98
ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
© ROBIN NELSON/PHOTOEDIT
ριλαμβάνουν πολύ περισσότερο DNA από ό,τι τα προβλήματα που οφείλονται σε μεμονωμένα γονίδια, συνήθως προκαλούν πολλά σωματικά και διανοητικά συμπτώματα.
Το Σύνδρομο Down Η πιο συνηθισμένη
Συχνότητα σε 1.000 γεννήσεις
χρωμοσωμική διαταραχή, η οποία προκύπτει σε 1 για κάθε 770 γεννήσεις ζωντανών βρεφών, είναι το σύνδρομο Down. Στο 95% των περιπτώσεων, είναι αποτέλεσμα της αποτυχίας διαίρεσης του εικοστού πρώτου ζεύγους χρωμοσωμάτων κατά τη μείωση, έτσι το νέο άτομο κληρονομεί τρία από τα χρωμοσώματα αυτά αντί τα φυσιολογικά δύο. Για το λόγο αυτό, το σύνδρομο Down μερικές φορές ονομάζεται τρισωμία 21. Σε άλλες, λιγότερο συχνές μορφές, ένα επιπλέον εικοστό πρώτο χρωμόσωμα προσκολλάται σε ένα μέρος κάποιου άλλου χρωμοσώματος (που ονομάζεται μεταθετικό σχήμα (translocation pattern)). Ή προκύπτει κάποιο σφάλμα κατά τα πρώτα στάδια Παρά τα προβλήματα στην ανάπτυξη, αυτό το νήπιο της μείωσης, με αποτέλεσμα μερικά αλλά όχι όλα τα σωματικά κύτταρα να έχουν την ελατμε σύνδρομο Down επωτωματική χρωμοσωμική ιδιοσυστασία (που ονομάζεται μωσαϊκό σχήμα (mosaic pattern)) φελείται από την ανα(U.S. Department of Health and Human Services, 2011a). Επειδή ο μωσαϊκός τύπος περιτροφή του μέσα σε ένα περιβάλλον που του παρέλαμβάνει λιγότερο γενετικό υλικό, τα συμπτώματα μπορεί να είναι λιγότερο ακραία. χει ερεθίσματα και στοργή. Οι συνέπειες του συνδρόμου Down περιλαμβάνουν νοητική καθυστέρηση, Καθώς η φυσιοθεραπεύτριά του το παρακινεί να προβλήματα στη μνήμη και στην ομιλία, περιορισμένο λεξιλόγιο και αργή ανάπτυξη συμμετέχει στο παιχνίδι της κινητικότητας. Οι μελέτες με χρήση εγκεφαλικής απεικόνισης αποκαλύπτουν μια μέσα στο νερό, το νήπιο μείωση του μεγέθους του εγκεφάλου, η οποία είναι εντονότερη σε ορισμένες περιοχές ωφελείται νοητικά, σωματου εγκεφαλικού φλοιού (Pinter et al., 2001). Τα πάσχοντα άτομα έχουν επίσης τικά και συναισθηματικά. ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά –κοντόχοντρη σωματική κατασκευή, επίπεδο πρόσωπο, προεξέχουσα γλώσσα, αμυγδαλόσχημα μάτια, και (στο 50% των περιπτώσεων) μια ασυνήθιστη πτυχή κατά μήκος της παλάμης. Επιπλέον, τα βρέφη με σύνδρομο Down συχνά γεννιούνται με καταρράκτη στα μάτια, απώλεια ακοής και ελαττώματα στην καρδιά και στα έντερα (U.S. Department of Health and Human Services, 2011a). Χάρη στις προόδους της ιατρικής, πεθαίνουν λιγότερα άτομα με το σύνδρομο Down νωρίς σε σχέση με το παρελθόν. Πολλά επιβιώνουν μέχρι και μετά τα πενήντα χρόνια, και μερικά φτάνουν και από τα εξήντα μέχρι τα ογδόντα χρόνια. Ωστόσο, πάνω από τα μισά πάσχοντα άτομα, τα οποία ξεπερνούν την ηλικία των σαράντα ετών παρουσιάζουν συμπτώματα της νόσου του Alzheimer, της συνηθέστερης 150 1/7 μορφής άνοιας (Wiseman et al., 2009). Τα γονίδια στο όλες χρωµοσωµικές ανωµαλίες χρωμόσωμα 21 συνδέονται με τη διαταραχή αυτή. Σύνδροµο Down Τα βρέφη με σύνδρομο Down χαμογελούν λιγότερο 100 1/11 εύκολα, επιδίδονται σε ανεπαρκή οπτική επαφή, έχουν αδύναμο μυϊκό τόνο και εξερευνούν τα αντικείμενα λιγότερο επίμονα (Slonims & McConachie, 2006). 1/20 Όταν, όμως, οι γονείς τα ενθαρρύνουν να ασχοληθούν 50 με το περιβάλλον τους, τα παιδιά με σύνδρομο Down 1/200 1/1525 1/30 αναπτύσσονται ευνοϊκότερα. Ωφελούνται επίσης από 1/65 1/400 1/1770 τα βρεφικά και προσχολικά προγράμματα παρέμβασης, 1/100 αν και οι συναισθηματικές, κοινωνικές και κινητικές 0 20 25 30 35 40 45 50 δεξιότητες βελτιώνονται περισσότερο από ό,τι η Ηλικία µητέρας νοητική τους απόδοση (Carr, 2002). Σαφώς, οι ΣΧΗΜΑ 3.6 Ο κίνδυνος για Σύνδρομο Down και όλες τις χρωμο- περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρεάζουν το πόσο καλά σωμικές ανωμαλίες ανά ηλικία της μητέρας. Ο κίνδυνος αυξάνε- τα πηγαίνουν τα παιδιά με σύνδρομο Down. ται απότομα μετά τα 35 χρόνια. (Από το R. L. Schonberg & C. J. Tifft, 2007, "Birth Defects and Prenatal Diagnosis", από το Children with Disabilities, Όπως δείχνει το Σχήμα 3.6, ο κίνδυνος γέννησης 6/e, M. L. Matshaw, L. Pellegrino, & N. J. Roizen, επιμέλεια, σελ. 85. Baltiενός μωρού με σύνδρομο Down αυξάνεται δραματικά more: Paul H. Bookes Publishing Co., Inc. Ανατύπωση με άδεια.)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΘΕΜΕΛΙΑ, ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΓΕΝΝΗΣΗ ΠΙΝΑΚΑΣ 3.4
99
Διαταραχές των Φυλετικών Χρωμοσωμάτων
ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Σύνδρομο ΧΥΥ
Επιπλέον χρωμόσωμα Υ. Ύψος άνω του μετρίου, μεγάλα δόντια, και μερικές φορές σοβαρή ακμή. Κανονική έως ήπια καθυστερημένη νοημοσύνη. Η ανδρική σεξουαλική ανάπτυξη και η γονιμότητα είναι κανονικές.
1 στις 1.000 γεννήσεις αγοριών
Δεν είναι απαραίτητη κάποια ειδική αντιμετώπιση.
Σύνδρομο τριπλού Χ
Επιπλέον χρωμόσωμα Χ. Μεγάλο ύψος και μειωμένη λεκτική νοημοσύνη. Η γυναικεία σεξουαλική ανάπτυξη και η γονιμότητα είναι κανονικές.
1 στις 500 έως 1.250 γεννήσεις κοριτσιών
Ειδική εκπαίδευση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στη λεκτική ικανότητα.
Σύνδρομο Klinefelter (XXY)
Επιπλέον χρωμόσωμα Χ. Μεγάλο ύψος, κατανομή σωματικού λίπους που μοιάζει μ’ αυτή των γυναικών, ατελής ανάπτυξη σεξουαλικών χαρακτηριστικών στην εφηβεία, στειρότητα και μειωμένη λεκτική ικανότητα.
1 στις 900 γεννήσεις αγοριών
Ορμονική θεραπεία στην εφηβεία για τη διέγερση της ανάπτυξης των σεξουαλικών χαρακτηριστικών· ειδική εκπαίδευση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στη λεκτική ικανότητα.
Σύνδρομο Turner (XO)
Λείπει το ένα χρωμόσωμα Χ. Μικρό ανάστημα, κοντός λαιμός, ατελής ανάπτυξη σεξουαλικών χαρακτηριστικών στην εφηβεία, στειρότητα και μειωμένη χωροταξική νοημοσύνη.
1 στις 2.500 έως 8.000 γεννήσεις κοριτσιών
Ορμονική θεραπεία στην παιδική ηλικία για τη διέγερση της σωματικής ανάπτυξης και στην εφηβεία για την προαγωγή της ανάπτυξης των σεξουαλικών χαρακτηριστικών· ειδική εκπαίδευση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στη χωροταξική ικανότητα.
Πηγές: Geerts, Steyaert, & Fryns, 2003· Kesler, 2007· Saitta & Zackai, 2005· Simpson et al., 2003.
