ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
Ταυτότητες Γλώσσα & Λογοτεχνία Βιβλίο περιλήψεων του Διεθνούς Συνεδρίου με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργίας του ΤΕΦ
Επιμέλεια Πολυξένη Συμεωνίδου ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2015
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /2/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /3/
ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
Ταυτότητες Γλώσσα & Λογοτεχνία Βιβλίο περιλήψεων του Διεθνούς Συνεδρίου με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργίας του ΤΕΦ
Επιμέλεια Πολυξένη Συμεωνίδου
ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2015
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /4/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία, Βιβλίο περιλήψεων του Διεθνούς Συνεδρίου με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργίας του ΤΕΦ ISBN: 978-618-5147-50-1 Ιούλιος 2015
Εξώφυλλο, σελιδοποίηση Ηρακλής Λαμπαδαρίου www.lampadariou.eu
Εκδόσεις Σαΐτα Αθανασίου Διάκου 42, 652 01, Καβάλα Τ.: 2510 831856 Κ.: 6977 070729 e-mail: info@saitapublications.gr website: www.saitapublications.gr
Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική χρήση Όχι Παράγωγα έργα 3.0 Ελλάδα Επιτρέπεται σε οποιονδήποτε αναγνώστη η αναπαραγωγή του έργου (ολική, μερική ή περιληπτική, με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο), η διανομή και η παρουσίαση στο κοινό υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: αναφορά της πηγής προέλευσης, μη εμπορική χρήση του έργου. Επίσης, δεν μπορείτε να αλλοιώσετε, να τροποποιήσετε ή να δημιουργήσετε πάνω στο έργο αυτό. Αναλυτικές πληροφορίες για τη συγκεκριμένη άδεια cc, μπορείτε να διαβάσετε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /5/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /6/
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Αθανασοπούλου Μαρία................................................................................................... 13 Ακριτόπουλος Αλέξανδρος.............................................................................................. 15 Αλεξίου Χρίστος ............................................................................................................... 17 Αναγνωστοπούλου Διαμάντη.......................................................................................... 18 Αντωνιάδου Ολυμπία ...................................................................................................... 20 Αρσενίου Ελισάβετ .......................................................................................................... 22 Αρχάκης Αργύρης ............................................................................................................ 24 Βαμβούρη Χριστίνα.......................................................................................................... 26 Βασάκος Παναγιώτης ...................................................................................................... 26 Βαρβούνης Μ. Γ. .............................................................................................................. 27 Βαρελάς Λάμπρος............................................................................................................ 28 Βασιλειάδης Βασίλης ...................................................................................................... 30 Βασιλείου-Seibt Αλεξάνδρα-Κυριακή............................................................................. 32 Βασιλούδη Βασιλική........................................................................................................ 33 Πατρώνα Θεοδώρα.......................................................................................................... 33 Γαβριελάτος Ανδρέας...................................................................................................... 34 Γιαννακού Βασιλική......................................................................................................... 36 Δημοπούλου Βαρβάρα .................................................................................................... 36 Γιωτοπούλου Δήμητρα.................................................................................................... 37 Γκαστή Ελένη ................................................................................................................... 38 Γκίνη Ελένη ...................................................................................................................... 39 Γραβάνης Στέφανος......................................................................................................... 41 Γρηγοροπούλου Μαρίνα ................................................................................................. 43 Δασκαλά Κέλη.................................................................................................................. 45 Δημάση Μαρία.................................................................................................................. 46 Σαχινίδου Παρασκευή...................................................................................................... 46 Δημητρακάκης Γιάννης.................................................................................................... 48 Διαλέτη Ανδρονίκη........................................................................................................... 50 Ζωχιός Σταμάτης.............................................................................................................. 52 Ιακωβίδου Σοφία ............................................................................................................. 54 Ιντζίδης Ευάγγελος, Καραντζόλα Ελένη ........................................................................ 56 Ιωαννίδου Σταυρινή......................................................................................................... 58 Καραβία Τιτίκα ................................................................................................................. 60
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /7/
Καραΐσκου Μαρία ............................................................................................................ 62 Καρπούζου Πέγκυ............................................................................................................ 64 Καστρινάκη Αγγέλα.......................................................................................................... 66 Κέλλα Βασιλική................................................................................................................ 68 Κηπουροπούλου Γεωργία............................................................................................... 70 Κιοσσές Σπύρος ............................................................................................................... 72 Κόλλια Ελένη ................................................................................................................... 74 Κονταλή Αθηνά ................................................................................................................ 76 Κορρέ Ειρήνη ................................................................................................................... 78 Κούγκουλος Θανάσης ..................................................................................................... 80 Κουτσουλέλου Σ.............................................................................................................. 83 Κυριακός Κωνσταντίνος .................................................................................................. 85 Κωνσταντινίδου Μαρία.................................................................................................... 87 Λαουμτζή Σταματία .......................................................................................................... 88 Λέτσιος Βασίλης............................................................................................................... 89 Λίλλη Αυγή....................................................................................................................... 90 Μαθιουδάκης Νίκος ......................................................................................................... 92 Μανίκαρου Μεταξούλα.................................................................................................... 94 Μάνος Ιωάννης ................................................................................................................ 96 Μαντζίλας Δ. .................................................................................................................... 97 Μαρινάκου Ευγενία.......................................................................................................... 99 Μάρκου Αικατερίνη........................................................................................................ 101 Μάρκου Χριστίνα ........................................................................................................... 102 Μαστρογιάννη Άννα....................................................................................................... 104 Μάτος Αναστάσιος ......................................................................................................... 105 Συμεωνίδης Βασίλειος .................................................................................................. 105 Μιχαλόπουλος Ανδρέας ................................................................................................ 108 Μιχαλόπουλος Χαρίλαος............................................................................................... 109 Μορτάκη Σαπφώ............................................................................................................ 110 Μορφακίδης Μόσχος..................................................................................................... 112 Μότσιου Ελένη............................................................................................................... 113 Βαλετόπουλος Φρειδερίκος.......................................................................................... 113 Μπλέσιος Αθανάσιος ..................................................................................................... 115 Ναξίδου Ελεονώρα........................................................................................................ 116
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /8/
Νικολαΐδου Σμαρώ ........................................................................................................ 118 Ντεληγιάννης Ιωάννης .................................................................................................. 120 Οικονομοπούλου Βάσω................................................................................................. 121 Παλαιού Νίνα ................................................................................................................. 123 Παπαγεωργίου Ιωάννα .................................................................................................. 125 Παπαγιάννης Γρηγόριος................................................................................................ 127 Παπαδημητρίου Χριστίνα ............................................................................................. 128 Παπαδογιαννάκη Ελένη................................................................................................. 130 Παπαρούση Μαρίτα ....................................................................................................... 131 Παππάς Βασίλειος.......................................................................................................... 133 Παππάς Φίλιππος........................................................................................................... 135 Πατερίδου Γεωργία ....................................................................................................... 136 Πάτσιου Βίκυ.................................................................................................................. 137 Παύλου Κωστής............................................................................................................. 138 Πιερής Μιχάλης.............................................................................................................. 140 Πλακωτός Γιώργος........................................................................................................ 141 Πολυβίου Ευανθία ......................................................................................................... 143 Ποταμιάνος Νίκος .......................................................................................................... 145 Ρούβαλης Βασίλης ........................................................................................................ 147 Ρουμπής Νίκος............................................................................................................... 148 Ρούσσου Βαρβάρα......................................................................................................... 149 Ρούσσου-Σίνκλαιρ Μαίρη ............................................................................................. 151 Σαββίδου Κατερίνα ........................................................................................................ 153 Σάγγου Άννα................................................................................................................... 155 Σακαλλιέρος Γιώργος.................................................................................................... 157 Σαλτίδου Θεοδώρα, Στάμου Αναστασία....................................................................... 159 Σέργης Μανόλης............................................................................................................ 161 Σέργης Νίκος.................................................................................................................. 163 Σολόβιεβα Αλιόνα.......................................................................................................... 164 Σταυρακοπούλου Σωτηρία............................................................................................ 166 Σταυροπούλου Έρη ....................................................................................................... 167 Στρατίκη Κερασία........................................................................................................... 169 Τζιάτζη Μαρία ................................................................................................................ 170 Τζούνακας Σπυρίδων..................................................................................................... 171
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /9/
Τικτοπούλου Κατερίνα................................................................................................... 173 Τσακανίκα Ελισάβετ....................................................................................................... 175 Τσαπανίδου Αναστασία ................................................................................................. 177 Τσιανίκας Μιχάλης......................................................................................................... 179 Τσοκαλίδου Ρούλα ........................................................................................................ 180 Τσομής Γεώργιος........................................................................................................... 181 Τσοτσορού Αλίκη........................................................................................................... 183 Nemec Maria.................................................................................................................. 183 Χαριζάνης Γεώργιος ...................................................................................................... 185 Χατζηγεωργίου Παναγιώτα ........................................................................................... 186 Χελιδώνη Στέλλα ........................................................................................................... 188 Ψάχου Μαρία ................................................................................................................. 189 Azhar Iqbal Nurul .......................................................................................................... 191 Chernoglazov Dmitry .................................................................................................... 193 De la Nuez Maria Eugenia ............................................................................................ 195 Dinu Tudor ..................................................................................................................... 197 Εhrling Sara ................................................................................................................... 198 Eloeva Fatima................................................................................................................ 200 Gardner Chelsea............................................................................................................ 202 Georgalou Mariza .......................................................................................................... 204 Kakkoufa Nikolas ........................................................................................................... 206 Kalospyros Nicholas...................................................................................................... 208 Karakasis Evangelos ..................................................................................................... 209 Konkyov Zahari Nikolov................................................................................................ 210 Kornarou Eleni............................................................................................................... 212 Kyriakidou Maria ........................................................................................................... 214 Laizans Martins ............................................................................................................. 216 Lams Ojars..................................................................................................................... 217 Masson Marie-Paule...................................................................................................... 219 Mavrelos Nikos .............................................................................................................. 220 Meihuizen Elsa............................................................................................................... 222 Meihuizen Nicholas ....................................................................................................... 223 Moennig Ulrich .............................................................................................................. 224 Morozova Irina............................................................................................................... 226
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /10/
Papadopoulou Ioanna ................................................................................................... 228 Sermamoglou G............................................................................................................. 230 Tejada José Vela ........................................................................................................... 231 Tresorukova Irina V....................................................................................................... 232 Tsakmakis Antonis ........................................................................................................ 233 Zekas Christodoulos...................................................................................................... 235
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /11/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /12/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /13/
‘THAT WILLING SUSPENSION OF DISBELIEF’: ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟ ΚΑΒΑΦΙΚΟ ΈΡΓΟ
Αθανασοπούλου Μαρία Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Θεωρίας της Λογοτεχνίας Τμήμα Θεάτρου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης athanasopoulou@thea.auth.gr
Ξαναπιάνοντας το νήμα από το άρθρο του Γ.Π. Σαββίδη, του 1973: «Ήταν Χριστιανός ο Καβάφης;» (Μικρά Καβαφικά, τ. Α, 1985) και με ενδιάμεσο σταθμό το έργο της Diana Haas, Le Problème religieux dans l’oeuvre de
Cavafy, 1996, σκοπός της προτεινόμενης ανακοίνωσής μου στο επετειακό συνέδριο
του
Τμήματος
Ελληνικής
Φιλολογίας
του
Δημοκρίτειου
Πανεπιστημίου της Θράκης είναι το να διερευνήσει τις μεταιχμιακές θρησκευτικές εμπειρίες που χαρτογραφεί το καβαφικό έργο, με ειδική αναφορά στις οριακές στιγμές της μεταστροφής, «μετάνοιας» ή «πίστης», είτε αυτές αναφέρονται στο χριστιανικό δόγμα, είτε και σε άλλες θρησκείες και δόγματα (όπως η παγανιστική ή η ιουδαϊκή). Στόχος της διερεύνησης να καταδείξει ότι: α) η στιγμή της «πίστης» και η στιγμή της υπόκρισης βρίσκονται ενίοτε σε υπονομευτική εγγύτητα στο καβαφικό έργο (βλ. ενδεικτικά «Μανουήλ Κομνηνός» [1905], «Ο Βασιλεύς Δημήτριος» [1906]) ενώ: β) συχνά το ζήτημα της θρησκευτικής πίστης χρησιμοποιείται ως αλληγορία για την πραγμάτευση
του
θέματος
της
εθνικής νομιμοφροσύνης
ή
«πίστης»
(«Αριστόβουλος» [1916], «Αλέξανδρος Ιαναίος, και Αλεξάνδρα» [1929], κ.ά.) – χωρίς ο ρητορικός αυτός ελιγμός να έχει αναγκαστικά αξιολογικό χαρακτήρα. Με ενδιαφέρει τέλος να εξετάσω τα ποιήματα θρησκευτικής μεταστροφής του Καβάφη σε συνάφεια προς τα γραμματειακά είδη της μεταστροφής της ύστερης αρχαιότητας (βλ. Άννα Κόλτσιου-Νικήτα, Αυτομαρτυρίες μεταστροφής
στη γραμματεία των πρώτων χριστιανικών αιώνων, 2014: 51 κ.ε.), και να διερευνήσω την τυχόν ύπαρξη ενός κοινού τυπικού εκδήλωσης της μεταστροφής στο εν λόγω γραμματειακό σώμα και στα καβαφικά ποιήματα, και
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /14/
τις ερμηνευτικές διαστάσεις της ‘ανακύκλωσης’ του τυπικού αυτού στο καβαφικό έργο. Το προσδοκώμενο συμπέρασμα της περιδιάβασής μου στη διαχείριση του θέματος των θρησκευτικών ταυτοτήτων στον Καβάφη είναι ότι αποτελεί το εστιακό σημείο / την μήτρα της διαχείρισης ενός ευρέως φάσματος ταυτοτικών ζητημάτων που απασχολούν το έργο του, είτε αυτά αφορούν στη δημόσια σφαίρα του «πολίτη» και του έθνους, είτε στην ιδιωτική σφαίρα του [ερωτικού] «εαυτού». Υπό την έννοια αυτή, το κειμενικό σώμα «Καβάφης» μπορεί να αποτελέσει ιδεώδες πεδίο μελέτης πολιτισμικών πρακτικών και νοοτροπιών και για την μετανεωτερική περίοδο του μεταεθνικού.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /15/
ΟΙ ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΩΝ ΣΤΗ ΜΥΘΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΡΕΑΣ ΓΑΛΑΝΑΚΗ
Ακριτόπουλος Αλέξανδρος Παιδαγωγική Σχολή Π.Δ.Μ. aakritop@uowm.gr
Η άποψη ότι οι «χαρακτήρες» αποτελούν την «πρωταρχή της μυθοπλασίας» στο μυθιστορηματικό έργο της Ρέας Γαλανάκη διαπιστώνεται ακόμα και από τους τίτλους των πρώτων της μυθιστορημάτων της, της λεγόμενης τριλογίας, οι οποίοι φέρουν άπαντες το όνομα του πρωταγωνιστή ήρωα: Ο βίος του
Ισμαήλ Φερίκ Πασά, Spina nel cuore (1989), Θα υπογράφω Λουί (1993), Ελένη ή ο Κανένας (1998). Όμως, καθώς το έργο εξελίσσεται, πάλι η γραφή της διαγράφει τους χαρακτήρες σχεδόν με τον ίδιο τρόπο, είτε πρόκειται για τη μέθοδο της «ιστοριογραφικής μυθοπλασίας», όπως στα παραπάνω έργα και ακόμη στο Ο Αιώνας των Λαβυρίνθων (2002), είτε της «μυθογραφικής μυθοπλασίας», όπως το Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα (2009). Το ενδιαφέρον του μυθιστορηματικού χαρακτήρα προκύπτει από τη συνθετότητα των στοιχείων ταυτότητας/ετερότητας που την προσδιορίζουν: στοιχεία εθνικά, φυλετικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, πολιτικά. Η πολλαπλότητα της ταυτότητας του ήρωα εγγράφεται με την εκφορά της στο κείμενο και στο εσωτερικό της αφήγησης κατά τη μυθοπλασία, κυρίως εξαιτίας των οριακών ιστορικών καταστάσεων μέσα από τις οποίες αναδύεται, διαμορφώνεται και εξελίσσεται ο χαρακτήρας ως δημιουργημένη από τη συγγραφέα ύπαρξη δίνοντας ταυτόχρονα ώθηση και στην πλοκή της ιστορίας. Η έρευνά μας αποσκοπεί να αναδείξει τις πολλαπλές ταυτότητες που χαρακτηρίζουν τους ήρωες μέσα από τους αφηγηματικούς μηχανισμούς παραγωγής νοήματος στο έργο της Κρητικής συγγραφέως. Έχει ως άμεσο στόχο να ανιχνεύσει την εσωτερική διαλεκτική τους, που εντυπώνεται με αντιθέσεις σε σημειολογικό και συμβολικό επίπεδο μέσα στο κείμενο, σε όλο το μάκρος της αφήγησης από την αρχή έως το τέλος της ιστορίας κάθε έργου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /16/
Η συγγραφέας, μέσα από μια φανταστική αφήγηση «ιστοριογραφικής μυθοπλασίας», δημιουργεί «υπαρκτούς» κόσμους και ήρωες που αναπνέουν, ζουν
και
πεθαίνουν
σε
διάφορα
πολυπολιτισμικά
περιβάλλοντα.
Η
συλλογικότητα των ανθρώπων και η ιστορία των πολιτισμών και των λαών, επομένως, είναι πάντοτε το πλαίσιο της αφήγησης (αφηγηματικότητα) μέσα στο οποίο οι χαρακτήρες αυτοί διαγράφονται σε εθνικό, φυλετικό, θρησκευτικό, τοπικό, επίπεδο (αφήγηση) : Έλληνες, Κρητικοί, Βενετοί, Τούρκοι, Αιγύπτιοι, Αλβανοί, Ιταλοί, Εβραίοι, Οθωμανοί Αρβανίτες, Τουρκοκρητικοί, Παλαιοελλαδίτες, χριστιανοί,
Ελληνοεβραίοι,
μουσουλμάνοι,
εξισλαμισθέντες
Έλληνες,
Τουρκεμένοι,
ορθόδοξοι, Αρβανίτες,
και
άλλοι
καθολικοί,
κρυπτοχριστιανοί,
Ευρωπαίοι,
προτεστάντες, δυτικότροποι,
ιερωμένοι, λαϊκοί, πατριάρχες, οι με την κοινωνιολογική σημασία στο θεσμό της οικογένειας μεγάλοι σε ηλικία άνδρες, συνυπάρχουν και διαμορφώνουν μυθιστορηματικούς κόσμους της συγγραφέως. Άνθρωποι κάθε ιδεολογίας και ιδεοληψίας, βενιζελικοί, αντιβενιζελικοί, βασιλικοί, αντάρτες, συμμορίτες, αριστεροί,
αντισημίτες,
αντιευρωπαϊστές,
αυτονομιστές,
ξενομερίτες,
αιμομίκτες, φονιάδες, εκτελεστές, αυτόχειρες, προκαταληπτικοί, συνθέτουν ένα απέραντο μωσαϊκό ταυτοτήτων στον ρου της ιστορίας του 19ου και του 20ού αιώνα. Ο αναγνώστης, μέσα από «δαιδαλώδεις» αναζητήσεις των κειμενικά εκφερόμενων ηρώων, προσλαμβάνει τη «λαβυρινθώδη» κατάσταση των ιδεών και της δράσης του κόσμου τους. Διαφορετικά ειπωμένο: στο κείμενο ο αναγνώστης αποκωδικοποιεί τη σημειολογική, συμβολική και ιδεολογική τους διαμόρφωση, που διαλεκτικά κινεί σκέψη, δράση και συναισθήματα των ηρώων και μαζί με αυτά την πλοκή κάθε ιστορίας, πάντοτε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της ανθρώπινης κατάστασης και του πολιτισμού του.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /17/
ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ
Αλεξίου Χρίστος Τ. καθηγητής Πανεπιστημίου Birmingham estavrop@phil.uoa.gr
Με διάφορους τρόπους έχει ειπωθεί πως ο Κ. Παλαμάς είναι ποιητής αντιφατικός. Ο ίδιος στην Ποιητική του έχει πει: «Έχω τη συνείδηση πως ένας δεν είμαι. Είμαι όχι με το, αλλά με τα εγώ μου. Το πρόσωπό μου συχνοβάζει προσωπίδες και κάτου απ’ αυτές το παίξιμό μου ερμηνεύει, όμως με την αλήθεια της καλλιτεχνικής συνείδησης, χαρακτήρες, πάθη, γεγονότα. Το εγώ πολυσύνθετο, και ό,τι εσείς φαντάζεσθε ανειλικρίνεια, δεν είναι παρά τρόπος για να πολλαπλασιάσουμε το είναι μας. Μπορεί να μην είμαι κάποτε άνθρωπος των ίδιων μου αισθημάτων. Αντιπροσωπεύω ανθρώπους.» Ο σκοπός μου στην ανακοίνωση αυτή είναι να δείξω πως οι αντιφάσεις του Παλαμά, που είναι διακριτές και αναμφίβολες, είναι επιφανειακές, και πως στο βάθος τους συνιστούν την ενιαία ταυτότητα ενός «ποιητή του καιρού του και του γένους του», όπως είπε πάλι ο ίδιος για τον εαυτό του στον Πρόλογο του Δωδεκάλογου του Γύφτου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /18/
ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΥΤΑ ΣΕ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ
Αναγνωστοπούλου Διαμάντη Πανεπιστήμιο Αιγαίου anagnost@rhodes.aegean.gr
Είναι γνωστό ότι η ταυτότητα δομείται από την ετερότητα. Το Εγώ εκτίθεται στο βλέμμα του Άλλου για να συγκροτηθεί ως ταυτότητα. Επομένως, η εσωτερικότητα του προσώπου, και εν προκειμένω του μυθιστορηματικού προσώπου, γίνεται ο χώρος συνάντησης και επικοινωνίας με τον Άλλο αλλά και ο καθρέφτης μέσα στον οποίο το μυθιστορηματικό πρόσωπο δεν βλέπει μόνο το πρόσωπο του άλλου αλλά και το δικό του. Η λογοτεχνία μέσα από τη μυθοπλασία και την αναπαράσταση δρομολογεί εικόνες της ετερότητας, μέσα από τις οποίες αρθρώνει και χτίζει όψεις της ταυτότητας. Μέσα από αυτές τις αναπαραστάσεις στο εσωτερικό των κειμένων διακρίνουμε πώς γράφεται, περιγράφεται και σημασιοδοτείται ο εαυτός και ο Άλλος, μέσα από τις διαδικασίες της συμβολοποίησης, της μεταφοράς και της μετωνυμίας. Δεδομένου ότι η λογοτεχνία «σκέφτεται» αλλά και ερμηνεύει τον κόσμο, βλέπουμε πώς μέσα από αυτές τις αναπαραστάσεις αποδίδεται και ερμηνεύεται η γυναικεία στάση στην κοινωνία της κρίσης. Ανιχνεύουμε πώς οι γυναικείοι χαρακτήρες βλέπουν τον κόσμο, την κοινωνία και την κρίση της, τις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις μέσα σ’ αυτήν. Η παρούσα μελέτη θα εστιάσει σε σύγχρονα ελληνικά μυθιστορήματα στα οποία η πρόσφατη κοινωνική και οικονομική κρίση λειτουργεί ως φόντο αλλά και καταλυτικά για τους χαρακτήρες, έτσι ώστε το αφηγηματικό νήμα να υφαίνει τους όρους μιας γενικότερης προβληματικής. Θα επιχειρήσουμε να δούμε τον τρόπο με τον οποίο, μέσα από το πρίσμα της μυθοπλασίας, οι συγγραφείς χειρίζονται τις γυναικείες στάσεις, μέσα από τις σχέσεις πραγματικότητας και αναπαράστασης, κοινωνικής πραγματικότητας και μυθοπλασίας, κοινωνικής και έμφυλης διαφοράς. Θα μελετήσουμε με ποιες αφηγηματικές τεχνικές η μυθιστορηματική
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /19/
γραφή υφαίνει το φαντασιακό με το συμβολικό, το πραγματικό με το μυθοπλαστικό δημιουργώντας ακέραιες μυθοπλαστικές γυναικείες ταυτότητες που διαχειρίζονται την κρίση, με κλωστές από διαφορετικά νήματα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /20/
ΓΑΛΛΟΣ ΓΕΝΝΙΕΣΑΙ ΄Η ΓΙΝΕΣΑΙ; ΔΙΕΚΔΙΚΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ CHAHDORTT DJAVANN
Αντωνιάδου Ολυμπία Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο olympia.antoniadou@gmail.com
Η απεδαφοποίηση της ταυτότητας έχει καταστήσει το ερώτημα του Clifford (1988) ερώτημα-κλειδί για την πρόσφατη ανθρωπολογική έρευνα: «Τι σημαίνει στο τέλος του 20ού αιώνα να μιλά κανείς για «πάτρια γη»; Ποιες διαδικασίες, αντί για οντότητες, εμπλέκονται στις παρούσες εμπειρίες της πολιτισμικής ταυτότητας; Τέτοια ερωτήματα φαίνεται να αποκτούν ειδικό χαρακτήρα, όταν όλο και περισσότεροι από εμάς ζούμε σε αυτό που ο Said (1979) αποκάλεσε «μια γενικευμένη συνθήκη απατρίας», σε έναν κόσμο όπου οι ταυτότητες
γίνονται
όλο
και
πιο
απεδαφοποιημένες,
τουλάχιστον
διαφορετικά εδαφοποιημένες. Συγγραφείς που, έχοντας ξεπεράσει τις τραυματικές
εμπειρίες
της εξορίας,
καταλήγουν
στη δημιουργία ενός
εσωτερικού επαναπατρισμού, ενός ασφαλούς χώρου όπου, επιχειρώντας να ενταχθούν σε μια νέα ανθρωπογεωγραφία, συμφιλιώνονται με τη νέα πατρίδα μέσω της γραφής, και πλάθουν, έτσι, έναν νέο χώρο έντασης και δημιουργίας (Homi Bhabha, 1994), έναν χώρο μεταβατικό όπου τα ταξίδια της μνήμης, το παρόν και το παρελθόν συνυπάρχουν. Η Chahdortt Djavann, ιρανικής καταγωγής, ανήκοντας στους αντιφρονούντες της ισλαμικής δημοκρατίας του Χομεϊνί, φθάνει στο Παρίσι το 1993, δίχως να γνωρίζει ούτε μία γαλλική λέξη. Αυτοδίδακτη, πραγματοποιεί σπουδές στην ψυχολογία και την ανθρωπολογία, κάνει μια απόπειρα αυτοκτονίας και τελικά αφοσιώνεται στη συγγραφή. Στα έργα της, μια γυναίκα βρίσκεται ανάμεσα σε δύο χώρες, σε δύο γλώσσες, με τη μνήμη να επιμένει όσο και η ζωή. Το μυθιστόρημά της «Comment peut-on être français?» βρίθει αυτοβιογραφικών στοιχείων και αποτελεί τη δραματική καταγραφή της εμπειρίας του ξεριζωμού, της πολιτικής αυτοεξορίας, της επαφής με τη γλώσσα του Άλλου και της ετερότητας, αποτελώντας σημείο
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /21/
εκκίνησης για έναν ουσιαστικά διαπολιτισμικό διάλογο. Η πολιτισμική ένταξη στη χώρα υποδοχής καθίσταται προβληματική, με το πέρασμα του χρόνου, μοιραία, επέρχεται η βαθμιαία απώλεια της κουλτούρας καταγωγής και πολιτισμικής ταυτότητας καθώς και η απόρριψη συγκεκριμένων πολιτισμικών κανόνων και προτύπων (από-πολιτισμός - déculturation). Η συγγραφέας επιχειρεί να βιώσει θετικά την διαμονή στον τόπο του Άλλου, να εναρμονιστεί με τις τοπικές πολιτισμικές συνθήκες συμπεριφοράς, να αποκτήσει σταδιακά μια νέα κουλτούρα και προσαρμοστεί σε αυτήν με την οποία έρχεται σε επαφή (επι-πολιτισμός - acculturation). Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η συγγραφέας αποκτά έναν νέο κώδικα, χωρίς να απωλέσει τον παλιό, αν «ζει» σ’έναν «ιδιαίτερο χώρο», ταυτοχρόνως έξω και μέσα: ξένος «στον τόπο του» και στον τόπο του «στο εξωτερικό» (δια-πολιτισμός - trans-culturation) (Constant, 2000).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /22/
ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΗΣ ΑΠΕΙΡΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΝΑΝΟ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗ
Αρσενίου Ελισάβετ Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. elissavetar@gmail.com
Ο Νάνος Βαλαωρίτης είναι ένας από τους πιο παραγωγικούς σύγχρονους συγγραφείς μας: η δημιουργική του ζωή εξελίσσεται σε έναν σχεδόν αιώνα και εξακολουθεί έως σήμερα να διαγράφεται διανύοντας έξι δημιουργικές περιόδους (Α. 1921-44 Η πρώτη ελληνική περίοδος, Β. 1944-53: Η περίοδος του Λονδίνου, Γ. 1954-60 Η περίοδος του Παρισιού, Δ. 1960-1967 Η δεύτερη ελληνική περίοδος, Ε. 1968-2004 Η αμερικάνικη περίοδος, ΣΤ. 2004-σήμερα Η Τρίτη ελληνική περίοδος). Στην παρουσίαση αυτή θα επικεντρωθώ στην ταυτότητα του εαυτού, της γλώσσας και της εθνικότητας, όπως αυτή αναπτύσσεται στα κείμενα του Νάνου Βαλαωρίτη. Όπως φαίνεται από τις τροποποιήσεις του συγγραφικού εγώ εντός των κειμένων του Νάνου Βαλαωρίτη (από τον ανώνυμο συγγραφέα της μυθιστοριογραφίας του που διαθέτει μία πολυώνυμη υπόσταση, στην άρση της αντίθεσης ατομικού και συλλογικού, έως την υπονόμευση του λυρισμού, στις μεταμορφώσεις και την πολλαπλότητα του ποιητικού υποκειμένου) η γραφή του υπονομεύει το ιδανικό της παρουσίας, εισάγοντας έναν ξένο απρόσωπο μεσάζοντα, μία κρυφή σκιά μεταξύ του σκοπού και της σημασίας, της προφοράς και της κατανόησης. Έτσι η συγγραφική μονομέρεια και σταθερότητα θυσιάζονται στις φαντασιοπληξίες και ιδιοτροπίες της κειμενικής διασποράς. Μέσω της ανατροπής της αυθεντίας του υποκειμένου η γραφή προηγείται του λόγου και γίνεται ένα ελεύθερο παιχνίδι
αναποφασιστικότητας
μέσα
σε
κάθε
σύστημα
λογοτεχνικής
επικοινωνίας πραγματοποιώντας έναν ατέλειωτο εκτοπισμό σημασίας. Το υποκείμενο της γραφής του Βαλαωρίτη θα διερευνήσω με βάση τις απόψεις των Whitehead1 και Deleuze2 για την διαμόρφωση μίας άπειρης 1
Process and Reality. An Essay in Cosmology, Gifford Lectures Delivered in the University of Edinburgh During the Session 1927–1928, Macmillan, New York, Cambridge University Press, Cambridge UK, 1929.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /23/
ταυτότητας με διπλή κατεύθυνση μελλοντική και παρελθοντική, πολλή και λίγη, παθητική και ενεργητική, αιτιακή και αποτελεσματική. Το παράδοξο της ταυτότητας αυτής έγκειται στο γεγονός ότι ίδια η γλώσσα υπερβαίνει τα όρια και τα αποκαθιστά σε μία ατέρμονη εξισορρόπηση ενός χωρίς όρια γίγνεσθαι με αποτέλεσμα την απώλεια (αντιστροφή) του ονόματος. Το αναγνωρίσιμο σταθερό όνομα ταυτίζεται με την βεβαιότητα της γνώσης. Όταν όμως το όνομα παρασύρεται από τα ρήματα του γίγνεσθαι και γλιστράει στην γλώσσα των συμβάντων τότε όλη η ταυτότητα χάνεται μέσα στα ονόματα που ορίζουν όχι παύσεις (ουσιαστικά και επίθετα) αλλά κατ’ ουσίαν κινήσεις (μέσω απαρεμφάτων). Η προσωπική αβεβαιότητα είναι μια αντικειμενική δομή του «συμβάντος καθαυτού», στο βαθμό που κινείται σε δύο κατευθύνσεις ταυτόχρονα, και στο βαθμό που κατακερματίζει το υποκείμενο ακολουθώντας αυτή την διπλή κατεύθυνση με σκοπό την σύλληψη του Νέου. Το «συμβάν», εκτός από την επέκταση, την ένταση και την εμφάνιση των αιώνιων
αντικειμένων, δημιουργεί την σύλληψη του Νέου, που περιλαμβάνει την μορφή, (όπου το δεδομένο διπλώνει στο υποκείμενο καθώς το όνομα κρύβει απαρέμφατο, απρόσωπο, προ-ατομικό και κενό), τον στόχο (μεταβατικότητα), την
ικανοποίηση
(παραγωγή
του
Nέου,
δυνατότητα
αναπαραγωγής
ομοιωμάτων, «αντι-υλοποίηση»), και εξηγώντας έτσι την διαδικασία του ασυνειδήτου και του χιούμορ αλλά και της «απεδαφοποίησης» της πατρίδας (ως Νέας και Αρχαίας Ελλάδας).
2
Différence et Répétition, Presse Universitaires de France, 1968, Logique du sens, Les éditions de minuit, 1969, Le pli - Leibniz et le baroque, Les éditions de minuit, 1988.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /24/
ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ: EΝΑ ΤΕΤΡΑΜΕΡΕΣ ΜΟΝΤΕΛΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΥΣ
Αρχάκης Αργύρης Πανεπιστήμιο Πατρών archakis@upatras.gr
Η αφήγηση, ως κειμενικός τρόπος αναπαράστασης διαδοχικών γεγονότων μέσα από μια αξιολογική προοπτική, αναγνωρίζεται από πολλούς ερευνητές «ως πρωταρχικό ή θεμελιακό κειμενικό είδος» (Γεωργακοπούλου 2006: 33). Η πρόσφατη έρευνα έχει επιπλέον αναδείξει την αφήγηση ως τον κατεξοχήν ‘τόπο’ κατασκευής ταυτοτήτων (De Fina 2003). Στην ανακοίνωση αυτή προτείνουμε μια ενδεικτική ταξινόμηση των ποικίλων αφηγηματικών (υπο)ειδών που εντοπίζονται στο σύμπαν του λόγου επισημαίνοντας και αναλύοντας τόσο τα κειμενικά και δομικά χαρακτηριστικά τους όσο και τις λειτουργικές
δυνατότητες
ταυτοτήτων
των
αξιοποίησής
αφηγητών.
τους
για την
Λαμβάνοντας
υπόψη
κατασκευή την
των
σύγχρονη
αφηγηματολογική βιβλιογραφία επισημαίνουμε ότι σημαντικό ρόλο για την στροφή του ερευνητικού ενδιαφέροντος από τις ‘μεγάλες’ αυτοβιογραφικές στις ‘μικρές’ αποσπασματικές αφηγήσεις παίζει η επανεκτίμηση του ρόλου του συνομιλητή
και,
γενικότερα,
η
δυνατότητα
διεπίδρασης
μεταξύ
των
συμμετεχόντων κατά την εκτύλιξη του αφηγηματικού γεγονότος (Benwell & Stokoe
2006,
Bamberg 2007,
De
Fina
& Georgakopoulou
2012).
Συνεκτιμώντας, επιπλέον, την επίδραση του καναλιού πραγμάτωσης της αφήγησης, προχωρούμε στη διαμόρφωση ενός τετραμερούς σχήματος που προκύπτει αν ένα κάθετο συνεχές μεταξύ προφορικότητας και γραπτότητας τμηθεί οριζόντια από το αντίστοιχο που προκύπτει από τα πολικά σημεία της διαλογικότητας και της μονολογικότητας (Πολίτης 2001). Στα τέσσερα τμήματα που προκύπτουν και χαρτογραφούν το σύμπαν του λόγου, εντάσσουμε και συζητούμε αφηγηματικά είδη όπως η μονολογική αυτοβιογραφική αφήγηση (Labov 1972), η συνομιλιακή αφήγηση παρελθοντικών ή μελλοντικών γεγονότων
(Norrick
2000,
Georgakopoulou
2007),
το
ηλεκτρονικό
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /25/
ειδησεογραφικό δελτίο που παρέχει δυνατότητες σχολιασμού του (Jucker 2010) και το έντυπο ειδησεογραφικό άρθρο (Bell 1991). Υποστηρίζουμε, τέλος, ότι σε διεπιδραστικά περιβάλλοντα οι συμμετρικές και οικείες σχέσεις μεταξύ των συνομιλητών παρέχουν τη δυνατότητα κατασκευής συλλογικών ταυτοτήτων. Αντίθετα, όταν οι σχέσεις των συνομιλητών σε μονολογικά περιβάλλοντα είναι ασύμμετρες και η κοινωνική απόσταση μεταξύ τους μεγάλη,
οι
τοποθετήσεις
και,
συνακόλουθα,
οι
ταυτότητες
που
κατασκευάζονται τείνουν κυρίως –αλλά όχι αναγκαστικά– να είναι ατομικές.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /26/
ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΕΜΦΥΛΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
Βαμβούρη Χριστίνα
Βασάκος Παναγιώτης
Σχ. Σύμβουλος Φιλολόγων Δράμας
Εκπαιδευτικός Φιλόλογος
Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας
Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας
Εκπαίδευσης Δράμας
Εκπαίδευσης Δράμας
christinavamvouri@gmail.com
pvasakos@gmail.com
Το σχολείο ως χώρος στον οποίο τα παιδιά περνούν πολύ χρόνο καθημερινά παίζει σημαίνοντα ρόλο στη διαμόρφωση ταυτοτήτων, τόσο εθνικών, φυλετικών, θρησκευτικών και κοινωνικών, όσο και έμφυλων. Ειδικότερα, η Λογοτεχνία, μέσα από τα διδασκόμενα έργα που περιλαμβάνονται στα σχολικά βιβλία, είναι το κατ’ εξοχήν μάθημα μέσω του οποίου μπορούν τα παιδιά να διαμορφώσουν την άποψή τους για τις έμφυλες ταυτότητες και, κατ’ επέκταση την εικόνα την οποία, στο μέλλον, θα υιοθετήσουν για τον κόσμο. Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εικόνας του κόσμου και ειδικότερα του άλλου φύλου παίζουν οι διδακτικές μέθοδοι που χρησιμοποιεί ο/η διδάσκων/ουσα, αλλά και οι προσωπικές του απόψεις. Η
έρευνά
μας
θα
επικεντρωθεί
στον
τρόπο
με
τον
οποίο
διαμορφώνονται οι έμφυλες ταυτότητες στην κρίσιμη για την προσωπικότητα του ανθρώπου εφηβική ηλικία των δεκαπεντάχρονων μαθητών της Γ΄ Γυμνασίου. Μέσα από συγκεκριμένα κείμενα του σχολικού εγχειριδίου θα μελετηθούν, τόσο τα μηνύματα που τα διαπνέουν ως προς τις κοινωνικές ταυτότητες, όσο και ή επίδρασή τους στα παιδιά. Η έρευνα θα στηριχθεί σε ερωτηματολόγιο και σε φύλλα αξιολόγησης που θα απαντήσουν οι μαθητές/τριες.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /27/
ΝΗΣΙΩΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΝΕΩΤΕΡΙΣΜΟ: ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ Κ. Ι. ΚΑΛΑΤΖΗ
Βαρβούνης Μ. Γ. Καθηγητής Λαογραφίας Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας Δ.Π.Θ. mvarv@otenet.gr
Στην ανακοίνωση αυτή εξετάζεται η σύγχρονη πολιτισμική ταυτότητα της Σάμου, όπως αυτή διαγράφεται μέσα από το έργο του πεζογράφου Κ. Ι. Καλατζή. Ειδικότερα μελετώνται οι αναφορές του Καλατζή στην μεταπολεμική διαχείριση του λαϊκού πολιτισμού του νησιού, και απέναντι στην πρόσληψη της τεχνολογίας, στον τουρισμό και στην εισαγωγή νέων κοινωνικών αξιών και πολιτισμικών προτύπων. Στα μυθιστορήματα και τα διηγήματα του Καλατζή, η σύγκρουση αυτή ανάμεσα στο παλιό και στο καινούργιο έχει κεντρική θέση, και με τον τρόπο αυτό τα κείμενά του αποτυπώνουν τόσο τη σύγκρουση παράδοσης και νεωτερικότητας, όσο και τις απόψεις των διαφόρων γενεών πάνω στο ζήτημα, αλλά και τις συμπεριφορές με τις οποίες σχηματοποιούν και εκφράζουν αυτές τις αντιλήψεις και τις συνακόλουθές τους νοοτροπίες. Γι’ αυτό και το λογοτεχνικό έργο του αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση σύγκρουσης ανάμεσα στο «παλιό» και το «νέο», αντιπαράθεσης αλλά και τελικής σύνθεσης του παραδοσιακού με το νεωτερικό, και υπό την έννοια αυτή εκφράζει και αποτυπώνει με λογοτεχνικό τρόπο τις διαδικασίες διαμόρφωσης, τις εσωτερικές αντιθέσεις και τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου λαϊκού πολιτισμού της Σάμου, άρα την σημερινή πολιτισμική ταυτότητα των κατοίκων του νησιού.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /28/
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ: Ο ΠΑΡ’ ΟΛΙΓΟΝ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΣΚΙΠΗ ΚΑΙ ΤΑ CARMINA VAGI (1902)
Βαρελάς Λάμπρος Επίκουρος Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας Τμήμα Φιλολογίας Α.Π.Θ. lambrosvar@yahoo.gr
Στην προτεινόμενη ανακοίνωση θα παρουσιαστεί η περίπτωση του Ηλία Κουλουβάτου (1881-1933), ενός διανοητικά διασαλευμένου λογοτέχνη (ποιητή και θεατρικού συγγραφέα), ο οποίος είναι σχετικά γνωστός λόγω της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του Σωτήρη Σκίπη στις 4.6.1914 (τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε σοβαρά, ο Σκίπης επέζησε, ενώ ο Κουλουβάτος
δικάστηκε
και
αθωώθηκε
τον
επόμενο
χρόνο
«λόγω
ακαταλογίστου»). Πριν όμως από αυτό το θλιβερό συμβάν (που αποτέλεσε την αφορμή για να γράψει ο Παλαμάς ένα ακόμη λαμπρό άρθρο -«Το τέλος των ποιητών»- για τους δολοφονημένους και αυτόχειρες λογοτέχνες και τους πρόωρα αποδημήσαντες) ο Κουλουβάτος είχε ταράξει τα λογοτεχνικά ύδατα με το μακροσκελές ποίημά του (1.145 στίχοι) Carmina Vagi (1902). Το βιβλίο εμφανιζόταν ως να είχε τυπωθεί στη Ρώμη με τη σύμπραξη ξένων ελληνιστών φιλολόγων, στο οποίο δήθεν αναδημοσιευόταν ένα παλιό χειρόγραφο, που κατέγραφε τα τραγούδια που τραγουδούσε στα πανηγύρια ο βοσκός Βάγγος, και που είχε μεγάλο διάδοση στην ορεινή Ελλάδα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Έτσι, ανώνυμα και ψευδώνυμα, παρουσιασμένα Τα τραγούδια
του Βάγγου τράβηξαν την προσοχή των εφημερίδων και κυρίως της Ακρόπολης του Βλάση Γαβριηλίδη, η οποία και τα αναδημοσίευσε παρασυρόμενη από τα παιχνίδια λογοτεχνικής ταυτότητας του Κουλουβάτου, μέχρι ο Κωστής Παλαμάς να εκφράσει τις ενστάσεις του και ο ίδιος ο Κουλουβάτος να αποκαλύψει την απάτη που είχε υφάνει. Τα συγκεκριμένα τραγούδια, παρουσιασμένα ως ο «Νέος Όσσιαν» της νεοελληνικής μούσας, αξίζουν να ερευνηθούν και για τη λογοτεχνική ταυτότητα που ενδύεται ο Κουλουβάτος αλλά και για την πλάνη των
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /29/
εφημερίδων και των κριτικών στην τραυματισμένη από την ήττα του 1897 Ελλάδα, που αναζητά αγωνιωδώς τον νέο καλλιτεχνικό Μεσσία της.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /30/
ΟΙ «ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ» ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ
Βασιλειάδης Βασίλης Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας vasvasilid@gmail.com
Η εισήγηση διερευνά το πεδίο της αυτοβιογράφησης των γυναικών στον ελληνικό 19ο αιώνα. Δεν εστιάζεται στις εμβληματικές περιπτώσεις της Ελισάβετ Μουτζά-Μαρτινέγκου και της Πηνελόπης Δέλτα, τοποθετημένες στην έναρξη και το τέλος του αιώνα. Αναζητά, στο μεσοδιάστημά τους, τις «κρυμμένες» αυτοβιογραφίες γυναικών. Θα μπορούσαν οι γυναίκες που το επιθυμούσαν να συντάξουν ένα αυτοβιογραφικό κείμενο με το κύρος που μια τυπική (ανδρική) αυτοβιογραφία διαθέτει; Λόγιες γυναίκες της εποχής που αποθαρρύνονται να αρθρώσουν λόγο για τον εαυτό τους, να συντάξουν μια αυτοβιογραφία τους, σύμφωνα με τα τυπικά γνωρίσματα του είδους, καταφεύγουν σε πλάγιες οδούς και διοχετεύουν εκεί την ανάγκη να μιλήσουν για
τον
εαυτό
τους.
Η
παρούσα
εισήγηση
χαρτογραφεί
αυτό
τον
συγκαλυμμένο αυτοβιογραφικό λόγο. Εξετάζει τη δημιουργία «μεικτών ειδών», όπως οι αφηγήσεις για δημόσια συγγενικά πρόσωπα ή χρονικάμαρτυρίες για γεγονότα ή συμβάντα, μέσα από τα οποία κυκλοφορεί ο αυτοβιογραφικός λόγος των γυναικών συγγραφέων τους. Η εισήγηση δεν αποβλέπει τόσο σε μια πανοραμική και συνοπτική αναφορά γραμματολογικού τύπου όσο στη διατύπωση ερωτημάτων για τη μελέτη του υλικού αυτού, το οποίο ως λανθάνων αυτοβιογραφικός λόγος ενσωματώνεται σε τεχνικές αφήγησης άλλων ειδών γραφής του εγώ. Ποιος μιλά στα κείμενα αυτά των γυναικών και για λογαριασμό τίνος; Πώς μεταμφιέζεται η αυτοβιογραφική συνθήκη σε ένα κείμενο που αυτοσυστήνεται ως μαρτυρία π.χ. και το οποίο αναφέρεται σε συμβάντα της δημόσιας σφαίρας; Πώς κατοχυρώνει κανείς το δικαίωμα να μιλήσει για τον εαυτό του όταν ο εαυτός δεν είναι πολιτικός ή στρατιωτικός άνδρας; Ποια προσωπική «αλήθεια» μπορεί να επικαλεστεί; Κατά πόσο μπορεί να διεκδικήσει για τον εαυτό του έναν βαθμό αντικειμενικής θεώρησης της ζωής; Και, κυρίως, αυτού του είδους οι απαγορεύσεις τι μείξεις
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /31/
λόγων επιφέρουν; Πώς το εγώ αφηγείται τον εαυτό του σε άλλο πρόσωπο και με άλλα προσωπεία; Πώς υφίσταται, πάσχει ή ριψοκινδυνεύει αφηγηματικά μια ταυτότητα που δεν της επιτρέπεται να αυτοπροσδιοριστεί;
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /32/
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΥΡΙΩΣ ΒΑΣΕΙ ΣΦΡΑΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
Βασιλείου-Seibt Αλεξάνδρα-Κυριακή Österreichische Akademie der Wissenschaften, Institut für Mittelalterforschung, Abteilung Byzanzforschung alexandra.wassiliou@oeaw.ac.at
Τα βυζαντινά μολυβδόβουλλα αποτελούν πρωτογενή πηγή για την μελέτη της βυζαντινής αριστοκρατίας και την σύστασή της, διότι το περιεχόμενό τους επικεντρώνεται στα στοιχεία των κατόχων τους (όνομα, τίτλοι, αξιώματα). Εξέχουσας σημασίας για προσωπογραφικές έρευνες χαίρουν οι σφραγίδες με έμμετρες επιγραφές, ιδίως όταν το περιεχόμενό τους αναφέρεται λεπτομερώς στην καταγωγή των κατόχων τους και τη σύζευξη του προσώπου τους με επιφανείς οικογένειες ή προσωπικότητες της βυζαντινής αριστοκρατίας. Ελάχιστος είναι ο αριθμός των σφραγίδων που ανήκουν ή αναφέρονται σε γυναίκες της βυζαντινής αριστοκρατίας. Ωστόσο η συμβολή τους στην ιστορική έρευνα του προσώπου της βυζαντινής αριστοκράτισσας είναι πρωταρχική, διότι πρόκειται για την κατεξοχήν αυτοπαρουσίαση της τελευταίας. Η προβολή του προσώπου της εστιάζεται κυρίως στην καταγωγή της και την κοινωνική θέση του συζύγου, του αδελφού ή του πατρός της και κατ’ εξαίρεσιν στην ίδια ή σε άλλη γυναικεία συγγενική μορφή. Η χρήση ποικίλων ρητορικών σχημάτων στην γλωσσική διατύπωση του περιεχομένου των επιγραφών τους εκφράζει την υψηλή μόρφωσή τους. Ο εικονογραφικός τύπος των μολυβδοβούλλων τους συνδέεται σπάνια με αυτόν του συζύγου τους. Μοναδικές στο είδος τους είναι οι σφραγίδες που παρουσιάζουν για ιδεολογικούς λόγους τις κατόχους τους σε μορφή πορτραίτου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /33/
ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΧΑΒΙΑΡΑ ΌΤΑΝ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ
ΤΡΑΓΟΥΔΑ ΚΑΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
Βασιλούδη Βασιλική
Πατρώνα Θεοδώρα
Διδάκτωρ, Δ.Π.Θ.
