γρηγορίου καί σημειώνει ὅτι τό σπουδαιότερο πράγμα γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι «ὅτι γενέσθαι καί θεός καί ἄγγελος καί Θεοῦ τέκνον τήν ἐξουσίαν αὐτός ἐγκεχείρισται»28. Καί ἀλλοῦ ὁ ἴδιος Πατήρ γράφει· «Ἐν σοί ὁ Θεός ἐνοικεῖ καί μέλος εἶ τοῦ Χριστοῦ καί σῶμα»29. Τή δυνατότητα αὐτή τῆς θεώσεως, τῆς κοινωνίας τοῦ κτιστοῦ μετά τοῦ ἀκτίστου, δέν τήν προσφέρει μόνο ὁ τρόπος δημιουργίας καί ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νά ἑνωθεῖ μέ τό δημιουργό του, ἀλλά καί ἡ συμμετοχή του στή θεία εὐχαριστία, τό δῶρο τοῦ θεανθρώπου πρός τό πλάσμα του. Ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας προσεγγίζοντας τήν παράδοση τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου κατά τό μυστικό δεῖπνο ἐπι-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
σημαίνει: «Πῶς λοιπόν ἔπρεπε ὁ ἄνθρωπος ἐπάνω στή γῆ, πού ἦταν κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου, νά ἐπανέλθει στήν ἀθανασία; Ἔπρεπε ἡ θνητή σάρκα νά γίνει μέτοχος τῆς ζωοποιοῦ δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. Καί δύναμη ζωοποιός τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα εἶναι ὁ μονογενής Λόγος. Αὐτόν ἔστειλε σ’ ἐμᾶς Σωτήρα καί Λυτρωτή, καί ἔγινε σάρκα, χωρίς νά ὑποστεῖ μετατροπή ἤ ἀλλοίωση σ’ αὐτό πού δέν ἦταν, οὔτε ἔπαυσε νά εἶναι Λόγος, ἀλλά μᾶλλον, ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπό γυναίκα, ἔκανε δικό του τό σῶμα πού πῆρε ἀπό αὐτήν, γιά νά φυτέψει τόν Ἑαυτό του σ’ ἐμᾶς μέ ἕνωση ἀδιάσπαστη και νά μᾶς ἀναδείξει ἀνώτερους ἀπό τό θάνατο καί τή φθορά… Ἔπρεπε λοιπόν αὐτός νά ἔρθει σ’ ἐμᾶς διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος ὅπως ταιριάζει σέ Θεό, καί νά ἀναμιχθεῖ κατά κάποιο τρόπο μέ τά δικά μας σώματα μέ τήν ἁγία σάρκα του καί μέ τό τίμιο αἷμα του, τά ὁποῖα καί ἀποκτήσαμε ὡς εὐλογία πού δίνει ζωή μέσω τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου. Γιά νά μή περιέλθομε δηλαδή σέ πλήρη νάρκωση βλέποντας πάνω στίς ἅγιες τράπεζες τῶν ἐκκλησιῶν κείμενα σάρκα καί αἷμα, ἐρχόμενος ὁ Θεός βοηθός στίς δικές μας ἀδυναμίες, βάζει μέσα σέ αὐτά δύναμη ζωῆς καί τά μεταβάλλει σέ ἐνέργεια τῆς δικῆς του σάρκας, γιά νά τά ἔχομε πρός κοινωνία πού δίνει ζωή καί κατά κάποιο τρόπο, γιά νά βρεθεῖ μέσα μας σάν σπέρμα πού δίνει ζωή τό σῶμα τῆς ζωῆς»30. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἐφόσον τό ἐπιθυμεῖ, ἔχει ὅλες τίς προϋποθέσεις ἄν καί θνητός νά καταστεῖ θεία χάριτι καί φιλανθρωπία ἀθάνατος καί ἤδη ἀπό τήν παροῦσα ζωή νά γεύεται αὐτή τήν ἐμπειρία ὡς κάτι τό μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο γεγονός, ὄχι μόνο νά νοηματοδοτεῖ τήν ὕπαρξή του, ἀλλά καί νά ὑπερβαίνει «τό νῦν», νά προεκτείνεται στό «ἀεί» καί νά τόν καθιστᾶ συμμέτοχο τῆς ἀθανάτου τραπέζης. Μετοχή σέ θεανθρώπινο θεσμό χιλιάδων ἐτῶν μέ ὑπερκόσμιο νόημα Ἡ πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς, γιά νά ἀποδείξουν τήν ἐγκυρότητα μιᾶς μεθόδου, ἑνός εἴδους, κάποιου ὀργανισμοῦ, μιᾶς κρατικῆς ὀντότητος, ἑνός θεσμοῦ, μιᾶς συλλογικῆς πράξεως, κ.ἄ., ἐπικαλεῖται τήν ἀρχαιότητα, τήν ἱστορική διαδρομή, τά ἔτη πού δια-
νύθηκαν ἀπό τήν ἔναρξη ὁποιασδήποτε διαδικασίας μέχρι σήμερα. Μάλιστα ὅταν τό θέμα ἀφορᾶ προϊόντα μετρᾶνε τά ἔτη κυκλοφορίας τους, τίς ἐκδόσεις πού ἔγιναν, τά χρόνια λειτουργίας τῶν ἀντίστοιχων ἐπιχειρήσεων, τόν ἀριθμό τῶν πωλήσεων κ.ἄ. Ἴσως τά προηγούμενα νά ἀποτελοῦν πεζά παραδείγματα, ἀλλά ὁ μόνος θεσμός ἐπί τῆς γῆς, θεανθρώπινος μέ ἱστορία δύο χιλιάδων καί πλέον ἐτῶν εἶναι ὁ θεσμός τῆς Ἐκκλησίας. Τό βυζαντινό κράτος μέ τόσες προϋποθέσεις κράτησε περισσότερα ἀπό χίλια ἔτη. Ἄραγε ἡ Ἐκκλησία ποῦ ὀφείλει τή δισχιλιετῆ καί πλέον παρουσία-μαρτυρία της; Εἶχαν οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ κοσμική ἐξουσία, πολιτική δύναμη, κοινωνικά ἀξιώματα, πανεπιστημιακή παιδεία, ἀμύθητα πλούτη, γιά νά τά χρησιμοποιήσουν στή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὄχι. Παρά ταῦτα διά τῆς θείας χάριτος ἐσαγήνευσαν τήν οἰκουμένη, μέ συνέπεια ὁ θεσμός τῆς Ἐκκλησίας νά ὑφίσταται μέχρι σήμερα, σύμφωνα καί μέ τά λόγια τοῦ ἱδρυτοῦ της, «καί πύλαι ᾅδου, οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»31. Ὅμως ἡ ἀξία αὐτοῦ τοῦ θεσμοῦ, δέν ἔγκειται πιστεύουμε στόν ἀριθμό τῶν ἐτῶν, ὅσο στό νόημα πού προσδίδεται σ’ αὐτόν ἐξαιτίας τοῦ θεανθρώπου πού δεσπόζει ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Ἕνας ἱερωμένος σχολιάζει τό περιεχόμενο τῆς ἱστορικῆς διαδρομῆς δύο χιλιάδων ἐτῶν μέ τό Χριστό. «Αὐτή τήν ὥρα, πού ἀριθμοῦμε δύο χιλιάδες χρόνια ἱστορίας μετά Χριστόν, ἄν ὑπάρχει μιά βέβαιη ἀπάντηση στό περί Χριστοῦ ἐρώτημα, αὐτή δέν βρίσκεται στίς ἀναζητήσεις τῆς θρησκείας, ἀλλά στήν ἐμπειρία τῆς πίστεως. Ὁ Χριστός εἶναι τό τέλος τῆς θρησκείας, τῶν ἀνθρωπίνων ἀπόψεων περί Θεοῦ. Καί εἶναι ἡ ἴδια ἡ πίστη, ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο ἤ στήν ἱστορία. Ἔκτοτε, δέν εἶναι ἡ θρησκεία, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία, ὁ ζωτικός χῶρος τοῦ ἀνθρώπου· καί εἶναι ἡ πίστη ἤ ἡ ἀπιστία, πού κρίνει ἀντίστοιχα τόν ἄνθρωπο, ὅλη τήν ἱστορία. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἴδια ἡ πίστη, τό πλήρωμα μιᾶς καινῆς σχέσης Θεοῦ καί ἀνθρώπου, αὐτό ἀκριβῶς πού συνιστᾶ τό ἐκκλησιαστικό μυστήριο, τήν ἔνσαρκη πρόσληψη τοῦ ἀνθρώπου καί δι’ αὐτοῦ τῆς ἱστορίας του. Ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά νά γίνει ἱστορία, ἀλλά γιά νά σώσει τήν ἱστορία»32. 29
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Τό πρόσωπο λοιπόν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ προσδιοριστικός παράγων τῶν πάντων, τοῦ κόσμου, τῶν ἀνθρώπων, ἄνευ τοῦ ὁποίου τίποτε δέν ἔχει προοπτική, μέλλον, ὑπόσταση· «Οἱ Χριστιανοί εἶναι ἕνα νέο γένος ἄνθρώπων ἐπί τῆς γῆς, μιά νέα εὐγένεια μέσα ἀπό τίς ὠδίνες μιᾶς νέας γεννήσεως· ἡ ἀνακαινισθεῖσα ἀνθρώπινη φύση ἐν τῇ ὑποστάσει τοῦ Χριστοῦ. Καί ὅταν μέ τόν ἀλλότριο βίο καί τήν ἀλλοιωμένη πολιτεία τους ἀλλοτριώνονται τοῦ Χριστοῦ καί ἀποξενώνουν τόν Χριστό ἀπό τόν κόσμο, τότε καλοῦνται νά ἐπανακοινωνήσουν τῆς ἀβύσσου τοῦ χριστιανικοῦ μυστηρίου, τῆς κενώσεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου· γιατί σ’ αὐτό ἀνακεφαλαιώνεται ὅλη ἡ δυναμική τῆς χριστιανικῆς πίστεως»33. Ἀπό τό προηγούμενο κείμενο ἀπορρέει ἡ εὐθύνη τῶν χριστιανῶν ὄχι μόνο νά κοινωνήσουν μετά τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἀλλά καί νά γίνουν οἱ ὁδοδεῖκτες πορείας γιά ὅλους ἐκείνους πού θά θελήσουν νά προσεγγίσουν τόν Ἰησοῦ, αἴροντας κάθε ἐμπόδιο σ’ αὐτή τήν πορεία, ὥστε κάθε καρδιά νά βιώσει τήν ἄνωθεν κατερχόμενη χάρη τοῦ λυτρωτοῦ. Ἔτσι δέν θά μετρᾶμε τά χρόνια πού ὁ θεανθρώπινος αὐτός θεσμός ὑπάρχει, ἀλλά τίς ἀμέτρητες πνευματικές ἐμπειρίες πού γεύεται ὁ θεούμενος ἄνθρωπος. Ἕνα γεγονός ἀλλιώτικο ἀπό τά ἄλλα, τά ὑλικά, τά ἀνθρώπινα, τά πρόσκαιρα. (Συνεχίζεται...) ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 1 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Δανιήλ κεφ. Θ΄», 1 PG 56, 238. 2 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Ψαλμόν ΡΜΓ΄», 2 PG 55, 459. 3 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Γένεσιν Ὁμιλ. ΚΒ΄», 7 PG 53, 196. 4 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Περί τοῦ κατά Θεόν πολιτεύεσθαι», Ε.Π.Ε. 26, 125, 127. Τοῦ αὐτοῦ, «Εἰς ψαλμόν ΡΜΒ΄», 3 PG 55, 440. 5 Ματθ. ΙΣΤ΄, 26. 6 Μεγάλου Βασιλείου, «Εἰς τήν μάρτυρα Ἰουλίτταν» 6, Ε.Π.Ε. 7, 226. 7 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Κατά Ἰουδαίων Λόγ. ΣΤ΄», 7 PG 48, 916. 8 Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, «Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου» 2, Ε.Π.Ε. 10, 19, 21. 9 Βλ. περισσότερα Lossky Vl., Ἡ μυστική θεολογία τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1973, σσ. 131-139. 10 Γοντικάκη Β., «Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ
30
ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς», 2000 χρόνια μετά, τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;, ἔκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2001, σ. 105. 11 Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, «Ἔκδοσις Ἀκριβής Ὁρθοδόξου Πίστεως» 4, 82 PG 94, 112 Β. 12 Γρηγορίου Παλαμᾶ, «Εἰς τό τῆς τρίτης τοῦ Λουκᾶ Εὐαγγέλιον Ὁμιλ. ΜΒ΄», PG 151, 536. Βλ. καί Θεοδώρου Στουδίτου, «Ἀντιρρητικός δεύτερος», PG 99, 357 C-D. 13 Φωτίου Κωνσταντινουπόλεως, «Ἀντίρρησις Τρίτη», PG 100, 380 C. Βλ. περισσότερα καί Μπουρνέλη Ἀ., «Γνωρίζω τήν Ὀρθόδοξο πίστη Α΄», Διά τῶν ἱερῶν συμβόλων, Ἡράκλειο Κρήτης 2012. 14 Βλ. περισσότερα Μπουρνέλη Ἀ., Ὁ ἀνθρώπινος πόνος, ἔκδ. Ν. Παναγόπουλος, Ἀθήνα 2010. 15 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Πρός τούς λέγοντας ὅτι οἱ δαίμονες τά ἀνθρώπινα διοικοῦσιν 5», PG 52, 252. 16 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, «Κεφάλαια περί ἀγάπης», PG 90, 1008, 1017. 17 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Θεία Λειτουργία», Ἱερατικόν, ἔκδ. Α.Δ.Ε.Ε., Ἀθήνα 1989, σ. 117. 18 Πρβλ. Μ. Βασιλείου, «Εὐχή θείας μεταλήψεως», Ὡρολόγιον τό Μέγα, ἔκδ. Α.Δ.Ε.Ε., Ἐν Ἀθήναις 1977, σ. 512. 19 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Ἑβραίους Ὁμιλ. ΙΖ΄», Ε.Π.Ε. 25, 36, 38. 20 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Ματθαῖον Ὁμιλ. ΟΣΤ΄», 5 Ε.Π.Ε. 12, 35. 21 Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, ἔκδ. Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά 2003, σ. 236. 22 Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, «Στρωματεῖς Δ΄», Ε.Π.Ε. 3, 448. 23 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Ματθαῖον Ὁμιλ. ΙΔ΄», 4 Ε.Π.Ε. 11, 194. 24 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Κατά Ἰουδαίων Λόγ. Γ΄», Ε.Π.Ε. 34, 179. 25 Παπατζανάκη Γ., Ἡ περί θλίψεων διδασκαλία κατά τήν Καινήν Διαθήκην, Ἀθῆναι 1988, σ. 161. 26 Φουντούλη Ἰ., Βυζαντιναί θ. Λειτουργίαι Βασιλείου τοῦ Μεγάλου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Θεσσαλονίκη 1978, σ. 39. 27 Γρηγορίου Θεολόγου, «Εἰς τά ἅγια Θεοφάνεια Λόγ. ΛΗ΄», Ε.Π.Ε. 5, 53, 55. Τοῦ αὐτοῦ, «Πρός Κληδόνιον πρεσβύτερον Ἐπιστολή ΡΑ», Ε.Π.Ε. 7, 184. Τοῦ αὐτοῦ, «περί τῆς τοῦ ἐκτός ἀνθρώπου εὐτελείας», ποίημα ΙΕ΄, Ε.Π.Ε. 9, 254. 28 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Πράξεις Ὁμιλ. ΛΒ΄», 3 PG 60, 238. 29 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «Εἰς Ψαλμόν ΡΜ΄», 3 PG 55, 432. 30 Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, «Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον», Ε.Π.Ε. 26, 225, 229. 31 Ματθ. ΙΣΤ΄, 18. 32 Καρδαμάκη Μ., «Ὁ Χριστός ὁ ἐν ἁγίαις καρδίαις γεννώμενος», 2000 χρόνια μετά, τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;, ἔκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 201, σ. 363. 33 Αὐτόθι, σ. 365.
Πνευματική Καρποφορία τοῦ Κρητικοῦ Νότου Ἀντωνίου Ἐμμ. Στιβακτάκη, ἐκπαιδευτικοῦ-συγγραφέως
Προλεγόμενα εωγραφικά ὁ Κρητικός Νότος καταλαμβάνει ὁλόκληρο τό νότιο τμῆμα τῆς μεγαλονήσου Κρήτης, τό ὁποῖο ἁπλώνεται κατά μῆκος τῶν νοτίων παραλίων της, πού βρίσκονται ἐπί τοῦ λεγομένου Λιβυκοῦ Πελάγους, καί μίας ὁριζόντιας νοητῆς γραμμῆς, ἡ ὁποία ξεκινᾶ ἀπό τά δυτικά, στό ὕψος περίπου τῆς Χρυσοσκαλίτισσας,«χαράζει» ἐγκαρσίως ὁλόκληρη τή Μεγαλόνησο καί καταλήγει στό ἀνατολικότερο ἄκρο της, λίγο πιό κάτω ἀπό τά ἐρείπια τῆς μινωικῆς Ζάκρου. Ὅπως εἶναι φυσικό, περιλαμβάνει τά νότια τμήματα καί τῶν τεσσάρων Νομῶν τῆς Κρήτης καί ἰδιαιτέρως τῶν Ἐπαρχιῶν ΣελίνουΣφακίων (Χανίων), Ἁγίου Βασιλείου (Ρεθύμνου), Πυργιωτίσσης-Καινουρίου-Μονοφατσίου-Βιάννου (Ἡρακλείου) καί ἹεράπετραςΣητείας (Λασιθίου). Χαρακτηριστικό τοῦ Κρητικοῦ Νότου εἶναι τό βραχῶδες, «ἄγριον» καί ἀπροσπέλαστον τοῦ ἐδάφους, ἡ ὕπαρξη κακοτράχαλων πλαγιῶν, χαράδρων, σπηλαίων καί φαραγγιῶν πού καταλήγουν ἀπότομα στή θάλασσα, σχηματίζοντας κάποιες φορές μικρούς κόλπους, γραφικούς λιμένες καί περιορισμένες «πεδινές» περιοχές, πού πρόσφεραν καί προσφέρουν τά βασικά γεωργικά προϊόντα γιά τήν ἐπιβίωση τῶν οἰκιστῶν του. Τό κακοτράχαλον καί ἀπροσπέλαστον τοῦ Κρητικοῦ Νότου, σέ ἀντίθεση μέ τόν καλύτερα προσεγγιζόμενο Κρητικό Βορρά, συνετέλεσε στό νά διατηρήσει ἡ εὐρύτερη περιοχή τήν παραδοσιακή μορφή της, τήν αὐθεντικότητά της, τή γνήσια ψυχή της κι αὐτό συμβαίνει ἀκόμη καί στίς ἡμέρες μας πού ἡ τουριστική ἀνάπτυξη τῆς βόρειας Κρήτης δέν ἔχει καμία ἀπολύτως σχέση μέ τή «μοναξιά» καί τήν «ἐρημία» πού βιώνει ὁ Κρητικός Νότος. Ἐξαιτίας κυρίως αὐτῶν τῶν χαρακτηρι-
Γ
στικῶν, ὁ Κρητικός Νότος ὑπῆρξε κέντρο ἡσυχασμοῦ, ἐρημητισμοῦ καί ἀσκητισμοῦ ἀπό τά πρώιμα χριστιανικά χρόνια ἕως καί τά μέσα περίπου τοῦ περασμένου αἰώνα. Αὐτό ἦταν συνεχές, χωρίς διακοπή, καί ὁ ἐρημητισμός ἔφθασε σέ πολύ μεγάλη ἀκμή ὄχι μόνο ἀριθμητικά, ἀλλά καί ποιοτικά. Ἡ φήμη του ξαπλώθηκε σέ ὁλόκληρο τό χριστιανικό κόσμο καί ἔφθασε καί στά γνωστά ἀσκητικά κέντρα τῆς Αἰγύπτου, τοῦ Σινᾶ, τῆς Παλαιστίνης καί τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μάλιστα ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ τό γεγονός ὅτι κατά τή διάρκεια τῆς Βενετοκρατίας (1204/1212-1669) κατέφευγαν στά μοναστήρια καί στά ἡσυχαστήρια τοῦ Κρητικοῦ Νότου λόγιοι μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ἀντιστέκονταν σθεναρά, μέ πνευματικό ἡρωισμό καί αὐταπάρνηση, στά σχέδια τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας γιά τόν ἐκλατινισμό τῶν Κρητικῶν. Ἐπίσης, κατά τήν Τουρκοκρατία (1645/16691898) ὑπῆρξαν κέντρα ἀντίστασης κατά τῶν κατακτητῶν, καλλιέργειας τῆς ἐθνικῆς συνείδησης, ἐνῶ κατά τή διάρκεια τῶν αἱματηρῶν κατά τῶν Τούρκων Ἐπαναστάσεων συμμετεῖχαν ποικιλοτρόπως στόν ἐθνικό ἀγώνα. Ἔτσι ἡ προσφορά τους ἦταν θρησκευτική καί ἐθνική. Αὐτή ἡ πλούσια ἡσυχαστική παράδοση διατηρήθηκε ζωντανή καί ἀκμαία ἕως τίς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰώνα, ὁπότε ἄρχισε νά ὑποχωρεῖ καί στίς ἡμέρες μας ἔχει δυστυχῶς σχεδόν ἐκλείψει. Μάλιστα, ὁ τελευταῖος ἐρημίτης-ἀσκητής τοῦ ἁγιοτόκου Κρητικοῦ Νότου κοιμήθηκε τόν ὕπνο τῶν δικαίων τό Νοέμβριο τοῦ 2000, μία σημαδιακή ἡμερομηνία, «κλείνοντας» οὐσιαστικά τή μακραίωνη ἡρωική πνευματική καί ἀναχωρητική παράδοση τοῦ Κρητικοῦ Νότου1. Στή συνέχεια θά προσπαθήσουμε νά παρουσιάσομε πολύ συνοπτικά αὐτή τήν παράδοση καί τήν πνευματική καρποφορία 31
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τοῦ Κρητικοῦ Νότου, πού ὄντως παρουσιάζει μεγάλο ἐνδιαφέρον. Εἰσαγωγή Ἡ μεγαλόνησος Κρήτη καί ἰδιαίτερα τά νότια παράλιά της σημαδεύτηκαν πνευματικά ἀπό τήν προσόρμιση ἑνός πλοιαρίου στό γραφικό κι ἀπάνεμο φυσικό λιμανάκι στούς Καλούς Λιμένες, ὅπου παρέμεινε γιά κάποιο μικρό ἀλλά καθοριστικό γιά τήν πνευματική καί ἱστορική πορεία τῆς περιοχῆς χρονικό διάστημα. Τό πλοιάριο αὐτό προερχόταν ἀπό τήν Παλαιστίνη καί εἶχε τελικό προορισμό τή Ρώμη, τήν πρωτεύουσα τῆς τότε κραταιᾶς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ὅπου ἕδρευε ὁ Ρωμαῖος Αὐτοκράτορας, ὁ Καίσαρας, ὁ ἀπόλυτος κοσμικός ἄρχοντας πού εἶχε δικαίωμα «ζωῆς καί θανάτου» ἐπί τῶν ὑπηκόων του!! Ἦταν τό ἔτος 60-61 μ.Χ. καί στό πλοιάριο αὐτό ἐπέβαινε καί ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, ὁ ὁποῖος ὅδευε φρουρούμενος πρός τή Ρώμη, γιά νά δικασθεῖ ἀπό τόν ἴδιο τόν Καίσαρα, ὅπως εἶχε δικαίωμα, ἀφοῦ ἦταν Ρωμαῖος πολίτης. Τό σχετικό ἁγιογραφικό κείμενο, πού εἶναι σαφές καί ἀπολύτως κατατοπιστικό, ἀφοῦ γράφηκε ἀπό τό μαθητή καί συνοδό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου Εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ, ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ὅταν δέ ἀπεφασίσθη νά ἀποπλεύσωμεν εἰς τήν Ἰταλίαν, παρέδωκαν καί τόν Παῦλον καί μερικούς ἄλλους φυλακισμένους εἰς κάποιον ἑκατόνταρχον, πού ἐλέγετο Ἰούλιος καί ἀνῆκεν εἰς τό τάγμα, πού ἔφερεν τόν τίτλον σπείρα Σε32
