Χριστουγεννιάτικα παραμύθια

Page 1

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Ιστορίες για παιδιά και μεγάλους από τις μαθήτριες και τους μαθητές του Α2 Γυμνασίου Κρεστένων


ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ `

Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένα μικρό παιδάκι, ο Φώτης. Ο Φώτης, ήταν μαθητής της τρίτης δημοτικού, σε κάποιο σχολείο της Ελλάδας. Ήταν το καλύτερο παιδί και ο πιο επιμελής μαθητής, πάντα πρώτος, σε ό,τι και αν έκανε. Όμως, υπήρχε μια διαφορά ανάμεσα σε αυτόν και τα άλλα παιδιά της ηλικίας του: Δεν πίστευε στον Αη-Βασίλη! Περνούσε λοιπόν ο καιρός, ώσπου έφτασε η αγαπημένη γιορτή όλων των μικρών και των μεγάλων, τα Χριστούγεννα! Μέσα στην τάξη του Φώτη είχε δημιουργηθεί ένα πολύ γιορτινό κλίμα, 'Όλα γα παιδιά έφτιαχναν χριστουγεννιάτικες κάρτες και τραγουδούσαν γιορτινά τραγούδια. Κάποιοι μάλιστα, έγραφαν γράμμα στον ξακουστό αυτόν Άγιο, τον Αη-Βασίλη, όπου του ζητούσαν σοκολατένιους καλλικάντζαρους και ξωτικά, αλλά και ολόκληρα διαστημόπλοια και δεινοσαύρους! Μόνο ο Φώτης καθόταν σε ένα θρανίο μόνος του και δεν έκανε τίποτα. Ο δάσκαλος του το παρατήρησε, πήγε κοντά του και του είπε:: - Φώτη μου, όλα τα παιδάκια κάθονται και γράφουν γράμμα στον Άγιο Βασίλη! Εσύ τι δώρο θες από αυτόν φέτος; - Χα! Είπε ο Φώτης. - Αη-Βασίλης και βλακείες! Δεν υπάρχουν τέτοια πράματα! Έχω πάψει να πιστεύω σε αυτόν εδώ και πολύ καιρό.. - Γιατί παιδί μου; ρώτησε έκπληκτος ο δάσκαλος. -


- Γιατί κάθε χρόνο, το μόνο που ζητούσα ήταν να χιονίσει! Το μόνο πράγμα που ήθελα για τα Χριστούγεννα ήταν το χιόνι! Δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου χιόνι! Αλλά πού τέτοια τύχη; Κάθε χρονιά τα ίδια και τα ίδια! Ήλιος και ζέστη κάθε μέρα! Εγώ δεν θα κάθομαι να πιστεύω σε βλακείες.. - Καλά παιδί μου, όπως θες, αποκρίθηκε ο δάσκαλος. Κάπου μακριά, πολύ μακριά από τον Φώτη και τον δάσκαλό του, ένας παχουλός ανθρωπάκος, με άσπρα γένια και κόκκινη στολή, άκουγε την συζήτηση τους με μεγάλη προσοχή και σκεφτόταν: «Έχω ταξιδέψει σε όλη τη γη, σε όλες τις χώρες του κόσμου, αλλά ποτέ, κανένα παιδί δεν μου έχει ζητήσει χιόνι! Τι περίεργο! Όλοι μου ζητάνε ένα σωρό ακριβά και ασήκωτα δώρα! Αυτό το παιδάκι όμως, το έχω παραμελήσει και έχει χάσει την πίστη του. Κάτι πρέπει να κάνω! Απόψε λοιπόν θα έχει το δώρο του! Έτσι λοιπόν, ο Αη-Βασίλης, πήρε το έλκηθρο και τους ταράνδους του και ταξίδεψε μέχρι το χωριό του Φώτη στη μακρινή Ελλάδα! Κι ο Άγιος Βασίλης, σαν Άγιος που ήταν, έκανε το θαύμα του και το χιόνι άρχισε να πέφτει απαλά από τον σκούρο μπλε ουρανό. Η μαμά του Φώτη ήταν ξύπνια και έτρεξε να τον ειδοποιήσει: - Φώτη, Φώτη μου ξύπνα!! Χιονίζει..!! Το παιδί με ένα σάλτο, πήδηξε από το κρεβάτι του και κοίταξε έξω από το παράθυρο του το κατάλευκο χιόνι που είχε σκεπάσει σχεδόν τα πάντα! Ξαφνικά, βλέπει στον ουρανό, ένα έλκηθρο με έναν στρουμπουλό ανθρωπάκο πάνω, με ροδοκόκκινα μάγουλα και λευκή γενειάδα… - Σ‘ ευχαριστώ!, του φωνάζει με όλη του τη δύναμη το μικρό αγόρι -Χο χο χο, Καλή Χρονιά Φώτη! , του φωνάζει και εκείνος. Από τότε λοιπόν, το μικρό αυτό παιδί, πίστεψε και πάλι στον Άγιο-Βασίλη και μιλούσε κάθε χρόνο για τη βραδιά που χιόνισε! … και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα! Πηνελόπη Μαστοροπούλου, Α2


