Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΛΕΦΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
Επισκεφθείτε το site του βιβλίου:
www.thegoodthief.gr
Mπείτε στο www.mamaya.gr/newsletter ή σκανάρετε και είστε ένα «κλικ» από: • Τα βιβλία μας. • Την επικοινωνία με τους συγγραφείς μας. • Τα δώρα μας. • Τις εκδηλώσεις μας. • Τα νέα για τον χώρο του βιβλίου.
ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΛΕΦΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ Αστυνομικό μυθιστόρημα
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΑΝΙΑ
Κρις Γιούαν Ο οδηγός του καλού κλέφτη στο Παρίσι ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: The Good Thief’s Guide to Paris ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Χριστίνα Μανιά ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ – ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Μαρία Μπανούση ΣΥΝΘΕΣΗ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: Αντώνης Αγγελάκης ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ: Ελένη Μαυροειδή ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Εντύπωσις ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: © Shutterstock
Copyright © Long Barn Books Ltd., 2009 Copyright © για την ελληνική έκδοση Mamaya Μονοπρόσωπη Ι.Κ.Ε., 2015 Έτος 1ης έκδοσης: 2016 ISBN: 978-618-5224-02-8 Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Ελληνικού Νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής αδείας του εκδότη κατά οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, διανομή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση, παρουσίαση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρος του έργου.
Mamaya Μονοπρόσωπη Ι.Κ.Ε. Κόδρου 19, 152 32 Χαλάνδρι Τηλ.: +30 210 68 96 875 Fax: +30 210 68 96 877 www.mamaya.gr e-mail: info@mamaya.gr
Facebook: www.facebook.com/mamayabooks Twitter: www.twitter.com/mamayabooks
Pinterest: www.pinterest.com/mamayabooks Instagram: instagram.com/mamaya_books
Για την οικογένειά μου
K1L
Μ
Ε ΤΟ ΠΟΥ ΈΡΙΞΑ ΜΙΑ ΓΡΉΓΟΡΗ ΜΑΤΙΆ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙ-
κό του κτιρίου, γύρισα στον Μπρουνό και του είπα. «Πρώτη εντύπωση, φαίνεται απλό». Ειλικρινά, δεν κάνω πλάκα. Απλό. Αυτό του είπα και υποθέτω πως φαντάζεστε πως το πίστευα κιόλας. Τώρα που το ξανασκέφτομαι βέβαια, δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ τι είχα στο μυαλό μου εκείνη τη στιγμή. Θέλω να πω πως, αν ξεκινήσει κάποιος ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με αυτή την κουβέντα, είναι σχεδόν εγγυημένο πως όλα θα γίνουν πολύπλοκα. Και να που εγώ λοιπόν, ένας συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, ξεστομίζω αυτή την ατάκα. Αυτό που θα έπρεπε να κάνω αν ήθελα να ολοκληρώσω το σκηνικό θα ήταν να φορέσω κι ένα μπλουζάκι που να γράφει πάνω στο στήθος μου: «Η καταστροφή είναι εδώ». Ο καημένος ο Μπρουνό όμως δεν είχε ιδέα για όλα αυτά. «Τέλεια», μου απάντησε. Σήκωσα επιδεικτικά το δάχτυλό μου. «Η πρώτη εντύπωση όμως μπορεί να είναι παραπλανητική. Και δε θέλεις να σου συμβεί κάτι τέτοιο».
