"Αναζητώντας την Συνέχεια με τον Φυσικό Τόπο..." | ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

Page 1



ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΦΥΣΙΚΟ ΤΟΠΟ...

ΒΟΥΛΓΑΡΗ ΜΑΡΙΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗ, Α.Μ 60445

ΕΠΙΒΛΕΠΟΝΤΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΞΑΝΘΗ ΘΕΩΝΗ ΚΕΒΕΝΤΣΙΔΗΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ, ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ, ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΧΩΡΟΣ ΤΟΠΟΣ ΤΟΠΙΟ Α]Ο ΧΩΡΟΣ Β]Ο ΤΟΠΟΣ Γ]ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ-ΤΟΠΙΟ Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ Α]Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΦΥΣΙΚΟ ΤΟΠΟ... Β]ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ/ΧΡΗΣΤΗΣ Γ]ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΟΝ ΦΥΣΙΚΟ ΤΟΠΟ; Ι]Το έδαφος-Ανάγνωση του φυσικού τόπου μέσα από το έδαφος ΙΙ)Το όριο Περί Κυριολεκτικής και φαινομενικής διαφάνειας ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ Villa Savoye, Le Corbusier, Falling Water, Frank Lloyd Wright Casa Kahlman, Luigi Snozzi Villa Malaparte, Libera Adalberto Πειραματική Κατοικία, Alvar Aalto Glacier Museum, Sverre Fehn ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ



7

EΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα εργασία αποτελεί μία αναζήτηση πιθανών απαντήσεων σε καίριους προβληματισμούς που αφορούν το κτίριο και τη σχέση που αυτό, θα επιθυμούσα, να αναπτύσσει με τον φυσικό τόπο, προβληματισμούς που με απασχόλησαν καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών μου. Ήδη από την αρχή της αναζήτησης αυτής, πίστευα πως το κτίριο δεν είναι ένα ανεξάρτητο αντικείμενο που έχει σκοπό να ικανοποιήσει μόνο τις προσωπικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες του εκάστοτε αρχιτέκτονα αλλά πως, συντίθεται από μία συνισταμένη δυνάμεων που δρουν στο εσωτερικό ( δυνάμεις χρήσης και χώρου) και στο εξωτερικό (επίδραση φυσικού ή ανθρωπογενούς περιβάλλοντος). Πιο συγκεκριμένα, πιστεύω ότι πρωταρχικός σκοπός της αρχιτεκτονικής είναι η εξυπηρέτηση των αναγκών του ανθρώπου είτε αυτές είναι βιολογικές (πχ στέγαση), πρακτικές και λειτουργικές είτε κοινωνικές, πνευματικές και ψυχικές (πχ. αναζήτηση υπαρξιακών ερεισμάτων, ικανοποίηση των αισθητικών κριτηρίων του). Ταυτόχρονα όμως, συνειδητοποιώ πως το αρχιτεκτονικό έργο δεν είναι ποτέ μόνο, αλλά εξαρτάται τόσο ως προς τις φυσικές και οπτικές του διαστάσεις (μέγεθος, σχήμα, δομή, χρώμα, υφή, προσανατολισμό κτλ.), ως προς τις χωρικές του ιδιότητες (όρια, κατεύθυνση, ρυθμός, κτλ.) αλλά και ως προς την ουσία και το νόημά της από το περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται. Αλληλεπιδρά με αυτό. Επιπρόσθετα, όμως, η αρχιτεκτονική, ως μία άλλη μορφή τέχνης, έχει τη δύναμη να εκφράζει ιδέες και νοήματα. Οι μορφές μπορούν να λειτουργούν όχι μόνο για να αρθρώσουν την ύλη αλλά για κάτι βαθύτερο από αυτό. Μπορούν να εκφράζουν τις ιδεολογίες του αρχιτέκτονα, του χρήστη, της κοινωνίας και της εποχής. Ταυτόχρονα, μπορούν να εκφράζουν και τον εσωτερικό παλμό της ζωής του κτιρίου ή ακόμα και τη σχέση που αυτό αναπτύσσει με το περιβάλλον του. Η αρχιτεκτονική, λοιπόν, νιώθω πως, πρέπει να εξυπηρετεί τις ανθρώπινες ανάγκες , να εκφράζει βαθύτερα νοήματα αλλά ταυτόχρονα να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον( φυσικό ή ανθρωπογενές) στο οποίο εντάσσεται ή ακόμα και να το αποκαθιστά, όταν αυτό είναι δυνατόν. Ξεκινώντας αυτήν την έρευνα, επιχειρώ να διαχωρίσω τις έννοιες του «χώρου», του «τοπίου» και του «τόπου», θεωρώντας πως είναι έννοιες που κάθε αρχιτέκτονας προσπαθεί να προσεγγίσει όταν καλείται να συνθέσει. Γενικεύοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως η αρχιτεκτονική συνέχεια πραγματεύεται ζητήματα χώρου και τόπου. Στη συνέχεια, θέλοντας να διεισδύσω περισσότερο στις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ του κτιρίου και του φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο εντάσσεται, εστιάζω περισσότερο στην έννοια του φυσικού τόπου,


8

την οποία και θεωρώ πιο συγκεκριμένη, περιεκτικότερη, και, ενδεχομένως, προσφορότερη για την αναζήτησή μου. Μέσω της έννοιας του φυσικού τόπου, η αρχιτεκτονική εξετάζεται στον πραγματικό, καθημερινό κόσμο, προσπαθώντας να αποτελέσει συνέχεια του παρελθόντος και συνδετικό κρίκο με το μέλλον. Προσπάθησα να προσεγγίσω αυτό το τόσο ευρύ θέμα θέτοντας συνέχεια ερωτήματα, τα οποία επιχειρούσα να απαντήσω μόνη μου, μέσα από παραδείγματα κτιρίων αλλά και μελετώντας σκέψεις και απόψεις άλλων που έχουν ασχοληθεί εκτενώς με το αντικείμενο της έρευνάς μου. Κάθε συμπέρασμα αποτελούσε συνεχώς αφορμή για καινούργιες αναζητήσεις και για περαιτέρω εμβάθυνση στα θέματα που με απασχολούσαν ώστε, τελικά, να είμαι σε θέση να εκφράσω και εγώ τη θέση μου πάνω στο ζήτημα. Ερωτήματα που με απασχολούσαν εξ’ αρχής ήταν: • Πώς ξεκινά να συνθέτει ο αρχιτέκτονας σε έναν δεδομένο φυσικό τόπο; • Ποια διαδικασία ( οπτική, αντιληπτική, θεωρητική, βιωματική) ακολουθεί ο αρχιτέκτονας για να κατανοήσει το φυσικό τόπίο; Πώς αφουγκράζεται τον τόπο; • Ποια η σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί μεταξύ του κτιρίου και του φυσικού τόπου; Αυτή η σχέση είναι απλά χωρική ή εξαρτάται και από άλλους παράγοντες; • Ποια η στάση του κάθε αρχιτέκτονα απέναντι στο φυσικό τοπίο; Επιλέγει να συνομιλήσει με αυτό ή όχι και γιατί; Αντιπαρατίθεται ή εντάσσεται σε αυτό; • Τι προσπαθεί να εκφράσει ο αρχιτέκτονας, μέσω της αρχιτεκτονικής, σε ένα φυσικό τοπίο; Τις ανάγκες κατοίκησης; Τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το φυσικό τοπίο; Την προσωπικότητα του; τα συναισθήματά του; το πνεύμα της εποχής; • Πώς αντιλαμβάνεται ο χρήστης έναν φυσικό τόπο; Ποιες ανάγκες του θα μπορούσε να εξυπηρετεί η αρχιτεκτονική σε ένα φυσικό τόπο; • Τι σημαίνει ένταξη σε ένα φυσικό τόπο; Μία σημαντική διαπίστωση που προέκυψε λόγω της τριβής μου με το θέμα του φυσικού τόπου, είναι πως κάθε άνθρωπος, άρα και κάθε αρχιτέκτονας, τον αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο, βάση των βιωμάτων του, των εικόνων που έχει προσλάβει, της προσωπικότητάς του, του κοινωνικού και πολιτιστικού του υποβάθρου κτλ. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί την απειρία των αρχιτεκτονικών προτάσεων που μπορεί να προκύψουν σε ένα δεδομένο φυσικό τόπο. Έτσι,τα κτίρια που χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα στην έρευνα αυτή, φαίνεται να απαντούν όλα με σαφήνεια σε ζητήματα που αφορούν τη σχέση


9

τους με τον φυσικό τόπο, φαίνεται να στηρίζονται όλα σε απόψεις συνειδητές, κατασταλαγμένες, που μπορούν να υποστηριχθούν θεωρητικά, παρόλο που αποτελούν δημιουργήματα διαφορετικών αρχιτεκτονικών αντιλήψεων. Θεώρησα διδακτικό να παρουσιαστεί η εξελικτική πορεία της εργασίας, γνωρίζοντας, φυσικά, πως τα συμπεράσματα, που εξάγονταν σε κάθε φάση της έρευνας, δεν είναι ούτε απόλυτα ούτε «τελικά» και, πως σε βάθος χρόνου, ίσως αλλάξει η οπτική μου σε σχέση με αυτά, όπως άλλωστε συνέβη αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της αναζήτησής μου. Σίγουρα, σε αυτήν την πορεία, κάποιες σκέψεις μου αποδείχθηκαν ελλιπείς ενώ άλλες ενισχύθηκαν, κάποια παραδείγματα κτιρίων ίσως να μην στηρίζουν την «τελική» μου θέση αλλά σίγουρα, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της σκέψης μου και μου άνοιξαν τον δρόμο για καινούργιες και εμβριθέστερες αναζητήσεις.

Σκίτσο εργασίας του Τ.Μπίρη στον διεθνή διαγωνισμό για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης στη θέση της Κοίλης (1991)



11

ΧΩΡΟΣ–ΤΟΠΟΣ–ΤΟΠΙΟ… Ξεκινώντας να πραγματεύομαι τη σχέση του κτιρίου με τον περίγυρό του, ήρθα αντιμέτωπη με έννοιες όπως ο χώρος, ο τόπος, το τοπίο, τις οποίες έκρινα σημαντικό να διερευνήσω και να τις διευκρινήσω. Συχνά, μιλώντας για αρχιτεκτονικά ζητήματα αναφερόμαστε στο χώρο, πώς αυτός παράγεται, πώς οργανώνεται, πώς ορίζεται και φυσικά στις χωρικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ του κτιρίου και του περιβάλλοντός του. Συνειδητοποίησα πως ο χώρος δεν αποτελεί μόνο μία φυσική ιδιότητα της διάστασης ή της έκτασης αλλά και μία κατάσταση του μυαλού που μας βοηθάει να αντιληφθούμε τον κόσμο . Ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα διατυπώθηκε ότι η αρχιτεκτονική είναι κυρίως «τέχνη δημιουργίας χώρου» και πως η μορφή είναι μία «τεχνικώς δυνατή παράσταση της ιδέας του χώρου»1, οπότε κρίθηκε απαραίτητο να αναφερθώ έστω και συνοπτικά σε θεωρίες γύρω από αυτόν. Κατά την γνώμη μου, ο αρχιτέκτονας ξεκινά να συνθέτει προσπαθώντας να συλλάβει και να οργανώσει το χώρο, που αποτελεί μία νοητική και αρκετά αφαιρετική αναζήτηση. Προσπαθεί να μεταφράσει το εκάστοτε κτιριολογικό πρόγραμμα σε χωρικές σχέσεις : • οργανώνοντας τις λειτουργίες του κτιρίου σε ένα συνεκτικό και κατανοητό «όλον». • εκφράζοντας χωρικά ένα «μοντέλο» κατοίκησης, τον τρόπο διαβίωσης που προτείνει στο χρήστη • εξετάζοντας τις χωρικές σχέσεις μεταξύ των στοιχείων που απαρτίζουν το κτίριο και συσχετίζοντας τες με τον περίγυρο. Αυτή η ιδεατή υπόσταση της αρχιτεκτονικής μετατρέπεται σταδιακά, μέσω κανόνων, που ο ίδιος ο αρχιτέκτονας θέτει, σε υλική. Αναπτύσσονται συνεχώς όλο και πιο πολύπλοκες σχέσεις. Ο χώρος σταδιακά συγκεκριμενοποιείται και οι χωρικές ιδιότητες και σχέσεις αποκτούν συγκεκριμένα ονόματα όπως «χώρος στάσης», «χώρος κίνησης», «κέντρο», «μονοπάτι», κ.ο.κ. Στη συνέχεια, ο χώρος πληρώνεται με νοήματα, συγκεκριμενοποιείται όλο και περισσότερο, και από το χώρο της νόησης, ο αρχιτέκτονας εστιάζει στον πραγματικό κόσμο. Εκεί υπεισέρχονται ίσως πιο έντονα έννοιες και ιδιότητες του τόπου, οι οποίες έρχονται να καταστήσουν το κτίριο ως ένα «κτίριο ζωής». Ο αρχιτέκτονας, κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσε να επιτύχει μία σφαιρική, συνολική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής που θα λαμβάνει υπ’ όψιν τόσο ζητήματα χώρου όσο και τόπου, 1] Π.Α. Μιχελής, Αισθητικά θεωρήματα, Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, Αθήνα 2006, σελ.29


12

ΧΩΡΟΣ-ΤΟΠΟΣ-ΤΟΠΙΟ...

δένοντας (φυσικά, νοηματικά, πολιτισμικά, ιστορικά κ.ο.κ) την αρχιτεκτονική και κυρίως τον άνθρωπο με τον κόσμο. Σε όλη την εργασία αυτή, υπάρχει μία σαφής και εσκεμμένη διάκριση μεταξύ του φυσικού τοπίου και του φυσικού τόπου. Το φυσικό τοπίο και γενικότερα η φύση είναι συνεχής και «αδιαίρετη» (αν και πολλές φορές εντοπίζουμε υποπεριοχές- μικρούς τόπους μέσα σε αυτήν). Ο άνθρωπος, στην προσπάθειά του να την οικειοποιηθεί και να την κατοικήσει, παρεμβαίνει σε αυτήν διαμορφώνοντας μικρότερους τόπους τους οποίους και εμπλουτίζει με λειτουργίες, με όνειρα, με προσδοκίες, με συναισθήματα και νοήματα. Άρα, ένας τόπος, εκτός από τα φυσικά χαρακτηριστικά, φαίνεται να συμπεριλαμβάνει και πολλά άλλα στοιχεία (πολιτισμικά, ιστορικά, πνευματικά κ.ο.κ) τα οποία θεωρώ πως πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν κατά την σύνθεση και, συνεπώς, έκρινα απαραίτητο να εστιάσω στη σχέση της αρχιτεκτονικής με τον φυσικό τόπο και όχι γενικά με το φυσικό τοπίο.

Α]

Ο

ΧΩΡΟΣ...

Τρία πράγματα πρέπει να διακριθούν σε σχέση με τον χώρο2: I. Η φυσιολογική αίσθηση του χώρου II. Η φιλοσοφική αντίληψη του χώρου, και III. Το καλλιτεχνικό αίσθημα του χώρου. Ι.Η φυσιολογική χώρου

αίσθηση

του

Από τις αισθήσεις, κυρίως η αφή και η όραση αντιλαμβάνονται το χώρο και γι’ αυτό η νεότερη ψυχολογία διακρίνει τον απτικό χώρο και τον οπτικό χώρο. Ο άνθρωπος γεννιέται έχοντας αυτά τα αισθήματα, με την εμπειρία όμως τα κατακτά και τα διευρύνει, με τη σκέψη τα συνειδητοποιεί, αλλά ,ως φυσιολογικές αντιδράσεις των αισθήσεων, παραμένουν κατά βάθος ταυτόσημα σε όλους πάντοτε. Τα αισθήματα αυτά συντελούν στη διαμόρφωση της γνωστικής αντίληψης του χώρου και στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού αισθήματος του χώρου αλλά δεν είναι ποτέ αρκετά για να τα αντικαταστήσουν. Κατά την γνώμη μου, ενώ για να αντιληφθούμε ένα χώρο, είναι αρκετό το αίσθημα της όρασης και της αφής, εντούτοις, για την συνολικότερη αίσθηση και την εμπειρία ενός χώρου, παίζει σημαντικό ρόλο η συνεργασία όλων των 2] Π.Α. Μιχελής, Αισθητικά θεωρήματα, Αθήνα: Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, 2006, σελ.106


13

αισθήσεών μας. Η εμπειρία του χώρου γίνεται ουσιαστικότερη και μετατρέπεται σε βίωμα, μέσα από τη κινητοποίηση όλων των αισθήσεών μας και εντυπώνεται στην μνήμη. Εκεί, ο χρήστης μπορεί να ξαναπλάσει τον χώρο, μπορεί να τον ξαναπερπατήσει, να ξανανιώσει την υφή μιας επιφάνειας, να ξαναμυρίσει ένα χαρακτηριστικό άρωμα, να ξανακούσει ένα συγκεκριμένο ήχο. Η αρχιτεκτονική έχει τη δυνατότητα να παράξει συνειδητά τέτοιους χώρους (πχ. οσμητικοί, ακουστικοί χώροι). Δεν πρέπει να αμελούμε, ωστόσο, πως οι αισθήσεις δεν ενεργοποιούνται στον ίδιο βαθμό σε όλους, γεγονός που οφείλεται στο διαφορετικό βαθμό ανάπτυξης τους σε κάθε άνθρωπο. Για παράδειγμα, οι τυφλοί, φαίνεται να έχουν αναπτύξει περισσότερο τις υπόλοιπες αισθήσεις τους, ώστε να μπορούν να αντιληφθούν ένα χώρο και να προσανατολιστούν μέσα σε αυτόν. ΙΙ. του

Η φιλοσοφική χώρου

αντίληψη

Μας είναι γνωστή ήδη από τους έλληνες φιλοσόφους. Οι αρχαίοι έλληνες προσπάθησαν επανειλημμένως να προσεγγίσουν την έννοια του χώρου. Αντιλήφθηκαν τον χώρο ως εξής: α) ο χώρος ως μια ποιότητα θέσης την οποία διαθέτει ο κόσμος των υλικών σωμάτων και β) ο χώρος ως εμπεριέχων όλα τα υλικά αντικείμενα. Και οι δύο αυτές έννοιες αποτελούν ελεύθερα δημιουργήματα της ανθρώπινης φαντασίας, μέσα τα οποία επινοήθηκαν για την ευκολότερη κατανόηση της αισθητηριακής μας εμπειρίας. Στην περίπτωση α) ο χώρος είναι αδιανόητος χωρίς την ύπαρξη κάποιου υλικού αντικειμένου ενώ στην περίπτωση β) ένα υλικό αντικείμενο μπορεί να νοηθεί μόνο ως ευρισκόμενο στο χώρο3. Ο Πλάτωνας μίλησε για τον χώρο ως ένα υποδοχέα πραγμάτων που η αξία του στηρίζεται στην περιεκτικότητά του.(«δοχεῑον παντός ὃπερ γεννᾱται ορατόν και αἰσθητόν»4 ). Ο χώρος για τον Πλάτωνα ήταν ένα τίποτα που υπήρχε ως οντότητα στον εξωτερικό κόσμο, όπως τα αντικείμενα που περιείχε. Εάν τα αντικείμενα απουσίαζαν, ο χώρος θα εξακολουθούσε να υπάρχει ως κενός, απέραντος υποδοχέας. Μία τέτοια ιδέα για τον χώρο, αντικατοπτρίζεται και στη Νευτώνεια θεώρηση του χώρου ως το ανεξάρτητο αίτιο της αδρανειακής συμπεριφοράς των σωμάτων. Αργότερα, η φυσική, καταρρίπτοντας την έννοια του ανεξάρτητου(απόλυτου) χώρου, υποστήριξε ότι ο χώρος ορίζεται από την 3] Max Jammer, Έννοιες του χώρου: Η ιστορία των θεωριών του χώρου στη φυσική, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2001, σελ. xxii 4]  Πρβλ. Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 25,Πλάτων, Τιμαίος 51a, 52b


14

ΧΩΡΟΣ-ΤΟΠΟΣ-ΤΟΠΙΟ...

