ΤΛΛΟΓΗ ΠΑΡΑΜΤΘΙΩΝ ΦΟΛΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΜΟ ΠΑΡΑΜΤΘΙΟΤ 2013 ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕ: ΔΙΕΤΘΤΝΗ ΠΡΩΣΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΤΗ ΔΤΣΙΚΗ ΘΕΑΛΟΝΙΚΗ ΓΡΑΥΕΙΟ ΠΟΛΙΣΙΣΙΚΩΝ ΘΕΜΑΣΩΝ 2ο ΔΗΜΟΣΙΚΟ ΦΟΛΕΙΟ ΠΕΤΚΩΝ ΦΟΡΗΓΟΙ: ΔΕΔΔΗΕ 2ο Δ. . ΠΕΤΚΩΝ
ΤΛΛΟΓΗ ΠΑΡΑΜΤΘΙΩΝ ΠΡΩΣΗ ΕΚΔΟΗ ΕΠΣΕΜΒΡΙΟ 2013 ΦΕΔΙΑΜΟ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: ΜΙΖΑΜΙΔΟΤ ΚΤΡΙΑΚΗ ΗΛΕΚΣΡΟΝΙΚΗ ΕΛΙΔΟΠΟΙΗΗ ANNET DOME 2013, ΕΚΔΟΕΙ ANNET DOME ΤΓΓΡΑΥΕΙ: ΟΙ ΜΑΘΗΣΕ ΑΠΌ ΣΑ ΔΗΜΟΣΙΚΑ ΦΟΛΕΙΑ ΠΟΤ ΤΜΜΕΣΕΙΦΑΝ ΣΗΝ ΕΚΔΗΛΩΗ ISBN:
Τον παλιό καλό καιρό, σε ένα μπαούλο τρομερό, ζούσε η Καλλιοπίτσα, η μικρή, μάλλινη ποδίτσα πλουμιστή και φαρδουλή, σαν πολύχρωμη μπαλίτσα. Κάποτε η Καλλιοπίτσα, φτιάχτηκε για λόγο σοβαρό και ιερό και όχι για κάτι καθημερινό. Φτιάχτηκε για να στολιστεί μια νύφη, όμορφη σαν παραμύθι. Χρειάστηκε κόπος και ιδρώτας πολύς, για να φτιαχτεί η Καλλιοπίτσα, η κεντημένη μικρή ποδίτσα, σαν αγαπουλίτσα.
για να πάρουν το μαλλί τους,
εργαλεία κάθε λογής
για να γίνει το μαλλί κλωστίτσα, λανάρι, ρόκα, τσικρίκι, ανέμη
και υφάντρες πρώτες στην υφαντική, για να κάνουν την κλωστή στον αργαλειό, ποδίτσα μοδάτη και ζηλευτή. Καθώς αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.
Και σαν έγινε η ποδίτσα, όνομα της δώσαν Καλλιοπίτσα. Στόλισε την όμορφη νυφίτσα, και την ακολούθησε σε ένα γάμο γεμάτο μουσική, φωνές και χορό που κατέληξε σε τρικούβερτο γλέντι, γλέντι λαϊκό.
Βαρούσαν ντέφια, νταούλια, βιολιά, κλαρίνα και γκάιντες, όλα χωρίς σταματημό, σε χαρμόσυνο ρυθμό.
Μα ξαφνικά την άλλη μέρα η Καλλιοπίτσα, ξύπνησε μέσα σε ένα μπαούλο χωρίς να ξέρει ούτε το πώς, ούτε το γιατί. Την έκλεισαν, την σφράγισαν και από τότε κανείς δεν την είδε ποτέ. Πέρασαν χρόνια πολλά, ώσπου μια ωραία μέρα, ο Νικολάκης, ο αυτάκης, ο περίεργος, ζωηρός εγγονάκης της γιαγιάς Ζωής, ανέβηκε στη σοφίτα της γιαγιάς, ξέθαψε και άνοιξε το αραχνιασμένο, σκονισμένο, ξύλινο , καφέ μπαούλο. Ξάφνου ξεπήδησε η Καλλιοπίτσα:
-Ούφ, έσκασα εδώ μέσα, δεν αντέχω άλλο πια, κόντεψα να φάω τις κοτσίδες μου από το κακό μου, ας τεντωθώ λίγο να ξεπιαστώ.