10
ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ
«Τότε τι κάνουμε;» «Ελέγχουμε τη δουλειά. Μαθαίνουμε περί τίνος πρό κειται». Ο Μπρουνό γνέφει καταφατικά ενώ τα χαρακτηριστικά του προδίδουν την απόλυτη συγκέντρωσή του. Είδα μία σπίθα ενθουσιασμού στα μάτια του, κάτι που μου θύμισε τον εαυτό μου στις πρώτες μου εξορμήσεις ως κλέφτης. Κατά τα άλλα όμως θα ήταν πολύ δύσκολο να μαντέψει κανείς ότι είχε εγκληματικές φιλοδοξίες. Φαινόταν ένας καθωσπρέπει νεαρός Γάλλος: κοντοκουρεμένα μαλλιά, αξύριστα γένια μερικών ημερών, τζιν παντελόνι, μπλουζάκι πόλο, φθαρμένα αθλητικά παπούτσια. «Είναι πολλά αυτά που μπορούμε να καταλάβουμε από εδώ που στεκόμαστε», συνέχισα. «Μπορώ, για παράδειγμα, να δω τα κουδούνια δίπλα στην πόρτα και μάλιστα μέτρησα έντεκα από αυτά». «Δώδεκα». «Έτσι λες;» «Το ένα είναι κρυμμένο κάτω κάτω, εκεί που το φως δεν είναι και τόσο καλό». «Μάλιστα», είπα και αναρωτήθηκα πόσο πολύ είχε επηρεάσει το ποτό την όρασή μου. Είναι σίγουρο πως ήμουν λίγο ζαλισμένος, αλλά δεν αισθανόμουν μεθυσμένος. «Ωραία, άρα δώδεκα διαμερίσματα. Και μετράω, πόσα, δύο σετ από φώτα στην πρόσοψη του κτιρίου, ε;» «Σωστά». «Κανονικά θα υπέθετα το ίδιο και για την πίσω πλευρά, που σημαίνει πως θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι τουλάχιστον τέσσερα διαμερίσματα έχουν κόσμο».
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΛΕΦΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
11
Ο Μπρουνό συνοφρυώθηκε. «Αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να έχουν βγει και να έχουν αφήσει τα φώτα αναμμένα». «Είναι πιθανό. Αλλά ας είμαστε προσεκτικοί. Και το σημαντικότερο, είπες ότι το διαμέρισμα είναι στον τρίτο όροφο, στο μπροστινό μέρος του κτιρίου κι εκεί δεν υπάρχουν φώτα. Εγώ τουλάχιστον δε βλέπω κάποιο φως». «Έχεις δίκιο, δεν έχει φώτα». Έδειξα προς το παράθυρο που μας αφορούσε. «Και οι κουρτίνες και τα παντζούρια δεν είναι κλειστά, οπότε, εκτός κι αν το άτομο που μένει εκεί έχει πέσει να κοιμηθεί από τις δέκα παρά τέταρτο το βράδυ χωρίς να τον ενοχλεί το φως που μπαίνει από τα φώτα του δρόμου, μπορούμε να υποθέσουμε πως ο χώρος είναι άδειος». «Θα μπορούσαμε να το μάθουμε», λέει ο Μπρουνό γυρίζοντας προς το μέρος μου. «Πώς;» «Χτυπώντας το κουδούνι». «Σωστά», είπα, «αλλά ξεχνάς τον νυχτερινό θυρωρό». Του έδειξα μέσα από τη γυάλινη διπλή πόρτα της εισόδου του κτιρίου έναν παχουλό, φαλακρό κύριο που καθόταν πίσω από έναν καλογυαλισμένο ξύλινο πάγκο. Ο άνδρας περιστρεφόταν πάνω σε ένα ψηλό σκαμνί καθώς κοιτούσε προς τα κάτω μία διπλωμένη εφημερίδα. Στο χέρι του είχε ένα στυλό, το πρόσωπό του είχε μία προβληματισμένη έκφραση κι ήμουν σχεδόν σίγουρος πως έλυνε κάποιο σταυρόλεξο. Όχι ότι είχε κάποια σημασία. Το μόνο που με ενδιέφερε εμένα προσωπικά ήταν το γεγονός πως βρισκόταν εκεί. «Για σκέψου το», είπα. «Αν πας εκεί και χτυπήσεις το κουδούνι και δεν απαντήσει κανείς και αμέσως μετά προσπαθήσεις να μπεις μέσα για να επισκεφτείς τον ιδιοκτήτη
12
ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ
του συγκεκριμένου διαμερίσματος, ο θυρωρός θα καταλάβει πως κάτι γίνεται». «Δεν το είχα σκεφτεί αυτό». «Για αυτό είμαι εγώ εδώ», είπα κι ακούμπησα το χέρι μου στον ώμο του. «Λοιπόν, μου είπες πως η μπροστινή πόρτα είναι πάντα κλειδωμένη. Νομίζω πως η κλειδαριά θα γυρίζει προς μια μεριά. Οι πιθανότητες να είναι παλιά είναι μεγάλες –ίσως να έχει την ίδια ηλικία με το κτίριο–, οπότε μπορεί να είναι σκουριασμένη και δύσκολη στο να ανοίξει ακόμη κι αν έχεις κλειδί. Από την άλλη, οι βελόνες μπορεί να έχουν φθαρεί τόσο πολύ από τα συνεχή μπες βγες κάθε ενοίκου, ώστε να μπορέσουμε να τις σηκώσουμε σε λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο. Είτε έτσι είτε αλλιώς, δε γίνεται να έχουμε τον θυρωρό να μας βλέπει, κυρίως όταν εσύ είσαι αρχάριος». Ο Μπρουνό με κοίταξε με μισόκλειστα μάτια, λες κι ήμουν μία απόμακρη φιγούρα στον μακρινό ορίζοντα. «Τι προτείνεις λοιπόν;» «Αντιπερισπασμό, για να τον απομακρύνουμε από το γραφείο του. Για βοήθα με να μαζέψουμε μερικά σκουπίδια». Όντως περιέργως δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρούμε σκουπίδια στο Μαραί. Όσο δημοφιλής κι αν είχε γίνει η περιοχή, γεμάτη με πανάκριβες μπουτίκ, μοναδικές γκαλερί και πολύ κομψά εστιατόρια, υπήρχαν αμέτρητες πλαστικές σακούλες σκουπιδιών εδώ κι εκεί. Μαζέψαμε ο καθένας μας από μία σακούλα από την αψιδωτή γαλαρία στην πλατεία Ντε Βοζ και μετά οδήγησα τον Μπρουνό πίσω στην οδό ντε Μπιράγκ. Έστρεψα το κεφάλι μου στο στενό δρομάκι που εκτεινόταν κατά μήκος στα πλάγια του κτιρίου που μας ενδιέ-
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΛΕΦΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
13
φερε. Εκεί υπήρχε ένας κάδος σκουπιδιών με ρόδες, που φαινόταν ότι ανήκε στο μανάβικο που βρισκόταν στα δεξιά και έμενε ανοιχτό μέχρι αργά τη νύχτα. «Για σένα», είπα δίνοντας στον Μπρουνό τη σακούλα με τα σκουπίδια και σκουπίζοντας μετά τα χέρια μου στο παντελόνι μου. «Τώρα ακολούθα με». «Μα ο θυρωρός… θα δει». «Όχι αν είμαστε γρήγοροι. Διαβάζει την εφημερίδα του, αν θυμάσαι καλά». Προτού προλάβει ο Μπρουνό να με αμφισβητήσει περισσότερο, πήρα φόρα και διέσχισα τον δρόμο, χαμογελώντας με τον παραλογισμό της πρότασής μου. Ούτε μία στο εκατομμύριο δε θα επιχειρούσα κάτι τέτοιο σε κάποια από τις δικές μου δουλειές. Στην πραγματικότητα ήθελα απλώς να του κάνω επίδειξη, να κάνω τον Μπρουνό να αισθανθεί ότι άξιζαν τα λεφτά που έδινε. Θέλω να πω ότι ο οποιοσδήποτε επαγγελματίας κλέφτης θα σας πει ότι η πιο απλή λύση σε κάποιο πρόβλημα είναι σχεδόν πάντα η καλύτερη και αν είχα μερικές μέρες μπροστά μου, τολμώ να πω πως θα έβρισκα καμιά ντουζίνα πιο εύκολους τρόπους για να ξεπεράσουμε το εμπόδιο του θυρωρού. Υπήρχαν μεγάλες πιθανότητες, αν ελέγχαμε το πίσω μέρος του κτιρίου, να βρίσκαμε μία είσοδο υπηρεσίας ή κάποια έξοδο κινδύνου, γεγονός που θα έκανε το όλο θέμα του θυρωρού ανύπαρκτο. Ίσως να υπήρχε η δυνατότητα να έχει κανείς πρόσβαση στο κτίριο μέσα από το μανάβικο ή από το ξενοδοχείο δύο αστέρων που βρισκόταν στην άλλη πλευρά του κτιρίου. Συνεπώς μπορεί ο Μπρουνό να φάνηκε ωραίος τύπος, αλλά θα πρέπει να ήταν λίγο περιορισμένης ευφυΐας για να τσιμπήσει με το κόλπο μου με τα σκουπίδια.
