ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΔΕΛΤΙΟ 44–ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2016 Αυτόματος πωλητής τυπώνει δωρεάν ιστορίες Οι μεταφραστικές περιπέτειες της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα 2666: Το βίαιο έπος του Ρομπέρτο Μπολάνιο για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή Χίλιες και μία όψεις της αφήγησης: εβραϊσμός και λογοτεχνία Θανάσης Βαλτινός: Να απαλλαγούμε από την ενδημική ελληνική μιζέρια Ἡ τέχνη τῆς ανάγνωσης
Επιλογή θεμάτων: Παντελής Μάκη
Οι πυκνές πραγματικότητες του Ρέιμοντ Κάρβερ
Περιεχόμενα
Σελ.
Αυτόματος πωλητής τυπώνει δωρεάν ιστορίες ........................................................................ 2 2666: Το βίαιο έπος του Ρομπέρτο Μπολάνιο για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή.............. 3 Τσίρκας και Μυριβήλης μιλούν γερμανικά............................................................................... 5 Μια βιβλιοθήκη χωρίς… βιβλία!… ............................................................................................ 8 Οι πυκνές πραγματικότητες του Ρέιμοντ Κάρβερ ................................................................... 10 Οι μεταφραστικές περιπέτειες της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα................................. 18 Ἡ τέχνη τῆς ἀνάγνωσης ........................................................................................................... 22 Θανάσης Βαλτινός: Να απαλλαγούμε από την ενδημική ελληνική μιζέρια ........................... 26 Χίλιες και μια όψεις της αφήγησης: εβραϊσμός και λογοτεχνία ............................................. 30 Οι εικόνες ενός «Ξένου» ......................................................................................................... 34
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Αυτόματος πωλητής τυπώνει δωρεάν ιστορίες Της Κωστούλας Τωμαδάκη
Tην ώρα που οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας παρουσιάζουν τα καινούργια μοντέλα τους, μια πόλη της Γαλλίας εγκαινιάζει τους αυτόματους πωλητές διηγήματος. Μια πολιτιστική καινοτομία δοκιμάζει ο δήμος της Γκρενόμπλ, της γαλλικής πόλης των εκατό εξήντα χιλιάδων κατοίκων που βρίσκεται στις Άλπεις. Ένα μαύρο και πορτοκαλί κυλινδρικό κουτί "φτύνει" δωρεάν διηγήματα. Πατώντας ένα από τα τρία αριθμημένα κουμπιά (ένα, τρία, πέντε), ο κάτοικος ή ο επισκέπτης της πόλης θα επιλέξει σε πόσα λεπτά θέλει να διαβάσει την ιστορία. Το χαρτί που είναι τυπωμένες οι ιστορίες μοιάζει σαν απόδειξη σούπερ μάρκετ, λίγο μεγαλύτερη. Όλα ξεκίνησαν ένα απόγευμα, όταν ένας από τους ιδρυτές του μικρού εκδοτικού οίκου Short Edition, κάνοντας ένα διάλειμμα για σνακ, δήλωσε ότι τα αυτόματα μηχανήματα θα πρέπει να πωλούν σύντομες ιστορίες αντί για αναψυκτικά και γλυκά. Οι αυτόματοι πωλητές διηγήματος έκαναν το ντεμπούτο τους τον Οκτώβριο και είχαν μεγάλη απήχηση. Το Δημοτικό Συμβούλιο της Γκρενόμπλ αποφάσισε να χρηματοδοτήσει το πρωτότυπο σχέδιο φιλαναγνωσίας. Οκτώ "διανομείς διηγήματος" νοικιάστηκαν από τη Short Edition και τοποθετήθηκαν στα πιο κεντρικά σημεία της πόλης. Για τον δήμαρχο της πόλης, μέλος των Οικολόγων Πράσινων Ερίκ Πιολέ, οι αυτόματοι πωλητές ήταν το μέσον για να προσφέρει δωρεάν πολιτισμό στους κατοίκους.
2
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
"Ο γραπτός λόγος δεν είναι νεκρός" υποστηρίζουν οι ιδρυτές του μικρού εκδοτικού οίκου Short Edition, οι οποίοι αρχικά πρόσφεραν μια δωρεάν πλατφόρμα δημοσίευσης για ερασιτέχνες συγγραφείς. Από το 2011, η Short Edition έχει δημοσιεύσει σχεδόν δέκα χιλιάδες ιστορίες, με ρυθμό εκατό την ημέρα. Μια βάση χρηστών, της τάξης των εκατό σαράντα χιλιάδων, ψηφίζει τις καλύτερες ιστορίες, κάποιες από τις οποίες γίνονται e-books, audio books, ή τυπωμένα βιβλία σε συνεργασία με εκδοτικούς οίκους όπως ο Orange. Όσα ιδρύματα, δήμοι, σχολεία και εταιρείες επιθυμούν να νοικιάσουν τους αυτόματους πωλητές θα πρέπει να πληρώσουν 500 ευρώ τον μήνα. Οι συγγραφείς των ιστοριών αμείβονται με το δέκα τοις εκατό του μισθώματος ενοικίασης. Η φαντασία και ο γραπτός λόγος έχουν επιστρέψει στους δημόσιους χώρους, υποστηρίζουν αρχιτέκτονες, πολεοδόμοι και συγγραφείς. Ήδη στο γραφείο Τουρισμού της Γκρενόμπλ, όπου φιλοξενείται ένας από τους αυτόματους πωλητές διηγήματος, κάποιοι πολίτες έρχονται δύο φορές την εβδομάδα μόνο και μόνο για να τυπώσουν μια ιστορία. "Ο 'αυτόματος διανομέας ιστοριών' ίσως απαντά σε μια ανάγκη μας για στιγμές ονειροπόλησης μέσα στο οργανωμένο αστικό τοπίο" λέει η πολεοδόμος Μπεατρίς Λανγκλουά. Πολλοί κάτοικοι υποστηρίζουν ότι οι αυτόματες μηχανές πώλησης ιστοριών με την έντυπη μορφή τους, είναι ένα διάλειμμα από τις πανταχού παρούσες οθόνες των κινητών τους. Πηγή: http://www.avgi.gr/
2666: Το βίαιο έπος του Ρομπέρτο Μπολάνιο για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή Το έργο κάνει πρεμιέρα στις 6 Φεβρουαρίου στο Goldman Theatre της Νέας Υόρκης
3
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Ενδεχομένως πολλοί το είχαν σκεφτεί, άλλοι τόσοι το είχαν ποθήσει, κανείς, όμως, δεν το είχε τολμήσει: τη μεταφορά στο θέατρο του «2666», της σκοτεινής εποποιίας του Ρομπέρτο Μπολάνιο που μέχρι σήμερα μπλέκει άφταστα τη βία, την αγάπη, την τέχνη, τον σουρεαλισμό, τις πολυπλόκαμες αλληλο-εμπλεκόμενες ιστορίες, μέσα σε περισσότερες από 1100 σελίδες. Την ιστορία του συγκεκριμένου βιβλίου που ακόμη και η ελεύθερη απόδοση του αποτελούσε σκληρό στοίχημα για τον τολμηρό μεταφραστή κάθε χώρας που ανέλαβε την ευθύνη, μεταφέρει για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή του Goldman Theatre της Νέας Υόρκης, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του και επιτυχημένος θεατρικός σκηνοθέτης, Ρόμπερτ Φολς.
Ρόμπερτ Φολς και Σεθ Μπόκλι κατά τη διάρκεια πρόβας στο Goldman Thetre / Photo: Liz Lauren
Το έργο κάνει πρεμιέρα στις 6 Φεβρουαρίου και σύμφωνα με τα όσα δήλωσε στον “Guardian” o Φολς, η μεταφορά του «2666» στη θεατρική σκηνή ήταν μία τεράστια πρόκληση για εκείνον και τον επίσης σκηνοθέτη και σεναριογράφο Σεθ Μπόκλι, κυρίως λόγω της πολυπλοκότητας του συγκεκριμένου έργου και του τεράστιου θιάσου που θα απαιτούσε ένα τέτοιο εγχείρημα. «Η ιδέα με κυνηγούσε χρόνια. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δημιουργικής μου πορείας, ανακάλυψα ότι αντί να επιλέγω εγώ τις δουλειές που θα ανέβαζα, με επέλεγαν εκείνες, κυρίως όταν τις θεωρούσα αποθαρρυντικές και φορτισμένες. Αυτό συνέβη και με το “2666”. Ποτέ στο παρελθόν δεν ήθελα να “ανεβάσω” τόσο πολύ ένα βιβλίο, και μάλιστα τέτοιας πολυπλοκότητας. Αλλά αυτό το στοίχημα μου έγινε πάθος, έμμονη ιδέα για περισσότερο από μία δεκαετία», λέει με περηφάνια ο Φολς. Ακόμη και ως θεατρική απόπειρα, όπως χαρακτηριστικά δηλώνει, το «2666» παραμένει ένα έργο που αφορά την πάλη για την αγάπη, την ανακάλυψη και το πάθος και απομένει πλέον να φανεί, αν η θεατρική μεταφορά του θα αποδώσει σε μικροκλίμακα έστω, όλον τον πλούτο των παράξενων συναισθημάτων και εικόνων που με μαεστρία «χώρεσε» ο πρόωρα χαμένος Μπολάνιο στο πολυσέλιδο έργο του. Πηγή: www.lifo.gr 4
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Τσίρκας και Μυριβήλης μιλούν γερμανικά Μεταφρασμένη ελληνική λογοτεχνία, δοκίμιο και μελέτες σε ψηφιακή και έντυπη μορφή. Το εκδοτικό πρόγραμμα Edition Romiosini στο Βερολίνο φιλοδοξεί να αποτελέσει μια ηχηρή παρουσία στη γερμανόφωνη αγορά του βιβλίου
Ζωή εν τάφω και Ακυβέρνητες πολιτείες. Δύο μεγάλοι πόλεμοι, δύο σπουδαία λογοτεχνικά έργα, δύο μεγάλοι έλληνες συγγραφείς εκφραστές της μεσοπολεμικής και της μεταπολεμικής λογοτεχνικής μας παράδοσης. Το μυθιστόρημα του λέσβιου Στράτη Μυριβήλη και η μυθιστορηματική τριλογία του Αιγυπτιώτη Στρατή Τσίρκα που μόλις κυκλοφόρησαν μεταφρασμένα στα γερμανικά από τις Edition Romiosini φέρνουν κοντά δύο γλώσσες, δύο χώρες, δύο κουλτούρες, δύο λαούς οι οποίοι στη σύγχρονη ιστορία τους συναντώνται σε σχέσεις ποικίλων αλληλεπιδράσεων, δανείων αλλά και εντάσεων: Ελλάδα και Γερμανία. Για τους γερμανοτραφείς το όνομα Romiosini σε εκδοτικά συμφραζόμενα παραπέμπει στον εκδοτικό οίκο Romiosini Verlag που ίδρυσε το 1982 στην Κολονία η Νίκη Αϊντενάιερ με τον σύζυγό της νεοελληνιστή Χανς Αϊντενάιερ. Στα 30 χρόνια της δράσης του τύπωσε περισσότερους από εκατό τίτλους, μια παράδοση που αναλαμβάνει τώρα να συνεχίσει το εκδοτικό πρόγραμμα Edition Romiosini του Κέντρου Νέου Ελληνισμού (Centrum Modernes Griechenland/CeMoG) που ιδρύθηκε το 2014 στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Επανεκδίδοντας εξαντλημένους τίτλους σε ξαναδουλεμένες μεταφράσεις που συνοδεύονται από εισαγωγές και επεξηγηματικά επίμετρα και μεταφράζοντας νέους τίτλους, σκοπός του 5
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
CeMoG είναι «να δημιουργηθεί μια κρίσιμη μάζα λογοτεχνικών, δοκιμιακών και επιστημονικών κειμένων που θα παρουσιάζει τη σύγχρονη Ελλάδα στον γερμανόφωνο κόσμο» εξηγεί στο «Βήμα» ο νεοελληνιστής Μίλτος Πεχλιβάνος, καθηγητής του Freie Universit ät του Βερολίνου και διευθυντής του CeMoG.
Λογοτεχνία και δοκίμιο Είκοσι πέντε τίτλοι προγραμματίζεται να κυκλοφορήσουν τη διετία 2015-2016 σε τρεις σειρές: Λογοτεχνία, Δοκίμιο, Μελέτες. Παλιοί τίτλοι αποκτούν δεύτερη ζωή με κριτήρια, μεταξύ άλλων, θεματικά. Με πρώτη θεματική τη μετανάστευση, κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες η Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου και θα ακολουθήσουν τα Ματωμένα χώματα της Διδώς Σωτηρίου, το Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου του Σωτήρη Δημητρίου και οι Φιλέλληνες της Μιμίκας Κρανάκη. Θα επανακυκλοφορήσουν το Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη και η Κάθοδος των εννιά του Θανάση Βαλτινού, που θα τυπωθούν σε δύο τόμους μαζί με το Μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο, τα Φτερά μπεκάτσας, τον Τελευταίο Βαρλάμη και τον Ανάπλου που πρωτομεταφράζονται. Στην ίδια σειρά της λογοτεχνίας θα συγκεντρωθούν κείμενα «κλασικών» νεοελλήνων ποιητών και πεζογράφων (Καβάφης, Σεφέρης, Ελύτης, Βιζυηνός, Χατζής κ.ά.) αλλά και νεοελληνικό θέατρο. Η σειρά του δοκιμίου περιλαμβάνει τους επίσημους λόγους που εκφωνούνται στις ετήσιες CeMoG Lectures, οι οποίες πραγματοποιούνται κάθε καλοκαίρι στο Βερολίνο, με προσκεκλημένους προσωπικότητες που έχουν διακριθεί στο πεδίο των ελληνογερμανικών ανταλλαγών. Κυκλοφόρησε ήδη η ομιλία του καθηγητή Δημοσίου Δικαίου και τέως προέδρου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Βασίλειου Σκουρή «Ελληνογερμανικές σχέσεις στο πεδίο της επιστήμης. Ιστορική επισκόπηση και σημερινή κατάσταση» και αναμένεται η ομιλία του καλλιτεχνικού διευθυντή της Documenta του 2017 Ανταμ Τσίμζικ. Στη σειρά των επιστημονικών μελετών θα εκδίδονται διδακτορικές διατριβές και πρακτικά συνεδρίων στα γερμανικά, στα αγγλικά αλλά και στα ελληνικά.
Κατανόηση πέρα από τα στερεότυπα Κείμενα που προάγουν την κατανόηση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, κοινωνίας και κουλτούρας και των σημείων των ελληνογερμανικών επαφών και τριβών πέρα από τα στερεότυπα που αναπαράγονται στα media οργανώνονται σε άτυπες ενότητες. Θα επανεκδοθεί Η συνοπτική ιστορία της Ελλάδας από το 1770 του Ρίτσαρντ Κλογκ, ενώ μεταφράζεται Η μεταπολιτευτική Ελλάδα 1974-2009 του Γιάννη Βούλγαρη. Η Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας του Λίνου Πολίτη, μαζί με ένα επίτομο λεξικό σύγχρονων συγγραφέων του Δημοσθένη Κούρτοβικ και μια σειρά συνεντεύξεων με έλληνες συγγραφείς της Ελένης Τορόση σκιαγραφούν τον κανόνα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας και λειτουργούν ως υποδομή για την πρόσληψή της από τον γερμανόφωνο αναγνώστη. 6
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Ενα θεματικό αφιέρωμα στους Εβραίους της Ελλάδας συνιστούν ο τόμος της Ρένας Μόλχο και της Βίλμας Χαστάογλου Ιστορία και αξιοθέατα των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη που θα ξανακυκλοφορήσει και το Αυτοί που επέζησαν της Ρίκας Μπενβενίστε που μεταφράζεται με την υποστήριξη του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών.
