Τα ποιήματα του Κ.Ι Τούμπουρου
Συμφραζόμενα Κεφάλαιο Ένα ΤΟ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙ
8
ΕΙΜΑΙ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΣ
9
ΣΤΗΝ ΕΒΕΛΕΝ ΜΕ ΑΓΑΠΗ
10
Η ΚΑΛΗ ΜΑΣ ΜΑΝΑ
11
ΑΟΡΙΣΤΕΣ ΦΩΝΕΣ
12
ΕΦΗ ΜΑΣ, ΧΡΟΝΙΑ ΣΟΥ ΠΟΛΛΑ
13
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΙΑΤΙΚΕΣ ΕΥΧΕΣ
14
ΣΤΗΝ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
15
ΒΟΥΛΗ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΜΟΥ
16
ΕΝΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑ
18
ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ
19
HAPPY 21ST BIRTHDAY MADLEN
20
Κεφάλαιο Δύο ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΣ
26
Η ΝΕΒΚΑ ΤΟΥ ΣΚΟΥΡΟΥ
28
Η ΑΣΣΙΑ ΤΟ ΧΩΡΚΟΝ ΜΑΣ
29
ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΕΚKΛΗΣΙΑ
30
EΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ‘ΠΕΙΣ!
31
Η ΚΥΠΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΟΛΩΜΑ ΣΑΣ
32
ΠΡΩΤΑΠΡΙΛΙΑ
33
Κεφάλαιο Τρία Ο ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΕΙ
40
ΤΟ ΚΑΠΕΛΛΟ
41
ΟΙ ΔΙΔΥΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΣΑΝΣΕΡ
42
ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΑ ΑΝΕΞΗΓΗΤΗ
43
ΓΙΑ ΚΟΙΤΑΞΕ ΡΕ ΤΟΥΣ ΣΤΡΑΩΟΥΣ!!!
44
ΚΑΘΩΣ ΕΠΕΡΙΜΕΝΑΜΕ ΤΟ ΠΑΣΟ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΑΣΗ
46
ΕΝΑΣ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΣ
48
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ Η ΧΕΙΜΩΝΑΣ;
50
ΤΣΟΝΑΜΙ ΙΑΠΩΝΙΚΟ
51
Κεφάλαιο Τέσσερα ΠΙΣΤΙΣ - ΕΠΠΙΣ - ΑΓΑΠΗ
56
Μ’ ΤΙ ΝΑ ΜΟΙΑΖΕΙ Η ΖΩΗ;
57
ΟΤΙ ΚΑΛΟ ΕΣΥ ΚΑΝΕΙΣ
58
ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ
59
ΜΗΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΕΥΡΕΤΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Η ΑΡΕΤΗ;
60
ΑΡΡΩΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ
61
ΟΣΤΙΣ ΘΕΟΝ ΒΟΥΗΕΤΑΙ ΝΙΚΑΤΕ ΦΓΣΙΣ ΩΣ ΓΕΓΡΑΠΤΑΙ.
62
ΧΡΙΣΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ
64
ΣΑΝ ΕΧΕΙΣ ΚΤΗΜΑ ΤΗΝ ΚΑΛΩΣΥΝΗ
65
ΚΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ;
66
ΦΑΡΙΣΣΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΕΠΩΝΗΣ
67
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ
68
ΣΥΝΤΑΓΗ ΓΙΑ ΑΥΠΝΙΕΣ
69
Ο Κυριακός με ένα από τα 6 εγγόνια του.
6
Κεφάλαιο Ένα
Για τον εαυτό του και την οικογένια.
7
ΤΟ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙ Τη μνήμη μου σε χρόνια περασμένα Όλα τα πράγματα πού είν’ αγαπημένα Σκαλίζω κι ερευώ τα ορισμένα. Κάνω προσπάθεια πατώ το σκαλοπάτι Αυτού, σαν ποιητής μού είναι κάτι. Λόγω είναι δύσκολο πολλά τα σκαλοπάτια Όμως πασχίζω και όις είναι γιός τα μάτια. Πού εγώ τα γραφήματα δεν είναι μυστικό Αφού αποφοίτησα απ’ το δημοτικό! Τότε κατόρθωμα πες είναι κάτι Ίσως π’ ανέβηκα το πρώτο σκαλοπάτι
8
ΕΙΜΑΙ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΣ Είμαι ηλικιωμένος. Ίσως, τούτο, ορισμένως, Μας είν’ όλους φυσικό. ‘Αν περάσω τα ογδόντα, Ίσως, κι έχω τα προσόντα, Ήταν, κι είναι μυστικό, Λόγω είναι, θεού χάρη. Ιδίως, σον παλληκάρι, Και, προσόν είναι αυτό, Ιδιώματα μεγάλα, Ως ποιήματα και άλλα, Μοναχά να το σκεφτώ; Ένας χρόνος παραπάνω Να. Στον ώμο μου τον βανω. Όπως είναι φυσικό! Σας το λέω, με σκοπό.
9
ΣΤΗΝ ΕΒΕΛΕΝ ΜΕ ΑΓΑΠΗ Σε ‘σένα, κόρη ακριβή Την μέρα την σημερινή Η κάρτα, είν’ στολισμένη. Να ζήσης. Χρόνια σου πολλά, Έχε υγεία και χαρά. Βιαστικά γραμμένη Έβελεν. Δίνω την ευχή Λέγω να γίνει απαρχή Εις τα γενέθλια σου, Να έχεις όλα τα καλά Με της αγάπης τα φτερά, Έτσι, ναν’ η χαρά σου, Απ’ τον παππού και την γιαγιά Γράφω ευχές. Πολλά φιλιά. Απ’ όλους για να έχεις. Πού σαν έχεις γενέθλια, Η Χαρά σε κατέχει!
10
Η ΚΑΛΗ ΜΑΣ ΜΑΝΑ Η μάνα, κράζει το παιδί. Και το παιδί την μάνα Αυτό, γνωστό, είν’ επειδή, Λόγω είν’ γλυκιά σαν μάνα! Η μάνα δεν ζητά. Ακριβώς, Μόνο να την προσέχεις. Αφού’ ναι και το πιο ακριβό, Στον κόσμο όπου έχεις. Μάνα γλυκιά, μάνα καλή Αν τύχει και σού λήψη, Να ‘πεις λυπάσαι πιο πολύ. Αναστενάζεις. Θλίψη!