14
ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ
Προχώρησα στο μικρό στενάκι στο πλάι, σήκωσα το καπάκι του κάδου και κοίταξα μέσα. Ήταν άδειος, αν και βρόμαγε σάπια φρούτα. Τον σήκωσα από το έδαφος και τον κουβάλησα σε ένα σημείο δίπλα στην πλαϊνή είσοδο του κτιρίου. Η κομψά βαμμένη πόρτα είχε πάνω της μία πλαστικοποιημένη πινακίδα που έγραφε «Ταχυδρομείο». «Φαντάζομαι πως το πίσω μέρος αυτής της πόρτας βλέπει στο γραφείο του θυρωρού», είπα και ο Μπρουνό συγκατένευσε. «Λοιπόν, το σχέδιο έχει ως εξής: βάζουμε τα σκουπίδια μέσα στον κάδο και μετά ανάβουμε φωτιά, στη συνέχεια χτυπάμε την πόρτα και κατευθυνόμαστε στην μπροστινή είσοδο του κτιρίου. Όσο ο θυρωρός θα προσπαθεί να σβήσει τη φωτιά, εμείς παραβιάζουμε την πόρτα και μπαίνουμε μέσα». «Νομίζεις ότι δε θα υποψιαστεί κάτι;» «Με τίποτα», του είπα αποδιώχνοντας την απόλυτα εύλογη ανησυχία του Μπρουνό. «Δε θα προλάβει να σκεφτεί. Θα πρέπει να δράσει. Κι όσο δρα αυτός, θα δρούμε κι εμείς. Κι όταν θα έχουμε τελειώσει όλοι μας τη δράση, εσύ κι εγώ θα βρισκόμαστε ήδη πάνω, στο διαμέρισμα που μας ενδιαφέρει». Ο Μπρουνό ζύγισε στο χέρι του τη σακούλα με τα σκουπίδια. «Νομίζεις πως θα πάρουν εύκολα φωτιά;» «Φυσικά», είπα παίρνοντας τις σακούλες από τα χέρια του και χώνοντάς τες μέσα στον κάδο. «Γιατί σκέφτηκα», συνέχισε, «μήπως να χρησιμοποιούσαμε το βιβλίο σου;» Ο Μπρουνό μου χαμογέλασε αποκαλύπτοντας μία τέλεια, ολόισια οδοντοστοιχία, και στη συνέχεια κάθισε ανακούρκουδα κι έβγαλε ένα βιβλίο από το σακίδιο που είχε
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΛΕΦΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
15
μαζί του. Το έφερε μπροστά στα μάτια μου. Του χαμογέλασα σαν να ήταν ένας κωμικός που έκανε το νούμερό του, αλλά στην πραγματικότητα ήθελα να του ρίξω μία στην καρωτίδα και να του ανοίξω τη μύτη στα δύο με το γόνατό μου για σιγουριά. Γιατί; Γιατί το βιβλίο που πρότεινε με τόση άνεση να κάψουμε μου είχε πάρει πάνω από έναν χρόνο για να το γράψω. Ήταν το πιο δύσκολο βιβλίο που έχω δουλέψει ποτέ. Είχα χύσει ιδρώτα για κάθε του πρόταση, για κάθε του γαμημένη λέξη, και έρχεται τώρα ο παλιόφιλος ο Μπρουνό, κάποιος τον οποίο γνωρίζω κάτι λιγότερο από τρεις ώρες, και κάνει αστειάκια δήθεν για να του βάλουμε φωτιά. «Δεν είναι καλή ιδέα», του είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα. «Λες να μην πάρει φωτιά το εξώφυλλο; Μήπως καλύτερα να το σκίσω;» με ρώτησε πιάνοντας το εξώφυλλο σαν να ήταν έτοιμος να το