με την ηλικία της μητέρας. Όμως, το γιατί ακριβώς οι μεγαλύτερες σε ηλικία μητέρες έχουν περισσότερες πιθανότητες να απελευθερώσουν ωάρια με σφάλματα στη μείωση δεν είναι ακόμα γνωστό (Martin, 2008). Σε περίπου πέντε στις δέκα περιπτώσεις, το επιπλέον γενετικό υλικό προέρχεται από τον πατέρα. Μερικές μελέτες υποστηρίζουν το ρόλο της προχωρημένης ηλικίας του πατέρα, ενώ άλλες δεν δείχνουν ότι υπάρχουν επιδράσεις που να αποδίδονται στην ηλικία (De Souza, Alberman, & Morris, 2009· Dzurova & Pikhart, 2005· Sherman et al., 2005).
Ανωμαλίες στα Φυλετικά Χρωμοσώματα Οι διαταραχές των αυτοσωμάτων εκτός του συνδρόμου Down συνήθως διαταράσσουν την ανάπτυξη τόσο σοβαρά που προκύπτει αποβολή. Όταν γεννιούνται μωρά με τέτοια προβλήματα, σπάνια επιβιώνουν πέρα από την παιδική ηλικία. Αντίθετα, οι ανωμαλίες στα φυλετικά χρωμοσώματα συχνά δεν αναγνωρίζονται πριν από την εφηβική ηλικία όταν, σε μερικές αποκλίσεις, καθυστερεί η ήβη. Τα συνηθέστερα προβλήματα περιλαμβάνουν την παρουσία ενός επιπλέον χρωμοσώματος (είτε Χ είτε Υ) ή την απουσία ενός Χ στα κορίτσια (βλ. Πίνακα 3.4). Η έρευνα έχει καταρρίψει μια ποικιλία μύθων σχετικά με τα άτομα που φέρουν διαταραχές των φυλετικών χρωμοσωμάτων. Για παράδειγμα, όπως αποκαλύπτει ο Πίνακας 3.4, οι άνδρες με σύνδρομο ΧΥΥ δεν είναι απαραίτητα επιθετικότεροι και αντικοινωνικότεροι από ό,τι οι άνδρες ΧΥ. Και τα περισσότερα παιδιά με διαταραχές των φυλετικών χρωμοσωμάτων δεν πάσχουν από νοητική καθυστέρηση. Αντίθετα, τα νοητικά τους προβλήματα είναι συνήθως πολύ συγκεκριμένα. Οι λεκτικές δυσκολίες –για παράδειγμα, με την ανάγνωση και το λεξιλόγιο– είναι συνηθισμένες στα κορίτσια με σύνδρομο τριπλού Χ και στα αγόρια με σύνδρομο Klinefelter, τα οποία και στις δύο περιπτώσεις κληρονομούν ένα επιπλέον χρωμόσωμα Χ. Αντίθετα, τα κορίτσια με σύνδρομο Turner, τα οποία έχουν μόνο ένα χρωμόσωμα Χ, δυσκολεύονται στις χωροταξικές σχέσεις –για παράδειγμα, στο σχεδιασμό εικόνων, στο να ξεχωρίζουν το δεξί από το αριστερό, στο να ακολουθούν ταξιδιωτικές οδηγίες, και στο να παρατηρούν αλλαγές στις εκφράσεις του προσώπου (Kesler, 2007· Lawrence et al., 2003· Simpson et al., 2003). Οι έρευνες με εγκεφαλική απεικόνιση επιβεβαιώνουν ότι η προσθήκη ή η αφαίρεση από το συνηθισμένο αριθμό χρωμοσωμάτων Χ μεταβάλλει την ανάπτυξη ορισμένων εγκεφαλικών δομών, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ιδιαίτερων νοητικών ελλείψεων (Cutter et al., 2006· Itti et al., 2006).
100
ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙΤΕ
Ανασκόπηση n Παραθέστε στοιχεία που δείχνουν ότι τόσο η κληρονομικότητα όσο και το περιβάλλον συνεισφέρουν στην ανάπτυξη των παιδιών με φαινυλκετονουρία (PKU) και σύνδρομο Down.
Σύνδεση n Χρησιμοποιώντας τις γνώσεις σας πάνω στην κληρονομικότητα που συνδέεται με το χρωμόσωμα Χ, εξηγήστε γιατί τα αγόρια είναι περισσότερο ευάλωτα από τα κορίτσια απέναντι στο ενδεχόμενο αποβολής, βρεφικού θανάτου, γενετικών διαταραχών και άλλων προβλημάτων.
► Ποιες διαδικασίες μπορούν να βοηθήσουν τους μελλοντικούς γονείς να αποκτήσουν υγιή παιδιά;
Εφαρμογή n Αναφερόμενοι στη θεωρία των οικολογικών συστημάτων (Κεφάλαιο 1, σελ. 31-33), εξηγήστε γιατί οι γονείς των παιδιών με γενετικές διαταραχές συχνά βιώνουν αυξημένο άγχος. Ποιοι παράγοντες, μέσα στην οικογένεια και πέρα από αυτή, μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς αυτούς να υποστηρίξουν την ανάπτυξη των παιδιών τους; Στοχασμός n Η γενετική ιδιοσυστασία του Gilbert είναι ομόζυγη για σκούρα μαλλιά. Η Jan είναι ομόζυγη για ξανθά μαλλιά. Τί χρώμα έχουν τα μαλλιά του Gilbert; Τα μαλλιά της Jan; Τί ποσοστό των παιδιών τους είναι πιθανό να έχουν σκούρα μαλλιά; Εξηγήστε.
Αναπαραγωγικές Επιλογές
Στο παρελθόν, πολλά ζευγάρια με γενετικές διαταραχές στις οικογένειές τους επέλεγαν να μην κάνουν παιδιά καθόλου παρά να διακινδυνεύσουν τη γέννηση ενός μωρού με ανωμαλίες. Σήμερα, η γενετική συμβουλευτική και η προγεννητική διάγνωση βοηθούν τους ανθρώπους να λαμβάνουν αποφάσεις κατόπιν ενημέρωσης σχετικά με τη σύλληψη, την ολοκλήρωση της κύησης ή την υιοθεσία ενός παιδιού.
Γενετική Συμβουλευτική
© MICHELLE DEL GUERCIO/PHOTO RESEARCHERS, INC.
Η γενετική συμβουλευτική (genetic counseling) είναι μια διαδικασία επικοινωνίας σχεδιασμένη να βοηθά τα ζευγάρια να αξιολογούν τις πιθανότητές τους να αποκτήσουν ένα μωρό με κάποια κληρονομική διαταραχή, και να επιλέγουν τον καλύτερο τρόπο δράσης λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους και τους στόχους της οικογένειας (Resta et al., 2006). Tα άτομα που είναι πιθανόν να αναζητήσουν συμβουλευτική είναι εκείνα που δυσκολεύονται να αποκτήσουν παιδιά –για παράδειγμα, επανειλημμένες αποβολές– ή που γνωρίζουν ότι υπάρχουν γενετικά προβλήματα στην οικογένειά τους. Επιπλέον, οι γυναίκες που καθυστερούν την απόκτηση παιδιών πέρα από την ηλικία των 35 ετών είναι συχνά υποψήφιες για γενετική συμβουλευτική. Μετά από την ηλικία αυτή, το συνολικό ποσοστό των χρωμοσωμικών ανωμαλιών αυξάνεται απότομα (δείτε ξανά το Σχήμα 3.6). Επειδή, όμως, οι νεότερες μητέρες γεννούν σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς από ό,τι οι μεγαλύτερες σε ηλικία μητέρες, εξακολουΣυνεργαζόμενο με μια γενετική σύμβουλο, ένα ζευγάρι αξιολογεί τον κίνθούν να γεννούν την πλειοψηφία των μωρών δυνο του να αποκτήσει ένα παιδί με κληρονομικές ανωμαλίες. Χρησιμομε γενετικά ελαττώματα. Για το λόγο αυτό, οριποιώντας τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να αποφασίσουν αν θα προσπαθήσουν να συλλάβουν, θα χρησιμοποιήσουν τεχνολογίες αναπασμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η παραπομπή ραγωγής, ή αν θα υιοθετήσουν. σε γενετική συμβουλευτική θα πρέπει να καθορίζεται από τις ανάγκες της μητέρας και όχι από την ηλικία (Berkowitz, Roberts, & Minkoff, 2006). Αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό νοητικής καθυστέρησης, ψυχολογικών διαταραχών, σωματικών ελαττωμάτων ή κληρονομικών νόσων, ο γενετικός σύμβουλος παίρνει συνέντευξη από το ζευγάρι και προετοιμάζει μια γενεαλογία (pedigree), μια εικόνα του γενεαλογικού δένδρου όπου προσδιορίζονται οι πάσχοντες συγγενείς. Η γενεαλογία χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί η πιθανότητα να αποκτήσουν οι γονείς ένα μη φυσιολογικό παιδί, χρησιμοποιώντας τις γενετικές αρχές που εξετάστηκαν παραπάνω στο παρόν κεφάλαιο. Για πολλές διαταραχές, οι μοριακές γενετικές
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
493
Ορόσημα
Γλωσσική Ανάπτυξη ΗΛΙΚΙΑ
ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ
Γέννηση1 έτους
• Γουργούρισμα, μετά βάβισμα. • Οργανώνει τους ήχους της ομιλίας σε φωνητικές κατηγορίες της μητρικής γλώσσας. • Βαβίζει χρησιμοποιώντας σχήματα ήχων και τονισμών της μητρικής γλώσσας.
1-2 ετών
• Αναγνωρίζει τη σωστή προφορά γνώριμων λέξεων. • Χρησιμοποιεί συστηματικές στρατηγικές για να απλοποιήσει την προφορά των λέξεων.
ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΑ
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
• Επιδίδεται σε κοινή προ• Παρατηρεί τη δομή των • Προτιμά να ακούει τη σοχή. αλληλουχιών λέξεων, διαφωνή της μητέρας του κρίνοντας τα σχήματα και τη μητρική γλώσσα. • Επιδίδεται σε φωνητικές ΑΒΑ από τα ΑΒΒ. αλληλεπιδράσεις και παι• Αναλύει τη ροή του λόγου χνίδια, στα οποία πρέπει • Αναπτύσσει ευαισθησία για λέξεις και σχήματα να τηρείται η σειρά. απέναντι στα όρια προτάτονισμού των συλλαβών. σεων και φράσεων. • Αρχίζει να καταλαβαίνει λέξεις, και αναγνωρίζει τις γνώριμες λέξεις. • Χρησιμοποιεί επικοινωνιακές χειρονομίες.
• Λέει τις πρώτες λέξεις. • Το λεξιλόγιο αυξάνεται μέχρι αρκετές εκατοντάδες λέξεις.
• Συνδυάζει δύο λέξεις σε • Συμμετέχει στη συζήτηση τηρώντας τη σειρά του τηλεγραφική ομιλία. και παραμένει στο θέμα. • Καθώς εμφανίζονται προτάσεις τριών λέξεων, σταδιακά προσθέτει γραμματικά μορφήματα.
3-5 ετών
• Βελτίωση της φωνολογικής επίγνωσης. • Βελτίωση στην προφορά των λέξεων.
6-10 ετών
• Επεκτείνει τη φωνολογική • Όταν αρχίζει το σχολείο, καταλαβαίνει τη σημασία επίγνωση σε όλα τα φωπερίπου 10.000 λέξεων. νήματα των λέξεων. • Κατακτά τα σχήματα τονι- • Μαθαίνει τις σημασίες καινούργιων λέξεων από σμού των συλλαβών που τα συμφραζόμενα και από • Βελτιώνει τις πολύπλοκες φανερώνουν λεπτές διαγραμματικές δομές, όπως ορισμούς. φορές στο νόημα. την παθητική φωνή και τις • Αναγνωρίζει τις πολλααπαρεμφατικές φράσεις. πλές σημασίες των λέξεων, όπως φαίνεται από τις μεταφορές και το χιούμορ.
11 ετώνενηλικιότητα
• Συνεχίζει να βελτιώνει τις • Βελτιώνεται η ικανότητα • Κατανοεί πάνω από σαφούς επικοινωνίας και πολύπλοκες γραμματικές 40.000 λέξεις, συμπερισύμφωνα με τις κοινωνιδομές. λαμβανομένων πολλών κές απαιτήσεις σε διάφοαφηρημένων όρων. • Κατακτά τα σχήματα τονιρες καταστάσεις. • Κατανοεί λεπτές, μη κυσμού των συλλαβών και ριολεκτικές σημασίες των τις αφηρημένες λέξεις. λέξεων, όπως στο σαρκασμό, στην ειρωνεία και στις παροιμίες.
• Επινοεί λέξεις για να κα- • Σταδιακά γενικεύει τις γραμματικές φόρμες. λύψει τα κενά λέξεων που δεν έχει κατακτήσει • Συνεχίζει να προσθέτει ακόμα. γραμματικά μορφήματα με κανονική σειρά. • Καταλαβαίνει μεταφορές που βασίζονται σε συγκεκριμένες, αισθητηριακές συγκρίσεις.
• Κατακτά πρόσθετες στρατηγικές συζήτησης, όπως την αναστροφή. • Αρχίζει να αντιλαμβάνεται την προσλεκτική πρόθεση. • Προσαρμόζει την ομιλία στην προοπτική του ακροατή και στις κοινωνικές προσδοκίες. • Ζητά την αποσαφήνιση των διφορούμενων σημασιών. • Παράγει χρονολογικές αφηγήσεις. • Χρησιμοποιεί προηγμένες τεχνικές συζήτησης, όπως η διαβάθμιση. • Βελτιώνει την κατανόηση της προσλεκτικής πρόθεσης. • Επικοινωνεί με σαφήνεια σε απαιτητικές καταστάσεις, όπως στο τηλέφωνο. • Παράγει κλασικές αφηγήσεις πλούσιες σε προσανατολιστικές πληροφορίες και αξιολογήσεις.
Σημείωση: Τα ορόσημα αυτά αντιπροσωπεύουν γενικές ηλικιακές τάσεις. Υπάρχουν ατομικές διαφορές στην ακριβή ηλικία, στην οποία επιτυγχάνεται κάθε ορόσημο. Φωτογραφίες: (πάνω αριστερά) © Ellen B. Senisi Photography· (πάνω δεξιά) © Visions of America, LLC/Alamy· (μέση αριστερά) © Gulf Images/Photolibrary· (μέση δεξιά) © Laura Dwight Photography· (κάτω αριστερά) © Kablonk/Photolibrary.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
495
ι πολιτικές της καναδικής εθνικής εκπαίδευσης προάγουν ενεργά τη δίγλωσση εκπαίδευση. Τα παιδιά με επίσημη μειονοτική γλωσσική προέλευση (Γαλλική στις αγγλόφωνες επαρχίες, Αγγλική στο γαλλόφωνο Κεμπέκ) έχουν το δικαίωμα να παρακολουθήσουν πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στις αντίστοιχες γλώσσες τους. Επιπλέον, τα σχολεία ενθαρρύνονται να παρέχουν προγράμματα που συντηρούν τις γλώσσες και τους πολιτισμούς των μεταναστών στον Καναδά, καθώς και να προάγουν τις γλώσσες των Πρώτων Εθνών. Αν και τα προγράμματα αυτά είναι λιγοστά, η χρηματοδότησή τους αυξάνεται. Συνολικά, ο Καναδάς δίνει μεγάλη αξία στη δίγλωσση εκπαίδευση, η οποία προάγει την ικανότητα των παιδιών από μειονότητες στη μητρική τους γλώσσα. Εθνικά, η γαλλοαγγλική διγλωσσία έχει αυξηθεί κατά 12% από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 (Statistics Canada, 2007f). ΄Ένας βασικός λόγος είναι τα προγράμματα γλωσσικής εμβάπτισης (language immersion programs) του Καναδά, στα οποία αγγλόφωνα παιδιά του δημοτικού σχολείου διδάσκονται αποκλειστικά στα Γαλλικά για αρκετά χρόνια. Σήμερα, περίπου το 7% των μαθητών των καναδικών δημοτικών σχολείων είναι εγγεγραμμένοι σ’ αυτά. Η στρατηγική της εμβάπτισης καταφέρνει να κάνει τα παιδιά να αποκτήσουν επάρκεια και στις δύο γλώσσες και, στην έκτη δημοτικού, να τα πηγαίνουν εξίσου καλά στην ανάγνωση, στη γραφή και στα μαθηματικά με τους συνομηλίκους τους στο κανονικό αγγλικό πρόγραμμα (Harley & Jean, 1999· Holobow, Genesee, & Lambert, 1991· Turnbull, Hart, & Lapkin, 2003). Η καναδική κυβέρνηση κάνει βήματα προς την επέκταση των ευκαιριών γλωσσικής εμβάπτισης, με την ελπίδα να αυξήσει το ποσοστό των παιδιών ηλικίας δεκαπέντε έως δεκαεννέα ετών που μιλούν και Αγγλικά και Γαλλικά (Government of Canada, 2009). Στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικρατεί έντονη διαφωνία σχετικά με τον τρόπο εκπαίδευσης των παιδιών από μειονότητες, τα οποία έχουν μειωμένη ευχέρεια στην Αγγλική. Μερικοί πιστεύουν ότι ο χρόνος που αφιερώνεται στην επικοινωνία στη μητρική γλώσσα του παιδιού αποσπά από την επί-
