Οι Μύθοι Του Αισώπου

Page 1

Μ ύθοι τουΑισώπου οι

από τον Λαφονταίν ΜΕΡΟΣ Α’

ΜΕΡΗ Α’-Γ’

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ


9786185531355


Μ ύθοι τουΑισώπου οι

από τον Λαφονταίν

3


Πρόλογος

Στο αποκορύφωμα της διαμάχης Αρχαίων και Συγχρόνων, ο Μπουαλό στέλνει στον Ζαν ντε Λαφονταίν το παρακάτω επίγραμμα:

Ας προσθέσουμε στον μύθο της εικόνας το στολίδι Ζωντανεύοντας τις λέξεις σε ζωγραφιστές σελίδες Συνταιριάζοντας εικόνες όμορφα αραδιασμένες. Πιότερο αρέσουν οι λέξεις με τέχνη παρουσιασμένες! Η ιδέα ενθουσίασε τον Λαφονταίν, που καταπιάστηκε αμέσως με την εικονογράφηση γνωστών μύθων. Αλίμονο, όμως, μπορεί η Ερατώ και η Πολύμνια να επισκέπτονταν συχνά τoν ποιητή, αλλά η μούσα των εικονογραφημένων ιστοριών δεν του πρόσφερε τις χάρες της. Το αποτέλεσμα κρίθηκε απογοητευτικό. Το έργο δυσαρέστησε πολύ τα σαλόνια - ίσως και εξαιτίας της πρωτοτυπίας του - και δεν έφτασε ποτέ ως τον βασιλιά, διότι ο Κολμπέρ το έστειλε για χαρτοπολτό*. Μόλις είχε γεννηθεί το κόμικς, αλλά ο Χρυσός Αιώνας της γαλλικής λογοτεχνίας δεν ήταν έτοιμος να το υιοθετήσει. Για καλή μας τύχη, οι καιροί έχουν αλλάξει. Η Δημοκρατία των Γραμμάτων αδιαφορεί πλέον για τις στείρες διαμάχες του παρελθόντος. Κανένας Αρχαίος δε θα τολμούσε να περιφρονήσει μια Τέχνη μόνο και μόνο επειδή είναι νεόκοπη. Παρότι ο χρυσός της Νεότητας δεν περιβάλλεται με την πατίνα των αιώνων, δεν υπολείπεται σε λάμψη. Στις μέρες μας, το κόμικς χαίρει σεβασμού και όλα του επιτρέπονται. Απόδειξη για τούτο αποτελεί το παρόν έργο, όπου μπορείτε να ανακαλύψετε ξανά τους μύθους του Αισώπου, όπως τους απέδωσε σε μετρική μορφή ο Λαφονταίν, εικονογραφημένους από τους Σύγχρονους του σήμερα. Αλέν Αϊρόλ *Τα έργα που καταστρέφονταν δωρίζονταν σε ναυτικά νοσοκομεία. Εκεί το χαρτί ανακυκλωνόταν για να κατασκευαστούν προσθετικά μέλη που προορίζονταν για ακρωτηριασμένους ναύτες.

Τι πιο κλασικό από τον Αίσωπο; Όλοι μας θυμόμαστε κάποιους από αυτούς μύθους που διαβάσαμε στο σχολείο και που η μνήμη μας δυσκολεύεται να ανακαλέσει με ακρίβεια. Ώσπου κάποιος παραμυθάς στη μέση ενός γεύματος σηκώνεται και τους ερμηνεύει με τον τρόπο του και τότε όλα ξεκαθαρίζουν. Διαβάζοντας τους γνωστούς μύθους στη μορφή με την οποία τους απέδωσε ο Λαφονταίν, μας γεννιέται η ξαφνική λαχτάρα να γίνουμε κι εμείς παραμυθάδες, να πάρουμε μολύβια και χρώματα για να ζωντανέψουμε ένα ποντίκι στους αγρούς ή έναν πελαργό που θα μας ταξιδέψει στη χώρα αυτών των εκπληκτικών κειμένων. Και επιπλέον η Ισαβέλ, ο Πιερ, ο Ζαν-Λυκ, ο Αλέν, ο Τιμπύρς κι εγώ ο ίδιος θέλουμε να σε ευχαριστήσουμε, Ερβέ, εσένα που δίχως να το ξέρεις, έγινες η αφορμή γι’ αυτό το άλμπουμ. Ζαν-Λυκ Μασμπού 4


Περιεχόμενα Ο Λύκος που έγινε βοσκός του Cyril Pedrosa

O Γάτος, Η Νυφίτσα και το Κουνέλι της Cécile Chicault

Το Στρείδι και οι Διάδικοι του Michel Plessix

Το Λιοντάρι και η Σκνίπα του Thierry Robin

Η Αλεπού και ο Τράγος του Mazan

Τα Δύο Μουλάρια του Tiburce Oger

Η Νυχτερίδα και οι Δύο Νυφίτσες των Claude Guth & Laurent Cagniat

Ο Σκύλος και ο Λύκος του Jean-Luc Masbou

Η Γάτα και η Αλεπού των Yann Dégruel & Julie Audibert

Ο Λύκος και το Αρνάκι του Jean-Luc Loyer

Ο Κόρακας και η Αλεπού του Turf Η Αλεπού και ο Πελαργός της Isabelle Dethan

5

7 10 15 18 22 27 32 34 37 40 43 46


6


Ο Λύκος που έγινε βοσκός

Ένας Λύκος μια φορά...

...μην μπορώντας Προβατάκια να σταυρώσει,

...σαν Αλεπού σκέφτεται να δράσει και εμφάνιση ν’ αλλάξει.

Καπέλο και παλτό βοσκού φορά, αρπάζει ένα μπαστούνι και προτού τραβήξει πέρα, αρπάζει και φλογέρα.

Και ακόμα πειστικότερος για να φανεί μια στάλα, γράφει στο καπέλο του με γράμματα μεγάλα: «Είμαι ο Γκιλιότ, που τα πρόβατα βοσκώ.»

7


Έτσι, η μεταμφίεση ολοκληρώνεται και να βάλει μπρος το σχέδιο του στρώνεται... Ο ψεύτικος Γκιλιότ, πλησιάζει περπατώντας στις μύτες των ποδιών.

Μαζί κοιμάται ο Σκύλος του... και δίπλα του η φλογέρα.

Ενώ ο αληθινός, στο χορτάρι βυθισμένος,

του καλού καιρού, κοιμάται ξαπλωμένος.

Τα Πρόβατα σε λήθαργο βρίσκονται παραπέρα.

Του απατεώνα, αυτό του ‘ρχεται κουτί,

8


Ο κουτός ομως, νομίζει πως μπορεί, τη φωνή του βοσκού να μιμηθεί…

Και προσπαθεί τα Πρόβατα ν’ αρπάξει από κει...

Και παρότι προσπαθεί…

...τον σωστό τόνο δεν μπορεί να βρει.

Και καθώς σαν τον βοσκό, δεν μπορεί να ακουστεί, μες το δάσος, δυνατά, η φωνή του αντηχεί...

Και το σχέδιο χαλάει, γιατί με τη φωνάρα του, τον κόσμο όλο ξυπνάει.

Ο κακόμοιρος ο Λύκος, να ξεφύγει αδυνατεί, με το παλτό που φοράει δεν μπορεί να κουνηθεί.

Τα Πρόβατα, τον Σκύλο και το Αγόρι.

Και αν και ο απατεώνας, πάντοτε θα πιαστεί...

Ο Λύκος τι να κάνουμε, σαν Λύκος θα φερθεί. Και αυτή η αλήθεια, δεν μπορεί ν’ αμφισβητηθεί.

9


Ο Γάτος, η Νυφίτσα και το Κουνέλι ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗ

Η ΚΥΡΙΑ ΝΥΦΙΤΣΑ ΦΤΑΝΕΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΠΡΩΙ,

ΝΑ ΚΛΕΨΕΙ ΠΑΕΙ Η ΠΟΝΗΡΗ.

ΟΛΟΙ, ΑΛΛΩΣΤΕ ΛΕΙΠΟΥΝ, ΚΑΝΕΙΣ ΔΕ ΘΑ ΤΗ ΔΕΙ.

…ΚΑΘΩΣ Ο ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ ΤΟΥ, ΒΓΑΙΝΕΙ ΝΑ ΧΑΡΕΙ ΤΗ ΔΡΟΣΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΩΙΝΗ…

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΦΕΡΝΕΙ ΜΙΑΝ ΑΥΓΗ...

10


ΑΦΟΥ ΧΟΡΤΑΙΝΕΙ ΤΡΙΦΥΛΛΙ, ΚΑΠΟΤΕ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ...

ΚΑΙ Ο ΚΟΥΝΕΛΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΑΤΗΦΟΡΙΖΕΙ.

ΜΑ ΟΤΑΝ ΤΗ ΜΟΥΣΟΥΔΑ ΤΗΣ ΝΥΦΙΤΣΑΣ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΡΙΖΕΙ, ΨΕΛΛΙΖΕΙ:

ΜΑ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ! ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΜΟΥ ΤΙ ΑΝΤΙΚΡΙΖΕΙ; ΚΑΙ ΣΤΗ ΝΥΦΙΤΣΑ ΑΥΣΤΗΡΑ, ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Ε, ΚΥΡΑ ΝΥΦΙΤΣΑ, ΦΥΓΕ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ,

ΜΗΝ ΠΩ ΣΤΟΥΣ ΑΡΟΥΡΑΙΟΥΣ ΠΩΣ ΒΡΙΣΚΕΣΑΙ ΕΔΩ.

Η ΚΥΡΙΑ ΜΕ ΤΗ ΣΟΥΒΛΕΡΗ ΤΗ ΜΥΤΗ, ΤΟΥ ΛΕΕΙ ΠΩΣ ΑΥΤΗ ΕΦΤΑΣΕ ΠΡΩΤΗ

ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΠΙΤΑΚΙ ΤΟΣΟ ΔΑ ΚΑΙ ΟΜΩΣ, ΠΟΛΕΜΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ ΞΕΣΠΑ...

11


ΓΙΑ ΠΕΣ ΜΟΥ, ΚΥΡΙΕ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗ, ΠΟΙΟΣ ΝΟΜΟΣ ΛΕΕΙ ΠΩΣ ΜΟΝΟ ΕΣΥ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΕΝΕΙΣ ΕΔΩ;

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗΣ ΛΕΕΙ ΠΩΣ ΠΡΩΤΟΣ ΗΡΘΕ ΑΥΤΟΣ.

ΠΟΙΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟ ΛΕΕΙ ΑΥΤΟ, ΠΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗΣ Ή ΟΠΟΙΟΣ ΑΛΛΟΣ, ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ…

ΕΙΠΕ,

ΑΡΚΕΤΑ,

ΠΟΙΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΔΙΚΑΙΩΝΕΙ Ο ΝΟΜΟΣ, ΜΗΠΩΣ ΤΑ ‘ΧΕΙΣ ΧΑΜΕΝΑ;

...ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠ’ Ο,ΤΙ ΕΓΩ;

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΠΙΕΡ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ ΤΟΝ ΖΑΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΣΕ ΜΕΝΑ.

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΑΥΤΟ, ΠΑΕΙ ΑΠΟ ΓΕΝΙΑ ΣΕ ΓΕΝΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΠΑΤΕΡΑ ΣΕ ΓΙΟ.

ΕΙΠΕ,

ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ, ΑΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΠΕΙΣ, ΤΟΤΕ Ν’ ΑΠΕΥΘΥΝΘΟΥΜΕ,

ΣΤΟΝ ΡΑΜΙΝΑΓΚΡΟΒΙΣ. ΕΙΠΕ,

12


ΑΥΤΟΣ, ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΓΑΤΟΣ ΠΟΥ ΖΟΥΣΕ ΣΑΝ ΕΡΗΜΙΤΗΣ ΑΠΛΟΣ,

ΗΤΑΝ ΟΜΩΣ ΓΑΤΟΣ ΠΟΝΗΡΟΣ,

ΣΟΦΟΣ, ΧΟΝΤΡΟΣ ΚΑΙ ΧΝΟΥΔΩΤΟΣ,

ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΙΔΑΝΙΚΟΣ.

ΣΥΜΦΩΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΥΝΕΛΑΚΗΣ, ΑΥΤΟΣ Ν’ ΑΠΟΦΑΝΘΕΙ.

ΝΑΣΟΥ ΛΟΙΠΟΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥ,

ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ.

13


Ο ΓΑΤΟΣ ΕΙΠΕ ΤΟΤΕ:

ΠΛΗΣΙΑΣΤΕ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ, ΠΛΗΣΙΑΣΤΕ ΚΟΝΤΑ ΜΟΥ, ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΑΣΑΝ, ΚΑΛΑ ΔΕΝ ΑΚΟΥΩ.

ΑΦΟΒΑ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΠΛΗΣΙΑΖΟΥΝ,

ΚΑΤΗΓΟΡΩΝΤΑΣ Ο ΕΝΑΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ...

Ο ΚΑΛΟΣ ΜΑΣ ΕΡΗΜΙΤΗΣ,

ΜΕ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΟΡΜΑ, ΣΠΕΡΝΟΝΤΑΣ ΦΟΒΟ ΜΕΓΑΛΟ,

ΤΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΟΥΣ ΘΑ ΦΕΡΕΙ ΣΕ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟ, ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΜΙΑ ΧΑΨΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΥΟ.

ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΜΑΣ ΦΕΡΝΕΙ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ,

ΠΩΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΨΑΡΙ, ΤΡΩΕΙ ΤΟ ΜΙΚΡΟ.

14


Σ Δ

Το τρείδι και οι ιάδικοι

15


;

Μια μέρα, δυο περιπλανώμενοι βλέπουν στην άμμο, να ξεβράζει το κύμα στρείδι μεγάλο.

Το τρώνε με τα μάτια τους, πολύ το λαχταρούνε και όλα είναι έτοιμα για ν’ αναμετρηθούνε.

Ο ένας μπροστά ορμά, μα ο άλλος του ρίχνει μια σπρωξιά και λέει: ΜΑ ΦΥΣΙΚΆ ΌΠΟΙΟΣ ΤΟ ΕΊΔΕ ΠΡΏΤΟΣ, ΑΥΤΌΣ ΠΡΈΠΕΙ.

ΚΑΛΌ ΘΑ ‘ΝΑΙ ΝΑ ΞΈΡΟΥΜΕ ΠΟΙΟΣ ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΦΆΕΙ.

ΚΑΙ Ο ΆΛΛΟΣ ΑΣ ΒΛΈΠΕΙ.

ΠΑ Φ!

ΑΝ ΑΥΤΌ ΠΙΣΤΕΎΕΙΣ, ΔΌΞΑ ΤΩ ΘΕΏ, Αποκρίνεται ο ένας. ΓΙΑΤΊ ΈΧΩ ΜΆΤΙ ΓΕΡΑΚΊΣΙΟ.