Ο Νικολάκθσ τθ βοικθςε να βγει από το μπαοφλο και τθ ρϊτθςε: -Ποια είςαι εζύ και τι κάνεισ εδϊ; -Είμαι θ Καλλιοπίτςα, θ μικρι μάλλινθ ποδίτςα, χρωματιςτι και ροδαλι ςαν πίτςα. - Και τι κάνεισ εδϊ πζρα; -Με έθιεηζαλ μζςα ςε αυτό το τρομερό μπαοφλο, άνκρωποι φοβεροί. Δεν είδα το φωσ τθσ μζρασ για πάρα πολλά χρόνια ϊςπου εςφ ο ιρωασ μου, με ζβγαλεσ από τθ φυλακι μου. Μθ με κοιτάσ ζτςι τϊρα, κάποτε εγϊ ςτισ δόξεσ μου τισ μεγάλεσ, διακοςμοφςα νυφιάτικεσ ςτολζσ και όμορφεσ κοπελιζσ. -Και τϊρα που βγικεσ από εκεί μζςα, τι κα κάνεισ, που κα πασ; Τζτοιεσ ποδιζσ δεν υπάρχουν πια, παρά μόνο ςε μπαοφλα ξεχαςμζνα, ςε κανζνα μουςείο ι ςε πολιτιςτικοφσ ςυλλόγουσ. -Αλικεια; Και ποφ κα πάω τϊρα εγϊ τι κα απογίνω; Σε μπαοφλο δεν ξαναμπαίνω ποτζ πια.
-Ε!
τότε δεν ζχει και πολλζσ επιλογζσ ι ςε μουςείο ι ςε ςφλλογο παραδοςιακϊν χορϊν. Στο ζνα κα ςε κλείςουν ςε βιτρίνα και κα ςε καυμάηουν οι άνκρωποι αλλά δε κα ξαναβγείσ από εκεί και ςτο άλλο άμα είςαι τυχερι ίςωσ ξαναβρείσ τισ δόξεσ ςου και χορζψεισ ξανά ςε καμιά εκδιλωςθ, διακοςμϊντασ το κορμί κάποιασ χορεφτριασ. Τι προτιμάσ από τα δφο; -Μάλλον ψθφίηω χορευτικό ςφλλογο, κακϊσ επικφμθςα τουσ χοροφσ και τα πανθγφρια.
-Αλλά ζχω ζνα μικρό προβλθματάκι, δεν ζχω παποφτςια και πωσ κα βγω ζξω ξυπόλθτθ; Μιπωσ μπορείσ να με βοθκιςεισ; -Αμζ, εδϊ δίπλα ζχει ζνα μαγαηί με παποφτςια, όπου μπορείσ να πάρεισ ότι κελιςεισ. Βζβαια δε κα είναι όπωσ τα παλιά ςου παποφτςια, αλλά από το ολότελα καλι και θ Παναγιϊταινα, καλφτερα με γοβάκια παρά ξυπόλυτθ. -Ευχαριςτϊ πολφ, καλι αντάμωςθ!!!
Και έτσι η Καλλιοπίτσα από τότε δεν σταμάτησε να χορεύει και να στολίζει παραδοσιακές στολές και όμορφες κοπελιές. Και το πιο σπουδαίο, βρήκε και το παλιό της ταίρι, το κρυφό της αστέρι, γλυκό σαν μέλι, τον Άρη, το ζωνάρι, το αυτοκόλλητο αξεσουάρ της. Και με τα κεντίδια της και την όμορφη κληματαριά της, δεν σταμάτησε να προκαλεί θαυμασμό και ζάλη σε όποιον λάχαινε μαζί της να τα βάλει. Και κύλησαν όλα καλά και της νύφης η ποδιά χορεύει όλο χαρά!!!
Μια φορά κι έναν καιρό, οι άνθρωποι ήταν κακοί, μουτρωμένοι, φοβισμένοι, δε χαιρόντουσαν, ήταν μοχθηροί, και θυμωμένοι. Δεν έλεγαν ποτέ γεια. Άγριοι... Ζούσαν σε σπίτια κύβους, χαλασμένα, περιτριγυρισμένα από σιδερένιους φράχτες, στριμωγμένα, βρώμικα, γεμάτα σκουπίδια. Στις πόλεις που ζούσαν οι δρόμοι ήταν χαλασμένοι, βρωμισμένοι, γεμάτοι αυτοκίνητα και κίνηση με μοναχικούς οδηγούς στα αυτοκίνητα. Στον αέρα κυκλοφορούσαν άσχημες μυρωδιές, ο ήλιος ήταν σαν χαλασμένο πορτοκάλι. Τα σύννεφα ήταν μαύρα από τις μυρωδιές και την ασκήμια των ανθρώπων και της χώρας τους.