11
ΑΟΡΙΣΤΕΣ ΦΩΝΕΣ Άμα ξαπλώσω για να κοιμηθώ, Όλο φωνές εγώ θα θυμηθώ, Ρωτάτε τί φωνές είναι αυτές; Ίσως να είναι για τούς πεθαμένους. Συνάμα είναι και για τούς χαμένους. Τότε, σαν πάμε για να κοιμηθούμε, Εκείνους όλους θα τούς θυμηθούμε. Στη σκέψη, τες ακούει το μυαλό, Φωνές διάφορες δεν είναι για καλό, Ώστε στον ύπνο, αντιλαλούν και τριγυρνούν Να γράψω ποίημα για τούτες μού ζητούν Έτσι ξυπνώ και γράφω ότι στοχάζω Στο τέλος, και κοιμάμαι. Να ησυχάζω. 12
ΕΦΗ ΜΑΣ, ΧΡΟΝΙΑ ΣΟΥ ΠΟΛΛΑ Έφη μας πού Γενέθλια έχεις αυτή την μέρα Φωτεινή να ‘ναι. Γιορτινή. Αυτή, και κάθε μέρα Ήταν, και είν’ ενθύμιο πού φέρνει αναμνήσεις. Μέρα, πού χεις Γενέθλια. Κάτι να σε θυμίσει! Αφού ξεκίνημα αυτή, ήταν, να σας ενώσει, Στην ζωντανή αγάπη σας, στεφάνι να σας δώσει! Χρόνια πολλά. Χρόνια καλά. Και ναν’ ευτυχισμένα. Ρύση να δώσει ο Θεός. Ευχές, και από’ μένα. Όπως κι από την μάνα σου. Διπλές ευχές με μένα.
Όλους τούς συγγενείς μας. Σωστά αφού σας αγαπούν. Κι είναι πάντα μαζί μας. Όπως περνάει ο καιρός, πού φεύγει όπως το νερό, Υψίστου να ’χέται άηχη. Κι έτσι, να γίνει απαρχή, Πάσης επιτυχίας. Σωστής και ευτυχίας, Όλα τού κόσμου τα καλά μαζί με όλα αγαθά. Λύπη, για να σας λείπει. Για να της πείτε αντίο Λυγίζω, και νομίζω σε όλον σας τον Θεό! Αυτά. Και χρόνια σου πολλά. Μαζί με όλα τα καλά
Να ζήσης! Και να χαίρεσαι, τον άνδρα τα παιδιά σου. Ιδίως τούς παππούδες τους. Την οικογένεια σου. Ακόμα, τες γιαγιάδες τους. 13
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΙΑΤΙΚΕΣ ΕΥΧΕΣ Χριστουγεννιάτικες ευχές θέλω εδώ να γράψω
Άς στρέψουμε το βλέμμα μας αυτούς πού δυστυχούνε
Ρώτημα δεν θέλει αυτό. Ποίημα θα συγγράψω.
Την φτώχεια την ανέχεια. Αυτά μόνο να δούμε.
Ίσως θα ‘ταν παράλειψη ευχές να μη σας δώσω,
Ίσως ποτέ δεν είν’ αργά. Τα κράτη αν προσπαθήσουν,
Στον κόσμο όπου αγάπησα καρδιακά ‘ως τόσο,
Και τ’ αδύνατο δυνατό θα γίνει. Θα κερδίσουν
Το κάθε ένα σπιτικό, φτωχικό ή αρχοντικό,
Έτσι, θα νοιώσουνε γιορτές. Ο κόσμος θ’ ανασάνει
Ο κάθε άνθρωπος, γνωστό, σαν είν’ αυτός χριστιανός,
Σ’ ένα κόσμο ειρηνικό, θα ξέρει τί να κάνει.
Υπόθεσε γιορτάζει. Και, το διασκεδάζει.
Έρχεται χρόνος δίσεκτος. Το δύο χιλιάδες και οκτώ.
Γιατί θα ψάλλουμε μαζί το επί γης ειρήνη,
Υγεία, και περίσκεψη. Θα ξεπεράσουμε κι αυτό.
Έτσι, γι αυτό ευχόμαστε. Είν’ ακριβή εκείνη!
Χαρούμενα Χριστούγεννα να’ χει το κάθε σπιτικό.
Να σταματήσουν οι φωτιές. Να σβήσουν οι πόλεμοι.
Επίσης, όμορφες Γιορτές, καθώς και στις διακοπές,
Ιδίως, μια προσπάθεια. Ετούτο μόνο μένει.
Σύνεση, και μ’ ασφάλεια; Είν’ οι δικές μου οι ευχές.
14
ΣΤΗΝ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ Στην μέρα τούτη ο καθίς Τον πατέρα θα θυμηθεί Η μέρα είν’ τού πατέρα. Να ζήση να τού ευχηθεί Με υγεία, και ότι ποθεί Εκείνος, κάθε μέρα! Ρύση να βρει απ’ τον θεό Αυτός. Και ότι ‘ναι καλό Τούτος να το κερδίσει Όπως ετούτη τη χρονιά Υγεία, και κάθε χρονιά Πάντοτε. Και να ζήσει! Αν τύχει και τον χάσουμε Τότε, να μη ξεχάσουμε Ένα κερί ανάβουμε. Ρώτας; Την κάθε μέρα Αυτός, για τον πατέρα!
15
ΒΟΥΛΗ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΜΟΥ Βουλή μου είναι. Δεν είναι ψέμα,
Η συμβουλή μου στο κάθε θέμα.
Όπως νομίζω. Σ’ ότι γνωρίζω,
Συνάμα, ίσως η συμβολή μου,
Ύστερα ότι εγώ επήρα
Υγιείς σκέψεις, στην κοινωνία,
Λόγω απέκτησα εγώ πείρα.
Μονάχα χρόνος και περιστάσεις.
Η γνώμη, γνώση’ σε κάθε στάση
Βούληση, σθένος, και ορισμένως,
Με χαρακτήρα, χωρίς κρατήρα, Όλα στέριωσαν. Και, παρατηρά. Ότι επήρα στην κοινωνία,
Ύψος και βάθος μελετούσα,
Ύστερα, δεν το παραμελούσα.
Λόγον και έργον εγώ τηρούσα.
Έτσι, την γνώμη μαζί με γνώση,
16
Η κοινωνία μ’ έχει μορφώσει.
Ιδίως, γνώμη έχω στεριώσει.
Μένει στον κόσμο να μεταδώσω,
Να πώ ότι έχω εγώ να δώσω, Ότι γνωρίζω, να τούς χαρίζω. Αυτό μονάχα ‘τούτο ορίζω.
Ύστερ’ αν έχω σωστή τη γνώμη,
Ίσως δεν θέλει μήτε συγνώμη!
17
ΕΝΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑ Ένας πατέρας πού αγαπά
Πατέρας, π’ αγαπάει
Να ‘ναι παράδειγμα όπου πας
Αυτές όπου κι αν πάει.
