WORK AND LAZINESS, The reconceptualization of the terms in dark times | ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΕΜΠΕΛΙΑ, Η επα

Page 1





ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΕΜΠΕΛΙΑ: Επαναπροσέγγιση των εννοιών σε χαλεπούς καιρούς


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ακαδημαϊκό Έτος 2019-2020 Νέτσκος Λεωνίδας Ερευνητική Εργασία : “Εργασία και Τεμπελιά: η επαναπροσέγγιση των εννοιών σε χαλεπούς καιρούς” “Work and Lazyness: the reconceptualization of the terms in dark times” Επιβλέπων Καθηγητής : Γιώργος Τζιρτζιλάκης Βόλος ,

Ιανουάριος 2020


ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΕΜΠΕΛΙΑ: Επαναπροσέγγιση των εννοιών σε χαλεπούς καιρούς


SUPERVISOR: Tzirtzilakis Yorgos STUDENT NAME: Netskos Leonidas TITLE: WORK AND LAZINESS, The reconceptualization of the terms in dark times

ABSTRACT The subject that this research addresses ,is the one of work and laziness. Βecause of the complexity of the subject and the vast range of social, economic and psychological parameters that define it, this search does not emphasize on the polarity between labour and free time, as in daily time utilisation, but attempts to raise a concern to the readers about the conditions they live and develop. This research will seek to redefine the concept of work and idleness and one’s relationship with one and the other. It would be untrue to claim that opinions differ, when in most cases of social conventions, if not in all, a working person is considered to be a virtuous part of the social whole, while a lazy person the exact opposite. Therefore, the research will not use its data in opposition to those social conventions, but in an attempt to neutralize the dynamic these concepts have been burdened with in collective consciousness, allowing to the reader to re-imagine them. In the first part of the essay the nature of labour will be analyzed in a rational manner, using historic, social, economic data. The second part the focuses on the concept of laziness and the one of the idler, as well as the power they conceal, using mainly philosophical references. This distinction in the approach does foretell numerous elements about the nature - if there can be oneof every concept and it happened on purpose, though relatively automatically, in this manner.


ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Τζιρτζιλάκης Γιώργος ΟΝΟΜΑ ΦΟΙΤΗΤΗ: Νέτσκος Λεωνίδας ΤΙΤΛΟΣ: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΕΜΠΕΛΙΑ, Η επαναπροσέγγιση των εννοιών σε χαλεπούς καιρούς

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το θέμα που πραγματεύεται αυτή η έρευνα είναι το θέμα της εργασίας και της τεμπελιάς. Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν είναι απλά μία αναζήτηση που αμφιταλαντεύεται μεταξύ εργασίας και ελεύθερου χρόνου, δηλαδή αξιοποίησης του ημερήσιου χρόνου μας, δεδομένου ότι το αντικείμενο είναι πιο περίπλοκο και επηρεάζεται από διάφορες παραμέτρους οι οποίες σχετίζονται με την κοινωνία, την οικονομία και την ψυχολογία. Η έρευνα αυτή έχει ως στόχο να προβληματίσει το κοινό των αναγνωστών και να το κάνει να διερωτηθεί για τις συνθήκες στις οποίες ζει και εξελίσσεται. Μέσα από αυτήν την έρευνα θα γίνει μία προσπάθεια να επαναπροσδιοριστεί η έννοια της εργασίας και η σχέση του ανθρώπου με αυτήν, αλλά και η έννοια της αργίας δηλαδή της απραξίας και η αντίστοιχη σχέση που έχει ο άνθρωπος με αυτήν. Θα ήταν αναληθές να ισχυριστεί κανείς ότι οι απόψεις ποικίλουν, την στιγμή που στα περισσότερα, αν όχι σε όλα τα κοινωνικά πρότυπα ένας εργατικός άνθρωπος θεωρείται ενάρετο στοιχείο ενός συνόλου, σε αντίθεση με έναν τεμπέλη που θεωρείται το ακριβώς αντίθετο. Επομένως η έρευνα θα χρησιμοποιήσει στοιχεία έτσι ώστε, όχι να εναντιωθεί σε αυτά τα πρότυπα, αλλά να μηδενίσει την δυναμική που έχουν αποκτήσει αυτές οι έννοιες στην υπόληψη μας, και να επιτρέψει στον κάθε αναγνώστη να τις ξαναφανταστεί. Στο πρώτο μέρος του κειμένου θα αναλυθεί η φύση της εργασίας με τρόπο ορθολογικό, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την ιστορία, την κοινωνιολογία και την οικονομία, ενώ στο δεύτερο μέρος θα σκιαγραφηθεί η έννοια της τεμπελιάς και του άεργου και η δύναμη που κρύβουν, με κατά κύριο λόγο φιλοσοφικές αναφορές. Αυτός ο διαχωρισμός προσέγγισης μαρτυρά διάφορα στοιχεία για την φύση –αν μπορεί να υπάρξει μία- της εκάστοτε έννοιας, και έγινε σκόπιμα αλλά και σχετικά αυτόματα κατ’ αυτόν τον τρόπο.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ.....................................................................................................8 1. ΕΡΓΑΣΙΑ: Παρελθόν, παρόν και μέλλον της εργασίας........................9 1.1 ΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ.....................................................10 Πως έχει διαμορφωθεί η κοινή γνώμη στο πέρασμα του χρόνου

1.2 ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ..................................................................15 Εργασία, δουλειά, δουλεία

1.3 Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ..........................................16 Εννοιολογική σχέση εργασίας-σκλαβιάς

1.4 ΜΟΧΘΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ: ........................................................18 Νοηματικές μεταλλάξεις και προσπάθεια ταξινόμησης

1.5 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.......................................................................24

1.6 ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ, ΥΠΕΡΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ......................................................................28

1.7 ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ.................................................33 Το χρήμα ως πρώτο μέλημα του ανθρώπου ο καπιταλισμος ως θρησκεια


2. ΤΕΜΠΕΛΙΑ:

Η ακατάλιπτη δύναμη της μη πράξης..........................37

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ............................................................38

2.1 ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ............................................................39 Πως λειτουργεί η σχέση μεταξύ των δύο

2.2 Ο ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ..........................42

2.3 ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΒΑΡΕΜΑΡΑ.......................................................44

2.4 ΕΓΚΩΜΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΕΜΠΕΛΙΑ.....................................45

2.4.1 Το παράδειγμα του Πωλ Λαφάργκ.....................45 2.4.2 Το παράδειγμα του Καζιμίρ Μαλέβιτς...............46 2.4.3 Το παράδειγμα των Καταστασιακών..................47 2.4.4 Το παράδειγμα του Γκαστόν...............................50

2.5 ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΩΝ.....................................................52

ΕΠΙΛΟΓΟΣ..................................................................................................54 ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ..........................................................56 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...........................................................................................58 βιβλιογραφία, μελέτες - άρθρα - οπτικοακουστικό υλικό [διαδίκτυο],καταλογος εικόνων


1.0

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το θέμα που πραγματεύεται αυτή η έρευνα παραμένει συνεχώς επίκαιρο λόγω της αναγκαίας του ύπαρξης στην κοινωνία των ανθρώπων, ενώ είναι τόσο καθημερινό που θα θεωρούνταν ίσως περιττό να αναλυθεί ή να σχολιαστεί. Είναι το θέμα της εργασίας και της τεμπελιάς. Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν είναι απλά μία αναζήτηση που αμφιταλαντεύεται μεταξύ εργασίας και ελεύθερου χρόνου, δηλαδή αξιοποίησης του ημερήσιου χρόνου μας, δεδομένου ότι το αντικείμενο είναι πιο περίπλοκο και επηρεάζεται από διάφορες παραμέτρους οι οποίες σχετίζονται με την κοινωνία, την οικονομία και την ψυχολογία. Η έρευνα αυτή δεν έχει σκοπό να αναδείξει την μοναδική αλήθεια, καθώς αυτή προφανώς δεν διατυπώνεται, απλώς έχει ως στόχο να προβληματίσει το κοινό των αναγνωστών και να το κάνει να διερωτηθεί για τις συνθήκες στις οποίες ζει και εξελίσσεται. Μέσα από αυτήν την έρευνα θα γίνει μία προσπάθεια να επαναπροσδιοριστεί η έννοια της εργασίας και η σχέση του ανθρώπου με αυτήν, αλλά και η έννοια της αργίας δηλαδή της απραξίας και η αντίστοιχη σχέση που έχει ο άνθρωπος με αυτήν. Θα ήταν αναληθές να ισχυριστεί κανείς ότι οι απόψεις ποικίλουν, την στιγμή που στα περισσότερα, αν όχι όλα τα κοινωνικά πρότυπα ένας εργατικός άνθρωπος θεωρείται ενάρετο στοιχείο ενός συνόλου, σε αντίθεση με έναν τεμπέλη που θεωρείται το ακριβώς αντίθετο. Επομένως η έρευνα θα χρησιμοποιήσει στοιχεία έτσι ώστε, όχι να εναντιωθεί σε αυτά τα πρότυπα, αλλά να μηδενίσει την δυναμική που έχουν αποκτήσει αυτές οι έννοιες στην υπόληψη μας, και να επιτρέψει στον κάθε αναγνώστη να τις ξαναφανταστεί. Στο πρώτο μέρος του κειμένου θα αναλυθεί η φύση της εργασίας με τρόπο ορθολογικό, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την ιστορία, την κοινωνιολογία και την οικονομία, ενώ στο δεύτερο μέρος θα σκιαγραφηθεί η έννοια της τεμπελιάς και του άεργου και η δύναμη που κρύβουν, με κατά κύριο λόγο φιλοσοφικές αναφορές. Αυτός ο διαχωρισμός προσέγγισης μαρτυρά διάφορα στοιχεία για την φύση –αν μπορεί να υπάρξει μία- της εκάστοτε έννοιας, και έγινε σκόπιμα αλλά και σχετικά αυτόματα κατ’ αυτόν τον τρόπο.

8


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο :

ΕΡΓΑΣΙΑ

Παρελθόν, παρόν και μέλλον της εργασίας

9


1.1

ΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ:

Πως έχει διαμορφωθεί η κοινή γνώμη στο πέρασμα του χρόνου

Από πολύ μικρή ηλικία ένα άνθρωπος υιοθετεί και οικειοποιείται κοινωνικούς κανόνες, τρόπους συμπεριφοράς και βάσει αυτών κάνει επιλογές και εξελίσσεται. Στην συνέχεια της ζωής του μέσω αλληλεπίδρασης και ανταλλαγής ιδεών με άλλους ανθρώπους, ίσως αναθεωρεί και επανατοποθετείται, γκρεμίζοντας και αναπροσδιορίζοντας ένα κομμάτι του συστήματος αξιών του. Τι συμβαίνει όμως όταν μία επικρατούσα άποψη δεν έχει κανέναν πολέμιο, παρά μόνο υπέρμαχους; Είναι όντως η εργασία το φυσικό πεπρωμένο του ανθρώπινου είδους; Παρακάτω παραθέτονται ρήσεις που έχουν διαμορφώσει την γνώμη των ανθρώπων γύρω από την φύση της εργασίας και της αργίας.

• Μετά είπε στον Αδάμ: «Επειδή άκουσες τη γυναίκα σου κι έφαγες από το δέντρο, απ' το οποίο σε είχα διατάξει να μη φας, καταραμένη θα είναι η γη εξαιτίας σου. Με μόχθο θα την καλλιεργείς σ' όλη σου τη ζωή. Αγκάθια και τριβόλια θα σου βλασταίνει και θα τρως το χορτάρι του αγρού. Με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρως το ψωμί σου, ώσπου να ξαναγυρίσεις στη γη από την οποία προήλθες, γιατί χώμα είσαι, και στο χώμα θα επιστρέψεις». Χωρίο από την παλαιά διαθήκη

• Όσο πιο πολύ δουλεύουν οι άνθρωποι μου, τόσο πιο λίγα ελαττώματα υπάρχουν. Ναπολέων Βοναπάρτης, 1807

10


1.1

Ο βάρβαρος είναι τεμπέλης και διακρίνεται από τον μορφωμένο ως προς το ότι χαζεύει μέσα στην αμβλύνοιά του, διότι η πρακτική παιδεία συνιστάται ακριβώς στο έθος και την ανάγκη της απασχόλησης. Γκέοργκ Β. Φ. Χέγκελ, Βασικές κατευθύνσεις της Φιλοσοφίας του Δικαίου, 1821

• Η εργασία, όσο ευτελής κι αν είναι, όσο κι αν υπηρετεί τον μαμμωνά, συνδέεται πάντοτε με την φύση. Η επιθυμία της εργασίας οδηγεί όλο και περισσότερο στην αλήθεια, στους νόμους και στις επιταγές της φύσης, τα οποία είναι αλήθειες. Τόμας Καρλάιλ, εργάζεσθε και μην απελπίζεσθε, 1843

• Κανονικώς δεν έχεις καμίαν άλλη γνώση παρά μόνον αυτήν που απέκτησες δια της εργασίας: όλα τα υπόλοιπα παραμένουν ακόμη μία αναπόδεικτη θεωρία. Τόμας Καρλάιλ, εργάζεσθε και μην απελπίζεσθε, 1843

11


1.1

Η δουλειά πρέπει να κρατά το σκήπτρο

Η σκλαβιά είναι η μοίρα των οκνών

Η δουλειά πρέπει να κυβερνά τον κόσμο

Αφού αυτή είναι του κόσμου η ουσία

Φρίντριχ Στάμπφερ, Προς τιμήν της εργασίας, 1903

Η θεμελιώδης ηθική αρχή είναι το δικαίωμα του ατόμου στην εργασία • του. […] Για μένα τίποτα δεν είναι περισσότερο απεχθές από μία τεμπέλικη ζωή. Κανείς μας δεν έχει το δικαίωμα να κάνει κάτι τέτοιο. Ο πολιτισμός δεν έχει χώρο για τεμπέληδες. Χένρι Φορντ

[εικ.1] Φωτογραφία απο την αυτοκινητοβιομηχανία Ford, 1915

12


1.1 •

Η εργασία απελευθερώνει

Επιγραφή πάνω από την πύλη του Άουσβιτς, 1942

[εικ.2] Φωτογραφία απο το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Dachau

Μία οποιαδήποτε δουλειά είναι καλύτερη από το να μην υπάρχει δουλειά.