Διδάκτωρ, ΤΕΙ Κρήτης
fruitcorner@hotmail.com
tpatrona@gmail.com
Το 2007 ο Στρατής Χαβιαράς εξέδωσε το μυθιστόρημα Πορφυρό και Μαύρο
Νήμα ολοκληρώνοντας έτσι την τριλογία του για την παιδική ηλικία κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Ελληνικό Εμφύλιο. Είχαν προηγηθεί τα έργα Όταν το Δέντρο Τραγουδά (1978) και Τα Ηρωικά Χρόνια (1984), τα οποία πρωτοεκδόθηκαν στην αγγλική γλώσσα. Το πρώτο αποτελεί αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης (Βildungsroman), στο οποίο ο συγγραφέας καταθέτει προσωπικές μνήμες και συναισθήματα από την περίοδο της γερμανικής Κατοχής. Εκεί αποτυπώνει γλαφυρά τα όρια και τους περιορισμούς της παιδικής ηλικίας σε καιρούς ταραγμένους. Τα Ηρωικά Χρόνια είναι από τα πρώτα έργα που προσεγγίζουν με παρρησία και νηφαλιότητα, μέσα από το πρίσμα της ιστορίας αλλά και της μνήμης, το τραύμα της εμφύλιας σύρραξης, το δράμα και την αυτόνομη δράση των παιδιών. Κινούμενη στο πλαίσιο των εθνοτικών σπουδών, των σπουδών παιδικής ηλικίας και της λογοτεχνίας του τραύματος, η ανακοίνωση αυτή διερευνά την ανα-κατασκευή της παιδικής ταυτότητας στα δύο πρώτα μυθιστορήματα του ελληνοαμερικανού συγγραφέα και επιχειρεί να αναδείξει το ρόλο της προσωπικής μαρτυρίας στην ανασυγκρότηση της συλλογικής μνήμης του εμφυλίου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /34/
LINGUA LATINA ΚΑΙ ROMANITAS. ΔΕΙΓΜΑΤΑ «ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ» ΚΑΙ «ΔΙΓΛΩΣΣΗΣ» ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΚΙΚΕΡΩΝΑ
Γαβριελάτος Ανδρέας Πανεπιστήμιο του Ληντς a.gavrielatos@live.co.uk
Είναι πλέον γενικά αποδεκτό από τη σύγχρονη έρευνα ότι η διγλωσσία αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του Ρωμαϊκού κόσμου, είτε εντασσόμενη θεωρητικά στο πλαίσιο της «Ρωμαϊκής Πολιτισμικής Επανάστασης» (Roman Cultural
Revolution) και ως αποτέλεσμα των πολυ-ποίκιλων επαφών, είτε ως παράλληλη εξέλιξη στις πολιτισμικές επαφές και ανταλλαγές, που ιστορικά ονομάζονται «Εκρωμαϊσμός» (Romanisation). Οι όροι που χρησιμοποιούνται στην παραπάνω διατύπωση έχουν διαμορφωθεί και εφαρμοσθεί εκτενώς στις κλασσικές σπουδές. Μέσα από αυτή την κατεύθυνση της έρευνας έχει τονισθεί η δυναμική της έννοιας της ταυτότητας με τις προεκτάσεις της γλωσσικής και πολιτισμικής. Ωστόσο, η προσπάθεια να ανακατασκευασθεί ή να προσεγγιστεί η «γλωσσική ταυτότητα» θέτει ως βασική παράμετρο την αναγνώριση μίας «Λατινικής γλωσσικής ταυτότητας» από τους ομιλητές της περιόδου. Με άλλα λόγια, με ποιο τρόπο οι Ρωμαίοι ανταποκρίνονταν στην ύπαρξη μίας Λατινικής γλωσσικής ταυτότητας ή μίας πολυγλωσσικής ταυτότητας; Και εν τέλει, σε ποιο βαθμό υπήρχε συνειδητοποίηση αυτών των κατά τα άλλα αφηρημένων εννοιών; Τα ερωτήματα αυτά έχουν τύχει προσέγγισης στο παρελθόν, αλλά πάντα μεμονωμένα, σε περιορισμένο βαθμό και ως μέρος μίας ευρύτερης επιχειρηματολογίας. Στόχος της παρούσας παρουσίασης είναι να αναζητήσει δείγματα γλωσσικής ταυτότητας και να επιχειρήσει την αποκωδικοποίησή τους, στο έργο του Κικέρωνα με έμφαση στις επιστολές και τους λόγους του. Στα δείγματα αυτά διαφαίνεται – άλλοτε ξεκάθαρα και άλλοτε συγκεκαλυμμένα – η στάση της Ρωμαϊκής πνευματικής ελίτ τόσο προς την ορθή χρήση της Λατινικής όσο και προς τη χρήση άλλων γλωσσών από Ρωμαίους. Τελικώς, είναι δυνατό να παρατηρηθεί η υποστήριξη μίας γνήσιας Λατινικής γλωσσικής
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /35/
ταυτότητας, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Ρωμαϊκή ταυτότητα. Κατά τον ίδιο τρόπο, προσεγγίζεται η θεώρηση μιας πολυγλωσσικής ταυτότητας. Μολονότι στοιχεία της Ελληνικής, όπως η ορθή χρήση και προφορά των δασυνόμενων συμφώνων, ήταν θεμιτά ως ένδειξη υψηλής μόρφωσης, η εκτεταμένη εναλλαγή κωδίκων ανάμεσα στις δύο γλώσσες ήταν κατακριτέα και απειλή για τη Romanitas. Η ίδια στάση συγκρίνεται και με άλλους «βαρβαρισμούς» που αποδίδονται σε άλλες, λιγότερο επιφανείς, γλώσσες. Η παρουσίαση θα προβεί σε συμπεράσματα σχετικά με τη σχέση της Λατινικής (γλωσσικής) και της Ρωμαϊκής (πολιτισμικής/εθνικής) ταυτότητας μές από το έργο του Κικέρωνα, αλλά και πως αυτή μεταβάλλεται ανάλογα με το κειμενικό είδος και το περικείμενο. Πιο συγκεκριμένα, δίνεται έμφαση στη σχέση αυτή όταν η Romanitas φαίνεται να απειλείται ή όταν η αυτοπαρουσίαση του γράφοντα επιβάλλει συγκεκριμένες προσδοκίες. Τέλος, θα επιχειρηθεί να καθοριστεί αυτή η «Λατινική γλωσσική ταυτότητα» και η θέση της στο περιβάλλον διγλωσσίας της εποχής.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /36/
ΤΟ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΥΡΟΣ ΚΑΙ Η ΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΟΜΑΔΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ
Γιαννακού Βασιλική, μ.δ.ε.
Δημοπούλου Βαρβάρα, δ.φ.
Εθνικό και Καποδιστριακό
Εθνικό και Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πανεπιστήμιο Αθηνών
Διδασκαλείο Νέας Ελληνικής
Πρότυπο Πειραματικό ΓΕΛ
vasgiannak@yahoo.gr
Αναβρύτων Barbara.Dimopoulou@gmail.com
Ο Καβάφης, ως εξέχουσα ποιητική μορφή με ιδιαίτερο πνεύμα, μας έχει δώσει έναν ποιητικό θησαυρό πλούσιο σε ανθρώπινες μορφές και χαρακτήρες με συμβολικό περιεχόμενο. Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στα ποιήματα του καβαφικού κανόνα, είτε πραγματικά είτε επινοημένα από τον ποιητή, είναι βέβαια μοναδικά, ξεχωριστά και με προσωπική διακριτή δράση, συχνά ωστόσο εντάσσονται σε ή πλαισιώνονται από ομάδες ιστορικές και κοινωνικές. Ποιες είναι λοιπόν οι ομαδικές ταυτότητες που παρουσιάζει ο Καβάφης στο έργο του;
Ποιες
υπαρξιακές
ανησυχίες
του ποιητή
και
της
εποχής
του
αποκαλύπτονται μέσα από αυτές; Σε ποια ιστορικά και κοινωνικά πλαίσια τοποθετούνται; Στην παρούσα ανακοίνωση θα εξεταστεί και θα παρουσιαστεί η επιλογή του ποιητή να χρησιμοποιεί τις ομαδικές ταυτότητες συμβολικά και συγκεκριμένα ως ισχυρό μέσο για την απόδοση των μηνυμάτων του και τη μεταφορά τους στον αναγνώστη. Παράλληλα θα συζητηθεί ο τρόπος, με τον οποίο η ιδιότητα του ανήκειν σε συγκεκριμένο ανθρώπινο σύνολο, δηλ. η κάθε ομαδική ταυτότητα – όπως λ.χ. η ταυτότητα των Τρώων, των Αλεξανδρινών
Βασιλέων, των Πτολεμαίων, των Εβραίων κ.ά. – λειτουργεί κειμενικά, αφενός εμπλουτίζοντας τις επιμέρους ατομικές ταυτότητες που αποδίδονται στο κείμενο και αφετέρου ενισχύοντας τη θεατρικότητα και τη δραματικότητα και πολλαπλασιάζοντας τη διδακτική αξία του λόγου του ποιητή.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /37/
ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΥΘΙΚΟΥ ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ
Γιωτοπούλου Δήμητρα Πανεπιστήμιο Πατρών dgiotopoulou@yahoo.com
Η ανακατασκευή του αρχαίου παρελθόντος συνιστά ένα πολυδιάστατο εγχείρημα προσδιορισμού της πολιτισμικής καταγωγής και της πολιτικής φύσης του νεότερου ελληνισμού. Έχει παρατηρηθεί ότι η στάση της κοινωνίας απέναντι στο αρχαίο παρελθόν δεν υπήρξε μονοσήμαντη. Οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι αξιοποιήθηκαν από πολλούς νεοέλληνες συγγραφείς όλων των λογοτεχνικών χαρακτηριστικά
ειδών. των
Τα
μυθικά
αρχαίων
πρόσωπα κειμενικών
άλλοτε
διατηρούν
αποτυπώσεων,
τα
άλλοτε
συμβολοποιούνται στα νεοελληνικά κείμενα και οι οποιεσδήποτε αναφορές του συγγραφέα στο παρελθόν καταδεικνύουν την παλινδρομική κίνηση του λογοτεχνικού έργου ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν. Ο μυθικός ήρωας Αγαμέμνων αποτέλεσε ένα προσφιλές πρόσωπο της αρχαιότητας που αξιοποιήθηκε λογοτεχνικά από πολλούς σύγχρονους ποιητές. Ο μύθος του Αγαμέμνονα συντίθεται από διαφορετικές αφηγήσεις μέσα στις οποίες το κεντρικό πρόσωπο υφίσταται διαφορετικές μεταλλάξεις, που τροφοδοτούν τη δημιουργία διαφορετικών λογοτεχνικών εκδοχών.
Ο Γ.
Σεφέρης, ο Ο. Ελύτης, Γ. Ρίτσος, η Κ. Δημουλά, ο Κ. Χαραλαμπίδης, ο Ε. Κακναβάτος είναι κάποιοι από τους σύγχρονους ποιητές που προσπάθησαν μέσα από τα ποιήματά τους να προσδιορίσουν τη λογοτεχνική ταυτότητα του Αγαμέμνονα. Στην παρούσα εργασία θα επιχειρηθεί
ο προσδιορισμός της
ταυτότητα του μυθικού ήρωα έτσι όπως επαναπροσδιορίζεται στο πλαίσιο του μοντερνισμού και αποκτά πολλαπλές δυνατότητες σημασιοδότησης.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /38/
ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΗΛΕΚΤΡΑ: ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ
Γκαστή Ελένη Επίκουρη Καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Φιλολογίας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων egasti@cc.uoi.gr
Στην προκείμενη μελέτη εξετάζονται τα χωρία εκείνα από την Ηλέκτρα του Σοφοκλή με βάση τα οποία οργανώνεται ο λόγος περί ταυτοτήτων. Συγκεκριμένα: 1) Ο λόγος περί της ταυτότητας του Ορέστη αρθρώνεται με βάση το σύστημα κατονομασίας. Στην περίπτωση αυτή η χρήση του πατρωνυμικού (1-2, 182, 694-695) σε συνάρτηση με χαρακτηρισμούς όπως
εὐπατρίδας (162, 857) ή τιμωρός αναδεικνύει την κοινωνική διάσταση του ονόματος ως μέσου ταξινόμησης του ατόμου στις κοινωνικές – οικογενειακές πολιτικές δομές. 2) Στο Α΄ επεισόδιο, στο διάλογο Χρυσόθεμης – Ηλέκτρας (328-471), ο ποιητής διερευνά πώς τα αιτήματα της ομαδικής ταυτότητας, δηλ. τα αιτήματα της φύσεως και της ευγένειας περιορίζουν και προσδιορίζουν τις ατομικές δυνατότητες επιτέλεσης της πράξης. Η επιτελεστικότητα της ευγένειας, δηλαδή η επιβεβαίωση της φύσεως μέσω της πράξης, αποτελεί για την Ηλέκτρα μοναδική επιλογή. Αντίθετα η Χρυσόθεμη που καλείται να επιλέξει ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο θεωρήσεις καθορισμού της ατομικής ταυτότητας βιώνει έναν εσωτερικό διχασμό (332-340) που αποτελεί το άλλοθι της συμβιβασμένης ζωής. 3) Στο Γ’ επεισόδιο, μετά την αναγγελία του θανάτου του Ορέστη, όταν η Ηλέκτρα αποφασίζει να αναλάβει το έργο της εκδίκησης (938-1057), τα κανονιστικά πρότυπα του φύλου υπόκεινται σε μια ρητορική χρήση από την Ηλέκτρα με στόχο να πείσει την αδελφή της να τη συνδράμει. Συγχρόνως, όμως, προβάλλοντας τη δημόσια αναγνώριση της πράξης τους ως το ισχυρότερο κίνητρο ηθικής συμπεριφοράς (εὔκλεια λόγων 973) διεκδικεί την κατάκτηση της ανδρείας, μιας αρετής καθαρά ανδρικής (977-983), οικειοποιούμενη την αρσενική ταυτότητα, όπως σχολιάζει και ο Χορός στο επόμενο χορικό (1081 εὔπατρις, 1082-1084 εὔκλεια, νώνυμος).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /39/
Η ΜΗΔΕΙΑ (1993) ΤΟΥ ΜΠΟΣΤ ΚΑΙ Η ΠΑΡΩΔΙΑΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ: ΑΠΟ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΟ ΔΡΑΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
Γκίνη Ελένη Καθηγήτρια – Σύμβουλος στο Μεταπτυχιακό Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου
Στην προκείμενη εισήγηση πρόκειται να εξεταστεί διεξοδικά η παρωδιακή ταυτότητα της - κατά Χρύσανθου Μποσταντζόγλου (Μποστ) - «Μήδειας», να επισημανθεί η σύνδεση του παρα-τραγικού της υλικού και οι τρόποι με τους οποίους εκφέρεται δραματουργικά. Η
παρωδία
ή
«παρατραγωδία»
της
«μειδιούσας»
Μήδειας,
προσεγγίζεται κατ’ αρχάς, μέσα από την ανάλυση του γλωσσικού συστήματος, εφόσον αυτό εμπεριέχει ίδιον γραμματικό και συντακτικό πεδίο, εντός του οποίου εδρεύει το στοιχείο της υπερβολής, χαρακτηριστικό το οποίο ενδημεί τόσο στη σύσταση του ύφους όσο και του περιεχομένου. Προκειμένου να εξεταστεί η ιδιοσυστασία αυτού του συστήματος, οδηγούμαστε στην ενδελεχή παρατήρηση των αλλαγών που συντελούνται στη σημασιολογική και τη μεταφορική λειτουργία της γλώσσας. Ας αναφέρουμε παραδειγματικά, τα ιδιότυπα γραμματολογικά χαρακτηριστικά, τους άμεσους συσχετισμούς του παρωδούμενου κειμένου με σύγχρονα συμφραζόμενα, τη σταθερή χρήση της καθαρεύουσας με σκοπό τη γελοιοποίησή της, αλλά και την έμμεση κοινωνική διακωμώδηση της εποχής μας, καθώς και τη συντακτική παραφθορά, την ανορθογραφία, τη χρήση της μεταφοράς, τους αναχρονισμούς, τη συχνή και οικεία χρήση της «παράβασης». Το επόμενο, εξίσου σημαντικό, στοιχείο που καθορίζει την ιδιότροπη παρωδιακή ταυτότητα του έργου, εστιάζει στην κατάργηση της αληθοφάνειας, καθώς αυτή αντικαθίσταται από μια αδιάπτωτη παιγνιώδη ενασχόληση με την υπονόμευση του ρεαλιστικού πεδίου. Ως εκ τούτου, δημιουργεί ευτράπελες ακρότητες που αφορούν την εξέλιξη της πλοκής και αναδεικνύει μια άλλη γλώσσα, η οποία δημιουργεί ιδιόλεκτο που ακυρώνοντας την πεπατημένη, εγκαθιστά την ειρωνεία στον προθάλαμο μιας ουσιώδους διαφοροποιητικής
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /40/
ιδιότητας: αυτής όπου τα διακειμενικά στοιχεία τίθενται στην υπηρεσία της κωμικότητας, της κοινωνικής κριτικής και της σάτιρας απέναντι στη σοβαροφάνεια των λογίων κάθε εποχής. Είναι πρόδηλο ότι η παρωδία υπερβαίνει τη μίμηση, οδηγεί το δραματικό πρόσωπο στην αναίρεση του συγκινησιακού φορτίου, αποδομεί το τραγικό του περίβλημα, καταργεί το εύλογο και ταυτοχρόνως αιτιολογεί τη δράση των ηρώων. Ο μύθος, όπως τον γνωρίζαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή, ανατρέπεται για να ανασυσταθεί μέσα από μια νέα πρόταση παρωδίας, ενσωματώνοντας σε δρώντες και πλοκή, το στοιχείο του κωμικού και του αναπάντεχου, ορίζοντας έτσι, μια μοναδική ταυτότητα υφολογικού και σημασιολογικού περιεχομένου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /41/
TO ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ‘’ΦΟΥΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ’’ ΤΟΥ Φ. ΜΑΡΙΝΕΤΙ. ΜΙΑ ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Γραβάνης Στέφανος Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Stefanos_gravanis@yahoo.gr
Οι πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα αποτέλεσαν περίοδο ανακατατάξεων σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής. Οι αλλαγές αυτές επηρέασαν βαθύτατα τις τέχνες και τα γράμματα. Τα πρωτοποριακά κινήματα που εμφανίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού δε θέλησαν απλά να εκφράσουν τις αλλαγές αυτές αλλά και να τις αναδείξουν μέσω νέων τρόπων αφήγησης και αναπαράστασης. Οι νεωτερικές αυτές αντιλήψεις προβλήθηκαν σε πολλές περιπτώσεις, μέσω των μανιφέστων, θεωρητικών κειμένων που παρουσιάζουν τις θέσεις και το πρόγραμμα δράσης ενός ατόμου, μιας ομάδας ή ενός καλλιτεχνικού και λογοτεχνικού ρεύμα. Στην περίπτωση μας, θα μελετήσουμε το αίτημα για τη διαμόρφωση μιας διαφορετικής πολιτισμικής και κοινωνικοπολιτικής ταυτότητας όπως αυτή παρουσιάζονται στο Φουτουριστικό Μανιφέστο (1909) του Φ. Μαρινέτι. Επιλέξαμε το συγκεκριμένο μανιφέστο διότι δεν πρόκειται για έναν τυπικό θεωρητικό λόγο όπου παρατίθενται τα επιχειρήματα του συγγραφέα αλλά κυρίως διότι η κριτική της πολιτισμικής παράδοσης και η πρόταση για το νέο εκφράζονται μέσα από ένα πρωτότυπο αφηγηματικό λόγο εμπλουτισμένο με ποικίλες μεταφορές και αλληγορίες. Στόχος της παρούσας ανακοίνωσης μας είναι να αναλύσουμε με τη βοήθεια ενός σημειωτικού συστήματος τόσο τη ρητορική της ρήξης όσο και την αλληγορική αφήγηση μιας νέας πολιτισμικής πραγματικότητας. Για το σκοπό αυτό, θα στηριχτούμε στη θεωρία του Roland Barthes σχετικά με τη δομική ανάλυση του κειμένου. πρόκειται να μελετήσουμε τη δόμηση του κειμένου και την άρθρωση του συστήματος κωδίκων μέσω των οποίων διαχέονται στο κείμενο οι έννοιες της αποκοπής από το παρελθόν και της ανανέωσης. θα χωρίσουμε το κείμενό μας σε
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /42/
λεξήματα (lexies) και ενότητες (Sequences) ώστε να προχωρήσουμε αμέσως μετά στον εντοπισμό των λειτουργιών (fonctions), των κωδίκων και των διαφόρων συνυποδηλώσεών τους. Αφού παρουσιάσουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο τη δόμηση των ιδεών, θα προβούμε σε μια ανάλυση των ποικίλων συνυποδηλώσεων των εννοιών της ρήξης και ταυτόχρονα θα εντοπίσουμε, στο επίπεδο των σημαινόντων, με ποιους τρόπους εμφανίζεται δομικά η επιθυμία και το αίτημα για μια καινούρια πολιτισμική και κοινωνικοπολιτική ταυτότητα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /43/
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΖΩΗ: ΙΖΑΜΠΕΛΑ ΜΟΛΝΑΡ ΚΑΙ ΤΟΝΙΟ ΚΡΕΓΚΕΡ
Γρηγοροπούλου Μαρίνα Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου margrigoropoulou@hotmail.com
Η προτεινόμενη εισήγηση αφορά στη διερεύνηση των κειμένων «Το φονικό της Ιζαμπέλας Μόλναρ» (Σπουδές, 1976) του Δημήτρη Χατζή και Τόνιο
Κρέγκερ (Tonio Kröger, 1903) του Thomas Mann. Παρά τη χωροχρονική απόκλιση
των
έργων
και
την
αδιαμφισβήτητη
διαφορετικότητα
των
συγγραφικών μορφών, η επιλογή μας εδράζεται στην κοινή θεματική που μοιράζονται τα δύο αφηγήματα και που συνίσταται στην ταυτότητα του καλλιτέχνη και στη σχέση της δημιουργίας με τη ζωή. Στο διήγημα του Χατζή περιγράφεται η οντότητα της γλύπτριας Ιζαμπέλας Μόλναρ. Αν και αρχικά διάγει βίο πλήρους ανισορροπίας, η γλύπτρια δημιουργεί έργο αξιοθαύμαστο τόσο για την τεχνική του, όσο και κυρίως για την αρμονία ανάμεσα στον άνθρωπο και στον κόσμο που εκφράζει˙ αν και πλήρης αρμονίας, έπειτα, χάρη σε μια τακτοποιημένη ζωή μετά τον γάμο με συμπαθή επιστήμονα, η Ιζαμπέλα δημιουργεί έργα απολύτως δυσαρμονικά κι ακαλαίσθητα, και τελικά οδηγείται στη δολοφονία του συζύγου, στην καταστροφή όσων φιλοτέχνησε κοντά του, στον εγκλεισμό στο ψυχιατρείο και στην εκ νέου αναζήτηση της έκφρασης. Η εμπνευσμένη έκφραση εν αντιθέσει προς την ευτυχία της ζωής είναι το θέμα που αναπτύσσεται και στη νουβέλα του Mann, στην οποία περιγράφεται η οντότητα του ποιητή Τόνιο Κρέγκερ. Από την εφηβεία ως τον ενήλικο βίο του, στο σχολείο, σε άλλες εφηβικές δραστηριότητες, στα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, σε ταξίδια, σε σαρκικές και διανοητικές εμπειρίες, ο Τόνιο βιώνει έντονη πνευματική και συναισθηματική μοναξιά, αδυνατεί να κατακτήσει μια εν τάξει
ζωή και συνειδητοποιεί τελικά την αδυναμία συμπόρευσης των απλών ανθρώπινων απολαύσεων με τη δημιουργία.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /44/
Συνεπώς, στην εισήγηση αυτή επιθυμούμε να δείξουμε την αντινομία που από διαφορετικές οδούς προκύπτει στα έργα μας ανάμεσα στη ζωή για την τέχνη και στη συνηθισμένη ζωή (Taylor), καθώς και την αντανάκλασή της στη νοηματοδότηση της ύπαρξης των καλλιτεχνών-ηρώων, δηλαδή στην ταυτότητά τους, δεδομένου ότι η ταυτότητα συμπίπτει με την εύρεση του νοήματος της ζωής, σύμφωνα με τον σπουδαίο Καναδό φιλόσοφο της νεωτερικότητας Charles Taylor.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /45/
ΞΑΝΑΚΕΡΔΙΣΜΕΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ: ΑΠΟ ΤΟ «ΑΪΒΑΛΙ» ΤΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΣΤΟ ΑΪΒΑΛΙ ΤΟΥ SOLOUP
Δασκαλά Κέλη ΣΕΠ, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο daskala@uoc.gr
Στόχος της ανακοίνωσης είναι να παρακολουθήσει πώς καλλιτέχνες που εκπροσωπούν διαφορετικά μέσα (λογοτεχνία – κόμικς) αναμετρώνται με το παρελθόν, τη νοσταλγία για τη χαμένη πατρίδα, το Αϊβαλί, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Θα μελετήσουμε κείμενα των Κόντογλου, Βενέζη κ.ά., και την κομικ-ή τους μεταγραφή στο πρόσφατο graphic novel του Soloup
Αϊβαλί (2015), αναζητώντας πώς οι κώδικες του κάθε μέσου, η εποχή που ζουν
και
δημιουργούν
οι
παραπάνω
καλλιτέχνες,
οι
πολιτισμικές
προσλαμβάνουσες των ίδιων και του κοινού στο οποίο απευθύνονται, πώς όλα
τα
παραπάνω
επηρεάζουν
τη
διαχείριση
των
θεμάτων
που
πραγματεύονται –την απώλεια της πατρίδας, τη νοσταλγία για το χαμένο μεγαλείο, την απόπειρα να την ξανακερδίσουν στο καλλιτεχνικό πεδίο–, ώστε οι αφηγήσεις τους (λογοτεχνικές και κομικ-ές) να μεταφέρουν μήνυμα αισιοδοξίας, πολιτισμικής όσμωσης, ανάδειξης των στοιχείων εκείνων όσα ενώνουν παρά χωρίζουν τους «αιώνιους» αντιπάλους.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /46/
ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΩΣ ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ
Δημάση Μαρία
Σαχινίδου Παρασκευή
Τμήμα Γλώσσας, Φιλολογίας και
Τμήμα Γλώσσας, Φιλολογίας και
Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών Δ.Π.Θ.
Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών
mdimasi@bscc.duth.gr
Δ.Π.Θ. p.sachinidou@gmail.com
Το ερώτημα για τους τρόπους συγκρότησης των ταυτοτήτων στο γραπτό λόγο διατρέχει τη γλωσσική επικοινωνία, και όχι μόνο, αποτελώντας καίριο στοιχείο της επικοινωνιακής πράξης και των επικοινωνιακών δεξιοτήτων των υποκειμένων (De Fina, 2010; Scollon, 1996; van Dijk, 2011). Η διδακτική της γλωσσικής επικοινωνίας διαχειρίζεται τη συγκρότηση της ταυτότητας του γραπτού λόγου των υποκειμένων σχεδιάζοντας και αναλύοντας τις διαδρομές, τους μηχανισμούς δόμησής της αλλά και αξιολογώντας τα αποτελέσματά της στο εκάστοτε λειτουργικό της πεδίο. Ως αποτέλεσμα, ενεργοποιούνται και διαμορφώνονται ποικίλες στρατηγικές δόμησης της ταυτότητας του γραπτού λόγου των μαθητευόμενων υποκειμένων που διαπραγματεύονται τη γραπτή επικοινωνία και ταυτότητα όχι μόνο στο σχολικό συγκείμενο αλλά και στο κοινωνικοπολιτισμικό
περικείμενο.
Οι
διαπραγματευτικές
κινήσεις
προσέγγισης και απομάκρυνσης από τους κοινωνικά διαθέσιμους λόγους αναδύουν ένα δυναμικό δίκτυο διαδικασιών δόμησης των ταυτοτήτων στο γραπτό λόγο σε πολλαπλά επίπεδα ως αλληλεπιδραστικά συσχετιστικές πράξεις (Bucholtz & Hall, 2005). Το (γραπτό) γλωσσικό κείμενο στην περίπτωση της εργασίας αυτής θεωρείται ως προϊόν διαπραγμάτευσης η οποία συντελείται στο κοινωνικόπολιτισμικό περικείμενο το οποίο συγκροτείται από τις αποδεκτές γλωσσικέςκειμενικές συμβάσεις της σχολικής τάξης ως κοινότητας λόγου (Fairclough,
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /47/
1992· Donahue, 2005). Οι μαθητές - συγγραφείς, άλλωστε, σε μία -στην ίδιατάξη εμπλέκονται σε μια διαδικασία κίνησης με, από, εναντίον των διαθέσιμων πόρων ώστε να επιτύχουν τους επικοινωνιακούς τους στόχους (Donahue, 2005) στο πλαίσιο μιας όμοια στοχοθετημένης και θεσμικά ορισμένης γλωσσικής διδασκαλίας. Στην προτεινόμενη εισήγηση θα γίνει μια σύντομη βιβλιογραφική ανασκόπηση των σύγχρονων επιστημονικών απόψεων για το ζήτημα των αναγνωστικών και των συγγραφικών ταυτοτήτων εφήβων κατά τη γλωσσική διδασκαλία και θα επιχειρηθεί η σύνδεση με την ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα με σημείο αναφοράς τη λειτουργία του πλαισίου της γλωσσικής αξιολόγησης στο σχολικό συγκείμενο ως προς: τις θεσμοθετημένες μεθόδους / στρατηγικές / πρακτικές και τις διαμορφούμενες κατά περίπτωση μεθόδους / στρατηγικές / πρακτικές (υπό την επίδραση του κοινωνικοπολιτισμικού περικειμένου).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /48/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ: ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ ΚΑΙ PHILIP SHERRARD
Δημητρακάκης Γιάννης Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης dimitrakakis@uoc.gr
Το φθινόπωρο του 1953 δημοσιεύεται στο περιοδικό Αγγλοελληνική
επιθεώρηση η μετάφραση από τον Ζήσιμο Λορεντζάτο του ποιήματος του Ουίλιαμ Μπλέηκ Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης. Ο Λορεντζάτος προτάσσει της μετάφρασης μια «Εισαγωγή», στην οποία εμφανίζεται για πρώτη φορά στον κριτικό του στοχασμό ένα αντιουμανιστικό και αντιμοντέρνο σχήμα σκέψης. Καταλυτική εν προκειμένω υπήρξε η επίδραση που άσκησε στον Λορεντζάτο o Philip Sherrard, επίδραση που καταδεικνύεται εάν αντιπαραβάλουμε την «Εισαγωγή» με τη μελέτη του Sherrard «Η ποίηση του T. S. Eliot και Γ. Σεφέρη. Μια αντίθεση», η οποία είχε δημοσιευτεί νωρίτερα, επίσης
στην
Αγγλοελληνική
Επιθεώρηση
(Νοέμβρ.-Δεκ.
1951).
Στην
ανακοίνωσή μου θα προχωρήσω στην παράλληλη ανάγνωση των δύο κειμένων, προκειμένου να αναδείξω τις πολλαπλές οφειλές του έλληνα κριτικού στον άγγλο συγγραφέα. Σημαντικές είναι οι συγκλίσεις ανάμεσα στα δύο κείμενα. Κοινή στους δύο συγγραφείς είναι η αναζήτηση των απαρχών και του αρχέγονου, καθώς το αρχικό ταυτίζεται με το γνήσιο και το αυθεντικό. Βασικό στοιχείο των απαρχών του δυτικού πολιτισμού, υποστηρίζουν οι Sherrard και Λορεντζάτος, αποτελούσαν οι θρησκευτικές τελετουργίες, στις οποίες και οι δύο αποδίδουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Ταυτόσημη στα δύο κείμενα είναι και η αντίληψη για την παραμορφωτική χρήση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού από την Ευρώπη της Αναγέννησης· κοινή επίσης είναι η κριτική στη βιομηχανική αστική κοινωνία, στην οποία καταλογίζεται η αποκοπή από τη φύση και η απώλεια κάθε ρίζας. Sherrard και Λορεντζάτος στρέφονται επίσης ενάντια στην υπερτροφία της διάνοιας και στέκονται επικριτικά απέναντι στην επιστήμη.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /49/
Οι δύο συγγραφείς υποστηρίζουν ακόμα ότι ο πολιτισμός των Νέων Χρόνων υπήρξε εχθρικός απέναντι στο ανθρώπινο σώμα και τα πάθη του, οδηγώντας
έτσι
στην
ηθικοποίηση
του
κόσμου.
Μεγάλες
ευθύνες
καταλογίζονται σχετικά στον δυτικό χριστιανισμό. Η δυτική θρησκευτική παράδοση «κυριαρχεί στη θεολογία του Eliot κι αυτή χαρακτηρίζει την ποίησή του», υποστηρίζει ο Sherrard. Όπως ο άγγλος κριτικός, έτσι και ο Λορεντζάτος αποτιμά αρνητικά την προσχώρηση του Eliot στην Αγγλικανική Εκκλησία. Κοινό υπόβαθρο των συγκλίσεων ανάμεσα στους δύο κριτικούς είναι η έντονη κριτική στη νεοτερικότητα, κριτική που εφεξής θα αποτελέσει μια σταθερά του δοκιμιακού τους έργου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /50/
«ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΟΝΟΜΑΣΟΥΜΕ ΑΛΗΘΙΝΗ ΤΕΧΝΗ ΑΥΤΗΝ ΠΟΥ ΔΕ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΕΧΝΗ»: ΦΥΛΟ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΤΑΛΙΑ
Διαλέτη Ανδρονίκη Λέκτορας Ιστορίας της Πρώιμης Νεότερης Ευρώπης Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλίας adialet@ha.uth.gr
«Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αληθινή τέχνη αυτήν που δε φαίνεται ότι είναι τέχνη».3 Με αυτά τα λόγια ο Baldassare Castiglione εισάγει τους αναγνώστες στην έννοια της sprezzatura, την βασική αρετή που πρέπει, σύμφωνα με τον συγγραφέα, να διαθέτει ο αυλικός. Η ερμηνευτική επεξεργασία αυτής της ιδιαίτερης «καστιλιονικής» έννοιας στο Il Cortegiano (1528), ένα από τα σημαντικότερα έργα σχετικά με την συγκρότηση της ταυτότητας του ευγενούς που άσκησε ιδιαίτερη επίδραση στην πρώιμη νεότερη Ευρώπη, δείχνει ότι για τον Castiglione η ευγένεια αποτελεί μια έμφυλα προσδιορισμένη παραστασιακή επιτέλεση.4 Σε αυτή τη διαδικασία «αριστοκρατικοποίησης» κεντρική σημασία αποκτά το βλέμμα των άλλων, καθώς ο αυλικός ανδρισμός επιτελείται υπό το εξουσιαστικό βλέμμα του ηγεμόνα, το εκπολιτιστικό βλέμμα της κυρίας και το ανταγωνιστικό βλέμμα των υπόλοιπων ευγενών. Το έργο του Castiglione εντάσσεται σε μια ευρύτερη συζήτηση που γνωρίζει ιδιαίτερη άνθιση στην πρώιμη νεότερη Ιταλία (15ος-17ος αιώνας) σχετικά με τη φύση, το ρόλο και τα χαρακτηριστικά της ευγένειας. Οι ταυτότητες, τα ιδεώδη και οι κώδικες συμπεριφοράς καθίστανται αντικείμενο διαρκούς διαπραγμάτευσης σε μια περίοδο σημαντικών πολιτικών, κοινωνικών 3
“Però si po dir quella esser vera arte che non pare esser arte”: Baldassare Castiglione, Il Cortegiano, Βενετία 1528 (1.26). 4 Υιοθετώ εδώ την έννοια της παραστασιακής επιτέλεσης από την Judith Butler, προκειμένου να υποστηρίξω ότι για τον Baldassare Castiglione τα χαρακτηριστικά της ευγένειας δεν είναι εκφραστικού αλλά επιτελεστικού χαρακτήρα, ότι στην πραγματικότητα δηλαδή συγκροτούν αυτήν την ταυτότητα (nobilità) την οποία υποτίθεται ότι εκφράζουν ή αποκαλύπτουν. Όπως θα δείξω αυτή είναι μια έμφυλα προσδιορισμένη διαδικασία.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /51/
και πολιτισμικών μετασχηματισμών που σχετίζονται με μια σειρά από γεγονότα και διαδικασίες όπως οι ιταλικοί πόλεμοι, οι προκλήσεις που δέχεται ο Καθολικός κόσμος με την ταχύτατη διάδοση των προτεσταντικών ιδεών και η υποχώρηση ή ανανοηματοδότηση των ουμανιστικών ιδεωδών στο πλαίσιο της εδραίωσης των δεσποτικών καθεστώτων (signorie). Σε αυτή την περίοδο κρίσης και ρευστότητας παράγονται νέες κοινωνικές ταυτότητες ανεπαρκώς ακόμη νοηματοδοτημένες ως προς το έμφυλο και ταξικό περιεχόμενό τους, προκαλώντας ανδρική ανησυχία, ιδιαίτερα στους κόλπους της ελίτ που εμφανίζεται ως η κατεξοχήν αρμόδια για τα τεκταινόμενα στον δημόσιο πολιτικό χώρο και την «τέχνη της πολιτικής». Με αφετηρία το έργο του Castiglione θα εξετάσω συγκριτικά μια σειρά σύγχρονων πραγματειών με θέμα την ευγένεια με στόχο να διερευνήσω τους ποικίλους τρόπους παραγωγής της αριστοκρατικής ταυτότητας ως έμφυλης κατηγορίας στον ιταλικό χώρο κατά την πρώιμη νεότερη περίοδο. Η προτεινόμενη ανακοίνωση αποτελεί μέρος μια μελέτης μου εν εξελίξει που αφορά τη συγκρότηση του αριστοκρατικού ανδρισμού ως ηγεμονικής μορφής ανδρισμού (π.χ. ως κληρονομικής ιδιότητας, αποτέλεσμα αρετής και προσωπικής
ικανότητας,
επιτέλεσης,
σχέσης
κ.ά.)
