1
2
Περιεχόμενα: #3
#5 #9 #13 #17 #18
#21 #23 #25 #27 #29
| Συντελεστές | Σημείωμα | Πέτερ Κέρτεν | Ιγκόρ Στραβίνσκυ | Sylvia von Harden | «Η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη κατά το Μεσοπόλεμο» | Πώς να... είσαι φυσιολογικός | Τα πειράματα κοινωνικής συμμόρφωσης του Asch | Το ψαλίδι | Αλμυρή Πουτίγκα | Ο κύριος Πέτερ (το κέιμενο)
3
Συντελεστές: Κείμενο:
Διαμαντής Γκιζιώτης Σκηνοθεσία – Σκηνογραφική Επιμέλεια: Γρηγόρης Χατζάκης Ερμηνεύει η Κλεοπάτρα Τολόγκου Ενδυματολογική Επιμέλεια: Εύη Καρατζά Επιμέλεια Φωτισμών: Γιάννης Κωνσταντακόπουλος Σχεδιασμός Ήχου: Γιώργος Τζαγκαράκης Κηνησιολογική Επιμέλεια: Στέλλα Κρούσκα Επιμέλεια Μαλλιών: Βαγγέλης Χατζής Βοηθός Σκηνοθέτης: Δημήτρης Βαρβαντάκης Βοηθός Σκηνής: Δήμητρα Αδάμου Ηλεκτρολόγος: Αντώνης Καρανδεινός Υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων: Άγγελος Στελίου Δημιουργικός Σχεδιασμός / Σχεδιασμός προγράμματος: Design Kinks | Παναγιώτης Βεργόπουλος
4
5 Σημείωμα Σημείωμα Αυτό. Το τέρας. Ο δράκος ή αν θέλετε ο… Είναι γνωστό πως στο πλαίσιο της πολυεπίπεδης ανθρώπινης υπόστασης μας, ελκόμαστε συχνά από το σκοτεινό και ζητάμε να μάθουμε περισσότερες πληροφορίες για το «μη φυσιολογικό». Πώς έγινε; Γιατί έγινε; - Δεν το περιμέναμε. Φαινόταν φιλήσυχος. Κανείς δεν το περιμένει. Έτσι, η έκπληξη και η περιέργεια γίνονται ακόμη μεγαλύτερες. Και μένουμε να αναρωτιόμαστε για το αν η φύση μας (εμάς των φυσιολογικών) βρίσκεται μακριά απ’ όλα αυτά ή όχι. Αναρωτιέται κανείς για τον τρόπο ζωής του θύτη, για το περιβάλλον του, για τον τρόπο σκέψης του. Όσο μαθαίνει πως το τέρας ήταν τελικά κάποιος από εμάς τόσο περισσότερο ενδιαφέρων γίνεται το θέμα. Κι έτσι κάθε φορά μπαίνουν νέα όρια ανάμεσα στο καλό και το κακό και η μετάβαση από την μια κατάσταση στην άλλη γίνεται κάθε φορά και πιο άμεση. - Γιατί; Ας υποθέσουμε πως ο άνθρωπος γεννιέται με δυο κυρίαρχες και ισομεγέθεις δυνάμεις μέσα του ως «προίκα»: την καλή και την κακή. Τότε προφανώς υπάρχουν ίσες πιθανότητες για εκείνη που τελικά θα μεγαλώσει πιο γρήγορα με το χρόνο και θα απορροφήσει ή θα υπερισχύσει της άλλης. Ποιός μπορεί στ’ αλήθεια να είναι σίγουρος για το τί ακριβώς συμβαίνει ; Επόμενο βήμα είναι η επέμβαση της κλινικής ιατρικής που σχεδόν πάντα έρχεται ως άλλος «από μηχανής θεός» να θέσει νέα δεδομένα πάνω στην ανθρώπινη τρέλα. Πρόκειται ωστόσο για παραφροσύνη ή άλλη ψυχική διαταραχή ; Είμαστε όλοι δυνητικά κατά συρροή δολοφόνοι; Μάλλον όχι. Παρ’ όλα αυτά... - Φόβος. Ο Φόβος είναι ένας προστατευτικός μηχανισμός του ανθρώπου, που προκαλείται από τη συνειδητοποίηση ενός πραγματικού ή πλασματικού κινδύνου ή απειλής. - Φοβία Ο φόβος ενός ατόμου, ο οποίος συνεχίζει να υφίσταται, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αληθινός κίνδυνος.
6
«Η λέξη φόβος είναι μόνη της σαν θάλασσα απέραντη. Όχι σαν ποτάμι.», λέει ο κύριος Πέτερ. Πέρα από το φύλο που βιώνει ή μιλάει για τον φόνο, πέρα από το πώς τον περιγράφει υπάρχει πάντα πίσω απ’ όλα αυτά ένα μυαλό που δουλεύει σαν καλοκουρδισμένο ρολόι. Σαφώς και τα πράγματα παίρνουν άλλη διάσταση όταν ξεστομίζονται από το ευαίσθητο στόμα μιας γυναίκας. Το όλο παιχνίδι βρίσκεται στο μυαλό. Παρακολουθούμε λοιπόν μια τερατογέννεση του καιρού και πράγματι δεν μας ενδιαφέρει πια το φύλο του θύτη. Μια τέτοια τερατογένεση κρύβεται συνήθως στα σπλάχνα περιόδων με πρόσφορο ζοφερό έδαφος. Ιδιαιτέρως τραγικές ειδήσεις για την πορεία του ανθρώπου πάνω στη γη όπως η γέννηση και επικράτηση του ναζισμού ή η οικονομική εξαθλίωση πόνεσαν ολόκληρες γενιές μέσω του απόλυτου και ουσιαστικότερου ίσως φόβου (από εκείνον του εγκλήματος στο σώμα) για το βιώσιμο αύριο. Ή αλλιώς ψυχολογική βία.Τι φοβόμαστε περισσότερο σήμερα ; Το αύριο και το να πάψουμε να είμαστε φυσιολογικοί. Στο έργο, όπως ακριβώς και στη ζωή μας, ο φόβος και η φοβία είναι παρόντα με διάφορους τρόπους. Στο πρόσωπο του κ. Πέτερ αναλύονται βεντάλια οι αποχρώσεις των φόβων και φοβιών μας. Τι φοβόμαστε περισσότερο ; Την αιτία ή το αιτιατό; Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω είναι η γενικότερη δυσθυμία, βασικό συστατικό του χαρακτήρα του κ. Πέτερ που στέκεται μπροστά μας και μέσα στο κουτί της παρατήρησης από εμάς. Κινείται έχοντας εκείνο το υποβρύχιο, διάφανο συναίσθημα πως βρίσκεται υπό παρατήρηση και εν τέλει λαϊκή ετυμηγορία χωρίς να βλέπει τα πρόσωπα μας. Όπως ακριβώς συμβαίνει στις πολιτισμένες κοινωνίες. Αυτό. Το τέρας. Ο δράκος. Ο κ. Πέτερ ως περιληπτική αλλά αρκούντως ουσιαστική έκφανση της έννοιας του φόβου και της φοβίας παρουσιάζεται μπροστά μας χωρίς κανένα επιτηδευμένο ρούχο ή λούστρο λείανσης λεπτομερειών. Παραμένει ως το τέλος γυμνός, ειλικρινής όπως ακριβώς στην ώρα του κάθε φόνου.
7 Υ.Γ. Παρακαλούμε να σημειωθεί πως ο κ. Πέτερ αναζήτησε συγγραφέα και σκηνοθέτη, μέσω ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης, για να μιλήσει και βρήκε εμάς. Επουδενί δεν πρέπει να υιοθετηθεί από το κοινό πως με οιονδήποτε τρόπο αναζητήσαμε και φτάσαμε εμείς σ’ εκείνον. Είναι στ’αλήθεια πολύ φιλόδοξος. Διαμαντής Γκιζιώτης - Γρηγόρης Χατζάκης
8
Πηγή: wikipedia.org
9 Πέτερ Κέρτεν Ο Πέτερ Κέρτεν (26 Μαΐου 1883 – 2 Ιουλίου 1931) υπήρξε ένας Γερμανός κατά συρροήν δολοφόνος, που βαφτίστηκε ο Δράκος του Ντύσσελντορφ από τα μέσα της εποχής. Διέπραξε μία σειρά σεξουαλικών εγκλημάτων, βίαιων επιθέσεων και φόνων με θύματα ενήλικους και παιδιά, με πιο γνωστά αυτά άναμεσα στο Φεβρουάριο και το Νοέμβριο του 1929 στο Ντύσσελντορφ. Παιδική ηλικία Ο Κέρτεν γεννήθηκε σε μία φτωχή, βίαιη οικογένεια στο Μύλχαϊμ-αμ-Ράιν, τρίτος από δεκατρία αδέλφια. Ως παιδί, είδε συχνά τον αλκοολικό πατέρα του να κακοποιεί σεξουαλικά τη μητέρα του και τις αδερφές του. Ακολούθησε στα βήματα του πατέρα του, και σύντομα άρχισε να κακοποιεί και αυτός τις αδερφές του σεξουαλικά. Επιδόθηκε σε μικροπαρανομίες από μικρή ηλικία, και το έσκαγε συχνά από το σπίτι του. Αργότερα υποστήριξε ότι διέπραξε τους πρώτους του φόνους σε ηλικία εννέα ετών, όταν έπνιξε δύο μικρούς του φίλους την ώρα που κολυμπούσαν. Μετακόμισε με την οικογένειά του στο Ντύσσελντορφ το 1894, όπου καταδικάστηκε σε πολλές σύντομες ποινές φυλάκισης για διάφορα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένων κλοπών και εμπρησμών. Ως νέος βρήκε δουλειά με τον τοπικό μπόγια, κάτι που του επέτρεψε να ασχοληθεί ανενόχλητος με την κακοποίηση ζώων. Ο Κέρτεν προόδευσε από τους βασανισμούς ζώων στις επιθέσεις ενάντια σε ανθρώπους. Διέπραξε τον πρώτο του αποδεδειγμένο φόνο το 1913, στραγγαλίζοντας ένα δεκάχρονο κορίτσι, την Κριστίν Κλέιν, κατά τη διάρκεια μίας ληστείας. Τα εγκλήματά του σταμάτησαν με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και με μία καταδίκη σε οκτώ χρόνια φυλάκισης. Το 1921 αποφυλακίστηκε και μετακόμισε στο Άλτενμπουργκ, όπου παντρεύτηκε. Το 1925 επέστρεψε στο Ντύσσελντορφ, όπου ξεκίνησε τη σειρά εγκλημάτων που οδήγησαν στην σύλληψή του και στην καταδίκη του σε πολυετή φυλάκιση. Φόνοι Στις 8 Φεβρουαρίου 1929 επιτέθηκε σε μία γυναίκα και κακοποίησε και σκότωσε ένα οχτάχρονο κορίτσι. Στις 13 Φεβρουαρίου δολοφόνησε έναν μεσήλικο μηχανικό αυτοκινήτων, μαχαιρώνοντάς τον είκοσι φορές. Ο Κέρτεν δεν επιτέθηκε ξανά μέχρι τον Αύγουστο, οπότε και μαχαίρωσε τρία
10
Πηγή: wikipedia.org Πέτερ Κέρτεν (26 Μαΐου 1883 – 2 Ιουλίου 1931)
άτομα σε ξεχωριστές επιθέσεις στις 21 του μήνα· δολοφόνησε δύο αδερφές, ηλικίας πέντε και δεκατεσσάρων ετών, στις 23· και μαχαίρωσε μία ακόμα γυναίκα στις 24. Το Σεπτέμβριο διέπραξε μόνο έναν βιασμό και φόνο, κακοποιώντας βίαια με ένα σφυρί μία μικρή υπηρέτρια, σε ένα δάσος λίγο έξω από το Ντύσσελντορφ. Τον Οκτώβριο επιτέθηκε σε δύο γυναίκες με ένα σφυρί. Στις 7 Νοεμβρίου σκότωσε ένα πεντάχρονο κορίτσι στραγγαλίζοντάς το και καρφώνοντάς το τριανταέξι φορές με ένα ψαλίδι, και κατόπιν έστειλε ένα χάρτη σε μία τοπική εφημερίδα αποκαλύπτοντας την τοποθεσία του τάφου της. Η ποικιλία των θυμάτων και των φονικών όπλων έδωσε στην αστυνομία την εντύπωση ότι τους φόνους τους είχαν διαπράξει περισσότεροι από ένας δολοφόνοι: ο κόσμος κατέδωσε 900,000 διαφορετικά ονόματα στις αρχές ως πιθανούς υπόπτους. Ο φόνος του Νοεμβρίου ήταν ο τελευταίος του Κέρτεν, αν και επιδόθηκε σε μια πληθώρα μη φονικών επιθέσεων με σφυρί από το Φεβρουάριο ως το Μάρτιο του 1930. Το Μάιο πλησίασε μια νεαρή γυναίκα ονομαζόμενη Μαρία Μπούντλικ· αρχικά την πήγε στο σπίτι του, και μετά στο δάσος του Γκράφενμπέργκερ, όπου τη βίασε αλλά δεν τη σκότωσε. Η Μπούντλικ οδήγησε την αστυνομία στο σπίτι του Κέρτεν. Αυτός διέφυγε, αλλά ομολόγησε στη γυναίκα του και της είπε να τον καταδώσει στις αρχές. Στις 24 Μαΐου εντοπίστηκε και συνελήφθη. Δίκη και εκτέλεση Ο Κέρτεν ομολόγησε 79 αδικήματα, και κατηγορήθηκε για εννέα φόνους και επτά απόπειρες φόνου. Δικάστηκε τον Απρίλιο του 1931. Αρχικά δήλωσε αθώος, αλλά μετά από μερικές εβδομάδες ομολόγησε την ενοχή του. Κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε θάνατο. Όσο ο Κέρτεν περίμενε την εκτέλεσή του, έδωσε συνέντευξη στον Δρ. Καρλ Μπεργκ. Αυτές οι συνεντεύξεις, και η ανάλυση που έκανε στον Κέρτεν, αποτέλεσαν τη βάση του βιβλίου του Μπεργκ «Ο Σαδιστής». Ο Κέρτεν δήλωσε στον Μπεργκ ότι το πρωταρχικό κίνητρό του ήταν η σεξουαλική ικανοποίηση. Τα θύματά του είχαν διαφορετικό αριθμό πληγών από μαχαιριές γιατί κάποιες φορές αργούσε να έρθει σε οργασμό· η θέα του αίματος ήταν απαραίτητη για τη σεξουαλική του διέγερση.
