LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 3
ΝΤΟΝΑ ΛΕΟΝ
ο μπρουνετι και ο κακοσ οιωνοσ P Αστυνομικό μυθιστόρημα
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ
ΡΙΤΑ ΚΟΛΑΪΤΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 4
ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Donna Leon, A question of belief
Copyright Donna Leon and Diogenes Verlag AG Zürich, 2010 All rights reserved © Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2012 ©
Έτος 1ης έκδοσης: 2013 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31
e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5571-0
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 5
Στην Τζόις Ντιντονάτο
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 6
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 7
L’ empio crede con tal frode, Di nasconder l’ empietà.* Ντον Τζιοβάνι ΜΟΤΣΑΡΤ
* Ο άθλιος νομίζει ότι μ’ αυτή την απάτη, / θα κρύψει την αθλιότητα που έκανε, μτφρ., Πιέτρο Ράντιν, έκδοση της εφημερίδας Το Βήμα, Αθήνα 2008. (Σ.τ.Μ.)
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 8
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 9
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 10
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 11
ΕΝΑ
Ο
ετοιμαζόταν να ενδώσει στην επιθυμία του να σηκωθεί να φύγει όταν, να σου, σκάει μύτη ο υπαστυνόμος Βιανέλο. Είχε περάσει την ώρα του διαβάζοντας μια αναφορά σχετική με εμπόριο όπλων στο Βένετο στην οποία, όμως, δεν γινόταν πουθενά λόγος για τη Βενετία· καθώς και μια δεύτερη που αφορούσε τη μετάθεση δύο νεοφερμένων στην Άμεση Δράση προτού αντιληφθεί ότι τ’ όνομά του δεν συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των άμεσα ενδιαφερομένων· και τώρα, έριχνε μια ματιά στις νέες διατάξεις του Υπουργείου περί πρόωρης συνταξιοδότησης. Ξεπέταξε θα ήταν πιο σωστό, δεδομένης της προσοχής που είχε δώσει στο συγκεκριμένο έγγραφο. Το ’χε παρατήσει πάνω στο γραφείο του και χάζευε έξω απ’ το παράθυρο, με την κρυφή ελπίδα ότι κάποιος θα του άδειαζε έναν κουβά κρύο νερό στο κεφάλι, ή ότι θα άρχιζε να βρέχει, ή ότι θα γλίτωνε, ως εκ θαύματος, από την πνιγηρή ζέστη και τον αφόρητο Αύγουστο της Βενετίας. Έτσι, λοιπόν, τέτοιοι από μηχανής θεοί θα ήταν πιο καλοδεχούμενοι απ’ τον Βιανέλο ο οποίος εμφανίστηκε, με την Γκατζέτα ντέλο Σπορτ στο χέρι. «Τι είναι τούτη η φυλλάδα;» ρώτησε ο Μπρουνέτι δείχνοντας την τυπωμέΜΠΡΟΥΝEΤΙ
11
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 12
νη σε ροζ χαρτί εφημερίδα και τονίζοντας ανώφελα την τελευταία λέξη. Προφανώς και ήξερε περί τίνος επρόκειτο, μα δεν καταλάβαινε πώς μπορούσε ο Βιανέλο να τη διαβάζει. Ο υπαστυνόμος κοίταξε τη διπλωμένη εφημερίδα, ωσάν να ήταν κι ο ίδιος έκπληκτος που την κρατούσε στο χέρι του. «Τη βρήκα στη σκάλα. Σκόπευα να την κατεβάσω στο γραφείο των αξιωματικών και να την αφήσω εκεί». «Για μια στιγμή, νόμισα πως ήταν δικιά σου», είπε χαμογελώντας ο Μπρουνέτι. «Μη σνομπάρεις», απάντησε ο Βιανέλο, ο οποίος κάθισε πετώντας την εφημερίδα πάνω στο γραφείο του Μπρουνέτι. «Την τελευταία φορά που την ξεφύλλισα, είχε ένα εκτενές άρθρο για τις ομάδες πόλο στην περιοχή της Βερόνας». «Ομάδες πόλο;» ρώτησε ο αστυνόμος. «Ναι. Απ’ ό,τι κατάλαβα υπάρχουν εφτά ομάδες σ’ όλη την Ιταλία, ή μπορεί και μόνο γύρω απ’ τη Βερόνα». «Με αλογάκια, λευκές στολές και προστατευτικά καπελάκια, ε;» δεν κρατήθηκε και ρώτησε ο Μπρουνέτι. Ο Βιανέλο έγνεψε καταφατικά. «Είχε και φωτογραφίες. Ο μαρκήσιος δείνα και ο κόντες τάδε, βίλες, πολυτελή μέγαρα και τα σχετικά». «Είσαι σίγουρος πως δε σε χτύπησε ο ήλιος κατακέφαλα και δεν το μπερδεύεις με κάτι που διάβασες, δεν ξέρω γω πού,... στο Κι ,* ας πούμε;» * Chi: ιταλικό κουτσομπολίστικο περιοδικό ευρείας κυκλοφορίας. (Σ.τ.Μ.)
