11 minute read

Θέμα

Δύσκολες ευρω-βρετανικές συνομιλίες για εμπορική συμφωνία

Οι ανησυχίες για μη-επίτευξη συμφωνίας και το «παιχνίδι ευθυνών» και γοήτρου - Πολλά θα δείξουν οι εντατικές διαπραγματεύσεις του Ιουλίου

Advertisement

Ηπιθανότητα να βαλτώσουν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ην. Βασιλείου σχετικά με την αποχώρηση του δεύτερου από την Ένωση, τρομάζει πολλούς από εκείνους που εμπλέκονται με εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο μερών.

Όπως είναι γνωστό, η Συμφωνία Αποχώρησης προβλέπει μια μεταβατική περίοδο ενός έτους κατά την οποία οι διμερείς διαπραγματεύσεις θα οριστικοποιήσουν κάθε λεπτομέρεια της νέας σχέσης που θα έχουν στο εξής τα δύο μέρη. Η μεταβατική περίοδος λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2020, όμως μόνο μικρή πρόοδος έχει γίνει στις συνομιλίες μεταξύ των διαπραγματευτικών ομάδων.

Όριο τα μέσα φθινοπώρου 2020

Μετά την ολοκλήρωση του τέταρτου γύρου συνομιλιών στα μέσα Ιουνίου, φάνηκε πως υπάρχει ακόμη απόσταση να διανυθεί.

Αμέσως μετά την ολοκλήρωση αυτού του γύρου συ

νομιλιών, συνομίλησαν (με τηλεδιάσκεψη) οι Πρόεδροι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Κομισιόν και του Ευρωκοινοβουλίου, με τον Βρετανό Πρωθυπουργό. Στόχος των Σαρλ Μισέλ, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, Νταβίντ Σασόλι και Μπόρις Τζόνσον, ήταν να αποτιμήσουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί και να συμφωνήσουν δράσεις προκειμένου να προχωρήσουν αποφασιστικά οι διαπραγματεύσεις.

Εν τούτοις, το μόνο προχώρημα που έγινε στη συζήτηση ήταν να διατυπωθεί από το Ην. Βασίλειο η απόφασή του να μη ζητήσει παράταση της μεταβατικής περιόδου που λήγει, όπως είπαμε, στις 31 Δεκεμβρίου. Τα μέρη πάντως συμφώνησαν ότι απαιτείται μια νέα δυναμική στη διαδικασία και έκαναν λόγο για εντατικοποίηση των συνομιλιών τον Ιούλιο και τη δημιουργία πιο ευνοϊκών προϋποθέσεων για μια συμφωνία πριν από το τέλος του 2020.

Βέβαια αυτό, μια κουβέντα είναι. Όπως εκτιμούν όλοι οι αναλυτές, οι διαδικασίες δεν μπορεί να είναι και πολύ γρήγορες, και για να ολοκληρωθούν όλα όσα πρέπει να γίνουν μέχρι την 31 η Δεκεμβρίου, θα πρέπει οι συνομιλίες να οριστικοποιήσουν τα βασικά μέρη μιας συμφωνίας μέχρι τα μέσα του φθινοπώρου. Χαρακτηριστικές από την άποψη αυτή είναι οι αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου, που μετά από την πρόσφατη συνεδρίαση της ολομέλειας ανακοίνωσε ότι «Το Κοινοβούλιο ελπίζει ότι θα βρεθεί νέα δυναμική για την ολοκλήρωση των συνομιλιών, για τις οποίες απομένουν μόνο 204 μέρες».

Προβληματισμούς για το μέλλον του Ην. Βασιλείου εκτός Ευρ. Ένωσης διατυπώνει η βιομηχανία κρέατος.