Προώθηση και διαθεσιμότητα Οσοι ενημερώνονται για την κατάσταση του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό γνωρίζουν ότι το ζήτημα για τις λεγόμενες «μικρές» γλώσσες δεν είναι η μετάφραση τίτλων αλλά η προώθησή τους στο ευρύ αλλόγλωσσο κοινό. Πολλοί τίτλοι μεταφράζονται για να καλύψουν διδακτικές ανάγκες τμημάτων Ελληνικών Σπουδών σε ξένα πανεπιστήμια, μεταφράσεις που ποτέ δεν φθάνουν στην κεντρική σκηνή της αγοράς του βιβλίου. Για να παρακάμψουν το πρόβλημα, οι Εdition Romiosini προσφέρουν υβριδικές υπηρεσίες διάθεσης των τίτλων τους με κύριο μέλημα ό,τι εκδίδεται να είναι ανά πάσα στιγμή αναζητήσιμο και διαθέσιμο σε όποια μορφή προτιμά ο αναγνώστης. Στην ιστοσελίδα του CeMoG ο επισκέπτης μπορεί να διαβάσει τα κείμενα online δωρεάν. Παρέχεται όμως η δυνατότητα, σε συνεργασία με τη γερμανική εταιρεία εκτύπωσης και διανομής βιβλίου epubli, να αγοράσει ένα ψηφιακό αντίτυπο (e-book). Οι τίτλοι είναι διαθέσιμοι στο Amazon.com και σε άλλα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία και, επιπλέον, όποιος προτιμά ένα βιβλίο σε έντυπη μορφή μπορεί να το παραγγείλει με τη μέθοδο του print-ondemand, δηλαδή εκτύπωση κατά παραγγελία, από την ιστοσελίδα των Edition Romiosini ή από το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς του. Προσωπικότητες των γραμμάτων με μεγάλη αναγνωρισιμότητα στη γερμανική αγορά του βιβλίου, που συνεργάζονται στο πρόγραμμα, συμβάλλουν στη μεγαλύτερη προβολή των τίτλων. Ο διπλωμάτης, ποιητής, ακαδημαϊκός και διευθυντής του λογοτεχνικού φεστιβάλ του Βερολίνου Γιόαχιμ Σαρτόριους, που έχει εντρυφήσει στην αιγυπτιώτικη κουλτούρα και στην ποίηση του Καβάφη, γράφει την εισαγωγή στις Ακυβέρνητες πολιτείες που μετέφρασε ο έμπειρος στην ελληνική λογοτεχνία Γκέρχαρτ Μπλιμλάιν και ο δημοφιλής στο γερμανικό αναγνωστικό κοινό Πέτρος Μάρκαρης υπογράφει την εισαγωγή στη Λωξάντρα. Η Ζωή εν τάφω συμπληρώνεται από εισαγωγή της Νίκης Λυκούργου, που έχει μελετήσει τη γενετική ιστορία του κειμένου, ενώ τα επίμετρα των δύο εκδόσεων επιμελείται ο νεοελληνιστής Κώστας Κοσμάς, υπεύθυνος των Edition Romiosini στο CeMoG. Και επειδή σημασία έχει τα προγράμματα αυτά να έχουν διάρκεια και να είναι βιώσιμα, οι Edition Romiosini αξιοποιούν για τους σκοπούς τους ένα μέρος της χορηγίας οκταετούς διάρκειας του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» προς το CeMoG ενώ επιμέρους χορηγίες καλύπτουν τις ανάγκες συγκεκριμένων εκδόσεων. Εχει ενδιαφέρον ότι η τριλογία του Τσίρκα κυκλοφορεί χάρη στην υποστήριξη του βερολινέζικου ιδρύματος «A und A» που ενισχύει καινοτομικά πολιτιστικά προγράμματα - μια κίνηση που αποκαλύπτει το άλλο, φωτεινό, πρόσωπο των ελληνογερμανικών σχέσεων. Πηγή: http://www.tovima.gr/ 7
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Μια βιβλιοθήκη χωρίς… βιβλία!
Πάνω από 10.000 δωρεάν e-books περιμένουν τα περίπου 1,7 εκατ. των κατοίκων της κομητείας Μπέξαρ στο Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου λειτουργεί η πρώτη, πλήρως ψηφιακή βιβλιοθήκη υπό την επωνυμία “BiblioTech”. Στον ιστότοπο της νέας αυτής βιβλιοθήκης, ο επισκέπτης μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση σε μια μεγάλη γκάμα από δωρεάν e-books και audio books. Οι χρήστες των υπηρεσιών της “BiblioTech” το μόνο που χρειάζονται, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσουν είναι την ψηφιακή εφαρμογή 3M Cloud Library, την οποία θα συνδέουν ψηφιακά με την αντίστοιχη ψηφιακή κάρτα της βιβλιοθήκης. Η εν λόγω εφαρμογή θα περιλαμβάνει και μια αντίστροφη μέτρηση χρονικής διάρκειας 14 ημερών, μέσα στις οποίες ο εκάστοτε αναγνώστης θα καλείται να τελειώσει ένα βιβλίο. Ωστόσο, η βιβλιοθήκη διαθέτει ήδη και φυσική παρουσία, με τις εγκαταστάσεις της να φιλοξενούν συνολικά 600 αναγνώστες e-books (e-readers) και 48 πλήρως εξοπλισμένα υπολογιστικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων laptops αλλά και tablets. Μάλιστα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ιστοσελίδα της “BiblioTech”, η βιβλιοθήκη θα έχει τη δυνατότητα να παράσχει χώρο για την εκπόνηση μαθημάτων σε σχολεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα της κομητείας του Μπέξαρ, στην οποία ανήκει και η πρωτεύουσα του Τέξας, το Σαν Αντόνιο. Παράλληλα, θα δίνεται η δυνατότητα στους γονείς να έρχονται στις εγκαταστάσεις, για να
8
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
διαβάζουν στα παιδιά τους παραμύθια αλλά και να συμμετέχουν σε δημιουργικές δραστηριότητες με επίκεντρο το ψηφιοποιημένο βιβλίο. Αναλογικό εναντίον Ψηφιακού Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται η δημιουργίας μιας «βιβλιοθήκης χωρίς χαρτί» και μάλιστα στις ΗΠΑ. Το 2002 η Βιβλιοθήκη της Σάντα Ρόζα στην Αριζόνα μετασχημάτισε όλο το υλικό της σε ψηφιακή μορφή, ωστόσο το εγχείρημα δεν έτυχε ευρείας αποδοχής. Όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, αυτό συνέβη επειδή οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες της βιβλιοθήκης συνοδεύονταν στην προκειμένη περίπτωση από ένα χρηματικό αντίτιμο, το οποίο απευθυνόταν σε άυλα ψηφιακά αγαθά. Όμως αυτό φαίνεται πως δεν πρόκειται να ισχύσει για την “BiblioTech”, η οποία θα δίνει 100% δωρεάν πρόσβαση σε όλο το ψηφιακό γνωστικό της υλικό. Βεβαίως, υπήρξαν και ακραίες περιπτώσεις, όπου η ψηφιοποίηση προσπάθησε με μάλλον βίαιο τρόπο να διακόψει τους άρρηκτους δεσμούς αιώνων που διαπνέουν τον άνθρωπο με το βιβλίο. Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο περιστατικό στην κομητεία του Φαίρφαξ στην Ουάσινγκτον, ο κυβερνήτης της οποίας, με το πρόσχημα της περικοπής δαπανών, αποφάσισε εν μία νυκτί να καταστραφούν πάνω από 250.000 βιβλία, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων από τους κατοίκους της περιοχής.
Η πλήρης ψηφιοποίηση σε 100 χρόνια από τώρα Η Sarah Houghton, διευθύντρια της Δημοτικής Βιβλιοθήκης του Σαν Ραφαέλ στην Καλιφόρνια, ειδήμονας στον χώρο της ψηφιακής τεχνολογίας και blogger στο Librarian in Black, επισημαίνει πως θα χρειαστούν τουλάχιστον εκατό χρόνια μέχρις ότου όλες οι βιβλιοθήκες γίνουν πλήρως ψηφιακές. Ωστόσο, εκτιμά πως μέχρι το 2024 τουλάχιστον το 10%-20% των βιβλιοθηκών σε παγκόσμια κλίμακα θα έχουν προχωρήσει σε αυτό το βήμα. Πηγή: Master News και http://libblog.ucy.ac.cy/
9
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Οι πυκνές πραγματικότητες του Ρέιμοντ Κάρβερ Του Νίκου Ξένιου
Από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» κυκλοφόρησε πρόσφατα ο συγκεντρωτικός τόμος Ρέιμοντ Κάρβερ Διηγήματα σε μετάφραση Γιάννη Τζώρτζη, με τις τρεις συλλογές διηγημάτων του συγγραφέα: Λοιπόν, θα πάψεις σε παρακαλώ;, Αρχάριοι και Καθεδρικός ναός. Είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για να διατρέξει κανείς το αφηγηματικό σύμπαν του Κάρβερ και ν' ανακαλύψει το ικρίωμα αυτό του ανθρώπινου νου, που είναι σε θέση να επιλέγει ανάμεσα στα εκπεφρασμένα συναισθήματα και στα άρρητα, βαθιά κρυμμένα κίνητρα. Που είναι σε θέση να ναρκοθετεί τη συνείδηση των ηρώων, υποστηρίζοντας και δικαιώνοντας τη διαφορετικότητα καθενός απ' αυτούς, οικοδομώντας την αμέριστη συμπάθεια του αναγνώστη και επιτρέποντας, παράλληλα, την κυνική σκηνοθεσία της τελικής τους πτώσης [1].
Λοιπόν, θα πάψεις, σε παρακαλώ; Ο συγγραφέας αυτοπεριγράφεται λέγοντας πως έχει: «φυσική κλίση στη συντομία και την ένταση της αφήγησης» και «αγκύλωση με το διήγημα»[2]. Στη συλλογή Λοιπόν, θα πάψεις σε παρακαλώ;, είκοσι δύο μικρότερα και μεγαλύτερα διηγήματα εγκυμονούν μια κρυφή έκρηξη. Στο διήγημα «Χοντρός», το πρώτο της συλλογής, κεντρικά ζητήματα είναι το κακό σεξ στο πλαίσιο του γάμου και η παχυσαρκία, που παίρνουν τοτεμικές διαστάσεις. Σε πρωτοπρόσωπη 10
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
αφήγηση, η ανώνυμη σερβιτόρα-αφηγήτρια ενημερώνει τον αναγνώστη για μια συζήτηση που είχε με τη φίλη της Ρίτα σχετικά με ένα παχύσαρκο άντρα που σέρβιρε ένα βράδυ. Οι συνάδελφοί της Μάργκο, Λέανδρος και Χάριετ και ο φίλος της Ρούντι σχολιάζουν το πάχος του ανθρώπου αυτού, εξαναγκάζοντάς την στην υπεράσπισή του. Ο Ρούντι αναφέρεται σε δυο χοντρά παιδιά που γνώριζε παλαιότερα, εκ των οποίων το ένα έφερε το παρατσούκλι «fat» και το άλλο το παρατσούκλι «wobbly». Η αφηγήτρια πηγαίνει για ύπνο αλλά ο Ρούντι την προσεγγίζει ερωτικά, κι αυτή φαντασιώνεται πως είναι παχύσαρκη σαν τον πελάτη της και πως ο εραστής της δεν υπάρχει. Είναι προφανές πως η αφηγήτρια διέρχεται ένα στάδιο μεταμόρφωσης, ενώ το ευτελές, το επουσιώδες, μετατρέπεται σε βιτριόλι και επικαθορίζει τη μοίρα των ηρώων.
Το ζευγάρι ως θεματική ο Κάρβερ το επεξεργάζεται σε αντιπαραβολή με ένα άλλο ζευγάρι («Γείτονες»), επιχειρώντας αυτόκλητη παρείσφρηση στο μικροσύμπαν του απέναντι σπιτιού: οι γείτονες φθονούν και την παραμικρή λεπτομέρεια της ζωής των άλλων, υποδύονται τους ρόλους των και ενδύονται τα ρούχα τους, τέλος ανακαλύπτουν τα τελευταία ψήγματα αισθησιασμού εισβάλλοντας στο σκηνικό των άλλων. Οι «άλλοι» απουσιάζουν και το ζευγάρι κυριολεκτικά σκηνοθετεί την απουσία αυτήν, αναπλάθοντας μια παρωδία του «αμερικανικού ονείρου» που αγγίζει τα όρια της παρενδυσίας. Στο διήγημα «Η ιδέα» η παρακολούθηση του αισθησιασμού του γείτονα και η παρανομία της υφαρπαγής ιδιωτικών εικόνων και της παρακολούθησης (peeping through) ανάγεται σε κανόνα. Το ζευγάρι του διηγήματος «Δεν είναι αυτοί ο άντρας σου» οικοδομεί την εικόνα της σχέσης του μέσω του βλέμματος των άλλων, εκτιθέμενο και διασπώμενο σε θραυσματικά απεικάσματα ενός έρωτα που έχει τελειώσει, ή που δεν πρόκειται ποτέ να εκκινήσει. Η απόδοση του χαρακτήρα του συζύγου από τον Τομ Γουέιτς στην ταινία «Στιγμιότυπα» του Ρόμπερτ Άλτμαν είναι μεν συγκλονιστική, ωστόσο δεν αποδίδει στο παραμικρό το κλίμα του Κάρβερ. Το ίδιο ισχύει για όλους τους χαρακτήρες της ταινίας. Στο διήγημα «Είστε γιατρός;» η σχέση άντρα και γυναίκας δεν ολοκληρώνεται, ωστόσο φέρει δυνάμει όλη την εξαρτησιακή νοσηρότητα μιας συντελεσθείσας σχέσης, το ίδιο, δε, συμβαίνει και στη σχέση πατέρα και νεογέννητου παιδιού στο διήγημα «Πατέρας». Στο «Δεν είπε κανείς 11
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
τίποτα» η διαλυμένη οικογένεια του νεαρού ψαρά επιδεικνύει απόλυτη δυσανεξία προς το αλιευτικό του επίτευγμα, που ούτε λίγο ούτε πολύ παρουσιάζεται ως τέρας ή έκτρωμα. Το υπαίθριο σκηνικό του ψαρέματος επανέρχεται στο διήγημα «Ο μουγγός» της συλλογής Αρχάριοι, όπου όμως αποτελεί το φόντο ενός εφιαλτικού εγκλήματος και μιας αυτοκτονίας. Και στα δύο διηγήματα ο κεντρικός ήρωας συνάπτει προσωπική σχέση με το σκοτεινό, υδρόβιο στοιχείο. Το στοιχείο αυτό θα λειτουργήσει και ως τάφος της βιασμένης κοπέλας στο διήγημα «Τόσο πολύ νερό τόσο κοντά στο σπίτι» από τους Αρχάριους: το έγκλημα βρίσκει τις συνιστώσες του στον ενδόμυχο φαλλοκρατισμό της αντροπαρέας των ψαράδων και στη βεβαρυμμένη συνείδηση της συζύγου. Η ταύτιση της ηρωίδας με τη δολοφονημένη κοπέλα που βρέθηκε στο ποτάμι είναι χαρακτηριστική μιας διπλής προβολής που κάνει ο συγγραφέας: «Είμαι εκεί μέσα, τα μάτια ανοιχτά, το πρόσωπο προς τα κάτω, κοιτάζοντας τα μούσκλια στο νερό, νεκρή». Ο υγρός τάφος αγγίζει αποκλειστικά τη γυναικεία όχθη του ψυχισμού. Η τεχνική του συγγραφέα δεν ανιχνεύεται μόνο στο πλάσιμο των χαρακτήρων, αλλά και στην αριστοτεχνική ανάπτυξη των διαλόγων, που εκμαιευτικά σχεδιάζουν την ήδη συντελεσθείσα δράση κορυφώνοντας την καχυποψία της συζύγου αυτής.