Μια φορά κι έναν καιρό στο χωριό των καλικάντζαρων… Μαρία Καμπράνη, Α2 Γυμνασίου Κρεστένων


Μια φορά και έναν καιρό, κάπου πάρα πολύ μακριά από εδώ, κάπου στο Νότιο Πόλο υπήρχε ένα χωριό φτιαγμένο από κάρβουνα. Εκεί ζούσαν οι καλικάντζαροι! Σ’ αυτό το χωριό όλα ήταν μαύρα, γιατί ήταν φτιαγμένα από κάρβουνο. Τα σπίτια, τα μαγαζιά, το σχολείο, ακόμα και το μεγάλο εργοστάσιο, όπου εκεί δούλευαν οι περισσότεροι καλικάντζαροι, όλα ήταν μαύρα Στο μεγάλο εργοστάσιο έφτιαχναν κάρβουνα, που τα έστελναν σαν δώρα στα κακά παιδιά και εκεί διευθυντής και ιδιοκτήτης ήταν ο Καλι - καντζα- Κουραμπιές. Τον ονόμασαν έτσι επειδή όταν γεννήθηκε η μητέρα του έφτιαχνε κουραμπιέδες και με τον που τον πήρε στην αγκαλιά της γέμισε άχνη ζάχαρη: «Χαχα, μικρέ μου κουραμπιέ σε γέμισα ζάχαρη» είπε και τον ονόμασαν Κουραμπιέ. (Λοιπόν που είχα μείνει;… Α… ναι…. τώρα θυμήθηκα….) Στο χωριό των καλικαντζαραίων, τα κάρβουνα περίσσευαν και τα φρέσκα κάρβουνα δεν τα κράταγαν για να χτίσουν νέα κτήρια, τα έδιναν όλα στον Άι Βασίλη! Βλέπετε τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ περισσότερα τα άτακτα παιδιά. Ενώ λοιπόν το εργοστάσιο ετοιμάζονταν τα κάρβουνα που θα έδιναν στα άτακτα παιδιά, στο χωριό του Αη Βασίλη, τα ξωτικά ασχολούνταν με τα παιχνίδια που θα έδιναν στα καλά παιδιά.


Τρεις μέρες πριν τα Χριστούγεννα ο Αη-Βασίλης πήγε στον Νότιο Πόλο για να συζητήσει με τον Καλι - καντζα- Κουραμπιέ για τις νέες παραγγελιές. Ο Άι Κουραμπιές ήταν στο γραφείο του κι έβλεπε το χωριό από το μεγάλο παράθυρο του. Έτρωγε πάντα τα αγαπημένο του γλύκισμα, κουραμπιέδες φυσικά και καθόταν στην αναπαυτική του κόκκινη καρέκλα και παρατηρούσε τη ζωή των καλικάντζαρων. Έβλεπε τα παιδιά να παίζουν χιονοπόλεμο, να φτιάχνουν χιονάνθρωπους και να κάνουν αγώνες με τα έλκηθρα, και απορούσε γιατί δεν μπορούν και αυτά τα καλικαντζαράκια να κάνουν Χριστούγεννα, να παίρνουν δώρα, να τρώνε γαλοπούλα γεμάτη κάστανα και άλλες λιχουδιές πάνω στο γιορτινό τραπέζι! Την σκέψη του την διέκοψε το χτύπημα της πόρτας -Περάστε, είπε ο Καλι - καντζα- Κουραμπιές. -Κύριε! Λυπάμαι για την ενόχληση, είπε ένα μικροσκοπικό καλικαντζαράκι. -Μην ανησυχείς μικρέ μου Παγάνα και δεν έκανα κάτι πολύ σημαντικό! Πες μου, τι θες; είπε ο Καλι - καντζα- Κουραμπιές. -Ήρθε ο Αη Βασίλης αφεντικό και θέλει να μιλήσετε για κάτι σημαντικό. Να τον αφήσω να περάσει; -Ναι φυσικά και το ρωτάς; απάντησε εκείνος.


