Στο Χριστό με Ρωμανό το Μελωδό

Page 1

1


ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑ∆ΑΚΗΣ

ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ

ΜΕ ΡΩΜΑΝΟ ΤΟ ΜΕΛΩ∆Ο Αναφορά στη Ζωή του Χριστού από Κοντάκια σε Νεοελληνικό Λόγο

ΣΕ ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΕΚ∆ΟΣΗΣ

Ενδεικτικά τµήµατα

2


Π ρ ό λ ο γ ο ς Παρουσιάζοντας κατά καιρούς Κοντάκια Οσίου Ρωµανού του Μελωδού σε λόγο νεοελληνικό, άρχισα να καταλαβαίνω µε τι υψηλής ποιότητας πνευµατικούς καρπούς κοινωνούσε το εκκλησιαστικό πλήρωµα ο κορυφαίος Υµνογράφος τον 6ο αιώνα. Ντύνοντας µε το θεοδώρητο ποιητικό και µουσικό του τάλαντο ρυθµό και µελωδία το Ευαγγέλιο της Κυριακής ή το Συναξάρι της γιορτής, κατέβαζε την Αλήθεια της Εκκλησίας «ως δρόσον Αερµών», µε γλώσσα απλή και ρέουσα, εικόνα ζωντανή, διάλογο ανθρώπινο, θεολογία εύληπτη και διακριτική, σε ψυχές ανοιχτές στην Αγάπη του Χριστού, έσβηνε αιρετικές φωτιές της εποχής του και γαλήνευε ταραγµένες καρδιές πιστών…. Στη Συλλογή, «Στο Χριστό µε Ρωµανό το Μελωδό», αποδίδουµε σε λόγο νεοελληνικό, και ως ποιητικά έργα µε κάποιο ρυθµό-χωρίς ποσώς να διεκδικούµε τίτλο ποιητικό-Κοντάκια του «πρίγκιπα των Μελωδών», που αναφέρονται στη ζωή και το σωτήριο έργο του Χριστού, µε τον τρόπο που συνθέτει και προεκτείνει ο κορυφαίος Υµνογράφος περικοπές του Ευαγγελίου της Κυριακής, της περιόδου της Μ. Εβδοµάδος, το Συναξάρι της γιορτής…. Το πρωτότυπο κείµενο παραλείπεται για λόγους εκδοτικής οικονοµίας, αλλά και γιατί σήµερα ο µέσος ορθόδοξος Έλληνας δυστυχώς δεν κατανοεί τη γλώσσα τους. Ασφαλώς η νεοελληνική απόδοση-όπως εκείνη κάθε αρχαίου κειµένου-µειώνει και την αισθητική και την όλη αξία του, για όσους µπορούν να το προσεγγίσουν από το πρωτότυπο. Ωστόσο αντί να µένουν άγνωστοι στους πιστούς αυτοί οι εκπληκτικοί πνευµατικοί θησαυροί, η προσφορά σε λόγο νεοελληνικό του πνεύµατος και µηνύµατος που εκπέµπουν είναι µπορεί να αποβεί ευρύτερα ωφέλιµη ! Τα κείµενα Καινής ή Παλαιάς ∆ιαθήκης που αποτελούν το υπόβαθρο αυτών των Κοντακίων παραθέτουµε από τη Νεοελληνική Απόδοση της Αγίας Γραφής που έχουν επιµεληθεί οι Καθηγητές της Θεολογικής Σχολής των Πανεπιστηµίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, και έχει εκδώσει η Ελληνική Βιβλική Εταιρία…. ΑΘ. ΚΟΤΤΑ∆ΑΚΗΣ

3


Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΜΙΚΡΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. 2. 3. 4.

Από τους Ψαλµούς στην Υµνογραφία Κοντάκιο ή Ύµνος Ρωµανός ο Μελωδός: Ο κορυφαίος Στο Χριστό µε Ρωµανό το Μελωδό

ΚΟΝΤΑΚΙΑ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩ∆ΟΥ ΣΕ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΟΓΟ Ι.

Ο ΛΟΓΟΣ ΕΓΙΝΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ 1. 2. 3. 4.

ΙΙ.

Ο Ευαγγελισµός της Θεοτόκου Η Γέννηση του Χριστού Η Υπαπαντή του Χριστού Η Βάπτιση του Χριστού

Η ΚΑΙΝΗ ∆Ι∆ΑΧΗ ΚΑΙ ΤΑ «ΣΗΜΕΙΑ» 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8.

ΙΙΙ.

Η Παραβολή του Ασώτου Υιού Η Παραβολή του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου Ο Χριστός και η γυναίκα της Σαµάρειας Το θαύµα στο γάµο της Κανά Ο πολαπλασιασµός των πέντε άρτων Η θεραπεία της γυναίκας µε την αιµορραγία Η θεραπεία του λεπρού Η θεραπεία του δαιµονισµένου των Γεργεσηνών ΠΡΟΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟΥ ΘΡΙΑΜΒΟΥ

1. Η Ανάσταση του Λαζάρου 2. Η Κυριακή των Βαΐων ΙV.

ΜΕΓΑΛΗ ΕΒ∆ΟΜΑ∆Α: ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8.

V.

Στον Πειρασµό του Ιωσήφ Η Παραβολή των ∆έκα Παρθένων Η Συγχώρεση της πόρνης Ο Νιπτήρας και η Προδοσία Η Άρνηση του Πέτρου Ο Θρήνος της Παναγίας Οι Μυροφόρες Ευαγγελίστριες της Ανάστασης Η ∆υσπιστία του Θωµα

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 1. 2. 3. 4. 5.

Η Ανάληψη του Χριστού Η Πεντηκοστή Οι Απόστολοι του Χριστού Οι Μάρτυρες του Χριστού Ο Ερχόµενος µετά δόξης 4


ΜΙΚΡΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ……………………………………………………………………………………………… 3. ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩ∆ΟΣ α. Ο Κορυφαίος. «Τον 6ο αιώνα έµελλε ν’ ακουστεί η πρώτη µεγάλη, χωρίς άλλο η µεγαλύτερη φωνή υµνογράφου της Εκκλησίας. Όπως πολύ αργότερα ο Ιωάννης Σεβαστιανός Μπαχ-αυτός χρησιµοποιώντας τους πιο άυλους µουσικούς ήχους-έτσι και ο παλιός εκείνος Χριστιανός, ως χειριστής του λόγου έγραφε µόνο και µόνο για να υµνήσει ιερά πρόσωπα, µόνο και µόνο για να κάµει το χρέος του. Τ’ όνοµά του ήταν Ρωµανός ο Μελωδός». Με αυτή τη λιτή, πλην µεστή εισαγωγή του πολυγραφότατου στοχαστή Ακαδηµαϊκού Παν. Κανελλόπουλου, περνάµε στον κορυφαίο ! Αυτόν που συστήνουν οι Καθηγητές του Πανεπιστηµίου Αθηνών, ο πρώτος, της Θεολογικής Σχολής, και οι δυο άλλοι της Φιλοσοφικής ως εξής: «Αναντιλέκτως ο διασηµότερος µελωδός της περιόδου ταύτης, κατά την γνώµην δε πολλών και ο µεγαλύτερος πάντων των µελωδών της Ελληνικής Εκκλησίας τυγχάνει ο Ρωµανός ο Μελωδός… ο πρώτος των µελωδών, ούτινος τα έργα παρουσιάζουν τον λειτουργικόν ύµνον ή µάλλον το θρησκευτικόν δράµα εν τη τελειότητι αυτού»-Π. Τρεµπέλας. «Είναι ο µέγιστος των ποιητών της χριστιανικής Ελλάδος και του Χριστιανισµού εν γένει, ισοστάσιος προς τον προφητάνακτα ∆αβίδ, αποκληθείς δε και Πίνδαρος της Εκκλησιαστικής Ποιήσεως»-Ν. Τωµαδάκης. «Αντιπροσωπεύει το πιο υψηλό σηµείο ακµής που έφτασε το νέο ποιητικό είδος, γιατί στα χέρια του θα πάρει από λογοτεχνική άποψη την οριστική µορφή και τη σφραγίδα της µεγάλης τέχνης… Από ένας απλός ύµνος εξελίσσεται στην πιο συγκροτηµένη και περίτεχνη φόρµα που δηµιούργησε η θρησκευτική ποίηση στο Βυζάντιο»Κ. Μητσάκης. Πριν από αυτούς είχαν µιλήσει για την αξία του Ρωµανού ξένοι µελετητές. Ο ρωµαιοκαθολικός Καρδινάλιος, Καθηγητής Ζαν Μπατίστ Πιτρά, ο οποίος ανέσυρε το µεγάλο υµνογράφο το 1888 από την αφάνεια και τη λήθη-αφού µετά τον 7ο αιώνα οι Κανόνες παραµέρισαν τα Κοντάκια από τη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας-τον ονόµασε: «Πρίγκιπα των Μελωδών»-“melodorum princeps”-ο Γερµανός Καθηγητής Gelzer, λίγα χρόνια αργότερα, το 1899, τον αποκάλεσε: «∆άντη των Νεοελλήνων-“Dante der Neohellenen”, και ο γνωστός ιστορικός, φιλόλογος, βυζαντινολόγος Καθηγητής Κ. Κρουµπάχερ έγραψε: «Ως προς την ποιητικήν ευφυίαν, το πυρ του ενθουσιασµού, το βάθος του αισθήµατος και την µεγαλοπρέπειαν της γλώσσης υπερτερεί κατά πολύ πάντας τους λοιπούς µελωδούς, η δ’ εν τω µέλλοντι ποτέ ιστορία της λογοτεχνίας θα εξυµνήση τον Ρωµανόν ως τον µέγιστον ίσως του κόσµου εκκλησιαστικόν ποιητήν» ! β. Ο Άγιος. Βέβαια, η Εκκλησία πολλούς αιώνες πριν, του έκανε την ύψιστη σύσταση και τιµή, τον ανακήρυξε Άγιο, και τιµά τη µνήµη του την 1η Οκτωβρίου. Γιατί: «Από νεότητος όλον συ τω Χριστώ εαυτόν- -παραθέµενος ηκολούθησας αυτώ,- -φεγγοβόλοις λάµψεσι τον νουν- -ουρανόθεν, Ρωµανέ καταστραπτόµενος»-Επιφάνιος. Ή: «∆όξης ερών της αλήκτου, πάνσοφε- -της ορωµένης και φθαρτής κατεφρόνησας»-Θεοφάνης ο Γραπτός. Και: «Αγγελικήν γαρ υµνωδίαν συστησάµενος- -θεοπρεπώς επεδείξω την πολιτείαν σου»-∆οξαστικό Ανατολίου. Και, καθώς ο πατριάρχης Γερµανός θα αναρωτιέται: «Τις ασίγητον στόµα κτησάµενος ευφηµήσει- -την θείαν διδασκαλίαν Ρωµανού του θεορρήτορος;», ο ίδιος και οι, Επιφάνιος και Θεοφάνης ο Γραπτός, στους τρεις Κανόνες τους θα καταθέτουν ότι, Ρωµανός ο Μελωδός, «αξιωθείς θεοπτίας χάρισµα» από τη Θεοτόκο έγινε, «δοχείον του Πνεύµατος», «ευπρεπέστατον σκεύος… του Παρακλήτου», «λύρα» και «κιθάρα», «πυρίπνοον στόµα». Που: «Ιδού εκτρέφεις δαψιλώς ταις σοφαίς οµιλίαις- και τερπναίς µελωδίαις τας διανοίας ηµών- -και εµπιµπλάς γλυκασµού θειοτάτου,- -Ρωµανέ θεσπέσιε…»-Επιφάνιος. Και τέλος ότι, «τα λόγια του έχουν καλύψει την οικουµένη και έχουν 5


διδάξει τους ανθρώπους πώς να υµνούν το Χριστό», αφού: «Λαµπτήρ εφάνης των πόλεων- φωταγωγών διδαχαίς κόσµον άπαντα» ! Ο Καθηγητής Κ. Μητσάκης-σ.370-βρίσκει ότι η µνήµη του εξυµνείται από τα ακόλουθα υµνογραφικά κείµενα. 1. ∆ιάφορα ανώνυµα τροπάρια-δώδεκα στιχηρά προσόµοια, ένα ιδιόµελο δοξαστικό, τέσσερα καθίσµατα, δυο εξαποστειλάρια. 2. Τον Κανόνα του Επιφάνιου, που δεν είναι ξεκαθαρισµένο για ποιον Επιφάνιο πρόκειται. 3. Τον Κανόνα Θεοφάνη του Γραπτού, 9ος αιώνας. 4. Το Κοντάκιο του Πατριάρχη Γερµανού, 645-740. Πιο συγκεκριµένα ο Κανόνας του Επιφάνιου, που ψάλλουµε και σήµερα, απαρτίζεται από οκτώ Ωδές, ανάµεσα στις οποίες παρεµβάλλονται και Θεοτοκία, στο αρχικό γράµµα των οποίων καταγράφεται το όνοµα του Υµνογράφου, ΕΠΙΦΑΝΙΥ. Ο Κανόνας αυτός σε λόγο Νεοελληνικό εδώ, µπορεί να αποδοθεί ως εξής: «Ολόλαµπρες ακτίνες µε ουράνιο φως,- -στείλε µας µε τις πρεσβείες σου, σοφέ και θεσπέσιε Ρωµανέ- -µε ύµνους να εγκωµιάσουµε την ιερή µνήµη σου. Καθώς από νέος, Ρωµανέ, αφοσιώθηκες στο Χριστό- -και τον ακολούθησες, ένιωθες µε φεγγοβόλες λάµψεις- -να αστραποβολεί ο ουρανός το νου σου. Και, εξωραϊσµένος µε το κάλλος του ∆ηµιουργού των όλων και του Αγίου Πνεύµατος,- -σοφέ Ρωµανέ, αναδείχτηκες µε τη λάµψη των αρετών σου,- -ολόλαµπρος αστέρας στου κόσµου τα πέρατα»- Ωδή 1η. «Ο νους σου έγινε σκηνή της Αγίας Τριάδας, σοφέ Ρωµανέ,- -και έχοντας δεχτεί ευλαβικά την αληθινή γνώση,- -την ξεχύνεις σε ένθεα διδάγµατα. Ρέµατα πνευµατικά ανάβλυσε η τίµια γλώσσα σου,- -κελαηδούσε τα θεία, και διατράνωνε ξεκάθαρα- -την άφραστη γέννηση του Χριστού από την Παρθένο για χάρη µας. Με τις σοφές και τερπνές µελωδίες σου- -τώρα τρέφεις πλούσια το νου µας,- -τον πληµµυρίζεις µε ύψιστο θείο γλυκασµό, Ρωµανέ θεσπέσιες»-Ωδή 3η. . ∆οχείο του θείου Πνεύµατος έγινες,- -και στόµα πυρίπνοο, Ρωµανέ, που θείες µελωδίες αναφωνεί- -και θέλγει στο έπακρο τις ψυχές όσων σε ανυµνούν. Σαν επουράνια λύρα φανερώθηκες,- -σαν κιθάρα που ελκύει κοντά της κάθε διάνοια,- -µε τις αφηγήσεις και τις τερπνές µελωδίες σου. Η Χάρη του Θεού έπνευσε- -και στην αγία ψυχή σου κατασκήνωσε, πανεύφηµε- -αυτή, του ∆ηµιουργού των όλων Πνεύµατος,- -και δοχείο σοφό και θεηγόρο σε απεργάστηκε»-Ωδή 4η. Σαν ιερό ευπρεπέστατο και σκεύος υπέραγνο,- -σε βρήκε η χάρη του Παράκλητου, σοφέ Ρωµανέ,- -σε κατεργάστηκε ως ναό µε ολόλαµπρο φως,- -και κατασκήνωσε. Αυτή που γέννησε ως άνθρωπο τον Υιό του Θεού,- -η Αειπάρθενος, πληµµύρισε µε φως την ψυχή σου,- -και γέµισε µε ένθεη γνώση το νου σου,- -τη νύχτα που σου παρουσιάστηκε. Με τις συνθέσεις σου έγινες όλων, Πανένδοξε,- -των ιερών λόγων το γλυκό ψωµί,- -όλους ευφραίνεις στο έπακρο,- -όλων φωτίζεις το νου, σε όλους διδάσκεις τη σωτήρια γνώση»-Ωδή 5η. Καθώς µε θείο φωτισµό γέµιζες,- -και στα ύψη των ένθεων αρετών ανέβαινες,- -όλα τα επίγεια καταφρόνησες,- -και χρηµάτισες στύλος ουράνιος και της ευσέβειας φωστήρας. Τις επιθυµίες της σάρκας ολότελα µάρανες,- -την ψυχή σου µε τις λαµπρότατες µαρµαρυγές της αγνότητας κόσµησες,- -µε το εράσµιο κάλλος της χάρης των αρετών τις περιέβαλες. Την πρόσκαιρη, µάταιη, σαθρή, παροδική απόλαυση µίσησες,- -επιµένοντας στο ναό της Παναγίας καρτερικά,- -το νου καθαγίασες, την ψυχή και το σώµα εξαγίασες»-Ωδή 6η. Τη Θεοτόκο Μαρία είχες διδάσκαλο, θείε στο φρόνηµα,- -Αυτή σε συνέτιζε, σε µυούσε, και σε πρότρεπε να ψάλλεις:- -«Ευλογηµένος είσαι, Κύριε, ο Θεός των Πατέρων µας». Η µουσική των λόγων σου την οικουµένη πλήρωσε,- -κι έκανε τους ανθρώπους να µελωδούν τερπνά στο Χριστό:- -«Ευλογηµένος είσαι, Κύριε, ο Θεός των πατέρων µας». Ως φωτεινότατος ήλιος ακτινοβόλησες στον κόσµο, Ρωµανέ,- -και ως πυρσός που καταυγάζει, όσους κράζουν µε πίστη.- -«Ευλογηµένος είσαι, Κύριε, ο Θεός των Πατέρων µας»-Ωδή 7η Απέσεισες κάθε τερπνότητα, τρυφή, και δόξα του κόσµου αυτού,- -και αναπτέρωσες την ψυχή σου για τις άνω χορείες,- -για τη δόξα εκείνων και τη λαµπρότητα, Σοφέ,- -για τα άρρητα κάλλη, για τις πέρα απ’ τα εδώ µονές- -για το φως της ύψιστης θείας αρχής κράζοντας:- -«Σε υπερυψώνουµε, Χριστέ, στους αιώνες». 6


Από θείο πόθο πυρπολούµενος,- -τις πνευµατικές αναβάσεις στόχεψες µέσα σου,- -και απέκτησες ενσώµατος πολιτεία ασώµατη,- -µιµούµενος των Αγγέλων τις τάξεις, Σοφέ- -και ζώντας στον κόσµο αυτό, Ρωµανέ, τις µελωδίες τους πόθησες, ανακράζοντας µε πίστη:- -«Σε υπερυψώνουµε, Χριστέ, στους αιώνες». Με τη µεγαλοπρέπεια των ένθεων και γλυκύτατων λόγων σου, µακαριότατε Ρωµανέ,- -τον κάθε ανθρώπινο νου καταγοητεύεις, και µεγάλη ευφροσύνη προσφέρεις.- -Πλούσιες πνευµατικές γεύσεις σαν τροφοδότης παρέχεις,- -φωτίζεις γεµάτος χαρά και εκπαιδεύεις να αναβοούν:- -«Τον Κύριον υµνείτε τα έργα και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας»-Ωδή 8η. Με των Αγγέλων τις ανώτατες χορείες ενώθηκες, Ένδοξε,- -εκεί που υπάρχει η ανέκφραστη ευφροσύνη και η αιώνια απόλαυση,- -εκεί που υπάρχει το µεγαλειώδες φως της Θεότητας,- -εκεί που υπάρχει η ανεκλάλητη δόξα, Μακαριότατε. Με τους δικαίους κατασκήνωσες στη θεία του Θεού δόξα,- -και βλέπεις εκείνη την άφραστη τερπνότητα,- -και βλέπεις την τρυφή την άληκτη,- -και βλέπεις τα κάλλη των ουρανών, Σοφέ, τα όντως εράσµια,- -και βλέπεις των Πατριαρχών τις χορείες, Ρωµανέ ένδοξε. Αυτούς που τελούν πιστά τη φωτοβόλο µνήµη σου,- -λύτρωσε από τους κινδύνους µε τις πρεσβείες σου,- -και από κάθε βλάβη και θλίψη του αλλότριου, Ρωµανέ, θείε στο φρόνηµα,- -και αξίωσέ τους να τύχουν της επουράνιας δόξας και της άνω βασιλείας, Μακαριότατε. Εξωραϊσµένος µε κάλλος ασύγκριτο, θείε στο φρόνηµα της Αγίας Τριάδος,- -καταστολισµένος µε ακτίνες απαστράπτουσες,- -περιπολείς γεµάτος χαρά γύρω από το θρόνο του όντως Κτίστη και Θεού,- -όπου ο ήχος όλων όσων γιορτάζουν, Ρωµανέ ένδοξε»-Ωδή 9η . Και κλείνω τα της εξύµνησής του πάλι µε Π. Κανελλόπουλο που γράφει: «Έχει δίκιο ο συντάκτης του βυζαντινού εκείνου δίστιχου που λέει για τον Ρωµανό: «Ο συγχορευτής ουρανού των αγγέλων-και γήθεν άδει τας µελωδίας». Έκαµε µάλιστα ο Ρωµανός και κάτι πολύ πρωτότυπο που δεν επισηµαίνεται στο ωραίο αυτό επίγραµµα. ∆εν εφάρµοσε µόνο τις «µελωδίες» του ουρανού, αλλά πήρε και τα αισθήµατα και διανοήµατα των απλών ανθρώπων και τα έβαλεπροπάντων στους διαλόγους που παρεµβάλλει στους ύµνους του-στα χείλη των προσώπων της Παλαιάς ∆ιαθήκης, ή και του Ιησού και της Παρθένου. Την ενανθρώπιση του θείου την έκαµε ποιητική πραγµατικότητα. Την έκαµε λίγο ή πολύ και νέα γλωσσική πραγµατικότητα. ∆εν ξέφυγε µόνο από τους κανόνες της κλασσικής µετρικής… αλλά ξέφυγε και από την τυπική γλωσσική αρχαιοπρέπεια. Πλησίασε αρκετά τη γλωσσική αλήθεια των ηµερών του, πράγµα που…ο πιο διάσηµος ύστερα από το Ρωµανό υµνογράφος-ο Ιωάννης ο ∆αµασκηνός-δε θέλησε να καταλάβει ότι ήταν αναγκαίο, θεωρώντας τον εαυτό του πολύ πιο σοφό από τον άσηµο Μελωδό. Με τον Ιωάννη το ∆αµασκηνό αποµακρύνθηκε πάλι η εκκλησιαστική ποίηση από τη ζωντανή γλώσσα». γ. Ο βίος και το χάρισµα της Παναγίας. Αφήνουµε τώρα πολλές άλλες και ισάξιες µαρτυρίες και συστάσεις για τον κορυφαίο Υµνογράφο, και περνάµε σε µια συνοπτική έκθεση του επίγειου βίου του. Ο Ρωµανός ο Μελωδός, λοιπόν, γεννήθηκε στην πόλη Έµεσα της Συρίας, όπου ο Ελληνικός πολιτισµός-γλώσσα και πνεύµα-είχαν διαδοθεί από τα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου και των ∆ιαδόχων του. ∆εν υπάρχουν πληροφορίες για το χρόνο της γέννησης και τους γονείς του, αλλά από την άριστη γνώση της λόγιας και της κοινής Ελληνικής γλώσσας από µέρους του συνάγεται ότι, «αναµφιβόλως υπήρξε Έλληνας»-Ν. Τωµαδάκης. Τις εγκύκλιες σπουδές του ολοκλήρωσε εκεί, και νωρίς χειροτονήθηκε ∆ιάκονος στο ναό της Αναστάσεως της Βηρυτού. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Αναστάσιου Α΄(491-518) ήρθε στην Κωνσταντινούπολη, και έζησε ως µοναχός και διάκονος στη Μονή της Θεοτόκου-περιοχή του Κύρου-µέχρι τα τέλη της ζωής του, λίγο πριν το τέλος της βασιλείας του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Όπως µαρτυρούν Ακροστιχίδες των ύµνων του, τιµήθηκε µε τον τίτλο του κυρίου-Κύριος ή Κύρος-που απονεµόταν σε εξαιρετικά εκκλησιαστικά πρόσωπα. «Κατέστη δε και αυλικός ποιητής επί Ιουστινιανού. Ο ύµνος του ‘εις έκαστον σεισµόν και εµπρησµόν’ αναφέρεται εις την στάσιν του Νίκα-532-και έλυσε το χρονολογικόν πρόβληµα της ζωής του ποιητού, αφού ούτως είδεν ο ίδιος και έζησε τα γεγονότα, καθώς και την ανέγερσιν και τα εγκαίνια της νέας Αγίας του Θεού Σοφίας. Από τους αγιολογικούς του ύµνους και υπαινιγµόν εις σεισµόν του 562 φαίνεται ότι δεν επέζησε του 7


θανάτου του Μεγάλου Ιουστινιανού-565-και ότι η ζωή του έληξε περί το 560. Η φήµη του ως µελωδού, υπήρξε µεγάλη, και προσεπόρισεν εις αυτόν την κατάταξιν µεταξύ των Αγίων»-Ν. Τωµαδάκης. Τα στοιχεία αυτά αντλούνται από έργα του ίδιου, άλλων ποιητών, ανώνυµα τροπάρια της Ακολουθίας του, τους Κανόνες, Επιφάνιου, Θεοφάνη του Γραπτού, και Πατριάρχη Γερµανού, και την ευλαβική εξιστόρηση του βίου του που βρίσκουµε µε παραλλαγές σε διάφορα Συναξάρια. Πιο συγκεκριµένα, στο Συναξάρι της Ακολουθίας του διαβάζουµε: «Τη αυτή ηµέρα µνήµη του οσίου Ρωµανού του Μελωδού και ποιητού των Κοντακίων. Ος ώρµητο εκ Συρίας της Εµεσηνών πόλεως, διάκονος γενόµενος της εν Βηρυττώ αγίας του Θεού εκκλησίας, της λεγοµένης Αναστάσεως. Καταλαβών δε την Κωνσταντινούπολιν εν τοις χρόνοις Αναστασίου του βασιλέως, κατέµενεν εν τω ναώ της Αγίας Θεοτόκου, τω εν τοις Κύρου, εν ω και το χάρισµα της συντάξεως των κοντακίων έλαβεν, επιφανείσης αυτώ της αγίας Θεοτόκου κατ’ όναρ, κατά την εσπέραν της Χριστού γεννήσεως, και τόµου χάρτου επιδούσης και κελευσάσης αυτόν καταφαγείν. Ου µετά την κατάποσιν ευθέως έξυπνος γενόµενος, αναβάς εν τω άµβωνι ήρξατο εκφωνείν και λίαν εµµελώς ψάλλειν: ‘Η Παρθένος σήµερον τον υπερούσιον τίκτει’. Έκτοτε δε υπηγόρευσεν εις τας δεσποτικάς εορτάς και εις µνήµας διαφόρων αγίων κοντάκια τον αριθµόν περί τα χίλια, ων τα πολλά εν τοις Κύρου ιδιοχείρως υπ’ αυτού εκτεθέντα απόκεινται. Ετελειώθη δε εν ειρήνη και ετάφη εν τη αυτή εκκλησία, ένθα και τελείται αυτού σύναξις». Μια προσθήκη που µπορεί να γίνει σ’ αυτά από άλλο Συναξάρι, είναι ότι ο Ρωµανός όντας αρχικά παράφωνος, παρακαλούσε θερµά την Παναγία, η οποία παρουσιάστηκε και του θεράπευσε θαυµατουργικά πρώτα την παραφωνία, και µετά του χάρισε το ποιητικό τάλαντο.«--Τι εστί σοι, Ρωµανέ; Τέκνον ευλογηµένον, τι θλίβει; --∆ια τήνδε την δυσφωνίαν, δέσποινα κυρία, ότι γελώµαι υπό πάντων. --Και ει χαρίσοµαί σοι λιγυράν φωνήν, τι µοι υπόσχει; Γίνει µοναχός; --Ναι κυρία µου…». Η Παναγία τον θεραπεύει από την κακοφωνία, αυτός τηρεί την υπόσχεση, γίνεται µοναχός, και Εκείνη εµφανίζεται πάλι και του λέει: «--Χαίροις, τέκνον ευλογηµένον Ρωµανέ. Ανθ’ ων µετά πάσης σπουδής και προθυµίας επλήρωσας τα διαταχθέντα σοι, ιδού λάµβανε και της υπακοής σου τον καρπόν. Χάνε το στόµα σου, και φάγε α εγώ δίδωµί σοι. Και εψώµισεν αυτώ σελίδα βιβλίου…» Πρόκειται για ένα θαύµα που «ενθυµίζει ανάλογα βιβλικά και πατερικά πρότυπα, δεικνύει δε τον θαυµασµόν των συγχρόνων και των µεταγενεστέρων του δια το έργον του»-Ν. Τωµαδάκης. Και, «η γνωστή ευχή, ‘παν δώρηµα τέλειον άνωθεν εστί καταβαίνον…εκ του πατρός των φώτων’ εκφράζει πολύ επιγραµµατικά το πνεύµα που επικρατεί στη µακραίωνη παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας»-Κ. Μητσάκης. Προσθέτω πιο θεολογικά ότι, η Εκκλησία όχι αβάσιµα ανάγει τις µεγάλες δηµιουργίες εκλεκτών τέκνων της, εδώ το υψηλό ποιητικό χάρισµα Ρωµανού του Μελωδού, λίγα χρόνια νωρίτερα το λαµπρό, και διαπρύσιο λόγο Ιωάννη του Χρυσόστοµου σε θείο φωτισµό, γιατί όπως πιστεύει το Άγιο Πνεύµα δεν κατέβηκε την Πεντηκοστή και µετά έφυγε, αλλά µένει σ’ αυτήν και συνεχίζει να της δωρίζει τα χαρίσµατα-«Πάντα χορηγεί το Πνεύµα το Άγιον, βρύει προφητείας, αγραµµάτους σοφίαν εδίδαξεν, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν…». Άλλωστε, ο Χριστός διαβεβαίωσε τους Μαθητές του ότι θα είναι παρών στη ζωή της Εκκλησίας ως τη συντέλεια του κόσµου-«Μεθ’ υµών ειµί, πάσας τας ηµέρας της ζωής υµών έως της συντελείας του αιώνος». δ. Ο ποιητικός πλούτος του και πηγές του. Τώρα, µπορεί να είναι υπερβολικός ο αριθµός «χίλια» για τα Κοντάκια, που κατά το Συναξαριστή αποθησαύρισε ο Ρωµανός στη Μονή της Θεοτόκου, ωστόσο, σήµερα σώζονται λιγότερα από εκατό. Ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, πρ. Μητροπολίτης Λεοντοπόλεως τα ανεβάζει σε 335, δε χωρεί όµως αµφιβολία ότι η ποιητική του παραγωγή υπήρξε πολύ πιο µεγάλη, αφού ουσιαστικά δεν είχε αφήσει θέµα της Αγίας Γραφής ή Αγιολογικό, που να µην εξυµνήσει. Πιο συγκεκριµένα σήµερα σώζονται ακέραια και έχουν κατά καιρούς εκδοθεί, 34 Κοντάκια µε θέµα τη ζωή του Χριστού, 5 µε θέµα άλλα γεγονότα της Κ. ∆ιαθήκης, 7, µε θέµατα από την Π. ∆ιαθήκη, 12 µε άλλα θέµατα, και 23 µε θέµα την εξύµνηση διαφόρων Αγίων και Μαρτύρων. Μαζί 8


µε µερικά ακόµα που όµως δε σώζονται ακέραια, ο συνολικός αριθµός των Κοντακίων Ρωµανού του Μελωδού που γνωρίζουµε σήµερα είναι 89. Στον πιο πάνω πίνακα είναι λίαν ευδιάκριτο ότι τα Κοντάκια που αναφέρονται στη ζωή του Χριστού, και ευρύτερα καλύπτουν θέµατα από την Καινή κυρίως, και την Παλαιά ∆ιαθήκη είναι τα περισσότερα. Αγαπούσε και µελετούσε την Καινή ∆ιαθήκη, και από τις συνθέσεις του φαίνεται ότι την κατείχε πολύ καλά. Επί πλέον βιώνοντας την αίσθηση ότι διακονεί την Εκκλησία από ένα λίαν ευαίσθητο και ιδιαίτερα διεισδυτικό πνευµατικό χώρο, την ποίηση, ντυµένη µάλιστα µελωδικά, αξιοποίησε στο έπακρο το ποιητικό χάρισµα που του δόθηκε από την Παναγία θαυµατουργικά για να ενσταλάξει στις ψυχές των πιστών το µήνυµα του Ευαγγελίου που άκουγαν. Ο Ρωµανός δε γράφει ποίηση, ούτε για προσωπική ευχαρίστηση, ούτε γιατί του αρέσει να κάνει τέχνη, αλλά για να υµνήσει το Θεό. Προβάλλοντας το δικό του µήνυµα και πνεύµα, λειτουργεί ως στόµα και εξάγγελος του Χριστού στο πλήρωµα της Εκκλησίας, υποµνηµατίζει ποιητικά τη ζωή του Χριστού, των Αγίων του, και τις αλήθειες της πίστης. Τα Κοντάκιά του, χωρίς να χάνουν στο παραµικρό από πλευράς αισθητικής ή λογοτεχνικής αξίας, το αντίθετο µάλιστα, ουσιαστικά είναι ποιητικές οµιλίες ή ποιητικά κηρύγµατα εξόχως διδακτικά. Τα ανάλογα µπορούµε να πούµε και για τα Κοντάκια σε Αγιολογικά κείµενα, τα Συναξάρια, δηλαδή, όπου περιγραφή και λόγος προκαλούν σε άµεση κοινωνία. Εκείνο όµως που εκπλήσσει θαρρώ είναι ο θαυµάσιος τρόπος που ενσωµατώνει σ’ αυτά το πνεύµα και το µήνυµα των Πατέρων της Εκκλησίας, κάποτε αποδίδοντας αυτολεξεί ποιητικά αποσπάσµατα οµιλιών τους. Γιατί διάβαζε και γνώριζε τα γραπτά των έως τότε Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας ή ευρύτερα ονοµαστών εκκλησιαστικών συγγραφέων. «Από τη µέχρι σήµερα έρευνα των πηγών του Ρωµανού αποδεικνύεται ότι ο µεγάλος υµνογράφος γνώριζε και χρησιµοποιούσε το έργο… του Μ. Βασιλείου, του Γρηγορίου Νύσσης, του Γρηγορίου Ναζιανζηνού, του Ιωάννη του Χρυσόστοµου, του Μ. Αθανασίου, Γρηγορίου του Θαυµατουργού, Ευσεβίου Αλεξανδρείας, Κυρίλλου Ιεροσολύµων και Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιφανίου Κύπρου… Βασιλείου Σελευκείας, Εφραίµ του Σύρου και άλλων. Από όλους όµως τους παραπάνω Πατέρες ο Ρωµανός φαίνεται ότι έχει µεγαλύτερη εξοικείωση µε το έργο του Ιωάννη του Χρυσόστοµου και του Βασιλείου Σελευκείας»-Κ. Μητσάκης.. ∆εν µπαίνω στο θέµα του επιστηµονικού κοσκινίσµατος της γνησιότητας των σωζόµενων Κοντακίων του. Αναφέρω µόνο ότι ο Μητροπολίτης πρώην Λεοντοπόλεως Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, «όχι µόνο δεν αµφισβητούσε τη γνησιότητα των Κοντακίων που µας έχουν παραδοθεί ως έργα του Ρωµανού, αλλά και έτεινε να αποδώσει στο µεγάλο Υµνογράφο κάθε αξιόλογο ανώνυµο Κοντάκιο ή απόσπασµα Κοντακίου. Απέρριπτε κατηγορηµατικά τις επιφυλάξεις των άλλων ερευνητών για τη γνησιότητα και ενός µέρους ακόµη των ύµνων του Ρωµανού. «Μιµητές των έργων του Ρωµανού τόσον επιτήδειοι, γράφει, … ούτε υπήρξαν, ούτε είχαν συµφέρον να θυσιάσουν την ιδίαν αυτών αξίαν και προσωπικότητα χάριν του Ρωµανού». Ωστόσο, αν κρίνει κανείς από όσα γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Θεολόγος στον περίφηµο «Επιτάφιο στο Μ. Βασίλειο», κατά τα οποία πολλοί µετά ταύτα φτιασίδωναν ακόµα και την εξωτερική τους εµφάνιση, έτσι που να µοιάζουν κάπως µε τον κορυφαίο αυτό Πατέρα της Εκκλησίας, µπορεί και να µην είναι τόσο βάσιµη αυτή η θέση. «Από όλους τους σύγχρονους ερευνητές, εκείνος που ακολουθεί την πιο συντηρητική γραµµή στο ζήτηµα της νοθείας των ύµνων του Ρωµανού είναι ο Καθηγητής Ν. Τωµαδάκης. Κατ’ αυτόν, ‘η βαρύτης της συναξαριακής οµολογίας είναι αδιάσειστος. Νόθευσις των αγιολογικών ύµνων του Ρωµανού εις τόσην έκτασιν δεν ήτο δυνατόν να γίνει κατά το σύντοµο χρονικό διάστηµα κατά το οποίο οι ύµνοι διετέλεσαν ολόκληροι εις τα λειτουργικά βιβλία. ∆ια των συναξαρίων γνωρίζουµε ότι έγραψε ύµνους εις όλους τους αγίους του ενιαυτού, τούτο δε σηµαίνει ότι εκείνοι που αγιοποίησαν το Μελωδό, γνώριζαν κάλλιον ηµών το πράγµα, και ότι είναι ελαφρότης ασύγγνωστος η αθέτησις πάντων των αγιολογικών ύµνων του Ρωµανού δια δήθεν φιλολογικούς λόγους µη τελειότητος της µορφής, κατασκευής και ύφους»-Κ. Μητσάκης.

