"ΔΕΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ" του ΔΗΜ. ΜΑΓΡΙΠΛΗ- TEN ILLUSTRATED SHORT STORIES by D. MAGRIPLIS

Page 1

Book Title: TEN ILLUSTRATED SHORT STORIES Author: DIMITRIOS G. MAGRIPLIS Illustrations: Pantelis Stamatelos Publications: Efthinie / Neos Astrolavos Publication Year: 2012 ISBN: 978-960-8150-71-3



Υποβρύχια αποστολήi Μία, δύο, τρεις ανάσες και µετά βούτηξα. Βρέθηκα µέσα στις απέραντες διακυµάνσεις του γαλάζιου. Ακόµη και ο χρόνος κυανός, ακόµη και η φαντασία µου σε ρυθµούς κάπως αργότερους της επιφανείας. Έτσι αρχίζει πάντα η περιήγηση στον κόσµο της σιωπής και µέχρι να βγάλω το κεφάλι µου πάνω, όλα σταµατούν να µιλούν. Στόµατα κινούνται µα τίποτα δεν προδίδουν. Πού και πού κάποια απότοµη κίνηση σπάει το ρυθµικό λίκνισµα της εικόνας. Και µετά πάλι σιγή. Μοιάζει η υπόθεση µε φωτογράφιση κατασκοπευτικού αεροπλάνου. Η πτήση χαρτογραφεί τα πάντα και το τοπίο αφύλακτο στα αδιάκριτα µάτια. Ακόµη και κάτω από το ορατό. Το βύθισµα αποκαλύπτει αν όντως υπάρχει ζωή κάτω από τα βράχια ή πίσω από τον πράσινο λόφο. Εκεί ανάµεσα σε δύο τεράστιους πέτρινους κλώνους κοιµόταν. Στην αρχή πίστεψα ότι ήταν νεκρή. Πλησίασα τόσο κοντά και όµως ούτε κουνήθηκε. Σκέφτηκα να την αγγίξω, µα κάτι µε απέτρεψε να συνεχίσω. Αν και είχα δει πολλές, τούτη εδώ φαινότανε κήτος σε ύπνωση και τίποτα δεν ήταν ικανό να την κάνει να νοιώσει. Παίρνοντας θάρρος τής χτύπησα ευγενικά το καβούκι. ∆εν υπήρχε ανταπόκριση. Άρχισα να σχεδιάζω την ανέλκυσή της από το βάθος και σκέψεις έχτιζαν λόγους που έπρεπε να γίνει αυτό. Αν και κουράστηκα να πιθανολογώ τις χρήσεις του, κατέληξα πως µάλλον είναι περιττή πολυτέλεια. Μα πώς να αφήσω ένα τέτοιο λάφυρο στη µέση του πουθενά; Ξαναχτύπησα µε την ελπίδα πως είναι καλά. Πιο έντονα αυτή τη φορά. Περίµενα λίγο και έγινε το θαύµα. Τέσσερα δερµάτινα πόδια και ένα κεφάλι ξεπρόβαλε ως απάντηση στο αδιέξοδο του µετά. ∆εν χρειαζόταν εποµένως καµιά διαδικασία. Ούτε εγώ θα κουραζόµουν να το βγάλω στη στεριά, ούτε ο ήλιος θα φώτιζε τις απίστευτα πολυάριθµες κινήσεις των