12
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 13
«Δε διαβάζω ποτέ το Κι», αποκρίθηκε θιγμένος ο Βιανέλο. «Ναι, ξέρω, κανείς δεν το διαβάζει», είπε συγκαταβατικά ο Μπρουνέτι, ο οποίος δεν γνώριζε κανέναν που να ομολογεί πως το ξεκοκάλιζε. «Τα κουτσομπολιά του τα κουβαλάνε τα κουνούπια και, μόλις σε τσιμπήσουν, σου περνάνε και μια ιστορία στο μυαλό». «Μονάχα εμένα έχει χτυπήσει η ζέστη, φαίνεται», σχολίασε ο Βιανέλο. Μια φιλική σιωπή έπεσε για μια στιγμή ανάμεσά τους· μήτε ο ένας μήτε ο άλλος είχαν τα κουράγια να μιλήσουν για τον καύσωνα. Ο Βιανέλο έγειρε εμπρός για να ξεκολλήσει το βαμβακερό του πουκάμισο απ’ την πλάτη του. «Στην ενδοχώρα είναι χειρότερα», είπε τελικά ο υπαστυνόμος. «Τα παιδιά στο Μέστρε λένε πως έφτασε τους σαράντα ένα βαθμούς στα μπροστινά γραφεία χτες το απόγευμα». «Νόμιζα πως είχαν κλιματιστικά». «Ήρθε οδηγία απ’ τη Ρώμη που τους απαγορεύει να τα χρησιμοποιούν γιατί φοβούνται το μπλακ άουτ, θυμάσαι τι είχε γίνει πριν από τρία χρόνια». Ο Βιανέλο σήκωσε τους ώμους. «Άσε, καλύτερα είμαστε εμείς εδώ από κείνους που δουλεύουν μέσα σε γυάλινα και τσιμεντένια κουτιά». Κοίταξε τα ορθάνοιχτα παράθυρα απ’ όπου έμπαινε άπλετο το φως του πρωινού. Οι κουρτίνες μόλις που σάλευαν, τουλάχιστον όμως κάτι σάλευε. «Στ’ αλήθεια, δεν ανάβουν τα κλιματιστικά;» ρώτησε ο Μπρουνέτι. «Έτσι μου ’πανε». 13
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 14
«Δεν τους πολυπιστεύω». «Ούτε κι εγώ». Μετά από λίγο, ο Βιανέλο ξαναπήρε τον λόγο: «Ήθελα να σε ρωτήσω κάτι». Ο Μπρουνέτι τον κοίταξε και του έγνεψε: ήταν σίγουρα λιγότερο κοπιαστικό απ’ το ν’ ανοίξει το στόμα του. Ο υπαστυνόμος ίσιωσε με την παλάμη του την εφημερίδα, κι έπειτα χώθηκε στο κάθισμά του. «Σου έτυχε ποτέ», άρχισε να λέει κομπιάζοντας θαρρείς κι έψαχνε να βρει την κατάλληλη διατύπωση, «να διαβάσεις τ’ ωροσκόπιό σου;» «Όχι, δε νομίζω», αποκρίθηκε ο Μπρουνέτι μετά από μια στιγμή δισταγμού. Και, βλέποντας τη σύγχυση του Βιανέλο, συμπλήρωσε: «Δηλαδή, απ’ όσο θυμάμαι, δεν άνοιξα ποτέ μου την εφημερίδα ειδικά για να το διαβάσω. Ρίχνω όμως μια ματιά αν πέσω πάνω στη συγκεκριμένη σελίδα. Αλλά μέχρις εκεί». Περίμενε κάποια εξήγηση· καθώς καμιά δεν βγήκε απ’ τα χείλη του υπαστυνόμου, ρώτησε: «Γιατί με ρωτάς;» Ο Βιανέλο άλλαξε στάση στην καρέκλα του, σηκώθηκε για να ξεζαρώσει το παντελόνι του και ξανακάθισε. «Πρόκειται για τη θεία μου, την αδελφή της μάνας μου, την τελευταία εν ζωή. Την Ανίτα». «Το διαβάζει καθημερινά. Ποσώς τη νοιάζει αν οι προβλέψεις επαληθεύονται ή όχι, αν και, για να πω την αλήθεια, τα ωροσκόπια είναι πάντα διατυπωμένα με τρόπο γενικόλογο, για παράδειγμα “Σύντομα θα κάνετε δρόμο”. Εκείνη πάει την άλλη μέρα για ψώνια στην αγορά του Ριάλτο: δρόμος δεν είναι κι αυτό;» 14
