ak d i s
i
t ak
ta k
Α Ν Η Μ Α ά ν Ν Ι η Ρ Μ Ε Τ α ΚΑΚατερίν aki d i s
έτσι απ λά
έτσι απ λά αυστηρώς
αυστηρώς
κ α τ ά λ λ η λ ο δ ι ά η θ ι κο λ ό γ ο υ ς
κατά λ λη λο διά ηθικο λόγους ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ
Ε Κ Δο ΟΣΕΙΣ ο σ ε λΕότ Κ Δ Ο Σ ΕςΙ Σ ο σ ε λ ότ ο ς ο σ ε λ ότ ο ς
Τιτλος Έτσι απλά (αυστηρώς ακατάλληλο διά ηθικολόγους) Συγγραφέας Κατερίνα Μηνά Σειρα Μυθιστόρημα [1358]0313/04 Εργο Εξωφυλλου Alessandro De Martino Τίτλος «Κόκκινο
βράδυ»[λάδια και ακρυλικά σε καμβά και επεξεργασμένο ψηφιακά, διαστάσεις 100 Χ 120 cm].
Διορθωση Όλγα Παλαμήδη Copyright© 2013 Κατερίνα Μηνά Πρώτη Εκδοση Αθήνα, Μάρτιος 2013 ISBN 978-960-564-037-8
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ε λ ότ ο ς
Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ. : 210 6431108 e-mail: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr
Αφιερωμένο στη ζωή. Σ’ εκείνους που δεν δίστασαν να τη ζήσουν, μα και σε όσους τους φόβισε η αλήθεια της κι έμειναν με την ανάμνηση ενός φευγαλέου αγγίγματός της...
Αντί προλόγου
Έ
φτασα στην είσοδο δέκα λεπτά νωρίτερα από το ραντεβού. Ήθελα πάντα να είμαι νωρίτερα στα ραντεβού μου, για να έχω τον χρόνο να «σκανάρω» τον χώρο. Σίγουρα δεν το καταφέρνω πάντα, αλλά προσπαθώ. Η εξώπορτα της πολυκατοικίας ανοιχτή μπροστά από τη σκάλα με σχετικά μικρά σκαλοπάτια. Στον δεύτερο όροφο, μου είχε πει στο τηλέφωνο την ημέρα που είχα επικοινωνήσει μαζί του για να κλείσουμε το πρώτο ραντεβού. Ασανσέρ δεν υπήρχε, κάτι που δεν με πείραζε καθόλου, μια και σπάνια το χρησιμοποιώ, κι αυτό σε μεγάλη ανάγκη. Όχι για το καλό της σιλουέτας μου, αλλά εξαιτίας της απίστευτης κλειστοφοβίας μου. Ανέβηκα τις σκάλες. Φτάνοντας στον δεύτερο όροφο έπεσα πάνω στο πιο σουρεαλιστικό ντεκόρ. Μαρμάρινα αγαλματίδια αρχαίων θεών μαζί με μπρούτζινα κασπό με πλαστικά λουλούδια και μια καφέ βαριά πόρτα, που υπέφερε κάτω από το μεγαλύτερο βάρος της τεράστιας, γυαλιστερής ταμπέλας με τα στοιχεία του… γιατρού. Ψυχολόγος, ψυχοθεραπευτής, σύμβουλος γάμου, δόκτωρ, ετσι απλα
5
καθηγητής δεν θυμάμαι ποιου πανεπιστημίου του εξωτερικού… Βαρέθηκα να διαβάζω τίτλους. Κοιτώντας μια την ταμπέλα και μια τον διάκοσμο αναρωτήθηκα: «Αυτός θα με βοηθήσει στο πρόβλημά μου με το γούστο που έχει;» Παράξενες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου, μα τελικά αποφάσισα να το δοκιμάσω και μετά θα έβλεπα αν θα ξαναπήγαινα. Χτύπησα το κουδούνι και είδα τη διακριτική κάμερα, που ήταν επιμελώς κρυμμένη πάνω από την πόρτα, να με σημαδεύει. Η πόρτα άνοιξε μ’ ένα σιγανό «κλακ» και μπαίνοντας στην αίθουσα αναμονής έπαθα το δεύτερο σοκ. Υπερβολικό κρύο, ευχαρίστως θα φορούσα παλτό εκεί μέσα! Μαύρες, δερμάτινες πολυθρόνες, πίνακες με καλλιτεχνικά γυμνά στους τοίχους κι ένας ηλεκτρικός πίνακας με λαμπάκια, που θύμιζε διαστημόπλοιο. Πάνω από την πόρτα που οδηγούσε στο γραφείο του πάλι κάμερα. Κανένας δεν με υποδέχτηκε και υποθέτοντας πως είχε κάποιον άλλον πελάτη, κάθισα σε μια πολυθρόνα και περίμενα τη σειρά μου χαζεύοντας τον χώρο. Πέντε λεπτά, δέκα λεπτά, ένα τέταρτο, και δεν εμφανιζόταν κανένας, ούτε άκουγα τίποτα. Άρχισα να εκνευρίζομαι. Τη στιγμή που σκεφτόμουν «και τώρα τι κάνουμε;», άνοιξε η πόρτα και παρουσιάστηκε κάποιος χαμογελαστός κύριος, γύρω στα σαράντα πέντε, ντυμένος με πανάκριβα σπορ ρούχα, σοφιστικέ γυαλάκια κι ένα χαμόγελο που έλεγε «όλα θα πάνε καλά». Το γραφείο του απλό, με τον υπολογιστή ανοιχτό και στην οθόνη του εικόνες από τις κρυμμένες κάμερες – της εισόδου της πολυκατοικίας, της εισόδου του ιατρείου, της αίθουσας αναμονής… «Για να παρακολουθεί τις αντιδράσεις μας», συλλογίστηκα κι αισθάνθηκα έναν μικρούλη θυμό! Ούτε στο «Big Brother» να ήμασταν! Από το γραφείο του με πέρασε σ’ ένα διπλανό δωμάτιο, το οποίο δεν θύμιζε σε τίποτα τα γραφεία των ψυχολόγων, 6
κατερινα μηνα
τουλάχιστον έτσι όπως τα είχα δει στις ταινίες. Ένας καναπές σπιτιού, δυο πολυθρόνες αρκετά άνετες, τραπεζάκια με χαρτομάντιλα πάνω τους και πάρα πολλά φυτά. Το μόνο μειονέκτημα ήταν ότι απαγορευόταν το κάπνισμα! Εξομολόγηση χωρίς τσιγάρο; Πώς θα γινόταν αυτό; Η πρώτη φορά ήταν περισσότερο γνωριμία μεταξύ μας. Με ρώτησε για τα παιδικά μου χρόνια, τη διαδρομή της ζωής μου σε γενικές γραμμές, την οικογενειακή μου κατάσταση, τις σεξουαλικές μου προτιμήσεις, χωρίς λεπτομέρειες και με την υποσημείωση να του πω μόνο αυτά που ένιωθα άνετα. Στο τέλος της συνάντησης με ρώτησε γιατί πήγα σ’ εκείνον. Η απάντησή μου ειλικρινής, αν και κρίθηκε επιθετική, ενώ δεν είχα καμιά τέτοια πρόθεση. Εκείνη τη στιγμή τουλάχιστον. «Ένας φίλος επί πληρωμή». Αυτό μόνο. Ο χρόνος μας τελείωσε. Πενήντα λεπτά, πενήντα ευρώ! Κανονίσαμε να πηγαίνω αρχικά τρεις φορές την εβδομάδα και στην πορεία θα βλέπαμε. Φεύγοντας δεν ένιωθα ούτε καλύτερα, ούτε χειρότερα. Γελούσα όμως όταν αυθόρμητα σκέφτηκα τις ιστορίες που είχα ακούσει γι’ άτομα που ερωτεύονταν τον ψυχολόγο τους. Αν εκείνος κι εγώ ήμασταν οι τελευταίοι άνθρωποι πάνω στη Γη… η Γη δεν είχε καμιά ελπίδα να έχει κατοίκους και στο μέλλον! Επέστρεψα στη δουλειά, έβαλα υπενθύμιση για το επόμενο ραντεβού… και η ζωή συνεχίζεται. Οι μέρες πέρασαν γρήγορα και ήρθε η στιγμή του επόμενου ραντεβού. Αυτή τη φορά έφτασα ακριβώς στην ώρα μου. Δεν είχα και πολλά πράγματα να παρατηρήσω πλέον, ούτε είχα την αγωνία και το άγχος της πρώτης επίσκεψης. Μ’ άφησε πάλι να περιμένω, όμως τώρα έβγαλα το κινητό μου κι άρχισα να παίζω περιμένοντας. Δεν κατάλαβα πόση ώρα πέρασε έτσι, αφοσιωμένη όπως ήμουν στο παιχνίδι. Δεν θυμάμαι ν’ άκουσα την πόρτα ν’ ανοίγει. ετσι απλα
7
Εμφανίστηκε χαμογελαστός και πάλι, μου είπε «καλησπέρα» και με κάλεσε να περάσω στο γνωστό δωμάτιο. Με ρώτησε για τις μέρες που μεσολάβησαν ανάμεσα στα δύο ραντεβού μας και μετά σιωπή. Περίμενα ερωτήσεις, μα δεν έκανε καμία. Λίγα λεπτά αργότερα, τον ρώτησα: «Τι θα γίνει τώρα;» «Μίλησέ μου», με παρότρυνε, «για ό,τι θες, κι αν χρειαστώ διευκρινίσεις, θα σε ρωτήσω. Φίλος επί πληρωμή δεν είπες; Και ποιο είναι το καλύτερο προσόν ενός φίλου; Να ξέρει ν’ ακούει! Ξεκίνα λοιπόν!» Του μίλησα για την τελευταία σχέση μου και πόσο ήθελα να την τελειώσω. Γιατί; Μα γιατί δεν ήταν σε καμιά περίπτωση αυτό που ήθελα! Με τη συζήτηση με βοήθησε να καταλάβω ότι άλλος ήταν ο λόγος που ξεκίνησα αυτή τη σχέση. Η ανάγκη μου να έχω μια σχέση! Μου εξήγησε πως ενώ από την αρχή σχεδόν ήξερα πόσο λάθος επιλογή είχα κάνει, αρνιόμουν να το παραδεχτώ. Πάνω σ’ αυτό ήταν και η πρώτη μας διαμάχη, αλλά τελικά είχε απόλυτο δίκιο. Όταν του το είπα, στο επόμενο ραντεβού μας, μετά από αρκετή ώρα συζήτησης, η απάντησή του ήταν: «Ωραία! Μόλις την τελείωσες μέσα σου. Τώρα σιγά σιγά μπορείς να περάσεις και στην επόμενη φάση, που είναι και η πρακτική διακοπή της. Η ώρα μας τελείωσε!» «Μάλιστα», σκέφτηκα. «Η συνειδητοποίηση του τελειώματος μιας άσχημης σχέσης στοίχισε εκατόν πενήντα ευρώ μέχρι τώρα! Άψογα!» Αλλά δεν ήταν ακριβώς έτσι, γιατί μου έδωσε και κάποιες συμβουλές. «Κάθισε λίγο ακόμα», μου είπε. «Δεν έχω άλλο ραντεβού για την επόμενη ώρα. Και πριν με ρωτήσεις, δεν θα σε χρεώσω! Δεν είναι θέμα καλοσύνης! Αλλά κι εσύ δεν είσαι κακιά! Λίγο χαμένη με όσα πέρασες, που είναι και η αιτία που βγάζεις αυτή την επιθετική συμπεριφορά. Άκουσέ με… 8
κατερινα μηνα
»Πρώτα πρέπει να μάθεις να εξωτερικεύεις τον θυμό σου. Αυτό το άτομο, εκμεταλλευόμενο τη στάση σου να μη θες να τσακώνεσαι και να μπλέκεσαι σε φασαρίες επειδή δεν αντέχεις τις φωνές, σου έκανε μεγάλο κακό. Συμφωνώ ότι ήταν η πιο αποτυχημένη σου σχέση, όπως κι εσύ παραδέχεσαι, αφού του επέτρεψες σε μικρό χρονικό διάστημα να σε κάνει να ξεχάσεις κομμάτια του εαυτού σου. Όχι, δεν τα έχασες! Τα έκρυψες κάπου μέσα σου για πολλούς λόγους. Οι πιο σημαντικοί; Πρώτον, γιατί δεν μπορούσε να τα μοιραστεί μαζί σου αυτά τα κομμάτια, εξαιτίας δικής του ανικανότητας, και δεύτερον, γιατί υποσυνείδητα αποφάσισες να τα κρύψεις και για να μην αντιδράς έντονα, αλλά και για να τα φυλάξεις για κάποιον άλλον που θα άξιζε να τα μοιραστείς. »Η πρότασή μου; Ξεκίνα και πάλι να μιλάς με άλλους ανθρώπους, δημιούργησε έναν κύκλο γύρω σου. Αφού είσαι έντονα κοινωνικό άτομο και είναι αδύνατον να ζήσεις στην απομόνωση που εκείνος θέλει χωρίς να σου γυρίσει αρνητικά. Εκδηλώσου όπως έχεις μάθει να κάνεις, βγες έξω, γέλα, μοιράσου πράγματα και θα δεις πως όταν τα καταφέρεις, θα έχουν τελειώσει όλα! »Δεύτερη συμβουλή: γράφε. Ξεκίνα και πάλι να γράφεις. Για όσα σ’ ενοχλούν και θέλεις ν’ αλλάξεις. Ξαναγύρνα σ’ αυτό που ήσουν πριν τον γνωρίσεις και πίστεψέ με, θα είσαι καλύτερα. Κι ας μείνεις μόνη! Αυτό δεν επέλεξες πριν έρθεις σ’ εμένα; Τότε θα έχεις αποκτήσει και την εμπειρία τού τι παθαίνεις αν δεν ακολουθείς το ένστικτό σου και πας με τη λογική. Τελικά, η κοινή λογική για τον χαρακτήρα σου είναι παράλογη! Ραντεβού την άλλη Τρίτη! Κι ένα τελευταίο! Χαίρομαι που σήμερα φόρεσες άσπρα ρούχα!» Βγαίνοντας αυτή τη φορά χαμογελούσα! Συνειδητοποίησα ότι είχα καιρό να χαμογελάσω αυθόρμητα! ετσι απλα
9
Επιστρέφοντας σπίτι διάλεξα ένα όμορφο τετράδιο, ένα στιλό και ξεκίνησα… Πήγαινα πιο αραιά πια στον επί πληρωμή φίλο μου. Βελτιωνόμουν διαρκώς. Άρχισα ν’ αγαπώ και πάλι τον εαυτό μου. Ήξερα, ήμουν σίγουρη ότι τελειώνοντας αυτό που έγραφα, θα λυτρωνόμουν. Έτσι, όσο κι αν πονούσε κάποιες στιγμές, δεν τα παράτησα. Μπορεί ν’ αργήσει, αλλά θα τελειώσει. Κι όταν μπει και η τελευταία τελεία θ’ αρχίσει για μένα μια νέα ζωή.
10
κατερινα μηνα
Π
λησίαζε η καταστροφή του κόσμου. Έτσι λέγανε οι τρελαμένοι στα ΜΜΕ (Μέσα Μαζικής Επίθεσης). Και η Λαρίνα πηγαινοερχόταν στη δουλειά της σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Σενάρια επιστημονικής φαντασίας παίρνανε και δίνανε καθημερινά στις τηλεοράσεις. Αναλυτές, αυτοαποκαλούμενοι προφήτες, όλοι επίδοξοι μελλοντικοί τρόφιμοι ψυχιατρείου, αναλύανε στα κανάλια τις αρρωστημένες σκέψεις τους, ενώ οι κουστουμαρισμένοι τηλεπαρουσιαστές προσθέτανε με κοφτά σχόλια κι επιτηδευμένα ανήσυχες ματιές –μια νότα τρόμου που προσπαθούσαν να περάσουν στους τηλεθεατές τους–, με το ένα μάτι στραμμένο στον υπολογιστή απέναντί τους, απ’ όπου διάβαζαν τις ειδήσεις, και το άλλο στα «ραβασάκια» που κάθε τόσο τους περνούσαν οι φροντιστές με τα νούμερα τηλεθέασης. Το απόλυτο σούργελο με λίγα λόγια. Μεγαλύτερη πλάκα όμως είχαν οι κατάξανθες τηλεπαρουσιάστριες. Ακούγανε θεωρητικά τρομοκρατημένες τους καλεσμένους τους. Και το «θεωρητικά» έχει εξήγηση! Πρώτον, γιατί το πολύ οξυζενέ είχε κάψει τα περισσότερα εγκεφαλικά τους κύτταρα, αφήνοντας οριακά ανέπαφα μόνο εκείνα των αυτόματων λειτουργιών –η μαμά φύση προνοεί για όλα τα πλάσματά της–, και δεύτερον, γιατί αυτό το ρημάδι το μπότοξ δεν άφηνε και πολλά περιθώρια κίνησης κι επομένως ξεκάθαρης έκφρασης στους νεκρωετσι απλα
11
μένους πλέον μυς του προσώπου, κι έτσι, ανέκφραστες όπως ήταν, μοιάζανε πάνω κάτω ίδιες! Οι πιο έξυπνες ρίχνανε κλεφτές ματιές στις κάμερες, αγωνιώντας για το αν θέλει βάψιμο η ρίζα, μήπως φαίνεται καμιά ρυτίδα ή μαύρος κύκλος κάτω απ’ το καλοσοβατισμένο πρόσωπο κι αν θα τα καταφέρνανε τελικά να συγκεντρώσουν τα χρήματα που χρειάζονταν για εκείνη την πλαστική επέμβαση που τους πρότειναν να κάνουν προκειμένου να συνεχίσουν να δουλεύουν στο γυαλί. «Είσαι εξαιρετικά αναλώσιμη», της είχε επισημάνει ο υπεύθυνος προσωπικού όταν είχε προσληφθεί στο κανάλι. «Γι’ αυτό λοιπόν να βάφεις το μαλλί ξανθό, γιατί “γράφει” καλύτερα στον φακό και δημιουργεί διάφορες σκέψεις κι επιθυμίες στους τηλεθεατές και των δύο φύλων». Πόσες φορές τα είχε πει αυτά και η Λαρίνα λόγω της δουλειάς της. Θυμόταν τ’ άβαφα κοριτσόπουλα που στάθηκαν κατά καιρούς μπροστά της με το «book» τους στα τρεμάμενα και ιδρωμένα χέρια τους απ’ το άγχος και την εξάντληση λόγω κακής διατροφής, με τ’ άδειο τους βλέμμα, και μ’ ένα μοναδικό, κοινό «θέλω». Να γίνουν κάποιες! Γελούσε όταν θυμόταν το αμίμητο «ήρθα να μου κάνετε κάτι», που είχε ακούσει καιρό πριν από κάποια κοπελίτσα και της είχε προκαλέσει πραγματική έκπληξη. Πλησίαζαν Χριστούγεννα και η Λαρίνα αναρωτιόταν γιατί θα έπρεπε, για μια ακόμα χρονιά, να στολίσει το σπίτι με τα ίδια κλασικά –για εκείνη– στολίδια, τα φωτάκια, τις μπάλες και το δέντρο. «Χαμένος κόπος δεν είναι αφού στο ξεκίνημα της νέας χρονιάς θα καταστραφεί ο κόσμος;» Το είχε πει στο γραφείο μέρες πριν κι όλοι σχεδόν την κοιτάξανε λες και ήταν τρελή! «Καλά, αυτό σε απασχολεί μόνο;» ρώτησε έκπληκτη η 12
κατερινα μηνα
κατάξανθη μέσα κι έξω γραμματέας. «Δεν σκέφτεσαι πως θα πεθάνεις;» Η Λαρίνα γύρισε και την κοίταξε με βλέμμα που πετούσε φωτιές. Ήταν κι εκνευρισμένη εκείνη τη μέρα με διά φορες αναποδιές που είχανε τύχει και κρατήθηκε να μην πει αυτό που πρωτοσκέφτηκε: «Μπαααα!!! Θ’ απαλλαγώ κι από σένα. Άσε που εγώ τουλάχιστον θα καταλάβω πως πέθανα. Εσύ θα συνεχίσεις ν’ αναρωτιέσαι, αν καταφέρεις να καταλάβεις ότι κάτι άλλαξε πάνω σου!» Όταν ήταν κουρασμένη ή στρεσαρισμένη, της έβγαινε αυτή η δόση κακιούλας, που τελευταία είχε αρχίσει να ελέγχει, γιατί κατά βάθος δεν ήθελε να πληγώνει τους ανθρώπους. Πήρε βαθιά ανάσα, μέτρησε ως το δέκα και της απάντησε με ήρεμη φωνή: «Αν είναι να συμβεί, δεν μπορώ να το αλλάξω. Υποθέτω πως έχει δρομολογηθεί καιρό πριν. Άσε που δεν πιστεύω πως θα συμβεί. Είναι άλλο ένα τέχνασμα των καναλιών και των συμβούλων τους να τρομοκρατήσουν τον κόσμο, να τον κρατάνε κολλημένο μπροστά στις οθόνες των τηλεοράσεων κι έτσι να παίρνουν φωτιά τα μηχανάκια της τηλεθέασης. Μεγαλύτερη τηλεθέαση ίσον περισσότερες διαφημίσεις κι επομένως περισσότερα χρήματα στις τσέπες τους. Τα νούμερα τηλεθέασης τελευταία παρουσιάζονται πεσμένα, γιατί οι άνθρωποι έχουν χαλαρώσει και βλέπουν λιγότερη τηλεόραση, άρα “ξυπνάνε”. Κι αυτό είναι κακό και δεν συμφέρει! »Όσο για μένα προσωπικά, τόσα χρόνια εκείνο που κάνω είναι να δημιουργώ με τη δουλειά μου φαντασιώσεις στους άλλους. Μπορεί λοιπόν το τέλος του κόσμου να είναι μια καλή ευκαιρία να ζήσω τις δικές μου φαντασιώσεις, έχοντας μάλιστα ένα γερό άλλοθι!» Η κατάξανθη γραμματέας την άκουγε κοιτώντας τη ετσι απλα
13
λες κι έβλεπε εξωγήινο στην πρώτη του επίσκεψη στη ολιγόζωη πλέον Γη! Η Λαρίνα, καταλαβαίνοντας πως αν συνέχιζε, διακινδύνευε να μείνουν χωρίς γραμματέα, της χαμογέλασε και συνέχισε: «Άντε μη σε ζαλίζω άλλο, πέρασε η ώρα και πρέπει να φύγω για κάποιο ραντεβού». Δίχως να περιμένει απάντηση, πήρε στα γρήγορα την τσάντα της, έριξε μέσα τσιγάρα, αναπτήρα, κινητό και την Εκείνη, η σκύλα, η ανεξάρτητη, ηλεκτρονική της, ναι. ατζέντα, κι έφυγε σχεδόν τρέχοντας.η σε ημια στιγμή Κατέβηκε μεδυναμική, προσοχή ηταψύχραιμη… σκαλιά. Αυτή καταραμένη έβγαλε όλες τις μάσκες κι έγινε κλειστοφοβία δεν την άφηνε να χρησιμοποιήσειαπλώς το ασανμια γυναίκα που αγάπησε κάποιον πολύ νεότερο σέρ, και φτάνοντας στην είσοδο, έβγαλε το καθρεφτάκι και μια βρέθηκε απέναντι αναστολές πουστο νόμιτης, έριξε γρήγορη αλλάστις φιλάρεσκη ματιά είδωζε ότι δεν είχε. λό της, σιγουρεύτηκε ότι όλα ήταν