επέκταση υλικών σωμάτων ή πεδίων τα οποία γειτονεύουν. Οι αμοιβαίες επιρροές των υλικών πραγμάτων είναι εκείνες που προσδιορίζουν τον χώρο μεταξύ τους. Εκτός από την ενέργεια που τον διαπερνά, όμως, ο χώρος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει από φυσική άποψη. Και από ψυχολογική άποψη, μέσα από τις καθημερινές μας εμπειρίες, η αντίληψη του χώρου συμβαίνει μόνο κατά την παρουσία αντιληπτών πραγμάτων. Ο χώρος, λοιπόν, δεν είναι κατά κανένα τρόπο δεδομένος από μόνος του. Δημιουργείται από ένα συγκεκριμένο σύμπλεγμα φυσικών και τεχνητών αντικειμένων5. Ένας άλλος κλάδος που σχετίζεται ίσως πιο άμεσα με την αρχιτεκτονική, η τοπολογία , σε μία προσπάθεια ερμηνείας της, ασχολήθηκε με θεωρίες σε σχέση με τον χώρο και το πώς τελικά ο άνθρωπος τον αντιλαμβάνεται, συλλαμβάνοντας αφαιρετικά τη διαισθητική τρισδιάστατη ολότητα της καθημερινής εμπειρίας μας, την οποία μπορούμε να αποκαλέσουμε «συγκεκριμένο χώρο». Η θεωρία Gestalt ανέλυσε διεξοδικά της αρχές οργάνωσης του χώρου, επηρεάζοντας τόσο τους κύκλους των καλλιτεχνών, των φιλοσόφων, των ψυχολόγων αλλά και των θεωρητικών της τέχνης του 20αι. Η θεωρία αυτή, εισήγαγε ουσιαστικά έννοιες όπως «κόμβος», «μονοπάτι», «όριο», «περιοχή», «κέντρο», «κατεύθυνση», «εντός- εκτός», «ρυθμός» που μας βοηθούν ακόμα και σήμερα να ερμηνεύσουμε τον χώρο που μας περιβάλλει6. Ο χώρος μεταξύ των πραγμάτων, σύμφωνα με τη θεωρία Gestalt, δεν είναι κενός αλλά διαπερνάται από δυνάμεις έλξης και άπωσης που δημιουργούν στο μάτι την εντύπωση ότι ο ενδιάμεσος αυτός χώρος έχει πυκνότητα, οι διαβαθμίσεις της οποίας εξαρτώνται άμεσα από την ένταση αυτών των δυνάμεων. Στην αρχιτεκτονική, το μεσοδιάστημα που διαμορφώνεται ανάμεσα σε δύο αντικείμενα πχ σε δύο κτίρια καθιερώνει μία συγκεκριμένη αναλογία μεταξύ αποστασιοποίησης και σύνδεσης, η οποία επηρεάζει ολόκληρη την αρχιτεκτονική σύνθεση. Επίσης, όταν κάποιο αντικείμενο στέκεται μόνο του στο χώρο και δεν φαίνεται να αλληλεπιδρά με κάποιο άλλο, τότε αυτό φαίνεται να προκαλεί στο περιβάλλοντα χώρο ένα πεδίο αντιληπτικών δυνάμεων, των οποίων η ισχύς μειώνεται καθώς η απόσταση από το κέντρο αυξάνεται. Αυτές οι αντιληπτικές δυνάμεις κινούνται προς όλες τις κατευθύνσεις. Κτίρια κάθε σχήματος δημιουργούν γύρω τους πεδία δυνάμεων και η συγκεκριμένη διαμόρφωση ενός τέτοιου πεδίου εξαρτάται σε κάθε περίπτωση από τη μορφή της γενεσιουργού δομής. 5] Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 25-26 6]   Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 14-15


15

Ο Paolo Portoghesi, σε μία προσπάθεια να αποτυπώσει τη δυναμική των πεδίων, εστιάζει σε διατάξεις ομόκεντρων κύκλων, όπως αυτοί εμφανίζονται στην επιφάνεια μιας λίμνης, όταν πέφτει μια πέτρα στο νερό. Το πεδίο των οπτικών δυνάμεων στην αρχιτεκτονική εκτείνεται από το κέντρο και αναπαράγειτο μέτωπο του κύματος του στο γύρω περιβάλλον τόσο μακριά, όσο του επιτρέπει η δύναμή του.

Από τους νεότερους επιστήμονες ( φυσικούς και φιλοσόφους), προστέθηκε η έννοια του χωροχρόνου. Υπό την επίδραση των ιδεών του Faraday και του Maxwell, αναπτύχθηκε η αντίληψη ότι η φυσική πραγματικότητα θα μπορούσε να αναπαρασταθεί από ένα πεδίο, του οποίου οι συνιστώσες εξαρτώνται από τέσσερις χωρο-χρονικές παραμέτρους. Εκείνο που συνιστά, επομένως, τον χωρικό χαρακτήρα της πραγματικότητας είναι απλώς ο τετραδιάστατος χαρακτήρας του πεδίου. Ο Αϊνστάιν, στον Πρόλογο του βιβλίου «concepts of space» του Max Jammer δηλώνει πως «δεν υπάρχει χώρος χωρίς πεδίο7…». Κατά κανόνα, θεωρείται ότι η αντίληψη του χώρου των τεσσάρων διαστάσεων που εισήγαγε η νεώτερη φυσική για την έρευνα των φυσικών φαινομένων επηρέασε και την καλλιτεχνική αντίληψη περί χώρου και έτσι, ενώ παλαιότερα ο καλλιτέχνης οραματιζόταν τα πλάσματά του μέσα σε τρισδιάστατο χώρο, άρχισε να τα οραματίζεται στο χώρο των τεσσάρων διαστάσεων, δηλαδή στο χωροχρόνο. Σημαντικό ρόλο στην στροφή αυτή των καλλιτεχνών, φυσικά έπαιξαν οι σπουδαίες ανακαλύψεις του 20ού αιώνα που μας επέτρεψαν να βλέπουμε κινούμενοι στο χώρο (ανακάλυψη αυτοκινήτου), από ψηλά (ανακάλυψη αεροπλάνου), να βλέπουμε μία άλλη μορφή της πραγματικότητας μέσα από τη φωτογραφία, να βλέπουμε τα πράγματα και από μέσα και από έξω όπως μέσα από το γυαλί.8 7]  Max Jammer, Έννοιες του χώρου: Η ιστορία των θεωριών του χώρου στη φυσική, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2001, σελ. xxiv 8] Π.Α. Μιχελής, Αισθητικά θεωρήματα, Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, Αθήνα 2006,


16

ΧΩΡΟΣ-ΤΟΠΟΣ-ΤΟΠΙΟ...

«βλέπουμε υποκειμενικά, βλέπουμε δυναμικά, βλέπουμε υπερρεαλιστικά9».

Η έννοια του χωροχρόνου, χρησιμοποιήθηκε τόσο στη σύγχρονη ζωγραφική όσο και στην αρχιτεκτονική. Στη ζωγραφική, εικονίζονται καταστάσεις του υποσυνείδητου και συνειδητού της ψυχής πολύπλοκες και απίθανες, καταστάσεις ονειρικές, καταλήγοντας έτσι στον κυβισμό που δεν είναι παρά μια «όραση εν κινήσει». Ο αρχιτέκτονας παράλληλα προσπαθεί να υποβάλει εντυπώσεις που ζουν και μπορούν να ζουν μόνο σε ένα τετραδιάστατο χώρο. Έτσι, δημιουργεί επιφάνειες εξαϋλωμένες που επιτρέπουν στις όψεις να διαφαίνονται η μία μέσα από την άλλη, και στον έσω και έξω χώρο να εναλλάσσονται απροσδόκητα. Αρχίζει να δίνει σημασία στην κίνηση ως μέσο αντίληψης του χώρου συνολικά και της σχέσης μεταξύ του εξωτερικού περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής.

Braque, The Portuguese, 1911 Εδώ, η τρίτη διάσταση υποδηλώνεται μέσα από την υπέρθεση και τη διείσδυση των γραμμών και των επιφανειών, επιτυγχάνοντας μία “συγχρονικότητα” της παραστάσεως του αντικειμένου.

σελ.98 9] S. Gedion, op. cit., σελ. 6


17

ΙΙΙ. Το καλλιτεχνικό αίσθημα του χώρου.

Ο φιλοσοφικός νους κάνει μία αφαίρεση από τη ζωή για να νοιώσει τη ζωή. Σχηματίζει αντιλήψεις, σχηματίζει έννοιες χρήσιμες για την πρόοδο της σκέψης, που κάθε φορά όμως είναι σχηματοποιημένες και για αυτό το λόγο περιορισμένες. Η τέχνη, όμως, δεν μπορεί να εμπνευστεί από τη πεζή μορφή της θεωρίας, αν δεν ανατρέξει στην ουσία. Ο καλλιτέχνης αφαιρεί από τη ζωή όχι έννοιες αλλά θεάματα ικανά να υποβάλλουν συγκινήσεις, αφαιρεί εντυπώσεις που δεν σχηματοποιούν, δεν νεκρώνουν τη ζωή, ούτε της αρνούνται την ενότητά της. Ο καλλιτέχνης βιώνει το μύθο της πραγματικότητας και παριστά θεάματα συμβολικά, πρωτότυπα σε μορφή και περιεχόμενο, ικανά να συγκινήσουν αισθητικά. Γι’ αυτό και ο χώρος για τον καλλιτέχνη είναι πάντοτε και άπειρος και πεπερασμένος και συνδεδεμένος με το χρόνο10. Μπορεί η φιλοσοφική περί χώρου αντίληψη να άρχισε κάποτε να υπάρχει, αλλά το καλλιτεχνικό αίσθημα του χώρου υπήρξε πάντοτε, έστω και άτονο, έστω και διαφορετικά εκφραζόμενο. Σκοπός της τέχνης, αλλά και της αρχιτεκτονικής, είναι να μας μεταφέρει βαθύτερα νοήματα, να κινητοποιεί το νου μας, αλλά κυρίως, να μας συγκινεί, όπως άλλωστε είχε δηλώσει και ο Le Corbusier. Το καλλιτεχνικό αίσθημα του χώρου δεν μπορεί να καθοριστεί αλλιώς παρά με εκείνα τα ψυχικά συναισθήματα που μπορεί να μας προκαλέσει ένας χώρος, τα οποία, όμως, δεν είναι ταυτόσημα σε όλους τους ανθρώπους. Το αίσθημα της προστασίας, της αγκαλιάς που μας υποδέχεται σαν φωλιά, το αίσθημα της ηρεμίας και της γαλήνης, το αίσθημα της άνεσης,το συναίσθημα του δέους, κ.ο.κ. Έτσι, ενώ ζούμε σε χώρο και χρόνο, ζούμε φανταστικά, ώστε βγαίνουμε εκτός χώρου και χρόνου, ζούμε στην αισθητική σφαίρα της ζωής, σε έναν ιδεατό χώρο, κινούμενοι με το σώμα και το πνεύμα μας.

10]  Π.Α. Μιχελής, Αισθητικά θεωρήματα, Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, Αθήνα 2006, σελ.107


18

ΧΩΡΟΣ-ΤΟΠΟΣ-ΤΟΠΙΟ...

Β]

Ο

ΤΟΠΟΣ...

Ο χώρος, όπως και ο χρόνος, αποτελεί μία αφηρημένη συνθήκη. Όταν όμως ο χώρος γίνει συγκεκριμένος λόγω της παρουσίας του ανθρώπου και των δραστηριοτήτων του, όταν πληρωθεί με λειτουργίες, με όνειρα, με προσδοκίες, με συναισθήματα και ως τέτοιος αποκτήσει νόημα, τότε μετατρέπεται σε τόπο. Γενικά, με τον όρο τόπο εννοούμε ένα σύνολο που απαρτίζεται από συγκεκριμένα πράγματα με υλική υπόσταση, σχήμα, υφή και χρώμα. Μαζί, όλα αυτά καθορίζουν την ουσία ενός τόπου, τον «περιβαλλοντικό του χαρακτήρα» και δημιουργούν μία ιδιαίτερη «ατμόσφαιρα». Ο κάθε τόπος είναι μοναδικός, έχει τη δική του φυσιογνωμία και ταυτότητα που διαμορφώνεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του11. Κάθε τόπος έχει το δικό του genius loci, Πνεύμα του Τόπου, το οποίο από τα αρχαία χρόνια αναγνωρίζεται ως η συγκεκριμένη πραγματικότητα που ο άνθρωπος αντιμετωπίζει και στην οποία πρέπει να προσαρμοστεί στην καθημερινή ζωή του. Γονιμοποιείται από την ιδιαίτερη φύση του κάθε τόπου, τα ήθη και τα έθιμα των ανθρώπων, την ιστορία και την παράδοση και είναι κάτι που περισσότερο αισθανόμαστε παρά αντιλαμβανόμαστε. Ο τόπος είναι ένα συγκεκριμένο «εδώ». Η εμπειρία μας, μας λέει ότι διαφορετικές πράξεις χρειάζονται διαφορετικά περιβάλλοντα για να λάβουν χώρα με τρόπο ικανοποιητικό ενώ οι ίδιες λειτουργίες, ακόμα και οι πιο βασικές, λαμβάνουν χώρα με διαφορετικούς τρόπους και απαιτούν τόπους με διαφορετικές ιδιότητες ανάλογα με τις διαφορετικές παραδόσεις και τις διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Η δομή ενός τόπου εκδηλώνεται ως μια σειρά από περιβαλλοντικές ολότητες που περιλαμβάνουν στοιχεία τόσο του χαρακτήρα όσο και του χώρου. Έτσι, για να περιγράψουμε ένα τόπο, μας ενδιαφέρουν τόσο οι χωρικές σχέσεις που ενυπάρχουν σε αυτόν όσο και η συγκεκριμένη φύση του, δηλαδή πώς είναι το έδαφος πάνω στο οποίο περπατάμε, πώς είναι ο ουρανός πάνω από τα κεφάλια μας και γενικότερα πώς είναι τα όρια που ορίζουν τον τόπο12. Σε αντίθεση, λοιπόν, με την τοπολογία που ασχολήθηκε με τις αρχές οργάνωσης του χώρου με τρόπο αναλυτικό και επιστημονικό, η φαινομενολογία σε μία προσπάθεια ερμηνείας της σχέσης του ανθρώπου με το περιβάλλον του 11] Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 9 12] Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 19


19

εισήγαγε την έννοια του υπαρξιακού χώρου και τη συγκεκριμενοποιεί μέσα από τους όρους του τόπου και του χαρακτήρα. Επιχειρεί να διατυπώσει μία ποιοτική αντίληψη για την αρχιτεκτονική, πέρα από την πρακτική και λειτουργική πλευρά της, που σχετίζεται με βαθιές ψυχολογικές και υπαρξιακές ανάγκες του ανθρώπου. Η φαινομενολογία ουσιαστικά ασχολείται με τον καθημερινό κόσμο της ζωής.

Γ]ΦΥΣΙΚΟΣ

ΤΟΠΟΣ-

ΤΟΠΙΟ

Μπορούμε να εντοπίσουμε τόπους είτε μέσα στη Φύση (φυσικοί τόποι) είτε μέσα στο ανθρωπογενές περιβάλλον (ανθρωπογενείς τόποι). Ο όρος «φυσικός τόπος» δηλώνει μία σειρά από περιβαλλοντικά επίπεδα, από ηπείρους και χώρες μέχρι τη μικρή έκταση που καταλαμβάνει η σκιά ενός δέντρου. Όλοι αυτοί οι τόποι καθορίζονται από τις συγκεκριμένες ιδιότητες της γης και του ουρανού13. Οι ιδιότητες της γης που καθορίζουν έναν φυσικό τόπο είναι κυρίως το έδαφος του, η μορφολογία του, το χρώμα, η υφή του, η μυρωδιά του αλλά και η ύπαρξη των φυσικών στοιχείων (βλάστηση, νερό). Το έδαφος συνοψίζει τις περισσότερες τοπιακές παραμέτρους, αφού είναι ένα σώμα που πάνω του όλα αφήνουν ίχνη, σημάδια και μαρτυρίες. Η γραμμή του εδάφους, ανάλογα με την ένταση της χαρακτηρίζει τη ρυθμική ενός τόπου ενώ το χρώμα, η υφή του και η μυρωδιά του καθορίζουν την ατμόσφαιρα του τόπου και διαμορφώνουν τη ταυτότητά του. Τέλος, η ύπαρξη του υγρού στοιχείου επαναπροσδιορίζει τα όρια του εδάφους ενώ μπορεί να προσδώσει μία κοσμική διάσταση στον τόπο. Οι συγκεκριμένες ιδιότητες του ουρανού αφορούν κυρίως τη ποιότητα του φωτός, το χρώμα του και τη παρουσία χαρακτηριστικών σύννεφων. Το φως μπορεί να μεταβάλλει ένα τόπο τόσο κατά τη διάρκεια της μέρας αλλά και ανάλογα με την εποχή. Άρα, μέσω της διαδοχής και αλλαγής των φαινομένων, έμμεσα δηλώνεται η παρουσία του χρόνου ο οποίος καθιστά το χώρο και το χαρακτήρα μέρη μιας ζωντανής πραγματικότητας. Άλλη ιδιότητα του ουρανού που μας ενδιαφέρει είναι η σχέση του με το έδαφος, δηλαδή το πώς φαίνεται από κάτω. Ο ουρανός φαίνεται διαφορετικός όταν ειδωθεί για παράδειγμα από ένα ανοιχτό χώρο μίας πεδιάδας ή από ένα περιοριστικό τοπίο μιας πόλης. Το τοπίο, γενικά, αποτελεί, μία ενιαία εικόνα στην οποία ολοκληρώνεται το νόημα ενός συνόλου τόπων (φυσικών ή ανθρωπογενών) που προσδίδουν έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα και αναδίδουν μία ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Είναι 13] Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 38


20

ΧΩΡΟΣ-ΤΟΠΟΣ-ΤΟΠΙΟ...

ένα περιβαλλοντικό επίπεδο που χρησιμεύει ως ολοκληρωμένο και βιωμένο σκηνικό για την καθημερινή μας ζωή. Κάθε άτομο μπορεί να έχει διαφορετική άποψη και αντίληψη για το τοπίο, να αντιλαμβάνεται δηλαδή τα στοιχεία που το συνθέτουν σύμφωνα με τις προσωπικές του εμπειρίες, την καταγωγή του και την αισθητική του. Το τοπίο, όπως και ο τόπος, μπορεί να διακριθεί σε φυσικό και ανθρωπογενές. Σύμφωνα με το λεξικό, Φυσικό Τοπίο είναι το σύνολο των μορφών, των μοτίβων, των χρωμάτων, των ήχων, των βιοτικών και αβιοτικών στοιχείων όπως αυτά, αλληλεπιδρώντας με τις γνωστικές και τις συναισθηματικές εμπειρίες του ανθρώπου, οδηγούν στην δημιουργία ενός αισθήματος, εκτίμησης, απόλαυσης, ανάκλησης μνημών κ.α. Ο Christian Norberg-Schulz διακρίνει τέσσερα είδη φυσικών τοπίων ανάλογα με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους και τη σχέση μεταξύ του ουρανού και της γης που εκφράζουν: το ρομαντικό τοπίο, το κοσμικό, το κλασσικό κα το σύνθετο τοπίο, που αποτελεί ένα συνδυασμό των υπολοίπων. Το ρομαντικό τοπίο χαρακτηρίζεται από μία απροσδιόριστη πολυμορφία τόπων. Το τοπίο αυτό κυριαρχείται από τη γη. Το έδαφος του είναι ασυνεχές, με ανάγλυφο που ποικίλει και δημιουργεί πολλούς μικρο-τόπους ενώ ο ουρανός μπορεί να ειδωθεί αποσπασματικά μέσα από τα φυσικά στοιχεία ( δέντρα, βράχια, λόφους και άλλα). Στο κοσμικό τοπίο, η γη σχηματίζει ένα συνεχές ουδέτερο τοπίο από το οποίο μπορούν να ειδωθούν όλες οι εναλλαγές του ουρανού και να βιωθούν οι πιο απόλυτες κοσμικές ιδιότητες της φύσης. Συνολικά το περιβάλλον αναδεικνύει μια απόλυτη και ενιαία τάξη, μέσα στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να έρθει πιο κοντά με το θεό. Τέλος, το κλασσικό τοπίο συντίθεται από ένα σύνολο διακριτών τόπων με νόημα. Το έδαφος είναι ταυτόχρονα συνεχές και ποικιλόμορφο, ενώ ο ουρανός το αγκαλιάζει αρμονικά. Το δυνατό κα ομοιόμορφα κατανεμημένο φως δίνει στις μορφές το μέγιστο της γλυπτικής τους παρουσίας. Οι δυνάμεις και τα στοιχεία της φύσης γίνονται εύκολα κατανοητά και ο άνθρωπος εύκολα συμφιλιώνεται με το τοπίο, μέσα στο οποίο τελικά ανακαλύπτει τον ίδιο του τον εαυτό14. Ενώ ο όρος φυσικό τοπίο φαίνεται να περιγράφει απλά μία εικόνα και μία γενική εντύπωση που μας γεννά κάποιο χαρακτηριστικό κομμάτι της Φύσης, ο όρος «φυσικός τόπος», είναι πιο συγκεκριμένος, με σαφέστερα όρια, και, φαίνεται να συμπεριλαμβάνει στοιχεία του χαρακτήρα, της ταυτότητας, της ατμόσφαιρας και να συμπυκνώνει περισσότερα νοήματα για τον άνθρωπο, όπως άλλωστε θα περιγράψουμε στο επόμενο κεφάλαιο.

14]  Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 49 - 53


21

Κλασσικό τοπίο...Capracotta, Ισέρνια

Το ρομαντικό τοπίο... Νορδικό δάσος κοντά στο Όσλο

Σύνθετο τοπίο... Γαλλική ύπαιθρος κοντά στην Αμένη

Το κοσμικό τοπίο...Έρημος στην Ιορδανία



23

Ο Α] με

ΦΥΣΙΚΟΣ

ΤΟΠΟΣ...

Η Σχέση του ανθρώπου τον φυσικό τόπο...

Ο άνθρωπος, από τα αρχαία χρόνια, προσπάθησε να «δαμάσει» τα στοιχεία της φύσης και να διαμορφώσει τόπους κατάλληλους ώστε να μπορέσει να κατοικήσει σε αυτήν. Η κατοίκηση, που σύμφωνα με τον Heidegger είναι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι «είναι» πάνω στη γη, αποτελεί έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου, ο οποίος θέλει να αισθάνεται ότι ανήκει κάπου. Για να μπορέσει να κατοικήσει ο άνθρωπος σε ένα περιβάλλον πρέπει να μπορεί να προσανατολιστεί μέσα σε αυτό, να ξέρει πού βρίσκεται, αλλά και να ταυτιστεί με αυτό, δηλαδή, να το κατανοήσει, να το οικειοποιηθεί και να το νοηματοδοτήσει με μορφές που να συμβολίζουν βιώματα και καταστάσεις της ζωής του. Πρέπει, το περιβάλλον του να του προσφέρει όλα εκείνα τα ερείσματα ώστε να μπορέσει να αποκτήσει και εκείνος τη δική του θέση στο κόσμο και την ιδιαίτερη ταυτότητα του. Όταν ο άνθρωπος κατοικεί, είναι ταυτόχρονα τοποθετημένος στο χώρο και εκτεθειμένος σε έναν ορισμένο περιβαλλοντικό χαρακτήρα. Ζει ανάμεσα σε βουνά και βράχια, ποτάμια και δέντρα, ζει βιώνοντας τις αλλαγές της ημέρας ,τη διαδρομή του ήλιου, τις εναλλαγές των εποχών. Ως βιολογικό ον, είναι κομμάτι αυτής της φύσης και οφείλει να συμφιλιώνεται με αυτήν και τις συγκεκριμένες ιδιότητές της. Οφείλει να κατανοεί το genius loci του τόπου όπου διαμένει και να προσαρμοστεί σε αυτό. Πώς, όμως, αρχίζει να επεμβαίνει ο άνθρωπος στη φύση για να διαμορφώσει τόπους; Αρχικά, στη προσπάθεια του να καταστήσει τις δυνάμεις τις φύσης πιο ακριβείς, οπτικοποιεί τη δική του κατανόηση της φύσης, εκφράζοντας το υπαρξιακό έρεισμα που έχει αποκτήσει. Για να το πετύχει, κτίζει αυτό που έχει δει. Δεύτερον, προσπαθεί να συμπληρώσει ένα δεδομένο περιβάλλον με αυτά που θεωρεί ότι λείπουν από αυτό και τρίτον, προσπαθεί να συμβολίσει τη κατανόηση της φύσης και του εαυτού του. Ο συμβολισμός προϋποθέτει ότι ένα βιωμένο νόημα «μεταφράζεται» σε ένα άλλο μέσο. Ο σκοπός της συμβολοποίησης είναι να ελευθερώσει το νόημα από τις άμεσες συνθήκες, ώστε να καταστεί «πολιτισμικό» αντικείμενο, το οποίο μπορεί να αποτελέσει μέρος μιας πιο σύνθετης κατάστασης, ή να μετακινηθεί σε έναν άλλο τόπο15. 15] Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 20


24

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

Ανθρώπινη επέμβαση σε ερημικό τοπίο...

