1452

Page 1

 04.06.2008

www.e-tipos.com

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2008 €1,30, Αρ. Φύλλου 308


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

8  1455

ΙΔΕΕΣ Λογοτεχνία για εφήβους: Μια άλλη ανάγνωση της Ιστορίας; Το βασικότερο στοιχείο που ξεχωρίζει και ορίζει την εφηβική λογοτεχνία είναι ότι οι νέοι βρίσκονται συνεχώς σε αναζήτηση ταυτότητας Από τη Μένη Κανατσούλη

Στο παρελθόν με νέους ορίζοντες

Η

λογοτεχνία για παιδιά, αλλά και για εφήβους, αντιμετωπίζεται συχνά -τουλάχιστον σε σύγκριση με τη λογοτεχνία των ενηλίκων- ως ένα είδος που εμπεριέχει λίγο πολύ παιδαγωγικό περιεχόμενο, διδακτισμό και μηνύματα. Αυτό γίνεται ακόμη εμφανέστερο στο ιστορικό μυθιστόρημα στο οποίο υποβόσκει ή υποθάλπεται η άποψη ότι η ιστορική πείρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά στο παρόν. Θεωρούμε ότι το ιστορικό μυθιστόρημα από τη φύση του περιέχει το στοιχείο αυτό: να προωθεί ένα είδος διδακτισμού για την αξιοποίηση στο τώρα του ιστορικού παρελθόντος, παρά τις επίμονες αντιρρήσεις των θεωρητικών της λογοτεχνίας ότι η καλή λογοτεχνία μόνο διακριτικά αφήνει να διαφανούν ιδεολογικά μηνύματα και παιδαγωγικές προθέσεις και, αντίστοιχα, παρά τη σθεναρή επιχειρηματολογία των ιστορικών ότι το ιστορικό συμβάν έχει το μοναδικό, δικό του ιστορικό χρόνο (συνεπώς δεν αξιοποιείται μελλοντικά).Ομως το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ένα προσφιλές είδος και στη λογοτεχνία για εφήβους και για ενηλίκους έχει ιδιαίτερη άνθηση, ενώ μερικοί από τους καλύτερους νεότερους συγγραφείς έχουν αναδειχθεί μέσα από αυτό. Το παράδοξο που ορίζει την αξία του, στην εποχή μας, είναι η επικαιρότητά του. Αυτή η δυνατότητά του να είναι επίκαιρο είναι κάτι διαφορετικό από το να χρησιμοποιεί την παρελθοντική ιστορική εμπειρία για να αντιμετωπιστούν, υποτίθεται, ανάλογα γεγονότα του παρόντος. Η επικαιροποίησή του επιβάλλεται από τις καινούργιες οπτικές παρουσίασης των γεγονότων, που είναι πιο κοντινές στο σημερινό έφηβο. Ετσι, ενώ με τη χρήση του παρελθόντος στο παρόν ουσιαστικά στενεύουν τα νοήματα και το περιεχόμενο του ιστορικού συμβάντος, με τις καινούργιες οπτικές διευρύνονται καθώς αναδεικνύονται και άλλες παράμετροι. Αμέσως μετά με παραδείγματα από την εφηβική λογοτεχνία θα εξηγήσω τι εννοώ. Το βασικότερο στοιχείο που ξεχωρίζει και ορίζει την εφηβική λογοτεχνία είναι ότι οι έφηβοι -πολύ περισσότερο από τα παιδιά και τους ενηλίκους- βρίσκονται συνεχώς και με ένταση σε αναζήτηση ταυτότητας, ιδεολογικής, σεξουαλικής, έμφυλης κ.λπ. Σε ένα μυθιστόρημα λοιπόν όπως «Οι Επισκέπτες» της Διδώς Σωτηρίου (1979) με το οποίο επανεγγράφεται εν μέρει η αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μαρτινέγκου δεν έχει μόνο σημασία ότι ο έφηβος αναγνώστης

παίρνει πληροφορίες για την πρώτη Ελληνίδα συγγραφέα της νεότερης λογοτεχνίας. Αυτό που κυρίως μαθαίνει, μέσα από την αντιπαράθεση του εξομολογητικού λόγου της νεκρής Ελισάβετ και της σύγχρονης κοπέλας που συνομιλεί μαζί της, είναι η δυσκολία τού να είσαι γυναίκα σε μιαν άλλη εποχή. Στοιχειώδεις δυνατότητες και ανάγκες όπως το δικαίωμα στη συνεχή μάθηση, το να αυτοδιατίθεται στο γάμο, το να αποφασίζει και να δρα ελεύθερα δεν παρέχονταν στην Ελισάβετ, και η σύγχρονη αναγνώστρια (ή αναγνώστης) διαπαιδαγωγείται έτσι στην αξία των ελευθεριών που απολαμβάνει. Κυρίως ανακαλύπτει ότι η ατομική ταυτότητα του καθενός είναι αποτέλεσμα όχι μόνον ατομικών διεργασιών αλλά και των ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών. Τα σύγχρονα ιστορικά μυθιστορήματα φέρνουν στο φως ζωές ανθρώπων ή ομάδων που άλλοτε ήταν παραγνωρισμένες ή παρεξηγημένες. Τι θα μπορούσε να αφηγηθεί άραγε ένας μικρός Θηβαίος που καταστράφηκε η πόλη του από το στρατό του Μεγαλέξανδρου, που σκοτώθηκαν οι γονείς του και ο ίδιος έγινε δούλος; Αυτή την άλλη οπτική αποπειρώνται να αναπαραστήσουν στο «Ενα κουκούτσι στο στρατό του Μεγαλέξανδρου» οι Παντελής Σταματελόπουλος και Mαρία Hλιοπούλου (2002). Η αφήγηση, μέσα από τη σταδιακή ωρίμανση του νεαρού ήρωα, δεν υιοθετεί το μίσος ως στάση ζωής. Παρά τη σκληρότητα της ζωής του και τη μοναξιά του, μαθαίνει να κατανοεί και να δέχεται τον άλλο «Το χθες του έρωτα» της Ηρώς Παπαμόσχου (2002) μιλά για τη δύσκολη περίοδο της δικτατορίας. Τα γεγονότα της Αντίστασης συναρπάζουν και συγκινούν για την κοντινή ιστορικότητά τους, αυτό όμως που κυρίως αιχμαλωτίζει τον έφηβο αναγνώστη είναι ότι διαπαιδαγωγείται στην ιδέα ότι πίσω από τον ηρωισμό κρύβονται απλοί άνθρωποι που δρουν έτσι γιατί τους αρέσει να ονειρεύονται, να ερωτεύονται και να ελπίζουν. Κυρίως εξοικειώνεται με την ιδέα ότι η ερωτική έλξη, το κάλεσμα του σώματος, μπορεί να δώσουν ώθηση για μεγαλειώδεις πράξεις, αλλά και για την ανακάλυψη του βαθύτερου εαυτού. Αυτό το τελευταίο θεωρώ ότι αποτελεί την ουσιαστική προσφορά του σύγχρονου ιστορικού μυθιστορήματος για εφήβους, αλλά ίσως και κάθε καλής λογοτεχνίας. Η Μένη Κανατσούλη είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Tμήμα Eκπαίδευσης και Aγωγής στην Προσχολική Hλικία (TEAΠH) του Πανεπιστημίου Aθηνών.


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

1455  9

Το σύγχρονο ιστορικό νεανικό μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται από υποχώρηση του εθνικισμού χωρίς να πλήττεται η εθνική συνείδηση Από τον Γιώργο Παπαντωνάκη

Iστορία χωρίς αγκυλώσεις

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

«Aν μόνο τα ποιήματα επιζούσαν, ύστερα από μια γενική καταστροφή», υποστηρίζει ο Σαχτούρης σε συνέντευξή του, «απ’ αυτά και μόνο θα μπορούσαμε να ανασυνθέσουμε την Ιστορία της ανθρωπότητας». Νεότερες έρευνες απέδειξαν ότι η Ιστορία εμπεδώνεται με κατάλληλες λογοτεχνικές εμπειρίες, επειδή η λογοτεχνία ως μετακώδικας μεταβιβάζει διαπολιτισμικά μηνύματα και μεταμορφώνει τις χρονολογίες σε Ιστορία. Μολονότι το ιστορικό μυθιστόρημα δεν θεωρείται ντοκουμέντο, είναι φορέας ιστορικότητας. Οι ιστορικές συνθήκες επηρεάζουν αναμφισβήτητα την παραγωγή ιστορικών λογοτεχνημάτων, τα οποία δεν αποτελούν πρωτογενές ιστορικό υλικό. Η πρόσληψη των συνθηκών αυτών από ένα λογοτέχνη θέτει θέμα αντικειμενικότητας του ιστορικού μυθιστορήματος, όπως αποδεικνύει η πρόσληψη της Αλωσης της Κωνσταντινούπολης από συγγραφείς νεανικών κειμένων, συγκριτικά με τις πηγές και τα διδακτικά εγχειρίδια. Μολονότι στενότατη η σχέση ιστορικού μυθιστορήματος-Ιστορίας, οι στόχοι ενός συγγραφέα διαφοροποιούνται από του ιστορικού, που, με την ιστορική διήγηση, προσπαθεί να ανασυγκροτήσει «αντικειμενικά» μια ιστορική εποχή, αναζητώντας αίτια-συνέπειες, διερμηνεύοντας ιστορικές συμπεριφορές. Ο συγγραφέας, αντίθετα, ανασυνθέτει τη φυσιογνωμία μιας εποχής, με κρισιμότερο σημείο την εξισορρόπηση Ιστορίας-μύθου. Η υπερτέρηση της πρώτης αφαιρεί τη λογοτεχνικότητα του μύθου, η προτεραιότητα του δεύτερου, λόγω υποκειμενικότητας, μειώνει την αξιοπιστία του. Ο/η συγγραφέας διατηρεί τον ιστορικό πυρήνα, προχωρεί στη μυθοπλασία, προβάλλει τα θετικά σημεία, υπαινίσσεται ή «αποσιωπά» τα μελανά. Αποδίδει την ιστορική ατμόσφαιρα, παραθέτει ντοκουμέντα ή καταγγελτικά κείμενα (Ζ. Σαρή «Τα χέγια»), διαμορφώνει την ιστορική μυθοπλασία σε συγκινητικό νεανικό ανάγνωσμα, ευαισθητοποιεί και συμβάλλει στην ενίσχυση της εθνικής (αλλά και της οικουμενικής) συνείδησης και υποδεικνύει μια νέα ανάγνωση της Ιστορίας, με τη μυθιστορηματική επανεγγραφή της. Το σύγχρονο ιστορικό νεανικό μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται, μάλιστα, από υποχώρηση εθνικιστικών τάσεων και βαθμιαία άμβλυνση ενός φρονηματισμού, χωρίς να πλήττεται η εθνική συνείδηση. Αλλωστε, το ιστορικό μυθιστόρημα δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ιστορική αλήθεια αλλά για την

ψυχολογική πιστότητα και εναρμόνιση των χαρακτήρων με τις ιστορικές συνθήκες, ώστε ως ιστορικοκοινωνικοί τύποι να αναπαριστάνουν ιστορικές δυνάμεις της εποχής τους. Ετσι, από άτομα ανάγονται σε σύμβολα εθνικά, καθώς η ατομικότητά τους εξαίρει το λαό που εκπροσωπούν. Και, επειδή στόχος του συγγραφέα είναι να προβληθούν ως παράδειγμα οι με ανιδιοτελή κίνητρα ήρωες για να «ξαναζήσουν» οι αναγνώστες όσα εκείνοι έζησαν και τους οδήγησαν στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό, το ιστορικό εφηβικό μυθιστόρημα ξεπερνάει την εποχή του. Είναι η ιστορία του ανθρώπινου γένους, ιδωμένη μέσα από επιμέρους εθνικές λογοτεχνίες για νέους. Οι ήρωες του δεν είναι μια τυπική εθνική αντιπροσώπευση αλλά μια οικουμενική οντότητα, επειδή αγωνίζονται για πανανθρώπινες διεκδικήσεις. Η ιστορική μυθοπλασία αποτελεί σημαντικό όργανο των συγγραφέων, για να τονώσουν την εθνική συνείδηση και με τα ιστορικά δεδομένα να (επαν)εξετάσουν το παρελθόν. Η ανάπλαση του παρελθόντος μέσω του ιστορικού μυθιστορήματος βοηθάει στην κατανόηση του παρόντος και στην ενατένιση του μέλλοντος. Εξάλλου, το νεανικό ιστορικό μυθιστόρημα εφοδιάζει τον αναγνώστη με ανθρωπιστικές λεπτομέρειες, που παραλείπονται στα ιστορικά εγχειρίδια και αποτελούν μέρος πολιτισμικών μηνυμάτων. Ο συγγραφέας οργανώνει τις λεπτομέρειες, ερμηνεύοντας ιστορικά συμβάντα και εγείροντας ζητήματα ηθικοποίησης της Ιστορίας που, όπως αποδεικνύουν σχετικές έρευνες, αναπαρίσταται πάντοτε με μία ηθική διάσταση. Αποφεύγονται ή μετριάζονται βίαιες όψεις της, επειδή η αναζήτηση της «αλήθειας» είναι θέμα ηθικό. Αμβλύνονται τα ιστορικά δεδομένα, προκειμένου να ηθικοποιηθούν. Ο έφηβος αναγνώστης βλέπει τις συγκρούσεις «αιτιοκρατικά», αναζητά την αλήθεια, εισχωρεί στα γεγονότα με τη φαντασία του και αισθάνεται ότι συμμετέχει στη δράση. Η χρήση, επομένως, ιστορικών μυθιστορημάτων στη μελέτη/διδασκαλία της Ιστορίας ευνοεί την πληρέστερη κατανόησή της. Ιδιαίτερα, όταν το μυθιστόρημα έχει πρωταγωνιστή έφηβο με πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ο έφηβος αναγνώστης αισθάνεται ότι εμπλέκεται στην ιστορία. Ο Γιώργος Παπαντωνάκης είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 5 Αυγούστου 2007

12  1455 Αυτοβιογραφία

Η νεανική παρέα από τη Βραζιλία που κήρυξε τον πόλεμο στη γαλλική κουλτούρα και στην εμπορευματοποίηση που έφερνε η αμερικανική ποπ μουσική Από τη Σίσσυ Παπαδάκη

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Το μουσικό κίνημα του «τροπικαλίσμο»

Μπραζίλ-Μια ιστορία μουσικής και επανάστασης ΚΑΕΤΑΝΟ ΒΕΛΟΖΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ�ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΟΦΩΛΙΑΣ ΗΛΕΚΤΡΑ ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ � ��

Μ

ουσική υπόκρουση στα ρεπορτάζ για το καρναβάλι του Ρίο, τραγούδια που τα χαρακτηρίζουμε «λάτιν» γενικώς… Η βραζιλιάνικη μουσική είναι πολλά περισσότερα από αυτά κι ένα μικρό μόνο μέρος της έχει καταφέρει να γίνει γνωστό πέρα από τα σύνορα της χώρας, παρόλο που δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως η Βραζιλία διαθέτει τόσους τρόπους να εκφράζεται μουσικά, ώστε θα μπορούσε να προσφέρει κάθε χρόνο

ένα καινούργιο τραγούδι, ένα νέο ρυθμό, ένα διαφορετικό χορό. Η Βραζιλία, «ένας αχανής και ρευστός κόσμος» γράφει ο Καετάνο Βελόζο, «που φέρει το όνομα μιας ουτοπικής νήσου, την οποία είχαν φανταστεί οι Ευρωπαίοι κατά το Μεσαίωνα». Εκεί, από το 16ο αιώνα, συναντιούνται ευρωπαϊκές, αφρικανικές και ινδιάνικες παραδόσεις και συγχωνεύονται ιδανικά… Στη Μπαΐα, την περιοχή με τις πιο έντονες αφρικανικές καταβολές, λίγο μετά την έκρηξη της μπόσα νόβα και λίγο πριν από την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας στις αρχές της δεκαετίας του ’60, μία παρέα νεαρών, ενθουσιασμένη με τα τραγούδια του Ζοάο Ζιλμπέρτο, εντυπωσιασμένη από την ανταπόκριση που έχουν οι Μπιτλς, εξαιρετικά μορφωμένη και πολιτικοποιημένη προσπαθεί να δημιουργήσει έναν ήχο ελεύθερο και διεθνή. Ετσι γεννιέται το κίνημα του «τροπικαλίσμο», που κατά τον Καετάνο Βελόζο, τον πιο γνωστό σε μας -μαζί με τον Ζιλμπέρτο Ζιλ- εκπρόσωπό του, επιδίωκε να προβληθεί ως μια έκφραση του θριάμβου επί δύο αντιλήψεων: Επρεπε να καταπολεμηθεί πριν απ’ όλα η διάχυτη πεποίθηση ότι η εκδοχή της επιχειρηματικής δραστηριότητας δυτικού τύπου, που προσέφερε η αμερικανική ποπ μουσική και η μαζική κουλτούρα, δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει και απελευθερωτικά. Κι εξίσου επείγον φαινόταν το να αποτυπωθεί η αποστροφή που ένιωθαν αυτοί οι νεαροί για τον εξευτελισμό που εκπροσωπούσε η συνθηκολόγηση με τα συμφέροντα των κυρίαρχων ομάδων. Αυτή η ομάδα «νέων ανθρώπων που έπαιζαν μουσική για διασκέδαση και αποφάσισε τελικά να αξιώσει ένα πιο μεγάλο