Αρχάριοι: στην «κορυφή του παγόβουνου» της αφήγησης Πάντως, όπως και αν οργανώνει την αφήγησή του (και εφευρίσκει πολλούς πρωτότυπους τρόπους γι' αυτό), στην «κορυφή του παγόβουνου» του Κάρβερ εξέχει μια νοσηρή παρονυχίδα εφθαρμένης σχέσης. Της φθοράς και της βίας που αυτή παράγει υφέρπει μια μόνιμη παρερμηνεία της πραγματικότητας: αυτό είναι ιδιαίτερα αντιληπτό στη μειωμένη αντίληψη της μάνας για τον γιο στο διήγημα «Γιατί, αγόρι μου;»: η επιστολική της απεύθυνση σε κάποιον ιθύνοντα της Δικαιοσύνης αποκαλύπτει στη μητέρα αυτήν την πλάνη της, την ενοχική της προσκόλληση σ' ένα φαινομενικά αναπόδραστο οιδιπόδειο και την απονοηματοδότηση του μητρικού της ρόλου. Ομοίως, η «Γυναίκα του φοιτητή», μετά από μια νύχτα αϋπνίας γυρίζει στο κρεβάτι και, βλέποντας το δωμάτιο πλημμυρισμένο στο λευκό φως του φεγγαριού και τον άντρα της να κοιμάται, πέφτει στα γόνατα και προσεύχεται στον Θεό για βοήθεια – που δεν πρόκειται ποτέ να έρθει.
12
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Το ζευγάρι του διηγήματος «Κιόσκι» προγραμμάτιζε πολλά, οργάνωνε τη διαφυγή του μέσα σε ένα μικροσύμπαν ορθά διευθετημένο βάσει της τρέχουσας, νηφάλιας λογικής. Όμως η σταδιακή διάβρωση της συνύπαρξης, η τριβή με τον χρόνο και τις επαγγελματικές ασχολίες, η ευτέλεια των μικρών, μικρών καθημερινών πραγμάτων διαβρώνουν ολοκληρωτικά την αίσθηση αυτοκαταξίωσης και την εξιδανικευμένη θεώρηση του εαυτού και του άλλου. Το ζευγάρι εξελίσσεται σε κακέκτυπο της αρχικής του εικόνας, και η μόνη προσφυγή ή σανίδα σωτηρίας, είναι οι καλύτερες αναμνήσεις και των δύο, που κάπως αντισταθμίζουν τη χαμένη αξιοπρέπεια της μονογαμικής αναφοράς. Παρεμφερής και εξίσου ηττοπαθής είναι η συνθήκη συνύπαρξης του ζευγαριού στο διήγημα «Θέλεις να δεις κάτι;»: η διαφορά είναι πως εδώ το στίγμα της αλλοτρίωσης το δίνει, στο κλίμα μιας ασυνήθους νυκτερινής συνάντησης, ο γείτονας, πρώην φίλος του συζύγου, που κυνηγά τους γυμνοσάλιαγκες. Συμβολική υποδήλωση της φθοράς είναι η εξομολόγηση της γυναίκας στον κοιμισμένο της σύζυγο: εκτόνωση, λύτρωση, αλλά και συμβιβασμός με την πραγματικότητα. Στοιχείο δομικό αυτής της πραγματικότητας είναι το αλκοόλ: κάποιες ιστορίες τελειώνουν με τη φράση: «ένα ποτό ακόμα» και σε αφήνουν με την αίσθηση ότι στο εξής οι χαρακτήρες θα συνεχίσουν επ' αόριστον να πίνουν.
Η «στιγμή» που περιέχει τα πάντα Η εναλλαγή της μέρας με τη νύχτα (στο «Μια μικρή παρηγοριά») δημιουργεί στον αναγνώστη την αίσθηση ότι ο χρόνος δουλεύει εις βάρος του. Ακόμα και η συντετριμμένη πενθούσα μητέρα γνωρίζει πως «θα έπρεπε με κάποιον τρόπο να πάει πιο πέρα απ' αυτό το απέραντο κενό που ήξερε πως απλωνόταν μπροστά της». Η ελαφρά ειρωνεία που διατρέχει το διήγημα εντείνεται με τις τηλεφωνικές παρεμβάσεις του ζαχαροπλάστη, που από μια παρεξήγηση επιμένει να ακούγεται σαν φαρσέρ. Ο θυμός για το άκαιρο αυτής της υποτιθέμενης φάρσας εντείνεται όσο συσσωρεύεται το πένθος για τον ανεξήγητο θάνατο του παιδιού. Η άγνοια της ανθρώπινης κατάστασης ανάγεται σε κανόνα ρυθμιστικό των αντιδράσεων όλων των ηρώων. Μια τεράστια παράλογη συνθήκη εγείρεται, στην κορύφωση της οποίας τα ζεστά κουλουράκια (εκ πρώτης όψεως ανεπαρκή ως παρηγοριά) αρκούν και με το παραπάνω για να δημιουργήσουν την τελέσφορη ψευδαίσθηση της θαλπωρής και της κατανόησης. Ένα πραγματικό αριστούργημα σταδιακής αποκάλυψης της αδυναμίας μας να ελέγξουμε τις καταστάσεις, όσο κι αν οριοθετούμε χρονικά την έναρξη μιας νέας περιόδου «εξιλέωσης» απέναντι στις δόλιες κι εκδικητικές δυνάμεις του πεπρωμένου. Παράλληλα, ένα θαυμάσιο αφιέρωμα στο ενοχικό trip καθενός από μας, στο παιχνίδι επάλληλων ρόλων που αφορούν την υπόδυση του συναισθήματος, στην εξωφρενικά παράλογη «τακτοποίηση» του μικροαστικού βίου βάσει των ηθικών «αγκυλώσεων» της αμερικανικής κοινωνίας, και κατ' επέκτασιν της δυτικής κοινωνίας εν γένει. Ο αφηγητής «παραιτείται», τρόπον τινά, από τη λεπτομερή παράθεση όλων αυτών των παράλογων συνθηκών που κάθε άλλο παρά αναστέλλουν το μοιραίο, ενώ το ύφος του γίνεται, αίφνης, απότομο και κοφτό: η απόδοση μιας «αδιόρατης» 13
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
στιγμής της πραγματικότητας, η κατά τόπους φωτογραφική αναπαράσταση του χώρου και η ανάλογη διαύγεια στην απόδοση των συναισθημάτων, φέρνουν μπροστά στα μάτια των ηρώων του την παγίδευσή τους στον ιστό μιας ζωής άνευ περιεχομένου. Η έννοια της παραμυθίας επανέρχεται όταν η ανασκόπηση ζωής λειτουργεί η ίδια ως παρηγοριά, όταν το ζευγάρι το ανακουφίζει η σκέψη της παράφορης αγάπης του, στο: «Πού έχουν πάει όλοι;». Όταν τον ρώτησαν πόσο αυτοβιογραφική είναι η λογοτεχνία του, ο Κάρβερ απάντησε καταφατικά: «Η λογοτεχνία που με ενδιαφέρει κυρίως έχει αναφορές στον πραγματικό κόσμο. Καμιά από τις ιστορίες μου δεν συνέβη στην πραγματικότητα, φυσικά. Όμως πάντα υπάρχει κάτι, ένα στοιχείο, μια κουβέντα που κάποιος μου είπε ή που άκουσα στην πραγματικότητα από τα οποία ξεκινώ. Να ένα παράδειγμα: "Αυτά είναι τα τελευταία Χριστούγεννα που μας καταστρέφεις!": αυτήν τη φράση την άκουσα μεθυσμένος, ωστόσο δεν την ξέχασα. Και αργότερα, πολύ αργότερα, όταν πια ήμουν ξεμέθυστος, χρησιμοποιώντας αυτήν τη φράση μόνο και κάποια πράγματα που επινόησα με ακρίβεια σαν να είχαν πράγματι συμβεί, έφτιαξα το διήγημα "Η πίτα"»[3]. Ωστόσο, το 1978, σε μιαν άλλη συνέντευξή του, θα δηλώσει πως «Δεν είσαι οι χαρακτήρες σου, μα οι χαρακτήρες σου είναι εσύ»[4]. Στο ειλικρινέστερο διήγημα της συλλογής, το «Αν είναι το θέλημά σου», μια εκτεταμένη παρτίδα του τυχερού παιχνιδιού «μπίνγκο» μετατρέπεται σε ένα είδος «ρώσικης ρουλέτας» που καθηλώνει τον αλκοολικό ήρωα σε μια κολλώδη αντίληψη της πραγματικότητας, ενώ δίπλα του τα νιάτα σαρκάζουν μέσα στην απατηλή και αλαζονική τους υπεροχή. Η σοβαρή αρρώστια της γυναίκας του φαντάζει, ως έσχατο πλήγμα της μοίρας, σαν μια ειρωνική προτροπή για απεύθυνση στον Θεό. Στο διήγημα «Αρχάριοι» ο καρδιολόγος Χερμπ Μακ Γκίνις μιλά για την αγάπη στα πλαίσια ενός σύγχρονου «πλατωνικού Συμποσίου» που φέρει όλα τα διαλεκτικά γνωρίσματα εκείνου, είναι όμως προσαρμοσμένο στα μεγέθη της εποχής μας. Όμως, ο Χερμπ ξέρει όσα ξέρει όλος ο κόσμος. Η αντίληψή του δεν είναι πεφωτισμένη, αντιθέτως περιορίζεται σ'έναν αντιληπτικό ορίζοντα κυριαρχούμενο από μικρότητες και ανεπεξέργαστο θυμικό. Ξέρει πως οι σκέψεις του για τις αγάπες του παρελθόντος και τις αγάπες του μέλλοντος δεν έχουν νόημα και επιθυμεί να σκοτώσει την πρώην σύζυγό του. Ο Νικ, ο αφηγητής, δεν λέει πολλά, ωστόσο η οπτική του γωνία γίνεται πιο αποκαλυπτική στα σχόλια που κάνει για τους άλλους συνομιλητές. Ο Νικ υπαινίσσεται τον απόλυτο χαρακτήρα του έρωτα χωρίς να γίνεται πιο ξεκάθαρος από τον Χερμπ, όμως είναι σε θέση ν' αφουγκράζεται τις καρδιές των άλλων. Η τραυματική ερωτική ιστορία της Τέρι με τον πρώην εραστή της Καρλ διαμορφώνει και τις ακραίες απόψεις της. Ο Χερμπ είναι πεπεισμένος πως ο Καρλ ήταν τρελός, όμως η Τέρι επιμένει πως την αγάπησε πραγματικά, γι'αυτό και αυτοκτόνησε. Ο Χερμπ την αποκαλεί οπαδό της σχολής «kick-me-soI'll-know-you-love-me».
14
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Καθεδρικός ναός: η διαμαρτάνουσα συνθήκη της ευτυχίας Η συλλογή Καθεδρικός ναός ήταν υποψήφια για το βραβείο Πούλιτζερ. Το 1983 ο συγγραφέας, σε συνέντευξή του στο «Paris Review», υποστήριξε πως στα διηγήματα της συλλογής αυτής μπόρεσε να επιδείξει μεγαλύτερη συναισθηματική εμβέλεια και πληρέστερη αφηγηματική ανάπτυξη[5]. Και στον Καθεδρικό ναό ο Κάρβερ θίγει το ζήτημα του αλκοολισμού: είτε ως τελετουργίας, είτε ως άξονα επικοινωνίας των ανθρώπων, είτε ως μέθοδο αποπλάνησης και καταστροφής, είτε ως σύμβολο συναισθηματικού κενού. «Θαρρείς και το σύμπαν διευρύνεται, ξεχειλώνει απρόσμενα για να περιβάλει εντός του αντιδράσεις, συμπεριφορές, δράματα που σιγοβράζουν, υπόγειες εκρήξεις και συναισθήματα, συμπιεσμένα στο χρονικό εύρος λίγων ημερών, ενός εικοσιτετραώρου ή μιας μόνο στιγμής», έγραψε στην Book Press ο Παναγιώτης Γούτας. Πραγματικός τεχνίτης στην απόδοση των καθημερινών σχέσεων, ο Κάρβερ αναπαράγει πειστικά τις μεταπτώσεις ή παύσεις μιας συνομιλίας. Πάνω απ' όλα, όμως, δίνει τεράστια προσοχή στις στιγμές της σιωπής και σε όλα εκείνα που συντελούνται εκτός αφηγηματικής δράσης, εκτός διαλόγων, τα οποία ωστόσο προϋποθέτουν και -ως ένα βαθμό- προδιαγράφουν τα όσα θα εκτυλιχθούν. Σε αυτήν τη διεργασία ο συγγραφέας επιτρέπει στον εαυτό του συνεχή χρονικά πρωθύστερα.
