28
Η ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ
Η ανάπτυξη μιας ευρείας κλίμακας δεξιοτήτων και συμπεριφορών είναι το ζητούμενο κάθε εκπαιδευτικής προσπάθειας. Τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους οι εκπαιδευόμενοι σήμερα είναι πολλά. Ένα από αυτά είναι η μελέτη περίπτωσης, η ιδιαιτερότητα της οποίας έγκειται στο ότι δεν παρέχει έτοιμες απαντήσεις, αλλά προκαλεί τον εκπαιδευόμενο να σκεφτεί τρόπους με τους οποίους θα εφαρμόσει θεωρητικές έννοιες σε πρακτικής φύσεως προβλήματα. Συγκεκριμένα, η μελέτη περίπτωση ως διδακτικό εργαλείο μπορεί να συμβάλει στην απόκτηση γνώσεων, ανάπτυξη δεξιοτήτων ανάλυσης, εφαρμογής, λήψης αποφάσεων, επικοινωνίας, απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων, και αλλαγής προσωπικών στάσεων (Walker, 1980; Boehrer, 1994; Levin, 1995; Dowd & Davidhizar, 1999; Youngblood & Beitz, 2001; Popil, 2011). Στη συνέχεια, παρουσιάζονται αναλυτικά αυτές οι δεξιότητες.
Απόκτηση γνώσεων
Η απόκτηση ειδικών γνώσεων, αν και δεν αποτελεί κεντρικό στόχο της μελέτης περίπτωσης, εντούτοις αποτελεί σημαντικό όφελος για τον εκπαιδευόμενο, καθώς η μεταφορά γνώσεων από τη θεωρία στην εφαρμογή και ο συνδυασμός τους δημιουργεί νέα γνωσιακά πλαίσια, νοητούς χάρτες, και θεωρητικά μοντέλα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε παρόμοιες καταστάσεις στο μέλλον.
Δεξιότητες ανάλυσης
Ο τρόπος με τον οποίο αναλύει και επεξεργάζεται ο εκπαιδευόμενος μια μελέτη περίπτωσης επιτρέπει την ανάπτυξη
Η ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
29
συγκεκριμένων δεξιοτήτων, οι οποίες αφορούν τη διαχείριση και αξιοποίηση των πληροφοριών της περίπτωσης. Για την αποτελεσματικότερη επεξεργασία αυτών των πληροφοριών, ο εκπαιδευόμενος χρειάζεται να μπορεί να ταξινομεί, να οργανώνει, και να αξιολογεί τις πληροφορίες που του δίνονται, να μπορεί να αναγνωρίζει πότε λείπουν σημαντικές πληροφορίες και πώς θα τις αποκτήσει, να μπορεί να αναγνωρίζει και να περιγράφει ποια είναι τα πρωτεύοντα και τα δευτερεύοντα προβλήματα και ποια άλλα θέματα παρεμβάλλονται, τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν και να επιλυθούν. Μέσα από αυτή τη διαδικασία ο εκπαιδευόμενος μαθαίνει τι λειτουργεί και τι όχι, ποιος τρόπος σκέψης είναι περισσότερο αποτελεσματικός και ποια πρακτική είναι η βέλτιστη για την επίλυση της μελέτης περίπτωσης.
Δεξιότητες εφαρμογής
Σε ένα άλλο επίπεδο, η μελέτη περίπτωσης αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την ασφαλή εφαρμογή θεωρητικών αρχών και εννοιών, καθώς και τεχνικών πρακτικής φύσεως. Για παράδειγμα, ο εκπαιδευόμενος αποφασίζει να εφαρμόσει τη θεωρία της λήψης αποφάσεων στην επίλυση ενός προβλήματος που περιγράφει μια μελέτη περίπτωσης. Μέσα από τη θεωρία αυτή, θα πρέπει να επιλέξει τις τεχνικές και τα μοντέλα που θεωρεί κατάλληλα, πότε θα τα χρησιμοποιήσει, και πώς αυτά συμπληρώνουν ή ταιριάζουν με άλλες μεθόδους ανάλυσης.
Δεξιότητες λήψης αποφάσεων
Οι μελέτες περίπτωσης είναι προσανατολισμένες στη δράση. Ο εκπαιδευόμενος αναμένεται να αναλάβει δράση και να κάνει συγκεκριμένες επιλογές προκειμένου να επιφέρει τη λύση του προβλήματος ή των προβλημάτων που περιγράφονται στη μελέτη. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της μελέτης περίπτωσης είναι η
30
Η ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ανάπτυξη της ικανότητας να κρίνει κανείς τα γεγονότα. Η διαδικασία της κρίσης περιλαμβάνει όχι μόνο δεξιότητες ανάλυσης και εφαρμογής, αλλά γνωστικές και συναισθηματικές διαδικασίες που οδηγούν σε αποφάσεις. Περιλαμβάνουν, επίσης, δεξιότητες συλλογισμού και βαθιά κατανόηση της φύσης των αξιών που διέπουν τα άτομα και τα κοινωνικά συστήματα οι οποίες επηρεάζουν τις επιλογές τους για την επίλυση των προβλημάτων. Όλα τα παραπάνω αποτελούν πολύτιμες πηγές πληροφόρησης για όσους καλούνται να επιλύουν πολυεπίπεδα οργανωσιακά προβλήματα.