Τα παηδηά ήηαλ ζηελνρσξεκέλα, θιεηζκέλα ζηα ζπίηηα ηνπο, γηαηί δελ είραλ θίινπο. Έβιεπαλ κόλν ηειεόξαζε, παίδαλε κε Ζ/Υ θαη βηληενπαηρλίδηα. Σην ζρνιείν πήγαηλαλ κόλα ηνπο, ρσξίο θίινπο, ρσξίο παηρλίδηα. Τα ζρνιεία ήηαλ παξαιιειεπίπεδα, ρσξίο παξάζπξα, ζιηβεξά θαη ηξνκεξά. Φσξίο απιέο, ρσξίο δέληξα, ινπινύδηα θαη ρξώκαηα. Σηα δηαιείκκαηα δελ αθνύγνληαλ γέιηα θαη θσλέο. Τα παηδηά ήηαλ κόλα ηνπο, ζηελαρσξεκέλα, αγξηεκέλα, θνβηζκέλα. ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΛΕΓΑΝΕ ΦΑΖΟΜΠΟΠΟΛΗ.
Γηα όια απηά θηαίεη ν ΦνπζθόΓξάθνο θαη ε θηιελάδα ηνπ ε κάγηζζα Καζζάλδξα. Ο Φνπζθό-Γξάθνο είλαη ςειόο, κε ηεξάζηηα ρέξηα θαη πόδηα, κε κηα πειώξηα θνηιηά, έλα απαίζην ζηόκα θξπκκέλν από θαςαιηζκέλα κνπζηάθηα, κηα θαη από ην ζηόκα ηνπ θάζε ηόζν έβγαδε θσηηέο.
Ο Φνπζθν-Γξάθνο θαη ε κάγηζζα Καζζάλδξα δνύζαλ ζην βνπλό δίπια ζηελ Φαδνκπόπνιε, ζ’ έλα θάζηξν, παιηό βξώκηθν, ραιαζκέλν όπσο αθξηβώο θαη ε Φαδνκπόπνιε.
Ζ θνηιηά ηνπ Φνπζθν-Γξάθνπ είλαη θνπζθσκέλε γηαηί ηξώεη θάζε ηη πνπ πξνθαιεί επηπρία. Τξώεη ηα ρξώκαηα, η’ αξώκαηα, ηα γέιηα, ηα ηξαγνύδηα, ηηο νκνξθηέο θαη ηηο ραξέο ησλ αλζξώπσλ ηεο Φαδνκπόπνιεο. Γη’ απηό νη άλζξσπνη ηεο πόιεο είλαη ηόζν ραδνί. Ό,ηη απ’ απηά πεξηζζεύεη, ε κάγηζζα Καζζάλδξα ηα θπιαθίδεη κέζα ζε κπαιόληα θαη ηα θιεηδώλεη κέζα ζηα ππόγεηα ηνπ θάζηξνπ.
Πίζσ ζηελ πόιε καο ηώξα. Μηα κέξα έλα κηθξό παηδί, ν Θενδώξ εθεί πνπ πήγαηλε ζην ζρνιείν ηνπ, κόλν ηνπ όπσο θάζε πξσί δελ άληεμε… δίπια ηνπ ήηαλ ν Εαραξήο. Γπξίδεη θαη ηνπ ιέεη ν Θενδώξ . -Καιεκέξα. Ο Εαραξήο πεηάρηεθε ηξνκαγκέλνο. Δθείλε ηε ζηηγκή, έζθαζε ζαλ ππξνηέρλεκα ζηνλ νπξαλό, έλα νπξάλην ηόμν, πνπ ηνλ γέκηζε κε ρξώκαηα.