τευξη στην αγγλική γλώσσα, η οποία είναι κρίσιμη για την επιτυχία στον κόσμο του σχολείου και της εργασίας. Άλλοι εκπαιδευτικοί, που είναι αφοσιωμένοι στην ανάπτυξη της μητρικής γλώσσας των παιδιών από μειονότητες ενώ ενθαρρύνουν την κατάκτηση της Αγγλικής, επισημαίνουν ότι η παροχή διδασκαλίας στη μητρική γλώσσα επιτρέπει στα παιδιά από μειονότητες να γνωρίζουν ότι είναι σεβαστή η κληρονομιά τους. Αποτρέπει επίσης την ελλιπή επάρκεια και στις δύο γλώσσες. Τα παιδιά από μειονότητες που σταδιακά χάνουν την πρώτη τους γλώσσα επειδή διδάσκονται τη δεύτερη καταλήγουν να έχουν περιορισμούς και στις δύο γλώσσες για ένα διάστημα (Ovando & Collier, 1998). Αυτή η κατάσταση οδηγεί σε σοβαρούς ακαδημαϊκούς περιορισμούς και θεωρείται ότι συνεισφέρει στα υψηλά ποσοστά της σχολικής αποτυχίας και της εγκατάλειψης του σχολείου στους ισπανόφωνους νέους χαμηλής κοινωνικοοικονομικής θέσης, οι οποίοι αποτελούν σχεδόν το 50% του γλωσσικά μειονοτικού πληθυσμού των Η.Π.Α.. Σήμερα, η κοινή γνώμη και η εκπαιδευτική πρακτική ευνοούν την διδασκαλία αποκλειστικά στην Αγγλική. Πολλές πολιτείες των Η.Π.Α. έχουν περάσει νόμους που δηλώνουν την Αγγλική ως επίσημη γλώσσα τους, δημιουργώντας συνθήκες στις οποίες τα σχολεία δεν έχουν την υποχρέωση να διδάσκουν στους μαθητές από μειονότητες άλλες γλώσσες πέρα από την Αγγλική. Ωστόσο στις σχολικές τάξεις όπου τόσο η Ισπανική όσο και η Αγγλική εντάσσονται στο πρόγραμμα διδασκαλίας, οι μαθητές από μειονότητες στις Η.Π.Α. εμπλέκονται περισσότερο στη μάθηση, συμμετέχουν ενεργότερα στις συζητήσεις μέσα στην τάξη, και αποκτούν δεξιότητες στην ομιλία και στην ανάγνωση στη δεύτερη γλώσσα ευκολότερα –πρόοδοι που αποτελούν προγνωστικούς δείκτες μιας καλύτερης ακαδημαϊκής επίτευξης, αυξημένων πιθανοτήτων σπουδών στο κολέγιο και αποφοίτησης, καθώς και μεγαλύτερης επαγγελματικής επίτευξης (Guglielmi, 2008). Αντίθετα, όταν οι δάσκαλοι μιλούν μόνο μία γλώσσα, την οποία τα παιδιά μόλις που καταλαβαίνουν, τα παιδιά από μειονότητες παρουσιάζουν
ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙΤΕ
Ανασκόπηση n Εξηγήστε γιατί η μεταγλωσσική επίγνωση επεκτείνεται σε μεγάλο βαθμό κατά τη μέση παιδική ηλικία. Τί θα μπορούσε να εξηγεί τις προηγμένες μεταγλωσσικές δεξιότητες των δίγλωσσων παιδιών;
Σύνδεση n Πώς μπορεί η δίγλωσση εκπαίδευση να προάγει τη γνωστική και ακαδημαϊκή ανάπτυξη των παιδιών από εθνικές μειονότητες;
Εφαρμογή n Ξαναδιαβάστε τα παραδείγματα της γλώσσας της Erin στην αρχή του παρόντος κεφαλαίου. ΄Έκαναν καλά η
© ROBIN SACHS/PHOTOEDIT
Δύο Προσεγγίσεις στη Δίγλωσση Εκπαίδευση: Καναδάς και Ηνωμένες Πολιτείες
Σε αυτή τη δίγλωσση τάξη ΑγγλικώνΙσπανικών, τα παιδιά εμπλέκονται περισσότερο στη μάθηση, συμμετέχουν ενεργότερα στις συζητήσεις μέσα στην τάξη και μαθαίνουν τη δεύτερη γλώσσα ευκολότερα από ό,τι θα το έκαναν μέσα σε μια αποκλειστικά αγγλόφωνη τάξη.
απογοήτευση, ανία, απόσυρση και κλιμακούμενες σχολικές δυσκολίες (Kieffer, 2008). Αυτή η καθοδική πορεία στην επίτευξη είναι μεγαλύτερη στα πολύ φτωχά σχολεία, όπου οι πόροι είναι ιδιαίτερα λιγοστοί για την υποστήριξη των αναγκών των παιδιών από γλωσσικές μειονότητες. Οι υποστηρικτές της αποκλειστικά αγγλόφωνης εκπαίδευσης στις Η.Π.Α. συχνά επισημαίνουν την επιτυχία των καναδικών προγραμμάτων γλωσσικής εμβάπτισης, στα οποία τα μαθήματα στην τάξη γίνονται μόνο στη δεύτερη γλώσσα. Όμως οι Καναδοί γονείς γράφουν τα παιδιά τους στα προγράμματα εμβάπτισης εθελοντικά, και τόσο τα Γαλλικά όσο και τα Αγγλικά αποτελούν γλώσσες της πλειονότητας, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη αξία στον Καναδά. Επιπλέον, η διδασκαλία στη μητρική γλώσσα των παιδιών απλώς καθυστερεί, δεν αποκλείεται. Για τα παιδιά από μειονότητες που δεν μιλούν Αγγλικά στις Η.Π.Α., στων οποίων τις μητρικές γλώσσες δεν αποδίδεται αξία από την ευρύτερη κοινωνία, μια διαφορετική στρατηγική μοιάζει να είναι απαραίτητη: μια στρατηγική που προάγει τις δεξιότητες των παιδιών στη μητρική γλώσσα ενώ μαθαίνουν Αγγλικά.
Marilyn και ο Oscar να διδάξουν στην Erin και Αγγλικά και Ισπανικά; Το γεγονός ότι η Erin αναμειγνύει τις δύο γλώσσες φανερώνει σύγχυση; Δικαιολογήστε τις απαντήσεις σας με βάση ερευνητικά ευρήματα.
Στοχασμός n Μάθατε κάποια δεύτερη γλώσσα στο σπίτι ή μελετήσατε κάποια στο σχολείο; Αν ναι, πότε ξεκινήσατε, και πόση ευχέρεια έχετε στη δεύτερη γλώσσα; Λαμβάνοντας υπόψη τις έρευνες πάνω στη διγλωσσία, τί αλλαγές θα κάνατε στην εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας από μέρους σας, και γιατί;
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
n
n
βασίζονται στην ομιλία, υποστηρίζει την ανάπτυξη του λεξιλογίου των μικρών παιδιών. Μετά την ηλικία των πέντε ετών, η σημασιολογική γνώση επίσης επηρεάζει το πόσο γρήγορα τα παιδιά δημιουργούν φωνολογικά ίχνη, και οι δύο παράγοντες επηρεάζουν την εκμάθηση λέξεων. Τα παιδιά καταλαβαίνουν τις σημασίες των λέξεων αντιπαραθέτοντάς τις με λέξεις που ήδη γνωρίζουν και τοποθετώντας τις καινούργιες στα κενά που έχουν στο λεξιλόγιό τους. Σύμφωνα με μια άποψη, τα παιδιά έχουν την έμφυτη κλίση να συμπεραίνουν τις σημασίες των λέξεων χρησιμοποιώντας ορισμένες αρχές, όπως η αμοιβαία αποκλειστικότητα και η συντακτική εκκίνηση. Μια εναλλακτική προσέγγιση είναι ότι τα παιδιά αναπτύσσουν το λεξιλόγιό τους με τις ίδιες γνωστικές στρατηγικές που εφαρμόζουν σε μη γλωσσικά ερεθίσματα. Σύμφωνα με το μοντέλο αναδυόμενου συνασπισμού, τα παιδιά κατανοούν τις σημασίες των λέξεων από ένα συνασπισμό ενδείξεων –αντιληπτικών, κοινωνικών και γλωσσικών– οι οποίες αλλάζουν σε σημασία με την ηλικία.
Μιλήστε για τις ιδέες σχετικά με το πώς πραγματοποιείται η γραμματική ανάπτυξη, συμπεριλαμβάνοντας τις στρατηγικές και την επικοινωνιακή υποστήριξη για την εκμάθηση καινούριων δομών. n
n
Γραμματική Ανάπτυξη (σελ. 478) n
n
Σε ηλικία μεταξύ ενάμισι και δυόμισι ετών, το λεξιλόγιο φτάνει τις 200 με 250 λέξεις και εμφανίζονται εκφωνήματα δύο λέξεων που ονομάζονται τηλεγραφική ομιλία. Αυτοί οι πρώιμη συνδυασμοί λέξεων δεν αντικατοπτρίζουν μια συνεπή, ευέλικτη γραμματική. Καθώς τα παιδιά δημιουργούν προτάσεις τριών λέξεων, χρησιμοποιούν γραμματικούς κανόνες με τμηματικό τρόπο, βελτιώνοντας και γενικεύοντας δομές σταδιακά. Τα αγγλόφωνα παιδιά προσθέτουν γραμματικά μορφήματα με μια συνεπή σειρά, η οποία αντικατοπτρίζει τόσο μια δομική όσο και μια σημασιολογική πολυπλοκότητα. Μόλις τα παιδιά αποκτήσουν έναν ομαλό μορφολογικό κανόνα, υπερκανονικοποιούν, επεκτείνοντάς τον σε λέξεις που αποτελούν εξαιρέσεις. Με τον καιρό, τα παιδιά κατακτούν εκφράσεις που βασίζονται σε βοηθητικά ρήματα, όπως αρνήσεις και ερωτήσεις. Στις ηλικίες μεταξύ τριάμισι και έξι ετών, προσθέτουν μια ποικιλία περίπλοκων φραστικών δομών. Ορισμένες μορφές, όπως η παθητική φωνή και οι απαρεμφατικές φράσεις, συνεχίζουν να βελτιώνονται κατά την παιδική ηλικία.
© ELLEN B. SENISI PHOTOGRAPHY
Περιγράψτε την πορεία της γραμματικής ανάπτυξης.