Στον Κάρβερ το στοιχείο του συμβιβασμού με την τρέχουσα, εκπεπτωκυία εκδοχή της αλήθειας είναι κεντρικό: «χωρίς ένταση ή μνησικακία» οι ήρωές του αποδέχονται πως δεν έχουν την παραμικρή ελπίδα. Αυτό όμως δεν συνιστά τεκμήριο δειλίας ή απαξίωσης: αντιθέτως, συνιστά μαρτυρία ανθρωπινότητας. Σαν να προσπαθεί ο συγγραφέας να υποδείξει σε πόσο ποταπές, μηδαμινές και θνησιγενείς περιοχές του Είναι πρέπει να εξερευνήσει κανείς αν θέλει να αγαπήσει τον άνθρωπο. Πόσο η μικρότητα και η αδυναμία μπορούν ν' αποτελέσουν μυθιστορηματικές ποιότητες: όχι το μεγαλείο των κλασικών ηρώων, ούτε ο αντιήρωας -του 15
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
οποίου το μεγαλείο είναι η αντίθεσή του προς τον ήρωα-, αλλά ο ανυπολόγιστα μικρού ηθικού μεγέθους άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Ένας τόπος πέρα από τις βορειοδυτικές ακτές του Ειρηνικού Όπως δήλωσε σε συνέντευξή του ο συγγραφέας: «Κάποτε ήταν σημαντικό για μένα να αυτοαποκαλούμαι "συγγραφέας του West". Αλλά αυτό, καλώς ή κακώς, δεν ισχύει πια. Νομίζω πως ταξίδεψα αρκετά, έζησα σε τόσο πολλά μέρη, παρα-ένιωσα ξεσπιτωμένος και παραγκωνισμένος ώστε να έχω συγκεκριμένη αντίληψη της "πατρίδας". Εάν κάποτε συνειδητά θα τοποθετούσα μιαν ιστορία σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, πράγμα που υποθέτω ήδη το έχω κάνει, αυτός ο τόπος θα ήταν ο Βορειοδυτικός Ειρηνικός». O Κάρβερ θαύμαζε την αίσθηση της τοπικότητας που ανέδιδαν κείμενα συγγραφέων όπως ο Τζιμ Ουέλτς, ο Ουάλας Στέγκνερ, ο Τζων Κημπλ, ο Ουίλιαμ Ήστλεϊκ και ο Ουίλιαμ Κίτριτζ. Oι περισσότερες ιστορίες του δεν διαδραματίζονται σε συγκεκριμένο τόπο: θα μπορούσαν να λαμβάνουν χώρα σε οποιαδήποτε αστική ή ημιαστική περιοχή: στο Σακραμέντο, στο Σαν Χοσέ, στο Σαν Φρανσίσκο, στο Σηάτλ, στο Λος Άντζελες ή στην Ουάσιγκτον. Άλλωστε, οι περισσότερες συμβαίνουν σε κλειστούς χώρους και σε δωμάτια. Πέραν τούτου, θεωρούσε πως οι επιρροές του ήταν συγκεκριμένες: συγγραφείς που, λίγο ως πολύ, αυτοβιογραφούνται συνειδητά ή ασυνείδητα: Μπάρυ Χάνα, Ρίτσαρντ Φορντ, Έρνεστ Χέμινγκουεϊ, Αν Μπήτι ή Ανν Τάιλερ, Τζων Τσίβερ: Εκ φύσεως δεν έχει θεωρητική δομή σκέψης, κι αυτό αντικατοπτρίζεται στη φυσική του ικανότητα να επιλέγει τις «σωστές λεπτομέρειες, αυτές που θα υποκαθιστούσαν μια σειρά πραγμάτων», ώστε να εκραγούν σε νοήματα μέσα από μιαν εσωτερική διεργασία της ανάγνωσης: «Πρέπει να είσαι πολύ πολύ τολμηρός, ικανός και επινοητικός όταν έχεις την πρόθεση να μιλήσεις για τον εαυτό σου, και βέβαια πρέπει να τα πεις όλα! Τι θα μπορούσε κανείς να γράψει ωραιότερα, παρά τα προσωπικά του μυστικά. Όμως, μόνο αν ανήκεις σε μιαν ειδική κατηγορία συγγραφέων ιδιαίτερα ταλαντούχων, μπορείς να αποτολμήσεις μια μεγάλη αυτοβιογραφία. Ένας μεγάλος κίνδυνος ή, τουλάχιστον, ένας μεγάλος πειρασμός για πολλούς συγγραφείς είναι να γίνουν κυρίως αυτοβιογραφικοί. Νομίζω ο άριστος συνδυασμός είναι ένα μικρό ποσοστό αυτοβιογραφίας μαζί με ένα μεγάλο ποσοστό φαντασίας». Αλλά και ο Χέμινγουέι και τα διηγήματα του Τσέχωφ, και ο Τολστόι, ο Ίζαακ Μπάμπελ, η Φλάνερυ Ο'Κόνορ, ο Φρανκ Ο'Κόνορ, ο Τζέιμς Τζόις και ο φίλος του Τζων Τσίβερ, ο Φλωμπέρ και ο Κόνραντ, ο Άπνταϊκ και ο Τομπάιας Γουλφ, ο Μαξ Σοτ και η Μπόμπι Αν Μέισον, ο Πίντερ και ο Πρίτσετ, ο Γκόρκι και ο Ρίτσαρντ Φορντ, ο Μπουκόφσκι και ο Λάρυ Μπράουν, ο Φρέντερικ Μπαρθέλμ και ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ, αλλά και ο ισπανόφωνος Πιέδρο Χουάν Γκουτιέρεθ και ο Μαξ Φρις, αυτές συνάγεται πως είναι οι κυριότερες επιρροές που είχε ο Κάρβερ από τα διαβάσματά του. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1976, κι ενώ στο αμερικανικό διήγημα κυριαρχούσαν οι πειραματισμοί μεταμοντερνιστών συγγραφέων όπως ο Ντόναλντ Μπαρτέλμ και ο Τζων Μπαρτ, ο Κάρβερ δημοσιεύει το Λοιπόν, θα πάψεις, σε παρακαλώ; και θέτει μ' αυτό υποψηφιότητα για το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου. Το 1977, λίγο μετά την υποψηφιότητά του για το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου, ο συγγραφέας γίνεται μέλος των «Ανώνυμων Αλκοολικών», σε μια προσπάθεια αποτοξίνωσής του και έναρξης μιας καινούργιας ζωής. Δέκα χρόνια μετά πεθαίνει από καρκίνο των πνευμόνων. 16
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Ο «βρώμικος ρεαλισμός» επιτάσσει απλή υπόθεση και έμμεση κατάδειξη του διαταραγμένου ψυχισμού κάποιων losers μεσοαστών που «έχασαν το τραίνο» της ζωής, μέσω παράθεσης αδρών εικόνων. Το πρότυπο του Χέμινγουεϊ υιοθετήθηκε, λίγο-πολύ, από τους περισσότερους, τυπικούς ή άτυπους, εκπροσώπους του «βρώμικου ρεαλισμού». Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, πρώτος, και ο Ρέιμοντ Κάρβερ κατόπιν, έδωσαν φωνή και υπόσταση στον βουβό και αγνοημένο κόσμο της κατώτερης εργατικής τάξης της χώρας τους. Το Εγώ του αφηγητή του είναι συγκρατημένο, το ύφος του αποστασιοποιημένο, χωρίς θυμικά ξεσπάσματα, στεγνό, προφορικό, συχνά τηλεγραφικό. Το νόημα ορίζεται περισσότερο από τα συμφραζόμενα, ενώ ο συγγραφέας ενσταλάσσει κομμάτια του εαυτού του στους χαρακτήρες των ηρώων του, φιλοτεχνώντας πολλές αφηγηματικές φωνές, βάσει πολλών διαφορετικών ιδιαιτεροτήτων: «Ίσως το να γράφεις λογοτεχνία για μια ειδική κατηγορία ανθρώπων και για ένα συγκεκριμένο είδος ζωής να επιτρέπει την κατανόηση συγκεκριμένων περιοχών της ανθρώπινης ζωής καλύτερα από πριν. Δεν το αποκλείω. Όμως πολύ φοβούμαι ότι εκεί τελειώνει η στράτευση της τέχνης, τουλάχιστον κατά την αντίληψή μου. Πιθανόν με την ποίηση τα πράγματα να είναι διαφορετικά. (...) Η τέχνη βρίσκεται εκεί για να μας παρέχει την απόλαυση που μας παρέχει, τόσο την απλή στιγμιαία απόλαυσή της, όσο και την απόλαυση της έννοιας του Ωραίου. Κάτι που ακτινοβολεί, όμως το φως του είναι θαμπό...»[6]. Πηγή: http://www.bookpress.gr/ [1] Ο Περικλής Σφυρίδης παρουσίασε τον Κάρβερ στο αναγνωστικό κοινό της Θεσσαλονίκης, δημοσιεύοντας το διήγημά του «Οι γείτονες» στο περιοδικό «Το τραμ» (τχ. 8. Φλεβάρης του 1989, σελ. 43-47), σε μετάφραση του Κώστα Χατζηκυριάκου, και επηρεάζοντας, έτσι, πολλούς έλληνες συγγραφείς. [2] Στην εισαγωγή του «Από πού τηλεφωνώ», ανθολογία που δημοσιεύτηκε το 1988. [3] Από συνέντευξη του Κάρβερ στο Paris Review - The Art of Fiction No. 76, στη Mona Simpson και στον Lewis Buzbee. (Μτφρ. του γράφοντος). [4] Το Publisher's Weekly σχολίασε πως ο Κάρβερ εξέφρασε σε λόγο τη βουβή φωνή των Αμερικανών, διατηρώντας λακωνική απόσταση από τη σιωπηρή τους απελπισία: άλλοι είπαν πως είναι ο συγγραφέας της «αχαρτογράφητης Αμερικής». Οι ήρωές του τη γνωρίζουν αυτήν την Αμερική, γιατί γνωρίζουν τις σκέψεις των Αμερικανών που συναναστρέφονται, των φίλων και των γειτόνων τους. [5] Αυτή του η δήλωση σχολιάστηκε ως προσπάθειά του να διαφοροποιηθεί από την εκδοχή του επιμελητή του Γκόρντον Λις και να τεκμηριώσει την «καρβερικότητα» της ίδιας του της αφήγησης. [6] Από συνέντευξη του Κάρβερ στο Paris Review - The Art of Fiction No. 76, στη Mona Simpson και στον Lewis Buzbee. (Μτφρ. του γράφοντος).
17
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Οι μεταφραστικές περιπέτειες της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα Της Φανής Σωφρονίδου (*).
Ποιος είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος γάλλος λογοτέχνης μέσα στον 20ο αιώνα; Ποιο γαλλικό μυθιστόρημα μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά, 120 χρόνια μετά την έκδοσή του; Ποια είναι η μεταφραστική τύχη του Μπωντλαίρ, του Ζολά, του Σαρτρ; Ποιες μεταφράσεις έχουν υπογράψει ο Καζαντζάκης, ο Ελύτης, ο Σεφέρης; Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά και σε πολλά περισσότερα, αποπειράθηκε να δώσει η μελέτη της υποφαινόμενης, στα πλαίσια της διδακτορικής διατριβής της, γύρω από τις ελληνικές μεταφράσεις της γαλλικής λογοτεχνίας μέσα στον εικοστό αιώνα. Μετά από τρία χρόνια αναζήτησης, καταγραφής και στατιστικής επεξεργασίας, δημιουργήθηκε μια βιβλιογραφία, η οποία περιλαμβάνει κάθε αυτοτελή ελληνική μετάφραση, έργων της γαλλικής λογοτεχνίας, που εκδόθηκε στην Ελλάδα, στο χρονικό διάστημα από το 1900 έως το 2010. Στόχος της έρευνας αυτής, δεδομένου ότι, δυστυχώς στη χώρα μας η καταγραφή των μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας, και εν προκειμένω της γαλλικής, μέσα στον εικοστό αιώνα παρουσιάζεται ελλιπής, ήταν να δοθεί μια πρώτη και άμεση απάντηση στο ερώτημα τι χώρο έδωσαν τα ελληνικά γράμματα στη γαλλική λογοτεχνία, αλλά κυρίως η συγκεκριμένη μελέτη να αποτελέσει, για τον μελετητή, τον μεταφραστή, τον εκδότη, τον αναγνώστη, έναν επαρκή βιβλιογραφικό εξοπλισμό
18
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
προκειμένου να προχωρήσουν σε πιο προσωπική αναζήτηση αλλά και έρευνα, γύρω από την μεταφραστική περιπέτεια της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα. Μιλώντας με αριθμούς, μέσα σε αυτά τα εκατόν δέκα χρόνια κυκλοφόρησαν 4.288 μεταφράσεις 3.498 έργων 1.391 γάλλων λογοτεχνών και 1.695 μεταφραστών. Πηγές εύρεσης και καταγραφής των μεταφράσεων αποτέλεσαν κατά κύριο λόγο βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία, ηλεκτρονικές και έντυπες προηγούμενες βιβλιογραφικές καταγραφές επιμέρους χρονικών περιόδων, βιβλιογραφικές βάσεις πανεπιστημίων και ιδρυμάτων, εκδοτικοί οίκοι και οι σχετικοί κατάλογοί τους, καθώς και οι βιβλιοπαρουσιάσεις σε εφημερίδες και περιοδικά. Η πεζογραφία αντιπροσωπεύει κυριαρχικά το μεγαλύτερο ποσοστό των μεταφράσεων. Από το σύνολο των 4.288 καταγραφών, οι 3.748 ανήκουν στην πεζογραφία, οι 298 ανήκουν στο θέατρο και οι 242 στην ποίηση. Η εκδοτική πρωτοκαθεδρία του μυθιστορήματος αποτελεί επακόλουθο της εμπορευματοποίησης της λογοτεχνίας στην εποχή μας, γεγονός που επιβεβαιώνεται με τις περισσότερες μεταφράσεις πεζών να κυκλοφορούν από το 1990 και ως τις μέρες μας, ώστε το 2000, για παράδειγμα, να είναι το έτος με τη μεγαλύτερη μεταφραστική δραστηριότητα γαλλικής πεζογραφίας (126). Όσον αφορά τη χρονική διακύμανση των μεταφράσεων, ενδεικτικά αναφέρεται ότι, η πρώτη αυξημένη μεταφραστική παραγωγή, μέσα στον εικοστό αιώνα, καταγράφεται την περίοδο του μεσοπολέμου. Το γεγονός αυτό οφείλεται, ενδεχομένως, στο ότι, οι λογοτέχνες της επονομαζόμενη γενιάς του 1920 μεταφράζουν έργα ξένων και ιδίως γάλλων συγγραφέων, στην προσπάθεια, με αυτό τον τρόπο να μεταγγίσουν στα ελληνικά γράμματα το πνεύμα και το κλίμα των ξένων φιλολογιών, αλλά και στην υλικοτεχνική αναβάθμιση και την πληρέστερη οργάνωση και ανάπτυξη των εκδοτικών οίκων. Ανάλογη εκδοτική άνοιξη της μεταφρασμένης γαλλικής λογοτεχνίας θα συναντήσουμε ξανά τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Αυτή τη φορά, όμως, οι περισσότεροι εκδότες της περιόδου επιλέγουν να στραφούν στην έκδοση ξένων μεταφράσεων, προκειμένου να ξεπεράσουν το πρόβλημα εξεύρεσης ελληνικών έργων, που δημιουργούσε η άρνηση των συγγραφέων να εκθέσουν τη δουλειά τους στο φως της λογοκρισίας. Και οι ίδιοι οι λογοτέχνες συγγραφικά σιωπούν και επιλέγουν τη μετάφραση ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Μια τρίτη θαλερή περίοδος της μεταφραστικής λογοτεχνικής παραγωγής ξεκινά από το 1975 και μέχρι το 2010 καταγράφονται 3.040 μεταφράσεις, ήτοι το 70,8% του συνόλου της μεταφραστικής παραγωγής. Η οικονομικοκοινωνική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας, ήδη από το 2009, επηρεάζει άμεσα και αρνητικά την μεταφραστική και εν γένει εκδοτική παραγωγή. Έτσι, από το 2008, η παραγωγή μεταφρασμένων από τα γαλλικά λογοτεχνικών έργων αρχίζει να μειώνεται και φθάνει από τις 130 μεταφράσεις του 2006 στις 67 το 2010. Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι δημιουργοί που μεσουρανούν στις προτιμήσεις του ελληνικού αναγνωστικού κοινού και των μεταφραστών καθ’ όλον τον εικοστό αιώνα είναι περισσότερο οι κλασικοί συγγραφείς του δεκάτου ενάτου αιώνα, γεγονός που μαρτυρά μεν την διαχρονικότητα τους, αλλά και την επιλογή των εκδοτών να εκδίδουν έργα απαλλαγμένων από πνευματικά δικαιώματα λογοτεχνών. Τις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν ο Βερν με 311 μεταφράσεις, ο 19