νόημα μέσα από την εξέλιξη της καριέρας του καθενός» πρωταγωνιστεί στη βιογραφία του συνθέτη, στιχουργού και τραγουδιστή. Γεννημένος το 1942 σε μια πολυμελή οικογένεια με καλλιτεχνικές ανησυχίες, ο Βελόζο αρχικά δεν ήξερε αν τα ποικίλα ενδιαφέροντά του και τα πολλά βιβλία που διάβαζε θα τον έκαναν μουσικό, σκηνοθέτη ή ζωγράφο. Το δρόμο προς το τραγούδι τού τον άνοιξε η μικρότερη αδελφή του Μαρία Μπετάνια, ξεκινώντας πρώτη μια λαμπρή καριέρα. Μαζί με το συνομήλικό του Ζιλμπέρτο Ζιλ την ακολουθούν στο Σάο Πάολο. Δύο είναι οι κυρίαρχες τάσεις της εποχής: από τη μία εκείνοι που γοητεύονταν από κάθε τι το οποίο εισήγαγε η μουσική βιομηχανία, από την άλλη όσοι επέμεναν φανατικά στη διατήρηση των βραζιλιάνικων μουσικών παραδόσεων. Ο Καετάνο και οι μουσικοί και διανοούμενοι φίλοι του, συνδυάζοντας τους ήχους της μπόσα νόβα και της κλασικής βραζιλιάνικης μουσικής με ηλεκτρικές κιθάρες και ποπ ρυθμούς, ήρθαν σε σύγκρουση και με τις δύο αυτές πλευρές και προκάλεσαν την οργή τόσο των αμερικανόφιλων όσο και των εθνικιστών. Κατάφεραν να σκανδαλίσουν τόσο τη Δεξιά -κάτι που πλήρωσαν αργότερα με φυλακή και εξορία- όσο και την οργανωμένη Αριστερά, η οποία τους κατηγόρησε για προδοσία, εμπορευματοποίηση και έλλειψη σεβασμού στις αισθητικές αρχές της. Μεταξύ των ελάχιστων, αρχικά, υποστηρικτών των τροπικαλίστας ήταν ένας κύκλος ποιητών, που στα μέσα της δεκαετίας του ’50 δημιούργησαν το κίνημα της «συγκεκριμένης ποίησης»: μια μοντερνιστική απόπειρα, η οποία είχε και αυτή προκαλέσει την οργή των τοπικι-

στών ομότεχνών τους. Η καλλιέργειά τους και το επίπεδο των επιχειρημάτων τους, η κοινή τους πεποίθηση πως «κάθε μοντερνισμός αποδεικνύεται αγώνας εναντίον της απαρχαίωσης ενός παρελθόντος τόσο όμορφου που έχει φτάσει στο χείλος της κοινοτοπίας» και πως ένας καλλιτέχνης οφείλει να μην υποκύπτει στον εκχυδαϊσμό που αναζητεί έτοιμες συνταγές. Ολο αυτό το πλέγμα νέων ιδεών, ο Βελόζο το υιοθέτησε αμέσως κι έτσι μετατράπηκε, όπως ο ίδιος το διατυπώνει, από «απλό τραγουδιστή του ραδιοφώνου» σε «στρατιώτη σ’ έναν πόλεμο που απαιτούσε ν’ αποσαφηνιστούν στοιχειώδη ζητήματα». «Απλός τραγουδιστής του ραδιοφώνου» βεβαίως δεν υπήρξε ποτέ. Είναι εντυπωσιακό και απρόσμενοπως από τις πρώτες σελίδες της αυτοβιογραφίας του εντάσσει στην αφήγησή του απόψεις για τον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία, τη μουσική βιομηχανία, τη διαφήμιση, την πολιτική, τον Γκοντάρ, τον Προυστ, τους προβηγκιανούς ποιητές, τον Πάουντ ή ακόμα και για την πρόσφατη «σύγκρουση των πολιτισμών» του Χάντιγκτον. Είναι διπλά εντυπωσιακό, αν έχεις ακούσει τον Βελόζο να τραγουδάει. Το βιβλίο του, κατάφορτο από νοήματα, έχοντας την τάση να μετατρέπεται συχνά σε δοκίμιο, κυλάει παρόλα αυτά σαν τραγούδι. Τι παράξενο για τα δικά μας δεδομένα: ένας τραγουδιστής που στοχάζεται και που αντί να παίξει το χαρτί του εμπειροτέχνη θεωρεί την παιδεία και το στοχασμό προϋπόθεση της δουλειάς του… Η Σίσσυ Παπαδάκη είναι δημοσιογράφος


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 6 Απριλίου 2008

ΒΙΒΛΙΟET2  47

Νεαρός δημοσιογράφος επιχειρεί να ξαναφέρει στην επικαιρότητα έναν από χρόνια αποσυρμένο και τυφλό ζωγράφο και παρασύρεται στον σκοτεινό και γεμάτο εκπλήξεις κόσμο του

Αρωμα ζωγραφικής Το μυθιστόρημα «Εγώ και ο Καμίνσκι», που κυκλοφόρησε πρόσφατα, έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα της συγγραφικής παραγωγής του Κέλμαν. Ωστόσο, αν και προηγήθηκε της μεγάλης του επιτυχίας, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί αντάξιό της. Βέβαια, τα προτερήματα της γραφής του φανερώνονται σε Εγώ και ο Καμίνσκι αρκετές από τις σελίδες του βιβλίου, ΝΤΑΝΙΕΛ ΚΕΛΜΑΝ όμως ο συγγραφέας μοιάζει εδώ να ΜΤΦΡ. ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΣΜΑΣ έχει μπλεχτεί σε μια ιστορία που δεν ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ���� οδηγεί πουθενά. Ο πρωταγωνιστής ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ ���,�� του, ο δημοσιογράφος Σεμπάστιαν Τσέλνερ, σε μια κρίσιμη καμπή της Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΑΣΤΕΡΙΟΥ προσωπικής του ζωής (η συμβία του έχει αποφασίσει να τον εγκαταλείψει τριανταδυάχρονος Γερ- οριστικά και του δίνει κυριολεκτικά μανός συγγραφέας Ντά- τις βαλίτσες στο χέρι), προσπαθεί να νιελ Κέλμαν συστήθηκε δώσει μια ώθηση στη φθίνουσα καστο ελληνικό κοινό με ριέρα του αναλαμβάνοντας να γράψει το παγκόσμιο μπεστ σέ- ένα βιβλίο για το ζωγράφο Μάνουελ λερ του «Η μέτρηση του Καμίνσκι που ζει αποτραβηγμένος, κόσμου». Εκεί περιγράφονται οι περι- τυφλός και ξεχασμένος απ’ όλους. πέτειες δύο διάσημων επιστημόνων Το στοίχημα που θα ξαναφέρει το του 19ου αιώνα, του Χούμπολντ και ζωγράφο στον αφρό της επικαιρότου Γκάους, στην προσπάθειά τους τητας και θα χαρίσει παράλληλα στο να συλλάβουν με τα εργαλεία της νεαρό δημοσιογράφο την επιτυχία επιστήμης τους την απεραντοσύνη έχει να κάνει με την αποκάλυψη κάτου κόσμου, να τιθασεύσουν στο ποιων λεπτομερειών τόσο από την ενδιαφέρουσα καλλιτεχαρτί, σε μια γραμμή ή σε μια χνική πορεία του Καμίνσκι εξίσωση αυτό που εξαρχής όσο και από τη σχέση του φαίνεται απλώς απροσμέτρητο. Οσο κι αν στο βιβλίο με κολοσσούς της τέχνης, εκείνο είχαμε στην πραγΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ όπως ο Ματίς. Η γνωριμία ματικότητα να κάνουμε με τους ωστόσο αφήνει μια στυφή γεύση στον αναγνώδύο παράλληλες ιστορίες που ελάχιστα τέμνονταν, όσο κι αν ο στη: ο Καμίνσκι είναι ένας υπέρσυγγραφέας είχε οικειοποιήσει δη- γηρος, δύσκολος, σχεδόν αφασικός μιουργικά ολόκληρα κομμάτια από τύπος με τον οποίο ο δημοσιογράφος τον «Κόσμο» του Χούμπολντ, το μυ- δυσκολεύεται να επικοινωνήσει θιστόρημά του ξεχώρισε κυρίως για πραγματικά και να εκμαιεύσει όσα τον πρωτότυπο, πλάγιο τρόπο με τον προσδοκάει για το ρεπορτάζ του. οποίο είναι γραμμένο, την πλούσια Ενα υποβόσκον μυστήριο φαίνεται δράση του αλλά και τους ζωντανούς, να υπάρχει στη σχέση τους, μένει δυνατούς διαλόγους του. Ηταν ομο- όμως τόσο θολό και δυσεξήγητο που λογουμένως μια απ’ τις καλύτερες εν τέλει δεν επιτείνει την αγωνία και στιγμές της ακμάζουσας λογοτεχνί- αποτυγχάνει να λειτουργήσει προς ας των θετικών επιστημών, που έχει όφελος του βιβλίου. Η φιγούρα της συνήθως στον πυρήνα της κάποιον μυστηριώδους κόρης του ζωγράεπιστήμονα που μάχεται με όπλο την φου, όσο και αυτή της πάλαι ποτέ ανθρώπινη σκέψη. ερωμένης του, μένουν μετέωρες και

O

Ξένη

πλημμελώς σχηματισμένες. Από το σημείο δε που ο Τσέλνερ πληρώνει την οικονόμο για να τον αφήσει μόνο του στο σπίτι με τον καλλιτέχνη, η ιστορία που ξεδιπλώνεται αρχίζει να θυμίζει εντυπωσιακά γνωστή χολιγουντιανή ταινία όπου ο τυφλός πρώην συνταγματάρχης φεύγει συνοδεία νεαρού στην αναζήτηση περιπέτειας. Ολα μοιάζουν εντυπωσιακά με την ταινία που χάρισε στον Αλ Πατσίνο το Οσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου: η αναζήτηση του αγοραίου έρωτα από το μέχρι πρότινος εσώκλειστο γηραιό άνδρα, η επίσκεψη σε κεντρικά πρόσωπα του παρελθόντος του, η επεισοδιακή εξέλιξη και κατάληξη του ταξιδιού... Το παράλληλο δράμα που παίζεται στη διαπροσωπική σχέση του δημοσιογράφου και αφορά στη φίλη του, θα μπορούσε να λειτουργεί αντιστικτικά προς την κυρίως υπόθεση, αλλά δυστυχώς δεν συμβαίνει ούτε αυτό. Θα πρέπει βεβαίως να σημειωθεί πως οι τελευταίες διαλογικές σκηνές στο σπίτι της πρώην γυναί-

κας του Καμίνσκι είναι τόσο μεστές νοήματος και τόσο εξαιρετικά γραμμένες που αποζημιώνουν ως ενός σημείου τον υπομονετικό αναγνώστη και προοικονομούν την πορεία του συγγραφέα που θα λάμψει στο επόμενο βιβλίο του. Από τον «Καμίνσκι» ως τη «Μέτρηση του κόσμου» ο Κέλμαν έχει κάνει ένα μεγάλο βήμα μπροστά αξιοποιώντας στο έπακρο το ταλέντο και τις ικανότητές του.

Εχοντας τη δυνατότητα να διαβάσουμε στα ελληνικά το προτελευταίο λογοτεχνικό του πόνημα, μπορούμε πλέον να το διαπιστώσουμε και με τα ίδια μας τα μάτια. Ο Χρήστος Αστερίου είναι συγγραφέας. Το μυθιστόρημά του «Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

Aπόσπασμα «Ξαναμπήκα στην κουζίνα. Ο Καμίνσκι κρατούσε στα χέρια μολύβι και μπλοκάκι. Είχε γύρει το κεφάλι στον ώμο, με το στόμα ανοιχτό· έμοιαζε σαν να ονειρευόταν ή να άκουγε κάποιον προσεκτικά. Μόλις έπειτα από αρκετά δευτερόλεπτα πρόσεξα ότι σχεδίαζε. Το χέρι του γλιστρούσε αργά πάνω στο χαρτί: ο δείκτης, ο παράμεσος και ο μικρός ήταν τεντωμένοι, ο αντίχειρας και ο μέσος κρατούσαν το μολύβι. Τραβούσε μονοκοντυλιά έναν στρόβιλο, ο οποίος, σε μερικά φαινομενικά τυχαία σημεία, σχημάτιζε μικρούς κυματισμούς. “Ξεκινάμε;” ρώτησε. Κάθισα δίπλα του. Τα δάχτυλά του στράβωσαν, στη μέση του φύλλου σχηματίστηκε ένας λεκές. Εκανε μερικές γρήγορες γραμμές με τον καρπό, έπειτα άφησε το μπλοκάκι στο πλάι».


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

48  βιβλίο

Iδέες Εκσυγχρονισμός: Η διαρκής πρόκληση Συλλογή κειμένων από δώδεκα επιστήμονες για την οκταετία Σημίτη, τις επιτυχίες και τις αδυναμίες του εκσυγχρονιστικού σχεδίου, το διακύβευμα του οποίου παραμένει επίκαιρο

Η πρόκληση του εκσυγχρονισμού ΕΠΙΣΤ. ΕΠΙΜ. ΚΕVIN FEATHERSTONE MΤΦΡ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ OKTΩ ���� ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ ���,��

Του ΣΩΤΗΡΗ ΒΑΝΔΩΡΟΥ

Σ

το σύγχρονο πολιτικό λεξιλόγιο ο «εκσυγχρονισμός» ταυτίστηκε με την περίοδο Σημίτη. Ηταν άλλωστε η λέξη με την οποία ο πρώην πρωθυπουργός συμπύκνωσε συνθηματικά το πολιτικό του σχέδιο, έγινε δημοφιλής στην κοινή γνώμη, επικράτησε στο εσωκομματικό πεδίο και κατήγαγε τις εκλογικές επιτυχίες του. Το παράδοξο είναι, όπως σημειώνει ο καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής Χρήστος Λυριντζής στην υπό παρουσίαση συλλογή μελετών, ότι σχεδόν αμέσως μετά την οκταετή του διακυβέρνηση το εκσυγχρονιστικό σχέδιο σχεδόν εξαφανίστηκε από την πολιτική σκηνή. Και βέβαια, πρώτο από όλους το εγκατέλειψε το ίδιο του το κόμμα. Αλήθεια, έχει κάτι καλύτερο να παρουσιάσει σήμερα; Ο τόμος αυτός που επιμελείται ο Kevin Featherstone, διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου (LSE), έχει ως σημείο εστίασης το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα των κυβερνήσεων Σημίτη (1996-2004), αν και εκτείνεται χρονικά σε όλη την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία. Ο Featherstone μεταφέρει κατά κάποιον τρόπο τη συνολική αίσθηση που αποπνέουν τα περισσότερα από τα 12 κείμενα πανεπιστημιακών του τόμου όταν στην εισαγωγή του αξιολογεί τα αποτελέσματα της πολιτικής Σημίτη ως περιορισμένα κι επιφανειακά. Ομως, ποιο είναι το ακριβές περιεχόμενο της έννοιας του εκσυγχρονισμού; Σύμφωνα με τον Κώστα Ση-

μίτη, μπορεί να οριστεί κατ’ αρχάς με έναν πολύ γενικό τρόπο ως πολιτική αντίληψη και πρακτική και λιγότερο ως συγκεκριμένο πρόγραμμα. Γράφει στο βιβλίο του «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα» (Πόλις 2005) με το οποίο κάνει έναν αναλυτικό απολογισμό των πεπραγμένων του: «Ο εκσυγχρονισμός δεν έχει ημερομηνία λήξης. Είναι μια διαρκής πολιτική-κοινωνική διεργασία, της οποίας το αντικείμενο καθορίζεται σε κάθε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή με βάση τις αξίες και τις μόνιμες επιδιώξεις μας». Πράγματι, όπως παρατηρεί ο Λυριντζής, ο εκσυγχρονισμός στην εκδοχή Σημίτη προσδιορίστηκε κυρίως με αρνητική χροιά, περισσότερο ως εναντίωση σε προϋφιστάμενες πελατειακές σχέσεις, λαϊκιστικές πρακτικές, στον κρατισμό και τον πολιτικό συντηρητισμό, παρά εξηγήθηκε ευκρινώς το θετικό νόημά του ή αναπτύχθηκε εκτενώς θεωρητικά. Εξορθολογισμός της δημόσιας διοίκησης, χρηστή διαχείριση, τεχνοκρατική προσέγγιση, εξευρωπαϊσμός, πραγματισμός είναι λέξεις-κλειδιά που επικαλέστηκαν οι κυβερνήσεις Σημίτη και με αναφορά στις οποίες εισήγαγαν δέσμη μεταρρυθμίσεων. Από μία άποψη λοιπόν, το αίτημαεγχείρημα του εκσυγχρονισμού είναι διαρκώς επίκαιρο, ακόμη κι όταν δεν μνημονεύεται ως τέτοιο ακριβώς επειδή οι έως τώρα πολιτικές του εφαρμογές υπήρξαν ημιτελείς ή διακόπηκαν από πισωγυρίσματα. Ενώ λοιπόν σημειώθηκαν κάποιες επιτυχίες κι έγιναν ορισμένες τομές -ενδεικτικά, η εισαγωγή της Ελλάδας στην ΟΝΕ, η επιτυχής λειτουργία θεσμών όπως ο Συνήγορος του Πολίτη κ.λπ.-, δεν υπήρξαν σημαντικά μεταρρυθμιστικά αποτελέσματα π.χ. στην Παιδεία ή στην Υγεία. Επιπλέον, δεν μεταβιβάστηκαν τα όποια οφέλη της οικονομικής ανάπτυξης στα λιγότερο ευνοημένα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Αντίθετα, η ακρίβεια, η ανεργία και το φάσμα του κοινωνικού αποκλεισμού υπήρξαν οι συνθήκες που ευνόησαν την απαξίωση

