ΤΛΛΟΓΗ ΠΑΡΑΜΤΘΙΩΝ ΦΟΛΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΜΟ ΠΑΡΑΜΤΘΙΟΤ 2013
ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕ: ΔΙΕΤΘΤΝΗ ΠΡΩΣΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΤΗ ΔΤΣΙΚΗ ΘΕΑΛΟΝΙΚΗ ΓΡΑΥΕΙΟ ΠΟΛΙΣΙΣΙΚΩΝ ΘΕΜΑΣΩΝ 2Ο ΔΗΜΟΣΙΚΟ ΦΟΛΕΙΟ ΠΕΤΚΩΝ ΦΟΡΗΓΟΙ: ΔΕΔΔΗΕ 2Ο Δ. . ΠΕΤΚΩΝ
ΤΛΛΟΓΗ ΠΑΡΑΜΤΘΙΩΝ ΠΡΩΣΗ ΕΚΔΟΗ ΕΠΣΕΜΒΡΙΟ 2013 ΦΕΔΙΑΜΟ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: ΜΙΖΑΜΙΔΟΤ ΚΤΡΙΑΚΗ ΗΛΕΚΣΡΟΝΙΚΗ ΕΛΙΔΟΠΟΙΗΗ ANNET DOME 2013, ΕΚΔΟΕΙ ANNET DOME ΤΓΓΡΑΥΕΙ: ΟΙ ΜΑΘΗΣΕ ΑΠΌ ΣΑ ΔΗΜΟΣΙΚΑ ΦΟΛΕΙΑ ΠΟΤ ΤΜΜΕΣΕΙΦΑΝ ΣΗΝ ΕΚΔΗΛΩΗ ISBN:
3ο Δημοτικό χολείο Νεάπολης Τπεύθυνη τμήματος: Πορταράκη Αικατερίνη Δημιουργοί: Μαθητές/τριες του τμήματος Γ1
Ο ΑΥΗΡΗΜΕΝΟ ΒΑΣΡΑΦΟ Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βάτραχος. Σο όνομα του ήταν Κλωντ. υνέχεια κουτουλούσε κι αντί να πάει στο νούφαρο, έπεφτε στο νερό. λοι τον φώναζαν αφηρημένο. Έγινε γνωστός έτσι σ΄ όλη την Βατραχούπολη. Μια μέρα καθόταν σκεφτικός και αναστέναζε. κεφτόταν τη Ρούλα. Η Ρούλα ήταν η βατραχίνα που αγαπούσε ο Κλωντ. Κάποια μέρα η Ρούλα έφυγε και του είπε πως θα γυρίσει. μως δεν το έκανε ποτέ. Μάταια ο Κλωντ την περίμενε να γυρίσει.
Η κυρία Μακρίνα, που ήταν η γειτόνισσα του Κλωντ, τα γνώριζε όλα αυτά, αλλά δεν μιλούσε. την πραγματικότητα η κυρία Μακρίνα ήταν η Ρούλα. Δεν της άρεσε που ο Κλωντ ήταν τόσο αφηρημένος και ήθελε να του δώσει ένα μάθημα. Έτσι μεταμφιέστηκε σε «κυρία Μακρίνα» και περίμενε τον Κλωντ να ξεπεράσει την αφηρημάδα του και να την αναγνωρίσει. Αλλά ο Κλωντ πού να το καταλάβει! Ήτανε πολύ αφηρημένος.