Β] Αρχιτεκτονική, φυσικός τόπος και άνθρωπος/χρήστης

«Τα κτίρια φέρνουν τη γη ως κατοικημένο τοπίο κοντά στον άνθρωπο, και ταυτόχρονα θέτουν την εγγύτητα της γειτονικής κατοίκησης κάτω από την έκταση του ουρανού16…» Martin Heidegger

Πριν από τη σύνθεση σε ένα τόπο, ο αρχιτέκτονας προσπαθεί να κατανοήσει τον τόπο και τα στοιχεία που τον απαρτίζουν (οπτικά, φυσικά, γεωμετρικά, χωρικά, κοσμικά, πολιτισμικά, ιστορικά, νοηματικά), σε μία προσπάθεια να εντάξει τον ίδιο του τον εαυτό σε μία κατανοητή ολότητα μέσα στην φύση, δεδομένου ότι και ο ίδιος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της. Προσπαθεί με άλλα λόγια, να κατανοήσει την συνολική εικόνα του τόπου. Αυτή η διαδικασία μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία των συνθετικών του επιλογών αλλά και πηγή έμπνευσης. Το εύρος αντίληψης του τόπου, όμως, διαφέρει από άτομο σε άτομο γεγονός που εξηγεί τις ποικίλες απαντήσεις των αρχιτεκτόνων όταν έρχονται αντιμέτωποι με αυτόν. Η αρχιτεκτονική ενός τόπου δεν είναι παρά μία γνώση του τόπου ανάμεσα σε άλλες πιθανές. Ο αρχιτέκτονας έχει χρέος, κατά τη γνώμη μου, να «διατηρήσει» το φυσικό τόπο. Στην προσπάθειά του να «εντάξει» το κτίριο μέσα σε αυτό, αναζητά τη «συνέχεια» μεταξύ του κτιρίου και του τόπου, με σκοπό αυτά να αποτελέσουν κομμάτια ενός αδιαίρετου περιβάλλοντος. Προς αυτήν την κατεύθυνση, η αρχιτεκτονική θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει αρκετά στοιχεία (φυσικά, κοινωνικά, συμβολικά, αντιληπτικά κ.ο.κ) που ορίζουν τον συγκεκριμένο τόπο. 16] Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 12


25

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, εντούτοις, ότι η αρχιτεκτονική εμπειρία είναι και οπτική, και πως είναι σημαντικό να δημιουργούνται και οπτικές συνδέσεις του κτιρίου σαν «όλον» με τον τόπο. Αυτές οι συνδέσεις μπορεί να συμπεριλαμβάνουν : • τον τρόπο με τον οποίο εκθέτει το κτίριο τον εαυτό του στο τοπίο • τον τρόπο που το κτίριο εκθέτει τον τόπο στους χρήστες • τον τρόπο που εκπροσωπεί τον τόπο εσωτερικά Η αρχιτεκτονική έχει ως βασικό σκοπό να εξυπηρετήσει την πρωτογενή ανάγκη του ανθρώπου για στέγαση και κατοίκηση μεταξύ ουρανού και γης. Ο αρχιτέκτονας, μέσα από την επέμβασή του στο φυσικό τοπίο, προσπαθεί να το καταστήσει κατανοητό στον άνθρωπο ώστε να μπορέσει να το οικειοποιηθεί και να το κατοικήσει. Για να μετατραπεί σε ένα κτίριο ζωής, σε ένα τόπο κατοίκησης, το ίδιο το κτίριο, είναι σημαντικό να γίνεται απόλυτα κατανοητό από τον χρήστη αλλά και να εκφράζει με σαφήνεια τη σχέση του με τον φυσικό τόπο. Αυτή η αντιληπτική κατανόηση του κτιρίου και της σχέσης του με τον τόπο γίνεται τόσο με την όραση όσο και με την κίνηση και την εμπειρία των χώρων του. Εξαρτάται, δε, άμεσα από την συνθετική εσωτερική συνέπεια της αρχιτεκτονικής και τη σαφήνεια των συνθετικών αποφάσεων του αρχιτέκτονα. Ο αρχιτέκτονας συλλαμβάνει τη κεντρική ιδέα ενός κτιρίου την οποία και μεταφράζει σε συνθετική δομή ( όπως την περιγράφει και ο Τ.Μπίρης στο βιβλίο του «Αρχιτεκτονικής σημάδια και διδάγματα- στο ίχνος της συνθετικής δομής17») και αργότερα σε μορφή. Αντιμετωπίζει το κτίριο σαν έναν άλλο ζωντανό οργανισμό που «κοιτάει», « ακούει», «ανοίγεται», «στρέφεται»… Είναι ο πρώτος άνθρωπος που ουσιαστικά «κατοικεί» σε αυτό μέσω της διαδικασίας της σύνθεσης. Εντούτοις, αυτό που θα δικαιώσει τις επιλογές του, είναι αυτή η κατανόηση του κτιρίου και της σχέσης του με τον τόπο από τον χρήστη.

17] Σύμφωνα με τον Τ. Μπίρη: • Κεντρική ιδέα είναι η πρώτη σύλληψη της ιδέας του κτιρίου και του μοντέλου κατοίκησης που αυτό θέλει να εκφράσει.Είναι το ειδικό ίχνος της συνθετικής δομής, ο προάγγελος του σχήματος και των άλλων χαρακτηριστικών της μορφής του. • Συνθετική δομή είναι ένα αφαιρετικό αλλά κατανοητό σύστημα οργάνωσης των στοιχείων της κεντρικής ιδέας, που καταφέρνει να εκφράσειτις δυνάμεις που το αρχιτκτονικό έργο τείνει να περικλείσει, και • Μορφή είναι η υλική υπόσταση της αρχιτεκτονικής και η κύρια έκφραση της κεντρικής ιδέας και της δομής, η οποία αναγάγει τελικά το αρχιτεκτονικό έργο σε τόπο κατοίκησης.


26

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

Κάθε επέμβαση στο τοπίο, το μεταλλάσσει ενώ, αυτόματα, συντελείται μία πρώτη και καθοριστική αντίθεση με αυτό λόγω της πάλης μεταξύ του φυσικού και του ανθρωπογενούς, αντίθεση μεταξύ της φύσης, κύρια ιδιότητα της οποίας είναι η «έκταση», και της αρχιτεκτονικής, κύρια ιδιότητα της οποίας είναι η «περίκλειση». Μέσω αυτής της αντίθεσης, μπορεί να εμπλουτιστούν τα χαρακτηριστικά του τόπου και να επαναπροσδιοριστεί η αντιληπτική κατανόηση του τόπου και ο τρόπος με τον οποίο βιώνεται. Ένα παράδειγμα που θεωρώ αρκετά διδακτικό ως προς αυτήν την κατεύθυνση, αν και δεν προέρχεται από το χώρο της αρχιτεκτονικής, είναι το “shift”(1970-1972) του αμερικανού γλύπτη Richard Serra. Πρόκειται για μία εγκατάσταση στο King City του Ontario. Ο Richard Serra, με τη χρήση ευθύγραμμων τοίχων έχει καταφέρει να προσδώσει νέο νόημα σε αυτόν τον τόπο. Η εγκατάσταση αυτή, δεν δημιουργεί απλά συγκεκριμένα κάδρα στο τοπίο, αλλά επιτρέπει στον περιπατητή να «μετρήσει» αυτό το τοπίο, έχοντας ως μέτρο τον ίδιο, και με τον τρόπο αυτό το καθιστά περισσότερο κατανοητό. Οι συγκεκριμένες φυγές και τα κάδρα που δημιουργούνται, αποκαλύπτουν στοιχεία του τοπίου, γωνιές, που υπό άλλες συνθήκες θα περνούσαν απαρατήρητα. Η σχέση μεταξύ των αρχιτεκτονικών στοιχείων και του τόπου φαίνεται να μεταλλάσσεται συνεχώς, γεγονός που δίνει την αίσθηση ότι τα φυσικά στοιχεία μετακινούνται καθώς περπατάμε. Συνεπώς, δεν αλλάζει μόνο η θέαση αυτού του τοπίου αλλά και η εμπειρία του. Το φως, παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτήν την εγκατάσταση, δεδομένου ότι η έντονη αντίθεση μεταξύ φωτός και σκιάς που δημιουργείται λόγω της ύπαρξης των τοίχων, δραματοποιεί την ατμόσφαιρα του τοπίου. Στην αεροφωτογραφία, είναι έκδηλη πλέον η αλλαγή που έχει συντελεστεί. Η σκιά αυτών των τοίχων πάνω στο έδαφος και τις κοιλότητές του, εισάγει μία νέα κλίμακα σε αυτόν τον τόπο.

Richard Serra, «The Shift» (1970- 1972), King City, Ontario


27

Γ]Ένταξη

στον

φυσικό

τόπο;

Η έννοια του φυσικού τόπου, όσο και να προσπαθούμε να την εξηγήσουμε, παραμένει μία αρκετά ασαφής έννοια, με ποικίλες προεκτάσεις, και ενδεχομένως για τον κάθε άνθρωπο να σημαίνει διαφορετικά πράγματα. Άρα, και ο όρος «ένταξη» στον φυσικό τόπο δεν είναι πολύ σαφής. Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε πως όλα τα κτίρια, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εντάσσονται στον φυσικό τόπο. Η ένταξη του κτιρίου στο φυσικό τόπο, δεν σημαίνει απαραίτητα την εξαφάνισή του ώστε να αλλοιώσει όσο το δυνατόν λιγότερο τον τόπο. Όπως έχω ήδη αναφέρει, κάθε αρχιτεκτονική πράξη μεταλλάσσει το τοπίο και δημιουργεί μία αντίθεση, οπότε θα ήταν ουτοπικό να θεωρήσουμε ότι ένα κτίριο μπορεί να εξαφανιστεί. Αυτό που με απασχολεί είναι η συνειδητή σύνθεση στον τόπο ώστε το κτίριο να συνομιλεί με αυτόν, ακόμα και όταν φθάνει σε γόνιμη ρήξη με αυτόν (αντιπαράθεση με τον τόπο). Αυτή η συνομιλία του κτιρίου και του φυσικού τόπου, μπορεί να μεταφραστεί και ως «συνέχεια» ή «επέκταση» του τόπου, όπως την περιέγραψα νωρίτερα. Έχοντας ήδη αναπτύξει την έννοια του τόπου και έχοντας κατανοήσει την ποικιλία των πραγμάτων που τον απαρτίζουν και τον χαρακτηρίζουν, η ένταξη στον φυσικό τόπο, φαίνεται να εξαρτάται άμεσα από το σεβασμό αυτών των πραγμάτων. Έτσι, η σχέση του κάθε κτιρίου με τον φυσικό τόπο αναζητείται, τόσο στη σχέση του με τα γεωμετρικά στοιχεία του τόπου (μορφολογία εδάφους, κλίμα, φως κτλ) , στη σχέση του κτιρίου με το έδαφος και τον ουρανό, στη σχέση του μέσα και του έξω αλλά και στη σχέση του κτιρίου με το « πνεύμα» του συγκεκριμένου τόπου. Η σχέση του κτιρίου και του φυσικού τόπου μπορεί να προσεγγιστεί μέσα από τη σχέση του κτιρίου με το έδαφος, αφού αυτό συνοψίζει τις περισσότερες τοπιακές παραμέτρους. Υπάρχουν κτίρια, στα οποία φαίνεται καθαρά η πρόθεση του αρχιτέκτονα να συνομιλήσει με το έδαφος είτε απλά ακουμπώντας το κτίριο πάνω σε αυτό είτε δημιουργώντας την αίσθηση ότι το κτίριο αιωρείται πάνω


28

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

από αυτό. Πολλές φορές, το κτίριο φαίνεται να διατρυπά το έδαφος ενώ άλλες φορές φαίνεται σαν να γεννιέται, να βλαστάνει μέσα από αυτό. Για πολλούς αρχιτέκτονες, η σχέση του κτιρίου με το τοπίο αναζητείται στην αέναη σχέση του «μέσα» με το «έξω». Η αρχιτεκτονική άλλωστε, κατά μία έννοια, δημιουργείται κατά τη συνάντηση εσωτερικών και εξωτερικών δυνάμεων χρήσης και χώρου. Άρα, η φύση αυτού του ορίου μεταξύ του εξωτερικού περιβάλλοντος και του εσωτερικού, η δυναμική του, ο βαθμός διαφάνειας και περατότητας του, είναι καθοριστικά για την εξασφάλιση αυτής της σχέσης. Οι χώροι που περιβάλλουν τα κτίρια, γενικά, διαπερνώνται από οπτικές δυνάμεις, που κινούνται και προς τις δύο διευθύνσεις, και οι ιδιότητες των οποίων καθορίζονται από το μέγεθος και τα σχήματα των αρχιτεκτονικών δομών που τις δημιουργούν18. Οι κατακόρυφες δυνάμεις, που αναπτύσσονται μεταξύ του κτιρίου και του περιβάλλοντος του, δηλαδή, οι δυνάμεις που εκπηγάζουν από το κτίριο είτε προς το έδαφος είτε προς τον ουρανό (κορυφογραμμές), ορίζουν σε σημαντικό βαθμό τη μορφή ενός κτιρίου σε έναν δεδομένο τόπο και τις «χειρονομίες» του προς τον τόπο αυτό. Οι οριζόντιες δυνάμεις, αναπτύσσονται μεταξύ του κτιρίου και στοιχείων του περιβάλλοντος και σχηματοποιούν το όριο μεταξύ τους, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως. Ο αρχιτέκτονας μπορεί να τονίσει είτε την κατακόρυφη διεύθυνση του κτιρίου είτε την οριζόντια, δίνοντας εντελώς διαφορετική αίσθηση για το πώς το κτίριο «στέκεται» σε έναν τόπο, μπορεί είτε να «διαλύσει» το κτίριο προς τον ουρανό, είτε να προκαλέσει μία απότομη ρήξη με αυτόν. Η φαντασιακή ανάγνωση ενός τόπου, δηλαδή, η απομόνωση των αισθήσεων και των συναισθημάτων που γεννιούνται από την ατμόσφαιρα του- τα χρώματά του, το ιδιαίτερο φως του, την υφή του, τους ήχους και τις μυρωδιές του, τις μνήμες που αυτό κουβαλάει- όπως και η βαθιά κατανόηση του «Πνεύματος του τόπου» και η «οργανική» σύνθεση με αυτό, μπορούν να «ριζώσουν» το κτίριο, φυσικά, οπτικά, νοηματικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, ιστορικά κ.ο.κ, με τον συγκεκριμένο τόπο και να συμβάλλουν στη δημιουργία μιας αρχιτεκτονικής συγκινησιακής, αλλά προπαντός αυθεντικής.

18] Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 46


29

Ι)Το έδαφος φυσικού τόπου έδαφος

Ανάγνωση του μέσα από το

Μία πρώτη φάση της συνθετικής διαδικασίας είναι η ανάγνωση και η κατανόηση του φυσικού τόπου και των αρχών που τον διέπουν. Το έδαφος, ως ο βασικός «υποδοχέας» κάθε αρχιτεκτονικής παρέμβασης στον τόπο, μπορεί να ασκήσει μεγάλη επιρροή στις μετέπειτα συνθετικές επιλογές του αρχιτέκτονα. Στοιχεία πρωταρχικά που μας ενδιαφέρουν, όσον αφορά το έδαφος, είναι τόσο η υλική του υπόσταση (υλική σύσταση, χρώμα, υφή) όσο και η μορφή του (κλίση, χαρακτηριστική γεωμετρία) αλλά και η ατμόσφαιρα που όλα αυτά δημιουργούν στον τόπο, όπως άλλωστε ανέφερα νωρίτερα. Για την κατανόηση του εδάφους πρέπει αρχικά να εξετάσουμε κάποιες βασικές ιδιότητές του που θα μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε τις βασικές, πρωταρχικές δομές ενός τόπου, αυτές που είτε τον καθιστούν διαφορετικό από άλλους είτε τον κατατάσσουν σε μία «οικογένεια» τόπων. Επίσης, οι ιδιότητες αυτές, μπορεί να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για τον αρχιτέκτονα αλλά και αφορμή για μία αρχιτεκτονική που διαλέγεται με το έδαφος και τον φυσικό τόπο. Η πρώτη ιδιότητα του εδάφους- το συνεχές του- εισάγει τη γενικότερη απροσδιοριστία του ανθρώπου μέσα σε ένα κόσμο συνεχή. Ο ιστορικός άνθρωπος αρχίζει να κατανοεί τον κόσμο όταν μέσα στις κοινωνίες του ξεκινά να επεμβαίνει σε αυτόν και να τον κατατέμνει. Η κατάτμηση του εδάφους, που αποτελεί κομμάτι του κόσμου αλλά και αποκλειστικό φυσικό και μεταφυσικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο σχηματίζονται οι κοινωνίες του, είναι μάλλον αφετηριακής σημασίας για την κατανόηση του κόσμου και την ενσυνείδητη ενσωμάτωση σε αυτόν. Η καθοριστικότερη, για τον άνθρωπο αλλά και για κάθε φυτικό οργανισμό, κατάτμηση του εδάφους που συντελείται στον κόσμο είναι αυτή που επιβάλλει η στάθμη του νερού στην ξηρά ή στον πυθμένα (βιολογική κατάτμηση). Ως ξηρά, αναδύονται από τη στάθμη της θάλασσας μόλις τα 3/10 περίπου του φλοιού του πλανήτη μας. Από αυτήν την έκταση, ένα πολύ μικρότερο ποσοστό έχει «επιλεγεί» και κατοικείται από τον άνθρωπο, ο οποίος είναι ωστόσο διασκορπισμένος κατά ομάδες κοινής ιδεολογίας σε όλα τα μήκη και πλάτη (ιδεολογική κατάτμηση). Σημαντικό είναι επίσης πως μέσα στην απειρία των πτυχώσεων του φλοιού της γης, ο άνθρωπος διακρίνει οντολογικές τομές στο συνεχές του εδάφους, γεωμορφές, οι οποίες αποτελούν πρωταρχικά και καθολικά συστατικά του φυσικού τόπου19. 19] Δημήτρης Χαμψας, Ο Δομικά Συγκροτούμενος και ο Χθόνιος Χώρος με σημείο συνάντησης τον τοίχο αντιστήριξης, Διάλεξη τμήματος Αρχιτεκτόνων Δ.Π.Θ, σελ. 7


30

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

Χαρακτηριστικές γεωμορφές...

... η αρχιτεκτονική που από μόνη της γεννά η φύση: με τις σπηλιές, τα βράχια και το χώμα, τις ρυτιδώσεις, τις χαρακιές και τα άλλα ίχνη του νερού, του ανέμου και του χρόνου. Αυτή είναι, νομίζω, η “μητέρα όλων των αρχιτεκτονικών”20.

Τάσος Μπίρης

Επίσης, πέρα από τις υλικές ιδιότητες ενός φυσικού τόπου, ενυπάρχει μία ιδιότητα που ανήκει στην ιδεατή του υπόσταση και βοηθά τον άνθρωπο είτε να διακρίνει τον συγκεκριμένο τόπο από άλλους είτε να αντιληφθεί μία πρωταρχική και ουσιαστική ομοιότητα μεταξύ τόπων που φαινομενικά δεν μοιάζουν. Η κύρια αυτή ιδιότητα του τόπου, ως μέρος της ιδεατής του υπόστασης, είναι η δομή. Είναι εκείνη η «μοναδική γραμμή που περιλαμβάνει και αντιπροσωπεύει τα ουσιώδη γνωρίσματα ενός ολόκληρου Είδους. Γιατί είναι διαφορετική αυτή που υπάρχει στο τριαντάφυλλο, το αγιόκλημα ή το χρυσάνθεμο21...» Τάσος Κ. Μπίρης Για παράδειγμα, εάν μας ζητούσαν να ζωγραφίσουμε ένα κόλπο -μια μορφή του-, από τις τόσες γραμμές που θα σχεδιάζαμε, υπάρχει μια που δεν «επιτρέπεται» να λείπει από το χαρτί: η καμπύλη εκείνη που ορίζει που η ξηρά συναντά το νερό. Αυτή η καμπύλη γενέτειρα όλων των μορφολογικών παιχνιδισμών, οι οποίοι διακρίνουν τον ένα κόλπο από τον άλλο, διατρέχει κάθε κόλπο ώστε να τους καθιστά «Είδος». 20] Τάσος Μπίρης, Με την Σκέψη στην Αρχιτεκτονική - δεκαπέντε συν πέντε κείμενα, εκδ. Παπασωτηρίου, Αθήνα 1999, σελ. 33 21] Τάσος Μπίρης, Αρχιτεκτονικής σημάδια και διδάγματα- Στο Ίχνος της Συνθετικής Δομής, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996, σελ. 30


31

εγκόλπωση

έκταση

έκθεση

Εκτός από την τοπολογική σχέση της ξηράς και της θάλασσας, ο άνθρωπος βιώνει και την τοπολογική σχέση του εδάφους με τον ουρανό, την οποία εντοπίζει συμπυκνωμένη στο ίχνος που διαπερνά τα σχετικώς ψηλότερα και στο ίχνος που διαπερνά τα σχετικώς χαμηλότερα σημεία του εδάφους: αυτοί οι τοπολογικοί πυκνωτές είναι η κορυφογραμμή και η μισγάγκεια αντίστοιχα, πάνω στις οποίες το βουνό και η κοιλάδα συνιστούν χαρακτηριστικές τοπολογικές τομές. Ο άνθρωπος, ως ψυχοσωματική υπόσταση, αντιλαμβάνεται και βιώνει τις τοπολογικές σχέσεις του εδάφους και του ουρανού, οι οποίες του προκαλούν τις πρωταρχικές αισθήσεις της εγκόλπωσης, της έκτασης και της έκθεσης22. Κατατέμνοντας το έδαφος σε στοιχειώδεις επιφάνειες, προκύπτουν τρεις βασικές θέσεις του: η οριζόντια, η κεκλιμένη και η κατακόρυφη. Κάθε μία δείχνει τον πρωτογενή τρόπο με τον οποίο το γυμνό έδαφος επιδρά στον άνθρωπο ως ψυχοσωματική υπόσταση, ο οποίος στέκεται στην οριζόντια και διευκολύνεται ή δυσχεραίνεται η κίνησή του σε όλες τις υπόλοιπες θέσεις, αναλόγως φυσικά με την κλίση του εδάφους. Ενώ το οριζόντιο επίπεδο δεν έχει κατεύθυνση, το κεκλιμένο και το κατακόρυφο προσανατολίζεται σε συγκεκριμένα σημεία. Η προσανατολισμένη θέα και έκθεση στον ήλιο, και τα λοιπά στοιχεία, είναι πολλές φορές καθοριστική για την εδραίωση των ανθρώπινων κοινωνιών. Με τις τρεις αυτές θέσεις ως θεωρητικό υπόβαθρο αναγνωρίζονται πρωτογενώς βασικές έννοιες του χώρου: η πορεία, η στάση, η βατότητα, η αλλαγή της θέας, ο προσανατολισμός. Η σώρευση και η εκσκαφή...

