CURZIO
MALAPARTE
5
H TEXNΙΚΗ TOY ΠΡΑΞΙΚΟ– ΠΗΜΑΤΟΣ
Η ΒΙΑΙΗ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Φ Ι Λ Ο ΣΟ Φ Ι Α & Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ Κ Ε Ψ Η
TECNiCa dEl COlpO di STaTO
Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε (Curzio Malaparte), ψευδώνυμο του Κουρτ Έριχ Σούκερτ, γεννήθηκε στο Πράτο της Ιταλίας το 1898 και πέθανε στη Ρώμη το 1957. Το σύνολο του έργου του διακρίνεται για τη δυναμική απεικόνιση και τον κυνισμό με τον οποίο αντιμετώπιζε τον πόλεμο και τις εκφάνσεις της ζωής του 20ού αιώνα. Κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση με τα έργα του: Η τεχνική του πραξικοπήματος (Ιωλκός, 2009), Οι πηγές του Βόλγα (Ιωλκός, 2008), Καπούτ (Μεταίχμιο, 2007) και Το δέρμα (Θεμέλιο, 1990).
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ Η βίαιη κατάληψη της εξουσίας Curzio Malaparte (Κούρτσιο Μαλαπάρτε) Μετάφραση: Αθανάσιος Παππάς Επίμετρο: Μιχάλης Ν. Κατσίγερας Επιμέλεια - Ευρετήριο: Παναγιώτης Τσιαμούρας Σελιδοποίηση: Ζωή Ιωακειμίδου Σχεδιασμός εξωφύλλου: Γιάννης Σ. Καρλόπουλος Εποπτεία έκδοσης: Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης ΣΕΙΡΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ 5
Υπεύθυνος σειράς: Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης Τίτλος πρωτοτύπου: Tecnica del colpo di Stato Πρωτότυπη Έκδοση: Vallecchi Editore, 1973 (Ιταλία)
© Copyright: Comunione Eredi Curzio Malaparte, Italy © Copyright Ελληνικής Έκδοσης: Εκδόσεις Ιωλκός - Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης, 2008 Ιούνιος 2009 Α΄ Έκδοση για την ελληνική γλώσσα ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΩΛΚΟΣ • Ανδρέου Μεταξά 12 & Ζ. Πηγής, Αθήνα 106 81 Τηλ.: 210-3304111, 210-3618684 Fax: 210-3304211 E-mail: iolkos@otenet.gr www.iolcos.gr ISBN 978-960-426-505-3
C URZIO M ALAPARTE
Η
ΤΟΥ
Τ ΕΧΝΙΚΗ
Π ΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Η βίαιη κατάληψη της εξουσίας
ΙΩΛΚΟΣ ΣΕΙΡΑ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ 5
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
9
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ (1948) . . . . . . . . . . . . . . . . . . 23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 41 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 51 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 60 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 72 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 81 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 88
9, για την ελληνική γλώσσα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 97
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 108 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 120 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 129 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 139 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 149 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 163 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 175 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 185 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 195
ΕΠΙΜΕΤΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 211 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 217
- -
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
Κούρτσιο Μαλαπάρτε
Ο ΚΟΥΡΤ ΕΡΙΧ ΖΟΥΚΕΡΤ (ο οποίος το 1925 έλαβε το όνομα Μα-
λαπάρτε) γεννήθηκε το 1898 στο Πράτο από Γερμανό πατέρα και Λομβαρδή μητέρα: «[…] Μπορεί να με καταλάβει και να με αποδεχτεί –θα διακηρύξει αργότερα ο συγγραφέας σε μια ανοιχτή επιστολή προς τον Τζιανκάρλο Βιγκορέλι– μόνο κάποιος που δεν ξεχνά ότι μέσα μου ενυπάρχουν όλος ο ρομαντισμός και η τρέλα των Γερμανών, ότι δεν είμαι, οϊμέ, ένας Ιταλός σαν όλους τους άλλους […]». Πρέπει όντως να αναγνωρίσουμε ότι η ψυχοσύνθεσή του σημαδευόταν διαρκώς από τη συνάντηση, ή μάλλον από τη σύγκρουση, αυτών των εγγενών συνιστωσών, της ιταλικής και της ευρωπαϊκής, που για τον Ζούκερτ αντιπροσώπευαν δύο ασύμβατους τρόπους ζωής, οι οποίοι αντιστοιχούσαν σε δύο διαφορετικά ψυχόρμητα. Γι’ αυτόν το λόγο το σύνολο του έργου του, που υπήρξε πολυποίκιλο και σημαντικό, θα πρέπει να ερμηνευτεί υπό το φως αυτής της ενδόμυχης διαλεκτικής, την οποία άλλωστε ο συγγραφέας βίωσε με εξαιρετική βιαιότητα, και η οποία δεν ήταν απλά μια σύγκρουση μεταξύ τοσκανισμού και ευρωπαϊσμού, αλλά μια ανοιχτή αντιπαράθεση ανάμεσα στον επαρχιωτισμό και στον κοσμοπολιτισμό, ανάμεσα στην επιδίωξη του κλασικισμού και σε μια έμφυτη ρομαντική τάση. Η εφηβεία και η νεότητα βιώθηκαν από το μελλοντικό συγγραφέα με μια ένταση ιδιαίτερη, σχεδόν φρενήρη: Ήταν μόλις δεκατριών ετών όταν η πολιτική δράση τον προσέλκυσε και εντάχθηκε στη
9, για την ελληνική γλώσσα.
.
Η επιμέλεια της εισαγωγής της ιταλικής έκδοσης (1973) είναι του Μάσιμο Ντίνι.
- -
CURZIO MALAPARTE
νεολαία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ακολούθως θαμπώθηκε από τους εθνικιστικούς μύθους κι έτσι ίδρυσε μια σατιρική εφημερίδα με τίτλο «Il Bacchino», ενώ το 1914 κατατάχθηκε εθελοντικά στη λεγεώνα Γκαριμπάλντι με την οποία πολέμησε στην Αργκόν. Αργότερα έγινε μέλος της Ταξιαρχίας των Άλπεων (από εκείνη την περίοδο χρονολογείται η φιλία του με τον Ουνγκαρέτι) και συμμετείχε στη μάχη του Μπλινί (1918), όπου τραυματίστηκε και παρασημοφορήθηκε με μετάλλιο ανδρείας. Με το τέλος του πολέμου, ο Μαλαπάρτε ακολούθησε τη διπλωματική σταδιοδρομία και τον Οκτώβριο του 1919 στάλθηκε ως μορφωτικός ακόλουθος στην Ιταλική Πρεσβεία στη Βαρσοβία. Σ’ εκείνη την εποχή ανάγεται η μονομαχία του μ’ έναν Πολωνό αξιωματικό (και δεν ήταν παρά η πρώτη από μια μακρά σειρά μονομαχιών), γεγονός που επιβεβαιώνει την αχαλίνωτη ιδιοσυγκρασία του. Όταν επέστρεψε στην Ιταλία, ενεγράφη στο Φασιστικό Κόμμα (στις 20 Σεπτεμβρίου 1921) και από εκείνη τη στιγμή αφοσιώθηκε ολόψυχα στην πολιτική δράση, που στράφηκε στο συνδικαλισμό, αλλά πήρε τη μορφή και μιας ευθείας παρέμβασης στο πεδίο του πολιτισμού μ’ ένα ογκώδες δημοσιολογικό και λογοτεχνικό έργο, εξαιτίας του οποίου ο Μαλαπάρτε χαρακτηρίστηκε ως «η πιο δυνατή πένα του ιταλικού φασισμού» (Γκομπέτι ). Σε κάθε περίπτωση ένα πράγμα είναι βέβαιο: Ότι ο ρόλος που έπαιξε ο συγγραφέας στο εσωτερικό του κόμματος ήταν πάντα αυτός του μη ευθυγραμμισμένου, του αντιδογματικού και του σχετικά ανεξάρτητου, αν και κίνητρο της συμπεριφοράς του ήταν μάλλον η επιθυμία του να ξεχωρίζει παρά κάποιοι πραγματικοί ηθικοί ενδοιασμοί. Αυτό αποδεικνύεται κατά κύριο λόγο στο έργο του «La rivolta dei santi maledetti» (1921), το οποίο απορρίφθηκε από τον Πρετσολίνι και, την επομένη της εμφάνισής του, κατασχέθηκε επανειλημμένα λόγω της αποφασιστικά απομυθοποιητικής ερμηνείας (που μετριάστηκε ελαφρά στις επόμενες εκδόσεις), την οποία ο συγγραφέας έδινε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, ανάμεσα στα δημοσιολογικής φύσης έργα του ξεχωρίζουν τα: «Le nozze degli eunuchi» (1922),
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
.
Πιέρο Γκομπέτι (1901-1926): Ιταλός αντιφασίστας συγγραφέας. Ύστερα από μια δολοφονική επίθεση εναντίον του κατέφυγε στο Παρίσι, όπου λίγο αργότερα υπέκυψε στα τραύματά του [Σ.τ.Μ.].
-10-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
«L’Europa vivente» (1923), «L’Italia barbara» (1925, σε επιμέλεια του Γκομπέτι), «L’intelligenza di Lenin» (1930) και «I custodi del disordine» (1931). Σε ό,τι αφορά τις πιο λογοτεχνικές απόπειρες του Μαλαπάρτε, πρέπει κατά κύριο λόγο να αναφερθούμε στις λυσσώδεις αντιπαραθέσεις μεταξύ των strapaesani και των stracittadini , στις οποίες ο συγγραφέας ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή: «Κρατούσε με τα δυο του χέρια μια σπάθα», θυμάται με ζωηρές πινελιές ο Μπαλντίνι, «που έμοιαζε μ’ αυτή του Κανγκράδου ντέλα Σκάλα». Ιδιαίτερα έντονο εμφανίζεται το πάθος του υπέρ των strapaesani τόσο στις παρεμβάσεις του στις σελίδες των περιοδικών «Selvaggio» του Μακάρι και «Italiano» του Λονγκανέζι, όσο και σε έργα του όπως το «Le avventure di un capitano di sventura» (1927) και το «L’arcitaliano» (1928). Επιπλέον, το 1931, δημοσίευσε μία συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Sodoma e Gomorra». Με ταχύτατο ρυθμό εξελίχθηκε η σταδιοδρομία του και στον τομέα της δημοσιογραφίας: αφού ίδρυσε και διηύθυνε, το 1924, το εβδομαδιαίο περιοδικό «La conquista dello stato», ο Μαλαπάρτε προσελήφθη ως αρχισυντάκτης στην εφημερίδα «Il Mattino» της Νεάπολης. Το 1929, χάρη στο ενδιαφέρον που έδειξε γι’ αυτόν ο Ανιέλι, κλήθηκε να διευθύνει την εφημερίδα «La Stampa». Τέλος, μεταξύ των ετών 1928 και 1932, μοιράστηκε με τον Αντζιολέτι τη διεύθυνση του περιοδικού «Fiera [μετέπειτα Italia] letteraria». Επίσης, συνεργάστηκε με διάφορες άλλες εφημερίδες, μεταξύ των οποίων και η «Corriere della Sera». Η δημοσιογραφική δραστηριότητα ήταν κυρίως αυτή που του προσέφερε τη δυνατότητα να ταξιδέψει στον κόσμο, αν και η λαχτάρα των ταξιδιών ανταποκρινόταν και σε μια ενδόμυχη ανησυχία του: ταξίδεψε στη Ρωσία, τη Γερμανία και την Αγγλία, ενώ το 1931 βρέθηκε στο Παρίσι, όπου δημοσίευσε την «Τεχνική του Πραξικοπήματος», την οποία θα ακολου-
9, για την ελληνική γλώσσα.
.
.
Strapaesani: Ιταλικό λογοτεχνικό ρεύμα των πρώτων ετών του Μεσοπολέμου, που εχθρευόταν τον κοσμοπολιτισμό και την ξενομανία, στοχεύοντας στην επιστροφή στις τοπικές παραδόσεις και υποστηρίζοντας την ηθική και αισθητική ανωτερότητα της υπαίθρου έναντι της πόλης [Σ.τ.Μ.]. Stracittadini: Λογοτεχνικό κίνημα της ίδιας εποχής με κατεύθυνση αντίθετη εκείνης των strapaesani. Υποστήριζε ένα μεγαλύτερο άνοιγμα προς τα ευρωπαϊκά πολιτισμικά ρεύματα, σε αντίθεση με αυτά που πρέσβευε ο εθνικιστικός τοπικισμός [Σ.τ.Μ.].
-11-
CURZIO MALAPARTE
θήσει την επόμενη χρονιά το δοκίμιο «Le bonhomme Lénine», που θα τον τοποθετήσει μεταξύ αυτών που εκείνη την εποχή θεωρούνταν ως οι πλέον εξειδικευμένοι παρατηρητές της νέας σοβιετικής πραγματικότητας. Όμως η «Τεχνική του Πραξικοπήματος», που συνιστά μια ωμή ακτινογραφία της επαναστατικής και αντεπαναστατικής Ευρώπης, κατέστησε πιο επισφαλή τη θέση του στους κόλπους του φασισμού, μια θέση που είχε ήδη γίνει επικίνδυνη μετά την αναθεωρημένη επανέκδοση του φυλλαδίου «Don Camaleo», το οποίο αφιέρωσε στον Γκομπέτι. Όταν, λοιπόν, επέστρεψε στην Ιταλία, το 1933, ο Μαλαπάρτε κατηγορήθηκε για «αντιφασιστική δράση στο εξωτερικό» και καταδικάστηκε σε πενταετή εξορία, ποινή που εξέτισε αρχικά στο Λίπαρι και κατόπιν, μετά από μεσολάβηση του φίλου του Τσιάνο, σε ευχάριστες λουτροπόλεις όπως η Ίσκια και το Φόρτε ντέι Μάρμι. Την ίδια εποχή συνέχισε να συνεργάζεται με διάφορες εφημερίδες και ιδίως με την «Corriere della Sera» (βλέπε σχετικά το βιβλίο «L’inglese in paradiso», που δημοσιεύτηκε το 1960 και περιλαμβάνει πολυάριθμα άρθρα εκείνης της περιόδου). Σ’ εκείνη την εποχή ανάγονται και διηγήματα όπως το «Fughe in prigione» (1936), «Sangue» (1937) και «Donna come me» (1940), που είναι ολοφάνερα επηρεασμένα –κυρίως από την άποψη του στιλ, το οποίο είναι αναμφίβολα πιο προσεκτικό– από την ιδιαίτερη συγκυρία κάτω από την οποία γράφτηκαν: Μια συγκυρία παύσης και στοχασμού, απολύτως απαραίτητων έπειτα από μια νεαρή ηλικία που σημαδεύτηκε από συγκλονιστικά πάθη και μια εξίσου ταραγμένη ωριμότητα που αναλώθηκε ταχύτατα σε έρωτες και μονομαχίες, σε αντιπαραθέσεις πολιτικές και λογοτεχνικές. Το 1937 ο Μαλαπάρτε ίδρυσε ένα καινούριο περιοδικό με τίτλο «Prospettive» (συνέχισε να εκδίδεται μέχρι το 1943), το οποίο, ακολουθώντας την παράδοση του περιοδικού «Solaria», ενώ αποκήρυττε ξεκάθαρα τις λιγότερο περιχαρακωμένες και περισσότερο ανοιχτές στα ερεθίσματα της ευρωπαϊκής κουλτούρας απόψεις, είχε μολαταύτα το προνόμιο να συγκεντρώνει γύρω του τους πλέον υποσχόμενους νέους Ιταλούς διηγηματογράφους. Μετά από μια σύντομη παρένθεση στην Ανατολική Αφρική ως ειδικός απεσταλμένος της «Corriere della Sera» (1938-39), το 1940, ο Μαλαπάρτε κλήθηκε εκ νέου να υπηρετήσει στους Αλπινιστές με το βαθμό του λοχαγού. Βρέθηκε συνεπώς στο Δυτικό Μέτωπο (γι’ αυτή την εμπειρία βλέπε
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-12-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
το «Il sole è cieco», βιβλίο με αυτοβιογραφικό θέμα) και ακολούθως στο Ανατολικό, απ’ όπου απομακρύνθηκε εξαιτίας των ανταποκρίσεών του (που δημοσιεύτηκαν αργότερα, το 1943, με τίτλο «Οι πηγές του Βόλγα» ), οι οποίες έρχονταν σε σύγκρουση με τις κατευθυντήριες γραμμές του καθεστώτος. Αφού εξέτισε την ποινή των «τεσσάρων μηνών σε κατ’ οίκον περιορισμό» που του επιβλήθηκε, ακολούθως εγκαταστάθηκε στη Φινλανδία, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια, στη διάρκεια των οποίων εργάστηκε σκληρά πάνω σ’ ένα νέο μυθιστόρημα, το «Καπούτ» , το οποίο όμως θα δει το φως της δημοσιότητας μόνο μετά τη λήξη του πολέμου (1945). Επέστρεψε στην πατρίδα το Καλοκαίρι του 1943 και το Νοέμβριο συνελήφθη από τους Αμερικανούς. Όταν ανέκτησε την ελευθερία του, συντάχθηκε ως αξιωματικός σύνδεσμος στα συμμαχικά στρατεύματα που ανέβαιναν στην ιταλική χερσόνησο. Το 1949 δημοσίευσε ένα άλλο μυθιστόρημα, το «Δέρμα» , το οποίο επανέλαβε τη διεθνή επιτυχία που είχε ήδη γνωρίσει με το «Καπούτ». Παρά τη φήμη που απέκτησε, δεν κατόρθωσε να προκαλέσει στην απελευθερωμένη Ιταλία το ενδιαφέρον αλλοτινών εποχών και αυτό ήταν απόρροια όχι μόνο των παραπτωμάτων του, αλλά και των θέσεων που είχε εκφράσει την επομένη της κατάρρευσης του καθεστώτος, οι οποίες, παρότι όχι αντίθετες, ήταν αναμφίβολα ελάχιστα συμβατές με τα ιδανικά που είχαν εμψυχώσει την αντίσταση. Ενδύθηκε το μανδύα του τιμητή των ηθών (όπως μαρτυρούν οι δύο συλλογές του «Battibecco» και «Due anni di battibecco», οι οποίες εκδόθηκαν το 1949 και το 1955 αντίστοιχα), όμως, σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, ήταν πολύ περισσότερα τα εμπόδια που ορθώθηκαν μπροστά του. Η διαρκώς εντεινόμενη απομόνωσή του πίκρανε το συγγραφέα, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έγινε ανήσυχος και δύστροπος. Σίγουρα αυτή η ιδιαίτερη ψυχική του κατάσταση αποτυπώθηκε στα έργα που έγραψε μετά τον πόλεμο, ιδίως στη
9, για την ελληνική γλώσσα.
. . .
Curzio Malaparte, «Οι πηγές του Βόλγα», μετάφραση Αθανάσιος Παππάς, Αθήνα, Ιωλκός, 2008 [Σ.τ.Ε.]. Κούρτσιο Μαλαπάρτε, «Καπούτ», μετάφραση Παναγιώτης Σκόνδρας, Αθήνα, Μεταίχμιο, 2007 [Σ.τ.Ε.]. Κούρτσιο Μαλαπάρτε, «Το δέρμα», μετάφραση Ανταίος Χρυσοστομίδης, Αθήνα, Θεμέλιο, 1990 [Σ.τ.Ε.].
-13-
CURZIO MALAPARTE
«Mamma marcia», έργο που εκδόθηκε μετά θάνατον (1959). Βαθιά απογοητευμένος, ο συγγραφέας σκέφτηκε κάποια στιγμή (1947) να επιλύσει την προσωπική του κρίση επιστρέφοντας στη Γαλλία, όμως αυτή τη φορά η παρισινή του περιπέτεια ολοκληρώθηκε άθλια με την παταγώδη αποτυχία που σημείωσαν δύο κωμωδίες του: «Du côté de chez Proust» και «Das Kapital». Τα θεατρικά του ενδιαφέροντα θα παραμείνουν μολαταύτα ζωντανά και κατά την επιστροφή του στην Ιταλία, όπως αποδεικνύουν η σκηνοθεσία του «Fanciulla del West» (για το φλωρεντινό Μάη) και μια νέα θεατρική παραγωγή: Η επιθεώρηση «Sexophone» και η κωμωδία «Anche le donne hanno perso la guerra» που ανέβηκε στη Βενετία το 1954 στο πλαίσιο του φεστιβάλ θεάτρου. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Μαλαπάρτε απέδειξε για πολλοστή φορά το πολύπλευρο ταλέντο του συγγράφοντας και σκηνοθετώντας το 1951, αλλά και πάλι με συζητήσιμη έκβαση, την ταινία «Cristo proibito». Η μοίρα του συγγραφέα φάνηκε να αλλάζει μόλις το 1956 με το βιβλίο «Maledetti toscani», με το οποίο, μετά την ωμή περιγραφή της πολεμικής και μεταπολεμικής Ευρώπης που προσέφερε στο «Καπούτ» και στο «Δέρμα», επέστρεψε στους μύθους της νιότης του, στην αγαπημένη του Τοσκάνη, προορισμό που πάντα επιδίωκε χωρίς ποτέ να τον φτάνει. Όμως, το τέλος ήταν πια κοντά: Την ίδια χρονιά ο συγγραφέας ταξίδεψε στη Ρωσία και στην Κίνα, προσκεκλημένος της Ένωσης Συγγραφέων. Από την επίσκεψή του στην Κίνα αποκόμισε κυρίως μια αρκετά θετική εντύπωση, όπως αποκαλύπτουν οι ανταποκρίσεις που έστειλε στο περιοδικό «Vie Nuove» στη διάρκεια εκείνου του «συναρπαστικού ταξιδιού» που τον σφράγισε μ’ έναν ειλικρινή ενθουσιασμό. Στην Κίνα όμως δια πίστωσε και τα πρώτα συμπτώματα της αρρώστιας που σύντομα θα επέφερε το θάνατό του. Ο συγγραφέας μεταφέρθηκε στην Ιταλία και νοσηλεύτηκε σε μια κλινική της Ρώμης, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 19 Ιουλίου 1957. Μεταξύ των πρώτων που απέτισαν φόρο τιμής στη σορό του ήταν ο Παλμίρο Τολιάτι , ενώ
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
.
Παλμίρο Τολιάτι (1893-1964): Ιταλός πολιτικός, ιστορικός ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας επί σαράντα σχεδόν χρόνια, το οποίο ανέδειξε ως το ισχυρότερο κομμουνιστικό κόμμα της Δυτικής Ευρώπης [Σ.τ.Μ.].
-14-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ο πατήρ Βιρτζίνιο Ροτόντι, εξομολογητής του Πάπα, είχε παρασταθεί στον ψυχορραγούντα συγγραφέα. Η ταφή έγινε, σύμφωνα με την επιθυμία του συγγραφέα, στο λόφο Σπατσαβέντο, ο οποίος δεσπόζει στην κοιλάδα Μπιζέντζιο κοντά στο Πράτο.
Μία συνωμοσία σιωπής Περίεργη η περίπτωση του Κούρτσιο Μαλαπάρτε, ενός συγγραφέα διάσημων μπεστ-σέλερ, κι όμως επί μακρόν λησμονημένου από την επίσημη κριτική μας. Από την άλλη πλευρά, δεν είναι δύσκολο να ανακαλύψει κανείς τους λόγους αυτής της πραγματικής «συνωμοσίας σιωπής», όπως τη χαρακτήρισε ο Φάλκουι, που διεκόπη μόνο από τη λαμπρή μονογραφία του Τζιάνι Γκράνα («Malaparte», La Nuova Italia, Φλωρεντία 1968), και η οποία παραμένει άλλωστε, τουλάχιστον ως τις μέρες μας, ένα μεμονωμένο επεισόδιο. Αναφερόμαστε φυσικά στην υπεροχή του ανθρώπου, που διαπιστώθηκε επανειλημμένα με τις αδυναμίες και τις καταχρήσεις του, πάνω στο συγγραφέα. Μία υπεροχή, ας σημειωθεί, που τη θέλησε ο ίδιος ο Μαλαπάρτε, ο οποίος υπήρξε ο δημιουργός του μύθου του, αλλά κατέληξε να είναι και το πρώτο θύμα του. Μιλώντας για το Μαλαπάρτε, όταν ο ίδιος ήταν ακόμη εν ζωή ή με αφορμή το χαμό του (άφθονες ήταν σ’ εκείνη τη συγκυρία οι μνημονεύσεις του «προσφιλούς εκλιπόντος» που δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες), κριτικοί και δημοσιογράφοι πάσχιζαν είτε να καταδικάσουν είτε να αθωώσουν τον άνθρωπο, αφήνοντας κατά μέρος την αξιολόγηση του έργου του. Και άλλοι ξεμπέρδεψαν γρήγορα μαζί του φορτώνοντάς του τον υπερβολικά χρησιμοποιημένο και τετριμμένο χαρακτηρισμό του τυχοδιώκτη, κάποιοι άλλοι πιο ευφάνταστοι τον αποκάλεσαν «σωματοφύλακα» και τον περιέγραψαν σαν έναν «ικανό ξιφομάχο» και κάποιοι λοιδόρησαν το «ναρκισσισμό» του συγκρίνοντάς τον με το όνειρο του Ντ’ Ανούντσιο για μια «αμί-
9, για την ελληνική γλώσσα.
.
Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο (1863-1938): Ιταλός ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος. Με την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τάχτηκε επικεφαλής των οπαδών της συμμετοχής στον πόλεμο και ο λόγος που εκφώνησε στο Κουάρτο στις 5 Μαΐου 1915 συντέλεσε στην είσοδο της
-15-
CURZIO MALAPARTE
μητη ζωή», χωρίς να συνυπολογίζουμε αυτούς, όπως ο Γκράμσι στην εποχή του, που του φιλοτέχνησαν ένα πορτρέτο ούτε λίγο ούτε πολύ ανελέητο. «Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του Ζούκερτ», διακήρυττε ο Γκράμσι «είναι ένας ξέφρενος αριβισμός, μία άμετρη ματαιοδοξία και ένας καιροσκοπικός σνομπισμός. Στην επιδίωξη της επιτυχίας ο Ζούκερτ είναι ικανός για κάθε είδους μοχθηρία». Δεν έλειψαν ωστόσο και ορισμένοι οι οποίοι, δίδοντας βάση στις λιγότερο ή περισσότερο εμπιστευτικές αποκαλύψεις του συγγραφέα (την ανοιχτή επιστολή στον Τζιανκάρλο Βιγκορέλι, την επιστολή του 1953 στην Κάρλα Ρούλι) και στις ακριτομυθίες αυτών που βρέθηκαν κοντά του στο διάβα της ζωής του (της Ρομπέρτα Μαζιέρ για παράδειγμα), αποπειράθηκαν να σκιαγραφήσουν ένα μη εξεζητημένο πορτρέτο του συγγραφέα, υπογραμμίζοντας το «εύθραυστο» της ψυχής του που δικαιολογούσε τα ούτως ή άλλως αναντίρρητα ελαττώματα του ανθρώπου. Έτσι, όπως παρατηρείται, κανείς δε διανοήθηκε να αμφισβητήσει τις αντιφάσεις της ψυχοσύνθεσής του: Την αχαλίνωτη επιθυμία του να γίνεται θέαμα, τη μανία του να δημιουργεί φασαρίες ώστε η προσοχή να επικεντρώνεται πάνω του και πάνω απ’ όλα την έμφυτη επιδειξιμανία του που πολύ συχνά καλυπτόταν πίσω από θορυβώδεις διακηρύξεις της αγάπης του για την ελευθερία. Όμως ένα πράγμα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στον τόσο (και δικαίως) επικριθέντα «άνθρωπο» Μαλαπάρτε, τον πάντα διψασμένο για δημοσιότητα: Ότι παρά το «βεντετισμό» του, ή μάλλον εξαιτίας ακριβώς της θέλησής του να βρίσκεται πάντα στο προσκήνιο, υπήρξε εύκολος στόχος ανθρώπων και παρατάξεων όλων των χρωμάτων. Αναμφίβολα δημιουργούσε σκάνδαλα –στο κάτω-κάτω της γραφής σε τίποτε άλλο δεν κατέληγε ο υποτιθέμενος αντικομφορμισμός του– όμως πλήρωνε συχνά ο ίδιος προσωπικά το τίμημα. Γι’ αυτόν το λόγο η ζωή του είχε τη γεύση της περιπέτειας. «Νομάδα, ανήσυχο και απελπισμένο», τον περιέγραψε κάποια γυ-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Ιταλίας στον πόλεμο. Κατά τον πόλεμο ανέλαβε ενεργό δράση και διακρίθηκε σε μια σειρά από κατορθώματα που κορυφώθηκαν με την κατάληψη του Φιούμε, το Σεπτέμβριο του 1919. Αργότερα όμως κλείστηκε σε περιβάλλον κατάνυξης, περισυλλογής, μελαγχολίας και μοναξιάς. Το 1937 έγινε πρόεδρος της Ιταλικής Ακαδημίας [Σ.τ.Ε.].
-16-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ναίκα, «αβέβαιο κάθε μέρα για το ποιο θα ήταν το αύριό του». Και έζησε μια ζωή έντονη, με ρυθμούς ενίοτε πυρετώδεις, από πόλεμο σε πόλεμο, ανάμεσα σε αυθεντικά πάθη και ανατροπές. Ωστόσο σήμερα, που έχουν παρέλθει αρκετά χρόνια από το χαμό του, είναι ευοίωνο το γεγονός ότι κανείς δε θέλει πια να κινήσει μια δίκη, που θα ήταν άχρηστη και γελοία, εις βάρος του ανθρώπου Μαλαπάρτε, αλλά και ότι κανείς πια δεν τον προσεγγίζει υποστηρίζοντας ότι βρίσκεται στο ίδιο στρατόπεδο μ’ εκείνον. Μάταιες απόπειρες που δεν πρέπει να επαναληφθούν. Ο Μαλαπάρτε ήταν αυτό που ήταν: ένας τυχοδιώκτης μιας εποχής τυχοδιωκτικής. Η παλιμβουλία του (πολιτισμική, πολιτική) εκπροσωπεί αναμφίβολα μια ακραία περίπτωση, ωστόσο παραμένει ενδεικτική μιας εποχής ζοφερής και αβίωτης. Σήμερα, έπειτα από πολλή φλυαρία, είναι ανάγκη να κοιτάξουμε το έργο του, και μόνο σ’ αυτό το επίπεδο, σιγά-σιγά, να αποκαθάρουμε τη λάμψη της μοναδικής ανθρωπιάς του.
«Η τεχνική του πραξικοπήματος» «Η τεχνική του πραξικοπήματος», που χρονολογείται στα τέλη της δεκαετίας του 1920, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1931 (στον εκδοτικό οίκο Grasset, με μετάφραση στα γαλλικά από τη Ζιλιέτ Μπερτράντ) και μόλις στα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο είδε το φως της δημοσιότητας στην Ιταλία (Bompiani, Μιλάνο 1948), αν και δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ένα κεφάλαιο του έργου εμφανίστηκε την ίδια εκείνη χρονιά του 1931, με τον τίτλο «Trotzki e il colpo di Stato» στο «Italia Letteraria» της 26ης Ιουλίου και της 2ας Αυγούστου. Το βιβλίο, όπως διακηρύσσει ο ίδιος στον πρόλογο της ιταλικής έκδοσης, είχε μια μοίρα «παράξενη και περιπετειώδη», στην οποία ο συγγραφέας στέκεται επίμονα παρέχοντας μία σειρά σχετικών πληροφοριών, που είναι άγνωστο αν και σε ποιο βαθμό ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Είναι ωστόσο αναμφίβολο ότι η επιτυχία του βιβλίου είχε ευρωπαϊκό αντίκτυπο, όπως αποδεικνύουν οι πολυάριθμες μεταφράσεις του σε ξένες γλώσσες και τα σχόλια του διεθνούς Tύπου. Προς επίρρωση αυτού κρίνουμε σκόπιμο να προσθέσουμε στον κατάλογο των κριτικών που προσφέρει ο Μαλαπάρτε και
9, για την ελληνική γλώσσα.
-17-
CURZIO MALAPARTE
άλλες κριτικές που μπορούν να βρεθούν σε γαλλικές εφημερίδες και περιοδικά του 1931: Στη «Le Matin» της 16ης Αυγούστου, στη «Journal des Débats» της 18ης Αυγούστου, στη «La Victoire» της 19ης Αυγούστου, στο «Mercure de France» της 1ης Οκτωβρίου, στο «Revue hebdomadaire» αρ. 87, στο «Aux Écoutes» της 17ης και της 24ης Οκτωβρίου, στο «Le Progrès civique» της 24ης Οκτωβρίου και στο «D’Artagnan» της 31ης Οκτωβρίου. Οι αμφιβολίες γεννιούνται όταν ο Μαλαπάρτε αναφέρεται στα πολιτικά επακόλουθα των συγκεκριμένων γεγονότων (στη σύλληψη, την εξορία, την αμείλικτη έχθρα του καθεστώτος), όπου είναι πρόδηλο ότι δεν πρέπει να ληφθούν τοις μετρητοίς όλα όσα υποστηρίζει ο συγγραφέας: Πέρα από έναν κάπως παράταιρο στόμφο («Ο Χίτλερ ζήτησε από το Μουσολίνι την κεφαλή μου επί πίνακι και την έλαβε»), διάφορα άλλα στοιχεία, που πιθανόν να δημιουργήθηκαν από τον παλιό του φίλο Μπάλμπο10 (του οποίου είχε συγγράψει ακόμη και τη βιογραφία: «Vita di “Pizzo di ferro” detto Italo Balbo»), συνέβαλαν στην καταδίκη του σε εξορία, που άλλωστε σταδιακά μετριάστηκε και προς το τέλος κατέληξε σ’ ένα απλό καθεστώς ειδικής επιτήρησης. Συνεπώς το ζήτημα είναι περίπλοκο και για τη λύση του θα απαιτούνταν περαιτέρω έρευνες. Γι’ αυτόν το λόγο αξίζει περισσότερο να σταθούμε στο περιεχόμενο και στη φύση του έργου του. Πρώτ’ απ’ όλα πρέπει να πούμε ότι η θεωρία στην οποία ερείδεται το βιβλίο είναι απλή και εκτίθεται με σαφήνεια, γραμμένη μ’ ένα στιλ διαυγές που απηχεί αμυδρά τη «στεγνή» πρόζα του Μακιαβέλι. Και συνοψίζεται με ευκολία: Το πραξικόπημα δεν είναι το αποτέλεσμα μιας ιδιαίτερης πολιτικής ή κοινωνικής κατάστασης· τουναντίον είναι κατά κύριο λόγο μία επίτευξη «τεχνικού» χαρακτήρα. Η κατάκτηση της εξουσίας δεν απαιτεί κατ’ ανάγκην μία κατάσταση έκτακτης ανάγκης ούτε την παρέμβαση των μαζών. Προς αυτόν το σκοπό αρκεί μια χούφτα τολμηρών που θα καταφέρουν, ακόμη και σε συνθήκες ομαλότητας, να παραλύσουν τα νευραλγικά κέντρα της εθνικής ζωής. Επομένως δεν υπάρχει
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
10.
Ίταλο Μπάλμπο (1896-1940): Ηγετικό στέλεχος του Φασιστικού Κόμματος. Χρημάτισε υπουργός Αεροπορίας και Ανώτατος Διοικητής των ιταλικών αεροπορικών δυνάμεων από το 1926 έως το 1935, ενώ το 1939 διορίστηκε κυβερνήτης της Λιβύης [Σ.τ.Μ.].
-18-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
παρά μόνο ένας τρόπος υπεράσπισης του κράτους: Η καταπολέμηση των επαναστατών (των λεγόμενων «κατιλινιστών»11 είτε της Δεξιάς είτε της Αριστεράς) με τα ίδια τους τα όπλα, αφήνοντας κατά μέρος τις παλιές κατασταλτικές μεθόδους που αποδείχθηκαν ολότελα άχρηστες. Υποδειγματικά πραξικοπήματα, κατά το συγγραφέα, υπήρξαν αυτά του Τρότσκι και του Μουσολίνι. Ο μεν πρώτος, τον Οκτώβριο του 1917, εκπόνησε για πρώτη φορά μια σύγχρονη επαναστατική τακτική (στην οποία ο Λένιν δεν ήταν παρά ο στρατηγός της μπολσεβίκικης εξέγερσης), ο δε άλλος, τον Οκτώβριο του 1922, εκμεταλλεύτηκε τη «μαρξιστική παιδεία» του σφετεριζόμενος την εξουσία, χάρη σε μια τεχνική σύμφωνη με την εποχή του. Ο μόνος Ευρωπαίος πολιτικός που αντιλήφθηκε το μάθημα του 1917 (ότι δηλαδή «στον Τρότσκι […] πρέπει να αντιπαραθέσεις τον Τρότσκι») ήταν ο Στάλιν, οι πράξεις του οποίου, κατά τη ρήση του Μαλαπάρτε, θα έπρεπε να υιοθετηθούν ως πρότυπο από τις φιλελεύθερες και αστικές κυβερνήσεις της εποχής. Ωστόσο, με εξαίρεση τον Τρότσκι και το Μουσολίνι, όλοι οι άλλοι δεν ήταν παρά επαναστάτες που δεν εκπλήρωσαν τις επιθυμίες τους: Ξεκινώντας από το Βοναπάρτη, το πραξικόπημα του οποίου (στις 18 του μηνός Μπρυμαίρ12) αποκήρυξε απροκάλυπτα κάθε έγνοια νομιμοφάνειας, μέχρι τους διάφορους Καπ13, Πρίμο ντε Ριβέρα14,
9, για την ελληνική γλώσσα. 11.
12. 13.
14.
Λεύκιος Σέργιος Κατιλίνας (108 ή 109 π.Χ.-62 π.Χ.): Ρωμαίος πολιτικός και διαβόητος συνωμότης. Στην προσπάθειά του να εκλεγεί ύπατος, το 65 π.Χ., οργάνωσε τη λεγόμενη «πρώτη συνωμοσία του Κατιλίνα». Το 63 π.Χ., συνωμότησε εκ νέου κατά του υπάτου Κικέρωνα, όμως ο τελευταίος ανακάλυψε τα σχέδιά του και μ’ έναν περίφημο λόγο εναντίον του τον ανάγκασε να φύγει από τη Γερουσία και τον ανακήρυξε εχθρό (hostis) της πατρίδας. Στο έργο του Μαλαπάρτε ο όρος «κατιλινιστές» περιγράφει τους συνωμότες και των δύο πολιτικών άκρων [Σ.τ.Μ.]. Μπρυμαίρ: Ο δεύτερος μήνας του Ημερολογίου της Γαλλικής Επανάστασης (22-23 Οκτωβρίου έως 22-23 Νοεμβρίου [Σ.τ.Μ.]. Βόλφγκανγκ Καπ (1858-1922): Πρώσος πολιτικός, οργανωτής πραξικοπήματος εναντίον της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Οπαδός του παγγερμανισμού και της πολιτικής των προσαρτήσεων ίδρυσε το 1917 το Κόμμα της Γερμανικής Πατρίδος. Μετά την επανάσταση του 1918 εργάστηκε για την παλινόρθωση της μοναρχίας. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα κατέφυγε στη Σουηδία. Πέθανε ενώ ήταν ακόμη υπόδικος [Σ.τ.Ε.]. Μιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα (1870-1930): Ισπανός Στρατηγός και πολιτικός,
-19-
CURZIO MALAPARTE
Πιλσούντσκι15 και Χίτλερ, υποτιθέμενους δημεγέρτες που σκέφτηκαν πρωτίστως να αποκτήσουν την ανοχή του Κοινοβουλίου. Αυτή είναι η θέση του ανά χείρας έργου. Συνεπώς είναι ανώφελο να αναρωτιόμαστε με ποιου το μέρος τάσσεται ο συγγραφέας, του οποίου πρέπει αντιθέτως να υπογραμμιστεί η ελεύθερη από ηθικούς φραγμούς οπτική γωνία. Είναι βέβαιο ότι αυτή η τόσο αδέσμευτη, και επίσης ψυχρή και αποστασιοποιημένη, στάση αγγίζει τα όρια ενός ηθικού κυνισμού, που μετά βίας καλύπτεται πίσω από μια ομολογία πίστεως στην ελευθερία, η οποία είναι αρκετά φευγαλέα και θα λέγαμε ότι έχει χαρακτήρα μάλλον μεταφυσικό παρά πολιτικό με την αυστηρή έννοια του όρου. Το περισσότερο που μπορεί να καταγραφεί, προς επιβεβαίωση της ιδεολογικής αδιαφορίας του Μαλαπάρτε (που διαπιστώνεται στο σύνολο του έργου του συγγραφέα), είναι μια κρυφή συμπάθεια για τους τεχνίτες-ήρωες που γέννησε η ίδια η φαντασία του (Μουσολίνι, Τρότσκι, Στάλιν) και η οποία διαχέεται πίσω από το παραπέτασμα μιας «τέλειας αταραξίας». Όμως περισσότερο από τη θεωρία, που είναι καρπός μιας αναμφίβολα μεγαλοφυούς διαίσθησης αλλά αναπτύσσεται μ’ έναν τρόπο υπερβολικά σχηματικό και κυρίως όχι απαλλαγμένο από αντιφάσεις, και περισσότερο από τις «προφητικές ικανότητες» του Μαλαπάρτε (αδιαμφισβήτητες άλλωστε και ας αναλογιστούμε σχετικά τις προβλέψεις του για το Χίτλερ, προς τον οποίον ο συγγραφέας εξαπολύει λεκτικά πυρά), είναι εξίσου χρήσιμο να αναδείξουμε τη «μυθιστορηματική» διάσταση του έργου. Δε θα καταλήξουμε να πούμε, κατά την έκφραση ενός κριτικού (Μπαλντίνι), ότι οι θεωρίες του Μαλαπάρτε δεν είναι παρά «ζάρια που ρίχτηκαν πάνω σ’ ένα ταμπούρλο». Θα πούμε
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
15.
ο οποίος ως δικτάτορας της Ισπανίας (1923-1930) επέβαλε ένα αυταρχικό και εθνικιστικό καθεστώς που επιδίωκε να συσπειρώσει το έθνος γύρω από το σύνθημα «Πατρίδα, Θρησκεία, Μοναρχία». Η τυραννική διακυβέρνησή του δεν κατόρθωσε να διαμορφώσει ένα αποδεκτό πολιτικό σύστημα και υπέκυψε στην πίεση της γενικής δυσαρέσκειας που προκάλεσε [Σ.τ.Ε.]. Γιόζεφ Κλέμενς Πιλσούντσκι (1867-1935): Πολωνός πολιτικός. Υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος (1918-1922) του ανεξάρτητου πολωνικού κράτους [Σ.τ.Ε.].
-20-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
απλούστερα πως είναι μάταιο το εγχείρημα της αποκρυστάλλωσης μιας ρέουσας ιστορίας σ’ ένα ξεκάθαρο και άκαμπτο σύστημα και ότι η γοητεία του βιβλίου συνίσταται κυρίως στον ούτως ειπείν «καλλιτεχνικό» τρόπο απόδοσης γεγονότων και προσώπων ενός παρελθόντος και ενός παρόντος που είναι εξίσου καυτά. Η ιστορία κοντολογίς, σύμφωνα με την ξεχωριστή οπτική γωνία του Μαλαπάρτε, γίνεται επίκαιρη και δραματική. Αποκεί πηγάζει η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του βιβλίου που ακροβατεί ανάμεσα στο χρονικό και στο δράμα. Είναι ένα χρονικό λιτό και συμπυκνωμένο, δημοσιογραφικής υφής, που κάθε τόσο κορώνει περιλαμβάνοντας αποσπάσματα μυθιστορηματικής φύσης (ας φέρουμε στο νου μας, αν μη τι άλλο, την περιγραφή της πολιορκούμενης Βαρσοβίας στην αρχή του τρίτου κεφαλαίου), όταν δεν περιέχει πραγματικές «θεατρικές» ενότητες όπως τη συνομιλία ανάμεσα στο Λένιν και τον Τρότσκι στον προθάλαμο της μεγάλης αίθουσας του Ινστιτούτου Σμόλνι, όπου διεξαγόταν το Β΄ Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ. Και ας αναλογιστούμε ακόμη ορισμένες περιγραφές (εκείνη του Τζερζίνσκι, «ωχρού και ανήσυχου», και εκείνη του Αντόνοφ-Οβσεγιένκο που είχε όψη «μελαγχολική και αρρωστημένη»), οι οποίες είναι γεννήματα μιας ασυνήθιστης ικανότητας ψυχολογικής διείσδυσης. Δεν είναι λοιπόν «Η τεχνική του πραξικοπήματος» τίποτε άλλο πέρα από μια επισκόπηση στο ρου της ιστορίας, τέτοια όμως, μέσα στην επιπολαιότητά της, που σου κόβει την ανάσα. Σαγηνευτική σαν ένα μυθιστόρημα στο οποίο η φαντασία ξεδιπλώνεται ερχόμενη σε επαφή με τις προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα, που στην εποχή του υπήρξε θεατής μα και πρωταγωνιστής των δραματικών γεγονότων που μνημονεύει. Έργο που έχει συγκροτηθεί μ’ έναν τρόπο σύγχρονο και παραδοσιακό συνάμα, κάτι ανάμεσα σε ρεπορτάζ και λίβελο του 18ου αιώνα. Θα κλείσουμε συνεπώς παραθέτοντας ένα απόσπασμα από μια κριτική εκείνης της εποχής, αυτή του Σπαΐνι που δημοσιεύτηκε στο «Italia letteraria» της 4ης Οκτωβρίου 1931. «Έτσι λοιπόν γράφεται η ιστορία;», αναρωτιόταν ο κριτικός και πρόσθετε: «Το βέβαιο είναι πως μ’ αυτό τον τρόπο γράφονται τα βιβλία που είναι ικανά να οδηγήσουν μια ιδέα μέχρι εκεί που θέλει κανείς να τη φθάσει».
9, για την ελληνική γλώσσα.
-21-
CURZIO MALAPARTE
Κυριότερα έργα Διηγήματα: «Avventure di un capitano di sventura», Ρώμη 1927· «Don Camaleo», στο «La Chiosa», 1928 και Φλωρεντία 1946· «Sodoma e Gomorra», Μιλάνο 1931· «Fughe in prigione», Φλωρεντία 1936· «Sangue», Φλωρεντία 1937· «Donna come me», Μιλάνο 1940· «Il Volga nasce in Europa», Μιλάνο 1943· «Kaputt», Νεάπολη 1944· «Il sole è cieco», Φλωρεντία 1947· «La pelle», Ρώμη-Μιλάνο 1949· «Storia di domani», Ρώμη-Μιλάνο 1949· «Maledetti toscani», Φλωρεντία 1956· «Benedetti italiani», Φλωρεντία 1961· «Il ballo al Cremlino», Φλωρεντία 1972. Ποίηση: «L’arcitaliano», Ρώμη 1928· «I morti di Bligny giocano a carte», Ρώμη 1939· «Il battibecco», Ρώμη-Μιλάνο 1949. Θέατρο: «Du côté de chez Proust - Das Kapital», Ρώμη-Μιλάνο 1951· «Anche le donne hanno perso la guerra», Ρώμη-Μιλάνο 1954. Δοκίμια: «La rivolta dei santi maledetti», Ρώμη 1921· «Le nozze degli eunuchi», Ρώμη 1922· «L’Europa vivente», Φλωρεντία 1923· «Italia barbara», Τορίνο 1925· «L’intelligenza di Lenin», Μιλάνο 1930· «Technique du coup d’État», Παρίσι 1931, Μιλάνο 1948· «I custodi del disordine», Τορίνο 1931· «Due anni di battibecco», Μιλάνο 1955· «Io, in Russia e in Cina», Φλωρεντία 1958· «Mamma marcia», Φλωρεντία 1959· «Viaggi fra i terremoti», Φλωρεντία 1963. «Opere complete», επιμέλεια Ε. Φάλκουι, 8 τόμοι, Φλωρεντία 1957-68.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Βασική βιβλιογραφία Α. Μποτσέλι, στο «Italia letteraria», 22 Μαρτίου 1931· Κ. Μουσέτα, στο «Rinascita», 22 Σεπτεμβρίου 1949· Φ. Βελιάνι, «Malaparte», Μιλάνο-Βενετία 1957· Ε. Μοντάλε, στην «Corriere della Sera», 20 Αυγούστου 1957· Τζ. Γκράνα, στο «I contemporanei», ΙΙ, Μιλάνο 1963· Τζ. Γκράνα, «Malaparte», Φλωρεντία 1968· Τζ. Μαρτέλι, «Curzio Malaparte», Τορίνο 1968.
-22-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ (1948)
Στην υπεράσπιση της ελευθερίας πάντα κάποιος ζημιώνεται.
ΜΙΣΩ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ. Το μισώ με όλη μου την ψυχή. Μου
πρόσφερε δόξα, αυτό το φτωχό πράγμα που ονομάζεται δόξα, αλλά και τόσες λύπες. Εξαιτίας αυτού του βιβλίου γνώρισα τη φυλακή και την εξορία, την προδοσία των φίλων, την κακοπιστία των εχθρών, τον εγωισμό και την κακία των ανθρώπων. Απ’ αυτό το βιβλίο γεννήθηκε ο βλακώδης μύθος ότι εγώ ήμουν ένα πλάσμα κυνικό και άσπλαχνο, ένα είδος Μακιαβέλι με αμφίεση Καρδιναλίου του Ρετς: Και όλα αυτά ενώ δεν είμαι παρά ένας συγγραφέας, ένας καλλιτέχνης, ένας ελεύθερος άνθρωπος που υποφέρει περισσότερο από τα κρίματα των άλλων παρά από τα δικά του. Αυτή η δική μου «Tεχνική του πραξικοπήματος», που δημοσιεύτηκε στο Παρίσι το 1931 (στον εκδοτικό οίκο του Μπερνάρ Γκρασέ, στη συλλογή «Les écrits» που διηύθυνε ο Ζαν Γκεενό), βλέπει σήμερα το φως της δημοσιότητας για πρώτη φορά στην Ιταλία και επανεκδίδεται στη Γαλλία, με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από το «Κομμουνιστικό μανιφέστο» του 1848. Είναι ένα διάσημο πια βιβλίο, «κλασικό», όπως διακηρύσσουν οι Γάλλοι κριτικοί, και είναι τόσο ζωντανό και επίκαιρο σήμερα όσο ζωντανό και επίκαιρο ήταν χθες. Και όποιος θα ήταν έτοιμος να με ψέξει για το γεγονός ότι δεν προσέθεσα, σ’ αυτή την πρώτη ιταλική έκδοση και στη γαλλική επανέκδοση αυτών των ημερών, κάποιο καινούριο κεφάλαιο πάνω στην ισπανική δημοκρατική επανάσταση, σ’ αυτήν του Φράνκο, στην πρόσφατη «εκπαραθύρωση» της Πράγας (και πάνω στα πραξικοπήματα που προετοιμάζονται εδώ κι εκεί στην
9, για την ελληνική γλώσσα.
-23-
CURZIO MALAPARTE
Ευρώπη), θα αποδείκνυε ότι δεν αντιλαμβάνεται πως αυτά τα γεγονότα, μεταγενέστερα της πρώτης εμφάνισης αυτού του βιβλίου, δεν κομίζουν τίποτε νέο στη σύγχρονη τεχνική του πραξικοπήματος. Η επαναστατική τεχνική είναι ακόμη σήμερα στην Ευρώπη ίδια μ’ αυτή που μελέτησα και περιέγραψα σ’ αυτές τις σελίδες. Παρά ταύτα μοιάζει να υπάρχει κάποια πρόοδος στη σύγχρονη τεχνική της υπεράσπισης του κράτους. Θα μπορούσε κανείς να πει πως οι ηγέτες των κυβερνήσεων (αν πράγματι διαβάζουν βιβλία) έχουν όλοι τους διαβάσει αυτές τις σελίδες μου και έχουν αποκομίσει όφελος από τα διδάγματα που αυτές περιέχουν. Θα πρέπει λοιπόν να αποδοθεί η τιμή μιας ανάλογης προόδου σ’ αυτό το βιβλίο μου; Ή μήπως στα μαθήματα που πρόσφεραν τα γεγονότα των τελευταίων ετών; Ο επιφανής κύριος Ζαν Σιαπ, δημιουργός της πολύπλοκης γαλλικής κρατικής μηχανής για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και των δημοκρατικών ελευθεριών, στον οποίον είχα στείλει τιμής ένεκεν, το 1931, ένα αντίτυπο της «Τεχνικής του πραξικοπήματος» με την ακόλουθη αφιέρωση: «Στον κύριο Ζαν Σιαπ, τεχνίτη της καταστολής», βρήκε την ευκαιρία να μου γράψει ότι το βιβλίο μου, όσο επικίνδυνο ήταν στα χέρια των εχθρών της ελευθερίας, είτε δεξιών είτε αριστερών, άλλο τόσο πολύτιμο ήταν στα χέρια των πολιτικών ανδρών, των επιφορτισμένων με την υπεράσπιση των δημοκρατικών ελευθεριών. «Διδάσκετε στους πολιτικούς άνδρες», προσέθετε στην επιστολή του, «να προβλέπουν τα επαναστατικά φαινόμενα της εποχής μας, να τα αντιλαμβάνονται και να εμποδίζουν τους επαναστάτες να καταλαμβάνουν με τη βία την εξουσία». Ενδέχεται οι υπερασπιστές του κράτους να κατόρθωσαν να αποκομίσουν πολλά περισσότερα οφέλη από τα διδάγματα των γεγονότων παρά από την ανάγνωση του βιβλίου μου. Δε θα ήταν όμως μια διόλου αμελητέα τιμή γι’ αυτές εδώ τις σελίδες, ακόμη κι αν είχαν απλώς διδάξει στους υπερασπιστές της ελευθερίας τη μέθοδο ερμηνείας των γεγονότων και αυτό είναι το δίδαγμα που πρέπει κανείς να αποκομίσει. Απαγορευμένη στην Ιταλία από το Μουσολίνι, «Η τεχνική του πραξικοπήματος» αποτελεί για τον Ιταλό αναγνώστη κάτι νέο, στο οποίο τόσο η διεθνής κατάσταση όσο και η εσωτερική της χώρας μας προσδίδουν δυστυχώς ένα εξαιρετικά επίκαιρο ενδιαφέρον. Σ’ αυτό το σημείο θα ήταν ίσως χρήσιμο να προειδοποιήσω τον
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-24-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Ιταλό αναγνώστη ότι αυτό το βιβλίο μου δεν απαγορεύτηκε στην εποχή του μόνο στην Ιταλία, αλλά και στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Πολωνία, στην Ουγγαρία, στη Ρουμανία, στη Γιουγκοσλαβία, στη Βουλγαρία, στην Ελλάδα, δηλαδή σε όλα εκείνα τα κράτη, όπου, είτε λόγω της αυθαιρεσίας κάποιου δικτάτορα είτε λόγω της διαφθοράς των δημοκρατικών θεσμών, οι ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες είχαν περιοριστεί ή καταργηθεί. Παράξενη και περιπετειώδης η μοίρα αυτού του βιβλίου μου! Απαγορεύτηκε από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, που έβλεπαν την «Τεχνική του πραξικοπήματος» σαν ένα είδος «Εγχειριδίου του τέλειου επαναστάτη». Λογοκρίθηκε από τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές κυβερνήσεις, για τις οποίες αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα «Εγχειρίδιο πάνω στην τέχνη του βίαιου σφετερισμού της εξουσίας», αλλά ταυτόχρονα και ένα «Εγχειρίδιο πάνω στην τέχνη της υπεράσπισης του κράτους». Κατηγορήθηκε ως φασιστικό από τους τροτσκιστές και από τον ίδιο τον Τρότσκι και ως τροτσκιστικό από ορισμένους κομμουνιστές που δεν αντέχουν να βλέπουν να αναμειγνύεται το όνομα του Τρότσκι μ’ αυτό του Λένιν και, το κυριότερο, μ’ αυτό του Στάλιν. Είναι ωστόσο εξίσου αληθές ότι σπάνια ένα βιβλίο έχει προκαλέσει τόσες πολλές συζητήσεις και τόσα αντικρουόμενα πάθη. Σπάνια ένα βιβλίο έχει υπηρετήσει τόσο καλά, και τόσο ανιδιοτελώς, το Καλό αλλά και το Κακό. Ας μου επιτραπεί να υπενθυμίσω σχετικά ένα ξεχωριστό συμβάν, για το οποίο οι εφημερίδες της εποχής έκαναν μεγάλη φασαρία. Όταν ο Πρίγκιπας Στάρενμπεργκ συνελήφθη στο κάστρο του στο Τιρόλο κατ’ εντολή του Αυστριακού Καγκελαρίου Ντόλφους με την κατηγορία της συνωμοσίας κατά του κράτους, στο σπίτι του βρέθηκε, τρομερό ακόμη και να το αναφέρεις, ένα αντίτυπο του βιβλίου μου. Ο Καγκελάριος Ντόλφους αξιοποίησε αυτό το πρόσχημα ώστε να απαγορεύσει την «Τεχνική του πραξικοπήματος» στην Αυστρία. Όμως, τη μέρα που ο Ντόλφους δολοφονήθηκε από τους ναζιστές, οι εφημερίδες της Βιέννης ανακοίνωσαν ότι πάνω στο γραφείο του είχε βρεθεί ένα αντίτυπο του βιβλίου μου. Ένα αντίτυπο σίγουρα άκοπο. Γιατί, αν ο Ντόλφους είχε διαβάσει το βιβλίο μου και είχε μπορέσει να αντλήσει κάποιο όφελος απ’ αυτό, πιθανόν να μην είχε αυτό το τέλος.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-25-
CURZIO MALAPARTE
Έγραψα την «Τεχνική του πραξικοπήματος» κατά τους τελευταίους μήνες του 1930 στο Τορίνο, όταν ήμουν ακόμη διευθυντής της «Stampa». Το χειρόγραφο μεταφέρθηκε στο Παρίσι, στον εκδοτικό οίκο του Μπερνάρ Γκρασέ, από τον Ντανιέλ Αλεβί, που είχε έρθει στο Τορίνο για να το παραλάβει, καθώς εγώ δεν τολμούσα να διασχίσω τα σύνορα μ’ αυτές τις σελίδες πάνω μου. Το Μάρτιο του 1931, όταν το βιβλίο ήταν έτοιμο προς δημοσίευση, πήγα στη Γαλλία ακολουθώντας τη συμβουλή του Μπερνάρ Γκρασέ και του Αλεβί, ώστε να προφυλαχθώ από πιθανές αντιδράσεις του Μουσολίνι. Πώς υποδέχτηκε ο Μουσολίνι την «Τεχνική του πραξικοπήματος»; Το βιβλίο τού άρεσε, όμως δεν μπορούσε να το χωνέψει. Και υπακούοντας σε κάποια από τις ιδιαίτερες αντιφάσεις του χαρακτήρα του, δεν απαγόρευσε την έκδοσή του στα ιταλικά, αλλά επέτρεψε στις εφημερίδες να κάνουν εκτενείς αναφορές σ’ αυτό. Ξαφνικά, μία ωραία πρωία, ο ιταλικός Τύπος έλαβε τη διαταγή να μην ασχολείται πλέον με το βιβλίο μου, ούτε με καλό ούτε με κακό τρόπο. Τι είχε συμβεί στο μεταξύ; Δημοσιευμένη στη Γερμανία το 1932, δηλαδή πολύ πριν την ανάρρηση του Χίτλερ στην εξουσία («Des Staatsstreichs», Tal Verlag, Λειψία και Βιέννη 1932), «Η τεχνική του πραξικοπήματος», που είναι το πρώτο δημοσιευμένο στην Ευρώπη βιβλίο κατά του Χίτλερ, είχε ένα σημαντικό μερίδιο συμβολής στην αντιναζιστική προπαγάνδα. Στη διάρκεια των γερμανικών πολιτικών εκλογών το Φθινόπωρο του 1932, οι τοίχοι όλων των πόλεων και των μεγάλων χωριών της Γερμανίας είχαν καλυφθεί από τεράστιες αφίσες του Δημοκρατικού Αντιναζιστικού Μετώπου, στις οποίες, κάτω από τον τίτλο: «Πώς κρίνει το Χίτλερ και το ναζισμό ο Ιταλός συγγραφέας Κούρτσιο Μαλαπάρτε», είχαν τυπωθεί με πηχυαία γράμματα οι πιο προσβλητικές φράσεις του κεφαλαίου μου για το Χίτλερ. Προς απόδειξη του εγκλήματός μου, ο επικεφαλής του Γραφείου Τύπου του Κυβερνήτη, ο Λάντο Φερέτι, μου έστειλε αντίγραφα από εκείνες τις αφίσες, συνοδευμένα με την εξής απλούστατη φράση: «Κοίτα τι έκανες!». Λίγο καιρό αργότερα συνειδητοποίησα για τα καλά αυτό που είχα κάνει, όταν βρισκόμουν στο κελί 471 της 4ης Πτέρυγας των Φυλακών Ρετζίνα Τσέλι. Δε γνώρισα ποτέ το Χίτλερ, ποτέ μου δεν τον πλησίασα. Όμως τον διαισθάνθηκα, ή μάλλον, τον «μάντεψα». Το πορτρέτο του
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-26-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Χίτλερ, που φιλοτεχνήθηκε από εμένα με κακόβουλη διάθεση και άτεγκτο χέρι, αποκάλυψε το Χίτλερ στους ίδιους τους Γερμανούς, όπως έγραψαν η «Frankfurter Zeitung» και η «Berliner Tageblatt». Η προφητεία μου ότι ο Χίτλερ δε θα κατακτούσε την εξουσία με κάποιο πραξικόπημα αλλά χάρη σ’ έναν κοινοβουλευτικό συμβιβασμό, που επαληθεύτηκε αργότερα τον Ιανουάριο του 1933, ξεσήκωσε παθιασμένες συζητήσεις, όπως και η άλλη προφητεία μου, αυτή που θα επαληθευόταν μερικούς μήνες μετά, τον Ιούνιο του 1934, ότι δηλαδή ο Χίτλερ θα εξόντωνε με ωμή βία την ακραία πτέρυγα του ίδιου του κόμματός του. Δεν πρέπει συνεπώς να προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Χίτλερ, μόλις αναρριχήθηκε στην εξουσία, έσπευσε να προκαλέσει την καταδίκη του βιβλίου μου με διάταγμα του Γκαουλάιτερ της Σαξονίας, το οποίο διέταζε να καεί δημόσια το βιβλίο μου στην πλατεία της Λειψίας από το χέρι του δημίου, σύμφωνα με το ναζιστικό τελετουργικό. «Η τεχνική του πραξικοπήματος» παραδόθηκε στις φλόγες της ίδιας πυράς που μετέτρεψε σε στάχτη τόσα και τόσα βιβλία που είχαν καταδικαστεί για λόγους πολιτικούς ή φυλετικούς. Ο Χίτλερ όμως, ανικανοποίητος από την καύση του βιβλίου μου, ζήτησε από το Μουσολίνι την κεφαλή μου επί πίνακι και την έλαβε. Η κατάπληξη, τόσο εντός όσο και εκτός Ιταλίας, υπήρξε μεγάλη. Ήταν η πρώτη φορά που ένας Ιταλός συγγραφέας φυλακιζόταν όχι με την κατηγορία της «συνωμοσίας», αλλά για το λογοτεχνικό του έργο. Στους «Times» και στο «Manchester Guardian», που είχαν πάρει το μέρος μου κρίνοντας την προσωπική μου περίπτωση ως μια πολύ ανησυχητική ένδειξη για την πραγματική κατάσταση της λογοτεχνίας στην Ιταλία, ο Μουσολίνι απάντησε, μέσω των εφημερίδων «Popolo d’Italia» και «Tevere» της 6ης Οκτωβρίου 1933, ότι η σύλληψή μου «δεν ήταν παρά ένα σύνηθες μέτρο διοικητικής φύσης». Λοιπόν με συνέλαβαν, μ’ έκλεισαν σ’ ένα κελί των Φυλακών Ρετζίνα Τσέλι και με καταδίκασαν σε «πενταετή εξορία στο Λίπαρι για αντιφασιστική δραστηριότητα στο εξωτερικό» (επίσημο ανακοινωθέν του «Πρακτορείου Στέφανι» της 11ης Οκτωβρίου 1933). Τα επιβαρυντικά για μένα πειστήρια ήταν τα ακόλουθα: Ένα αντίτυπο της «Τεχνικής του πραξικοπήματος», στο οποίο ο ίδιος ο Μουσολίνι είχε σημειώσει με κόκκινο μολύβι τις ενοχοποιητικές
9, για την ελληνική γλώσσα.
-27-
CURZIO MALAPARTE
φράσεις, οι αφίσες του γερμανικού Δημοκρατικού Αντιναζιστικού Μετώπου, μία επιστολή που είχα γράψει πολλούς μήνες πριν σ’ ένα φίλο, ο οποίος σήμερα δε βρίσκεται στη ζωή, όπου, στο όνομα όλων των Ιταλών συγγραφέων, υπερασπιζόμουν την ελευθερία της τέχνης και της λογοτεχνίας και εξέφραζα μια αυστηρή κρίση για τη συμπεριφορά του Μπάλμπο (επιστολή που είχα παρακινηθεί να γράψω κατόπιν μίας έκκλησης, την οποία μου έστειλε στο Παρίσι ο Έλιο Βιτορίνι16, ζητώντας μου να επιστρέψω στην Ιταλία και να αναλάβω δημόσια την υπεράσπιση της λογοτεχνικής ελευθερίας και της αξιοπρέπειας των Ιταλών συγγραφέων που γίνονταν στόχος προσβολών και απειλών από το φασιστικό Τύπο) και τέλος ένα απροκάλυπτα εχθρικό προς το Χίτλερ και το Μουσολίνι άρθρο που είχε δημοσιευτεί στο «Nouvelles Littéraires» του Μαρτίου του 1933 με τίτλο: «Immoralité du Guichardin». Ενάντια στις διαβολές και την κακοπιστία ορισμένων, που χωρίς να πληρώσουν κανένα τίμημα έχουν μεταβληθεί σήμερα στους αγνότερους ήρωες της ελευθερίας, είναι καλό κάποια πράγματα να λέγονται· κι εγώ τα λέω. Και επειδή μερικοί ευγενείς κύριοι διέσπειραν τη φήμη ότι εγώ, μετά την εξορία, θα ξανακέρδιζα την εύνοια του Μουσολίνι, είναι η κατάλληλη στιγμή να κοινοποιηθούν, για πρώτη και τελευταία φορά, ορισμένα πραγματικά γεγονότα που μόνο οι φίλοι μου γνωρίζουν και τα οποία μέχρι σήμερα απέφυγα συνειδητά να αξιοποιήσω όχι από υπεροψία, αλλά από ειλικρινή αδιαφορία απέναντι στη συκοφαντία. Μετά από τρία χρόνια εξορίας, η ποινή μου μετατράπηκε σε δύο χρόνια ειδικής επιτήρησης. Όταν το 1938 απελευθερώθηκα, ήμουν υποχρεωμένος έκτοτε να υφίσταμαι όλες τις μικρόψυχες και για ψύλλου πήδημα αστυνομικές οχλήσεις, που είναι γνωστές σε όλους όσοι «απολύονταν» από τη φυλακή ή την εξορία. Από το σύνδρομο κατωτερότητας που τον διακατείχε απέναντι σε όλους
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
16.
Έλιο Βιτορίνι (1908-1966): Ιταλός μυθιστοριογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας. Μαζί με τον Τσέζαρε Παβέζε, με τις εξαιρετικές μεταφράσεις τους, έκανε γνωστούς στη χώρα του πολλούς Άγγλους και Αμερικανούς συγγραφείς. Μεταπολεμικά τα περιοδικά που εξέδιδε («Il Politecnico» και «Il Menabò») επηρέασαν καθοριστικά τα πολιτικά και πολιτιστικά πράγματα της Ιταλίας [Σ.τ.Ε.].
-28-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
όσους είχε βλάψει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ο Μουσολίνι δε μου ζήτησε ποτέ συγγνώμη που με έστειλε φυλακή. (Εγώ από την πλευρά μου, τώρα που είναι νεκρός, τον έχω συγχωρήσει. Έχω πολλούς και καλούς λόγους για να είμαι χριστιανός.) Αρχικά μού απαγόρευσε τη διαμονή στο Πράτο, όπου ζούσε η οικογένειά μου, και στο Φόρτε ντέι Μάρμι, δηλαδή στο σπίτι μου. Ακόμη και για μια ολιγόωρη επίσκεψη υποχρεωνόμουν κάθε φορά να ζητώ ειδική άδεια από την Αστυνομία. Όταν η δύστυχη και αγαπημένη μου Εουτζένια Μπάλντι, που με μεγάλωσε σαν μητέρα, εξέπνευσε, δεν έφθασα έγκαιρα για να τη δω να πεθαίνει. Όταν τελικά κατόρθωσα να λάβω την άδεια από το Αστυνομικό Τμήμα και να φθάσω στο Πράτο, ήταν ήδη δύο ημέρες νεκρή. Και δεν περιορίστηκε σ’ αυτά, αλλά έπειτα αρνήθηκε να μου εκδώσει διαβατήριο ώστε να εμποδίσει την επιστροφή μου στο Παρίσι, όπου οι Γάλλοι φίλοι μου με συμβούλευαν να καταφύγω, ενώ απαγόρευσε τη μετάβασή μου σε παραμεθόριες περιοχές: Δεν μπορούσα να ταξιδέψω βορειότερα της Γένοβας, του Τορίνου, του Μιλάνου και της Βερόνας. Το 1936, ήτοι δύο χρόνια πριν την ψήφιση των φυλετικών νόμων, διέταξε μία έρευνα για να εξακριβώσει αν ήμουν Εβραίος, ελπίζοντας ίσως να αποκομίσει ένα επιπλέον επιχείρημα που θα δικαιολογούσε, ενώπιον της συνείδησής του, τη μικρόψυχη και μικροπρεπή στάση του απέναντί μου: Τόσο ευτελή τον καθιστούσε το σύνδρομο κατωτερότητας που τον χαρακτήριζε. Εκείνη η έρευνα, που αυτός είχε επισπεύσει με τις επανειλημμένες προσωπικές του παρεμβάσεις προς τον αρχηγό της Αστυνομίας (και διαθέτω τις σχετικές αποδείξεις, μεταξύ των οποίων ένα ηχογραφημένο τηλεφώνημα προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας με το ακόλουθο ερώτημα να βγαίνει από τα χείλη του: «Μα τελικά, είναι Εβραίος ή όχι;») επιβεβαίωσε με τρόπο αναντίρρητο πως ούτε ο πατέρας μου ούτε η μητέρα μου, ούτε οι παππούδες ούτε οι προπάπποι μου ήταν με οποιονδήποτε τρόπο υπεύθυνοι για την «Τεχνική του πραξικοπήματος». Μολαταύτα, το 1938, με αφορμή τη θέσπιση των φυλετικών νόμων, εκείνος διέταξε μια νέα έρευνα προς μεγάλη κατάπληξη του Ντίνο Αλφιέρι, τότε υπουργού Λαϊκής Παιδείας, στον οποίον ανέθεσε αυτή τη μάταια και γελοία έρευνα. Οϊμέ, δεν ήμουν ούτε καν Εβραίος! Και σαν να μην του έφθανε το γεγονός ότι κατ’ εντολή του επι-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-29-
CURZIO MALAPARTE
τηρούμουν αυστηρότατα, κάθε φορά που κάποιος μεγαλόσχημος του ναζισμού ερχόταν στη Ρώμη, ο Μουσολίνι έδινε εντολή να με συλλάβουν «για λόγους δημόσιας ασφάλειας». Ήμουν επικίνδυνος χωρίς να το ξέρω! Έτσι πέρασα πολλές μέρες στο κρατητήριο, όπου κάθε φορά συναντούσα τους παλιούς συντρόφους μου από τη Ρετζίνα Τσέλι, σχεδόν όλοι τους παλιοί δημοκρατικοί ή νεαροί κομμουνιστές από το Τεστάτσιο ή το Τραστέβερε, τόσο κατά την επίσκεψη του Χίτλερ το Μάιο του 1938 όσο και κατά τις επισκέψεις του Γκέμπελς, του Χίμλερ, του Γκέρινγκ. Γι’ αυτόν το λόγο, κατόπιν συμβουλής από τον Γκαλεάτσο Τσιάνο, εγκαταστάθηκα στο Κάπρι, μακριά από τη Ρώμη και μακριά από τις περιοχές που διασχίζει το τρένο του Μπρένερο κατεβαίνοντας τον Τίβερη. Όμως ούτε στο Κάπρι με άφησαν στην ησυχία μου: Ο αστυνομικός διευθυντής Μορίνι και έπειτα ο διάδοχός του, ο Φορτουνάτο, είχαν εντολή να με επιτηρούν και να διεξάγουν συχνές έρευνες στο σπίτι μου. Η εγκάρδια φιλία του Γκαλεάτσο Τσιάνο (που τόσους συγγραφείς, τόσους καλλιτέχνες, τόσους Εβραίους, τόσους πολιτικούς αντιπάλους είχε υπερασπιστεί ενάντια στον ίδιο το Μουσολίνι) ουδέποτε κατόρθωσε να εμποδίσει τις μικρόψυχες εναντίον μου διώξεις. Η φιλία του ωστόσο με βοήθησε τα μέγιστα: Γιατί πάρα πολλοί που αρχικά προσποιούνταν πως δε με έβλεπαν και δε με γνώριζαν (όλοι τους ήρωες της ελευθερίας σήμερα), ξέροντας ότι ο Γκαλεάτσο Τσιάνο ήταν φίλος μου, με χαιρετούσαν και μου χαμογελούσαν. Και πρόσφερε σημαντική βοήθεια στους φίλους μου, πολλοί από τους οποίους, Εβραίοι και μη, που σήμερα με κακίζουν για εκείνη τη φιλία, λες και υπάρχει κάτι ανέντιμο σ’ ένα τέτοιο αμιγώς προσωπικό συναίσθημα, τότε προσέτρεχαν σ’ εμένα ώστε να παρακινήσω τον Τσιάνο να τους υπερασπιστεί, να τους προστατεύσει, να τους σώσει. Το 1939, ο Άλντο Μπορέλι μού πρότεινε να μεταβώ στην Αιθιοπία ως ειδικός απεσταλμένος της «Corriere della Sera». Μετά από μακρές διαβουλεύσεις ανάμεσα στο Υπουργείο Λαϊκής Παιδείας, το Υπουργείο Εσωτερικών και τον Άλντο Μπορέλι, διευθυντή της «Corriere della Sera», ο οποίος, έχοντας τη στήριξη του Γκαλεάτσο Τσιάνο, όχι μόνο δε με εγκατέλειψε αλλά έκανε ό,τι μπορούσε προκειμένου να μετριάσει τις διώξεις στις οποίες ήμουν εκτεθειμένος,
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-30-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
μου δόθηκε τελικά η άδεια να μεταβώ στην Αιθιοπία. Ωστόσο ο Μουσολίνι διέταξε να με συνοδεύσει ένα ανώτερο στέλεχος της Αστυνομίας, ο Δρ. Κόντε, πρόσωπο, για καλή μου τύχη, σοβαρό, ειλικρινές και, πρέπει να προσθέσω, καλόκαρδο, που προσκολλήθηκε δίπλα μου και δεν απομακρύνθηκε από το πλευρό μου ούτε μια σπιθαμή καθ’ όλη τη διάρκεια εκείνου του μακρινού και επίπονου ταξιδιού των τριών χιλιάδων και πλέον χιλιομέτρων κατά μήκος της Αιθιοπίας. Ο Μουσολίνι προφανώς φοβόταν ότι εγώ θα αποβιβαζόμουν κρυφά στο Πορτ Σαΐντ ή στο Σουέζ ή ότι θα έφθανα στη Γαλλία μέσω του Τζιμπουτί. Όταν πλησιάζαμε στο Πορτ Σαΐντ στον πηγεμό και στο Σουέζ στην επιστροφή, παρέμενα κλεισμένος μέσα σε μια καμπίνα και επιτηρούμουν άγρυπνα, έως ότου να βγούμε από το Κανάλι του Σουέζ και να βρεθούμε στην ανοιχτή θάλασσα. Έχω στην κατοχή μου τις αναφορές που ο Δρ. Κόντε έστελνε τακτικά στο Μουσολίνι, επαναλαμβάνοντάς του ακόμη και τις πιο αθώες αποστροφές του λόγου μου ή ενημερώνοντάς τον για τις προφυλάξεις που έκρινε κατάλληλες ώστε να εμποδίσει τη φυγή μου. Στη διάρκεια εκείνου του ταξιδιού μου συνέβη κάτι ξεχωριστό. Στο Γκοντάρ μού ήρθε η ιδέα να μεταβώ στην Αντίς Αμπέμπα διασχίζοντας το Γκοτζιάμ (μία διαδρομή περίπου χιλίων χιλιομέτρων καβάλα σε μουλάρι), όμως, παρότι ο πόλεμος στην Αιθιοπία είχε λήξει τέσσερα χρόνια νωρίτερα, στο Γκοτζιάμ η εξέγερση μαινόταν λυσσασμένη και το ταξίδι μου, που κρίθηκε παράλογο, απαγορεύτηκε από το στρατιωτικό Διοικητή του Γκοντάρ. Γνωρίζοντας ωστόσο ότι το 9ο Τάγμα Ερυθραίας, που διοικούνταν από το λοχαγό Ρεντζούλι, γενναίο στρατιωτικό από την Πούλια, θα επιχειρούσε από τις όχθες της Λίμνης Τάνα να διεισδύσει στο Γκοτζιάμ ώστε να εφοδιάσει με τρόφιμα, όπλα και πυρομαχικά τις απομονωμένες και επί πολλούς μήνες πολιορκούμενες φρουρές μας και ότι θα έφθανε στην Αντίς Αμπέμπα μέσω του Ντέμπρε Μάρκος, πέτυχα να ενωθώ μ’ εκείνο το Τάγμα. Όταν έφθασα, λοιπόν, στη Λίμνη Τάνα, ξεκίνησα την πορεία μαζί με το 9ο Τάγμα Ερυθραίας έχοντας πάντα το Δρ. Κόντε κολλημένο σαν στρείδι πάνω μου. Η πρώτη μέρα κύλησε πολύ καλά, όμως προς το σούρουπο η φάλαγγά μας δέχτηκε επίθεση από μια ορδή μερικών χιλιάδων
9, για την ελληνική γλώσσα.
-31-
CURZIO MALAPARTE
Αιθιόπων ανταρτών. Εγώ ήμουν άοπλος και δεν μπορούσα να αμυνθώ. Ζήτησα, λοιπόν, από τον αξιωματικό της Αστυνομίας, του οποίου ήμουν σχεδόν αιχμάλωτος, την άδεια να μαζέψω από κάτω το τουφέκι ενός ιθαγενούς στρατιώτη του ιταλικού τάγματος, ο οποίος είχε σκοτωθεί λίγα μόλις μέτρα μακριά μου. Μετά από πολλές αντιρρήσεις, ο Δρ. Κόντε μού έδωσε την άδεια και οπλισμένος έτσι με το τουφέκι του νεκρού, μπόρεσα να αμυνθώ ενάντια στους επιδρομείς, πλάι στο φύλακα άγγελό μου που πυροβολούσε τους αντάρτες χωρίς καν να τους βλέπει. Τόσο πολύ ανησυχούσε να μη με χάσει ούτε στιγμή από τα μάτια του. Για τη γενναιότητα που επιδείξαμε σ’ αυτή την αιματηρή σύγκρουση, ο Δρ. Κόντε κι εγώ παρασημοφορηθήκαμε με τον πολεμικό σταυρό στο πεδίο της μάχης. Στη διάρκεια εκείνου του δικού μου «Γύρου της Αιθιοπίας σε 80 ημέρες», ταξίδεψα, όπως ο Φιλέας Φογκ, συνοδευόμενος από έναν αστυνομικό, στον οποίο χρωστάω πιθανότατα τη ζωή μου. Γιατί, αν ο Δρ. Κόντε, αντί να μου επιτρέψει να μαζέψω από το χώμα το τουφέκι ενός νεκρού, μου είχε σ’ εκείνη την επικίνδυνη περίσταση φορέσει χειροπέδες, θα είχα πληρώσει σίγουρα πανάκριβα την αφροσύνη μου να γράψω την «Τεχνική του πραξικοπήματος». Η φήμη του ειδικού απεσταλμένου της «Corriere della Sera» που διέσχιζε την Αιθιοπία σχεδόν υπό καθεστώς ομηρίας, συνοδευόμενος από έναν αξιωματικό της Αστυνομίας, του οποίου προηγούνταν κρυπτογραφημένα τηλεγραφήματα που συνιστούσαν στις αρχές να λάβουν προφυλάξεις ώστε να μην αποπειραθεί να δραπετεύσει, και ο οποίος επιτηρούνταν αυστηρότατα, μέρα και νύχτα, από την αποικιακή Αστυνομία, εξαπλώθηκε σε όλη την Αυτοκρατορία δημιουργώντας μια αφόρητη για μένα κατάσταση και προκαλώντας την αγανάκτηση όλων των καθωσπρέπει ανθρώπων, μεταξύ των οποίων αναπολώ με εγκάρδια ευγνωμοσύνη τον Κυβερνήτη Νταοντιάτσε. Είναι ηλίου φαεινότερο: Μετά την εξορία μου, σε αντίθεση με τόσους ήρωες της ελευθερίας, είχα πράγματι ξανακερδίσει την εύνοια του Μουσολίνι. Φυσικά είμαι σε θέση να αποδείξω την αλήθεια όσων έχω πει μέχρις εδώ. Από όλες τις μικρόψυχες διώξεις, τις οποίες υπέστην από το 1933 έως το 1943 κατόπιν προσωπικών εντολών του Μουσολίνι, διαθέτω επίσημες αποδείξεις. Αυτές μου χορηγήθηκαν σε
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-32-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
φωτοαντίγραφα από την Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση της Ιταλίας, ώστε να μπορέσω να αποδείξω, αν χρειαζόταν, με τρόπο αναντίρρητο την ακρίβεια των ισχυρισμών μου. Το 1940, λίγες ημέρες πριν την κήρυξη του πολέμου, κλήθηκα ξανά στα όπλα και στάλθηκα στο μέτωπο ως λοχαγός του 5ου Συντάγματος Αλπινιστών. Αμέσως διαμαρτυρήθηκα στο Υπουργείο Πολέμου. Όντας πολιτικός κατάδικος, είχα, σύμφωνα με το καταστατικό του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος που είχε ισχύ νόμου, «τεθεί εκτός πολιτικής ζωής». Στη διαμαρτυρία μου διατύπωνα το αίτημα πως, αφού είχα τεθεί εκτός πολιτικής ζωής, θα έπρεπε λογικά να τεθώ και εκτός στρατιωτικής ζωής. Αντί να με αποστρατεύσει, όπως εγώ ήλπιζα, ή να με ξαναστείλει στο Λίπαρι, όπως πολλοί εύχονταν, ο Μουσολίνι, επιδιώκοντας ίσως να με υποχρεώσει να συμβιβαστώ, με μετέφερε στον «πυρήνα» των πολεμικών ανταποκριτών, που υπαγόταν στο Γραφείο Τύπου του Γενικού Επιτελείου και αποτελούνταν από συγγραφείς και δημοσιογράφους, οι οποίοι φορούσαν στρατιωτική στολή, ο καθένας με το βαθμό του, και υποβάλλονταν στην ίδια στρατιωτική πειθαρχία που υφίσταντο και οι αξιωματικοί των μάχιμων μονάδων. Στάλθηκα, λοιπόν, στο μέτωπο ως λοχαγός-πολεμικός ανταποκριτής της «Corriere della Sera», μαζί με πολυάριθμους άλλους ανταποκριτές άλλων εφημερίδων, πολλοί εκ των οποίων υπηρετούν στις τάξεις διάφορων πολιτικών κομμάτων χωρίς κανείς να διανοείται, και δικαίως, να τους κατακρίνει για το γεγονός ότι υπήρξαν πολεμικοί ανταποκριτές. Για να μην εκτεθούν σε κίνδυνο, ορισμένοι, ακραιφνείς κομμουνιστές σήμερα, δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να αντιγράφουν στα άρθρα τους τα ανακοινωθέντα των γερμανικών και ιταλικών υπηρεσιών προπαγάνδας, κι αυτό όταν δεν εξυμνούσαν τις νίκες του Χίτλερ. Σε ό,τι με αφορά, εγώ εκτέθηκα τόσο άσχημα, ώστε το Φθινόπωρο του 1941 οι Γερμανικές Αρχές (οι οποίες δεν ήθελαν ούτε να ακούνε το όνομά μου κι αυτό μπορώ να το αποδείξω) με εξεδίωξαν από το Ρωσικό Μέτωπο, παρά τις διαμαρτυρίες του Στρατάρχη Μέσε, Διοικητή του Ιταλικού Εκστρατευτικού Σώματος στη Ρωσία, εξαιτίας των ολοφάνερα δυσμενών για τη Γερμανία ανταποκρίσεών μου που τόση έκπληξη και τόσο πάταγο προξένησαν, όπως όλοι ξέρουν, στην Ιταλία.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-33-
CURZIO MALAPARTE
Με συνόδευσαν ως τα ιταλικά σύνορα και κατ’ εντολή του Μουσολίνι, ο οποίος μολαταύτα είχε επιτρέψει τη δημοσίευση των άρθρων μου, καταδικάστηκα σε τέσσερις μήνες κατ’ οίκον περιορισμό. Παρέλκει να αναφέρω πως μπορώ να αποδείξω όλα όσα υποστηρίζω. Όταν πέρασαν οι τέσσερις μήνες, στάλθηκα ξανά στο Μέτωπο της Φινλανδίας, κοντά στο φινλανδικό στρατό, και με την πτώση του Μουσολίνι, τον Ιούλιο του 1943, επέστρεψα στην Ιταλία, όπως και πολλοί άλλοι πολεμικοί ανταποκριτές από το Βόρειο Μέτωπο. Η μακρά περίοδος των ενοχλήσεων και των δοκιμασιών μου είχε τελειώσει. Όπως είναι γνωστό, από την αποβίβαση των Συμμάχων στο Σαλέρνο, το 1943, έως το 1945, συμμετείχα ως εθελοντής στο Ιταλικό Απελευθερωτικό Σώμα. Μετέπειτα ονομάστηκα αξιωματικόςσύνδεσμος της Ανωτάτης Συμμαχικής Διοίκησης, έλαβα μέρος στις μάχες του Κασίνο, στην απελευθέρωση της Ρώμης και στις μάχες κατά μήκος της Γοτθικής Γραμμής. Τον Αύγουστο του 1944, όντας αξιωματικός-σύνδεσμος μεταξύ των αμερικανοκαναδικών στρατευμάτων και της παρτιζάνικης Μεραρχίας «Ποσέντε»17, στη διάρκεια των αιματηρών μαχών για την απελευθέρωση της Φλωρεντίας (ο κομμουνιστής Διοικητής της Μεραρχίας «Ποσέντε» πέθανε στο Ολτράρνο, λίγα μόλις μέτρα μακριά μου), λόγω της συμπεριφοράς μου προτάθηκα για έπαινο από την Ανωτάτη Συμμαχική Διοίκηση.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Στην Αγγλία, στην Αμερική, στην Πολωνία, στην Ισπανία, στη δημοκρατική Ισπανία του 1931, «Η τεχνική του πραξικοπήματος» έγινε δεκτή με πάγκοινη εύνοια. Ακόμη και ο φιλελεύθερος και δημοκρατικός αγγλοσαξονικός Τύπος, από τους «New York Times» έως τη «New York Herald», από τους «Times» και το «Manchester Guardian» έως τη «New Statesman and Nation», εγκωμίασε τα «ηθικά κίνητρα» του βιβλίου μου (που μεταφράστηκε στα αγγλικά από τη Σίλβια Σπριτζ), αν και εκφράστηκαν επιφυλάξεις πάνω στη θέση μου ότι «όπως όλα τα μέσα επιτρέπονται για την κατάργηση της ελευθερίας, κατά τον ίδιο τρόπο όλα τα μέσα επιτρέπονται για την υπεράσπισή της». Όταν το 1933 ταξίδεψα στο Λονδίνο, έγινα δεκτός μ’ εκείνη τη συμπάθεια που οι Άγγλοι επιφυλάσσουν στους ελεύθερους ανθρώπους. 17.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για τη Μεραρχία «Ποτέντε».