βαστή. Ἀφοῦ δέ ἐπεβιβάσθημεν εἰς πλοῖον ... ἀπεπλεύσαμεν εἰς τό ἀνοικτόν πέλαγος μέ δρομολόγιον νά πλεύσωμεν πρός τούς λιμένας πού εὑρίσκοντο κατά μῆκος τῆς ἀσιατικῆς ἀκρογιαλιᾶς, ἦτο δέ μαζί μας καί ὁ Ἀρίσταρχος, Μακεδών ἐκ Θεσσαλονίκης. Καί τήν ἄλλην ἡμέραν ἀράξαμεν εἰς τήν Σιδώνα... καί ἀπ᾿ ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀνεχωρήσαμεν, ἐπλεύσαμεν πλησίον καί κατά μῆκος τῆς ἀνατολικῆς παραλίας τῆς Κύπρου, ἐπειδή οἱ ἄνεμοι ἦταν ἐνάντιοι. Καί ἀφοῦ διεσχίσαμεν τήν ἀνοικτήν θάλασσαν τῆς Κιλικίας καί Παμφυλίας, ἐφθάσαμεν εἰς τά Μύρα τῆς Λυκίας. Καί ἐκεῖ εὗρεν ὁ ἑκατόνταρχος πλοῖο ἐξ Ἀλεξανδρείας, πού ἐπρόκειτο νά πλεύση εἰς τήν Ἰταλίαν καί μᾶς ἐπεβίβασεν εἰς αὐτό. Λόγῳ δέ τοῦ ἐναντίου ἀνέμου, ἀφοῦ ἐπί ἀρκετάς ἡμέρας ἐπλεύσαμεν βραδέως, μέ πολύ κόπον ἐφθάσαμεν πλησίον τῆς Κνίδου, πού κεῖται ἀπέναντι τῆς Ρόδου καί τῆς Κῶ. Καί ἐπειδή δέν μᾶς ἐπέτρεπεν ὁ ἄνεμος, δέν ἐπλεύσαμεν κατ᾿ εὐθείαν πρός δυσμάς, ἀλλ᾿ ἐπλεύσαμεν κατά μῆκος τῆς νότιας ἀκτῆς τῆς νήσου Κρήτης καί ἐπεράσαμεν πλησίον τοῦ ἀκρωτηρίου Σαλμώνη, τό ὁποῖον κεῖται ἔναντι τῆς Κάσου. Μέ πολλήν δέ δυσκολίαν πλέοντες πλησίον τῆς Κρήτης ἤλθομεν εἰς κάποιον τόπον, πού καλεῖται Καλοί Λιμένες, πλησίον τοῦ ὁποίου ἦτο κάποια πόλις ὀνομαζομένη Λασαία. Ἐπειδή δέ, ἕως ὅτου φθάσωμεν ἐκεῖ, ἐπέρασε χρόνος ἀρκετός καί ἦτο πλέον ἐπικίνδυνον τό διά τῆς θαλάσσης ταξίδιον, καθ᾿ ὅσον εἶχε παρέλθει πλέον καί ἡ ἐποχή τῆς φθινοπωρινῆς νηστείας τῶν Ἰουδαίων καί σύντομα θά ἀντιμετωπίζαμεν τάς τρικυμίας τοῦ Νοεμβρίου, προέτρεπεν ὁ Παῦλος καί ἔλεγεν εἰς αὐτούς: Ἄνδρες, ἀντιλαμβάνομαι, ὅτι τό διά τῆς θαλάσσης ταξίδιόν μας μέλλει νά γίνη μέ κίνδυνον καί κακοπάθειαν καί πολλήν ζημίαν ὄχι μόνον τοῦ φορτίου καί τοῦ πλοίου, ἀλλά καί τῆς ζωῆς μας. Ὁ ἑκατόνταρχος ὅμως ἔδιδε πίστιν περισσότερον εἰς αὐτόν, πού ἐκυβερνοῦσε τό πλοῖον, καθώς καί εἰς τόν ἰδιοκτήτην αὐτοῦ, παρά εἰς ὅσα ἔλεγεν ὁ Παῦλος. Ἐπειδή δέ ὁ λιμήν ἦτο ἀκατάλληλος διά νά
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
περάσουν ἐκεῖ τόν χειμῶνα, οἱ περισσότεροι ἔλαβον τήν ἀπόφασιν νά ἀποπλεύσουν ἀπό τούς Καλούς Λιμένας εἰς τό ἀνοικτόν πέλαγος μέ τήν ἐλπίδα ὅτι θά ἠμποροῦσαν νά φθάσουν εἰς Φοίνικα, ὁ ὁποῖος εἶναι λιμήν τῆς Κρήτης, κάτω ἀπό πλαγιές λόφου ἐστραμμένου πρός τόν νοτιοδυτικόν καί βορειοδυτικόν ἄνεμον, καί νά περάσουν τόν χειμῶνα ἐκεῖ, προστατευόμενοι ἀπό τάς μεγάλας τρικυμίας τῶν νοτίων καί τῶν δυτικῶν ἀνέμων. Εἰς ὥραν δέ, πού ἤρχισε νά πνέη σιγά ἄνεμος νότιος, ἐνόμισαν, ὅτι ἠδύναντο νά πραγματοποιήσουν ἀσφαλῶς τό σχέδιον των καί ἀφοῦ ἐσήκωσαν τάς ἀγκύρας, ἐπλέον, ὅσο τό δυνατόν πλησιέστερον πρός τήν ἀκτήν τῆς Κρήτης. Ἀλλά μετ᾿ ὀλίγον ἐπέπεσε κατά τῆς Κρήτης ἄνεμος θυελλώδης σφοδρός, πού καλεῖται ἀπό τόν λαόν Εὐρωκλύδων, δηλαδή ἀνατολικός τρικυμιώδης. Ἐπειδή δέ τό πλοῖον παρεσύρθη, σάν νά ἡρπάγη ἀπό τόν ἄνεμον, καί δέν ἠδύνατο νά ἀντισταθῆ εἰς τήν βίαν αὐτοῦ, ἐγκαταλείψαμεν πᾶσαν κυβέρνησιν τοῦ πλοίου καί ἀφήκαμεν αὐτό εἰς τήν διάκρισιν τοῦ ἀνέμου καί ἔτσι ἐφερόμεθα ὅπου μᾶς ἔσπρωχναν τά κύματα. Ἀφοῦ δέ ἐπεράσαμεν γρήγορα κάτω ἀπό κάποιαν μικράν νῆσον, πού καλεῖται Κλαύδη, μόλις καί μετά βίας ἠμπορέσαμεν νά τραβήξωμεν ἐπάνω εἰς τό πλοῖον καί νά γίνωμεν κύριοι τῆς βάρκας, πού ἦτο ἕως τότε δεμένη ὀπίσω τοῦ πλοίου καί ἐσύρετο ἀπό αὐτό...»2. Αὐτά ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Λουκᾶς στίς «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων». Ἡ συνέχεια βέβαια εἶναι γνωστή. Ὅμως αὐτό πού ἔχει σημασία καί πρέπει ἰδιαιτέρως νά τονίσουμε εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πάτησε τότε γιά πρώτη φορά τά χώματα τῆς Κρήτης στήν περιοχή τῶν Καλῶν Λιμένων ἀγιάζοντάς τα καί συγχρόνως μέ τά μάτια τοῦ πάνω ἀπό τό πλοῖο εἶδε, «ἀγκάλιασε» καί εὐλόγησε ὅλα τα νότια παράλια τῆς Μεγαλονήσου ἀπό τό ἀνατολικότερο ἕως τό δυτικότερο ἄκρο της3. Ἔτσι, ἡ περιοχή τῶν Καλῶν Λιμένων, ἡ
εὐρύτερη περιοχή τῶν Ἀστερουσίων καί γενικότερα ὁλόκληρος ὁ Κρητικός Νότος ἀπέκτησαν ἀπό ἐκείνη τήν ὥρα καί ἐξ αὐτοῦ τοῦ γεγονότος μία ξεχωριστή ἱερότητα. Μάλιστα,«στά κατοπινά χρόνια καί ἀφοῦ τελείωσαν οἱ διωγμοί, ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης ἐξέφρασε τήν εὐλάβεια καί τήν ἀγάπη στόν ἱδρυτή της (Ἀπόστολο Παῦλο). Τόν συνέδεσε γιά πάντα, ὄχι μόνο μέ τούς Καλούς Λιμένες, λόγω τῆς ἁγιογραφικῆς μαρτυρίας, ἀλλά καί μέ ὅλα τά νότια παράλια (της Κρήτης), τά ὁποῖα παρέπλευσε στήν πορεία του πρός τήν Ρώμη…»4. Ἔτσι χτίστηκαν ἐδῶ παλαιοί καί νέοι ναοί καί πολλές νότιες περιοχές, μέ κυρίαρχη τήν περιοχή τῶν Ἀστερουσίων, ἔγιναν κατά τή διάρκεια τῶν μετέπειτα αἰώνων κέντρα ἀσκητισμοῦ, ἀναχωρητισμοῦ καί ἐρημητισμοῦ μέ μεγάλη καί μακραίωνη πνευματική παράδοση. ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΣΤΕΡΟΥΣΙΩΝ Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ εὐρύτερη περιοχή τῶν Ἀστερουσίων ἔχει πλούσια μοναστική-ἀναχωρητική παράδοση, πού φθάνει στά βάθη τῶν χριστιανικῶν αἰώνων. Ἡ παράδοση αὐτή εἶναι πλούσια ἤδη ἀπό τήν Α´ Βυζαντινή Περίοδο. Ἔφθασε ὅμως στή μεγαλύτερη ἀκμή της τό 14ο αἰώνα καί συνεχίστηκε ἀδιάκοπα ἕως τίς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῡ αἰώνα. Ὡς πρῶτος ἐρημίτης τῆς περιοχῆς καί ὁλό33
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
κληρης τῆς Κρήτης μαρτυρεῖται ὁ μοναχός Κοσμᾶς, ὁ ὁποῖος ἔζησε περί τόν 7ο-8ο μ.Χ. αἰώνα καί ὡς τελευταῖοι ἐρημίτες τῶν Ἀστερουσίων θεωροῦνται ὁ μοναχός Νεόφυτος Μαρκάκης (†1992) καί ὁ Ἱερομόναχος Εὐμένιος Χαριτάκης (†1995)5. Ἡ μορφολογία τοῦ ἐδάφους τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῶν Ἀστερουσίων προσφέρεται ἄριστα γιά τίς ἀνάγκες καί τίς ἐπιδιώξεις τοῦ ἀναχωρητικοῦ βίου. Ἡ περιοχή εἶναι κακοτράχαλη, δύσβατη, ἔρημη, ἄγονη καί δύσκολα προσπελάσιμη. Μάλιστα ἔχει ἑκατοντάδες μικρά καί μεγάλα σπήλαια, «ὀπές τῆς γῆς», πού χρησιμοποιήθηκαν ἀπό τούς ἀναχωρητές καί κυρίως ἀπό ἐκείνους πού εἶχαν ἰδιαίτερο ζῆλο, πού ἤθελαν νά ἀφιερωθοῦν χωρίς καμία δέσμευση, ἀπόλυτα καί ὁλοκληρωτικά στόν Θεό καί εἶχαν υἱοθετήσει «ἀκραία ἀσκητική γραμμή» γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς τους. Ἕνα ἀκόμη στοιχεῖο, τό ὁποῖο βοήθησε σημαντικά στήν ἑδραίωση καί στήν ἄνθηση τοῦ ἀσκητισμοῦ στήν περιοχή τῶν Ἀστερουσίων, ἦταν τό γεγονός ὅτι τά ἐρημητήρια τῶν ἀσκητῶν ἀπεῖχαν πολλές ὧρες δρόμο ἀπό τίς κοντινότερες κατοικημένες περιοχές. Ἔτσι οἱ ἐρημίτες ζοῦσαν πραγματικά μακριά ἀπό τόν κόσμο «ἐνώπιοι ἐνωπίῳ» μέ τόν Θεό καί ἔκαναν ἀκόμη καί ὁλόκληρα χρόνια νά συναντήσουν ἀνθρώπους πού ζοῦσαν στόν κόσμο. Ἐκεῖνα τά χρόνια καί κυρίως ἀπό τόν 14ο αἰώνα καί μετά τά Ἀστερούσια φλέγονταν ἀπό τή ζωηφόρο «λάβα» τῆς προσευχῆς, τῆς χαριτόβρυτης καί ἀποτελεσματικῆς νοερᾶς προσευχῆς, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μέ τά λόγια «Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με», καί μέ τήν ὁποία συνιστοῦν νά προσευχόμαστε ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί προπάντων οἱ νηπτικοί. Γι᾿ αὐτό καί ὁ συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης, στό μνημειῶδες πράγματι ἔργο του «Μοναστήρια καί Ἐρημητήρια τῆς Κρήτης», ὀνομάζει πολύ εὔστοχα τά Ἀστερούσια «Κρητικόν Ἱερόν Ὄρος»6. Οἱ πλαγιές, τά φαράγγια καί οἱ χαράδρες τῶν Ἀστερουσίων ἦταν γεμάτες μέ ἀσκητήρια, πού φιλοξενοῦσαν ἁπλοϊκούς, ἀγράμματους, ἀλλά σοφούς κατά Θεόν μοναχούς, 34
φωτισμένους δασκάλους τῆς νηπτικῆς ὀρθόδοξης θεολογίας. Ἡ παράδοση καί ἡ σύγχρονη ἱστορική ἔρευνα ἐπιβεβαιώνουν αὐτό τό γεγονός. Ὅτι δηλαδή σ᾿ αὐτή τή γωνιά τοῦ ἑλληνικοῦ νότου, στίς νότιες πλαγιές τοῦ Κόφινα, στό Ἁγιοφάραγγο, στό Ράξος, στό Λίθινο, ἐκεῖ πού ἱδρύθηκαν ἀργότερα ἡ Ὁδηγήτρια, οἱ Ἀπεζανές καί ὁ Κουδουμᾶς, ἀλλά καί ἀλλοῦ, ὅσιοι ἀσκητές καί ἐρημίτες, ἀφοῦ περιφρόνησαν καί ἐγκατέλειψαν τά ἐγκόσμια, ἦλθαν ἐδῶ «μηδέν αἴρωσιν εἰς ὁδόν εἰ μή ράβδον μόνον, μή πήραν, μή ἄρτον, μή εἰς τήν ζώνην χαλκόν»7 καί ζοῦσαν σύμφωνα μέ τό ὀρθρικό τροπάρι «τοῖς ἐρημικοῖς ζωή μακαρία ἐστι, θεϊκῷ ἔρωτι πτερουμένοις» καί «τοῖς ἐρημικοῖς ἄπαυστος ὁ θεῖος πόθος ἐγγίνεται, κόσμου οὖσι τοῦ ματαίου ἐκτός»8. Ἐδῶ, στά ἀπλησίαστα μέρη τῶν Ἀστερουσίων, ἀφιερώθηκαν μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους στή λατρεία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί κατάφεραν νά φθάσουν στά ὑψηλότερα σκαλοπάτια τῆς πνευματικῆς κλίμακας, ἀναδεικνύοντας τά Ἀστερούσια Ὄρη Ἄθωνα τῆς Κρήτης! Ἰδού πῶς περιγράφει τήν περιοχή αὐτή τῆς Κρήτης σ᾿ ἕνα ἀπό τά πρῶτα του βιβλία ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Τιμόθεος: «Οἱ χαράδρες πού σχηματίζονται ἀπό τά ἀπότομα βουνά στίς νότιες παραλίες τῆς Κρήτης-ἀπό τή νότια πλευρά τῆς ὀροσειρᾶς τῶν Ἀστερουσίων πού μεγαλόπρεπα δεσπόζουν τοῦ κάμπου τῆς Μεσαρᾶς καί στή δαντελωτή παραλία του- ὑπῆρξαν ἀνέκαθεν καταφύγια μοναχῶν καί ἱδρύθηκαν ἐκεῖ ἀσκητήρια, ἐκκλησίες καί Μοναστήρια… Ἐδῶ ἡ ψυχή μεταρσιώνεται. Ὁ λογισμός πάνω ἀπό τήν περήφανη κορυφή τοῦ βουνοῦ ἀνεβαίνει πρός τή μεγαλοσύνη τοῦ Παντοδύναμου, καθώς τό βλέμμα χάνεται στό πέλαγος καί βυθίζεται στήν ἀπεραντοσύνη τοῦ Δημιουργοῦ…Ἐδῶ τό καθετί μιλεῖ στήν ψυχή. Τά βράχια, οἱ τοῖχοι, τά ἐρείπια, οἱ σπηλιές, τά δένδρα, τό ἥσυχο δροσερό ἀγέρι πού ἔρχεται ἀπό τό πέλαγος, μά καί ὁ δυνατός βοριάς πού κάποτε κατεβαίνει ψηλά ἀπό τίς χαράδρες μέ βουητό μεγάλο σέρνοντας πολλές φορές τήν ἄμμο καί τά χαλίκια τοῦ βουνοῦ καί συχνά χτυπώντας μόνος του τήν καμπάνα... πνευματικό συναγερμό στήν ἁγιασμένη ἐρημιά. Ὅλα μιλοῦν μέ τόν τρόπο
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τους καί μέ τή σιωπή τους. Κι ἡ ψυχή, βυθισμένη στούς στοχασμούς της, νοιώθει ἀλαφρότερα τά δεσμά τῆς ὕλης καί αἰσθάνεται κοντύτερα τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, τή λύτρωση καί τήν εἰρήνη, μακράν ἀπό τή ματαιότητα καί τήν ἀπάτη τοῦ κόσμου»9. Πραγματικά! Σ᾿ ὅλες τίς πλαγιές καί τίς χαράδρες, στά φαράγγια καί στά διάσελα τῆς περιοχῆς αὐτῆς ἔζησαν στό παρελθόν, μέσα σέ σπηλιές, σέ ἀπόκρημνα μέρη καί σέ «ὀπές» τῆς γῆς δεκάδες ὅσιοι ἀναχωρητές, πού μέ τό ἅγιο πέρασμά τους, τή ζωή καί τήν κοίμησή τους καθαγίασαν αὐτά τά χώματα. Ἡ παράδοση διέσωσε θρύλους καί συγκλονιστικές μαρτυρίες, πού ἐπιβεβαιώνει στίς μέρες μας ἡ ἱστορική ἔρευνα. Ἀποδεικνύεται ἔτσι ὅτι τά Ἀστερούσια ὑπῆρξαν πραγματικά ὁ πνευματικός στίβος ἑκατοντάδων ἀναχωρητῶν, οἱ ὁποῖοι ἀναζήτησαν τόν Θεό, τήν εἰρήνη καί τή γαλήνη τῆς ψυχῆς στήν ἄγρια ἐρημιά τοῦ Κρητικοῦ Νότου καί τή σκληρή ζωή τοῦ ἀσκητῆ, πού ὑποτάσσει τήν ὕλη στό πνεῦμα. Τό Ἁγιοφάραγγο Κέντρο τοῦ ἀσκητισμοῦ στά Ἀστερούσια ἦταν τό Ἁγιοφάραγγο, πού, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τήν ὀνομασία του (Φαράγγι τῶν Ἁγίων), εἶναι ἕνας ἀπό τούς πιό ἱερούς τόπους τῆς Κρήτης. Ἡ εἴσοδός του βρίσκεται στό δρόμο πού ὁδηγεῖ ἀπό τήν Ὁδηγήτρια στούς Καλούς Λιμένες καί σέ ἀπόσταση τριῶν περίπου χιλιομέτρων ἀπό αὐτήν. Ἀπό τήν εἴσοδο ἕως τήν ἔξοδό του στή θάλασσα τοῦ Λιβυκοῦ Πελάγους, ἀπαιτοῦνται σαράντα πέντε περίπου ὁδοιπορικά λεπτά. Στό ξεκίνημα ἡ πορεία εἶναι ὁμαλή, ὅμως μετά ἀπό λίγο τό φαράγγι γίνεται δύσβατο καί ἀπότομο. Στή δεξιά καί στήν ἀριστερή ὄχθη του ὑπάρχουν δεκάδες μικρές καί μεγαλύτερες σπηλιές, οἱ ὁποῖες φιλοξένησαν ἤδη ἀπό τήν Α΄ Βυζαντινή Περίοδο ἕως καί τήν πρώτη πεντηκονταετία τοῦ 20οῦ αἰώνα ἑκατοντάδες ἀναχωρητές, πού ἐγκατέλειψαν τά πάντα στόν κόσμο καί ἦρθαν σ᾿ αὐτό τό «ἄγριο» καί ἀπροσπέλαστο μέρος τῆς κρητικῆς γῆς, γιά νά ἀφιερωθοῦν χωρίς φραγμούς καί ὅρια στήν «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» ἀσκητική ζωή. Τριακόσια περίπου μέτρα πρίν ἀπό τήν ἔξοδο τοῦ φαραγγιοῦ συναντᾶμε τόν παλαιό
Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Ἁγιοφαραγγίτη, κτίσμα τοῦ 14ου αἰώνα, τόν ὁποῖο χρησιμοποιοῦσαν οἱ ἀσκητές τῆς εὐρύτερης περιοχῆς γιά τήν κοινή προσευχή καί γιά τίς λατρ ε υτικ έ ς τους ἀνάγκες. Δίπλα ἀπό τό ναϊδριο σώζονται ἀκόμη τά Κελλιά τῶν τελευταίων ἀσκητῶν. Λίγο πιό κάτω ἀπό τόν Ἅγιο Ἀντώνιο, στήν ἀριστερή πλευρά τοῦ φαραγγιοῦ, ὑπάρχει ὁ «Γουμενόσπηλιος», μιά μεγάλη σπηλιά στήν ὁποία γινόταν τουλάχιστον μιά φορά ἐτησίως ἡ σύναξη τῶν ἀσκητῶν τοῦ Ἁγιοφάραγγου, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ τοπική παράδοση. Ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ ὅτι ὁ περιπατητής τοῦ Ἁγιοφάραγγου συναντᾶ χελιδόνια10 ἀκόμη καί τούς χειμερινούς μῆνες, γιά τά ὁποῖα λένε οἱ ἐντόπιοι ὅτι εἶναι οἱ ψυχές τῶν ἀσκητῶν, πού φτερουγίζουν στόν τόπο ὅπου ἀγωνίστηκαν καί ἄσκησαν βία στόν ἑαυτό τους, γιά νά «ἁρπάσουν» τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Σ᾿ αὐτόν τόν ἁγιασμένο τόπο τῆς μυστικῆς θεολογίας, τῆς νήψεως καί τῆς ἀδιάκοπης προσευχῆς ἔφεραν τά βήματά του καί ὁ Θεῖος φωτισμός τόν Ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη, ὁ ὁποῖος ἦταν αὐστηρός μοναχός, βαθύνους θεολόγος, ἕνας ἀπό τούς σημαντικότερους νηπτικούς πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἀπό τούς πρώτους διδασκάλους τῆς νοερᾶς, τῆς ἀδιάλειπτης, τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, ἡ ὁποία ὁδήγησε στό μεγαλύτερο ὀρθόδοξο πνευματικό κίνημα τοῦ ἡσυχασμοῦ, στήν ἄνθηση τοῦ ἀσκητισμοῦ καί τῆς νηπτικῆς, μυστικῆς ὀρθόδοξης θεολογίας. Ἐδῶ ἔμεινε ἀρκετό καιρό ὁ Ὅσιος Γρηγόριος 35
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
καί, ὅπως διασώζει ἡ παράδοση, ἐδῶ ἄκουσε γιά πρώτη φορά καί ἐδῶ διδάχθηκε ἀπό τόν ἁγιασμένο μοναχό Ἀρσένιο τόν Ἁγιοφαραγγίτη τόν «θεωρητικόν βίον», τή «νῆψι» καί τήν «καθαράν ἤ νοεράν προσευχήν», πρακτική τήν ὁποία ὁ ἴδιος τελειοποίησε στή συνέχεια11. Ὁ δημοσιογράφος καί συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης γράφει σχετικά στό βιβλίο του «Μοναστήρια καί Ἐρημητήρια τῆς Κρήτης» τά ἑξῆς: «Ὁ πρῶτος ἐρημίτης πού μαρτυρεῖται ἀπό τούς συναξαριστές, στήν περιοχή γύρω ἀπό τούς Καλούς Λιμένες, ὀνομαζόταν Ἀρσένιος καί ἔζησε κατά τό 13ο αἰώνα. Ὁ Ἀρσένιος ἦταν ἐκεῖνος πού δίδαξε τή “νοερά προσευχή” καί τήν “φυλακήν τοῦ νοός” στόν Ὅσιο Γρηγόριο τό Σιναΐτη, ἱδρυτή τῆς Μονῆς Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης μέ τό φίλο του Γεράσιμο ἔφθασαν προερχόμενοι ἀπό τούς Ἁγίους Τόπους στήν Κρήτη, καί πιό συγκεκριμένα στούς Καλούς Λιμένες. Γύρω ἀπό τούς Καλούς Λιμένες ἄρχισαν νά ἀναζητοῦν τόπο πού νά προσφέρεται γιά τήν προσευχή καί τή γαλήνη. Βρῆκαν δύο σπήλαια καί κατοίκησαν σ᾿ αὐτά. Οἱ συναξαριστές δέν ἀναφέρουν ποῦ ἦταν αὐτά τά σπήλαια, ἡ τοπογραφία τῆς περιοχῆς ὅμως μᾶς ὁδηγεῖ στό Ἁγιοφάραγγο! Τά σπήλαια πού βρίσκονται στίς δύο πλευρές τοῦ φαραγγιοῦ προσφέρονται γιά τόν ἐρημητισμό καί ἡ παράδοση θέλει τά περισσότερα ἀπ᾿ αὐτά τά σπήλαια νά χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς ἀπό ἀσκητές. Ὁ Κρητικός ἀσκητής λοιπόν Ἀρσένιος μύησε τούς δύο Ὁσίους στή “νοερά προσευχή” καί ἀπό τά Ἀστερούσια τή μετέφεραν στό Ἅγιον Ὄρος»12. Ἀπό τά Ἀστερούσια ὁ Ὅσιος Γρηγόριος πῆγε πράγματι στήν καρδιά τῆς Ὀρθοδοξίας, στό Ἁγιώνυμον Ὄρος, «στό πάγκαλλον τῆς πατρώας ἡμῶν εὐσεβείας ἀγλάισμα»13 καί ἔσπειρε βαθειά στίς καρδιές τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων τή φλόγα τοῦ ἡσυχασμοῦ, τό θεῖο σπόρο τῆς νοερᾶς καί ἀδιάλειπτης προσευχῆς, πού ἔκτοτε μεταλαμπαδεύεται σάν ἅγιος μαργαρίτης στόν Ἱερό Ἄθωνα ἀπό γενεά σέ γενεά μοναχῶν, πυρπολεῖ τίς καρδιές τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων καί μέχρι στίς μέρες μας ἀποτελεῖ τήν κορυφαία πνευματική ἔκφανση τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ πού ζυμώνεται καθημερινά στό ζωηφόρο καμίνι 36
