Αβραάμ Β. Γεοσούα - Φιλικά πυρά

Page 1

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 5

ΑBΡΑΑΜ Β. ΓΕΟΣΟΥΑ

ΦΙΛΙΚΑ ΠΥΡΑ 5

Μυθιστόρημα

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΕΒΡΑΪΚΑ

ΜΑΓΚΥ ΚΟΕΝ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 6

ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ:

,

Copyright 2006 by Abraham B. Yehoshua. First published under the title ESH YEDIDUTIT by Hakibbuz Hameuchad, Tel Aviv, 2006, in the imprint «Ha-sifriaha-chadasha». © Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2007 ©

Έτος 1ης έκδοσης: 2011 Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε. Ζαλόγγου 11, 106 78 Αθήνα % 210-330.12.08 – 210-330.13.27 FAX: 210-384.24.31

e-mail: info@kastaniotis.com www.kastaniotis.com ISBN 978-960-03-5117-0


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 7

Στην οικογένεια, με αγάπη


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 8


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 9

Δεύτερο κερί

[ 1 ]

συχία τής παραδίδει το διαβατήριό της, όχι προτού βεβαιωθεί ότι δεν λείπει τίποτε απ’ όσα έχωσε μες στην πλαστική του θήκη: κάρτα επιβίβασης, εισιτήριο για την ανταπόκριση, εισιτήριο επιστροφής, κάρτα ασφάλειας υγείας και δύο χαπάκια για την πίεση. «Λοιπόν, εδώ χωρίζουμε. Σου τα έχω συγκεντρώσει όλα εδώ μέσα. Το διαβατήριό σου λοιπόν και τα μάτια σου». Της συνιστά για τελευταία φορά να μην πάει στην πόλη στη διάρκεια της πολύωρης ενδιάμεσης στάσης. «Σήμερα, μην το ξεχνάς, είσαι μόνη σου. Δεν έχεις εμένα δίπλα σου, ούτε καν τον “πρεσβευτή” μας, γι’ αυτό έτσι και μπλέξεις...» «Μα γιατί να μπλέξω;» επαναστατεί αυτή. «Απ’ όσο θυμάμαι, η πόλη είναι δυο βήματα απ’ το αεροδρόμιο, και μην ξεχνάς πως έχω να σκοτώσω έξι ολόκληρες ώρες ως την επόμενη πτήση». «Πρώτον, η πόλη δεν είναι τόσο κοντά όσο νομίζεις, και δεύτερον, δεν έχεις κανένα λόγο να πας. Προ τριετίας ήμασταν εκεί και είδαμε ό,τι ήταν να δούμε. Σε παρακαλώ, μην αρχίζεις να με τρομάζεις μια ανάσα πριν τον αποχωρισμό. Πάνε αρκετές νύχτες τώρα που δεν κοιμάσαι καλά, και το ταξίδι είναι μακρύ και κουραστικό. Βολέψου εκεί που είχαμε καθίσει την προηγούμενη φορά, σ’ εκείνη τη συμπαθητική καφετέρια. Άπλωσε τα πόδια σου για να ξεπρηστούν οι αστράγαλοι και o χρόνος θα περάσει γρήγορα, θα δεις. Εξάλλου έχεις και το καινούργιο μυθιστόρημα που αγόρασες...» «Συμπαθητική καφετέρια; Μα τι λες; Ένα καταθλιπτικό μέρος ήταν. Και δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει εγώ να βαριέμαι μέχρι θανάτου επί έξι ώρες μόνο και μόνο για να έχεις εσύ το κεφάλι σου ήσυχο».

9

Ο Γιαάρι αγκαλιάζει σφιχτά τη γυναίκα του και με φανερή ανη-


10

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 10

«Επειδή η Αφρική δεν είναι Ευρώπη, Ντανιέλα. Εκεί πέρα τίποτα δεν είναι σαφές και ξεκάθαρο. Κι αν πας στην πόλη, κινδυνεύεις να μην καταλάβεις πώς πέρασε η ώρα ή να χαθείς». «Εγώ πάλι θυμάμαι πως οι δρόμοι ήταν άδειοι, η κυκλοφορία αραιή...» «Ακριβώς. Η κυκλοφορία είναι αραιή και καθόλου τακτική. Οπότε, λίγο να μην προσέξεις, μπορεί να χάσεις την επόμενη πτήση, και τότε τι κάνουμε; Είχα που είχα τις αμφιβολίες μου γι’ αυτό το ταξίδι, μη μου προσθέτεις, σε παρακαλώ, κι ανησυχίες από πάνω!» «Ω, υπερβάλλεις!» «Από την πολλή μου αγάπη». «Αγάπη είναι ή κτητικότητα; Αυτό θα πρέπει να το διαλευκάνουμε κάποτε...» «Κτητικότητα της αγάπης», αποφαίνεται ο Γιαάρι μ’ ένα θλιμμένο χαμόγελο αγκαλιάζοντας τη γυναίκα του. Συνοψίζει νοερά τη ζωή του: σε τρία χρόνια η Ντανιέλα κλείνει τα εξήντα. Μετά το θάνατο της μεγαλύτερης αδελφής της, πριν ένα χρόνο περίπου, η πίεσή της ανέβηκε και η ίδια έγινε κάπως αφηρημένη και ονειροπόλα. Ωστόσο η αγάπη του γι’ αυτήν παραμένει αναλλοίωτη. Την προηγουμένη, εν όψει του ταξιδιού, έβαψε τα κοντοκομμένα της μαλλιά σε μια κεχριμπαρένια απόχρωση που της δίνει έναν νεανικό αέρα. Κι αυτός φουσκώνει από υπερηφάνεια. Τα ανδρόγυνο σταματάει μπροστά στον έλεγχο ασφαλείας. Το ρόδινο φως της ανατολής ανακλάται στον γυάλινο θόλο του αεροδρομίου, ενώ η φλόγα από το πρώτο κερί της πελώριας χανουκιγιά που κρέμεται στο κέντρο του τρεμοσβήνει σαν να είναι αληθινή. «Ώστε έτσι... Φεύγεις...» κάνει ο Γιαάρι με παράπονο. «Και δεν κάναμε τίποτα χθες τη νύχτα, και κατάφερες να με ανησυχήσεις πριν το ταξίδι σου». Η Ντανιέλα ακουμπάει το δάχτυλό της στα χείλη του συζύγου της και χαμογελάει αμήχανα στον κόσμο γύρω τους. «Σουτ! Θα μας ακούσουν. Ομολόγησέ το, δεν ήσουν ιδιαίτερα ορεξάτος την τελευταία εβδομάδα». «Δεν είναι αλήθεια, και όρεξη είχα και προσπάθησα, αλλά εσύ


