Αυθεντικότητα & Αυτονομία - Νίκος Ερηνάκης

Page 1



ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ



Ν Ι Κ Ο Σ   Ε ΡΗ Ν Α ΚΗ Σ

ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ  ΚΑΙ

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ |από τη δημιουργικότητα στην ελευθερία|

φιλοσοφία / εκδόσεις ΚΕΙΜΕΝΑ Α ΘΗΝΑ 202 0



ΠΕΡΙΕχΟΜΕΝΑ

Πρόλογος

13

Κεφάλαιο Ι [Αυθεντικότητα και Αυτονομία: Μια Αμφιλεγόμενη Σχέση]

31

1. Ιστορική ανασκόπηση         2. Η Αυθεντικότητα ως τόσο αναγκαία  όσο και επαρκής για την Αυτονομία        3. Η Αυθεντικότητα ως αναγκαία αλλά μη επαρκής  για την Αυτονομία         4. Η Αυθεντικότητα ως τόσο μη αναγκαία  όσο και μη επαρκής για την Αυτονομία         5. Συμπέρασμα

31

Κεφάλαιο ΙΙ [Τι δεν είναι η Αυθεντικότητα]

65

1. Ενεργητικότητα         2. Ολοψυχία         3. Αναστοχασμός         3.1 Ορθολογικός Αναστοχασμός         3.2 Απλός Αναστοχασμός        4. Μη-αναστοχαστικοί λόγοι         5. Συμπέρασμα

66

[ 7 ]

43 49 57 63

71 77 78 87 92 96


Κεφάλαιο ΙΙΙ [Μια θεωρία Δημιουργικότητας] 1. Αντιλήψεις περί Δημιουργικότητας        1.1 Καινοτομία         1.1.1 Μία τετραμερής διάκριση        1.1.2 Μία διμερής διάκριση         1.2 Αξία - Ευφαντασιακότητα και Ευφαντάσταση 2. Η Πρωτοτυπία-ως-Πηγαιότητα έναντι  της Καινοτομίας και της Μοναδικότητας        3. Συμπέρασμα

99 100 101 101 108 119 137 141

Κεφάλαιο IV [Τι κάνει την Ελεύθερη Βούληση Ελεύθερη: Ελευθερία και Δημιουργικότητα]

143

Κεφάλαιο V [Αυθεντικότητα και Αναυθεντικότητα]

167

1. Η Ιστοριστική Προϋπόθεση         2. Αυθεντικότητα, Προσωπική Ιστορία και χειραγώγηση         3. Μη-αυθεντικότητα         4. Αυθεντικότητα και Ορθολογικότητα         5. Αυθεντικότητα και Μίμηση         6. Αυθεντικές Στάσεις         6.1 Αυθεντικές Επιθυμίες         6.2 Αυθεντικά Συναισθήματα         6.3 Αυθεντικές Πεποιθήσεις         7. Βαθμοί της Αυθεντικότητας         8. Συμπέρασμα

167

Κεφάλαιο VI [Αυθεντικότητα και Εαυτός]

213

1. Αυθεντικότητα-ως-Αυτοέκφραση         1.1 Η κατά Frankfurt θεώρηση του Εαυτού

214

181 186 188 194 198 199 201 204 206 208

218


1.2 Η κατά Christman θεώρηση του Εαυτού         1.3 Η κατά Taylor θεώρηση του Εαυτού         2. Αδυναμίες των θεωρήσεων της Αυθεντικότητας-ως-Αυτοέκφρασης              2.1 Η Ψευδαίσθηση του Εαυτού         2.1.1 Η εμπειριστική κριτική         2.1.2 Η μεταμοντέρνα κριτική         2.2 Ανορθολογισμός, Μη-συνοχή και Αστάθεια         3. Ο Υπαρξιστικός Εαυτός         3.1 Υπαρξιακή Ελευθερία, Ριζική Επιλογή και Αυτο-υπέρβαση         3.2 Κριτική στην υπαρξιστική θεωρία του Εαυτού         4. Συμπέρασμα

220 223 230 230 230 236 247 250 251 262 268

Κεφάλαιο VII [(Ισο)Αυθεντικότητα και (Ισο)Αυτονομία]

271

1. Αυτονομία         1.1 Αυτονομία-ως-Ικανότητα-Επάρκειας         1.2 Τι σημαίνει σεβασμός της Προσωπικής  και της Συλλογικής Αυτονομίας         2. Συν-δημιουργικότητα: Ισο-αυτονομία και Ισο-αυθεντικότητα         3. Αυτονομία χωρίς Αυθεντικότητα και Αυθεντικότητα χωρίς Αυτονομία        4. Από την Ηθική της Αυτονομίας στην Ηθική της Αυθεντικότητας         5. Αυθεντικότητα-ως-Δημιουργικότητα:  Ισο-αυθεντικότητα και Συν-αυθεντικότητα          6. Συμπέρασμα

274 274 279 298 308 329 348 353

Επίλογος

357

Βιβλιογραφία

373

Ευρετήριο

395



Ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν Ηράκλειτος



ΠΡΟλΟγΟΣ Make it new Ezra Pound

Ο Oscar Wilde υποστήριζε ότι: «Το “γνώθι σαυτόν” γράφτηκε πάνω στην πύλη του αρχαίου κόσμου. Πάνω στην πύλη του νέου κόσμου θα γραφτεί το “Να είσαι ο εαυτός σου”»  (Wilde, [1891] 1912: 24) Σε αυτές τις δύο φράσεις συνοψίζονται τα αρχαία και τα νεωτερικά ιδανικά της σημασίας του να είμαστε αληθινοί προς τον εαυτό μας. Στην αυγή του 20ού αιώνα, οι υπαρξιστές θα έλεγαν: «Πράττειν σαυτόν». Όμως, αφενός, τίποτα δεν μας εγγυάται ότι υπάρχει πράγματι ένας ισχυρός, συνεκτικός και σταθερός εαυτός, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί δεδομένος εκ των προτέρων, και τον οποίον μπορούμε απλώς να ανακαλύψουμε και να γνωρίσουμε, ή να ασπαστούμε και να ταυτιστούμε με αυτόν. Αφετέρου, η απλή εφαρμογή του «πράττειν σαυτόν» δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τούτο συμβαίνει με αυθεντικό τρόπο. Η απλή  παραγωγή μέσω πράξης, από μόνη της, δεν είναι επαρκής· απαιτείται κάτι περισσότερο: η δημιουργική παραγωγή. Τούτου δοθέντος, θα ήταν ίσως προτιμότερο να αρθρώσουμε τη φράση μετασχηματισμένη ως εξής: «Συγκρότησε εαυτόν δημιουργικά». Υπό ποια έννοια όμως δημιουργικά; Δεν υπάρχει παρά ένα πρωταρχικό φιλοσοφικό ερώτημα, το οποίο είναι διττό: τι είμαστε και τι θα θέλαμε να γίνουμε, αλλά και γιατί θα θέλαμε, και πώς μπορούμε εν τέλει, να γίνουμε αυτό. Υπό μια έννοια λοιπόν το ερώτημα του τι είναι η αυθεντική ύπαρξη και πώς είναι γενικά δυνατή μπορεί να τεθεί και ως το τι είναι το ον, τι θα μπορούσε να είναι το ον και πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό που θα μπορούσε να είναι· αλλά και να συμπληρωθεί από ένα μετα-ερώτημα: γιατί θέλουμε να γίνουμε, αυτό που αυθεντικά θα θέλαμε να είμαστε.  [ 13 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