τῆς νήψεως, τῆς πνευματικῆς ἀθλήσεως καί τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς14. Μονή Ὁδηγήτριας-Εὐρύτερη περιοχή Ἐκτός ἀπό τό Ἁγιοφάραγγο, σπουδαῖο ἀσκητικό καί ἡσυχαστικό κέντρο τῶν Ἀστερουσίων ἦταν ἡ Μονή τῆς Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας15 «πού ἡ ἱστορία της ἐνσωματώνει τήν ἱστορία πολλῶν μικρῶν Μοναστηριῶν καί ἐρημητηρίων τῆς εὐρύτερης περιοχῆς»16. Τό Μοναστήρι αὐτό ἀποτελοῦσε τόν πυρήνα καλλιέργειας καί διάδοσης τῶν καλλιτεχνικῶν ρευμάτων πού ἔφθαναν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στήν Κρήτη καί διαδραμάτισε σημαντικότατο ἐθνικό ρόλο κατά τή Βενετοκρατία καί κυρίως κατά τήν Τουρκοκρατία, πού ὑπῆρξε κέντρο δράσης ἐπαναστατῶν καί χαΐνηδων. Ἡ παρουσία ἀσκητῶν καί ἐρημιτῶν στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Ὁδηγήτριας μαρτυρεῖται καί ἀποδεικνύεται ἀπό τά δεκάδες παρεκκλήσια καί τά ἐρημητήριά της. Καί πρῶτο ἀπ᾿ ὅλα τό Μοναστήρι στούς «Ἁγιούς» ἤ καλύτερα ἡ Μονή τῶν Ἁγιῶν στό ὄρος Ράξος, πού ὑπῆρξε ἕνα ἀπό τά παλαιότερα μοναστικά κέντρα τῶν Ἀστερουσίων, τό ὁποῖο μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ καί ὡς «προδρομικό» τῶν μετέπειτα δύο μεγάλων Μοναστηριῶν, τῆς Ὁδηγήτριας καί τῶν Ἀπεζανῶν17. Βρίσκεται δυτικά τῆς Ὁδηγήτριας στήν ὁμώνυμη τοποθεσία τοῦ ὄρους Ράξος ἤ ὄρους τῶν Λιθίνων, ὅπως διαφορετικά ἀποκαλεῖται. Εἶναι ὁ τόπος στόν ὁποῖο ἅγιασαν καί τάφηκαν οἱ αὐτάδελφοι Ἅγιος Εὐτύχιος, Ἐπίσκοπος Γορτύνης, καί ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανός ὁ μάρτυρας. Τή σπηλιά στήν ὁποία τάφηκαν οἱ δύο Ἅγιοι ἀνακάλυψε τόν 10ο μ.Χ. αἰώνα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος μετά ἀπό θεία ἀποκάλυψη. Σήμερα εἶναι σπηλαιώδης Ναός, ξωκλήσι τῆς Ὁδηγήτριας, καί ἑορτάζει στίς 17 Αὐγούστου18. Σ᾿ ἕνα ἀπόκρημνο σπήλαιο στό ἀκρωτήριο Λίθινο, πού μέχρι σήμερα λέγεται «σπηλιά τῆς Καλόγριας», μόνασε καί ἀσκήθηκε πνευματικά ἡ μοναχή Κασιανή, ἀδελφή κατά σάρκα τῶν δύο προηγουμένων Ἁγίων. Ἀπό τούς συναξαριστές ἀναφέρεται τό ὄρος Ράξος ὡς τόπος ταφῆς τῶν πρώτων Ἐπισκόπων Γορτύνης. Μάλιστα, ἐδῶ μαρτύρη-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
σε καί τάφηκε τό 304 μ.Χ. ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἐπίσκοπος Γορτύνης. Ἐδῶ, ἐπίσης, τάφηκε τό ἔτος 689 μ.Χ. καί ὁ Ἅγιος Εὐμένιος Ἐπίσκοπος Γορτύνης, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε ἐξόριστος στή Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καί τό σκήνωμά του, σύμφωνα μέ τήν ἐπιθυμία του, μεταφέρθηκε καί τάφηκε στό ὄρος Ράξος, δίπλα στόν Ἅγιο Κύριλλο19. Στά ἐρημητήρια τοῦ ὄρους Ράξος ἄρχισε τήν ἀσκητική του ζωή καί ἐκάρη μοναχός σέ πολύ νεαρή ἡλικία ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε «εἰς τόν καιρόν τῶν εὐσεβεστάτων καί ὀρθοδόξων βασιλέων Βασιλείου καί Κωνσταντίνου τῶν Πορφυρογεννήτων, ἔτει ἀπό Χριστοῦ Γεννήσεως 970»20. Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος ἄσκησε πολύτιμο ἱεραποστολικό ἔργο στήν Κρήτη (10ος-11ος αἰ.) σέ μιά πολύ δύσκολη, λόγῳ ἱστορικῶν συγκυριῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία ἐποχή. Στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Ὁδηγήτριας ἀνήκει καί τό ἀπομονωμένο Μάρτσαλο, τό ὁποῖο πέραν τῆς ἐρημίας καί τῆς ἡσυχίας ἀποτελεῖ οὐσιαστικά συνέχεια τοῦ γειτονικοῦ Ἁγιοφάραγγου. Ὁ σπηλαιώδης Ναός τῆς Παναγίας τῆς Μαρτσαλιανῆς, πού βρίσκεται σ᾿ ἕνα μικρότερο φαράγγι ἀνάμεσα στό Ἁγιοφάραγγο καί στό «Κεφάλι», ὑπῆρξε μοναστικό κέντρο πού γνώρισε μεγάλη ἀκμή ἤδη ἀπό τά πρῶτα χριστιανικά χρόνια21. Δίπλα ἀκριβῶς στό Ναό τῆς Παναγίας στό Μάρτσαλο διατηροῦνται ἕως σήμερα λαξευμένα κελλιά στό βράχο, πού φιλοξένησαν πολλούς ἀσκητές. Μάλιστα, ἐδῶ ἀσκήθηκαν πνευματικά, γιά δώδεκα περίπου χρόνια, ἕως τό 1878, πρίν ἀναχωρήσουν γιά τήν περιοχή τοῦ Κουδουμᾶ, οἱ Ὅσιοι αὐτάδελφοι Παρθένιος καί Εὐμένιος22. Γέροντας καί πνευματικός πατέρας αὐτῶν τῶν σύγχρονων ἁγίων ἀνδρῶν ἦταν ὁ Ἱερομόναχος Γεράσιμος Μανιδάκης (1820-1905), ὁ ὁποῖος διετέλεσε καί Καθηγούμενος στήν Ὁδηγήτρια. Ἦταν ἀγωνιστής τῶν Κρητικῶν ἐπαναστάσεων κατά τῶν Τούρκων, συνεργάτης τοῦ ὁπλαρχηγοῦ Μιχαήλ Κόρακα, καί εἶχε ἁγνή καρδιά πού φλεγόταν γιά τήν ἐλευθερία τῆς Κρήτης23. Παρεκκλήσια καί ἐξαρτήματα τῆς Μονῆς Ὁδηγήτριας, τά ὁποῖα φιλοξένησαν στό πα-
ρελθόν πολλούς ἐρημίτες, εἶναι ἀκόμη ὁ σπηλαιώδης Ναός τῆς Ἁγίας Κυριακῆς, μεταξύ Ὁδηγήτριας καί Ἁγιοφάραγγου, τό παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέα, πού βρίσκεται σέ ἀπόμερη τοποθεσία βόρεια τῆς Ὁδηγήτριας, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης στό «Βαθύ Λαγκός», πού ἔχει τοιχογραφίες ὑψηλῆς τέχνης τῆς Κρητικῆς Σχολῆς, τό παρεκκλήσι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, πού χτίστηκε ἀπό τή μοναχή Μάρθα, κτητόρισσα τῆς Ὁδηγήτριας, ὁ σπηλαιώδης Ναός τῆς Παναγίας στά Μάταλα, πού τόν χρησιμοποιοῦσαν οἱ ἀσκητές τῶν γύρων σπηλαίων, τό παρεκκλήσιο τοῦ Μιχαήλ Ἀρχαγγέλου, δύο χιλιόμετρα περίπου πρίν ἀπό τό βράχο πού μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανός, ὁ δίκλιτος Ναῶν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης βόρεια τῆς Μονῆς, τά παρεκκλήσια τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου καί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στό «Κεφάλι» καί τό σύγχρονο παρεκκλήσιο τῶν Ἁγίων Παρθενίου καί Εὐμενίου στό Μάρτσαλο, πρίν ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ φαραγγιοῦ24. Μονή Κουδουμᾶ - Εὐρύτερη περιοχή Ἡ Μονή Κουδουμά, «ἡ τελευταία λαύρα τῆς Κρήτης»25, καί ἡ εὐρύτερη περιοχή της ἀποτελεῖ ἄλλο ἕνα σημαντικό μοναστικό κέντρο τῶν Ἀστερουσίων. Εἶναι κτισμένη σ᾿ ἕνα γραφικό ὅρμο τοῦ Λιβυκοῦ Πελάγους «ἐκεῖ πού τά ἀγριόμορφα Ἀστερούσια καταλήγουν ὁρμητικά στή νότια θάλασσα τῆς Κρήτης, νότια τῆς κορυφῆς Κόφινας… ἀνάμεσα στό ἀκρωτήριο Μέρτελος ἀνατολικά καί Καλοί Λιμένες δυτικά…»26. Βρίσκεται ἀνάμεσα σέ σπήλαια ἐρημιτῶν, σέ ὀπές τῆς γῆς καί ἱερές μνῆμες Ὁσίων καί Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἀσκητική παράδοση τῆς περιοχῆς ἀνά37
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
γεται στή βυζαντινή ἐποχή καί συνεχίστηκε ἀδιάκοπα ἕως καί τόν 20ό αἰώνα. Μεγάλη πνευματική ἄνθηση γνώρισε ἡ περιοχή μετά τό 1870, ὁπότε ἐγκαταστάθηκαν ἐδῶ, προερχόμενοι ἀπό τήν περιοχή τῆς Ὁδηγήτριας, οἱ αὐτάδελφοι ἀσκητές Παρθένιος καί Εὐμένιος, οἱ ὁποῖοι ἔκτισαν στά ἐρείπια τῆς παλαιᾶς καί ἵδρυσαν τή σημερινή Μονή. Πολύ σύντομα ἔγινε πολυάνθρωπο, ἀκμαῖο κοινόβιο πού ἀπέκτησε παγκρήτια φήμη καί ἀκτινοβολία καί ἀποτέλεσε τήν πνευματική «μήτρα» τῆς Κρήτης ἐκείνη τή χρονική περίοδο. Ἔγινε «σκηνή κατοικίας, τόπος δόξης τοῦ Κυρίου, κέντρο λατρείας, ἀσίγαστη ἀσκητική παλαίστρα, στάδιον ἀρετῶν καί πεδίον νυχθήμερης θεοφιλοῦς δράσης γιά πολλούς μοναχούς. Παράλληλα, γιά τούς λαϊκούς κατέστη λιμένας χειμαζομένων, καταφύγιο διωκομένων, ἰατρεῖο ἀσθενῶν, ἐλευθερωτήριο δαιμονιζομένων, κέντρο θεραπευτικῆς ἐξυγίανσης ἁμαρτωλῶν, χειρουργεῖο ἐκτομῆς ψυχικῶν ἀποστημάτων, ταμεῖον πτωχῶν καί γενικά ὁρμητήριο τῶν πνευματικῶς ἀγωνιζομένων»27. Αὐτό ὀφειλόταν στήν ἀσκητικότητα καί ἁγιότητα τῶν ἱδρυτῶν τῆς Μονῆς, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ βρίσκονταν ἀκόμη στήν παροῦσα ζωή, τιμοῦνταν ὡς Ὅσιοι καί Ἅγιοι ἀπό τό πλῆθος τῶν προσκυνητῶν πού ἔφθαναν στή Μονή Κουδουμά ἀπό ὁλόκληρη τήν Κρήτη. Οἱ Ὅσιοι Παρθένιος καί Εὐμένιος μέ τήν ἀσκητικότητα, τήν πνευματική ἀγωνιστικότητα τήν ἁγιότητά τους καί μέ τά θαύματα πού ἐπιτελοῦσαν συνέβαλαν πραγματικά στήν ἀναγέννηση τοῦ μοναχισμοῦ στά Ἀστερούσια κατ᾿ αὐτή τή χρονική περίοδο28. Στήν εὐρύτερη περιοχή τοῦ Κουδουμᾶ ὑπάρχουν δεκάδες ἀσκηταριά καί ἐρημητήρια πού φιλοξένησαν στό παρελθόν δεκάδες ἀληθινούς ἀσκητές. 38
Ἀκολουθώντας τό μονοπάτι πρός τά δυτικά της Μονῆς καί ὕστερα ἀπό ὁδοιπορία σαράντα πέντε λεπτῶν συναντᾶμε τό σπήλαιο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου. Ὁ Ναός, πού εἶναι ἀφιερωμένος στόν Ἅγιο Ἀντώνιο, εἶναι χτισμένος ἐξ ὁλοκλήρου μέσα σ᾿ αὐτό τό μεγάλο σπήλαιο. Προχωρώντας καί πάλι πρός τά δυτικά, φθάνουμε στό σπήλαιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, πού ἔχει ἔξοχες τοιχογραφίες, καί ὑπῆρξε στό παρελθόν Καθολικό Ἱερᾶς Μονῆς. Ἀδελφοί τῆς Μονῆς Κουδουμᾶ ἀσκήτευσαν στό Μετόχι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, πού βρίσκεται ἕξι χιλιόμετρα νοτιοδυτικά τοῦ χωριοῦ Στέρνες, στίς Τρεῖς Ἐκκλησίες (Παναγία, Ἅγιος Γεώργιος, Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος), στήν Ἁγία Μονή (Ζωοδόχος Πηγή), πού βρίσκεται πολλά χιλιόμετρα νοτιοδυτικά των Καπετανιανῶν σέ ἐξόχως ἐρημική περιοχή, στόν Ἅγιο Παῦλο Παρανύμφων, πού τό 14ο αἰώνα ἦταν ἡ δεύτερη Μονή στά Ἀστερούσια, στόν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Γιαλιᾶς, πού βρίσκεται στά νότια παράλια της περιφέρειας τῶν Καπετανιανῶν καί στόν Ἅγιο Νικήτα, παλαιό ἐρημητήριο μέ σπηλαιώδη τοιχογραφημένο Ναό, πού λειτούργησε ὡς μονύδριο ἕως καί τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰώνα. Ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ ὅτι, ἐκτός των Ἁγίων Παρθενίου καί Εὐμενίου, μεταξύ τῶν σύγχρονων ὁσίων μορφῶν πού σχετίζονται μέ τή Μονή Κουδουμᾶ καί τή μείζονα ἐρημητική περιοχή της εἶναι ὁ μοναχός Ἰωακείμ Ἀντωνάκης, γνωστός ὡς Ἰωακειμάκι ἤ Καλογεράκι, ὁ μοναχός Εὐάρεστος Γαβαλᾶς, ἡ Ὁσία μοναχή Μάρθα, ἡ ἀσκήτρια τῶν Καπετανιανῶν, ἡ ἐπονομαζόμενη καί «μητέρα» τῆς Μονῆς Κουδουμᾶ καί πολλοί ἄλλοι τούς ὁποίους γνωρίζει ὁ Θεός29. Ἀπεζανές Ἡ Μονή τῶν Ἀπεζανῶν30 καί ἡ γύρω ἀπό αὐτήν περιφέρεια ἐντάσσονται στήν εὐρύ-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τερη περιοχή τῶν Ἀστερουσίων καί παρουσιάζουν τά ἴδια περίπου χαρακτηριστικά μέ τήν Ὁδηγήτρια καί τόν Κουδουμᾶ. Ἱδρύθηκε πρίν ἤ περί τόν 16ο μ.Χ. αἰώνα καί ἔπαιξε σημαντικό ρόλο στή μοναστική παράδοση τῶν Ἀστερουσίων καί στήν ἐθνική μας ζωή, τόσο κατά τήν Βενετοκρατία, ὅσο καί κατά τήν Τουρκοκρατία. Ἰδιαίτερα κατά τήν Τουρκοκρατία οἱ μοναχοί των Ἀπεζανῶν ἐνίσχυαν καί περιέθαλπαν τούς χαϊνηδες, ἐνῶ τήν ἴδια χρονική περίοδο στή Μονή καλλιεργοῦσαν τά γράμματα. Γενικά, ἡ Μονή τῶν Ἀπεζανῶν ὑπῆρξε κέντρο τῶν γραμμάτων καί τῶν τεχνῶν κυρίως κατά τόν 16ο-17ο αἰώνα. Διέθετε πλούσια βιβλιοθήκη μέ κώδικες καί χειρόγραφα βυζαντινῆς μουσικῆς. Εἶχε δικό της σχολεῖο καί πολλοί διαπρεπεῖς λόγιοι μοναχοί ἀνῆκαν στήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς. Ἰδιαίτερες σχέσεις μέ τή Μονή τῶν Ἀπεζανῶν εἶχε ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Μελέτιος Πηγᾶς31, πού σύμφωνα μέ τήν παράδοση εἶχε γίνει μοναχός στίς Ἀπεζανές. Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, ὁ πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας Ἰωσήφ Βρυένιος σχετιζόταν μέ τίς Ἀπεζανές, ὅπου εἶχε μείνει γιά κάποιο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα μέ μιά ἐκδοχή, τή Μονή Ἀπεζανῶν, πού τιμᾶται στόν Ἅγιο Ἀντώνιο, στή Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ καί στούς Τρεῖς Ἱεράρχες, ἔκτισαν οἱ μοναχοί ἀπό τόν Ἅγιο Ἀντώνιο τόν Ἁγιοφαραγγίτη, πού ἐγκατέλειψαν τό ἐρημητήριό τους στό Ἁγιοφάραγγο, λόγῳ τῶν πειρατικῶν ἐπιθέσεων πού δέχονταν, καί ἀνέβηκαν ψηλότερα στό βουνό ὅπου αἰσθάνονταν πιό ἀσφαλεῖς. Ἄλλες παραδόσεις συνδέουν τίς Ἀπεζανές μέ τόν Ἅγιο Γεώργιο τόν Ἐπανωσήφη καί τόν Ἅγιο Δημήτριο τό Γαλατοχτισμένο στήν περιοχή τῆς Βιάννου32. Ἡ Μονή ἔχει ἕντεκα ξωκλήσια καί παλαιά ἐρημητήρια. Μονή Τριῶν Ἱεραρχῶν-Ἰωσήφ Φιλάγρης Κατά τή Βενετοκρατία λειτουργοῦσε στίς πλαγιές τοῦ Κόφινα ἐκτός των ἄλλων καί ἡ Μονή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Κυρίως στή Μονή αὐτή, ἀλλά καί σέ ἄλλες μονές-ἡσυχαστήρια τοῦ Κόφινα, πιθανῶς καί στήν παλαιά Μονή Κουδουμᾶ, μόνασε ὁ Ἰωσήφ Φι-
λάγρης ἤ Φιλάγριος, ἕνας ἀπό τούς πλέον φωτισμένους μοναχούς τῆς ἐποχῆς του (14ος15ος αἰ.). Σπούδασε στό Χάνδακα ρητορική, ἠθική, λογική καί στοιχεῖα ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας. Ὁ ἴδιος ἔγραψε ἀργότερα σέ κάποιο φιλόσοφο ὀνόματι Ἰωσήφ ὅτι ἐγκατέλειψε τήν ἀρχαία φιλοσοφία, ὅταν «τάς τοῦ Ἰησοῦ προσηγορίας μεμάθηκε»33. Ἔζησε σέ μιά πολύ δύσκολη γιά τήν Ὀρθοδοξία ἐποχή, ἐπειδή ἡ παπική ἐκκλησία προσπαθοῦσε νά ἀλλοιώσει τό ὀρθόδοξο χριστιανικό φρόνημα τῶν Κρητῶν καί νά τούς προσδέσει στό ἅρμα τοῦ Πάπα. Ὅμως, «ἄνθρωποι σάν τόν Ἰωσήφ Φιλάγρη (κ.ἄ.) διαδραμάτισαν ὄχι μόνο θρησκευτικό, ἀλλά καί πολιτικό καί ἐθνικό ρόλο. Γιατί βοήθησαν στό νά διατηρηθεῖ ἡ ἐθνική συνείδηση, ἄρρηκτα δεμένη μέ τήν θρησκευτική ἰδιαιτερότητα κατά τίς περιόδους κατοχῆς τῆς Κρήτης»34. Ὁ Ἰωσήφ Φιλάγρης ἀντιμετώπισε ἐπιτυχῶς τούς φιλοπαπικούς τῆς ἐποχῆς του καί συγχρόνως ἵδρυσε στό μοναστήρι τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν σχολεῖο στό ὁποῖο δίδασκε ὁ ἴδιος θεολογία καί ἄλλα μαθήματα. ΝΟΤΙΟ ΣΕΛΙΝΟ ΚΑΙ ΣΦΑΚΙΑ Τά νότια παράλια κυρίως, ἀλλά καί ἡ συνεχόμενη ὀρεινή ἐνδοχώρα τοῦ Νομοῦ Χανίων, δέν ὑστεροῦν στήν ὀρθόδοξη χριστιανική παράδοση, ἀλλά ὑπῆρξαν καί αὐτά τόποι ὅπου καλλιεργήθηκε καί ἀνθησε ὁ ἐρημητισμός καί ὁ μοναχισμός. 39
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Κατ᾿ ἀρχάς εἶναι ἄξιο ἀναφορᾶς τό γεγονός ὅτι στήν εὐρύτερη περιοχή τοῦ Σελίνου ὑπάρχουν ἕως τίς μέρες μᾶς πλέον τῶν ἑκατό!! παλαιῶν τοιχογραφημένων ναῶν. Οἱ κτήτορες μερικῶν ἐξ αὐτῶν ἦταν οἱ Μουσοῦροι, οἱ Ἁγιοστεφανίτες, οἱ Ἀργυρόπουλοι καί ἄλλοι Βυζαντινοί ἄρχοντες35. Ὑπῆρξαν ἐπίσης στήν περιοχή αὐτή μοναστικά κέντρα, τά ὁποῖα γνώρισαν μεγάλη πνευματική ἀκμή. Ἰδιαίτερα ἡ Μονή τῶν Ἁγίων Πατέρων στά σπηλαιοβάραθρα (σπηλαιοβάραθρο Ζουρές καί σπήλαιο Χάρακας ἤ Ρίζα ἤ Πελεκητός Σπήλιος) τοῦ Ἀζωγυρέ πλησίον τῆς Παλαιοχώρας, πού φιλοξένησε τούς 99 Ὁσίους, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν στήν Κρήτη μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ὅσιο Ἰωάννη τόν Ἐρημίτη καί βοήθησαν τούς Κρῆτες νά μείνουν πιστοί στήν Ὀρθοδοξία τόν καιρό πού ἡ ἡρωοτόκος καί ἁγιοτόκος Μεγαλόνησος ἦταν ὑπό τήν κυριαρχία τῶν Βενετῶν, ὑπῆρξε μοναστικό κέντρο πού ἐπηρέασε τήν πνευματική ζωή τῆς εὐρύτερης περιοχῆς. Ὁ σπουδαιότερος ἐξ αὐτῶν τῶν 99 Ὁσίων ἦταν ὁ Ἰωάννης ὁ Ἐρημίτης, τοῦ ὁποίου τήν ἱερή μνήμη τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας στίς 7 Ὀκτωβρίου. Γεννήθηκε στήν Αἴγυπτο τόν 16ο μ.Χ. αἰώνα καί ἀπό ἐκεῖ ἔφυγε μέ 35 συνασκητές του καί πῆγαν στήν Κύπρο ἀπό ὅπου τόν ἀκολούθησαν ἄλλοι 39 Πατέρες. Πέρασαν στήν Ἀττάλεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ζητώντας κατάλληλο μέρος γιά προσευχή καί πνευματική ἄσκηση. Ἀπό ἐκεῖ τόν ἀκολούθησαν 24 ἀκόμη μοναχοί, ἔγιναν συνολικά 99, καί ἦρθαν στήν Κρήτη. Ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος 40