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Μπαλζάκ, ο Ουγκώ, ο Μπωντλαίρ. Στην πρώτη πεντάδα βρίσκεται και ο «προκλητικός» Ζολά που δεν γνωρίζει πλέον αντιδράσεις αλλά γίνεται εξαιρετικά δημοφιλής, μέσα στον εικοστό αιώνα, μια και η ελληνική κοινωνία είναι πλέον ώριμη να δεχθεί τη θεματολογία του. Κάπως καθυστερημένο παρατηρείται το έντονο ενδιαφέρον για τους εκπροσώπους των νέων λογοτεχνικών ζυμώσεων που επικράτησαν στην Ευρώπη, τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Τα ονόματα των Αραγκόν, Μπρετόν, Ελυάρ, Σαρτ, Καμύ, διαδίδονται στη χώρα μας, από τη δεκαετία του 1950 κι έπειτα, μέσα από τις μεταφράσεις της γαλλικής πνευματικής πρωτοπορίας των έργων τους. Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος του Καμύ, για παράδειγμα, μεταφράζεται για πρώτη φορά, στην καρδιά της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, ενώ ο Αραγκόν είναι ο μόνος Γάλλος λογοτέχνης, που συμπεριελήφθη στον κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων, τον οποίο εξέδωσε η εν λόγω δικτατορία Όσον αφορά τους μεταφραστές, μέχρι και τη δεκαετία του 1970, τα ονόματα των Γεωργίου Σημηριώτη, Νίκου Καζαντζάκη, Κλέωνα Παράσχου, Κώστα Βάρναλη, Τέλλου Άγρα, Κώστα Ουράνη, Κώστα Καρυωτάκη, Οδυσσέα Ελύτη, Γιώργου Σεφέρη, Στρατή Τσίρκα και άλλων σπουδαίων λογοτεχνών μας, υπογράφουν τις περισσότερες μεταφράσεις με τις οποίες καταπιάνονται στα πλαίσια της πνευματικής του άσκησης, καλλιέργειας και τέρψης. Από το 1980 και μετά, αλλάζει εμφανώς το κυρίαρχο κοινωνικό προφίλ του έλληνα μεταφραστή, ο οποίος κατά κύριο λόγο δεν είναι πια λογοτέχνης αλλά συστηματικός, επαγγελματίας μεταφραστής, χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει ότι ο τελευταίος στερείται πνευματικής καλλιέργειας, ή ότι εκ του παραλλήλου δεν έχει προσωπική λογοτεχνική ενασχόληση και παραγωγή. Μέχρι και τη δεκαετία του 1960 η εκπροσώπηση των ανδρών μεταφραστών έναντι των γυναικών είναι συντριπτική. Από τους 614 μεταφραστές οι 516 είναι άνδρες και μόλις οι 98 είναι γυναίκες. Η συμβολή της γυναικείας παρουσίας είναι αξιοπρόσεκτη από τη δεκαετία του ΄70 και ως τις μέρες μας. Η κάθετη αύξηση της εκπροσώπησης των γυναικών στο χώρο της μετάφρασης κορυφώνεται στην αυγή του 21ου αιώνα αγγίζοντας το 68,9% επί του συνόλου των μεταφραστών για τη δεκαετία 2001-2010. Από το 1900 έως το 2010 μεταφράστηκαν 3.498 τίτλοι γαλλικής λογοτεχνίας. Από αυτούς οι 3.173 (90%) γνώρισαν μία μόνο μετάφραση, ενώ οι 15 γνώρισαν τον εντυπωσιακό αριθμό των 10 διαφορετικών μεταφράσεων και άνω. Τον μεγαλύτερο αριθμό αναμεταφράσεων συγκεντρώνουν τα έργα του Ιουλίου Βερν. Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες μεταφράζεται από το 1900 έως το 2009 από 26 διαφορετικούς μεταφραστές, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο Νίκος Καζαντζάκης το 1931. Το πιο μεταφρασμένο γαλλικό ποιητικό έργο στον 20ο αιώνα είναι η συλλογή Τα άνθη του κακού του Μπωντλαίρ με 23 μεταφραστικές προσεγγίσεις του ποιητικού αυτού εγχειρήματος, ακόμα και μέσα στη δικτατορία του Μεταξά. Διψήφιος είναι και ο αριθμός των αναμεταφράσεων του μυθιστορήματος Νανά του Ζολά, αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του κερδώου Ερμή, ενώ λιγότερο ευπρόσδεκτο μεταφραστικά στάθηκε το Στομάχι του Παρισιού, εξίσου σημαντικό μυθιστόρημα, που μεταφράστηκε μονάχα μία φορά το 1992, σχεδόν 120 χρόνια μετά τη γαλλική έκδοσή του το 1873. Από τα σύγχρονά έργα, Ο μικρός πρίγκιπας και Η Πανούκλα, γνώρισαν μέχρι σήμερα 11 διαφορετικές μεταφράσεις. 20
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Από τους 581 καταγεγραμμένους εκδοτικούς οίκους, οι πιο παραγωγικοί (Λιβάνης, Καστανιώτης, Κέδρος κ.α.) δραστηριοποιούνται λίγο πριν ή λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Ο υψηλός αριθμός μεταφρασμένων γαλλικών τίτλων τους σε σχέση με τους υπόλοιπους δικαιολογείται από τη γενικότερη άνθηση της ξένης λογοτεχνίας από τη δεκαετία του ΄70 και ως τις μέρες μας, εντούτοις , αξίζει να αναφερθώ σε ιστορικούς εκδοτικούς οίκους, που «γεννήθηκαν» στα τέλη του 19ου αιώνα, όπως οι εκδόσεις Φέξη, Δημητράκου, Σιδέρη, Παπαδημητρίου, δραστηριοποιήθηκαν τις πρώτες δεκαετίες του 20ου, όπως ο Ελευθερουδάκης, ο Σαλίβερος, η Άγκυρα και παρά τις αντιξοότητες και τους συνεχείς πολέμους, κάποιοι κατόρθωσαν να επιβιώσουν μέχρι σήμερα, όπως ο Γκοβόστης. Οι εκδοτικές αυτές επιχειρήσεις ανέπτυξαν αξιοζήλευτη δραστηριότητα και σημείωσαν έναν σεβαστό για την εποχή αριθμό εκδόσεων συμπεριλαμβανομένης και της μεταφρασμένης γαλλικής λογοτεχνίας, συστηματοποιώντας κυρίως την κυκλοφορία μεταφρασμένης λογοτεχνίας σε θεματικές σειρές. Κλείνοντας αυτή την πολύ σύντομη περιήγηση στα χαρτογραφημένα, πλέον, μονοπάτια της μεταφρασμένης γαλλικής λογοτεχνίας, αξίζει να αναφερθεί ότι η πόλη που συγκεντρώνει την εντονότερη εκδοτική κίνηση σχετικά με τις μεταφράσεις είναι η Αθήνα με ποσοστό 96,2%. Πόλεις που αποτελούν κέντρα του μείζονος ελληνισμού, όπως η Αλεξάνδρεια, το Κάιρο και η Κωνσταντινούπολη, η Σμύρνη, η Λευκωσία, οι οποίες, δεδομένης της παρουσίας ελληνικού πληθυσμού, τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα, και της έντονης πνευματικής δραστηριότητάς του, ιδιαίτερα των Ελλήνων Αυγυπτιωτών, σημειώνουν με τη σειρά τους μια αξιόλογη μεταφραστική παραγωγή. Οι άλλες πόλεις της Ελλάδας, με εξαίρεση τη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζουν μια πενιχρή εκδοτική δράση. Μια σημαντική πληροφορία κρύβεται στις γραμμές μια καταγραφής του 1925, για την πνευματική δραστηριότητα των ελλήνων από τα Ιωνικά παράλια, οι οποίοι μετανάστευσαν στην Αμερική μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρόκειται για την έκδοση μυθιστορημάτων του Ξαβιέ ντε Μοντεπέν, διάσημου μπεστσελερίστα του 19ου αιώνα, από την εφημερίδα «Ατλαντίς», μια από τις μακροβιότερες εφημερίδες στις Η.Π.Α. με σκοπό την καλύτερη προσαρμογή των ελλήνων μεταναστών στη νέα ήπειρο. Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του υλικού της μελέτης της υπογράφουσας, απαντήθηκαν αρκετά ερωτήματα γύρω από τις μεταφράσεις της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα, αλλά ανέκυψαν ακόμα περισσότερα, για τις απαντήσεις των οποίων, η εν λόγω βιβλιογραφική έρευνα φιλοδοξεί να αποτελέσει μια ακόμη στέρεη βάση. ( * )Περίληψη μελέτης της συγγραφέως που θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τις εκδόσεις Ύψιλον. Πηγή: http://www.oanagnostis.gr/
21
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Ἡ τέχνη τῆς ἀνάγνωσης
τοῦ Σωτήρη Τριβιζᾶ Πρόκειται γιά μιά σχεδόν λησμονημένη τέχνη. Χιλιάδες βιβλία γράφονται καί διαβάζονται κάθε χρόνο, ἐλάχιστοι εἶναι ὅμως οἱ ἄνθρωποι πού ἀνα γιγνώσκουν: ἐκεῖνοι δηλαδή πού ἀναγνωρίζουν σ’ ἕνα βιβλίο μιά ἄγνω στη πλευρά τοῦ ἑαυ τοῦ τους, μιά ξεχασμένη αἴσθηση ἤ μιά συγκίνηση πού ἔρχεται στήν ἐπιφάνεια μέ τή διακριτική μεσολάβηση τοῦ συγγραφέα. Αὐτοί, οἱ ἀληθινοί ἀναγνῶστες, καμμιά σχέση δέν ἔχουν μέ ὅσους περι διαβάζουν στίς σελίδες ἑνός βιβλίου. Εἶναι οἱ τελευταῖοι μιᾶς φυλῆς ἡ ὁποία ἀναγνωρίζεται ἀκόμα ἀπό τό τυπικό μιᾶς τελετῆς πού ἐπαναλαμβάνεται ἀπαράλλαχτη ἐδῶ καί αἰῶνες. Ὁ ἀναγνώστης διαλέγει ὁ ἴδιος τά βιβλία του. Τό βιβλιοπωλεῖο εἶναι ὁ φυσικός του χῶρος, τό δεύτερο σπίτι του. Ἀφοῦ παραπλεύσει τούς φορτωμένους πάγκους, ὁ ἀναγνώστης κατευθύνεται στά σκονισμένα ράφια. Ξέρει καλά πώς κάτω ἀπ’ τή σκόνη, μέσα στήν ἀδιαφορία καί τήν ἐγκατάλειψη, περιμένουν οἱ πραγματικοί θησαυροί, ὅπως τά ἐκλεκτά κρασιά πού παλαιώνουν στήν κάβα. Ἐκεῖ ἀφήνει τό μάτι του νά πλανηθεῖ σέ τίτλους, ὀνόματα συγγραφέων, λέξεις καί χρώματα. Ὅταν κάποιο βιβλίο τραβήξει τήν προσοχή του, τό κατεβάζει ἀπ’ τό ράφι καί τό ξεφυλλίζει μέ ἀνυπόμονα χέρια. Διαβάζει τό ὀπισθόφυλλο, τό βιογραφικό σημείωμα τοῦ συγγραφέα, κάποιες τυχαῖες περικοπές. Ὁ ἀναγνώστης προσέχει ἀκόμα τά τυπογραφικά στοιχεῖα, τήν εἰκόνα καί τό στήσιμο τοῦ ἐξωφύλλου, τήν ποιότητα τοῦ χαρτιοῦ. Μερικοί ἀναγνῶστες συνηθίζουν νά βυθίζουν τή μύτη τους μέσα στίς σελίδες ἑνός βιβλίου καί ν’ ἀπολαμβάνουν τό 22
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