Αυτός για τα παιδιά του Σαν καίγετε η καρδιά του! Που γνώσις είναι φυσική Αγάπη πού οικοδομεί, Το κάθε τί χαρίζει Εκεί, όπως ορίζει, Ρώτημα δεν θέλει αυτό Αξίζει. Και καθεαυτό Σ’ αυτές χαρές χαρίζει. Πατέρας, πού ‘δώσε γραμμή, Όπως καλήν ανατροφή Υπόθεσε και μόρφωση, Αγάπη τού αξίζει. Γιατί, αγωνίστηκε σκληρά Αυτός μέσα στην ξενιτειά
18
ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ Σήμερα θα γιορτάσουμε Την γιορτή της μητέρας
Αφήνει ευχές για το γραφτό.
Ήταν και είναι πάντοτε
Σαν δείγμα και παράδειγμα
Γιορτή, μεγάλη μέρα.
σε μας και στα παιδιά μας
Ιδίως, στον καθένα μας
σ’ όλους τούς απογόνους μας,
Όπως μας ενθυμίζει Ρόδα αυτή μυρίζει!
στην οικογένεια μας!
Το πώς μας εμεγάλωσε Η μάνα. Με θυσίες.
Να ζήσουν οι μητέρες!!!
Τούτη. Μ’ αυτοθυσίες, Η μάνα, μοιάζει με την Γή. Σκάψε την, πλήγωσε την! Μα όσο ποιό βαθιές πληγές Η μάνα μας κι αν παίρνει, Τόσα συγχώρια και ευχές Εμάς στο τέλος φέρνει. Ρώτημα δεν θέλει αυτό
19
HAPPY 21ST BIRTHDAY MADLEN A love that stands the test of time A love that’s strong and deep Is surely lifes most perfect gift To treasure and to keep Sharing your happiness today As you reach your 21st birthday We wish you to go and stay Healthy and happy all the way. Hope your birthday is happy And your wishes come true And that every day that follows Brings happiness to you Special thoughts go out for you We wish you from the depth of our hearths.
Happy 21st Birthday
20
21
22
23
Ο Κυριακός με τη σύζυγό του Ελένη
24
Κεφάλαιο Δύο Γράμματα για Κύπρο.
25
ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΣ ‘Ένα μονάχα θα σας πω στον κόσμο όπου αγαπώ.
Ο κόσμος μας είναι μικρός. Δεν είν’ ετούτο μυστικό.
Ίσως άλλος είν’ ο σκοπός και θέλω εδώ για να το πω.
Κάποτε στην πατρίδα μας, ένας περιβολάρης,
Να πούμε από τούς σπάνιους, είχε μεγάλη χάρη,
Ο άνθρωπος, να πω το πώς, δεν πήγε ούτε δημοτικό,
Αλλά όμως για κηπουρός, ήτανε περιποιητικός,
Στην πόλη πήρε τα φθαρτά. Ήτανε σπάνια αυτά.
Ιδίως τ’ αγγουράκια του, μεγάλα και φρεσκάτα.
Μέτρο στο μάκρος ήτανε όμορφα, και δροσάτα!
Μαζί με τ’ άλλα αμάξια γεμάτη μελιτζάνες.
‘Όμως... προβληματίστηκε με κείνες τότε, άφησε το!
Ιδιόμορφα και όμορφα τές είχε ξεπουλήσει.
Σένα της πόλης μαγειρειό επήγε να καθίσει.
Και ‘κει πού τον κατάλογο διαβάζει το γκαρσόνι,
Μελιτζάνες σαν άκουσε, αυτό θέλω. Και σώνει!
Ρωτάτε τώρα το γιατί;
26
Βοξανια’ μείς τες λέμε εκεί.
Αφού τον εσερβίρανε; Ντροπή να τες γυρίσει
Όπως αυτός περίμενε άλλος για να ‘ρωτήσει,
Στο μεταξύ, το έτερον ετούτος θα ζητήσει.
Συνάμα, αυτό, για φαγητό το είχε εξηγήσει!
27
Η ΝΕΒΚΑ ΤΟΥ ΣΚΟΥΡΟΥ Ήσιεν Άσσιαν μιαν νεβκαν Νεβκαν χοντρή. Τού Σκούρου. Έξω ‘ταν πού το σπίτι του Βαλτή, στο παναχίριν του Καλή, Γερή. Τού Σκούρου! Αν ήταν για να ζυαστή, Τονον εζήαζεν αυτή Όμως, ήταν τού Σκούρου! Υπόθεσή – Αν ξενητευτή, Σε τούτον, ήταν ειδική. Κι όποιος να μην είχε λεφτά, Όλ’ άχρηστα ήταν αυτά, Υπαίτιος; Για πείραγμα, Ρωτούσαν, συμφωνούσαν Όλοι – Καβαλλα την νεβκαν Υπόθεσε, τού Σκούρου!
28
Η ΑΣΣΙΑ ΤΟ ΧΩΡΚΟΝ ΜΑΣ Δκυό μόνον είναι τα χωρκά. ‘Εν τα Σφάγγια της ΄Κρήτης, τζι η Άσσια που ‘ναι το χωρκόν Κύπρου της Αφροδίτης. ‘Οπου οι άντρες έχουνε ψηλά το μέτωπον τους, ‘τζιέ οι γενέντζιες σεβασμόν έχουν στον ανθρώπων τούς. Τζι’ αλίμονο αν βουληθεί κανείς να τούς προσβάλει. Είναι, αυτού ο σκοτωμός. ‘Εν έσιη λύση άλλην
29
ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΕΚKΛΗΣΙΑ Για μια της Άσσιας εκκλησιά Μόνο θέλω να γράψω. Αυτή θα περιγράψω.
Ηλίας ο Προφήτης, ο κόσμος εφωτίσθει, Αυτή, στον Μαραθόβουνο μετέπειτα εκτίσθει.
Αφού σκεπαστή η παλιά Στο χώμα, τού προδρόμου Με χρόνια, με χωματωσιά, Έμεινε τώρα η Εκκλησιά Ίδια τού Προφήτου Λιά. Καταμεσής τού δρόμου. Αυτή, μέχρι πού μπήκανε Λιάπηδες Τούρκοι, βρήκανε Δική τους να την κάνουν. Ήταν... να μας ξεκάνουν! Ίσια, την ετουρκέψανε Στην κατοχή. Την κλέψανε! Κι αφού την κάνανε τζιαμί. Ίσως την βρήκαν βολική,
30
EΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ‘ΠΕΙΣ! Είναι ντροπή και να το ‘πείς!
Πώς τούς παραμελούμε.
Για την Ευρώπη εντροπή.
Ας μη το λησμονούμε.
Ενώ η Κύπρος έχει μπει,
Την Κύπρο την Ελληνική,
Σαν μέλος στην Ευρώπη,
Θέλουν να κάνουν Τουρκική!
Να μένει υπό κατοχή,
Γι αυτό, ας ενωθούμε
Με των Εθνών την ανοχή!
Αν θέλουμε την Κύπρο μας
Κομμάτι απ’ την Ευρώπη !
Ελεύθερη να δούμε!