Μια μέρα ο Κλωντ επισκέφτηκε την κυρία Μακρίνα. - Πω! Πω! Πού να έχει πάει η Ρούλα; Κυρία Μακρίνα, τι πρέπει να κάνω για να ξαναγυρίσει κοντά μου; - Πρέπει επιτέλους να σταματήσεις να είσαι τόσο αφηρημένος. Αλλιώς δε θα τη βρεις ποτέ! - Ωχ! Και πώς μπορεί να γίνει αυτό; - Προσπάθησε να παρατηρείς πιο προσεχτικά ότι συμβαίνει γύρω σου και πήγαινε να την ψάξεις. Έτσι μόνο θα τη βρεις. - Δεν ξέρω αν μπορώ να τα καταφέρω. - Αν θέλεις πραγματικά να τη βρεις κι αν προσπαθήσεις αρκετά, τότε σίγουρα θα τα καταφέρεις! Ο Κλωντ γύρισε σκεφτικός στο σπίτι του. «Μα τι να κάνω;» αναρωτήθηκε - Μήπως πρέπει ν’ ακολουθήσω τη συμβουλή της κυρίας Μακρίνας;
Έτσι μάζεψε λίγα πράγματα και έφυγε από το σπίτι. Είχε αποφασίσει να ταξιδέψει όσο μακριά χρειαζόταν, για να βρει την αγαπημένη του. Περιπλανιόταν μέρες χωρίς αποτέλεσμα, ώσπου ένα πρωί συνάντησε ένα πουλάκι που είχε κατέβει να πιει νερό, από το ποτάμι και το ρώτησε:
- Πουλάκι, εσύ που πετάς ψηλά και μπορείς να βλέπεις όλα όσα συμβαίνουν στη γη, μήπως ξέρεις πού είναι η βατραχίνα που αγαπώ; - Ίσως να βρίσκεται πιο κοντά σου απ΄ ότι νομίζεις. Σο μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να μην είσαι τόσο αφηρημένος. - Παράξενο! Σο ίδιο μου είπε και η γειτόνισσά μου, η κυρία Μακρίνα.
Ο Κλωντ χαιρέτησε το πουλάκι και συνέχισε το δρόμο του. Μετά από πολλές μέρες συνάντησε το σύννεφο που έκανε τη βόλτα του πάνω από ένα καταπράσινο λιβάδι και το ρώτησε: - υννεφάκι, εσύ που ταξιδεύεις ψηλά στον ουρανό και μπορείς να δεις όλα όσα γίνονται στη γη, μήπως είδες και τη βατραχίνα που αγαπώ; - Ίσως να βρίσκεται πιο κοντά σου απ΄ ότι νομίζεις. Σο μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να είσαι πιο προσεκτικός και σίγουρα θα τη βρεις. - Παράξενο! Σο ίδιο μου είπε και η γειτόνισσά μου, η κυρία Μακρίνα. Και ο Κλωντ αφού χαιρέτησε το σύννεφο, συνέχισε το ταξίδι του. Πέρασε από δάση και λιβάδια, από ποτάμια και λόφους, ώσπου έφτασε στην κορυφή ενός ψηλού βουνού.
Εκεί συνάντησε τον ήλιο που είχε κατέβει χαμηλά, για να ξεκουραστεί και τον ρώτησε:- Ήλιε μου λαμπερέ, εσύ που βρίσκεσαι τόσο ψηλά και βλέπεις όλα όσα γίνονται στην γη, πού βρίσκεται η αγαπημένη μου βατραχίνα, η Ρούλα; - Βρισκόταν πολύ κοντά σου, μόνο που εσύ, επειδή ήσουν πολύ αφηρημένος, δεν μπορούσες να τη δεις. Σώρα όμως έχεις μάθει να είσαι πιο προσεκτικός. κέψου λοιπόν πού μπορεί να βρίσκεται και σύντομα θα βρεθείς κοντά της.
Ο Κλωντ λοιπόν κάθισε και σκέφτηκε πως ήταν η ώρα να γυρίσει πίσω στο σπίτι του, στη Βατραχούπολη. Σο πουλάκι, το σύννεφο και ο ήλιος αυτό προσπαθούσαν να του πουν. Είχε μάθει πια να παρατηρεί πιο προσεκτικά γύρω του και όλα, ακόμα και το σπίτι του, του φαίνονταν σαν να τα έβλεπε για πρώτη φορά.
Πήγε αμέσως στο σπίτι της κυρίας Μακρίνας για να της πει ότι γύρισε. Μόλις όμως την παρατήρησε πιο προσεχτικά, κατάλαβε αμέσως πως ήταν η αγαπημένη του. Αγκαλιάστηκαν και οι χαρές που έκαναν ήταν μεγάλες. Ο Κλωντ κατάλαβε πως η αφηρημάδα του τον είχε βάλει σε μεγάλες περιπέτειες. μως τέλος καλό, όλα καλά. Παντρεύτηκε την αγαπημένη του και έζησαν μαζί ευτυχισμένοι ως τα βαθιά τους γεράματα.