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 15
Όλα αυτά τα χρόνια ο Βιανέλο μιλούσε συχνά για τη θεία του στον Μπρουνέτι: ήταν η αγαπημένη αδελφή της μακαρίτισσας της μάνας του και η αγαπημένη του θεία, πιθανόν γιατί ήταν το άτομο με το μεγαλύτερο τσαγανό στην οικογένεια. Παντρεύτηκε, τη δεκαετία του ’50, μ’ έναν μαθητευόμενο ηλεκτρολόγο ο οποίος, μερικές βδομάδες μετά τον γάμο, έφυγε για να πάει να βρει δουλειά στο Τορίνο. Περίμενε κοντά δυο χρόνια για να τον ξαναδεί. Ο θείος Φράνκο είχε την τύχη να δουλέψει στη Φίατ, όπου κατάφερε να συνεχίσει την ειδίκευσή του και να γίνει αρχιηλεκτρολόγος. Η θεία Ανίτα πήγε κι αυτή στο Τορίνο όπου έζησαν εκεί έξι χρόνια· μετά τη γέννηση του πρώτου γιου τους, ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν στο Μέστρε όπου ο θείος έστησε τη δική του δουλειά. Η οικογένεια αβγάτιζε, το ίδιο και η μικρή επιχείρηση: και τα δύο ευημερούσαν. Ο Φράνκο πλησίαζε τα εβδομήντα όταν πήρε τη σύνταξή του και, προς μεγάλη έκπληξη των παιδιών του, που είχαν όλα τους μεγαλώσει στη στεριά, εκείνος γύρισε στη Βενετία. Όταν ρωτούσαν την Ανίτα γιατί τα παιδιά δεν τους ακολούθησαν, εκείνη απαντούσε: «Στις φλέβες τους κυλάει βενζίνη, κι όχι αλμυρό νερό». Ο Μπρουνέτι ευχαρίστως άκουγε τα όσα του έλεγε ο Βιανέλο για τη θεία του. Ετούτη η διασκεδαστική ιστορία τον απότρεπε απ’ το να πηγαίνει κάθε τρεις και λίγο στο παράθυρο για να δει... να δει τι; Αν χιόνιζε; «Και, κάποια στιγμή, άρχισε να τα βλέπει στην τηλεόραση», συνέχισε ο Λορέντσο. «Ποια; Τα ωροσκόπια;» ρώτησε απορημένος ο Γκουί15
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 16
ντο. Αυτός έβλεπε τηλεόραση περιστασιακά, συνήθως υπό την πίεση κάποιου μέλους της οικογένειας, και δεν είχε ιδέα γύρω απ’ την ποικιλία των προγραμμάτων που μπορούσες να παρακολουθήσεις. «Ναι, προπαντός χαρτομάντες και τύπους που τάχατες διαβάζουν το μέλλον σου και λύνουν τα προβλήματά σου». «Χαρτομάντες;» επανέλαβε μηχανικά ο Μπρουνέτι. «Στην τηλεόραση;» «Ναι. Κάποιοι θεατές τηλεφωνούν κι ένας τύπος τους ρίχνει τα χαρτιά και τους λέει τι πρέπει να προσέξουν, ή τους τάζει βοήθεια αν είναι άρρωστοι. Έτσι μου ’πανε τα ξαδέρφια μου». «Να προσέχεις μην γκρεμοτσακιστείς απ’ τις σκάλες ή να φυλάγεσαι από κάνα ψηλό, ωραίο μελαχρινό;» ρώτησε ο αστυνόμος. Ο Βιανέλο σήκωσε τους ώμους. «Δεν ξέρω. Ποτέ μου δεν έχω δει τέτοιες εκπομπές. Μ’ ακούγεται γελοίο». «Δε θα το ’λεγα γελοίο, Λορέντσο», σχολίασε ο Μπρουνέτι. «Παράξενο, ίσως, μα γελοίο όχι». Και συμπλήρωσε: «Πιθανόν να μην είναι και τόσο παράδοξο, αν το καλοσκεφτείς». «Γιατί;» «Επειδή είναι μια γριά γυναίκα», αποκρίθηκε ο αστυνόμος, «και ξέρουμε καλά –αν ήταν εδώ η Πάολα, ή η Νάντια, θα με κατηγορούσαν για προκατάληψη απέναντι στις γυναίκες και στους γέρους– ότι οι ηλικιωμένες πιστεύουν κάτι τέτοια». «Γι’ αυτό καίγανε τις μάγισσες;» ρώτησε ο Βιανέλο. 16