Κι ακόμα, να διατηρεί, (άγνωστο ποιός τούς συντηρεί) Στρατεύματα της κατοχής! Ώ, μεγαλείο αντοχής! Κι ενώ, με σύστημα αυτοί Διώχνουν Τουρκοκυπρίους, Και βάζουν Καύδρους και λαξούς Πού τούς εβρήκαν σαν χαζούς, (τούς κάμνουνε Κυπρίους) Να έχουν την απαίτηση 31
Η ΚΥΠΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΟΛΩΜΑ ΣΑΣ Η Κύπρος μας, πού έγινε κομμάτια για να πούμε,
Το πρόβλημα δεν λύεται. Κι αμέσως θα το δούμε.
Κι οι Τούρκοι με την εισβολή.Κι αυτό, δεν είναι προσβολή;
Όταν τούς τάζει η μερική, και το πιστεύουν μερικοί -
Υπ’ όψιν να το βάλουν αυτοί, θα τούς προσβάλουν.
Δυνατέ τώρα να γένη ξανά αυτοκρατορία;
Πού θα ‘χουν για Σουλτάνο τους σαν αρχηγό της Σία;
Όπως και ‘μείς οι Έλληνες. Ένωση για να δούμε.
Ρωτάτε; Μένει όνειρο αυτό πού αγαπούμε.
Λοιπόν, την κομματιάζουν, αυτοί, και την μοιράζουν,
Όπως την έχουν δόλωμα. Και... στους δύο να την τάξουν!
Ώστε αν ένας απ’ τούς δυό τούς γυρίσει την πλάτη
Στον άλλο να την δώσουνε αυτοί για το γινάτι!
Μένει τώρα το πρόβλημα εις την δική σας κρίση.
Εκεί, και ο καθένας σας, το τί θα αντικρύσει
Αφού, δεν είναι για καλό. Σας παίρνουν με το απαλό
Ίσως και σας γελάσουν. Τότε, θα ησυχάσουν!
32
Σωστά το πρόβλημα αυτό σαν θέλουνε να λύσουν,
Να πούμε, καθώς έπρεπε να το τοποθετήσουν
Αν θέλουνε το πρόβλημα αυτό για να λυθεί,
Αυτούσιο, τότε σωστά να τοποθετήσει
Σ’ αυτό, στους τουρκο-έλληνες, μια λύση μόνο μένει
Ιδίως. Και τούς εύχομαι, να’ ναι στερεωμένη.
33
Πρωταπριλιά Στην Κύπρο την πρωταπριλιά
Από το πιο ‘ψηλό βουνό,
Την είχαμε μέρα ψευτιάς
Κάμπο, είτε κοιλάδα.
Γί αυτό και είχεν ορισθεί
Γιατί όλοι υπογράψαμε
Ξεχωριστά η μερ’ αυτή
Με ενθουσιασμό
Δεύτερο εικοσιένα.
Την ένωση της Κύπρου μας
Ήταν λεβέντες διαλεκτοί
Με την μητέρα Ελλάδα!!!
Αυτοί πού είχαν ορκιστεί Αν ρωτάτε έμενα. Φώς εις τούς συναγωνιστές Φωτιά εις τούς εχθρούς μας Μαζί αγωνιστήκαμε σώμα, Καρδιά, κι ο νους μας. Πολλοί θυσιαστήκανε Για την ελευθερία. Κι αν δεν την αποκτήσαμε, Τον κόσμο εμείς φωτίσαμε. Σε κάθε πόλη και χωριό,
34
35
36
Το σπίτι του στην Ασσια.
37
Τα γραπτά του.
Κεφάλαιο Τρία Ιστορίες.
39
Ο ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΕΙ Ο Χατζηβασίλης μεθυσμένος.
σειρά του
Χαμένος ήταν. Συνηθισμένο,
Έν πάω, παίρνουν με. Η αστυνομία!!!
Άμα τού μύριζε λίγο πιοτό, Τον ετραβούσε, και το ρουφούσε!
Ιδίως, πού ‘κανε ανησυχία!
Ζούσε, να πούμε, μόνο γι αυτό! Ήταν καλόψυχος. Μα, μεθυσμενος; Βρισιές πού έβαζε! Άλλος γινόταν, Επαναστάτης. Συνηθισμένο! Ίσως, ησύχαζε όταν κοιμόταν, Λίγο κοιμότανε. Ονειρευόταν! Ήπιε. Και έβριζε, όπως συνήθως Σαν μεθυσμένος, ο καημένος, Πού πάεις Βάσω μου; Ρωτά η κυρά του Αυτός απάντησε με την 40
ΤΟ ΚΑΠΕΛΛΟ ‘Ενας Ασσιώτης, πήγε στην Λευκωσία ν’ αγοράσει καπέλο. Εψώνισε ότι άλλο χρειαζόταν για το σπίτι, είχε μόνον εφτά σελίνια στην τζιέπη, και το αγώγειο. Μπήκε σ’ ένα μαγαζί, διάλεξε το καπέλο πού ήθελε, και πήγε για να το πληρώσει. Πόσο κάνει; Ρώτησε. Οκτώ σελίνια τού λέει ο μπακάλης. Πολλά είναι τού λέει. Δεν ρίχνεις λίγο πιο την τιμή; Όχι τού είπε ο μπακάλης. Αυτό το σελίνι είναι το κέρδος μου. Έφυγε ο άνθρωπος, γύρισε στην Άσσια, πούλησε κρινυάρι, και την άλλη μέρα τον βλέπει ο μπακάλης να μπαίνει στο μαγαζί, να παίρνει το καπέλο, κι αφού τον εγνώρισε, όταν ρώτησε πόσα, τού λέει, Δέκα σελίνια! Βγάζει ο άνθρωπος το δεκασέλινο, τού το δίνει, ο μπακάλης παραξενεύτηκε. Γιατί τού λέει ‘χτες οκτώ ήταν ακριβό και σήμερα το πληρώνεις δέκα; Ά τού απαντά χτές εφτά σελίνια είχα στην τζιέπη μόνο. Σήμερα και πιο ακριβά να μού ζητούσες θα το ‘περνά. Εν τώ μεταξύ, το χθεσινό καπέλο ήταν τού λέει πιο όμορφο. Γιατί; Τον Ρώτησε ο μπακάλης. Είχε τού
απαντά χολέτρα. Το παίρνει ο μπακάλης τού δίνει μια στην μέση, έκανε και΄ χολέτρα!