ἄρωμα τῆς τυπωμένης μελάνης. Μολονότι αὐτό γίνεται συνήθως στά κρυφά, πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι ἀποτελεῖ μία καθ’ ὅλα νόμιμη πράξη. Τό βιβλίο ἀπευθύνεται σέ ὅλες τίς αἰσθήσεις μας, κι αὐτό εἶναι κάτι πού τό ξέρει καλά ὁ ἀναγνώστης. Ὁ ἀναγνώστης διαβάζει πάντοτε μόνος. Γνωρίζει πώς ἡ ἀνάγνωση εἶναι μιά διαδικασία πού, ὅπως μιά δύσκολη καί ἀπαιτητική ἐρωμένη, ἀξιώνει ὁλόκληρη τήν προσοχή του. Φροντίζει, λοιπόν, νά ἐξασφαλίσει τήν ἀπόστασή του ἀπό τήν πραγματικότητα προκειμένου νά βυθιστεῖ ἀπερίσπαστος σ’ ἕναν καινούργιο κόσμο. Ἡ ἀνάγνωση σέ παραλίες, καφενεῖα, μέσα μαζικῆς μεταφορᾶς, παγκάκια πάρκων καί, γενικά, σέ πολυσύχναστα μέρη, εἶναι μιά προβληματική μορφή ἀνάγνωσης. Πράγματι, ἀρκεῖ ἕνας θόρυβος, μιά φωνή, ἡ ἄκαιρη παρέμβαση τοῦ σερβιτόρου, γιά νά ραγίσει ὁ κόσμος πού ὁ ἀναγνώστης οἰκοδομοῦσε μέσα του. Γι’ αὐτό ὁ ἀναγνώστης διαβάζει κατά μόνας στό ἥσυχο περιβάλλον τοῦ σπιτιοῦ του. Ἄλλες φορές μπορεῖ κατά τήν κρίση του νά ἐπιλέξει μιά ὄχι ἰδιαίτερα ἀναπαυτική πολυθρόνα στό σαλόνι ἤ μιά ἁπλή καρέκλα στό δροσερό μισοσκόταδο τῆς κουζίνας. Ἡ ἀνάγνωση στό κρεβάτι ἤ στόν καναπέ, μολονότι χαίρει ἰδιαίτερης προτίμησης ἀπό μιά ὁρισμένη κατηγορία ἀναγνωστῶν πού διακρίνονται γιά τή σωματική νωθρότητά τους, δέν ἐνδείκνυται, διότι οὐσιαστικά ὑποθάλπει καί τήν πνευματική νωθρότητα τοῦ ἀναγνώστη. Ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νά συνοδεύσει τή διαδικασία τῆς ἀνάγνωσης μέ ὁρι σμένα ἄλλα μέσα: τσιγάρο, πίπα, ποῦρο γιά τούς καπνιστές, ἀφεψήματα ἱκανά νά σβήσουν τή δίψα καί νά ἐνισχύσουν τήν ἀπόλαυση. Ἀνάμεσα στά τελευταῖα τά πλέον ἐνδεδειγμένα εἶναι τό τσάι καί ὁ καφές, πού κρατοῦν τόν ἀναγνώστη σέ ἐγρή γορση χωρίς νά τοῦ στε ροῦν τίς πνευματικές του δυνάμεις. Ἀπεναντίας, πρέπει νά ἀπο φεύγεται τό ἀλκοόλ, πού θολώ νει τήν κρίση καί μειώνει τήν ἱκανότητα τῆς ἀντίληψης. Ὁρισμένοι ἀναγνῶστες προτιμοῦν νά διαβάζουν τά βιβλία τους μέ τή διακριτική συντροφιά τῆς μου σικῆς. Σ’ αὐτή τήν περί πτωση, ὅμως, ὁ ἀνα γνώστης ὀφεί λει νά εἶναι ἰδιαίτερα προσεκτικός στίς μουσικές ἐπιλογές του. Ἡ μουσική πρέπει νά περιορίζεται στόν συνοδευτικό της ρόλο καί σέ καμμιά περίπτωση δέν ἐπι τρέπεται ν’ ἀπο σπᾶ τήν προσοχή τοῦ ἀναγνώστη. Ὁρισμένοι ἀναγνῶστες προτιμοῦν τά ἄκοπα βιβλία, γιατί τούς δίνουν τήν εὐκαιρία μιᾶς πρώτης σωματικῆς ἐπαφῆς πού προηγεῖται τῆς διαδικασίας τῆς ἀνά γνωσης. Ὅπως αὐτοί πού προ τι-
23
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
μοῦν τό ἐκλεκτό κρασί, θέλουν νά συμμετέχουν οἱ ἴδιοι στό μυστικό τῆς ἀπο σφράγισης ἑνός καλοῦ βιβλίου. Γι’ αὐτό ὁ ἀναγνώστης εἶναι πάντα ἐφοδιασμένος μ’ ἕναν κοφτερό χαρτοκόπτη ἤ ἕνα κοινό μαχαίρι πού τό γλιστράει τρυφερά ἀνάμεσα στίς σελίδες τοῦ βιβλίου προσέχοντας νά μήν τό πληγώσει. Ἐνῶ κόβει τίς σελίδες, ὁ ἀναγνώστης ἐξετάζει μέ τήν ἄκρη τῶν δακτύ λων τήν ὑφή τοῦ χαρτιοῦ, τό βάρος καί τήν πυκνότητά του, καί ἐπιτρέπει στό βλέμμα του νά πλανηθεῖ ἀνάμεσα στίς τυπωμένες σειρές λαμβάνοντας ἔτσι μιά πρώτη γεύση ἀπ’ τό βιβλίο, ἀκριβῶς ὅπως ὁ γευσιγνώστης στριφογυρίζει στό στόμα του μιά γουλιά ἀπό τό ἐκλε κτό ποτό μέχρι νά νιώσει ν’ ἀναδεικνύεται τό ἄρωμά του. Ὁ ἀναγνώστης διαβάζει ἀργά, προ σπαθώντας νά ἐναρ μονίσει τόν ρυθμό ῆς τ ἀνά γνωσης μέ τούς ἐσωτερικούς ρυθμούς τῆς ἀφήγησης. Πολλές φορές ἀπολαμβάνει δύο καί τρεῖς φορές τήν ἀνάγνωση κάποιας σελίδας ἤ ἀφήνεται σέ μιά μυστική ὀνει ροπόληση, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μέρος τῆς σχέσης πού ἀνα πτύσσεται μεταξύ ἐκείνου καί τοῦ συγγραφέα. Ὁ ἀναγνώστης ἔχει τήν ἱκανότητα νά διαβάζει ἀκόμα καί ἀνά μεσα στίς γραμμές, γιατί ξέρειὅτι αὐτές οἱ μικρές σιω πές πού δημιουργοῦνται στά κενά τῆς ἀφήγησης εἶναι ἀποκλειστικά δικός του χῶρος: χῶρος γιά νά συλλογιστεῖ, γιά νά δημιουργήσει, γιά νά ὀνει ρευτεῖ. Ποτέ ὁ ἀναγνώστης δέν ἀφή νει ἀδιάβαστες σελίδες γιά νά φτάσει πιό σύντομα στό τέλος το ῦ βιβλίου. Γιά τόν ἀνα γνώστη σημασία ἔχει τό ταξίδι, ὄχι ὁ προορισμός. Ὁ ἀναγνώστης ξέρει πώςἕνα καλό βιβλίο πρέ πει νά διαβάζεται ἀπνευ στί, μέσα σέ μιάἰδιαί τερη κατάσταση πού λίγο ἀπέχει ἀπό τόν πυρετό ἤ τή μέθη. Ἐάν κάποιο βιβλίο, λόγω μεγέθους, δέν εἶναι δυνατόν νά ὁλο κληρωθεῖ σέ μία καί μόνη ἀνάγνωση, τότε ὁ ἀνα γνώστης κατατρύχεται ἀπό μιά παράξενη ἔξαψη, εἶναι ἀπρόσεχτος στίς καθημερινές ἀσχολίες του καί καταδιώκεται ἀπό τήν ἔμμονη ἰδέα τοῦ βιβλίου. Μέ σπουδή βιά ζεται ν’ ἀπαλ λαγεῖ ἀπό τίς βιοτικές του μέριμνες καί νά ἐξοικονομήσει τόν ἀπαραίτητο χρόνο γιά νά ὁλοκληρώσει τήν ἀνάγνωση. Ἀρκετοί ἀναγνῶστες προτιμοῦν νά θυσιάσουν τόν ὕπνο τους προ κειμένου νά τελειώσουν τήν ἀνά γνωση ἑνός συγκε κριμένου βιβλίου. Ὡστόσο, ὅταν ἡ νύστα βαραί νει τά βλέφαρα, ὁ ἀνα γνώστης δέν εἶναι σέ θέση νά συλλάβει ὅλες τίς ἀποχρώσεις τῆς ἀφήγησης, τή διαύγεια καί τή στιλπνότητα τοῦ ὕφους. Ὁ ἀναγνώστης θεωρεῖ τήν ἀνάγνωση ὡς τήν ὑψηλότερη μορφή ἀπό λαυσης καί ἀρνε ῖται νά ὑποκύψει σέ τέτοιες ψυχαναγκαστικές διαδικασίες. Ἐπίσης, ὁ ἀναγνώστης
24
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
νιώθει βαθιά περιφρόνηση γιά ὅσους ἀντιμετωπίζουν τήν τέχνη τοῦ λόγου ὡς μιά μορφή δραστικοῦ ὑπνωτικοῦ καί ἀρνεῖται νά διαβάσει «γιά νά νυστάξει». Τυχαίνει κάποτε ὁρι σμένα βιβλία ν’ἀντι στέκονται στήν πράξη τῆς ἀνά γνωσης. Ὁ ἀναγνώστης πλήττει, δυσανασχετεῖ, χασμᾶται, συλλαμβάνει τόν ἑαυτό του νά παρα βλέπει παραγράφους ἤ ἀκόμα καί ὁλόκληρες σελίδες τοῦ βιβλίου. Δύο πράγματα εἶναι πιθανόν νά συμβαίνουν: ἤ τό βιβλίο εἶναι πράγματι κακό, ὁπότε ὁ ἀνα γνώστης δικαιοῦται νά τό ἐνταφιάσει στή βιβλιοθήκη του ἀναλογιζόμενος μέ πίκρα τήν ἀστο χία τῆς ἐπιλογῆς του, ἤ ὁ ἴδιος δέν εἶναι ἀκόμα ἕτοιμος γιά τήν ἀνά γνωση τοῦ συγκε κριμένου βιβλίου. Σ’ αὐτή τή δεύ τερη περίπτωση ὁ ἀνα γνώστης ἐπανέρχεται μετά ἀπό μῆνες ἤ καί χρό νια καί ἀνα καλύπτει στό βιβλίο πού δέν κατόρθωσε νά διαβάσει ἕνα αὐθεντικό ἀριστούργημα. Τό δέχεται χωρίς ἔκπληξη, γιατί ὁ ἀναγνώστης ξέρει ὅτι κι αὐτός ὡριμάζει, ὅπως ἀκριβῶς καί τά βιβλία. Ὁ ἀναγνώστης ἀγαπᾶ καί φρο ντίζει τά βιβλία του. Διαβάζει προσεκτικά, ἀπο φεύγοντας νά διπλώσει τή ράχη τους ἤ νά τσακίσει τίς σελίδες τους καί συχνά ἀντιστέκεται στόν πειρασμό νά ὑπογραμμίσει κάποιαἀπο σπάσματα πού τοῦ προ καλοῦν ἰδιαίτερο ἐνδια φέρον. Ὡστόσο, ἡ βιβλιοθήκη του δέν ἀπο τελεῖ μέρος τῆς τυπικῆς ἐπίπλωσης τοῦ σπι τιοῦ. Εἶναι ἕνας ζωντανός χῶρος, ὅπου συχνά συμβαίνει νά βασιλεύει τό χάος. Ἡ ἀνάγνωση εἶναι μιά τέχνη τῆς ἀπόλαυσης καί ὡς τέχνη ἀσκεῖται ἀπό τούς μυημένους. Αὐτοί, οἱ ἀληθινοί ἀναγνῶστες, εἶναι οἱ τελευταῖοι μιᾶς φυλῆς πού σήμερα ἀπειλεῖται μέ ἐξαφάνιση. Γιατί ποιός εἶναι πρόθυμος στίς μέρες μας νά ἐντρυφήσει στά μυστικά μιᾶς σχεδόν λησμονημένης τέχνης; Πηγή: http://selides.kastaniotis.com/
25
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Θανάσης Βαλτινός: Να απαλλαγούμε από την ενδημική ελληνική μιζέρια Με αφορμή την έκδοση της νέας συλλογής διηγημάτων του, ο πεζογράφος και ακαδημαϊκός μιλάει στο «Βήμα» για την Ελλάδα της λογοτεχνίας του και της ζωής και για τα σχέδιά του για την Ακαδημία Αθηνών, της οποίας θα είναι εφέτος πρόεδρος
Επείγουσα ανάγκη ελέου (Εστία, 2015) τιτλοφορείται το νέο βιβλίο του Θανάση Βαλτινού, μια συλλογή είκοσι ενός διηγημάτων που οργανώνονται σε πέντε τρίπτυχα. Πρωταγωνιστές άνθρωποι που δοκιμάζονται, άνθρωποι λαϊκοί, άνθρωποι ερωτικοί. Ο Κώστας και η Μαρίνα, ο Θωμάς, η Λουκία, ο Ζακ Λεών. Όχι της σημερινής κρίσης αλλά κρίσεων παλαιότερων, της Ελλάδας των πολέμων και του Εμφυλίου. Λίγες ημέρες πριν από την Πρωτοχρονιά, συναντιόμαστε για να μιλήσουμε για τούτο το νέο βιβλίο, που αποτελεί μια ψηφίδα στο πυκνό σύμπαν που δημιουργεί μεθοδικά από το 1963, όταν πρωτοδημοσιεύθηκε στις Εποχές η «Κάθοδος των εννιά». «Όλοι οι συγγραφείς, όλοι οι καλλιτέχνες, όλοι οι άνθρωποι αντλούμε υλικό από την εφηβεία μας, είναι η μεγάλη δεξαμενή. Η δική μου εφηβεία συνέπεσε με εκείνα τα χρόνια τα κρίσιμα, τόσο γεμάτα, που μπορούσαν να σε συντρίψουν από τον φόρτο του
26
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
υλικού που κουβαλούσαν... Υπάρχουν ακόμη άπειρα πράγματα μέσα μου ως ιδέες, που δεν τα έχω εκμεταλλευτεί λογοτεχνικά» λέει. Το ερώτημα είναι αν το τραύμα που άνοιξε ο Εμφύλιος επουλώνεται επιτέλους με την Αριστερά στην κυβέρνηση. «Νομίζω όχι» λέει σκεφτικός. «Νομίζω ότι αυτοί οι αριστεροί συνεχίζουν να είναι δέσμιοι ενός πνεύματος ρεβανσισμού, συχνά μου δίνουν την εντύπωση ότι δεν έχουν ξεπεράσει το σύνδρομο του Γράμμου, την ήττα εκεί πάνω. Βεβαίως, επειδή τις προάλλες σχολιάσαμε το βιβλίο του Γιώργου Μαυρογορδάτου για τον Διχασμό του 1915, όλοι οι διχασμοί ξεκινούν από εκεί και έχουν μήτρα το "Ελιά, ελιά και Κώτσο βασιλιά" και τα λοιπά. Ακόμη και τώρα η παρουσία και ο λόγος του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή εκεί οδηγεί, σε έναν οργανωμένο και επικείμενο διχασμό» καταλήγει και αναρωτιέται «πώς άνθρωποι νέοι, έξυπνοι - ή πονηροί και έξυπνοι - δεν μπορούν να καταλάβουν σε τι γκρεμό οδηγούν τα πράγματα». Έζησε ενάμιση χρόνο στη Γερμανία στη δεκαετία του 1970. Υπάρχει και εκεί φανατισμός, ειδικά στα λαϊκά στρώματα, καμιά κοινωνία δεν είναι ιδανική λέει, «δεν υπάρχουν κοινωνίες παστρικές, σε όλες υπάρχουν σπόροι μιας ανεπιθύμητης εξέλιξης» αλλά θεωρεί τον αντιγερμανισμό που καλλιεργείται στην Ελλάδα ανεπίτρεπτο. «Είναι ανεπίτρεπτο σε μια Ευρώπη σημερινή να συντηρούνται και να καλλιεργούνται τέτοιες νοοτροπίες. Αυτό έγινε για λόγους κομματικούς, για τα "σφαιρίδια" που έλεγαν κάποτε. Τους τελευταίους μήνες έγινε αποδιοπομπαίος τράγος ο Σόιμπλε, ο οποίος δεν κήρυξε κάτι ανθελληνικό, στην ουσία μιλούσε για το συμφέρον της Ελλάδας, για αυτά που έπρεπε να είχε κάνει η Ελλάδα εδώ και μια εξαετία τουλάχιστον από τη στιγμή που μπήκε σε αυτά τα προγράμματα. Τα προγράμματα δεν ήταν για να τιμωρηθεί ο ελληνικός λαός, απέβλεπαν σε έναν εκμοντερνισμό της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, απέβλεπαν σε μια δημόσια διοίκηση που θα ήταν επαρκής και αποτελεσματική». Η ευθύνη δεν είναι μίας κυβέρνησης μονάχα, εξηγεί. «Κανένας δεν άνοιξε τα μάτια στον κόσμο από την αρχή της Κοινής Αγοράς. Τα λεφτά που ήρθαν από την Ευρώπη ήταν πάρα πολλά. Τα άφηναν και γίνονταν Μερσεντές και χιλιάρικα που σκορπιόνταν στα περιστασιακά σκυλάδικα στη Θεσσαλία, στη Λακωνία, στην Κρήτη και αλλού. Δεν έγιναν αλλαγές των καλλιεργειών, πήγαιναν χαμένες οι επιδοτήσεις. Οι πολιτικοί χάιδευαν τους αγρότες και εξακολουθούν να τους χαϊδεύουν. Καμιά πολιτική παράταξη δεν φρόντισε να μιλήσει λίγο σκληρά στον ελληνικό λαό, να του ανοίξει τα μάτια, να του πει ποιο ήταν το συμφέρον του. Αντιθέτως, έκαναν "μπαμπούλα" κάθε ξένο που μιλούσε από ένα άλλο πλαίσιο θέασης των πραγμάτων». Εφέτος κυκλοφορεί στην Αμερική, από τις εκδόσεις Yale University Press, η Ορθοκωστά στα αγγλικά, το μυθιστόρημά του που όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1994 προκάλεσε έντονες συζητήσεις για τη μεταπολεμική Ιστορία. «Ήταν μια αγανάκτηση, κατά κάποιον τρόπο, η Ορθοκωστά από μέρους μου. Άλλωστε, στη λογοτεχνία, στην τέχνη, υπάρχει και ένα αίσθημα δικαίου που πρέπει να θεραπευθεί. Δεν μπορεί όλη η Πελοπόννησος, όλοι όσοι δεν ήταν αριστεροί, να ήταν συνεργάτες των Γερμανών, γιατί εκεί είχαμε φτάσει. Να, τα διχαστικά που λέγαμε, τώρα, 2015, έρχονται ξανά στην επιφάνεια οι ταγματασφαλίτες, οι συνεργάτες των Γερμανών - και οι μεγάλοι πατριώτες ήταν οι ελασίτες βεβαίως! Κανείς δεν ήξερε, μέχρι που βγήκε η Ορθοκωστά, το όργιο που είχε γίνει, το όργιο βίας, το όργιο κακουργημάτων, τα 27
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ένας εμφύλιος πόλεμος δεν είναι υπόθεση μίας παράταξης μόνο, χρειάζονται δύο, και σκοτώνουν και οι δύο πλευρές εξίσου άγρια, εξίσου άλογα και εξίσου πρόστυχα».