-34-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Στη Γαλλία, από το Σαρλ Μοράς18 και το Λεόν Ντοντέ έως το Ζακ Μπενβίλ, από τον Πιερ Ντεσκάβ έως τον Εμίλ Μπιρέ, από την «Action Française» έως την «Humanité», από τη «République» έως την «Populaire» του Λεόν Μπλουμ, από την καθολική «Croix» έως τη «Figaro», από την «Écho de Paris» έως τη «La gauche» και ούτω καθεξής, στη συγχορδία των επαίνων δεν υπήρξε ούτε μία παραφωνία. Και ενώ η άκρα Δεξιά έπαιρνε αφορμή από το βιβλίο μου για να καταγγείλει τους κινδύνους που εγκυμονούσαν οι καταστάσεις στη Γερμανία και στην Ισπανία (Ζακ Μπενβίλ, «Action Française» της 31ης Ιουλίου 1931) και για να προσελκύσει την προσοχή των υπερασπιστών της ελευθερίας πάνω στην αδυναμία του φιλελεύθερου και δημοκρατικού κράτους (Ανρί ντε Κεριλίς, «Écho de Paris» της 5ης Αυγούστου 1931) ή ακόμη και για να τα βάλει, αρκούντως παραδόξως, με τον Πωλ Βαλερύ, «βλάκα γραφειοκράτη, υδροκέφαλο που θα έπρεπε να είναι σε νεκροταφείο πλοίων» (Λεόν Ντοντέ, «Action Française» της 12ης Αυγούστου 1931), η άκρα Αριστερά, από την άλλη, χρησιμοποίησε το βιβλίο μου για να επιτεθεί στον Τρότσκι. Ο πρέσβης της ΕΣΣΔ στο Παρίσι μού μεταβίβασε μέσω του εκδότη μου, Μπερνάρ Γκρασέ, πρόσκληση της κυβέρνησης της Μόσχας να μεταβώ στη Ρωσία, ως προσκεκλημένος της, και να παραμείνω για χρονικό διάστημα έξι μηνών ώστε να μελετήσω εκ του σύνεγγυς τη ζωή στη Σοβιετική Ένωση, πρόταση που ευγενικά απέρριψα για προφανείς λόγους. Οι Γερμανοί πολιτικοί φυγάδες (πρώτοι αυτοί), όπως ο Σίμον, διευθυντής της «Frankfurter Zeitung», και ο Τέοντορ Βολφ, μου μετέφεραν στο Παρίσι τους χαιρετισμούς των Γερμανών αντιναζιστών. Δοκίμια και γραπτά πάνω στην «Τεχνική του πραξικοπήματος» έκαναν την εμφάνισή τους στην Ευρώπη και στην Αμερική. Θυμάμαι με μεγάλη ευχαρίστηση
9, για την ελληνική γλώσσα.
18.
Σαρλ Μοράς (1868-1952): Γάλλος συγγραφέας και πολιτικός. Η επίδρασή του υπήρξε σημαντική κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, κυρίως στους κύκλους των διανοουμένων και των πολιτικών. Ανανέωσε τη φιλοβασιλική σκέψη, εμπότισε σε μεγάλη έκταση τον κύκλο των ρωμαιοκαθολικών και συντηρητικών και προετοίμασε το πνεύμα της αντεκδίκησης κατά της Γερμανίας. Μολονότι ελάχιστα ευνοϊκά διακείμενος προς το Χίτλερ, τάχθηκε υπέρ του Μουσολίνι και του Φράνκο [Σ.τ.Ε.].
-35-
CURZIO MALAPARTE
το βιβλίο «Η επανάσταση του μηδενισμού» στο οποίο ο Γερμανός Χέρμαν Ράουσνινγκ, συγγραφέας του περίφημου «Ο Χίτλερ μού είπε», ανέλυε τη βασική θέση του βιβλίου μου. Μέσα σ’ εκείνη τη συγχορδία των επαίνων υπήρξε μόνο μία παράταιρη φωνή: Αυτή του Λέον Τρότσκι, ο οποίος μου επιτέθηκε με βιαιότητα στο λόγο που εκφώνησε στο ραδιόφωνο της Κοπεγχάγης τον Οκτώβριο του 1931. Μετά την εξορία του στον Καύκασο, ο Τρότσκι είχε απομακρυνθεί από τη Ρωσία βρίσκοντας καταφύγιο στην Πρίγκηπο (Πριγκηπόνησα), στη Θάλασσα του Μαρμαρά, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Το Φθινόπωρο του 1931 αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Όταν όμως απορρίφθηκε η αίτησή του για άδεια παραμονής στη Γαλλία, επέλεξε το Μεξικό ως τόπο εξορίας και, προτού εγκαταλείψει την Ευρώπη, αποδέχτηκε την πρόσκληση του ραδιοφώνου της Κοπεγχάγης που του πρόσφερε την ευκαιρία να απαντήσει δημόσια στις κατηγορίες του Στάλιν. Ήταν η πρώτη φορά, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, που ο Τρότσκι μιλούσε στην Ευρώπη και προς την Ευρώπη: Η προσμονή για την προαναγγελθείσα ομιλία του ήταν τεράστια. Δυστυχώς αυτός δε μίλησε παρά μόνο για το Στάλιν και για μένα. Ένιωσα, όπως και ο Στάλιν, βαθύτατη απογοήτευση. Αφιέρωσε μεγάλο τμήμα της ομιλίας του (το κείμενο της οποίας δημοσιεύτηκε στην τροτσκιστική εφημερίδα «La cloche» του Παρισιού) στην «Τεχνική του πραξικοπήματος»: Ο Τρότσκι έφτυσε πάνω στο Στάλιν και ξέρασε πάνω μου. Το ίδιο βράδυ τού έστειλα το ακόλουθο τηλεγράφημα: «Γιατί εμπλέκετε το όνομά μου και το βιβλίο μου στις προσωπικές σας ιστορίες με το Στάλιν; Στοπ. Δεν έχω τίποτε κοινό ούτε μ’ εσάς ούτε με το Στάλιν. Στοπ. Κούρτσιο Μαλαπάρτε». Ο Τρότσκι μού απάντησε αμέσως τηλεγραφώντας μου την εξής φράση: «Το εύχομαι για σας. Στοπ. Λέον Τρότσκι».
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Όμως ανάμεσα σε όλες τις φωνές που χαιρέτησαν την εμφάνιση του βιβλίου μου, υπάρχει μία που μου είναι ιδιαίτερα αγαπητή: Αυτή του Ζαν-Ρισάρ Μπλοχ. Το ιταλικό αναγνωστικό κοινό ίσως δε γνωρίζει ποιος είναι ο Ζαν-Ρισάρ Μπλοχ. Είναι ένας από τους ήρωες του γαλλικού κομμουνισμού. Στη διάρκεια του πολέμου κατέφυγε στη Μόσχα, όπου διηύθυνε το ραδιοφωνικό προπαγανδιστικό πρόγραμμα στη γαλλική γλώσσα. Όταν μετά την απελευθέρωση
-36-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
επέστρεψε στο Παρίσι, ίδρυσε την εφημερίδα «Ce soir». Όταν πέθανε του αποδόθηκαν μεγάλες τιμές. Αν και κομμουνιστής, ο Ζαν-Ρισάρ Μπλοχ δεν ήταν ούτε σεχταριστής ούτε φανατικός. Είχε αντιληφθεί το νόημα του βιβλίου μου και τη σημασία όχι μόνο του πολιτικού προβλήματος, μα και του ηθικού, που αυτό θέτει στους υπερασπιστές της ελευθερίας. Από την πρώτη μας συνάντηση, στο Παρίσι το 1931, μου εκδήλωνε πάντοτε έμπρακτα την αταλάντευτη συμπάθειά του. Ίσως κάποιοι κομμουνιστές να τον ψέξουν γι’ αυτή του τη συμπάθεια προς εμένα. Πώς θα μπορούσαν πράγματι να παραδεχτούν ότι ένας κομμουνιστής, του οποίου το λείψανο γνώρισε αποθεωτικές τιμές, ότι ένας ήρωας της ελευθερίας, πάνω στον οποίο το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας είχε την αποκλειστικότητα, «για όλα τα κράτη, συμπεριλαμβανομένων της Σουηδίας και της Νορβηγίας», μπόρεσε να αποδείξει την ειλικρίνειά του προς έναν ελεύθερο άνθρωπο; (Και λέω ελεύθερο άνθρωπο γιατί έτσι με είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος ο Ζαν-Ρισάρ Μπλοχ.) «Διάβασα», μου έγραφε ο Ζαν-Ρισάρ Μπλοχ στις 20 Νοεμβρίου 1931 από τη βίλα του La Mérigote κοντά στο Πουατιέ, «διάβασα με ολόθερμο ενδιαφέρον το βιβλίο που είχατε την ευγένεια να μου στείλετε. Εάν αληθεύει, όπως εγώ πιστεύω, ότι το προκαταρκτικό έργο που βαρύνει τους διανοούμενους σ’ αυτό το ξεκίνημα της σύγχρονη εποχής –ψυχορράγημα των νεότερων χρόνων– είναι το να “ονοματίσουν τα πράγματα”, να αποκαθάρουν το πνεύμα, να αποβάλουν τις νεκρές λέξεις, τις φθαρμένες έννοιες, τους παρωχημένους τρόπους σκέψης και να ανοίξουν το δρόμο σε αντιλήψεις ακριβούς απεικόνισης ενός πλήρως ανακαινισμένου κόσμου, τότε εσείς έχετε εκπληρώσει το δικό σας κομμάτι αυτής της κοινής εργασίας με μια μαεστρία εξαιρετική. »Διαχωρίζοντας ιδέες τόσο διαφορετικές όπως το επαναστατικό πρόγραμμα και η επαναστατική τακτική –η ιδεολογία και η τεχνική– ξεκαθαρίσατε το έδαφος. Καταστήσατε εφικτή σ’ εμάς τη δραστική κατανόηση και σύλληψη ορισμένων γεγονότων. Συμβάλατε στο να δούμε ξεκάθαρα τη νέα εποχή. Αυτό μόνο ένας μαρξιστής μπορούσε να το κάνει. Σύμφωνα με τη δική σας άποψη, μόνο ένας μαρξιστής μπορεί σήμερα να φέρει σε πέρας ένα πραξικόπημα. Επεκτείνοντας την ιδέα σας, προσθέτω πως μόνο ένας μαρξιστής μπορεί να συγγράψει ένα μυθιστόρημα ή ένα δράμα
9, για την ελληνική γλώσσα.
-37-
CURZIO MALAPARTE
που να “ταιριάζει” στο σύγχρονο κόσμο και να μην πλέει γύρω του σαν κακοφτιαγμένο ρούχο. »Οι σκέψεις στις οποίες μάς υποχρεώνετε είναι αμέτρητες και όλες τους ουσιώδεις. Μου αρέσει επίσης ο ελεύθερος και χαρούμενος τόνος με τον οποίον μιλάτε γι’ αυτά τα πράγματα, όπου το όπλο της αγάπης για τον άνθρωπο είναι η περιφρόνηση γι’ αυτόν. Πρέπει να πω ότι στον ήχο της φωνής σας αναγνωρίζω όλα όσα αγαπώ και εκτιμώ βαθύτατα στην ύψιστη ιταλική ευφυΐα. Για λίγους λαούς αισθάνομαι εντονότερη αγάπη απ’ αυτή που νιώθω για το δικό σας. Το ελάττωμά του είναι η κούφια ρητορεία, όπως το χαριτωμένο αμάρτημα των Γάλλων είναι ο ανούσιος συναισθηματισμός και αυτό των Γερμανών είναι η δόλια συστηματικότητά τους. Όταν όμως ένας Ιταλός αποφασίζει να γίνει διεισδυτικός, το κάνει όπως κανείς άλλος στον κόσμο. Πουθενά αλλού δεν έχω συναντήσει διάνοιες περισσότερο αληθινές και αυθεντικές απ’ ό,τι στη χώρα σας, αν και ακόμη τόσο παραγνωρισμένες και υποτιμημένες. Οφείλω να πω ότι το βιβλίο σας αποπνέει έναν αέρα που μου είναι οικείος και ευεργετικός: Έναν αέρα ελεύθερου ανθρώπου. Κι αυτό είναι κάτι το μοναδικό στη συγγραφή ενός έργου που πραγματεύεται τα μέσα στραγγαλισμού της ελευθερίας. Ποτέ άλλοτε δε μας έχει διδάξει κανείς με τόση ανεξαρτησία τον τρόπο με τον οποίον η ανεξαρτησία δολοφονείται. »Πρέπει να αποφύγω να υπεισέλθω στις λεπτομέρειες των σκέψεων στις οποίες η ανάγνωση του βιβλίου σας με υποχρέωσε. Αυτό δε θα ήταν πια μια επιστολή, αλλά ένα βιβλίο. Αυτό που αρκεί να σας ομολογήσω είναι πως, ανάμεσα σε χίλια άλλα σημεία, συμμερίζομαι τα αυστηρά σας συναισθήματα για το Χίτλερ. Είναι πιθανόν οι εξελίξεις να μας διαψεύσουν, εσάς κι εμένα, και να μας διδάξουν κάποια μέρα πως αυτός ο στομφώδης Αυστριακός, ο πανούργος και φοβητσιάρης, είχε σε εφεδρεία μια νέα και αποτελεσματική τακτική. Στην ιστορία οι αλληλουχίες δεν επαναλαμβάνονται ποτέ. Ο Γκαίτε είχε δίκιο, όταν έλεγε ότι τα ιστορικά γεγονότα είναι κάποιες φορές ομόλογα, όμως ποτέ ανάλογα. Έπεσα εντελώς έξω όχι στην ιδιαίτερη αλλά στη σχετική αξία του Μουσολίνι, τον οποίον γνώρισα για λίγο το 1914. Όπως και να ’χει, τείνω να συμμεριστώ τα δικά σας συναισθήματα. »Πάντως εκπλήσσομαι, όταν σας βλέπω να επικρίνετε το Χίτ-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-38-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
λερ για πράγματα όπως τα σημάδια της αδυναμίας του, η καταδίωξη της ελευθερίας συνειδήσεως, του αισθήματος προσωπικής αξιοπρέπειας και του πολιτισμού· για τις αστυνομικές μεθόδους του και την τακτική του χαφιεδισμού. Ο Μουσολίνι δεν έκανε κι αυτός τα ίδια;». Ο Μουσολίνι έκανε τα ίδια, αγαπητέ Ζαν-Ρισάρ Μπλοχ, τόσο σ’ εμένα όσο και σε πολλούς άλλους σαν εμένα, καλύτερους από μένα. Ίσως είχε δίκιο, ίσως έχουν δίκιο όλοι όσοι ακόμη και σήμερα, σ’ αυτή την απαλλαγμένη από το Χίτλερ και το Μουσολίνι Ευρώπη, εξακολουθούν να περιφρονούν και να διώκουν τους ελεύθερους ανθρώπους, επιχειρώντας να καταπνίξουν το συναίσθημα της προσωπικής αξιοπρέπειας, την ελευθερία της συνείδησης, την ανεξαρτησία του πνεύματος, την ελευθερία της τέχνης και της λογοτεχνίας. Πώς είμαστε τόσο βέβαιοι ότι οι διανοούμενοι, οι συγγραφείς, οι καλλιτέχνες, οι ελεύθεροι άνθρωποι, δεν είναι μία επικίνδυνη ράτσα, ολότελα άχρηστη, μία ράτσα καταραμένη; «Τι γνωρίζω;», αναρωτιόταν ο Μοντέν. Αλλά γιατί να στρεφόμαστε με μνησικακία στο παρελθόν, όταν το παρόν σίγουρα δεν είναι καλύτερο και το μέλλον μάς απειλεί; Όλες τις δοκιμασίες και τις διώξεις, στις οποίες αυτό το βιβλίο με ενέπλεξε, θα τις αναπολούσα με ευγνωμοσύνη, αν είχα πειστεί πως αυτές οι σελίδες μου συνέβαλαν, με τις μικρές τους δυνάμεις, στην υπεράσπιση της ελευθερίας στην Ευρώπη, που σήμερα διατρέχει τους ίδιους κινδύνους που διέτρεχε χθες και θα διατρέχει αύριο. Δεν είναι αλήθεια, όπως θρηνεί ο Τζόναθαν Σουίφτ, ότι η υπεράσπιση της ελευθερίας δεν ωφελεί σε τίποτε. Πάντα υπάρχει κάποιο όφελος: Αν μη τι άλλο η επίγνωση της σκλαβιάς, χάρη στην οποία ο ελεύθερος άνθρωπος ξεχωρίζει από τους άλλους. Γιατί «αυτό που κάνει τον άνθρωπο ελεύθερο», όπως έγραφα το 1936, «δεν είναι το να ζει ελεύθερος σε καθεστώς ελευθερίας, αλλά το να ζει ελεύθερος μέσα σε μια φυλακή».
9, για την ελληνική γλώσσα.
Κούρτσιο Μαλαπάρτε Παρίσι, Μάιος 1948
-39-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
1
ΑΝ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΣ ΜΟΥ είναι να αποδείξω πώς κατακτά και πώς υπερα-
σπίζεται κανείς ένα σύγχρονο κράτος, δεν μπορώ να πω ότι αυτό το βιβλίο σκοπεύει να είναι μια απομίμηση του «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι, ούτε καν μία σύγχρονη απομίμηση, δηλαδή ελάχιστα μακιαβελική. Η εποχή στην οποία αναφέρονται τα επιχειρήματα, τα παραδείγματα, οι κρίσεις και η ηθική του «Ηγεμόνα»19 ήταν εποχή τόσο έντονης κατάπτωσης των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών, της αξιοπρέπειας του πολίτη και του σεβασμού προς τον άνθρωπο, που θα συνιστούσε προσβολή προς τους αναγνώστες, ανθρώπους ελεύθερους, να χρησιμοποιήσω ως υπόδειγμα το διάσημο έργο του Μακιαβέλι, προκειμένου να προσεγγίσω μερικά από τα σημαντικότερα προβλήματα της σύγχρονης Ευρώπης.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Η πολιτική ιστορία των τελευταίων δέκα ετών δεν είναι η ιστορία της εφαρμογής της Συνθήκης των Βερσαλιών, ούτε των οικονομικών επιπτώσεων του πολέμου, ούτε των προσπαθειών των κυβερνήσεων να διασφαλίσουν την ειρήνη στην Ευρώπη, αλλά η ιστορία της διαμάχης ανάμεσα στους υπερασπιστές των αρχών της ελευθερίας και της Δημοκρατίας, ήτοι του κοινοβουλευτικού κράτους, και στους πολεμίους τους. Οι στάσεις των κομμάτων δεν είναι παρά οι πολιτικές όψεις αυτής της πάλης· και μόνο απ’ αυτή την οπτική γωνία οφείλει να τις δει κάποιος που θέλει να αντιληφθεί το νόημα πολλών γεγονότων των τελευταίων ετών και να προβλέψει τις εξελίξεις στην εσωτερική κατάσταση ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών. 19.
Στην ελληνική γλώσσα το έργο κυκλοφορεί σε διάφορες εκδόσεις. Εδώ σημειώνουμε την πιο πρόσφατη: Νικολό Μακιαβέλι, «Ο ηγεμόνας», μετάφραση Φώντας Κονδύλης, Αθήνα, Δαμιανός, 2007 [Σ.τ.Ε.].
-41-
CURZIO MALAPARTE
Σε όλες σχεδόν τις χώρες, δίπλα στα κόμματα που εμφανίζονται ως υπερασπιστές του κοινοβουλευτικού κράτους και θιασώτες μιας ισορροπημένης εσωτερικής πολιτικής, δηλαδή φιλελεύθερης και δημοκρατικής (αυτοί είναι οι κάθε είδους συντηρητικοί, από τους φιλελεύθερους Δεξιούς έως τους σοσιαλιστές Αριστερούς), υπάρχουν τα κόμματα που θέτουν το ζήτημα του κράτους στο πεδίο της επανάστασης. Αυτά είναι τα κόμματα της άκρας Δεξιάς και της άκρας Αριστεράς, οι κατιλινιστές, ήτοι οι φασίστες και οι κομμουνιστές. Οι κατιλινιστές της Δεξιάς φοβούνται τον κίνδυνο της αταξίας. Κατηγορούν την κυβέρνηση για αδυναμία, ανικανότητα και ανευθυνότητα, υποστηρίζουν την αναγκαιότητα μιας σιδηράς κρατικής οργάνωσης και ενός αμείλικτου ελέγχου σε όλη την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή. Είναι οι λάτρεις του κράτους, οι θιασώτες του κρατικού απολυταρχισμού. Σ’ ένα κράτος συγκεντρωτικό, αυταρχικό, ανελεύθερο και αντιδημοκρατικό, αυτοί αποτελούν τη μοναδική εγγύηση για την τάξη και την ελευθερία, τη μόνη άμυνα ενάντια στον κομμουνιστικό κίνδυνο. «Όλα στο κράτος, τίποτε εκτός κράτους, τίποτε εναντίον του κράτους», διακηρύσσει ο Μουσολίνι. Οι κατιλινιστές της Αριστεράς αποβλέπουν στην κατάκτηση της εξουσίας προκειμένου να εγκαθιδρύσουν τη δικτατορία του προλεταριάτου. «Όπου υπάρχει ελευθερία, δεν υπάρχει κράτος», διακηρύσσει ο Λένιν. Το παράδειγμα του Μουσολίνι και του Λένιν ασκεί μεγάλη επίδραση στην εμφάνιση και στην εξέλιξη της πάλης ανάμεσα στους κατιλινιστές της Δεξιάς και της Αριστεράς και στους υπερασπιστές του φιλελεύθερου και δημοκρατικού κράτους. Υπάρχει αναμφίβολα μία τακτική φασιστική και μία τακτική κομμουνιστική. Όμως, ως προς αυτό, πρέπει να παρατηρήσουμε πως ούτε οι κατιλινιστές ούτε οι υπερασπιστές του κράτους έχουν αποδείξει μέχρι σήμερα ότι γνωρίζουν σε τι συνίσταται η μία και σε τι η άλλη, αν μεταξύ τους υπάρχει κάποια ομοιότητα και ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Η τακτική που ακολουθήθηκε από τον Μπέλα Κουν20 δεν έχει τίποτε κοινό μ’ αυτή των Μπολσεβίκων. Η επαναστατική απόπειρα του Καπ δεν ήταν παρά ένα στρατιωτικό κίνημα. Τα
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
20. Μπέλα Κουν (1886-1939): Ούγγρος κομμουνιστής ηγέτης και Πρόεδρος της Ουγγρικής Σοβιετικής Δημοκρατίας (1919), εξέχον μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Γ΄ Διεθνούς. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 κατέβαλε προσπάθειες υποκίνησης μιας παγκόσμιας επανάστασης. Υπήρξε θύμα των σταλινικών εκκαθαρίσεων [Σ.τ.Ε.].
-42-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
πραξικοπήματα του Πρίμο ντε Ριβέρα και του Πιλσούντσκι δείχνουν να έχουν συλληφθεί και να έχουν εκτελεστεί σύμφωνα με τους κανόνες μιας παραδοσιακής τακτικής, που δεν παρουσιάζει καμία ομοιότητα με αυτή των φασιστών. Ίσως ο Μπέλα Κουν να δίνει την εντύπωση ενός ειδικού της τακτικής πιο σύγχρονου, περισσότερο τεχνίτη και γι’ αυτόν το λόγο πιο επικίνδυνου σε σύγκριση με τους τρεις άλλους, όμως, ακόμη κι αυτός, στο ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας, έδειξε να αγνοεί την ύπαρξη όχι μόνο μιας σύγχρονης επαναστατικής τακτικής, μα και μιας σύγχρονης τεχνικής του πραξικοπήματος. Ο Μπέλα Κουν πίστευε ότι μιμούνταν τον Τρότσκι και δεν αντιλήφθηκε ότι είχε παραμείνει προσκολλημένος στους κανόνες που είχε καθιερώσει ο Μαρξ ακολουθώντας το παράδειγμα της Παρισινής Κομμούνας του 1871. Ο Καπ είχε την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσε να επαναλάβει ενάντια στη Συνέλευση της Βαϊμάρης το πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ. Ο Πρίμο ντε Ριβέρα και ο Πιλσούντσκι φαντάζονταν πως, για να σφετεριστούν την εξουσία σ’ ένα σύγχρονο κράτος, αρκούσε να ανατρέψουν με τα όπλα τη συνταγματική κυβέρνηση. Είναι προφανές πως τόσο οι κατιλινιστές όσο και οι κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμη θέσει στους εαυτούς τους το ερώτημα αν υπάρχει μια σύγχρονη τεχνική του πραξικοπήματος και ποιοι είναι οι θεμελιώδεις κανόνες της. Στην επαναστατική τακτική των κατιλινιστών οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να αντιπαραθέτουν μια αμυντική τακτική, που φανερώνει πλήρη άγνοια των στοιχειωδών αρχών της τέχνης της κατάκτησης και της υπεράσπισης του σύγχρονου κράτους. Μόνο ο Μπάουερ21, Καγκελάριος του Ράιχ το Μάρτιο του 1920, απέδειξε πως αντιλήφθηκε ότι, για να μπορέσεις να υπερασπιστείς ένα κράτος, χρειάζεται να γνωρίζεις την τέχνη του σφετερισμού του.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Ενάντια στην επαναστατική απόπειρα του Καπ, ο Καγκελάριος Μπάουερ, άνθρωπος μέτριων ικανοτήτων, μαρξιστικής παιδείας μα κατά βάθος συντηρητικός, όπως κάθε καλός Γερμανός μεσοαστός, δε δίστασε να χρησιμοποιήσει το όπλο της γενικής απεργίας. Αυτός υπήρξε ο πρώτος που εφάρμοσε, προς υπεράσπιση του κράτους, το θεμελιώδη κανόνα της κομ21.
Ότο Μπάουερ (1870-1944): Γερμανός πολιτικός, ηγέτης των σοσιαλιστικών εργατικών συνδικάτων. Πρώτος Καγκελάριος της Γερμανικής Δημοκρατίας το 1919, υπέγραψε τη Συνθήκη των Βερσαλιών, αλλά εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη θέση του, το 1920, με το πραξικόπημα του Καπ [Σ.τ.Ε].
-43-
CURZIO MALAPARTE
μουνιστικής τακτικής. Η τέχνη της υπεράσπισης του σύγχρονου κράτους ρυθμίζεται από τις ίδιες αρχές που ρυθμίζουν την τέχνη της κατάκτησής του: Αυτό μπορούμε να ονομάσουμε ως συνταγή του Μπάουερ. Σίγουρα η σύλληψη του έντιμου Καγκελαρίου του Ράιχ δεν ταυτίζεται μ’ αυτή του Φουσέ22. Στη συνταγή του εμπεριέχεται σιωπηρά η καταδίκη των κλασικών αστυνομικών μέτρων, στα οποία οι κυβερνήσεις προστρέχουν σε οποιαδήποτε περίσταση και ενάντια σε οποιονδήποτε κίνδυνο, χωρίς να κάνουν καμία διάκριση ανάμεσα σε μια αναταραχή στα προάστια και σε μια εξέγερση φυλακής, ανάμεσα σε μια απεργία και σε μια επανάσταση, ανάμεσα σε μια κοινοβουλευτική συνωμοσία και σε ένα οδόφραγμα. Είναι γνωστός ο τρόπος με τον οποίον ο Φουσέ συνηγορούσε υπέρ των μέτρων του, διακηρύσσοντας ότι χάρη σ’ αυτά μπορούσε να προκαλεί, να προλαμβάνει και να καταστέλλει οποιοδήποτε είδος ταραχών. Όμως σε τι θα ωφελούσαν σήμερα τα μέτρα του Φουσέ ενάντια στην τακτική των κομμουνιστών ή των φασιστών; Με περιέργεια διαπιστώνουμε σ’ αυτό το σημείο ότι η τακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση του Ράιχ για να περιορίσει και να καταπνίξει τη χιτλερική εξέγερση δεν ήταν παρά μια ατόφια εφαρμογή κλασικών αστυνομικών μέτρων. Προς δικαιολόγηση της πολιτικής της κυβέρνησης του Ράιχ απέναντι στο Χίτλερ, λέγεται στη Γερμανία ότι η σύγκρουση Μπάουερ και Χίτλερ δε θα ήταν ίδια με μια σύγκρουση Μπάουερ και Καπ. Υπάρχει αναμφίβολα τεράστια διαφορά ανάμεσα στην τακτική του Καπ και σ’ εκείνη του Χίτλερ: Όμως ο καλύτερος κριτής της τρέχουσας γερμανικής πραγματικότητας δεν είναι άλλος από τον Μπάουερ. Αποδεικνύεται μέρα με την ημέρα όλο και περισσότερο πως η συνταγή του είναι η μόνη ικανή να δώσει το μέτρο της ανεπάρκειας της τακτικής που ακολούθησε η κυβέρνηση ώστε να προστατέψει το Ράιχ από κάθε κίνδυνο. «Μα υπάρχει χιτλερικός κίνδυνος;», αναρωτιούνται οι υπερασπιστές του Ράιχ και καταλήγουν στο ακλόνητο συμπέρασμα ότι μόνο ένας κίνδυνος απειλεί τη Γερμανία και την Ευρώπη, ο κομμουνιστικός. Ο Μπάουερ θα μπορούσε να αντιτείνει ότι η κυβέρνηση του Ράιχ, ενάντια στην
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
22. Ζοζέφ Φουσέ (1758-1820): Γάλλος πολιτικός. Θήτευσε σε διάφορα αξιώματα των γαλλικών κυβερνήσεων από το 1792 έως το 1815. Τη 18η Μπρυμαίρ (9 Νοεμβρίου 1799) υποστήριξε θερμά το πραξικόπημα του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και ασχολήθηκε με την οργάνωση της μυστικής Αστυνομίας [Σ.τ.Μ.].
-44-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
κομμουνιστική απειλή, ακολουθεί την ίδια τακτική που υιοθετήθηκε στην αντιμετώπιση της χιτλερικής εξέγερσης, δηλαδή αυτή που συνίσταται στην εφαρμογή των κλασικών αστυνομικών μέτρων. Εδώ επιστρέφουμε στη συνταγή του Μπάουερ. Για να υπερασπίσουμε το κράτος από μια επαναστατική απόπειρα, φασιστική ή κομμουνιστική, επιβάλλεται να μετέλθουμε μια αμυντική τακτική, βασισμένη στις ίδιες αρχές που διέπουν τη φασιστική ή την κομμουνιστική τακτική. Με άλλα λόγια, στον Τρότσκι χρειάζεται να αντιπαραθέσουμε τον Τρότσκι και όχι πια τον Κερένσκι23, δηλαδή μέτρα αστυνομικού χαρακτήρα. Ο Κερένσκι δεν ήταν παρά ένας δημοκρατικός και φιλελεύθερος Φουσέ, με λίγη δόση μαρξιστικών ιδεών, ένας Φουσέ τύπου Βαλντέκ-Ρουσό και Μιλεράν24 του 1899. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι και σήμερα στη Γερμανία κυβερνά ο Κερένσκι. Στο Χίτλερ είναι αναγκαίο να αντιπαραθέσεις το Χίτλερ. Για να αμυνθείς ενάντια στους κομμουνιστές και στους φασίστες, χρειάζεται να τους πολεμήσεις στο δικό τους γήπεδο. Ο Μπάουερ θα είχε μετέλθει στις 18 του μηνός Μπρυμαίρ κατά του Βοναπάρτη την εξής τακτική: Θα τον αντιμετώπιζε στο δικό του γήπεδο, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα, νόμιμα και παράνομα, προκειμένου να υποχρεώσει το Βοναπάρτη να παραμείνει στο πεδίο της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, το οποίο επέλεξε ο Σιεγές25 για την εκτέλεση του πραξικοπήματος. Στην τακτική του Βοναπάρτη ο Μπάουερ θα είχε αντιπαραθέσει την τακτική του Βοναπάρτη.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Η τρέχουσα ευρωπαϊκή πραγματικότητα προσφέρει πολλές πιθανότητες επιτυχίας στις φιλοδοξίες των κατιλινιστών της Δεξιάς και της Αριστεράς. 23. Αλεξάντρ Φιοντόροβιτς Κερένσκι (1881-1970): Μετριοπαθής σοσιαλιστής επαναστάτης που χρημάτισε Πρωθυπουργός της Ρωσίας από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 1917. Όταν οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν την εξουσία ο Κερένσκι δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει δυνάμεις για να υπερασπιστεί την κυβέρνησή του. Το 1918 κατέφυγε στη Δυτική Ευρώπη και το 1940 εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες [Σ.τ.Ε.]. 24. Πιερ Μαρί Ρενέ Βαλντέκ-Ρουσό (1846-1904), Αλεξάντρ Μιλεράν (1859-1943): Γάλλοι πολιτικοί. Ο πρώτος διευθέτησε την υπόθεση Ντρέιφους και νομιμοποίησε τα συνδικάτα. Ο δεύτερος θέλησε να ενισχύσει τις προεδρικές εξουσίες [Σ.τ.Ε.]. 25. Εμανουέλ Ζοζέφ Σιεγές (1748-1836): Γάλλος πολιτικός και συνταγματολόγος, ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο τόσο στην επανάσταση του 1789 όσο και στο πραξικόπημα του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Υπήρξε συντάκτης του νέου Συντάγματος που εξασφάλιζε ισορροπία αρμοδιοτήτων στους κόλπους της εκτελεστικής εξουσίας. Όμως γρήγορα το Σύνταγμα αυτό παραβιάστηκε από το Ναπολέοντα, ο οποίος αυτοανακηρύχτηκε ανώτατος άρχοντας της Γαλλίας [Σ.τ.Μ.].
-45-
CURZIO MALAPARTE
Η ανεπάρκεια των μέτρων που υιοθετήθηκαν και προβλέφθηκαν από τις κυβερνήσεις, προκειμένου να αποτραπούν ενδεχόμενες επαναστατικές απόπειρες, είναι τόσο έντονη που ο κίνδυνος ενός πραξικοπήματος θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Η ιδιαίτερη φύση του σύγχρονου κράτους, η πολυπλοκότητα και η ευαισθησία των λειτουργιών του, η βαρύτητα των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων, που αυτό έχει κληθεί να επιλύσει, το μετατρέπουν σε σημείο συνάντησης των αδυναμιών και των ανησυχιών των λαών, και αυξάνουν τις δυσκολίες που πρέπει να υπερπηδηθούν στη μέριμνα για την υπεράσπισή του. Το σύγχρονο κράτος είναι εκτεθειμένο, περισσότερο απ’ ό,τι πιστεύεται, στον επαναστατικό κίνδυνο: Οι κυβερνήσεις δεν ξέρουν πώς να το υπερασπιστούν. Και δεν ισχύει η εκτίμηση ότι, αν οι κυβερνήσεις δεν ξέρουν πώς να μεριμνήσουν για την υπεράσπισή του, οι κατιλινιστές, από την άλλη πλευρά, έχουν αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις ότι αγνοούν τα θεμελιώδη στοιχεία της τεχνικής του πραξικοπήματος. Γιατί αν αληθεύει πως σε πολλές περιπτώσεις μέχρι σήμερα οι κατιλινιστές δεν κατάφεραν να εκμεταλλευτούν ευνοϊκές περιστάσεις ώστε να σφετεριστούν την εξουσία, αυτό δε σημαίνει, μολαταύτα, ότι ένας τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Η κοινή γνώμη αυτών των χωρών, μια κοινή γνώμη φιλελεύθερη και δημοκρατική, κάνει λάθος που δεν ανησυχεί για το ενδεχόμενο ενός πραξικοπήματος. Με δεδομένη την τρέχουσα ευρωπαϊκή πραγματικότητα, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δε θα πρέπει να αποκλείεται σε καμία χώρα. Δε χωρά αμφιβολία πως ένας Πρίμο ντε Ριβέρα ή ένας Πιλσούντσκι δε θα είχε καμία πιθανότητα επιτυχίας σ’ ένα κράτος ελεύθερο και οργανωμένο και, για να χρησιμοποιήσω έναν όρο του 18ου αιώνα με εξαιρετικά επίκαιρη σημασία, σ’ ένα κράτος αστυνομευμένο. Το επιχείρημα είναι ορθότατο, αλλά υπερβολικά εύκολο και υπερβολικά απλοϊκό. Γιατί δεν είναι δεδομένο ότι ο κίνδυνος ενός πραξικοπήματος θα πρέπει υποχρεωτικά να ονομάζεται Πρίμο ντε Ριβέρα ή Πιλσούντσκι. Ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα που τίθεται στις κυβερνήσεις, σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις; Στην πλειονότητά τους οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ανήκουν στην οικογένεια του Καντίντ26. Η φιλελεύθερη και δημοκρατική αισιοδοξία τούς σώζει από κάθε υποψία και κάθε έγνοια. Υπάρχουν όμως κάποιοι, λι-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
26. Εδώ γίνεται αναφορά στον περίφημο ήρωα του Βολταίρου. Βλ. «Καντίντ ή η αισιοδοξία», μετάφραση Παντελής Κοντογιάννης, Αθήνα, Πόλις, 2005 [Σ.τ.Ε.].
-46-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
γότερο ευπρόσβλητοι από προκαταλήψεις και προικισμένοι με μια πιο σύγχρονη ευαισθησία, που αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι τα κλασικά αστυνομικά μέτρα δεν επαρκούν πια για να εγγυηθούν την ασφάλεια του κράτους. Στη διάρκεια μιας έρευνάς μου, την οποία ολοκλήρωσα πρόσφατα, γύρω από την κατάσταση στη Γερμανία, όπου η αντιπαράθεση ως προς την εσωτερική υπεράσπιση του Ράιχ είναι σήμερα εντονότερη από ποτέ, άκουσα να επαναλαμβάνεται από πολλούς μια κρίση του Στρέσεμαν27 για το Χίτλερ: «Η τακτική που ακολούθησε ο Κικέρωνας εναντίον του Κατιλίνα δε θα απέφερε κανένα αποτέλεσμα εναντίον του Χίτλερ». Είναι προφανές ότι ο Στρέσεμαν έθετε το πρόβλημα της υπεράσπισης του Ράιχ με όρους πολύ διαφορετικούς από τους καθιερωμένους στη γερμανική κρατική παράδοση. Διακήρυσσε την αντίθεσή του στην τακτική που δεσπόζει ακόμη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ως προς την αντίληψη της υπεράσπισης του κράτους, δηλαδή στην τακτική που βασίζεται στα αστυνομικά μέτρα, χάρη στα οποία ο Κικέρωνας απέτρεψε τη συνωμοσία του Κατιλίνα. Σε σχέση με την τρέχουσα κατάσταση στη Γερμανία, θα μου δοθεί η ευκαιρία παρακάτω να επανέλθω στη στάση του Στρέσεμαν απέναντι στην επαναστατική απόπειρα του Καπ στο Βερολίνο το 1920 και σ’ αυτή του Καρ και του Χίτλερ στο Μόναχο το 1923. Η αβεβαιότητα και η αδυναμία που επέδειξε ο Στρέσεμαν σ’ εκείνες τις περιστάσεις αντανακλούν πιστά τις αντιφάσεις που ταλανίζουν τη συνείδηση του γερμανικού λαού μπροστά στον κίνδυνο ενός πραξικοπήματος. Στη Γερμανία της Βαϊμάρης το ζήτημα του κράτους δεν είναι πλέον ζήτημα εξουσίας και μόνο: Είναι και ζήτημα ελευθερίας. Εάν τα αστυνομικά μέτρα αποδεικνύονται ανεπαρκή για να εγγυηθούν την υπεράσπιση του Ράιχ ενάντια σε μια πιθανή κομμουνιστική ή χιτλερική απόπειρα, σε ποια μέτρα μπορεί και πρέπει να καταφύγει η κυβέρνηση χωρίς να διακινδυνεύσει την ελευθερία του γερμανικού λαού; Ο Στρέσεμαν, σε λόγο που εκφώνησε στις 23 Αυγούστου 1923 σε μια συγκέντρωση βιομηχάνων, διακήρυξε ότι εκείνος δε θα είχε διστάσει να καταφύγει σε δικτατορικά μέτρα αν οι περιστάσεις
9, για την ελληνική γλώσσα.
27.
Γκούσταφ Στρέσεμαν (Στρέζεμαν) (1878-1929): Γερμανός πολιτικός, ο οποίος ως Καγκελάριος (1923) και κυρίως ως υπουργός Εξωτερικών (1923-1929) της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης συντέλεσε σημαντικά στην αποκατάσταση της διεθνούς θέσης της Γερμανίας μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1926 τιμήθηκε, από κοινού με το Γάλλο ομόλογό του Αριστίντ Μπριάν, με το βραβείο Νομπέλ [Σ.τ.Ε.].
-47-
CURZIO MALAPARTE
το απαιτούσαν. Όμως ανάμεσα στα αστυνομικά και στα δικτατορικά μέτρα, δεν υπάρχουν άλλα μέσα για να εγγυηθούν την υπεράσπιση του Ράιχ; Μ’ αυτούς τους όρους τίθεται το γερμανικό πρόβλημα και με παρόμοιους όρους τίθεται, σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες, το πρόβλημα της υπεράσπισης του κράτους. Η τρέχουσα ευρωπαϊκή πραγματικότητα και η πολιτική των κυβερνήσεων ενάντια στους κατιλινιστές δεν μπορούν να εξεταστούν και να κριθούν σύμφωνα με το πνεύμα και τη μέθοδο του Μακιαβέλι. Το πρόβλημα της κατάκτησης και της υπεράσπισης του κράτους δεν είναι πολιτικό, αλλά τεχνικό. Οι ευνοϊκές για ένα πραξικόπημα περιστάσεις δεν έχουν αναγκαστικά πολιτική ή κοινωνική υφή και δεν εξαρτώνται από τη γενικότερη κατάσταση μιας χώρας. Η επαναστατική τακτική που χρησιμοποίησε ο Τρότσκι στην Πετρούπολη τον Οκτώβριο του 1917 για να καταλάβει την εξουσία, θα απέφερε τα ίδια αποτελέσματα εάν είχε εφαρμοστεί στην Ελβετία ή την Ολλανδία. «Ή στην Αγγλία», προσέθετε ο Τρότσκι. Αυτοί οι ισχυρισμοί μπορεί να φαίνονται αυθαίρετοι ή παράλογοι μόνο σε όσους εκλαμβάνουν το επαναστατικό πρόβλημα ως αμιγώς πολιτικό ή κοινωνικό και παραπέμπουν, επιχειρώντας να κρίνουν την κατάσταση και τα γεγονότα της εποχής μας, στα παραδείγματα μιας επαναστατικής παράδοσης ήδη ξεπερασμένης, στον Κρόμγουελ28, στη 18η Μπρυμαίρ ή στην Κομμούνα. Το Καλοκαίρι του 1920 στη Βαρσοβία, στη διάρκεια μίας από τις σχεδόν καθημερινές συγκεντρώσεις που το Διπλωματικό Σώμα οργάνωνε στην έδρα της Αποστολικής Νουντσιατούρας, προκειμένου να αξιολογεί την κατάσταση στην Πολωνία, η οποία δεχόταν εισβολή από τον Κόκκινο Στρατό του Τρότσκι και συνταραζόταν από εσωτερικές διχόνοιες, είχα την ευκαιρία να γίνω αυτήκοος μάρτυς ενός σχετικά ζωηρού διαλόγου, ενός είδους πραγμάτευσης, ελάχιστα ακαδημαϊκής, πάνω στη φύση και
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
28. Όλιβερ Κρόμγουελ (1599-1658): Άγγλος στρατιωτικός και πολιτικός, ένας από τους αξιολογότερους κυβερνήτες της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Υπήρξε ο Λόρδος Προστάτης της δημοκρατικής Κοινοπολιτείας Αγγλίας, Σκοτίας και Ιρλανδίας από το 1653 έως το 1658. Από τους επιφανέστερους στρατηγούς της παράταξης των Κοινοβουλευτικών κατά τον Αγγλικό Πόλεμο εναντίον του Βασιλιά Καρόλου Α΄, συνέβαλε στην ανατροπή της μοναρχίας των Στιούαρτ και ανόρθωσε τη χώρα του από την παρακμή που είχε γνωρίσει μετά το θάνατο της Ελισάβετ Α΄ σε σημείο ώστε να καταστεί ηγέτιδα ευρωπαϊκή δύναμη [Σ.τ.Ε.].
-48-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
στους κινδύνους των επαναστάσεων ανάμεσα στον πρέσβη της Αγγλίας, Σερ Χόρας Ράμπολντ, και στο μονσινιόρ Ράτι, το σημερινό Πάπα Πίο ΙΑ΄, ο οποίος ήταν τότε αποστολικός νούντσιος στη Βαρσοβία. Είχα τη σπάνια τύχη να ακούσω ένα μελλοντικό πάπα να υποστηρίζει τις απόψεις του Τρότσκι πάνω στο σύγχρονο επαναστατικό πρόβλημα, αντιδικώντας μ’ έναν Άγγλο υπουργό ενώπιον των διπλωματικών αντιπροσώπων των σημαντικότερων κρατών του κόσμου. Ο Σερ Χόρας Ράμπολντ διατεινόταν ότι σε όλη την Πολωνία επικρατούσε άκρατη αναταραχή και ότι απ’ αυτή την αναταραχή θα γεννιόταν μοιραία από μέρα σε μέρα μία επανάσταση, γι’ αυτό το Διπλωματικό Σώμα θα έπρεπε αμέσως να εγκαταλείψει τη Βαρσοβία βρίσκοντας καταφύγιο στο Πόζεν (Πόζναν). Ο μονσινιόρ Ράτι αντέτεινε πως η αναταραχή ήταν όντως πολύ μεγάλη σε όλη τη χώρα, όμως προσέθετε ότι η επανάσταση δεν είναι ποτέ αναγκαία συνέπεια της αναταραχής και γι’ αυτό εκείνος πίστευε ότι θα ήταν λάθος η εγκατάλειψη της πρωτεύουσας, για τον πρόσθετο λόγο ότι η μετακίνηση του Διπλωματικού Σώματος στο Πόζεν θα ερμηνευόταν ως έλλειψη εμπιστοσύνης στον πολωνικό στρατό· και κατέληγε διακηρύσσοντας ότι εκείνος δε θα απομακρυνόταν από τη Βαρσοβία. Σε μια πολιτισμένη χώρα, όπου η οργάνωση του κράτους είναι ισχυρή, αντέκρουε ο πρέσβης της Αγγλίας, ο κίνδυνος μιας επανάστασης είναι ανύπαρκτος, καθώς μόνο η αναταραχή γεννά τις επαναστάσεις. Ο μονσινιόρ Ράτι, που χωρίς να το αντιλαμβάνεται, υπεραμυνόταν των απόψεων του Τρότσκι, επέμενε στον ισχυρισμό ότι η επανάσταση είναι εξίσου πιθανή σε μια πολιτισμένη χώρα, ισχυρά οργανωμένη και αστυνομευμένη όπως η Αγγλία, όσο και σε μια παραδομένη στην αναρχία χώρα όπως η Πολωνία εκείνη την εποχή, που υπονομευόταν από τη σύγκρουση των πολιτικών φατριών και δεχόταν εισβολή από έναν εχθρικό στρατό: «Ω, ποτέ!», αναφωνούσε ο Σερ Χόρας Ράμπολντ που έδειχνε πληγωμένος και σκανδαλισμένος από μια τέτοια διαβολή για πιθανότητα επανάστασης στην Αγγλία, αντιδρώντας με τον ίδιο τρόπο που αντέδρασε η Βασίλισσα Βικτωρία όταν ο Λόρδος Μέλμπουρν τής αποκάλυψε για πρώτη φορά την πιθανότητα μιας αλλαγής κυβέρνησης. Θα είναι ανώφελο να σταθούμε επί μακρόν στην κατάσταση που επικρατούσε στην Πολωνία το Καλοκαίρι του 1920, για να αποδείξουμε ότι οι ευνοϊκές για ένα πραξικόπημα περιστάσεις δεν εξαρτώνται από τη γενικότερη κατάσταση της χώρας και δεν είναι αναγκαστικά πολιτικής ή κοινωνικής υφής. Θα δούμε ότι στην Πολωνία εκείνη τη στιγμή δεν έλειπαν ούτε οι άνθρωποι ούτε οι ευκαιρίες: Όλες
9, για την ελληνική γλώσσα.
-49-
CURZIO MALAPARTE
οι περιστάσεις που ο Σερ Χόρας Ράμπολντ έκρινε ευνοϊκές έγερναν ολοφάνερα προς την πλευρά των κατιλινιστών. Για ποιο λόγο λοιπόν δε σημειώθηκε στη Βαρσοβία καμιά επαναστατική απόπειρα; Η κατάσταση στην Πολωνία διέψευσε ακόμη και τον ίδιο το Λένιν. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η διαπίστωση ότι γύρω από τη φύση των επαναστάσεων ο σημερινός Πάπας Πίος ΙΑ΄ είχε, και πιθανότατα εξακολουθεί να έχει ακόμη και σήμερα, πιο ξεκάθαρες και πιο σύγχρονες αντιλήψεις από το Λένιν. Η στάση του Πίου ΙΑ΄ απέναντι στους κατιλινιστές της Ευρώπης θα είχε γίνει αναμφίβολα πολύ καλύτερα κατανοητή από τον Τρότσκι, δηλαδή από έναν από τους κυριότερους δημιουργούς της σύγχρονης τεχνικής του πραξικοπήματος, παρά από το Σαρλ Μοράς, τον Ντοντέ και από όλους όσοι εκλαμβάνουν το επαναστατικό πρόβλημα ως αμιγώς πολιτικής ή κοινωνικής φύσης.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-50-
2
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ πάνω στην τέχνη της κατάκτησης και της υπερά-
σπισης του σύγχρονου κράτους, ήτοι πάνω στην τεχνική του πραξικοπήματος, μου γεννήθηκαν από την παρατήρηση ορισμένων γεγονότων, των οποίων έτυχε να είμαι μάρτυρας και εν μέρει πρωταγωνιστής το Καλοκαίρι του 1920 στην Πολωνία. Αφού πέρασα μερικούς μήνες στο Ανώτατο Πολεμικό Συμβούλιο των Βερσαλιών, τον Οκτώβριο του 1919 διορίστηκα διπλωματικός ακόλουθος στην Ιταλική Πρεσβεία της Βαρσοβίας. Είχα έτσι επανειλημμένα την ευκαιρία να προσεγγίσω τον Πιλσούντσκι και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τον άνθρωπο αυτόν κυβερνούσαν περισσότερο τα πάθη και η φαντασία παρά η λογική. Ήταν μάλλον οιηματίας παρά φιλόδοξος και κατά βάθος πλουσιότερος σε θέληση παρά σε ευφυΐα. Ακόμη και ο ίδιος αρεσκόταν να αυτοχαρακτηρίζεται τρελός και ξεροκέφαλος, όπως όλοι οι Πολωνοί της Λιθουανίας. Η ιστορία της ζωής του Πιλσούντσκι δε θα μπορούσε να του εξασφαλίσει τη συμπάθεια του Πλουτάρχου ή του Μακιαβέλι. Η επαναστατική του προσωπικότητα μου φαινόταν πολύ λιγότερο ενδιαφέρουσα απ’ αυτή των σπουδαίων συντηρητικών, του Ουίλσον29, του Κλεμανσό30, του
9, για την ελληνική γλώσσα.
29. Τόμας Γούντροου Ουίλσον (1858-1924): Ο 28ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, υπήρξε γνωστός για τον άκαμπτο ιδεαλισμό του, που οδήγησε τη χώρα του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ήταν υπέρμαχος της Κοινωνίας των Εθνών στη Διάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού (1919) [Σ.τ.Ε.]. 30. Ζορζ Κλεμανσό (1841-1929): Γάλλος πολιτικός και δημοσιογράφος, δεσπόζουσα πολιτική φυσιογνωμία της Γ΄ Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός της χώρας την περίοδο 1917-1920. Συνέβαλε σημαντικά στη συμμαχική νίκη κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη διατύπωση της Συνθήκης των Βερσαλιών [Σ.τ.Ε.].
-51-
CURZIO MALAPARTE
Λόιντ Τζορτζ31, του Φος32, τους οποίους είχα κατορθώσει να προσεγγίσω και να γνωρίσω στη Διάσκεψη Ειρήνης. Ως επαναστάτης ο Πιλσούντσκι μού φαινόταν κατά πολύ κατώτερος ακόμη κι από το Σταμπουλίσκι33, ο οποίος μου είχε δώσει την εντύπωση ενός ανθρώπου παντελώς στερημένου κάθε αισθήματος ηθικής, του κυνικότερου και ταυτόχρονα του πιο φλογερού κατιλινιστή, που στην Ευρώπη του 1919 τολμούσε να μιλά για ειρήνη και δικαιοσύνη μεταξύ των λαών. Όταν βρέθηκα για πρώτη φορά απέναντι στον Πιλσούντσκι, στην κατοικία του στο Μπελβεντέρε της Βαρσοβίας, το παρουσιαστικό και οι τρόποι του με άφησαν εμβρόντητο. Απέπνεε τον αέρα του αστού κατιλινιστή, που ως έγνοια έχει να συλλάβει και να πραγματώσει τα πιο τολμηρά σχέδια εντός όμως των ορίων της αστικής και ιστορικής ηθικής της εποχής και του έθνους του, του ανθρώπου που σέβεται μια νομιμότητα την οποία ενδόμυχα θα ήθελε να παραβιάσει, χωρίς ωστόσο να διακινδυνεύσει να τεθεί εκτός νόμου. Σε όλη του τη δράση γύρω από την κατάκτηση της εξουσίας, που κορυφώθηκε με το πραξικόπημα του 1926, ο Πιλσούντσκι απεδείκνυε πάντα πως στηριζόταν στο αξίωμα που ακολούθησε η Μαρία Θηρεσία ως προς την πολιτική της απέναντι στην Πολωνία: «Ενεργούμε με πρωσικό τρόπο τηρώντας τα προσχήματα της εντιμότητας». Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Πιλσούντσκι οικειοποιήθηκε το αξίωμα της Μαρίας Θηρεσίας ανησυχώντας μέχρι το τέλος, δηλαδή έως ότου ήταν πολύ αργά, για την τήρηση των προσχημάτων της νομιμότητας. Αυτή η διαρκής έγνοια του, κοινή σε πολλούς επαναστάτες, τον καθιστούσε ανίκανο, όπως έγινε εμφανές αργότερα το 1926, να
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 31.
Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ (1863-1945): Βρετανός πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε μεταξύ άλλων υπουργός Οικονομικών, υπουργός Πολεμικού Εξοπλισμού, υπουργός Στρατιωτικών και Πρωθυπουργός (1916-1922). Η παρουσία του δέσποζε στο αγγλικό πολιτικό προσκήνιο κατά τη δεύτερη περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου [Σ.τ.Ε.]. 32. Φερντινάν Φος (1851-1929): Στρατάρχης της Γαλλίας και Διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Θεωρείται ο ηγέτης στον οποίον κατεξοχήν οφείλεται η συμμαχική νίκη [Σ.τ.Ε.]. 33. Αλεξάνταρ Σταμπουλίσκι (Σταμπολίσκι) (1879-1923): Ηγέτης του Αγροτικού Κόμματος της Βουλγαρίας, υποστηρικτής των Συμμάχων κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αντίθετος προς το φιλογερμανό Βασιλιά Φερδινάνδο και Πρωθυπουργός μιας μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης (1919-1923) μετά τον πόλεμο. Τον Ιούνιο του 1923 τον ανέτρεψε ένα στρατιωτικό πραξικόπημα· ο Σταμπουλίσκι συνελήφθη και εκτελέστηκε [Σ.τ.Ε.].
-52-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
συλλάβει και να υλοποιήσει ένα πραξικόπημα σύμφωνα με τους κανόνες μιας τέχνης που δεν είναι αμιγώς πολιτική. Κάθε τέχνη έχει την τεχνική της. Λίγοι από τους μεγάλους επαναστάτες απέδειξαν πως γνώριζαν την τεχνική του πραξικοπήματος: Ο Κατιλίνας, ο Κρόμγουελ, ο Ροβεσπιέρος, ο Ναπολέων, για να θυμίσω μόνο μερικούς από τους σπουδαιότερους, ακόμη κι ο Λένιν, απέδειξαν πως γνώριζαν τα πάντα γύρω απ’ αυτή την τέχνη, εκτός από την τεχνική της. Ανάμεσα στο Ναπολέοντα της 18ης Μπρυμαίρ και το Στρατηγό Μπουλανζέ34 δεν υπάρχει παρά μόνο ο Λουκιανός Βοναπάρτης. Εκείνο το όψιμο Φθινόπωρο του 1919, ο Πιλσούντσκι φάνταζε στα μάτια όλου του πολωνικού λαού ως ο μόνος ικανός να κρατήσει στα χέρια του την τύχη της Δημοκρατίας. Ήταν τότε Αρχηγός του Κράτους, όμως μάλλον τύποις παρά στην ουσία. Ωστόσο ακόμη κι ως προς τον τύπο αυτή η αρχηγία ήταν ατελής. Κι αυτό γιατί, εν αναμονή του Συντάγματος, το οποίο θα εκπονούσε η εκλεγμένη τον Ιανουάριο του ιδίου έτους Δίαιτα, στον Πιλσούντσκι είχε παραχωρηθεί μόνο προσωρινή εξουσία. Τα παίγνια των πολιτικών κομμάτων και οι προσωπικές φιλοδοξίες περιόριζαν όντως σοβαρά την εξουσία του Αρχηγού του Κράτους. Ενώπιον της συντακτικής Δίαιτας, ο Πιλσούντσκι βρισκόταν στην ίδια κατάσταση που είχε βρεθεί ο Κρόμγουελ ενώπιον του Κοινοβουλίου στις 3 Σεπτεμβρίου του 1654. Εις μάτην ανέμενε η κοινή γνώμη απ’ αυτόν να διαλύσει τη Δίαιτα και να αναλάβει όλη την ευθύνη της διακυβέρνησης. Αυτός ο ιδιότυπος βάναυσος και αστός δικτάτορας, φατριαστής και συνάμα προσεκτικός ως προς τη νομιμότητα και γεμάτος έγνοια να φανεί αμερόληπτος στα μάτια του λαουτζίκου, αυτός ο ιδιότυπος σοσιαλιστής Στρατηγός, επαναστάτης ως τη μέση και αντιδραστικός από τη μέση και κάτω, που δεν μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα στον εμφύλιο πόλεμο και τον πόλεμο ενάντια στη σοβιετική Ρωσία, που απειλούσε μ’ ένα πραξικόπημα την εβδομάδα και αποδεικνυόταν ωστόσο έτοιμος να επιτρέψει την απορρόφησή του από τη νομιμότητα και το νομότυπο ενός Συντάγματος που ήταν ακόμη στα «σπλάχνα» της Δίαιτας και που ο λαός μάταια το επιζητούσε, αυτός ο
9, για την ελληνική γλώσσα.
34. Ζορζ Ερνέστ Ζαν Μαρί Μπουλανζέ (1837-1891): Γάλλος Στρατηγός και πολιτικός. Διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών. Ηγήθηκε ενός βραχύβιου, αλλά ευρείας απήχησης, κινήματος που απείλησε να ανατρέψει την Γ΄ Δημοκρατία στη δεκαετία 1880-1890 [Σ.τ.Ε.].
-53-
CURZIO MALAPARTE
άνθρωπος άρχιζε να προκαλεί στην κοινή γνώμη μια οργίλη κατάπληξη. Όχι μόνο οι σοσιαλιστές μα και οι άνθρωποι της Δεξιάς αναρωτιόνταν απορημένοι τι περίμενε αυτός ο ιδιότυπος Θησέας που εδώ και σχεδόν ένα χρόνο κλωθογύριζε στα δάχτυλά του το μίτο της Αριάδνης χωρίς να τον χρησιμοποιεί, ούτε για να βγει από τον πολιτικό και οικονομικό λαβύρινθο στον οποίον είχε εγκλωβιστεί το κράτος ούτε για να καταπνίξει τις δημοκρατικές ελευθερίες. Αντίθετα εδώ κι ένα χρόνο σπαταλούσε την ώρα του και τις ευκαιρίες των άλλων, μέσα στη γαλήνη του Μπελβεντέρε, της θερινής βασιλικής κατοικίας, μηχανευόμενος πανουργίες για να καταπνίξει τις ραδιουργίες του Πρωθυπουργού Παντερέφσκι35, ο οποίος από το Βασιλικό Μέγαρο, τη χειμερινή κατοικία των βασιλέων της Πολωνίας στην καρδιά της Βαρσοβίας, απαντούσε με το κλειδοκύμβαλο στις σάλπιγγες των ουλάνων του Πιλσούντσκι. Το κύρος του Αρχηγού του Κράτους, που είχε φθαρεί από τις κοινοβουλευτικές λογομαχίες και τις κομματικές μηχανορραφίες, μειωνόταν κάθε μέρα όλο και περισσότερο στα μάτια του λαού. Η εμπιστοσύνη των σοσιαλιστών προς τον παλιό τους σύντροφο στις συνωμοσίες και στην εξορία δοκιμαζόταν σκληρά από την αδικαιολόγητα παθητική στάση του μπροστά στα γεγονότα της εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής της Δημοκρατίας. Όσο για τους ευγενείς, που, μετά την ανεπιτυχή απόπειρα του Πρίγκιπα Σαπιέχα, πρωταγωνιστή του αποτυχημένου πραξικοπήματος κατά του Πιλσούντσκι τον Ιανουάριο του 1919, είχαν εγκαταλείψει την ιδέα μιας βίαιης κατάκτησης της εξουσίας, αυτοί επέστρεφαν στις φιλόδοξες αυταπάτες τους και πείθονταν ολοένα και περισσότερο ότι ο Πιλσούντσκι τώρα πια όχι μόνο δεν αποτελούσε κίνδυνο για τις κοινωνικές ελευθερίες, αλλά δε θα στεκόταν ικανός ούτε καν να τις υπερασπιστεί ενάντια σ’ ένα πραξικόπημα των κομμάτων της Δεξιάς. Ο Πιλσούντσκι δεν είχε κρατήσει κακία στον Πρίγκιπα Σαπιέχα. Λιθουανός όπως κι αυτός, αλλά πραγματικός άρχοντας, με ευγενικούς και πειστικούς τρόπους, εκλεπτυσμένος έως υποκρισίας, μ’ εκείνη την αβία-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
35. Ιγκνάτσι Γιαν Παντερέφσκι (1860-1941): Πολωνός πιανίστας, συνθέτης και πολιτικός που διετέλεσε Πρωθυπουργός της Πολωνίας το 1919. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του παρέμεινε θερμός πατριώτης και μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τού ανατέθηκε ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης προσωπικοτήτων απαλλαγμένων από κομματικές τοποθετήσεις, αλλά γρήγορα παραιτήθηκε και επέστρεψε στην Ελβετία, για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική του σταδιοδρομία [Σ.τ.Ε.].
-54-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
στη και ξένοιαστη αγγλική εκλέπτυνση, την οποία οι σπουδασμένοι στην Αγγλία ξένοι αποκτούν σαν δεύτερη φύση, ο Πρίγκιπας Σαπιέχα δεν ήταν άνθρωπος που θα μπορούσε να κινήσει την υποψία και το φθόνο του Πιλσούντσκι. Η επαναστατική του απόπειρα ήταν υπερβολικά ερασιτεχνική και πρόχειρη για να μπορέσει να επιτύχει. Ο Πιλσούντσκι, άνθρωπος σώφρων και φατριαστής, που διακατεχόταν από άκρατη περιφρόνηση για την πολωνική αριστοκρατία, εκδικήθηκε το Σαπιέχα διορίζοντάς τον πρεσβευτή στο Λονδίνο. Ιδού ένας σπουδασμένος στο Καίμπριτζ Σύλλας που επέστρεφε στην Αγγλία για να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Όμως η ιδέα του βίαιου σφετερισμού της εξουσίας δεν ωρίμαζε σιγά-σιγά μόνο στα κόμματα της Δεξιάς, που ανησυχούσαν τόσο για τον κίνδυνο που συνιστούσε η κοινοβουλευτική αναταραχή για τη σωτηρία της Δημοκρατίας όσο και για τα συμφέροντα των μεγάλων γαιοκτημόνων. Ο Στρατηγός Ιωσήφ Χάλερ, που με τη λήξη του πολέμου, αφού είχε πολεμήσει γενναία στο Γαλλικό Μέτωπο, είχε επιστρέψει στην Πολωνία επικεφαλής ενός στρατού εθελοντών πιστών μόνο σ’ εκείνον, δρούσε παρασκηνιακά ως ανταγωνιστής του Πιλσούντσκι προετοιμαζόμενος σιωπηρά να τον διαδεχτεί. Ο Αρχηγός της Αγγλικής Στρατιωτικής Αποστολής, Στρατηγός Κάρτον ντε Γουάιαρτ, για τον οποίον οι Πολωνοί έλεγαν πως έμοιαζε στο Νέλσωνα, καθώς είχε χάσει ένα μάτι κι ένα χέρι στη μάχη, δήλωνε χαμογελώντας ότι ο Πιλσούντσκι δε θα έπρεπε να εμπιστεύεται το Χάλερ, που ήταν κουτσός όπως και ο Ταλεϋράνδος36.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Η εσωτερική κατάσταση ωστόσο μέρα με την ημέρα επιδεινωνόταν. Μετά την πτώση του Παντερέφσκι η διαπάλη μεταξύ των κομμάτων είχε γίνει εντονότερη και ο νέος Πρωθυπουργός, ο Σκούλσκι, δεν έμοιαζε ο κατάλληλος άνθρωπος για να αντιμετωπίσει την πολιτική και διοικητική αναταραχή, τις αξιώσεις των φατριών και τις εξελίξεις που προετοιμάζονταν εν κρυπτώ. Προς τα τέλη Μαρτίου, σ’ ένα πολεμικό συμβούλιο που έλαβε χώρα στη Βαρσοβία, ο Στρατηγός Χάλερ είχε αντιταχθεί σθεναρά 36. Ταλεϋράνδος (Σαρλ-Μωρίς ντε Ταλεϋράν, 1754-1838): Γάλλος πολιτικός και διπλωμάτης η προσωπικότητα του οποίου υπήρξε δεσπόζουσα στη γαλλική, αλλά και στην ευρωπαϊκή, πολιτική σκηνή για μισό περίπου αιώνα. Χάρη στην ικανότητά του να επιβιώνει πολιτικά κατόρθωνε να αναλαμβάνει υψηλά αξιώματα τόσο κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης όσο και μετά την παλινόρθωση των Βουρβόνων και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λουδοβίκου-Φιλίππου [Σ.τ.Ε.].
-55-
CURZIO MALAPARTE
στα στρατιωτικά σχέδια του Πιλσούντσκι και, όταν αποφασίστηκε η κατάκτηση του Κιέβου, εκείνος αποτραβήχτηκε επιδεικνύοντας μια σύνεση που φάνηκε πολύ υπεροπτική, ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο από στρατηγικές εκτιμήσεις. Στις 26 Απριλίου 1920 ο πολωνικός στρατός παραβίασε τα σύνορα με την Ουκρανία και στις 8 Μαΐου μπήκε στο Κίεβο. Οι εύκολες νίκες του Πιλσούντσκι προξένησαν σε όλη την Πολωνία τεράστιο ενθουσιασμό: Στις 18 Μαΐου ο λαός της Βαρσοβίας υποδέχτηκε θριαμβευτικά τον πορθητή του Κιέβου, τον οποίον οι πιο απλοϊκοί και φανατικοί οπαδοί του συνέκριναν αφελώς με το νικητή του Μαρένγκο37. Όμως στις αρχές Ιουνίου ο στρατός των Μπολσεβίκων, υπό τη διοίκηση του Τρότσκι, ξεκίνησε την επίθεση και στις 10 του μήνα το κόκκινο ιππικό του Μπουντιένι38 κατέλαβε το Κίεβο. Στο άκουσμα της αναπάντεχης είδησης, ο φόβος και η αναταραχή εξήψαν τα μίση των κομμάτων και τις αξιώσεις των φατριών. Ο Πρωθυπουργός Σκούλσκι παραχώρησε την εξουσία στον Γκράμπσκι και ο υπουργός Εξωτερικών Πάτεκ αντικαταστάθηκε από τον Πρίγκιπα Σαπιέχα, πρέσβη στο Λονδίνο, τον αλλοτινό Σύλλα που επέστρεψε πραότερος από την εμπειρία του στον αγγλικό φιλελευθερισμό. Όλος ο λαός ξεσηκώθηκε ένοπλος ενάντια στις κόκκινες σημαίες των εισβολέων και ακόμη και ο Στρατηγός Χάλερ, ο ανταγωνιστής του Πιλσούντσκι, έσπευσε με τους εθελοντές του να βοηθήσει τον ταπεινωμένο πολέμιό του. Όμως η οχλοβοή των φατριών κάλυπτε το χρεμέτισμα των αλόγων του Μπουντιένι. Στις αρχές του Αυγούστου ο στρατός του Τρότσκι είχε φθάσει στις πύλες της Βαρσοβίας. Ομάδες στρατιωτών που είχαν υποχωρήσει άτακτα, πρόσφυγες από τις ανατολικές επαρχίες, χωρικοί που τράπηκαν σε φυγή μπροστά στον εισβολέα, περιφέρονταν στην πόλη καταμεσής ενός πλήθους ανήσυχου και σιωπηλού, που μέρα-νύχτα συνωθούνταν στις πλατείες και στους δρόμους αναμένοντας ειδήσεις. Ο αχός της μάχης πλησίαζε. Ο Πρωθυπουργός Γκράμπσκι είχε απομακρυνθεί μετά από μια
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
37.
Πρόκειται για το Ναπολέοντα Α΄ Βοναπάρτη. Με τη νίκη του στο Μαρένγκο (1800) εναντίον των Αυστριακών εδραίωσε τη φήμη του ως στρατιωτικού ηγήτορα [Σ.τ.Ε.]. 38. Σεμιόν Μιχαήλοβιτς Μπουντιένι (Μπουντιόνυϊ) (1883-1973): Σοβιετικός Στρατάρχης. Υπαξιωματικός στον τσαρικό στρατό, πήρε μέρος στο Ρωσοϊαπωνικό Πόλεμο (1904-1905), κατόπιν στον Α΄ Π. Π. Στη συνέχεια προσχώρησε στην επανάσταση του 1917. Το 1958 τιμήθηκε ως Ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης [Σ.τ.Ε.].
-56-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ολιγοήμερη θητεία και ο νέος Πρωθυπουργός, Βίτος, μισητός στα κόμματα της Δεξιάς, μάταια πάλευε να επιβάλει μια ανακωχή στον πόλεμο των φατριών και να οργανώσει την αντίσταση του λαού. Στα εργατικά προάστια και στη συνοικία Ναλέφσκι, το γκέτο της Βαρσοβίας, όπου στα αυτιά 300.000 Εβραίων έφθανε η κλαγγή της μάχης, ήδη έζεε η λαχτάρα της εξέγερσης. Στους διαδρόμους της Δίαιτας, στους προθαλάμους των Υπουργείων, στα γραφεία των τραπεζών και των εφημερίδων, στα καφενεία, στους στρατώνες, ακούγονταν οι πιο αλλόκοτες φήμες. Γινόταν λόγος για μια πιθανή επέμβαση γερμανικών στρατευμάτων, την οποία είχε εκλιπαρήσει από το Βερολίνο ο νέος Πρωθυπουργός Βίτος, ώστε να αναχαιτιστεί η επίθεση των Μπολσεβίκων. Και όπως έγινε γνωστό αργότερα, από την επερώτηση που υπέβαλε στη Δίαιτα ο βουλευτής Γκλομπιούσκι, οι διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία είχαν ξεκινήσει από το Βίτος σε συμφωνία με τον Πιλσούντσκι. Η άφιξη του Στρατηγού Βεϊγκάν είχε συσχετιστεί μ’ εκείνες τις διαπραγματεύσεις και είχε θεωρηθεί μάλλον ως απόρριψη του Βίτος παρά ως υποβάθμιση του Πιλσούντσκι. Τα κόμματα της Δεξιάς, προσκολλημένα στη γαλλική πολιτική, άντλησαν επιχειρήματα ώστε να κατηγορήσουν τον Αρχηγό του Κράτους για διπροσωπία και μωρία, προκειμένου να ζητήσει τη βοήθεια μιας ισχυρής κυβέρνησης, που θα ήταν ικανή να αντιμετωπίσει τους κινδύνους της εσωτερικής κατάστασης και να προστατεύσει τη Δημοκρατία και το στρατό. Όσον αφορά το Βίτος, ανήμπορος καθώς ήταν να κατευνάσει την οχλαγωγία των φατριών, όξυνε τις αντιπαραθέσεις επιρρίπτοντας στη Δεξιά και στην Αριστερά τις ευθύνες για την αποσύνθεση του κράτους. Αν ο εχθρός βρισκόταν προ των πυλών της πόλης, η πείνα και η εξέγερση είχαν ήδη εισβάλει στη Βαρσοβία. Πομπές ανθρώπων που βλαστημούσαν διέσχιζαν τους δρόμους των προαστίων και ήδη άρχιζαν να εμφανίζονται στα πεζοδρόμια της οδού Krakowskie Przedmiescie, μπροστά από τα μεγάλα ξενοδοχεία, τις τράπεζες και τα πολυτελή κτίρια της αριστοκρατίας, σιωπηλοί όχλοι λιποτακτών με θολά βλέμματα πάνω σε ωχρά και ξερακιανά πρόσωπα.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Στις 6 Αυγούστου ο αποστολικός νούντσιος μονσινιόρ Ράτι, πρύτανης του Διπλωματικού Σώματος και σημερινός Πάπας Πίος ΙΑ΄, συνοδευόμενος από τους πρεσβευτές της Αγγλίας, της Ιταλίας και της Ρουμανίας, επισκέφτηκε τον Πρωθυπουργό Βίτος ζητώντας του να καθορίσει σε ποια πόλη θα μετακινούνταν η κυβέρνηση σε περίπτωση εκκένωσης
-57-
CURZIO MALAPARTE
της πρωτεύουσας. Το μεγάλο βήμα είχε αποφασιστεί την προηγούμενη ημέρα, μετά από μακρά διαβούλευση, σε μια συγκέντρωση του Διπλωματικού Σώματος που έλαβε χώρα στην έδρα της Νουντσιατούρας. Η πλειοψηφία των ξένων αντιπροσώπων, ακολουθώντας το παράδειγμα του πρεσβευτή της Αγγλίας, Σερ Χόρας Ράμπολντ, και του ομολόγου του της Γερμανίας, Κόμη Όμπερντορφ, είχε αποφασίσει την άμεση μεταφορά του Διπλωματικού Σώματος σε μια ασφαλέστερη πόλη, το Πόζεν ή την Τσεστοχόβα. Ο Σερ Χόρας Ράμπολντ είχε φθάσει μάλιστα στο σημείο να προτείνει να επιβάλουν στην πολωνική κυβέρνηση την επιλογή του Πόζεν ως προσωρινής πρωτεύουσας, όπου θα μεταφερόταν στο μεταξύ το Υπουργείο Εξωτερικών μαζί με τους ξένους αντιπροσώπους. Οι μόνοι που υποστήριξαν την αναγκαιότητα της παραμονής στη Βαρσοβία μέχρις εσχάτων ήταν ο νούντσιος μονσινιόρ Ράτι και ο πρέσβης της Ιταλίας Τομαζίνι. Η στάση τους είχε προκαλέσει έντονες επικρίσεις κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης και ακόμη και η πολωνική κυβέρνηση την έκρινε αργότερα δυσμενώς, υποψιαζόμενη ότι ο αποστολικός νούντσιος και ο πρέσβης της Ιταλίας πρότειναν την παραμονή στη Βαρσοβία τρέφοντας την κρυφή ελπίδα ότι την τελευταία στιγμή θα εγκλωβίζονταν και θα υποχρεώνονταν να παραμείνουν στην πόλη, όταν οι Μπολσεβίκοι θα την καταλάμβαναν. Λεγόταν πως ο αποστολικός νούντσιος θα είχε έτσι τη δυνατότητα να παγιώσει μία μέσω αυτού επαφή ανάμεσα στο Βατικανό και τη σοβιετική κυβέρνηση, αποσκοπώντας σ’ ένα διάλογο για τα θρησκευτικά ζητήματα που ενδιέφεραν την Εκκλησία, η οποία ήταν πάντοτε προσεκτική ως προς τα ρωσικά πράγματα και τότε πρόθυμη όσο ποτέ άλλοτε να αδράξει την ευνοϊκή περίσταση ώστε να επεκτείνει την επιρροή της στην Ανατολική Ευρώπη. Η πρόθεση της Αγίας Έδρας να εκμεταλλευτεί τη βαρύτατη κρίση που μάστιζε την Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την μπολσεβίκικη επανάσταση φαινόταν ξεκάθαρα όχι μόνο από την εκλογή του πατρός Τζενόκι ως αποστολικού επισκέπτη στην Ουκρανία, αλλά και από την ίδια τη στάση του νούντσιου Ράτι προς τον ουνίτη μητροπολίτη Λεοπόλεως, μονσινιόρ Αντρέα Ζεπτίτσκι, τον οποίον οι Πολωνοί απεχθάνονταν. Είναι αλήθεια πως η Αγία Έδρα ανέκαθεν θεωρούσε την Ουνιτική Εκκλησία της Ανατολικής Γαλικίας ως τη φυσική γέφυρα για μια καθολική κατάκτηση της Ρωσίας. Για τον πρεσβευτή της Ιταλίας Τομαζίνι υπήρχε η υποψία πως υπάκουε σε σαφείς οδηγίες του υπουργού Εξωτερικών, Κόμη Σφόρτζα, που υπαγορεύονταν από λόγους εσωτερικής πολιτικής και από την επιθυμία της με οποιονδήποτε τρόπο
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-58-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
εγκαθίδρυσης σχέσεων με τη σοβιετική κυβέρνηση, ώστε να ικανοποιηθεί το αίτημα των Ιταλών σοσιαλιστών. Αν οι Μπολσεβίκοι καταλάμβαναν την πολωνική πρωτεύουσα, η παρουσία του πρεσβευτή Τομαζίνι στη Βαρσοβία θα πρόσφερε στον Κόμη Σφόρτζα μία βολική ευκαιρία, ώστε να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με την κυβέρνηση της Μόσχας. Το διάβημα του μονσινιόρ Ράτι, πρύτανη του Διπλωματικού Σώματος, έγινε δεκτό με μεγάλη ψυχρότητα από τον Πρωθυπουργό Βίτος. Καθορίστηκε ωστόσο ότι, σε περίπτωση κινδύνου, η πολωνική κυβέρνηση θα μεταφερόταν στο Πόζεν και ότι την κατάλληλη στιγμή θα μεριμνούσε για την ασφαλή μετακίνηση στην προσωρινή πρωτεύουσα των ξένων αντιπροσώπων. Δύο μέρες αργότερα, στις 8 Αυγούστου, μεγάλο μέρος των υπαλλήλων των αντιπροσωπειών εγκατέλειπε τη Βαρσοβία. Οι εμπροσθοφυλακές του στρατού των Μπολσεβίκων βρίσκονταν πια στις πύλες της πόλης. Στα εργατικά προάστια αντηχούσαν οι πρώτες τουφεκιές. Η ώρα της απόπειρας του πραξικοπήματος είχε φθάσει.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-59-
3
ΕΚΕΙΝΕΣ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ η Βαρσοβία είχε την όψη μιας πόλης παραδομέ-
νης στη λεηλασία. Το αυγουστιάτικο συννεφόκαμα κατέπνιγε τις φωνές και τους θορύβους και μια βαθιά σιγή αιωρούνταν πάνω από το πλήθος που είχε στρατοπεδεύσει στους δρόμους. Κάθε τόσο ατέρμονες ουρές από τραμ φορτωμένα με τραυματίες άνοιγαν δρόμο αργά μέσα στο πλήθος. Οι τραυματίες βλαστημούσαν προβάλλοντας τα πρόσωπα και τα χέρια τους από τα παράθυρα. Ένα μακρόσυρτο μουρμουρητό απλωνόταν από πεζοδρόμιο σε πεζοδρόμιο. Ανάμεσα σε μια συνοδεία ουλάνων, περνούσαν ομάδες αιχμαλωτισμένων ρακένδυτων Μπολσεβίκων, με το κόκκινο αστέρι στο στήθος, χωλαίνοντας σκυφτοί δίπλα στο ποδοβολητό των αλόγων. Στο πέρασμα των αιχμαλώτων το πλήθος άνοιγε σιωπηλά και ξανάκλεινε βαριά πίσω από την πλάτη τους. Εδώ κι εκεί ξεσπούσαν ταραχές που αμέσως καταπνίγονταν από τον αναπάντεχο συνωστισμό. Κάπου-κάπου, πάνω σ’ εκείνη την ανθρωποθάλασσα, ξεπρόβαλλαν ψηλοί ξύλινοι σταυροί, τους οποίους μετέφεραν σαν σε λιτανεία στρατιώτες λιπόσαρκοι και πυρετικοί. Ο λαός κινούνταν αργά και κατά κύματα, σχηματίζοντας ένα ποτάμι καταμεσής του δρόμου, που ακολουθούσε τους σταυρούς, σταματούσε, ξανακυλούσε και χανόταν σε αφρισμένα ρυάκια μέσα στο πλήθος. Στο στόμιο των γεφυρών του Βιστούλα ένας όχλος θορυβώδης και ανήσυχος έτεινε τα ώτα για να ακούσει μια απόμακρη βροντή. Πυκνά σύννεφα, κίτρινα από τον ήλιο και τη σκόνη, έφραζαν τον ορίζοντα που δονούνταν βοώντας σαν να δεχόταν χτυπήματα από πολιορκητικό κριό. Ο κεντρικός σταθμός πολιορκούνταν μέρα και νύχτα από πειναλέους όχλους λιποτακτών, προσφύγων, φυγάδων κάθε ράτσας και κοινωνικής τάξης. Μόνο οι Εβραίοι έδειχναν να μην ενοχλούνται από την αναστάτωση εκείνων των ημερών. Η συνοικία Ναλέφσκι, το γκέτο
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-60-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
της Βαρσοβίας, είχε γιορτή. Το μίσος για τους Πολωνούς διώκτες των τέκνων του Ισραήλ, η δίψα της εκδίκησης, η χαρά που ένιωθαν βλέποντας τη μεγάλη δυστυχία που βίωνε η καθολική και μισαλλόδοξη Πολωνία, όλα αυτά εκδηλώνονταν με γενναίες και βίαιες ενέργειες, ασυνήθιστες στους Εβραίους της Ναλέφσκι, που από παράδοση και φρονιμάδα ήταν βουβοί και παθητικοί. Οι Εβραίοι εξεγείρονταν κι αυτός ήταν άσχημος οιωνός για την Πολωνία. Η είδηση ότι φυγάδες κατέφθαναν από τις περιοχές που είχαν καταληφθεί τροφοδοτούσε το πνεύμα της εξέγερσης. Σε κάθε πόλη, σε κάθε κατακτημένο χωριό, οι Μπολσεβίκοι έσπευδαν να εγκαταστήσουν ένα Σοβιέτ, που αποτελούνταν από ντόπιους Εβραίους. Από διωκόμενοι οι Εβραίοι μετατρέπονταν σε διώκτες. Το φρούτο της ελευθερίας, της εκδίκησης και της εξουσίας ήταν πολύ γλυκό για να μην το δαγκώσει η εξαθλιωμένη πλέμπα της συνοικίας Ναλέφσκι. Ο Κόκκινος Στρατός, ο οποίος τώρα πια απείχε λίγα μόλις χιλιόμετρα από τη Βαρσοβία, είχε ένα φυσικό σύμμαχο στο πρόσωπο του τεράστιου εβραϊκού πληθυσμού της πόλης που μέρα με την ημέρα γινόταν πολυπληθέστερος και γενναιότερος. Στις αρχές Αυγούστου οι Εβραίοι της Βαρσοβίας αριθμούσαν μισό εκατομμύριο. Αναρωτήθηκα επανειλημμένα εκείνες τις μέρες τι συγκρατούσε εκείνη την τεράστια εξεγερμένη μάζα, την ερεθισμένη από φανατικό μίσος και διψασμένη για ελευθερία, από το να επιχειρήσει μία επανάσταση. Οποιαδήποτε απόπειρα θα πετύχαινε. Το κράτος διαλυόταν, η κυβέρνηση αγωνιούσε, ο στρατός οπισθοχωρούσε άτακτα, μεγάλο τμήμα της εθνικής επικράτειας είχε καταληφθεί, η πρωτεύουσα ήταν έρμαιο της αναταραχής και ήδη ασφυκτιούσε από την πολιορκία. Χίλιοι άνδρες αποφασισμένοι και πρόθυμοι για όλα θα αρκούσαν για να καταλάβουν την πόλη αμαχητί. Όμως η εμπειρία εκείνων των ημερών με έπεισε πως αν ο Κατιλίνας μπορεί να είναι Εβραίος, οι κατιλινιστές, δηλαδή οι εκτελεστές του πραξικοπήματος, δεν πρέπει να στρατολογηθούν από τις τάξεις των τέκνων του Ισραήλ. Τον Οκτώβριο του 1917, στην Πετρούπολη, ο Κατιλίνας της μπολσεβίκικης επανάστασης ήταν ο Εβραίος Τρότσκι και όχι ο Ρώσος Λένιν· όμως, οι εκτελεστές, οι κατιλινιστές, ήταν στην πλειοψηφία τους Ρώσοι, ναύτες, στρατιώτες και εργάτες. Το 1927, στη σύγκρουσή του με το Στάλιν, ο Τρότσκι πρέπει να διδάχθηκε, με οδυνηρό τρόπο, πόσο επικίνδυνο είναι να επιχειρήσεις ένα πραξικόπημα εμπιστευόμενος την εκτέλεσή του σε στοιχεία που στην πλειοψηφία τους είναι εβραϊκά.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-61-
CURZIO MALAPARTE
Σχεδόν κάθε μέρα τα μέλη του Διπλωματικού Σώματος συγκεντρώνονταν στην έδρα της Νουντσιατούρας για να συζητήσουν τις εξελίξεις. Εγώ συνόδευα συχνά τον πρεσβευτή της Ιταλίας Τομαζίνι, ο οποίος δεν έδειχνε και πολύ ικανοποιημένος από τη στάση των συναδέλφων του, καθώς όλοι τους προέκριναν τη θέση που υποστήριζαν ο Σερ Χόρας Ράμπολντ και ο Κόμης Όμπερντορφ. Μόνο ο πρέσβης της Γαλλίας, ντε Παναφιέ, μολονότι έκρινε την κατάσταση ως αρκετά κρίσιμη, διακήρυσσε ανοιχτά ότι η αποχώρηση του Διπλωματικού Σώματος για το Πόζεν θα έμοιαζε με φυγή και θα προκαλούσε την αγανάκτηση της κοινής γνώμης. Γι’ αυτόν το λόγο, εκείνος φρονούσε, σε σύμπνοια με το μονσινιόρ Ράτι και τον πρεσβευτή της Ιταλίας, πως έπρεπε να παραμείνουν στη Βαρσοβία μέχρις εσχάτων και ότι η γνώμη του Σερ Χόρας Ράμπολντ και του Κόμη Όμπερντορφ, θιασωτών μιας άμεσης εγκατάλειψης της πρωτεύουσας, δε θα έπρεπε να ακολουθηθεί παρά μόνο αν η εσωτερική κατάσταση επιδεινωνόταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε να διακυβεύεται η στρατιωτική υπεράσπιση της πόλης. Στην πραγματικότητα η θέση του ντε Παναφιέ βρισκόταν εγγύτερα σ’ αυτή των πρεσβευτών της Αγγλίας και της Γερμανίας παρά στη θέση του αποστολικού νούντσιου και του πρεσβευτή της Ιταλίας. Γιατί ενώ ο μονσινιόρ Ράτι και ο Τομαζίνι, των οποίων η πρόθεση να παραμείνουν στη Βαρσοβία ακόμη και στη διάρκεια μιας ενδεχόμενης μπολσεβίκικης κατοχής ήταν πρόδηλη, εκδήλωναν μια ολοφάνερη αισιοδοξία τόσο ως προς τη στρατιωτική κατάσταση όσο και ως προς την εσωτερική κατάσταση και επέμεναν στη διακήρυξη ότι το Διπλωματικό Σώμα δε θα διέτρεχε κανένα κίνδυνο καθυστερώντας μέχρι την τελευταία στιγμή την αναχώρησή του για το Πόζεν, ο ντε Παναφιέ έκρινε με αισιοδοξία μόνο τη στρατιωτική κατάσταση. Κι αυτό γιατί δεν μπορούσε να αδικήσει το Βεϊγκάν. Με την υπεράσπιση της πόλης να έχει ανατεθεί σ’ ένα Γάλλο Στρατηγό, ο πρέσβης της Γαλλίας έδειχνε να προσχωρεί στη θέση του Σερ Χόρας Ράμπολντ και του Κόμη Όμπερντορφ όχι λόγω ανησυχιών στρατιωτικού χαρακτήρα, αλλά αναλογιζόμενος αποκλειστικά τους κινδύνους που εγκυμονούσε η εσωτερική κατάσταση. Ενώ οι πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γερμανίας φοβόνταν κατά κύριο λόγο την πτώση της Βαρσοβίας στα χέρια του στρατού των Μπολσεβίκων, ο ντε Παναφιέ μπορούσε επίσημα να φοβάται μόνο την εξέγερση των Εβραίων και των κομμουνιστών. «Εγώ φοβάμαι», δήλωνε ο πρέσβης της Γαλλίας, «μόνο τη μαχαιριά στην πλάτη του Πιλσούντσκι και του Βεϊγκάν».