41
ΟΙ ΔΙΔΥΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΣΑΝΣΕΡ Έγινε στην Αυστραλία. Ένας Έλληνας νεοφερμένος εδώ, πήγε για πρώτη φορά μ’ ένα ξάδερφο του (πειραχτήρι) σε πολυκατάστημα τού Μαηερ. Καθώντουσαν σ’ ένα παγκάκι, απέναντι σε ασανσέρ, και παρακολουθούσαν τον κόσμο πού ανεβοκατέβαινε. Σε μια περίπτωση, μια όμορφη κοπέλα, με αρκετά περισσά κιλά , χονδρουλά να πούμε, μπήκε στο ασανσέρ, ν’ ανέβει σε άλλο πάτωμα. Σε λίγο, η αδελφή της, δίδυμη πανομοιότυπη αλλά αδύνατη αυτή, σαν κατέβηκε το ασανσέρ, (του νεοφερμένου τού φάνηκε παράξενο αυτό) βγήκε έξω.
μέσα, ν’ ανεβεί, και μέχρι να κατεβεί, φεύγει το βάρος. Ο νεομετανάστης πού είχε χονδρή γυναίκα λέει – Είναι θαυμάσιο αυτό, και πόσα κοστίζει; Τίποτα. Είναι δωρεάν για διαφήμιση του ανεβαίνει, κατεβαίνει, η ίδια!!! Τί μού είπες; Λέει στον ξάδερφο. Καλά σού είπα τού απαντά. Χάλασε το μηχάνημα!!
Πώς λέει στον ξάδερφο. Δεν είν’ αυτή χονδρή; Πώς αδυνάτισε; ‘Α, τού λέει ο ξάδερφος του. Σ’ αυτό το μηχάνημα, πού μόνο η Αυστραλία το έχει, όποιος ή όποια θέλει να χάσει βάρος, δεν έχει παρά να μπει 42
ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΑ ΑΝΕΞΗΓΗΤΗ Μόλις εγώ εξύπνησα, νίφτηκα κι εξυρίστηκα
Να δουλεύω, να γυρεύω, πιο είν’ αποτελεσματικό.
Όλα συνηθισμένα, αν ερωτατ’ έμενα,
Έπιασα την αμμωνία. Μ’ είχε πιάη η ανία!
‘Ύστερα μες το μαγειρειό, πού είναι το νοικοκυριό
Ξέχασα το τζιήφ ν’ αγγόσω έτσι να το καθαρίσω
Να φτιάξω και κανα ζεστό να πούμε για πρωινό,
Η προσπάθεια η μεγάλη, εκεί, κάπου θα με βγάλει.
Τοτ’ είδα στο ηλεκτρικό μπρίκι κάτι εκπληκτικό!
Γιατί, όλοι ήταν στον ύπνο.
Ζωσμένο μες το μαύρο. Εξήγηση δεν θα βρω! Ολόκληρο βαλμένο, περιτρυγιρισμένο! Ύστερα, κοίταξα γι αυτό μην ήταν το ηλεκτρικό Ρωτώ τον εαυτό μου για τούτο τον σκοπό μου.
Δεν είχε κανένα ξύπνιο. Η κυρά, κι ο πενθερός μου, που τον έχω στο πλευρό μου. Την μουντζούρα να μη δούνε. Γιατί θα καταπλαγούνε! Η μουντζούρα, έχει φύγει. Και... ανάμνηση θα μείνει!
Αφού, αυτό ήταν κλειστό. Δεν ήτανε ούτε αυτό. Άρχισα να καθαρίζω. Πάγκο, μπρίκι, εκεί αρχίζω.
43
ΓΙΑ ΚΟΙΤΑΞΕ ΡΕ ΤΟΥΣ ΣΤΡΑΩΟΥΣ!!! Για κοίταξε ρε τούς στραβούς αφήνουν λάκκους ανοιχτούς! Αυτά τα λόγια είχε ‘πει ένας απρόσεχτος πολύ σαν έπεσε σε λάκκο. Σε μένα εφαρμόσανε εδώ, όταν ερχόμαστε με το δικό μου κάρο. Επήρα την Μαγδακηνή όπως κάθε Παρασκευή μέσα από το σχολείο. Μα φαίνεται ότι εγώ πού είμαι χρόνια οδηγός, χρειάζομαι σχολείο. Τες ζώνες μας τες βάλαμε. Το πρώτο πού κάναμε. Και... πάμε για το σπίτι. Πού είναι τοσο΄δά κοντά. Έτρεχα και κανονικά μα κοίτα πώς θα τύχει. Όταν επλησιάσαμε, εκεί όπου εφτάσαμε τον κύριο τον δρόμο, απάνω στες διπλές γραμμές, το έχω σύστημα μαθές, σταμάτησα το κάρο, είδα δεξιά, είδα ζαρβά, επροχώρησα βιαστικά, κι αντίκρισα τον χάρο!
44
Απ’ τα δεξιά ερχότανε έτσι και εκοντόφτανε μια μικρή Ιταλίδα. Καθόλου δεν την είδα!!! Τριανταπέντε έγραφε εκεί η πινακίδα, εξήντα πέντε έτρεχε! Ερχόταν σαν βολίδα!!! Μας εκτύπησε στη στιγμή. Αυτό, μέχρι να πής αμήν, έγινε η ζημία. Μα όπως να δικαιωθώ ή να δικαιολογηθώ διαφορά καμιά. Γιατί στον λάκκον έπεσα εγώ ο καημένος όπου ‘ταν ανοιγμένος κι αν πω άλλη φορά, δεν κάνει πια διαφορά, εγώ θα περιμένω!
45
ΚΑΘΩΣ ΕΠΕΡΙΜΕΝΑΜΕ ΤΟ ΠΑΣΟ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΑΣΗ Καθώς επεριμέναμε το πάσο για να φτάσει
Το χάσαμε για ‘να λεπτό, και είμαστε στη στάση,
Αφού καθυστερήσαμε, δεν το ‘χαμε προφτάσει
Όπως επεριμέναμε, η ώρα να περάσει,
Θα γράψω ένα ποίημα. Δεν το ‘χα σχεδιάσει.
Πώς να το γράψω ήθελα. Ζητούσα ένα θέμα.
Ως, πρέπει ναν’ αληθινό δεν μ’ αρέσει το ψέμα.
Αφού έστριψα το βλέμμα μου, είδα μία πινακίδα.
Σαν τί να έγραφε αυτή; Εδιάβασα και είδα.
Στην πινακίδα έγραφε κάτι πού θα μ’εκπλήξει.
Εδιάβασα, κι εννόησα, στο πού θα καταλήξει.
Οπόταν, διαφήμιζε τσίχλα. Πού σαν την γλείψεις,
Πού ‘χε τ’ όνομα έκλειψη, σίγουρα θέ να λείψει!
Γιατί, ώσαν την γλείουμε, εκείθε αυτή λιώνει
Εκεί, μέσα στο σάλιο μας, σίγουρα τελειώνει!
Ίσως γι αυτό την βάλανε έκλειψη για να ‘πούμε.
Ρωτάς, κι εσύ δοκίμασε, κι αμέσως θα το ‘δούμε
46
Αν ήταν ήλιου έκλειψη πάλι ξανά γεμίζει.
