Αρχές του προυπολογισμού στο εθνικό σύστημα και στο κοινοτικό σύστημα Αρχές προϋπολογισμού στο εθνικό σύστημα: 1)Αρχή της δημοσιότητας του προϋπολογισμού Η φάση της κατάρτισης, ψήφισης και έγκρισης του προϋπολογισμού πρέπει να τελεί υπο το φώς της δημοσιότητας 2)Αρχή της ενότητας του προϋπολογισμού Η αρχή αυτή ελέγχεται απο το κοινοβούλιο. Μας ζητάει όλα τα έσοδα και τα έξοδα του κράτους να αναγράφονται σε ένα ενιαίο προϋπολογισμό. Η κατάστρωση του δημόσιου πλούτου πρέπει να διέπεται από αυτή την αρχή, δηλαδή να μην γίνονται διαφορετικοί προϋπολογισμοί για το καθένα. Πρέπει να καταλήγει σε σύνολο εσόδων και σύνολο εξόδων. Αυτό βγάζει καλύτερα συμπεράσματα, έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα. Αν η οικονομική κατάσταση ήταν χειρότερη τότε ο υπουργός οικονομίας μπορεί να βγάλει έναν έκτακτο προϋπολογισμό. Το ίδιο μπορεί να γίνει και σε περίπτωση: 1)πολέμου 2)προϋπολογισμου δημοσίων επενδύσεων (επειδή κάποια έργα ξεπερνούν το 1ο έτος ξεχωρίζουμε τα έσοδα και τα έξοδά τους) Επίσης υπάρχουν : α)ο προϋπολογισμός των ειδικών ταμείων, β) το ταμείο του εθνικού στόλου και γ) το ταμείο άπορων κορασίδων. Πρέπει σ' αυτό το σημείο να τονίσουμε πως η αρχή της δημοσιότητας και η αρχή της ενότητας ειναι περισσότερο οργανωτικές αρχές. 3)Αρχή της καθολικότητας του προϋπολογισμού Τα έσοδα πρέπει να αναγράφονται, να εμφανίζονται μεταξύ των εσόδων, και τα έξοδα πρέπει να εμφανίζονται μεταξύ των εξόδων. Δηλαδή απαγορεύεται ο συμψηφισμός των εσόδων και των εξόδων . Αρχή της καθολικότητας είναι μια λιγότερο οργανωτική αρχή. Περιλαμβάνει το σύστημα του καθαρού και ακαθάριστου προϋπολογισμού στον οποίο βγάζουμε σαφέστερα συμπεράσματα, έχουμε στις πραγματικές τους διαστάσεις τα έσοδα και τα έξοδα. α) αρχή του μη ειδικού προορισμού των εσόδων απαγορεύεται ένα έσοδο να προορίζεται εξ'αρχής για την ικανοποίηση μιας δαπάνης. Δηλαδή δεν υπάρχει σύνδεση ενός εσόδου με ένα έξοδο, υπάρχει η τάση να εξαντλεί την ανάγκη για εκείνο το έξοδο.
4)Αρχή της ειδίκευσης του προϋπολογισμου Συνδέεται με την αρχή της ειδικότητας. Όλα τα έσοδα- έξοδα του κράτους πρέπει να εξειδικε΄θονται μέχρι ενός βαθμού. Αρθρ. 5 : πρέπει να γράφονται και να ταξινομούνται τα έσοδα και τα έξοδα στον προϋπολογισμό κατα είδος, κατα ομάδες και κατα κατηγορίες ανάλογα με τη φύση και την αιτία τους. Έχει φτιάξει μιά ανάλυση με την ονοματολογία των εσόδων και των εξόδων, όπου κάθε φορέας την ακολουθεί. Η ανάλυση αυτή είναι ενιαία. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα γίνεται αναθεώριση αναγκών για λόγους επικαιρότητας. Η ανάλυση αυτή πρέπει να γίνεται μέχρι εκείνον τον βαθμό όπου δεν στερεί την δυνατότητα ευελιξίας του φορέα. 5)Αρχή της ειδικότητας των πιστώσεων Είναι ίσως η πιο σημαντική αρχή και στην ουσία είναι η ορθή δημοσιογραφική διαχείρηση κατα τον νομοθέτη. Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση των δαπανών του φορέα για τον οποίο έχουν προβλευθεί.