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-62-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Ο αποστολικός νούντσιος, σύμφωνα με όσα δήλωνε ο μονσινιόρ Πελεγκρινέτι, γραμματέας της Νουντσιατούρας, δεν πίστευε στην πιθανότητα κάποιας πραξικοπηματικής απόπειρας. «Ο νούντσιος», έλεγε χαμογελώντας ο Αρχηγός της Αγγλικής Στρατιωτικής Αποστολής, Στρατηγός Κάρτον ντε Γουάιαρτ, «δεν μπορεί να διανοηθεί ότι ο εξαθλιωμένος όχλος του γκέτο και των εργατικών προαστίων θα τολμούσε να αποπειραθεί να καταλάβει την εξουσία. Όμως η Πολωνία δεν είναι σαν την Εκκλησία, όπου μόνο οι πάπες και οι καρδινάλιοι κάνουν πραξικοπήματα». Αν και δεν είχε την εντύπωση ότι η κυβέρνηση, οι στρατιωτικοί διοικητές και η διευθύνουσα τάξη, δηλαδή οι υπεύθυνοι της κατάστασης, έκαναν το καλύτερο δυνατόν ώστε να αποφύγουν νέους και σοβαρότερους κινδύνους, ο μονσινιόρ Ράτι ήταν πεπεισμένος ότι οποιαδήποτε απόπειρα εξέγερσης ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Τα επιχειρήματα του ντε Παναφιέ ήταν ωστόσο πολύ σοβαρά και προκαλούσαν στο νούντσιο κάποια ενδόμυχη ανησυχία. Γι’ αυτό δε μου προξένησε έκπληξη η επίσκεψη που έκανε ένα πρωινό ο μονσινιόρ Πελεγκρινέτι στον πρεσβευτή Τομαζίνι, προκειμένου να τον πιέσει ώστε να διασφαλιστεί ότι η κυβέρνηση είχε λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση μιας ενδεχόμενης απόπειρας ξεσηκωμού. Ο πρέσβης Τομαζίνι κάλεσε αμέσως τον πρόξενο Πάολο Μπρένα, του εξέθεσε τους προβληματισμούς του νούντσιου και τον παρακάλεσε, παρόντος του μονσινιόρ Πελεγκρινέτι, να λάβει πλήρη και ακριβή γνώση της εσωτερικής κατάστασης και των προληπτικών μέτρων που η κυβέρνηση είχε υιοθετήσει ώστε να αποτρέψει αναταραχές και να καταστείλει μια ενδεχόμενη εξέγερση. Οι ειδήσεις που του είχε μεταφέρει λίγο νωρίτερα ο Στρατηγός Ρομέι, Αρχηγός της Ιταλικής Στρατιωτικής Αποστολής, σε σχέση με την αδιάκοπη πρόοδο της μπολσεβίκικης επίθεσης, δεν του άφηναν καμία αμφιβολία για τη μοίρα της Βαρσοβίας. Ήταν 12 Αυγούστου: Τη νύχτα ο στρατός του Τρότσκι είχε φθάσει σε απόσταση τριάντα χιλιομέτρων από την πόλη. «Αν τα πολωνικά στρατεύματα αντισταθούν για λίγες ακόμη μέρες», πρόσθεσε ο πρέσβης, «ο ελιγμός του Στρατηγού Βεϊγκάν μπορεί να επιτύχει. Όμως δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες». Του είπε πως θα έπρεπε να πάει στα εργατικά προάστια και στη συνοικία Ναλέφσκι, όπου υπήρχε φόβος ταραχών, ώστε να οσφρανθεί αν πραγματικά ο αέρας μύριζε μπαρούτι και να βεβαιωθεί ιδίοις όμμασι, στα πιο ευαίσθητα σημεία της πόλης, ότι τα ληφθέντα μέτρα επαρκούσαν ώστε να διασφαλίσουν τα νώτα του Βεϊγκάν και του Πιλσούντσκι και
9, για την ελληνική γλώσσα.
-63-
CURZIO MALAPARTE
να προστατεύσουν την κυβέρνηση από ενδεχόμενο αιφνιδιασμό. «Θα ήταν καλύτερα», κατέληξε, «να μην πάτε μόνος» και συμβούλευσε τον πρόξενο Μπρένα να πάρει ως συνοδούς τον ίλαρχο Ρολέν, ακόλουθο της Γαλλικής Πρεσβείας, και εμένα. Ο ίλαρχος Ρολέν, αξιωματικός Ιππικού, ήταν μαζί με τον ταγματάρχη Σαρλ ντε Γκωλ ένας από τους σοβαρότερους και πιο καλλιεργημένους συνεργάτες του ντε Παναφιέ και του Στρατηγού Ανρί, Αρχηγού της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής. Ήταν τακτικός επισκέπτης της Ιταλικής Πρεσβείας και διατηρούσε με τον Τομαζίνι δεσμούς ζωηρής συμπάθειας και εγκάρδιας φιλίας. Τον συνάντησα αργότερα ξανά στη Ρώμη το 1921 και το 1922, στη διάρκεια της φασιστικής επανάστασης. Ήταν τότε ακόλουθος της Γαλλικής Πρεσβείας και έδειχνε έκθαμβος από την τακτική που ακολούθησε ο Μουσολίνι κατά την κατάληψη του κράτους. Από τη στιγμή που ο στρατός των Μπολσεβίκων έφθασε σε απόσταση αναπνοής από τη Βαρσοβία, σχεδόν κάθε μέρα επισκεπτόμασταν μαζί τις πολωνικές εμπροσθοφυλακές ώστε να παρακολουθήσουμε από κοντά τις πολεμικές εξελίξεις. Όμως με εξαίρεση τους Ρώσους Κοζάκους, τρομερούς ιππείς που άξιζαν να βρίσκονται σε ενδοξότερο στρατόπεδο, οι Μπολσεβίκοι στρατιώτες δεν έδειχναν ιδιαίτερα επικίνδυνοι: Έμπαιναν στο πεδίο της μάχης με βήματα αργά, παραζαλισμένοι και διστακτικοί. Η εμφάνισή τους μαρτυρούσε ανθρώπους πεινασμένους και κουρελήδες, που τους ωθούσαν εμπρός η πείνα και ο φόβος. Η μακρά πολεμική μου εμπειρία στο Γαλλικό και στο Ιταλικό Μέτωπο δε μου επέτρεπε να αντιληφθώ για ποιο λόγο οι Πολωνοί οπισθοχωρούσαν μπροστά σε στρατιώτες αυτού του είδους.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Ο ίλαρχος Ρολέν είχε τη γνώμη ότι η πολωνική κυβέρνηση αγνοούσε ακόμη και τα θεμελιώδη στοιχεία της τέχνης της υπεράσπισης ενός σύγχρονου κράτους. Αυτή η σκέψη, αν και με διαφορετική έννοια, έμοιαζε δικαιολογημένη ως προς τον Πιλσούντσκι. Οι Πολωνοί στρατιώτες φημίζονται για την ευψυχία τους. Όμως η ευψυχία των στρατιωτών είναι ανώφελη, όταν οι ηγήτορες δε γνωρίζουν ότι η τέχνη της αυτοάμυνας συνίσταται στη γνώση των δικών τους αδύνατων σημείων. Τα προληπτικά μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει μια πιθανή απόπειρα εξέγερσης ήταν η καλύτερη απόδειξη ότι αγνοούσε τα αδύνατα σημεία ενός σύγχρονου κράτους. Από το Σύλλα και μετέπειτα η τεχνική του πραξικοπήματος έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο. Είναι συνεπώς ολοφάνερο
-64-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ότι τα μέτρα που υιοθέτησε ο Κερένσκι, προκειμένου να εμποδίσει το σφετερισμό της εξουσίας από το Λένιν, θα έπρεπε λογικά να είναι αρκετά διαφορετικά από εκείνα που υιοθέτησε ο Κικέρωνας υπερασπιζόμενος τη Δημοκρατία από την εξέγερση του Κατιλίνα. Αυτό που άλλοτε ήταν πρόβλημα της Αστυνομίας, σήμερα έχει μετατραπεί σε πρόβλημα τεχνικής. Η τεράστια διαφορά ανάμεσα στο αστυνομικό και στο τεχνικό κριτήριο έγινε ιδιαίτερα εμφανής το Μάρτιο του 1920, στη διάρκεια του πραξικοπήματος του Καπ. Η πολωνική κυβέρνηση αντέδρασε όπως ο Κερένσκι: Στηρίχθηκε στην εμπειρία του Κικέρωνα. Όμως η τέχνη της κατάκτησης και της υπεράσπισης του κράτους έχει μεταβληθεί στο πέρασμα των αιώνων, ακολουθώντας τις μεταβολές που συντελούνταν στη φύση του κράτους. Αν κάποια αστυνομικά μέτρα αποδείχθηκαν επαρκή για να αποτρέψουν τα συνωμοτικά σχέδια του Κατιλίνα, αυτά τα ίδια μέτρα ήταν τελείως αλυσιτελή απέναντι στο Λένιν. Το λάθος του Κερένσκι ήταν ότι θέλησε να υπερασπιστεί τα ευάλωτα σημεία μιας σύγχρονης πόλης, με τα ηλεκτροπαραγωγικά της εργοστάσια, τις τράπεζές της, τους σιδηροδρομικούς της σταθμούς, τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά της κέντρα, τα τυπογραφεία της, χρησιμοποιώντας τα ίδια εκείνα μέτρα που εφάρμοσε ο Κικέρωνας για να υπερασπιστεί τη Ρώμη της εποχής του, της οποίας τα πιο ευάλωτα σημεία ήταν το Φόρουμ και η Σουμπούρα39. Το Μάρτιο του 1920, ο φον Καπ είχε λησμονήσει ότι στο Βερολίνο, πέρα από το Ράιχσταγκ και τα Υπουργεία της Βιλχεμστράσε, υπήρχαν ηλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια, σιδηροδρομικοί σταθμοί, ραδιοτηλεγραφικές κεραίες, εργαστήρια. Αυτό το λάθος του εκμεταλλεύτηκαν οι κομμουνιστές ώστε να παραλύσουν τη ζωή του Βερολίνου και να υποχρεώσουν σε παραίτηση την προσωρινή κυβέρνηση, που είχε αναρριχηθεί στην εξουσία μ’ ένα πραξικόπημα εκτελεσμένο με τακτική στρατονομίας. Τη νύχτα της 2ας Δεκεμβρίου ο Λουδοβίκος Ναπολέων έδωσε το έναυσμα του πραξικοπήματός του καταλαμβάνοντας τα τυπογραφεία και τα κωδωνοστάσια. Όμως στην Πολωνία κανείς δε δίνει σημασία στη δική του εμπειρία, πόσο μάλλον στην εμπειρία των άλλων. Η πολωνική ιστορία βρίθει γεγονότων που οι Πολωνοί πιστεύουν ότι οι ίδιοι επινόησαν, θεωρώντας ότι οποιοδήποτε περιστατικό της εθνικής τους ζωής δεν έχει
9, για την ελληνική γλώσσα.
39. Σουμπούρα: Κακόφημη, λαϊκή συνοικία της αρχαίας Ρώμης, που βρισκόταν μεταξύ των λόφων Κέλιου και Εσκουιλίνου [Σ.τ.Μ.].
-65-
CURZIO MALAPARTE
όμοιο στη ζωή άλλων λαών, ότι δεν επαληθεύτηκε ποτέ αλλού και ότι για πρώτη φορά γεννήθηκε στη χώρα τους. Τα προληπτικά μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση του Βίτος περιορίστηκαν στα συνήθη αστυνομικού τύπου μέτρα. Οι γέφυρες του Βιστούλα, αυτή του σιδηροδρομικού σταθμού κι αυτή της Πράγκα φυλάσσονταν από μόλις δύο ζεύγη στρατιωτών που στέκονταν ακίνητοι στις άκρες τους. Το ηλεκτροπαραγωγικό εργοστάσιο ήταν αφρούρητο: Δεν υπήρχε εκεί ούτε ίχνος επιτήρησης και προστασίας. Ο διευθυντής μάς δήλωσε ότι λίγες ώρες νωρίτερα με τηλεφώνημα του είχαν διαμηνύσει ότι θα θεωρούνταν προσωπικά υπεύθυνος για οποιαδήποτε πράξη δολιοφθοράς ή διακοπής στην ηλεκτροδότηση. Το φρούριο που βρίσκεται πέρα από τη συνοικία Ναλέφσκι, στην εσχατιά της Βαρσοβίας, ήταν γεμάτο από ουλάνους και άλογα. Κατορθώσαμε να μπούμε και να βγούμε χωρίς οι σκοποί να μας ζητήσουν άδεια εισόδου. Σημειωτέον ότι στο φρούριο υπήρχαν μία αποθήκη όπλων και μία πυριτιδαποθήκη. Στο σιδηροδρομικό σταθμό η σύγχυση ήταν απερίγραπτη: Όχλοι φυγάδων καταλάμβαναν εφορμώντας τα τρένα, ένα συσσωρευμένο θορυβώδες πλήθος φωνασκούσε πάνω στα πεζοδρόμια και στις σιδηροτροχιές, ομάδες μεθυσμένων στρατιωτών κοιμόνταν βαθιά, ξαπλωμένοι κατάχαμα. Sonno vinoque sepulti40, παρατήρησε ο ίλαρχος Ρολέν που γνώριζε λατινικά. Δέκα άνδρες οπλισμένοι με χειροβομβίδες θα ήταν αρκετοί. Η έδρα του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στην κεντρική πλατεία της Βαρσοβίας, κάτω από τη σκιά της ρωσικής εκκλησίας που σήμερα έχει γκρεμιστεί, φυλασσόταν από το σύνηθες ζευγάρι σκοπών. Ένα ατέρμονο πηγαινέλα αξιωματικών και αγγελιαφόρων, σκονισμένων από την κορφή ως τα νύχια, έφραζε την πύλη και το αίθριο του κτιρίου. Μ’ όλη αυτή τη σύγχυση μπήκαμε μέσα, ανεβήκαμε τις σκάλες, διαβήκαμε ένα διάδρομο και διασχίσαμε ένα δωμάτιο, του οποίου οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με τοπογραφικούς χάρτες, όπου ένας αξιωματικός, καθισμένος σε μια γωνιά μπροστά σ’ ένα τραπέζι, ύψωσε το κεφάλι και μας χαιρέτησε βαριεστημένα. Αφού διασχίσαμε έναν άλλο διάδρομο και βρεθήκαμε στο εσωτερικό κάποιου προθαλάμου, όπου ορισμένοι άσπροι από τη σκόνη αξιωματικοί περίμεναν πίσω από μια κλειστή πόρτα, κατεβήκαμε στο αίθριο. Καθώς περνούσαμε ξανά μπροστά από τους δύο σκοπούς για να βγούμε στην πλατεία, ο ίλαρχος Ρολέν με κοίταξε χαμογελώντας. Το Μέγαρο του Ταχυδρομείου φυλασσόταν από ένα απόσπασμα στρατιω-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
40. Θαμμένοι από τον ύπνο και το κρασί [Σ.τ.Μ.].
-66-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τών, επικεφαλής του οποίου ήταν ένας υπολοχαγός. Ο αξιωματικός μάς δήλωσε ότι είχε λάβει τη διαταγή να αποκλείσει στο πλήθος την πρόσβαση στο Μέγαρο, σε περίπτωση ταραχών. Του επισήμανα ότι ένα απόσπασμα στρατιωτών, παραταγμένων τόσο πειθαρχημένα στην είσοδο του κτιρίου, θα κατόρθωνε αναμφίβολα και χωρίς κόπο να αποκρούσει έναν εξεγερμένο όχλο, όμως δε θα μπορούσε να εμποδίσει ένα χτύπημα από δέκα αποφασισμένους άνδρες. Ο υπολοχαγός χαμογέλασε και στρέφοντας το βλέμμα του στο κοινό που έμπαινε και έβγαινε ήσυχα, αποκρίθηκε ότι αυτοί οι δέκα άνδρες ίσως είχαν ήδη εισχωρήσει στο Μέγαρο ένας-ένας ή έμπαιναν ακριβώς εκείνη τη στιγμή κάτω από τη μύτη μας. «Εγώ βρίσκομαι εδώ για να πατάξω μια πιθανή εξέγερση», κατέληξε ο υπολοχαγός, «όχι για να εμποδίσω κάποιο χτύπημα». Ομάδες στρατιωτών βρίσκονταν σταθμευμένες μπροστά από τα Υπουργεία παρατηρώντας με περιέργεια το πηγαινέλα του κοινού και των υπαλλήλων. Η Δίαιτα ήταν περικυκλωμένη από χωροφύλακες και έφιππους ουλάνους, ενώ οι βουλευτές έμπαιναν κι έβγαιναν κατά ομάδες συνομιλώντας χαμηλόφωνα. Στο αίθριο συναντήσαμε το Στρατάρχη της Δίαιτας, τον Τρομπζίνσκι, παχύσαρκο και προβληματισμένο, που μας χαιρέτησε αφηρημένα. Ήταν περιτριγυρισμένος από μια μικρή ομάδα ψυχρών μα φιλόφρονων βουλευτών από την επαρχία του Πόζεν. Ο Τρομπζίνσκι, άνθρωπος της Δεξιάς με καταγωγή από το Πόζεν, εναντιωνόταν απερίφραστα στην πολιτική του Πιλσούντσκι και εκείνες τις μέρες γινόταν πολύς λόγος για τις δολοπλοκίες του που ως στόχο είχαν την ανατροπή της κυβέρνησης του Βίτος. Το ίδιο βράδυ, στην Κυνηγετική Λέσχη, ο Στρατάρχης της Δίαιτας έλεγε στον Κάβεντις Μπέντινγκ, γραμματέα της Αγγλικής Πρεσβείας: «Ο Πιλσούντσκι δεν μπορεί να υπερασπιστεί την Πολωνία και ο Βίτος δεν μπορεί να υπερασπιστεί τη Δημοκρατία». Κατά τον Τρομπζίνσκι, Δημοκρατία ήταν η Δίαιτα. Όπως όλοι οι χοντροί άνθρωποι, έτσι και ο Τρομπζίνσκι δεν ένιωθε επαρκώς προστατευμένος.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Όλη εκείνη τη μέρα διασχίσαμε απ’ άκρου σ’ άκρο την πόλη, φθάνοντας μέχρι τις παρυφές των πιο απόμακρων προαστίων. Κατά τις δέκα το βράδυ, και ενώ περνούσαμε μπροστά από το ξενοδοχείο «Savoy», ο ίλαρχος Ρολέν άκουσε κάποιον να τον φωνάζει με τ’ όνομά του. Απ’ το κατώφλι του ξενοδοχείου, ο Στρατηγός Μπούλαχ Μπαλάχοβιτς μας έκανε νεύμα να μπούμε μέσα. Παρτιζάνος του Πιλσούντσκι, αλλά παρτιζάνος με την ιδιαίτερη σημασία που έχει η λέξη αυτή στη Ρωσία και την Πολωνία, ο
-67-
CURZIO MALAPARTE
Ρώσος Στρατηγός Μπαλάχοβιτς ήταν Διοικητής στις αντάρτικες ομάδες των Μαύρων Kοζάκων, που όντας μίσθαρνα όργανα της Πολωνίας πολεμούσαν ενάντια στους Κόκκινους Kοζάκους του Μπουντιένι. Στρατηγός με παρουσιαστικό ληστή, γενναίος στρατιώτης μαθημένος σε όλες τις παγίδες του ανταρτοπόλεμου των παρτιζάνων, τολμηρός και ανενδοίαστος, ο Μπούλαχ Μπαλάχοβιτς ήταν μια μαριονέτα του Πιλσούντσκι, ο οποίος χρησιμοποιούσε τόσο αυτόν όσο και τον Αταμάνο Πετλιούρα, ώστε να κρατά ζωντανή στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία την εξέγερση ενάντια στους Μπολσεβίκους και στον Ντενίκιν. Είχε εγκαταστήσει το αρχηγείο του στο ξενοδοχείο «Savoy», όπου έδινε κάθε τόσο ένα φευγαλέο παρόν για να παρακολουθεί, μεταξύ αψιμαχιών, την πολιτική κατάσταση. Μία πιθανή κρίση στην κυβέρνηση του Βίτος θα είχε σίγουρα επιπτώσεις σ’ αυτόν, είτε θετικές είτε αρνητικές. Περισσότερο κι από τις κινήσεις των Κοζάκων του Μπουντιένι, παρακολουθούσε μ’ άγρυπνο μάτι τις εσωτερικές εξελίξεις. Οι Πολωνοί δεν τον εμπιστεύονταν και ακόμη κι ο Πιλσούντσκι τον μεταχειριζόταν με απόλυτη προσοχή, όπως μεταχειρίζεται κανείς έναν επίφοβο σύμμαχο. Ο Μπαλάχοβιτς ξεκίνησε αμέσως να μιλάει για τις εξελίξεις, μην κρύβοντας τη γνώμη του ότι μόνο ένα πραξικόπημα των κομμάτων της Δεξιάς θα έσωζε τη Βαρσοβία από τον εχθρό και την Πολωνία από τον όλεθρο. «Ο Βίτος είναι ανίκανος να ανταποκριθεί στις περιστάσεις», συμπέρανε, «και να προστατεύσει τα νώτα του στρατού του Πιλσούντσκι. Εάν κάποιος δεν αποφασίσει να καταλάβει την εξουσία για να θέσει τέρμα στο χάος, να οργανώσει τη λαϊκή αντίσταση και να υπερασπιστεί τη Δημοκρατία από τους κινδύνους που την απειλούν, εντός ολίγου θα γίνουμε αυτόπτες μάρτυρες ενός κομμουνιστικού πραξικοπήματος». Ο ίλαρχος Ρολέν υποστήριζε ότι ήταν ίσως πολύ αργά για να αποτραπεί μια απόπειρα των κομμουνιστών και ότι στα κόμματα της Δεξιάς δεν υπήρχαν άνθρωποι ικανοί να αναλάβουν μια τόσο βαριά ευθύνη. Στην κατάσταση που βρισκόταν η Πολωνία, η ευθύνη ενός πραξικοπήματος δε φαινόταν στον Μπαλάχοβιτς τόσο βαριά όσο πίστευε ο Ρολέν, καθώς αυτό που διακυβευόταν ήταν η διάσωση της Δημοκρατίας. Όσον αφορά τις δυσκολίες του εγχειρήματος, ακόμη κι ένας ηλίθιος θα κατόρθωνε να καταλάβει την εξουσία. «Όμως ο Χάλερ», πρόσθεσε, «βρίσκεται στο μέτωπο, ο Σαπιέχα δεν έχει σοβαρούς φίλους και ο Τρομπζίνσκι φοβάται». Σ’ εκείνο το σημείο παρατήρησα ότι και στα κόμματα της Αριστεράς έλειπαν οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να αρθούν στο ύψος
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-68-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
των περιστάσεων. Τι εμπόδιζε τους κομμουνιστές να επιχειρήσουν ένα πραξικόπημα; «Έχετε δίκιο», συγκατάνευσε ο Μπαλάχοβιτς. «Εγώ στη θέση τους δε θα καθυστερούσα τόσο. Και αν δεν ήμουν Ρώσος, αν δεν ήμουν ξένος σ’ ένα κράτος που με φιλοξενεί και για λογαριασμό του οποίου πολεμάω, αυτή τη στιγμή θα το είχα ήδη επιχειρήσει». Τότε ο Ρολέν τού είπε χαμογελώντας: «Αν ήσασταν Πολωνός, δε θα είχατε κάνει ακόμη τίποτε. Στην Πολωνία είναι πάντα πολύ νωρίς για κάτι, μέχρι να γίνει πολύ αργά». Ο Μπαλάχοβιτς ήταν πραγματικά ο κατάλληλος άνθρωπος για να ξεφορτωθεί μέσα σε λίγες μόνο ώρες το Βίτος. Χίλιοι από τους Κοζάκους του θα αρκούσαν για να καταλάβουν αιφνιδιαστικά τα νευραλγικά κέντρα της πόλης και να εγγυηθούν την τήρηση της τάξης για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Όμως έπειτα; Ο Μπαλάχοβιτς και οι άνδρες του ήταν Ρώσοι και το χειρότερο, Κοζάκοι. Το πραξικόπημα θα στεφόταν αναμφίβολα από επιτυχία, χωρίς να συναντήσει σοβαρές δυσκολίες. Κάτω από τις δεδομένες περιστάσεις, τα ανυπέρβλητα εμπόδια θα έρχονταν αργότερα. Ευθύς μόλις θα καταλάμβανε την εξουσία, ο Μπαλάχοβιτς θα την παραχωρούσε χωρίς χρονοτριβή στους πολιτικούς της Δεξιάς. Όμως κανείς Πολωνός πατριώτης δε θα δεχόταν την εξουσία από τα χέρια ενός ξένου. Από την κατάσταση που θα δημιουργούνταν, οι μόνοι ωφελημένοι θα ήταν οι κομμουνιστές. «Κατά βάθος», κατέληξε ο Μπαλάχοβιτς, «αυτό θα ήταν ένα καλό μάθημα για τα κόμματα της Δεξιάς».
9, για την ελληνική γλώσσα.
Εκείνο το βράδυ στην Κυνηγετική Λέσχη συναντήσαμε συγκεντρωμένους, πλάι στο Σαπιέχα και στον Τρομπζίνσκι, μερικούς από τους πλέον αντιπροσωπευτικούς παράγοντες των ευγενών και των μεγάλων γαιοκτημόνων που αντιπολιτεύονταν τον Πιλσούντσκι και το Βίτος. Από τους ξένους διπλωμάτες ήταν παρόντες μόνο ο πρέσβης της Γερμανίας, Κόμης Όμπερντορφ, ο Άγγλος Στρατηγός Κάρτον ντε Γουάιαρτ και ο γραμματέας της γαλλικής αντιπροσωπείας. Έδειχναν όλοι τους ήρεμοι, εκτός από τον Πρίγκιπα Σαπιέχα και τον Κόμη Όμπερντορφ. Ο Σαπιέχα προσποιούνταν ότι δεν άκουγε τις συζητήσεις που εκτυλίσσονταν γύρω του και κάθε τόσο στρεφόταν για να ανταλλάξει μερικές κουβέντες με το Στρατηγό Κάρτον ντε Γουάιαρτ, ο οποίος ανέλυε τις στρατιωτικές εξελίξεις με τον Κόμη Ποτότσκι. Στη διάρκεια της ημέρας, τα στρατεύματα των Μπολσεβίκων είχαν σημειώσει αισθητή πρόοδο στον τομέα του Ρατζιμίν, ενός χωριού που βρισκόταν σε απόσταση είκοσι περίπου
-69-
CURZIO MALAPARTE
χιλιομέτρων από τη Βαρσοβία. «Θα πολεμήσουμε έως και αύριο», απαντούσε χαμογελώντας ο Άγγλος. Ο Κόμης Ποτότσκι είχε επιστρέψει από το Παρίσι πριν λίγες μέρες και ήδη σκεφτόταν να διαφύγει στη Γαλλία το συντομότερο δυνατόν, αμέσως μόλις η τύχη θα έδειχνε το ευμενές της πρόσωπο στην Πολωνία. «Όλοι εσείς», παρατηρούσε ο Κάρτον ντε Γουάιαρτ, «μοιάζετε με τον άλλο διάσημο Πολωνό, τον Ντομπρόφσκι, που την εποχή του Ναπολέοντα διοικούσε τις πολωνικές λεγεώνες στην Ιταλία. Εγώ είμαι πάντοτε διατεθειμένος να πεθάνω για την πατρίδα μου, έλεγε ο Ντομπρόφσκι, όχι όμως και να ζήσω σ’ αυτήν. Αυτοί ήταν οι άνδρες και αυτές οι συζητήσεις τους. Η βοή του κανονιού ακουγόταν από μακριά. Το ίδιο πρωινό, προτού μας αφήσει, ο πρέσβης Τομαζίνι μάς είχε παρακαλέσει να περιμένουμε το βράδυ στην Κυνηγετική Λέσχη. Ήταν ήδη αργά κι εγώ σκεφτόμουν να φύγω, όταν στην αίθουσα μπήκε ο πρέσβης της Ιταλίας. Οι απόψεις μας για την απρονοησία της κυβέρνησης Βίτος, αν και του φαίνονταν σοβαρές, δεν ηχούσαν για πρώτη φορά στ’ αυτιά του. Ακόμη και ο ίδιος ο Βίτος, λίγες ώρες νωρίτερα, του είχε εξομολογηθεί ότι δεν ένιωθε τα νώτα του προστατευμένα. Ο Τομαζίνι ήταν ωστόσο πεπεισμένος πως ανάμεσα στους πολεμίους του Πιλσούντσκι και του Βίτος δεν υπήρχαν άνδρες ικανοί να αποπειραθούν ένα πραξικόπημα. Οι μόνοι που θα μπορούσαν να εγείρουν κάποιες ανησυχίες ήταν οι κομμουνιστές, όμως ο τρόμος τους μήπως διακινδυνεύσουν την κατάσταση με κάποια άφρονα ενέργεια δεν τους άφηνε να ριχτούν σε μια ανώφελη, αν και ελάχιστα επικίνδυνη, περιπέτεια. Προφανώς έκριναν ότι είχαν ήδη κερδίσει το παιχνίδι και βέβαιοι γι’ αυτό το γεγονός περίμεναν αδρανείς την άφιξη του Τρότσκι. «Ακόμη κι ο μονσινιόρ Ράτι», πρόσθεσε ο πρέσβης στρεφόμενος στον ίλαρχο Ρολέν, «έχει αποφασίσει να μην παραιτηθεί από τη στάση που με αμοιβαία συμφωνία τηρήσαμε έως τώρα. Ο αποστολικός νούντσιος και εγώ θα παραμείνουμε στη Βαρσοβία μέχρι την τελευταία στιγμή, ό,τι κι αν συμβεί». «Τι κρίμα», σχολίασε αργότερα ο Ρολέν με μπόλικη δόση ειρωνείας. «Τι κρίμα αν δε συμβεί τίποτε!». Το επόμενο βράδυ, στο άκουσμα της είδησης πως ο στρατός των Μπολσεβίκων είχε καταλάβει το χωριό Ρατζιμίν και είχε ξεκινήσει την επίθεση στο προγεφύρωμα της Βαρσοβίας, το Διπλωματικό Σώμα εγκατέλειψε εσπευσμένα την πρωτεύουσα βρίσκοντας καταφύγιο στο Πόζεν. Στη Βαρσοβία παρέμειναν μόνο ο αποστολικός νούντσιος, ο πρέσβης της Ιταλίας και οι επιτετραμμένοι των ΗΠΑ και της Δανίας.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-70-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Στη διάρκεια της νύχτας η πόλη έγινε έρμαιο του τρόμου. Την επόμενη ημέρα, 15η Αυγούστου, γιορτή της Παναγίας, όλος ο λαός πορεύτηκε σε πομπή πίσω από το άγαλμα της Παρθένου, εκλιπαρώντας τη μεγαλόφωνα να σώσει την Πολωνία από την εισβολή. Και ενώ όλα έδειχναν πως τώρα πια τα πάντα είχαν χαθεί, πως από τη μια στιγμή στην άλλη σε κάποια στροφή του δρόμου, μια περίπολος Κόκκινων Κοζάκων θα ξεμύτιζε ξαφνικά μπροστά στην ογκωδέστατη λιτανευτική πομπή, τότε εξαπλώθηκε κεραυνοβόλα η είδηση των πρώτων νικών του Στρατηγού Βεϊγκάν. Ο στρατός του Τρότσκι υποχωρούσε σε όλες τις γραμμές. Από τον Τρότσκι έλειπε ένας απαραίτητος σύμμαχος: Ο Κατιλίνας.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-71-
4
«ΕΙΧΑΜΕ ΕΝΑΠΟΘΕΣΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ σε μια επανάσταση στην
Πολωνία, όμως η επανάσταση αυτή δεν ήρθε ποτέ», έλεγε ο Λένιν στην Κλάρα Τσέτκιν41 το Φθινόπωρο του 1920. Όλοι αυτοί, όπως ο Σερ Χόρας Ράμπολντ, που πιστεύουν ότι από όλες τις προϋποθέσεις ενός πραξικοπήματος η αναταραχή είναι η πιο αναγκαία, πώς μπορούν να δικαιολογήσουν τους Πολωνούς κατιλινιστές; Η παρουσία του στρατού του Τρότσκι στις πύλες της Βαρσοβίας, η απόλυτη ανικανότητα της κυβέρνησης Βίτος, ο λαός που ήταν έτοιμος να ξεσηκωθεί, όλα αυτά δεν ήταν ευνοϊκές περιστάσεις για μια επαναστατική απόπειρα; «Ακόμη κι ένας ηλίθιος», είχε πει ο Μπαλάχοβιτς, «θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία». Και όχι μόνο η Πολωνία, αλλά όλη η Ευρώπη το 1920 ήταν γεμάτη με παρόμοιους ηλίθιους. Πώς λοιπόν, κάτω από τέτοιες περιστάσεις, δε σημειώθηκε στη Βαρσοβία κανένα πραξικόπημα, ούτε καν από την πλευρά των κομμουνιστών; Ο μόνος που δεν έτρεφε αυταπάτες γύρω από την πιθανότητα μιας επανάστασης στην Πολωνία ήταν ο Ράντεκ42. Το εξομολογήθηκε ο ίδιος ο Λένιν στην Κλάρα Τσέτκιν. Ο Ράντεκ, ο οποίος γνώριζε την ανεπάρκεια
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
41.
Κλάρα Τσέτκιν (1857-1933): Γερμανίδα φεμινίστρια και κομμουνίστρια. Προσωπική φίλη του Λένιν και της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στο νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας και στην Γ΄ Διεθνή. Μετά το θάνατο του Λένιν άρχισε να χάνει την επιρροή της [Σ.τ.Ε.]. 42. Καρλ Μπερνάρντοβιτς Ράντεκ (1885-1939): Ένας από τους πρώτους ηγέτες της Κομιντέρν. Συμμετείχε στη ρωσική επανάσταση του 1905. Το 1919, εκλέχθηκε γραμματέας της Κομμουνιστικής Διεθνούς, όμως η αποτυχία της γερμανικής κομμουνιστικής εξέγερσης του 1923 οδήγησε στην καθαίρεσή του. Το 1937, στο πλαίσιο των μεγάλων σταλινικών εκκαθαρίσεων καταδικάστηκε σε δεκαετή κάθειρξη [Σ.τ.Μ.].
-72-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
των Πολωνών κατιλινιστών, υποστήριζε ότι η επανάσταση στην Πολωνία θα έπρεπε να δημιουργηθεί τεχνητά και εκτός Πολωνίας. Όπως είναι γνωστό, ο Ράντεκ δεν έτρεφε αυταπάτες ούτε για τους κατιλινιστές των άλλων χωρών. Το χρονικό των γεγονότων που εκτυλίχθηκαν στην Πολωνία το Καλοκαίρι του 1920 φωτίζει όχι μόνο την ανεπάρκεια των Πολωνών πολιτών, αλλά και αυτή των κατιλινιστών ολόκληρης της Ευρώπης. Όποιος μελετήσει χωρίς προκαταλήψεις τις ευρωπαϊκές εξελίξεις των ετών 1919 και 1920 δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί χάρη σε ποιο θαύμα κατάφερε η Ευρώπη να υπερβεί μια τόσο σοβαρή επαναστατική κρίση. Σε όλες σχεδόν τις χώρες η φιλελεύθερη αστική τάξη αποδείχθηκε ανίκανη να υπερασπιστεί το κράτος. Η αμυντική της μέθοδος συνίστατο, και εξακολουθεί ακόμη να συνίσταται, αποκλειστικά και μόνο στην εφαρμογή εκείνων των αστυνομικών μέτρων στα οποία ανέκαθεν βασίζονταν έως σήμερα όλες οι κυβερνήσεις, τόσο οι απολυταρχικές όσο και οι φιλελεύθερες. Η ανικανότητα ωστόσο της αστικής τάξης να υπερασπιστεί το κράτος αντισταθμιζόταν από την αδυναμία των επαναστατικών κομμάτων να αντιπαραθέσουν στην απαρχαιωμένη αμυντική μέθοδο των κυβερνήσεων μία σύγχρονη επιθετική τακτική, να αντιπαραθέσουν δηλαδή μία επαναστατική τεχνική στα αστυνομικά μέτρα. Εκπλήσσεσαι πραγματικά όταν παρατηρείς πώς κατά τα έτη 1919 και 1920, στην πιο σημαντική χρονική περίοδο της επαναστατικής κρίσης στην Ευρώπη, ούτε οι κατιλινιστές της Δεξιάς ούτε εκείνοι της Αριστεράς κατάφεραν να αντλήσουν οφέλη από την εμπειρία της μπολσεβίκικης επανάστασης. Τους έλειπε η γνώση της μεθόδου, της τακτικής, της σύγχρονης τεχνικής του πραξικοπήματος, στην οποία ο Τρότσκι είχε προσφέρει το πρώτο κλασικό παράδειγμα. Η εκ μέρους τους σύλληψη της έννοιας της κατάκτησης της εξουσίας ήταν μια σύλληψη παρωχημένη, που μοιραία τους οδηγούσε να δράσουν στο επιλεγμένο από τους αντιπάλους πεδίο και να χρησιμοποιήσουν μέτρα και εργαλεία στα οποία ακόμη και κυβερνήσεις αδύναμες και απερίσκεπτες μπορούν με επιτυχία να αντιπαραθέσουν τα κλασικά μέτρα και εργαλεία υπεράσπισης του κράτους. Σ’ αυτό το καθορισμένο πεδίο είναι πολύ πιο εύκολο να αμύνεσαι παρά να επιτίθεσαι. Η Ευρώπη ήταν ώριμη για την επανάσταση, όμως τα επαναστατικά κόμματα αποδείκνυαν πως δεν ήξεραν να εκμεταλλευτούν ούτε τις ευνοϊκές περιστάσεις ούτε την εμπειρία του Τρότσκι. Στα μάτια τους η επιτυχία της Οκτωβριανής Επανάστασης δικαιολογούνταν αποκλειστικά από τις εντελώς ιδιαίτερες συνθήκες της Ρωσίας και από τα λάθη
9, για την ελληνική γλώσσα.
-73-
CURZIO MALAPARTE
του Κερένσκι. Δε συνειδητοποιούσαν ότι σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες κυβερνούσε ο Κερένσκι και δεν αντιλαμβάνονταν ότι ο Τρότσκι, στη σύλληψη και στην εκτέλεση του πραξικοπήματός του, δεν είχε λάβει καθόλου υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες της Ρωσίας. Η καινοτομία που ο Τρότσκι εισήγαγε στην επαναστατική τακτική ήταν η απόλυτη αδιαφορία για τη γενικότερη κατάσταση της χώρας. Στη σύλληψη και στην εκτέλεση του μπολσεβίκικου πραξικοπήματος είχαν επιδράσει αποκλειστικά τα λάθη του Κερένσκι. Ο Τρότσκι θα είχε ακολουθήσει την ίδια τακτική ακόμη κι αν οι συνθήκες στη Ρωσία ήταν διαφορετικές. Τα λάθη του Κερένσκι χαρακτήριζαν και εξακολουθούν ως σήμερα να χαρακτηρίζουν όλη τη φιλελεύθερη ευρωπαϊκή αστική τάξη. Η ανικανότητα των κυβερνήσεων ήταν απόλυτη: Η ίδια η ύπαρξή τους ήταν ένα ζήτημα της Αστυνομίας. Όμως, για καλή τύχη των φιλελεύθερων κυβερνήσεων, ακόμη και οι ίδιοι οι κατιλινιστές αντιλαμβάνονταν την επανάσταση ως ένα ζήτημα της Αστυνομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανικανότητας των κατιλινιστών να αδια φορούν για τις γενικότερες συνθήκες της χώρας, δηλαδή να μην αντιλαμβάνονται την επαναστατική τακτική ως ένα ζήτημα πολιτικής φύσης, αλλά ως ένα ζήτημα τεχνικής φύσης, αποτελεί το πραξικόπημα του Καπ. Τη νύχτα της 12ης προς τη 13η Μαρτίου του 1920, ορισμένες μονάδες των στρατευμάτων της Βαλτικής συγκεντρώθηκαν κοντά στο Βερολίνο υπό τις διαταγές του Στρατηγού φον Λούτβιτζ και έστειλαν στην κυβέρνηση Μπάουερ ένα τελεσίγραφο, απειλώντας να καταλάβουν την πρωτεύουσα, αν η κυβέρνηση δεν παραχωρούσε την εξουσία στα χέρια του Καπ. Ήδη από την αρχή, η επαναστατική απόπειρα είχε προσλάβει την τυπική όψη ενός αιφνιδιασμού που είχε συλληφθεί και είχε υλοποιηθεί με καθαρά στρατιωτικά κριτήρια. Στην αξίωση των εξεγερμένων η κυβέρνηση Μπάουερ απάντησε αρνητικά υιοθετώντας τα απαραίτητα αστυνομικά μέτρα, προκειμένου να υπερασπιστεί την πρωτεύουσα και να εγγυηθεί τη δημόσια τάξη. Όπως συμβαίνει πάντα σ’ αυτές τις περιπτώσεις, στο στρατιωτικό κριτήριο η κυβέρνηση αντιπαρέθεσε το αστυνομικό κριτήριο: Αυτά τα δύο κριτήρια μοιάζουν μεταξύ τους και είναι ακριβώς αυτό που στερεί οποιονδήποτε επαναστατικό χαρακτήρα από τα πραξικοπήματα που συλλαμβάνονται και υλοποιούνται από στρατιωτικά στοιχεία. Η Αστυνομία υπερασπίζεται το κράτος σαν να επρόκειτο για μια πόλη και οι στρατιωτικοί επιτίθενται εναντίον του κράτους σαν
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-74-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
να επρόκειτο για κάποιο φρούριο. Τα αστυνομικά μέτρα που υιοθέτησε ο Μπάουερ αφορούσαν τον αποκλεισμό των σημαντικότερων οδών και των πλατειών και την κατάληψη των δημόσιων κτιρίων. Ο φον Λούτβιτζ είχε συλλάβει την εκτέλεση του πραξικοπήματος ως μια αντικατάσταση με δικές του στρατιωτικές μονάδες των αστυνομικών αποσπασμάτων που είχαν τοποθετηθεί στις διασταυρώσεις των κυριότερων οδών, στις εισόδους των πλατειών, μπροστά από το Ράιχσταγκ και από τα Υπουργεία της Βιλχεμστράσε. Λίγες ώρες μετά την είσοδό του στην πόλη, ο φον Λούτβιτζ ήταν κύριος της κατάστασης. Η κατάκτηση της πρωτεύουσας είχε συντελεστεί χωρίς αιματοχυσία και με την κανονικότητα μιας αλλαγής φρουράς. Αλλά αν ο φον Λούτβιτζ ήταν ένας στρατιωτικός, ο Καπ, ήδη γενικός διευθυντής Γεωργίας, ήταν ένας υψηλόβαθμος κρατικός αξιωματούχος, ένας γραφειοκράτης. Και ενώ ο φον Λούτβιτζ πίστευε ότι και μόνο με την αντικατάσταση της Αστυνομίας από δικούς του στρατιώτες στην υπεράσπιση της δημόσιας τάξης είχε ήδη καταλάβει την εξουσία, ο νέος Καγκελάριος Καπ ήταν πεπεισμένος πως η κατοχή των Υπουργείων αρκούσε ώστε να εγγυηθεί την ομαλή λειτουργία της κρατικής μηχανής και να προσδώσει νομιμότητα στην επαναστατική κυβέρνηση. Μετριότατος άνθρωπος, μα άριστος γνώστης των στρατηγών και των υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Ράιχ, ο Μπάουερ είχε καταλάβει από την πρώτη στιγμή ότι θα ήταν ανώφελο και επικίνδυνο να αντιπαρατεθεί με τα όπλα στον αιφνιδιασμό του φον Λούτβιτζ. Η πτώση του Βερολίνου στα χέρια των στρατευμάτων της Βαλτικής ήταν αναπόδραστη. Η Αστυνομία δεν ξέρει πώς να αντιμετωπίσει αξιόμαχους στρατιώτες. Αμύνεται καλά μόνο ενάντια στις συνωμοσίες και στις λαϊκές εξεγέρσεις, όμως όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με πειθαρχημένα και εμπειροπόλεμα στρατεύματα, τότε αχρηστεύεται εντελώς. Μόλις αντίκρισε τα ατσαλένια κράνη των βετεράνων του φον Λούτβιτζ, το αστυνομικό απόσπασμα που φρουρούσε την είσοδο στη Βιλχεμστράσε παραδόθηκε στους εξεγερμένους. Ακόμη και ο Νόσκε, άνδρας δραστήριος και θιασώτης της μέχρις εσχάτων αντίστασης, στο άκουσμα των πρώτων λιποταξιών, αποφάσισε να ακολουθήσει τη στάση του Μπάουερ και των υπόλοιπων υπουργών. Ο Μπάουερ είχε δίκιο όταν έκρινε ότι η αχίλλειος πτέρνα της επαναστατικής κυβέρνησης ήταν η κρατική μηχανή. Όποιος κατόρθωνε να σταματήσει αυτή τη μηχανή ή τουλάχιστον να εμποδίσει τη λειτουργία της, θα έπληττε την κυβέρνηση Καπ στην καρδιά της. Προκειμένου να εμποδιστεί η συνέχιση της ζωής του κράτους, χρειαζόταν να παραλύσει όλη η δη-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-75-
CURZIO MALAPARTE
μόσια ζωή. Η στάση που τήρησε ο Μπάουερ ήταν στάση μικροαστού με μαρξιστική παιδεία. Μόνο ένας αστός των μεσαίων τάξεων, ένας καθεστωτικός άνθρωπος εμποτισμένος με σοσιαλιστικές ιδέες, συνηθισμένος να κρίνει τους ανθρώπους και τα γεγονότα, ακόμη και τα πιο ξένα προς τη νοοτροπία, την παιδεία και τα ενδιαφέροντά του, με την αντικειμενικότητα και το σκεπτικισμό ενός κρατικού αξιωματούχου, μόνο ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορούσε να συλλάβει το τολμηρό σχέδιο της βίαιης και συθέμελης αναστάτωσης της δημόσιας ζωής, με σκοπό να εμποδίσει τον Καπ να εκμεταλλευτεί την παγιωθείσα τάξη και να ενισχύσει τη θέση του στην εξουσία. Πριν εγκαταλείψει το Βερολίνο για να βρει καταφύγιο στη Δρέσδη, η κυβέρνηση Μπάουερ απηύθυνε έκκληση στο προλεταριάτο, στην οποία προέτρεπε τους εργάτες να κηρύξουν γενική απεργία. Αυτή η απόφαση του Μπάουερ προκάλεσε μια όλως επικίνδυνη κατάσταση για τον Καπ. Μια πραγματική αντεπαναστατική απόπειρα, μια επιθετική επιστροφή των δυνάμεων που είχαν παραμείνει πιστές στη νόμιμη κυβέρνηση Μπάουερ, θα ήταν για τον Καπ πολύ λιγότερο επικίνδυνη από μια γενική απεργία. Τα στρατεύματα του φον Λούτβιτζ θα μπορούσαν πολύ εύκολα να καταστείλουν οποιαδήποτε βίαιη απόπειρα, αλλά με ποια μέσα θα μπορούσες να εξαναγκάσεις μια τεράστια μάζα εργατών να επιστρέψουν στη δουλειά τους; Σίγουρα όχι με τα όπλα. Το ίδιο εκείνο βράδυ ο Καπ, ο οποίος το μεσημέρι θεωρούνταν κυρίαρχος της κατάστασης, βρέθηκε αιχμάλωτος ενός απρόβλεπτου εχθρού. Μέσα σε λίγες ώρες η ζωή του Βερολίνου είχε παραλύσει. Η απεργία εξαπλωνόταν σε όλη την Πρωσία: Η πρωτεύουσα είχε βυθιστεί στο σκοτάδι, οι κεντρικοί δρόμοι έμοιαζαν εγκαταλελειμμένοι, στα εργατικά προάστια βασίλευε η απόλυτη ηρεμία. Η παράλυση είχε κεραυνοβολήσει τις δημόσιες υπηρεσίες. Ακόμη και οι νοσοκόμοι είχαν εγκαταλείψει τα νοσοκομεία. Οι σιδηροδρομικές συγκοινωνίες με την Πρωσία και με την υπόλοιπη Γερμανία είχαν διακοπεί ήδη από τις πρώτες μεσημβρινές ώρες. Τα τρένα είχαν εγκαταλειφθεί στις αποβάθρες και μετά από λίγες μέρες το Βερολίνο θα λιμοκτονούσε. Ούτε μια βίαιη ενέργεια ούτε μια επαναστατική κίνηση δεν έγινε από την πλευρά του προλεταριάτου. Οι εργάτες είχαν εγκαταλείψει τα εργοστάσια χωρίς την παραμικρή ταραχή. Το χάος ήταν απόλυτο. Τη νύχτα μεταξύ της 13ης και της 14ης Μαρτίου, το Βερολίνο έμοιαζε με βαθιά πόλη που κοιμάται. Μόνο στο ξενοδοχείο «Adlon», όπου διέμεναν οι συμμαχικές αποστολές, όλοι παρέμεναν ξύπνιοι μέχρι το
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-76-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ξημέρωμα αναμένοντας τις σοβαρές εξελίξεις. Το ξημέρωμα βρήκε την πρωτεύουσα χωρίς ψωμί, χωρίς νερό και χωρίς εφημερίδες, μα γαλήνια. Στις λαϊκές συνοικίες οι αγορές ήταν ερημωμένες. Η διακοπή των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών είχε αποκόψει τον εφοδιασμό της πόλης σε τρόφιμα. Την ίδια στιγμή η απεργία επεκτεινόταν από τη μια κατηγορία δημόσιων και ιδιωτικών υπαλλήλων ως την άλλη. Οι αρμόδιοι υπάλληλοι των ταχυδρομικών, τηλεφωνικών και τηλεγραφικών υπηρεσιών δεν προσέρχονταν στα γραφεία τους. Οι τράπεζες, τα καταστήματα, τα καφενεία παρέμεναν κλειστά. Ακόμη και πολλοί αξιωματούχοι Υπουργείων αρνούνταν να αναγνωρίσουν την επαναστατική κυβέρνηση. Ο Μπάουερ είχε προβλέψει αυτή τη μετάδοση. Ο Καπ, ανήμπορος να αντιδράσει ενάντια στην παθητική αντίσταση των εργατών, προσέτρεξε στη βοήθεια των έμπιστων τεχνικών και αξιωματούχων, στην προσπάθειά του να ξαναθέσει σε κίνηση τους πλέον ευαίσθητους μηχανισμούς των δημόσιων υπηρεσιών. Ήταν όμως ήδη πολύ αργά. Η παράλυση εξαπλωνόταν ταχύτατα στην ίδια την κρατική μηχανή. Ο εργατικός πληθυσμός των προαστίων δεν είχε πια την ηρεμία των πρώτων ημερών: Άρχισαν να εμφανίζονται παντού τα σημάδια της ανυπομονησίας και του επαναστατικού αναβρασμού. Οι ειδήσεις που έφθαναν από τα διάφορα κρατίδια του Νότου έθεταν τον Καπ ενώπιον μιας διπλής επιλογής: ή να υποκύψει στη Γερμανία που πολιορκούσε το Βερολίνο ή να υποκύψει στο Βερολίνο που κρατούσε αιχμάλωτη την παράνομη κυβέρνηση. Να παραχωρήσει την εξουσία στα χέρια του Μπάουερ ή στα χέρια των εργατικών συμβουλίων που ήδη διαμορφώνονταν στα προάστια; Το πραξικόπημα είχε αποφέρει στον Καπ μόνο την κατοχή του Ράιχσταγκ και των Υπουργείων. Η διαρκώς επιδεινούμενη κατάσταση δεν προσέφερε στην επαναστατική κυβέρνηση ούτε τα στοιχεία αλλά ούτε και την ευκαιρία για πολιτικά παίγνια. Η δημιουργία επαφών τόσο με τα κόμματα της Αριστεράς όσο και με τα κόμματα της Δεξιάς έμοιαζε ανέφικτη, ενώ μια βίαιη ενέργεια θα μπορούσε να έχει απρόβλεπτες επιπτώσεις. Ορισμένες προσπάθειες των στρατευμάτων του φον Λούτβιτζ να υποχρεώσουν τους εργάτες να επιστρέψουν στις δουλειές τους είχαν καταλήξει σε μια ανώφελη αιματοχυσία. Στην άσφαλτο των δρόμων κείτονταν εδώ κι εκεί οι πρώτοι νεκροί. Ήταν μοιραίο λάθος για μια επαναστατική κυβέρνηση το γεγονός ότι είχε ξεχάσει να καταλάβει τα ηλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια και τους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Αυτό το πρώτο αίμα είχε σκουριάσει με τρόπο ανεπανόρθωτο τους μηχανισμούς της κρατικής μηχανής. Η
9, για την ελληνική γλώσσα.
-77-
CURZIO MALAPARTE
σύλληψη μερικών υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Υπουργείου Εξωτερικών, που έλαβε χώρα το βράδυ της τρίτης μέρας, φανέρωνε πόσο πολύ η απειθαρχία είχε πια αποσαθρώσει τη γραφειοκρατία. Τη 15η Μαρτίου στη Στουτγάρδη, όπου είχε συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση, ο Μπάουερ έλεγε στον Πρόεδρο Έμπερτ, μεταφέροντάς του την είδηση για τα αιματηρά γεγονότα του Βερολίνου: «Το λάθος του Καπ ήταν ότι αναμόχλευσε την αναταραχή». Κυρίαρχος της κατάστασης ήταν ο Μπάουερ, ο μέτριος Μπάουερ, ο άνθρωπος της καθεστηκυίας τάξης, ο μόνος που αντιλήφθηκε πόσο αποφασιστικό όπλο ήταν η αναταραχή στην καταπολέμηση της επαναστατικής απόπειρας του Καπ. Ένας εμποτισμένος με την αρχή της εξουσίας συντηρητικός, ένας νομιμόφρων φιλελεύθερος ή ένας πιστός στην κοινοβουλευτική έννοια της πολιτικής διαμάχης δημοκράτης δε θα τολμούσαν ποτέ να υποκινήσουν την παράνομη παρέμβαση της προλεταριακής μάζας, εμπιστευόμενοι την υπεράσπιση του κράτους στα χέρια της γενικής απεργίας. Μόνο στον «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι, η ιστορία του οποίου βρίθει από παραδείγματα ελληνικών και ασιατικών τυραννιών και ιταλικών δεσποτειών της Αναγέννησης, θα μπορούσε να επιτραπεί η κλήση σε βοήθεια του λαού ώστε να αμυνθεί ενάντια σε μια παλατιανή συνωμοσία ή σε μια απρόσμενη επίθεση. Ο Ηγεμόνας του Μακιαβέλι ήταν αναμφίβολα πιο συντηρητικός από κάποιον tory της βικτωριανής εποχής. Η περί κράτους αντίληψη ωστόσο δεν αποτελούσε τμήμα των ηθικών του προκαταλήψεων και της πολιτικής του παιδείας. Όμως στην παράδοση των κυβερνήσεων της σύγχρονης Ευρώπης, συντηρητικών ή φιλελεύθερων, η αντίληψη περί κράτους απέκλειε κάθε προσφυγή στην παράνομη δράση της προλεταριακής μάζας, όποιος και αν ήταν ο κίνδυνος που έπρεπε να εξορκιστεί. Στη Γερμανία, κάποιοι αναρωτιόνταν αργότερα ποια θα ήταν η στάση του Στρέσεμαν αν είχε βρεθεί στη θέση του Μπάουερ. Δε χωράει αμφιβολία πως ο Στρέσεμαν θα είχε κρίνει το κάλεσμα του Μπάουερ προς το βερολινέζικο προλεταριάτο ως ένα «χτύπημα κάτω από τη ζώνη». Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να λάβουμε υπόψη ότι η μαρξιστική παιδεία του Μπάουερ τον οδηγούσε λογικά στο να μην έχει ενδοιασμούς στην επιλογή των μέσων για την καταπολέμηση μιας επαναστατικής απόπειρας. Η έννοια της γενικής απεργίας ως νόμιμου όπλου των δημοκρατικών κυβερνήσεων, προκειμένου να υπερασπιστούν το κράτος ενάντια σ’ ένα στρατιωτικό ή κομμουνιστικό χτύπημα, δε θα μπορούσε να
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-78-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
είναι ξένη σ’ έναν άνθρωπο με μαρξιστική παιδεία. Ο Μπάουερ υπήρξε ο πρώτος που εφάρμοσε μία θεμελιώδη μαρξιστική αρχή προς υπεράσπιση του αστικού κράτους. Το παράδειγμά του έχει τεράστια σημασία στην ιστορία των επαναστάσεων της εποχής μας. Όταν, στις 17 Μαρτίου, ο Καπ ανακοίνωνε την παραίτησή του από την εξουσία, επειδή «η εξαιρετικά κρίσιμη κατάσταση της Γερμανίας επέβαλλε την αρραγή ενότητα όλων των κομμάτων και του συνόλου των πολιτών ώστε να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος μιας κομμουνιστικής επανάστασης», η εμπιστοσύνη που ο γερμανικός λαός είχε εναποθέσει στον Μπάουερ, στη διάρκεια εκείνων των πέντε ημερών παράνομης διακυβέρνησης, μετατράπηκε σε ανησυχία και τρόμο. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε χάσει τον έλεγχο της γενικής απεργίας. Πραγματικοί κυρίαρχοι της κατάστασης είχαν γίνει πια οι κομμουνιστές. Σε ορισμένα προάστια του Βερολίνου είχε ανακηρυχθεί η Κόκκινη Δημοκρατία. Σε όλη τη Γερμανία ξεφύτρωναν εργατικά συμβούλια. Στη Σαξονία και στο Ρουρ η γενική απεργία δεν ήταν παρά το προανάκρουσμα της εξέγερσης. Ο Στρατός του Ράιχ βρισκόταν αντιμέτωπος μ’ έναν πραγματικό κομμουνιστικό στρατό, εξοπλισμένο με πολυβόλα και κανόνια. Τι θα έκανε ο Μπάουερ; Η γενική απεργία είχε ανατρέψει τον Καπ, ο εμφύλιος πόλεμος θα είχε κατανικήσει τον Μπάουερ. Στο σημείο αυτό η μαρξιστική παιδεία, αντιμέτωπη με την ανάγκη της βίαιης καταστολής μιας εξέγερσης των εργατών, αποδεικνυόταν η αχίλλειος πτέρνα του Μπάουερ. «Η επανάσταση είναι μια τέχνη», διακηρύσσει ο Μαρξ: Είναι όμως η τέχνη της κατάκτησης της εξουσίας και όχι της υπεράσπισής της. Στόχος της επαναστατικής στρατηγικής του Μαρξ είναι η κατάκτηση του κράτους και εργαλείο της η ταξική πάλη. Προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία, ο Λένιν υποχρεώθηκε να ανατρέψει ορισμένες θεμελιώδεις μαρξιστικές αρχές. Είναι αυτό που αναγνωρίζει ο Ζηνόβιεφ, όταν γράφει ότι «ο πραγματικός Μαρξ είναι τώρα πια αδύνατος δίχως το Λένιν». Στα χέρια του Μπάουερ, η γενική απεργία υπήρξε το όπλο υπεράσπισης του Ράιχ ενάντια στον Καπ. Όμως για την υπεράσπιση του Ράιχ ενάντια στην προλεταριακή επανάσταση ήταν απαραίτητος ο Στρατός του Ράιχ. Τα στρατεύματα του φον Λούτβιτζ, που είχαν αποδειχθεί ανίκανα να αντιμετωπίσουν τη γενική απεργία, θα μπορούσαν με μεγάλη ευκολία να δαμάσουν την κομμουνιστική εξέγερση. Όμως ο Καπ εγκατέλειψε την εξουσία τη στιγμή κατά την οποία το προλεταριάτο τού προσέφερε την ευκαιρία να αντιμετωπίσει με επιτυχία τη μάχη στο
9, για την ελληνική γλώσσα.
-79-
CURZIO MALAPARTE
δικό του πεδίο. Ένα τέτοιο σφάλμα, προερχόμενο από έναν αντιδραστικό όπως ο Καπ, είναι ακατανόητο και αδικαιολόγητο. Εκ μέρους ενός μαρξιστή, όπως ο Μπάουερ, το σφάλμα να μην αντιληφθεί ότι ο Στρατός του Ράιχ είναι το μόνο τελεσφόρο όπλο ενάντια στην προλεταριακή επανάσταση δικαιολογείται από κάθε άποψη. Αφού επιχείρησε μάταια να καταλήξει σε μια συμφωνία με τους επικεφαλής της κομμουνιστικής εξέγερσης, ο Μπάουερ παραχώρησε την εξουσία στα χέρια του Μίλερ43. Θλιβερό τέλος για έναν άνδρα τόσο προκλητικά έντιμο και μέτριο. Η φιλελεύθερη και κατιλινική Ευρώπη είχε ακόμη πολλά να μάθει από το Λένιν και τον Μπάουερ.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
43. Χέρμαν Μίλερ (1876-1931): Γερμανός πολιτικός. Ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπάουερ υπέγραψε τη Συνθήκη των Βερσαλιών (1919). Μετά το πραξικόπημα του Βόλφγκανγκ Καπ έγινε Καγκελάριος (Μάρτιος-Ιούνιος 1920), αλλά αποσύρθηκε μετά τις εκλογές. Αργότερα επανήλθε στην καγκελαρία (Ιούνιος 1928Μάρτιος 1930) και συγκρότησε κυβέρνηση με ηγέτη τον Γκούσταφ Στρέσεμαν [Σ.τ.Ε.].
-80-
5
ΤΙ ΘΑ ΕΙΧΕ ΣΥΜΒΕΙ τη 18η Μπρυμαίρ, εάν ο Βοναπάρτης είχε βρεθεί
αντιμέτωπος μ’ έναν άνθρωπο σαν τον Μπάουερ; Η σχέση μεταξύ του Βοναπάρτη και του έντιμου Καγκελαρίου του Ράιχ προσφέρει άφθονες προοπτικές. Ο Μπάουερ αναμφίβολα δεν είχε τίποτε κοινό με τον ήρωα του Πλουτάρχου: Ήταν ένας καλός μεσοαστός Γερμανός, στον οποίον η μαρξιστική παιδεία είχε καταπνίξει κάθε συναισθηματισμό. Οι πηγές της μετριότητάς του ήταν ανεξάντλητες. Τι θλιβερό πεπρωμένο για έναν άνθρωπο με τόσο συνηθισμένες αρετές να βρει απέναντί του τον Καπ, έναν ήρωα κοινό και κακότυχο. Ο Μπάουερ ήταν ο αντίπαλος που άξιζε στο Βοναπάρτη, ο άνθρωπος που χρειαζόταν, η 18η Μπρυμαίρ, προκειμένου να αντιμετωπίσει το νικητή του Άρκολε. Ο Βοναπάρτης θα έβρισκε επιτέλους έναν αντίπαλο αντάξιό του. Όμως, θα πει κανείς ότι ο Μπάουερ ήταν ένας άνθρωπος σύγχρονος, ένας Γερμανός των Βερσαλιών και της Βαϊμάρης, ένας Ευρωπαίος της εποχής μας, ενώ ο Βοναπάρτης ήταν ένας Ευρωπαίος του 18ου αιώνα, ένας Γάλλος που το 1789 ήταν 20 ετών. Πώς είναι δυνατόν να διανοηθούμε τι θα είχε κάνει ο Μπάουερ τη 18η Μπρυμαίρ, ώστε να εμποδίσει το πραξικόπημα; Ο Βοναπάρτης δεν ήταν Καπ και η κατάσταση του Παρισιού το 1789 ήταν αρκετά διαφορετική απ’ αυτή του Βερολίνου το 1920. Ενάντια στο Βοναπάρτη ο Μπάουερ δε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την τακτική της γενικής απεργίας κι αυτό γιατί τότε, με δεδομένη την κοινωνική οργάνωση και την τεχνική της εποχής, έλειπαν οι απαραίτητες συνθήκες ώστε μία απεργία να αποδειχθεί τόσο αποτελεσματική ώστε να αποσοβήσει το πραξικόπημα. Πέρα από οποιεσδήποτε άλλες σκέψεις, το ζήτημα της τακτικής που θα ακολουθούσε ο Μπάουερ τη 18η Μπρυμαίρ και της σχέσης που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στο Βοναπάρτη και τον Καγκελάριο του Ράιχ είναι πολύ πιο ενδιαφέρον απ’ όσο πιστεύεται.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-81-
CURZIO MALAPARTE
Ο Βοναπάρτης δεν ήταν μόνο ένας Γάλλος του 18ου αιώνα. Πάνω απ’ όλα ήταν ένας άνθρωπος σύγχρονος, αναμφίβολα πολύ πιο σύγχρονος από τον Καπ. Η σχέση ανάμεσα στη δική του νοοτροπία και σ’ εκείνη του Μπάουερ είναι η σχέση ανάμεσα στην αντίληψη της νομιμότητας ενός Πρίμο ντε Ριβέρα ή ενός Πιλσούντσκι, ήτοι ενός οποιουδήποτε σύγχρονου στρατηγού διατεθειμένου να σφετεριστεί την εξουσία, και στην αντίστοιχη αντίληψη ενός οποιουδήποτε μικροαστού υπουργού που είναι διατεθειμένος να υπερασπιστεί με κάθε μέσο το κράτος. Για να μη φαίνεται αυτή η σχέση αυθαίρετη, καλό είναι να έχουμε υπόψη ότι η διαφοροποίηση μεταξύ της κλασικής και της σύγχρονης αντίληψης περί του σφετερισμού της εξουσίας φανερώνεται για πρώτη φορά με το Βοναπάρτη και ότι η 18η Μπρυμαίρ είναι το πρώτο πραξικόπημα στο οποίο τίθενται τα προβλήματα της σύγχρονης επαναστατικής τακτικής. Τα λάθη, οι εμμονές και οι αμφιβολίες του Βοναπάρτη αντιστοιχούν σ’ έναν άνθρωπο του 18ου αιώνα, ο οποίος βρίσκεται υποχρεωμένος να επιλύσει προβλήματα νεοφανή και λεπτά, που για πρώτη φορά παρουσιάζονται μ’ αυτή τη μορφή και σε μια τόσο εξαιρετική περίσταση, δηλαδή τα προβλήματα που άπτονται της περίπλοκης φύσης του σύγχρονου κράτους. Το πιο σημαντικό από τα λάθη του, αυτό της οικοδόμησης του σχεδίου της 18ης Μπρυμαίρ πάνω στο σεβασμό της νομιμότητας και στους μηχανισμούς της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, αποκαλύπτει ακριβώς την εξαιρετικά οξυμμένη ευαισθησία του Βοναπάρτη γύρω από συγκεκριμένα σύγχρονα προβλήματα του κράτους και μια οξυδερκή ανησυχία μπροστά στους κινδύνους της πολυμορφίας και της λεπτότητας των σχέσεων μεταξύ κράτους και πολίτη. Αυτά ακριβώς τα στοιχεία τον καθιστούν έναν απολύτως σύγχρονο άνθρωπο, έναν Ευρωπαίο της εποχής μας. Παρ’ όλα τα λάθη στη σύλληψη και στην εκτέλεση, η 18η Μπρυμαίρ παραμένει ένα υπόδειγμα κοινοβουλευτικού πραξικοπήματος. Η επικαιρότητά της συνίσταται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει κοινοβουλευτικό πραξικόπημα στη σύγχρονη Ευρώπη που να μην εμπεριέχει τα συγκεκριμένα λάθη στη σύλληψη και στην εκτέλεση. Εδώ επιστρέφουμε στο Βοναπάρτη και στον Μπάουερ, στον Πρίμο ντε Ριβέρα και στον Πιλσούντσκι.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Στις πεδιάδες της Λομβαρδίας, ο Βοναπάρτης προετοιμαζόταν να καταλάβει την πολιτική εξουσία μελετώντας στην κλασική γραμματεία τα παραδείγματα του Σύλλα, του Κατιλίνα και του Καίσαρα. Η συνωμοσία του Κατιλίνα δεν προξενούσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο Βοναπάρτη.
-82-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Κατά βάθος, ο Κατιλίνας είναι ένας ήρωας που δεν εκπλήρωσε τις φιλοδοξίες του, ένας πολιτικάντης επαναστάτης χωρίς τόλμη και γεμάτος ενδοιασμούς. Τι υπέροχος αστυνομικός διευθυντής εκείνος ο Κικέρωνας! Με πόση μαεστρία κατόρθωσε να τυλίξει στα δίχτυα του τον Κατιλίνα και τους συνεργούς του. Με πόσο βίαιο κυνισμό εξαπέλυσε κατά των συνωμοτών αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε δημοσιογραφική εκστρατεία! Πώς κατάφερε να εκμεταλλευτεί όλα τα σφάλματα του αντιπάλου, όλα τα διαδικαστικά προσχήματα, όλες τις παγίδες και τις ευτέλειες, τις φιλοδοξίες, τους φόβους και τα κατώτερα ένστικτα των ευγενών και της πλέμπας! Τότε ο Βοναπάρτης έδειχνε πρόθυμα μια βαθιά περιφρόνηση για τις μεθόδους της Αστυνομίας. Στα μάτια του, εκείνος ο δύστηνος Κατιλίνας φάνταζε σαν ένας ασύνετος επαναστάτης, σαν ένας άβουλος πεισματάρης, πλημμυρισμένος από καλούς σκοπούς και κακές προθέσεις. Φάνταζε σαν ένας επαναστάτης πάντα αναποφάσιστος για την ώρα, τον τόπο και τα μέσα, ανίκανος να κατέβει στην πλατεία την κατάλληλη στιγμή, σαν ένας communard44 που δεν μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα στη συνωμοσία και το οδόφραγμα και έχανε χρόνο ακούγοντας το quousque tandem45 του Κικέρωνα και οργανώνοντας την εκλογική του εκστρατεία ενάντια στο εθνικό μπλοκ, σαν ένας συκοφαντημένος Άμλετ, κοντολογίς θύμα των μηχανορραφιών ενός διαπρεπούς δικηγόρου και των επιβουλών της Αστυνομίας. Όμως εκείνος ο Κικέρωνας, πόσο άχρηστος μα και πόσο αναγκαίος! Γι’ αυτόν θα μπορούσε να ειπωθεί ό,τι έλεγε ο Βολταίρος για τους ιησουίτες: «Για να είναι οι ιησουίτες χρήσιμοι, πρέπει να τους εμποδίζουμε να είναι αναγκαίοι». Κι όμως, όσο κι αν περιφρονεί προς το παρόν τις αστυνομικές μεθόδους, όσο κι αν η ιδέα ενός οργανωμένου από την Αστυνομία χτυπήματος του προκαλεί, προς το παρόν, τόση απέχθεια όση και μια βίαιη εξέγερση σε στρατώνα, η ικανότητα του Κικέρωνα τον δελεάζει και τον ανησυχεί. Ίσως κάποια μέρα ένας παρόμοιος άνδρας να του φαινόταν χρήσιμος. Ποτέ κανείς δεν ξέρει. Ο θεός της τύχης είναι διπρόσωπος σαν τον Ιανό: Έχει το πρόσωπο του Κικέρωνα και το πρόσωπο του Κατιλίνα. Ακόμη και ο Βοναπάρτης, όπως όλοι όσοι έχουν κατακτήσει ή ετοιμάζονται να κατακτήσουν βίαια την εξουσία, φοβάται μήπως εμφανιστεί στα μάτια των Γάλλων σαν ένα είδος Κατιλίνα, σαν ένας άνθρωπος
9, για την ελληνική γλώσσα.
44. Οπαδός της Παρισινής Κομμούνας του 1871 [Σ.τ.Μ.]. 45. Έως πότε επιτέλους; [Σ.τ.Μ.].
-83-
CURZIO MALAPARTE
διατεθειμένος να κάνει τα πάντα για να πετύχει στα επαναστατικά του σχέδια, σαν τη μαύρη ψυχή μιας ζοφερής συνωμοσίας, σαν ένας θρασύς μωροφιλόδοξος ικανός για οποιαδήποτε υπερβολή, σαν ένας εγκληματίας πρόθυμος για λεηλασίες, σφαγές και εμπρησμούς, αποφασισμένος να επικρατήσει με κάθε κόστος ή να θαφτεί μαζί με τους εχθρούς κάτω από τα ερείπια της πατρίδας. Γνωρίζει καλά πως η πραγματική φιγούρα του Κατιλίνα δεν είναι αυτή που δημιούργησαν ο θρύλος και η συκοφαντία. Γνωρίζει καλά πως οι κατηγορίες του Κικέρωνα είναι αβάσιμες, πως οι κατά Κατιλίνα Λόγοι είναι ένας ιστός ψεμάτων, πως από νομική άποψη η δίκη εναντίον του Κατιλίνα είναι ένα έγκλημα, πως στην πραγματικότητα εκείνος ο εγκληματίας επαναστάτης δεν ήταν παρά ένας μέτριος πολιτικός, ανίκανος να πραγματοποιήσει ελιγμούς, ένας αναποφάσιστος ισχυρογνώμων, από τον οποίον η Αστυνομία μπόρεσε εύκολα να απαλλαγεί χρησιμοποιώντας ορισμένους κατασκόπους και μερικούς προβοκάτορες. Ο Βοναπάρτης γνωρίζει καλά πως το βαρύτερο ολίσθημα του Κατιλίνα ήταν ότι έχασε το παιχνίδι, ότι γνωστοποίησε σε όλους πως ετοίμαζε στα κρυφά ένα πραξικόπημα και ότι δεν κατόρθωσε να φέρει σε πέρας το εγχείρημα. Αν τουλάχιστον είχε βρει το θάρρος να επιχειρήσει το πραξικόπημα! Δεν μπορεί κανείς να πει ότι του έλειψαν οι ευκαιρίες: Η εσωτερική κατάσταση ήταν τέτοια που η κυβέρνηση θα στεκόταν ανίκανη να αποτρέψει μία επαναστατική απόπειρα. Δεν οφείλεται αποκλειστικά στον Κικέρωνα το γεγονός ότι μερικές συνομιλίες και κάποια αστυνομικά μέτρα φάνηκαν αρκετά ώστε να διασώσουν τη Δημοκρατία από έναν τόσο σοβαρό κίνδυνο. Κατά βάθος, ο Κατιλίνας είχε το καλύτερο δυνατό τέλος, καθώς πέθανε στη μάχη όπως άξιζε σε έναν πατρίκιο του ονόματός του και σ’ ένα στρατιώτη της δικής του γενναιότητας. Όμως ο Βοναπάρτης δεν έχει άδικο όταν πίστευε πως είναι ανώφελο να προκαλέσει κανείς τόση φασαρία, να διακινδυνεύσει σε τέτοιο βαθμό και να προξενήσει τόσο όλεθρο, μόνο και μόνο ώστε την κατάλληλη στιγμή να καταφύγει στα βουνά για να βρει εκεί ένα θάνατο αντάξιο ενός Ρωμαίου. Κατά τη δική του άποψη, ο Κατιλίνας θα μπορούσε να έχει καλύτερο τέλος.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Τα κατορθώματα του Σύλλα και του Ιουλίου Καίσαρα προσέφεραν στο Βοναπάρτη περισσότερες αφορμές ώστε να αναλογιστεί το δικό του πεπρωμένο: όσα βρίσκονταν εγγύτερα στη φύση της ευφυΐας του και στο πνεύμα της εποχής του. Δεν είχε ακόμη ωριμάσει μέσα του η ιδέα που θα τον οδηγήσει στην προετοιμασία και στην εκτέλεση του πραξικοπήμα-
-84-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τος της 18ης Μπρυμαίρ. Η τέχνη της κατάκτησης της εξουσίας φάνταζε στα μάτια του ως μια τέχνη κατ’ ουσία στρατιωτική, ως η εφαρμογή της πολεμικής στρατηγικής και της τακτικής στην πολιτική διαμάχη, ως η μεταφορά του στρατού στο πεδίο του πολιτικού ανταγωνισμού. Στο στρατηγικό τους σχέδιο για την κατάκτηση της Ρώμης δε φανερώνεται η πολιτική ιδιοφυΐα του Σύλλα και του Καίσαρα, αλλά η στρατιωτική τους ιδιοφυΐα. Οι δυσκολίες που πρέπει να υπερβούν προκειμένου να καταλάβουν τη Ρώμη είναι αμιγώς στρατιωτικής φύσης. Βρίσκονται αντιμέτωποι με στρατούς, όχι με συνελεύσεις. Είναι λάθος να αντιλαμβάνεται κανείς την απόβαση στο Μπρίντιζι και τη διάβαση του Ρουβίκωνα ως τις εναρκτήριες ενέργειες ενός πραξικοπήματος. Η δράση τους έχει χαρακτήρα στρατηγικό και όχι πολιτικό. Είτε ονομάζεται Σύλλας είτε Καίσαρας, είτε Αννίβας είτε Βελισσάριος, ο στόχος των στρατών τους είναι η κατάκτηση μιας πόλης, είναι ένας στόχος στρατηγικός. Συμπεριφέρονται σαν στρατηλάτες, για τους οποίους η τέχνη του πολέμου δεν έχει μυστικά. Στο Σύλλα και στον Καίσαρα είναι προφανές ότι η στρατιωτική τους ιδιοφυΐα είναι κατά πολύ ανώτερη από την πολιτική. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι στις εκστρατείες που εγκαινιάζονται με την απόβαση στο Μπρίντιζι και με τη διάβαση του Ρουβίκωνα, αυτοί δεν υπακούουν μόνο σε ιδέες στρατηγικής: Σε κάθε κίνηση των λεγεώνων τους ενυπάρχει κάποιο πολιτικό υπονοούμενο. Όμως η τέχνη του πολέμου είναι γεμάτη από υπονοούμενα και κρυφές προθέσεις. Όλοι οι στρατιωτικοί αρχηγοί, ο Ερρίκος του Οίκου της Ωβέρνης, ο Κάρολος ΙΒ΄, ο Φος, είναι όργανα της κρατικής πολιτικής και η στρατηγική τους υπακούει στα πολιτικά συμφέροντα του κράτους. Ο πόλεμος αποβλέπει πάντα σε πολιτικούς στόχους: Δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια όψη της κρατικής πολιτικής. Η ιστορία δεν προσφέρει ούτε ένα παράδειγμα στρατιωτικού αρχηγού που να έκανε τον πόλεμο για τον πόλεμο, την τέχνη για την τέχνη. Δεν υπάρχουν ερασιτέχνες ούτε ανάμεσα στους μικρούς ούτε ανάμεσα στους μεγάλους στρατιωτικούς αρχηγούς, ούτε καν ανάμεσα στους κοντοτιέρους46. Το μότο του Τζιοβάνι Ακούτο (Τζον Χόουκγουντ), Άγγλου κοντοτιέρου στην υπηρεσία της Δημοκρατίας της Φλωρεντίας: «Πολεμούμε για να ζήσουμε και όχι για να πεθάνουμε» δεν είναι το μότο κάποιου ερασιτέχνη ούτε τόλμημα ενός μισθοφόρου: Εκφράζει την ανώτερη δικαιολόγηση του πολέμου, την ηθική του. Θα μπορούσε να είναι το μότο του Καίσαρα, του
9, για την ελληνική γλώσσα.
46. Αρχηγοί μισθοφορικών στρατευμάτων [Σ.τ.Μ.].
-85-
CURZIO MALAPARTE
Φρειδερίκου, του Νέλσωνος, του Βοναπάρτη. Είναι φυσικό να σκεφτεί κανείς ότι η μετακίνηση των στρατευμάτων για την κατάκτηση της Ρώμης είχε πολιτικό σκοπό. Όμως είναι σωστό να αποδίδουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Σύλλα τω Σύλλα. Αυτοί δεν πραγματοποίησαν ένα πραξικόπημα. Μια παλατιανή συνωμοσία έχει πολύ περισσότερες ομοιότητες μ’ ένα πραξικόπημα απ’ ό,τι οι περίφημες εκστρατείες, χάρη στις οποίες οι δύο σπουδαίοι στρατιωτικοί αρχηγοί σφετερίστηκαν τη Δημοκρατία. Ο Σύλλας χρειάστηκε έναν ολόκληρο χρόνο για να ανοίξει με τα όπλα το δρόμο από το Μπρίντιζι στη Ρώμη, δηλαδή για να φέρει σε πέρας την επαναστατική απόπειρα που ξεκίνησε στο Μπρίντιζι: Υπερβολικά πολύς χρόνος για ένα πραξικόπημα. Είναι όμως γνωστό ότι η τέχνη του πολέμου έχει τους κανόνες και τις εξαιρέσεις της και μόνο σ’ αυτά υπάκουε ο Σύλλας. Στους κανόνες και στις εξαιρέσεις της πολιτικής ο Σύλλας και ο Καίσαρας άρχισαν να υπακούουν μόνο μετά την είσοδό τους στη Ρώμη. Και υπακούουν περισσότερο στις εξαιρέσεις παρά στους κανόνες, όπως υπαγορεύουν η φύση και οι συνήθειες των στρατιωτικών αρχηγών, όταν ξεκινούν να θεσπίσουν νέους νόμους και μια νέα τάξη στις κατακτημένες πόλεις. Στις πεδιάδες της Λομβαρδίας, εκείνη την πολλά υποσχόμενη για οποιονδήποτε στρατηγό χωρίς ενδοιασμούς και μάλλον θρασύ παρά φιλόδοξο χρονιά του 1797, ο Βοναπάρτης θα πρέπει να άρχισε να σκέφτεται ότι τα παραδείγματα του Σύλλα και του Καίσαρα θα μπορούσαν να αποβούν μοιραία γι’ αυτόν. Κατά βάθος, ανάμεσα στο σφάλμα του Ος47, ο οποίος είχε ασύνετα αποδεχτεί να τεθεί στην υπηρεσία του Διευθυντηρίου επιχειρώντας ένα πραξικόπημα, και στα παραδείγματα του Σύλλα και του Καίσαρα, το σφάλμα του Ος τού φαινόταν λιγότερο επικίνδυνο. Στη διακήρυξή του της 14ης Ιουλίου προς τους στρατιώτες της Ιταλίας, ο Βοναπάρτης προειδοποιούσε τη Λέσχη του Κλισύ48 ότι ο στρατός ήταν έτοιμος να διαβεί τις Άλπεις και να βαδί-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
47.
Λαζάρ Ος (1768-1797): Γάλλος Στρατηγός κατά τους πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης, ο οποίος εξεδίωξε τις αυστροπρωσικές στρατιές από την Αλσατία, το 1793, και κατέστειλε την αντεπαναστατική εξέγερση στη Βανδέα (1794-1796) [Σ.τ.Ε.]. 48. Λέσχη του Κλισύ: Μετά την πτώση του Ροβεσπιέρου (27 Ιουλίου 1794) οι μοναρχικοί άρχισαν να ξαναοργανώνονται σε λέσχες, ακολουθώντας το παράδειγμα των Ιακωβίνων. Μία από τις σημαντικότερες ήταν η Λέσχη του Κλισύ, η οποία ονομάστηκε έτσι γιατί τα μέλη της, αρχικά, συνήθιζαν να συναντιούνται στην οδό Κλισύ. Το 1797 πολλά μέλη της Λέσχης συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν με αποτέλεσμα να διαλυθεί [Σ.τ.Ε.].
-86-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
σει κατά του Παρισιού ώστε να εγγυηθεί το Σύνταγμα, να υπερασπιστεί την ελευθερία και να προστατεύσει την κυβέρνηση και τους δημοκράτες. Αυτές οι λέξεις απηχούν περισσότερο την ανησυχία του Βοναπάρτη να προλάβει τον ανυπόμονο Ος παρά την κρυφή του λαχτάρα να ξεπεράσει τον Καίσαρα. Να διατηρήσει τη φιλία του με το Διευθυντήριο χωρίς ωστόσο να τεθεί ολοφάνερα στο πλευρό του: Ιδού το πρόβλημα του 1797· δύο χρόνια αργότερα, την παραμονή της 18ης Μπρυμαίρ, το πρόβλημα θα είναι να διατηρήσει τη φιλία του Διευθυντηρίου συμπαρατασσόμενος ωστόσο ολοφάνερα με τους αντιπάλους του. Ήδη από το 1797, στο μυαλό του εισχωρεί σιγά-σιγά η ιδέα ότι ο στρατός πρέπει να είναι το όργανο του πραξικοπήματος, όμως ένα όργανο που υπακούει στους νόμους. Η δράση του πρέπει να διατηρήσει όλα τα προσχήματα της νομιμότητας. Και είναι αυτή η έγνοια για την τήρηση της νομιμότητας που φανερώνει ότι στο μυαλό του Βοναπάρτη αρχίζει να διαμορφώνεται η ιδέα ενός πραξικοπήματος που πόρρω απέχει από τα κλασικά παραδείγματα, παραδείγματα λαμπρά κι επικίνδυνα.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-87-
6
ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΠΟΛΥΑΡΙΘΜΩΝ πρωταγωνιστών της 18ης Μπρυμαίρ,
αυτός που περισσότερο από κάθε άλλον δείχνει εκτός τόπου είναι ο Βοναπάρτης. Από τότε που επέστρεψε από την Αίγυπτο, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να εξεγείρεται, να εκτίθεται στο θαυμασμό, στο μίσος, στην υποψία και στη χλεύη, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να ριψοκινδυνεύει ανώφελα. Οι gaffes του αρχίζουν να προβληματίζουν το Σιεγές και τον Ταλεϋράνδο: Τι θέλει ο Βοναπάρτης; Ας αφήσει τους άλλους να δράσουν. Ο Σιεγές και ο Λουκιανός ασχολούνται με όλα και προβλέπουν τα πάντα: Η υπόθεση έχει ρυθμιστεί ακόμη και στις παραμικρές της λεπτομέρειες. Ο Σιεγές, λεπτολόγος και σχολαστικός, πιστεύει πως ένα πραξικόπημα δεν οργανώνεται από τη μία μέρα στην άλλη. Ο κίνδυνος που πρέπει να αποφευχθεί είναι η ανυπομονησία του Βοναπάρτη. Και η επιθυμία του για μεγαλοστομίες, προσθέτει ο Ταλεϋράνδος. Δεν πρόκειται ούτε για τον Καίσαρα ούτε για τον Κρόμγουελ, αλλά απλά για το Ναπολέοντα. Εάν επιθυμεί κανείς να τηρηθούν τα προσχήματα της νομιμότητας και το πραξικόπημα να μην πάρει ούτε τη μορφή μιας εξέγερσης σε στρατώνα ούτε μιας οργανωμένης από την Αστυνομία συνωμοσίας, αλλά να εμφανιστεί ως μια κοινοβουλευτική επανάσταση, εκτελεσμένη με τη συνενοχή της Γερουσίας και των Πεντακοσίων και ρυθμισμένη από μια διαδικασία λεπτή και δαιδαλώδη, είναι απαραίτητο ο Βοναπάρτης να απέχει από ορισμένες συμπεριφορές. Ένας θριαμβευτής στρατηγός, που ετοιμάζεται να καταλάβει την εξουσία με τη συνδρομή των νόμων και της βίας, δεν επιτρέπεται να βγαίνει προς άγρα χειροκροτητών ούτε να χάνει χρόνο σε ραδιουργίες. Ο Σιεγές έχει προβλέψει και έχει διευθετήσει τα πάντα: Έφθασε μάλιστα στο σημείο να μάθει ιππασία, για την περίπτωση είτε ενός θριάμβου είτε μιας φυγής.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-88-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Εντωμεταξύ ο Λουκιανός, που έχει εκλεγεί πρόεδρος του Συμβουλίου των Πεντακοσίων, προτείνει το διορισμό τεσσάρων επιθεωρητών της αίθουσας του Συμβουλίου, των οποίων τη συνενοχή έχει εξασφαλίσει. Σε μια κοινοβουλευτική επανάσταση, ακόμη και οι κλητήρες παίζουν σημαντικό ρόλο. Ο Σιεγές έχει στο χέρι του τους επιθεωρητές της αίθουσας του Συμβουλίου της Γερουσίας. Για τη δικαιολόγηση της σύγκλησης των Συμβουλίων εκτός Παρισιού, στο Σεν-Κλου, απαιτείται μία πρόφαση: Ένα μυστικό σχέδιο, μία ιακωβίνικη συνωμοσία, ένας δημόσιος κίνδυνος. Ο πρόεδρος Σιεγές θέτει σε κίνηση τον αστυνομικό μηχανισμό. Η πρόφαση έχει δημιουργηθεί, η Αστυνομία εξυφαίνει την τρομερή ιακωβίνικη συνωμοσία, η Δημοκρατία βρίσκεται επισήμως σε κίνδυνο. Στο Σεν-Κλου τα Συμβούλια θα μπορέσουν να συγκληθούν με ασφάλεια. Όλα εκτυλίσσονται σύμφωνα με το προκαθορισμένο σχέδιο. Ακόμη και ο Βοναπάρτης συμβαδίζει με τους άλλους: Η συμπεριφορά του είναι πιο προσεκτική, η διπλωματία του λιγότερο αφελής, η αισιοδοξία του σωφρονέστερη. Σιγά-σιγά πείθεται ότι έχει καταστεί ο από μηχανής θεός όλης της δολοπλοκίας και αυτή η πεποίθηση του αρκεί και του δίνει την απόλυτη βεβαιότητα ότι όλα θα εξελιχθούν όπως εκείνος θέλει. Όμως είναι οι άλλοι που τον οδηγούν με ασφάλεια ανάμεσα στις παγίδες, είναι ο Σιεγές αυτός που τον κατευθύνει μες στο λαβύρινθο. Ο Βοναπάρτης είναι ακόμη ένας στρατιώτης και μόνο ένας στρατιώτης: Η πολιτική του ιδιοφυΐα θα αποκαλυφθεί μόνο μετά τη 18η Μπρυμαίρ. Αυτοί οι μεγάλοι στρατηλάτες, όπως ο Σύλλας, ο Καίσαρας ή ο Βοναπάρτης, στη διάρκεια της προετοιμασίας και της εκτέλεσης του πραξικοπήματος, δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από στρατιωτικοί: Όσο περισσότερο πασχίζουν να παραμείνουν νομιμόφρονες και να επιδείξουν έναν ειλικρινή σεβασμό για τα δημόσια πράγματα τόσο περισσότερο παράνομες γίνονται οι ενέργειές τους και φανερώνεται η βαθιά τους περιφρόνηση για τα δημόσια πράγματα. Όταν κατεβαίνουν από το άλογο για να εκτεθούν πεζή στο πολιτικό πεδίο, ξεχνούν πάντα να βγάλουν τα σπιρούνια. Ο Λουκιανός Βοναπάρτης παρατηρεί τον αδελφό του, μελετά τις κινήσεις του και κατασκοπεύει τις μύχιες σκέψεις του μ’ ένα χαμόγελο που ήδη εμπεριέχει το προαίσθημα της έχθρας. Ο Λουκιανός, ο πιο απαραίτητος και ο πιο επίφοβος συνεργός, αυτός που την τελευταία στιγμή θα σώσει την κατάσταση, αισθάνεται πλέον πιο σίγουρος για τον αδελφό του παρά για τον ίδιο του τον εαυτό. Όλα είναι έτοιμα. Ποιος θα μπορούσε να εκτρέψει την
9, για την ελληνική γλώσσα.