Ο Φνπζθν-Γξάθνο είλαη πνιύ πεηλαζκέλνο ηνλ ηειεπηαίν θαηξό κηα θη έρεη θάεη όιε ηελ ραξά θη επηπρία. Μόιηο όκσο είδε ηα ρξώκαηα ηπθιώζεθε από ηελ ηόζε ραξά ησλ ιακπεξώλ ρξσκάησλ. Ζ ηξνκάξα ηνπ θξάηεζε ηόζν όζν ρξεηάζηεθε γηα λα βξεη ηα καύξα ηνπ γπαιηά θηηαγκέλα από θαπλό. Τε ζηηγκή πνπ μαλαβξήθε ην θσο ηνπ άξρηζε λα ηξώεη ηα ρξώκαηα κε ιαηκαξγία. Τξώεη, ηξώεη, ηξώεη… θνπζθώλεη, θνπζθώλεη, θνπζθώλεη… θαηαπίλεη ηελ ηειεπηαία κπνπθηά … θαη… δεύηεξν νπξάλην ηόμν θώηηζε ηνλ νπξαλό…
Δίλαη ην ρακόγειν ηνπ Εαραξή. Ο Εαραξήο ξώηεζε ακέζσο ηνλ Θενδώξ. -Θέιεηο λα γίλνπκε θίινη; -Δπραξίζησο, απάληεζε ν Θενδώξ. Μόιηο ηα παηδηά έγηλαλ θίινη ρηιηάδεο νπξάληα ηόμα θάλεθαλ ζηνλ νπξαλό θαη γέκηζε ν ηόπνο κε ρξώκαηα.
Ζ κάγηζζα Καζζάλδξα άξρηζε λα παξαγεκίδεη ηα κπαιόληα κε ηα ρξώκαηα ηνπ νπξαλνύ θαη λα ηα θπιαθίδεη ζηα ππόγεηα ηνπ θάζηξνπ. Ο Φνπζθό-Γξάθνο έπεζε κε ηα κνύηξα ζην θαγεηό. Καη νη δύν πξνζπαζνύζαλ λα δηώμνπλ ηα ρξώκαηα απ’ ηνλ νπξαλό.
Ζ κάγηζζα Καζζάλδξα άξρηζε λα παξαγεκίδεη ηα κπαιόληα κε ηα ρξώκαηα ηνπ νπξαλνύ θαη λα ηα θπιαθίδεη ζηα ππόγεηα ηνπ θάζηξνπ. Ο Φνπζθό-Γξάθνο έπεζε κε ηα κνύηξα ζην θαγεηό. Καη νη δύν πξνζπαζνύζαλ λα δηώμνπλ ηα ρξώκαηα απ’ ηνλ νπξαλό. Ο Θενδώξ θαη ν Εαραξήο απνθαζίδνπλ λ’ αθνινπζήζνπλ ην πην ιακπξό απ’ ηα νπξάληα ηόμα. Απηό ηνπο νδεγεί ζην βνπλό πνπ είλαη ην θάζηξν ηεο Μάγηζζαο Καζζάλδξαο θαη ηνπ ΦνπζθόΓξάθνπ. Πηαζηήθαλ από ην ρέξη γηα λα δείμνπλ πόζν κεγάιε είλαη ε θηιία πνπ ηνπο ελώλεη. Σην δξόκν η’ άιια παηδηά ηνπο θνηηνύζαλ μαθληαζκέλα, παξαμελεκέλα θαη ηνπο δήιεπαλ ιηγάθη;… Άξρηζαλ ζηγά ζηγά, δεηιά δεηιά λα ξσηνύλ ηνπο δπν θίινπο
-Να ‘ξζνύκε καδί ζαο; -Να γίλνπκε θίινη; Ζ απάληεζε θπζηθά είλαη… δελ ρξεηάδεηαη απάληεζε. Κη όιν κεγάισλε ε παξέα. Κη όιν ν νπξαλόο γέκηδε θσο θαη ρξώκαηα, θη όιν ηα
ζπίηηα άξρηζαλ λα γίλνληαη ραξνύκελα, νη δξόκνη θαζαξνί λα κνζρνβνινύλ κε αξώκαηα θαη ρξσκαηηζηά ινπινύδηα. Κη όζν ε παξέα κεγάισλε θαη αλεβαίλεη ζην βνπλό, ηόζν ε Μάγηζζα Καζζάλδξα γέκηδε κπαιόληα θη όιν ν Φνπζθό-Γξάθνο ηξώεη αζηακάηεηα.
Πίζσ ζηα ζρνιεία ηώξα, όηαλ νη δάζθαινη κπήθαλ ζηηο ηάμεηο… θξύνο ηδξώηαο ηνπο έινπζε, ηξόκαμαλ. Ούηε έλα, κα νύηε έλα παηδί κέζα ζηελ ηάμε. Γηα πξώηε θνξά βγήθαλ από ηηο ηάμεηο ηνπο, πιεζίαζαλ ν έλαο ηνλ άιιν θαη… -Δεεε θαιεκέξα. -Δεεε θαιεκέξα. Δεεε θαιεκέξα. Καιεκέξα. Καιεκέξα…. Κη’ άξρηζαλ λα ξσηνύλ ν έλαο ηνλ άιιν
-Πνύ είλαη ηα παηδηά; -Πνύ είλαη ηα παηδηά; -Πνύ είλαη ηα παηδηά;
Απηό ην ελδηαθέξνλ, ε αγσλία, ε πεξηέξγεηα ηνπο γέκηζε ηελ θαξδηά ηνπο κε αηζζήκαηα. Πξώηε θνξά ζηελ δσή ηνπο ληώζνπλ πεηαξίζκαηα, θηεξνπγίζκαηα, θάηη δεζηό ζηε κεξηά ηεο θαξδηά ηνπο. Απηά. Απηά ηα παηδηά πνπ ράζεθαλ ηνπο έθαλαλ λα αηζζαλζνύλ…
Οη ηνίρνη, μαθληθά, καγηθά αλνίγνπλ. Φσο κπαίλεη ζην ζρνιείν θαη όζν νη δάζθαινη ληώζνπλ, αηζζάλνληαη, αγσληνύλ ηόζν ηα παξάζπξα κεγαιώλνπλ θαη πιεκκπξίδνπλ θσο θαη ρξώκα. Τόζν ν θαζαξόο αέξαο γεκίδεη ην ρώξν θαη λα… κπξίδεη, θηιία, επηπρία, ραξά, αγάπε. Να … επσδηάδεη θξανπιηά, αγηόθιεκα, θεξαζηά, πνξηνθαιηά, αριαδηά, ηξηαληαθπιιηά. Κη όζν γέκηδε ην ζρνιείν αξώκαηα ηόζν γθξεκίδνληαη νη άραξνη ηνίρνη ,ηόζν κεγαιώλεη ε ειπίδα, ηόζν ράλεηαη ε αζρήκηα. Ζ αγσλία ησλ δαζθάισλ άξρηζε λα γίλεηαη πεξηέξγεηα, βγαίλνπλ ζηελ απιή παξέεο παξέεο ζπζηήλνληαη θαη αξρίδνπλ λα… απιή είλαη
γεκάηε ρόξηα, ινπινύδηα, δέληξα, ζάκλνπο, έληνκα λα δνπδνπλίδνπλ, πνπιηά λα θειαεδνύλ. Χάρλνπλ ηα παηδηά. ΑΚΟΥΣΤΔ.
Κάπνηνο απ’ όινπο άθνπζε… ραξνύκελα ηξαγνύδηα, γέιηα, θσλέο γεκάηεο ραξά. Ακέζσο απνθάζηζαλ λ’ αθνινπζήζνπλ ηνπο ήρνπο. Κάζε ηόζν θαη κηα θαηλνύξγηα έθπιεμε ηνπο πεξίκελε. Ο νπξαλόο γεκάηνο ρξώκαηα, ηα ζπίηηα αληί γηα θάγθεια είραλ ινπινύδηα, νη δξόκνη ρσξίο ζθνππίδηα θνξησκέλνη κε δέληξα. Τ’ απηνθίλεηα λα έρνπλ εμαθαληζηεί.
Οη άλζξσπνη ρακνγειαζηνί, ραξνύκελνη, επηπρηζκέλνη λα κεηαθηλνύληαη κε ηξαίλα, κε ιεσθνξεία, κε ηξόιετ, κε ην κεηξό. Οη δάζθαινη βξήθαλ πνιύ εύθνια ην πέξαζκα ησλ παηδηώλ θαη η’ αθνινύζεζαλ. Αο πάκε ζηα παηδηά. Με ηξαγνύδηα θαη ραξνύκελεο θσλέο θηάλνπλ ζην θάζηξν. Δθεί βξίζθνπλ ηε κάγηζζα Καζζάλδξα πεζκέλε θάησ ιηπνζπκηζκέλε από ηελ θνύξαζε θαη ηελ πξνζπάζεηα λα γεκίζεη ηα κπαιόληα, κε όια ηα θαιά. Ο Φνπζθό-Γξάθνο μαπισκέλνο ζην πάησκα ζθαζκέλνο απ’ ην πνιύ θαΐ. Τα κπαιόληα ζηξηκσγκέλα ζην ππόγεην ζθάζαλε… ην θάζηξν πεηάρηεθε ζηνλ νπξαλό. Ζ επηπρία, ε ραξά, ην θέθη, ηα γέιηα, ε αγάπε πιεκκύξηζαλ ηα πάληα ζηνλ θόζκν.