Μπιλ Κλίντον, 1998

[εικ.3] Ο Bill Klinton σε ομιλία του για μεταρυθμίσεις στην κοινωνική πρόνια στο Nashville, 1996

13


1.1 •

Καμία δουλειά δεν είναι τόσο σκληρή όσο η ανυπαρξία δουλειάς.

Αφίσα στο συλλαλητήριο του Δεκεμβρίου 1998, το οποίο οργανώθηκε από πρωτοβουλίες για τους ανέργους

[εικ.4] Αφίσα από το Works Progress Administration, 1936

Παραμερίστε τον αργόσχολο.

Στίχος από τον γερμανικό ύμνο της διεθνούς εργατικής τάξης

Η σκληρή δουλειά ποτέ δεν σκότωσε κανέναν.

Σκοτσέζικη παροιμία

14


1.2

ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ εργασία

1

η [erγasía] :

Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που ασκείται με στόχο τη δημιουργία ενός χρήσιμου αποτελέσματος 1. το έργο που ασκεί ο κάθε άνθρωπος στα πλαίσια της οργανωμένης κοινωνίας. 2. η προσφορά υπηρεσιών με αμοιβή, μισθωτή εργασία 3. (πληθ.) το σύνολο των δραστηριοτήτων: α. που αφορούν ορισμένο αντικείμενο β. μιας μονάδας εργασίας, ιδίως οικονομικής 4. έρευνα, μελέτη ορισμένου αντικειμένου καθώς και το σχετικό αποτέλεσμα δουλειά

2

η [δulá] :

Σωματική ή πνευματική δραστηριότητα, που το αποτέλεσμά της εξυπηρετεί κάποια συγκεκριμένη ανάγκη 1 α. επάγγελμα ή θέση εργασίας β. η υπηρεσία και ο χώρος όπου δουλεύει κάποιος γ. (πληθ.) το σύνολο των δραστηριοτήτων σε έναν επαγγελματικό κυρίως τομέα 2 α. υπόθεση που πρέπει να τακτοποιηθεί, επαγγελματική συνεργασία που πρέπει να συμφωνηθεί κτλ β. για κτ. δυσάρεστο που μας απασχολεί συνεχώς και για μεγάλο διάστημα γ. προσωπική απασχόληση ή υπόθεση, μέλημα κάποιου 3. το αποτέλεσμα μιας δουλειάς στην ολοκληρωμένη μορφή της ή κατά η διάρκεια της εκτέλεσής δουλεία 1. 2.

3

η [δulía] :

η κατάσταση στην οποία βρίσκεται: α. κάποιος που έχει στερηθεί την προσωπική του ελευθερία και που αποτελεί ιδιοκτησία κάποιου άλλου β. ένα έθνος ή ένας λαός που έχει στερηθεί τις προσωπικές του ελευθερίες και την εθνική του ανεξαρτησία (μτφ.) η κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος που είναι απόλυτα εξαρτημένος από κάποιον ή από κάτι

15


1.3

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Οι λέξεις εργασία και δουλειά, παρότι χαρακτηρίζουν σήμερα την ίδια ενέργεια, διαφοροποιούνται σημασιολογικά καθώς η πρώτη ετυμολογείται από την λέξη έργο ενώ η δεύτερη από την λέξη δουλεία. Αυτή η εννοιολογική σχέση εργασίας και σκλαβιάς παρατηρείται και σε άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Ιταλικά: lavorare laboro4 (lat) σημασία: εργάζομαι, παράγω, προσπαθώ, αγωνίζομαι, υποφέρω, είμαι καταπιεσμένος, είμαι θλιμμένος Γαλλικά: travailler , Ισπανικά: trabajo 1.tripalio, tripalium5 (lat) σημασία: βασανίζω, κάνω κάποιον να υποφέρει, υποφέρω, μοχθώ. 2. traveillier6 (fro) σημασία: υποφέρω, χτυπάω τον εαυτό μου. Γερμανικά : arbeit 1. arbeit7 (ohg) σημασία: προσπάθεια, δυσκολία, ταλαιπωρία 2. orphan8 (ine-pro) σημασία: ορφανό Αγγλικά: work

wærc9 (ang) σημασία: πόνος, ταλαιπωρία, αγωνία, πένθος.

[εικ.5] Η επιγραφή στην πύλη του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς : η δουλειά απελευθερώνει (ARBEIT MACHT FREI)

[εικ.6] Βασανιστήριο του παρεθλόντος εν ονόματι tripalium.

Η έννοια της δουλειάς λοιπόν, σύμφωνα με τις ρίζες της δεν φαίνεται να είναι συνώνυμη με την εσωτερική ανησυχία του κάθε ανθρώπου να δημιουργήσει ή να αισθανθεί χρήσιμος και αποτελεσματικός, αλλά παραπέμπει σε κάποιου είδους εξαναγκασμό, σε μία δυσμενή κατάσταση.

16


1.3 Στη σημερινή εποχή ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι τόσο ορατός διότι η επιβολή της εργασίας εφαρμόζεται έμμεσα και δεν είναι τόσο ξεκάθαρη όσο στα χρόνια της δουλείας. Επίσης το γεγονός ότι ο εργαζόμενος μπορεί να σκαρφαλώνει σε ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας δίνει την ψευδαίσθηση πως θα επέλθει κάποτε μία περίοδος χωρίς αφεντικό και καταναγκασμούς.

[εικ.7]

“Ο εργάτης αισθάνεται ότι είναι ο εαυτός του έξω από την εργασία του, και όταν εργάζεται αισθάνεται έξω από τον εαυτό του. Νιώθει άνετα όταν δεν εργάζεται. Κι όταν εργάζεται δεν νιώθει άνετα. Κατά συνέπεια, η εργασία του δεν είναι εθελοντική, αλλά καταναγκαστική. Και η καταναγκαστική εργασία δεν είναι ικανοποίηση μιας ανάγκης, αλλά μονάχα ένα μέσο για να ικανοποιήσει ανάγκες εκτός της εργασίας. Ο αλλότριος χαρακτήρας της φαίνεται καθαρά από το γεγονός ότι μόλις πάψει να υπάρχει σωματικός ή άλλος εξαναγκασμός η εργασία αποφεύγεται σαν πανούκλα.” (Karl Marx, Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα, 1844)

17


1.4

ΜΟΧΘΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ:

Νοηματικές μεταλλάξεις και προσπάθεια ταξινόμησης Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει εργασία σήμερα, θα ήταν απαραίτητο να μελετήσουμε την αρχαιολογία του όρου και να διεισδύσουμε στην εκάστοτε εποχή αποκαλύπτοντας πώς ορίζονται οι αξίες της ανθρώπινης ζωής μέσα σε αυτήν. Η αλήθεια είναι ότι οι νοηματοδοτήσεις ποικίλουν και μεταλλάσσονται κάθε φορά ανάλογα με αυτές τις αξίες με αποτέλεσμα μία ορθολογική προσπάθεια ταξινόμησης να βρίσκει εμπόδια. Εντούτοις, το γεγονός αυτό μπορεί να αποτελέσει μία σημαντική παρατήρηση που αποδεικνύει την ρευστότητα των ανθρώπινων ιδανικών, κάτι που μας βοηθάει να αμφισβητούμε την σημερινή σημασία της εργασίας και τα εύσημα που της αποδίδονται. Στη σύντομη αυτή ιστορική αναδρομή βασισμένη σε μία έρευνα της Χάννα Άρεντ θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τις διαφορές μόχθου και εργασίας αλλά και να διαφωτίσουμε τον τρόπο κατά τον οποίο διαμορφώνονται οι υποδιαιρέσεις των όρων αυτών. Ως μόχθο ορίζει την δραστηριότητα η οποία αντιστοιχεί στη βιολογική λειτουργία του ανθρώπινου σώματος, που η αυθόρμητη ανάπτυξη του, ο μεταβολισμός του και η τελική φθορά του συνδέονται με τις ζωτικές ανάγκες, όσες παράγονται και ικανοποιούνται μέσα στην διαδικασία της ζωής από τον μόχθο. Η ανθρώπινη προϋπόθεση του μόχθου είναι η ίδια η ζωή.10 Ως εργασία ορίζει τη δραστηριότητα η οποία αντιστοιχεί στον μη φυσικό χαρακτήρα της ανθρώπινης ύπαρξης, που δεν ενσωματώνεται στον αέναα επαναλαμβανόμενο ζωικό κύκλο του είδους και που η θνητότητα της δεν αντισταθμίζεται από την αιωνιότητα αυτού του κύκλου. Η εργασία παρέχει έναν «τεχνητό» κόσμο πραγμάτων που διαφέρουν σαφώς από το φυσικό περιβάλλον. Μέσα στα όρια αυτού του κόσμου στεγάζεται κάθε ατομική ζωή, ενώ ο ίδιος τούτος κόσμος κατασκευάζεται με σκοπό να ζήσει περισσότερο από κάθε άτομο και να τα υπερβεί όλα. Η ανθρώπινη προϋπόθεση της εργασίας είναι η εγκοσμιότητα.11 Η Χάννα Άρεντ προτείνει αυτή την ασυνήθιστη διάκριση ανάμεσα στον μόχθο και την εργασία. Οι δύο αυτές λέξεις, μόχθος και εργασία, δεν σχετίζονται ετυμολογικά σε καμία ευρωπαϊκή γλώσσα, αρχαία ή σύγχρονη, ενώ σήμερα τείνουν να είναι συνώνυμες. Ο John Locke αναφέρεται στα χέρια που εργάζονται και στο σώμα που μοχθεί. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί και η αρχαιοελληνική κή διάκριση ανάμεσα στον χειροτέχνη (Handwerker) και σε εκείνους οι οποίοι «όπως οι δούλοι και τα υποζύγια εξυπηρετούν τις ανάγκες του βίου» (Αριστοτέλης, Πολιτικά), ή αλλιώς ασκούν το τω σώματι εργάζεσθαι.

18


1.4 Η διάκριση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι η λέξη μόχθος νοούμενη ως ουσιαστικό, δεν σημαίνει ποτέ το τελειωμένο προϊόν, το αποτέλεσμα του μοχθείν, αλλά παραμένει ένα ρηματικό ουσιαστικό που ανήκει στην ίδια κατηγορία με το γερούνδιο, ενώ το ίδιο το προϊόν (=έργον) σχηματίζεται μονίμως από την ρίζα του εργάζομαι και όχι του μοχθείν. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του μόχθου αποτελεί το ότι δεν αφήνει πίσω τίποτα, ότι δηλαδή το αποτέλεσμα της προσπάθειας του καταναλώνεται σχεδόν το ίδιο γρήγορα όσο η προσπάθεια που ξοδεύεται. Για παράδειγμα το επάγγελμα του γεωργού δεν αφήνει πίσω του κάτι αξιομνημόνευτο, παρά μόνο πόρους που ικανοποιούν τις ανάγκες της επιβίωσης. Η εργασία από την άλλη, μεταβάλλει το υλικό, σε υλικό επεξεργασίας με σκοπό να χρησιμοποιηθεί το τελειωμένο προϊόν, όπως ένα βάζο ή μία καρέκλα. Με αυτό τον τρόπο, η διαδικασία του μόχθου δεν είναι καταστροφική σε αντίθεση με την διαδικασία της εργασίας που είναι πράγματι καταστροφική αφού «παίρνει την ύλη από τη φύση χωρίς να της την επιστρέφει κατά την σύντομη πορεία του φυσικού μεταβολισμού του ζώντος σώματος».

Οι έννοιες του μόχθου και της εργασίας απασχόλησαν τον άνθρωπο απο την αρχαιότητα. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ο Προμηθέας εξαπάτησε τον Δία κλέβοντας την φωτιά από τους θεούς. Ως τιμωρία του Δία στους θνητούς, ο μόχθος όπως και όλα τα υπόλοιπα δεινά βγήκαν από το κουτί της Πανδώρας. Η εργασία αντιθέτως, οφείλεται στην Έριδα, θεά της άμιλλας.12 Παρόλο που αυτά τα στοιχεία αντλούνται από την μυθολογία ίσως και να αποτελούν τα θεμέλια της σκέψης. Σύμφωνα με το αρχαιότερο πολιτικό έθιμο, η διάκριση αφορά από τη μία τους δούλους, τους ηττημένους εχθρούς που δούλευαν για την ζωή τη δική τους και του κυρίου τους και από την άλλη τους δημιουργούς, τους τεχνίτες, που κυκλοφορούσαν ελεύθερα έξω από την ιδιωτική σφαίρα και μέσα στη δημόσια.

19


1.4

Αργότερα όμως ο Σόλων ονόμασε βάναυσους ως τέκνα της Αθηνάς και του Ηφαίστου εκείνους τους τεχνίτες, δηλαδή τους ανθρώπους που το κύριο ενδιαφέρον τους είναι η τέχνη τους και όχι η αγορά. Η ταξινόμηση των επαγγελμάτων ανάλογα με την προσπάθεια που απαιτούσαν έρχεται στα τέλη του 5ου αιώνα με τον Αριστοτέλη να θεωρεί ταπεινότερα τα επαγγέλματα που φθείρουν περισσότερο το σώμα.