16


ΑΪΕ

ΠΑ Φ!

ΑΛΛΆ ΚΑΙ ΓΩ ΔΕΝ ΠΆΩ ΠΊΣΩ.

Την ώρα που συμβαίνει αυτό, νάσου και ο Πετρής Μπουμπούνας.

Ο άλλος του απαντά.

ΜΠΕΝΓΚ!

;!

ΕΣΎ ΜΠΟΡΕΊ ΝΑ ΤΟ ‘ΔΕΣ, ΕΓΏ ΤΟ ‘ΝΙΩΣΑ ΚΙΌΛΑΣ.

Το γεύμα του τελειώνει και με ύφος σοβαρό ανακοινώνει:

;

Που παριστάνει τον δικαστή. Ο Πετρής, με ύφος σοβαρό, το στρείδι ανοίγει και το καταπίνει, καθώς οι άλλοι, άγαλματα έχουν μείνει.

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΉΡΙΟ ΔΊΝΕΙ ΣΤΟΝ ΚΑΘΈΝΑ ΣΑΣ ΑΠΌ ΈΝΑ ΚΈΛΥΦΟΣ, ΔΩΡΕΆΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΓΥΡΊΣΕΤΕ ΣΤΑ ΣΠΊΤΙΑ ΣΑΣ ΕΙΡΗΝΙΚΆ.

Κ! ΠΟ

Οι διάδικοι όμως, δεν του το συγχωρούνε και τα δικαστικά τα έξοδα με ξύλο εξοφλούνε.

ΜΠΑΦ!

ΑΧ!

ΜΠΟΥΦ!

ΩΧ! Αφού ο Πετρής πήγε να τους τη φέρει, αφήνοντας τους μ’ ένα κέλυφος στο χέρι.

17


ΑΝΤΕ ΧΑΣΟΥ ΠΑΛΙΟ - ΣΚΝΙΠΑ, ΠΛΑΣΜΑ ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΟ!

ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ, ΕΙΠΕ ΣΤΗ ΣΚΝΙΠΑ ΜΕ ΚΑΜΑΡΙ.

Λιοντάρι Σκνίπα

Το και η

ΤΟ ΒΟΔΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟ, ΤΟ ΚΑΝΩ ΝΑ ΤΡΕΧΕΙ ΚΙ ΑΥΤΟ.

ΚΑΙ ΚΕΙΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΗΞΕ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ:

ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΠΩΣ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ, ΜΟΥ ΦΕΡΝΕΙ ΤΡΟΜΟ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ;

18

ΚΑΙ Η ΜΑΧΗ ΞΕΚΙΝΑ, ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΑΥΤΑ.


ΣΤΟ ΛΑΙΜΟ ΤΟΥ ΛΙΟΝΤΑΡΙΟΥ ΟΡΜΑ, ΠΟΥ ΣΑΝ ΤΡΕΛΟ ΧΟΡΟΠΗΔΑ.

ΠΡΩΤΑ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑν ΓΥΡΟ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΙΚΟ.

ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ ΞΑΦΝΙΚΑ.

ΤΟ ΤΕΤΡΑΠΟΔΟ ΑΦΡΙΖΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΓΥΑΛΙΖΕΙ.

ΒΡΥΧΑΤΑΙ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ, ΜΕ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΝΑ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΦΟΒΙΣΜΕΝΟ.

ΚΑΙ ΟΛΗ ΑΥΤΗ Η ΤΑΡΑΧΗ, ΑΠΟ ΜΙΑ ΣΚΝΙΠΑ ΤΟΣΟ ΔΑ ΜΙΚΡΗ.

ΚΙ ΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟ ΜΥΓΑ ΠΙΟ ΜΙΚΡΗ, ΚΑΝΕΙ ΕΠΙΘΕΣΗ ΜΕΤΩΠΙΚΗ.

19


ΠΟΤΕ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΗ, ΠΟΤΕ ΣΤΟ ΡΥΓΧΟΣ ΕΦΟΡΜΑ Ή ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΡΟΥΘΟΥΝΙΑ ΒΑΘΙΑ.

ΚΑΙ ΤΟΤΕ Η ΟΡΓΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΤΡΟΜΕΡΗ.

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΘΡΙΑΜΒΕΥΕΙ ΚΑΙ ΓΕΛΑ, ΑΠΟ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΤΟΥ ΘΗΡΙΟΥ ΞΕΓΛΙΣΤΡΑ.

ΤΟ ΑΤΥΧΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΣΚΙΖΕΙ, ΤΟΝ ΑΕΡΑ ΚΟΠΑΝΑ ΚΑΙ ΜΑΤΑΙΑ ΓΡΥΛΙΖΕΙ.

20


Η ΚΟΥΡΑΣΗ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΣΒΗΝΕΙ. ΤΟ ΚΑΤΑΒΑΛΛΕΙ.

ΤΟ ΛΥΓΙΖΕΙ.

ΤΟ ΕΝΤΟΜΟ ΦΕΥΓΕΙ ΑΠ’ ΤΗ ΜΑΧΗ ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΗΣ.

ΜΑ ΚΑΘΩΣ ΤΡΕΧΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΝΑ ΠΕΡΗΦΑΝΕΥΤΕΙ,

ΣΤΗΝ ΕΝΕΔΡΑ ΜΙΑσ ΑΡΑΧΝΗΣ ΘΑ ΠΑΓΙΔΕΥΤΕΙ ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΚΕΙΝΟ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΘΑ ΒΡΕΙ.

ΚΑΙ ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΔΑΧΤΟΥΜΕ ΑΠ’ ΑΥΤΟ; ΔΥΟ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΘΑΡΡΩ: ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΩΣ ΑΠΟ ΕΧΘΡΟΥΣ ΑΝ ΦΥΛΑΓΟΜΑΣΤΕ, ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΠΙΑΝΕΙ ΤΟ ΜΑΤΙ ΜΑΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ, ΠΩΣ ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΑΠΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΜΕΓΑΛΟ ΝΑ ΣΩΘΕΙ ΚΑΙ ΑΠΟ ΚΑΤΙ ΑΣΗΜΑΝΤΟ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΕΙ...

21


Ο Καπετάν Αλεπούς, τριγυρνούσε με παρέα,

Η Αλεπού και ο Τράγος

Πέρα από τη μύτη του, δε βλέπει ο καημένος.

Ο φίλος του όμως ήταν απατεών σεσημασμένος.

22

τον φίλο του τον Τράγο, που ‘χε κέρατα ωραία.


Το νεράκι σαν προσμένουν, το πηγάδι κατεβαίνουν.

Και πίνουν νερό όσο θέλουν.

Ωσότου άλλο δεν αντέχουν.

Τότε η Αλεπού λέει στον Τράγο: ΦΊΛΕ ΤΙ ΘΑ ΚΆΝΟΥΜΕ;

23

ΉΡΘΕ Η ΏΡΑ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΎΜΕ ΤΊΠΟΤΑ ΆΛΛΟ ΓΙΑ ΝΑ ΠΙΟΎΜΕ.


ΕΧΩ ΙΔΕΑ ΛΑΜΠΡΗ…

ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΡΜΟΣΤΑΣΙΑ ΣΟΥ, ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ ΣΤΑΣΟΥ.

ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΟΥΜΕ ΣΤΟ ΠΙ ΚΑΙ ΦΙ.

ΘΑ ΜΕ ΣΗΚΩΣΕΙΣ, ΜΕ ΤΑ ΚΕΡΑΤΑ ΣΟΥ.

ΚΑΙ ΜΟΛΙΣ ΠΑΝΩ ΦΤΑΣΩ, ΔΕ ΘΑ ΣΕ ΞΕΧΑΣΩ,

ΜΕ ΤΗ ΜΙΑ ΘΑ Σ’ ΑΝΕΒΑΣΩ.

ΜΑ ΤΟ ΓΈΝΙ ΜΟΥ,

του λέει,

ΦΟΒΕΡΌ ΤΟ ΣΧΈΔΙΟ ΣΟΥ,

24


ΜΟΥ ΑΡΈΣΟΥΝ ΆΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΣΟΥ.

ΠΟΤΈ ΜΟΥ ΔΕ ΘΑ ΜΠΟΡΟΎΣΑ ΚΆΤΙ ΤΈΤΟΙΟ ΝΑ ΣΚΕΦΤΏ, Τ’ ΟΜΟΛΟΓΏ.

Η Aλεπού βγαίνει από το πηγάδι,

τον φίλο της αφήνει...

ΑΝ Ο ΘΕΌΣ,

Και ύστερα να κάνει υπομονή τον παροτρύνει

Eίπε,

ΣΟΥ ΕΊΧΕ ΧΑΡΊΣΕΙ, ΤΌΣΗ ΚΡΊΣΗ ΌΣΟ ΓΈΝΙ,

25


ΈΧΕ ΓΕΙΑ ΤΏΡΑ, ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΦΎΓΩ.

ΘΑ ΕΙΧΕΣ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ, ΤΟ ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ.

ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ, ΝΑ ΘΥΜΗΘΕΙΣ. ΕΛΠΙΖΩ ΝΑ ΕΧΕΙΣ ΒΓΕΙ ΣΕ ΛΙΓΟ…

ΣΕ Ό,ΤΙ ΕΠΙΧΕΙΡΕΊΣ, ΠΡΈΠΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΆΛΗΞΗ ΠΡΏΤΑ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΊΣ.

26


Τα ύο ουλάρια

Δ Μ

Δυο Μουλάρια ταξιδεύουν φορτωμένα, με βρώμη το ένα, με φόρους για τον Βασιλιά το άλλο. 27


Αυτό το τελευταίο, όλο καμάρι προχωρά, περήφανο για το φορτίο που κουβαλά.

Με αγέρωχο ύφος πάει μπροστά και το κουδούνι του χτυπά, 28


Μα ληστές τους είχαν στήσει καρτέρι, για να βάλουν τα χρήματα στο χέρι,

τότε μπρος απ’ το Μουλάρι, ένας ληστής ορμά και το πιάνει από το χαλινάρι. 29


Το Μουλάρι υποκύπτει, έτοιμο να αναστενάξει. Αυτό, λοιπόν, η μοίρα του έχει τάξει;

Το Μουλάρι που με ακολουθούσε δεν έπαθε το παραμικρό, ενώ εμένα μου έμεlλε να χαθώ. 30


Φίλε μου, δεν είναι πάντοτε καλό να έχεις άρχοντα για αφεντικό: Αν δούλευες για μυλωνά όπως εγώ, δε θα σ’ έβρισκε το κακό αυτό.

Κείμενο: Jean de La Fontaine Σχέδιο: Tiburce Oger 31


Η Νυχτερίδα και οι Δύο Νυφίτσες ;!

ΒΟΟΟΥΥΜ

Φ ΛΑΠ Φ ΛΑΠ Π Π Φ ΛΑ Φ ΛΑ Π Φ ΛΑ

ΠΩΣ! ΕΧΕΙΣ...

ΜΙΑ ΝΥΧΤΕΡΙΔΑ ΜΙΑ ΦΟΡΑ, ΠΕΦΤΕΙ ΣΤΗΣ ΝΥΦΙΤΣΑΣ ΤΗ ΦΩΛΙΑ.

ΤΗΣ ΛΕΕΙ,

Μ ΚΛΟΝΓΚ ΠΛΑ Μ ΑΚ ΚΡΜΠΟΜ ΤΙΝΓΚ

ΘΡΑΣΟΣ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΖΕΣΑΙ ΕΔΩ,

ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΟΣΑ ΠΟΥ ‘ΧΩ ΤΡΑΒΗΞΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΝΤΙΚΙΑ ΕΓΩ!

ΚΑΙ Η ΝΥΦΙΤΣΑ, ΠΟΥ ΓΙΑ ΠΟΝΤΙΚΙ ΤΗ ΝΟΜΙΖΕΙ, ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΡΟΧΘΙΣΕΙ.

ΠΟΝΤΙΚΙ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ; ΕΛΑ, ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ.

ΜΕ ΚΑΝΕΤΕ ΝΑ ΓΕΛΩ! ΓΙ’ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΗΣΗ, ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΟΙΟΣ ΝΑ ΦΤΑΙΕΙ;

ΜΕ ΤΟ ΣΥΜΠΑΘΕΙΟ, ΑΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ…

ΑΥΤΟ, ΠΟΙΟΣ ΤΟ ΛΕΕΙ;

ΣΙΓΟΥΡΑ ΕΙΣΑΙ, ΔΕ ΣΗΚΩΝΩ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ!

ΜΑ ΤΟΝ ΘΕΟ, ΕΙΜΑΙ ΠΤΗΝΟ,

ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ, ΟΣΟΙ ΤΟΝ ΑΕΡΑ ΣΧΙΖΟΥΜΕ!

ΓΙΑ ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΜΟΥ ΕΔΩ…

ΦΛΑΠ

ΦΛΑΦΠΛΑΠ

ΦΛΑΠ 32

ΦΛΑΛΠΑΠ Φ


ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΗΣ, ΦΑΝΗΚΕ ΛΟΓΙΚΟ ΣΕ ΚΕΙΝΗ.

ΤΟΣΟ ΛΟΓΙΚΟ, ΠΟΥ ΤΗΝ ΑΦΗΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΝΑ ΦΥΓΕΙ. ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ, Η ΤΥΦΛΑ ΤΗΣ ΘΑ ΤΗ ΣΠΡΩΞΕΙ ΣΕ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΝΥΦΙΤΣΑΣ ΤΗ ΦΩΛΙΑ, ΠΟΥ ΕΧΘΡΕΥΟΤΑΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ…

ΚΑΙ ΝΑ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ ΞΑΝΑ,

…ΚΑΙ ΤΟΤΕ, ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΕΤΑΙ.

Η ΟΙΚΟΔΕΣΠΟΙΝΑ, ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΝΕΙ ΜΙΑ ΜΠΟΥΚΙΑ…

ΟΠ ΜΠΛ Π Ο ΜΠΛ

ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΠΕΡΑΣΕΣ; ΓΙΑ ΔΩΣΕ ΒΑΣΗ.

ΤΙ ΞΕΧΩΡΙΖΕΙ ΤΟ ΠΟΥΛΙ; ΤΙ ΑΛΛΟ, ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΤΟΥ…

ΖΗΤΩ ΟΙ Ι! ΑΡΟΥΡΑΙΟ

ΕΤΣΙ ΕΞΥΠΝΑ ΞΕΓΛΙΣΤΡΑ ΚΑΙ ΣΩΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΟΡΑ.

ΕΓΩ ΠΟΝΤΙΚΙ ΕΙΜΑΙ, ΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΟΥ…

ΣΤΕ Α Μ Ι Ε Ι ΠΙΟ Ο ΙΟΙ! ΩΡΑ

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΠΟΛΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ, ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΑΛΛΑΖΟΥΝ, ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΚΕΙΝΗ.