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 17
Μολονότι ο Γκουίντο είχε διαβάσει κάποτε εκτενή αποσπάσματα απ’ το Malleus Maleficarum,* αγνοούσε παντελώς τους λόγους για τους οποίους οι ηλικιωμένες γυναίκες ήταν ο αγαπημένος στόχος των Ιεροεξεταστών. Ίσως επειδή υπάρχουν πολλοί ανόητοι και ελεεινοί άντρες και οι ηλικιωμένες γυναίκες είναι αδύναμες και ανυπεράσπιστες. Ο Βιανέλο έστρεψε την προσοχή του στο παράθυρο και στο φως. Ο Μπρουνέτι κατάλαβε ότι δεν ήταν ώρα να πιέσει τον υπαστυνόμο· αργά ή γρήγορα θα του μιλούσε πιο συγκεκριμένα. Επί του παρόντος, τον άφησε να παρατηρεί το φως κι εκείνος επωφελήθηκε τη στιγμή για να παρατηρεί τον φίλο του. Ο Βιανέλο ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με τη ζέστη, αλλά το φετινό καλοκαίρι ήταν το πιο ανελέητο. Τα μαλλιά του, κολλημένα απ’ τον ιδρώτα, φαίνονταν στον Μπρουνέτι πιο αραιά απ’ όσο τα θυμόταν. Το πρόσωπό του έμοιαζε πρησμένο, ιδίως γύρω απ’ τα μάτια. Ο Λορέντσο διέκοψε την επίμονη παρατηρητικότητα του αστυνόμου. «Το λες σοβαρά ότι οι ηλικιωμένες πιστεύουν περισσότερο σε τέτοια πράγματα;» Ο Γκουίντο το σκέφτηκε προτού απαντήσει, «Δεν έχω ιδέα... Εννοείς, περισσότερο απ’ όλους εμάς;» Ο Λορέντσο κούνησε το κεφάλι του και στράφηκε ξανά προς το παράθυρο, λες και η κουρτίνα περίμενε το βλέμμα του για ν’ αρχίσει να σαλεύει. * Malleus Maleficarum (Το Σφυροκόπημα των Μαγισσών): σημαντικό εγχειρίδιο των σκληρών Ιεροεξεταστών του Μεσαίωνα, το οποίο γράφτηκε την περίοδο της μαζικής υστερίας κατά των «αιρετικών». Αρχικά εκδόθηκε στη Γερμανία το 1487 και, στη συνέχεια, μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε σε ολόκληρη την Ευρώπη. (Σ.τ.Μ.) 17
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 18
«Απ’ ό,τι μου έχεις πει γι’ αυτήν, δεν φαίνεται τέτοιος τύπος», είπε τελικά ο Μπρουνέτι. «Καθόλου, είναι αλήθεια. Κι αυτό με μπερδεύει. Ήταν πάντα το γερό μυαλό της οικογένειας. Ο θείος Φράνκο είναι καλός άνθρωπος, και ήταν εξαιρετικός τεχνίτης, αλλά ποτέ δε θα σκεφτόταν μοναχός του να φτιάξει το δικό του μαγαζί. Άλλωστε δεν ήταν ικανός να το κάνει. Αυτή όμως το έκανε, και μάλιστα κρατούσε τα λογιστικά βιβλία μέχρι που πήραν σύνταξη και γύρισαν εδώ». «Δε μου μοιάζει για γυναίκα που αρχίζει τη