Μερικοί ειδικοί πιστεύουν ότι η γραμματική αποτελεί ένα προϊόν γενικής γνωστικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με μια άποψη, τα παιδιά χρησιμοποιούν μια σημασιολογική εκκίνηση, βασιζόμενα στις σημασίες των λέξεων για να κατανοήσουν τη δομή της πρότασης. Άλλοι πιστεύουν ότι τα παιδιά κατακτούν τη γραμματική μέσα από την άμεση παρατήρηση της δομής της γλώσσας. Επίσης άλλοι συμφωνούν με την ουσία της θεωρίας του Chomsky. Μια ιδέα δέχεται τη σημασιολογική εκκίνηση αλλά υποστηρίζει ότι οι γραμματικές κατηγορίες είναι έμφυτες. Μια άλλη υπόθεση είναι ότι τα παιδιά διαθέτουν ένα έμφυτο σύνολο διεργασιών για την ανάλυση της γλώσσας, το οποίο υποστηρίζει την ανακάλυψη γραμματικών κανονικοτήτων. Οι ενήλικες παρέχουν στα παιδιά έμμεση ανατροφοδότηση για τα γραμματικά σφάλματα ζητώντας αποσαφηνίσεις ή αναδομώντας την ομιλία τους χρησιμοποιώντας αναπλάσεις και επεκτάσεις. Ωστόσο, ο αντίκτυπος μιας τέτοιας ανατροφοδότησης στη γραμματική ανάπτυξη έχει αμφισβητηθεί.
n
αποτελεσματικότερες δεξιότητες αναφορικής επικοινωνίας. Από τα προσχολικά έως τα σχολικά χρόνια, τα παιδιά παράγουν περισσότερο οργανωμένες, λεπτομερείς και αξιολογητικές αφηγήσεις, οι οποίες διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό στη μορφή από τον έναν πολιτισμό στον άλλο. Η ικανότητα δημιουργίας σαφών προφορικών αφηγήσεων συνεισφέρει στην ανάπτυξη του γραμματισμού. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι ήδη ευαίσθητα απέναντι στα επίπεδα ύφους ομιλίας. Οι γονείς διδάσκουν στα μικρά παιδιά ρουτίνες ευγενείας, δίνοντας έμφαση στη σημασία της προσαρμογής της γλώσσας στις κοινωνικές προσδοκίες.
Ανάπτυξη της Μεταγλωσσικής Επίγνωσης (σελ. 491)
Περιγράψτε την ανάπτυξη της μεταγλωσσικής επίγνωσης και το ρόλο της στα επιτεύγματα που σχετίζονται με τη γλώσσα. n
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας παρουσιάζουν τις απαρχές της μεταγλωσσικής επίγνωσης. Η κατανόηση αυτή εκ μέρους τους αποτελεί καλό προγνωστικό δείκτη της ανάπτυξης του λεξιλογίου και της γραμματικής και, στην περίπτωση της φωνολογικής επίγνωσης, της ανάπτυξης του γραμματισμού. Οι σημαντικές πρόοδοι στις μεταγλωσσικές δεξιότητες πραγματοποιούνται κατά τη μέση παιδική ηλικία.
Διγλωσσία: Η Εκμάθηση Δύο Γλωσσών κατά την Παιδική Ηλικία (σελ. 492) Πώς τα παιδιά γίνονται δίγλωσσα, και ποια είναι τα πλεονεκτήματα της διγλωσσίας;
Πραγματολογική Ανάπτυξη (σελ.
n
486)
Περιγράψτε την πορεία της πραγματολογικής ανάπτυξης. n
Ακόμα και τα παιδιά ηλικίας δύο ετών είναι αποτελεσματικοί συζητητές. Στρατηγικές που βοηθούν στη διατήρηση της αλληλεπίδρασης, όπως η αναστροφή και η διαβάθμιση, προστίθενται κατά την πρώιμη και μέση παιδική ηλικία. Επίσης βελτιώνεται η κατανόηση των παιδιών όσον αφορά στην προσλεκτική πρόθεση, και αποκτούν επίσης
n
Τα παιδιά που μαθαίνουν δύο γλώσσες κατά την πρώιμη παιδική ηλικία μαθαίνουν την κάθε μία σύμφωνα με το τυπικό χρονοδιάγραμμα. Όταν τα παιδιά σχολικής ηλικίας μαθαίνουν μια δεύτερη γλώσσα αφού κατακτήσουν την πρώτη, χρειάζονται πέντε με επτά χρόνια για να φτάσουν στο ίδιο επίπεδο ικανότητας με εκείνο των συνομηλίκων τους, στους οποίους αυτή η γλώσσα είναι η μητρική. Τα δίγλωσσα παιδιά μερικές φορές επιδίδονται σε εναλλαγή κώδικα ανάμεσα στις δύο γλώσσες. Τα δίγλωσσα παιδιά είναι προχωρημένα στη γνωστική ανάπτυξη και στη μεταγλωσσική επίγνωση –πλεονεκτήματα που παρέχουν ισχυρά επιχειρήματα υπέρ των προγραμμάτων δίγλωσσης εκπαίδευσης στα σχολεία.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ
αναπλάσεις (σελ. 485) αναστροφή (σελ. 487) αναφορικό στυλ (σελ. 470) βάβισμα (σελ. 459) γουργούρισμα (σελ. 493) γραμματικά μορφήματα (σελ. 481) γραμματική (σελ. 478) γρήγορη χαρτογράφηση (σελ. 474) δεξιότητες αναφορικής επικοινωνίας (σελ. 477) διαβάθμιση (σελ. 487) εκφραστικό στυλ (σελ. 470) εναλλαγή κώδικα (σελ. 492) επεκτάσεις (σελ. 485) επίπεδα ύφους ομιλίας (σελ. 490) κατανόηση (σελ. 449)
497
κατηγορική αντίληψη της ομιλίας (σελ. 457) κοινή προσοχή (σελ. 460) μεροληψία αμοιβαίας αποκλειστικότητας (σελ. 475) μεροληψία με βάση το σχήμα (σελ. 475) μεταγλωσσική επίγνωση (σελ. 471) μηχανισμός απόκτησης γλώσσας (LAD) (σελ. 447) μοντέλο αναδυόμενου συνασπισμού (σελ. 477) μορφολογία (σελ. 446) ομιλία απευθυνόμενη σε βρέφη (σελ. 458) παραγωγή (σελ. 467) περιοχή του Broca (σελ. 448) περιοχή του Wernicke (σελ. 449) πραγματολογία (σελ. 446)
προσλεκτική πρόθεση (σελ. 493) πρωτοδηλωτική (σελ. 461) πρωτοπροστακτική (σελ. 461) σημασιολογία (σελ. 446) σημασιολογική εκκίνηση (σελ. 484) συντακτική εκκίνηση (σελ. 476) συντακτικό (σελ. 458) τηλεγραφική ομιλία (σελ. 478) υπερεπέκταση (σελ. 472) υπερκανονικοποίηση (σελ. 481) υποεπέκταση (σελ. 472) φωνολογία (σελ. 446) φωνολογική μνήμη (σελ. 474)
496
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ Η ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Συστατικά Στοιχεία της Γλώσσας
δεξιότητες και οι γλωσσικές εμπειρίες των παιδιών συνδυάζονται με την έμφυτη ικανότητα για να επηρεάσουν βαθιά τη γλωσσική ανάπτυξη. Όμως εξακολουθεί η διαμάχη σχετικά με το αν τα παιδιά κατανοούν τα πολύπλοκα γλωσσικά τους περιβάλλοντα εφαρμόζοντας γενικές γνωστικές ικανότητες ή ικανότητες ειδικά προσαρμοσμένες στη γλώσσα.
(σελ. 446)
Ποια είναι τα τέσσερα συστατικά στοιχεία της γλώσσας; n
Η γλώσσα αποτελείται από δύο υποσυστήματα: (1) τη φωνολογία, τους κανόνες που διέπουν τη δομή και την αλληλουχία των ήχων της ομιλίας· (2) τη σημασιολογία, τον τρόπο με τον οποίο οι βαθύτερες έννοιες εκφράζονται με λέξεις· (3) τη γραμματική, που περιλαμβάνει το συντακτικό, τους κανόνες με βάση του οποίους οι λέξεις τοποθετούνται μέσα στις προτάσεις· και (4) την πραγματολογία, τους κανόνες για τη συμμετοχή σε κατάλληλη και αποτελεσματική επικοινωνία.
Θεωρίες της Γλωσσικής Ανάπτυξης (σελ. 447)
Προγλωσσική Ανάπτυξη: Η Προετοιμασία για την Ομιλία (σελ.