9


ΚΟΝΤΑΚΙΑ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩ∆ΟΥ ΣΕ ΛΟΓΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ Ι. «Ο ΛΟΓΟΣ ΕΓΙΝΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ» Στα τέσσερα Κοντάκια του Υµνογράφου-Ευαγγελισµός της Θεοτόκου, Γέννηση του Χριστού, Υπαπαντή και Βάπτιση-που εντάσσονται σ’ αυτό το Κεφάλαιο, βλέπει κανείς πόσο ανθρώπινα και ρεαλιστικά, και πόσο λιτά, διακριτικά, αλλά και ξεκάθαρα προσεγγίζει η Εκκλησία και µαρτυρεί τον 6ο αιώνα από αυτά, τα θαυµαστά, όσο και θαυµάσια, και υπερφυή, και σωτήρια γεγονότα, την Αλήθεια της. Έχουν προηγηθεί οι τέσσερις πρώτες εξόχως βασικές Οικουµενικές σύνοδοι, και η πίστη της, στην υπερφυσική σύλληψη του Χριστού, από τούτο στο Αειπάρθενο της Παναγίας Μητέρας, στη γέννησή του ως Θεανθρώπου, υµνούµενου από ουρανό και γη, που σφραγίζει την Αειπάρθενο Μητέρα και ως Θεοτόκο, στην υποταγή του ως ανθρώπου στους θρησκευτικούς κανόνες του λαού της χώρας στα όρια της οποίας γεννήθηκε, στην άβυσσο της ταπείνωσής του -Υπαπαντήκαι τέλος στην αποκαλυφθείσα ολοφάνερα πια Αγία Τριάδα -Βάπτιση- είναι σταθερή ! ……………………………………………………………………………………………… 2. Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ποιος Έλληνας ορθόδοξος δεν έχει ακούσει ή δεν έχει ψάλλει σιγαλά στη Χριστουγεννιάτικη Λειτουργία το Τροπάριο: «Η Παρθένος σήµερον τον Υπερούσιον τίκτει,- -και η γη το σπήλαιον τω Απροσίτω προσάγει.- -Άγγελοι µετά ποιµένων δοξολογούσι,- -µάγοι δε µετά αστέρος οδοιπορούσι.- ∆ι ηµάς γαρ εγεννήθη- -παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός». Έναν Ύµνο που µέσα σε έξι στίχους, πέρα από την πανοραµική αποτύπωση του πιο µεγάλου γεγονότος της ανθρώπινης ιστορίας, της Γέννησης του Χριστού-σπηλιά, άγγελοι, ποιµένες, αστέρι, µάγοι-δίνει διακριτικά, πλην µε απόλυτη πληρότητα, τη θεία φύση του-Υπερούσιος, Απρόσιτος, προ αιώνων Θεός-την από Παρθένο Μητέρα αναµάρτητη ανθρώπινη υπόσταση του-«παιδίον νέον»-και την αποστολή του-«δι ηµάς γαρ εγεννήθη»-που θα πει για τη σωτηρία µας. ∆εν ξέρω όµως πόσοι ορθόδοξοι γνωρίζουν ότι, το τροπάριο αυτό είναι µόνο το Προοίµιο του περίφηµου Κοντακίου Ρωµανού του Μελωδού στη «Γέννηση του Χριστού», ότι δηλαδή, το ακολουθούν ακόµα εικοσιτέσσερις Οίκοι. και όπως σηµειώθηκε είναι το πρώτο που συνέθεσε ο Όσιος Υµνογράφος, µόλις τη νύχτα των Χριστουγέννων τον ευλόγησε η Παναγία µε το ποιητικό χάρισµα. Το Κοντάκιο, λοιπόν, Ρωµανού του Μελωδού, «Στη Γέννηση του Χριστού», είναι ένα µεγάλο ποίηµα, από το οποίο σήµερα στην Εκκλησία έχει αποµείνει και ψάλλουµε µόνο το ανωτέρω Προοίµιο και κανέναν από τους Εικοσιτέσσερις Οίκους που το ακολουθούν, σχηµατίζοντας ως Ακροστιχίδα του τα εικοσιτέσσερα γράµµατα του Αλφάβητου. Ο λιτός, σχεδόν τηλεγραφικός, πλην πυκνός σε νόηµα τελευταίος στίχος του, «Παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός», που ως Εφύµνιο επαναλαµβάνεται σε όλους τους Οίκους, εκπέµπει το πιο σπουδαίο σήµα, και φυτεύει µε τέσσερις λέξεις στην ψυχή και του πιο απλού Χριστιανού, το καίριο και το όλο της Αλήθειας και πίστης της Εκκλησίας ότι, ο Χριστός είναι Θεός συνάµα και Άνθρωπος. Όπως έχει σηµειωθεί ήδη, το Κοντάκιο αυτό είναι το πρώτο που συνέθεσε ο Όσιος Υµνογράφος µόλις τη νύχτα εκείνη των Χριστουγέννων τον ευλόγησε η Παναγία µε ποιητικό χάρισµα, και αποτελεί το ευχαριστήριο αντίδωρό του στη Χάρη της. Πρόκειται για µια από τις πιο ωραίες συνθέσεις του, διακρινόµενη για τον άµεσο και ζωντανό διάλογο, τον ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο προβληµατισµό, την παραστατικότητα της εικόνας, τη σκηνική δοµή. Πρόκειται για «ποιητική σύνθεση υπό µορφήν δράµατος µετά σκηνών εναλλασσοµένων και διαδεχοµένων αλλήλας»-Π. Τρεµπέλας. Μέχρι το 12ο αιώνα το έψαλλαν ολόκληρο και στα ανάκτορα του Βυζαντίου κατά το επίσηµο γεύµα των Χριστουγέννων, ενωµένοι σε ένα οι δυο χοροί των ψαλτών, του ναού της του Θεού Σοφίας-«Αγιοσοφίτες»- και του ναού των Αγίων Αποστόλων-«Αποστολίτες».

10


Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ «Όταν γεννήθηκε ο Ιησούς στη Βηθλεέµ της Ιουδαίας, στα χρόνια του βασιλιά Ηρώδη, έφτασαν στα Ιεροσόλυµα σοφοί µάγοι από την Ανατολή και ρωτούσαν. «Πού είναι ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων. Είδαµε να ανατέλλει το άστρο του και ήρθαµε να τον προσκυνήσουµε». Όταν έµαθε το νέο ο Ηρώδη ταράχτηκε, και µαζί του όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύµων. Φώναξε, λοιπόν όλους στους αρχιερείς και τους γραµµατείς του λαού και ζήτησε να τον πληροφορήσουν πού θα γεννηθεί ο Μεσσίας. Κι αυτοί του είπαν. «Στη Βηθλεέµ της Ιουδαίας, γιατί έτσι γράφει ο προφήτης… Ο Ηρώδης κάλεσε τότε κρυφά του µάγους, κι έµαθε απ’ αυτούς από πότε ακριβώς φάνηκε το άστρο. Έπειτα τους έστειλε στη Βηθλεέµ λέγοντάς τους. Πηγαίνετε και ψάξτε καλά για το παιδί, και µόλις το βρείτε να µε ειδοποιήσετε για να έρθω κι εγώ να το προσκυνήσω». Οι µάγοι άκουσαν το βασιλιά κι έφυγαν. Μόλις ξεκίνησαν, ξαναφάνηκε το άστρο που είχαν δει ν’ ανατέλλει µε τη γέννηση του παιδιού, και προχωρούσε µπροστά τους. Τελικά ήρθε και στάθηκε πάνω από τον τόπο όπου βρισκόταν το παιδί. Χάρηκαν πάρα πολύ που είδαν ξανά το αστέρι. Όταν µπήκαν στο σπίτι, είδαν το παιδί µε τη µητέρα του, κι έπεσαν στη γη και το προσκύνησαν. Ύστερα άνοιξαν τους θησαυρούς τους και του πρόσφεραν δώρα, χρυσάφι, λιβάνι και σµύρνα. Ο Θεός όµως τους πρόσταξε στο όνειρό τους να µην ξαναγυρίσουν στον Ηρώδη, γι αυτό έφυγαν για την πατρίδα τους από άλλο δρόµο». Ματθαίου 2,1-12. Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι ο. «Η Παναγία Παρθένος σήµερα τον Υπερούσιο γεννάει,- -και η γη για κατάλυµα τη σπηλιά στον Απρόσιτο προσφέρει.- -Οι άγγελοι µε τους ποιµένες δοξολογούν το γεγονός- -και οι µάγοι οδοιπορούν µε το αστέρι οδηγό.- -Καθώς για χάρη µας γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. β. Ο ί κ ο ι. 1. Τον Παράδεισο άνοιξε η Βηθλεέµ, πάµε να δούµε.- -Κρυµµένη στη σπηλιά την Αλήθεια της ζωής να βρούµε,- -και παραδείσια απόλαυση να γευτούµε.- -Απότιστα φύτρωσε εκεί το δέντρο, που βλασταίνει συγχώρεση,- -και βρέθηκε το αχειροποίητο πηγάδι,- -απ’ όπου ο ∆αυίδ λαχταρούσε να πιει νερό.- -Εκεί η Παναγία Παρθένος το θείο Βρέφος γέννησε,- -και παρευθύς τη δίψα της ψυχής Αδάµ και ∆αυίδ έσβησε.- -Ας σπεύσουµε, λοιπόν, εκεί που γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 2. Της Μητέρας ο ∆ηµιουργός έγινε θεληµατικά δικός της Υιός.- -Ο Σωτήρας των βρεφών, πλάγιαζε στη φάτνη ως Βρέφος κι αυτός.- -Αυτόν προσπαθώντας η Γεννήτρα να καταλάβει, έλεγε:- -«Πώς σπάρθηκες µέσα µου, Παιδί µου, πώς φύτρωσες, πες.- -Σε κοιτάζω, Σπλάχνο µου, και µένω ν’ απορώ,- -σε γαλουχώ, µα δεν έχω νυµφευτεί,- -σε βλέπω στα σπάργανα, µα και την παρθενία µου άθικτη θωρώ.- -Τη διαφύλαξες Εσύ, που ευδόκησες να γεννηθείς,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ. 3. Ύψιστε Βασιλιά, ποια σχέση έχεις,- -µ’ αυτούς που πτώχευσαν ψυχικά;- -Ποιητή του ουρανού, στους χωµατένιους πώς έρχεσαι;- -Τη σπηλιά ν’ απολαύσεις αγάπησες, ή τη φάτνη επιθύµησες;- -Γιατί δικό µου να καταλύσεις ούτε δωµάτιο,- -δεν έχω η δούλη σου να σου προσφέρω.- -Τι λέω, ούτε δωµάτιο, ούτε σπηλιά, ξένη είναι κι αυτή.- -Στη Σάρα όταν γέννησε βρέφος, δόθηκε κλήρος τρανός,- -σ’ εµένα, ούτε τόπος φωλιάς µικρός.- -Για τούτο χρησιµοποίησα το άντρο αυτό,- -όπου θεληµατικά καταδέχτηκες να κατοικήσεις,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ». 4. Και ενώ µε το νου της τέτοια λόγια έλεγε,- -και Αυτόν που γνωρίζει και τα αφανέρωτα ικέτευε,- -ακούει πως Μάγοι ζητούν το βρέφος να δουν.- -«Ποιοι είσαστε», παρευθύς η κόρη τους ρωτά,- -κι εκείνοι της απαντούν µε αντίστοιχη ερώτηση:- -«Ποια, πράγµατι, είσαι εσύ, που γέννησες τέτοιο Παιδί;- -Ποιος ο πατέρας σου, η µητέρα σου ποια;- -Σε ρωτούµε, γιατί θωρούµε 11


πως Υιού χωρίς πατέρα,- -έγινες τροφός και µητέρα,- -Αυτού που µόλις το άστρο του είδαµε,- εννοήσαµε πως ήρθε στη γη,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 5. Αυτός που ο Βαλαάµ µας παρουσίασε,- -όταν παλιούς λόγους του προφητικούς µας εξήγησε,-λέγοντας πως µέλλεται άστρο να ανατείλει .- -Άστρο που θα σβήσει όλες τις µαντείες και οιωνοσκοπίες.- -Άστρο που τα διφορούµενα των φιλοσόφων θα καταργήσει.- -Άστρο ασύγκριτα πιο λαµπρό από όλα τα άστρα,- -σήµα και µήνυµα του Ποιητή όλων των άστρων καθαρό.- -Και ότι, καθώς έχει προφητευτεί, από τη γενιά του Ιακώβ θα γεννηθεί,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός». 6. Ως άκουσε η Μαριάµ αυτά τα παράξενα λόγια,- -έσκυψε και προσκύνησε των σπλάχνων της τον καρπό,- -και πληµµυρισµένη στο δάκρυ είπε.- - «Μεγάλα όσα έκανες, Παιδί µου, σ’ εµένα τη φτωχή.- -Να, έξω είναι οι Μάγοι και σε ζητούν,- -οι Βασιλιάδες της Ανατολής το πρόσωπό σου επιζητούν,- -οι εκλεκτοί του λαού σου να σε δουν παρακαλούν.- -Γιατί είναι όντως δικός σου λαός,- -αυτοί που τους γίνηκες γνωστός,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ. 7. Και αφού, Παιδί µου, είναι λαός σου,- -πρόσταξε να περάσουν στο σπιτικό σου,- -πλούσια φτώχεια και έντιµη πενία να δουν.- -Εσένα το καύχηµα και τη δόξα µου,- -Εσένα που µε κάνεις να µη νιώθω ντροπή,- -Εσένα, τη χάρη και αρχοντιά του φτωχικού µου.- - Νεύσε τους, λοιπόν, µέσα να περάσουν.- -Η ευτέλεια του χώρου καθόλου δε µ’ ενοχλεί,- -αφού στην αγκαλιά µου κρατώ Εσένα, τον ατίµητο θησαυρό,- -Αυτόν που ήρθαν οι Μάγοι να ιδούν,- -οι βασιλιάδες, που έµαθαν πως έχεις φανεί,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ». 8. Ιησούς ο Χριστός, ο αληθινός µας Θεός,- -άγγιζε τις σκέψεις της µητέρας του αφανώς.- -Και µε νεύµα, ‘πες να περάσουν, της µήνυσε,- -αυτοί που µε λόγο µου οδήγησα εδώ.- -Λόγος δικός µου φώτισε το νου αυτών που ζητούν να µε δουν.- -Άστρο έβλεπαν, βέβαια, αυτοί,- -µα ήταν κρυµµένη σ’ αυτό δύναµη αγγελική,- -της αποστολής µου διακονική, αυτή που τους Μάγους συνόδευσε.- -Και στέκει ακόµα και διακονεί,- -και δείχνει µε τις ακτίνες του πού έχει γεννηθεί,- το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός ! 9. Υποδέξου, λοιπόν, σεµνή, αυτούς που µε έχουν δεχτεί,- -και µε κρατούν στη δική τους ψυχή,- ωσάν σε δική σου αγκαλιά θερµή.- -Χωρίς από σένα να ξεµακρύνω ποσώς,- -ταξίδεψα και ήρθα µαζί τους εδώ».- -Ανοίγει αµέσως εκείνη τη θύρα,- -και υποδέχεται των Μάγων τη συντροφιά.- Ανοίγει τη θύρα, η απαραβίαστη Θύρα,- -η Πύλη που διάβηκε ο Χριστός µοναχά.- -Ανοίγει τη θύρα, η Θύρα που ανοίχτηκε,- -χωρίς να της κλαπεί µηδαµώς, της αγνότητας ο θησαυρός.- -Η Παναγία άνοιξε τη θύρα,- -από όπου πέρασε της σωτηρίας η Θύρα,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 10. Πέρασαν γρήγορα στο δωµάτιο οι Μάγοι,- -µα αντικρίζοντας το Χριστό ένιωσαν ταραχή,- καθώς πλάι στη µητέρα του στεκόταν ο µνηστήρας,- -και µουδιασµένοι από αυτό ρώτησαν:- «Εµείς ξέρουµε πως είναι Υιός πέρα και έξω από κάθε γενιά..- -Πώς όµως βλέπουµε, Παρθένε, εντός της οικίας σου- -αυτόν που έχεις µνηστευθεί;- -Γιατί ακόµα δεν έχει σταθεί αφορµή για κατηγόρια της εγκυµοσύνης σου,- -αυτή η συγκατοίκηση µε τον Ιωσήφ, φοβούµαστε- -πως αυτό δε θα αργήσει να επισυµβεί.- -Πάρα πολλοί σε φθονούν,- -και ψάχνουν µε κάθε τρόπο να βρουν, πώς γεννήθηκε,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός». 11. «Να σας εξηγήσω», απαντά στους Μάγους η Μαρία,- -«γιατί κρατώ στο σπίτι µου τον Ιωσήφ.- Για να ελέγχει όλων τις καταλαλιές !- -Είναι ο µόνος που µπορεί,- -όσα είδε και άκουσε για το παιδί µου, να εξηγήσει και να πει.- -Γιατί είδε άγγελο στ’ όνειρό του,- -που του εξήγησε επαρκώς της σύλληψης το τι και πώς.- -Ήταν προβληµατισµένος κι αυτός,- -µα πύρινα λαµπρή µορφή του διαλεύκανε τη νύχτα,- -αυτά που και ο ίδιος αισθανόταν να του ταράζουν το νου.- -Γι αυτό το λόγο µένει µαζί µου ο Ιωσήφ,- -για να βεβαιώνει και να µαρτυρεί πώς γεννήθηκε,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 12. Να εξηγεί σαν ρήτορας ίσια και καθαρά όλα όσα άκουσε.- -Να διαλαλεί περίτρανα όλα όσα- µε τα µάτια του στον ουρανό και τη γη είδε.- -Να λέει για τους ποιµένες, ότι οι χωµατένιοι αυτοί, µε τους πύρινα λαµπρούς αγγέλους ανυµνούσαν.- -Ότι σ’ εσάς τους Μάγους προπορευόταν- άστρο φωτοβόλο που έδειχνε το δρόµο.- -Γι αυτό βάλτε στο πλάι, όσα είπατε λίγο πριν,- -και εξιστορείστε µας τώρα όσα σας έχουν συµβεί.- -Από πού ήρθατε, και πώς καταλάβατε ότι ήρθε, φάνηκε,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός». 12


13. Μόλις τους ζήτησε η λαµπρή Μητέρα αυτά,- -τα λυχνάρια της Ανατολής απάντησαν και είπαν.- -«Ζητάς να µάθεις από πού ήρθαµε εδώ;- -Από τη χώρα των Χαλδαίων, όπου δεν οµολογούν ‘τον Κύριο, Θεό των θεών’.- -Από τη Βαβυλώνα, όπου δε γνωρίζουν,- -ποιος ο Ποιητής των κτισµάτων που προσκυνούν.- -Από κει ήρθε και µας πήρε του Παιδιού σου σπινθήρας,- -από την πυρολατρεία των Περσών.- -Και αφήσαµε εκεί την παµφάγο πυρά,- -και θωρούµε εδώ την πυρά που αναβλύζει θεία δροσιά,- -το νέο Παιδί, τον προαιώνιο Θεό. 14. Μάταια στο έπακρο είναι όλα.- -Κανένας µας όµως δεν το σκέφτεται αυτό.- -Άλλοι πλανούν, και άλλοι πλανιούνται.- -Για τούτο, Παρθένε, οφείλουµε στη γέννα σου ευχαριστίες,- -γιατί δεν µας λύτρωσε µόνο από την πλάνη,- -αλλά και από τη θλίψη, που βρήκαµε στις χώρες από όπου διαβήκαµε,- -από άσηµα έθνη µε άγνωστες γλώσσες,- -όταν γυρνώντας τη γη ερευνούσαµε,- -και µε οδηγό το λύχνο του άστρου,- -να βρούµε πασχίζαµε, πού γεννήθηκε, - - το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 15. Πάντα µε οδηγό το λύχνο του άστρου,- -ερευνήσαµε κάθε γωνιά της Ιερουσαλήµ,- ακολουθώντας ως ήταν επόµενο λόγους προφητών.- -Είχαµε ακούσει, πως είχε ορίσει ο Θεός να ερευνηθεί πρώτα αυτή.- -Και, µε το λύχνο του άστρου οδηγό την περιδιαβήκαµε όλη,- -θέλοντας να βρούµε τη µεγάλη ∆ιαθήκη του Θεού.- -Όµως δεν τη βρήκαµε δυστυχώς,- -γιατί από αυτήν είχε παρθεί η ιερή κιβωτός,- -µαζί µε όλα της τα καλά τα πρωτινά.- -‘Πέρασαν πια τα παλιά’, γιατί τα ανακαίνισε όλα,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός». 16. «Αλήθεια», λέει, στους πιστούς Μάγους η Μαριάµ,- -«περιοδεύσατε όλη την Ιερουσαλήµ, τη φονική αυτή πόλη των προφητών;- -Και πώς διαβήκατε χωρίς λύπες, αυτήν που τους πάντες φθονεί;- -Πώς την προσοχή του Ηρώδη διαφύγατε,- -αυτού που νόµους δε σέβεται, ούτε τηρεί,- παρά µόνο φόνους σχεδιάζει κι ενεργεί;»- -Και εκείνοι απαντούν σ’ αυτήν.- -«Από την προσοχή του, Παρθένε, δε διαφύγαµε,- -όµως µπορέσαµε και τον ξεγελάσαµε.- -Τους πάντες συναντήσαµε, και ρωτήσαµε, πού γεννήθηκε,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 17. Μόλις τους άκουσε η Θεοτόκος να λένε αυτά,- -πολύ ανήσυχη τους Μάγους ερωτά:- «Ηρώδης ο βασιλιάς και οι Φαρισαίοι τι σας ρώτησαν;»- -«Πρώτος ο Ηρώδης, και οι πρωτοστάτες του έθνους σου µετά,- -το χρόνο που εµφανίστηκε το άστρο,- -αυτό που βλέπουµε και τώρα δα,- θέλησαν να εξακριβώσουν από µας.- -Και αφού τον προσδιόρισαν πολύ καλά,- -έκαναν σαν να µην είχαν µάθει τίποτα,- -ούτε και έδειξαν πως θέλουν να δουν,- -Αυτόν για τον οποίο πολύ ενδιαφέρθηκαν να µάθουν,- -αφού όσοι ερευνούν οφείλουν και να δουν,- -το νέο Παιδί, τον προαιώνιο Θεό. 18. Μας περνούσαν για άµυαλους αυτοί οι ανόητοι,- -όµως µας ρωτούσαν συνεχώς και έλεγαν:- «Από πού ήρθατε, πότε, και πώς άγνωστους δρόµους διαβήκατε»;- -Κι εµείς τους ρωτούσαµε γι αυτό που καλά γνώριζαν.- -«Εσείς παλιά πώς πεζοπορήσατε, εκείνη τη µεγάλη έρηµο πώς διασχίσατε;- -Αυτός που οδήγησε όσους έφευγαν τότε από την Αίγυπτο,- -ο Ίδιος τώρα εµάς τους Χαλδαίους οδηγούσε στη Χάρη του,- -τότε µε πύρινη στήλη, ενώ τώρα µε το λύχνο του άστρου µας έδειχνε,- -πού είναι το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 19. Το αστέρι προπορευόταν παντού για χάρη µας,- -όπως για χάρη σας ο Μωυσής κρατώντας το ραβδί,- -και σκορπίζοντας φως της θεογνωσίας ολόγυρα.- -Παλιά µε το µάνα εσάς έθρεψε,- -και µε το νερό της πέτρας ξεδίψασε,- -και τη δική µας ψυχή µε ελπίδα πληµµύριζε,- -και µε τη χαρά της συνάντησής του µας έτρεφε.- -Έτσι να γυρίσουµε στην Περσία,- -εξ αιτίας των δύσβατων δρόµων που διαβαίναµε,- -καθόλου από το νου µας δεν πέρασε,- -γιατί ποθούσαµε να δούµε, προσκυνήσουµε, και δοξάσουµε,- -το νέο Παιδί, τον προαιώνιο Θεό». 20. Αυτά που οι Μάγοι απλάνευτοι έλεγαν,- -επικροτούσε η Σεµνή, και µε νεύµα το Βρέφος τα επισφράγιζε.- -Τηρώντας αµόλυντη της Παναγίας τη µήτρα µετά την κύηση,- -κρατώντας ακούραστο των Μάγων το νου µετά την έλευση,- -όπως στην πεζοπορία πρωτύτερα.- -Κανένας τους καθόλου δεν ένιωσε κούραση,- -όπως ο Αββακούµ δεν κουράστηκε, όταν το ∆ανιήλ επισκέφτηκε.- -Αυτός που εµφανίστηκε τότε στους προφήτες τότε,- - ο Ίδιος φανερώθηκε στους Μάγους τώρα,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός. 21. Ύστερα από αυτή του την εξιστόρηση,- -πήραν οι Μάγοι στα χέρια τα δώρα τους,- -το πιο πολύτιµο από κάθε δώρο, ∆ώρο,- -και πιο ανώτερο από κάθε µύρο, Μύρο, προσκύνησαν.- Χρυσάφι, και σµύρνα, και λιβάνι στο Χριστό πρόσφεραν,- -και τα εξής λόγια του απηύθυναν:- «∆έξου δώρα από ύλες τρεις,- -σαν τον τρισάγιο ύµνο των Σεραφείµ.- -Μην τα καταφρονήσεις, 13


σαν εκείνα του Κάιν,- -δέξου τα στην Αγάπη σου, όπως την προσφορά του Άβελ,- -µε τις πρεσβείες Αυτής, που για τη σωτηρία µας σε γέννησε,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ». 22. Θωρώντας η Αµώµητη νέα και χρήσιµα δώρα,- -να κρατούν οι Μάγοι στα χέρια τους,- -και να προσκυνούν το νεογέννητο Χριστό,- -το αστέρι να φωτίζει, και τους ποιµένες να υµνούν,- -ικέτευε τον Κτίστη και Κύριο των όλων και έλεγε.- -«Τρία δώρα, Παιδί µου, δέχτηκες,- -τρεις αιτήσεις Αυτής που σε γέννησε, ικανοποίησε.- -Εύκρατους ανέµους, και καιρούς ειρηνικούς δώρισε στη γη,- -όλους τους κατοίκους της συγχώρεσε και σώσε,- -αυτή τη θερµή µου παράκληση εισάκουσε,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ. 23. ∆εν είµαι µόνο η Μητέρα σου, Εύσπλαχνε Σωτήρα.- -Ούτε είναι τυχαίο που Εσένα γαλουχώ, του γάλακτος το Χορηγό.- -Είµαι ταγµένη να σε παρακαλώ για όλους θερµά.- -Εσύ µε ανέδειξες στόµα και καύχηµα του γένους µου. - -Εµένα έχει η οικουµένη σου σκέπη κραταιά, τείχος και στήριγµα.- -Σ’ Εµένα στρέφουν το βλέµµα, όσοι διώχτηκαν από τη χαρά του Παράδεισου,- -σ’ Εµένα που γέννησα της επιστροφής τους τον Αίτιο,- -και κάνω να νιώσουν όλα τα αγαθά που τους έφερες,- -Νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ. 24. Σώσε τον κόσµο, Σωτήρα, καθώς ήρθες γι αυτό το σκοπό.- -Στερέωσε όσα αναφέρονται στην Αλήθεια σου,- -καθώς γι αυτό σ’ Εµένα, στους Μάγους, και σε όλη την κτίση έλαµψες.- -Ιδού, οι Μάγοι, που το φως του Προσώπου σου τους φανέρωσες,- -σε προσκυνούν και σου προσφέρουν χρήσιµα δώρα, πολύ καλά, και αναγκαία.- -∆ώρα που έχω ανάγκη πολλή, γιατί µέλλω να καταφύγω στην Αίγυπτο,- -µ’ Εσένα και για Σένα, οφείλω να πάω εκεί,- -Οδηγέ µου, Υιέ µου, Ποιητή µου, Λυτρωτή µου,- - Νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ».

Γ. Επίµετρο για προεκτάσεις. Θαυµάσια, αλλά και απερίφραστα ειλικρινής η κατάθεση του ανθρώπινου προβληµατισµού για το θαύµα της Ενανθρώπισης του Υιού και Λόγου του Θεού από τα χείλη της Θεοτόκου: «Πώς σπάρθηκες µέσα µου, Παιδί µου, πώς φύτρωσες, πες.- -Σε κοιτάζω, Σπλάχνο µου, και µένω ν’ απορώ,- -σε γαλουχώ, µα δεν έχω νυµφευτεί,- -σε βλέπω στα σπάργανα, µα και την παρθενία µου άθικτη θωρώ» Κι από κοντά, λιτές και ουσιαστικές οι θεολογικές αναγωγές: «Τη διαφύλαξες Εσύ, που ευδόκησες να γεννηθείς,- -Νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ». Μέσα σε δυο τρεις στίχους, ορατή ρεαλιστικά η άκρα ταπείνωση του Προαιώνιου Θεού: «Της Μητέρας ο ∆ηµιουργός έγινε θεληµατικά δικός της Υιός», και, «Τη σπηλιά ν’ απολαύσεις αγάπησες, ή τη φάτνη επιθύµησες;- -Γιατί δικό µου, ούτε δωµάτιο να καταλύσεις,- -η δούλη σου δεν έχω να σου προσφέρω.- -Τι λέω, ούτε δωµάτιο, ούτε σπηλιά, ξένη είναι κι αυτή.- - Για τούτο χρησιµοποίησα το άντρο αυτό,- -όπου θεληµατικά καταδέχτηκες να κατοικήσεις». Και παράλληλα, το αβυσσαλέο άλµα αγάπης του για τον άνθρωπο: «Ύψιστε Βασιλιά, ποια σχέση έχεις,- -µ’ αυτούς που πτώχευσαν ψυχικά;- -Ποιητή του ουρανού, ανάµεσα στους χωµατένιους πώς έρχεσαι»; Τι να πει κανείς τώρα για κείνα τα υπέροχα: «Ανοίγει τη θύρα, η απαραβίαστη Θύρα,- -η Πύλη που διάβηκε ο Χριστός µοναχά.- -Ανοίγει τη θύρα, η Θύρα που ανοίχτηκε,- -χωρίς να της κλαπεί µηδαµώς, της αγνότητας ο θησαυρός.- -Η Παναγία άνοιξε τη θύρα,- -απ’ όπου πέρασε της σωτηρίας η Θύρα,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός». Όπου µε όχηµα τη θύρα του δωµατίου περνάει στην ψυχή του πιστού την Παρθένο Μαρία ως τη «Θύρα» και «Πύλη» από την οποία γεννήθηκε υπερφυσικά, «χωρίς να της κλαπεί µηδαµώς της αγνότητας ο θησαυρός», και ήρθε στον κόσµο «της σωτηρίας η Θύρα», τουτέστιν, ο Χριστός. Χωρίς ποµπώδεις εκφράσεις, απλά, εντελώς φυσικά περνάει ωραία µε αυτά και µε άλλα βασικές Αλήθειες της Εκκλησίας, όπως ότι η Παρθένος Μαρία είναι «Αειπάρθενος, Θεοτόκος, Μεγάλη Μητέρα, Μεσίτρια της σωτηρίας των ανθρώπων και όλης της κτίσης», όπως δείχνει ο 23ος Οίκος. Πράγµατα που επικυρώνονται αµέσως στον 24ο Οίκο-µε τη θερµή προσευχή της Παναγίας για τη σωτηρία του κόσµου. «Σώσε, Σωτήρα, τον κόσµο, καθώς ήρθες γι αυτό το σκοπό…». Οίκο στον οποίο όµως δεν πρέπει να θεωρηθεί τυχαίο ότι ο Υµνογράφος µ’ εκείνα τα, «Οδηγέ µου, Υιέ µου, Ποιητή µου», και ιδιαίτερα, «Λυτρωτή µου», που βάζει στα χείλη της Παναγίας Θεοτόκου Μαρίας, δεν παραλείπει να επισηµάνει ότι, παρά την ύψιστη τιµή να γίνει η Μητέρα του Θεού, ως άνθρωπος έχει κι εκείνη λυτρωθεί από το Χριστό. Τόσο ωραία, λοιπόν µας παραπέµπει και εδώ στη µεγάλη 14


αρετή της ταπείνωσης, που διακρίνει την Παναγία µετά από εκείνη του Ευαγγελισµού: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό µοι κατά το ρήµα σου». ………………………………………………………………………………………………………..