Όλο και περισσότερες απειλές ή πιθανές απειλές που αφορούν τον κλάδο, έρχονται στο φως και είναι χαρακτηριστικά τα δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι οι βρετανικές επιχειρήσεις κρέατος θα αρχίσουν να χάνουν παραγγελίες από τους πελάτες τους στην Ε.Ε. αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο, αν η κυβέρνηση δεν ξεκαθαρίσει μέσα στις επόμενες λίγες εβδομάδες ποια πιστοποιητικά εξαγωγών και δασμολογικοί διακανονισμοί θα ισχύουν μετά τη μεταβατική περίοδο του Brexit.

Αιτία γι’ αυτό είναι, λένε, το γεγονός ότι οι παραγγελίες, ιδίως από τις αλυσίδες λιανεμπορίου της Ε.Ε., προγραμματίζονται 3-4 μήνες νωρίτερα προκειμένου να γίνει η τιμολόγηση, η τακτοποίηση του barcode και τυχόν προωθητικές ενέργειες που πρέπει να εμφανίζονται στη συσκευασία. Η ανησυχία για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων και για την πιθανότητα να λήξει χωρίς εμπορική συμφωνία η σχέση της Ε.Ε. με το Ην. Βασίλειο έχει αρχίσει να καταλαμβάνει τους εμπλεκόμενους στον αγροδιατροφικό τομέα της Ένωσης.

Από την ίδια συνεδρίαση προέκυψε ότι οι ευρωβουλευτές δεν προτίθενται να εγκρίνουν μια συμφωνία της Ε.Ε. με το Ην. Βασίλειο η οποία θα είναι ανεπαρκής, ενώ ανακοίνωσαν ότι απορρίπτουν την πρόθεση του Ην. Βασιλείου να διαπραγματευτεί επιλεκτικά για συγκεκριμένα θέματα, αγνοώντας άλλα.

Σε ψήφισμα μάλιστα που ενέκριναν με ευρεία πλειοψηφία την Πέμπτη 18 Ιουνίου, οι ευρωβουλευτές εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για το γεγονός ότι, μετά από τέσσερις γύρους διαπραγματεύσεων, δεν έχει επιτευχθεί πραγματική πρόοδος στις συνομιλίες, ενώ οι αποκλίσεις παραμένουν σημαντικές. Οι ευρωβουλευτές αποδοκιμάζουν το επιλεκτικό ενδιαφέρον της βρετανικής πλευράς για ορισμένες πολιτικές και την άσκηση πίεσης για πρόσβαση στην Ενιαία Ευρωπαϊκή

Αγορά μετά το Brexit.

Όπως δηλώνουν στελέχη βρετανικών επιχειρήσεων κρέατος, «Υπάρχει μια ανησυχητική έλλειψη πληροφοριών από την κυβέρνηση σχετικά με τα κρίσιμα θέματα που αφορούν την επίσημη κρατική έγκριση για εξαγωγή προϊόντων κρέατος στην Ε.Ε. και την έγκριση των εγκαταστάσεων κρέατος. Εάν αυτή η διαδικασία καθυστερήσει μέχρι το φθινόπωρο, θα υπάρξει τεράστια αβεβαιότητα από την 1η Ιανουαρίου και οι Βρετανοί εξαγωγείς δεν θα μπορούν να συνάψουν προθεσμιακά συμβόλαια».

Η βιομηχανία τώρα ζητά επειγόντως από την Κυβέρνηση να ανακοινώσει όλες τις απόλυτα αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τα Υγειονομικά Πιστοποιητικά Εξαγωγών και να δώσει τις κατευθύνσεις σχετικά με τους δασμούς που θα επιβαρύνουν τα προς εξαγωγή προϊόντα κρέατος, κι όλα αυτά πριν από τον Σεπτέμβριο.