«Φοβάμαι για πράγματα μοιραία» Είναι πολύ σκεπτικός για το μέλλον της χώρας. «Φοβάμαι για πράγματα ανήκεστα, για πράγματα που θα είναι μοιραία ενδεχομένως. Οι άνθρωποι που κυβερνάνε δεν έχουν μια αίσθηση ιστορικότητας, όσο κι αν διατείνονται ότι βλέπουν τα πράγματα έτσι. Είναι δέσμιοι της νοοτροπίας τους, της παιδείας τους, δεν μπορούν να καταλάβουν ότι η ζωή έχει ποικιλομορφία και απρόοπτα, έχει και εξάρσεις και εκπλήξεις, δεν μπαίνει σε καλούπια. Το βλέπουμε από τον τρόπο που προσπαθούν να κυβερνήσουν. Όσο είσαι κόμμα είναι εύκολο, δίνεις εντολές και αμέσως διεκπεραιώνονται. Όταν γίνεσαι κυβέρνηση, εννοώ κυβέρνηση που ασκεί και υπηρετεί μια δημοκρατία, τα πράγματα δυσκολεύουν. Εκεί φαίνεται ότι τα βρίσκουν μπαστούνια και δεν ξέρουν τι να κάνουν και βεβαίως, ακολουθώντας αυτή τη γραμμή, προκαλούν ζημιές φοβερές. Δεν είμαι οικονομολόγος, μυρίζομαι όμως πόσα δισεκατομμύρια έχει χρεωθεί ο ελληνικός λαός αυτούς τους μήνες που έχουμε Αριστερά στην εξουσία πρώτη φορά». Διευκρινίζει όμως ότι «εδώ υπάρχει μια ανακρίβεια, δεν έχουμε πρώτη φορά Αριστερά, έχει ξαναϋπάρξει η Αριστερά στην εξουσία το 1944, και από το 1943 κυριαρχούσε σε όλη την Ελλάδα, με εκείνα τα ολέθρια αποτελέσματα της παρωδίας των λαϊκών δικαστηρίων και άλλα».
Η Ακαδημία Αθηνών και οι διανοούμενοι Τον ρωτώ για τον ρόλο τον δικό του, για τον ρόλο των διανοουμένων, για τον ρόλο της Ακαδημίας Αθηνών σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία. «Η Ακαδημία ως θεσμός δεν μπορεί να παίρνει θέση σε ζητήματα τρέχουσας πολιτικής. Ο ρόλος της είναι με την οντότητά της να οριοθετεί, να καταυγάζει, να διαφωτίζει» είναι η άποψή του. «Οι διανοούμενοι - αλλά και οι ακαδημαϊκοί, δεν τους ξεχωρίζω - μιλούν με το έργο τους, την ειδική δράση τους. Ο διανοούμενος έχει ένα έργο, το οποίο όμως ο κόσμος, που ρωτάει τι κάνουν οι διανοούμενοι, το έχει φτύσει. Οταν τα πράγματα είναι καλά, ρίχνουμε τις ζεϊμπεκιές μας, τα σπάμε στα σκυλάδικα και οι διανοούμενοι είναι ανύπαρκτοι. Όταν τα πράγματα δυσκολέψουν, ρωτάμε πού είναι οι διανοούμενοι. Οι διανοούμενοι είναι πάντα εδώ με το έργο τους, με αυτό το έργο αντιμετωπίζουν τα προβλήματα και τις δυσκολίες τις εθνικές». Το δικό του έργο είναι η λογοτεχνία του, που αναζητεί βαθιές δομές της ελληνικής κοινωνίας χωρίς να στέκεται στην επιφάνεια του παρόντος. «Προσπαθώ να αντιμετωπίσω την καθημερινότητα με τους δικούς μου τρόπους, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με κάποιο σχήμα εγκεφαλικό ή με μια τοποθέτηση που είναι αποτέλεσμα έρευνας. Εχω μια καθαρά βιωματική σχέση με τη δική μας ιστορία, με τη μικροϊστορία μας ακόμη». Τον ενδιαφέρει ο λαϊκός άνθρωπος που είναι στερημένος από δυνατότητες να ξεφύγει από την ενδημική ελληνική 28
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
μιζέρια, κατάλοιπο του «καθαρευουσιανισμού», της γραφειοκρατίας, της νοοτροπίας του δημοσιοϋπαλληλικού βολέματος. «Να ένα άλλο στοιχείο της ελληνικής πολιτικής ζωής» επισημαίνει αίφνης: «Κανείς δεν θέλει να δει τα πράγματα σαν μια απαλλαγή του κόσμου από αυτήν την καθημερινή ενδημική μιζέρια, που δεν είναι μόνο οικονομική». Στην υποδοχή του στην Ακαδημία Αθηνών το 2008 αντί ομιλίας διέτρεξε τη σύγχρονη ελληνική Ιστορία με ένα κείμενο λογοτεχνικό, το αφήγημα Ο τελευταίος Βαρλάμης. Εφέτος, στις 12 Ιανουαρίου, στην τελετή εγκατάστασής του ως προέδρου της Ακαδημίας θα μιλήσει για τη γλώσσα. «Με αφορά και με απασχολεί πάντα η γλώσσα. Δεν σκοπεύω να εκτραπώ σε θεωρητικές συζητήσεις, γι' αυτό στο τέλος θα διαβάσω το διήγημα "Φουραντάν" από τη συλλογή που κυκλοφορεί. Ξενίζει λιγάκι ο τίτλος του, αλλά το επέλεξα γιατί η αναφορά μου στη γλώσσα έχει έναν μάλλον μελαγχολικό χαρακτήρα και μελαγχολικό χαρακτήρα έχει και το διήγημα αυτό, μας γυρίζει πίσω σε μια εποχή που οι άνθρωποι πάλευαν να ξεκολλήσουν από μια κατάσταση δυσάρεστη που δεν την άξιζε ο ελληνικός λαός». Εκείνο που θα επιδιώξει εφέτος ως πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών είναι να τη φέρει πιο κοντά στην κοινωνία. «Οι Ακαδημίες είναι από τη φύση τους συντηρητικές» παραδέχεται, «αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι οπισθοδρομικές. Στην Ακαδημία γίνεται σπουδαίο έργο και στους επιστημονικούς τομείς και γενικότερα. Παρ' όλα αυτά, υπάρχει μια επιφυλακτική, καχύποπτη αντιμετώπισή της από τον κόσμο. Η Ακαδημία είναι ένας ζωντανός οργανισμός, τα μέλη της είναι εξαιρετικοί επιστήμονες και καλλιτέχνες. Στην ενιαύσια θητεία μου, και επειδή συμπληρώνονται 90 χρόνια από την ίδρυση της Ακαδημίας, θα τα γιορτάσουμε με μια σειρά ανοιχτών ομιλιών από ακαδημαϊκούς που θα έχουν άμεση σχέση με την κοινωνία του σήμερα. Θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες που γίνονταν και γίνονται ώστε ο κόσμος να έρθει σε επαφή με την Ακαδημία και να τη γνωρίσει. Οι περισσότεροι γνωρίζουν το κτίριο και έχουν μια θολή, βαριά, καταθλιπτική ενδεχομένως εικόνα για την Ακαδημία ως θεσμό. Θέλουμε να αλλάξει αυτή η εικόνα, θέλουμε η κοινωνία να αποκτήσει μια ζωντανή σχέση με την Ακαδημία. Είναι όντως το "ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας" και όλα αυτά τα τετριμμένα, αλλά είναι και στο επίκεντρο ενός πολιτισμού και θέλουμε ο κόσμος να την ξεφοβηθεί, θέλουμε η Ακαδημία να βγάλει τα "μαύρα" από πάνω της». Για τον χρόνο που ξεκίνησε ήδη εύχεται στους σύντεχνους, στους νέους συγγραφείς «να μείνουν ακέραιοι και ανυποχώρητοι στο όνειρό τους - είναι πολύ εύκολο να ενδώσει κανείς κι εκεί χάνει το παιχνίδι» και εύχεται για όλους τους Έλληνες «να απαλλαγούμε από τον φόβο μας και η καθημερινότητά μας να αλλάξει. Δοκιμάστηκε πάρα πολύ ο Έλληνας - ήταν μια τρόπον τινά "θεία" παρέμβαση για τη σπατάλη των αρετών του στην προηγούμενη τριακονταετία; γιατί σπατάλη ήταν αυτή η χυδαία "αστακομακαρονάδα" -, εύχομαι λοιπόν ο Έλληνας να ξαναβρεί τις παλιές του αρετές». Πηγή: http://www.tovima.gr/
29
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Χίλιες και μια όψεις της αφήγησης: εβραϊσμός και λογοτεχνία —της Ελένης Κοσμά και του Στέργιου Μήτα—
Το κεντρικό αφιέρωμα του τεύχους 474 (Απρίλιος 2008) του γαλλικού περιοδικού Le Magazine Littéraire, απλωμένο σε εικοσιδύο σελίδες, επιχειρεί να ξαναπιάσει ένα ζήτημα γνώριμο από τα παλιά, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1960 και εξής: τη σχέση του εβραϊσμού με τη λογοτεχνία. Το αφιέρωμα του περιοδικού συμπίπτει χρονικά με την 28η έκθεση βιβλίου στο Παρίσι [28e Salon du Livre], που είναι αφιερωμένη στην ισραηλινή λογοτεχνία. «Από το Βιβλίο στα βιβλία. Οι Εβραίοι και η λογοτεχνία» είναι ο κεντρικός τίτλος, έτσι όπως εμφανίζεται στο εξώφυλλο του περιοδικού. Με κείμενα των Αλαίν Φινκελκρότ, Ραχήλ Ερτέλ, Ζακ Λε Ριντέρ, Ελί Μπαρναβί, Μαρκ Βάιτσμαν, Πιέρ Ασουλίν, το αφιέρωμα καλύπτει μια ευρεία γκάμα θεμάτων που σχετίζονται τόσο με τη σημερινή βιβλιοπαραγωγή εντός και εκτός των συνόρων του Ισραήλ (και με συγγραφείς όπως ο Φίλιπ Ροθ, ο Σωλ Μπέλλοου ή ο Νόρμαν Μαίηλερ, για παράδειγμα) όσο και με παλαιότερα κείμενα εβραίων συγγραφέων, από τον Ρασί, σχολιαστή των ιερών κειμένων, μέχρι τους μάρτυρες της θηριωδίας του Ολοκαυτώματος, όπως ο Λέβι, ο Βίζελ, ο Αμερύ ή ο Κέρτες. Υπάρχει, τελικά, μια «εβραϊκή σχολή» στη λογοτεχνία και κατά πόσο νομιμοποιούμαστε να μιλάμε για κάτι τέτοιο, αναρωτιέται ο Λακρουά στο εναρκτήριο κείμενο του αφιερώματος. Η υπαγωγή κάποιων αριστουργηματικών κειμένων της παγκόσμιας λογοτεχνίας στις ρίζες των συγγραφέων τους, είναι μάλλον ένας αρκετά περιοριστικός τρόπος να μιλήσουμε για τη λογοτεχνία, σημειώνει ο Φίνκελκροτ. Μπορούμε, όμως, να μιλήσουμε για το έργο του Κάφκα, για παράδειγμα, δίχως να τονίσουμε όχι τόσο την καταγωγή (τις ρίζες) του συγγραφέα, όσο το «φορτίο» που κουβαλάει και που διαπερνά τα κείμενά του, κατά τρόπο καθοριστικό; Ποιος δεν διαβάζει τον εβραίο Κάφκα πίσω από τον Κάφκα της Δίκης;
Ελί Μπαρναβί
30
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
«H επινόηση μιας εθνικής λογοτεχνίας» είναι ο τίτλος που δίνει ο Ελί Μπαρναβί στο κείμενό του, και μας βάζει αμέσως αμέσως σε ένα από τα πλέον σημαντικά ζητήματα που απασχολούν τους εβραίους συγγραφείς: η επινόηση της εθνικής λογοτεχνίας συνδέεται άμεσα με την επανοικειοποίηση της εβραϊκής γλώσσας, μιας γλώσσας «μισοζωντανής και μισοπεθαμένης», όπως πολύ εύστοχα το διατυπώνει ο εβραίος συγγραφέας Γιοσέφ Χαΐμ Μπρενέρ, η οποία θα αποτελέσει και τον φορέα αυτής της λογοτεχνίας. Αυτή η γλώσσα, που δεν θα καταναλώνεται ως μουσειακό είδος, αλλά θα μιλιέται και θα γράφεται, θα είναι ακριβώς σε θέση να εκφράσει τον ατομικό και συλλογικό χώρο εντός του οποίου ζει και εργάζεται ο εβραίος νεωτερικός συγγραφέας. Υπάρχουν ομάδες ισραηλινών εβραίων συγγραφέων που γράφουν στα γίντις, για παράδειγμα, και άλλοι, όπως ο Σωλ Μπέλλου ή ο Φίλιπ Ροθ, οι οποίοι έχουν επιλέξει τη γλώσσα της χώρας στην οποία ζουν, δίχως αυτό να σημαίνει καμιάς μορφής έκπτωση της εβραϊκής τους ταυτότητας, σημειώνει ο Βάιτσμαν. Το ακανθώδες ζήτημα της γλώσσας (της επινόησης, της επανοικειοποίησης και των εκτροπών που αυτή υπέστη) δεν είναι καινούριο στον χώρο της εβραϊκής γραμματείας. Μετά το Ολοκαύτωμα υπήρξε ένα από τα πλέον κεντρικά θέματα, με τα οποία έπρεπε να αναμετρηθούν οι εβραίοι συγγραφείς. Οι αφηγήσεις των ανθρώπων που επιβίωσαν από τη μαζική βιομηχανία θανάτου που έστησε ο Χίτλερ τη δεκαετία του 1940, και που στον χώρο της παγκόσμιας λογοτεχνίας και ιστορίας ταξινομούνται ως «μαρτυρίες», εξυπηρετούν έναν διπλό στόχο: αφενός, τη «θεραπεία» του μάρτυρα και την «απελευθέρωσή» του (διά της αφήγησης) και, αφετέρου, τη διατήρηση και διαχείριση της μνήμης, καταστατικό πρόταγμα της εβραϊκής φιλοσοφίας πολύ πριν από το Ολοκαύτωμα: η λέξη «ζαχόρ» [μνήμη] εμφανίζεται πολλές φορές στην Πεντάτευχο –και συνδέεται πάντα με την έννοια της (κατα)γραφής.
Επιζήσαντες του Άουσβιτς επισκέπτονται το στρατόπεδο στις 27 Ιανουαρίου 2015, κατά τον εορτασμό των 70 χρόνων από την απελευθέρωσή του.