Το διαχρονικό, ανοικτό παίγνιο ανάμεσα στο είναι και το γίγνεσθαι, αποτελεί την ουσία του ερωτήματος της αυθεντικότητας – και το τι εμπεριέχεις και τι σε εμπεριέχει αποτελεί την απαρχή της ιχνηλάτησης του ερωτήματος της αυθεντικότητας. Μια κυρίαρχη άποψη υποστηρίζει ότι ακόμα κι αν μπορούμε να επιλέξουμε τι επιθυμούμε να πράξουμε, δεν μπορούμε να επιλέξουμε τι επιθυμούμε να επιθυμούμε. Δεν έχουμε ελευθερία των πράξεων μας, επειδή δεν μπορούμε να έχουμε ελευθερία των επιθυμιών μας. Επιδίωξη της παρούσας πραγματείας είναι η ανατροπή αυτής της άποψης, αναδεικνύοντας τη δυνητική, θετική αλληλοσυσχέτιση μεταξύ δημιουργικότητας, αυθεντικότητας και ελευθερίας. Το μεγάλο πρόταγμα του Διαφωτισμού  και  της  Νεωτερικότητας,  από  τον  Kant  και  τον Hegel μέχρι και σήμερα, δεν είναι άλλο από αυτό της ελευθερίας. Ωστόσο, αυτό που θα υποστηρίξουμε εδώ είναι ότι η πραγμάτωση της ελευθερίας δεν βασίζεται αμιγώς σε μια θεώρηση κάποιας μορφής ορθολογικότητας ή/και ιστορικότητας, αλλά ο δρόμος προς αυτήν διανοίγεται μέσα από τη δημιουργικότητα και την αυθεντικότητα, όπως όμως θα τις ορίσουμε εδώ – ήτοι, προς μια ουσιωδώς διαφορετική κατεύθυνση από τις σχετικές θεωρήσεις των Ρομαντικών, των Υπαρξιστών και άλλων, επιχειρώντας να διαφύγουμε από τις ομολογουμένως ανυπέρβλητες αδυναμίες τους. Οι περισσότερες προεξάρχουσες θεωρήσεις της αυθεντικότητας και της αυτονομίας είτε ταυτίζουν την αυθεντικότητα με την αυτονομία είτε αντιλαμβάνονται τη μία ως μείζονα προϋπόθεση για την επίτευξη της άλλης. Καθίσταται όμως όλο και περισσότερο σαφές ότι ορισμένα από τα κρισιμότερα προβλήματα που εγείρονται όσον αφορά στις έννοιες της αυθεντικότητας και της αυτονομίας προέρχονται από το γεγονός πως δεν έχουμε δώσει την πρέπουσα σημασία στη μεταξύ τους διάκριση και στους διαφορετικούς ρόλους που διαδραματίζουν στην ηθικο-πολιτική και αισθητικο-καλλιτεχνική μας σκέψη και πρακτική. Κατά την άποψή μου, η αυτονομία όχι μόνο δεν θα πρέπει να θεωρείται ταυτόσημη της αυθεντικότητας, αλλά, επίσης, η δεύτερη δεν θα πρέπει να θεωρείται αναγκαία συνθήκη της πρώτης, καθώς σε πολλές περιπτώσεις έρχονται σε άμεση σύγκρουση. Η παρούσα πραγματεία επικεντρώνεται στην [ 14 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

ανασημασιοδότηση της αυθεντικότητας και της αυτονομίας, με στόχο μία σαφέστερη διάκριση μεταξύ τους και μία αναθεώρηση της  σχέσης  τους,  υποστηρίζοντας  πως  στην  πορεία  προς  την πραγμάτωση της ανθρώπινης ελευθερίας, είναι η αυθεντικότηταως-δημιουργικότητα που μπορεί να διαδραματίσει τον καθοριστικότερο ρόλο από ό,τι η αυτονομία-ως-ορθολογικότητα.  Στον πυρήνα, λοιπόν, της παρούσας πραγματείας βρίσκεται η ανάπτυξη  μιας  καινοτομικής  αντίληψης  της  αυθεντικότητας,  η οποία στηρίζεται σε έναν συνδυασμό πρωτότυπων στοιχείων. Σε αντίθεση με την πλειονότητα των διακεκριμένων στοχαστών της αυτονομίας και της αυθεντικότητας, οι οποίοι στηρίζουν τις αντιλήψεις τους για την αυθεντικότητα στην ορθολογικότητα, στηρίζω τη δική μου στη δημιουργικότητα, καθώς διερευνώ επίσης και άλλες σχετικές έννοιες, όπως η φαντασία, η καινοτομία και η πρωτοτυπία. Στο πλαίσιο αυτό, διερευνούμε διεξοδικά και αναλύουμε κριτικά ποικίλα παραδείγματα καλλιτεχνών και έργων τέχνης από τα πεδία της ποίησης, των εικαστικών τεχνών και της μουσικής, που έχουν αποτελέσει καθοριστικές μορφές ριζικά καινοτόμου δημιουρ γίας. Εισχωρώντας στο πεδίο της φιλοσοφίας της τέχνης και της αισθητικής, αναζητούμε τη σύνδεση με τον ηθικο-πολιτικό στοχασμό όσον αφορά στις απαντήσεις σχετικά με τις έννοιες που μας απασχολούν στην ολότητα της ανθρώπινης φύσης. Επιπλέον, ενώ όλες οι θεωρίες της αυθεντικότητας απαιτούν την ύπαρξη ενός «αληθινού» εαυτού, ή τουλάχιστον κάποιας μορφής εαυτού, από την οποία προκύπτουν αδιέξοδες δυσκολίες, εδώ προτείνεται μία αντίληψη η οποία δεν αποτελεί μία άποψη «προσωπικής έκφρασης» της αυθεντικότητας· δηλαδή, η θεωρία που προτείνουμε δεν απαιτεί κάποια κλασική, ουσιοκρατική, υπαρξιακή ή/και μετανεω τερική θεώρηση του εαυτού. Πολλοί στοχαστές αντιλαμβάνονται την αυθεντικότητα βάσει της απλής, αν όχι και απλοϊκής, ιδέας πως οτιδήποτε ανήκει σε κάποιον είναι αυθεντικό, με αποτέλεσμα το ερώτημα του τι σημαίνει να ανήκει κάτι σε κάποια/ον είτε να παραλείπεται είτε να παρερμηνεύεται ως ερώτημα που σχετίζεται με την αυτονομία. Σκοπεύω να δείξω ότι απαιτείται μια ευρύτερη κατανόηση της αυθεντικότητας [ 15 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