22]  Δημήτρης Χαμψας, Ο Δομικά Συγκροτούμενος και ο Χθόνιος Χώρος με σημείο συνάντησης τον τοίχο αντιστήριξης, Διάλεξη τμήματος Αρχιτεκτόνων Δ.Π.Θ, σελ.28


32

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

Πώς επεμβαίνει όμως ο αρχιτέκτονας στο έδαφος; Πώς ξεκινά να ορίζει τους χώρους και να τους προσδίδει υλική υπόσταση; Γενικά, διακρίνουμε δύο βασικούς, πρωτογενείς τρόπους που ο αρχιτέκτονας χειρίζεται τη σχέση κτιρίου και εδάφους: α) Χρησιμοποιεί το έδαφος, τις κοιλότητές του, την κλίση του, τις γεωμορφές που σχηματίζει , χειρίζοντάς το σαν δοχείο μέσα στο οποίο πλάθει σιγά σιγά τους χώρους. Το ίδιο το έδαφος παράγει δηλαδή την αρχιτεκτονική. Συστατικές πράξεις αυτής οργανικής παραγωγής του χώρου είναι η εκσκαφή και η σώρευση, με προϊόντα τα αρχέτυπα του λάκκου και του σωρού αντίστοιχα. Στον λάκκο, τοπολογικά, βρίσκει έκφραση η έννοια της εγκόλπωσης ενώ στον σωρό η έννοια της έκθεσης23. β) Επαναπροσδιορίζει το «έδαφος» του κτιρίου είτε ακουμπώντας το απλά στο φυσικό έδαφος είτε απομακρύνοντάς το από αυτό.

Το “ρίζωμα” στο έδαφος και στον φυσικό τόπο... Κατοικία για διακοπές στην Ανάβυσσο (1961-1962) Άρης Κωνσταντινίδης

Αιώρηση πάνω από την φυσική κοιλότητα του εδάφους... Θέατρο Λυκαβητού (1964-1965) Τάκης Χ.Ζενέτος

23] Δημήτρης Χαμψας, Ο Δομικά Συγκροτούμενος και ο Χθόνιος Χώρος με σημείο συνάντησης τον τοίχο αντιστήριξης, Διάλεξη τμήματος Αρχιτεκτόνων Δ.Π.Θ, σελ. 70


33

ΙΙ)

ΤΟ

ΟΡΙΟ...

Η σχέση ενός κτιρίου με τον φυσικό τόπο καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη φύση του ορίου μεταξύ του «μέσα» και του «έξω». Δεν θα μπορούσα, ενδεχομένως, να ξεκινήσω διαφορετικά αυτό το κείμενο και να περιγράψω καλύτερα τη σημασία του ορίου μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού περιβάλλοντος, παρά παραθέτοντας αυτά τα λόγια του Venturi, ο οποίος πολύ εύστοχα παρατήρησε πως: «Το να συνθέτει κανείς από έξω προς τα μέσα, καθώς και από μέσα προς τα έξω, δημιουργεί τις απαραίτητες εντάσεις, οι οποίες βοηθούν στο να κάνει κανείς αρχιτεκτονική. Μια και το εσωτερικό είναι διαφορετικό από το εξωτερικό, ο τοίχος γίνεται ένα αρχιτεκτονικό γεγονός. Η αρχιτεκτονική δημιουργείται κατά τη συνάντηση εσωτερικών και εξωτερικών δυνάμεων χρήσης και χώρου. Η αρχιτεκτονική ως τοίχος μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού γίνεται το χωρικό ίχνος αυτού του μετασχηματισμού και του δράματός του24...» Robert Venturi

Το όριο, λοιπόν, παράγεται ως αποτέλεσμα των δυνάμεων που δρούν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον. Η φύση αυτού του ορίου,η μορφή του, η δυναμική του, ο βαθμός διαφάνειας και περατότητάς του, είναι στοιχεία που εκφράζουν φανερά τη θέση του αρχιτέκτονα σχετικά με τη σχέση που θα έπρεπε να αναπτύσσεται μεταξύ του «μέσα» και του «έξω».Η μεγάλη πρόκληση του αρχιτέκτονα προέρχεται από τη παράδοξη αντίφαση μεταξύ του αλληλοαποκλεισμού των αυτόνομων, αυτοτελών εσωτερικών χώρων και του εξίσου ολοκληρωμένου εξωτερικού κόσμου και της απαραίτητης συνοχής των δύο, ως μερών του αδιαίρετου ανθρώπινου περιβάλλοντος. Αν εξετάζαμε μόνο τη μορφή του ορίου, θα μπορούσαμε να κάνουμε μία κάπως γενική διάκριση μεταξύ των ευθύγραμμων, των κοίλων και των κυρτών ορίων αλλά και μεταξύ των κάθετων και κεκλιμένων ορίων και να εξετάσουμε πως αυτά «ρυθμίζουν» τον χώρο. Πολύ συνοπτικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως ένα κοίλο όριο μπορεί να εκφράσει τον τυπικό χαρακτήρα ενός εσωτερικού που έχει την ιδιότητα να περικλείει τον ένοικο- όπως η μήτρα- και φαίνεται όντως να διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα των δυνάμεων που δρούν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό περιβάλλον. Αρκεί να σκεφτούμε τον τρόπο που 24] Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 154


34

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

τα πουλιά σχηματίζουν τις φωλιές τους με το να κάθονται μέσα και να πιέζουν το σώμα τους ενάντια στα τοιχώματα. Ένα κοίλο εσωτερικό, παρόλο που δεν δημιουργείται με τον ίδιο τρόπο, δίνει την εντύπωση πως ο άνθρωπος έχει εξασκήσει κάποιου τέτοιου είδους ενέργεια. Το κοίλο όριο υποχωρεί μπροστά στις δυνάμεις που το ίδιο δημιούργησε. Παραχωρεί στον επεκτατικό κοίλο χώρο μέγιστη ελευθερία αλλά, ταυτόχρονα, η επέκταση αυτή αντλεί την δύναμή της από την αντίσταση του ορίου25. Όταν στον εσωτερικό χώρο αντιστοιχεί αυτό το κοίλο όριο, στον εξωτερικό χώρο, ανήκει ένα κυρτό όριο, που, όπως θα δούμε αργότερα και στη Villa Savoye του Le Corbusier, αποτελεί ενδεχομένως ένα πιο ρευστό όριο μεταξύ του μέσα και του έξω και δημιουργεί μια τάση για κίνηση γύρω από αυτό.

Κατοικία Jacobs, Frank Lloyd Wright, Wisconsin ΗΠΑ,1944-1948.Ο ημικυκλικός τοίχος ορίζει με ένα κοίλο χώρο για το εσωτερικό της κατοικίας ενώ με την κυρτή του παρειά αντιστηρίζεται το σωρευμένο ανάχωμα. Ταυτόχρονα, φέρει τη στέγαση του χώρου.

Το ανταγωνιστικό παιχνίδι μεταξύ δύναμης και αντίθετης δύναμης προσεγγίζει την ουδετερότητα όταν τα όρια είναι ευθείες γραμμές ή επίπεδα. Αυτή η αλληλεπίδραση φυγόκεντρων και κεντρομόλων δυνάμεων τείνει να πραγματοποιείται μ’ένα χαμηλό επίπεδο έντασης, αλλά παρόλα αυτά ορίζει τις οπτικές διαστάσεις του δωματίου δυναμικά σαν αυτές να καθορίζονται από κάποια συγκεκριμένη αναλογία διαστολής και συστολής .Η συνοχή του κυβικού κελύφους ενδυναμώνεται όταν οι γωνίες προσδιορίζονται ως απλές αλλαγές κατεύθυνσης. Ο Frank Lloyd Wright στόχευε σε μία τέτοια συνέχεια, όταν χειριζόταν τους τοίχους και τις οροφές όχι ως ξεχωριστά επίπεδα που συγκρούονταν στις ακμές και ίσως απειλούσαν να κόψουν το ένα το άλλο, αλλά αντίθετα ως μερη ενός μη διακοπτόμενου «αναδιπλούμενου» επιπέδου. Επίσης, θα μπορούσα να ισχυριστώ πως ένα κάθετο όριο προκαλεί μία πιο απότομη ρήξη μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού από ένα κεκλιμένο όριο. Ένα κεκλιμένο όριο, ανάλογα με τη κατεύθυνσή του και την κλίση του, μπορεί να 25] Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 142


35

ειδωθεί τόσο σαν συνέχεια του εδάφους (γεωμετρικοποιημένο έδαφος) όσο και σαν στοιχείο που ανακόπτει ομαλά την συνέχεια του εδάφους ( πχ τοίχος αντιστήριξης) και σαν τέτοιο, να επιτρέπει μία πιο ρευστή σχέση μεταξύ του μέσα και του έξω. Κάθε κτίριο χαρακτηρίζεται από το βαθμό ανοικτότητας και κλειστότητας του εξωτερικού του ορίου, την αναλογία μεταξύ των ανοιχτών και των κλειστών του περιοχών. Ενδεχομένως, όσο λιγότερο περατό φαίνεται το όριό του, τόσο περισσότερο το κτίριο μας δημιουργεί την αίσθηση ενός καταφυγίου που θέλει να απομακρύνει και να προστατεύσει το χρήστη από τις δυνάμεις της φύσης. Σε ένα καταφύγιο, τα ανοίγματα μοιάζουν με οπές σε ένα μη περατό όριο, από τις οποίες μπορεί να καδράρονται «στιγμές» του φυσικού τόπου. Αντίθετα, η «διαφάνεια» διαχειρίζεται τη σχέση της αλληλοπεριχώρησης του εξωτερικού και του εσωτερικού χώρου, σε μία προσπάθεια ο ένας να ρέει μέσα στον άλλον και ο ένας να αποτελεί συνέχεια του άλλου. Μία πράξη, μεταξύ αυτών των δύο, αποτελεί η δημιουργία μεταβατικών χώρων ( κατώφλι, ημιυπαίθριος,στοά) οι οποίοι επιδιώκουν να περικλείσουν ένα κομμάτι του φυσικού τόπου ώστε να το καταστήσουν οικειοποιήσιμο για τον χρήστη. Μέσω αυτού του μεταβατικού χώρου, ο χρήστης αισθάνεται ότι έχει κατακτήσει την φύση και, κατά μία έννοια, την έχει «φέρει στα μέτρα του» ώστε να μπορεί να κατοικήσει σε αυτήν26.

Αλληλοπεριχώρηση εξωτερικού και εσωτερικού χώρου... Norwegian Pavillion, Sverre Fehn, Universal Exposition in Brussels,1956-1958

26]  Pierre Pellegrino, Το Νόημα του Χώρου: Η εποχή και ο τόπος,μτφρ Κυριακή Τσουκαλά, εκδ. Τυπωθήτω,Αθήνα 2006, σελ. 113


36

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

Περί Κυριολεκτικής και φαινομενικής διαφάνειας...

Στην αρχιτεκτονική, η διαφάνεια δεν σχετίζεται αποκλειστικά με την διαφάνεια των υλικών, όπως συνηθίζεται να παρερμηνεύεται. Οι θεωρίες σχετικά με την φαινομενική διαφάνεια, που προέρχονται από τον χώρο της ζωγραφικής, με κύριους εκφραστές τον Braque, τον Picasso,τον Cezanne και άλλους, άνοιξαν νέους δρόμους στην επεξεργασία του αρχιτεκτονικού χώρου, του ορίου του αλλά και της πλοκής του. Για πολλά χρόνια, παρερμηνεύοντας τις διδαχές του μοντερνισμού, πολλοί αρχιτέκτονες, επικαλούμενοι την έννοια της «καθαρότητας», απογύμνωναν τα κτίριά τους, καταργώντας κάθε σκληρό όριο μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού περιβάλλοντος, εξαϋλώνοντάς το ώστε το εσωτερικό να θεωρείται συνέχεια του εξωτερικού. Έτσι, οδηγηθήκαμε σε μία αρχιτεκτονική που υμνούσε το γυαλί και τις δυνατότητές του και απαρνηθήκαμε όλες εκείνες τις αρχιτεκτονικές ποιότητες που μιλούσαν για τον άνθρωπο και τη σχέση του με τη φύση. Η κυριολεκτική ερμηνεία της διαφάνειας, δεν άφηνε κανένα τμήμα του κτιρίου κρυφό . Κατήργησε κάθε «γωνιά» που θα μπορούσε ο χρήστης να σταθεί και να αιστανθεί ασφάλεια και ζεστασιά. Κατήργησε την ίδια την αρχιτεκτονική και τα βαθύτερα νοήματά της και απαξίωσε τον τόπο, επαναλαμβάνοντας και μεταφέροντας το ίδιο στείρο μοντέλο κτιρίου παντού, να απαντά σε κάθε πρόβλημα. Ο Gyorgy Kepes στο βιβλίο του «Language Of Vision» ερμήνευσε τη διαφάνεια ως μία νέα οπτική ποιότητα και μία πιο ευρεία χωρική τάξη. Σύμφωνα με τον Kepes, όταν δύο μορφές επικαλύπτουν η μία την άλλη, κάθε μία, διεκδικώντας το κοινό τους τμήμα, μπορεί να διεισδύει μέσα στην άλλη. Η φαινομενική διαφάνεια σημαίνει μία ταυτόχρονη σύλληψη διαφορετικών χωρικών περιοχών. Ο χώρος δεν συνεχίζεται απλά, αλλά ρέει συνεχώς. Η θέση των μορφών έχει το ίδιο νόημα καθώς διακρίνουμε τη μία φιγούρα σαν τη πιο κοντινή ή την πιο μακρινή. Η διαφάνεια, συνεπώς, δεν είναι κάτι ξεκάθαρο αλλά κάτι αμφιλεγόμενο (ambiguous)27. Στο χώρο της ζωγραφικής,και κυρίως στη κυβιστική ζωγραφική μεταξύ του 1911 και του 1912, έγιναν πολλές προσπάθειες για να προσεγγιστεί ο όρος της φαινομενικής διαφάνειας. Οι ζωγράφοι, αναζήτησαν μία εκφραστική(articulated) παρουσίαση μετωπικά τοποθετημένων αντικειμένων σε ένα «ρηχό» αφηρημένο χώρο. Προσπάθησαν να αποκρύψουν τα προφανή στοιχεία που υποννοούσαν το βάθος αλλά να δώσουν την αίσθηση ότι οι μορφές τους ζουν στον χρόνο, 27]  Colin Rowe; Robert Slutzky,Transparency, Literal and Phenomenal, Perspecta, Vol. 8. (1963),σελ. 45


37

χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα πολλαπλές πηγές φωτός και εναποθέτοντας πολλές όψεις του ίδιου αντικειμένου, την μία πάνω στην άλλη. Οι αλληλοεπικαλύψεις ( superimposition) των μορφών στους πίνακες του Picasso,του Braque και του Cezanne προσφέρουν αμέτρητες πιθανότητες για εναλλακτικές ερμηνείες. Μία πρώτη προσπάθεια μεταφοράς της θεωρίας του Kepes στην αρχιτεκτονική αποτέλεσε το κτίριο του Bauhaus του Gropius. Θα μπορούσαμε να πούμε, βέβαια, πως τελικά αποδείχθηκε μια ίσως επιφανειακή ερμηνεία της. Ο Siegfried Giedion λανθασμένα δήλωσε για το κτίριο πως «οι μεγάλες γυάλινες επιφάνειες επιτρέπουν τις «αιωρούμενες» σχέσεις των επιπέδων και την «επικάλυψη» που εμφανίζεται στη σύγχρονη ζωγραφική28». Ο Gropius χρησιμοποίησε το γυαλί, με την κυριολεκτική του έννοια, σαν μία κρεμαστή όψη. Το γυαλί λειτουργεί σαν φράγμα αισθητό, φράγμα υλικό που χωρίζει τον μέσα χώρο από τον έξω και πάνω του καθρεφτίζονται οι γύρω μορφές. Το κτίριο δεν δίνει προτεραιότητα σε καμία από τις διευθύνσεις που σχηματίζονται από τους όγκους του και αποκτά όγκο μόνο όταν ειδωθεί υπό γωνία, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τα κτίρια του Le Corbusier που προσφέρουν την αίσθηση του βάθους ακόμα και όταν ειδωθούν μετωπικά.

κυριολεκτική διαφάνεια... κτίριο Bauhaus, W.Gropius, Dessau, 1925-1926

φαινομενική διαφάνεια... villa Savoye, Le Corbusier, Poissy, 1928-1929

Στα κτίρια του Le Corbusier , ίσως να ενσαρκώνονται για πρώτη φορά οι καινοτόμες ιδέες του καιρού σχετικά με τη φαινομενική διαφάνεια. Ο Le Corbusier αποβλέπει για πρώτη φορά σε ένα “marriage des contours” και σε μία εναλλαγή χώρων που βιώνονται μέσω της κίνησης του χρήστη («όραση εν κινήσει»). Στα κτίρια της πρώιμης περιόδου του,όπως στη villa Savoye , μπορούν να συνυπάρχουν και να αλληλοεπικαλύπτονται μορφές, χωρίς να προκαλούν οπτική σύγχυση, δημιουργώντας πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσής τους. Η διαπλοκή των επιπέδων συνήθως εκφράζει και τη διαπλοκή του «περιεχομένου», 28]     Colin Rowe; Robert Slutzky,Transparency, Literal and Phenomenal, Perspecta, Vol. 8. (1963),σελ. 49


38

Ο ΦΥΣΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ...

τη διαδοχή και τη διαπλοκή των εσωτερικών χώρων. Το κτίριο γίνεται κατανοητό από έξω προς τα μέσα και αυτό ταυτόχρονα καθορίζει τη σχέση που αναπτύσσει με το περιβάλλον του. Μακριά από την απογύμνωση των κτιρίων ώστε να αποκαλυφθεί ο εσωτερικός χώρος, εδώ ο εσωτερικός χώρος υπαινίσσεται. Το όριο του κτιρίου αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του και πλάθεται σύμφωνα με αυτό. Ο χώρος της αρχιτεκτονικής , έχει πλέον αξιώσεις καλλιτεχνικές.


39

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

ΚΤΙΡΙΩΝ

Στα παραδείγματα που ακολουθούν γίνεται μία προσπάθεια να καταλάβουμε τον τρόπο με τον οποίο συλλαμβάνει ο κάθε αρχιτέκτονας το φυσικό τόπο, να κατανοήσουμε τη στάση του και τη θέση του απέναντι σε αυτόν, πώς μεταχειρίζεται τα στοιχεία του τόπου και ποια συνθετικά εργαλεία χρησιμοποιεί για να εκφράσει σε τόπο τις αρχικές του προθέσεις , ώστε, τελικά, να είμαστε σε θέση να κρίνουμε το τελικό αποτέλεσμα , το πραγματικό κτίριο. Τα πρώτα παραδείγματα που χρησιμοποιώ, είναι κτίρια- σταθμοί στην ιστορία της αρχιτεκτονικής που, σχεδόν δογματικά, αναφερόμαστε λίγο-πολύ όλοι όταν θέλουμε να μιλήσουμε για την «ιδανική» σχέση του κτιρίου με τον φυσικό τόπο. Στην πορεία της εργασίας, η άποψη μου για αυτά τα κτίρια άλλαξε αρκετά, και, ίσως τα συμπεράσματα αυτής της διάλεξης, να συμπυκνώνονται στα δύο τελευταία παραδείγματα κτιρίων που χρησιμοποίησα. Εντούτοις, όπως προείπα, θεώρησα σημαντικό να παρουσιάσω την εξελικτική πορεία αυτής της αναζήτησης.