11 Ο Κέρτεν εκτελέστηκε στις 2 Ιουλίου 1931 με τη μέθοδο της γκιλοτίνας στην Κολωνία. Ανάλυση Ό Κέρτεν είπε στους ανακριτές ότι το κυρίαρχο κινητρό του ήταν να «χτυπήσει την καταπιεστική κοινωνια». Δεν αρνήθηκε ότι είχε κακοποιήσει σεξουαλικά τα θύματά του, αλλά υποστήριζε πάντα κατά τη διάρκεια της δίκης του ότι δεν ήταν αυτό το πρωταρχικό κίνητρό του. Το 1931, επιστήμονες επιχείρησαν να εξετάσουν τον εγκέφαλο του Κέρτεν για τυχόν ανωμαλίες σε μια προσπάθεια να εξηγήσουν την προσωπικότητα και τη συμπεριφορά του. Το κρανίο του ανοίχτηκε και ο εγκέφαλός του ταριχεύθηκε, και εκτίθεται τώρα στο μουσείο Ripley’s Believe It or Not στο Γουισκόνσιν Ντελλς. Αναφορές Η ταινία του Φριτς Λανγκ του 1931, Μ, στην οποία ένας κατά συρροήν δολοφόνος τρομοκρατεί μια μεγάλη πόλη, λέγεται συχνά ότι έχει βασιστεί στον Κέρτεν, αλλά ο Λανγκ διαψεύδει ότι ο Κέρτεν υπήρξε επιρροή. Εξαιτίας των ομοιοτήτων ανάμεσα στον Κέρτεν και στον κακό της ταινίας, τον Χανς Μπέκερτ, η ταινία έγινε γνωστή ως Ο Δράκος του Ντύσσελντορφ σε κάποιες χώρες. Αν και η τοποθεσία δεν αναφέρεται ποτέ στην ταινία, η διάλεκτος που χρησιμοποιούν κάποιοι από τους χαρακτήρες και οι διάφοροι χάρτες που φαίνονται στη διάρκεια της ταινίας οι οποίοι φέρουν την αρκούδα- μασκότ της πόλης, υποδεικνύουν με σαφήνεια ότι η δράση διαδραματίζεται στο Βερολίνο. Η πρώτη ταινία- βιογραφία για τον Κέρτεν ήταν ο Μυστικός Δολοφόνος του Ρομπέρ Χοσσεΐν (Le Vampire de Düsseldorf, 1965). Ο θεατρικός συγγραφέας Άντονυ Νίλσον έγραψε το 1991 το έργο Νορμάλ: Ο Αντεροβγάλτης του Ντύσσελντορφ, μία φανταστική βιογραφία του Κέρτεν από την οπτική γωνία του δικηγόρου υπεράσπισής του. Έγινε ταινία με τον τίτλο Χαμένοι Άγγελοι, γνωστή επίσης και με τον τίτλο Νορμαλ. Το τραγούδι του Ράντυ Νιούμαν “In Germany Before the War” από το άλμπουμ “Little Criminals”
12
είναι βασισμένο στη ζωή του Κέρτεν, με κάποια στοιχεία αλλαγμένα ποιητική αδεία ( για παράδειγμα, η ιστορία στο τραγούδι διαδραματίζεται το 1934, παρά το γεγονός ότι ο Κέρτεν εκτελέστηκε το 1931). Το 1981 το βρετανικό συγκρότημα Whitesnake κυκλοφόρησε ένα δίσκο με τίτλο “Dedicated to Peter Kürten”. Το αμερικανικό συγκρότημα death metal Macabre ηχογράφησε ένα τραγούδι με τίτλο “Vampire of Düsseldorf ” για τον Κέρτεν. Μεγάλος αριθμός μυθιστορημάτων έχουν αναφερθεί εκτενώς στον Κέρτεν. Στο μυθιστόρημα Salem’s Lot του Στήβεν Κινγκ, το 1975, η ιστορία του Κέρτεν αναφέρεται περιληπτικά από τον Ματ Μπερκ ως μέρος της έρευνάς του σχετικά με τους Βρυκόλακες, αν και ο Κέρτεν αναφέρεται ως Κέρτιν σε όλη τη διάρκεια. Στο κεφάλαιο 4 του Λευκού Ξενοδοχείου του Ντ. Μ. Τόμας (1981), η πρωταγωνίστρια, Λίζα Έρντμαν, κατατρέχεται από την ιστορία του Κέρτεν, την οποία βιώνει ως ένα «εμμονικό εφιάλτη της μέρας». Στο μυθιστόρημα “Swimsuit” του Τζέημς Πάτερσον (2009), ο Ενρί Μπενουά, κατά συρροήν δολοφόνος και ο ίδιος, κάνει μια αναφορά στον Κέρτεν καθώς εξιστορεί τα δικά του εγκλήματα για μία αυτοβιογραφία. Στο μυθιστόρημα της Αριάννα Φράνκλιν «Η πόλη των σκιών», ένας από τους κύριους χαρακτήρες είναι ένας αστυνομικός επιθεωρητής που συμμετείχε στη σύλληψη του Κέρτεν. Στην ταινία «Copycat» (1995), ένας κατά συρροήν δολοηφόνος χρησιμοποιεί το όνομα «Πέτερ Κέρτεν» ως ψευδώνυμο (η Σιγκούρνι Γουίβερ, στον πρωταγωνιστικό ρόλο, εξηγεί την αναφορά.) Μετάφραση: Σοφία Ρουπάκα Πηγή κειμένου: wikipedia.org
13 Ιγκόρ Στραβίνσκυ Ο Ιγκόρ Φιοντόροβιτς Στραβίνσκυ (1882-1971) υπήρξε συνθέτης, πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας. Γεννήθηκε στη Ρωσία, αργότερα απέκτησε την Γαλλική και κατόπιν την Αμερικανική υπηκοότητα. Θεωρείται ευρέως ένας από τους πιο σημαντικούς μουσικούς συνθέτες του 20ου αιώνα. Το περιοδικό Time τον συμπεριέλαβε στη λίστα με τους εκατό ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή του 20ου αιώνα. Απέκτησε τη Γαλλική υπηκοότητα το 1934 και την Αμερικανική το 1945. Εκτός από την αναγνώριση που δέχτηκε για τις μουσικές του συνθέσεις, απέκτησε επίσης φήμη ως πιανίστας και μαέστρος, συχνά στις πρεμιέρες των έργων του. Η καριέρα του Στραβίνσκυ ως συνθέτη ήταν αξιοπρόσεκτη για τον στυλιστικό της πλουραλισμό. Αρχικά έγινε διεθνώς γνωστός με τρία μπαλέτα που γράφτηκαν κατά παραγγελία του ιμπρεσάριο Σεργκέι Ντιαγκίλεφ, και ερμηνεύθηκαν από τα Ρωσικά Μπαλέτα: Το Πουλί της Φωτιάς (1910), Πετρούσκα (1911 / 1947) και την Ιεροτελεστία της Άνοιξης (1913). Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης, της οποίας η πρεμιέρα δημιούργησε σκάνδαλο, άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο οι μεταγενέστεροι συνθέτες αντιμετώπιζαν τη ρυθμική δομή, και είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την διαχρονική φήμη του Στραβίνσκυ ως πρωτοπόρου της μουσικής, που επαναπροσδιόρισε τα όρια του μουσικού σχεδιασμού. Μετά από αυτή την πρώτη Ρωσική φάση, ο Στραβίνσκυ στράφηκε στον νεοκλασσικισμό τη δεκαετία του 1920. Τα έργα του αυτής της περιόδου έτειναν προς τη χρήση παραδοσιακών μουσικών μορφών (κονσέρτο γκρόσο, φούγκα, συμφωνία), και πολλές φορές έκρυβαν μία φλέβα έντονου συναισθήματος κάτω από μια επιφανειακή εμφάνιση αποστασιοποίησης ή λιτότητας, καθώς επίσης συχνά αποτελούσαν φόρο τιμής στην μουσική μεγάλων συνθετών του παρελθόντος όπως ο Γ. Σ. Μπαχ και ο Τσαϊκόφσκυ. Τη δεκαετία του 1950 υιοθέτησε συνεχόμενες διαδικασίες, χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνικές για τα επόμενα είκοσι χρόνια. Οι συνθέσεις του Στραβίνσκυ εκείνης της περιόδου παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά με παραδείγματα από τα πιο πρώιμα έργα του: ρυθμική ενέργεια, η κατα-
14
σκευή εκτεταμένων μελωδικών ιδεών από λίγα κύτταρα αποτελούμενα από δύο ή τρεις νότες, και καθαρότητα μορφής, οργάνων, και εκτέλεσης. Δημοσίευσε επίσης έναν ικανό αριθμό βιβλίων κατά τη διάρκεια της καριέρας του, σχεδόν πάντα με τη βοήθεια κάποιου συνεργάτη, που μερικές φορές δεν αναφέρεται. Στην αυτοβιογραφία του «Χρονικά της ζωής μου» του 1936, που γράφτηκε με τη βοήθεια του Γουώλτερ Νουβέλ, ο Στραβίνσκυ συμπεριέλαβε το γνωστό του απόφθεγμα ότι « Η μουσική είναι, από τη φύση της, ουσιαστικά ανίκανη να εκφράσει το ο,τιδήποτε.» Με τον Αλέξις Ρολαντ- Μανουέλ και τον Πιερ Σουβτσίνσκυ έγραψε το 1939-40 τις «Διαλέξεις Τσαρλς Έλιοτ Νόρτον του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ», οι οποίες δόθηκαν στα γαλλικά και αργότερα συνοψίστηκαν με τον τίτλο «Ποιητική της Μουσικής» το 1942 (και μεταφράστηκαν στα αγγλικά το 1947). Διάφορες συνετεύξεις που έδωσε ο συνθέτης στον Ρόμπερτ Κραφτ εκδόθηκαν με τον τίτλο «Συζητήσεις με τον Ιγκόρ Στραβίνσκυ». Οι δυο τους συνεργάστηκαν σε πέντε ακόμα τόμους την επόμενη δεκαετία. Μετάφραση: Σοφία Ρουπάκα Πηγή κειμένου: wikipedia.org
Πηγή: wikipedia.org Igor Fyodorovich Stravinsky (17 Ιουνίου 1882 – 6 Απριλίου 1971)
15
16
Πηγή: wikipedia.org
17 Sylvia von Harden Η Sylvia von Harden (28 Μαρτίου 1894 – 4 Ιουνίου 1963), ή αλλιώς Sylvia von Halle, ήταν Γερμανή δημοσιογράφος και ποιήτρια. Στην καριέρα της ως δημοσιογράφος έγραψε για πολλές εφημερίδες στη Γερμανία και την Αγγλία. Έχει μείνει, ίσως, περισσότερο γνωστή για την πρωσοπογραφία της από τον Otto Dix με τον τίτλο Portrait of the Journalist Sylvia von Harden (1926). Το 1959, η von Harden έγραψε ένα άρθρο, “Erinnerungen an Otto Dix” («Αναμνήσεις του Otto Dix»), στο οποίο περιέγραψε τη γένεση του πορτραίτου. Ο Dix την είχε σηναντήσει στο δρόμο και αναφώνησε: «Πρέπει να σε ζωγραφίσω! Πρέπει να σε ζωγραφίσω! Απλώς πρέπει!... Εκπροσωπείς μία ολόκληρη εποχή!» «Οπότε, θέλεις να ζωγραφίσεις τα θωλά μάτια μου, τα παραστολισμένα μου αυτιά, τη μεγάλη μου μύτη, τα λεπτά μου χείλη; Θέλεις να ζωγραφίσεις τα μακρυά μου χέρια, τα κοντά μου πόδια, τις μεγάλες μου πατούσες —χαρακτηριστικά που δεν μπορούν παρά να τρομάξουν τους ανθρώπους και να μην προσφέρουν ευχαρίστηση σε κανέναν;» «Περιέγραψες υπέροχα τον εαυτό σου και όλο αυτό θα οδηγήσει σε ένα πορτραίτο που θα εκπροσωπήσει μία εποχή που δεν ενδιαφέρεται για την εξωτερική εμφάνιση της γυναίκας, όσο για την ψυχολογική της κατάσταση.» Ο πίνακας, βρίσκεται τώρα στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Georges Pompidou, στο Παρίσι. Μετάφραση: Γρηγόρης Χατζάκης Πηγή κειμένου: wikipedia.org
18
