Μιλτιάδης Ζέρβας Μιλτιάδης Ζέρβας
Η Ηγεμονία των Βράχων Η Ηγεμονία των Βράχων ΠΟΙΗΣΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σΕεΚ λ ότ ο ς ∆ΟΣΕΙΣ ο σ ε λ ότ ος ΑΘΗΝΑ 2010 ΑΘΗΝΑ 2010
ΠΟΙΗΣΗ
Τιτλος Συγγραφέας Σειρα Φωτο εξωφυλλου
H ηγεμονία των βράχων Μιλτιάδης Ζέρβας Ελληνική Ποίηση [2358-0111] Ευγενική χορηγία από το προσωπικό αρχείο της Λένας Παντοπούλου
Copyright© 2010 Μιλτιάδης Ζέρβας
Σάμου 7, Νέα Μάκρη, 19005 Πρώτη έκδοση Αθήνα, Νοέμβριος 2010 ISBN 978-960-9499-21-7
Η επιμέλεια της έκδοσης έγινε από τις εκδόσεις οσελότος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ε λ ότ ο ς
Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ. : 210 6431108 ekdoseis.ocelotos@gmail.com, ocelotos@otenet.gr www. ocelotos. gr
e-mail:
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η κατ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.
Στην Μαντώ, στον Μανώλη και στην Αντωνία
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΖΩΗΣ ΣΤΑ ΒΡΑΧΙΑ Ελληνική αντίληψη ζωής στα βράχια. Παραμυθιού σχισμένη μια σελίδα βρεγμένη, πλέει στ’ αλμυρό νερό. Χώρα μικρή κι απόμακρη πλάσμα του νόστου, του τυραννικού, προβάλλει αίφνης επάνω στον αφρό. Πλεύση καλή και όρτσα τα πανιά. Έτσι γαντζώνεται εδώ, η λιγοστή ζωή στα βράχια. Σταξιές της ώχρας επάνω στο πολύπαθο νερό, ασβέστη τρίμματα ριγμένα στον γκρεμνό, κομμάτι λίγο απ’ του φιλοσόφου τη σπηλιά, κομμάτι λίγο κι από Μοναστήρι. Χωριά κατάλευκα με αγάλματα θαμπά κι άγγελοι φύλακες παλιοί, βαφτιστικών αρχαίων ονομάτων. Ελληνική αντίληψη ζωής. Του λίθου θρίαμβος επάνω στον καημό. Τ’ ασβέστη ζήτω
17
σ’ έναν γέρικο κορμό. Δόξα της δίψας της αρχαίας, που σκαλίζει τις ψυχές, λαχτάρα έστω και για μια σταγόνα. Ελληνική αντίληψη θωπείας. Γεύεται η πέτρα χρόνια τώρα τον αφρό. Νεύμα του κέδρου στον πικρό γιαλό, της πεταλίδας σκίρτημα στον σκοτεινό τον βράχο. Κτήτορες άνεμοι αρχαίοι των νησιών, άνθη της θάλασσας οάσεις των νερών, βράχια, παιδιά, κι αθύρματα τ’ Αιόλου. Μαΐστρος Έλληνας φυσά κι η χλόη, που υπνώττει στο γυμνό βουνό, ξυπνά κι η άλλη ν’ αναριγά, στου μέταλλου τον ήχο. Πλεύση καλή και όρτσα τα πανιά φεγγάρια, θρύψαλα, γυαλιά, που ταξιδεύουνε
18
στα κάτοπτρα της νύχτας. Ελληνική αντίληψη ζωής. Χίλιοι οι ήλιοι που αιωρούνται στην κληματαριά κι ένας ο άλλος, ναυαγός που επιπλέει στου κρυστάλλου το ποτήρι. Αστράφτουν μύρια τ’ ασημιά σπαθιά, στις κυματούσσες θάλασσες του κάμπου. Σαράκι της ζωής στα βράχια. Ουλή του νόστου, στίγμα της ψυχής. Πλεύση καλή και όρτσα τα πανιά. Του κέδρου νεύμα, στον πικρό γιαλό όπως υπαγορεύουνε καιρό δεσμοί παμπάλαιας Αγάπης. Ελληνική αντίληψη ζωής, όπως εν τέλει, ανατέλλει, στις παρυφές ονείρου ξενιτεμένου εφήβου. Βραβείο Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών 2011
19
ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ στον Άγγελο Ρήγα
«Γιατί και ο έρως μια θαυματουργία είναι» «Εκ του πλησίον» Οδ. Ελύτης