ΙΙ. Η ΚΑΙΝΗ ∆Ι∆ΑΧΗ ΚΑΙ ΤΑ «ΣΗΜΕΙΑ» Στο τµήµα αυτό περιλαµβάνονται κάποια από τα διασωθέντα Κοντάκια Ρωµανού του Μελωδού sε θέµατα σχετικά µε τη διδασκαλία και τα θαύµατα µε τα οποία εγκαινιάζει ο Χριστός τη νέα Κοινωνία της Αγάπης. Πιο συγκεκριµένα, τρία Κοντάκια αφιερωµένα σε ισάριθµες Παραβολές του Κυρίου, ενδεικτικές του εντελώς άλλου µηνύµατος που κοµίζει και πέντε σε ισάριθµα θαύµατα, αποκαλυπτικά της θείας του δύναµης. 1. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ. Στην «Καινή ∆ιδαχή» της αγάπης και προς τους εχθρούς, που δίδαξε ο Κύριος παραστατικά από την Παραβολή του «Καλού Σαµαρείτη», προφανώς δεν έχει διασωθεί Κοντάκιο Ρωµανού του Μελωδού. Έχει όµως διασωθεί στην Παραβολή του «Ασώτου Υιού» και εκείνη του «Πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου», που µας ανοίγουν στον απέραντο ορίζοντα της αγάπης µε την οποία ο Θεός δέχεται τον όσο βαριά αµαρτωλό που µετανοεί, και αντίστοιχα της αξίας που έχει η έµπρακτη αγάπη του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, και της πρωταρχικής σηµασίας που δίνει στην άσκησή της ο Θεός. Μπορούµε λοιπόν να ξεκινήσουµε από το Κοντάκιο στην Παραβολή του «Ασώτου Υιού», που αναδείχνει την άβυσσο της αγάπης του Θεού για τον αµαρτωλό άνθρωπο, σηµειώνοντας πρώτα ότι απαρτίζεται από, ∆υο Προοίµια, και Είκοσι ∆ύο Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση, «∆έησις και ταύτη η του Ρωµανού», και ως Εφύµνιο το στίχο, «ο των αιώνων ∆εσπότης και Κύριος». Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ «Κάποιος άνθρωπος είχε δυο γιους. Ο µικρότερος απ’ αυτούς είπε στον πατέρα του: «Πατέρα δώσε µου το µερίδιο της περιουσίας που µου αναλογεί». Κι εκείνος τους µοίρασε την περιουσία. Ύστερα από µερικές µέρες ο µικρότερος γιος τα µάζεψε όλα και έφυγε σε χώρα µακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει µεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε, λοιπόν, και έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σηµείο να θέλει να χορτάσει µε τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: «Πόσοι εργάτες του πατέρα µου έχουν περίσσιο ψωµί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας ! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα µου, και θα του πω: ‘Πατέρα, αµάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα. ∆εν είµαι άξιος να λέγοµαι πια γιος σου. Κάνε µε σαν ένα από τους εργάτες σου’. Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του. Ενώ ήταν ακόµα µακριά τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά, και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του, του είπε: «Πατέρα, αµάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα και δεν αξίζω να λέγοµαι παιδί σου». Ο πατέρας όµως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: «Βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον. Φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήµατα. Φέρτε το σιτευτό µοσχάρι και σφάξτε το να φάµε και να ευφρανθούµε, γιατί αυτός ο γιος µου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαµένος και βρέθηκε». Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται. Ο µεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στα χωράφια. Και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε µουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να µάθει τι συµβαίνει. Εκείνος του είπε: «Γύρισε ο αδερφός σου και ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό µοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός». Αυτός τότε θύµωσε και δεν ήθελε να µπει µέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όµως του αποκρίθηκε: «Εγώ τόσα χρόνια σου δουλεύω και ποτέ δεν παράκουσα καµιά εντολή σου. Κι όµως σ’ εµένα ποτέ δεν έδωσε ένα κατσίκι για να ευφρανθώ µε τους φίλους µου. Όταν όµως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου µε πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό µοσχάρι». Κι ο πατέρας του απάντησε: «Παιδί µου, εσύ 15


είσαι πάντοτε µαζί µου, κι ό,τι είναι δικό µου, είναι και δικό σου Έπρεπε όµως να ευφρανθούµε και να χαρούµε, γιατί ο αδερφός σου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαµένος και βρέθηκε». Λουκά 15,11-32. Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι α. Αξίζει να προσεχθεί ότι και στα δυο Προοίµια ο Υµνογράφος τοποθετεί στη θέση του Ασώτου Υιού κάθε χριστιανό να οµολογεί και να λέει: 1. Στη ζωή του άσωτου γιου µε αµαρτωλές πράξεις ανοίχτηκα,- -µετανοώ όµως, όπως εκείνος, Κύριε,- -και στην Αγάπη σου καταφεύγω ζητώντας συγχώρεση.- -Μη µε καταφρονήσεις, ∆ηµιουργέ του κόσµου και Κύριε. 2. Αθάνατε Βασιλιά, αξίωσέ µε να παρακαθίσω- -στο ∆είπνο σου, ο κριµατισµένος και άσωτος.-Την πρωτινή στολής της Χάρης σου,- -που κατασπίλωσα µε κηλίδες παθών ο ταλαίπωρος,- δώρισέ µου και πάλι µε την άπειρη ευσπλαχνία σου,- -∆ηµιουργέ του κόσµου και Κύριε. β.

Ο ί κ ο ι.

1. Όλοι στο ∆είπνο το στολισµένο λαµπρά ας προσέλθουµε,- -σ’ αυτό που για κάθε πρώην άσωτο, µα τώρα σωφρονισµένο ετοιµάστηκε.- -Σ’ αυτό που ο Πατέρας του, και όλων των ανθρώπων Πατέρας,- -ως Φιλάνθρωπος κάθε µετανιωµένο δέχεται.- -Και χαρούµενος που µετάνιωσε, λέει στους δούλους του.- -:«Σπεύσετε να µας ετοιµάσετε το Πανάγιο ∆είπνο.- -Τρέξτε να θυσιάσετε τον παρθένο Μόσχο,- -Αυτόν που Παρθένα ∆αµάλα γέννησε,- -καθώς ο µέχρι πριν λίγο χαµένος γιος µου, βρέθηκε.- -Και ελάτε να φάµε και να ευφρανθούµε,- -γιατί ήταν νεκρός και αναστήθηκε,- -και του άνοιξα τη σπλαχνική αγκαλιά µου,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος». 2. Στο ∆είπνο αυτό ας νοιαστούµε να µετάσχουµε,- -µε το Θεό Πατέρα ν’ αξιωθούµε να ευφρανθούµε,- -µε το Βασιλιά των αγγέλων να συν-εστιαστούµε.- -Προσφέρει τον Άρτο που παρέχει µακαριότητα,- -και για ποτό το Αίµα του, που ατελεύτητη και άφθαρτη ζωή χαρίζει,- -ενώ οι άγγελοί του παραστέκονται.- -Να, κάθισε κιόλας στο τραπέζι πρώτος ο Χριστός,- -και προέτρεψε να κάνουν το ίδιο οι Πατριάρχες,- -οι Προφήτες και οι Απόστολοι, και των Μαρτύρων ο χορός.- -Και πλάι του ο άσωτος γιος να καθίσει έβαλε,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 3. Όµως, ποια είναι αυτή η συνεστίαση;- -Ας µελετήσουµε πρώτα το ∆είπνο, για το οποίο µας οµιλεί το Ευαγγέλιο,- -για να νιώσουµε ευφροσύνη πνευµατική.- -Αναφέρω, λοιπόν, τα βασικά της Παραβολής του Ασώτου Υιού,- -αυτού που πρώτα από τη Χάρη γυµνώθηκε,- -και όταν όλη την περιουσία του σπατάλησε,- -έτρεξε θρηνώντας και κλαίγοντας στον πατέρα του,- -και είπε καθαρά και οµολόγησε:- - «Ανάρτησα, Πατέρα µου».- -Και ως τον είδε όντα ακόµα µακριά, Αυτός που τα πάντα βλέπει,- -έτρεξε, και υποδέχτηκε, και αγκάλιασε,- -και φίλησε ολόθερµα τον επιστρέφοντα αµαρτωλό.- -Γιατί καθώς είναι ο Θεός των µετανοούντων,- -συγχώρεσε ως Εύσπλαχνος τον κριµατισµένο του γιο,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 4. Και ως είδε ο Σωτήρας των όλων,- -το γιο του να φορεί ολότελα ρυπαρή στολή,- -από τα βάθη της ψυχής του τον σπλαχνίστηκε.- -Και, παρευθύς προστάζει στους δούλους και υπηρέτες του:- «∆ώστε αµέσως στο τέκνο µου την πρωτινή στολή,- -αυτήν που η κολυµπήθρα υφαίνει για όλους,- -φορέστε του αυτήν που η Χάρη του Αγίου Πνεύµατος ετοιµάζει.- -Πώς ήταν ντυµένος αυτός θυµηθείτε,- -και πώς ο εχθρός τον απογύµνωσε και εξευτέλισε,- -χτυπώντας φθονερά µε όλους τους δαίµονες,- -σύµπασας της γης το βασιλιά,- -γι αυτόν που όλο τον κόσµο εποίησα και κόσµησα,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 5. Τον είδα που είναι κουρελής, µα δε στέργω να τον καταφρονήσω,- -ούτε αντέχω να βλέπω τη θεϊκή εικόνα σ’ αυτή την κατάσταση.- -Είναι και δική µου ντροπή του παιδιού µου το όνειδος,- όπως και δόξα δική µου θεωρώ του τέκνου µου τη δόξα.- -Βιαστείτε δούλοι και υπηρέτες µου,- την πρωτινή οµορφιά να δώσετε πάλι στα µέλη του,- -γιατί µου είναι λίαν αγαπητά όλα τα µέλη του.- -Άπρεπο θεωρώ αφρόντιστος κι απεριποίητος να φαίνεται,- -αυτός που µετανιωµένος σ’ 16


Εµένα πρόστρεξε,- -και αξιώθηκε αµέσως της συγγνώµης µου.- -Ντύστε τον µε τη στολή της Χάρης µου, όπως πρόσταξα,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 6. Για να είναι ως πρέπει παιδί µου στην κτίση σεβαστό,- -στολίστε του το χέρι µε το δαχτυλίδι,-που τη σφραγίδα της αδιαίρετης Τριάδας φέρει,- -για να τον φρουρεί τώρα που σ’ Αυτήν κατέφυγε.- -Να δείχνει αυτή τη σφραγίδα, και να φαίνεται από µακριά,- -πως είναι δικός µου, του Βασιλιά των όλων γιος.- -Οι εχθροί του να τον αναγνωρίζουν,- -οι δαίµονες να τον βλέπουν και να τροµάζουν,- -και να µην µπορεί να τον πλησιάσει ο υπερόπτης ∆ιάβολος πια.- -Τόπο να µη βρίσκει να σταθεί, µόλις τη σφραγίδα µου θα βλέπει,- -αυτήν που παρέχω ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 7. Ανασφάλιστα δε θα αφήσω ούτε τα πόδια του.- -Η πρόνοιά µου δε θέλει να µείνουν γυµνά αυτά.- -Φορέστε αµέσως υποδήµατα στα πόδια του,- -µήπως πάλι το φίδι το πονηρό και δόλιο βρει,- -την πτέρνα του παιδιού µου γυµνή,- -και µε την τόση κακία που τον διακρίνει,- -ο παµπόνηρος δαίµονας τον πράο επιβουλευτεί.- -Με αυτό τον τρόπο δίνω στο γιο µου τη δύναµη,-το δράκοντα ως αδύνατο να µπορεί να καταπατεί,- -άφοβα πάνω σε φίδια και σκορπιούς να περιπατεί,- -και να πορεύεται στον παράδεισο, που έχω φυτέψει,- - ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 8. Τέλος χάριν αυτού που έφταιξε, µα µετάνιωσε,- -θυσιάστε το Μόσχο τον παρθένο, όπως πρόσταξα,- -τον Υιό της Παρθένου, που από ζυγό αµαρτίας δε δαµάστηκε,- -πρόθυµα αυτούς που τον σέρνουν για θυσία ακολουθεί,- -και ούτε αντιστέκεται, ούτε επαναστατεί,- -µόνο κλίνει τον αυχένα ταπεινά σ’ αυτούς που να τον θυσιάσουν επείγονται.- -Εµπρός, λοιπόν, θυσιάστε το Ζωοδότη,- -Αυτόν που θυσιάζεται, µα δε νεκρώνεται,- -Αυτόν που ζωοποιεί όσους είναι στον Άδη,- -για να φάµε και να ευφρανθούµε.- -Γιατί, ως προείπα, ήταν νεκρός, και ξανάζησε αυτός που ελέησα,- -ως ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 9. Ιερείς, δούλοι µου πιστοί, θυσιάστε τώρα το Μόσχο αυτό.- -Και δώστε να κοινωνήσουν όλοι οι άξιοι του ∆είπνου µου,- -Αυτόν τον άσπιλο Μόσχο, τον κατά πάντα καθαρό,- -Αυτόν που σιτεύτηκε στο άσπορο χωράφι που έπλασε.- -∆ώστε επίσης σε όσους τον πιστεύουν το τίµιο πιοτό,- -το άγιο Αίµα του µε το Νερό που από την Πλευρά του πηγάζει.- -Κοινωνείτε όλοι πάντοτε Αυτόν, που σε κοµµάτια κόβεται, µα δεν κοµµατιάζεται,- -ούτε διαµελίζεται, ούτε καταναλώνεται,- -αλλά χορταίνει τους πάντες στους αιώνες των αιώνων,- -καθώς προσφέρεται ως έδεσµα Πανάγιο ο Φιλάνθρωπος,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 10. Σε όλη την οµήγυρη των καλεσµένων που δειπνούσε,- -είχε ευφρανθεί, και το θείο ύµνο µελωδούσε,- -πρώτος από τους παρόντες ο Πατέρας αρχίζει να οµιλεί και να λέει:- - «Γευθείτε και δείτε ότι είµαι ο Χριστός».- -Ο πρωτοψάλτης µετά χτυπάει τις χορδές της κιθάρας - -και ψάλλει µε γλυκύτατη φωνή:- -«Προσαγάγετε µε προσοχή και βαθύ σεβασµό- -στο Πανάγιο Θυσιαστήριο τα άχραντα κι ευλογηµένα Άγια,- -και τελέστε του θείου Μόσχου την Αναφορά».- -Κι ακούγεται η περίλαµπρη φωνή του Παύλου µετά:- -«Για το δικό µας Πάσχα(πέρασµα από το θάνατο στη ζωή)θυσιάστηκε ο Ιησούς ο Χριστός»,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 11. Μόλις που είδαν οι άγγελοι τους ιερείς και τους πιστούς- -να επιτελούν το ∆είπνο, να ευφραίνονται,- -και να ψάλλουν µελωδικά, ζήλεψαν- -και παρευθύς τη δική τους υµνωδία άρχισαν.- -Την υµνωδία τους, που ακούµε να λέει:- -«Άγιος είσαι Πατέρα που ευδόκησες,- -να σφαγιαστεί και τώρα ο Μόσχος ο άµωµος.- -Άγιος και ο Υιός σου, ο Μόσχος ο άσπιλος, που εκούσια θυσιάζεται,- -και µε τη Χάρη του αγιάζει όσους βαπτίζονται.- -Άγιο και το Πνεύµα το Άγιο, που σε όσους πιστεύουν, δωρίζει,- - ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 12. Όµως ο µεγάλος του γιος αγνοούσε όλα αυτά παντελώς,- -γιατί τύχαινε να εργάζεται και τη µέρα αυτή στα χωράφια.- -Κι όταν επιστρέφοντας άκουσε τραγούδια και µουσική- -στέλνει και φωνάζει έναν υπηρέτη,- -και να τον πληροφορήσει απαιτεί:- -«Πες µου αµέσως, του λέει, τι σηµαίνουν όλα αυτά. -Στην ακοή µου φτάνει παράξενη µουσική µεγάλου πανηγυριού.- -Πες µου, τι ακριβώς συµβαίνει, και τι γίνεται;- -Πες µου αµέσως, ποιος τα µυστήρια που ανήκουν σ’ εµένα,- -και όλο της θείας θυσίας το θησαυρό,- -µοιράζει σε άλλους την ώρα που απουσιάζω εγώ;-Μήπως δωρεές πάλι ο Πατέρας µου κάνει,- - ως ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος»; 13. Και ο υπηρέτης που ρωτήθηκε, είπε το σπουδαίο νέο:- -«Ο πιο µικρός σου αδελφός στο σπίτι γύρισε,- -και ο Πατέρας σου ευφράνθηκε, που τον ξαναβρήκε.- -Για να χαρεί, λοιπόν, που ζωντανό τον υποδέχτηκε,- -θυσίασε το πιο σιτεµένο µοσχάρι,- -και προσκάλεσε τους φίλους και 17


γνωστούς του σε δείπνο».- -Έξαλλος εκείνος µόλις που αυτά άκουσε,- -αρνιόταν να παραστεί στης χαράς το ∆είπνο,- -και οργισµένος πολύ γι αυτό που γινόταν, έλεγε.- -«∆εν πρόκειται ούτε να µπω, ούτε και να δω όσα οργάνωσε,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 14. Την άπειρη ευσπλαχνία του µας αποκαλύπτει- -ο Χριστός µε αυτή την παραβολή,- -την άµετρη συγκατάβαση στις αδυναµίες όλων,- -µια συγκατάβαση που φαίνεται να σκανδαλίζει τους ενάρετους.- -Ας προσέξουµε όµως καλύτερα, πώς στέκεται- -και τον παρακαλεί Αυτός, ο γεννήτορας και των δυο,- -ο Πλάστης και Κύριος των πάντων,- -ο Θεός, που αγαπά και θέλει όλοι να σωθούν.- -Ανείπωτη κι ανέκφραστη µε λόγια η ευσπλαχνία σου,- -Φιλάνθρωπε, για όσους θέλουν να σωθούν.- -∆εν παύεις να ικανοποιείς τους ενάρετους,- -και να καλείς να γυρίσουν οι αµαρτωλοί,- -και όταν επιστρέφουν να τους δέχεσαι.- -Έτσι καλύπτεις και τον ενάρετο, και περισώζεις τον άλλο,- -ως ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 15. Τον πεσµένο στην αµαρτία γιο του σήκωσε,- - ο Εύσπλαχνος απλώνοντας το δεξί χέρι του,- και ανάλογα υποστήριξε τον άλλο που στεκόταν καλά.- -Τον καταπεσµένο ανόρθωσε µε την άπειρη αγάπη του- -και αυτόν που στεκόταν, διόλου δεν άφησε να πέσει.- -Πλουτίζει σε αρετή τον πάµφτωχο,- -και δεν αφήνει να πτωχεύσει ο πνευµατικά πλούσιος,- -όλους και θέλει και φροντίζει να σώζει.- -Ελάτε όµως να µάθουµε, τι στον Πατέρα- -φθεγγόταν ο µεγάλος του γιος, και αρνιόταν- -να παραστεί στο ∆είπνο της χαράς,- -και γιατί µε αυτό που γινόταν είχε οργιστεί,- -και πώς επέµενε ο Πατέρας να τον παρακαλεί,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 16. Τούτα τα λόγια αγανακτισµένος ο γιος στον Πατέρα έλεγε:- -«Χρόνια πάρα πολλά υπακούω στη δική σου βούληση,- -και τις εντολές σου εφαρµόζω πάντα πιστά.- -Και καµιά σου εντολή στο παραµικρό δεν έχω παραβεί.- -Και γνωρίζεις πολύ καλά, πόσο αληθινό είναι αυτό,- -και από το στόµα µου παράπονο, δεν έχω βγάλει.- -Και για όλο τον κόπο µου αυτό, σε µένα το τέκνο σου,- µήτε κατσικάκι δεν έδωσες ποτέ.- -Ταλαιπωρούµαι στις ερηµιές συνεχώς,- -τη ζωή µου µε στερήσεις και κακουχίες περνώ,- -τα καλοκαίρια κάτω από λιοπύρι το πιο πολύ,- -και τους χειµώνες κάτω από βροχή, κρύο και χιόνια,- -για να ευχαριστήσω Εσένα, το ∆υνατό.- -Και έρχοµαι σήµερα εδώ και βλέπω ότι,- -τον άσωτο γιο σου, που γύρισε, έβαλες πάνω από µένα,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 17. Με το που είδες το γιο σου, που κατασπατάλησε- -την πλούσια κληρονοµιά του σε απολαύσεις πορνικές,- -το πιο σιτεµένο µοσχάρι έσφαξες παρευθύς.- -Νοµίζω πως έπρεπε πρώτα µε κάποιο τρόπο να τον µεµφθείς,- -και να τον ελέγξεις, για να µην πω, να του γυρίσεις αλλού το πρόσωπο.- -Εσύ όµως έσπευσες αµέσως και τον δέχτηκες,- -και µε το πλούσιο έλεός σου τον κάλυψες.- -Εσύ πρώτος τον αγκάλιασες, και µε τη στολή σου τον κόσµησες.- -Του ’δωσες πάλι την τιµή µε το δαχτυλίδι γιος σου να είναι,- -µε τα υποδήµατα που τα παιδιά σου φορούν, καλά τον στέριωσες.- -Και, για τη µεγάλη χαρά και ευχαρίστηση παρέθεσες το ∆είπνο αυτό,- -όπου όλους τους φίλους και γνωστούς σου κάλεσες.- -Τέτοιες τιµές επιδαψίλευσες σ’ αυτόν που πρώτα έφταιξε,- -και ύστερα να γυρίσει θυµήθηκε,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 18. Ως άκουσε ο Πατέρας τα λόγια του τέκνου του αυτά,- -έσπευσε και του είπε µε ηρεµία και πραότητα: -«Άκουσε τι θα σου απαντήσω, παρακαλώ, προσεκτικά.- -Εσύ έµεινες κοντά µου, και µακριά µου δεν πήγες ποτέ.- -Από την Εκκλησία δεν αποµακρύνθηκες.- -Πλάι µου στέκεις κάθε ώρα και στιγµή,- -µε όλους µου τους αγγέλους µαζί.- -Αυτός όµως τώρα καταντροπιασµένος γύρισε,- -γυµνός, αγνώριστος στη µορφή, και µου φώναζε:- -‘Συγχώρα µε, Πατέρα µου, έχω αµαρτήσει, το οµολογώ.- -Εγώ που σε παράκουσα, στα γόνατα πέφτω,- -και σε καθικετεύω να µε προσλάβεις απλό εργάτη σου µοναχά,- -και να µου δώσεις ψωµί για να ζήσω, Φιλάνθρωπε,- ∆ηµιουργέ του κόσµου και Κύριε’. 19. ∆ικός σου αδελφός είναι αυτός που έκραζε:- - «Πατέρα µου Άγιε, σώσε µε».- -Τι έπρεπε να κάνω ακούγοντας το πονεµένο κλάµα του;- -Πώς µπορούσα να αρνηθώ να ελεήσω και να σώσω,-το γιο µου που θρηνούσε και έκλαιγε µε δάκρυ πικρό;- -Κρίνε το µόνος σου, παρακαλώ, εσύ που µε κατηγορείς.- -Σε καλώ να µε δικάσεις, τέκνο µου,- -εσύ που µε κατηγορείς, να µου γίνεις δίκαιος δικαστής.- -Να λάβεις υπόψη σου, βέβαια, ότι νιώθω µεγάλη χαρά- -κάθε φορά που δείχνω τη φιλανθρωπία µου.- -Πώς µπορούσα, λοιπόν, απάνθρωπα να φερθώ στο δικό σου αδερφό;- -Πώς να µη συγχωρήσω αυτόν που πριν έπλασα,- -πώς τον µετανιωµένο να µην σπλαχνιστώ;- -Από Εµένα γεννήθηκε το τέκνο που συγχώρεσα,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 18


20. Θέλω να καταλάβεις, γιε µου, αυτό που θα πω:- - ‘Όλα τα δικά µου, δικά σου είναι.- -Σ’ εκείνον θέλησα και έδωσα κάποια αγαθά µου,- -µα µένει απείραχτη η περιουσία που σου ανήκει.-∆εν πήρα από αυτήν και έδωσα στον αδελφό σου,- -κάτι από τους δικούς µου θησαυρούς του έδωσα.- -Είµαι ο ∆ηµιουργός και Πατέρας και των δυο σας,- -Αγαθός, και Φιλάνθρωπος, και Εύσπλαχνος.- -Εσένα, τέκνο µου, τιµώ για τη σταθερή σου προαίρεση,- -γιατί µε αγάπησες µια για πάντα και µε υπηρετείς,- -µ’ εκείνον όµως συµπάσχω κατανοώντας πόσο πολύ αγωνίστηκε,- στη µετάνοια να περάσει και να στεριωθεί.- -Όφειλες γι αυτό να ευφρανθείς κι εσύ- -µαζί µε όλους όσους έχω καλέσει,- -ο ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος. 21. Έλα, γιε µου, κι εσύ στο ∆είπνο µε όλους τους καλεσµένους,- -έλα, γιε µου, στο ∆είπνο µου να ευφρανθείς, να µελωδήσεις κι εσύ µε τους αγγέλους,- -που ο αδελφός σου είχε χαθεί, και βρέθηκε,- -ήταν νεκρός και απροσδόκητα αναστήθηκε».- -Ακούγοντας αυτά πείστηκε, µαζί µε τον αδελφό του χαιρόταν,- -και µελωδούσε, και αυτά τα λόγια έλεγε:- -«Φωνάξετε όλοι πανηγυρικά,-µακάριοι είναι όσοι τους συγχωρέθηκαν οι αµαρτίες,- -και επικαλύφτηκαν και εξαλείφτηκαν οι ανοµίες.- -Φιλάνθρωπε Πατέρα µου, σε ευλογώ, που τον αδερφό µου έσωσες,- -ως ∆ηµιουργός του κόσµου και Κύριος». 22. Υιέ και Λόγε του Θεού, και των πάντων ∆ηµιουργέ,- -δεόµαστε οι ανάξιοι δούλοι σου, και παρακαλούµε θερµά,- -ελέησε όλους όσους επικαλούνται τη Χάρη σου.- -Συγχώρεσε, όσους έχουν αµαρτήσει βαριά, όπως ο άσωτος.- -Και ως Εύσπλαχνος σώσε όλους όσους µετανοούν,- και καταφεύγουν σ’ Εσένα θείε Βασιλιά, κράζοντας: «Αµαρτήσαµε, αλλά δώσε και σ’ εµάς µετάνοιας δάκρυα,- -σαν εκείνα που στην πόρνη έδωσες,- -και όλα µας τα κρίµατα συγχώρεσε.- Και όλους µας σπλαχνίσου, όπως τον τελώνη, µε τις πρεσβείες της Θεοτόκου- -και µετόχους του ∆είπνου σου, όπως τον άσωτο υιό ανάδειξε,- - ∆ηµιουργέ του κόσµου και Κύριε. ……………………………………………………………………………………………………… 4. ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΣΤΟ ΓΑΜΟ ΤΗΣ ΚΑΝΑ. Το θαύµα που επιτέλεσε ο Χριστός στο Γάµο της Κανά-η σχετική περικοπή διαβάζεται κατά την τέλεση του Μυστηρίου του Γάµου-είναι το πρώτο, και θεωρείται αυτό µε το οποίο εγκαινίασε την απαρχή των «σηµείων» του σωτήριου έργου του. Σ’ αυτό ο Ρωµανός ο Μελωδός συνέθεσε το Κοντάκιο που ακολουθεί και απαρτίζεται από Ένα Προοίµιο, και Είκοσι Έναν Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση, «Το έπος Ρωµανού Ταπεινού», και ως Εφύµνιο το στίχο, «Ο τα πάντα εν σοφία ποιήσας». Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ «Την τρίτη µέρα γινόταν ένας γάµος στην Κανά της Γαλιλαίας. Ήταν εκεί και η µητέρα του Ιησού. Προσκάλεσαν λοιπόν και τον Ιησού και τους µαθητές του στο γάµο. Κάποια στιγµή που τέλειωσε το κρασί η µητέρα του Ιησού του λέει: «∆εν έχουν κρασί». Αυτή Της λέει ο Ιησούς: «Τι επεµβαίνεις εσύ στο δικό µου έργο, γυναίκα; ∆εν ήρθε η ώρα µου». Τότε η µητέρα του λέει στους υπηρέτες: «Κάντε ό,τι σας πει». Εκεί βρίσκονταν έξι πέτρινες στάµνες, που χωρούσαν η κάθε µια ογδόντα ως εκατόν είκοσι λίτρα. Χρειάζονταν για τον καθαρισµό που απαιτούσε ο Ιουδαϊκός νόµος. Τότε ο Ιησούς λέει στους υπηρέτες. «Γεµίστε τις στάµνες µε νερό». Και τις γέµισαν ως απάνω. «Πάρτε τώρα, τους είπε, και φέρτε να δοκιµάσει ο υπεύθυνος για το τραπέζι». Κι αυτοί του έφεραν. Μόλις όµως ο υπεύθυνος για το τραπέζι γεύτηκε το νερό που είχε γίνει κρασί, µη ξέροντας την προέλευσή του, γιατί µόνο οι υπηρέτες που είχαν βάλει το νερό ήξεραν, φωνάζει το γαµπρό και του λέει: «Όλος ο κόσµος προσφέρει πρώτα το καλό κρασί, κι όταν µεθύσουν τότε φέρνει και το δεύτερο. Εσύ όµως φύλαξες το καλό κρασί ως αυτή την ώρα. Αυτή ήταν η αρχή των σηµείων του Ιησού στην Κανά της Γαλιλαίας. Έτσι φανέρωσε τη δόξα του και οι µαθητές πίστεψαν σ’ αυτόν». Ιωάννη 2, 1-11 Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι ο. 19


Παντοδύναµε Κύριε, που µετέβαλες το νερό σε κρασί,- -τη θλίψη που µε έχει καταλάβει για τα κρίµατά µου,- -σε χαρά ας τη µεταβάλεις, µε τις πρεσβείες της Θεοτόκου,- -Χριστέ, ο Θεός Εσύ, που δηµιούργησες τα πάντα µε σοφία. β. Ο ί κ ο ι. 1. Τιµώντας ο Θεός την παρθενία,- -κατοίκησε σε µήτρα παρθενική,- -και άσπορα γεννήθηκε από αυτήν,- -δίχως τη σφραγίδα της αγνότητας να της καταλύσει,- -και την Εκκλησία ως άµωµη παρθένο µνηστεύτηκε.- -Η Μητέρα του Χριστού είναι παρθένος και νύµφη,- -κι ο Ίδιος παρθένος και Νυµφίος άγιος,- -που τον ουρανό για νυµφώνα κατεργάστηκε.- -Παρότι όµως από µήτρα παρθενική και πανάγια γεννήθηκε,- -τη γαµήλια συζυγία δεν αποστρέφεται,- - Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία 2. Έτσι ο άγευστος γαµήλιας σχέσης,- -ο µόνος άγιος και θαυµαστός,- -σε γαµήλια χαρά παραβρέθηκε, ως διδάσκει ο θείος Ιωάννης,- -λέγοντας πως Αυτός που µε ανύµφευτες ωδίνες γεννήθηκε,- -σε γαµήλια γιορτή προσκλήθηκε.- -Αυτός που στους ώµους από τα Χερουβίµ φέρεται,- -και την αγκαλιά του Πατέρα δεν αποχωρίζεται,- -παρέστη σε φθαρτό γαµήλιο τραπέζι.-Ο Αναµάρτητος µε αµαρτωλούς στη συνεστίαση παρακάθισε,- -για να αναδείξει τίµια τη γαµήλια συζυγία µε την παρουσία του,- - Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 3. Από τούτο ο µέγας Απόστολος Παύλος έγραψε:- -«Άξιος τιµής από όλους να θεωρείται ο γάµος,- -και η συζυγική κλίνη να µένει αµόλυντη», τόνισε.- -Γιατί από το γάµο γεννιούνται παρθένες και λαµπρύνονται.- -Και η Παναγία Θεοτόκος, που αγνή Παρθένος- -και µετά τη γέννηση του Χριστού έµεινε,- -από γαµήλια συζυγία προήλθε,- -και όλοι όσοι τίµησαν στους αιώνες την εν Χριστώ παρθενία,- -από γάµο γεννήθηκαν,- -γάµο που αγίασε από την κοιλιά της Μητέρας του,- -Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 4. Τώρα όµως για το πρώτο θαύµα ας µιλήσουµε,- -γι αυτό που επιτέλεσε στο γάµο της Κανά,- Αυτός που παλιά στους Αιγύπτιους και στους Εβραίους,- -τη δύναµη των θαυµάτων του έδειξε.- Τότε που σε αίµα τα νερά µεταβλήθηκαν θαυµατουργικά,- -από τις δέκα πληγές που η θεία δικαιοσύνη στους Αιγύπτιους επέβαλε.- -Τότε που τη θάλασσα διαβατή στους Εβραίους παραχώρησε,- -αυτήν που σαν άλλη στεριά διαπέρασαν γρήγορα.- -Στην άνυδρη έρηµο απ’ την πέτρα νερό τους χορήγησε- -και τώρα στο γάµο τη φυσική σύσταση του νερού µεταβάλλει,- Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 5. Όταν παρευρισκόταν στο γάµο ο Χριστός,- -και απολάµβανε την ευωχία το πλήθος ανθρώπων,- -το κρασί τους τελείωσε, και παρευθύς η χαρά όλων λύπη έγινε.- -Ο γαµπρός στεναχωριόταν, οι οινοχόοι µουρµούριζαν ακατάπαυστα.- -Η έλλειψη κρασιού προκάλεσε µεγάλη αναστάτωση,- -και δηµιούργησε όχι µικρή ταραχή στη γαµήλια αίθουσα.- -Πράγµα που όταν αντιλήφθηκε η Πάναγνη Μαρία,- -έσπευσε στον Υιό της και του είπε:- -«∆εν έχουνε άλλο κρασί, σε παρακαλώ όµως, παιδί µου,- -να δείξεις σε όλους αυτούς, ότι τα πάντα δύνασαι,- -Εσύ που δηµιούργησες τα πάντα µε σοφία. 6. Παρθένε σεµνή, παρακαλούµε θερµά να µας πεις,- -από πού γνώση των θαυµάτων του έλαβες,- -ότι ο Υιός σου µπορεί, χωρίς να τρυγήσει σταφύλια,- -να χαρίσει κρασί, αφού θαύµατα δεν είχε κάνει ως τότε,- -όπως ο θεσπέσιος Ιωάννης γράφει;- -Εξήγησέ µας πώς, χωρίς να δεις θαύµατα,- -χωρίς να λάβεις πείρα των θαυµάτων του,- -να θαυµατουργήσει τον προσκαλείς;- Γιατί δε φαίνεται τόσο απλή, η αίτησή σου η τωρινή,- -πώς είπες στον Υιό σου: «∆ώσε τους κρασί»,- - Εσύ, που δηµιούργησες τα πάντα µε σοφία. 7. Ας προσέξουµε όµως τι µας απαντά η Μητέρα του των πάντων Θεού:- -«Ακούστε, µας λέει, φίλοι µε πολλή προσοχή.- -Μάθετε όλοι τα θεία µυστικά και συνετιστείτε.- -Πριν από το θαύµα αυτό, είδα τον Υιό µου να θαυµατουργεί.- -∆εν ήτανε τότε ο Ιωάννης δικός του Μαθητής,- -ακόµα δεν είχε µαθητεύσει στο Χριστό,- -όταν επιτελούσε τα θαύµατα αυτά.- -Γι αυτό έχει δει και αναφέρει ως πρώτο θαύµα του αυτό,- -που τελέστηκε στην Κανά, όπως γνωρίζει ο Υιός µου καλά,- -Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 8. Έτσι, επειδή κανένας δεν τα γνωρίζει, και ούτε τα πιστεύει εκείνα,- -καθώς δεν έχουν γραφτεί στα ιερά βιβλία,- -που έγραψαν οι αυτόπτες της Χάρης του Απόστολοι,- -θα τα παραλείψω και θα αναφερθώ στα µεγαλύτερα,- -σε αυτά για τα οποία έχω εµπειρία προσωπική.- -Τούτο, λοιπόν, 20