Ιδίως και τού φεγγαριού. Κι αυτό, δεν μας σκοτίζει.
Να’ ναι της τσίχλας έκλειψη; Αυτή δεν θα την ‘δούμε;
Μόνο εξαφανίζεται. Σαν θα την καταπιούμε!
Ας έχει δόξα ο θεός. Έτσι, σε ‘κείνο τον καιρό,
Έφτασε και το πάσο. Να φύγω να ησυχάσω.
Φτάνοντας, και ανέβηκα. Το ναύλο θα πληρώσω,
Να πάω σπίτι μου εγώ, και θα το συμπληρώσω.
Την ώρα μου ευχάριστα είχα εγώ περάσει.
Αφού, έγραψα ποίημα κι ας δεν το είχα φτάσει!
Άλλη φορά, σαν μάθημα αυτό θε να μού γίνει.
Μόνο να ‘μαι στην ώρα μου. Πού δεν θα ξαναγίνει.
Σωστά μόνο στον εαυτό να έχω εμπιστοσύνη.
Εγώ έγραψα το ποίημα, ετούτο για να μείνει.
Η έκλειψη, η τσίχλα μας, θα λιώσει και θα λείψει
47
ΕΝΑΣ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΣ Ένας εμπορευόμενος, Αργύρης τ’ όνομα του, ‘ήτανε πορευόμενος να πάει στην δουλειά του. Είχεν αργύρια πολλά και τον ευχαριστούσε. Γιατί έκανε διπλή χαρά, και τον χρωστούσε Μα κάποτε, τού έπεσεν αυτού το πορτοφόλι, με τετρακόσια αργύρια. Την είσπραξη του όλη. Κι έβαλε δημοσίευση ότ’ όπιος τού τα φέρει, να ‘χει σαράντα απ’ αυτά, και να τα καταφέρει! Τώρα, το πορτοφόλι του, η τύχη να τα φέρει, Το βρήκε μια καλή γριά πού ‘βγαινεν απ’ την εκκλησία, κι ανταμοιβή δεν θέλει. Επήγε, το παρέδωσε εις την αστυνομία απαίτηση καμμίαν. Είχε μια κόρη η γριά δεν είχε ούτε προίκα. Μα δεν εκαταδέχτηκε ούτε στο νού της σκέφτηκε να τα κρατήσει. Κοίτα!!! Ο Αργύρης όμως, πονηρός, να μη δώσει πεντάρα, έβγαλε ένα σχέδιο, πού ήταν της κατάρας! Είπε, πώς τα αργύρια, πώς ήταν παραπάνω. 48
Ότι έλειπαν μερικά και τώρα τί να κάνω; Κι άρχισε τότε η γριά, να κλαίει και να λέει. Άμα ήθελα τα κράταγα. Τί πράμα μού λέει; Τότε, το καλοσκέφτηκε ‘κείνος ο αστυνόμος, Και λέει στον Αργύρη μας – Εσέ, σε παίρνει ο νόμος. Για δώστα πίσω τα λεφτά αφού δεν ήτανε αυτά. Κι αφού μας είπες ξηγητά. Κι άμα μού φέρουν το Πουγγί πού να χει πεντακόσια, τότε θα πάρης και εσύ και τα δικά σου γρόσια. Κι ακόμα ένα! ‘Αν κανείς αυτό δεν απαιτησει, ανήκει τούτο στην γριά την κόρη να προίκιση!
49
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ Η ΧΕΙΜΩΝΑΣ; Καλοκαίρι. Σ’ άλλη χώρα,
Ή, και στην πατρίδα τώρα,
Άμα είναι καλοκαίρι
Χαίρεσαι. Σ’ όλα τα μέρη.
Λόγω η εποχή εκείνη
Έχει ζέστη. Σαν καμίνι!
Όχι όμως στην Μελβούρνη; Ίσως, να το ‘πεις χειμώνα. Κρύο, και βροχές ακόμα!
Μελβουρνιώτικος καιρός,
Αλλάζει, ώρα την ώρα.
Ώστε, κρύο, και νερό!
Ιδίως, τούτο τον χρόνο,
Να θυμόμαστε το μόνο,
Ρώτημα δεν θέλ’ αυτό,
Άλλαξε καθεαυτό!
Ίσως, να ‘ναι για καλό
Στην δροσιά παρακαλώ! 50
ΤΣΟΝΑΜΙ ΙΑΠΩΝΙΚΟ
Την Ιαπωνία χτύπησε σεισμός. Μετά, τσουνάμι!
Ιδίως μετασεισμικό. Το κύμα, καταστροφικό!
Σεισμός μες’ τον ωκεανό. Με κύμα παλιρροιακό!
Αυτό το κύμα, χτύπησε εκεί την παραλία.
Όλα τα σπίτια ‘σήκωσε, και πλέανε σαν πλοία!
Πώς να ‘ξηγήσω ή να πω; Πώς να το περιγράψω;
Ύστερα πώς αισθανόμενε και τί ‘μπορώ να γράψω;
Ως ήταν κατακλυσμός στα βιβλικά τα χρόνια,
Νώε να ήταν κιβωτός, στη μνήμη μας αιώνια,
Να γίνει η Γή ωκεανός μονάχα μια συμπόνια
Αξίζει για τα θύματα. Σωρός εκεί τα μνήματα! Ίσως δεν έχει ζωντανούς. Πνίγηκαν θα τούς θάψουν! Μονάχα από μακριά. Εκείνοι θα τούς κλάψουν! εκεί.
Καταστροφή πουν’ βιβλική. Ο νούς μας σταματά
Ιστορική θα μείνει σαν θα γραφτεί εκείνη.
Όχι πές απονιά. Για την Ιαπωνιά 51
52
Γραπτά του που έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες
53
O αγαπημένος άγιο του. Άγιο Σπυρίδων.
54
Κεφάλαιο Τέσσερα
Ηθικά και θρησκευτική θέματα.
55
ΠΙΣΤΙΣ - ΕΠΠΙΣ - ΑΓΑΠΗ Πιστεύω εις Ένα Θεόν Ιησούν και Πνεύμα. Τριαδικών. Σωτήρα των Χριστιανών Τον ομοσύσίον Θεόν Ιησούν Αναμάρτητων, Σ’ Αυτόν, τον κτίστηντού παντός, Ελπίδα έχουμε σ’ Αυτόν! Λέγω δεν αντιλέγω. Πίστης, ελπίς, αγάπη, Ιδίως στον κάθε χριστιανό Σωτήριο είναι αυτό. Αγάπη, νόηση, κι ελπίς, Γνήσια, χριστιανική Αγάπη πού ’ναι η ελπίς. Πουν’ της θρησκείας το κλειδί Η αγάπη η γνησία η δική μας η θρησκεία. 56
Μ’ ΤΙ ΝΑ ΜΟΙΑΖΕΙ Η ΖΩΗ; Με τί να μοιάζει η ζωή; Τού κόσμου, η αναπνοή Ίσως, όπως αρχίζει Να έχει κλάμα και χαρά. Αυτό να λες κάθε φορά Μυρίζει; Ή μοσχοβολά Όπως... τροχός γυρίζει. Ιδίως, είναι όμορφη Αφού είναι ιδιόμορφη Ζυμώνεται, καμώνεται Έχει, χαρές και λύπες. Ίσως αυτό μπορώ να ‘βρω. Ή, όταν κουβαλάς σταυρό, Ζεις με φορτίο βαρετό! Ως πού να ξεψυχήσεις Ή... την ζωή ν’ αφήσεις!