Δεξιότητες επικοινωνίας
Οι επικοινωνιακές δεξιότητες αναπτύσσονται με την αλληλεπίδραση του εκπαιδευόμενου με τον εκπαιδευτή. Για τους σκοπούς της μελέτης περίπτωσης, μπορεί να δημιουργηθούν ομάδες συζήτησης και ανταλλαγής απόψεων, προφορική παρουσίαση των αποτελεσμάτων της επεξεργασίας μιας μελέτης περίπτωσης, ομαδικές παρουσιάσεις, ανάπτυξη επιχειρηματολογίας μεταξύ ομάδων, καθώς και γραπτή παρουσίαση και ανάλυση ατομικών εκθέσεων. Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης του εκπαιδευόμενου και η εξάσκησή του σε πολλαπλές μορφές επικοινωνίας, μια ακόμη δεξιότητα ιδιαίτερα χρήσιμη για τα μελλοντικά στελέχη οργανισμών.
Κοινωνικές δεξιότητες
Η επεξεργασία μιας μελέτης περίπτωσης είναι κατεξοχήν μια κοινωνική διεργασία. Ο εκπαιδευόμενος μαθαίνει να επικοινωνεί, να ακούει, να συμπάσχει, να υποστηρίζει τις θέσεις του, και να ελέγχει τον εαυτό του. Πάνω από όλα, μαθαίνει να κατανοεί καλύτερα τη δική του συμπεριφορά και των άλλων σε ένα
Η ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
31
ασφαλές κοινωνικό πλαίσιο. Αυτό επιτυγχάνεται καλύτερα, όταν οι εκπαιδευόμενοι έχουν ευκαιρίες να συμμετέχουν σε ομάδες και να αναλύουν τη μελέτη περίπτωσης μέσα σε συνθήκες χαλαρής συνύπαρξης, όπως για παράδειγμα στα πλαίσια ενός μαθήματος, σεμιναρίου, ή επιμορφωτικής δράσης.
Ανάπτυξη προσωπικών στάσεων
Επειδή η μελέτη περίπτωσης είναι μια συμμετοχική μαθησιακή εμπειρία, μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση και την αλλαγή προσωπικών στάσεων. Μία από τις πιο σημαντικές είναι ο σεβασμός και η αποδοχή της γνώμης των άλλων. Μία άλλη είναι η ιδέα ότι δεν υπάρχει μια μόνη λύση σε κάθε περίπτωση, αλλά πολλές πιθανές λύσεις. Η αλλαγή των στάσεων των εκπαιδευόμενων είναι έτσι κι αλλιώς από τους πιο αμφιλεγόμενους στόχους κάθε μαθησιακής διαδικασίας. Ωστόσο, με τη χρήση της μελέτης περίπτωσης αναμένεται να υπάρξει κάποιου είδους αλλαγή της στάσης όσων εμπλέκονται ενεργά σε αυτήν.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ
Οι απαρχές της μελέτης περίπτωσης ως διδακτικού εργαλείου εντοπίζονται στην αρχαία Ελλάδα και Κίνα. Οι μύθοι, για παράδειγμα, ήταν αλληγορικές αφηγήσεις στιγμών από τη ζωή θρυλικών ηρώων, που σκοπό είχαν να γαλουχήσουν τα πλήθη σε έναν ηθικό τρόπο ζωής. Δάσκαλοι και φιλόσοφοι από όλες τις εποχές και όλους τους πολιτισμούς χρησιμοποιούσαν ιστορίες, με παραβολές, για να μεταδώσουν ηθικοπλαστικά μηνύματα στους ανθρώπους. Ο Ιησούς, για παράδειγμα, χρησιμοποιούσε κατά κόρον τις παραβολές για να διδάξει αξίες και νοήματα στα πλήθη που τον ακολουθούσαν.