456)
Μιλήστε για τη δεκτικότητα απέναντι στη γλώσσα, την ανάπτυξη των ήχων της ομιλίας και τις δεξιότητες συζήτησης κατά τη βρεφική ηλικία. n
n
n
n
n
Η νατιβιστική θεωρία του Chomsky υποστηρίζει την ύπαρξη ενός μηχανισμού απόκτησης γλώσσας [language acquisition device, (LAD)], ή μιας αποθήκης κανόνων, οι οποίοι είναι κοινοί σε όλες τις γλώσσες. Ο μηχανισμός απόκτησης γλώσσας επιτρέπει στα παιδιά, μόλις αυτά διαθέτουν ένα επαρκές λεξιλόγιο, να μιλούν γραμματικά και να κατανοούν προτάσεις σε όποια γλώσσα εκτίθενται. Οι έρευνες με ζώα βρίσκονται σε συνέπεια μ’ αυτή την προσέγγιση, αποκαλύπτοντας ότι το πολύπλοκο γλωσσικό σύστημα αποτελεί μοναδικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Η ευρεία συσχέτιση των γλωσσικών λειτουργιών, ειδικά της γραμματικής ικανότητας, με περιοχές του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφαλικού φλοιού βρίσκεται σε συμφωνία με την ιδέα του Chomsky ότι ο εγκέφαλος είναι προετοιμασμένος για την επεξεργασία της γλώσσας. Τα στοιχεία που δείχνουν ότι υπάρχει μια ευαίσθητη περίοδος για τη γλωσσική ανάπτυξη επίσης υποστηρίζουν τη νατιβιστική άποψη. Οι ερευνητές έχουν αμφισβητήσει τη νατιβιστική προσέγγιση για διάφορους λόγους, συμπεριλαμβανομένης της δυσκολίας να οριστεί συγκεκριμένα μια καθολική γραμματική. Επίσης, η συνεχής, σταδιακή κατάκτηση πολλών φραστικών δομών από τα παιδιά δεν βρίσκεται σε συνέπεια με τη νατιβιστική υπόθεση μιας έμφυτα καθορισμένης γραμματικής γνώσης. Σύμφωνα με την αλληλεπιδραστική προσέγγιση, η γλωσσική ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα ανταλλαγών ανάμεσα στις εσωτερικές ικανότητες και τις περιβαλλοντικές επιρροές. Οι σημαντικότερες εξηγήσεις με βάση την επεξεργασία πληροφοριών είναι τα μοντέλα συνδεσιμότητας, ή μοντέλα τεχνητού νευρωνικού δικτύου, τα οποία δείχνουν ότι οι ισχυρές, γενικές γνωστικές ικανότητες είναι αρκετές για τον εντοπισμό των βασικών γλωσσικών σχημάτων. Άλλα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι τα μωρά αναγνωρίζουν τα βασικά γλωσσικά σχήματα με τις ίδιες στρατηγικές που χρησιμοποιούν για να κατανοήσουν τις μη γλωσσικές εμπειρίες. Οι υποστηρικτές των θεωριών κοινωνικής αλληλεπίδρασης πιστεύουν ότι οι κοινωνικές
Τα νεογέννητα είναι ικανά για κατηγορική αντίληψη της ομιλίας και είναι ευαίσθητα απέναντι σε μια ευρύτερη ποικιλία κατηγοριών ομιλίας από αυτή που υπάρχει στη δική τους γλώσσα. Σε ηλικία μεταξύ έξι και οκτώ μηνών, τα βρέφη αρχίζουν να οργανώνουν την ομιλία στις κατηγορίες φωνημάτων της μητρικής τους γλώσσας. Κατά το δεύτερο μισό του πρώτου έτους, έχουν αρχίσει να αναλύουν την εσωτερική δομή των προτάσεων και των λέξεων. Η χρήση ομιλίας απευθυνόμενης σε βρέφη (infant-directed speech ((IDS) από τους ενήλικες διευκολύνει την εκμάθηση της γλώσσας από τα μωρά.
© LAURA DWIGHT PHOTOGRAPHY
Περιγράψτε και αξιολογήστε τις κύριες θεωρίες της γλωσσικής ανάπτυξης. n
n
n
n
Τα βρέφη αρχίζουν να γουργουρίζουν γύρω στους δύο μήνες, να βαβίζουν γύρω στους έξι μήνες. Κατά το πρώτο έτος επεκτείνεται το εύρος των ήχων του βαβίσματος. Έπειτα, καθώς τα βρέφη ετοιμάζονται να μιλήσουν, τα σχήματα των ήχων και των τονισμών αρχίζουν να μοιάζουν με εκείνα της μητρικής γλώσσας του παιδιού. Σε ηλικία δέκα με ένδεκα μηνών βελτιώνεται η δεξιότητα των μωρών στη συμμετοχή σε κοινή προσοχή και στο τέλος του πρώτου χρόνου επιδίδονται ενεργά σε παιχνίδια, στα οποία πρέπει να τηρούν τη σειρά και χρησιμοποιούν δύο επικοινωνιακές χειρονομίες, την πρωτοδηλωτική και την πρωτοπροστακτική, για να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των άλλων. Κατά το δεύτερο χρόνο, η αλληλεπίδραση φροντιστή-παιδιού συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στη γλωσσική πρόοδο.
Φωνολογική Ανάπτυξη (σελ. 464)
Περιγράψτε την πορεία της φωνολογικής ανάπτυξης. n
Οι πρώτες λέξεις επηρεάζονται εν μέρει από τους ήχους που μπορούν να προφέρουν τα παιδιά. Επειδή η συσχέτιση καινούριων λέξεων με τα αναφερόμενά τους επιβαρύνει την εργαζόμενη μνήμη των νηπίων, αυτά τεί-
νουν να χάνουν τις μικρές λεπτομέρειες των ήχων μιας καινούριας λέξης, γεγονός που συνεισφέρει στα πρώιμα λάθη στην προφορά. Τα μικρά παιδιά εφαρμόζουν συστηματικές φωνολογικές στρατηγικές για να απλοποιήσουν τις απαιτητικές προφορές. Σταδιακά, βελτιώνουν τις μινιμαλιστικές λέξεις σε πλήρεις λέξεις με σωστά σχήματα τονισμού. Καθώς η φωνητική οδός ωριμάζει και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας επιδίδονται σε ενεργή επίλυση προβλημάτων, η προφορά βελτιώνεται σε μεγάλο βαθμό. Όμως τα σχήματα τονισμού των συλλαβών που σηματοδοτούν λεπτές διαφορές στο νόημα δεν κατακτώνται παρά κατά τη μέση παιδική ηλικία ή την εφηβεία.
Σημασιολογική Ανάπτυξη
467)
(σελ.
Συνοψίστε την πορεία της σημασιολογικής ανάπτυξης, επισημαίνοντας τις ατομικές διαφορές. n
n
n
n
Η κατανόηση της γλώσσας αναπτύσσεται πριν από την παραγωγή της. Για τα περισσότερα παιδιά, η ταχύτητα της εκμάθησης των λέξεων αυξάνεται σταθερά και συνεχώς από τη νηπιακή ηλικία μέχρι τα προσχολικά χρόνια. Για τη γρήγορη ανάπτυξη του λεξιλογίου, τα παιδιά επιδίδονται σε γρήγορη χαρτογράφηση. Τα κορίτσια πραγματοποιούν ταχύτερη ανάπτυξη του λεξιλογίου από ό,τι τα αγόρια, και τα ιδιοσυγκρασιακά ντροπαλά ή αρνητικά νήπια μαθαίνουν τη γλώσσα πιο αργά. Τα παιδιά χαμηλής κοινωνικοοικονομικής θέσης, τα οποία δέχονται λιγότερα λεκτικά ερεθίσματα, συνήθως διαθέτουν μικρότερου εύρους λεξιλόγια. Τα περισσότερα νήπια χρησιμοποιούν ένα αναφορικό στυλ εκμάθησης της γλώσσας· οι πρώτες τους λέξεις αναφέρονται κυρίως σε αντικείμενα. Μερικά νήπια χρησιμοποιούν ένα εκφραστικό στυλ, παράγοντας περισσότερες κοινωνικές διατυπώσεις και αντωνυμίες. Τα πρώιμα λεξιλόγια συνήθως δίνουν έμφαση στις λέξεις αντικειμένων· οι λέξεις ενεργειών και κατάστασης συνήθως εμφανίζονται σύντομα μετά. Όταν τα παιδιά πρωτομαθαίνουν λέξεις, κάνουν σφάλματα υποεπέκτασης και υπερεπέκτασης. Οι επινοήσεις λέξεων εκ μέρους τους και οι μεταφορές επεκτείνουν το εύρος των νοημάτων που μπορούν να εκφράσουν. Η ανάγνωση συνεισφέρει σε τεράστιο βαθμό στην ανάπτυξη του λεξιλογίου κατά τη μέση παιδική ηλικία. Τα παιδιά σχολικής ηλικίας μπορούν να κατανοήσουν τις σημασίες των λέξεων από ορισμούς και επεκτείνεται η κατανόηση των μεταφορών και του χιούμορ. Η ικανότητα των εφήβων να συλλογίζονται αφηρημένα οδηγεί στην αναγνώριση της ειρωνείας, του σαρκασμού και της μεταφορικής γλώσσας.