είναι απόλυτα αληθινό,- -σχέσεις συζυγικές µε άνδρα δεν είχα,- -όµως πέρα από κάθε νόµο φυσικό και λογική τάξη, και Υιό γέννησα,- -και παρθένος, όπως ήµουνα πριν, έµεινα- -Θαύµα, λοιπόν, ανώτερο από αυτό τον τοκετό µου ζητάς, άνθρωπε;- -Ο Γαβριήλ µου παρουσιάστηκε και µου είπε ότι, γεννιέται,- -Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 9. Μετά τη σύλληψη είδα και άκουσα την Ελισάβετ,- -να µε προσφωνεί πριν γεννήσω, Μητέρα του Θεού,- -και όταν µετά γέννησα, άκουσα το Συµεών να µε εξυµνεί.- -Επίσης την Άννα να µε επευφηµεί,- -και οι µάγοι από την Περσία κίνησαν για τη φάτνη,- -όταν τους προµήνυσε τη γέννα το αστέρι στον ουρανό.- -Οι άγγελοι µε τους ποιµένες διαλαλούσαν το χαρµόσυνο γεγονός- -και µαζί τους ευφραινόταν όλη η κτίση.- -Ποια θαύµατα, πιο µεγάλα από αυτά µπορούσα να ζητήσω;-Αυτά µε κάνουν να πιστεύω ότι ο Υιός µου είναι,- - Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία». 10. Ως άκουσε ο Χριστός τη Μητέρα του να λέει:- - «Κάνε µου τη χάρη αυτή», έσπευσε και της απάντησε παρευθύς:- -«Γιατί επεµβαίνεις στο έργο µου, γυναίκα;- -∆εν ήρθε ακόµα η ώρα µου».-Όµως κάποιοι ασεβούν µε αφορµή το λόγο του αυτό.- -Αναφέροµαι σε όσους ισχυρίζονται εδώ,-ότι ο Χριστός υπόκειται σε ανάγκες,- -και αυτό δείχνει, λένε, ότι είναι υποχείριος του χρόνο,- δεν µπορούν, βλέπεις, να εξηγήσουν το λόγο του σωστά.- -Αλλά, σφραγίστηκε το στόµα και αυτών,- -που κάνουν τέτοιους ασεβείς λογισµούς,- -καθώς δεν άργησε να επιτελέσει το θαύµα, - Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 11. «Τέκνο µου, αποκρίσου αµέσως, παρακαλώ»,- -λέει η Πάναγνη Μητέρα στο Χριστό.- -«Υιέ µου Εσύ, που σε ώρες και καιρούς βάζεις χαλινάρι,- -πώς λες, «η ώρα µου δεν ήρθε ακόµα»;- Πώς είναι δυνατό να περιµένεις τον καιρό,- -Εσύ που όρισες τις εποχές και τους αιώνες;- -Εσύ που ως ο Κτίστης αοράτων και ορατών,- -βράβευσες τη µέρα και τη νύχτα µε άλυτες ώρες,- -και ως ο Κύριος των όλων ρύθµισες ως θέλησες τις εποχές,- -και περιέγραψες θαυµάσια κύκλους περιοδικούς και έτη; - -Πώς την ώρα σου προσµένεις για το θαύµα που ζητώ,- - Εσύ που δηµιούργησες τα πάντα µε σοφία»; 12. «Σεµνή Παρθένε, προτού το µάθεις Εσύ γνωρίζω,- -ότι τους έχει τελειώσει το κρασί»,- απάντησε στη Μητέρα την Πάνσεπτη παρευθύς,- -ο απερίγραπτος µε λόγια και Ελεήµων.- «Γνωρίζω όλους τους λογισµούς της καρδιάς σου,- -και όλες τις κινήσεις που έκανες γι αυτό,- από τη στιγµή που µέσα σου λογίστηκες και είπες:- -‘Η ανάγκη αυτή τον Υιό µου τώρα σε θαύµα καλεί,- -και Εκείνος το αναβάλλει προφασιζόµενος,- - πως ακόµα δεν ήρθε η ώρα του’.- Προσπάθησε να καταλάβεις, Μητέρα µου Αγνή- -το πνεύµα αυτής της αναβολής.- -Και µόλις το κατορθώσεις αυτό, θα σου κάνω τη χάρη,- - Εγώ, που δηµιούργησα τα πάντα µε σοφία. 13. Σήκωσε ψηλά την καρδιά και το νου, Αδιάφθορη,- -και κατάλαβε το πνεύµα των λόγων που θα σου πω.- -‘Όταν δηµιούργησα τον ουρανό, τη γη και τα πάντα από το µηδέν,- -µπορούσα αµέσως να κοσµήσω όλα αυτά τα δηµιουργήµατα.- -Έκρινα όµως πως εκείνη τη στιγµή- -αρκεί τους νόµους της λειτουργίας τους να καθορίσω,- -και σε έξι ηµέρες η δηµιουργία τους είχε ολοκληρωθεί.- -∆εν ενέργησα έτσι γιατί δεν µπορούσα να κάνω αλλιώς,- -παρά για να βλέπει λίγο-λίγο ο χορός των αγγέλων ό, τι δηµιουργώ- -και να ψάλλει τον ύµνο: ‘∆όξα σ’ Εσένα Κύριε’,- -που δηµιούργησες τα πάντα µε σοφία. 14. Ενωτίσου τα καλά αυτά, Σεµνή,- -και κατάλαβε πως µπορούσα και από άλλη οδό- -τους πεσµένους στην αµαρτία να λυτρώσω,- -και να λάβω ταπεινή δούλου µορφή να µην καταδεχτώ.- Όµως ανέχτηκα πρώτα ως άνθρωπος στη µήτρα σου- - να συλληφθώ, και να γεννηθώ,- - και από τους µαστούς σου, Παρθένε, να γαλουχηθώ.- -Και όλα όσα µε αφορούν, ως έπρεπε, µε τάξη και σειρά έκανα.- -Τίποτα σ’ Εµένα τυχαία ή χωρίς τάξης δε γίνεται.- -Έτσι και τώρα, την ώρα που πρέπει αι θέλω θα επιτελέσω- - το θαύµα, που ευδοκώ να κάνω για τη σωτηρία των ανθρώπων,- Εγώ που δηµιούργησα τα πάντα µε σοφία. 15. Θέλω να καταλάβεις, όσα λέω Μητέρα σεµνή.- -Τώρα θέλω πρώτα στους Ισραηλίτες να κηρύξω,- -να τους διδάξω την Αλήθεια της πίστης,- -να την ακούσουν και να καταλάβουν,- -πριν τους κάνω θαύµατα, ποιος µε απέστειλε.- -Να γνωρίσουν τη δόξα του Πατέρα µου καλά,- -καθώς και τη βούληση αυτού να δοξάζοµαι- -απ’ όλους µαζί µε Εκείνον και Εγώ.- -Γιατί αυτά που ο Πατέρας µου επιτελεί,- -αυτά επιτελώ και Εγώ , ο Οµοούσιος µε Αυτόν και το Άγιο Πνεύµα,- -που δηµιούργησα τα πάντα µε σοφία. 16. Αν εκείνοι τα είχαν καταλάβει όλα αυτά,- -όταν έβλεπαν τα φοβερά θαύµατα,- -θα γνώριζαν ότι είµαι ο προαιώνιος Θεός,- -έστω και αν έχω γίνει και άνθρωπος.- -Τώρα όµως, παρά την τάξη 21


που περιέγραψα, πριν τους διδάξω, δηλαδή,- -παράκληση για θαύµα µου υπέβαλες Εσύ.- -Αυτός είναι ο λόγος που για λίγο το ανέβαλα,- -γι αυτήν, και µόνο αυτήν την αιτία,- -να επιτελέσω το θαύµα την κατάλληλη στιγµή επιζήτησα.- -Επειδή όµως τα παιδιά πρέπει να τιµούν τους γονείς τους,- -θα ικανοποιήσω την επιθυµία σου, Μητέρα,- -γιατί µπορώ να τα κάνω όλα Εγώ- -που δηµιούργησα τα πάντα µε σοφία. 17. Πες, λοιπόν, αµέσως στους υπηρέτες του σπιτιού- -να εκτελέσουν αυτό που θα τους πω,- -και δε θα αργήσουν µε τα ίδια τους τα µάτια,- -να γίνουν µάρτυρες του θαύµατος, και στους άλλους να το πουν.- -Και, δε θέλω να µε υπηρετήσει ο Πέτρος,- -ούτε ο Ιωάννης, ούτε ο Ανδρέας αυτή τη στιγµή- -ούτε από τους Αποστόλους µου άλλος κανείς.- -Μη τυχόν εξ αιτίας τους δηµιουργηθεί στο νου των ανθρώπων,- -και η παραµικρή υποψία κάποιας ίσως εξαπάτησης.- -Θέλω µόνο οι υπηρέτες του σπιτιού να µε υπηρετήσουν,- -ώστε αυτοί από µόνοι τους να µαρτυρήσουν,- -και να διαλαλήσουν ότι όλα τα µπορώ,- -Εγώ που δηµιούργησα τα πάντα µε σοφία». 18. Μετά από αυτά, κάλεσε αµέσως η Μητέρα του Χριστού- -τους υπηρέτες της γαµήλιας χαράς-και τους είπε µε όλη της την προθυµία:- - «Να κάνετε ό, τι ο Υιός µου θα σας πει».- -Και, όπως µας παραδίδει η Γραφή,- -υπήρχαν έξι στάµνες στο σπίτι αυτό.- -Τότε ο Χριστός προστάζει τους υπηρέτες:- -«Γεµίστε, λέει, τις στάµνες µε νερό».- - Και εκτέλεσαν αµέσως αυτό που τους είπε.- Γέµισαν όλες τις στάµνες µε κρύο νερό,- -και στάθηκαν να δουν, µε τούτο τι θέλει να κάνει,- Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 19. Τώρα, λοιπόν, θα εξυµνήσω κι εγώ,- -πώς οι στάµνες βρέθηκαν γεµάτες κρασί.- -Πώς ξάφνου και µαζικά άλλαξε του νερού τους η φυσική σύσταση.- -Γιατί ο Κύριος είπε στους υπηρέτες παρευθύς,- - δηµόσια και φανερά, όπως έχει γραφτεί: - -«Αντλείστε τώρα κρασί εσείς,- -αν και δεν τρυγήσατε σταφύλια,- -γεµίστε τα άδεια µπουκάλια, και δώστε στους καλεσµένους να πιουν.- -Ας απολαύσει όλο το πλήθος, και ο ίδιος ο γαµπρός- -την ευφροσύνη που σας έδωσα τόσο παράδοξα,- -Εγώ που δηµιούργησα τα πάντα µε σοφία. 20. Όταν µετέβαλε το νερό σε κρασί, ως δυνατός ο Χριστός,- -όλο εκείνο το πλήθος ευφράνθηκε, και το βρήκε στη γεύση εκλεκτό.- -Σήµερα απολαµβάνουµε όλοι το θαύµα αυτό,- -στο ∆είπνο της Εκκλησίας το Ευχαριστιακό,- -όπου µεταβάλλεται το κρασί σε Αίµα Χριστού,- -και παίρνουµε µέσα µας µε αγία ευφροσύνη τον ίδιο το Χριστό,- -το µέγα και ένδοξο Νυµφίο µας.- -Γιατί είναι και ο Νυµφίος ο αληθινός,- -Αυτός που γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία,- -και ο προ πάντων των αιώνων Υιός και Λόγος του Θεού,- -που αν και έλαβε δούλου µορφή, είναι συνάµα και µένει,- Αυτός που δηµιούργησε τα πάντα µε σοφία. 21. Ύψιστε και Άγιε Σωτήρα των όλων,- -Κύριε και ∆έσποτα των πάντων,- -φύλαξε ανόθευτο το κρασί της πίστης µας.- -Αποµάκρυνε από την Εκκλησία σου όλους τους αιρετικούς,- -αυτούς τους πανούργους που νερώνουν τον Πανάγιο οίνο σου,- -αυτούς που νοθεύουν την Αγία πίστη σου,- και τους αξίζει στην πυρά της κόλασης να κατακριθούν.- -Και όλους εµάς τους πιστούς δούλους σου, Αναµάρτητε, σώσε - -ως Ελεήµων Θεός από της θείας Κρίσης σου τους οδυρµούς,- -µε τις πρεσβείες της αγίας Θεοτόκου και Αεί-Παρθένου Μαρίας,- - Εσύ που δηµιούργησες τα πάντα µε σοφία. ………………………………………………………………………………………………………

III. ΠΡΟΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟΥ ΘΡΙΑΜΒΟΥ Το Κοντάκιο, «στην Ανάσταση του Λαζάρου», και εκείνο στην «Κυριακή των Βαΐων», που ακολουθούν, συντελέστηκαν λίγο πριν το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού, και αποτελούν ευδιάκριτα προµηνύµατα του επερχόµενου αναστάσιµου θριάµβου του. Στα πλαίσια της εργασίας αυτής προτάσσονται αυτοτελώς ως εισαγωγικά στην Αγία και Μεγάλη Εβδοµάδα, γιατί απετέλεσαν τη θρυαλλίδα που επέσπευσε την εκκαθάριση του θέµατος «Ιησούς Χριστός», από µέρους του Εβραϊκού θρησκευτικού κατεστηµένου, δηλαδή, την οριστική απόρριψη και καταδίκη του σε θάνατο. 1. Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ 22


Το θαύµα της ανάστασης του τετραήµερου νεκρού Λαζάρου, που επιτέλεσε ο Χριστός λίγο πριν το Πάθος του, και µας διασώζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, είναι το ηχηρό προµήνυµα της Ανάστασής του, του θριάµβου του πάνω στο θάνατο. Θριάµβου µοναδικού, που αποτελεί το Α και Ω, του µηνύµατος της Εκκλησίας, και την ουσιαστική διαφορά του Χριστιανισµού από τις άλλες θρησκείες. Η Ανάσταση του Χριστού, είναι η βασική και κυρίαρχη πίστη και ελπίδα όποιου πιστεύει στο Χριστό, ότι η ζωή δεν τελειώνει εδώ, αλλά συνεχίζεται µαζί του σε µια άλλη ανώτερη κατάσταση και τάξη πραγµάτων, αυτήν που η Εκκλησία παραδίδει ως Βασιλεία των Ουρανών, ως αιώνια κοινωνία της Αγάπης; του Τριαδικού Θεού. Χωρίς την Ανάσταση του Χριστού, όλα µένουν µετέωρα και από τούτο µάταια για τον πιστό-«αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, η πίστη µας είναι µάταιη»-Απ. Παύλος. Σ’ αυτό το θαύµα Ρωµανός ο Μελωδός έχει συνθέσει δυο Κοντάκια. Αυτό που ακολουθεί απαρτίζεται από Ένα Προοίµιο και ∆εκαοκτώ Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση, «του ταπεινού Ρωµανού», και ως Εφύµνιο τον τρυφερό στίχο: «Της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα», που προϊδεάζει αµέσως για την όλη τρυφερότητα και ανθρωπιά που θα αναδυθεί από τη µεταποιηµένη σε θαυµάσιο στίχο σχετική περικοπή του Ευαγγελίου. Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ. «Κάποιος που ονοµαζόταν Λάζαρος αρρώστησε… Έστειλαν…οι αδερφές του µήνυµα στον Ιησού και του έλεγαν: «Κύριε, ο αγαπηµένος σου φίλος είναι άρρωστος». Ο Ιησούς… είπε: «Αυτή η αρρώστια δεν είναι για να φέρει το θάνατο, αλλά για να … φανερωθεί µέσω αυτής η δόξα του Υιού του Θεού»… και έµεινε στον τόπο που βρισκόταν δυο µέρες ακόµα… Έπειτα λέει στους µαθητές… «Ο Λάζαρος ο φίλος µας κοιµήθηκε, πηγαίνω όµως να τον ξυπνήσω». Του είπαν τότε οι µαθητές: «Κύριε, αφού κοιµήθηκε, θα γίνει καλά». Ο Ιησούς όµως τους είχε µιλήσει για το θάνατό του… Όταν έφτασε ο Ιησούς, ο Λάζαρος βρισκόταν κιόλας τέσσερις µέρες στο µνήµα… Η Μάρθα… του είπε: «Κύριε, αν ήσουν εδώ, δε θα πέθαινε ο αδερφός µου. Ξέρω όµως ότι και τώρα ό,τι κι αν ζητήσεις από το Θεό, θα σου το δώσει». Ο Ιησούς της λέει: «Θα αναστηθεί ο αδελφός σου… Εγώ είµαι η ανάσταση και η ζωή. Εκείνος που πιστεύει σ’ Εµένα, και αν πεθάνει θα ζήσει»… Στο αντίστοιχο παράπονο της Μαρίας ο Ιησούς λυπήθηκε βαθιά και ταράχτηκε. «Πού τον έχετε βάλει» τους ρώτησε… Έρχεται στο µνήµα… µια σπηλιά…που την έφραζε µια µεγάλη πέτρα. «Βγάλτε την πέτρα», λέει ο Ιησούς. Του λέει η Μάρθα, η αδερφή του νεκρού: «Κύριε τώρα πια θα µυρίζει άσχηµα, γιατί έχει τέσσερις µέρες στο µνήµα». Της λέει ο Ιησούς: «∆ε σου είπα πως αν µε πιστέψεις θα δεις τη δύναµη του Θεού»; Έβγαλαν, λοιπόν την πέτρα από το µνήµα του νεκρού. Τότε ο Ιησούς σήκωσε τα µάτια ψηλά και είπε: «Πατέρα σ’ ευχαριστώ που µε άκουσες. Εγώ το ήξερα ότι πάντα µε ακούς…». Κι όταν τα είπε αυτά, κραύγασε µε φωνή δυνατή: «Λάζαρε, έλα έξω». Βγήκε ο νεκρός µε τις λουρίδες και το πρόσωπο περιτυλιγµένο µε το σουδάριο-το µαντήλι γύρω από το κεφάλι. Τους λέει τότε ο Ιησούς: «Λύστε τον και αφήστε τον να περπατήσει». Ιωάννη 11,1-44 Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι ο. «Εσύ Χριστέ που γνωρίζεις τα πάντα τόσο καλά,- -ζητούσες να µάθεις που είναι το µνήµα του Λάζαρου.- -Και όταν ήρθες εκεί, Παντοδύναµε, τον ανάστησες,- -παρότι τέσσερις µέρες ήταν στο µνήµα νεκρός,- -γιατί ως Εύσπλαχνος συγκινήθηκες πολύ,- -από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. β. Ο ί κ ο ι. 1. Ως έφτασε ο Κύριος, τους οδυρµούς της Μάρθας και της Μαρίας- -µετέβαλε παρευθύς, ανασταίνοντας τον αδερφό τους.- -Θαύµα θαυµάτων αυτό εκπληκτικό,- -να βλέπει κανείς ξαφνικά να εγείρεται,- -εκείνος ο άψυχος, έµψυχος και ζωντανός.- -Καθώς, µόλις η επιτακτική φωνή του Χριστού έφτασε στους κάτω,- -συντάραξε τα κλειδιά στις πύλες του Άδη,- -σύντριψε τις αµπάρες 23


του Θανάτου,- -και ξανάφερε στη ζωή τον τετραήµερο νεκρό,- -γιατί ως Εύσπλαχνος συγκινήθηκε,- -από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 2. Στη Βηθανία µε πόθο όλοι ας σπεύσουµε,- -να δούµε το Χριστό να δακρύζει για το φίλο του.-Θέλοντας να θέσει κανόνες και αρχές σε όλα,- -ενεργεί τα πάντα ως διπλός στη φύση.- -Ως άνθρωπος, απόγονος του ∆αυίδ, πάσχει,- -και ως Υιός του Θεού λυτρώνει όλο τον κόσµο,- -από την κάθε διαβολική κακία,- -και ανασταίνει τον τετραήµερο νεκρό Λάζαρο,- - γιατί ως Εύσπλαχνος συγκινήθηκε,- -από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 3. Συνεχόµενες από πίστη θερµή οι δυο γυναίκες,- -ενηµερώνουν έγκαιρα το Χριστό και Θεό,- για το θανατερό κίνδυνο του αδελφού τους.- -«Σπεύσε, φτάσε το γρηγορότερο, διαµηνύουν,- -Εσύ που είσαι παντού και πάντα παρών.- -Ο Λάζαρος που αγαπάς πολύ είναι άρρωστος.- -Αν Εσύ έρθεις εδώ, θα δραπετεύσει ο θάνατος,- -ο φίλος σου θα λυτρωθεί από τη φθορά,- -και οι Εβραίοι θα δουν µε τα ίδια τους τα µάτια,- -ότι ως Εύσπλαχνος συγκινήθηκες πολύ,- - από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 4. Ο ∆ηµιουργός των όλων προαναγγέλλει τότε, και λέει στους Μαθητές:- -«Αδερφοί και οι άλλοι γνωστοί, ο φίλος µας Λάζαρος κοιµήθηκε»,- -διδάσκοντάς τους έτσι µυστικά από πριν,- -ότι και γνωρίζει και ελέγχει τα πάντα,- -«ας εγερθούµε σιγά-σιγά να πάµε εκεί,- -να δούµε αυτή την παράξενη ταφή,- -και να απαλείψουµε γρήγορα το θρήνο της Μάρθας και της Μαρίας,- ανασταίνοντας από τους νεκρούς το Λάζαρο,- -γιατί ως Εύσπλαχνος έχω συγκινηθεί- - από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα». 5. Μόλις άκουσαν οι Απόστολοι τα λόγια αυτά,- -φώναξαν και είπαν στον Κύριο µε µια φωνή:- «Ο ύπνος κάνει καλό στους ανθρώπους,- -και πάντως δεν είναι για κακό».- -Οπότε ο Χριστός τους λέει ανοιχτά και καθαρά:- -«Ο Λάζαρος πέθανε, και ως άνθρωπος απουσίαζα,- -µα ως Θεός γνωρίζω πολύ καλά τα πάντα.- -Αν σπεύσουµε και φτάσουµε έγκαιρα, ως είναι το πρέπον,- -θα αναστήσω το νεκρό, και θα στεγνώσω αµέσως,- -της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 6. Έφτασαν τότε όλοι εκεί, και τους προϋπάντησαν- -κλαίγοντας λυπητερά η Μάρθα και η αδερφή της, και λέγοντας:- -«Πού ήσουνα Κύριε;- -Γιατί άφησες και πέθανε αυτός που αγαπούσες;- -∆ες µε τα µάτια σου κι Εσύ,- - δεν είναι παρών εδώ πια».- -Καθώς εκείνες φώναζαν και έλεγαν τέτοια,- -Αυτός άφησε να κυλήσει από τα µάτια δάκρυ,- -µα συνάµα και έσπευσε να ρωτήσει:- - «Πού είναι ο τάφος του αγαπηµένου φίλου,- -αυτού που τώρα αµέσως, θα ελευθερώσω από τα δεσµά του Άδη,- -γιατί συγκινήθηκα πολύ ως Μόνος Φιλάνθρωπος- - από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 7. Ήρθε, λοιπόν, και στάθηκε µπρος στο µνήµα,- -Αυτός που ως Υιός δεν παύει ούτε στιγµή,- να είναι στην αγκαλιά του Πατέρα του,- -και είπε µε πολύ δυνατή φωνή:- -«Εσύ µε έστειλες στον κόσµο αυτό να δώσω ζωή,- -σε όσους από την αµαρτία έχουν νεκρωθεί.- -Γι αυτό και ήρθα εδώ, να αναστήσω το Λάζαρο,- -και µ’ αυτό να δείξω στους Ιουδαίους,- -ότι µέλλω να αναστηθώ από τον τάφο τριήµερος,- -κι εγώ που έδωσα ζωή στον τετραήµερο νεκρό φίλο µου,- -γιατί ένιωσα µεγάλη συγκίνηση,- - από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 8. Για να σταµατήσει η Μάρθα να θρηνεί,- -ο Σωτήρας των όλων απευθύνθηκε σ’ αυτήν,- -και µε κύρος θεϊκό της είπε:- -«Εγώ είµαι το φως του κόσµου,- -και η ανάσταση όλων και η ζωή.- Όποιος πιστεύει σ’ Εµένα, δε θα πεθάνει ποτέ.- -Ήρθα στη γη να αναστήσω τον Αδάµ και τους απογόνους του,- -και να εγείρω τον τετραήµερο νεκρό Λάζαρο,- -γιατί ως Εύσπλαχνος έχω συγκινηθεί- - από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα». 9. Με µόνο το νεύµα του το επιτακτικό, ο Άδης κλονίστηκε,- -και όλη η δύναµη του θανάτου µαζί του,- -καθώς και η παράφορη οργή του διαβόλου.- -Φώναξε τότε µε το όνοµα αυτόν που είχε αρχίσει να λιώνει,- -και τον σήκωσε από τα κάτω µέρη της γης.- -Και όταν ο Αβραάµ και όλοι οι δίκαιοι τον είδαν,- -είπαν και έκραξαν µε φωνή δυνατή:- -«Τώρα πια αναθαρρήστε όλοι, ήρθε Αυτός, η ανάσταση όλων.- -Λύτρωσε από τα δεσµά του θανάτου αυτόν που αγαπούσε,- - γιατί ως Εύσπλαχνος συγκινήθηκε πολύ- - από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 10. Το Λάζαρο που κράτησε ο Άδης για λίγο κάτω δεσµώτη,- -βλέπει τώρα αιχµάλωτος ο ίδιος να τον στερείται.- -Γιατί µόλις επιτέθηκε ο Βασιλιάς των αγγέλων,- -καταλύθηκε η δύναµη όλων των δαιµόνων.- -Και ο όφις που σέρνεται πάνω στη γη,- -µε το ξύλο του Σταυρού σαν από λόγχη-τρυπηµένος στο στόµα, νεκρός κείτεται τώρα.- -Και έχει χαρά ο Αδάµ, που βλέπει το Χριστό,- πολύ συγκινηµένο ως Αγαθό- -από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 24


11. Ο φίλος βγήκε διακριτικά από τον τάφο,- -εµφανίστηκε καλυµµένος µε το εντάφιο µαντήλι στο πρόσωπο,- -και τα χέρια δεµένα µε τις νεκρικές ταινίες.- -Και τότε τον λευτέρωσαν από όλα τα νεκρικά,- -αυτοί που έδεσαν τις καρδιές τους µε κακία και φθόνο,- -αυτοί που βούλωσαν τα αυτιά τους σαν φίδια δολερά,- -καθώς ετοιµάζονταν να διαπράξουν άδικη φοβερά σφαγή, - -να χύσουν το αίµα Αυτού του αθώου και δίκαιου,- -που ανασταίνει τους νεκρούς, και σταµάτησε,- της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 12. Λόγια από καθαρές παιδικές καρδιές,- -και από αγνά χείλη έχοντας ακούσει,- -ταράχτηκαν πολύ, και ρωτούσαν:- -«Ποιος είναι αυτός;».- -Μα τι φοβερή η µανία, τι ανεπίτρεπτη αυτή τους η τρέλα.- -Οι ίδιοι που έβλεπαν µόλις πριν λίγο,- -να ανασταίνεται από τους νεκρούς, - -ο Λάζαρος που είχε αρχίσει να µυρίζει,- -αγνοούν Αυτόν που τον ανάστησε,- -Αυτόν που µε τη θεϊκή φωνή του παρέλυσε του Άδη τη δύναµη,- -και σταµάτησε ως Εύσπλαχνος από τη φύση του,- -της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 13. Άφατη η ευσπλαχνία σου, Πολυεύσπλαχνε Ιησού.- -Εσύ που ευδόκησες να γίνεις για µένα άνθρωπος, όπως εγώ,- -πώς πάνω στο γαϊδουράκι να ιππεύσεις καταδέχτηκες- -και να σπεύσεις στην πόλη των θεοκτόνων,- -εκείνων που γνωρίζοντας από πριν τη φοβερή απιστία τους,- πρόσταξες να λυθούν τα δεσµά του Λάζαρου,- -για να δουν και να γνωρίσουν Αυτόν- - που διαβουλεύονται να φονεύσουν,- -χωρίς διόλου να έχουν συγκινηθεί,- -από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 14. Με τα βάγια βγήκαν, Σωτήρα, να σε προϋπαντήσουν,- -και να σε υποδεχτούν κράζοντας: «Ωσαννά».- -Αυτόν τον ύµνο τολµούµε κι εµείς- -να σου ψάλλουµε από χείλη πολύ αµαρτωλά, - και σείοντας σαν κλαδιά τα φυλλοκάρδια µας σου κράζουµε:- -«Σώσε τον κόσµο που δηµιούργησες, µόνε Ύψιστε Κύριε,- -και εξάλειψε τις αµαρτίες µας, όπως εξάλειψες,- -της Μάρθας κα της Μαρίας τα δάκρυα. 15. Η σεπτή Εκκλησία σου πανηγυρίζει ετήσια,- -συνάζοντας, Φιλάνθρωπε, τα πιστά τέκνα της.- Σε υποδέχεται µε τα βάγια της- -και στρώνει χιτώνες ψυχικής ευφροσύνης- -να διαβείς πάνω τους, Εσύ, οι Μαθητές και φίλοι σου.- -Για να επιδαψιλεύσεις σ’ εµάς τους δούλους σου την αναφαίρετη ειρήνη σου- -και να µας απαλλάξεις από τις θλίψεις,- -όπως απάλειψες τότε, παλιά,- της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 16. Τείνε ευήκοα τα αυτιά σου, Θεέ των όλων,- -άκουσε κι εµάς που σε παρακαλούµε,- -και άρπαξέ µας από του θανάτου τα δεσµά.- -Οι εχθροί µας έγιναν πολλοί και δε σταµατούν- -να µας κυκλώνουν ένα γύρω ορατά και αόρατα,- -και να απειλούν να µας θανατώσουν,- -για να καταλύσουν έτσι την πίστη µας.- -Όρθωσε το ανάστηµά σου, και θα απολεστούν όλοι τους την ίδια στιγµή,- -και θα καταλάβουν ότι Εσύ ο Θεός µας,- -µας σπλαχνίζεσαι, όπως τότε που συγκινήθηκες - -από της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 17. Κι εµείς που νεκρωθήκαµε από την αµαρτία,- -και µοιάζει να κατοικούµε σε τάφο- -και έχουµε απελπιστεί από τις κακίες µας,- -ας µιµηθούµε τις αδελφές του Λαζάρου.- -και ας φωνάξουµε στο Χριστό µε πίστη, και αγάπη θερµή:- -«Εσύ που θεληµατικά έγινες άνθρωπος, σώσε µας,- -και από τον τάφο των κριµάτων µας ανάστησέ µας, Μόνε Αθάνατε,- -µε τις δεήσεις του φίλου σου Λάζαρου,- -που τον ανάστησες, Κύριε, και απάλειψες,- -της Μάρθας και της Μαρίας τα δάκρυα. 18. Ας µισήσουµε τα υλικά αγαθά που κυλούν και χάνονται,- -ας προϋπαντήσουµε το Χριστό και Σωτήρα να σπεύδει στη Βηθανία,- -και ας παρακαθίσουµε στο θείο τραπέζι του µε το φίλο του Λάζαρο και τους Αποστόλους,- -για να απαλλαγούµε µε τις πρεσβείες τους από τις αµαρτίες που πράξαµε.- -Και αφού καθαριστούµε από κάθε κηλίδα πνευµατική,-να αξιωθούµε να δούµε τη θεία του Ανάσταση άµεπτοι και καθαροί,- -αυτήν την ανάσταση που µας χάρισε,- - αφαιρώντας του Αδάµ και της Εύας τα δάκρυα. ………………………………………………………………………………………………….