της εκσυγχρονιστικής διαχείρισης στη συνείδηση εκτενών τμημάτων της κοινής γνώμης ως υπεύθυνης ή εν πάση περιπτώσει ως ανίκανης να αντιμετωπίσει τα «καθημερινά» προβλήματα. Ο Λυριντζής επίσης εύστοχα επισημαίνει ότι ήδη από την έναρξη της δεύτερης πρωθυπουργικής θητείας Σημίτη η δυναμική του «εκσυγχρονισμού» είχε σχεδόν εξαντληθεί. Μετά την είσοδο στην ΟΝΕ, δεν τέθηκε ένας στόχος μεγάλης εμβέλειας που θα μπορούσε να κινητοποιήσει το νου και τις καρδιές των πολιτών, κάτι που θα προσέφερε μια προοπτική και με το οποίο θα μπορούσαν να ταυτιστούν. Αλλωστε, δεν συγκροτήθηκε μια ηγετική ομάδα που θα αφοσιωνόταν πραγματικά στην εκσυγχρονιστική ιδέα και θα ανέπτυσσε μια συνεπή και μακρόπνοη στρατηγική. Ακόμη χειρότερα, όπως διαπιστώνει ο επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Χρήστος Παρασκευόπουλος, το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα δεν κατάφερε να βρει ισχυρά κοινωνικά στηρίγματα, μολονότι έκανε «ανοίγματα» στην κοινωνία πολιτών. Κι αυτό καθώς δεν αντιμετώπισε την έλλειψη συνεργατικής κουλτούρας και τα χαμηλά επίπεδα κοινωνικής και πολιτικής εμπιστοσύνης που παραδοσιακά υφίστανται στην Ελλάδα. Ο καθηγητής Πλάτων Τήνιος, ειδικός σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης και σύμβουλος του Κώστα Σημίτη, καταπιάνεται στο κείμενό του με την -και σήμερα εκ νέου επίκαιρη- μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, την ανά διαστήματα σχεδιαζόμενη και διαρκώς αναβαλλόμενη. Μεταξύ άλλων δείχνει πώς στον κατακερματισμό του ασφαλιστικού συστήματος αντικατοπτρίζεται ο κοινωνικός κατακερματισμός, κάτι που αποθαρρύνει τη συνεννόηση και τη συναίνεση, προϋποθέσεις της κοινωνικής αποδοχής κι επομένως της επιτυχίας μιας μεταρρυθμιστικής πολιτικής. svandoros@e-tipos.com

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Στα μισά του δρόμου η μεταρρύθμιση


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

βιβλίο  49

Από την εδραίωση της Δημοκρατίας στην «αλλαγή» και από την «κάθαρση» στο στοίχημα Σημίτη και τη σημερινή πρόκληση για επανίδρυση του κράτους

Το στοίχημα της επόμενης μέρας Του ΑΝΤΩΝΗ ΜΑΚΡΥΔΗΜΗΤΡΗ

Τέσσερις ήταν οι βασικές ιδέες που δέσποσαν στο πολιτικό σκηνικό της χώρας την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Οι ιδέες αυτές μπορεί να μην υπερκαθόρισαν δεσμευτικά τα πολιτικά διακυβεύματα. Εκφράζουν εν τούτοις, αν όχι το βαθύτερο νόημα, πάντως τη γενική κατεύθυνση και τους προσανατολισμούς. Κατά την πρώτη φάση της Μεταπολίτευσης, η πανηγυρική επάνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή το καλοκαίρι του 1974 εγκαινίασε την περίοδο όχι απλά της αποκατάστασης της Δημοκρατίας αλλά της αναθεμελίωσής της σε νέα βάθρα αποτελεσματικότερης και ποιοτικότερης οργάνωσης και λειτουργίας. Ετσι, το άνοιγμα του πολιτικού συστήματος και η νομιμοποίηση όλων των πολιτικών δυνάμεων, για πρώτη φορά έπειτα από τριάντα χρόνια, η θέσπιση νέου Συντάγματος, που ήταν το πιο σύγχρονο από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους, η κατάργηση της μοναρχίας ύστερα από διεξαγωγή πολιτειακού δημοψηφίσματος και η δρομολόγηση της ένταξης της χώρας στην τότε ΕΟΚ συνιστούσαν ένα πλέγμα σοβαρών διαρθρωτικών μεταβολών στο πολιτικό σύστημα. Εξέφραζαν συνάμα και ένα μίγμα πολιτικών επιλογών πέρα από ιδεολογικές αναγωγές και στερεότυπα. Ετσι, η έξοδος από το ΝΑΤΟ δεν απέτρεψε αλλά ενέτεινε την προσπάθεια για την ένταξη στην ΕΟΚ, ενώ η κρατικοποίηση κάποιων κοινωφελών επιχειρήσεων και οργανισμών (Ολυμπιακή, Τράπεζες κ.λπ.) δεν ανέτρεπε τη στρατηγική επιλογή της ανοιχτής οικονομίας, του κοινωνικού κράτους δικαίου και του πολιτικού φιλελευθερισμού. Φυσικά, η περίοδος εκείνη έφερε τη σφραγίδα του ιδρυτή της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας και της μοναδικής του ικανότητας για το συνδυασμό της υπεύθυνης και αποτελεσματικής διακυβέρνησης. Ιδίως η διορατική στρατηγική του επιλογή για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας αποτέλεσε έκτοτε μια σταθερά όχι μόνο στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και της

γενικότερης ανάπτυξης και του εκσυγχρονισμού στη χώρα. Στη συνέχεια η διαδοχή του Καραμανλή από τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον πιο δημοφιλή ίσως πολιτικό ηγέτη στη Μεταπολίτευση, έφερε στο πολιτικό προσκήνιο όχι μόνο νέα κοινωνικά στρώματα, αλλά και το αίτημα για τη γενική «αλλαγή» στη χώρα. Παρά την εννοιολογική της ασάφεια η νέα ιδέα, που συνάρπασε τη συλλογική φαντασία και τις προσδοκίες, ενέπνευσε μέτρα εκδημοκρατισμού, λαϊκής συμμετοχής και διαμαρτυρίας, τα οποία διεύρυναν και τα όρια νομιμοποίησης της πολιτικής. Η «κάθοδος των μαζών» μπορεί να μην οδήγησε στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της χώρας, λόγω και των επιδέξιων χειρισμών του Ανδρέα που απέφυγε τη ριζική μεταβολή των κρίσιμων πολιτικών και κοινωνικών συντεταγμένων (όπως η οικονομία της αγοράς, το κράτος δικαίου, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Εξέθρεψε όμως φαινόμενα λαϊκισμού και κρατικισμού, διεύρυνε τις πελατειακές σχέσεις, ενώ η διαφθορά στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος οδήγησε όχι μόνο στην εκτίναξη του δημόσιου χρέους, αλλά και σε μια έντονη κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού κόσμου στα τέλη του ’80. Εν τω μέσω πρωτοφανούς οξύτητας των πολιτικών αντιθέσεων, τον Παπανδρέου διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο παλαιός του αντίπαλος και ανταγωνιστής, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας και με σημαία την «κάθαρση», επιχείρησε τη δρομολόγηση μέτρων κοινωνικού και πολιτικού φιλελευθερισμού και αποκρατικοποιήσεων. Δεδομένης όμως της ισχνής κοινοβουλευτικής του πλειοψηφίας, όσο και της αστοχίας των μεταρρυθμίσεων που εξαγγέλλονταν δίχως να μπορούν να εφαρμοστούν, δεν κατάφερε να αποτρέψει την εκλογική revanche από τον Παπανδρέου και την επάνοδό του στην εξουσία το 1993.Η φυσική του όμως εξάντληση οδήγησε γρήγορα στη διαδοχή του από τον Κωνσταντίνο Σημίτη, που

δεν ήταν μόνο κορυφαίο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ αλλά είχε ήδη δώσει το στίγμα της εκσυγχρονιστικής του πρωτοβουλίας για τη γενικότερη ανασυγκρότηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής στη χώρα. Η κεντρική ιδέα του εκσυγχρονισμού, που είχε τύχει και σοβαρής θεωρητικής επεξεργασίας από τον καθηγητή Νίκο Μουζέλη, κυρίως, κυριάρχησε έκτοτε στην επιχειρηματολογία της οκταετούς διακυβέρνησης Σημίτη, αν και κάπως λιγότερο στην πρακτική της. Πράγματι, κατέστησαν δυνατές η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, ως ανώτερο στάδιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης, η συνταγματική αναθεώρηση του 2001, αλλά και η δρομολόγηση σειράς μεγάλων δημόσιων έργων, που επέτρεψαν την επιτυχή διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του

Το εκσυγχρονιστικό πρόταγμα δεν κατάφερε να λύσει μείζονα δημόσα προβλήματα, όπως το ασφαλιστικό και οι αποκρατικοποιήσεις 2004. Εν τούτοις, το εκσυγχρονιστικό πρόταγμα δεν κατάφερε να οδηγήσει στη λύση μείζονων δημόσιων προβλημάτων, όπως το ασφαλιστικό και οι αποκρατικοποιήσεις υπερχρεωμένων δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών. Ούτε πέτυχε στον αναγκαίο βαθμό τη ριζική μεταρρύθμιση του κράτους και της δημόσιας διοίκησης, παρά την εισαγωγή καινοτόμων θεσμών, όπως οι συγχωνεύσεις των κοινοτήτων και η θέσπιση ανεξάρτητων διοικητικών αρχών. Ενώ αναλώθηκε και σε συμβολικές αντιπαραθέσεις χαρακωμάτων με την Εκκλησία για το ζήτημα των ταυτοτήτων. Στο τέλος της διακυβέρνησης Σημίτη, τα αποθέματα κοινωνικής αποδοχής και νομιμοποίησης του εκσυγχρονιστικού προτάγματος, που δεν είχαν εξαντληθεί, δεν ήταν ικανά να αποτρέψουν την εκλογική του ήττα από

τον Κώστα Καραμανλή. Ο τελευταίος με βασικό σύνθημα αλλά και προγραμματική εξαγγελία την «επανίδρυση» του κράτους, που ετίθετο πλέον στο επίκεντρο του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος, άσκησε την εξουσία επί τριετία κατά τη μεταολυμπιακή περίοδο διευρύνοντας με τρόπο μετριοπαθή το ριπίδιο των μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς της δημόσιας πολιτικής από την οικονομική διαχείριση ως τα δημόσια έργα, από την ανώτατη εκπαίδευση ως τα ασφαλιστικά ταμεία. Η πρόσφατη ανανέωση της λαϊκής εντολής προς την κυβέρνησή του παρέχει την ευκαιρία της δοκιμασίας για την επιτυχία του εγχειρήματός του, υπό δυσμενέστερους ίσως όρους, λόγω και σειράς συγκυριακών παραγόντων και μεταβλητών. Εν συμπεράσματι, από τη συνοπτική επισκόπηση των ιδεών και των πρακτικών που κυριάρχησαν κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, προκύπτει ότι παρά τη συχνή εναλλαγή των συνθημάτων και των εννοιολογικών προταγμάτων, οι σταθερότεροι προσανατολισμοί στάθηκαν ο εξευρωπαϊσμός και ο εκδημοκρατισμός της χώρας. Ετσι, η συμμετοχή στο εξελισσόμενο οικοδόμημα της ευρωπαϊκής συμπολιτείας συναντά πλέον τη γενικότερη αποδοχή και νομιμοποίηση ως ιδέα και αξία. Συνάμα, ο ποιοτικός μετασχηματισμός της ίδιας της Δημοκρατίας εξακολουθεί να αποτελεί την κορυφαία πρόκληση και προοπτική. Τέλος, στο επίκεντρο των μεταρρυθμίσεων αλλά και ο δυσκολότερος στόχος τους παραμένουν ο πραγματικός εκσυγχρονισμός και η ανανέωση του κράτους. Κάτι που αν επιτευχθεί με κριτήρια την αξιοκρατία, την αποκέντρωση και την ικανότητα δομών, διαδικασιών και προσωπικού, θα ισοδυναμεί με την ουσιαστική «επανίδρυσή» του. Ο Αντώνης Μακρυδημήτρης είναι καθηγητής Διοικητικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και σύμβουλος του πρωθυπουργού για θέματα δημόσιας διοίκησης.


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 22 Ιουλίου 2007

10  1455 Ξένη λογοτεχνία Eνα βιβλίο για το γενεαλογικό δέντρο του Αδόλφου Χίτλερ το οποίο προκαλεί τους αναγνώστες όταν «αποκαλύπτεται» ότι αφηγητής είναι ο… δαίμονας

Το κάστρο στο δάσος NΟΡΜΑΝ ΜΕΙΛΕΡ ΜΤΦΡ. ΙΛΑΕΙΡΑ ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ ΕΚΔ. ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ ���

Aπό την Ελπίδα Πασαμιχάλη

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Ο αξιωματικός του διαβόλου

To νέο μυθιστόρημα του Νόρμαν Μέιλερ «Το κάστρο στο δάσος» είναι σαφώς το πιο φιλόδοξο, ίσως όμως και το πιο αμφιλεγόμενο έργο του Αμερικανού συγγραφέα. Ενα βιβλίο για το οποίο δύο εκδοχές υπάρχουν: Ή θα μαγευτεί κάποιος από την έξοχη πρόζα, την τόλμη και τη διαύγεια του 84χρονου συγγραφέα ή θα αγανακτήσει για τους ίδιους ακριβώς λόγους… Δηλαδή για το γεγονός ακριβώς ότι είναι τολμηρό, για το γεγονός ότι η τέχνη της αφήγησης μοιάζει να καταστρατηγεί κάποιες φορές τη ροή της και τέλος διότι άλλο περίμεναν και άλλο συνάντησαν. Το βιβλίο, όπως είναι στους περισσότερους γνωστό, αναφέρεται στον Αδόλφο Χίτλερ. Η πληροφορία αυτή πιθανόν καλλιεργεί την προσδοκία ότι στις σελίδες του θα υπάρχει ο ηγέτης Χίτλερ, ο άνθρωπος που καθόρισε τις τύχες της Γερμανίας και την πορεία της παγκόσμιας Ιστορίας, ο πολιτικός, ο στρατιωτικός, ο δικτάτορας. Ομως, οποία έκπληξις, στο βιβλίο αυτό ο Αμερικανός συγγραφέας δεν ασχολείται με τον ενήλικο Χίτλερ, αλλά με τον ανήλικο! Και κάτι παραπάνω. Δηλαδή ασχολείται με τον μικρό Αδόλφο πολύ πριν γεννηθεί, παρουσιάζοντας όλο το γενεαλογικό του δέντρο, ακόμη και τη στιγμή που έγινε η σύλληψή του στη μήτρα της μητέρας του! Κυρίαρχη και κυριαρχική προσωπικότητα του βιβλίου είναι ο πατέρας του Αδόλφου, ο Αλόις Χίτλερ, και δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι αυτός είναι και ο κεντρικός ήρωας. Ο πατέρας περιγράφεται ως μία προσωπικότητα με πολύ δυνατά πάθη, απολυταρχικός, σχεδόν άξεστος, με πάθος για τις γυναίκες, χωρίς ηθικούς φραγμούς. Ο Αδόλφος παρουσιάζεται ως πιθανός γόνος αιμομικτικής σχέσης, αφού η μητέρα του ήταν κατά πάσα πιθανότητα κόρη του Αλόις, την οποία και παντρεύτηκε. Το θέμα της αιμομιξίας παίζει κυρίαρχο ρόλο στο βιβλίο. Από την αρχή παρουσιάζεται η ναζιστική θεωρία, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά που γεννιούνται από αιμομικτική σχέση μπορεί να συγκεντρώνουν τα απόλυτα προτερήματα και των δύο πλευρών κι έτσι να δημιουργηθεί ο υπεράνθρωπος, μπορεί όμως να συγκεντρώνουν και τα απόλυτα μειονεκτήματα και να δημιουργηθεί ένα τέρας ή ένα άτομο με νοητικά προβλήματα. Πώς όμως ξεκινά όλη αυτή η έρευνα για το παρελθόν του Χίτλερ; Εδώ ακριβώς βρίσκεται η έκπληξη του βιβλίου και ίσως το πιο αμφιλεγόμενο σημείο του. Η έρευνα, σύμφωνα πάντα με τον Μέιλερ, ξεκινά από τον αρχηγό των S-S, τον Χάινριχ Χίμλερ, που αποφασίζει να διερευνήσει το παρελθόν του Αδόλφου Χίτλερ. Αναθέτει την έρευνα σε έναν αξιωματικό που εμφανίζεται ως ο αφηγητής του βιβλίου, με το όνομα Ντίτερ, και μας προτρέπει να τον αποκαλούμε χαϊδευτικά Ντι Τι. Και ενώ για αρκετό μέρος του βιβλίου ο αναγνώστης νομίζει ότι πρόκειται για έναν αξιωματικό των SS, στο τέταρτο βιβλίο ο ίδιος αποκαλύπτει ότι είναι αξιωματικός του… διαβόλου και ότι