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 11

Έξω έχει ακόμα σκοτάδι. Αυτό που ο Γιαάρι πέρασε για το φως της ανατολής πάνω στον γυάλινο θόλο του νέου αερολιμένα δεν ήταν παρά ψευδαίσθηση, όπως το εικονικό κερί του Χανουκά. Μ’ ένα σφίξιμο στην καρδιά, διαπιστώνει πως η Ντανιέλα ξέχασε το φουλάρι της στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Παρηγοριέται με τη σκέψη πως με την απουσία της θα έχει περισσότερο χρόνο στη διάθεσή του, όμως αυτό που του πέταξε για την «επιθυμία» φουντώνει την απογοήτευσή του. Αν και είναι ακόμα πολύ πρωί, αποφασίζει να μην επιστρέψει στο σπίτι του: είναι σίγουρος πως, αντί να πλαγιάσει στο μεγάλο άδειο κρεβάτι και να ησυχάσει λίγο, θα πλύνει τα πιάτα, που ούτως ή άλλως θα έπλενε η οικιακή βοηθός αργότερα, και θα

11

τίποτα. Ν’ αναλάβεις τις ευθύνες σου. Αρκετή στεναχώρια έχω, μην προσθέτεις κι άλλη, κι ορκίσου μου πως δεν θα πας στην πόλη. Τι είναι έξι ώρες αναμονή;» Ένα ελαφρύ μειδίαμα παιχνιδίζει μες στα ωραία μάτια της ταξιδιώτισσας: ο συσχετισμός ανάμεσα στη χαμένη ευκαιρία και το αεροδρόμιο του Ναϊρόμπι είναι, αν μη τι άλλο, απρόβλεπτος. «Καλά... Θα δούμε, θα προσπαθήσω... Πάψε να στεναχωριέσαι χωρίς λόγο. Αν μέσα σε τριάντα επτά χρόνια γάμου δεν με έχασες, δεν πρόκειται να με χάσεις τώρα. Θα αποζημιωθούμε για ό,τι χάσαμε την ερχόμενη εβδομάδα, σ’ το υπόσχομαι. Τι νομίζεις, εγώ δεν είμαι το ίδιο απογοητευμένη μ’ εσένα; Εγώ δεν έχω επιθυμία, αληθινή επιθυμία;» Χωρίς να του δώσει χρόνο ν’ απαντήσει, τον σφίγγει στην αγκαλιά της, του κολλάει ένα φιλί στο μέτωπο και χάνεται πίσω απ’ την τζαμένια πόρτα. Θα λείψει μόνο μία εβδομάδα, αλλά είναι η πρώτη φορά που φεύγει μόνη της. Γι’ αυτό είναι ανήσυχος, αν και απορεί πώς κατάφερε να τον τουμπάρει και να πραγματοποιήσει το σκοπό της. Έχει ξαναπάει στην Αφρική, είχαν πάει μαζί πριν τρία χρόνια για να επισκεφθούν την αδελφή της και τον άντρα της, οπότε η διαδρομή τού είναι γνωστή. Ώσπου να φτάσει η Ντανιέλα, αργά τη νύχτα, στον γαμπρό της στο Μορογκόρο –ύστερα από μια ενδιάμεση στάση και μια αλλαγή αεροπλάνου– θα μείνει πολλές ώρες μόνη της, και τελευταία το μυαλό της είναι στα σύννεφα...


12

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 12

βρει όλων των ειδών τις περιττές ασχολίες να κάνει. Μήπως να περάσει να δει τον πατέρα του, λίγο νωρίτερα απ’ ό,τι κάθε μέρα; Καλύτερα όχι. Οι Φιλιππινέζοι που τον φροντίζουν αποσυντονίζονται όταν εμφανίζεται κάποιος ουρανοκατέβατος την ώρα της πρωινής τουαλέτας. Προσπερνάει λοιπόν το πατρικό του χωρίς να σταματήσει και κατευθύνεται νότια, προς το τεχνικό γραφείο που κληρονόμησε απ’ τον πατέρα του. Οι κορυφές των δέντρων που παραδέρνουν στον άνεμο του θυμίζουν την επιστολή διαμαρτυρίας που έλαβε πριν μερικές εβδομάδες. Αλλάζει κατεύθυνση και λοξοδρομεί προς την παραλία, όπου ορθώνεται ο νεόκτιστος πύργος Πίνσκερ. Φτάνοντας, ενεργοποιεί την αυτόματη μεταλλική γκαραζόπορτα και χώνεται αργά στο υπόγειο πάρκινγκ. Η ανέγερση του τριανταώροφου κτηρίου έχει ολοκληρωθεί από τα τέλη του καλοκαιριού, προφανώς όμως υπάρχουν δυσκολίες στην πώληση των διαμερισμάτων, αφού το ευρύχωρο πάρκινγκ είναι μισοάδειο παρά την πρωινή ώρα. Πάντως ο μικρός αριθμός των ενοίκων δεν τους εμπόδισε να καταγγείλουν τα κακώς κείμενα του κτηρίου, και μόλις πλάκωσαν τα πρώτα κρύα του χειμώνα κατέθεσαν κι ένα επιπλέον παράπονο: σφυρίγματα, μουγκρητά και πάσης φύσεως βουητά έρχονται από τα φρεάτια των ανελκυστήρων, τους οποίους ανέλαβε να μελετήσει και να επιβλέψει την εγκατάστασή τους το γραφείο του Γιαάρι. Και πραγματικά, με το που περνάει τη βαριά αντιπυρική πόρτα που χωρίζει το γκαράζ από το υπόγειο όπου καταλήγουν οι ανελκυστήρες, τον ξεκουφαίνει αμέσως ένα βουητό, λες και βρίσκεται στο διάδρομο στρατιωτικού αεροδρομίου. Την προηγούμενη εβδομάδα είχε στείλει επιτόπου έναν από τους μηχανικούς του για να εξετάσει το φαινόμενο, αλλά αυτός γύρισε πίσω κομίζοντας μόνο εικασίες: μήπως ο αέρας συμπιέζεται μέσα στο γκαράζ και μετά εκτονώνεται από τη στέγη; Μήπως τα ενοχλητικά σφυρίγματα είναι αποτέλεσμα κάποιου σφάλματος στον υπολογισμό του μέγιστου φορτίου των θαλάμων, ή μήπως υπάρχει κάποια χαραμάδα στο κλιμακοστάσιο απ’ όπου εισέρχεται ο αέρας μες στον ανελκυστήρα; Εκτός κι αν αυτός βρίσκει και μπαίνει από κάποιο απ’ τα κενά διαμερίσματα. Μερικές ημέρες νωρίτερα ο κατασκευαστής των ανελκυστήρων εδέησε να στείλει επιτόπου μια ειδικό για την ακουστική των χώρων, όμως ο ερχομός της συ-