και ότι η αυτονομία και η αυθεντικότητα δεν είναι μόνο μη συνεκτεινόμενες, αλλά επίσης δυνάμει αντικρουόμενες και συγκρουό μενες. Αυτό που έχει σημασία όσον αφορά στην αναζήτηση της αυθεντικότητας είναι να καθορίσουμε με ποιους τρόπους οι δημιουργίες κάποιου ανήκουν σε αυτόν. Κατά συνέπεια, υπάρχουν δύο κεντρικά ερωτήματα, τα οποία χρήζουν απάντησης: Τι σημαίνει για μια δημιουργία να είναι κάποιου και πώς συμβαίνει να είναι δική του. Το πρώτο βήμα είναι να κατανοήσουμε τι καθιστά κάτι δημιουργικό, το δεύτερο βήμα είναι να διαπιστώσουμε πώς μπορούμε να πραγματώνουμε κάτι ως δημιουργικό και τέλος να επιτύχουμε την ανάπτυξη αυτών των προϋποθέσεων σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο.  Στο πρώτο κεφάλαιο, θα εξετάσουμε δεσπόζουσες αντιλήψεις της αυθεντικότητας και της αυτονομίας επιχειρώντας μια ιστορική ανασκόπηση ως βάση της γενεαλογίας των δύο εννοιών –από την αρχαιότητα μέχρι τον Kant και τη νεότερη εποχή, και από τον  ρομαντισμό και τον υπαρξισμό μέχρι και σήμερα– και, επακριβέστερα, τη σχέση που προτείνουν οι σύγχρονοι στοχαστές ανάμεσα στις δύο. Θα διαιρέσουμε τις επικρατέστερες σύγχρονες θεωρίες σε τρεις κατηγορίες: πρώτον, θεωρίες οι οποίες αντιλαμβάνονται την αυθεντικότητα ως αναγκαία αλλά και ικανή συνθήκη της αυτονομίας· δεύτερον, θεωρίες οι οποίες αντιλαμβάνονται την αυθεντικότητα ως αναγκαία αλλά μη ικανή συνθήκη της αυτονομίας, και τρίτον, θεωρίες οι οποίες δεν αντιλαμβάνονται την αυθεντικότητα ούτε ως αναγκαία ούτε ως ικανή συνθήκη της αυτονομίας. Υποστηρίζω ότι οι ερμηνείες του Harry Frankfurt και του John Christman ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, του Gerald Dworkin και του Alfred Mele στη δεύτερη και του James Stacey Taylor στην τρίτη. Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι στοχαστές, οι οποίοι διατύπωσαν αντιλήψεις σχετικά με την αυτονομία, φαίνεται να λαμβάνουν ως δεδομένο ότι η αυθεντικότητα είναι, αν όχι η ίδια η αυτονομία, τουλάχιστον μια μείζονα συνθήκη αυτής. Υπογραμμίζω επίσης ότι αυτό αποτελεί την κύρια πηγή διαφόρων κρίσιμων παρανοήσεων όσον αφορά στις δύο αυτές έννοιες. Επιπλέον αποδεικνύω ότι, μολο νότι τα μοντέλα του Frankfurt και του Dworkin [ 16 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

θεωρούνται ευρέως ως σχεδόν πανομοιότυπα, εξαιτίας της κοινής ιεραρχικής φύσης τους ως προς τις επιθυμίες και τη βούληση, παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις, από την άποψη των διαφορετικών τρόπων με τους οποίους σχετίζουν την αυθεντικότητα με την αυτονομία, και ότι, παρά το γεγονός ότι ο Christman φαίνεται να διακρίνει την αυθεντικότητα από την επάρκεια ικανότητας, τελικά δεν το επιτυγχάνει. Είμαι της άποψης ότι οι θεωρίες της αυτονομίας του Frankfurt και του Christman γίνονται καλύτερα κατανοητές απλώς ως θεωρίες αυτονομίας και όχι αυθεντικότητας. Επιπλέον, αντιμετωπίζω τις θεωρίες των Dworkin, Mele και Taylor ως θεωρίες της αυτονομίας, οι οποίες χρησιμοποιούν λανθασμένα τη φύση και τον ρόλο της αυθεντικότητας όσον αφορά στην αυτονομία. Στο δεύτερο κεφάλαιο θα διερευνήσουμε βαθύτερα κάποια προβλήματα που σχετίζονται με τις ιδέες της αυθεντικότητας, οι οποίες παρουσιάστηκαν στο πρώτο. Αυτό το κεφάλαιο αποτελεί μία κριτική των σύγχρονων ιδεών της αυθεντικότητας και υποστηρίζω ότι οι περισσότερες από τις συνθήκες τους, οι οποίες θεω ρούνται ως δεδομένες, αποδεικνύονται εντέλει μη πειστικές. Εξετάζω τις αδυναμίες τόσο των ιεραρχικών μοντέλων επιθυμιών και βουλήσεων ανώτερης τάξης του υποκειμένου, δηλαδή το ζήτημα των επιθυμιών πρώτης και δεύτερης τάξεως (όπου η πρώτη σχετίζεται με την επιθυμία για κάτι ενώ η δεύτερη με τη διασφάλιση της επιθυμίας προς την επιθυμία για κάτι και ως εκ τούτου θεωρείται κάποιος αυθεντικός ή/και αυτόνομος όχι μόνο όταν πραγματώνει την επιθυμία του αλλά και όταν είναι ταυτισμένος με  αυτήν), όσο και των εξωτερικιστικών ιστοριστικών μοντέλων, υποστηρίζοντας ότι ούτε η ενεργητικότητα, ούτε η ολοψυχία της ενοποιημένης βούλησης, ούτε η ορθολογικότητα, ούτε άλλες μορφές αναστοχασμού αποτελούν αναγκαίες ή/και επαρκείς συνθήκες για την πραγμάτωση της αυθεντικότητας. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον μπορεί να λάβουν χώρα διαφορετικές μορφές χειραγώγησης, όσον αφορά στις επιθυμίες δεύτερης τάξης, μπορεί κανείς να ικανοποιήσει αυτές τις συνθήκες, ενώ ταυτόχρονα να μην είναι αυθεντικός. Ως εκ τούτου, υποστηρίζεται από άλλους στοχαστές [ 17 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

ότι, παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες αυτές ίσως να μην είναι επαρκείς για  την  αυθεντικότητα,  μπορεί  να  εξακολουθούν  να  είναι αναγκαίες. Ωστόσο, θα υποστηρίξω ότι είναι εξίσου μη-αναγκαίες. Τούτο διανοίγει τον δρόμο για την ιδέα ότι κατά τη διάκριση των στάσεων και των δημιουργιών οι οποίες είναι αυθεντικές έναντι των αναυθεντικών δεν θα πρέπει να εξετάζουμε  μόνο τα στοιχεία της ορθολογικότητας και του αναστοχασμού, αλλά επίσης τη φαντασία, τα αισθήματα, τα συναισθήματα, τα ένστικτα, τις ενοράσεις, τις διαισθήσεις κ.ά. – υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι αυτά είναι δημιουργικά, ή, πιο συγκεκριμένα, έχουν παραχθεί δημιουργικά.  Στο τρίτο κεφάλαιο προτείνω μία νέα θεώρηση της δημιουργικότητας. Θα εντοπίσουμε την προέλευση αυτής της έννοιας, σκιαγραφώντας έναν χάρτη των διάφορων θεωρήσεών της από τη φιλοσοφική σκέψη. Συνάγω το συμπέρασμα ότι η δημιουργικότητα έχει καταστεί ευρέως αντιληπτή ως παραγωγή ενός αντικειμένου, το οποίο είναι κατά κάποιον τρόπο πρωτότυπο και έχει αξία. Παρουσιάζω και αναλύω κάποιες δεσπόζουσες ιδέες της δημιουργικότητας, όπως αυτές που αναπτύχθηκαν από τους Boden, Gaut, Kronfeldner και Novitz, πριν αναπτύξω μία αντίληψη της δημιουργικότητας, η οποία έχει ως συγκεκριμένο σκοπό να μας βοηθήσει να ορίσουμε την αυθεντικότητα. Εστιάζω στο τι είναι η δημιουργική διαδικασία, και την αντιλαμβάνομαι με βάση μια ψυχολογική θεώρηση της καινοτομίας και της ευαισθησίας όσον αφορά στην αξία του δημιουργικού αποτελέσματος. Οικοδομώντας τη θεώρησή μου περί δημιουργικότητας  εισάγω και ορίζω τις έννοιες της ευφαντασιακότητας και της ευφαντάστασης. Σε πρώτο επίπεδο η ευφαντασιακότητα (ευ-φαντασία-κοτητα) μπορεί να κατανοηθεί ως ο συνδυασμός ριζικής φαντασίας και δημιουργικότητας, ορίζοντας έτσι την ανεπτυγμένη λειτουργία του ανθρώπινου νου να παράγει ευφάνταστες δημιουργίες. Η ευφαντάσταση (ευ-φαντασία-στάση) μπορεί να κατανοηθεί ως η πραγμάτωση μιας ευφάνταστης στάσης μας ή και πολλών. Συνεπώς, η ευφαντασιακότητα ως ανεπτυγμένη ικανότητα και λειτουργία είναι αυτή που παράγει ευφανταστάσεις ή και μια γενικότερη υπαρκτική [ 18 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