40

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Villa Savoye, Le Corbusier Poissy, (1928- 1929) ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΣΤΟ ΚΤΙΡΙΟΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ

Ο αρχιτεκτονικός περίπατος ξεκινά από το Παρίσι. Η πρόσβαση στη villa savoye γίνεται με αυτοκίνητο. Το αυτοκίνητο αιχμαλωτίζει φευγαλέα το τοπίο, πλαισιώνοντας το στο ορθογώνιο του παραθύρου. Οι εικόνες του είναι αποσπασματικές, εφήμερες, εξ’ αιτίας των εναλλαγών που η κίνηση επιβάλλει. Το πλαίσιο του παραθύρου συνεχώς αλλάζει περιεχόμενο. Το θέμα του, αποκομμένο από το περιβάλλον, περιέχει ό,τι μπορεί να συλλάβει μια «μηχανικά» κινούμενη ματιά. Η πρώτη ανατροπή έχει ήδη συντελεστεί στη θέαση του τοπίου29. Το αυτοκίνητο φθάνει στο προορισμό του. Αυτό που αντικρίζουμε με μία πρώτη ματιά είναι ένα λευκό πρίσμα, που στέκεται πάνω σε λεπτά pilotis και δίνει την αίσθηση ότι αιωρείται πάνω από το έδαφος. Το αυτοκίνητο περνάει κάτω από το κτίριο σε μία ορισμένη πορεία ανάμεσα στα περιμετρικά υποστυλώματα και τον χώρο του ισογείου. Ο χώρος του ισογείου οπισθοχωρεί για να επιτρέψει τη διέλευση του οχήματος ενώ τα υποστυλώματα ορίζουν αφαιρετικά τα ίχνη του κτιρίου που ανυψώθηκε από το έδαφος. Τα όρια του χώρου πλάθονται αφουγκραζόμενα τις ιδιότητες του αντικειμένου που κυλάει δίπλα του. Στην συνέχεια, την κίνηση του οχήματος έρχεται να διαδεχθεί η κίνηση του χρήστη, ο οποίος, διοχετεύεται, μέσω ενός φουαγιέ, σε μία ράμπα που τον οδηγεί στον όροφο. Η μετάδοση της κίνησης από τη μηχανή στον άνθρωπο έχει επιτευχθεί ομαλά, χωρίς να διασαλευτεί η συνέχεια. Η κεντρική θέση της ράμπας και η τάξη του κανάβου που παράγει γύρω της, μας οδηγούν σταδιακά να τη θεωρήσουμε ως το κυρίαρχο στοιχείο του εσωτερικού χώρου, σαν να είναι η ανάδειξή της κεντρικής κίνησης το κύριο ζητούμενο της αρχιτεκτονικής σύνθεσης. Πράγματι, η ράμπα, ως πρωτεύον γεγονός στο κτίριο, «σπρώχνει» προς την περιφέρεια τους χώρους χρήσης, οι οποίοι, συγκρατούνται και εμποδίζονται από το εξωτερικό περίβλημα του κτιρίου ώστε να μην πεταχτούν έξω από το πρίσμα. Η ράμπα δεν σταματάει στον όροφο, όπου και βρίσκονται οι βασικοί χώροι της κατοικίας, αλλά συνεχίζει ελεύθερα τη διαδρομή της καταλήγοντας στον υπαίθριο χώρο στο δώμα, όπου, ένα άνοιγμα στο οργανικό solarium καδράρει τη θέα, ξαναορίζοντας εκείνη την αρχική εντύπωση που είχε κανείς μέσα από το αυτοκίνητο. Η ράμπα, προσφέρει στο χρήστη ποικίλες διαγώνιες 29]  από το κείμενο της Πέγκυς Δάρα: το παιχνίδι της ράμπας στη Villa Savoye, που βρίσκεται στο βιβλίο “Δύο ταξίδια στον Le Corbusier”, εκδ. ΚΑΜ, Χανιά Κρήτης 2005


41

Η πορεία πάνω στη ράμπα, το παιχνίδι του μέσα και του έξω, του επάνω και του κάτω

οπτικές φυγές ενώ γύρω της αφήνει να παίζεται ένα παιχνίδι του μέσα και του έξω, του επάνω και του κάτω. Το περίβλημα του κτιρίου καδράρει διαρκώς τη θέα του φυσικού περιβάλλοντος γύρω από το κτίριο. Ο εσωτερικός χώρος δίνει την αίσθηση ότι ρέει συνεχώς προς το εξωτερικό περιβάλλον και τον αύλειο χώρο που επικοινωνεί με το καθιστικό. Τα όρια του κτιρίου διαλύονται και προς τον ουρανό, πράγμα που το αντιλαμβάνεται κανείς κατά τη διάρκεια του περιπάτου πάνω στη ράμπα. Το κτίριο ανοίγεται τόσο προς τα έξω όσο και προς τα πάνω, προς τον ουρανό. ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΧΩΡΟΥ

ΑΝΤΙΛΗΨΗ

ΤΟΥ

Με μία πρώτη ματιά, το κτίριο συντίθεται από απλά γεωμετρικά σχήματα. Ο Le Corbusier άλλωστε υποστήριζε πως «οι κύβοι, οι κώνοι , οι κύλινδροι και οι πυραμίδες είναι οι πρωταρχικές μορφές που αποκαλύπτει το φως… αυτές είναι ωραίες μορφές, οι ωραιότερες μορφές». Τα πλατωνικά στερεά σχήματα που χρησιμοποιεί εδώ, λοιπόν, ουσιαστικά, αποκαλύπτονται μέσω του παιχνιδίσματός τους κάτω από το φως. Το λευκό, αντανακλά το φως, και τονίζει τις φόρμες μπροστά από ένα τοπίο που παίζει το ρόλο του φόντου. Εντούτοις, με μία προσεκτικότερη ματιά, μπορούμε να διακρίνουμε πολλά επίπεδα (levels) ανάγνωσης που μας δίνουν πρόσθετες πληροφορίες για το κτίριο. Ο τοίχος, όπως και το γυαλί, αντιμετωπίζονται σαν επιφανειακά στοιχεία που λειτουργούν ανεξάρτητα από τον σκελετό και τους χώρους στο εσωτερικό. Έτσι, ενώ στο ισόγειο ο χώρος οπισθοχωρεί αφήνοντας τα υποστυλώματα να φανούν, στον όροφο, το περίβλημα έρχεται να τα καλύψει ορίζοντας ένα νέο περίγραμμα στο χώρο. Τα υποστυλώματα είναι τόσο ραδινά που δίνουν την αίσθηση ότι τρυπούν το πρίσμα και στη συνέχεια, αφήνονται να φανούν πίσω από τα ανοίγματα του. Ναι μεν αφήνονται να εκφραστούν οι κατακόρυφες δυνάμεις που δρούν στο κτίριο και το ανυψώνουν από το έδαφος, αλλά δεν αφήνεται να


42

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

επικρατήσει η κατακορυφότητα. Τα οριζόντια επιφανειακά στοιχεία της όψης έρχονται να κρύψουν τα υποστυλώματα, τονίζοντας και αποκαθιστώντας το οριζόντιο επίπεδο διαβίωσης στον όροφο. Μέσα από την εναλλαγή των σκιερών και φωτεινών περιοχών, που διακρίνουμε μέσα από τα ανοίγματα, μπορούμε να αντιληφθούμε τη διαδοχή των χώρων που ταξιδεύουν παράλληλα με αυτά στο εσωτερικό. Η επιφάνεια του ισογείου επανεμφανίζεται και επαναπροσδιορίζεται στο δώμα. Αυτά τα καμπύλα στοιχεία, επίσης υπονοούν την ύπαρξη χώρων στο εσωτερικό τους. Στο μεν ισόγειο υπονοούν ένα χώρο κλειστό, ένα χώρο μετάβασης προς το εσωτερικό του κτιρίου ενώ στο δώμα υποδηλώνεται ένας υπαίθριος χώρος που στρέφεται προς το εσωτερικό και τελικά διαχέεται στον ουρανό. Επιπρόσθετα, αφήνεται να υπονοηθεί ένας χώρος όπου όλοι οι υπόλοιποι χώροι που δηλώνονται στο εξωτερικό συναντιούνται. Και αυτός είναι ο χώρος που καταλαμβάνει η ράμπα. Όλοι αυτοί οι χώροι ενώνονται μέσω της κίνησης. Συνεπώς, το κτίριο υπαινίσσεται συνεχώς την ύπαρξη ποικίλων χώρων που ο ένας διαδέχεται τον άλλον ή που ο ένας ρέει μέσα στον άλλο. Με αυτό τον τρόπο, δηλώνεται αισθητά και η τρίτη διάσταση του, το βάθος , έστω και αν το κτίριο ειδωθεί μετωπικά. Η διαφάνεια σε αυτό το κτίριο δεν επηρεάζεται από την ύπαρξη παραθύρων αλλά επιτυγχάνεται από την αντίληψη των διάφορων επιπέδων (levels) του κτιρίου τα οποία διεισδύουν το ένα στο άλλο, χωρίς να προκαλούν οπτική σύγχυση. Το κάθε επίπεδο από μόνο του είναι ανολοκλήρωτο και αποσπασματικό. Αυτά τα παράλληλα επίπεδα είναι αυτά που οργανώνουν την όψη και αφήνουν να υπονοηθεί ένας εσωτερικός χώρος που αποτελείται από μια διαδοχή χώρων που ο ένας ταξιδεύει μετά τον άλλον, όπως ήδη αναφέρθηκε νωρίτερα. Αυτό ονομάζεται φαινομενική διαφάνεια. Αυτό που ο Kepes αναγνωρίζει ως χαρακτηριστικό της φαινομενικής διαφάνειας είναι αυτή η συνεχής διαλεκτική μεταξύ γεγονότος (fact) και υπονόησης (implication). Η πραγματικότητα ενός βαθύ χώρου μονίμως αντιτίθεται στην παρέμβαση ενός επιφανειακού στοιχείου. Τελικά, όμως, διαβάζοντας κανείς τα διάφορα επίπεδα (levels),η αίσθηση του βάθους ενισχύεται. Η διασταύρωση (griding) των χώρων


43

μπορεί να ερμηνευτεί με πολλούς τρόπους. Στην επεξεργασία του ορίου προς το εξωτερικό περιβάλλον, ο Le Corbusier ενσαρκώνει τις καινοτόμες ιδέες του καιρού σχετικά με την φαινομενική διαφάνεια που προέρχονται από τον χώρο της ζωγραφικής, με κύριους εκφραστές τον Braque, τον Picasso,τον Cezanne και άλλους. Επίσης, δανείζεται και την έννοια του χωροχρόνου από τη φυσική δημιουργώντας μία εναλλαγή χώρων που βιώνονται μέσω της κίνησης του χρήστη («όραση εν κινήσει»). Το κτίριο, τόσο οπτικά, μέσω της σύνθεσης της μορφής του, όσο και εμπειρικά, μέσω της κίνησης, μπορεί να γίνει κατανοητό από τον χρήστη. Μέσω της μορφής, ο χρήστης ουσιαστικά μπορεί να «διαβάσει» την εσωτερική διάρθρωση του κτιρίου. Μέσω της κίνησης, της μετάβασης από τον ένα χώρο στον άλλο, ο χρήστης ανακαλύπτει σταδιακά τους χώρους, τους κατανοεί και τους συγκροτεί νοητικά στο μυαλό του σαν ένα συνεκτικό «όλον». Μάλιστα, η κίνηση, που αποτελεί την γενεσιουργό δύναμη αυτής της σύνθεσης, υποβάλλει στον χρήστη να αναπαράγει αυτές τις πρώτες συνθετικές γραμμές του αρχιτέκτονα, να φθάσει στην ουσία του κτιρίου και να κατανοήσει τη δομή του και την σχέση της δομής με τον φυσικό τόπο. ΣΧΕΣΗ

ΜΕ

ΤΟΝ

ΤΟΠΟ

Ο τόπος όπου έρχεται να κτιστεί η villa savoye, συλλαμβάνεται από τον Le Corbusier σαν να ήταν ένα «τοπίο» και με τον όρο αυτό αναφέρεται στη θέα που απολαμβάνει κανείς από το εσωτερικό του κτιρίου προς το εξωτερικό. Αντιστοιχεί, στη πραγματικότητα, αυτή την παραδοχή στον όρο «τοπίο» όταν αναφέρεται στον «λόγο ύπαρξης ενός τοίχου που περικλείει» όπως και σε εκείνο του «κλεισίματος της θέας σε ορισμένες κατευθύνσεις», παρατηρώντας ότι «το τοπίο που είναι πανταχού παρόν με όλες τις όψεις του πανίσχυρο, γίνεται πληκτικό30». Το καδράρισμα της θέας... περίκλειση του τοπίου στην εσωτερική αυλή της Villa Savoye

30]  Pierre Pellegrino, Το Νόημα του Χώρου: Η εποχή και ο τόπος,μτφρ Κυριακή Τσουκαλά, εκδ. Τυπωθήτω,Αθήνα 2006, σελ. 128


44

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Η αρχιτεκτονική και ο τόπος, εδώ, νοούνται σαν δύο ενότητες ξεχωριστές. Το κτίριο συνεχίζει να μοιάζει με τον ίδιο του τον εαυτό, όποιος και αν είναι ο τόπος και η μορφή του. Ο Le Corbusier χρησιμοποιεί την εικόνα ενός νεκρού φύλλου που, πέφτοντας, κάθεται πάνω στο έδαφος. Χαρακτηρίζοντας τη σχέση κτιρίου και τόπου, ανακοίνωνε τη χρήση pilotis, επιτρέποντας την επανάκτηση της οριζόντιας επιφάνειας του κατοικήσιμου εδάφους, όποια και αν ήταν η κλίση του οικοπέδου. Στη Villa Savoye, που αποτελεί δείγμα της πρώιμης αρχιτεκτονικής του Le Corbusier, παρατηρούμε ότι αφήνονται ορισμένες μόνο διαστάσεις του τόπου να συνομιλήσουν με το κτίριο. Το κτίριο απαντά σε πολύ γενικές αρχές όσον αφορά τον τόπο: απαντά Le Corbusier, σκίτσα, στη σχέση του με το έδαφος ανυψώνοντας τον Précisions, 1930 κύριο όγκο του και αφήνοντας το έδαφος να ρέει από κάτω του, απαντά στη σχέση με τον ουρανό διαλύοντας σταδιακά τα όρια του κτιρίου προς τα επάνω και υποδέχοντας το φως του στο εσωτερικό, απαντά στη σχέση με το «τοπίο-θέα» ανοίγοντας περιμετρικά του κτιρίου ανοίγματα ενώ, καταφέρνει να περικλείσει και ένα κομμάτι αυτού του τοπίου στον υπαίθριο χώρο του ορόφου αλλά και στον ημιυπαίθριο μεταβατικό χώρο του ισογείου. Σίγουρα, δεν πρόκειται για τοπική αρχιτεκτονική που σέβεται και δανείζεται τα στοιχεία του τόπου. Το κτίριο, όντως, μπορεί να τοποθετηθεί σε κάθε φυσικό τόπο και να παραμείνει ακριβώς το ίδιο και να συνομιλεί με το έξω με τον ίδιο τρόπο. Η εσωτερική του συνέπεια, συνοχή και δυναμική, το καθιστά έναν ανεξάρτητο οργανισμό, ο οποίος όμως, δημιουργεί σαφείς σχέσεις με το φυσικό τόπο που το περιβάλλει. Το κτίριο αντιπαρατίθεται συνειδητά στον φυσικό τόπο και, μέσα από αυτή τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ τους, ενεργοποιείται ο φυσικός τόπος και επανανοηματοδοτείται. « Eάν το πρόβλημα της ένταξης του κτιρίου στο περιβάλλον του επιλύεται με τη σύνθεση δύο συμπληρωματικών τάξεων, των «γεωμετρικών» μορφών και με τις μη γεωμετρικές « φυσικές» μορφές, ωστόσο, η μορφή του κελύφους του κτιρίου είναι μερικώς καθορισμένη από το γεωμετρικό μοντέλο του παραλληλεπιπέδου. Αυτό το μοντέλο επιλύει την αντίθεση κέλυφος/ όργανα τόσο καλά όπως και την αντίθεση κέλυφος/ τόπος31» . 31]  πρβλ. Pierre    Pellegrino, Το Νόημα του Χώρου: Η εποχή και ο τόπος,μτφρ Κυριακή Τσουκαλά, εκδ. Τυπωθήτω,Αθήνα 2006, σελ. 130, Le Corbusier, Precisions, Vincent Freal, Paris, 1960


45

Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως η αντίληψη της σχέσης του κτιρίου με τον φυσικό τόπο γίνεται μέσω της μετάβασης από τον τόπο στο κτίριο και από το κτίριο πίσω στον φυσικό τόπο, μέσω του περιπάτου πάνω στη ράμπα, γεγονός που δημιουργεί μία σημαντική αίσθηση «συνέχειας» με τον φυσικό τόπο, η οποία και ενισχύεται από τη διάλυση των ορίων του κτιρίου. Το ίδιο το κτίριο, συνιστά από μόνο του ένα τόπο, ένα συγκεκριμένο χώρο που αποκτά νοήματα όταν χρησιμοποιείται από τον χρήστη. Ένα τόπο, που μέσα σε αυτό, ο χρήστης μπορεί να προσανατολιστεί, να ταυτιστεί και να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με τη φύση, ένα τόπο που του προκαλεί συγκίνηση, ένα τόπο μέσα στον οποίο μπορεί να «κατοικήσει καλά», μία «μηχανή κατοίκησης». Ταυτόχρονα, το κτίριο βιώνεται και ως ένα άλλο τοπίο. Όπως γράφει ο Γιάννης Πεπονής, η ανάβαση στο δώμα μοιάζει με την ανάβαση σε μία βουνοπλαγιά. «Αρχικά, διακρίνουμε μία βουνοπλαγιά από μακριά, και, στη συνέχεια, προσεγγίζοντας την ,το τοπίο αναδιπλώνεται και το σημείο προορισμού χάνεται ή παραλλάσσεται η θέαση του, και, φθάνει κανείς στη κορυφή όπου όλα πλέον αποτελούν μία κάτοψη. Έτσι, και στη Villa Savoye, η ανάβαση μας φέρνει από τη προοπτική της όψης του υπερυψωμένου κουτιού, στην προοπτική της κάτοψης, διαμέσου της περιέλιξης της ράμπας. Έτσι, λοιπόν, η ράμπα ανάγει το κτίριο από περίβλημα μιας εσωτερικής υποδιαίρεσης του χώρου σε κτιριακή εκδοχή ενός τοπίου, επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση του ανθρώπου με αυτό32.»

Η Villa Savoye στο τοπίο και... η Villa Savoye ως «τοπίο»

Πολλοί έχουν κατηγορήσει τον Le Corbusier ότι αδιαφορούσε για την φύση και πως αυτός είναι ο λόγος που αρκετά από τα κτίριά του αποστασιοποιούνται (φαινομενικά) από αυτήν . Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Κύρια μέριμνά του, όπως δήλωνε, ήταν να επαναπροσδιορίσει την σχέση του ανθρώπου και της φύσης και να δημιουργήσει ένα υγιεινό και φωτεινό (radi32] Γιάννης Πεπονής, Χωρογραφίες, Ο αρχιτεκτονικός σχηματισμός του νοήματος, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1977, σελ. 104


46

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

ant) περιβάλλον για τον άνθρωπο.Φαίνεται, πως από μικρή ηλικία του άρεσε να θαυμάζει τη φύση. Ο ίδιος θυμάται: « η παιδική μου ηλικία έλαμπε από τα θαύματα της φύσης. Οι ώρες μελέτης μας ξοδεύονταν πάνω από χιλιάδες λουλούδια και έντομα. Τα δέντρα, τα σύννεφα και τα πουλιά ήταν το πεδίο μελέτης μου. Προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τον κύκλο ζωής τους και συμπεράναμε ότι μόνο η φύση ήταν όμορφη και ότι εμείς δεν θα μπορούσαμε να είμαστε τίποτε άλλο από ταπεινοί μιμητές των μορφών της και των υπέροχων υλικών της33…»

Σε άλλο του κείμενο, περιγράφει «την ποικιλία των αντιθέσων, την επιβλητική παρουσία των φυσικών στοιχείων και την ενότητα των νόμων που διέπουν την φύση34…» Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως, ο Le Corbusier, μέσω της αρχιτεκτονικής του, αναπαριστά αυτό που έχει αντιληφθεί και μάθει από την φύση, όχι μιμούμενος τις μορφές της αλλά τους νόμους της, μια διαδικασία που τη συναντάμε, άλλωστε, σε κάθε μορφή τέχνης. Σκοπός της τέχνης, όπως ανέφερα νωρίτερα, δεν είναι να αναπαραστήσει την πραγματικότητα, αλλά να μας συγκινήσει, να μας μεταδώσει βαθύτερα μηνύματα, να μας βοηθήσει να δούμε το κόσμο με μία διαφορετική ματιά, ενδεχομένως τη ματιά του καλλιτέχνη, και να μας μεταφέρει στο κόσμο της φαντασίας και του πνεύματος. Ο Le Corbusier, χρησιμοποίησε τη γεωμετρία και τον συμβολισμό για να καλέσει την φύση στο εσωτερικό των κτιρίων του. Τα κτίριά του είναι αποτέλεσμα μιας βαθύτερης και εσωτερικής επεξεργασίας της έννοιας της φύσης και εκφράζουν οικουμενικές αρχές και όχι τοπικότητες.

33] Le Corbusier, Decorative Art of Today, μτφρ James Dunnett,Cambridge, MIT Press, 1987 34] Le Corbusier, The Modulor, 2nd edn, μτφρ Peter de Francia and Anna Bostock, Faber and Faber, London 1954, σελ. 297


47

Falling Water, οικεία Kaufmann, Frank Lloyd Wright, Pennsylvania, 19351939 ΜΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΦΥΣΙΚΟ ΤΟΠΟ

ΓΙΑ

ΤΟΝ

Ο Wright κλήθηκε να σχεδιάσει μία κατοικία σε ένα φυσικό τόπο ιδιαίτερης αξίας και ομορφιάς όπου το, πλούσιο σε βλάστηση, δάσος συναντούσε μία απόκρυμνη βραχώδη πλαγιά, για να καταλήξει και να χαθεί σε έναν ισχυρό χείμαρρο. Πρόκειται για ένα ρομαντικό τοπίο, όπως θα το περιέγραφε ο Schultz. Η παρουσία του φυσικού τόπου είναι πολύ ισχυρή και συμπυκνώνει μέσα της την ουσία της φύσης αλλά και της ίδιας της ύπαρξης. Πώς λοιπόν μπορεί να έρθει κάποιος να επέμβει σε αυτό το μεγαλείο της φύσης; Βασική επιδίωξη του Wright ήταν η σύνθεση ενός κτιρίου που θα ρίζωνε στο συγκεκριμένο τόπο αναπτύσσοντας μία οργανική σχέση με αυτόν. Ο ίδιος είχε δηλώσει πως «τα κτίρια θα έπρεπε να φύονται από το τοπίο τους κατ’ εικόνα του δέντρου35…». Επιθυμούσε αυτό το ρίζωμα αλλά και μία ελευθερία στη σχέση του εσωτερικού και του εξωτερικού ώστε το ένα να θεωρείται επέκταση του άλλου. ‘Ετσι,ο Wright έρχεται να διαλύσει το παραδοσιακό « κουτί» που λειτουργούσε σαν καταφύγιο του ατόμου και της οικογένειας, διαμορφώνοντας μία νέα αλληλεπίδραση μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού36.