-89-
CURZIO MALAPARTE
πορεία των γεγονότων; Ποια δύναμη θα μπορούσε να αντιταχθεί στο πραξικόπημα; Το σχέδιο του Σιεγές βασίζεται πάνω σ’ ένα θεμελιώδες σφάλμα: Το σεβασμό προς τη νομιμότητα. Αρχικά ο Σιεγές είχε εκδηλώσει την αντίθεσή του στη διατήρηση της δράσης εντός των ορίων της νομιμότητας. Χρειαζόταν να αφεθεί ένα περιθώριο για τις απρόβλεπτες περιπτώσεις, στις οποίες η επαναστατική βία είναι ένα καλό ατού. Τα υποχρεωτικά περάσματα εγκυμονούν πολλούς κινδύνους. Στο μυαλό ενός συνταγματολόγου, η ιδέα ενός νόμιμου πραξικοπήματος φαντάζει παράλογη. Όμως ο Βοναπάρτης είναι αμετάπειστος. Στο βωμό του σεβασμού προς τη νομιμότητα, αυτός θυσιάζει ακόμη και τη σωφροσύνη. Τη νύχτα της 17ης προς τη 18η Μπρυμαίρ, όταν ο Σιεγές τον προειδοποιεί ότι στα προάστια επικρατεί αναταραχή και ότι η σύλληψη καμιά εικοσαριά βουλευτών θα ήταν ένα καλό προληπτικό μέτρο, ο Βοναπάρτης αρνείται να διαπράξει μια παράνομη ενέργεια. Θέλει να φέρει σε πέρας μία κοινοβουλευτική επανάσταση και να καταλάβει την πολιτική εξουσία χωρίς παρανομία και δίχως προσφυγή στη βία. Στο Φουσέ, που του προσφέρει τις υπηρεσίες του, απαντά ότι δεν έχει ανάγκη την Αστυνομία. Sancta simplicitas49! Του αρκεί το κύρος του και η δόξα του ονόματός του. Όμως στο πεδίο της νομιμότητας με οποιοδήποτε τίμημα, αυτός ο παρορμητικός στρατηγός, αυτός ο άνθρωπος του πολέμου του οποίου το στόμα βρίθει από ρητορείες, δεν ξέρει πώς να κινηθεί: Μόλις βρίσκεται μπροστά στο Συμβούλιο της Γερουσίας, το πρωινό της 18ης Μπρυμαίρ, λησμονεί το ρόλο που έχει αναλάβει να υποδυθεί, αυτόν δηλαδή του νικητή των πολέμων που έχει κληθεί να θέσει το ξίφος του στην υπηρεσία των αντιπροσώπων του έθνους. Δε λαμβάνει υπόψη του ότι στα μάτια της Γερουσίας δεν πρέπει να εμφανιστεί ως ένας νέος Καίσαρας, αλλά να ενδυθεί το μανδύα του υπερασπιστή του Συντάγματος, το οποίο απειλήθηκε από την ιακωβίνικη συνωμοσία. Ποιον ρόλο πρέπει να υποδυθεί; Αυτόν ενός στρατηγού, ο οποίος έχει επιφορτιστεί από το Συμβούλιο της Γερουσίας με το καθήκον της ασφαλούς μεταφοράς του Νομοθετικού Σώματος στο Σεν-Κλου. Η σωφροσύνη του επιβάλλει να εμφανιστεί ως ένας δευτεραγωνιστής σε μια κοινοβουλευτική κωμωδία, πρωταγωνιστής της οποίας είναι το Νομοθετικό Σώμα.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
49. Αγία αθωότης [Σ.τ.Μ.].
-90-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Ωστόσο τα λόγια που αυτός εκστομίζει, περιτριγυρισμένος από ένα πλήθος αξιωματούχων, περίλαμπρων μέσα στα χρυσά και αργυρά σιρίτιά τους, μπροστά σ’ εκείνη τη συνέλευση των διοπτροφόρων και περιδεών μικροαστών, μοιάζουν να του έχουν ενσταλαχθεί από κάποιο θεό που φθονεί την τύχη του. Όλα τα κατάλοιπα ρητορείας, που η κακοχωνεμένη ανάγνωση των άθλων του Μ. Αλεξάνδρου και του Καίσαρα του έχει αφήσει, του ανεβαίνουν στα χείλια και του δένουν τη γλώσσα: «Εμείς θέλουμε τη Δημοκρατία, θεμελιωμένη στην πραγματική ελευθερία, στην πολιτική ελευθερία, στην εθνική αντιπροσώπευση: Θα την έχουμε, εγώ το ορκίζομαι!». Οι αξιωματούχοι που τον περιβάλλουν επαναλαμβάνουν τον όρκο εν χορώ. Οι Γερουσιαστές παρακολουθούν τη σκηνή βουβοί και εμβρόντητοι. Από στιγμή σε στιγμή, από εκείνη την εξημερωμένη συνέλευση, οποιοσδήποτε άνθρωπος, οποιοσδήποτε ανθρωπάκος, μπορεί να υψώσει κατά του Βοναπάρτη στο όνομα της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας, του Συντάγματος, λόγια ρητορείας, πομπώδη λόγια κενά νοήματος, μα ακόμη επικίνδυνα. Ο Σιεγές έχει προβλέψει αυτό τον κίνδυνο: Κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι επιθεωρητές της αίθουσας εξαφάνισαν τις κλήσεις εμφάνισης που προορίζονταν για τους ύποπτους βουλευτές. Όμως ο Βοναπάρτης πρέπει να προφυλαχθεί ιδιαίτερα από τα ασήμαντα ανθρωπάκια, που ακόμη και ο Σιεγές εμπιστεύεται. Ιδού λοιπόν ένας βουλευτής, ο Γκαράτ, που σηκώνεται από το έδρανο και ζητάει το λόγο: «Κανείς απ’ αυτούς τους πολεμιστές δε δεσμεύτηκε στο άρθρο του Συντάγματος». Ο Βοναπάρτης χλωμιάζει και στρέφει το κεφάλι του κατάπληκτος. Όμως ο πρόεδρος παρεμβαίνει εγκαίρως, διακόπτει τον Γκαράτ, και η συνεδρίαση λήγει με την ιαχή «Ζήτω η Δημοκρατία!». Στη διάρκεια της επιθεώρησης, μπροστά στα παραταγμένα στον κήπο του Κεραμεικού στρατεύματα, ο Βοναπάρτης βγάζει το προσωπείο. Μετά τα περίφημα λόγια που απηύθυνε μεγαλόφωνα στον Μποτό βγαίνοντας από την αίθουσα του Συμβουλίου της Γερουσίας, η ομιλία του στους στρατιώτες ηχεί σαν μια πρόκληση και μια απειλή. Είναι τώρα πια σίγουρος για τον εαυτό του. Ωστόσο ο Φουσέ επιμένει στην ανάγκη σύλληψης των πιο απείθαρχων βουλευτών. Ο Βοναπάρτης αρνείται να δώσει μια τέτοια διαταγή. Θα ήταν ένα ανώφελο σφάλμα, τώρα που όλα έχουν δρομολογηθεί καλά. Μόνο κάποιες τυπικότητες απομένουν και το πραξικόπημα θα είναι γεγονός. Η αισιοδοξία του μαρτυρεί πόσο εκτός τόπου ήταν μέσα σ’ εκείνο το επικίνδυνο παιχνίδι. Την επόμενη ημέρα, 19 Μπρυμαίρ, στο Σεν-Κλου, όταν ακόμη και ο Σιεγές αντιλαμβάνεται
9, για την ελληνική γλώσσα.
-91-
CURZIO MALAPARTE
τα λάθη που έχουν διαπραχθεί και αρχίζει να φοβάται, ο Βοναπάρτης εξακολουθεί να επιδεικνύει τέτοια αισιοδοξία, τόση πίστη στο κύρος του, τόσο βαθιά περιφρόνηση για τους «δικηγόρους» του Νομοθετικού Σώματος, που ο Ταλεϋράνδος δεν ξέρει αν πρέπει να τον θεωρήσει αναίσθητο ή ονειροπόλο. Στη σύλληψη του σχεδίου του, που ήταν θεμελιωμένο πάνω στα προσχήματα της νομιμότητας και στους μηχανισμούς της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, ο Σιεγές δεν έλαβε υπόψη του κάποιες λεπτομέρειες. Για ποιο λόγο τα Συμβούλια δε συγκλήθηκαν στο Σεν-Κλου τη 18η, αλλά τη 19η Μπρυμαίρ; Είναι λάθος να αφήσεις στους αντιπάλους σου 24 ώρες για να μελετήσουν την κατάσταση και να οργανώσουν την αντίστασή τους. Για ποιο λόγο τη 19η, στο Σεν-Κλου, οι Γερουσιαστές και οι Πεντακόσιοι δε συγκεντρώθηκαν αμέσως το μεσημέρι, αλλά μόλις στις δύο το απόγευμα; Μέσα σ’ εκείνες τις δύο ώρες οι βουλευτές είχαν την ευκαιρία να ανταλλάξουν εντυπώσεις, ιδέες, προθέσεις και να συμφωνήσουν πάνω στη δράση που θα έπρεπε να αναλάβουν από κοινού, ώστε να αντιταχθούν σε οποιαδήποτε απόπειρα βίας ή νοθείας. Οι Πεντακόσιοι δηλώνουν αποφασισμένοι για όλα. Η θέα των στρατιωτών που τους περικυκλώνουν από παντού τούς αγανακτεί· περιφέρονται οργισμένοι στις αλέες και στα προαύλια και αναρωτιούνται μεγαλόφωνα: «Γιατί δεν παραμείναμε στο Παρίσι; Ποιος επινόησε την ιστορία της συνωμοσίας; Ας φέρει τα ονόματα, ας φέρει τις αποδείξεις!». Ο Σιεγές, που είχε ξεχάσει να χαλκεύσει τις αποδείξεις της ιακωβίνικης συνωμοσίας, κοιτάζει γύρω του και αντιλαμβάνεται ότι πολλοί χαμογελούν, ότι πολλοί χλωμιάζουν, ότι ο Βοναπάρτης είναι νευρικός, ανήσυχος, ευέξαπτος. Αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι η κατάσταση δεν είναι ξεκάθαρη, ότι όλα μπορεί να κρέμονται από μία λέξη, από μια χειρονομία: Αχ, αν είχε ακούσει το Φουσέ! Όμως τώρα πια είναι πολύ αργά. Πρέπει να αφεθούν στα χέρια της τύχης, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο. Ως επαναστατική τακτική, είναι πρωτότυπη.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Στις 14:00΄ συγκαλείται το Συμβούλιο της Γερουσίας. Από τα πρώτα λεπτά το σχέδιο του Σιεγές βρίσκεται σε κίνδυνο. Αυτοί οι συνήθως τόσο ήρεμοι μικροαστοί, στους οποίους ο Σιεγές βάσιζε όλες του τις ελπίδες, μοιάζουν να έχουν καταληφθεί από ένα ιερό μένος. Για καλή τύχη, κανείς δεν μπορεί να πάρει το λόγο μέσα σ’ αυτό το πανδαιμόνιο. Στην Ορανζερί, όμως, όπου έχουν συγκεντρωθεί οι Πεντακόσιοι, ο πρόεδρος,
-92-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Λουκιανός Βοναπάρτης, δέχεται έναν καταιγισμό ύβρεων, κατηγοριών και απειλών. Όλα έχουν χαθεί, σκέφτεται ο Σιεγές· η αδόκητη οχλοβοή τον κάνει να χλωμιάζει και να πλησιάζει στην πόρτα. Μια άμαξα τον περιμένει στην άκρη του πάρκου, για την περίπτωση της φυγής. Μια άμαξα είναι πιο βολική και ασφαλέστερη από ένα άλογο. Κατά την προετοιμασία του πραξικοπήματος, ιδού μια λεπτομέρεια που δε θα μπορούσε να παραβλεφθεί από έναν τόσο προνοητικό άνθρωπο. Κατά τα λοιπά, ο Σιεγές δεν είναι ο μόνος που αισθάνεται αμηχανία μέσα σ’ εκείνες τις σάλες του πρώτου ορόφου, όπου ο Βοναπάρτης και οι συνεργοί του περιμένουν ανυπόμονα το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Αν οι Γερουσιαστές δεν εγκρίνουν το διάταγμα που διαλύει τα Συμβούλια, διορίζει τρεις προσωρινούς υπάτους και επιβάλλει την αναθεώρηση του Συντάγματος, τότε τι θα κάνει ο Βοναπάρτης; Σ’ αυτή την περίπτωση, ποια ενέργεια προβλέπει το επαναστατικό σχέδιο, που ο Σιεγές έχει προκαθορίσει και φροντίσει μέχρι τις πιο ασήμαντές του λεπτομέρειες; Το μόνο που έχει προβλέψει ο Σιεγές είναι η δική του φυγή με την άμαξα. Έως εδώ η στάση του Βοναπάρτη, που ως πρωταρχική έγνοια είχε να περισώσει τα προσχήματα της νομιμότητας και να παραμείνει στο πεδίο της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, μπορεί να χαρακτηριστεί με σύγχρονους όρους ως στάση ενός φιλελεύθερου. Απ’ αυτή την άποψη ο Βοναπάρτης είναι ο δημιουργός μίας σχολής. Μετά απ’ αυτόν, όλοι οι στρατιωτικοί που αποπειράθηκαν να καταλάβουν την πολιτική εξουσία ακολούθησαν τον κανόνα να εμφανίζονται φιλελεύθεροι μέχρι την τελευταία στιγμή, δηλαδή μέχρι τη στιγμή της προσφυγής στη βία. Πρέπει πάντοτε, και ιδίως σήμερα, να δυσπιστούμε απέναντι στο φιλελευθερισμό των στρατιωτικών. Μόλις αντιλαμβάνεται ότι η αντίθεση της Γερουσίας και των Πεντακοσίων έχει ήδη θέσει σε κίνδυνο το σχέδιο του Σιεγές, ο Βοναπάρτης αποφασίζει να ενισχύσει την κοινοβουλευτική διαδικασία με τη δική του παρουσία. Πρόκειται για άλλη μια μορφή φιλελευθερισμού, φιλελευθερισμού των στρατιωτικών εννοείται: Μια μορφή φιλελεύθερης βίας. Μόλις κάνει την εμφάνισή του ο Βοναπάρτης, η οχλοβοή κοπάζει στην αίθουσα της Γερουσίας. Όμως αυτό τον Καίσαρα, αυτό τον Κρόμγουελ, τον προδίδει για άλλη μια φορά η ρητορεία του: Η ομιλία του, που στην αρχή είχε γίνει δεκτή με μια σεβάσμια σιγή, σταδιακά προκαλεί ένα μουρμουρητό αποδοκιμασίας. Στα λόγια: «Εάν εγώ είμαι ένας δόλιος, εσείς είστε όλοι σας Βρούτοι», ακούγονται κάποια γέλια από το βάθος
9, για την ελληνική γλώσσα.
-93-
CURZIO MALAPARTE
της αίθουσας. Ο αγορητής σαστίζει, σταματάει το λόγο του, τραυλίζει και ξαναρχίζει με στριγκιά φωνή: «Να θυμάστε πως πορεύομαι συνοδευόμενος από το θεό του πολέμου και το θεό της τύχης!». Οι βουλευτές εξεγείρονται, συνωστίζονται γύρω από το βήμα, όλοι γελούν. «Στρατηγέ, δεν ξέρετε πια τι λέτε», του ψιθυρίζει στ’ αυτί ο πιστός του Μπουριάν πιάνοντάς τον από το μπράτσο. Ο Βοναπάρτης εγκαταλείπει την αίθουσα ακολουθώντας τον. Όταν λίγο αργότερα, φρουρούμενος από τέσσερις γρεναδιέρους και μερικούς αξιωματούχους, ο Βοναπάρτης διαβαίνει το κατώφλι της Ορανζερί, οι Πεντακόσιοι τον υποδέχονται με μανιασμένα ουρλιαχτά: «Hors la loi! À bas le tyran!»50, του επιτίθενται, τον κατακλύζουν με προσβολές, τον χτυπούν. Οι τέσσερις γρεναδιέροι σφίγγουν τον κλοιό γύρω του για να τον προφυλάξουν από τις βιαιοπραγίες και οι αξιωματούχοι προσπαθούν να τον γλιτώσουν από το πανδαιμόνιο, έως ότου ο Γκαρντάν τον παίρνει σηκωτό και καταφέρνει να τον φυγαδεύσει. Το μόνο που απομένει είναι η φυγή, σκέφτεται ο Σιεγές· ή η βία, λέει ο Βοναπάρτης στους δικούς του. Στην αίθουσα των Πεντακοσίων το διάταγμα εξορίας έχει τεθεί σε ψηφοφορία. Σε λίγα λεπτά αυτός ο Καίσαρας, αυτός ο Κρόμγουελ, θα είναι «εκτός νόμου». Είναι το τέλος. Ο Βοναπάρτης ανεβαίνει στο άλογο, παρουσιάζεται στα στρατεύματα και κραυγάζει: «Στα όπλα!». Οι στρατιώτες τον επευφημούν, αλλά μένουν αμετακίνητοι. Είναι η πιο χαρακτηριστική σκηνή εκείνων των δύο διάσημων ημερών. Πάλλευκος στο πρόσωπο και τρέμοντας από οργή, ο Βοναπάρτης κοιτάζει γύρω του. Ο ήρωας του Άρκολε δεν κατορθώνει να μετακινήσει ούτε καν ένα τάγμα. Εάν εκείνη τη στιγμή δεν είχε καταφθάσει ο Λουκιανός, όλα θα είχαν χαθεί. Ο Λουκιανός ξεσηκώνει τους στρατιώτες, αυτός διαλύει τους δισταγμούς τους, αυτός ενισχύει την κατάσταση, ενώ ο Μουρά βγάζει το ξίφος, σαλπίζει την έφοδο και συμπαρασύρει τους γρεναδιέρους κατά των Πεντακοσίων. «Στρατηγέ Βοναπάρτη, αυτό δεν είναι σωστό», θα πει αργότερα ο Μουτρόν ξαναφέρνοντας στο νου τη χλωμάδα εκείνου του Καίσαρα, εκείνου του Κρόμγουελ. Ο Μουτρόν, τον οποίον ο Ρεντερέρ αποκαλούσε «έφιππο Ταλεϋράνδο», θα διατηρήσει για όλη του τη ζωή την πεποίθηση ότι εκείνος ο ήρωας του Πλουτάρχου, στο Σεν-Κλου, βίωσε μια στιγμή φόβου και ότι ακόμη και ο πιο ασήμαντος Γάλλος, κάποιος από τους
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
50. «Εκτός νόμου! Κάτω ο τύραννος!» [Σ.τ.Μ.].
-94-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τόσους «δικηγόρους» του Νομοθετικού Σώματος, ένα οποιοδήποτε ανθρωπάκι, θα μπορούσε ακίνδυνα, εκείνες τις δύο διάσημες ημέρες, με μια μόνο χειρονομία, με μια λέξη, να συντρίψει τη μοίρα του Βοναπάρτη και να σώσει τη Δημοκρατία. «Ποτέ ένα τόσο άσχημα συλληφθέν πραξικόπημα», είπε κάποιος ιστορικός, «δεν εκτελέστηκε με τόσο άσχημο τρόπο». Το σχέδιο του Σιεγές, θεμελιωμένο στο σεβασμό προς τη νομιμότητα και στους μηχανισμούς της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, θα είχε αναμφίβολα αποτύχει, αν οι Γερουσιαστές και οι Πεντακόσιοι είχαν κατορθώσει να εκμεταλλευτούν το λάθος του Σιεγές. Μια επιθετική τακτική που βασίζεται στη βραδύτητα των κοινοβουλευτικών διαδικασιών δεν μπορεί παρά να οδηγηθεί σε αποτυχία. Εάν τα Συμβούλια δεν είχαν εξαναγκάσει το Βοναπάρτη, με την απειλή του διατάγματος εξορίας, να επισπεύσει τις διαδικασίες, να εγκαταλείψει το πεδίο της νομιμότητας και να προσφύγει στη βία, τότε το πραξικόπημα θα είχε θαφτεί μέσα στην άμμο των κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Η αμυντική τακτική των Συμβουλίων θα έπρεπε να συνίσταται στην εξαγορά χρόνου, στην παρέλκυση της κατάστασης. Το απόγευμα της 19ης Μπρυμαίρ, στο Σεν-Κλου, ο Σιεγές είχε επιτέλους αντιληφθεί το λάθος του: Ο χρόνος δούλευε υπέρ του Νομοθετικού Σώματος. Σε ποιο πεδίο κινούνταν ο Βοναπάρτης; Σ’ αυτό των κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Ποια ήταν η δύναμη του Νομοθετικού Σώματος; Οι διαδικασίες. Ποια είναι η δύναμη των κοινοβουλευτικών διαδικασιών; Η βραδύτητα. Αν περνούσαν άλλες δυο ώρες, οι συνεδριάσεις των Συμβουλίων θα αναβάλλονταν για την επόμενη ημέρα. Το πραξικόπημα, που είχε ήδη χάσει 24 ώρες, θα υφίστατο άλλη μια καθυστέρηση. Την επόμενη ημέρα, 20ή Μπρυμαίρ, στην επανέναρξη των συνεδριάσεων του Νομοθετικού Σώματος, τα πράγματα θα ήταν αρκετά διαφορετικά για το Βοναπάρτη. Ο Σιεγές το αντιλαμβανόταν. Στο επαναστατικό του σχέδιο τα Συμβούλια αποτελούσαν όργανα του πραξικοπήματος. Ο Βοναπάρτης δεν μπορούσε να τα παρακάμψει, του ήταν απαραίτητα. Έπρεπε να κάνει γρήγορα, να εμποδίσει την αναβολή των συνεδριάσεων, να αποσοβήσει τον κίνδυνο μιας ανοιχτής σύγκρουσης ανάμεσα στο Νομοθετικό Σώμα και στο Βοναπάρτη, ανάμεσα στο Σύνταγμα και στο Πραξικόπημα. Όμως με ποια μέσα; Τόσο το σχέδιο του Σιεγές όσο και η λογική του Βοναπάρτη απέκλειαν τη βία. Κι όμως, έπρεπε να επισπεύσουν τα πράγματα. Ήταν επομένως απαραίτητο να καταφύγει στην πειθώ, να μπει στις αίθουσες των Συμ-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-95-
CURZIO MALAPARTE
βουλίων, να μιλήσει στους βουλευτές, να επιχειρήσει με καλό τρόπο να ενισχύσει τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Πηγή της αλλόκοτης στάσης του Βοναπάρτη ήταν ο ούτως καλούμενος φιλελευθερισμός του. Όμως για καλή του τύχη, αυτή η συμπεριφορά του προκαλεί το ανεπανόρθωτο λάθος των Συμβουλίων: Τις βιαιοπραγίες εναντίον του, το διάταγμα εξορίας. Οι Γερουσιαστές και οι Πεντακόσιοι δεν αντιλήφθηκαν ότι το μυστικό της ισχύος τους, απέναντι στο Βοναπάρτη, έγκειτο στην παρέλκυση της κατάστασης, στην αποφυγή των προκλήσεων, στην εμπιστοσύνη που έδειχνε στη βραδύτητα των διαδικασιών. Σε όλα τα πραξικοπήματα κανόνας τακτικής των κατιλινιστών είναι η επίσπευση των πραγμάτων, ενώ κανόνας τακτικής των υπερασπιστών του κράτους είναι η εξαγορά χρόνου. Το λάθος των Συμβουλίων έθεσε το Βοναπάρτη με την πλάτη στον τοίχο: Ή φυγή ή βία. Χωρίς να το θέλουν, οι «δικηγόροι» του Νομοθετικού Σώματος του έδωσαν ένα μάθημα επαναστατικής τακτικής.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-96-
7
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΒΟΝΑΠΑΡΤΗ και του Σιεγές, που χρησιμοποίησαν
το στρατό ως νόμιμο εργαλείο επίλυσης του προβλήματος της κατάκτησης του κράτους στο πεδίο των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, έχει μέχρι σήμερα ασκήσει πολύ έντονη επίδραση σε όλους αυτούς που θα μπορούσαν να αποκληθούν βοναπαρτιστές και οι οποίοι διατείνονται ότι συμβιβάζουν τη χρήση της βίας με το σεβασμό προς τη νομιμότητα και ότι με τη δύναμη των όπλων πραγματοποιούν μια κοινοβουλευτική επανάσταση. Ποια ήταν η ψευδαίσθηση του Καπ; Ότι ήταν ο Σιεγές του φον Λούτβιτζ και ότι πραγματοποιούσε ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Τι σκεφτόταν ο Λούντεντορφ51, το 1923, όταν συμμαχούσε με το Χίτλερ και τον Καρ52 βαδίζοντας εναντίον του Βερολίνου; Τη 18η Μπρυμαίρ. Ποιος ήταν ο στρατηγικός του στόχος; Ο ίδιος μ’ αυτόν του Καπ, δηλαδή το Ράιχσταγκ, το Σύνταγμα της Βαϊμάρης. Ο Πρίμο ντε Ριβέρα βασιζόταν στις Κόρτες53, ο Πιλσούντσκι στη Δίαιτα. Ακόμη και ο Λένιν αρχικά,
9, για την ελληνική γλώσσα. 51.
Έριχ Λούντεντορφ (1865-1937): Πρώσος Στρατηγός, ο κατεξοχήν υπεύθυνος για τη στρατιωτική πολιτική και τη στρατηγική της Γερμανίας κατά τα τελευταία έτη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά τον πόλεμο αναδείχθηκε σε αρχηγό αντιδραστικών πολιτικών κινήσεων και τελικά προσχώρησε στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα [Σ.τ.Ε.]. 52. Γκούσταβ Ιππότης φον Καρ (1862-1934): Γερμανός πολιτικός, Πρωθυπουργός για μικρό διάστημα και έπειτα ουσιαστικός δικτάτορας της Βαβαρίας στη διάρκεια της αντιδραστικής εκστρατείας κατά της Αριστεράς, στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Σε ανοιχτή αντίθεση με την κυβέρνηση του Ράιχ υπέθαλψε σχέδια για απόσχιση της Βαβαρίας και παλινόρθωσης της μοναρχίας. Σκοτώθηκε κατά την εκκαθάριση που εξαπέλυσαν οι Ναζί το 1934 [Σ.τ.Ε.]. 53. Περιληπτική ονομασία των δύο νομοθετικών σωμάτων στην Ισπανία και στην Πορτογαλία [Σ.τ.Μ.].
-97-
CURZIO MALAPARTE
το Καλοκαίρι του 1917, είχε υποπέσει στο σφάλμα των βοναπαρτιστών. Ένας από τους λόγους της αποτυχίας της επαναστατικής απόπειρας του Ιουλίου, ο σοβαρότερος, ήταν ότι, μετά την εμπειρία του Α΄ Συνεδρίου των Σοβιέτ, τόσο η Κεντρική Επιτροπή του Μπολσεβίκικου Κόμματος όσο και ο ίδιος ο Λένιν ήταν αντίθετοι στην επανάσταση. Κι αυτό γιατί δεν απέβλεπαν παρά σ’ έναν κοινοβουλευτικής φύσης στόχο, δηλαδή την κατάκτηση της πλειοψηφίας στους κόλπους των Σοβιέτ. Μέχρι τις παραμονές του πραξικοπήματος, η μόνη έγνοια του Λένιν, ο οποίος από εκείνες τις μέρες του Ιουλίου είχε καταφύγει στη Φινλανδία, ήταν η εξασφάλιση της πλειοψηφίας στο Β΄ Συνέδριο των Σοβιέτ, η σύγκληση του οποίου θα γινόταν τον Οκτώβριο. Μέτριος τακτικιστής ο ίδιος, επιζητούσε να έχει καλυμμένα τα νώτα του από την κοινοβουλευτική πλευρά, πριν δώσει το σύνθημα της επανάστασης. «Σαν το Δαντών και τον Κρόμγουελ», επισημαίνει ο Λουνατσάρσκι54, «ο Λένιν είναι ένας εκ φύσεως οπορτουνιστής». Θεμελιώδης κανόνας της τακτικής των βοναπαρτιστών είναι ο οπορτουνισμός. Αυτό που διαχωρίζει την τακτική τους από αυτή των κατιλινιστών της Αριστεράς είναι η επιλογή του κοινοβουλευτικού πεδίου ως ευνοϊκότερου για το συνδυασμό της χρήσης της βίας με το σεβασμό προς τη νομιμότητα. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο της 18ης Μπρυμαίρ. Οι βοναπαρτιστές, όπως όλοι οι κατιλινιστές της Δεξιάς, είναι άνθρωποι καθεστωτικοί, συντηρητικοί ή αντιδραστικοί, που επιδιώκουν το σφετερισμό της εξουσίας με στόχο να ενισχύσουν το κύρος, την ισχύ και την εξουσία του κράτους. Ο Καπ, ο Πρίμο ντε Ριβέρα, ο Πιλσούντσκι, ακόμη και ο Χίτλερ, προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν την επαναστατική τους συμπεριφορά ανακηρύσσοντας εαυτούς όχι εχθρούς, αλλά υπηρέτες του κράτους. Ο μεγαλύτερος φόβος τους είναι μήπως κηρυχθούν εκτός νόμου. Το παράδειγμα του Βοναπάρτη που χλωμιάζει στο άκουσμα της είδησης ότι έχει τεθεί «hors la loi» ανήκει στην επαναστατική παράδοση της οποίας αυτοί είναι οι συνεχιστές. Τακτικός τους στόχος είναι το Κοινοβούλιο. Θέλουν να καταλάβουν το κράτος διαμέσου του Κοινοβουλίου. Μόνο η
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
54. Ανατόλι Βασίλιεβιτς Λουνατσάρσκι (1875-1933): Ρώσος διανοούμενος και πολιτικός, μέλος των Μπολσεβίκων του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Το 1917, διορίστηκε λαϊκός επίτροπος για την Παιδεία και από τη θέση αυτή κατόρθωσε, με τη βοήθεια του Μαξίμ Γκόρκι, να διασώσει πολλά ιστορικά κτίρια και έργα τέχνης από την καταστροφή [Σ.τ.Μ.].
-98-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
νομοθετική εξουσία, η τόσο ευεπίφορη στα παιχνίδια των συμβιβασμών και των συνεργιών, μπορεί να τους βοηθήσει να εντάξουν το τετελεσμένο γεγονός στην καθεστηκυία τάξη, μπολιάζοντας στη συνταγματική νομιμότητα την επαναστατική βία. Το Κοινοβούλιο είναι ο άκων μα αναγκαίος συνένοχος και ταυτόχρονα το πρώτο θύμα του βοναπαρτικού πραξικοπήματος. Ή το Κοινοβούλιο αποδέχεται το τετελεσμένο γεγονός και το νομιμοποιεί επίσημα, μεταβάλλοντας το πραξικόπημα σε μια απλή αλλαγή κυβέρνησης, ή οι κατιλινιστές διαλύουν το Κοινοβούλιο και αναθέτουν σε μία νέα συνέλευση το καθήκον της νομιμοποίησης της επαναστατικής βίας. Όμως το Κοινοβούλιο που αποδέχεται να νομιμοποιήσει ένα πραξικόπημα δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να θεσπίζει με διάταγμα το δικό του τέλος. Στην ιστορία των επαναστάσεων δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα συνέλευσης που να μην υπήρξε το πρώτο θύμα της επαναστατικής βίας, την οποία η ίδια δέχτηκε να νομιμοποιήσει. Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του κύρους, της ισχύος και της εξουσίας του κράτους, η βοναπαρτική λογική δεν ασπάζεται τίποτε άλλο πέρα από την αναθεώρηση του Συντάγματος και την περικοπή των κοινοβουλευτικών προνομιών. Για το βοναπαρτικό πραξικόπημα η μόνη εγγύηση νομιμότητας συνίσταται σε μια συνταγματική αναθεώρηση που περιορίζει τις δημόσιες ελευθερίες και τα δικαιώματα του Κοινοβουλίου. Η ελευθερία: Ιδού ο εχθρός. Η βοναπαρτική τακτική είναι υποχρεωμένη να παραμείνει με οποιοδήποτε τίμημα στο πεδίο της νομιμότητας. Δεν προβλέπει χρήση βίας παρά μόνο όταν πρόκειται να παραμείνει σ’ αυτό το πεδίο ή όταν πρόκειται να επιστρέψει στην περίπτωση που εξαναγκαστεί να απομακρυνθεί απ’ αυτό. Τι κάνει ο Βοναπάρτης, ο νομιμόφρων Βοναπάρτης της 18ης Μπρυμαίρ, όταν πληροφορείται ότι οι Πεντακόσιοι τον κήρυξαν «εκτός νόμου»; Καταφεύγει στη βία, διατάσσει τους στρατιώτες να εκκαθαρίσουν την Ορανζερί, καταδιώκει και διασκορπίζει τους αντιπροσώπους του έθνους. Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, ο Λουκιανός, πρόεδρος του Συμβουλίου των Πεντακοσίων, σπεύδει να περιμαζέψει μερικές δεκάδες βουλευτών, συγκαλεί εκ νέου το Συμβούλιο και αυτή η φασματώδης συνέλευση νομιμοποιεί το πραξικόπημα. Η τακτική της 18ης Μπρυμαίρ μπορεί να εφαρμοστεί μόνο στο κοινοβουλευτικό πεδίο. Η ύπαρξη Κοινοβουλίου είναι όρος απαραίτητος του βοναπαρτικού πραξικοπήματος. Σε μια απόλυτη μοναρχία νοούνται μόνο παλατιανές συνωμοσίες και στρατιωτικά κινήματα. Ως προς αυτό, είναι ανάγκη
9, για την ελληνική γλώσσα.
-99-
CURZIO MALAPARTE
να επισημάνουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία σχέση μεταξύ του βοναπαρτικού πραξικοπήματος και του στρατιωτικού κινήματος. Χαρακτηριστικό στοιχείο των στρατιωτικών κινημάτων είναι η απόλυτη περιφρόνηση προς τη νομιμότητα. Η θεμελιώδης αρχή που καθορίζει τη βοναπαρτική τακτική είναι η ανάγκη συμβιβασμού της χρήσης βίας με το σεβασμό για τη νομιμότητα. Αυτή η αρχή είναι τόσο εύθραυστη, ώστε απαιτεί τη χρησιμοποίηση πειθαρχημένων και ολιγάριθμων εκτελεστών, που είναι εθισμένοι να υπακούουν στη βούληση των αρχηγών και να κινούνται σύμφωνα μ’ ένα προκαθορισμένο ακόμη και στις πιο ασήμαντες λεπτομέρειές του σχέδιο. Επιπλέον, η αρχή αυτή αποκλείει με τρόπο απόλυτο τη συμμετοχή παρορμητικών και ανεξέλεγκτων μαζών σε μια επαναστατική δράση, η οποία πρέπει να διεξαχθεί πάνω σ’ ένα υποχρεωτικό πεδίο που μοιάζει με σκακιέρα, όπου ακόμη και η παραμικρή λάθος κίνηση ενός πιονιού μπορεί να έχει ανυπολόγιστες επιπτώσεις και να διακυβεύσει την έκβαση της παρτίδας. Η βοναπαρτική τακτική δεν είναι μόνο ένα παιχνίδι ισχύος. Είναι πάνω απ’ όλα ένα παιχνίδι σύνεσης και ικανότητας. Δεν έχει τα χαρακτηριστικά μιας λαϊκής εξέγερσης, όπου δεσπόζει η ενστικτώδης και τυφλή μαζική βία, ούτε αυτά ενός στρατιωτικού κινήματος, όπου η βαναυσότητα των μέσων συνοδεύεται από την πιο άξεστη έλλειψη κατανόησης της αξίας των πολιτικών και ηθικών παραγόντων και από μια βαθιά περιφρόνηση για τη νομιμότητα. Έχει τα χαρακτηριστικά μιας στρατιωτικής άσκησης που μοιάζει με μια παρτίδα σκάκι, όπου ο κάθε εκτελεστής έχει το συγκεκριμένο καθήκον και την καθορισμένη θέση του και η κατευθυντήρια αρχή της είναι αμιγώς πολιτική, κυριαρχούμενη από την επιμελή και διαρκή έγνοια να μετατρέψει τον κάθε εκτελεστή σε πιόνι ενός παιχνιδιού κοινοβουλευτικού και όχι ενός παιχνιδιού πολέμου ή στρατώνα. Αυτό που διακρίνει το βοναπαρτικό πραξικόπημα από οποιοδήποτε άλλο πραξικόπημα είναι το γεγονός ότι οι πολιτικοί άνδρες διαδραματίζουν ένα φαινομενικά πολύ πιο ασήμαντο ρόλο απ’ αυτόν που διαδραματίζουν οι εκτελεστές. Με άλλα λόγια, η σύλληψή του φαντάζει λιγότερο σημαντική από την εκτέλεσή του. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αυτόν που κατά κύριο λόγο εμφαίνεται, τον υποδύονται οι εκτελεστές. Αυτό είναι που κολακεύει την αυταρέσκεια των στρατιωτικών και εξηγεί το λόγο για τον οποίον το βοναπαρτικό πραξικόπημα προσιδιάζει περισσότερο στη νοοτροπία και θέλγει τη φιλοδοξία τους. Ένας στρατηγός δε θα μπορέσει ποτέ να κατανοήσει το Μουσολίνι ή τον Τρότσκι, ούτε καν
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-100-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τον Κρόμγουελ, παρότι ο Κρόμγουελ μπορεί να φανεί στα μάτια του περισσότερο σαν ένας μεγάλος στρατηλάτης παρά σαν μεγάλος πολιτικός, ούτε και θα διανοηθεί ποτέ να τους μιμηθεί. Θα κατανοήσει όμως τον Καπ, τον Πρίμο ντε Ριβέρα, τον Πιλσούντσκι, ακόμη και το Βοναπάρτη, και θα αισθανθεί ότι μπορεί να τους μιμηθεί κατά το δοκούν. Το παράδειγμα του Καπ, του Πρίμο ντε Ριβέρα και του Πιλσούντσκι έχει μεγάλη αξία για τη φιλελεύθερη και δημοκρατική Ευρώπη. Έχει επαναφέρει σε πρώτο πλάνο, μεταξύ των κινδύνων που εγκυμονεί η σύγχρονη κατάσταση στην Ευρώπη, το θεωρούμενο ως τον πλέον χαρακτηριστικό ευρωπαϊκό κίνδυνο του προηγούμενου αιώνα και ο οποίος, ήδη μετά την έλευση των μεγάλων κοινοβουλευτικών δημοκρατιών, έμοιαζε να έχει διαγραφεί διά παντός από το σύγχρονο πολιτικό βίο: Τον κίνδυνο των Στρατηγών. Η εξέλιξη του κοινοβουλευτισμού εμποδίζει ή ευνοεί τις βοναπαρτικές φιλοδοξίες; Η αξία που έχει αποκτήσει ο κοινοβουλευτισμός στις δημοκρατίες ευνοεί αναμφίβολα την πιθανότητα ενός βοναπαρτικού πραξικοπήματος. Με την προοδευτική διείσδυση του κοινοβουλευτισμού στη σύγχρονη ζωή, το εξαιρετικά ευεπίφορο πεδίο για την εφαρμογή της τακτικής της 18ης Μπρυμαίρ έχει διευρυνθεί. Απ’ αυτή την οπτική γωνία, δεν έχουν άδικο όσοι υποστηρίζουν ότι η Αγγλία είναι η πλέον εκτεθειμένη χώρα στον κίνδυνο της 18ης Μπρυμαίρ. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το Κοινοβούλιο αποτελεί την πλέον σημαντική παράδοση του βρετανικού λαού και ταυτόχρονα το θεμέλιο της Αυτοκρατορίας· ότι ο κοινοβουλευτισμός είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της ηθικής, της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής της Αγγλίας και ότι η μοναδική μεγάλη αγγλική επανάσταση υπήρξε μία κοινοβουλευτική επανάσταση. Υπάρχει λόγος που σ’ αυτή την περίπτωση χρησιμοποιήθηκε η λέξη επανάσταση και όχι πραξικόπημα. Στις σκέψεις μας γύρω από τον κίνδυνο που εγκυμονεί για τη σύγχρονη ζωή η πρόοδος του κοινοβουλευτισμού, σε σχέση με το ενδεχόμενο ενός βοναπαρτικού πραξικοπήματος, πρέπει να προσθέσουμε ότι το παράδειγμα της 18ης Μπρυμαίρ έχει ασκήσει σημαντική επίδραση στη νοοτροπία των στρατιωτικών. Ο Κλεμανσό έλεγε ότι στα εγχειρίδια Ιστορίας που χρησιμοποιούν οι Σχολές Πολέμου το άρθρο γύρω από τη 18η Μπρυμαίρ θα έπρεπε να απαλειφθεί. Είναι ενδιαφέρον να θυμηθούμε σχετικά την καχυποψία που ο Κλεμανσό έτρεφε ολοφάνερα, το
9, για την ελληνική γλώσσα.
-101-
CURZIO MALAPARTE
1919, για τη δημοτικότητα συγκεκριμένων στρατηγών. Ο Στρέσεμαν, ο οποίος υποχρεώθηκε το 1920 να ασχοληθεί με το φον Λούτβιτζ και το 1923 με το Λούντεντορφ, έλεγε χαμογελώντας ότι οι δύο αυτοί Στρατηγοί είχαν εκπαιδευθεί στη σχολή του Βοναπάρτη. Σ’ αυτή την ίδια σχολή εκπαιδεύθηκαν ο Πρίμο ντε Ριβέρα και ο Πιλσούντσκι. Ωστόσο η φιλελεύθερη και δημοκρατική Ευρώπη δε δείχνει να αντιλαμβάνεται τη σημασία του κινδύνου των στρατιωτικών. Ο άξιος Στρατηγός Μπουλανζέ είναι ο κύριος υπεύθυνος για την αισιοδοξία που κυριαρχεί στα Κοινοβούλια. Οι κυβερνήσεις δεν πιστεύουν ότι η τακτική της 18ης Μπρυμαίρ μπορεί να εφαρμοστεί στο σύγχρονο κοινοβουλευτικό πεδίο: Στα πρόσωπα των Πρίμο ντε Ριβέρα και Πιλσούντσκι δε βλέπουν παρά τους πρωταγωνιστές ενός στρατιωτικού κινήματος, τους εκμεταλλευτές μιας ιδιάζουσας κατάστασης σε χώρες, όπως η Πολωνία και η Ισπανία, όπου δεν υπάρχει μια πραγματική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Θεωρούν πως το Κοινοβούλιο είναι η καλύτερη άμυνα του κράτους ενάντια σε μια βοναπαρτική απόπειρα και ότι η ελευθερία περιφρουρείται με τους κανόνες της ελευθερίας και τη χρήση αστυνομικών μέτρων. Αυτό ακριβώς πίστευαν και οι βουλευτές των Κόρτες και της Δίαιτας ως τις παραμονές των πραξικοπημάτων του Πρίμο ντε Ριβέρα και του Πιλσούντσκι. Το σφάλμα των κοινοβουλευτικών δημοκρατιών είναι η υπερβολική τους εμπιστοσύνη στις κατακτήσεις της ελευθερίας, οι οποίες είναι ιδιαίτερα εύθραυστες στη σύγχρονη Ευρώπη. Αυτό το σφάλμα πηγάζει από την περιφρόνησή τους προς τους στρατηγούς και από την αντίληψη ότι σε μια πραγματική κοινοβουλευτική δημοκρατία ο κίνδυνος της 18ης Μπρυμαίρ είναι ανύπαρκτος, καθώς η επιτυχία των πραξικοπημάτων στην Ισπανία και στην Πολωνία οφείλεται αποκλειστικά σε ένα συνδυασμό περιστάσεων που δε θα μπορούσαν ποτέ να συντρέξουν στη Γαλλία ή στην Αγγλία, δηλαδή στα πλέον κοινοβουλευτικά και αστυνομευμένα κράτη της Ευρώπης. Ως προς την περιφρόνηση για τους στρατηγούς, μπορεί κανείς να αντιτείνει ότι οι πιο επικίνδυνοι είναι οι μέτριοι στρατηγοί και ότι ακριβώς με αυτούς πρέπει να είναι κανείς καχύποπτος. Ο Πρίμο ντε Ριβέρα και ο Πιλσούντσκι δεν είναι παρά προσωπικότητες δευτέρας διαλογής. Η φήμη της στρατιωτικής και της πολιτικής ευφυΐας τους δεν μπορεί να ζημιωθεί περισσότερο. Προς δικαιολόγησή τους, μπορεί κανείς να προσθέσει ότι οι στρατηγοί αυτού του είδους αφθονούν στην Ευρώπη και πολλοί απ’ αυτούς ήταν νικητές του πολέμου ενώ άλλοι ήταν χαμέ-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-102-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
νοι. Η μετριότητά τους δεν είναι ζήτημα πατριωτισμού. Αυτό το σημείο πρέπει να γίνει αντιληπτό. Σε ό,τι αφορά την επικαιρότητα της 18ης Μπρυμαίρ και τις ευνοϊκές περιστάσεις που συνόδευσαν την τύχη των δύο διαπρεπέστερων βοναπαρτιστών της εποχής μας, πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Πρίμο ντε Ριβέρα και ο Πιλσούντσκι θα είχαν συναντήσει αναμφίβολα σοβαρότερες δυσχέρειες αν στη θέση των Κόρτες και της Δίαιτας βρίσκονταν η Βουλή των Κοινοτήτων και το Παλάτι των Βουρβόνων. Όμως εδώ δεν επιδιώκουμε να καθορίσουμε ότι οι Κόρτες δεν είναι η Βουλή των Κοινοτήτων, κάτι που αποτελεί αλήθεια παραδεδεγμένη ακόμη και από τον Αλφόνσο ΙΓ΄55, ή ότι η Δίαιτα δεν είναι το Παλάτι των Βουρβόνων και ότι στην Ισπανία και στην Πολωνία δεν υπάρχει μια κοινοβουλευτική δημοκρατία ικανή να υπερασπιστεί τις δημόσιες ελευθερίες: Επιδιώκουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι η σημαντικότερη από τις περιστάσεις που βοήθησαν τον ντε Ριβέρα και τον Πιλσούντσκι να καταλάβουν την εξουσία είναι η ύπαρξη του ευνοϊκού πεδίου για τη βοναπαρτική τακτική, ήτοι του κοινοβουλευτικού. Ένας από τους κινδύνους, στους οποίους είναι εκτεθειμένο το σύγχρονο κράτος, είναι η τρωτότητα των Κοινοβουλίων: Όλων των Κοινοβουλίων, ακόμη και της Βουλής των Κοινοτήτων. Καλό είναι να θυμόμαστε σχετικά αυτό που έγραφε ο Τρότσκι γύρω από την πιθανότητα μιας προλεταριακής επανάστασης στην Αγγλία: «Η αγγλική προλεταριακή επανάσταση θα έχει και αυτή το δικό της μεγάλο Κοινοβούλιο; Είναι πολύ πιθανό να περιοριστεί σ’ ένα βραχύ Κοινοβούλιο. Και θα επιτύχει, όταν θα έχουν αφομοιωθεί καλά τα διδάγματα της εποχής του Κρόμγουελ». Θα δούμε στη συνέχεια τι εννοούσε ο Τρότσκι με τη φράση «διδάγματα της εποχής του Κρόμγουελ».
9, για την ελληνική γλώσσα.
Δεν είναι ακριβής ο ισχυρισμός ότι, δίχως τη συνενοχή του Βασιλιά, ο ντε Ριβέρα δε θα είχε κατορθώσει να καταλάβει την εξουσία, να διαλύσει τις Κόρτες, να καταργήσει τις δημόσιες ελευθερίες και να κυβερνήσει 55. Αλφόνσος ΙΓ΄ (1886-1941): Βασιλιάς της Ισπανίας. Υπέρμαχος της απόλυτης μοναρχίας, κατόρθωσε να διατηρήσει την ουδετερότητα της χώρας του κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως οι συνέπειες αυτού του πολέμου αλλά και το Μαροκινό Ζήτημα συντάραξαν την ισπανική πολιτική ζωή και οδήγησαν στη δικτατορία του Στρατηγού Μιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα, στο οποίο ο Βασιλιάς συναίνεσε. Τα δυσμενή γι’ αυτόν αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών του 1931 τον εξανάγκασαν να εγκαταλείψει την Ισπανία [Σ.τ.Μ.].
-103-
CURZIO MALAPARTE
εκτός του Συντάγματος και ενάντια στο Σύνταγμα. Η βασιλική συνεργία στο πραξικόπημα, χωρίς να είναι απαραίτητη, στάθηκε χρήσιμη στον ντε Ριβέρα. Είναι το είδος της συνεργίας που δεν το έχει ανάγκη μόνο ένας αυθεντικός κατιλινιστής, ένας πραγματικός δικτάτορας. Εδώ θα μπορούσε κανείς να προβάλει την ένσταση ότι από τις περιστάσεις, που διασφάλισαν την ευόδωση της επαναστατικής απόπειρας του Πρίμο ντε Ριβέρα, η κυριότερη δεν ήταν συνεπώς η ύπαρξη του ευνοϊκού πεδίου για τη βοναπαρτική τακτική, δηλαδή του κοινοβουλευτικού, αλλά η συνενοχή του Βασιλιά. Όμως αυτή η ένσταση έχει ένα τρωτό σημείο. Για να καταστεί συνεργός του ντε Ριβέρα, ο Βασιλιάς υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την προνομιούχα και ανεύθυνη θέση του και να κατεβεί στο κοινοβουλευτικό πεδίο. Μ’ αυτό τον τρόπο, ο Βασιλιάς δε μεταβλήθηκε σε Σιεγές, δηλαδή σε επινοητή και από μηχανής θεό του πραξικοπήματος, αλλά σ’ έναν από τους κύριους εκτελεστές του, δηλαδή σ’ ένα είδος Λουκιανού του Πρίμο ντε Ριβέρα. Μόνο στο κοινοβουλευτικό πεδίο το Στέμμα συμβιβάζεται με την εξέγερση: Η συνεργία ανάμεσα στο Βασιλιά και στον ντε Ριβέρα έχει ως απαραίτητο προαπαιτούμενο το Κοινοβούλιο. Όπως όλα τα πραξικοπήματα που ξεκινούν μ’ ένα συμβιβασμό αυτού του είδους, έτσι κι αυτό του Αλφόνσου ΙΓ΄ και του Πρίμο ντε Ριβέρα καταλήγει σε μια διφορούμενη συμφωνία ανάμεσα στο Σύνταγμα και στη δικτατορία. Το πρώτο θύμα του πραξικοπήματος είναι το Κοινοβούλιο. Η συνεργία του Βασιλιά είναι το πιο ενδιαφέρον, ίσως το μόνο ενδιαφέρον, στοιχείο του πραξικοπήματος του Πρίμο ντε Ριβέρα, αυτό που δίνει μια σύγχρονη αίσθηση σ’ αυτή την ατυχή περιπέτεια. Το ερώτημα που έθεσαν στους εαυτούς τους τα ισπανικά κόμματα σχετικά με το ζήτημα αυτό, μετά την πτώση του δικτάτορα, είναι αρκετά ενδεικτικό: «Ποιος είναι ο υπεύθυνος;». Εδώ βρίσκεται το μυστικό της αποτυχίας της δικτατορίας. Όσο ήταν σε θέση να αναλάβει, ενώπιον του Στέμματος και της χώρας, όλη την ευθύνη της εξουσίας, ο Πρίμο ντε Ριβέρα μπορούσε να υπολογίζει στη συνεργία του Βασιλιά. Ο μόνος τρόπος για να αναλαμβάνεις όλη την ευθύνη της εξουσίας είναι να κυβερνάς εκτός Συντάγματος και ενάντια στο Σύνταγμα. Τη μέρα όμως που ο Αλφόνσος ΙΓ΄ συνειδητοποιεί ότι στην ταραγμένη συνείδηση της Ισπανίας ο Πρίμο ντε Ριβέρα δεν είναι ο μόνος υπεύθυνος της κατάστασης, τότε στη συνεργία μεταξύ Βασιλιά και δικτάτορα εισάγεται ένα τρίτο στοιχείο: Το Σύνταγμα. Μεταξύ δικτατορίας και Συντάγματος ο Βασιλιάς επιλέγει το τελευταίο,
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-104-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ορθώνεται σε υπερασπιστή του Συντάγματος ενάντια σε μια δικτατορία που ο ίδιος εγκαθίδρυσε και καθίσταται συνεργός του Κοινοβουλίου κατά του πραξικοπήματος. Οι κατιλινιστές οφείλουν να μην εμπιστεύονται, όπως έκανε ο Μέτερνιχ, τους συνταγματικούς βασιλείς. Για ένα στρατηγό πιστό στο βασιλιά του, είναι πηγή περηφάνιας το γεγονός ότι κατάλαβε πολύ αργά πόσο επικίνδυνη για τις επαναστάσεις είναι η συνεργία με τα συντάγματα και με τους εγγυητές τους. Ο Πρίμο ντε Ριβέρα δεν ήταν από εκείνους τους κατιλινιστές που δεν υποχωρούν μπροστά σε τίποτε και σε κανέναν: Ήταν ένας σπουδαίος Ισπανός που υποχωρούσε μόνο ενώπιον του Βασιλιά του. Μεταξύ των πραξικοπημάτων που ανακαλούν στη μνήμη το παράδειγμα της 18ης Μπρυμαίρ, αυτό που πραγματοποίησε ο Πιλσούντσκι, το Μάιο του 1926, είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον. Ο Πιλσούντσκι, τον οποίον το 1920 ο Λόιντ Τζορτζ αποκαλούσε «σοσιαλιστή Βοναπάρτη» (είναι γνωστό ότι ο Λόιντ Τζορτζ δεν έτρεφε καμία συμπάθεια για τους σοσιαλιστές στρατηγούς), απέδειξε ότι ήξερε πώς να θέσει τον Καρλ Μαρξ στην υπηρεσία μιας αστικής δικτατορίας. Η συμμετοχή των εργατικών μαζών αποτελεί το πρωτότυπο στοιχείο του πραξικοπήματος του Πιλσούντσκι. Οι αληθινοί εκτελεστές του πραξικοπήματος ήταν κι αυτή τη φορά οι στρατιώτες. Η κατάληψη των γεφυρών, των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής, του φρουρίου, των στρατώνων, των αποθηκών τροφίμων και πυρομαχικών, των διασταυρώσεων, των σιδηροδρομικών σταθμών, των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών κέντρων και των τραπεζών πραγματοποιήθηκε από τους στρατιώτες. Στην επίθεση εναντίον των στρατηγικών σημείων της Βαρσοβίας, τα οποία υπερασπίζονταν τα πιστά στην κυβέρνηση Βίτος στρατεύματα, και στην πολιορκία του Μπελβεντέρε, όπου είχαν βρει καταφύγιο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι υπουργοί, δε συμμετείχαν οι μάζες. Και αυτή τη φορά οι στρατιώτες αποτελούν το κλασικό στοιχείο της βοναπαρτικής τακτικής. Όμως η γενική απεργία, την οποία κήρυξε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, προκειμένου να βοηθήσει τον Πιλσούντσκι στη μάχη του ενάντια στο δεξιό συνασπισμό που στήριζε την κυβέρνηση Βίτος, είναι το σύγχρονο επαναστατικό στοιχείο, ό,τι παρέχει μία κοινωνική δικαιολόγηση σ’ αυτό το βίαιο χτύπημα, σ’ αυτή τη βάναυση στρατιωτική εξέγερση. Η συνεργία των εργατών μετατρέπει τους στρατιώτες του Πιλσούντσκι σε υπερασπιστές της ελευθερίας. Στο πεδίο της γενικής απεργίας και με τη συμμετοχή των εργατικών μαζών στην επαναστατική
9, για την ελληνική γλώσσα.
-105-
CURZIO MALAPARTE
τακτική πραγματοποιείται η μεταμόρφωση μιας στρατιωτικής εξέγερσης σε μια λαϊκή επανάσταση βοηθούμενη από στρατιωτικά στοιχεία. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Πιλσούντσκι, ο οποίος στην αρχή του πραξικοπήματος δεν είναι παρά ένας εξεγερμένος Στρατηγός, μετατρέπεται σ’ ένα είδος λαϊκού στρατιωτικού ηγέτη, προλετάριου ήρωα ή σοσιαλιστή Βοναπάρτη, όπως θα έλεγε ο Λόιντ Τζορτζ. Ωστόσο η γενική απεργία δεν επαρκεί για να επαναφέρει τον Πιλσούντσκι εντός νομιμότητας. Ακόμη κι αυτός φοβάται μήπως τεθεί εκτός νόμου. Κατά βάθος, αυτός ο σοσιαλιστής στρατηγός δεν είναι παρά ένας αστός, που ως έγνοια έχει να συλλάβει και να υλοποιήσει τα πιο παράτολμα σχέδια μέσα στα όρια της αστικής και ιστορικής ηθικής της εποχής και του έθνους του. Είναι ένας φατριαστής που επιδιώκει να φέρει τα πάνω κάτω στο κράτος, χωρίς όμως να κηρυχθεί εκτός νόμου. Τρέφει τόσο μίσος για το Βίτος που δεν του αναγνωρίζει ούτε καν το δικαίωμα να υπερασπιστεί το κράτος. Η αντίσταση των πιστών στην κυβέρνηση στρατευμάτων ξυπνά μέσα του τον «τρελό και πεισματάρη» Πολωνό της Λιθουανίας: Στα πολυβόλα αντιπαραθέτει τα πολυβόλα. Και είναι ακριβώς ο χαρακτήρας του Πολωνού της Λιθουανίας που εμποδίζει το σοσιαλιστή Στρατηγό να επανέλθει στη νομιμότητα και να εκμεταλλευτεί τις περιστάσεις, ώστε να διορθώσει το λάθος που σημειώθηκε στην αρχή. Δεν ξεκινά κανείς ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα μ’ ένα βάναυσο στρατιωτικό κίνημα. «Cela n’est pas correct»56, όπως θα έλεγε ο Μουτρόν. Ο Πιλσούντσκι έχει ένα συνεργό: Το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τη γενική απεργία. Χρειάζεται να εξασφαλίσει ένα σύμμαχο στο πρόσωπο του Στρατάρχη της Δίαιτας. Ο Πιλσούντσκι πρέπει να καταλάβει την εξουσία διαμέσου του Συντάγματος. Κι ενόσω η μάχη μαίνεται με αβέβαιη έκβαση στα προάστια της Βαρσοβίας, ενώ από την επαρχία του Πόζεν ο Στρατηγός Χάλερ προετοιμάζεται να βαδίσει κατά της πρωτεύουσας για να βοηθήσει την κυβέρνηση, μέσα στο πολιορκούμενο Μπελβεντέρε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Βοϊτσιεκόφσκι και ο Πρωθυπουργός Βίτος αποφασίζουν να παραδώσουν την εξουσία, σύμφωνα με το Σύνταγμα, στα χέρια του Στρατάρχη της Δίαιτας. Από εκείνη τη στιγμή εγγυητής του Συντάγματος δεν είναι πια ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά ο Στρατάρχης της Δίαιτας. Το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα μόλις ξεκινάει.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
56. «Αυτό δεν είναι σωστό» [Σ.τ.Μ.].
-106-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Μέχρι τώρα δεν επρόκειτο παρά για μια στρατιωτική εξέγερση υποστηριζόμενη από μια γενική απεργία. Ο Πιλσούντσκι θα πει αργότερα πως, αν ο Βοϊτσιεκόφσκι και ο Βίτος περίμεναν την άφιξη των πιστών στην κυβέρνηση στρατευμάτων, η επαναστατική απόπειρα θα είχε πιθανότατα αποτύχει. Η βεβιασμένη απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Βίτος μετέτρεψε το στρατιωτικό κίνημα σ’ ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Τώρα η επάνοδος του Πιλσούντσκι στη νομιμότητα εξαρτάται από το Στρατάρχη της Δίαιτας. «Δε θέλω να εγκαθιδρύσω δικτατορία», διακηρύσσει ο Πιλσούντσκι αμέσως μόλις αισθάνεται τα πόδια του να αγγίζουν κοινοβουλευτικό έδαφος. «Η μόνη μου επιδίωξη είναι να δράσω σύμφωνα με το Σύνταγμα ώστε να ενισχύσω το κύρος, την ισχύ και την εξουσία του κράτους». Ακόμη κι αυτός, όπως όλοι οι κατιλινιστές της Δεξιάς που σφετερίζονται βίαια την εξουσία, δεν έχει άλλη φιλοδοξία παρά να εμφανιστεί ως ένας πιστός υπηρέτης του κράτους. Και ως καλός υπηρέτης του κράτους ο Πιλσούντσκι πραγματοποιεί την είσοδό του στη Βαρσοβία πάνω σε μια άμαξα που τη σέρνουν τέσσερα άλογα και τη συνοδεύει μια ίλη χαμογελαστών ουλάνων. Το πλήθος που συνωστίζεται κατά μήκος της Krakowskie Przedmiescie τον υποδέχεται με την ιαχή: «Ζήτω ο Πιλσούντσκι, Ζήτω η Δημοκρατία!». Ο Στρατάρχης της Δίαιτας δε θα συναντήσει πολλές δυσκολίες να συμφωνήσει μαζί του ως προς το ζήτημα του Συντάγματος: «Τώρα που η επανάσταση τελείωσε», σκέφτεται ο Στρατάρχης της Δίαιτας, «θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε». Όμως το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα ήταν μόλις στην αρχή του: Ακόμη και σήμερα, μετά από όλα αυτά τα συμβάντα που μετέτρεψαν το Σύνταγμα σε όργανο της δικτατορίας, και τη δημοκρατική και προλεταριακή Πολωνία –γενναίο συνεργό της επανάστασης– σε εχθρό του σοσιαλιστή Στρατηγού, μετά από τόσες νέες συνενοχές και χαμένες αυταπάτες, ο Πιλσούντσκι δεν έχει ακόμη βρει τον τρόπο να συμβιβάσει τη βία με τη νομιμότητα. Το 1926 το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα του Πιλσούντσκι δεν ήταν παρά στην αρχή του. Σήμερα είναι ένα πραξικόπημα που δεν έχει ακόμη ευοδωθεί.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-107-
8
ΑΝ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΙΚΗΣ επανάστασης είναι ο Λένιν,
ο τακτικιστής του πραξικοπήματος του Οκτωβρίου του 1917 είναι ο Τρότσκι. Ευρισκόμενος στη Ρωσία στις αρχές του 1929, είχα την ευκαιρία να συζητήσω με διάφορους κομμουνιστές, τους οποίους συνάντησα σε εντελώς διαφορετικά περιβάλλοντα, το ρόλο που έπαιξε ο Τρότσκι στην επανάσταση. Η επίσημη άποψη που κυκλοφορεί στην ΕΣΣΔ σε ό,τι αφορά τον Τρότσκι είναι εκείνη του Στάλιν: Όμως παντού, και ιδίως στη Μόσχα και στο Λένινγκραντ, όπου η τροτσκιστική πτέρυγα ήταν ισχυρότερη απ’ ό,τι αλλού, άκουσα να εκφράζονται για τον Τρότσκι γνώμες που ελάχιστα συμφωνούν μ’ εκείνη του Στάλιν. Ο μόνος που δεν απάντησε στις ερωτήσεις μου ήταν ο Λουνατσάρσκι, ενώ μόνο από την κυρία Κάμενεφ δεν έλαβα μια αντικειμενική δικαιολόγηση της σταλινικής άποψης. Κι αυτό δεν πρέπει να προξενεί έκπληξη, αν σκεφτούμε ότι η κυρία Κάμενεφ είναι η αδελφή του Τρότσκι. Δε σκοπεύω να εισέλθω στην αντιπαράθεση μεταξύ Στάλιν και Τρότσκι ως προς το ζήτημα της «διαρκούς επανάστασης» και του ρόλου που διαδραμάτισε ο Τρότσκι στο πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 1917. Ο Στάλιν αρνείται ότι ο Τρότσκι υπήρξε ο οργανωτής της εξέγερσης και αποδίδει την τιμή αυτή στην Επιτροπή που αποτελούνταν από τους Σβέρντλοφ, Στάλιν, Μπουμπνόφ, Ουρίτζκι και Τζερζίνσκι. Αυτή η Επιτροπή, στην οποία δε μετείχαν ούτε ο Λένιν ούτε ο Τρότσκι, ήταν αναπόσπαστο τμήμα του στρατιωτικού επαναστατικού Κομιτάτου, του οποίου προήδρευε ο Τρότσκι. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στο Στάλιν και στο θεωρητικό της «διαρκούς επανάστασης» δεν μπορεί να αλλάξει την ιστορία της Οκτωβριανής Επανάστασης, η οποία, όπως επιβεβαιώνει ο Λένιν, οργανώθηκε και διευθύνθηκε από τον Τρότσκι. Ο Λένιν είναι ο στρατηγός, ο
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-108-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
ιδεολόγος, ο εμψυχωτής, ο «από μηχανής ανήρ» της επανάστασης. Όμως ο δημιουργός της τεχνικής του μπολσεβίκικου πραξικοπήματος είναι ο Τρότσκι. Στη σύγχρονη Ευρώπη ο κομμουνιστικός κίνδυνος, από τον οποίον οι κυβερνήσεις οφείλουν να προστατευτούν, δεν είναι η στρατηγική του Λένιν, αλλά η τακτική του Τρότσκι. Η στρατηγική του Λένιν δεν μπορεί να κατανοηθεί ξέχωρα από τη γενικότερη κατάσταση της Ρωσίας του 1917. Η τακτική του Τρότσκι όμως δε δεσμεύεται από τις γενικότερες συνθήκες της χώρας και η εφαρμογή της δεν εξαρτάται από τις περιστάσεις που είναι εκ των ων ουκ άνευ στην εφαρμογή της στρατηγικής του Λένιν. Η τακτική του Τρότσκι ενσαρκώνει το διαρκή κίνδυνο ενός κομμουνιστικού πραξικοπήματος σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα. Με άλλα λόγια, η στρατηγική του Λένιν δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε μια οποιαδήποτε χώρα της Δυτικής Ευρώπης, παρά μόνο πάνω σε ευνοϊκό έδαφος και με τη συνδρομή των ίδιων περιστάσεων που ίσχυαν στη Ρωσία το 1917. Στην «Παιδική αρρώστια του κομμουνισμού»57, ο ίδιος ο Λένιν παρατηρεί ότι η πρωτοτυπία της ρωσικής πολιτικής πραγματικότητας του 1917 συνίστατο σε τέσσερις ειδικές περιστάσεις και προσθέτει ότι αυτές οι ειδικές περιστάσεις δεν υπάρχουν σήμερα στη Δυτική Ευρώπη, όπου η αναπαραγωγή πανομοιότυπων ή ανάλογων καταστάσεων δεν είναι πολύ εύκολη. Είναι ανώφελο επί του παρόντος να εκθέσω ποιες είναι οι ειδικές περιστάσεις που θα ευνοούσαν την εφαρμογή της λενινιστικής στρατηγικής στη Δυτική Ευρώπη. Είναι γνωστό σε τι συνίστατο η πρωτοτυπία της ρωσικής πολιτικής κατάστασης του 1917 σε σχέση με τη διεθνή πραγματικότητα. Συνεπώς η στρατηγική του Λένιν δεν αποτελεί άμεσο κίνδυνο για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ο σύγχρονος και διαρκής κίνδυνος που απειλεί τα ευρωπαϊκά κράτη είναι η τακτική του Τρότσκι. Στις παρατηρήσεις του στο βιβλίο «Η Οκτωβριανή Επανάσταση και η τακτική των Ρώσων κομμουνιστών», ο Στάλιν γράφει ότι, προκειμένου να κρίνουμε τα γεγονότα του Φθινοπώρου του 1923 στη Γερμανία, δεν πρέπει να λησμονούμε την ιδιαίτερη κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Ρωσία το 1917. «Ο σύντροφος Τρότσκι», προσθέτει, «θα έπρεπε να τη θυμάται, αυτός που καθορίζει μια απόλυτη αναλογία μεταξύ της Οκτωβριανής Επανάστασης και της επανάστασης στη Γερμανία και μαστιγώ-
9, για την ελληνική γλώσσα.
57.
Β. Ι. Λένιν, «Ο “αριστερισμός”: Η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 2001 [Σ.τ.Ε.].
-109-
CURZIO MALAPARTE
νει ανελέητα το γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα για τα πραγματικά ή υποτιθέμενα λάθη του». Κατά το Στάλιν, η αποτυχία της γερμανικής επαναστατικής απόπειρας του Φθινοπώρου του 1923 οφείλεται στην έλλειψη των ειδικών περιστάσεων που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή της λενινιστικής στρατηγικής. Εκπλήσσεται που ο Τρότσκι μετακυλίει το φταίξιμο στους ώμους των Γερμανών κομμουνιστών. Για τον Τρότσκι, όμως, η επιτυχία μιας επαναστατικής απόπειρας δεν εξαρτάται από την ύπαρξη πανομοιότυπων ή ανάλογων προϋποθέσεων μ’ αυτές της Ρωσίας του 1917. Ο λόγος της αποτυχίας της γερμανικής επανάστασης του Φθινοπώρου του 1923 δεν ήταν η αδυναμία εφαρμογής της λενινιστικής στρατηγικής. Το ασυγχώρητο λάθος των Γερμανών κομμουνιστών ήταν ότι δεν ακολούθησαν την μπολσεβίκικη επαναστατική τακτική. Η έλλειψη ευνοϊκών περιστάσεων και η γενικότερη κατάσταση της χώρας δεν επιδρούν στην εφαρμογή της τακτικής του Τρότσκι. Οι Γερμανοί κομμουνιστές δεν έχουν καμία δικαιολογία για το γεγονός ότι απέτυχαν στο χτύπημά τους. Μετά το θάνατο του Λένιν, η μεγάλη τροτσκιστική αίρεση αποπειράθηκε να διαρρήξει τη δογματική ενότητα του λενινισμού. Όμως ο προτεσταντισμός του Τρότσκι δεν είχε τύχη. Αυτός ο ιδιότυπος Λούθηρος είναι στην εξορία και, από τους οπαδούς του, όλοι όσοι δεν είχαν την αφροσύνη να μετανοήσουν πολύ αργά, έσπευσαν να μετανοήσουν επισήμως πολύ νωρίς. Όμως στη Ρωσία απαντούν ακόμη συχνά κάποιοι αιρετικοί, που δεν έχουν χάσει την όρεξή τους για κριτική και εξασκούνται στο να συνάγουν από τη σταλινική λογική τα πιο απρόβλεπτα επακόλουθα. Η σταλινική λογική έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να υπάρξει Λένιν χωρίς τον Κερένσκι, με τον Κερένσκι να είναι ένα από τα κυριότερα στοιχεία που συνέθεταν την εξαιρετική κατάσταση της Ρωσίας του 1917. Όμως ο Τρότσκι δεν έχει ανάγκη τον Κερένσκι. Η ύπαρξη του Κερένσκι, όπως και αυτή των Στρέσεμαν, Πουανκαρέ58, Λόιντ Τζορτζ, Τζιολίτι59 ή
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
58. Ρεμόν Πουανκαρέ (1860-1934): Γάλλος πολιτικός. Η πολιτική που ακολούθησε ως Πρωθυπουργός της Γαλλίας, το 1912, οδήγησε στην εμπλοκή της χώρας του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου διετέλεσε Πρόεδρος της Γ΄ Δημοκρατίας [Σ.τ.Ε.]. 59. Τζιοβάνι Τζιολίτι (1842-1928): Ιταλός πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε πέντε φορές Πρωθυπουργός. Υπό τη διακυβέρνησή του η Ιταλία γνώρισε ευημερία. Έχοντας όμως πολλούς προσωπικούς εχθρούς διατηρούσε την εξουσία με τη διαφθορά,
-110-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Μακ Ντόναλντ60, δεν ασκεί καμία επιρροή, είτε θετική είτε αρνητική, στην εφαρμογή της τροτσκιστικής τακτικής. Βάλτε τον Πουανκαρέ στη θέση του Κερένσκι: Το μπολσεβίκικο πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 1917 θα είχε πετύχει εξίσου. Συνάντησα μάλιστα στη Μόσχα και στο Λένινγκραντ κάποιους οπαδούς της αιρετικής θεωρίας της «διαρκούς επανάστασης», οι οποίοι έφθαναν στο σημείο να ισχυρίζονται ότι ο Τρότσκι δεν έχει ανάγκη το Λένιν, ότι μπορεί να υπάρξει Τρότσκι ακόμη και χωρίς το Λένιν. Αξίζει να πούμε ότι τον Οκτώβριο του 1917 ο Τρότσκι θα είχε καταλάβει την εξουσία ακόμη κι αν ο Λένιν είχε παραμείνει στην Ελβετία, ακόμη κι αν δεν είχε επωμιστεί κανένα ρόλο στη ρωσική επανάσταση. Αυτός ο ισχυρισμός είναι επικίνδυνος, όμως μπορεί να κριθεί ως αυθαίρετος μόνο από εκείνους που υπερτονίζουν τη σημασία της στρατηγικής σε μια επανάσταση εις βάρος της τακτικής. Αυτό που μετράει ωστόσο είναι η επαναστατική τακτική, η τεχνική του πραξικοπήματος. Στην κομμουνιστική επανάσταση η στρατηγική του Λένιν δεν είναι η απαραίτητη προετοιμασία για την εφαρμογή της επαναστατικής τακτικής: Αυτή από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση του κράτους. Στην Ιταλία των ετών 1919 και 1920, η λενινιστική στρατηγική εφαρμόστηκε στο σύνολό της. Εκείνη την εποχή η Ιταλία ήταν η πιο ώριμη ευρωπαϊκή χώρα για μια κομμουνιστική επανάσταση. Όλα ήταν έτοιμα για το πραξικόπημα. Όμως οι Ιταλοί κομμουνιστές πίστευαν ότι η κατάσταση της χώρας, ο επαναστατικός αναβρασμός των προλεταριακών μαζών, η επιδημία των γενικών απεργιών, η παράλυση της οικονομικής και πολιτικής ζωής, η κατάληψη των εργοστασίων από τους εργάτες και των γαιών από τους αγρότες, η αποδιοργάνωση του στρατού, της Αστυνομίας, της γραφειοκρατίας, ο ευτελισμός της δικαιοσύνης, η υποταγή της αστικής τάξης και η ανικανότητα της κυβέρνησης ήταν επαρκείς προϋποθέσεις για να προκαλέσουν την παράδοση της εξουσίας στους αντιπροσώπους των εργατών. Το Κοινοβούλιο βρισκόταν στα χέρια των κομμάτων της Αριστεράς. Η κοινοβουλευτική δράση συνόδευε την επαναστατική δράση
9, για την ελληνική γλώσσα.
τη βία κατά τις προεκλογικές περιόδους και με προσωπικές συναλλαγές. Όταν οι φασίστες κατέλαβαν την εξουσία, φάνηκε να υποστηρίζει το νέο καθεστώς, αλλά το Νοέμβριο του 1924 απέσυρε επίσημα την υποστήριξή του [Σ.τ.Ε.]. 60. Τζέιμς Ράμσεϊ Μακ Ντόναλντ (1866-1937): Ο πρώτος Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας που αναδείχθηκε από το Εργατικό Κόμμα στις κυβερνήσεις του 1924 και του 1929-1931, που σχημάτισαν οι Εργατικοί, καθώς και στην κυβέρνηση εθνικού συνασπισμού της περιόδου 1931-1935 [Σ.τ.Ε.].
-111-
CURZIO MALAPARTE
των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Αυτό που έλειπε δεν ήταν η βούληση κατάληψης της εξουσίας, αλλά η γνώση της επαναστατικής τακτικής. Η επανάσταση εξαντλούνταν στη στρατηγική. Ήταν η προετοιμασία για την αποφασιστική επίθεση· όμως κανείς δεν ήξερε πώς να διευθύνει αυτή την επίθεση. Είχαν φθάσει στο σημείο να βλέπουν τη Μοναρχία, που τότε χαρακτηριζόταν ως σοσιαλιστική Μοναρχία, σαν μια σοβαρή τροχοπέδη της επαναστατικής επίθεσης. Η αριστερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία προβληματιζόταν με τη συνδικαλιστική δράση, που απειλούσε να καταλάβει την εξουσία εκτός Κοινοβουλίου, ακόμη και ενάντια στο Κοινοβούλιο. Από την πλευρά τους οι συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν εμπιστεύονταν την κοινοβουλευτική δράση, που ως στόχο είχε να μετατρέψει την προλεταριακή επανάσταση σε μια αλλαγή κυβέρνησης προς όφελος των μικροαστών. Πώς οργανώνεται ένα πραξικόπημα; Αυτό ήταν το ερώτημα των ετών 1919 και 1920 όχι μόνο στην Ιταλία, αλλά σχεδόν σε όλες τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Σ’ αυτό το σημείο οι ιδέες του Τρότσκι είναι ξεκάθαρες. Κατά τον ίδιο, η επαναστατική τακτική δεν εξαρτάται από τις γενικότερες συνθήκες της χώρας και από την ύπαρξη μιας ευνοϊκής για την επανάσταση κατάστασης. Στην εφαρμογή της τακτικής του Οκτωβρίου του 1917, η Ρωσία του Κερένσκι δεν παρουσιάζει μικρότερες δυσκολίες από την Ολλανδία ή την Ελβετία. Οι τέσσερις ειδικές περιστάσεις που διατύπωσε ο Λένιν στην «Παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» (δηλαδή η δυνατότητα συνδυασμού της μπολσεβίκικης επανάστασης με την εξάλειψη ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου, η δυνατότητα εκμετάλλευσης για κάποιο διάστημα του πολέμου μεταξύ δύο συνασπισμών δυνάμεων που διαφορετικά θα ενώνονταν στη μάχη κατά της μπολσεβίκικης επανάστασης, η δυνατότητα συντήρησης ενός εμφυλίου πολέμου για σχετικά μακρύ χρονικό διάστημα, είτε λόγω της αχανούς έκτασης της Ρωσίας είτε λόγω της κακής κατάστασης των οδών επικοινωνίας, και η ύπαρξη ενός επαναστατικού αστικοδημοκρατικού κινήματος στο πλευρό της μάζας των αγροτών), περιστάσεις που χαρακτήριζαν την κατάσταση της Ρωσίας του 1917, δεν είναι απαραίτητες για την επιτυχία ενός κομμουνιστικού πραξικοπήματος. Εάν απ’ αυτές τις ίδιες περιστάσεις και προϋποθέσεις, από τις οποίες εξαρτώνται η λενινιστική στρατηγική και η προλεταριακή επανάσταση στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, εξαρτιόταν και η τακτική της μπολσεβίκικης εξέγερσης, τότε σήμερα δε θα υφίστατο κομμουνιστικός κίνδυνος σε καμία ευρωπαϊκή χώρα.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-112-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Στη στρατηγική του αντίληψη, ο Λένιν δεν είχε αίσθηση της πραγματικότητας. Του έλειπαν η ακρίβεια και το μέτρο. Αντιλαμβανόταν την επαναστατική στρατηγική με τον τρόπο του Κλαούζεβιτς61: Μάλλον σαν ένα είδος φιλοσοφίας παρά σαν μια τέχνη, σαν μια επιστήμη. Μετά το θάνατο του Λένιν, ανάμεσα στα βιβλία που είχε στο προσκεφάλι του, βρέθηκε το θεμελιώδες έργο του Κλαούζεβιτς «Περί πολέμου»62 με ιδιόχειρες σημειώσεις του. Απ’ αυτές τις σημειώσεις και από τα σχόλια στο περιθώριο του βιβλίου του Μαρξ «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»63 μπορεί κανείς να κρίνει πόσο καλά θεμελιωμένη ήταν η δυσπιστία του Τρότσκι για τη στρατηγική ιδιοφυΐα του Λένιν. Δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο, αν όχι για την καταπολέμηση του τροτσκισμού, αποδίδεται επισήμως στη Ρωσία τόση σημασία στην επαναστατική στρατηγική του Λένιν. Για την ιστορική θέση που διαδραμάτισε στην επανάσταση, ο Λένιν δε θα έπρεπε να θεωρείται ένας μεγάλος στρατηγός. Στις παραμονές της Οκτωβριανής Επανάστασης ο Λένιν είναι αισιόδοξος και ανυπόμονος. Η εκλογή του Τρότσκι στην Προεδρία του Σοβιέτ της Πετρούπολης και του επαναστατικού στρατιωτικού Κομιτάτου, αλλά και η κατάκτηση της πλειοψηφίας στο Σοβιέτ της Μόσχας τον έχουν επιτέλους καθησυχάσει πάνω στο ζήτημα της πλειοψηφίας στα Σοβιέτ, ζήτημα που δεν έπαψε να τον προβληματίζει από τις ημέρες του Ιουλίου. Έχει ωστόσο κάποιες ανησυχίες γύρω από το Β΄ Συνέδριο των Σοβιέτ, που αναμένεται να συγκληθεί στα τέλη Οκτωβρίου. «Δεν είναι απαραίτητο να έχουμε την πλειοψηφία στο Συνέδριο», λέει ο Τρότσκι. «Δεν είναι αυτή η πλειοψηφία που θα κληθεί να καταλάβει την εξουσία». Κατά βάθος, ο Τρότσκι δεν έχει άδικο. «Θα ήταν αφελές», συμφωνεί ο Λένιν, «να περιμένουμε έως ότου
9, για την ελληνική γλώσσα. 61.
Καρλ φον Κλαούζεβιτς (1780-1831): Πρώσος Στρατηγός. Υπήρξε ένα από τα κορυφαία στελέχη της αναμόρφωσης του πρωσικού στρατού, αλλά παραιτήθηκε από το αξίωμα την παραμονή της εισβολής του Ναπολέοντα στη Ρωσία (1812) και, μαζί με άλλους Γερμανούς πατριώτες, τέθηκε στην υπηρεσία των Ρώσων. Κατά την εκστρατεία του 1812 διακρίθηκε ως αξιωματικός του ρωσικού επιτελείου. Τα συγγράμματά του, και κυρίως το «Περί πολέμου», όπου υποστήριζε την ιδέα του ολοκληρωτικού πολέμου, άσκησαν βαθιά επίδραση στις νεότερες αντιλήψεις περί στρατηγικής τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο [Σ.τ.Ε.]. 62. Καρλ φον Κλαούζεβιτς, «Περί πολέμου», μετάφραση Νατάσα Ξεπουλιά, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1989 [Σ.τ.Ε.]. 63. Καρλ Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», επιμέλεια Λουκάς Αξελός, Αθήνα, Στοχαστής, 2001 [Σ.τ.Ε.].
-113-
CURZIO MALAPARTE
αποκτήσουμε την τυπική πλειοψηφία». Αυτός θα ήθελε να εξεγείρει τις μάζες κατά της κυβέρνησης του Κερένσκι, να βυθίσει τη Ρωσία κάτω από μια προλεταριακή πλημμύρα, να δώσει το σινιάλο της εξέγερσης σε όλο το ρωσικό λαό, να παρουσιαστεί στο Συνέδριο των Σοβιέτ και να εξαναγκάσει τον Νταν και το Σκόμπελεφ, τους δύο ηγέτες της πλειοψηφίας των Μενσεβίκων, να κηρύξουν την πτώση της κυβέρνησης του Κερένσκι και την έλευση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ο Λένιν δεν έχει συλλάβει μια επαναστατική τακτική, αλλά μια επαναστατική στρατηγική. «Θαυμάσια», απαντά ο Τρότσκι, «όμως πρώτ’ απ’ όλα πρέπει να κατακτήσουμε την πόλη, να καταλάβουμε τα στρατηγικά σημεία, να ανατρέψουμε την κυβέρνηση. Γι’ αυτόν το λόγο είναι απαραίτητο να οργανώσουμε την εξέγερση, να σχηματίσουμε και να εκπαιδεύσουμε μια δύναμη κρούσης. Δε χρειάζεται να είναι πολυπληθής. Οι μάζες δε μας χρειάζονται καθόλου. Μια μικρή δύναμη μας αρκεί». Όμως ο Λένιν δε θέλει να κατηγορηθεί η μπολσεβίκικη εξέγερση για μπλανκισμό64. «Η εξέγερση», λέει, «δεν πρέπει να στηρίζεται σε μια συνωμοσία ή σε ένα κόμμα, αλλά στην προοδευμένη τάξη. Ιδού το πρώτο σημείο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται στην επαναστατική ώθηση όλου του λαού. Αυτό είναι το δεύτερο σημείο. Η εξέγερση πρέπει να ξεσπάσει όταν η ανερχόμενη επανάσταση θα βρίσκεται στο απόγειό της. Ιδού και το τρίτο σημείο. Αυτές οι τρεις προϋποθέσεις διακρίνουν το μαρξισμό από τον μπλανκισμό». «Θαυμάσια», απαντά ο Τρότσκι, «όμως για μια εξέγερση δε χρειάζεται όλος ο λαός. Μας αρκεί μια μικρή δύναμη, ψυχρή, βίαιη και εκπαιδευμένη στην επαναστατική τακτική». Ο Τρότσκι ίσως να μην έχει άδικο. «Εμείς πρέπει», παραδέχεται ο Λένιν, «να εξαπολύσουμε όλη τη φράξια μας στα εργοστάσια και στους στρατώνες. Η θέση της είναι εκεί, εκεί είναι το ζωτικό σημείο και η σωτηρία της επανάστασης. Εκεί με πύρινες
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
64. Μπλανκισμός: Επαναστατική πρακτική που έλαβε το όνομά της από το Γάλλο σοσιαλιστή επαναστάτη Λουί-Ωγκύστ Μπλανκί (1805-1881). Ο τελευταίος, με το βιβλίο του «Instruction pour une prise d’armes», αλλά και με τη μόνιμη τάση του για την οργάνωση συνωμοτικών ομάδων, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο επαναστατικό κίνημα ακόμη και μετά θάνατον. Ο μπλανκισμός συνίστατο στην οργάνωση ολιγάριθμων, αλλά εξαιρετικά επιθετικών, ομάδων εργατών που επιχειρούσαν με βία και ένοπλη δράση να ανατρέψουν τις κυβερνήσεις και να αναρριχηθούν στην εξουσία. Οι μπλανκιστές έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Παρισινή Κομμούνα του 1871 [Σ.τ.Μ.].
-114-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
και παθιασμένες ομιλίες πρέπει να αναπτύξουμε και να εξηγήσουμε το πρόγραμμά μας και να θέσουμε το ζήτημα με τον εξής τρόπο: Ή πλήρης αποδοχή του προγράμματός μας ή επανάσταση». «Θαυμάσια», απαντά ο Τρότσκι, «όμως ακόμη κι αν οι μάζες αποδεχθούν το πρόγραμμά μας, θα χρειαστεί ούτως ή άλλως να οργανώσουμε την επανάσταση. Από τα εργοστάσια και τους στρατώνες θα πρέπει να προσελκύσουμε στοιχεία αξιόπιστα και έτοιμα για όλα. Αυτό που μας χρειάζεται δεν είναι η μάζα των εργατών, των λιποτακτών και των φυγάδων: Αυτό που μας χρειάζεται είναι μια δύναμη κρούσης». «Για να χειριστούμε την επανάσταση με τρόπο μαρξιστικό, δηλαδή σαν μια μορφή τέχνης», παραδέχεται ο Λένιν, «πρέπει ταυτόχρονα, χωρίς να χάσουμε ούτε λεπτό, να οργανώσουμε το Γενικό Επιτελείο των επαναστατικών στρατευμάτων, να διανείμουμε τις δυνάμεις μας, να εξαπολύσουμε τα αφοσιωμένα συντάγματα στα σημαντικότερα σημεία, να περικυκλώσουμε το Θέατρο Αλεξάνδρα, να καταλάβουμε το φρούριο Πέτρου και Παύλου, να συλλάβουμε τα μέλη του Ανωτάτου Γενικού Επιτελείου και της κυβέρνησης, να στείλουμε ενάντια στους δόκιμους αξιωματικούς και στους Kοζάκους της Άγριας Μεραρχίας αποσπάσματα που έχουν αποδείξει ότι είναι πρόθυμα να θυσιαστούν έως τον τελευταίο άνδρα παρά να επιτρέψουν στον εχθρό να διεισδύσει στο κέντρο της πόλης. Πρέπει να κινητοποιήσουμε τους ένοπλους εργάτες, να τους καλέσουμε στον υπέρ πάντων αγώνα, να καταλάβουμε ταυτόχρονα τα τηλεγραφικά και τα τηλεφωνικά κέντρα, να εγκαταστήσουμε το δικό μας επαναστατικό Γενικό Επιτελείο στο τηλεφωνικό κέντρο και να το συνδέσουμε τηλεφωνικά με όλα τα εργοστάσια, όλα τα συντάγματα, όλα τα σημεία εκείνα όπου εκτυλίσσεται η ένοπλη πάλη». «Θαυμάσια», απαντά ο Τρότσκι, «όμως…». «Όλα αυτά», παραδέχεται ο Λένιν, «δεν είναι παρά αδρομερή, όμως αυτό που θέλω να αποδείξω είναι πως την παρούσα στιγμή ο μόνος τρόπος να παραμείνουμε πιστοί στο μαρξισμό και στην επανάσταση είναι να χειριστούμε την εξέγερση σαν μια μορφή τέχνης. Γνωρίζετε τους θεμελιώδεις κανόνες που ο Μαρξ έθεσε σ’ αυτή την τέχνη. Εφαρμοσμένοι στην τρέχουσα ρωσική κατάσταση, αυτοί οι κανόνες επιτάσσουν: Ταυτόχρονη επίθεση, όσο το δυνατόν ταχύτερη και ξαφνικότερη, στην Πετρούπολη, τόσο απέξω όσο και από μέσα, από τις εργατικές συνοικίες και από τη Φινλανδία, από το Ρεβάλ και από την Κρονστάνδη, επίθεση όλου του στόλου, συγκέντρωση δυνάμεων που θα ξεπερνούν κατά πολύ τους 20.000
9, για την ελληνική γλώσσα.