«Η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη κατά το Μεσοπόλεμο» Τα κοινωνικά προβλήματα και οι οικονομικές κρίσεις που δημιουργήθηκαν μετά τον A’ παγκόσμιο πόλεμο, αλλά και η εφαρμογή των αμφισβητούμενων συνθηκών ειρήνης, έφεραν τα κράτη στα όριά τους και προλείαναν το έδαφος για την επικράτηση των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Οι οπαδοί τους προέρχονταν κυρίως από τις τάξεις των ανέργων και των βετεράνων στρατιωτών. Οι μάζες αμφισβητούσαν αυτούς που τους έσυραν στον πόλεμο και αδυνατούσαν να τους βγάλουν από τις οικονομικές κρίσεις, ενώ ταυτόχρονα αναζητούσαν κυβερνήσεις που θα μπορούσαν να εγγυηθούν την ασφάλεια και την πρόοδό τους. Οι επαναστάσεις και οι απεργίες κατέληξαν να είναι ενδημικά φαινόμενα των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ τα φιλελεύθερα καθεστώτα και οι θεσμοί της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αμφισβητήθηκαν. Ενισχύθηκαν τα μειοψηφικά κόμματα, ενώ νέα έκαναν της εμφάνισή τους. Οι ιδεολογίες του σοσιαλισμού, του εθνικισμού, του μιλιταρισμού, η πειθώ των ηγετών – Μουσολίνι, Χίτλερ, Λένιν – σε συνδυασμό με τα αντιπολεμικά ή φιλοπόλεμα συναισθήματα, καθώς και η μεγάλη οικονομική κρίση, οδήγησαν στον ολοκληρωτισμό του κομμουνισμού, του φασισμού και του ναζισμού. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος διαμόρφωσε ένα νέο πρότυπο βίας, που χαρακτήρισε τον 20ο αιώνα και έσπειρε διχόνοιες και μίση, απ’ όπου ξεπήδησαν νέες και μεγαλύτερες συγκρούσεις στο μέλλον. … Ο Μεσοπόλεμος θα φέρει την κρίση – οικονομική, κοινωνική, πολιτική , ηθική. Οι φασισμοί θα είναι η ακραία κατάληξη της βίαιης σκλήρυνσης της πολιτικής ζωής. «Μέσα στο πλαίσιο εμφυλίων πολέμων και εργατικών εξεγέρσεων, οι οποίες συγκλονίζουν μεγάλο μέρος της ηπείρου μεταξύ 1918 και 1923 – από τη Ρωσία μέχρι τη Γερμανία, από την Ουγγαρία μέχρι την Ιταλία – ο φασισμός θα προσλάβει τη μορφή τυπικά αντεπαναστατικού, αντιδημοκρατικού και αντεργατικού φαινομένου. Υπό την οπτική αυτή, είναι ο κληρονόμος της αντεπανάστασης, η οποία συνόδευσε τον «μακρό» 19ο αιώνα, από την αντιγαλλική συμμαχία του 1793 μέχρι τις σφαγές του Ιουνίου του 1848 και την Κομμούνα». Η διαφορά έγκειται στο ότι οι φασισμοί, που δεν κοιτάζουν προς το παρελθόν, επιβάλλουν
19 ηγέτες οι οποίοι δεν προέρχονται από παλιές ελίτ αλλά από «κοινωνικά απόβλητα ενός ξεχαρβαλωμένου κόσμου. Είναι εθνικιστές δημαγωγοί οι οποίοι απαρνήθηκαν την αριστερά, όπως ο Μουσολίνι, ή πληβείοι όπως ο Χίτλερ, οι οποίοι ανακάλυψαν το ταλέντο τους ως ‘καθοδηγητές του πλήθους’, μέσα στην ατμόσφαιρα της γερμανικής ήττας». Η προπαγάνδα, μέσο με το οποίο οι φασισμοί έπεισαν και κινητοποίησαν λαούς έδειξε τη σημασία της ήδη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σαν μέσο ‘διαφώτισης’ της κοινής γνώμης, αλλά και αλλοίωσης των γεγονότων. Για τους ναζί πάντως «η άμεση προπαγάνδα, είτε ομιλούσα είτε τυπωμένη, ήταν μονάχα η μια πλευρά μιας ευρύτερης επίθεσης στο μυαλό και τις αισθήσεις για να δημιουργηθεί η καινούργια ψυχολογία και τέλος ο ‘καινούργιος άνθρωπος’». … Δημόσιες τελετές και οπτικά τεχνάσματα κάθε είδους, τέχνη και μαζική κουλτούρα, αρχιτεκτονική, ‘μεγάλες πολιτιστικές καινοτομίες’ και νέες τεχνολογικές κατακτήσεις, τύπος, ραδιόφωνο, λογοτεχνία, μουσική, θέατρο, κινηματογράφος, χειραγωγούν λαούς, συγκαλύπτουν, πείθουν. «Οι άνθρωποι κατά κανόνα έκαναν χώρο ανάμεσα στον ηγέτη και στον κομματικό μηχανισμό. Ο ηγέτης παρείχε έμπνευση και σιγουριά… Οι μαζικές συγκεντρώσεις, οι παρελάσεις και οι πορείες προσέφεραν στον κόσμο μια τελετουργία και εξέπεμπαν ένα αίσθημα δύναμης που υπογράμμιζε την ανημποριά του ατόμου». Αμαλία Κ. Ηλιάδη Φιλολόγος - Ιστορικός (http://www.edugate.gr/)
20
21 Πώς να... είσαι φυσιολογικός. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι εξαιρετικά σπάνιοι. Σκέψου όλους τους ανθρώπους που ξέρεις και μετά αναρωτήσου πόσοι από αυτούς είναι φυσιολογικοί. Κανένας τους. Για την ακρίβεια, πιθανότατα εσύ να είσαι ο φυσιολογικότερος απ’ όλους. Φυσικά, η φυσιολογικότητα είναι σχετική. Αγνοείται όμως, με τί. Οι φυσιολογικοί φοράνε ρούχα που δεν είναι trendy, αλλά ούτε και ξενέρωτα. Μόνο όταν το παντελόνι καμπάνα γίνει πρωτοσέλιδο μπορεί κάποιος φυσιολογικός να το φορέσει. Οι μη φυσιλογικοί θα μπορούσαν να τα φοράνε χωρίς δεύτερη σκέψη για τα τελευταία δέκα χρόνια. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι δεν έχουν προσωπική άποψη για τίποτα. Τους αρέσει ό,τι είναι καλό την εκάστοτε στιγμή. Όχι πραγματικά καλό, αλλά κανονικά καλό. Η βιομηχανία της μόδας είναι επικεντρωμένη στο να αλλάζει ό,τι είναι φυσιολογικό. Γι’ αυτό τα μοντέλα και αυτά που φοράνε δεν φαίνονται ποτέ φυσιολογικά. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι δεν σε ρωτάνε τί δουλειά κάνεις, γιατί αυτό θα σε ενθάρυνε να ρωτήσεις κι εσύ τί δουλειά κάνουν εκείνοι, και αυτό που κάνουν είναι κάτι φοβερά φυσιολογικό. Για την ακρίβεια, τόσο φυσιολογικό, που η συζήτηση συνήθως κάνει κοιλιά μόλις στο πουν. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι στο κρεβάτι, κάνουν φυσιολογικά πράγματα με άλλους φυσιολογικούς ανθρώπους. Περιστασιακά, δοκιμάζουν κάτι ελαφρώς διαφορετικό ή το κάνουν με κάποιον ελαφρώς διαφορετικό. Κάτι που είναι απόλυτα φυσιολογικό. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι διακρίνονται από το ότι όλοι πιστεύουν πως είναι κάπως διαφορετικοί, κάπως μοναδικοί, και κάπως ξεχωριστοί. Αυτό το συναίσθημα το νιώθουν όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι. Οι μόνοι που δεν το νιώθουν είναι οι εκκεντρικοί τύποι με τα γουρλωμένα μάτια που νομίζουν πως είναι απόλυτα φυσιολογικοί. Το να είσαι φυσιολογικός είναι μία πρώτης τάξεως αμφίεση του κατάφορα εκκεντρικού. Κάτω από πολλά πουλόβερ με λαιμόκοψη, χτυπάει η καρδιά της εξτρεμιστικής εκκεντρικότητας. Όταν μανιακοί δολοφόνοι με τσεκούρια ανακαλύπτονται, τα σχόλια των γειτόνων, πάντα είναι κάτι σαν « Έδειχνε απόλυτα φυσιολογικός.» Οι περισσότεροι φυσιολογικοί άνθρωποι έχουν κάποιο χαρακτηριστικό που θεωρούν πως είναι αφύσικο, όπως μεγάλα αυτιά, καράφλα, περίεργη φωνή ή αστεία δάχτυλα. Οι άνθρωποι αυτοί θα προτιμούσαν να έχουν φυσιολογικά μαλλιά, αυτιά, φωνή, δάχτυλα κτλ. Αλλά, μόνο ένα μέρος στον κόσμο, υπάρχει όπου οι άνθρωποι είναι απόλυτα φυσιολογικοί, και αυτό είναι το Hollywood.
22
Στα δικά μας μάτια, ο καθένας μας έχει Χολυγουντιανές προοπτικές... μόνο αν οι παρωπίδες των υπολοίπων δεν τους εμπόδιζαν να δουν τις δυνατότητες μας. Είναι γοητευτικό να ξέρεις πως ό,τι κάνεις είναι απόλυτα φυσιολογικό. Το να προσπαθήσεις να κάνεις κάτι ενδιαφέρων και διαφορετικό είναι ολόκληρη δοκιμασία, κι όμως εκατομμύρια εκατομμυρίων ανθρώπων αγωνίζονται να το επιτύχουν. Υπάρχει, παρ’ όλ’ αυτά, ένα πράγμα, που μας κάνει όλους τελείως διαφορετικές και ξεχωριστές προσωπικότητες, κι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το βρείτε μόνοι σας. Guy Browning εφημερίδα Guardian (απόδοση: Γρηγόρης Χατζάκης)
23
Τα πειράματα κοινωνικής συμμόρφωσης του Asch
Τα «πειράματα συμμόρφωσης» του καθηγητή Κοινωνικής Ψυχολογίας των ΗΠΑ Solomon Asch (1907 – 1996), αλλιώς και «πρότυπα του Ash», είναι μια σειρά μελετών που δημοσιεύτηκαν τη δεκαετία του 1950 και κατέδειξαν την ισχύ που έχει στον άνθρωπο η τάση συμμόρφωσης με την επικρατούσα άποψη όταν βρίσκεται μαζί με άλλους. Η μέθοδος Στην πρότυπη μορφή του πειράματος του Asch οι συμμετέχοντες σε αυτό κάθονται σε ένα δωμάτιο. Δέχονται μια σειρά από απλές ερωτήσεις, όπως για παράδειγμα αν μια γραμμή είναι μεγαλύτερη σε μήκος σε σύγκριση με άλλες, αν κάποια από αυτές έχει το ίδιο μήκος με διπλανή της, κτλ. Έπειτα από τις πρώτες ορθές απαντήσεις στη διαδικασία, αρχίζουν να δίνονται λανθασμένες, παρότι η ορθή απάντηση είναι πάντα προφανής. Στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι ότι κάποιοι από τους συμμετέχοντες στο πείραμα συνεργούν με τους διοργανωτές του, δίνοντας επίτηδες την ίδια λανθασμένη απάντηση ώστε να μελετηθεί ο τρόπος με τον οποίο θα αντιδράσουν οι ανίδεοι για τη συμπαιγνία συμμετέχοντες. Τα αποτελέσματα του πειράματος είναι συγκλονιστικά κι έχουν επαληθευτεί σε πολλές παραλλαγές του μετά το 1946, εποχή πρώτης εφαρμογής του. Όταν οι ερωτήσεις γίνονται δίχως την ύπαρξη του γκρουπ παρουσιάζεται μια μόλις λανθασμένη απάντηση για κάθε τριανταπέντε ερωτήσεις - ένα ποσοστό μικρότερο από 3%. Ο Solomon Asch εύλογα υπέθετε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δε θα συμμορφώνονταν με κάτι τόσο προφανώς λανθασμένο και το ποσοστό θα κυμαινόταν στα ίδια επίπεδα στην περίπτωση του γκρουπ. Ωστόσο, δεχόμενοι την κοινωνική πίεση της ομάδας οι ίδιοι άλλαζαν τη στάση τους. Έχει επιβεβαιωθεί ότι σε ποσοστό 32% οι συμμετέχοντες δίνουν ομόφωνα την ίδια λανθασμένη απάντηση με τους υπόλοιπους, ενώ το 75% των ερωτηθέντων απαντά λανθασμένα τουλάχιστον σε μια από τις ερωτήσεις. Με άλλα λόγια, μόλις ένας στους τέσσερις κρατά μια στάση απόλυτης ανεξιγνωμίας και μη συμμόρφωσης με την κυρίαρχη γνώμη όταν οι απαντήσεις στα ερωτήματα που τίθενται είναι
24
προφανείς. Η συμπεριφορά κάτω από κοινωνική πίεση είναι αδιαφιλονίκητη και οι συνειρμοί που προκύπτουν είναι καίριοι. (tvxs.gr)
25
Το ψαλίδι Το ψαλίδι είναι ένα εργαλείο χειρός, που χρησιμοποιείται για την κοπή μαλακών εύκαμπτων υλικών. Η συνήθης κατασκευή του αποτελείται από δύο κινητά σιδερένια ή ατσάλινα σκέλη, τα οποία είναι ενωμένα περίπου στο μέσο τους με ένα σταθερό σύνδεσμο. Στα πίσω άκρα των δύο σκελών υπάρχουν λαβές για σταθερότερο χειρισμό του ψαλιδιού, ενώ το μπροστά και εσωτερικό μέρος τους είναι διαμορφωμένο σε λεπίδες λίγο έως μέτρια ακονισμένες. Το πρώτο ψαλίδι πιθανότατα, εφευρέθηκε γύρω στο 1500 π.Χ. στην αρχαία Αίγυπτο. Τα ψαλίδια με σταυρωτές λεπίδες εφευρέθηκαν από τους Ρωμαίους γύρω στο 100 μ.Χ., ενώ τεράστιο βήμα για την τελειοποίηση των ψαλιδιών έγινε το 1761 με το Robert Hinchliffe να κατασκευάζει το πρώτο σύγχρονο ψαλίδι από χάλυβα.