«οργανική» σχέση κτιρίου και φυσικού τόπου...Το κτίριο δίνει την αίσθηση ότι υπήρχε από πάντα σε αυτόν τον φυσικό τόπο, παρόλο που πρόκειται για μία εξαιρετικά «βίαιη» επέμβαση σε αυτόν.

35] Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 300      36]  Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 206


48

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Στο εσωτερικό, έχει γίνει προσπάθεια να εξαλειφθεί η μορφή του κουτιού τόσο στο δωμάτιο όσο και στο σύνολο της κατοικίας, καθιστώντας τους τοίχους, την οροφή και το δάπεδο ως διαφράγματα του περίκλειστου χώρου τα οποία ρέουν το ένα μέσα στο άλλο. Ο εσωτερικός χώρος βιώνεται ενιαίος ενώ οι συνεχείς τοίχοι αποτελούν δυναμικά επίπεδα που κατευθύνουν το βλέμμα και την κίνηση37. Αυτός ο ενιαίος χώρος, δεν είναι ένα καταφύγιο, όπως προείπα, αλλά, και ο ίδιος ρέει προς τον εξωτερικό χώρο όπου συναντά αυλές σε διάφορα επίπεδα και φέρνει τον άνθρωπο κοντά στη φύση ενώ διαπερνάται από το φως, τον αέρα και τη θέα ώστε να εξασφαλίζεται η σωστή διαβίωση στο « εσωτερικό» του. Ο Wright αντιμετώπιζε τα φυσικά φαινόμενα όχι μέσω της αφηρημένης παρατήρησης και ανάλυσης, που ήταν η συνήθης προσέγγιση στην Ευρώπη, αλλά σαν άμεσο βίωμα αρχετυπικών «δυνάμεων» με νόημα. Όπως είχε γράψει: « Μια γλυκιά θαλπωρή με κυρίευε βλέποντας τη φωτιά να καίει βαθιά στην καρδιά της στέρεης λιθοδομής του σπιτιού…». Γι’ αυτό το λόγο, στο κέντρο της κατοικίας τοποθετεί την εστία, γύρω από την οποία οργανώνονται όλοι οι υπόλοιποι χώροι της κατοικίας38. Έτσι, ο άνθρωπος, δεν θέτει πλέον τον εαυτό του στο κέντρο του κόσμου. Αντίθετα, στο κέντρο συναντάμε ένα στοιχείο που συμβολίζει τις δυνάμεις και τους νόμους της φύσης. Η έννοια του εσωτερικού μετατρέπεται από ένα καταφύγιο, σε ένα σταθερό σημείο στο χώρο, από όπου ο άνθρωπος μπορεί να βιώσει μία νέα αίσθηση συμμετοχής και ελευθερίας. Από αυτό το εστιακό σημείο, ξεπηδούν πρόβολοι, προς όλες τις κατευθύνσεις, που ενώνουν απρόσμενα το μέσα με το έξω και ξεκινά μία πλαστική- οργανική σύνθεση όγκων που έρχεται να περιγράψει τον εσωτερικό χώρο και να προκαλέσει μία συνομιλία με το έξω. 37] Ιάκωβος Ποταμιάνος, σημειώσεις από τις πανεπιστημιακές παραδόσεις του μαθήματος της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Κεφ. Β16, σελ.14 38]  Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 206


49

Χρησιμοποιούνται φυσικά υλικά ώστε να εναρμονιστεί το κτίριο με το περιβάλλον του. Η πέτρα, έρχεται να συνεχίσει την αίσθηση ενός βραχώδους τοπίου ενώ, οι πρόβολοι από σκυρόδεμα, μέσω της αντίθεσης τους, έρχονται να ξεπηδήσουν από αυτό και να τονίσουν την οριζόντια διεύθυνση. Η οριζόντια γραμμή, από φυσική και αντιληπτική άποψη αποτελεί μία γραμμή ηρεμίας, που έρχεται να τονίσει ένα οριζόντιο στυλ διαβίωσης αλλά και αυτή τη τάση των προβόλων να ξεχυθούν στη φύση39. Στο εσωτερικό, υπάρχει μία ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, δημιουργούμενη πάλι από τη χρήση της πέτρας και του ξύλου που έρχεται να τονίσει τη διαβίωση μέσα σε ένα φυσικό τόπο. Ο Wright έγραψε στα 1910: «στην οργανική αρχιτεκτονική είναι σχεδόν αδύνατο να θεωρήσεις το κτίριο σαν ένα πράγμα, την επίπλωση του σαν κάτι άλλο και το περιβάλλον του σαν κάτι διαφορετικό. Το πνεύμα με το οποίο πραγματοποιήθηκε η σύλληψη αυτών των κτιρίων βασίζεται στη θέληση όλες αυτές οι πλευρές να συνεργάζονται σαν ενιαίο σύνολο… κάνοντας έτσι τον τόπο της ανθρώπινης κατοικίας ένα ολοκληρωμένο έργο τέχνης40…». Τέλος, το κτίριο χρησιμοποιεί στοιχεία της φύσης για να αναδειχθεί μέσα από αυτή αλλά και για να τα αναδείξει. Έτσι,το νερό, χρησιμοποιείται ως συστατικό στοιχείο που επεκτείνει τη φυγόκεντρη δυναμική των πλακών σκυροδέματος στη πραγματική κίνηση του νερού41, φθάνοντας αυτή τη σχέση μεταξύ του φυσικού και του ανθρωπογενούς, στο αποκορύφωμά της. Το ίδιο το κτίριο, φαίνεται να δανείζεται νόμους της φύσης, είναι και αυτό μία άλλη φύση, ένας φυσικός τόπος γεμάτος νοήματα. Αναπτύσσεται οργανικά, όπως αυτή, και έτσι, συμπεραίνουμε πως ο Wright πέτυχε το στόχο του…

39]  Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 64     40] Ιάκωβος Ποταμιάνος, σημειώσεις από τις πανεπιστημιακές παραδόσεις του μαθήματος της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Κεφ. Β16, σελ.17 41] Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 ,σελ. 305


50

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Casa Kahlman, Locarno ,1976

Luigi

Snozzi,

Το κείμενο που ακολουθεί είναι γραμμένο από τον ίδιο τον Luigi Snozzi και αποτελεί μία ενδιαφέρουσα καταγραφή της πορείας που διανύει ο αρχιτέκτονας ώστε να κατανοήσει τον φυσικό τόπο και να διατυπώσει τις αρχικές του προθέσεις, πριν από την επέμβαση σε αυτόν. «Ήρθε ένας πελάτης, φυσικά ιδιώτης. Θέλει ένα σπίτι λειτουργικό. Μια διαμονή σκέφτομαι εγώ. Αφορά ένα κομμάτι γης στο λόφο πάνω από την πόλη. Ένα μικρό ρυάκι ανοίγει με δυσκολία το πέρασμά του μέσα από το ακαλλιέργητο λιβάδι. Δύο δρόμοι, ένας προς τα πάνω και ένας χαμηλά, σημαδεύουν τα όριά του. Ολόγυρα, σκορπισμένες πάνω στο λόφο, κατοικίες διακοπών για τουρίστες. Ο λόφος, γεωγραφικά χαρακτηρισμένος από μια διαδοχή ραχών και μικρών ρεματιών, έχει γίνει αγνώριστος. Ορισμένα από τα ρυάκια έχουν μετατραπεί σε υπόγεια κανάλια.Tοίχοι αντιστήριξης κάθε είδους, διάστασης και κατεύθυνσης διαμορφώνουν οριζόντια τμήματα εδάφους όπου έχουν τοποθετηθεί σπίτια και πισίνες. Συνολικά, ένα οπτικό χάος, ένας πάταγος από «γλώσσες». Μου είναι δύσκολο να ξεκινήσω τη δουλειά, θα επιθυμούσα πολύ να αρνηθώ, αλλά ωστόσο… Μεσοϋψίς, ένα ελαφρύ πλάτωμα μου θυμίζει την εργασία του χωρικού που αναζητά ένα πέρασμα στην απότομη κατηφοριά του βουνού. Λίγο λίγο κάθε στοιχείο που συγκροτεί αυτό το υπόλοιπο της γης μου γίνεται οικείο… τώρα έχω όρεξη να δουλέψω. Εδώ θα χτίσω την καινούργια διαμονή, η φύση με βοηθάει. Κατά την διαδρομή του σχεδιασμού πρέπει να μπορέσω να αναδείξω τις γεωγραφικές και κοσμικές αξίες του τόπου και να τις καταστήσω σημαίνουσες. Χρειάζεται να ξαναδώσω νόημα στο ρυάκι, στο νερό ως στοιχείο πρωταρχικό για την επιβίωση του ανθρώπου. Χρειάζεται να υπογραμμίσω τη μορφή του εδάφους και να την καταστήσω ευανάγνωστη και εύχρηστη για τον άνθρωπο που θα κατοικήσει. Χρειάζεται να συσχετίσω αρμονικά τους διάφορους τόπους του σπιτιού με το τοπίο. Χρειάζεται να βρω τη βέλτιστη σχέση με το φως, τον ήλιο, να εντάξω πάνω σ’αυτό το κεκλιμένο επίπεδο οριζόντια επίπεδα για τις ανθρώπινες ανάγκες. Ο τύπος που επέλεξα είναι ένα σπίτι τριώροφο, όπως το παλιό χωριάτικο σπίτι ( ο ένας όροφος είναι προορισμένος για κρύπτη, προκειμένου να ικανοποιηθούν κανονισμοί δόμησης που επιτρέπουν μόνο δύο επίπεδα για κατοίκηση.) η οικοδομή είναι ορθογωνική και επιμήκης, εξαιρετικά περιορισμένη. Τοποθετημένη κατά μήκος της ρεματιάς, θέλει να υπογραμμίσει την παρουσία της στην γύρω περιοχή.


51

Ιδιαίτερη προσοχή αφιερώνω στη διαδρομή, η οποία, αρθρωμένη σε διάφορες στιγμές, επιτρέπει στον κάτοικο να κατακτήσει βαθμιαία τον τόπο και να καρπωθεί όλες τις ιδιαιτερότητές του. Σε καμιά τριανταριά μέτρα από το σπίτι, μια πορτοσιά σημαδεύει την είσοδο: παίρνουμε ένα μονοπάτι που ακολουθεί γραμμικά μια ισοϋψή καμπύλη και επιτρέπει μια πρώτη επαφή με το γύρω τοπίο. Συναντάμε ένα γεφυράκι το οποίο περνώντας πάνω από το ρυάκι, το αναδεικνύει. Εδώ φτάνουμε στο σπίτι. Μπαίνουμε. Μια στενή σκάλα με ένα σκέλος, στο μισοσκόταδο, ακολουθεί τον καμπύλο τοίχο που αναπαράγει την πορεία της καμπύλης του λόφου και μας οδηγεί στη στάθμη του καθημερινού. Ένα μεγάλο υαλοστάσιο ανοιχτό προς το νότο μας αφήνει να δούμε, ανάμεσα στα δέντρα του πρώτου επιπέδου, την έκταση της λίμνης παρακάτω. Εδώ διακρίνεται, σε μία νέα κατεύθυνση, ένα πλάτωμα που έχει δημιουργηθεί πάνω στην παλιά χάραξη του παλιού αγροτικού μονοπατιού. Απ’ το καθημερινό δεν μπορούμε να διαβλέψουμε το τέρμα του, αλλά η καμπύλη του λόφου που οδηγεί την διαδρομή, μας καλεί να βγούμε. Σε αντίθεση με την καμπύλη των λόφων, που επαναλαμβάνεται προς τα πάνω από ένα καμπύλο τοίχο αντιστήριξης (το οργανικό στοιχείο), χάραξα έναν τοίχο αντιστήριξης προς τα κάτω, ευθύγραμμο ( το ορθολογικό στοιχείο). Η αντίθεση επιτρέπει την ανάδειξη της μορφής του λόφου τόσο στο οριζόντιο επίπεδο της πορείας όσο και στην μετωπική άποψη. Ο ευθύγραμμος τοίχος αντιστήριξης καθιστά τώρα ολοφάνερη την κυκλική μορφή του λόφου που ξεπροβάλλει από πάνω του. Το πλάτωμα καταλήγει σ’ ένα μικρό ξέφωτο καλυμμένο με πέργκολα. Αυτό βρίσκεται ακριβώς στο σημείο όπου το χαμήλωμα της μικρής χαράδρας ανοίγεται προς το μεγάλο λιμναίο τοπίο. Και δεν είναι τυχαίο που, από αυτό το τελικό σημείο της διαδρομής ανακαλύπτουμε, ως δια μαγείας, ολόκληρη την κάτω περιοχή, τη λίμνη και τα βουνά, την πόλη και τα περίχωρά της. Από αυτό το σημείο ανακαλύπτουμε ξανά την πορτοσιά της εισόδου που ανακαλεί στη μνήμη τη διαδρομή που διανύσαμε. Ας ξαναμπούμε στο σπίτι : τα ποικιλοτρόπως αρθρωμένα παράθυρα πλαισιώνουν τα διάφορα τοπία και τα συσχετίζουν με τους εσωτερικούς χώρους. Ένα ευρύ διώροφο υαλοστάσιο εξασφαλίζει τη σχέση του καθημερινού και των δωματίων με τη λίμνη. Ένα επίμηκες παράθυρο πλαισιώνει την κορυφογραμμή του βουνού, ένα άλλο, στην απέναντι πλευρά, το λιβάδι με την ισχυρή κλίση. Ένα δεύτερο σκέλος σκάλας οδηγεί στον επάνω όροφο όπου βρίσκονται τα δύο υπνοδωμάτια. Η επικοινωνία με το καθιστικό επιτυγχάνεται μέσω ενός διώροφου κενού με άμεση αναφορά στη διώροφη τζαμαρία, που επιτρέπει την ελεύθερη θέαση του λιμναίου τοπίου. Φύση και σπίτι έχουν γίνει ένα. Η αρχιτεκτονική έχει εξυψώσει το μεγάλο πλούτο του φτωχού αυτού κομματιού γης. Αυτό έχει τώρα μεταμορφωθεί σ’ έναν τόπο γεμάτο νοήματα, που ο άνθρωπος προσανατολίζεται και βρίσκει την ταυτότητά του. Μέσα στη φασαρία της σημερινής πόλης, φασαρία όχι μόνο θορύβων αλλά και μορφών, ανακαλύπτεται εδώ ξανά η μαγική αίσθηση της σιωπής: ένας τόπος, μια διαμονή.»


52

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Το κείμενο ξεκινάει τονίζοντας τον απώτερο σκοπό της αρχιτεκτονικής, την εξυπηρέτηση της ανθρώπινης ανάγκης. Ο αρχιτέκτονας καλείται να επιτελέσει ένα πολύ σημαντικό ρόλο, να δημιουργήσει ένα χώρο μέσα στον οποίο ο άνθρωπος θα «κατοικεί», όχι απλά ένα σπίτι λειτουργικό αλλά, μια διαμονή μέσα σε ένα πλούσιο φυσικό τόπο. Περιγράφει τα στοιχεία που απαρτίζουν αυτόν το φυσικό τόπο και τα όριά του και αρχικά δείχνει να διστάζει να επέμβει σε αυτόν αντιλαμβανόμενος την αλλοίωση που υφίσταται από την ανθρώπινη επέμβαση. Στη συνέχεια, αρχίζει να «διαβάζει» αυτόν τον τόπο και τις ιδιότητές του. Παρατηρεί τη γραμμή του ανάγλυφου του εδάφους και διαπιστώνει μία ασυνέχεια στη διαμόρφωσή του, ένα ίχνος μιας ήπιας παρέμβασης του ανθρώπου πάνω στο έδαφος, ένα πλάτωμα που διακόπτει τη συνέχεια του εδάφους. Αυτό , καθιστά τον τόπο πιο οικείο ξαφνικά. Σύμφωνα και με τον Schultz, ο άνθρωπος κατανοεί την φύση όταν αρχίζει να επεμβαίνει σε αυτήν και πιο συγκεκριμένα, κατά τη διαδικασία του «κτισίματος». Αυτό, σκέφτεται, μπορεί να αποτελέσει αφορμή για να επέμβει και ο ίδιος στον τόπο. Εκεί έρχεται και τοποθετεί αργότερα την κατοικία, τονίζοντας αυτό το ίχνος και επιχειρώντας να δείξει ότι επιθυμεί να συνομιλήσει με ό,τι προϋπήρχε στον τόπο. Έπειτα, αποφασίζει πώς θα επέμβει σε αυτόν τον φυσικό τόπο ώστε όχι μόνο να μην τον προσβάλλει αλλά να τον αναδείξει και πώς θα επιτύχει μια αρμονική-οργανική σχέση του κτιρίου με αυτόν . Μιλάει τόσο για τη σχέση του κτιρίου και των εσωτερικών χώρων με τον ουρανό, τον ήλιο και το φως όσο και για τον τρόπο επέμβασης στο ανάγλυφο του εδάφους ώστε να διαμορφωθούν οριζόντια επίπεδα για τις ανθρώπινες ανάγκες. Έχει πλέον οικειοποιηθεί τον φυσικό τόπο και τις ιδιότητές του και αρχίζει να τον «περπατά» και να προσπαθεί να παράξει χώρο από αυτή τη διαδικασία, να δημιουργήσει ένα ίχνος κτιρίου στον τόπο , ίχνος σαν αυτό που αφήνουν τα ίδια τα φυσικά στοιχεία που τον απαρτίζουν. Σημαίνει και ορίζει το χώρο με γραμμές. Αρχίζει να σκαλίζει μονοπάτια και να πλάθει όρια, να διαμορφώνει χώρους κίνησης, στάσης και


53

θέασης του φυσικού τοπίου αλλά και μεταβατικούς χώρους. Δημιουργεί ένα «μέσα» και ένα «έξω» που συνομιλούν συνεχώς. Ο ίδιος παρατηρεί πως η φύση και το σπίτι έχουν γίνει ένα και πως το ένα αναδεικνύει το άλλο. Τελικά δημιούργησε ένα τόπο μέσα στον οποίο ο άνθρωπος προσανατολίζεται και βρίσκει την ταυτότητα του, ένα τόπο που ο άνθρωπος μπορεί να κατοικήσει. Ενώ το κτίριο έρχεται να τονίσει την παρουσία του στον τόπο, και ως ένα προϊόν της ανθρώπινης παρέμβασης στον τόπο αυτό να προκαλέσει μία έντονη αντίθεση , εντούτοις, φαίνεται να αναφέρεται σαφώς σε αυτόν και τα στοιχεία που τον απαρτίζουν και, με αυτό τον τρόπο, να επανασυνδέονται σε ένα ενιαίο σύνολο. Η κίνηση από το φυσικό τοπίο στην κατοικία και πάλι πίσω σε αυτό, είναι ένας νοηματικός κύκλος που ολοκληρώνει αντιληπτικά τα επιμέρους στοιχεία του κτιρίου και του τοπίου σε μία αυστηρά δομημένη ενότητα42. Ο χρήστης, είναι σε θέση να βιώσει και να κατανοήσει τόσο το κτίριο όσο και την σχέση του με τον φυσικό τόπο αλλά και να επαναπροσδιορίσει τη δική του σχέση με την φύση. Η ορθοκανονική μορφή το κτιρίου έρχεται να περικλείσει και να απομονώσει την κατοίκηση χωρίς όμως να αποκλείει οπτικά, αντιληπτικά και νοηματικά τον φυσικό τόπο.