ΓΙΑΤΙ Ο ΣΟΦΟΣ, ΑΝΑΛΟΓΑ ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΕΘΕΙ ΘΑ ΠΕΙ: Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΝΑ ΖΗΣΕΙ! Ή… ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ, Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΕΥΛΟΓΗΣΕΙ!

33


Ο Σκύλος και ο Λύκος ΠΕΤΣΙ ΚΑΙ ΚΟΚΑΛΟ Ο ΛΥΚΟΣ ΕΙΧΕ ΜΕΙΝΕΙ, ΓΙΑΤΙ ΚΑΛΑ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΦΥΛΟΥΣΑΝΕ ΟΙ ΣΚΥΛΟΙ.

ΕΝΑ ΜΑΣΤΙΦ ΒΛΕΠΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥ, ΠΟΥ ΞΕΧΩΡΙΖΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ, ΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΟΥ,

ΣΤΙΒΑΡΟ ΚΑΙ ΛΑΜΠΕΡΟ, ΜΑ ΙΣΩΣ ΚΑΙ ΘΥΜΑ ΙΔΑΝΙΚΟ.

ΝΑ ΕΠΙΤΕΘΕΙ, ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ,

ΜΑ Ο ΛΥΚΟΣ ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΕΛΩΡΙΟ ΚΟΡΜΙ ΤΟΥ, ΤΟ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΝΑ ΤΑ ΒΑΛΕΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥ.

ΚΑΙ ΕΤΣΙ, ΤΑΠΕΙΝΑ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ,

ΚΑΙ ΑΡΧΙΖΕΙ ΚΟΠΛΙΜΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΡΜΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΤΟΥ ΑΡΑΔΙΑΖΕΙ.

34


ΚΑΛΑ ΘΑ ΚΑΝΕΤΕ Ν’ ΑΦΗΣΕΤΕ ΤΟ ΔΑΣΟΣ: ΟΣΟΙ ΤΟ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝ, ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ ΚΑΚΟΠΕΡΝΟΥΝ,

ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΣΑΣ ΕΙΝΑΙ, ΟΜΟΡΦΕ ΚΥΡΙΕ, ΝΑ ΒΑΛΕΤΕ ΚΙΛΑ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΓΩ,

ΑΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ Ο ΣΚΥΛΟΣ.

ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΛΟΓΟ; ΟΤΑΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΦΑΣ ΟΣΟ Η ΨΥΧΗ ΣΟΥ ΤΡΑΒΑ, ΛΙΓΑ ΜΟΛΙΣ ΜΕΤΡΑ ΠΙΟ ΜΑΚΡΙΑ. ΚΑΚΟΜΟΙΡΙΑ, ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ, ΦΤΩΧΟΙ ΔΙΑΒΟΛΟΙ, ΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΙΝΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΟΛΟΙ.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΕ ΚΑΙ Η ΤΥΧΗ ΣΟΥ Θ’ ΑΛΛΑΞΕΙ.

Ο ΛΥΚΟΣ ΑΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ:

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΩ; ΤΙΠΟΤΑ ΣΧΕΔΟΝ,

ΛΕΕΙ Ο ΣΚΥΛΟΣ...

ΖΗΤΙΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΥΣ ΝΑ ΚΥΝΗΓΑΣ.

ΚΑΛΟΠΙΑΣΕ ΤΟΝ ΚΥΡΗ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΘΑ ‘ΧΕΙΣ ΛΑΜΠΡΟ,

ΓΙΑΤΙ Η ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ, ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΕΡΗ,

ΚΟΚΑΛΑ ΛΑΧΤΑΡΙΣΤΑ ΑΠΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ,

35


ΚΑΙ ΧΑΔΙΑ ΠΟΛΛΑ!

ΚΑΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟ ΠΑΡΕΙ, ΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΛΑΙΜΟ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ ΠΟΥ ΤΟ ΚΟΛΑΡΟ ΕΧΕΙ ΓΔΑΡΕΙ.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ;

ΤΟΥ ΛΕΕΙ,

ΤΙΠΟΤΑ.

Ο ΛΥΚΟΣ ΕΝΙΩΣΕ ΤΟΣΗ ΧΑΡΑ, ΠΟΥ ΤΟΥ ‘ΡΘΕ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΤΑ ΚΛΑΜΑΤΑ...

ΠΟΥ ΠΑΕΙ ΝΑ ΠΕΙ;

ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΟΛΑΡΟ ΜΕ ΔΕΝΟΥΝ ΤΟ ΒΡΑΔΥ, ΜΑΛΛΟΝ ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΜΟΥ ΕΧΕΙ ΜΕΙΝΕΙ ΣΗΜΑΔΙ.

ΤΙΠΟΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟ.

ΠΩΣ ΤΙΠΟΤΑ;

ΣΕ ΔΕΝΟΥΝ;

ΔΗΛΑΔΗ ΔΕΝ ΠΑΣ ΟΠΟΥ ΘΕΛΕΙΣ; ΟΧΙ ΠΑΝΤΑ, ΜΑ ΔΕΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙ!

ΕΙΠΕ, Ο ΛΥΚΟΣ.

ΑΠ’ ΤΑ ΓΕΥΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ, ΔΕ ΘΑ ΠΑΡΩ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ,

ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΣ ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ ΔΕ ΘΑ ΤΟ ΑΝΕΧΤΩ.

ΜΕ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ, Ο ΚΥΡΙΟΣ ΛΥΚΟΣ, ΦΕΥΓΕΙ ΜΑΚΡΙΑ.

ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΞΑΝΑ.

36


Η Γάτα και η Αλεπού Σαν δυο μικρά αγγελούδια, για προσκύνημα κινήσαν, δήθεν θεοσεβούμενοι, κατεργάρηδες μεγάλοι, μάστορες στο παραμύθι, έβγαζαν τα έξοδα τους, από αυτούς που εξαπατούσαν, πουλερικά βουτούσαν και τυρί μασουλούσαν, ζωή χαρισάμενη ζούσαν.

Όμως το ταξίδι ήταν μακρύ και βαρεθήκαν και αν θα το συνεχίσουν σκέφτηκαν. Συνεχώς διαφωνούσαν χωρίς να τα βρουν, αυτό όμως βοηθούσε να μην αποκοιμηθούν.

υνηροσκ αν π ι ο Και ρχισ ας ά νές τές μ ω

τις φ

αι Λες πως είσ πονηρή

Και αφού καυγάδισαν πολύ, σχέδιο καταστρώνουν ξανά από την αρχή

Και τελικά, λέει η Αλεπού στη Γάτα…

37


Όχι

Έχω κόλπα ένα σωρό.

, του λέει η γάτα, μονάχα ένα κόλπο έχω στο σακούλι μου, μα αξίζει όσο χίλια.

όμως Ξέρεις ι εγώ; όσα κα

Και οι διαφωνίες

Μα ο θόρυβος κοπάζει, καθώς ένα κοπάδι σκύλων τους πλησιάζει.

αρχίζουν.

Για το έτσι είναι, όχι

αλλιώς.

Τότε, λέει η Γάτα στην Αλεπού:

Και μ’ αυτά τα λόγια σ’ ένα δέντρο σκαρφαλώνει.

Το σακούλι σου τι κόλπα έχει, φίλε, για να δούμε: σκέψου κάτι να σωθούμε.

Για μένα ήδη έχω σκεφτεί. Η Αλεπού τρέχει από δω και από κει, χωρίς σωτηρία να μπορεί να βρει.

38


Σε λαγούμια χώνεται, τρέχει για να ξεφύγει απ’ τα σκυλιά. Μα σωτηρία καμιά. Εμφάνιση αλλάζει, κρησφύγετο ψάχνει να βρει, όμως απ’ τα λαγωνικά δεν μπορεί να κρυφτεί.

Τίποτα δεν είναι αρκετό και τη μυρίζονται από μέτρα εκατό.

Ένα και καλό, είναι αρκετό.

τεχνάΤα πολλάγαίνουν σε β ε δ σματα άνεις χρόνο καλό, χ ύτιμο, πολ

Θέλοντας να τα δοκιμάσεις όλα.

39


Ο Λύκος και το Αρνάκι Τον πρώτο λόγο έχει αυτός που έχει εξουσία:

Αυτό θα αποδείξουμε σ’ αυτή την ιστορία.

Ένα Αρνάκι τη δίψα του έσβηνε...

Πίνοντας νεράκι καθαρό.

Μα ένας Λύκος πλησιάζει με στομάχι αδειανό, ψάχνοντας κάτι τρυφερό,

ΠΩΣ ΤΟΛΜΗΣΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΛΗΜΕΡΙ ΜΟΥ, ΗΡΘΕΣ ΝΕΡΟ ΝΑ ΠΙΕΙΣ;

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΣΟΥ ΤΟ ΘΡΑΣΟΣ ΘΑ ΤΙΜΩΡΗΘΕΙΣ.

Η πείνα του, τον έφερε ως εδώ.

40

Του είπε το ζώο, γεμάτο θυμό.


ΑΡΧΟΝΤΑ ΜΟΥ,

Απάντησε το Αρνάκι,

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ,

ΤΗ ΔΙΨΑ ΜΟΥ ΤΗ ΣΒΗΝΩ ΕΔΩ ΠΕΡΑ

ΕΠ’ ΟΥΔΕΝΙ, ΤΟΛΜΩ ΝΑ ΠΩ,

ΝΑ ΕΝΟΧΛΗΣΩ ΟΤΑΝ ΠΙΝΕΤΕ ΝΕΡΟ.

ΜΗΝ ΑΦΗΝΕΙΣ ΤΟΝ ΘΥΜΟ ΝΑ ΣΟΥ ΘΟΛΩΝΕΙ ΤΟ ΜΥΑΛΟ.

ΜΕ ΕΝΟΧΛΕΙΣ,

ΜΑ ΠΩΣ ΤΟ ΕΚΑΝΑ, ΤΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΑΚΟΜΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ.

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’ ΤΟ ΛΗΜΕΡΙ ΣΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΠΕΡΑ,

Απάντησε το άγριο θεριό, ΚΑΙ ΜΗ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΠΩΣ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΠΩΣ ΣΤΟΥΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ ΣΟΥ ΜΕ ΕΙΧΕΣ ΚΑΚΟΛΟΓΗΣΕΙ, ΠΕΡΥΣΙ ΤΕΤΟΙΑ ΕΠΟΧΗ..

Αποκρίθηκε το Αρνάκι, Ο ΑΔΕΡΦΟΣ ΣΟΥ ΗΤΑΝ, ΑΝ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΕΣΥ.

ΜΑ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΛΛΟ ΠΑΙΔΙ.

ΑΚΟΜΑ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ ΒΥΖΑΙΝΩ.

41


ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΣΑΣ.

ΣΥΝΕΧΩΣ ΜΕ ΚΥΝΗΓΑΤΕ, ΕΣΕΙΣ, ΟΙ ΒΟΣΚΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΣΑΣ.

ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟ ΧΑΡΟ, ΑΦΟΥ ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΗΡΘΑ ΕΔΩ ΝΑ ΠΑΡΩ.

Και έτσι, μέσα στο δάσος,

Χωρίς το δίκιο του να βρει,

το Αρνάκι γίνεται του Λύκου η τροφή.

42


Ο

Κόρακας και η Αλεπού στο ράμφος του…

Ο Κύριος Κόρακας, σ’ ένα δέντρο από ψηλά,

ένα τυράκι κρατα.

Και της Αλεπούς η μύτη…

σπάει από τη μυρωδιά…

43

;!


Κοντοστέκεται λιγάκι…

και πάει να μιλήσει στο Κοράκι:

ΤΙ ΟΜΟΡΦΟΣ ΠΟΥ ΦΑΙΝΕΣΤΕ ΑΠ’ ΤΟ ΚΛΑΔΙ ΑΥΤΟ.

; ΚΑΛΗ ΣΑΣ ΜΕΡΑ, ΚΥΡΙΕ ΚΟΡΑΚΑ.

ΥΠΕΡΟΧΟΣ, ΣΑΝ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ!

44

;


Τα λόγια αυτά, στον Κύριο Κόρακα, χαρά μεγάλη φέρνουν,

Τόση, που τον συνεπαίρνουν. Και το στόμα του ανοίγει, αφήνοντας το τυρί να φύγει.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ, ΑΝ ΤΟ ΚΕΛΑΗΔΗΜΑ ΣΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΟΜΟΡΦΟ ΟΣΟ ΤΟ ΦΤΕΡΩΜΑ ΣΑΣ, ΤΟΤΕ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΙ ΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ ΣΑΣ.

Και λέει:

Η Αλεπού τ’ αρπάζει…

ΚΑΛΕ ΜΟΥ ΚΥΡΙΕ, ΝΑ ΞΕΡΕΙΣ ΠΩΣ ΟΙ ΚΟΛΑΚΕΣ ΖΟΥΝ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΚΑΙ ΓΙ’ ΑΥΤΗ ΤΗ ΧΡΥΣΗ ΣΥΜΒΟΥΛΗ, ΝΟΜΙΖΩ ΕΝΑ ΤΥΡΑΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΜΟΙΒΗ ΣΩΣΤΗ.

ΠΛΟΠ!

Ντροπιασμένος ο Κόρακας πετά μακριά και ορκίζεται, αν και κάπως αργά…

…πως δε θα την πατήσει ποτέ ξανά.

45


Η Αλεπού και ο Πελαργός Μια μέρα η Αλεπού θεωρεί σωστό,

Να καλέσει σε γεύμα τον Πελαργό.

Ένα γεύμα λιτό…

…και κομματάκι πρόχειρο.

46


Ο Ευγενής μας, κανόνα το ‘χει,

να ζει λιτά και να μην κάνει έξοδα υπερβολικά.

Όμως, με το μακρύ του ράμφος…

Γι’ αυτό στο γεύμα αυτό, σερβίρει μόνο ζωμό ζεστό.

Η Αλεπού το πιάτο καθαρίζει, καθώς παρόμοιο πρόβλημα δεν αντιμετωπίζει.

…ο Πελαργός αδυνατεί, τον ζωμό να καταπιεί.

47


Ο Πελαργός, για να εκδικηθεί,

; λίγο καιρό αργότερα...

...σε γεύμα την προσκαλεί.

«Μετά χαράς, της λεει, θα δεχθώ, στους φίλους χατίρι δε χαλώ.»

Και την καθορισμένη ώρα, πάει στο τραπέζι, που ο Πελαργός την έχει καλέσει.

48


Τα σέβη της υποβάλλει, χρέος κάθε ευγενή... Και η μύτη της μαγεύεται από μυρωδιά μοναδική.

Όρεξη να ‘χει να τρώει,

Αλλά οι Αλεπούδες, πάντοτε έχουν όρεξη.

Το κρέας που μυρίζει, την κάνει με τα μούτρα να πέσει...

;!

Όμως, σερβιρισμένα μέσα σ’ ένα μπουκάλι με λαιμό στενό, για να φάει δε θα είναι πολύ εύκολο.

είναι σε κομματάκια, όπως της αρέσει.