20


1.4

Εντούτοις, η προκατάληψη των σύγχρονων ιστορικών ότι ο μόχθος και η εργασία περιφρονούνταν από τους αρχαίους διότι αποτελούσαν ασχολίες των δούλων, βρίσκει αντίθετη την Χάννα Άρεντ η οποία υποστηρίζει πως οι αρχαίοι αισθάνονταν αναγκαίο να έχουν δούλους εξαιτίας της δουλικής φύσης όλων των ασχολιών που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της επιβίωσης. Πάνω σε αυτήν ακριβώς την βάση έβρισκε υπεράσπιση και δικαίωση ο θεσμός της δουλείας. Οι οικιακοί βοηθοί δηλαδή μοχθούν για την απλή συντήρησή τους και την συντήρηση των κυρίων τους έτσι ώστε να παρέχουν την ελευθερία στους τελευταίους, στην σύγχρονη γλώσσα, την δυνητική παραγωγικότητα των κυρίων τους. Η πολυπλοκότητα στην νοηματοδότηση που επιχειρούμε ενισχύεται με την εμφάνιση της πολιτικής θεωρίας όπου οι φιλόσοφοι παραθέτουν την ενατένιση (παρατήρηση και σκέψη) απέναντι από όλα τα είδη δραστηριότητας εξίσου. Ακόμα και η πολιτική δραστηριότητα τοποθετήθηκε στο ίδιο επίπεδο με την ανάγκη.

21


1.4 Η Χάννα Άρεντ αποκλίνει από τον Αριστοτελικό ορισμό του ανθρώπου ως ζώου πολιτικού και ζώο που διαθέτει έλλογη ικανότητα και αποφαίνεται ότι ο άνθρωπος δεν είναι animal rationale αλλά animal laborans. Είναι δηλαδή άνθρωπος που μοχθεί και εξαιτίας του μόχθου του συγκροτείται ως ανθρώπινο υποκείμενο. Σ’ αυτό το πλαίσιο εμφανίζονται οι διαχωρισμοί του μόχθου σε παραγωγικό και μη παραγωγικό, ειδικευμένο και ανειδίκευτο, χειρονακτικό και διανοητικό.

Η διάκριση του παραγωγικού από τον μη παραγωγικό μόχθο έγκειται στο ότι ο τελευταίος δεν παράγει πλούτο. Παρόλα αυτά για τον Μαρξ ο μόχθος είναι πάντα παραγωγικός όσο και αν είναι βραχύβιο ή μηδαμινό το προϊόν, εξαιτίας της ανθρώπινης δύναμης που δεν εξαντλείται όταν έχει παράγει όσα μέσα χρειάζονται για την δική της συντήρηση και επιβίωση αλλά μπορεί να παράγει ένα πλεόνασμα.

22


1.4 Έτσι, η δύναμη του μοχθείν με την ωμή καταπίεση στην δουλοκτητική κοινωνία ή με την εκμετάλλευση στην κεφαλαιοκρατική κοινωνία μπορεί να διοχετευθεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε ο μόχθος ορισμένων να επαρκεί για την ζωή όλων. Η διάκριση σε ειδικευμένο και ανειδίκευτο μόχθο κατά την Χάννα Άρεντ δεν διαχωρίζει τα επαγγέλματα καθώς κάθε ένα από αυτά απαιτεί έναν βαθμό επιδεξιότητας. Μόνο μετά τον καταμερισμό της εργασίας μπορεί να ισχύσει μία τέτοια διάκριση. Αλλά αυτή η συνέπεια του καταμερισμού εργασίας όπου μία δραστηριότητα διαιρείται σε τόσα μικροσκοπικά τμήματα ώστε κάθε ειδικευμένος εκτελεστής να μη χρειάζεται παρά ένα ελάχιστο βαθμό επιδεξιότητας, τείνει να καταργήσει εντελώς την εξειδικευμένη εργασία όπως είχε προβλέψει ο Μαρξ. Επομένως δεν πρόκειται για ατομική επιδεξιότητα αλλά για την καθαρή δύναμη του μοχθείν την οποία κάθε άνθρωπος διαθέτει σε ίση περίπου ποσότητα. Τέλος η διάκριση σε χειρονακτική και διανοητική εργασία εντάσσεται πάλι στην σφαίρα του μοχθείν καθώς μία σκέψη του διανοητικά εργαζόμενου δεν μπορεί να αποτυπωθεί και να αποκτήσει υλική υπόσταση χωρίς την «εργασία των χειρών μας». Μέρος των τριών θεμελιωδών ανθρώπινων δραστηριοτήτων, σύμφωνα με την Χάννα Αρεντ, εκτός του μόχθου και τις εργασίας αποτελεί και η πράξις, η μόνη δραστηριότητα που επιτελείται άμεσα μεταξύ ανθρώπων χωρίς να μεσολαβούν τα πράγματα ή η ύλη και αντιστοιχεί στον ανθρώπινο όρο του πλήθους. Η έννοια πράξις όμως δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας μελέτης. Τέλος, η σύγχυση αυτή των όρων μόχθος και εργασία στο μυαλό των ανθρώπων που μοχθούν / εργάζονται ενδεχομένως να οδηγεί σε συμπεριφορές που θα είχε ενδιαφέρον να μελετηθούν σε έναν εύθετο χρόνο.

23


1.5 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ένα ποσοστό των σημερινών εργαζομένων φαίνεται να αποδέχεται αναντίρρητα τον φόρτο και το ωράριο εργασίας ενώ ένα άλλο αντιτίθεται σε αυτήν την δυσμετάβλητη συνθήκη. Ο χρόνος όμως που εξαντλείται σήμερα, δεν ήταν σταθερός ανά το πέρας των γενεών, καθώς μέσα από διαμορφώσεις και αλλαγές στις κοινωνίες, στα πολιτεύματα, στις συνθήκες και στις ανάγκες των εκάστοτε ανθρώπων, η έννοια της εργασίας αποκτούσε συνεχώς διαφορετική σημασία. Μια σειρά διαφόρων πηγών-μελετών που εκτείνονται από τους πολιτισμούς γεωργίας και κτηνοτροφίας μέχρι τη σύγχρονη ιστορία, θα μπορούσαν να σχηματίσουν μία εικόνα γύρω από την σχέση – που στην συνέχεια έγινε δεσμός- του ανθρώπου με την εργασία. Ο Marshall Sahlins, συγγραφέας του βιβλίου Economics Stone Age, ανακάλυψε ότι πριν η δυτική επιρροή αλλάξει την καθημερινή ζωή, οι άνδρες της φυλής Kung, που ζουν στο Καλαχάρι, κυνηγούσαν από δύο έως δυόμισι μέρες την εβδομάδα, με έναν μέσο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας δεκαπέντε ωρών.13 Οι γυναίκες απασχολούνταν για περίπου τις ίδιες ώρες κάθε εβδομάδα. Στην πραγματικότητα, η δουλειά μιας ημέρας για την γυναίκα παρείχε σε μία οικογένεια λαχανικά για τις επόμενες τρεις ημέρες. Καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους οι άνδρες και οι γυναίκες δούλευαν για μερικές μέρες, έπειτα χρησιμοποιούσαν τις επόμενες μέρες για να ξεκουραστούν και να παίξουν παιχνίδια, να οργανώσουν τελετουργίες και να επισκεφθούν καινούρια μέρη. Αυτό σημαίνει ότι τρεις ώρες εργασίας την ημέρα ήταν αρκετές για την επιβίωση τους. Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι σε προ-βιομηχανικούς χρόνους αυτό το μοτίβο θα είχε νόημα. Η ζωή ήταν πιο συγκροτημένη τότε, αφού η “εργασία” αναμειγνυόταν με τον οικογενειακό χρόνο, τις θρησκευτικές γιορτές και το παιχνίδι. Έπειτα ακολούθησε η Βιομηχανική Επανάσταση που «εξοικονόμησε εργατικό δυναμικό», και ο διαχωρισμός της ζωής σε «εργασία» και «μη εργασία» - με τη δουλειά να παίρνει ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι από την μέρα του ανθρώπου. Τον δέκατο ένατο αιώνα, ο «κοινός άνθρωπος», με δικαιολογημένη αποστροφή στο εξαντλητικό ωράριο εργασίας, άρχισε να αγωνίζεται για ένα μικρότερο εβδομαδιαίο ωράριο. Οι υπερασπιστές των εργαζομένων υποστήριξαν πως οι λιγότερες ώρες εργασίας θα μειώσουν την κούραση και θα αυξήσουν την παραγωγικότητα. Πράγματι, οι λιγότερες ώρες ήταν μια εύλογη συνέπεια της Βιομηχανικής Επανάστασης, αφού οι άνθρωποι έπρεπε να αποκτήσουν χρόνο να μορφώνονται καθώς ένας εκπαιδευμένος και αφοσιωμένος πολίτης θα ενδυνάμωνε τη δημοκρατία.

24


1.5 Αλλά όλα αυτά σταμάτησαν κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης του 1929 (Great Depression). Η εβδομάδα εργασίας, που είχε πέσει δραματικά από εξήντα ώρες στο ξεκίνημα του αιώνα σε τριάντα πέντε ώρες κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης, κλειδώθηκε σε σαράντα ώρες για πολλούς και έχει φτάσει μέχρι πενήντα έως και εξήντα ώρες την εβδομάδα τα τελευταία χρόνια. Γιατί όμως; Για το Δικαίωμα στη Ζωή, την Ελευθερία και την Επιδίωξη μίας επιταγής; [«The Right to Life, Liberty, and the Pursuit of a Paycheck?» αντί για «The Right to Life, Liberty, and the Pursuit of happiness»]14 Κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης λοιπόν, ο ελεύθερος χρόνος ταυτίστηκε με την ανεργία. Σε μια προσπάθεια να τονωθεί η οικονομία και να μειωθεί η ανεργία, το New Deal καθιέρωσε την εβδομάδα των σαράντα ωρών και την κυβέρνηση ως εργοδότη της έσχατης λύσης. Οι εργαζόμενοι εκπαιδεύτηκαν να θεωρούν δικαίωμα των πολιτών την απασχόληση, και όχι τον ελεύθερο χρόνο. Ο Benjamin Kline Hunnicutt, στο Work Without End, διαφωτίζει το δόγμα της «πλήρους απασχόλησης»: Από την εποχή της κρίσης, λίγοι Αμερικανοί σκέφτηκαν τη μείωση της εργασίας ως φυσικό, συνεχές και θετικό αποτέλεσμα της οικονομικής ανάπτυξης και της αύξησης της παραγωγικότητας. Αντ’ αυτού, ο επιπλέον ελεύθερος χρόνος θεωρήθηκε ως αποστράγγιση της οικονομίας, προβλήματα στην μίσθωση και εγκατάλειψη της οικονομικής προόδου.15

[εικ.9] Εφημεριδα της New York Times για το δεύτερο New Deal, 5 Ιανουαρίου 1935

[εικ.8] Βρετανική γενική απεργια, μετά την πρώτη βιομηχανική επανάσταση 1842

Οι μύθοι “η ανάπτυξη είναι καλή” και “πλήρης απασχόληση” καθιερώθηκαν ως βασικές αξίες. Αυτά συνδυάστηκαν ωραία με το ευαγγέλιο της «πλήρους κατανάλωσης», που κήρυξε ότι ο ελεύθερος χρόνος είναι ένα αγαθό που καταναλώνεται και όχι χρόνος που πρέπει να απολαμβάνεται. Για τον περασμένο μισό αιώνα, η πλήρης απασχόληση σήμαινε περισσότερους καταναλωτές με περισσότερο “διαθέσιμο εισόδημα”.

25


1.5 Αυτό σημαίνει αυξημένα κέρδη, που σημαίνει επέκταση των επιχειρήσεων, που σημαίνει περισσότερες θέσεις εργασίας, που σημαίνει περισσότερους καταναλωτές με περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα. Η κατανάλωση κρατά τους τροχούς της “προόδου” σε κίνηση. Εδώ παρατηρούμε ότι η ιδέα μας (ως κοινωνία) του ελεύθερου χρόνου έχει αλλάξει ριζικά. Από το να θεωρείται ένα επιθυμητό και πολιτιστικό στοιχείο της καθημερινής ζωής, έχει γίνει κάτι που πρέπει να φοβόμαστε, μια υπενθύμιση της ανεργίας κατά τα χρόνια της κατάθλιψης. Καθώς η αξία του ελεύθερου χρόνου έχει μειωθεί, η αξία της εργασίας έχει αυξηθεί. Η ώθηση για πλήρη απασχόληση, παράλληλα με την αύξηση της διαφήμισης, δημιούργησε ένα πληθυσμό όλο και περισσότερο προσανατολισμένο προς την εργασία και προς την απόκτηση περισσότερων χρημάτων για να καταναλώσει περισσότερους πόρους. Η εργασία αποκτά νέα σημασία Επιπλέον, σύμφωνα με τον Hunnicutt, κατά τον τελευταίο μισό αιώνα έχουμε αρχίσει να χάνουμε τον ιστό της οικογένειας, του πολιτισμού και της κοινότητας που δίνουν νόημα στη ζωή εκτός του χώρου εργασίας.16 Τα παραδοσιακά τελετουργικά, η κοινωνικοποίηση και η απλή ευχαρίστηση της συντροφιάς του άλλου ήταν βασικό κομμάτι του μη εργάσιμου χρόνου, προσφέροντας στους ανθρώπους μια αίσθηση του σκοπού και του ανήκειν. Χωρίς αυτή την εμπειρία να είναι μέρος ενός λαού και ενός τόπου, ο ελεύθερος χρόνος οδηγεί συνήθως στη μοναξιά και την πλήξη. Επειδή η ζωή εκτός του χώρου εργασίας έχει χάσει τη ζωτικότητα και το νόημα της, η εργασία έπαψε να αποτελεί μέσο για την επίτευξη ενός σκοπού και έγινε αυτοσκοπός.

[εικ.10] Γραφεια της εταιρίας Skype, στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών, 2010

[εικ.11] Γραφεια της εταιρίας Indeed, στο Τόκιο της Ιαπωνίας , 2019

Η Arlie Hochschild, στο βιβλίο της The Time Bind, 2001, λέει ότι οι οικογένειες έχουν τώρα τρεις δουλειές - εργασία, σπίτι και επισκευή σχέσεων που έχουν καταστραφεί από τις όλο και περισσότερες ώρες στο γραφείο.