αλλά
και
τις
νοηματοδοτήσεις της ευγενούς θηλυκότητας, τις συνδηλώσεις τους σε διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα, τους εκάστοτε όρους ενσωμάτωσης και αποκλεισμού και τους ενδεχόμενους μετασχηματισμούς τους κατά την περίοδο της Αναγέννησης και της Αντιμεταρρύθμισης στην Ιταλία.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /52/
Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ Ο ΜΥΘΟΣ ΩΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ
Ζωχιός Σταμάτης Universite de Starsbourg stamzochios@gmail.com
Με το νεανικό του έργο Μελέτη επί του βίου των νεωτέρων Ελλήνων, ο Νικόλαος
Πολίτης,
μετέπειτα
πατέρας
της
νεοελληνικής
λαογραφίας,
επιχείρησε να χρησιμοποιήσει το μύθο ως αφήγηση γεγονότων, «αναγκαία για την ακριβή και λεπτομερή γνώση του χαρακτήρα και του πνεύματος του έθνους». Απαντώντας παράλληλα στους ισχυρισμούς Φαλμεράυερ, ο νεοελληνικός μύθος που συχνά ονομάστηκε παράδοση (folk belief) αποτέλεσε συνδετικό κρίκο μεταξύ νεότερης, αρχαίας και ενίοτε μεσαιωνικής Ελλάδας, είτε από τον ίδιο τον Πολίτη σε πιο ώριμα έργα του όπως οι Παραδόσεις, είτε από άλλους μελετητές όπως ο Lawson στο περίφημο Modern Greek folklore and ancient Greek religion : a study in survivals ή οι Wachsmuth (Das alte Griechenland im neuen) και Schmidt (Das Volksleben der Neugriechen und das hellenische Altertum). Γέννημα της ρομαντικής ανάγκης εύρεσης συγκεκριμένης εθνικής ταυτότητας που εντοπίζεται στα λαϊκά,
κυρίως αγροτικά, στρώματα,
αποστρέφεται την αστικοποίηση και επιστρέφει στο παρελθόν, η αναδυόμενη στα τέλη του 19ου αιώνα νεοελληνική λαογραφία αναζήτησε το απαραίτητο εκείνο υλικό ώστε να αποδείξει ότι το ελληνικό έθνος αποτελεί αναγκαστικά συνέχεια της αρχαίας Ελλάδας, και πως ο Ρωμιός είναι πρώτα απ’ όλα Έλληνας. Συνεπώς η λάμια, η γελλώ, η γοργόνα κ.α. αποκαταστάθηκαν ως αρχαιοελληνικές οντότητες που επιζούν με άμεσο τρόπο και χωρίς αλλοιώσεις σε ένα νέο ζωτικό περιβάλλον, οι καλλικάντζαροι, βρικόλακες, νεράιδες κ.ά. επαναπροσδιορίστηκαν ως νεοελληνικές εκδοχές αρχαιοελληνικών θεοτήτων (π.χ. Κένταυροι), ενώ επιβιώματα της προχριστιανικής θρησκείας εντοπίστηκαν στο νεοελληνικό λαϊκό πάνθεον το οποίο χαρακτηρίστηκε από μια χαλαρή, μη δογματική πίστη που σε σημεία μπορούσε να χαρακτηριστεί διπλή- χριστιανική
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /53/
και παράλληλα προχριστιανική. Η ανακοίνωση αυτή θα εξετάσει τη σχετική με το μύθο θέση της νεοσύστατης κατά τα τέλη του 19ου αιώνα επιστήμης της λαογραφίας και πώς αυτή τον χρησιμοποίησε για να υπογραμμίσει την ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους, συνδράμοντας αποφασιστικά κατ’ αυτό τον τρόπο στην απεγνωσμένη αναζήτηση της νεοελληνικής ταυτότητας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /54/
Η ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ Γ. ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ
Ιακωβίδου Σοφία Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία Δ.Π.Θ. sophie_iak@yahoo.fr
Ο Γεώργιος Βουγιουκλάκης (1903-1956) συνιστά μια ιδιότυπη «Ασίνη» εντός του νεοελληνικού λογοτεχνικού πεδίου: έναν τόπο που δεν ανευρίσκεται παρά μόνο ως αναφορά, υπερθετική ή και θριαμβική εκ μέρους ευάριθμων κριτικών της εποχής του - που έκαναν λόγο για εξέχοντα λογοτέχνη και τον συνέκριναν με κλασικά ονόματα του διεθνούς στερεώματος και κατά τα λοιπά σχεδόν άγνωστος. Σήμερα τα τέσσερα μυθιστορήματα που εξέδωσε με το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου παραμένουν αφανή, απλοί τίτλοι στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Το όνομά του εντούτοις είχε χρησιμοποιηθεί από παράγοντες της εποχής έναντι της υποψηφιότητας του Καζαντζάκη για το βραβείο Νόμπελ ως αντιπρόταση για να μπλοκαριστεί πιθανή εκλογή του μεγάλου πεζογράφου, ενώ κριτικοί όπως ο Ph. Lebesque τον αντιμετώπιζαν ως ουσιαστικό εισηγητή του υπαρξισμού, πριν από τον Σαρτρ. Στην παρούσα ανακοίνωση δεν θα επιχειρήσουμε να αποκαταστήσουμε πιθανές κορώνες ορισμένων κριτικών ή να αναλύσουμε τι εξυπηρέτησε η περίπτωση του Βουγιουκλάκη εντός των εντάσεων και ποικίλων ενστάσεων του λογοτεχνικού πεδίου της εποχής. Περισσότερο θα σταθούμε στο ίδιο το έργο του που αποτελεί οπωσδήποτε αιρετική, αμφιλεγόμενη και δύσκολα κατατάξιμη περίπτωση. Αιρετική περίπτωση ακόμη και υπό την έννοια ότι τελεί υπό αίρεση το ίδιο το γεγονός του αν η πρόζα του μπορεί να χαρακτηριστεί λογοτεχνία, καθώς μαρτυρά περισσότερο την προσπάθεια δημιουργίας μιας ταυτότητας, την εκζήτηση ενός λογοτεχνικού αποτυπώματος. Μοιρασμένη ανάμεσα στον εντυπωσιασμό, και τη διάθεση να διαρρήξει κάθε σταθερά που μπορεί να έχει ο αναγνώστης σε επίπεδο πλοκής, χαρακτήρων, ύφους, η γραφή του μοιάζει να θέλει να εγκαθιδρύσει την ίδια την ασυναρτησία ως πλοκή και ύφος, και την ίδια στιγμή να την αναδείξει σε μυθιστορηματικό χαρακτήρα (στο μυθιστόρημά του Η
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /55/
μαντάμ Εύα για παράδειγμα με την ομώνυμη ηρωίδα). Απλή εντυπωσιοθηρία, μεγαλομανής
άμιλλα
με
ονόματα
του
διεθνούς
στερεώματος
(ο
Βουγιουκλάκης έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Παρίσι) άνευ ερείσματος ή πραγματωμένοι λογοτεχνικοί πυρήνες εντός ενός αβέβαιου κειμενικού οικοδομήματος;
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /56/
ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΩΝ ΤΗΣ Δ. ΘΡΑΚΗΣ
Ιντζίδης Ευάγγελος, Καραντζόλα Ελένη Πανεπιστήμιο Αιγαίου karantzola@rhodes.aegean.gr
Η παρούσα ανακοίνωση έχει ως σκοπό να προβληματικοποιήσει την έννοια της ταυτότητας όπως αυτή κατασκευάζεται μέσω του λόγου ως «σταθερή» απόδοση χαρακτηριστικών που διεκδικεί «αντικειμενικότητα». Αντικείμενο ανάλυσης θα αποτελέσουν λόγοι που αναπτύχθηκαν (συνεντεύξεις,
ανακοινώσεις
πολιτικών
κομμάτων
και
φορέων,
δημοσιογραφικά σχόλια, σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.ά.) σχετικά με την υποψηφιότητα της μεινοτικής Σαμπιχά Σουλεϊμάν στις τελευταίες ευρωεκλογές του Μαΐου 2014. Η διερεύνησή μας εκκινεί από την παραδοχή πως οι κοινωνικές σχέσεις είναι ιστορικά προσδιορισμένες, κι αυτό σημαίνει ότι καθορίζονται από τη διαφορά. Η διαφορά προσλαμβάνεται συχνά ως αυτό που συγκροτεί σταθερότητες που αποδίδονται στην ταυτότητα ή/και συγκροτούνται ως ταυτότητα. Σε μια τέτοια συγκρότηση η διαφορά συχνά πραγματώνεται γλωσσικά ως να πρόκειται όχι για το άλλο αλλά για το ενάντιο (πρβλ. Deleuze 1968). Στις παραδοχές της ανακοίνωσής μας η γλωσσική διαμεσολάβηση κατασκευάζει μια ταυτότητα ανάμεσα στο σκεπτόμενο υποκείμενο που μιλά για το(ν) Άλλο και τις έννοιες που κατασκευάζει για αυτό(ν) με τέτοιο τρόπο ώστε αυτές οι έννοιες να φαίνεται πως συγκροτούν και την ταυτότητά του. Η εμμενής μελέτη αυτών των προφορικών και γραπτών κειμένων αποκαλύπτει πως τα κείμενα αφενός συγκροτούνται από τις αντιφάσεις τους και αφετέρου πως «δημιουργούνται στη διαφορά ενώ δομούνται γύρω από την επίλυσή της» (Kress 2003, 42). Για το λόγο αυτό, το συγκεκριμένο σώμα κειμένων αναλύεται τόσο στο επίπεδο των συστημάτων που τα νοηματοδοτούν όσο και στο επίπεδο των
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /57/
πρακτικών που τα συνδέουν με πολιτειακούς θεσμούς ή/και κοινωνικά πεδία, εντάσσοντάς τα σε τάξεις του λόγου [orders of discourse] (Fairclough 2000). Ειδικότερα διερευνώνται οι λεξικογραμματικές επιλογές μέσω των οποίων οι παραγωγοί αυτών των κειμένων αποδίδουν κύρος στα κείμενά τους και στις ταυτότητες που κατασκευάζουν. Η διερεύνηση εστιάζει στη συγκρότηση των πλαισίων [contexts] εντός των οποίων οι κοινωνικοί δράστες [social actors] παρουσιάζονται στο επίπεδο του Λόγου [Discourse] άλλοτε ως «δρώντες» [agents] και άλλοτε ως «παθητικοί αποδέκτες μιας δράσης» [patients] (Van Leeuwen 1996). Δημιουργείται έτσι ένα σύστημα διερεύνησης σύμφωνα με την Ιστορική Προσέγγιση της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου [Historical Approach – CDA] επί τη βάσει
διαλογικών
στρατηγικών
[discursive
strategies],
όπως
η
αναφορά/ονοματοθεσία, απόδοση χαρακτηριστικών “υποψηφιότητας κάποιου για κάτι”, η επιχειρηματολογία, η που αποσκοπούν στην κατασκευή αναγνωρίσιμων υποκειμενικοτήτων ως ενταγμένων ή μη, στην απόδοση τυποποιημένων χαρακτηριστικών στους κοινωνικούς δράστες (πρβλ. Wodak & Meyer 2002, 73-76).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /58/
ΑΝΑΔΙΦΩΝΤΑΣ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ ΤΟΥ ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ: ΤΟ ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΟ ΤΩΝ ΜΥΘΟΠΛΑΣΤΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ
Ιωαννίδου Σταυρινή Ανεξάρτητη Ερευνήτρια, Δρ. Νεοελληνικών Σπουδών King’s College London ioannidoustavrini@gmail.com
Η παρούσα ανακοίνωση εξετάζει τη διαμόρφωση και τη διαπλοκή των μυθοπλασματικών ταυτοτήτων του συγγραφικού υποκειμένου με άξονα την
Αυτοβιογραφία ενός βιβλίου του Μισέλ Φάϊς (1994). Μέσω του ενδοκειμενικού αρχείου που αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά του βιβλίου και το πλαίσιο εντός του οποίου εγγράφονται οι πολλαπλές φωνές που ενοικούν το πρώτο μυθιστορηματικό εγχείρημα του Φάϊς, η Κομοτηνή αναδεικνύεται ως χοάνη εθνικών και θρησκευτικών ταυτοτήτων. Πρόκειται ουσιαστικά
για
μια
πληθωρική
συλλογή
ετερογενών
στοιχείων
που
περιλαμβάνει από «ψευδο-ιστορικά» ντοκουμέντα, πρακτικά δικών και απομαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις κατοίκων της πόλης μέχρι μικρές αγγελίες, διαφημίσεις και επίκαιρα των τοπικών εφημερίδων. Τα όρια της προφορικής ιστορίας συμφύρονται με αυτά της γραπτής όπως αυτή πραγματώνεται
μέσω
του
τοπικού
τύπου,
καταγράφοντας
έτσι
το
πολυπολιτισμικό παρελθόν της Κομοτηνής και ταυτόχρονα τη διαδικασία του εκμοντερνισμού της και της αποκρυστάλλωσης της αστικής της ταυτότητας στον εικοστό αιώνα. Ο συλλέκτης και υπεύθυνος του αρχείου, ο Έντμοντ Μπαχάρ (το alter ego του Ευθύμη στο δεύτερο μισό του μυθιστορήματος), αναλαμβάνει το εγχείρημα της συγκόλλησης των θραυσμάτων της αστικής μνήμης και της αναμέτρησης
με
τα
φαντάσματα
του
προσωπικού
και
συλλογικού
παρελθόντος. Η πόλη γίνεται ο κειμενικός χώρος όπου η ατομική συνείδηση του «(αυτο)βιογραφούμενου» υποκειμένου έρχεται σε επαφή με την συλλογικότητα και την ετερότητα του πολυπολιτισμικού πλήθους. Θα
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /59/
εξεταστεί η υπόθεση ότι η πολυπολυτισμική ταυτότητα της Κομοτηνής δεν υποστηρίζει μια ενιαία, μονοδιάσταση εξιστόρηση αλλά μια πολυεπίπεδη και θραυσματική αφήγηση. Στόχος είναι να μελετηθεί η διαδικασία με την οποία η πόλη
λειτουργεί
ως
μεταφορά
του
συγγραφικού
υποκειμένου
και
αναδεικνύεται εν τέλει ως το κύριο αυτοβιογραφικό υποκείμενο στη μεταμυθοπλασία του Φάϊς.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /60/
ΌΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΩΔΙΕΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ: Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΒΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΤΑΧΤΣΗ
Καραβία Τιτίκα Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου panagiota.karavia@ouc.ac.cy
Ένα θέμα που επανέρχεται στο έργο του Κώστα Ταχτσή τόσο στον αυτοβιογραφικό, συχνά αυτομυθοπλαστικό του λόγο όσο και στον αμιγώς δοκιμιακό είναι η ελληνικότητα και οι παραλλαγές της. Συσχετίζοντας την εμπειρία με το στερεότυπο, το βίωμα με τις δοξασίες περί του βιώματος, την εξαίρεση με τον κανόνα, ο Ταχτσής ανάγεται από το ατομικό στο συλλογικό και αντιστρόφως, για να τονίσει τη σχετικότητα των οριοθετήσεων και τη σχετική ισχύ διαφόρων στερεοτύπων. Ανατέμνοντας πρωτίστως την μεταπολεμική Ελλάδα και λιγότερο την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, αποτυπώνει ουτοπικές και μη όψεις της εθνικής ταυτότητας που ανακυκλώνονται και αναπαράγονται από Έλληνες και ξένους. Για τον Ταχτσή, υπάρχει από τη μια πλευρά η Ελλάδα όσων περιορίζονται σε μια παγιωμένη εικόνα της, περιχαρακωμένη στο πλαίσιο της αφήγησης περί του λαμπρού και ένδοξου παρελθόντος που τη διαφοροποιεί ριζικά από το παρόν. Πρόκειται για μια ετεροκαθορισμένη εθνική ταυτότητα με εμφανή στοιχεία παρωδίας, που της προσδίδει και της «επιτρέπει» ένα παρόν μόνο στον βαθμό που συντηρεί και υπηρετεί το παρελθόν με τους όρους που οι άλλοι το προσλαμβάνουν. Από την άλλη, η εν εξελίξει Ελλάδα, απαλλαγμένη από την εμμονή του μύθου που αντιτίθεται στη μουσειακή της διάσταση. Η δεύτερη, την οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε
ετεροκανονική, συνιστά μια εθνική ταυτότητα που αποκλίνει από τη γραφικότητα
της
παγιωμένης
εικόνας
της,
υπονομεύει
καθιερωμένες
εξουσιαστικές σχέσεις και προκαλεί. Σε αυτό το πλαίσιο, η ετεροκαθορισμένηπαρωδούμενη και η ετεροκανονική-αποκλίνουσα από τον ορίζοντα των
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /61/
προσδοκιών εθνική ταυτότητα συνθέτουν την Ελλάδα των μύθων και την Ελλάδα των βιωμάτων. Αν συσχετίσουμε την αποκλίνουσα έμφυλη ταυτότητα του Ταχτσή με την ετεροκανονική-αποκλίνουσα από την παγιωμένη της εικόνα ελληνικότητα, πόσο θεμιτό θα ήταν να θεωρήσουμε την αφηγηματική κατασκευή της ελληνικής εθνικής ταυτότητας στο έργο του ως αλληγορικό αναδιπλασιασμό της δικής του έμφυλης ταυτότητας; Η παρούσα ανακοίνωση θα διερευνήσει το ερώτημα στο πλαίσιο του θεωρητικού στοχασμού περί ταυτοτήτων και έθνους που έχει αναπτυχθεί στην Πολιτισμική Κριτική σε συνδυασμό με τις θέσεις του Μ. Foucault για τις σχέσεις εξουσίας και τη σεξουαλικότητα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /62/
ΌΨΕΙΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΕΝΟΣ ‘ΝΕΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΙΔΟΥΣ’: ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΟΥ ΕΚΔΟΧΕΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ (1876-1895)
Καραΐσκου Μαρία Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Κρήτης mariakaraisk@yahoo.gr
Η ανακοίνωση εστιάζεται σε μια ομάδα επιστολογραφικών διηγημάτων που έχουν
γραφτεί
από
μείζονες
ή
και
ελάσσονες
εκπροσώπους
της
επονομαζόμενης γενιάς του 1880, όπως ο Κ. Παλαμάς, ο Α. Καρκαβίτσας, ο Γ. Ψυχάρης, ο Γ. Ξενόπουλος, ο Γ. Δροσίνης, ο Α. Εφταλιώτης, ο Θ. Βελλιανίτης, και δημοσιεύονται στην Εστία, το έντυπο που έχει κατεξοχήν συνδεθεί με την καλλιέργεια του διηγήματος ως ιδιαίτερου αφηγηματικού είδους κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Σε ένα πρώτο επίπεδο θα διερευνηθεί κατά πόσον η στροφή των παραπάνω συγγραφέων στον συγκεκριμένο τύπο διηγήματος μπορεί να συσχετιστεί με τη γενικότερη πολιτική της Εστίας ως προς την πριμοδότηση της φόρμας της λογοτεχνικής επιστολής, πράγμα που διαφαίνεται από τη δημοσίευση των περίφημων Αγροτικών Επιστολών του Γ. Δροσίνη και ανάλογων κειμένων παιδαγωγικού χαρακτήρα του Αγγ. Βλάχου, τη μετάφραση ξένων επιστολικών διηγημάτων – σταθμών στην ιστορία του είδους - όπως «Η κλαπείσα επιστολή» του E. A. Poe και τα Γράμματα από τον
μύλο μου του A. Daudet, αλλά και από την πρωτοβουλία προκήρυξης «αγώνα επιστολογραφίας» (1893). Κατά κύριο λόγο όμως η ανακοίνωση αποσκοπεί να φωτίσει τους τρόπους που η ποιητική της επιστολής συντονίζεται με την ειδολογική
ταυτότητα
του
διηγήματος
και
με
τις
αντιλήψεις
που
διαμορφώνονται στα συμφραζόμενα της Εστίας αναφορικά με το ζήτημα αυτό. Με γνώμονα την ανάλυση της τεχνοτροπίας των συγκεκριμένων διηγημάτων θα επισημανθούν σημεία σύγκλισης ανάμεσα στο γράμμα και το διήγημα, όπως η συντομία, η λιτότητα, η αποσπασματικότητα, η συμπύκνωση, ο επαυξημένος ρόλος του αναγνώστη. Παράλληλα, θα υπογραμμιστούν κάποιες
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /63/
ιδιοτυπίες της επιστολικής γραφής που συναντώνται στα εν λόγω κείμενα, όπως ο εξομολογητικός χαρακτήρας, η ψυχολογική εμβάθυνση, η ροπή προς το δοκιμιακό ύφος, η υιοθέτηση ειρωνικών τρόπων και η αυτοαναφορικότητα. Πρόκειται για στοιχεία που προσδίδουν μια διαφορετική ταυτότητα στα διηγήματα αυτά η οποία αντιστρατεύεται το μοντέλο του τυπικού ηθογραφικού διηγήματος που έχει συναρτηθεί με τις απόπειρες προώθησης του είδους από την Εστία. Επιπλέον, θα αναζητηθούν οι τρόποι που διασταυρώνεται η επιστολική γραφή με το αίτημα του ρεαλισμού που σφραγίζει την ιστορική διαμόρφωση
του
διηγήματος
κατά
τη
συγκεκριμένη
περίοδο.
Η
πρωτοπρόσωπη αφήγηση και ο μανδύας της αυθεντικής μαρτυρίας, που συνοδεύει το πρόσχημα της αυτούσιας παράθεσης ενός γράμματος, αποτελούν χαρακτηριστικά που εναρμονίζονται πλήρως με την αισθητική του ρεαλισμού και μπορούν κάλλιστα να παραλληλιστούν με μια άλλη κατηγορία ρεαλιστικών διηγημάτων με κατά κανόνα ηθογραφικό υπόστρωμα και προφορικό χαρακτήρα σε αντίστιξη με τη γραπτή φύση του επιστολικού είδους: τα διηγήματα που εντάσσουν εγκιβωτισμένες αφηγήσεις στο πλαίσιο τους και απαντώνται συχνά στις σελίδες του περιοδικού. Απώτερος στόχος της ανακοίνωσης είναι να αναζητήσει τις τύχες του επιστολογραφικού διηγήματος σε κείμενα εκτός Εστίας, να αναδείξει τη συμβολή του στην ιστορία του διηγήματος κατά την περίοδο 1880-1900 και εν γένει να φωτίσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του επιστολικού είδους, που έχει εξάλλου τραβήξει την προσοχή σημαντικών στοχαστών, όπως ο Derrida και ο Lacan.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /64/
ΌΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ
Καρπούζου Πέγκυ Πανεπιστήμιο Αθηνών pkarpouzou@phil.uoa.gr
Η στροφή που παρατηρήθηκε στη μετανεωτερική εποχή από τη μελέτη της ιστορίας και του χρόνου σε εκείνη της συγχρονίας και του χώρου (Foucault, 1967) έχει συμβάλει μεταξύ άλλων στην ανανέωση του ερευνητικού ενδιαφέροντος για τη μελέτη των ταξιδιωτικών αφηγήσεων. Τα ταξιδιωτικά κείμενα διερευνώνται ως προς τις ιδεολογικές τους διαστάσεις στα πλαίσια των λογοτεχνικών πολιτισμικών σπουδών, των σπουδών γεωγραφίας, της ιστορίας, της ανθρωπολογίας ή των πολιτικών επιστημών. Συγκεκριμένα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατασκευή της ταυτότητας του τόπου που αποτελεί το αντικείμενο περιγραφής αλλά επίσης και οι πληροφορίες που παρέχουν ενδεικτικά στοιχεία για τη σύλληψης της ταυτότητας του ταξιδιώτηπαρατηρητή: ο τελευταίος αυτοπροσδιορίζεται είτε από τις συγκριτικές αναφορές στην δική του πατρίδα είτε, εμμέσως, από τον τρόπο που αντιμετωπίζει τις μορφές ετερότητας που συναντά. Στη παρούσα μελέτη, θα διερευνηθεί αρχικά η εγκόλπωση και δημιουργία στερεοτυπικών αντιλήψεων περί της «αμερικανικής ταυτότητας» στη δεκαετία του ’50 σε σημαντικά ταξιδιωτικά κείμενα ελλήνων συγγραφέων και διανοούμενων (κυρίως του Η. Βενέζη, Αμερικανική Γη, [1954], του Γ. Θεοτοκά, Δοκίμιο για την Αμερική [1954] και του Μ. Καραγάτση, Στον Αμέριμνον Νέον Κόσμο… [1950]). Στα κείμενα αυτά εντοπίζονται όψεις της ευρωπαϊκής πρόσληψης του «Νέου Κόσμου» μέσα από τη συνεχή αντιπαραβολή του με τη Γηραιά Ήπειρο και τη στερεοτυπική ταύτιση μιας ολόκληρης ηπείρου με τις ΗΠΑ. Το ερώτημα αν οι ΗΠΑ αντιμετωπίζονται ως συνέχεια του παλαιού κόσμου ή ως αυθύπαρκτη οντότητα διερευνάται υπό το πρίσμα ενδεικτικών θεματικών αξόνων, όπως η οργάνωση των δημοκρατικών θεσμών της χώρας, η οικονομική της δραστηριότητα ή η πνευματική της ζωή. Στη συνέχεια εξετάζεται η διαιώνιση
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /65/
και κυρίως η κριτική αποστασιοποίηση από τις στερεοτυπικές-μυθολογικές κατασκευές όσον αφορά την αμερικανική ταυτότητα σε ταξιδιωτικά κείμενα του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα (όπως για παράδειγμα του Β. Βασιλικού, Η
Μυθολογία της Αμερικής, 1964 και του Μ. Κασόλα, Η άλλη Αμερική, 1973) καθώς
και
η
αντιμετώπιση
των
νέων
παραμέτρων
που
θέτει
η
μετανεωτερικότητα και η παγκοσμιοποίηση. Οι παράμετροι αυτοί είναι ακόμη πιο εμφανείς στα ταξιδιωτικά κείμενα του τέλους του 20ου αιώνα και των αρχών του 21ου (πχ. της Κ. Δασκαλάκη, Ο ένοικος του τίποτα, 1997 ή του Γ. Κιουρτσάκη, Ένας χωρικός στη Νέα Υόρκη, 2009). Τέλος, οι συνέχειες και οι ρήξεις στη συγκρότηση της «αμερικανικής ταυτότητας» μέσα από την ελληνική ταξιδιωτική λογοτεχνία, και η αμφίθυμη συχνά στάση που εκφράζεται απέναντι στις ΗΠΑ, θα σχολιασθούν σε συσχετισμό με την ταυτότητα της ελληνικής αμερικανικής
κοινότητας
όπως
και
της
εθνικής,
ευρωπαϊκής
ή
και
παγκοσμιοποιημένης ταυτότητας των ελλήνων αφηγητών, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις ταξιδιωτικές αφηγήσεις τους για την Αμερική.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /66/
ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΜΠΑΛΑΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ: Ο Γ. ΒΙΖΥΗΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ
Καστρινάκη Αγγέλα Πανεπιστήμιο Κρήτης kastrinaki@uoc.gr
Το διήγημα του Βιζυηνού «Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας» παρουσιάζει ένα έλλειμμα αληθοφάνειας, όπως έχει επισημάνει η κριτική. Στον συγγραφέα του χρεώνεται υπερβάλλων ρομαντισμός και ψυχολογικές αστοχίες στη διαγραφή των ηρώων. Οι αιτιάσεις της κριτικής είναι εύλογες, κινούνται όμως στο πλαίσιο μιας λίγο πολύ ρεαλιστικής ανάγνωσης. Η στάση μας απέναντι στο κείμενο μπορεί να αλλάξει, αν δούμε το διήγημα υπό το πρίσμα του συμβολισμού. Ο Βιζυηνός, με τρόπο τόσο κρυπτικό ώστε έως τώρα δεν έγινε αντιληπτός, επιφύλαξε για την ιστορία του την απώτατη αναγωγή: η παλαιά ιστορία είναι η παμπάλαια εκείνη, το ίδιο το προπατορικό αμάρτημα, η πτώση από τον παράδεισο. Ο πρωταγωνιστής Πασχάλης, ως άλλος Αδάμ, δοκίμασε τον έρωτα με την ποταπή γυναίκα Ευλαλία, όνομα που υποκρύπτει την Εύα. Ο ήρωας κουβαλά για καιρό τη βαριά ενοχή του, έως ότου γνωρίζει την Κλάρα, την «καθαρή», την σχεδόν θεϊκή μορφή. Στο κείμενο η Κλάρα επέχει θέση Παναγίας, η οποία, στο χριστιανικό δόγμα, ήρθε ως δεύτερη Εύα να καταργήσει την ανυπακοή της πρώτης. Ωστόσο ο Πασχάλης δεν μπόρεσε να δεχθεί την προσφορά της, την εγκατέλειψε για να μην την μιάνει, με τις γνωστές θανατηφόρες και για τους δύο συνέπειες. Στο σημείο αυτό ο αφηγητής του διηγήματος, ο φοιτητής της ψυχολογίας, παίρνει αποστάσεις από τον δυστυχισμένο φίλο του, όμως στο τέλος φαίνεται να συγκλίνει προς εκείνον, στην επιθυμία απαλλαγής από τα δεινά της ζωής και του κόσμου. Στην ανακοίνωση θα αναδείξω τα σημεία του διηγήματος που στηρίζουν τη συμβολική προσέγγιση και θα δοκιμάσω να συζητήσω τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές τάσεις του συγγραφέα, όπως προκύπτουν από τη συγκεκριμένη ανάγνωση. Ποια είναι εντέλει η φιλοσοφική ταυτότητα ενός
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /67/
ανθρώπου που θεωρούσε τον εαυτό του αρχηγέτη νέου φιλοσοφικού συστήματος;
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /68/
Η ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΩΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ΛΕΚΤΙΚΕΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΜΙΑΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ
Κέλλα Βασιλική Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Α.Π.Θ. kikikella@yahoo.com
H μελέτη των λεκτικών πράξεων μέσα από μια συγκριτική προοπτική δείχνει ότι τα μέλη διαφόρων κοινωνιών διαθέτουν ιδιαίτερα μέσα επικοινωνίας τα οποία είναι φορείς σημειωτικών δηλώσεων. Οι επικοινωνιακές χρήσεις παρουσιάζουν μεγάλη διαφοροποίηση από τη μια εποχή και κουλτούρα στην άλλη. Αυτές οι διαφορές μπορούν να διαταράξουν τις πολιτισμικές επαφές, όπως στην περίπτωση της διαφήμισης και όπως αυτή πραγματώνεται διαχρονικά. Θεωρούμε ότι η επικοινωνία είναι παραγωγή και ερμηνεία σημείων και συνίσταται στο γεγονός ότι κωδικοποιούμε τα μηνύματα από τη μία, και από την άλλη, φθάνουμε σε μια διαδικασία λογικών συλλογισμών. Κάθε φορά που επικοινωνούμε θέτουμε τα εξής ερωτήματα: «πώς θα μιλήσω ή πώς θα γράψω»; «Σε ποιους απευθύνομαι»; «Με τι γλωσσικά μέσα θα πω αυτό που θέλω να πω»; Συνομιλούμε
εάν
μοιραζόμαστε
κοινούς
τόπους
αναγνώρισης,
δεδομένου ότι όταν επικοινωνούμε, έχουμε μια δεδομένη πρόθεση και ένα συγκεκριμένο προσχέδιο λόγου. Οργανώνουμε τον λόγο μας με βάση την εικόνα που έχουμε διαμορφώσει για τον συνομιλητή μας, αυτό που φανταζόμαστε ότι αντιλαμβάνεται και αναμένει από εμάς, την κοινή γνώση που ο άλλος αλλά και εμείς διαθέτουμε κλπ. Στην παρούσα μελέτη θα επιχειρηθεί μία διαχρονική ανάλυση διαφημιστικών μηνυμάτων που αφορούν επώνυμα προϊόντα και που βρέθηκαν ως καταχωρήσεις στον τύπο (εφημερίδες και περιοδικά). Μελετώντας τα λεκτικά και οπτικά γνωρίσματά τους θα προσπαθήσουμε να κάνουνε αντιληπτούς αντίστοιχα τους σημειο-κοινωνιο-ιδεολογικούς κώδικες της κάθε εποχής.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /69/
Ο λόγος της διαφήμισης είναι λόγος επιρροής και αναπαραστάσεων και επιδρά στον Άλλον με στόχο να τον κάνει να πιστέψει, να τον πείσει και να τον κάνει να δράσει. Το πώς ο λόγος και η εικόνα παίρνουν την τελική τους μορφή και αποτυπώνονται στο χαρτί ή γίνονται πλοκή των τηλεοπτικών σποτ έχει να κάνει με την κοινωνία, τις αξίες της, τις νόρμες, τις αναπαραστάσεις κλπ.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /70/
Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ: Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΜΦΥΛΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ
Κηπουροπούλου Γεωργία Διδάκτωρ, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας georgkip@yahoo.com
Η παρούσα έρευνα μελετάει τη συμμετοχή και τη δράση των γυναικών στη περιοχή της Φλώρινας την περίοδο 1941-1944 μέσα από τις αφηγήσεις 21 γυναικών. Ως εργαλείο έρευνας χρησιμοποιήθηκε η προφορική ιστορία. Η Προφορική ιστορία είναι μία μέθοδος έρευνας που χρησιμοποιείται για να διερευνήσει και να αναλύσει τις μαρτυρίες που προκύπτουν από τις αφηγήσεις των πληροφορητών, την ιστορία των ανθρώπων, όπως την έζησαν οι ίδιοι.5 Με τις προφορικές μαρτυρίες διάφορες κατηγορίες ανθρώπων που δεν είχαν πρόσβαση στον δημόσιο λόγο αποκτούν φωνή και διαμορφώνεται σταδιακά, αυτό που αποκαλούμε «ιστορία από τα κάτω»-των κατώτερων κοινωνικά στρωμάτων και των περιθωριοποιημένων ομάδων.6
Χρησιμοποιώντας τη
μεθοδολογία της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου στα κείμενα αφήγησης των γυναικών προέκυψαν σημαντικές διαπιστώσεις. Καθώς ο λόγος βρίσκεται σε σχέση αλληλεπίδρασης με την κοινωνία επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται από την κοινωνική πραγματικότητα. Αποτέλεσμα αυτής της αμφίδρομης σχέσης είναι να εντοπίζουμε αναπαραστάσεις του κόσμου μέσα στον λόγο.7 Oι γυναίκες ως δρώντα υποκείμενα την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης αναδεικνύουν διάφορες διαστάσεις της γυναικείας τους ταυτότητας: της μαχήτριας, της επονίτισσας, του μικρού κοριτσιού που βρέθηκε στη δύνη του πολέμου, της μάνας, της γυναίκας που ανέλαβε να συντηρήσει την οικογένειά 5
Γεώργιος Μητρόπουλος, «Προφορική Ιστορία .Μνήμες πολέμου, κατοχής, τρομοκρατίας, εμφυλίου», στο "Greek Research in Australia:Proceedings of the Eighth Biennial International Conference of Greek Studies,Flinders University June 2009", M. Rossetto, M. Tsianikas, G. Couvalis and M. Palaktsoglou (Eds.), Adelaide, Flinders University Department of Languages - Modern Greek, σελ. 510. 6 Ελεάνα Συμεωνίδη, «Η αξία της προφορικής ιστορίας και των ιστορικών αρχείων», στο “Ανθρωπιστικές και Θετικές επιστήμες: θεωρία και πράξη”, Πρακτικά Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρμοσμένης Παιδαγωγικής και Εκπαίδευσης (ΕΛΛ.Ι.Ε.Π.ΕΚ.), 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο, Αθήνα, 5-7 Οκτωβρίου 2012. 7 Aναστασία Στάμου και Άννα Χρονάκη, «Πώς γράφονται τα σχολικά μαθηματικά: επιστημονικοί λόγοι και έμφυλες διαστάσεις στα κείμενα του περιοδικού Ευκλείδης Α.» Κριτική Επιστήμη και Εκπαίδευση, 2007, Τεύχος 5, σελ. 25- 46.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /71/
της, της οργανωμένης στο Κ.Κ.Ε., της αγρότισσας, της αλληλέγγυας στην άλλη γυναίκα, της επαναστάτριας, της συνειδητοποιημένης κοινωνικά
αλλά και
πολιτικά. Οι γυναίκες της αντίστασης στο σύνολό τους διαμόρφωσαν μία πολιτιστική ταυτότητα σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες συνειδητοποιούν ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική μεταβολή και έχουν λόγο σε αυτήν. Η υπέρβαση από την έμφυλη αντίληψη του ρόλου των γυναικών μέσα από την απόκτηση ψυχικών /φυσικών χαρακτηριστικών και την κοινωνική και πολιτική συμμετοχή στα κέντρα αποφάσεων είναι έκδηλη στον λόγο τους. Η ταυτότητα της αγωνιζόμενης γυναίκας συναντάται κυρίως σε γυναίκες που υιοθέτησαν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο αριστερές πεποιθήσεις. Οι γυναίκες της αντίστασης στο σύνολό τους διαμόρφωσαν μία πολιτισμική ταυτότητα σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες συνειδητοποιούν ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική μεταβολή και έχουν λόγο σε αυτήν.8
8
Μπάδα Κωνσταντίνα, «Ο εμφύλιος πόλεμος ως βιωμένη εμπειρία και μνήμη των γυναικών» στο Μνήμες και λήθη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, Αθήνα: Επίκεντρο, 2008, σελ. 129.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /72/
ΨΗΛΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗ ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ: Η (ΔΙΑ)ΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ
Κιοσσές Σπύρος Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Α.Π.Θ. spkiosses@uth.gr
Τo ζήτημα της κατασκευής, του ρόλου, της λειτουργίας και ευρύτερα της αναπαράστασης της γυναικείας ταυτότητας στη λογοτεχνία άρχισε να απασχολεί τους μελετητές κατά το β΄ μισό του 20ου αι., κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της φεμινιστικής θεωρίας και κριτικής, μεταξύ άλλων κοινωνικοπολιτικών και πολιτισμικών εξελίξεων. Ιδιαίτερο αντικείμενο μελέτης αποτέλεσε το γυναικείο μυθιστόρημα διαμόρφωσης (Bildungsroman), στο οποίο παρουσιάζεται ακριβώς η διαδικασία της διαμόρφωσης της κεντρικής μυθοπλαστικής ηρωίδας
μέσω
εσωτερικών
της
επίδρασης
ποικίλων
ψυχο-συναισθηματικών
παρουσιάζεται
η
αποκαλούμενη
εξωγενών
διεργασιών.
«αφύπνιση»
Σε
της
παραγόντων
και
άλλα πάλι έργα, ηρωίδας,
εν
μέσω
ανασταλτικών γενικά κοινωνικών και οικογενειακών συνθηκών διαβίωσης, η απόπειρά της ανακαλύψει την «πραγματική» ταυτότητά της – χαρτογραφώντας εκ νέου τη μέχρι τότε πορεία της, που είχε συμβάλει στη διαμόρφωση μιας στρεβλής εικόνας του εαυτού – ή να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό της, συχνά μέσω της γραφής ή της καλλιτεχνικής εν γένει δημιουργίας. Στο παραπάνω θεωρητικό και κριτικό πλαίσιο, η προτεινόμενη ανακοίνωση θα εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο αναπαριστάται η γυναικεία ταυτότητα και η πορεία διαμόρφωσης ή αναζήτησής της στο έργο της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη, με ιδιαίτερη αναφορά στα μυθιστορήματα Ανδρόγυς,
Το τέλος του χρυσού φεγγαριού και Γυναίκες ή Σκοτεινή ύλη. Ειδικότερα ζητήματα
που
θα
διερευνηθούν
περιλαμβάνουν
την
απόπειρα
της
μυθοπλαστικής ηρωίδας/αφηγήτριας να επιτύχει την αυτοσυνειδησία και να (δια)πραγματευτεί την ταυτότητά της, τον εντοπισμό των παραγόντων που
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /73/
επηρεάζουν τη συγκεκριμένη διαδικασία, και κυρίως τον τρόπο με τον οποίο εγγράφονται τα παραπάνω στο λογοτεχνικό κείμενο. Οι αφηγηματικοί τρόποι που αξιοποιεί η Δεληγιώργη, η δομική και θεματική διάρθρωση των έργων της, συγκεκριμένα ζητήματα εστίασης, φωνής, κλπ., καθώς και ευρύτεροι ιδεολογικοί και φιλοσοφικοί προβληματισμοί που προσδιορίζουν την κατασκευή της ταυτότητας αποτελούν τους βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους θα αναπτυχθεί ο σχετικός ερευνητικός προβληματισμός.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /74/
Ο ΑΛΛΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ «ΠΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΛΟΞΟΥ»: ΤΟ ΨΕΥΔΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ
Κόλλια Ελένη Πανεπιστήμιο Πατρών elenikollia@hotmail.com
«Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα» γράφει ο Α. Καμύ, ενώ ο Μαρκ Τουέιν υποστηρίζει πως το ψεύδος είναι μια αναγκαιότητα και ότι «η αρχή της αλήθειας μπορεί να οδηγήσει σε παραλογισμό». Με την τελευταία αυτή άποψη μοιάζει να συμφωνεί και η άποψη του Λ. Πιραντέλλο, ο οποίος παρατηρεί ότι ένα κοινό ψεύδος μπορεί να συμφιλιώσει συγκρουόμενες τάσεις, αντιφατικά συναισθήματα ή αντίθετες απόψεις, κάτι που δεν πετυχαίνεται μέσω της αλήθειας. Γι’ αυτό και το ψεύδος θεωρείται πιο προνομιακό από την αλήθεια, αφού το πρώτο ενώνει ενώ η δεύτερη διαιρεί. Στο έργο του Γιάννη Σκαρίμπα σχεδόν όλοι οι ήρωές του υποκρίνονται, ψεύδονται έχοντας ως στόχο το παιχνίδι μέσω της εξαπάτησης του άλλου και τελικά της ίδιας της ζωής μπροστά στη βεβαιότητα του θανάτου. Συχνά ο ήρωας δηλώνει ότι λέει ψέματα «από έρωτα προς την ελευθερία». Ο ρόλος που υιοθετεί κάθε φορά μέσα στο έργο έχει άλλοτε τη μορφή μιας απλής μίμησης και άλλοτε, στην πιο ακραία εκδοχή του, φτάνει έως την αλλαγή του ονόματός του, το οποίο αποτελεί το βασικό στοιχείο για τη γνώση της ατομικής ταυτότητας.
Έτσι δημιουργείται μια ψευδοταυτότητα που μοιάζει να
υπογραμμίζει τη συνύπαρξη δύο εαυτών στο ίδιο σώμα και ταυτόχρονα την απελευθέρωση του ανθρώπου από τη μονολιθικότητα της αλήθειας και των κοινωνικών συμβάσεων που υποστηρίζει. Αναλογικά προς την ταυτότητα του προσώπου λειτουργεί και η ταυτότητα της ιστορίας. Στη μυθοπλασία καθρεφτίζεται μια δεύτερη μυθοπλασία∙ αυτή που πλάθει ο ήρωας με όρους αληθοφάνειας στο πλαίσιο της αλλαγής της ταυτότητάς του, κάνοντας την υποκρισία του να φαίνεται σαν ειλικρίνεια στο βλέμμα των άλλων ηρώων του κειμένου. Οι τελευταίοι δεν αντιλαμβάνονται την πλάνη τους έως το τέλος της
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /75/
ιστορίας. Το ψεύδος γίνεται η μόνη αλήθεια που έχει ως στόχο την κατάργηση των ορίων μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Για τον Σκαρίμπα ελεύθερος είναι εκείνος που ζει χρησιμοποιώντας το ψεύδος, το οποίο αντιμετωπίζει ως μια αναγκαιότητα που γεφυρώνει τις αντιθέσεις∙ εκείνες που έχει διαμορφώσει η κοινωνία ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό, τα νευρόσπαστα και τους ανθρώπους, τους αγγέλους και τους δαίμονες, την ίδια τη ζωή και τον θάνατο. Η ελευθερία του συγγραφέα, το ψέμα του, ξεκινά από την ίδια τη λέξη «ψέμα» την οποία συχνά κρύβει στα ονόματα των ηρώων του και συνεχίζεται στους τίτλους των έργων του και στα φιλολογικά ψευδώνυμα που χρησιμοποιεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Ποια όμως είναι τα όρια ανάμεσα στον εαυτό και στον άλλο, ανάμεσα στον συγγραφέα και στον ήρωά του, ανάμεσα σε ό,τι δεν κατονομάζεται ή ονομάζεται ψευδώς στον τίτλο ενός έργου και σε ό,τι κυριαρχεί στην αφήγηση, ανάμεσα στο ψευδώνυμο και στην επίσημη ταυτότητα; Πού σταματά το ψέμα και σε ποιο σημείο γεννιέται η αλήθεια, αν υπάρχει, στο πλαίσιο μιας μυθοπλασίας; Και τελικά πώς αποκωδικοποιείται το ψεύδος του ήρωα και του δημιουργού από τον αναγνώστη, την ενεργό συμμετοχή του οποίου προϋποθέτει το σκαριμπικό κείμενο; Στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί να απαντήσει η ανακοίνωση αυτή.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /76/
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
Κονταλή Αθηνά Δρ. Θεολογίας, ΕΚΠΑ akontali@theol.uoa.gr
O Ελληνισμός ως ζωντανή έκφραση του πνεύματος του κλασικού ελληνικού πολιτισμού αποτελεί, όπως εύστοχα έχει διατυπωθεί, «το σημαντικότερο δημιούργημα της ελληνικής διανόησης». Κατά τη διάρκεια της δουλείας η σύνδεση με την αρχαία Ελλάδα και η ιδέα της συνέχειας του Ελληνισμού καλλιεργήθηκαν ιδιαίτερα από τους λόγιους μετανάστες στη Δύση. Τα υψηλά ιδεώδη της ελληνικής φυλής διαμόρφωσαν ένα ισχυρό χαρακτήρα για τους Έλληνες, οι οποίοι αγωνίστηκαν με κάθε τρόπο να διατηρήσουν, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα ήθη και τον πολιτισμό τους. Η Εκκλησία βοήθησε το Γένος να διατηρήσει την ιστορική μνήμη και την αυτοσυνειδησία του και να αξιοποιήσει με τον τρόπο αυτό τα σημαντικά στοιχεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Αναπτύχθηκε έτσι ο «Ελληνισμός» της Ορθοδοξίας και διαμορφώθηκε κυρίως από την επαφή του με την πατερική διδασκαλία. Με τον τρόπο αυτό ο Ελληνισμός ταυτίστηκε με την Ορθοδοξία σε μία αρραγή και αδιάρρηκτη σχέση, ιδιαίτερα στους χρόνους της δουλείας, με συνέπεια αυτά τα δύο μεγέθη να συμπορευτούν στον αγώνα για την ελευθερία. Η επιδίωξη της ελευθερίας για τον Ελληνισμό υπήρξε στενά συνυφασμένη με την έννοια της πατρίδας και της διαφύλαξης του ορθόδοξου δόγματος. Πρόκειται ουσιαστικά για την κινητήρια δύναμη της αυθυπέρβασης και της προσφοράς και για τη συμμετοχή σε κοινές αξίες, με σκοπό την κατάκτηση και προάσπιση του προσωπικού και συλλογικού βίου. Με τον τρόπο αυτό ενδυναμώθηκε η ιδέα της εθνικής αποκατάστασης, η προσπάθεια απομάκρυνσης του οθωμανού δυνάστη και η ελπίδα της απελευθέρωσης του Έθνους. Η συμπόρευση του Ελληνισμού με την Ορθοδοξία κατά την Οθωμανική κατάκτηση καταλήγει στη διαμόρφωση του φιλελεύθερου φρονήματος. Πρόκειται για μία σχέση αλληλεπίδρασης, αφού ο Ελληνισμός επιδρά καταλυτικά με τη γλώσσα του και όλα εκείνα τα στοιχεία πού συγκροτούν τον πολιτισμό του. Η Εκκλησία από την άλλη πλευρά
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /77/
χρησιμοποίησε την ελληνική γλώσσα κυρίως μέσῳ της παιδείας, της παράδοσης και του θεσμού της κοινοτικής οργάνωσης και προσπάθησε να ενδυναμώσει την εθνική συνείδηση των Ελλήνων και να τους ενθαρρύνει στον αγώνα τους για απελευθέρωση. Η παιδεία με την έννοια του πνευματικού υποβάθρου των ελληνικών πραγμάτων προσέφερε πνευματική συνοχή και διατήρησε αρραγή την ταυτότητα του Έθνους.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /78/
ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ: ΕΜΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΚΑΙ ΑΥΤΟΕΠΙΓΝΩΣΗ. ΔΕΞΙΟΤΗΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΤΟΧΟΥ. Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΉ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ, ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙKHΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Κορρέ Ειρήνη Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδαγωγικής Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. ikorre@helit.duth.gr
Ο G. Mead (1934) ορίζει την ενσυναίσθηση ως την «ικανότητα να παίρνει
κανείς το ρόλο ενός άλλου και να υιοθετεί εναλλακτικές προοπτικές σχετικά με τον εαυτό τoυ». Ο Goutou (1951) υποστηρίζει ότι «ενσυναίσθηση είναι η διαδικασία κατά την οποία το άτομο για μια στιγμή προσποιείται στον εαυτό του ότι είναι κάποιος άλλος ώστε να μπορεί να διεισδύσει στην πιθανή συμπεριφορά του άλλου σε μια δεδομένη κατάσταση».
Ο Piaget (1932
/1965) βλέπει την ενσυναίσθηση ως μια γνωστική διεργασία που αφορά τη δυνατότητα που έχει ένα άτομο να παίρνει το ρόλο του άλλου (Σταλίκας, Α. & Χαμοδράκα, Μ., 2004:22-23). Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η προσέγγιση του Goleman (1995) ο οποίος αντιμετωπίζει την ενσυναίσθηση ως επιμέρους διάσταση της συναισθηματικής νοημοσύνης. Η ικανότητα της εμβίωσης (εμβιώ=ζω εν τινι) της κατάστασης του άλλου, είναι η ικανότητα της κατανόησης και του μοιράσματος των συγκινήσεων, των σκέψεων και της συμπεριφοράς του άλλου ατόμου. Δηλώνει συναισθηματική συμμετοχή. Η ικανότητα τοποθέτησης του εαυτού στη θέση του άλλου, δηλαδή η ανάπτυξη της αλλoκεντρικής δεξιότητας της ενσυναίσθησης, περιλαμβάνει το σύνολο των προσπαθειών που καταβάλλονται για την υποδοχή του άλλου μέσα στην ιδιαιτερότητά του, προσπάθειες που γίνονται αποδεκτές και ενεργοποιούνται από τη στιγμή που κατακτάται η συνείδηση του διαχωρισμού «εγώ –άλλος». Αυτό σημαίνει μια πρόθεση και μια ικανότητα κατανόησης της υποκειμενικής πραγματικότητας του άλλου, καθώς και των συνθηκών μέσα στις οποίες αυτή
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /79/
η πραγματικότητα έχει διαμορφωθεί (Harris, R. & Foreman-Peck, L., 2004: 4). Η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης
αποτελεί
βασικό στόχο του
σύγχρονου σχολείου. Η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης ωφελεί με πολλούς τρόπους και μακροπρόθεσμα το μαθητή (καλλιέργεια πολλαπλών οπτικών, συνθετικών και ανακατασκευαστικών νοητικών στρατηγικών, ανάπτυξη της διαπολιτισμικής ετοιμότητας και ικανότητας
κ.ά). Η ενσυναίσθηση δεν
αποτελεί απλά μια στατική νοητική κατάσταση, αλλά συναισθηματικό και διανοητικό κίνητρο. Υπό το πρίσμα της μπορούν να καθοριστούν και να μεταβληθούν απόψεις, στάσεις και συμπεριφορές. Το άτομο επιτυγχάνει όχι μόνο καλύτερη γνώση για τους άλλoυς, αλλά κυρίως μεγαλύτερη κατανόηση για τον εαυτό του, γεγονός που οδηγεί στη συνεχόμενη αυτοεπίγνωση και αυτοβελτίωσή του. Η κατανόηση των συναισθημάτων και σκέψεων των άλλων, εξάλλου αναπτύσσει την αναλογική σκέψη. Υπάρχουν συγκεκριμένες διδακτικές στρατηγικές και προσεγγίσεις με στόχο την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης, κατάλληλες για τα μαθήματα: των Αρχαίων Ελληνικών, της Νεοελληνικής
Γλώσσας
και
Λογοτεχνίας.
Στην
εισήγηση
μας
θα
παρουσιαστούν οι δυνατότητες που εμπεριέχει η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης μέσα από τα συγκεκριμένα μαθήματα στο σύγχρονο εκπαιδευτικό περιβάλλον διαφοροποιώντας το, παρέχοντας στους μαθητές και άλλες επιλογές στη μάθηση. Ακόμη θα παρουσιαστούν διδακτικές πρακτικές με στόχο την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης (Levine, 2005) .