δεν είναι άνθρωπος αλλά δαίμονας! Ο ίδιος ο Νόρμαν Μέιλερ αντιλαμβάνεται ότι αυτή η πρωτοφανής επιλογή θα ενοχλήσει τους αναγνώστες του και μάλιστα τους πιο μορφωμένους και γι’ αυτό την αποκάλυψη συνοδεύει ένα μικρό απολογητικό (;) κείμενο όπου επιχειρεί να τη δικαιολογήσει… Πράγμα μάλλον αδύνατο. Διότι ενώ σε μια εξ ολοκλήρου φανταστική υπόθεση η παρουσία υπερβατικών πλασμάτων μπορεί να δώσει δύναμη και γοητεία, όταν έχουμε μία ιστορική προσωπικότητα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Να δεχτούμε ότι ο Χίτλερ ήταν «όργανο του Σατανά» επί της γης και να τελειώνουμε; Η δαιμονοποίηση του Χίτλερ φαίνεται πραγματικά απλοϊκή τόσο μυθοπλαστικά, πολύ περισσότερο ιστορικά. Στην καλύτερη περίπτωση ατυχής…Για να στηρίξει μυθοπλαστικά την επιλογή, αλλά και τη θεωρία του, ο Νόρμαν Μέιλερ δημιουργεί ένα ολόκληρο μεταφυσικό οικοδόμημα, όπου μιλά για στρατιές δαιμόνων και στρατιές αγγέλων που δίνουν μάχες μεταξύ τους, ενώ συνομιλεί με τον Σατανά αλλά και το Θεό, καταλογίζοντάς του λάθη. Την ίδια στιγμή ο μικρός Χίτλερ παρουσιάζεται ως ένα παιδί σκοτεινό αλλά μάλλον αδύναμο, με πολλά μελανά σημεία στο χαρακτήρα, όπως σαδιστικές τάσεις, απωθημένα, ισχυρές φιλοδοξίες, πάθος για εξουσία. Στοιχεία που μπορεί να υπάρχουν και σε άλλα πλάσματα, αλλά δεν γίνονται φίρερ. Ισως λοιπόν η αδυναμία και όχι η δαιμονοποίηση να είναι το κλειδί. Ενας εσωτερικά αδύναμος άνθρωπος, σε θέση εξουσίας. Δεν μπορεί να μη σκεφτεί κανείς τον περίφημο «Μεγάλο δικτάτορα» του Τσάρλι Τσάπλιν. Μήπως η γελοιοποίηση ήταν ευφυέστερη επιλογή; Το βιβλίο διακόπτεται όταν ο Χίτλερ βρίσκεται στην εφηβεία του. Ο Νόρμαν Μέιλερ, αλλά και ο δαίμονας του βιβλίου, υπόσχονται ότι θα υπάρξει και συνέχεια. Αναμένουμε… epasamichali@e-tipos.com

Aπόσπασμα «Ναι, είμαι όργανο του Σατανά. Είμαι αξιωματικός του. Και το πιστό αυτό όργανο μόλις διέπραξε μια πράξη προδοσίας: απαγορεύεται να αποκαλύπτουμε την ταυτότητά μας.(…) Αντιλαμβάνομαι βέβαια ότι τα λόγια μου σίγουρα ξενίζουν την πλειοψηφία των αναγνωστών μου. Η παρούσα παντοδυναμία του κόσμου των επιστημών είναι τέτοια που η πλειονότητα των μορφωμένων ανθρώπων γελάει στη σκέψη μιας οντότητας όπως ο διάβολος. Και σίγουρα δεν αποδέχεται το κοσμικό δράμα μιας αέναης σύγκρουσης ανάμεσα στο Σατανά και στον Κύριο. (…) Δεν είναι λοιπόν διόλου άξιο απορίας που ο κόσμος διαθέτει ελλιπέστατη κατανόηση για την προσωπικότητα του Αδόλφου Χίτλερ. Τρέφει απέχθεια, ναι, αλλά κατανόηση καμία- πρόκειται εξάλλου για τον πιο μυστήριο άνθρωπο του αιώνα. Εγώ εντούτοις θα έλεγα ότι καταλαβαίνω καλά την ψυχή του. Ηταν πελάτης μου.»


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

1455  3

Ελληνική λογοτεχνία Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ ���� ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ ���,��

Συλλογή δεκατριών διηγημάτων και μιας νουβέλας που φλερτάρουν με το παράδοξο και το θαύμα, φέρνοντας στο νου ορισμένες από τις καλύτερες στιγμές της στιχουργικής του Μάνου Ελευθερίου Aπό τον Κώστα Κατσουλάρη

O

σοι έχουν αγαπήσει τον Μάνο Ελευθερίου κυρίως μέσα από τα δεκάδες τραγούδια του που ακόμη και σήμερα πολλοί από εμάς σιγομουρμουρίζουμε, ή ακόμη κι εκείνοι, σαφώς λιγότεροι, που τον έχουν γνωρίσει μέσα από τα ποιήματά του, θα νιώσουν εξαρχής άνετα στον κόσμο του καινούργιου του βιβλίου. Και τούτο όχι μονάχα επειδή η μικρή φόρμα επιτρέπει ευκολότερα στο παράδοξο, στο παράλογο, στην ποίηση, να εισχωρήσουν στην πεζογραφία –άλλωστε, το πιο ποιητικό, το πιο εξεζητημένο κείμενο από αυτή την άποψη είναι το μεγαλύτερο της συλλογής–, αλλά επειδή αυτός είναι ούτως ή άλλως o πυρήνας της ποιητικής του Ελευθερίου. Μιας ποιητικής πληθωρικά παρούσας και δραστικής στο πρώτο του πολυδιαβασμένο και βραβευμένο μυθιστόρημα, «Ο καιρός των χρυσανθέμων» (2004), παρούσας, ωστόσο, αν και με πιο λανθάνοντα τρόπο, και στο δεύτερο, λιγότερο επιτυχημένο κατά την άποψή μας μυθιστόρημά του, το «Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές» (2006). Δεκατέσσερα διηγήματα συνολικά απαρτίζουν τη συλλογή, γραμμένα μέσα σε τέσσερις δεκαετίες, από το εξήντα μέχρι πρόσφατα. Τα μικρότερα είναι δυο με τρεις σελίδες και το μεγαλύτερο γύρω στις εβδομήντα. Κάποια είναι ήδη δημοσιευμένα, ενώ ορισμένα δίνουν την εντύπωση του ανολοκλήρωτου, ακόμη και του άτεχνου – π.χ. «Σώζοντος μάρτυρος Ευόδου και Ονησιφόρου», «Απογευματινός αέρας», κ.ά. Ωστόσο, παραδόξως, αν τα διαβάσει κανείς στη σειρά αρχίζει να διαφαίνεται μια υποδόρια συνοχή: οι ιστορίες συνομιλούν μεταξύ τους συνθέτοντας ένα ποιητικό σύμπαν στα σπαράγματα του οποίου βλέπει κανείς εικόνες της σημερινής ή πρόσφατης Ελλάδας. «Οράματα βλέπουν οι διωγμένοι. […] Βλέπουν οι κυνηγημένοι και οι ασκητές». Με αυτά τα λόγια ξεκινάει η νουβέλα «Γλυκό κυδώνι», το μεγαλύτερο αφήγημα αυτής της συλλογής: οραματικό, ονειρικό και στιγμές στιγμές

δυσβάσταχτα πικρό, συμπυκνώνει μια μεγάλη γκάμα από τεχνοτροπίες, εμμονές, ενοράσεις του Μάνου Ελευθερίου. Οπως έχει προσφάτως δηλώσει κι ο ίδιος, η νουβέλα αυτή είναι ό,τι απέμεινε από ένα μυθιστόρημα που γραφόταν για χρόνια, έπειτα από ποικίλες προσθήκες και κοψίματα. Μολαταύτα, ίσως μάλιστα ακριβώς γι’ αυτό, είναι ένα από τα καλύτερα και πιο πλούσια κείμενα του Μάνου Ελευθερίου. Από αφηγηματικής άποψης το «Γλυκό κυδώνι» είναι αυτό που ονομάζουμε πολυφωνικό κείμενο, φέρνει στο νου τα πεζά του Ακη Πάνου ή άλλα έργα του ελληνικού μοντερνισμού, με έντονη χρήση του δευτέρου προσώπου, που τόσο φαίνεται να αγαπά ο συγγραφέας (και στους στίχους του). Κυρίαρχο, το αποκαλυπτικό στοιχείο: εικόνες θρησκευτικής, κοσμογονικής καμιά φορά έντασης, χωρούν στο χρόνο ενός τσιγάρου ή όσο διαρκεί ένας καφές σε κάποιο επαρχιακό καφενείο. Σκηνές που θυμίζουν πλαν-σεκάνς του ποιητικού κινηματογράφου διαδέχονται η μια την άλλη σαν σε παραλλήρημα ή όνειρο. Η αφηγηματική φωνή ποικίλλει, διατηρώντας ωστόσο έναν ήσυχο εξομολογητικό τόνο, και δεν χάνει το βήμα της ακόμη και όταν –πολύ συχνά– φλερτάρει με το παράδοξο και το ανοίκειο. Η ηλικιωμένη κυρία με τις γάτες στον Εθνικό Κήπο, εμμονή του αφηγητή που τον οδηγεί στα όρια της πραγματικότητάς του στο διήγημα που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή· τα αλλόκοτα υπέροχα αδέλφια στον «Ολόχρυσο κύκλο» με τις παραπομπές σε εκκλησιαστικά κείμενα· ο σατιρικός τόνος στα «Ο παιδεύων και πάλι ιώμενος» και «Οι εχθροί»· το φλερτ με το παράλογο στο «Των αοράτων». Ολα αυτά, και βέβαια το «Γλυκό κυδώνι» με το οποίο κλείνει η συλλογή, συνθέτουν ένα καλειδοσκόπιο της ποιητικής του Ελευθερίου το οποίο, ακόμη και στις αδύναμες στιγμές του, μοιάζει προϊόν μιας ιδιάζουσας και ιδιαζόντως γόνιμης ασκητικής. kkatsoularis@e-tipos.com

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Πειρασμοί αγίων

Aπόσπασμα «Με την ανάγκη του κόσμου περπατάω στη μεγάλη νύχτα του. Ξαφνικά νιώθω τις ξεχασμένες μου επιθυμίες για νερό, τροφή και ξεκούραση. Είμαι τέλεια αποχαυνωμένος στα σεντόνια μου. Προσπαθώ να σκεφτώ τις ξαφνικές επιθυμίες των αρρώστων. Μοιάζουν με

τις χώρες που δεν θα γνωρίσουμε. Ουράνιοι κήποι με ποτάμια που σέρνουν πουλιά, δέντρα, χρυσούς καρπούς. Λιοντάρια διασχίζουν τον αέρα και η πεινασμένη φωνή τους ζωγραφίζει τα αμφιθέατρα μες στο μυαλό μου με αίμα και ταπείνωση. Σαν να κλαίω».


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 12 Aυγούστου 2007

10  1455 Δοκίμιο Μια πυκνή και πολυεπίπεδη μελέτη πάνω στο κορυφαίο πνευματικό επίτευγμα της Σχολής της Φρανκφούρτης, η οποία γίνεται σπουδαίο βοήθημα στη μελέτη της Κριτικής Θεωρίας Aπό τον Φώτη Τερζάκη

Ψυχανάλυση και �Διαλεκτική του Διαφωτισμού� ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΡΑΝΤΗΣ ΥΨΙΛΟΝ ���� ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ � ��,��

Στο εργαστήριο της Διαλεκτικής του Διαφωτισμού

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Η

«Διαλεκτική του Διαφωτισμού» εκδόθηκε το 1947 στην Ολλανδία, εν όσω οι συγγραφείς της Max Horkheimer και Theodor W. Adorno ζούσαν ακόμα εξόριστοι στις ΗΠΑ, φυγάδες από τη ναζιστική Γερμανία και το σφαγείο της Ευρώπης. Σήμερα αναγνωρίζεται απ’ όλους, οπαδούς και πολέμιους της Σχολής της Φρανκφούρτης, ως το κορυφαίο πνευματικό της επίτευγμα. Το βιβλίο του Κωνσταντίνου Ράντη (στην πραγματικότητα, διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ) έρχεται να προστεθεί στον εκτεταμένο κύκλο της σχολιαστικής φιλολογίας η οποία δεν έχει πάψει να αναπτύσσεται γύρω από το μεγάλο αυτό έργο. Το εγχείρημά του έχει μια ειδική αξία όχι μόνον επειδή συνοψίζει με επάρκεια την προβληματική του έργου των Horkheimer και Adorno: εκείνο που ιδίως κάνει είναι ότι παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την αξιοποίηση, το μετασχηματισμό και την ενσωμάτωση ενός αριθμού εννοιών προερχόμενων από τη φροϊδική ψυχανάλυση στη σκέψη των πρωτεργατών της Σχολής. Ενα πρόσθετο πλεονέκτημα της εργασίας αυτής είναι ότι αξιοποιεί τα μεταγενεστέρως εκδοθέντα, μη προσιτά στα ελληνικά, «Πρωτόκολλα» των συζητήσεων ανάμεσα στους Horkheimer και Adorno το καλοκαίρι του 1939 στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνιας� καταγεγραμμένες από την Gretel Adorno, οι συζητήσεις αυτές θεωρούνται πρόπλασμα όσων εν συνεχεία βρήκαν οριστική διατύπωση στη Διαλεκτική του Διαφωτισμού. Ετσι παρακολουθούμε κυριολεκτικά εν τω γεννάσθαι αυτή τη δύσκολη σκέψη και ακόμη πιο ειδικά την «αλλαγή λειτουργίας» στην οποία οι συγγραφείς υποβάλλουν τις έννοιες του Φρόιντ προκειμένου να τις καταστήσουν παραγωγικές στο δικό τους μαρξιστικό πλαίσιο. Ο Κ. Ράντης ανασυγκροτεί ευσυνείδητα τις φροϊδικές ιδέες όσο και το μετασχηματισμό που υφίστανται στη χρήση των Horkheimer και Adorno, ενώ ταυτόχρονα συνομιλεί με διακεκριμένους σχολιαστές τους. Εχουμε έτσι μια πυκνή και πολυεπίπεδη μελέτη η οποία, παρότι γραμμένη σε κάπως δύσκαμπτο ακαδημαϊκό ύφος, γίνεται σπουδαίο βοήθημα στη μελέτη της Κριτικής Θεωρίας και οδηγός στη

σκέψη των εμπνευστών της: στο ίδιο το εργαστήριο, θα έλεγε κάποιος, όπου σφυρηλατήθηκε η Διαλεκτική του Διαφωτισμού. Οι Horkheimer και Adorno χαρακτήριζαν «αστικές» τις έννοιες του Φρόιντ στην αρχική μορφή τους, κάτι που δικαιολογημένα τονίζει ο συγγραφέας. Μιλούσαν επίσης για «θετικισμό» του Φρόιντ. Δηλαδή, ο Φρόιντ υιοθετούσε τη σκοπιά του ατομικού «εγώ» ως εάν αυτό ήταν από καταβολής δεδομένο, πάγιο οντολογικό γνώρισμα του ανθρώπου. Το «εγώ», το υποκείμενο, είναι όμως το ίδιο μια ιστορική γένεση, και όταν σκεφτόμαστε τα αρχαϊκά στάδια του πολιτισμού με όρους ψυχοσυγκρούσεων αντλημένων από σημερινές κλινικές παρατηρήσεις ουσιαστικά προβάλλουμε μια νεωτερική εμπειρία του υποκειμένου σε ιστορικές περιόδους όπου αυτή δεν είχε ακόμα συσταθεί. Η ιδιάζουσα ανάλυση του μύθου στη Διαλεκτική του Διαφωτισμού