Μιλήστε για τις ιδέες σχετικά με το πώς πραγματοποιείται η σημασιολογική ανάπτυξη, συμπεριλαμβάνοντας την επιρροή της μνήμης και τις στρατηγικές εκμάθησης λέξεων. n
Ένα ειδικό μέρος της βραχυπρόθεσμης μνήμης, μια φωνολογική μνήμη, η οποία επιτρέπει τη συγκράτηση πληροφοριών που
ΜΕΡΟΣ V ΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΒΙΟΛΟΓΙΑ και ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Π
Οι Νταήδες του Σχολείου και τα Θύματά τους
αρακολουθήστε τις δραστηριότητες των επιθετικών παιδιών κατά τη διάρκεια μιας σχολικής ημέρας και θα διαπιστώσετε ότι κρατούν τις εχθρικές ενέργειές τους για ορισμένους συνομηλίκους. Μια ιδιαίτερα καταστροφική μορφή αλληλεπίδρασης είναι η θυματοποίηση συνομηλίκων (peer victimization), στα πλαίσια της οποίας ορισμένα παιδιά γίνονται θύματα λεκτικών και σωματικών επιθέσεων ή άλλων μορφών κακοποίησης. Τι διατηρεί αυτούς τους επαναλαμβανόμενους κύκλους επίθεσηςαπόσυρσης σε ζεύγη παιδιών; Περίπου το 20% των παιδιών είναι νταήδες, ενώ το 25% θυματοποιούνται επαναλαμβανόμενα. Οι περισσότεροι νταήδες είναι αγόρια, τα οποία χρησιμοποιούν τακτικές σωματικής επιθετικότητας, λεκτικής επιθετικότητας, και επιθετικότητας μέσα στις σχέσεις, όμως ένας σημαντικός αριθμός κοριτσιών βομβαρδίζουν ευάλωτους συμμαθητές με λεκτική εχθρικότητα και εχθρικότητα μέσα στις σχέσεις (Cook et al., 2010). Πέρα από άλλες μορφές εκφοβισμού, η παρενόχληση που αφορά στο φύλο αυξάνεται κατά την πρώιμη εφηβεία -δυνατά παιδιά (συχνότερα αγόρια) που στρέφουν προσβολές σεξουαλικού χαρακτήρα ενάντια σε ασθενέστερους συνομηλίκους, ετεροφυλόφιλα παιδιά που στοχεύουν σε συνομηλίκους που ανήκουν σε σεξουαλικές μειονότητες (Pepler et al., 2006). Καθώς οι νταήδες περνούν στην εφηβική ηλικία, πολλοί ενισχύουν τις επιθέσεις τους μέσω ηλεκτρονικών μέσων (Twyman et al., 2010). Και περίπου το 20% με 40% των παιδιών έχουν βιώσει "κυβερνοεκφοβισμό" μέσω μηνυμάτων κειμένου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, chat room ή άλλων ηλεκτρονικών εργαλείων (Tokunaga, 2010). Συχνά δεν το αναφέρουν σε γονείς ή σε ενήλικες στο σχολείο. Πολλοί νταήδες θεωρούνται αντιπαθητικοί, ή γίνονται, λόγω της σκληρότητάς τους. Όμως, ένας σημαντικός αριθμός απ’ αυτούς κατέχουν διακεκριμένη θέση κοινωνικά, είναι ισχυροί και προκαλούν το γενικό θαυμασμό λόγω της ελκυστικής εμφάνισης, της ηγετικής ικανότητας ή των αθλητικών ικανοτήτων τους (Vaillancourt et al., 2010c). Σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν το υψηλό κοινωνικό τους γόητρο, οι νταήδες συχνά στοχεύουν σε ήδη απορριφθέντα από τους συνομηλίκους παιδιά, τα οποία είναι απίθανο οι συμμαθητές τους να υπερασπιστούν (Veenstra et al., 2010). Αυτό μας βοηθά να εξηγήσουμε γιατί οι συνομήλικοι σπάνια παρεμβαίνουν για να βοηθήσουν τα θύματα, και γιατί περίπου το 20% με 30% των παιδιών που παρακολουθούν ενθαρρύνουν τους νταήδες, και ακόμα και συμμετέχουν (Salmivalli & Voeten, 2004). Ο σχολικός εκφοβισμός συμβαίνει συχνότερα σε σχολεία όπου οι δάσκαλοι θεωρούνται άδικοι και αδιάφοροι και όπου πολλοί μαθητές κρίνουν ότι οι συμπεριφορές εκφοβισμού είναι "εντάξει" (Guerra, Williams, & Sadek, 2011). Πράγματι, οι νταήδες, και οι συνομήλικοι που τους βοηθούν, συνήθως παρουσιάζουν κοινωνικές-γνωστικές ελλείψεις, συμπεριλαμβανομένων της υπερβολικής αυτοεκτίμησης, της υπερηφάνειας για τις πράξεις τους, και της αδιαφορίας για το κακό που προξένησαν στα θύματά τους (Hymel et al., 2010). Σε μια σουηδική διαχρονική μελέτη, οι νταήδες πρώιμης εφηβικής ηλικίας συνέχισαν την αντικοινωνική τους πορεία: πάνω από τους μισούς διέπραξαν εγκληματικές πράξεις (συχνά
βίαιες) σε ηλικία μεταξύ δεκαέξι και είκοσι τεσσάρων ετών (Olweus, 2011). Τα χρόνια θύματα τείνουν να είναι παθητικά όταν αναμένεται ενεργητική συμπεριφορά από αυτά. Στην αυλή, κάθονται και κουβεντιάζουν ή περιπλανιούνται μόνα τους. ΄Οταν εκφοβίζονται, παραδίνονται, κλαίνε, και παίρνουν αμυντικές σωματικές στάσεις (Boulton, 1999). Κάποια γνωρίσματα βιολογικής βάσης -μια συνεσταλμένη ιδιοσυγκρασία και μια εύθραυστη σωματική εμφάνιση- συνεισφέρουν στη θυματοποίηση. ΄Ομως, τα θύματα έχουν επίσης ιστορικό προσκόλλησης με αντίσταση, υπερβολικά ελεγκτικής ανατροφής και υπερπροστασίας από τη μητέρα -γονεϊκότητα που προάγει την ανησυχία, τη χαμηλή αυτοεκτίμηση και την εξάρτηση, με αποτέλεσμα μια φοβισμένη συμπεριφορά που μαρκάρει τα παιδιά αυτά ως ευάλωτα (Snyder et al., 2003). Ο επίμονος σχολικός εκφοβισμός, με τη σειρά του, οδηγεί σε κοινωνικές-γνωστικές ελλείψεις (ανεπαρκή υιοθέτηση προοπτικής, αντιμετώπιση των συνομηλίκων ως γενικά εχθρικών), δυσχεραίνοντας περαιτέρω τη συναισθηματική αυτορρύθμιση και την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των θυμάτων -αποτελέσματα που ενισχύουν τη θυματοποίηση (Hoglund & Leadbeater, 2007· Rosen, Milich, & Harris, 2007). Ήδη από το νηπιαγωγείο, τα θύματα παρουσιάζουν δυσκολίες προσαρμογής που μπορεί να περιλαμβάνουν κατάθλιψη, μοναξιά, χαμηλή σχολική επίδοση, απείθαρχη συμπεριφορά, και αποφυγή του σχολείου (Paul & Cillessen, 2003). Και όπως η επίμονη κακοποίηση των παιδιών, η θυματοποίηση συνδέεται με εξασθένηση στην παραγωγή κορτιζόλης, γεγονός που υποδηλώνει μια χρόνια διαταραγμένη αντίδραση της φυσιολογίας απέναντι στο άγχος (Vaillancourt et al., 2010b). Η επιθετικότητα και η θυματοποίηση δεν αποτελούν αντίθετους πόλους. Το ένα τρίτο έως το ένα δεύτερο των θυμάτων είναι επίσης επιθετικά. Περιστασιακά, ανταποδίδουν την επίθεση των ισχυρών νταήδων, οι οποίοι αντιδρούν κακοποιώντας τα ξανά -ένας κύκλος που συντηρεί την κατάσταση του θύματος (Kochenderfer-Ladd, 2003). Από τα απορριφθέντα παιδιά, αυτοί οι νταήδες/θύματα θεωρούνται οι αντιπαθητικότεροι. Συχνά έχουν ιστορικό εξαιρετικά δυσπροσαρμοστικής γονεϊκότητας, συμπεριλαμβανομένης της κακοποίησης παιδιών. Αυτός ο συνδυασμός ιδιαίτερα αρνητικών οικογενειακών εμπειριών και εμπειριών από τους συνομηλίκους θέτει τα συγκεκριμένα παιδιά σε σοβαρό κίνδυνο για δυσπροσαρμογή (Kowalski, Limber, & Agatston, 2008· Schwartz, Proctor, & Chien, 2001). Οι παρεμβάσεις που αλλάζουν τις αρνητικές γνώμες των θυματοποιημένων παιδιών για τον εαυτό τους και που τα διδάσκουν να αντιδρούν με μη ενισχυτικούς τρόπους απέναντι στα παιδιά που τους επιτίθενται είναι χρήσιμες. Ένας άλλος τρόπος βοήθειας προς τα θυματοποιημένα παιδιά είναι να βοηθηθούν να αποκτήσουν τις κοινωνικές δεξιότητες που χρειάζονται για τη δημιουργία και τη διατήρηση μιας ικανοποιητικής φιλίας. ΄Οταν τα παιδιά έχουν κάποιο στενό φίλο στον οποίο μπορούν να στραφούν για βοήθεια, συνήθως τερματίζονται γρήγορα τα επεισόδια σχολικού εκφοβισμού. Τα ανήσυχα, αποσυρμένα παιδιά με κάποιο στενό φίλο παρουσιάζουν λιγότερα προβλήματα προσαρμογής
© PAUL BALDESARE/PHOTOFUSION
784
Πολλοί νταήδες θεωρούνται αντιπαθητικοί, ή γίνονται, λόγω της σκληρότητάς τους, όμως ένας σημαντικός αριθμός από αυτούς κατέχουν διακεκριμένη θέση κοινωνικά, είναι ισχυροί, και θαυμάζονται από τους συνομηλίκους. Και τα χρόνια θύματα αποτελούν συχνά εύκολους στόχους -είναι σωματικά εύθραυστα, παθητικά, και απορρίπτονται από τους συνομηλίκους.