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /80/
ΔΥΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΤΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ 1880: Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΈΛΛΗΝΑ ΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
Κούγκουλος Θανάσης Διδάσκων στο Trakya Üniversitesi (Edirne, Τουρκία) a.kougkoulos@gmail.com
Στην ανακοίνωσή μας ασχολούμαστε με δύο άγνωστα μυθιστορήματα του ύστερου 19ου αιώνα, των οποίων οι συγγραφείς και οι ήρωες προέρχονται από τον χώρο του έξω ελληνισμού της περιφέρειας του οθωμανικού κράτους. Και τα δύο έργα κινούνται στο περιθώριο του λογοτεχνικού και ειδολογικού κανόνα της πεζογραφίας του 1880. Πρόκειται για το «μυθιστορικόν ειδύλλιον»
Θρακικαί Σκηναί του Σαράντου Ι. Σαραντίδη (Εν Κωνσταντινουπόλει 1891) και το «πρωτότυπον Ηπειρωτικόν μυθιστόρημα ή σκηνή εν Ιωαννίνοις» Η μυστική
θυρίς του Λεωνίδα Μ. Βασιλειάδου (Εν Κωνσταντινουπόλει 1900). Ο Θρακιώτης Σαράντης Ι. Σαραντίδης υπογράφει το μυθιστόρημά του ως φοιτητής της Ιατρικής. Λαμβάνει το πτυχίο του το 1895 από το Πανεπιστήμιο Αθηνών με «Λίαν Καλώς» και ασκεί το επάγγελμα του ιατρού στη Ραιδεστό. Μετά το 1900 δραστηριοποιείται στους κόλπους της ελληνικής κοινότητας της πόλης ως μέλος της διοίκησης του συλλόγου «Αναγνωστήριο ¨Η Βισάνθ稻 και της αντιπροσωπείας της κοινότητας. Εκλέγεται βουλευτής Ραιδεστού στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση (1920 – 1922). Ο Ηπειρώτης Λεωνίδας Μ. Βασιλειάδης (Μέβγεζα Πωγωνίου 1876 – 1920) είναι γιος του επιχειρηματία στην Κωνσταντινούπολη και στη Βοστίνα Μανθάκη Βασιλειάδη. Σπουδάζει στο Πωγώνι και στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, χρηματίζει διευθυντής του μονοπωλίου καπνού στη Βοστίνα, εκδίδει το ημερολόγιο Ηπειρωτικός Αστήρ (1904) και καταγίνεται με τη λογοτεχνία, την πολιτική και κοινωνική αρθογραφία, τη λαογραφία, την τοπική Ιστορία της Ηπείρου και τη συλλογή δημοτικών τραγουδιών. Κοινός παρανομαστής των εν λόγω μυθιστορημάτων είναι μία ρομαντικών καταβολών ιστορία αγάπης που εκτυλίσσεται στον γενέθλιο τόπο των συγγραφέων (Τυρολή/Ραιδεστός – Ιωάννινα). Δύο ταξικά αταίριαστοι νέοι
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /81/
ερωτεύονται σφόδρα, υπερπηδούν πλήθος εμποδίων και ο έρωτάς τους καταλήγει σε αίσιο τέλος. Συγκεκριμένα, στο Θρακικαί Σκηναί ο Στέφανος από την Τυρολόη, γιος του πλούσιου κτηματία Λυσιμάχου και μεγαλωμένος στο σπίτι του Σιορ Αλέξανδρου στη Ραιδεστό, γνωρίζει στην Ηράκλεια την πανέμορφη αλλά κοινωνικά κατώτερή του Ιάνθη και την ερωτεύεται αμέσως. Τον έρωτά του αντιμάχονται ο πατέρας του, ένας αντίζηλος, ο Αναστάσιος Περπίνης και κυρίως ο Γεράσιμος, το ψυχοπαίδι του Σιορ Αλέξανδρου που είναι εγκληματική φύση. Ο Γεράσιμος
συνεταιρίζεται με τον Περπίνη και
συκοφαντούν τον Στέφανο για τον φόνο του γιου του Σιορ Αλέξανδρου. Ο Στέφανος οδηγείται άδικα στη φυλακή και η Ιάνθη καταφεύγει, έπειτα από δολοπλοκίες της συμμορίας του Γεράσιμου, στη Σηλύμβρια. Ο Στέφανος απελευθερώνεται από τη φυλακή και ανέρχεται σε υψηλά αξιώματα ενώ η Ιάνθη σχεδιάζει να αυτοκτονήσει, για να μην υποκύψει στις ερωτικές επιθυμίες του προστάτη της στη Σηλύμβρια. Στο τέλος θριαμβεύει η αρετή, καθώς ο Στέφανος συλλαμβάνει τον κακούργο Γεράσιμο, παντρεύεται την Ιάνθη και το δικαστήριο καταδικάζει σε θάνατο τον υπαίτιο των δεινών του. Στο Η μυστική θυρίς ο πλούσιος Αιμίλιος και η φτωχή Αγγελική, από τα Ιωάννινα, ανταλλάσσουν όρκους αγάπης και υπόσχονται να παντρευτούν. Η ευκατάστατη οικογένεια του Αιμίλιου αναχωρεί για την Κωνσταντινούπολη και ο Θωμάς, ο μάγειρας της οικογένειας, αρχικά βοηθά τον Αιμίλιο αλλά μετά τον προδίδει διότι ποθεί ερωτικά την Αγγελική. Στην Κωνσταντινούπολη ο πατέρας του Αιμίλιου θέλει να τον παντρέψει με μία ομογενή, κόρη πλούσιας οικογένειας. Ο Αιμίλιος αρνείται πεισματικά και απειλεί ότι θα σκοτωθεί. Ο Θωμάς, κατά θεία δίκη, δολοφονείται από μία γυναίκα που ξεγέλασε ενώ το κορίτσι της Κωνσταντινούπολης πεθαίνει αιφνιδίως. Έπειτα από ένδεκα ολόκληρους μήνες ο Αιμίλιος επιτέλους επιστρέφει στα Ιωάννινα για να παντρευτεί την Αγγελική. Τα
δύο
μυθιστορήματα
ακολουθούν
τύπους
και
μοτίβα
της
προγενέστερης πεζογραφίας των ρομαντικών χρόνων σε συνδυασμό με στοιχεία και κατακτήσεις του ρεύματος της λεγόμενης ηθογραφίας. Παρότι διαδραματίζονται εντός του οθωμανικού κράτους σχεδόν αγνοούν τον τουρκικό παράγοντα. Με φόντο την παρόμοια ερωτική πλοκή αναπαριστούν
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /82/
την ιδεολογία της ελληνικής αστικής κοινωνίας των επαρχιών της οθωμανικής αυτοκρατορίας στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /83/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΟΥΜΕΝΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΕ ΣΩΜΑΤΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Κουτσουλέλου Σ. Πανεπιστήμιο Αθηνών stkout@uoa.gr
Τα τελευταία χρόνια το θέμα της οικοδόμησης ταυτοτήτων μέσω του λόγου αποτελεί ενδιαφέρον πεδίο έρευνας συνεχώς εμπλουτιζόμενο με νέα ερευνητικά αποτελέσματα και διαφορετικές προσεγγίσεις (Αρχάκης και Τσάκωνα 2011). Στο παρόν άρθρο θα χρησιμοποιήσουμε τη μεθοδολογία και τα εργαλεία
της Γλωσσολογίας των σωμάτων κειμένων (Corpus Linguistics)
προκειμένου να αναδείξουμε και να μελετήσουμε τις συγκροτούμενες ταυτότητες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Επιλέξαμε το συγκεκριμένο περικείμενο, διότι κατά τις περιόδους κρίσης παρατηρείται ένας προβληματισμός σχετικά με την ταυτότητα των ατόμων, που οδηγεί στον επαναπροσδιορισμό της, τόσο σε ατομικό όσο και συλλογικό επίπεδο. Η ταυτότητα, με την έννοια της δυναμικής κοινωνικής κατασκευής σε ένα κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον, αποτελεί διαδικασία μέσω της οποίας τα άτομα οικοδομούν και προσδιορίζουν την «εικόνα» τους προβάλλοντας τις απόψεις τους και τα ιδεολογικά τους «πιστεύω». Αυτός ο διαρκής προσδιορισμός της ταυτότητας προϋποθέτει την τοποθέτηση, σύγκριση και, συχνά, την αντιπαράθεση με τον «άλλο/άλλους» ως πρόσωπο/α ή ομάδες προσώπων (Bucholtz and Hall 2005). Υπό αυτό το πρίσμα η δόμηση και η ανάδυση ταυτοτήτων στον λόγο υπηρετείται από τους μηχανισμούς της αναφοράς, της δήλωσης και του προσδιορισμού των ατόμων ως προσώπων αλλά και ως κοινωνικών ρόλων, της σχετικής επιχειρηματολογίας ως προς τον εγκλεισμό ή αποκλεισμό των ατόμων σε ομάδες, της εμπλοκής του ομιλούντος με υψηλή ή και μετριασμένη επιστημικότητα (Krzyżanowski and Wodak 2008: 106, Wortham 2001: 70-75 ).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /84/
Στην αποκάλυψη των παραπάνω γλωσσικών μηχανισμών ως δεικτών ταυτότητας
συμβάλλει αποτελεσματικά η μεθοδολογία των
σωμάτων
κειμένων. Συγκεκριμένα, μέσα από επαναλαμβανόμενα γλωσσικά σχήματα (συχνότερες και στατιστικά σημαντικές λέξεις, συμπλέγματα και τις συνάψεις τους) αποκαλύπτονται «πράξεις ταυτότητας» σε αντίστιξη με τις θέσεις και τις ενέργειες άλλων προσώπων. Το υλικό μας αποτελείται από ένα σώμα συνεντεύξεων με γνωστούς εκπροσώπους των γραμμάτων και της τέχνης σχετικά με την κρίση. Το υλικό αυτό επεξεργάζεται με υπολογιστικά εργαλεία ώστε να περιγραφούν οι συχνότεροι γλωσσικοί τρόποι με τους οποίους δομούνται ατομικές και συλλογικές ταυτότητες. Π.χ. ο γλωσσικός προσδιορισμός του «εγώ/εμείς» σε αντίθεση με τους «αυτούς/άλλους» (πολιτικούς/ ηγέτες άλλων κρατών) μέσα στο περιβάλλον της κρίσης οικοδομεί νέες ενδιαφέρουσες μορφές ατομικών, συλλογικών και εθνικών ταυτοτήτων που εγείρουν θέματα κριτικής θεώρησης. Επίσης, η διαφοροποίηση των γλωσσικών τρόπων δόμησης ταυτοτήτων σε υποσώματα κειμένων (συνεντεύξεις με ανθρώπους των γραμμάτων vs. με ανθρώπους της τέχνης) αποτελεί μια ενδιαφέρουσα ερευνητική παράμετρο που αναδεικνύεται με τη βοήθεια της Γλωσσολογίας των σωμάτων κειμένων. Τέλος, θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση αποδεικνύεται σημαντική στη μελέτη των ταυτοτήτων στο κοινωνικο-πολιτιστικό περιβάλλον της οικονομικής κρίσης.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /85/
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ: ΟΙ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ
Κυριακός Κωνσταντίνος Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστήμιο Πατρών Kyriakos0302@hotmail.com
Ο τρόπος που αντιμετωπίζονται στις πολιτισμικές παρουσιάσεις οι κυριαρχικές και περιθωριακές κοινωνικές ομάδες αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του τρόπου που αντιμετωπίζονται και στη ζωή. Μια σειρά από κώδικες εμφανίζονται διαθέσιμοι, ως πολιτισμικές μορφές, κατά την αναπαράσταση μιας πραγματικότητας συγκεκριμένων χωροχρονικών δεδομένων. Τα μοντέλα της τηλεοπτικής αναπαράστασης δεν είναι ξένα προς ανάλογες ισχύουσες κοινωνικές προκαταλήψεις· αντίθετα εμφανίζονται ευθυγραμμισμένα με τις αντιλήψεις του πολίτη, του νομοθέτη, του εκπαιδευτικού και του πολιτικού, τη στιγμή
που
μέσα
από
τις
συγκεκριμένες
προκατασκευασμένες
ιδέες
διαμορφώνεται ο λόγος για τον «Άλλο». Αυτό που κυρίως μας ενδιαφέρει είναι πως οι συγκεκριμένες εικόνες διαμορφώνονται και επιβάλλονται ιδεολογικά
οργανώνοντας
ένα
αναγνωρίσιμο,
ως
επαναλαμβανόμενο,
αισθητικό και ιδεολογικό μοντέλο και πλαίσιο. Η ανίχνευση των τηλεοπτικών αναπαραστάσεων της ομοφυλοφιλίας στις ελληνικές σειρές μυθοπλασίας έχει ευρύ χρονικό άνυσμα: από τα πρώτα έτη της μεταπολίτευσης μέχρι σήμερα μπορούμε να διακρίνουμε σχηματικά περιόδους
όπου
ως
δεσπόζουσα
αναγνωρίζεται
η
«αποσιώπηση/διακριτικότητα (δεκαετία του ’70), η ομοφοβία (δεκαετία ’80), η «ανεκτικότητα» (δεκαετία ’90) και ο «πολλαπλασιαστικός κορεσμός» (21ος αιώνας). Η ταξινομική και κριτική προσέγγιση που θα προταθεί αφορά τις όψεις και τις παραλλαγές αναφορικά με τις προόδους στις συναφείς μυθοπλασίες, ενώ το φάσμα καλύπτει τόσο τις λογοτεχνικής καταγωγής όψεις της οθωμανικής παιδεραστίας (Ο Χριστός ξανασταυρώνεται) και του μεσοπολεμικού ομοερωτισμού (Λεμονοδάσος) μέχρι τις μεμπτές διασυνδέσεις
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /86/
της ομοφυλοφιλίας με τον κόσμο άλλων μορφών παραβατικότητας (Η
κάθοδος) ή τις κωμικές, στερεοτυπικά περιγελαστικές, καταγραφές. Oι πρώτες συναφείς εικόνες προέρχονται από τη δημόσια τηλεόραση και αφορούν τις τηλεοπτικές μεταφορές λογοτεχνικών έργων και τη θεατρική σκηνή (Το
Θέατρο της Δευτέρας): οι κατά κανόνα δραματικές και ενοχικές εκφάνσεις συνδέονται με την απολογητική διάθεση, ενώ ο εμπαιγμός του κοινωνικού περιβάλλοντος καταγράφεται ως αδιέξοδος και καταστροφικός. Με την καθιέρωση της ιδιωτικής τηλεόρασης το πεδίο θα διευρυνθεί: σε μια πρώτη εκδοχή η δημοφιλής κωμική εικόνα, αποδεικνύεται ευθυγραμμισμένη (ως αντιδάνειο) με την ιδεολογία της κινηματογραφικής κωμωδιογραφίας (δεκαετία ’60) γύρω από την ετερότητα (Δέκα μικροί Μήτσοι, Οι απαράδεκτοι,
Δύο ξένοι), ενώ η βία, η απόρριψη και ο οίκτος συνοδεύουν τόσο τις κινδυνολογικές και στερεοτυπικές αναπλάσεις υποθέσεων του αστυνομικού δελτίου σε δημοφιλείς σειρές αυτοτελών επεισοδίων (Τμήμα Ηθών, Η
ανατομία ενός εγκλήματος, 10η εντολή), όσο και τις διασκευές σημαντικών μυθιστορημάτων της ελληνικής λογοτεχνίας (Το τρίτο στεφάνι του Κώστα Ταχτσή και Η χαμένη άνοιξη του Στρατή Τσίρκα). Για την ανίχνευση της στερεοτυπίας
και των
«ρωγμών» της στις
τηλεοπτικές
εικόνες
του
ομοερωτισμού δεν μπορούμε παρά να προσφύγουμε, κατά πρώτον, στην χαρακτηρολογική αντιπροσώπευση στο σενάριο και τα περιβάλλοντα που τοποθετείται και, κατά δεύτερον, τους ερμηνευτικούς κώδικες που επιλέγει να ενεργοποιήσει ο ηθοποιός που καλείται να υποδυθεί συναφείς ρόλους.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /87/
Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ
Κωνσταντινίδου Μαρία Λέκτορας Πρώιμης Βυζαντινής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. mkonst@helit.duth.gr
Το corpus επιστολών του Ιωάννη Χρυσοστόμου προέρχεται σχεδόν στο σύνολό του από την τελευταία περίοδο της ζωής του, η οποία σημαδεύεται από πολιτικές διώξεις και εξορίες. Εκτός από πολύτιμη ιστορική πηγή, οι επιστολές αυτές αποτελούν και τα πλέον αυτοαναφορικά κείμενα του Χρυσοστόμου. Ως τέτοια, διευκολύνουν στην ανίχνευση της ταυτότητάς του συγγραφέα (θρησκευτική, πολιτική, κοινωνική κτλ.). Η εργασία αυτή θα επιχειρήσει να εντοπίσει έμμεσα ή άμεσα στοιχεία αυτοπροσδιορισμού, καθώς και τον προσδιορισμό του «άλλου» (σε σχέση με την πολιτική και κοινωνική του θέση, την εκκλησία, τη μεγάλη του δημοτικότητα). Ο ρητορικός χαρακτήρας της επιστολογραφίας, αποτελεί τόσο πλεονέκτημα όσο και εμπόδιο στον εντοπισμό αυτών των στοιχείων.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /88/
O KΑΒΑΦΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ
Λαουμτζή Σταματία Δρ. Φιλολογίας, Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό, ΣΕΓ, Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Κύπρου laoumtzi.stamatia@ucy.ac.cy
Στην ανακοίνωση θα εξεταστεί, μέσα από συγκριτικές αναγνώσεις και αποδελτιώσεις από την πλούσια καβαφική εργο-βιβλιογραφία, ο στοχαστικός αλλά και βαθύτατα επιλεκτικός και εκλεκτικός τρόπος με τον οποίο ο Κ.Π. Καβάφης διαβάζει δημοτικά τραγούδια τα κρίνει, τα αποδελτιώνει αλλά και τα αξιοποιεί στον ποιητικό του λόγο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /89/
ΌΣΚΑΡ ΈΜΙΛ ΤΟΥΝΤΕΕΡ. Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΘΗΝΑΙΟΣ
Λέτσιος Βασίλης Ιόνιο Πανεπιστήμιο letsios@ionio.gr
Η παρούσα ανακοίνωση στοχεύει να αναδείξει στοιχεία πολιτισμικών/ διαπολιτισμικών ταυτοτήτων μέσω της περιηγητικής γραφής του φινλανδού ευπατρίδη και φιλέλληνα Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ (1850-1930). O Όσκαρ Έμιλ σπούδασε κλασική φιλολογία στο Αλεξάνδρειο Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι με καθηγητή τον Βίλχελμ Λάγκους. Διετέλεσε ιδρυτικό μέλος της συντακτικής ομάδας
του
φινλανδόφωνου
περιοδικού
Valvoja
(1880-1897)
και
αρχισυντάκτης του (1892-1896), έγραφε μάλιστα τακτικά κριτικές για τα εικαστικά, τη λογοτεχνία και το θέατρο. Στους κόλπους του περιοδικού τού είχε δοθεί το προσωνύμιο «ο τελευταίος Αθηναίος», λόγω της εκλεπτυσμένης προσωπικότητάς του. Η συντακτική ομάδα του Valvoja, που επηρέασε πολύ την πολιτική και πολιτιστική ζωή της Φινλανδίας, επιθυμούσε να συνδέσει το κοινωνικό πρόγραμμα του κινήματος των «Φεννομανών» με την ευρωπαϊκή θεώρηση του κόσμου, ιδιαίτερα την αγγλική και τη γαλλική, να προωθήσει τις έννοιες της ελευθερίας και της προόδου και να συνδέσει επίσης τη μετριοπαθή φινλανδική πολιτική με τις επιστημονικές, κοινωνικές και θρησκευτικές εξελίξεις της εποχής. Το 1881-82 έλαβε μια υποτροφία που του επέτρεψε να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο ταξίδι στην Ευρώπη με τελικό προορισμό την Ιταλία και την Ελλάδα. Επισκέφτηκε επίσης το Ισαρλίκ, όπου διενεργούσε ανασκαφές ο Σλήμαν προσπαθώντας να ανακαλύψει την αρχαία Τροία.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /90/
Ο «ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΚΑΙΝ»: Η ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΟΤΖΙΑ
Λίλλη Αυγή Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών avgi.lilli@gmail.com
Η παρουσία και η δράση των κεντρικών ηρώων στα μυθιστορήματα του Αλέξανδρου Κοτζιά είναι απόλυτα συνυφασμένες με τη διαχρονική και κοινοποιημένη πρόθεση του συγγραφέα να σκιαγραφήσει τον δυστυχή άνθρωπο ενώπιον της επίγνωσης του θανάτου του, η οποία ορίζει βαθιά τη «δαιμονική»9 και «ανίατα διχασμένη»10 ταυτότητά του ως του «εσταυρωμένου Κάιν»,11 με σκοπό να (επανα)θέσει το θεμελιώδες ερώτημα για το λόγο της ύπαρξής μας. Η θεματολογία αυτή αποδίδεται με κεντρικούς ήρωες ασταθείς και απρόβλεπτους και βεβαίως γνήσια πολυφωνικούς, οι οποίοι διακρίνονται από αυτονομία αλλά και αυτογνωσία. Θύτης ή/και θύμα, ταυτόχρονα ή διαδοχικά, και εν τέλει έκπτωτος, ο ήρωας του Αλέξανδρου Κοτζιά βασανίζεται από τη διχασμένη του συνείδηση, τις συνεχείς απορίες και τα διλήμματά του για τον εαυτό του, τους γύρω του και τον κόσμο, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο ηθικό και το ανήθικο και τελικά οδηγείται στην υπέρβαση των όποιων αντικειμενικών και υποκειμενικών ορίων. Δρα αυτόνομα μεν, καταλήγει δε στην αναπόφευκτη πτώση, η οποία ορίζεται από την απώλεια της ταυτότητάς του και τον εκμηδενισμό της ύπαρξής του. Η ανακοίνωση αυτή εξετάζει συναφώς τους πρωταγωνιστές των βιβλίων Ο Γενναίος Τηλέμαχος (1972) και Αντιποίησις αρχής (1979) ως προς τον κοινώς αποδεκτό ντοστογιεφσκικό προσανατολισμό των ιδίων και των πράξεών τους, με βάση τη θεωρία του Μιχαήλ Μπαχτίν για το πολυφωνικό μυθιστόρημα, ιδιαίτερα όσον αφορά στον αυτόνομο ήρωα σε ένα σύνολο ισάξιων και ασυγχώνευτων φωνών. Στο μυθιστόρημα Ο Γενναίος Τηλέμαχος παρακολουθούμε τη μετάλλαξη του Πέτρου Παπαλουκά, ο οποίος επιστρέφει 9
Αλέξανδρος Κοτζιάς, «Οι Έλληνες λογοτέχνες μιλούν για το έργο τους», Ανένδοτος (16/1/1966). Ό.π. 11 Ό.π. 10
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /91/
στην Αθηνά μετά από τέσσερα χρόνια στρατιωτικής θητείας και αφού ο εμφύλιος έχει τελειώσει. Παρά την προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της νέας πραγματικότητας και τις όποιες αντιστάσεις του ενώπιον των τεράστιων αλλαγών που συναντά, εν τέλει μετατρέπεται σε ό,τι ο ίδιος έμοιαζε να απεχθάνεται: σε έναν τυχοδιώκτη που πατάει επί πτωμάτων, τρέφοντας αλαζονικά την πλεονεξία του. Αντίστοιχα, στο Αντιποίησις αρχής ο Μένιος Κατσαντώνης, μια παρασιτική παρουσία ενός χαφιέ στον εμφύλιο και στη δικτατορία, διχάζεται ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, ανάμεσα στο “αληθινό” του πρόσωπο και τα παρωνύμια-προσωπεία του. Και στα δύο μυθιστορήματα παρατηρούμε αυτόνομους ήρωες των οποίων η ταυτότητα τίθεται εν αμφιβόλω και σταδιακά ακυρώνεται, με την υπόστασή τους να εκμηδενίζεται σε μια πάλη ισοδύναμων φωνών∙ στην πρώτη περίπτωση δύο διαφορετικές γλώσσες, δύο συνειδήσεις, του ίδιου του Παπαλουκά και του alter ego του, του αγνού Λιθουανού πρόσφυγα Τηλέμαχου, συγχέονται και συγκρούονται στο πρόσωπο του πρώτου, ενώ στη δεύτερη περίπτωση ο Κατσαντώνης ακολουθεί σταδιακά μια τραγική πορεία μεταφορικής αλλά και κυριολεκτικής εξουδετέρωσης κατά τις μέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ευρισκόμενος σε ένα συνεχή διάλογο με το έργο του Κ. Ράμφου Ο Κατσαντώνης. Κλέφτικον επεισόδιον ή ελληνικόν
μυθιστόρημα. Το πολυφωνικό προφίλ των ηρώων του Κοτζιά ολοκληρώνεται με τις αφηγηματικές τεχνικές που εντοπίζονται συχνά στο έργο του συγγραφέα και συμβάλλουν στη γλαφυρή αναπαράσταση της ψυχοσύνθεσης του «εσταυρωμένου Κάιν»: τις εναλλαγές στην εστίαση της αφήγησης αφενός και την παράλληλη χρήση του ελεύθερου πλάγιου λόγου και του εσωτερικού μονολόγου
αφετέρου,
μέθοδοι
που
στα
αλληλοεξαρτώνται και αλληλοσυμπληρώνονται.
μυθιστορήματα
του
Κοτζιά
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /92/
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΌΜΗΡΟ ΣΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Μαθιουδάκης Νίκος Διδάκτωρ, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης & Εκδόσεις Καζαντζάκη nikosmathious@gmail.com
Το πρόσωπο του Οδυσσέα στην Οδύσσεια του Ομήρου αποτελεί ίσως έναν από τους πιο αναγνωρισμένους μυθοπλαστικούς ήρωες που επηρέασαν και συνεχίζουν να επηρεάζουν περισσότερο τόσο τη λογοτεχνία όσο και τις υπόλοιπες μορφές τέχνης. Κυρίως στη λογοτεχνική παραγωγή, αριθμούνται αρκετοί συγγραφείς που δέχονται τις ομηρικές επιρροές, διαμορφώνοντας έναν
δικό
τους
μεταλλάζοντας
τα
οδυσσειακό βασικά
τύπο,
στοιχεία
αλλάζοντας, της
παραλλάζοντας
προσωπικότητας
του
ή
ήρωα
προκειμένου να υπηρετήσει τους δικούς τους συγγραφικούς στόχους, όπως λόγου χάρη πράττει ο Καζαντζάκης στην επική του δημιουργία, Οδύσεια. Από τη μία πλευρά, ο Όμηρος σκιαγραφεί την ταυτότητα του κεντρικού του ήρωα με μερικές δεκάδες επίθετα και χαρακτηριστικά προκειμένου να αποδώσει με ευκρίνεια τη δραματική εικόνα του ανθρώπου που παλεύει να επιστρέψει στην πατρίδα του. Από την άλλη πλευρά, ο Καζαντζάκης παρουσιάζει τη μορφή του ήρωά του μέσα από μερικές εκατοντάδες επίθετα και χαρακτηριστικά ως τον άπατρις που μάχεται εντός και εκτός σώματος για την αναζήτηση της αθάνατης πηγής. Επομένως, ο ομηρικός Οδυσσέας ως
πολύμηχανος και πολιταξιδεμένος νοσταλγός της πατρίδας μεταμορφώνεται στον καζαντζακικό ήρωα σε κλωθονούση και κοσμοπαρωρίτη επαναστάτη ιδεών και ιδανικών. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η σύγκριση των δύο οδυσσειακών ταυτοτήτων διά μέσου των επιθέτων και των επιθετικών χαρακτηριστικών, όπως αυτά αποδίδονται από τους δημιουργούς τους. Η παράθεση και αντιπαράθεση των επιθέτων πρόκειται να διαφωτίσει τις δύο διαφορετικές ταυτότητες του ήρωα, του Οδυσσέα του Ομήρου και του Δυσσέα του
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /93/
Καζαντζάκη, αναδεικνύοντας τα βασικά χαρακτηριστικά του σε λογοτεχνικό, φιλοσοφικό, γλωσσολογικό και ευρύτερα, φιλολογικό επίπεδο. Η ενδελεχής διερεύνηση
των
επιθετικών
προσδιορισμών
φανερώνει
ποικίλες
σημασιολογικές και πραγματολογικές πτυχές του προσώπου του Οδυσσέα από τον Όμηρο στον Καζαντζάκη.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /94/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΕ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΚΑΨΑΛΗ
Μανίκαρου Μεταξούλα Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων manikarou.m@gmail.com
Η ανάδειξη της ταυτότητας μέσα από τη εξέταση των διαφόρων ειδών αυτοβιογραφικής
δημιουργίας
νεοελλήνων
συγγραφέων,
πνευματικών,
επώνυμων ή απλών ανθρώπων αποτελεί ένα από τα desidera της Γραμματείας. Ο “εαυτός σε πρώτο πρόσωπο”, η αυτό-αναπαράσταση, η προσωπική μαρτυρία και η βιωμένη εμπειρία είναι ένα πλούσιο ερευνητικό πεδίο, το οποίο προσελκύει το ενδιαφέρον πολλών μελετητών. Στο πλαίσιο αυτό, η εργασία μας θα επικεντρωθεί στα τρία λογοτεχνικά βιβλία του Γεώργιου Δ. Καψάλη με αυτοβιογραφικό χαρακτήρα και τους εξής τίτλους: “Τα παιδιά των Πεύκων” (Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, 2003), “Αναζητώντας τα δύο αδέρφια” (Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, 2005) και “Γιατί άργησα να γεννηθώ;” (Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, 2012). Κριτήριο για την επιλογή του θέματός μας στάθηκε το ερώτημα: “Τι είναι εκείνο που οδήγησε έναν Καθηγητή της Ελληνικής Φιλολογίας, έναν καταξιωμένο επιστήμονα, που έχει κριθεί και ξανακριθεί και τιμηθεί με λαμπρές περγαμηνές, να ξεπεράσει τα σύνορα της Επιστήμης του, να βγει εκτός των τειχών και να κάνει φανερή την παρουσία του στον χώρο της Λογοτεχνίας με αυτοβιογραφική στόχευση; ”. Αρχικά, θα προβούμε σε μια σύντομη προσέγγιση των τριών λογοτεχνικών βιβλίων (εισαγωγικά σχόλια, περικείμενα και επικείμενα στοιχεία, περιεχόμενο και ανάλυση, χαρακτηριστικά της γραφής), ώστε να αποκομίσουμε μια γενική θεώρησή τους. Στη συνέχεια, θα ανιχνεύσουμε ενδεικτικά στα τρία λογοτεχνικά βιβλία κειμενικές και ρητορικές στρατηγικές, που διέπουν τους τρόπους αναπαράστασης του υποκειμένου της γραφής στην αυτοδιηγητική αφήγηση. Παράλληλα, θα μας απασχολήσει και το θέμα της χρήσης της αυθιστόρησης και αυτοαναφορικής διάστασης στα τρία συγκεκριμένα λογοτεχνικά βιβλία ως τεκμηρίων για την κατανόηση ή ερμηνεία της ιστορικής,
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /95/
κοινωνικής,
θρησκευτικής
και
πολιτισμικής
ταυτότητας.
Τέλος,
θα
διατυπώσουμε κάποιες υποθέσεις για τη λειτουργία του αυτοβιογραφικού λόγου στο λογοτεχνικό έργο του Γεωργίου Δ. Καψάλη.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /96/
ΠΕΡΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ, ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑΣ: ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΤΟΘΕΣΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΟΡΩΝ
Μάνος Ιωάννης Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών ΠΑΜΑΚ imanos@uom.edu.gr
Η παρούσα ανακοίνωση ασχολείται με το ζήτημα της ονοματοθεσίας και της ταξινόμησης των ελληνικών παραδοσιακών χορών. Εστιάζει στις πτυχές εκείνες του ζητήματος που συνδέονται με τη διδασκαλία και τη θεατρική παρουσίαση των χορών. Ειδικότερα, διερευνά τον τρόπο με τον οποίο οι χοροί αποκτούν «όνομα» και ταξινομούνται ως στοιχεία του χορευτικού πολιτισμού ενός τόπου, ενός πληθυσμού και/ή ενός έθνους. Το ζήτημα της ονοματοθεσίας των χορών αποτελεί ένα ευρύτερο πρόβλημα στις διαδικασίες ταξινόμησης και κατηγοριοποίησης. Η ιδέα της ταξινόμησης, με την ανθρωπολογική έννοια του όρου, σημαίνει την κατηγοριοποίηση των ανθρώπων, των αντικειμένων, των ζώων και άλλων φαινομένων και πολιτισμικών χαρακτηριστικών σύμφωνα με κοινωνικά προεγκαθιδρυμένες κατηγορίες και τύπους. Πρόκειται για μία μορφή κοινωνικής γνώσης η οποία συνδέεται με μορφές εξουσίας. Αντλώντας το εθνογραφικό υλικό της, κατά κύριο λόγο, από το παράδειγμα των χορών της περιοχής Φλώρινας, η ανακοίνωση συζητά τον τρόπο και τα κριτήρια με τα οποία γίνεται η ονοματοθεσία, τις συνέπειες που έχει αυτή, τα νοήματα που λαμβάνουν οι χοροί, τα μοντέλα σκέψης με τα οποία συνδέονται και τις ιεραρχικές δομές που διαμορφώνονται και αναπαράγονται μέσα από αυτή τη διαδικασία. Η ανακοίνωση καταλήγει σε συγκεκριμένες διαπιστώσεις για τον τρόπο με τον οποίο αναπαρίσταται ο (χορευτικός) πολιτισμός και τις ιδεολογικές βάσεις που υποστηρίζουν αυτή τη διαδικασία. Παράλληλα, θέτει ερωτήματα για τους τρόπους με τους οποίους γίνονται κατανοητές οι έννοιες της ταυτότητας και της ετερότητας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /97/
ΛΑΤΙΝΟΦΩΝΕΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΟΦΙΛΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΦΩΝΕΣ
Μαντζίλας Δ. Ανεξάρτητος Ερευνητής dmantzilas@yahoo.gr
Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση πως η μόνη Ρωμαία συγγραφέας είναι η Σουλπικία (Sulpicia I), για τα ελεγίδια της οποίας η έρευνα δεν έχει καταλήξει ούτε κατά πόσον γράφτηκαν από την ίδια ή από κάποιο ανδρικό χέρι ούτε πόσα είναι γνήσια και πόσα νόθα. Η εντύπωση αυτή είναι εσφαλμένη· μέσα στην ανδροκρατούμενη και στρατοκρατούμενη ρωμαϊκή κοινωνία κι άλλες γυναίκες κατάφεραν να εκφραστούν και μάλιστα σε διάφορα λογοτεχνικά είδη και εποχές: η Κορνηλία (Cornelia) και η Κλαυδία Σεβήρα (Claudia Severa) στην επιστολογραφία, η Ορτηνσία (Hortensia) στη ρητορική, η έτερη Σουλπικία (Sulpicia II) στη σάτιρα, η Φάβια Ακόνια Παυλίνα (Fabia Aconia Paulina) στη
laudatio, οι Ιουλία Βαλβίλλα (Iulia Balbilla), Καικιλία Τρεβούλλα (Caecilia Trebulla), Διονυσία (Dionysia), Δαμώ (Damo), καθώς και κάποιες ανώνυμες γυναίκες στο επίγραμμα και το graffiti, ελληνικό και λατινικό. Tρεις χριστιανές επίσης διακρίθηκαν: η Βίμπια Περπέτουα (Vibia Petpetua) στο μαρτυρολόγιο, η Φαλτωνία Μπετίτια Πρόμπα (Baltonia Betitia Proba) στον κέντρωνα και η Ηγηρία (Egeria) στο οδοιπορικό. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν η Ελληνίδα Μελιννώ, η οποία συνέθεσε ένα ύμνο στη Θεά Ρώμη, αλλά και κάποιες περιπτώσεις, των οποίων το έργο χάθηκε εξ ολοκλήρου, όπως της επιγραμματοποιού Κορνηφικίας (Cornificia) ή της απομνημονευματογράφου Αγριππίνας της Νεότερης (Agrippina Minor). Θα προσπαθήσουμε να δείξουμε πως αυτές οι συγγραφείς αναζήτησαν την λογοτεχνική τους ταυτότητα παρά τις αντιξοότητες, ξεπερνώντας τα στερεότυπα που ήθελαν τη γυναίκα κλεισμένη στο σπίτι να παίζει συγκεκριμένους ρόλους (σύζυγος ή χήρα, μητέρα, κόρη, αδελφή) και να ασχολείται με προκαθορισμένες δραστηριότητες (οικιακές εργασίες, εριουργία), αλλά και πως αντιμετωπίστηκαν από τους μελετητές, πολλοί από τους οποίους –ακόμα και σήμερα- αμφισβητούν τη γυναικεία πατρότητα
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /98/
ορισμένων από αυτά τα έργα, τα οποία αποδίδουν σε άρρενες συγγραφείς με ψευδώνυμο. Η έρευνά μας θα σταματήσει πριν από τον Μεσαίωνα, οπότε υπήρξε «έκρηξη» της γυναικείας λογοτεχνίας, χάρη στις διαφορετικές συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί σε κοινωνίες περισσότερο ανεκτικές.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /99/
Ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ : ΣΥΝ-ΓΡΑΦΕΑΣ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΙΖΥΗΝΟΥ
Μαρινάκου Ευγενία Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Montpellier, Ανεξάρτητη Ερευνήτρια marimats@otenet.gr
Στα 12 κείμενα που απαρτίζουν τη συλλογή Σχισμή φωτός, του Θ. Βαλτινού, κάθε φορά που ο αφηγητής «κοιτάζει από τη Σχισμή …», μεταφέρεται και σε διαφορετικό χωροχρόνο. Στο ένα από αυτά, στρέφεται στον Γεώργιο Βιζυηνό και δραματοποιεί
το πλέον κρίσιμο επεισόδιο της πνευματικής του
διασάλευσης. Κατά την αναπαράσταση των συνθηκών υπό τις οποίες αυτή συντελείται, είναι χάρη στο φως που αισθητοποιείται η κατεξοχήν σχισμή, το γυναικείο εφηβαίο - μαγνήτης της όρασης
και αφορμή παροξυσμού του
ποιητή - , που αποδίδεται από τον ίδιο, με τους στίχους «Κι από τότε που
θρηνώ/ το ξανθό και γαλανό /και ουράνιο φως μου, / μετεβλήθη εντός μου / και ο ρυθμός του κόσμου». Η δραματοποίηση ωστόσο δεν αφορά μόνο τον Γ. Βιζυηνό, αλλά και τον ίδιο τον συγγραφέα – αφηγητή, Θ. Βαλτινό, ο οποίος «αφήνεται» σε μια φαντασίωση για τις συνθήκες της ποιητικής δημιουργίας του Γ. Βιζυηνού, προσομοιωτικές της σεξουαλικής πράξης. Προτού όμως επικεντρωθεί, ως αυτόπτης μάρτυρας, σε αυτή την ιδιαίτερη σκηνή με τον Γ. Βιζυηνό εμβρόντητο στη θέα της ηβικής χώρας που διαυγάζεται από το φως, ο Θανάσης Βαλτινός παρουσιάζει κλιμακωτά την ταυτότητα του ομοτέχνου του. Στο κείμενό του - μια υβριδική σύνθεση - χρησιμοποιεί βιογραφικά στοιχεία, παραθέτει γραμματολογικές αναφορές, ερμηνευτικά σχόλια, λογοτεχνικές αναπαραστάσεις. Κινούμενος μεταξύ βιογραφίας και μυθοπλασίας στη βάση ενός διακειμενικού και ειδολογικού διαλόγου, μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, χρησιμοποιεί το είδος του πεζού ποιήματος και την ποιητική του παραθέματος για να θέσει σε απόλυτη συνάφεια τη ζωή και το έργο του Γ. Βιζυηνού.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /100/
Αν θεωρήσουμε ότι η ταυτότητα του συγγραφέα δομείται στη βάση των προσλήψεων του φορέα της, των αναγνώσεων, των επιρροών του, όπως και των αποκλίσεών του από αυτές , τι μπορεί να σημαίνει η συγκρότηση μιας ταυτότητας [του συγγραφέα Βαλτινού] στη βάση μιας άλλης, [του ποιητή Βιζυηνού]; Όχι μόνο ο επιμερισμός της ταυτότητας του ενός σε λόγους για τον άλλον, αλλά και η παράδοξη διασταύρωσή τους, που φτάνει έως την ταύτιση; Του Βιζυηνού με το σημείο – ταμπού και του Βαλτινού επίσης, αλλά με το βλέμμα του πρώτου;
Ποια
θεώρηση της ταυτότητας του συγγραφέα
προτείνεται με αυτό το εγχείρημα που δεν προβάλλεται ως αυτοαναφορικό, αλλά ετεροκαθορίζεται; Το επιχείρημά μου είναι ότι ο εγκιβωτισμός του Βαλτινού στον Βιζυηνό χρησιμεύει ως μέσον προκειμένου να φανεί ανάγλυφα η ετεροίωση της ταυτότητας του συγγραφέα, η οποία διασπάται αλλά και ανασυντίθεται, διασαλεύεται λόγω
καθηλωτικών
ταυτίσεων, αλλά και συγκροτείται δια
μέσου αυτών. Γι αυτό και υποστηρίζω ότι το κείμενο συνιστά μία πράξη και ταυτοχρόνως αλληγορία της δημιουργίας, αλληλένδετης με την αποκέντρωση της ταυτότητας του συγγραφέα. Στον μεν Βιζυηνό, όταν κλυδωνίζεται η συνοχή της, με την εμπειρία του βλέμματος στο απαγορευμένο. Στον δε Βαλτινό, όταν εμφανίζεται ως προσωρινή, με έκθετα σχεδόν όλα τα μέρη της κατασκευής της.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /101/
ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ, ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ
Μάρκου Αικατερίνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας Δ.Π.Θ. amarkou@he.duth.gr
Το ενδιαφέρον της εισήγησης επικεντρώνεται στη συνοριακή περιοχή της ελληνικής Θράκης, συγκεκριμένα στα βόρεια του νομού Ξάνθης και στο Τριεθνές του νομού Έβρου. Αυτό που εξετάζεται είναι ο επαναπροσδιορισμός των
διασυνοριακών
ταυτοτήτων
εξαιτίας της νέας
κινητικότητας ως
αποτέλεσμα του ανοίγματος των συνόρων, η επίδραση στις συλλογικές αναπαραστάσεις των κατοίκων από τη μια και την άλλη πλευρά των συνόρων, λαμβάνοντας
υπόψη
και το
βάρος
της ιστορίας
στις
σχέσεις
που
αναπτύσσονται μεταξύ τους. Στο πλαίσιο αυτό, προσεγγίζεται και το ζήτημα των κοινωνικών, πολιτισμικών και οικονομικών ανταλλαγών, καθώς και των γλωσσικών ανταλλαγών κατά τη διάρκεια των επαφών των διαφόρων ομιλητών στα σύνορα. Η διγλωσσία και, γενικότερα, η πολυγλωσσία ως κύριο γνώρισμα των κατοίκων των συνόρων δημιουργεί κοινωνικούς χώρους και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ποικίλων κοινωνικών καταστάσεων που διαμορφώνονται στις διασυνοριακές συναντήσεις. Με την εθνογραφική διασυνοριακή προσέγγιση αναμένεται να φανεί η δυναμική των συνόρων ως πεδίου αλληλεπίδρασης πολιτισμικών και άλλων εκφράσεων της κοινωνικής ζωής.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /102/
ΦΥΛΑ, ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ, ΑΞΙΕΣ - ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΦΡΑΣΕΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ
Μάρκου Χριστίνα Επίκουρη Καθηγήτρια Βουλγαρικής Γλώσσας και Φιλολογίας Τμήμα Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτσμού των Παρευξείνιων χωρών Δ.Π.Θ. cmarkou@bscc.duth.gr
Η διχοτομία αρσενικό-θηλυκό ως καθολική πολιτισμική διάκριση ανήκει στις θεμελιώδεις αντιθέσεις που διέπουν τις ανθρώπινες γλώσσες. Αντικείμενο της ανακοίνωσης αποτελεί η γλωσσική εννοιοποίηση των αντιλήψεων για το αρσενικό και το θηλυκό, με το σκεπτικό ότι η γλώσσα δημιουργεί, επιβεβαιώνει ή απορρίπτει τις ταυτότητες. Αξιοποιούμε μια γλωσσική διάσταση που, από όσο γνωρίζουμε, δεν έχει διερευνηθεί συγκριτικά
για
τις
γλώσσες
που
εξετάζουμε
–
την
ανάλυση
των
φρασεολογικών μονάδων υπό την οπτική γωνία του φύλου (gender). Η έρευνα στηρίζεται σε φρασεολογικό υλικό, δεδομένου ότι η φρασεολογία αποτυπώνει τη συλλογική γνώση και αποτελεί δείκτη μιας "κοινώς αποδεκτής πραγματικότητας", αντιλήψεων και στερεοτύπων-συνταγών της συλλογικής ταυτότητας. Στην εργασία χρησιμοποιούμε τον όρο ‘φρασεολογική μονάδα’ και εναλλακτικά τον όρο ‘φρασεολογισμός’, υιοθετώντας την ευρεία θεώρηση των ορίων και του όγκου της φρασεολογίας (περιλαμβάνοντας παροιμίες, ρήσεις κλπ.). Στόχος της έρευνάς μας είναι, κατά πρώτο λόγο, να μελετήσουμε αν και σε ποιο βαθμό οι δυο γλώσσες εννοιοποιούν με τον ίδιο τρόπο την ταυτότητα του ‘ανδρα’ και της ‘γυναίκας’, τα χαρακτηριστικά, τις τυπικές δραστηριότητές, τους ρόλους, τις συμπεριφορές και τις μεταξύ τους σχέσεις, τους κανόνες, τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις. Στοχεύουμε στην ανάδειξη των παραμέτρων,
οι
οποίες
παρουσιάζουν
κοινά
στοιχεία:
κυρίως
του
‘ανδροκεντρικού’ προσανατολισμού των ορισμών και των αξιολογήσεων, της υπόστασης της γυναίκας, εξαρτώμενης από τις σχέσεις της με τον άνδρα. Πολύ
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /103/
συχνά η γυναίκα παρουσιάζεται ως ο «διαφορετικός άλλος» της γενικότερης αντίθεσης ‘Εαυτός – Άλλος’. Θα δώσουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στη μελέτη των αξιολογικών παραμέτρων στη σημασιολογική δομή των φρασεολογικών μονάδων, οργανωμένων σε διπολικές αξιολογικές δυάδες με σημείο (+ Καλό) ή (– Κακό). Οι διαφορετικές αξιακές σφαίρες είναι συνδεδεμένες με χαρακτηριστικά, ιδιαιτερότητες και χώρους που αναφέρονται κατεξοχήν στους άνδρες ή στις γυναίκες. Παρουσιάζει ενδιαφέρον ότι και στις δυο γλώσσες η εικόνα της γυναίκας είναι αξιολογικά αμφιλεγόμενη: ταυτόχρονα φορέας του καλού και του κακού. Στη
διαγλωσσική
σύγκριση
που
επιχειρούμε,
πέρα
από
την
επιβεβαίωση της υπερίσχυσης των καθολικών στοιχείων, θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τα παραδοσιακά μοντέλα και στερεότυπα, τις πιθανές πολιτισμικές διαφοροποιήσεις, αλλά και τις νέες τάσεις στη γλωσσική πρακτική και τη δυναμική της εξέλιξης των στερεοτύπων του φύλου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /104/
Ο ΈΛΛΗΝΑΣ «ΤΡΑΓΟΣ» ΚΑΙ ΟΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ «ΚΑΤΣΙΚΕΣ»: ΔΥΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ» ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΝΑΛΙΟΥ ΒΗΣΣΑΡΙΩΝΑ
Μαστρογιάννη Άννα Επίκουρη Καθηγήτρια Λατινικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. anna@mastrogianni.net
Την άνοιξη του 1455, μετά τον θάνατο του Πάπα Νικολάου Ε’, το κονκλάβιο των καρδιναλίων συγκλήθηκε για να αποφασίσει τον διάδοχό του. Στις αρχικές συσκέψεις, η υποψηφιότητα του Βησσαρίωνα φαινόταν να έχει σημαντική υποστήριξη από αρκετούς καρδινάλιους, οι οποίοι τόνιζαν την ικανότητά του να διοικήσει συνετά την Αγία Έδρα. Κατά τις κρίσιμες τελικές διαβουλεύσεις ωστόσο, το κλίμα αντιστράφηκε και ο «’Ελληνας» Βησσαρίωνας ηττήθηκε από τον «Ισπανό» Αλφόνσο Βοργία. Πόσο «Έλληνας», όμως, ήταν ο Βησσαρίωνας στα μάτια των Δυτικών καρδιναλίων, ποιά ήταν τα χαρακτηριστικά της «ελληνικότητάς» του και πόση βαρύτητα είχε το κριτήριο αυτό στην επιλογή των εκλεκτόρων; Η ανακοίνωση, η οποία εντάσεται στη θεματική ενότητα «κοινωνικές και εθνικές ταυτότητες στη Λατινική λογοτεχνία», θα προσπαθήσει να προσεγγίσει τα ερωτήματα αυτά, τοποθετώντας τα στο ευρύτερο ιστορικό τους πλαίσιο. Η ανάλυση θα στηριχτεί, πέραν της σχετικής βιβλιογραφίας, στις facetiae του Poggio Bracciolini, στα απομνημονεύματα του Πάπα Πίου Β’ και στο αρχειακό υλικό των διαβουλεύσεων του 1455. Ο σκοπός της είναι να συμβάλει στην ευρύτερη συζήτηση για το ζήτημα της πρόσληψης της ταυτότητας των Βυζαντινών λογίων της Αναγέννησης που εγκαταστάθηκαν στην Ιταλία από τους Λατίνους συγχρόνους τους, με δεδομένο ότι, σε ό,τι αφορά ζητήματα ταυτότητας, ο ετεροπροσδιορισμός είναι εξίσου σημαντικός με τον αυτοπροσδιορισμό.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /105/
ΤΑΥΤΟΤΙΚΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΕ ΨΗΦΙΑΚΑ ΜΕΣΑ
Μάτος Αναστάσιος
Συμεωνίδης Βασίλειος
Δευτεροβάθμια Εκπ/ση Λάρισας
Δευτεροβάθμια Εκπ/ση Δράμας
anmatos@sch.gr
smnds@sch.gr
Στην παρούσα πρόταση ασχολούμαστε με τις ταυτοτικές πρακτικές των εκπαιδευτικών που σχεδιάζουν και εφαρμόζουν διδασκαλίες Αρχαίων Ελληνικών ενσωματώνοντας ψηφιακά μέσα. Η επιλογή να αντιμετωπίσουμε την ενσωμάτωση των ψηφιακών μέσων ως (και) ταυτοτικό ζήτημα έγινε, καθώς στα ελληνικά εκπαιδευτικά συμφραζόμενα διακρίνουμε την ταυτόχρονη λειτουργία και επίδραση δύο παιδαγωγικών λόγων, αφενός εκείνου που κατασκευάζει την προσαρμογή της διδασκαλίας των γλωσσικών μαθημάτων στις απαιτήσεις της θεωρίας των πολυγραμματισμών και αφετέρου εκείνου που φυσικοποιεί την διδασκαλία με βάση την κυρίαρχη υλοκεντρική και εξετασιοκεντρική λογική. Καθένας από τους λόγους αυτούς είναι ηγεμονικός σε διαφορετικά πλαίσια και εκβάλλει στην επιτέλεση ανταγωνιστικών ταυτοτήτων. Εκείνο που μας ενδιαφέρει εδώ είναι τα ζητήματα που εγείρονται, όταν ο εκπαιδευτικός διασταυρώνεται ταυτόχρονα με τμήματα αυτών των
λόγων και οι πρακτικές που ενσυνείδητα ασκεί για την ανακατασκευή των παιδαγωγικών του ταυτοτήτων. Για την μελέτη ταυτοτικών πραγματώσεων των εκπαιδευτικών αξιοποιήθηκε Λυκείου
ένα σενάριο διδασκαλίας για τα Αρχαία Ελληνικά στην Γ’
θεωρητικής
ενδιαφέρουσες
κατεύθυνσης
επιτελέσεις
στο
παιδαγωγικών
οποίο
αποκρυσταλλώνονται
ταυτοτήτων.