26
Πηγή: Shutterstock.com
27 Αλμυρή Πουτίγκα Θα χρειαστείτε, 400 gr γάλα, 3 αυγά, ψύχα από ψωμί και για την γέμιση κοτόπουλο βρασμένο σε μικρά κομμάτια και λίγο από το ζωμό του, ένα μρεμμύδι 3 φέτες παριζάκι και μπόλικο τριμμένο τυρί για πίτσα. Πρώτα βουτυρώνετε ένα ταψάκι και βάζετε στον πάτο το ψωμί, σε κατσαρόλα βάζετε το κοτόπουλο και το ζωμό και μέσα σε αυτό το κρεμμύδι ψηλοκομμένο και το παριζάκι ψηλοκομμένο και τα βάζετε να βράσουν μέχρι να πιουν το ζουμί τους. Mόλις γίνει ρίχνετε τυρί τρυμμένο στην κατσαρόλα και ανακατεύετε. Σε ένα μπολ ανακατεύετε τα υγρά με σύρμα και στην συνέχεια ρίχνετε το γάλα. Στο ταψάκι πάνω από το ψωμί βάζετε την γέμιση από την κατσαρόλα και στην συνέχεια ρίχνετε το μείγμα των αυγών με το γάλα, πασπαλίζετε και με λίγο τυράκι από πάνω. Μετά, αυτό το ταψάκι το βάζετε μέσα σε άλλο και ρίχνετε στο μεγαλύτερο νερό, ώστε να ψηθεί σε μπεν μαρί στο φούρνο, ψήνεται σε προθερμασμένο φούρνο, στους 180 βαθμούς για μισή ώρα με τρία τέταρτα αναλλόγως τον φούρνο. Καλή επιτυχία!
28
το κείμενο
29
30
( Έχει σουρουπώσει. Σ’ ένα μικρό πάρκο, βορειοδυτικά της πόλης ο κ. Πέτερ , ένας σαραντάχρονος άντρας με κοστούμι και καπέλο, τρίβει επίμονα τις άκρες του σακακιού του μεταξύ τους, αφού πρώτα τις έχει βρέξει με λίγο νερό. Προσπαθεί να καθαρίσει το αίμα που τον έχει λερώσει. Κάθεται σ’ ένα παγκάκι και συνεχίζει να καθαρίζει το σακάκι του. Δίπλα του ένα κοριτσάκι περίπου στα πέντε είναι απορροφημένο καθώς παίζει και μιλάει με την κούκλα του. Ρίχνει μια φευγαλέα, αφηρημένη ματιά στον άντρα και συνεχίζει το παιχνίδι. ) Να πάρει. Που να πάρει... Το καλό μου κοστούμι. (απευθύνεται στο κοριτσάκι) Όχι, πώς... έχω κι άλλα κοστούμια εκτός απ’ αυτό. Όμως τούτο εδώ είναι να πούμε το αγαπημένο μου. Το κοστούμι της Κυριακής και των γιορτών. Δεν θέλω να φθαρεί γρήγορα. Και δεν είναι να πεις πως παίρνω αρκετά χρήματα ε ; Να. Ίσα ίσα να βγαίνουν τα έξοδα. Δηλαδή δεν βγαίνουν πάντα αυτά τα έξοδα. Πού να ξέρεις τώρα και συ... Κι ύστερα συντηρώ ολόκληρη οικογένεια. Εκείνη και εμένα. Εκείνη έχει ετοιμάσει πουτίγκα για βραδινό. Εσένα, σου αρέσει η πουτίγκα ; Πάντως δεν είναι και λίγο. Ολόκληρη οικογένεια. Συντηρώ εκείνη και μένα. Μάλιστα. Και δεν είμαι να πεις σπάταλος ή κάτι τέτοιο. Καταλαβαίνεις; Ούτε σπατάλες κάνω ούτε και τίποτα παρεκτροπές. Όχι. Ούτε κι η γυναίκα μου. Ούτε πίνω, ούτε καπνίζω. Δεν έχω πάθη, δηλαδή όχι τίποτα αρρώστιες όπως το χαρτί ή το χασίς να πούμε. (Σκέφτεται για λίγο)
31 Μπα. Στις φυλακές, που δεν θα ‘λεγε κανείς πως μπαινόβγαινα και για λίγο διάστημα, δεν συνήθισα τίποτα απ’ όλα εκείνα. Τα βλαβερά εννοώ, που συνηθίζει ο οργανισμός. Αν σκεφτείς πως μπαινόβγαινα απ’ τα δεκαπέντε μου... Ω όχι, όχι μην ανησυχείς. Δεν είμαι κακός ή κάτι τέτοιο δηλαδή. Καλουπατζής είμαι. O πρώτος. Ο καλύτερος σου λέω. Μάλιστα. Ναι. Ο πρώτος καλουπατζής στην περιοχή. Ξέρεις τι είναι καλουπατζής; Φαντάζομαι ναι. (αφαιρείται καθώς κοιτάζει το κοριτσάκι που ωστόσο δεν φαίνεται να του δίνει σημασία.) Τι λέγαμε; Α ναι. Για το κοστούμι. Μ’ αρέσει το ωραίο ντύσιμο. Κοίτα, μπορώ να φάω όλο σχεδόν το μηνιάτικο για ένα σπουδαίο κοστούμι. Κι ύστερα εκείνη γκρινιάζει. Και λέει, λέει... Όχι πάντα. Ανάλογα αν έχει τις κακές της. Και δηλαδή δεν λέει κάτι συγκεκριμένο ή τουλάχιστον δεν θυμάμαι να λέει κάτι συγκεκριμένο και δυνατά. Περισσότερο μουγγρίζει. Πως κάνει δηλαδή ένα σκυλί που ξεψυχάει όταν το μαχαιρώνεις και χεις βάλει στουπί στο στόμα του να μην ακούγεται ; Έτσι. Έτσι ακριβώς. Και της αρέσει να λέει πως γυρίζω συνέχεια στους δρόμους, από δω κι από κει και πως τρώω τα λεφτά στο ποτό και γυρίζω αργά και πως... Μα δεν ξέρει τί λέει και τί μουγκρίζει. Πραγματικά. Όχι, θέλω να με πιστέψεις δηλαδή. Δεν ξέρει τις περισσότερες φορές τι της γίνεται. Ω δεν δίνω σημασία και γυρίζω πλευρό στο κρεβάτι καθώς εκείνη συνεχίζει να μιλάει. Και το παπούτσι γυαλισμένο. Πάντα γυαλισμένο. Και το καπέλο στη θέση του. Πάντα στη θέση του. (κοιτάζει τις άκρες του σακακιού του) Που να πάρει η οργή. Δύσκολος λεκές (γυρίζει προς το κοριτσάκι). Τί ; Κάτι είπες ; Μήπως δεν μ’ άκουσες ; Λέω δύσκολος ο λεκές (πιο δυνατά).Το αίμα είναι δύσκολος λεκές. Είναι κάπως ροζ τώρα αλλά σίγουρα δεν έχει φύγει ακόμη. Κοίτα. Είμαι πολύ προσεχτικός. Ωστόσο γίνονται όλα πολύ γρήγορα νομίζω. Και η ροή του αίματος τις περισσότερες φορές ανεξέλεγκτη. Τραβιέμαι λίγο όταν αρχίζει να πετάγεται κι ύστερα πολύ στενά συνεχίζω πάνω στο σώμα. Νομίζω δηλαδή πως είμαι κολλημένος μετά πάνω στο
32
σώμα, από πίσω, καθώς οι πληγές είναι συνήθως μπροστά. Ε λοιπόν θέλει πολλή μαεστρία για να μην λερωθεί κάποιος. Και πείρα βέβαια. Ναι βέβαια... πείρα. Ο κύριος Πέτερ είναι μαέστρος του αίματος. Του λέει πώς θα πεταχτεί, με ποιές κινήσεις θα κυλίσει και πότε. Είναι καλουπατζής. Καταλαβαίνεις ; Είναι ο κύριος Πέτερ καλουπατζής του αίματος. Ωραίο δεν είναι αυτό που είπα ; (γυρίζει προς το μέρος του κοριτσιού και το κοιτάζει με ενθουσιασμό γι’ αυτό που είπε. Εκείνο δεν τον παρακολουθεί. Παύση.) Χμμ δεν με παρακολουθείς και πολύ. Παρ’ όλα αυτά νομίζω πως αν σου πω για τo αγαπημένο μου παιχνίδι θα το βρεις πολύ ενδιαφέρον. (το κοριτσάκι γυρίζει στιγμιαία και τον κοιτάζει.) Αχα μόλις είπα τη σωστή λέξη. Σ’ αρέσει το παιχνίδι. Ω σε καταλαβαίνω. Και σε μένα. Αν και δεν θα ‘λεγα πως είναι παιχνίδι της ηλικίας σου. Καταλαβαίνεις ; Θα ήθελα ωστόσο όλα αυτά που θα σου πω να μείνουν μεταξύ μας. Θα είναι το μυστικό μας το μικρό. Δεν θέλω επουδενί κανείς να μάθει τον τρόπο. Καταλαβαίνεις; Λοιπόν. Παραφύλαγα. Έβλεπα από μακριά και μέσα από τις φυλλωσιές. Κρύωνα λίγο να πούμε αλλά γενικά ήμουν εντάξει. Έχει ψύχρα απόψε. Δεν είναι; Καλησπέρα. Είπα. Την έπιασα από πίσω. Απ ‘το λαιμό. Της έσφιγγα τον λαιμό με το δεξί μου βραχίονα. Αιφνιδιάστηκε. Πράγματι. Την έσφιγγα δυνατά αλλά όχι τόσο ώστε να την πνίξω. Δεν είμαι δα και βλάκας. Χα. Ξαφνιάστηκε. Βέβαια. Δεν το περίμενε. Κανείς δεν το περιμένει. Σπαρταρούσε. Της ψιθύρισα στο αυτί να κάτσει ήσυχα. Κάτσε ήσυχα. Μη μιλάς γαμώτο. Εκείνη μούγγριζε. Προσπαθούσε λοιπόν να μην μιλήσει αλλά ούτε και να μείνει ήσυχη. Μην μιλάς. Μην μουγγρίζεις σκύλα, αν θες να ζήσεις δηλαδή. Μ’ ακούς ; M’ άκουσε. Αλλά έτσι κι αλλιώς δεν θα ζούσε. Πίστεψε με. Δεν φταίω γι’ αυτό. Πραγματικά δεν φταίω. Έτσι είναι το παιχνίδι. Καταλαβαίνεις ; Έγλυφα που και που την περιοχή πίσω απ’ τ’ αυτί. Πίκριζε απ’ το άρωμα. Την έσπρωχνα ταυτόχρονα μακριά απ’ το φως, εκεί πίσω στη βαθειά φυλλωσιά. Μην βγάλεις άχνα βρωμοθύλικο. Μα δεν θυμάμαι να βρίζω συνήθως. Δεν είμαι πολύ σίγουρος μιας και δεν το συζητάω μετά με κάποιον. Ούτε με τον εαυτό μου. Δεν χρειάστηκε δηλαδή. Και τώρα είναι που εσύ ήθελες να ακούσεις για το παιχνίδι μου. Και να ξέρεις, σε συμπάθησα.