και η παράλληλη πραγμάτευση του μοτίβου της μίμησης προσπαθούν να φωτίσουν τούτη ακριβώς την «προϊστορία» του υποκειμένου, τις αργές διαδικασίες μέσ’ από τις οποίες συγκροτήθηκε, σε αντιπαράθεση με μια έμψυχη φύση από την οποία θέλησε να χειραφετηθεί και αντιστρόφως να την καθυποτάξει στους σκοπούς του. Αυτή η «χειραφέτηση» έγινε υπό το κράτος του άγχους, της αγωνίας, που ήταν αρχικά αγωνία απέναντι στην ισχύ της φύσης: η αγωνία είναι λοιπόν το πραγματικό λίκνο της ατομικότητας, της υποκειμενικής αρχής και αυτό εξηγεί γιατί η «χειραφετημένη» ατομικότητα γίνεται με τη σειρά της πρόξενος μιας βίας πολύ πιο τρομακτικής από την υποτιθέμενη βία της φύσης απ’ όπου ήθελε αρχικά να δραπετεύσει. Ολοι οι κρίσιμοι όροι του Φρόιντ πάσχουν από αντίστοιχη ανιστορικότητα. Το «υπερεγώ» εκλαμβάνεται ως πάγιο συστατικό του

«ψυχικού μηχανισμού» και παραγνωρίζεται η εσωτερίκευση ιστορικών μορφών καταναγκασμού, που πηγάζουν όχι μόνο από την οργάνωση των σχέσεων παραγωγής αλλά και, νωρίτερα, από την οργάνωση των σχέσεων συγγένειας. To «ασυνείδητο» –ή, χειρότερα, το «αυτό»– εμπεριέχει όλο το βάθος και τον πλούτο των προ-εγωϊκών, μιμητικών δεσμών του ανθρώπου με μιαν αδάμαστη φύση που είναι η καταγωγή του� «ασυνείδητο» έγινε μόνον αφότου ο δεσμός αυτός κόπηκε τραυματικά χάριν του προμηθεϊκού έργου της κυριαρχίας και μαζί απωθήθηκε η οδύνη του τραύματος. Η «αρχή της πραγματικότητας», άλλη πολυχρησιμοποιημένη έννοια, υπόκειται ολοφάνερα σε ταξικά προσδιορισμένες μορφοποιήσεις, όμως στον Φρόιντ δεν υπάρχει ίχνος πραγματικής ταξικής ανάλυσης� έτσι οι ίδιες οι έννοιές του γίνονται μυθικές, υποστασιοποιημένες αφαιρέσεις που λειτουργούν σαν


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣΤΥΠΟΣ ΤΥΠΟΣΤΗΣ ΤΗΣΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ Κυριακή12 4 Αυγούστου Νοεμβρίου 2007 2007 Κυριακή

χρηματικής αγοράς: εδώ αντίστοιχα υγιές είναι το μίσος για τον καπιταλισμό, παραπλανημένη η ταύτιση του καπιταλισμού με τη σφαίρα της διανομής (η απόκρυψη, δηλαδή, της σημασίας της παραγωγής και του ρόλου που παίζει σε αυτήν ο κεφαλαιούχος, μη Εβραίος κατά κανόνα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες). Σε όλες τις περιπτώσεις ειδικών αντισημιτικών κινήτρων, με άλλα λόγια, ο αντισημιτισμός εμφανίζεται ως δίκαιη έκρηξη οργής των μαζών εναντίον μιας απάνθρωπης και καταπιεστικής συνθήκης, αλλά με λάθος στόχο -και σε αυτό έγκειται το ιδιαζόντως παρανοϊκό στοιχείο του. Οι Horkheimer και Adorno παρεκτείνουν έτσι σε μια εξήγηση των γενικών «αντισημιτικών» κινήτρων, που είναι ο ρατσισμός εν γένει ανεξαρτήτως της εκάστοτε ειδικής ταυτότητας σωρινά το σχέδιό του ο ερχομός στο του θύματος. Το γιατί οι είναι άνθρωποι αναζητούν κιμπούτς ενός νεαρού, του Αζαριά Γκιτάλιν, αποδιοπομπαίους τράγους σχετίζεται με τη σεπου φαίνεται να διαθέτει ό,τι λείπει από τον ξουαλική καταστολή, τις βιοτικές στερήσεις, Γιονατάν: ασίγαστη θέλησηκαι γιατην ένταξη στην τις εκφραστικές ματαιώσεις κοινωνική κοινότητα, αστείρευτη για πράγμα το μέλεξαθλίωση που οι ίδιοιαισιοδοξία υφίστανται, λον,εξηγεί πίστη γιατί και καρτερικότητα απέναντι στα που η ρατσιστική μανία οξύνεται ζοφερά σημάδια της πολιτικής κατάστασης. ακριβώς μέσα σε συνθήκες ανεπτυγμένου καΑν σε αυτά -και προσθέσει κανείς τιςΕυρώπης ικανότητές πιταλισμού αν οι Εβραίοι της έγιτουκατεξοχήν και τη φυσική του δεν ιστορική είναι να ναν θύμα σεευγένεια, μια ορισμένη απορεί δεν πουσημαίνει ο πατέρας Γιονατάν, γραμστιγμή, ούτετου ότι ήταν το μοναδικό ματέας κιμπούτς ένδοξοτο πολιτικό παούτε ότι του θα είναι οι ίδιοιμε αιωνίως θύμα. Αυτό ρελθόν, «υιοθετεί» χωρίς δεύτερη τον ακριβώς το νόημα έχει η ρήση των σκέψη συγγραφέΑζαριά. ίδιο θα συμβεί λίγο αργότερα και ων «δεν Το υπάρχουν γεννημένοι αντισημίτες» με τα υπόλοιπα μέληοιτου κιμπούτς, ακόμα και και αυτό διδάσκουν μεταγενέστερες κοινωμε την ήσυχη Ριμόνα, ακόμα και με τον νιοψυχολογικές έρευνες του Adorno καιίδιο των τον Γιονατάν,του πουγια βάζει Αζαριά σπίτι του, συνεργατών τηντον αυταρχική προσωπιβλέποντας πρόσωπό του έναν άξιο… αντικότητα στιςστο ΗΠΑ. καταστάτη του. διορατική παρατήρηση των Μια τελευταία Τη στιγμή που κιμπούτς αρχίζουνο τα πισυγγραφέων, τηνστο οποία υπογραμμίζει Κ. Ράκρόχολα σχόλια γιααξίζει την ιδιότυπη συμβίωση ντης και στην οποία ν’ αφιερώσουμε ένα των τριών, ο Γιονατάν, φύγει. Θα καταληκτήριο σχόλιο,επιτέλους, αφορά τηνθα ψυχαναλυτιπεριπλανηθεί για λίγο στο στρατοκρατούμεκή έννοια της προβολής. Η φαντασιωσική προνο νότιο τμήμα τηςHorkheimer χώρας, θα φλερτάρει βολή είναι για τους και Adornoμε το την ιδέα αντίθετο να επιχειρήσει μια ηρωική «έξοδο» ακριβώς της μίμησης: αν στη μίμηση την έρημο και θα «διαλύεται» σωθεί την τελευταία οπρος υποκειμενικός πόλος μέσα στο στιγμή χάρη το στην παρέμβαση ενός αλλόκοαντικείμενο, προ-υποκειμενικό δίκτυο των του «σοφού» Θα επιστρέψει κάποτε συναφειών μεγέροντα. τα πράγματα, στην προβολή το στο Γκρανότεπιβάλλεται και, χωρίς πολλές εξηγήσεις, θα υποκείμενο δεσποτικά στον αντιεπανενταχθεί στη ζωή του κιμπούτς,καθεστώς λίγο πριν κειμενικό πόλο, η νόηση εδραιώνει ξεσπάσει οστα πόλεμος του ’67. «κατοχής» πράγματα και συμπεριφέρεται Αν δεν τους είναιόπως ήδη ολοφάνερο, αςυπηκόους. το πούμε απέναντί ο δεσπότης σε ανοιχτά: ο Οζτου χτίζει με μαεστρία τους χαραΗ εξαφάνιση αντικειμένου, συνώνυμη με κτήρες των ηρώων του, ζωγραφίζει το παρανοϊκό παραλήρημα, είναι τοσπαρατίμημα κτικά τις αγωνίες,ναταπληρώσει αδιέξοδα,τοτους έρωτες, που αναγκάζεται υποκείμενοτις διαψεύσεις και τις ελπίδες τους, αποτυδεσπότης. Οι Horkheimer και Adorno επισηπώνει ανάγλυφα το τοπίο, πυκνώνει, έπειτα, μαίνουν προκλητικά τη συγγένεια εκείνου που φόντο με εύστοχα σχόλια για την ιστοριοτοΚαντ ονόμαζε Υπερβατολογική Κατάληψη, κήγνωστική συγκυρίαδηλαδή κι έτσι κατορθώνει μιλήσει τη συγκρότησηνατου «αντι«ύπουλα» από για τα διλήμματα του κειμένου» τηνυπαρξιακά πλευρά ενός υπερβατολοΙσραήλ σε μια από τις κρισιμότερες καμπές γικού υποκειμένου, με τον ίδιο τον παρανοϊκό της Ιστορίας του. μηχανισμό. Ο παραιτημένος Γιονατάν παραχωρεί στον Αυτό μοιάζει να σημαίνει πως η εννοιακή ενθουσιώδη Αζαριά το δικαίωμα «γονιμοσκέψη καθαυτή φέρει μέσα τηςναένα δυναποιήσει» Ριμόνα, οι εργατικές μέλισσες μικό βίας τη προς τα πράγματα και όλους τους του κιμπούτς «γονιμοποιούν» την έρημη γη κινδύνους ενός παραληρήματος παντοδυναπου τους περιβάλλει, το Ισραήλ διεκδικεί το μίας -πράγμα που καθιστά αναγκαίο πάντα ένα μέλλον του, οι Ανθρωποι για την «δεύτερο στοχασμό», μιααγωνίζονται επίμονη διαδικασία επιβίωσήανάσκεψης τους. Από το πάνω ατομικό στογνωσιολογισυλλογικό, κριτικής στη απόψευδαίσθηση. το εθνικό στο παγκόσμιο, το νυν στο κή Αυτός είναιαπό ο δρόμος που αεί... Να γιατί έρθεις μιατου φορά σε επαφή οδηγεί από τηαν Διαλεκτική Διαφωτισμού μαζίμεταγενέστερη του δύσκολα ξεφεύγεις τον αφηγηστη αρνητικήαπό διαλεκτική του ματικό ιστό του μάγου Οζ… Adorno.

Mατιές στον κόσμο

Από το ατομικό στο συλλογικό, από το εθνικό στο παγκόσμιο. Ο ισραηλινός συγγραφέας αναδεικνύει με έμμεσο τρόπο τα «υπαρξιακά» διλήμματα της χώρας του Από τον Νίκο Παναγιωτόπουλο

Τα μάγια του Οζ

Ο

▪ Το 1926: Υπήρξε έτος-σταθμός στην ιστορία της επιστημονικής φαντασίας για δύο λόγους. Αφενός μεν ο Hugo Gernsback (1884– Της Αρετής 1967) εξέδωσε το Νταραδήμου πρώτο περιοδικό αφιερωμένο σ’ αυτό το είδος, το «Amazing Stories». Αφετέρου δε, γιατί ο όρος science fiction όπως τον εννοούμε σήμερα δημιουργήθηκε τότε για τις ανάγκες αυτού του πρώτου pulp περιοδικού (του «Amazing Stories» δηλαδή, το οποίο ενίοτε ονομαζόταν και «Amazing Science Fiction»). Ο χώρος -και οι πολυάριθμοι φανατικοί αναγνώστες- της επιστημονικής φαντασίας, λοιπόν, χρωστά πολλά σ’ αυτόν τον πολυπράγμονα, πολυμήχανο -μέχρι το θάνατό του είχε στην

ΟΦώτης Νίκος Παναγιωτόπουλος είναι συγγραφέας. Ο Τερζάκης είναι συγγραφέας. Το τελευταίο Το τελευταίο του μυθιστόρημα «Αγιογραφία» κυκλοτου βιβλίο «Τροχιές του αισθητικού» κυκλοφορεί από φορεί από τιςFutura. εκδόσεις «Πόλις» τις εκδόσεις

κατά συνέπεια να δίνει κάποια βάση στο cosmic horror των Lovecraft & co, οδήγησε πολλούς φανατικούς αναγνώστες όχι μόνο στο να πιστέψουν σ’ αυτό, αλλά και να ανακοινώνουν ότι βρήκαν τα ίχνη του, ενώ κάποιοι άλλοι μπήκαν και στη διαδικασία της… συγγραφής. Στο βιβλίο του Storia del Necronomicon (εκδόσεις Venexia, €26,50) ο Sebastiano Fusco προσπαθεί να ξετυλίξει το νήμα της πορείας του συγκεκριμένου «καταραμένου» βιβλίου (ενδεχομένως στο μέλλον να μας «αποκαλύψει» και τα μυστικά του De Vermis Misteriis), καθώς και να απαντήσει σε «κοσμικά» ερωτήματα του στιλ: Μήπως τα «οράματα» του μυστηριώδους Αμερικανού, που έζησε την τελευταία δεκαετία της ζωής του σε απόλυτη μοναξιά, είναι πραγματικά; Μήπως αυτά τα εφιαλτικά όντα με τα τερατώδη πλοκάμια παραφυλάνε όντως στα σκοτάδια; Κι αν ναι, πώς θα τα αποφύγω; κατοχή του περί τις 80 πατέντες- πολιτογραφημένο Αμερικανό (γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Λουξεμβούργο). Και του το ανταπέδωσε, ευτυχώς όσο βρισκόταν ακόμη εν ζωή. Το 1953, λοιπόν, θεσπίστηκαν τα βραβεία Hugo, τα οποία μέχρι σήμερα τιμούν τα καλύτερα sci-fi και fantasy έργα κάθε χρονιάς (μοναδική εξαίρεση το 1954). Το 2007 δεν θα αποτελέσει όμως εξαίρεση, αφού η ψηφοφορία μεταξύ των μελών της World Science Fiction Society έχει ήδη ολοκληρωθεί (31-7-07), ενώ η τελετή απονομής των βραβείων θα πραγματοποιηθεί την πρώτη Σεπτεμβρίου στην Ιαπωνία (Γιοκοχάμα). Οσοι έχουν μια κάποια ευχέρεια με την αγγλική γλώσσα μπορούν να επισκεφθούν το www.nipon2007.us και να διαβάσουν αποσπάσματα ή ακόμη και ολόκληρα τα υποψήφια έργα. Οσοι πάλι επιμένουν ελληνικά, ας είναι καλά οι εκδόσεις Anubis…

▪ Ο Μιχαήλ Καλάσνικοφ: Είναι ο «πρώην» Σοβιετικός πατριώτης, ο οποίος πριν από έξι περίπου δεκαετίες φιλοδώρησε την υφήλιο με το ΑΚ47 ημιαυτόματο, που πυροβολεί χαρωπά 650 σφαίρες το λεπτό. Στο βιβλίο του AK47: The Story of the People’s Gun (εκδόσεις Sceptre, 16.99 λίρες) ο Michael Hodges ακολουθεί το διάσημο όπλο και τις… επιτυχίες του, από τη δημιουργία του μέχρι τις μέρες μας. Εξηγεί την επιτυχία που σημείωσε το ΑΚ47 τόσο στα υγρά βιετναμέζικα εδάφη όσο και στα σκονισμένα παλαιστινιακά ή τα βομβαρδισμένα λιβανέζικα. Εξηγεί γιατί το συγκεκριμένο ημιαυτόματο ταξίδεψε από το Σουδάν και την Ευρώπη μέχρι την Ασία και το… Χόλιγουντ (ο συσχετισμός Σταλόνε – Ράμπο – Καλάσνικοφ είναι άμεσος για το μέσο δυτικό μυαλό). Παρά το γεγονός λοιπόν ότι το Καλάσνικοφ είναι ένα σοβιετικό όπλο -άρα εξ ορι-

▪ Το Νεκρονομικόν: Δεν είναι ένα οποιοδήποτε βιβλίο. Γραμμένο από τον παράφρονα Αραβα Abdul Alhazred υπήρξε η πηγή από όπου ξεπήδησαν στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι οι «Μεγάλοι Παλιοί» του H. P. Lovecraft (1890-1937). Ο ίδιος ο Αμερικα- σμού όχι και Συνοικίες με σπίτια λευκά με κεραμιδένιες τόσο συμπανός συγγραφέας το αναφέρει για πρώτη στέγες απλώνονταν μήκοςτου του«The δρόμου, στην πεδιάδα και για τον φορά στοκατά διήγημά Hound», του θές στα1924. οροπέδια. Οιβιβλίο οικισμοί είχαν χτιστεί μεως… ίσιες γραμμέσο ΑμεριΤο ίδιο χρησιμοποίησαν μέςβοήθημα και ίδια διαστήματα ανάμεσα στα σπίτια, σύμφωνα και οι August Derleth και Clark κανό-, κατόρθωμε ένα λογικό σχέδιο, σαν τη ζωγραφιά ενός φιλότιμου Aston Smith, συγγραφείς που με τη σύμσε, όπως υποστηρίζει ο παιδιού. κάτοικοι τραβήξει σκοινιά ανάμεσα φωνηΟι γνώμη τουείχαν Lovecraft εμπλούτισαν συγγραφέας, να μεταλλαστατην σπίτια τους για ν’ απλώνουν τις μπουγάδες αποκαλούμενη και «Μυθολογία Κθού- τους, χθεί στην αντίπερα όχθη του είχαν χτίσει και αποθήκες. λου». Τουπόστεγα συγκεκριμένο βιβλίο υποτίθεται Ατλαντικού στην Coca Cola ότι έχει χαθεί -χωρίς να έχει υπάρξει φυ- των όπλων και να «ανδρώσει» σικά. Η ανάγκη όμως να είναι υπαρκτό και γενιές και γενιές μαχητών.