κάνει. «Όχι», του είπα αρπάζοντας τους καρπούς του. «Νομίζω πως πρέπει να χρησιμοποιήσουμε λιγάκι τη λογική μας σε αυτό που προτείνεις. Ήθελες να σου δείξω πώς να διαρρήξεις αυτό το μέρος και να μπεις μέσα χωρίς να σε πιάσουν, έτσι δεν είναι; Λοιπόν, το μάθημα νούμερο ένα, Μπρουνό, είναι πως η ιδέα να κάψεις ένα βιβλίο που έχει πάνω του το όνομά μου, ένα βιβλίο που σου έχω γράψει προσωπική αφιέρωση, ίσως να είναι το πιο ηλίθιο πράγμα που έχω ποτέ μου ακούσει. Κι αν χτυπώντας αυτή την πόρτα βγει ο θυρωρός προτού το βιβλίο έχει καεί καλά καλά; Κι αν το βιβλίο δεν καεί ολοσχερώς; Δε θα φανεί λίγο ύποπτο να παραβιαστεί ένα διαμέρισμα το ίδιο βράδυ που ο θυρωρός βρίσκει ένα καρβουνιασμένο αντίτυπο των απομνημονευμάτων μου;»
16
ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ
Ο Μπρουνό χαμογέλασε ξανά. «Εντάξει», είπε πιέζοντας φιλικά το μπράτσο μου και χαϊδεύοντας το εξώφυλλο του βιβλίου. «Πλάκα σου έκανα, Τσάρλι». «Ξεκαρδιστήκαμε». «Κοίτα, το βάζω στη θέση του», μου είπε και έχωσε πάλι το μυθιστόρημά μου στο σακίδιό του. «Είναι ασφαλές. Οπότε μπορούμε να βάλουμε τη φωτιά τώρα;» Βρίζοντας μέσα από τα δόντια μου, έβαλα το χέρι μου μέσα στο μπουφάν μου κι έβγαλα ένα πακέτο τσιγάρα. Άναψα ένα, τράβηξα μια τζούρα για να ηρεμήσω και έδωσα τον αναπτήρα μου στον Μπρουνό, παρακολουθώντας τον να σκύβει μέσα στον κάδο και να ανάβει μία φλόγα. Λίγες στιγμές αργότερα, μαύρος καπνός άρχισε να αναδύε ται από μέσα. Ξεφύσησα τον καπνό του τσιγάρου όσο έψαχνα μέσα στην τσέπη του παντελονιού μου, μέχρι που βρήκα ένα εύκαμπτο, πλαστικό εργαλείο. Σε ένα άπειρο μάτι, μπορεί να φαινόταν σαν ένας αναδευτήρας ποτού που βρίσκει κανείς στις καφετέριες, αλλά κοιτάζοντάς το από πιο κοντά θα έβλεπε πως από τη μία πλευρά του είχε μία σειρά από πλαστικές τρίχες. Αυτές οι τρίχες κάνουν αυτό το εξάρτημα να φαίνεται σαν μία πολύ μικρή και πολύ επώδυνη οδοντόβουρτσα. «Θα το χρειαστείς αυτό», είπα δίνοντάς το στον Μπρουνό και τραβώντας άλλη μία τζούρα από το τσιγάρο μου. «Τι ακριβώς κάνει αυτό;» με ρώτησε περιστρέφοντάς το ανάμεσα στα μεγάλα χέρια του. «Λέγεται λαμάκι. Το γλιστράς μέσα στην κλειδαριά και το βάζεις κόντρα στις βελόνες που την εμποδίζουν να ανοίξει. Εν τω μεταξύ βάζεις ένα κατσαβίδι στη βάση της κλει-
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΛΕΦΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
17