Ανεξαρτήτως της ύπαρξης εμπορικής συμφωνίας με την Ε.Ε., η Βρετανία θα γίνει μια «Τρίτη Χώρα», και αυτό συνεπάγεται συνοριακούς ελέγχους και πρόσθετες τελωνειακές διαδικασίες που θα διαταράξουν την υπάρχουσα εφοδιαστική αλυσίδα

Στενεύουν τα χρονικά περιθώρια

Όλοι τώρα ελπίζουν ότι στις συνομιλίες που πραγματοποιούνται εντός του Ιουλίου θα βρεθεί κάποια άκρη και θα επιτευχθεί πρόοδος. Είναι όμως φανερό ότι ο χρόνος έχει στενέψει. Προκειμένου να τεθεί σε ισχύ μια νέα εμπορική συμφωνία και μια ευρύτερη εταιρική σχέση την επαύριον της μεταβατικής περιόδου η οποία λήγει στο τέλος του 2020, θα πρέπει να επιτευχθεί και να υπογραφεί κείμενο συμφωνίας το αργότερο έως τον Οκτώβριο.

Η ανησυχία για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων και για την πιθανότητα να λήξει χωρίς εμπορική συμφωνία η σχέση της Ε.Ε. με το Ην. Βασίλειο έχει αρχίσει να καταλαμβάνει τους εμπλεκόμενους στον αγροδιατροφικό τομέα της Ένωσης.

Σε κοινή γραπτή παρέμβασή τους μάλιστα οι οργανώσεις των Ευρωπαίων αγροτών και συνεταιρισμών, η βιομηχανία και το εμπόριο τροφίμων, διατυπώνουν έντονο προβληματισμό. Πιο συγκεκριμένα, οι Copa & Cogeca, Celcaa και FoodDrinkEurope επισημαίνουν τον αυξανόμενο κίνδυνο να μην επιτευχθεί συμφωνία μέχρι το τέλος της μεταβατικής περιόδου και υπογραμμίζουν: «Το εμπόριο αγροδιατροφικών προϊόντων της Ε.Ε. με το Ηνωμένο Βασίλειο ανήλθε σε 58 δισεκατομμύρια ευρώ το 2019, συνεπώς η αποτυχία σύναψης μιας εμπορικής συμφωνίας με μηδενικούς δασμούς και μηδενικές ποσοστώσεις θα έχει σοβαρές συνέπειες για τον αγροδιατροφικό τομέα της Ε.Ε. και του Ηνωμένου Βασιλείου».

Κάνοντας λόγο για σοβαρή διαταραχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων, οι οργανώσεις πιστεύουν ότι «είναι σημαντικό η μελλοντική σχέση Ε.Ε.-Ην. Βασιλείου να διασφαλίζει: • Όχι δασμούς, όχι τέλη ή χρεώσεις και όχι ποσοστώσεις. • Διατήρηση ίσων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των δύο μερών, που είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων της Ε.Ε. και των ομολόγων τους στο Ην. Βασίλειο. • Υψηλό βαθμό συνεργασίας στα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα (SPS) και τεχνικά πρότυπα, καθώς και ελάχιστη απόκλιση στην εφαρμογή τέτοιων προτύπων. Επιπλέον, είναι υψίστης σημασίας να διατηρηθεί μια στενή σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) και της Υπηρεσίας Προτύπων Τροφίμων του Ηνωμένου Βασιλείου (FSA). • Τελωνειακή συνεργασία για να περιοριστεί ο φόρτος των τελωνειακών ελέγχων και διαδικασιών για τις επιχειρήσεις. • Αποτελεσματικούς κανόνες για την προέλευση ώστε να εξασφαλίζεται ότι η προτιμησιακή πρόσβαση θα ωφελεί μόνο τις επιχειρήσεις των δύο μερών και όχι άλλες. • Ότι το πρωτόκολλο για την Ιρλανδία και τη Βόρεια

Έντονο φλερτ για εμπορικές συμφωνίες από όλους τους «παίκτες»

Η αποχώρηση του Ην. Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κινητοποιήσει πολλές δυνάμεις να αναζητήσουν διόδους συμφωνίας με αυτό το κράτος, προκειμένου να αποκτήσουν εμπορικές σχέσεις οι οποίες πλέον δεν θα περνούν μέσω της Ε.Ε. Και είναι λογικό αυτό, καθώς μιλάμε για ένα ανεπτυγμένο κράτος με σημαντικό ειδικό βάρος στην Ευρώπη και τον κόσμο, με μια αγορά 67 εκατ. ανθρώπων, με κατά κεφαλήν ΑΕΠ (σε Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης) 38.000€ και με υψηλό προφίλ κατανάλωσης.