Το μικροσκοπικό καλικαντζαράκι, ο Παγάνας βγήκε έξω. Και εκείνη τη στιγμή μπήκε μέσα ο Αη Βασίλης χαμογελαστός. -Σαν τα χιόνια Κουραμπιέ, φίλε μου! Τι κάνεις; Καιρό έχουμε να τα πούμε! -Φυσικό είναι, αφού για κάθε συναλλαγή βάζεις ένα ξωτικό, είπε εκείνος. Ο Αη Βασίλης έκανε πώς δεν άκουσε. -Θα αναρωτιέσαι τι κάνω εδώ, του είπε. -Καλά δεν πειράζει! Άκου, είπε ο Αη Βασίλης, θέλω να ακυρώσω όλες τις παραγγελίες. -Τι είπες;! ρώτησε αναστατωμένος ο Κουραμπιές. -Λυπάμαι φίλε μου, όμως αποφάσισα να κάνω κάτι διαφορετικό φέτος για τα άτακτα παιδιά. -Α, ναι! Για πες, είπε με απορία ο Κουραμπιές -Όποτε ένα παιδί είναι άτακτο θα του αφήνω ένα σημείωμα και ένα πάρα πολύ μικρό παιχνιδάκι (όπως αυτά τα παπάκια με τα ροδάκια) και θα του δίνω και μια δεύτερη ευκαιρία, για να αλλάξει και να γίνει καλό παιδί. Τι λες; -Τι λέω; Λέω ότι κάτω από αυτόν τον όροφο όλοι οι καλικάντζαροι δουλεύουν όλο τον χρόνο για τα κάρβουνα που παραγγέλνεις και μόλις φύγεις θα πρέπει να πάω να τους πω ότι τσάμπα δουλεύανε έναν ολόκληρο χρόνο! -Μην κάνεις έτσι, σε παρακαλώ, προσπάθησε να τον ηρεμήσει εκείνος. -Έλα τώρα μην κάνεις έτσι… Αφού συμφωνείς κι εσύ μαζί μου… Κάνε μου τη χάρη κι εγώ θα κάνω ότι μου ζητήσεις για να σε ευχαριστήσω…


Ο Κουραμπιές θυμήθηκε τότε τα παιδιά του χωριού. -Εντάξει Αη Βασίλη θα γίνει το θέλημά σου. Θέλω όμως κι εγώ μια μεγάλη χάρη, θέλω να φέρεις τα Χριστούγεννα στους καλικάντζαρους! -Τι πράγμα; γούρλωσε τα μάτια ο Αη Βασίλης και συνάχισε, Μα ξέρεις πως αυτό απαγορεύεται! -Μα γιατί; Αυτό δεν μπορεί να αλλάξει; -Ξέρεις όλοι λένε, πως οι καλικάντζαροι είναι πολύ διαφορετικοί… Πριν από 100 χρόνια προσπάθησαν να καταστρέψουν τα Χριστούγεννα. Δεν τους αξίζουν λοιπόν τα Χριστούγεννα, τα δώρα ή οι γιορτές! είπε ο Άγιος θυμωμένος. Ο Κουραμπιές είδε πρώτη φορά έτσι τον Αη Βασίλη. Φοβήθηκε πολύ και δε συνέχισε άλλο την κουβέντα. Είχε όμως μέσα του μια κρυφή ελπίδα πως όλα θα άλλαζαν. Είπε λοιπόν: -Εντάξει Αη Βασίλη. Με συγχωρείτε όμως γιατί πρέπει να πάω να ανακοινώσω τα νέα στους εργάτες. Άνοιξε την πόρτα κι έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι. Πριν φύγει όμως του έδωσε έναν φάκελο και του είπε: -Αυτό είναι το δώρο σου. Δεν θα έρθω στο χριστουγεννιάτικο δείπνο. Είμαι ίδιος με τους καλικάντζαρους και όπως είπες οι Καλικάντζαροι δεν μπορούν να έχουν Χριστούγεννα. Καληνύχτα!