Aπόσπασμα

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

κακό μεταφυσικό κατάλοιπο – ό,τι οι συγγραΗ τέλεια γαλήνη φείς αποκαλούσαν «θετικισμό» του Φρόιντ. ΑΜΟΣπου ΟΖ περιέχεται στη Το άλλο μεγάλο ζήτημα Διαλεκτική του Διαφωτισμού -παρακάμπτοΜΤΦΡ. ΛΟΥΙΖΑ ντας εδώ την ανάλυση της μαζικής κουλτούΜΙΖΑΝ ρας, διάχυτη σε ολόκληρο το προσωπικό έργο ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ���� κυρίως του Adorno- είναι η ανάλυση του αντιΣΕΛ. ��� στο ύστερο έργο σημιτισμού. Ο ίδιος ο Φρόιντ, του, μιλούσε για γενικά και ΤΙΜΗ �ειδικά ��,��κίνητρα του αντισημιτισμού: τα γενικά αφορούν το απλό γεγονός ότι οι Εβραίοι είναι «ξένοι», διαφορετικοί και από μόνη της η διαφορετικότητα μπορεί να κάνει μία ανθρώπινη ομάδα εξιλαστήριο θύμα κάποιας πλειοψηφίας που υποκινείται από δικές της ψυχοσυγκρούσεις. Από αυτή την άποψη, προφανώς, οιαδήποτε αποκλίνουσα ομάδα μπορεί να γίνει παρόμοια στόχος. Ανάμεσα στα Οζ ασφαλώς και δεν ειδικά κίνητρα τώρα,Αμος το μίσος για την «εβραϊκόχρειάζεται συτητα» ως τέτοια, ο Φρόιντ έδινειδιαίτερες μια εξέχουσα η αναφορά και θέση στο φθόνο γιαστάσεις: το προνόμιο που ο ίδιος ο μόνο των ήδη μεταφραιουδαϊκός λαός αξίωσε κάποτε, να είναι ο «πεσμένων στααυτή ελληνικά βιριούσιος λαός του Θεού»� παρότι η φαντατου από θα περιόριζε σε σίωση ξεχάστηκε ενβλίων πολλοίς τους ίδιους ασφυκτικό βαθμό ετούτο το σημείωμα. Η «Τέτους Εβραίους, στους εχθρούς τους φαίνεται λεια Γαλήνη» γράφτηκε πριν από είκοσι ότι άσκησε μεγαλύτερη επίδραση. Σε πέντε αυτό χρόνιανα καιπροστεθεί η πρόσφατη έκδοσή της σταγια ελλημπορεί ο αποτροπιασμός την νικά έρχεται απλώςστο να συμπληρώσει την εικόπεριτομή, η οποία ασυνείδητο του ρατσινα του σύνθετου και γοητευτικού έργου αυτού στή-διώκτη κινητοποιεί ένα προσωπικό άγχος του σπουδαίου Ισραηλινού συγγραφέα. ευνουχισμού. Οσοι είναι εξοικειωμένοι με το λογοτεχνιΤο άγχος ευνουχισμού όμως, γνωρίζουμε, κό σύμπαναπό τουτις Οζεπιθετικές θα αναγνωρίσουν κι εδώ ρυθμίζεται φαντασιώσεις το δεινό αφηγητήγονέα του «Ιστορία αγάπης προς τον ομόφυλο (τον πατέρα) καικαι οι σκότους» (για να αναφέρωπρος μονάχα τελευεπιθετικές φαντασιώσεις τοντο πατέρα, ταίο του μυθιστόρημα), έναν παραμυθά όπως θα έπρεπε να έχουμε διδαχθεί από που την ξέρει να τα βγάζει πέρα χωρίς καμώματα και κοινωνική ψυχολογία, είναι ανάλογες με το εύφιοριτούρες, ένατης συγγραφέα πουπου αντίασκεί για μερος και το βάθος καταστολής η λάνι μοιάζει να(την χρησιμοποιεί ένα μίγμασυμαπό κοινωνική τάξη οποία εκπροσωπεί βολικά ο πατέρας). Στο φως αυτό κατανοούμε καλύτερα την παρατήρηση του Φρόιντ Χτίζει μεοι μαεστρία ότι ακριβώς βορειοευρωπαϊκοί λαοί, που εκχριστιανίστηκαν αργά, πρωταγωνίστησαν τους χαρακτήρες των στο μίσος κατά των Εβραίων: την οργή που αιηρώων του, ζωγραφίζει σθάνθηκαν όταν τους επιβλήθηκε βίαια ο χρισπαρακτικά τις αγωνίες, στιανισμός, τη μετέθεσαν στον ιουδαϊκό λαό. Ορθά κατανοημένο αυτό δεν τα αδιέξοδα, τους ισχύει καθόλου ως τεκμήριο της «πολυθεϊστικής βαρβαρότηέρωτες, τις διαψεύσεις τας», όπως αφελώς επιχείρησαν να το ερμηκαι τιςκάποιοι ελπίδες τους, και νεύσουν θεολογίζοντες διανοητές, αλλά μάλλον εναντίον του ίδιου του αποτυπώνει ανάγλυφαμονοθεϊσμού, αφού αυτός -στη χριστιανική εκδοχή, εν το τοπίοείναι η απώτατη πηγή της πίεσης προκειμένωπου ωθεί τον ψυχισμό των μαζών σε μανιώδη δάκρυα, ιδρώτα, ερωτικούς κάτουρο ξεσπάσματα. Αυτή ακριβώςχυμούς, την πλευρά του και αίμα. Οσοι τονοι γνωρίζουν απόκαι ταAdorno, δοκίμιά πράγματος διείδαν Horkheimer όπως «Το Ισραήλ, η Παλαιστίνη και η ειοιτου, οποίοι προσθέτουν αντίστοιχους ιστορικούς ρήνη»,στο θα διακρίνουν εδώ τη διεισδυτική λόγους πλέγμα τωνκιαντισημιτικών κινήματιάΓια ενός τολμηρού διανοούμενου πάνω τρων. τον Adorno η μετάβαση από το νομαστα ζέοντα προβλήματασυνδεδεμένη μιας από τις πιο ταδισμό στην εγκατάσταση, με τον λανισμένες περιοχές του πλανήτη. εργασιακό μόχθο και την ορμική παραίτηση, Η μια «Τέλεια Γαλήνη» διαδραματίζεται στα ήταν από τις μεγαλύτερες θυσίες που υπέμέσα της δεκαετίαςκαι του ’60, στο της κιμπούτς στη η ανθρωπότητα, η συνθήκη εβραΓκρανότ. Κεντρικό πρόσωποστο ο 27χρο νος Γιοϊκής διασποράς κινητοποιεί ασυνείδητο νατάν, που ασφυκτιά μέσαφθόνο στον άγονο γάμο των ανθρώπων έναν άγριο για εκείνο τουοι μείδιοι τη Ριμόνα, να συνθλίβεται που νιώθουνπου ότι νιώθει απώλεσαν: υγιής εδώ απ’ το στενό και άχρωμο περίγυρονομαδισμό, της μικρής είναι η νοσταλγία για τον αρχέγονο κοινωνίας του κιμπούτς, πως ο Γιονατάν που έχει παρανοϊκή η πεποίθηση οι Εβραίοι τον κουραστεί να ζει υπό τη διαρκή απειλή του «κατέχουν». πολέμου, ένα κράτος κυκλωμένο τον Σε άλλο σ’ ιστορικό στάδιο, δείχνει οαπ’ Horkεχθρό., Ο έχει αποφασίσει ναμισητά φύγει. heimer, οι Γιονατάν Εβραίοι ταυτίστηκαν με τα Δεν έχει ιδέα πού πάει και τικαπιταλισμού θα κάνει. Το χαρακτηριστικά τουθα αρχόμενου μόνο που ξέρει είναι ότικαι θαμεταπράτεςφύγει και θαόπου ξεκιεπειδή ως χρηματιστές νήσει τη ζωή του απ’ την αρχή… διέπρεψαν επειδή τους ήταν απαγορευμένη η Αυτό πουσυνδέθηκαν τον αναγκάζει γαιοκτησίαμενα τη αναβάλει λειτουργίαπροτης

1455115 1455


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007

4  1455 Θρίλερ Είμαστε όλοι στοιχειωμένοι ΤΣΑΚ ΠΟΛΑΝΙΚ ΜΤΦΡ. ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΑΜΠΟΥΡΗΣ ΟΞΥ ���� ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ ��,��

Συγγραφείς παίρνουν μέρος σε ένα παράξενο λογοτεχνικό πείραμα, με θύμα τη ματαιοδοξία τους ή και τη ζωή τους. Ενα αλλόκοτο βιβλίο από τον συγγραφέα του Fight Club Από τον Περικλή Μποζινάκη

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Αφύπνιση συνειδήσεων

Αυτό είναι ίσως το πιο περίεργο και τρομακτικό μυθιστόρημα του Αμερικανού Τσακ Πόλανικ. Από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας ο συγγραφέας συνεχίζει να προκαλεί με τις ακραίες ιστορίες του, ολοκληρώνοντας το 2005 το εν λόγω μυθοπλαστικό εγχείρημα, τους «Στοιχειωμένους», ένα βιβλίο που δοκιμάζει τα όρια του αναγνώστη και της ίδιας της λογοτεχνίας. Μια υπερρεαλιστική παρέλαση ωμοτήτων, στοιχειωμένη από πολιτισμικά θραύσματα, σατανικό χιούμορ και περιγραφές-σοκ, ένα δαιδαλώδες υφαντό κεντημένο με τη λογική του εφιάλτη. Η φιλόδοξη τολμηρή πλοκή του είναι ένας ιστός αράχνης στον οποίο βρίσκονται παγιδευμένα, σαν έντομα, 23 διηγήματα και 23 πεζά ποιήματα, συνθέτοντας ένα ιδιοφυές αφηγηματικό μοντέλο που σπρώχνει τη μαύρη (κατάμαυρη) σάτιρα στα άκρα. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσεγγίσει κανείς ορθολογιστικά τον Τσακ Πόλανικ, ο οποίος οργανώνει με πρωτοφανή τρόπο το χάος, υπογράφοντας εδώ τον απόλυτο λογοτεχνικό εφιάλτη: ο τρόμος άλλοτε σέρνεται κρυμμένος πίσω απ’ τις λέξεις κι άλλοτε γραπώνει τον αναγνώστη παγώνοντάς του το αίμα με ανατριχιαστικά λεπτομερείς περιγραφές, που ξεπερνάνε τα όρια του νοσηρού. Το χιούμορ είναι αμείλικτο και λυτρωτικό. Προσπαθώντας να περιγράψουμε τη βασική μυθοπλαστική ιδέα, θα λέγαμε πως κάθε σύντομο ποίημα συστήνει κάθε φορά κι από

ένα χαρακτήρα στον αμήχανο αναγνώστη. Η αφήγηση ενσωματώνει επίσης διηγήματα τα οποία υποτίθεται ότι αφηγούνται οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος, οι οποίοι σε απόλυτη απομόνωση παίρνουν μέρος σ’ ένα παράξενο λογοτεχνικό πείραμα, αγνοώντας τι τους περιμένει: παγιδευμένοι στη νοσηρή ματαιοδοξία τους (μια παγίδα πολύ πιο αποτελεσματική από το χώρο απομόνωσής τους), θα εκφυλιστούν σε όντα κάτω απ’ το ανθρώπινο και θα αρχίσουν να δολοφονούνται ένας ένας χωρίς να ξέρουν φυσικά από ποιον ή από τι. Ο Πόλανικ ανιχνεύει ψύχραιμα και με σκληρό χιούμορ την άβυσσο της ύπαρξης του σύγχρονου ανθρώπου, του ανθρώπου του οποίου η ζωή αποκτά νόημα μόνο όταν τραβάει τα φώτα της δημοσιότητας, με οποιοδήποτε τίμημα. Οσον αφορά τα διηγήματα που φυτρώνουν σαν άνθη του κακού μέσα απ’ τις ρωγμές της πλοκής, σχηματίζουν από μόνα τους ένα εξωφρενικό παζλ: σπλάχνα και ξεκοιλιασμένα κορμιά που επιπλέουν σε πισίνες φιλήσυχων σπιτιών, μια γυναίκα που παίρνει το νόμο στα χέρια της για να προστατέψει δύο κούκλες από σιλικόνη, ένα αλλόκοτο μαύρο κουτί που όποιος κοιτάξει μέσα του χάνει τα λογικά του, ένας γδούπος που δεν είναι μόνο ήχος αλλά συντρίβει οποιονδήποτε βρεθεί στο πέρασμά του και η πικρή διαπίστωση πως οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν ανάγκη από εξιλαστήρια θύματα για να διατηρηθούν σε τάξη και συνοχή.

Πως κάτι ανείπωτα όμορφο μπορεί να σοκάρει εξίσου με κάτι απόλυτα απεχθές: «Το περιεχόμενο του κουτιού είναι μια τρανή απόδειξη ότι αυτό που λέμε ζωή δεν είναι ζωή. Οτι ο κόσμος μας είναι ένα όνειρο. Μια πλάνη στο διηνεκές. Ενας εφιάλτης», λέει ο Πόλανικ μέσω ενός ήρωά του στο «Κουτί με τους Εφιάλτες». Σ’ αυτήν, λοιπόν, την παραισθητική συνθήκη βρίσκεται και η ουσία, γιατί η δύναμη αυτού του προκλητικού μυθιστορήματος, το σοκ, ο τρόμος, το απόκοσμο, ο λαμπρός σαρκασμός, δεν μένουν παγιδευμένα στις τυπωμένες σελίδες. Τις ξεπερνούν, περιλαμβάνοντας και τον αναγνώστη που τις διαβάζει, ο οποίος σκέφτεται πια με τον ιδιόμορφο τρόπο του συγγραφέα. Οταν ο πρώτος κλείσει το βιβλίο, δεν φαντάζεται ίσως για πόσο μεγάλο διάστημα τα θραύσματα αυτής της εμπειρίας θα τον ακολουθούν. Εχει μόλις ρίξει μια ματιά σε μια άλλη πραγματικότητα, έχει αντικρίσει ένα από τα πρόσωπα της αλήθειας. Είναι κάτι που το κάνουν όλα τα σπουδαία βιβλία, λίγο ή πολύ: ανατέμνουν τον αναγνώστη, όπως ακριβώς και τους χαρακτήρες που φωλιάζουν στις σελίδες τους. Το «Είμαστε Ολοι Στοιχειωμένοι» διευρύνει αποφασιστικά τα όρια της λογοτεχνίας του φανταστικού και δεν ανέχεται μεσοβέζικες προσεγγίσεις. Σαφώς φιλόδοξο, δεν αποφεύγει πάντα τις υπερβολές, όμως ακόμη κι αυτές συνηγορούν υπέρ του. Οπως λέει και ο μεταφραστής, Βασίλης Μπαμπούρης, στην εισαγωγή «”Οι Στοιχειωμένοι”

απαιτούν από τον αναγνώστη να βάλει κατά μέρος την αποστροφή που σχεδόν σίγουρα θα νιώσει και να σκεφτεί». Ο Τσακ Πόλανικ, Αμερικανός, γεννήθηκε το 1962. Το 1996 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, το διάσημο πλέον «Fight Club», που κυκλοφορεί στα ελληνικά, όπως και ο «Επιζών και το Νανούρισμα», από τις εκδόσεις Οξύ. Ο Περικλής Μποζινάκης είναι συγγραφέας. Το βιβλίο του «Ζώνες ερήμωσης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη.