Είναι γνωστό ότι οι ΗΠΑ, με τις οποίες το Η.Β. διατηρεί παραδοσιακά σχέσεις, έκαναν λόγο από πολύ νωρίς, σχεδόν αμέσως μετά την κάλπη του Brexit, για τη σύναψη εμπορικής συμφωνίας, αν και οι Βρετανοί αγρότες έχουν εκφράσει επ’ αυτού φόβους ότι το κράτος θα δεχθεί ισχυρές πιέσεις για να ενδώσει στις εισαγωγές αμερικανικού βοδινού με ορμόνες και κοτόπουλων με χλώριο, μόνιμα σημεία εμπορικής τριβής των Ευρωπαίων με τις ΗΠΑ.

Ισχυρό ενδιαφέρον έχουν δείξει και άλλες χώρες. Ενώ και η Ε.Ε. έχει έντονη επιθυμία για μια εμπορική συμφωνία με το Ην. Βασίλειο, αν και οι δυσκολίες που εγείρονται, όπως είπαμε, αλλά και μια διελκυστίνδα και ένα «παιχνίδι ευθυνών» και γοήτρου φαίνεται να παίζουν μέχρι τώρα τον βασικό ρόλο. Ίσως οι εντατικές διαπραγματεύσεις του Ιουλίου να δώσουν μια ώθηση…

Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι όμως το πώς η εκτός Ε.Ε. πορεία του Ην. Βασιλείου θα επηρεάσει τις ισορροπίες στο παγκόσμιο εμπόριο κρέατος. Είναι δύσκολο βεβαίως επ’ αυτού να υπάρχουν προβλέψεις και βεβαιότητες, καθώς το διε

Ιρλανδία θα εφαρμόζεται πλήρως ώστε να προστατευθεί η ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς της Ε.Ε. • Την αμοιβαία προστασία των υφιστάμενων και μελλοντικών γεωγραφικών ενδείξεων της Ε.Ε. και του Ην. Βασιλείου».

Η στάση των Βρετανών αγροτών

Στην ίδια γραμμή πλεύσης φαίνεται να κινούνται και οι Βρετανοί κτηνοτρόφοι, πιέζοντας την κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον να κάνει ό,τι πρέπει προκειμένου να μάτων. «Οι Βρετανοί κτηνοτρόφοι θέλουν να δουν μια εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε. που θα αποτελεί ένα καλό προηγούμενο για το πώς σκοπεύουμε να διαπραγματευτούμε στην παγκόσμια εμπορική σκηνή - ειδικά όταν πρόκειται για τη διασφάλιση υψηλών προδιαγραφών στους τομείς της καλής διαβίωσης των ζώων, του περιβάλλοντος, και της ασφάλειας τροφίμων στα εισαγόμενα τρόφιμα» λένε στελέχη της βρετανικής Εθνικής Ένωσης Αγροτών, για να υπογραμμίσουν: «Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου πρέπει να δείξει ότι στα σοβαρά το εννοεί όταν δηλώνει πως επιθυμεί έναν αναπτυσσόμενο και κερδοφόρο τομέα τροφίμων, και αυτό σημαίνει να κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να επιτύχουμε μια καλή συμφωνία με τον μεγαλύτερο και πλησιέστερο εμπορικό μας εταίρο».

Πώς θα επηρεαστεί η βρετανική βιομηχανία κρέατος

Βεβαίως το γεγονός ότι η Βρετανία δεν εξάγει προϊόντα στην Ε.Ε. εδώ και μισό αιώνα περίπου (οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε., ως γνωστόν, ΔΕΝ Οι βρετανικές εταιρείες κρέατος στέλνουν σήμερα το 15%-40% (ανάλογα με το είδος κρέατος) των παραγόμενων προϊόντων στο εξωτερικό. Από αυτές τις

επέλθει εμπορική συμφωνία εντός των χρονοδιαγραμποσότητες, το 90% του βόειου, το 97% του πρόβειου και το 50% του χοιρινού κρέατος οδηγείται στην Ε.Ε.