-115-
CURZIO MALAPARTE
άνδρες, που διαθέτει η κυβέρνηση μεταξύ των δόκιμων αξιωματικών και των Κοζάκων. Συνδυασμός των τριών κυριότερων δυνάμεών μας, του στόλου, των εργατών και των στρατιωτικών μονάδων, ώστε αρχικά να καταλάβουν και μετέπειτα να διατηρήσουν με οποιοδήποτε τίμημα στην κατοχή τους το τηλέφωνο, τον τηλέγραφο, τους σταθμούς και τις γέφυρες. Επιλογή των πιο αποφασισμένων στοιχείων από τις δυνάμεις κρούσης μας, τους εργάτες και τους ναύτες και συγκρότηση αποσπασμάτων που ως αποστολή θα έχουν την κατάληψη των σημαντικότερων σημείων και τη συμμετοχή σε όλες τις αποφασιστικές επιχειρήσεις. Σχηματισμός ομάδων αποτελούμενων από εργάτες, που οπλισμένοι με τουφέκια και χειροβομβίδες θα βαδίσουν ενάντια στις θέσεις του εχθρού, όπως σχολές δόκιμων αξιωματικών, τηλεφωνικά και τηλεγραφικά κέντρα, και θα τις περικυκλώσουν. Ο θρίαμβος της ρωσικής επανάστασης και συνάμα της παγκόσμιας επανάστασης εξαρτάται από δύο ή τρεις μέρες μάχης». «Όλα αυτά είναι πολύ σωστά», αποκρίνεται ο Τρότσκι, «όμως είναι υπερβολικά περίπλοκα. Είναι ένα πολύ εκτεταμένο σχέδιο, μια στρατηγική που περιλαμβάνει υπερβολικά μεγάλο έδαφος και πολύ κόσμο. Προκειμένου να πετύχουμε, δε χρειάζεται ούτε να δυσπιστούμε απέναντι στις δυσμενείς περιστάσεις ούτε να εμπιστευόμαστε τις ευνοϊκές. Χρειάζεται να βασιζόμαστε στην τακτική, να δρούμε με λίγο κόσμο πάνω σε περιορισμένο έδαφος, να επικεντρώνουμε τις δυνάμεις μας στους κύριους στόχους μας, να καταφέρνουμε άμεσα και δυνατά πλήγματα χωρίς να κάνουμε θόρυβο. Η εξέγερση είναι μια αθόρυβη μηχανή. Η στρατηγική σας έχει ανάγκη από πολλές ευνοϊκές περιστάσεις. Η εξέγερση δεν έχει ανάγκη από τίποτε, είναι αυτάρκης». «Η δική σας τακτική είναι απλούστατη», απαντά ο Λένιν, «έχει μόνο έναν κανόνα: Την επιτυχία. Εσείς δεν είστε που προτιμάτε το Ναπολέοντα από τον Κερένσκι;».
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Τα λόγια που έβαλα στο στόμα του Λένιν δεν είναι αυθαίρετα: Βρίσκονται αυτούσια στις επιστολές που έστελνε τον Οκτώβριο του 1917 στην Κεντρική Επιτροπή του Μπολσεβίκικου Κόμματος. Όσοι γνωρίζουν όλα τα κείμενα του Λένιν, και ιδίως τις παρατηρήσεις του πάνω στην επαναστατική τεχνική των ημερών του Δεκεμβρίου στη Μόσχα, κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1905, θα έχουν εκπλαγεί αρκετά από την αφέλεια των ιδεών του Λένιν πάνω στην τακτική και στην τεχνική της εξέγερσης στις παραμονές του Οκτωβρίου του 1917. Θα πρέ-
-116-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
πει ωστόσο να αναγνωρίσουμε ότι ήταν ο μόνος, μαζί με τον Τρότσκι, που μετά την αποτυχημένη απόπειρα του Ιουλίου, δεν έχασε από τα μάτια του τον κύριο στόχο της επαναστατικής στρατηγικής: Το πραξικόπημα. Μετά από μερικούς δισταγμούς (τον Ιούλιο το Μπολσεβίκικο Κόμμα δεν είχε παρά έναν κοινοβουλευτικής φύσης στόχο: Την κατάκτηση της πλειοψηφίας στα Σοβιέτ), η ιδέα της εξέγερσης είχε μετατραπεί, κατά την έκφραση του Λουνατσάρσκι, σε κινητήρια δύναμη όλης της δράσης του. Όμως στη διάρκεια της υποχρεωτικής παραμονής του στη Φινλανδία, όπου είχε καταφύγει μετά τα γεγονότα του Ιουλίου, ώστε να μην πέσει στα χέρια του Κερένσκι, όλη του η δράση περιστρεφόταν γύρω από τη θεωρητική προετοιμασία της εξέγερσης. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά η αφέλεια του σχεδίου του για μια στρατιωτική επίθεση εναντίον της Πετρούπολης, που θα υποστηριζόταν από τη δράση των κόκκινων φρουρών στο εσωτερικό της πόλης. Η επίθεση αυτή θα κατέληγε σε πανωλεθρία: Η αποτυχία της στρατηγικής του Λένιν θα είχε οδηγήσει στην αποτυχία της επαναστατικής τακτικής και στο σφαγιασμό των κόκκινων φρουρών στους δρόμους της Πετρούπολης. Υποχρεωμένος να παρακολουθεί τα γεγονότα από μακριά, ο Λένιν δεν μπορούσε να βλέπει όλες τις λεπτομέρειες της κατάστασης. Έβλεπε όμως τις αδρές γραμμές της επανάστασης πολύ πιο καθαρά απ’ ό,τι ορισμένα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, που ήταν αντίθετα σε μια άμεση εξέγερση. «Το να περιμένουμε είναι έγκλημα», έγραφε ο Λένιν στις μπολσεβίκικες επιτροπές της Πετρούπολης και της Μόσχας. Μολονότι στη συνέλευση της 10ης Οκτωβρίου, στην οποία είχε μετάσχει και ο επιστρέψας από τη Φινλανδία Λένιν, η Κεντρική Επιτροπή είχε εγκρίνει ομόφωνα, με εξαίρεση τις ψήφους του Κάμενεφ65 και του Ζηνόβιεφ66, την απόφαση της επανάστασης, μερικά μέλη της Επιτροπής επέμεναν σε μια βουβή εναντίωση. Ο Κάμενεφ και ο Ζηνόβιεφ ήταν οι μόνοι που είχαν
9, για την ελληνική γλώσσα.
65. Λεβ Μπορίσοβιτς Κάμενεφ (1883-1936): Μπολσεβίκος και προέχον μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και της σοβιετικής κυβέρνησης κατά τη δεκαετία που ακολούθησε την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Εναντιώθηκε στην πολιτική του Στάλιν και εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια των εκκαθαρίσεων το 1936 [Σ.τ.Ε.]. 66. Γκριγκόρι Γεφσέγεβιτς Ζηνόβιεφ (1883-1936): Από τους πρωταγωνιστές της Οκτωβριανής Επανάστασης. Από το 1919 μέχρι το 1926 διετέλεσε πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Τον Αύγουστο του 1936 παραπέμφθηκε, μαζί με τον Κάμενεφ, σε μια από τις δίκες της Μόσχας, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε [Σ.τ.Ε.].
-117-
CURZIO MALAPARTE
δηλώσει ανοιχτά την αντίθεσή τους σε μια άμεση εξέγερση, όμως την κριτική τους συμμερίζονταν κρυφά και πολλοί άλλοι. Η εχθρότητα όλων όσοι κατέκριναν κρυφά την απόφαση του Λένιν επικεντρωνόταν κυρίως στον Τρότσκι, τον «αντιπαθητικό Τρότσκι», νεοσύλλεκτο του Μπολσεβίκικου Κόμματος, η αλαζονική ευψυχία του οποίου είχε αρχίσει να γεννά κάποιες φθονερές ανησυχίες στην παλιά λενινιστική φρουρά. Εκείνες τις ημέρες ο Λένιν κρυβόταν σ’ ένα προάστιο της Πετρούπολης και, χωρίς να χάνει από τα μάτια του τη γενική πολιτική κατάσταση, παρακολουθούσε προσεκτικά τους ελιγμούς των πολεμίων του Τρότσκι. Ο παραμικρός δισταγμός εκείνη τη στιγμή θα απέβαινε μοιραίος για την επανάσταση. Σε μια επιστολή που έστειλε στις 17 Οκτωβρίου στην Κεντρική Επιτροπή, ο Λένιν απαντούσε με ρωμαλεότητα στις επικρίσεις του Κάμενεφ και του Ζηνόβιεφ, τα επιχειρήματα των οποίων ως στόχο είχαν να καταστήσουν φανερά τα λάθη του Τρότσκι: «Χωρίς τη συνδρομή των μαζών», διακήρυσσαν, «χωρίς τη στήριξη μιας γενικής απεργίας, η εξέγερση δε θα είναι παρά ένα χτύπημα καταδικασμένο σε αποτυχία. Η τακτική του Τρότσκι δεν είναι τίποτε άλλο παρά μπλανκισμός. Ένα μαρξιστικό κόμμα δεν μπορεί να υποβιβάζει το ζήτημα της επανάστασης στο επίπεδο μιας στρατιωτικής συνωμοσίας». Στην επιστολή της 17ης Οκτωβρίου, ο Λένιν υπερασπίζεται την τακτική του Τρότσκι από την κατηγορία περί μπλανκισμού: «Μια στρατιωτική συνωμοσία είναι ατόφιος μπλανκισμός, όταν αυτή δεν οργανώνεται από το κόμμα μιας καθορισμένης τάξης και όταν οι οργανωτές δε λαμβάνουν υπόψη την πολιτική συγκυρία εν γένει και τη διεθνή κατάσταση ειδικότερα. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στην τέχνη της ένοπλης εξέγερσης και σε μια στρατιωτική συνωμοσία, καταδικαστέα από κάθε άποψη». Η αντίρρηση των Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ θα μπορούσε να είναι πολύ εύκολη: Μα ο Τρότσκι δεν υποστήριζε ανέκαθεν ότι η επανάσταση δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη την πολιτική και οικονομική κατάσταση μιας χώρας; Αυτός δε διακήρυσσε πάντα ότι η γενική απεργία είναι ένα από τα κυριότερα στοιχεία της τεχνικής του κομμουνιστικού πραξικοπήματος; Πώς μπορεί κανείς να υπολογίζει στη στήριξη των συνδικάτων και στην κήρυξη της γενικής απεργίας, εάν τα συνδικάτα δε βρίσκονται στο πλευρό μας, αλλά στο πλευρό των αντιπάλων μας; Αυτά θα κηρύξουν την απεργία εναντίον μας. Εμείς δεν έχουμε σταθερό σύνδεσμο ούτε καν με τους σιδηροδρομικούς. Στα συνολικά 40 μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής των σιδηροδρομικών δεν υπάρχουν παρά μόλις δύο Μπολσεβίκοι.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-118-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Είναι δυνατόν να επικρατήσουμε χωρίς τη βοήθεια των συνδικάτων, χωρίς τη στήριξη της γενικής απεργίας; Αυτή η ένσταση είναι σοβαρή και ο Λένιν δεν έχει να της αντιπαραθέσει τίποτε άλλο πέρα από την ακλόνητη απόφασή του. Όμως ο Τρότσκι χαμογελά, ατάραχος: «Η εξέγερση δεν είναι μια τέχνη», διακηρύσσει, «είναι μια μηχανή. Χρειάζονται τεχνικοί για να τη θέσουν σε κίνηση: τίποτε δεν μπορεί να τη σταματήσει, ούτε καν μερικές ενστάσεις. Μόνο τεχνικοί μπορούν να τη σταματήσουν».
9, για την ελληνική γλώσσα.
-119-
9
Η ΔΥΝΑΜΗ ΚΡΟΥΣΗΣ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙ απαρτίζεται από μια χιλιάδα εργα-
τών, στρατιωτών και ναυτών. Η ελίτ αυτού του στρατεύματος επιλέχθηκε ανάμεσα στους εργάτες των εργοστασίων του Πουτίλοφ και του Βίμποργκ, στους ναύτες του Στόλου της Βαλτικής και στους στρατιώτες των λετονικών συνταγμάτων. Μέσα σε ένα δεκαήμερο, υπό τις διαταγές του Αντόνοφ-Οβσεγιένκο, οι κόκκινες φρουρές, η δύναμη κρούσης του Τρότσκι, υλοποιούν μια σειρά «αόρατων» ασκήσεων στο κέντρο της πόλης. Μέσα στο πλήθος των λιποτακτών που κατακλύζουν τους δρόμους, μέσα στο χάος που βασιλεύει στο κυβερνητικό μέγαρο και στα Υπουργεία, στα γραφεία του Γενικού Επιτελείου και των Ταχυδρομείων, στα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά κέντρα, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, στους στρατώνες, στις διευθύνσεις των τεχνικών υπηρεσιών της πρωτεύουσας, αυτοί οι άοπλοι άνδρες, που σε μικρές ομάδες των τριών ή των τεσσάρων εξασκούνται μέρα μεσημέρι στην επαναστατική τακτική, περνούν απαρατήρητοι. Η τακτική των «αόρατων ασκήσεων», της εξάσκησης στην επαναστατική δράση, την οποία ο Τρότσκι εγκαινίασε στο πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 1917, έχει πια καταστεί τμήμα της επαναστατικής στρατηγικής της Γ΄ Διεθνούς. Οι αρχές που εφάρμοσε ο Τρότσκι βρίσκονται διατυπωμένες και αναπτυγμένες στα εγχειρίδια της Κομιντέρν. Μεταξύ της διδακτέας ύλης στο κινεζικό πανεπιστήμιο της Μόσχας υπάρχει η τακτική των «αόρατων ασκήσεων», την οποία ο Μποροντίν67, βασιζόμενος στην εμπειρία του Τρότσκι, εφάρμοσε με
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
67.
Μιχαήλ Μάρκοβιτς Μποροντίν (1884-1951): Ρώσος πράκτορας της Κομιντέρν στην Κίνα, όπου μετέβη το 1923 και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ιδεολογική και οργανωτική ανασυγκρότηση του Κουομιντάνγκ, αλλά και στη δημιουργία ενός πανίσχυρου κομματικού στρατού. Το Φεβρουάριο του 1949, στο πλαίσιο ενός κύματος σταλινικών
-120-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
θαυμάσιο τρόπο στη Σαγκάη. Οι Κινέζοι φοιτητές του Πανεπιστημίου Σουν Γιατ-σεν, που εδρεύει επί της οδού Βολκόνκα στη Μόσχα, διδάσκονται τις ίδιες αυτές αρχές που οι γερμανικές κομμουνιστικές οργανώσεις θέτουν σε εφαρμογή κάθε Κυριακή, μέρα μεσημέρι, εξασκούμενες στην επαναστατική τακτική, κάτω από τα μάτια της Αστυνομίας και των καλοκάγαθων αστών του Βερολίνου, της Δρέσδης και του Αμβούργου. Τον Οκτώβριο του 1917, κατά τις μέρες που προηγούνται του πραξικοπήματος, ο Τύπος –αντιδραστικός, φιλελεύθερος, μενσεβίκικος και επαναστατικός σοσιαλιστικός– δεν κάνει τίποτε άλλο από το να καταγγέλλει στην κοινή γνώμη τη δράση του Μπολσεβίκικου Κόμματος που απροκάλυπτα προετοιμάζει την εξέγερση. Ο Λένιν και ο Τρότσκι κατηγορούνται ότι θέλουν να ανατρέψουν τη Δημοκρατία για να εγκαθιδρύσουν τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτοί από την πλευρά τους δεν κρατούν μυστικές, γράφουν οι αστικές εφημερίδες, τις εγκληματικές τους προθέσεις· η οργάνωση της προλεταριακής επανάστασης έρχεται στο φως της δημοσιότητας· οι αρχηγοί των Μπολσεβίκων, στις ομιλίες τους προς τα συγκεντρωμένα πλήθη των εργατών και των στρατιωτών στα εργοστάσια και στους στρατώνες, αναγγέλλουν με στεντόρεια φωνή ότι όλα είναι έτοιμα, ότι η μέρα της εξέγερσης πλησιάζει. Τι κάνει η κυβέρνηση; Γιατί δεν έχει ακόμη συλλάβει το Λένιν, τον Τρότσκι και τα άλλα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής; Ποια μέτρα έχουν ληφθεί προκειμένου να προστατευτεί η Ρωσία από τον μπολσεβίκικο κίνδυνο; Δεν είναι αληθές ότι η κυβέρνηση Κερένσκι δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του κράτους. Πρέπει να είμαστε δίκαιοι με τον Κερένσκι: Έκανε όλα όσα μπορούσε ώστε να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο ενός πραξικοπήματος. Αν ήταν στη θέση του, ο Πουανκαρέ, ο Λόιντ Τζορτζ, ο Μακ Ντόναλντ, ο Τζιολίτι ή ο Στρέσεμαν, δε θα είχαν δράσει διαφορετικά. Η αμυντική μέθοδος του Κερένσκι συνίσταται στην εφαρμογή εκείνων των αστυνομικών μέτρων τα όποια ανέκαθεν εμπιστεύονταν και εξακολουθούν ακόμη και στις μέρες μας να εμπιστεύονται οι κυβερνήσεις, τόσο οι απολυταρχικές όσο και οι φιλελεύθερες. Είναι άδικο να κατηγορούμε τον Κερένσκι για απρονοησία ή ανεπάρκεια. Είναι τα αστυνομικά μέτρα που δεν επαρκούν πλέον για να προστατεύσουν το
9, για την ελληνική γλώσσα.
διωγμών κατά Εβραίων διανοουμένων, ο Μποροντίν εξαφανίστηκε. Άφησε την τελευταία του πνοή σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας, το 1951 [Σ.τ.Μ.].
-121-
CURZIO MALAPARTE
κράτος από τη σύγχρονη επαναστατική τεχνική. Ο Κερένσκι διέπραξε το ίδιο σφάλμα που διαπράττουν όλες οι κυβερνήσεις που θεωρούν το ζήτημα της προστασίας του κράτους ένα ζήτημα αστυνομικής φύσης. Όλοι όσοι μέμφονται τον Κερένσκι για απρονοησία ή ανεπάρκεια λησμονούν την ικανότητα και το θάρρος που επέδειξε κατά τις μέρες του Ιουλίου, ενάντια στον ξεσηκωμό των εργατών και των λιποτακτών, αλλά και τον Αύγουστο, ενάντια στο αντιδραστικό εγχείρημα του Κορνίλοφ68. Τον Αύγουστο, ο Κερένσκι δε δίστασε να απευθύνει έκκληση προς τις δυνάμεις των Μπολσεβίκων, ώστε να εμποδίσει τους Κοζάκους του Κορνίλοφ να σαρώσουν τις δημοκρατικές κατακτήσεις της επανάστασης του Φεβρουαρίου. Η συμπεριφορά του Κερένσκι σ’ εκείνη την περίσταση είχε εκπλήξει ακόμη και το Λένιν: «Δεν πρέπει», έλεγε, «να εμπιστευόμαστε τον Κερένσκι, δεν είναι ηλίθιος». Πρέπει να είμαστε δίκαιοι με τον Κερένσκι. Τον Οκτώβριο δεν μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι έκανε προκειμένου να προστατεύσει το κράτος από την μπολσεβίκικη εξέγερση. Ο Τρότσκι διακήρυσσε ότι στην υπεράσπιση του κράτους τα συστήματα είναι αυτά που μετρούν. Είτε ήταν ο Κερένσκι είτε ο Λόιντ Τζορτζ, είτε ο Πουανκαρέ είτε ο Νόσκε69, η μέθοδος που θα υιοθετούσαν δε θα μπορούσε παρά να είναι μόνο μία: Η κλασική μέθοδος των αστυνομικών μέτρων.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο, ο Κερένσκι προνοεί να επανδρώσει με πιστά στην κυβέρνηση στρατεύματα, δόκιμους αξιωματικούς και Κοζάκους, το Χειμερινό Ανάκτορο, το Μέγαρο της Ταυρίδας, τα Υπουργεία, τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά κέντρα, τις γέφυρες, τους
68. Λαβρ Γκεοργκίεβιτς Κορνίλοφ (1870-1918): Στρατηγός της τσαρικής Ρωσίας. Μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917, ο Κερένσκι τον διόρισε Αρχιστράτηγο και του ανέθεσε τη διοίκηση του στρατιωτικού τομέα της Πετρούπολης. Όμως οι δύο άνδρες ήρθαν γρήγορα σε διένεξη και στα τέλη Αυγούστου ο Κερένσκι, πιστεύοντας ότι ο Κορνίλοφ προετοίμαζε πραξικόπημα, τον απέταξε από την αρχιστρατηγία. Ο Κορνίλοφ αντιστάθηκε, αλλά την 1η Σεπτεμβρίου παραδόθηκε και στάλθηκε στη φυλακή. Όταν οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν την εξουσία, ο Κορνίλοφ ανέλαβε τη διοίκηση της Λευκής Στρατιάς του Ντον. Σκοτώθηκε στη μάχη του Γιεκατερίνονταρ [Σ.τ.Μ.]. 69. Γκούσταφ Νόσκε (1868-1946): Γερμανός σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, γνωστός για τη σκληρή καταστολή μιας κομμουνιστικής εξέγερσης στο Βερολίνο. Υπήρξε υπουργός Άμυνας στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης από το 1919 έως το 1920. Τον Ιούλιο του 1944 έλαβε μέρος στο ανεπιτυχές πραξικόπημα εναντίον του Αδόλφου Χίτλερ [Σ.τ.Ε.].
-122-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
σταθμούς, την έδρα του Γενικού Επιτελείου, τις πιο σημαντικές διασταυρώσεις στο κέντρο της πόλης. Έτσι, οι 20.000 άνδρες στην πρωτεύουσα, στους οποίους μπορεί να υπολογίζει, κινητοποιούνται ώστε να προστατεύσουν τα στρατηγικά σημεία της πολιτικής και γραφειοκρατικής οργάνωσης του κράτους. Αυτό είναι το λάθος που εκμεταλλεύεται ο Τρότσκι. Άλλα πιστά στον Κερένσκι συντάγματα συγκεντρώνονται στα περίχωρα της Πετρούπολης, στο Τσάρσκογιε Σέλο, στο Κολπίνο, στην Γκάτσινα, στο Ομπούχοβο και στο Πούλκοβο, σχηματίζοντας ένα σιδερένιο δακτύλιο, τον οποίο η μπολσεβίκικη εξέγερση θα πρέπει να σπάσει, αν δε θέλει να πεθάνει από ασφυξία. Όλες οι απαραίτητες για την ασφάλεια της κυβέρνησης διευθετήσεις έχουν ήδη γίνει: Αποσπάσματα από γιούνκερ70 διατρέχουν μέρα-νύχτα την πόλη. Φωλιές πολυβόλων τοποθετούνται στα σταυροδρόμια, στις άκρες των κεντρικότερων αρτηριών, στις εισόδους των πλατειών, στις στέγες των σπιτιών κατά μήκος της Λεωφόρου Νέφσκι. Στρατιωτικές περίπολοι περιφέρονται ανάμεσα στο πλήθος. Θωρακισμένα οχήματα περνούν αργά και ανοίγουν δρόμο με τη μακρόσυρτη κραυγή των σειρήνων τους. Η αναστάτωση είναι τρομακτική. «Ιδού η δική μου γενική απεργία», αναγγέλλει ο Τρότσκι στον Αντόνοφ-Οβσεγιένκο, δείχνοντάς του το πλήθος που περιδινείται στη Λεωφόρο Νέφσκι. Ο Κερένσκι δεν περιορίζεται στα αστυνομικά μέτρα· θέτει σε κίνηση όλη την πολιτική μηχανή. Δε σκέφτεται να στηριχθεί μόνο στα δεξιά στοιχεία· θέλει να εξασφαλίσει με οποιοδήποτε τίμημα την υποστήριξη και των στοιχείων της Αριστεράς. Αυτό που τον προβληματίζει είναι η δράση των συνδικάτων. Γνωρίζει ότι οι ηγέτες των συνδικάτων δε βρίσκονται στο πλευρό των Mπολσεβίκων. Ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, η κριτική των Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ πάνω στη λενινιστική επαναστατική θέση και στην τροτσκιστική τακτική είναι ορθή. Η γενική απεργία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της επανάστασης. Χωρίς τη στήριξη της γενικής απεργίας, οι Μπολσεβίκοι θα έχουν τα νώτα τους ακάλυπτα και η απόπειρά τους θα αποτύχει. Γι’ αυτόν το λόγο ο Τρότσκι όρισε την εξέγερση ως «γροθιά στο σώμα ενός παραλυτικού». Προκειμένου να επιτύχει η εξέγερση, πρέπει η ζωή της Πετρούπολης να παραλύσει από τη γενική απεργία. Οι ηγέτες των συνδικάτων δε βρίσκονται στο πλευρό των Μπολσεβίκων, όμως οι οργανωμένες μάζες ρέπουν προς το μέρος του Λένιν. Ξέροντας ότι δεν
9, για την ελληνική γλώσσα.
70.
Ευγενείς Γερμανοί εθελοντές οι οποίοι κατατάσσονταν στο ρωσικό στρατό επιδιώκοντας την απόκτηση στρατιωτικών αξιωμάτων [Σ.τ.Ε.].
-123-
CURZIO MALAPARTE
μπορεί να έχει μαζί του τις μάζες, ο Κερένσκι θέλει να εξασφαλίσει τη συμμαχία των ηγετών των συνδικάτων και μετά από πολύ κόπο πετυχαίνει την ουδετερότητά τους. Μόλις ο Λένιν πληροφορείται ότι ο Κερένσκι εξασφάλισε την ουδετερότητα των συνδικαλιστικών οργανώσεων, εξομολογείται στον Τρότσκι: «Είχε δίκιο ο Κάμενεφ, χωρίς τη στήριξη της γενικής απεργίας, η τακτική σας είναι καταδικασμένη να αποτύχει». «Έχω στο πλευρό μου την αναταραχή», απαντά ο Τρότσκι, «κι αυτή είναι κάτι περισσότερο από γενική απεργία». Για να κατανοήσουμε το σχέδιο του Τρότσκι, χρειάζεται να έχουμε κατά νου τι ήταν η Πετρούπολη εκείνες τις ημέρες: Αμέτρητα πλήθη λιποτακτών, που με το πρώτο σήμα της επανάστασης του Φλεβάρη εγκατέλειψαν τα χαρακώματα, συρρέοντας στην πρωτεύουσα λες και ήθελαν να λεηλατήσουν το βασίλειο της ελευθερίας, εδώ και έξι μήνες έχουν στρατοπεδεύσει στους δρόμους και στις πλατείες, κουρελήδες, βρόμικοι, άθλιοι, μεθυσμένοι και νηστικοί, φοβισμένοι και άγριοι, πρόθυμοι τόσο για εξέγερση όσο και για φυγή, με την ψυχή τους να φλέγεται από τη δίψα της εκδίκησης και της ειρήνης. Καθισμένοι στα πεζοδρόμια της Λεωφόρου Νέφσκι, στο χείλος της λαοθάλασσας που κυλάει νωχελικά μέσα στο μεγάλο και θορυβώδη δρόμο, ατέρμονες σειρές λιποτακτών πουλάνε όπλα, προπαγανδιστικές μπροσούρες, τσιγάρα και ηλιόσπορους. Στην πλατεία Ζουαμένσκαγια, μπροστά στο Σταθμό της Μόσχας, η αναστάτωση είναι απερίγραπτη: Το πλήθος ταλαντεύεται, κουτουλάει στους τοίχους, κάνει πίσω σαν να ετοιμάζεται να πάρει φόρα, πέφτει μπροστά με άγριες κραυγές και τσακίζεται σαν ένα αφρισμένο κύμα πάνω στο συνωστισμό των αμαξιών, των φορτηγών και των τραμ που συνωθούνται γύρω από το άγαλμα του Αλεξάνδρου Γ΄, προκαλώντας έναν εκκωφαντικό πάταγο που από μακριά ηχεί σαν τον πάταγο μιας σφαγής. Πέρα από τη γέφυρα του Φοντάνκα, στη διασταύρωση με τη Λεωφόρο Λιτέινι, οι φωνές των εφημεριδοπωλών αναγγέλλουν τα μέτρα του Κερένσκι για να αντιμετωπίσει την κατάσταση, τις διακηρύξεις του επαναστατικού στρατιωτικού Κομιτάτου, του Σοβιέτ, της Δημοτικής Δούμας, τις διαταγές του συνταγματάρχη Πολκόβνικοφ, στρατιωτικού διοικητή της πλατείας, ο οποίος απειλεί ότι θα συλλάβει τους λιποτάκτες και θα απαγορεύσει τις διαδηλώσεις, τα συλλαλητήρια και τις λογομαχίες. Οι εφημερίδες γίνονται ανάρπαστες. Στις γωνιές των δρόμων σχηματίζονται πηγαδάκια από εργάτες, στρατιώτες, φοιτητές, υπαλλήλους και ναύτες, οι οποίοι συζητούν φωνάζοντας και χειρονομώντας έντονα. Στα καφενεία και στα
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-124-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
λαϊκά εστιατόρια όλοι γελούν με τις εξαγγελίες του συνταγματάρχη Πολκόβνικοφ, που θέλει να συλλάβει τους 200.000 λιποτάκτες της Πετρούπολης και να απαγορεύσει τις λογομαχίες. Μπροστά στα Χειμερινά Ανάκτορα έχουν τοποθετηθεί δύο πυροβολαρχίες των 75 χιλ. και μερικοί γιούνκερ, μέσα στις μακριές τους χλαίνες, βαδίζουν νευρικά ανάμεσα στα πυροβόλα. Mπροστά στο Μέγαρο του Γενικού Επιτελείου έχει παραταχθεί μια διπλή σειρά στρατιωτικών οχημάτων. Προς την κατεύθυνση του Ναυαρχείου, το πάρκο Αλεξαντρόφσκι έχει καταληφθεί από ένα τάγμα γυναικών, που έχουν καθίσει κατάχαμα γύρω από σωρούς τουφεκιών. Η πλατεία Μαριούσκαγια έχει κατακλυστεί από εργάτες, ναύτες και ρακένδυτους λιποτάκτες με ωχρά και ξερακιανά πρόσωπα. Την είσοδο του Μεγάρου Μαριίνσκι, έδρα του Συμβουλίου της Δημοκρατίας, φυλάσσει ένα απόσπασμα Κοζάκων, με τις γούνινες μαύρες σάπκες71 χαμηλωμένες πλάγια πάνω από το ένα αυτί. Οι Κοζάκοι καπνίζουν και μιλάνε δυνατά γελώντας. Εάν ανέβαινε κανείς στην κορυφή του τρούλου του καθεδρικού ναού του Αγ. Ισαάκ, θα έβλεπε από τη δύση πυκνά μαύρα σύννεφα να υψώνονται πάνω από τα εργοστάσια του Πουτίλοφ, όπου οι εργάτες ήδη ετοιμάζονται να περάσουν τα φυσίγγια στις κάννες των τουφεκιών. Πιο πέρα βρίσκεται ο Κόλπος της Φινλανδίας και πίσω από το νησί Κότλιν είναι το φρούριο της Κρονστάνδης, της κόκκινης Κρονστάνδης, όπου οι ναύτες με τα παιδικά λαμπερά τους μάτια περιμένουν το σήμα του Ντιμπένκο ώστε να σπεύσουν σε βοήθεια του Τρότσκι και στη σφαγή των γιούνκερ. Από την άλλη πλευρά της πόλης, μια κοκκινωπή ομίχλη κρέμεται πάνω από τις αμέτρητες τσιμινιέρες του προαστίου Βίμποργκ, όπου κρύβεται ο Λένιν, κάτωχρος και εμπύρετος κάτω από την περούκα του, που τον κάνει να μοιάζει με ασήμαντο, επαρχιακό θεατρίνο. Κανείς δε θα μπορούσε να αναγνωρίσει στο πρόσωπο αυτού του άνδρα, του ξυρισμένου και με ψεύτικα κολλημένα στο μέτωπο μαλλιά, τον τρομερό Λένιν που κάνει όλη τη Ρωσία να τρέμει. Εκεί, στα εργοστάσια του Βίμποργκ, οι κόκκινες φρουρές του Τρότσκι περιμένουν τις διαταγές του Αντόνοφ-Οβσεγιένκο. Στα προάστια τα πρόσωπα των γυναικών είναι θλιμμένα και τα βλέμματά τους σκληρά. Προς το βράδυ, μόλις το σκοτάδι απλωθεί στους δρόμους, ομάδες οπλισμένων γυναικών πορεύονται προς το κέντρο της πόλης. Είναι οι μέρες των προλεταριακών μεταναστεύσεων: Τεράστιες μάζες μετακινούνται από τη μία στην άλλη
9, για την ελληνική γλώσσα.
71.
Χαρακτηριστικά ρωσικά γούνινα καπέλα [Σ.τ.Μ.].
-125-
CURZIO MALAPARTE
άκρη της Πετρούπολης, επιστρέφουν στις συνοικίες τους, στις οδούς τους, μετά από πολύωρες πορείες προς τις συγκεντρώσεις, τις διαδηλώσεις και τις ταραχές. Στους στρατώνες, στα εργοστάσια, στις πλατείες, οι συγκεντρώσεις διαδέχονται η μία την άλλη. Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ. Οι βραχνές φωνές των ομιλητών σβήνουν πάνω στις πτυχώσεις των κόκκινων σημαιών. Στις στέγες των σπιτιών οι στρατιώτες του Κερένσκι, καθισμένοι πάνω στα τρίποδα των πολυβόλων τους, ακούνε αυτές τις βραχνές φωνές τρώγοντας ηλιόσπορους και ρίχνουν τα τσόφλια πάνω στο πλήθος που έχει συγκεντρωθεί κάτω στην πλατεία. Η νύχτα πέφτει πάνω στην πόλη σαν ένα νεκρό σύννεφο. Στην αχανή Λεωφόρο Νέφσκι η μάζα των λιποτακτών ανηφορίζει σαν μια παλίρροια προς το Ναυαρχείο. Μπροστά στον καθεδρικό ναό του Καζάν εκατοντάδες στρατιώτες, γυναίκες και εργάτες κατασκηνώνουν ξαπλωμένοι καταγής. Όλη η πόλη βυθίζεται στην ανησυχία, στην αναταραχή και στο ντελίριο. Από τη μια στιγμή στην άλλη, άνδρες οπλισμένοι με μαχαίρια και ζαλισμένοι από την αϋπνία θα βγουν από το πλήθος και θα ριχτούν στις περιπόλους των γιούνκερ, στο γυναικείο τάγμα που υπερασπίζεται τα Χειμερινά Ανάκτορα. Άλλοι θα κατευθυνθούν στα σπίτια και θα ψάξουν να βρουν τους ξαπλωμένους στα κρεβάτια τους, αλλά με τα μάτια ορθάνοιχτα, αστούς. Ο πυρετός της εξέγερσης έχει σκοτώσει τον ύπνο σ’ αυτή την πόλη. Η Πετρούπολη, σαν άλλη Λαίδη Μακβέθ, δεν μπορεί πια να κοιμηθεί. Η οσμή του αίματος στοιχειώνει τις νύχτες της.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Μέσα σε δέκα μέρες, με τρόπο μεθοδικό και στο κέντρο της πόλης, οι κόκκινες φρουρές του Τρότσκι εξασκήθηκαν στην επαναστατική τακτική. Και μέσα στη βουή των δρόμων και των πλατειών, δίπλα στα κτίρια που αποτελούν τα στρατηγικά σημεία της γραφειοκρατικής και πολιτικής μηχανής, ο Αντόνοφ-Οβσεγιένκο είναι αυτός που διευθύνει τις ασκήσεις τακτικής, αυτή την ιδιότυπη «πρόβα τζενεράλε» του πραξικοπήματος. Η Αστυνομία και οι στρατιωτικές αρχές έχουν τόσο πολύ καταληφθεί από την έμμονη ιδέα της απειλής ενός ξαφνικού ξεσηκωμού των προλεταριακών μαζών και είναι τόσο απασχολημένες με την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου, ώστε δεν αντιλαμβάνονται καν την ύπαρξη των ομάδων του Αντόνοφ-Οβσεγιένκο. Άλλωστε, μέσα σ’ εκείνη την τεράστια σύγχυση, ποιος μπορεί να προσέξει αυτές τις μικρές ομάδες των άοπλων εργατών, στρατιωτών και ναυτών, που τρυπώνουν στους διαδρόμους των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών κέντρων, του Μεγάρου του Ταχυδρομείου, των
-126-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Υπουργείων και της έδρας του Γενικού Επιτελείου, παρατηρώντας τη διάταξη των αξιωματικών, τις εγκαταστάσεις του ηλεκτρικού ρεύματος και των τηλεφώνων, αποτυπώνοντας με τα μάτια μα και στη μνήμη τους τα σχέδια των κτιρίων, μελετώντας τον τρόπο με τον οποίον την κατάλληλη στιγμή θα μπορούσαν να διεισδύσουν σ’ αυτά ξαφνικά, υπολογίζοντας τις πιθανότητες, αξιολογώντας τα εμπόδια, αναζητώντας μέσα στην αμυντική οργάνωση της τεχνικής, γραφειοκρατικής και στρατιωτικής μηχανής του κράτους τους θυλάκους μικρότερης αντίστασης, τις αδύναμες πλευρές και τα τρωτά σημεία; Ποιος μπορεί, μέσα στη γενικευμένη αναστάτωση, να παρατηρήσει εκείνους τους τρεις ή τέσσερις ναύτες, εκείνο το ζευγάρι εργατών ή κάποιον φαινομενικά φοβισμένο εργάτη, που τριγυρίζουν στα κτίρια, εισχωρούν στους διαδρόμους, ανεβαίνουν τις σκάλες και διασταυρώνονται χωρίς οι ματιές τους να συναντιούνται; Κανείς δεν μπορεί να υποπτευτεί ότι αυτά τα μεμονωμένα άτομα εκτελούν ακριβείς και λεπτομερείς διαταγές, ακολουθούν ένα προκαθορισμένο σχέδιο και εξασκούνται σε ασκήσεις τακτικής, στόχος των οποίων είναι τα νευραλγικά σημεία άμυνας του κράτους. Πρόκειται για αόρατους ελιγμούς που διεξάγονται στο πεδίο στο οποίο θα ανάψει η καθοριστική μάχη. Οι κόκκινες φρουρές θα καταφέρουν ένα σίγουρο πλήγμα. Ο Τρότσκι έχει κατορθώσει να προμηθευτεί τα σχέδια των τεχνικών υπηρεσιών της πόλης. Οι ναύτες του Ντιμπένκο, στους οποίους έχουν προστεθεί δύο μηχανικοί και εξειδικευμένοι εργάτες, έχουν επωμιστεί το καθήκον να μελετήσουν τη διάταξη των υπόγειων σωληνώσεων του γκαζιού και του νερού, των ηλεκτρικών καλωδίων, των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών γραμμών. Δύο ναύτες ερευνούν τις αποχετεύσεις που περνούν κάτω από το Μέγαρο του Γενικού Επιτελείου. Πρέπει να είναι σε θέση να απομονώσουν μία συνοικία μέσα λίγα λεπτά, ή ακόμη και μόνο ένα συγκρότημα κατοικιών. Ο Τρότσκι διαιρεί την πόλη σε τομείς, καθορίζει τα στρατηγικά σημεία και αναθέτει καθήκοντα ανά τομέα σε ομάδες που συντίθενται από στρατιώτες και εξειδικευμένους εργάτες. Δίπλα στους στρατιώτες χρειάζονται τεχνικοί. Η κατάληψη του Σταθμού της Μόσχας έχει ανατεθεί σε δύο ομάδες που αποτελούνται από είκοσι πέντε Λετονούς στρατιώτες, δύο ναύτες και δέκα σιδηροδρομικούς. Τρεις ομάδες ναυτών, εργατών και σιδηροδρομικών έχουν επιφορτιστεί με την κατάληψη του Σταθμού της Βαρσοβίας. Για τους άλλους σταθμούς ο Ντιμπένκο διαθέτει ομάδες των είκοσι ατόμων η καθεμία, ενώ για τον έλεγχο της κίνησης των σιδηροδρομικών γραμμών σε κάθε ομάδα είναι
9, για την ελληνική γλώσσα.
-127-
CURZIO MALAPARTE
τοποθετημένος ένας τηλεγραφητής. Στις 21 Οκτωβρίου, υπό τις άμεσες διαταγές του Αντόνοφ-Οβσεγιένκο που παρακολουθεί τις ασκήσεις εκ του σύνεγγυς, όλες οι ομάδες εξασκούνται στην κατάληψη των σταθμών: Αυτή η «πρόβα τζενεράλε» διεξάγεται με άψογη ακρίβεια και τάξη. Την ίδια μέρα τρεις ναύτες καταφθάνουν στο ηλεκτροπαραγωγικό εργοστάσιο, δίπλα στην είσοδο του λιμανιού. Το εργοστάσιο, που για τη λειτουργία του εξαρτάται από τη διεύθυνση των τεχνικών δημοτικών υπηρεσιών, είναι αφύλακτο. Ο διευθυντής του εργοστασίου απευθύνεται στους τρεις ναύτες: «Εσείς είστε», ρωτάει, «οι άνδρες που ζήτησα από τη στρατιωτική διοίκηση της πλατείας; Εδώ και πέντε μέρες μού έχουν υποσχεθεί ότι θα μου παραχωρήσουν μια υπηρεσία προστασίας». Οι τρεις Μπολσεβίκοι ναύτες εγκαθίστανται στο ηλεκτροπαραγωγικό εργοστάσιο για να το υπερασπίσουν, όπως λένε, από τις κόκκινες φρουρές, σε περίπτωση εξέγερσης. Με τον ίδιο τρόπο κάποιες ομάδες ναυτών καταλαμβάνουν τα άλλα τρία δημοτικά εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής. Η Αστυνομία του Κερένσκι και οι στρατιωτικές αρχές έχουν ως πρώτιστη έγνοια τους την υπεράσπιση της γραφειοκρατικής και πολιτικής οργάνωσης του κράτους, των Υπουργείων, του Μεγάρου Μαριίνσκι, έδρας του Συμβουλίου της Δημοκρατίας, του Μεγάρου της Ταυρίδας, έδρας της Δούμας, των Χειμερινών Ανακτόρων, του Γενικού Επιτελείου. Ο Τρότσκι, που αντιλαμβάνεται εγκαίρως αυτό το σφάλμα, περιορίζει τους στόχους της τακτικής του μόνο στα τεχνικά όργανα της μηχανής του κράτους και της πόλης. Για τον Τρότσκι το ζήτημα της εξέγερσης δεν είναι παρά ένα ζήτημα τεχνικού χαρακτήρα. «Για να κατακτήσεις το σύγχρονο κράτος», αποφαίνεται ο Τρότσκι, «χρειάζεται μια δύναμη κρούσης και τεχνικοί: Ομάδες ένοπλων ανδρών διοικούμενες από μηχανικούς».
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-128-
10
ΚΑΙ ΕΝΩ Ο ΤΡΟΤΣΚΙ ΟΡΓΑΝΩΝΕΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΑ το πραξικόπημα, η Κε-
ντρική Επιτροπή του κόμματος των Μπολσεβίκων οργανώνει την προλεταριακή επανάσταση. Είναι το αποτελούμενο από τους Στάλιν, Σβέρντλοφ, Μπουμπνόφ, Ουρίτζκι και Τζερζίνσκι (σχεδόν όλοι τους δηλωμένοι εχθροί του Τρότσκι) Συμβούλιο αυτό που εκπονεί το σχέδιο της γενικής εξέγερσης. Τα μέλη αυτού του Συμβουλίου, στο οποίο το 1927 ο Στάλιν θα επιχειρήσει να επιδαψιλεύσει την αποκλειστική τιμή του πραξικοπήματος του Οκτωβρίου του 1917, δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στην επιτυχή έκβαση της οργανωμένης από τον Τρότσκι εξέγερσης. Τι μπορεί να καταφέρει αυτός και οι χίλιοι άνδρες του; Οι γιούνκερ θα τους ξεφορτωθούν χωρίς πολύ κόπο. Μόνο οι προλεταριακές μάζες, οι χιλιάδες των εργατών του Πουτίλοφ και του Βίμποργκ, ο απέραντος όχλος των λιποτακτών, οι μπολσεβικοποιημένες μονάδες του στρατού της Πετρούπολης, μπορούν να ξεσηκωθούν ενάντια στις κυβερνητικές δυνάμεις. Αυτό που χρειάζεται να ξεσπάσει είναι μία γενική εξέγερση. Ο Τρότσκι, με τα αιφνιδιαστικά χτυπήματά του, δεν είναι παρά ένας ανώφελος και επικίνδυνος σύμμαχος. Τόσο για το Συμβούλιο όσο και για τον Κερένσκι η εξέγερση είναι ένα ζήτημα της Αστυνομίας. Προξενεί έκπληξη η διαπίστωση ότι στο Συμβούλιο μετέχει ο μελλοντικός δημιουργός της μπολσεβίκικης Αστυνομίας, της Τσεκά, που αργότερα θα ονομαστεί GPU. Είναι αυτός, ο χλωμός και ανήσυχος Τζερζίνσκι, που μελετά το αμυντικό σύστημα της κυβέρνησης Κερένσκι και καθορίζει το σχέδιο της επίθεσης. Από τους αντιπάλους του Τρότσκι είναι ο πιο δόλιος και φοβερός. Ο φανατισμός του έχει μια γυναικεία αιδώ· είναι ένας ασκητής που δεν ελέγχει ποτέ τα χέρια του. Πέθανε το 1926 όρθιος στο βήμα, στη διάρκεια της απαγγελίας ενός κατηγορητηρίου κατά του Τρότσκι.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-129-
CURZIO MALAPARTE
Την παραμονή του πραξικοπήματος, όταν ο Τρότσκι τού δηλώνει ότι οι κόκκινες φρουρές οφείλουν να αγνοήσουν την ύπαρξη της κυβέρνησης Κερένσκι, ότι δεν πρόκειται να πολεμήσουν την κυβέρνηση με τα πολυβόλα, αλλά να καταλάβουν το κράτος, ότι το Συμβούλιο της Δημοκρατίας, τα Υπουργεία και η Δούμα δεν έχουν καμία σημασία από την άποψη της επαναστατικής τακτικής και ότι δε θα πρέπει να αποτελούν στόχους της ένοπλης εξέγερσης, ότι τα κλειδιά του κράτους δεν είναι η γραφειοκρατική και πολιτική οργάνωση, δεν είναι το Μέγαρο της Ταυρίδας ούτε το Μέγαρο Μαριίνσκι ούτε τα Χειμερινά Ανάκτορα, αλλά η τεχνική οργάνωση, δηλαδή τα ηλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια, οι σιδηρόδρομοι, τα τηλέφωνα, οι τηλέγραφοι, το λιμάνι, τα αεριοφυλάκια και τα υδραγωγεία, ο Τζερζίνσκι τού απαντά ότι η εξέγερση πρέπει να επιτεθεί στον εχθρό βάλλοντας εναντίον των θέσεών του. «Η κυβέρνηση είναι αυτή που υπερασπίζεται το κράτος», λέει, «και στην κυβέρνηση πρέπει να επιτεθούμε. Χρειάζεται να πλήξουμε τον εχθρό σ’ αυτό το πεδίο, στο οποίο αυτός υπερασπίζεται το κράτος. Εάν ο εχθρός είναι περιχαρακωμένος στα Υπουργεία, στο Μέγαρο Μαριίνσκι, στο Μέγαρο της Ταυρίδας ή στο Χειμερινό Ανάκτορο, εκεί πρέπει να πάμε να τον βρούμε. Προκειμένου να καταλάβουμε το κράτος», καταλήγει ο Τζερζίνσκι, «πρέπει να εξαπολύσουμε τις μάζες κατά της κυβέρνησης». Η επαναστατική τακτική του Συμβουλίου κυριαρχείται από την ανησυχία για την ουδετερότητα των συνδικάτων. Είναι δυνατόν να καταλάβουν το κράτος χωρίς τη στήριξη της γενικής απεργίας; «Όχι», απαντούν η Κεντρική Επιτροπή και το Συμβούλιο: «Χρειάζεται να προκαλέσουμε απεργία συμπαρασύροντας τις μάζες στην επαναστατική δράση. Όμως μόνο με την τακτική της γενικευμένης εξέγερσης και όχι μ’ αυτή των αιφνιδιαστικών χτυπημάτων θα καταφέρουμε να συμπαρασύρουμε τις μάζες και να προκαλέσουμε απεργία». «Δεν είναι απαραίτητο να προκαλέσουμε απεργία», αντιτείνει ο Τρότσκι. «Η τρομακτική αναστάτωση που επικρατεί στην Πετρούπολη είναι κάτι παραπάνω από μια γενική απεργία. Αυτή ακριβώς η αναστάτωση έχει παραλύσει το κράτος και εμποδίζει την κυβέρνηση να αποτρέψει την εξέγερση. Καθώς δεν μπορούμε να στηριχτούμε στην απεργία, θα στηριχτούμε στην αναστάτωση». Έχει ειπωθεί ότι το Συμβούλιο ήταν ενάντιο προς την τακτική του Τρότσκι, γιατί τη θεωρούσε βασισμένη σε μια υπερβολικά αισιόδοξη εκτίμηση της κατάστασης. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Τρότσκι ήταν μάλλον απαισιόδοξος και θεωρούσε την κατάσταση πολύ πιο κρίσιμη
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-130-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
απ’ όσο πιστευόταν. Δεν εμπιστευόταν τις μάζες και γνώριζε πολύ καλά ότι η εξέγερση δεν μπορούσε να στηριχτεί παρά μόνο σε μια μειοψηφία. Η ιδέα της πρόκλησης μιας γενικής απεργίας, που θα συμπαρέσυρε τις μάζες στην ένοπλη πάλη κατά της κυβέρνησης, ήταν μια αυταπάτη, γιατί μόνο μια μειοψηφία θα συμμετείχε στην επαναστατική δράση. Ο Τρότσκι ήταν πεπεισμένος πως, αν ξεσπούσε μια απεργία, αυτή θα στρεφόταν ενάντια στους Μπολσεβίκους και πως η κατάκτηση του κράτους θα έπρεπε να γίνει χωρίς χρονοτριβή, εάν ήθελαν να αποτραπεί το ενδεχόμενο μιας γενικής απεργίας. Τα γεγονότα δικαίωσαν τον Τρότσκι. Όταν οι σιδηροδρομικοί, οι υπάλληλοι των ταχυδρομείων, των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών κέντρων, οι υπάλληλοι των Υπουργείων και το προσωπικό των δημόσιων υπηρεσιών εγκατέλειψαν τις εργασίες τους, ήταν πολύ αργά. Ο Λένιν βρισκόταν ήδη στην εξουσία και ο Τρότσκι είχε τσακίσει τη ραχοκοκαλιά της απεργίας. Την παραμονή του πραξικοπήματος, η αντίθεση της Κεντρικής Επιτροπής και του Συμβουλίου στην τακτική του Τρότσκι είχε δημιουργήσει μία παράδοξη κατάσταση, που θα μπορούσε να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την έκβαση της εξέγερσης. Υπήρχαν δύο επιτελεία, δύο σχέδια και δύο στόχοι. Το Συμβούλιο, που στηριζόταν στη μάζα των εργατών και των λιποτακτών, επιδίωκε να πλήξει την κυβέρνηση, ώστε να καταλάβει το κράτος. Ο Τρότσκι, που στηριζόταν σε μια χιλιάδα ανδρών, επιδίωκε να καταλάβει το κράτος ώστε να πλήξει την κυβέρνηση. Ακόμη και ο ίδιος ο Μαρξ θα έκρινε ότι οι περιστάσεις ευνοούσαν περισσότερο το σχέδιο του Συμβουλίου παρά εκείνο του Τρότσκι. «Η εξέγερση δεν έχει ανάγκη από ευνοϊκές περιστάσεις», διακήρυσσε ο Τρότσκι. Το Συμβούλιο είχε στο πλευρό του το Λένιν, όμως ο Τρότσκι είχε με το μέρος του τον Κερένσκι.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Την 24η Οκτωβρίου, μέρα μεσημέρι, ο Τρότσκι εξαπολύει την επίθεση. Το σχέδιο των επιχειρήσεων είχε επιμεληθεί, ακόμη και στις παραμικρές του λεπτομέρειες, ένας παλιός αξιωματικός του αυτοκρατορικού στρατού, ο Αντόνοφ-Οβσεγιένκο, που ήταν γνωστός τόσο ως επαναστάτης και εξόριστος όσο και ως μαθηματικός και σκακιστής. Ο Λένιν λέει γι’ αυτόν, υπονοώντας την τακτική του Τρότσκι, ότι μόνο ένας σκακιστής θα μπορούσε να οργανώσει την εξέγερση. Ο Αντόνοφ-Οβσεγιένκο δίνει την εντύπωση άρρωστου και μελαγχολικού: Τα μακριά μαλλιά που πέφτουν στους ώμους του τον κάνουν να μοιάζει με ορισμένα πορτρέτα του Βο-
-131-
CURZIO MALAPARTE
ναπάρτη πριν τη 18η Μπρυμαίρ. Όμως το βλέμμα του είναι σβησμένο και το χλωμό και ισχνό του πρόσωπο φωτίζεται επιφανειακά από μια θλίψη αρρωστημένη, που μοιάζει με κρύο ιδρώτα. Σ’ ένα δωματιάκι στον τελευταίο όροφο του Ινστιτούτου Σμόλνι, γενικού αρχηγείου του Μπολσεβίκικου Κόμματος, ο Αντόνοφ-Οβσεγιένκο παίζει σκάκι κάτω από έναν τοπογραφικό χάρτη της Πετρούπολης. Κάτω από τα πόδια του, στο χαμηλότερο όροφο, το Συμβούλιο έχει συγκεντρωθεί για να καθορίσει οριστικά την τακτική της γενικής εξέγερσης. Αγνοεί ότι ο Τρότσκι έχει ήδη ξεκινήσει την επίθεση. Μόνο ο Λένιν πληροφορήθηκε, κι αυτός την τελευταία στιγμή, την ξαφνική απόφαση του Τρότσκι. Το Συμβούλιο, στηριζόμενο στα λόγια του Λένιν, είχε προετοιμάσει τα πάντα για την 25η Οκτωβρίου. Άλλωστε ο Λένιν δεν ήταν αυτός που είχε δηλώσει στις 21 του μήνα ότι η 24η θα ήταν πολύ νωρίς και η 26η πολύ αργά; Το Συμβούλιο είχε μόλις συγκληθεί για να λάβει την οριστική απόφαση, όταν κατέφθασε ο Ποντβόισκι κομίζοντας την ξαφνική είδηση: Οι κόκκινες φρουρές του Τρότσκι κατέλαβαν ήδη το τηλεγραφικό κέντρο και τις γέφυρες πάνω στο Νέβα. Για την εξασφάλιση της επικοινωνίας ανάμεσα στο κέντρο της πόλης και στο εργατικό προάστιο του Βίμποργκ, ο έλεγχος των γεφυρών είναι απαραίτητος. Τα δημοτικά ηλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια, τα αεριοφυλάκια και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί έχουν ήδη καταληφθεί από τους ναύτες του Ντιμπένκο. Οι επιχειρήσεις εκτυλίχτηκαν με μια εκπληκτική ταχύτητα και ακρίβεια. Το τηλεγραφικό κέντρο φυλασσόταν από περίπου πενήντα χωροφύλακες και στρατιώτες, που είχαν παραταχθεί μπροστά από το κτίριο. Σ’ αυτή την αμυντική τακτική, που αποκαλείται υπηρεσία τάξης και υπεράσπισης, αποκαλύπτεται η ανεπάρκεια των αστυνομικών μέτρων. Πρόκειται για μια τακτική που μπορεί να αποδώσει καλά αποτελέσματα ενάντια σ’ έναν εξεγερμένο όχλο, αλλά όχι ενάντια σε μια δράκα αποφασισμένων ανδρών. Τα αστυνομικά μέτρα είναι ολότελα άχρηστα απέναντι στα αιφνιδιαστικά χτυπήματα. Τρεις ναύτες του Ντιμπένκο, που είχαν λάβει μέρος στις «αόρατες ασκήσεις» και γνωρίζουν το έδαφος, παρεισφρέουν στις τάξεις των υπερασπιστών και διεισδύουν στα γραφεία. Μια χειροβομβίδα που εκτοξεύτηκε από τα παράθυρα στο δρόμο σπέρνει τον πανικό στους χωροφύλακες και στους στρατιώτες. Δύο ομάδες ναυτών εισχωρούν στο τηλεγραφικό κέντρο και στήνουν τα πολυβόλα τους. Μια τρίτη ομάδα καταλαμβάνει ένα απέναντι οίκημα, ώστε να πλήξει στα νώτα της μια ενδεχόμενη αντεπίθεση. Η
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-132-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
επικοινωνία ανάμεσα στις ομάδες που δρουν στις διάφορες συνοικίες της πόλης και ανάμεσα στο Ινστιτούτο Σμόλνι και στα καταληφθέντα στρατηγικά σημεία πραγματοποιείται μέσω θωρακισμένων οχημάτων. Στα πιο σημαντικά σταυροδρόμια τοποθετούνται πολυβόλα κρυμμένα στις γωνιακές οικίες, ενώ κινούμενες περίπολοι επιτηρούν τους στρατώνες των συνταγμάτων που έχουν παραμείνει πιστά στον Κερένσκι. Κατά τις έξι το απόγευμα στο Ινστιτούτο Σμόλνι, ο Αντόνοφ-Οβσεγιένκο μπαίνει στο δωμάτιο του Τρότσκι. Είναι χλωμότερος απ’ ό,τι συνήθως, μα χαμογελαστός: «Αυτό ήταν», λέει. Τα μέλη της κυβέρνησης, ξαφνιασμένα από τα γεγονότα, έχουν καταφύγει στα Χειμερινά Ανάκτορα, που φυλάσσονται από μερικούς λόχους γιούνκερ και από ένα τάγμα γυναικών. Ο Κερένσκι έχει διαφύγει. Λέγεται ότι κατευθύνεται στο μέτωπο ώστε να συγκεντρώσει στρατεύματα και να βαδίσει κατά της Πετρούπολης. Όλος ο κόσμος έχει ξεχυθεί στους δρόμους, ανυπόμονος να μάθει τα νέα. Τα καταστήματα, τα καφενεία, τα εστιατόρια, οι κινηματογράφοι και τα θέατρα είναι ανοιχτά, τα τραμ περνούν ξέχειλα με στρατιώτες και οπλισμένους εργάτες, ένα απροσμέτρητο πλήθος ρέει σαν ποτάμι πάνω στη Λεωφόρο Νέφσκι, κι όλοι μιλάνε, όλοι συζητάνε, όλοι καταριούνται την κυβέρνηση και τους Μπολσεβίκους, ενώ από στόμα σε στόμα κι από πηγαδάκι σε πηγαδάκι διαδίδονται οι πιο εξωπραγματικές φήμες: Ο Κερένσκι σκοτώθηκε, οι αρχηγοί της μενσεβίκικης φράξιας τουφεκίστηκαν μπροστά στο Μέγαρο της Ταυρίδας, ο Λένιν εγκαταστάθηκε στα Χειμερινά Ανάκτορα στο διαμέρισμα του Τσάρου. Από τη Λεωφόρο Νέφσκι, την Γκοροκόφσκαγια και τη Βοσνεσένσκι, τις τρεις μεγάλες αρτηρίες που συναντιούνται στο Ναυαρχείο, μια λαοθάλασσα ξεχύνεται συνεχώς στο πάρκο Αλεξαντρόφσκι για να δει αν η κόκκινη σημαία ανεμίζει ήδη στα Χειμερινά Ανάκτορα. Όμως στη θέα των γιούνκερ που υπερασπίζονται τα Ανάκτορα, το πλήθος ακινητοποιείται έκπληκτο, δεν αποτολμά να πλησιάσει τα πολυβόλα και τις πυροβολαρχίες, κοιτάζει εμβρόντητο τα φωτισμένα παράθυρα, την έρημη πλατεία, τα οχήματα που έχουν παραταχθεί μπροστά στο Γενικό Επιτελείο. Και ο Λένιν; Πού είναι ο Λένιν; Πού είναι οι Μπολσεβίκοι; Οι αντιδραστικοί, οι Φιλελεύθεροι, οι Μενσεβίκοι, οι επαναστάτες σοσιαλιστές, που ακόμη δεν έχουν συνειδητοποιήσει την κατάσταση, αρνούνται να πιστέψουν ότι η κυβέρνηση έπεσε. Δεν πρέπει κανείς να εμπιστεύεται τις φήμες που περίτεχνα διαδίδουν οι προβοκάτορες του Ινστιτούτου Σμόλνι. Οι υπουργοί μεταφέρθηκαν στα Χειμερινά Ανά-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-133-
CURZIO MALAPARTE
κτορα μόνο για λόγους ασφαλείας. Εάν οι ειδήσεις αληθεύουν, δεν είναι πραξικόπημα αυτό που έλαβε χώρα, αλλά μια σειρά επιθέσεων, λιγότερο ή περισσότερο πετυχημένων (μέχρι στιγμής δε γνωρίζουμε τίποτε με σιγουριά) κατά της οργάνωσης των τεχνικών υπηρεσιών του κράτους και της πόλης. Τα νομοθετικά, πολιτικά και διοικητικά όργανα βρίσκονται ακόμη υπό τον έλεγχο του Κερένσκι. Το Μέγαρο της Ταυρίδας, το Μέγαρο Μαριίνσκι και τα Υπουργεία δε δέχτηκαν καν επίθεση. Η κατάσταση είναι αναμφίβολα παράδοξη. Δεν έχει σημειωθεί ποτέ στο παρελθόν μια εξέγερση που να διακηρύσσει ότι κατέκτησε το κράτος και ταυτόχρονα να αφήνει άθικτη την κυβέρνηση. Θα έλεγε κανείς ότι οι Μπολσεβίκοι αδιαφορούν για την κυβέρνηση. Γιατί δεν καταλαμβάνουν τα Υπουργεία; Μπορεί να γίνει κανείς κύριος του κράτους και να κυβερνήσει τη Ρωσία χωρίς να έχει στον έλεγχό του τα διοικητικά όργανα; Είναι αλήθεια πως οι Μπολσεβίκοι οικειοποιήθηκαν το σύνολο της τεχνικής οργάνωσης, όμως ο Κερένσκι δεν ανατράπηκε. Κατέχει ακόμη την εξουσία, έστω κι αν προς στιγμήν έχει χάσει τον έλεγχο των σιδηροδρόμων, των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής, των αεριοφυλακίων, των δημόσιων υπηρεσιών, των τηλεφώνων, των τηλεγράφων, των ταχυδρομείων, της Κρατικής Τράπεζας, των αποθηκών άνθρακα, πετρελαίου και σιταριού. Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι από πρακτικής άποψης οι συγκεντρωμένοι στα Χειμερινά Ανάκτορα υπουργοί δεν μπορούν να κυβερνήσουν, ότι τα Υπουργεία δεν μπορούν να ασκήσουν διοίκηση: H κυβέρνηση έχει αποκοπεί από την υπόλοιπη Ρωσία και όλα τα μέσα μεταφοράς έχουν πέσει στα χέρια των Μπολσεβίκων. Στα προάστια όλοι οι δρόμοι είναι αποκλεισμένοι· κανείς δεν μπορεί να βγει από την πόλη· ακόμη και το Γενικό Επιτελείο είναι απομονωμένο. Ο ραδιοτηλεγραφικός σταθμός βρίσκεται υπό τον έλεγχο των Μπολσεβίκων. Το φρούριο Πέτρου και Παύλου έχει καταληφθεί από τις κόκκινες φρουρές. Πολλά από τα συντάγματα της φρουράς της Πετρούπολης έχουν ταχθεί υπό τις διαταγές του στρατιωτικού επαναστατικού Κομιτάτου. Χρειάζεται να δράσουν δίχως χρονοτριβή. Μα τι περιμένουν; Το Γενικό Επιτελείο αναμένει την άφιξη των στρατευμάτων του Στρατηγού Κρασνόφ72, που προελαύνει κατά της πρωτεύουσας. Όλα
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
72.
Πιοτρ Νικολάγιεβιτς Κρασνόφ (1869-1947): Κοζάκος στρατιωτικός, αξιωματικός του ρωσικού αυτοκρατορικού στρατού. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση αιχμαλωτίστηκε από τους Μπολσεβίκους, όταν επιχείρησε να οδηγήσει πιστά στην κυβέρνηση στρατεύματα από το μέτωπο στην Πετρούπολη. Αφέθηκε ελεύθερος,
-134-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τα απαραίτητα για την υπεράσπιση της κυβέρνησης μέτρα έχουν ληφθεί. Εάν οι Μπολσεβίκοι δεν έχουν ακόμη αποφασίσει να επιτεθούν στην κυβέρνηση, τότε αυτό είναι σημάδι ότι δεν αισθάνονται αρκετά δυνατοί. Συνεπώς μπορούν να περιμένουν. Όμως την επομένη ημέρα, στις 25 Οκτωβρίου, και ενώ στη μεγάλη αίθουσα του Ινστιτούτου Σμόλνι ξεκινάει το Β΄ Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, ο Τρότσκι δίνει εντολή στον Αντόνοφ-Οβσεγιένκο να επιτεθεί στα Χειμερινά Ανάκτορα, όπου έχουν καταφύγει οι υπουργοί του Κερένσκι. Θα έχουν οι Μπολσεβίκοι την πλειοψηφία στο Συνέδριο; Προκειμένου να αντιληφθούν οι αντιπρόσωποι των Σοβιέτ όλης της Ρωσίας ότι η επανάσταση νίκησε, δεν αρκεί να ανακοινώσουν οι Μπολσεβίκοι ότι κατέλαβαν το κράτος. Χρειάζεται να μπορούν να ανακοινώσουν ότι τα μέλη της κυβέρνησης βρίσκονται στα χέρια των κόκκινων φρουρών. «Και είναι επίσης ο μόνος τρόπος», βεβαιώνει ο Τρότσκι το Λένιν, «να πείσουμε την Κεντρική Επιτροπή και το Συμβούλιο ότι το πραξικόπημα δεν απέτυχε». «Κάπως αργά το αποφασίσατε», παρατηρεί ο Λένιν. «Δεν μπορούσα να επιτεθώ στην κυβέρνηση», απαντά ο Τρότσκι, «πριν βεβαιωθώ ότι τα στρατεύματα φρουράς δε θα την υπερασπίζονταν. Χρειαζόταν να δώσουμε στους στρατιώτες χρόνο ώστε να έλθουν με το μέρος μας. Μόνο οι γιούνκερ έχουν παραμείνει πιστοί στην κυβέρνηση».
9, για την ελληνική γλώσσα.
Ο Λένιν, μεταμφιεσμένος σε εργάτη, φορώντας περούκα και ξυρισμένος, εγκαταλείπει την κρυψώνα του και μεταβαίνει στο Σμόλνι προκειμένου να συμμετάσχει στο Συνέδριο των Σοβιέτ. Είναι η πιο θλιβερή στιγμή της ζωής του. Ακόμη δεν πιστεύει στην επιτυχία της εξέγερσης. Ακόμη κι αυτός, όπως και η Κεντρική Επιτροπή και το Συμβούλιο, όπως άλλωστε και η πλειοψηφία των αντιπροσώπων του Συνεδρίου, έχει ανάγκη να πληροφορηθεί ότι η κυβέρνηση ανατράπηκε και ότι οι υπουργοί του Κερένσκι βρίσκονται στα χέρια των κόκκινων φρουρών, ώστε να πιστέψει ότι το πραξικόπημα δεν απέτυχε. Δεν εμπιστεύεται τον Τρότσκι, την αλλά σύντομα ανέλαβε αντισοβιετική δράση ως διοικητής στρατιάς Κοζάκων ενταγμένης στο στρατό των Λευκών. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολέμησε στο πλευρό της Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης και, το 1944, μετέβη στις ιταλικές Άλπεις, όπου οι Γερμανοί είχαν ιδρύσει ένα εικονικό κοζακικό κρατίδιο [Σ.τ.Μ.].
-135-
CURZIO MALAPARTE
έπαρσή του, τη βεβαιότητά του, την παράτολμή του ικανότητα. Ο Τρότσκι δεν ανήκει στην παλιά φρουρά, δεν είναι ένας Μπολσεβίκος στον οποίον μπορεί κανείς να υπολογίζει με κλειστά μάτια: Είναι ένας νεοφώτιστος, ένας νεοσύλλεκτος που εντάχθηκε στο κόμμα μόλις λίγο μετά τα γεγονότα του Ιουλίου. «Εγώ δεν είμαι ένας από τους 12 Αποστόλους», λέει ο Τρότσκι, «είμαι μάλλον ένας Απόστολος Παύλος, που κήρυξε πρώτος στους εθνικούς». Ο Λένιν δε συμπάθησε ποτέ ιδιαίτερα τον Τρότσκι, ο οποίος επισκιάζει τους πάντες. Η ευγλωττία του εγείρει υποψίες. Διαθέτει την επικίνδυνη ικανότητα να παρακινεί τις μάζες, να προκαλεί αναταραχές, είναι ένας δημιουργός σχισμάτων, ένας αιρεσιάρχης. Είναι ένας άνδρας επίφοβος και απαραίτητος. Εδώ και πολύ καιρό ο Λένιν έχει προσέξει ότι ο Τρότσκι αρέσκεται στις ιστορικές συγκρίσεις: Όταν εκφωνεί λόγους στα συμβούλια και στις συγκεντρώσεις, όταν συζητά στις κομματικές συνελεύσεις, συνεχώς αναφέρεται στα παραδείγματα της πουριτανικής επανάστασης του Κρόμγουελ ή της Γαλλικής Επανάστασης. Οφείλεις να δυσπιστείς απέναντι σ’ ένα μαρξιστή που κρίνει και συγκρίνει τους ανθρώπους και τα γεγονότα της μπολσεβίκικης επανάστασης με τους ανθρώπους και τα γεγονότα της Γαλλικής Επανάστασης. Ο Λένιν δεν μπορεί να ξεχάσει ότι ο Τρότσκι, αμέσως μετά την απελευθέρωσή του από τη φυλακή του Κρέστι, όπου είχε εγκλειστεί μετά τα γεγονότα του Ιουλίου, μετέβη στο Σοβιέτ της Πετρούπολης και εκφώνησε ένα λόγο, στον οποίον διακήρυξε την αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης μιας ιακωβίνικης τρομοκρατίας. «Η γκιλοτίνα οδηγεί στο Ναπολέοντα», του φωνάζουν οι Μενσεβίκοι. «Εγώ προτιμώ το Ναπολέοντα από τον Κερένσκι», απαντά ο Τρότσκι. Ο Λένιν δεν μπορεί ποτέ να ξεχάσει αυτή την απάντηση. «Αυτός προτιμά το Ναπολέοντα από το Λένιν», θα πει αργότερα ο Τζερζίνσκι. Σ’ ένα δωμάτιο διπλανό στη μεγάλη αίθουσα του Σμόλνι, όπου συγκαλείται το Β΄ Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, ο Λένιν κάθεται πλάι στον Τρότσκι, μπροστά σ’ ένα ολότελα καλυμμένο από χάρτες και εφημερίδες τραπέζι. Μια μπούκλα από την περούκα κρέμεται στο μέτωπό του. Παρατηρώντας τη γελοία μεταμφίεση του Λένιν, ο Τρότσκι δεν μπορεί παρά να χαμογελάσει. Του φαίνεται ότι ήρθε η στιγμή να βγάλει ο Λένιν αυτή την περούκα. Δεν υπάρχει πια κανείς κίνδυνος, η εξέγερση νίκησε, ο Λένιν είναι ήδη ο κυρίαρχος της Ρωσίας. Είναι καιρός να αφήσει το μούσι του να φυτρώσει ξανά και να πετάξει μακριά τα ψεύτικα μαλλιά. Είναι καιρός να επιτρέψει να τον
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-136-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
αναγνωρίσουν. Ο Νταν και ο Σκόμπελεφ, οι δύο αρχηγοί της μενσεβίκικης πλειοψηφίας, όταν περνούν μπροστά από το Λένιν για να μπουν στην αίθουσα του Συνεδρίου, χλωμιάζουν και κοιτάζουν ο ένας τον άλλον. Αναγνώρισαν στο πρόσωπο εκείνου του άνδρα με την περούκα και το παρουσιαστικό ασήμαντου επαρχιακού θεατρίνου, τον τρομερό καταστροφέα της Αγίας Ρωσίας. «Όλα τελείωσαν», ψιθυρίζει ο Νταν στο Σκόμπελεφ. «Γιατί είστε ακόμη μεταμφιεσμένος έτσι;», ρωτάει ο Τρότσκι το Λένιν. «Οι νικητές δεν κρύβονται». Ο Λένιν τον κοιτάζει μισοκλείνοντας τα μάτια κι ένα ειρωνικό χαμόγελο ζωγραφίζεται στα χείλια του. Ποιος είναι ο νικητής; Ιδού το πρόβλημα. Κάθε τόσο ακούγεται μια βοή κανονιού, ένα κροτάλισμα πολυβόλων. Το καταδρομικό «Αουρόρα» που έχει αγκυροβολήσει στο Νέβα, βάλλει κατά των Χειμερινών Ανακτόρων υποστηρίζοντας την επίθεση των κόκκινων φρουρών. Εκείνη τη στιγμή στο δωμάτιο μπαίνει ο Ντιμπένκο, ο γιγαντόσωμος Ντιμπένκο με τα γαλάζια μάτια και το πρόσωπο που το γλυκαίνει ένα απαλό ξανθό γένι. Οι ναύτες της Κρονστάνδης και η κυρία Κολοντάι73 τον αγαπούν για τα παιδικά του μάτια και την ωμότητά του. Οι φρουρές του Αντόνοφ-Οβσεγιένκο διείσδυσαν στα Χειμερινά Ανάκτορα, οι υπουργοί του Κερένσκι είναι αιχμάλωτοι των Μπολσεβίκων, ακόμη και η κυβέρνηση ανατράπηκε. «Επιτέλους!», αναφωνεί ο Λένιν. «Αργήσατε 24 ώρες», του λέει ο Τρότσκι. Ο Λένιν βγάζει την περούκα και αγγίζει με το χέρι το μέτωπό του. Το κρανίο του, αφηγείται ο Γουέλς74, μοιάζει μ’ αυτό του Άρθουρ Μπάλ-
9, για την ελληνική γλώσσα. 73.
74.
Αλεξάνδρα Μιχάηλοφνα Κολοντάι (1872-1952): Ρωσίδα επαναστάτρια, μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας. Στην κυβέρνηση των Μπολσεβίκων, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, διετέλεσε λαϊκός επίτροπος για τη Δημόσια Υγεία και από τη θέση αυτή επιδίωξε την εισαγωγή ευρύτατων μεταρρυθμίσεων στη σοβιετική κοινωνία, όπως τη βελτίωση της θέσης των γυναικών και των γεννημένων εκτός γάμου παιδιών, την απλοποίηση των διαδικασιών διαζυγίου καθώς και τον ελεύθερο έρωτα [Σ.τ.Μ.]. Χέρμπερτ Τζορτζ Γουέλς (1866-1946): Άγγλος μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος, κοινωνιολόγος και ιστορικός, γνωστός κυρίως για τα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας, όπως «Η μηχανή του χρόνου» και «Ο αόρατος άνθρωπος», αλλά και για την αφοσίωσή του στην ιδέα μιας Κοινωνίας των Εθνών που θα καθιστούσε εφικτή την παγκόσμια ειρήνη [Σ.τ.Ε.].
-137-
CURZIO MALAPARTE
φουρ75. «Πάμε», λέει κατευθυνόμενος προς την αίθουσα του Συνεδρίου. Ο Τρότσκι τον ακολουθεί σιωπηλός. Δείχνει κουρασμένος και μια απρόσμενη υπνηλία έσβησε τα ατσάλινα μάτια του. Στη διάρκεια της εξέγερσης, γράφει ο Λουνατσάρσκι, ο Τρότσκι ήταν ένας ηλεκτρικός πυκνωτής. Όμως τώρα η κυβέρνηση ανατράπηκε και ο Λένιν έβγαλε την περούκα όπως βγάζει κανείς μια μάσκα. Το πραξικόπημα είναι ο Τρότσκι. Όμως το κράτος είναι τώρα ο Λένιν. Ο ηγέτης, ο δικτάτορας, ο θριαμβευτής είναι αυτός, ο Λένιν. «Το κεφάλι μου γυρίζει», λέει ο Λένιν στα γερμανικά, «es schwindelt». Ο Τρότσκι τον ακολουθεί σιωπηλός, έχοντας στα χείλη του ζωγραφισμένο εκείνο το διφορούμενο μειδίαμα που δε θα γλυκάνει παρά μόνο με το θάνατο του Λένιν.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
75.
Άρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ (1848-1930): Βρετανός πολιτικός. Διετέλεσε Πρωθυπουργός (1902-1905) και υπουργός Εξωτερικών (1916-1919), αλλά το όνομά του έχει συνδεθεί περισσότερο με τη Διακήρυξη Μπάλφουρ, με την οποία ανήγγειλε επίσημα την αποδοχή του σιωνισμού από τη Βρετανία [Σ.τ.Ε.].
-138-
11
Ο ΣΤΑΛΙΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ Ευρωπαίος πολιτικός ηγέτης που κατάφε-
ρε να αντλήσει οφέλη από το μάθημα του Οκτωβρίου του 1917. Εάν οι κομμουνιστές όλων των ευρωπαϊκών χωρών πρέπει να διδαχθούν από τον Τρότσκι την τέχνη του σφετερισμού της εξουσίας, οι φιλελεύθερες και δημοκρατικές κυβερνήσεις πρέπει να διδαχθούν από το Στάλιν την τέχνη της υπεράσπισης ενός κράτους ενάντια στην επαναστατική κομμουνιστική τακτική, δηλαδή ενάντια στην τακτική του Τρότσκι. Η διαμάχη του Στάλιν με τον Τρότσκι είναι το πλουσιότερο σε διδάγματα επεισόδιο της ευρωπαϊκής πολιτικής ιστορίας αυτών των τελευταίων δέκα χρόνων. Τα επίσημα προεόρτια αυτής της διαμάχης ανάγονται σε μια χρονική περίοδο κατά πολύ προγενέστερη της επανάστασης του Οκτωβρίου του 1917. Είναι η περίοδος κατά την οποία ο Τρότσκι, μετά το Συνέδριο του Λονδίνου του 1903, στο οποίο οριστικοποιήθηκε το σχίσμα μεταξύ Λένιν και Μάρτοφ76, μεταξύ Μπολσεβίκων και Μενσεβίκων, διαφωνούσε ανοιχτά με τις ιδέες του Λένιν και, μολονότι δε συμπαρατάχθηκε με τους οπαδούς του Μάρτοφ, παρά ταύτα βρισκόταν εγγύτερα στις απόψεις των Μενσεβίκων παρά σ’ αυτές των Μπολσεβίκων. Όμως
9, για την ελληνική γλώσσα.
76.
Μάρτοφ, πραγματικό όνομα Γιούλι Οσίποβιτς Τσέντερμπαουμ (1873-1923): Ρώσος πολιτικός ηγέτης των Μενσεβίκων, δηλαδή της μη λενινιστικής πτέρυγας του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας. Συνεργάτης του Λένιν στην έκδοση της εφημερίδας «Ίσκρα», δημοσιογραφικού οργάνου των Ρώσων σοσιαλδημοκρατών, ο Μάρτοφ στο Συνέδριο του 1903 διαφώνησε με την απόπειρα του Λένιν να περιορίσει τα μέλη του κόμματος στους επαγγελματίες επαναστάτες και αργότερα αναδείχθηκε σε ηγέτη των Μενσεβίκων. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση ο Μάρτοφ υποστήριξε την επαναστατική κυβέρνηση στον αγώνα της εναντίον των Λευκών [Σ.τ.Μ.].
-139-
CURZIO MALAPARTE
στην πραγματικότητα, τα προσωπικά και δογματικά προηγούμενα και η ανάγκη της καταπολέμησης του τροτσκιστικού κινδύνου στην ερμηνεία της λενινιστικής σκέψης, ήτοι του κινδύνου των παρεκκλίσεων, των στρεβλώσεων και των αιρέσεων, δεν είναι παρά τα προσχήματα και οι επίσημες δικαιολογίες μιας αντιπαράθεσης που είχε βαθιά αίτια, ριζωμένα στη νοοτροπία των Μπολσεβίκων ηγητόρων, μέσα στο συναίσθημα και τα συμφέροντα των εργατικών και αγροτικών μαζών, μέσα στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση της Ρωσίας των Σοβιέτ μετά το θάνατο του Λένιν. Η ιστορία της διαμάχης ανάμεσα στο Στάλιν και στον Τρότσκι είναι η ιστορία της απόπειρας του Τρότσκι να καταλάβει την εξουσία και της υπεράσπισης του κράτους εκ μέρους του Στάλιν και της παλιάς φρουράς των Μπολσεβίκων: Είναι η ιστορία ενός απραγματοποίητου πραξικοπήματος. Στην τροτσκιστική θεωρία της «διαρκούς επανάστασης», ο Στάλιν αντιπαραθέτει τη λενινιστική θέση για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Οι δύο φράξιες μάχονται η μία την άλλη επικαλούμενες το όνομα του Λένιν και μετερχόμενες όλα τα «βυζαντινά» όπλα. Όμως οι ίντριγκες, οι αντιδικίες και οι σοφιστείες υποκρύπτουν γεγονότα πολύ πιο σοβαρά από μια διατριβή πάνω στην ερμηνεία του λενινισμού. Αυτό που διακυβεύεται είναι η εξουσία. Το πρόβλημα της διαδοχής, που είχε ανακύψει πολύ πριν το θάνατο του Λένιν, δηλαδή πριν την εκδήλωση των πρώτων συμπτωμάτων της αρρώστιας του, δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα ιδεών μα και ανθρώπων. Πίσω από τις δογματικές αντιπαραθέσεις κρύβονται οι προσωπικές φιλοδοξίες. Δεν πρέπει να μας ξεγελούν οι επίσημες προφάσεις των συζητήσεων. Η κυρίαρχη έγνοια του Τρότσκι είναι να εμφανιστεί ως ο ανιδιοτελής υπέρμαχος της ηθικής και πνευματικής κληρονομιάς του Λένιν, ως ο θεματοφύλακας των αρχών της Οκτωβριανής Επανάστασης, ως ο ανυποχώρητος κομμουνιστής που μάχεται ενάντια στο γραφειοκρατικό εκφυλισμό του κόμματος και στην αστική παλινδρόμηση του σοβιετικού κράτους. Η κυρίαρχη έγνοια του Στάλιν είναι να αποκρύψει από τους κομμουνιστές των άλλων χωρών και από την καπιταλιστική, δημοκρατική και φιλελεύθερη Ευρώπη τα πραγματικά αίτια της διαμάχης που διεξάγεται στο εσωτερικό του κόμματος μεταξύ των μαθητών του Λένιν, μεταξύ των πλέον αντιπροσωπευτικών ανδρών της Ρωσίας των Σοβιέτ. Όμως, στην πραγματικότητα, ο Τρότσκι αγωνίζεται για να κατακτήσει το κράτος και ο Στάλιν για να το υπερασπιστεί. Ο Στάλιν δε διαθέτει τίποτε από την απάθεια των Ρώσων, από την
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-140-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
οκνηρή υποταγή τους τόσο στο καλό όσο και στο κακό, από τον ακαθόριστο, στασιαστικό και διεστραμμένο αλτρουισμό τους, από την αφελή και ωμή καλοσύνη τους. Ο Στάλιν δεν είναι Ρώσος, είναι Γεωργιανός. Η πανουργία του έχει ως συστατικά την υπομονή, τη θέληση και τη λογική· είναι ισχυρογνώμων και αισιόδοξος. Οι πολέμιοί του τον κατηγορούν για άγνοια και πενιχρή νοημοσύνη. Δεν έχουν δίκιο. Δεν μπορεί κανείς να πει ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο μορφωμένο, για έναν Ευρωπαίο που έχει προσβληθεί από την ασθένεια των σοφισμάτων και των φώτων της ψυχολογίας. Ο Στάλιν είναι ένας βάρβαρος με τη λενινιστική έννοια της λέξης, δηλαδή ένας εχθρός της κουλτούρας, της ψυχολογίας και της δυτικής ηθικής. Η νοημοσύνη του είναι εξ ολοκλήρου σωματική, ενστικτώδης, είναι μια νοημοσύνη φυσικής τάξης, χωρίς πολιτισμικές ή ηθικές προκαταλήψεις. Λέγεται πως μπορείς να κρίνεις έναν άνθρωπο από τον τρόπο που περπατάει. Στο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ που έλαβε χώρα το Μάιο του 1929 στο μεγάλο Θέατρο της Μόσχας, παρακολούθησα την είσοδο του Στάλιν στη σκηνή. Εγώ βρισκόμουν ακριβώς κάτω από τη ράμπα, στη θέση της ορχήστρας. Ο Στάλιν έκανε την εμφάνισή του πίσω από τη διπλή σειρά των λαϊκών επιτρόπων, των μελών του Zic και της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος που είχαν παραταχθεί στο προσκήνιο. Ήταν πολύ απλά ντυμένος, μ’ ένα γκρίζο στρατιωτικό αμπέχονο κι ένα σκούρο υφασμάτινο παντελόνι που ήταν περασμένο μέσα σ’ ένα ζευγάρι χοντρές μπότες. Βραχύσωμος, κοντόχοντρος, με φαρδιούς ώμους, μ’ ένα ογκώδες κεφάλι που καλυπτόταν από μαύρα μαλλιά, με μεγάλα μάτια που τα κατάμαυρα φρύδια τα έκαναν να μοιάζουν ακόμη μεγαλύτερα, μ’ ένα πρόσωπο που το βάραιναν στριφτά μουστάκια στο χρώμα της πίσσας, ο Στάλιν περπατούσε με αργά και βαριά βήματα, χτυπώντας με τα τακούνια το δάπεδο. Με το κεφάλι γερμένο ελαφρά προς τα μπρος και με τα χέρια να κρέμονται από τα πλευρά του, ο Στάλιν έμοιαζε με χωριάτη, μα μ’ ένα χωριάτη ορεσίβιο, σκληρό, πεισματάρη, υπομονετικό και επιφυλακτικό. Όταν με την εμφάνισή του ξέσπασαν κραυγές στο θέατρο, αυτός δεν έστρεψε το κεφάλι του προς την πλατεία, αλλά συνέχισε να περπατά αργά, έλαβε θέση πίσω από το Ρίκοφ77
9, για την ελληνική γλώσσα.
77.