εντάξει κι άνοιξε την Ήταν ο απόλυτος πόθος, το απόλυτο πάθος, η πόρτα. ζωή η ίδια, και ήταν δική της. Καμιά δύναμη, καΣτο πεζοδρόμιο ο κόσμος είχε ήδη αρχίσει να στριμώνένας Θεός μα και κανένας δαίμονας δεν θα καχνεται τάφερνε με τις σακούλες απ’ τα ψώνια τωντηΧριστουγέννων ποτέ να της κλέψει αυτή στιγμή. Λύστα χέρια. τρωση και τιμωρία ξαφνικά γίνανε ένα κι εκείνη Κατευθύνθηκε στοκοίταξε υπόγειο γκαράζ γύρισε και τον στα μάτια.του κτηρίου, άνοιξε με το τηλεχειριστήριο την πόρτα του και πήγε να πάρει το αυτοκίνητό της. Καθισμένη πλέον στη θέση του οδηγού, έβαλε το κλειδί στη μηχανή και λίγο πριν ξεκινήσει, πέρασε απ’ το μυαλό της η ίδια σκέψη που περνούσε μέρες τώρα. «Τι ακριβώς θέλω τελικά;» Την έδιωξε πάλι σαν ανεπιθύμητη κι έβαλε μπρος. Δυο λεπτά αργότερα ήταν στον δρόμο. Το κινητό της άρχισε να χτυπάει. Με το ένα χέρι στο τιμόνι και το άλλο να ψάχνει την τσάντα δεν είδε τον ταξιτζή που σταμάτησε ISBN 978-960-564-037-8 απότομα για να πάρει πελάτη και λίγο έλειψε να «φιληΟΣΕΙΣ θούν»! ΑτάραχηοΕ Κσ∆απάντησε στο τηλέφωνο. ε λ ότ ο ς «Πάμε για ένα ουζάκι; Έχει ωραία μέρα», ακούστηκε
Ω
Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com κατερινα μηνα 14 www. ocelotos. gr
από την άλλη άκρη της γραμμής. Δεν χρειάστηκε να το σκεφτεί. «Φύγαμε», απάντησε. «Πες πού κι έρχομαι». Σε μερικά δευτερόλεπτα το ραντεβού είχε κλειστεί και τότε πρόσεξε το βλέμμα του ταρίφα, που την κοιτούσε φονικά. «Δεν πας να πλύνεις κανένα πιάτο, κυρά μου, λέω εγώ, που θες και τιμόνι;» ήταν η ατάκα του! Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγε κάτι τέτοιο! Αλλά ήταν η πρώτη φορά που αντέδρασε έτσι! Του έκλεισε με το αυτοκίνητο τον δρόμο, κατέβασε το παράθυρό της και του είπε με χαμόγελο: «Είστε πολύ ευγενικός! Σας ευχαριστώ που μου υπενθυμίσατε πως πρέπει ν’ αγοράσω απορρυπαντικό για το πλυντήριο πιάτων. Αλήθεια… πείτε μου… εσείς ποιο χρησιμοποιείτε; Ή είστε κλασικός και τα πλένετε στο χέρι;» Έφυγε χαμογελώντας με την έκπληξη στο βλέμμα του ταξιτζή! Στο επόμενο φανάρι άνοιξε την τσάντα της κι έβγαλε το τηλέφωνο. «Θα περάσω πρώτα απ’ το σπίτι, να φορέσω κάτι πιο άνετο, κι έρχομαι». Τα είπε γρήγορα, για να μη συμβεί πάλι κανένα περίεργο σκηνικό. Ευτυχώς δεν είχε ιδιαίτερη κίνηση κι έτσι σε μισή ώρα είχε προλάβει να πάει σπίτι, ν’ αλλάξει και να είναι πάλι στο αυτοκίνητο. Μόλις έφτασε στο γνωστό ταβερνάκι και βγαίνοντας απ’ το αυτοκίνητο, έμεινε δευτερόλεπτα να χαζεύει γύρω της. «Τι μήνα είπαμε πως έχουμε; Δεκέμβρη; Και κυκλοφορούμε ντυμένοι τόσο ελαφρά; Τον τρελάναμε τον καιρό! Τι ωραία που θα ήταν να μπορούσαμε να φάμε έξω σήμερα», είπε μόλις μπήκε στο ταβερνάκι, κι ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης του της χαμογέλασε. ετσι απλα
15