26


1.5 Ακόμη και οι εταιρίες με πολιτικές «φιλικές προς την οικογένεια» ανταμείβουν τα άτομα που ξοδεύουν περισσότερο χρόνο στην εργασία (είτε είναι πιο παραγωγικοί είτε όχι). Ορισμένα γραφεία γίνονται ακόμα πιο άνετα, ενώ τα σπίτια είναι πιο ταραχώδη, προκαλώντας στον άνθρωπο μια ένοχη επιθυμία να περάσει περισσότερο χρόνο στο γραφείο επειδή είναι πιο ξεκούραστα! Το τελευταίο κομμάτι του παζλ μπαίνει στη θέση του όταν εξετάζουμε τη μετατόπιση της θρησκευτικής στάσης απέναντι στην εργασία που ήρθε με την άνοδο της προτεσταντικής ηθικής. Πριν από αυτό το διάστημα, η δουλειά ήταν βλασφημία και η θρησκεία ήταν ιερή. Στη συνέχεια, η δουλειά θεωρήθηκε ως το πεδίο που θα κατακτήσει κανείς την σωτηρία του - και τα αποδεικτικά στοιχεία μιας επιτυχημένης θρησκευτικής ζωής ήταν μια επιτυχημένη οικονομική ζωή. Έτσι λοιπόν, βρισκόμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα. Η μισθωτή εργασία μας, έχει αναλάβει μυριάδες ρόλους. Οι δουλειές μας εξυπηρετούν τώρα τη λειτουργία που παραδοσιακά ανήκε στη θρησκεία: Είναι ο τόπος όπου αναζητάμε απαντήσεις στα αιώνια ερωτήματα “Ποιος είμαι εγώ;” και “Γιατί είμαι εδώ;” και “Τι είναι όλα αυτά;” Επίσης εξυπηρετούν την λειτουργία της οικογένειας, δίνοντας απαντήσεις στις ερωτήσεις “Ποιοι είναι οι άνθρωποι μου;” και “Πού ανήκω;” Οι δουλειές μας καλούνται να φέρουν τη χαρά του ρομαντισμού και να μας φτάσουν στα βάθη της αγάπης. Είναι σαν να πιστέψαμε ότι υπάρχει μια γοητευτική καριέρα που θα καλύψει τις ανάγκες μας και θα μας εμπνεύσει να κατακτήσουμε ένα μεγαλείο. Έχουμε φτάσει να πιστεύουμε ότι μέσω αυτής της δουλειάς θα είχαμε τα πάντα: κοινωνικό status, νόημα, περιπέτεια, ταξίδια, πολυτέλεια, σεβασμό, δύναμη, δύσκολες προκλήσεις και φανταστικές ανταμοιβές. Το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να βρούμε τον κύριο κατάλληλο ή την κυρία κατάλληλη, τον κύριο ή την κυρία κατάλληλη δουλειά. Πράγματι, ίσως να είμαστε περισσότερο συνδεδεμένοι με τη δουλειά μας παρά με τον σύντροφό μας. Οι όρκοι που αναφέρονται στα καλύτερα ή στα χειρότερα, στον πλούτο ή στην φτώχια, στην ασθένεια και στην υγεία - και συχνά μέχρι ο θάνατος να μας χωρίσει - μπορούν να εφαρμοστούν καλύτερα στη δουλειά μας παρά στις συζύγους ή τους συζύγους μας. Σαν να μην ήταν αρκετά όλα αυτά, οι νέοι του σήμερα πολεμούν ενάντια σε μία ακόμα ισχυρότερη τάση. Τα τηλέφωνα και οι φορητοί υπολογιστές μας, μας κρατούν σε επαφή με τους εργοδότες μας 24-7.

27


1.6 ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ, ΥΠΕΡΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ Έτσι λοιπόν, βρισκόμαστε σε ένα στάδιο κατά το οποίο λόγω της ανάγκης για επιβίωση ή / και της επιδίωξης για κέρδος ο κόσμος δουλεύει περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται, τα παραγόμενα προϊόντα είναι περισσότερα απ’ όσα έχει ανάγκη η ανθρωπότητα και οι διαθέσιμες υπηρεσίες είναι πλεονάζουσες και μη αναγκαίες. Ασφαλώς, αυτή η υπερεργασία και η υπερπαραγωγή προϊόντων έχει πολύ σημαντικό αντίκτυπο στον άνθρωπο ως μονάδα, στην κοινωνία που αυτός ζει και στο περιβάλλον. Κάθε άνθρωπος που αναγκάζεται να διαθέσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ημέρας του στην εργασία, καταλήγει με ένα ελλιπές κομμάτι ελεύθερου χρόνου το οποίο λόγω της κατά κύριο λόγο σωματικής αλλά και πνευματικής και ψυχολογικής κούρασης του, βιώνει παθητικά. Παραδείγματος χάρη, ένας εργάτης που επιστρέφει στο σπίτι του έπειτα από πολύωρη εξαντλητική εργασία έχει όρεξη μονάχα να φάει, να δει τηλεόραση και να κοιμηθεί αφού την επόμενη μέρα τον περιμένει το ίδιο μοτίβο, αν όχι μαρτύριο. Αν αυτός ο άνθρωπος είχε περισσότερο χρόνο και ενέργεια εκτός του περιβάλλοντος της εργασίας του, θα μπορούσε να κάνει μία βόλτα, μία εκδρομή, να αθληθεί, να κοινωνικοποιηθεί, να μορφωθεί και να ψυχαγωγηθεί και σε τελική ανάλυση, να αυξήσει το ποσοστό χαράς που νοιώθει. Έτσι βρισκόμενος σε μία αναπόφευκτη κατάσταση καταπίεσης δεν αξιοποιεί τον χρόνο του όπως θα ήθελε, καταλήγοντας μονίμως λυπημένος και κουρασμένος.

[εικ.12] Εργασιακή υπερκόπωση (burnout)

[εικ.13] Υπεραπαιτήσεις για υπεραπόδοση

Μια κοινωνία που αποτελείται από λυπημένους και κουρασμένους πολίτες, οι οποίοι έχουν πιστέψει πως η μόνη λύση είναι να δουλέψουν σκληρότερα, βυθίζεται στην ανισότητα και στην σωματική και πνευματική εξαθλίωση που την καταβάλει και δεν έχει το κουράγιο να διεκδικήσει αυτά που της αναλογούν. Το αποκορύφωμα αυτής της ανώμαλης κατάστασης είναι η εξάντληση των φυσικών πόρων, οι αδιάκοπες εκπομπές ρύπων και η καταστροφή του περιβάλλοντος ως απόρροια της υπερπαραγωγής προϊόντων, ζητήματα τα οποία θυσιάζονται στον βωμό του κέρδους.

28


1.6 Παρ’ ολ’ αυτά, η πλειοψηφία του ανθρώπινου είδους, ανήμπορη να αντιδράσει, παρακαλεί για απασχόληση και αυτοταπεινώνεται με παράλογα ωράρια και υπεράνθρωπες απαιτήσεις. Ο ανταγωνισμός ενισχύεται μέρα με τη μέρα, ενώ η απόκτηση μίας θέσης εργασίας φαντάζει μεγάλο κατόρθωμα το οποίο πρέπει να προστατεύεται συνεχώς και να δικαιολογεί την ύπαρξή του. Χρειάζεται υπερπροσπάθεια για να πείσει κανείς τους ανωτέρους του πως η παραγωγικότητα του είναι υψηλότερη από τους πιθανούς ανταγωνιστές του. Επίσης θα πρέπει κανείς να έχει ελάχιστες ή και μηδενικές ανάγκες για να παραμένει και να συντηρεί την θέση του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η εργασία από εργαλείο επιβίωσης μετατρέπεται σε αυτοσκοπό και πρωταρχική έγνοια. [εικ.14] Workers on a Scaffolding, 1950, Fernand Leger Έτσι παραμερίζονται από την υπόληψη των ανθρώπων παράμετροι οι οποίες χαρακτηρίζουν την κάθε εργασία ποιοτικά με αποτέλεσμα όλο το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στον μισθό ίσως και στο ωράριο. Ο εργαζόμενος με άλλα λόγια δεν ενδιαφέρεται για το τι παράγεται, γιατί και ποιές θα είναι οι συνέπειες αυτής της παραγωγής.

[εικ.15] Τροφές που καταστρέφονται καθημερινά από τις υπεραγορές λόγω υπερπαραγωγής

[εικ.16] Ατμοσφαιρική ρύπανση από εργοστάσιο στο Texas των Ηνωμένων Πολιτειών

29


1.6 Η γερμανική συγγραφική ομάδα Gruppe Krisis στα “κείμενα για την εργασία και την κρίση”, αναφέρει χαρακτηριστικά: “Η παρανοϊκή κραυγή για «απασχόληση» δικαιολογεί την καταστροφή των φυσικών πόρων με πιο εντατικούς ρυθμούς, παρ’ όλο που οι ολέθριες συνέπειες για την ανθρωπότητα έχουν γίνει αντιληπτές εδώ και πολύ καιρό. Ακόμη και τα έσχατα εμπόδια για την εμπορευματοποίηση οποιασδήποτε κοινωνικής σχέσης μπορεί να αρθούν άκριτα, αρκεί να υπάρχει η πιθανότητα να δημιουργηθούν κάποιες άθλιες «θέσεις εργασίας». Το σύνθημα «μια οποιαδήποτε δουλειά είναι καλύτερη από το να μην υπάρχει δουλειά» έγινε η ομολογία πίστης που απαιτείται από τον καθένα στις μέρες μας.” 17 Κάθε κρίση που περνούσε λοιπόν η κοινωνία της εργασίας ήταν αποτέλεσμα βιομηχανικής ή τεχνολογικής ανάπτυξης και οδηγούσε σε μείωση της απαιτούμενης ανάγκης για ανθρώπινο δυναμικό. Προκειμένου να ξεπεραστεί μία τέτοια κρίση απαιτούνταν ένας μηχανισμός αντιστάθμισης της σχέσης της (υπερ) παραγωγής με την ζήτηση. Η λύση ήταν η επέκταση σε νέες ομάδες αγοραστών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυξανόταν η παράγωγη των προϊόντων, μειωνόταν η δαπάνη της εργασιακής δύναμης ανά προϊόν και το κόστος παραγωγής ανά προϊόν. Οι Gruppe Krisis θεωρούν πως ο μηχανισμός της αντιστάθμισης παύει να λειτουργεί με την έλευση της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης της μικροηλεκτρονικής.18 Με την τρίτη βιομηχανική επανάσταση της μικροηλεκτρονικής, η κοινωνία της εργασίας έφτασε στα απόλυτα ιστορικά της όρια. Ότι θα έφτανε αργά ή γρήγορα σ’ αυτά τα όρια ήταν λογικά προβλέψιμο. Από την γέννησή του, το σύστημα της εμπορευματικής παραγωγής δοκιμάζεται από μία μοιραία αντίφαση. Από την μία πλευρά, συντηρείται χάρη στην τεράστια εισροή ανθρώπινης ενέργειας που δημιουργείται από την δαπάνη καθαρής εργασιακής [εικ.17] Εργοστάσιο της αυτοκινητοβιομηχανίας Nissan που δύναμης. Από την άλλη, ο νόμος λειτουργει αποκλειστικά μόνο με ρομπότ του λειτουργικού ανταγωνισμού υποχρεώνει σε μία διαρκή αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία επιφέρει την αντικατάσταση της ανθρώπινης εργασιακής δύναμης από τεχνικό-επιστημονικό βιομηχανικό κεφάλαιο. Είναι αλήθεια ότι με την μικροηλεκτρονική μειώθηκαν οι τιμές πολλών προϊόντων και νέα προϊόντα δημιουργήθηκαν (κυρίως στον τομέα των μίντια).

30


1.6 Ωστόσο, για πρώτη φορά, οι καινοτομίες στην διαδικασία παραγωγής είναι ταχύτερες από τις καινοτομίες στα προϊόντα. Εξαιτίας της αναδιάρθρωσης της παραγωγής, μειώνεται η απαιτούμενη εργασία σε βαθμό μεγαλύτερο απ’ ότι μπορεί να επαναπορροφηθεί διά της επέκτασης των αγορών. Ως λογική συνέπεια της αναδιάρθρωσης, η ηλεκτρονική ρομποτική αντικαθιστά την ανθρώπινη ενέργεια ή, αντιστοίχως, η νέα επικοινωνιακή τεχνολογία καθιστά την εργασία πλεονάζουσα.

[εικ.18] Τα ρομπότ εργασίας αντικαθιστούν τους εργαζόμενους ανθρώπους λόγω ακρίβειας, αποτελεσματικότητας, αντοχής και διότι δεν έχουν υψηλές απαιτήσεις

Ολόκληροι τομείς και τμήματα της κατασκευής, της παραγωγής, της προώθησης των προϊόντων, της αποθήκευσης, της διανομής και της διαχείρισης ‘‘γίνονται καπνός’’. Για πρώτη φορά, το είδωλο της εργασίας αυτοπεριορίζεται ακούσια σε διαρκείς μερίδες πείνας, προξενώντας μ’ αυτόν τον τρόπο τον ίδιο του τον θάνατο. Οι Gruppe Krissis γράφουν: “Καθώς η δημοκρατική κοινωνία της εργασίας είναι ένα ώριμο σύστημα αυτοαναφορικής δαπάνης εργασιακής δύναμης, που αποτελεί από μόνο του αυτοσκοπό και λειτουργεί σαν ένα κλειστό κύκλωμα ανάδρασης, είναι αδύνατον εντός του πλαισίου του να αλλάξει τελείως η λειτουργία του και να υπάρξει μία γενική μείωση των ωρών εργασίας. Από τη μία, ο διοικητικός ορθολογισμός της οικονομίας απαιτεί ως εγγενές χαρακτηριστικό του συστήματος να καθίστανται μονίμως «άνεργοι» ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι και να αποκόπτονται από την παραγωγή της ζωής τους.” 19

31


1.6 Από την άλλη, ο διαρκώς μειούμενος αριθμός των «απασχολούμενων» υποφέρει από την υπερβολική εργασία και υφίσταται μια ακόμη πιο έντονη πίεση για αποδοτικότητα. Εν μέσω του πλούτου, η φτώχεια και η πείνα εμφανίζονται στα καπιταλιστικά κέντρα. Μονάδες παραγωγής κλείνουν και μεγάλα τμήματα αρόσιμης γης μένουν ακαλλιέργητα. Πολλά σπίτια και δημόσια κτήρια είναι άδεια, τη στιγμή που ο αριθμός των αστέγων αυξάνεται. Ο καπιταλισμός μετατρέπεται σε άθλημα μιας πλανητικής μειοψηφίας.