Στις προσφυγικές γειτονιές ανθούν τα κορίτσια. Στου Ηγεμόνα τον κήπο, τα πρώτα φιλιά. Του νησιού το Πανόραμα νά ’χεις μονίμως στα μάτια σου και στο χαμόγελό σου μέσα να καθρεφτίζονται όλες οι Αλκυονίδες ημέρες μας. Η Ανθή στο Συνοικισμό, ένας κρίνος, έν’ αστέρι η Στέλλα που λάμπει, στης εφηβείας μέσα την κατάμαυρη νύχτα. Στις προσφυγικές γειτονιές τα κορίτσια σε κερνάν τη ζωή, με τον αχινό σγουρό στις χαράδρες. Τα κορίτσια, μακρύκανα εμπροσθογεμή. Μοιάζουν, κι όμως δεν είναι, αχαρτογράφητες θάλασσες, απόρθητα φρούρια. Κορίτσια που τα διαρρέουν χυμοί, κορίτσια που επάνω τους ενδημεί η διπέταλη ανεμώνη, που ζει μόνη, στου κορμιού τη διχάλα. Τα κορίτσια ασύμμετρα, σαν απειλές που είναι τα ίδια. 41
Τα κορίτσια, πλησίστια, με τον εξοπλισμό τους σε πλήρη εξάρτυση. Η Κάτια φερ’ ειπείν μια φρεσκαδούρα. Η Κάτια από μόνη της μια μελωδία, που ανοίγει παράθυρο σε χιλιάδες τοπία. Η Μπίλιω νά ’ναι κι αυτή ένα αίνιγμα, μια δύναμη της φύσης τυφλή. Η Μπίλιω η Αθηναία, με τη λογική και τη συμπεριφορά μιας αυτοκρατορίας. Στους συνοικισμούς, ζωντανά τα κορίτσια, σαν από εγκαυστική, παιχνιδιάρικα δελφίνια Αιγαιοπελαγίτικα, κανάτια Μαυρατζώτικα, με την φευγαλέα φωταψία διαττόντων αστέρων στα μάτια τους. Τα κορίτσια το μεγάλο παράδοξο, κορίτσια ναοί, από μόνα τους. Λειψανοθήκες κορίτσια και σαρκοφάγοι ταυτόχρονα.
42
Ο ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ Απ’ τον ζόφο για λίγο, βρέφος στο φως κι ύστερα γρίφος, για χρόνια έδαφος, νέφος μετά και γνόφος στο τέλος. Η ζωή μια ρότα με πλοίο κουρσάρικο· η ζωή ένα πάτημα πλήκτρου, ένας κυματισμός ανεπαίσθητος των βλεφάρων · η ζωή ενός γρέγου το γύρισμα, της πικραλίδας η τεθλασμένη η πτήση. Η ζωή μια ρότα με πλοίο κουρσάρικο, σε μια στέρφα γραμμή. Ψυχές εκεί ξεχασμένες από θεούς κι από δαίμονες τους χρωστά η ζωή, ψυχές γαντζωμένες στις σημαδούρες τις πέτρινες. Αδημονία για το πότε θα περάσεις απέναντι να δουλέψεις στο θέρο. ISBN 978-960-9499-21-7
Ψυχές λουσμένες στο φως, ψυχές που δεν χωρούν σε καλούπι άλλοτε των Ουρανίων οι Πρίγκιπες, κι άλλοτε των καταχθονίων οι έγκλειστοι.
8
Εχθρός εκεί και φίλος το πέλαγος, η άσπρη η θάλασσα, η Ελληνίδα. Κοπαδιαστά τα σύννεφα να ταξιδεύουνε πάνω στο κύμα ενώ στους ουρανούς αλητεύουν νησιά. Ήχους βλέπεις κι αφουγκράζεσαι χρώματα. Απ’ το φεγγάρι κατεβαίνουν δεκατρία ποτάμια κρέμονται με χρυσές κλωστές απ’ τ’ αστέρια μοναστήρια στη μέση του πέλαγους, μοναστήρια που στάζουν ασβέστη, και τα κεφαλόκαρφα να δένουν τη δίφυλλη πόρτα. Δέντρο υψώνεται εκεί από χρυσό αφαλό π’ ανεβαίνει ψηλά ως τα νέφη. Για κλαδιά έχει ρίζες και στις ρίζες επάνω τους, δένουν οι θεοί τ’ άλογά τους. Η ζωή μια ρότα με πλοίο κουρσάρικο. Εχθρός εκεί μαζί και φίλος το πέλαγος, που όλους, ανεξαρτήτως βαθμού, στον ίδιο τον κόρφο, τους αποθέτει, ναυάγια ανέλκυστα. Ενεκλείσθην μετά εις τα σύρματα, αγκάθια και πλέγματα της ζωής μου το καύχημα. Μεσ’ απ’ αυτά, ανατείλανε σχέδια, όνειρα νήπια, που ακόμα και τώρα θηλάζουν το γάλα. Μπερδεμένο τ’ ατσάλι εκεί μ’ ένα πλήθος κοράλλια. 9