\ 25


ΙV. ΜΕΓΑΛΗ ΕΒ∆ΟΜΑ∆Α: ΠΑΘΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Εκλεκτά Κοντάκια Ρωµανού του Μελωδού, που καλύπτουν την πορεία του Χριστού στο Πάθος και την Ανάσταση, και ανταποκρίνονται στο αντίστοιχο µε το σηµερινό πνεύµα και µήνυµα των Αγίων ηµερών της Μ. Εβδοµάδας, περιλαµβάνονται στο τµήµα αυτό. Αναφέροµαι στο πνεύµα και µήνυµα που σφραγίζει τις σχετικές Εσπερινές Ακολουθίες τους, οι οποίες είναι οι Όρθροι-πρωινή Ακολουθία-της επόµενης ηµέρας. Θυµίζω ότι τα Κοντάκια αυτά ψέλνονταν ολόκληρα στις σχετικές Ακολουθίες µέχρι και τον 7ο αιώνα, που παραµερίστηκαν από το νέο µεγάλο ποίηµα, τον Κανόνα. Σήµερα απλώς διαβάζονται από τον Αναγνώστη σε µέλος παπαδικό µόνο κάποια σπαράγµατα αυτών Κοντακίων-το Προοίµιο και ο πρώτος Οίκος. Παρουσιάζοντας σε νεοελληνικό λόγο, από αυτά που σώζονται τα πιο αντιπροσωπευτικά, κοινωνούµε µε τα βιώµατα που αναµόχλευε ο Υµνογράφος στις ψυχές εκείνων των πιστών, και δροσιζόµαστε από το ζωντανό νερό της ίδιας πηγής, που και οι χριστιανοί οι µετέχοντες τότε στις αντίστοιχες Ακολουθίες. …………………………………………………………………………………………………

2. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ∆ΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Στη γνωστή και τόσο αφυπνιστική Παραβολή των ∆έκα Παρθένων, πέντε άµυαλων, και πέντε συνετών, που µας θυµίζει η Εκκλησία στην Εσπερινή Ακολουθία της Μ. ∆ευτέρας-Όρθρος Μ. Τρίτης, «Τη Αγία και Μεγάλη Τρίτη της των δέκα παρθένων παραβολής, της εκ του Ευαγγελίου, µνείαν ποιούµεθα»,κατά το υπόµνηµα του Τριωδίου -Ρωµανός ο Μελωδός, έχει αφιερώσει δυο ωραία Κοντάκια. Αυτό που ακολουθεί έχει ως θέµα το λάδι για τα λυχνάρια µε τα οποία θα υποδέχονταν το γαµπρό, κατά την τότε συνήθεια, που οι άµυαλες δεν είχαν προµηθευτεί όσο έπρεπε, ενώ αντίθετα οι συνετές είχαν άφθονο, και βρέθηκαν έτοιµες στην υποδοχή του, όταν ξαφνικά ήρθε τη νύχτα. Οι Πατέρες της Εκκλησίας συσχετίζοντας αυτή την Παραβολή µε εκείνη της Μελλούσης Κρίσεως, θέλουν να αντιπροσωπεύει το λάδι την έµπρακτη αγάπη και φιλανθρωπία, που αποτελούν το βασικό κριτήριο εισόδου του πιστού στο αιώνιο γαµήλιο πανηγύρι του θείου Νυµφίου, στην ουράνια Βασιλεία ή Κοινωνία της Αγάπης. Το Κοντάκιο αυτό είναι µεγάλο, απαρτίζεται από, Έξι Προοίµια και Τριάντα Έναν Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση, «του ταπεινού Ρωµανού τούτο το ποίηµα», και ως Εφύµνιο το στίχο, «τον άφθαρτον στέφανον». Το πρώτο από τα έξι Προοίµια, που έχει στο πρωτότυπο ως εξής: «Το Νυµφίον αδελφοί αγαπήσωµεν,- -τας λαµπάδας εαυτών ευτρεπίσωµεν- -εν αρεταίς εκλάµποντες και πίστει ορθή, ίνα ως αι φρόνιµοι του Κυρίοι παρθένοι, έτοιµοι εισέλθωµεν µετ’ αυτού εις τους γάµους.- -Παρέχει γαρ τοις δούλοις αυτού τον άφθαρτον στέφανον», το ψάλλουµε και σήµερα στην Εσπερινή Ακολουθία της Μ. ∆ευτέρας, αµέσως µετά το συγκλονιστικό εγερτήριο σάλπισµα: «Ιδού ο Νυµφίος έρχεται εν τω µέσω της νυκτός…», που σφραγίζει τις τρεις πρώτες µέρες. Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ «Ο ερχοµός της Βασιλείας του Θεού θα µοιάζει µε ό,τι έγινε µε δέκα παρθένες. Αυτές πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν να προϋπαντήσουν το γαµπρό. Πέντε από αυτές ήταν συνετές, και πέντε άµυαλες. Οι άµυαλες πήραν τα λυχνάρια τους, µα δεν πήραν µαζί τους λάδι. Απεναντίας οι συνετές πήραν µαζί µε τα λυχνάρια τους και λάδι στα δοχεία τους. Επειδή όµως ο γαµπρός αργοπορούσε, νύσταξαν όλες και κοιµήθηκαν. Κατά τα µεσάνυχτα ακούστηκε µια φωνή.‘Έρχεται ο γαµπρός, βγείτε να τον προϋπαντήσετε’. Όλες λοιπόν οι παρθένες σηκώθηκαν και ετοίµασαν τα λυχνάρια τους, Οι άµυαλες τότε είπαν στις συνετές. ‘∆ώστε µας από το λάδι σας, γιατί τα λυχνάρια µας σβήνουν. Οι συνετές όµως απάντησαν: ‘Όχι, γιατί δε θα φτάσει και για µας και για σας. Καλύτερα πηγαίνετε στους πωλητές ν’ αγοράσετε για δικό σας’. Αλλά ενώ πήγαιναν ν’ αγοράσουν λάδι, ήρθε ο γαµπρός. Τότε οι έτοιµες παρθένες µπήκαν µαζί του στη γιορτή του γάµου, και έκλεισε η πόρτα. Ύστερα από λίγο φτάνουν και οι υπόλοιπες παρθένες και άρχισαν να φωνάζουν. ‘Κύριε, κύριε, άνοιξέ µας’. 26


Εκείνος όµως τους αποκρίθηκε: ‘Αλήθεια σας λέω, δε σας ξέρω’. Να είστε λοιπόν άγρυπνοι γιατί δεν ξέρετε ούτε την ηµέρα, ούτε την ώρα που θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου». Ματθαίου 25,1-13 Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι α 1. Το Νυµφίο Χριστό, αδερφοί, ας αγαπήσουµε,- -τις λαµπάδες της ψυχής µας ας στολίσουµε,- µε αρετές και πίστη ορθή για ν’ ακτινοβολήσουµε,- -και να είµαστε έτοιµοι, όπως οι παρθένες οι συνετές,- -όταν έρθει ο Κύριος, να µπούµε µαζί του στο γάµο,- -όπου παρέχει στους δούλους του το στεφάνι το άφθαρτο. 2. Σωτήρα Νυµφίε, Χριστέ ο Θεός µας,- -η Ελπίδα όλων όσων σε ανυµνούν,- -αξίωσε κι εµάς που σε παρακαλούµε,- -όπως τις παρθένες τις συνετές,- -να δεχτούµε στο γάµο σου ατόφιο,- - το στεφάνι το άφθαρτο. 3. Στη ∆εύτερη Παρουσία σου, Χριστέ,- -όταν καθίσεις ως Θεός στο φοβερό θρόνο σου- -σε ικετεύω, Φιλάνθρωπε Κύριε,- -µη µε ντροπιάσεις σε όλους µπροστά.- -Άνοιξε και σ’ εµένα, όπως στις παρθένες τις συνετές τη θύρα του γάµου,- -Εσύ που ως Εύσπλαχνος προσφέρεις σε όλους - το στεφάνι το άφθαρτο. 4. Τις συνετές παρθένες µιµήσου, ψυχή µου,- -δείξε στην αγάπη και ελεηµοσύνη τον ίδιο ζήλο µ’ εκείνες,- -µετάνιωσε τώρα αµέσως και κραύγαζε:.- -Χάρισε σε όλους, Χριστέ,- -το στεφάνι το άφθαρτο. 5. Άθλια ψυχή µου, έχει στολιστεί ο Νυµφώνας.- -Ως πότε θα σπαταλάς τη ζωή σου στα πάθη,- και δε θα εργάζεσαι, όπως οι συνετές παρθένες,- -για να δεχτείς το στεφάνι το άφθαρτο; 6. Είναι η ώρα ν’ ασκήσεις τις αρετές, - -ο θείος Κριτής στέκει στην πόρτα,- -όµως ας µην περιπέσουµε σε απελπισία.- -Ας νηστέψουµε, ας προσφέρουµε δάκρυα µετανοίας,- -κατανυκτική προσευχή και ελεηµοσύνη,- -και από την καρδιά µας ας πούµε κι ας οµολογήσουµε:- -«Οι αµαρτίες µας έγιναν από την άµµο της θάλασσας πιο πολλές».- -Όµως συγχώρεσε όλους µας, των όλων ∆ηµιουργέ,- -και αξίωσέ µας να λάβουµε- -το στεφάνι το άφθαρτο. β. Ο ί κ ο ι 1. Μόλις άκουσα από το Ευαγγέλιο την ιερή Παραβολή των ∆έκα Παρθένων,- -έµεινα έκπληκτος, συλλογίστηκα, και αναρωτήθηκα,- -πώς, αφού και οι δέκα άσκησαν την άχραντη αρετή της παρθενίας,- -ο κόπος των πέντε απέβη άκαρπος,- -ενώ τα λυχνάρια των άλλων ακτινοβολούσαν φιλανθρωπία.- -Γι αυτό ο Νυµφίος παραγγέλλει- -και εισάγει αυτές µε χαρά στο Νυµφώνα,- -όταν ανοίγει τους ουρανού, και απονέµει στους δικαίους,- -το στεφάνι το άφθαρτο. 2. Αξίζει, λοιπόν, ν’ αναζητήσουµε το πνεύµα και µήνυµα της θείας Παραβολής- -που φαίνεται ν’ αποτελεί οδηγό πορείας πνευµατικής- -προς το Νυµφώνα της αιώνιας χαράς,- -και είναι ωφέλιµη πολύ, όπως όλη η θεόπνευστη Γραφή.- -Ας προσπέσουµε στο Σωτήρα Χριστό- -και από τα βάθη της ψυχής µας ας κράξουµε:- -«Φιλάνθρωπε, των βασιλιάδων Βασιλιά,- -χάρισε σε όλους µας την αληθινή γνώση.- -δίδαξέ µας τις εντολές σου,- -για να βγούµε στην οδό της Βασιλείας σου.- -Αυτήν ιδιαίτερα ποθούµε να βαδίσουµε - -για να λάβουµε το στεφάνι το άφθαρτο. 3. Κινούµενοι από πίστη σ’ αυτή την επαγγελία,- -πλείστοι άνθρωποι επιθυµούν- -να βρεθούν στη Βασιλεία του Θεού.- -Και πιάνουν και ασκούνται στην αρετή της παρθενίας,- -τηρώντας τον αυστηρό κανόνα της.- -Νηστεύουν, µέγιστο άθληµα χριστιανικής ζωής αυτό,- - αγρυπνούν στην προσευχή, και ακολουθούν την ορθή πίστη.- -Επειδή όµως συχνά υστερούν στη φιλανθρωπία,- όλα αυτά δεν τους ωφελούν, και αποβαίνουν µάταια.- -Γιατί όποιος από µας δεν έχει ευσπλαχνία,-δεν κερδίζει το στεφάνι το άφθαρτο. 4. Κάποιοι ξεκινούν για το ταξίδι της ζωής,- -µε αρµατωµένο σε όλα καλά σκαρί,- -επειδή όµως δεν ξέρουν να ελέγξουν τα πανιά,- -αδυνατούν να πάρουν στο πέλαγο σωστή πορεία.- Αδυνατώντας όµως το πλοίο στο πέλαγο ν’ ανοιχτεί,- -ακίνητο παραµένει στην ακτή, και άπραγοι αυτοί.- -Γιατί ούτε στην τέχνη του κυβερνήτη υπακούει,- -ούτε την κίνηση των πηδαλίων ακολουθεί.- -Αυτό θα πάθουν όσοι σπεύσουν στη Βασιλεία των ουρανών,- -και αν ακόµα µε όλες 27


τις αρετές φορτωθούν,- -αλλά στην ευσπλαχνία γυµνοί ευρεθούν.- -Στο λιµάνι του ουρανού δε θα προσορµιστούν,- -και δε θα λάβουν το στεφάνι το άφθαρτο. 5. Ανώτερη από όλες τις αρετές την ελεηµοσύνη,- -κρίνοντας ο των όλων ο Κριτής,- -δίδαξε και παρέδωσε στους ανθρώπους αυτή την Παραβολή.- -Όπου, τις πέντε παρθένες ονόµασε συνετές,- γιατί άφθονο λάδι είχαν προµηθευτεί,- -και άµυαλες αυτές που ήρθαν να επιτελέσουν το χρέος τους- -δίχως να έχουν στα δοχεία τους λάδι αρκετό.- -Και, καθώς ακούσαµε το Ματθαίο να διαλαλεί την ανωτερότητα αυτής της αρετής- -θεωρώ άσκοπο να επαναλάβω τα λόγια του,- -σε όσους γνωρίζουν κάπως τι λέει η Γραφή.- -Καλύτερα να αναζητήσουµε το καίριο µήνυµα αυτής,-για να κερδίσουµε το στεφάνι το άφθαρτο. 6. Είναι πολύ σπουδαία για τη ζωή µας η διδαχή της Παραβολής,- -οδός και οδοδείκτης είναι για όλους και οδηγός,- -στην ταπείνωση και τη φιλανθρωπία.- -Ως χρέος και αυτών των βασιλέων,- που κυβερνούν τους λαούς τις ορίζει,- -και τους υπαγορεύει τη συµπάθεια προς τους άλλους.- Γιατί, όπως αυτός που χτίζει περίλαµπρη οικία,- -µα δε βάζει και στέγη, πάνε χαµένοι οι κόποι του,- -έτσι όποιος χτίζει την πνευµατική οικοδοµή του µε όλες τις αρετές,- -αλλά δεν της βάζει για στέγη τη συµπάθεια του άλλου,- -και οι κόποι του πάνε χαµένοι,- -και δεν κερδίζει το στεφάνι το άφθαρτο. 7. Μπορούµε να εµβαθύνουµε κι άλλο στο πνεύµα της Παραβολής,- -αν υψώσουµε άγρυπνα τα µάτια της ψυχής µας στο Χριστό.- -Ας θεωρήσουµε, λοιπόν, µε τα µάτια αυτά,- -πως βλέπουµε να έγινε η παγκόσµια ανάσταση,- -και να ’χει εµφανιστεί ο Σωτήρας Χριστός, των όλων ο Βασιλιάς,-Αυτός που βασιλεύει και τώρα,- -και είναι ο Κύριος του κόσµου και εξουσιαστής.- -Και αν κάποιοι επιµένουν να το αγνοούν αυτό και επαναστατούν,- -από την πυρά που θα τους λιώσει δε θα σωθούν,- -γιατί δε θα µπορεί να του αντιµιλήσει κανείς,- -την ώρα που θα παρέχει το στεφάνι το άφθαρτο. Το γνωρίζουµε όλοι καλά, ξαφνικά,- -θα ηχήσει αγγελική σάλπιγγα δυνατά,- -και θα 8. αναστηθούν οι νεκροί που αιώνες προσµένουν το Χριστό,- -το Νυµφίο τον καλό, τον Υιό του Θεού, και άναρχο ηµών Θεό.- -Το µεγάλο σάλπισµα θα ηχήσει αιφνιδιαστικά,- -και όλοι θα σπεύσουν στη χαρά της υποδοχής.- -Τότε όσοι θα έχουν τα λυχνάρια τους γεµάτα λάδι,- -θα περάσουν µε το Νυµφίο στο γάµο παρευθύς,- -και θα κληρονοµήσουν τη Βασιλεία των Ουρανών.-Γιατί έκαναν την πίστη τους µε έργα αγάπης φανερή,- -και θα τους δώσει ως το αξίζει το στεφάνι το άφθαρτο. 9. Η Ελεηµοσύνη είναι η ανώτερη από όλες τις αρετές,- -όντως είναι από όλες η πιο λαµπρή,- -γι αυτό και προεξάρχει πλάι στο θρόνο του Θεού.- -Αυτή διασχίζει τον αέρα, αφήνει πίσω της τη σελήνη και τον ήλιο,- -και φτάνει απρόσκοπτα στις ουράνιες πύλες.- -Και δε σταµατάει εκεί, έρχεται στον τόπο των αγγέλων,- -ξεπερνάει το χορό των αρχαγγέλων,- -και πηγαίνει και παρακαλεί για τους ανθρώπους το Θεό.- -Στέκει πλάι στο θρόνο του θείου Βασιλιά,- -και ζητεί να λάβουν το στεφάνι το άφθαρτο. 10. Ας στρέψουµε, λοιπόν, όλη µας την προσοχή,- -στις πέντε συνετές που εγέρθηκαν από τον ύπνο παρευθύς- -σαν από κρεβάτι νυφικό, και όχι από τάφο νεκρικό.- -Είχαν προµηθευτεί άφθονο λάδι,- -και άναψαν όµορφα τα λυχνάρια της ψυχής.- -Και οι άλλες σηκώθηκαν το ίδιο γρήγορα µε αυτές,- -όµως είχαν τα πρόσωπα κατεβασµένα και σκυθρωπά.- -Γιατί δεν άργησαν να σβήσουν τα λυχνάρια τους,- -και άλλο λάδι στα δοχεία τους δεν είχαν.- -Γι αυτό και ζητούσαν να τους δώσουν λάδι οι συνετές,- -αυτές που έδρεψαν το στεφάνι το άφθαρτο. 11. Μα οι συνετές απάντησαν στις άµυαλες και είπαν:- -«Ναι, µα αν δε φτάσει για µας και για σας,- -το απόθεµα του λαδιού της ζωής µας;- -Ούτε τολµούµε, ούτε εύκολο είναι να πούµε,- - τι µπορεί τότε να γίνει σε όλες µας».- -Η συντροφιά των δικαίων φοβάται εκείνη τη στιγµή,- -γιατί τα µέτρα της θείας κρίσης αγνοεί,- -καθώς η µεγάλη απόφαση δεν έχει ακόµα εκδοθεί,- -αυτή που από κάθε δουλεία θα τις λυτρώσει.- -Και δεν είναι πια η ώρα αυτή, εκείνη που ο Κτίστης των όλων ελεεί,- -είναι η ώρα που δωρίζει το στεφάνι το άφθαρτο. 12. Γι αυτό οι συνετές λένε ξεκάθαρα στις άµυαλες:- -«Να πάτε σ’ αυτούς που πουλάνε το λάδι,-µήπως έστω και τώρα µπορέσετε να αγοράσετε».- -Άµυαλες εκείνες και πλανεµένες µια ολόκληρη ζωή,- -τρέχουν γρήγορα στους εµπόρους του λαδιού- -µα η ώρα της πραµάτειας είχε τελειώσει για όλους πια,- -και των άµυαλων το τρέξιµο βγήκε άκαρπο.- -Για τούτο και ένιωσαν 28


πολύ µεγάλη ταραχή,- -και έντονες τις τύψεις στην ψυχή τους.- -Ως άµυαλες είχαν επιζητήσει το ανέφικτο,.- -κι έτσι δεν έλαβαν το στεφάνι το άφθαρτο. 13. Και όταν κατάλαβαν πως έτρεξαν µάταια,- -οι πέντε άµυαλες, γύρισαν άπρακτες πίσω,- -και βρήκαν να έχει κλείσει ο Χριστός τη γαµήλια αίθουσα.- -Και έκραξαν τότε όλες µαζί µε φωνή οδυνηρή,- -και µε δάκρυα και στεναγµούς είπαν:- -«Άνοιξε τη θύρα της φιλανθρωπίας σου, Αθάνατε,- -και σε µας που µε την παρθενία τιµήσαµε τη δόξα σου».- -Φώναξε τότε και είπε σ’ αυτές ο θείος Βασιλιάς:- -«Η Βασιλεία του Θεού δεν ανοίγεται για σας.- -∆εν ξέρω ποιες είσαστε, και από δω να φύγετε.- -∆ε θα φορέσετε το στεφάνι το άφθαρτο». 14. Και µόνο που άκουσαν το Βασιλέα των όλων Χριστό,- -να φωνάζει στις πέντε: «∆εν ξέρω ποιες είσαστε»,- -ταράχτηκαν αφάνταστα, έκλαιγαν, οδύρονταν και φώναζαν όλες µαζί.- «∆ικαιότατε Κριτή, την αγνότητα τηρήσαµε,- -την εγκράτεια απόλυτα ασκήσαµε,- -λιώσαµε στη νηστεία ολοπρόθυµα,- -και την ακτηµοσύνη τη στέρξαµε,- -καταπατήσαµε τη φλόγα και φωτά της ακολασίας,- -µαζί, και τις παράπλευρες επιθυµίες.- -Σε ολόκληρο το βίο µας ζήσαµε ολοκάθαρα, -για να κερδίσουµε το στεφάνι το άφθαρτο. 15. Και µετά από αυτές τις αρετές, τη χάρη της παρθενίας,- -την καταπάτηση της λάγνας επιθυµίας- -της φλόγας και φωτιάς των ηδονών,- -µετά τους τόσους αγώνες που κάναµε,- ασκούµενες στον ουράνιο βίο,- -και σπεύδοντας να φτάσουµε στον αγγελικό,- -όλα αυτά, τα τόσο µεγάλα και σπουδαία,- -κενά από αξία, ως φαίνεται, βρέθηκαν.- -Κοπιάσαµε να φτάσουµε τη µεγάλη αρετή,- -και η κάθε ελπίδα µας βγήκε µάταιη.- -Τι να συµβαίνει µπορεί, και πώς αυτά αγνοείς,- -Εσύ που σε όσους θέλεις παρέχεις το στεφάνι το άφθαρτο; 16. Σωτήρα µας, και µόνε ∆ικαιοκρίτη, κάνε ένα νεύµα και σε µας.- -Άνοιξέ µας τη θύρα σου, Λυτρωτή,- -και δέξου στο Νυµφώνα τις παρθένες σου.- -Μη αποστρέψεις, Χριστέ, το πρόσωπό σου οριστικά,- -από αυτές που σε επικαλούνται,- -την αθάνατη Χάρη σου, ας µη στερηθούµε,- και γίνουµε ο περίγελος και η ντροπή των αγγέλων.- -Μη µας αφήσεις για πάντα Χριστέ,- -να στέκουµε έξω από το Νυµφώνα σου.- -Άλλωστε την αγνότητα, όπως κι εµείς άσκησαν,- -κι αυτές που τους παρέσχες το στεφάνι το άφθαρτο». 17. Στις άµυαλες που στον Κριτή των όλων- -έτσι τόλµησαν να µιλήσουν,- -αποκρίθηκε ο Χριστός και είπε:- -«Αυτή είναι της δίκαιης κρίσης η ώρα.- -Ο καιρός της φιλανθρωπίας τέλειωσε πια,- -και η συµπάθεια δεν έχει θέση τώρα.- -Η θύρα της ευσπλαχνίας είναι για τους ανθρώπους κλειστή,- -ο τόπος της µετάνοιας δεν είναι εδώ.- -∆ε δείχνει συµπάθεια πια ο Οικτίρµων,- -και είναι αυστηρός Κριτής ο Ελεήµων..- -Εσείς στον κόσµο δειχτήκατε άσπλαχνες,- -πώς, λοιπόν, ζητάτε το στεφάνι το άφθαρτο; 18. Σας λέω ανοιχτά και καθαρά,- -στους αρχάγγελους και όλους τους αγίους µπροστά,- -όσα µου έκαναν καλά, αυτές που είναι τώρα µαζί µου.- -Με βρήκαν θλιµµένο και πεινασµένο πολύ,- -και µερίµνησαν να µε χορτάσουν.- -Και διψασµένο, και µε πότισαν ολοπρόθυµα.- -Και ξένο µε είδαν, και µε πήραν στο σπίτι τους σαν δικό τους γνωστό.- -Και στη φυλακή που βρέθηκα κρατούµενος, ήρθαν να µε φροντίσουν.- -Και όλες τις εντολές µου φύλαξαν επακριβώς,- -γι αυτό ήρθαν και βρήκαν το στεφάνι το άφθαρτο. 19. Τίποτε από αυτά στον κόσµο δεν κάνατε σεις,- -παρότι, βέβαια, τη νηστεία τηρήσατε,- -την παρθενία ασκήσατε, και την αρετή στα λόγια.- -Χωρίς έργα αγάπης τέλεια και ευσεβή, µάταια κοπιάσατε.- -Τους ξένους που είχαν ανάγκη παραβλέψατε,- -καθώς επίσης και τους άρρωστους.- Στους πεινασµένους ποτέ δεν απλώσατε χέρι βοήθειας.- -Η υποκρισία, αυτή µόνο, καλά σας έθρεψε.- -Μόνο για την απονιά σας καµαρώνατε.- -Στους φτωχούς που χτυπούσαν την πόρτα σας,- -ούτε ανοίγατε, ούτε τους βοηθούσατε.- -Πώς ζητάτε το στεφάνι το άφθαρτο; 20. Να συµπονέσετε τους γυµνούς και προσήλυτους δε δεχτήκατε,- -στο σπιτικό σας ξένους ποτέ δε στεγάσατε.- -Σε όσους ήταν σε φυλακές και σκληρά δεσµά,- -κρατήσατε κλειστά τα αυτιά σας ερµητικά.- -Να επισκεφθείτε τους άρρωστους δεν πήγατε,- -βλέµµα καλοσύνης σε ενδεείς και φτωχούς δε ρίξατε,- -πάντα µια απανθρωπιά σας διέκρινε,- -και είχατε την οργή αντί για την ευσπλαχνία σύντροφο.- -Πώς, λοιπόν, εσείς. που στη ζωή τέτοια πράξατε,- -έρχεστε τώρα και ζητάτε το στεφάνι το άφθαρτο; 21. Βλέπατε τους πάντες υπεροπτικά,- -είχατε τους φτωχούς στην καταφρόνια,- -ήσασταν σκληρές και ανελέητες. για όλους- -Κατακεραυνώνατε παθιασµένα όσους έφταιγαν σε κάτι,- εσείς που φταίγατε σε πολλά κάθε µέρα.- -Φερόσασταν στους συνανθρώπους σας απάνθρωπα,- 29


λες κι εσείς δεν είχατε πληµµελήµατα,- -κοµπάζατε για τις µεγάλες αρετές σας και υπερηφανευόσασταν.- -Θεωρούσατε απορριγµένους όσους δε νήστευαν,- -λέγατε µολυσµένους όσους παντρεύονταν.- -Μόνο τους εαυτούς σας δικαιώνατε,- -και όλα αυτά πολύ καιρό πριν την ώρα- -που θα λαβαίνατε το στεφάνι το άφθαρτο. 22. Τη νηστεία τυπικά, σαν αποφυγή κάποιων φαγητών, εφαρµόζατε,- -και παράλληλα λοιδορούσατε τους ανθρώπους,- -όντας πρώτες στις συκοφαντίες.- -Αλλά και την αγνότητα δεν τηρούσατε καθαρά,- -µε ρυπαρούς λογισµούς τη µολύνατε καθηµερινά.- -Ποιο όφελος η αγνότητα αποφέρει,- -αν δεν είναι καθαρός κάθε λογισµός;- -Καλύτερα να τρώει κανείς και να πίνει,- -και να ακολουθεί συνετή ζωή,- -παρά να απέχει από κάποια φαγητά,- -όχι όµως και από άλλα, που τον βλάπτουν ψυχικά,- -γιατί τότε πώς µπορεί να ζητήσει το στεφάνι το άφθαρτο; 23. Η άσκηση της νηστείας δεν είναι σωστή,- -αν δεν τα αποφεύγει όλα κανείς,- -και τους άτοπους λογισµούς, και τις βλαβερές πράξεις.- -Και η εγκράτεια αδυνατεί να στεριώσει,- -σε σάρκα που έµαθε να ζει ακράτητα.- -Θεµέλιος λίθος της νηστείας,- -που πάνω του οφείλουµε την πνευµατική µας οικοδοµή- -να χτίσουµε σαν σε όρµο ασφαλή,- -είναι η ελεηµοσύνη, που τη στεριώνει, και την κάνει λαµπρή,- -κι από κοντά η ευσέβεια, που τη δυναµώνει,- -όπως το λίπασµα δυναµώνει το φυτό.- -Αυτές την περιφρουρούν σαν τείχη- -και αποτελούν τη βάση για το στεφάνι το άφθαρτο 24. Κατά τι σας ωφέλησε η νηστεία και η αγνότητα,- -που είχαν την αλαζονεία µόνιµο συνοδό;- Αρνιόσασταν την πραότητα, στέργατε πάντα το θυµό.- -Όµως εγώ ως πράος εγώ ταπεινός στην καρδιά,- -αγαπώ ιδιαίτερα τους πράους,- -σ’ αυτούς δωρίζω την άφεση των αµαρτιών.- -Αρνούµαι αυτούς που νηστεύουν, µα είναι άσπλαχνοι,- -προτιµώ αυτούς που τρώνε κανονικά,- -µα είναι φιλεύσπλαχνοι.- -Μισώ τους παρθένους που είναι απάνθρωποι,- -τιµώ όσους έγγαµους είναι φιλάνθρωποι.- -Τίµιος ο έγγαµος που ακολουθεί σώφρονα βίο,- -για τούτο και κερδίζει το στεφάνι το άφθαρτο. 25. Ξίφος κατά των αµαρτωλών εγώ δεν ακόνισα,- -έβλεπα πάντα τους ανθρώπους µακρόθυµα.- Ο Πλάστης και ∆ηµιουργός των ανθρώπων- -την πόρνη που µετάνιωσε κι έκλαψε,- -τη δέχτηκα µε ευµένεια και της έδωσα άφεση.- -Ελέησα τον τελώνη που στέναζε, δεν τον απόδιωξα,- -γιατί βρήκα τη µετάνοιά του ειλικρινή.- -Εγώ ο ∆ηµιουργός έδειξα συµπάθεια και αγάπη στους ανθρώπους.- -Λυπήθηκα τον Πέτρο, τότε που µε αρνήθηκε,- -µε τα δάκρυά του ένιωσα να υποφέρω κι εγώ,- -γιατί όντως µετάνιωσε, και ζήτησε το στεφάνι το άφθαρτο. 26. Γι αυτές που στο Νυµφώνα µαζί µου πέρασαν,- -µπροστά σε όλο τον κόσµο αυτά έχω να πω: - -«Στον επίγειο βίο τους, τις εντολές µου προσεκτικά φύλαξαν.- -Παραστέκονταν πάντα στις χήρες, και ελεούσαν τα ορφανά.- -Συνέπασχαν µε όσους ήταν σε πόνο ή θλίψη,- -ποτέ την πόρτα τους σε φτωχούς ή ξένους δεν έκλεισαν,- -βοηθούσαν τους άρρωστους να γίνουν καλά.- -Έδειξαν ενδιαφέρον και αγάπη σ’ αυτούς,- -που εσείς απορριγµένους θεωρούσατε.- -Γι όλα αυτά δε σας γνωρίζω. Φύγετε από Εµένα µακριά.- -Αρνιέµαι όλους τους απάνθρωπους,- -και δίνω σ’ αυτές ως φιλάνθρωπες το στεφάνι το άφθαρτο». 27. Θαυµάζει ο χορός των αγγέλων,- -µ’ αυτά που ακούει να µαρτυρεί ο Βασιλιάς Χριστός- -για τις πέντε που πέρασαν στο Νυµφώνα µαζί του.- -Τι παρρησία, τι κορυφαία επιβράβευση αυτών των αγίων,- -από το Χριστό σε όλο τον κόσµο µπροστά.- -Αυτές αποκόµισαν το στεφάνι της αφθαρσίας,- -κι οι άλλες, επίσης σε όλο τον κόσµο µπροστά,- -την έσχατη καταδίκη δέχτηκαν, έχυσαν δάκρυα πικρά,- -και παραδόθηκαν σε ατέλειωτο θρήνο,- -καθώς έβλεπαν τους χορούς όλων των αγίων,- -να έχουν παρρησία, χάρη, και το έλεος Αυτού,- -και όλοι τους να φορούν το στεφάνι το άφθαρτο. 28. Να πόσο ξεκάθαροι είναι οι όροι,- -που οι άνθρωποι καλούµαστε στη Βασιλεία του Θεού.- ∆εν έχουµε παρά να σπεύσουµε,- -να εφαρµόσουµε τις εντολές του Χριστού.- -Υπάρχει στις αγορές πολύ λάδι για πούληµα,- -φτάνει να θελήσουµε ν’ αγοράσουµε.- -Το πωλούν όσοι έχουν ανάγκη για ελεηµοσύνη.- -Και το πουλούν καθηµερινά,- -και είναι ν’ απορεί κανείς, γιατί αµελούµε ν’ αγοράσουµε.- -Ακόµα και µε δυο λεπτά µοναχά,- -µπορούµε να αγοράσουµε σίγουρα,- -όσο αγοράζουν άλλοι που διαθέτουν χρήµατα πάµπολλα.- -Ο ∆ηµιουργός των όλων εξετάζει τα κριτήρια και την προαίρεση,- -και µε βάση αυτά παρέχει το στεφάνι το άφθαρτο. 29. Η εντολή του Θεού δεν είναι βαριά,- -δεν παραγγέλλει να δώσεις αυτό που αδυνατείς,- εξετάζει την αγαθή σου προαίρεση,- -ακόµα κι αν έχεις δυο οβολούς µοναχά,- -και τίποτε άλλο 30


δεν κατέχεις σ’ αυτήν εδώ τη γη.- -Ο Εύσπλαχνος κατά πάντα Κύριος και τους δέχεται,- -και θεωρεί καλύτερους αυτούς τους δωρητές,- -από εκείνους που έχουν δώσει πάµπολλα χρήµατα.- Αν τώρα δεν έχεις να προσφέρεις ούτε έναν οβολό;- -πρόσφερε σ’ αυτόν που έχει ανάγκη ένα ποτήρι δροσερό νερό.- -Το δέχεται ευχαρίστως κι αυτό ο Χριστός,- -και σίγουρα σου παρέχει το στεφάνι το άφθαρτο. 30. Μικρή προσφορά λαµβάνοντας ο Σωτήρας, µεγάλη ανταποδίδει.- -Στην προσφορά λίγων και πρόσκαιρων αγαθών- -την απόλαυση των αιωνίων αγαθών δωρίζει.- -∆ώσε ένα κοµµατάκι ψωµί, και θα λάβεις γι αυτό του Παράδεισου την τρυφή.- -∆εν πρόκειται χαµένος να βγεις, αν υποµείνεις την πενία και την ανέχεια,- -γιατί δε θα αντιµετωπίσεις την τελική κρίση.- -Μη ζητάς τα από δω.-Ο ελάχιστος και καταφρονηµένος λαβαίνει άφεση,- -όµως οι µεγάλοι και δυνατοί θα υποστούν αυστηρή κρίση.- -Γίνε, λοιπόν, ευγνώµων, για να βρεθείς στη βασιλεία του Θεού,- -και να λάβεις το στεφάνι το άφθαρτο. 31. Συγχώρα µε, Σωτήρα, συγχώρα εµένα,- -τον αξιοκατάκριτο από όλους τους ανθρώπους πιο πολύ.- -Γιατί δεν εφαρµόζω αυτά που λέω και συµβουλεύω τους άλλους.- -Γι αυτό και προσπέφτω στην Αγάπη σου. ∆ώσε Σωτήρα- - φωτισµό και ταπείνωση σε µένα και στους ακροατές µου,- -για να εφαρµόσουµε στη ζωή όλες τις εντολές σου, - -για να µη µείνουµε να θρηνούµε έξω από το Νυµφώνα και να κράζουµε.- -«Ελέησέ µας µε την ευσπλαχνία σου,- -Εσύ που θέλεις όλοι να σωθούν/.- -Κάλεσέ µας Σωτήρα στη Βασιλεία σου- -για να λάβουµε το στεφάνι το άφθαρτο.