49


Ο Πελαργός με το ράμφος τα καταφέρνει μια χαρά...

!...

Μα η Αλεπού, όσο και αν προσπαθεί... Και με άδειο στομάχι αποχωρεί.

ΠΛΟΠ!

...τη μουσούδα να χωρέσει δεν μπορεί.

Ντροπιασμένη που από τον Πελαργό έχει ρεζιλευτεί.

Με την ουρά στα σκέλια και τ’ αφτιά κατεβασμένα.

Kατεργάρηδες, για όποια απάτη σκαρφιστείτε,

να ξέρετε, πως με το ίδιο νόμισμα θα πληρωθείτε.

50


ΜΕΡΟΣ B’

Ο Ελέφαντας και η Μαϊμού του Δία του René Hausman

Ο Βάτραχος που ήθελε να γίνει μεγάλος σαν το Βόδι

Ο Λαγός και η Χελώνα του Boris Guilloteau χρώμα: Julien Georgel

Η Βελανιδιά και η Καλαμιά

του Mazan

των Claude Guth & Laurent Cagniat

Ο Κόκορας και η Αλεπού

Η Αρκούδα και οι Δύο Φίλοι

Οι Δύο Κόκορες

Ο Τζίτζικας και ο Μέρμηγκας

Το Περιστέρι και το Μυρμήγκι

Το Άλογο και ο Λύκος

του Jean-Luc Loyer

της Nathalie Bodin

Ο Θάνατος και ο Ξυλοκόπος του Jean-Luc Masbou

ΜΕΡΟΣ Β’

της Sandrine Revel χρώμα: Myriam

Ο Γάιδαρος και ο Σκύλος του Alexis Nesme

ΤΟ ΕΡΓΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΣΕ 3 ΑΛΜΠΟΥΜ

ISBN 978-618-5362-90-4

9 786185 362904

€ 4,50

Μ ύθοι τουΑισώπου οι

από τον Λαφονταίν

του Nicolas Debon

της Isabelle Dethan

του Turf

Οι Μύθοι του Αισώπου από τον Λαφονταίν

Αστείρευτη πηγή γοητείας, οι μύθοι του Αισώπου δεν παύουν να τρέφουν τη φαντασία μας από γενιά σε γενιά με το απόσταγμα της γοητευτικής σοφίας τους. Δυο χιλιάδες χρόνια μετά τη δημιουργία τους, ο Μυθογράφος Λαφονταίν (1621-1695) κατόρθωσε να αποδώσει πολλούς από αυτούς σε μετρική μορφή, δίνοντας μια φρέσκια ματιά στη δική του εκδοχή. Στο άλμπουμ αυτό περιέχονται μερικοί από αυτούς τους μύθους σε μορφή κόμικς, σχεδιασμένοι με πάθος και μεράκι από κορυφαίους καλλιτέχνες, θέλοντας να μοιραστούν την ευχαρίστηση που είχαν νιώσει και οι ίδιοι διαβάζοντας τους. Απόλυτα πιστοί στο πρωτότυπο κείμενο, ζωντανεύουν γλαφυρά την παρέλαση των ζώων και των άλλων ηρώων του Λαφονταίν με μεταδοτικό ενθουσιασμό.

www.mikrosiros.gr


9786185531355


Μ ύθοι τουΑισώπου οι

από τον Λαφονταίν

3


Περιεχόμενα Ο Ελέφαντας και η Μαϊμού του Δία του René Hausman Ο Βάτραχος που ήθελε να γίνει μεγάλος σαν το Βόδι του Mazan Ο Κόκορας και η Αλεπού του Jean-Luc Loyer Οι Δύο Κόκορες του Turf

5 8 12 16 20 24 28

Το Περιστέρι και το Μυρμήγκι της Nathalie Bodin Ο Θάνατος και ο Ξυλοκόπος του Jean-Luc Masbou Ο Λαγός και η Χελώνα του Boris Guilloteau & χρώμα: Julien Georgel Η Βελανιδιά και η Καλαμιά των Claude Guth & Laurent Cagniat Η Αρκούδα και οι Δύο Φίλοι του Nicolas Debon Ο Τζίτζικας και ο Μέρμηγκας της Isabelle Dethan Το Άλογο και ο Λύκος της Sandrine Revel & χρώμα: Myriam Ο Γάιδαρος και ο Σκύλος του Alexis Nesme

4

32 36 40 43 46


Ο Ελέφαντας και η Μαϊμού του Δία ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ, Ο ΡΙΝΟΚΕΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΔΙΑΦΩΝΗΣΑΝ ΠΟΙΟ ΕΙΔΟΣ ΕΙΧΕ ΡΟΛΟ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΛΥΣΟΥΝ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ ΝΑ ΜΟΝΟΜΑΧΗΣΟΥΝ.

ΣΑΝ ΕΦΤΑΣΕ Η ΜΕΡΑ, ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΡΕΧΕΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΠΕΙ ΠΩΣ Η ΜΑΪΜΟΥ ΤΟΥ ΔΙΑ, ΚΗΡΥΚΕΙΟ ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ, ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΕΙΧΕ ΦΑΝΕΙ. ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΕΤΕ ΑΠΟΡΙΑ, ΖΙΛΙΕ ΤΗ ΛΕΝ ΤΗ ΜΑΪΜΟΥ Σ’ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ.

ΑΜΕΣΩΣ Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΠΙΣΤΕΨΕ ΠΩΣ ΕΡΧΟΤΑΝ ΣΑΝ ΠΡΕΣΒΗΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΝ ΣΥΝΤΑΡΑΚΤΙΚΟ.

ΟΛΟΙ ΤΗ ΔΟΞΑ ΑΓΑΠΟΥΝ, ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ Μ’ ΑΝΥΠΟΜΟΝΗΣΙΑ, ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΖΙΛΙΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙ, ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΓΟΥΡΑ ΗΡΘΕ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΝ ΤΙΜΗΣΕΙ. ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΩΡΑ ΑΡΚΕΤΗ, ΕΧΟΝΤΑΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΙ, ΝΑΣΟΥ ΚΑΙ Ο ΖΙΛΙΕ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΝ ΧΑΙΡΕΤΗΣΕΙ.

5


ΟΜΩΣ ΜΑΤΑΙΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΪΜΟΥ ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΙ, ΠΩΣ Ο ΔΙΑΣ ΤΗΝ ΕΣΤΕΙΛΕ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΝ ΚΑΜΑΡΩΣΕΙ. ΣΙΓΟΥΡΑ ΟΙ ΘΕΟΙ ΘΑ ΕΜΑΘΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ, ΜΑ Η ΜΑΪΜΟΥ ΔΕΝ ΑΝΕΦΕΡΕ ΤΙΠΟΤΑ ΣΧΕΤΙΚΟ. ΟΤΑΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΩΡΕΙΣ ΨΗΛΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ, Η ΜΥΓΑ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΤΟ.

ΑΦΟΥ ΛΟΙΠΟΝ Η ΜΑΪΜΟΥ ΔΕΝ ΕΠΑΙΡΝΕ ΧΑΜΠΑΡΙ, ΚΟΙΤΑΞΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ: Ο ΔΙΑΣ ΑΠ’ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΘΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΕΝΑΝ ΑΓΩΝΑ ΕΠΙΚΟ, ΑΝ ΚΑΙ ΘΕΟΣ, ΔΕ ΘΑ ‘ΧΕΙ ΔΕΙ ΠΟΤΕ ΚΑΤΙ ΠΑΡΟΜΟΙΟ.

6


ΤΙ

ΑΓΩΝΑ; ΤΟΥ ΛΕΕΙ Η ΜΑΪΜΟΥ, ΓΕΜΑΤΗ ΑΠΟΡΙΑ. Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΚΟΝΤΟΣΤΑΘΗΚΕ: ΜΑ ΠΩΣ, ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΟΤΙ ΜΕ ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΡΙΝΟΚΕΡΩΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΕ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ ΠΩΣ ΜΟΝΟΜΑΧΗΣΑΜΕ ΓΙΑ ΝΑ ΛΥΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΑΣ; ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΑΚΟΥΣΤΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΔΥΟ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΑ ΤΡΟΜΕΡΑ; ΧΑΙΡΟΜΑΙ ΠΟΥ ΓΙΑ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΜΑΘΑΙΝΩ, ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΑΕΙ Ο ΖΙΛΙΕ, ΞΕΡΕΙΣ ΟΜΩΣ, ΕΚΕΙ ΨΗΛΑ, ΔΕΝ ΠΟΛΥΔΙΝΟΥΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ.

Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΡΩΤΑ, ΕΚΠΛΗΚΤΟΣ ΚΑΙ ΓΕΜΑΤΟΣ ΝΤΡΟΠΗ: ΤΟΤΕ ΤΙ ΓΥΡΕΥΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗ;

ΓΙΑ

ΝΑ ΜΟΙΡΑΣΩ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΓΡΑΣΙΔΙ ΣΕ ΔΥΟ ΜΥΡΜΗΓΚΙΑ ΕΦΤΑΣΑ ΕΔΩ. ΒΛΕΠΕΙΣ, ΓΙΑ ΕΜΑΣ, ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΤΟ.

ΟΙ

7

ΘΕΟΙ ΔΕ ΔΙΑΚΡΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΟΛΑ, ΜΙΚΡΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΑ, ΔΙΚΑΙΑ ΤΑ ΚΡΙΝΟΥΝ.


Ο Βάτραχος που ήθελε να γίνει μεγάλος σαν το Βόδι

8


ΕΝΑΣ ΒΑΤΡΑΧΟΣ ΕΙΔΕ ΕΝΑ ΒΟΔΙ

ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΟΥ.

9


ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΜΙΚΡΟΣ ΣΑΝ ΤΟ ΒΕΛΟΝΙ,

ΚΑΙ ΤΕΝΤΩΝΕΤΑΙ, ΖΗΛΕΥΕΙ,

ΦΟΥΣΚΩΝΕΙ

ΚΑΙ ΚΟΡΔΩΝΕΤΑΙ,

ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΑΝ ΕΚΕΙΝΟ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ,

ΚΑΙ ΛΕΕΙ:

ΓΙΑ ΚΟΙΤΑΞΕ ΜΕ ΛΙΓΟ, ΑΔΕΡΦΗ,

ΦΤΑΝΕΙ ΤΟΣΟ;

10


ΠΕΣ ΜΟΥ

ΕΝΤΑΞΕΙ, ΟΛΑ ΘΑ ΤΑ ΔΩΣΩ.

ΚΙ ΑΛΛΟ ΝΑ ΦΟΥΣΚΩΣΩ;

ΘΕΛΕΙ ΤΟΣΟ ΚΙ ΑΛΛΟ ΤΟΣΟ.

ΛΙΓΟ ΑΚΟΜΑ, ΜΙΑ ΣΤΑΛΑ.

ΚΑΛΑ ΩΣ ΕΔΩ;

Ο

ΔΥΣΤΥΧΟΣ Ο ΒΑΤΡΑΧΟΣ ΕΓΙΝΕ ΣΑΝ ΜΠΑΛΑ…

ΓΙΑ ΝΑ ΔΩ…

ΠΟΥ

ΕΣΚΑΣΕ.

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΕ ΤΕΤΟΙΑ ΜΥΑΛΑ: ΚΑΘΕ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΑΣΤΟΣ, ΛΟΡΔΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΞΑΚΟΥΣΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΧΝΑ Ο ΜΙΚΡΟΣ, ΝΑ ΦΟΥΣΚΩΣΕΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΡΑΝΟΣ.

11


Ο Κόκορας και η Αλεπού Σ’ ενός δέντρου το κλαδί...

Στεκόταν φρουρός

Ένας γέρο Κόκορας, επιδέξιος και πονηρός.

Αδερφέ, του είπε μια Αλεπού με φωνή γλυκιά...

Λόγος δεν υπάρχει πια να ‘μαστε σε διαμάχη:

Ας κάνουμε ειρήνη, τις διαφορές να βάλουμε στην άκρη.

12


Και ήρθα να σου ανακοινώσω φιλικά: κατέβα να φιληθούμε αδερφικά.

Μη με καθυστερείς, σε παρακαλώ,

Γιατί έχω να διαδώσω τα νέα σε όλους, στο δάσος αυτό.

Όλοι εσείς, να φύγετε μπορείτε,

Εμένα, ούτε στιγμή μη φοβηθείτε.

πρώτα όμως,

ελάτε, να μ’ αγκαλιάσετε.

13

Φωτιές ανάψτε για να γιορτάσετε,


Φίλε καλέ,

από αυτά που για ειρήνη μιλούν. αποκρίθηκε ο κόκορας,

Διπλή χαρά μου δίνει εμένα, να τα μαθαίνω από σένα.

Πιο όμορφα νέα, δε θα μπορούσαν να ακουστούν,

Βλέπω δυο Κυνηγόσκυλα,

που σίγουρα έμαθαν τα νέα

14

και έρχονται να γιορτάσουμε μαζί σαν μια παρέα.


είπε η Αλεπού,

Αντίο,

Κατεβαίνω, όλοι μαζί να φιληθούμε.

έχω πολλές δουλειές και πρέπει να βιαστώ.

Θα χαρώ πολύ να το κάνουμε, μια άλλη φορά που θα μπορώ.

Η Αλεπού την έκανε με πηδηματάκια ελαφρά, βλέποντας πως όλα της πήγανε στραβά.

Και ο γέρο Κόκορας με την τρομάρα που της έδωσε γελά:

Γιατί το να ξεγελάς τον κατεργάρη, δίνει διπλή χαρά.

15


Οι Δύο Κόκορες Δυο Κόκορες ζούσαν μαζί ειρηνικά, Μέχρι που μια Κότα εμφανίστηκε...

! ! Ο !Κ Ο Ο Κ Κ

και πόλεμος ξεκίνησε.

;

Ο έρωτας ήταν η αφορμή που έπεσε η Τροία και τώρα επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία,

Εκεί που ο Ξάνθος όπως τον έλεγαν οι Θεοί, κόκκινος βάφτηκε από το αίμα.

;

ΓΚΛΟΥΠ! 16


! Φ ΡΑ

Για πολύ καιρό μάλωναν σαν τα Κοκόρια.

Τα νέα δεν άργησαν να κυκλοφορήσουν και πολλοί άρχισαν να έρχονται, το θέαμα να παρακολουθήσουν.

! ΦΛΑΠ ! Π Α ΦΛ

Και βραβείο για τον νικητή, μια όμορφη Ελένη, μια κότα στρουμπουλή.

ΚΟ! ΚΟ!

17

Ο χαμένος θα εξαφανιστεί.


Κρύφτηκε στη μέση του πουθενά, βγήκε από τη μέση για τα καλά,

για τη χαμένη δόξα και τον έρωτα που τον πληγώνει, στο κλάμα βαλαντώνει.