3ο Δημοτικό χολείο Πεύκων Τπεύθυνη τμήματος: Κουϊμτζή λγα
3ο Δημοτικό χολείο ταυρούπολης
1ο Δημοτικό χολείο ίνδου
Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα κόσμο μαγικό, σ’ ένα χωριό πανέμορφο ζούσε μια ευγενική και φιλική μάγισσα που την έλεγαν Ανιέλα και όλοι την συμπαθούσαν. Η Ανιέλα ήταν πάντα καλοντυμένη φορώντας ένα κατακόκκινο καπέλο και ένα κόκκινο φόρεμα με χρυσά αστεράκια. Η συμπαθητική μας μάγισσα κατοικούσε σε ένα όμορφο μικρό σπιτάκι μαζί με τα βιβλία της και με ένα μικρό δράκο που τον ‘λεγαν ινούλη-Μικρούλι.
Ο ινούλης-Μικρούλης είχε μοβ δέρμα, μικρά αυτάκια, μια μυτερή ουρίτσα, κερατάκια, όμορφα ζωηρά ματάκια και χαριτωμένα δοντάκια. Η Ανιέλα αγαπούσε πολύ τα βιβλία για αυτό είχε μια βιβλιοθήκη με αυτά και κάθε μέρα έγραφε κι από ένα και τα έστελνε σε όλα τα παιδία του κόσμου. Μια νύχτα η Ανιέλα ένιωσε μια γνώστη παρουσία να περιπλανιέται στο χωριό. Όταν βγήκε έξω να δει τι γίνετε ήταν όλοι πανικοβλημένοι. -Σι συμβαίνει; -Κάποιος ήρθε και μας έκλεψε όλα τα βιβλία μας. -Αύριο θα αρχίσουμε να ψάχνουμε! -Θα σας βοηθήσω κ’ εγώ να βρούμε τα βιβλία.
Σο επόμενο πρωί η Ανιέλα σηκώθηκε βιαστικά, ντύθηκε, έφαγε το πρωινό της, πήρε το ραβδάκι της και έφυγε. Μόλις βγήκε από το σπίτι της, είδε πως όλοι οι κάτοικοι του χωριού, την περίμεναν υπομονετικά. Όλοι ενωμένοι, με αρχηγό την Ανιέλα, ξεκίνησαν να ψάχνουν τα χαμένα βιβλία. την αρχή έψαξαν μόνο στο χωριό τους αλλά δεν βρήκαν τίποτα κι έτσι ξεκίνησαν να ψάχνουν στις γύρο περιοχές. Όμως δεν βρήκαν ούτ’ ένα βιβλίο! Σότε η Ανιέλα είπε ότι θα συνεχίσει να ψάχνει μόνη της σ’ άλλες χώρες. Με δύο κινήσεις του ραβδιού της εμφάνισε την σκούπα της και ξεκίνησε το ταξίδι της. Καθώς περνούσε από ένα φωτεινό δρόμο συνάντησε έναν ηλικιωμένο κύριο. -
Μήπωσ είδατε κάποιον εδώ τριγφρω να κουβαλάει πολλά βιβλία; -Ναι ! Είδα μια μάγιςςα χθεσ το βράδυ πάνω ςτη ςκοφπα τησ να ζχει πολλά βιβλία. - Μήπωσ είδατε που πηγαίνει; - Πήγε προσ το Μαφρο Πφργο. - Ευχαριςτώ πολφ. Η Ανιζλα πήρε τον δρόμο για τον Μαφρο Πφργο. Αυτόσ ο Πφργοσ ήταν ο πιο τρομακτικόσ και ςκοτεινόσ πφργοσ ςτον κόςμο. Όταν ζφταςε ςτο ςκοτεινό Μαφρο Πφργο τρόμαξε. Μπήκε μζςα και περπάτηςε διςτακτικά ςτο ςκοτάδι. Με μια κίνηςη του ραβδιοφ τησ εμφάνιςε ζνα κερί και είδε εκατοντάδεσ πόρτεσ ςτη ςειρά. Η κάθε μια ζγραφε και από κάτι. Η Ανιζλα μπήκε ςε μια πόρτα όπου πάνω τησ είχε γραμμζνη τη λζξη « θάλαςςα». Μόλισ μπήκε μζςα αντίκριςε μια απζραντη θάλαςςα. Ξαφνικά μπροςτά τησ εμφανίςτηκε ζνασ καρχαρίασ! Τρόμαξε τόςο πολφ που αμζςωσ άνοιξε την πόρτα και γφριςε πίςω ςτο θάλαμο με τισ πόρτεσ. Μετά από πολφ ώρα περπάτημα, βρήκε μια ολόχρυςη πόρτα.