[εικ.19] Γράφημα κατανομής του παγκόσμιου πλούτου, Forbes Statista, Credit Suisse 2017 Global Wealth Report

32


1.7 ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ Το χρήμα ως πρώτο μέλημα του ανθρώπου, ο καπιταλισμος ως θρησκεια Ο Καζιμίρ Μάλεβιτς στο κείμενο του εν ονόματι “Τεμπελιά, η πραγματική αλήθεια του ανθρώπου” γράφει: “Πουθενά δεν υπάρχει ένα εργασιακό σύστημα που να έχει για σύνθημα: « Η αλήθεια των προσπαθειών σου είναι η οδός προς την τεμπελιά». Απεναντίας, υπάρχουν παντού συνθήματα που επαινούν την εργασία, και απ’ αυτά συνάγεται ότι η εργασία είναι αναπόφευκτη, ότι είναι αδύνατον να την καταργήσουμε, ενώ στην πραγματικότητα τα σοσιαλιστικά συστήματα τείνουν ίσα-ίσα να ξαλαφρώσουν το άτομο από το άχθος της εργασίας. Όσο περισσότεροι άνθρωποι θα δουλεύουν τόσο περισσότερες οι ώρες της σχόλης, του ελεύθερου χρόνου.” 20 Συνεχίζει αναφέροντας πως “ένα σοσιαλιστικό εργασιακό σύστημα αποσκοπεί, μη συνειδητά βέβαια, να ζέψει στη δουλειά ολόκληρη την ανθρωπότητα, προκειμένου να αυξήσει την παραγωγή, να εγγυηθεί την ασφάλεια, να ενδυναμώσει την ανθρωπότητα και να επιβεβαιώσει το «είναι» της [την ύπαρξή της] με την παραγωγική της ικανότητα. Ασφαλώς το σύστημα αυτό, που νοιάζεται όχι για το άτομο αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα, είναι αναμφισβήτητα δίκαιο. Το ίδιο, όμως, είναι και το κεφαλαιοκρατικό [καπιταλιστικό] σύστημα. Προσφέρει το ίδιο δικαίωμα στην δουλειά, την ίδια ελευθερία της δουλειάς, της συσσώρευσης χρήματος στις τράπεζες ως εγγύηση για την «τεμπελιά» στο μέλλον και, συνεπώς, προϋποθέτει ότι ίσα-ίσα το χρήμα είναι μαγικό σύμβολο, επειδή θα φέρει την ευδαιμονία της τεμπελιάς που πράγματι όλοι την ονειρεύονται.” 21 Παρ’ όλ’ αυτά το κεφαλαιοκρατικό σύστημα στο οποίο ζούμε σήμερα έχει δομηθεί με τέτοιον τρόπο έτσι ώστε να συσσωρεύεται το κεφάλαιο σε μία κοινωνική τάξη κεφαλαιοκρατών. Αυτή η τάξη έχει φτάσει στο σημείο που θα έπρεπε να φτάσει ολόκληρη η ανθρωπότητα, δηλαδή να έχει λύσει τη βιοποριστική της πρωταρχική ανάγκη, για να μπορεί να ασχοληθεί με διαδικασίες που της κεντρίζουν το ενδιαφέρον, που ενεργοποιούν την δημιουργικότητα της και εν τέλει να απολαύσει την ευδαιμονία της τεμπελιάς. Αυτή η συσσώρευση χρήματος άρα και τεμπελιάς όμως λειτουργεί ανασταλτικά στο να μπορέσουν οι υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις να βρεθούν στο ίδιο επίπεδο καθώς όσο περισσότεροι είναι αυτοί που μοιράζονται το κεφάλαιο (τεμπελιά), τόσο λιγότερο αντιστοιχεί στον καθέναν. Οι κεφαλαιοκράτες λοιπόν θα έκαναν τα πάντα για να συντηρήσουν την κατάσταση του εργαζόμενου λαού στο επίπεδο που βρίσκεται προκειμένου να τους συντηρεί και αυτός αντίστοιχα, παράγοντας.

33


1.7 Έτσι με κάθε τρόπο, κάθε είδους διαφήμιση και προπαγάνδα, ωθούν τον κόσμο να αφουγκραστεί την ιδέα ότι θα σωθεί από το μαρτύριο της φύσης του εάν εργαστεί, πιο σκληρά, πιο πολλές ώρες για να κατακτήσει το χρήμα και τα προνόμια που το συνοδεύουν. Το χρήμα κατ’ αυτόν τον τρόπο παίρνει κυρίαρχο ρόλο στις επιλογές και τις προτεραιότητες του σύγχρονου ανθρώπου, διαμορφώνει το μέλλον και μετατρέπεται στην πλέον ανυποχώρητη εμμονή που τον διακατέχει. Χαρακτηριστική ήταν στην παγκόσμια ιστορία η 15η Αυγούστου του 1971, η ημέρα που η τότε αμερικανική κυβέρνηση υπό την προεδρία του Ρίτσαρντ Νίξον δήλωσε ότι αναστέλλεται η μετατρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό. Αυτό σημαίνει πως το χάρτινο χρήμα που μέχρι τότε ήταν μία αναπαράσταση, αποκτά μία αυτοαναφορικότητα και μία διαφορετική, ακατάληπτη αξία. Παρόλο που αυτή η δήλωση σήμαινε πρώτον την αλλαγή του χρηματοοικονομικού συστήματος που συνέδεε το χρήμα με αντίστοιχη αξία σε απόθεμα χρυσού, και δεύτερον το πέρασμα σε μία νέα εποχή, η είδηση εν μέσω καλοκαιρινών διακοπών προκάλεσε λιγότερες συζητήσεις απ’ ότι ευλόγως θα μπορούσε να αναμένει κανείς.

[εικ.20] Εφημερίδα των New York Times, της 16ης Αυγούστου του 1971, επόμενη μέρα από την αναστολή της μετατρεψιμότητας του δολλαρίου σε αντιστοιχη ποσότητα χρυσού από τον Richard Nixon

34


1.7 Όπως λέει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν «θα πρέπει να δούμε τον καπιταλισμό ως θρησκεία, δηλαδή πως ο καπιταλισμός χρησιμεύει ουσιαστικά στο να ικανοποιούνται οι ίδιες έγνοιες, τα ίδια βάσανα και οι ίδιες ανησυχίες, όλα εκείνα στα οποία έδιναν κάποτε απάντηση οι λεγόμενες θρησκείες.»22 Ο ίδιος αναγνωρίζει και αριθμεί τρία χαρακτηριστικά γνωρίσματα που επαληθεύουν την θρησκευτική δομή του καπιταλισμού: 1. Πρώτον, ο καπιταλισμός αποτελεί καθαρά λατρευτική θρησκεία, ίσως την πιο ακραία που υπήρξε ποτέ. Στον καπιταλισμό τίποτε δεν έχει σημασία χωρίς άμεση σχέση με τη λατρεία, ο ίδιος δεν γνωρίζει κάποια ειδική δογματική, κάποια θεολογία. Από αυτή την οπτική γωνία ο ωφελιμισμός αποκτά το δικό του θρησκευτικό χρώμα. 2. Με τον συγκεκριμένο αυτό χαρακτήρα της λατρείας συναρτάται ένα δεύτερο γνώρισμα του καπιταλισμού, η μονιμότητα στη διάρκεια της λατρείας. O καπιταλισμός είναι ο εορτασμός μιας λατρείας sans [t]rêve et sans merci (δίχως ανάπαυλα και δίχως έλεος). Εδώ δεν υπάρχει «καθημερινή» , δεν υπάρχει ημέρα που να μην είναι μέρα γιορτής με την φοβερή έννοια του ξεδιπλώματος κάθε είδους ιερής μεγαλοπρέπειας, της ύψιστης έντασης του υποκειμένου της λατρείας. 3. Αυτή η λατρεία είναι, κατά τρίτον, ενοχοποιητική. O καπιταλισμός είναι κατά πάσα πιθανότητα η πρώτη περίπτωση μη εξιλεωτικής, αλλά ενοχοποιητικής λατρείας. Κατά τούτο, το εν λόγω θρησκευτικό σύστημα βρίσκεται εν μέσω της κατάρρευσης ενός τεράστιου ρεύματος. Μια τεραστίως ένοχη συνείδηση, που δεν γνωρίζει την εξιλέωση, προσφεύγει στη λατρεία, όχι προκειμένου έτσι να εξιλεωθεί γι’ αυτή την ενοχή, αλλά για να την καταστήσει καθολική, να την εντυπώσει βιαίως στη συνείδηση και τέλος προ πάντων προκειμένου να συμπεριλάβει τον ίδιο το Θεό σε αυτή την ενοχή, έτσι ώστε στο τέλος να τον κάνει να ενδιαφερθεί ο ίδιος για την εξιλέωση.23 Ο Μπένγιαμιν μεταξύ άλλων, θεωρεί πως ο καπιταλισμός είναι ένα θρησκευτικό φαινόμενο το οποίο αναπτύχθηκε με παρασιτικό τρόπο στον χριστιανισμό και πως κατά την εποχή της μεταρρύθμισης, ο τελευταίος μεταμορφώθηκε σε καπιταλισμό. 24 [εικ.21]

35


1.7 Εν μέσω μίας ανάλυσης του Τζιόρτζιο Αγκάμπεν στο εν λόγω άρθρο του Μπένγιαμιν, ο πρώτος διερωτάται: αν ο καπιταλισμός είναι μία θρησκεία, πως μπορούμε να τον ορίσουμε με όρους πίστης; Σε τι πιστεύει ο καπιταλισμός; Και τι σημαίνει σε σχέση με αυτή την πίστη, η απόφαση του Νίξον; Καθοριστικό ρόλο σε αυτό το σημείο παίζει η έννοια της λέξης πίστη η οποία ως αποδεικνύεται είναι ομόριζη με την λέξη πίστωση. Κατά τον Αγκάμπεν, η πίστη, είναι απλώς η πίστωση που απολαμβάνουμε σε σχέση με τον Θεό αλλά και η λέξη που δείχνει τι απολαμβάνει από εμάς ο λόγος του Θεού από την στιγμή που τον πιστεύουμε. Στην λατινική γλώσσα, η παθητική μετοχή creditum του ρήματος credere (πιστεύω) σημαίνει δάνειο. Αν κάτι τέτοιο αληθεύει, τότε η υπόθεση του Μπένγιαμιν για την στενή σχέση μεταξύ καπιταλισμού και χριστιανισμού επιβεβαιώνεται περαιτέρω : Ο καπιταλισμός είναι μια θρησκεία θεμελιωμένη παντελώς στην πίστη, είναι μια θρησκεία της οποίας οι πιστοί ζουν sola fide [μόνο με την πίστη]. Και όπως συμφώνα με τον Μπένγιαμιν, ο καπιταλισμός είναι μια θρησκεία στην οποία η λατρεία έχει χειραφετηθεί από κάθε αντικείμενο και η ενοχή από κάθε αμάρτημα, συνεπώς από κάθε πιθανή λύτρωση, έτσι από την άποψη της πίστης ο καπιταλισμός δεν έχει κανένα αντικείμενο: πιστεύει στο απλό γεγονός του πιστεύειν, στην καθαρή πίστωση, δηλαδή το χρήμα. Ο καπιταλισμός είναι, δηλαδή, μία θρησκεία στην οποία η πίστη –η πίστωση- αντικαθιστά τον Θεό.25 Για να το πούμε διαφορετικά, εφόσον η καθαρή μορφή της πίστωσης είναι το χρήμα, πρόκειται για μια θρησκεία στην οποία ο Θεός είναι το χρήμα. Αυτό σημαίνει ότι η τράπεζα, που δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια μηχανή για την παραγωγή και την διαχείριση της πίστωσης, έχει πάρει την θέση της εκκλησίας και, ελέγχοντας την πίστωση χειραγωγεί και διαχειρίζεται την πίστη.

[εικ.22]

36


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο :

ΤΕΜΠΕΛΙΑ Η ακατάλιπτη δύναμη της μη-πράξης

37


2.0 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Είναι σχετικά σαφές από το προηγούμενο κεφάλαιο πως τα σύγχρονα ανθρώπινα όντα φοβούνται – όχι τυχαία, ούτε από την φύση τους- την έννοια της τεμπελιάς, νοιώθουν άβολα ή άσχημα σε μία τέτοια κατάσταση ή την βιώνουν σαν ένα ανεξερεύνητο σκοτεινό πεδίο. Σε αυτό το σημείο θα αναλυθεί αυτή η έννοια από πολλές σκοπιές, και η σχέση του ανθρώπου με αυτήν. Η σχέση του ανθρώπου με την απουσία πράξης, την απουσία του έργου ή αλλιώς απραξία και αργία, άεργο. Δεν θα γίνει αναφορά στην καθολική απουσία του ενεργείν, αλλά στην δύναμη που αποκτά το άεργο μεταξύ έργων. Στην εποχή που ζούμε η ανθρωπότητα φαίνεται ανίκανη να συλλάβει την αληθινή φύση της απραξίας, του στοχασμού και της γιορτής, ως κάτι διαφορετικό από την ανάπαυση ή την άρνηση της εργασίας. Προσπαθεί δηλαδή να ορίσει την απραξία σε σχέση με την εργασία, πράγμα αφύσικο για τους αρχαίους, οι οποίοι έκαναν το εκ διαμέτρου αντίθετο. Η λέξη εργασία –το negotium– οριζόταν αρνητικά σε σχέση με την στοχαστική ζωή –το otium- γράφει ο Giorgio Agamben στο έργο του “Δημιουργία και Αναρχία”. 26 Έτσι εδώ θα προσπαθήσουμε αρχικά να ορίσουμε την απραξία σε σχέση με μία δύναμη και μία πράξη που αυτή εκπροσωπεί, και συνεπώς να μην την συσχετίσουμε με όρους όπως ή οκνηρία ή η αδράνεια.

[εικ.23] Banks of the Seine Claude Monet Vétheuil, 1880

38


2.1 ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ Πως λειτυργεί η σχέση μεταξύ των δύο Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη στο βιβλίο Θ’ των Μεταφυσικών και στο βιβλίο Β’ Περί ψυχής οι έννοιες δύναμη (δύναμις) και πράξη (ενέργεια) συνδέονται αλλά και αντιπαρατίθενται. Η δύναμη στην οποία αναφέρεται ο Αριστοτέλης δεν είναι η γενική δύναμη, βάση της οποίας λέμε πως ένα παιδί μπορεί να γίνει αρχιτέκτονας ή γλύπτης, αλλά εκείνη που αντιστοιχεί σε όποιον έχει ήδη κατακτήσει την αντίστοιχη τέχνη ή γνώση, την αντίστοιχη ικανότητα ή δεξιότητα. Αυτός λοιπόν που κατέχει μία δύναμη –ή έχει την έξη μίας δύναμηςμπορεί τόσο να την κάνει πράξη όσο και όχι. Αν μπορούσε μονάχα να την κάνει πράξη, δεν θα αποτελούσε τόσο πραγματική δύναμη, και θα μπορούσε ο άνθρωπος να παρομοιαστεί με μία μηχανή ή ένα εργαλείο το οποίο εκτελεί πάντοτε την πράξη την οποία δύναται. Έτσι, ο αγκάμπεν καταλήγει: “Η δύναμη αυτή του ανθρώπου ορίζεται δηλαδή ουσιαστικά από την δυνατότητα της μη άσκησής της.”27 Ο αρχιτέκτονας είναι δυνατός εφόσον μπορεί να μην χτίσει, επομένως η δύναμη είναι μία αναστολή της πράξης. Ο Αριστοτέλης απαντά στην θέση των Μεγαρικών που υποστήριζαν ότι η δύναμη υπάρχει μόνο στην πράξη (όταν ενεργή μόνο δύνασθαι, όταν δε μη ενεργή ου δύνασθαι, μεταφ. 1046β, 2930), πως αν κάτι τέτοιο αληθεύει, δεν μπορούμε να θεωρούμε αρχιτέκτονα τον αρχιτέκτονα όταν δεν χτίζει, ούτε να αποκαλούμε γιατρό τον γιατρό τη στιγμή κατά την οποία δεν ασκεί την τέχνη του. Αυτό δηλαδή που τίθεται υπό συζήτηση, γράφει ο Αγκάμπεν, είναι ο τρόπος του είναι της δύναμης, η οποία υπάρχει μόνο με τη μορφή της έξεως, του ελέγχου μιας αποστέρησης. Υπάρχει μια μορφή, μια παρουσία αυτού που δεν έχει γίνει πράξη και αυτή η στερητική παρουσία είναι η δύναμη. Αυτή είναι η σχέση που συνιστά για τον Αριστοτέλη, την ουσία της δύναμης. Το έμβιο ον, που υπάρχει με τον τρόπο της δύναμης, κατέχει την αδυναμία του, και μόνο με αυτόν τον τρόπο κατέχει την δύναμη του.28 Κατά κάποιον τρόπο, το γεγονός ότι έχουμε επιλογή, είναι αυτό που κάνει την δύναμή μας ισχυρή και άξια. Συνεχίζει λέγοντας: η δύναμη-του-να-μην δεν είναι μια άλλη δύναμη δίπλα στην δύναμη-για- : είναι η απραξία της, αυτό που προκύπτει από την απενεργοποίηση του σχήματος δύναμη / πράξη.29 Υπάρχει δηλαδή, ένας ουσιώδης δεσμός μεταξύ δύναμης-του-να-μην και απραξίας. Η δυνατότητα-του-να-μην είναι, προπάντων, μία αναστολή και μία επίδειξη της δύναμης-για, η οποία απλώς δεν περνάει στην πράξη αλλά στρέφεται σε αυτήν την ίδια. Ή αλλιώς είναι μια εσωτερική αντίσταση στην δύναμη, μην αφήνοντας την τελευταία να χαθεί απλώς στην πράξη. Έτσι αυτή, αποκτά μία αυτοαναφορικότητα η οποία σημαίνει την αδρανοποίηση και την εγκατάλειψη του μηχανισμού υποκείμενο / αντικείμενο.

39


2.1 Ο Σπινόζα στην Ηθική χρησιμοποιεί μία έννοια που φαίνεται χρήσιμη σε αυτό το σημείο : acquiescentia in se ipso, δηλαδή μία ικανοποίηση που προέρχεται από το ότι ο άνθρωπος ενατενίζει την δύναμη της ενέργειας του (IV, 52, Απόδειξη). Πάνω σε αυτό, διερωτάται ο Αγκάμπεν : Τι είναι μία απραξία που συνιστάται στον στοχασμό της ίδιας της δύναμης για δράση; Και απαντά: πρόκειται για την εσωτερική απραξία, μπορούμε να πούμε της ίδιας της πράξης, για μία πράξη sui generis (ιδιόρρυθμη, μοναδική) η οποία στο έργο εκθέτει και στοχάζεται προπάντων την δύναμη, μία δύναμη που δεν προηγείται του έργου, αλλά το συνοδεύει και συνεισφέρει στο να ζει και να είναι ανοιχτό σε κάθε είδους δυνατότητα. Επομένως, στοχασμός και απραξία, συμπορεύονται, και αποτελούν τους μεταφυσικούς συντελεστές της ανθρωπογένεσης που απελευθερώνοντας τον ζωντανό άνθρωπο από κάθε βιολογική ή κοινωνική μοίρα αλλά και από κάθε προκαθορισμένο καθήκον τον καθιστούν διαθέσιμο για εκείνη την ιδιαίτερη απουσία έργου την οποία έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «πολιτική» και «τέχνη». “Η πολιτική και η τέχνη δεν είναι ούτε καθήκοντα, ούτε απλώς «έργα»: ονοματίζουν μάλλον, τη διάσταση στην οποία οι γλωσσολογικές και σωματικές λειτουργίες, υλικές και άυλες, βιολογικές και κοινωνικές, απενεργοποιούνται και γίνονται καθ’ αυτές αντικείμενο στοχασμού.” 30 Με αυτή την έννοια, όταν ο άνθρωπος, ασχολείται με την πολιτική ή την τέχνη, είναι σαν να αδρανοποιεί προς στιγμήν την ύπαρξη του -η οποία ψευδώς έχει χαρακτηριστεί από την συνεχή ύπαρξη ενός έργου για επιτέλεση-, προσπαθώντας να την σκιαγραφήσει, ή αλλιώς, να αφιερώσει λίγο χρόνο έτσι ώστε να σκεφτεί την σκέψη του, και να αντισταθεί στον εαυτό του. Αυτή η εμπειρία θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχει εκλείψει κατά κάποιον τρόπο από τον σημερινό άνθρωπο, ο οποίος έχει υιοθετήσει την αντίληψη πως το να είναι κανείς όσο πιο δραστήριος μπορεί είναι προς όφελος του. Έτσι καταλήγουμε να δραστηριοποιούμαστε συνεχώς, να ενεργούμε –να παράγουμε έργο- προσπαθώντας να εκπληρώσουμε τους στόχους μας, χωρίς να συλλογιζόμαστε το τι κάνουμε, γιατί το κάνουμε, τι αντίκτυπο έχει η πράξη μας στην ζωή μας και στο κοινωνικό μας σύνολο. Αυτή η συνεχής ενεργοποίηση της πράξης πρώτον μας απαλλάσσει από τις τύψεις της απραγίας στις οποίες είμαστε συνηθισμένοι, και δεύτερον μας απαλλάσσει από τις κάθε είδους σκέψεις μας.

40


2.1 Έτσι, αντί να κάνουμε μία παύση, ένα βήμα πίσω και να συλλογιστούμε το γεγονός ότι έχουμε την δύναμη να πράξουμε, αλλά και τη δύναμη να μην πράξουμε, να υπολογίσουμε τα αίτια και τα αποτελέσματα της ενέργειάς μας, αλλά και να προβληματιστούμε σε γενικότερο επίπεδο, προχωράμε στην πράξη, αποφεύγοντας οποιαδήποτε συλλογιστική διαδικασία. Είναι δηλαδή όπως αναφέρθηκε προηγουμένως η απουσία έργου, η απραγία και ο στοχασμός που ονομάζεται τέχνη και πολιτική, αντίστροφα η συνεχής παρουσία έργου εμποδίζει το ανθρώπινο ον από το να αντιληφθεί την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, να συλλογιστεί το έργο του και την δύναμη του.

[εικ.24] Andrew Wyeth , The Berry Picker , 1961

41


2.2 Ο ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ

Ο Άνθρωπος φοβάται την απραξία του πρώτον, λόγω κοινωνικής καταπίεσης, η φύση της οποίας εξηγήθηκε νωρίτερα, και δεύτερον επειδή το υποκείμενο ενδέχεται να έρθει σε επαφή με την σιωπή του, τις γενικότερες σκέψεις και ανησυχίες του. Κι όμως, η πράξη του στοχασμού, είναι μία κατάσταση κατά την οποία το υποκείμενο αφουγκράζεται τις συνθήκες στις οποίες υπάρχει, προσπαθεί να αποκτήσει την σκοπιά ενός εξωτερικού παρατηρητή, με σκοπό να αντισταθεί ή να απορρίψει, να δεχτεί μία συνθήκη, ή να διερωτηθεί ακόμη και απλά να παρατηρήσει. Όσο λιγότερο σκέφτεται κανείς, τόσο ευκολότερα πιστεύει, και όσο περισσότερο σκέφτεται, τόσο γεννά καινούριες σκέψεις. Η απραγία λοιπόν που ακολουθείται από τον στοχασμό, συνιστά προφανώς την παύση ή αδρανοποίηση της πράξης, με σκοπό όμως την αναθεώρηση της και την ανατροφοδότηση στην ιδέα με νέες σκέψεις που θα γίνουν νέες πράξεις. Οι ρυθμοί και η τεχνολογία της σημερινής εποχής όμως, άθελα ή ηθελημένα, μας κατευθύνουν όλο και περισσότερο σε κατάσταση μη σκέψης, καθώς παραμένουμε συνεχώς απασχολημένοι. Η λέξη απασχολημένος ετυμολογείται από το πρόθεμα από- συν το στερητικό πρόθεμα α- συν την σχολή (αργία, τεμπελιά, ελεύθερος χρόνος). Αυτό φανερώνει δηλαδή ότι ο απασχολημένος είναι αυτός που δεν έχει ελεύθερο χρόνο, και ότι η λέξη ασχολία ορίζεται αρνητικά σε σχέση με την σχολή. Επομένως, θα αναρωτιόταν κανείς πώς είμαστε συνεχώς απασχολημένοι ενώ έχουμε ελεύθερο χρόνο; Αυτό συμβαίνει λόγω μίας συνεχούς ύπαρξης ενός έργου ή ενός θεάματος. Το έργο πραγματοποιείται στην κατάσταση κατά την οποία το υποκείμενο είναι ενεργητικό, και το θέαμα σε αυτήν που βρίσκεται παθητικό. Το θέαμα -αν δεν είναι ένας αντικατοπτρισμός των βιωμάτων και της κουλτούρας του υποκειμένου, που δεν γεννά προβληματισμούς και νέες σκέψεις, παρά μόνο βυθίζει το υποκείμενο στην κανονικότητα που του επιβάλει- κατά βάση επιτρέπει επιφανειακές ή περιορισμένες σκέψεις. Ποιες είναι επομένως οι στιγμές που μπορεί κανείς να στοχαστεί ; Όταν παραμένει άπραγος, χωρίς τύψεις, και χωρίς να αποσπάται η προσοχή του. Έτσι εν μέσω μίας καταπιεστικής καθημερινότητας, συνηθίζουμε να κάνουμε τις πιο ενδιαφέρουσες σκέψεις λίγο πριν κοιμηθούμε ή λίγο αφού ξυπνήσουμε, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, περπατώντας ή παρατηρώντας, στην τουαλέτα ή στο μπάνιο. Παρόλα αυτά, η ακόρεστη επιθυμία μας να εναποθέσουμε το βάρος της ελεύθερης σκέψης μας σε οτιδήποτε άλλο που την κατασιγάζει, σε συνδυασμό με την τεχνολογική ανάπτυξη που κάνει εφικτή την παρουσία της οπουδήποτε, τείνουν να μας μετατρέψουν σε όντα που δεν αναρωτιούνται, αλλά απλώς εκτελούν.

42


2.2 Γι αυτόν τον λόγο, σε μία εποχή σαν την σημερινή όπου η τεχνολογική εξέλιξη καταφέρνει να αυτοματοποιήσει όσο περισσότερες διαδικασίες μπορεί, ο ελεύθερος στοχασμός είναι το πιο σημαντικό όπλο απέναντι στην αυτοματοποίηση του ίδιου του ανθρώπου και των σκέψεων του. Ίσως τώρα, κατά τον Slavoj Zizek, είναι η πιο καίρια εποχή να σκεφτούμε, να χρησιμοποιήσουμε την κλασσική φιλοσοφία και να επαναπροσδιορίσουμε έννοιες με συντελεστές όμως τα σημερινά κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά δεδομένα. Αντίστροφα στο “ψευδοακτιβιστικό”31 σλόγκαν -don’t think, just act!- ο Ζίζεκ μας προτείνει το αντίθετο και μας παροτρύνει να επαναλάβουμε στις νέες συνθήκες, τις αντίστοιχες φιλοσοφικές χενγκελικές χειρονομίες.

[εικ.25] Thérèse rêvant Balthus, 1938

43


2.3 ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΒΑΡΕΜΑΡΑ

Η βαρεμάρα φυσιολογικά εμφανίζεται όταν δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε να κάνουμε ή όταν πρέπει να κάνουμε κάτι που δεν θέλουμε να κάνουμε. Έχει λεχθεί ότι η πλήξη είναι η αρρώστια του άεργου, ή ότι χτυπά μόνο εκείνους που δεν έχουν τίποτα να κάνουν. Ο Lars Svendsen όμως υποστηρίζει ότι η βαρεμάρα δεν είναι ζήτημα ανυπαρξίας έργου, αλλά η πιο σοβαρή αρρώστια του να νιώθεις ότι δεν υπάρχει τίποτα που να αξίζει τον κόπο.32 Αυτό σημαίνει ότι όσο περισσότερα έχει να κάνει κανείς, τόση περισσότερη πλήξη νιώθει. Επιπλέον, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι πολλές μορφές τις δουλειάς είναι βαρετές και συχνά αδυνατούν να δώσουν κάποιο νόημα στην ζωή. Αυτός ο αριθμός αυξάνεται λόγω της καπιταλιστικής αντιμετώπισης της εργασίας, από τα πρώτα φορντικά μοντέλα μέχρι και σήμερα όπου ο άνθρωπος νιώθει αποξενωμένος από την εργασία του. Ο Αντόρνο συνδέει την βαρεμάρα με την αποξένωση από την δουλειά, όπου ο ελεύθερος χρόνος αντιστοιχεί στην απουσία αυτοκαθορισμού στην παραγωγική διαδικασία.33 Ο ελεύθερος χρόνος είναι ο χρόνος που είσαι ελεύθερος ή που μπορεί να είσαι ελεύθερος. Αλλά για ποιάς μορφής ελευθερία μιλάμε; Ελευθερία από τη δουλειά; Σ’ αυτήν την περίπτωση είναι η δουλειά που μας δίνει έναν αρνητικό ορισμό της ελευθερίας. Είμαστε πιο ελεύθεροι στον ελεύθερο χρόνο μας απ’ ότι στον χρόνο μας στην δουλειά; Αναντίρρητα έχουμε έναν ελαφρώς διαφορετικό ρόλο, αφού, ενώ είμαστε παραγωγοί κατά τις ώρες εργασίας μας, βασικά είμαστε καταναλωτές τον ελεύθερο χρόνο μας. Όμως κάποιος δεν είναι απαραιτήτως πιο ελεύθερος στον έναν ή στον άλλο ρόλο και ο ένας ρόλος δεν έχει απαραιτήτως περισσότερο νόημα από τον άλλο. Η έλλειψη νοήματος είναι βαρετή. Και η βαρεμάρα μπορεί να περιγραφεί μεταφορικά σαν ένα ακυρωμένο νόημα. Μπορούμε να κατανοήσουμε την βαρεμάρα σαν μία δυσανεξία που μας δείχνει ότι η ανάγκη για νόημα δεν έχει ικανοποιηθεί. Ο Φρόιντ είχε πει για την μελαγχολία ότι εμφανίζει μία μεγάλη ομοιότητα με την θλίψη, αφού και οι δύο εμπειρίες εμπεριέχουν ένα αίσθημα απώλειας.34 Αλλά ενώ το θλιμμένο άτομο έχει πάντοτε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο που έχει χάσει, το μελαγχολικό δεν ξέρει τι έχει χάσει ακριβώς. Στην βαρεμάρα είναι κάπως παρόμοια τα πράγματα σύμφωνα με αυτήν την ενδιαφέρουσα προσέγγιση: η βαρεμάρα επίσης κουβαλάει την αίσθηση της απώλειας, για την οποία γνωρίζουμε ότι είναι η απώλεια ενδιαφέροντος ή και απώλεια νοήματος. Αυτό που δεν γνωρίζουμε όμως είναι το πού κατοικεί για τον καθένα το νόημα του και τι θα σαγηνέψει το ενδιαφέρον του.

44


2.4 ΕΓΚΩΜΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΕΜΠΕΛΙΑ

2.4.1

Το παράδειγμα του Πωλ Λαφάργκ

Ο Πωλ Λαφάργκ ήταν Γάλλος δημοσιογράφος, πολιτικός συγγραφέας και ακτιβιστής. Το έτος 1881 πρωτοδημοσίευσε την μπροσούρα του με όνομα “Le Droit à la paresse” ή αλλιώς “Το δικαίωμα στην τεμπελιά”, στην εφημερίδα L’ Egalité, η οποία είναι μία ωδή στην αποχή από την εργασιακή μανία που κατατρώει τον λαό και καταστρέφει την ζωή του ανθρώπου. Το γεμάτο θυμό και πρόκληση αυτό κείμενο προκάλεσε αμηχανία στους σοσιαλιστές της εποχής και τους δίχασε, την στιγμή που πολλοί μάχονταν για το δικαίωμα στην εργασία. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Μια παράξενη τρέλα έχει πιάσει τις εργατικές τάξεις των χωρών όπου επικρατεί ο καπιταλιστικός πολιτισμός. Μια τρέλα που επιφέρει ατομικές και κοινωνικές δυστυχίες, οι οποίες ταλαιπωρούν εδώ και δύο αιώνες την άμοιρη την ανθρωπότητα. Αυτή η τρέλα είναι η αγάπη για την εργασία, το φονικό πάθος για την εργασία, που φτάνει μέχρι την εξάντληση των ζωτικών δυνάμεων του ατόμου και των απογόνων του». Γράφει επίσης: «αν η εργατική τάξη, ξεριζώνοντας από την καρδιά της το διεστραμμένο πάθος που την κυβερνά και διαστρεβλώνει την φύση της, ύψωνε το ανάστημά της για να σφυρηλατήσει έναν ατσάλινο νόμο που θα απαγόρευε σε όλους να δουλεύουν περισσότερο από τρεις ώρες την ημέρα, η Γη θα ένιωθε να γεννιέται πάνω της ένας καινούριος κόσμος..». [εικ.26] εξώφυλλο από την πρώτη έκδοση (1883) της μπροσούρας : Το δικάιωμα στην τεμπελιά

45


2.4 Το παράδειγμα του Καζιμίρ Μαλέβιτς

2.4.2

Ο Καζιμίρ Μαλέβιτς ήταν Ουκρανός ζωγράφος, γλύπτης και θεωρητικός. Το έτος 1921 δημοσίευσε το κείμενο του με τίτλο: «Η τεμπελιά, πραγματική αλήθεια του ανθρώπου» στο οποίο επιχειρεί να αποκαταστήσει την κακή φήμη που έχει αποδοθεί στην τεμπελιά και να την απενοχοποιήσει.

[εικ.27] Ο Καζιμιρ Μαλέβιτς στο εργαστήρι του, 1932

Χαρακτηριστικά αναφέρει: Η τεμπελιά τρομάζει τους λαούς και εκείνοι που επιδίδονται σε αυτήν καταδιώκονται εξαιτίας της, γιατί κανένας δεν αντιλήφθηκε την αλήθεια της, αλλά την ονομάσαμε «μήτηρ πάσης κακίας», ενώ είναι η μητέρα της ζωής. Ο σοσιαλισμός είναι φορέας της απελευθέρωσης στο επίπεδο του ασυνείδητου, αλλά και αυτός τη συκοφαντεί, χωρίς να καταλαβαίνει ότι είναι η τεμπελιά που τον γέννησε. Και, μέσα στην τρέλα του, αυτός ο γιος τη χαρακτηρίζει μητέρα όλων των ατελειών. Δεν είναι αυτός ο γιος που θα απαλείψει το ανάθεμα και με το μικρό αυτό κείμενο θέλω να εκμηδενίσω τη συκοφαντία και να καταστήσω την τεμπελιά από μητέρα όλων των ατελειών, μητέρα της τελειότητας. Σχεδόν προφητικά –για εμένα- γράφει: η σοσιαλιστική ανθρωπότητα θα φορτώσει τους κάλους και τον ιδρώτα της στα μπράτσα των μηχανών και θα εξασφαλίσει στις μηχανές εργασία απεριόριστη, εργασία που δεν θα τούς αφήνει στιγμή ανάπαυσης. Στο μέλλον η μηχανή θα χρειαστεί ν’ απελευθερωθεί και να φορτώσει τη δουλειά της σ’ ένα άλλο πλάσμα, ν’ απαλλαγεί από το βάρος της σοσιαλιστικής κοινωνίας και να εξασφαλίσει κι αυτή το δικαίωμα στην «τεμπελιά».

46


2.4 Το παράδειγμα των Καταστασιακών

2.4.3

Η Καταστασιακή Διεθνής ή Σιτουασιονιστική Διεθνής (γαλλικά: Internationale situationniste) ήταν επαναστατική οργάνωση που συγκροτήθηκε στον ευρωπαϊκό χώρο στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950. Η ιδεολογία της βασιζόταν στην ταξική αντίληψη της κοινωνικής συγκρότησης και στη δικτατορία των εμπορευμάτων πάνω στην πραγματική ζωή των ανθρώπων, αντλούσε από τις ιδέες του μαρξισμού και του συμβουλιακού κομμουνισμού, αλλά και τις επαναστατικές διαστάσεις των πρωτοποριακών καλλιτεχνικών κινημάτων του 20ού αιώνα, όπως ο ντανταϊσμός, ο σουρεαλισμός και ο λετρισμός. Συστάθηκε από θεωρητικούς καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, πολιτικούς και άλλους. Η δράση τους επηρέασε την πολιτική γραμμή της άκρας Αριστεράς και των αναρχικών καθώς και τα γεγονότα που ξέσπασαν τον Μάιο του 68 στην Γαλλία.

[εικ.28] Σύνθημα σε τοίχο του Παρισιού: soyez realistes, demandez l’ impossible (να είστε ρεαλιστές, ζητήστε το αδύνατο) , 1968

Η καταστασιακή θεωρία επιχειρεί να επικρίνει τις νέες μορφές αλλοτρίωσης που απορρέουν από τη νεωτερικότητα της αγοράς. «Η κατανόηση αυτού του κόσμου μπορεί να βασιστεί μόνο στην αμφισβήτηση.

47


2.4 Και αυτή η αμφισβήτηση είναι αληθινή και ρεαλιστική, μόνο ως ολική αμφισβήτηση», λέει η SI το 1962. Η κριτική του νεωτερισμού φέρνει στο προσκήνιο τα «θερμά ρεύματα» του μαρξισμού στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας. Η κοινωνία του θεάματος ως εμπόρευμα, προσθέτει την ιδεολογική αποξένωση στην οικονομική αποξένωση. «Η λογική του εμπορεύματος που επικρατεί στο σύνολο της κοινωνίας έχει κάνει τους ανθρώπους να βιώνουν την εκμετάλλευση στην εργασία τους, να υποστασιοποιούνται στην καθημερινή τους ζωή έτσι ώστε να έχουν χάσει κάθε δυνατότητα και κάθε έλεγχο στην ίδια τους την ζωή», εξηγεί ο Pascal Dumontier συνοψίζοντας την κριτική της αποξένωσης.

[εικ.29] Σύνθημα σε τοίχο του Παρισιού: consommez plus, vous vivrez moins (καταναλώστε περισσότερο, θα ζήσετε λιγότερο) , 1968

Η γραφειοκρατία και τα έθνη επιβάλλουν έναν τύπο εργασίας, αναψυχής και καταναλωτισμού, οργανώνουν τον χώρο με την πολεοδομία και τον χρόνο εξαιτίας του διαχωρισμού ανάμεσα σε χρόνο εργασίας και «ελεύθερο χρόνο». Ο Raoul Vaneigem περιγράφει έναν «κόσμο στον οποίο η εγγύηση του να μην πεθάνει κανείς από πείνα ανταλλάσσεται με τον κίνδυνο του να πεθάνει κανείς από βαρεμάρα. Εργασία, κατανάλωση, αναψυχή, κουλτούρα, χώρος διαβίωσης: η αποξένωση αποικίζει όλες τις πτυχές της ζωής. Οι θεωρητικοί της Καταστασιακής Διεθνούς θεωρούσαν πως το επικρατέστερο πρότυπο εργασίας στην κοινωνία του προχωρημένου καπιταλισμού είναι όλο και πιο παράλογο. Καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται και το έργο γίνεται εκθετικά πιο αποτελεσματικό, η ίδια η εργασία γίνεται εκθετικά πιο ασήμαντη. Η επίδραση του θεάματος στην κοινωνία, είναι ο πυρήνας της δημιουργίας της αλλοτρίωσης.

48


2.4

[εικ.30] Σύνθημα σε τοίχο του Παρισιού: ne travaillez jamais (μην δουλεύτε ποτέ) , 1968

Η έννοια του θεάματος εξηγεί την παθητικότητα των ανθρώπων μέσω της ανάπτυξης της βιομηχανίας της ψυχαγωγίας και της επικοινωνίας, οι οποίες ενισχύουν την ένταξη της εργατικής τάξης στην νεωτερικότητα του εμπορεύματος. Οι καταστασιακοί επομένως παρατήρησαν ότι ο εργαζόμενος του προχωρημένου καπιταλισμού εξακολουθεί να λειτουργεί μόνο με στόχο την επιβίωση. Σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογική αποδοτικότητα έχει αυξήσει την παραγωγή εκθετικά, οι εργαζόμενοι εξακολουθούν να αφιερώνουν όλη τη ζωή τους στην επιβίωση, μέσω της παραγωγής. Ο σκοπός για τον οποίο ο προχωρημένος καπιταλισμός είναι οργανωμένος με αυτόν τον τρόπο, δεν είναι η πολυτέλεια, η ευτυχία ή η ελευθερία, αλλά η παραγωγή. Η παραγωγή των εμπορευμάτων όμως , λόγω της συνεχώς αυξανόμενης [εικ.31] Σύνθημα σε τοίχο του Παρισιού: a franchement αυτοματοποίησης είναι ένας τερματισμός parlez le travail ne nous interesse pas (ειληκρινά μιλώντας, η δουλειά δεν μας ενδιαφέρει) , 1968 του ίδιου του καπιταλισμού, και της παραγωγής ως μέσω επιβίωσης.