Ο

Υ! Υ Υ ΟΥ

Ο αντίπαλος του τώρα, τους καρπούς της νίκης δρέπει και στον έρωτα διαπρέπει.

Κάθε ώρα και στιγμή τον παρακολουθεί, με μίσος που φουντώνει, θέλει το θάρρος του να βρει.

Η ζήλεια του φουντώνει και πια δε συγκρατείται και για να γίνει πιο γοργός στο ράμφισμα εξασκείται.

Όμως, τσάμπα τα έκανε όλα αυτά.

18


Ο νικητής στη στέγη ανέβηκε, τον θρίαμβο του να τραγουδήσει.

Τόση περηφάνια, από τα νύχια του Γύπα χάνεται.

Μα η φωνή του, έναν Γύπα προσέλκυσε που πέταγε εκεί κοντά.

;

Και έτσι, σ’ ένα από τα παιχνίδια της ζωής,

Έχετε γεια, δόξα και έρωτα.

ο αντίζηλος για το κοτέτσι, επιστρέφει θριαμβευτής.

Και έγινε ο κακός χαμός, στις Κότες ήταν πια αγαπητός.

Η μοίρα κάτι τέτοια τα συνηθίζει, όποιος από τις νίκες του αυθάδεια γεμίζει, τον γκρεμίζει. Ας μην εμπιστευόμαστε τη νίκη, γιατί πολλές φορές μας οδηγεί σε καταδίκη.

19


Το Περιστέρι και το Μυρμήγκι

Ένα Περιστέρι πίνει στο ρέμα νερό καθαρό.

Μα τότε ένα Μυρμήγκι πέφτει μέσα σ’ αυτό.

20


Και παλεύει με αγωνία να σωθεί.

Μάταια παλεύει στην ακτή να βγει.

Μες του ποταμού τη δίνη, το Περιστέρι ένα λουλουδάκι δίνει.

21


Και το μυρμήγκι με τη βοήθεια αυτή…

Καταφέρνει και βγαίνει στην ακτή.

Και καθώς περπατά, έναν αγρότη με βέλος στα χέρια συναντά.

22


Το πτηνό της Αφροδίτης, έχει βάλει στο σημάδι και ήδη το φαντάζεται βραστό μες το τσουκάλι.

Με όλη του τη δύναμη στη φτέρνα τον δαγκώνει και όταν αυτός απορημένος γυρίζει να κοιτάξει, το Περιστέρι είδηση τον παίρνει και προλαβαίνει μακριά να πετάξει.

Και χάρη στη βοήθεια αυτή και τα δόντια του τα κοφτερά…

…η σούπα του αγρότη έκανε φτερά.

23


Ο Θάνατος και ο Ξυλοκόπος ΕΝΑΣ ΦΤΩΧΟΣ ΞΥΛΟΚΟΠΟΣ,

ΦΟΡΤΩΜΕΝΟΣ ΜΕ ΚΛΑΔΙΑ,

ΠΟΥ ΤΟΝ ΒΑΡΑΙΝΟΥΝ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΠΟΛΛΑ,

ΣΚΥΦΤΟΣ ΑΓΚΟΜΑΧΟΥΣΕ, ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΒΑ ΤΟΥ ΝΑ ΦΤΑΣΕΙ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΣΕ.

24


ΤΕΛΙΚΑ, ΜΗΝ ΑΝΤΕΧΟΝΤΑΣ ΑΛΛΟ,

ΣΚΥΒΕΙ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΕΝΑΖΕΙ.

ΓΕΥΤΗΚΕ ΠΟΤΕ ΤΟΥ ΛΙΓΗ ΧΑΡΑ; ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΦΤΩΧΟΤΕΡΟΣ ΣΤΗ ΠΛΑΣΗ;

ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΕΙ ΑΓΡΥΠΝΟΣ ΚΑΙ ΝΗΣΤΙΚΟΣ.

ΧΩΡΙΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ,

25

ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΝΑ ΤΑΪΖΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΝΕΙ ΦΟΡΟΥΣ,


ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΣΟΥ ΠΟΥ ΝΑ ΤΟ ΒΡΕΙΣ, ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΖΩΓΡΑΦΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΜΙΑΣ ΑΘΛΙΑΣ ΖΩΗΣ.

ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΑΠΟΖΗΤΑ,

ΠΟΥ ΦΤΑΝΕΙ ΓΟΡΓΑ...

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ, ΤΟΝ ΡΩΤΑ.

ΜΠΟΡΕΙΣ,

26

ΤΟΥ ΛΕΕΙ,


ΝΑ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ ΝΑ ΦΟΡΤΩΣΩ ΤΑ ΞΥΛΑ ΣΤΗ ΡΑΧΗ;

ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ ΔΕΝ ΕΧΩ ΑΝΑΓΚΗ.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΓΙΑΤΡΕΥΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΑΛΛΑ ΑΧΡΕΙΑΣΤΟ ΝΑ ‘ΝΑΙ ΤΟ ΓΙΑΤΡΙΚΟ ΑΥΤΟ.

ΓΙΑΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ ΦΤΙΑΓΜΕΝΟΣ, ΝΑ ΠΡΟΤΙΜΑ ΜΙΑ ΣΚΛΗΡΗ ΖΩΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΧΑΘΕΙ.

27


Ο Λαγός και η Χελώνα

ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΝΟΗΜΑ ΝΑ ΤΡΕΧΕΙΣ...

ΑΝ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ.

ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΓΙ’ ΑΥΤΟ,

ΕΙΝΑΙ Η ΧΕΛΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΛΑΓΟ.

28


ΑΣ ΒΑΛΟΥΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ, ΤΟΥ ΛΕΕΙ ΕΚΕΙΝΗ, ΘΑ ΦΤΑΣΩ ΠΡΩΤΗ Ο,ΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΓΙΝΕΙ.

ΕΣΥ; ΜΑ ΠΩΣ; ΤΗΣ ΛΕΕΙ Ο ΓΟΡΓΟΠΟΔΑΡΟΣ ΛΑΓΟΣ.

ΚΑΙ ΕΤΣΙ, ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΥΣ ΤΟ ΚΑΝΟΝΙΣΑΝ.

ΜΥΑΛΟ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΜΙΑ ΣΤΑΛΑ, ΝΕΡΟ ΝΑ ΡΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑ.

…ΣΟΦΟ Ή ΟΧΙ ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΠΑΕΙ.

ΤΟ ΕΠΑΘΛΟ ΕΒΑΛΑΝ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟ ΤΕΡΜΑ...

ΔΥΟ ΠΗΔΟΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΑΓΟ ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΡΚΕΤΟΙ...

29

ΟΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΔΕ ΜΑΣ ΑΦΟΡΟΥΝ, ΤΑ ΠΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ΠΟΙΟΝ ΒΡΗΚΑΝ ΓΙΑ ΚΡΙΤΗ.


ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΣΤΟ ΚΥΝΗΓΙ,

ΓΙΑ ΚΕΙΝΟΝ ΠΑΙΧΝΙΔΑΚΙ ΗΤΑΝ ΑΥΤΟ.

ΣΑΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΡΙΧΝΕΙ ΟΤΑΝ ΤΡΕΧΕΙ ΝΑ ΞΕΦΥΓΕΙ,

ΓΙΑ ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΕΙ ΛΙΓΑΚΙ ΕΝΩ ΣΦΥΡΙΖΕ ΤΟ ΑΕΡΑΚΙ,

ΜΙΑΣ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟ ΕΙΧΕ ΑΡΚΕΤΟ,

ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙ, ΑΦΗΝΕΙ ΤΗ ΧΕΛΩΝΑ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΑ ΝΑ ΣΕΡΝΕΤΑΙ.

ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΠΡΟΧΩΡΑ

ΤΕΤΟΙΑ ΝΙΚΗ ΕΚΕΙΝΟΣ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΤΗ ΘΕΛΕΙ,

30

ΒΙΑΖΕΤΑΙ ΒΕΒΑΙΑ, ΑΛΛΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΗ,


ΤΗ ΦΗΜΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΟΥ ΔΕ ΣΥΜΦΕΡΕΙ,

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΘΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕΙ ΑΡΓΑ, ΑΦΟΥ ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΑΛΛΙΩΣ ΤΗ ΝΙΚΗ ΚΡΑΤΑ.

ΒΟΣΚΕΙ,

ΞΕΚΟΥΡΑΖΕΤΑΙ,

ΜΕ ΟΛΑ ΑΣΧΟΛΕΙΤΑΙ, ΩΣΑΝ ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΝ ΝΟΙΑΖΕΙ.

ΜΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ, ΟΤΑΝ ΒΛΕΠΕΙ ΤΗ ΧΕΛΩΝΑ ΣΤΟ ΤΕΡΜΑ ΝΑ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ,

ΛΟΙΠΟΝ, ΔΙΚΙΟ ΔΕΝ ΕΙΧΑ; ΤΙ ΣΟΥ ΧΡΗΣΙΜΕΥΣΕ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΤΟΣΗ;

ΣΑΝ ΣΙΦΟΥΝΑΣ ΤΡΕΧΕΙ, ΤΑ ΔΥΝΑΤΑ ΤΟΥ ΒΑΖΕΙ.

Η ΧΕΛΩΝΑ ΤΟΝ ΚΕΡΔΙΖΕΙ.

ΜΑΤΑΙΑ ΟΜΩΣ.

31

ΦΑΝΤΑΣΟΥ ΤΙ ΘΑ ΕΚΑΝΕΣ ΑΝ, ΟΠΩΣ ΕΜΕΝΑ, ΜΕ ΣΠΙΤΙ Σ’ ΕΙΧΑΝ ΦΟΡΤΩΣΕΙ.


Η Βελανιδιά και η Καλαμιά

32


ΜΙΑ ΜΕΡΑ, ΛΕΕΙ Η ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΛΑΜΙΑ:

ΑΔΙΚΑ ΣΟΥ ΦΕΡΘΗΚΕ Η ΦΥΣΗ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΠΟΥΛΑΚΙ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟ ΝΑ ΣΕ ΛΥΓΙΣΕΙ.

ΚΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΜΙΚΡΟ ΑΕΡΑΚΙ ΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΙΜΝΗ ΦΤΑΝΕΙ, Σ’ ΑΝΑΓΚΑΖΕΙ ΝΑ ΣΚΥΒΕΙΣ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ.

ΕΝΩ ΕΓΩ ΜΕ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΜΟΥ, ΚΡΥΒΩ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΤΙΣ ΑΧΤΙΔΕΣ ΚΑΙ ΣΤΕΚΟΜΑΙ ΟΛΟΡΘΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΙΓΙΔΕΣ.

ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΒΟΡΙΑΣ ΣΚΛΗΡΟΣ, ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥΝΕΝΤΕΣ ΔΡΟΣΕΡΟΣ.

ΑΝ ΕΙΧΕΣ ΜΕΓΑΛΩΣΕΙ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΛΑΔΙΑ ΜΟΥ, ΔΕ ΘΑ ‘ΧΕΣ ΤΕΤΟΙΑ ΑΝΗΣΥΧΙΑ, ΘΑ ΣΟΥ ΠΑΡΕΙΧΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ.

33


ΟΜΩΣ, ΓΙΑ ΚΑΚΗ ΣΟΥ ΜΟΙΡΑ ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΑΝΕΜΩΝ ΦΥΤΡΩΝΕΙΣ ΣΥΝΕΧΩΣ.

ΟΟΥΥΥΥΥ!

ΑΔΙΚΑ ΣΕ ΣΕΝΑ ΦΕΡΘΗΚΕ Η ΦΥΣΗ.

Η ΣΥΜΠΟΝΟΙΑ ΣΟΥ,

ΕΙΔΗ Π Ε Ι Τ Α ΓΙ , ΛΥΓΙΖΩΑΩ. ΔΕ ΣΠ

ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ, ΣΤΟΥΣ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ ΕΧΕΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙ ΜΕ ΕΠΙΤΥΧΙΑ.

ΓΙΑ ΠΟΣΟ ΟΜΩΣ, ΘΑ ΔΙΑΡΚΕΙ ΑΥΤΗ Η ΚΑΛΟΤΥΧΙΑ;

ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΑ Η ΚΑΛΑΜΙΑ,

ΜΕ ΣΥΓΚΙΝΕΙ, ΟΜΩΣ ΜΗ ΜΕ ΛΥΠΑΣΑΙ ΕΜΕΝΑ, ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΝΕΜΟΙ ΠΙΟ ΣΟΒΑΡΟΙ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΣΕΝΑ.

34


ΜΕ ΤΟ ΠΟΥ ΛΕΕΙ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΑΥΤΑ, ΞΑΦΝΙΚΑ Ο ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟΣ ΑΠ’ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΒΟΡΙΑΔΕΣ ΦΥΣΑ.

Η ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ ΟΡΘΙΑ ΣΤΕΚΕΙ, Η ΚΑΛΑΜΙΑ ΛΥΓΙΖΕΙ.

ΦΥΣΟΝΤΑΣ ΟΛΟΕΝΑ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΑ, Ο ΑΝΕΜΟΣ ΞΕΡΙΖΩΝΕΙ ΤΗ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΚΕΙ ΠΟΥ ΚΟΙΤΟΥΣΕ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ, ΠΕΣΜΕΝΗ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΒΡΗΚΕ ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ ΤΡΑΓΙΚΟ.

GAGNIAT GUTH

35


Η Αρκούδα και οι Δύο Φίλοι ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ ΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΝ ΛΕΦΤΑ,

ΤΗ ΓΟΥΝΑ ΜΙΑΣ ΑΡΚΟΥΔΑΣ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΑΚΟΜΑ ΖΩΝΤΑΝΗ,

ΕΤΣΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΑΦΗΣΑΝ ΝΑ ΕΝΝΟΗΘΕΙ.

ΖΙΙΙ Π

!

ΠΟΥΛΗΣΑΝ Σ’ ΕΝΑΝ ΓΕΙΤΟΝΑ,

ΤΟΥ ΕΙΠΑΝ ΘΑ ΤΗΝ ΕΠΙΑΝΑΝ, ΝΑ ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΕΙ.

ΤΟΥ ΕΙΠΑΝ ΠΩΣ ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΑΡΚΟΥΔΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ.

ΚΑΙ ΜΕ ΤΗ ΓΟΥΝΑ ΤΗΣ ΘΑ ΕΒΓΑΖΕ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΜΥΘΙΚΗ,

ΚΑΘΩΣ ΣΤΟ ΚΡΥΟ ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΝΘΕΚΤΙΚΗ.

ΚΑΙ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΤΑ ΔΙΠΛΑ ΠΑΛΤΑ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙ ΑΠ’ ΑΥΤΗ.

36

ΚΑΙ ΜΕ ΛΟΓΙΑ ΠΟΛΛΑ ΤΟΥ ΦΟΥΣΚΩΣΑΝ ΤΑ ΜΥΑΛΑ, ΠΩΣ ΑΥΤΗ Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΑΞΙΖΕ ΧΡΗΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑ.


ΣΥΜΦΩΝΗΣΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ, ΣΕ ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΝΑ ΤΟΥ ΤΗ ΦΕΡΟΥΝ ΕΚΕΙ,

ΚΑΝΟΝΙΣΑΝ ΤΗΝ ΤΙΜΗ...

ΤΣ! ! ΚΡΙ ΚΡΙΤΣ ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ,

ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΡΚΟΥΔΑ ΒΡΗΚΑΝ.

ΠΟΥ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ,

;

ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥΣ.

ΠΕΡΙΠΑΤΟ ΠΑΕΙ Ο ΗΡΩΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΥΣ ΝΙΩΘΟΥΝ ΣΑΝ ΝΑ ΤΟΥΣ ΧΤΥΠΗΣΕ ΚΕΡΑΥΝΟΣ.

37


ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΕΚΑΝΕ ΦΤΕΡΑ,

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΥ ΘΗΡΙΟΥ ΤΟ ΘΕΑΜΑ.

ΚΛΑΚ! Κ ΛΑ Κ!

ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΡΚΟΥΔΑ ΔΥΣΚΟΛΑ ΚΑΝΕΙΣ ΓΛΙΤΩΝΕΙ.

! ΑΚ Λ Κ

Ο ΑΛΛΟΣ, ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΞΑΠΛΩΤΟΣ, ΤΟ ‘ΠΑΙΖΕ ΨΟΦΙΟΣ ΚΟΡΙΟΣ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΚΑΠΟΥ ΑΚΟΥΣΕΙ ΠΩΣ Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΣΗΜΑΣΙΑ ΔΕ ΔΙΝΕΙ,

ΣΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΣΗΜΕΙΑ ΖΩΗΣ ΔΕ ΔΙΝΕΙ. ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΚΑΙ Ο ΕΝΑΣ, ΣΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΣΚΑΡΦΑΛΩΝΕΙ.

ΚΑΙ Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΣΑΝ ΧΑΪΒΑΝΙ ΤΗΝ ΠΑΤΑΕΙ

ΚΑΙ ΤΟΝ ΦΙΛΟ ΜΑΣ ΓΙΑ ΜΑΚΑΡΙΤΗ ΤΟΝ ΠΕΡΝΑΕΙ.

ΤΟΝ ΜΥΡΙΖΕΙ ΑΠΟ ΔΩ ΚΑΙ ΑΠΟ ΚΕΙ, ΣΙΓΟΥΡΗ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΖΩΗ.

ΓΚ

ΡΟ

ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΣΙΓΟΥΡΕΥΤΕΙ, ΤΗ ΜΟΥΣΟΥΔΑ ΤΗΣ ΧΩΝΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΩΣ ΤΗΝ ΚΟΡΦΗ.

ΥΜ

Φ;

Ι ΣΝ

Φ

!

Ι ΣΝ

Φ

!

ΤΑ ΡΟΥΘΟΥΝΙΑ ΤΗΣ, ΤΗΝ ΑΝΑΣΑ ΤΟΥ ΜΥΡΙΖΟΥΝ.

38


ΜΕ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ, Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΠΝΟΣ.

«ΑΝΑΜΦΙΒΟΛΑ ΝΕΚΡΟΣ»

ΠΩ ΠΩ ΤΙ ΒΡΟΜΑ, ΑΣ ΓΙΝΩ ΚΑΠΝΟΣ.

ΣΤΟΝ ΦΙΛΟ ΤΟΥ ΤΡΕΧΕΙ,

ΖΖΖΖΖΖΖ

ΠΟΥ ΣΩΘΗΚΕ, ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΑΝ Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΤΡΟΜΑΞΕ.

ΤΟΤΕ Ο ΑΛΛΟΣ, ΔΙΧΩΣ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ

«ΚΑΛΑ», ΤΟΥ ΛΕΕΙ,

ΑΠ’ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΤΕΒΑΙΝΕΙ.

ΘΑΥΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ, ΤΟΥ ΦΩΝΑΞΕ.

ΤΙ ΣΟΥ ΨΙΘΥΡΙΣΕ; ΜΟΥ ΕΙΠΕ: ΤΟ ΔΕΡΜΑ ΜΙΑΣ ΑΡΚΟΥΔΑΣ ΝΑ ΠΟΥΛΗΣΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΞΗ ΣΟΦΗ, ΑΝ ΕΚΕΙΝΗ ΑΚΟΜΑ ΤΟ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ.

Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΟΜΩΣ;

ΓΙΑΤΙ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΣΟΥ ΗΤΑΝ ΣΚΥΜΜΕΝΗ, ΜΕ ΤΗ ΜΟΥΣΟΥΔΑ ΚΟΛΛΗΜΕΝΗ.

ΤΕΛΟΣ

39


Ο Τζίτζικας και ο Μέρμηγκας Όλο το καλοκαίρι

Ο Τζίτζικας

Τραγουδούσε χαρωπά

Μα όταν ο χειμώνας μπήκε...

σκούρα τα βρήκε...

40

Φαγητό ούτε για δείγμα δεν μπορούσε να βρει.


Και να ζητιανέψει θ’ αναγκαστεί...

Τον γείτονα, τον Μέρμηγκα, θα επισκεφτεί.

;

Του ζητά να δανειστεί, ΓΕΙΑ!

κανέναν κόκκο στάρι για να βγάλει τον χειμώνα, να βολευτεί.

Και του λέει: πριν από τον Αύγουστο θα σε ξεχρεώσω, στον λόγο της τιμής μου, με τόκο θα στα δώσω.

41


Τι έκανες όλο το καλοκαίρι; Του λέει.

;

Μα ο Μέρμηγκας το έχει αποφασίσει, ότι κόκκο δε θα δανείσει.

Νύχτα και μέρα τραγουδούσα συνεχώς.

Τραγουδούσες; Μόνο αυτό;

;

Άντε τώρα να το ρίξεις στον χορό.

42


Το Άλογο και ο Λύκος Ένας Λύκος την εποχή,

που το δροσερό αεράκι τη φύση ζωντανεύει...

Και όλα τα ζώα, από τις φωλιές τους βγαίνουν για ν’ αρχίσουν τις δουλειές τους.

Ένας Λύκος λοιπόν, που ξυπνάει απ’ τον ύπνο που ‘χε πάρει,

ένα άλογο είδε που περπατούσε στο χορτάρι.

43


Πέταξε από τη χαρά του.

Θα προτιμούσες ένα πρόβατο, σωστά;

Πρέπει να το πιάσω,

Γιατί γι’ αυτό το θήραμα θέλει στρατηγική.

λέει... και από το τσιγκέλι να το κρεμάσω.

Και κάτι έχω σκεφτεί.

;!

Στον Ιπποκράτη λέει ότι ορκίζεται, πως βότανα και μαντζούνια ξέρει να χειρίζεται.

Το σχέδιο βάζει σ’ εφαρμογή, Γιατί το να τρέφεται στο μέρος αυτό και να κυκλοφορεί ελεύθερο, σίγουρα κρύβει κάτι κακό.

Όλες τις ασθένειες λέει ότι θεραπεύει με τη μία. Και μαλίστα, δίχως αμοιβή καμία.

44


Να,

Παιδί μου,

Το Άλογο του λέει,

του λέει ο «γιατρός».

Έχω στο πόδι ένα απόστημα.

Δεν είναι να παίζεις μ’ αυτά. Ένα απόστημα μπορεί να φέρει πολλά δεινά.

;! Όμως, ως φαίνεται στάθηκες τυχερός, γιατί μπροστά σου στέκεται ένας φημισμένος χειρουργός.

ΠΑΦ!

Στον Λύκο δίνει μια κλωτσιά γερή, που το σαγόνι του ‘φυγε με τα δόντια του μαζί.

Ακούγοντας το Άλογο τα λόγια αυτά, κάτι είχε ψυλλιαστεί, γι’ αυτό περίμενε την κατάλληλη στιγμή.

ΜΠΙΜ! ΜΠΑΜ!

Καλά να πάθω,

λέει θλιμμένος ο Λύκος μονολογώντας,

Ο καθείς στο είδος του, αυτό είναι το σωστό, είμαι Χασάπης για κάποιο λόγο, δε θα ξανακάνω τον Βοτανολόγο.

45


Ο Γάιδαρος και ο Σκύλος Βοηθάτε αλλήλους, είναι νόμος της φύσης...

Ο Γάιδαρος δε συμφωνούσε μ’ αυτό,

Παρότι είναι πλάσμα καλόψυχο.

Ταξιδεύει ξέγνοιαστος, παρέα με τον Σκύλο, στην εξοχή και ο αφέντης τους ακολουθεί.

46


Ο αφέντης για ύπνο πέφτει: ο Γάιδαρος το ‘ριξε στη βοσκή, αν και γαϊδουράγκαθα που του άρεσαν δεν μπόρεσε να βρει.

Ο Σκύλος ξελιγωμένος από την πείνα του λέει:

Δεν ήθελε να κάνει τον εκλεκτικό, ό,τι φαΐ έβρισκε, καλό ήταν και αυτό.

Φίλε μου καλέ, σκύψε σε παρακαλώ,

47

Ο Γάιδαρος μας ήταν ζώο προσαρμοστικό.

να πάρω από το καλαθάκι, λίγο ψωμάκι.


Μα εκείνος, δεν του απαντά, φοβήθηκε μη χάσει καμιά μπουκιά...

περίμενε μέχρι ο αφέντης να ξυπνήσει...

Μετά από ώρα όμως θα πει: Φίλε μου, άκου μια συμβουλή,

Εκείνος σίγουρα για το φαΐ σου θα φροντίσει.

Όπου να ‘ναι θα σηκωθεί.

Στο μεταξύ, μέσα από το δάσος, ένας Λύκος ξεπροβάλλει τρομερός...

Πεινασμένος και αυτός.

48


Ο Γάιδαρος από τον Σκύλο βοήθεια ζητά:

Φίλε μου, να τρέξεις σε συμβουλεύω.

Και ο Σκύλος του λέει, δίχως να αντιδρά:

Περίμενε ο αφέντης να ξυπνήσει. Ώρα δε θα πάρει πολύ. Όπου να ‘ναι θα σηκωθεί.

Στον τόπο θα τον αφήσεις.

Και αν ο Λύκος σου ορμήσει, δώσ’ του μια με τις οπλές σου να λιποθυμήσει.

Ο Λύκος τρώει τον Γάιδαρο που ξεψυχά.

Και όσο έλεγε τα λόγια αυτά,

Και έτσι συμπεραίνουμε, πως ο ένας τον άλλον πρέπει να βοηθά.

49


50


ΜΕΡΟΣ Γ’

Η Γριά Γάτα και το Ποντικάκι του Christian Durieux

Το πήλινο και το σιδερένιο Τσουκάλι

Τα Ζώα που αρρώστησαν με πανούκλα

Οι Δύο Κατσίκες

Το Ελάφι που καθρεφτίζεται στο νερό

Ο Λαγός και οι Βάτραχοι

του Hervé Tanquerelle

του Nicolas Debon του Pau

της Chloé Cruchaudet

των Nicolas Keramidas & Bruno Garcia

Ο Γέρος και ο Γάιδαρος

Η Κότα με τα χρυσά αυγά

Το Γουρούνι, η Κατσίκα και το Πρόβατο

Ο Λύκος, η Κατσίκα και το Κατσικάκι

Ο Βάτραχος και ο Αρουραίος

Ο Αγρότης και τα Παιδιά του

του Thierry Martin

της Sibylle Delacroix του Alexis Nesme

Μ ύθοι τουΑισώπου οι

από τον Λαφονταίν ΜΕΡΟΣ Γ’

του Thierry Coppée

της Cécile Chicault

του Christophe Hanze

ΤΟ ΕΡΓΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΣΕ 3 ΑΛΜΠΟΥΜ

ISBN 978-618-5362-91-1

9 786185 362911

€ 4,50

Οι Μύθοι του Αισώπου από τον Λαφονταίν

Αστείρευτη πηγή γοητείας, οι μύθοι του Αισώπου δεν παύουν να τρέφουν τη φαντασία μας από γενιά σε γενιά με το απόσταγμα της γοητευτικής σοφίας τους. Δυο χιλιάδες χρόνια μετά τη δημιουργία τους, ο Μυθογράφος Λαφονταίν (1621-1695) κατόρθωσε να αποδώσει πολλούς από αυτούς σε μετρική μορφή, δίνοντας μια φρέσκια ματιά στη δική του εκδοχή. Στο άλμπουμ αυτό περιέχονται μερικοί από αυτούς τους μύθους σε μορφή κόμικς, σχεδιασμένοι με πάθος και μεράκι από κορυφαίους καλλιτέχνες, θέλοντας να μοιραστούν την ευχαρίστηση που είχαν νιώσει και οι ίδιοι διαβάζοντας τους. Απόλυτα πιστοί στο πρωτότυπο κείμενο, ζωντανεύουν γλαφυρά την παρέλαση των ζώων και των άλλων ηρώων του Λαφονταίν με μεταδοτικό ενθουσιασμό.

www.mikrosiros.gr


9786185531355


Μ ύθοι τουΑισώπου οι

από τον Λαφονταίν

3


Περιεχόμενα Η Γριά Γάτα και το Ποντικάκι του Christian Durieux Τα Ζώα που αρρώστησαν με πανούκλα του Hervé Tanquerelle Το Ελάφι που καθρεφτίζεται στο νερό της Chloé Cruchaudet Ο Γέρος και ο Γάιδαρος του Thierry Martin Το Γουρούνι, η Κατσίκα και το Πρόβατο της Sibylle Delacroix Ο Βάτραχος και ο Αρουραίος του Alexis Nesme Το πήλινο και το σιδερένιο Τσουκάλι του Nicolas Debon Οι Δύο Κατσίκες του Pau Ο Λαγός και οι Βάτραχοι των Nicolas Keramidas & Bruno Garcia Η Κότα με τα χρυσά αυγά του Thierry Coppée Ο Λύκος, η Κατσίκα και το Κατσικάκι της Cécile Chicault

Ο Αγρότης και τα Παιδιά του του Christophe Hanze

4

5 8 13 17 20 23 27 31 35 39 42 47


Η Γριά Γάτα και το Ποντικάκι Ένα Ποντικάκι με πείρα λιγοστή, μια Γριά Γάτα παρακαλεί να της χαρίσει τη ζωή και αυτό θα την ευγνωμονεί. Αφήστε με να ζήσω. Ένα τόσο δα Ποντικάκι είμαι, τι θα κερδίσετε αν δε μου τη χαρίσετε;

Μήπως το φαΐ στερήσω σε κανέναν εδώ πέρα;

5


Μ’ ένα ψίχουλο χορταίνω για μια μέρα.

Ενώ μ’ ένα καρύδι, έχω φουσκώσει ήδη.

Και αν τώρα είμαι αδύνατος, αφήστε με να ζήσω για να παχύνω και ποιος ξέρει, για τα παιδιά σας μια μέρα ίσως γεύμα γίνω.