33 Έτσι έγινε. Δεν έβγαλε άχνα μετά. Παρά μόνο τρεμάμενες ανάσες. Ίσως φοβισμένες. Αν και δεν καταλαβαίνω πραγματικά τον λόγο που φοβόταν ωστόσο αυτό με τρέλαινε. Ναι αυτό είναι κάτι που αισθάνομαι να με γαργαλάει παντού. Όταν φοβάται κάποιος σ’ έχει περισσότερο ανάγκη. Εντάξει. Καταλαβαίνω να τρομάξει κάποιος καθώς εκεί που περπατάει στα σκοτεινά του βγαίνεις ξαφνικά μπροστά και λες καλησπέρα. Αλλά τί σημαίνει ξαφνικά ; Αν το καλοσκεφτείς τα περισσότερα γεγονότα ξαφνικά γίνονται. Και τα ευχάριστα ακόμη πιο ξαφνικά. Λοιπόν αυτές οι ανάσες ήταν τρεμάμενες. Όχι δηλαδή σταθερού ρυθμού. Δεν το περίμενε. Κανείς δεν το περιμένει. Το εργαλείο μου στητό. Ξέρεις αυτό που έχω εδώ. Το πιστόλι μου. Χα. Κοίτα. (προσπαθεί να δείξει στο κοριτσάκι με τα μάτια του το σημείο, αλλά εκείνο δεν τον παρακολουθεί.) Όρθιο να εκραγεί. Η παλιοβρόμα. Θα της έδειχνα εγώ. Της έδειξα εγώ. Της έκλεισα το στόμα μ’ ένα χοντρό σκοινί κοντά δυο δάχτυλα πάχος. Έτσι. (δείχνει πως.) Γύρω γύρω, να πιάσει τα μαλλιά και να πιέσει τις άκρες του στόματος. Φαντάσου. Αυτό το χοντρό σκοινί με τις σκληρές ίνες πληγώνει τις άκρες των χειλιών όταν κάποιος προσπαθεί ν’ ανοίξει το στόμα. Άουτς. Αυτό πονάει κάπως. Υποθέτω πως πονάει ακόμη κι αν κάποιος θα ήθελε, ας πούμε, να χαμογελάσει κάτω από αυτές τις συνθήκες. Με παρακολουθείς; Από την εσωτερική τσέπη του σακακιού βγάζω το σκοινί και το ψαλίδι μου καλά ακονισμένο. Α όχι , δεν εννοώ την ίδια στιγμή. Λίγο μετά. Ω θα εντυπωσιαστείς με το πόσο βαθιά και εύκολα κόβει. Φορούσε κίτρινη μπλούζα και μαύρη φούστα. Ας πούμε σκουρόχρωμη φούστα. Χωρίς πανωφόρι. Έχει ζεστάνει αρκετά ο καιρός ε ; Κρατούσε σκουρόχρωμη μικρή και άσχημη τσάντα. Τακούνια μαύρα με ένα φιογκάκι πλάι στα δεξιά. Ο κορσές σκίζεται με τη μία και η κυλόττα κατεβαίνει με ευκολία. Χραππ… Ξέρεις o κορσές, αυτός ο διάολος, πάντα με δυσκολεύει, έστω και λίγο. Αυτή τη φορά όμως σκίστηκε αμέσως. Λες να ήταν φτηνός, ξέρεις, όχι από το σωστό υλικό ; Ποιός ξέρει… Το εργαλείο μου, που λες, πρησμένο πετιέται. Αυτή μουγγρίζει ξανά. Αρχίζει και μου τη δίνει. Καταλαβαίνεις ; Σκάσε γαμώτο. Αυτή εδώ η περιοχή είναι καλή από θόρυβο. Ακούγονται τα αυτοκίνητα απ’ τον διπλανό δρόμο κι η φασαρία του κόσμου απ’ τους παράπλευρους δρόμους. Παράμερα και κεντρικά. Τελικά το Ντίσελντορφ έχει γίνει μια σωστή μεγαλούπολη έτσι ; Δε πα να μουγγρίζεις σκρόφα. Ό,τι είναι να γίνει θα γίνει. Την ανοίγω. Της τον χώνω. Ε αυτή μυξοκλαίει. Το περιμένω αυτό. Εγώ μπαινοβγαίνω. Μπαινοβγαίνω και κάποια στιγμή νοιώθω πως με το εργαλείο μου της ανοίγω τρύπες παντού. Αυτή διπλώνεται.
34
Ηδονή, αλλά έχουμε λίγο δρόμο ακόμη. Καταλαβαίνω πως έχω λίγο ακόμη για να τελειώσω. Έχω βγάλει αργά το ψαλίδι να ‘ναι έτοιμο. Έρχεται. Το νοιώθεις ; της λέω. Ανεβαίνει και με πλημμυρίζει το υγρό μέσα μου. Ανεβαίνει. Της χώνω στο λαιμό το ψαλίδι και τον κόβω πέρα ως πέρα. Στη συνέχεια στο στήθος. Μια , δυο, τρεις… Πάνω κάτω άλλες πέντε… συνολικά βάλε καμιά δεκαριά. Όμως κοίτα. Πάντα η πρώτη είναι η καλύτερη. Καθώς η μύτη βουλιάζει στο δέρμα ο κόκκινος πίδακας πετιέται και γω αμολάω ως θαύμα ό,τι υγρό έχω μέσα μου. Τελειώνω. Φςςςςςςς το αίμα. Ο μπαγάσας. Είμαι μάστορας. Ξέρεις πάντα υπάρχει ένας ελαφρύς ήχος που κάνει το υγρό λίγο πριν ξεπηδήσει απ’ την πηγή του. Όπως ακριβώς στη γεώτρηση για νερό ή πετρέλαιο. Και μετά ποταμάκι σκοτεινό δημιουργεί με τη σειρά του μικρά ρυάκια πάνω στην μπλούζα. Κίτρινη μπλούζα. Η μόδα φέτος χάλια νομίζω. Άκου εκεί, κίτρινη μπλούζα. Για την ακρίβεια καναρινί. Αυτό το χρώμα είναι δολοφονικό δε νομίζεις ; Δεν φοβάστε μην σας σκοτώσουν με τέτοια χρώματα που φοράτε ; (γελάει και μιλάει στο κενό σα να μιλούσε στο θύμα) Το βαθύ κόκκινο δεν ταιριάζει και πολύ με το κίτρινο. Όχι ; Τέλος πάντων. Η ζωγραφιά απόψε δεν ήταν όπως θα ήθελα. Εσένα σ’ αρέσει να ζωγραφίζεις ; Ναι έτσι ; Στοιχηματίζω πως ναι. Αυτή δε μουγγρίζει πια. Σπαρταράει, αλλά όχι όπως στην αρχή... περισσότερο αργά και βαθειά. Ο ένας σπασμός απέχει περισσότερο από τον επόμενό του. Σκύβω μέσα της και ρουφάω με δύναμη. Καταπίνω και ξαναρουφάω. Οι αδένες του λαιμού μου έχουν πλημμυρίσει απ’ το αίμα το βελούδινο. Ανατριχιάζω κάπως στην οσμή του. Φρέσκο και ζεστό όπως ο κόλπος της. Σε λίγο δεν θα αναπνέει, σκέφτομαι. Δεν το περίμενε. Κανείς δεν το περιμένει. Βγάζω το εργαλείο μου έξω. Είναι καιρός να πάρει αέρα πια. Σε λίγο ένα δυο ελαφροί σπασμοί και το πράγμα τελειώνει. Το παιχνίδι τελειώνει. Κάθομαι για λίγο με τα πόδια ανοιχτά στον αέρα με το παντελόνι και το βρακί κατεβασμένα. Μ’ αρέσει αυτό ξέρεις. Σκέφτομαι. Γιατί να διαρκεί τόσο λίγο ; Θα μπορούσε να διαρκεί για ώρες. Γιατί όχι ; Με κάποιο τρόπο ίσως. Κι ύστερα είναι εκείνο το ερωτηματικό στο πρόσωπό της και ιδιαίτερα στα χείλη της όταν πια δεν ανέπνεε. Ερωτηματικά χείλη. Ναι. Και μια αίσθηση χαμόγελου. Χαμόγελο και ερωτηματικό. Πιθανόν και να της άρεσε κάποια στιγμή αυτού του παιχνιδιού ; Και μετά ; Ω και μετά ; Αναρωτιέται η εφημερίδα της πόλης τι έκανα μετά. Τι έκανε ο δράκος μετά ; Α ο δράκος ή αν θέλετε ο…
35 Και μετά τακτοποίησα τα ρούχα μου. Ο κύριος Πέτερ γέμισε αίματα. Τον γέμισε αίματα αυτή. Χάλια τον έκανε. Το σακάκι χαμηλά έγινε χάλια. Και τα παπούτσια γαμώτο. Θα τα περάσει με το μαντήλι του βρεγμένο αλλά το σακάκι ; Ευτυχώς βράδιασε. Πάντα μετά το σούρουπο του αρέσει του κυρίου Πέτερ. (Κοιτάζει το σακάκι του) Έχει μια απόχρωση ροζ αλλά γενικά δεν φαίνεται και πολύ. Ο κύριος Πέτερ θα περπατήσει κάπως βιαστικά μαζί με τη σκιά του ως το σπίτι περνώντας μέσα από στενά. Θα υπάρχει πουτίγκα για βραδινό. Τι νόστιμη που είναι η πουτίγκα που φτιάχνει η γυναίκα του ! Και δεν είναι δα και συχνό ένα τέτοιο δείπνο. Η εφημερίδα θα γράφει αύριο πάλι για εκείνον τον δράκο. Και πάλι θα ψάχνουν για εκείνον οι Αρχές. Η σεβαστή αστυνομία της πόλης θα ψάχνει με την βοήθεια των ειδικών. Και μετά την γύρισα μπρούμυτα να βλέπει το γρασίδι. Να γευτεί τη βραδινή σκοτεινή υγρασία. Την διάφανη, την ύπουλη υγρασία που τρυπώνει χωρίς να την βλέπεις στον ιστό των οστών. (επαναλαμβάνει αργά). Ο ιστός των οστών. Ο ιστός των οστών. Κάνουν έρευνες. Θα ήθελα πολύ να τους βοηθήσω. Θα ήθελα πολύ να τους πω πως πάντα ψάχνουν σε λάθος κατεύθυνση αλλά δεν μπορώ. Γιατί εγώ είμαι αυτός που ψάχνουν κι ύστερα θα με πιάσουν. Καταλαβαίνεις ; Ας είναι. Πάντως να ξέρεις όμως πως εγώ δεν φταίω σε κάτι. Οι πρώτες σταγόνες του αίματος, καθώς φτάνουν στη γλώσσα μου ανατριχιάζουν το σύμπαν μου. Το δέρμα μου απελπισμένο φτάνει το ρίγος μέχρι τα νύχια. Πώς να στο πω… οι πρώτες σταγόνες του ζεστού υγρού έχουν γεύση νεογέννητη. Σα να γεννιέται μια ζωή απ’ τον θάνατο μιας άλλης παλιάς. Κι έπειτα κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο θέλω να φτάσει στο λαρύγγι μου το διψασμένο. Κι ύστερα το εργαλείο μου μεγαλώνει χωρίς εγώ να το πειράξω. Καταλαβαίνεις καθόλου ; Πρήζεται που να πάρει και δεν ξέρω τι να το κάνω. Να το χώσω κάπου να ηρεμήσει. Κάπου οπουδήποτε. Σε μια μυρμηγκοφωλιά ας πούμε. Αν έβγαινε αίμα με κάποιο τρόπο απ’ αυτή δεν θα ήταν καθόλου άσχημα. Όχι καθόλου. Και είναι τότε που οι μύες μου έχουν τεράστια δύναμη. Το έχω δηλαδή. Το ξέρω. Οι λαγόνες μου, τα μπράτσα μου… Και είναι κρίμα, πολύ κρίμα που μετά τόσο αίμα πάει χαμένο. Μόνο ζεστό έχει την αξία του.