συνθήκη ευφαντάστασης. Βάσει αυτού, η ευφαντάσταση μπορεί να εκφράζει και τη συνθήκη διαγωγής ενός ευφάνταστου βίου – ήτοι, τη συνθήκη μιας ευφάνταστης ύπαρξης εν συνόλω ή και ανά περιόδους.  Στην τελευταία ενότητα του κεφαλαίου επιχειρηματολογώ κατά της ευρέως αποδεκτής ταύτισης της πρωτοτυπίας με την καινοτομία, αντιλαμβανόμενος την πρωτοτυπία-ως-πηγαιότητα, την οποία χρησιμοποιώ για να αναδείξω σημαντικές παρανοήσεις σχετικά με αυτές και την αυθεντικότητα. Ετυμολογικά, η αυθεντικότητα ταυτίζεται συνήθως με την πρωτοτυπία, τη γνησιότητα, τη μοναδικότητα και την καινοτομία. Ωστόσο, είμαι της γνώμης ότι, σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη, η πρωτοτυπία και η γνησιότητα διαφέρουν σημαντικά από τη μοναδικότητα και την καινοτομία. Ως συνέπεια αυτού, μέσω της ανάλυσης αυτών των εννοιών, στόχος μου είναι η καλύτερη κατανόηση της σχέσης τους με τη δημιουργικότητα, και την αυθεντικότητα, και, κατ’ επέ κταση, με την αυτονομία και την ελευθερία. Στο τέταρτο κεφάλαιο, εστιάζω στο διαχρονικό ερώτημα της ελευθερίας της βούλησης και της δράσης και επιδιώκω να εντοπίσω τι είναι αυτό που κάνει την ελεύθερη βούληση και δράση πράγματι ελεύθερη.  Η  απάντηση  που  επιχειρώ  να  προσφέρω  εδράζεται στην ανθρώπινη ικανότητα για γνήσια δημιουργικότητα τόσο λόγω της φύσης και πηγής της μέσω της ευφαντασιακότητας και της ευφαντάστασης, όσο και λόγω της αδυνατότητας πρόβλεψής της. Υποστηρίζω ότι η αιτιοκρατία εν συνόλω ως συνθήκη απόδειξης της προβλεψιμότητας κάθε ανθρώπινης βούλησης και δράσης, κάθε ιδέας και δημιουργίας, δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις. Το ανθρώπινο μυαλό έχει δυνητικά την ικανότητα να δημιουργεί ελεύθερα –ήτοι, όπως θα υποστηρίξω, γνησίως δημιουργικά– μια βούληση ή/και δράση που, ανεξάρτητα από το είδος της γνώσης που κατέχουμε, δεν μπορούν να προβλεφθούν. Πιο συγκεκριμένα, συζητώ κριτικά την απόπειρα του John Stuart Mill να συνδυάσει την ελευθερία της βούλησης με το «δόγμα της φιλοσοφικής αναγκαιότητας», ενώ εστιάζω σε μια συγκροτητική σύγκριση  με  τη  σχετική  καντιανή  προσέγγιση.  Στη  συνέχεια, [ 19 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

ισχυρίζομαι ότι η βούληση δεν μπορεί να είναι ελεύθερη και ταυτοχρόνως να μπορεί να προβλεφθεί, καθώς τόσο τα στοιχεία της ελευθερίας όσο και η απροβλεψιμότητα της βούλησης βασίζονται στην ίδια τη διαδικασία της διαμόρφωσής της ως αποτελέσματος γνήσιας δημιουργικότητας. Επιχειρώ, επομένως, να προτείνω μια πιο ουσιωδώς ελεύθερη θεώρηση της ελεύθερης βούλησης και της δράσης από αυτές που υποστηρίζονται από τις κλασικές αλλά και τις σύγχρονες κυρίαρχες αντιλήψεις. Άλλωστε, όσον αφορά στην αυθεντικότητα με ενδιαφέρει, μεταξύ άλλων, και στο βαθμό που αυτή μπορεί πράγματι να προκαλέσει και να εξασφαλίσει την ελευθερία των ιδεών, στάσεων και επιθυμιών μας, καθώς αν εξασφαλίσουμε αυτό, τότε εξασφαλίζεται μοιραία και η (μεταφυσική) ελευθερία των δημιουργιών και των δράσεών μας. Υπό αυτό το πρίσμα, μόνο στο πλαίσιο της δημιουργικής διαδικασίας η θετική και η αρνητική ελευθερία δύνανται να λαμβάνουν χώρα εξίσου, από κοινού, στο μέγιστο δυνατό βαθμό η καθεμία – ήτοι, η ιδανικότερη ταυτόχρονη, συνδυαστική πραγμάτωση της ελευθερίας να μπορεί κάποιος να παραγάγει ή πράξει κάτι και της ελευθερίας από κάθε πρόσωπο ή θεσμό για να μπορεί να το παραγάγει ή πράξει, μπορεί να λάβει χώρα μόνο στο πλαίσιο της δημιουργικότητας με τον τρόπο που την ορίζουμε εδώ.  Στο πέμπτο κεφάλαιο, προτείνω και αναλύω μια καινοτόμο θεωρία της αυθεντικότητας, η οποία αποφεύγει τις καθοριστικές αδυναμίες που διερευνήθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια. Εν ολίγοις, η θεώρηση που αναπτύσσω είναι θετική, εξωτερικιστική και ιστοριστική/ανατυξιακή, διυποκειμενική και σχεσιακή, μη-νοησιαρχική και μη-ορθολογιστική, χαρακτηρίζεται από αυταξία αλλά είναι ουδέτερη δεσμευτικού περιεχομένου. Παρουσιάζω και αναλύω καθένα από αυτά τα χαρακτηριστικά. Διατυπώνω αναγκαίες και επαρκείς συνθήκες για την πραγμάτωση της αυθεντικότητας, βάσει της θεώρησης της δημιουργικότητας και της ευφαντασιακότητας. Επικεντρώνομαι στη διεξοδικότερη ανάλυση του τι ακριβώς σημαίνει για τις διάφορες ιδέες, στάσεις, δημιουργίες και δράσεις. Παρέχω επίσης μία θεώρηση της αναυθεντικότητας, καθώς και μία της μη-αυθεντικότητας. Παρότι οι περισσότερες αντιλήψεις της αυθεντικότητας κατατάσ[ 20 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

σουν όλα τα πρόσωπα και τις στάσεις, τα οποία δεν είναι αυθεντικά, ως αναυθεντικά, υποστηρίζω ότι, στην πραγματικότητα, ορισμένα από αυτά είναι απλώς μη-αυθεντικά. Στο έκτο κεφάλαιο, διερευνώ τη σχέση ανάμεσα στην αυθεντικότητα και τον εαυτό. Υποστηρίζω ότι πολλοί εξομοιώνουν την αυθεντικότητα με την ιδέα της προσωπικής έκφρασης, ότι οι περισσότερες θεωρίες της αυθεντικότητας απαιτούν ή τουλάχιστον περιλαμβάνουν κάποιο στοιχείο αυτo-έκφρασης. Κατά συνέπεια, ένα μείζον εμπόδιο και αδυναμία αυτών των απόψεων είναι ότι φαίνεται να προϋποθέτουν την ύπαρξη κάποιου είδους «αληθινού» εαυτού. Υποστηρίζω ότι υπάρχουν δύο δεσπόζουσες αντιλήψεις του εαυτού. Σύμφωνα με τη μία, η οποία έχει τις ρίζες της στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη, ο εαυτός αποτελεί έναν αμετάβλητο και διαρκή συντελεστή, ο οποίος λειτουργεί ως ενοποιη τικό στοιχείο των εξωτερικών και εσωτερικών ερεθισμάτων, τα οποία λαμβάνουμε και δεχόμαστε. Αυτή είναι μία αντίληψη του εαυτού, η οποία αναφέρεται στα σχετικώς σταθερά χαρακτηριστικά γνωρίσματα και κλίσεις κάποιου προσώπου. Σύμφωνα με την άλλη αντίληψη, την οποία ενστερνίζονται οι εμπειριστές, οι νευροεπιστήμονες και οι μεταμοντέρνοι στοχαστές, ο εαυτός μεταβάλλεται  συνεχώς  και  ακανόνιστα,  και,  γενικά,  μπορεί  να  θεωρηθεί ως μια ψευδαίσθηση. Αμφότερες οι απόψεις αποδεικνύονται προβληματικές για διαφορετικούς λόγους που θα εξετάσουμε. Επιπροσθέτως, καθώς εστιάζω στον Jean-Paul Sartre, και επικεντρώνοντας την προσοχή μου στον Søren Kierkegaard και ειδικώς στον Martin Heidegger, προχωρώ σε μια κριτική ανάλυση των υπαρξιστικών απόψεων της αυθεντικότητας και του εαυτού, μέσω της διερεύνησης των ενδεχόμενων αδυναμιών τους. Τέλος, αναφέρομαι στις έννοιες της αυτο-υπέρβασης και αυτοδημιουργίας, ή ίσως με μεγαλύτερη σαφήνεια εαυτο-δημιουργίας, στον Friedrich Nietzsche μέσω μιας αισθητικοποίησης του βίου και τον Michel Foucault, όπου αναφέρεται στις εσωτερικές διεργασίες συγκρότησης του υποκειμένου, δηλαδή την επιμέλεια του εαυτού μέσω των τεχνικών του εαυτού. Εδώ αναδεικνύεται μια σύγκλισή τους ως προς την προσέγγιση αυτοπραγμάτωσης, αλλά [ 21 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

λ  όγω του καθοριστικά δεσμευτικού  ρόλου που ενέχει και πάλι η ύπαρξη ενός εαυτού, εντοπίζουμε αντίστοιχες αδυναμίες ως προς την πραγμάτωση μιας πληρέστερης και ανθεκτικότερης θεώρησης της δημιουργικότητας, της αυθεντικότητας και της ελευθερίας στις πολλαπλές προκλήσεις της ύστερης νεωτερικότητας. Αναδεικνύουμε λοιπόν ότι οι φιλόσοφοι της αυθεντικότητας και της αυτονομίας στήριξαν κατά κύριο λόγο τις αντιλήψεις τους στην ύπαρξη κάποιου είδους αληθινού εαυτού και συνειδητοποιού με ότι, βάσει των πολλαπλών κριτικών που έχουν δεχθεί, αυτή η κατεύθυνση της σκέψης μάς οδηγεί αναπόφευκτα σε αδιέξοδα. Συνεπώς, ένα σημαντικό ισχυρό σημείο της θεωρίας που προτείνεται εδώ είναι ότι παρουσιάζεται μία προσέγγιση η οποία δεν στηρίζεται στη θεώρηση της αυθεντικότητας αμιγώς υπό το πρίσμα της προσωπικής έκφρασης ή/και της ταύτισης με μια συγκεκριμένη φαντασιακή οντότητα όπως ο εαυτός, δηλαδή δεν προϋποθέτει μια εκτεταμένη θεωρία του εαυτού. Στη  συνέχεια,  πραγματεύομαι  ερμηνείες  της  αυτονομίας,  οι οποίες στηρίζονται στην παραδοσιακή ιδέα της αυτονομοθέτησης και της ορθολογικής διαχείρισης του εαυτού. Υποστηρίζω ότι θα πρέπει πρωτίστως να γνωρίζουμε αφενός τι είναι μια αυτόνομη επιλογή και αφετέρου τι σημαίνει ο σεβασμός μιας αυτόνομης επιλογής. Όσον αφορά στη φύση της αυτόνομης επιλογής, εκλαμβάνω την αυτονομία ως ένα είδος ικανότητας, και διερευνώ τις συνθήκες της ικανότητας αυτής σε αρκετές προεξάρχουσες ερμηνείες. Όσον αφορά στον σεβασμό αυτής, υποστηρίζω ότι το κύριο καθήκον, προκειμένου τα πρόσωπα να σέβονται την αυτονομία των άλλων, είναι το καθήκον της απουσίας του καταναγκασμού και, εν μέρει, του πατερναλισμού, και αναλύω εκτενώς τον τρόπο με τον οποίον αντιλαμβάνομαι τόσο την έννοια του πατερναλισμού όσο και την απουσία του. Στα τελευταία κεφάλαια λοιπόν, εστιάζω, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση διάφορων τύπων συγκρούσεων, δηλαδή εντάσεων μεταξύ ανταγωνιστικών αυθεντικών στάσεων και εντάσεων μεταξύ  αυθεντικότητας και αυτονομίας. Αρχίζω υποστηρίζοντας ότι η  αυθεντικότητα μπορεί να μην σχετίζεται καθόλου ή να έρχεται [ 22 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

ακόμη και σε σύγκρουση με την αυτονομία, και ότι κάθε έννοια θα πρέπει να γίνεται κατανοητή με τους δικούς της όρους. Μία διακριτή συνεισφορά της παρούσας προσέγγισης στην τρέχουσα θεω ρητική αντιπαράθεση είναι ότι αντιλαμβάνομαι την αυτονομία και την αυθεντικότητα ως τελείως διακριτές ηθικές έννοιες. Θεω ρώ την αυτονομία ως μέρος της αρχής του ορθού, του ηθικά δέοντος, και την αυθεντικότητα ως μέρος της θεωρίας του ηθικά καλού. Απ’ όσο γνωρίζω δεν έχει υπάρξει προγενέστερη αναγνώριση της διάκρισης αυτής. Με βάση την αρχή της απουσίας του πατερναλισμού, και με τη βοήθεια κυρίως της δεύτερης διατύπωσης της  κατηγορικής προσταγής του Kant και την αρχή της μη βλάβης του Mill, υποστηρίζω ότι η αυτονομία είναι μία κανονιστική έννοια, η οποία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη ρύθμιση των επιτρεπτών και μη επιτρεπτών πράξεων, και θα πρέπει να γίνεται σεβαστή, ενώ υποστηρίζω ότι η αυθεντικότητα αποτελεί μια έννοια η οποία είναι αυταξία και αποτελεί κύριο μέρος του καλού, και άρα θα πρέπει να προάγεται. Τούτου δοθέντος, διερευνώ την αυτονομία ως ένα είδος, πολλές φορές θεμιτού, περιορισμού στην αναζήτηση της αυθεντικότητας. Έχοντας ως κύριο μέλημά μας την προαγωγή της αυθεντικότητας ενός προσώπου ή συνόλου, οφείλουμε να διασφαλίζουμε την αυτονομία κάθε άλλου προσώπου και συνόλου.  Επιπροσθέτως, εξετάζω την έννοια της αυθεντικότητας σε περιπτώσεις μη αυτόνομων προσώπων. Κεντρικός στόχος της θεώ ρησής μου είναι να αποδείξω ότι είναι δυνατόν για ένα πρόσωπο να είναι αυτόνομο ενώ παράλληλα αναυθεντικό, καθώς επίσης και να είναι αυθεντικό ενώ παράλληλα μη αυτόνομο. Ως εκ τούτου, μία άλλη σημαντική συνεισφορά της θεωρίας που θα παρουσιάσουμε είναι ότι παρέχει προτάσεις θεωρίας και πολιτικών πρακτικών σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης προσώπων, τα οποία μπορεί να μη διαθέτουν την επαρκή ικανότητα για αυτονομία, αλλά, παρ’ όλα αυτά, διαθέτουν τη δυνατότητα επάρκειας για αυθεντικότητα. Υποστηρίζω, όμως, ότι στην ιδανική κοινωνία, προς την πραγμάτωση της οποίας οφείλουμε να στοχεύουμε, οι αυτόνομες συμπεριφορές θα πρέπει να ταυτίζονται με τις αυθεντικές [ 23 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

συμπεριφορές ενός προσώπου, και έτσι, θα πρέπει να οδηγηθούμε στην ανάπτυξη κοινωνικών δομών, οι οποίες προάγουν κυρίως την αυθεντικότητα. Όπως θα δούμε, πολλοί σημαντικοί, ετερόκλητοι στοχαστές είτε από το συντηρητικό πεδίο, όπως o Allan Bloom, είτε από το προοδευτικό πεδίο, όπως ο Theodor Adorno και ο Lionel Trilling, έχουν επιδιώξει να διαγνώσουν την παρακμή της σύγχρονης κοινωνίας αποδίδοντας μεγάλο μέρος της ευθύνης για τις σύγχρονες κρίσεις σε αυτό που ονοματοδοτείται ως η «κουλτούρα της αυθεντικότητας». Εντοπίζοντας μάλιστα την προέλευση αυτής της γραμμής σκέψης στην έννοιας της αυθεντικότητας όπως τίθεται από τον Rousseau ή, πιο μετά και υπό άλλο πρίσμα, από τον  Heidegger, η πιο συχνή αντίρρησή τους είναι ότι ένα τέτοιο ι δεώδες μπορεί να οδηγήσει σε αυτο-απορρόφηση και σε μια σχεδόν σολιστική συγκέντρωση στην ψυχολογική ζωή κάποιου που προσδίδει απόλυτη έμφαση στην ιδιοκτησία του εαυτού. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, η πραγματική απειλή για την ηθική και κοινωνικο-πολιτική συνοχή αλλά και την οικονομική βιωσιμότητα της σύγχρονης κοινωνίας εδράζεται στον εκτεταμένο εγωκεντρισμό και τον ναρκισσισμό, οι οποίοι με τη σειρά τους βρίσκουν έρεισμα στην πεποίθηση ότι η πρωταρχική αφοσίωση οφείλεται στην αυτοπραγμάτωση και τον αυτοκαθορισμό παρά στον αυτοέλεγχο και στην αυτοπειθαρχία προς είτε τη διασφάλιση παραδοσιακών κοινών αξιών είτε τη δέσμευση προς έναν κοινωνικό μετασχηματισμό.  Υπάρχουν κάποιοι όμως που αν και αναγνωρίζουν τους κινδύνους που συνδέονται με την στροφή της νεωτερικότητας προς την αυτοπραγμάτωση, δεν την απορρίπτουν. Θα διερευνήσουμε λοιπόν πώς ο Charles Taylor και ο Alessandro Ferrara υπερασπίζονται την έννοια της αυθεντικότητας έναντι  αυτής της πολεμικής, όπως εν μέρει και ο Somogy Varga, υποστηρίζοντας ότι το ιδεώδες της αυθεντικότητας δεν είναι εγγενώς ασυμβίβαστο με τις απαιτήσεις της ηθικής ή της αυτονομίας. Πράγματι, ενάντια στις μονόπλευρα αισθητιστικές, νεο-νιτσεϊκές, όπως τις ονομάζουν, αντιλήψεις της έννοιας της αυθεντικότητας, ο ισχυρισμός [ 24 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

τους είναι ότι το ιδεώδες αυτό δεν πρέπει να γίνει κατανοητό ως όχημα νομιμοποίησης μιας ηθικής αυθορμησίας, αλλά ως γεννήτρια επιταγών ισοδύναμων με εκείνες της ηθικής υποχρέωσης, τονίζοντας ότι η κοινωνική διάσταση της αυθεντικότητας στηρίζεται στη θέση περί διαλογικής συγκρότησης του εαυτού. Στην κατανόηση του εγγενως διαλογικού χαρακτηρα ενός τέτοιου ιδεώ δους θα μας βοηθήσει και o στοχασμός του Jürgen Habermas  περί των διυποκειμενικών διαστάσεων της νεωτερικότητας.  Σε αυτήν την προσπάθεια, αλλά με καθοριστικές διαφορές και αποκλίσεις, οι θεωρήσεις που παρουσιάζονται στην παρούσα πραγματεία φιλοδοξούν να ανανεώσουν το περιεχόμενο εννοιών όπως η δημιουργικότητα, η αυθεντικότητα, η αυτονομία και η ελευθερία προς μια κατεύθυνση που επιτρέπει την αποφυγή  αυτών των αδυναμιών, την απάντηση προς αυτές τις κριτικές, αλλά και, κυρίως, μέσω εισαγωγής νέων εννοιών, όπως η συνδημιουργικότητα, η ισο-αυθεντικότητα, η ισο-αυτονομία κ.ά., αποτελεί μερική πρόταση για την υπέρβαση των αδιεξόδων της ύστερης νεωτερικότητας. Η αυθεντικότητα-ως-δημιουργικότητα στην πληρέστερη μορφή της ενέχει τις θεωρήσεις της συν-αυθεντικότητας και της ισο-αυθεντικότητας ως πτυχές της. Πιο συγκεκριμένα, ενώ η αυθεντικότητα χαρακτηρίζεται από αυταξία και αποτελεί μέρος του καλού με την έννοια ότι εξασφαλίζει την ανάπτυξη και την πραγμάτωση του καλού βίου για το πρόσωπο και το σύνολο, μέσα από τις πτυχές της συν-αυθεντικότητας (κοινή, διυποκειμενική επίτευξη αυθεντικότητας) αλλά και της ισο-αυθεντικότητας (σεβασμός και διασφάλιση ως προς τη δυνατότητα επίτευξης της αυθεντικότητας του κάθε προσώπου) εξασφαλίζεται και το απαραίτητο ηθικό πλαίσιο τόσο σε δεοντολογικό όσο και σε συνεπειοκρατικό, αλλά και ωφελιμιστικό επίπεδο. Τούτο οχυρώνει και υπερασπίζει την ηθική της αυθεντικότητας ως ηθικής της ισο-αυθεντικότητας, έναντι τόσο της ηθικής της αυτονομίας όσο και της ήδη υπάρχουσας ηθικής της αυθεντικότητας, όπως αυτή έχει κατανοηθεί μέχρι στιγμής από τους κυρίαρχους προαναφερθέντες στοχαστές, με την έννοια ότι υπερβαίνει τις κύριες αδυναμίες τους. Άρα στην [ 25 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

έντονη,  και  κάποιες  φορές  αιτιολογημένη,  πολεμική  έναντι  της κουλτούρας της αυθεντικότητας σχετικά με το ότι στερείται ηθικο-πολιτικής διάστασης –ούσα ατομικιστική, εγωτιστική και ναρκισσιστική– η αμοιβαία αναγνώριση, η συνεργασία, ο αλτρουισμός, η αλληλεγγύη και η δέσμευση προς τους άλλους που προ κύπτουν από τις διαστάσεις της συν-αυθεντικότητας και της ισο-αυθεντικότητας, όπως θα τις εισάγουμε και ορίσουμε εδώ, εξασφαλίζουν την περιθωριοποίηση κάθε πτυχής αυθεντικότητας που μπορεί να λειτουργεί ως περιορισμός της αυθεντικότητας ενός ή πολλών  άλλων προσώπων.  Βάσει αυτών, θα αποτελούσε πλήρη παρανόηση της θεωρίας μου να εκληφθεί ως ατομικιστική, η οποία στερείται κοινωνικών και σχεσιακών στοιχείων. Κάθε άλλο παρά αρνούμαι τη σημαντικότητα των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων με άλλα πρόσωπα και κοινωνικές οντότητες κατά την παραγωγή και έκφραση αυθεντικών δημιουργιών. Επίσης, καθιστώ σαφές ότι δεν μπορεί να υπάρξουν ex nihilo δημιουργίες, δηλαδή ως αποτέλεσμα παρθενογένεσης. Παρότι η χειραγώγηση, η καταπίεση και ο εξαναγκασμός –τόσο από άλλα πρόσωπα, όσο και από θεσμούς και κοινωνικές κατασκευές– παρακάμπτουν τη δημιουργικότητα και την αυθεντικότητα, οι περισσότερο εκούσιες μορφές επιρροής –ειδικά από συλλογικά δημιουργημένες κοινωνικές κατασκευές– τις ενισχύουν. Το πρόσωπο δημιουργεί ακατάπαυστα την εσωτερική του φύση, όχι μέσω μιας αυτοκατευθυνόμενης καθοδήγησης προς τα μέσα, αλλά με τη συνεχή δημιουργική ανατροφοδότηση με την κοινωνική πραγματικότητά του. Τόσο το πρόσωπο όσο και η κοινωνική ζωή μπορούν να μετασχηματισθούν ριζικά μέσω της δημιουργικότητας, και, υπό αυτήν την έννοια, η δημιουργικότητα και η  αυθεντικότητα είναι  ικανές  να  διαδραματίσουν  τον  κυρίαρχο  ρόλο προς την πραγμάτωση της ελευθερίας, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Τούτο, πιστεύω, είναι που τις  καθιστά, τόσο στις φαντασιακές όσο και στις έμπρακτες μορ φές τους, από τις πιο μείζονες έννοιες στο κοινωνικο-πολιτικό,  αισθητικο-καλλιτεχνικό και ηθικό πεδίο, όχι μόνο στη συγχρονία της (ύστερης) νεωτερικότητας, αλλά και στη διαχρονία.  [ 26 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

Ως αντίδραση κατά της υπεραπλούστευσης της θεμελίωσης της αυθεντικότητας αποκλειστικά στον αναστοχαστικό ορθολογισμό, η θεωρία που αναπτύσσεται εδώ αποπειράται τη σύλληψη μιας πληρέστερης εικόνας της συνολικής φύσης μας. Κατά την άποψή μου, η δημιουργικότητα αποτελεί μια ικανότητα πιο αποκλειστικά ανθρώπινη από τον ορθολογισμό, και, από αυτήν την άποψη, είναι καταλληλότερη να λειτουργήσει ως βασική συνθήκη της αυθεντικότητας. Υποστηρίζω την άποψη μιας νέας θεώρησης της αυθεντικότητας και της σχέσης της με την αυτονομία. Το κίνητρο πίσω από αυτήν τη θεώρησή μου είναι να διαχωρίσω την αυθεντικότητα από την αυτονομία, τον αναστοχαστικό ορθολογισμό και τον εαυτό, τα οποία πιστεύω ότι την περιορίζουν σημαντικά, και να την κατευθύνω προς την καινοτόμο ευρηματικότητα και την ευφάνταστη δημιουργικότητα, με τις οποίες πιστεύω συνάδει καλύτερα. Υποστηρίζω, συνεπώς, ότι η αρχή της αυθεντικότητας δεν έγκειται απλώς ούτε στην ύπαρξη μιας συγκεκριμένης, συνεκτικής, εσωτερικής ανθρώπινης ουσίας, δηλαδή κάποιας μορφής εαυτού, όπως υποστηρίζεται παραδοσιακά, ούτε στην ικανότητα του ορθολογικού αναστοχασμού ή της ριζικής επιλογής, όπως υποστηρίχθηκε από την αναλυτική και την υπαρξιστική σκέψη αντιστοίχως, αλλά και ούτε στη συγκέντρωση και έκφραση ατομικών συναισθημάτων και εφήμερων επιθυμιών, όπως υποστηρίχθηκε από το κίνημα του ρομαντισμού και από υποκειμενιστικές θεωρίες ή θεωρίες της κοινωνικο-σχεσιακής ουσιοκρατικής προσωπικής έκφρασης. Αυτοί οι ισχυρισμοί ελπίζω ότι, έστω και εν μέρει, δικαιώνονται παρακάτω, και ότι, έστω και σε κάποιον ελάχιστο βαθμό, επιτυγχάνεται η αποκατάσταση ενός επιπέδου σαφήνειας και  συνοχής, μιας έννοιας η οποία γενικά θεωρείται υπερβολικά ασαφής,  ασταθής  και  αμφίβολη.  Η  διερεύνηση  και  ανάλυση  μιας  ανθρώπινης δυνατότητας, την οποία θεωρώ ως πιο πρωταρχική από την ορθολογικότητα, μέσω όμως της αναλυτικής στοχαστικής συλλογιστικής, μπορεί να φαίνεται κάπως παράδοξη. Ευελπιστώ, παρ’ όλα αυτά, ότι αυτές οι θέσεις και τα επιχειρήματα τα οποία [ 27 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