Πίστωση είναι το ποσό που αναγράφεται στον προϋπολογισμό για την πληρωμή συγκεκριμένης δαπάνης και η οποία πίστωση προσδιορίζεται απο τον κωδικό αριθμό και απο την ονομασία. Αφορά μόνο τις πιστώσεις και όχι τα έσοδα του προϋπολογισμού. Δεσμεύει τον αρμόδιο υπουργό ννα δαπανίσει τα χρή,ατα στις δαπάνες που αναγράφονται. Αν δεν δαπανηθούν όλα στο δημόσιο ταμείο. Έτσι επιταγχύνεται η ορθή δημόσια διαχείρηση κατα τον νομοθέτη. Εξαίρεση: μόνο για σθγκεκριμένους λόγους γίνεται να δαπανηθούν αλλού τα χρήματα. Αόριστες έννοιες: που δίνουν εξαιρέσεις απο τον κανόνα σε περιπτωσης ανωτέρας βίας , σε εξαιρετικά επίγουσες περιπτώσεις και σε απρόβλεπτα γεγονότα. Όποιος το κάνει θα πρέπει να αιτιολογίσει - αποδείξει ότι πράγματι συντρέχει αυτή η αόριστη έννοια. 6) Αρχή της ακρίβειας του προϋπολογισμού Αρχή της ακρίβειας του προϋπολογισμού: Όπου τα εικονιζόμενα στον προϋπολογισμό μεγέθη να είναι όσο το δυνατό ακριβέστερα, δηλαδή πιο κοντά στην πραγματικότητα. Η πραγματικότητα δεν είναι τώρα αλλά μέσα στο τρέχον οικονομικό έτος. Να μην υπάρχει μεγάλη απόκλιση μεταξύ των προβλεφθέντων απο τα πραγματικά έσοδα - έξοδα.
Αρχές του προϋπολογισμού στο κοινοτκό σύστημα α)Αρχή της ενότητας και της αυθεντικότητας Όλα τα έσοδα και τα έξοδα της κοινότητας ή του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου πρέπει να προβλέπονται και να αναγράφονται στον προϋπολογισμό. Ζητήται η έμφαση όλων των εξόδων σε ένα ενιαίο προϋπολογισμό. Στόχος δεν είναι μόνο η σαφής εμφάνιση αλλά και η ισορρόπιση των μεγεθών (ισοσκέλιση) και με την έννοια της ιεράρχισης και με την έννοια της ισοσκέλισης. Η αυθεντικότητα εκτός της έννοιας του πραγματικού προϋπολογισμού θέλει να δώσει και την έννοια της ακρίβειας του προϋπολογισμού. Έχει σκοπό να ενώσει τα δυο αποτελέσματα ώστε να είναι αποτελεσματικός ο προϋπολογισμός. Η νομιμοποιητική λειτουργεία (δικαιοδοτική ) των δαπανών στηρίζεται στο αρθρο 5 όπου λέει ότι: 1) Κανένα έσοδο και καμία δαπάνη δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εαν δεν αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη γραμμή του κοινοτικού προϋπολογισμού. 2) Καμία δαπάνη δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανάληψης περα των συγκεκριμένων πιστώσεων. 3)Καμία πίστωση δεν μπορεί να εγγραφεί στον προϋπολογισμό εαν δεν αντιστοιχεί σε δαπάνη που εκτιμάται ως αναγκαία. 4) Στην πρώτη φάση λειτουργείας των ευρωπαϊκών κοινοτίτων επιτρεπόταν σύνταξη μέχρι και προϋπολογισμού. Μετά το '70 έγινε ένας ενιαίος προϋπολογισμός. Υπάρχουν και και εξαιρέσεις για ότι δεν εντάσσεται στον ευρωπαϊκό κοινοτικό προϋπολογισμό, τετοιες είναι : α) ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός του ΕΚΑΧ β) οι δαπάνες του ευρωπαϊκού ταμείου Ανάπτυξης που έχει αναλάβει την χρηματοδότηση δράσεων σε χώρες του τρίτου κόσμου. γ) οι δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις δ) οι χρηματοδοτικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. β)Αρχή της καθολικότητας Στο κοινοτικό σύστημα εκφράζεται με δυο τρόπους - κανόνες: 1) ο κανόνας της μη διάθεσης :όπου δεν επιτρέπεται ένα ειδικό έσοδο να καλύχει μια ειδική δαπάνη (το ίδιο με την αρχή του μη ειδικού προορισμού των εσόδων) 2) ο κανόνας του μη συμψιφησμού : όπου πρέπει να υπάρχει η απουσία της εκκαθάρισης μεταξύ εσόδων - εξόδων του προϋπολογισμού. Αυτή η αρχή δεν ακουμπάει πουθενά πάνω στα ιδρυτικά κείμενα αλλά μόνο στον δημοσιονομικό κανονισμό που λέει ότι τα έσοδα - έξοδα εγγράφονται στον προϋπολογισμό χωρις συμψηφισμό μεταξύ τους. Επίσης αυτή η αρχή συμπληρώνει την αρχή της ενότητας, θεσπίζονται