36
Την πέταξα πίσω από κάτι πυκνούς θάμνους. Έλεγα να πάω σπίτι τώρα. Πρέπει να γυρίσω σπίτι. Όμως να που σε βρήκα εδώ να παίζεις και σου είπα το δικό μου παιχνιδάκι. Σου άρεσε ; Ας καθυστερήσω λίγο ακόμη. Ε; Τί λες ; Θες να μου πεις με τι παίζεις εκεί τόση ώρα που σου μιλάω ; Έχει πουτίγκα απόψε για βραδινό. Μα, είναι τόσο ηλίθιοι. Γράφουν αηδίες σ’ αυτές τις κωλοεφημερίδες. Ότι τάχα μπορεί να πρόκειται για σπείρα δολοφόνων. Γράφουν για βρικόλακες και τέρατα. Όχι… τελικά είναι πολύ αστείοι. Ναι πολύ αστείοι αλήθεια. Ο κύριος Πέτερ γελάει πολύ. (γελάει και στη συνέχεια σταματάει απότομα το γέλιο του.) Μα φαντάσου τους έστειλα ολόκληρο χάρτη με το σημείο. Αν ήταν έξυπνοι θα είχαν καταλάβει. Αλλά δεν είναι. Όχι τουλάχιστον περισσότερο από εμένα. Πώς σε λένε είπαμε ; (η μικρή του απαντάει.) Α πολύ ωραίο όνομα. Και την κούκλα σου πώς τη λένε ; (απαντάει ξανά.) Το πτώμα εκείνης της μικρής. Το έθαψα με πέτρες. Ήταν μεγαλύτερη από σένα. Ει γύρνα που σου μιλάω. Τί μουρμουρίζεις εκεί; Άσε επιτέλους ήσυχη την κούκλα σου και κοίταξε με. Το κοστούμι τότε δεν λερώθηκε καθόλου. Ούτε μια πιτσιλιά. Μ’ ακούς; Ούτε μια. Και η μαμά σου πού είναι τώρα ; Ο μπαμπάς σου ; Και τώρα αρκετά με την κούκλα σου. Έχω καραμέλες με φρούτα εδώ. Να κοίτα. Ωραίες ; Α όχι. Για να πάρεις θα πρέπει πρώτα να βγάλεις το βρακάκι σου. Τώρα. Βγάλτο λοιπόν. Θέλω να σε βλέπω να το βγάζεις. Καταλαβαίνεις ; Ένα τραπέζι κουζίνας με δυο καρέκλες αντικριστά. Ο κύριος Πέτερ κάθεται στην μια από αυτές. Συνομιλεί με την γυναίκα του που είναι όρθια και ετοιμάζει το δείπνο.) Μμμ. Ωραία. Μυρίζει ωραία. Κι έχω κάνει όρεξη ώρες τώρα γι’ αυτή την πουτίγκα. Τίποτα. Στου Χέφνερ. Που αλλού; Λερώθηκα ; Που λες ; Α ναι… Εκεί που πήγα να… Μα τι φασαρία είναι αυτή ;
37 Α μπα ; Και τι γιορτάζουν ; Εδώ, χρωστάνε τόσα ενοίκια που θα τους πετάξουν έξω. Οι γιορτές τους έλειπαν. Α αυτό είναι πράγματι αστείο. Τρία ενοίκια ; (Μετράει) Ναι σωστά… τρία… (ο κύριος Πέτερ μιλάει γυρίζοντας το κεφάλι προς το μέρος της γυναίκας που ετοιμάζει το τραπέζι. Σιωπή.) Όχι, δεν διάβασα... Της κοπέλας ; A. Και τί γράφουν οι εφημερίδες για τον δράκο ; Πάντως όπως και να το κάνεις περισσότερο ασχολούνται μ’ αυτόν τον τύπο παρά μ΄ εκείνον τον Χίτλερ και το βιβλίο του. Ξέρεις, λένε πως κάνει πάταγο σε πωλήσεις. Χιλιάδες αντίτυπα. Καιρός ήταν να φοβηθούμε και λίγο. Δε νομίζεις; Ώστε γυαλίζουν τα μάτια μου, ε ; (σιγά) Αυτό δεν είπες; Πως δηλαδή τα μάτια μου γυαλίζουν από το ποτό ; Αυτό ακριβώς εννοείς ; Δεν ήπια, καταλαβαίνεις ; Δράμι. Καταλαβαίνεις ; Το βλέπεις στα μάτια του. Βλέπει προς τα δεξιά, στο βάθος. Προς το μέλλον δηλαδή. Ακριβώς. Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία της εφημερίδας. Πρέπει κάτι να γίνει. Βρομίσαμε. Καταλαβαίνεις ; Οι εβραίοι είναι το μεγαλύτερο κακό αυτού του κόσμου. Το λέει καθαρά. (τον διακόπτει) Ναι… Ψημένη όπως ακριβώς μ’ αρέσει.
38
Καταλαβαίνω βέβαια, αλλά η πουτίγκα έμενα μου δίνει μια πολυτέλεια μέσα μου. Εννοώ εκτός του ότι είναι νόστιμη. Σε ποιους ; Σου έχει πει πόσα χρήματα θα παίρνεις ; Μάλιστα… Ολλανδοί… Ω είσαι στ’ αλήθεια πολύ περίεργη απόψε, όπως και να ‘χει. Σα να μιλάς πολύ απόψε. Δε νομίζεις ; Και σου έχω πει όχι πολλά πολλά με τη γειτονιά. Το ίδιο κάνει. Κι έπειτα… ναι… πολύ μιλάς απόψε. Καταλαβαίνεις ; Ή καλύτερα θα ‘λεγα πως αντιμιλάς. Ναι σωστά. Αυτή είναι η σωστή λέξη. Αντιμιλάς. Τι συμβαίνει ; Βρε γυναίκα… μα είναι δυνατό να πιστεύεις πως το ξέχασα ; Ε ; Χαζό κορίτσι. Να κοίτα… σου έχω καραμέλες. Ναι καραμέλες. Με φρούτα. Έλα… Για γλυκό. Χαζούλα. Γι αυτό μου είσαι έτσι ; (Την αγκαλιάζει και το βλέμμα της γυναίκας πέφτει ξανά πάνω στο λεκέ του σακακιού.) Μα σου είπα. Δεν σου είπα ; Έπεσε πάνω… Αυτή η φασαρία θα με τρελάνει απόψε. Δεν κλείνεις το παράθυρο καλύτερα ; Και είμαι τόσο κουρασμένος απόψε. Χρόνια πολλά, καλή μου. Ε λοιπόν να κάνουμε μια πρόποση. Για βάλε λίγο κρασί. (Παίρνει το ποτήρι του και το υψώνει) Στην γυναίκα μου λοιπόν… και… στο καλύτερο μέλλον. Χρόνια πολλά. (Κάνει να την αγκαλιάσει ξανά και γίνεται σκοτάδι. Σα να αγκαλιάζει τελικά το σκοτάδι αντί για εκείνη ενώ ταυτόχρονα στο ημίφως που υπάρχει μεταφερόμαστε στη σκηνή που βγάζει τα ρούχα του για να ξαπλώσει.)
39 Είδα ένα όνειρο χθες βράδυ. Είδα τον Μάρκους τον συγχωρεμένο, τον παλιόφιλο. Με κοιτούσε στα ίσια κι απ’ την τρύπα, αυτήν απ’ τον πόλεμο, που είχε χαμηλά στο μάγουλο έχασκε φως δυνατό που με τύφλωνε, πανάθεμά το. Και μετά, αυτό το φως χωρίς να το καταλάβω με μετέφερε σ’ ένα μέρος όμορφο πολύ, λουλουδιασμένο και με δέντρα . Όλα τα δέντρα. Γεμάτα με λαχταριστούς καρπούς. Ένα γύρω βρίσκονταν γυμνές γυναικείες φιγούρες. Ήταν νέες. Πολύ νέες. Δεν μπορούσα να διακρίνω με ακρίβεια τα μέλη τους, ας πούμε τα πόδια ή το στήθος. ‘ Όμως ήξερα πως ήταν γυμνές. Καταλαβαίνεις ; Κι ύστερα οι γυναίκες αυτές με κύκλωσαν κι ανάμεσα μας γινόταν κόλαση με φωτιές που ξεπηδούσαν απ’ την πηγή σα νερό λες. Και είχαν κάνει έναν κύκλο γύρω μου και δεν μπορούσα να φύγω. Και ήταν οι ομορφιές πίσω τους, να, ένα χέρι πιο κει . Και δεν μπορούσα να τις αγγίξω. Κι η ζέστη μ’ έπνιγε . Μ’ έπνιγε που να πάρει και δεν μπορούσα ν’ αναπνεύσω. Ώσπου άρχισε η φωτιά να με καίει . Μ’ έκαιγε αλλά δεν ένιωθα πόνο ή κάτι τέτοιο. Καταλαβαίνεις ; Έβλεπα να λιώνω σαν φωτογραφία. Η φωτιά αλλοίωνε τις άκρες μου, το πρόσωπο, όπως καίει την όψη μιας φωτογραφίας. Και ‘ γω το έβλεπα αυτό. Και οι γυναίκες δίπλα μου δεν μιλούσαν, ούτε είχαν κάποια έκφραση συγκεκριμένη ας πούμε. Χαρά ή λύπη ή... Και τότε είπα : Γεια σας είμαι ο Πέτερ Κέρτεν . Και εκείνες είπαν με μια φωνή : Ω γεια σας κύριε Πέτερ. Όμως στ’ αλήθεια δεν πόναγα καθώς καιγόμουν ή κάτι τέτοιο. Αλλά ήταν φρικτό όλο αυτό και εκείνες οι γυναίκες εκεί να με παρατηρούν και να με κυκλώνουν... Και μετά ένιωθα το κορμί ελαφρύ πολύ κατά κάποιο τρόπο. Ρώτησα που βρισκόμουν και μια απ’ αυτές μου απάντησε με γλυκερή φωνή : Μα, στο πάρκο βρίσκεστε, κύριε Πέτερ. Πού αλλού ; Και μετά ξύπνησα ω και ήμουν στ’ αλήθεια πολύ τρομαγμένος και ιδρωμένος, που εγώ ξέρεις δεν ιδρώνω εύκολα, γιατί αυτές οι γυναίκες ήταν εδώ μέσα, στο δωμάτιο, είχαν βγει απ’ το όνειρο και με κοιτούσαν με τον ίδιο τρόπο. Κάπως ανέκφραστες ή ίσως ελάχιστα χαμογελαστές και κάπως απειλητικές σαν αρχαία αγάλματα. Δηλαδή, όταν το θυμάμαι και τώρα πολύ τρομάζω. Και δηλαδή αν με ρωτήσεις θυμάμαι την κάθε λεπτομέρεια. Κάθε. Ναι. Καληνύχτα. Κρασί έπεσε πάνω. Κόκκινο. Όμως μη λες πως είχα πιει απόψε γιατί δεν ήπια. Ούτε στάλα. Καταλαβαίνεις ; ( Ο κύριος Πέτερ βρίσκεται στη περιοχή που βρήκαν το πτώμα της μικρής δυο μέρες μετά. Υπάρχει
40
κόσμος. Πλησιάζει με σκοπό να ρωτήσει σχετικά με το έγκλημα. Μιλάει μόνος του μέχρι να πλησιάσει έναν αστυνομικό που κάθεται παράμερα.) Ο κύριος Πέτερ έχει μεγάλη περιέργεια. Ω γαργαλιέται ο οισοφάγος του από την περιέργεια. Έχει φτάσει στην περιοχή που πέταξε το πτώμα της τελευταίας μικρής. Του αρέσει πολύ να πετάει μετά το κουφάρι άδειο από αίμα. Ω του σηκώνεται του κυρίου Πέτερ. Ερεθίζεται ο κύριος Πέτερ όταν βρίσκεται ξανά στο μέρος του παιχνιδιού. Τη μικρή πολύ την είχε συμπαθήσει. Δε μίλαγε και πολύ και αυτός ο βουβός της φόβος τον είχε συνταράξει και ερεθίσει απίστευτα πολύ. Πολύς κόσμος. Θέλουν να μάθουν όπως κι εκείνος. Και αυτοί οι γελοίοι οι αστυνομικοί. Γυρίζουν γύρω γύρω σαν ενοχλητικές μύγες. Κι αναρωτιούνται και ψάχνουν στο έδαφος σαν τα σκαθάρια. Ιδρώνουν να ρωτούν γείτονες, περαστικούς, όποιον τύχει. Λυσσάνε σαν τα σκυλιά τα άρρωστα. Ξέρεις τι τα κάνει ο κύριος Πέτερ τα σκυλιά έτσι ; Τα γαμάω και ταυτόχρονα τα μαχαιρώνω στα πλευρά. Αυτό κάνω. Αυτό δεν τους χρειάζεται ; Έι κοπρόσκυλα ο κύριος Πέτερ είναι μοναδικός. Καταλαβαίνετε ; Δεν θα επέτρεπε στον εαυτό του να αφήσει ένα αποδεικτικό βλακείας ή αφέλειας αν θέλετε. Πλησιάζει ένα από αυτά και ρωτάει πως έχει η κατάσταση. Δηλαδή θέλει πράγματι να μάθει. Χαίρεται. Τί έγινε εδώ ; Γιατί τόσος κόσμος ; Πτώμα ; Πώς ; Α αυτός ε ; Και πώς τη σκότωσε ; Δηλαδή με όλο το σεβασμό, την έχει μαχαιρώσει ή κάτι τέτοιο ; Α μάλιστα. Ναι το δίχως άλλο. Ποσό χρονών ήταν ; Πώς έγινε ;