Ἰωάννης μόναζε σέ σπήλαιο κοντά στή Μονή Γδερνέτου - Γουβερνέτου καί οἱ ὑπόλοιποι 98 ὅσιοι συνασκητές τοῦ μόναζαν στά σπήλαια καί στά σπηλαιοβάραθρα τοῦ Ἀζωγυρέ Σελίνου. Κάποια μέρα ἕνας κυνηγός τραυμάτισε σοβαρά κατά λάθος τόν Ὅσιο Ἰωάννη. Ἀμέσως ἐπέστρεψε στό ἀσκητήριό του, πού βρισκόταν σέ κοντινή ἀπόσταση, καί κοιμήθηκε εἰρηνικά τόν ὕπνο τῶν δικαίων. Τήν ἴδια μέρα καί οἱ ὑπόλοιποι 98 Πατέρες, πού μόναζαν στόν Ἀζωγυρέ Σελίνου, παρέδωσαν κι αὐτοί κατά θαυμαστό τρόπο τήν ψυχή τους στόν Θεό36. Καί ἡ συνεχόμενη πρός τά ἀνατολικά τοῦ Σελίνου περιοχή τῶν Σφακίων ὑπῆρξε μοναστικό κέντρο ἐξίσου σημαντικό καί ἀξιόλογο. Στήν εὐρύτερη περιοχή τῶν Σφακίων ὑπάρχουν πολλοί βυζαντινοί ναοί. Τό σπουδαιότερο ἴσως χριστιανικό μνημεῖο τῆς περιοχῆς εἶναι ὁ Ναός τοῦ Ἁγίου Παύλου, πού βρίσκεται στά δυτικά Σφακιά, κοντά στήν Ἁγία Ρουμέλη, δίπλα στή θάλασσα, σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τήν ἔξοδο τοῦ φαραγγιοῦ τῆς Σαμαριᾶς. Εἶναι κτίσμα τοῦ 10ου μ.Χ. αἰώνα, κομψός σταυροειδής ναός μέ τροῦλο καί καταγραφος μέ πολύ ἀξιόλογες τοιχογραφίες. Κτήτορας τοῦ ναοῦ θεωρεῖται ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ξένος, πού σύμφωνα μέ τήν παράδοση, ἔκτισε τό ναό αὐτό «σε ἀνάμνηση τῆς ἐπίσκεψης τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στήν περιοχή»37. Ἐδῶ ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ ὅτι σέ ὁλόκληρο τόν Κρητικό Νότο (π.χ. Καλοί Λιμένες, Σακτουριανή Γιαλιά κ.ἄ.) ὑπάρχουν διάσπαρτοι ναοί ἀφιερωμένοι στόν ἱδρυτή τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης. Μεγάλης θρησκευτικῆς, καλλιτεχνικῆς καί ἐθνικῆς σημασίας εἶναι καί οἱ Ναοί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἔξω ἀπό τούς Κομητάδες, καί τοῦ Ἀρχάγγελου Μιχαήλ (Ἀστράτηγος) στήν Ἀράδενα, στή δυτική πλευρά τοῦ ὁμώνυμου φαραγγιοῦ. Κοντά στό Φραγκοκάστελλο ὑπάρχει ἡ ἔρημη Μονή τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, πού λειτουργοῦσε κανονικά ὡς Μοναστήρι καί κατά τόν 19ο αἰώνα. Μάλιστα ἐδῶ ἔθαψε ἡ μοναχή Μαγδαληνή τό ἄπνουν σῶμα τοῦ ἀγωνιστῆ τῆς Κρητικῆς ἐλευθερίας ΧατζηΜιχάλη Νταλιάνη, τοῦ μεγάλου Ἕλληνα πα-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τριώτη, πού μαζί μέ τά παλικάρια του ἔπεσαν στό Φραγκοκάστελλο μαχόμενοι «ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος». Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ τοπική λαϊκή παράδοση συνδέει καί ταυτίζει τούς «δροσουλίτες» μέ τίς ψυχές τῶν παλικαριῶν αὐτῶν, πού ἐμφανίζονται ὡς σκιές κάθε χρόνο τό τελευταῖο δεκαήμερο τοῦ Μάη καί περιπλανῶνται στόν τόπο ὅπου θυσίασαν τή ζωή τους. Μάλιστα γιά ἕνα πρωινό ἐμφανίζονται μέ τή δροσούλα (γι᾿ αὐτό καί «δροσουλίτες») οἱ σκιές τούς πάνω στά ἄλογα νά προχωροῦν πρός τό κάστρο καί νά χάνονται στή θάλασσα. Πλησίον τοῦ Φραγκοκάστελλου βρίσκεται καί ὁ Ναός τοῦ Ἁγίου Νικήτα (14ος αἰ.) πού πιθανότατα λειτουργοῦσε ὡς μοναστήρι καί μέχρι τόν 20ό αἰώνα ἦταν ἀπό τά μεγαλύτερα καί ξεχωριστά πανηγύρια τῆς Κρήτης στίς 15 Σεπτεμβρίου. Ὁ σπηλαιώδης Ναός τῆς Ἁγίας Ζώνης στό Βουβᾶ ἦταν ἄλλο ἕνα σημαντικό ἀσκητήριο στήν περιοχή τῶν Σφακίων καί ὑπῆρξε σέ παλαιότερες περιοχές Καθολικό γυναικείου Μοναστηριοῦ. Ἄλλο σημαντικό ἐρημητήριο ἦταν ὁ σπηλαιώδης Ναός τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, πού βρίσκεται στήν εὐρύτερη περιοχή τῶν Κομητάδων πρός τή θάλασσα. Ἐδῶ στούς Κομητάδες τῶν Σφακίων βρίσκεται ἕνας ἀπό τούς ἱστορικότερους καί πλέον σεβάσμιους Ναούς τοῦ Κρητικοῦ Νότου, τῆς Κρήτης ὁλόκληρης καί γενικότερα τοῦ Μείζονος Ἑλληνισμοῦ. Πρόκειται γιά τό Ναό τῆς Παναγίας τῆς Θυμιανῆς, πού ὑπῆρξε Καθολικό Μοναστηριοῦ. Πολλοί τήν ὀνομάζουν «Ἁγία Λαύρα» τῆς Κρήτης, ἀφοῦ συγκεντρώθηκαν ἐδῶ το Μάιο τοῦ 1821 ὅλοι οἱ ὁπλαρχηγοί τῆς Κρήτης καί ἀποφάσισαν νά ἀρχίσουν τή μεγάλη Ἐπανάσταση κατά τῶν Τούρκων38. Οἱ μοναχοί εὐλόγησαν τά ὅπλα καί ὅλοι ὁρκίστηκαν νά δώσουν τό αἷμα τους γιά τήν ἀποτίναξη τῆς τουρκικῆς τυραννίας. ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ Τά παράλια της Ἐπαρχίας Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Νομοῦ Ρεθύμνης, μέ μοναστικό κέντρο τή Μονή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Πρέβελη39, ἔχουν μεγάλη μοναστική καί
ἀσκητική παράδοση. Ἐκτείνονται κατά μῆκος τῶν ἀκτῶν τοῦ Λιβυκοῦ Πελάγους ἀπό τά Σφακιά ἕως τά ὅρια τοῦ Νομοῦ Ἡρακλείου καί χαρακτηρίζονται γιά τό ἄγονο καί πετρῶδες του ἐδάφους τους στό ὁποῖο φύονται κυρίως θάμνοι, ἀρωματικά βότανα καί ἀγριολούλουδα. Μονή Ἁγ. Ἰωάννου Θεολόγου-Πρέβελη Ἡ περιοχή πού εἶναι κτισμένο τό Μοναστήρι τοῦ Πρέβελη εἶναι τοπίο βράχων, γυμνό ἀπό βλάστηση, ἄγονο καί ἐξόχως ἐρημικό. Παλαιότερο εἶναι τό λεγόμενο Κάτω Μοναστήρι, πού εἶναι ἀφιερωμένο στήν Ἀποτομή της Τιμίας Κάρας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Σήμερα εἶναι ἐρειπωμένο καί βρίσκεται σέ ἀρκετή ἀπόσταση ἀπό τή θάλασσα πρός τήν ἐνδοχώρα. Τό Πίσω Μοναστήρι, πού ὑφίσταται ἕως σήμερα, τιμᾶται στόν Ἅγιο Ἰωάννη τό Θεολόγο καί στόν Εὐαγγελισμό τῆς Παναγίας καί εἶναι κτισμένο σέ σχετικά μικρή ἀπόσταση ἀπό τή θάλασσα. Ἡ Μονή Πρέβελη εἶναι ἀναμφισβήτητα ἀπό τά ἱστορικότερα Μοναστήρια τῆς Κρήτης, μέ μεγάλη δράση καί προσφορά στούς ἐθνικούς ἀγῶνες τῶν Ἑλλήνων. Κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 κυριαρχεῖ ἡ μορφή τοῦ Ἡγουμένου τῆς Μονῆς Μελχισεδέκ Τσουδεροῦ, μυημένου στή Φιλική Ἑταιρεία, ἡγετικῆς φυσιογνωμίας κατά τή διάρκεια τῆς Ἐθνικῆς μας Ἐπανάστασης κατά τῶν Τούρκων. Τό ἴδιο συνέβη καί σέ ὅλες τίς μετέπειτα κατά τῶν Τούρκων Ἐπαναστάσεις καί κατά τή γερμανική Κατοχή κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας ὁ Ἡγούμενος Ἀγαθάγγελος Λαγουβάρδος καί οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς μέ προεξάρχοντα τόν Ἱερομόναχο Γεράσιμο Θεοδωράκη, μετέπειτα Ἁγιορείτη, περιέθαλπαν Ἕλληνες καί συμμάχους (Αὐστραλούς, Νεοζηλανδούς καί Ἄγγλους) μαχητές τῆς ἐλευθερίας καί τούς φυγάδευαν μέ ὑποβρύχια, πού προσήγγιζαν στήν παραλία, στή Μέση Ἀνατολή καί στήν Αἴγυπτο40. Ἀκουμιανή καί Σαχτουριανή Γιαλιά Ἡ περιοχή αὐτή ἁπλώνεται στίς νοτιοανατολικές πλαγιές καί στούς πρόποδες τοῦ βουνοῦ Ἀσιδέρωτας, πού μαζί μέ τό Κέντρος πρός τά βόρεια καί τή Βουβάλα πρός τά ἀνατολικά δεσπόζουν στήν εὐρύτερη περιοχή41. 41
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἡ Ἀκουμιανή Γιαλιά εἶναι μᾶλλον ἄνυδρη καί ξηρή. Διάφοροι θάμνοι, ἀστοιβίδες, ἀγκαραθιές, ἀχινοπόδια, φασκομηλιές καί ρίγανη πού μοσχοβολοῦν, ἀγκαλιάζουν τήν περιοχή μαζί μέ ἑκατοντάδες ἀγριολούλουδα, πού ἀνθίζουν τήν ἄνοιξη καί τήν κάνουν ἀληθινά ὡραία. Ὑπάρχουν καί ἀρκετές γέρικες ἐλιές, μερικές πανύψηλες καί μεγαλοπρεπεῖς, πού στηρίζονται πάνω στό βραχῶδες ἔδαφος, ἀνθοῦν καί θάλλουν σέ πεῖσμα τῶν ἀντίξοων ἐδαφικῶν συνθηκῶν, ἀποτελώντας μιά ἀντίθεση στήν περιοχή καί συγχρόνως αἰώνιο παράδειγμα γιά τόν ἄνθρωπο, γιά τόν κάθε ἄνθρωπο πού ἀγωνίζεται νά δημιουργήσει, νά ἀναγεννηθεῖ καί νά κρατηθεῖ μέ ἀξιοπρέπεια στή ζωή κάτω ἀπό δύσκολες πνευματικές, κοινωνικές, οἰκονομικές καί περιβαλλοντικές συνθῆκες. Ἡ περιοχή αὐτή μπορεῖ νά εἶναι ἄνυδρη καί ξηρή, μπορεῖ νά εἶναι σπαρμένη μέ πέτρες, ἀστοιβίδες καί ἀγκάθια, εἶναι ὅμως γραφική, ἔχει ἀπό πολλά σημεῖα της ὑπέροχη θέα πρός τή γαλάζια ἀπεραντοσύνη τοῦ Λιβυκοῦ Πελάγους καί κυρίως εἶναι μιά περιοχή, στήν ὁποία ἔχουν ἀφήσει ἔντονα τά πνευματικά τους ἴχνη Ἅγιοι Γέροντες ἀναχωρητές πού ἀσκήτεψαν ἐδῶ, κυρίως στό παρελθόν, καί ἐπηρεάζουν ἀκόμη καί σήμερα μέ τήν πνευματική τους ἀνάμνηση τό θρησκευτικό συναίσθημα καί τό φρόνημα τῶν εὐσεβῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς. Στόν Ἅγιο Ὀνούφριο σ᾿ ἕνα ἀσκητήριο πάνω στήν πλαγιά τοῦ Ἀσιδέρωτα, μέσα σέ μιά χαράδρα, ὅπου ὑπάρχει ὁμώνυμος σπηλαιώδης ναός καί πηγή μέ δροσερό νερό, ἀσκήτεψε κατά τόν 19ο μ.Χ. αἰώνα ἕνας ἁγιασμένος ἀναχωρητής ἐρημίτης, ὁ μοναχός Γεράσιμος, ὁ Ἅγιος Γέροντας, ὅπως τόν ὀνομάζουν ἕως τίς μέρες μας. Ὁ τάφος του βρίσκεται δίπλα ἀπό τό Ναό τοῦ Ἁγίου Ὀνουφρίου, ἀλλά δέ βρίσκονται ἐκεῖ τά ὀστᾶ του, ἀφοῦ οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς τά πῆραν ἀπό εὐσέβεια, ἐπειδή τά θεωροῦσαν Ἅγια Λείψανα. Οἱ γεροντότεροι κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν διηγοῦνται ἱστορίες καί θαυμαστά γεγονότα γιά τόν Ἅγιο Γέροντα, πού ἄκουσαν ἀπό τούς παπποῦδες καί τίς γιαγιάδες τους, οἱ ὁποῖοι τόν «ἔφτασαν» κι 42
εἶχαν τήν ξεχωριστή χάρη νά τόν ἐπισκεφθοῦν στό ἐρημητήριό του, νά ἀσπαστοῦν τό χέρι του καί νά πάρουν τήν εὐλογία του42. Σήμερα στό ἐρημητήριο τοῦ Ἁγίου Ὀνουφρίου ὑπάρχει ἀκόμη ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου, τό ἀσκητήριο τοῦ Ἁγίου Γέροντα, ὁ τάφος του, ἐρειπωμένα κελλιά ἄλλων ἀσκητῶν καί ἡ πηγή μέ τό δροσερό νερό, πού λές καί περιμένουν ὑπομονετικά κάποιο νέο ἀσκητή γιά νά συνεχίσει τήν πνευματική παράδοση τοῦ Ἁγίου Γέροντα καί τῶν ἄλλων ἀσκητῶν. Στή γραφική τοποθεσία τῆς Ἁγίας Ἄννας, νοτιότερα ἀπό τόν Ἅγιο Ὀνούφριο, ὅπου ὑπάρχουν κελλιά καί ἐκκλησία ἀφιερωμένη στήν Ἁγία Ἄννα καί κελλιά, ἀνάμεσα σέ ἐλαιῶνες καί κυπαρίσσια, ἀσκήτεψε δεκάδες χρόνια ὁ μοναχός Γεννάδιος Τζεκάκης, ἐνῶ στήν τοποθεσία Κατεβατή, βορειοτέρα ἀπό τήν Ἁγία Ἄννα, κοντά στόν Ἀκουμιανό ποταμό, ἀσκήτεψε ὁ Γέροντας Θεοδόσιος Δαμβακεράκης, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τό Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου καί ἦταν ὁ τελευταῖος ἀπό τούς ἀσκητές τοῦ Κρητικοῦ Νότου, πού κοιμήθηκε τόν ὕπνο τῶν δικαίων τό ἔτος 2000 μ.Χ. Στή μοναστική παράδοση τῆς περιοχῆς θά συμπεριλάβουμε καί τό Ἡσυχαστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος στή Σαχτουριανή Γιαλιά, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τή συνέχεια τῆς Ἀκουμιανῆς Γιαλιᾶς πρός τά ἀνατολικά. Τό Ἡσυχαστήριο αὐτό φιλοξένησε μοναχές, πού κατάγονταν κυρίως ἀπό τά Σακτούρια καί εἶχαν τίς πνευματικές ρίζες τους στή Μονή Κουδουμᾶ. Στή Μονή Κουδουμᾶ ἔγιναν πολλές μοναχές ἀπό τούς πνευματικούς τους Πατέρες καί στή συνέχεια, ἐπειδή ἡ Μονή Κουδουμᾶ ἦταν ἀνδρικό μοναστήρι, ἄλλες ἐγκαταστάθηκαν στά ἐρημοκλήσια καί παλιά μοναστήρια τῆς νότιας Κρήτης, ἄλλες ἵδρυσαν τή Μονή Ἁγίας Εἰρήνης Κρουσώνα, ἄλλες ἦρθαν στήν Ἁγία Τριάδα τῆς Σαχτουριανῆς Γιαλιᾶς καί ἄλλες διέμειναν στά χωριά τους ζώντας ἀσκητικά. Ἀργότερα, οἱ μοναχές της Ἁγίας Τριάδος ἐγκατέλειψαν τό Ἡσυχαστήριό τους καί ἐγκαταστάθηκαν στά χωριά τους ἤ πῆγαν σέ ἄλλα μοναστήρια, συνεχίζοντας τήν ἀσκητική ζωή τους. Ἡ τελευταία ἐξ αὐτῶν Μαγδαληνή Γρηγο-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ράκη κοιμήθηκε καί τάφηκε στό χωριό της Σακτούρια Ἁγίου Βασιλείου τό ἔτος 2006 σέ ἡλικία 94 ἐτῶν, ἀφήνοντας μνήμη ἀγαθῆς, ταπεινῆς καί ἐλεήμονος Γερόντισσας43. ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΒΙΑΝΝΟΥ Ἡ εὐρύτερη περιοχή τῆς Βιάννου ἀνήκει γεωγραφικά ἐξ ὁλοκλήρου στόν Κρητικό Νότο καί ἀποτελεῖ προέκταση γεωγραφική, ἱστορική καί πνευματική τῶν Ἀστερουσίων. Ὅπως μαρτυροῦν πολλά σημαντικά ἱστορικά στοιχεῖα, ὁ χριστιανισμός διαδόθηκε νωρίς στή Βιάννο, ἤδη ἀπό τούς πρωτοχριστιανικούς αἰῶνες, καί τά ἑπόμενα χρόνια ἄνθισε στήν εὐρύτερη περιοχή της ὁ μοναχισμός, ὁ ἀσκητισμός καί ὁ ἐρημητισμός44. Μάλιστα, κατά τή διάρκεια τῆς βυζαντινῆς ἐποχῆς καί τῆς Βενετοκρατίας πού ἀκολούθησε, ὁ μοναχισμός ἀπέκτησε δυνατές βάσεις καί συνεχίστηκε ἀδιάκοπα ἕως καί στά μέσα τοῦ 20οῦ αἰώνα. Στή μικρή σέ ἔκταση Βιάννο ὁ Giuseppe Gerola ἐντόπισε καί κατέγραψε 14 παλαιούς τοιχογραφημένους Ναούς, ἀλλά σύμφωνα μέ ἀσφαλεῖς μαρτυρίες ὑπῆρχαν καί πολλοί ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι τήν ἐποχή πού πέρασε ὁ G. Gerola ἀπό τή Βιάννο (1900-1902) ἦταν ἐρειπωμένοι (π.χ. Ἅγιος Φανούριος, Ἅγιος Ἀντώνιος, Ἅγιος Νικόλαος, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στό Χόνδρο κ.ἄ.) καί ἐπί τῶν ἐρειπωμένων τοίχων τους ὑπῆρχαν ἐμφανῆ ἴχνη τοιχογραφιῶν45. Ὑπῆρχαν, ἐπίσης, τουλάχιστον ὀκτώ μοναστήρια, τά ὁποῖα ἄφησαν ἐμφανῆ ἴχνη τῆς παρουσίας τους (Ἅγιος Δημήτριος Γαλατοκτισμένος, Ἁγία Μονή, Παναγία Κεραλιμενιώτισσα, Ριζοβίλου ἤ Ριζοβίγλου, Ἁγίας Ἄννας, Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου, Ἁγίου Ἀντωνίου Ἄρβης, Ἡσυχαστήριο Προφήτη Ἠλία) καί ἄλλα τῶν ὁποίων τήν ὕπαρξη διασώζει ἡ τοπική λαϊκή παράδοση (Ἁγία Ἀπακουγή, Μονή Προκοπίου κ.ἄ.)46. Ὅμως, ἐκτός ἀπό τά ὀργανωμένα μοναστήρια, εἶναι σίγουρο ὅτι στά νότια παράλια της Βιάννου ἄνθισε καί ὁ ἀναχωρητισμός, γιατί ἡ περιοχή αὐτή ἀποτελεῖ ὀργανικό γεωγραφικό τμῆμα τῶν παραλίων των Ἀστερουσίων (πρός τά δυτικά) καί τῆς Ἱεράπετρας (πρός τά ἀνατολικά), ὅπου ἀποδεδειγμένα ἤκμασε σέ διάφορες ἱστορικές περιόδους ὁ
μοναχισμός καί ὁ ἐρημητισμός. Τήν ἄποψη αὐτή ἐνισχύει ἀκόμη περισσότερο ἡ τοπική βιαννίτικη παράδοση, ἡ ὁποία ὁμιλεῖ γιά τήν ἐρήμωση μοναστηριῶν καί ἡσυχαστηρίων, πού βρίσκονταν κοντά στίς ἀκτές τοῦ Λιβυκοῦ Πελάγους, ἐξαιτίας τῆς δράσεως καί τῶν ἐπιδρομῶν τῶν πειρατῶν. Ἡ ὕπαρξη μάλιστα ὥς τίς ἡμέρες μας, σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τίς βιαννίτικες ἀκτές, ναῶν ἤ ἐρειπίων ναῶν καί κελλιῶν, ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη μάρτυρα τῆς μοναστικῆς παράδοσης τῆς περιοχῆς δεδομένου τοῦ γεγονότος ὅτι οἱ οἰκισμοί καί τά χωριά βρίσκονταν στά ἐνδότερα τῆς ἐπαρχίας σέ μεγάλη ἀπόσταση ἀπό τίς ἀκτές. Μήτρα τῶν Μοναστηριῶν καί τῶν Ἐρημητηρίων τῆς Βιάννου φαίνεται ὅτι ἦταν ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Γαλατοκτισμένου, πού ὑπῆρχε τουλάχιστον ἀπό τόν 14ο μ.Χ. αἰώνα καί πιθανῶς καί παλαιότερα, καί σύμφωνα μέ σημαντικές ἱστορικές ἐνδείξεις ἦταν δημιούργημα τῶν Κορνάρων47. Σημαντικά ἦταν ἐπίσης τά Μοναστήρια τῆς Ἁγίας Μονῆς καί τῆς Παναγίας τῆς Κεραλιμενιώτισσας, πού τιμῶνται στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου. Κατά τή διάρκεια τοῦ 19ου αἰώνα (1880 μ.Χ.) ἱδρύθηκε ἀπό τόν Ἱερομόναχο Ἀρτέμιο Νοδαράκη, ἀγωνιστή τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1866 καί τῶν μετέπειτα Ἐπαναστάσεων, ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου Ἄρβης στήν ἔξοδο τοῦ ὁμώνυμου φαραγγιοῦ, ἡ ὁποία ὑπῆρξε ἀκμαῖο καί ἀνθηρό κοινόβιο. Οἱ μοναχοί τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, πού ἀρκετοί ἐξ αὐτῶν ἀσκοῦνταν καί στήν Ἁγία Μονή, δημιούργησαν εὐνοϊκές πνευματικές συνθῆκες στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Βιάννου καί βοήθησαν σημαντικά στήν πνευματική πρόοδο καί ἀναγέννηση τῆς περιοχῆς ἕως καί τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰώνα. Ἀξίζει ἐπίσης νά ἀναφερθεῖ ὅτι κατά τή διάρκεια τοῦ 20οῦ αἰώνα ὑπῆρξε μιά «ἰδιόμορφη», ἀλλά πολύ χαρακτηριστική κι ἐνδιαφέρουσα μοναστική κατάσταση στήν περιοχή τῆς Βιάννου, πού δέν ἦταν ἄσχετη μέ τή βαθύτατη θρησκευτικότητα τῶν κατοίκων τῶν νοτίων παραλίων της Κρήτης, τῆς μακραίωνης μοναστικῆς παράδοσης τῆς περιοχῆς, ἀλλά καί τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Κρήτης ἀπό 43
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τούς Τούρκους, ὁπότε ἀποκαταστάθηκαν πλήρως οἱ θρησκευτικές ἐλευθερίες τῶν χριστιανῶν ὕστερα ἀπό καταπίεση αἰώνων. Ἔτσι, λοιπόν, μοναχοί πού ἀσκήτευαν στά νότια ἐρημητήρια τοῦ Νομοῦ Ἡρακλείου καί κυρίως στόν Κουδουμᾶ, στόν Ἅγιο Νικήτα, στό Μαριδάκι καί στήν Ἄρβη δροῦν πνευματικά στήν Ἐπαρχία Βιάννου καί ἀποκτοῦν πολλά πνευματικά παιδιά, μερικά ἀπό τά ὁποῖα κάνουν μοναχούς καί κυρίως μοναχές, ὕστερα ἀπό δική τους ἐπιθυμία νά μονάσουν. Ἐνδεικτικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ Ἱερομόναχος Ἰερόθεος Κωστομανωλάκης, πού μόνασε μεταξύ των ἐτῶν 1948-1959 στόν Ἅγιο Νικήτα, δυτικά του Τσούτσουρου, προερχόμενος ἀπό τήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Γεωργίου Ἐπανωσήφη. Κατά τήν ἐνδεκαετή παρουσία του στήν εὐρύτερη περιοχή τοῦ ἀνατολικοῦ Μονοφατσίου καί τῆς δυτικῆς Βιάννου, ὁ Ἱερομόναχος Ἰερόθεος ἔδρασε «ἱεραποστολικά» καί βοήθησε τούς χριστιανούς τῆς περιοχῆς νά γνωρίσουν καλύτερα καί νά πλησιάσουν πιό κοντά στόν Χριστό. Τό ἔτος 1925 ὑπῆρχαν στά χωριά τῆς Βιάννου εἴκοσι περίπου μοναχές, ἐνῶ λίγο ἀργότερα ὁ ἀριθμός τους πλησίασε τίς σαράντα, νέες στήν ἡλικία, πού ζοῦσαν στά χωριά τους, φέροντας τό μοναχικό σχῆμα καί ἐκτελώντας τά μοναχικά τους καθήκοντα. Ὅπως ἀναφέρει ὁ Ν. Ψιλάκης στό σύγγραμμά του «Μοναστήρια καί Ἐρημητήρια τῆς Κρήτης», στηριζόμενος σέ σχετικό ἔγγραφο πού ἀπέστειλε ὁ Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος Βιάννου στόν Ἐπίσκοπο Πέτρας, τό ἔτος 1925 ζοῦσαν στήν Ἄνω Βιάννο 7 μοναχές, στό Βαχό 2, στά Ἀμιρᾶ 3, στήν Κάτω Βιάννο 1, στό Κεφαλοβρύσι 1 καί στόν Ἅγιο Βασίλειο 6 μοναχές καί 1 μοναχός38. Τά ἑπόμενα χρόνια ὑπῆρχαν μοναχές σέ ὅλα τά χωριά τῆς Βιάννου. Δυστυχῶς δέν ὑπῆρξαν τότε οἱ κατάλληλες συνθῆκες, γιά νά κοινοβιάσουν αὐτές οἱ μοναχές σέ κάποιο ἀπό τά παλαιά μοναστήρια τῆς Βιάννου (π.χ. Ἅγιος Δημήτριος ὁ Γαλατοκτισμένος, Παναγία ἡ Κεραλιμενιώτισσα κ.ἄ.) ἤ σέ κάποιο νέο πού θά ἱδρυόταν γι’ αὐτό τό σκοπό. Ἀναμφισβήτητα ἔτσι θά δημιουργοῦνταν εὐνοϊκότερες συνθῆκες καί προϋποθέσεις γιά τή συνέχιση 44