Αυτά λέει το Ποντικάκι στη Γάτα που τον έχει στριμώξει. Και κείνη, λέει:

Κάποιο λάθος κάνεις! Τι νόημα έχει να μου τα λες όλα αυτά; Σε κουφό να τα ‘λεγες, περισσότερο τόπο θα έπιαναν.

6


Γάτα να λυπηθεί και μάλιστα Γριά; Που ακούστηκαν αυτά;

Αφού στα νύχια μου έπεσες, η φύση αυτό ορίζει, στον Άδη να βρεθείς, εκεί που μόνο οι νεκροί πάνε και μη στεναχωριέσαι, τα παιδιά μου κάτι θα βρουν να φάνε.

Το είπε και το ‘κανε.

Και το δίδαγμα απ’ όλα αυτά: οι Νέοι νομίζουν ότι όλοι σκέφτονται όπως αυτοί. Για τους Μεγάλους, όμως, η αλήθεια είναι διαφορετική.

7


Τα Ζώα που αρρώστησαν με πανούκλα

Τα εγκλήματα της Γης για να τιμωρήσει, ο Παράδεισος, ένα τρομερό κακό έχει δημιουργήσει. Πανούκλα το όνομα του, αρρώστια ικανή, τον Αχέροντα ψυχές να γεμίσει μέσα σε μια στιγμή. Ήρεμα και άγρια ζώα χτύπησε, όλα δεν κατέληξαν στου Χάροντα την αγκαλιά, όμως αρρώστησαν βαριά. Το κυνήγι δεν τους ενδιέφερε πια, οι Λύκοι και οι Αλεπούδες δεν έστηναν καρτέρι στ’ αθώα θύματα τους και οι Χελώνες έφευγαν μακριά. Η αγάπη και η χαρά είχαν χαθεί. Το Λιοντάρι θα πάρει τον λόγο και θα πει: Αγαπητοί μου φίλοι…

8


Οι Ουρανοί για τις αμαρτίες μας σαν τιμωρία, έριξαν στα κεφάλια μας αυτή τη δυστυχία. Οι Θεοί για να κατευναστούν, οι πιο ένοχοι από εμάς θα πρέπει να θυσιαστούν και ίσως οι υπόλοιποι θεραπευτούν.

Η ιστορία μας διδάσκει πως σε τέτοιες περιπτώσεις, πρέπει υπεύθυνα να δρούμε και τα κρίματα μας με ειλικρίνεια να πούμε.

Ας πούμε, την πείνα μου για να χορτάσω εγώ, καταβρόχθισα πρόβατα ένα σωρό.

Και να μου ‘χαν κάνει κανένα κακό; Τίποτα απολύτως, αφήστε που μερικές φορές έφαγα και τον Βοσκό.

Γι’ αυτό θα θυσιαστώ, αν είναι απαραίτητο.

Όμως, για να είμαστε σωστοί, ο καθένας τις αμαρτίες του, όπως εγώ, ας εξομολογηθεί…

…και ο πιο ένοχος ας χαθεί.

9


Άρχοντα μου, του λέει η Αλεπού, άξιος είσαι Βασιλιάς, οι τύψεις σου δείχνουν ψυχή μοναδική.

Όσο για τους Βοσκούς, τέτοιο τέλος άξιζε και σ’ αυτούς,

Ωραία, φάγατε μερικά πρόβατα, πλάσματα κουτά. Γιατί αυτό να είναι έγκλημα; Α, όχι.

Μιας και εμάς τα ζώα εκμεταλλεύονται, χωρίς ενδοιασμούς.

ΠΟ

Εις βάθος δε φαίνεται να μπαίνει, ούτε η Τίγρης…

Κ!

ούτε η Αρκούδα, ούτε και οι υπόλοιποι, κάτι το σοβαρό έχουν να παραδεχτούν.

10

Και αν θέλετε, Κύριε, να ξέρετε πάλι, πως τα καταβροχθίσατε, τιμή τους ήταν μεγάλη.

Αυτά λέει η Αλεπού και όλοι την επευφημούν.

ΚΛΑΠ! Π! ΚΛΑ ΑΠ! ΚΛΑΠ! Κ ΛΑΠ! ΚΛ ΚΛΑΠ! ΑΠ! ΚΛΚ ΛΑΠ! Π! ΚΛΑ

Όλοι τους, από τον πιο μικρό ως τον μεγάλο, μέσα τους έκρυβαν έναν άγιο.


Τότε ο Γάιδαρος λέει:

Από το λιβάδι ενός μοναστηριού, έτυχε να περνώ,

πεινούσα και το γρασίδι ήταν τόσο μαλακό, λες και ο διάβολος μ’ έβαλε να το κάνω αυτό…

Τα λόγια του σε όλους έφεραν μεγάλη οργή.

11

Άπλωσα τη γλώσσα μου και το μάσησα, αν και δεν ήταν σωστό, το λάθος μου πρέπει να παραδεχτώ.


Ένας Λύκος, με ύφος καταγγελτικό, ζήτησε να θυσιάσουν τον κακόμοιρο τον Γάιδαρο. Τους είπε πως αυτός ο βδελυρός, για όλες τις συμφορές τους ήταν υπεύθυνος, δεν υπήρχε αμφιβολία παραμικρή, η υπόθεση ήταν ξεκάθαρη.

Ας του δώσουμε ένα μάθημα γερό.

Πάντοτε, τα δικαστήρια απαλλάσσουν τους ισχυρούς, ενώ αντιθέτως καταδικάζουν τους πιο αδύναμους.

12

Να θανατωθεί. Ή μάλλον, ούτε αυτό είναι αρκετό.


Το Eλάφι που καθρεφτίζεται στο νερό

ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ, ΕΝΑ ΕΛΑΦΙ ΚΑΘΡΕΦΤΙΖΕΤΑΙ.

13


ΤΑ ΟΜΟΡΦΑ ΚΕΡΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΜΑΡΩΝΕΙ.

ΤΑ ΛΕΠΤΑ ΠΟΔΑΡΑΚΙΑ ΤΟΥ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΕΙ ΝΑ ΒΛΕΠΕΙ,

ΚΑΘΩΣ ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ, ΠΟΥ ΤΙΣ ΑΚΡΕΣ ΤΟΥΣ ΒΡΕΧΕΙ. ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΑ ΚΕΡΑΤΑ ΜΟΥ ΤΟΣΟ ΔΥΣΑΝΑΛΟΓΑ ΝΑ ‘ΝΑΙ ΓΙΑΤΙ, ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥΣ, ΘΛΙΜΜΕΝΟ ΜΟΝΟΛΟΓΕΙ.

ΤΑ ΚΕΡΑΤΑ ΜΟΥ ΤΟΣΟ ΠΕΡΗΦΑΝΑ ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΦΑΝΤΑΖΟΥΝ,

14

ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΟΜΩΣ ΜΕ ΝΤΡΟΠΙΑΖΟΥΝ.


ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΤΑ ΛΕΕΙ ΑΥΤΑ, ΕΝΑ ΛΑΓΩΝΙΚΟ ΘΑ ΤΟ ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΙ.

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΣΩΘΕΙ, ΜΑ ΕΧΕΙ ΠΑΝΙΚΟΒΛΗΘΕΙ.

ΤΑ ΚΕΡΑΤΑ ΤΟΥ ΠΟΥ ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ ΤΟ ΓΕΜΙΖΟΥΝ, ΝΑ ΞΕΦΥΓΕΙ ΤΟ ΕΜΠΟΔΙΖΟΥΝ.

15


ΠΑΓΙΔΕΥΜΕΝΟΣ, ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΩΡΟΥΣΕ ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ, ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΣ.

Ο ΜΟΝΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΕΙ, ΕΙΝΑΙ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΒΑΣΙΣΤΕΙ.

ΓΙΑΤΙ ΣΥΝΗΘΩΣ, ΤΟ ΟΜΟΡΦΟ ΑΠΟΖΗΤΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΣΙΜΟ ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΜΕ.

ΠΑΡΟΛΟ ΠΟΥ Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ, ΣΥΧΝΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ.

ΤΟ ΕΛΑΦΙ ΣΙΧΤΙΡΙΖΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥ ΠΟΥ ΤΟ ΕΚΑΝΑΝ ΤΑΧΥ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΕ ΤΑ ΚΕΡΑΤΑ ΤΟΥ, ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ Η ΑΙΤΙΑ ΝΑ ΧΑΘΕΙ.

16


Ο Γέρος και ο

Γάιδαρος

17


18


Ένας Γέρος πάνω στον Γάιδαρό του, ένα λιβάδι είδε στον δρόμο του. Ολάνθιστο και πρασινάδα γεμάτο καθώς ήταν, σκέφτηκε τον Γάιδαρο του να λύσει για να πάει να βοσκήσει. Ο Γάιδαρος, χαρούμενος, στο χορτάρι κυλιέται, μέσα στο λιβάδι περιπλανιέται. Τραγουδά και παίζει, να βοσκήσει τρέχει χαρωπός. Μα εκείνη την ώρα, πλησιάζει ο εχθρός: «Πάμε να φύγουμε, του λέει ο Γέρος. -Γιατί; Του λέει ο Γάιδαρος, -Μήπως εκείνος διπλό βάρος θα με φορτώσει; -Όχι, του λέει ο Γέρος, που τρέχει να γλιτώσει. -Και τότε τι με νοιάζει, λέει ο Γάιδαρος, ποιος θα μ’ εξουσιάζει; -Τρέχα να σωθείς και άσε με να βοσκήσω, εχθρός μου είναι ο αφέντης μου, να στο ξεκαθαρίσω.

19


Το Γουρούνι, η Κατσίκα και το Πρόβατο

Δεν πηγαίνουν για να παίξουν και να χαρούν αλλά για να πουληθούν.

Μια Κατσίκα, ένα Πρόβατο και ένα Γουρούνι στρουμπουλό, πήγαινουν μαζί στην αγορά.

Ο αμαξάς δε τους πηγαίνει έξω για να το ρίξουν.

Το γουρούνι σκούζει από φόβο, λες και χίλιοι χασάπηδες του κλείνουν τον δρόμο.

Τα άλλα δυο ζώα, πολύ πιο ψύχραιμα, δεν την καταλάβαιναν τέτοια συμπεριφορά.

Με την αγριοφωνάρα του, όλους τους ξεκουφαίνει. 20


Γιατί παραπονιέσαι και μας αναστατώνεις; Μα επιτέλους, ποτέ δεν το βουλώνεις;

Κοίτα πόσο ήρεμοι είναι αυτοί οι δυο, έχε τους για παράδειγμα και κάτσε φρόνιμο…

Δε βλέπουν λόγο να φοβούνται. Ο Αμαξάς του λέει:

ίΕ ναι

…ή τουλάχιστον, σταμάτα να κάνεις σαματά. Δες τι ήρεμο το Πρόβατο, έτσι φέρονται σωστά.

, ο ι θ ηλί

το Γουρούνι του απαντά.

Αν καταλάβαινε τι πρόκειται να συμβεί, σαν και μένα θα έπρεπε να έχει ξελαρυγγιαστεί.

Και ο ήρεμος τύπος από εδώ, θα είχε ξεσηκώσει τον κόσμο ολάκερο.

21


«Η Κατσίκα το γάλα της και το Πρόβατο το μαλλί μονάχα πως θα δώσουν.»

«Πιστεύουν πως θα τη γλιτώσουν.»

Μα εμένα, καθώς για φάγωμα είμαι μόνο καλός,

Αν έχουν δίκιο, δε γνωρίζω, για να ‘μαι σωστός...

ου μ ς ο ατ αιος. ν ά θ ο ι βέβ είνα

Οι φόβοι και τα παράπονα, τη Μοίρα δεν αλλάζουν.

Έχε γεια, καλό μου χοιροστάσιο!

Το Γουρούνι το κατάλαβε από καιρό. Σε τι το ωφέλησε όμως αυτό;

Και εκείνοι που το μέλλον αγνοούν, πιο ευτυχισμένοι ζουν. 22


Ο Βάτραχος και ο Αρουραίος Όπως και ο μάγος Μέρλιν είπε μια φορά, όποιος τον λάκκο του άλλου να σκάψει προσπαθεί, συνήθως ο ίδιος μέσα θα χωθεί. Και αν και στις μέρες μας τη φράση αυτή τη θεωρούν ξεπερασμένη, για την ιστορία μας μου φαίνεται κομμένη και ραμμένη.

Λοιπόν, ας μην καθυστερώ και την ιστορία ας σας διηγηθώ. Κάποτε ένας Αρουραίος, παχύς και καλοζωισμένος, αφελής και αφηρημένος, στην άκρη του βάλτου χαζολογούσε.

23


Σπίτι μου έλα για τσιμπούσι τρελό.

‘Ενας Βάτραχος τον πλησιάζει τον καψερό:

Αν και αυτό από μόνο του ήταν αρκετό, ο Βάτραχος του έταξε και πράγματα ένα σωρό: Μες στο βάλτο πως μπάνιο θα έκανε μοναδικό και θα έβλεπε πράγματα που δεν του περνάν απ’ το μυαλό.

Πως κάποτε, στα εγγόνια του όλα αυτά θα τα διηγείται, του υδρόβιου αυτού Βασίλειου τις ομορφιές και των κατοίκων του βάλτου τις συνήθειες τις καθημερινές.

Χωρίς άλλο να το σκεφτεί, ο Αρουραίος μας συμφωνεί. Μα καθώς καλά δεν κολυμπούσε, λίγη βοήθεια θα την εκτιμούσε.

24


Σ’ αυτό ο Βάτραχος τη λύση δίνει.

Ο Αρουραίος με το Βάτραχο τα πόδια τους θα δέσουν και στο νερό θα πέσουν.

Μα ο καλός μας Βάτραχος, μόλις μέσα μπαίνουν...

Τον Αρουραίο βουλιάζει μέσα στο νερό, ενάντια σε καθετί ηθικό, στο πιάτο τον φαντάζεται, λαχταριστό.

Εκείνος αγωνίζεται, μες στο νερό σφαδάζει και παρότι προσεύχεται, ο Βάτραχος τον χλευάζει.

25

Κάποιος όμως, από ψηλά, όλα αυτά κοιτάζει.


Βουτά, και τους αρπάζει...

Το Πτηνό είχε μεγάλη χαρά, διπλό γεύμα θα πάρει,

συνδυάζοντας μαζί, το κρέας και το ψάρι.

Ακόμα και η καλύτερη απάτη, αυτόν που τη σχεδίασε στο τέλος βλάπτει. Και αντί να καταλήξει με πορτοφόλα φουσκωτή, μένει χωρίς δεκάρα τσακιστή.

26


Το πήλινο και το σιδερένιο Τσουκάλι

ΜΕ ΣΥΓΧΩΡΕΙΣ, ΤΟΥ ΛΕΕΙ ΑΥΤΟ,

...ΕΝΑ

ΤΑΞΙΔΙ.