μέρα της κοιτάζοντας τις προβλέψεις για τους Υδροχόους», σχολίασε ο Μπρουνέτι. «Αυτό ακριβώς δεν καταλαβαίνω κι εγώ», είπε ο Βιανέλο σηκώνοντας τα χέρια του σε ένδειξη αμηχανίας. «Μπορεί να είναι κι έτσι. Μπορεί να έχει να κάνει με κάποιο προσωπικό τελετουργικό. Δεν ξέρω... όπως το να μη βγαίνεις απ’ το σπίτι σου αν δεν ξέρεις πόσους βαθμούς έχει έξω ή το να θέλεις να ξέρεις ποιοι διάσημοι έχουν γεννηθεί την ίδια μέρα με σένα. Άνθρωποι για τους οποίους δεν υποψιάζεσαι ποτέ το παραμικρό. Φαίνονται απολύτως φυσιολογικοί, και μια ωραία μέρα ανακαλύπτεις ότι δε φεύγουν για διακοπές αν το ωροσκόπιό τους δεν τους αφήνει να ταξιδέψουν τη συγκεκριμένη ημερομηνία». Σήκωσε τους ώμους του και συμπλήρωσε, «Τι να πω...». «Κι εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω για ποιο λόγο μού μιλάς γι’ αυτό, Λορέντσο», είπε ο Μπρουνέτι. «Ούτε κι εγώ», παραδέχτηκε χασκογελώντας ο υπαστυνόμος. «Τις τελευταίες φορές που πήγα να τη δω –προσπαθώ να περνάω απ’ το σπίτι της τουλάχιστον μια φορά 18
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 19
τη βδομάδα–, είδα σκόρπια παντού τέτοια απίθανα περιοδικά. Μήτε που σκέφτηκε να τα κρύψει. Το ωροσκόπιό σας. Η σοφία των Αρχαίων. Κι άλλες σκατοφυλλάδες». «Της μίλησες καθόλου;» Ο Βιανέλο κούνησε το κεφάλι του. «Δεν ήξερα πώς να θίξω το θέμα». Κοίταξε τον Μπρουνέτι και συνέχισε, «Υποθέτω ότι φοβήθηκα μήπως τη φέρω σε δύσκολη θέση». «Γιατί το λες αυτό;» «Έτσι, μου ’ρθε». Ο Λορέντσο έβγαλε απ’ την τσέπη του ένα μαντίλι και σφούγγισε το μέτωπό του. «Η γριά είδε πως τα κοιτούσα – τέλος πάντων, είδε πως τα είχα προσέξει. Μα δεν είπε κουβέντα. Ούτε καν ένα αστείο, ή ότι τάχατες τ’ άφησε εκεί κάποιο απ’ τα παιδιά της, ή μια φιλενάδα της που ήρθε να τη δει και τα ξέχασε. Εννοώ ότι, κανονικά, θα ’πρεπε να το σχολιάσει. Τελικά, ήταν σαν να είχα βρει περιοδικά για μοτοσικλέτες ή για ψάρεμα και κυνήγι. Μα εκείνη φερόταν –να πώς να σου πω– θαρρείς και δεν υπήρχαν. Νομίζω ότι αυτό ήταν που μ’ ανησύχησε περισσότερο». Έριξε ένα επίμονο, διερευνητικό βλέμμα στον Μπρουνέτι και τον ρώτησε, «Εσύ, θα ’λεγες κάτι, έτσι δεν είναι;» «Σ’ αυτήν, εννοείς;» «Ναι, αν ήταν δικιά σου θεία». «Μπορεί. Μπορεί και όχι», αποκρίθηκε ο Μπρουνέτι, ρωτώντας αμέσως, «Κι ο θείος σου; Γιατί δεν ρωτάς αυτόν;» «Ναι, δε λέω, θα μπορούσα, αλλά το να μιλήσω στο θείο Φράνκο είναι σα να μιλάω σε κάποιον της γενιάς του: θα το γυρίσει στο καλαμπούρι, θα σε χτυπήσει φιλι19
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 20