57
ΟΤΙ ΚΑΛΟ ΕΣΥ ΚΑΝΕΙΣ Ότι κι αν πράξης για καλό Το ξέρεις, ότι εν καιρώ Ίσως σαν είν’ αυτό καλό Κι όπως, σαν σπόρος στον καιρό Αφού θα είναι καρπερός Λόγω πού είν’ αυτός γερός Όταν καρποφορήσει, Εσένα θα ευλογήσει. Στο λέω κι είν’ αυτό σωστό. Ύψιστος η χάρις. Και γι αυτό, Κάνετε πάντα το καλό. Αφού, το είπε κι ο Χριστός, Να συγχωρούμε κάθε εχθρό Εμείς, και κάνοντας καλό Ίσως θ’ ανταμειφθούμε, Στους ουρανούς. Θα δούμε!
58
ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ Πόλεμος, είναι σκοτωμοί. Είναι κι οι πληγωμένοι. Όπως και οι ανάπηροι. Πού κάθε ένας μένει. Λόγω ακρωτηριασμού, περίθαλψη προσμένει. Εδώ οι άνθρωποι φαίνονται χειρότεροί απ’ τα ζώα. Μονάχοι στο Βασίλειων των ζωντανών σαν ζώα;
να κυριάρχηση, Ρώτημα δεν χρειάζεται. Σαν θα μας διαλύσει! Η σκέψης μόνο είναι μία. Πώς γίνεται παντού ζημιά Να προχωρούν με το καλό. Χωρίς να κάνουνε κακό Η Ειρήνη τότε θα ‘βρεθεί. Να εδραιώσει εις την Γι.
Όμως δεν είδα ‘γώ ποτέ λιοντάρι, για να φάει, Στο φυσικά του δεν είναι να φάει άλλο λιοντάρι! Κι όμως, άνθρωποι με μυαλό, τρώει ένας τον άλλο! Αυτό δεν είναι για καλό, ούτε στο περιβάλλον. Ίσως, με κατανόηση, θε να βρεθεί μια λύση, Ειρήνης. Μόνον ο θεός τον κόσμο να φώτιση! Ιδίως, πού ο καθένας τους, θε 59
ΜΗΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΕΥΡΕΤΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Η ΑΡΕΤΗ; Μήπως είναι ευρετή
Αυτό ‘ναι. Κι είναι επειδή.
Τού κόσμου η αρετή;
Υψίστου χάρις είν’ αυτή
Ή γίνεται με σπουδή
Ιδίωμα. Για να γραφτεί!
Όποιος νοιάζεται γι αυτή;
Η αρετή, σαν χάρισμα,
Πού μετράς, σταχυολογείς
Εκεί έχει το έρισμα.
‘Υστερ’ αξιολογείς.
Ανυπόκριτη είν’ αυτή.
Ως είναι σ’ όλους γνωστό,
Υπόκριση, δεν έχει αυτή
Κι είν’ αληθινό αυτό
Ρώτημ’ αυτό δεν θέλει
Στον καθένα χαρακτήρα,
Ρύση θεού εν τέλει!
Όσα δείγματα εγώ πήρα,
Έχει το χάρισμα αυτή
Είναι μονάχα φυσικό.
Ετούτο πρέπει να γραφτεί.
Σε τούτο είναι ειδικό.
Τούτη να ξεχωρίζει
Ιδίως σαν γεννιέται
Τον δρόμο να γνωρίζει.
Μονιάζει. Δεν κουνιέται.
Να ‘πούμε. Έτσι η αρετή,
Η αρετή, καθεαυτή
Ήρεμα στέκεται αυτή
Ούτε γίνεται με σπουδή.
60
ΑΡΡΩΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ Αρρώστια μοιάζει σκοτεινιά
Και να’ ναι σκοτεινή νυχτιά
Ρώτημ’ αυτό δεν θέλει
Αφού, πονάς εν τέλει
Ρωτάς πώς να θεραπευτείς
Ίαση πόνου εσύ ευθύς!
Ως και να ‘δεις εσύ το φώς.
Υψίστου δέηση, Σαφώς!
Σαν προσευχή, και σαν ευχή.
Γιατί ζητάς να γίνει αρχή
Τον πόνο σου να σβήσει.
Έ, και υγειά επίσης,
Εσύ να απόκτησης
Ίσως να γίνει απαρχή
Ιδίως σαν θεραπευτείς
Ανάμνηση θα μείνει.
Αυτό θα παραμείνει
61
ΟΣΤΙΣ ΘΕΟΝ ΒΟΥΗΕΤΑΙ ΝΙΚΑΤΕ ΦΓΣΙΣ ΩΣ ΓΕΓΡΑΠΤΑΙ. Οπόταν βάζεις Στον θεό
Να πούμε, ότι ευχηθείς
Σ’ αυτόν το πρόβλημα σου,
Ίσως, εσύ, μην απορείς,¨
Τούτον σαν έχεις βοηθό
Κι η κάθε δυσκολία
Ίσως, είναι σιμά σου.
Αυτή τότε και θα λυθεί
Στην κάθε δυσκολία σου
Τούτη, με ευκολία.
Θεός θα βοηθήσει
Έχεις θεό για βοηθό;
Έτσι και τα προβλήματα
Φοβάσαι φύσιν τότε;
Όλα θε να τα λύσει.
Ύψιστο θα’ χεις συνεργό
Να βάζεις πρώτα τον σταυρό.
Σε κάθε έργο για καλό
Βοήθεια θα έχεις
Ιδίως και νικώντε
Ο θεός θα’ ναι βοηθός
Συνάμα, αν έχεις βοηθό
‘Ύψιστος, σε προσέχει .
Ως είπαμε ‘σύ τον θεό
Λόγω, αν είσ’ εσύ πιστός
Σταυρό εσύ να βάνεις,
Έχεις θεού την χάρη
Γιατί, να μη ξεχάνεις
Τα δικά σου προβλήματα,
Είναι βοήθεια σου
Αυτός θε να τα πάρει
Για την προσπάθεια σου.