Γ. Επίµετρο για προεκτάσεις. Εκπλήσσει ίσως η αυστηρή κριτική που ασκεί ο Υµνογράφος στην παρθενική, ή αλλιώς ασκητική και µοναχική ζωή. Ωστόσο οι αδυναµίες που καταγράφει, τουλάχιστον για κάποιες περιπτώσεις, δεν είναι αβάσιµες. Ιδιαίτερα η αναφορά στην πνευµατική υπεροψία και συνακόλουθη ψυχική σκληρότητα και ακαµψία ορισµένων του χώρου. Οφείλουµε όµως να λάβουµε υπόψη ότι οι ύµνοι του ψέλνονταν στις Ακολουθίες και αποτελούσαν βασική διδαχή για το εκκλησίασµα. Από αυτή τη σκοπιά είναι λίαν ευδιάκριτο ότι ο Υµνογράφος αποβλέπει να διαµηνύσει στον ευρύτερο χριστιανικό κόσµο την απόλυτη προτεραιότητα της χρυσής αλυσίδας αγάπη-ελεηµοσύνη-φιλανθρωπία, ως καίριας διδαχής του Χριστού, και βασικής προϋπόθεσης εισόδου στη Βασιλεία του Θεού. Ιδιαίτερα στο Κοντάκιο αυτό ο εκ Συρίας Ρωµανός ο Μελωδός, θαυµαστής του εκπληκτικού λόγου και του πιο εκπληκτικού, όσο και δυναµικού φιλανθρωπικού και κοινωνικού έργου του επίσης εκ Συρίας τρίτου στη σειρά των «Τριών Μεγίστων Φωστήρων της Τρισηλίου Θεότητος» Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστοµου, ακολουθεί και αναµεταδίδει λέξη προς λέξη τη δική του διδαχή γι αυτό το τόσο σπουδαίο θέµα, αν π.χ. λάβουµε υπόψη την Τρίτη οµιλία του για τη Μετάνοια, όπου γράφει: «Ας έρθουµε… στην τέταρτη οδό της µετάνοιας … την ελεηµοσύνη, τη βασίλισσα των αρετών, που ανεβάζει αµέσως τους ανθρώπους ως τις πύλες του ουρανού, και γίνεται η άριστη συνήγορος αυτών ενώπιον του Θεού. Είναι µεγάλη αρετή η ελεηµοσύνη… Σου δίνει µεγάλα φτερά, φτερά που σε κάνουν να διασχίζεις τον αέρα, ν’ αφήνεις πίσω σου τη σελήνη και τον ήλιο µε τις λαµπρές ακτίνες του, και να φτάνεις στις αψίδες του ουρανού. Και ούτε εκεί να σταµατάς, αλλά να προσπερνάς το χορό των αγγέλων και το πλήθος των ουρανίων δυνάµεων και να στέκεσαι πλάι στο θρόνο του θείου Βασιλιά». Μιλώντας επίσης στην ίδια Παραβολή, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστοµος επισηµαίνει για τη σχέση παρθενικής-ασκητικής-µοναστικής-ζωής και φιλανθρωπίας τα ακόλουθα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, όσο και σηµαντικά. «Καλόν η παρθενία και υπέρ την φύσιν το κατόρθωµα. Αλλά, το καλόν τούτο και µέγα και υπέρ την φύσιν, αν µη φιλανθρωπίαν έχει συνεζευγµένην, ουδέ επιβαίνειν των του νυµφώνος προθύρων δυνήσεται»-Καλή, και µεγάλη, και υπερφυσική η αρετή της ασκητικής παρθενίας. Αλλά, αν δεν έχει συζευχθεί την ελεηµοσύνη, ούτε στην αυλή της χαράς του αιώνιου γάµου του Χριστού, δε θα µπορέσει να περάσει. «Και µάλα εικότως-και πολύ φυσικά-προσθέτει. Γιατί. «Ο µεν παρθενεύων και νηστεύων εαυτώ χρήσιµος-κάνει κάτι καλό για τον εαυτό του-ο δε ελεών κοινός εστί των ναυαγούντων λιµήν»-ενώ αυτός που ελεεί, γίνεται 31


λιµάνι των ναυαγών της ζωής. «Των δε κατορθωµάτων-και από τις αρετές-εκείνα µάλιστα ευδοκιµείν είωθεν-εκείνες θεωρούµε ανώτερες-άπερ αν προς το συµφέρον τοις ετέροις γίνεται»που στοχεύουν στη βοήθεια των άλλων»! Αλλά κι εκείνο το ωραίο: «Έχεις οβολόν, αγόρασον τον ουρανόν ! Ουχ ότι εύωνος ο ουρανός, αλλ’ ότι φιλάνθρωπος ο Κύριος». Αξίζει να προσεχθεί η βασική θέση, «αλλ’ ότι φιλάνθρωπος ο Κύριος»-Έχεις, ας πούµε, ένα ευρώ, αγόρασε τον ουρανό, όχι γιατί είναι φτηνός ο ουρανός, αλλά γιατί είναι φιλάνθρωπος ο Κύριος. Θα συµπλήρωνα τα ανωτέρω και µε την ακόλουθη βαρυσήµαντη θέση του Μ. Βασιλείου στην οµιλία του «προς Πλουτούντας»:«Και γνωρίζω πολλούς που νηστεύουν, προσεύχονται, στενάζουν και οδύρονται για τις αµαρτίες τους, δείχνουν όλη αυτή την ανέξοδη ευσέβεια-«πάσαν την αδάπανον ευλάβειαν ενδεικνυµένους»-αλλά δε δίνουν δεκάρα για τους φτωχούς και πονεµένους. Σε τι, αλήθεια µπορεί να τους ωφελήσει όλη αυτή η αρετή. Τέτοιοι ευσεβείς δε γίνονται δεκτοί στη Βασιλεία των ουρανών. Σ’ αυτούς αναφέρεται ο λόγος του Χριστού, «είναι ευκολότερο να περάσει καµήλα από βελονότρυπα, παρά να µπει πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού». Καλό είναι να προσεχθεί ποιοι τα λένε αυτά,-Μ. Βασίλειος, Ιωάννης Χρυσόστοµος- γιατί τα τελευταία χρόνια έχει προβληθεί η θέση, προφανώς και δηµιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι, επαναλαµβάνοντας κανείς όσο πιο πολλές φορές µπορεί µερικά, «Κύριε Ιησού Χριστέ…ελέησέ µε τον αµαρτωλό», και ξεκουκίζοντας ένα κοµποσκοίνι πάει ίσια στη Βασιλεία του Θεού. Με κάτι τέτοια δίνεται το δικαίωµα σε κάποιους να επισηµαίνουν αυστηρά, αλλά δίκαια ότι: «Ο λόγος των ανθρώπων που κάθισαν µε όλη τους την άνεση πάνω στο Σταυρό του Χριστού δεν µπορεί να έχει καµιά απήχηση» ! Καλά και άγια η προσευχή της καρδίας του Ιησού και το κοµποσκοίνι, καλή και άγια η πίστη και η ελπίδα στο Χριστό, αλλά είναι απαραίτητο να επικυρώνονται µε την έµπρακτη εφαρµογή της µείζονος πάντων των αρετών, της Αγάπης ! ………………………………………………………………………………………………………. 5. Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Στην Εσπερινή Ακολουθία της Μ. Πέµπτης-Όρθρος Μ. Παρασκευής, από ∆ώδεκα Ευαγγελικές Περικοπές-τέσσερις του Ματθαίου, πέντε του Ιωάννη, δύο του Μάρκου, και µία του Λουκά, τα λεγόµενα ∆ώδεκα Ευαγγέλια-επιτελούµε την κορύφωση του θείου δράµατος, «τα άγια, και σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ηµών Ιησού Χριστού». Σ’ αυτά παρεµπίπτει και το τραγικό γεγονός της άρνησής του από τον Απόστολο Πέτρο, άρνησης που πριν λίγες ώρες, στη διάρκεια του Μυστικού ∆είπνου, του είχε προαναγγείλει ο Χριστός, και δεν άργησε να επισυµβεί. Τα αναφερόµενα στην άρνηση του Πέτρου µας παραδίδουν και οι τέσσερις Ευαγγελιστές µε ανεπαίσθητες παραλλαγές. Τα παραθέτω όµως από το Ευαγγέλιο του Λουκά, όπου υπάρχει η ακόλουθη καίρια καταγραφή. «Τότε ο Κύριος γύρισε, έριξε µια µατιά στον Πέτρο, κι ο Πέτρος θυµήθηκε τα λόγια που του είχε πει». Αυτή η διασταύρωση του βλέµµατος του Χριστού µε εκείνο του Πέτρου, ήταν η σωτήρια διασταύρωση της άκρας µακροθυµίας µε το σηµειωθέν ήδη τροµερό λάθους του, και απετέλεσε τη βάση και απαρχή της πορείας του µεγάλου Μαθητή στη µετάνοια, και της πλήρους αποκατάστασής του αµέσως µετά την Ανάσταση-«Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους µαθητές του και τον Πέτρο», Μαρκ.16,7. Σ’ αυτό, λοιπόν, το απερίγραπτα φοβερό γεγονός και θέµα της άρνησης του Χριστού από τον Πέτρο,, αλλά και της άµεσης µετάνοιας και συνακόλουθης συγχώρησής του από τον Κύριο, έχει αφιερώσει Ρωµανός ο Μελωδός το Κοντάκιο που ακολουθεί, και είναι από τα ωραιότερα, ίσως και πιο δραµατικά-στο πρωτότυπο, βέβαια. Απαρτίζεται από, Τρία Προοίµια και Είκοσι Τρεις Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση: «Του ταπεινού Ρωµανού αίνος», και ως Εφύµνιο το στίχο: «Σπεύσον, σώσον, Άγιε την ποίµνην σου». Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ Αφού συνέλαβαν τον Ιησού, τον έσυραν και τον έβαλαν µέσα στο σπίτι του αρχιερέα. Ο Πέτρος ακολουθούσε από µακριά. Άναψαν φωτιά στη µέση της αυλής και κάθισαν όλοι γύρω. Ανάµεσά τους κάθισε κι ο Πέτρος. Κάποια υπηρέτρια που τον είδε να κάθεται κοντά στη φωτιά, τον κοίταξε και είπε: «Ήταν κι αυτός µαζί του». Εκείνος όµως αρνήθηκε λέγοντας: «∆εν τον γνωρίζω αυτόν κόρη 32


µου». Ύστερα από λίγο τον είδε κάποιος άλλος και είπε: «Κι εσύ ένας απ’ αυτούς είσαι». Ο Πέτρος όµως είπε: «Άνθρωπέ µου, δεν είµαι». Αφού πέρασε µία ώρα, κάποιος άλλος επέµεινε λέγοντας: «Ασφαλώς ήταν κι αυτός µαζί του, γιατί είναι και Γαλιλαίος». Είπε τότε ο Πέτρος. «Άνθρωπέ µου, δεν καταλαβαίνω τι λες», κι αµέσως, ενώ ακόµα µιλούσε, λάλησε ο πετεινός. Τότε ο Κύριος γύρισε, έριξε µια µατιά στον Πέτρο, κι Πέτρος θυµήθηκε τα λόγια που του είχε πει: «Προτού λαλήσει ο πετεινός, θα αρνηθείς τρεις φορές πως µε ξέρεις». Ύστερα από αυτό, ο Πέτρος βγήκε έξω και έκλαψε πικρά». Λουκά 22,54-62 Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α.

Π ρ ο ο ί µ ι α.

1. Ποιµένα µας καλέ,- -Εσύ που θυσίασες τη ζωή σου,- -για να σώσεις τα πρόβατα:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε, την ποίµνη σου». 2. Λησµόνησε τα φοβερά κύµατα,- -και άλλαξε γνώµη από τα λόγια της κόρης,- -ο Πέτρος, και ακούστηκε να λέει:- -«Χριστέ ο Θεός µου, όταν στην τρικυµία βυθιζόµουν κατατρόµαξα,- -και όταν ρωτήθηκα, δείλιασα, και έπεσα σε άρνηση.- -Όµως τώρα µε δάκρυα σου κράζω:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε, την ποίµνη σου». 3. Άλλο βύθισµα τώρα, αυτό στην ξηρά από µια παιδούλα.- -Ξαναβρίσκοντας όµως µέσα µου τον κορυφαίο µετά,- -και καταφεύγω σαν σε λιµάνι σ’ Εσένα.- -Στέλνω στην Αγάπη σου για πρεσβεία τα δάκρυα, και κράζω: «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». β. Ο

ί

κ

ο

ι.

1. Το νου στο Θεό ας υψώσουµε, και ας αναθερµάνουµε τη σκέψη,- -το πνεύµα της Αγάπης του ας µη σβήσουµε,- -διάπλατα τις καρδιές µας ας ανοίξουµε,- -και ας µάθουµε µε τον Απαθή να συµπάσχουµε.- -Ας παραµερίσουµε την κάθε σκέψη και µέριµνα,- -κι ας αφοσιωθούµε µόνο στη Σταύρωση του Χριστού.- -Και όλοι µε τον Πέτρο ας πάµε, αν νοµίζετε,- -στην αυλή του Καϊάφα, µαζί του να φωνάξουµε στο Χριστό,- -εκείνα τα παλιά λόγια του Πέτρου:- -«Στο σταυρό κι αν ανεβείς, και στον τάφο κατεβείς,- -µαζί σου θα πάθουµε κι εµείς, και πεθαίνοντας θα κράξουµε:- «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 2. ∆ε θυµήθηκα, φίλοι του Χριστού, τον Πέτρο άσκοπα,- -παρά για να µιµηθούµε το ζήλο της αγάπης του φίλου,- -όχι την άρνηση και φυγή του όντως δειλού.- -Της αγάπης που πάφλαζε πριν στου Πέτρου την καρδιά,- -και έσβησε από το φόβο λίγο µετά.- -Ο Χριστός όµως δέχτηκε την προθυµία του,- -και συγχώρεσε την αδυναµία του,- -γιατί γνωρίζει πως η φύση µας είναι ασθενική και αδύνατη,- -σαλεύει σαν καλαµιά σε κάθε άνεµο,- -µπρος σε κάθε κίνδυνο τρέµει, και κράζει:-«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 3. Φίλοι του Χριστού, που τον Πέτρο γνωρίζετε,- -χαρίστε µου για λίγο την προσοχή σας.- -Τα λόγια του Ευαγγελίου ακούστε,- -και βάλτε τα καλά µέσα στο νου σας.- -Γράφει, λοιπόν, το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο,- -πως µετά το δείπνο είπε ο Χριστός:- -«Τέκνα µου, φίλοι Μαθητές, τη νύχτα αυτή- -θα µε αρνηθείτε όλοι, και θα φύγετε».- -Και ενώ έµειναν οµαδικά εµβρόντητοι,- ακούστηκε ο Πέτρος να φωνάζει.- -«Κι αν όλοι σε αρνηθούν, εγώ δε θα σε αρνηθώ.- -Θα µείνω µαζί σου, θα πεθάνω και θα κράξω:- -Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 4. «Τι σε ακούω να λες, ∆ιδάσκαλε, φώναξε ο Πέτρος.- -Εγώ θα σε αρνηθώ; Εγώ θα σε εγκαταλείψω και θα φύγω;- -Και δε θα ενθυµηθώ την τιµητική κλήση σου;- -Μα έχω ακόµα στα µάτια µου ζωντανή- -τη σκηνή που τα πόδια µου νίβεις,- -και ακούω, Λυτρωτή µου, να λες: «Θα µε αρνηθείς»;- -Μα τώρα δα σε βλέπω, Σωτήρα, τη λεκάνη µε το νερό κρατάς- -και να πλησιάζεις στα πόδια µου,- -Εσύ που σηκώνεις τη γη, και κρατάς τον ουρανό,- -µε αυτά τα χέρια που πλάστηκα, και τώρα στα πόδια νίφτηκα,- -και φωνάζεις πως θα σε αρνηθώ, και δε θα κράξω::- «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου»; 5. «Μα Αναµάρτητε και Αιώνιε,- -τη νοστιµιά του δείπνου σου έχω ακόµα στα χείλη µου,- -και πώς µπορώ αυτή τη δωρεά σου να αρνηθώ;- -Αν είναι να γίνω προδότης, αλίµονο, ο µαθητής σου 33


εγώ,- -προτιµώ να πεθάνω παρά να ζω.- -Κι αν είναι να λησµονήσω το Μυστήριο παντελώς,- αυτό που γνωρίζω, και είδα, και βλέπω πάλι,- -προτιµώ να κατεβώ αυτή τη στιγµή στον Άδη ζωντανός.- -Η γλώσσα µου να κολλήσει αµέσως στο λαρύγγι µου,- -ψεύτης αν βγω, ή αν πάψω να σου κράζω:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 6. Στα λόγια του Πέτρου αυτά, ο Πλάστης του ανθρώπου αντείπε::- -«Τι ακούω, φίλε µου Πέτρο, να λες;. ∆ε θα µε αρνηθείς;- -∆ε θα φύγεις από κοντά µου;- -∆ε θα αθετήσεις την υπόσχεση που µου έδωσες;- -Αυτό θα το ήθελα κι εγώ πολύ,- -µα η πίστη σου δεν είναι σταθερή,- -και στον πειρασµό δεν αντιστέκεσαι.- -∆ε θυµάσαι που παρά λίγο να πνιγόσουν,- -αν δε σου άπλωνα το χέρι Εγώ;- -Περπάτησες, βέβαια, πάνω στη θάλασσα, όπως εγώ,- -µα δεν άργησες να κλονιστείς, και να αρχίσεις να βυθίζεσαι γρήγορα.- -Και σε πρόφτασα που έκραζες και έλεγες: «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 7. Να, λοιπόν, αυτή τη στιγµή απερίφραστα σου λέω,- -ότι πριν ο αλέκτορας λαλήσει, τρεις φορές ψέµατα για µένα θα πεις.- -Σαν τα θαλασσινά κύµατα θα σε κατακλύσουν,- -θα σου καταβυθίσουν το νου,- -και τρεις φορές θα µε αρνηθείς.- -Και βέβαια τότε, όταν έκραξες,- -όπως και τώρα όταν θα κλάψεις, θα µε βρεις,- -χωρίς να σου δώσω το χέρι όπως το πριν.- -Γιατί έλαβα πένα και χαρτί µε το χέρι αυτό,- -και συγχώρεση αρχίζω να υπογράφω,- -για όλους τους απογόνους του Αδάµ.- -Το Σώµα µου, αυτό που βλέπεις,- -θα γίνει για µένα χαρτί, και το Αίµα µου µελάνι,- -όπου θα βουτώ, θα γράφω,- -και θα µοιράζω δώρο άφεσης παντοτινής,- -σε όλους όσους θα µου κράζουν:- - «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 8. «Αιώνιε Κύριε, ανταπάντησε ο Πέτρος,- -τώρα που επισήµανες πόσες φορές θα σε αρνηθώ,- θα σου παρουσιάσω, Σωτήρα, τη γνώµη που έχω κι εγώ.- -Γιατί, Φιλάνθρωπε, παρότι τη γνωρίζεις πριν τίποτε να πω,- -θα τολµήσω να σου δηλώσω αυτά που φρονώ.- -‘Ενώπιον αγγέλων και ανθρώπων,- -και σ’ Εσένα µπροστά, το ∆ηµιουργό του ουρανού και της γης,- -δηλώνω αυτή τη στιγµή και οµολογώ ότι:- -Ακόµα κι αν χρειαστεί να πεθάνω,- -δεν πρόκειται, Λυτρωτή µου, να σε αρνηθώ!- -Μ’ Εσένα επιθυµώ να ζήσω, χωρίς Εσένα δε θέλω να ζω.- -Για ποιο λόγο να βλέπω τον ήλιο,- -όταν δε θα µπορώ να σου κράζω:- - «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου»; 9. Ο Πέτρος ήταν αφοσιωµένος φίλος,- -και ξεχωριστός µαθητής,- -και ο Πλάστης βρισκόταν σε ετοιµότητα,- -να σταθεί και πάλι στον Πέτρο αρωγός,- -γιατί γνώριζε πως η πίστη του ήταν ολισθηρή και σαθρή.- -Έτσι µετά από αυτά τα λόγια, που είπε και άκουσε,- -ο Κύριος πήρε το δρόµο του Πάθους θεληµατικά,- -έχοντας από τους ανόµους κατά παραχώρηση συλληφθεί,- -και αφού είχε εν γνώσει του από τον Ιούδα πουληθεί.- -Οδηγήθηκε τότε στην αυλή του Καϊάφα,- -και ο Πέτρος ακολουθούσε, τι θ’ απογίνει να ιδεί.- -Και όταν είδε, πάγωσε, τρόµαξε, και κραύγασε.- «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 10 Έχοντας ο Απόστολος µεγάλη αγωνία,- -µε τον όχλο ανακατεύεται,- -και φανερά στην αυλή εισέρχεται.- -Και ως βρέθηκε στο εσωτερικό της,- -είδε της Θεότητας την πυρά στα δεσµά,- -και το ξερό χορτάρι στη θέση του δικαστή,- -δηλαδή, υπόδικο το Χριστό στον αρχιερέα µπροστά.- Και µη µπορώντας να αντέξει το κακό,- -δακρύζει παρευθύς, χτυπάει το στήθος, και λέει µέσα του ψιθυριστά.- -«Έχεις, Χριστέ µου, µε δεσµά δεθεί,- -και το ανέχεσαι, και καρτερείς,- -και φτύνεσαι στο πρόσωπο αυτό,- -που µπρος του κρύβουν τα πρόσωπα,- -φρίττουν, τρέµουν και κράζουν τα Σεραφείµ:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου»; 11. Ραπίζεσαι, ∆ιδάσκαλε, κι εγώ σε βλέπω και ζω;- -Βρίζεσαι, Φιλάνθρωπε, το βλέπει η γη και το σκεπάζει,- -και δεν ανοίγεται τους εχθρούς σου να καταπιεί;- -Εµπαίζεσαι και το βλέπει ο ουρανός, και δεν κουβαριάζεται,- -και αυτοί οι επουράνιοι δεν αγανακτούν;- -Και ο Μιχαήλ δε θυµώνει, όταν Εσύ ραπίζεσαι,- -να στείλει φωτιά να κάψει αυτούς τους γήινους;- -Και το ανέχεται ο Γαβριήλ, και δεν κατακαίει τους εναντίους σου;- -Όµως αν όλες οι ουράνιες δυνάµεις σιγούν,- εγώ φρίττω, και θρηνώ, και σου κράζω:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 12. Ηρέµησε ο Πέτρος µόλις τα είπε αυτά,- -από έκπληξη καταλήφθηκε, και τίποτε άλλο δεν πρόσθεσε.- -Όµως ενώ σώπασε, και έκανε καλά,- -µίλησε ξαφνικά κακά,- -για να βγει αληθινός, η Αλήθεια, ο Χριστός,- -και να φανεί ψεύτης ο κάθε γηγενής.- -Και τι σηµαίνουν αυτά, αδελφοί;- πως για να επαληθευτεί ο λόγος του Πλάστη,- -πέφτει στην άρνησή του ο Κηφάς;- - Μη γένοιτο, ποτέ για το Χριστό, έτσι να πω,- -αλλά να κατανοήσω, ότι τα πάντα προβλέπει,- -δηλώνει και ασφαλίζει πιο πολύ,- -όλους όσους του κράζουν.- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 34


13. Για λίγη ώρα, λοιπόν, όπως προείπα, ο Πέτρος ησύχασε.- -Από αδηµονία κυριευµένος να είναι, για λίγο έπαψε,- -και στην αυλή καθόταν σκεφτικός και σκυθρωπός.- -Μια όµως παιδούλα τον παρατηρούσε καλά,- -γυρόφερνε το µαθητή, και τον εξέταζε προσεκτικά,- -και όταν κατάλαβε ποιος ήταν, του φώναξε.- -«Είναι ολοφάνερο, ήσουν µε το Γαλιλαίο κάποτε κι εσύ».- -Μα ο Πέτρος της αποκρίθηκε: «∆εν καταλαβαίνω τι λες.- -Αγνοώ Αυτόν που κηρύττουν όσοι του κράζουν.- - «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 14. Άφησες γρήγορα το στήριγµα, Απόστολε,- -και κάτω µια µικρή κόρη σε έριξε.- -Όµως ορθώσου, πετάξου επάνω,- -και ως αθλητής του Χριστού,- -ζώσου και πάλι την πρώτη ισχύ σου.-∆εν είχες να παλέψεις µε έναν πιο δυνατό,- -πώς και κατανικήθηκες από ένα λόγο απλό;- -Μικρή κόρη σε πλησίασε, και ψελλίζοντας τάχα,- -αυτά που είπε, σου είπε.- -Κι εσύ αυτής τα ψελλίσµατα, τα πήρες για βρυχηθµό,- -και δείλιασες, και της απάντησες: «∆εν καταλαβαίνω τι λες».- - Γιατί η κόρη σε φόβισε, και δεν έσπευσες να κράξεις:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου»; 15. Νοµίζοντας ο δίκαιος τώρα, πως το κορίτσι- -προς τα µέσα προχώρησε,- -κάνει να εγκαταλείψει την αυλή,- -µα σκοντάφτει στην αυλόπορτα,- -και πέφτει πάλι κι εκεί.- -Γιατί τότε τον πλησιάζει άλλη δούλη,- -όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής, -και λέει σε όσους ζεσταίνονταν στην πυρά:- -«Κι αυτός ο άντρας µε το Ναζωραίο,- -ήταν καθηµερινά, και είναι γνωστός».- Θορυβήθηκε ο Πέτρος και απάντησε σ’ αυτά.- -«∆ε γνωρίζω τον άνθρωπο, και ούτε τον ξέρω».- Αγνοώ Αυτόν που επικαλούνται όσοι κράζουν:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 16. Αλήθεια, Πέτρο, δε γνωρίζεις τον άνθρωπο;- -Όπως το είπες, όντως τον αγνοείς;- - Μην τάχα µε τούτο θέλεις να πεις,- -πως δεν τον γνωρίζεις ως άνθρωπο απλό, αλλά ως Θεό;- - Μην τάχα ενδιαφέρθηκες να διδάξεις τους άνοµους,- -ότι αυτός που σταυρώθηκε είναι Θεός;- -Ότι κι αν ακόµα έπαθε κατά σάρκα,- -Αυτός που ως άνθρωπος έφερε σάρκα,- -ο Άσαρκος, που από τη Μαρία γεννήθηκε,- -όντας όµως συνάµα και Θεός,- -δεν πεθαίνει, και όταν κατά σάρκα πεθαίνει;-Ότι κρατιέται µοναχά αυτό που φαίνεται, το σώµα,- -ενώ αυτό που δε φαίνεται, η Θεότητα,- -δεν πλησιάζεται παρά µόνο από όσους του κράζουν:.- - «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου»; 17. Σε υµνούµε, Κύριε, γιατί η εξύµνησή σου µας κάνει καλό.- -Σε δοξάζουµε, Κύριε, γιατί τα πάντα υπέστης,- -ενώ ο Πέτρος, χωρίς το παραµικρό να υποστεί,- -βιάστηκε ψέµατα να πει.- -Εσύ, Κύριε, µαστιγωνόσουν,- -και ο Πέτρος έφτασε να σε αρνηθεί,- -χωρίς τίποτα να υποµένει ο µαθητής.- -∆υο φορές που από γυναίκες προσβλήθηκε,- -και τρίτη που από άλλους άντρες νικήθηκε.- -Καθώς όµως σε λίγο άλλοι πλησίασαν,- -και στον Πέτρο επιτέθηκαν, που µε όρκους αρνήθηκε,- -τον έλεγξε ο αλέκτορας, και έκραξε:- - «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου. 18. Μόλις άκουσε ο Πέτρος το λάληµα του πετεινού,- -στο κλάµα και στο δάκρυ πνίγηκε, και αµέσως κραύγασε.- -«Αλί µου, και τρισαλί, πού να πάω,- -πού να σταθώ, και πού να φανώ;- -Τι να πω, και τι να οµολογήσω;- -Τι ν’ αφήσω, και τι να κρατήσω;- -Τι θα κάνω, τι θα πάθω, τι θα υποστώ;- -Ποια πληγή να θρηνήσω, την πρώτη, ή τη δεύτερη;- -Οδύνη τριπλή µε χτύπησε,.- τριπλά ο δολερός τον αφελή µε νίκησε.- -Κρυφά τοξεύτηκα, µα φανερά νικήθηκα.- -Πού µετεώρισα αυτό το µυαλό, και δεν έκραξα.- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου»; 19. «∆ύναµη και εξύµνησή µου, Φιλάνθρωπε, Εσύ.- -Μη µε εγκαταλείψεις ποτέ, µη».- -Αυτά έλεγε ο Πέτρος, και έκλαιγε,- -ερχόµενος στους µαθητές του Λυτρωτή.- -Έβαλε και τα χέρια πάνω στο κεφάλι, και φώναζε:- -«Αλίµονο, δούλοι του Χριστού.- -Επαλήθευσα κιόλας την προφητεία του Κυρίου,- -µε την άρνησή µου την τριπλή.- -Κλάψτε, λοιπόν, µαζί µου, θρηνείστε, και πείτε µου.- -«Πού πήγε ο πόθος κι ο ζήλος µου για το Χριστό;- -Πού πήγε η πίστη και η αγρύπνια µου γι Αυτόν;- -Πού µετεώρισες Πέτρο το νου σου,- -και δε σκέφτηκες να κράξεις παρευθύς:- «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 20. Νικιέται ο Εύσπλαχνος από τα δάκρυα του Πέτρου,- -και του στέλνει τη συγχώρεση.- -Τον Πέτρο είχε στο νου του,- -όταν είπε στο ληστή, που είχε µαζί του σταυρωθεί.- -«Φίλε ληστή, αφού µε εγκατέλειψε ο Πέτρος,- -έλα στον Παράδεισο µαζί µου σήµερα εσύ.- -Και σ’ εκείνον, και σε σένα και σε όσους µε αναζητούν,- -ορθάνοιχτη ο Φιλάνθρωπος τη θύρα της Αγάπης µου κρατώ.- Με δάκρυα εσύ ληστή, «µνήσθητί µου», µου φωνάζεις,- -κι ο Πέτρος, «µη µε εγκαταλείψεις», κράζει «και κλαίει πικρά».- -Αυτό λέω σ’ εσένα και σ’ εκείνον και σε όσους µου φωνάζουν:- «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 35