ΤΟ ΣΙΔΕΡΕΝΙΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΣΤΟ ΠΗΛΙΝΟ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ...

ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΟΜΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΤΖΑΚΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΘΩ.

ΤΟΣΟ ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ,

ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ ΚΑΠΩΣ ΕΥΘΡΑΥΣΤΟ

ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΟΥ ΚΑΝΕΙ ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΚΟ.

27

ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΞΑΝΑΓΥΡΙΣΩ ΕΔΩ.


ΓΙΑ ΣΕΝΑ, ΠΟΥ ΤΟ ΔΕΡΜΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΟ,

ΑΝ ΚΑΤΙ ΣΚΛΗΡΟ, ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΜΑΣ ΒΡΕΘΕΙ,

ΘΑ ΣΕ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΩ ΕΓΩ, ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ‘ΝΑΙ ΑΣΦΑΛΕΣΤΕΡΟ.

ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΤΟ ΣΙΔΕΡΕΝΙΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ.

ΚΑΙ ΘΑ ΣΕ ΣΩΣΩ

ΣΤΟ ΛΕΠΤΟ.

ΑΝΑΜΕΣΑ ΤΟΥ ΘΑ ΣΤΑΘΩ,

ΜΕ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΑΥΤΑ ΓΝΩΜΗ ΑΛΛΑΖΕΙ.

ΚΑΙ ΜΕ ΜΙΑΣ, ΤΟ ΣΙΔΕΡΕΝΙΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ.

28


ΜΕ ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΔΙΑ ΞΕΚΙΝΟΥΝ

ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΥΣ ΜΑΖΙ ΓΥΡΝΑΝΕ

ΤΗ ΦΥΣΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ

ΚΑΙ ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΞΕΠΕΡΝΑΝΕ.

ΟΜΩΣ, ΤΟ ΠΗΛΙΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ ΥΠΟΦΕΡΕΙ ΠΟΛΥ.

ΚΑΙ ΔΥΟ ΒΗΜΑΤΑ ΠΡΟΤΟΥ ΚΑΝΕΙ,

29


Ο ΚΑΛΟΣ ΤΟΥ ΦΙΛΟΣ,

ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙ,

ΧΩΡΙΣ Ν’ ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙ ΚΑΙ ΜΙΛΙΑ ΝΑ ΠΕΙ.

ΓΙΑΤΙ ΑΛΛΙΩΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙ,

ΤΟΥ ΤΣΟΥΚΑΛΙΟΥ Η ΜΟΙΡΑ Η ΤΡΑΓΙΚΗ.

ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΜΟΙΟΥΣ ΜΑΣ ΝΑ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΑΣΤΕ,

30


Οι Δύο Κατσίκες ΟΙ ΚΑΤΣΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥΣ ΦΤΙΑΓΜΕΝΕΣ, ΑΠΟ ΕΝΑ ΠΝΕΥΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΠΡΩΓΜΕΝΕΣ, ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΤΟΥΣ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ.

ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΝ ΣΕ ΛΙΒΑΔΙΑ ΜΑΚΡΙΝΑ, ΠΟΥ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΕΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΝΤΑΙ ΣΥΧΝΑ.

ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΜΕΡΟΣ ΔΥΣΠΡΟΣΙΤΟ, ΧΩΡΙΣ ΔΡΟΜΑΚΙ ΝΑ ΟΔΗΓΕΙ Σ’ ΑΥΤΟ,

ΓΕΜΑΤΟ ΒΡΑΧΙΑ, ΣΕ ΚΑΠΟΙΑ ΑΠΟΚΡΗΜΝΗ ΠΛΑΓΙΑ,

ΤΟ ΕΧΟΥΝΕ ΧΟΥΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΜΕΡΗ ΑΥΤΑ.

ΠΑΝΤΟΥ ΣΚΑΡΦΑΛΩΝΟΥΝ, ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΤΙΣ ΣΤΑΜΑΤΑ.

31


ΔΥΟ ΤΕΤΟΙΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΚΑΤΣΙΚΕΣ ΛΟΙΠΟΝ, ΜΕ ΠΑΤΟΥΣΕΣ ΣΑΝ ΧΙΟΝΙ ΛΕΥΚΟ,

ΤΑ ΧΑΜΗΛΑ ΛΙΒΑΔΙΑ ΑΦΗΣΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ.

ΚΑΙ Η ΤΥΧΗ ΕΤΣΙ ΤΑ ‘ΦΕΡΕ, ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΙΔΙΟ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ.

32


ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΡΕΜΑ, ΜΕ ΓΕΦΥΡΑ ΜΙΑ ΣΑΝΙΔΑ ΣΤΕΝΗ.

ΠΑΡΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ, Η ΜΙΑ ΜΕ ΤΟ ΠΟΔΙ ΤΗΣ ΤΗ ΣΑΝΙΔΑ ΠΑΤΑ

ΟΥΤΕ ΔΥΟ ΝΥΦΙΤΣΕΣ ΔΕ ΧΩΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΑΠΟ ΚΕΙ.

ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΙΝΗΣΗ ΑΠΑΝΤΑ.

ΜΑΧΗ ΜΕΓΑΛΗ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ, ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΑ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗ ΘΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ.

ΑΠΟ ΚΑΤΩ, ΤΑ ΔΥΝΑΤΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ, ΦΟΒΟ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΜΑΖΟΝΕΣ ΘΑ ΠΡΟΚΑΛΟΥΣΑΝ ΔΙΧΩΣ ΑΛΛΟ.

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΩΜΑ ΜΕ ΣΩΜΑ, ΜΥΤΗ ΜΕ ΜΥΤΗ, ΕΤΟΙΜΕΣ ΝΑ ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΝ, ΠΟΛΥ ΠΕΡΗΦΑΝΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΟΧΩΡΗΣΟΥΝ,

ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ, ΔΕΝ ΑΦΗΝΕΙ Η ΜΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ, ΚΑΜΙΑ ΔΕ ΘΕΛΕΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΤΗΣ Ν’ ΑΤΙΜΑΣΕΙ.

33


Η ΜΙΑ ΚΑΤΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΚΑΤΣΙΚΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΣΤΗ ΦΥΣΗ, ΠΟΥ Ο ΠΟΛΥΦΗΜΟΣ ΕΙΧΕ ΣΤΗ ΓΑΛΑΤΕΙΑ ΔΩΡΙΣΕΙ.

ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΣΙΚΑ ΠΟΥ ΤΟ ΓΑΛΑ ΤΗΣ ΕΔΙΝΕ ΣΤΟΝ ΔΙΑ, Η ΑΜΑΛΘΕΙΑ. ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ, ΛΟΙΠΟΝ, ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΥΘΕΙΑ.

ΔΕΝ ΕΚΑΝΕ ΠΙΣΩ ΚΑΜΙΑ ΑΠ’ ΤΙΣ ΔΥΟ, ΜΑ Η ΣΑΝΙΔΑ ΣΠΑΕΙ ΚΑΙ ΠΕΦΤΟΥΝ ΣΤΟ ΝΕΡΟ.

ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΓΙΝΑΤΙ ΒΓΑΖΕΙ ΜΑΤΙ, ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟ.

34


Ο Λαγός και οι Βάτραχοι Μια μέρα, στο λαγούμι του ένας Λαγός συλλογιζόταν (γιατί τι άλλο να κάνει κανείς σ’ ένα λαγούμι πέρα απ’ το να συλλογιέται) και έπληττε ο δύστυχος τρομερά.

Το ζώο αυτό είναι θλιμμένο, από το φόβο ρημαγμένο. Οι από τη φύση τους δειλοί, δύστυχοι άνθρωποι είναι πολύ. Κανένας τους, ό,τι δικαιούται δε θα γευτεί...

Να χαρούν λίγο δεν μπορούν και δέχονται χτυπήματα από παντού. Έτσι ζω και γω: ο καταραμένος φόβος δε μ’ αφήνει να κοιμηθώ, μόνο με τα μάτια μου ανοιχτά μπορώ.

35


Κοίτα να συνέλθεις, θα πουν κάποιοι σοφοί. Μα από τον φόβο εύκολο το έχετε κάποιος ν’ απαλλαγεί; Καλόπιστα πιστεύω, τολμώ να πω, πως όλοι φοβούνται όπως εγώ. Αυτά ο Λαγός μονολογούσε και τριγύρω του κοιτούσε…

3636


Αμφίβολος, ανήσυχος, μια ανάσα, μια σκιά, κάτι μικρό, όλα του ανέβαζαν τον πυρετό. Καθώς αυτά του περνούσαν από το μυαλό, ακούει έναν θόρυβο μικρό: για ν’ αφήσει το λαγούμι του όμως ικανό. Στην όχθη της λίμνης τρέχει βολίδα.

37 37


Τότε οι Βάτραχοι μέσα στα κύματα πηδούν, Βάτραχοι που στις σπηλιές τους τρέχουν να κρυφτούν.

Α! Ώστε έτσι λοιπόν, ό,τι οι άλλοι μου κάνουν, φαίνεται πως κάνω και γω! Η παρουσία μου εδώ, τον τρόμο έσπειρε στον καταυλισμό! Αυτό μου το θάρρος από πού να ξεπηδά; Πως είναι δυνατόν; Μπορείς να το διανοηθείς, εγώ, εδώ να στέκομαι σαν ατρόμητος πολεμιστής;

Δεν υπάρχει, το βλέπω ξεκάθαρα, στον κόσμο αυτό, κάποιος δειλός 38 που να μη βρίσκει κάποιον ακόμα πιο δειλό.


Η Κότα με τα χρυσά αυγά Ο ‘Άπληστος πάντα όλα τα χάνει.

Δε χρειάζεται απόδειξη άλλη, πέρα από τον Μύθο αυτό,

που μας λέει για κάποιον που η κότα του γεννά κάθε μέρα ένα χρυσό αυγό.

39


Πίστευε πως στο σώμα της έκρυβε θησαυρό.

; Και τη σκότωσε,

40


Την άνοιξε, μα δεν είχε διαφορά με τις κότες που γεννούν κανονικά αυγά. Έτσι, την πηγή του πλούτου του κατέστρεψε.

Για τους άπληστους υπάρχει ένα μάθημα εδώ. Στην εποχή μας, πόσους έχουμε δει, που θέλοντας άμεσα να πλουτίσουν, μέσα σε μια στιγμή, καταλήγουνε φτωχοί.

41


Ο Λύκος, η Κατσίκα και το Κατσικάκι Η Κατσίκα για να κατεβάσει γάλα…

Βγαίνει να φάει πρασινάδα…

και το παιδί της προειδοποιεί: Στη πόρτα ετοιμάζεται να βάλει το κλειδί,

42


Πρόσεχε για τη ζωή σου και άκουσε τι θα σου πω, μην ανοίξεις σε κανέναν χωρίς το συνθηματικό: Στα κομμάτια ο Λύκος και όλη η φυλή του.

Και καθώς λέει τα λόγια αυτά, ο Λύκος από το σπίτι της περνά.

Την υπόθεση μυρίζει και το σύνθημα αποστηθίζει.

ΙΚ ΚΛ Κ Α ΚΛ

Η κατσίκα φεύγει από κει, χωρίς τον Λύκο ν’ αντιληφθεί.

43


Μόλις τη βλέπει να φεύγει, στην πόρτα πλησιάζει

τη χροιά της φωνής του αλλάζει και φωνάζει:

Σίγουρος πως έτσι, μέσα θα μπει.

Καχύποπτο το Κατσικάκι, κοιτάζει από της πόρτας το ματάκι.

Στα κομμάτια ο Λύκος!

44


Δείξε μου πατούσα λευκή, αλλιώς δεν ανοίγω την πόρτα αυτή.

Του φωνάζει.

Όμως, ως γνωστόν, του Λύκου η πατούσα με λευκή δε μοιάζει.

45


Έτσι έκπληκτος, που ακούει αυτά, στο σπίτι του γυρίζει με χέρια αδειανά.

Τι θα ‘χε γίνει αν για το Κατσικάκι το σύνθημα ήταν αρκετό, την ώρα που και ο Λύκος το ήξερε αυτό;

Δυο φορές να ‘σαι σίγουρος καλύτερα από μία, γιατί σε ό,τι σε κρατά ασφαλή, δεν υπάρχει υπερβολή.

46


Ο Αγρότης και τα Παιδιά του

ΜΕ ΤΗ ΣΚΛΗΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΞΕΠΕΡΑΣΤΟΥΝ: ΤΟ ΑΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΟΙΡΑ. ΕΝΑΣ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΖΕΥΓΟΛΑΤΗΣ ΠΟΥ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΖΥΓΩΝΕΙ, ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΖΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΤΑΜΩΝΕΙ.

ΑΚΟΥΣΤΕ ΜΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΑ, ΟΤΑΝ ΘΑ ΦΥΓΩ ΑΠ’ ΤΗ ΖΩΗ, ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ ΘΑ ΣΑΣ ΠΩ, ΑΠ’ ΤΗΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΣΑΣ ΝΑ ΜΗΝ ΠΟΥΛΗΣΕΤΕ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ.

47


ΤΗ ΣΟΔΕΙΑ ΜΑΖΕΨΤΕ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ.

ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΑΥΤΟ, ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΜΕΓΑΣ ΚΡΥΒΕΤΑΙ, ΤΟ ΠΟΥ ΑΚΡΙΒΩΣ ΔΕΝ ΞΕΡΩ, ΑΛΛΑ ΑΝ ΕΠΙΜΕΙΝΕΤΕ ΚΑΙ ΨΑΞΕΤΕ ΠΟΛΥ, ΣΙΓΟΥΡΟΣ ΕΙΜΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΒΡΕΘΕΙ.

ΝΑ ΣΚΑΨΕΤΕ, ΝΑ ΦΤΥΑΡΙΣΕΤΕ, ΣΠΙΘΑΜΗ ΜΗΝ ΑΦΗΣΕΤΕ ΠΟΥ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΑΣ ΔΕ ΘΑ ΑΓΓΙΞΕΤΕ.

48


ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΝΕΚΡΟ, ΟΙ ΓΙΟΙ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΣΤΟ ΧΩΡΑΦΙ. ΣΚΑΒΟΥΝ ΕΔΩ, ΣΚΑΒΟΥΝ ΕΚΕΙ, ΣΚΑΒΟΥΝ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗ ΧΡΟΝΙΑ, ΕΒΓΑΛΑΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΟΔΕΙΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΛΛΗ ΦΟΡΑ.

ΘΗΣΑΥΡΟ ΔΕ ΒΡΗΚΑΝ ΠΟΥΘΕΝΑ. ΟΜΩΣ ΚΑΤΑΛΑΒΑΝ ΠΩΣ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΗΤΑΝ ΣΟΦΑ. Ο ΜΟΧΘΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΑΥΤΟΣ, Ο ΠΙΟ ΜΕΓΑΛΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ.

49


50


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.