Αλεξέι Ιβάνοβιτς Ρίκοφ (1881-1938): Ρώσος επαναστάτης, μέλος του Μπολσεβίκικου Κόμματος και πρόεδρος του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων μετά το θάνατο του Λένιν. Στην πρώτη σοβιετική κυβέρνηση υπήρξε επίτροπος των Εσωτερικών. Την περίοδο 1918-1924 ήταν πρόεδρος του Πανρωσικού Συμβουλίου
-141-
CURZIO MALAPARTE
και τον Καλίνιν78, ύψωσε το βλέμμα, κοίταξε το τεράστιο πλήθος που τον επευφημούσε και παρέμεινε απαθής, κυρτός, με τα θολά του μάτια στυλωμένα μπροστά. Μόνο καμιά εικοσαριά Τάταροι, αντιπρόσωποι των αυτόνομων σοβιετικών Δημοκρατιών της Μπασκιρίας, της Μπουριατίας, της Μογγολίας, του Νταγκεστάν και της Γιακουτίας είχαν παραμείνει βουβοί και αμετακίνητοι σ’ ένα θεωρείο του προσκηνίου. Ντυμένοι με τα κίτρινα και πράσινα μεταξωτά καφτάνια τους, με τον τατάρικο, ασημοκέντητο σκούφο τους βαλμένο πάνω στα γυαλιστερά, μαύρα, μακριά μαλλιά τους, κοίταζαν με τα μικρά ύπουλα μάτια τους το Στάλιν, το δικτάτορα Στάλιν, τη σιδερένια γροθιά της επανάστασης, το θανάσιμο εχθρό της Δύσης, της πολιτισμένης, παχύσαρκης και αστικής Ευρώπης. Μόλις το ντελίριο του πλήθους έδειξε να καταλαγιάζει, ο Στάλιν έστρεψε αργά το πρόσωπό του προς τους Τατάρους αντιπροσώπους. Το βλέμμα των Μογγόλων συνάντησε το βλέμμα του δικτάτορα. Μια ουρανομήκης κραυγή υψώθηκε στο θέατρο: Ήταν ο χαιρετισμός της προλεταριακής Ρωσίας προς την κόκκινη Ασία, προς τους λαούς των λειμώνων, των ερήμων, των μεγάλων ασιατικών ποταμών. Ο Στάλιν έστρεψε και πάλι το απαθές πρόσωπό του προς το πλήθος, παρέμεινε κυρτός και ακίνητος, με τα θολά του μάτια στυλωμένα μπροστά.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Η δύναμη του Στάλιν είναι η απάθεια και η υπομονή του. Κατασκοπεύει τις χειρονομίες, μελετά τις κινήσεις, ακολουθεί τα γρήγορα, νευρικά και αναποφάσιστα βήματα του Τρότσκι με το δικό του χωριάτικο, αργό και βαρύ βηματισμό. Ο Στάλιν είναι εσωστρεφής, ψυχρός, ισχυρογνώμων, ενώ ο Τρότσκι είναι επηρμένος, παράφορος, εγωιστής, ανυπόμονος, κυριαρχούμενος από τις φιλοδοξίες και τη φαντασία του, φύση φλογερή, αυθάδικη και επιθετική. «Άθλιο Εβραίο», τον αποκαλεί ο Στάλιν. «Άθλιο χριστιανό», αποκαλεί ο Τρότσκι το Στάλιν. Στη διάρκεια της εξέγερσης του Οκτωβρίου του 1917, όταν ο Τρότσκι, χωρίς να ειδοποιήσει την Κεντρική Επιτροπή και το Συμβούλιο, εξα-
78.
Λαϊκής Οικονομίας και μέχρι το θάνατο του Λένιν αντιπρόεδρος του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων και του Συμβουλίου Εργασίας και Άμυνας. Από το 1931 μέχρι το 1936 ήταν λαϊκός επίτροπος Επικοινωνιών. Εκτελέστηκε το 1938 από το Στάλιν [Σ.τ.Ε.]. Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Καλίνιν (1875-1946): Σοβιετικός κομμουνιστής ηγέτης και πολιτικός, συνιδρυτής της εφημερίδας «Πράβντα». Υπήρξε ο επίσημος αρχηγός του σοβιετικού κράτους από το 1919 έως το 1946 [Σ.τ.Ε.].
-142-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
πολύει ξαφνικά την επίθεση για την κατάκτηση του κράτους, ο Στάλιν παραμερίζει. Είναι ο μόνος που μπορεί να διακρίνει τα αδύνατα σημεία και τα σφάλματα του Τρότσκι και να προβλέψει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους. Με το θάνατο του Λένιν, όταν ο Τρότσκι θέτει ωμά το ζήτημα της διαδοχής επί του πολιτικού, οικονομικού και δογματικού πεδίου, ο Στάλιν έχει ήδη οικειοποιηθεί τη γραφειοκρατική, κομματική μηχανή, έχει ήδη γραπώσει το μοχλό ελέγχου, έχει ήδη καταλάβει τα νευραλγικά σημεία της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης του κράτους. Η κατηγορία που προσάπτει ο Τρότσκι στο Στάλιν, ότι δηλαδή προσπάθησε να επιλύσει προς όφελός του το πρόβλημα της διαδοχής πολύ καιρό πριν το θάνατο του Λένιν, είναι μια κατηγορία που κανείς δε θα μπορούσε σοβαρά να αντικρούσει. Όμως ήταν ο ίδιος ο Λένιν αυτός που, στη διάρκεια της ασθένειάς του, προσέφερε στο Στάλιν μία προνομιακή κατάσταση στο εσωτερικό του κόμματος. Ο Στάλιν αντικρούει με επιτυχία τις κατηγορίες των πολεμίων του, όταν δηλώνει ότι είχε χρέος να προφυλαχθεί εγκαίρως από τους κινδύνους που αναπόφευκτα θα γεννούσε ο θάνατος του Λένιν. «Εκμεταλλευτήκατε την ασθένειά του», του λέει ο Τρότσκι. «Για να εμποδίσω εσάς να εκμεταλλευτείτε το θάνατό του», του απαντά ο Στάλιν. Ο Τρότσκι διηγήθηκε με μεγάλη επιδεξιότητα την ιστορία της διαμάχης του με το Στάλιν. Από τις σελίδες του δε διαφαίνεται καθόλου η φύση αυτής της διαμάχης. Δίνει διαρκώς την εντύπωση ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να μην εμφανιστεί στα μάτια τόσο του ρωσικού προλεταριάτου, αλλά ακόμη περισσότερο σ’ αυτά του διεθνούς προλεταριάτου, ως ένας Μπολσεβίκος Κατιλίνας, πρόθυμος για κάθε τόλμημα και κάθε είδους παλινόρθωση. Αυτό που ονομάστηκε δική του αίρεση δεν είναι, κατ’ αυτόν, τίποτε άλλο παρά μια απόπειρα λενινιστικής ερμηνείας του δόγματος του Λένιν. Ο τροτσκισμός δεν υφίσταται: Δεν είναι παρά ένα εφεύρημα των πολεμίων του ώστε να αντιπαραθέσουν τον τροτσκισμό στο λενινισμό, το ζωντανό Τρότσκι στο νεκρό Λένιν. Η θεωρία της «διαρκούς επανάστασης» δεν αποτελεί ούτε κίνδυνο για τη δογματική ενότητα του κόμματος ούτε κίνδυνο για την ασφάλεια του κράτους. Δεν επιθυμεί να θεωρείται ούτε ένας Λούθηρος ούτε ένας Βοναπάρτης. Η έγνοια του ως ιστορικού έχει χαρακτήρα πολεμικό και είναι πανομοιότυπη μ’ εκείνη του Στάλιν. Σαν να υπήρχε μια σιωπηρή συμφωνία μεταξύ τους, τόσο ο Τρότσκι όσο και ο Στάλιν αγωνίζονται να παρουσιάσουν τις διάφορες φάσεις αυτής της διαμάχης για την εξουσία ως
9, για την ελληνική γλώσσα.
-143-
CURZIO MALAPARTE
μια διαπάλη ιδεών πάνω στην ερμηνεία της λενινιστικής σκέψης. Στην πραγματικότητα η κατηγορία του βοναπαρτισμού δε διατυπώθηκε ποτέ επισήμως εναντίον του Τρότσκι. Μια τέτοιου είδους κατηγορία θα είχε αποκαλύψει στο διεθνές προλεταριάτο ότι η ρωσική επανάσταση βρισκόταν στον κατήφορο εκείνης της μορφής σταδιακού αστικού εκφυλισμού, της οποίας ο βοναπαρτισμός είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις. «Η θεωρία της διαρκούς επανάστασης», γράφει ο Στάλιν στον πρόλογο του μικρού βιβλίου «Προς τον Οκτώβρη», «είναι μια παραλλαγή του μενσεβικισμού». Ιδού σε τι συνίσταται η κατηγορία κατά του Τρότσκι. Αλλά αν ήταν εύκολο να ξεγελαστεί το διεθνές προλεταριάτο ως προς την πραγματική φύση της διαμάχης του Στάλιν με τον Τρότσκι, η πραγματική κατάσταση δε θα μπορούσε να αποκρυφτεί από το ρωσικό λαό. Όλοι αντιλαμβάνονταν ότι στο πρόσωπο του Τρότσκι ο Στάλιν δεν αντιμαχόταν ένα είδος δογματικού Μενσεβίκου, χαμένου μέσα στο λαβύρινθο των ερμηνειών της λενινιστικής σκέψης, αλλά έναν κόκκινο Βοναπάρτη, το μόνο άνθρωπο που ήταν ικανός να μετατρέψει το θάνατο του Λένιν σε πραξικόπημα και να θέσει το ζήτημα της διαδοχής πάνω στο επαναστατικό πεδίο. Από τις αρχές του 1924 έως τα τέλη του 1926 η διαμάχη διατηρεί το χαρακτήρα μιας πολεμικής μεταξύ των θιασωτών της θεωρίας της «διαρκούς επανάστασης» και των συντηρητικών αξιωματούχων, τους οποίους ο Τρότσκι αποκαλεί «συντηρητές της μούμιας του Λένιν». Ο Τρότσκι, επίτροπος Πολέμου, έχει μαζί του το στρατό και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, επικεφαλής των οποίων είναι ο Τόμσκι79 που αντιτίθεται στο σταλινικό πρόγραμμα υποδούλωσης των συνδικάτων στο κόμμα και υπερασπίζεται την αυτονομία της συνδικαλιστικής δράσης σε σχέση με το κράτος. Η πιθανότητα μιας συμμαχίας ανάμεσα στον Κόκκινο Στρατό και στις συνδικαλιστικές οργανώσεις είχε προβληματίσει το Λένιν ήδη από το 1920. Μετά το θάνατό του, η προσωπική συμφωνία μεταξύ Τρό-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
79.
Τόμσκι, πραγματικό όνομα Μιχαήλ Πάβλοβιτς Γεφρέμοφ (1880-1936): Ρώσος πολιτικός και συνδικαλιστής, μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ). Το 1909 προσχώρησε στους Μπολσεβίκους, ενώ μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση διορίστηκε πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου των Συνδικάτων, γενικός γραμματέας της Συνδικαλιστικής Διεθνούς και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το 1936, στη διάρκεια των σταλινικών εκκαθαρίσεων, το όνομά του ενεπλάκη, γεγονός που τον οδήγησε στην αυτοκτονία [Σ.τ.Μ.].
-144-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τσκι και Τόμσκι είχε μετατραπεί σ’ ένα κοινό μέτωπο στρατιωτών και εργατών ενάντια στο μικροαστικό και αγροτικό εκφυλισμό της επανάστασης, ενάντια σε ό,τι ο Τρότσκι αποκαλούσε σταλινικό Θερμιδόρ80. Σε αυτό το κοινό μέτωπο ο Στάλιν, που έχει στο πλευρό του την GPU και τη γραφειοκρατία του κόμματος και του κράτους, βλέπει να διαγράφεται ο κίνδυνος της 18ης Μπρυμαίρ. Η τεράστια δημοτικότητα που περιβάλλει το όνομα του Τρότσκι, η δόξα των νικηφόρων εκστρατειών του ενάντια στους Γιουντένιτς, Κολτσάκ, Ντενίκιν και Βράνγκελ81, η παράφορη μαχητικότητά του και η κυνική και επίφοβη οίησή του τον καθιστούν έναν ιδιότυπο κόκκινο Βοναπάρτη, που υποστηρίζεται από το στρατό, τις εργατικές μάζες και το επαναστατικό πνεύμα των νέων κομμουνιστών ενάντια στην παλιά φρουρά του λενινισμού και στον υψηλόβαθμο κομματικό κλήρο. Η περίφημη τρόικα, αποτελούμενη από το Στάλιν, το Ζηνόβιεφ και τον Κάμενεφ, βάζει σε ενέργεια τις λεπτεπίλεπτες τέχνες της προσποίησης, της μηχανορραφίας και της επιβουλής, ώστε να εκθέσει τον Τρότσκι στα μάτια των μαζών, να προκαλέσει διχόνοια μεταξύ των συμμάχων του, να διασπείρει αμφιβολία και δυσαρέσκεια στις τάξεις των οπαδών του, να επιρρίψει ανυποληψία και υποψία στα λεγόμενά του, στις ενέργειες και στις προθέσεις του. Ο αρχηγός της GPU, ο φανατικός Τζερζίνσκι, εμπλέκει τον Τρότσκι μέσα σ’ ένα δίκτυο κατασκόπων και προβοκατόρων. Η μυστηριώδης και τρομερή μηχανή της GPU μπαίνει σε κίνηση ώστε να κόψει έναν προς έναν τους τένοντες του αντιπάλου. Ο Τζερζίνσκι εργάζεται στο σκοτάδι, ενώ ο Τρότσκι σε άπλετο φως. Και ενώ η τρόικα επιβουλεύεται το κύρος του, δηλητηριάζει τη δημοτικότητά του και επιχειρεί να τον εμφανίσει ως έναν απογοητευμένο φιλόδοξο, έναν εκμεταλλευτή της επανάστασης, έναν προδότη του νεκρού Λένιν, ο Τρότσκι επιτίθεται με βιαιότητα ενάντια στο Στάλιν, το Ζηνόβιεφ και τον Κάμενεφ, ενάντια
9, για την ελληνική γλώσσα.
80. Θερμιδόρ: Ο ενδέκατος μήνας του Ημερολογίου της Γαλλικής Επανάστασης (19-20 Ιουλίου έως 17-18 Αυγούστου). Τα γεγονότα του Θερμιδόρ, ή «θερμιδοριανά», οδήγησαν στην πτώση και στην καρατόμηση τόσο του Ροβεσπιέρου όσο και των οπαδών του. Ακολούθησε μία περίοδος που είναι γνωστή ως «Θερμιδοριανή Αντίδραση» της Συμβατικής [Σ.τ.Μ.]. 81. Νικολάι Νικολάγιεβιτς Γιουντένιτς, Αλεξάντρ Βασίλιεβιτς Κολτσάκ, Αντόν Ντενίκιν, Πιοτρ Νικολάγιεβιτς Βράνγκελ: Στρατιωτικοί ηγέτες, τρεις Στρατηγοί και ένας Ναύαρχος (Κολτσάκ), των δυνάμεων των Λευκών οι οποίοι πολέμησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση [Σ.τ.Ε.].
-145-
CURZIO MALAPARTE
στην Κεντρική Επιτροπή, ενάντια στην παλιά φρουρά του λενινισμού, ενάντια στην κομματική γραφειοκρατία· καταγγέλλει τον κίνδυνο ενός μικροαστικού και αγροτικού Θερμιδόρ και καλεί σε συσπείρωση τους νέους κομμουνιστές ενάντια στην τυραννία του υψηλόβαθμου κλήρου της επανάστασης. Η τρόικα απαντά με μια ανηλεή εκστρατεία συκοφάντησης: Σύσσωμος ο επίσημος κομματικός Τύπος υπακούει στο σύνθημα του Στάλιν. Σιγά-σιγά γύρω από τον Τρότσκι δημιουργείται ένα κενό. Οι πιο αδύναμοι αμφιταλαντεύονται, παραμερίζουν, κρύβουν το κεφάλι τους κάτω από την κομματική φτερούγα. Οι πιο δυνατοί, οι πιο παράφοροι, οι πιο γενναίοι μάχονται με το κεφάλι ψηλά, καθένας για λογαριασμό του, χάνουν την επαφή μεταξύ τους, αρχίζουν να μην εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον, ρίχνονται με τα μάτια κλειστά ενάντια στον εχθρικό συνασπισμό, τυλίγονται στα δίχτυα των μηχανορραφιών, των επιβουλών και των προδοσιών. Οι στρατιώτες και οι εργάτες, που βλέπουν στο πρόσωπο του Τρότσκι το δημιουργό του Κόκκινου Στρατού, το νικητή κατά του Κολτσάκ και του Βράνγκελ, τον υπερασπιστή της συνδικαλιστικής ελευθερίας και της εργατικής δικτατορίας ενάντια στην αντίδραση της ΝΕΠ82 και των αγροτών, παραμένουν πιστοί στον άνδρα και στις ιδέες της Οκτωβριανής Επανάστασης, όμως η πίστη τους είναι παθητική, αδρανοποιείται σε μια αναμονή, μεταβάλλεται σ’ ένα νεκρό βάρος στο βίαιο και επιθετικό παιχνίδι του Τρότσκι. Κατά τις πρώτες φάσεις της διαμάχης, ο Τρότσκι είχε την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσε να προκαλέσει σχίσμα στο εσωτερικό του κόμματος. Έχοντας τη στήριξη του στρατού και των συνδικάτων, στόχευε να ανατρέψει την τρόικα των Στάλιν, Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ, να αποτρέψει το σταλινικό Θερμιδόρ με μια 18η Μπρυμαίρ της «διαρκούς επανάστασης», να κατακτήσει το κόμμα και το κράτος ώστε να υλοποιήσει το πρόγραμμα του ολοκληρωτικού κομμουνισμού. Ωστόσο οι ομιλίες, οι μπροσούρες και οι αντιπαραθέσεις πάνω στην ερμηνεία της λενινιστικής σκέψης δεν αρκούσαν για να προκαλέσουν ένα σχίσμα στο κόμμα. Χρειαζόταν δράση. Ο Τρότσκι έπρεπε απλά να επιλέξει την κατάλληλη στιγμή. Οι περιστάσεις ευνοούσαν τα σχέδιά του. Ήδη μεταξύ του Στά-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
82. ΝΕΠ: Νέα Οικονομική Πολιτική. Οικονομική πολιτική που εγκαινιάστηκε το 1921 από το Λένιν και είχε ως στόχο την παγίωση μιας σταθερής οικονομίας μέσω της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την τάξη των αγροτών (παραγωγών), ώστε να αποφευχθεί ο λιμός στα αστικά κέντρα [Σ.τ.Μ.].
-146-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
λιν, του Ζηνόβιεφ και του Κάμενεφ γεννιόνταν οι πρώτες διαφωνίες. Γιατί δεν έδρασε ο Τρότσκι; Αντί να δράσει αφήνοντας κατά μέρος τις αντιπαραθέσεις και κατεβαίνοντας στο πεδίο της επαναστατικής δράσης, ο Τρότσκι σπαταλούσε το χρόνο του μελετώντας τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες της Αγγλίας, διδάσκοντας στους Άγγλους κομμουνιστές τους κανόνες που θα έπρεπε να ακολουθήσουν στο δρόμο προς την κατάκτηση του κράτους, αναζητώντας να βρει ομοιότητες ανάμεσα στον πουριτανικό στρατό του Κρόμγουελ και στον Κόκκινο Στρατό και κάνοντας συγκρίσεις μεταξύ Λένιν, Κρόμγουελ, Ροβεσπιέρου, Ναπολέοντα και Μουσολίνι. «Ο Λένιν», έγραφε ο Τρότσκι, «δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με το Βοναπάρτη ούτε με το Μουσολίνι, αλλά με τον Κρόμγουελ και το Ροβεσπιέρο. Ο Λένιν είναι ο προλετάριος Κρόμγουελ του 20ού αιώνα. Αυτός ο ορισμός αποτελεί την πιο υψιπετή συνηγορία υπέρ του μικροαστού Κρόμγουελ του 17ου αιώνα». Αντί να εφαρμόσει χωρίς χρονοτριβή εναντίον του Στάλιν την τακτική που ακολούθησε τον Οκτώβριο του 1917, ο Τρότσκι αναλωνόταν στο να δίνει συμβουλές σε πληρώματα, ναύτες, θερμαστές, μηχανικούς και ηλεκτροτεχνίτες του βρετανικού στόλου, γύρω από το τι θα έπρεπε να κάνουν ώστε να βοηθήσουν τους εργάτες στην κατάκτηση του κράτους. Ανέλυε την ψυχολογία των Άγγλων στρατιωτών και ναυτών ώστε να συναγάγει ποια θα ήταν η στάση τους όταν θα δέχονταν τη διαταγή να ανοίξουν πυρ ενάντια στους εργάτες· αποσυνέθετε το μηχανισμό της ανταρσίας ώστε να δείξει σε αργή κίνηση τις χειρονομίες του στρατιώτη που αρνείται να πυροβολήσει, αυτού που διστάζει και αυτού που είναι πρόθυμος να αδειάσει το τουφέκι του πάνω στο στρατιώτη που αρνείται να ανοίξει πυρ: Αυτές είναι οι τρεις βασικές κινήσεις του μηχανισμού. Ποια από τις τρεις είναι η πιο επιθυμητή για μια ανταρσία; Ο Τρότσκι εκείνη την εποχή δε σκεφτόταν τίποτε άλλο πέρα από την Αγγλία· ασχολούνταν περισσότερο με το Μακ Ντόναλντ παρά με το Στάλιν. «Ο Κρόμγουελ δεν είχε σχηματίσει ένα στρατό, αλλά ένα κόμμα. Ο στρατός του δεν ήταν παρά ένα ένοπλο κόμμα και αυτό αποτελούσε τη δύναμή του». Οι στρατιώτες του Κρόμγουελ είχαν λάβει στο πεδίο της μάχης το προσωνύμιο «Σιδερένια Πλευρά». «Είναι πάντα χρήσιμο για μια επανάσταση», προσέθετε ο Τρότσκι, «να έχεις σιδερένια πλευρά. Σ’ αυτό τον τομέα, οι Άγγλοι εργάτες έχουν πολλά να μάθουν από τον Κρόμγουελ». Γιατί λοιπόν δεν αποφάσιζε να δράσει; Γιατί δεν εξαπέλυε τα δικά του
9, για την ελληνική γλώσσα.
-147-
CURZIO MALAPARTE
σιδερένια πλευρά, δηλαδή τους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού, ενάντια στους οπαδούς του Στάλιν; Οι αντίπαλοί του εκμεταλλεύονται αυτή την αναποφασιστικότητα, τον αποπέμπουν από λαϊκό επίτροπο για τον Πόλεμο, του στερούν τον έλεγχο του Κόκκινου Στρατού. Λίγο αργότερα ο Τόμσκι απομακρύνεται από τη διοίκηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Έτσι ο μεγάλος αιρετικός, ο επίφοβος κατιλινιστής βρίσκεται άοπλος. Τα δύο εργαλεία στα οποία αυτός ο Μπολσεβίκος Βοναπάρτης βάσιζε το σχέδιο της δικής του 18ης Μπρυμαίρ, δηλαδή ο στρατός και τα συνδικάτα, έχουν εξεγερθεί εναντίον του. Ο μηχανισμός της GPU αποσαθρώνει σιγά-σιγά τη δημοτικότητά του. Το πλήθος των οπαδών του, απογοητευμένο από την επαμφοτερίζουσα στάση και τις ανεξήγητες αδυναμίες του, με τον καιρό διασκορπίζεται. Ο Τρότσκι αρρωσταίνει και εγκαταλείπει τη Μόσχα. Το Μάιο του 1926 νοσηλεύεται σε κλινική του Βερολίνου. Η είδηση της γενικής απεργίας στην Αγγλία και του πραξικοπήματος του Πιλσούντσκι τού φέρνει πυρετό. Πρέπει να επιστρέψει στη Μόσχα, δεν πρέπει να παραιτηθεί από τη μάχη. Τίποτε δεν έχει χαθεί έως ότου χαθούν όλα. Ο δημιουργός της GPU, ο βάναυσος και φανατικός Τζερζίνσκι, πεθαίνει αιφνίδια τον Ιούλιο του 1926 στη διάρκεια μιας σύγκλησης της Κεντρικής Επιτροπής και ενώ εκφωνεί ένα βίαιο λόγο εναντίον του Τρότσκι. Η διάσταση που εδώ και πολύ καιρό υπόβοσκε στους κόλπους της τρόικας αποκαλύπτεται ξαφνικά με τη συμμαχία των Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ κατά του Στάλιν. Η μάχη ανάβει ανάμεσα στους τρεις επίσημους συντηρητές της μούμιας του Λένιν. Ο Στάλιν καλεί σε βοήθεια το Μεντζίνσκι, διάδοχο του Τζερζίνσκι στη διοίκηση της GPU. Οι Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ τάσσονται στο πλευρό του Τρότσκι. Η ώρα της δράσης έφτασε· η πλημμυρίδα της εξέγερσης ανεβαίνει προς το Κρεμλίνο.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-148-
12
ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ έχουν αποδείξει μέχρι σήμερα ότι δεν
έχουν διδαχθεί τίποτε από τα γεγονότα του Οκτωβρίου του 1917. Καθημερινά αποδεικνύονται ανίκανες να προστατεύσουν το κράτος από τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Τα αστυνομικά μέτρα δεν επαρκούν πλέον για να εξασφαλίσουν το κράτος ενάντια στη σύγχρονη επαναστατική τεχνική. Θα ήταν χρήσιμο για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που τίποτε δε διδάχθηκαν από την εμπειρία του Κερένσκι, να αντλήσουν τουλάχιστον διδάγματα από τα γεγονότα του 1927, δηλαδή από την εμπειρία του Στάλιν. Η τακτική που ακολούθησε ο Στάλιν το 1927 αποτελεί υπόδειγμα της τέχνης της υπεράσπισης ενός κράτους. Είναι η μόνη που μπορεί να αντιπαρατεθεί στην κομμουνιστική εξέγερση. Πρέπει να μελετήσει κανείς την τακτική του Στάλιν, του μόνου Ευρωπαίου που απέδειξε ότι αποκόμισε οφέλη από τα διδάγματα του Οκτωβρίου του 1917, εάν θέλει να εξασφαλίσει την υπεράσπιση του αστικού κράτους ενάντια στον κομμουνιστικό κίνδυνο. «Οι επαναστάσεις δε γίνονται αυθαίρετα», έγραφε ο Τρότσκι με αφορμή τα γεγονότα στην Αγγλία, κατά τις απαρχές της διαμάχης του με το Στάλιν. «Αν μπορούσε κανείς να καθορίσει γι’ αυτές μια ορθολογική πορεία, θα ήταν ίσως πιθανό να αποφευχθούν». Τώρα είναι ο Τρότσκι αυτός που καθόρισε ένα ορθολογικό δρομολόγιο στις επαναστατικές απόπειρες, που παγίωσε τις αρχές και τους κανόνες της σύγχρονης επαναστατικής τακτικής. Και είναι ο Στάλιν αυτός που, επωφελούμενος από τα διδάγματα του Τρότσκι, έδειξε στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις τη δυνατότητα υπεράσπισης του αστικού κράτους ενάντια στον κίνδυνο μιας κομμουνιστικής επανάστασης.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-149-
CURZIO MALAPARTE
Η Ελβετία ή η Ολλανδία, δηλαδή δύο από τις πλέον αστυνομευμένες και καλά οργανωμένες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες η τάξη δεν είναι μόνο προϊόν της πολιτικής και της γραφειοκρατικής μηχανής του κράτους, αλλά και χαρακτηριστικό στοιχείο της φύσης αυτών των λαών, δεν παρουσιάζουν, στην εφαρμογή της κομμουνιστικής επαναστατικής τακτικής, μεγάλες διαφορές από τη Ρωσία του Κερένσκι. Ποιος συλλογισμός οδηγεί σ’ αυτό τον παράδοξο ισχυρισμό; Ο συλλογισμός ότι το ζήτημα του σύγχρονου πραξικοπήματος είναι ένα ζήτημα τεχνικού χαρακτήρα. Η εξέγερση είναι μια μηχανή, λέει ο Τρότσκι. Χρειάζονται τεχνικοί για να τη θέσουν σε κίνηση και μόνο τεχνικοί μπορούν να τη σταματήσουν. Το ξεκίνημα αυτής της μηχανής δεν εξαρτάται από τις γενικότερες συνθήκες της χώρας ή από εξαιρετικές περιστάσεις όπως μια ήδη ώριμη επαναστατική κρίση, το ερεθισμένο πνεύμα εξέγερσης των προλεταριακών μαζών ή μια κυβέρνηση ανίκανη να αντιμετωπίσει την πολιτική, κοινωνική και οικονομική αναταραχή. Την επανάσταση δεν την κάνουν οι μάζες, αλλά μια χούφτα άνθρωποι έτοιμοι για όλα, που έχουν εκπαιδευτεί στην επαναστατική τακτική και έχουν εξασκηθεί στην πραγματοποίηση ταχύτατων και σκληρών χτυπημάτων ενάντια στα ζωτικά κέντρα της τεχνικής οργάνωσης του κράτους. Αυτή η δύναμη κρούσης πρέπει να αποτελείται από ομάδες ένοπλων ανδρών, εξειδικευμένων εργατών, μηχανικών, ηλεκτροτεχνιτών, τηλεγραφητών και ραδιοτηλεγραφητών υπό τις διαταγές μηχανολόγων και τεχνικών που γνωρίζουν τη λειτουργία των τεχνικών οργάνων του κράτους. Το 1923, στη διάρκεια μιας συνεδρίασης της Κομιντέρν, ο Ράντεκ υπέβαλε την πρόταση να οργανωθεί σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες ένα ειδικό σώμα κατάκτησης του κράτους. Κατά την άποψή του, χίλιοι καλά εκπαιδευμένοι και εξασκημένοι άνδρες θα ήταν σε θέση να καταλάβουν την εξουσία σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα, στη Γαλλία ή στην Αγγλία, στη Γερμανία, στην Ελβετία ή στην Ισπανία. Ο Ράντεκ δεν έτρεφε καμία εμπιστοσύνη για τις επαναστατικές αρετές των κομμουνιστών στις υπόλοιπες χώρες. Οι επικρίσεις του για τους ανθρώπους και τις μεθόδους των διάφορων φραξιών της Γ΄ Διεθνούς δεν άφηναν άθικτη ούτε καν τη μνήμη της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ83. Το
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
83. Καρλ Λίμπκνεχτ (1871-1919): Γερμανός σοσιαλδημοκράτης, ο οποίος, μαζί με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και άλλους ριζοσπάστες, ίδρυσε την «Ένωση Σπάρτακος», μυστική οργάνωση στο Βερολίνο, που μετασχηματίστηκε τελικά στο Κομμουνιστικό Κόμμα
-150-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
1920, κατά τη διάρκεια της επίθεσης του Τρότσκι στην Πολωνία, κι ενόσω ο Κόκκινος Στρατός πλησίαζε στη Βαρσοβία και από μέρα σε μέρα αναμενόταν στο Κρεμλίνο η είδηση της κατάκτησης της πολωνικής πρωτεύουσας, ο Ράντεκ ήταν ο μόνος που δε συμμεριζόταν τη γενική αισιοδοξία. Η νίκη του Τρότσκι εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τη σύμπραξη των Πολωνών κομμουνιστών. Ο Λένιν πίστευε ακράδαντα ότι η κομμουνιστική εξέγερση θα ξεσπούσε στη Βαρσοβία αμέσως μόλις οι Ρώσοι στρατιώτες θα έφθαναν στο Βιστούλα. «Δεν πρέπει να υπολογίζουμε στους Πολωνούς κομμουνιστές», δήλωνε ο Ράντεκ, «είναι κομμουνιστές αλλά δεν είναι επαναστάτες». Λίγο αργότερα ο Λένιν έλεγε στην Κλάρα Τσέτκιν: «Ο Ράντεκ είχε προβλέψει αυτά που έμελλε να συμβούν. Μας είχε προειδοποιήσει. Εγώ είχα εξοργιστεί μαζί του, τον μεταχειρίστηκα ως ηττοπαθή. Όμως εκείνος είχε δίκιο. Γνωρίζει πολύ καλύτερα από εμάς την εκτός Ρωσίας κατάσταση, ειδικά στις χώρες της Δύσης». Το δίδαγμα των γεγονότων στην Πολωνία είχε φέρει τον Τρότσκι κοντά στις ιδέες του Ράντεκ. Είχε πειστεί ότι οι κομμουνιστές των άλλων χωρών δεν ήταν ικανοί να κατακτήσουν την εξουσία. Ήταν παλιάς σχολής επαναστάτες που αντιμετώπιζαν το ζήτημα της εξέγερσης ως ένα ζήτημα αστυνομικού χαρακτήρα. Η τακτική τους συνίστατο στην παλιά μέθοδο της κατά μέτωπο επίθεσης εναντίον της κυβέρνησης, της εξαπόλυσης όλων των επαναστατικών δυνάμεων κατά των φρουρούμενων από την Αστυνομία και τον κυβερνητικό στρατό θέσεων, της απόπειρας πληγμάτων στα ζωτικά κέντρα της πολιτικής και γραφειοκρατικής οργάνωσης του κράτους, αγνοώντας τα ζωτικά κέντρα της τεχνικής οργάνωσης. Αυτή η παλιά μέθοδος που απέρρεε από την παρωχημένη αντίληψη της συντριβής της άμυνας του αντιπάλου με τη μαζική δράση και της αντιπαράθεσης της λαϊκής παρόρμησης στα αστυνομικά μέτρα βασιζόταν στη συμμετοχή των προλεταριακών μαζών στην επαναστατική δράση. «Η ευρωπαϊκή εμπειρία αυτών των τελευταίων ετών», δήλωνε ο Ράντεκ, «αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει ευκολότερο πράγμα από το να τσακίσεις τη λαϊκή ορμή. Τα αστυνομικά μέτρα είναι η καλύτερη άμυνα ενάντια στην παλιά μέθοδο των κομμουνιστών στις δυτικές χώρες, όμως είναι ολότελα άχρηστα ενάντια στα ταχύτατα και βίαια χτυπήματα ενός ειδικού σώματος,
9, για την ελληνική γλώσσα.
της Γερμανίας και είχε ως στόχο την πραγματοποίηση μιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Δολοφονήθηκε μαζί με τη Λούξεμπουργκ στις 15 Ιανουαρίου 1919 [Σ.τ.Ε.].
-151-
CURZIO MALAPARTE
εξασκημένου στην τεχνική της Οκτωβριανής Επανάστασης». Η παλιά μέθοδος των κομμουνιστών των δυτικών χωρών είναι αυτή η ίδια που η Κεντρική Επιτροπή και το Συμβούλιο ήθελαν να εφαρμόσουν εναντίον του Κερένσκι τον Οκτώβριο του 1917. Η πρόταση του Ράντεκ για την οργάνωση σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα ενός ειδικού σώματος για την κατάκτηση του κράτους είχε βρει στο πρόσωπο του Τρότσκι ένα θαρραλέο υπέρμαχο με ξεκάθαρες ιδέες. Ο Τρότσκι είχε φθάσει στο σημείο να μελετά την ανάγκη ίδρυσης στη Μόσχα μιας σχολής τεχνικής εκπαίδευσης των κομμουνιστών, που θα προορίζονταν να στελεχώσουν αυτό το ειδικό σώμα σε κάθε χώρα. Αυτή την ιδέα δανείστηκε πρόσφατα ο Χίτλερ, ο οποίος σήμερα δημιουργεί στο Μόναχο μία σχολή αυτού του είδους για την εκπαίδευση των δικών του στρατευμάτων κρούσης. «Μ’ ένα ειδικό σώμα χιλίων ανδρών στρατολογημένων ανάμεσα στους Βερολινέζους εργάτες και πλαισιωμένων από Ρώσους κομμουνιστές», δήλωνε ο Τρότσκι, «δεσμεύομαι ότι θα καταλάβω το Βερολίνο μέσα σε 24 ώρες». Δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στη λαϊκή ορμή και στη συμμετοχή των προλεταριακών μαζών στην επαναστατική δράση: «Η ένοπλη παρέμβαση των μαζών είναι απαραίτητη σε δεύτερο χρόνο, ώστε να αποκρουστεί η αντεπίθεση των αντεπαναστατών». Και πρόσθετε ότι οι Γερμανοί κομμουνιστές θα έχαναν πάντοτε από τους Scheupos και από το Στρατό του Ράιχ, εφόσον δεν αποφάσιζαν να εφαρμόσουν την οκτωβριανή τακτική. Ο Τρότσκι και ο Ράντεκ είχαν φθάσει μέχρι το σημείο να εκπονήσουν λεπτομερές σχέδιο για ένα πραξικόπημα στο Βερολίνο. Το Μάιο του 1926, και ενώ βρισκόταν στη γερμανική πρωτεύουσα για να υποβληθεί σε μια εγχείρηση στο λάρυγγα, ο Τρότσκι κατηγορήθηκε ότι είχε πάει στο Βερολίνο με σκοπό να οργανώσει μια κομμουνιστική εξέγερση. Όμως αυτός, ήδη το 1926, δεν ασχολούνταν πια με το ζήτημα της επανάστασης στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι ειδήσεις της γενικής απεργίας στην Αγγλία και του πραξικοπήματος του Πιλσούντσκι τον έκαναν να «ανεβάσει πυρετό» και να επισπεύσει την επιστροφή του στη Μόσχα. Ήταν ο πυρετός των μεγάλων ημερών του Οκτωβρίου, αυτός ο πυρετός που τον μεταμόρφωνε, κατά τη ρήση του Λουνατσάρσκι, σ’ έναν ηλεκτρικό πυκνωτή. Ο Τρότσκι, ωχρός και εμπύρετος, επέστρεφε στη Μόσχα για να οργανώσει εκείνη τη δύναμη κρούσης που θα ανέτρεπε το Στάλιν και θα καταλάμβανε το κράτος.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Όμως ο Στάλιν κατόρθωσε να αντλήσει οφέλη από το μάθημα του
-152-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Οκτωβρίου του 1917. Με τη βοήθεια του Μεντζίνσκι, του νέου αρχηγού της GPU, ο Στάλιν προσωπικά οργανώνει ένα «ειδικό σώμα» υπεράσπισης του κράτους. Η «τεχνική» διοίκηση αυτού του ειδικού σώματος, που καταλαμβάνει τον τελευταίο όροφο του κτιρίου της Λιουμπιάνκα, όπου βρισκόταν η έδρα της GPU, ανατίθεται στο Μεντζίνσκι, ο οποίος επιβλέπει προσωπικά τη διαλογή των κομμουνιστών που θα μετείχαν σ’ αυτό, στρατολογώντας τους ανάμεσα στους εργαζόμενους στις τεχνικές υπηρεσίες του κράτους, ηλεκτροτεχνίτες, τηλεγραφητές, τηλεφωνητές, ραδιοτηλεγραφητές, σιδηροδρομικούς, μηχανικούς κ.λπ. Ο προσωπικός τους εξοπλισμός αποτελείται μόνο από χειροβομβίδες και περίστροφα ώστε να μην εμποδίζονται στις κινήσεις τους. Αυτό το ειδικό σώμα συντίθεται από εκατό «équipes» (ομάδες) των δέκα ανδρών η καθεμία, που υποστηρίζονται από είκοσι θωρακισμένα οχήματα. Κάθε «équipe» διαθέτει ένα απόσπασμα οπλισμένο με ελαφρά πολυβόλα και δύο μοτοσικλετιστές που εκτελούν χρέη συνδέσμων τόσο με τις άλλες «équipes» όσο και με το κτίριο της Λιουμπιάνκα. Ο Μεντζίνσκι, που κάνει τα πάντα ώστε ακόμη και η ίδια η ύπαρξη αυτού του «ειδικού σώματος» να παραμένει επτασφράγιστο μυστικό, διαιρεί τη Μόσχα σε δέκα τομείς: Ένα δίκτυο μυστικών τηλεφωνικών γραμμών, που καταλήγουν στη Λιουμπιάνκα, συνδέει τους τομείς μεταξύ τους. Εκτός του Μεντζίνσκι, μόνο οι εργάτες που δούλεψαν στην κατασκευή αυτών των τηλεφωνικών γραμμών γνωρίζουν την ύπαρξη και τη διαδρομή τους. Όλα τα ζωτικά κέντρα της τεχνικής οργάνωσης της Μόσχας συνδέονται με το κτίριο της Λιουμπιάνκα διαμέσου ενός τηλεφωνικού δικτύου προφυλαγμένου από κάθε χτύπημα, από οποιαδήποτε απόπειρα σαμποτάζ. Πολυάριθμα «κύτταρα» επιτήρησης, ελέγχου και αντίστασης φωλιάζουν σε κτίρια που βρίσκονται στα στρατηγικά σημεία όλων των τομέων. Αυτά συναπαρτίζουν τους κρίκους της αλυσίδας που αποτελεί το νευρικό σύστημα της οργάνωσης. Η μονάδα μάχης αυτού του «ειδικού σώματος» είναι η ομάδα, η «équipe». Κάθε «équipe» πρέπει να εξασκείται στη δράση επί του εδάφους που της έχει ανατεθεί, εντός των ορίων του τομέα της. Κάθε μέλος όλων των «équipes» οφείλει να γνωρίζει επακριβώς τα καθήκοντα της δικής του «équipe», και τα καθήκοντα των υπόλοιπων εννέα «équipes» του τομέα του. Η οργάνωση, σύμφωνα με τη συνταγή του Μεντζίνσκι, είναι «μυστική και αόρατη». Τα μέλη της δε φορούν στολές και δε φέρουν κανένα εξωτερικό σημάδι που θα επέτρεπε την αναγνώρισή τους.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-153-
CURZIO MALAPARTE
Ακόμη και η ίδια η ένταξή τους στην οργάνωση είναι μυστική. Πέρα από την τεχνική και στρατιωτική τους εκπαίδευση, τα μέλη του «ειδικού σώματος» λαμβάνουν και πολιτική διαπαιδαγώγηση. Μπαίνουν σε εφαρμογή όλα τα μέσα που θα μπορούσαν να εξάψουν το μίσος τους ενάντια στους εχθρούς της επανάστασης, φανερούς και αθέατους, ενάντια στους Εβραίους, ενάντια στους οπαδούς του Τρότσκι. Οι Εβραίοι δε γίνονται δεκτοί ως μέλη της οργάνωσης. Είναι μια πραγματική σχολή αντισημιτισμού, εκεί όπου τα μέλη του «ειδικού σώματος» διδάσκονται την τέχνη της υπεράσπισης του σοβιετικού κράτους ενάντια στην επαναστατική τακτική του Τρότσκι. Έχει γίνει πολλή συζήτηση, τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ευρώπη, γύρω από τα γενεσιουργά αίτια και τη φύση του σταλινικού αντισημιτισμού. Ορισμένοι τον δικαιολογούν ως μια παραχώρηση στις προκαταλήψεις των αγροτικών μαζών, η οποία πηγάζει από λόγους πολιτικού καιροσκοπισμού. Άλλοι τον θεωρούν ένα απλό επεισόδιο στη μάχη του Στάλιν κατά του Τρότσκι, του Ζηνόβιεφ και του Κάμενεφ, καθώς και οι τρεις τους ήταν Εβραίοι. Όλοι όσοι κατηγορούν το Στάλιν για παραβίαση εκείνου του λενινιστικού κανόνα, που χαρακτηρίζει ως αντεπαναστατικό έγκλημα και τιμωρεί δριμύτατα κάθε μορφή αντισημιτισμού, δε δείχνουν να λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός ότι ο αντισημιτισμός του Στάλιν πρέπει να κριθεί μόνο σε σχέση με την ανάγκη υπεράσπισης του κράτους και δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά ως ένα ακόμη από τα πολλά στοιχεία της τακτικής που ακολούθησε ο Στάλιν ενάντια στην απόπειρα εξέγερσης του Τρότσκι. Το μίσος του Στάλιν για τους τρεις Εβραίους –Τρότσκι, Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ– δεν αρκεί για να δικαιολογήσει, δέκα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, μια τέτοια επιστροφή στον κρατικό αντισημιτισμό της εποχής του Στολίπιν84. Δε χρειάζεται ασφαλώς να αναζητήσουμε τα αίτια της μάχης που ξεκίνησε ο Στάλιν το 1927 κατά των τριών Εβραίων στο θρησκευτικό φανατισμό και στις παραδοσιακές
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
84. Πιοτρ Αρκάντιεβιτς Στολίπιν (1862-1911): Ρώσος τσαρικός Πρωθυπουργός, ο οποίος διοίκησε απολυταρχικά τη Ρωσία από το 1906 μέχρι τη δολοφονία του το 1911. Υπήρξε εμπνευστής μιας σημαντικής αγροτικής μεταρρύθμισης που αποσκοπούσε στη διάλυση των αγροτικών κοινοτήτων και στη δημιουργία ατομικών αγροκτημάτων. Στη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, ο στρατός και η Αστυνομία αναμορφώθηκαν ενώ η εκπαίδευση βελτιώθηκε σημαντικά τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα [Σ.τ.Μ.].
-154-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
προκαταλήψεις, αλλά μάλλον στην ανάγκη καταπολέμησης των πιο επικίνδυνων στοιχείων ανάμεσα στους οπαδούς του Τρότσκι. Ο Μεντζίνσκι είχε παρατηρήσει ότι οι πιο διακεκριμένοι οπαδοί των Τρότσκι, Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ ήταν σχεδόν όλοι τους Ισραηλίτες. Στον Κόκκινο Στρατό, στα συνδικάτα, στα εργοστάσια, στα Υπουργεία, οι Εβραίοι τάσσονται στο πλευρό του Τρότσκι. Στο Σοβιέτ της Μόσχας, όπου ο Κάμενεφ έχει την πλειοψηφία, και στο Σοβιέτ του Λένινγκραντ, που σύσσωμο βρίσκεται στο πλευρό του Ζηνόβιεφ, η ραχοκοκαλιά της αντιπολίτευσης στο Στάλιν αποτελείται από Εβραίους. Προκειμένου να αποσπαστούν ο στρατός, τα συνδικάτα και οι εργατικές μάζες της Μόσχας και του Λένινγκραντ από τον έλεγχο των Τρότσκι, Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ, αρκεί να αναβιώσουν οι παλιές αντισημιτικές προκαταλήψεις, η ενστικτώδης απέχθεια του ρωσικού λαού για τους Εβραίους. Ο Στάλιν, στη μάχη του κατά της «διαρκούς επανάστασης», στηρίζεται στο μικροαστικό εγωισμό των κουλάκων, δηλαδή των εύπορων γαιοκτημόνων και στην άγνοια των αγροτικών μαζών, που ουδέποτε αποποιήθηκαν το αταβιστικό τους μίσος για τους Εβραίους. Μέσω του αντισημιτισμού σκοπεύει να συγκροτήσει ένα ενιαίο μέτωπο στρατιωτών, εργατών και αγροτών ενάντια στον τροτσκιστικό κίνδυνο. Ο Μεντζίνσκι έχει μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας στη μάχη του κατά της τροτσκιστικής φράξιας, στο κυνήγι του κατά των μελών της μυστικής οργάνωσης που ο Τρότσκι σχηματίζει προκειμένου να κατακτήσει την εξουσία. Σε κάθε Εβραίο ο Μεντζίνσκι υποψιάζεται και καταδιώκει έναν τροτσκιστή. Έτσι η μάχη κατά της τροτσκιστικής φράξιας προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά ενός πραγματικού κρατικού αντισημιτισμού. Οι Εβραίοι εκδιώκονται συστηματικά από το στρατό, από τα συνδικάτα, από την κρατική γραφειοκρατία και από τη γραφειοκρατία του Κομμουνιστικού Κόμματος, από τις διοικήσεις των βιομηχανικών και εμπορικών τραστ. Η εκκαθάριση συντελείται ακόμη και στην Επιτροπή των Εξωτερικών Υποθέσεων αλλά και σ’ αυτή του Εξωτερικού Εμπορίου, όπου οι Εβραίοι θεωρούνταν αναντικατάστατοι. Σιγά-σιγά η τροτσκιστική φράξια, που είχε απλώσει τα πλοκάμια της σε όλα τα όργανα της πολιτικής, οικονομικής και διοικητικής μηχανής του κράτους, αποσυντίθεται. Μεταξύ των Εβραίων που καταδιώχθηκαν από την GPU, που αποστερήθηκαν τις δουλειές τους, τα λειτουργήματά τους, τους μισθούς τους, που φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, διασκορπίστηκαν ή κατάντησαν να ζουν με τρόπο αλγεινό στο περιθώριο της σοβιετικής
9, για την ελληνική γλώσσα.
-155-
CURZIO MALAPARTE
κοινωνίας, υπάρχουν πολλοί που δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με την τροτσκιστική συνωμοσία: «Πληρώνουν για τους άλλους· και οι άλλοι πληρώνουν για όλους», λέει ο Μεντζίνσκι. Ο Τρότσκι δεν έχει τίποτε να αντιπαραθέσει στην τακτική του Στάλιν. Είναι ανήμπορος να αμυνθεί ενάντια στην υποκινούμενη αφύπνιση του ενστικτώδους λαϊκού μίσους για τους Εβραίους. Όλες οι προκαταλήψεις της παλιάς τσαρικής Ρωσίας αφυπνίζονται εναντίον του. Ακόμη και το τεράστιο κύρος του πέφτει μπροστά στην απρόσμενη αναβίωση των ενστίκτων και των προκαταλήψεων του ρωσικού λαού. Οι πιο ταπεινοί και πιστοί του οπαδοί, οι εργάτες που τον ακολούθησαν τον Οκτώβριο του 1917, οι στρατιώτες που αυτός οδήγησε στη νίκη κατά των Κοζάκων του Κολτσάκ και του Βράνγκελ, τώρα φεύγουν από κοντά του. Τώρα πια στα μάτια των εργατικών μαζών ο Τρότσκι δεν είναι παρά ένας Εβραίος. Ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ αρχίζουν να φοβούνται το παράφορο θάρρος του Τρότσκι, την επιμονή του, την οίησή του, το μίσος του για όποιον τον προδίδει, για όποιον τον εγκαταλείπει, την περιφρόνησή του για όποιον τον αντιμάχεται. Ο Κάμενεφ, πιο αδύναμος, πιο αναποφάσιστος και ίσως πιο δειλός από το Ζηνόβιεφ δεν προδίδει τον Τρότσκι. Τον εγκαταλείπει. Την παραμονή της εξέγερσης κατά του Στάλιν, συμπεριφέρεται απέναντι στον Τρότσκι με τον ίδιο τρόπο που είχε συμπεριφερθεί απέναντι στο Λένιν την παραμονή της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917. «Δεν είχα εμπιστοσύνη στην επαναστατική δράση», θα πει αργότερα δικαιολογούμενος. «Δεν είχε εμπιστοσύνη ούτε και στην προδοσία», θα πει ο Τρότσκι που δε θα τον συγχωρήσει ποτέ για το γεγονός ότι δεν είχε το θάρρος να τον προδώσει φανερά. Όμως ο Ζηνόβιεφ δεν εγκαταλείπει τον Τρότσκι. Αυτός θα προδώσει μόλις την ύστατη ώρα, μετά την αποτυχία της επαναστατικής απόπειρας κατά του Στάλιν. «Ο Ζηνόβιεφ δεν είναι άνανδρος», θα πει γι’ αυτόν ο Τρότσκι: «Δεν το βάζει στα πόδια παρά μόνο ενώπιον του κινδύνου». Προκειμένου να μην τον έχει δίπλα του την κρίσιμη στιγμή, ο Τρότσκι τού αναθέτει την οργάνωση στο Λένινγκραντ των «équipes» των εργατών, που θα καταλάμβαναν την πόλη με το άγγελμα της επιτυχίας της επανάστασης στη Μόσχα. Όμως ο Ζηνόβιεφ δεν είναι πια το ίνδαλμα των προλεταριακών μαζών του Λένινγκραντ. Τον Οκτώβριο του 1926, στο πλαίσιο της σύγκλησης της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος στην παλιά πρωτεύουσα, η εκδήλωση που διοργανώνεται προς τιμήν της
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-156-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Κεντρικής Επιτροπής, προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά μιας φιλοτροτσκιστικής εκδήλωσης. Αν ο Ζηνόβιεφ είχε ακόμη την παλιά του επιρροή επί των εργατών του Λένινγκραντ, αυτό το επεισόδιο θα μπορούσε να αποτελέσει το εφαλτήριο μιας εξέγερσης. Αργότερα ο Ζηνόβιεφ οικειοποιήθηκε τα εύσημα εκείνης της επαναστατικής εκδήλωσης. Στην πραγματικότητα ούτε ο Ζηνόβιεφ ούτε ο Μεντζίνσκι την είχαν προβλέψει. Ακόμη και ο ίδιος ο Τρότσκι εξεπλάγη, καταλήφθηκε εξαπίνης, αλλά είχε τη φρόνηση να μην εκμεταλλευτεί εκείνη την περίσταση. Οι εργατικές μάζες του Λένινγκραντ δεν ήταν πια αυτές που ήταν δέκα χρόνια πριν. Τι είχαν απογίνει οι κόκκινες φρουρές του Οκτωβρίου του 1917; Εκείνη η πομπή εργατών και στρατιωτών που παρελαύνουν σφυρίζοντας μπροστά από το Μέγαρο της Ταυρίδας, κάτω από τις εξέδρες για τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής και συνωστίζονται γύρω από τον Τρότσκι επευφημώντας τον ήρωα της Οκτωβριανής Επανάστασης, το δημιουργό του Κόκκινου Στρατού, τον υπερασπιστή της συνδικαλιστικής ελευθερίας, αποκαλύπτει στο Στάλιν τις αδυναμίες της μυστικής οργάνωσης του Τρότσκι. Μια χούφτα αποφασισμένων ανδρών θα μπορούσε εκείνη τη μέρα να καταλάβει την πόλη αμαχητί. Όμως δεν είναι πια ο Αντόνοφ-Οβσεγιένκο αυτός που διοικεί τις «équipes» των εργατών, τις δυνάμεις κρούσης της εξέγερσης. Οι κόκκινες φρουρές του Ζηνόβιεφ τρέμουν μήπως προδοθούν από τον αρχηγό τους. «Εάν η τροτσκιστική φράξια», σκέφτεται ο Μεντζίνσκι, «είναι τόσο ισχυρή στη Μόσχα όσο και στο Λένινγκραντ, τότε η παρτίδα έχει κερδηθεί». Η γη αρχίζει να χάνεται κάτω από τα πόδια του Τρότσκι. Ο τελευταίος εδώ και πολύ καιρό παρακολουθεί ανήμπορος τις διώξεις, τις φυλακίσεις, τον εξορισμό των οπαδών του. Εδώ και πολύ καιρό αισθάνεται, μέρα με την ημέρα περισσότερο, την εγκατάλειψη και την προδοσία όλων όσοι του είχαν αποδείξει επανειλημμένα την ευψυχία και τη σταθερότητά τους. Έως ότου κάποια στιγμή, αισθανόμενος σε κίνδυνο, ξαναρίχνεται στη μάχη με τις δυνάμεις του εξασθενημένες, ξαναβρίσκει στο αίμα του την αδάμαστη και αξιοθαύμαστη περηφάνια του διωκόμενου Εβραίου, τη βάναυση και εκδικητική θέληση που προσδίδει στη φωνή του τη βιβλική χροιά της απόγνωσης και της εξέγερσης. Αυτός ο ωχρός άνδρας με τα μυωπικά μάτια που φλέγονται από τον πυρετό και την αϋπνία, αυτός που βγαίνει να μιλήσει στα συλλαλητήρια, στα προαύλια των στρατώνων και των εργοστασίων, μπροστά σε πλήθη στρατιωτών και εργατών δύσπιστων, φοβισμένων κι αβέβαιων, δεν είναι
9, για την ελληνική γλώσσα.
-157-
CURZIO MALAPARTE
πια ο Τρότσκι του 1922, του 1923, του 1924, ο κομψός, ο είρων, ο χαμογελαστός. Είναι ο Τρότσκι του 1917, του 1918, του 1919, του 1920 και 1921, της Οκτωβριανής Επανάστασης και του εμφυλίου πολέμου, ο Μπολσεβίκος Κατιλίνας, ο Τρότσκι του Ινστιτούτου Σμόλνι και των πεδίων της μάχης, ο Μεγάλος Δημεγέρτης. Στο πρόσωπο αυτού του ωχρού και παράφορου άνδρα, οι εργατικές μάζες της Μόσχας αναγνωρίζουν τον Τρότσκι της κόκκινης εποχής του Λένιν. Στα εργοστάσια και στους στρατώνες πνέει ήδη ο άνεμος της εξέγερσης, όμως ο Τρότσκι παραμένει πιστός στην τακτική του. Δε θέλει να εξαπολύσει τον όχλο προς την κατάκτηση του κράτους, αλλά τις δυνάμεις κρούσης που ο ίδιος εν κρυπτώ οργάνωσε. Δε στοχεύει να καταλάβει την εξουσία με την επανάσταση, με μια φανερή εξέγερση των εργατικών μαζών, μα μ’ ένα πραξικόπημα οργανωμένο «επιστημονικά». Σε μια εβδομάδα περίπου θα λάβει χώρα ο εορτασμός της δεκάτης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης. Απ’ όλη την Ευρώπη θα καταφθάσουν στη Μόσχα αντιπρόσωποι των διάφορων φραξιών της Γ΄ Διεθνούς. Ο Τρότσκι προετοιμάζεται να γιορτάσει τη δέκατη επέτειο της νίκης του επί του Κερένσκι με μια νίκη επί του Στάλιν. Οι αντιπροσωπείες των εργατών απ’ όλη την Ευρώπη θα παρακολουθήσουν μια βίαιη επανάληψη της προλεταριακής επανάστασης ενάντια στο Θερμιδόρ των μικροαστών του Κρεμλίνου: «Ο Τρότσκι κάνει ζαβολιές στο παιχνίδι», λέει χαμογελώντας ο Στάλιν. Και την ίδια στιγμή παρακολουθεί από κοντά όλες τις κινήσεις του αντιπάλου. Μία χιλιάδα εργάτες και στρατιώτες, παλιοί υποστηρικτές του Τρότσκι που έχουν παραμείνει πιστοί στην επαναστατική αντίληψη της μπολσεβίκικης «παλιάς φρουράς», είναι έτοιμοι για τη μεγάλη μέρα: Ήδη εδώ και καιρό οι τροτσκιστικές «équipes» των τεχνικών και των εργατών εξασκούνται στους «αόρατους ελιγμούς». Τα μέλη του ειδικού σώματος, του οργανωμένου από το Μεντζίνσκι για την υπεράσπιση του κράτους, αντιλαμβάνονται αμυδρά γύρω τους τον ήχο από την κίνηση της τροτσκιστικής επαναστατικής μηχανής: Χιλιάδες μικρά σημάδια τούς προειδοποιούν ότι ο κίνδυνος πλησιάζει. Ο Μεντζίνσκι αγωνίζεται με όλα τα μέσα να εμποδίσει τις κινήσεις του αντιπάλου, όμως οι ενέργειες δολιοφθοράς στους σιδηροδρόμους, στα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής, στα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά δίκτυα αυξάνονται καθημερινά. Οι πράκτορες του Τρότσκι παρεισφρέουν παντού, ψηλαφώντας τα γρανάζια της τεχνικής οργάνωσης του κράτους, προκαλώντας κάπου-κάπου μια μερική παραλυσία στους πιο ευαίσθητους οργανισμούς: Είναι τα προκαταρκτικά επεισόδια της επανάστασης.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-158-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Οι τεχνικοί του ειδικού σώματος του Μεντζίνσκι, σε διαρκή ετοιμότητα, επιβλέπουν τη λειτουργία των νευραλγικών κέντρων του κράτους, δοκιμάζουν την ευαισθησία του, μετρούν το δικό του βαθμό αντίστασης και αντίδρασης. Ο Μεντζίνσκι θα ήθελε να συλλάβει αμέσως τον Τρότσκι και τους πλέον επικίνδυνους από τους οπαδούς του, όμως ο Στάλιν εναντιώνεται. Στις παραμονές του εορτασμού της δεκάτης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης, μια σύλληψη του Τρότσκι θα προξενούσε αλγεινή εντύπωση τόσο στις σοβιετικές μάζες όσο και στις αντιπροσωπείες των εργατών απ’ όλη την Ευρώπη, που ήδη έχουν αρχίσει να συρρέουν στη Μόσχα προκειμένου να παραστούν στις επίσημες εκδηλώσεις. Η συγκυρία που επέλεξε ο Τρότσκι για μια απόπειρα κατάκτησης του κράτους δε θα μπορούσε να είναι καλύτερη. Ως καλός τακτικιστής που είναι, έχει τα νώτα του καλυμμένα. Ο Στάλιν δεν τολμά να τον συλλάβει ώστε να μη δώσει την εντύπωση ενός τυράννου. Όταν θα το τολμήσει, θα είναι ήδη πολύ αργά, σκέφτεται ο Τρότσκι. Οι φωταψίες της δεκάτης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης θα έχουν σβήσει και ο Στάλιν δε θα είναι πια στην εξουσία. Η επαναστατική δράση πρέπει να εκκινήσει με την κατάληψη των τεχνικών οργάνων της κρατικής μηχανής και με τη σύλληψη των λαϊκών επιτρόπων, των μελών της Κεντρικής Επιτροπής και του Συμβουλίου για την κάθαρση του κόμματος. Όμως ο Μεντζίνσκι έχει εξουδετερώσει το χτύπημα. Οι κόκκινες φρουρές του Τρότσκι βρίσκουν τα σπίτια άδεια. Όλοι οι επικεφαλής της σταλινικής φράξιας έχουν βρει καταφύγιο στο Κρεμλίνο, όπου ο Στάλιν, ψυχρός και υπομονετικός, αναμένει την έκβαση της μάχης που έχει ξεκινήσει ανάμεσα στις δυνάμεις κρούσης της εξέγερσης και στο ειδικό σώμα του Μεντζίνσκι. Είναι 7 Νοεμβρίου του 1927. Όλη η Μόσχα είναι στολισμένη στα κόκκινα. Η πομπή των αντιπροσώπων των ομόσπονδων Δημοκρατιών της ΕΣΣΔ, που έχουν καταφθάσει απ’ όλες τις γωνιές της Ρωσίας και από τα βάθη της Ασίας, παρελαύνει μπροστά από τα ξενοδοχεία «Savoy» και «Métropole», όπου έχουν καταλύσει οι αντιπροσωπείες των εργατών από τις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Στην Κόκκινη Πλατεία, μπροστά στο τείχος του Κρεμλίνου, χιλιάδες κόκκινες σημαίες περιβάλλουν το Μαυσωλείο του Λένιν. Στο βάθος της πλατείας, μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Βασιλείου, βρίσκονται παραταγμένοι οι Kοζάκοι ιππείς του Μπουντιένι, το πεζικό του Τουχατσέφσκι, οι βετεράνοι των ετών 1918,
9, για την ελληνική γλώσσα.
-159-
CURZIO MALAPARTE
1919, 1920 και 1921, αυτοί οι ίδιοι στρατιώτες τους οποίους ο Τρότσκι οδήγησε από νίκη σε νίκη σε όλα τα μέτωπα του εμφυλίου πολέμου. Και ενώ ο λαϊκός επίτροπος για τον Πόλεμο, Βοροσίλοφ, επιθεωρεί τις στρατιωτικές αντιπροσωπείες της ΕΣΣΔ, ο Τρότσκι, ο δημιουργός του Κόκκινου Στρατού, επικεφαλής χιλίων ανδρών, αναλαμβάνει το εγχείρημα της κατάκτησης του κράτους. Ωστόσο ο Μεντζίνσκι έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα. Η αμυντική του τακτική δε συνίσταται στην έξωθεν υπεράσπιση, με μεγάλη ανάπτυξη δυνάμεων, των απειλούμενων κρατικών κτιρίων, αλλά στην εκ των ένδον υπεράσπισή τους από μια χούφτα άνδρες. Στην αόρατη επίθεση του Τρότσκι αυτός αντιπαραθέτει μια αόρατη άμυνα. Δεν υποπίπτει στο σφάλμα να διασπείρει τις δυνάμεις του, ώστε να προστατεύσει το Κρεμλίνο, τις έδρες των λαϊκών επιτρόπων, τις έδρες των βιομηχανικών και εμπορικών τραστ, των συνδικάτων και των δημόσιων διοικήσεων. Και ενώ τα αστυνομικά αποσπάσματα της GPU μεριμνούν για την ασφάλεια της πολιτικής και διοικητικής οργάνωσης του κράτους, ο Μεντζίνσκι επικεντρώνει τις δυνάμεις του ειδικού σώματος στην υπεράσπιση της τεχνικής οργάνωσης. Ο Τρότσκι δεν είχε προβλέψει την τακτική του Μεντζίνσκι. Περιφρονούσε πολύ το Μεντζίνσκι και είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του για να θεωρεί το Μεντζίνσκι έναν επίφοβο αντίπαλο. Ο Τρότσκι συνειδητοποιεί πολύ αργά ότι οι αντίπαλοί του κατόρθωσαν να αντλήσουν διδάγματα από το μάθημα του Οκτωβρίου του 1917. Όταν του αναγγέλλουν ότι τα αιφνιδιαστικά του χτυπήματα κατά των τηλεφωνικών και τηλεγραφικών κέντρων και ενάντια στους σιδηροδρόμους απέτυχαν και ότι τα πράγματα εξελίσσονται με τρόπο απρόσμενο και ανεξήγητο, ο Τρότσκι αντιλαμβάνεται αμέσως ότι η επαναστατική δράση προσέκρουσε πάνω σε μια αμυντική οργάνωση πολύ διαφορετική από τα συνήθη και κλασικά αστυνομικά μέτρα, όμως δεν κατορθώνει να αντιληφθεί την πραγματική κατάσταση. Τελικά, όταν πληροφορείται την αποτυχία του χτυπήματος στο εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής της Μόσχας, ανατρέπει απότομα το σχέδιο δράσης του και στρέφεται στην πολιτική και διοικητική οργάνωση του κράτους. Μην μπορώντας πια να υπολογίζει στις δικές του δυνάμεις κρούσης, που είχαν ηττηθεί και διασκορπιστεί εξαιτίας της απρόβλεπτης και βίαιης αντίδρασης του αντιπάλου, εγκαταλείπει την τακτική του και επικεντρώνει όλες του τις προσπάθειες στην ύστατη απόπειρα μιας γενικής εξέγερσης. Η έκκληση που απευθύνει εκείνη τη μέρα στις προλεταριακές μάζες της
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-160-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Μόσχας βρίσκει ευήκοα ώτα σε μερικές χιλιάδες φοιτητές και εργάτες. Και ενώ στην Κόκκινη Πλατεία, μπροστά στο Μαυσωλείο του Λένιν, το πλήθος συνωθείται γύρω από την εξέδρα του Στάλιν, των επικεφαλής της κυβέρνησης και του κόμματος, και των ξένων αντιπροσώπων της Γ΄ Διεθνούς, οι οπαδοί του Τρότσκι εισβάλλουν στο αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου, αποκρούουν την επίθεση ενός αστυνομικού αποσπάσματος και κινούνται προς την Κόκκινη Πλατεία, επικεφαλής μιας φάλαγγας φοιτητών και εργαζομένων. Η στάση του Τρότσκι σ’ εκείνη την περίσταση έχει επικριθεί ποικιλότροπα και με δριμύτητα. Αυτό το κάλεσμα προς το λαό, το κατέβασμα στην πλατεία, αυτός ο ιδιότυπος άοπλος ξεσηκωμός, όλα αυτά δεν ήταν παρά ένα άφρον εγχείρημα. Μετά την αποτυχία της επαναστατικής απόπειρας, ο Τρότσκι δε δείχνει πια να καθοδηγείται από εκείνη την ψυχρή λογική που πάντοτε, στις πιο κρίσιμες στιγμές της ζωής του, είχε δαμάσει με τους υπολογισμούς της τη ζέση της φαντασίας του και με τον κυνισμό της την παραφορά των παθών του. Έμπλεος απόγνωσης, χάνει τον έλεγχο της κατάστασης και αφήνει να τον παρασύρει η παθιασμένη φύση του, που τον οδηγεί σ’ αυτή την παράλογη απόπειρα ανατροπής του Στάλιν μ’ ένα λαϊκό ξεσηκωμό. Ίσως αισθάνεται ότι η παρτίδα έχει χαθεί, ότι οι μάζες δεν τον εμπιστεύονται πλέον, ότι πια μόνο λίγοι φίλοι του παραμένουν πιστοί. Αισθάνεται ότι δεν μπορεί τώρα πια να υπολογίζει παρά μόνο στον εαυτό του, αλλά ότι «τίποτε δεν έχει χαθεί έως ότου χαθούν όλα». Του έχουν αποδώσει έως και το παράτολμο σχέδιο να κλέψει τη μούμια του Λένιν, που κείτεται μέσα σ’ ένα γυάλινο φέρετρο, στο θλιβερό μαυσωλείο στους πρόποδες του φρουρίου του Κρεμλίνου, να απευθύνει έκκληση προς το λαό να συγκεντρωθεί γύρω από το φετίχ της επανάστασης και να μετατρέψει τη μούμια του κόκκινου δικτάτορα σ’ έναν πολιορκητικό κριό για να γκρεμίσει τη σταλινική τυραννία. Σκοτεινός θρύλος που δε στερείται ενός κάποιου μεγαλείου. Ποιος ξέρει αν η ιδέα της κλοπής της μούμιας του Λένιν δεν πέρασε για μια στιγμή από την εξημμένη φαντασία του Τρότσκι, όση ώρα υψώνονταν γύρω του οι ιαχές του πλήθους και, κάτω από το σάλπισμα του ύμνου της Διεθνούς, ο μικρός του στρατός από φοιτητές και εργάτες βάδιζε προς την Κόκκινη Πλατεία, την κατάμεστη από στρατιώτες και λαό, τη γεμάτη με ξιφολόγχες και φλογερές κόκκινες σημαίες; Στην πρώτη σύγκρουση η πομπή των οπαδών του οπισθοχωρεί και σκορπίζεται. Ο Τρότσκι κοιτάζει γύρω του. Πού είναι οι πιστοί του, οι
9, για την ελληνική γλώσσα.
-161-
CURZIO MALAPARTE
επικεφαλής της φράξιας του, οι στρατηγοί αυτού του μικρού άοπλου στρατού που κινείται προς την κατάκτηση του κράτους; Ο μόνος που παρέμεινε αμετακίνητος στη μάχη είναι ο Τρότσκι, ο Μεγάλος Δημεγέρτης, ο Κατιλίνας της κομμουνιστικής επανάστασης. «Ένας στρατιώτης», αφηγείται ο ίδιος ο Τρότσκι, «πυροβόλησε το αυτοκίνητό μου σε ένδειξη προειδοποίησης. Αναμφίβολα κάποιος καθοδηγούσε το χέρι του. Όλοι όσοι είχαν μάτια είδαν, εκείνη την 7η Νοεμβρίου, στους δρόμους της Μόσχας, ένα παράδειγμα του Θερμιδόρ». Στη θλίψη της εξορίας του, ο Τρότσκι σκέφτεται ότι ίσως η προλεταριακή Ευρώπη μπορέσει να αποκομίσει οφέλη από τα διδάγματα εκείνων των γεγονότων. Λησμονεί ότι ίσως είναι η αστική Ευρώπη εκείνη που θα καταφέρει να αντλήσει οφέλη.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-162-
13
ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ του φασιστικού πραξικοπήματος του Οκτωβρίου
του 1922, ένα αρκετά ασυνήθιστο περιστατικό στη Φλωρεντία μ’ έκανε να γνωρίσω τον Ίσραελ Ζάνγκουιλ85, τον Άγγλο συγγραφέα που τόσο στα έργα του όσο και στη ζωή του ουδέποτε λησμόνησε, ούτε σ’ εκείνες τις επαναστατικές ημέρες, τα φιλελεύθερα ιδεώδη του και τις δημοκρατικές του προκαταλήψεις. Είχε μόλις αφιχθεί στη Φλωρεντία και, βγαίνοντας από το σιδηροδρομικό σταθμό, συνελήφθη από ορισμένους μελανοχίτωνες, στους οποίους είχε αρνηθεί να δείξει τα νομιμοποιητικά του έγγραφα. Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ ανήκε στην αγγλική Union of Democratic Control86 και ήταν ορκισμένος εχθρός της βίας και της παρανομίας. Οι ένοπλοι άνδρες που είχαν καταλάβει το σταθμό δεν ήταν ούτε καραμπινιέροι ούτε στρατιώτες ούτε αστυνομικά όργανα, αλλά μελανοχίτωνες, δηλαδή άτομα που δεν είχαν κανένα δικαίωμα να καταλάβουν το σταθμό και να του ζητούν να τους επιδείξει τα νομιμοποιητικά του έγγραφα. Προσαγόμενος στα γραφεία του Φασιστικού Κόμματος, στην πλατεία Μεντάνα, δίπλα στον ποταμό Άρνο, όπου παλιότερα έδρευε η FIOM (Federazione Italiana degli Operai Metallurgici87, μια σοσιαλιστική συνδικαλιστική οργάνωση που οι φασίστες είχαν βίαια διαλύσει), ο Άγγλος
9, για την ελληνική γλώσσα.
85. Ίσραελ Ζάνγκουιλ (1864-1926): Άγγλος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και σιωνιστής ηγέτης. Ένας από τους πρώτους Άγγλους μελετητές της ζωής των Εβραίων μεταναστών. Ίδρυσε την Εβραϊκή Εδαφική Οργάνωση για την Εγκατάσταση των Εβραίων μέσα στη Βρετανική Αυτοκρατορία, της οποίας χρημάτισε πρόεδρος από το 1905 έως το 1925 [Σ.τ.Ε.]. 86. Ένωση Δημοκρατικού Ελέγχου [Σ.τ.Μ.]. 87. Ιταλική Ομοσπονδία Εργατών Μεταλλουργίας [Σ.τ.Μ.].
-163-
CURZIO MALAPARTE
συγγραφέας παρουσιάστηκε στον ύπατο Ταμπουρίνι, ο οποίος ήταν τότε γενικός διοικητής των μελανοχιτώνων της Φλωρεντίας. Ο ύπατος Ταμπουρίνι έστειλε ανθρώπους να με καλέσουν από το σπίτι μου και με παρακάλεσε να του κάνω το μεταφραστή: Πόση κατάπληξη ένιωσα όταν βρέθηκα απέναντι στον Ίσραελ Ζάνγκουιλ, ο οποίος υποδυόταν στην εντέλεια το ρόλο ενός μέλους της Ένωσης Δημοκρατικού Ελέγχου, θύματος της βίας μίας επανάστασης που δεν ήταν ούτε αγγλική ούτε φιλελεύθερη ούτε δημοκρατική. Ήταν εξοργισμένος και εξέφραζε σε άψογα αγγλικά ιδέες, που πόρρω απείχαν από το να είναι άψογες, γύρω από τις επαναστάσεις γενικότερα και το φασισμό ειδικότερα. Το πρόσωπο του ήταν κατακόκκινο από το θυμό και τα μάτια του κεραυνοβολούσαν ανελέητα το δύστυχο Ταμπουρίνι που δε γνώριζε αγγλικά και δε θα καταλάβαινε λέξη από εκείνο το φιλελεύθερο και δημοκρατικό λεξιλόγιο, ακόμη κι αν ο άγνωστος είχε μιλήσει στα ιταλικά. Εγώ έκανα ό,τι μπορούσα ώστε να μεταφράσω σε εύσχημες λέξεις εκείνο το τόσο σκληρό για φασιστικά αυτιά λεξιλόγιο, και πιστεύω ότι παρείχα καλές υπηρεσίες στον Ίσραελ Ζάνγκουιλ, καθώς εκείνη την εποχή ο ύπατος Ταμπουρίνι δεν ήταν ούτε ένας ήρωας του Θεόκριτου ούτε κάποιο μέλος της Φαβιανής Εταιρείας88. Πόσο μάλλον που ο τελευταίος αγνοούσε την ύπαρξη του Ίσραελ Ζάνγκουιλ και δεν έδειχνε να πιστεύει ότι επρόκειτο για ένα διάσημο Άγγλο συγγραφέα. «Εγώ δεν καταλαβαίνω ούτε μια λέξη αγγλικών», είπε ο ύπατος Ταμπουρίνι, «αλλά δεν πιστεύω ότι μετέφρασες πιστά όλα όσα είπε. Τα αγγλικά είναι μια γλώσσα αντεπαναστατική και ακόμη και η σύνταξή τους μοιάζει φιλελεύθερη. Όπως και να ’χει το πράγμα, πάρε μαζί σου αυτό τον κύριο και προσπάθησε να τον κάνεις να ξεχάσει αυτό το δυσάρεστο συμβάν». Βγήκα έξω μαζί με το Ζάνγκουιλ, ώστε να τον συνοδεύσω στο ξενοδοχείο και παρέμεινα για λίγη ώρα μαζί του συζητώντας για το Μουσολίνι, για την πολιτική κατάσταση και για τη μάχη που έχει ξεκινήσει για την κατάκτηση του κράτους.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
88. Φαβιανή Εταιρεία: Σοσιαλιστική εταιρεία που ιδρύθηκε στο Λονδίνο το 1883. Η Φαβιανή Εταιρεία είχε ως στόχο την ομαλή μετάβαση προς το σοσιαλισμό απορρίπτοντας την επαναστατική οδό, ενώ από τα μέλη της προήλθε η ίδρυση του Εργατικού Κόμματος Βρετανίας, με το οποίο η Φαβιανή Εταιρεία συνεργάστηκε σε μόνιμη βάση. Επιφανές στέλεχός της υπήρξε ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σο [Σ.τ.Μ.].
-164-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Ήταν η πρώτη ημέρα της εξέγερσης και η πορεία των γεγονότων έμοιαζε να υπακούει σε μια λογική διαφορετική απ’ αυτή της κυβέρνησης. Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ δεν ήθελε να πιστέψει ότι η επανάσταση ήταν στο αποκορύφωμά της. «Το 1789, στο Παρίσι», έλεγε, «η επανάσταση δεν ήταν μόνο στα πνεύματα των ανθρώπων, ήταν και στους δρόμους». Για να λέμε την αλήθεια, η όψη της Φλωρεντίας δεν ήταν όμοια μ’ αυτή του Παρισιού το 1789: Ο κόσμος στους δρόμους έδειχνε ήρεμος και αδιάφορος και όλα τα πρόσωπα φωτίζονταν από το παλιό, ευγενικό και ειρωνικό, φλωρεντινό χαμόγελο. Εγώ του επισήμανα ότι στην Πετρούπολη το 1917, όταν ο Τρότσκι έδωσε το σύνθημα για την επανάσταση, κανείς δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει αυτό που συνέβαινε. Τα θέατρα, οι κινηματογράφοι, τα εστιατόρια και τα καφενεία ήταν ανοιχτά. Η τεχνική του πραξικοπήματος είχε κάνει μεγάλα βήματα προόδου στη σύγχρονη εποχή. «Αυτή του Μουσολίνι», κραύγαζε ο Ζάνγκουιλ, «δεν είναι επανάσταση, είναι μια κωμωδία». Όπως πολλοί φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί Ιταλοί, έτσι και αυτός υποψιαζόταν την ύπαρξη ενός συμβιβασμού ανάμεσα στο Βασιλιά και στο Μουσολίνι. Η εξέγερση δεν ήταν παρά μια «σκηνοθεσία» που ως στόχο είχε να καλύψει τα παιχνίδια της Μοναρχίας. Παρότι εσφαλμένη, η άποψη του Ζάνγκουιλ ήταν άξια υψηλού σεβασμού, όπως όλες οι αγγλικές απόψεις. Όμως ερειδόταν στην πεποίθηση ότι τα γεγονότα εκείνων των ημερών ήταν το αποτέλεσμα ενός πολιτικού παιγνίου, κυρίαρχα στοιχεία του οποίου δεν ήταν η βία και το επαναστατικό πνεύμα, αλλά η πανουργία και ο υπολογισμός. Στα μάτια του Ίσραελ Ζάνγκουιλ ο Μουσολίνι φάνταζε περισσότερο με μαθητή του Μακιαβέλι παρά με Κατιλίνα. Κατά βάθος η άποψη του Άγγλου συγγραφέα ήταν μια άποψη εξαιρετικά διαδεδομένη στην Ευρώπη, τόσο τότε όσο και στις μέρες μας. Από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα η Ευρώπη είχε τη μόνιμη συνήθεια να βλέπει τους ανθρώπους και τα πράγματα της Ιταλίας σαν γεννήματα μιας παμπάλαιας λογικής και μιας παμπάλαιας αισθητικής. Σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη γι’ αυτό τον τρόπο θεώρησης της σύγχρονης ιταλικής ιστορίας είναι η έμφυτη ροπή των Ιταλών στη ρητορεία, στην ευφράδεια και στη λογοτεχνία. Είναι ένα ελάττωμα από το οποίο δεν πάσχουν όλοι οι Ιταλοί, αλλά από το οποίο πολλοί δε γιατρεύονται ποτέ. Αν και ένας λαός πρέπει να κρίνεται μάλλον από τα ελαττώματά του παρά από τις αρετές του, νομίζω ότι τίποτε δεν μπορεί να δικαιολο-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-165-
CURZIO MALAPARTE
γήσει τη γνώμη που τρέφουν οι ξένοι για τη σύγχρονη Ιταλία, έστω κι αν η ρητορεία, η ευφράδεια και η λογοτεχνία διαστρέφουν σε τέτοιο βαθμό τα γεγονότα ώστε η ιστορία μετατρέπεται σε κωμωδία, οι ήρωές της σε κωμωδούς και ο λαός σε κομπάρσους και θεατές. Προκειμένου να κατανοήσουμε σε βάθος τα σύγχρονα ιταλικά πράγματα, χρειάζεται να τα εξετάσουμε αντικειμενικά, λησμονώντας δηλαδή την ύπαρξη των Ελλήνων, των Ρωμαίων και των Ιταλών της Αναγέννησης. «Μ’ αυτό τον τρόπο θα αντιληφθείτε», έλεγα στον Ίσραελ Ζάνγκουιλ, «ότι ο Μουσολίνι δεν κουβαλά πάνω του τίποτε το παλιό. Είναι πάντα, και μερικές φορές χωρίς να το θέλει, ένας σύγχρονος άνθρωπος. Τα πολιτικά του παιχνίδια δεν είναι αυτά του Βαλεντίνου Βοργία, ο μακιαβελισμός του δε διαφέρει πολύ απ’ αυτόν του Γκλάντστοουν89 ή του Λόιντ Τζορτζ και η αντίληψή του περί πραξικοπήματος δεν έχει τίποτε κοινό μ’ αυτή του Σύλλα ή του Ιουλίου Καίσαρα. Θα ακούσετε αυτές τις μέρες να γίνεται πολύς λόγος για το Ρουβίκωνα και τον Καίσαρα. Πρόκειται για μια καλόπιστη ρητορεία που δεν εμπόδισε το Μουσολίνι να συλλάβει και να εφαρμόσει μια καθ’ όλα σύγχρονη επαναστατική τακτική, στην οποία η κυβέρνηση δεν ξέρει και δεν μπορεί παρά να αντιπαραθέσει αστυνομικά μέτρα». Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ μου επισήμαινε ειρωνικά ότι στα περίφημα Απομνημονεύματά του, ο Κόμης Οξενστιέρνα, μιλώντας για την ετυμολογία του ονόματος Καίσαρ, βεβαιώνει ότι αυτό προέρχεται από την καρχηδονιακή λέξη césar που σημαίνει ελέφαντας. «Ελπίζω», πρόσθετε, «πως στην επαναστατική του τακτική ο Μουσολίνι θα αποδειχθεί πιο ευκίνητος από έναν ελέφαντα και πιο σύγχρονος από τον Καίσαρα». Ήταν πολύ περίεργος να παρατηρήσει εκ του σύνεγγυς αυτό που εγώ ονόμαζα φασιστική επαναστατική μηχανή, καθώς δεν μπορούσε να αντιληφθεί πώς μπορεί να γίνει μία επανάσταση χωρίς οδοφράγματα, χωρίς οδομαχίες και χωρίς πεζοδρόμια γεμάτα με πτώματα. «Όλα προχωρούν με απόλυτη τάξη», αναφωνούσε: «Είναι μια κωμωδία, δεν μπορεί παρά να είναι μια κωμωδία».
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
89. Γουίλιαμ Γιούαρτ Γκλάντστοουν (Γλάδστων) (1809-1898): Βρετανός πολιτικός και μεγάλος φιλέλληνας. Διετέλεσε τέσσερις φορές Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1880, παρά την αντίδραση της Τουρκίας και άλλων δυνάμεων, κατόρθωσε να συγκληθεί στο Βερολίνο η διάσκεψη για τον καθορισμό των ελληνοτουρκικών συνόρων, με την οποία παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα η Θεσσαλία και η Άρτα [Σ.τ.Ε.].
-166-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Κάθε τόσο, καμιόνια φορτωμένα με μελανοχίτωνες διασταυρώνονταν με μεγάλη ταχύτητα στις κεντρικές οδούς. Οι μελανοχίτωνες φορούσαν ατσάλινα κράνη, ήταν οπλισμένοι με τουφέκια και έφεραν μαύρες σημαίες με τεράστιες ασημοκέντητες νεκροκεφαλές. Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ δεν ήθελε να πιστέψει ότι αυτοί οι νέοι, αυτά τα νεαρά παιδιά, ήταν οι περίφημες δυνάμεις κρούσης του Μουσολίνι, οι τόσο γρήγορες και βίαιες στις μεθόδους μάχης. «Αυτό που δεν μπορεί να συγχωρηθεί στο φασισμό», έλεγε, «είναι η χρήση της βίας». Όμως ο επαναστατικός στρατός του Μουσολίνι δεν ήταν ο Στρατός Σωτηρίας και οι μελανοχίτωνες δεν ήταν οπλισμένοι με μαχαίρια και χειροβομβίδες για να ασκήσουν φιλανθρωπικό έργο, μα για να διεξαγάγουν εμφύλιο πόλεμο. Όλοι όσοι αρνούνται τη φασιστική βία και προσπαθούν να παρουσιάσουν τους μελανοχίτωνες ως μαθητές του Ρουσό ή του Τολστόι90, είναι αυτοί οι ίδιοι που, προσβεβλημένοι από τις ασθένειες της ρητορείας, της ευφράδειας και της λογοτεχνίας, θα ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι ο Μουσολίνι είναι ένας αρχαίος Ρωμαίος, ένας κοντοτιέρος του 15ου αιώνα ή κάποιος άρχοντας της Αναγέννησης, με τα λευκά και απαλά χέρια του διαφθορέα και του πλατωνικού. Με μαθητές του Ρουσό ή του Τολστόι, καθοδηγούμενους από έναν αρχαίο Ρωμαίο ή από έναν κοντοτιέρο του 15ου αιώνα δεν μπορεί να γίνει μία επανάσταση, αλλά μάλλον κάτι που μοιάζει με κωμωδία. Δεν μπορεί να κατακτηθεί ούτε καν ένα κράτος που το υπερασπίζεται μία φιλελεύθερη κυβέρνηση. «Εσείς δεν είστε υποκριτής», μου έλεγε ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ, «αλλά θα μπορούσατε να μου δείξετε τι είναι αυτό που διακρίνει αυτή την επανάσταση από μία κωμωδία;». Του πρότεινα να έλθει μαζί μου εκείνο το βράδυ ώστε να δει από κοντά αυτό που εγώ αποκαλούσα φασιστική επαναστατική μηχανή. Οι μελανοχίτωνες είχαν καταλάβει αιφνιδιαστικά όλα τα στρατηγικά σημεία της πόλης και της επαρχίας, δηλαδή όλα τα όργανα της τεχνικής οργάνωσης, τα εργοστάσια παραγωγής αερίου, τα ηλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια, τη διεύθυνση ταχυδρομείων, τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά κέντρα, τις γέφυρες, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Η αιφνίδια επίθεση είχε καταλάβει εξαπίνης τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.
9, για την ελληνική γλώσσα.
90. Ο συγγραφέας για να καταστήσει πιο ξεκάθαρη τη φασιστική πρακτική αναφέρεται σε δύο εξέχουσες προσωπικότητες, που με τα διδάγματά τους για τον άνθρωπο και την ηθική κινούνταν σε διαμετρικά αντίθετη πολιτική και φιλοσοφική κατεύθυνση από εκείνη των μελανοχιτώνων: στο Ζ.-Ζ. Ρουσό και στο Λ. Ν. Τολστόι [Σ.τ.Ε.].