τις συνοδεύουν θα ρίξουν περισσότερο φως σε αυτά που θεωρώ ως τα σημαντικότερα αποτελέσματα της φαντασίας, και της σχέσης της με την ορθολογικότητα: τη δημιουργικότητα και, κατ’ επέκταση, την αυθεντικότητα. Επίσης, το να διατυπώσω σκέψεις που αντιτίθενται στον ορθολογισμό δεν σημαίνει επ’ ουδενί ότι υποστηρίζω τον  ανορθολογισμό,  αλλά  περισσότερο  ότι  αποπειρώμαι  μία  εκ  νέου αξιολόγηση και αξιοποίηση της φύσης και του ρόλου του.  Όπως ακριβώς η πρωτοποριακή τέχνη (avant-garde) δεν έχει γενικούς κανόνες, αλλά κάθε έργο τέχνης χαρακτηρίζεται από  συγκεκριμένα στοιχεία, τα οποία το καθιστούν μοναδικό και γνήσιο, οι αυθεντικές δημιουργίες, είτε είναι στάσεις είτε είναι έργα, δεν μπορεί να χαρακτηρίζονται από συγκεκριμένους κανόνες και δομές, αλλά από μία συγκεκριμένη ικανότητα ή/και δυνατότητα, μέσω των οποίων αυτές καθίστανται μοναδικές και γνήσιες. Εισχωρώντας στο πεδίο της αισθητικής και της φιλοσοφίας της τέχνης, ποικίλα παραδείγματα καλλιτεχνών και καλλιτεχνικών πρακτικών και δημιουργημάτων θα φωτίσουν, υποστηρίξουν και συμπληρώσουν τις θεωρήσεις μας. Τούτο αποτελεί μια απόπειρα για μια ανανεωμένη  αισθητική  προσέγγιση  της  ύπαρξης,  συνδέοντας  την  κοινωνικο-πολιτική  πραγματικότητα  με  την  καλλιτεχνική πρακτική κάτω από την θεώρηση της αυθεντικότητας-ως-δημιουργικότητας, υπερβαίνοντας εν μέρει, εύχομαι, συγκεκριμένες αδυναμίες αντίστοιχων προσεγγίσεων από τον Nietzsche μέχρι και τον Foucault. Να επιχειρήσουμε με έναν ανανεωμένο, πληρέστερο τρόπο την ταύτιση της δημιουργικότητας στην καθημερινότητα του βίου με τη δημιουργικότητα στην καλλιτεχνική πρακτική, και δη στην ποίηση, τις εικαστικές τέχνες και τη μουσική. Τούτο, προφανώς, μοιάζει απαιτητικό, αλλά δεν πρέπει να παρεξηγηθεί ως ελιτίστικο ή ανέφικτο.  Βρίσκουμε τους εαυτούς μας «ερριμμένους», όπως θα έλεγε ο Heidegger, σε έναν κόσμο και μια συνθήκη που δεν δημιουργήσαμε οι ίδιοι, που ρυθμίζονται από στάσεις και συγκεκριμένες  δεσμεύσεις, με ένα παρελθόν πίσω μας, το οποίο περιορίζει τις επιλογές μας. Η αναζήτηση του αυθεντικού εαυτού, πάρα τις διαχρονικά ελκυστικές προεκτάσεις της, ενέχει αδιέξοδους περιορι[ 28 ]


Π ΡΟ ΛΟΓΟΣ

σμούς και στρεβλώσεις που απομακρύνουν την αυθεντικότητα από τον πραγματικό της ρόλο ως ένα ταυτοχρόνως προσωπικό και διυποκειμενικό, συλλογικό μετασχηματιστικό πρόταγμα προς την πραγμάτωση της ανθρώπινης ελευθερίας. Σε απόσταση από τον μεταφυσικό ορθολογισμό αλλά και από τον ακραίο σχετικισμό, ο  τελικός στόχος παραμένει η ελευθερία, αλλά καθώς από την αρχαιό τητα μέχρι και τους σύγχρονους μεταμοντέρνους στοχαστές η ελευθερία ήταν κύρια προϋπόθεση για την όποια δημιουργικότητα, αυτό που υποστηρίζεται εδώ είναι πως αντιστρόφως για να πραγματωθεί η ελευθερία, κύρια προϋπόθεσή της είναι η δημιουργικότητα που αποτελεί τη βάση μιας πληρέστερης θεώρησης της αυθεντικότητας.  Στη βάση της γνωστής γραμμής σκέψης του Nietzsche που  θέτει το πρόταγμα του «να γίνουμε αυτό που είμαστε», αντιλαμβανόμαστε ότι ένας εαυτός υπάρχει ήδη και πρέπει να ανακαλυφθεί, να αναγνωρισθεί, να γνωστοποιηθεί, να αναδυθεί και, πράγματι πολλές φορές, να πραγματωθεί και ως δημιουργία. Αυτό που όμως χρειαζόμαστε πλέον είναι μια αντιστροφή και μετατόπιση της έμφασης από το είμαστε στο να γίνουμε. Η αυθεντικότητα αποτελεί, όχι απλώς ένα δυνητικά δημιουργικό είναι, ως ρομαντική δημιουργική ανακάλυψη ή υπαρξιστική δημιουργική αποκάλυψη του εξατομικευμένου εαυτού, αλλά ένα συνεχές σχεσιακό δημιουργικό γίγνεσθαι του είναι ως ταυτοχρόνως δημιουργός και δημιούργημα χωρίς να εγκλωβίζεται στην κλειστότητα μιας υπαρκτικής οντότητας, καθώς απελευθερώνεται στη διανοικτότητα ολοένα και πιο ριζικά νέων οριζόντων.  Η ηθική της αυθεντικότητας εάν ριζοσπαστικοποιηθεί, υπερβαίνοντας το πλαίσιο εντός του οποίου έχει τεθεί από τους προαναφερθέντες προεξάρχοντες στοχαστές, ήτοι διανοιχθεί ριζικά τόσο προς τη δυνητική δημιουργία του προσώπου όσο και προς  αυτήν της ετερότητάς ή/και συλλογικότητας της οποίας αυτό είναι μέρος αλλά και αυτή δικό του, μπορεί να μας παρέχει σημαντικά πιο καρποφόρες αποκρίσεις στις εντάσεις του μεταμοντέρνου ηθικο-κοινωνικού και αισθητικο-καλλιτεχνικού πεδίου και να εμπλουτίσει πιο αποτελεσματικά τις απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα [ 29 ]


Α ΥΘ ΕΝ ΤΙΚ ΟΤΗ ΤΑ ΚΑΙ  Α ΥΤΟΝ ΟΜΙΑ

που γεννώνται, από ό,τι η επικρατέστερη παράδοση της ηθικής της αυτονομίας.  Αυθεντική  ζωή  δεν  είναι  αυτή  που  μπορούμε απλώς να ανακαλύψουμε, και στη συνέχεια να βιώσουμε, αλλά εκείνη που θα πρέπει να οικοδομήσουμε δημιουργικά. Απέναντι στη σύγχρονη μεταμοντέρνα τάση προς μια προτυποποιημένη  εργαλειοκρατική μαζική κοινωνία του πραγματικού (υλικού) και υπερ-πραγματικού (ψηφιακού) θεάματος, ίσως μέσω της ευφάνταστα δημιουργικής δημιουργίας, οι πιθανότητες ενός αυθεντικού τόσο προσωπικού όσο και  συλλογικού βίου να μπορούν να αφυπνιστούν και εντέλει να πραγματωθούν.

[ 30 ]


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.