αὐτῆς τῆς παράδοσης, πού ἀσφαλῶς θά εἶχε πνευματική ἐπίδραση στήν εὐρύτερη περιοχή. Ἔτσι οἱ 40 καί πλέον μοναχές τῆς Ἐπαρχίας Βιάννου ἔζησαν στά χωριά τους καί εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἀσκητική παρουσία τους καί ἡ πνευματική ζωή τούς βοήθησαν τά μέγιστα καί τούς ἄλλους κατοίκους τῶν χωριῶν τους στό δικό τους πνευματικό ἀγώνα. Σήμερα ὅλες αὐτές οἱ μοναχές ἔχουν κοιμηθεῖ τόν ὕπνο τῶν δικαίων, ὅμως ἡ ἀνάμνησή τους μένει ἀνεξίτηλα γραμμένη στίς καρδιές τῶν Βιαννιτῶν. ΛΑΣΙΘΙΩΤΙΚΟΣ ΝΟΤΟΣ Τά νότια παράλια του Νομοῦ Λασιθίου δέν ὑστεροῦν σέ πνευματική μοναστικήἀναχωρητική παράδοση τῶν ἄλλων νοτίων παραλίων τῆς Κρήτης. Ἀπεναντίας μάλιστα, ὁ ἐρημητισμός καί ὁ ἀσκητισμός παρουσιάζονται ἔντονα καί μέ σημαντικούς πνευματικούς καρπούς στήν περιοχή ἕως καί στίς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰώνα49. Περιοχή Ἱεράπετρας Ἡ περιοχή αὐτή τοῦ Κρητικοῦ Νότου σημαδεύεται κατά τή διάρκεια τῶν χριστιανικῶν αἰώνων μέ πλῆθος μοναστηριῶν, πού διέθεταν πλούσιες βιβλιοθῆκες, καί ἐρημητηρίων, τά ὁποῖα συμμετεῖχαν ἐνεργῶς ὄχι μόνο στήν πνευματική ἀναγέννηση τῆς περιοχῆς, ἀλλά καί στό ἱστορικό γίγνεσθαι πού παρουσιάζει μεγάλο ἐνδιαφέρον. Χαρακτηριστικό εἶναι τό γεγονός ὅτι στήν εὐρύτερη περιοχή της, πρός τά δυτικά, ὑπάρχουν πλέον τῶν δεκαπέντε παλαιῶν Μονῶν, ἄλλες ἐρειπωμένες καί ἄλλες σέ καλύτερη κατάσταση. Ἡ Μονή τῆς Παναγίας τῆς Ἐξακουστῆς, κτισμένη στίς ἀνατολικές πλαγιές- ὑπώρειες τῆς Δίκτης, δοκίμασε ἀλλεπάλληλες ἱστορικές καί πνευματικές ἀναλαμπές, ἐνῶ στά τέλη τοῦ 19ου αἰώνα σημαδεύτηκε καί ἁγιάστηκε ἀπό τήν παρουσία καί τήν πνευματική δραστηριότητα τοῦ νέου κτήτορά της Ὁσίου Γέροντα Χατζη-Ἀνανία, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰσάξιος τῶν ἄλλων μεγάλων ἀσκητῶν τοῦ Κρητικοῦ Νότου καί ὑπῆρξε ἀληθινό δῶρο Θεοῦ στήν ἐποχή του50. Κοντά στήν Ἐξακουστή βρίσκονται τά ἐρείπια τῆς Παναγίας τοῦ Ἁρμοῦ, στό χωριό Μύ-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
θοι ἡ Μονή τῆς Παναγίας τῆς Καρυδιανῆς καί στήν παρακείμενη Ἀνατολή τρία σημαντικά Μοναστήρια, ἡ Μονή τοῦ Χριστοῦ στά Πάνω Καρκάσσα, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στά Κάτω Καρκάσσα καί τῆς Παντάσσας Βαϊωνέας στήν ὁμώνυμη τοποθεσία κοντά στόν οἰκισμό τῆς Νέας Ἀνατολῆς51. Ἱδρυτής τῆς Μονῆς τῆς Παναγίας Βαϊωνέας ἦταν ὁ διακεκριμένος Ἱερομόναχος Νεῖλος Δαμηλᾶς (14ος-15ος αἰ.), ἕνας ἀπό τούς πλέον ἀξιόλογους θεολόγους καί πνευματικούς ἄνδρες τῆς Κρήτης κατ᾿ ἐκείνη τή χρονική περίοδο. Ὑπῆρξε καί Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Καρκασίων καί ἦταν λογιότατος, ἀντιπαπικός θεολόγος, ἐγκρατέστατος καί ἀντιρρητικός συγγραφέας, ἀνυποχώρητος καί χαλκέντερος ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Διέθετε εὐρεία μόρφωση καί ἦταν ἄριστος γνώστης τῶν Πατερικῶν καί τῶν κανονικῶν κειμένων52. Ὁ Νεῖλος Δαμηλᾶς ἦταν ὁ ἕνας ἀπό τούς τρεῖς θεολόγους τῆς Κρήτης, οἱ δύο ἄλλοι ἦταν ὁ Ἰωσήφ Βρυένιος καί ὁ Ἰωσήφ Φιλάγρης, πού σήκωσαν στούς στιβαρούς πνευματικούς ὤμους τους τό θεολογικό βάρος τῆς ὑπεράσπισης τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπέναντι στίς κακοδοξίες τῶν Λατίνων καί δυστυχῶς τῶν λατινοφίλων καί λατινοφρόνων «Ὀρθοδόξων». Ἦταν τόσο σημαντική ἡ συμβολή του καί ἡ παρουσία του, πού μετά τόν θάνατό του ἔγραψε γι᾿ αὐτόν ὁ νεότερός του λόγιος τῆς Ἱεράπετρας Ναθαναήλ Μπέρτος στά τέλη τοῦ 15ου αἰώνα: «Ποῦ οἱ πρῶτοι ἐκεῖνοι Πατέρες καί Μοναχοί, ποῦ ὁ φωστήρ ἐκεῖνος καί μέγας διδάσκαλος καί πνευματικός πατήρ ὁ κύρις Νεῖλος Νταμηλᾶς, ὁ νεότερος Παλαμᾶς…ὁ ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας»53. Πλησίον τῆς Ἱεράπετρας πρός τά ἀνατολικά συναντᾶμε τήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Παπλινοῦ ἤ Παπλινιώτισσας, πού διέλαμψε ὡς γυναικεία μονή καί οἱ μοναχές της ἀναδείχθηκαν δοχεῖα τῆς θείας Χάριτος καί εὐώδη ἄνθη τοῦ Πανάγιου Πνεύματος. Μάλιστα πολλές ἐξ αὐτῶν ἀναδείχθηκαν Ὁσιομάρτυρες καί Ἐθνομάρτυρες τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδας μας, ἀφοῦ ὑπέστησαν μαρτυρικό θάνατο τό 1822-23 κατά τή λεηλασία τῆς Μονῆς ἀπό τούς αἱμοβόρους γενίτσαρους.
Πλησίον τῆς Ἱεράπετρας βρισκόταν καί ἡ Μονή Ψάθης (Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος), στήν ὁποία μόνασε στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα ὁ λόγιος μοναχός Ἀγάπιος Λάνδος, ὁ συγγραφέας τῆς «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρίας» καί ἄλλων ψυχωφελῶν βιβλίων, ὁ μετέπειτα Μικραγιαννανίτης, ὁ ὁποῖος «πολύ ὠφέλησε τούς πιστούς χριστιανούς καί τό Γένος ἡμῶν, ἐπειδή ἀπέδωσεν εἰς ἁπλήν φράσιν ἅπαντα τά βιβλία ταῦτα καί ἀπέβησαν οὕτω προσιτά καί καταληπτά εἰς πάντας καί δή εἰς τόν ἁπλοῦν λαόν, ὅστις ἐμαστίζετο ὑπό τῆς ἀγραμματοσύνης καί τοῦ σκότους τῆς ἀμαθείας»54. Περιοχή Νότιας Σητείας Ἀναμφισβήτητά τό κέντρο καί ἡ καρδιά τοῦ μοναχισμοῦ καί τοῦ ἐρημητισμοῦ σ᾿ αὐτή τήν ἀνατολικότερη περιοχή τοῦ Κρητικοῦ Νότου ἦταν ἡ Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου Καψᾶ, πού βρίσκεται δίπλα ἀπό τήν ἔξοδο τοῦ φαραγγιοῦ τῶν Περβολακίων σ᾿ ἕνα δωρικό φυσικό περιβάλλον μέ καταπληκτική θέα πρός τό Λιβυκό Πέλαγος55. Κύρια χαρακτηριστικά αὐτοῦ του ἱεροῦ τόπου εἶναι «ἡ σιωπή καί ἡ ἀγριότητα, ἡ γαλήνη καί ἡ μεγαλοπρέπεια. μιά πραγματική Κρητική ἔρημος πού θυμίζει λίγο Καρούλια, Σινᾶ ἤ Χοτζεβᾶ, μέ μιά ξεχωριστή ὅμως ὀμορφιά πού γαληνεύει καί ξεκουράζει…»56. Στήν εὐρύτερη περιοχή τοῦ Καψᾶ καί τοῦ Φαραγγιοῦ τῶν Περβολακίων, πού εἶναι ἀπόκρημνη, ὑπάρχει πλῆθος μικρῶν καί μεγαλύτερων σπηλαίων, πού εὐνόησαν τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἀσκητισμοῦ καί τοῦ ἐρημητισμοῦ. Μάλιστα σέ ἕνα ἐξ αὐτῶν τῶν σπηλαίων ὑπάρχουν λατρευτικά στοιχεῖα, χαράγματα καί 45
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ἄλλα πού πιστοποιοῦν ὅτι ὑπῆρξε χῶρος πνευματικῆς ἀσκήσεως ἐρημιτῶν κατά τούς βυζαντινούς καί τούς μετέπειτα αἰῶνες. Τό πιθανότερο εἶναι ὅτι ἡ Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου ἱδρύθηκε ἀπό ἐρημίτες τῆς περιοχῆς περί τόν 13ο-14ο αἰώνα. Στό συμπέρασμα αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ, τόσο ἡ τοποθεσία, ὅσο καί ἡ γενικότερη ἀσκητική καί μοναστική ἀναγέννηση πού συντελέστηκε στήν Κρήτη κατ᾿ ἐκείνη τή χρονική περίοδο. Μεγαλύτερη πνευματική αἴγλη ἀπέκτησε ἡ περιοχή τοῦ Καψᾶ ἀπό τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα καί μετά «ὅταν ἐγκαταστάθηκε ἐκεῖ ὁ Γεροντογιάννης. ἀγράμματος, ἀλλά διορατικός, ὀργανωτικός (ἀσκητικός) καί δραστήριος. Ἀνοικοδόμησε τό Μοναστήρι τοῦ Καψᾶ καί τό κατέστησε κέντρο στήν εὐρύτερη περιοχή» 57. Ἡ φήμη τοῦ Γέροντα Ἰωσήφ ὡς ἀσκητικοῦ, καλογερικοῦ, διορατικοῦ, ἐνάρετου καί θαυματουργοῦ ξεπέρασε σύντομα τά ὅρια τῆς εὐρύτερης περιοχῆς καί τῆς Ἀνατολικῆς Κρήτης καί ἔφθασε σ᾿ ὁλόκληρη τή Μεγαλόνησο, ἀλλά καί στήν ἄλλη Ἑλλάδα. Ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ ὅτι οἱ ὑποτακτικοί τοῦ Γέροντα Ἰωσήφ τοῦ Γεροντογιάννη συνέχισαν καί κατά τίς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰώνα τήν πνευματική του παράδοση, πού ὁ ἀπόηχός της φθάνει ἕως τίς μέρες μας. ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ Σ’ αὐτή τή μελέτη προσπαθήσαμε νά κάνουμε μιά σύντομη περιδιάβαση σ’ ἕνα θέμα μεγάλης θρησκευτικῆς, πνευματικῆς καί ἱστορικῆς σημασίας, παρουσιάζοντας «ἐν πάσῃ συντομίᾳ» τήν πλούσια πνευματική καρποφορία τοῦ ἁγιοτόκου Κρητικοῦ Νότου. 46
Ἑνός τόπου, ἰδιαίτερα τῆς περιοχῆς τῶν Ἀστερουσίων «πεποτισμένου μέ ὁσιομαρτυρικά αἵματα καί πεποικιλμένου μέ ροάς δακρύων» στό Ὄνομα καί Χάριν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ πνευματική παράδοση ὑπῆρξε ἀνθηρά πλέον τῶν χιλίων ἐτῶν καί ἔφθασε ἕως καί τόν 20ό αἰώνα, ἀποδεικνύοντας κατά τόν πλέον ἐμφανή καί ἀπόλυτο τρόπο ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι πάντοτε σέ διαχρονικό πλαίσιο τό θαυμαστό ἐργαστήριο τῆς ἁγιότητος, ὁ Ἀποστολοπαράδοτος ἀγωγός τῆς Ἁγιοτριαδικῆς Χάριτος, ἡ πατερανάβατη κλίμακα τῆς θεώσεως, ἡ ἀκαταπόντιστη κιβωτός τῆς πολυπόθητης σωτηρίας». Σήμερα δυστυχῶς αὐτή ἡ ὑπερχιλιόχρονη παράδοση τοῦ Κρητικοῦ Νότου ἔχει σχεδόν σβήσει!! Μόνο τά δεκάδες ἐρειπωμένα ἤ καί χωρίς ὑλικά ἴχνη Μοναστήρια, τά ἑκατοντάδες ἔρημα κελλιά, ἡσυχαστήρια καί ἐρημητήρια, τά σπήλαια, οἱ σπηλαιώδεις ναοί καί οἱ ὀπές τῆς γῆς, πού φιλοξένησαν στό παρελθόν ἑκατοντάδες ἐρημίτες, ὑπάρχουν ἀκόμη καί διαλαλοῦν μέ τήν παρουσία τους καί τή «βοῶσα» σιωπή τους τήν πνευματική αἴγλη τῶν περασμένων αἰώνων. Βέβαια ὑπάρχουν καί στίς ἡμέρες μας κάποιες πνευματικές ἀναλαμπές, κάποιες πνευματικές ἀσκητικές νησίδες στόν ἁγιοτόκο Κρητικό Νότο. Ὑπάρχουν ἀκόμη κάποια Μοναστήρια στά ὁποῖα ἕνας ἕως δύο, τό πολύ τρεῖς μοναχοί, ἀσκοῦνται πνευματικά καί σηκώνουν στούς στιβαρούς ὤμους τους τήν πνευματική παράδοση αἰώνων. Μακάρι αὐτές οἱ μικρές μοναστικές ἑστίες νά ἀποτελέσουν τήν «μικράν ζύμην», πού θά πολλαπλασιαστεῖ καί θά ἀναγεννήσει πνευματικά «ἐν καιρῷ τῷ δέοντι» ὁλόκληρο τόν Κρητικό Νότο. ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 1.α) Στιβακτάκης Ἀντ., «Οἱ τελευταῖοι Ἀσκητές τοῦ Κρητικοῦ Νότου», Κρητικοί Ὁρίζοντες, 2006, 13, σ. 177-191. β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Γέροντας Θεοδόσιος Δαμβουκεράκης», Μεσόγειος, 2001,9267. γ) Στιβακτάκης Ἀντ., «Ὁ ἍηἈντώνης στήν Κατεβατή Ἀκουμίων», Κρητικά Νέα, 1992,279. 2. Πράξ. 27,7-16 κ.ἑ. 3. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦρθε ξανά στήν Κρήτη καί μάλιστα στήν τότε πρωτεύουσα τῆς Γόρτυνα καί ἐγκατέστησε
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
ὡς πρῶτο Ἐπίσκοπο Κρήτης τόν συνέκδημό του Ἀπόστολο Τίτο (Τίτ.1,5). 4. Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Παπαδάκης, Οἱ Ὅσιοι Παρθένιος καί Εὐμένιος καί ἡ Ἱερά Μονή Κουδουμᾶ, Μοῖρες, 2003, σ. 55-56. 5. Στιβακτάκης Ἀντ., «Οἱ τελευταῖοι Ἀσκητές τοῦ Κρητικοῦ Νότου», ὅπ.π., σ. 181-182. 6. Ψιλάκης Ν., Μοναστήρια καί Ἐρημητήρια τῆς Κρήτης, τόμοι Α-Β, Ἡράκλειο, 1992-1993. 7. Μάρκ. 6, 7. 8. Ἐκ τῶν Ἀναβαθμῶν. 9. Τιμόθεος Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας, Ἕνας σύγχρονος Ἅγιος, Ἀθῆναι, 1958, σ. 9-10. 10. Ψιλάκης Ν., Βυζαντινές Μνῆμες τῆς Κρήτης, Ἡράκλειο, 1994 σ. 62. 11. Στιβακτάκης Ἀντ., Τό Ἅγιον Ὄρος καί ἡ Κρήτη, Ἡράκλειο, 2005, σ. 35-48. 12. Ψιλάκης Ν., Μοναστήρια καί Ἐρημητήρια τῆς Κρήτης. Τόμος Α΄ ὅ.π., σ. 234-235. 13. α) Λόγοι ἀοιδίμου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Δημητρίου Α΄. β) Στιβακτάκης Ἀντ., Τό Ἅγιον Ὄρος καί ἡ Κρήτη, ὅ.π., σ. 40-41. 14. Στιβακτάκης Ἀντ., Τό Ἅγιον Ὄρος καί ἡ Κρήτη, ὅ.π., σ.48 15. α) Τσικνάκης Ν., Ἱερά Μονή Ὁδηγητρίας καί τά παρεκκλήσιά της, Πετροκεφάλι Ἡρακλείου Κρήτης, 1988. β) Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Ὁδηγητρίας καί τά ἐρημητήριά της, 2008. γ) Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, Ἀθήνα, 1986, σ. 86-91. 16. Ψιλάκης Ν., Βυζαντινές Μνῆμες τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 66. 17. Παπαδάκης Χρυσόστομος Ἀρχιμ, ὅ.π., σ. 61. 18. α) Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 103-111. β) Σταυρουλάκης Ἐμμανουήλ Πρωτ., Συναξάριον Πάντων τῶν Ἁγίων τῶν ἐν Κρήτῃ Διαλαμψάντων, Ἡράκλειο, 2004, σ. 58. 19. α) Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 104 β) Σταυρουλάκης Ἐμμανουήλ Πρωτ., ὅ.π., σ. 112. 20. α) Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 111-116. β) Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Ὁδηγητρίας, ὅ.π., σ. 33. 21. Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 120-133. 22. Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 131-134. 23. α) Παπαδάκης Χρυσόστομος Ἀρχιμ, ὅ.π., σ. 91. β) Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 47-52. 24. α) Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Ὁδηγητρίας. ὅ.π., σ. 28-54. β) Τσικνάκης Ν., ὅ.π., σ. 104182. 25. Παπαδάκης Χρυσόστομος Ἀρχιμ, ὅ.π., σ. 23. 26. Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ.100. 27. Παπαδάκης Χρυσόστομος Ἀρχιμ, ὅ.π., σ. 19. 28. Παπαδάκης Χρυσόστομος Ἀρχιμ, ὅ.π. 29. Παπαδάκης Χρυσόστομος Ἀρχιμ, ὅ.π., σ. 297 κ.ἕ., 521 κ.ἑ. 30. Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 92-99. 31. Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 70. 32. α) Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 97. β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τῆς Βιάννου», Νέα Χριστιανική Κρήτη, 2004,23. γ) Στιβακτάκης Ἀντ., «Τά μυστικά του Ἁγιοφάραγγου καί ὁ Ἅγιος Δημήτριος Χόνδρου», Βιαννίτικα Νέα, 1995, 209. δ) Στιβακτάκης Ἀντ., «Γενική Ἐπισκόπηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῆς Βιάννου», Ἐπιστημονική Ἐπετηρίδα Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πέτρας καί Χερρονήσου, τόμος Β΄, Νεάπολις Κρήτης, 2011. ε) Στιβακτάκης Ἀντ., «Παλαιοί Τοιχογραφημένοι Ναοί στό Χόνδρο Βιάννου», Νέα Χριστιανική Κρήτη, 2011-2012. 33. Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 101. 34. Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 101. 35 α) Ἀποστολάκης Στ., Γνωρίστε τό Ἀνατολικό Σέλινο, Χανιά, 2002. β) Ψιλάκης Ν., Βυζαντινές μνῆμες τῆς Κρή-
της, ὅ.π., σ.136-149. γ) Gerola G., Τοπογραφικός Κατάλογος τῶν Τοιχογραφημένων Ἐκκλησιῶν τῆς Κρήτης (μετ. πολ. σημειώσεις Κ.Ε. Λασσιθιωτάκης), Ἡράκλειο 1961. 36. α) Ἱερά Μητρόπολις Πέτρας, Ἡμερολόγιον 1993, Νεάπολις 1993, σ. 10 β) Στιβακτάκης Ἀντ., Γέροντας Ἀβιμέλεχ ὁ Ἁγιορείτης, Ἱεράπετρα, 2011 σ. 59-61. 37. Ψιλάκης Ν., Βυζαντινές μνῆμες τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 186. 38. Κελαϊδῆς Π., Ἡ Θυμιανή Παναγία στά Σφακιά, Ἀθήνα , 1984. 39. α) Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 166-177. β) Ἡ Μονή Πρέβελη, χ.χ.(κείμενα Στέργιος Γ. Σπανάκης). 40. α) Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 166-177. β) Ἡ Μονή Πρέβελη, ὅ.π. 41. Στιβακτάκης Ἀντ., «Οἱ τελευταῖοι Ἀσκητές τοῦ Κρητικοῦ Νότου», ὅ.π., σ. 182-183. 42. α) Στιβακτάκης Ἀντ., «Οἱ τελευταῖοι Ἀσκητές τοῦ Κρητικοῦ Νότου», ὅ.π., σ.183. β) Παπαδάκης Κωστῆς, Τοπωνυμικό τῆς Ἐπαρχίας Ἁγίου Βασιλείου Ρεθύμνου, Ρέθυμνο, 2011, σ. 125-127. 43. Στιβακτάκης Ἀντ., «Οἱ τελευταῖοι Ἀσκητές τοῦ Κρητικοῦ Νότου», ὅ.π., σ. 183. 44. Στιβακτάκης Ἀντ., «Γενική Ἐπισκόπηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας της Βιάννου», ὅ.π., σ. 505 κ.ε. 45. α) Στιβακτάκης Ἀντ., Ὁ Χόνδρος Βιάννου στά μονοπάτια τῆς ἱστορίας, Ἡράκλειο, 2008, σ.57 κ.ἑ. καί 174-178. β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Παλαιοί Τοιχογραφημένοι Ναοί στό Χόνδρο Βιάννου», ὅ.π., σ. 227. 46. α) Στιβακτάκης Ἀντ., «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τῆς Βιάννου», ὅ.π., σ. 180 κ.ἑ. β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Γενική Ἐπισκόπηση …», ὅ.π., σ. 564-591. 47. α) Στιβακτάκης Ἀντ., «Παλαιοί Τοιχογραφημένοι Ναοί …», ὅ.π., σ. 238-259. β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Γενική Ἐπισκόπηση…», ὅ.π., σ. 578-588. 48. α) Στιβακτάκης Ἀντ., «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τῆς Βιάννου», ὅ.π., σ. 191-192, β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Γενική Ἐπισκόπηση…», ὅ.π., σ. 596-598. 49. α) Ψιλάκης Ν., Μοναστήρια καί Ἐρημητήρια τῆς Κρήτης, τόμοι Α΄, Β΄, ὅ.π. β) Ψιλάκης Ν., Βυζαντινές μνῆμες τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 104-115 γ) Φαρσάρης Ἐμμ., Ἡ θρησκευτική παράδοση στήν Ἀνατολή Ἱεράπετρας ἐπί Βενετοκρατίας καί ἐπί Τουρκοκρατίας, Ἱεράπετρα, 2008. δ) Ἡ Ἱερά Μονή Καψᾶ Σητείας καί ὁ Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Γεροντογιάννης, χ.χ. ε) Στιβακτάκης Ἀντ., Ὅσιος Χατζηανανίας, Ἱεράπετρα, 2008. 50. α) Δαμασκηνός Καζανάκης Ἀρχιμ., Ἱερά Μονή Παναγίας Ἐξακουστῆς, Ἱεράπετρα, 1999. β) Στιβακτάκης Ἀντ., Ὅσιος Χατζη-Ἀνανίας, ὅ.π. γ) Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π.,σ. 200-203 51. Φαρσάρης Ἐμμ., ὅ.π., σ. 26-29. 52. Φαρσάρης Ἐμμ., ὅ.π., σ. 45. 53. α) Φαρσάρης Ἐμμ., ὅ.π., σ. 45. β) Περ. Κρητολογία, τ. 14-15, 1982, σ. 134-135 54. α) Στιβακτάκης Ἀντ., Κρῆτες Ἁγιορεῖτες Μοναχοί, Ἱεράπετρα, 2007, σ. 18-21. β) Στιβακτάκης Ἀντ., «Ἀγάπιος Λάνδος ὁ Μικραγιαννανίτης, Μεσόγειος, 1996, 7899. γ) Ἀνδρέου Μοναχοῦ Ἁγιορείτου, Τό Ἅγιον Ὄρος, Ἀθῆναι, 1977, σ. 189. 55. Ἱεραί Ἀκολουθίαι, βίος, πολιτεία καί θαύματα τοῦ Ὁσίου καί Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Ἰωσήφ τοῦ Γεροντογιάννη, Ἀθήνα, 1993. β) Ψιλάκης Ν., Τά Μοναστήρια τῆς Κρήτης, ὅ.π.,σ.196-199. 56. Ἡ Ἱερά Μονή Καψᾶ Σητείας, ὅ.π., σ. 17. 57. Ψιλάκης Ν., Βυζαντινές Μνῆμες τῆς Κρήτης, ὅ.π., σ. 114.