είναι εξαγωγές αλλά διακίνηση) καθιστά την τωρινή κατάσταση αρκετά… πρωτότυπη για τους Βρετανούς. Μέχρι τώρα, από διαδικαστικής και δασμολογικής απόψεως, ένα φορτίο με βρετανικό προϊόν που επρόκειτο να παραδοθεί στο Βερολίνο ήταν ακριβώς το ίδιο σαν να επρόκειτο να παραδοθεί στο Μπέρμιγχαμ. Δεν απαιτούνται ιδιαίτερα εξαγωγικά πιστοποιητικά, τελωνειακές δηλώσεις, συνοριακοί έλεγχοι. Και δεν καταβάλλονται δασμοί. Τα εμπορεύματα ταξιδεύουν εντός της Ε.Ε. με ένα απλό τιμολόγιο.

Αυτό θα λήξει την 31 η Δεκεμβρίου 2020 και ανεξαρτήτως του αν θα υπάρξει μια εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε. ούτως ή άλλως οι βρετανικές εξαγωγικές επιχειρήσεις θα βρεθούν αντιμέτωπες με έναν φόρτο διαδικασιών και κόστους. Όπως και να έχει, η Βρετανία θα γίνει μια «Τρίτη Χώρα», και αυτό συνεπάγεται συνοριακούς ελέγχους και πρόσθετες τελωνειακές διαδικασίες που θα διαταράξουν τη μέχρι σήμερα υπάρχουσα εφοδιαστική αλυσίδα.

Οι προβληματισμοί που διατυπώνει η βρετανική βιομηχανία κρέατος έχουν λογική βάση. Ας τους παρακο

θνές εμπόριο είναι μια εξίσωση με πολλές μεταβλητές και με τη συγκυρία να είναι ασταθής εξαιτίας των προβλημάτων που δημιούργησε η πανδημία του COVID-19.

Ωστόσο, δεν έχει ξεφύγει της προσοχής ότι τις τελευταίες εβδομάδες η Αυστραλία, που ξεκίνησε συνομιλίες με το Ην. Βασίλειο για τη σύναψη συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου, έχει στις σκέψεις της να ενισχύσει τις εμπορικές σχέσεις με πολλούς εταίρους ως αντίβαρο στην εξάρτησή της από την κινεζική αγορά.

Η αυστραλιανή κυβέρνηση μάλιστα δηλώνει ότι ελπίζει να μπορέσει να ολοκληρώσει τη συμφωνία με τους Βρετανούς εντός του έτους – πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο φυσικά, αν λάβουμε υπόψη ότι παρόμοιες διαπραγματεύσεις παίρνουν πάρα πολύ χρόνο. Παρ’ όλα αυτά για την Αυστραλία είναι μια σημαντική ευκαιρία καθώς το Ην. Βασίλειο ήταν ο δεύτερος εμπορικός εταίρος της Αυστραλίας πριν από πέντε δεκαετίες, πριν δηλαδή τους υψηλούς δασμούς και τις χαμηλές ποσοστώσεις που εφαρμόστηκαν λόγω της βρετανικής συμμετοχής στην Ε.Ε. το 1973. Παράλληλα, η Αυστραλία επιδιώκει να μειώσει την εξαγωγική εξάρτησή της από την Κίνα, που είναι ο μεγαλύτερος προορισμός των εξαγόμενων αγροτικών της προϊόντων (8 δισ. δολ. αξία εξαγωγών, εκ των οποίων 1,5 δισ. για κρέας) με δεύτερη την Ιαπωνία (3,7 δισ. δολ. εκ των οποίων 2 δισ. για κρέας) και τις ΗΠΑ στην τρίτη θέση (2,6 δισ. δολ. εκ των οποίων 2,1 δισ. για κρέας). Αυτό υπονόησε εξάλλου πρόσφατα και ο Αυστραλός υπουργός Εμπορίου Σ. Μπίρμιγχαμ, ο οποίος μιλώντας για τους περιορισμούς που επέβαλε η Κίνα στο αυστραλιανό κριθάρι και βοδινό, έκανε λόγο για την προσήλωσή του στο ελεύθερο εμπόριο και για τις νέες δυνατότητες που ανοίγει για τις δύο χώρες το Brexit.