49


2.4 Το παράδειγμα του Gaston

2.4.4

Ο Gaston Lagaffe είναι ήρωας κόμικ και κινουμένων σχεδίων που δημιουργήθηκε το 1957 από τον Βέλγο καρτουνίστα André Franquin. Όλες οι ιστορίες διαδραματίζονται στο γραφείο όπου εργάζεται ο Gaston, με τους υπόλοιπους χαρακτήρες να είναι οι συνεργάτες του, το αφεντικό του, ενώ συμπεριλαμβάνονται φίλοι του, και τα κατοικίδια του, μία γάτα και ένας γλάρος. Ο Gaston, ένας χαρούμενος νέος, κάνει τα πάντα για να μην δουλέψει, εφευρίσκει συνεχώς μηχανές που [εικ.32] του επιτρέπουν χρησιμοποιεί την λιγότερο δυνατή προσπάθεια και αποτελεί συχνά μπελά, σε όποιον προσπαθεί να τα βάλει με την τεμπελιά του. Στις ιστορίες του, τα πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα είναι άμεσα, και σχολιάζουν την μάστιγα της υπερεργασίας, σατιρίζουν την εξουσία και την παραγωγή, αλλά αναφέρονται και σε θέματα όπως η μόλυνση του νερού, η αποψίλωση των δασών, το κυνήγι ζώων και άλλα.

[εικ.33]

50


2.4

51


2.5 ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΩΝ

52


2.5 ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΩΝ

53


2.5 ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΩΝ

54


2.5 ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΩΝ

55


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μέσα από αυτή την έρευνα μπορώ να πω πως περισσότερα νέα ερωτήματα προέκυψαν σε σχέση με αυτά που αρχικά σχηματίστηκαν και απαντήθηκαν, καθώς μελετώντας το θέμα εις βάθος ανακαλύπτονταν συνεχώς καινούριες πτυχές του που διεύρυναν τις γνώσεις και πολλαπλασίασαν τις αμφιβολίες. Θα ήθελα πολύ να καταλήξω στο γεγονός ότι όλη η ανθρωπότητα θα έπρεπε να απαλλαχτεί από την μάστιγα της εργασίας νοούμενη όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, αλλά παρόλη την συνεχώς αυξανόμενη αυτοματοποίηση της παραγωγής, κάτι τέτοιο φαντάζει προς το παρόν αδύνατο λόγω της απαράλλαχτης δομής της σκέψης του σύγχρονου ανθρώπου και των σύγχρονων ιδεωδών. Αυτό που μπορούμε να διακρίνουμε σίγουρα είναι ότι ακόμα και μέσα σε μία τόσο γαλουχημένη κοινωνία που δεν αφήνει περιθώρια για διερώτηση, η ανθρώπινη ψυχή έχει μία ακατανίκητη ροπή προς την τεμπελιά, το άεργο, την απραξία. Ακόμα και γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω δεν μπορούμε να δαιμονοποιήσουμε την εργασία αυτή καθ αυτή, καθώς αναπτύσσει τις ικανότητες του ανθρώπου και μέσα από αυτή εξελίσσεται και οικοδομείται η ίδια η κοινωνία. Αυτό όμως που προκύπτει από την επικείμενη πορεία της σκέψης είναι το γεγονός ότι η ανθρωπότητα έχει ανάγκη την απραξία, την σκέψη, την παρατήρηση και την σιωπή. Για την επίτευξη όμως ενός τέτοιου στόχου φοβάμαι ότι θα πρέπει πρώτα να «εργαστούμε» πολύ σκληρά!

56


Μια μέρα, ήταν άνοιξη, χαρά Θεού, τα παράθυρα ήταν ανοιχτά κι έμπαινε η μυρωδιά από μιαν ανθισμένη μανταρινιά στο αντικρινό σπίτι. Το μυαλό μας είχε γίνει κι αυτό ανθισμένη μανταρινιά και δεν μπορούσαμε πια ν’ ακούμε για οξείες και περισπωμένες. Κι ίσια ίσια ένα πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού και κελαηδούσε. Τότε πια ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, που ’χε έρθει εφέτο από το χωριό, Νικολιό τον έλεγαν, δε βάσταξε, σήκωσε το δάχτυλο: -Σώπα, δάσκαλε, φώναξε. Σώπα, δάσκαλε, ν’ ακούσουμε το πουλί! Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο

57


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Δ. Κουτσογιάννης, 1998, Λεξικό Τριανταφυλλίδη- Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, «http://www.greek-language.gr/ greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CE%B5% CF%81%CE%B3%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1&dq=» , ημ. πρόσβασης 10/08/19 1

Στο ίδιο, «http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/ lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CE%B4%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%AC&dq=» , ημ. πρόσβασης 10/08/19

2

Στο ίδιο, «http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/ lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CE%B4%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B5%CE%AF%CE%B1&dq=» , ημ. πρόσβασης 11/08/19

3

4 5 6 7 8 9

CC CC CC CC CC CC

BY-SA BY-SA BY-SA BY-SA BY-SA BY-SA

license, license, license, license, license, license,

«https://etymologeek.com/lat/laboro» «https://etymologeek.com/lat/tripalium» «https://etymologeek.com/fra/travailler» «https://etymologeek.com/deu/Arbeit» «https://etymologeek.com/eng/orphan» «https://etymologeek.com/eng/work/35217891»

Χάννα Άρεντ, Η ανθρώπινη κατάσταση - vita activa, εκδόσεις ΓΝΩΣΗ, Ιανουάριος 2009, σελ 19

10

11

Στο ίδιο, σελ 19

12

Χ. Άρεντ, όπ.αν., σελ 118 (Ησίοδος, Έργα και Ημέραι 20-26)

Vicki Robin-Joe Dominguez, YOUR MONEY OR YOUR LIFE, 2018, «https:// bigthink.com/big-think-books/vicki-robin-joe-dominguez-your-money-or-your-life»

13

14

Στο ίδιο

15

Στο ίδιο

16

Στο ίδιο

58


Trenkle Norbert, Jappe Anselm, ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ, Εκδόσεις των ξένων, Ιούνιος 2010, σελ 14 17

18

Στο ίδιο, σελ 58

19

Στο ίδιο, σελ 56

Kazimir Malevich, Η ΤΕΜΠΕΛΙΑ, ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, Εκδόσεις ΝΗΣΙΔΕΣ, Ιούλιος 1997, σελ 12

20

21

Στο ίδιο, σελ 11

22

Walter Benjamin, O ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜOΣ ΩΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ, 1921, σελ 1

23

Στο ίδιο, σελ 1

24

Στο ίδιο, σελ 3

Giorgio Agamben, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΙΑ, Εκδόσεις ΕΡΜΑ, Νοέμβριος 2018, σελ 102 25

26

G. Agamben, όπ.αν., σελ 43

27

G. Agamben, όπ.αν., σελ 31

28

Στο ίδιο, σελ 32

29

Στο ίδιο, σελ 38

30

G. Agamben, όπ.αν., σελ 44

31

Slavoj Žižek: Don’t Act. Just Think., 2012 «https://www.youtube.com/watch?v=I-

gR6uaVqWsQ»

Lars Svendsen, Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΕΜΑΡΑΣ, Εκδόσεις ΣΑΒΒΑΛΑΣ, Ιανουάριος 2006, σελ 41

32

33

Στο ίδιο, σελ 43

34

Στο ίδιο, σελ 50

59


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Giorgio Agamben, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΙΑ, Εκδόσεις ΕΡΜΑ, Νοέμβριος 2018

Paul Lafargue, ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΤΕΜΠΕΛΙΑ, Εκδόσεις ΝΗΣΙΔΕΣ, Δεκέμβριος 1985

• Kazimir Malevich, Η ΤΕΜΠΕΛΙΑ, ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, Εκδόσεις ΝΗΣΙΔΕΣ, Ιούλιος 1997 •

Trenkle Norbert, Jappe Anselm, ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ, Εκδόσεις των ξένων, Ιούνιος 2010

Hannah Arendt, ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ - VITA ACTIVA, Εκδόσεις ΓΝΩΣΗ, Ιανουάριος 2009

Lars Svendsen, Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΕΜΑΡΑΣ, Εκδόσεις ΣΑΒΒΑΛΑΣ, Ιανουάριος 2006

Sven Ortoli, GASTON, UN PHILOSOPHE AU TRAVAIL, Εκδόσεις PHILOSOPHIE, MAGAZINE EDITEUR, Οκτώβριος 2018

60


ΜΕΛΕΤΕΣ - ΑΡΘΡΑ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ [ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ]

Walter Benjamin, O ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜOΣ ΩΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ, 1921

Bertrand Russel, ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΑΕΡΓΙΑ, 1932

https://eclass.uoa.gr/modules/document/file.php/PSPA155/AKSIOLOGIKA%20 183-186.pdf

https://www.techiechan.com/?p=2728

Chroniques Critiques, Les situationnistes dans la lutte des classes, 2012

Λαγωνικάκης Φραγκίσκος, ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ, 2014

Vicki Robin-Joe Dominguez, YOUR MONEY OR YOUR LIFE, 2018

http://www.zones-subversives.com/article-les-situationnistes-dans-la-lutte-des- classes-104590960.html https://poexania.wordpress.com/2014/03/12/%CE%B1%CE%BB%CE%B B%CE%BF%CF%84%CF%81%CE%AF%CF%89%CF%83%CE%B7- %CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE %B1%CF%83%CE%AF%CE%B1/#_ftn9 https://bigthink.com/big-think-books/vicki-robin-joe-dominguez-your-money-or- your-life

Slavoj Žižek: Don’t Act. Just Think. , 2012

https://www.youtube.com/watch?v=IgR6uaVqWsQ

https://www.youtube.com/watch?v=MtPghWHAQfs

Slavoj Žižek: We Need Thinking , 2012

61


ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

[εικ.1] https://gr.pinterest.com/pin/633387422853936/?lp=true

[εικ.2] https://www.pinterest.at/pin/637822365954850865/

• [εικ.3] http://nymag.com/intelligencer/2014/03/obama-ta-nehisi-coates-poverty- and-culture.html •

[εικ.4] http://sminefa.blogspot.com/2010/09/perierga-pragmata.html

[εικ.5] https://denemeuur.wordpress.com/2014/04/09/arbeit-macht-frei/

• [εικ.6] https://www.quora.com/How-do-you-feel-when-you-know-that-the-Fren ch-word-for-work-travail-is-coming-from-the-Latin-word-Tripalium-which-is-a- torture-instrument-to-which-the-animals-were-attached-to-shoe-them-or-slaves- to-punish-them •

[εικ.7] https://mcdaniel.hu/the-working-poor-what-it-takes-to-stay-afloat/

[εικ.8] https://4news.gr//οι-πιο-ιστορικές-γενικές-απεργίες/

• [εικ.9] http://links.org.au/new-deal-can-teach-us-about-winning-green-new-deal- summing-up-the-experience •

[εικ.10] https://www.archdaily.com/415879/skype-hq-design-blitz

• [εικ.11] https://www.officelovin.com/2019/06/07/a-tour-of-indeeds-biophilic-to kyo-office/ • [εικ.12] https://www.dreamstime.com/stock-illustration-man-businessman-sleep ing-job-pop-art-retro-style-hard-work-later-meeting-work-image68975439 •

[εικ.13] https://daskapital.espivblogs.net/?p=861

[εικ.14] https://www.pinterest.pt/amp/pin/354588170646005755/

[εικ.15] https://www.markethub.ie/2017/04/17/waste-is-100-profit/

62


ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

• [εικ.16] https://www.naftemporiki.gr/story/1484199/ohe-i-atmosfairiki-rupansi-af airei-7-ekatommuria-zoes-etisios • [εικ.17] https://www.carmagazine.co.uk/features/car-culture/two-born-every-min ute-inside-nissans-sunderland-factory-car-february-2016/ •

[εικ.18] https://geekireland.com/robots-took-our-jobs/

[εικ.19] https://www.statista.com/chart/11857/the-global-pyramid-of-wealth/

• [εικ.20] https://www.economicpolicyjournal.com/2018/08/this-week-in-economic- history-nixon.html • [εικ.21] https://agnostic.com/discussion/3170/capitalism-is-a-reli gion-banks-are-churches-bankers-are-priests-wealth-is-heaven-poverty-is-hel • [εικ.22] https://emilysquotes.com/capitalism-is-religion-banks-are-churches- bankers-are-priests-wealth-is-heaven-poverty-is-hell-rich-people-are-saints-poor- people-are-sinners-commodities-are-blessings-money-is-god/ •

[εικ.23] https://www.artsy.net/artwork/claude-monet-banks-of-the-seine-vetheuil

[εικ.24] https://www.artsy.net/artwork/andrew-wyeth-the-berry-picker-1

• [εικ.25] https://www.wikiart.org/en/balthus/th%C3%A9r%C3%A8se-dream ing-1938 •

[εικ.26] https://www.andrebreton.fr/fr/work/56600100939921

[εικ.27] https://www.widewalls.ch/artist/kazimir-malevich/

• [εικ.28,29,30,31] http://www.formes-vives.org/histoire/?post/mai-68-situ • [εικ.32] https://henrikaufman.typepad.com/eclectihklog/2012/12/gas ton-lagaffe-est-il-un-procrastinateur-.html •

[εικ.33] http://www.gastonlagaffe.com/?page=20071203

63


Βόλος 2020 Πανεπιστήμιο Θεσσαλιας Τμημα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών

64


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.