41 Μάλιστα. Κατάλαβα. Οπωσδήποτε. Έχεις δίκιο. Ποιά είναι αυτή που φωνάζει έτσι ; Ε ναι βέβαια. Τί να πεις ; Βρέθηκε κάτι ; Κάποιο αποδεικτικό ίσως ; Μακάρι… μακάρι. Σχετικά κοντά. Λίγο πιο πάνω. Όχι. Δε νομίζω. Θα το θυμόμουν. Όχι. Τίποτα ιδιαίτερο. Υπάρχουν περιγραφές ; Έχει δει κανείς κάτι ; Χμμμ... Κατάλαβα. Ώρα να πηγαίνω και ελπίζω να μη σας ζάλισα. Καλή σας μέρα και πάλι.. (Μια σελίδα εφημερίδας είναι πεταμένη στο έδαφος και ένα ελαφρύ αεράκι την μεταφέρει στα πόδια του κυρίου Πέτερ. Εκείνος την σταθεροποιεί πρώτα με το ένα το πόδι , μετά με το άλλο και προσπαθεί να διαβάσει όρθιος καθώς είναι. Διαβάζει.) Το κυρίως σώμα έπεσε κάθετα. Δραματικά και μέσα σε λίγα λεπτά. Μετά από πρωτόγνωρη πίεση και βία. Μια απίστευτη βαρβαρότητα που τελικά θα έχει ανεξέλεγκτες συνέπειες. Μια θηλιά που έσφιγγε συνέχεια μέχρι που επέφερε ακαριαίο θάνατο. Χωρίς έλεος και με την απόγνωση ζωγραφισμένη στα μάτια. Πολλά και αλλεπάλληλα χτυπήματα. Βαθειά και με μίσος αν σκεφτεί κανείς τις επιπτώσεις. Πληγές παντού. Καμιά ελευθερία. Τα θύματα πολλά αλλά ποιός είναι αυτός που θα πάρει την ευθύνη ; Ποιός στ’ αλήθεια είναι ο ένοχος ή οι ένοχοι ; Ο αδίστακτος ένοχος που χωρίς οίκτο οδήγησε τόσο κόσμο σε απόγνωση και φόβο ; Το κράτος παράλυτο δείχνει πως δεν μπορεί να κάνει κάτι. Οι ένοχοι λειτουργούν ανεξέλεγκτα και σκοτώνουν με απαράμιλλη βία. Δεν τους συγκινεί τίποτα. Κάτω από τη δική τους ευχαρίστηση παραλύουν και αιμορραγούν
42
τόσοι άνθρωποι. Παιδιά, γυναίκες, ένας ολόκληρος λαός κατακρεουργείται πια καθημερινά και κανείς δεν κάνει κάτι. Κάτι ουσιαστικό πέρα από θεωρίες. Σήμερα ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Ένας θάνατος που θα αποτελέσει ντόμινο άλλων θανάτων τις επόμενες μέρες. Ο ένας μετά τον άλλο θα υποφέρουμε στο μαχαίρι αυτής της νέας πραγματικότητας. Η σημερινή πτώση του Χρηματιστηρίου, η κατακόρυφη πτώση και πτώχευση του βασικού του σώματος, είναι η αρχή των δεινών που μας περιμένουν. Και δυστυχώς κάποιοι έπαιξαν στις πλάτες μας τα συμφέροντα τους και κέρδισαν. Θα πεινάσουμε αλλά το χειρότερο είναι πως κάποιοι άλλοι μας καταδίκασαν σ’ αυτή την ανέχεια. Ο Θεός να βάλει το χέρι του. (Δωμάτιο όχι πολύ μεγάλο με όχι πολύ φως. Ο κύριος Πέτερ είναι όρθιος σε κατάσταση ημιανάπαυσης. Αυτό είναι το κελί του. Σε μια καρέκλα πιο δίπλα κάθεται ο ψυχίατρος δόκτωρ Berg. Κάνει την κίνηση ημιανάπαυσης – προσοχής και τανάπαλιν δυο φορές, σε αργή κίνηση, χωρίς να ακούγεται ο ήχος του χτυπήματος του ποδιού στο δάπεδο. Αργά, έντονα αλλά αθόρυβα.) Ξέρετε, στο στρατό ήμουν πολύ καλός στις ασκήσεις επίδειξης. Και γενικά, ήμουν εξαιρετικά καλός. Αλλά ίσως, τώρα που το σκέφτομαι, όχι και πάρα πολύ καλός για εκείνους. Καταλαβαίνετε ; Εννοώ πως δεν μ’ έδιωξαν αλλά έφυγα από μόνος μου γιατί δεν εκμεταλλεύτηκαν το όποιο ταλέντο μου. Ακούστε. Τα μόνο που ήθελαν ήταν να ξυπνάμε νωρίς και να υπακούμε. Το να υπακούμε έχει βάση. Μια λογική βάση ας πούμε. Αλλά το να ξυπνάμε από τα χαράματα αλήθεια δεν το καταλάβαινα. Δηλαδή και τώρα νωρίς σηκώνομαι αλλά όχι πριν από τις 8.Εκτός βέβαια κι αν το αφεντικό το έχει ζητήσει. Έφυγα. Κι ύστερα με έψαχναν. Κι ύστερα μ’ έπιασαν μα δεν μπορούσα να τους εξηγήσω. Εκείνος… Ο συνταγματάρχης... Υποτίθεται πως σ’ εκείνον έπρεπε να εξηγήσω… Μύριζε το στόμα του. Πάρα πολύ που να πάρει. Θα μπορούσα να τον σκοτώσω μόνο και μόνο γι αυτό. Παράλογο σας φαίνεται ; Ναι. Μόνο γι αυτό. Ξέρετε όλοι αυτοί βρίσκονται συνέχεια μ’ έναν καφέ στο χέρι και δεν βάζουν τίποτα άλλο στο στόμα τους. Όλη μέρα. Το μόνο ίσως αξιόλογο που βάζουν είναι οι βρισιές. Μου άρεσε κάπως, να κάνω τα πάντα στραβά μόνο και μόνο ν’ ακούω τις βρισιές τους. Να με εξευτελίζουν όπως έπρεπε. Γιατί έτσι έπρεπε. Έτσι είναι ο στρατός. Να βάζει τη ανθρώπινη φύση στη θέση της. Την άστατη ανθρώπινη φύση στη θέση της. Έτσι τα μικρόβια της αφαγίας στεγνώνουν στον οισοφάγο τους και μυρίζουν απαίσια. Δεν
43 πα’ να πιείς όσο νερό θέλεις… Άμα δε φας κάτι, τα μικρόβια πολλαπλασιάζονται. Η μάνα μου. Ναι. Είχε συμβουλές για όλα. Και τα ήξερε όλα. Η σχεδόν όλα. Γιατί εκείνον δεν μπόρεσε τελικά να τον κάνει τίποτα. Ο πατέρας. Καταλαβαίνετε. Ποιά ; Μα γιατί να την σκοτώσω ; Ξέρετε δεν φοβόταν. Ναι. Βέβαια. Δεν φοβόταν. Όχι τόσο ώστε να το δείχνει τουλάχιστον. Κι αυτό είναι κάπως αφύσικο. Εσείς θα ξέρετε καλύτερα. Κι εμένα τα αφύσικα δεν μ’ αρέσουν καθόλου. Η σωστή διαδικασία έχει ως εξής : όσο φοβάσαι τόσο σε λατρεύει το σύστημά μου. (δείχνει το κεφάλι του) Κι έτσι προχωράμε μαζί το παιχνίδι. Πως… ναι… Μου άρεσε πολύ. Πάρα πολύ. Ήταν ο τύπος μου. Αλλά δε φτάνει μόνο αυτό. Την πήγα στο σπίτι μας (ξέρετε, πρώτη φορά το έκανα αυτό) και μετά στο σταθμό του λεωφορείου. Και μετά τριγυρνούσα. Και κοιτούσα τις βιτρίνες. Μ’ αρέσουν πολύ οι βιτρίνες. Κυρίως αυτές με τις κούκλες που είναι σαν πραγματικοί άνθρωποι. Τις χαζεύω. Άμα τις κοιτάξεις πολύ νομίζεις πως αρχίζουν και μιλάνε. Το βλέπεις. Ανοιγοκλείνουν το στόμα. Μόνο που δεν μπορείς να τις ακούσεις γιατί είναι μπροστά το τζάμι. Καταλαβαίνετε ; Με πατάτε, κυρία μου. Έι με πατάτε, σας λέω. Μα… μα… προσέχετε κύριε το σκυλί σας. Γλύφει τα παπούτσια μου. Ω και πόσο το σιχαίνομαι στ’ αλήθεια αυτό. Κι αυτή η φασαρία του κόσμου με πνίγει, μου σκοτεινιάζει το μυαλό. Δεν σκέφτομαι καθαρά και αποτραβιέμαι. Φεύγω. Πάω στο πάρκο ας πούμε. Ναι. Η φύση με χαλαρώνει. Εδώ, βέβαια, σ’ αυτή την βρωμοπόλη, δεν έχει και αρκετή φύση έτσι ; Ξύπνα Τσέζαρε. Εγώ ο Καλιγκάρι ο αφέντης σου σε διατάζω ! Κυρίες και κύριοι ο Τσέζαρε γνωρίζει όλα τα μυστικά. Ζητήστε του να δει το μέλλον σας.
44
- Πόσο θα ζήσω; - Λίγο καιρό ακόμη. Θα πεθάνεις την αυγή. Σπουδαία ταινία ε ; Επτά φορές την έχω δει. Κρυφά. Μπα… δεν της αρέσει ο κινηματογράφος. Κι ύστερα δεν έχουμε λεφτά για τέτοια. Εγώ όμως ξεγλίστρησα και την είδα επτά φορές. Ναι, βέβαια. Και δεν πήγα καθόλου στου Χέφνερ εκείνα τα απογεύματα για μπύρα ή κάτι άλλο ας πούμε. Εσείς έχετε δει την ταινία ; Ναι. Περισσότερο τα πρόσωπα των άλλων βλέποντάς την. Σιγά το τρομακτικό. Αν το καλοσκεφτείς κάθε ένας από μας θα ήθελε να σκοτώσει κάποιον. Στ’ αλήθεια όμως, δεν είναι και τόσο εύκολο να σκοτώσεις κάποιον. Θέλει οπωσδήποτε ένα κάποιο ταλέντο. Μου αρέσει και η μουσική που παίζει στην ταινία. Σας αρέσει η μουσική ; Πολλή ζέστη σ’ αυτό το λεωφορείο. Μην σπρώχνετε. Παρακαλώ μην σπρώχνετε. Δεσποινίς, η τσάντα σας πιέζει το στομάχι μου. Ναι ; Αλήθεια ; Kαι πού να πάω, κύριε ; Είμαι όρθιος, στριμωγμένος όπως και σεις. Γιατρέ, πείτε μου παρακαλώ. Ο κρατούμενος είναι ασφαλής στο κελί του ; Εγώ, ας πούμε. Είμαι αρκούντως ασφαλής για να ονειρεύομαι ; Το λέω γιατί τώρα τελευταία με απασχολεί κάτι άλλο που εμποδίζει κατά κάποιο τρόπο να ονειρεύομαι όπως τότε. Στην απομόνωση εννοώ. Όταν σβήνει το φως δεν οργανώνει το μυαλό μου, με το ίδιο τρόπο, τις επιχειρήσεις και τα σχέδια όπως τότε. Δηλαδή, τί ασφάλεια να έχει ένας μελλοθάνατος αν δεν μπορεί να ονειρεύεται, να σχεδιάζει κάτι ίδιο ή αντίστοιχο μ’ εκείνο που τον έκανε μελλοθάνατο ; Εσείς θα έχετε κάποια ιδέα πάνω σ’ αυτό. Δεν μ’ ενδιαφέρουν τώρα οι άλλοι άνθρωποι. Αφήστε στην άκρη τους άλλους ανθρώπους. Οι περισσότεροι γεννήθηκαν για την μετριότητα της θνητότητάς τους. Δείτε με. Εγώ, θα μείνω ή όχι
45 στην ιστορία ; Ω μα και βέβαια δεν έκανα όλες αυτές τις γνωριμίες γι αυτό το λόγο. Όμως πείτε μου εσείς, γιατί ο άνθρωπος μένει στην ιστορία; Τόσος πόλεμος, οι μαχαιριές μου σας πείραξαν; Που δηλαδή δεν έχετε ιδέα για τι τέχνη μιλάμε. Είστε αμόρφωτοι. Βαθειά αμόρφωτοι. Στην πραγματικότητα, αυτό που με απασχολεί και με απασχολεί πολύ σας λέω είναι αν θα μπορώ μετά τον αποκεφαλισμό μου ν’ ακούσω έστω και για λίγο δηλαδή την ροή του αίματος. Του δικού μου. Πείτε μου πως θα μπορέσω να το ακούσω. Θα είναι αυτό ένα σπουδαίο δώρο, στ’ αλήθεια. Ένα τελευταίο σπουδαίο δώρο. Δεν ξέρετε εσείς γιατρέ . Δεν μπορείτε να καταλάβετε. Συμφωνία ήχου και χρώματος. Φςςςςςςςς. Και βέβαια. Πολύ καλά. Ήταν παραμονή των γενεθλίων μου. 25 Μαΐου 1913. Ήθελα να κλέψω. Κάτι. Οτιδήποτε. Έχει βραδιάσει. Βρίσκω ένα σπίτι πάνω από μια ταβέρνα. Είναι το σπίτι του ταβερνιάρη. Δεν φαίνεται κανείς μέσα σ’αυτό. Εκείνος και η σύζυγος του εξυπηρετούν πελάτες εκείνη την ώρα. Όμως για στάσου. Κάποιος κοιμάται εδώ. Α μάλιστα. Μη φοβάσαι μικρή μου. Όχι μη φοβάσαι. Πως σε λένε; Christine. Καλησπέρα Christine. Της τον χώνω και της κόβω τον λαιμό από το ένα αυτί μέχρι το άλλο. Να κοίτα. Από το ένα έως το άλλο. Μόλις χτύπησε 12 και είχα γενέθλια. Α έχει γενέθλια ο κύριος Πέτερ. Ω χρόνια πολλά Πέτερ. Να ζήσεις Πέτερ. Μα όλα τα θυμάμαι. Με κάθε λεπτομέρεια. Την ταπετσαρία του δωματίου, αν και σκοτάδι. Τις παντόφλες της μικρής στην άκρη του κρεβατιού. Η νυχτικιά της η λευκή, το κέντημα στην άκρη του μαξιλαριού και το χαμόγελο της χαραγμένο από το ένα αυτί στο άλλο. Λίγο παράταιρο θα’ λεγες… ναι… κάπως με το ζόρι… Και μετά ήταν η Rosa, εννιά χρονών. Μαχαιρωμένη με ένα ψαλίδι -ένα μαύρο μεγάλο ψαλίδι-, τρείς φορές πίσω από έναν φράχτη. Και μετά η Maria. Η καημένη η Maria. Έζησε, παρά τις 25 μαχαιριές. Όχι δεν ήταν 24 όπως έγραψαν οι κωλοεφημερίδες. Καλά θυμάμαι. Και μετά ήταν οι μικρές αδελφές Luise και Gertrude. Α ναι. Πάντα ρωτάω ονόματα.