Αφού έφυγε ο Άι Βασίλης, ο Καλι-Καντζα-Κουραμπιές ανακοίνωσε στους καλικάντζαρους τι έγινε. Κατάλαβαν την θλίψη του και γι’ αυτό καθόλου δεν αντέδρασαν και έφυγαν απογοητευμένοι για τα σπίτια τους.

Την επόμενη μέρα στον Βόρειο Πόλο, στο γραφείο του Άι Βασίληκι ενώ όλοι είχαν φύγει, ο αγαπημένος Άγιος των παιδιών διάβαζε λυπημένος και σκεπτικός τα τελευταία γράμματα. Με βαριά καρδιά άνοιξε και τον φάκελο, εκείνον από το χωριό των καλικατζάρων. Μα δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του! Ο φάκελος ήταν τεράστιος και είχε γράμματα από όλους τους καλικάντζαρους του χωριού, μικρούς και μεγάλους! Στα χέρια του έφτασε κι ένα γράμμα από ένα μικρό καλικαντζαράκι που έλεγε:


Αγαπητέ Αη Βασίλη, Θα νομίζεις κι εσύ ότι εμείς, οι καλικάντζαροι, δεν αξίζουμε τα Χριστούγεννα μετά από αυτό που κάναμε πριν 100 χρόνια! Έχεις δίκιο! Και εμείς αυτό θα πιστεύαμε στη θέση σου! Όμως έχουμε αλλάξει. Ζητάμε συγνώμη απ’ τα βάθη της καρδιάς μας. Είμαι 11 χρονών και είμαι μαθητής της Ε΄ Τάξης στο καλικαντζαροσχολείο και θέλω να σου ζητήσω δώρα για όλη την οικογένεια, επειδή δεν ξέρουν όλοι γράμματα. Από μικρή ηλικία ο μπαμπάς μου δούλευε στο Μεγάλο Εργοστάσιο από τα χαράματα κι η μαμά μου καθάριζε συνέχεια το σπίτι, αλλά και το σχολείο μαζί με τις υπόλοιπες μαμάδε, επειδή δεν ακόμη και η καθαρίστρια έφυγε για να δουλέψει στο εργοστάσιο όλο τον χρόνο. Έχω κι έναν μικρό αδερφό, που δεν ξέρει να γράφει ακόμα. Θέλω να μας φέρεις τα ακόλουθα: έναν δεινόσαυρο για μένα, ένα διαστημόπλοιο για τον αδερφό μου, για τη μητέρα μου μια καινούργια χύτρα ( η παλιά έσπασε) και για τον πατέρα μου, αυτό που ονειρεύεται από παιδί, "ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ"!


Εκείνη τη στιγμή, ο Αη Βασίλης βούρκωσε και διέταξε όλα τα ξωτικά να φτιάξουν δώρα για όλους τους καλικάντζαρους, μικρούς και μεγάλους! Την παραμονή των Χριστουγέννων όταν οι καλικάντζαροι κοιμόντουσαν βαθιά, τα ξωτικά στόλισαν το "καρβουνιασμένο" χωριό. Την άλλη μέρα όλοι ήταν μέσα στην τρελή χαρά. Στη μέση του χωριού ένα μεγάλο γιορτινό τραπέζι, ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο και πολλά όμορφα δώρα περίμεναν τους καλικάντζαρους. Όλοι χορεύανε και τραγουδούσαν, το γλεντούσαν με την ψυχή τους. Με το που το είδε ο καλι-καντζα-Κουραμπιές το όμορφο γλέντι που είχε στηθεί, έτρεξε προς τον Άγιο Βασίλη (που ήταν κρυμμένος πίσω από το εργοστάσιο) και του είπε όλο χαρά: «Σ’ ευχαριστώ πολύ! Μας έδωσες μεγάλη χαρά!» Τότε ο Άγιος -Βασίλης του είπε: «Κι εγώ χαίρομαι με τη χαρά σας, τελικά δεν υπάρχει μεγαλύτερο δώρο από εκείνο της συγχώρεσης!» Από εκείνη τη μέρα όλα άλλαξαν στο χωριό των καλικάντζαρων, όλα έγινα πολύχρωμα και φωτεινά! Λέγεται μάλιστα πως ακόμα και το μεγάλο εργοστάσιο τώρα πια παρασκεύαζε αντί για κάρβουνα κουραμπιέδες… Ψέματα ή και αλήθεια, έτσι λεν τα παραμύθια… Μαρία Καμπράνη, Α2 Γυμνασίου Κρεστένων


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.