κάτοψη

42]  Σταύρος Κ.Δενδρινός, Διδακτορική Διατριβή, Η μετάβαση ως συνθήκη αντίληψης του αρχιτεκτονικού έργου: η συμβολή της στη συγκρότηση της αρχιτεκτονικής δομής, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα 2007, σελ. 134


54

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Villa Malaparte, Libera Adalberto, Italy, 1937

Capri,

Θα μπορούσα να ξεκινήσω αναλύοντας διεξοδικά θεωρίες γύρω από τη μορφή αυτού του κτιρίου, και όμως, αισθάνομαι πως θα έχανα την ουσία… είναι ίσως πιο πολλά αυτά που νιώθω στη θέαση του κτιρίου και του φυσικού τόπου από αυτά που «θέλω» να δω και να πω ώστε να δικαιολογηθούν και να τεκμηριωθούν οι επιλογές του αρχιτέκτονα. Αυτός ο φυσικός τόπος μου κόβει την ανάσα. Νιώθω πως «εδώ» συγκρούονται βάναυσα οι αρχέγονες δυνάμεις της φύσης, η γη, το νερό και ο αέρας… Ο φυσικός τόπος κρύβει μια ιστορία αιώνων. Μπορώ να φανταστώ την αιώνια πάλη μεταξύ της στεριάς και της θάλασσας για το ποιος τελικά θα επικρατήσει. Όταν η θάλασσα είναι ήρεμη, επιβάλλονται οι βράχοι λόγω της αδρότητάς τους και της βιαιότητας με την οποία φαίνεται να ξεπηδούν από τη στάθμη της θάλασσας. Όταν η θάλασσα αγριεύει όμως, μπορώ να την φανταστώ να κατατρώει μανιωδώς τα βράχια, ωθώντας τα να υποχωρήσουν μπροστά στην οργή της, και να αυτοανακηρύσσεται ως το ισχυρότερο φυσικό στοιχείο. Ο φυσικός τόπος μεταλλάσσεται συνεχώς λόγω αυτής της αλληλεπίδρασης των φυσικών στοιχείων. Ο βράχος δεν είναι ένας νεκρός οργανισμός, δεν είναι ένα άγονο και άψυχο έδαφος. Απόδειξη πως από μέσα του γεννιούνται και ξεπηδούν νέοι οργανισμοί, δέντρα και βλάστηση, τα οποία με την σειρά τους αλληλεπιδρούν με τον αέρα και το φως. Το ίδιο, φαίνεται να «γεννιέται» μέσω της αλληλεπίδρασης του με το νερό και τον αέρα. Το έντονο φως του τόπου τονίζει και δραματοποιεί τις αναδιπλώσεις του βράχου, τις μορφές των δέντρων αλλά και τους κυματισμούς της θάλασσας. Ο ίδιος ο φυσικός τόπος δημιουργεί έντονες αντιθέσεις. Μια πρώτη αντίθεση που εύκολα παρατηρεί κανείς είναι αυτή μεταξύ της αδρότητας των κατακόρυφων βράχων και της λείας, οριζόντιας επιφάνειας του νερού. Το νερό εκτείνεται στο άπειρο ώστε να νομίζουμε ότι τελικά ενώνεται με τον ουρανό, που είναι επίσης άπειρος, ενώ το όριο του βράχου είναι συγκεκριμένο και πεπερασμένο, γεγονός που επίσης συνιστά μία βασική και πρωτογενή αντίθεση. Η θάλασσα αποκτά όριο όταν φθάσει στη στεριά ενώ η στεριά αποκτά όριο και σχηματοποιείται μέσω της αλληλεπίδρασης της με τη θάλασσα(ακτογραμμή) και τον ουρανό(κορυφογραμμή). Επίσης, παρατηρούμε την αντίθεση μεταξύ της στατικότητας του βράχου και της κίνησης του νερού και των δέντρων. Ωστόσο, στον φυσικό τόπο συντελείται μία ακόμα πιο σημαντική και «υπαρξιακή» αντίθεση μεταξύ του αιωνίου και του περιοδικού. Τα δέντρα


55

«γεννιούνται», αναπτύσσονται οργανικά, «αφουγκραζόμενα» τα στοιχεία που απαρτίζουν τον φυσικό τόπο (φως, νερό, αέρας, κλίμα) και τελικά, αφού συμπληρώσουν τον κύκλο ζωής τους, πεθαίνουν. Αντίθετα, η θάλασσα και τα βράχια είναι αυθύπαρκτα ( δημιουργήθηκαν όταν δημιουργήθηκε και ο κόσμος) και ζουν αιώνια(μέχρι το τέλος του κόσμου). Δεν αναπτύσσονται αλλά μεταλλάσσονται συνεχώς λόγω της αλληλεπίδρασής τους. Όλα αυτά συνιστούν, για εμένα, το «Πνεύμα» του συγκεκριμένου φυσικού τόπου, χωρίς τη κατανόηση του οποίου θα ήταν ανούσιο να μιλήσουμε για τη σχέση του με το κτίριο. Ο Libera, ο αρχιτέκτονας αυτού του έργου,αφού έχει αντιληφθεί τις αρχές που διέπουν αυτόν τον τόπο, το χαρακτήρα του και αφού τον έχει «νιώσει», έρχεται να συνθέσει ένα τόπο διαμονής, έναν εναλλακτικό τόπο εξορίας για τον Curzio Malaparte. Ο Malaparte, υπήρξε ένας σπουδαίος συγγραφέας της εποχής ο οποίος για πολλά χρόνια είχε εξοριστεί στο νησί Lipari λόγω των πολιτικών του αντιλήψεων. Τα χρόνια που πέρασε στην εξορία, δεν φυλάκισαν ποτέ το πνεύμα του, τον έκαναν όμως να αποκτήσει μια ρομαντική αντίληψη για την ζωή. Αυτή η κατοικία ήθελε να εκφράζει τόσο την ελευθερία όσο και την πνευματική ανεξαρτησία ενώ ταυτόχρονα να αποτελεί την «εικόνα της δικής του νοσταλγίας…», και μάλιστα με τον ίδιο τρόπο που αυτή μπορούσε να εκφραστεί μέσω της ποίησης και της τέχνης. Αυτή η νέα μορφή εξορίας, που αναζητούσε για τον εαυτό του, θα ήταν το «ορμητήριο των σκέψεών του και των πεποιθήσεών του…» Κατά τον Heidegger, η αλήθεια του τόπου δεν αποκαλύπτεται μιμούμενος και αναπαράγοντας υπάρχουσες καταστάσεις, αλλά εισάγοντας την αντίθεση. Αυτό επιδιώκει και ο Libera εγκαθιστώντας νέες αντιθετικές σχέσεις μεταξύ του κτιρίου και του τόπου. Η καθαρή γεωμετρική μορφή του κτιρίου αντιτίθεται στην ακανόνιστη μορφή των βράχων. Ταυτόχρονα, η σταθερότητά του έρχεται σε αντίθεση με τον κυματισμό της θάλασσας, και η ηρεμία του, δραματοποιεί την αγριότητα της. Ο Libera, ξεκινά επαναπροσδιορίζοντας την κορυφή του βράχου, με τη δημιουργία μίας οριζόντιας πλαγιάς, δίνοντας έτσι περισσότερη έμφαση στον


56

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

βράχο και τις έντονες κλίσεις του. Διαμορφώνοντας αυτό το οριζόντιο επίπεδο, είναι σαν να επαναλαμβάνει και να αναπαράγει το οριζόντιο επίπεδο της θάλασσας, πιο ψηλά από αυτήν . Η ασσύμετρη σκάλα «είναι» ένας γεωμετρικοποιημένος βράχος που προκαλεί ένα πρωτότυπο παιχνίδι προοπτικής , το οποίο δραματοποιείται όταν το βλέμμα χάνεται σταδιακά στο άπειρο. (Μπορεί βέβαια να ειδωθεί και σαν μεταφορά της ιδέας της πλώρης ενός καραβιού.) Εισάγοντας τον καμπύλο τοίχο στην πολυγωνική ταράτσα, ο Libera απαρνείται τις συμβατικές ερμηνείες τόσο του γκρεμού όσο και της θάλασσας. Ο τοίχος αυτός μοιάζει σαν άσπρο πανί, το οποίο, απομακρυσμένο από τη θάλασσα, προσπαθεί να ενισχύσει τη σύνδεση της ταράτσας με το νερό. Στο εσωτερικό δημιουργείται μία ισχυρή αντίθεση μεταξύ των κλειστοφοβικών υπνοδωματίων, που θυμίζουν μικρές σπηλιές , σκαλισμένες μέσα σε ένα βράχο, και του μεγάλου καθιστικού που ανοίγεται στη θέα. Αυτές οι σπηλιές, εκφράζονται ως τέτοιες και στο εξωτερικό, όπου τα ατάκτως τοποθετημένα, και διαφόρων μεγεθών, παράθυρα θυμίζουν σκαλίσματα σε έναν ακανόνιστο βράχο. Επιστρέφουμε στο καθιστικό, όπου έρχεται να προστεθεί και το τέταρτο πλατωνικό στοιχείο, η φωτιά. Το τζάκι, με το τζάμι από πίσω, αφήνει τον παρατηρητή να θαυμάσει ταυτόχρονα την καδραρισμένη θέα της γης, του νερού και του αέρα αλλά και της φωτιάς, ως ένα ισχυρότατο στοιχείο της φύσης. Πρόκειται για μία αρχιτεκτονική γεμάτη «ποίηση» που υμνεί τον φυσικό τόπο αλλά ταυτόχρονα, φέρνει τον άνθρωπο αντιμέτωπο με αυτόν. Ο Libera έχει καταφέρει να κατανοήσει τη φύση και , μέσω μιας διαδικασίας αφαίρεσης, να συμβολίσει τα βασικά στοιχεία της και να τα ανασυνθέσει σε ένα κτίριο. Αυτό το κτίριο, δεν είναι απλά ένα καταφύγιο απ’το οποίο παρατηρεί κανείς τη θέα αλλά μια μικρογραφία του φυσικού τόπου που συνοψίζει τα αρχέγονα νοήματά του. Είναι, όντως, ένας τόπος όπου ο Malaparte θα μπορούσε να ζήσει φαντασιακά και «ποιητικά»…


57


58

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Πειραματική κατοικία, Alvar Aalto Muuratsalo(1952- 1953)

Η κατοικία αυτή, σχεδιάστηκε από τον ίδιο τον Aalto για τον εαυτό του με σκοπό να αποτελέσει το σπίτι των διακοπών του αλλά και χώρο εργασίας . Ο ίδιος την αποκαλούσε «πειραματική κατοικία» γιατί για αυτόν ήταν ένας «χώρος εκπόνησης αρχιτεκτονικών πειραμάτων, τα οποία δεν ήταν επαρκώς εξελιγμένα ώστε να δοκιμαστούν στη πράξη, σε ένα μέρος όπου η επαφή με τη φύση θα μπορούσε να αποτελέσει έμπνευση τόσο για τη μορφή όσο και την δομή τους43…» Το κτίριο σήμανε ένα νέο ξεκίνημα για τον Aalto, ο οποίος είχε πρόσφατα χάσει την γυναίκα του από καρκίνο. Μέσα σε αυτό αποτυπώνεται όλη η θλίψη του για τον θάνατο αλλά και η προσμονή του για μία νέα αρχή. Η μορφή του κτιρίου βασίστηκε κατά κύριο λόγο στη μορφή ενός πύργου. Από αυτόν τον κύβο αφαίρεσε αρχικά τη στέγη. Στη συνέχεια, διέταξε τις λειτουργίες σε σχήμα Γ στα όρια του περιγράμματος, στεγάζοντας τελικά μόνο τους εσωτερικούς χώρους του σπιτιού, οι οποίοι εκτονώνονται άμεσα σε ένα μεγάλο αίθριο. Έπειτα, δημιούργησε δύο μεγάλα ανοίγματα στις δύο, ελεύθερες προς το δάσος και τη λίμνη, πλευρές της αυλής. Ένα άνοιγμα σε όλο το ύψος του περιμετρικού τοίχου, που επιτρέπει την είσοδο στην κατοικία και την θέα του καθιστικού προς το δάσος, και ένα άνοιγμα ίδιου πλάτους με ψηλή όμως ποδιά, το οποίο επιτρέπει από το εσωτερικό της αυλής τη θέα προς τη λίμνη. Οι κοινόχρηστοι και πιο εξώστρεφοι χώροι της κατοικίας χωροθετούνται μετωπικά στο μεγάλο άνοιγμα προς το δάσος, που αποτελεί και την έκφραση της 43] Arkkitehti,the Finnish Architectural Review,number 9-10/53


59

κύριας εισόδου της κατοικίας. Η κύρια κυκλοφορία στο εσωτερικό της κατοικίας πραγματοποιείται περιμετρικά του αιθρίου, έχοντας άμεση αναφορά σε αυτό, και ουσιαστικά, αποκόπτει αισθητά τους πιο ιδιωτικούς χώρους, τα υπνοδωμάτια, που ανοίγονται πλέον προς το δάσος, στην πίσω πλευρά του κτιρίου44. Ο Aalto προσπαθεί μέσα από την ηρεμία, την απλότητα και την καθαρότητα των μορφών του, να αναπτύξει μία αρμονική σχέση με τη φύση και να φέρει τον άνθρωπο κοντά σε αυτήν. Τα εργαλεία του προς αυτήν την κατεύθυνση είναι τόσο μορφολογικά όσο και συμβολικά. Κάτι που εύκολα παρατηρούμε, είναι η επιμελής του προσπάθεια να πλάσσει τα όρια μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού. Βασική του επιδίωξη είναι «το εξωτερικό να κατοικήσει στο εσωτερικό45». Αυτό φαίνεται να επιτυγχάνεται κυρίως με τη δημιουργία της αυλής που περικλείεται από το εξωτερικό περίβλημα του κτιρίου. Οι εσωτερικοί χώροι ανοίγονται προς την αυλή και μονίμως το όριο μεταξύ της κατοικίας και της φύσης είναι ρευστό. Η αυλή μεσολαβεί για την επαφή της κατοικίας με τη φύση. Το καλοκαίρι, η κατοικία έχει σαφή αναφορά προς τα έξω και ενθαρρύνει την άμεση επαφή με τον εξωτερικό χώρο και τη φύση. Το χειμώνα, όμως, στρέφεται προς τα μέσα, στη ζεστασιά του εσωτερικού χώρου και η αυλή κατοικείται οπτικά και συμβολικά. Αποτελεί «οθόνη» μεταξύ της ζεστασιάς στο εσωτερικό και του κρύου στο εξωτερικό, έναν μεταβατικό χώρο, έναν προστατευμένο χώρο, αντίστοιχο με τη λαϊκή αυλή που περιβάλλονταν από καλύβες και φράχτες. Ο εξωτερικός τοίχος της κατοικίας, είναι για τον Aalto , ο τοίχος που περικλείει την αυλή και όχι το όριο του κλειστού χώρου. Η σύνθεση της αυλής θυμίζει τόσο λαϊκό αγρόκτημα όσο και ρωμαϊκή αυλή. Ο Aalto αγαπούσε τις λαϊκές και παραδοσιακές μορφές και κατανοούσε τη βαθιά λογική πίσω από τα σπίτια του δάσους. Ταυτόχρονα, ένιωθε δέος μπροστά στις αυστηρές, αρχετυπικές μορφές που δημιούργησαν οι αρχαίοι, που συνέχιζαν να υπάρχουν ως μνημεία, διατηρώντας την αξία και το νόημά τους. Συχνά, προσπαθούσε να δημιουργήσει μία συνέχεια με το παρελθόν, 44] Σταύρος Κ.Δενδρινός, Διδακτορική Διατριβή, Η μετάβαση ως συνθήκη αντίληψης του αρχιτεκτονικού έργου: η συμβολή της στη συγκρότηση της αρχιτεκτονικής δομής, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα 2007   , σελ. 225    45] Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 71


60

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

ενσωματώνοντας κάτι από τη λογική τους και τις λεπτομέρειές τους στις κατά τα άλλα νεωτερικές του συνθέσεις46. Στο κέντρο του αίθριου, ο Aalto τοποθετεί μία εστία. Η εστία, σύμβολο της κατοικίας από τα αρχαία χρόνια έως τις μέρες μας, εδώ συμβολίζει την άρρηκτη σχέση της κατοικίας, και κατ’ επέκταση του ανθρώπου, με την φύση. Επίσης, η ύπαρξη της εστίας στο κέντρο του αιθρίου αποτρέπει τον επισκέπτη να ακολουθήσει ευθύγραμμη πορεία κατά την είσοδο του στο εσωτερικό της κατοικίας, αναγκάζοντάς τον να στραφεί και να αντιληφθεί τον χώρο του αιθρίου αλλά και να ανακαλύψει το άνοιγμα προς τη λίμνη47. Ο Aalto περιγράφει : «Όλη η σύνθεση κυριαρχείται από τη φωτιά που καίει στο κέντρο της πλακόστρωτης, εσωτερικής αυλής και, επιτελεί τον ίδιο σκοπό με τη φωτιά στην εξοχή, όπου η λάμψη της φωτιάς και οι αντανακλάσεις από τις χιονισμένες πλαγιές, δημιουργούν ένα ευχάριστο, σχεδόν μυστικιστικό συναίσθημα ζεστασιάς48…»

Ο δυτικός τοίχος της αυλής, που περικλείει και τον εσωτερικό χώρο, αποσυντίθεται και μετατρέπεται σε μία ξύλινη «οθόνη», μέσω τις οποίας φιλτράρεται το φως του ουρανού, με τον τρόπο που φιλτράρεται ανάμεσα στις φυλλωσιές των δέντρων. Η χρήση των κορμών, θέλει να σημάνει τα δέντρα, που είναι άφθονα στο τοπίο και ιερά στη φιλανδική παραδοσιακή κουλτούρα, σε μία προσπάθεια να συνδέσει συμβολικά τις ταυτόχρονες πραγματικότητες της εσώκλεισης στην κατοικία και της εσώκλεισης στη φύση, το φυσικό με το μεταφυσικό. 46]  Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 96-97 47] Σταύρος Κ.Δενδρινός, Διδακτορική Διατριβή, Η μετάβαση ως συνθήκη αντίληψης του αρχιτεκτονικού έργου: η συμβολή της στη συγκρότηση της αρχιτεκτονικής δομής, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα 2007, σελ. 225-226   48] Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 97


61

Ο ίδιος τοίχος, επιστρέφει να σχηματίσει την τέταρτη πλευρά της αυλής, μεγαλύτερο μέρος της οποίας λείπει, αφήνοντας τη φύση να ολοκληρώσει αυτήν την περίκλειση. Γενικότερα, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η μορφή του κτιρίου δίνει την αίσθηση του «ατελούς», αυτού που είτε δεν έχει ολοκληρωθεί είτε έχει αρχίσει να αποσυντίθεται. Θέλει να θυμίσει χαλάσματα, έχοντας αποτυπώσει την μελλοντική κατάσταση της αποσύνθεσης του κτιρίου στο παρόν. Ο ίδιος ο Aalto είχε δηλώσει πως ήθελε η αρχιτεκτονική να υπερβαίνει το χρόνο και τη γήρανση και να αποκτά την μαγεία και την αξία των αρχαίων μορφών. Η αποσύνθεση, δεν είναι σύμβολο πεσιμιστικό. Αντιθέτως, υπονοεί τη συνεχή αναγέννηση της φύσης μέσα από την αποσύνθεση, τον ατέρμονο κύκλο ζωής της φύσης. Εκτός από τον κύριο χώρο της κατοικίας, ο Aalto συνέθεσε και μικρούς ξενώνες-κιόσκια, μακριά από την κατοικία, οι οποίοι φαίνεται να «γαντζώνονται» στα βράχια και να σχηματίζουν ένα μέρος του τοπίου. Για τον Aalto , αυτά αντιπροσωπεύουν τη μετάβαση από τον πολιτισμό (κατοικία) στη φύση, ριζώνοντας το κτίριο φυσικά στο έδαφος αλλά και μεταφορικά στην κουλτούρα και τον πολιτισμό49. Τόσο η δομή του όσο και η μορφή του κτιρίου, είναι εξαιρετικά απλές και κατανοητές. Ο σκοπός και το νόημα της αρχιτεκτονικής του Aalto, όμως, δεν εξαντλείται σε αυτές. Ο Aalto προχωρεί βαθύτερα αναζητώντας το πραγματικό νόημα της αρχιτεκτονικής και της ύπαρξης του ανθρώπου, που είναι η «κατοίκηση», (υπενθυμίζω ότι η κατοίκηση αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι «είμαστε» σε αυτόν τον κόσμο, σύμφωνα με τον Heidegger50). Δίνει σημασία στις απλές αλλά ιερές πράξεις της ζωής. Θέλει να δημιουργήσει στους χώρους του τις κατεξοχήν πρωτογενείς, αρχετυπικές αισθήσεις και εμπειρίες της «ζεστασιάς» και της «προστασίας». 49] Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 99 50] Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009, σελ. 25


62

Αντίθεση μεταξύ του φωτός και της σκιάς, που δραματοποιεί την ατμόσφαιρα της κατοικίας και την εμπειρία του χώρου...

Επιθυμεί « η αρχιτεκτονική να αντανακλά την φύση της ανθρώπινης εμπειρίας και των ψυχολογικών του αναγκών51». Στη συνέχεια, προσπαθεί να συσχετίσει την κατοίκηση με τη φύση. Κατά την γνώμη του, ο άνθρωπος, ως αναπόσπαστο κομμάτι του κύκλου της φύσης ,δεν μπορεί να σταθεί έξω από αυτόν, για αυτό, επιλέγει να συνθέσει μαζί με τη φύση και τις συνεχείς εναλλαγές της. Για τον Aalto, σκοπός του κτιρίου είναι να συμπεριφέρεται σαν όργανο που συγκεντρώνει όλες της θετικές επιρροές της φύσης προς όφελος του ανθρώπου, ενώ ταυτόχρονα να προστατεύσει από τις αρνητικές επιρροές που εμφανίζονται στη φύση52 Μέσα στη φύση συναντά την αρμονία και την τάξη, έννοιες τις οποίες φαίνεται να αντιλήφθηκαν και οι αρχαίοι, και τις οποίες προσπαθεί αγωνιωδώς να προσεγγίσει . Δανείζεται συνεχώς στοιχεία και νόμους της φύσης, ώστε να δικαιολογήσει το ενδιαφέρον του για την ποικιλία των μορφών και των δομών που χρησιμοποιεί53. Η αρμονία και η ποικιλία είναι αρετές, αξίες, του αρχιτεκτονικού χώρου του και προφανώς έχουν άμεσο αντίκτυπο στην εμπειρία του χώρου αλλά κυρίως στην ποιότητα ζωής του ανθρώπου. Ο Aalto θεωρεί ότι «η φύση και το κτίριο αποτελούν δύο συστατικά του ίδιου τοπίου, δεν βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Αποτελούν μέρη της ίδιας σύνθεσης». Αυτός είναι και ο λόγος που τελικά όλα του τα έργα είναι συνυφασμένα με το φιλανδικό τοπίο στο οποίο εντάσσονται και το φιλανδικό genius loci . Το πόσο επηρεασμένος είναι ο Aalto από το τοπίο στο οποίο έζησε φαίνεται χαρακτηριστικά από μία φράση του Sigfried Giedion : «H Φιλανδία είναι με τον Aalto όπου και αν πάει. Τον εφοδιάζει με αυτήν την εσωτερική δύναμη ενέργειας που ρέει πάντα μέσα από τη δουλειά του.» 51] Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 102          52] Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 3      53] Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003, σελ. 45


63

ΓΕΝΙΚΑ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Αναγνωρίζουμε σε αυτό το κτίριο την ύπαρξη μίας πολύ απλής δομής, η οποία όμως, καταφέρνει ταυτόχρονα να οργανώσει τις λειτουργίες στο εσωτερικό, να διαχωρίσει τους κοινόχρηστους από τους πιο ιδιωτικούς χώρους της κατοικίας, να διευθετήσει τις κινήσεις και όλα αυτά, να τα καταστήσει κατανοητά στο χρήστη . Το κτίριο, πάνω απ’ όλα, επιτελεί το καθήκον του ως μία κατοικία για τον άνθρωπο. «Περικλείει» αρχικά έναν χώρο μέσα σε ένα αχανές τοπίο, μέσα στον οποίο μπορεί ο άνθρωπος να προστατευτεί από τις δυνάμεις της φύσης. Η ίδια η συνθετική δομή του κτιρίου εκφράζει αυτήν την περίκλειση. Υπάρχει ένα «μέσα», ένα «έξω» και ένας μεταβατικός χώρος που, και αυτός με τη σειρά του, εγκλωβίζει ένα κομμάτι της φύσης και το φέρνει στο εσωτερικό σαν ένα κατοικημένο πλέον τοπίο. Η κατοικία, θα μπορούσαμε να πούμε πως, παράγει «εκ των έσω» μία ευανάγνωστη μορφή, ικανή να εκφράσει την ανάγκη του ανθρώπου για οικειοποίηση του χώρου54. Παράλληλα, στο κτίριο υπάρχει μία αύρα συμμετοχής της ζωής του ανθρώπου με ένα πιο ευρύ φυσικό περίγυρο(context). Η φύση θέλει να συμπεριλάβει τόσο την κατοίκηση όσο και τον πολιτισμό. Παρόλο που η δομή και η μορφή του κτιρίου είναι ταπεινές, η σύνθεση εμπεριέχει ένα ισχυρό συμβολικό υπόβαθρο και επιτρέπει πολλαπλές αναγνώσεις της αρχιτεκτονικής και της ζωής που περιέχει, προσφέροντας απλόχερα στον άνθρωπο ένα, πλούσιο σε ποιότητες και νοήματα, χώρο κατοίκησης. Ο Aalto σχεδιάζει με τη φύση, εμπνεόμενος από τις δομές της, συμβολίζοντας τις δυνάμεις της και τις αρχές της. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη συνθετική διαδικασία που ακολουθεί ως οργανική. Οι μορφές του προκύπτουν ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης τους με τη φύση και τις διαρκείς εναλλαγές της. Είναι μια διαδικασία που κινείται στη σφαίρα της εμπειρίας του εκάστοτε τόπου και της εμπειρίας των βασικών αναγκών του ανθρώπου και όχι μια εγκεφαλική, φιλοσοφική σύλληψη ενός χώρου.