Το
σενάριο
συντάχθηκε και εφαρμόστηκε σε Λύκειο επαρχιακής πόλης, στο πλαίσιο του προγράμματος
«Δημιουργία
πρωτότυπης
μεθοδολογίας
εκπαιδευτικών
σεναρίων βασισμένων σε ΤΠΕ και δημιουργία εκπαιδευτικών σεναρίων για τα
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /106/
μαθήματα της Ελληνικής Γλώσσας στην Α’/βάθμια και Β’/βάθμια εκπαίδευση» που υλοποιήθηκε από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.12 Στην περιγραφή των προτεινόμενων διδακτικών δραστηριοτήτων, ο συντάκτης – εκπαιδευτικός προβληματοποιεί και αποδομεί τον λόγο που επιβάλλει διδασκαλία εργαλειακού τύπου, πραγματώνοντας μια ταυτότητα εκπαιδευτικού «επιφανειακά πειθαρχημένου αλλά στην πραγματικότητα
ανατροπέα» των ισχυόντων στην διδασκαλία των Αρχαίων στις τάξεις του Λυκείου. Το παιχνίδι «συμμόρφωσης – αντίστασης» που παίζει συνειδητά ο εκπαιδευτικός παρέχει στρατηγικές και τεχνικές στους αποδέκτες του σεναρίου (συναδέλφους εκπαιδευτικούς) να αποφυσικοποιήσουν με την σειρά τους τον εργαλειακό λόγο και να συγκροτήσουν ταυτότητα εκπαιδευτικού περισσότερο δημιουργικού
και
προσαρμοσμένου
σε
σύγχρονες
γλωσσοδιδακτικές
παραδόσεις. Έτσι, ο εκπαιδευτικός εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες για ατομική δράση (agency), ώστε να αντισταθεί στην πρακτική της επικρατούσας διδακτικής και παιδαγωγικής κουλτούρας, χειριζόμενος κυρίαρχους τρόπους συμπεριφοράς.13 Ορισμένες γλωσσικές επιλογές και διδακτικές δραστηριότητες, που εντοπίζονται στο
διδακτικό σενάριο, χειρίζονται τμήματα του κυρίαρχου
λόγου περί διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών για να τον αποδομήσουν, αρθρώνοντας διαφορετική κατασκευή για την διδασκαλία. Πριμοδοτείται η αποϊεροποίηση του μαθήματος, η διδασκαλία με βάση το συνεχές των εξωσχολικών πρακτικών γραμματισμού των παιδιών και της συμμετοχής τους στη σχολική ζωή14, η προβληματοποίηση παραδοχών σχετικών με τη μοναδική ορθή μετάφραση και την υπεργενίκευση της σημασιολογικής συγγένειας λέξεων της αρχαίας με αντίστοιχες της νεοελληνικής. Τα παραδείγματα ταυτοτικών πραγματώσεων που εντοπίζονται στο συγκεκριμένο σενάριο, συνεισφέρουν στο να δούμε με διαφορετικό βλέμμα το πλαίσιο της επαγγελματικής εξέλιξης: ως χώρου που αφενός καλλιεργεί
12
http://proteas.greek-language.gr/scenario.html?sid=256 De Certeau, M. (1998). The Practice of Everyday Life: Living and cooking. Volume 2 (Vol. 2). U of Minnesota Press. 14 Κουτσογιάννης, Δ. (2011). Εφηβικές πρακτικές ψηφιακού γραμματισμού και ταυτότητες. Θεσσαλονίκη. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας 13
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /107/
«ταυτοτικούς πειραματισμούς»15 και αφετέρου ενισχύει την δυνατότητα των εκπαιδευτικών
να γίνουν
«κοινωνικοί πρωταγωνιστές» αναπτύσσοντας
ατομική πρωτοβουλία (agency)16 και να εκμεταλλευτούν «αυλακώσεις και ραγισματιές» (De Certeau, ο.π.), ώστε να συγκροτήσουν ανταγωνιστικούς λόγους,17 απέναντι στο κανονιστικό διδακτικό πλαίσιο που κατασκεπάζεται από το ισχυρό παραπρόγραμμα (hidden curriculum).
15
Curwood, J. S. (2014). Between continuity and change: identities and narratives within teacher professional development. Teaching Education, 25(2), 156-183. 16 Fairclough, N., Jessop, B., & Sayer, A. (2004). Critical realism and semiosis. Στο J. Roberts, & J. Joseph, Realism, Discourse and Deconstruction (σσ. 23-42). London: Routledge. 17 Laclau, E., & Mouffe, C. (2001). Hegemony and Socialist Strategy. Towards a Radical Democratic Politics (2nd ed.). London: Verso.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /108/
TEMPUS ERAT NEC ME PEREGRINUM DUCERE CAELUM (TR. 4.8.25): Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΝΟΣ ΕΞΟΡΙΣΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
Μιχαλόπουλος Ανδρέας Αναπληρωτής Καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών amichalop@phil.uoa.gr
Η απόφαση του αυτοκράτορα Αυγούστου να εξορίσει τον Οβίδιο το 8 μ.Χ. στους Τόμους της Μαύρης θάλασσας υπήρξε καταλυτική για τον ποιητή, καθώς αναγκάστηκε να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του μακριά από τη Ρώμη. Η ζωή στην εξορία – και μάλιστα σε έναν τόπο αφιλόξενο και κατοικούμενο από άξεστους ανθρώπους, όπως τουλάχιστον τους παρουσιάζει ο Οβίδιος – επηρέασε καθοριστικά, όσο και αναπόφευκτα, την ποιητική του παραγωγή. Στην ανακοίνωση αυτή θα επιχειρήσω να μελετήσω τον τρόπο με τον οποίο ο Οβίδιος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και προσδιορίζει την ταυτότητά του μέσα στις καινούργιες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί. Επίκεντρο της μελέτης μου θα αποτελέσει ο όρος peregrinus «αλλοδαπός, ξένος, ο μη Ρωμαίος, ο μη πολίτης», ένας όρος που προέρχεται από τη σφαίρα της ρωμαϊκής κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Στα Tristia και τις Epistulae ex
Ponto ο Οβίδιος όχι μόνο κατασκευάζει την persona του ως peregrinus σε Ρώμη και Τόμους, αλλά επιπλέον μετουσιώνει αυτόν τον όρο σε όρο ποιητικής. Η συγκριτική μελέτη της χρήσης του όρου peregrinus τόσο στην προγενέστερη ποιητική παραγωγή του ίδιου του Οβιδίου όσο και στο έργο των άλλων μεγάλων ποιητών της Αυγούστειας περιόδου (Βεργίλιου, Οράτιου, Τίβουλλου
και
Προπέρτιου)
θα
συμβάλει
στην
εξαγωγή
χρήσιμων
συμπερασμάτων για τις ιδιαιτερότητες της οβιδιανής χρήσης του όρου στην ποίηση της εξορίας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /109/
ΡΩΜΑΙΟΙ ΚΑΙ ΞΕΝΟΙ ΣΤΟΝ LIBER SPECTACULORUM ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΑΛΗ
Μιχαλόπουλος Χαρίλαος Επίκουρος Καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. chmichal@helit.duth.gr
Μπορεί ο Liber Spectaculorum να γράφηκε με αφορμή τα θεάματα και τους αγώνες που προσέφερε στο ρωμαϊκό λαό κατά τα εγκαίνια του Φλαβιανού Αμφιθεάτρου (περισσότερου γνωστού ως Κολοσσαίου) ο αυτοκράτορας Τίτος το 80 μ.Χ., ωστόσο το βιβλίο αυτό αποτελεί εξίσου ένα βιβλίο της ολόκληρης της αυτοκρατορίας. Η εντυπωσιακή εναρκτήρια τριάδα επιγραμμάτων, μέσω των οποίων ο αναγνώστης εισάγεται στον χωρόχρονο της συλλογής, λειτουργεί προγραμματικά αποκαλύπτοντας την πρόθεση του ποιητή να χρησιμοποιήσει το Κολοσσαίο όχι απλώς ως το επίκεντρο της Ρώμης αλλά ως το επίκεντρο της αυτοκρατορίας εν γένει. Θράκες, Σαρμάτες, Αιγύπτιοι, Άραβες, Κίλικες και άλλοι πολλοί συνθέτουν ένα πολύχρωμο και πολύγλωσσο πλήθος, το οποίο συρρέει στο Κολοσσαίο, για να θαυμάσει μαζί με τους Ρωμαίους πολίτες το οικοδόμημα και τα εντός του προσφερόμενα θεάματα. Στην παρούσα ανακοίνωση σκοπεύω να διερευνήσω τον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής εκμεταλλευόμενος την εξαιρετική συγκυρία της ταυτόχρονης παρουσίας στο ίδιο μέρος Ρωμαίων και ξένων διερευνά ζητήματα που έχουν να κάνουν πρωτίστως με τη ρωμαϊκή ταυτότητα και δευτερευόντως με την ταυτότητα της πολυεθνικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η σχέση μεταξύ «Ρωμαίων» και «ξένων» ή ευρύτερα μεταξύ «ρωμαϊκού» και «μη ρωμαϊκού» αναδεικνύεται, όπως θα φανεί, σε έναν από τους βασικότερους θεματικούς άξονες της συλλογής. Ιδιαίτερα θα με απασχολήσουν ζητήματα, όπως: τα εγγενή γνωρίσματα της «ρωμαϊκότητας» στη συλλογή, η σημασία του όρου «βάρβαρος», η σχέση μεταξύ «Ρωμαίων» και «ξένων», τρόποι (υπο)δήλωσης της γεωγραφικής, γλωσσικής, φυλετικής διαφορετικότητας, η νοηματοδότηση των όρων «Ρωμαίος» και «ξένος» ως συνάρτηση της εθνικής ταυτότητας του αναγνώστη.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /110/
ΤΕΧΝΗ, ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ: ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ
Μορτάκη Σαπφώ Διδάσκουσα Π.Δ. 407/80 Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας msapfo@hotmail.com
Μπορούμε να προσεγγίσουμε την ελληνική διασπορά ως την εγκατάσταση ενός μέρους του ελληνικού λαού σε περιοχές εκτός της εθνικής επικράτειας, ανεξάρτητα από τη διάρκειά της και τους λόγους της απομάκρυνσης των μεταναστών από την γενέθλια γη, με την οποία διατηρούν πάντοτε σταθερούς δεσμούς. Η τελευταία εξακολουθεί να επηρεάζει την εν γένει κατάστασή τους, ενώ, παράλληλα, αναπτύσσουν τις σχέσεις τους με το εθνικό κέντρο που τους δέχτηκε. Μέσα από τις αλληλεπιδράσεις αυτές δημιουργείται ένας νέος πολιτισμός, ο οποίος βελτιώνει την ύπαρξή τους. Οι μετανάστες εντάσσονται στις νέες κοινωνικές πραγματικότητες, αναδεικνύονται, προσφέροντας συνάμα στη χώρα υποδοχής, χωρίς να απολέσουν τα χαρακτηριστικά που έφεραν μέσα τους, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα μια νέα ταυτότητα. Σχετικά με την ελληνική διασπορά, η διαμόρφωση της ταυτότητας προκύπτει από τη συμβολή και την αλληλεπίδραση παραγόντων που επικρατούν στη χώρα καταγωγής
και από τις υφιστάμενες συνθήκες της
κοινωνίας υποδοχής. Έτσι, η ταυτότητα εμφανίζει δύο όψεις, την προσωπική και την κοινωνική, η οποία είναι πολυσύνθετη, περικλείει τα κοινά σημεία των άλλων ταυτοτήτων και περιέχει επιμέρους ταυτότητες, όπως την εθνική, την πολιτισμική, την επαγγελματική κ.ά. Κάθε συγκρότηση ταυτότητας αποτελεί μία δυναμική διαδικασία δημιουργίας πολιτισμού και διαχείρισης της συνέχειας και της αλλαγής. Στη διαμόρφωση των ταυτοτήτων συμβάλλουν και οι παροικίες, τις οποίες οι διασπορικές κοινότητες συγκροτούν με την άφιξή τους στη χώρα υποδοχής. Η μετανάστευση εικαστικών καλλιτεχνών, ζωγράφων και γλυπτών, προς την ελληνική πρωτεύουσα μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους αλλά
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /111/
και προς τις χώρες της Ευρώπης και την Αμερική, αποτελεί διαχρονικό φαινόμενο, με ποικίλα αίτια. Το έργο τους χαρακτηρίζεται από το δίπολο μνήμες και βιώματα από την πατρίδα και επιδράσεις των νέων ρευμάτων, οδηγώντας τους σε μία δημιουργία διπλής οπτικής και θεώρησης των πραγμάτων, όπου το ένα στοιχείο ενυπάρχει ή εκφράζεται μέσω του άλλου. Η καλλιτεχνική τους παραγωγή είναι το αποτέλεσμα ενός δυναμικού πολιτισμού, τον οποίον παρακολουθούν και μέσα στον οποίον διαμορφώνονται, γεγονός που συντελεί στο συγκερασμό διαφορετικών στοιχείων. Στην παρούσα ανακοίνωση, αναφέρονται οι ιστορικές, οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες στην Ελλάδα, ως χώρα αποστολής των μεταναστών καλλιτεχνών όσο και στη ζωή τους από την οπτική της ένταξής τους στο κοινωνικό περιβάλλον της χώρας που τους δέχτηκε, τη δημιουργία ταυτότητας, την ανάπτυξη του καλλιτεχνικού τους ιδιώματος και την ίδρυση παροικιών-κοινοτήτων. Παράλληλα, εξετάζεται η σχέση τους με την Ελλάδα και η συμβολή τους στη εξέλιξη της ελληνικής τέχνης.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /112/
ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΖΑΝ ΜΩΡΕΑΣ: Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΈΛΛΗΝΑ ΣΤΟΝ Ε. GOMEZ CARRILLO
Μορφακίδης Μόσχος Πανεπιστήμιο της Γρανάδα m.morfakidis@gmail.com
Αν και από τη Γουατεμάλα, ο Enrique Gómez Carrillo (1873-1927) είναι ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ισπανικού μοντερνισμού. Εργάστηκε ως χρονικογράφος σε διάφορες εφημερίδες, ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική κριτική, το δοκίμιο και το μυθιστόρημα, ενώ παράλληλα καθιερώθηκε ως μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ισπανόφωνης ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Από τα έργα του ξεχωρίζει το Η αιώνια Ελλάδα (1908), όπου γίνεται
εμφανής η βαθειά επιρροή που άσκησε στον ίδιο ο Ζαν Μορεάς. Πρόκειται στη ουσία για μια απολογία της επιβίωσης του αρχαίου πνεύματος στον ελληνικό χώρο, με εκτενείς αναφορές στην ελληνική αρχαιότητα, την ελληνική φύση, το δημοτικό τραγούδι, τη νεότερη λογοτεχνία και, κυρίως, στον χαρακτήρα των σύγχρονων Ελλήνων. Το πνεύμα του συμβολισμού, το οποίο κυριαρχεί σε όλο το έργο, κάνει τη περιγραφή των εμπειριών του ιδιαίτερα πρωτότυπη και συχνά με έντονες διαφορές από προηγούμενα ταξιδιωτικά κείμενα δυτικών περιηγητών στον ελλαδικό χώρο. Η ανακοίνωση θα επικεντρωθεί κυρίως στην εικόνα του ΄Ελληνα μέσα από τα κείμενα, τα οποία ο Gómez Carrillo αφιερώνει στην πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική και λογοτεχνική κατάσταση της Ελλάδας των αρχών του 20ου αι.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /113/
Η ΦΡΑΣΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΠΛΗΞΗΣ ΣΤΑ ΡΩΣΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ: ΔΙΑΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΥΓΚΡΙΣΗ
Μότσιου Ελένη
Βαλετόπουλος Φρειδερίκος
ΠΤΠΕ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Université de Poitiers – FoReLL (EA
emotsiou@ece.uth.gr
3816) fvaletop@univ-poitiers.fr
Η έκφραση διαφορετικών συναισθημάτων είναι ζωτικής σημασίας για την ύπαρξη του ανθρώπινου όντος: ουσιαστικά, είναι η στάση του ανθρώπου προς τα γεγονότα της πραγματικότητας, η αξιολόγησή τους, και σχετίζεται με ψυχοσωματικές μεταβολές και αλλαγές της συμπεριφοράς (Izard 1977, 2007)∙ κάποια συναισθήματα μπορεί να είναι καθολικά ενώ ορισμένα μπορεί να θεωρηθούν ως πιο βασικά από κάποια άλλα (Plutchik 1980, Εkman 1992). Η προσέγγιση του συναισθήματος μέσω της γλώσσας δίνει την ευκαιρία να ερευνηθεί ο «θολός» συναισθηματικός κόσμος με τη βοήθεια του πιο «φωτεινού» γλωσσικού. Οι φρασεολογισμοί αποτελούν μια ιδιαίτερα εύστοχη επιλογή για το σκοπό αυτό, καθώς δεν περιγράφουν απλώς, όσο αξιολογούν γεγονότα ή καταστάσεις, οντότητες και φαινόμενα με τρόπο άμεσο, αισθητηριακό και συναισθηματικό/ βιωματικό. Η αντιπαραθετική μελέτη των φρασεολογισμών που εκφράζουν συναισθήματα αποκαλύπτει συνήθως ότι οι ομιλητές διαφορετικών γλωσσών ερμηνεύουν διαφορετικά τις εμπειρίες που σχετίζονται με τα συναισθήματα, αλλά και τα αξιολογούν διαφορετικά (Lutz & White 1986, Johnson-Laird & Oatley 1989, Wierzbicka 1992, Pavlenko 2002, 2005, 2008 κ.ά.). Η γνωσιακή σκοπιά προσφέρεται σε πολύ μεγάλο βαθμό για τη μελέτη της ανθρώπινης αντίληψης για τα συναισθήματα, καθώς οι φρασεολογισμοί αποτελούν μη κυριολεκτικά σχήματα που υποκινούνται και αιτιολογούνται αρκετά από τη συμβατική γνώση των ανθρώπων για την πραγματικότητα (Kövesces 2000, 2010, Lakoff 1987, Gibbs 1994, Wierzbicka 1999a, 1999b, Dobrovol’skij & Piirainen 2005). Στην εργασία αυτή θα
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /114/
προσπαθήσουμε να περιγράψουμε αντιπαραθετικά την έκφραση του φόβου και της έκπληξης, συγκρίνοντας τις γλωσσικές εκφράσεις (φρασεολογισμούς) των συναισθημάτων σε ρωσικά και ελληνικά (π.χ. [ελλ. ] πάγωσε το αίμα μου,
έσπασε η χολή/ καρδιά μου, έμεινα με το στόμα ανοιχτό κτλ. - [ρωσ.] krov’ ledeneet v zilakh (μτφ. ‘παγώνει το αίμα στις φλέβες’), sertse oborvalos’ (μτφ. ‘κόπηκε η καρδιά’), rot razinul (μτφ. ‘άνοιξα διάπλατα το στόμα’) κτλ.). Στόχος είναι να επισημανθούν οι διαγλωσσικές ομοιότητες και διαφορές που θα αποκαλύψουν
την
εννοιοποίηση
(εννοιακή
αναπαράσταση)
των
συναισθημάτων σε κάθε γλώσσα, και, κατ’ επέκταση, το πώς βιώνουν οι ομιλητές της ρωσικής σε σχέση με τους ομιλητές της ελληνικής το φόβο και την έκπληξη.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /115/
ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΤΟΥ 19ου ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ
Μπλέσιος Αθανάσιος Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου blesiosthanos@yahoo.gr
Το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης στην ελληνική λογοτεχνία έχει απασχολήσει τους μελετητές κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Συνδέεται με τον έρωτα και το γάμο, σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά πρότυπα, αλλά και με τα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας. Η πρώτη ώθηση στο ζήτημα δόθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ένα πρωτοφεμινιστικό κίνημα άρχισε να αναπτύσσεται στην Ελλάδα. Αρκετοί Έλληνες λογοτέχνες ανταποκρίθηκαν στους νέους προβληματισμούς. Μεταξύ των λογοτεχνών υπήρξαν και γυναίκες, με κυρίαρχη την πρωτοπόρα μορφή της Καλλιρρόης Παρρέν. Το ζήτημα της
χειραφέτησης
συνδέθηκε
ορισμένες
φορές
με
ζητήματα
απεξάρτησης όχι μόνο των γυναικών από δεσμευτικές πρακτικές και αντιλήψεις, αλλά που αναφέρονται στο σύνολο της κοινωνίας. Οι λογοτέχνες κινήθηκαν στα έργα τους από τη διεκτραγώδηση της θέσης της γυναίκας μέχρι την προσπάθεια χειραφέτησής της και την τελική της αυτοπραγμάτωση. Στόχος της ανακοίνωσης είναι η ανάδειξη και ανάλυση των διαφορετικών περιπτώσεων κυρίως γυναικείας αντίληψης και δράσης πρωτίστως ως προς τις σχέσεις των φύλων, συχνά με προοπτική χειραφέτησης, στο πλαίσιο της παραδοσιακής και της αστικής ελληνικής κοινωνίας, όπως προβάλλονται στην ελληνική λογοτεχνία και δραματουργία στη μετάβαση από τον 19ο στον 20ό αιώνα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /116/
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ: Ο ΠΑΪΣΙΟΣ ΧΙΛΑΝΔΑΡΙΝΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ
Ναξίδου Ελεονώρα Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας Δ.Π.Θ. enaxidou@he.duth.gr
Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι να εξετάσει πώς άρχισε να διαμορφώνεται η εικόνα του Έλληνα ως εθνικού Άλλου από τους λόγιους της βουλγαρικής Αναγέννησης (19ος αιώνας), εστιάζοντας στην περίπτωση του μοναχού Παΐσιου Χιλανδαρινού, πρόδρομης μορφής της βουλγαρικής πολιτισμικής και εθνικής ‘αφύπνισης’, ο οποίος κινείται όχι μόνο χρονικά, αλλά και ιδεολογικά στο μεταίχμιο μεταξύ του παραδοσιακού κόσμου και της νεωτερικότητας.
Το
μοναδικό
σύγγραμμα
του
Παΐσιου,
η
‘Ιστορία
Σλαβοβουλγαρική σχετικά με το λαό, τους Βούλγαρους τσάρους και αγίους και όλα τα βουλγαρικά επιτεύγματα και το παρελθόν συγκεντρωμένη και τακτοποιημένη από τον Παΐσιο από την επαρχία Σαμακόβου, ιερομόναχο στο Άγιο Όρος του Άθωνα προς όφελος του βουλγαρικού γένους το έτος 1762’, τη συγγραφή του οποίου ολοκλήρωσε το 1762, συνδυάζει την παραδοσιακή με τη
νεωτερική
σκέψη,
καθώς
οι
παγιωμένες
χριστιανικές
αντιλήψεις
διαπλέκονται με νεωτερικές ιδέες που αναδύθηκαν μέσα από το κίνημα του Διαφωτισμού. Ο Παΐσιος και η Ιστορία του ανήκουν μια εποχή, κατά την οποία η κοινότητα των Ρωμαίων θα μπορούσε, σύμφωνα με τον Detrez, να περιγραφεί με τον όρο ethnie, όπως τον ορίζει ο Anthony Smith, ή πρωτοέθνος, όπως το αντιλαμβάνεται ο Eric Hobsbaum, καθώς τα μέλη της προσδιορίζονταν με κοινό όνομα -Ρωμιοί ή Έλληνες-, είχαν κοινή θρησκεία και εκκλησιαστική
οργάνωση
-το
Πατριαρχείο
της
Κωνσταντινούπολης-,
κατοικούσαν στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, η ελίτ μιλούσε κοινή γλώσσα -την ελληνική-, είχαν διαμορφώσει κοινή υψηλή κουλτούρα -στην αρχιτεκτονική, μουσική,
ζωγραφική,
λογοτεχνία-,
ενώ διακατέχονταν
από
αισθήματα
αφοσίωσης προς την υπερεθνική ομάδα. Συγχρόνως όμως η ταυτότητα αυτή
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /117/
ήταν πολύ λιγότερο ισχυρή σε σχέση με την εθνική, ενώ στο εσωτερικό της κοινότητας παρατηρούνταν εθνοτικές, τοπικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαφορές. Σ’ αυτό το πλαίσιο ο Παΐσιος περιγράφει τους Βουλγάρους με εθνοτικά χαρακτηριστικά, ενώ συγχρόνως τους διαχωρίζει από τους γειτονικούς τους λαούς, τους Έλληνες και τους Σέρβους. Συγχρόνως προσπαθεί να αποδείξει ότι οι Βούλγαροι ήταν ένας αξιόλογος λαός, ο οποίος δεν υπολειπόταν σε αξία ούτε των Σέρβων και κυρίως ούτε των Ελλήνων. Έτσι ο Παΐσιος σκιαγραφεί την εικόνα του Έλληνα ως Άλλου, δηλαδή ως μέλους μιας διαφορετικής εθνοτικής ομάδας, σε σύγκριση και αντιπαραβολή με αυτήν του Βουλγάρου. Στη Σλαβοβουλγαρική Ιστορία το προφίλ του Ελλήνα διαμορφώνεται μέσα από τη σύζευξη δύο ξεχωριστών παραδόσεων τις οποίες ο Παΐσιος αναπαράγει και επεξεργάζεται: της μεσαιωνικής και της προ-εθνικής. Με άλλα λόγια ο Χιλανδαρινός μοναχός αναβιώνει τη μεσαιωνική εικόνα του Έλληνα ως εχθρού και την εμπλουτίζει με προ-εθνικά γνωρίσματα που συνδέονται είτε με την κοινωνική θέση είτε με τα χριστανικά πρότυπα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /118/
ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΡΟΛΩΝ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ ΤΟΥ ΑΙΣΧΥΛΟΥ
Νικολαΐδου Σμαρώ Λέκτορας Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. snikola@helit.duth.gr
Στην ερμηνευτική ιστορία των Επτά επί Θήβας του Αισχύλου δύο θέματα έχουν ιδιαίτερη παρουσία: η σύνθεση του γυναικείου χορού και η συγκρουσιακή στάση του Ετεοκλή απέναντί του. Συγκεκριμένα, ο χορός είναι γυναικείος, αλλά μάλλον τα μέλη του δεν είναι όλα της ίδιας ηλικίας˙ η εμφανής μάλιστα παρουσία των νεαρότερων παρθένων δραματοποιεί με ιδιαίτερο τρόπο τον φόβο και τον πανικό του γυναικείου πληθυσμού από την επικείμενη επίθεση κατά της Θήβας. Από την άλλη πλευρά, ο ρόλος του κατεξοχήν υπερασπιστή της πόλης, τον οποίο αναλαμβάνει ο Ετεοκλής κατά του επιτιθέμενου αδελφού του Πολυνείκη, επιβάλλει την επίδειξη εκ μέρους του της απόλυτης ανδρείας για τη σωτηρία της πατρίδος. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, ο Ετεοκλής επιτίθεται στον χορό με εκφράσεις σκληρού μισογυνισμού, γιατί οι πανικόβλητες κραυγές των γυναικών υπονομεύουν τη γενναιότητα των ανδρών. Πολύ γρήγορα όμως στοιχείο της στάσης του ήρωα γίνεται η ενσυναίσθηση της κατάρας του πατέρα Οιδίποδα για την κακή μοίρα του οίκου του, ενώ οι κραυγές του χορού υποχωρούν και η στάση του γυναικείου πληθυσμού παρουσιάζει σχετική ωριμότητα. Η εισήγησή μου θα εξηγήσει ότι η εμφανιζόμενη σύγκρουση ανδρικού και γυναικείου ρόλου στο έργο συμπλέκεται με τη βαθύτερη εσωτερική σύγκρουση που ενυπάρχει στην ταυτότητα του Ετεοκλή μεταξύ του καταραμένου γιου του Οιδίποδα και του υπεύθυνου υπερασπιστή της πόλης. Όσο στη στάση του ήρωα υπερέχει ο ρόλος του πολεμικού υπερασπιστή, οι εκδηλώσεις σύγκρουσης με τον γυναικείο χορό περισσεύουν. Όταν το θέμα της κατάρας αρχίζει να απασχολεί τον λογισμό του, η σύγκρουση ανδρικού και γυναικείου ρόλου υποχωρεί και δίνει τη θέση της στη στοχαστική θέση
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /119/
αμφοτέρων απέναντι στο θέμα της αράς που κατατρέχει τον οίκο του Οιδίποδα. Σε συνολική θεώρηση, η κατάρα του Οιδίποδα στους γιους του αποτελεί την τελική έκφραση της κακής μοίρας του οίκου των Λαβδακιδών, που συνέχει ολόκληρη την Θηβαϊκή τριλογία και κορυφώνεται στο τελευταίο της έργο, τους Επτά επί Θήβας. Για τη σύνθεσή του, ο Αισχύλος δημιούργησε έναν κεντρικό ήρωα, τον Ετεοκλή, με συγκρουόμενες ταυτότητες του καταραμένου γιου και του γενναίου πολεμιστή˙ και έναν χορό με ταυτότητα αντιπροσωπευτικά γυναικεία, που υποδέχεται αναλόγως τις συγκρουσιακές αντιδράσεις του ήρωα. Με τη θεώρηση αυτή, οι Επτά επί Θήβας προσφέρουν ένα αξιόλογο δείγμα λογοτεχνικού χειρισμού της σύγκρουσης ρόλων και ταυτοτήτων για τη θεατρική παρουσίαση του γενικότερου θέματος της κληρονομικής ενοχής, που συχνά συνείχε τις τριλογίες του Αισχύλου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /120/
CIC. REP. 4: ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΜΙΑΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Ντεληγιάννης Ιωάννης Λέκτορας Λατινικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. inteligi@helit.duth.gr
Η ανακοίνωση εντάσσεται στη θεματική ενότητα «Κοινωνικές και εθνικές ταυτότητες στη Λατινική Λογοτεχνία». Εξετάζονται οι κανονιστικές αρχές που προτείνει ο Κικέρων στο Τέταρτο Βιβλίο του πολιτικού διαλόγου του De re
publica και οι οποίες αποσκοπούν στη διαμόρφωση μιας θετικής κοινωνικής ταυτότητας των ελεύθερων πολιτών της Ρώμης, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της πολιτείας, η beata et honesta vita. Οι αρχές αυτές καλύπτουν διάφορες εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου των Ρωμαίων πολιτών, όπως η εκπαίδευση των παιδιών, η συμπεριφορά των γυναικών και ο ρόλος των ανδρών σε αυτές τις δράσεις, οι επίλυση διαφορών μεταξύ των πολιτών, η τήρηση των πατρώων θρησκευτικών τελετουργιών, ο παιδευτικός ρόλος του θεάτρου και άλλες πτυχές του βίου που συμβάλλουν στην οικοδόμηση θετικών ενδο-ομαδικών σχέσεων και μιας συλλογικής κοινωνικής ταυτότητας για τους Ρωμαίους πολίτες. Παράλληλα η σύγκριση με αντίστοιχους θεσμούς και συμπεριφορές των Ελλήνων παγιώνουν τις δι-ομαδικές σχέσεις και διαφορές μεταξύ Ρωμαίων και Ελλήνων, οι οποίες συμβάλλουν στην εδραίωση της εθνικής ρωμαϊκής ταυτότητας. Αν και αποσπασματικά σωσμένο το κείμενο του Τετάρτου Βιβλίου του διαλόγου, παρέχει επαρκή στοιχεία για τη συνειδητή και επίμονη προσπάθεια του Κικέρωνος να επιβάλει μια κανονιστική συμπεριφορά βασισμένη στο mos maiorum και μία υγιή και ηθικά ανώτερη κοινωνική και εθνική ταυτότητα που θα επέτρεπε στη ρωμαϊκή κοινωνία ως σύνολο και την πολιτεία ως θεσμό να εδραιώσει τον ηγετικό ρόλο της και να επιβάλει τη θέση της στον κόσμο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /121/
ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΡΗΤΟΡΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΤΗΣ ‘ΕΚΦΡΑΣΗΣ’ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ «ΑΝΑ/ΑΥΤΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ» ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΦΑΚΙΝΟΥ Η
ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΑΣΙΝΗ
Οικονομοπούλου Βάσω Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης vassoec@gmail.com
Η Ευγενία Φακίνου στο μυθιστόρημά της Η μεγάλη πράσινη (Καστανιώτης, 1987) συνθέτει ένα μυθοπλαστικό κόσμο με κυρίαρχο το στοιχείο της αναζήτησης ταυτότητας, τόσο ατομικής όσο και καλλιτεχνικής, από την κεντρική ηρωίδα, η οποία συνειδητοποιεί ότι για να γνωρίσει τον εαυτό της πρέπει να κινηθεί πέρα από τα προκαθορισμένα πρότυπα συμπεριφοράς. Το μυθιστόρημα, που περιγράφει τη γυναικεία ανάπτυξη και ωρίμαση, θα μπορούσε να εξεταστεί υπό το πρίσμα τόσο του λογοτεχνικού είδους του Künstlerroman
(μυθιστόρημα
καλλιτεχνικής
μαθητείας)
όσο
και
του
λογοτεχνικού είδους που έχει χαρακτηριστεί με τον όρο «μυθιστόρημα της αφύπνισης» (“the novel of awakening”). Βασικό γνώρισμα για την πραγμάτωση αυτών των λογοτεχνικών ειδών αποτελεί το στοιχείο του ταξιδιού, με βάση, το οποίο η συγγραφέας οργανώνει όχι μόνο την αφήγηση αλλά και την ανάγνωση ως μορφές αναζήτησης της ατομικότητας, συν-ταυτίζοντας το φανταστικό με τον πραγματικό κόσμο. Ο συμφυρμός
των
οντολογικών
επιπέδων,
του
φανταστικού
και
του
πραγματικού, καταργεί τη ρεαλιστική ψευδαίσθηση και υποβάλλει τον αναγνώστη σε αναζήτηση του αιτίου και του αιτιατού, σε μιαν εξήγηση είτε φυσική είτε υπερφυσική. Η αποδοχή ή η απόρριψη του υπερφυσικού στοιχείου από τον αναγνώστη θα καθορίσει και το είδος του φανταστικού. Στην παρούσα εισήγηση εξετάζονται και ερμηνεύονται οι αφηγηματικοί στόχοι της συγγραφέως, που επικεντρώνονται στην εισβολή του φανταστικού στοιχείου και στη διάρρηξη του ρεαλιστικού πλαισίου, κυρίως, όμως
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /122/
εξετάζεται η διασύνδεση του φανταστικού με ποικίλες αναπαραστάσεις της Τέχνης, έτσι όπως ενσωματώνονται με τη μορφή ‘εκφράσεων’ στο συγκεκριμένο
μυθιστόρημα
της
Ευγενίας
Φακίνου.
Χαρακτηριστικά
παραδείγματα αποτελούν «Η Γέννηση του Χριστού» (14ος αι., Περίβλεπτος Μυστρά), «Η κοιμισμένη τσιγγάνα» (1897), «Το όνειρο» (1910), ο «Γάμος στην εξοχή» (1904/05) του Henri Rousseau κ.ά. Το πανάρχαιο ρητορικό σχήμα της «έκφρασις» (ekphrasis), της λεκτικής δηλαδή περιγραφής έργων τέχνης, αλλά και το φανταστικό στοιχείο ενσωματώνονται στο συνταγματικό επίπεδο του λόγου και καθορίζουν την αυτοπραγμάτωση του κεντρικού προσώπου της ιστορίας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /123/
ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ (18771917)
Παλαιού Νίνα Διδάκτωρ, University of Birmingham npaleou@yahoo.com
Ο περιοδικός τύπος υπήρξε για τις γυναίκες, τόσο κατά τον 19ο όσο και κατά τον 20ο αιώνα, πρόσφορο πεδίο για να διατυπώσουν τις θέσεις τους, να διεκδικήσουν δικαιώματα, να εκφράσουν τις δημιουργικές τους δυνάμεις και να προβάλουν τα επιτεύγματά τους. Στη μακρά πορεία προς τη χειραφέτηση, η γραφή αποδείχθηκε ασφαλές όχημα για την έξοδό τους στη δημόσια σφαίρα και καθοριστικός παράγοντας κατά τη διαμόρφωση μιας συνείδησης του φύλου. Ιδιαίτερη θέση στην προσπάθεια αυτή κατέχουν τα περιοδικά που εκδίδονταν από γυναίκες και απευθύνονταν σε γυναίκες. Η Κυψέλη (Κων/πολη, 1845) της Ευφροσύνης Σαμαρτζίδου και η Ευρυδίκη (Κων/πολη, 1870-1873) της Αιμιλίας Κτενά-Λεοντιάδος αποτέλεσαν δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα εκδοτικών προσπαθειών που προλείαναν το έδαφος για την Εφημερίδα των Κυριών (Αθήνα, 1877-1917), το πλέον αναγνωρίσιμο γυναικείο έντυπο στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η Εφημερίς των Κυριών κυκλοφορούσε σε εβδομαδιαία βάση για είκοσι χρόνια και σε δεκαπενθήμερη τα τελευταία δέκα χρόνια της εκδοτικής του παρουσίας, με επικεφαλής την Καλλιρόη Παρρέν που έθεσε εμφατικά το ζήτημα των γυναικείων δικαιωμάτων, γνωρίζοντας όμως πολύ καλά και την τέχνη του ελιγμού ώστε να φέρει συμμάχους στον αγώνα της. Η ανακοίνωση θα επικεντρωθεί στα προγραμματικά κείμενα που δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα των Κυριών, στο περιεχόμενο και το ύφος τους, με σκοπό να διερευνηθούν οι όροι βάσει των οποίων τέθηκε το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης στο πέρασμα από το 19ο στον 20ο αιώνα. Θα εξεταστούν τα βασικά ζητούμενα που έθεταν τα κείμενα αυτά, ο τρόπος που
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /124/
διατυπώνονταν, οι στόχοι που εξυπηρετούσαν και πώς αυτά αποτυπώνονταν στις εκδοτικές επιλογές του περιοδικού, στο πλαίσιο των ευρύτερων κοινωνικοπολιτικών ζυμώσεων και αλλαγών εκείνης της περιόδου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /125/
ΕΘΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΙ ΛΑΪΚΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΡΑΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΡΑΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ
Παπαγεωργίου Ιωάννα Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πατρών ipapag@upatras.gr
Στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου Το δραματολόγιο του θεάτρου σκιών στην
Πάτρα κατά την περίοδο του Μεσοπόλεμου (1922-1940) (Επιτροπή Ερευνών, Πανεπιστήμιο
Πατρών)
έχουν
καταγραφεί
οι
παραστάσεις
των
καραγκιοζοπαιχτών στην Πάτρα κατά την παραπάνω περίοδο. Η συνολική εξέταση του δραματολογίου των παραστάσεων μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τις θεματολογικές προτιμήσεις του λαϊκού κοινού που τις παρακολουθούσε και των καλλιτεχνών τους. Στο δραματολόγιο, εκτός των κωμωδιών, ένα μεγάλο τμήμα του, που κατά τη μεταξική περίοδο αγγίζει σχεδόν το μισό των παραστάσεων, καταλαμβάνουν τα ηρωικά έργα μέσα από τα οποία εκφράστηκε το πατριωτικό αίσθημα και η εθνική συνείδηση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων της εποχής. Οι υποθέσεις των ηρωικών έργων αντλούνταν κυρίως από την περίοδο του κλεφταρματολισμού, την επανάσταση του 1821 και τους κατοπινούς αγώνες του αλυτρωτισμού, ιδίως των Βαλκανικών Πολέμων. Η παλαιότερη ιστορία του ελληνικού έθνους εκπροσωπείται με τρία μόνο έργα: Οιδίπους Τύραννος από την αρχαία ελληνική μυθολογία, Ο στρατηγός Βελισσάριος από τη βυζαντινή περίοδο και
Χάΐδω η Λυγερή και η κατάληψη της Πελοποννήσου υπό των Ενετών από την εποχή της Φραγκοκρατίας. Το πρώτο και το τρίτο έργο είχαν ελάχιστες (καταγραμμένες) παραστάσεις και ήταν προϊόντα ενός σχετικά μορφωμένου καραγκιοζοπαίχτη, του Βασίλαρου, ο οποίος δεν ήταν από τους πιο δημοφιλείς αντιπροσώπους του είδους στο κοινό της Πάτρας. Η απουσία θεμάτων από τις παλαιότερες φάσεις της ελληνικής ιστορίας, η οποία θα καλυφθεί εν μέρει τα αμέσως επόμενα χρόνια με την παρέμβαση πιο μορφωμένων συνεργατών ή
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /126/
καραγκιοζοπαιχτών, μπορεί να θεωρηθεί, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, ως ένδειξη των ιστορικών ορίων της εθνικής συνείδησης των λαϊκών στρωμάτων μιας από τις σημαντικότερες ελληνικές πόλεις του Μεσοπολέμου. Η εξέταση του ζήτηματος θα λάβει υπόψη τις ιστορικές εξελίξεις της ταραγμένης περιόδου του Μεσοπολέμου, τις λόγιες αναζητήσεις περί εθνικής ταυτότητας, την κοινωνική προέλευση των θεατών του πατρινού Καραγκιόζη, το μορφωτικό επίπεδο των καραγκιοζοπαιχτών και τη διαδόση της ελληνικής ιστορίας μέσα από εκλαϊκευτικά αναγνώσματα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /127/
Ο «ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΣΧΩΝ» ΚΑΙ Ο ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ
Παπαγιάννης Γρηγόριος Επίκουρος Καθηγητής Βυζαντινής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ gpapagia@helit.duth.gr
Μέσω
της
ανίχνευσης
παραθεμάτων,
γλωσσικών
και
υφολογικών
χαρακτηριστικών θα διερευνηθεί αν το εν λόγω θρησκευτικό δραμάτιον είναι προ- ή μεταρρωμανικό έργο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /128/
OΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΕΤΕΡΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ «ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ» ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΤΣΙΡΚΑ. ΜΙΑ ΚΑΤΑ BAKHTINE ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ
Παπαδημητρίου Χριστίνα Δρ. Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας / Εκπαιδευτικός Μουσικό Σχολείο Σερρών xpapadi@hotmail.com
Η τριλογία του Στρατή Τσίρκα «Ακυβέρνητες Πολιτείες» αποτελεί κατά κοινή ομολογία ένα από τα σημαντικότερα έργα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό έργο, στο οποίο o συγγραφέας καταφέρνει να αξιοποιήσει με ιδιαίτερα γοητευτικό τρόπο τη γλώσσα, για να αποδώσει τις διαφορετικές εθνικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές, φυλετικές ταυτότητες των ηρώων του καθώς και τη διαφορετική προσέγγιση της πραγματικότητας που συνδέεται με το φύλο. Η λογοτεχνική αξιοποίηση της κοινωνικής πλευράς του λόγου, του φαινομένου δηλαδή του πολυγλωσσισμού, όπως το ονόμασε ο Ρώσος θεωρητικός Mikhail Bakhtine, που κατά την άποψή του αποτελεί διακριτικό γνώρισμα του μυθιστορήματος, είναι ιδιαίτερα επιτυχής και χαρακτηριστική στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες». Στο έργο αυτό επαληθεύεται το εύρος των δυνατοτήτων που παρέχει
η λογοτεχνική αξιοποίηση του
πολυγλωσσισμού με τον πλέον πειστικό τρόπο. Στην τριλογία του ο Σ. Τσίρκας προβαίνει σε μια συνειδητή και συστηματική εκμετάλλευση των « διαλογικών» δομών της γλώσσας, της
«πολυφωνικότητας» της λέξης και κατορθώνει να αναγάγει τα αφηρημένα συστατικά
της
γλώσσας
σε
φορείς
διάφορων
σημασιολογικών
και
αξιολογικών αποτιμήσεων καθώς επίσης, και να τους προσδώσει διαφορετικές υφολογικές αποχρώσεις και τόνους. Σύμφωνα με τον M. Bakhtine, στο μυθιστόρημα ο ήρωας που αρθρώνει λόγο και ο λόγος του γίνονται αντικείμενο μιας λεκτικής και λογοτεχνικής αναπαράστασης. Υπ’ αυτή την έννοια στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» ο λόγος των ομιλούντων προσώπων δεν μεταδίδεται απλώς αλλά αναπαρίσταται από τον λόγο του ίδιου του συγγραφέα. H αναπαράσταση αυτή μάλιστα είναι τόσο
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /129/
επιτυχής, που έχει ως αποτέλεσμα οι
ατομικοί λόγοι των ομιλούντων
προσώπων να προσιδιάζουν στην ιδιαίτερη φύση και θέση των ηρώων, να αποκαλύπτουν μια ειδική θέαση του κόσμου, να καταγράφουν μια κοινωνική σημασία και να αναδεικνύουν μια αξιολογική αποτίμηση. Για παράδειγμα η συνειρμική οργάνωση του λόγου,
ο σαρκασμός και η συναισθηματική
φόρτιση που διαρρέουν τους μονόλογους
της Εβραίας φράου Άννας,
καταδεικνύουν το διαταραγμένο ψυχικό κόσμο της . Ο ξύλινος, δογματικός λόγος, η εμμονή σε έναν παρωχημένο
βερμπαλισμό
αποκαλύπτει την
προσωπικότητα του σταλινικού στελέχους του κόμματος, που έχει το χαρακτηριστικό προσωνύμιο «το Ανθρωπάκι». Επίσης, ο εξατομικευμένος λόγος της Αριάγνης που μεταφέρεται έμμεσα, ο λόγος που αρθρώνει η πολωνοεβραϊκής καταγωγής Ρόζα Χλιάσκα, ο λόγος του ιδεολόγου Μάνου καθώς και των άλλων ηρώων αποτελούν «γλώσσες του πολυγλωσσισμού και συνιστούν ιδιότυπα σημεία θέασης του κόσμου, μορφές της λεκτικής του ερμηνείας, προοπτικές αντικειμενικές, σημασιοδοτικές και αξιολογικές». Η αδιαμφισβήτητη αξία μιας κατά Bakhtine προσέγγισης του διαλόγου στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» έχει επισημανθεί κατά το παρελθόν και από άλλους μελετητές, όπως: ο Δ. Ραυτόπουλος (1989), ο οποίος πρότεινε στο μέλλον η κριτική «της Τριλογίας του Τσίρκα να στραφεί σε μια ανάλυση του
έργου, δομική, υφολογική, γλωσσική», και η Χρύσα Προκοπάκη (1982), η οποία διατύπωσε την άποψη ότι «η επιτυχία του Τσίρκα βρίσκεται πάνω απ’
όλα στη γλώσσα που χρησιμοποιούν τα πρόσωπα στους διαλόγους» και ότι ο Τσίρκας ίσως «είναι ο μοναδικός Έλληνας συγγραφέας, ο οποίος έχει
καταφέρει να συλλάβει και να μεταφέρει με τόση ακρίβεια αυτό που ονομάζουμε «ταξική ομιλία» και έχει μεταδώσει με επιτυχία το «πολιτικό ιδίωμα».