νέπεσε με μια πρόσκαιρη ύφεση του χειμώνα και με άπνοια, κι έτσι η ειδικός έφυγε άπρακτη. «Τα παιδιά φοβούνται να πάρουν μόνα τους το ασανσέρ όταν φυσάει αέρας», του παραπονέθηκε ο διαχειριστής του κτηρίου χθες που ξανάρχισε η κακοκαιρία. Βλέπεις ο εργολάβος τού είχε δώσει τον αριθμό του κινητού του Γιαάρι, συμβουλεύοντάς τον να αποταθεί απευθείας σ’ αυτόν. «Και τα μωρά βάζουν τα κλάματα με το που μπαίνουν μες στο ασανσέρ», πρόσθεσε. Δύσπιστος, ο Γιαάρι σκέφτηκε τα δυο εγγονάκια του. Αλλά δεν δοκίμασε να διαφωνήσει, μήτε ν’ αποσείσει τις ευθύνες από πάνω του. Το επαγγελματικό γόητρο, το δικό του και της εταιρείας του, κινδύνευε. Υποσχέθηκε λοιπόν πως θα έρθει να εξετάσει ο ίδιος τα πράγματα αν συνεχιστεί η κακοκαιρία. Και ιδού, μες στα άγρια χαράματα κρατάει το λόγο του. Στημένος μπροστά στα τέσσερα ασανσέρ, κι ενώ το κάθε ένα απ’ αυτά είναι σταματημένο σε διαφορετικό όροφο, επιστρατεύει όλη του την τεχνογνωσία για να εξηγήσει τη συμπεριφορά του αέρα. Όταν τελικά καλεί το ασανσέρ, ο κοντινότερος θάλαμος κατεβαίνει αμέσως και η πόρτα του ανοίγει κανονικά. Αντί να μπει, το ξαναστέλνει στον επάνω όροφο και σπεύδει να ξαναπατήσει το κουμπί, προκειμένου να εξακριβώσει αν θα κατέβει ένα άλλο ασανσέρ ή αν θα ανταποκριθεί στο κάλεσμά του το πρώτο, που έχει ήδη φτάσει στον προορισμό του. Ο κινητήριος μηχανισμός είναι συντονισμένος στην εντέλεια. Δεν κινείται κανένα άλλο ασανσέρ και επιστρέφει το πλησιέστερο. Δεν υπάρχει περιττή κίνηση ανάμεσα στους ορόφους, ούτε σπατάλη ενέργειας. Μπαίνει μες στο ασανσέρ και μ’ ένα δοκιμαστικό κατσαβίδι το απομονώνει από τα άλλα για να μπορεί να το πλοηγεί κατά βούληση από τον έναν όροφο στον άλλο, προσπαθώντας ταυτόχρονα ν’ ανακαλύψει την πηγή του θορύβου. Κολλάει με την πλάτη στο βάθος του θαλάμου, σύρριζα στο είδωλό του στον καθρέφτη, και στη διάρκεια της αργής ανάβασης αφουγκράζεται τα μουγκρητά του ανέμου πίσω απ’ το μεταλλικό τοίχωμα. Το μουγκρητό που έρχεται απ’ τα σωθικά της γης μετατρέπεται σ’ έναν πνιχτό συριγμό, που από ένα ορισμένο σημείο και μετά μεταλλάσσεται σε σπαρακτικό θρήνο. Δεν χωράει αμφιβολία: μες στο φρεάτιο, που υποτίθεται ότι είναι αδιαπέραστο στον έξω κόσμο,

13

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 13


14

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 14

αλωνίζουν απρόσκλητοι επισκέπτες. Μήπως όμως υπάρχουν ρωγμές και στον ίδιο το θάλαμο; Μήπως το μηχάνημα είναι ελαττωματικό; Και να σκεφτεί κανείς πως, κόντρα στη γνώμη των μηχανικών του –θα προτιμούσαν τα φινλανδικά ή τα γιαπωνέζικα ασανσέρ, που σε τελευταία ανάλυση θα έρχονταν φθηνότερα– ο Γιαάρι επέλεξε τελικά τα εγχώρια. Προτού αναγκαστεί όμως να δώσει διαταγή στους τεχνικούς να ακινητοποιήσουν τους ανελκυστήρες για να εξερευνήσουν τα φρεάτια, να ψάξουν το πώς και το γιατί και να φιμώσουν τον άνεμο, καλό θα ήταν να φέρουν επειγόντως στον πύργο, εκτός απ’ το εξασκημένο αυτί της ειδικού επί της ακουστικής των χώρων, ένα φρέσκο και δημιουργικό μυαλό. Ο νους του Γιαάρι πάει στον γιο του: έναν νέο άντρα που εργάζεται μαζί του εδώ και τρία χρόνια, προκαλώντας τον δίκαιο θαυμασμό των συναδέλφων του με τις ικανότητές του. Φτάνοντας στον τελευταίο όροφο, ο Γιαάρι καταργεί τη χειροκίνητη λειτουργία και επαναφέρει την απλή. Νεκρική σιγή επικρατεί στον τριακοστό όροφο. Το νάιλον που σκεπάζει την πόρτα του υπερπολυτελούς ρετιρέ αποδεικνύει πως δεν έχει βρεθεί ακόμη αγοραστής για το διαμέρισμα. Ο Γιαάρι ξεκλειδώνει το μηχανοστάσιο, απ’ όπου περιέργως δεν έρχεται κανένας θόρυβος εκτός απ’ το ευχάριστο και καλοκουρδισμένο γουργουρητό των καλωδίων ευρωπαϊκής προέλευσης, που αρχίζουν να ζωντανεύουν με την αναχώρηση των πρώτων αγουροξυπνημένων ενοίκων. Ο Γιαάρι πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα μεγάλα μοτέρ προτού βγει σ’ ένα μικροσκοπικό σιδερένιο μπαλκόνι, που ο ίδιος απαίτησε να προστεθεί στο μηχανοστάσιο –παρά τις αντιρρήσεις του αρχιτέκτονα– προκειμένου να μπορούν να βρουν εκεί καταφύγιο οι συντηρητές σε περίπτωση πυρκαγιάς ή διαρροής καπνού. Μια θολή, μολυβένια καταχνιά τυλίγει το Τελ Αβίβ. Ο πύργος Πίνσκερ υψώνεται σε μια ήσυχη γειτονιά με χαμηλά κτήρια, πράγμα που του επιτρέπει να εποπτεύει αφ’ υψηλού τα πέριξ και να συνομιλεί ως ίσος προς ίσον με τους αστραφτερούς γκρίζους ουρανοξύστες του κέντρου, στα νοτιοανατολικά της πόλης. Η κιτρινωπή ανταύγεια που σελαγίζει στον ορίζοντα δεν είναι ψευδαίσθηση, και το αεροπλάνο που κερδίζει ύψος μες στην απόλυτη σιγή είναι κι αυτό πραγματικό. Ο Γιαάρι κοιτάει το ρο-


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 15

λόι του: όχι, δεν είναι το αεροπλάνο της γυναίκας του. Αν δεν έχει καθυστέρηση, θα απογειωθεί σε δέκα λεπτά, και δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτός να ξεροσταλιάζει μες στην παγωνιά, από τη στιγμή που δεν μπορεί να το αναγνωρίσει με βεβαιότητα. Όμως η αγάπη του για τη συμβία του τον κρατάει καρφωμένο στο μικροσκοπικό μπαλκόνι. Τώρα που αυτή ξεκίνησε το ταξίδι της, τίποτα δεν μπορεί πια να τη σταματήσει, καλό είναι όμως να την προσέχει από μακριά. Κανονικά, θα μπορούσε να τη συνοδέψει. Ο φόρτος εργασίας που επικαλέστηκε ήταν απλώς πρόσχημα. Η διαίσθησή του όμως του έλεγε πως η παρουσία του θα την εμπόδιζε να πραγματοποιήσει την επιθυμία της: να συμφιλιωθεί με την απώλεια της αδελφής της και να ζωντανέψει με τη βοήθεια του γαμπρού της τις γλυκόπικρες αναμνήσεις των παιδικών της χρόνων – αναμνήσεις στις οποίες ο ίδιος δεν είχε καμία θέση. Ο Γιαάρι ήξερε καλά πως, κι αν ακόμη αυτός φρόντιζε να μην αναμιχθεί στη συζήτηση, εκείνη θα ένιωθε πως λίγο τον ενδιέφεραν οι ασήμαντες λεπτομέρειες γύρω από την αδελφή της, ενδεχομένως και την ίδια, που σκόπευε να αποσπάσει απ’ τον γαμπρό της: έναν άνθρωπο που τη γνώριζε από μικρή, καθότι προς το τέλος της στρατιωτικής του θητείας άρχισε να μπαινοβγαίνει στο πατρικό της ως ο πρώτος και τελευταίος θαυμαστής της αδελφής της. Ο Γιαάρι στηρίζεται μ’ όλο του το βάρος στο κιγκλίδωμα. Όπως κάθε μελετητής ανελκυστήρων που σέβεται τον εαυτό του, δεν νιώθει ίλιγγο, αναρωτιέται όμως πού εξαφανίστηκαν οι άνεμοι που θα ’πρεπε να του μαστιγώνουν το πρόσωπο.

[ 2 ]

πληκτη να φωνάζουν τ’ όνομά της από το μεγάφωνο: πρέπει να παρουσιαστεί επειγόντως στην πύλη για άμεση επιβίβαση. Συνειδητοποιεί έντρομη πως δεν υπάρχει πλέον κανένας δίπλα της να της θυμίζει την ώρα. Ένα κραγιόν ήθελε ν’ αγοράσει όλο κι όλο, της το είχε ζητήσει η οικιακή βοηθός της, και μη βρίσκοντάς το στο ράφι ετοιμαζόταν να φύγει, όταν μια ώριμη πωλήτρια, παρατηρώντας την απογοήτευσή της, την έπεισε ν’ αγοράσει ένα

15

Β γαίνοντας από το μαγαζί με τα αφορολόγητα, ακούει έκ-


16

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 16

κραγιόν παρόμοιας απόχρωσης και εφάμιλλης ποιότητας, αν και διαφορετικής μάρκας. Η Ντανιέλα το έχει προσέξει, από τότε που πέθανε η αδελφή της την τραβάνε οι μεγαλύτερες στην ηλικία γυναίκες, σαν να μπορεί να ξαναβρεί σ’ αυτές κάτι απ’ την πολυαγαπημένη της αδελφή. Κι αυτές, από τη μεριά τους, ανταποκρίνονται ευχαρίστως, ανήμπορες ν’ αντισταθούν στην ανάγκη να πάρουν υπό την προστασία τους ετούτη τη χαμογελαστή, προσηνή γυναίκα, που μοιάζει να κουβαλάει κάποιο ένοχο μυστικό. Έτσι εξηγείται λοιπόν γιατί χάνεται σε ατελείωτες συζητήσεις με τις συναδέλφους της στο σχολείο όπου διδάσκει, ή πιάνει κουβέντα με άγνωστες που συναντά τυχαία στην καφετέρια, στην αίθουσα αναμονής του γιατρού της, στο κομμωτήριο και, φυσικά, στα μαγαζιά, όπως συνέβη τώρα με την πωλήτρια του αεροδρομίου – η οποία, μεταξύ εκμυστηρεύσεων και εμπιστευτικών αποκαλύψεων, την κατάφερε ν’ αγοράσει μια πολυδιαφημισμένη υδατική κρέμα σε προσφορά, που κάνει θαύματα στις ξηρές επιδερμίδες και σβήνει τα σημάδια του χρόνου. Πάντως ο νεαρός συνοδός εδάφους που σπεύδει προς το μέρος της δεν δυσκολεύεται διόλου ν’ αναγνωρίσει στο πρόσωπό της την επιβάτισσα που έχασε την αίσθηση του χρόνου. Χωρίς να της πει λέξη ή να ρωτήσει τ’ όνομά της, την παίρνει απ’ το μπράτσο, κόβει το στέλεχος από την κάρτα επιβίβασής της και επιμένει να την οδηγήσει ο ίδιος ως το αεροσκάφος, λες κι αυτή σκοπεύει να δραπετεύσει από την περίκλειστη φυσούνα. «Εντάξει», ξεφυσάει αυτός, αγκαλιάζοντας από τους ώμους τη γυναίκα που θα μπορούσε να είναι μάνα του. «Προλάβατε, αυτό έχει σημασία». Και την παραδίδει σαν χαμένο παιδί στην αεροσυνοδό, που παίρνει την τροχήλατη βαλίτσα της για να την εξαφανίσει μέσα σε μια θυρίδα αποσκευών και της υποδεικνύει το κάθισμά της. «Νόμιζα πως δεν θα έρθετε πια», απολογείται ο νεαρός επιβάτης του διπλανού καθίσματος, που του κακοφαίνεται να σηκωθεί για να της παραχωρήσει τη θέση της κοντά στο παράθυρο, ενώ η αεροσυνοδός τον καρφώνει με παγερό βλέμμα. Η Ντανιέλα κοκκινίζει, αλλά δεν υποχωρεί. Παρόλο που συνήθως στο ταξίδι λαγοκοιμάται ή διαβάζει ένα βιβλίο, και μόνο αραιά και πού ρίχνει μια ματιά στον ουρανό ή τη γη, σήμερα ει-


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 17

δικά, που δεν έχει τον άντρα της δίπλα της, της χρειάζεται όσο ποτέ να καθίσει κοντά στο παράθυρο. Όταν πια οι πόρτες σφαλίζουν και οι κινητήρες παίρνουν μπρος, το όλο εγχείρημα γίνεται γεγονός που τίποτα δεν μπορεί να το αναστρέψει. Μια ρυτίδα ανησυχίας χαράζει το λείο μέτωπό της. Είναι πράγματι αναγκαίο αυτό το ταξίδι; Χρήσιμο; Ο Ιερεμίας, ο γαμπρός της, θα μπορέσει να τη βοηθήσει ν’ αναζωπυρώσει τον πόνο που πάει να σβήσει μέσα στον έναν αυτό χρόνο; Τα λόγια παρηγοριάς ποτέ δεν της έλειψαν. Συγγενείς και φίλοι δεν παραλείπουν να της λένε κάθε τόσο έναν καλό λόγο για την αδελφή της, ο άντρας της και οι δικοί της προσπαθούν να της φτιάξουν τη διάθεση. Όμως αυτή δεν θέλει να παρηγορηθεί. Απεναντίας, αναζητάει λέξεις, γεγονότα ξεχασμένα ή πρωτόγνωρα, που θα συνδαυλίσουν την οδύνη για το χαμό της πολυαγαπημένης μεγαλύτερης αδελφής, που με το θάνατό της πήρε μαζί της και κάτι από την παιδική ηλικία της μικρότερης. Ναι, θα ’θελε να ανασκαλέψει τη θλίψη και να τραβήξει το πέπλο της λήθης που αρχίζει να την τυλίγει. Γι’ αυτό το λόγο θέλησε να περάσει μερικές ημέρες κοντά σ’ έναν άντρα που τον γνωρίζει από μικρή, και είναι βέβαιη πως τα αισθήματά του για την αδελφή της δεν υστερούν διόλου από τα δικά της. Μετά από απαίτηση της αεροσυνοδού, που την κοιτάζει κάπως ανήσυχα, δένει τη ζώνη της, παίρνει την εφημερίδα που της προτείνουν και ρωτάει αν μπορεί στο τέλος της πτήσης να πάρει μαζί της τις εβραϊκές εφημερίδες και τα περιοδικά που θα ξεμείνουν στο αεροπλάνο. Διότι εκεί, στην καρδιά του συροαφρικανικού ρήγματος, υπάρχει ένας Ισραηλινός που σίγουρα θα χαρεί ιδιαίτερα μ’ αυτό το δώρο.

[ 3 ]

κορυφή του πύργου, ο Γιαάρι κοιτάζει υπνωτισμένος τα αεροπλάνα να απογειώνονται το ένα μετά το άλλο, λουσμένα στο λαμπρό πρωινό φως, και να πλαγιοδρομούν δυτικά, προς τη θάλασσα. Δεν αργεί να εντοπίσει εκείνο που ψάχνει: ένα αεροπλάνο που στρίβει αργά και βάζει πλώρη για το Νότο. Αυτή είναι, σκέ-

17

Σ καρφαλωμένος στο μικροσκοπικό του παρατηρητήριο στην


18

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 18

φτεται συγκινημένος, λες κι η σύζυγός του πιλοτάρει η ίδια το αεροσκάφος. Μισοκλείνει τα μάτια και το παρακολουθεί ώσπου αυτό να γίνει μια μικρή κουκίδα και να χαθεί μακριά. Ναι, η γυναίκα του θα φτάσει σώα και αβλαβής, σκέφτεται καθησυχασμένος. Αφήνει το μικροσκοπικό μπαλκόνι, κλειδώνει το μηχανοστάσιο και καλεί το ασανσέρ για να ξανακατέβει στο πάρκινγκ. «Μόνη της;» ξαφνιάστηκε ο μπατζανάκης του, ο Ιερεμίας, όταν ο Γιαάρι τού έδωσε τηλεφωνικά τις συντεταγμένες του ταξιδιού της Ντανιέλα, πήγαινε-έλα, τις μέρες της αργίας του Χανουκά. Ο Ιερεμίας δεν μπορούσε να το χωνέψει. «Στ’ αλήθεια έρχεται μόνη της;» «Ναι, μόνη της. Γιατί; Δεν τη θεωρείς ικανή;» αντιγύρισε ο Γιαάρι, σε μια προσπάθεια να υπερασπιστεί την τιμή της συζύγου του. «Και φυσικά είναι ικανή», σάρκασε απ’ το Νταρ ες-Σαλαάμ η γνώριμη φωνή. «Και θα τα βγάλει πέρα μια χαρά χωρίς εσένα· εξάλλου είναι μόνο για μια εβδομάδα. Εσύ όμως θ’ αντέξεις τον αποχωρισμό ή θ’ αλλάξεις γνώμη και την τελευταία στιγμή θα θελήσεις να τη συνοδέψεις;» Ο μπατζανάκης του τον ήξερε καλά, πιθανόν να του έμοιαζε κιόλας. Πράγματι, μόλις δύο εβδομάδες πριν το ταξίδι ο Γιαάρι αναρωτιόταν ακόμη αν πρέπει ν’ αφήσει την Ντανιέλα –που είχε παρουσιάσει υπέρταση μετά το θάνατο της αδελφής της– να ταξιδέψει μοναχή της στην Αφρική, έστω κι αν πήγαινε να δει έναν πολύ κοντινό συγγενή, σχεδόν έναν μεγάλο αδελφό, έναν άνθρωπο υπεύθυνο και άξιο εμπιστοσύνης, που η μοίρα τον είχε χτυπήσει τόσο σκληρά τα τελευταία χρόνια. Ο Γιαάρι δεν συμμεριζόταν τη γνώμη των συγγενών και των φίλων που είχαν σπεύσει να κατακρίνουν τον μπατζανάκη του επειδή δεν περίμενε να περάσουν οι τριάντα ημέρες του πένθους, και στο τέλος της πρώτης εβδομάδας είχε ξαναγυρίσει στο πόστο του στην Τανζανία, όπου ασκούσε χρέη επιτετραμμένου στην οικονομική αντιπροσωπεία του Ισραήλ. Έξι μήνες όμως αργότερα, εξαιτίας περικοπών στον προϋπολογισμό ή για διάφορους άλλους λόγους, η Ιερουσαλήμ αποφάσισε να κλείσει το γραφείο της στην Ανατολική Αφρική και να δώσει σύνταξη σ’ αυτό τον ηλικιωμένο χήρο διπλωμάτη, που απόμεινε μ’ έναν άντρα ασφάλειας και δύο ντόπιους υπαλλήλους.


Για να πούμε την αλήθεια, ο ίδιος ο Ιερεμίας αστειευόταν αρκετές φορές για τη χρησιμότητα της μικρής του αποστολής, που του φαινόταν πως είχε δημιουργηθεί ειδικά γι’ αυτόν, ως όψιμη αποζημίωση σ’ έναν παλιό διοικητικό υπάλληλο του Υπουργείου Εξωτερικών. Ο Ιερεμίας είχε καθυστερήσει την έξοδό του στη σύνταξη, σύμφωνα με το δικαίωμα που του παρείχε ο νόμος, όντας γονέας πεσόντα στον πόλεμο. Έτσι, δέχτηκε στωικά την αναγγελία της κατάργησης του γραφείου, λίγο καιρό μετά το θάνατο της γυναίκας του. Καθ’ οδόν για την οριστική επάνοδό του από την Αφρική, και μέχρις ότου οι ενοικιαστές του, που είχαν ειδοποιηθεί εγκαίρως, ελευθερώσουν το διαμέρισμά του στην Ιερουσαλήμ, επέτρεψε στον εαυτό του μια μικρή παράκαμψη, ένα οικογενειακό διάλειμμα στο σπίτι της κόρης του και του γαμπρού του, που ολοκλήρωναν τις σπουδές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όμως η Αμερική δεν άρεσε στον νεόκοπο συνταξιούχο, οπότε συντόμευσε την επίσκεψή του. Και χωρίς να συμβουλευτεί ή να προειδοποιήσει κανέναν –ούτως ή άλλως δεν είχε να δώσει λογαριασμό σε κανέναν– ανανέωσε το συμβόλαιο με τους ενοικιαστές του για άλλα δύο χρόνια και, αιφνιδιάζοντας συγγενείς και φίλους, επέστρεψε στην Ανατολική Αφρική, με την ιδιότητα του μάνατζερ μιας αποστολής ανθρωπολόγων, που είχε τη βάση της στα περίχωρα του Μορογκόρο, κοντά στο συρο-αφρικανικό ρήγμα, διακόσια χιλιόμετρα απ’ το Νταρ ες-Σαλαάμ. «Γιατί όχι;» ρώτησε ο Ιερεμίας τηλεφωνικά τον μπατζανάκη και την κουνιάδα του απ’ το Νταρ ες-Σαλαάμ, όπου έκανε μια στάση καθ’ οδόν για το νέο του πόστο. «Με κυνηγάει κανείς να γυρίσω πίσω; Με χρειάζεται κανείς; Ούτε καν εσείς. Αφού εγώ μένω στην Ιερουσαλήμ κι εσείς στο Τελ Αβίβ. Εσείς είσαστε απασχολημένοι με τις δουλειές σας, με τα παιδιά σας και τώρα πια και με τα εγγόνια σας, ενώ εγώ είμαι ελεύθερος σαν πουλί: χωρίς γυναίκα και χωρίς δουλειά. Εσείς δεν έχετε οικονομικές σκοτούρες, μάλλον το αντίθετο, θα έλεγα, ενώ εγώ έχω μόνο μια συνταξούλα δημοσίου υπαλλήλου, αφού την αποζημίωση για τα “φιλικά πυρά” τη διαθέσαμε από την πρώτη κιόλας μέρα στους αιώνιους φοιτητές μας στην Αμερική. Όχι, πείτε μου, με το χέρι στην καρδιά, γιατί να μην εκμεταλλευτώ αυτή την ανέλπιστη ευκαιρία να βάλω κάτι στην άκρη για τα γεράματά μου, όταν η υγεία

19

YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 19


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 20

20

μου, η σωματική και η πνευματική, μοιραία θα έχει πάρει την κατιούσα; Και γιατί να μην έχω κι εγώ κάποιον να με φροντίζει όταν γεράσω; Κι ας μην είναι ένα ζευγάρι Φιλιππινέζων, όπως έχει ο πατέρας του Γιαάρι, ας είναι μόνο ένας, για να σπρώχνει την αναπηρική μου καρέκλα στο πάρκο. Πόσο μάλλον που εδώ, στην Αφρική, η ζωή είναι πάμφθηνη και θα έχω στέγη και τροφή δωρεάν, εκτός απ’ τον αξιοπρεπέστατο μισθό που θα μου δίνουν για τη διαχείριση της χαρτούρας και λίγα λογιστικά. Αφήστε που τα ενοίκια απ’ το διαμέρισμα στην Ιερουσαλήμ αποταμιεύονται και οι ενοικιαστές επισκευάζουν με δική τους πρωτοβουλία το σπίτι: αντικατέστησαν το νεροχύτη της κουζίνας, βούλωσαν τις τρύπες και τις ρωγμές στους τοίχους και τους έβαψαν. Και, επιπλέον, μου υποσχέθηκαν πως θα ταξινομήσουν τη βιβλιοθήκη μου ανά κατηγορίες και θα ξεσκονίζουν τακτικά τα βιβλία μου. Όπως βλέπετε, δεν υπάρχει κανένας λόγος να βιαστώ. Το Ισραήλ δεν πρόκειται να φύγει από τη θέση του, και θα επιβιώσει και χωρίς εμένα. Μου φαίνεται πως έχετε την τάση να ξεχνάτε πως εσείς είσαστε πιο νέοι κι έχετε ακόμα όλο τον καιρό μπροστά σας για να ταξιδέψετε, ενώ εμένα δεν θα μου παρουσιαστεί ίσως άλλη φορά η ευκαιρία να ξαναζήσω μια εμπειρία σαν αυτή της Αφρικής, που, πιστέψτε με, δεν τη χόρτασα ακόμα. Δεν οφείλω τίποτα σε κανέναν. Αντί γι’ αυτό, δεν θα ήταν αξιολύπητο ένας άντρας σαν εμένα, που έχει πατήσει τα εβδομήντα, να συνάψει δεσμό με μια άλλη γυναίκα, που δεν την επιθυμεί καν, μόνο και μόνο από ανία και απραξία; Άλλωστε το ξέρετε καλά, η αγάπη μου για τη γυναίκα μου δεν είχε τίποτα να ζηλέψει απ’ αυτήν που τρέφετε εσείς ο ένας για τον άλλο. »Γι’ αυτό, αγαπημένοι μου, και ιδίως εσύ, Ντανιέλα, πάψτε ν’ ανησυχείτε. Δεν πρόκειται να εξαφανιστώ. Κι αν ποτέ με επιθυμήσετε, τίποτα δεν σας εμποδίζει να έρθετε να με δείτε, έστω κι αν το έχετε ξανακάνει προ τριετίας και δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε από τότε». «Είναι δικαίωμά του», σφύριξε ο Γιαάρι στο αυτί της Ντανιέλας, που η αιφνίδια απόφασή του γαμπρού της δεν έπαυε να την απασχολεί. «Κανένας από μας δεν έχει το δικαίωμα να τον κρίνει».


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 21

[ 4 ]

στον ύπνο του. Όλες της οι προσπάθειες να περιοριστεί στη θέση της και ν’ απωθήσει το κεφάλι που έχει την εκνευριστική τάση να γέρνει πάνω στον ώμο της πέφτουν στο κενό. Ο νεαρός άντρας θα πρέπει να ξενυχτούσε όλη τη νύχτα υπολογίζοντας στην πτήση για ν’ ανακτήσει δυνάμεις. Τώρα την εκδικείται για το παράθυρο που του στέρησε κι αναζητά όπως όπως ένα κρεβάτι, ασχέτως αν πρέπει να το μοιραστεί με μια γυναίκα που θα μπορούσε να είναι μάνα του κι έχει δυο εγγόνια, τις φωτογραφίες των οποίων εκείνη θ’ ανασύρει όπου να ’ναι για να αντλήσει λίγο κουράγιο από δαύτες. Τώρα καταλαβαίνει τι συνεπάγεται η απόφασή της να φύγει μόνη. Η κτητική αγάπη του συζύγου της την έχει καλομάθει, της έχει αποκοιμίσει την αίσθηση της πραγματικότητας. Ιδίως στα ταξίδια, όπου αυτός τα αναλαμβάνει όλα και κάνει τον ξεναγό. Κι αυτή, μα σε αεροπλάνο, τρένο, αυτοκίνητο, μα σε ξενοδοχείο, κυκλοφορεί σαν μέσα σε προστατευτική φούσκα, στο πλευρό ενός άντρα που έχει πάντα επάνω του το σωστό συνάλλαγμα και δεν πιάνεται ποτέ απροετοίμαστος. Επιπλέον, δεν χρειάζεται καν να τον ευχαριστεί για την εξυπηρετικότητά του, εφόσον ξέρει πως και μόνο η παρουσία της, έστω και κοιμώμενη, αρκεί για να τον ανταμείψει πλήρως. Τώρα, καθ’ οδόν για την Αφρική, η Ντανιέλα δεν έχει κανέναν να τη φροντίζει. Η αεροσυνοδός, που περνάει στο διάδρομο και παρατηρεί τον αυθάδικο ύπνο του διπλανού της, μένει αμέτοχη, λες και, αφού τον υποχρέωσε να δώσει πίσω την επίζηλη θέση, τον πήρε υπό την προστασία της. Έτσι, η Ντανιέλα δεν έχει άλλη επιλογή απ’ το να τον ξυπνήσει η ίδια και να τον επαναφέρει ευγενικά αλλά σταθερά στη θέση του. Ο νεαρός μαζεύεται λίγο, μουρμουρίζει μια συγγνώμη, προφανώς μες στον ύπνο του, αφού τα μάτια του ξανακλείνουν αμέσως και το κεφάλι του αρχίζει πάλι να γέρνει. Η Ντανιέλα διπλώνει την εφημερίδα και τη βάζει μες στη σακούλα του duty free, μαζί με το κραγιόν και τη θαυματουργή υδατική κρέμα, κατά τα λεγόμενα της πωλήτριας που της διηγήθηκε τη ζωή της. Παίρνει απ’ την τσάντα της τη θήκη με τις φωτογραφίες απ’ τα εγγονάκια της, που ως κλασική χαζογιαγιά κουβαλάει μαζί της, και μένει να τις χαζεύει μία-μία,

21

Ο διπλανός της στο κάθισμα έχει επεκτατικές διαθέσεις μες


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 22

σαν ν’ αποκρυπτογραφεί κάποιο μυστικό μήνυμα. Η μεγάλη της εγγονή έχει πατήσει τα πέντε και είναι φτυστή η μαμά της, η όμορφη νύφη της Ντανιέλας. Μόνο που τα γαλάζια μάτια της μικρής έχουν ακόμα τη δροσιά και την αθωότητα του παιδιού, αντί για το απόμακρο και άδειο βλέμμα της μάνας της. Εξετάζει πιο προσεκτικά τις φωτογραφίες του δίχρονου εγγονού της: ένα υπερκινητικό αγοράκι που οι γονείς του δεν το αφήνουν στιγμή απ’ το χέρι, αν δεν είναι δεμένο στο καροτσάκι ή στο καρεκλάκι του. Ακόμα δεν είναι ξεκάθαρο ποιανού τα χαρακτηριστικά έχει πάρει και σε ποιον θ’ αποφασίσει να μοιάσει. Ωστόσο, με το στρογγυλό του μουτράκι και τα ελαφρώς σχιστά του μάτια, φέρνει αμυδρά στον μπαμπά του, ίσως και στον παππού του. Αυτό όμως δεν αρκεί στην Ντανιέλα. Ερευνά προσεκτικά τις μικρές φατσούλες, ελπίζοντας ν’ ανακαλύψει πάνω τους και κάτι από την ίδια. Το ταξίδι είναι μακρύ και, καθώς παρ’ όλη την κούρασή της δεν έχει σκοπό να κοιμηθεί πλάι σ’ αυτό τον ξένο με τον πληθωρικό ύπνο, έχει στη διάθεσή της όλο το χρόνο για να βρει αυτό που ψάχνει.

[ 5 ]

22

Τ ο ασανσέρ παίρνει την καθοδική του πορεία απ’ τον τριακοστό όροφο, αλλά σταματάει αμέσως στον εικοστό ένατο. Η πόρτα του θαλάμου ανοίγει μπροστά σε μια γυναίκα με αθλητική φόρμα και ακουστικά στ’ αυτιά, φανερά ξαφνιασμένη που συναντάει κάποιον τόσο νωρίς το πρωί. Στην αρχή, συνεπαρμένη από τη μουσική της, αρκείται να παρατηρεί τον συνεπιβάτη της, αλλά τη στιγμή που το ασανσέρ επιβραδύνει, φτάνοντας στο επίπεδο του γκαράζ, δεν κρατιέται και βγάζει τ’ ακουστικά. «Μη μου πείτε πως αγοράσατε το ρετιρέ!» αναφωνεί σε επιτιμητικό τόνο, λες και η πώληση του πολυτελούς διαμερίσματος, που η ίδια δεν είχε τα μέσα ν’ αποκτήσει, αποτελεί προσωπική της ήττα. «Το ρετιρέ; Όχι. Δεν μένω εδώ. Ήρθα για τη διαμαρτυρία σας σχετικά με τον αέρα». «Τη διαμαρτυρία μας σχετικά με τον αέρα;» επαναλαμβάνει


YEOSUA sel_D_Layout 1 24/03/2011 2:53 μ.μ. Page 23

23

η γυναίκα με ανεξήγητη ευθυμία. «Μπορείτε να μου εξηγήσετε τι συμβαίνει; Μας υποσχέθηκαν μοντέρνα κατασκευή, με τα πιο σύγχρονα υλικά, την ακριβοπληρώσαμε, κι ορίστε, δεν πρόλαβε να σκάσει μύτη ο χειμώνας και γίνεται χαλασμός. Ακούτε;» «Ναι, βέβαια». Έξω ο σαματάς δυναμώνει. Ο Γιαάρι σηκώνει τους ώμους και κάνει να φύγει, αλλά η αθλητική ένοικος δεν τον αφήνει. «Εσείς ποιος είστε; Ειδικός επί των ανέμων;» «Όχι ακριβώς. Το γραφείο μου έκανε τη μελέτη για τους ανελκυστήρες». «Α, ναι; Και τι πήγε στραβά στους υπολογισμούς σας;» «Δεν είναι σίγουρο πως φταίνε οι υπολογισμοί μας. Θα δούμε». Ο Γιαάρι αντιλαμβάνεται πως αυτό που απασχολεί τη ζωηρόφρονα γυναίκα δεν είναι ο αέρας αλλά το άτομό του. Την τρώει η περιέργεια να μάθει με ποιον έχει να κάνει, χωρίς ο ίδιος να γνωρίζει την αιτία για το τόσο ενδιαφέρον. «Μην ανησυχείτε. Θα τη βρούμε την άκρη και θα το λύσουμε το πρόβλημα. Οι μηχανικοί μου θ’ ασχοληθούν επισταμένως», τη διαβεβαιώνει αποχαιρετώντας την μ’ ένα νεύμα του κεφαλιού, πριν κατευθυνθεί προς το αμάξι του μες στο μισοσκότεινο πάρκινγκ. Το μόνο που κατάφερε είναι να κεντρίσει ακόμα περισσότερο την περιέργειά της: θεωρεί χρέος της να συμπληρώσει το προφίλ αυτού του γεροδεμένου εξηντάρη με τα κοντοκουρεμένα μαλλιά που μόλις αρχίζουν να γκριζάρουν, με το σκοτεινό αποφασιστικό βλέμμα και αυτό το ελαφρώς ντεμοντέ, πλην όμως ανέμελα φορεμένο, πανωφόρι. «Οι μηχανικοί σας;» επαναλαμβάνει με το πειραχτικό ύφος που είναι φαίνεται ίδιον του χαρακτήρα της. «Πόσους έχετε συνολικά;» «Δέκα, δώδεκα, εξαρτάται απ’ το μέτρημα». Και πάνω εκεί ο Γιαάρι χάνεται μες στο σκοτάδι. Η Ντανιέλα δεν έφυγε καλά καλά από τη χώρα κι η αγάπη του γι’ αυτήν, αφημένη στην τύχη της, άρχισε να έλκει άλλες γυναίκες.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.