δαριάς και ασκείς επιπλέον πίεση». Του έδωσα ένα από τα μικρο-κατσαβίδια μου – αυτό με την κόκκινη, εξάγωνη λαβή. «Στη συνέχεια τραβάς με δύναμη το λαμάκι προς τα έξω. Σε μία απλή κλειδαριά οι πλαστικές τρίχες θα σηκώσουν τις βελόνες ακριβώς στο σωστό σημείο ώστε να ανοίξει η κλειδαριά». «Και νομίζεις πως αυτό θα δουλέψει στην πόρτα της εισόδου;» Τράβηξα άλλη μία τζούρα από το τσιγάρο μου και κράτησα τον καπνό. «Νομίζω ότι θα δουλέψει στην κλειδαριά της πόρτας της εισόδου, αλλά θα χρειαστεί να στρίψεις το πόμολο για να μπεις μέχρι μέσα». Πέταξα το τσιγάρο μου μέσα στον κάδο. Οι φλόγες είχαν ήδη φουντώσει και μπορούσα να μυρίσω καμένο πλαστικό και την οσμή ζεστής, σάπιας μπανάνας. «Κανονικά θα φορούσα γάντια. Αλλά νομίζω ότι θα είμαστε εντάξει και χωρίς αυτά. Έτοιμος;» Τα βλέμματά μας συναντήθηκαν και συγκατένευσε σοβαρά. «Εντάξει λοιπόν», είπε και κοπάνησα με δύναμη την ξύλινη πόρτα. Χτύπησα τρεις φορές, μετά σκούντησα με δύναμη τον Μπρουνό, σπρώχνοντάς τον προς την κατεύθυνση του δρόμου. Έγειρε μπροστά, βρήκε την ισορροπία του και άρχισε να τρέχει. Τον ακολούθησα. Στο τέρμα του μικρού στενού πήγε να στρίψει αμέσως δεξιά, αλλά τον έφτασα και τον τράβηξα πίσω από τον γιακά. «Μη βιάζεσαι», τον πρόλαβα σπρώχνοντάς τον σε κάτι καφάσια με φρούτα που ανήκαν στο μανάβικο. «Πρέπει πρώτα να ελέγξουμε ότι έχει φύγει». Σύρθηκα λίγο μπροστά και τέντωσα τον λαιμό μου για
18
ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ
να κοιτάξω μέσα από τα τζάμια της μπροστινής πόρτας. Είδα φευγαλέα το καφέ μανίκι από τη ζακέτα του θυρωρού καθώς εξαφανιζόταν στο πίσω δωμάτιο, δίπλα στο γραφείο υπηρεσίας και τότε έκανα νόημα στον Μπρουνό από εκεί που στεκόμουν. «Πρώτα το λαμάκι», του είπα παρακολουθώντας τον να βάζει το εργαλείο μέσα στην κλειδαριά και μετά να πιάνει τον καρπό του και να κουνάει το χέρι του δυνατά προς τα πάνω έτσι ώστε οι πλαστικές τρίχες να πιέσουν τις βελόνες μέσα στον κύλινδρο. «Ωραία. Τώρα βάλε και το κατσαβίδι. Τέλεια. Τώρα τράβα με δύναμη το λαμάκι προς τα έξω και την ίδια στιγμή στρίψε το κατσαβίδι προς τη φορά του ρολογιού». «Τραβώ αυτό και γυρίζω το άλλο μόνο;» «Ναι. Απλώς τραβάς με δύναμη και γυρίζεις και πιάνεις και το πόμολο της πόρτας». «Για περίμενε». Με κοιτάζει. «Πρέπει να γυρίσω και το πόμολο;» «Θα το κάνω εγώ αυτό», γρύλισα. «Εσύ απλώς συγκεντρώσου στην κλειδαριά. Εντάξει;» Έκανε πάλι ένα νεύμα. «Άντε, τελείωνε». Και, ω του θαύματος, τελείωσε. «Τέλεια», είπε ο Μπρουνό καθώς ο κύλινδρος γύρισε την ίδια στιγμή που γύρισα κι εγώ το πόμολο. «Μετά από εσάς», του είπα και τον έσπρωξα μέσα.
K2L
Ο
ΝΥΧΤΕΡΙΝΌΣ ΘΥΡΩΡΌΣ ΕΜΦΑΝΊΣΤΗΚΕ ΞΑΝΆ ΤΗΝ
ώρα που μπαίναμε. Συνοφρυώθηκε, με το χέρι του να αιωρείται πάνω από έναν πυροσβεστήρα που ήταν κρεμασμένος στον τοίχο πίσω από το γραφείο του. «Καλησπέρα σας», του είπα χαρούμενα, κουνώντας το χέρι μου σε έναν χαλαρό χαιρετισμό και κάνοντας μία φιλική υπόκλιση, ενώ την ίδια στιγμή πήρα τον Μπρουνό αγκαζέ και διασχίσαμε τον χώρο της εισόδου. Έριξα μία λοξή ματιά στον θυρωρό. Δεν είχε ακόμη κουνηθεί από τη θέση του. «Quatrieme etage»,1 είπα σηκώνοντας το δάχτυλό μου προς το ταβάνι. Τελικά ο θυρωρός ανασήκωσε τους ώμους του και μουρμούρισε κάτι μέσα από τα δόντια του, λες και του ήταν παντελώς αδιάφορο το πού πηγαίναμε. «Καλό σας βράδυ», πρόσθεσα μάταια βλέποντάς τον να μας γυρίζει την πλάτη για να πιάσει τον πυροσβεστήρα και να επιστρέψει στο στενάκι. Στην άλλη άκρη της εισόδου, ο Μπρουνό πάτησε το κου1. Γαλλικά στο κείμενο, σημαίνει Τέταρτος όροφος. (Σ.τ.Μ.) Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ
Η ΠΟΛΥΒΡΑΒΕΥΜΕΝΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟ ΣΕ ΔΕΚΑΔΕΣ ΧΩΡΕΣ 20 ΚΡΙΣ ΓΙΟΥΑΝ Ο Τσάρλι Χάουαρντ δε γράφει απλώς βιβλία για έναν επαγγελματία κλέφτη, αλλά κάνει κι ο ίδιος αυτή τη δουλειά. Παρασυρμένος από την επιτυχία της παρουσίασης του βιβλίου του στο Παρίσι –και από μερικά ποτηράκια κρασί παραπάνω–, ο Τσάρλι Χάουαρντ συμφωνεί να δείξει σε έναν πρωτάρη πώς να διαρρήξει ένα διαμέρισμα στην περιοχή του Μαραί. Ένα εικοσιτετράωρο αργότερα, ο κλεπταποδόχος με τον οποίο συνεργάζεται θα τον προσλάβει για να κλέψει έναν άνευ αξίας πίνακα από το ίδιο διαμέρισμα. Πρόκειται άραγε για απλή σύμπτωση; Ο Τσάρλι θεωρεί πως δεν υπάρχει λόγος να μην αναλάβει τη δουλειά... μέχρι που ανακαλύπτει ένα πτώμα στο σαλόνι του διαμερίσματός του. Σίγουρα το να είναι κάποιος διαρρήκτης δεν είναι εύκολη δουλειά, αλλά τώρα τα πράγματα έχουν ξεφύγει εντελώς. Κι όλα αυτά πριν καν η Βικτόρια, η ατζέντισσα του Τσάρλι, του ανακοινώσει πως έρχεται στο Παρίσι για να τον συναντήσει για πρώτη φορά από κοντά. Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με μεγάλες δόσεις μαύρου χιούμορ και περιπέτειας στη μαγευτική πόλη του φωτός. Ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που θα κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον σας μέχρι την τελευταία σελίδα.
www.thegoodthief.gr www.mamaya.gr e-mail: info@mamaya.gr
ISBN 978-618-5224-02-8
ΚΩΔ. ΜΗΧ/ΣΗΣ: 10015