από εκείνα που δεν έχουν φίλους (Fox & Boulton, 2006· Laursen et al., 2007). Παρόλο που η τροποποίηση της συμπεριφοράς των θυματοποιημένων παιδιών μπορεί να βοηθήσει, αυτό δεν σημαίνει ότι το φταίξιμο είναι δικό τους. Ο καλύτερος τρόπος μείωσης του σχολικού εκφοβισμού είναι η αλλαγή των περιβαλλόντων των παιδιών (συμπεριλαμβανομένων του σχολείου, των αθλητικών προγραμμάτων, των κέντρων αναψυχής, και των γειτονιών), προάγοντας τις θετικές κοινωνικές στάσεις και συμπεριφορές. Οι αποτελεσματικές προσεγγίσεις περιλαμβάνουν την ανάπτυξη σχολικών και κοινοτικών κωδίκων εναντίον τόσο του "παραδοσιακού" σχολικού εκφοβισμού όσο και του "κυβερνοεκφοβισμού"· τη διδασκαλία των συνομηλίκων που παρευρίσκονται να παρεμβαίνουν και να ενώνουν τις δυνάμεις τους με άλλους συμμαθητές ώστε να καταδικάζουν δημοσίως τις συμπεριφορές των νταήδων· την εξασφάλιση της βοήθειας των γονιών στη μεταβολή της συμπεριφοράς των νταήδων· την ενίσχυση της επίβλεψης από ενηλίκους σε χώρους του σχολείου όπου πραγματοποιείται συχνά εκφοβισμός, όπως στους διαδρόμους, στην αίθουσα των γευμάτων, στη σχολική αυλή· και (αν είναι απαραίτητο) τη μεταφορά των νταήδων που κατέχουν διακεκριμένη θέση κοινωνικά σε άλλη τάξη ή σε άλλο σχολείο (Kiriakidis & Kavoura, 2010· Leadbeater & Hoglund, 2006· Vaillancourt et al., 2010a). Το U.S. Department of Health and Human Resources (Υπουργείο Υγείας και Ανθρώπινων Πόρων των Η.Π.Α.) έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία στα μέσα ενημέρωσης, τη "Stop Bullying Now" ("Σταματήστε τον Σχολικό Εκφοβισμό Τώρα"), www.stopbullyingnow.hrsa.gov, με σκοπό την ενημέρωση σχετικά με τα βλαβερά επακόλουθα του σχολικού εκφοβισμού μέσω τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών δημόσιων ανακοινώσεων. Παρέχει επίσης σε γονείς, δασκάλους και μαθητές πληροφορίες πάνω στη αποτροπή του εκφοβισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 ΣΥΝΟΜΗΛΙΚΟΙ, ΜΕΣΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
785
et al., 2007). Κατά συνέπεια, ακόμα και έχοντας στοιχεία που δείχνουν το αντίθετο, η αρνητική φήμη που έχουν τα απορριφθέντα παιδιά συχνά επιμένει. Ο έπαινος των δασκάλων και οι εκφράσεις συμπάθειας μπορεί να τροποποιήσουν τις κρίσεις των συνομηλίκων. Επίσης χρήσιμη είναι και η δημιουργία ενός θετικού κλίματος στην τάξη μέσω συναντήσεων όλων των μαθητών, στις οποίες τα παιδιά συμμετέχουν στη δημιουργία των κανόνων της τάξης -συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης του αποκλεισμού. Τέλος, επειδή οι κοινωνικά ανεπαρκείς συμπεριφορές των απορριφθέντων παιδιών συχνά προκύπτουν λόγω κακής προσαρμογής ανάμεσα στην ιδιοσυγκρασία του παιδιού και στις γονεϊκές πρακτικές, ίσως να μην αρκούν οι παρεμβάσεις που εστιάζουν μόνο στο παιδί (Bierman & Powers, 2009). Ήδη από τα προσχολικά χρόνια, τα απορριφθέντα παιδιά επιδίδονται σε παρομοίως αναποτελεσματική επικοινωνία με γονείς και με συνομηλίκους (Black & Logan, 1995· Guralnick et al., 2007). Χωρίς παρεμβάσεις που κατευθύνονται στη βελτίωση της ποιότητας της αλληλεπίδρασης γονέα-παιδιού, τα απορριφθέντα παιδιά θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν ανεπαρκείς διαπροσωπικές δεξιότητες στο σπίτι και, ως αποτέλεσμα, μπορεί σύντομα να επιστρέψουν στα παλιά σχήματα συμπεριφοράς τους.
ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙΤΕ
Ανασκόπηση n Γιατί τα απορριφθέντα παιδιά διατρέχουν κίνδυνο δυσπροσαρμογής; Ποιες εμπειρίες με συνομηλίκους πιθανά συνεισφέρουν στα σοβαρά, μακροπρόθεσμα προβλήματα προσαρμογής τους;
Σύνδεση n Αναφέρετε τις επιρροές της γονεϊκότητας στις κοινωνικές δεξιότητες των παιδιών, και εξηγήστε γιατί οι παρεμβάσεις που εστιάζουν μόνο στο απορριφθέν παιδί δεν είναι πιθανό να προκαλέσουν αλλαγές με διάρκεια στην αποδοχή από τους συνομηλίκους (βλ. σελ. 780). Ποιες αλλαγές στις σχέσεις γονέα-παιδιού είναι πιθανά απαραίτητες;
Εφαρμογή n Κάθε μέρα στο σχολικό λεωφορείο και στο διάλειμμα, οι συμμαθητές της Jodee -μιας ήσυχης, ευαίσθητης
μαθήτριας της πέμπτης τάξης- την έσπρωχναν, της πετούσαν χαλίκια, και την έλουζαν με προσβολές. Ακολουθώντας τη συμβουλή των καλοπροαίρετων γονιών της, προσπαθούσε να αγνοεί τους βασανιστές της. Ποιοι παράγοντες έκαναν τη Jodee ευάλωτη στη θυματοποίηση από συνομηλίκους; Πώς μπορεί αυτό να αποτραπεί; Στοχασμός n Αναφέρετε μερικούς συμμαθητές από τα χρόνια του λυκείου σας, οι οποίοι είχαν υψηλή κοινωνική διάκριση θαυμάζονταν από πολλούς συνομηλίκους. Περιγράψτε τις ιδιότητες αυτών των συμμαθητών. Έχαιραν επίσης κοινωνικής προτίμησης -ήταν, δηλαδή, συνομήλικοι που εσείς και οι φίλοι σας συμπαθούσαν προσωπικά; Εξηγήστε.
Ομάδες Συνομηλίκων
ΑΦΙΕΡΩΣΤΕ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ... Παρακολουθήστε τα παιδιά στην αυλή του σχολείου ή στη γειτονιά, και παρατηρήσετε πόσο συχνά συγκεντρώνονται σε ομάδες τριών μέχρι δώδεκα ή περισσότερων ατόμων. Από ποιες απόψεις τα μέλη της ίδιας ομάδας είναι αξιοπρόσεκτα παρόμοια; Στο τέλος της μέσης παιδικής ηλικίας, τα παιδιά εκδηλώνουν μια έντονη επιθυμία να ανήκουν σε κάποια ομάδα. Σχηματίζουν ομάδες συνομηλίκων (peer groups), κολεκτίβες που δημιουργούν μοναδικές αξίες και πρότυπα για τη συμπεριφορά, και μια κοινωνική δομή ηγετών και οπαδών. Ενώ οι φιλίες συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της εμπιστοσύνης, της ευαισθησίας και της οικειότητας, οι ομάδες συνομηλίκων εξασφαλίζουν εξάσκηση στη συνεργασία, στο ρόλο του ηγέτη, στο ρόλο του οπαδού και στην πίστη απέναντι σε συλλογικούς στόχους. Μέσα από αυτές τις εμπειρίες, τα παιδιά πειραματίζονται με τη λειτουργία των κοινωνικών οργανισμών και μαθαίνουν γι’ αυτούς.
Οι Πρώτες Ομάδες Συνομηλίκων Οι ομάδες συνομηλίκων οργανώνονται με βάση την εγγύτητα (το να είναι τα παιδιά στην ίδια τάξη) και την ομοιότητα στο φύλο, στην εθνότητα, στη σχολική επίτευξη, στο βαθμό που κάποιος είναι δημοφιλής και στην επιθετικότητα (Rubin, Bukowski, & Parker, 2006). Όταν οι ομάδες παρακολουθούνται για τρεις έως έξι εβδομάδες, διαπιστώνεται ότι η ιδιότητα του μέλους αλλάζει πολύ λίγο. Όταν παρακολουθούνται για ένα χρόνο ή περισσότερο, μπορεί να προκύψει σημαντική αλλαγή, ανάλογα με το αν τα παιδιά μετακινούνται σε διαφορετικές τάξεις. Όταν τα παιδιά παραμένουν μαζί, το 50% με 70% των ομάδων αποτελούνται κυρίως από τα ίδια παιδιά από το ένα έτος στο επόμενο (Cairns, Xie, & Leung, 1998).