47
Τίνας ἡμᾶς λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι; Ἀρχιμ. Νικοδήμου Γ. Κανσίζογλου, Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Α. Πρέπει νά μᾶς νοιάζει πῶς μᾶς βλέπουν οἱ ἄλλοι; έν θά πρέπει νά βιαστοῦμε νά δώσουμε μιά ἀπάντηση στό παραπάνω ἐρώτημα. Ἡ σκέψη μας γιά τό ζήτημα διέρχεται διά μέσου δύο σκοπέλων. Ὁ πρῶτος σκόπελος εἶναι ὁ κίνδυνος τῆς ἀνθρωπαρέσκειας δηλ. νά κάνουμε τά πάντα χαριζόμενοι μέ ἐγωισμό στούς συνανθρώπους μας. Ὁπότε, ὅ,τι κάνουμε, γίνεται «πρός τό θεαθῆναι» μέ κίνδυνο νά καταντήσουμε σκλάβοι στή γνώμη τῶν ἄλλων ἤ, ἀκόμη καί, διπρόσωποι καί ὑποκριτές. Ὁ δεύτερος σκόπελος εἶναι ὁ κίνδυνος εἶναι νά εἴμαστε χαλαροί στήν πνευματική μας ζωή καί ἐνδοτικοί στό κοσμικό φρόνημα, ὥστε νά προκαλοῦμε καί νά ταλαιπωροῦμε τίς συνειδήσεις συνανθρώπων μας πού ἐνδεχομένως μᾶς θεωροῦν ἀντιπροσωπευτικά δείγματα τῆς χριστιανικῆς πίστης καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Τίς περισσότερες φορές ἡ κακή μας φήμη μεταβιβάζεται ἀπό ὅσους μᾶς παρακολουθοῦν στή χριστιανική μας ἰδιότητα χωρίς νά ἀποδίδεται στίς προσωπικές μας προβληματικές προϋποθέσεις. 2. Μέσα σέ αὐτό τό κλίμα μποροῦμε νά κατανοήσουμε ἀπό τή μιά τόν ἀπόλυτο λόγο τοῦ Χριστοῦ «ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου» καί ἀπό τήν ἄλλη τήν ἐντολή «λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων». Νά μή ξεχνοῦμε πώς μοναδικό καί ἀληθινό φῶς στόν κόσμο εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά κι ἐμεῖς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἀντανακλοῦμε αὐτό τό φῶς πρός τούς συνανθρώπους μας. Ἔτσι κατανοοῦμε καί πάλι τήν ἐρώτηση τοῦ Χριστοῦ πρός τούς μαθητές του: «τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;». Ἀπό τόν τρόπο πού ἔβλεπε ὁ λαός τόν Χριστό ἐξαρτιόταν ἡ σωτηρία του. 3. Βεβαίως ὁ Χριστός δέν ἐνδιαφερόταν γιά τή «φήμη» του, ὅπως ἐνδιαφέρονται πολλοί ἄνθρωποι γιά τή φήμη τους ἀπό ἀνθρωπαρέσκεια, ἀλλά ἤθελε οἱ ἄνθρωποι νά ἔχουν ὀρθή ἀντίληψη γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὡς Υἰοῦ τοῦ Θεοῦ καί Μεσσία τοῦ λαοῦ, διότι ἀπό αὐτή τήν ἀντίληψη ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἔτσι, καί ἀπό τή γνώμη τῶν συνανθρώπων μας γιά ἐμᾶς
Δ
48
ἐξαρτᾶται κατά πολύ ἡ πνευματική τους πορεία. Καί ναί μέν στόν ἀναχωρητή μοναχό συμφέρει ἡ «ἀτιμία» δηλ. νά μήν τόν ὑπολείπτεται καί ἀναγνωρίζει κανείς, ἀλλά σέ ὅσους ζοῦμε μέσα στόν κόσμο εἶναι ἀναγκαῖο νά δίνει ἡ ζωή μας μαρτυρία γιά τό ἦθος πού πηγάζει ἀπό τήν πίστη μας στόν Χριστό. Στόν ἀσκητή μοναχό συμβουλεύουν οἱ ἀββάδες τῆς ἐρήμου νά προσέξει «νά μή βγάλει ὄνομα», σέ αὐτόν, ὅμως, πού ζεῖ στόν κόσμο τό Εὐαγγέλιο ἐπιτάσσει: «τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ». Β. Πῶς βλέπουν τόν χριστιανισμό μας οἱ πλησίον μας; 1. Καθίσταται, λοιπόν, ἐπιβεβλημένο, δίχως ἴχνος τῆς θανατηφόρου ἀνθρωπαρέσκειας, νά μᾶς ἀπασχολεῖ τό ζήτημα, πῶς μᾶς βλέπουν οἱ πλησίον μας. Ἐδῶ εἶναι ἀπαραίτητο νά σημειώσουμε πώς πλησίον δέν εἶναι οἱ μακρινοί χριστιανοί κάτοικοι μιᾶς ἀφρικανικῆς χώρας, ἀλλά πρῶτος πλησίον, πού προοδεύει ἤ γκρεμίζεται ἀπό τό παράδειγμα τῆς χριστιανικῆς μας ζωῆς, εἶναι ἡ σύζυγος, ὁ σύζυγος, τά παιδιά μας, οἱ γονεῖς μας, τά ἀδέλφια μας, οἱ γείτονες, οἱ ἐνορίτες, τά πνευματικά μας παιδιά. Ὅλοι αὐτοί εἶναι εἴτε οἱ εὐεργετημένοι ἀπό τόν τρόπο τῆς ζωῆς μας, πού φωτίζονται ἀπό τό φῶς πού ἔχουμε ἀπό τόν Χριστό εἴτε τά θύματα τῆς ἀσυνέπειάς μας, αὐτοί πού πληρώνουν τήν ὑποκρισία μας, αὐτοί πού ἀπελπίζονται ἀπό τά ἐλλείματα τῆς πνευματικῆς μας ἀνάπτυξης. 2. Ἡ ἁπτή πραγματικότητα ἔχει δείξει πώς δέν ἔχουμε συνηθίσει νά ἀκοῦμε τήν εἰλικρινή ἐρώτηση ἀπό τούς δικούς μας ἀνθρώπους καί μάλιστα τούς ὁμόπιστους συγχριστιανούς «τίνα μέ λέγεις εἶναι;». Καί κατά συνέπεια οὔτε ἐμεῖς μάθαμε νά ρωτοῦμε ὅσους μᾶς συναναστρέφονται, ἄν τούς ἀναπαύουμε, ἄν τούς ἐμπνέουμε στήν πίστη, ἄν τούς γλυκαίνουμε τή ζωή ἤ, ἀντιθέτως καί δυστυχῶς, ἄν τούς πικραίνουμε, ἄν τούς σκανδαλίζουμε, ἄν τούς ἀπελπίζουμε μέ συνέπεια στό πρόσωπό μας νά ἀπαξιώνουν τήν χριστιανική ζωή. Σπανίως μᾶς ἀπευθύνεται καί σπανιότερα ἀπευθύνουμε στούς δικούς μας ἀνθρώπους τό ἐρώτημα: «πῶς μέ βλέπεις;» καί, βεβαίως, σπάνια ἀνα-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
μένουμε μέ ὡριμότητα τήν ἀπάντηση. 3. Κάποτε ἕνας ἐκπαιδευτικός γιά κάποιο διάστημα ἔδινε στούς μαθητές του, τούς ἀδυσώπητα εἰλικρινεῖς ἐφήβους, τό ἐρώτημα: «Ἄν ὁ Χριστός ἐρχόταν σήμερα, ποιά εἰκόνα θά σχημάτιζε γιά τούς σύγχρονους ἀνθρώπους καί ἰδιαίτερα γιά τούς δηλωμένους πιστούς τῆς θρησκείας του»; Ἕνας καλός κληρικός καί ἐπιστήμονας μελέτησε, ἐπεξεργάστηκε καί παρουσίασε τίς ἀπαντήσεις τῶν νέων αὐτῶν παιδιῶν. Πρόκειται γιά ἕναν θησαυρό πού θά πλούτιζε ὅσους τόν ἀξιοποιήσουν. Κύρια διαπίστωση εἶναι ὅτι τά νέα παιδιά πιστεύουν στόν Χριστό, ἀλλά ἐμεῖς οἱ ἀσυνεπεῖς χριστιανοί τῶν μεγαλύτερων γενεῶν τούς γκρεμίζουμε ὅ,τι πᾶνε νά χτίσουνε μέσα τους μέ αὐτή τήν πίστη. Χαρακτηριστική τῆς ἀπογοήτευσης ἑνός νέου μαθητῆ εἶναι ἡ ἀπάντηση: «Ἄν ὑπῆρχε περίπτωση ὁ Χριστός νά ἔρθει σήμερα, θά ἔκανε ἀπεργία πείνας μέ αἴτημα ν᾿ ἀλλάξουν καί οἱ τελευταῖοι στίς ταυτότητες τό χριστιανός ὀρθόδοξος». Δέν πρέπει νά περιφρονοῦμε τέτοιες ἀπαντήσεις, κραυγές διαμαρτυρίας, ἀγωνίας, ἀδιεξόδου, ὀργῆς καί ἀπογοήτευσης γι᾿ αὐτό πού περιμένει ἀπό ἐμᾶς τούς χριστιανούς ἡ γενιά τῶν νέων παιδιῶν, ἀλλά δυστυχῶς δέν τό βλέπει. Γ. Ἡ βλασφημία τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. 1. Πολλοί ἀπό τούς χριστιανούς θεωροῦμε, καί δικαίως, τίς βλασφημίες πρός τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων, ὡς βαρύτατα ἁμαρτήματα, πού συχνά φανερώνουν δαιμονικές ἐπήρειες ἤ καί παντελή καταληψία του ἀπό πονηρό πνεῦμα. Ὡστόσο, δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε πώς ἀπό τέτοιες βλασφημίες οὔτε ὁ Θεός «βλάπτεται», βεβαίως, οὔτε καί ὅσοι γίνονται αὐτήκοοι τέτοιας ἀήθειας. Ὑπάρχει μιά χείριστη μορφή βλασφημίας πού καί τόν Θεό «βλάπτει» καί τούς συνανθρώπους μας καταστρέφει. Ποιά εἶναι αὐτή; Εἶναι, ὅταν ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας, ὑποκριτικός, ἀσυνεπής, ἰδιοτελής, ἐγωκεντρικός, ἀρρωστημένος πνευματικά διαφθείρει τήν ἔννοια τῆς πίστεως, τοῦ χριστιανισμοῦ, τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς στίς συνειδήσεις τῶν συνανθρώπων μας. Ἔτσι, δυστυχῶς, τίς πιό πολλές φορές ὁ Θεός δέν βλασφημεῖται ἀπό δαιμονόπληκτους ἤ ἀπό ἐχθρούς τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀλλά ἀπό ἐμᾶς τούς «ἀναγνωρισμένους» καί «πτυχιούχους» χριστιανούς. Οἱ ἐχθροί τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά κάνουν πολύ λιγότερο κακό ἀπό ὅσο οἱ ἀσυνεπεῖς ἀκόλουθοί του. 2. Κάποιος διάβασε γραμμένο σέ τοίχους μιᾶς χριστιανικῆς μεγαλουπόλεως: «Χριστέ μου, σῶσε με ἀπό τούς ὁπαδούς σου». Αὐτός πού ἔγραψε τήν παραπάνω φράση φαίνεται πώς πίστευε στόν Χριστό, ἀλλά ἀπογοητεύτηκε μέχρι τρόμου ἀπό πολ-
λούς πού ἐπαγγέλλονταν τή χριστιανική ζωή. Ἄς σκεφτοῦμε καλά καί τό ἑξῆς: σίγουρα θά ἔτυχε νά ἀκούσουμε πολύ συχνά συνανθρώπους μας στήν ἐρώτηση, ἄν πιστεύουν στό Θεό νά ἀπαντοῦν «Στόν Θεό πιστεύω, ἀλλά δέν ἐμπιστεύομαι τούς ἀνθρώπους πού λένε πώς ἀκολουθοῦν τόν Χριστό». Δέν πρέπει νά παρατρέξουμε τόν προβληματισμό ἀπό τή συχνή παραπάνω τοποθέτηση. Ἀλλοίμονο, ἄν γινόμαστε αἰτία νά φοβοῦνται οἱ συνάνθρωποί μας, καί εἰδικά τά νέα παιδιά, τήν Ἐκκλησία καί τόν Θεό. Κάτι τέτοιο εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ἀποτυχίας μας ὡς χριστιανῶν μαθητῶν καί ἀκολούθων τοῦ Χριστοῦ. 3. Δέν εἶναι σωστό, βεβαίως, νά παραλείψουμε ἐδῶ νά ἀναφέρουμε πώς παρόλη τή συχνή δική μας ἀσυνέπεια πρός τόν χριστιανισμό πού ἐπαγγελλόμαστε, ὁ Θεός ἐπισκοπεῖ τίς ψυχές τῶν εἰλικρινῶν ἀνθρώπων καί τούς ὁδηγεῖ στήν ἀλήθεια, παρά τά προσκόμματα πού τούς δημιουργοῦμε οἱ ὑποκριτές χριστιανοί. Ἔμεινε ἱστορική ἡ ἀπάντηση ἑνός κληρικοῦ σέ ἕναν κραταιό δυνάστη, ὅταν ὁ δεύτερος τοῦ εἶπε ὅτι θά καταστρέψει τήν Ἐκκλησία. Ὁ κληρικός τοῦ ἀπάντησε: «ἐμεῖς αἰῶνες δέν τήν καταστρέψαμε μέ τά κτυπήματα πού τῆς φέρουμε, καί ἐσύ θά τήν καταστρέψεις τώρα;». Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν καταστρέφεται, δέν βλάπτεται, δέν κινδυνεύει. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει πώς ἐλαφραίνει ἡ δική μας θέση, ὅταν «τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι᾿ ἡμᾶς βλασφημεῖται τοῖς ἔθνεσι». Εἶναι πολύ ἀπαραίτητο νά μᾶς συνέχει τό ἐρώτημα: «Τίνας ἡμᾶς λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;». Οἱ συνάνθρωποί μας χαίρονται καί δοξάζουν τόν Θεό πού βλέπουν ἐμᾶς τούς μαθητές του νά εἴμαστε γεμάτοι γνήσια πίστη καί ταπεινή ἀγάπη ἤ, ἀντιθέτως, καθίστανται ἐπιφυλακτικοί, φοβισμένοι καί ἀπορριπτικοί, βλέποντάς μας νά τιμοῦμε τόν Θεό μόνο μέ λόγια, ἐνῶ ἡ ζωή μας ἀπέχει πολύ ἀπό Αὐτόν.
49
ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ •Tήν Παρασκευή 13 Μαρτίου ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος χοροστάτησε, ὅπως κάθε χρόνο, κατά τήν Ἀκολουθία τῆς Γ΄ Στάσης τῶν Χαιρετισμῶν στόν Ἱ. Ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν, ὅπου ἐκκλησιάστηκαν οἱ μαθητές πού βρίσκονταν στήν Πόλη γιά τό Συνέδριο πού εἶναι ἀφιερωμένο στόν Γεώργιο Βιζυηνό, ἐκπαιδευτικοί καί ἄλλοι προσκυνητές. Τήν προηγούμενη ἡμέρα 12/3, στό Ζωγράφειο Λύκειο τῆς Πόλης, ὁ Παναγιώτατος μέ σχετική ὁμιλία του κήρυξε τήν ἔναρξη τοῦ 4ου Διεθνοῦς Μαθητικοῦ Συνεδρίου μέ θέμα: «Γ. Βιζυηνός. Εἰς τήν Πόλιν», τό ὁποῖο διοργάνωσαν τό Ζωγράφειο Λύκειο Κωνσταντινούπολης καί τά Ἐκπαιδευτήρια Ἐ. Μαντουλίδη Θεσσαλονίκης, ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
•Ὁ Πατριάρχης, τό ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου 21 Μαρτίου, μετέβη ἀεροπορικῶς στήν Ἄγκυρα καί τίμησε μέ τήν παρουσία του τήν ἐκδήλωση στό ξενοδοχείο Hilton πού διοργάνωσε τό Ἵδρυμα «Engelsiz Yaşam Vakfı» γιά τήν παγκόσμια ἡμέρα γιά τό Σύνδρομο «Down». Ὁ Πατριάρχης μίλησε κατάλληλα καί ἐπέδωσε ἐκ μέρους τοῦ Ἱδρύματος τιμητικές διακρίσεις σέ εὐεργέτες καί δωρητές, παρουσίᾳ πολλῶν ἐπισήμων. Ἐπίσης, ὁ Παναγιώτατος, καταχειροκροτούμενος ἀπό τούς παρόντες, πρόσφερε στό ὡς ἄνω Ἵδρυμα 50
τρία ἀναπηρικά ἁμαξίδια. •Τήν Τετάρτη 25 Μαρτίου ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, χοροστάτησε στόν πανηγυρίσαντα ὁμώνυμο Ἱερό Ναό τῆς Κοινότητος Βαφεοχωρίου, κατά τήν τελεσθεῖσα Θεία Λειτουργία. Μετά τήν Ἀπόλυση, ὁ Πατριάρχης ἀνέγνωσε Τρισάγιο πρό τοῦ ὄπισθεν τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τάφου τῶν γεννητόρων, ἀδελφῶν καί συγγενῶν τοῦ ἐκ
τῶν προκατόχων Αὐτοῦ καί γόνου τῆς Κοινότητος Βαφεοχωρίου ἀοιδίμου Πατριάρχου Ἰωακείμ τοῦ Γ´. Ἀκολούθησε δεξίωση στήν Κοινοτική αἴθουσα, κατά τήν ὁποία μίλησαν ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Μυριοφύτου καί Περιστάσεως κ. Εἰρηναῖος, Ἐπόπτης τῆς Περιφερείας Βοσπόρου, ὁ κ. Παῦλος Παντελάρας ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐπιτροπῆς καί ὁ Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος ἀναφέρθηκε στή σημασία τῆς ἑορτῆς, μνησθείς καί τοῦ νέου φοιτητοῦ Εὐαγγέλου Γιακουμάκη ἀπό τήν Κρήτη πού εἶχε τραγικό τέλος στά Ἰωάννινα, λέγοντας συγκινημένος ὅτι αὐτός ἑορτάζει φέτος τά ὀνομαστήριά του μέ τούς Ἀγγέλους. •Τή Μεγάλη Πέμπτη 9 Ἀπριλίου, μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ Πατριάρχης, συνοδευόμενος ἀπό τόν Πανοσιολ. Ὑπογραμματέα τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου Διάκονο κ. Ἰωακείμ, μετέβη στό ξενοδοχεῖο «WOW»
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
καί μίλησε ἐνώπιον τῶν συνέδρων τῆς «Εὐρασιατικῆς Διασκέψεως Κορυφῆς», μέ θέμα «Ρατσισμός καί ξενοφοβία». •Σέ κατανυκτική ἀτμόσφαιρα καί μέ ἱεροπρέπεια τελέσθηκαν στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου οἱ ἱερές ἀκολουθίες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ὁ Πατριάρχης, σέ συγχοροστασία μέ
ἄλλους Ἀρχιερεῖς, χοροστάτησε κατά τήν Ἱερά Ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Παθῶν τοῦ Κυρίου τό ἑσπέρας τῆς Μεγ. Πέμπτης 9/4. Τό πρωί τῆς Μ. Παρασκευῆς 10/4 ὁ Πατριάρχης, χοροστάτησε κατά τήν Ἱερά Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀποκαθηλώσεως σέ συγχοροστασία μέ Σεβ. Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Τόν Θεῖο Λόγο κήρυξε κατά τήν τάξη ὁ Πρωτοσυγκελλεύων Σεβ. Μητροπoλίτης Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στέφανος. Τό μεσημέρι τῆς Μ. Παρασκευῆς ὁ Πατριάρχης μετέβη στήν Ἱ. Μονή Ζωοδόχου Πηγῆς Βαλουκλῆ καί ἔψαλλε Τρισάγιο πρό τοῦ τάφου τοῦ ἀμέσου προκατόχου του, ἀοιδίμου Πατριάρχου Δημητρίου. Τό ἑσπέρας, σέ συγχοροστασία μέ ἄλλους Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου καί ἐν μέσῳ πλήθους προσκυνητῶν, προέστη τῆς Ἱερᾶς Ἀκολουθίας τοῦ Ἐπι-
ταφίου Θρήνου. •Μέ κάθε ἱεροπρέπεια, λαμπρότητα καί ἐκκλησιαστική τάξη ἑορτάσθηκε ἡ ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου στά Πατριαρχεῖα. Τό μεσονύκτιο τοῦ Μεγ. Σαββάτου 11 Ἀπριλίου ὁ Πατριάρχης προέστη τῆς τελετῆς τῆς Ἀναστάσεως καί ἀπηύθυνε Πασχάλιο Μήνυμα πρός τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν αὐλόγυρο τῶν Πατριαρχείων. Στή συνέχεια τελέσθηκε ὁ Ὄρθρος τῆς ἑορτῆς καί ἡ Πασχάλιος πανηγυρική Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος τοῦ Πατριάρχου καί συλλειτουργούντων Σεβ. Μητροπολιτῶν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας. Τήν Πατριαρχική Ἀπόδειξη ἐπί τῷ Πάσχα ἀνέγνωσε ἀπό τοῦ Ἱεροῦ Ἄμβωνος ὁ
Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτης κ. Βαρθολομαῖος, Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου. •Σέ πανηγυρική ἀτμόσφαιρα τελέσθηκε τό πρωί τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα 12 Ἀπριλίου ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀγάπης στά Πατριαρχεῖα. Ὁ Πατριάρχης, ἀφοῦ περιεβλήθηκε τά ἀρχιερατικά του ἄμφια κατά τό ἔθος στήν Αἴθουσα τοῦ Θρόνου καί σχηματίσθηκε πομπή, μαζί μέ τούς Σεβ. Ἀρχιερεῖς καί τούς λοιπούς Κληρικούς, πρός τόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό, προεξῆρχε τοῦ Ἑσπερινοῦ. Μετά τήν Εἴσοδο, τό Ἱερό Εὐαγγέλιο ἀναγνώσθηκε σέ ὀκτώ γλῶσσες. Στό τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ Πατριάρχης, κατά τό ἐκκλησιαστικό ἔθος, διένειμε σέ ὅλους τούς πιστούς πασχαλινά αὐγά. Τέλος, πρός τιμήν τῶν ὑψηλῶν ἐπισκεπτῶν Προξένων καί Δημάρχων παρατέθηκε δεξίωση στήν Αἴθουσα τοῦ Θρόνου, ὅπου ὁ Πατριάρχης τούς προσφώνησε στήν ἀγγλική γλώσσα. •Ἀπό 17 ἕως 21 Ἀπριλίου ὁ Οἰκουμενικός 51
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος πραγματοποίησε ἐπίσημη ἐπίσκεψη στήν Ἱερά Μητρόπολη Σερρῶν καί Νιγρίτης κατόπιν σχετικῆς προσκλήσεως τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Σερρῶν καί Νιγρίτης κ. Θεολόγου, μέ ἀφορμή τήν ἱερά μνήμη τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρος Νικήτα, τοῦ ἐν Σέρραις ἀθλήσαντος. Τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη συνόδευαν οἱ Σεβ. Μητροπολίτες Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριος, Σηλυβρίας κ. Μάξιμος καί ὁ Ἀρχιγραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Ἀρχιμ. Βαρθολομαῖος Σαμαρᾶς. Μετά τήν ὑποδοχή τῆς Α.Θ.Π. τήν Παρασκευή 17/4 στήν κεντρική πλατεία τῶν Σερρῶν, ὅπου τόν Προκαθήμενο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας προσφώνησε ὁ Δήμαρχος Σερραίων κ. Πέτρος Ἀγγελίδης καί ἀντιφώνησε ὁ Παναγιώτατος, τελέσθηκε ἐπίσημη Δοξολογία στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Σερρῶν. Τόν Πα-
ναγιώτατο προσφώνησε κατάλληλα ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Σερρῶν καί Νιγρίτης κ. Θεολόγος καί ἀντιφώνησε ὁ Πατριάρχης. Ἀκολούθησε ἐπίσκεψη στό Ἐπισκοπεῖο Σερρῶν καί συνάντηση μέ τίς ἀρχές τῆς πόλεως καί τοῦ Νομοῦ. 52
Τό Σάββατο 18/4 ὁ Πατριάρχης τοῦ Γένους ἐγκαινίασε τό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σερρῶν καί Νιγρίτης, μίλησε στή νεολαία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί ἐπισκέπτηκε τό Ἐκκλησιαστικό Κειμηλιαρχεῖο «Ψυχήν Ἄκος», ὅπου ἐγκαινίασε ἔκθεση ἱερῶν εἰκόνων τῶν Νεομαρτύρων, καί τόν ἐκκλησιαστικό ραδιοφωνικό σταθμό τῆς Ἱερᾶς Μητρόπολης «ΡΑΔΙΟ ΚΙΒΩΤΟΣ». Στή συνέχεια μετέβη στόν Ἱερό Καθεδρικό καί Προσκυνηματικό Ναό τῶν Ἁγίων Θεοδώρων, ὅπου ὁ Πατριάρχης τέλεσε ἐπιμνημόσυνη δέηση γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη Σερρῶν Ἀπόστολο καί ἐπισκέπτηκε τήν Ἱερά Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου Σερρῶν, ὅπου μετά τή Δοξολογία, τέλεσε τόν Ἁγιασμό τῶν ἐγκαινίων τῆς ἀνακαινισθείσης μοναστηριακῆς τραπέζης. Τό ἀπόγευμα προέστη στήν ὑποδοχή τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνας τῆς Παναγίας Σουμελᾶ καί χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Μεγ. Πατριαρχικοῦ Πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ στόν ἑορτάζοντα Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Νικήτα. Τήν Κυριακή 19/4 στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό Ἁγίου Νικήτα τελέσθηκε Πατριαρχική Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, στήν ὁποία ἔλαβαν μέρος πολλοί Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου καί παρέστη ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας κ. Πρ. Παυλόπουλος. Τήν ἴδια ἡμέρα παρακολούθησε ἐκδήλωση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σερρῶν καί Νιγρίτης στήν αἴθουσα «Ἀστέρια» τοῦ ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Σερρῶν, μέ τίτλο «Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού παροικεῖ στίς Σέρρες». Ὁ Πατριάρχης ἐπισκέπτηκε τήν ἴδια ἡμέρα τό Διοικητήριο τῆς Περιφερειακῆς Ἑνότητας Σερρῶν, ὅπου τόν ὑποδέχθηκε ὁ Περιφερειάρχης Κεντρικῆς Μακεδονίας κ. Ἀπ. Τζιτζικώστας καί ὁ Ἀντιπεριφερειάρχης Σερρῶν κ. Ἰω. Μωυσιάδης, τό 1ο Γυμνάσιο Σερρῶν καί τό Μαξίμειο Πνευματικό Κέντρο καί ἐγκαινίασε τό νέο Κοινωνικό Παντοπωλεῖο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σερρῶν καί Νιγρίτης. Τό ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας 20/4 μετέβη στό Δῆμο Βισαλτίας, ὅπου ἔγινε ὑποδοχή στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῆς πόλεως Νιγρίτης καί ἀκολούθως ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἐγκαινίασε καί τό Ἵδρυμα Φιλοξενίας Ἡλικιωμένων στό δημοτικό διαμέρισμα τῆς Τερπνῆς, ὅπoυ μίλησε ὁ κτήτορας καί Εὐερ-
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
γέτης κ. Δημήτριος Ἀναστασιάδης καί ἀντιφώνησε ὁ Παναγιώτατος, ἐνῶ τό βράδυ παρέστη σέ πολιτιστική ἐκδήλωση μέ παραδοσιακούς σκοπούς τῆς Μικρασίας, πού ἔγινε πρός τιμήν του, στό Ἀμφιθέατρο τοῦ Τ.Ε.Ι. Κεντρικῆς Μακεδονίας Σερρῶν μέ τίτλο «Μελωδικές μνῆμες τῆς Μικρασίας». Τέλος τήν Τρίτη 21/4 ὁ Προκαθήμενος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἐπισκέφθηκε τήν Ἱεραποστολική Ἀδελφότητα «Λυδία ἡ Φιλιππησία» στήν Ἀσπροβάλτα, τίς ἀρχαιότητες τῆς Ἀμφίπολης καί τίς πρόσφατες ἀνασκαφές στόν τύμβο Καστᾶ, ὅπου ξεναγήθηκε ἀπό τήν ὑπεύθυνη Ἀρχαιολόγο κ. Περιστέρη, καί ἀναχώρησε ἀπό τό ἀεροδρόμιο τῆς Χρυσούπολης Καβάλας γιά τήν Κωνσταντινούπολη.