Τθν άνοιξε και πάνω ςε μια παμπάλαια, ξεςκιςμζνθ και αραχνιαςμζνθ πολυκρόνα κακόταν μια κοπζλα θ οποία διάβαηε βιβλία. -Ροία είςαι και γιατί ζκλεψεσ τα βιβλία του χωριοφ μου; -Με ξζρεισ πολφ καλά. Η παράξενθ γυναίκα ζςτριψε τθν πολυκρόνα και θ Ανιζλα ςοκαρίςτθκε. Ήταν θ ίδια τθσ θ αδερφι! -Τι κάνεισ εςφ εδϊ και γιατί μασ πιρεσ τα βιβλία; -Ζμακα πωσ ζχεισ ζνα μαγικό βιβλίο το οποίο χρειάηομαι για να ολοκλθρϊςω το πανοφργο ςχζδιό μου. Ρεσ μου τϊρα αμζςωσ ποιο και ποφ είναι γιατί αλλιϊσ χαιρζτα το πολυαγαπθμζνο ςου χωριό! Χα χα χα ! -Αααα! Για αυτι τθ μαγεία μιλάσ! Η μαγεία των βιβλίων δεν ςου δίνει μαγικζσ ικανότθτεσ αλλά ςε ταξιδεφει ςτον κόςμο των βιβλίων. Πμωσ ςε αυτόν τον κόςμο μποροφν να μπουν μόνο όςοι αγαποφν τα βιβλία.
-Θα ςε βοθκιςω να μπεισ ςε αυτόν τον κόςμο υπό ζναν όρο. Ο όροσ είναι να μου δϊςεισ πίςω τα όλα τα βιβλία και κα ςε βοθκιςω να μπεισ ςτον υπζροχο αυτόν κόςμο. -Ναι! Η Ανιζλα βοθκοφςε τθν αδερφι τθσ να μπει ςτον περιπετειϊδθ κόςμο των βιβλίων διαβάηοντασ πολλά παραμφκια. Ππου ςτο τζλοσ μπόρεςε να ταξιδζψει μζςα από τα βιβλία και ιταν πολφ χαροφμενθ. -Σε βοικθςα να ταξιδζψεισ μζςα από τα βιβλία. Τϊρα πρζπει να μου τα δϊςεισ πίςω. -Εντάξει, τϊρα μπορείσ να πάρεισ τα βιβλία ςου πίςω. Σε ευχαριςτϊ πολφ για αυτό που ζκανεσ. Η Ανιζλα πιρε τα βιβλία πίςω και τα ζδωςε ςτουσ κατοίκουσ του χωριοφ τθσ. Πλοι ιταν πολφ χαροφμενοι που πιραν τα βιβλία τουσ πίςω. Ακόμα και θ αδερφι τθσ που ιταν μια κακιά μάγιςςα αγάπθςε πολφ τα βιβλία και ζηθςαν αυτοί καλά κι εμείσ καλφτερα.