21. «Αναµάρτητος ουδείς, ακατάβλητος ουδείς.- -Μην ολιγωρείτε ούτε λεπτό,- -χωρίς αµαρτία µόνος Εγώ.- -Γι αυτό σε όλους προσφέρω το δώρο της άφεσης.- -Κι αν κάποιος ρωτήσει και πει:-«Άνθρωπε, από πού το συνάγεις αυτό,- -ότι, όταν έπεσε ο Πέτρος, συγχωρήθηκε»;- -Σπεύδω και του δείχνω πώς και µε ποιον- -στάλθηκε στον Πέτρο το δώρο της άφεσης.- -Με του αγγέλου τη φωνή, εκείνου- -που µίλησε στις µυροφόρες και τους είπε:- -«Όταν αναγγείλετε σε όλους ότι αναστήθηκε ο Χριστός,- -µην παραλείψετε στον Πέτρο να πείτε:- -‘Μη φοβάσαι, ο ∆ιδάσκαλος παράγγειλε, να λες και να κράζεις:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 22. Συνάντησε, Άγιε Απόστολε, και υποδέξου τον Κύριο,- -που έρχεται από τον Τάφο σ’ εσένα,- ωσάν από θάλαµο νυφικό.- -Με εµένα, το δικό του άγγελο λέει,- - σ’ εσένα που έφτασες, τέτοια λόγια να πεις.- -«Μην απελπίζεσαι για τη συγχώρεση, µην απελπίζεσαι,- να προσεύχεσαι µόνο, να µην πέφτεις στον πειρασµό».- -Μη σας µπερδεύει, λοιπόν, κανείς λέγοντας- -ότι το παράπτωµα του Πέτρου δε συγχωρέθηκε ποτέ.- -Συγχώρεση θέλοντας να δώσει, ήρθε στη γη ο Χριστός,- -και προσηλώθηκε στο Σταυρό γι αυτό ακριβώς,- -γιατί θέλησε σε όλους να παράσχει την άφεση. - Με αυτή νίκησε το θάνατο για όσους του κράζουν:- - «Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». 23.. «Συγχώρεσε κι εµάς, Κύριε,»- -φωνάξτε στον Πλάστη κι εσείς οι νεοφώτιστοι,- -τώρα που της γλυκιάς και αγαθής πηγής,- -της κολυµπήθρας το δώρο γευτήκατε.- -Ας λουστεί η ψυχή σας µε θείο φωτισµό,- -ώστε να µη µείνει το Βάπτισµα για σας τύπος τελετουργικός.- -Μη δεχτείτε µε υστεροβουλία το δώρο αυτό,- -για να µην πει και για σας κάποτε ο Θεός:- -«Όταν µπήκαν κι αυτοί, µόλυναν τη δική µου γη».- -Μη γένοιτο, Χριστέ, τώρα έτσι να πεις.- -Έλα γρήγορα µε χαρά να δεχτείς,- -και αυτούς να σου κράζουν για πάντα µαζί µε εµάς:- -«Σπεύσε, σώσε, Άγιε την ποίµνη σου». …………………………………………………………………………………………………….. 7. ΟΙ ΜΥΡΟΦΟΡΕΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ Στο κορυφαίο θέµα της Ανάστασης του Χριστού Ρωµανός ο Μελωδός έχει αφιερώσει έξι Κοντάκια. Το πιο ωραίο για την απλότητα, την ανθρωπιά, την αµεσότητα, το ρεαλισµό και τη ζωντάνια της εικόνας είναι, θαρρώ, αυτό που ακολουθεί. Αποδίδει ποιητικά την αναστάσιµη περικοπή του κατά Μάρκον Ευαγγελίου, σε συσχετισµό µε αντίστοιχη από το κατά Ιωάννη, που αναδείχνουν την τρυφερή αφοσίωση και λατρευτική αγάπη των αγίων Μυροφόρων γυναικών στο Χριστό ως την έσχατη ώρα. Την ώρα που όλοι τον είχαν αφήσει µόνο. Επί πλέον η δεύτερη περικοπή αναδείχνει, και την ύψιστη προς αυτές τιµή του Κυρίου να γίνουν οι πρώτες, «από θέας γυναίκες ευαγγελίστριαι» της Ανάστασης στους µαθητές του και σε όλο τον κόσµο. Στο Κοντάκιο µας εισάγουν πολύ ωραία, ∆υο Προοίµια, -το πρώτο: «Ει και εν τάφω κατήλθες αθάνατε,- αλλά του Άδου καθείλες την δύναµιν,- και ανέστης ως νικητής, Χριστέ ο Θεός ηµών,γυναιξί µυροφόροις φθεγξάµενος ‘χαίρετε’,- και τοις σοις Αποστόλοις ειρήνην δωρούµενος,- ο τοις πεσούσιν παρέχων ανάστασιν», το ψάλλουµε ευρύτερα και σήµερα στην Εκκλησία. Ενώ στη µεταµεσονύκτια Αναστάσιµη Ακολουθία του Μ. Σαββάτου-Όρθρος της Κυριακής του Πάσχα-ακούµε τον Αναγνώστη να διαβάζει σε παπαδικό µέλος εκτός από αυτό και τον πρώτο Οίκο του-«Τον προ ηλίου Ήλιον δύναντα ποτέ εν τάφω-προέφθασαν προς όρθρον, εκζητούσε ως ηµέραν,-µυροφόροι κόραι, και προς αλλήλας εβόων:-«Ω φίλαι, δεύτε τοις αρώµασιν υπαλείψωµεν σώµα ζωηφόρον τεθαµένον εν τω µνήµατι.- -Άγωµεν, σπεύσωµεν, ώσπερ οι µάγοι,-και προσκυνήσωµεν και προσκοµίσωµεν τα µύρα ως δώρα-τω µη εν σπαργάνοις αλλ’ εν σινδόνι ενειληµµένω.-Και κλαύσωµεν, και κράξωµεν.-Ω ∆έσποτα, εξεγέρθητι,-ο τοις πεσούσι παρέχων ανάστασιν». Τα δυο Προοίµια ακολουθούν Είκοσι Τέσσερις Οίκοι, που έχουν για Ακροστιχίδα τη φράση: «Του ταπεινού Ρωµανού Ψαλµός», και για Εφύµνιο, το στίχο που συνοψίζει το καίριο, ουσιαστικό, και µοναδικό χριστιανικό µήνυµα ελπίδας: «Ο τοις πεσούσι παρέχων ανάστασιν». Α. ΟΙ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ « Όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή, και η Μαρία η µητέρα του Ιακώβου, και η Σαλώµη, αγόρασαν αρώµατα για να πάνε να αλείψουν το σώµα του Ιησού. Ήρθαν στο µνήµα πολύ πρωί την εποµένη του Σαββάτου, µόλις ανέτειλε ο ήλιος. Κι έλεγαν µεταξύ τους: «Ποιος θα µας 36


κυλήσει την πέτρα από την είσοδο του µνήµατος»; Γιατί ήταν πάρα πολύ µεγάλη. Μόλις όµως κοίταξαν προς τα ’κει, παρατήρησαν ότι η πέτρα είχε κυλήσει από τον τόπο της. Μόλις µπήκαν στο µνήµα, είδαν ένα νεαρό µε λευκή στολή να κάθεται στα δεξιά, και τρόµαξαν. Αυτός όµως τους είπε: «Μην τροµάζετε. Ψάχνετε για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, το σταυρωµένο. Αναστήθηκε, δεν είναι εδώ. Να και το µέρος όπου τον είχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους µαθητές του και τον Πέτρο. Πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία και σας περιµένει εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε». Μάρκου 16, 1-7. «…Η Μαρία η Μαγδαληνή… τρέχει, λοιπόν, και πηγαίνει στο Σίµωνα Πέτρο, και στον άλλο µαθητή που ο Ιησούς αγαπούσε, και τους λέει: «Πήραν τον Κύριο από το µνήµα και δεν ξέρουµε που τον έβαλαν». Βγήκαν τότε έξω ο Πέτρος κι ο άλλος µαθητής…Έτρεχαν κι οι δυο µαζί. Ο άλλος µαθητής όµως έτρεξε γρηγορότερα από τον Πέτρο, κι έφτασε πρώτος στο µνήµα… δεν µπήκε όµως µέσα… Έφτασε µετά κι ο Σίµων Πέτρος… και µπήκε µέσα στο µνήµα. Εκεί βλέπει στο έδαφος τις πάνινες λουρίδες κάτω, και το σουδάριο µε το οποίο είχαν δέσει το κεφάλι του Ιησού, να µην είναι µαζί µε τις λουρίδες, αλλά σε µια µεριά, τυλιγµένο χωριστά. Εκείνη τη στιγµή µπήκε µέσα κι ο άλλος µαθητής… τα είδε αυτά και πίστεψε. Γιατί ως τότε δεν είχαν καταλάβει τη Γραφή που λέει ότι σύµφωνα µε το σχέδιο του Θεού ο Μεσσίας θα ανασταινόταν από τους νεκρούς. Οι µαθητές έφυγαν τότε και γύρισαν πάλι στο σπίτι τους. Η Μαρία όµως στεκόταν έξω κοντά στον τάφο κι έκλαιγε. Εκεί που έκλαιγε σκύβει να δει µέσα στο µνήµα, και βλέπει δυο αγγέλους ντυµένους στα λευκά, να κάθονται εκεί που βρισκόταν το σώµα του Ιησού… Της λένε τότε εκείνοι: «Γυναίκα γιατί κλαις»; «Πήραν τον Κύριό µου», τους λέει αυτή, «και δεν ξέρω πού τον έβαλαν». Καθώς έλεγε αυτά, γυρίζει προς τα πίσω και βλέπει τον Ιησού να στέκεται όρθιος, δεν κατάλαβε όµως πως ήταν ο Ιησούς. Της λέει τότε εκείνος: «Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς»; Εκείνη νόµισε πως ήταν ο κηπουρός και του λέει: «Κύριε, αν τον πήρες εσύ, πες µου πού τον έβαλες, κι εγώ θα τον πάρω από κει». Της λέει τότε ο Ιησούς: «Μαρία». Γυρίζει εκείνη και του λέει: ¨Ραββουνί»-που σηµαίνει «∆ιδάσκαλε». «Μη µ’ αγγίζεις», της λέει ο Ιησούς, «γιατί δεν ανέβηκα ακόµα στον Πατέρα. Πήγαινε όµως στους αδερφούς µου να τους πεις, ανεβαίνω σ’ εκείνον που είναι δικός µου και δικός σας Πατέρας, δικός µου και δικός σας Θεός». Πηγαίνει τότε η Μαρία η Μαγδαληνή και τους αναγγέλλει: «Είδα τον Κύριο», και διηγήθηκε αυτά που της είχε πει». Ιωάννη 20, 1-18. Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι α. 1. Αν και κατέβηκες σε τάφο, Αθάνατε,- -όµως κατέλυσες τη δύναµη του Άδη,- -και αναστήθηκες ως νικητής, Χριστέ ο Θεός µας,- -στις Μυροφόρες γυναίκες απευθύνοντας το «χαίρετε»,- -και την ειρήνη στους Αποστόλους σου δωρίζοντας,- -Εσύ που παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση. 2. Όταν οι γυναίκες µπήκαν στο µνήµα σου- -και δε βρήκαν εκεί το Άχραντο Σώµα σου- έχυναν πικρά δάκρυα, και έλεγαν.- -«Μήπως κλέφτηκε Αυτός,- -που η αιµορροούσα του έκλεψε την ίαση;- -Μήπως αναστήθηκε, Αυτός που προείπε πριν το Πάθος την Ανάσταση;- -Όντως αναστήθηκε ο Χριστός,- -που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. β. Ο

ί

κ

ο

ι.

1. Τον προαιώνιο Ήλιο, που έδυσε στον τάφο κάποια στιγµή,- -αποζητούσαν σαν να ’ταν µέρα από τα χαράµατα- -οι Μυροφόρες γυναίκες, κι η µια στην άλλη έλεγαν:- -«Πάµε, φίλες, µε αγάπη να αρωµατίσουµε,- -σώµα ζωοφόρο, αν και θαµµένο,- -σώµα που ανασταίνει τον πεσµένο Αδάµ,-αλλά είναι τώρα στο µνήµα χωµένο.- -Ας σπεύσουµε να προσκυνήσουµε, όπως οι Μάγοι,- -και να προσφέρουµε ως δώρα τα αρώµατα,- -όχι στο σπαργανωµένο, αλλά στο σαβανωµένο.- -Πάµε να κλάψουµε, και να κράξουµε:- -«Αναστήσου, Κύριε, Εσύ που παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση. 37


2. Μόλις οι θεοφόρες γυναίκες είπαν αυτά µεταξύ τους,- -πιο σοφά σκέφτηκαν, και κάτι άλλο η µια στην άλλη είπαν:- -«Γυναίκες, γιατί γελιόµαστε;- -Γιατί ο Κύριος πρέπει να είναι στον τάφο;-Μπορεί µέχρι τώρα να έχει εκεί κρατηθεί,- -Αυτός που καβάλα διαβαίνει πάνω σε κάθε κινούµενη ζωή;- -Μπορεί να κείτεται νεκρός;- -Απίστευτος, και αβάσιµος ο λόγος αυτός.- Καλύτερα να συσκεφτούµε και τούτο να πράξουµε.- -Πρώτη η Μαρία να πάει στον τάφο να δει,- και αυτό που θα µας πει, να ακολουθήσουµε εµείς.- -Μπορεί ως προείπε πολλές φορές, να αναστήθηκε ο Αθάνατος,- -Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 3. Με αυτό το σκεπτικό ρύθµισαν το θέµα οι συνετές,- -και κατευόδωσαν, ως νοµίζω, Μαρία τη Μαγδαληνή,- -προς το µνηµείο, ως Ιωάννης ο Θεολόγος γράφει.- -Πυκνό σκοτάδι έξω κρατούσε ακόµα,- -µα έλαµπε στην ψυχή της, της αγάπης το φως!- -Γι αυτό µόλις πρόσεξε και είδε,- -πως από την είσοδο του τάφου, είχε κυλιστεί η µεγάλη πέτρα,- -γύρισε, έτρεξε γρήγορα στους Μαθητές, και είπε:- -«Μαθητές του Χριστού, ακούστε και µάθετε αυτό που είδα,- -και αυτό που θα καταλάβετε, µη µου κρύψετε.- -Η πέτρα τον τάφο δεν κλείνει πια.- -Μήπως τον Κύριό µου σήκωσαν κάποιοι;- -Γιατί και οι φρουροί έφυγαν, και δε φαίνονται πουθενά.- -Μήπως, λοιπόν, έχει αναστηθεί,- -Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση; 4. Ως τ’ άκουσε αυτά ο Πέτρος και ο γιος του Ζεβεδαίου Ιωάννης,- -βγήκαν αµέσως και έτρεξαν ο ένας πιο γρήγορα από τον άλλο.- -Και πρώτος από τον Πέτρο βγήκε ο Ιωάννης.- -Μα όταν στον τάφο έφτασε, δεν µπήκε µέσα,- -περίµενε σαν πρόβατο, ως όφειλε, ν’ ακολουθήσει τον κορυφαίο. - -Γιατί στον Πέτρο είχε λεχθεί: «Πέτρο, αγαπάς µε;- -Όπως θέλεις εσύ, τα αρνιά µου ποίµαινε».- Επίσης στον Πέτρο είχε ειπωθεί:- -«Μακάριε Πέτρο, θα σου δώσω τα κλειδιά της Βασιλείας».- Και, για τον Πέτρο υπέταξε παλιά τα κύµατα, που βάδιζε πάνω,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 5. Ο Πέτρος, ως προείπα, κι ο γιος του Ζεβεδαίου,- -µετά απ’ αυτά που η Μαρία είπε, έφτασαν στο µνήµα,- -µπήκαν µέσα, όµως δε βρήκαν τον Κύριο.- -Από τούτο οι άγιοι φοβήθηκαν και είπαν:- -«Γιατί άραγε δεν εµφανίστηκε σ’ εµάς;- -Μήπως θεώρησε το θάρρος µας υπερβολικό;- Περάσαµε, ως φαίνεται, τα όρια κι εµείς.- -Μάλλον, έπρεπε να σταθούµε έξω,- -και από κει να δούµε τα µέσα στο µνήµα.- -Γιατί ο τάφος αυτός, δεν είναι τάφος κοινός,- -είναι οίκος του Θεού πραγµατικός,- -αφού ως ευδόκησε, σ’ αυτόν κατοίκησε και έµεινε,- -Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 6. Ως θράσος, φαίνεται, θα λογίστηκε το θάρρος µας,- -µάλλον ως περιφρόνηση, και γι αυτό ίσως,- -ως ανάξιους, σ’ εµάς δεν εµφανίστηκε».- -Κι ενώ αυτά µιλούσαν και έλεγαν οι γνήσιοι φίλοι του Πλάστη,- -η Μαρία που τους ακολουθούσε διακριτικά, είπε:- -«Μύστες του Κυρίου, θερµοί εραστές της Αγάπης του,- -δεν είναι σωστά αυτά που σας άκουσα να λέτε.- -Μη λιποψυχείτε, κάνετε υποµονή ακόµα λίγο.- -Αυτό που έγινε, είναι θεία οικονοµία,- -κι έγινε για να δουν οι γυναίκες που πρώτες έπεσαν, πρώτες τον Αναστηµένο.- -Σ’ εµάς που πενθήσαµε πικρά,- θέλησε πρώτα να χαρίσει το «χαίρετε»,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 7. Πείθοντας τον εαυτό της µ’ αυτά η Μαρία,- -παρέµεινε στον τάφο, και όταν οι Απόστολοι έφυγαν.- -Και επειδή συνέχιζε να πιστεύει- -ότι κλάπηκε το Σώµα του Χριστού,- -έκραζε µε δάκρυα, όχι µε λόγια:- -«Αλίµονο, Ιησού µου, πού σε µετέφεραν;- -πώς, Αθάνατε, καταδέχτηκες να βασταχτείς από χέρια κηλιδωµένα;- -Άγιος, Άγιος, Άγιος, σου κράζουν τα Πολυόµµατα και τα Εξαπτέρυγα,- -και οι ώµοι τους µόλις που µπορούν να σε βαστάξουν.- -Και αποτόλµησαν πλάνων ανθρώπων χέρια να σε βαστάξουν,- -όταν ο ίδιος ο Πρόδροµος έλεγε, διστάζοντας να σε βαπτίσει:- -«Το πρέπον είναι να µε βαπτίσεις Εσύ,- -που παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση». 8. Να όµως που κείτεσαι τρεις µέρες τώρα νεκρός,- -Εσύ που ανακαινίζεις τα πάντα,- -που ανάστησες τετραήµερο νεκρό το Λάζαρο,- -και τον έβγαλες ζωντανό αµέσως,- -τυλιγµένο µε τα νεκρικά σάβανα ακόµα.- -Κείτεσαι σε τάφο, και µακάρι να είχα δει- -πού είναι ο τόπος όπου σε έχουν τώρα θαµµένο,- -για να τρέξω, και να βρέξω µε δάκρυα, όπως η πόρνη,- -όχι τα πόδια µόνο, µα όλο το Σώµα και το µνήµα σου, και να πω:- -«Κύριε, όπως ανάστησες της χήρας το γιο,- ανάστησε τώρα, και τον Εαυτό σου.- -Εσύ που ξανάφερες την κορούλα του Ιάειρου στη ζωή,- γιατί µένεις στο µνήµα ακόµα;- -Αναστήσου, στάσου στα πόδια ορθός,- -και εµφανίσου σε όσους σε αποζητούν,- -Εσύ που παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση. 38


9. Νικηµένη από το κλάµα, και ηττηµένη από την αγάπη του, - -ως είδε Αυτός που τα πάντα βλέπει Μαρία τη Μαγδαληνή,- -τη σπλαχνίστηκε, εµφανίστηκε στην κόρη, και είπε:- -«Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς στο µνήµα»;- -Γύρισε τότε η Μαρία και είπε:- -«Κλαίω, γιατί σήκωσαν τον Κύριό µου από τον τάφο,- -και δεν ξέρω τώρα, που έχει θαφτεί.- -Σίγουρα δεν έκανες αυτή τη δουλειά εσύ;- -Αν δεν κάνω λάθος, είσαι ο κηπουρός.- -Πες µου, αν σήκωσες το Σώµα του,- -πες µου, για να πάρω το Λυτρωτή,- -το ∆ιδάσκαλό, τον Κύριό µου,- - Αυτόν που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 10. Κι Αυτός που γνωρίζει τα µυστικά της καρδιάς,- -και εισχωρεί στου είναι τα άδυτα βάθη,- γνωρίζοντας πως ξέρει η Μαρία τη φωνή του,- -καλεί την αµνάδα που θρηνεί ως Ποιµένας:- «Μαρία», της φωνάζει,- -κι εκείνη τον αναγνωρίζει παρευθύς και λέει:- -«Όντως, ο καλός µου Ποιµένας µε φωνάζει,- -να µε καταριθµήσει στα ενενήντα εννιά πρόβατα.- -Βλέπω ν’ ακολουθούν πίσω από Αυτόν που µε καλεί,- -σώµατα αγίων και τάγµατα δικαίων.- -Και ρωτώ: «Ποιος µε καλεί; Κατάλαβα καλά,- -ο ∆ιδάσκαλός και Κύριός µου µε φωνάζει,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 11. Από πόθο θερµό και αγάπη φλογερή,- -παρωθούµενη η κόρη, θέλησε να αγγίξει ,- -Αυτόν που καλύπτει απερίγραπτα την κτίση.- -Μα ο Πλάστης τη σπουδή της δε µέµφεται.- -την κατευθύνει στα ανώτερα και θεία και λέει:- -«Μη µε αγγίζεις. Ή µήπως µε θεωρείς άνθρωπο µόνο;- -Μη µε αγγίζεις, Θεός είµαι.- -Σήκωσε ψηλά το βλέµµα, γυναίκα σεµνή,- -κατάλαβε των ουρανίων πραγµάτων την τάξη- -και εκεί αναζήτησέ µε.- -Γιατί, ανεβαίνω στον Πατέρα µου, που δεν άφησα ποτέ.- -Κάθοµαι σε ίδιο µε Εκείνον θρόνο, ως Άναρχος και Συν-Άναρχος,- -και παρέχω στους πεσµένους την Ανάσταση. 12. Αυτά, γυναίκα, να διαλαλήσει η γλώσσα σου,- -αυτά να εξηγήσει στους υιούς της Βασιλείας,-που προσµένουν να µε δουν ζωντανό και Αναστηµένο.- -Τρέξε, Μαρία, και συνάθροισε τους µαθητές µου,- -γίνε γι αυτούς σάλπιγγα µεγαλόφωνη.- -Σάλπισε το µήνυµα της ειρήνης στις ακοές- -των φοβισµένων και κρυµµένων φίλων µου.- -Όλους σαν από ύπνο ξύπνησέ τους,- -για να µε υποδεχτούν µε αναµµένα τα λυχνάρια τους.- -Ο Νυµφίος, πες τους, αναστήθηκε,- -και δεν άφησε τίποτα στον Τάφο.- -Μακριά η νέκρωση, Απόστολοι, από σας- -γιατί έχει αναστηθεί κιόλας,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 13. Μόλις καλά άκουσε όλα τα λόγια του Λόγου,- -γυρίζει στις συντρόφους η κόρη και λέει:- «Γυναίκες, είδα πράγµατα θαυµαστά,- -και θα σας τα διηγηθώ όλα.- -Καµιά σας τα λόγια µου µην πάρει για φλυαρία,- -δεν είναι αποκυήµατα της φαντασίας µου,- -µου τα εµπιστεύθηκε ο Θεός ο Ίδιος.- -Απόλαυσα και θέα και συνοµιλία µε το Χριστό.- -Ακούστε και µάθετε πώς αυτό έγινε και πότε.- -Όταν ο Πέτρος κι ο άλλος µαθητής έφυγαν και µε άφησαν,- -στεκόµουν µόνη και έκλαιγα κοντά στο µνήµα.- -Νόµιζα πως ήρθαν κάποιοι κι από τον τάφο σήκωσαν,- -του Αθάνατου το θείο Σώµα.- -Τα δάκρυά µου δε βράδυνε να σπλαχνιστεί,- -και να εµφανιστεί µπροστά µου,- -Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 14. Και παρευθύς γίνηκε η λύπη µου ευφροσύνη,- -γαλήνεψαν όλα µέσα µου, και πήραν χαρωπή όψη- -Και, δε διστάζω να σας ειπώ τούτο:- -‘∆οξάστηκα όµοια µε το Μωυσή- -Γιατί είδα µάλιστα, όχι στο βουνό, αλλά στο µνήµα,- -όχι κάτω από σύννεφο, αλλά κάτω από το Σώµα,- -τον Κύριο των ασωµάτων και των νεφελών,- -τον Όντα και πριν, και τώρα, και πάντα να µου λέει:- - «Τρέξε σ’ αυτούς που µ’ αγαπάνε, και πες τους πως αναστήθηκα.- -Κάνε τη γλώσσα σου κλαράκι της ελιάς,- -και πήγαινε το χαρµόσυνο άγγελµα στους απογόνους του Νώε,- -και τόνισέ τους πως παύτηκε πια η εξουσία του θανάτου,- -γιατί αναστήθηκε Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 15. Ως άκουσε αυτά ο σύλλογος των ευσεβών νεανίδων,- -απάντησε µε µια φωνή στη Μαρία τη Μαγδαληνή και είπε.- -«Ότι αυτά που µας είπες είναι αληθινά,- -σύµφωνες είµαστε όλες, και δεν απιστούµε καθόλου.- -Αυτό όµως είναι που µας βάζει σε απορία,- -πώς µέχρι τώρα στον τάφο έµενε,- -πώς ανεχόταν τρεις ολόκληρες µέρες,- -µε τους νεκρούς η Ζωή να καταριθµείται;- -Όλες ελπίζαµε και λέγαµε ότι έµελλε από τον Άδη να γυρίσει.- -«Από το κήτος έβγαλε παλιά το δικό του υπηρέτη,- -πώς µπορούσε να κρατηθεί από το θάνατο;- -Αφού ανάγκασε το θαλάσσιο κήτος δώσει τον υπηρέτη του πίσω,- -σηµαίνει ότι έµελλε να αναστηθεί από το µνήµα,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 39


16. Επαναλαµβάνουµε, λοιπόν, σεµνή,- -δε θεωρούµε πως χωλαίνουν τα όσα µας λες.- -Μας µίλησες σωστά, και τίποτε παράξενο δεν είπες.- -Ο λόγος σου είναι αληθινός, και ευγενικός σου ο τρόπος.- -Όµως, Μαρία, θέλουµε κι εµείς, στα δικά σου να ’χουµε κοινωνία,- -να µην τα απολαύσει µοναχά ένα µέλος,- -και µείνουν τα άλλα αµέτοχα και άγευστα- -αυτής της ζωής που εσύ ευτύχησες ν’ απολαύσεις.- -Με το δικό σου στόµα µαζί, να γίνουν πάµπολλα- -τα στόµατα, που τη µαρτυρία σου θα επικυρώνουν.- -Να πάµε, λοιπόν, όλες µαζί στο µνήµα,- -και για την οπτασία σου να βεβαιωθούµε.- -Να γίνει, φίλη µας, κοινό όλων µας καύχηµα, η τιµή που έκανε σ’ εσένα,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 17. Αυτά έλεγε ο σύλλογος των θεοφόρων γυναικών,- -καθώς µε την αφηγούµενη έβγαινε από την πόλη,- -όταν κοιτώντας από µακριά κατά τον τάφο,- -άρχισε ξαφνικά να υµνεί και µε µια φωνή να λέει:- -«Ελάτε να δείτε τον τόπο, µάλλον τον άφραστο κόλπο,- -ελάτε να δείτε τον τόπο που κράτησε το Βασιλιά.- -Να δείτε τον τόπο που χώρεσε, Αυτόν που οι ουρανοί δε χωρούν,- -µα οι ψυχές των αγίων χωρούνε.- -Αίνος και δοξολογία για σένα, άγιε Τάφε,- -µικρέ και µέγιστε, φτωχέ και πλούσιε,- -Ζωής ταµείο, ειρήνης δοχείο, χαράς σηµείο, Χριστού µνηµείο.- -Μνηµείο του Μόνου, του Ενός, του Μοναδικού,- -και καύχηµα όλου του κόσµου, όπως ευδόκησε,- -Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 18. Μόλις που υµνολόγησαν τον Τάφο του Ζωοδότη,- -και στράφηκαν και είδαν αυτόν που καθόταν πάνω στην πέτρα,- -φόβος µέγας τις έπιασε, έκαναν ένα βήµα πίσω,- -έγειραν το πρόσωπο σεµνά προς τα κάτω,- -και µίλησαν πολύ δειλά και είπαν:- -«Τι να είναι αυτό που θωρούµε;- -Τίνος το πρόσωπο, ποίου η όψη;- -Ποιος είναι αυτός που βλέπουµε;- -Άνθρωπος είναι ή άγγελος που από τον ουρανό ήρθε;- -Ή µήπως από τη γη ξεπρόβαλε και ήρθε;- -Φλόγα είναι, ακτινοβολεί φως, αστράφτει, καταυγάζει.- -Πάµε, Κόρες, να φύγουµε, για να µην καούµε.- Ουράνια βροχή, θεία ρίξε µας,- -σταλαµατιές της αγάπης σου ρίξε σε όσους διψούν για Σένα,- Εσύ που παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση». 19. Τα λόγια του θείου σου στόµατος- -σαν άλλες σταγόνες δροσιάς ας δροσίσουν τις ψυχές,- Χαρά των θλιµµένων Εσύ, και Ζωή των πάντων,- -µήπως πεθάνουµε από το φόβο».- -Ως έλεγαν οι φιλόθεες γυναίκες αυτά ικετευτικά,- -ο καθήµενος πάνω στην πέτρα,- -ήρεµα στις όσιες απευθύνθηκε και µειλίχια και είπε:- -«Μην έχετε κανένα φόβο εσείς, µόνο οι φύλακες να έχουν,- που έφριξαν, µαράζωσαν, πέθαναν από το φόβο µόλις µε είδαν,- -και κατάλαβαν πως φρουρούν τον Κύριο των αγγέλων, µα πια δεν τον κρατούνε.- -Ο Κύριος αναστήθηκε, και δεν πήραν είδηση που εγέρθηκε,- -Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση. 20. Κρατείστε, γυναίκες, την ψυχραιµία σας,- -και µην παγώνετε πια από φόβο.- -Εσείς που να δείτε το ∆ηµιουργό των αγγέλων ζητάτε,- -καταληφθήκατε από δειλία µε το που είδατε τη µορφή ενός αγγέλου.- -∆ούλος είµαι κι εγώ, Εκείνου που κατοίκησε σ’ αυτόν εδώ τον τάφο,- -ταγµένος από τη φύση µου να τον υπηρετώ,- -κι αυτά που προστάχθηκα, ήρθα, και µε χαρά σας αναγγέλλω.- -«Αναστήθηκε ο Κύριος,- -σύντριψε τις χάλκινες πύλες του Άδη,- -και έσπασε τις σιδερένιες τους αµπάρες.- Την προφητεία επαλήθευσε, και ανύψωσε την παράταξη των Αγίων.- Ελάτε και δείτε µε τα µάτια σας κόρες,,- -τον τόπο όπου κείτονταν ο Αθάνατος,- - Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 21. Με τα λόγια του αγγέλου αυτά, ηρέµησαν όλες οι γυναίκες,- -και αποκρίθηκαν µε σύνεση και φρονιµάδα και είπαν.- -«Όντως, όπως το είπες, αναστήθηκε ο Κύριος.- -Μας έπεισε και ο λόγος σου και η µορφή σου,- -ότι ο Ελεήµων ασφαλώς και αναστήθηκε.-Αν δεν είχε αναστηθεί, και δεν είχε φύγει από τον τάφο,- -δε θα καθόσουν εσύ σ’ αυτή τη θέση.- -Ο στρατηγός του Βασιλιά δε στέκει ποτέ να συζητά, όταν είναι παρών ο ίδιος.- -Κι αν µπορεί αυτό να συµβεί κάποια φορά εδώ στη γη κάτω,- -δεν µπορεί να συµβεί στα ουράνια εκεί πάνω,- -όπου είναι ο αθέατος θρόνος και ο απερίγραπτος µε λόγια καθήµενος σ’ αυτόν,- -ο και παρέχων στους πεσµένους την Ανάσταση». 22. Έσµιξαν το φόβο µε χαρά, και µ’ ευφροσύνη τη λύπη,- -στους Αποστόλους έτρεξαν οι γυναίκες από τον Τάφο,- -και ως γράφει το Ευαγγέλιο, είπαν:- -«Γιατί στενοχώρια έχετε; γιατί είναι σκυθρωπά τα πρόσωπά σας;- -Αναστήθηκε ο Χριστός, υψώστε στον ουρανό τις καρδιές σας.- -Συστήστε όλοι χορό και µε µια φωνή πείτε:- -‘Αναστήθηκε ο Κύριος, έλαµψε ο γεννηµένος πριν τον Εωσφόρο.- -Μην είστε πια σκυθρωποί, αναθαρρήστε.- -Η άνοιξη φάνηκε, κλωνάρια του εσείς ανθήστε,- -και φέρετε, πολύ καρπό, όχι πια στενοχώρια πια.- -Τα χέρια όλοι ας κροτήσουµε, και όλοι µαζί ας πούµε:- -Αναστήθηκε Αυτός που παρέχει στους πεσµένους την Ανάσταση». 40


23. Ευφράνθηκαν κι αυτοί πολύ µε τα ξάστερα και καθάρια λόγια,- -απόµειναν κυριολεκτικά εµβρόντητοι, και στις γυναίκες είπαν:- -«Κόρες, από πού ή πώς µάθατε, αυτό που διαλαλείτε;- Άγγελος από τον ουρανό σας το ανάγγειλε;»- -«Ναι», αποκρίθηκαν µε µια φωνή, «και µας το είπε και µας το έδειξε- -Αλλά, και ο Θεός και των αγγέλων ο Πλάστης,- -στη Μαρία εµφανίστηκε, και αυτά της είπε:- -‘Πήγαινε στους δικούς µου να πεις ότι, αναστήθηκε ο Κύριος’!- -Εµπρός, λοιπόν, όλοι µαζί, κριάρια, και αρνιά, και πρόβατα,- -σκιρτώντας από χαρά ας πούµε:- -‘Ποιµένα µας καθόλου µην αργείς, έλα και σύναξε- -όλους εµάς που σκορπίσαµε από δειλία.- -Αφού νίκησες το θάνατο, σε όσους Σε αγαπούν εµφανίσου,- -Εσύ που παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση». 24. Σωτήρα µου, κάνε µ’ Εσένα µαζί,- -κι η νεκρωµένη µου ψυχή ν’ αναστηθεί,- -κάνε η λύπη να µην τη λιώσει,- -και παραδώσει στη λησµονιά τους ύµνους που την αγιάζουν.- -Σε ικετεύω, Ελεήµον Κύριε, ποτέ µη µ’ εγκαταλείψεις,- -γιατί είµαι κριµατισµένος πολύ.- -Μάνα αµαρτωλή µε συνέλαβε,- -και αµαρτωλή ήταν, όταν µε γεννούσε.- -Πατέρα µου, Άγιε και Φιλεύσπλαχνε,- κάνε να αγιάζεται πάντα το Όνοµά σου,- -στο στόµα µου, στα χείλη µου, στη φωνή µου, στην ωδή µου.- -∆ώσε µου το χάρισµα να σε κηρύττω µε ύµνους,- -το ξέρω καλά, είσαι ο Μόνος που το µπορείς,- -γιατί Εσύ παρέχεις στους πεσµένους την Ανάσταση. ……………………………………………………………………………………………………… V. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Η Εκκλησία γεννιέται και πατάει γερά κι ασάλευτα στην Ανάσταση του Χριστού-«Κι αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, η πίστη σας είναι χωρίς περιεχόµενο», 1 Κορ.15,17. Αυτό επεδίωξε να εµπνεύσει ο Κύριος για σαράντα µέρες µετά την Ανάσταση στους όχι αδικαιολόγητα καταπτοηµένους Μαθητές του, αναθερµαίνοντας την πίστη τους µε την άµεση παρουσία του, από την άλλης τάξεως, θεωµένη πια ανθρώπινη φύση. Τους έδωσε τις τελευταίες οδηγίες, και τους επεσήµανε το σταυρικό µαρτύριο που τους περίµενε. Το πιο σπουδαίο. Τους φλόγισε την Πεντηκοστή ηµέρα µε την ακαταµάχητη δύναµη του Αγίου Πνεύµατος. Με αυτά τα δεδοµένα ολοκληρώνεται εδώ η πνευµατική προσέγγιση και κοινωνία µε τη ζωή και το σωτήριο έργο του Χριστού από σωζόµενα εκλεκτά Κοντάκια του κορυφαίου Υµνογράφου Ρωµανού του Μελωδού, αποδοσµένα σε λόγο νεοελληνικό. Τα Κοντάκια στην «Ανάληψη του Χριστού», την «Πεντηκοστή», τους «Αγίους Αποστόλους», τους «Αγίους Μάρτυρες», και τέλος στην «Αιώνια Βασιλεία του, αποτελούν την πιο αντιπροσωπευτική, όσο και ταιριαστή επισφράγιση της εργασίας: «Στο Χριστό µε Ρωµανό το Μελωδό». Αυτής της συµπόρευσης µε το Χριστό από µια τόσο σπουδαία ποιητική έµπνευση, κλίµακα και λύρα. Και η απαραίτητη συµπλήρωση εδώ είναι: Όσο κι αν κακοποίησε το πρωτότυπο αυτής, η απόδοσή της σε λαλιά νεοελληνική. Όσο κι αν το γράµµα σκότωσε τον τύπο της, ελπίζω να έµεινε και να διαµηνύθηκε κάτι από τον πυρήνα του πνεύµατος που µένει και ζωογονεί ! ……………………………………………………………………………………………………….. 2. Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ∆έκα µέρες µετά την Ανάληψή του εκπληρώνει ο Χριστός την υπόσχεση, στέλνει στους Μαθητές «δύναµιν εξ ύψους», το Άγιο Πνεύµα µε µορφή πύρινων γλωσσών. Τώρα όλα τα δεδοµένα αλλάζουν ριζικά, οι φόβοι εξαφανίζονται, η άµεση παρουσία του Κυρίου είναι µέσα τους αισθητή, οι κλειστές πόρτες του υπερώου ανοίγουν. Αρχίζει η έξοδος, η δυναµική πορεία στο κήρυγµα. Ως και κλητοί και χρισµένοι πια Απόστολοι του Κυρίου, γίνονται οι διαπρύσιοι κήρυκες της Αλήθειας του. ∆ιαλαλούν το θαύµα δια στόµατος Πέτρου στα έκπληκτα πλήθη που σύναξε ο ξαφνικός βίαιος άνεµος, καλούν όλους τους ανθρώπους να πιστέψουν στο Χριστό, και να βαπτιστούν στο Όνοµα της Αγίας Τριάδας. Στην πρόσκληση ανταποκρίνονται εκείνη τη µέρα τρεις χιλιάδες ψυχές. Η πρώτη χριστιανική κοινότητα δηµιουργείται, ο ιστορικός κύκλος της Εκκλησίας αρχίζει. Ένας ανάµεσα στις τρεις χιλιάδες των πρώτων χριστιανών, ποιος δε θα ’θελε να είναι ! Να είχε δει και ακούσει τη βίαιη ορµή του σφοδρού ανέµου, και να είχε µείνει έκπληκτος από αυτές τις αισθητές εκδηλώσεις του ασύλληπτου θαύµατος. Να είχε δει την ανεκλάλητη χαρά ζωγραφισµένη 41