λουθήσουμε με οδηγό μας βρετανικά δημοσιεύματα.

Οι βρετανικές εταιρείες στέλνουν σήμερα το 15% έως και το 40% των προϊόντων που παράγουν στο εξωτερικό (ανάλογα με το είδος κρέατος). Από αυτές τις ποσότητες, το 90% του βόειου, το 97% του πρόβειου και το 50% του χοιρινού κρέατος οδηγείται στην Ε.Ε.

Για τις εξαγωγές σε Τρίτες Χώρες, θα πρέπει ένας Επίσημος Κτηνίατρος να ελέγχει κάθε αποστολή, να εκδίδει το σχετικό Πιστοποιητικό, να επαληθεύει την προέλευση και το περιεχόμενο του φορτίου. Αυτός ο φόρτος εργασίας πέφτει σήμερα στους ώμους ενός αριθμού Επίσημων Κτηνιάτρων του Ην. Βασιλείου, οι οποίοι αρκούν για το 10% των αποστολών βοδινού στο εξωτερικό. Επίσης για το 3% των αποστολών πρόβειου και το 50% των αποστολών χοιρινού κρέατος στο εξωτερικό. Αυτά είναι τα ποσοστά για κάθε είδος κρέατος που κατευθύνεται σε Τρίτες Χώρες.

Μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020, οι ίδιοι Επίσημοι Κτηνίατροι θα πρέπει να καλύψουν, όχι ένα μέρος, αλλά το 100% αυτού του εμπορίου, αφού και τα κράτη μέλη της Ε.Ε. θα είναι Τρίτες Χώρες. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο αριθμός των Υγειονομικών Πιστοποιητικών Εξαγωγής ενδέχεται, εξ αυτού του λόγου, να αυξηθεί ακόμη και 500%. Και αυτή είναι πιθανώς μια συντηρητική εκτίμηση, δεδομένου ότι πιστοποιητικά χρειάζονται για όλα τα προϊόντα ζωικής προέλευσης, όχι μόνο για το κρέας.

Ακόμα κι αν βρεθεί γρήγορα ένας νέος στρατός κτηνιάτρων, οι επιχειρήσεις θα υφίστανται ένα σοβαρό κόστος σε χρήμα και χρόνο για συναλλαγές με τον μεγαλύτερο (και πλησιέστερο) εμπορικό εταίρο του Ηνωμένου Βασιλείου. Και, μολονότι οι μεγαλύτερες εταιρείες μπορεί να είναι σε θέση να απορροφήσουν καλύτερα αυτό το επιπλέον κόστος, οι μικρότερες επιχειρήσεις θα πληγούν σημαντικά. Για να μην μιλήσουμε για το πρόσθετο εμπόδιο ότι οι μικρές επιχειρήσεις θα χρειάζεται να πάρουν έγκριση και να ελεγχθούν οι εγκαταστάσεις τους προκειμένου να μπορούν να εξαγάγουν σε μια Τρίτη Χώρα (όπως θα είναι τα κράτη μέλη της Ε.Ε.).

Στις συναλλαγές τους με τα κράτη μέλη της Ε.Ε., οι βρετανικές επιχειρήσεις είχαν προφανώς πολλά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα έναντι όλων των άλλων Τρίτων Χωρών. Κι αυτό δεν μπορεί να υποκατασταθεί από οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία ισχύσει μετά την 31 η Δεκεμβρίου. l

This article is from: