Η ΡΟΥΣΑ Η
ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΔΑΡΟΥΣΑ από την Άννα Παπάζογλου 1
Μια φορά και έναν καιρό η Ρούσα η σαρανταποδαρούσα έτρωγε φύλλα στο λιβάδι. Ο ουρανός ήταν καταγάλανος, ο ήλιος φωτεινός, τα φύλλα καταπράσινα και το χορτάρι μαλακό. Μαζί της ήτανε η μελισσούλα, η πεταλούδα, ο κηφήνας, η κάμπια , το κουνούπι, το σκουλήκι και το σαλιγκάρι.
2
Μια μέρα που έπαιζε η Ρούσα με τους φίλους της ήρθε ένα λαγουδάκι , που πηδούσε, πηδούσε, πηδούσε, πηδούσε… και της λέει: - Δεν έχω Η Ρούσα τον - Έχεις όνομα;
οικογένεια Ρούσα. πήρε στο σπίτι της και του λέει: τον ρώτησε η Ρούσα.
- Όχι δεν έχω. -Τότε να σου βρούμε ένα όνομα, του απάντησε η Ρούσα. . Και σκεφτότανε η σαρανταποδαρούσα. Και σκεφτότανε, σκεφτότανε, αλλά τίποτα. Όμως ξαναπροσπάθησε βγήκε έξω για να ζητήσει βοήθεια.
3
Και βρήκε το σκουλήκι. Και του εξήγησε το πρόβλημα τους. Και της λέει: - Να το βγάλεις Σκουϊκ. Αλλά της Ρούσας δεν της άρεσε. Και προχώρησε. Μετά βρήκε το σαλιγκάρι. Και του εξήγησε το πρόβλημα τους. - Να το βγάλεις Κόκο, της λέει το σαλιγκαράκι. Αλλά της Ρούσας πάλι δεν της άρεσε.
4
Και προχώρησε στο σπίτι της μελισσούλας. Και όταν την είδε της εξήγησε το πρόβλημα. Και της είπε η μελισσούλα. - Να το βγάλεις, Μπένι.
Αλλά δυστυχώς, ούτε αυτό της άρεσε.
Και έτσι αποφάσισε να πάει πιο κάτω στο κουνούπι. Και του εξήγησε το πρόβλημα. - Να το βγάλεις, Λαμπίτο. Αλλά της Ρούσας πάλι……………….ΔΕΝ ΤΗΣ ΑΡΕΣΕ…. 5
Έτσι αποφάσισε να πάει στον κηφήνα. Αλλά δεν τον βρήκε. Τελικά πήγε στην πεταλούδα. - Γιατί δεν το βγάζετε
Χάρη;
Αλλά πάλι
δεν της
άρεσε .
6
Και όταν απογοητεύτηκε πήγε να μαζέψει πολλά λαχανικά για το κουνελάκι της. Όση ώρα έτρωγε το κουνελάκι, η Ρούσα σκεφτότανε. Μετά από λίγη ώρα, η Ρούσα σηκώνει το κεφάλι της και λέει:
7
- Βρήκα το όνομα!!!!!! Το κουνελάκι χάρηκε αλλά παραξενεύτηκε. Αφού η Ρούσα δεν του είπε το όνομα. Τότε η Ρούσα χαμογέλασε και είπε:
Θα σε φωνάζω Πιπσκουίκ!!!!
8
Η Ρούσα βγήκε και πήγε σε πολλά μέρη. Κάθε τόσο σταματούσε και έπαιρνε μερικά υλικά. Γλειφιτζούρια, και γλειφιτζουράκια, φύλλα , λουλούδια, ζαχαρωτά, παγωτά, λουκουμάδες και κέικ. Ακόμα πήρε μπογιά, μπαλόνια, σπάγκους και κορδέλες. Μετά πήρε μπισκότα , κουλουράκια, φρούτα ,
κεράκια και ένα φωτιστικό για να
φαίνεται
ωραία.
Έπειτα
πήγε στο σπίτι
της και
έγραψε προσκλήσεις σε
σχήμα
πεταλούδας.
Πήγε στο
μπαλκόνι και τις
έκανε να
πετάξουν.
9
Το επόμενο απόγευμα ήρθαν όλοι στο σπίτι της Ρούσας. Όμως η Ρούσα πήρε όλα της τα μαντήλια και τους έδεσε τα μάτια, και τους πήγε στο μπαλκόνι για να μη βλέπουνε για να φτιάξει το χώρο. Έκλεισε την πόρτα και με το κουνελάκι έφτιαξαν το χώρο. Μόλις τελείωσαν, η Ρούσα άνοιξε την πόρτα του μπαλκονιού. Οι φίλοι της μπήκανε μέσα και η Ρούσα τους άνοιξε τα μάτια.
-Αααααααααααααααααα!!!!!!!!!!!!!!!, είπαν όλοι μαζί. - Σας κάλεσα εδώ για να σας πω ότι το κουνελάκι βρήκε όνομα. Θα το φωνάζουμε
Πίπσκουϊκ. - Τέλεια, φώναξαν όλοι μαζί και χειροκρότησαν.
10
Αυτή ήταν η καλύτερή τους μέρα. Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. 11
12