µικρών σκουληκιών που θα πέρναγαν πλούσια για µέρες ολάκερες, κάτω από το καύκαλο. Το κουφάρι της ακτής δεν θα µύριζε έντονα και φυσικά ο σκύλος µου δεν θα έκανε τοτεµικό µπάνιο µέσα στη σήψη αυτής της ζωής. Ανακουφίστηκα. Η βόλτα θα κύλαγε όµορφα και µάλιστα µε παρέα. Αφού µε κοίταξε έκανε κινήσεις απογείωσης και έπειτα βάλθηκε να µε ζαλίζει περιφερόµενη νωχελικά γύρω από το σώµα µου. Ένα κεφάλι σχεδόν ανθρώπινο στο περίγραµµα, µε ράµφος σκληρό και µάτια τεράστια µε προετοίµαζαν για υποβρύχια αποστολή. Άρπαξα την ευκαιρία και φύγαµε. Κρατούσα από το γιακά µια εκπληκτική χορεύτρια του βυθού που ήξερε δρόµους και µονοπάτια απίθανα. Υπήρχε και η ασφάλεια της γνώσης της. Κατείχε µε κάθε λεπτοµέρεια τη διαδροµή. Ήξερε βοσκοτόπια, πηγές που έκανε το νερό µπούζι, αµµουδιές και ποτάµια που έσκιζαν τον βυθό. Συναρπαστική περιήγηση. Κάθε τόσο ανέβαινε, έπαιρνε ανάσες και έπειτα πάλι κατέβαινε στην απεραντοσύνη του βάθους. Ήταν όµορφα, µα κάτι ανθρώπινο δεν µε άφηνε να αφεθώ στην απολυτότητα της στιγµής. Να µην ξέρω πού πάµε; Τι κάνουµε εκεί; Τι µέλλει γενέσθαι; ∆εν ήµουν απλά ένα πλάσµα σε κίνηση, είχα σκέψεις που ζητούσαν απαντήσεις. Σταµάτησε στην άκρη µιας όρθιας πέτρινης κλωστής που όσο πλησιάζαµε έµοιαζε µεγάλη, τεράστια, επίπεδη γη, που αν και στο ύψος της θάλασσας, δεν κρυβόταν µέσα στα κύµατα. «Νησί!» Αναφώνησα. Και όντως µετά από λίγο αγγίζαµε πάλι στεριά. Εδώ υπερείχα. Άριστος κολυµβητής η κυρία, µα άτσαλος και µάλλον κακός περιπατητής. Την δικαιολόγησα. Βαρύ το φορτίο. Προσπάθησα να την σηκώσω µα τόσο βάρος δεν ήταν µπορετό. Έτσι χωρίσαµε. Ακολούθησα όµως τη µατιά της. Ήταν ο λόγος της. «Στην ανατολή» µου έγνεψε και ακολούθησα την προτροπή της.


Πήρα το µονοπάτι. Μετά τα ρουµάνια µε τους κλαδεµένους από τον άνεµο κέδρους βρέθηκα σε ένα άπλωµα. Αποκάλυψη! Ένα πύργος καταµεσής του πελάγου. Άρχισα να τρέχω και µπήκα σχεδόν εισβολέας. Κοίταξα γύρω. Ερηµιά. Ένας ανάγλυφος δικέφαλος αετός µόνος χάµου στο δάπεδο. Πρόσεξα να µην ενοχλήσω και ανέβηκα την πέτρινη σκάλα. Μπροστά µου ανοίγονταν τρεις πόρτες. ∆εν δίστασα, διάβηκα µια. Ο χώρος ευρύχωρος, µε µακρόστενα σιδερόφρακτα παράθυρα. Το φως τους µε συντρόφευε. Σε ένα δεσποτικό θρόνο καθόταν ο βασιλιάς της σιωπής. Ικέτες γύρω του πουλιά – περιστέρια - και µια πτερωτή γυναίκα µε νύχια τεράστια. Τίναξα τη στάλα του κρύου ιδρώτα από το µέτωπο. Έπεσε κάτω και αµέσως ακούστηκε σαν ήχος καµπάνας. Από το βάθος φιγούρες µε ράσα ξεπρόβαλαν και σίµωσαν τον ένθρονο. Πίσω τους ένας πειρατής µε τη µάχαιρά του όρµησε φουριόζος στην αίθουσα. Φοβήθηκα. Τα περιστέρια φτερούγισαν και κρύφτηκαν στην σκεπή και η γυναίκα χάθηκε από το φως. Τότε έγινε το φονικό. Μια κεφαλή κύλησε στο πέτρινο δάπεδο. Θα είχε συνέχεια αν δεν αγκάλιαζε ο βασιλιάς τον φονιά. Τον φίλησε και τον ησύχασε και έπειτα του έδωσε µια θέση στα άδεια στασίδια. «Μεταµόρφωση» είπα και ο σιωπηλός βασιλιάς συµφώνησε µε ύφος Ζακυνθινού Κόντε. Κατέβηκα γρήγορα τις σκάλες και βρέθηκα σύντοµα στον τόπο πάνω από τα κύµατα. Η φίλη µου ήταν εκεί. Την έπιασα πάλι από το γιακά και βγήκαµε σώοι από το όνειρο.

i

Σηµείωση: Το συγκεκριµένο διήγηµα έχει εκδοθεί σε πολυτονικό σύστηµα.