46
Ναι και οι δυο . Η μια μετά την άλλη. Και την άλλη μέρα πήγαινα στο ίδιο μέρος και είχα οργασμό. Ναι. Σας ενοχλεί αυτό γιατρέ ; Σας σοκάρει μήπως ; Είναι μια συνήθεια. Τι λένε τα βιβλία για τις συνήθειες. Εσείς συνηθίσατε τους μελλοθάνατους. Την γυναίκα σας ; Το κακό σεξ μαζί της ; Και μετά ήταν η… (Ο γιατρός τον διακόπτει) Μα είναι κι άλλα. Τι ; Δεν θέλετε να μάθετε ; Ναι βέβαια. Απομένουν εβδομήντα τρία. Μπορώ να τ’ απαριθμήσω ένα προς ένα. Ναι. Και ημερομηνίες. Έγινε έξαλλη. Μου είπε ότι έπρεπε να αυτοκτονήσω και ότι θα έκανε κι εκείνη το ίδιο, καθώς το μέλλον της ήταν ανέλπιδο πια. Τώρα θα ζήσει πιο ήσυχα. Θα μ’ ευγνωμονεί για όλα αυτά. Θα δείτε. Και θα παντρευτεί έναν άλλο. Ο κλοιός στενεύει γύρω σας Δόκτωρ Καλιγκάρι. Εδώ. Πίσω στον σβέρκο. (δείχνει με το δάχτυλο το σημείο) Την τελευταία φορά κούρεψα πολύ κοντά τα μαλλιά μου σε αυτό το σημείο. Ξυριστά. Ναι. Έχουν περάσει δέκα μέρες ήδη κι ακόμη οι κοντοκουρεμένες τρίχες με γρατζουνάνε. Με γρατζουνάνε καθώς κάνω κινήσεις κοιτώντας από δω ή από κει ή κάνοντας πίσω το κεφάλι. Να έτσι. (και δείχνει πως) Αυτές οι τελευταίες τρίχες και μετά ο σβέρκος. Οι τελευταίες πριν το γυμνό δέρμα. Κι ύστερα το χάος. Το ξέρω γιατρέ πως αυτό που θα πω θα είναι για εσάς ένα θέμα προς διερεύνηση. Ο σβέρκος μου ανυπομονεί για τη λάμα. Δεν θα τον ενοχλούν μετά οι κοντοκουρεμένες τρίχες ή ακόμη τα περίεργα βλέμματα των ανθρώπων όταν τον κοιτάζουν από πίσω με περιέργεια, με κάποια ας πούμε επεξεργασία και αναίδεια όπως συνηθίζουν. Τον κύριο Πέτερ τον ενοχλούν αυτά τα βλέμματα και τα αντιλαμβάνε-
47 ται αμέσως. Ιδρώνει το κεφάλι του από το σβέρκο ίσαμε ψιλά και το αίμα ρουθουνίζει στη μύτη σαν από θυμό. Δεν θα τον ενοχλούν όμως σε λιγάκι και μετά. Ο κύριος Πέτερ δίχως κεφάλι θα είναι το δίχως άλλο ένας άλλος κύριος Πέτερ. Πιο… ήσυχος ας πούμε. Πιο κατασταλαγμένος σε μια νέα θέση και στάση απέναντι στα πράγματα. Όμως, στ’ αλήθεια θ’ ακούσω το αίμα μου ; Κάποια δευτερόλεπτα ; Α μα αυτό πιστέψτε με είναι το μόνο ευχάριστο που άκουσα εδώ και πολύ καιρό. Τολμώ να πω ίσως το κορυφαία ευχάριστο μιας ολόκληρης ζωής. Η απόλυτη χαρά που λέτε. Μα καταλαβαίνω. Όλα αυτά είναι άγνωστα σε εσάς. Είναι που φοβάστε και δεν μπορείτε να νιώσετε αυτή μου την ευχαρίστηση. Με την βρομιά εμένα μου ‘ρχεται να ξεράσω. Ναι, με τη βρομιά. Γιατί; Πού είναι το παράξενο ; Τα σκυλιά ; Μα τα σκυλιά είναι καθαρά. Πιο καθαρά από τους Εβραίους, ας πούμε. Με παραλύει αυτό. Δηλαδή, δεν τολμώ να απολαύσω αίμα από βρόμικο δέρμα. Εσείς θα τρώγατε κρέας που μυρίζει άσχημα ; Όχι. Βλέπετε ; Έχουμε τόσα κοινά. Θα δείτε… Και δεν είναι μόνο τα σκυλιά, βλέπετε. Ακούστε. Ήταν νωρίς το πρωί. Καθόμουν στο παγκάκι ενός πάρκου κοντά σ’ ένα ποτάμι. Παρατήρησα στην όχθη του έναν κύκνο να κοιμάται. Χωρίς να το σκεφτώ και πολύ, έπιασα το πουλί απ’ το λαιμό, τον έκοψα και ήπια το αίμα που ανάβλυζε. Ο κύριος Πέτερ ευτυχισμένος πολύ. Σας βλέπω συνοφρυωμένο. Γιατί ; Τί σας κόστισε αυτή η μικρή μου ιστορία ; Αηδιάζετε ή φοβάστε ; Τί περισσότερο; Εγώ ; Μα βέβαια και φοβάμαι κάτι. Όπως όλοι οι άνθρωποι. Ναι, βέβαια. Τις κατσαρίδες. Τις φοβάμαι. Και τις σιχαίνομαι. Πολύ.
48
Τί πάει να πει αυτό ; Ναι. Μπορώ δηλαδή να πω ότι τις φοβάμαι γιατί τις σιχαίνομαι ή ότι τις σιχαίνομαι γιατί τις φοβάμαι ; Όχι. Και τους ανθρώπους επίσης. Καμιά φορά. Την κοινωνία ολόκληρη εννοείτε ; Εννοείτε πιο πολύ απ’ τις κατσαρίδες, ας πούμε ; Α γιατρέ πολύ δύσκολα όλα αυτά. Αυτό δηλαδή μπορεί να σημαίνει πως φοβάμαι ό,τι σιχαίνομαι; Όχι δεν τελείωσα το σχολείο. Δεν μ’ άφησε. Κι ύστερα γνώρισα τον μπόγια τον Κοντίνιεφ και αυτός μου έμαθε πολλά. Μεταξύ άλλων να διαβάζω ό,τι πέφτει στα χέρια μου. Τώρα ο κύριος Πέτερ δεν έχει την ίδια άποψη καθώς κατάλαβε τι σημαίνει Εβραίος. Στα τσακίδια κι αυτός και όλοι. Όλη η κοινωνία γέμισε. Ερπετική κοινωνία. Τρωκτική. Ωστόσο ο κύριος Πέτερ δεν είναι πρέπον να φοβάται. Δεν του επιτρέπω να φοβάται. Αν καταλαβαίνετε βέβαια τι εννοώ. Ακόμη κι αν σ’ αυτό το κελί οι κατσαρίδες κάνουν πάρτι πολύ συχνά, μέσα στη μέρα, ο κύριος Πέτερ πρέπει να παραμένει ψύχραιμος. Όμως πολύ περισσότερο εκείνο που μ’ ανησυχεί, χρόνια τώρα, είναι που βλέποντας το ποτάμι, (ναι, εκείνο το ποτάμι με τον κύκνο), σκέφτομαι τη θάλασσα1. Βλέπω τον ποταμό, αλλά σκέφτομαι τη θάλασσα. Κοιτάζω το πρόσωπο σας και σκέφτομαι τις εκατόμβες των συναισθημάτων όλων εκείνων των αρρώστων που δεν γιατρέψατε. Παρακολουθώ την απέχθεια σας για το πρόσωπο μου και σκέφτομαι πόσες φορές θα θέλατε να το κάνετε με κάποια από τις ασθενείς σας. Έρωτας ; Τι ο έρωτας ; Φόβος είναι. Ο πιο μεγάλος. Εκείνου του προσώπου που η έκφραση των ματιών έχει ένα θλιβερό χάσμα με εκείνη του στόματος. 1 Βασισμένο σε στίχο του Randy Newman
49 (Συνεχίζει καθώς κοιτάζει που και που ψηλά.) Δείτε. Η λέξη φόβος δεν έχει κανένα ομόηχο ταίρι. Σας έρχεται κάποια εύκολη λέξη τώρα ; Όχι. Η λέξη τρόμος ας πούμε αν και είναι πιο έντονη έχει ένα τουλάχιστον ταίρι. Την λέξη δρόμος για παράδειγμα. Τελικά ο τρόμος θα έχει σύντομα μια εκτόνωση. Ο φόβος, όμως ; Μπορεί να διαρκεί χρόνια. Έτσι δεν είναι γιατρέ ; Δεν είναι παράξενο ; Είναι μια λέξη μόνη χωρίς τη συνωμοσία ή έστω την συμπαράσταση άλλων ουσιαστικών. Η λέξη φόβος είναι μόνη της σαν θάλασσα απέραντη. Όχι σαν ποτάμι. Έχει μια γοητεία ίσως αυτό. Του κυρίου Πέτερ επίσης ο φόβος του μοιάζει σαν έναν πλανήτη δορυφόρο γύρω απ’ το σώμα του. Γυρίζει για καιρό γύρω γύρω και αργά. Έλκεται από το βάρος του σώματος και κάποια στιγμή θα πέσει στην επιφάνεια του. Τότε έρχεται ο θάνατος. Έρχεται. Και το σώμα ανατριχιάζει. Όπως του εφήβου που αναστατώνεται. Έρχεται και θα σκίζει τον αέρα πιο γνωστικά απ’ ότι το γυμνό δέρμα του σβέρκου. Πιο δύσκολα θέλω να πω. Κατεβαίνει. Πρέπει να πω κάτι ; Κάτι σαν προσευχή ; Δεν προσευχήθηκα ποτέ για κάτι. Δεν ξέρω να το κάνω. Θα έπρεπε ; Δεν θέλω να έχω τέτοιες απορίες τώρα. Πατέρα όχι... Πέφτει ; Όχι ακόμη ; Ας υποθέσουμε πως πρόκειται για μια θυσία. Ας υποθέσουμε πως ακούω μουσική. Αφιερωμένο αυτό το τραγούδι σε όλους εκείνους που δεν με γνώρισαν ακόμη αλλά που κάποτε θα τους συναντήσω κάπου εκεί έξω. Πώς σε λένε μικρή μου ; Α ωραίο όνομα . Εγώ… (Παίρνει βαθιά ανάσα και πάει να πει κάτι. Σκοτάδι.)
50
Χορηγοί Επικοινωνίας:
51
52