54] Σταύρος Κ.Δενδρινός, Διδακτορική Διατριβή, Η μετάβαση ως συνθήκη αντίληψης του αρχιτεκτονικού έργου: η συμβολή της στη συγκρότηση της αρχιτεκτονικής δομής, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα 2007   , σελ. 226


64

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Glacier museum, Sverre Fehn, Fjærland, Norway, Sverre Fehn (1989-91)

Το Glacier Museum βρίσκεται στο βάθος ενός μεγάλου φιόρδ της Νορβηγίας όπου και υπάρχει ο μεγαλύτερος παγετώνας της Ευρώπης. Το μουσείο θέλει να πληροφορήσει τους επισκέπτες για την δημιουργία των παγετώνων και για τις κλιματικές αλλαγές γενικότερα, σε ένα τόπο που η άμεση επαφή με το φαινόμενο μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά διδακτική. Ο Fehn μελέτησε εξονυχιστικά το φαινόμενο του παγετώνα και προσπάθησε να αφουγκραστεί τον τόπο πριν τελικά συνθέσει σε αυτόν.

Το μουσείο συντίθεται από διακριτές μονάδες που αναπτύσσουν συνεχώς διάλογο με τον περίγυρο. Αυτές οι μονάδες σχηματίζουν ένα «όλον» που δεν προκύπτει από την απλή πρόσθεση τους αλλά από την αλληλεξάρτηση των μερών. Είναι ένα σώμα, τα μέρη του οποίου λειτουργούν σαν «σπονδυλική στήλη» που συγκρατείται από τις τάσεις των δυνάμεων που αναπτύσσονται μεταξύ τους55. Τα μέρη αυτά, περιγράφουν την διαφορετικότητα των εσωτερικών χώρων που περικλείουν και συσχετίζονται, ταυτόχρονα, με τον περίγυρό τους. Το κτίριο είναι το σημείο όπου διαφορετικές δυνάμεις του περιβάλλοντος συγκεντρώνονται και αλληλεπιδρούν. «Τη στιγμή που η αρχιτεκτονική φαίνεται να επωφελείται από την τοποθέτησή της στο τοπίο, το κτίριο τονίζει τις αποδιοργανωτικές συνέπειες που η φύση ασκεί πάνω στην αρχιτεκτονική αλλά και την ταπείνωση που η κατασκευή υφίσταται όταν η ενέργεια που φυλάσσεται στο περιβάλλον ελευθερωθεί λόγω της διαμάχης μεταξύ της τέχνης και της φύσης». Sverre Fehn 55] Christian Norberg-Schultz and Gennaro Postiglione, Sverre Fehn: Works, Projects, Wrightings, 1949-1996, The Monacelli Press, 1998, σελ.13


65

Το κτίριο είναι μία αισθητά επιμήκης κατασκευή. Ένα επίμηκες στέγαστρο ορίζει την είσοδο στο μουσείο. Στην αριστερή πλευρά, δίπλα από την είσοδο, ένας κυλινδρικός όγκος, που αποτελεί την αίθουσα ακρόασης, εκτείνεται από τον κεντρικό όγκο του κτιρίου και σχίζεται από ένα συνεχή φεγγίτη. Στην δεξιά πλευρά, η συνεχής, επιμήκης, μπετονένια όψη υπόκεινται σε ένα ξαφνικό και αναπάντεχο σχίσιμο από το οποίο αναδύονται δύο τριγωνικά πρίσματα, που αποτελούν τον χώρο του εστιατορίου. Φαίνεται σαν τα «σπλάχνα» από το κτίριο να ρέουν από τον συμπαγή θώρακα, σαν το κτίριο να βρίσκεται σε μία κατάσταση αποσύνθεσης. Οι πρώτες συνθετικές κινήσεις του Fehn, για τον σχεδιασμό του μουσείου, βασίστηκαν στην ελαφριά κλίση του οικοπέδου προς τον παγετώνα, στο βάθος

του φιόρδ και στον άμεσο περίγυρο. Όλα αυτά υποδεικνύουν, αρχικά, την χωροθέτηση της εισόδου. Η είσοδος δημιουργείται από ένα επίμηκες ξύλινο στέγαστρο, που προσκαλεί τους επισκέπτες στο εσωτερικό του μουσείου αλλά ταυτόχρονα οδηγεί το βλέμμα στην κορυφή του κτιρίου. Από εκεί, υπάρχει πρόσβαση στο δώμα της κυκλικής αίθουσας ακροάσεων56, απ’ όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει τη θέα γύρω από το κτίριο. Οι σκάλες δίπλα από την είσοδο καθοδηγούν και αυτές το βλέμμα και το ανυψώνουν προς τα βουνά. Κατά την άνοδο, δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι σκαρφαλώνει κανείς στο βουνό, και όχι ότι απλά ανεβαίνει στο δώμα του κτιρίου. Δημιουργείται μία οπτική και αντιληπτική σύνδεση όπου η σκάλα επεκτείνεται νοητά στο βουνό αλλά και το βουνό επεκτείνεται στη σκάλα. Αυτή η οπτική και αντιληπτική σχέση, είναι αυτή που εκτείνει την εμπειρία των χρηστών στον τόπο, συνδέοντάς τους εγκεφαλικά, πνευματικά, εμπειρικά και φυσικά με τον τόπο57. « Στεκόμενος στο δώμα, είχα την αίσθηση ότι εξύψωνα τον άνθρωπο, σαν το βουνό, αλλά στη συνέχεια τον τοποθετούσα να θαυμάσει ταπεινά τον παγετώνα» Sverre Fehn 56]     ο ιταλικός όρος «belvedere» εκφράζει καλύτερα την φύση αυτού του χώρου   57] Blake Hansen, http://bhansen12.blogspot.com/


66

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

Οι μορφολογικές ποιότητες του κτιρίου πηγάζουν από τις μορφές των παγετώνων. Για να συλλάβουμε αυτή τη συσχέτιση, θα πρέπει να καταλάβουμε και εμείς οι ίδιοι πως αυτοί ενεργούν. Οι Παγετώνες είναι μεγάλες μάζες πάγου συνήθως κινούμενες λόγω συμπίεσης του χιονιού και σχηματίζονται σε περιοχές υπεραιωνόβιας παρουσίας χιονιού. Στις εκτάσεις αυτές, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, ή του ύψους που βρίσκονται, η ποσότητα του πιπτόμενου χιονιού είναι μεγαλύτερη της ποσότητας του τηκόμενου και στη συνέχεια εξατμιζόμενου. Αυτό έχει ως συνέπεια οι συσσωρευμένες και συνεχώς αυξανόμενες μάζες να μεταβάλλονται λόγω της πίεσης εκ του βάρους τους σε πάγο ο οποίος αν και σκληρός και καταφανώς εύθραυστος, όπως το γυαλί, κινείται προς τη θάλασσα. Αρκετά γεωλογικά χαρακτηριστικά δημιουργούνται από παγετώνες, όπως οι Συμβολισμός και Αναπαράσταση φυσικού τόπου στο εσωτερικό του κτιρίου

μοραίνες (από πέτρες και συντρίμματα που μεταφέρθηκαν σε άλλες θέσεις από παγετώνα) και χαρακτηριστικές κοιλάδες σε σχήμα U που έμειναν έτσι λειασμένες από παλαιούς παγετώνες που έλιωσαν πριν από χιλιάδες χρόνια. Όλα αυτά είναι πολύ σχετικά με το σχέδιο του Fehn. Στην τομή, ένας φεγγίτης σε σχήμα U, διασχίζει το κτίριο, υπονοώντας μία από τις μορφές αυτού του φαινομένου. Ο Fehn χρησιμοποιεί και άλλα μορφολογικά στοιχεία για να συμβολίσει και να αναπαραστήσει το περιβάλλον γύρω του. Οι οξείες γωνίες, που κάνουν τόσο έντονα αισθητή την παρουσία τους στην σύνθεση, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, θέλουν να υπονοήσουν τις πριονωτές μορφές των βουνών που υπάρχουν γύρω από το κτίριο αλλά και τον παγετώνα. Οι κεκλιμένοι τοίχοι από μπετόν, θυμίζουν καταφύγιο, ή στρατιωτική ανθρακαποθήκη, και φαίνεται να συνυπάρχουν αρμονικά, μέσω της ηρεμίας τους, με τα βουνά και τον παγετώνα. Η γυάλινη όψη, που συντίθεται από πολλές γυάλινες επιφάνειες υπό διαφορετικές γωνίες, δημιουργεί την αίσθηση ενός κρυστάλλου πάνω στο οποίο διαθλάται το φως και προκαλεί μία πρωτότυπη θέαση του τοπίου. Με το να δημιουργεί και να αναπαριστά αφαιρετικά το σχηματισμό του παγετώνα, ο Fehn, δημιουργεί ένα διδακτικό εργαλείο για την κατανόηση του σχηματισμού του περιβάλλοντος γύρω. Με αυτόν τον τρόπο διευρύνει την πνευματική σχέση του επισκέπτη με τον τόπο.


67

ΣΧΟΛΙΑ

Στο Glacier Museum φαίνεται να συνοψίζεται το όραμα του Fehn για μια ενότητα που θα συνενώνει τα χαρακτηριστικά μιας τοποθεσίας με τις πραγματικότητες του κτιριολογικού προγράμματος. Το κτίριο αποτελεί συνέχεια και επέκταση του τόπου τόσο εγκεφαλικά, πνευματικά, εμπειρικά αλλά και φυσικά, όπως περιέγραψα παραπάνω. Καταφέρνει να φέρει τα στοιχεία του περιγύρου μέσα στο κτίριο, απαλείφοντας το σκληρό όριο μεταξύ του κτιρίου ( περίκλειση) και του τοπίου ( έκταση), καθώς παρέχει συνδέσεις νοηματικές με αυτό. Στο εξωτερικό, η μορφή του κτιρίου και οι «χειρονομίες» που το κτίριο επιτελεί, αποκαλύπτουν την οργανική σχέση του κτιρίου με τον τόπο και μία σχεδόν «ποιητική» ισορροπία με τις φυσικές δυνάμεις που δρουν σε αυτόν. Μπορεί και να ενεργεί βίαια στο τοπίο, αλλά αυτό συμβαίνει για να δώσει έμφαση στις ήρεμες, μυστικές και κρυμμένες ποιότητες του. Η σύνθεση των μελών από τα οποία αποτελείται ο «κορμός» του κτιρίου φέρνει στο μυαλό μου μία νέα “gestalt” : μία «ανοιχτή» ενότητα που συνενώνει εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους, θέλοντας να γίνει έκφραση ενός ενιαίου κόσμου. ΜΕΤΑΞΥ

ΟΥΡΑΝΟΥ

ΚΑΙ

ΓΗΣ…

Ένας από τους βασικότερους σκοπούς της αρχιτεκτονικής, για τον Fehn είναι η ανακάλυψη, η ερμηνεία(contextualization) και η διατήρηση του τόπου, των νοημάτων του και των αναμνήσεων που αυτός κουβαλά, και, στη συνέχεια η μετάφραση και η έκφρασή τους, μέσω του κτιρίου, ώστε να καταστήσει τον τόπο κατανοητό στο χρήστη. Το κτίριο, εκτός από συνέχεια του τοπίου , θέλει να αποτελέσει και συνέχεια της ιστορίας του. Γι αυτό, προσπαθεί να επαναφέρει παλιές μνήμες, κρυμμένες ποιότητες του τόπου και να προσδώσει σε αυτές ένα νέο νόημα, ικανό να επαναπροσδιορίσει την σχέση του χρήστη με τον τόπο58. Στη συνέχεια, ο Fehn, προσπαθεί να προσεγγίσει την έννοια της «κατοίκησης» ανάμεσα σε ουρανό και γη. Δηλώνει την επιθυμία του να 58] Christian Norberg-Schultz and Gennaro Postiglione, Sverre Fehn: Works, Projects, Wrightings, 1949-1996, The Monacelli Press, 1998, σελ.57


68

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΤΙΡΙΩΝ...

παρέχει ένα ορίζοντα για τον άνθρωπο, ώστε να μπορέσει αυτός να αναγνωρίσει έναν τόπο στο χώρο ανάμεσα στη γη και στον ουρανό, και να μπορέσει να τον κατοικήσει59. Ενεργώντας προς αυτήν την κατεύθυνση, πριν από την εξασφάλιση των ποικίλων συνδέσεων με τον τόπο, ο Fehn, επεξεργάζεται τα οριζόντια όρια ώστε να δημιουργήσει διαλεκτική σχέση μεταξύ της επιφάνειας του εδάφους και της στέγασης, σχέση μεταξύ της επιφάνειας πάνω στην οποία αναπτύσσεται η ζωή και αυτής που την προστατεύει. Αυτή τη σχέση θεωρεί πρωτεύουσα για την αρχιτεκτονική, και, εστιάζει στη φυσική αντίθεση μεταξύ των επιπέδων που φιλοξενούν τις διαφορετικές δραστηριότητες του λειτουργικού προγράμματος και των κατασκευών της στέγασης που ακολουθούν άλλους σχηματισμούς και ενσωματώνουν ανεξάρτητα νοήματα.

59] Christian Norberg-Schultz and Gennaro Postiglione, Sverre Fehn: Works, Projects, Wrightings, 1949-1996, The Monacelli Press, 1998, σελ.53


69

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Στα τελευταία δύο παραδείγματα που χρησιμοποίησα, φάνηκε ίσως πιο καθαρά αυτή η οργανική, αρμονική σχέση της αρχιτεκτονικής με τον φυσικό τόπο και το συνθετικό «πλάσιμο» της δομής και της μορφής της, της ύλης της, σύμφωνα με τον περίγυρό της. Σε αυτά, φαίνεται να πυκνώνεται το νόημα αυτής της διάλεξης σε σχέση με τις διερευνήσεις και τις αναζητήσεις του αρχιτέκτονα γύρω από τον φυσικό τόπο και τη σχέση της αρχιτεκτονικής με αυτόν. Ανατέμνοντας τη φύση των εννοιών του «χώρου», του «τόπου» και του «τοπίου», και προσπαθώντας να αναδείξω την αξία της αντίληψης και της εμπειρίας τους για τον άνθρωπο, αναδύθηκε το βάθος και η δυσκολία του να συνθέτει κανείς με τον φυσικό τόπο. Αυτό μάλιστα, φαίνεται ακόμα πιο πολύπλοκο όταν, από τις πρώτες συνθετικές γραμμές μέχρι και την τελική έκφραση του κτιρίου στον φυσικό τόπο, ιεραρχούνται σαν κυρίαρχες η συνέχεια και η συνέπεια των χωρικών προτάσεων, της ιδέας του κτιρίου, των θεωρητικών αναζητήσεων και του αρχιτεκτονικού λεξιλογίου αλλά, και η διαρκής επιβεβαίωση της σχέσης τους με τον φυσικό τόπο τόσο κατά τη φάση της σύνθεσης όσο κατά τη τελική χρήση του κτιρίου από το χρήστη. Νιώθω πλέον πως βασικό μέλημα του αρχιτέκτονα θα μπορούσε να αποτελεί η εξασφάλιση της «συνέχειας» ή της «επέκτασης» του φυσικού τόπου στο κτίριο, με σκοπό να αποτελέσουν μαζί ένα «όλον», κομμάτι ενός «αδιαίρετου κόσμου» με νόημα. Φαίνεται, λοιπόν, πως η σύνθεση σε ένα τόπο προϋποθέτει τη βαθιά κατανόηση της συνολικής εικόνας του τόπου από τον αρχιτέκτονα, την ενσωμάτωση στοιχείων στο κτίριο που, οπτικά, φυσικά, κοινωνικά, συμβολικά κ.ο.κ ορίζουν τον τόπο ώστε να «δέσει» το κτίριο με τον τόπο και ό,τι προϋπήρχε σε αυτόν, την εξυπηρέτηση της βασικής ανάγκης του ανθρώπου για κατοίκηση, καθιστώντας κατανοητά στον χρήστη τόσο τον φυσικό τόπο, το κτίριο, τη δομή του και την σχέση του κτιρίου με τον φυσικό τόπο. Η συνθετική διαδικασία, λοιπόν, φαίνεται ότι αν θέλει να στοχεύει σε μία σφαιρική, συνολική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής, καταπιάνεται τόσο με ζητήματα χώρου όσο και τόπου, σε μία προσπάθεια να τα συνενώσει σε μία κατανοητή ολότητα, και να δέσει τόσο την αρχιτεκτονική όσο και τον άνθρωπο με τον κόσμο.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Εμμανουήλ-Γεώργιος Βακαλό, Οπτική Σύνταξη και παραγωγή μορφών, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1988 2. Π.Α. Μιχελής, Αισθητικά θεωρήματα, Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, Αθήνα 2006. 3. Δ.Πικιώνης, Κείμενα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2000 4. Ιάκωβος Ποταμιάνος, σημειώσεις από τις πανεπιστημιακές παραδόσεις του μαθήματος της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών 5. Τάσος Μπίρης, Αρχιτεκτονικής σημάδια και διδάγματα- Στο Ίχνος της Συνθετικής Δομής, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996 6. Τάσος Μπίρης, Με την Σκέψη στην Αρχιτεκτονική - δεκαπέντε συν πέντε κείμενα, εκδ. Παπασωτηρίου, Αθήνα 1999 7. Δημήτρης Α.Φατούρος, Η επιμονή της Αρχιτεκτονικής,Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2003 8. Δ.Φιλιππίδης, Ανθολογία κειμένων Εκδοτικος Οίκος Μέλισσα, Αθήνα 2006

ελληνικής

Αρχιτεκτονικής

1925-2002,

9. “Δύο ταξίδια στον Le Corbusier”, εκδ. ΚΑΜ, Χανιά Κρήτης 2005 10. Σταύρος Κ.Δενδρινός, Διδακτορική Διατριβή, Η μετάβαση ως συνθήκη αντίληψης του αρχιτεκτονικού έργου: η συμβολή της στη συγκρότηση της αρχιτεκτονικής δομής, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Αθήνα 2007 11. Παναγιωταρού Μαρία, Συνθέτοντας με το έδαφος,Διάλεξη τμήματος Αρχιτεκτόνων Δ.Π.Θ 12. Δημήτρης Χαμψας, Ο Δομικά Συγκροτούμενος και ο Χθόνιος Χώρος με σημείο συνάντησης τον τοίχο αντιστήριξης, Διάλεξη τμήματος Αρχιτεκτόνων Δ.Π.Θ


13. Rudolf Arnheim, Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής μορφής, μτφρ. Ιάκωβος Ποταμιάνος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003 14. Bruce Brooks, Frank Lloyd Wright, Taschen,1991 15. Gaston Bachelard, Η ποιητική του χώρου, Εκδόσεις Χατζηνικολή, Αθήνα, 2004 16. Max Jammer, Έννοιες του χώρου: Η ιστορία των θεωριών του χώρου στη φυσική, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2001 17. Sarah Menin, Flora Samuel,Nature and Space: Aalto and Le Corbusier, Routledge, 2003 18. Christian Norberg- Scultz, Genius Loci, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π, Αθήνα 2009 19. Christian Norberg-Schultz and Gennaro Postiglione, Sverre Fehn: Works, Projects, Wrightings, 1949-1996, The Monacelli Press, 1998 20. Pierre Pellegrino, Το Νόημα του Χώρου: Η εποχή και ο τόπος,μτφρ Κυριακή Τσουκαλά, εκδ. Τυπωθήτω,Αθήνα 2006 21. Colin    Rowe; Robert Slutzky,Transparency, Literal and Phenomenal, Perspecta, Vol. 8. (1963)




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.