Underwater mission One, two, three breaths and then I took the dive. I found myself in the boundless ripples of the blue water. Even time stood blue, even my imagination lived in rhythms somehow slower than those of the surface. Thus always begins the tour in the world of silence and by the time I stick my head out above, everything stops talking. Mouths are moving, yet they betray nothing. From time to time a jerky movement breaks the rhythmical sway of the picture. And then again, silence. The situation resembles a photography session from a spying plane. The flight maps everything and the landscape remains unguarded from prying eyes. Even under the visible. The dipping reveals if there is life indeed under the rocks or behind the green hill. There between the two giant stony branches, it was sleeping. At first I believed it was dead. I came so close, and yet it didn’t even move. I thought of touching it, but something dissuaded me from proceeding. Even though I had seen many of them, this one looked like a sea monster under hypnosis and nothing was capable of making it feel. Taking courage I knocked politely on its carapace. There was no response. I began to plan its hauling up from the depths and thoughts were building on reasons why this had to happen. Even though I got tired of speculating on its usages, I concluded that perhaps it is an unnecessary luxury. But how do I leave such loot in the middle of nowhere? I knocked again hoping it is well. More intensely this time. I waited for a while and the miracle happened. Four leather feet and a head peeped out in response to the dead end of the moment after. Therefore no process was needed. Neither I would get tired to get it out on land nor would the sun light the incredibly numerous movements of the small worms


which would feast for entire days, underneath the carapace. The carcass on the shore would not reek strongly and of course my dog wouldn’t take a totemic bath in the decomposition of this life form. I was relieved. The stroll would go on nicely and all the more so I’d be with company. After it looked at me, it made take-off movements and then started to daze me as it was turning indolently around my body. A head almost human in its outline, with a hard bill and huge eyes were preparing me for an underwater mission. I seized the opportunity and off we were. I was holding by the collar a fantastic sea dancer that knew ways and terrific paths. There was also the safety of her knowledge.1 She knew the way well with all details. She knew grasslands, springs that would turn the water ice-cold, seashores and rivers that would pierce the sea bottom. A fascinating tour. Every once in a while she would go up, draw breaths and then again she would go down in the expanse of the depths. It felt beautiful, but something human wouldn’t let myself go in the absoluteness of the moment. Not to know where we are going? What to do there? What is to happen? I wasn’t just a creature in motion, I had thoughts which demanded answers. She stopped on the edge of a standing stony thread where the closer we got, the more it looked like a huge, tremendous, flat earth that would not hide in the waves, even though it rose to sea level. “Island!” I exclaimed. And indeed a while later we bordered on land again.

1

Translator’s note: From this point on , I refer to the sea turtle as ‘’she’’ instead of ‘’ it’’ so as to

underline the new established relationship between the narrator and the sea turtle as his /her dance partner.


Here I excelled. An excellent swimmer the lady was, yet as a walker, clumsy and rather bad. I excused her. The burden, heavy. I tried to lift her up but the weight was not achievable. So we parted. But I followed her look. It was her speech. “Eastwards” she nodded and I followed her urge. I followed the path. After the thickets with the cedars pruned by the wind I found myself in a clearing. Revelation! A tower right in the middle of the ocean. I began to run and I entered almost as an intruder. I looked around. Deserted. A carved two-headed eagle lay alone on the ground. I was careful not to disturb it and climbed up the stone staircase. In front of me three doors were opening up. I didn’t hesitate, I passed through one of them. The space, ample, with long and narrow ironbound windows. Their light was keeping me company. On an episcopal throne sat the king of silence. Around him like suppliants, birds – doves - and a winged woman with enormous claws. I flicked the drop of cold sweat from the forehead. It fell down and immediately was heard like the sound of a bell. From the far end silhouettes with cassocks suddenly appeared and approached the enthroned king. Behind them a pirate with his sword dashed furious into the room. I got scared. The doves fluttered their wings and hid on the roof and the woman vanished from the light. Then the murder took place. A head rolled on the stony ground. More would have happened, had the king not have embraced the murderer. He kissed him and calmed him down and then gave him a seat on the empty pews. “Transformation” said I and the silent king agreed with the look of a Zakynthian Count. I climbed down the stairs quickly and I soon got to the place above the waves. My friend was there. I grabbed her by the collar again and we exited the dream unharmed. Μετάφραση /Translated by Ritsa K. Kroupi



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.