Ιδίως, σαν προσευχηθείς
Ρύση θα βρείς και λύση
62
Αφού το απαίτησης Πάντοτε να πιστεύεις, Τούτο και να πρεσβεύεις Αυτό – Πώς το αδύνατο Ιδίως είναι δυνατό!
63
ΧΡΙΣΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Χριστός ήταν ο Δικαστής
Κανείς όλοι χαθήκανε
Πού πάει να δικάσει
Αυτό ούτε μια πέτρα!
Ρωτάτε; Για μια πρόστυχη
Ο Χριστός την ερώτησε!
Αφού την είχαν πιάσει
Ποιός θε να σε ξεκάνει;
Ιδίως ν’ ετιμαζετει.
Κι αμέσως την διέταξε
Ρύση αυτή δεν έχει.
να μη το ξανακάνει!
Σαν ‘τούτη δεν προσέχει. Αφού αποφασίσανε Τούτη να την σκοτώσουν Διότι τούς επρόσβαλε Ίσως, να τελειώσουν, Έτσι για να σκεπάσουνε Αυτή την ατιμία, Ιησούς Χριστός τούς μίλησε. Ιδίως ο αναμάρτητος Γι αυτό την πρώτη πέτρα, Μετά, άρχισε και μέτρα.
64
ΣΑΝ ΕΧΕΙΣ ΚΤΗΜΑ ΤΗΝ ΚΑΛΩΣΥΝΗ Σαν έχεις κτήμα την καλοσύνη Αυτό μυρίζει αρχοντοσύνη. Να δίνεις κάτι, και να προσφέρεις Έχει εκτίμηση κι αυτό θα φέρει, Χαρά και χάρη να ‘πω σε ‘σένα. Έχει αξία. Σ’ όλους κι έμενα.
Ή στην καρδιά του αυτός κατέχει, Να βοηθάει και να συντρέχει, Καλό να κάνει, ποτέ δεν χάνει. Αφού σε νοιώθουν πάντα κοντά τους, Λόγω ‘σύ χαίρεσαι στη χαρά τους,
Ίδιο μοιάζει όπως μυρίζεις
Ως και στην πρόοδο κάθε πολίτη,
Στην κοινωνία, όπου ταιριάζει,
Σε εξυψώνει στον συμπολίτη.
Κτήμα αξίας πού στην ουσία,
Ύστερα, ο άνθρωπος, καθρέφτη μοιάζει.
Τον κόσμο ‘κέρδισες. Περιουσία! Η καλοσύνη, δεν φέρνει οδύνη.
Να κατσουφιάζεις; Πώς; Δεν πειράζει; Η σκοτοδίνη, μαράζι δίνει!
Μόνο χαρίζει. Και το αξίζει. Αυτή δεν χάνει. Πάντα κερδίζει. Την καλοσύνη όποιος την έχει,
65
ΚΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ; Κάμνουνε λέγει μια απεργία Αφού, μαστίζει η ανεργία. Ίσως παράξενο. Δεν είν’ αστεία; Αυτή δεν είναι παρανομία; Πώς και θα ‘βρούν δικαιολογία; Εκεί τούς έφαγε η λειψανδρία. Ρώτημα δεν θέλει τί ‘ν’ σκοπός.
Αφού η τρόικα την κυβερνάει. Να ξεπληρώσει ότι χρωστάει. Εκεί είν’ το θέμα. Δεν είναι ψέμα, Ρύση δεν έχει. Μήτε και λύση Γιατί χρεώνετε. Να διαλύσει; Ίσως χρειάζεται Δευτέρα σκέψη. Άς το σκεφτούνε. Θεός να πέμψη!
Γύρισε φύλλο και θα σ’ το ‘πώ. Ιδίως μοιάζει σαν το μαράζι Αφού. Θα λένε πώς δεν πειράζει. Σαν δεν υπάρχουν πολλές δουλειές. Τότε; Μαζέβουνε καρπαζιές! Η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει Νομίζω, σκέφτεται πού ν’ ακουμπήσει.
66
ΦΑΡΙΣΣΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΕΠΩΝΗΣ Φαινόμενο παντοτινό.
Στον εαυτό του; Καθαρός.
Και σήμερον ακόμη
Αφού είν’ παραδειγματικό
Η κοινωνία θα πεισθή,
Σαν, απερίσκεπτος θαρρώ!
Αυτό δεν τελειώνει.
Ρώτημα δεν θέλει αυτό
Ιδίως στις ημέρες μας
Ίσως να μεγαλώνει
Τούτο μας το ελάττωμα
Στα χρόνια πού περνάμε,
Έχει γίνει ανάθεμα
Στον κόσμο όπου πάμε
Λόγω πού κάθε ‘νας να πείς
Άλλους ελάττωμα θα ‘βρεί
‘Ώστε, χωρίς να εντραπεί
Ιδιώματα να ψέξει
Να τα παρουσιάσει εκεί,
Ο κόσμος να πιστέψει,
67
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ Ο Κύριος μου, και ο Θεός μου, Να ‘ναι προστάτης μου και βοηθός μου Και οδηγός των πράξεων μου.
68
ΣΥΝΤΑΓΗ ΓΙΑ ΑΥΠΝΙΕΣ Σαν πέφτεις στο κρεβάτι σου και ύπνος δεν σε παίρνει, Ύστερα και στες σκέψεις σου ο λογισμός σε δέρνει, Να κλείνεις τα δεφτέρια σου ‘εσύ, σαν πάς στην κλίνη, Tης μέρας τα προβλήματα, η νύχτα δεν τα λείνει Από μικροπροβλήματα, πάντοτε να τα σβήνεις. Γιατί μ’ αυτά πού ‘χεις στο νού, ύπνο ποτέ δεν θα’ χεις.
αγρυπνία πώς κακό Πάι για να σού κάνει. Και πάει να σε ξεκάνει! Να πέφτεις στο κρεβάτι σου, και ν’ αριθμάς μονάχα. Ίσως θα σού ναι για καλό. Δεν θα σού κάνει αυτό κακό; Εσύ να δοκιμάσεις. Ποτέ σου δεν θα χάσης. Συνάμα, τούτη η συνταγή, καλό μονάχα θα σού βγει
Η ζωή μας είναι μικρή. Δεν πρέπει να’ ναι καλή πικρή! Για να σκεφτείς, το κάθε τί, σε τρώει πια το όχι. Ιδίως όπως εσύ περνάς, τον εαυτό να κυβερνάς, Ας πούμε με τες σκέψεις σου προβλήματα θα λύσης Αυτά, νύχτα δεν λύονται και πάς να διαλύσεις! Ύστερα είναι φυσικό η 69
70
O αγιος Γεοργιος. Μια εκκλησία στην Άσσια το οποίο πήγε ο Κυριακός.
71
Σας ευχαριστώ.