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /130/
Η ΤΡΟΦΟΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΙΠΙΔΕΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Παπαδογιαννάκη Ελένη Πανεπιστήμιο Κρήτης eleni_pap@hotmail.com
Ο χαρακτήρας της τροφού αποτελεί έναν από τους ελάσσονες ανώνυμους χαρακτήρες, οι οποίοι κατά τεκμήριο χρησιμοποιούνται από τους τραγικούς ποιητές με σκοπό να φωτίσουν περισσότερο το ήθος των βασικών χαρακτήρων του έργου. Στα σωζόμενα έργα του Αισχύλου δεν υπάρχει ο χαρακτήρας της τροφού, ενώ στον Σοφοκλή απαντά μόνον στις Τραχίνιες, έργο που διδάχτηκε μάλλον το 440 π.Χ. περίπου. Με βάση τα παραπάνω, η τροφός φαίνεται να εισάγεται γύρω στα μέσα του 5ου αι. π. Χ. ως χαρακτήρας στην τραγωδία. Στα έργα του Ευριπίδη η τροφός έχει πλέον ενταχθεί πλήρως στην τραγωδία και εμφανίζεται αρκετά συχνά και μάλιστα με καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής. Στόχος της παρούσας ανακοίνωσης είναι να σκιαγραφήσει και να προσδιορίσει τα γνωρίσματα του χαρακτήρα της τροφού με έμφαση στις σωζόμενες τραγωδίες του Ευριπίδη. Αρχικά θα γίνει μια προσπάθεια να περιγραφεί το προφίλ της τροφού (κοινωνική τάξη, καταγωγή, ηλικία, εθνικότητα) και στη συνέχεια θα επιχειρηθεί η προσέγγιση του ρόλου της μέσα στην τραγωδία μέσω της σχέσης της με τους υπόλοιπους χαρακτήρες και της συμβολής της στην εξέλιξη της υπόθεσης. Βασικούς άξονες της παρουσίασης θα αποτελέσουν η σχέση της τροφού με τους υπόλοιπους ελάσσονες χαρακτήρες, κυρίως με τον αγγελιαφόρο και τη θεράπαινα, και η σχέση της με την εκάστοτε πρωταγωνίστρια του έργου. Θα εξεταστεί, επίσης, το ύφος του λόγου της τροφού, η γλώσσα που χρησιμοποιεί και οι λόγοι που υπαγορεύουν αυτό το ύφος. Η εξέταση όλων των παραπάνω παραμέτρων θα οδηγήσει στη διατύπωση κάποιων πιθανών συμπερασμάτων αναφορικά με την τροφό και την ταυτότητά της στην ποίηση του Ευριπίδη.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /131/
Η ΜΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΜΕΘΥΣΜΕΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ Σ. ΣΤΑΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Παπαρούση Μαρίτα Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας mpaparou@uth.gr
Στη Μεθυσμένη γυναίκα, η Σωτηρία Σταυρακοπούλου, μέσα από την ιστορία του αποτυχημένου γάμου ενός Έλληνα και μιας Αλβανίδας, μιλάει για τη ρευστότητα της ένταξης και του αποκλεισμού στις σύγχρονες κοινωνίες. Ο εξαιρετικά ενδιαφέρων αφηγηματικός χειρισμός του θέματος από τη συγγραφέα, το γεγονός δηλαδή ότι αποφάσισε να αφήσει την Αλβανίδα γυναίκα στο περιθώριο του λόγου προσφέροντας, μέσω της μονολογικής διαδικασίας, στον Έλληνα σύζυγο τη δυνατότητα να μονοπωλήσει την αφήγηση, έχει σαν αποτέλεσμα να καταστεί ‘θύμα’ του λόγου ο ίδιος ο φορέας του. Το στοιχείο αυτό θέτω στο επίκεντρο της προσέγγισής μου, με στόχο να διερευνήσω τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της αφήγησης σε μονολογική μορφή, την υποκειμενικότητά της και την ‘αναξιοπιστία’ της, καθώς και το ρόλο που παίζει στην οικοδόμηση αλλά και στην αποδόμηση της ταυτότητας.
Ειδικότερα,
υπάρχουν πολλοί τύποι αναξιόπιστων αυτοδιηγητικών αφηγητών. Κάποιοι από αυτούς θα μπορούσαν να ονομαστούν μονολογικοί, με την έννοια που ο Bakhtin προσδίδει στον όρο αυτό∙ δηλαδή, κλειστοί, στατικοί, ανεξέλικτοι, αρνούμενοι τον Άλλο. Ο, συχνά παραληρηματικός, μονόλογος μέσω του οποίου προσπαθεί να δικαιωθεί ο Έλληνας σύζυγος στη Μεθυσμένη γυναίκα, φαίνεται να είναι αντιφατικός, περιοριστικός, ενδεικτικός μιας αυταπατώμενης ιδιοσυστασίας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να κληθεί μονολογικό το υποκείμενο της αφήγησης. Διερευνώντας τη συνείδηση του μονολογούντοςμονολογικού αυτού υποκειμένου και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει και αποτυπώνει την πραγματικότητα, τον εαυτό και τους άλλους, θα προσπαθήσω να δείξω πως ενώ ο μονολογών στοχεύει μέσω της αφήγησής του να αναδείξει μια ταυτότητα άξια σεβασμού, αυτό που καταφέρνει τελικά είναι να
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /132/
προβάλει
μέσω
του
Άλλου
το
ανεστραμμένο
είδωλο
του
Εγώ,
απογυμνώνοντάς το στα μάτια του αναγνώστη από ό,τι ο ίδιος θεωρεί προτέρημα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /133/
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΤΟ
PROTREPTICON ET PRONOSTICON (1516) ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΓΕΜΙΣΤΟΥ
Παππάς Βασίλειος Πανεπιστήμιο Κύπρου, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας pappas.vasileios@ucy.ac.cy Ο Ιωάννης Γεμιστός, λόγιος του 16ου αιώνα και ίσως εγγονός του Πλήθωνα Γεμιστού, δημοσιεύει στην Αγκώνα το 1516 το έργο του που τιτλοφορείται
Protrepticon et Pronosticon και έχει ως αποδέκτη του τον Πάπα Λέοντα τον δέκατο. Πρόκειται για ένα εκτεταμένο ποίημα (2042 στ.), γραμμένο στη λατινική γλώσσα. Το έργο αυτό εντάσσεται σε μια γενικότερη πνευματική κίνηση Ελλήνων λογίων του 15ου και του 16ου που διαβιούσαν στη Δύση (Βησσαρίων, Ισίδωρος Κιέβου, Γεώργιος Τραπεζούντιος) και συνθέτουν έμμετρα ή πεζά έργα είτε στην αρχαία ελληνική είτε στη λατινική γλώσσα και έχουν ως αποδέκτες τους ισχυρούς ηγεμόνες της Ευρώπης. Ο σκοπός των έργων ήταν η κίνηση ιερής Σταυροφορίας κατά των Οθωμανών, προκειμένου να διακοπεί η προς Δυσμάς πορεία τους, αλλά και ταυτόχρονα να επέλθει η πολυπόθητη από τους Έλληνες απελευθέρωση του Βυζαντίου. Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι η παρουσίαση και η ανάλυση αυτών των χωρίων του ποιήματος, στα οποία διαφαίνεται πλήρως η θεωρία του ποιητή για την ταυτότητα του ελληνικού έθνους και τη γεωγραφία ενός μελλοντικού ελληνικού κράτους (Graecia). Η ταυτότητα των Ελλήνων κατά τον Γεμιστό είναι διττής φύσεως: α) έχουν κληρονομήσει το σπουδαίο αρχαίο ελληνικό παρελθόν, γεγονός που τους καθιστά ξεχωριστούς ανάμεσα στους άλλους Ευρωπαίους και β) είναι χριστιανοί, όπως και οι Ευρωπαίοι, γεγονός που τους καθιστά
συμμάχους
και
φίλους
τους
και,
αντίθετα,
εχθρούς
των
Μουσουλμάνων. Ο ποιητής μιλώντας για το ελληνικό έθνος (σε μια εποχή που τα εθνικά όρια ήταν δυσδιάκριτα) γίνεται ο πρόδρομος του σημερινού χάρτη του ελληνικού κράτους· σύμφωνα με τη θεωρία του, ένα μελλοντικό ελληνικό κράτος πρέπει να περιλαμβάνει τα ευρωπαϊκά εδάφη, και όχι αυτά της Μ.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /134/
Ασίας, της Ανατολικής Θράκης, της Κύπρου κ.ά. Ο Ιωάννης Γεμιστός είναι ο πρώτος Έλληνας λόγιος που με το ποίημά του προσδιορίζει την ταυτότητα του ελληνικού έθνους όπως ακριβώς ισχύει στις μέρες μας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /135/
1883: ΈΝΑ ΕΤΟΣ-ΟΡΟΣΗΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΓΙΩΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ (ΠΡΩΤΟΤΥΠΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΗΣ)
Παππάς Φίλιππος Διδάκτωρ, Πανεπιστήμιο Κύπρου pappasphilippos@gmail.com
To 1883 το περιοδικό «Εστία» προκηρύσσει διαγωνισμό διηγήματος βραβεύοντας τη «Χρυσούλα» του Γεωργίου Δροσίνη, η πρώτη ουσιαστικά οργανωμένη αθηναϊκή καθημερινή εφημερίδα, η «Ακρόπολις» αρχίζει να κυκλοφορεί,
φιλοξενώντας
Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης
πρωτοεμφανίζεται
ο
καθημερινά σταματά
Γεώργιος
λογοτεχνικές
να
Βιζυηνός
γράφει ως
επιφυλλίδες,
μυθιστορήματα,
διηγηματογράφος.
ο που
Στην
ανακοίνωσή μου θα εξετάσω, πέρα από την επιμέρους σημασία κάθε στοιχείου, και γιατί αυτή η χρονολογία μπορεί να αποτελεί κόμβο για την αντιμετώπιση της πεζογραφίας εν γένει. Με εργαλεία αυτοτελείς τόμους, καθώς τα περιοδικά και τις εφημερίδες της περιόδου, ανασυνθέτοντας το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον ιδίως της πρωτεύουσας και κομίζοντας νέα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία θα προσπαθήσω να ανασυνθέσω το πεζογραφικό τοπίο της περιόδου. Αυτό που συνάγεται με μια πρώτη ανάγνωση είναι ότι η «μάχη» για την ταυτότητα της πεζογραφίας παύει να γίνεται με επιθέσεις στο μυθιστόρημα, αφού αυτό αφενός «νομιμοποιείται» μέσω της ποσοτικής έκρηξης των επιφυλλίδων και των αυτοτελών τόμων και αφετέρου αντιμετωπίζεται τρόπον τινά με την αναζήτηση ελληνικών διηγημάτων ως αντίβαρων. Σηματοδοτείται το πέρασμα σε μια νέα περίοδο, με μεγαλύτερο πληθωρισμό έργων και ειδών, αλλά και πιο σαφή χωροθέτηση. Η ταυτότητα
της
νεοελληνικής
πεζογραφίας
και
η
παρουσία
του
μυθιστορήματος, η ανάδειξη του διηγήματος μέσω των διαγωνισμών και των εορταστικών φύλλων θα είναι κεντρικά σημεία.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /136/
ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΑΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ: ΠΟΣΟ ΜΑΚΡΙΝΗ ΕΙΝΑΙ Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΩΝ;
Πατερίδου Γεωργία Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο georgia_pateridou@yahoo.gr
Στην παρουσίαση αυτή θα συζητηθούν δύο πρόσφατα κείμενα που φέρνουν ξανά στο προσκήνιο την πραγμάτευση της παρελθούσης περιόδου της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Τα κείμενα αυτά μπορεί να θεωρηθεί ότι συνδέουν
τις
‘συνέπειες
της
παλαιάς
ιστορίας’
με
τον
γενικότερο
προβληματισμό για την πορεία της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας και τις τωρινές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες/προκλήσεις. Πρόκειται για το μυθιστόρημα της Νάταλι Μπακόπουλος, Το πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας (2012) –που έχει κυκλοφορήσει σε δύο γλώσσες, στα αγγλικά πρώτα και μετά στα ελληνικά- και τη νουβέλα-χρονικό του Διονύση Χαριτόπουλου, Πρόβες
Πολέμου (2014). Η αφηγηματική ανάπτυξη, η οπτική γωνία γραφής και οι ευρύτεροι ιδεολογικοί προβληματισμοί τους είναι διαφορετικοί, ωστόσο, η συνεξέτασή τους πέρα από την αφετηρία συζήτησης που προκύπτει από την κοινή βάση του ιστορικού συμβάντος, δίνει τη δυνατότητα της διερεύνησης της ‘κληρονομιάς’ της Χούντας στις ζωές των ανθρώπων και τους τρόπους που επηρέασε τη διαμόρφωση της ταυτότητας διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Κρίσιμα ερωτήματα προς συζήτηση αναδύονται από τα κείμενα αυτά που μας θυμίζουν πόσο οικείο αλλά και άγνωστο ταυτοχρόνως παραμένει το πρόσφατο παρελθόν μας: πόσο αυτονόητη είναι η κοινωνική συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας; Ποιες είναι οι προτεραιότητές της (αν μπορεί κανείς να μιλάει για ενιαίες κατευθύνσεις) και τι μπορεί, πιθανόν, να διαβλέψει για το μέλλον της; Η παρουσίαση θα προσπαθήσει να προσεγγίσει τα ερωτήματα αυτά με άξονα τις θεματικές δομές και τους ιδεολογικούς προβληματισμούς των δύο κειμένων.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /137/
‘ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ’ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ: Ο ΔΙΑΥΛΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΝ
Πάτσιου Βίκυ Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΕΚΠΑ vpatsiou@primedu.uoa.gr
H φιλοπερίεργη διάθεση και η φιλομάθεια που διαπιστώνονται κατά την περίοδο του νεοελληνικού διαφωτισμού αποτελούν ισχυρά κίνητρα της επιθυμίας εξοικείωσης μέσω των μεταφράσεων με τα προϊόντα της ευρωπαϊκής σκέψης. Η γλωσσομάθεια, μαζί με την αρχαιογνωσία, είναι η βασική αποσκευή των λογίων στην πρόθεσή τους να συνδέσουν τη ζωντανή πρόοδο της γλώσσας με τη μεταφραστική δραστηριότητα μιας κοινωνίας σε εξέλιξη. Η ανανέωση του ενδιαφέροντος για τον κλασικό πολιτισμό και την αίγλη του αρχαίου ελληνισμού επιβεβαιώνεται και με τη μετάφραση έργων (όπως η Περιήγησις του Νέου Αναχάρσιδος εις την Ελλάδα, ο Αγάθων κ.ά.) που θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ζωντανή ανθολογία «της λαμπρής προγονικής ιστορίας» των νεοτέρων Ελλήνων και να διασταυρωθούν με την επιθυμία μίμησης των πολιτικών και των ηθικών αρετών της αρχαιότητας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /138/
ΜΙΑ ΛΑΝΘΑΝΟΥΣΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ: Η ΜΕΤΡΙΚΟ-ΡΥΘΜΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ “ΠΕΖΩΝ” ΣΤΑ ΑΥΤΟΓΡΑΦΑ ΤΩΝ
ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΠΟΛΙΟΡΚΙΣΜΕΝΩΝ
Παύλου Κωστής Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου kopavlou@yahoo.com
Ο Σολωμός, στο έργο κυρίως της ωριμότητάς του, συνθέτει ελληνικούς στίχους, τους οποίους έχει προηγουμένως σχεδιάσει σε ιταλικό πεζό. Ιδού μια εδραιωμένη στις σολωμικές σπουδές θέση, η οποία προβάλλει τη σχέση ελληνικών και ιταλικών στα σολωμικά αυτόγραφα ανάγοντάς τη σε ένα βασικό αντιθετικό ζεύγος: από τη μια τα ιταλικά ως γλώσσα της σύλληψης και του σχεδιασμού της λογοτεχνικής ύλης και, από την άλλη, τα ελληνικά ως γλώσσα της ποιητικής (μετρικο-ρυθμικής) πραγμάτωσης της ύλης αυτής. Ωστόσο, η πραγματικότητα της γένεσης του σολωμικού έργου, όπως αυτή μαρτυρείται στα αυτόγραφα, δημιουργεί βάσιμες αμφιβολίες για την ορθότητα αυτής της θέσης. Στην πραγματικότητα, μεταξύ ελληνικών και ιταλικών παρατηρείται ένας έντονος διάλογος, ένα ατέρμονο πήγαινε-έλα, ίδιον της λογοτεχνικής παραγωγής ενός δίγλωσσου δημιουργού. Ένα από τα πολλαπλά ερωτήματα που προκύπτουν από το διάλογο αυτό ανάμεσα στις δύο γλώσσες είναι και το εξής: αν τα ιταλικά δεν μπορούν να θεωρηθούν αποκλειστικά και μόνο μία μεταγλώσσα –μία δηλαδή γλώσσα η λειτουργία της οποίας περιορίζεται στη σύλληψη και το σχεδιασμό κατά τρόπο ώστε να παρεμβαίνει στη συνέχεια η ελληνική για τη σύνθεση των στίχων αυτών καθαυτών–, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι πρόκειται για μια γλώσσα η οποία διάγει, σε επίπεδο λογοτεχνικών αξιώσεων, έναν αυτόνομο βίο ή αλληλεπιδρά, έστω κατά τρόπο λανθάνοντα, με τα ελληνικά κατά τη γένεση του ώριμου σολωμικού έργου; Η παρούσα ανακοίνωση επιχειρεί να δώσει απάντηση σε μια μόνο πτυχή αυτού του ερωτήματος, αυτή της μετρικο-ρυθμικής οργάνωσης των ιταλικών “πεζών”, επικεντρωνόμενη σε ένα και μόνο έργο της ώριμης σολωμικής δημιουργίας, τους Ελεύθερους πολιορκισμένους. Πράγματι, μια
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /139/
μετρικά προσανατολισμένη ανάγνωση της ιταλικής “πρόζας” στα αυτόγραφα των Ελεύθερων πολιορκισμένων αποδεικνύει ότι πρόκειται για μια συχνά ρυθμική
ή
“έμμετρη”
πρόζα,
όπου
διαπιστώνει
κανείς
την
ύπαρξη
“κρυμμένων” ή “μεταμφιεσμένων” στίχων (όπως τους ονομάζει σε σχετικές του εργασίες ο Massimo Peri): ενδεκασύλλαβων (endecasillabi) και διπλών επτασύλλαβων (doppi settenari), αλλά και άλλων ιδιότυπων μετρικών “σχηματισμών” που προϋποθέτουν τη συνέργεια ανάμεσα σε ελληνική και ιταλική μετρική παράδοση. Η ανακοίνωση αφενός επικεντρώνεται στην ανάδειξη και παρουσίαση αυτών των στίχων ή μετρικών “σχηματισμών” και, αφετέρου, στρέφεται στη συζήτηση των συνεπαγόμενων του φαινομένου αυτού
στην
ερμηνεία
πολιορκισμένων.
της
διαδικασίας
γένεσης
των
Ελεύθερων
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /140/
“ΝΕΡΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ”. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ
Πιερής Μιχάλης Κοσμήτορας Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κύπρου mpieris@ucy.ac.cy
Η εν πλω συζήτηση δύο καβαφικών ηρώων που βρίσκονται ανάμεσα στην μητροπολιτική Ελλάδα και στις πατρίδες του περιφερειακού ελληνισμού της Ανατολής, εμβαθύνει στο θέμα της φυλετικής ταυτότητας και στην παράξενη σχέση του ελληνισμού της περιφέρειας με αυτόν του κέντρου.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /141/
ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΦΥΛΟ ΣΤΟΝ ΕΤΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΠΕΡΙ ΙΣΛΑΜ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΥΡΩΠΗ
Πλακωτός Γιώργος Λέκτορας Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου gplakotos@sa.aegean.gr
Στο χώρο των Αναγεννησιακών ή Πρώιμων Νεότερων Ευρωπαϊκών Σπουδών (Renaissance / Early Modern Studies)18 παρατηρείται τα τελευταία χρόνια ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για την «οργάνωση των σχέσεων» ανάμεσα στην «Ευρώπη» και τον κόσμο της ισλαμικής ή μη «Ανατολής».19 Σε αυτό το πρόσφατο ενδιαφέρον ως αφετηριακό σημείο καταγράφεται η απαγκίστρωση από την οριενταλιστική κριτική του Edward Said, η οποία με κριτήριο τον αναχρονισμό εκλαμβάνεται ως ερμηνευτικά ανεπαρκής για την προ-αποικιακή περίοδο.
Σε
αντιδιαστολή
με
τις
οριενταλιστικές
σχέσεις
ηγεμονίας/υπαλληλίας και τη λογοθετική παραγωγή της διαφοράς η πρόσφατη
βιβλιογραφία
προκρίνει
την
οπτική
των
«πολιτισμικών
συναντήσεων και ανταλλαγών» συχνά στο πλαίσιο μιας πρώιμης νεότερης παγκοσμιότητας,
και
υπογραμμίζει
την
αντιστικτική
σχέση
μεταξύ
αναπαραστατικών τεχνικών και ιστορικής «πραγματικότητας» ή εμπειρίας των υποκειμένων. Σε αυτή την περίπτωση οι αναπαραστάσεις της διαφοράς κρίνονται ως αρνητικές, θετικές, στερεοτυπικές ή παραμορφωτικές στη βάση μιας εμπειρικής τοπογραφίας των σχέσεων με την Ανατολή ενώ το πραγματολογικό υλικό διακρίνεται σε τεκμηριωτικό και μυθοπλαστικό, αξιόπιστο ή μη . Εν τέλει όμως η παραπάνω οπτική λειτουργεί υπονομευτικά προς το εγχείρημα της συνομιλίας μεταξύ των πειθαρχιών στη βάση των οποίων συγκροτείται το πεδίο των Αναγεννησιακών Σπουδών. 18
Ως Αναγεννησιακές Σπουδές ή Σπουδές της Πρώιμης Νεοτερικότητας νοείται το σταδιακά συγκροτούμενο πεδίο που προκρίνει τη συνομιλία μεταξύ της Ιστορίας, της λογοτεχνικής κριτικής και της ο ο Ιστορίας της Τέχνης με χρονικό άνυσμα από τον 15 έως τον 18 αιώνα. 19 Με τον όρο «οργάνωση των σχέσεων» επιχειρώ να υπερβώ ιστοριογραφικούς όρους που παραπέμπουν σε συγκεκριμένα ερμηνευτικά σχήματα. Επίσης, χρησιμοποιώ όρους όπως «Ευρώπη», «ισλαμική Ανατολή», «Δύση» κυρίως περιγραφικά, χωρίς όμως να παραγνωρίζεται η πολιτισμική και ερμηνευτική βαρύτητά τους, και όχι ως αναλυτικές κατηγορίες.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /142/
Η ανακοίνωσή μου εγγράφεται σε αυτό το ανανεωμένο ενδιαφέρον αλλά επιδιώκει να αναδείξει μια διαφορετική θέαση για την «οργάνωση των σχέσεων» με τον ισλαμικό κόσμο κατά την προνεοτερική περίοδο προτείνοντας ότι η διάκριση μεταξύ μυθοπλαστικού και τεκμηριωτικού υλικού υπακούει σε διαφορετικές νόρμες που είναι κοινωνικά και πολιτισμικά προσδιορισμένες στον κόσμο της πρώιμης νεότερης Ευρώπης. Με αφετηρία την οπτική αναπαράσταση της χριστιανο-ισλαμικής «συνάντησης» ως μονομαχίας μεταξύ του Ριχάρδου Α΄ και του Σαλαδίν στο χειρόγραφο του Luttrell (13ος αιώνας), η ανακοίνωσή μου θα ανιχνεύσει και θα συζητήσει αντίστοιχες οπτικές ή κειμενικές αναπαραστάσεις της «συνάντησης» με τον μουσουλμάνο Άλλο σε περιηγητικά/ «εθνογραφικά» κείμενα ή θεατρικά έργα, πρωτίστως από την αγγλική γραμματεία, του 16ου και 17ου αιώνα, στα οποία το αναπαραστατικό μοτίβο αναπαράγει και ενισχύει ή προβληματοποιεί τον ετεροποιητικό λόγο για τον ισλαμικό κόσμο. Στην ανάλυσή μου κεντρική θέση κατέχουν η έμφυλη νοηματοδότηση της διαφοράς και το σώμα ως πεδίο εγγραφής της ή μετωνυμικός τόπος. Αντλώντας από την «ετερολογία» του Michel de Certeau, η ανακοίνωσή μου επιχειρεί να διακρίνει στις αναπαραστατικές τεχνικές και την ταυτοτική παραγωγή όχι τη γνώση για τον Άλλο αλλά την πρακτική πάνω στον Άλλο, κατά τη διατύπωση του Stephen Greenblatt, και να διερευνήσει τη διαπλοκή των αναπαραστατικών τεχνικών με τη συγκρότηση και εκφορά ενός οριενταλιστικού ή πρωτο-οριενταλιστικού λόγου. Σε αυτή την κατεύθυνση η ανακοίνωσή μου υποστηρίζει ότι η αναπαράσταση της διαφοράς και η παραγωγή της ταυτότητας αποκτούν αναλυτική αξία μέσα από την πλαισίωση και ιστορικοποίησή τους στην προνεοτερική λογοθετική οικονομία, στην οποία παράγονται οι έννοιες «Δύση», «Ευρώπη», «Ανατολή», «Χριστιανοσύνη», «Ισλάμ» ή εξυφαίνονται και υποστασιοποιούνται σχέσεις ηγεμονίας και υπαλληλίας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /143/
ΣΥΜΒΙΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ: ΙΟΥΔΑΪΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΟΝ ΦΙΛΩΝΑ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΑ
Πολυβίου Ευανθία Université de la Sorbonne – Paris IV (alumna) evapolyviou@yahoo.fr Η Αλεξάνδρεια του 1ου αιώνα μ.Χ., πολυεθνική και κοσμοπολίτικη, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές, αν όχι τη σημαντικότερη ρωμαϊκή μητρόπολη της Ανατολής. Σε αυτή την πόλη, στην οποία κυριαρχεί ακόμα το ελληνιστικό πνεύμα και ο ελληνικός τρόπος ζωής, ανθεί ήδη από τον 3ο αιώνα π.Χ. μια ισχυρή αριθμητικά και πολιτικά οργανωμένη ιουδαϊκή κοινότητα, η οποία καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της φαίνεται να προσπαθεί απεγνωσμένα να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα: αφενός να διατηρήσει την εθνική της ταυτότητα και τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής της, που καθορίζεται από τη θρησκεία και την αυστηρή προσήλωση στους πάτριους νόμους και, αφετέρου, να συμβαδίσει με το πνεύμα της εποχής της και να συμβιώσει επί ίσοις όροις με τον (πολιτικά ευνοημένο από τους Ρωμαίους) ελληνικό πληθυσμό της πόλης. Ο Ιουδαίος φιλόσοφος Φίλων ο Αλεξανδρεύς (25 π.Χ.-50 μ.Χ.), στο πλούσιο έργο του που συντάσσει εξολοκλήρου στα ελληνικά στο α΄ μισό του 1ου αιώνα μ.Χ., κάνει λόγο μεταξύ άλλων για συμμετοχή των Ιουδαίων της Αλεξάνδρειας στις δραστηριότητες του ελληνικού γυμνασίου αλλά και σε θεατρικές παραστάσεις, καθόλα ασύμβατες με τις αρχές της ιουδαϊκής θρησκείας, ενώ, πλήρως εξελληνισμένος και ο ίδιος, επιχειρεί να εναρμονίσει την ελληνική φιλοσοφία, στην οποία έχει εντρυφήσει, με τον Ιουδαϊσμό. Στην ανακοίνωση αυτή θα παρουσιαστούν οι βασικές συνισταμένες της ιουδαϊκής ταυτότητας, όπως αυτή ορίζεται σε κάποια από τα πιο σημαντικά έργα του Φίλωνα, και θα εξεταστούν οι διάφορες πτυχές της διαφορετικότητας σε σχέση με την ιουδαϊκή αντίληψη περί των «μη Ιουδαίων». Παράλληλα, και με αφετηρία πάντοτε τα κείμενα που μας κληροδότησε ο Φίλων, θα συζητηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι μορφωμένοι Ιουδαίοι της ανώτερης τάξης που ζουν στη διασπορά, με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον ίδιο τον συγγραφέα μας, αντιλαμβάνονται την
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /144/
εθνική τους ταυτότητα και τον Ιουδαϊσμό μέσα στο πλαίσιο των ποικίλων λογοτεχνικών, φιλοσοφικών, θρησκευτικών και κοινωνικών επιδράσεων ενός καθόλα ελληνο-ρωμαϊκού περιβάλλοντος.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /145/
Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ 1919-1925: Η «ΜΕΣΗ ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΙΣ»
Ποταμιάνος Νίκος Διδάκτωρ Ιστορίας Πανεπιστημίου Κρήτης nikospotam@yahoo.com
Στην ανακοίνωση αυτή, που βασίζεται στην έρευνα που έχω κάνει για τη διδακτορική μου διατριβή, θα ασχοληθώ με την ανάδυση μιας ιδιαίτερης ταυτότητας της παραδοσιακής μικροαστικής τάξης (καταστηματάρχες του λιανικού εμπορίου και της βιοτεχνίας) στα συμφραζόμενα της ίδρυσης της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (ΓΣΕΒΕ) το 1919.
Υπήρχε
μια ποικιλία ταυτοτήτων
στις
οποίες
μπορούσαν να
συμπεριλαμβάνονται οι επαγγελματίες πριν την εμφάνιση στις αρχές του εικοστού αιώνα μιας μοντέρνας ταξικής γλώσσας που βασιζόταν στο δίπολο κεφάλαιο-εργασία, και συνέχισε να υπάρχει και στη συνέχεια: λαός (εργατικός, μικρός κλπ), νοικοκυραίοι, ανεξάρτητες τάξεις, φτωχολογιά, κοσμάκης κλπ. Κατά κανόνα επρόκειτο για ταυτότητες ευρύτερες της συγκεκριμένης κοινωνικής κατηγορίας, είτε την τοποθετούσαν στη θέση του μαζικού αλλά υποδεέστερου κομματιού των «αστικών τάξεων» είτε την έθεταν επικεφαλής των κατώτερων τάξεων. Το οργανωτικό αντίστοιχο αυτών των ταυτοτήτων αποτελούσαν οι λεγόμενες «συντεχνίες», επαγγελματικά σωματεία σε κάθε κλάδο της βιοτεχνίας και του λιανικού εμπορίου με μέλη τόσο μικροεργοδότες όσο και υπάλληλους. Σταδιακά όμως οι εργάτες αυτονομήθηκαν, κάτι που ήρθε να επικυρώσει ο νόμος 281/1914 περί σωματείων απαγορεύοντας τη συνύπαρξη εργατών και εργοδοτών στο ίδιο επαγγελματικό σωματείο. Οι μικροαστικές οργανώσεις μπήκαν σε κρίση, την οποία ξεπέρασαν στις απαρχές του μεσοπολέμου, όταν σημειώθηκε μια σοβαρή οργανωτική ζύμωση σε μαγαζάτορες και βιοτέχνες, συγκροτήθηκε μια τριτοβάθμια συνομοσπονδία και αναπτύχθηκε ένα αξιόλογο διεκδικητικό κίνημα. Ο πλέον κοινόχρηστος όρος που χρησιμοποιούνταν για το «νέο» κοινωνικό υποκείμενο ήταν αυτός του «επαγγελματία». Παράλληλα όμως
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /146/
αναπτύχθηκε ο όρος «μέση αστική τάξις», και προπαγανδίστηκε αρκετά από τις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις και τα έντυπά τους, έστω χωρίς να αντικαταστήσει τους «επαγγελματίες». Θα αναφερθώ στους παράγοντες που προσδιόρισαν την ανάδυση της νέας ταξικής ταυτότητας, και συγκεκριμένα:
στην εισαγωγή με αξιώσεις της έννοιας της τάξης και της πάλης
των τάξεων στο διανοητικό σύμπαν της ελληνικής κοινωνίας μετά την εμφάνιση του εργατικού κινήματος.
στην
έννοια
της
μεσότητας.
Συνήθως
η
συγκεκριμένη
μικροαστική κατηγορία δεν συμπεριλαμβανόταν στη «μεσαία τάξη» πριν τη δεκαετία του 1910, ούτε οι ίδιοι αυτοπροσδιορίζονταν έτσι. Ο όρος θεωρούνταν «επιστημονικός» (Ακρόπολις 1910), οι λαϊκές ταξικές γλώσσες βασίζονταν σε διπολικά νοητικά σχήματα (πχ λαός-ολιγαρχία) ενώ κατά κανόνα ως κριτήριο ένταξης σε μια «μεσαία τάξη» λαμβανόταν η μόρφωση –και άρα ο χαρακτηρισμός επιφυλασσόταν κυρίως για τους όχι πλούσιους διανοητικά εργαζόμενους. Ήταν με την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και την πλήθυνση των μεγάλων επιχειρήσεων που η μεσότητα έγινε επιθυμητή ως αναφορά για την παραδοσιακή μικροαστική τάξη, και συνδέθηκε με ιδιότητες όπως η μετριοπάθεια και με την
αποστασιοποίηση και κριτική
σε
χαρακτηριστικά των ανώτερων και των κατώτερων τάξεων.
στην ανάπτυξη (από διανοούμενους συνδεδεμένους με τους
επαγγελματίες όπως ο Δημ. Ζώτος) μιας ιστορικής αφήγησης για τη νεότερη ελληνική κοινωνία και για τη θέση των μικροαστών σ’ αυτήν, η οποία χρησιμοποιούσε τη νέα μικροαστική ταυτότητα και της έδινε έτσι ιστορικό βάθος.
στη στρατηγική συνεργασίας με τις οργανώσεις των δημοσίων
υπαλλήλων, αλλά και με το Αγροτικό κόμμα κλπ που συγκροτούνται στις αρχές του μεσοπολέμου. Ο όρος «μέση αστική τάξις» ήθελε να περιλάβει κι άλλες κατηγορίες που θεωρούνταν ενδιάμεσες –αλλά μάλλον δεν υπήρξε ιδιαίτερα θερμή ανταπόκριση.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /147/
ΤΙΠΟΤΑ ΜΕΝΕΙ ΑΜΟΛΥΝΤΟ ΣΤΗ ΓΗ: Η ΔΙΦΥΗΣ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗ
Ρούβαλης Βασίλης Συγγραφέας siliodaprile@hotmail.com
Το ποιητικό πηλίκο του Γιώργου Σαραντάρη υπερβαίνει το θεμιτό μηδέν, δεδομένης της διγλωσσίας του (ιταλικά-ελληνικά). Ανάμεσα στους στίχους, τη σκέψη,
τη δημιουργική
δεξιότητα που ανέπτυξε
σε πανεπιστημιακές
συνεστιάσεις, στη βιβλιοθήκη και στην εκλεπτυσμένή ατμόσφαιρα της λέσχης του Πολιτιστικού Κύκλου της Μπολόνια, ο ποιητής καλλιέργησε συνειδητά «αποστάσεις» από την όποια ετερότητα δήλωνε η ελληνική καταγωγή του: ήταν ο Giorgio Sarandari για τους φίλους και συμφοιτητές του, μια φυσιογνωμία νέου, υποσχόμενου πνευματικού ανθρώπου που δοκίμαζε τη «φωνή» του, είτε με δικούς του στίχους είτε με παθιασμένες, αισθαντικές απαγγελίες αποσπασμάτων από τους Dante, Petrarca και Torquato Tasso. Απέναντι στη βιωμένη αμηχανία της «υποδοχής» στην ελληνική πνευματική πραγματικότητα, από το 1931, αντέταξε τα πρώτα ποιήματά του στη γλώσσα του οικογενειακού περιβάλλοντός του. Συνάμα επιδίωξε μια ιδιαίτερη ενηλικίωση, αποσπώμενος βιαστικά από το οικείο ιταλικό πλαίσιο, για να εισχωρήσει στο «ενθάδε» της μεσοπολεμικής, επικυρίαρχης παλαμικής Αθήνας αλλά και του αναδυόμενου μοντερνισμού. Η ποιητική ιδιοσυγκρασία του διαθέτει αφετηριακές αξίες στα ιταλικά γράμματα ενώ στο διάνυσμα των δέκα χρόνων παραμονής του στην Ελλάδα, σταδιακά, μετέρχεται σύγχρονες, ενεργές πραγματώσεις στο ελληνικό έργο του. Σημείο στόχευσης της προκείμενης ανακοίνωσης αποτελεί η στιχουργική εξέλιξή του με παράλληλες «διαδρομές» στις δύο γλώσσες, μέσω των οποίων καταδεικνύεται η προσπάθεια στοιχειοθέτησης μιας ταυτότητας και μιας ιδιοσυγκρασίας με κοινές αφετηριακές αξίες κι ενεργές πραγματώσεις στο έργο του.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /148/
ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΑ ΚΟΡΑΚΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ Ι. Ρ. ΝΕΡΟΥΛΟΥ
Ρουμπής Νίκος Καθηγητής Διδασκαλείου Νέας Ελληνικής ΕΚΠΑ & Συνεργάτης ΙΝΕΔΙΒΙΜ Υπουργείου Παιδείας rouniko@gmail.com
Τα Κορακίστικά ή Διόρθωσις της ρωμαϊκής γλώσσας είναι μια θεατρική κωμωδία του Ιάκωβου Ρίζου Νερουλού (πρώτη έκδοση το 1813), η οποία καυτηριάζει τον Αδαμάντιο Κοραή και τους υποστηρικτές της προτεινόμενης από εκείνους γλώσσας (καθαρεύουσα), απαλλαγμένης από κάθε είδους ξένα στοιχεία. Ο Νερουλός θεωρεί ότι αυτή η γλώσσα αποτελεί διαστροφή της “λαϊκής” ελληνικής και αποκαλύπτει ότι πίσω από την επιστροφή στην “καθαρότητα” της αρχαίας ελληνικής, κρύβεται η ελιτίστικη τάση της αστικής τάξης την οποία υπηρετούν οι μελετητές της θεωρώντας εαυτούς τους ένδοξους απογόνους των αρχαίων Ελλήνων και την προσπάθειά τους να επιβάλουν αυτήν τη γλώσσα σε ένα ευρύτερο κοινό ως επιτακτική ανάγκη για συνέχεια του αξεπέραστου παρελθόντος. Είναι σαφές ότι ο “διχασμός” αυτός ήταν η πηγή των αιτιών που χώρισε τους Έλληνες για 150 χρόνια με πολλαπλές αρνητικές συνέπειες για τον πολιτισμό, την κουλτούρα και την ταυτότητα. Τα Κορακίστικα, από το 1813 (πριν από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους), προέβλεψαν την εξέλιξη αυτή. Το συγκεκριμένο θεατρικό έργο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προφητικό γιατί περιγράφει με τρόπο ευφάνταστο όχι μόνο τη γλωσσική κατάσταση της εποχής και εκείνης που ακολούθησε αλλά και την ιδεολογία μιας ευρύτερης κοινωνίας και εποχής.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /149/
«ΔΙΑΤΙ ΤΑΧΑ ΝΑ ΜΗ ΓΡΑΨΗ Η ΓΥΝΗ;»: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ
Ρούσσου Βαρβάρα Διδάκτωρ ΑΣΚΤ broussgr@yahoo.gr
Η συμβολή της Εφημερίδος των Κυριών στη διαμόρφωση της γυναικείας αυτοσυνειδησίας έχει επισημανθεί ενώ παράλληλα έχουν ερευνηθεί, ως ένα βαθμό, η αρθρογραφία της εφημερίδας και η δράση και το έργο της εκδότριας Κ. Παρρέν. Αν και δεν πρόκειται για ένα αμιγώς λογοτεχνικό έντυπο συγκλίνουν οι απόψεις σχετικά με την ιδιαίτερη σημασία που αυτό απέδιδε στη γυναικεία λογοτεχνία. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις για τη λογοτεχνία στην
Εφημερίδα των Κυριών δεν στηρίζονται στη συστηματική και διεξοδική εξέταση των δημοσιευμένων έργων. Οι υπάρχουσες μελέτες παραθέτουν μόνον τα γνωστότερα ονόματα ποιητριών και πεζογράφων, χωρίς εξαντλητικές αναφορές, δεν κάνουν λόγο για τη γραμμένη από άντρες λογοτεχνία που δημοσιεύεται στο έντυπο ενώ περιορίζονται σε λίγα στοιχεία για τα ίδια τα κείμενα (είδος, συχνότητα, θεματική, αξιολόγηση κ. ά). Η εισήγησή μου θα επιχειρήσει να θέσει τις βάσεις για να καλυφθεί αυτό το ερευνητικό κενό. Θα διερευνήσω τους λόγους για τους οποίους κρίθηκε επιβεβλημένη η παρουσία λογοτεχνικών έργων καθώς και ως ποιον βαθμό, με βάση και τη συχνότητα, η
Εφημερίς των Κυριών χρησιμοποιεί τη λογοτεχνία ως στρατηγική για τις στοχεύσεις της αναφορικά με το γυναικείο ζήτημα. Επίσης, θεωρώντας τις ειδολογικές προτιμήσεις του εντύπου ενδιαφέρον στοιχείο που σχετίζεται άμεσα με τα ιστορικοκοινωνικά δεδομένα, θα εξετάσω την ποσόστωση των ειδών των ελληνικών λογοτεχνικών κειμένων, τη θεματική τους και τη σχέση τους με το γυναικείο ζήτημα. Ακόμη, θα επιχειρήσω να ερμηνεύσω την απουσία γυναικείας λογοτεχνίας για μία περίπου δεκαετία, από τα μέσα του 1900 έως τη διακοπή έκδοσης της Εφημερίδος, και την παράλληλη πύκνωση της αντρικής λογοτεχνίας. Τέλος, θα αναφερθώ στο πλήθος και, όπου είναι
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /150/
δυνατόν,
στην
εφημερίδα.
ταυτότητα των
λογοτέχνιδων που
δημοσιεύουν
στην
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /151/
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ: Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΓΑΛΛΩΝ (1863-1898)
Ρούσσου-Σίνκλαιρ Μαίρη Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Κύπρου mroussou@ucy.ac.cy
Η ανακοίνωση θα στοχεύσει στην παρουσίαση γαλλικών περιηγητικών κειμένων κατά την κρίσιμη για την Ελλάδα ιστορική περίοδο του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, σε μια εποχή που σηματοδοτείται όχι μόνο από την προσπάθεια ανάπτυξης και ανασυγκρότησης της χώρας, που κορυφώθηκε συμβολικά με τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, αλλά και από την οικονομική κατάρρευση του 1893 και την ήττα του 1897. Με βάση τα παραπάνω ιστορικά συμφραζόμενα θα διερευνηθούν οι αποτιμήσεις των γάλλων περιηγητών, ως καθρέφτης μιας μεταβατικής εποχής, κατά
την
οποία
τόσο
ο
περιηγητισμός
όσο
και
ο
φιλελληνισμός
επαναπροδιορίζονται σε μεγάλο βαθμό, λόγω κυρίως της επίδρασης του θετικισμού στις νέες ανθρωπιστικές επιστήμες της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας, της ανθρωπογεωγραφίας της εθνολογίας αλλά και και των νέων φυλετικών θεωριών. Τη θέση των ρομαντικών περιηγητών των αρχών του 19ου αιώνα, όπως ο Λαμαρτίνος, ο Νερβάλ και ο Γκωτιέ, έχουν πάρει τώρα οι στοχαστικότερες αποτιμήσεις σημαντικών γάλλων διανοουμένων, οι οποίοι δεν είναι μόνο άνθρωποι των γραμμάτων, αλλά διαδραματίζουν και ενεργό ρόλο στα πράγματα της πατρίδας τους, ως πολιτικοί, διπλωμάτες καριέρας και δημοσιογράφοι. Οι ταξιδιωτικές αφηγήσεις που θα εξεταστούν, ανήκουν στους Joseph Reinach, Charles Maurras και Arhur de Gobineau. Τα κείμενα αυτά θα τοποθετηθούν μέσα στο πλαίσιο της γαλλικής ταξιδιωτικής αφήγησης για την Ελλάδα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα , με στόχο τη διερεύνηση της εξέλιξης των φαινομένων του περιηγητισμού και του φιλελληνισμού κατά την περίοδο αυτή. Θα μελετηθούν παράλληλα με κείμενα δημοσιευμένα την ίδια
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /152/
εποχή στα στα γαλλικά από Έλληνες όπως ο Δημήτριος Βικέλας και ο Πέτρος Μωραϊτίνης, ώστε να αναδειχθεί η σχέση μεταξύ της συγκρότησης της ελληνικής ταυτότητας και του ευρωπαϊκού κατοπτρισμού της.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /153/
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ, ΨΑΘΙΝΑ ΚΑΠΕΛΑ ΜΙΜΙΚΑ ΚΡΑΝΑΚΗ,
CONTRETEMPS: Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΜΦΥΛΩΝ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΒΗΣ ΗΡΩΙΔΑΣ
Σαββίδου Κατερίνα Φιλόλογος, Δρ. Γαλλικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Α.Π.Θ. 3766sav@otenet.gr
Στην εργασία αυτή, που αποτελεί τμήμα αδημοσίευτης διδακτορικής διατριβής με τίτλο Η έφηβη στο ευρωπαϊκό και νεοελληνικό μυθιστόρημα εφηβικής ηλικίας (19111947), μελετούμε την εικόνα της έφηβης από τη σκοπιά του έμφυλου λόγου, όπως αυτή αναδύεται στα δύο γυναικεία μυθιστορήματα εφηβικής ηλικίας, στα Ψάθινα καπέλα (1946) της Μαργαρίτας Λυμπεράκη και στο Contretemps (1947) της Μιμίκας Κρανάκη. Βασική μας θέση είναι ότι στην αναπαράσταση της ηρωίδας στα δύο μυθιστορήματα αμφισβητούνται τα έμφυλα στερεότυπα και οι ρόλοι που συνδέονται με το γυναικείο φύλο με αποτέλεσμα να προβάλλονται μέσα από τις επιλογές των ηρωίδων διαφορετικές εκδοχές της γυναικείας ταυτότητας στη μεταπολεμική εποχή, γεγονός που σχετίζεται με τη δραστηριοποίηση της γυναίκας στη δημόσια ζωή λόγω του πολέμου και της Κατοχής, αλλά και με την προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών εξαιτίας της απήχησης του φεμινιστικού κινήματος και στην Ελλάδα. Προκειμένου να εξετάσουμε την εικόνα της έφηβης από τη σκοπιά
του
φύλου
υιοθετούμε
ως
μέθοδο
προσέγγισης
των
δύο
μυθιστορημάτων τη φεμινιστική κριτική. Ειδικότερα καθώς τα έμφυλα στερεότυπα και οι έμφυλοι ρόλοι αποτελούν πεδίο μελέτης των κοινωνικών επιστημών (ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, ψυχολογία), τα δύο μυθιστορήματα προσεγγίζονται με μελέτες που προέρχονται από αυτές τις επιστήμες και χαρακτηρίζονται από το φεμινιστικό τους προσανατολισμό. Κατά την έρευνά μας διαπιστώνουμε ότι οι δύο συγγραφείς μέσα από τις επιλογές των ηρωίδων τους αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό το γάμο και τη μητρότητα, τους επιβεβλημένους από την κοινωνία ρόλους για το γυναικείο φύλο και τους περιορισμούς που αυτοί θέτουν στην αυτοπραγμάτωση και την ελεύθερη
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /154/
ανάπτυξη της γυναικείας προσωπικότητας. Έτσι ο γάμος και η μητρότητα τίθενται υπό αμφισβήτηση όταν επιβάλλονται ως αποκλειστικοί ρόλοι για μια γυναίκα. Από το σύνολο των έφηβων ηρωίδων στα δύο μυθιστορήματα μόνο η Μαρία, η μία από τις τρεις αδελφές των Ψάθινων καπέλων τάσσεται συνειδητά υπέρ του γάμου και της μητρότητας, ενώ η Κυβέλη, η ηρωίδα του Contretemps δε διστάζει να διαλύσει το γάμο της χωρίς να έχει τεκνοποιήσει, όταν αντιλαμβάνεται ότι ο θεσμός αυτός είναι δυσλειτουργικός. Ως εναλλακτικές επιλογές προβάλλονται η προτίμηση για την ελεύθερη ζωή, η διερεύνηση και αξιοποίηση των ταλέντων τα οποία οι ηρωίδες ανακαλύπτουν ότι διαθέτουν στο ταξίδι προς την αυτογνωσία. Λόγου χάριν η Ινφάντα του μυθιστορήματος της Λυμπεράκη επιλέγει το μοναχικό δρόμο της αδέσμευτης ζωής χωρίς ωστόσο να έχει λάβει αβασάνιστα αυτήν την απόφαση. Επίσης η τρίτη ηρωίδα των Ψάθινων καπέλων, η Κατερίνα αντί του γάμου και του εγκλεισμού της στον ιδιωτικό χώρο της οικίας προκρίνει την αναζήτηση νέων εμπειριών μέσω των ταξιδιών και την καλλιέργεια του συγγραφικού της ταλέντου. Τέλος η Κυβέλη διερευνά κι αυτή τις ικανότητές της στη μουσική εξελίσσοντας τον εαυτό της σε μια διακεκριμένη πιανίστρια.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /155/
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΜΙΑΣ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ: ΣΑΣΑ ΤΣΑΚΙΡΗ, «ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΑΣΤΟΡΟΣ. “Η ΑΡΑΧΝΗ”».