κά στην πλάτη και θα σε κεράσει ένα ποτηράκι. Είναι ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου, αλλά γενικά δεν πολυσκοτίζεται». «Ούτε και για κείνη;» Ο Βιανέλο σώπασε προτού απαντήσει, «Πιθανόν όχι». Πάλι σιωπή, κι έπειτα πρόσθεσε: «’Ντάξει, όχι εμφανώς. Οι άντρες της γενιάς του δεν πολυσκοτίζονταν για την οικογένειά τους, έτσι μου φαίνεται». Ο Μπρουνέτι κούνησε το κεφάλι του θέλοντας να δείξει την επιδοκιμασία του και συνάμα τη λύπη του. Σωστά, δεν πολυσκοτίζονταν μήτε για τη γυναίκα τους, μήτε για τα παιδιά τους – μονάχα οι συνάδελφοι και οι φίλοι τούς νοιάζανε. Αναλογιζόταν συχνά αυτή τη διαφορά... ευαισθησίας, άραγε; Ίσως ήταν απλώς διαφορά κουλτούρας: γνώριζε πολλούς άντρες, ακόμα και σήμερα, για τους οποίους η οποιαδήποτε εκδήλωση ενδιαφέροντος για τρυφερά πράγματα, όπως τα συναισθήματα, ήταν σημάδι αδυναμίας. Δεν θυμόταν πότε είχε αναρωτηθεί, για πρώτη φορά, αν ο πατέρας του αγαπούσε τη μητέρα του ή αν αγαπούσε αυτόν και τον αδελφό του. Πάντα υπέθετε πως έτσι ήταν: όπως για όλα τα παιδιά. Αλλά πόσο παράξενα εκδήλωνε τη συγκίνησή του: μέρες απόλυτης σιωπής· περιστασιακές εκρήξεις θυμού· λιγοστές στιγμές τρυφερότητας και ευτυχίας όταν ο πατέρας έλεγε στους γιους του πόσο τους αγαπούσε. Ο πατέρας του Μπρουνέτι δεν ήταν βέβαια απ’ τους ανθρώπους στους οποίους μπορούσες να πεις τα μυστικά σου, ή να τους εκμυστηρευτείς κάτι. Ήταν ένας άνθρωπος 20
LEON_BRUNETTI sel_Final_Layout 1 25/11/2013 10:51 ΠΠ Page 21
της εποχής του, της τάξης του, της κουλτούρας του. Άραγε δεν υπήρχε άλλος τρόπος; Προσπαθούσε να θυμηθεί πώς συμπεριφέρονταν οι πατεράδες των φίλων του, μάταια. «Νομίζεις πως εμείς αγαπάμε τα παιδιά μας περισσότερο;» ρώτησε τον Βιανέλο. «Περισσότερο από ποιον; Και ποιοι εμείς;» ρώτησε ο υπαστυνόμος. «Εμείς, οι άντρες. Της γενιάς μας. Περισσότερο απ’ όσο οι πατεράδες μας». «Δεν ξέρω. Ειλικρινά δεν ξέρω». Ο Βιανέλο στριφογύριζε στην καρέκλα του και τραβούσε το πουκάμισό του για να το ξεκολλήσει απ’ την πλάτη του, έπειτα σκούπισε το λαιμό του με το μαντίλι του. «Ίσως ακολουθούμε άλλους κανόνες. Ή ίσως περιμένουν από μας να συμπεριφερόμαστε διαφορετικά». Έγειρε προς τα πίσω. «Δεν ξέρω». «Γιατί μου μίλησες γι’ αυτό;» ρώτησε ο Μπρουνέτι. «Για τη θεία σου, εννοώ». «Ήθελα να ξέρω τι εντύπωση θα έκανε η ιστορία, να καταλάβω, λέγοντάς την σε κάποιον, αν πρέπει ν’ ανησυχώ ή όχι». «Στη θέση σου θ’ ανησυχούσα αν η γριά αρχίσει να σου διαβάζει το χέρι, Λορέντσο», είπε ο Μπρουνέτι προσπαθώντας να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα. Ο Βιανέλο τού έριξε ένα πληγωμένο βλέμμα. «Πολύ φοβάμαι πως σύντομα θα γίνει κι αυτό», είπε, μην μπορώντας να το διακωμωδήσει. «Τι λες, πάμε για ένα καφεδάκι με τούτη τη λάβρα;» «Γιατί όχι;»
21