Παραλλαγή του ίδιου παραμυθιού:
«Ανιέλα η μάγισσα που αγαπούσε τα βιβλία» Ένα παραμύθι γραμμένο από τις μαθήτριες: Αθηνά Σσιρίδου Αθανασία Αλεξανδρή Άννα Μίλκου Δέσποινα Γιαννακοπούλου
Ζνα βράδυ Χριςτουγζννων το κρφο ιταν τςουχτερό, το χιόνι είχε βάψει κάταςπρθ όλθ τθν πόλθ Ουάςτρομ. Οι άνκρωποι ζτρεχαν βιαςτικοί με ςακοφλεσ γεμάτεσ δϊρα. Βριςκόμαςτε ςτο ςπίτι του Γιαννάκθ και τθσ Χρυςοφλασ όπου θ μαμά τουσ λζει μια ιςτορία. Κάποτε, ςε μια χϊρα μακρινι και ιςυχθ και ςε μια πόλθ λίγο περίεργθ μπορϊ να πω, ηοφςε μια μάγιςςα, θ Ανιζλα. Η Ανιζλα είχε ζνα χαρακτθριςτικό: Λάτρευε τα βιβλία! Η Ανιζλα επίςθσ είχε και μια δίδυμθ αδελφι, τθν Αντινιζλα. Η Αντινιζλα ιταν ακριβϊσ αντίκετθ από τθν αδελφι τθσ. Μιςοφςε τα βιβλία! Για να ςασ πω ζνα παράδειγμα, όταν ζβλεπε μπροςτά τθσ ζνα βιβλίο, ζςτω και μια ςελίδα, το ζςκιηε ςε χίλια κομματάκια και όποιο παιδί το διάβαηε ζλεγε ςτουσ ςκλάβουσ τθσ, τουσ λθςτζσ των γνϊςεων, να τουσ κλζβουν τισ γνϊςεισ!! Σε αντίκεςθ με τθν Ανιζλα θ οποία είχε ζνα δωμάτιο γεμάτο βιβλία και όποιον ζβλεπε να διαβάηει ζνα βιβλίο, αν ιταν παιδί του ζδινε ζνα γλειφιτηοφρι ενϊ αν ιταν μεγάλοσ του ζδινε ζνα Robotikan. Το Robotikan είναι ζνα θλεκτρονικό παιχνίδι που μεταμορφϊνεται ςε ρομπότ. -Σασ άρεςε παιδιά; -Ναι, ναι είπαν τα παιδιά. -Άντε παιδιά βράδιαςε πρζπει να πάτε για φπνο φϊναξε θ μαμά του Γιαννάκθ και τθσ Χρυςοφλασ. -Καλά, είπε ο Γιαννάκθσ, αλλά υποςχζςου μασ ότι κα πάμε αφριο το πρωί, που είναι Σάββατο ςτο πάρκο.
-Εντάξει, αλλά τϊρα γριγορα ςτα κρεβάτια ςασ! -Ναι!!! -Άντε, άντε δεν κα ξυπνάτε αφριο για να πάτε ςτο πάρκο. Η ϊρα είναι 12:00, όπωσ λζνε μερικοί που βγαίνουν τα φαντάςματα. Ζτςι θ Αντινιζλα περίμενε να κοιμθκοφν όλοι για να πει ςτουσ λθςτζσ των γνϊςεων να αφιςουν τα φαντάςματα, για να πάνε να κλζψουν τισ γνϊςεισ των παιδιϊν. Ξζρετε φυςικά ότι κλζβουν τισ γνϊςεισ των παιδιϊν κάτω από εννζα ετϊν. Ζτςι λοιπόν ξεκίνθςαν για το ςπίτι τθσ πόλθσ Ουάςτρομ. Ζνα από αυτά τα ςπίτια ιταν το ςπίτι του Γιαννάκθ και τθσ Χρυςοφλασ. Μόλισ μπικαν ςτο ςπίτι, από ζνα ανοιχτό παράκυρο, ζκλεψαν τισ γνϊςεισ τθσ Χρυςοφλασ. Τισ ζβαλαν μζςα ς’ ζνα μαγικό χαρτόκουτο που τουσ ζδωςε θ Άντινιζλα. Πταν ξθμζρωςε ο Γιαννάκθσ και θ Χρυςοφλα ξφπνθςαν, πλφκθκαν, ζφαγαν, ντφκθκαν και πιγαν να κάνουν τα μακιματά τουσ.