•Βοηθός Ἐπίσκοπος μέ τόν τίτλο τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Χριστουπόλεως ἐξελέγη παμψηφεί τή Δευτέρα 27 Ἀπριλίου, ψήφων κανονικῶν γενομένων ἀπό τήν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδο στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό, ὁ Διευθυντής τοῦ Γραφείου Τύπου καί Ἱεροκήρυκας τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου κ. Μακάριος Γρινιεζάκης, Διδάκτωρ Ἰατρικῆς καί Καθηγητής τῆς Πατριαρχικῆς Ἀκαδημίας Ἡρακλείου Κρήτης, κατόπιν προτάσεως τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ταλλίνης καί πάσης Ἐσθονίας κ. Στεφάνου, πού προέβαλε ἡ Α. Θ. Π., ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαῖος. Ὁ νέος ἐψηφισμένος Ἐπίσκοπος ἔδωσε ἐνώπιον τοῦ Πατριάρχου καί τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων τό Μικρό Μήνυμα, τήν Τρίτη 28 Ἀπριλίου, ἐνῶ στή συνέχεια τέλεσε τόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Μηνύματος καί δέχθηκε τίς εὐχές τῶν ψηφισάντων Μητροπολιτῶν καί τῶν παρισταμένων Κληρικῶν. Ὁ Βοηθός Ἐπίσκοπος τῆς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως θά διδάσκει στήν Πατριαρχική Ἀκαδημία Ἡρακλείου καί στή Θεολογική Σχολή τοῦ Ταλίν, θά ἀναλάβει δέ διακονία στήν Ἐκκλησία τῆς Ἐσθονίας, ὡς Βοηθός τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ταλλίνης καί πάσης Ἐσθονίας κ. Στεφάνου.
•Τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων 26 Ἀπριλίου ὁ Πατριάρχης προέστη τῆς καθιερωμένης κατ᾿ ἔτος Πατριαρχικῆς καί Συνοδικῆς Θείας Λειτουργίας στήν Ἱερά Μονή Ζωοδόχου Πηγῆς Βαλουκλῆ. Συλλειτούργησαν οἱ Σεβ. Συνοδικοί Μητροπολίτες , ἐνῶ τόν θεῖο λόγο κήρυξε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἴμβρου καί Τενέδου κ. Κύριλλος. 53
ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ Εκδημια Ιερεως Γεωργιου Δρακακη
Τίς πρωινές ὧρες τῆς Τετάρτης 11 Μαρτίου ἐξεδήμησε εἰς Κύριον στό Βενιζέλειο Νοσοκομεῖο Ἡρακλείου, ὅπου νοσηλευόταν, ὁ συνταξιοῦχος Ἐφημέριος τῆς Ἐνορίας Ἐπισκοπῆς Ἱεράπετρας π. Γεώργιος Δρακάκης, σέ ἡλικία 84 ἐτῶν. Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία ἐψάλη τό μεσημέρι τῆς Πέμπτης 12 Μαρτίου στόν Ἱερό Ναό Ζωοδόχου Πηγῆς Ἐπισκοπῆς, προεξάρχοντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, μέ τή συμμετοχή τοῦ Πανοσιολ. Πρωτοσυγκέλλου Ἀρχιμ. Κυρίλλου Διαμαντάκη καί πολλῶν Ἐφημερίων τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, καθώς καί μέ τήν παρουσία τῶν κατοίκων τῆς Ἐνορίας καί τῶν γύρω χωριῶν. Ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος ἐκφώνησε ἐπικήδειο σημειώνοντας ὅτι «ὁ μακαριστός παπα-Γιώργης ὑπῆρξε καί ἁπλός καί πρᾶος καί ἡσύχιος. Τό μεγάλο του ὅμως προσόν καί ἡ ξεχωριστή καί διαχρονική ἀξία καί τιμή εἶναι ὅτι ἔγινε τόπος καί κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, δηλ. οἶκος τοῦ Θεοῦ. Πρῶτα, γιατί τόν ἐπισκέφθηκε τό ἅγιο Πνεῦμα καί ἐσκήνωσε μέσα Του μέ τήν ἱερατική χειροτονία του. Ἦταν καί συμπαθής καί ἀγαπητός ἀπό ὅλους μας. Ὑπῆρξε ἀκόμα ἀκούραστος, ἐργατικός, φιλόπονος καί δημιουργικός, στηρίζοντας τήν οἰκογένειά του ὡς πιστός σύζυγος, ὁ καλός πατέρας ὡς ἄκακος καί συγχωρητικός. Ὑπέμεινε, συγχώρεσε, εὐλόγησε, κατήχησε, βάπτισε, στεφάνωσε καί παρηγόρησε ὅλους ὅσοι τόν πλησίαζαν, τόν ρωτοῦσαν, τόν ἄκουσαν καί τόν ἀκολουθοῦσαν». Ὁ ἀοίδιμος π. Γεώργιος Ἰω. Δρακάκης γεννήθηκε στίς 17.3.1931 στό Κεντρί Ἱεράπετρας. Φοίτησε στό Δημοτικό Σχολεῖο Κεντρίου καί στό Γυμνάσιο Ἱεράπετρας καί στή συνέχεια ἀποφοίτησε ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Σχολή Κρήτης, στά Χανιά. Νυμφεύθηκε τήν πρεσβυτέρα Πατρώνα Σγουροῦ καί ἀπέκτησαν δύο παιδιά, τόν Ἰωάννη καί τήν Εὐαγγελία. Χειροτονήθηκε Διάκονος στίς 21Νοεμβρίου 1959 στό Ἐπισκοπικό παρεκκλήσιο τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Ἐρημίτου Ἱεράπετρας καί Πρεσβύτερος τήν ἑπομένη, 22 Νοεμβρίου 1959, στόν Ἱερό Ναό Ζωδόχου Πηγῆς Ἐπισκοπῆς, ἀπό τόν ἀοίδιμο Ἐπίσκοπο Ἱερᾶς καί Σητείας Φιλόθεο τόν Α΄ (Μαζοκοπάκη). Ἀπό 1ης Δεκεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους διορίσθηκε Ἐφημέριος τῆς Ἐνορίας Ἐπισκοπῆς, στήν ὁποία διακόνησε μέ ἔνθεο ζῆλο καί θυσιαστικό πνεῦμα συνεχῶς ἕως καί τήν 31η Δεκεμβρίου 2006, ὁπότε καί συνταξιοδοτήθηκε. Ὅμως στή θέση τῆς ἱερατικῆς διακονίας τοῦ παρέμεινε μέχρι καί τό ἔτος 2011, ὑπηρετώντας τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῶν συγχωριανῶν του, ὅσο τοῦ ἐπέτρεπαν οἱ σωματικές του δυνάμεις. Η Ιερα Μητροπολη Ιεραπυτνης και Σητειας διενειμε 12 τονους νηστησιμα τροφιμα Διανομή τροφίμων στούς οἰκονομικά ἀσθενέστερους συνανθρώπους μας καί στίς εὐαίσθητες κοινωνικές ὁμάδες πραγματοποίησε ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καί Σητείας κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μέσῳ τῶν 87 Ἐνοριῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας διαμοιράσθηκαν 4.000 κουτιά καλαμάρια (1.600 κιλά), ἕξι (6) τόνοι ὄσπρια, τρεῖς (3) τόνοι ζυμαρικά καί ἕνας (1) τόνος παξιμάδι σέ συνολικά 560 οἰκογένειες μέ περίπου 1.500 ἄτομα πού ζοῦν κάτω ἀπό τό ὅριο τῆς φτώχειας. Τά εἴδη τροφίμων διανεμήθηκαν δωρεάν μέ πρόνοια τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, μέ δαπάνες τῆς Διεύθυνσης Κοινωνικῆς Ἀντίληψης καί Ἀλληλεγγύης τοῦ πρ. Ὑπουργείου Ἐργασίας, Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης καί Πρόνοιας καί
54
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
μέ φορέα ὑλοποίησης καί διαχείρισης τή Μή Κυβερνητική Ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης «ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ». Πρόκειται γιά ἕνα πρόγραμμα «ἐπισιτιστικῆς καί βασικῆς ὑλικῆς συνδρομῆς γιά τούς ἀπόρους», τό ὁποῖο ὑλοποιεῖται σταδικά στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή καί ὅλες τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης. Ἡ παραλαβή τῶν προϊόντων ἔγινε μέ τήν παρουσία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, τήν Παρασκευή 13 Μαρτίου ἀπό τήν αἴθουσα τοῦ Ἱεροῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγίας Φωτεινῆς γιά τίς Ἐνορίες τῆς περιοχῆς Ἱεράπετρας καί Μακρύ Γιαλοῦ καί τό Σάββατο 14 Μαρτίου ἀπό τίς ἐγκαταστάσεις Συσσιτίων τοῦ Κοινωφελοῦς Ἱδρύματος τῆς Ἱ.Μητροπόλεως “Παναγία ἡ Ἀκρωτηριανή” στόν Ἱ.Ν.Ἁγ.Γεωργίου πόλεως Σητείας γιά τίς Ἐνορίες τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Σητείας. Κατανυκτικοι Εσπερινοι και Ομιλιεσ τισ κυριακεσ Γ, δ & ε των νηστειων
•Στόν κατάμεστο ἀπό πιστούς Ἱερό Ναό Παναγίας Ἐλεούσας Ἱεραπέτρας τελέσθηκε τήν Γ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, 15 Μαρτίου, ἡ ἀκολουθία τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ χοροστατοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας τέθηκε σέ προσκύνηση τῶν παρισταμένων πιστῶν Τίμιος Σταυρός πού περιέχει τεμάχιο Τιμίου Ξύλου ἀπό τόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος μεταφέρθηκε ἀπό τόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου πόλεως Σητείας. Ἀκολούθησε ὁμιλία ἀπό τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί Καθηγητή τῆς Πατριαρχικῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης π. Μακάριο Γρινιεζάκη μέ θέμα «ὁ πόνος καί οἱ θλίψεις στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ». •Τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς Δ΄ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν, 22 Μαρτίου, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος χοροστάτησε τήν ἀκολουθία τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεραπέτρας, ὅπου τέθηκαν σέ προσκύνηση τεμάχια ἱερῶν λειψάνων τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας καί τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου, τά ὁποῖα ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος Παΐσιος εἶχε ἐπιδώσει στόν Σεβ. κ. Εὐγένιο σέ μιά ἀπό τίς πολλές ἐπισκέψεις του στό Κελλί του στό Ἅγιον Ὅρος ὡς Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Γεωργίου Γοργολαΐνι καί φυλάσσονται στήν ἱστορική αὐτή Μονή τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης. Ὁμιλητής ἦταν ὁ κ. Ἀνέστης Κεσελόπουλος, Ὁμ. Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., ὁ ὁποῖος μέ γλαφυρότητα καί ἀμεσότητα μίλησε στό πολυπληθές ἐκκλησίασμα γιά τό νέο Ὅσιο τῆς Ἐκκλησίας μας, Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, μέ θέμα: «Ἀσυρματιστής στίς συχνότητες τοῦ Θεοῦ. Προσέγγιση στή ζωή τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου». •Τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς 29 Μαρτίου τελέσθηκε ἡ ἀκολουθία τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ στόν Ἱερό Κ. 55
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ναό Ἁγ. Φωτεινῆς Ἱεραπέτρας, στήν ὁποία χοροστάτησε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος καί συμμετεῖχε ὁ Ἱερός Κλῆρος τῆς περιοχῆς. Κατά τή διάρκεια τῆς Ἀκολουθίας τέθηκε σέ προσκύνηση καί εὐλογία τῶν πιστῶν τεμάχιο Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τό ὁποῖο κόμισε ἀπό τήν Ἱερά καί ἱστορική Μονή Ἀπεζανῶν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Γορτύνης καί Ἀρκαδίας ὁ Ἱερολ. π. Γαβριήλ Χατζηδάκης. Ὁμιλητής τῆς βραδιᾶς ἦταν ὁ κ. Γεώργιος Κρασανάκης, Ὁμότιμος Καθηγητής Ψυχολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης, ὁ ὁποῖος μέ ἰδιαίτερα γλαφυρό καί βιωματικό τρόπο μίλησε μέ θέμα: «Ὅσα διδάχθηκε ἀπό τόν Ἅγιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη». Συναξη Εφημεριων Ιερας Μητροπολεως Ιεραπυτνης και Σητειας
Τή Δευτέρα 23 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε μέ ἐπιτυχία στήν Αἴθουσα Συνεδρίων τοῦ Κέντρου Πολιτιστικῆς καί Κοινωνικῆς Μέριμνας τῆς Ἱ. Μητροπόλεως, στήν Ἱεράπετρα, Ἱερατική Σύναξη μέ θέμα «Ἡ ἱερατική ζωή στή διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου». Μετά τήν ἐναρκτήρια δέηση, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Εὐγένιος προλόγισε κατάλληλα τό θέμα τοῦ συνεδρίου καί παρουσίασε στούς Ἐφημερίους τόν εἰσηγητή τοῦ θέματος, κ. Ἀνέστη Κεσελόπουλο, σημειώνοντας τήν γιά πολλά χρόνια προσωπική σχέση καί ἐπικοινωνία του μέ τόν Ὅσιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη. Ὁ κ. Κεσελόπουλος, ἀφοῦ εὐχαρίστησε τόν Σεβ. κ. Εὐγένιο γιά τήν ἀγάπη καί τήν τιμητική πρόσκλησή του γιά νά μιλήσει στόν Ἱερό Κλῆρο γιά τόν ἅγιο τοῦ «20οῦ αἰώνα», ἀναφέρθηκε στό Μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης καί τή ζωή τοῦ Ἱερέως κατά τή διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Παϊσίου ὑπογραμμίζοντας τή συνεχή ὑπακοή του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή ζωή του. Ἐπίσης ἀναφέρθηκε σέ πολλές πνευματικές ἐμπειρίες τοῦ Ὁσίου Παϊσίου ἀπό τήν ἀδιάλειπτη προσευχή του, τίς ὁποῖες ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας εἶχε ἐκμυστηρευθεῖ κατά τίς συχνές ἐπισκέψεις του στό Ἅγιον Ὅρος, ἀλλά καί σέ συμβουλές πού ἔδιδε στούς πολλούς Κληρικούς πού τόν ἐπισκέπτονταν στό Κελλί του. Στό β΄μέρος τῆς Σύναξης συζητήθηκαν διάφορα ὑπηρεσιακά θέματα καί ὁ Σεβασμιώτατος ἔδωσε πατρικές συμβουλές καί κατευθύνσεις στούς Ἐφημερίους γιά τήν ἄσκηση τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου τους. Εκδηλωσεισ της Σχολης Βυζαντινης Μουσικης της μητροπολεωσ «Αγιος Ανδρεας ο Κρητης» σε Ιεραπετρα και σητεια Μέ ἐπιτυχία πραγματοποιήθηκε τό βράδυ τῆς Τετάρτης 1 Ἀπριλίου στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας ἡ ἐκδήλωση τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» μέ θέμα «Εἰσοδεύοντας στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα». Ἡ Χορωδία τῶν Ἱεροψαλτῶν τῆς Ἱεράπετρας καί μαθητῶν τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ὑπό τή διεύθυνση τοῦ Διευθυντῆ τῆς Σχολῆς καί Πρωτοψάλτου κ. Ἰωάννου Ἀρώνη, ἀπέδωσε ἐπιλεγμένους ὕμνους, ἐνῶ προλόγισε κατάλληλα ὁ Γραμματέας τῆς Μητροπόλεως καί Γραμματέας τῆς Σχολῆς κ. Σταῦρος Κακοδειπνάκης. Τήν ἐκδήλωση κατέκλεισε μέ τόν ἐγκάρδιο χαιρετισμό καί τίς πατρικές εὐχές του ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Εὐγένιος ἐπισημαίνοντας τό σημαντικό ἔργο πού ἐπιτελεῖ ἡ Σχολή νά μεταλαμπαδεύει τήν ἐκκλησιαστική μουσική καί νά ἀναδεικνύει νέους Ἱεροψάλτες γιά νά διακονήσουν στά Ἱερά Ἀναλόγια τῶν Ναῶν. Σέ κλίμα κατάνυξης τό βράδυ τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου 4 Ἀπριλίου, ἀμέσως μετά τό πέρας τοῦ Ἀρχιερατικοῦ Ἑσπερινοῦ, πραγματοποιήθηκε στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίου Γεωργίου ἡ καθιερωμένη ἐκδήλωση τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Ση-
56
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
τείας «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» ἐνόψει τῆς Μεγ. Ἑβδομάδος καί τοῦ Ἁγίου Πάσχα στήν πόλη τῆς Σητείας. Στό πρῶτο μέρος τῆς ἐκδήλωσης παρουσιάσθηκαν ὕμνοι ἀπό τή Χορωδία τῶν μικρότερων τάξεων τῆς Σχολῆς. Στή συνέχεια ἡ Χορωδία τῶν μεγαλύτερων τάξεων τῆς Σχολῆς, πλαισιωμένη μέ τούς Ἱεροψάλτες τῆς εὐρύτερης περιοχῆς Σητείας ἀπέδωσε ἐπιλεγμένους ὕμνους τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς καί τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὑπό τή διεύθυνση τοῦ ὑπευθύνου Καθηγητῆ τῆς Σχολῆς στή Σητεία καί διευθυντῆ τῆς Χορωδίας Αἰδεσιμολ. πρωτ. Νικολάου Ἀλεξάκη. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος χαιρετίζοντας τήν ἐκδήλωση ἀναφέρθηκε στό σύγχρονο ἅγιο καί προσφάτως ἀναγραφέντα στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, Ὅσιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, ἀπό τό βιβλίο τοῦ ὁποίου ἦταν τά ἀναγνώσματα τῆς ἐκδήλωσης. Ὅπως εἶπε «ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε σέ ἐμᾶς πού τόν γνωρίσαμε ὅτι ἕνας εὐλαβής καί πιστός χριστιανός σήμερα ἀξίζει πιό πολύ ἀπό μιά θαυματουργό εἰκόνα. Ἡ εἰκόνα ἔχει τήν ἀξία της, ἀλλά ὁ ἁγιασμένος ἄνθρωπος ἀποκαλύπτει ζωντανό τόν Θεό καί σήμερα. Ἀποκαλύπτει καί στίς μέρες μας τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας». Το Κεντρο Κοινωνικης και Πολιτιστικης Μεριμνας της Ι. Μητροπολεως Ι φιλοξενει τον Mετεωρολογικο Σταθμο του Εθνικου Αστεροσκοπειου Αθηνων Στήν ὀροφή τοῦ νεόδμητου Κέντρου Κοινωνικῆς καί Πολιτιστικῆς Μέριμνας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας, πού ἔχει ἀνεγερθεῖ στόν αὔλειο χῶρο τῆς Ἱ. Μητροπόλεως στήν Ἱεράπετρα, φιλοξενεῖται πλέον ὁ αὐτόματος Μετεωρολογικός Σταθμός τοῦ Ἐθνικοῦ Ἀστεροσκοπείου Ἀθηνῶν. Τό Κέντρο Κοινωνικῆς καί Πολιτιστικῆς Μέριμνας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας ἀνταποκρίθηκε θετικά στό σχετικό αἴτημα παροχῆς ἄδειας ἐγκαταστάσεως τοῦ αὐτόματου μετεωρολογικοῦ σταθμοῦ ἀπό τήν Ἐθνική Μετεωρολογική Ὑπηρεσία. Τό Κέντρο, πέρα ἀπό τήν ἄδεια τοποθέτησης τοῦ μετεωρολογικοῦ ἱστοῦ, παρέχει ἐπίσης στό Σταθμό τή διευκόλυνση νά συνδεθεῖ ἀσύρματα μέ τίς ὑπερσύγχρονες ἠλεκτρονικές ἐγκαταστάσεις τοῦ ἐν λόγῳ κτηρίου, προκειμένου νά καταγράφονται πληρέστερα καί γιά τήν ὠφέλεια τῶν κατοίκων τῆς Ἱεράπετρας οἱ μετεωρολογικές συνθῆκες τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς νοτιοανατολικῆς Κρήτης καί νά εἶναι ὁρατές στήν ἠλεκτρονική διεύθυνση: http://penteli.meteo.gr/stations/ierapetra/. 7 τονοι τροφιμα διανεμηθηκαν σε απορους απο την Ι. Μητροπολη Ιεραπυτνης και Σητειας εν οψει του πασχα Διανομή τροφίμων κατά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα πραγματοποίησε ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καί Σητείας μέ σκοπό νά μή λείψει ἀπό καμία ἄπορη οὀικογένεια τῆς Μητροπολιτικῆς περιφέρειας τά ἀναγκαῖα γιά τό Πασχαλινό τραπέζι. Εἰδικότερα σέ συνολικά 600 οἰκογένειες μέ περίπου 1.600 ἄτομα πού ζοῦν κάτω ἀπό τό ὅριο τῆς φτώχειας καί πλήττονται περισσότερο ἀπό τήν οἰκονομική καί ἀνθρωπιστική κρίση, διαμοιράσθηκαν, διά μέσου των Ἐνοριῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως δύο (2) τόνοι κρέας χοιρινό, δύο (2) τόνοι ρύζι, ἕνας (1) τόνος παξιμάδι, 10.000 αὐγά καί 3.200 γιαούρτια. Καί αὐτά τά εἴδη τροφίμων διανεμήθηκαν δωρεάν μέ πρόνοια τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, στό πλαίσιο τῆς ὑπογραφείσας 1ης Προγραμματικῆς Συμβάσεως γιά τό πρόγραμμα ἐπιχορήγησης σίτισης ἀστέγων μεταξύ τοῦ Ὑπουργείου Ἐργασίας, Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης καί Πρόνοιας καί τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, τό ὁποῖο ὑλοποιεῖται σταδικά στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή καί ὅλες τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης μέ δαπάνες τῆς Διεύθυνσης Κοινωνικῆς Ἀντίληψης καί Ἀλληλεγ-
57
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
γύης τοῦ πρ. Ὑπουργείου Ἐργασίας, Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης καί Πρόνοιας καί μέ φορέα ὑλοποίησης τή Μή Κυβερνητική Ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης «ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ». Ἡ παραλαβή τῶν προϊόντων ἀπό τούς Ἐφημερίους καί μέλη τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Συμβουλίων ἔγινε, παρουσίᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, τή Μ. Τρίτη 7 Ἀπριλίου ἀπό τίς ἐγκαταστάσεις Συσσιτίων τοῦ Κοινωφελοῦς Ἱδρύματος τῆς Ἱ.Μητροπόλεως “Παναγία ἡ Ἀκρωτηριανή” στόν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Σητείας γιά τίς Ἐνορίες τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Σητείας, καί τή Μ.Τετάρτη 8 Ἀπριλίου ἀπό τήν αἴθουσα τοῦ Ἱεροῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγίας Φωτεινῆς γιά τίς Ἐνορίες τῆς περιοχῆς Ἱεράπετρας καί Μακρύ Γιαλοῦ. Ο Σεβ. Μητροπολιτης ιεραπυτνησ και σητειασ Κ. Ευγενιος:
•Τήν Τετάρτη 11/3 προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Σταυρούλας Ζαχαριαδάκη στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Ἐλεούσης Ἱεράπετρας. •Τήν Παρασκευή 13/3 χοροστάτησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα κατά τήν Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου (Γ΄ Στάση) στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Τιμίου Σταυροῦ Ἱεράπετρας τόν θεῖο λόγο. •Τήν Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως 15/3 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, προέστη στήν Τελετή Σταυροπροσκυνήσεως καί στή συνέχεια τέλεσε τή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, κήρυξε τόν θεῖο λόγο ἐπίκαιρα καί τέλεσε τό ἐτήσιο μνημόσυνο τῆς μακαριστῆς Εἰρήνης Μακρυνάκη στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Τιμίου Σταυροῦ Σφάκας Σητείας. •Τό ἑσπέρας τῆς Τετάρτης 18/3 τέλεσε τήν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία καί κήρυξε τόν θεῖο λόγο ἐπίκαιρα στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Γούδουρα. •Τό ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς 20/3 χοροστάτησε κατά τήν Δ΄ Στάση τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Λουκᾶ Νοσοκομείου Ἱεράπετρας καί τό ἑσπέρας στόν Ἱ. Ναό Μιχαήλ Ἀρχαγγέλου Ἱεράπετρας, ὅπου καί κήρυξε κατάλληλα τόν θεῖο λόγο στό ἐκκλησίασμα. •Τό Σάββατο 21/3 προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Χρήστου Καρτσακλῆ στόν Ἱ. Ναό Τιμίου Προδρόμου Μεσελέρων Ἱεράπετρας. •Τήν Κυριακή τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος 22/3 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια τέλεσε τή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, κήρυξε τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ Χαραλάμπους Μαυρίδη στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Νικολάου Σχινοκαψάλων. •Τό ἑσπέρας τῆς Δευτέρας 24/3 χοροστάτησε στήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ καί κήρυξε κατάλληλα στόν πανηγυρίσαντα Ἱ. Ἐνοριακό Ναό Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου πόλεως Σητείας. 58
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
• Τήν κυριώνυμη ἡμέρα, 25/3, στόν ἴδιο Ναό χοροστάτησε στήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, προέστη στή Θεία Λειτουργία καί κήρυξε τό Θεῖο Λόγο. Ἀκολούθως στόν Ἱ.Κ.Ν. Ἁγίας Αἰκατερίνης χοροστάτησε στήν Ἀκολουθία τῆς Δοξολογίας, ἐπί τῇ Ἐθνικῇ Ἑορτῇ τῆς 25ης Μαρτίου, παρουσίᾳ τῶν Ἀρχῶν, καί στή συνέχεια τέλεσε Τρισάγιο στό Ἡρῶο τῆς πόλεως καί παρακολούθησε τή στρατιωτική καί μαθητική παρέλαση. •Τό ἑσπέρας τῆς Τετάρτης 25/3 χοροστάτησε καί κήρυξε κατάλληλα κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος στόν Ἱερό Ναό Ἁγίας Εἰρήνης Ἐνορίας Κουτσουρᾶ. •Τήν Παρασκευή 28/3 χοροστάτησε κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίου Γεωργίου πόλεως Σητείας καί στή συνέχεια χοροστάτησε καί μίλησε κατά τήν ἴδια ἀκολουθία στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Αἰκατερίνης Σητείας. •Τήν Κυριακή τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας 29/3 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια τέλεσε τή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό μνημόσυνο τῶν μακαριστῶν Κων/νου Τσουπάκη, Βασιλείου Καρατζόγλου, Κωνσταντίνου Στεφανάκη καί Μαρίας καί Ἰωάννου Πετυχάκη στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Αἰκατερίνης πόλεως Σητείας. •Τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου 4/4 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίου Τίτου Ἡρακλείου, όπου τέλεσε τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τῆς μακαριστῆς Μελπομένης Περτσελάκη. •Τήν Κυριακή τῶν Βαΐων 5/4 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, κατά τή διάρκεια τοῦ ὁποίου εὐλόγησε τά βάϊα, καί στή συνέχεια τέλεσε τή Θεία Λειτουργία τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου καί κήρυξε τόν θεῖο λόγο στόν Ἱ. Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Αἰκατερίνης Σητείας. •Τό ἑσπέρας τῆς ἴδιας ἡμέρας χοροστάτησε κατά τίς Ἀκολουθίες τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τοῦ Νυμφίου στόν Ἱ. Ναό Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης πόλεως Σητείας. •Τό ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Δευτέρας 6/4 χοροστάτησε κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου στόν Ἱερό Ναό Τιμίου Σταυροῦ πόλεως Ἱεράπετρας. •Τό πρωί τῆς Μεγάλης Τρίτης 7/4 τέλεσε τήν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία καί κήρυξε κατάλληλα τόν θεῖο λόγο στόν Ἱερό Ναό Μιχαήλ Ἀρχαγγέλου πόλεως Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας χοροστάτησε καί κήρυξε κατάλληλα κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας. 59
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
•Τό πρωί τῆς Μεγάλης Τετάρτης 8/4 τέλεσε τήν τελευταία Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία καί κήρυξε τόν θεῖο λόγο στόν Ἱ. Ναό Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος πόλεως Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας τέλεσε τό Ἱερό Εὐχέλαιο καί ἀκολούθως χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ἱεροῦ Νιπτῆρος στόν Ἱερό Ναό Παναγίας Ἐλεούσης Ἱεράπετρας. •Τό πρωί τῆς Μεγάλης Πέμπτης 9/4 τέλεσε τήν ἑσπερινή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί κήρυξε τόν θεῖο λόγο στόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου πόλεως Σητείας. •Τό ἑσπέρας χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τῶν Παθῶν στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας. •Τό πρωί τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς 10/4 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τῶν Μεγάλων καί Βασιλικῶν Ὡρῶν καί στόν Ἑσπερινό τῆς Ἀποκαθηλώσεως καί κήρυξε κατάλληλα στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας καί προεξῆρχε τῆς περιφορᾶς, κατά τήν ὁποία συναντήθηκαν στήν κεντρική πλατεία τοῦ Δημαρχείου οἱ Ἐπιτάφιοι τῶν ἕξι Ἐνοριῶν τῆς πόλεως καί ἀνεπέμφθη δέηση. •Τό πρωί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου 11/4 τέλεσε τήν ἑσπερινή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τό βράδυ προέστη στήν τελετή τῆς Ἀναστάσεως καί στή συνέχεια τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας. •Τό μεσημέρι τῆς Κυριακῆς του Πάσχα, 12/4, συνοδευόμενος ἀπό τόν Πρωτοσύγκελλο Ἀρχιμ. Κύριλλο Διαμαντάκη καί τόν ὑπεύθυνο Ἱερέα Αἰδεσιμολ. Πρωτ. Ἐμμ. Μολυμπάκη, ἐπισκέπτηκε τό Νοσοκομεῖο τῆς Ἱεράπετρας. Ὁ Σεβασμιώτατος, πού ἔγινε ἐγκάρδια δεκτός ἐκ μέρους τοῦ ἰατρικοῦ προσωπικοῦ του Νοσοκομείου ἀπό τόν πρόεδρο τῶν Ἐργαζομένων στό Νοσοκομεῖο Ἱεράπετρας κ. Ἀντώνιο Τσικαλουδάκη, ἰατρό καρδιολόγο, διῆλθε ἀπό ὅλους τούς θαλάμους νοσηλείας καί εὐχήθηκε καλή καί ταχεία ἀνάρρωση στούς ἀσθενεῖς. Ἐπίσης ἀντάλλαξε τόν πασχάλιο χαιρετισμό μέ τό ἐφημερεῦον ἰατρικό, νοσηλευτικό καί λοιπό προσωπικό.
60
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Eσπερινος της Αγαπης σε Ιεραπετρα και Σητεια Μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα καί σύμφωνα μέ τήν ἐκκλησιαστική τάξη τελέσθηκε ὁ Ἑσπερινός τῆς Ἀγάπης στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας τό πρωί καί στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίου Γεωργίου τῆς πόλεως Σητείας τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς του Πάσχα 12 Ἀπριλίου. Κατά τήν παλαιά τάξη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος ἐνδύθηκε ἅπασα τήν Ἀρχιερατική στολή στό κέντρο τοῦ Ναοῦ κάτω ἀπό τόν πολυέλαιο, περιστοιχούμενος ἀπό τούς Κληρικούς τῆς περιοχῆς, ἐνῶ ἡ χορωδία τῶν Ἱεροψαλτῶν ὑπό τή διεύθυνση τοῦ Πρωτοψάλτη καί Διευθυντή τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως «Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» κ. Ἰωάννη Ἀρώνη ἔψαλλε τό «Ἀναστάσεως ἡμέρα». Τό Ἱερό Εὐαγγέλιο ἀνεγνώσθη σέ ἕξι γλῶσσες, στήν κοινή Ἑλληνιστική τοῦ Εὐαγγελίου, στά Λατινικά, στά Ἀγγλικά, στά Γαλλικά, στά Ἰταλικά, καθώς καί στήν ἀρχαιοελληνική-ὁμηρική διάλεκτο πού τό ἀπέδωσε ἡ Χορωδία. Παρέστησαν ὁ Δήμαρχος κ. Θεοδ. Καλαντζάκης, ὁ πρώην Δήμαρχος κ. Ν. Χριστοφακάκης. Ἀντιδημάρχοι καί πλῆθος πιστῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἐκδομεῖς ἀπό τό Ἡράκλειο. Στή Σητεία, μέ τή συμμετοχή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί ἀρκετῶν πιστῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τοῦ Δημάρχου Σητείας κ. Θεοδ. Πατεράκη, ὁ Ἑσπερινός τῆς Ἀγάπης τελέσθηκε τό ἀπόγευμα στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίου Γεωργίου, χοροστατοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. Εὐγενίου. Τό Ἱερό Εὐαγγέλιο ἀναγνώσθηκε σέ πέντε γλῶσσες, τήν κοινή Ἑλληνιστική τοῦ Εὐαγγελίου, τά Λατινικά, τά Σερβικά, τά Ἀγγλικά καί τό Ὁμηρικό Εὐαγγέλιο πού ἀποδόθηκε ἀπό τόν χορό τῶν Ἱεροψαλτῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Αἰδεσιμολ. Πρωτ. Νικόλαο Ἀλεξάκη. Ἡ Ποιμαντορική ἐγκύκλιος τοῦ Σεβ. Ποιμενάρχου κ. Εὐγενίου γιά τό Ἅγιο Πάσχα, τόσο στήν Ἱεράπετρα ὅσο καί στή Σητεία, διαβάσθηκε ἀπό τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Κύριλλο Διαμαντάκη, Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Στό τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ Σεβασμιώτατος ἀντάλλαξε τόν ἀσπασμό τῆς ἀγάπης μέ τόν Ἱερό Κλῆρο καί τούς ἄρχοντες τοῦ τόπου καί εὐχές μέ τούς Ἱεροψάλτες καί τόν περιεστῶτα λαό, στόν ὁποῖο διένειμε κόκκινα αὐγά, σύμφωνα μέ τό ἐκκλησιαστικό ἔθος. Λαμπρη και πανδημη η πανηγυρητου Ι. Μητροπολιτικου Ναου Αγιου Γεωργιου, πολιουχου και προστατου της Ιεραπετρας Σέ κλίμα ἀναστάσιμης χαρᾶς καί μέ τήν ἁρμόζουσα μεγαλοπρέπεια καί λαμπρότητα τελέσθηκε τήν Πέμπτη 23 Ἀπριλίου ἡ πανήγυρη τοῦ ἱστορικοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου, πολιούχου καί προστάτου τῆς πόλεως τῆς Ἱεράπετρας. Τό ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης 22/4 τελέσθηκε ὁ Μέγας πανηγυρικός Ἑσπερινός τῆς ἑορτῆς μέ τή συμμετοχή Κληρικῶν τῆς πόλεως, προεξάρχοντος τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμ. Κυρίλλου Διαμαντάκη, Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας καί Ἀρχιγραμματέως τῆς Ἱ. Ἐπαρχ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, ὁ ὁποῖος καί κήρυξε κατάλληλα τόν θεῖο λόγο γιά τόν τιμώμενο Ἅγιο, ἐνῶ ἀκολούθησαν οἱ Χαιρετισμοί τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου.
61
Ἄγκυρα Ἐλπίδος
Ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τελέσθηκε ἡ ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, στήν ὁποία χοροστάτησε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος καί ἡ Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία, στήν ὁποία ἔλαβε μέρος ὁ Ἱερός Κλῆρος καί ὁ λαός τῆς πόλεως. Μετά τό ἐμπνευσμένο κήρυγμα τοῦ Σεβ. κ. Εὐγενίου, ἀκολούθησε ἡ λιτάνευση τῆς θαυματουργῆς εἰκόνας καί τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου στούς κεντρικούς δρόμους τῆς Ἱεράπετρας, ὑπό τούς ἤχους τῆς Δημοτικῆς Φιλαρμονικῆς. Στήν πομπή ἔλαβαν μέρος, ἐκτός ἀπό τόν Ἱερό Κλῆρο, οἱ ἐκπρόσωποι τῶν τοπικῶν Ἀρχῶν, τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καί τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας καί ἑκατοντάδες Ἱεραπετριτῶν πού τίμησαν καί φέτος τόν πολιοῦχο καί προστάτη τους Ἅγιο. Δωρεα μηχανηματος αιμοκαθαρσης απο το Κοινωφελες Ιδρυμα της μητροπολεωσ «Παναγια η Ακρωτηριανη»
Παραδόθηκε στή Μονάδα Τεχνητοῦ Νεφροῦ στόν Ἅγιο Νικόλαο, ἀπό τό Κοινωφελές Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «Παναγία ἡ Ἀκρωτηριανή», μηχάνημα αἱμοκάρθασης τύπου 5008S τοῦ οἴκου PRESENIOUS MEDICAL CARE Γερμανίας γιά τήν κάλυψη λειτουργικῶν ἀναγκῶν τῆς Μονάδας, ὡς τῆς μοναδικῆς πού λειτουργεῖ στόν Νομό Λασιθίου. Ὅπως τόνισε ὁ Πρόεδρος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Ἱδρύματος, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος, τό Κοινωφελές Ἵδρυμα προέβη σ᾿ αὐτή τή δωρεά, μετά ἀπό ὁμόφωνη ἀπόφαση τοῦ Δ.Σ., καθώς στή συγκεκριμένη Μονάδα αἱμοκαθαρίζονται τακτικά ἑβδομήντα καί πλέον Λασιθιῶτες καί ἀποτελεῖ ἐπιτακτική ἀνάγκη ἡ ἐξυπηρέτησή τους, προκειμένου νά μή διακομίζονται σέ ἄλλα Νοσοκομεῖα ἐκτός Νομοῦ Λασιθίου. Τό συγκεκριμένο μηχάνημα παρέδωσε ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος συνοδευόμενος ἀπό τόν Δημάρχο Σητείας καί Μέλος τοῦ Δ.Σ. τοῦ Ἱδρύματος κ. Θεόδωρο Πατεράκη, καθώς καί τόν εἰδικό οἰκονομικό σύμβουλο τοῦ Ἱδρύματος κ. Νεκτάριο Παπαβασιλείου. Τό μηχάνημα παρέλαβε ὁ Διευθυντής τῆς Μονάδας Τεχνητοῦ Νεφροῦ κ. Μαυρικάκης, ὁ ὁποῖος εὐχαρίστησε τόν Σεβασμιότατο Πρόεδρο τοῦ Δ.Σ. κ. Εὐγένιο γιά τή δωρεά τοῦ μηχανήματος, παρουσίᾳ ἰατρικοῦ καί νοσηλευτικοῦ προσωπικοῦ καθώς καί τῶν κ.κ. Ἀνδρέα Λαμνίδη, ὑπεύθυνου τεχνικοῦ τμήματος τῆς ἐν λόγῳ ἑταιρείας, καί Στάθογλου Νικολάου, ἐκπροσώπου τῆς ἑταιρείας Mediprime. Ο Σεβ. Μητροπολιτης ιεραπυτνησ και σητειασ Κ. Ευγενιος: •Τή Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου 13/4, συμπαραστατούμενος ἀπό τόν Ἱερό Κλῆρο τῆς πόλεως, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε στόν Ἱερό Νεκροταφειακό Ναό Ἁγίων Θεοδώρων, ὅπου τέλεσε τό μνημόσυνο τῶν μακαριστῶν Μαρίας Χαλέτη, Μιχαήλ Τσακιράκη καί Γεωργίας Χατζάκη καθώς καί τό μνημόσυνο γιά ὅλους τους κεκοιμημένους πού ἀναπαύονται στό Κοιμητήριο τῆς πόλεως. Στό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας ὁ Σεβ. κ. Εὐγένιος μίλησε ἐπίκαιρα στό πλῆθος τῶν πιστῶν καί τέλεσε μνημόσυνο στό εἰδικό κενοτάφιο τοῦ Δήμου γιά τούς εὐεργέτες τῆς πόλεως καί πρό τοῦ μνήματος τῶν μακαριστῶν Κληρικῶν τῆς πόλεως. •Τό ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας τῆς Διακαινησίμου 13/4, περιστοιχούμενος ἀπό Ἐφημερίους τῆς περιοχῆς, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς μνήμης τῶν Ἁγίων Νεοφανῶν Μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, εὐλόγησε τούς ἄρτους καί μίλησε ἐπίκαιρα στό πολυάριθμο ἐκκλησίασμα στόν ὁμώνυμο ναό στή θέση «Λειβάδια» τῆς πόλεως Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας τῆς ἴδιας ἡμέρας ἐπισκέπτηκε τό Δημοτικό Γηροκομεῖο τῆς Ἱεράπετρας, ὅπου διένειμε κόκκινα αὐγά στούς τριάντα περίπου ἐκεῖ διαμένοντες ἡλικιωμένους, μέ τούς ὁποίους συνομίλησε γιά ἀρκε-
62
Περισσοτερες ειδήσεις καί φωτογραφίες στόν καθημερινά ενημερωμένο ιστοχωρο της ιερας Μητροπολεως: www.imis.gr τή ὥρα καί εὐχήθηκε στόν καθένα ξεχωριστά. •Τήν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου 14/4 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε καί κήρυξε ἐπίκαιρα στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό Ἁγίου Ραφαήλ Μυρσίνης Σητείας. •Τήν Τετάρτη 15/4 προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Εὐφημίας χας Παύλου Μαστοράκη καί ἐκφώνησε ἐπικήδειο λόγο στήν Ἱ. Μονή Ἁγίου Γεωργίου Γοργολαΐνι Ἡρακλείου. •Τήν Πέμπτη τῆς Διακαινησίμου 16/4 ἱερούργησε στό Ἱερό Ἡσυχαστήριο Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί Ἄξιόν Ἐστι Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας τῆς Πέμπτης τῆς Διακαινησίμου 16/4 χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς στήν Ἱ.Μονή Παναγίας Φανερωμένης Ἱεράπετρας. •Τήν Παρασκευή τῆς Διακαινησίμου 17/4, περιστοιχούμενος ἀπό Κληρικούς τῆς περιοχῆς, χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς ἄρτους καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε ἐπίκαιρα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό σαρανταήμερο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ Ἱερέως Γεωργίου Δρακάκη, πρώην Ἐφημερίου τῆς Ἐνορίας, στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό Ζωοδόχου Πηγῆς Ἐπισκοπῆς Ἱεράπετρας. Στή συνέχεια τέλεσε τόν Ἁγιασμό τῶν Ἐγκαινίων στήν παρακείμενη νεόδμητη αἴθουσα τοῦ Γραφείου τῆς Ἐνορίας. •Τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας προέστη στήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Δημητρίου Κων. Γαρεφαλάκη στόν Ἱ. Κ. Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τό Σάββατο 18/4 τέλεσε τό Μυστήριο τοῦ Γάμου τῶν Γεωργίου Σ. Ζερβάκη καί Ἰωάννας Ἀ. Ἀνυψητάκη στόν Ἱ. Κ. Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεράπετρας. •Τήν Κυριακή τοῦ Ἀντίπασχα (τοῦ Θωμᾶ) 19/4 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, εὐλόγησε τούς ἄρτους καί τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στήν πανηγυρίζουσα Ἱερά Μονή Ἁγιασμένου Ἱεράπετρας. •Τό ἑσπέρας τῆς Τετάρτης 22/4, περιστοιχιζόμενος ἀπό τόν Ἱερό Κλῆρο τῆς Σητείας, χοροστάτησε κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, εὐλόγησε τούς προσφερόμενους ἄρτους καί κήρυξε τόν θεῖο λόγο στό πολυάριθμο ἐκκλησίασμα στόν φερώνυμο καί πανηγυρίζοντα Ἱ. Ναό Ἁγίου Γεωργίου πόλεως Σητείας. •Τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων 26/4 χοροστάτησε κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια τέλεσε ἱερούργησε, κήρυξε κατάλληλα τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό μνημόσυνο τῶν μακαριστῶν Ἄννης Τσαντηράκη καί Αἰκατερίνης Σταυρακάκη στόν Ἱερό Ἐνοριακό Ναό Ἁγίας Τριάδος Παλαικάστρου πόλεως Σητείας. Στή συνέχεια ἀπένειμε τό ὀφφίκιο τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου στόν Αἰδεσιμ. Ἐφημέριο τῆς Ἐνορίας Παλαικάστρου καί Ἀρχιερατικό Ἐπίτροπο τῆς Δ΄ Ἀρχιερατικῆς Περιφερείας π. Σπυρίδωνα Ρελάκη, ἐπιβραβεύοντας τήν εἰκοσιπενταετή θυσιαστική ἱερατική διακονία του. •Τό Σάββατο 2/5 τέλεσε τό Μυστήριο τοῦ Γάμου τῶν Δημητρίου Γ. Μαλλιωτάκη καί Ἕλλης-Κυριακῆς Καββουσανάκη στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Ἐλεούσης Ἱεράπετρας. •Τήν Κυριακή 3/5 χοροστάτησε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί στή συνέχεια ἱερούργησε, κήρυξε τόν θεῖο λόγο καί τέλεσε τό 40ήμερο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ Ἐμμανουήλ Συγγελάκη στόν Ἱερό Ναό Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Κάτω Σύμης Βιάννου.
63
ΠΛΗΡΩΜΕΝΟ ΤΕΛΟΣ
Ταχ. Γραφεῖο ΙΕΡΑΠΕΤΡΑΣ Ἀριθμός Ἄδειας: 5
ISSN 1109-3617