Aπόσπασμα «Για τον Αγιο Σπλαχνικό, το φάντασμα είναι ένα δικέφαλο εξάμβλωμα, μόνο που τα δύο κεφάλια έχουν το δικό του πρόσωπο. Για την Αδελφή Αυτοδικία, το φάντασμα είναι ένας ήρωας, η μία πλευρά του προσώπου του βαθουλωμένη αφύσικα… Σε έναν κόσμο δίχως ήλιο, εγκαταλειμμένοι μες στο κρύο, θα αγκαλιάζουμε το κατασκόταδο, ενώ η νοτισμένη ταπετσαρία θα γίνεται όλο και πιο γλιστερή από τη μούχλα. Εχουμε ανάγκη να συμβεί κάτι. Εχουμε ανάγκη να συμβεί κάτι φριχτό…»


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Σάββατο 27 - Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2007

Η Μεγάλη Αμμος ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΕΔΡΟΣ ���� ΣΕΛ. ��� ΤΙΜΗ ���,��

1455  5

Προβληματισμοί για το θεσμό της οικογένειας, την επιβίωση παραδοσιακών δομών και πρακτικών στη σύγχρονη εποχή, την κρίση στις ερωτικές σχέσεις και την υποχώρηση της ανδρικής κυριαρχίας Από τον Κώστα Καρακώτια

Ενας άνδρας σε κρίση νει τη μυθοπλασία, την αφήγηση της οποίας αρθρώνει σε τέσσερα μέρη. Το δεύτερο και το τρίτο είναι κεφάλαια του μυθιστορήματος που γράφεται μέσα στο μυθιστόρημα και η αφήγησή τους εκφέρεται σε τρίτο πρόσωπο. Στο δεύτερο μέρος εξιστορούνται τα τραγικά γεγονότα από τη σκοπιά του δολοφόνου, του επονομαζόμενου Γαβρήλου. Εκεί αποκαλύπτονται ο σεξουαλικός περισσότερο δεσμός του Γαβρήλου με τη γυναίκα του δικαστή και η εμπλοκή του υπαλλήλου του τελευταίου, του Μανούσου, σ’ αυτόν, που ήταν και η αιτία του φόνου. Στο τρίτο μέρος περιγράφεται η ερωτική σχέση του Διαμαντή, του μικρότερου γιου του δολοφονημένου, με μια ανώτερή του ταξικά και πολιτισμικά νεαρή Αθηναία και αργότερα η σύνδεσή του με την Αμαλία. Παράλληλα αναδεικνύονται οι επιθυμίες, τα όνειρα και η δυσκολία της προσαρμογής του νεαρού επαρχιώτη στη μητροπολιτική πρωτεύουσα. Στα άλλα δύο μέρη, στο πρώτο και στο τέταρτο, ο ήρωας συγγραφέας πηγαινοέρχεται από τον παροντικό αφηγηματικό χρόνο στον παρελθόντα, και σε πρώτο πάντα πρόσωπο διηγείται τα γεγονότα του φόνου όπως τα προσέλαβε ο ίδιος. Περιγράφει την προβληματική σχέση του με τη σύντροφό του, βιώνει το χωρισμό τους, αλλά και τη δύσκολη επανασύνδεσή τους, και φθάνει στην επιλογή του για το αναμενόμενο παιδί και στην καταστροφή του μυθιστορήματός του, που είναι προϊόν της εξιστορούμενης πιο επώδυνης περιόδου της ζωής του. Ο Ραπτόπουλος με την αφήγησή του θέτει πολλούς στόχους και προβάλλει κρίσιμα ζητήματα. Ενδιαφέρεται και προβληματίζεται για το θεσμό της οικογένειας, για την επιβίωση παραδοσιακών δομών και πρακτικών στη σημερινή ύστερη νεωτερικότητα, για την κρίση στις ερωτικές σχέσεις και για την υποχώρηση

πλέον της ανδρικής κυριαρχίας, για τη διαδικασία της γραφής και του μετασχηματισμού της πραγματικότητας σε μυθοπλασία. Οι προβληματισμοί όμως αυτοί και τα ερωτήματα δεν προκύπτουν από τη μυθοπλαστική ανέλιξη αλλά τίθενται διακηρυκτικά και απαντώνται με τον ίδιο τρόπο από τον Ραπτόπουλο και από το συγγραφέα ήρωά του και αφηγητή. Συχνά δε είναι

έντονη η αίσθηση της ύπαρξης, δίπλα στα όποια διαδραματιζόμενα, και αποσπασμάτων μιας έκθεσης ιδεών. Το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης πάντως ρέει ικανοποιητικά και γοργά, εκτός από το τελευταίο και πιο εσωτερικό μέρος, όπου χάνει το ρυθμό της. Παρά το απλό και λιτό γλωσσικό ύφος δεν λείπουν και κάποιες επιτηδευμένες εκφράσεις, χάριν εντυπωσιασμού μάλλον, όπως η φράση «θεωρούσε τον εαυτό του μεταφεμινιστή» (σελ. 246) για τον μόλις δεκαοκτώ-δεκαεννιά χρόνων Διαμαντή, ή ο χαρακτηρισμός των όσων έγραψε ως «ένα είδος ελληνικού γουέστερν». Το συνολικό δε αποτέλεσμα είναι άνισο. karakotias@acn.gr

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Ε

νας φόνος είναι το επίκεντρο, γύρω από τον οποίο εκτυλίσσεται και εξακτινώνεται η αφήγηση, στο νέο μυθιστόρημα του πολυγραφότατου Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Ο σαραντάχρονος συγγραφέας παιδικών βιβλίων Νίκος Στεργίου και η σύντροφός του Αμαλία, σ’ ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί, στη Μεγάλη Αμμο, όπου είχαν πάει τις Απόκριες για να ξαναδούν την τελματωμένη πλέον σχέση τους, γίνονται μάρτυρες ενός καβγά αρχικά και του φόνου, με λάθος θύμα, που ακολουθεί αργότερα. Κατά τη διάπραξη του εγκλήματος και στα όσα συνέβησαν μετά, το ζευγάρι βλέπει όλα τα πρόσωπα του δράματος και βέβαια της μικροκοινωνίας του νησιού: τον σχεδόν απόκληρο της τοπικής κοινωνίας θύτη, τον κατά λάθος δολοφονημένο και τα παιδιά του, κυρίως τον Διαμαντή και τη φίλη του από την Αθήνα, έναν συνταξιούχο δικαστή, παράγοντα του νησιού, και την πολύ νεότερή του γυναίκα, τον Μανούσο, τον υπαίτιο του καβγά και του φονικού. Η Αμαλία αποτυπώνει τα πρόσωπα και τα γεγονότα με τη φωτογραφική της μηχανή, που είναι και το πάθος της, ενώ ο συγγραφέας θεωρεί ότι βρήκε το θέμα για να γράψει επιτέλους ένα μυθιστόρημα για ενήλικες. Το ζευγάρι γυρίζει στην Αθήνα και ο συγγραφέας συγκεντρώνει και οργανώνει το υλικό για το μυθιστόρημά του, όταν η κρίση που σοβούσε στη σχέση του με την Αμαλία ξεσπά. Η Αμαλία τον εγκαταλείπει και συνδέεται ερωτικά με τον Διαμαντή, το γιο του δολοφονημένου, τον οποίο το ζευγάρι είχε πλησιάσει για να συλλέξει πληροφορίες για το μυθιστόρημα. Μετά όμως από λίγους μήνες, η Αμαλία επιστρέφει και συζεί και πάλι με το συγγραφέα. Μένει μάλιστα έγκυος, και ο συγγραφέας, παρά τη διακηρυγμένη αντίθεσή του με το θεσμό της οικογένειας και τις αρχικές του αντιδράσεις, δέχεται τελικά να κρατήσουν το παιδί και να ξεκινήσουν μια καινούργια ζωή. Καταστρέφει δε το μυθιστόρημα που μόλις είχε τελειώσει. Σ’ αυτόν τον καμβά ο Ραπτόπουλος εξυφαί-


ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 29 Ιουλίου 2007

8  1455 Ξένη λογοτεχνία Ενα μυθιστόρημα που έφτασε με καθυστέρηση στη χώρα μας, δίνοντας την ευκαιρία και στoυς Ελληνες να δώσουν τη δική τους απάντηση για το αν είναι δικαιολογημένη ή όχι η απήχηση που είχε Aπό τον Νίκο Παναγιωτόπουλο

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Λογοτεχνικό τσουνάμι

Νορβηγικό δάσος ΧΑΡΟΥΚΙ ΜΟΥΡΑΚΑΜΙ ΜΤΦΡ. ΜΑΡΙΑ ΑΓΓΕΛΙΔΟΥ ΩΚΕΑΝΙΔΑ ���� ΣΕΛ. ��� ΤΙΜΗ � ��,��

Η

πρώτη κρούση μού έγινε πριν από περίπου δέκα χρόνια, από μια 30χρονη Ισπανίδα φίλη σχεδόν με μάλωσε που δεν ήξερα τον Χαρούκι Μουρακάμι. Ακολούθησε ένας 75χρονος Αμερικανός συνάδελφος -οι φοιτητές του τού είχαν συστήσει τον Μουρακάμι ως σύγχρονο ιαπωνικό φαινόμενο, ένα λογοτεχνικό τσουνάμι… Κάτι ανάλογο υπαινίχθηκαν όλοι –ανεξαιρέτως– όσοι ανέλαβαν να παρουσιάσουν και σε μας το «Νορβηγικό δάσος», μυθιστόρημα που εκδόθηκε το 1987 και μεταφράστηκε στα ελληνικά με καθυστέρηση μίας εικοσαετίας. Δεν είναι άλλωστε μικρό πράγμα να πουλάει κανείς 4 εκατομμύρια αντίτυπα -ιδίως σε μια εποχή που έχει αναγάγει την εμπορική επιτυχία σε ύψιστη αξία. Ούτε και είναι μικρό πράγμα οι αναγνώστες ενός βιβλίου να προσπαθούν να ανακαλύψουν τις τοποθεσίες, τα μπαρ και τα εστιατόρια που περιγράφονται σ’ αυτό -ιδίως σε μια εποχή που δεν χορταίνει να ανακαλύπτει καινούργια μπαρ και εστιατόρια. Δεν είναι μικρό πράγμα, τέλος, να ξανακάνουν επιτυχία οι Beatles επειδή ο ήρωας ενός μυθιστορήματος είναι «κολλημένος» με το τραγούδι τους «Norwegian Wood». Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς και δύο-τρία πικάντικα στοιχεία από το βιογραφικό του συγγραφέα (σπούδασε θεωρία του κινηματογράφου, υπήρξε ιδιοκτήτης τζαζ μπαρ επί οκταετία και έχει τρέξει μαραθώνιο, και στην Αθήνα!), συμπληρώνει το –συχνά ακατανόητο– παζλ ενός εκδοτικού φαινομένου. Το ενδιαφέρον στην περίπτωση του Μουρακάμι είναι ότι τα υπόλοιπα βιβλία του δεν γνώρισαν ανάλογες πιένες˙ ούτε καν το «Κουρδιστό πουλί» (Ωκεανίδα, 2005, μτφρ. Λ. Καρατζάς) που -από τους κριτικούς, τουλάχιστον- θεωρείται το αριστούργημά του. Γιατί, λοιπόν, συνέβη αυτό με το «Νορβηγικό δάσος», ένα μυθιστόρημαεξαίρεση στο μεταμοντέρνο λογοτεχνικό σύμπαν του Μουρακάμι; Ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει πως πρόθεσή του ήταν να δοκιμαστεί σε μια «...απλή, ξεκάθαρη, μάλλον συναισθηματική ιστορία». Πράγματι, η ιστορία είναι απλή. Ο 20χρονος Βατανάμπε σπουδάζει στο Τόκιο στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Είναι και δεν είναι ερωτευμένος με τη Ναόκο, που τα είχε με τον καλύτερό του φίλο, τον Κιζούκι, μέχρι που ο Κιζούκι αυτοκτόνησε –άγνωστο γιατί. Η υπερευαίσθητη Ναόκο δεν πολυξέρει τι θέλει (κάτι που συμβαίνει και στα περισσότερα δευτερεύοντα πρόσωπα του βιβλίου) κι ο Βατανάμπε ακολουθεί –αγόγγυστατο παράδειγμα του συμφοιτητή του, του ωραίου Ναγκασάβα, που αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα (τετριμμένο σχήμα λόγου, το ομολογώ, αλλά και το μυθιστορηματικό εύρημα δεν

πάει πίσω). Η Ναόκο παίρνει τα βουνά και κλείνεται σε μια εναλλακτική ψυχιατρική κλινική, όπου συνάπτει δεσμό με τη σαραντάρα Ρέικο κι όπου τα βράδια πίνουν κρασάκι και παίζουν στην κιθάρα τα αγαπημένα τους κομμάτια των Beatles. Ο Βατανάμπε, πάλι, γνωρίζει την πεντάρφανη Μιντόρι που ξέρει -τουλάχιστον αυτό- ότι θέλει τον Βατανάμπε, αλλά ο Βατανάμπε -που δεν τον αγγίζουν φοιτητικές ταραχές και κοινωνικές αναταράξεις - παραμένει κολλημένος με τη Ναόκο, που κάποτε θ’ αυτοκτονήσει κι αυτή, ίσως γιατί δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Για να αφηγηθεί αυτή την απλή ιστορία, ο Μουρακάμι ξοδεύει πάνω από 500 πυκνές σελίδες, παίζοντας με την υπομονή του αναγνώστη (τη δική μου, πάντως, την εξάντλησε), αφού δεν κάνει κανένα σκόντο στην περιγραφή και της παραμικρής ανούσιας λεπτομέρειας, ή στην καταγραφή ατέρμονων διαλόγων. Οι προτάσεις του είναι μικρές, απλές, θα μπορούσε να πει κανείς ανεπιτήδευτες, αν όχι «απλοϊκές». Οι ήρωές του μπερδεμένοι έφηβοι που κολυμπούν ανόρεχτα μέσα στα ρηχά αισθήματά τους και γι’ αυτό πνίγονται σε μια κουταλιά νερό. Οι πολυάριθμες αναφορές στον Φιτζέραλντ, στον Τόμας Μαν, στον Χέρμαν Εσε και τον Σάλιντζερ σπανίως αποκτούν λειτουργικό ρόλο μες στην αφήγηση αλλά, μαζί με τους Beatles, αποτελούν μια γερή δόση name-dropping. Μπορούν όλα αυτά να εξηγήσουν την αναγνωστική φρενίτιδα που προκάλεσε το «Νορβηγικό δάσος»; Οριστική απάντηση δεν έχω. Συνεισφέρω την ανάγνωσή μου στη συζήτηση, νιώθοντας σαν τους ήρωες του Ταραντίνο στο «Pulp fiction» τη στιγμή που επιχειρούν να εντοπίσουν το βαθύτερο νόημα των στίχων του «Like a virgin» της Μαντόνα. Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είναι συγγραφέας. Το τελευταίο του μυθιστόρημα «Αγιογραφία» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πόλις».

Aπόσπασμα «Μη φοβάσαι, δεν θα σε πειράξει», είπε η Ναόκο στο κουνελάκι, χαϊδεύοντας το κεφάλι του με το δάχτυλό της και χαμογελώντας σ’ εμένα. Ηταν ένα χαμόγελο ολόλαμπρο, χωρίς ίχνος σκιάς. Δεν μπόρεσα να μην της το ανταποδώσω. Τι απόγινε όμως η Ναόκο της περασμένης νύχτας; Αναρωτήθηκα. Ημουν σίγουρος ότι ήταν η πραγματική Ναόκο. Οτι δεν την είχα ονειρευτεί. Στ’ αλήθεια είχε βγάλει τα ρούχα της και μου είχε δείξει το κορμί της γυμνό. Η Ρέικο σιγοσφύριζε το «Proud Mary» βάζοντας τα σκουπίδια σε μια πλαστική σακούλα. Τέλος, την έκλεισε και την έδεσε. Τις βοήθησα να κουβαλήσουν τα εργαλεία τους και το σάκο με την τροφή πίσω στην αποθήκη. «Το πρωί είναι η αγαπημένη μου ώρα», είπε η Ναόκο. «Είναι σαν ν’ αρχίζουν όλα απ’ την αρχή. Σαν να ‘ναι καινούργια. Προς το μεσημέρι αρχίζω και στενοχωριέμαι, κι όταν ο ήλιος δύει, τότε στ’ αλήθεια λυπάμαι. Ολες τις μέρες νιώθω έτσι».