-167-
CURZIO MALAPARTE
Η Αστυνομία, μετά από κάποιες μάταιες απόπειρες να εκδιώξει τους φασίστες από το σιδηροδρομικό σταθμό, από τη διεύθυνση ταχυδρομείων και από τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά κέντρα είχε καταφύγει στο Μέγαρο Ρικάρντι, έδρα της Νομαρχίας και παλιό ενδιαίτημα του Λορέντζο του Μεγαλοπρεπούς, το οποίο φρουρούνταν από αποσπάσματα καραμπινιέρων και Βασιλικών Φρουρών που υποστηρίζονταν από δύο θωρακισμένα οχήματα. Πολιορκούμενος μέσα στο κτίριο της Νομαρχίας, ο νομάρχης Περίκολι δεν μπορούσε να επικοινωνήσει ούτε με την κυβέρνηση της Ρώμης, αλλά ούτε και με τις αρχές της πόλης και της επαρχίας. Οι τηλεφωνικές γραμμές είχαν κοπεί και τα φασιστικά πολυβόλα, που είχαν στηθεί στα γύρω σπίτια, απειλούσαν με τα πυρά τους όλες τις οδούς διαφυγής από το Μέγαρο Ρικάρντι. Τα στρατεύματα της φρουράς, τα συντάγματα πεζικού, πυροβολικού και ιππικού, οι καραμπινιέροι και οι Βασιλικοί Φρουροί βρίσκονταν στους στρατώνες: Οι στρατιωτικές αρχές τηρούσαν εκείνη τη στιγμή μια ευμενή ουδετερότητα. Όμως εκείνη η ουδετερότητα δεν ήταν άξια και μεγάλης εμπιστοσύνης. Εάν η κατάσταση δεν ξεκαθάριζε μέσα σε 24 ώρες, θα έπρεπε να αναμένει κανείς από τον Πρίγκιπα Γκοντζάγκα, Διοικητή του Σώματος Στρατού, να αναλάβει πρωτοβουλία για την επαναφορά της τάξης με όλα τα μέσα. Μία σύγκρουση με το στρατό θα μπορούσε να έχει βαρύτατες συνέπειες για την επανάσταση, καθώς η Φλωρεντία, μαζί με την Πίζα και την Μπολόνια, είναι το κλειδί των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών ανάμεσα στο Βορρά και στο Νότο της Ιταλίας. Για να διασφαλίσουν τη μετακίνηση των φασιστικών δυνάμεων από το Βορρά προς το Λάτιο, χρειαζόταν να διατηρήσουν με κάθε τίμημα το στρατηγικό κλειδί της κεντρικής Ιταλίας, προσδοκώντας ότι οι ομάδες των μελανοχιτώνων, οδεύοντας με πορεία προς την πρωτεύουσα, θα εξανάγκαζαν την κυβέρνηση να παραδώσει την εξουσία στα χέρια του Μουσολίνι. Προκειμένου να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους τη Φλωρεντία, μόνο ένα μέσο υπήρχε: Να κερδίσουν χρόνο. Η βία δεν αποκλείει την εξαπάτηση. Κατά διαταγή του τετράρχη Μπάλμπο, που είχε καταφθάσει αιφνιδιαστικά στη Φλωρεντία, μία ομάδα φασιστών κατευθύνθηκε στη «Nazione», την πιο σημαντική καθημερινή εφημερίδα της Τοσκάνης. Όταν παρουσιάστηκαν στο διευθυντή της εφημερίδας, τον Άλντο Μπορέλι, σημερινό διευθυντή της «Corriere della Sera», οι squadristi, οι φασιστικές ομάδες, τον διέταξαν να εκδώσει αμέσως ένα έκτακτο παράρτημα με την είδηση ότι ο Στρα-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-168-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
τηγός Τσιταντίνι, υπασπιστής του Βασιλιά, είχε μεταβεί στο Μιλάνο ώστε να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις με το Μουσολίνι και ότι σε ανταπόδοση αυτής της πρωτοβουλίας ο Μουσολίνι είχε δεχτεί να σχηματίσει μια νέα κυβέρνηση. Η είδηση ήταν ψευδής μα αληθοφανής: Ήταν γνωστό ότι ο Βασιλιάς βρισκόταν εκείνες τις μέρες στην κατοικία του στο Σαν Ροσόρε, κοντά στην Πίζα, όμως η κοινή γνώμη αγνοούσε πως είχε αναχωρήσει το ίδιο βράδυ με κατεύθυνση τη Ρώμη, συνοδευόμενος από το Στρατηγό Τσιταντίνι. Δύο ώρες μετά, εκατοντάδες καμιόνια με φασίστες διέδιδαν σε όλη την Τοσκάνη τα φύλλα του έκτακτου παραρτήματος της «Nazione», διασχίζοντας τους δρόμους της Φλωρεντίας και των μικρότερων αστικών κέντρων της επαρχίας, ενώ οι στρατιώτες και οι καραμπινιέροι συναδελφώνονταν με τους μελανοχίτωνες, χαρούμενοι για την επίτευξη μιας λύσης που μαρτυρούσε τόσο τη σύνεση και τον πατριωτισμό του Βασιλιά όσο και τη σύνεση και τον πατριωτισμό της επανάστασης. Ο Πρίγκιπας Γκοντζάγκα μετέβη αυτοπροσώπως στα γραφεία του Φασιστικού Κόμματος προκειμένου να βεβαιωθεί για τη χαρμόσυνη είδηση που έβαζε τέλος στη συνειδησιακή του κρίση και τον απάλλασσε από μια βαριά ευθύνη. Είχε ζητήσει από τη Ρώμη μέσω ραδιοφώνου την επιβεβαίωση της συμφωνίας ανάμεσα στο Βασιλιά και το Μουσολίνι, όμως «ο υπουργός Πολέμου, έλεγε, δεν είχε θελήσει να γίνει σαφής πάνω στο ζήτημα, απαντώντας ότι δεν έπρεπε να αναμειγνύεται το όνομα του Βασιλιά σε μια διαμάχη πολιτικών κομμάτων και ότι η είδηση ήταν μάλλον πρόωρη. Εγώ γνωρίζω από την εμπειρία μου», πρόσθεσε χαμογελώντας ο Πρίγκιπας Γκοντζάγκα, «ότι για τον υπουργό Πολέμου οι αληθινές ειδήσεις είναι πάντοτε πρόωρες».
9, για την ελληνική γλώσσα.
Το βράδυ ο Στρατηγός Μπάλμπο αναχώρησε με αυτοκίνητο για την Περούτζια, όπου βρισκόταν το Γενικό Αρχηγείο της επανάστασης, και ο ύπατος Ταμπουρίνι πήρε το τρένο ώστε να ενώσει τη Λεγεώνα του στην ύπαιθρο της Ρώμης με τις άλλες φασιστικές φάλαγγες. Η Φλωρεντία έμοιαζε να κοιμάται. Προς τα μεσάνυχτα, κατευθύνθηκα στο ξενοδοχείο «Porta Rossa», όπου περίμενε ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ, για να του δείξω από κοντά ποιο ήταν αυτό το χαρακτηριστικό που διέκρινε τη φασιστική επανάσταση από μία κωμωδία. Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ με υποδέχτηκε μ’ έναν τρόπο που φανέρωνε ικανοποίηση. Κρατούσε στα χέρια του ένα φύλλο του έκτακτου παραρτήματος της «Nazione» και με ρώτησε: «Έχετε πειστεί τώρα ότι ο
-169-
CURZIO MALAPARTE
Βασιλιάς βρισκόταν σε συμφωνία με το Μουσολίνι; Έχετε πειστεί ότι μία συνταγματική επανάσταση δεν μπορεί παρά να είναι μία σκηνοθεσία;». Του διηγήθηκα την ιστορία της ψεύτικης είδησης φέρνοντάς τον σε εμφανή αμηχανία. «Και η ελευθερία του Τύπου;», αναφώνησε. Προφανώς ένας συνταγματικός μονάρχης δε θα μπορούσε να συμφωνήσει με τους επαναστάτες στην κατάπνιξη της ελευθερίας του Τύπου. Αυτή η κωμωδία καταντά σοβαρή. Όμως η ελευθερία του Τύπου ουδέποτε εμπόδισε τις εφημερίδες να δημοσιεύουν ψευδείς ειδήσεις: Σ’ αυτό τον ισχυρισμό δεν μπόρεσε να αντιτείνει τίποτε, εκτός από τη σκέψη ότι σε μια ελεύθερη χώρα σαν την Αγγλία δεν είναι οι ψευδείς ειδήσεις αυτές που διαμορφώνουν την ελευθερία του Τύπου. Η πόλη ήταν έρημη. Στις γωνιές των δρόμων ήταν τοποθετημένες περίπολοι φασιστών, αμετακίνητων κάτω από τη βροχή, με το μαύρο φέσι τους βαλμένο λοξά πάνω από το αυτί τους. Στην οδό ντέι Πέκορι ένα καμιόνι ήταν σταματημένο μπροστά από την είσοδο του τηλεφωνικού κέντρου: Ήταν ένα από εκείνα τα εξοπλισμένα με πολυβόλα και επενδυμένα με λαμαρίνα καμιόνια, που οι φασίστες αποκαλούσαν τανκ. Το τηλεφωνικό κέντρο είχε καταληφθεί από τις δυνάμεις κρούσης του Giglio Rosso, που στο στήθος τους έφεραν έναν κόκκινο κρίνο: Η Giglio Rosso, μαζί με την Disperata, ήταν μια από τις πιο βίαιες squadre των Λεγεώνων της Φλωρεντίας. Κοντά στο σταθμό του Πεδίου του Άρεως συναντήσαμε πέντε καμιόνια φορτωμένα με τουφέκια και πολυβόλα, που οι φασιστικοί πυρήνες του στρατοπέδου Σαν Τζιόρτζιο (στα εργοστάσια, στα συντάγματα, στις τράπεζες, στις δημόσιες υπηρεσίες, παντού υπήρχαν φασιστικοί πυρήνες που σχημάτιζαν το κρυφό δίκτυο της επαναστατικής οργάνωσης) είχαν παραδώσει στη Γενική Διοίκηση των Λεγεώνων. Εκείνα τα τουφέκια κι εκείνα τα πολυβόλα προορίζονταν για μια χιλιάδα μελανοχιτώνων από την Εμίλια-Ρομάνια, που ήταν φτωχά εξοπλισμένοι μόνο με μαχαίρια και περίστροφα, και των οποίων η έλευση από τη Φαέντζα αναμενόταν από στιγμή σε στιγμή. «Φαίνεται», μου είπε ο στρατιωτικός διοικητής του σταθμού, «πως στην Μπολόνια και στην Κρεμόνα υπήρξαν συμπλοκές με τους καραμπινιέρους και πως οι απώλειες για τους φασίστες είναι σοβαρές». Οι μελανοχίτωνες είχαν επιτεθεί στους στρατώνες των καραμπινιέρων, οι οποίοι αμύνθηκαν με περισσή ρώμη. Οι ειδήσεις από την Πίζα, τη Λούκα, το Λιβόρνο, τη Σιένα, το Αρέτσο, το Γκροσέτο ήταν καλύτερες: Το σύνολο της τεχνικής οργάνωσης των πόλεων και των επαρχιών βρισκόταν
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-170-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
στα χέρια των φασιστών. «Πόσοι είναι οι νεκροί;», ρώτησε ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ, ο οποίος έμεινε κατάπληκτος, όταν πληροφορήθηκε ότι σε κανένα μέρος της Τοσκάνης δεν είχαν σημειωθεί αιματηρές συγκρούσεις. «Όπως φαίνεται», είπε, «στην Μπολόνια και στην Κρεμόνα η φασιστική επανάσταση είναι πολύ πιο σοβαρή απ’ ό,τι εδώ». Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 στην Πετρούπολη είχε πραγματοποιηθεί σχεδόν χωρίς απώλειες. Δεν είχαν υπάρξει νεκροί παρά μόνο κατά τη διάρκεια της αντεπανάστασης, λίγες μέρες μετά την κατάκτηση του κράτους, όταν οι κόκκινες φρουρές του Τρότσκι υποχρεώθηκαν να καταπνίξουν τον ξεσηκωμό των γιούνκερ και να αποκρούσουν την επίθεση των Κοζάκων του Κερένσκι και του Στρατηγού Κρασνόφ. «Οι αιματηρές συγκρούσεις στην Μπολόνια και στην Κρεμόνα», πρόσθεσα, «φανερώνουν ότι κάτι δε λειτουργούσε καλά στη φασιστική επαναστατική οργάνωση. Όταν η επαναστατική μηχανή λειτουργεί άψογα, όπως εδώ στην Τοσκάνη, τα ατυχήματα είναι εξαιρετικά σπάνια». Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ δεν μπόρεσε να κρύψει ένα ειρωνικό χαμόγελο: «Ο βασιλιάς», είπε, «είναι ένας ικανότατος μηχανικός. Αν η μηχανή σας λειτουργεί χωρίς προσκόμματα, αυτό οφείλεται στο βασιλιά». Εκείνη τη στιγμή κατέφθανε ένα τρένο τυλιγμένο μέσα σ’ ένα σύννεφο ατμού και φέρνοντας μαζί του μια βροντή από φωνές, τραγούδια και τυμπανοκρουσίες. «Είναι οι φασίστες από την Εμίλια-Ρομάνια», ανήγγειλε ένας σιδηροδρομικός που πέρασε έχοντας μια καραμπίνα περασμένη στην πλάτη του. Πολύ γρήγορα βρεθήκαμε καταμεσής ενός πλήθους μελανοχιτώνων που είχαν μια όψη γραφική και ανησυχητική, με τις κεντημένες νεκροκεφαλές στο στήθος, τα βαμμένα κόκκινα ατσάλινα κράνη και τα περασμένα στις μεγάλες δερμάτινες ζώνες μαχαίρια τους. Τα ηλιοκαμένα πρόσωπά τους είχαν τα σκληρά χαρακτηριστικά των αγροτών από τη Ρομάνια. Τα μουστάκια και τα μυτερά γενάκια προσέδιδαν σ’ εκείνα τα πρόσωπα μια όψη πανούργα, θαρραλέα και απειλητική. Ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ είχε ζαρώσει, χαμογελούσε ευγενικά και προσπαθούσε να ανοίξει δρόμο μέσα από εκείνο το θορυβώδες πλήθος με αβρές χειρονομίες, που προσείλκυαν πάνω του τα έκπληκτα βλέμματα εκείνων των οπλισμένων με μαχαίρια ανδρών. «Δε δείχνουν πολύ φιλικοί», παραπονιόταν χαμηλόφωνα. «Δε φαντάζομαι να πιστεύετε ότι οι επαναστάσεις γίνονται με φιλικούς ανθρώπους. Στην Ιταλία εδώ και τέσσερα χρόνια ο Μουσολίνι διεξάγει τον πολιτικό του αγώνα όχι με τη γλυκύτητα και την εξαπάτηση,
9, για την ελληνική γλώσσα.
-171-
CURZIO MALAPARTE
αλλά με τη βία, με το πλέον βάναυσο, αμείλικτο και επιστημονικό είδος βίας». Ήταν μια πραγματικά εκπληκτική περιπέτεια αυτή που έζησε ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ, ο οποίος συνελήφθη από μια περίπολο μελανοχιτώνων Ιακωβίνων, έπειτα αφέθηκε ελεύθερος και τελικά βρέθηκε να τριγυρίζει τη νύχτα ανάμεσα σε όχλους ταραχοποιών, ώστε να δει από κοντά τι εμπόδιζε τη φασιστική επανάσταση να χαρακτηρίζεται κωμωδία. «Δεν πιστεύω να μοιάζω με τον Καντίντ ανάμεσα στους ιησουίτες», έλεγε χαμογελώντας. Έμοιαζε περισσότερο με τον Καντίντ ανάμεσα στους πολεμιστές. Όμως είναι δυνατόν να υπάρχει ένας Άγγλος Καντίντ με το όνομα Ίσραελ; Αυτοί οι ηράκλειοι αγρότες με τα άσπλαχνα μάτια, τα τετράγωνα σαγόνια και τα τεράστια χέρια πυγμάχων τον περιεργάζονταν από την κορφή ως τα νύχια ρίχνοντάς του παρατεταμένα υποτιμητικά βλέμματα, κατάπληκτοι και αμήχανοι που ανάμεσά τους βρισκόταν ένας κύριος με λευκό κολάρο, που οι κινήσεις του ήταν φοβισμένες και ευγενικές και που δεν έμοιαζε ούτε με αστυνομικό όργανο ούτε με φιλελεύθερο βουλευτή. Καθώς περπατούσαμε στους έρημους δρόμους, είπα στον Ίσραελ Ζάνγκουιλ: «Η περιφρόνησή σας για τη φασιστική επανάσταση, την οποία εσείς κρίνετε ως κωμωδία, αντιφάσκει με το μίσος σας για τους μελανοχίτωνες, τους οποίους ο αγγλικός φιλελεύθερος Τύπος μέμφεται καθημερινά για χρήση βίας. Πώς είναι δυνατόν οι επαναστάτες να είναι βίαιοι και η επανάστασή τους να είναι μια κωμωδία; Σας λέω πως οι μελανοχίτωνες δεν είναι μόνο βίαιοι, είναι και αδυσώπητοι. Είναι αλήθεια πως καμιά φορά οι φασίστες στις εφημερίδες τους διαμαρτύρονται για τους ισχυρισμούς των αντιπάλων τους, που προσπαθούν να τους παρουσιάσουν ως βίαιους. Όμως είναι υποκρισία να χρησιμοποιούν αυτό τον όρο οι μικροαστοί. Κατά τα άλλα, ακόμη και ο Μουσολίνι δεν είναι ούτε ένας χορτοφάγος ούτε κάποιος χριστιανός επιστήμονας ούτε ένας σοσιαλδημοκράτης. Η μαρξιστική του παιδεία δεν του επιτρέπει να έχει τολστοϊκούς ενδοιασμούς. Δεν έχει διδαχθεί καλούς πολιτικούς τρόπους στην Οξφόρδη και ο Νίτσε τού προκαλούσε πάντα απέχθεια με το ρομαντισμό και τη φιλανθρωπία του. Εάν ο Μουσολίνι ήταν ένας μικροαστός με λαμπερά μάτια και βελούδινη φωνή, οι οπαδοί του θα τον είχαν αναμφίβολα εγκαταλείψει για να ακολουθήσουν κάποιον άλλον ηγέτη. Αυτό είχε γίνει εμφανές ήδη από τον προηγούμενο χρόνο, όταν θέλησε να συνάψει εκεχειρία με τους σοσιαλιστές. Υπήρξαν ακόμη και εξεγέρσεις και σχίσματα μέσα στο Φασιστικό Κόμμα, που ομόφωνα απο-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-172-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
φάσισε τη συνέχιση του εμφυλίου πολέμου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μελανοχίτωνες προέρχονται κατά κύριο λόγο από τα κόμματα της άκρας Αριστεράς, όταν δεν πρόκειται για σκληραγωγημένους μετά από τέσσερα χρόνια στην πρώτη γραμμή βετεράνους πολέμου ή για παρορμητικούς νέους. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ο Θεός των οπλισμένων ανδρών δεν μπορεί παρά να είναι ο Θεός της βίας». «Δε θα το ξεχάσω ποτέ», είπε απλά ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ. Όταν την αυγή ξαναμπήκαμε στη Φλωρεντία, ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ είχε δει από κοντά αυτό που συνέβαινε εκείνες τις μέρες σε όλη την Ιταλία. Τον είχα οδηγήσει ταχύτατα με το αυτοκίνητό μου κατά μήκος όλης της φλωρεντινής υπαίθρου, από το Έμπολι έως το Μουτζέλο και από την Πιστόια έως το Σαν Τζιοβάνι Βαλντάρνο. Οι γέφυρες, οι σταθμοί, τα σταυροδρόμια, οι κοιλαδογέφυρες, οι υδατοφράχτες, οι σιταποθήκες, οι αποθήκες πυρομαχικών, τα εργοστάσια παραγωγής αερίου και τα ηλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια, όλα τα στρατηγικά σημεία είχαν καταληφθεί από τις φασιστικές ομάδες. Περίπολοι ξεφύτρωναν ξαφνικά μες απ’ το σκοτάδι και ρωτούσαν: «Πού πηγαίνετε;». Κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών, σε κάθε διακόσια μέτρα, ήταν τοποθετημένος ένας μελανοχίτωνας. Στους σταθμούς της Πιστόια, του Έμπολι και του Σαν Τζιοβάνι Βαλντάρνο, ομάδες φασιστών σιδηροδρομικών διατηρούνταν σε ετοιμότητα ώστε να κόψουν με τα εργαλεία τους τις σιδηροτροχιές σε περίπτωση απόλυτης ανάγκης. Είχαν ληφθεί όλα τα μέτρα τόσο για την εξασφάλιση όσο και για τη διακοπή της κυκλοφορίας. Υπήρχε ο φόβος ότι ενισχύσεις από καραμπινιέρους και στρατιώτες θα επιχειρούσαν να κατεβούν προς την Ούμπρια και το Λάτιο, ώστε να χτυπήσουν στα νώτα τους τις φάλαγγες των μελανοχιτώνων που πορεύονταν προς την πρωτεύουσα. Ένα τρένο με καραμπινιέρους, που ερχόταν από την Μπολόνια, είχε ακινητοποιηθεί κοντά στην Πιστόια, μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά από την περίφημη γέφυρα Βαϊόνι. Μετά από μια ανταλλαγή πυροβολισμών, το τρένο είχε οπισθοχωρήσει μην τολμώντας να διαβεί τη γέφυρα. Αψιμαχίες είχαν σημειωθεί ακόμη και στο Σεραβάλε, πάνω στο δρόμο για τη Λούκα. Καμιόνια γεμάτα Βασιλικούς Φρουρούς είχαν βρεθεί κάτω από τα πυρά των πολυβόλων που φρουρούσαν την είσοδο στην πεδιάδα της Πιστόια. «Θα έχετε σίγουρα διαβάσει στη “Ζωή του Καστρακάνε” του Μακιαβέλι την αφήγηση της μάχης του Σεραβάλε», είπα στο σύντροφό μου.
9, για την ελληνική γλώσσα.
-173-
CURZIO MALAPARTE
«Δε διαβάζω Μακιαβέλι», μου απάντησε ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ. Όλα είχαν ήδη ξεκαθαρίσει όταν διασχίζαμε το Πράτο, πολίχνη στα περίχωρα της Φλωρεντίας και μεγάλο κέντρο υφαντουργίας που απασχολεί 25.000 εργάτες κατανεμημένους σε 200 εργοστάσια. Αποκαλείται το Μάντσεστερ της Τοσκάνης. Εδώ γεννήθηκε ο Φραντζέσκο ντι Μάρκο Ντατίνι, που θεωρείται ο επινοητής του «πιστωτικού τίτλου» ή τραπεζικής επιταγής. Από πολιτική άποψη, το Πράτο απολαύει κακής φήμης: Είναι η πόλη των εργατικών κινητοποιήσεων, των απεργιών, αλλά και η πατρίδα του Γκαετάνο Μπρέσι, που το 1900 δολοφόνησε το Βασιλιά Ουμβέρτο. Οι κάτοικοί του είναι καλόκαρδοι, αλλά κόκκινοι (κομμουνιστές). Οι δρόμοι του Πράτο ήταν κατακλυσμένοι από εργάτες που πήγαιναν στη δουλειά τους. Έδειχναν αδιάφοροι και περπατούσαν σιωπηλοί, χωρίς να καταδέχονται να ρίξουν ούτε μια ματιά στις αφίσες της Τετραρχίας που είχαν τοιχοκολληθεί στη διάρκεια της νύχτας. «Ίσως θα σας ενδιέφερε να μάθετε», είπα, «ότι ο Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο έκανε τις κλασικές του σπουδές εδώ στο Πράτο, στην περιλάλητη σχολή Τσικονίνι». «Εκείνο που μ’ ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή», μου απάντησε ο Ίσραελ Ζάνγκουιλ, «είναι να μάθω τι ρόλο διαδραματίζουν οι εργάτες σ’ αυτή την επανάσταση. Ο κίνδυνος για τους φασίστες δεν είναι η κυβέρνηση. Είναι η γενική απεργία».
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-174-
14
ΠΡΟΣ ΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 1920 το πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο φασισμός
δεν ήταν αυτό της καταπολέμησης της φιλελεύθερης κυβέρνησης ή του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο με την προοδευτική κοινοβουλευτικοποίησή του συντάραζε ολοένα και περισσότερο τη συνταγματική ζωή της χώρας, αλλά αυτό της καταπολέμησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων, που αποτελούσαν τη μόνη επαναστατική δύναμη που ήταν ικανή να υπερασπιστεί το αστικό κράτος ενάντια στον κομμουνιστικό ή στο φασιστικό κίνδυνο. Το καθήκον των εργατικών οργανώσεων στην υπεράσπιση του αστικού κράτους, του οποίου ο Μπάουερ είχε ήδη δώσει ένα παράδειγμα το Μάρτιο του 1920 ενάντια στο πραξικόπημα του Καπ, είχε γίνει αντιληπτό, αν και με μεγαλύτερη σύνεση, ακόμη και από τον Τζιολίτι. Τα πολιτικά κόμματα δεν είχαν τίποτε να αντιτάξουν στο φασισμό, η αγωνιστική μέθοδος του οποίου, δικαιολογημένη από τις βιαιότητες των κομμουνιστικών κόκκινων φρουρών, δεν ήταν αυτό που ονομάζουμε πολιτική μέθοδος. Η κοινοβουλευτική δράση των κομμάτων, που ως στόχο είχε να θέσει εκτός νόμου όλες τις επαναστατικές δυνάμεις που δεν ήθελαν να υπακούσουν στη διαταγή να γίνουν κοινοβουλευτικά με τη σειρά τους ή, όπως λεγόταν τότε, να επανέλθουν στη νομιμότητα, δεν ήταν τέτοια ώστε να υποχρεώσει τους φασίστες να εγκαταλείψουν τη χρήση της βίας ενάντια στη βία των κομμουνιστών. Τι μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση προς αντιμετώπιση της επαναστατικής δράσης των μελανοχιτώνων ή των κόκκινων φρουρών; Τα μαζικά κόμματα, ήτοι το Σοσιαλιστικό και το Καθολικό, που η κοινοβουλευτικοποίησή τους τα είχε περιορίσει σε ρόλο συνταγματικών κομμάτων, δεν μπορούσαν να χρησιμεύσουν σε τίποτε άλλο παρά μόνο στη στήριξη και στην τρόπον τινά νομιμοποίηση
9, για την ελληνική γλώσσα.
-175-
CURZIO MALAPARTE
σε κοινοβουλευτικό επίπεδο μιας πιθανής κατασταλτικής κυβερνητικής δράσης. Όμως θα απαιτούνταν κάτι πολύ περισσότερο από τα συνήθη αστυνομικά μέτρα, ώστε να μπει ένα τέλος στην αναταραχή που αιματοκύλιζε την Ιταλία. Αντί να αντιπαραθέσει τα όπλα στην επαναστατική δράση των φασιστών και των κομμουνιστών, ο Τζιολίτι είχε σωφρόνως αποφασίσει να την εξουδετερώσει αντιπαραθέτοντάς της τη συνδικαλιστική δράση των εργατικών οργανώσεων. Ήταν η μέθοδος του Μπάουερ, εφαρμοσμένη ως προληπτικό μέτρο ενάντια στον επαναστατικό κίνδυνο. Όμως την ίδια μέθοδο, που ο Μπάουερ είχε εφαρμόσει μαρξιστικά, ο Τζιολίτι την εφάρμοζε με τρόπο φιλελεύθερο. Έτσι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις μετατρέπονταν σε χειραγωγούμενη μάζα που η κυβέρνηση είχε στη διάθεσή της ώστε να καταπολεμήσει, στο πεδίο της παρανομίας, την παράνομη δράση των μελανοχιτώνων και των κόκκινων φρουρών. Στα χέρια του Τζιολίτι η απεργία ήταν ένα όπλο εξίσου επικίνδυνο τόσο για τους φασίστες και τους κομμουνιστές όσο ήταν μέχρι σήμερα για την κυβέρνηση. Η απεργιακή επιδημία που χαρακτηρίζει τα έτη 1920 και 1921 –και που στα μάτια των αστών, αλλά και των ίδιων των εργατών, φάνταζε σαν μια αρρώστια του κράτους, σαν ένας προάγγελος της προλεταριακής επανάστασης, σαν την αναγκαία κρίση που αναπόδραστα θα κατέληγε στην αρπαγή της εξουσίας από τις μάζες– δεν ήταν παρά ένα σύμπτωμα της βαθιάς αλλαγής των πραγμάτων. Αυτές οι απεργίες δε στρέφονταν πια, όπως το 1919, εναντίον του κράτους, αλλά εναντίον όλων των επαναστατικών δυνάμεων που αποσκοπούσαν στο να καταλάβουν την εξουσία έξωθεν ή ακόμη και κατά των προλεταριακών συνδικαλιστικών οργανώσεων. Γενεσιουργό αίτιο του δυϊσμού, που από καιρό υπήρχε ανάμεσα στα συνδικάτα των εργαζομένων και στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, ήταν το ζήτημα της αυτονομίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Όμως αυτό που το προλεταριάτο έπρεπε να υπερασπιστεί ενάντια στις επαναστατικές δυνάμεις, που αποσκοπούσαν στην κατάκτηση του κράτους, δεν ήταν απλά και μόνο η αυτονομία, αλλά η ίδια η ύπαρξη των ταξικών οργανώσεων. Την ίδια την ταξική τους ελευθερία υπερασπίζονταν οι εργαζόμενοι ενάντια στους φασίστες. Ως προς τη στάση των συνδικάτων απέναντι στους κομμουνιστές, ήταν παρόμοια μ’ αυτή που υιοθέτησαν οι ρωσικές συνδικαλιστικές οργανώσεις απέναντι στους Μπολσεβίκους την παραμονή του πραξικοπήματος του Οκτωβρίου του 1917. Ωστόσο η φιλελεύθερη αντίληψη, που ο Τζιολίτι κόμιζε στην εφαρμογή της μαρξι-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-176-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
στικής μεθόδου του Μπάουερ, επιδείνωνε την κατάσταση. Ο φιλελευθερισμός του Τζιολίτι δεν ήταν παρά μια αισιοδοξία χωρίς ενδοιασμούς: Κυνικός και καχύποπτος, το είδος του κοινοβουλευτικού δικτάτορα που είναι υπερβολικά ικανός για να πιστέψει σε ιδέες και υπερβολικά προκατειλημμένος για να σεβαστεί τους συνανθρώπους του, ο Τζιολίτι είχε κατορθώσει να συμβιβάσει μέσα του τον κυνισμό και την καχυποψία με την αισιοδοξία, γεγονός που τον οδηγούσε στο να δημιουργεί καταστάσεις μ’ ένα ύφος αδιαφορίας και να τις περιπλέκει με κάθε είδους απόκρυφων ελιγμών, προσποιούμενος ότι τις αφήνει να ωριμάσουν από μόνες τους. Δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στο κράτος και σ’ αυτήν ακριβώς την περιφρόνησή του για το κράτος πρέπει να αναζητήσουμε το μυστικό της πολιτικής του. Η φιλελεύθερη ερμηνεία που έδωσε στη μαρξιστική μέθοδο του Μπάουερ συνίστατο στην αντικατάσταση της κατασταλτικής δράσης της κυβέρνησης με την επαναστατική δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων, γεγονός που ισοδυναμούσε με ανάθεση σ’ αυτές της υπεράσπισης του αστικού κράτους, ώστε, αφενός να αποτρέψει το φασιστικό και τον κομμουνιστικό κίνδυνο και, αφετέρου, να έχει τα χέρια λυμένα για να προχωρήσει στην πολιτική της κοινοβουλευτικοποίησης, ήτοι της εξαχρείωσης, του προλεταριάτου.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Προς τα τέλη του 1920, η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην Ιταλία δεν είχε προηγούμενο στην ιστορία της πολιτικής διαπάλης της σύγχρονης Ευρώπης. Ο Ντ’ Ανούντσιο, ο οποίος είχε καταλάβει το Φιούμε91, απειλούσε διαρκώς να εισβάλει στο Βασίλειο, ώστε να πορευθεί προς την κατάκτηση του κράτους με το στρατό των λεγεωνάριών του. Υπολόγιζε ακόμη και σε κάποιες φιλίες που είχε στον κόσμο των εργαζομένων: Είναι γνωστές οι σχέσεις που υπήρχαν ανάμεσα στην Ομοσπονδία των ναυτεργατών και στην κυβέρνηση του Φιούμε. Οι ηγέτες των συνδικαλιστικών οργανώσεων τον έβλεπαν μάλλον σαν έναν επικίνδυνο άνθρωπο, ικανό να παρασύρει τη χώρα σε διεθνείς περιπλοκές, παρά σαν εχθρό. Σε κάθε περίπτωση, δεν τον έβλεπαν σαν έναν πιθανό σύμμαχο στη μάχη κατά του φασισμού, παρότι ήταν γνωστό πως φθονούσε το Μουσολίνι και ότι η φασιστική επαναστατική του οργάνωση είχε αποκτήσει ένα ειδικό βάρος στην ιταλική εσωτερική πολιτική. Η υπάρχουσα αντιπαλότητα μεταξύ Ντ’ Ανούντσιο και Μουσολίνι ήταν ένα καλό ατού στα χέρια του Τζιολίτι, 91.
Σημερινή Ριγιέκα της Κροατίας [Σ.τ.Μ.].
-177-
CURZIO MALAPARTE
ο οποίος με κακό χαρτί έπαιζε τίμια, μα όταν είχε καλό χαρτί έκλεβε. Από την πλευρά τους οι κομμουνιστές, εγκλωβισμένοι ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά των φασιστών και της κυβέρνησης, είχαν απολέσει κάθε δυνατότητα επιρροής στις μάζες των εργαζομένων. Η εγκληματική και αφελής τρομοκρατία τους, η απόλυτη αδυναμία τους να αντιληφθούν το ιταλικό επαναστατικό πρόβλημα, η ανικανότητά τους να εγκαταλείψουν μια τακτική που στο πεδίο της άμεσης δράσης εξαντλούνταν σε απόπειρες, σε μεμονωμένα χτυπήματα, σε εξεγέρσεις σε στρατόπεδα και φάμπρικες, σ’ εκείνον τον ανώφελο ανταρτοπόλεμο στα μικρά επαρχιακά αστικά κέντρα που προσέδιδε στους βίαιους και παθιασμένους πρωταγωνιστές του ένα είδος επαναστατικού μποβαρισμού92, όλα αυτά τους είχαν οδηγήσει στο να παίζουν έναν εντελώς δευτερεύοντα ρόλο στη μάχη για την κατάκτηση του κράτους. Πόσες χαμένες ευκαιρίες, πόσα απραγματοποίητα χτυπήματα είχαν υπάρξει εκείνο το 1919, εκείνη την κόκκινη χρονιά, στη διάρκεια της οποίας ένας οποιοσδήποτε μικρός Τρότσκι, ένας οποιοσδήποτε επαρχιακός Κατιλίνας, θα είχε κατορθώσει με λίγη καλή θέληση, μια χούφτα άνδρες και μερικές τουφεκιές να καταλάβει την εξουσία χωρίς να σκανδαλίσει ούτε το Βασιλιά ούτε την κυβέρνηση ούτε την ιταλική ιστορία. Στο Κρεμλίνο ο επαναστατικός μποβαρισμός των Ιταλών κομμουνιστών ήταν το αγαπημένο θέμα συζήτησης στις στιγμές κεφιού. Οι ειδήσεις που έφθαναν από την Ιταλία έκαναν τον τόσο καλοπροαίρετο και συνετό Λένιν να γελάει μέχρι δακρύων και να λέει: «Οι Ιταλοί κομμουνιστές; Χα! Χα! Χα!» και διασκέδαζε σαν ένα νεαρό αγόρι που διάβαζε τα μηνύματα που έστελνε ο Ντ’ Ανούντσιο από το Φιούμε. Το ζήτημα του Φιούμε μετατρεπόταν ολοένα και περισσότερο σ’ ένα ζήτημα εξωτερικής πολιτικής. Το κράτος, που δημιούργησε το Σεπτέμβριο του 1919 ο Ντ’ Ανούντσιο, είχε κάνει μέσα σε λίγους μήνες ένα άλμα πολλών αιώνων πίσω. Αυτό το κράτος που, σύμφωνα με τις προθέσεις του Ντ’ Ανούντσιο, θα έπρεπε να αποτελέσει τον πρώτο πυρήνα μιας ισχυρής επαναστατικής οργάνωσης, το βατήρα της εθνικιστικής επανάστασης, το σημείο εκκίνησης του επαναστατικού στρατού που θα έπρεπε να βαδίσει
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
92. Μποβαρισμός: Όρος της ψυχιατρικής που προέρχεται από το μυθιστόρημα του Γκουστάβ Φλομπέρ «Μαντάμ Μποβαρύ» και υποδηλώνει το συναισθηματικά και κοινωνικά ανικανοποίητο, την τάση ορισμένων ατόμων να δημιουργούν μια επίπλαστη, φανταστική εικόνα για τον εαυτό τους, η οποία ανταποκρίνεται στους ενδόμυχους πόθους τους [Σ.τ.Μ.].
-178-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
για την κατάκτηση της Ρώμης, αυτό το κράτος προς τα τέλη του 1920 δεν ήταν παρά μια ιταλική δεσποτεία της Αναγέννησης, συνταραγμένη από τις εμφύλιες διαμάχες και μολυσμένη από τον ιό της φιλοδοξίας, από τη ρητορεία και τη χλιδή ενός Ηγεμόνα υπερβολικά εύγλωττου για να ακολουθήσει τις συμβουλές του Μακιαβέλι. Η αδυναμία αυτής της ηγεμονίας δε συνίστατο μόνο στον αναχρονισμό της, αλλά και στο γεγονός ότι η ύπαρξή της αποτελούσε περισσότερο ένα πρόβλημα εξωτερικής παρά εσωτερικής πολιτικής. Η κατάκτηση του Φιούμε δεν είχε γίνει μέσω κάποιου πραξικοπήματος. Το γεγονός αυτό δεν είχε διαφοροποιήσει την εσωτερική πολιτική κατάσταση της Ιταλίας, αλλά είχε εμποδίσει την υλοποίηση μιας διεθνούς απόφασης που θα έδινε στο ζήτημα του Φιούμε μία λύση αντίθετη με το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών. Αυτή ήταν η μεγάλη προσφορά του Ντ’ Ανούντσιο, αλλά και η αχίλλειος πτέρνα του απέναντι στα ιταλικά επαναστατικά πράγματα. Με τη δημιουργία του κράτους του Φιούμε, ο Ντ’ Ανούντσιο είχε καταστεί θεμελιώδες στοιχείο της ιταλικής εξωτερικής πολιτικής, όμως είχε βγει εκτός του εσωτερικού πολιτικού παιγνίου, στο οποίο δεν ασκούσε παρά μόνο έμμεση επιρροή. Ο ρόλος που ο Ντ’ Ανούντσιο είχε αναθέσει στο στρατό των λεγεωνάριών του περνούσε λογικά στους μελανοχίτωνες. Και όσο αυτός παρέμενε στο Φιούμε, Ηγεμόνας μιας ανεξάρτητης δεσποτείας, που είχε το Σύνταγμά της, την κυβέρνησή της, το στρατό της, τα οικονομικά της, τους πρεσβευτές της, ο Μουσολίνι επέκτεινε διαρκώς την οργάνωσή του. Εκείνη την εποχή λεγόταν ότι ο Ντ’ Ανούντσιο ήταν ο Ηγεμόνας και ο Μουσολίνι ο Μακιαβέλι του. Στην πραγματικότητα, για την ιταλική νεολαία, ο Ντ’ Ανούντσιο δεν ήταν παρά ένα σύμβολο, ένας εθνικός Δίας, και το ζήτημα του Φιούμε δεν ήταν παρά ένα επιχείρημα που ο Μουσολίνι χρησιμοποιούσε, ώστε να αντιμάχεται την κυβέρνηση τόσο στο πεδίο της εσωτερικής όσο και σ’ εκείνο της εξωτερικής πολιτικής. Όμως η ύπαρξη του κράτους του Φιούμε, παρότι απομάκρυνε για λίγο καιρό από το παιχνίδι της επανάστασης έναν επικίνδυνο ανταγωνιστή, αποτελούσε για το Μουσολίνι πηγή ανησυχίας. Η αντιπαλότητα μεταξύ αυτού και του Ντ’ Ανούντσιο είχε αντίκτυπο στην ίδια τη μάζα των οπαδών του. Όλοι όσοι προέρχονταν από τα κόμματα της Δεξιάς έτρεφαν μεγάλη συμπάθεια για τον Ντ’ Ανούντσιο, όμως οι προερχόμενοι από τα κόμματα της Αριστεράς, ρεπουμπλικάνοι, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, που ήταν η πλειοψηφία και συνέθεταν το θεμελιώδη πυρήνα των φασιστικών δυνάμεων κρούσης, δεν έκρυβαν την εχθρότητά τους γι’ αυτόν το βρικόλακα του 15ου αιώνα. Μ’
9, για την ελληνική γλώσσα.
-179-
CURZIO MALAPARTE
αυτό το χαρτί της αντιπαλότητας ο Τζιολίτι είχε εις μάτην επιχειρήσει επανειλημμένα να κλέψει στο χαρτοπαίγνιο, τρέφοντας την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσε να προκαλέσει μια ανοιχτή ρήξη μεταξύ Ντ’ Ανούντσιο και Μουσολίνι, όμως δεν άργησε να αντιληφθεί πως ήταν επικίνδυνο να χάνει το χρόνο του σ’ ένα παιχνίδι ανώφελο. Πιεζόμενος από την ανάγκη ρύθμισης του ζητήματος του Φιούμε το συντομότερο δυνατό, αποφάσισε να ανατρέψει με τα όπλα το κράτος του Ντ’ Ανούντσιο κι έτσι την παραμονή των Χριστουγέννων του 1920, εκμεταλλευόμενος τη συνδρομή κάποιων ευνοϊκών συγκυριών, εξαπέλυσε εναντίον του Φιούμε ορισμένα συντάγματα. Στην κραυγή πόνου των λεγεωνάριων του Ντ’ Ανούντσιο σύμπασα η Ιταλία απάντησε με μια κραυγή ντροπής. Ο φασισμός δεν ήταν έτοιμος για μια γενικευμένη εξέγερση. Η μάχη προμηνυόταν σκληρότατη, στην επαρχία και στα προάστια οι μαύρες και οι κόκκινες σημαίες του εμφυλίου πολέμου ήδη ανέμιζαν κόντρα στο μοχθηρό άνεμο εκείνου του δυσοίωνου χειμώνα. Ο Μουσολίνι δεν ήταν μόνο υποχρεωμένος να εκδικηθεί για τους νεκρούς του Φιούμε, αλλά έπρεπε και να αμυνθεί ενάντια στις αντιδραστικές δυνάμεις που απειλούσαν να θάψουν το φασισμό κάτω από τα ερείπια του κράτους του Ντ’ Ανούντσιο. Η αντίδραση της κυβέρνησης και των οργανώσεων των εργαζομένων εκδηλωνόταν ήδη με αστυνομικές διώξεις και αιματηρές συγκρούσεις, την πρωτοβουλία των οποίων είχαν αναλάβει οι εργάτες. Ο Τζιολίτι ήθελε να εκμεταλλευτεί την εσωτερική κρίση που ταλάνιζε το φασισμό και τη σύγχυση που είχαν προξενήσει στις τάξεις του τα τραγικά Χριστούγεννα του Φιούμε, ώστε να θέσει το Μουσολίνι εκτός νόμου. Οι ηγέτες των συνδικάτων διηύθυναν τη μάχη με μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις. Πόλεις, επαρχίες, ολόκληρες περιφέρειες ξαφνικά παρέλυαν λόγω μιας σύγκρουσης που είχε ξεσπάσει σ’ ένα οποιοδήποτε χωριό. Με την πρώτη τουφεκιά, κηρυσσόταν απεργία. Στην αγωνιώδη ιαχή των σειρήνων, τα εργοστάσια άδειαζαν, οι πόρτες και τα παράθυρα των σπιτιών σφάλιζαν, η κίνηση σταματούσε, οι έρημοι δρόμοι έπαιρναν μια όψη γκρίζα και γυμνή, σαν κι αυτή που έχουν τα καταστρώματα των θωρηκτών όταν προετοιμάζονται για τον πόλεμο. Πριν εγκαταλείψουν τα εργοστάσια, οι εργάτες εξοπλίζονταν για τη μάχη. Τα όπλα έβγαιναν από παντού, κάτω από τους πάγκους των τόρνων, πίσω από τους αργαλειούς, τις δυναμομηχανές, τα καζάνια· οι σωροί με τα κάρβουνα ξερνούσαν τουφέκια και φυσίγγια· άνδρες με βουβά
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-180-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
πρόσωπα και ήρεμες κινήσεις γλιστρούσαν ανάμεσα στις νεκρωμένες μηχανές, τα πιστόνια, τις βαριές, τα αμόνια, τους γερανούς, σκαρφάλωναν πάνω στις σιδερένιες σκάλες, στους πυργίσκους, στις γέφυρες φόρτωσης, στις οξυγώνιες γυάλινες στέγες, λάμβαναν θέσεις ώστε να μετατρέψουν κάθε εργοστάσιο σε μικρό οχυρό. Στις κορυφές των καπνοδόχων ξεφύτρωναν κόκκινες σημαίες. Στα προαύλια οι εργάτες συνωστίζονταν άτακτα, χωρίζονταν σε λόχους, διμοιρίες και ομάδες· ομαδάρχες με κόκκινα περιβραχιόνια έδιναν διαταγές· με την επιστροφή των περιπόλων που είχαν σταλεί προς ανίχνευση, οι εργάτες εγκατέλειπαν τα εργοστάσια περπατώντας αμίλητοι κατά μήκος των τοίχων, πηγαίνοντας να καταλάβουν τα στρατηγικά σημεία της πόλης. Στα Εργατικά Κέντρα συνέρρεαν από κάθε σημείο ομάδες εξασκημένες στην τακτική των οδομαχιών, προκειμένου να υπερασπιστούν τις έδρες των συνδικαλιστικών οργανώσεων από μια ενδεχόμενη επίθεση σε κάθε έξοδο και στις στέγες, ενώ κοντά στα παράθυρα των γραφείων βρίσκονταν στοιβαγμένες χειροβομβίδες. Οι σιδηροδρομικοί αποσυνέδεαν τα βαγόνια των ατμομηχανών και έτρεχαν με όλη τους την ταχύτητα προς τους σταθμούς, εγκαταλείποντας τα τρένα καταμεσής της υπαίθρου. Στα χωριά οι δρόμοι είχαν αποκλειστεί από οχήματα που είχαν τοποθετηθεί λοξά ώστε να παρακωλύσουν τη φασιστική κινητοποίηση και να εμποδίσουν τις ενισχύσεις των μελανοχιτώνων να μετακινηθούν μεταξύ των πόλεων. Τοποθετημένες πίσω από φράχτες, οι κόκκινες φρουρές των χωριών, οπλισμένες με κυνηγετικά τουφέκια, δικράνια, τσάπες και δρεπάνια, ανέμεναν το πέρασμα των καμιονιών με τους φασίστες. Τουφεκιές εξαπολύονταν κατά μήκος των δρόμων και των σιδηροτροχιών, από χωριό σε χωριό, και έφθαναν μέχρι τα περίχωρα των πόλεων που ήταν στολισμένα με κόκκινες σημαίες. Στις ιαχές συναγερμού των σειρήνων των εργοστασίων που ανήγγελλαν την απεργία, οι καραμπινιέροι, οι Βασιλικοί Φρουροί, τα αστυνομικά όργανα αποσύρονταν στους στρατώνες τους. Ο Τζιολίτι ήταν υπερβολικά φιλελεύθερος για να εμπλακεί σε μία μάχη που οι εργαζόμενοι διεξήγαν τόσο καλά, από μόνοι τους, κατά των εχθρών του κράτους. Μπροστά στο απειλητικό κενό που η απεργία δημιουργούσε γύρω τους, οι ειδικευμένες στις οδομαχίες φασιστικές ομάδες έπαιρναν θέσεις στα σταυροδρόμια, ενώ τα εξασκημένα στην υπεράσπιση και στην επίθεση κατά οικημάτων τμήματα βρίσκονταν σε κατάσταση ετοιμότητας, ώστε να ενισχύσουν τα αδύνατα σημεία, να υπερασπιστούν τις απειλούμενες θέσεις, να καταφέρουν ταχύτατα και βίαια πλήγματα στους πυρή-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-181-
CURZIO MALAPARTE
νες της αντίπαλης οργάνωσης· οι δυνάμεις κρούσης που αποτελούνταν από μελανοχίτωνες εξασκημένους στην τακτική της διείσδυσης, των βίαιων χτυπημάτων, της μεμονωμένης δράσης, και οπλισμένους με μαχαίρια, χειροβομβίδες και εμπρηστικά υλικά, περίμεναν δίπλα στα καμιόνια που θα τους μετέφεραν στο πεδίο της μάχης. Ήταν αυτές οι επιλεγμένες δυνάμεις που προορίζονταν να προβούν σε αντίποινα. Στην τακτική των μελανοχιτώνων, τα αντίποινα αποτελούσαν ένα από τα πιο βασικά της στοιχεία. Αμέσως μόλις ανακοινωνόταν η θανάτωση ενός φασίστα σε κάποιο προάστιο ή χωριό, οι δυνάμεις κρούσης αναχωρούσαν για να προβούν σε αντίποινα. Τα Εργατικά Κέντρα, οι λέσχες των εργατών, τα σπίτια των ηγετών των σοσιαλιστικών οργανώσεων, δέχονταν αμέσως επιθέσεις, καταστρέφονταν, πυρπολούνταν. Στην αρχή, όταν ακόμη η τακτική των αντιποίνων αποτελούσε μια καινοτομία, οι κόκκινες φρουρές υποδέχονταν τους φασίστες με τουφεκιές και μια φονική μάχη άναβε γύρω από τα Εργατικά Κέντρα, γύρω τις λέσχες των εργατών, στους δρόμους των προαστίων και των χωριών. Όμως αυτή η φρικτή τακτική δεν άργησε να αποδώσει καρπούς. Ο τρόμος των αντιποίνων συντάραξε το μαχητικό πνεύμα των κόκκινων φρουρών, απομύζησε το θάρρος τους για άμυνα, έπληξε την αντίσταση των εργατικών οργανώσεων στην καρδιά της. Μόλις πλησίαζαν οι μελανοχίτωνες, οι κόκκινες φρουρές, οι σοσιαλιστές ηγέτες, οι γραμματείς των συνδικάτων και οι ιθύνοντες νόες των απεργιών έφευγαν στην ύπαιθρο, έβρισκαν καταφύγιο στα βουνά. Καμιά φορά στην ύπαιθρο κατέφευγε ολόκληρος ο πληθυσμός του χωριού, όπου είχε σημειωθεί η δολοφονία του φασίστα, κι έτσι οι δυνάμεις κρούσης, όταν έφθαναν εκεί, έβρισκαν τα σπίτια αδειανά, τους δρόμους ερημωμένους και μόνο ένα πτώμα με μαύρο πουκάμισο να κείτεται στο πλακόστρωτο. Στην ταχύτατη, βίαιη και αμείλικτη φασιστική τακτική, οι ηγέτες των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν αντέτασσαν μονάχα αυτό που εκείνοι αποκαλούσαν άοπλη αντίσταση. Μολονότι οι ίδιοι αναλάμβαναν επισήμως μόνο την ευθύνη των απεργιών, παρά ταύτα δεν παρέλειπαν να εξάψουν με κάθε μέσο το μαχητικό πνεύμα των εργαζομένων. Έδειχναν να αγνοούν ότι σε όλα τα Εργατικά Κέντρα και στις λέσχες των εργατών υπήρχαν αποθήκες γεμάτες με τουφέκια και χειροβομβίδες. Σύμφωνα με τις προθέσεις τους, ωστόσο, η απεργία δεν προοριζόταν να είναι μια ειρηνική εκδήλωση, αλλά μια εμπόλεμη κατάσταση, ένας απαραίτητος όρος για την εφαρμογή της εργατικής τακτικής των οδομαχιών.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-182-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
«Η απεργία», έλεγαν, «ιδού τα δικά μας αντίποινα· είναι μια άοπλη αντίσταση που αντιτάσσουμε στις φασιστικές βιαιοπραγίες». Γνώριζαν όμως πολύ καλά ότι οι εργάτες συνέρρεαν στα Εργατικά Κέντρα για να βρουν τα όπλα τους. Ήταν το κλίμα της απεργίας, αυτό το βαρύ και ζέον κλίμα, που ωθούσε τους εργαζόμενους στην ένοπλη πάλη. Η αξίωσή τους να συμπεριφέρονται ως ανυπεράσπιστα και αθώα θύματα της βίας των αντιπάλων τους, σαν κόκκινα πρόβατα σφαγιασμένα από τους μαύρους λύκους, ήταν εξίσου γελοία με την τολστοϊκή έγνοια ορισμένων φιλελεύθερης καταγωγής φασιστών, που δεν ήθελαν να παραδεχτούν ότι οι οπαδοί του Μουσολίνι είχαν ρίξει έστω και μια τουφεκιά, είχαν δώσει ένα χτύπημα με μπαστούνι ή μια σταγόνα ρετσινόλαδο. Η υποκρισία των ηγετών των συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν εμπόδισε ωστόσο την ύπαρξη νεκρών ακόμη και στις τάξεις των μελανοχιτώνων. Δεν πρέπει να πιστεύουμε πως οι φασίστες δε συνάντησαν σοβαρότατες αναποδιές. Καμιά φορά συνοικίες, χωριά, ολόκληρες περιφέρειες ξεσηκώνονταν στα όπλα. Η γενική απεργία έδινε το σύνθημα της εξέγερσης. Οι μελανοχίτωνες δέχονταν επιθέσεις στα σπίτια τους, τα οδοφράγματα ξεπετιόνταν στους δρόμους, συμμορίες εργατών και αγροτών οπλισμένων με τουφέκια και χειροβομβίδες καταλάμβαναν την ύπαιθρο, βάδιζαν κατά των πόλεων, εξεδίωκαν τους φασίστες. Η σφαγή της Σαρτζάνα αρκεί για να αποδείξει ότι οι εργάτες ήταν λιγότερο υποκριτές από τους ηγέτες τους. Τον Ιούλιο του 1921, στην πόλη της Σαρτζάνα, σφαγιάστηκαν γύρω στους πενήντα μελανοχίτωνες· οι τραυματίες κατακρεουργήθηκαν ακόμη και πάνω στα φορεία ή στις εισόδους των νοσοκομείων· κάποιοι άλλοι, καμιά εκατοστή, που είχαν διασωθεί καταφεύγοντας και σκορπώντας στην ύπαιθρο, κυνηγήθηκαν μέσα στα δάση από μπουλούκια γυναικών και ανδρών οπλισμένων με τσάπες και δρεπάνια. Το χρονικό του εμφυλίου πολέμου στην Ιταλία των ετών 1920 και 1921, ήτοι το χρονικό της προετοιμασίας του φασιστικού πραξικοπήματος, βρίθει από παρόμοια επεισόδια άγριας βιαιότητας. Προκειμένου να δαμάσουν τις επαναστατικές απεργίες και τις εξεγέρσεις των εργατών και των αγροτών, που γίνονταν ολοένα σοβαρότερες φθάνοντας στο σημείο να προκαλούν παράλυση σε ολόκληρες περιφέρειες, οι φασίστες υιοθέτησαν την τακτική της συστηματικής κατάληψης των απειλούμενων περιοχών. Από τη μια μέρα στην άλλη, συγκεντρώσεις μελανοχιτώνων λάμβαναν χώρα στα υποδεικνυόμενα από το σχέδιο κινητοποίησης κέντρα: Χιλιάδες επί χιλιάδων ένοπλων ανδρών, μερικές
9, για την ελληνική γλώσσα.
-183-
CURZIO MALAPARTE
φορές δεκαπέντε ή είκοσι, κατέφθαναν στις πόλεις, στις κωμοπόλεις και στα χωριά μετακινούμενοι ταχύτατα με το σιδηρόδρομο και με καμιόνια από τη μια επαρχία στην άλλη. Μέσα σε λίγες ώρες όλη η περιφέρεια είχε καταληφθεί και τεθεί υπό καθεστώς πολιορκίας. Όλα τα απομεινάρια της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής οργάνωσης, Εργατικά Κέντρα, συνδικάτα, εργατικές λέσχες, εφημερίδες, συνεταιρισμοί, διαλύονταν και καταστρέφονταν με τρόπο μεθοδικό. Οι κόκκινες φρουρές που δεν είχαν προλάβει να διαφύγουν εκκαθαρίζονταν, εξωραΐζονταν και επανέρχονταν στη θέση τους. Για δύο ή τρεις μέρες τα ρόπαλα δούλευαν σε μια έκταση εκατοντάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Στα τέλη του 1921, αυτή η τακτική, εφαρμοσμένη με συστηματικό τρόπο και σε μεγαλύτερη κλίμακα, είχε τσακίσει την πολιτική και συνδικαλιστική οργάνωση του προλεταριάτου. Ο κίνδυνος της κόκκινης επανάστασης είχε απομακρυνθεί διά παντός. Ο πολίτης Μουσολίνι ήταν άξιος της πατρίδος. Τώρα που ολοκλήρωσαν την αποστολή τους, σκέφτονταν οι κάθε είδους αστοί, οι μελανοχίτωνες μπορούν να πάνε για ύπνο. Αυτοί σύντομα θα συνειδητοποιούσαν πως η νίκη του φασισμού επί των εργαζομένων είχε τσακίσει ακόμη και το ίδιο το κράτος.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-184-
15
Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ Ο ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ, προκειμένου να κα-
τακτήσει το κράτος, δε θα μπορούσε να συλληφθεί και να υλοποιηθεί παρά μόνο από ένα μαρξιστή. Δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε ότι ο Μουσολίνι είχε μαρξιστική παιδεία. Αυτό που προκαλούσε το γέλιο και συνάμα την αγανάκτηση του Λένιν και του Τρότσκι, όσον αφορά τα ιταλικά επαναστατικά πράγματα, ήταν η ανικανότητα των κομμουνιστών να εκμεταλλευτούν μια τόσο ασυνήθιστη ευνοϊκή συγκυρία. Οι γενικές επαναστατικές απεργίες των ετών 1919 και 1920, την καθοριστική φάση των οποίων είχε σηματοδοτήσει η κατάληψη των εργοστασίων το 1920 από τους εργάτες του ιταλικού Βορρά, δεν είχαν γεννήσει κανέναν ηγέτη ικανό να συμπαρασύρει μια χούφτα άνδρες προς την κατάκτηση του κράτους. Υποστηριζόμενος από τη γενική απεργία, οποιοσδήποτε μικρός επαρχιώτης Τρότσκι θα μπορούσε να σφετεριστεί την εξουσία χωρίς να ζητήσει την άδεια του Βασιλιά. Ο Μουσολίνι, που έκρινε την κατάσταση από μαρξιστική σκοπιά, δεν πίστευε στην πιθανότητα επιτυχίας μιας εξέγερσης που θα έπρεπε να αντιπαλέψει ταυτόχρονα τόσο τις κυβερνητικές δυνάμεις όσο και τις δυνάμεις του προλεταριάτου. Η περιφρόνησή του προς τους σοσιαλιστές και τους κομμουνιστές ηγέτες, που δεν τολμούσαν να αποφασίσουν την κατάκτηση της εξουσίας, δεν τον εμπόδιζε να περιφρονεί και όλους όσοι, όπως ο Ντ’ Ανούντσιο, στόχευαν στην ανατροπή της κυβέρνησης χωρίς να έχουν διασφαλίσει προηγουμένως τη συμμαχία ή τουλάχιστον την ουδετερότητα των εργατικών οργανώσεων. Ο Μουσολίνι δεν ήταν κάποιος που θα μπορούσε να συντριβεί από μια γενική απεργία. Αυτός δεν παραγνώριζε, όπως έκανε ο εθνικός Γκαμπριέλε, τη σημασία της αποστολής του προλεταριάτου στο επαναστατικό παιχνίδι. Η σύγχρονη ευαισθησία του
9, για την ελληνική γλώσσα.
-185-
CURZIO MALAPARTE
και η μαρξιστική του σύλληψη των πολιτικών και των κοινωνικών προβλημάτων της εποχής μας δεν του δημιουργούσαν αυταπάτες ως προς τη δυνατότητα δημιουργίας ενός εθνικιστικού μπλανκισμού εν έτει 1920. Στην τακτική του φασιστικού πραξικοπήματος δεν πρέπει να βλέπουμε μια τακτική επινοημένη από κάποιον αντιδραστικό. Ο Μουσολίνι δεν είχε τίποτε κοινό με τον Ντ’ Ανούντσιο, τον Καπ, τον Πρίμο ντε Ριβέρα ή το Χίτλερ. Ως μαρξιστής αποτιμούσε τις δυνάμεις του προλεταριάτου και την αποστολή τους στα επαναστατικά πράγματα του 1920 και ως μαρξιστής κατέληγε στο συμπέρασμα πως πάνω απ’ όλα χρειαζόταν να συντρίψει τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, στις οποίες η κυβέρνηση αναμφίβολα θα στηριζόταν προκειμένου να υπερασπιστεί το κράτος. Ο Μουσολίνι φοβόταν τη γενική απεργία. Είχε εμπεδώσει καλά το μάθημα του Καπ και του Μπάουερ. Για να αποδείξουν ότι ο Μουσολίνι δεν ήταν αντιδραστικός, οι επίσημοι ιστορικοί του φασισμού επικαλούνται το πρόγραμμά του κατά το έτος 1919. Στην πραγματικότητα, το φασιστικό πρόγραμμα του 1919, στο οποίο η μεγάλη πλειοψηφία των μελανοχιτώνων πίστευε ειλικρινά (η παλιά φρουρά παρέμεινε πιστή στο πνεύμα του 1919), ήταν ρεπουμπλικανικό και δημοκρατικό. Όμως δεν είναι το πρόγραμμα του 1919 αυτό που αποκαλύπτει τη μαρξιστική παιδεία του Μουσολίνι: Είναι η σύλληψη της τακτικής του φασιστικού πραξικοπήματος, η λογική, η μέθοδος, το αυστηρό πνεύμα συνέχειας της εφαρμογής του. Θα δούμε αργότερα, με αφορμή το Χίτλερ, σε τι μπορεί να μετατραπεί μια επινοημένη από ένα μαρξιστή τακτική, όταν ερμηνεύεται και εφαρμόζεται από έναν αντιδραστικό. Όλοι όσοι δεν έβλεπαν το φασισμό παρά σαν μια άμυνα του κράτους ενάντια στον κομμουνιστικό κίνδυνο, σαν μια ατόφια αντίδραση στις πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις του προλεταριάτου, όλοι αυτοί θεωρούσαν ότι ο Μουσολίνι, προς τα μέσα του 1921, είχε ήδη επιτελέσει την αποστολή του, ότι το παιχνίδι του είχε τελειώσει και ότι οι μελανοχίτωνες «μπορούσαν πια να πάνε για ύπνο». Αν και διαμέσου εντελώς διαφορετικών σκέψεων, και ο Τζιολίτι είχε καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα ήδη από το Μάρτιο του 1921, μετά από εκείνες τις γενικές απεργίες που είχαν φανερώσει την επικίνδυνη ισχύ του φασισμού. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε αγγίξει επίπεδα τρομακτικής βίας: Οι απώλειες ήταν βαριές και για τις δύο πλευρές, όμως εκείνες οι αιματηρές μάχες, πλούσιες σε επεισόδια ωμοτήτων χωρίς προηγούμενο στα χρονικά εκείνων των κόκκινων ετών, είχαν τερματιστεί με πανωλεθρία για τις δυνάμεις του προλεταριάτου.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-186-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Ο Τζιολίτι, που ενάντια στο φασισμό είχε παίξει το χαρτί των εργατικών συνδικάτων, είχε αιφνιδιαστεί πλήρως από την ξαφνική κατάρρευση των οργανώσεων των εργαζομένων. Απ’ αυτή την αιματηρή μάχη ο φασισμός έβγαινε νικητής, εμψυχωμένος από ένα επιθετικό πνεύμα που δεν άφηνε καμία αμφιβολία ως προς τις προθέσεις του και τρομερά εξοπλισμένος για τη μάχη ενάντια στο κράτος. Τι του απέμενε να αντιπαραθέσει στο φασισμό; Η αποστολή των εργατικών συνδικάτων στην υπεράσπιση του κράτους είχε ήδη ολοκληρωθεί. Τα πολιτικά κόμματα που αποτελούσαν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ήταν ανήμπορα μπροστά σ’ εκείνη την τρομερή ένοπλη οργάνωση, η οποία δρούσε στο πεδίο της βίας και της παρανομίας. Δεν του απέμενε παρά να επιχειρήσει την κοινοβουλευτικοποίηση του φασισμού, παλιά τακτική αυτού του φιλελεύθερου που, στη διάρκεια των τελευταίων τριάντα ετών, είχε χαρίσει στην Ιταλία το μοντέλο μιας κοινοβουλευτικής δικτατορίας στην υπηρεσία μιας Μοναρχίας χωρίς συνταγματικές προκαταλήψεις. Ο Μουσολίνι, το πολιτικό πρόγραμμα του οποίου δεν απέκλειε την επαναστατική τακτική, δεν αφέθηκε να παρασυρθεί σ’ αυτό το παιχνίδι. Στις πολιτικές εκλογές του Μαΐου του 1921, ο φασισμός αποδέχτηκε να συμμετάσχει σ’ εκείνο το ιδιότυπο Εθνικό Μπλοκ, τη δημιουργία του οποίου είχε συλλάβει ο Τζιολίτι, προκειμένου να βλάψει και να διαφθείρει, με την αρωγή της καθολικής ψήφου, το στρατό των μελανοχιτώνων. Το Εθνικό Μπλοκ είχε σχηματιστεί με μεγάλη δυσκολία. Τα συνταγματικά κόμματα δεν ήθελαν να τοποθετηθούν στο ίδιο επίπεδο με μια ένοπλη οργάνωση που είχε ρεπουμπλικανικό πρόγραμμα. Όμως αυτό που ανησυχούσε τον Τζιολίτι δεν ήταν το πρόγραμμα του 1919, λιγότερο ή περισσότερο ρεπουμπλικανικό ή δημοκρατικό, αλλά ο αντικειμενικός στόχος της φασιστικής τακτικής. Η κατάκτηση του κράτους, ιδού ποιος ήταν ο σκοπός του Μουσολίνι. Χρειαζόταν να γίνει αποδεκτό αυτό το πρόγραμμα στο εκλογικό πεδίο, ώστε να αποσπαστεί ο φασισμός από τον αντικειμενικό στόχο της επαναστατικής του τακτικής. Ο Τζιολίτι που έπαιζε τίμια μόνο όταν είχε κακό χαρτί, αυτή τη φορά δε στάθηκε πιο τυχερός απ’ όσο είχε σταθεί όταν είχε κλέψει παίζοντας το χαρτί της αντιπαλότητας μεταξύ Ντ’ Ανούντσιο και Μουσολίνι. Απέχοντας από την προοπτική της κοινοβουλευτικοποίησης, ο φασισμός παρέμεινε πιστός στην τακτική του. Και όσο οι φασίστες βουλευτές, γύρω στους είκοσι, τους οποίους οι εκλογές του Μαΐου είχαν στείλει στη Βουλή, εργάζονταν στο Κοινοβούλιο ώστε να διασπάσουν την πλειοψηφία που είχε προέλθει
9, για την ελληνική γλώσσα.
-187-
CURZIO MALAPARTE
από το Εθνικό Μπλοκ, οι μελανοχίτωνες εξαπέλυαν κατά των συνδικαλιστικών οργανώσεων του Ρεπουμπλικανικού και του Καθολικού Κόμματος την ίδια εκείνη βία, με την οποία είχαν διαλύσει τις σοσιαλιστικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Ενόψει της επαναστατικής δράσης για την κατάκτηση του κράτους, έπρεπε να ξεκαθαρίσουν το έδαφος από όλες τις οργανωμένες δυνάμεις, είτε της Αριστεράς είτε του Κέντρου είτε της Δεξιάς, που ήταν ικανές να αποτελέσουν στήριγμα για την κυβέρνηση, να παρεμποδίσουν το φασισμό στην πιο καθοριστική φάση της επανάστασης, να του κόψουν τα πόδια κατά την κρίσιμη στιγμή για το πραξικόπημα. Έπρεπε να αποτρέψουν όχι μόνο τη γενική απεργία, αλλά και τη σύμπηξη ενός ενιαίου μετώπου της κυβέρνησης, του Κοινοβουλίου και του προλεταριάτου. Ο φασισμός είχε ανάγκη να δημιουργήσει γύρω του ένα κενό, να μετατρέψει σε tabula rasa κάθε οργανωμένη δύναμη, πολιτική ή συνδικαλιστική, προλεταριακή ή αστική, συνδικάτα, συνεταιρισμούς, λέσχες εργατών, Εργατικά Κέντρα, εφημερίδες, πολιτικά κόμματα. Προς μεγάλη έκπληξη της αντιδραστικής και φιλελεύθερης αστικής τάξης, που θεωρούσε την αποστολή του φασισμού ολοκληρωμένη, και προς μεγάλη χαρά των εργατών και των αγροτών, οι μελανοχίτωνες, αφού διέλυσαν με τη βία τις ρεπουμπλικανικές και καθολικές οργανώσεις, στράφηκαν κατά των φιλελεύθερων, των δημοκρατικών, των μασόνων, των συντηρητικών και κάθε λογής νομιμοφρόνων αστών. Η μάχη κατά της αστικής τάξης ήταν πολύ πιο δημοφιλής μεταξύ των φασιστών από τη μάχη κατά του προλεταριάτου. Οι δυνάμεις κρούσης του Μουσολίνι αποτελούνταν στην πλειοψηφία τους από εργάτες, μικρούς βιοτέχνες και αγρότες. Κι έπειτα, η μάχη κατά της αστικής τάξης ήταν και μάχη κατά της κυβέρνησης, κατά του κράτους. Αυτοί οι ίδιοι φιλελεύθεροι, αυτοί οι ίδιοι δημοκρατικοί, αυτοί οι ίδιοι συντηρητικοί, που είχαν σπεύσει να καλέσουν τους φασίστες να συμμετάσχουν στο Εθνικό Μπλοκ, που είχαν τοποθετήσει το Μουσολίνι στο πάνθεον των «σωτήρων της πατρίδος» (εδώ και μισό αιώνα η Ιταλία βρίθει από «σωτήρες της πατρίδος»: Αυτό που αρχικά ήταν μια αποστολή έχει σχεδόν μετατραπεί σε επίσημο επάγγελμα, αλλά από μια χώρα που έχει σωθεί υπερβολικά πολλές φορές, μπορεί να περιμένει κανείς τα πάντα), όλοι αυτοί αδυνατούσαν να παραδεχτούν ότι ο σκοπός του Μουσολίνι δεν ήταν να σώσει την Ιταλία σύμφωνα με την επίσημη παράδοση, αλλά να σφετεριστεί το κράτος. Ιδού ένα πολύ πιο ειλικρινές πρόγραμμα απ’ αυτό του 1919. Τώρα, για τη φιλελεύθερη και αντιδραστική αστική τάξη, δεν υπήρχε τίποτε πιο παράνομο και
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-188-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
απαράδεκτο απ’ αυτή τη φασιστική βία, που με τόση θέρμη η ίδια επικροτούσε, όταν ασκούνταν κατά των οργανώσεων του προλεταριάτου. Ποιος θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι ο Μουσολίνι, ο τόσο καλός πατριώτης όταν μαχόταν τους κομμουνιστές, τους σοσιαλιστές και τους ρεπουμπλικάνους, θα μετατρεπόταν από τη μια μέρα στην άλλη σ’ έναν άνθρωπο επικίνδυνο, σ’ ένα φιλόδοξο χωρίς αστικές προκαταλήψεις, σ’ έναν κατιλινιστή αποφασισμένο να καταλάβει την εξουσία ερχόμενος ακόμη και σε σύγκρουση με το Βασιλιά και το Κοινοβούλιο; Για το γεγονός ότι ο φασισμός μεταβλήθηκε σε κίνδυνο για το κράτος, υπεύθυνος ήταν ο Τζιολίτι. Έπρεπε να τον είχε εγκαίρως στραγγαλίσει, να τον είχε εξαρχής θέσει εκτός νόμου, να τον είχε συντρίψει με τα όπλα όπως είχε κάνει με τον Ντ’ Ανούντσιο. Αυτός ο ιδιότυπος «εθνικιστικός μπολσεβικισμός» έδειχνε πολύ πιο επικίνδυνος από το ρωσικό μπολσεβικισμό, για τον οποίον τώρα πια η αστική τάξη μπορούσε κάλλιστα να πει πως δεν τον φοβόταν. Θα μπορούσε η κυβέρνηση του Μπονόμι93 να επανορθώσει τα σφάλματα της κυβέρνησης του Τζιολίτι; Για τον Μπονόμι, παλιό σοσιαλιστή, το ζήτημα του φασισμού δεν ήταν παρά ένα ζήτημα αστυνομικής φύσης. Ανάμεσα σ’ αυτόν το μαρξιστή, που μετερχόταν την τακτική της αστυνομικής αντίδρασης επιχειρώντας να στραγγαλίσει το φασισμό, πριν ο τελευταίος ετοιμαστεί για την κατάκτηση του κράτους, και στο Μουσολίνι, που προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο, εκτυλίχθηκε κατά τους τελευταίους μήνες του 1921 μια ανηλεής μάχη, η οποία σημαδεύτηκε από διώξεις, βιαιοπραγίες και αιματηρές συγκρούσεις. Και μολονότι ο Μπονόμι κατόρθωνε να σχηματίσει κατά των μελανοχιτώνων το ενιαίο μέτωπο της αστικής τάξης και του προλεταριάτου (με τη στήριξη της κυβέρνησης, οι εργάτες κατέβαλλαν μεγάλες προσπάθειες για να ανοικοδομήσουν τις ταξικές οργανώσεις τους), η επαναστατική τακτική του Μουσολίνι συνέχιζε να αναπτύσσεται συστηματικά. Μετά την αποτυχία της εκεχειρίας που είχε συναφθεί μεταξύ φασιστών και σοσιαλιστών, η έλλειψη γενναιότητας και διορατικότητας εκ μέρους των αστικών κομμάτων και ο ανενδοίαστος εγωισμός τους, που αντέτασσε
9, για την ελληνική γλώσσα.
93. Ιβάνοε Μπονόμι (1873-1951): Ιταλός πολιτικός. Ως υπουργός πρώτα και ως Πρόεδρος της Κυβέρνησης αργότερα, την περίοδο 1916-1922, προσπάθησε να αντιταχθεί στο φασισμό, αλλά χωρίς επιτυχία. Από τους ηγέτες του αντιφασιστικού κινήματος μεταξύ 1942 και 1944, έγινε Πρόεδρος της Κυβέρνησης μετά την απελευθέρωση της Ρώμης (1944-1945) [Σ.τ.Ε.].
-189-
CURZIO MALAPARTE
στη βία των μελανοχιτώνων ένα μακιαβελισμό χοντροκομμένο, ρητορικό και πατριωτικό, όλα αυτά είχαν καταρρακώσει το ηθικό του στρατού των εργαζομένων. Το έτος 1922 έβλεπε σε μια θέα θλιβερή και νεφελώδη: Ο φασισμός, βίαιος και μεθοδικός, σιγά-σιγά καταλάμβανε όλα τα νευραλγικά κέντρα της χώρας. Το δίκτυο της πολιτικής, στρατιωτικής και συνδικαλιστικής του οργάνωσης κάλυπτε όλη την Ιταλία. Ο γεωγραφικός χάρτης της χερσονήσου, αυτή η μπότα που βρίθει από πόλεις, κωμοπόλεις και άνδρες ανήσυχους, παθιασμένους και φατριαστές, ήταν πια χαραγμένη, σαν ένα τατουάζ, πάνω στην παλάμη του δεξιού χεριού του Μουσολίνι. Ο Μπονόμι είχε συντριβεί μέσα σ’ ένα σύννεφο σκόνης, κάτω από τα ερείπια του πολιτικού και συνδικαλιστικού, αστικού και προλεταριακού, κόσμου. Το κράτος, πολιορκούμενο στη Ρώμη από το φασισμό που κατείχε όλη τη χώρα, βρισκόταν στο έλεος των μελανοχιτώνων. Η εξουσία του, που είχε μετατραπεί σε θρύψαλα, επιζούσε μονάχα σε καμιά εκατοστή νησίδες, νομαρχίες, δήμους και στρατώνες της Αστυνομίας, που βρίσκονταν διασκορπισμένες κατά μήκος της Ιταλίας στη μέση μιας επαναστατικής πλημμυρίδας. Μεταξύ του Βασιλιά και της κυβέρνησης άρχιζε να εμφιλοχωρεί η ευθυνοφοβία και αυτή η ρωγμή επεκτεινόταν όλο και περισσότερο, παλιό τέχνασμα των συνταγματικών μοναρχιών. Ο Βασιλιάς στηριζόταν στο στρατό και στη Γερουσία, η κυβέρνηση στηριζόταν στην Αστυνομία και στο Κοινοβούλιο: Κι αυτό συνεχώς κέντριζε την καχυποψία της φιλελεύθερης αστικής τάξης και των εργαζομένων.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Το Καλοκαίρι του 1922, όταν ο Μουσολίνι ανακοίνωσε στη χώρα ότι ο φασισμός ήταν έτοιμος για την κατάκτηση του κράτους, η κυβέρνηση, σε μια ύστατη προσπάθεια, επιχείρησε να αποτρέψει την εξέγερση και να αποτινάξει τη φασιστική πολιορκία με τον ξεσηκωμό των εργατών και των αγροτών. Τον Αύγουστο ξέσπασε γενική απεργία κατ’ εντολή μιας ιδιότυπης επιτροπής δημόσιας σωτηρίας, που συμπεριλάμβανε το Δημοκρατικό, το Σοσιαλιστικό και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, καθώς και τη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών. Αυτό που ονομάστηκε «νομιμόφρων απεργία» ήταν η έσχατη μάχη που έδιναν οι υπερασπιστές της ελευθερίας, της Δημοκρατίας, της νομιμότητας και του κράτους ενάντια στο στρατό των μελανοχιτώνων την παραμονή της εξέγερσης. Ο Μουσολίνι μπορούσε επιτέλους να στραγγαλίσει τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο, το μόνο πραγματικά επίφοβο για το φασιστικό πραξικόπημα, αυτή τη γενική απεργία, που εδώ και τρία χρόνια απειλούσε ανά πάσα στιγμή
-190-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
να συνθλίψει την επανάσταση, αυτή την αντεπαναστατική απεργία που ο ίδιος εδώ και τρία χρόνια πολεμούσε, διεξάγοντας μια συστηματική μάχη ενάντια στις συνδικαλιστικές οργανώσεις του προλεταριάτου. Η κυβέρνηση και η φιλελεύθερη και αντιδραστική αστική τάξη, εξαπολύοντας κατά του φασισμού την αντεπανάσταση των εργαζομένων, υπολόγιζαν να τσακίσουν την επαναστατική ορμή των μελανοχιτώνων, απομακρύνοντας από το κράτος, για λίγο καιρό ακόμη, τον κίνδυνο της επαναστατικής κατάκτησης. Όμως, ενόσω οι φασιστικές équipes των τεχνικών και των εξειδικευμένων εργατών αντικαθιστούσαν τους απεργούς στις δημόσιες υπηρεσίες, η τρομερή βία των μελανοχιτώνων συνέτριβε μέσα σε 24 ώρες το στρατό των υπερασπιστών του κράτους, που είχαν συσπειρωθεί κάτω από τις κόκκινες σημαίες της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών. Δεν ήταν Οκτώβριος αλλά Αύγουστος ο μήνας που ο φασισμός κέρδισε την αποφασιστική μάχη για την κατάκτηση του κράτους: Ξεκινώντας με την αποτυχία της «νομιμόφρονος απεργίας», η κυβέρνηση του Φάκτα94, ανθρώπου αδύναμου, τίμιου και πιστού, παρέμεινε στη θέση της μόνο για να καλύψει το Βασιλιά. Παρότι το πρόγραμμα του φασισμού, εκείνο το πρόγραμμα του 1919 στο οποίο οι μελανοχίτωνες της παλιάς φρουράς πίστευαν ειλικρινά, ήταν ρεπουμπλικανικό, ο Βασιλιάς δεν είχε ανάγκη τη νομιμοφροσύνη της κυβέρνησης Φάκτα. Τις παραμονές του πραξικοπήματος, ο Μουσολίνι απαρνήθηκε το ρεπουμπλικανικό του πρόγραμμα και με την ιαχή «Ζήτω ο Βασιλεύς» έδωσε το σύνθημα για την εξέγερση. Το φασιστικό πραξικόπημα δεν είχε τίποτε από το χορογραφικό ύφος που θέλησαν να του προσδώσουν ορισμένοι επίσημοι Πλούταρχοι, προσβεβλημένοι από τον ιό της ευφράδειας, της ρητορείας και της λογοτεχνίας. Δεν υπήρχαν μεγαλοστομίες, θεατρικές πόζες, χειρονομίες παρόμοιες μ’ αυτές του Ιουλίου Καίσαρα, του Κρόμγουελ ή του Βοναπάρτη. Οι λεγεώνες των μελανοχιτώνων, που πορεύονταν προς την πρωτεύουσα, δεν ήταν ευτυχώς ρωμαϊκές λεγεώνες που επέστρεφαν από τη Γαλατία και ο Μουσολίνι δεν ήταν ντυμένος σαν αρχαίος ύπατος. Η ιστορία δε γράφεται με βάση
9, για την ελληνική γλώσσα.
94. Λουίτζι Φάκτα (1861-1930): Ιταλός πολιτικός, ο τελευταίος Πρωθυπουργός της Ιταλίας πριν την άνοδο στην εξουσία του Μπενίτο Μουσολίνι, τον Οκτώβριο του 1922. Είχε σχηματίσει κυβέρνηση την 1η Αυγούστου του ίδιου έτους, αλλά, λόγω των εσωτερικών διχασμών που χαρακτήριζαν την κυβέρνησή του και της έλλειψης προσωπικού θάρρους, δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει την εξέγερση [Σ.τ.Ε.].
-191-
CURZIO MALAPARTE
περιστασιακές ελαιογραφίες ούτε με βάση τους πίνακες των επίσημων ζωγράφων του καθεστώτος. Είναι δύσκολο να αντιληφθούμε πώς ο φιλοτεχνημένος από τον Νταβίντ Ναπολέων μπορούσε να έχει ένα τόσο ξεκάθαρο, τόσο ακριβές, τόσο σύγχρονο πνεύμα, ένα πνεύμα που τον μετατρέπει σ’ έναν άνθρωπο που απέχει τόσο από το φιλοτεχνημένο από τον Νταβίντ ή το λαξευμένο από τον Κανόβα Ναπολέοντα, όσο απείχε και ο Μουσολίνι από τον Ιούλιο Καίσαρα ή τον Μπαρτολομέο Κολεόνι95. Σε μερικές ελαιογραφίες αναπαριστώνται οι μελανοχίτωνες καθώς διασχίζουν, στη διάρκεια της εξέγερσης του Οκτωβρίου του 1922, μια Ιταλία γεμάτη με αψίδες του Τίτου, τάφους, μαυσωλεία, κίονες, στοές, αγάλματα, κάτω από έναν ουρανό κατακλυσμένο από αετούς, λες και το φασιστικό πραξικόπημα είχε για σκηνικό την Ιταλία του Οβίδιου και του Οράτιου, για πρωταγωνιστές Ρωμαίους λεγεωνάριους και για σκηνοθέτη τον ίδιο το Δία, που ως έγνοια είχε να περισώσει τα συνταγματικά προσχήματα με τον κλασικισμό της σκηνοθεσίας του. Κάποιες άλλες μάς δείχνουν το Μουσολίνι του 1922 ιδωμένο με τα μάτια του 1830, ένα Μουσολίνι ρομαντικό χαμένο μέσα σ’ ένα νεοκλασικό τοπίο, πεζή ή έφιππο επικεφαλής των φασιστικών λεγεώνων, περιτριγυρισμένο από μέλη της Τετραρχίας ή της στρατιωτικής επαναστατικής επιτροπής. Με φόντο τα ερείπια των υδραγωγείων, σ’ αυτή την τόσο τραχιά και μοιραία ρωμαϊκή ύπαιθρο, ο Μουσολίνι μοιάζει να έχει βγει από κάποιον πίνακα του Πουσέν, από μια ελεγεία του Γκαίτε, από ένα θεατρικό έργο του Πιέτρο Κόσα ή από κάποιον στίχο του Καρντούτσι ή του Ντ’ Ανούντσιο. Θα έλεγε κανείς πως οι τσέπες του παντελονιού του είναι γεμάτες με βιβλία του Νίτσε. Αυτές οι ελαιογραφίες είναι η αποθέωση όλης της κακογουστιάς της ιταλικής κουλτούρας και της ιταλικής λογοτεχνίας των τελευταίων πενήντα ετών. Μπροστά σ’ αυτές τις απεικονίσεις του φασιστικού πραξικοπήματος, είναι να απορεί κανείς πώς ο Μουσολίνι κατάφερε να ανατρέψει την κυβέρνηση Φάκτα και να καταλάβει την εξουσία. Όμως ο Μουσολίνι του Οκτωβρίου του 1922 δεν είναι ο Μουσολίνι των ελαιογραφιών. Είναι ένας άνδρας σύγχρονος, ψυχρός και αυθάδης, βίαιος και συμφεροντολόγος. Παραμένοντας πιστός στη δική του σύλληψη της
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
95. Μπαρτολομέο Κολεόνι (1400-1476): Ιταλός κοντοτιέρος, ισόβιος Αρχιστράτηγος της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας και μαικήνας των τεχνών. Ο έφιππος ανδριάντας του, έργο του γλύπτη Αντρέα ντελ Βερόκιο, θεωρείται ένας από τους ωραιότερους έφιππους ανδριάντες της ιταλικής Αναγέννησης [Σ.τ.Μ.].
-192-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
επαναστατικής τακτικής, το σχέδιο που διαθέτει για το πραξικόπημα είναι φροντισμένο μέχρι την πιο ασήμαντη λεπτομέρεια. Τις παραμονές της εξέγερσης, όλοι οι αντίπαλοι του φασισμού, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, οι κομμουνιστές, το Σοσιαλιστικό, το Ρεπουμπλικανικό, το Καθολικό, το Δημοκρατικό και το Φιλελεύθερο Κόμμα έχουν τεθεί εκτός μάχης. Η γενική απεργία, που στραγγαλίστηκε οριστικά τον Αύγουστο, δεν μπορεί πια να τσακίσει τα νώτα της εξέγερσης. Οι εργάτες δε θα τολμήσουν να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους για να κατεβούν στο δρόμο. Τα αιματηρά αντίποινα που συνέτριψαν τη «νομιμόφρονα απεργία» έσβησαν μια για πάντα το μαχητικό πνεύμα του προλεταριάτου. Όταν στο Μιλάνο ο Μουσολίνι υψώνει τη μαύρη σημαία της εξέγερσης, οι φασιστικές équipes των τεχνικών και των εξειδικευμένων εργατών καταλαμβάνουν ταχύτατα όλα τα στρατηγικά σημεία της τεχνικής οργάνωσης του κράτους. Μέσα σε 24 ώρες, όλη η Ιταλία έχει καταληφθεί στρατιωτικά από 200.000 μελανοχίτωνες. Οι αστυνομικές δυνάμεις, οι καραμπινιέροι, οι Βασιλικοί Φρουροί αδυνατούν να αποκαταστήσουν την τάξη στη χώρα. Παντού όπου οι αστυνομικές δυνάμεις αποπειρώνται να εκδιώξουν τους μελανοχίτωνες από τις καταληφθείσες θέσεις, οι επιθέσεις αποτυγχάνουν κάτω από τα πυρά των φασιστικών πολυβόλων. Από την Περούτζια, γενικό αρχηγείο της επανάστασης, τα μέλη της Τετραρχίας ή επαναστατικής επιτροπής, Μπιάνκι, Μπάλμπο, Ντε Βέκι και Ντε Μπόνο, διευθύνουν την επαναστατική δράση βάσει του σχεδίου που είχε εκπονήσει ο Μουσολίνι. Πενήντα χιλιάδες άνδρες συγκεντρώνονται στη ρωμαϊκή ύπαιθρο, έτοιμοι να πορευτούν προς την πρωτεύουσα, και υπό την ιαχή «Ζήτω ο Βασιλεύς» ο στρατός των μελανοχιτώνων ξεκινά να πολιορκεί το Βασιλιά. Αν και η υποστηριζόμενη από 200.000 τουφέκια νομιμοφροσύνη του Μουσολίνι δεν έχει ακόμη προλάβει να ωριμάσει, ένας συνταγματικός Βασιλιάς είναι υποχρεωμένος να την προτιμήσει έναντι της νομιμοφροσύνης μιας άοπλης κυβέρνησης. Όταν το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίζει να υποβάλει στο Βασιλιά προς υπογραφή το διάταγμα που κηρύσσει όλη την Ιταλία σε κατάσταση πολιορκίας, ο Βασιλιάς αρνείται, όπως φαίνεται, να το προσυπογράψει. Δεν είναι γνωστό τι ακριβώς συνέβη σ’ εκείνη την περίσταση. Το βέβαιο είναι πως η κατάσταση πολιορκίας κηρύχθηκε, αλλά διήρκεσε μόλις μισή μέρα. Υπερβολικά μικρό χρονικό διάστημα, εάν αληθεύει ότι ο Βασιλιάς υπέγραψε το διάταγμα, και υπερβολικά μεγάλο, εάν η αλήθεια είναι ότι δεν το υπέγραψε. Με την επαναστατική του τακτική, εφαρμοσμένη συστηματικά στη
9, για την ελληνική γλώσσα.
-193-
CURZIO MALAPARTE
διάρκεια τριών ετών αιματηρού αγώνα, ο φασισμός είχε ήδη κατακτήσει το κράτος πολύ πριν την είσοδο των μελανοχιτώνων στην πρωτεύουσα. Η εξέγερση δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να ανατρέψει την κυβέρνηση. Τίποτε, ούτε η κατάσταση πολιορκίας ούτε η κήρυξη του Μουσολίνι εκτός νόμου ούτε η ένοπλη αντίσταση, τίποτε δε θα μπορούσε να κάνει το φασιστικό πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 1922 να αποτύχει. «Οφείλω στο Μουσολίνι», έλεγε ο Τζιολίτι, «το γεγονός ότι έμαθα πως ένα κράτος πρέπει να αμύνεται όχι ενάντια στο πρόγραμμα μιας επανάστασης, αλλά ενάντια στην τακτική της». Και ομολογούσε χαμογελώντας ότι δεν είχε κατορθώσει να αντλήσει όφελος απ’ αυτό το μάθημα.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-194-
16
ΟΛΟΙ ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ στο χιτλερικό κίνδυνο δεν παραλείπουν
ποτέ να δηλώνουν ειρωνικά ότι η Γερμανία δεν είναι Ιταλία. Θα ήταν ορθότερο να δηλώνουν ότι η τακτική του Χίτλερ δεν είναι αυτή του Μουσολίνι. Ευρισκόμενος το 1932 στη Γερμανία για να διαπιστώσω εκ του σύνεγγυς αυτό που ονομαζόταν χιτλερικός κίνδυνος, άκουσα συχνά να μου γίνεται η ερώτηση αν ο Χίτλερ μπορεί να θεωρείται ο Μουσολίνι της Γερμανίας. Θυμάμαι ότι απάντησα στον κύριο Σίμον, διευθυντή της «Frankfurter Zeitung», που μου έθεσε αυτό το ερώτημα, ότι η Ιταλία των ετών 1919-1922, αλλά και αργότερα, δε θα είχε ανεχθεί ένα Χίτλερ. Η απάντησή μου φάνηκε να εκπλήσσει τον κύριο Σίμον, ο οποίος δε συνέχισε τη συζήτηση. Στην πραγματικότητα ο Χίτλερ δεν είναι παρά μια καρικατούρα του Μουσολίνι. Όμοια με κάποιους Ιταλούς Πλουτάρχους, που έχουν προσβληθεί από τον ιό της ευγλωττίας, της ρητορείας και της λογοτεχνίας, και όπως οι εθνικιστές σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών, ο Χίτλερ δε βλέπει στο πρόσωπο του Μουσολίνι παρά έναν ιδιότυπο Ιούλιο Καίσαρα ντυμένο με φράκο και κλακ, διεφθαρμένο από την ανάγνωση των έργων του Νίτσε και του Μπαρές96, περίεργο να μάθει για τις ιδέες του Φορντ
9, για την ελληνική γλώσσα.