-Άντε βιάςου Χρυςοφλα, μασ περιμζνουν τα παιδιά ςτο πάρκο, είπε ο Γιαννάκθσ. Στο μεταξφ ςτο πάρκο ο Χρθςτάκθσ αναρωτιζται γιατί άργθςε ο Γιαννάκθσ και θ Μαρία αναρωτιόταν που ιταν θ Χρυςοφλα. -Άντε, επιτζλουσ τελείωςεσ είπε ο Γιαννάκθσ. -Φυςικά και δεν τελείωςα τι είμαι κανζνα ρομπότ; -Πχι αλλά κακόμαςτε εδϊ δφο ϊρεσ. -Δφο ϊρεσ; - Ναι, δφο ϊρεσ ακριβϊσ γι` αυτό τελείωνε. -Ναι, αλλά εγϊ τα μακιματα δεν τα κατάλαβα αλλά πρόςεχα ςτθν τάξθ δεν ξζρω τι με ζπιαςε. -Πχι Χρυςοφλα! Δεν με ξεγελάσ εμζνα. Απλόσ επειδι βαριζςαι κάνεισ ότι δεν κυμάςαι, μιπωσ δεν πρόςεχεσ ςτο μάκθμα; - Πχι, όχι ςτο ορκίηομαι, πρόςεχα ςτο μάκθμα. - Μιπωσ ζκανεσ κοπάνα; -Πχι ςου λζω, λζμε όχι δεν ζ-κα-να κο-πά-να εντάξει τζλοσ πάντων κα τα κάνω αφριο, αλλά και εςφ Γιάννθ βάλε τα παποφτςια ςου να φφγουμε. Ζτςι ζφυγαν για το πάρκο τα δφο αδζρφια.
-Άντε επιτζλουσ είπαν ο Χρθςτάκθσ και θ Μαρία. Η Ανιζλα βγικε για τθν κακθμερινι βόλτα ςτο πάρκο, για να δει ςε ποια παιδιά είχε θ Αντινιζλα κλζψει τισ γνϊςεισ. Τα παιδιά ζπαιηαν ςτο πάρκο ενϊ θ μικρι Χρυςοφλα ςκεφτόταν τι είχε πάκει και δεν ζκανε γριγορα τα μακιματά τθσ. - Γιατί δεν παίηεισ μαηί μασ Χρυςοφλα και κάκεςαι ςτο παγκάκι ςκεπτικι; Μιπωσ ζπακεσ κάτι ι χτφπθςεσ; -Πχι, τίποτα από αυτά αλλά εςφ που είςαι θ καλφτερθ μου φίλθ κα ςου τα πω όλα, αλλά υποςχζςου μου ότι δεν κα το πεισ ςε κανζναν. - Άντε, πεσ μου αυτό το μεγάλο μυςτικό που δεν κεσ να το πω ςε κανζναν. - Εντάξει, λοιπόν κα ςου πω, αλλά όπωσ είπαμε δεν κα το πεισ ςε κανζναν. -Καλά, καλά τα είπαμε αυτά. -Λοιπόν ςιμερα ζνιωκα κάπωσ περίεργα ςαν κάποιοσ να μου πιρε τισ γνϊςεισ. Γιατί όταν πιγα να κάνω τα μακιματά μου, ενϊ πρόςεχα ςτο μάκθμα και δεν ζκανα κοπάνα όπωσ λζει και ο αδελφόσ μου, δεν ιξερα τίποτα. -Τι να ςου πω ρε Χρυςοφλα μιπωσ το είδεσ ςε όνειρο; Καλά, καλά τϊρα πάμε να παίξουμε για να θρεμιςεισ. -Εντάξει πάμε.