στο πρόσωπο του υπέρ-ευτυχούς εκείνη την ώρα κορυφαίου Απόστολου Πέτρου, που ένιωθε να πραγµατώνεται η προσκλητήρια υπόσχεση του Χριστού: «Ακολουθείστε µε και θα σας κάνω αλιείς ανθρώπων». Να είχε απολαύσει µια-µια τις λέξεις της οµιλίας του, και αφεθεί σ’ αυτά τα ρήµατα σαν άλλα αλιευτικά νήµατα να τον ψαρέψουν ! Και αναγεννηµένος µε το Βάπτισµα να είχε κοινωνήσει από τα χέρια του Αποστόλου, «Σώµα και Αίµα Χριστού» ! Σ’ αυτό µεγάλο γεγονός και θαύµα, που γιορτάζουµε πανηγυρικά την Κυριακή της Πεντηκοστής ως την ιδρυτική πράξη ή γενέθλια ηµέρα της Εκκλησίας, Ρωµανός ο Μελωδός έχει αφιερώσει το Κοντάκιο που ακολουθεί, και απαρτίζεται από Ένα Προοίµιο, που ψάλλουµε στο πρωτότυπο και σήµερα,-«Ότε καταβάς τας γλώσσας συνέχεε, διεµέριζεν έθνη ο Ύψιστος. Ότε δε του πυρός τας γλώσσας διένειµε, είς ενότητα πάντας εκάλεσεν, και συµφώνως δοξάζοµεν το Πανάγιον Πνεύµα»και ∆εκαοκτώ Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση, «Του Ταπεινού Ρωµανού», και ως Εφύµνιο το στίχο, «και συµφώνως δοξάζοµεν, το Πανάγιον Πνεύµα». Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ «Όταν έφτασε η µέρα της Πεντηκοστής, ήταν όλοι µαζί συγκεντρωµένοι µε οµοψυχία στο ίδιο µέρος. Ξαφνικά ήρθε από τον ουρανό µια βουή, σαν να φυσούσε δυνατός άνεµος, και γέµισε όλο το σπίτι, όπου έµεναν. Επίσης τους παρουσιάστηκαν γλώσσες σαν φλόγες φωτιάς, που µοιράστηκαν και κάθισαν από µία στον καθένα απ’ αυτούς. Όλοι τότε πληµµύρισαν από Πνεύµα Άγιο, και άρχισαν να µιλούν άλλες γλώσσες, ανάλογα µε την ικανότητα που τους έδινε το Πνεύµα. Στην Ιερουσαλήµ βρίσκονταν τότε ευσεβείς Ιουδαίοι από όλα τα µέρη του κόσµου. Όταν ακούστηκε αυτή η βουή συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και ήταν κατάπληκτοι, γιατί καθένας του άκουγε τους Αποστόλους να µιλάνε στη δική του γλώσσα. Είχαν µείνει όλοι εκστατικοί και µε απορία έλεγαν µεταξύ τους: «Μα αυτοί όλοι που µιλάνε, δεν είναι Γαλιλαίοι; Πώς λοιπόν εµείς τους ακούµε να µιλάνε τη δική µας µητρική γλώσσα; Πάρθοι, Μήδοι και Ελαµίτες, κάτοικοι της Μεσοποταµίας, της Ιουδαίας και της Καππαδοκίας, του Πόντου και της Ασίας, της Φρυγίας και της Παµφυλίας, της Αιγύπτου και από τα µέρη της Λιβυκής Κυρήνης, Ρωµαίοι, που είναι εγκατεστηµένοι εδώ, Κρητικοί και Άραβες, όλοι εµείς, είτε Ιουδαϊκής καταγωγής είτε προσήλυτοι, τους ακούµε να µιλούν στη γλώσσα µας για τα θαυµαστά έργα του Θεού. Όλοι, λοιπόν εκστατικοί κι απορηµένοι, έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Τι να σηµαίνει άραγε αυτό»; Ακολουθεί η οµιλία του Πέτρου, η πρόσκληση στην πίστη, η ανταπόκριση στο κάλεσµά του, και το συνακόλουθο Βάπτισµα. «Τότε όσοι δέχτηκαν µε χαρά το λόγο του βαφτίστηκαν και προστέθηκαν στην Εκκλησία την ηµέρα εκείνη περίπου τρεις χιλιάδες άνθρωποι». Πράξεις 2,1-12 και 41 Β. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α. Π ρ ο ο ί µ ι ο. «Όταν κατέβηκε (πύργος Βαβέλ) και σύγχυζε τις γλώσσες,- -διαχώριζε τα έθνη ο Ύψιστος.- Μα όταν διαµοίραζε τις πύρινες γλώσσες,- -κάλεσε όλους τους ανθρώπους να ενωθούν (στην Εκκλησία).- -Και γι αυτό δοξάζουµε µε µια φωνή το Πανάγιο Πνεύµα». β. Ο ί κ ο ι. 1. ∆ίνε στους δούλους σου γρήγορα παρηγοριά δυνατή,- -Ιησού, όταν το πνεύµα µας είναι ράθυµο.- -Μην αποχωρίζεται τις ψυχές µας στη θλίψη,- -µην ξεµακραίνεις στις δύσκολες ώρες από τη σκέψη µας,- -µένε πάντα πλάι µας, να προλαβαίνεις την πτώση µας.- -Πλησίασε, έλα να σε νιώσουµε πλάι µας, Εσύ που είσαι παντού.- -Όπως κρατιέσαι ενωµένος µε τους Αποστόλους σου,-κρατήσου, Εύσπλαχνε, ενωµένος µε όσους σε αγαπούν,- -για να µπορούµε ενωµένοι όλοι µαζί σου,- -να υµνούµε µε µια φωνή και να δοξάζουµε το Πανάγιο Πνεύµα. 2. Τους Μαθητές, Σωτήρα, δεν αποχωρίστηκες,- -όταν στους ουρανούς αναλήφθηκες.- -Και εκεί µόλις έφτασες ουράνια και επίγεια στο χέρι κρατείς,- -τόπος χωρίς την παρουσία σου δε µένει, Αχώρητε.- -Αν αυτό συµβεί για µια µονάχα στιγµή,- - θα χαθεί, θα αφανιστεί, Σόδοµα και Γόµορα θα γίνει.- -Εσύ στεριώνεις τα σύµπαντα, τα πάντα γεµίζει η παρουσία σου.- -Εσένα οι Απόστολοι 42


είχαν στην ψυχή τους,- -γι αυτό όταν αναλήφθηκες στους ουρανούς,- -κατέβηκαν από το όρος των Ελαιών χορεύοντας- - ψάλλοντας και δοξολογώντας το Πανάγιο Πνεύµα. 3. Χαρούµενοι κατέβηκαν οι ένδεκα Μαθητές από το όρος των Ελαιών.- -Ως γράφει ο ιεροφάντης Λουκάς, γύρισαν στα Ιεροσόλυµα,- -ανέβηκαν σ’ εκείνο το ανώγι, µπήκαν, κάθισαν, και έµειναν,- -ο Πέτρος και οι άλλοι Μαθητές,- -στους οποίους µίλησε ως αρχηγός ο Κηφάς και είπε:- -«Εραστές της Βασιλείας του Θεού, άνω σχώµεν τας καρδίας,- -σ’ Αυτόν που υποσχέθηκε και µας δήλωσε ρητά. - -‘Εγώ θα σας στείλω το Πανάγιο Πνεύµα’». 4. Τέτοια λόγια είπε ο Πέτρος στους Αποστόλους,- -και τους ζήτησε να σηκωθούν για προσευχή.- -Στάθηκε στη µέση, και ακούστηκε να λέει δυνατά::- -«Ας δεηθούµε γονατιστοί, και ας του ζητήσουµε,- -να αξιωθούµε να κάνουµε αυτό εδώ το δώµα Εκκλησία.- -Είναι, βέβαια, µα και γίνεται Εκκλησία του Θεού.- - Ας ψάλλουµε στο Χριστό και ας φωνάξουµε:- -‘Στείλε µας, Κύριε, το Πνεύµα σου το άγιο και αγαθό,- -να οδηγήσει όλους µας στην αληθινή γνώση,- -αυτήν που Εσύ ετοίµασες και χαρίζεις,- -σε όσους τιµούν και δοξάζουν το Πανάγιο Πνεύµα’». 5. Υπάκουσαν κι αυτοί ως κλητοί του Χριστού, όπως εκείνος,- -και συνάχτηκαν γύρω του, όπως τα πρόβατα στον ποιµένα,- -ευχαριστηµένοι από τα λόγια που άκουσαν.- -Και άρχισαν όλοι σιωπηρά να προσεύχονται,- -και να αναπέµπουν δεήσεις στον Παντοκράτορα, λέγοντας περίπου αυτά:- -«Σ’ Εσένα τον Πρύτανη των αγγέλων και Βασιλιά,- -το ∆ηµιουργό και Άνακτα των ανθρώπων,- -σ’ Εσένα που µε ένα σου νεύµα µοναχά,- -κρατάς στη ζωή όσα υπάρχουν σε θάλασσα και στεριά,- -οι φίλοι και δούλοι σου κράζουν.- -‘Στείλε µας γρήγορα το Πανάγιο Πνεύµα’». 6. Και όταν ολοκλήρωσαν τις δεήσεις,- -τις υπέγραψαν, τις σφράγισαν µε πίστη,- -και τις έστειλαν πάνω στον ουρανό.- -Εκεί, διαβάζοντάς τες ο ∆ιδάσκαλος, είπε:- -«Παράκλητε, αυτόβουλα και αυτεξούσια, χωρίς διαταγή,- -θα ήθελα µα κατέβεις στη γη.- -Όπου σε περιµένουν οι Μαθητές,- -που στο Όνοµά σου και του Πατέρα σύναξα,- -εκπαίδευσα και απέστειλα στο κήρυγµα λέγοντας:- -«Πηγαίνετε να κηρύξετε όλα τα έθνη, διδάσκοντάς τους- -να πιστεύουν στον Πατέρα, τον Υιό, και το Πανάγιο Πνεύµα». 7. Μόλις ο Παράκλητος Θεός άκουσε αυτούς που τον παρακαλούσαν,- -σπεύδει και τους επισκέπτεται ενώ ακόµα προσεύχονταν,- -χωρίς να µετακινηθεί καθόλου ο Απερίγραπτος.- -∆εν έκανε, δηλαδή, κατάβαση, αλλά συγκατάβαση,- -χωρίς να υποστεί την παραµικρή µείωση,- -γιατί είναι και πάνω και κάτω και παντού,- -ως θεία Φύση απερίγραπτη και ανέγγιχτη.- -Με τα µάτια δεν το βλέπεις, µε την πίστη το κατανοείς,- -µε τα χέρια δεν το αγγίζεις, µε την καρδιά του πιστού ψηλαφείς το Πανάγιο Πνεύµα. 8. Ήταν, λοιπόν, συναγµένοι όλοι µαζί,- -όταν έφτασε η µέρα της θείας Πεντηκοστής,- αφοσιωµένοι στις προσευχές οι ένδεκα Μαθητές.- -Και όπως το ανάγνωσµα των Πράξεων λέει,- «βουή ξαφνικά ήρθε από τον ουρανό,- -ωσάν άνεµος που φυσάει δυνατός.- -Όλο το δώµα γέµισε φωτιά,- -και έµειναν εµβρόντητοι οι αγαπητοί,- -που φώναζαν βλέποντας να σαλεύει σαν πλοίο το σπίτι:- -«Γαλήνεψε, Κύριε, την τρικυµία,- -και στείλε µας το Πανάγιο Πνεύµα». 9. Νοµίζοντας οι σοφοί όλο το ανώγι,- -να το βυθίζει ο βίαιος άνεµος στο χάος,- -φοβήθηκαν και έκλεισαν τα µάτια.- -Μα ακολούθησαν πιο φοβερά θαύµατα,- -που αυτό τον αρχικό φόβο σε τρόµο ανέβασαν.- -Γιατί τώρα τους άγγιζαν πύρινες γλώσσες,- -που κάθονταν πάνω στα κεφάλια των αγαπητών,- -χωρίς καθόλου να τους φλογίζουν τα µαλλιά,- -παρά µόνο τέλεια να φωτίζουν το νου τους,- -ως καθαρτικές και φωτιστικές, σταλµένες από το Πανάγιο Πνεύµα. 10. Μόλις είδε και πρόσεξε τα συµβαίνοντα ο Πέτρος,- -έβγαλε φωνή µεγάλη και είπε τα ακόλουθα:- -«Ας τιµήσουµε, αδερφοί, µε πίστη βαθιά αυτό που βλέπουµε,- -ας µην το διυλίσουµε µε διερευνήσεις λογικές.- -Κανένας µας, ας µην πει: ‘Τι είναι αυτό που βλέπουµε»,- -γιατί το τελούµενο ξεπερνάει το νου µας,- -και νικάει την κάθε άλλη µας σκέψη.- -Πνεύµα συζευγµένο µε πυρά, θαύµα αυτό ολοκάθαρο.- -Αύρα αρµοσµένη µε φλόγα, θέαµα εκπληκτικό.- -Λαµπάδες µε άνεµο, σπινθήρες µε δροσιά,- -ποιος είδε ποτέ, και ποιος άκουσε;- -Και ποιος µπορεί λογικά να δεχτεί,- -αυτό που µας παρέχει το Πανάγιο Πνεύµα»; 11. «Σταθείτε, αγαπητοί, και παρατηρείστε καλά,- -µα και εντελώς απερίεργα αυτή την πυρά,- που έστειλε σ’ εµάς από τον ουρανό,- -Αυτός που είναι και µένει τώρα στον ουρανό.- -Μην τη φοβάστε καθόλου, τα κάρβουνά της δε φλέγουν.- -Μην εκπλήσσεστε καθόλου, που αυτή η πυρά-αυτό που καίει, στάχτη δεν κάνει.- -Όλοι θυµηθείτε ως συνετοί που είστε,- -την παλιά εκείνη 43


πυρά που δέχτηκε τους τρεις παίδες.- -Πώς ούτε στο σώµα, ούτε σε τρίχα τους µια δεν κάηκαν;- Πώς το καµίνι δέχτηκε τρεις, µα έδειχνε τέσσερις να είναι;- -Έδειχνε πιο πολλούς από όσους παρέλαβε,- -γιατί σέβονταν όλοι τους το Πανάγιο Πνεύµα. 12. Ας διώξει, λοιπόν αδερφοί, καθένας µας τώρα,- -µέσα από την ψυχή του τον κάθε φόβο,- -και ας δείξουµε αφοσίωση στον Αναληφθέντα,- -Αυτόν που αγάπησε τόσο πολύ εµάς που κάλεσε, - εκπλήρωσε όλα όσα µας προέλεγε,- -και τα πραγµατοποίησε όπως τα είπε.- -Και γιατί να φοβόµαστε τη φλόγα που δεν κατακαίει;- -Ας θεωρήσουµε τριαντάφυλλα αυτή την πυρά,- -από όπου στεφάνια στα κεφάλια µας επέθεσε,- -µας στόλισε, και µας λάµπρυνε το Πανάγιο Πνεύµα». 13. Αυτά µόλις είπε στους Αποστόλους ο Κηφάς Πέτρος,- -ησύχασε, και δέχτηκε το Άγιο Πνεύµα, όπως κι εκείνοι.- -Είχε έρθει βραδύτερα εκεί, λέει η Γραφή.- -Και τα δυο θαύµατα, του άνεµου και της πυράς- -ως προάγγελους της καθόδου του, είχε θεωρήσει.- -Γιατί έπρεπε πριν το Άγιο Πνεύµα κατεβεί,- -ένα άλλο θαύµα να προτρέξει,- -να περάσει η φλόγα πριν το Φωτιστή,- και ο άνεµος σαν σάλπιγγα στον κόσµο να προµηνύσει,- -πως µε τον τρόπο που ξέρει καλά και ορίζει αυτεξούσια,- -κατεβαίνει στη γη το Πανάγιο Πνεύµα. 14. Ήταν µεγάλα και θαυµαστά όλα τα γεγονότα αυτά,- -και στέριωσαν την πίστη σε όλων τους το νου.- -Γιατί καθώς όλοι φωτίστηκαν ξαφνικά από το Άγιο Πνεύµα,- -µιλούσαν µε όσους τους άκουγαν στη γλώσσα που µπορούσαν να καταλάβουν.- -Στους Ρωµαίους, όχι στη βαρβαρική,- στους Πάρθους σαν όµοιοι, σαν ίδιοι στους Μήδους.- -Στους Ελαµίτες εµφανίστηκαν περίτρανα λαλίστατοι,- -µε τους Άραβες βγήκαν παρευθύς γνωστοί,- -και στους Ασιάτες και τους Φρύγες εύγλωττοι και µεγαλόστοµοι,- -και γενικά µιλούσαν σε όλα τα έθνη,- -όπως τους φώτιζε το Πανάγιο Πνεύµα. 15. Μα όταν τους είδαν να µιλούν στις γλώσσες όλων,- -αυτοί που είχαν συναχτεί από όλα τα µέρη εκεί,- -έµεναν έκπληκτοι και ρωτούσαν:- -«Τι τάχα να σηµαίνουν αυτά;- -Οι Απόστολοι είναι Γαλιλαίοι,- -πώς όµως βλέπουµε τώρα να έγιναν- -συµπατριώτες µε τους κατοίκους όλων των εθνών;- -Πότε ο Πέτρος, ο λεγόµενος Κηφάς, πρόλαβε να γνωρίσει την Αίγυπτο;- -Πότε κατοίκησε στη Μεσοποταµία ο Ανδρέας;- -Και του Ζεβεδαίου οι γιοι, από πού και πώς είδαν την Παµφυλία;- -Αυτά πώς να τα µάθουµε, και πώς να τα πούµε;- -Όχι αλλιώς, βέβαια, παρά µόνο όπως θέλει το Πανάγιο Πνεύµα. 16. Οι πρώην ψαράδες γίνηκαν σοφοί!- -Αυτοί που πριν περιδιάβαιναν στις παραλίες της λίµνης,-έγιναν τώρα ρήτορες µεγάλοι και τρανοί!- -Αυτοί που µπάλωναν τα δίχτυα πριν λίγο καιρό,- τώρα διαλύουν ρητόρων περίπλοκα λόγια,- -και τα βγάζουν µηδαµινής αξίας, µε πιο απλά λόγια.-Ένα λόγο λένε µοναχά, που αξίζει όσο πολλοί.- -Ένας Θεός υπάρχει, όχι πολλοί, κηρύττουν.- Και Αυτόν τον Ένα προσκυνούν, ως ακατάληπτο Πατέρα,- -Οµοούσιο και αχώριστο Υιό- - και ισότιµο µε αυτούς το Πανάγιο Πνεύµα. 17. Σ’ αυτούς δόθηκε η δύναµη όλους να τους νικούν,- -µε τις γλώσσες που µπορούν να οµιλούν.-Γιατί, λοιπόν, οι µη χριστιανοί ερίζουν και παραληρούν;- -Γιατί οι Έλληνες (ειδωλολάτρες) φυσούν, ξεφυσούν και θορυβούν;- -Γιατί καµαρώνουν τον Άρατο-αόρατο διάβολο- τον τρισκατάρατο;- -Γιατί παραπλανιούνται από τον Πλάτωνα;- -Γιατί περιβάλλουν µε στοργή το ∆ηµοσθένη τον ασθενή;- -Γιατί δεν εννοούν πως είναι όνειρο απατηλό του Οµήρου το ∆ωδεκάθεο;- -Γιατί τιµούν τον Πυθαγόρα, που δίκαια φιµώθηκε,- -και δεν καταφεύγουν µε πίστη,- -σ’ αυτούς που εµφανίστηκε το Πανάγιο Πνεύµα; 18. Ας υµνήσουµε, αδελφοί, το χάρισµα να µιλούν οι Μαθητές γλώσσες πολλές,- -ότι όχι µε λόγο περίτεχνο, παρά µόνο µε δύναµη θεία- -έπιασαν όλους τους ανθρώπους στα δίχτυα τους,- -ότι σήκωσαν το Σταυρό του Χριστού σαν καλάµι ελαφρύ,- -ότι χρησιµοποίησαν τα ρήµατα Αυτού σαν αλιευτικά νήµατα- -και αλίευσαν µε αυτά στην Αλήθεια του τον κόσµο.- -Ότι έκαναν το λόγο του Χριστού αγκίστρι διεισδυτικό,- -και έβαλαν για δόλωµα το Σώµα του Κυρίου των όλων,- -που δεν κάνει τους ανθρώπους αλιεύµατα στο θάνατο,- -παρά ελκύει στη ζωή όσους σέβονται και υµνούν το Πανάγιο Πνεύµα. ……………………………………………………………………………………………………..

44


4. ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Μετά το Κοντάκιο στους Αγίους Μαθητές και Αποστόλους του Χριστού, που φωτισµένοι από το Άγιο Πνεύµα και αλλαγµένοι ριζικά, πορεύτηκαν κατά την εντολή του Κυρίου σε όλο τον κόσµο και ίδρυσαν την Εκκλησία, Ρωµανός ο Μελωδός έχει αφιερώσει το πυκνό στην περιγραφή και δυνατό στο µήνυµα Κοντάκιο που ακολουθεί «στους Αγίους Μάρτυρες». Σ’ αυτούς που, µετά τη Σταυρική θυσία του Κυρίου, και τη µαρτυρική τελείωση των Αποστόλων, αρχής γενοµένης από τον Πρωτοµάρτυρα Στέφανο, για τρεις αιώνες, τριακόσια ολόκληρα χρόνια, ασύλληπτο σε µάκρος χρόνο, σταθεροποίησαν µε τους ποταµούς των αιµάτων τους, λάµπρυναν, και έβγαλαν την Εκκλησία θριαµβεύτρια, εις πείσµα όλων των δυνάµεων του σκότους, που συνασπίστηκαν εναντίον της. Έτσι ο αιµάτινος κύκλος της Εκκλησίας που άνοιξε µε το Μαρτύριο του Στεφάνου, έκλεισε ως ηρωική συµφωνία θριάµβου ! Τα πρόβατα νίκησαν τους λύκους ! Και επαληθεύτηκε ο προφητικός λόγος του Χριστού για την Εκκλησία: «Οι πύλες του Άδη δε θα την καταπιούν» ! Μήνυµα ελπιδοφόρο αυτό και γι αυτά τα δίσεχτα χρόνια ! Αυτό το θρίαµβο υµνούσε η Εκκλησία τον 6ο κιόλας αιώνα µε το «πυρίπνοον στόµα» Οσίου Ρωµανού του Μελωδού, του «θεορρήτορος», και «πρίγκιπα των Μελωδών», από το Κοντάκιο «στους Αγίους Μάρτυρες» που ακολουθεί, αποδοσµένο σε νεοελληνικό λόγο. Απαρτίζεται από ∆υο Προοίµια-το πρώτο: «Ως απαρχάς της φύσεως, τω φυτουργώ της κτίσεως η οικουµένη προσφέρει σοι, Κύριε τους θεοφόρους Μάρτυρας. Ταις αυτών ικεσίαις εν ειρήνη βαθεία την εκκλησίαν σου, την πολιτείαν σου, δια της Θεοτόκου συντήρησον, Πολυέλεε», το ψάλλουµε και σήµερα στην Εκκλησία-και ∆εκατέσσερις Οίκους, έχει ως Ακροστιχίδα τη φράση, «Ο Αίνος Ρωµανού», και ως Εφύµνιο το στίχο, «Συντήρησον Πολυέλεε».

Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟ∆ΟΣΗ α Π ρ ο ο ί µ ι α. 1. Ως άλλους πρώτους καρπούς της φύσης,- -σ’ Εσένα το ∆ηµιουργό της κτίσης,- -η οικουµένη σου προσφέρει, Κύριε, τους θεοφόρους Μάρτυρες.- -Με τις ικεσίες αυτών και τις πρεσβείες της Θεοτόκου,- -σε ειρήνη βαθιά την Εκκλησία και Πολιτεία σου- - διατήρησε Πολυέλεε. 2. Ως Ελεήµων, Χριστέ ο Θεός µας,- -ανακούφισες τις κακώσεις των Μαρτύρων,- -όταν διατράνωναν µπροστά σε τυράννους την πίστη σου.- -Αλλά, όπως δώρισες σ’ αυτούς την ευλογία της υποµονής- -ως καρπό θείας γνώσης και αναφοράς,- -αυτήν δώρισε και σε όλους εµάς, Πολυέλεε. β. Ο

ί

κ

ο

ι.

1. Αυτοί που σε όλη τη γη µαρτύρησαν,- -και στους ουρανούς µετοίκησαν,- -αυτοί που µιµήθηκαν τα Πάθη του Χριστού,- -και από τα πάθη µας απαλλάσσουν,- -συναθροίζονται όλοι εδώ σήµερα,- -και αναδείχνουν την Εκκλησία των Πρωτοτόκων,- -να υποτυπώνει την ουράνια, και να κράζει στο Χριστό:- -«Εσύ είσαι ο Θεός µου, Πολυέλεε». 2. Μάρτυρες από κάθε πόλη συνάχτηκαν,- -και συµπολίτες µ’ εµάς έγιναν.- -Έφτασαν από κάθε του κόσµου γωνιά,- -το δικό τους τον κόσµο κοµίζοντας,- -να µετάσχει στη µεγάλη πανήγυρη,- όπου χορεύει η επίγεια κτίση µε την ουράνια.- -Όπου οι άγγελοι και οι άνθρωποι ψάλλουν και λένε όλοι µαζί:- -«Είσαι θαυµαστός στους Αγίους σου, Πολυέλεε» 3. Την ιερή θυσία και ευωχία ας τελέσουµε,- -τώρα που ενώθηκαν τα ουράνια και τα επίγεια.- Λάµπουν τα αστέρια στο ουράνιο στερέωµα,- -αναλαµπές σκορπίζουν οι Μάρτυρες στης Εκκλησίας το πλήρωµα,- -και φωτίζουν µε φως θεϊκό την οικουµένη,- -που κάνει το ∆αυίδ µαζί της να ψάλλει:- -«Οι αστραπές σου φώτισαν τη γη, Πολυέλεε». 4. Ακροαστείτε τώρα παράξενα ακούσµατα,- -και ατενίστε θεία πράγµατα, στο λογισµό ασύλληπτα.- -Σπαρµένα παντού των Μαρτύρων τα αίµατα,- -σαν δίχως αγκάθια τριαντάφυλλα,- αποπνέουν ευωδία χαρισµάτων,- -και αναβλύζουν για όλους ιερά ιάµατα,- -που απαλλαγή από τα 45


πάθη προσφέρουν,- -σε όσους µαζί µας οµολογούν και κράζουν:- -«Θαυµαστή η δεξιά σου, Πολυέλεε». 5.. Οι αγώνες και τα στεφάνια τους,- -οι κόποι και τα θαύµατά τους,- -µε κανένα λόγο δεν περιγράφονται,- -και σε κανένα τόπο δεν περιορίζονται.- -Ευφραίνεται σύµπασα η Εκκλησία γι αυτά,- -και ντυµένη χιτώνα µε κρόσσια χρυσά,- -παραστέκει σαν βασίλισσα στον αθάνατο Βασιλιά,- -Εσένα, τον αιώνιο και µόνο Θεό, Πολυέλεε. 6. Ας υµνήσουµε ταπεινά το Θεό µας,- -γιατί τους σκόρπισε πλούσια τη Χάρη του,- -αυτήν που κάποτε ο Ιωήλ προφητεύοντας είπε:- -«Θα χαρίσω πλουσιοπάροχα το Πνεύµα µου στους δούλους και τις δούλες µου».- -Αυτό τους αθλοφόρους Μάρτυρες ενίσχυε,- -µε τέτοιο λόγο και δύναµη,- που τα στόµατα των εχθρών σου έφραζε, Πολυέλεε. 7. Η µαταιότητα του πλούτου δεν τους παρέσυρε,- -γιατί αγάπησαν τη Βασιλεία σου, Κύριε.- Έτσι παρέδιδαν στη λήθη τα πρόσκαιρα,- -και κρατούσαν στη µνήµη τα αιώνια και άφθαρτα.- -Σε αυτά να φτάσουν επείγονταν,- -να πεθάνουν µάλλον, παρά να ζουν προτιµούσαν,- -για να κερδίσουν Εσένα, την όντως ζωή,- -και να απολαύσουν τα αγαθά σου, Πολυέλεε. 8. Βασιλείς, από άγρια θηρία αγριότεροι, Κύριε,- -µε απειλές και θυµό κατά των Αγίων σου επερχόµενοι,- -τους βασάνιζαν φοβερά και φρικτά,- -σαν λύκοι τα πρόβατα κατασπάραζαν.- -Μα Εσύ, ο Αµνός του Θεού και Ποιµένας τους,- -ούτε στιγµή να τους ενισχύεις δεν έπαυες,- -καθώς για Σένα υπέµεναν τα βασανιστήρια, Πολυέλεε. 9. Ο δικός σου ο λόγος, µόνος αυτός έπεισε,- -τους Αγίους να σ’ ακολουθήσουν πιστά, Κύριε,- Μονάχα εκείνο που είπες ως άκουσαν:- -«Όποιος να µε ακολουθήσει επιθυµεί,- -τους γονείς και συγγενείς του θα απαρνηθεί».- -Τα απέταξαν πρόθυµα όλα αυτά,- -και ελεύθεροι από τα εδώ ακολούθησαν- -την ευθεία Οδό και Πηγή της ζωής,- -Εσένα που πίστεψαν αταλάντευτα, Πολυέλεε. 9. Ειδωλόθυτα τους ανάγκαζαν να γευτούν οι άνοµοι.- -Μα αυτοί µοναχά τον ουράνιο δείπνο σου,- -από πριν µε τα µάτια της ψυχής βλέποντας,- -µε ειδωλόθυτων βρώση δε µόλυναν,- -τα χείλη που Εσένα αινούσαν κι ευλογούσαν,- -για να γίνουν κοινωνοί των αγαθών,- -που τους έκρινες άξιους Μαθητές σου, Πολυέλεε. 10. Ναρκωµένων θηρίων τα στόµατα,- -έκθαµβοι έµεναν, όσοι έβλεπαν.- -Των Μαρτύρων να εγγίζουν τα σώµατα,- -µα να πέφτουν, να κυλιούνται µπρος στα πόδια τους,- -να υποδουλωθούν µάλλον αποδεχόµενα,- -παρά να τολµήσουν να δράσουν κατά των Αγίων σου.- -Πυρά θεϊκή, θαρρείς, χαλινάρι τους έβαζε,- -και να σέβονται τους δικούς σου τα δίδασκε, Πολυέλεε. 11. Πληγώθηκε ο ∆ιάβολος θανάσιµα,- -νικήθηκε µε όλες τις δυνάµεις του.- -Όλα τα βέλη της φαρέτρας του εξάντλησε,- -µα θανατερά τους στρατιώτες σου δεν πλήγωσε.- -Αναστατώσεις κατά κύµατα ξεσήκωσε,- -ούτε σάλεψε όµως, ούτε νίκησε- -όσους πάνω στην Πέτρα στέκονταν,- -γιατί είχαν Εσένα ακλόνητο θεµέλιο, Πολυέλεε. 12. Πολλά όντως υπέµειναν, µα εγκαρτέρησαν,- -ως ορίζουν οι κανόνες της άθλησης, αθλήθηκαν.- -Τον αγώνα επιτυχώς ολοκλήρωσαν,- -το δρόµο ως το τέλος έτρεξαν,- -την πίστη καθαρή φύλαξαν,- -και για όλα αυτά τα οδυνηρά ανταµοιβή,- -το στεφάνι της νίκης από Σένα δέχτηκαν.- -Με αυτών τις ικεσίες, δώρισέ µας την ευσπλαχνία σου, Πολυέλεε. 13. Πλούσια απλώνεται η Χάρη σου,- -σε όσους µε πίστη ζητούν τα πρέποντα.- -Γι αυτό Σε ικετεύω κι εγώ ο ανάξιος, Εύσπλαχνε Κύριε:- -«Μοναχά µια σταγόνα από το Πνεύµα σου,- -σαν βροχή και σ’ εµένα κατάπεµψε,- -για να µελετώ και να ψάλλω τα θαυµαστά έργα σου,- -και πολλούς να πλουτίζω µε τις δωρεές σου πολλούς, Πολυέλεε. ………………………………………………………………………………………………………..

46


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.