1455  9 Ξένη λογοτεχνία

ΚΑΡΛΟΣ ΦΟΥΕΝΤΕΣ ΜΤΦΡ. ΚΡΙΤΩΝ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ ���� ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ � ��

ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΟΛΑΣ

Το κάθισμα του αετού

Αναδρομή στη σύγχρονη διεθνή πολιτική σκηνή και την ταραγμένη διαδρομή της χώρας της τεκίλας Aπό τη Λίλα Κονομάρα

Μεξικό, όπως λέμε Βαλκάνια

Μ

εξικό, 2020: όλα τα συστήματα επικοινωνίας έχουν κοπεί μετά την απόφαση του προέδρου της χώρας Λορένσο Τεράν να καταδικάσει την εισβολή των ΗΠΑ στην Κολομβία και να μην ενθαρρύνει τον ΟΠΕΚ στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Η χώρα παραλύει, αρχίζει ο αγώνας για τη διαδοχή του προέδρου. Με το επιστολικό αυτό μυθιστόρημά του, ο Κάρλος Φουέντες, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της σύγχρονης πεζογραφίας, περιγράφει όλο το παρασκήνιο, τις συνωμοσίες και τις ίντριγκες για την ανάρρηση στο «κάθισμα του αετού», το θεσμικό σύμβολο της μεξικανικής προεδρίας. Μέσω των επιστολών που ανταλλάσσονται, αναδύεται σταδιακά μια πληθώρα χαρακτήρων, οι οποίοι εποφθαλμιούν την εξουσία: ο κόλακας πρωθυπουργός Τάκιτος δελ Κανάλ. Ο μετριοπαθής υπουργός Εσωτερικών Μπερνάλ Ερέρα. Ο ανεξιχνίαστος υπουργός Αμυνας Μοντραγκόν φον Μπερτράμπ. Ο αιμοδιψής αρχηγός της Αστυνομίας Σίσερο Αρούσα. Η Μαρία δελ Ροσάριο Γκαλβάν που κινεί υπογείως τα νήματα και ο νεαρός φιλόδοξος εραστής της Νικολό Βαλντίβια. Μαζί με τους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες προβάλλει και η διεθνής πολιτική σκηνή. Ο Φουέντες σχολιάζει τους πάντες και τα πάντα:

Πολιτικούς ή στοχαστές που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην Ιστορία, όπως ο Μακιαβέλι, ο Στάλιν, ο Χίτλερ, αλλά και σύγχρονους όπως ο Νίξον, ο Μπερλουσκόνι, ο Μπους. Τα ονόματα των ηρώων παραπέμπουν εμφανώς σε διάσημα ιστορικά πρόσωπα: «Σενέκας», «Κικέρων», «Τάκιτος». Πολλές είναι, επίσης, οι αναφορές στην ιστορία του Μεξικού, στον Μπενίτο Χουάρες, στη δικτατορία του Πορφύριο Ντίας και τις ηγετικές μορφές της επανάστασης, Εμίλιο Ζαπάτα και Πάντσο Βίγια, στην άνοδο στην εξουσία του σημερινού Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος. Μέσα από αυτές τις αναδρομές παρουσιάζεται η πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας: πληθωρισμός, ανεργία, διαφθορά, οικονομικά σκάνδαλα και εμπόριο ναρκωτικών, μια μεσαία τάξη που βλέπει τα όνειρά της για μια καλύτερη ζωή να εξανεμίζονται. Ολα αυτά θυμίζουν πολύ τα καθ’ ημάς, ο Φουέντες άλλωστε παρομοιάζει πολλές φορές τη χώρα του με τα Βαλκάνια. Με εξαιρετική μαεστρία, αναλύει τους μηχανισμούς της εξουσίας, βγάζει στο φως τις μηχανορραφίες και τις απάτες, το φόβο, τη ματαιοδοξία και τη μοναξιά που συνδέονται με αυτήν. Στην παρουσίαση της εθνικής και διεθνούς πολιτικής σκηνής, ο Φουέντες αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες που του προσφέρει το επιστολικό μυθιστόρημα: η χρονική απόσταση ανάμεσα

στις επιστολές, τα γεγονότα που μεσολαβούν μέχρι την επόμενη, δημιουργούν μια πολυφωνική σύνθεση που προσδίδει πλούτο και εύρος στην ερμηνεία προσώπων και γεγονότων. Από αυτήν την άποψη, το «Κάθισμα του αετού» κλείνει το μάτι στις «Επικίνδυνες σχέσεις» του Λακλό, του πλέον εμβληματικού μυθιστορήματος του είδους. «Στην πολιτική δεν πρέπει να αφήνεις τίποτα γραπτό», λέει η Μαρία δελ Ροσάριο Γκαλβάν, πράγμα που αποτελούσε επίσης το χρυσό κανόνα της ελευθεριάζουσας κοινωνίας του 18ου αιώνα. Η Μαρία δελ Ροσάριο Γκαλβάν και ο Νικολό Βαλντίβια θυμίζουν πολύ τη Μαντάμ ντε Μερτέιγ και τον Βαλμόν όσον αφορά στον ασίγαστο πόθο τους για εξουσία και την έντονη ερωτική τους επιθυμία. Και οι δύο κολακεύουν τη ματαιοδοξία των άλλων, τους καθιστούν υποχείριά τους προκειμένου να επιτύχουν τους κρυφούς σκοπούς τους. Οι συνεχείς ανατροπές και τα μυστικά που έρχονται στο φως κάνουν την αναζήτηση της αλήθειας ένα παιχνίδι χωρίς τέλος. Ο Φουέντες στοχάζεται πάνω στα όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου, του είναι και του φαίνεσθαι, του καλού και του κακού, στη συμβατική γλώσσα της πολιτικής και τις λέξεις που έχουν γίνει «θαμπές, αγωνιώδεις, πλαστές». Σκοπός είναι, όπως μας λέει, «να βυθιστούμε στη γλώσσα που μας δημιουργεί, στη γλώσσα που είμαστε… Τη δημιουργική γλώσσα ενός παιδιού».

Aπόσπασμα «Διασχίζω με το αναστημένο βλέμμα μου την πόλη που ατένισε ο συνονόματός σου Μπερνάλ Δίας δελ Καστίγιο στα 1519, αναστημένη μέσα από τη δύναμη του πόθου. Αφήνω πίσω όλη την αθλιότητα του πολιτικού μελοδράματος που ζήσαμε εσύ κι εγώ και ανασταίνω την παλιά πόλη, ξεδιπλώνω τις αλέες της με το χρυσό και το ασήμι, τις στέγες με τα φτερά πουλιών και τους τοίχους από πολύτιμους λίθους, τις κάπες από δέρμα ιαγουάρου, πούμα, βίδρας και ζαρκαδιού… Πώς να μην επιστρέψω ξανά και ξανά στις μεξικάνικες φαντασιώσεις μας -εκτός από αυτές που χάσαμε- σ’ ετούτη τη λιμναία πόλη του λυρικού μας πάθους, θαρρείς και σ’ αυτή αναγνωρίζουμε το ίδιο το λίκνο της καταγωγής μας; Ανθίζουν τα λουλούδια, ανοίγουν τα πέταλα, από μέσα βγαίνουν τα άνθη των ασμάτων. Αχ, όμως, φίλε μου αγαπημένε, υπάρχει έστω κι ένα ιθαγενές ποίημα που να μη διαθέτει τη σοφία να συνοδεύσει το άσμα της ζωής με την προειδοποίηση του θανάτου…; ». Η Λίλα Κονομάρα είναι συγγραφέας. Το τελευταίο της βιβλίο «Τέσσερις εποχές – Λεπτομέρεια» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο».


ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 9 Μαρτίου Μαρ Μα ρττίου 2008

βιβλίο � 47

Οι επιθυμίες, οι ανησυχίες και ο ψυχικός κόσμος του γάλλου ποιητή μέσα από την αλληλογραφία του με συγγενικά πρόσωπα

Δικός σας, Αρτίρ Ρεμπό Γράμματα από το Χαράρ ARTHUR RIMBAUD ΜΤΦΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΡΟΥΛΙΑΣ ΑΓΡΑ ���� ΣΕΛ. ���, ΤΙΜΗ ���,��

Του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

Α

κόμα σήμερα το Χαράρ είναι ένας τόπος όπου, καθώς διαβαίνεις το διπλό περιτοίχισμά του, βρίσκεσαι στην καρδιά του δέκατου ένατου αιώνα. Κέντρο της μουσουλμανικής Αιθιοπίας, πολύ κοντά στα σύνορα με το Τζιμπουτί και τη Σομαλία, είναι χτισμένο σ’ ένα υψίπεδο 1.500 μέτρων που μειώνει κάπως την αφόρητη ζέστη της Ερυθράς. Περιβάλλεται από ερήμους: τη φοβερή έρημο της Ντανκάλια προς Βορράν και την έρημο του Ογκάντεν, που εισχωρεί βαθιά στη Σομαλία, προς Νότον. Ο πρώτος λευκός που πάτησε το πόδι του εκεί ήταν ο περίφημος οριενταλιστής Ρίτσαρντ Μπάρτον στη δεκαετία του 1850· ακολούθησε ένα μικρό τάγμα Καπουτσίνων που εγκαταστάθηκαν για να προωθήσουν το ιεραποστολικό τους έργο. Την ίδια εποχή βορειότερα, στα υψίπεδα της χριστιανικής Αιθιοπίας, ένας ισχυρός πολέμαρχος, ο Βασίλης Μενελίκ, έκανε μια σειρά πολέμων κατά των τοπικών αρχηγών, και ιδίως κατά του διορισμένου από τους Εγγλέζους Γιουχάνη, μέσ’ από τους οποίους θα ενοποιούσε τη χώρα δημιουργώντας το σύγχρονο αιθιοπικό κράτος.

Αρχές Δεκεμβρίου του 1880 έφτασε εδώ από το Αντεν, ως αντιπρόσωπος μιας εταιρίας δερμάτων, ελεφαντόδοντου και καφέ, ένας ευγενής τυχοδιώκτης από τις Αρδένες ονόματι Αρτίρ Ρεμπό. Δεν θυμόταν πια δύο βιβλιαράκια με ποιήματα που εξέδωσε πριν από μερικά χρόνια στην πατρίδα του, καταστάλαγμα μιας ταραγμένης εφηβείας. Ηταν το είδος του ανθρώπου που είναι καταδικασμένος να φεύγει· και όπως όλοι οι καθ’ υποτροπήν φυγάδες, καταδικασμένος να βασανίζεται από άκαρπη νοσταλγία για εκείνο το οποίο ποτέ δεν θα άντεχε να ξαναβρεί. Ο Ρεμπό θέλει να πλουτίσει· θέλει να μαζέψει χρήματα πληρώνοντας με φρικτές κακουχίες και κάθε είδους αντιξοότητες, για τις οποίες παραπονιέται διαρκώς στα γράμματά του χωρίς να εγκαταλείψει μια ιδιόμορφη αίσθηση τιμιότητας που τον συνοδεύει ακόμα και στις πιο αποκτηνωτικές περιστάσεις. Για ποιο σκοπό; Για να μπορέσει επιτέλους να ξεκουραστεί από αυτή τη ζωή των ατέλειωτων βασάνων, να γυρίσει στην πατρίδα, να αγοράσει ένα σπίτι, να παντρευτεί… Είναι η επανερχόμενη επωδός σε όλη την αλληλογραφία με τους οικείους του, τη μητέρα και την αδελφή του όμως ο ίδιος γνωρίζει καλά πόσο λίγο επιθυμεί αυτό που λέει πως θέλει: «Κι έπειτα, τι να κάνω στη Γαλλία; Είναι βέβαιο πως δεν μπορώ να κάνω καθιστική ζωή· φοβάμαι πολύ το κρύο -και μετά δεν έχω ούτε αρκετό εισόδημα ούτε δουλειά ούτε υποστήριξη ούτε γνωριμίες ούτε επάγγελμα ούτε μέσα κάποιου είδους. Να γυρίσω, θα ήταν να θαφτώ» (σελ. 89-90). Για μια δεκαετία πηγαινοέρχεται Αντεν - Χαράρ με ενδιάμεσες στά-

Μαρτυρία

σεις στα παράλια -Τζιμπουτί, Ταντζούρα, Μασάουα- και το Κάιρο, αλλάζοντας δουλειές και αφεντικά, κάνοντας πυρετώδεις υπολογισμούς και επιχειρηματικά σχέδια που αποτυγχάνουν παταγωδώς. Στο τέλος εμπορεύεται παλιές ευρωπαϊκές καραμπίνες για τον Μενελίκ, τις οποίες περνάει με χίλιες ταλαιπωρίες σε καραβάνια που οδηγεί από το Αντεν· θα φτάσει να σχεδιάζει μέχρι και την εισαγωγή μιας ρωμαλέας ράτσας γαϊδάρων(!). Μέχρι την τελευταία στιγμή διατηρεί μια διαβολεμένη πνευματική εγρήγορση που βρίσκει διέξοδο σε εξερευνήσεις και κατασκευές: συντάσσει έκθεση προς τη Γεωγραφική Εταιρεία του Παρισιού για την ανεξερεύνητη έως τότε έρημο του Ογκάντεν, παραγγέλνει μια ακριβή φωτογραφική μηχανή σχεδιάζοντας να φτιάξει ένα εμπεριστατωμένο λεύκωμα, ζητάει κυρίως να του στείλουν από τη Γαλλία τεχνικά βιβλία, Εγχειρίδιο του καροποιού, Εγχειρίδιο του βυρσοδέψη, Οδηγός του οπλοποιού, Εκμετάλλευση ορυχείων, Υπολογισμοί επιχωματώσεων, Γεωδαισία, Υδραυλική, Εγχειρίδιο εφαρμοσμένης αστρονομίας, αλλά και δόκανα λύκων για να παγιδέψει λεοπαρδάλεις… Μαθαίνει τις τοπικές γλώσσες, κάτι που ελάχιστοι λευκοί ένιωθαν την ανάγκη να κάνουν, σέβεται το τοπικά έθιμα και ελεεινολογεί όσους τα περιφρονούν, ωστόσο ξαναζεί με τους ντόπιους τη διαρκή ανεπίλυτη αμφιθυμία του προς τους ανθρώπους: «…Δεν έχω ποτέ γνωρίσει κανέναν που να πλήττει όσο εγώ. Και μετά, δεν είναι μίζερη αυτή η ζωή, χωρίς οικογένεια, χωρίς πνευματική ασχολία, χαμένος μέσα στους νέγρους των οποίων θα ήθελε κανείς να βελτιώσει την τύχη και που αυτοί

προσπαθούν να σε εκμεταλλευτούν και σε φέρνουν σε αδυναμία να τακτοποιήσεις κάθε υπόθεσή σου στα γρήγορα; Να είσαι υποχρεωμένος να μιλάς τ’ αλαμπουρνέζικά τους, να τρως τα ελεεινά φαγητά τους, να υπομένεις χίλιες στενοχώριες που έρχονται από την τεμπελιά τους, την απιστία τους, τη βλακεία τους!» (σελ. 96). Ομως, «Οι άνθρωποι του Χαράρ δεν είναι ούτε πιο βλάκες ούτε πιο πρόστυχοι απ’ ό,τι οι λευκοί νέγροι των λεγόμενων πολιτισμένων χωρών· τα πράγματα είναι διαφορετικά, αυτό είναι όλο. Είναι μάλιστα λιγότερο κακοί και μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις να δείξουν ευγνωμοσύνη και πίστη» (σελ. 98). Και εν κατακλείδι: «Ποτέ δεν έκανα κακό σε κανέναν. Αντιθέτως, κάνω κάποιο καλό όταν βρίσκω την ευκαιρία· είναι η μόνη μου ευχαρίστηση» (σελ. 98). Το δράμα θα οδηγηθεί στην τραγική του έξοδο το 1891 (δύο χρόνια μετά την κατάρρευση του Νίτσε, του οποίου την αλληλογραφία διαβάζουμε με την ίδια πνευματική έξαψη όπως αυτή του Ρεμπό, και όχι τυχαία): γενικευμένο οίδημα του αριστερού

ποδιού, με φορείο μέχρι το Αντεν, πλοίο για Μασσαλία, νοσοκομείο, ακρωτηριασμός ακρωτ τηριασμός και θάνατος από γενικευμένο καρκίνο (όπως πιστεύουμε σήμερα) τη 10η Νοεμβρίου του 1891. Την παραμονή σχεδίαζε να ξαναταξιδέψει. Εμείς γνωρίζουμε τον Ρεμπό από εκείνα τα ασήμαντα για τον ίδιον βιβλιαράκια που πρόλαβε να εκδώσει πριν από τη μεγάλη δραπέτευσή του. Αναδιφούμε εναγωνίως στην αλληλογραφία του για να βρούμε μια ένδειξη -βιογραφική, ψυχολογική- περί του τι μπορεί να τον ώθησε να «αποκηρύξει» την ποίηση. Δεν βλέπουμε ότι αυτό που τον έκανε αληθινό ποιητή ήταν ακριβώς η επίγνωση πως η ποίηση είναι απονενοημένη φυγή, συντριβή, «εμπόριο με το άγνωστο» -όχι ταυτότητα… Ο Ρεμπό (όπως και ο Χαΐλντερλιν με διαφορετικό τρόπο) μας δίδαξε ότι πραγματική αποκήρυξη της ποίησης είναι ο ρόλος, η αναγνωρισμένη ταυτότητα του «ποιητή» - τα αξιοθρήνητα εύσημα του «λογοτέχνη», ασφαλές καταφύγιο των μικρών ψυχών. Σε έναν από τους ταχυδρομικούς του φακέλους (που αναπαράγεται φωτομηχανικά στην παρούσα έκδοση, σελ. 140) είναι σημειωμένο με το γραφικό του χαρακτήρα: Aden (Arabie). Αυτή η αμελητέα σημείωση έγινε το 1932 τίτλος του χρονικού της δραπέτευσης ενός άλλου αποστάτη και οιονεί αυτόχειρα από τη Γαλλία: του Πολ Νιζάν. Ο Φώτης Τερζάκης είναι δοκιμιογράφος. Το τελευταίο του βιβλίο «Τροχιές του αισθητικού» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Futura.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.