31
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Η καταγραφή της εμπειρίας του επιζήσαντος είναι η υπεσχημένη καταβολή των οφειλών του στην «τύχη» που του επέτρεψε την επιβίωση και την ίδια στιγμή ένα καθήκον προς τη φιλοσοφική και ηθική παράδοση της φυλής του και μια ευθύνη προς τις επόμενες γενιές. Το πρόβλημα που προκύπτει στην ιδιαίτερη περίπτωση του Ολοκαυτώματος είναι το εξής: ποια γλωσσικά υλικά θα επιστρατευτούν προκειμένου να καταγραφεί αυτή η αφήγηση και κατά πόσο αυτή η αφήγηση θα συνιστά ιστορικό τεκμήριο: θα εντάσσεται στον χώρο της ιστοριογραφίας. Στην περίπτωση των αφηγήσεων από το Ολοκαύτωμα η τέχνη μπορεί να αποτελέσει ξεκάθαρα (και δίχως επιστημονικές αμφιθυμίες) ιστορική μαρτυρία. Ίσως, άλλωστε, μόνο μέσα στην τέχνη μπορεί να υπάρξει το μη αναπαραστάσιμο, το μη απεικονίσιμο: και άρα η ειδική συνθήκη του Ολοκαυτώματος οφείλει να πριμοδοτήσει αυτόν τον χώρο –τον μόνο ίσως χώρο που μπορεί να την αφηγηθεί. Ποιες είναι οι λέξεις όμως που θα μπορέσουν να «κατασκευάσουν» αυτήν την αφήγηση; Που θα μπορέσουν να περιγράψουν τη ζωή του εβραίου häftling μέσα στο στρατόπεδο· ιδίως από τη στιγμή που η ίδια η γλώσσα υπέστη τον μεγαλύτερο εξευτελισμό από το ναζιστικό μηχανισμό; Μετά το Ολοκαύτωμα καμία Φιλοσοφία και καμία Τέχνη δεν μπορεί να διεκδικήσει δάφνες επάρκειας, καμιά «λέξη» δεν μπορεί να ταιριάξει στο «πράγμα» και καμία «λέξη» δεν μπορεί να το περιγράψει. Η γραφή ως καταγραφή της ακραίας εμπειρίας του Ολοκαυτώματος συνδέεται με την «ερμηνεία» αυτού του γεγονότος, διαδικασία απαραίτητη για τη διαχείριση της μνήμης. Οπότε, η σιωπή δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτελέσει εναλλακτική λύση. Οι επιζήσαντες οφείλουν να γράψουν, διότι, σε τελική ανάλυση, γι’ αυτό επέζησαν, για να εξιστορήσουν «αυτήν την τεράστια κοινωνική και βιολογική εμπειρία» του Λάγκερ, όπως γράφει ο Λέβι. Και ακόμη, αποσιωπώντας το Ολοκαύτωμα, θέτουμε έμμεσα είτε άμεσα ερωτήματα για την ύπαρξή του (το τερατούργημα του αναθεωρητισμού καλά κρατεί ακόμη και στις μέρες μας).
Πρίμο Λέβι
32
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
H επιλογή της λέξης «ερμηνεία» δεν είναι καθόλου τυχαία: η διαδικασία «ερμηνείας» στην εβραϊκή γραμματεία λέγεται «Μιντράς» [Midrash], και σε αυτήν τη λέξη μπορεί να συμπυκνωθεί η λύση που προέκρινε ο Έσδρας προκειμένου να μετατρέψει το κείμενο της Τορά σε έναν πλήρη οδηγό βίου, που στόχο θα είχε τη διατήρηση της συνοχής του εκτοπισμένου εβραϊκού λαού στο ξένο και εχθρικό περιβάλλον της Βαβυλώνας. Με αυτόν τον τρόπο, ο Έσδρας κατάφερε να ξαναζωντανέψει την εβραϊκή κοινότητα και να της δώσει το αναγκαίο «κέντρο», που θα τη βοηθούσε ακριβώς να επιβιώσει και να μην αφομοιωθεί: να διατηρήσει, με λίγα λόγια, τη θρησκευτική και κατ’ επέκταση ηθική, διαφορετικότητα που θα αποτελούσε το συνεκτικό στοιχείο του υπό εξαφάνιση εβραϊκού λαού –και άρα το μόνο και βασικό όπλο στον αγώνα για την επιβίωσή του. Έτσι προέκυψε το Ταλμούδ. Οπότε, μπορούμε να πούμε πως η λέξη «ερμηνεία» έχει βαθιές ρίζες στην εβραϊκή παράδοση και συνδέεται άμεσα με την υπόθεση της επιβίωσης, στον βαθμό που αποτελεί την πρακτική εφαρμογή της «μνήμης» [της ζαχόρ]. Όλα αυτά συνδέονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με τον λογοτεχνικό χώρο, τον χώρο της διήγησης.
Μαθητές μελετούν το Ταλμούδ στη Μερόν (Παλαιστίνη, 1912)
Από την άλλη μεριά, οι επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος αφηγητές βρίσκονται μπροστά σε ένα καινούριο ψευδοπρόβλημα: από τη στιγμή που επέζησαν είναι κατά έναν εξωφρενικά παράδοξο τρόπο μάρτυρες ακριβώς του αντίθετου από αυτό που θέλουν να μαρτυρήσουν: «Κανείς δεν μαρτυρεί για το μάρτυρα», γράφει ο Τσέλαν. Από τη στιγμή που επέζησαν, λένε οι νονοί του αναθεωρητισμού, είναι η ζωντανή απόδειξη ότι αυτά που αφηγούνται δεν έγιναν, 33
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
διότι αν γινόντουσαν, δεν θα επιζούσαν. Πρέπει και σε αυτή την αδιανόητη στρέβλωση της ανθρώπινης συλλογιστικής να απαντήσουν οι μάρτυρες του Ολοκαυτώματος. Εάν, λοιπόν, «η Τέχνη είναι η εποχή της όπως αυτή έχει συλληφθεί μέσα σε σκέψεις» (παραφράζοντας τον γνωστό εγελιανό αφορισμό), τι «μορφή» μπορεί να έχει η Τέχνη μετά το Ολοκαύτωμα – και ακόμη: μπορεί να υπάρξει τέχνη μετά το Ολοκαύτωμα; Η τέχνη μετά το Ολοκαύτωμα θα είναι μια τέχνη που θα μεταγράψει την πραγματικότητα στο νεόκοπο ιδίωμά της, ανατρέποντάς την εκ θεμελίων, και σε αυτό το σύστημα λόγου το έργο τέχνης θα αποτελέσει ακριβώς την εναλλακτική επιστημολογική μέθοδο της γνώσης, όπως προτάσσει, παρά την συνολική του απαισιοδοξία σε αυτό το θέμα, ο Αντόρνο. Πηγή: http://dimartblog.com/
Οι εικόνες ενός «Ξένου»
«...δίχως να σηκωθεί, ο Αραβας τράβηξε το μαχαίρι και μου το ‘δειξε μέσα στον ήλιο. Το φως ανάβλυσε θαρρείς απ’ το ατσάλι κι έγινε μια μακριά αστραφτερή λεπίδα που με βρήκε κατακούτελα. Την ίδια στιγμή, ο ιδρώτας που είχε μαζευτεί στα φρύδια μου κύλησε μονομιάς πάνω στα βλέφαρα και τα σκέπασε μ’ ένα χλιαρό πέπλο. Τα μάτια μου τυφλώθηκαν πίσω από αυτό το παραπέτασμα από δάκρυα και αλάτι. Ενιωθα πια μόνο τα κύμβαλα του ήλιου στο μέτωπό μου και, συγκεχυμένα, την εκθαμβωτική λεπίδα του μαχαιριού που ήταν πάντα 34
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
στραμμένο πάνω μου. Τούτο το πυρωμένο ξίφος κατάκαιγε τα ματόκλαδά μου και τρυπούσε τα πονεμένα μάτια μου. Τότε ακριβώς όλα τρεμούλιασαν...». Η εκπληκτική περιγραφή της σκηνής του φόνου από τον «Ξένο» του Αλμπέρ Καμί μεταφέρεται από τον κομίστα Ζακ Φερναντέζ μέσα από το σκίτσο, χωρίς συνοδευτική αφήγηση. Καταφέρνει, ωστόσο, ο δημιουργός του ομώνυμου graphic novel να αποδώσει (στον βαθμό του δυνατού) αυτή την ένταση, τον «δονούμενο ήλιο», η οποία διαπερνά όχι μόνο το συγκεκριμένο απόσπασμα αλλά ολόκληρο το εμβληματικό έργο του Γάλλου υπαρξιστή. Ο «Ξένος» διά χειρός Φερναντέζ ενσωματώνει όλα τα βασικά επεισόδια και τα διαλογικά μέρη της ιστορίας. Το μικρό, άλλωστε, μέγεθος του ορίτζιναλ λογοτεχνήματος (μόλις 131 σελίδες στην ελληνική έκδοση) βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση. Προφανώς και τα λεπτότερα νοήματα του πρωτότυπου λογοτεχνικού έργου είναι δύσκολο να αποδοθούν σε ένα μέσο, το οποίο μεταχειρίζεται κατά κύριο λόγο την εικόνα. Τα προσεγμένα, ωστόσο, σκίτσα του Φερναντέζ χαρίζουν ζωντάνια στην αφήγηση και «προσκαλούν» τους λιγότερο μυημένους –ή τους νεότερους που σπανιότερα πιάνουν τα βιβλία– να ασχοληθούν με το έργο του Καμί. Το πιο «δυνατό» σημείο της εικονογράφησης είναι οι εξαιρετικές υδατογραφίες, που λειτουργούν ως φόντο στις περισσότερες σελίδες, μεταφέροντας τον αναγνώστη στους δρόμους και στις εξοχές του Αλγερίου, ενώ ταυτόχρονα αισθητοποιούν και αυτή τη νότα του εφήμερου της υπαρξιστικής κοσμοθεωρίας. Μπορεί λοιπόν το graphic novel να λειτουργήσει ως«υποκατάστατο» του «Ξένου» – ή οποιουδήποτε κλασικού λογοτεχνικού έργου; Με τίποτα, είναι η απάντηση. Αν όμως κανείς μεταχειριστεί τη συγκεκριμένη έκδοση ως ακριβώς αυτό που είναι, ένα κόμικ δηλαδή, βασισμένο απλώς στο μυθιστόρημα, τότε σίγουρα θα απολαύσει την ανάγνωση και –γιατί όχι– θα πλουτίσει τη φαντασία του με μια εικονοποιία, αναμφίβολα ταιριαστή στο πρότυπό της. Πηγή: http://www.kathimerini.gr/
35
Φεβρουάριος 2016
Βιβλιοτρόπιο 44
Λέσχες Ανάγνωσης ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ/ΔΙΑ-ΛΟΓΟΣ Μέλη του ΜΚΟ Βιβλιοτρόπιο
Τώρα διαβάζουμε Βιβλιοτρόπιο Με τον τίτλο αυτό -"Το τέλος της μικρής μας πόλης"- πρωτοεκδόθηκε συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Χατζή στη Ρουμανία το 1953, από τον εκδοτικό οίκο "Νέα Ελλάδα". Περιείχε πέντε από τα επτά διηγήματα, δηλαδή τα εξής: "Ο Σιούλας ο ταμπάκος", "Σαμπεθάι Καμπιλής", "Η θεία μας η Αγγελική", "Η διαθήκη του καθηγητή", "Μαργαρίτα Περδικάρη". Τον Οκτώβριο του 1959 δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην "Επιθεώρηση Τέχνης" το διήγημα "Ο τάφος" και τον Φεβρουάριο του 1962, στο ίδιο περιοδικό, το διήγημα "Ο ντέτεκτιβ". Το 1963 και ενώ ο Χατζής βρίσκεται στην Ουγγαρία κυκλοφορεί η πρώτη πλήρης έκδοση της συλλογής, τυπωμένη στο τυπογραφείο Α. Κουλουφάκου, για λογαριασμό της "Επιθεώρησης Τέχνης". Το 1971 γίνεται η τρίτη έκδοση με επίμετρο το κείμενο του Δημήτρη Ραυτόπουλου "Το νεοελληνικό μάθημα του Δημήτρη Χατζή" (εκδ. "Διογένης"). Από τότε ως σήμερα έχουν γίνει άλλες τρεις εκδόσεις: "Πλειάς", 1974, "Κείμενα", 1979 (οριστική έκδοση, διορθωμένη από τον συγγραφέα) και "Ζώδιο", 1989. [...] Ο παππούς και ο πατέρας του Δημήτρη Χατζή ήταν τυπογράφοι· προς τιμήν τους το βιβλίο στοιχειοθετήθηκε το 1999, για την έκδοση αυτή, στη μονοτυπία των Αδελφών Παληβογιάννη, σελιδοποιήθηκε και τυπώθηκε στο κλασικό τυπογραφείο "Μανούτιος" του Χρίστου Μανουσαρίδη.
Διά-Λογος Ιούλιος 1965. Ο Αντρέας, δεκαοχτώ χρόνια πολιτικός πρόσφυγας, επιστρέφει επιτέλους στην πατρίδα: "Όλα μου φαίνονται σαν παραμύθι... Αθήνα, η πιο ανοιχτή πόλη του κόσμου". Η "Αθηναϊκή Άνοιξη". Οι Τέχνες, τα Γράμματα έχουν ανθίσει ύστερα από τα μετεμφυλιακά χρόνια. Μια νεολαία με μεγάλα όνειρα πρωτοστατεί στους αγώνες για την παιδεία, τη δημοκρατία. Ανάμεσά τους η όμορφη, φλογερή αγωνίστρια Ματθίλδη, με την κριτική ματιά της νέας γενιάς. Στον ίδιο τόπο, η ερωτική Φλώρα μοιράζεται τον έκλυτο βίο ενός άλλου κόσμου, μιας παρέας Αμερικανών και άλλων ξένων όπως αυτή. Τα τρία αυτά πρόσωπα υφαίνουν τον ερωτικό μύθο. Γύρω τους όμως εξυφαίνεται το δίχτυ της εθνικής προδοσίας: ξένοι πράκτορες, μυστικές υπηρεσίες, πολιτικοί μηχανορραφούν. Η Ιστορία εισβάλλει στις σχέσεις των ανθρώπων, τα ράζει τις συνειδήσεις. Τα γεγονότα καλπάζουν. Αποστασία. Πλήθη οργισμένα πλημμυρίζουν κάθε μέρα τους δρόμους. Σωτήρης Πέτρουλας, ο πρώτος νεκρός: "αηδόνι και λιοντάρι, βουνό και ξαστεριά". Ένας λαός με το ηρωικό και πένθιμο τραγούδι του ορκίζεται στο όνομα της ελευθερίας, έτοιμος να σηκώσει πάλι τις σισύφειες πέτρες. "Πάνω από τη χαμένη Άνοιξη μετεωριζόταν τώρα ο γύπας του πραξικοπήματος, έτοιμος να ριχτεί και να σπαράξει τον τόπο."
36
ΒΙΒΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ
ΑΝ το διάβασμα είναι για σας μια ανεξάντλητη πηγή ευχαρίστησης… ΑΝ πιστεύετε ότι το διάβασμα δεν είναι κατ’ ανάγκη μια μοναχική υπόθεση… ΑΝ αυτό που νιώθετε διαβάζοντας θέλετε να το μοιραστείτε και με άλλους… --------------------------Γίνετε μέλος σε μια από τις Λέσχες Ανάγνωσης που λειτουργούν στη Λεμεσό. ή Βρείτε κι άλλα άτομα που αγαπούν το διάβασμα και συγκροτείστε μια ομάδα, τα μέλη της οποίας θα συγκεντρώνονται μια φορά το μήνα και θα συζητούν γύρω από το βιβλίο που έχουν επιλέξει να διαβάσουν. Για περισσότερες πληροφορίες ως προς τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας μιας Λέσχης Ανάγνωσης μπορείτε να απευθυνθείτε στο Δίκτυο Λεσχών «Ανάγνωσις».
Παντελής Μάκη, τηλ: 99 667599 e-mail: pmakis@cytanet.com.cy www.bibliotropio.blogspot.com Αντώνης Κουντούρης, τηλ: 99 346424 e-mail: : a_c_kountouri@hotmail.com Κατερίνα Βοσκαρίδου, τηλ: 99 526772 e-mail: pyrion@primehome.com www.pyrion.blogspot.com
Με τη στήριξη