Με ην πνπ θαηαζηξάθεθε ην θάζηξν, ηα παηδηά κε αξρεγνύο ηνλ Θενδώξ θαη ηνλ Εαραξή ζθάζαλε ζηα γέιηα. Μόιηο είδαλ ηε κάγηζζα Καζζάλδξα θαη ην Φνπζθό-Γξάθν όξκεζαλ κε νξκή θαη θόξα επάλσ ηνπο θαη άξρηζαλ λα… ηνπο αγθαιηάδνπλ, λα ηνπο θηινύλ, λα ηνπο ραξίδνπλ ινπινύδηα θαη ζνθνιαηάθηα, λα ηνπο γαξγαινύλ, λα ηνπο ηξαγνπδνύλ ηξαγνύδηα, λα ηνπο δείρλνπλ ηη είλαη αγάπε. Σηε ζέζε ηνπ θάζηξνπ εκθαλίζηεθε έλα… θάηη ηη. Ζ θνηιηά ηνπ δξάθνπ έγηλε ηζνπιήζξα, θαη θάζε θνξά πνπ ηα παηδηά θαηέβαηλαλ κε θσλέο ν Φνπζθό-Γξάθνο έζθαγε ζηα γέιηα, ελώ ε κάγηζζα Καζζάλδξα κε ηα καγηθά ηεο θόιπα κνίξαδε καιιί ηεο γξηάο, γιεηθηηδνύξηα, ραξά, επηπρία.
Βέβαηα δελ μέραζε θαη ηελ παιηά ηεο ηέρλε. Πνπ θαη πνπ γέκηδε κπαιόληα κε ό,ηη θαθό πήγαηλε λα ζπκβεί, λα αο πνύκε… πνηνο ζα θάλεη πξώηνο θνηινηζνπιήζξα, πνηνο ζα πάξεη πξώηνο καιιί ηεο γξηάο, πνηνο ζα βγάιεη ηελ γιώζζα ηνπ, θαη λα ηέηνηα πξάγκαηα. Μ’ απηά γέκηδε ηα κπαιόληα θαη η’ άθελε λα πεηάμνπλ ςειά ζηνλ νπξαλό κέρξη λα ραζνύλ καθξηά ζην δηάζηεκα. Γηα λα θαλεί ην θαιό, γηα λα δείμνπκε όηη έρνπκε κεγάιν κπαιό θαη κεγάιε θαξδηά, ζα πξέπεη πνπ θαη πνπ λα γίλεηαη θαη θάηη ιίγν θαθό.
Με απηά θαη κε εθείλα νη δάζθαινη έθηαζαλ ηελ παξέα ησλ παηδηώλ. Αθνινύζεζαλ θαη νη γνλείο ην δξόκν γηα ην βνπλό. Καη νη παππνύδεο, νη γηαγηάδεο, νη ζείεο, νη ζείνη, νη λνλνί, ηα μαδέξθηα, θαη όινη όζνη δνύζαλ ζηελ πόιε. Άθεζαλ ηα γξαθεία, ηηο δνπιεηέο, ηηο ζηελαρώξηεο θαη αλέβεθαλ ζην βνπλό. Δθεί ζηήζεθε ηξηθνύβεξην γιέληη κε ραξνύκελνπο αλζξώπνπο. Και τ’ όνομα της πόλης; Σι έγινε; Έμεινε ΦΑΖΟΜΠΟΠΟΛΗ; Όχι άλλαξε. ΕΓΙΝΕ ΦΑΡΩΜΠΟΠΟΛΗ. Σα παιδιά λοιπόν αλλάζουν τον κόσμο. Σα παιδιά αλλάζουν τον κόσμο.