και σ'αυτή την αρχή εξαιρέσεις απο την μη διάθεση και τον μη συμψηφισμό. Επιτρέπεται να συνδέεται ένα έξοδο με ένα έσοδο σε περιπτώσεις όπου : α) τα χρήματα προέρχονται από χρηματοδοτικές εισφορές των κρατώνμελών για να χρηματοδοτηθούν ορισμένα ερευνητικά προγράμματα β)οι συμμετοχές τρίτων χωρών ή διαφόρων οργανισμών σε δραστηριότητες των κοινοτήτων γ)των εισπράξεων και αποζημιώσεων απο ασφαλίσεις δ)των εσόδων που προέρχονται απο την πώληση δημοσιευμάτων και ταινιών ε) των εσόδων που προέρχονται απο αποζημιώσεις μισθωτηρίων συμβάσεων στ) των εσόδων που προέχονται απο επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών (αυτά είναι τα πιο σημαντικά ) γ)Αρχή της ετήσιας βάσης χαρακτηρίζει τον ενιαίο χαρακτήρα του προϋπολογισμού, ότι έχει ετήσια ισχύ αυτός ο προϋπολογισμός. μας χρειάζεται για λόγους ωομιμοποιητικούς και για λόγους ελεκτικούς. Κάθε χρόνο πρέπει να ζητήται έγκριση από την βουλή, γιατί μπορεί να θέλουμε διαφορετικά πράγματα κάθε χρόνο. Αν δεν έχει την συγκατάθεση του κοινοβουλίου κάθε χρόνο τότε δεν είναι νόμιμες οι ενέργειες που γίνονται. Στο εθνικό σύστημα όταν δεν προλάβουν να ακτελέσουν τον προϋπολογισμό μέσα σε ένα οικονομικό έτος τότε χρησιμοποιούν δύο συστήματα α) σύστημα της διαχείρησης β) σύστημα της χρήσης Στο επίπεδο της Ε.Ε. εκτός απο τις δαπάνες που αφορούν την υλοποίηση των πολιτικών της Ε.Ε. υπάρχουν καιπολυετής δαπάνες που ξεπερνούν το ένα οικονομικό έτος. Το κοιντικό σύστημα τ΄ις αντιμετωπίζει δημιουργόντας δυο κατηγορίες: 1) διαχωριζόμενες πιστώσεις: είναι οι πιστώσεις όπου η πληρωμή μπορεί να συμβεί το επόμενο , ή το μεθεπόμενο , ή το ακόμα πιο επόμενο έτος. 2)μη διαχωριζόμενες πιστώσεις: Η αναληψή τους από τον διατάκτη επιτυγχάνεται μέσα στο ίδιο οικονομικό έτος , το πολύ στο επόμενο. Οι δαπάνες γίνονται μέσα στον ίδιο χρόνο που το αρμόδιο όργανο αποφάσισε να γίνουν οι πιστώσεις. δ)Αρχή της ισοσκέλισης Είναι μια αρχή που αντιμετωπίζεται απο το δέον. Το σύνολο των δημοσίων δαπανών δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο από το σύνολο των δημοσίων εσόδων. Στο εθνικό σύστημα στην πράξη μπορεί να αντιμετωπιστεί με δανισμό. Στο κοινοτικό σύστημα (Ε.Ε.) αλλάζει
τελείως, γιατί μιλάμε για δημοσιονομική αυτονομία. Σημαίνει ότι η Ε.Ε. μπορεί να φοδέψει μόνο όσα έχει, δεν μπορεί παραπάνω. Το μόνο που απομένει είναι οι μεταφορές κεφαλαίων, όπου απαγορεύεται στο εθνικό δημοσιονομικό σύστημα επειδή κρύβει το ενδεχόμενο της διαφθοράς, της κοινής χρήσης. Στο κοινοτικό σύστημα οπου τα χρήματα είναι περιορισμένα μπορούμε να τα μεταφέρουμε αφού πρώτα περάσει : 1) απο το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο 2) απο την επιτροπή που το πρότυνε 3) απο το ευρωπαϊκό ελεκτικό συνέδριο στην πράξη αυτή την ισοσκέλιση πάλι χρησιμοποιώ . Το να μην έχω προλάβει δεν σημαίνει διαχωριζόμενη πίστωση, τότε η αρχή αυτή χρησιμοποιεί το σύστημα της διαχείρισης. ε)Αρχή της ειδίκευσης του προϋπολογισμού και η αρχή της ειδικότητας των πιστώσεων Η αρχή αυτή αποτελεί το σύνολο δυο αρχών. την αρχή της ειδίκευσης και την αρχή της ειδικότητας. ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ πρέπει να εξειδικεύονται τα κονδύλια των εσόδων και εξόδων του κράτους. Πρέπει να αναλύονται τα έσοδα και τα έξοδα μέχρι ενός βαθμού κατά κατηγορίες , κατα είδος, κατα φύση. Δεν πρέπει να περιορίζεται η ευεληξία των δημοσίων οργάνων. ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ οι πιστώσεις είναι ειδικές (όχι εξειδικευμένες ) δηλαδή κάθε λόγος που αναγράφεται σαν αιτία στον προϋπολογισμό είναι δεσμευτικός . Διαφορές των παραπάνω αρχών είναι: α) Η ειδίκευση αφορά έσοδα - έξοδα ενώ η ειδικότητα μόνο δαπάνες β) Η ειδίκευση είναι εκειδικευμένη και αφήνει ευεληξία ενω η ειδικότητα είναι δεσμευτική Στο επίπεδο του κοινοτικού προϋπολογισμού ο κοινοτικός νομοθέτης ενω χρησιμοποιεί την αρχή της ειδίκευσης του προϋπολογισμού έχει στο μυαλό του την αρχή της αιδικότητας και επειδή δεν πιστεύει ότι μπορεί ο λόγος όπου είναι ψηφισμένη αυτή η δαπάνη δεν μπορεί να αλλάξει. Πιστεύει ότι όσο πιο πολύ τις εξειδικεύσει σημαίνει και δέσμευση αυτού που τα ξοδεύει. Αρα κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι υπάρχει μια σύγχηση μεταξύ αυτών των δυο αρχών. Υ πάρχει ένα σύστημα όπου μεταφέρει τις δαπάνες από τον ένα σκοπό στον άλλο. Το οποίο γίνεται στο ίδιο οικονομικό έτος.
στ)Αρχή της χρήσης δημοσιονομικής διαχείρησης Υπάρχει μόνο σαν κουβέντα αυτή η αρχή στα εθνικά συστήματα. Αφορά το δέον και σημαίνει ότι δεν πρέπει να σπαταλάμε το δημόσιο χρήμα, να μην γίνεται κακή χρήση, να υπάρχει καλή συμπεριφορά από τα αρμόδια όργανα. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που να την συγκαταλέγει μέσα στις αρχές του εθνικού συστήματος. Στο επίπεδο του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού δικαίου η αρχή αυτή δεν είναι καθόλου αόριστη. Είναι μετρίσημη και ελέξιμη. Δεν εφαρμόζεται μόνο στην κατάρτιση του προϋπολογισμού εφαρμόζεται και στην εκτάλεση του προϋπολογισμού όταν ξοδεύεται χρήμα στα κράτη -μέλη. Επιδρά στο εθνικό δίκαιο ακόμα και αν δεν συγκαταλέγεται μέσα τους. Αυτή η αρχή σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό της Ε.Ε. εφαρμόζεται στην εκτέλεση του κοινοτικού προϋπολογισμού. Σημαίνει πως οι πιστώσεις του κοινοτικού προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την : 1) αρχή της οικονομίας 2) αρχή της αποδοτικότητας 3)αρχή της αποτελεσματικότητας Αν δεν συμφωνει με αυτές τις 3 αρχές τότε είναι παράνομη μια δαπάνη. Η σπανιότητα του δημόσιου χρήματος καθιστά τους ελεκτικούς μηχανισμούς ιδιαίτερα αυστηρούς. Αρχή της οικονομίας: Σημαίνει ότι τα μέσα που χρησιμοποιούνται απο το όργανο για την υλοποίηση των δραστηριοτήτων του πρέπει να είναι έγκαιρα διαθέσιμα στην ενδεδιγμένη ποσότητα, ποιότητα και στην καλύτερη τιμή. Αρχή της αποδοτικότητας: Σημαίνει την καλύτερη σχέση ανάμεσα στα χρησιμοποιηθέντα μέσα και στα επιτευχθέντα αποτελέσματα. Αρχή της αποτελεσματικότητας: Αφορά την εκπλήρωση των στόχων που έχουν οριστεί με την επίτευξη των αποτελεσμάτων. Στην πράξη αυτή η αρχή εφαρμόζεται στο εθνικό σύστημα όταν αφορά το κοινοτικό χρήμα. Όταν αφορά το εθνικό χρήμα δεν ακολουθείται καθόλου.