96. Μορίς Μπαρές (1862-1923): Γάλλος συγγραφέας και πολιτικός, ο οποίος μέσα από τα έργα του εξέφρασε ένα γαλλικό εθνικισμό και σοβινισμό, θεμελιωμένο στην ιερή ένωση του ατόμου με τη γενέτειρα γη. Υπήρξε σφοδρός πολέμιος των υποστηρικτών του Ντρέιφους και επικριτής του διαχωρισμού της Καθολικής Εκκλησίας από το γαλλικό κράτος. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δημοσίευσε στην «Ηχώ του Παρισιού» διακηρύξεις που ως στόχο είχαν να εξυψώσουν το ηθικό των Γάλλων στρατιωτών, μετατρεπόμενος σ’ ένα είδος πνευματικού οδηγού του έθνους [Σ.τ.Μ.].
-195-
CURZIO MALAPARTE
και το σύστημα του Τέιλορ, θιασώτη της βιομηχανικής, πολιτικής και ηθικής τυποποίησης. Αυτός ο χοντρός και επηρμένος Αυστριακός, με το μικροσκοπικό ψαλιδωτό μουστάκι πάνω από τα λεπτά και μικρά χείλη, με τα σκληρά και καχύποπτα μάτια, με την επίμονη φιλοδοξία και τις κυνικές προθέσεις, μπορεί κάλλιστα να αγαπά, όπως όλοι οι Αυστριακοί, τους ήρωες της αρχαίας Ρώμης και τον ιταλικό πολιτισμό της Αναγέννησης, όμως αγγίζει τα όρια της γελοιότητας το να μην αντιλαμβάνεται κανείς ότι η Γερμανία της Βαϊμάρης δε θα μπορούσε να κατακτηθεί από ένα μικροαστό της Άνω Αυστρίας μεταμφιεσμένο σε Σύλλα, Ιούλιο Καίσαρα ή κοντοτιέρο. Και μολονότι έχει κι αυτός μολυνθεί από ένα είδος αισθητισμού, που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των φαντασιοκόπων των δικτατοριών, δεν μπορεί κανείς να πιστέψει ότι αρέσκεται να αγκαλιάζει τις προτομές των κοντοτιέρων της Αναγέννησης στα μουσεία του Μονάχου, όπως βεβαιώνουν κάποιοι αντίπαλοί του. Για να είμαστε δίκαιοι απέναντί του, ο Χίτλερ θα ήθελε να μιμηθεί το Μουσολίνι, αλλά με τον τρόπο που ένας άνθρωπος του Βορρά, ένας Γερμανός, πιστεύει ότι μπορεί να μιμηθεί έναν άνθρωπο του Νότου, ένα Λατίνο. Ο Χίτλερ πιστεύει ότι μπορεί να εκσυγχρονίσει το Μουσολίνι ερμηνεύοντάς τον με τρόπο γερμανικό, κάτι που δεν αποτελεί ούτε καν έναν τρόπο ειρωνείας του κλασικισμού. Ο ιδανικός ήρωάς του είναι ένας Ιούλιος Καίσαρας ντυμένος με τυρολέζικη ενδυμασία. Εκπλήσσεται κανείς, όταν διαπιστώνει ότι το κλίμα στη Γερμανία της Βαϊμάρης είναι τόσο ευνοϊκό γι’ αυτή την καρικατούρα του Μουσολίνι, που θα προκαλούσε μειδίαμα ακόμη και στον ιταλικό λαό. Όπως δε μοιάζει με την προτομή του Ντούτσε που φιλοτέχνησε ο Βιλντ, εκείνο το είδος Ρωμαίου αυτοκράτορα με το πρόσωπο καλυμμένο από τα ιερά πέπλα του Μεγάλου Ποντίφικα, ούτε με το έφιππο άγαλμα του Μουσολίνι που λάξευσε ο Γκρατσιόζι και δεσπόζει στο στάδιο της Μπολόνια (τον gentleman του 15ου αιώνα, υπερβολικά αγέρωχο στο άλογό του για να δίνει την εντύπωση ενός μορφωμένου ήρωα), ο Χίτλερ, Αυστριακός από το Μπραουνάου, δε μοιάζει με το πορτρέτο που αρέσκονται να του φιλοτεχνούν οι αντίπαλοί του. «Ο Χίτλερ», γράφει ο Φρίντριχ Χιρθ, υπερβολικά μεγάλος θαυμαστής του Στρέσεμαν για να είναι δίκαιος με τον ηγέτη των εθνικοσοσιαλιστών, «έχει το παρουσιαστικό του μέσου Βαβαρού ή Αυστριακού της Άνω Αυστρίας. Έχει τον τύπο που έχουν όλοι οι άνδρες εκείνων των περιοχών. Αρκεί να μπεις σ’ ένα οποιοδήποτε κατάστημα ή καφέ του Μπραουνάου ή του Λιντς της Αυστρίας, του Πασάου ή του
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-196-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Λάντσουτ της Βαβαρίας και θα διαπιστώσεις ότι όλοι οι υπάλληλοι και όλοι οι σερβιτόροι μοιάζουν με το Χίτλερ». Σύμφωνα με τους αντιπάλους του, το μυστικό της προσωπικής επιτυχίας ενός ανθρώπου, που χωρίς να αξίζει να τον μπερδέψεις μ’ έναν οποιονδήποτε υπάλληλο καταστήματος ή σερβιτόρο από το Μπραουνάου ή το Λάντσουτ, μολαταύτα διαθέτει όλα τα φυσικά χαρακτηριστικά της μετριότητας πνεύματος της γερμανικής αστικής τάξης, δεν είναι άλλο από τη δημαγωγία, από τη σαγήνη της μεγαλόπρεπης, πύρινης και αρρενωπής δημαγωγίας του. Δε χρειάζεται να κατηγορούμε το Χίτλερ για το γεγονός ότι κατόρθωσε με μόνη τη δημαγωγία του να επιβάλει μια σιδερένια πειθαρχία σε εκατοντάδες χιλιάδες λογικούς ανθρώπους, τους οποίους στρατολόγησε ανάμεσα στους παλιούς μαχητές που την ψυχή τους είχαν σκληρύνει τέσσερα χρόνια πολέμου. Και θα ήταν άδικο να τον κακίζουμε για το ότι αποδείχθηκε ικανός να πείσει έξι εκατομμύρια εκλογέων να ψηφίσουν ένα πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πρόγραμμα που αποτελεί κι αυτό κομμάτι της δημαγωγίας του. Κι αυτό γιατί δε χρειάζεται να καθορίσουμε αν το μυστικό της προσωπικής επιτυχίας του έγκειται στα λόγια ή στο πρόγραμμά του. Οι κατιλινιστές δεν κρίνονται ούτε από τη δημαγωγία ούτε από το πολιτικό τους πρόγραμμα, αλλά από την επαναστατική τακτική τους. Αυτό που πρέπει να καθορίσουμε είναι αν η Γερμανία της Βαϊμάρης βρίσκεται πραγματικά υπό την απειλή ενός χιτλερικού πραξικοπήματος, δηλαδή να πούμε ποια είναι η επαναστατική τακτική αυτού του υπερβολικά εύγλωττου Κατιλίνα, που προετοιμάζεται να κατακτήσει το Ράιχ και να επιβάλει στο γερμανικό λαό την προσωπική του δικτατορία.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Η εθνικοσοσιαλιστική μαχητική οργάνωση έχει ως πρότυπο το μοντέλο της επαναστατικής οργάνωσης του φασισμού πριν το πραξικόπημα, ήτοι το μοντέλο των ετών 1919-1922. Το δίκτυο των χιτλερικών πυρήνων, που ως επίκεντρο έχουν το Μόναχο, εκτείνεται από πόλη σε πόλη σε όλη τη γερμανική επικράτεια. Οι εθνικοσοσιαλιστικές δυνάμεις κρούσης, που έχουν στελεχωθεί από παλιούς μαχητές και έχουν οργανωθεί με στρατιωτικό τρόπο, σχηματίζουν την επαναστατική ραχοκοκαλιά του κόμματος και θα μπορούσαν να αποτελέσουν, στα χέρια ενός ηγέτη ικανού να τις εκμεταλλευτεί, έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο για το Ράιχ. Πλαισιωμένες από παλιούς αξιωματικούς της Αυτοκρατορίας και εξοπλισμένες με περίστροφα, χειροβομβίδες και κλομπ (αποθήκες πυρομαχικών, τουφεκιών,
-197-
CURZIO MALAPARTE
πολυβόλων και φλογοβόλων βρίσκονται διασκορπισμένες σε όλη τη Βαυαρία, τη Ρηνανία και κατά μήκος του ανατολικού συνόρου), συνθέτουν μια θαυμάσια εξοπλισμένη και εξασκημένη για επαναστατική δράση στρατιωτική οργάνωση. Έχοντας υποβληθεί σε μια σιδερένια πειθαρχία, συνθλιβεί κάτω από την τυραννική βούληση ενός αρχηγού που διεκδικεί το αλάθητο, και εθιστεί σε μια αμείλικτη δικτατορία στο εσωτερικό του κόμματος, οι χιτλερικές δυνάμεις κρούσης δεν είναι ο στρατός της εθνικής επανάστασης του γερμανικού λαού, αλλά το τυφλό εργαλείο των φιλοδοξιών του Χίτλερ. Αυτοί οι βετεράνοι του Μεγάλου Πολέμου, που ονειρεύονταν να πορευτούν προς την κατάκτηση του Ράιχ και να πολεμήσουν κάτω από τις σημαίες με τον αγκυλωτό σταυρό για την ελευθερία της γερμανικής πατρίδας, έχουν καταντήσει να βρίσκονται στην υπηρεσία των φιλόδοξων σχεδίων και των προσωπικών συμφερόντων ενός δημαγωγικού και κυνικού πολιτικάντη, ο οποίος αντιλαμβάνεται την επανάσταση σαν έναν τετριμμένο ανταρτοπόλεμο προαστίων με τις κομμουνιστικές κόκκινες φρουρές, σαν μια ατέρμονη αλληλουχία άδοξων συγκρούσεων με εργάτες ντυμένους με τα καλά τους ρούχα και πεινασμένους άνεργους, σαν μια εκλογική κατάκτηση του Ράιχ υποβοηθούμενη από μερικές ανταλλαγές πυροβολισμών στις προλεταριακές συνοικίες των μεγάλων πόλεων. Στην Καινιξβέργη, στο Βερολίνο, στη Δρέσδη, στο Μόναχο, στη Νυρεμβέργη, στη Στουτγάρδη, στη Φρανκφούρτη, στην Κολονία, στο Ντίσελντορφ, στην Έση, αξιωματικοί των χιτλερικών δυνάμεων κρούσης μού εξομολογούνταν ότι αισθάνονταν ταπεινωμένοι που βρίσκονταν στις γραμμές των πραιτοριανών ενός επαναστατικού ηγέτη, ο οποίος εξασκείται στην εφαρμογή εις βάρος των ίδιων των οπαδών του εκείνων των αστυνομικών μέτρων, που κάποια μέρα θα εκμεταλλευόταν ώστε να επιβάλει στο γερμανικό λαό την προσωπική του δικτατορία. Στο εσωτερικό του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος η ελευθερία συνείδησης, το αίσθημα της αξιοπρέπειας, η λογική και η μόρφωση καταδιώκονται μ’ εκείνο το βλακώδες και βάναυσο μίσος που χαρακτηρίζει τους δικτάτορες δευτέρας διαλογής. Παρότι Αυστριακός, ο Χίτλερ δεν είναι αρκετά πνευματώδης για να αντιληφθεί ότι ορισμένες συνταγές της παλιάς ιησουιτικής πειθαρχίας έχουν εγκαταλειφθεί ακόμη κι από το Τάγμα του Ιησού και ότι το να θέλεις να τις εφαρμόσεις σ’ ένα πολιτικό κόμμα, το πρόγραμμα του οποίου ευαγγελίζεται τη μάχη για την εθνική ελευθερία του γερμανικού λαού, είναι επικίνδυνο. Οι μάχες στο όνομα
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-198-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
της ελευθερίας δεν κερδίζονται με στρατιώτες που έχουν εθιστεί στο να σκύβουν το κεφάλι. Όμως ο Χίτλερ δεν ταπεινώνει τους οπαδούς του μόνο με τη χρήση αστυνομικών μέτρων και με πρακτικές χαφιεδισμού και υποκρισίας, αλλά και με την επαναστατική τακτική του. Μετά το θάνατο του Στρέσεμαν, παρότι η δημαγωγία του Χίτλερ έγινε πιο ηρωική και απειλητική, η επαναστατική του τακτική προσανατολίστηκε αργά προς μια κοινοβουλευτική επίλυση του προβλήματος της κατάκτησης του κράτους. Τα πρώτα συμπτώματα αυτής της εξέλιξης ανάγονται στο 1923. Με την αποτυχία του πραξικοπήματος των Χίτλερ, Καρ και Λούντεντορφ στο Μόναχο το 1923, όλη η επαναστατική βία του Χίτλερ βρίσκει καταφύγιο στη δημαγωγία του και οι εθνικοσοσιαλιστικές δυνάμεις κρούσης μετεξελίσσονται σταδιακά σ’ ένα είδος camelots97 του Βασιλιά Χίτλερ. Η κρίση από την οποία πάσχει σήμερα το χιτλερικό κόμμα ξεκίνησε μετά το θάνατο του Στρέσεμαν. Μόνο εκείνος ο σπουδαίος αντίπαλος μπορούσε να υποχρεώνει το Χίτλερ να ανοίγει τα χαρτιά του πάνω στο τραπέζι και να μην κλέβει στο επαναστατικό παιχνίδι. Ο Στρέσεμαν δε φοβόταν το Χίτλερ. Ήταν ένας φιλειρηνικός άνθρωπος, που συμπαθούσε όμως κάπως και τις βίαιες μεθόδους. Σ’ ένα λόγο που εκφώνησε στις 23 Αυγούστου 1923 σε μια συγκέντρωση βιομηχάνων, ο Στρέσεμαν διακήρυξε ότι δε θα δίσταζε να προσφύγει σε δικτατορικά μέτρα αν οι περιστάσεις το απαιτούσαν. Ήταν η περίοδος κατά την οποία οι χιτλερικές δυνάμεις κρούσης δεν είχαν ακόμη μεταβληθεί σε camelots του Βασιλιά Χίτλερ, σε μια οργάνωση πραιτοριανών στην υπηρεσία ενός βίαιου δημαγωγού. Ήταν ένας επαναστατικός στρατός που πίστευε ότι μαχόταν για την ελευθερία της γερμανικής πατρίδας. Ο θάνατος του Στρέσεμαν επέτρεψε στο Χίτλερ να εγκαταλείψει την τακτική της βίας, γεγονός που μείωσε σημαντικά την επιρροή των δυνάμεων κρούσης στο εσωτερικό του κόμματος. Οι δυνάμεις κρούσης: Ιδού ο εχθρός. Είναι οι εξτρεμιστές του κόμματός του αυτοί που φοβίζουν το Χίτλερ. Η τακτική της βίας είναι η δύναμή τους. Αλίμονο στο Χίτλερ αν οι δυνάμεις κρούσης αύξαναν την ισχύ τους. Το πραξικόπημα ίσως να πραγματοποιούνταν, όχι όμως σίγουρα και η δικτατορία του Χίτλερ. Αυτό που λείπει από τον εθνικοσοσιαλιστικό εξτρεμισμό δεν είναι ο στρατός, αλλά ο ηγέτης. Αυτές οι δυνάμεις κρούσης, που μέχρι χθες πί-
9, για την ελληνική γλώσσα.
97.
Βασιλόφρονες πωλητές φιλομοναρχικών εφημερίδων στη Γαλλία [Σ.τ.Μ.].
-199-
CURZIO MALAPARTE
στευαν ότι μάχονταν για την ελευθερία του Ράιχ, αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι δεν είναι παρά τυφλά εργαλεία μιας προσωπικής φιλοδοξίας αναρρίχησης στην εξουσία. Οι ανταρσίες που σημειώνονται εδώ και λίγο καιρό ανάμεσα στους εθνικοσοσιαλιστές δεν πηγάζουν, όπως ισχυρίζεται ο Χίτλερ, από την ανικανοποίητη φιλοδοξία κάποιου κατώτερου αρχηγού, αλλά από τη βαθιά δυσαρέσκεια των δυνάμεων κρούσης για την ανεπάρκεια του Χίτλερ, που μέρα με την ημέρα αποδεικνύεται όλο και πιο ανίκανος να θέσει ξεκάθαρα το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας πάνω στο επαναστατικό πεδίο. Έχουν ίσως άδικο οι εξτρεμιστές του κόμματος, όταν θεωρούν το Χίτλερ έναν ψευτοεπαναστάτη, έναν οπορτουνιστή, ένα «δικηγόρο» που πιστεύει ότι μπορεί να κάνει την επανάσταση με ομιλίες, στρατιωτικές παράτες, απειλές και κοινοβουλευτικούς εκβιασμούς; Μετά τη θορυβώδη εκλογική επιτυχία που έστειλε στο Ράιχσταγκ καμιά εκατοστή χιτλερικούς βουλευτές, η εσωτερική αντιπολίτευση στην οπορτουνιστική τακτική του Χίτλερ προσανατολίζεται όλο και πιο απροκάλυπτα προς μια επαναστατική λύση του προβλήματος της κατάκτησης του κράτους. Ο Χίτλερ κατηγορείται ότι δεν έχει το θάρρος να αντιμετωπίσει τους κινδύνους μιας επαναστατικής τακτικής, ότι φοβάται την επανάσταση. Ένας από τους αρχηγούς των δυνάμεων κρούσης μού έλεγε στο Μόναχο ότι ο Χίτλερ είναι ένας Ιούλιος Καίσαρας, ο οποίος δεν μπορεί να κολυμπήσει στις όχθες ενός Ρουβίκωνα που είναι πολύ βαθύς για να τον διασχίσει με τα πόδια. Η βαναυσότητα με την οποία φέρεται προς τους ίδιους τους οπαδούς του δεν μπορεί να εξηγηθεί με άλλον τρόπο, παρά μόνο επειδή αισθάνεται τρόμο μήπως χάσει τον έλεγχο, μήπως η εξτρεμιστική φράξια, οι δυνάμεις κρούσης, οι θερμοκέφαλοι, τον ωθήσουν παρά τη θέλησή του προς την οδό της επανάστασης. Φαίνεται ότι κυριαρχείται από την έγνοια να εξασφαλίσει τα νώτα του ενάντια στην εξτρεμιστική φράξια του κόμματός του, να χαλιναγωγήσει τις δυνάμεις κρούσης, να τις μετατρέψει σε πειθήνιο όργανο της βούλησής του. Όπως όλοι οι κατιλινιστές που αμφιταλαντεύονται μεταξύ συμβιβασμού και επαναστατικής δράσης, ο Χίτλερ είναι υποχρεωμένος κάπου-κάπου να κάνει παραχωρήσεις προς τους εξτρεμιστές, όπως ήταν η αποχώρηση των εθνικοσοσιαλιστών βουλευτών από το Ράιχσταγκ, όμως αυτές οι παραχωρήσεις δεν τον εκτρέπουν ποτέ από τον αντικειμενικό σκοπό του επαναστατικού του οπορτουνισμού, που είναι η νόμιμη κατάκτηση της εξουσίας. Είναι αλήθεια πως αποκηρύσσοντας τη χρήση της βίας, την επαναστατική δράση
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-200-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
και την ένοπλη πάλη για την κατάκτηση του κράτους, ο Χίτλερ απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από το επαναστατικό πνεύμα των οπαδών του. Είναι αλήθεια πως ό,τι κερδίζει ο εθνικοσοσιαλισμός στο κοινοβουλευτικό πεδίο, το χάνει στο πεδίο της επανάστασης. Όμως ο Χίτλερ γνωρίζει καλά ότι μ’ αυτό τον τρόπο εξασφαλίζει τη συμπάθεια όλο και πιο πλατιών μαζών ψηφοφόρων, ότι προσπορίζει στο πολιτικό του πρόγραμμα την αποδοχή της μεγάλης πλειοψηφίας των μικροαστών, τους οποίους έχει ανάγκη προκειμένου να εγκαταλείψει τον επικίνδυνο ρόλο του Κατιλίνα και να υποδυθεί τον ασφαλέστερο ρόλο ενός δημοψηφισματικού δικτάτορα. Στην πραγματικότητα η κρίση που ταλανίζει τον εθνικοσοσιαλισμό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μια κρίση σοσιαλδημοκρατικοποίησης του κόμματος. Είναι μια αργή εξελικτική πορεία προς τη νομιμότητα, προς τις νόμιμες μορφές και μεθόδους της πολιτικής διαπάλης. Ο εθνικοσοσιαλισμός είναι ένας επαναστατικός στρατός που μετατρέπεται σε μια τρομερή εκλογική οργάνωση, ένα είδος Εθνικού Μπλοκ που βλέπει το κλομπ σαν ένα αμάρτημα της νιότης του, σαν ένα από εκείνα τα αμαρτήματα που δημιουργούν κακή φήμη, αλλά δεν εμποδίζουν τους γάμους συμφέροντος. Είναι ο Στρατός Σωτηρίας του γερμανικού πατριωτισμού και δε θα μπορούσε να έχει έναν πιο άξιο ηγέτη από το Χίτλερ. Κατά βάθος οι Γερμανοί πατριώτες, που δεν μπορούν να πάρουν στα σοβαρά το Μουσολίνι, παίρνουν στα σοβαρά την καρικατούρα του. Είναι μια παλιά ιστορία ότι οι πατριώτες στη Γερμανία δεν είναι παρά καρικατούρες των καλών Γερμανών.
9, για την ελληνική γλώσσα.
Μεταξύ των παραχωρήσεων που ο Χίτλερ υποσχέθηκε τα τελευταία χρόνια στους εξτρεμιστές του κόμματός του, είναι η δημιουργία στο Μόναχο μιας σχολής εξάσκησης των δυνάμεων κρούσης στην επαναστατική τακτική. Όμως σε τι συνίσταται η επαναστατική τακτική του Χίτλερ; Ο ηγέτης του εθνικοσοσιαλισμού δε θέτει το ζήτημα της κατάκτησης του κράτους όπως θα το έθετε ένας μαρξιστής. Δείχνει να παραβλέπει τη σημασία της αποστολής των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων στην υπεράσπιση του Ράιχ. Δεν κρίνει αυτή την αποστολή ως μαρξιστής ή απλά ως επαναστάτης, αλλά ως αντιδραστικός. Αντί να καταπολεμά τις συνδικαλιστικές οργανώσεις του προλεταριάτου, αυτός πλήττει τους εργάτες. Το κυνήγι που έχει εξαπολύσει στον κομμουνισμό δεν είναι παρά κυνήγι ενάντια στον εργάτη. Αυτό που δικαιολογούσε την τακτική της βίας, που
-201-
CURZIO MALAPARTE
εφάρμοσαν οι μελανοχίτωνες του Μουσολίνι ενάντια στις οργανώσεις των εργαζομένων, ήταν η ανάγκη να μετατρέψουν σε tabula rasa κάθε οργανωμένη δύναμη, πολιτική ή συνδικαλιστική, προλεταριακή ή αστική, συνδικάτα, συνεταιρισμούς, εφημερίδες, λέσχες εργατών, Εργατικά Κέντρα, πολιτικά κόμματα, ώστε να αποτρέψουν τη γενική απεργία και να θρυμματίσουν το ενιαίο μέτωπο της κυβέρνησης, του Κοινοβουλίου και του προλεταριάτου. Τίποτε ωστόσο δε δικαιολογεί το βλακώδες και εγκληματικό μίσος των χιτλερικών δυνάμεων κρούσης κατά των εργατών, μόνο και μόνο επειδή είναι εργάτες. Οι διωγμοί κατά των εργαζομένων δεν επέφεραν ποτέ ούτε ένα βήμα προόδου πάνω στην οδό της επανάστασης για τα αντιδραστικά κόμματα που επιθυμούν να κατακτήσουν ένα δημοκρατικό κράτος. Ο Χίτλερ θα έπρεπε να διεξαγάγει εις βάθος και συστηματικά μια μάχη ενάντια στις συνδικαλιστικές οργανώσεις, ώστε να απελευθερώσει το κόμμα του από την αφόρητη πίεση των οργανωμένων μαζών. Η υπεράσπιση του κράτους δεν έχει ανατεθεί μόνο στο γερμανικό στρατό και στην Αστυνομία. Η τακτική της κυβέρνησης του Ράιχ συνίσταται στο να αντιπαραθέτει στις χιτλερικές δυνάμεις κρούσης τις ένοπλες ομάδες των κομμουνιστικών κόκκινων φρουρών και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων. Η απεργία: Ιδού το όργανο υπεράσπισης του Ράιχ από το χιτλερικό κίνδυνο. Ο οπορτουνισμός του Χίτλερ βρίσκεται στο έλεος της τακτικής των απεργιών. Η παράλυση όλης της οικονομικής ζωής μιας πόλης ή μιας περιοχής πλήττει κατάστηθα τα συμφέροντα αυτής ακριβώς της αστικής τάξης, από την οποία ο Χίτλερ στρατολογεί τους ψηφοφόρους του. Με την τακτική των απεργιών, μ’ αυτούς τους ραβδισμούς που καταφέρονται στη ράχη των εθνικοσοσιαλιστικών δυνάμεων κρούσης, το γερμανικό προλεταριάτο υποχρέωσε το Χίτλερ να εγκαταλείψει τη φασιστική τακτική της μάχης ενάντια στις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων και να μεταβάλει τον επαναστατικό του στρατό, υπέροχο εργαλείο για την κατάκτηση του κράτους, σ’ ένα είδος εθελοντικής αστυνομίας για τον ανταρτοπόλεμο των προαστίων εναντίον των κομμουνιστών. Στην πραγματικότητα συχνά αυτός ο ανταρτοπόλεμος δεν είναι παρά ένα κυνήγι κατά των εργατών, μόνο και μόνο επειδή είναι εργάτες: Ιδού τι απομένει από την επαναστατική τακτική του Μουσολίνι, όταν εφαρμόζεται από έναν αντιδραστικό. Πρέπει να είμαστε δίκαιοι απέναντι στο Χίτλερ. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να τον επηρεάσει παρά μόνο ό,τι απειλεί την οπορτουνιστική τακτική του. Δεν ήταν μόνο η έγνοια για τη μείωση της επιρροής των δυνάμεων
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-202-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
κρούσης στο εσωτερικό του κόμματος, ελαττώνοντας την πολιτική σημασία της επαναστατικής τους αποστολής, που οδήγησε το Χίτλερ στην απόφαση, μετά από μερικές αποτυχημένες απόπειρες, να εγκαταλείψει τη μουσολινική τακτική κατά των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων. Ο Χίτλερ γνωρίζει καλά ότι η αναπόφευκτη αντίδραση του προλεταριάτου, δηλαδή η γενική απεργία, η παράλυση της γερμανικής οικονομικής ζωής, θα έπληττε πρώτ’ απ’ όλα τα συμφέροντα των μαζών των ψηφοφόρων του. Αυτός όμως δε θέλει να χάσει την εύνοια της αστικής τάξης, που είναι αναπόσπαστο στοιχείο της εκλογικής του στρατηγικής. Αποβλέπει στην κατάκτηση του κράτους μόνο διαμέσου της κατάκτησης του Ράιχσταγκ. Δε θέλει να συγκρουστεί με την τρομερή ισχύ των συνδικαλιστικών δυνάμεων του προλεταριάτου, που του φράζουν το δρόμο της επανάστασης. Θέλει να δώσει ενάντια στην κυβέρνηση του Ράιχ και ενάντια στο προλεταριάτο την καθοριστική μάχη για την εξουσία στο εκλογικό πεδίο, στο πεδίο της νομιμότητας. Αυτός ο ανώφελος ανταρτοπόλεμος των προαστίων που φέρνει στα χέρια κάθε Κυριακή, στα προάστια όλων των μεγάλων γερμανικών πόλεων, τις χιτλερικές δυνάμεις κρούσης, ήδη αιχμάλωτες μιας μάζας έξι εκατομμυρίων εθνικοσοσιαλιστών ψηφοφόρων, με τις ένοπλες ομάδες των κομμουνιστικών κόκκινων φρουρών επαναφέρει στο παιχνίδι διεκδίκησης της κοινοβουλευτικής σοσιαλδημοκρατίας, όπως και της κυβέρνησης του Ράιχ, τις μάζες των ψηφοφόρων του εθνικοσοσιαλισμού και των κομμάτων της Δεξιάς. Χρειάζεται κάποιος να διδάξει στους κομμουνιστές σύνεση και μετριοφροσύνη. Όμως είναι σίγουρος ο Χίτλερ ότι οι δικές του δυνάμεις κρούσης θα αποδεχτούν για πολύ καιρό να εγκαταλείψουν την επαναστατική τους αποστολή και να χρησιμεύσουν ως εργαλείο της αντιμπολσεβίκικης αντίδρασης στη Γερμανία; Η αποστολή τους δεν είναι να μάχονται ενάντια στις κόκκινες φρουρές στα εργατικά προάστια, αλλά να καταλάβουν το κράτος. Δε δέχτηκαν να λυγίσουν την πλάτη τους κάτω από την κτηνώδη και κυνική δικτατορία του Χίτλερ μόνο και μόνο για να πορεύονται κατά των κομμουνιστικών ομάδων, προς όφελος όσων φοβούνται τον μπολσεβίκικο κίνδυνο, δηλαδή προς όφελος τόσο της πατριωτικής όσο και της σοσιαλδημοκρατικής αστικής τάξης. Αυτοί θέλουν να πορευτούν κατά της κυβέρνησης του Ράιχ, κατά του Κοινοβουλίου, κατά της σοσιαλδημοκρατίας, κατά των προλεταριακών οργανώσεων, κατά όλων των δυνάμεων που τους φράζουν το δρόμο της επανάστασης. Η επαναστα-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-203-
CURZIO MALAPARTE
τική τους τακτική δεν αποβλέπει σε μια εκλογική νίκη: Αποβλέπει στο πραξικόπημα. Ακόμη κι αν ο ίδιος ο Χίτλερ… Παρά τις εντυπωσιακές εκλογικές επιτυχίες του, ο Χίτλερ ακόμη πόρρω απέχει από το να κρατά στα χέρια του τη Γερμανία της Βαϊμάρης. Οι δυνάμεις του προλεταριάτου είναι ακόμη άθικτες. Αυτός ο τρομερός στρατός των εργαζομένων, που αποτελεί το μοναδικό επίφοβο εχθρό της εθνικοσοσιαλιστικής επανάστασης, είναι όρθιος, δυνατότερος από ποτέ, έτοιμος να υπερασπιστεί μέχρις εσχάτων την ελευθερία του γερμανικού λαού. Μόνο τα πολυβόλα μπορούν πια να ανοίξουν το δρόμο για τη χιτλερική έφοδο. Ίσως αύριο να είναι πολύ αργά. Τι περιμένει ο Χίτλερ για να εγκαταλείψει τον επικίνδυνο οπορτουνισμό του; Θέλει πρώτα να καταστεί η εθνικοσοσιαλιστική επανάσταση δέσμια του Κοινοβουλίου; Απλά φοβάται μήπως τεθεί εκτός νόμου. Αυτή η καρικατούρα του Μουσολίνι αυτοπροβάλλεται ως απελευθερωτής της γερμανικής πατρίδας όχι με τον τρόπο του Σύλλα, του Καίσαρα, του Κρόμγουελ, του Βοναπάρτη ή του Λένιν, αλλά ως ένας πολιτικός ήρωας, ως υπέρμαχος της νομιμότητας, ως αναστηλωτής της εθνικής παράδοσης, ως υπηρέτης του κράτους. «Ο Χίτλερ», όπως θα έλεγε ο Τζιολίτι, «είναι ένας άνθρωπος με μεγάλο μέλλον πίσω του». Πόσες χαμένες ευκαιρίες! Πόσες φορές θα είχε κατακτήσει το κράτος, αν ήξερε να εκμεταλλεύεται τις ευνοϊκές περιστάσεις! Παρά τη δημαγωγία του, τις εκλογικές του επιτυχίες, τον επαναστατικό στρατό του, παρά το αναντίρρητο κύρος του ονόματός του και τους μύθους που έχουν δημιουργηθεί γύρω από τη μορφή του ως αγκιτάτορα, ως δημεγέρτη, ως βίαιου και ανενδοίαστου κατιλινιστή, παρά τα πάθη που προκαλεί γύρω του και την επικίνδυνη γοητεία που ασκεί στη φαντασία και στο περιπετειώδες πνεύμα της γερμανικής νεολαίας, ο Χίτλερ δεν είναι παρά ένας Καίσαρας που δεν εκπλήρωσε τις φιλοδοξίες του. Άκουσα στη Μόσχα από έναν Μπολσεβίκο, ο οποίος ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκτελεστές της επαναστατικής τακτικής του Τρότσκι στη διάρκεια του πραξικοπήματος του Οκτωβρίου του 1917, μια ασυνήθιστη κρίση για το Χίτλερ: «Ο Χίτλερ έχει όλα τα ελαττώματα και τις αρετές του Κερένσκι. Όπως ο Κερένσκι, έτσι κι αυτός δεν είναι παρά μια γυναίκα». Στην πραγματικότητα το πνεύμα του Χίτλερ είναι βαθύτατα γυναικείο: Η λογική του, οι φιλοδοξίες του, η ίδια η βούλησή του, δεν έχουν τίποτε ανδρικό. Είναι ένας αδύναμος άνθρωπος που καταφεύγει στη βαναυσότητα για να κρύψει την έλλειψη ενεργητικότητάς του, τις εκπλη-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-204-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
κτικές αδυναμίες του, το νοσηρό εγωισμό του, τη στερημένη ικανοτήτων οίησή του. Αυτό που ανακαλύπτεται σε όλους τους δικτάτορες και είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του δικού τους τρόπου αντίληψης των σχέσεων μεταξύ ανθρώπων και γεγονότων, είναι ο φθόνος τους: Η δικτατορία δεν είναι μόνο μια μορφή διακυβέρνησης, είναι η πληρέστερη μορφή φθόνου σε όλες τις όψεις της, πολιτικές, ηθικές και πνευματικές. Όπως συμβαίνει με όλους τους δικτάτορες, έτσι και ο Χίτλερ καθοδηγείται μάλλον από τα πάθη του παρά από τις ιδέες του. Η στάση του προς τους παλιότερους οπαδούς του, προς εκείνους τους άνδρες των δυνάμεων κρούσης που τον ακολούθησαν από την πρώτη στιγμή, που του παρέμειναν πιστοί στις συμφορές, που μοιράστηκαν μαζί του τις ταπεινώσεις, τους κινδύνους και τη φυλακή, που δημιούργησαν τη δόξα και την ισχύ του, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με άλλον τρόπο παρά μόνο από ένα συναίσθημα, που θα εκπλήξει όλους όσοι δε γνωρίζουν την ιδιαίτερη φύση των δικτατόρων, τη βίαιη και δειλή ψυχολογία τους. Ο Χίτλερ φθονεί όλους όσοι τον βοήθησαν να μετατραπεί σε μία δεσπόζουσα μορφή της γερμανικής πολιτικής ζωής. Φοβάται την τόλμη τους, την ενεργητικότητά τους, το μαχητικό πνεύμα τους, αυτή τη θαρραλέα και ανιδιοτελή βούλησή τους, που καθιστά τις χιτλερικές δυνάμεις κρούσης ένα υπέροχο εργαλείο κατάκτησης του κράτους. Όλη του η βαναυσότητα αποχαλινώνεται στο να ταπεινώνει την περηφάνια τους, στο να στραγγαλίζει την ελευθερία συνειδήσεώς τους, στο να αμαυρώνει τα προσωπικά τους προτερήματα, στο να μετατρέπει τους οπαδούς τους σε αναξιοπρεπείς υπηρέτες. Όπως όλοι οι δικτάτορες, έτσι και ο Χίτλερ αγαπά μόνο εκείνους που μπορεί να περιφρονεί. Η φιλοδοξία του είναι μια μέρα να μπορέσει να διαφθείρει, να ταπεινώσει και να υποδουλώσει όλο το γερμανικό λαό, στο όνομα της ελευθερίας, της δόξας και της ισχύος της Γερμανίας. Υπάρχει κάτι θολό, διφορούμενο, σεξουαλικά νοσηρό στην οπορτουνιστική τακτική του Χίτλερ, στην απέχθειά του για την επαναστατική βία, στο μίσος του για κάθε είδος ελευθερίας και προσωπικής αξιοπρέπειας. Στη ζωή των λαών, κατά τις μεγάλες κακοτυχίες, μετά από πολέμους, εισβολές, σιτοδείες, υπάρχει πάντα κάποιος που βγαίνει από το πλήθος και επιβάλλει τη θέλησή του, τις φιλοδοξίες του, τις μνησικακίες του και που «παίρνει εκδίκηση σαν μια γυναίκα» απ’ όλο το λαό για την ελευθερία, την ευτυχία και τη ρώμη. Στην ευρωπαϊκή ιστορία είναι η σειρά της Γερμανίας. Ο Χίτλερ είναι ο δικτάτορας, είναι η γυναίκα που αξίζει στη Γερμανία. Και είναι αυτό το θηλυκό στοιχείο που εξηγεί την επιτυ-
9, για την ελληνική γλώσσα.
-205-
CURZIO MALAPARTE
χία του Χίτλερ, τη γοητεία που ασκεί στα πλήθη, τον ενθουσιασμό που ενσπείρει στη γερμανική νεολαία. Στα μάτια των εθνικιστικών μαζών, ο Χίτλερ είναι ένας καθαρός, ένας ασκητής, ένας μυστικιστής της δράσης, ένα είδος αγίου. «Στην περίπτωσή του δεν ταιριάζει καμιά γυναικεία ιστορία», διακηρύσσει ένας από τους βιογράφους του. Θα έπρεπε μάλλον να πει ότι στην περίπτωση όλων των δικτατόρων δεν ταιριάζει «καμιά ανδρική ιστορία». Υπάρχουν μερικές στιγμές στη ζωή ενός δικτάτορα που φωτίζουν το θολό, νοσηρό σεξουαλικό φόντο της ισχύος του. Πρόκειται για κρίσεις που φανερώνουν όλο το θηλυκό στοιχείο του χαρακτήρα του. Στις σχέσεις μεταξύ ενός δικτάτορα και των οπαδών του, αυτές οι κρίσεις εκδηλώνονται συνήθως με ανταρσίες. Όταν νιώθει ότι κινδυνεύει να τεθεί υπό την κυριαρχία αυτών τους οποίους είχε ταπεινώσει και υποδουλώσει, ο δικτάτορας αμύνεται με όλο του το σφρίγος ενάντια στην εξέγερση των οπαδών του: Αυτή που αμύνεται είναι η γυναίκα μέσα του. Ο Κρόμγουελ, ο Λένιν, ο Μουσολίνι, όλοι τους γνώρισαν παρόμοιες κρίσεις. Ο Κρόμγουελ δε δίστασε να εξαπολύσει φωτιά και σίδερο προκειμένου να δαμάσει τον ξεσηκωμό των Levellers, των ισοπεδωτών, εκείνων των ιδιότυπων Άγγλων κομμουνιστών του 17ου αιώνα. Ο Λένιν δεν επέδειξε οίκτο στους εξεγερμένους ναύτες της Κρονστάνδης. Ο Μουσολίνι συμπεριφέρθηκε σκληρά στους μελανοχίτωνες της Φλωρεντίας, η εξέγερση των οποίων διήρκεσε ένα χρόνο, μέχρι τις παραμονές του Οκτωβρίου του 1922. Προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Χίτλερ δεν έχει ακόμη υποχρεωθεί να καταπολεμήσει μια γενική εξέγερση εκ μέρους των δικών του δυνάμεων κρούσης. Κάποιες ανταρσίες που εδώ και λίγο καιρό διαδέχονται η μία την άλλη παντού στη Γερμανία, στις τάξεις των χιτλερικών δυνάμεων κρούσης, ίσως δεν είναι παρά τα πρώτα συμπτώματα μιας αναπόφευκτης κρίσης. Σε μια επανάσταση ο οπορτουνισμός είναι μια προδοσία που πληρώνεται. Αλίμονο στους δικτάτορες που μπαίνουν επικεφαλής ενός επαναστατικού στρατού και υποχωρούν μπροστά στην ευθύνη ενός πραξικοπήματος. Είναι δυνατόν να φθάσουν με την πανουργία και το συμβιβασμό στη νόμιμη κατάκτηση της εξουσίας, όμως οι δικτατορίες που είναι γεννήματα μιας συμφωνίας δεν είναι παρά μισές δικτατορίες. Δε διαρκούν στο χρόνο. Η επαναστατική βία αποτελεί τη νομιμοποίηση μιας δικτατορίας και το πραξικόπημα είναι αυτό που της δίνει τη δύναμη να εγκαθιδρυθεί στέρεα. Ίσως είναι η μοίρα του Χίτλερ να αναρριχηθεί στην εξουσία μ’ ένα συμβιβασμό κοινοβουλευτικής φύσης. Προκειμένου
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-206-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
να αποτρέψει την εξέγερση των δικών του δυνάμεων κρούσης, δεν του απομένει παρά να τις εκτρέψει από την κατάκτηση του κράτους, να μεταφέρει την επαναστατική τους αποστολή από το πεδίο της εσωτερικής σ’ αυτό της εξωτερικής πολιτικής. Εδώ και λίγο καιρό το ζήτημα των ανατολικών συνόρων δεν έχει μετατραπεί σε κυρίαρχο επιχείρημα της χιτλερικής δημαγωγίας; Το γεγονός ότι το μέλλον της Γερμανίας εξαρτάται μάλλον από έναν κοινοβουλευτικό συμβιβασμό παρά από ένα πραξικόπημα, έχει τη σημασία του. Ένας δικτάτορας που δεν τολμά να καταλάβει την εξουσία με την επαναστατική βία δε θα έπρεπε να εμποιεί φόβο σε μια Δυτική Ευρώπη αποφασισμένη να υπερασπιστεί μέχρις εσχάτων την ελευθερία της. Η τρέχουσα πολιτική κατάσταση της Γερμανίας δεν μπορεί παρά να εκπλήσσει όλους όσοι γνωρίζουν πόσο οξυμμένο είχε ανέκαθεν ο γερμανικός λαός το αίσθημα της πολιτικής αξιοπρέπειας. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η Γερμανία της Βαϊμάρης νοσεί βαρύτατα, ότι οι διευθύνουσες τάξεις της, η αστική τάξη της, οι πνευματικές της ελίτ έχουν βαθύτατα καταρρακωθεί ή διαφθαρεί, ώστε να πιστέψουμε ότι αυτές μπορούν να υποκύψουν, χωρίς να υπάρχει λόγος, σε μια δικτατορία που ούτε ο ίδιος ο Χίτλερ δεν τολμά να τους επιβάλει με τη βία. Δεν αποδέχεσαι μια δικτατορία: την υφίστασαι. Ακόμη κι όταν αυτή επιβάλλεται με επαναστατικό τρόπο, την υφίστασαι αφού πρώτα την καταπολεμήσεις μέχρις εσχάτων. Είναι γελοίος ο ισχυρισμός ότι η ρωσική αστική τάξη δεν αμύνθηκε εναντίον των Μπολσεβίκων. Μιλώντας για τα γεγονότα του Οκτωβρίου του 1917 στην Πετρούπολη, δεν παρέλειψα να υπερασπιστώ τον Κερένσκι από την κατηγορία ότι δεν κατόρθωσε να διασφαλίσει την άμυνα του κράτους ενάντια στην επαναστατική δράση των κόκκινων φρουρών. Όπως όλες οι φιλελεύθερες και δημοκρατικές κυβερνήσεις, έτσι και η κυβέρνηση Κερένσκι μόνο με αστυνομικά μέτρα μπορούσε να υπερασπιστεί το κράτος. Η φιλελεύθερη τεχνική υπεράσπισης του κράτους δεν μπορούσε και δεν μπορεί να πετύχει τίποτε ενάντια στην τεχνική του κομμουνιστικού πραξικοπήματος, όπως δεν μπορεί να πετύχει τίποτε ούτε ενάντια στην τεχνική του φασιστικού πραξικοπήματος. Θα ήταν εξίσου γελοίος ο ισχυρισμός ότι η φιλελεύθερη κυβέρνηση, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων και τα ιταλικά συνταγματικά κόμματα δεν αμύνθηκαν εναντίον της επαναστατικής τακτικής του Μουσολίνι. Η μάχη για την εξουσία στην Ιταλία διήρκεσε τέσσερα χρόνια
9, για την ελληνική γλώσσα.
-207-
CURZIO MALAPARTE
και ήταν πολύ πιο αιματηρή απ’ ό,τι στη Γερμανία. Οι δικτατορίες του Λένιν και του Μουσολίνι επιβλήθηκαν μόνο μετά από λυσσώδεις μάχες. Όμως ποια δύναμη, ποια αδήριτη ανάγκη, θα μπορούσε να υποχρεώσει τις διευθύνουσες τάξεις, την αστική τάξη, τις πνευματικές ελίτ της Γερμανίας της Βαϊμάρης να αποδεχτούν μια δικτατορία που καμιά επαναστατική βία δεν τις υποχρεώνει να υποστούν; Το πνεύμα εξέγερσης κατά της ειρήνης των Βερσαλιών και η βούλησή τους να απεμπλακούν από τις πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν τη στάση τους μπροστά στο ενδεχόμενο μιας χιτλερικής δικτατορίας. Ανάμεσα σε όλα τα δεινά του χαμένου πολέμου, σε όλες τις επιπτώσεις της ειρήνης των Βερσαλιών, η πιο μεγάλη συμφορά που θα μπορούσε να πλήξει το γερμανικό λαό θα ήταν η απώλεια της πολιτικής του ελευθερίας. Μια Γερμανία που θα αποδεχόταν χωρίς αντίσταση τη δικτατορία του Χίτλερ, μια Γερμανία υποδουλωμένη σ’ αυτή τη μέτρια εκδοχή του Μουσολίνι, μια τέτοια Γερμανία δε θα μπορούσε να επιβληθεί στους ελεύθερους λαούς της Δυτικής Ευρώπης. Και αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο κρίμα για τη γερμανική αστική τάξη. Η σημερινή πολιτική κατάσταση του Ράιχ δε θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, όπως επιχειρούν να κάνουν ορισμένοι, από την κατάπτωση του αισθήματος της ελευθερίας στη σύγχρονη Ευρώπη. Οι ηθικές και πνευματικές συνθήκες της Γερμανίας δεν είναι ίδιες με εκείνες άλλων χωρών. Θα έπρεπε να παραδεχτούμε ότι αυτή η κατάπτωση είναι εξαιρετικά σοβαρή, ώστε να πιστέψουμε ότι η ευρωπαϊκή αστική τάξη δεν είναι πια ικανή να υπερασπιστεί την ελευθερία της και ότι το μέλλον της Ευρώπης είναι ένα μέλλον πολιτικής υποδούλωσης. Αλλά, αν είναι αλήθεια ότι οι ηθικές και πνευματικές συνθήκες που υπάρχουν στη Γερμανία δεν είναι ίδιες με εκείνες άλλων χωρών, αν είναι αλήθεια ότι δε διαθέτουν όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί εξίσου οξυμμένο το αίσθημα της ελευθερίας, είναι εξίσου αληθές ότι το πρόβλημα του κράτους τίθεται με τους ίδιους όρους τόσο στη Γερμανία όσο και σε σχεδόν όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη. Το πρόβλημα του κράτους δεν είναι πια μόνο ένα πρόβλημα εξουσίας: είναι και ένα πρόβλημα ελευθερίας. Εάν τα αστυνομικά μέτρα αποδεικνύονται ανεπαρκή να υπερασπιστούν το κράτος από μια ενδεχόμενη κομμουνιστική ή φασιστική απόπειρα, σε ποια μέτρα μπορεί και πρέπει να προστρέξει μια κυβέρνηση χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την ελευθερία του λαού; Με αυτούς τους όρους τίθεται σχεδόν σε όλες τις χώρες το πρόβλημα της υπεράσπισης του κράτους.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-208-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Αυτό το βιβλίο δε γράφτηκε για να συζητήσει τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά προγράμματα των κατιλινιστών, αλλά για να αποδείξει ότι το πρόβλημα της κατάκτησης και της υπεράσπισης ενός κράτους δεν είναι πρόβλημα πολιτικό, μα τεχνικό· ότι η τέχνη της υπεράσπισης ενός κράτους ρυθμίζεται από τις ίδιες αρχές που διέπουν την τέχνη της κατάκτησής του και ότι οι ευνοϊκές για ένα πραξικόπημα περιστάσεις δεν είναι απαραίτητα πολιτικής και κοινωνικής φύσης και δεν εξαρτώνται από τις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στη χώρα. Αυτό θα μπορούσε να αφυπνίσει τις ανησυχίες των ελεύθερων ανθρώπων στις καλύτερα οργανωμένες και αστυνομευμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Από αυτήν ακριβώς την ανησυχία, την τόσο φυσική σ’ έναν ελεύθερο άνθρωπο, γεννήθηκε η επιδίωξή μου να δείξω με ποιον τρόπο κατακτάται και με ποιον τρόπο προστατεύεται ένα σύγχρονο κράτος. Εκείνος ο ήρωας του Σαίξπηρ, εκείνος ο Μπόλινγκμπροκ, Δούκας του Χέρφορντ, που έλεγε πως «δεν αγαπάει το φαρμάκι όποιος το χρειάζεται»98, ίσως ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος.
9, για την ελληνική γλώσσα.
98. Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, «Ριχάρδος ο Β΄», μετάφραση Ερρίκος Μπελιές, Αθήνα, Κέδρος, 2001, σ. 135 [Σ.τ.Ε.].
-209-
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
ΕΠΙΜΕΤΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
Ο Μαλαπάρτε και οι Έλληνες
ΣΤΙΣ 28 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1967 δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Le
Monde» συνέντευξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την οποία, μεταξύ άλλων, συμβούλευε «τους πρωτοστατήσαντες εις την επανάστασιν» πραξικοπηματίες να αποφεύγουν «ασφαλώς τους πειρασμούς» [να συγκροτήσουν μόνιμο καθεστώς] «εάν εκτός του Μαλαπάρτε εμελετούσαν και τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη». Με άλλα λόγια, ο αυτοεξόριστος πολιτικός ηγέτης της Δεξιάς έλεγε στον ισχυρό άνδρα της δικτατορίας Γεώργιο Παπαδόπουλο ότι μπορεί, ίσως, να γνωρίζει την τεχνική του πραξικοπήματος, αλλά η άσκηση της πολιτικής είναι μια άλλη ιστορία. Η συνέντευξη εκείνη είχε δοθεί ως συμβολή του πρώην κοινοβουλευτικού Πρωθυπουργού στη διαμόρφωση στοιχειωδών πολιτικών προϋποθέσεων για την επιτυχία του προπαρασκευαζόμενου από τον τότε Βασιλέα Κωνσταντίνο αντιπραξικοπήματος εναντίον των συνταγματαρχών. Βεβαίως, ο Μαλαπάρτε, τον οποίο επικαλείται ο Καραμανλής, θεωρεί, ως ακραίος και εστέτ παραδοξολόγος, ότι οι πολιτικές ή άλλες προϋποθέσεις δεν παίζουν ρόλο στην επιτυχία ενός πραξικοπήματος, το οποίο γι’ αυτόν είναι μια καθαρά τεχνική υπόθεση. Ασχέτως του αν ο μαλαπαρτιανός ισχυρισμός αντανακλά ή όχι την πραγματικότητα, γεγονός είναι ότι το αντιπραξικόπημα εκείνο κατέρρευσε θλιβερά, τη νύχτα της 13ης προς τη 14η Νοεμβρίου, λίγες ώρες μετά την εκδήλωσή του και ο Κωνσταντίνος έχασε, ουσιαστικά από τότε, το θρόνο του. Δε γνωρίζουμε αν οι βασιλικοί Στρατηγοί ή ο αντίπαλός τους –«νασερικός» τάχα– Παπαδόπουλος είχαν διαβάσει την «Τεχνική του πραξικοπήματος». Αν και ο τελευταίος μεταδίδοντας διά του
9, για την ελληνική γλώσσα.
-211-
CURZIO MALAPARTE
ραδιοφώνου τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου το ψευδές διάταγμα μη αναφερομένου «πρωθυπουργού» περί αναστολής άρθρων του Συντάγματος έδωσε την εντύπωση αμέσου επικρατήσεως του πραξικοπήματος, όπως η εφημερίδα «Nazione» –κατά το Μαλαπάρτε– επέτυχε να αποθαρρύνει τους υπερασπιστές του ιταλικού κράτους δημοσιεύοντας σε έκτακτο παράρτημα την ψευδή είδηση ότι τάχα άρχισαν έμμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ του Βασιλέα Βιτόριο Εμανουέλε Γ΄ και του Μουσολίνι και ότι ο δεύτερος είχε ήδη δεχθεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Μπορούμε, όμως, να πούμε ότι το ένστικτο του συνωμότη είχε καταστήσει τον αρχιπραξικοπηματία Παπαδόπουλο φιλύποπτο, χωρίς ενδεχομένως να είχε διαβάσει αυτό που συμβουλεύει ο Μαλαπάρτε, ότι «οι κατιλινιστές οφείλουν να μην εμπιστεύονται [...] τους συνταγματικούς βασιλείς» (σελ. 105). Άλλωστε, στη σκέψη του Μαλαπάρτε η τέχνη της κατάκτησης του κράτους είναι σύστοιχη με την τέχνη της υπεράσπισής του. Με τη συνέντευξη εκείνη του 1967, δημοσιευμένη, με καθυστέρηση επτά ημερών στις ελληνικές εφημερίδες, «Η τεχνική του πραξικοπήματος» ενεγράφη, έστω και ως σχόλιο, στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Σήμερα οι εκδόσεις «Ιωλκός» παραδίδουν στο αναγνωστικό κοινό το πολύκροτο βιβλίο του Μαλαπάρτε, για πρώτη φορά μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Αθανάσιο Παππά με κατατοπιστικό υπομνηματισμό. Από την πρώτη έκδοσή του, στα γαλλικά, το 1931, έχουν μεσολαβήσει περίπου ογδόντα χρόνια. Οι συνθήκες, τουλάχιστον στον ευρύτερο δυτικό κόσμο, έχουν αλλάξει. Οι επίδοξοι πραξικοπηματίες, στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης επικοινωνίας, έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά προβλήματα. Ακόμα και ο προ τεσσαρακονταετίας οδηγός πραξικοπήματος του Edward Luttwak χρειάζεται συμπλήρωμα. Ωστόσο, «Η τεχνική του πραξικοπήματος» δεν παύει να αποτελεί ένα σημαντικό έργο αναφοράς σχετικά με τη διαδικασία ορισμένων πραξικοπημάτων στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου, στα οποία ο Μαλαπάρτε εντάσσει και την Οκτωβριανή Επανάσταση «περιορίζοντάς» την στην 24η Οκτωβρίου 1917 –αλλά και την προδρομική 18η Μπρυμαίρ του Ναπολέοντος Βοναπάρτη– από την ανάλυση των οποίων συνάγει τα συμπεράσματα που υπηρετούν σταδιακά την ολοκλήρωση της προβληματικής του. Ταυτόχρονα, πρόκειται για μια εν πολλοίς
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-212-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
πρωτογενή μαρτυρία για την εποχή εκείνη, καθώς ο Μαλαπάρτε, ως οξύνους παρατηρητής, με εκ των πραγμάτων άνεση κινήσεων στο διπλωματικό πεδίο, συναναστρέφεται και συνομιλεί με τους κύκλους των πρωταγωνιστών, του Πιλσούντσκι, του Τρότσκι, του Στάλιν, του Καπ, του Μουσολίνι και πρωίμως του Χίτλερ και καταγράφει με τρόπο συναρπαστικό –εντασσόμενος στη λαμπρή παράδοση της λόγιας ιταλικής δημοσιογραφίας– τις αφηγήσεις τους, τις εντυπώσεις και τις κρίσεις του για να καταλήξει σε μια «τυπολογία» του τρόπου κατάκτησης του κράτους, αλλά και του τρόπου άμυνάς του με κεντρικό παράδειγμα το Στάλιν του 1927. Ο Μαλαπάρτε δεν είχε γνώση της ελληνικής εμπειρίας, δηλαδή των στρατιωτικών κινημάτων, οπερετικών κατά κανόνα, που ταλάνισαν τη Δημοκρατία του Μεσοπολέμου. Όμως, από την άλλη πλευρά, «Η τεχνική του πραξικοπήματος» –αν και όπως αναφέρει ο ίδιος αορίστως είχε απαγορευτεί στην Ελλάδα– δε θα μπορούσε να ήταν εντελώς άγνωστη στους τυχόν ενδιαφερθέντες ύστερους Έλληνες κατιλινιστές της δεκαετίας του ’30. Ήδη το 1932 –και ενώ ο όρος «πραξικόπημα», με αφορμή την ελληνική και την άλλη ευρωπαϊκή επικαιρότητα, αλλά και τα σχέδια των κινηματιών, βρισκόταν στα χείλη πολιτικών, στρατιωτικών και δημοσιογράφων– καταγράφονται δημοσιεύματα με εκτεταμένες αναφορές στο «περίεργο» βιβλίο του Μαλαπάρτε, αλλά και στο παρεμφερούς περιεχομένου, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την Οκτωβριανή Επανάσταση, έργο του ιδίου για το Λένιν. Τότε, λοιπόν, εντοπίζονται οι πρώτες ελληνικές αναφορές στο Μαλαπάρτε. Ο ίδιος ο Μαλαπάρτε, δέσμιος των υποχρεώσεών του έναντι του υπουργού των Εξωτερικών της Ιταλίας Γκαλεάτσο Τσιάνο, έρχεται τον Οκτώβριο του 1940 στην Αθήνα ως δημοσιογράφος. Σκοπός του η αποστολή ανταποκρίσεων οι οποίες, δημοσιευόμενες στην Ιταλία μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, θα παρουσίαζαν το καθεστώς Μεταξά ως μια αντιδραστική κλίκα έτοιμη να καταρρεύσει από την λαϊκή οργή. Ήταν η κρατούσα αντίληψη στο περιβάλλον του (όπως τον αποκαλεί ο Τάκης Παπατσώνης «ευμελούς Γκαλεάτσο») Τσιάνο η οποία συνέβαλε στην κάμψη των αντιλήψεων όσων εχεφρόνων στην ιταλική ηγεσία –κυρίως τη στρατιωτική– δε συμφωνούσαν με την εξαπόλυση του πολέμου από το Μουσολίνι κατά της Ελλάδας. Ο Ιταλός συγγραφέας κινήθηκε μεταξύ του ξενοδοχείου της
9, για την ελληνική γλώσσα.
-213-
CURZIO MALAPARTE
«Μεγάλης Βρετανίας» και του «Zonar’s» και συνομίλησε με υπηρεσιακούς παράγοντες του καθεστώτος. Ανάμεσά τους ήταν και ο διευθυντής Εξωτερικού Τύπου Γιώργος Σεφέρης ο οποίος γράφει στις «Μέρες Γ΄, 1934-1940»: «Σάββατο, 5 Οκτώβρη. Χτες στο γραφείο μου ο Ιταλός συγγραφέας Curzio Malaparte. Όπως είναι σήμερα τα πράγματα, πώς να μιλήσει κανείς με Ιταλούς. Ωστόσο δέχομαι να τον ιδώ. Σύσταση της υπηρεσίας. Η κουβέντα μας περιορίζεται σε μια ξώφαρση συνομιλία για λογοτεχνικά ή περιηγητικά θέματα, χωρίς λέξη για πολιτική. Οι συμπατριώτες του, που μου μίλησαν γι’ αυτόν, μοιάζουν να τον λογαριάζουν πολύ. Δεν έχω ιδέα για το έργο του». Και συνεχίζει ο Σεφέρης σκιαγραφώντας την όψη του κομψευόμενου Ιταλού: «Είναι ένας άνθρωπος 43 χρονώ, καθώς είπε, ψηλός, ντυμένος προσεχτικά, κραβάτα και μαντίλι από το ίδιο φουλάρι, ευκίνητος, στυλωμένα ερευνητικά μάτια...». Και παρακάτω, αφού προηγούνται κάποιες αναφορές στον υπερρεαλισμό και στην εργασία των διανοουμένων υπό συνθήκες πολέμου, ο Μαλαπάρτε μιλάει για τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου με τον τρόπο ενός κοσμοπολίτη. Λέει στο Σεφέρη: «Μου έκανε μεγάλη εντύπωση, όταν έμαθα πως ο καπελάς μου, ο Lock, βομβαρδίστηκε, και ο πουκαμισάς μου, λίγο παρακάτω, και το κατάστημα εκείνο στο St James’s Street με τις ωραίες καρότσες. Όλα αυτά τιναγμένα στον αέρα. Τι περίεργο!...». Τρεις εβδομάδες αργότερα άρχιζε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Ο Μαλαπάρτε γύρισε στην Ιταλία. Δημοσίευσε άρθρα στο «Tempo». Ένα απόσπασμα δημοσιεύεται επικριτικά σχολιασμένο στην «Καθημερινή» της 30ής Μαρτίου 1941. Φτηνοδουλειά. Γράφει στην ανταπόκρισή του: «Εμπρός από το εστιατόριον “Αβέρωφ”, μερικοί εύζωνοι διασχίζουν την οδόν Σταδίου. [...] Ήσαν αληθινά συμπαθέστατοι με την φουστανέλλαν των κυματίζουσαν γύρω από τας κνήμας των. Αγαπητοί εύζωνοι της Βασιλικής Φρουράς, με την φουστίτσα σας, εάν έλθουν οι ιδικοί μας στρατιώται γνωρίζετε πόσα τσιμπήματα διατρέχετε τον κίνδυνον να δεχθήτε! [...]». Ο Μαλαπάρτε υποστήριζε μια χαμένη υπόθεση. Για το φασισμό, η επίθεση κατά της Ελλάδας ήταν αυτό που επιγραμματικά χαρακτήρισε ο τότε πρεσβευτής στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι, ως «il principio della fine», η αρχή του τέλους. Αυτή την αρχή του τέλους ίσως θα την αντελήφθη ο Μαλαπάρτε όταν έγινε δεκτός από τον
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
-214-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Γκράτσι για να του μεταφέρει την παραγγελία του Τσιάνο: «Πες στον Γκράτσι ότι εκείνος μπορεί να γράφει ό,τι θέλει, πάντως εγώ τον πόλεμο κατά της Ελλάδος θα τον κάνω...». Ίσως και να το αντελήφθη αργότερα στην κατεχόμενη πλέον ελληνική πρωτεύουσα, καθώς υπάρχει μία μαρτυρία, του Ιταλού στρατιωτικού Alfonso Felici ο οποίος ισχυρίζεται ότι τις πρώτες εβδομάδες της Κατοχής συνάντησε το Μαλαπάρτε στην Αθήνα ως αξιωματικό των Αλπινιστών και πολεμικό ανταποκριτή. Ο πόλεμος τελείωσε. Ο Μαλαπάρτε άφησε την κακή και έγειρε από την καλή πλευρά. Η Αθήνα και η Ρώμη ξανασυναντήθηκαν, αυτή τη φορά στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και αργότερα της ΕΟΚ. Τον Απρίλιο του 1953 προβάλλεται στον «Ορφέα» η ταινία του Μαλαπάρτε «Il Cristo proibito», με ελληνικό τίτλο «Αυτοί που ξέχασαν το Θεό» και απογοητεύει. Λίγο αργότερα, όταν ξεσπά ο αγώνας των Ελλήνων της Κύπρου κατά της αποικιοκρατίας ο Μαλαπάρτε τούς υποστηρίζει. Με αυτόν τον χαρακτηρισμό, του φιλέλληνα, προσκαλείται στις εκδηλώσεις του νεοπαγούς Φεστιβάλ Αθηνών. Στις αθηναϊκές εφημερίδες της 11ης Αυγούστου 1956 δημοσιεύεται η ακόλουθη είδηση: «Εγνώσθη ότι εις τας 28 Αυγούστου θα έλθει ενταύθα, προσκεκλημένος του Φεστιβάλ, ο διάσημος Ιταλός συγγραφεύς και δημοσιογράφος και γνωστός φιλέλλην, από τους πρωτεργάτας της εν Ιταλία κινήσεως υπέρ της αυτοδιαθέσεως της Κύπρου κ. Κούρτσιο Μαλαπάρτε...». Τελικά, ο διάσημος προσκεκλημένος έφθασε στον Πειραιά από την Νεάπολη, με το ελληνικό υπερωκεάνιο «Βασίλισσα Φρειδερίκη», στις 24 Σεπτεμβρίου, μαζί με άλλους τριάντα διανοούμενους, Ιταλούς, Γάλλους και Γερμανούς. Ανάμεσά τους, ο Τζουζέπε Ουγγαρέτι και ο Κάρλο Λέβι. Το βράδυ, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, παρά τον ψυχρό καιρό, κυριαρχεί κλίμα θερμό. Οι προσκεκλημένοι αποθεώνουν την Κατίνα Παξινού ως Μήδεια στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Την επόμενη βραδιά, ο Μαλαπάρτε και οι άλλοι γοητεύονται από την ερμηνεία της Άννας Συνοδινού στην «Αντιγόνη». Επιστρέφοντας στην Ιταλία ο Μαλαπάρτε δημοσιεύει άρθρα εγκωμιαστικά για την Ελλάδα στο περιοδικό «Tempo». Εξαίρει τις αρετές του ελληνικού λαού, χαρακτηρίζοντάς τον «καλό και μεγαλόψυχο, ευγενή και πολιτισμένο». Αναφερόμενος ειδικότερα
9, για την ελληνική γλώσσα.
-215-
CURZIO MALAPARTE
στην Παξινού γράφει ότι «είναι, αναμφιβόλως, η μεγαλύτερη σήμερα τραγωδός στην Ελλάδα και την Ευρώπη». Δέκα μήνες αργότερα, στις 19 Ιουλίου 1957, ο Μαλαπάρτε πεθαίνει. Οι αθηναϊκές εφημερίδες τού αφιερώνουν εκτεταμένα δημοσιεύματα. Ο Ρένος Η. Αποστολίδης, στο περιοδικό του «Τα Νέα Ελληνικά», το Σεπτέμβριο, συμπυκνώνει: «Τυχοδιώκτης, λεν’ – και μπορεί. Δίχως σπουδαίο έρμα “σταθερών” πολιτικών πεποιθήσεων – και είναι αληθές. Άνθρωπος των εκάστοτε “καταστάσεων” – μα και ξαφνικά “τρωκτικός” των θεμελίων τους, πολλές φορές! [...] Ένας, όχι αναρχικός – όπως παρίστανε. Μα ασφαλώς “αναρχούμενος” [...] Εξανιστάμενος. [...]». Δύο χρόνια μετά, το 1959, κυκλοφορεί στα ελληνικά το «Kaputt» σε μετάφραση Κ. Πορφύρη. Το επόμενο βιβλίο του στη γλώσσα μας, «Οι ρίζες του Βόλγα» («Il Volga nasce in Europa»), κυκλοφορεί το 1973 σε μετάφραση Βαγγέλη Κατσάνη. Ακολουθούν: το 1990, «Το δέρμα» («La pelle») μεταφρασμένο από τον Ανταίο Χρυσοστομίδη· πέρυσι, σε νέα μετάφραση του Παναγιώτη Σκόνδρα με πρόλογο του Αναστάση Βιστωνίτη το «Καπούτ» και από τις εκδόσεις «Ιωλκός», σε μετάφραση Αθανάσιου Παππά, το «Οι πηγές του Βόλγα». Από «Το δέρμα», σε γαλλική έκδοσή του, και κείμενα άλλων συγγραφέων, ο ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτης Αντώνης Βουγιούκας αντλεί υλικό και συγκροτεί τη θεατρική παράσταση «Requiem» με την οποία συμμετέχει η Γαλλία στο φεστιβάλ του Θεάτρου των Εθνών το 1972. Τέλος, ο Μαλαπάρτε του 1940 είναι, μαζί με τον Γκράτσι, ένα από τα πρόσωπα της νουβέλας του Μένη Κουμανταρέα «Ο κύριος Μπατερφλάυ», η οποία περιλαμβάνεται στο περσινό βιβλίο του «Το show είναι των Ελλήνων». Οι εκτιμήσεις του Μαλαπάρτε για τους Έλληνες υπήρξαν αντιφατικές. Πέρασαν από την ειρωνεία και την περιφρόνηση στο θαυμασμό και τα εγκώμια. Δεν ήταν η μόνη ανακολουθία του. Άλλες ήταν οι σημαντικότερες αυτού του χαμαιλέοντος του ιταλικού Νοβετσέντο, που πέθανε ενώ μαρξιστές και παπάδες ζητούσαν την ψυχή του. Ίσως όμως η κακή του πλευρά να ήταν και η πιο γνήσια.
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009
Μιχάλης Ν. Κατσίγερας Αθήνα, Μάρτιος 2009
-216-
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ
Το παρόν ευρετήριο καλύπτει τις σελίδες 9-209 του έργου.
Α
Ακούτο Τζιοβάνι (Τζον Χόουκγουντ) 85 Αλεβί Ντανιέλ 26 Αλφιέρι Ντίνο 29 Αλφόνσος ΙΓ΄ 103, 104 Ανιέλι Τζιοβάνι 11 Αννίβας 85 Αντζιολέτι Τζιοβάνι Μπατίστα 11 Αντόνοφ-Οβσεγιένκο Βλαντιμίρ Αλεξάντροβιτς 21, 120, 123, 125, 126, 128, 131-133, 135, 157 Απόστολος Παύλος 136
Βιτορίνι Έλιο 28 Βίτος Βιντσέντι 57, 59, 66-70, 72, 105107 Βοϊτσιεκόφσκι Στανίσλαφ 106, 107 Βολταίρος 83 Βολφ Τέοντορ 35 Βοναπάρτης Λουκιανός 53, 88, 89, 93, 94, 99, 104 Βοναπάρτης Ναπολέων Α΄ 19, 44-45, 53, 56, 81-84, 86-106, 143-147, 191, 204 Βοργίας Βαλεντίνος 166 Βοροσίλοφ Κλίμεντ Γιεφρέμοβιτς 160 Βράνγκελ Πιοτρ Νικολάγιεβιτς 145, 146, 156
9, για την ελληνική γλώσσα. Β
Βαλερύ Πωλ 35 Βαλντέκ-Ρουσό Πιερ Μαρί Ρενέ 45, 167 Βεϊγκάν (Στρατηγός) 62, 63, 71 Βελιάνι Φ. 22 Βελισσάριος 85 Βερόκιο Αντρέα ντελ 192 Βιγκορέλι Τζιανκάρλο 9, 16 Βικτωρία (Βασίλισσα) 49 Βιλντ (γλύπτης) 196
Γ
Γιουντένιτς Νικολάι Νικολάγιεβιτς 145 Γκαίτε Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον 192 Γκαράτ (βουλευτής) 91 Γκαρντάν Σαρλ-Ματιέ 94 Γκεενό Ζαν 23 Γκέμπελς Πάουλ Γιόζεφ 30
-217-
CURZIO MALAPARTE
Γκέρινγκ Χέρμαν Βίλχελμ 30 Γκλάντστοουν Γουίλιαμ Γιούαρτ (Γλάδ στων) 166 Γκλομπιούσκι (βουλευτής) 57 Γκομπέτι Πιέρο 10-12 Γκοντζάγκα (Πρίγκιπας) 168, 169 Γκόρκι Μαξίμ 98 Γκράμπσκι Βλαντίσλαφ 56 Γκράμσι Αντόνιο 16 Γκράνα Τζιάνι 15, 22 Γκρασέ Μπερνάρ 23, 26, 35 Γκρατσιόζι Τζιουζέπε 196 Γκωλ Σαρλ ντε 64 Γουάιαρτ Κάρτον ντε 55, 63, 69, 70 Γουέλς Χέρμπερτ Τζορτζ 137
Δαντών 98 Δίας 192
Δ
Κάμενεφ (σύζυγος του Λ. Μπ. Κάμενεφ) 108 Κάμενεφ Λεβ Μπορίσοβιτς 117, 118, 123, 124, 145-148, 154-156 Κανόβα Αντόνιο 192 Καπ Βόλφγκανγκ 13, 42-44, 47, 65, 7481, 97, 98, 101, 175, 186 Καρ Γκούσταβ Ιππότης φον 47, 97, 199 Καρντούτσι Τζιόζουε Αλεσάντρο Μικέλε 192 Κάρολος Α΄ 48 Κάρολος ΙΒ΄ 85 Κατιλίνας Λεύκιος Σέργιος 19, 47, 53, 61, 65, 71, 82-84, 143, 158, 162, 165, 178, 197, 201 Κερένσκι Αλεξάντρ Φιοντόροβιτς 45, 65, 74, 110, 111, 114-117, 121, 124, 126, 128-136, 149, 150, 158, 171, 204, 207 Κεριλίς Ανρί ντε 35 Κικέρωνας 19, 47, 65, 83, 84 Κλαούζεβιτς Καρλ φον 113 Κλεμανσό Ζορζ 51, 101 Κολεόνι Μπαρτολομέο 192 Κολοντάι Αλεξάνδρα Μιχάηλοφνα 137 Κολτσάκ Αλεξάντρ Βασίλιεβιτς 145, 146, 156 Κόντε (Δρ.) 31, 32 Κορνίλοφ Λαβρ Γκεοργκίεβιτς 122 Κόσα Πιέτρο 192 Κουν Μπέλα 42, 43 Κρασνόφ Πιοτρ Νικολάγιεβιτς 134, 171 Κρόμγουελ Όλιβερ 48, 53, 88, 93, 94, 101, 103, 136, 147, 191, 204, 206
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Ε
Ερρίκος του Οίκου της Ωβέρνης 85
Ζ
Ζάνγκουιλ Ίσραελ 163-174 Ζεπτίτσκι Αντρέα 58 Ζηνόβιεφ Γκριγκόρι Γεφσέγεβιτς 79, 117, 118, 123, 145-148, 154-157
Ι
Ιούλιος Καίσαρας 82-87, 89-94, 166, 191, 192, 195, 196, 200, 204
Κ
Κάβεντις Μπέντινγκ (γραμματέας της Αγγλικής Πρεσβείας) 67 Καλίνιν Μιχαήλ Ιβάνοβιτς 142
Λ
Λένιν 19, 21, 25, 42, 50, 53, 61, 65, 72,
-218-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
79, 80, 97, 98, 108-125, 131-148, 151, 156, 158, 159, 161, 178, 185, 204, 206, 208 Λίμπκνεχτ Καρλ 150 Λόιντ Τζορτζ Ντέιβιντ 52, 105, 106, 110, 121, 122, 166 Λορέντζο ο Μεγαλοπρεπής 168 Λουδοβίκος Ναπολέων 65 Λουδοβίκος-Φίλιππος Α΄ 55 Λουνατσάρσκι Ανατόλι Βασίλιεβιτς 98, 108, 117, 138, 152 Λούντεντορφ Έριχ 97, 102, 199 Λούξεμπουργκ Ρόζα 72, 150, 151 Λούτβιτζ φον (Στρατηγός) 74-79, 97, 102
Μ
Μαζιέρ Ρομπέρτα 16 Μακ Ντόναλντ Τζέιμς Ράμσεϊ 111, 121, 147 Μακάρι 11 Μακιαβέλι Νικολό 18, 23, 41, 48, 51, 78, 165, 173, 174, 179 Μαρξ Καρλ 43, 79, 105, 113, 115, 131 Μαρτέλι Τζ. 22 Μάρτοφ (Γιούλι Οσίποβιτς Τσέντερμπαουμ) 139 Μέγας Αλέξανδρος 91 Μέλμπουρν (Λόρδος) 49 Μεντζίνσκι (αρχηγός GPU) 148, 153160 Μέσε (Στρατάρχης) 33 Μέτερνιχ, Κλέμενς 105 Μίλερ Χέρμαν 80 Μιλεράν Αλεξάντρ 45 Μοντάλε Εουτζένιο 22 Μοντέν Μισέλ ντε 39
Μοράς Σαρλ 35, 50 Μορίνι (αστυνομικός διευθυντής) 30 Μουρά 94 Μουσολίνι Μπενίτο 18-20, 24, 26-35, 38, 39, 42, 64, 100, 147, 164-172, 177-180, 183-196, 201, 202, 204, 206-208 Μουτρόν 94, 106 Μπαλάχοβιτς Μπούλαχ 67-69, 72 Μπάλμπο Ίταλο 18, 28, 168, 169, 193 Μπάλντι Εουτζένια 29 Μπάλφουρ Άρθουρ Τζέιμς 138 Μπάουερ Ότο 43-45, 74-82, 175-177, 186 Μπαρές Μορίς 195 Μπενβίλ Ζακ 35 Μπερτράντ Ζιλιέτ 17 Μπιάνκι Μικέλε 193 Μπιρέ Εμίλ 35 Μπλανκί Λουί-Ωγκύστ 114 Μπλουμ Λεόν 35 Μπλοχ Ζαν-Ρισάρ 36, 37, 39 Μπονόμι Ιβάνοε 189, 190 Μπορέλι Άλντο 30, 168 Μποροντίν Μιχαήλ Μάρκοβιτς 120, 121 Μποτσέλι Α. 22 Μπουλανζέ Ζορζ Ερνέστ Ζαν Μαρί 53, 102 Μπουμπνόφ Αντρέι Σεργκέγιεβιτς 108, 129 Μπουντιένι (Μπουντιόνυϊ) Σεμιόν Μιχαήλοβιτς 56, 68, 159 Μπουριάν 94 Μπρένα Πάολο 63, 64 Μπρέσι Γκαετάνο 174 Μπριάν Αριστίντ 47
9, για την ελληνική γλώσσα.
-219-
CURZIO MALAPARTE
Ν
Νέλσων Οράτιος 55, 86 Νίτσε Φρειδερίκος Βίλχελμ 172, 192, 195 Νόσκε Γκούσταφ 75, 122 Ντ’ Ανούντσιο Γκαμπριέλε 15, 174, 177-180, 185-187, 189, 192 Νταβίντ Ζακ-Λουί 192 Νταν 114, 137 Νταοντιάτσε (Κυβερνήτης) 32 Ντατίνι Φραντζέσκο ντι Μάρκο 174 Ντε Βέκι Τσέζαρε Μαρία 193 Ντε Μπόνο Εμίλιο 193 Ντενίκιν Αντόν 68, 145 Ντεσκάβ Πιερ 35 Ντιμπένκο 125, 127, 132, 137 Ντόλφους Ένγκελμπερτ 25 Ντομπρόφκσι 70 Ντοντέ Λεόν 35, 50 Ντρέιφους Άλφρεντ 167, 195
Περίκολι (νομάρχης) 168 Πετλιούρα Σεμιόν Βασίλιεβιτς 68 Πιλσούντσκι Γιόζεφ Κλέμενς 20, 43, 46, 51-57, 62-64, 67-70, 82, 97, 98, 101, 107, 148 Πίος ΙΑ΄ (βλ. Ράτι) Πλούταρχος 51, 81, 94 Πολκόβνικοφ (συνταγματάρχης) 124, 125 Ποντβόισκι 132 Ποτότσκι (Κόμης) 69, 70 Πουανκαρέ Ρεμόν 110, 111, 121, 122 Πουσέν, Νικολά 192 Πρετσολίνι Τζιουζέπε 10
Ρ
Ράμπολντ Σερ Χόρας 49, 50, 58, 62, 72 Ράντεκ Καρλ Μπερνάρντοβιτς 72, 150152 Ράουσνινγκ Χέρμαν 36 Ράτι (μονσινιόρ, Πίος ΙΑ΄) 49, 50, 5759, 62, 63, 70 Ρεντζούλι (λοχαγός) 31 Ρεντερέρ 94 Ριβέρα Μιγκέλ Πρίμο ντε 19, 43, 46, 82, 97, 98, 101-105, 186 Ρίκοφ Αλεξέι Ιβάνοβιτς 141 Ροβεσπιέρος 53, 86, 145, 147 Ρολέν (ίλαρχος) 64-70 Ρομέι (Στρατηγός) 63 Ροτόντι Βιρτζίνιο 15 Ρούλι Κάρλα 16 Ρουσό Ζαν-Ζακ 167
Copyright: Εκδόσεις Ιωλκός, 2009 Ο
Οβίδιος 192 Οξενστιέρνα (Κόμης) 166 Όμπερντορφ (Κόμης) 58, 62, 69 Οράτιος 192 Ος Λαζάρ 87, 88 Ουίλσον Τόμας Γούντροου 51 Ουμβέρτος Α΄ 174 Ουνγκαρέτι Τζιουζέπε 10 Ουρίτζκι 108, 129
Π
Παναφιέ ντε (πρέσβης) 62-64 Παντερέφσκι Ιγκνάτσι Γιαν 54, 55 Πάτεκ (υπουργός Εξωτερικών) 56 Πελεγκρινέτι (μονσινιόρ) 63
Σ
Σαίξπηρ Ουίλλιαμ 209
-220-
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
Σαπιέχα (Πρίγκιπας) 54-56, 68, 69 Σβέρντλοφ Γιάκοβ Μιχαήλοβιτς 108, 129 Σιαπ Ζαν 24 Σιεγές Εμανουέλ Ζοζέφ 45, 88-95, 97, 104 Σίμον («Frankfurter Zeitung») 35 Σκόμπελεφ Α. 114 Σκούλσκι (Πρωθυπουργός) 55, 56 Σο Τζορτζ Μπέρναρντ 164 Σουίφτ Τζόναθαν 39 Σπαΐνι (κριτικός) 21 Σπριτζ Σίλβια 34 Στάλιν Ιωσήφ 19, 20, 25, 36, 61, 108110, 117, 129, 139-161 Σταμπουλίσκι (Σταμπολίσκι) Αλεξάνταρ 52 Στάρενμπεργκ (Πρίγκιπας) 25 Στολίπιν Πιοτρ Αρκάντιεβιτς 154 Στρέσεμαν (Στρέζεμαν) Γκούσταφ 47, 78, 80, 102, 110, 121, 196, 199 Σύλλας Λεύκιος Κορνήλιος 64, 82, 8486, 89, 166, 196, 204 Σφόρτζα (Κόμης) 58, 59
Τολστόι Λέων Νικολάγιεβιτς 167 Τομαζίνι (πρεσβευτής) 58, 59, 62-64, 70 Τόμσκι (Μιχαήλ Πάβλοβιτς Γεφρέμοφ) 144, 145, 148 Τουχατσέφσκι Μιχαήλ 159 Τρομπζίνσκι (Στρατάρχης) 67-69 Τρότσκι Λέον 19-21, 25, 35, 36, 43, 45, 48-50, 56, 61, 63, 70-74, 100, 103, 108-165, 171, 178, 185, 204 Τσέτκιν Κλάρα 72, 151 Τσιάνο Γκαλεάτσο 12, 30 Τσιταντίνι (Στρατηγός) 169
Φ
Φάκτα Λουίτζι 191, 192 Φάλκουι Ενρίκο 15, 22 Φερδινάνδος (Βασιλιάς Βουλγαρίας) 52 Φερέτι Λάντο 26 Φλομπέρ Γκουστάβ 178 Φογκ Φιλέας 32 Φορντ Χένρι 195 Φορτουνάτο (αστυνομικός διευθυντής) 30 Φος Φερντινάν 52 Φουσέ Ζοζέφ 44 Φράνκο Φρανθίσκο 23, 35 Φρειδερίκος 86
9, για την ελληνική γλώσσα. Τ
Ταλεϋράνδος (Σαρλ-Μωρίς ντε Ταλεϋράν) 55, 88, 92, 94 Ταμπουρίνι (ύπατος) 164, 169 Τέιλορ Φρέντερικ Γουίνσλοου 196 Τζενόκι (αποστολικός επισκέπτης) 58 Τζερζίνσκι Φέλιξ Εντμούντοβιτς 21, 108, 129, 130, 136, 145, 148 Τζιολίτι Τζιοβάνι 110 Τίτος Φλάβιος Βεσπασιανός 192 Τολιάτι Παλμίρο 14
Χ
Χάλερ Ιωσήφ 55, 56, 68, 106 Χίμλερ Χάινριχ Λούιτπολντ 30 Χιρθ Φρίντριχ 196 Χίτλερ Αδόλφος 18, 20, 26-28, 30, 3339, 44, 45, 47, 97, 98, 122, 152, 186, 195-208
-221-
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ Η βίαιη κατάληψη της εξουσίας» ΤΟΥ CURZIO MALAPARTE - ΣΕΙΡΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ 5 ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 2009 ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΩΛΚΟΣ» ΑΝΔΡΕΟΥ ΜΕΤΑΞΑ 12 & Ζ. ΠΗΓΗΣ ΑΘΗΝΑ 106 81 ΤΗΛ.: 210-3304111, 210-3618684 FAX: 210-3304211 E-mail: iolkos@otenet.gr www.iolcos.gr
ΣΕΙΡΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ
1
TED HONDERICH ΠΟΣΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΙΣΑΙ; ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΙΤΙΟΚΡΑΤΙΑΣ
2
TED HONDERICH ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΡΟΜΟ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΙΑ ΜΕ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ
3
TED HONDERICH ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΟΙ ΑΜΦΙΛΕΓΟΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΩΝ
4
NIALL FERGUSON ΤΟ ΠΛΕΓΜΑ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ ΤΟ ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ 1700-2000
CURZIO MALAPARTE Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ Η ΒΙΑΙΗ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Σχεδιασμός εξωφύλλου: Γ. Σ. Καρλόπουλος
5
«Η τεχνική του πραξικοπήματος» πρωτοδημοσιεύτηκε το 1931 και είναι το έργο που πρόσφερε στον Κούρτσιο Μαλαπάρτε μια φήμη ευρωπαϊκών διαστάσεων, αν και την εποχή εκείνη, έβλαψε την ξεχωριστή θέση που κατείχε ο συγγραφέας στους κόλπους του φασιστικού καθεστώτος. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και μια ωμή ακτινογραφία της επαναστατικής και αντεπαναστατικής Ευρώπης του Μεσοπολέμου, καθώς επιχειρείται μια λεπτομερής και ψυχρή ανατομία σημαντικών στιγμών του 20ού αιώνα (Οκτωβριανή Επανάσταση, η άνοδος του ναζισμού και η κατάληψη της εξουσία από το Μουσολίνι). Γραμμένη με το ιδιαίτερο ύφος του Μαλαπάρτε, το οποίο κινείται μεταξύ δημοσιογραφίας, μυθιστορήματος, ιστορικής έρευνας, λίβελου και δοκιμίου «Η τεχνική του πραξικοπήματος» μας μεταφέρει στην καρδιά των γεγονότων, σκιαγραφεί αποστασιοποιημένα τα πορτρέτα των μεγάλων πρωταγωνιστών του 20ού αιώνα (Μουσολίνι, Χίτλερ, Στάλιν, Τρότσκι, Λένιν), πολλούς από τους οποίους ο Ιταλός συγγραφέας γνώρισε και αποτελεί μια μοναδική και ανεκτίμητη ιστορική πηγή για το πρώτο μισό του αιώνα. Πάνω απ’ όλα όμως μέσα από τις σελίδες της προβάλλει μια ιδιαίτερη θεωρία πάνω στη βίαιη κατάληψη της εξουσίας (με τη μορφή του κινήματος, του πραξικοπήματος ή της εξέγερσης), η οποία και σήμερα παραμένει πλούσια σε διδάγματα και εξαιρετικά επίκαιρη. Για το Μαλαπάρτε, η κατάληψη της εξουσίας δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη γενικότερη πολιτική και οικονομική κατάσταση που επικρατεί σε μια χώρα, αρκεί μια θαρραλέα, αποφασισμένη και πιστή δράκα ανθρώπων. Από την άλλη αυτή είναι και η τακτική που θα πρέπει να ακολουθήσει και το επίσημο κράτος για να προστατευτεί. Η παρούσα ελληνική έκδοση, συμπληρωμένη από νέο πρόλογο του Κούρτσιο Μαλαπάρτε, είναι η δεύτερη και κυκλοφόρησε μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1948. Είναι εμπλουτισμένη με επίμετρο του δημοσιογράφου Μιχάλη Κατσίγερα και με ευρετήριο προσώπων.