32
Η ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Στη σύγχρονη εποχή θεωρητικοί, όπως ο John Dewey, ο Alfred North Whitehead, ο Jerome Bruner, ο Jean Piaget, και ο Benjamin Bloom συνέβαλαν στην ανάπτυξη της μελέτης περίπτωσης ως μαθησιακή διαδικασία. Ειδικότερα, οι φιλοσοφικές θεωρίες των John Dewey και Alfred North Whitehead έβαλαν τα θεμέλια της χρήσης της. Ο Dewey, για παράδειγμα, ο πατέρας του πραγματισμού, ανέπτυξε την ιδέα ότι η μάθηση έχει τις ρίζες της στην εμπειρία και ότι η γνώση προέρχεται μέσα από μια διαδικασία έρευνας και επίλυσης προβληματικών καταστάσεων (Dewey, 1938). Συνυφασμένη με την έννοια αυτή είναι η «ενεργός μάθηση», η οποία αναδεικνύει το μαθητή ως εκείνον που θέτει ερωτήματα και στοχάζεται πάνω σε ένα πρόβλημα. Αυτός ο τρόπος μάθησης θεωρείται πιο αποτελεσματικός σε σχέση με την παθητική μάθηση, κατά την οποία ο μαθητής μετατρέπεται σε παθητικό δέκτη της καθιερωμένης γνώσης. Στο βιβλίο του Πώς σκεφτόμαστε (How we think), ο Dewey δηλώνει: Μόνο παλεύοντας με τις συνθήκες ενός προβλήματος, αναζητώντας και βρίσκοντας τη λύση, το άτομο σκέφτεται ... αν δεν μπορεί να επινοήσει τη δική του λύση (όχι βέβαια μεμονωμένα, αλλά σε συνεργασία με το δάσκαλο και τους άλλους μαθητές) και να βρει τη διέξοδο από το πρόβλημα, δεν θα μάθει, ακόμα κι αν μπορεί να απαγγείλει κάποια σωστή απάντηση με εκατό τοις εκατό ακρίβεια. (1933, σ. 15)
Στη θεωρία του Whitehead που αφορά την πνευματική εγρήγορση, περιγράφονται τρεις καταστάσεις: «το συναίσθημα», «η ακρίβεια» και «η γενίκευση» (Whitehead, 1960). Το συναίσθημα εισάγει τον φοιτητή στην ενεργό εμπλοκή του με την κατάσταση μάθησης. Μόλις ενεργοποιηθεί αυτή η συναισθηματική εμπλοκή, ο μαθητής κινείται στην κατάσταση της «ακρίβειας», όπου απαιτείται να αναλύσει συστηματικά και να συνθέσει τα γεγονότα, τα δεδομένα, και τις έννοιες,
Η ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
33
προκειμένου να κατανοήσει τα προβλήματα που παρουσιάζονται. Στο τελικό στάδιο της «γενίκευσης» ο μαθητής ενσωματώνει «το συναίσθημα» και «την ακρίβεια» για να ενισχύσει την πνευματική του ικανοποίηση και για να δώσει την αίσθηση της ολοκλήρωσης. Η «Θεωρία της διδασκαλίας» του Bruner παρέχει μια επιπλέον διάσταση, αυτή του παιχνιδιού κατά τη διαδικασία μάθησης (Bruner, 1975). Ο Bruner αναφέρει ότι οι μαθησιακές δραστηριότητες βάζουν τα άτομα αρχικά σε μια κατάσταση «ανισορροπίας», η οποία δημιουργεί την ανάγκη στο άτομο να αναζητήσει εξηγήσεις μέσω ερωτήσεων. Αυτές οι δραστηριότητες μάθησης περιλαμβάνουν την αναζήτηση αντιθέσεων, τη ρύθμιση υποθέσεων, τη συμμετοχή, και τη διέγερση της συνειδητότητας.
Ο Piaget ήταν ένας ακόμη υποστηρικτής της μάθησης μέσω προβλημάτων. Υποστήριζε ότι η γνώση και η κατανόηση αναπτύσσονται, όταν οι μαθητές συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία της μάθησης. Στη θεωρία του Piaget, η ενεργός συμμετοχή έχει τη μορφή της επίλυσης προβλημάτων και της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, με αποτέλεσμα την ποιοτική αλλαγή της σκέψης του ατόμου. Οι έννοιες της ενεργούς συμμετοχής και της αυτονομίας είναι αλληλένδετες και υποδηλώνουν τη βιωματική μάθηση, μέσα από την οποία η γνώση δεν λαμβάνεται από εξωτερικές πηγές, αλλά προέρχεται από τους συμμετέχοντες της μαθησιακής διαδικασίας, καθώς αλληλεπιδρούν και ερμηνεύουν περιβαλλοντικά ερεθίσματα (Βrainers, 1978; Wadsworth, 1989).
Τέλος, η ταξινόμηση του Bloom έχει επίσης επιπτώσεις για τη μελέτη περίπτωσης. Οι μελέτες περίπτωσης συμβάλλουν στην επίτευξη του ανώτερου επιπέδου σκέψης της κλίμακας του Bloom, όπου οι δεξιότητες της εφαρμογής, της ανάλυσης, της σύνθεσης και της αξιολόγησης λαμβάνουν χώρα, δίνοντας τη