Στο μεταξφ θ Ανιζλα άκουγε τι ζλεγε θ Χρυςοφλα ςτθ Μαρία. Το βράδυ θ Χρυςοφλα ςκεπτικι γφριςε ςπίτι και κοιμικθκε, κουραςμζνθ. Το ίδιο βράδυ θ Ανιζλα πιγε ςτο ςπίτι τθσ Αντινιζλασ και τθν κατθγόρθςε γιατί είχε κλζψει τισ γνϊςεισ των παιδιϊν. Αλλά εκείνθ τθσ είπε ψζματα. Κι ζτςι ζγινε ζνασ καβγάσ ανάμεςα ςτισ δφο αδερφζσ. Η Ανιζλα ικελε όμωσ να πολεμιςουν ςτο ςχολείο κι ζτςι ζγινε. Οι βιβλιοκικεσ ιταν ςυμμαηεμζνεσ, τα κρανία κακαρά, οι καρζκλεσ ςτθ κζςθ τουσ και ςτουσ τοίχουσ ιταν κολλθμζνεσ οι ηωγραφιζσ των παιδιϊν. Η Ανιζλα άφθςε ελεφκερουσ τουσ κλόουν και θ Αντινιζλα τουσ λθςτζσ. Οι κλόουν άφθςαν τα φτερωτά βιβλία και οι λθςτζσ τα φαντάςματα. Τα φτερωτά βιβλία άφθςαν ελεφκερουσ τουσ λουκουμάδεσ και τα φαντάςματα άφθςαν τα ςκουλαρίκια που πετοφν και για να μθν τα πολυλογοφμε άρχιςε ο μαγιςςοπόλεμοσ ανάμεςα ςτισ δυο δίδυμεσ αδελφζσ. Η Ανιζλα με τθν Αντινιζλα μάλωναν πολφ, αλλά το ίδιο και οι λθςτζσ με τουσ κλόουν, τα βιβλία με τα φαντάςματα και τα ςκουλαρίκια με τουσ λουκουμάδεσ.
Πμωσ επειδι ξθμζρωςε αναγκάςτθκαν να φφγουν και να δϊςουν αλλοφ το ραντεβοφ. Η Αντινιζλα είχε και αυτι τθν γνϊμθ τθσ: τθσ άρεςε θ τεχνολογία. Ζτςι ικελε το επόμενο ραντεβοφ τουσ να ιταν ςτο παλάτι τθσ βαςίλιςςασ ROBOTINA. Αυτό το παλάτι ιταν πολφ μεγάλο. Είχε πολλά δωμάτια, χρωματιςτά, τα μιςά με θλεκτρονικά παιχνίδια και ρομπότ και ζνα τεράςτιο δωμάτιο τθσ βαςίλιςςασ ROBOTINA. Ζξω υπιρχαν φρουροί με θλεκτρονικά ςπακιά. Η Ανιζλα δεν μποροφςε να αρνθκεί γιατί το προθγοφμενο ραντεβοφ τουσ ιταν ςτο μζροσ που ικελε αυτι. Η Ανιζλα αφοφ δεν είχε άλλθ επιλογι ςυμφϊνθςε, ζβγαινε μόνο το βράδυ για να μθν τθ δουν οι άνκρωποι. Εξαφανίςτθκε λοιπόν με το μαγικό τθσ πιγαςο, που μεταμορφϊκθκε ςε ςφννεφο, και πιγε ςτο ςπίτι τθσ να διαβάςει. Βράδιαςε και θ Ανιζλα ξεκίνθςε να πάει ςτο παλάτι τθσ βαςίλιςςασ ROBOTINA. Ατυχία! Ήταν και θ Αντινιζλα εκεί. Η μάχθ ξανάρχιςε. Μετά από μερικζσ ϊρεσ είδαν τουσ φρουροφσ να φυλακίηουν όλουσ τουσ κλόουν, όλουσ τουσ λθςτζσ, όλα τα ςκουλαρίκια, όλουσ τουσ λουκουμάδεσ, όλα τα φαντάςματα και όλα τα βιβλία. Οι δυο αδερφζσ δεν είχαν άλλθ επιλογι από το να ςυνεργαςτοφν. Ζτςι ζνωςαν τισ δυνάμεισ τουσ και κζρδιςαν τουσ φρουροφσ, ςυμφιλιϊκθκαν και δεν μάλωςαν ποτζ τουσ ξανά. Και αν το βράδυ τισ δείτε μαηί μθν τρομάξετε είναι ςίγουρα αυτζσ.