Σάγγου Άννα Δρ. Νεοελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. saggou_anna@hotmail.com
Ο αυτοβιογραφικός λόγος αποτελεί ένα πεδίο «προνομιακό» για τη συζήτηση γύρω από τις αφηγηματικές ταυτότητες, στο βαθμό που το γράφον υποκείμενο, καταθέτοντας την προσωπική του εμπειρία, αυτοαναπαρίσταται εντός του αυτοβιογραφικού κειμένου και κατασκευάζει μέσα από την αφήγηση την ταυτότητά του. Αναφερόμενες σε μία τόσο κρίσιμη και διχαστική περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου, οι γυναικείες μαρτυρίες, ειδικά των γυναικών που συμμετείχαν στο κίνημα της αριστεράς, αναπαριστούν μια τραυματική, από πολλές πλευρές, ταυτότητα και παρουσιάζουν συχνά ενδιαφέρον από αφηγηματική άποψη. Στη συγκεκριμένη εργασία επιχειρείται μια αφηγηματική προσέγγιση της μαρτυρίας της Σάσας Τσακίρη «Στις φυλακές Κάστορος. Η “Αράχνη”». Η
ιστορική
έρευνα
έχει
αναδείξει
την
αρχική
σιωπή
των
αυτοβιογραφικών κειμένων γύρω από ζητήματα που αφορούν τις διαφορές στο εσωτερικό του κομμουνιστικού κόμματος και έχει επισημάνει τη μεταγενέστερη και σταδιακή δημοσιοποίηση των σχετικών θεμάτων και τραυματικών εμπειριών. Το κείμενο της Σάσας Τσακίρη «Στις φυλακές Κάστορος. Η “Αράχνη”», δημοσιευμένο το 1996, επικεντρώνεται ακριβώς στις εσωκομματικές συγκρούσεις και συγκεκριμένα στην υπόθεση Πλουμπίδη και την άδικη στάση την οποία κράτησε η γράφουσα απέναντι στη γυναίκα του εντός της φυλακής. Η τραυματική ταυτότητα αφορά, εδώ, τη θεώρηση του κομματικού μηχανισμού ως αλάνθαστου και δίκαιου και τη συνενοχή της γράφουσας στον αποκλεισμό των συντρόφων. Το
κείμενο
δείχνει
να
διαφοροποιείται
από
τις
υπόλοιπες
αυτοβιογραφικές καταθέσεις ως προς τους αφηγηματικούς τρόπους με τους
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /156/
οποίους αρθρώνεται ο αυτοβιογραφικός λόγος. Στη συγκεκριμένη ανακοίνωση θα παρουσιαστούν, μέσα από την παράθεση των σχετικών αποσπασμάτων, οι αφηγηματικές τεχνικές με τις οποίες η Σάσα Τσακίρη συγκροτεί εντός του κειμένου την ατομική της ταυτότητα. Με την εναλλαγή τριτοπρόσωπης και πρωτοπρόσωπης αφήγησης, με το μυθοπλαστικό σύμβολο της «αράχνης», τα σχήματα της ειρωνείας και της συνεκδοχής, η Τσακίρη διευρύνει στη μαρτυρία της τα εργαλεία αναπαράστασης του τραύματος και καταθέτει με ανάγλυφο τρόπο την εμπειρία του παρελθόντος. Το συγκεκριμένο αυτοβιογραφικό κείμενο προσφέρεται, ίσως, για τη διατύπωση ερωτημάτων σχετικά με τον ρόλο και τη σημασία των αφηγηματικών επιλογών για την κατάθεση μιας αυτολογοκριμένης μνήμης και τη συγκρότηση μιας τραυματικής ταυτότητας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /157/
Η ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΝΤΕΧΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΗ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ: ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ, ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΤΤΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
Σακαλλιέρος Γιώργος Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Μουσικών Σπουδών Α.Π.Θ. gsak@mus.auth.gr
Η νεοελληνική μουσική ζωή κατά το α΄ μισό του 20ου αιώνα αποτελεί ένα σύνθετο φαινόμενο, το οποίο διαμορφώνεται μέσα από πολιτισμικές ανακατατάξεις, αλληλουχία πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων (από τους Βαλκανικούς πολέμους μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή και από τη δικτατορία του Μεταξά ως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο), ιδεολογήματα ελληνικότητας, εθνικής ταυτότητας κι εξευρωπαϊσμού, σύσταση και λειτουργία μουσικών θεσμών και, φυσικά,
δράση
μουσικών
προσώπων.
Τα
πρώτα
βήματα
μουσικού
εξευρωπαϊσμού, με την ίδρυση φιλαρμονικών εταιριών και συλλόγων διάδοσης της δυτικής μουσικής, διαδέχονται η ίδρυση (1871), λειτουργία και αναδιαμόρφωση (1893) του Ωδείου Αθηνών, η συνεχής παρουσία του μουσικού θεάτρου (παραστάσεις όπερας, οπερέτας και επιθεωρήσεων), καθώς και η εμφάνιση της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής με την ηγετική προσωπικότητα του Μανώλη Καλομοίρη. Η διασύνδεση των παραπάνω θεσμών και δραστηριοτήτων με το ευρύτερο πνευματικό και (ταραγμένο) πολιτικό
γίγνεσθαι
της
εποχής
συνδιαμορφώνουν
ειδικότερα
βασικά
χαρακτηριστικά της αθηναϊκής μουσικής ζωής, ειδικά για την περίοδο 19101940. Τα πρώτα χρόνια του αθηναϊκού μεσοπολέμου συμπίπτουν με τον επαναπατρισμό του Δημήτρη Μητρόπουλου από το Βερολίνο. Η θεαματική μεταμόρφωση της αθηναϊκής μουσικής ζωής κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930, η ανανέωση του ρεπερτορίου των συμφωνικών, κυρίως, συναυλιών και η εισαγωγή σύγχρονων, πρωτοποριακών μουσικών ρευμάτων τίθενται κυρίως υπό το πρίσμα της ισχυρής παρουσίας και του ρόλου του Μητρόπουλου, τόσο
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /158/
ως ερμηνευτή όσο και ως συνθέτη. Ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας, συσχετισμών και αλληλεπιδράσων μεταξύ μουσικής, άλλων τεχνών (θέατρο, ζωγραφική) και γραμμάτων, αλλά και η υποδοχή και πρόσληψη των νεώτερων μουσικών τάσεων από το κοινό και την κριτική της εποχής, συνεξετάζονται και αντιπαρατίθενται ερμηνευτικά στο πλαίσιο της παρούσας ανακοίνωσης.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /159/
«ΚΑΝΤΟ ΟΠΩΣ ΟΙ ΝΕΟΙ!»: ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ ΩΣ ΥΦΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΜΕΣΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΝΕΑΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟ ΜΥΘΟΠΛΑΣΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
Σαλτίδου Θεοδώρα, Στάμου Αναστασία Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας saltidouroula@yahoo.gr, astamou@uowm.gr
Στο
ετερογλωσσικό
τηλεοπτικό
τοπίο
(Androutsopoulos
2010)
που
διαμορφώνεται τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα και παγκοσμίως, οι γεωγραφικές και κοινωνικές ποικιλίες κατέχουν προεξάρχουσα θέση. Από τις ποικιλίες που παρουσιάζουν ολοένα και αυξανόμενη χρήση στο υφολογικό ρεπερτόριο των μυθοπλαστικών χαρακτήρων των ελληνικών τηλεοπτικών σειρών είναι και τα νεανικά ιδιώματα (Saltidou & Stamou 2014, Stamou & Saltidou 2015), τα οποία λειτουργούν πλέον ως «υφολογικοί πόροι» (stylistic resources: Coupland 2007) όλων των ηλικιών στον λόγο των τηλεοπτικών σειρών. Ενώ, όμως, στην περίπτωση των νέων χαρακτήρων (π.χ. παιδιών δημοτικού, εφήβων, νέων 25-35 ετών) αναπαρίστανται ως μαρκαρισμένες χρήσεις της γλώσσας που συνδέονται με «ηθικούς πανικούς» (Moschonas 2004) για την πρότυπη ποικιλία, αλλά και με αρνητικά στερεότυπα για την κοινωνική ομάδα των νέων (π.χ. αγένεια, ανωριμότητα, αφομοίωση από τις παγκόσμιες
νεανικές
κουλτούρες),
στην
περίπτωση
των
τηλεοπτικών
μυθοπλαστικών χαρακτήρων που ανήκουν σε ηλικιακές ομάδες που δεν περιλαμβάνονται στη νεότητα (π.χ. μεσήλικες, ηλικιωμένοι), παρατηρούμε ότι τείνουν, στις περισσότερες περιπτώσεις, να αναπαρίστανται πιο θετικά. Με αφετηρία τις διαπιστώσεις αυτές, σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η εξέταση της κοινωνιογλωσσικής κατασκευής της νεανικής ταυτότητας μεσηλίκων και ηλικιωμένων στις τηλεοπτικές οικογενειακές κωμωδίες περιστάσεων Πενήντα-Πενήντα (Mega, 2011) και Στο Παρά Πέντε (Mega, 2005-2007), όπου εντοπίζονται «γλωσσικά περάσματα» (crossings: Rampton 1995) των μεσήλικων και ηλικιωμένων χαρακτήρων στα νεανικά ιδιώματα. Εστιάζοντας στο μικρο-επίπεδο της ανάλυσης σκηνών (Androutsopoulos
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /160/
2012) και αντλώντας από το κοινωνικοπολιτισμικό γλωσσολογικό μοντέλο «της κατασκευής ταυτοτήτων κατά την αλληλεπίδραση» των Bucholtz & Hall (2005) και το εθνομεθοδολογικό εργαλείο της «Ανάλυσης Κατηγοριοποίησης Μέλους» του Sacks (1992), διερευνήσαμε αλληλεπιδράσεις των μεσήλικων και ηλικιωμένων χαρακτήρων μεταξύ τους αλλά και με άλλους ενήλικες. Σε ένα πλαίσιο ηγεμονικών μιντιακών αναπαραστάσεων του να «νιώθει και να φαίνεται κανείς νέος», όπου τα γηρατειά απαξιώνονται (π.χ. Gunter 1998, Nelson 2002), τα νεανικά ιδιώματα περιβάλλονται με αφανές κύρος, χωρίς, ωστόσο, να αποσιωπούνται και οι αρνητικές στερεοτυπικές αντιλήψεις με τις οποίες συσχετίζεται η νεότητα, απηχώντας τον κυρίαρχο «λόγο της εφηβείας» (adolescence discourse: Bucholtz 2002). Έτσι, το να «μιλάς σαν νέος» συνδέθηκε στις υπό εξέταση σειρές με κυρίαρχα κοινωνικά νοήματα, όπως τη διασκέδαση, τον καταναλωτισμό, την εξοικείωση με την τεχνολογία και την ενεργητική σεξουαλική ζωή. Από την άλλη, αναπαραστάθηκε υφολογικά, αντλώντας από συγκεκριμένα γλωσσικά στοιχεία της «γλώσσας των νέων», της καθομιλουμένης, της γλώσσας της πιάτσας, καθώς και της ειδικής ορολογίας της μουσικής και της τεχνολογίας, διαμορφώνοντας ένα «υφολογικό σύμπλεγμα» (stylistic complex: Eckert 2001).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /161/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ: ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΕΣ, ΑΤΟΜΙΚΕΣ, ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ, ΤΩΝ ‘ΆΛΛΩΝ’, ΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝ. ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΒΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥ. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΜΕ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΩΝ «ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΒΙΟΥ»
Σέργης Μανόλης Αναπληρωτής Καθηγητής Λαογραφίας Τμήμα Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών Δ.Π.Θ. msergis@otenet.gr
Η παρούσα εργασία συμβάλλει στη μελέτη των σχέσεων της Λαογραφίας με την Ιστορία και την Λογοτεχνία, αλλά κυρίως αποτελεί μια πρώτη επιστημονική συμβολή στη μελέτη των Λαογραφικών του Στρατιωτικού Βίου, ένα από τα desiderata της ελληνικής λαογραφικής βιβλιογραφίας. Οι «Πρόβες Πολέμου» του Διον. Χαριτόπουλου είναι ένα προσωπικό ημερολόγιο, ένα ρεπορτάζ «και εξομολόγηση» μαζί, στο οποίο καταγράφονται όψεις της κοινωνίας του Έβρου κατά τους πρώτους μήνες του 1967, αλλά και η προσωπική του εμπειρία της ελληνοτουρκικής κρίσης του Νοεμβρίου 1967, την οποία εβίωσε στον Έβρο ως ΔΕΑ Πεζικού. Στο πρώτο μέρος της εργασίας παρουσιάζονται θεωρητικά περί τον στρατό ζητήματα, κυρίως αυτό του χαρακτήρα του, ως ενός κόσμου ανδρικού, περιχαρακωμένου μικρόκοσμου, καταπιεστικού, με τους δικούς του κώδικες, κλπ. Ή, κατά τον αφηγητή-συγγραφέα, ως μιας διάστασης του κόσμου μας. «Οι στρατιωτικοί κουβαλούν το βάρος της βίαιης πλευράς του εαυτού μας», διατείνεται. Στο κύριο μέρος της αναλύονται οι ποικίλες ταυτότητες που αναδύονται από το διήγημα. Στις χωροχρονικές υπερτερεί ο πανέμορφος Έβρος, που «μυρίζει πόλεμο» εκείνη την περίοδο. Είναι επιλεγμένος προορισμός για «ανθέλληνες» και «απροστάτευτους» στρατιώτες, τόπος εξορίας κατά τα «μαμόθρεφτα παιδάρια», πεδίο τιμής για κάποιους αξιωματικούς, με αργή,
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /162/
ήρεμη, νωχελική καθημερινή ζωή (σαν τα βουβάλια του που σέρνουν τα κάρα), παράδεισος της χαρτοπαιξίας, του «τσιγάρου», των λαθρεμπόρων. Περίτεχνες είναι οι αναπαραστάσεις των ταυτοτήτων των φαντάρων, των δοκίμων και των στρατιωτικών, των αυτοεικόνων και των ετεροεικόνων τους: φαντάροι («φυσιολογικοί», «αλαφροϊσκιωτοι», «λειψοί»), στρατιωτικοί («κολλημένοι»,
«δημοκρατικοί»
και
«φαντάσματα»
του
Εμφυλίου,
«στρατόκαυλοι», αλλά και ηγέτες-πρότυπα), δόκιμοι (απείθαρχοι, ερωτύλοι, «γαμπροί»), κλπ. Η καθημερινότητα στο στρατόπεδο (τα «καψόνια», οι επιστολές προς τους οικείους και τις ερωμένες, οι «φυλακές», οι φιλίες και οι έχθρες, τα πειράγματα, τα θανάσιμα τυχαία ατυχήματα), ο ελεύθερος χρόνος τους, οι διασκεδάσεις στα χωριά (χαρτοπαιξία, γλέντια στα πανηγύρια, ηδονικές ζωντοχήρες, ερωτοδουλειές με κορίτσια που βλέπουν τις σχέσεις τους ως μέσον για να ξεφύγουν από τη μίζερη καθημερινότητά τους), ο έρωτας που διασπά τις εθνικές οριοθετήσεις, ο καθημερινός δηλαδή και ιερός χρόνος των ανθρώπων που συνδέονται με τον στρατιωτικό βίο, όλα αυτά αποτελούν τον κύριο καμβά επί του οποίου εξυφαίνεται η αφήγηση. Ένας κόσμος –επιπλέον που
δεν
ορρωδεί
μπροστά
στη
φρίκη
του
ενδεχόμενου
πολέμου,
αποφασισμένος για όλα. Οι Άλλοι, τα «Μεμέτια», οι ευπαθείς κοινωνικά ομάδες (γυναίκες, ομοφυλόφιλοι, τρελοί) είναι μερικές ακόμη αποκαλυπτικά αναπαριστώμενες «κατηγορίες» στο διήγημα. Ο Χαριτόπουλος φιλοτεχνεί εξ ίσου εναργώς την ιστορική ατμόσφαιρα τού επεισοδίου με την Τουρκία, τον Νοέμβριο του 1967, που οδήγησε τις δύο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου. Η βιωμένη λογοτεχνική εξιστόρηση κορυφώνεται με το κίνημα του Βασιλέως (Δεκ. 1967) και την καταστολή του. «Σύνθετη» και «μεταιχμιακή» είναι η ταυτότητα και του αφηγητή: αξιωματικός και φαντάρος ταυτόχρονα, κινείται σε μια ενδιάμεση θέση, με σταθερό
ιδεολογικοπολιτικό
προφίλ
(αντιχουντικός,
μη
ενταγμένος
«αριστερός»), σαρκαστής κάθε μορφής εθνικολαϊκισμού, αλλά διόλου «αντιπολεμικός» αν χρειαστεί να υπερασπισθεί την πατρίδα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /163/
ΤΟ “ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ” ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ: Η ΜΕΛΕΤΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ
Σέργης Νίκος Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Στην εισήγηση θα ασχοληθώ με το μοναδικό ασφαλές εργαλείο που διαθέτει ο φιλόσοφος προκειμένου να εποπτεύσει την εξέλιξη των ιδεών, ήτοι τη μελέτη των φιλοσοφικών κειμένων. Ξεκινώντας από τη θεμελιώδη αρχή του Hegel, σύμφωνα με την οποία: “η Φιλοσοφία είναι η Ιστορία της Φιλοσοφίας”, θα προσπαθήσω να αναλύσω τη μέθοδο ανάκτησης των ιδεών δια μέσου της ώσμωσής τους στην εξέλιξη του χρόνου. Η μετα-φιλοσοφική ιδέα του “εργαστηρίου” ιδεών κατάγεται ασφαλώς από τη νεωτερική φυσική επιστήμη, αποτελεί ωστόσο τη μοναδική δυνατότητα που έχει ο φιλόσοφος για να “προσομοιώσει” την εξέλιξη, το έσχατο συγκριτικό εργαλείο προκειμένου να εποπτεύσει τη “διαλεκτική” -με το πλατωνικό νόημα του όρου, δηλαδή την πνευματική κλίμακα προς τις ιδέες. Εν προκειμένω, η επιστήμη της Φιλολογίας αποτελεί αρωγό του ιστορικού της Φιλοσοφίας, κατά το ότι συχνά η κατανόηση των κειμένων, που είναι και το αρχικό ζητούμενο, θα ήταν αδύνατη χωρίς τη φιλολογική επιμέλεια. Πέραν τούτου, ενώ οι δρόμοι των δύο επιστημών είναι ώς ένα σημείο παράλληλοι, οι στόχοι αποκλίνουν. Όπως και στην Αισθητική, όπου δύο είναι οι θεμελιώδεις άξονες ανάλυσης του έργου τέχνης, ο φιλόλογος αποκαθιστά τη μορφή και ο φιλόσοφος το περιεχόμενο του κειμένου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το ένα είναι ανεξάρτητο του άλλου. Τέλος, θα γίνει προσπάθεια να αναδειχτούν μεθοδολογικά τα βασικά λάθη κατανόησης των κειμένων -που οδηγούν, κατά συνέπεια σε στρεβλή ιστορικοφιλοσοφική κατανόηση-, όπως αυτά προκύπτουν όχι πια μόνο από τις ελλείψεις του “εργαστηρίου” (μορφή, περιεχόμενο), αλλά από την αθέτηση των βασικών κανόνων της Ιστορίας της Φιλοσοφίας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /164/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ: ΤΡΟΠΟΙ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥΝΤΟΣ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΕ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΔΟΜΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ
Σολόβιεβα Αλιόνα Πανεπιστήμιο Λομονόσωφ της Μόσχας, Τμήμα Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας alenasol94@yandex.tu
Ο στόχος του δομικού σχήματος στο ύψιστο επίπεδο είναι να προσδιοριστούν τα γενικά συστατικά στοιχεία της πρότασης, τα οποία αποτελούνται από διάφορα είδη υποκειμένου και κατηγορήματος [Beloshapkova 1989: sel. 634]. Πρόκειται για τυπική απεικόνιση του ενεργούντος προσώπου σε ελάχιστα δομικά σχήματα. Για τη σήμανση του υποκειμένου συνήθως χρησιμοποιούνται οι εξής συντομογραφίες: το N1 είναι το ουσιαστικό και η αντωνυμία ή οποιοδήποτε άλλο μέρος του λόγου που λειτουργεί ως ουσιαστικό [Beloshapkova 1989: sel. 638], το Na είναι η υποτακτική, το Inf είναι το αρχαιοελληνικό απαρέμφατο. Το κύριο ζήτημα έγκειται στην ταύτιση του μοντέλου με το μόριο «να» (που περιέχουν την υποτακτική δηλαδή), που είναι χαρακτηριστικό για τις βαλκανικές γλώσσες. Ο ρόλος του μοντέλου αυτού στην πρόταση μοιάζει με το ρόλο του απαρεμφάτου της αρχαίας ελληνικής, αν και ιστορικά η πρόταση αυτή θεωρείται δευτερεύουσα. Σύμφωνα με την τυπική θεωρία, αυτό το μοντέλο μπορεί να αποτελεί το ιδιαίτερο συστατικό στοιχείο του σχήματος, αν συμπεριλαμβάνει στο ελάχιστο κατηγόρημα της πρότασης, με άλλα λόγια η παρουσία της είναι απαραίτητη για την πληρότητα της κύριας πρότασης. Επομένως, το μοντέλο αυτό μπορεί να παίζει το ρόλο του υποκειμένου, όπως, π.χ. στις προτάσεις «Είναι δύσκολο να συμβεί» ή «Το να τον βρω στο τηλέφωνο ήταν πρόβλημα». Άλλο χαρακτηριστικό της ελληνικής σύνταξης είναι ότι το υποκείμενο παραλείπεται πολύ συχνά [Γιαννακόπουλος 1996: sel. 45], όπως, π.χ. στην
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /165/
πρόταση «Από μικρή λυπόταν τα δέντρα», το υποκείμενο είναι «αυτή» και στο σχήμα θα απεικονίζεται ως «N1 (παραλείπεται)». Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόταση στην οποία οι κύριοι όροι είναι δύο άκλιτες μορφές του ρήματος που συνδυάζονται με το συνδετικό ρήμα, στην ελληνική γλώσσα απατώνται στον τομέα των ιδιωτισμών. Σ’αυτή την περίπτωση τους ρόλους του υποκειμένου και του κατηγορήματος παίζει το αρχαιοελληνικό απαρέμφατο, όπως, π.χ. «Το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν», όπου το υποκείμενο είναι «Το λακωνίζειν» και στο σχήμα έχει συντομογραφία Inf. Στις προτάσεις όπως «Μου αρέσει η μουσική» το ενεργούν πρόσωπο είναι στην πλάγια πτώση και στο σχήμα δεν απεικονίζεται καθόλου, γιατί δεν μπαίνει στο ελάχιστο κατηγόρημα της πρότασης. Το ίδιο πρόβλημα εντοπίζεται στην παθητική σύνταξη, όπως, π.χ. στην πρόταση «Η γη θερμαίνεται από τον ήλιο» το υποκείμενο είναι «η γη», όταν ενεργεί ο ήλιος, αλλά στο ελάχιστο δομικό σχήμα η συντομογραφία N1 αντιστοιχεί μόνο στο ονοματικό σύνολο «η γη». Συνεπώς μπορούμε να συμπεράνουμε ότι για
πιο ακριβή εκδήλωση
προσδιορισμό του ενεργούντος προσώπου στην ελληνική πρόταση χρειάζεται να
επεξεργαστούμε
διευρυμένα
δομικά
σχήματα,
τα
οποία
συμπεριλαμβάνουν όλα τα συστατικά στοιχεία της συντακτικής μονάδας.
θα
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /166/
«Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΕΡ. ΠΑΡΑΦΥΑΔΑ (1985-1990)»
Σταυρακοπούλου Σωτηρία Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Α.Π.Θ. sstavrak@lit.auth.gr
Παρουσίαση της ετήσιας περιοδικής έκδοσης Παραφυάδα (1985-1990), με ανέκδοτα διηγήματα πεζογράφων της Θεσσαλονίκης στις πρώτες τους εμφανίσεις. Ορισμένοι από αυτούς εξελίχθηκαν αργότερα δίνοντας σημαντικό συγγραφικό
έργο,
άλλοι
εγκατέλειψαν
τη
δημιουργική
γραφή
και
ασχολήθηκαν με άλλες εργασίες. Στα στοιχεία που μας δίνει το περιοδικό θα προστεθούν μαρτυρίες του υπεύθυνου ύλης, γνωστού συγγραφέα Περικλή Σφυρίδη, καθώς και αρχειακό υλικό που φέρνει στο φως άγνωστες κι ενδιαφέρουσες πληροφορίες για πρόσωπα και πράγματα της πνευματικής ζωής της Θεσσαλονίκης σ’ εκείνη την περίοδο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /167/
Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ Δ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ
ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ ΩΣ ΜΙΑ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ
Σταυροπούλου Έρη Τμήμα Φιλολογίας ΕΚΠΑ estavrop@phil.uoa.gr
Το μυθιστόρημα Τα παιδιά του Σπάρτακου, απασχόλησε τη Διδώ Σωτηρίου για περισσότερα από 30 χρόνια. Ωστόσο, για λόγους που μόνο μπορούμε να εικάσουμε,
το
εγκατέλειψε
ανολοκλήρωτο.
Η
σταδιακή
εύρεση
των
χειρογράφων της με οδήγησε στη μελέτη και στην έκδοσή τους (Διδώ Σωτηρίου,
Τα
παιδιά
του
Σπάρτακου.
Πρόλογος-Επιμέλεια
Έρη
Σταυροπούλου. Κέδρος, 2011) σε μια μορφή του κειμένου στην οποία οδηγήθηκα με βάση τις σημειώσεις της συγγραφέως. Έχοντας ως πρωτογενές υλικό αυθεντικά περιστατικά και αφηγήσεις υπαρκτών προσώπων, όπως και σε άλλα μυθιστορήματά της, η Σωτηρίου δημιούργησε ένα πολιτικό μυθιστόρημα που εκτεινόταν χρονικά από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα μέχρι τη δεκαετία του 50 και διαδραματιζόταν στη Θράκη και στην Αθήνα. Στόχος της ανακοίνωσής μου είναι να παρουσιάσω και να σχολιάσω πώς η Σωτηρίου γράφει αυτό το έργο στηριγμένη κυρίως στον άξονα των ταυτοτήτων. Πλάθει, δηλαδή, χαρακτήρες που ομαδοποιούνται από εθνικά, θρησκευτικά, πολιτικά κ.ά. χαρακτηριστικά. Επιπλέον, συνθέτει τους ατομικούς χαρακτήρες των ηρώων της συνδυάζοντας στοιχεία από υπαρκτά πρόσωπα ή δημιουργώντας
προσωπεία
και
μορφές
αρχετυπικές.
Τέλος,
αντλεί
χαρακτηριστικά των προσώπων από άλλα βιβλία της ή μεταφέρει ήρωες σε κατοπινά κείμενά της. Επισημαίνω ακόμη ότι οι ταυτότητες των ηρώων της προσδιορίζονται από την αντιπαράθεσή τους με άλλα πρόσωπα και ότι το στοιχείο αυτό της αντίθεσης καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη δομή των κεφαλαίων του έργου. Συμπερασματικά, με το μυθιστόρημα αυτό η Σωτηρίου, θέλοντας να γράψει ένα έργο με θέμα την ιστορία του αριστερού κινήματος
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /168/
στην Ελλάδα, ανιχνεύει και σχεδιάζει την ταυτότητα του ιδανικού αριστερού αγωνιστή.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /169/
ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΗΡΩΙΔΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΉΣ ΠΟΛΗΣ. Η ''ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΗ'' ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Στρατίκη Κερασία Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο stratiki@yahoo.com
Οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν ό,τι δε μπορούσαν να αντιληφθούν οπτικά, όπως μια ιδέα ή μια αξία, δίνοντάς του μια φυσική μορφή. Αυτή η μορφή ήταν πάντα ανθρωπομορφική, αποτελούσε δηλαδή μια προσωποποίηση, όπως δηλαδή συνέβαινε και στην περίπτωση των θεοτήτων τους. Εκτός από τις προσωποποιήσεις ιδεών και αξιών που παρουσιάζονται στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία και αναπαριστούνται στην αρχαία ελληνική τέχνη, υπάρχουν ιδέες ή αξίες που ''προσωποποιούνται'' εμμέσως από μια συγκεκριμένα ομάδα θεοτήτων, οι οποίες ορίζονται μια διάφορα ονόματα και διάφορες λειτουργίες: οι ηρωικές μορφές. Όπως όμως για την ελευθερία δεν υπάρχει -παραδόξωςστην αρχαία Ελλάδα μια συγκεκριμένη θεότητα (Ελευθερία) που να την προσωποποιεί, έτσι δε μαρτυρείται κάτι ανάλογο για την ιδέα της τοπική ταυτότητας, η οποία αποτελούσε μια από τις θεμελιώδεις αξίες της αρχαίας ελληνικής πόλης. Σε προηγούμενη μελέτη μου (BAGB 2003), προτείνω ότι η ελευθερία βρίσκει ουσιαστικά την προσωποποίησή της στη μορφή των ηρώων πολεμιστών και στην παρούσα ανακοίνωση θα προσπαθήσω να δείξω ότι η ταυτότητα της πόλης βρίσκει τη ''φυσική'' της μορφή στη μορφή ηρώων (και ηρωίδων, σπανίως ή εμμέσως) που σχετίζονται με τις ρίζες της πόλης. Αυτοί οι ήρωες έχουν γεννηθεί από την ίδια τη γη μιας πόλης, την έχουν ιδρύσει ή της έχουν δώσει το όνομά τους. Πρόκειται για τους αυτόχθονες, τους ιδρυτές ή τους επώνυμους ήρωες μιας πόλης, των οποίων ο μύθος και η λατρεία αναβιώνουν την ταυτότητα αυτής μέσα στο χρόνο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /170/
ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΑ, ΒΙΒΛΙΚΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ «ΘΕΑΝΩ» ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΧΩΝΙΑΤΗ
Τζιάτζη Μαρία Καθηγήτρια Βυζαντινής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. mtziatzi@yahoo.com
Το ποίημα «Θεανώ» του Μιχαήλ Χωνιάτη βρίθει από μυθολογικά, βιβλικά και ιστορικά παραδείγματα, στα οποία πρωταγωνιστούν σημαντικά πρόσωπα από την περιοχή της μυθολογίας, της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, καθώς και της Αρχαίας κυρίως Ιστορίας, που έγιναν παροιμιώδη για κάποιες αρετές ή και αδυναμίες τους. Τα πρόσωπα αυτά αναφέρονται άλλοτε ρητά με το όνομά τους και άλλοτε συγκεκαλυμμένα με «μετωνυμίες», που καλούν τον εκδότη και σχολιαστή να τις αναγνωρίσει, να τις ερμηνεύσει με επιτυχία και να τις ταυτίσει με τα πρόσωπα που αυτές χαρακτηρίζουν. Στο πλαίσιο της ανακοίνωσής μου θα αναφερθώ στα πρόσωπα αυτά (επιλεκτικά, αν ο χρόνος δεν επαρκέσει), στην ταυτότητά τους, αλλά και στη συμβολική τους σημασία, με την οποία τα χρησιμοποιεί ο ποιητής στο σκοτεινό, φιλοσοφικό και κατεξοχήν συμβολικό ποίημά του «Θεανώ», το οποίο ήδη με τον τίτλο του παραπέμπει σε μία σημαντική πυθαγόρεια φιλόσοφο, ένα ιστορικό πρόσωπο της Αρχαιότητας, το οποίο αποτέλεσε σύμβολο αρετής, εχεμύθειας, αφοσίωσης, ηρωισμού και αυτοθυσίας.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /171/
QUIS LEGET HAEC? Ο ΠΕΡΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΔΑΝΙΚΟΥ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ
Τζούνακας Σπυρίδων Επίκουρος Καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας Πανεπιστήμιο Κύπρου stzoun@ucy.ac.cy
Στην πρώτη του σάτιρα, που εύλογα έχει χαρακτηρισθεί προγραμματική, ο Ρωμαίος σατιρικός ποιητής Πέρσιος (34-62 μ.Χ.) καυτηριάζει την κατεύθυνση που έχει λάβει η ποίηση της εποχής του και τις κυρίαρχες αισθητικές αντιλήψεις στη Ρώμη. Σε αντίθεση με τη δημοφιλή σύγχρονή του ποίηση, ο ίδιος αδιαφορεί για την αναγνωσιμότητά του και την άποψη των αμαθών· νοσταλγώντας τον ανδροπρεπή λόγο του ρωμαϊκού παρελθόντος αρνείται να ακολουθήσει την έμφαση των συγχρόνων του στον μελίρρυτο ρυθμό και στην υιοθέτηση ελληνικών λέξεων και ποιητικών πρακτικών που παραπέμπουν στο κίνημα των νεωτερικών, το οποίο φαίνεται ότι γνώριζε μια αναγέννηση κατά την περίοδο εκείνη. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα ανακοίνωση στοχεύει να διερευνήσει την προσπάθεια του Περσίου να προσδιορίσει τον ιδανικό το αναγνώστη. Απαντώντας στο ερώτημα του συνομιλητή του quis leget haec? στους πρώτους στίχους της σάτιρας (1.2), ο Πέρσιος αρχικώς δηλώνει ότι δεν αναμένει περισσότερους από δύο αναγνώστες (vel duo vel nemo). Περισσότερο αποκαλυπτικός εμφανίζεται στους τελευταίους στίχους (1.123134), όπου αναφέρει ότι ο αναγνώστης του θα πρέπει να έχει μελετήσει ενδελεχώς τους συγγραφείς της αρχαίας ελληνικής κωμωδίας και στη συνέχεια απορρίπτει κάποιες ομάδες από τους επιθυμητούς αναγνώστες του. Έτσι αποκλείονται όσοι περιπαίζουν αυτούς που φορούν ελληνικά υποδήματα, όσοι
περιγελούν
ανθρώπους
με
σωματικά
ελαττώματα,
οι
τοπικοί
αξιωματούχοι που επιδεικνύουν υπεροψία, όσοι περιγελούν την ενασχόληση με τα μαθηματικά και τη γεωμετρία, καθώς και όσοι χαίρονται αν μια κοπέλα τραβάει τα γένια ενός κυνικού φιλοσόφου. Όλοι αυτοί θεωρούνται
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /172/
ακατάλληλοι για την ποιοτική σάτιρα του Περσίου και καλούνται να στραφούν σε κατωτέρου επιπέδου δραστηριότητες. Όπως θα επιχειρηθεί να καταδειχθεί, ο τρόπος με τον οποίο ο Πέρσιος επιδιώκει να προσδιορίσει το αναγνωστικό του κοινό υποδεικνύει μεν την πρόθεσή του να ακολουθήσει την παράδοση της ρωμαϊκής σάτιρας, αλλά ταυτόχρονα και τη διαφοροποίησή του από τους προκατόχους του Λουκίλιο και Οράτιο. Παράλληλα, το χωρίο αυτό συντελεί στον πληρέστερο και ορθότερο προσδιορισμό της στάσης του σατιρικού ποιητή έναντι του ελληνικού κόσμου, καθώς αίρεται πλέον η αρχική αίσθηση περί ανθελληνικής του στάσης και η αντίθεσή του στην ελληνότροπη ποίηση των ημερών του, που δεσπόζει στο μεγαλύτερο μέρος της πρώτης του σάτιρας, θα πρέπει να ερμηνευθεί ως αντίθεση σε μια συγκεκριμένη λογοτεχνική τάση και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και όχι ως απόρριψη του ελληνικού πολιτισμού εν γένει.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /173/
ΑΥΘΙΣΤΟΡΗΣΕΙΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ ΤΟΥ 19ου ΚΑΙ 20ού ΑΙΩΝΑ
Τικτοπούλου Κατερίνα Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Τμήμα Φιλολογίας Α.Π.Θ. atiktopo@lit.auth.gr
Στα Επτάνησα, ο αυτοβιογραφικός λόγος εμφανίζεται στις αρχές του 19ου αιώνα και γνωρίζει αξιοσημείωτη ανάπτυξη –ενδεχομένως μεγαλύτερη σε σχέση με τον υπόλοιπο ελλαδικό κόσμο. Το φαινόμενο ασφαλώς συνδέεται με τη νομιμοποίηση να αφηγείται κανείς τη ζωή του, μετά την εμπειρία του διαφωτισμού, του ρομαντισμού και της συνακόλουθης εμφατικής ανάδυσης των ατομικών ταυτοτήτων. Ειδικότερα στην περίπτωση των Επτανήσων, η ανάπτυξη του αυτοβιογραφικού λόγου θα πρέπει να συναρτηθεί με τη διαμόρφωση της αστικής τάξης και με την παρουσία μιας πολυπληθούς ομάδας επτανησίων λογίων, που επιδιώκουν να αρθρώσουν το δικό τους λόγο και να δώσουν το πνευματικό τους στίγμα. Με τη σειρά της, η επιδίωξη αυτή πιθανότατα εντείνεται μέσα στο κλίμα ρευστότητας και αμφισβήτησης που επικρατεί στα Επτάνησα ως προς τους αυτο και ετεροπροσδιορισμούς σχεδόν καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, παράγωγο της γεωπολιτικής και πολιτισμικής
ιδιαιτερότητας
ανθρωπογεωγραφίες,
των
Επτανήσων,
που
όρισε
σύνθετες
–ή, ακριβέστερα, της διαχείρισης της επτανησιακής
ιδιαιτερότητας (της επτανησιακότητας) τόσο από τους Επτανήσιους όσο και κυρίως από τους μη Επτανήσιους. Μια πρώτη συστηματική καταγραφή των αυτοβιογραφικών κειμένων που προέρχονται από Επτανήσιους και χρονολογούνται από τις αρχές του 19ου αιώνα έως τα μέσα του 20ού (ας πούμε το τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου), μας φέρνει απέναντι σε έναν διψήφιο αριθμό. Πρόκειται για αυτοβιογραφίες λογοτεχνών, καλλιτεχνών και ευρύτερα λογίων, γραμμένες ελληνική ή και στα ιταλικά ξεκινώντας από τον κερκυραίο Μario Pieri και την έγκλειστη Ελισάβετ Μαρτινέγκου και συνεχίζοντας με τους
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /174/
Ιωάννη Ζαμπέλιο, Ερμάννς Λούντζη, Ανδρέα
Λασκαράτο, Πέτρο Βράιλα-
Αρμένη, Παύλο Καρρέρ, Ι. Γ. Τσακασιάνο, Χ. Άννινο, Στέφανο Ματζώκη, Ν. Κονεμένο, Γρηγόριο Ξενόπουλο, Γεράσιμο Σπαταλά κ.ά. Πολλά και ενδιαφέρονται είναι τα ζητήματα που μπορούν να τεθούν σε σχέση με αυτό το corpus, ζητήματα που αφορούν τους αφηγηματικούς τρόπους, τις ταυτότητες των ανθρώπων και των ομάδων, τη σχέση των κειμένων με δυτικά/ιταλικά πρότυπα. Η ανακοίνωση θα εστιάσει σε ορισμένες περιπτώσεις αυτοβιογραφικού λόγου που προέρχονται από τον γεωπολιτικό χώρο των Επτανήσων του 19ου αιώνα και των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, με στόχο να συζητήσει ζητήματα συγκρότησης της ταυτότητας σε συνάρτηση με τις πολιτικές εξελίξεις της περιόδου στα Επτάνησα, τον ελλαδικό χώρο και την Ευρώπη καθώς και ζητήματα ποιητικής του είδους (π.χ. κίνητρα, μορφή, δομή, σχέση με λογοτεχνία).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /175/
ΕΞΕΥΡΩΠΑΪΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ: ΜΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΟΘΩΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Τσακανίκα Ελισάβετ Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας Πάντειο Πανεπιστήμιο velda@otenet.gr
Η ανακοίνωση θα επιχειρήσει μια αντιπαραβολή της λογοτεχνίας και του Τύπου
της
οθωνικής
περιόδου,
αναζητώντας
στα
δύο
αυτά
αλληλοσυμπληρούμενα μέσα πολιτικής έκφρασης, όψεις της διαδικασίας διαμόρφωσης της εθνικής ταυτότητας, κυρίως σε ό, τι έχει να κάνει με το δίπολο «εξευρωπαϊσμός» και «ελληνικότητα». Η εικόνα που διαμορφώνει το έθνος για τον εαυτό του διαμεσολαβείται εν πολλοίς από την εικόνα που διαμορφώνει η Ευρώπη για το έθνος. Στις αναζητήσεις αυτές, η Ευρώπη εμφανίζεται με πολλαπλές ιδιότητες, είτε ως τιμητής των πάντων, είτε ως πρότυπο, είτε ως «σημασιολογικός άλλος» που επιτρέπει στον ελληνικό εθνικισμό να επιχειρηματολογήσει πάνω στην εθνική μοναδικότητα. Ιδιαίτερη θέση μεταξύ των «πολιτισμένων» παρατηρητών, κατέχει ασφαλώς η ευρωπαϊκή Δύση, και ιδίως τα πρώτα χρόνια, η οθωνική Ελλάδα υιοθετεί την απαξίωση της Δύσης απέναντι στη βυζαντινή εποχή, και κρατά αποστάσεις απέναντι στην «Ανατολή» που αντιπροσωπεύουν οι Σλάβοι, ώστε να μην δώσει δικαιώματα σε όσους αμφισβητούν τον ανάδελφο χαρακτήρα του ελληνικού έθνους. Προοδευτικά, όμως, η χρήση του όρου «Ανατολή» μεταβάλλεται
κατά
τρόπο
που
συνιστά
πλήρη
αντιστροφή
των
παραδεδεγμένων (δυτικο)ευρωπαϊκών στερεοτύπων και κινείται στη λογική της
αποκατάστασης των παραγνωρισμένων
από
τη
Δύση
ιστορικών
αποστολών του ελληνισμού. Στις αρνητικές αναπαραστάσεις της Ευρώπης συμβάλλουν οι αντιλήψεις περί «ξενοκρατίας» που διαμορφώνονται στην Ελλάδα εξαιτίας της παρουσίας των Βαυαρών, αλλά και των ετεροχθόνων Ελλήνων που είναι φορείς προσόντων που ανάγονται στην πολιτισμική και
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /176/
ιδεολογική πρωτοκαθεδρία της Δύσης. Παράλληλα, η καλλιέργεια μαχητικού πνεύματος και η επιδίωξη της Μεγάλης Ιδέας φαντάζουν σαφώς πιο επιτακτικές
εθνικές
ανάγκες
από
την
εκλέπτυνση
των
ηθών
που
αντιπροσωπεύει η Ευρώπη. Για τη λογιοσύνη της εποχής το έθνος βρίσκεται σε κατάσταση ανηλικιότητας, η οποία το καθιστά ευάλωτο στις ξένες επιρροές και ο προστατευτισμός αυτός επιτείνει την τάση που ούτως ή άλλως διακρίνει τον εθνικισμό, να υπεισέρχεται σε τομείς που στις παραδοσιακές κοινωνίες δεν εμπίπτουν κατ’ ανάγκη στη σφαίρα της κρατικής δικαιοδοσίας. Κατά κανόνα, οι εκάστοτε εκφάνσεις της «ευρωπαϊκότητας» αποκτούν θετικό ή αρνητικό πρόσημο, ανάλογα με το κατά πόσο υπηρετούν το κοραϊκό σχήμα της «μετακένωσης», γιαυτό και απορρίπτονται όσες δεν έχουν συνάφεια με τα ελληνικά ήθη (αρχαία και νεώτερα) και όσες ανάγονται σε ένα απώτατο προ Διαφωτιστικό ευρωπαϊκό παρελθόν. Ο λόγος περί Αγωνιστών διασταυρώνεται ποικιλοτρόπως με τη συζήτηση περί ελληνικότητας. Λόγω του ειδικού βάρους που έχει η Επανάσταση του 1821 στην εθνική ρητορεία, ως τεκμήριο της ιστορικής συνέχειας του έθνους, αλλά ως προνομιακός τόπος έκφρασης του εθνικού
χαρακτήρα,
είναι
σημαντικό
οι
παραδοσιακοί
ένοπλοι
που
πραγμάτωσαν αυτή την εθνική επανάσταση να θεωρηθούν κοινωνοί των αξιών που την ενέπνευσαν, δεδομένου ότι ούτε η ελληνικότητα, ούτε ο εξευρωπαϊσμός του έθνους καταδεικνύονται με πειστικό τρόπο όταν αφορούν σε έναν περιορισμένο κύκλο λογίων. Για τον λόγο αυτόν, στην οθωνική εποχή η λογιοσύνη δεν συνιστά αυταξία. Μετεπαναστατικά, δεν είναι τόσο το κλίμα πολεμικής προπαρασκευής και η Μεγάλη Ιδέα που οδηγούν σε απαξίωση των λογίων, όσο η διαμάχη περί εκδουλεύσεων, στα πλαίσια της οποίας η εθνική προσφορά τείνει να αποτιμάται με κριτήριο την υλική – σωματική συμμετοχή στον πόλεμο. Δύο συμπληρωματικοί ιδεότυποι κληροδοτούνται από την Επανάσταση στην οθωνική κοινωνία: ο «αγωνιζόμενος λόγιος» και ο «διαπαιδαγωγούμενος Αγωνιστής».
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /177/
Ο ΕΒΡΑΙΟΣ «ΆΛΛΟΣ» ΣΤΟΝ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
Τσαπανίδου Αναστασία Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας Α.Π.Θ., Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης anastasia-tsap@ath.forthnet.gr
Η, στερεοτυπική, ως επί το πλείστον, αναπαράσταση του Εβραίου «Άλλου» στην ελληνική πεζογραφική παραγωγή του 19ου αιώνα έχει απασχολήσει σποραδικά διάφορους μελετητές, ωστόσο ως έρευνα παραμένει εν εξελίξει όσο στοιχεία του 19ου αιώνα παραμένουν αχαρτογράφητα. Η παρούσα εργασία εστιάζει σε ένα μόνο τμήμα του ευρέος αυτού θέματος: στην αναπαράσταση του Εβραίου «Άλλου» σε ελληνικά πεζογραφικά κείμενα του 19ου αιώνα που αναπαριστούν την Κωνσταντινούπολη και τα οποία προέρχονται πρωτίστως από τον χώρο της λογοτεχνίας και δευτερευόντως από
τον
χώρο
χρησιμοποιούνται
της
περιήγησης
και
ομόθεμα
και
της
κείμενα
τοπογραφίας· από
τον
επικουρικά χώρο
της
δημοσιογραφίας/αρθρογραφίας σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής. Η εστίαση της έρευνας στον περί Κωνσταντινούπολης λόγο δεν είναι τυχαία:
η
συγκεκριμένη
πόλη
ως
άξονας
αναφοράς
της
ελληνικής
πεζογραφίας του 19ου αιώνα θεωρητικά θα μπορούσε να μεγεθύνει εκείνα τα στοιχεία που προσφέρουν στην αναπαράσταση του Εβραίου «Άλλου», συγκριτικά με έναν ελλαδοκεντρικό άξονα αναφοράς, δεδομένου ότι υπό την σκέπη της οι όροι συνύπαρξης της ελληνικής και εβραϊκής μειονότητας παρουσιάζουν συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες: η Κωνσταντινούπολη έχει επιτελικό ρόλο ως πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μεγάλη πρωτεύουσα της Ανατολής, διατηρεί ειδικό ιδεολογικό βάρος στον ελλαδικό και ομογενειακό εθνικοκεντρικό λόγο, συντηρεί ζωηρή τη θρησκευτική αντιπαλότητα διά της ύπαρξης και λειτουργίας του ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου και ευνοεί τον ανταγωνισμό των δύο μειονοτήτων από την εποχή του Τανζιμάτ και εντεύθεν, τόσο σε θέματα οικονομικής ισχύος όσο και
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /178/
σε θέματα γενικότερης προόδου τους, υπό μια σχετική ελευθερία αλλά και υπό τη στενή εποπτεία της κυρίαρχης οθωμανικής κοινότητας και εξουσίας. Με άλλα λόγια, ο Εβραίος «Άλλος» στην προκειμένη περίπτωση δεν αποτελεί μια ελάσσονα ή σχετικά ασήμαντη παρουσία σ’ ένα κυρίαρχο ελληνικό (ελλαδικό) πλαίσιο υπό την εξάρτηση του οποίου βρίσκεται και κρίνεται, αλλά μια υπολογίσιμη παρουσία (εθνοφυλετικά, θρησκευτικά, οικονομικά κλπ.), που συνυπάρχει και ανταγωνίζεται με την ελληνική (ομογενειακή) σ’ένα κυρίαρχο οθωμανικό (και μάλιστα ισχυρά αστικό, για τα δεδομένα της οθωμανικής Ανατολής) πλαίσιο. Αποτελεί επομένως ερώτημα αν οι αναπαραστάσεις του Εβραίου «Άλλου» που λαμβάνονται είναι πιο ανάγλυφες ή/και πιο πολυδιάστατες ή/και λιγότερο στερεοτυπικές από αυτές που παράγονται από τον ελλαδοκεντρικό πεζογραφικό λόγο του 19ου αιώνα. Η έρευνα δείχνει ότι τόσο ο τοπογραφικός όσο και ο περιηγητικός λόγος περί Κωνσταντινούπολης αναπαράγουν, εν πολλοίς, τον ομόθεμο δυτικό λόγο για τους Εβραίους, που ορίζεται από τον αντισημιτισμό αλλά και από την οριενταλιστική προσέγγιση της Ανατολής. Στον χώρο της λογοτεχνίας η ποικιλία των τύπων «Εβραίου» που αναπαριστώνται (κυρίως στα μυθιστορήματα) βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τη θεματολογία, την ιδεολογία, την ειδολογική κατεύθυνση του εκάστοτε κειμένου, αλλά και με την εντοπιότητα του συγγραφέα του (αν είναι Κωνσταντινουπολίτης). Σε γενικές γραμμές διατηρούνται τα στερεότυπα τού ηθικά και κυριολεκτικά ακάθαρτου, καιροσκόπου, κερδοσκόπου, αήθους, μισαλλόδοξου και, ενίοτε, παιδοκτόνου Εβραίου, με ενδιαφέρουσες ωστόσο διαφοροποιήσεις, ειδικά προς τα τέλη του 19ου αιώνα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /179/
KΑΒΑΦΗΣ: Η ΑΣΤΙΞΙΑ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
Τσιανίκας Μιχάλης Καθηγητής Department of Modern Greek, Flinders University, Australia michael.tsianikas@flinders.edu.au
Ο προσεκτικός αναγνώστης των ποιημάτων του Καβάφη μπορεί εύκολα να διαπιστώσει κάτι που δεν έχει ως τώρα σχολιασθεί: διαβάζει τα ποιήματα αλλά τα ακούει διαφορετικά. Σαν να λειτουργούν ταυτόχρονα δύο διαφορετικά ρεύματα λόγου· εκείνο της
ένστικτης σκέψης και το άλλο του άστικτου
γραπτού λόγου. Με άμεση ευκολία μπορεί κάποιος να διαπιστώσει ότι συχνά ο ποιητής, μεταξύ άλλων, δεν χρησιμοποιεί το ερωτηματικό και το θαυμαστικό, ενώ θα έπρεπε. Για έναν τόσο προσεκτικό ποιητή, όπως ο Καβάφης, αυτό εγείρει θέματα τα οποία μπορεί να ξεκινούν ως σχολαστική διαπίστωση, αλλά στο βάθος ξετιλύγει μια περίπλοκη περιπλάνηση στα πιο σκιερά μοναπάτια του ποιητικού και καβαφικού λόγου. Οι αναζητήσεις αυτές μπορεί στο τέλος να αποδεικνύονται ανεξάντλητες και οι απαντήσεις μόνο αινιγματικές, αλλά η περιπέτεια κερδίζει πάντα το ουσιαστικότερο: τον όχι και τόσο εύκολο ενστερνισμό ότι «είναι μακρύς ο δρόμος». Για λόγους που επιβάλλονται από τις ανάγκες μιας συγκεκριμένης εισήγησης σε συνέδριο, πέραν από μια σύντομη αναφορά σε κάποια θεωρητικά δεδομένα, θα εστιάσουμε την προσοχή μας σε δύο κυρίως ποιήματα: «Περιμένοντας τους βαρβάρους» και «Ένας γέρος».
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /180/
ΔΙΑΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ & SECOND LANGUAGE LEARNING
Τσοκαλίδου Ρούλα Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ομάδα ‘Πολύδρομο’ tsokalid@nured.auth.gr
Με αφετηρία το ευρύτερο πλαίσιο της επαφής γλωσσών και , ειδικότερα, την εναλλαγή κωδίκων, ως μία διαδεδομένη πρακτική στις δί/πολύγλωσσες κοινότητες ανά τον κόσμο, επιχειρούμε να αναδείξουμε διαγλωσσικές διαστάσεις στην επικοινωνία, οι οποίες οδηγούν σε νέες διαγλωσσικές ταυτότητες. Αναλύουμε την έννοια της διαγλωσσικότητας (translanguaging), αντιδιαστέλλοντάς την από την εναλλαγή κωδίκων και μέσα από πολυτροπικά κείμενα και δίγλωσσο γραπτό λόγο, επιχειρούμε, αφενός, να αναδείξουμε την ιδιαίτερη σημασία της διαγλωσσικής προσέγγισης για τη διατήρηση και την ανάπτυξη της δεύτερης γλώσσας.
Αφετέρου, η προτεινόμενη προσέγγιση
αποκαλύπτει ζητήματα επαφής γλωσσών και διαμόρφωσης γλωσσικών ταυτοτήτων που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και συμβάλλουν ουσιαστικά στον επαναπροσδιορισμό ζητημάτων που αφορούν τη γλώσσα εν γένει στο σύγχρονο κοινωνικό και εκπαιδευτικό γίγνεσθαι.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /181/
Ο ΟΜΗΡΙΔΗΣ ΚΟΪΝΤΟΣ ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ: ΜΙΜΗΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΚΑΙ (ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ) ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ 3ου ΑΙ. μ.Χ.
Τσομής Γεώργιος Επίκουρος Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. gtsomis@helit.duth.gr
Παρά την πολιτική, οικονομική και κοινωνική αστάθεια που μάστιζε τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατά τον 3ο αιώνα μ.Χ. το εκπαιδευτικό σύστημα βασισμένο στα ελληνικά κλασικά πρότυπα ήταν πολύ καλά οργανωμένο. Η απόκτηση άριστης παιδείας αποτελούσε εγγύηση για την ενσωμάτωση των νέων τάξεων – δημοσίων υπαλλήλων και στρατηγών - στη συντηρητική κοινωνία της πεπαιδευμένης ανώτερης τάξης. Μετά το 250, περίοδο που η ελληνική ελίτ απειλούνταν από τους μη πεπαιδευμένους στρατιώτες και αξιωματικούς, οι Έλληνες προσπαθούν να διαφυλάξουν την ταυτότητά τους προβάλλοντας το παρελθόν τους και κρατώντας μία συγκεκριμένη απόσταση από τα κοινωνικά και πολιτικά συμβάντα της εποχής. Αυτή ακριβώς η στάση αποτέλεσε το θεμέλιο για την εδραίωση του βυζαντινού πολιτισμού. Η προσήλωση στο κλασικό ελληνικό παρελθόν μαρτυρούσε την ύπαρξη ενός πολιτικά ελαττωματικού ρωμαϊκού παρόντος. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο 3oς αιώνας διακρίνεται για μία πλούσια επική παραγωγή, από την οποία σώζονται δυστυχώς μόνο λίγα κατάλοιπα (πβ. Νέστωρ
από
τα
Λάνδαρα,
Μεταμορφώσεις,
Ἰλιὰς
λιπογράμματος,
Αλεξανδρειάς, Πείσανδρος, Ἡρωϊκαὶ Θεογαμίαι σε 60 βιβλία, Σκοπελιανός από τη Λάρισσα, Γιγαντιάς, Τριφιόδωρος, Ὀδύσσεια λιπογράμματος, Ἰλίου ἅλωσις). Το ενδιαφέρον εστιάζεται πρωτίστως στα Μεθ’ Ὅμηρον ενός Έλληνα ποιητή με λατινικό όνομα, του Κόιντου Σμυρναίου. Πρόκειται για ένα επικό ποίημα, το οποίο αποτελείται από 14 λόγους (βιβλία) και διηγείται τα γεγονότα του Τρωϊκού πολέμου, τα οποία διαδραματίζονται μεταξύ της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Χαρακτηριστική είναι η επαινετική μαρτυρία του Κωνσταντίνου Λάσκαρη (1453-1501) για την ομηρικότητα του έργου αυτού: «ποιητὴς
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /182/
ἄριστος ἐγένετο καὶ μέγιστος ζηλωτὴς τοῦ Ὁμήρου πάντ’ ἐκεῖθεν ἀρυσάμενος, πᾶσαν ποιητικὴν μίμησιν, λέξεις, φράσιν, παραβολάς, διαγραφάς, γνώμας καὶ τἄλλα, ὅσα τέλειον ποιητὴν ἀποφαίνει. Ὁμηρικώτατος δὲ γενόμενος ἠθέλησε τὰ τῷ Ὁμήρῳ παραλελειμμένα τῆς Ἰλιάδος ὁμηρικῶς ποιῆσαι.» Ο Κόιντος, Έλληνας και ταυτόχρονα Ρωμαίος πολίτης, ο ίδιος πεπαιδευμένος (poeta
doctus) έγραφε για ένα πεπαιδευμένο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, του οποίου η υπεροχή οριζόταν ακριβώς από την υψηλή παιδεία του. Στην εισήγησή μου θα εξετάσω την ομηρικότητα του έπους αυτού ως διεκδίκηση της συνέχειας του λαμπρού παρελθόντος και όχι απλά ως μία νευρωτική εμμονή με το παρελθόν. Μία τέτοια διεκδίκηση, η οποία διαφαίνεται και από άλλα λογοτεχνικά κείμενα (ποιητικά και πεζά) της εποχής αυτής, μαρτυρεί από τη μια μεριά το παρόν της ασυνέχειας και την αδήριτη ανάγκη της διαφύλαξης της ελληνικής ταυτότητας, πολιτιστικής και εθνικής, από την άλλη όμως δεν υποδηλώνει κατ’ αρχήν μία αντι-ρωμαϊκή στάση.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /183/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΕΜΦΥΛΙΑΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΜΗΛΙΩΝΗ ΚΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ ΑΧΕΡΟΝΤΑΣ
Τσοτσορού Αλίκη
Nemec Maria
Διδάκτωρ Φιλολογίας Πανεπιστημίου
Υποψήφια Διδάκτωρ Πανεπιστημίου
Αθηνών
Αθηνών
aliki_tsotsor@hotmail.co.uk
Με τη συλλογή διηγημάτων Καλαμάς και Αχέροντας, που βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος το 1986, ο Χριστόφορος Μηλιώνης, πεζογράφος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, αναπτύσσει ένα αυτοβιογραφικό πλαίσιο με πολλά προσωπικά βιώματα, στο οποίο ωστόσο κυριαρχεί ένας ευρύτερος πολιτικός προβληματισμός. Με τον προβληματισμό του ο συγγραφέας στα κείμενά του αυτά ορίζει τις ταυτότητες της μετεμφυλιακής Ελλάδας, μέσα σε ένα πολυσχιδές πλέγμα ανθρώπινων σχέσεων, αναμνήσεων και εικόνων που συνδέουν ή αντιδιαστέλλουν το παρόν από το παρελθόν. Η συλλογική αλλά και η προσωπική έκφραση της μετεμφυλιακής Ελλάδας συνιστά μια ταυτότητα που φωτογραφίζει ο Μηλιώνης σε πολλαπλά επίπεδα: Σε πολιτικό επίπεδο, μέσω των απόψεων των χαρακτήρων του. Αλλά και σε κοινωνικό και προσωπικό επίπεδο, μέσω των σχέσεων, θετικών ή αρνητικών που διατηρούν μεταξύ τους οι ήρωες αλλά και ολόκληρες κοινότητες. Άντρες και γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι, μοιράζονται τις μνήμες της Κατοχής και του Εμφυλίου, κρυφές και φανερές, ακόμη και αν ανήκουν σε διαφορετικά στρατόπεδα, του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, καθώς το σκηνικό της εναλλαγής των εποχών στο ορεινό ηπειρωτικό τοπίο ανακαλεί στη μνήμη τους εικόνες από αυτή την ταραγμένη περίοδο. Η ταυτότητα των ηρώων και των χαρακτήρων που αναδύονται στα διηγήματα της συλλογής αποτελεί συνάρτηση της ψυχολογίας και των στάσεων που αναπαριστούν το μετεμφυλιακό κλίμα. Ωστόσο, το φυσικό ορεινό τοπίο της Ηπείρου συμμετέχει εξίσου στον καθορισμό και τη δημιουργία συναισθημάτων και αντιλήψεων,
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /184/
που συνδέονται με τις μάχες τόσο κατά την περίοδο της Κατοχής όσο και κατά τον Εμφύλιο. Οι ταυτότητες και η ψυχολογία των προσώπων που αναδύονται στα κείμενα του Μηλιώνη απεικονίζονται και ερμηνεύονται μέσω της διάστασης που δημιουργεί ανάμεσα σε κατοίκους γειτονικών κοινοτήτων το παρελθόν του διχασμού των συνειδήσεων, μέσω των αναμνήσεων συγκρούσεων και μαχών. Και όλα αυτά μέσω της ταυτότητας του ορεινού δασώδους τοπίου, που κρατά ζωντανές της μνήμες του πολέμου και αφήνει περιθώρια για μια νέου τύπου κοινωνική συμφωνία, μια ειρηνική συνύπαρξη και μια νέα ταυτότητα για τη μετεμφυλιακή Ελλάδα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /185/
ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ: ΕΘΝΟΣ ΡΥΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΑΚΑΘΑΡΤΟΝ (ΘΕΟΦΑΝ. ΧΡΟΝ. ΄ΕΚΔ. C.DE BOOR I.358.12). Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΄ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ (7ος-10ος αι.)
Χαριζάνης Γεώργιος Λέκτορας Βυζαντινής Ιστορίας Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας Δ.Π.Θ. gchariza@he.duth.gr
Στόχος της παρούσας ανακοίνωσης είναι να εξετάσει την πολιτική που ακολούθησε η Βυζαντινή αυτοκρατορία απέναντι στο Βουλγαρικό κράτος που εκ των πραγμάτων ιδρύθηκε το 680/681 μετά την εγκατάσταση των Βουλγάρων στην περιοχή μεταξύ του ποταμού Δούναβη και της οροσειράς του Αίμου. Την αρχική έκπληξη και την περιφρόνηση με την οποία αντιμετώπισε το Βυζάντιο τους νεοαφιχθέντες αυτούς εισβολείς στο χώρο της διοικήσεως
Θράκης (dioecesis Thraciae), διαδέχθηκαν αδιάκοπες βυζαντινοβουλγαρικές συγκρούσεις, περίοδοι ειρήνης και προσέγγισης, όπως συνέβη με τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων το 864, αλλά και έντονης πολεμικής έξαρσης και αναμέτρησης στα χρόνια του τσάρου Συμεών (893-927), μέχρι την τελική κατάλυση του Α΄ Βουλγαρικού κράτους το 971 από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή (969-976).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /186/
ΔΥΟ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ «ΜΙΑ ΖΩΗ»: Η ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΜΥΘΟΠΛΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Χατζηγεωργίου Παναγιώτα Διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας ΕΚΠΑ pchatzi@phil.uoa.gr Διανύοντας τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, είναι διαπιστωμένο, πια, ότι ζούμε την εποχή των ταυτοτήτων. O Δ. Τζιόβας πιστεύει ότι «[τ]ο ενδιαφέρον για τις ταυτότητες είναι απότοκο της γενικότερης μετατόπισης που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες από το είναι στο γίγνεσθαι, από τις μονολιθικές βεβαιότητες στις μυθοπλαστικές επινοήσεις, από τη μοναδικότητα στην ποικιλότητα και από το οντολογικό στο φαντασιακό. Η ταυτότητα συνιστά διαδικασία, πράξη και παράσταση». Κι ενώ παλαιότερα η αναζήτηση της ταυτότητας σήμαινε τον εντοπισμό του «αληθινού ή αυθεντικού εαυτού», σήμερα νοείται ως «διαδικασία ταύτισης» και «δεν συνιστά αμετακίνητο σημείο, αλλά αμφίθυμη σχέση. Δομείται μέσα και μέσω του λόγου όντας η αφήγηση του εαυτού». Η ταυτότητα, λοιπόν, κατασκευάζεται μέσω αφηγήσεων ή αναδιηγήσεων ενός «προσωπικού και ιστορικού παρελθόντος» και «συγκροτείται εντός κι όχι εκτός των αναπαραστάσεών της». Ένας κατ’ εξοχήν αφηγηματικός μηχανισμός, που, σύμφωνα με τον Ν. Μπακουνάκη, «αλλάζει σε βάθος ατομικές και συλλογικές δραστηριότητες και αναπαραστάσεις» και συνεπώς συμβάλλει στην κατασκευή και αναπαράσταση της ταυτότητας είναι ο Τύπος. Ο Τύπος γενικότερα, και οι εφημερίδες ειδικότερα,
«καθορίζουν
και
σχηματοποιούν
πολιτικά
και
κοινωνικά
φαινόμενα» (press effect). Ήδη από το 19ο αιώνα, οι αμερικάνικες εφημερίδες παύουν
να
περιορίζονται
στη
δημοσίευση
ειδήσεων,
αλλά,
για
να
απευθυνθούν στο μεγάλο κοινό και στη διαφημιστική αγορά, δημοσιεύουν «ιστορίες με ανθρώπινο ενδιαφέρον». Αυτή η «αφηγηματοποίηση του καθημερινού», που ενεργοποιεί τη φαντασία και συγκινεί, οδήγησε στη
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /187/
συνύπαρξη δημοσιογραφικού και λογοτεχνικού λόγου και στις ελληνικές εφημερίδες. Ο
εξαιρετικά
μορφωμένος
Μ.
Καραγάτσης,
πολυγραφότατος
λογοτέχνης, διαφημιστής κι επαγγελματίας δημοσιογράφος, είχε βαθιά γνώση της λειτουργίας του Τύπου, όπως φαίνεται στο αθησαύριστο διήγημά του «Μια ζωή», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Βραδυνή. Στο διήγημα αυτό, ο αρχισυντάκτης μιας εφημερίδας αναθέτει για πρώτη φορά σε ένα συντάκτη να γράψει διήγημα για το χριστουγεννιάτικο φύλλο της. Με μεγάλη χαρά, προσδοκία αλλά και άγχος ο συντάκτης τελικά παραδίδει ένα διήγημα με τίτλο «Μια ζωή». Το εγκιβωτισμένο ομότιτλο διήγημα αποτελείται μόνο από συμπαρατιθέμενα, φαινομενικά ασύνδετα, εξωλογοτεχνικά κείμενα, που αποτελούν όμως συνήθη ύλη εφημερίδας: μικρές αγγελίες, κοσμικά ειδησάρια, αναγγελία γάμου, κηδείες. Στο τέλος, ο αρχισυντάκτης θυμωμένος, αφαιρεί από τη μισθοδοσία του συντάκτη-λογοτέχνη το κόστος των «αγγελιών» εκλαμβάνοντας μέρος του διηγήματος ως πραγματικές αγγελίες προς δημοσίευση, καθώς δε διάβασε αυτό που, σε δεύτερο επίπεδο, ο αναγνώστης του Μ. Καραγάτση διαπιστώνει: ότι τα κείμενα-παρέμβλητα είδη συγκροτούν τη μυθοπλαστική ταυτότητα ενός γυναικείου χαρακτήρα, επειδή ως δημοσιογραφική ύλη μετατρέπουν τα απλά συμβάντα «μιας ζωής» σε γεγονότα. Με τη χρήση της τεχνικής του κολλάζ, ο συγγραφέας δείχνει ότι η ταυτότητα δεν αποτελεί μια εξωκειμενική πραγματικότητα αλλά μια λεκτική κατασκευή, τόσο αληθοφανή, ώστε τα τεκμήριά της ξεγελούν ακόμα και τον δημοσιογράφο, πραγματικότητας.
έναν Το
επαγγελματία
της
δημοσιογραφικό,
παρουσίασης-κατασκευής λοιπόν,
ρητό
«υπάρχει
της ό,τι
καταγράφεται και κοινοποιείται» αποκτά μέσα στο διήγημα του Μ. Καραγάτση χαρακτήρα παιγνιώδους λογοτεχνικής πραγμάτευσης.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /188/
ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΤΟΥ ΜΕΛΙΤΗΝΙΩΤΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΝ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Χελιδώνη Στέλλα Λέκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας Δ.Π.Θ. stelidon@helit.duth.gr
Στην ανακοίνωση προτείνεται μία επανεξέταση του ζητήματος της ταυτότητας του αλληγορικού ποιήματος, το οποίο χαρακτηρίζεται από τον συγγραφέα του ως "ερωτική διήγησις". Διερευνώνται οι όροι που πιθανόν οδήγησαν στη δημιουργία του, οι σχέσεις του με τις δημώδεις ερωτικές διηγήσεις του ύστερου Βυζαντίου, καθώς επίσης και οι σχέσεις του με τις αντίστοιχες δυτικές. Η διερεύνηση στοχεύει στη διαμόρφωση μιας νέας πρόσληψης του κειμένου, υπό το φως στοιχείων τα οποία δεν έχουν συζητηθεί μέχρι σήμερα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /189/
Η ΕΙΡΩΝΕΙΑ ΚΑΙ Η ΣΑΤΙΡΑ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΛΩΣΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ ’70
Ψάχου Μαρία Διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Διδάσκουσα στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση mpsachou@gmail.com
Η ειρωνεία λειτουργώντας «κυρίως με την υπονόηση και την αποσιώπηση · όχι μ’ αυτό που φαίνεται αλλά με εκείνο που διαφαίνεται»20, λεκτική αλλά και ειρωνεία καταστάσεων, απρόσωπη ή με έμφαση στο πρόσωπο που καταγγέλλει, αποδεικνύοντας συχνά με την τόλμη της τη δύναμη του παιγνιώδους σαρκασμού και της παρωδίας, επιβεβαιώνει ότι οι ποιητές της γενιάς
του
΄70
βιώνουν
την
αντίθεση
φαινομενικής
και
αληθινής
πραγματικότητας κι αυτή η συνειδητοποίηση αποτελεί μια επώδυνη εμπειρία. Είναι γεγονός ωστόσο ότι τροφοδοτεί γόνιμα την αμφισβητησιακή τους ιδεολογική και αισθητική παρέμβαση και χαρακτηρίζει καίρια την ποιητική ταυτότητα και ηθική της γραφής τους, προσδιορίζοντας τον ποιητή ως γοερό
παρωδίτη21 της ζωής. Λειτουργεί ως ιδεολογική στάση αντιμετώπισης μια κατάστασης, έκφραση ηθικής θεώρησης ανάλογης προς το ύφος και το ήθος νέων ανθρώπων που αρνούνται τη ρητορική του συστήματος που καταγγέλλουν. Με λόγο ευφυή στις συλλήψεις του, η ειρωνεία τους ως γλωσσική κατάκτηση ευρηματικού συσχετισμού εννοιών, πλουτίζεται από τη δυναμική
νέων συμβόλων ή γνωστών που αξιοποιούνται ανανεωτικά,
διεισδύει μέσα από την αλληγορία και το μηχανισμό της εικονοπλασίας τους σε όλα τα επίπεδα της ποιητικής τους22 και αποδίδει την
έντονη ψυχική
φόρτιση που τους διακατέχει. Προβάλλει άμεσα συνυφασμένη με τον λιτό ποιητικό λόγο που αντλεί από την αυταξία και τη δυναμική της λέξης και τη λειτουργία των παραστατικών τρόπων. Εντονότερα καυστική έως και 20
Ν. Βαγενάς, Η εσθήτα της θεάς, Στιγμή, Αθήνα 1988, σ. 30. Μ. Σουλιώτης, Αυγά μάταια, Ερμής, Αθήνησιν 1998, σ. 40(179). 22 Ο Α. Ζήρας θα κάνει λόγο για ειρωνικά υφοποιημένο λόγο σε κριτική του για το Γ. Βαρβέρη βλπ. σχ. Α. Ζήρας, Γενεαλογικά, Ρόπτρον, Αθήνα 1989, σ. 24-25. 21
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /190/
προκλητική στην πρώτη δεκαετία της εμφάνισής τους ( 1970-1980), στοχαστικότερη και πιο φιλοσοφημένη αργότερα, με διάθεση έντονα περιπαικτική και σατιρική στις απαρχές, συναισθηματικά φορτισμένη από βιωμένες διαψεύσεις στη συνέχεια. Από τη χρήση της προκύπτει και το χιούμορ αυτής της γενιάς, ένας ακόμη τρόπος αντιμετώπισης της δύσκολης πραγματικότητας, γι΄ αυτό και είναι μάλλον μαύρο χιούμορ ή ίσως μια άλλη εκδοχή κλαυσίγελου. «Το παραδοξολόγημα επαναστατεί κατά της υποκρισίας που διέπει το σημερινό καθεστώς της γραπτής επικοινωνίας· θυμίζει ως diabolous in musica, ότι οι λέξεις έγιναν παιγνίδια στην ανακύκλωση μιας παιδείας, μοναδικό δέλεαρ της οποίας είναι η φτηνή γοητεία, ο παράφωνος εκμαυλισμός, η πιρουέτα της γνώσης στο κατώφλι της απαξίας»23 σημειώνει εύστοχα η κριτική αναδεικνύοντας την ειρωνεία ως ένα από τα μέσα αυτής γενιάς για την επίτευξη της έμμεσης κυρίως σάτιρας και του χιούμορ, που αποτελούν σύμφωνα με τη Ν. Αναγνωστάκη το αμφίστομο όπλο24 της.
23 24
Ε. Αρανίτσης, Αυγόσκονη, Εφ. Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 16 Ιουλίου 1999. Ν. Αναγνωστάκη, Η κριτική της παντομίμας ( 1970-1975),Κέδρος, Αθήνα 1977, σ. 47.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /191/
AN INITIAL INTIMATION OF INDONESIAN PUBLIC DISCOURSE: PROSTITUTION AND GENDER MOZAIKS IN LATRINALS
Azhar Iqbal Nurul Trunojoyo State University, Indonesia iqbalnurulazhar@yahoo.com
Experience and everyday problems in a society can specify language variation that occurs in the society. People who are in the highest emotional point such as being angry or upset will produce speech associated with anger and sadness. Likewise, people who are pressured by economic crisis will certainly generate speeches that relate to the economic or business problems. Relying on the above statement, it can be assumed that language can be a representative of the condition of a certain culture. Latrinals (one kind of graffiti) confirm this. By looking at latrinals in public toilets, it can be seen a portrait of the latest Indonesian problems which are very "unique". Based on the research data, it was found several things about latrinals that had not been revealed by previous research. The new information were: (1) latrinals served as a means of offering products and services, and of offering distorted date invitations, (2) Indonesian people who usually upheld their norms, turned out to be disobedient to the norms when they were given media that offered high privacy like public toilets. They could transform to be more expressive and daring to show their needs and interests, (3) there were some aspects that could trigger and encourage people to become more expressive, namely sexual and business need, (4) women, still remained 'objects' in men’s perspective. This statement was proved by some latrinals that offered some women as whores to lusted men, (5) some latrinals also revealed the presence of men working as gigolos. They were offered to other men via latrinals. These phenomena might be called as ‘gender declination,’ (6) languages to offer whores were different from the languages to offer gigolos. The status of whores who were inferior than gigolos caused this to happen, (7) no graffiti was found in ladies toilets.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /192/
This indirectly gave impression that though there were media (toilets) that offered high level of privacy, women were not easily provoked to use them and to become more expressive like men by writing vulgar, nasty expressions there.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /193/
«Τὴν μὲν ἡμίονον ἀπελάβομεν καὶ ὑμῖν τῆς ἀγάπης εὐχαριστήσαμεν...»
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟ ΕΥΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Chernoglazov Dmitry PhD, Κρατικό Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης d_chernoglazov@mail.ru
Η χρήση του πληθυντικού στη σημασία του ενικού (α' πρόσωπο – πληθυντικός ταπεινοφροσύνης ή μεγαλοπρεπείας, β' πρόσωπο – πληθυντικός ευγενείας) αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία του βυζαντινού επιστολικού ύφους. Η παρουσίαση αφιερώνεται στο πληθυντικό ευγενείας (pluralis reverentiae) στη βυζαντινή επιστολογραφία από τον 9ο ως τον 12ο αιώνα. Πολλές μελέτες αφιερώθηκαν στη γέννηση και διαμόρφωση του pluralis reverentiae στην ύστερη αρχαιότητα. Εκδόθηκαν έρευνες και για την εξέλιξη του φαινομένου στη μεσαιωνική Ευρώπη. Αντίθετα, για την τύχη του πληθυντικού ευγενείας στο Βυζάντιο δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα. Πόσο συχνά και σε ποιούς
οι βυζαντινοί απευθύνθηκαν στο πληθυντικό; Στη
παρουσίαση γίνεται η προσπάθεια να απαντηθεί αυτή η ερώτηση στα πλαίσια της
Μεσοβυζαντινής
περιόδου.
Η
προσοχή
συγκεντρώνεται
στην
επιστολογραφία. Αναλύονται γράμματα των εξής συγγραφέων: Ιγνάτιος Διάκονος (8ος – 9ος αι), Θεόδωρος Στουδίτης (8ος – 9ος αι), Φώτιος (9ος αι), Νικόλαος Μυστικός (9ος – 10ος αι), Νικήτας Μάγιστρος (10ος αι), Θεόδωρος Δαφνοπάτης (10ος αι), Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (10ος αι), Θεόδωρος Κυζίκου (10ος αι), Λέων Συνάδων (10ος – 11ος αι), Νικηφόρος Ουρανός (10ος – 11ος αι), Ιωάννης Μαυρόπους (11ος αι), Μιχαήλ Ψελλός (11ος αι), Θεοφύλακτος Άχριδος (11ος – 12ος αι), Μιχαήλ Ιταλικός (11ος – 12ος αι), Θεόδωρος Πρόδρομος (12ος αι), Ιωάννης Τζέτζης (12ος αι), Ευστάθιος Θεσσαλονίκης (12ος αι). Η ανάλυση αυτών των κειμένων μας επιτρέπει να βγάλουμε τα εξής βασικά συμπεράσματα: Κατά τη διάρκεια της Μεσοβυζαντινής περιόδου η συχνότητα χρήσης του πληθυντικού ευγενείας σταδιακά μειώνεται. Ιγνάτιος Διάκονος τον
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /194/
χρησιμοποιεί τοσο συχνα, οσο και οι συγγραφείς της Πρωτοβυζαντινής εποχής (περισσότερο από 50 % επιστολές). Οι σύγχρονοι του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογεννήτου απευθύνονται ένας στον άλλο στο πληθυντικό πολύ πιο σπάνια (το υψηλότατο ποσοστό στις επιστολές Νικολάου του Μυστικού – 34%). Στις επιστολές του 11ου και 12ου αι ο πληθυντικός ευγενείας εμφανίζεται εξαιρετικά σπάνια – π.χ., Μιχαήλ Ιταλικός και Θεόδωρος Πρόδρομος τον αποφεύγουν εντελώς. Αυτή η τάση μπορεί να εξηγηθεί με την αναγέννηση της αρχαίας κλασικής παράδοσης – από τα τέλη του 10ου αιώνα οι λόγιοι βυζαντινοί άρχισαν να αντιλαμβάνονται το πληθυντικό ευγενείας ως κάτι ακατάλληλο στη καθαρή αττική γλώσσα. Είναι δύσκολο να διευκρινίσουμε, σε ποιές κατηγορίες των αποδεκτών και σε ποιές περιπτώσεις προτιμούσε κανείς να χρησιμοποιεί το πληθυντικό. Οι συγγραφείς συνήθως χρησιμοποιούν τον ενικό στις επιστολές προς τους βασιλείς και τους πατριάρχας και ταυτόχρονα απευθύνονται στο πληθυντικό προς τους συγγενείς, φίλους και υποδεεστέρους. Κατά κανόνα ο αποστολέας απαυθύνεται στο ίδιο πρόσωπο χρησιμοποιώντας παράλληλα και τον ενικό, και τον πληθυντικό – και οι δύο τύποι απεύθυνσης εμφανίζονται στα πλαίσια ενός γράμματος, ακόμη και στα πλαίσια μιας φράσεως. Πιο συχνά ο πληθυντικός ευγενείας εμφανίζεται σε συγκεκριμένους απευθυντικούς τύπους, εκφράζοντας σεβασμό, π.χ. «ἡ ὑμῶν ὁσιότης», «ἡ ὑμῶν μεγαλοπρέπεια», «ἡ ὑμῶν τελειότης». Ακόμη μια έκφραση, στην οποία συχνά χρησιμοποιείται ο pluralis reverentiae, είναι «τὸ ὑμέτερον γράμμα», «ἡ ὑμῶν ἐπιστολή» κ.τ.λ. Η απεύθυνση στο πληθυντικό εισάγεται βάβαια και εκτός από τέτοιες formulae, αλλά αυτή συνήθως περιορίζεται στην χρήση προσωπικών και κτητικών αντωνυμιών («ὑμεῖς» και «ὑμέτερος»). Τα παραδείγματα, όπου κοντά στις αντωνυμίες χρησιμοποιούνται επίθετα η μετοχές στο πληθυντικό, είναι σχετικά σπάνια. Οι προσωπικές μορφές των ρημάτων στο πληθυντικό – αυτό που για τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες είναι κάτι συνηθισμένο – στα βυζαντινά κείμενα εμφανίζονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /195/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ
De la Nuez Maria Eugenia Université Bordeaux-Montaigne, France delanuezpm@outlook.com
Ο 19ος αιώνας είναι μια ιστορική περίοδος πολύ σημαντική τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ιαπωνία, γιατί είναι η στιγμή που αυτές οι δύο χώρες αλλάζουν
πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά και που τους ανοίγεται ο
δρόμος προς τη νεωτερικότητα. Πράγματι, κατά το δεύτερο μισό του αιώνα, μετά τους
αγώνες τους, οι δύο χώρες αρχίζουν την εξέλιξη για να
μετατραπούν σε εθνικά κράτη κατά τον ίδιο τρόπο με άλλες δυτικές χώρες, όπως η Γαλλία, η Βρετανία, η Γερμανία, οι ΗΠΑ. Αυτή η εξέλιξη όμως απαιτεί σημαντικές αλλαγές, τις οποίες οι καινούριες κυβερνήσεις πρέπει να εφαρμόσουν σε όλα τα επίπεδα και δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα γιατί είναι πάρα πολύ συχνά σε αντίθεση με τα παραδοσιακά έθιμα. Έτσι, έπρεπε να φτάσουν οι νέοι κυβερνήσεις σε μία αρμονική σύζευξη ανάμεσα στην παλιά και στην νέα κατάσταση για να ολοκληρώσουν την πορεία της δημιουργίας του Εθνικού Κράτους και ταυτόχρονα τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας, δηλαδή της συναίσθησης του να ανήκει κανείς στο νέο έθνος-κράτος. Και αυτό είναι ένα σύνθετο πράγμα γιατί πρέπει να χρησιμοποιήσει κανείς πολλά στοιχεία (γλώσσα, ιστορία, λατρεία, έθιμα κλπ.) και μετά να κάνει τις αναγκαίες αλλαγές ώστε να είναι δυνατό να εφαρμοστούν οι αποφάσεις των κυβερνήσεων. Οι κυβερνήσεις έπρεπε επίσης να δημιουργήσουν τα εθνικά σύμβολα (ο ύμνος, η σημαία), που συμβολίζουν την χώρα στο εξωτερικό και ενώνουν τους πολίτες στο εσωτερικό. Έτσι αυτά τα σύμβολα θα εκπροσωπούσαν την εικόνα της ενότητας του κράτους και των πολιτών. Στην ανακοίνωσή μου θα διερευνήσω το παράδειγμα της δημιουργίας του εθνικού ύμνου στην Ιαπωνία και στην Ελλάδα, γιατί αυτές οι δύο χώρες μοιράζονται μερικά κοινά στοιχεία που δείχνουν πολύ καλά τα προβλήματα και
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /196/
η εξέλιξη αυτής της πορείας των δύο χωρών που έγιναν εθνικά κράτη την ίδια χρονική περίοδο και αντιμετώπισαν τα ίδια προβλήματα.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /197/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΔΩΡΗΤΩΝ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΗΣ ΦΑΝΑΡΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΣΤΟ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ (1716-1821) ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ
Dinu Tudor Πανεπιστήμιο Βουκουρεστίου t_dinu@yahoo.com Η σχετική οικονομική ανάπτυξη της πρωτεύουσας της Βλαχίας κατά το 18ο αιώνα προκάλεσε τη θεαματική αύξηση των νεοανεγερθέντων ευκτήριων οίκων σε σύγκριση με τους προηγούμενους αιώνες. Ανάμεσα στους κτήτορες δεν συγκαταλέγονται τώρα μόνο ηγεμόνες, μητροπολίτες και μεγάλοι βογιάροι, όπως άλλοτε, αλλά και μικροί αξιωματούχοι, ταπεινοί λειτουργοί της εκκλησίας,
έμποροι,
στρατιωτικοί,
τεχνίτες
ακόμα
και
γυναίκες,
που
επιδιώκουν με αυτό τον τρόπο τόσο να εξασφαλίσουν τη σωτηρία των ψυχών τους, όσο και να αυξήσουν το γόητρό τους στην κοινωνία. Για τον τελευταίο σκοπό, οι δωρητές διατάζουν τη συγγραφή και την χάραξη πάνω από την πύλη εισόδου της εκκλησίας εκτενών αναθηματικών επιγραφών - σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για κείμενα αναμφισβήτητου λογοτεχνικού χαρακτήρα – οι οποίες προορίζονταν να απαθανατίσουν το όνομα και το έργο τους. Στην παρούσα ανακοίνωση θα επιχειρήσουμε να επισημάνουμε, με βάση την εξαντλητική ανάλυση των επιγραφών στις εκκλησίες της εποχής στο Βουκουρέστι, τα στοιχεία ταυτότητας τα οποία οι δωρητές θεώρησαν σκόπιμο να μεταδώσουν στις επόμενες γενεές (ομαδικές, επαγγελματικές, αλλά και έμφυλες και εθνικές ταυτότητες).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /198/
A PATCHWORK OF IDENTITIES THE 2ND CENTURY CENTO MEDEA
Εhrling Sara University of Gothenburg, Sweden sara.ehrling@sprak.gu.se
The Medea-myth lies at the core of our culture at least since Euripides’ times. It deals with traumas that are highly relevant also today: exile, otherness, subordination, race, gender and revenge. In ancient literature, Medea borrows traits or even fuses with other female characters, such as Ariadne and Dido. Nonetheless, few ancient versions of her story survive. One of them, a Latin so-called cento from the 2nd century A.D., remains almost unstudied by scholars. This Medea, written by a Hosidius Geta, is the eldest extant Latin cento, “patchwork poem”. The Medea is the only ancient cento which is written in the form of a drama, and it provides us with unique insights in genre-issues in ancient literature. The centonist writes no own words; instead, the creative process consists in joining Virgilian quotations and making them fit into the new whole. Likewise, the characters’ use of quotations builds new identities out of scattered pieces. This process highlights
the
characters’
social,
religious
and
(inter-)
cultural
identifications, as well as their varying gender identifications. This presentation will discuss how the characters use words originally associated with characters in other literary works. They thereby identify themselves, and label other characters in the cento, with characters from earlier works. Moreover, other cento characters’ labelling of a certain cento character sometimes influences his/her self-identification. All this renders the picture of cento-drama characters fluid and multi-layered. How Jason’s and Medea’s self-understanding and understanding of each other develop during the play will be examined in agreement with psychosocial and psychodynamic theories about fluid, multi-layered identities and dialectical identity formation. Through the use of theoretical starting points from both
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /199/
the psychological field and from the field of classical philology, this presentation aims at interdisciplinary dialogue.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /200/
THE INTERPLAY OF THE PHILOSOPHY AND LANGUAGE (NIKOS KAZANDZAKIS)
Eloeva Fatima St.Petersburg State University fatimaeloeva@yandex.ru
The paper focuses on description of the linguistic features and stylistic peculiarities of the language of the Greek writer Nikos Kazantzakis (18831957). This problem seems relevant because Kazantzakis is undoubtedly the most famous Greek novelist outside Greece and, presumably, (Peter Bien, 1972) the creator of the Greek literary standard. Peter Bien stresses Kazantzakis' obsession with the demotic, showing how it governed his writing and his ambition. According to Bien Kazantzakis' obsession worked against him in his Odyssey and found its natural vehicle only in his translation of Homer's Iliad and some of his novels. The following questions are expected to be considered 1. Reasons for the international success of prose translations Kazantzakis. ( Paradoxically the works of Kazantzakis seem to be more popular abroad than in Greece) Possible explanation- the texts of Kazandzakis
seem to be lisible in
translation and scriptible in the perception of the Greek readers 2. Myth of Nikos Kazantzakis versus myth of Adamantios Papadiamantis. The possible reasons of "translatability” of Kazantzakis in comparison with Papadiamantis which is considered to be untranslatable." Transferability of ideas versus target language. 3. Masks of Kazandzakis (Κάρμα Νιρβάνη, Πέτρος Ψηλορείτης, Ακρίτας, Mohammed el Cheitan ben Kazan, Νικολάι Καζάν) and their possible reflection in the variability of his language. 4. Kazantzakis and Solzhenitsyn - the traces of similarity of language strategies
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /201/
5. Nietzsche's language setting and strategy (Nikos Kazantzakis versus Gabriele D'Annunzio
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /202/
CULTURAL IDENTITY IN THE MANI PENINSULA: A THEORETICAL APPROACH TO THE 'AHISTORICAL HISTORICAL' PERIOD IN ANCIENT GREECE
Gardner Chelsea University of British Columbia gardneca@alumni.ubc.ca
The majority of inquiries into the nature of identity in ancient Greece examine societies which fall chronologically either into the historical period or within the realm of prehistory. The result of this tendency has been an overwhelming academic divide between the investigation of a) prehistoric ethnic identity through examinations of geography and archaeology; versus b) historic cultural identity through examinations of written records and literature. Thus, investigations of ancient ethnic and cultural identity centre on regions with either an abundance or a complete absence of written history. This has resulted in a dearth of information on cultural and political identity for regions like the geographically peripheral Mani peninsula in southern Lakonia – regions which have archaeological and even epigraphic evidence of human activity during the 'historical' period (Classical-Roman) but which lack a proportionate amount of written sources. A new descriptive classification is necessary to categorize the circumstances of this region – one which is inhabited within the historical period but which does not itself produce emic written evidence: the 'ahistorical historical'. With this new classification in mind, this paper presents the theoretical methodology applied in order to understand ancient identity in this remote peninsula, and the way in which regions like Mani (which are situated firmly within the historical period, but with a lack of historical sources) are still able to contribute to the discussion of ancient identity, particularly the nature of identities within bordering geographical regions. The Mani peninsula is in no way unique in that it defies and straddles both historic and pre- (or a-)historic classification, but the impetus for
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /203/
implementing a new theoretical framework for elucidating identity to this particular region lies in the hopes that the methodologies outlined in this paper are able to be replicated for the myriad regions which elude strict historical categorizations, both within Greece and elsewhere in the Mediterranean, the European continent, and globally.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /204/
FORMING EDUCATIONAL IDENTITIES ON FACEBOOK
Georgalou Mariza Lancaster University m.georgalou@gmail.com
The bulk of scholarship regarding social network sites (SNSs) has concentrated either on SNSs and education (e.g. English and Duncan-Howell 2008) or SNSs and identity (e.g. articles in Papacharissi 2011). The present paper is situated between the two fields seeking to explore the ways in which the popular SNS of Facebook functions as a significant basis and a conduit for displaying and forming educational identities with particular reference to higher education. Educational identity is here understood as a social structure located within the student, as well as a social perception of what being a student implies, and is founded on the meanings shaped in the context of education (Moore 2006). For the purposes of this paper, I draw on findings from a larger discourse-centred online ethnographic study on the construction of identities on Facebook, conducted during 2010–2013 (Georgalou 2014). Discourse-centred online ethnography (Androutsopoulos 2008) is a research paradigm which combines the systematic, longitudinal and repeated observation of online discourse (Facebook profiles in my study) with the direct (face-to-face and/or mediated) engagement with the producers of this online
discourse
profile
owners
in
my
study),
and
is
complementary to the textual analysis of online data. The data I have selected to present and discuss here are comprised of status updates, comments, video links, photographs, and interviews from two Greek users: Alkis, an MA student in Services Management, and Gabriel, an MA student in European and International Economics. In my discussion, I focus on three core facets of their educational identities: (1) actions and activities, (2) knowledge construction, and (3) peer relations. I look at such features as operative verbs, directives, inclusive pronouns, assessments, and role
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /205/
categorisation
together
with
textual
practices
like
entextualisation,
recurrent posting, embedding URLs, tagging, and drawing visual parallels. The analysis reveals how these users draw on Facebook affordances to announce and inform about undertaken tasks, complain and chat about study topics, design their research, publicise achievements, organise and promote student events, share expertise, and bolster solidarity and collegiality with fellow students through endorsing, extolling, giving credit, and constructing collectives. I argue that Facebook provides a friendly and supportive environment that enables and invites students’ socialisation in the process of learning and the formation of identities.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /206/
THE POETRY OF NICOLAS CALAS: RE-CONSTRUCTING A FRAGMENTED POETIC IDENTITY
Kakkoufa Nikolas Centre for Hellenic Studies, King’s College London nikolas.kakkoufa@kcl.ac.uk
Odysseus Elytis’ short introduction to Nicolas Calas’ (1907-1988) collected poems Οδός Νικήτα Ράντου (1977: 7) is indicative of the reception of the personality of this paradoxical and neglected figure:
Μα ποιός είναι τέλος πάντων αυτός και τί ακριβώς κάνει; Γράφει ποιήματα; Δοκίμια επαναστατικά; Λιβέλους; Γράφει στα Ελληνικά; Στα Γαλλικά; Στα Εγγλέζικα; Πρωτοστατεί σε κινήματα; (...) Τίποτα απ’ όλα αυτά και όλα μαζί.
Calas’ doctrine and avant-garde surrealism as well as his frenetic, ‘για τα στρατολογικά γραφεία της πνευματικής ζωής’ (1977: 7) ideas – until recently – were standing in the way of understanding and appreciating the unconventional character of his work. His oeuvre is interlarded with reflections regarding the urban, the connection of space (landscapes) and time, and the self re-definition of the poet in this hostile environment. His tendency towards the avant-garde and a cosmopolitan sensibility as well as his polemical attitude towards the Greek Establishment of his era made him a marginal and disputed poetic personality in the Greek poetic canon, from critics such as Andreas Karantonis till recent scholars. The literature concerning his oeuvre has not managed to unlock all the potential and pioneering keys of his work, not least due to the oddity of his language – or rather, languages – and his fragmentation of the self in various pen names: Kalamares, Spieros, Calas, Randos. Moreover, the fact that Calas is usually examined in isolation from the Greet poetic canon, with the exception of his connection with surrealism, has unfortunately led critics to overlook his
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /207/
literary debts to poets such as Palamas and Karyotakis or to examine and include him in the Greek poetic cosmos of the twentieth century. This paper aims at re-constructing Calas’ identity by using Georg Simmel’s 1950 essay The Stranger. There, Simmel defines the stranger ‘as the person who comes today and stays tomorrow’ and is ‘fixed within a particular spatial group, or within a group whose boundaries are similar to spatial boundaries’ and ‘imports qualities into it, which do not and cannot stem from the group itself’. (Wolf, K. (transl) 1950. The Sociology of Georg
Simmel. New York: Free Press, 402 - 408.) In addition to Simmel’s theory, I will also employ contemporary theoretical approaches on hybridity, mostly by Pieterse (2004), Robertson (1992), Gilroy (1993) and Dubois (1996). I believe that the employment of Simmel’s theory, in conjunction with theories of hybridity, will help us to re-approach Calas’ work in such a way that will provide us with the necessary tools to understand his position in the Greek literary canon as well as to re-evaluate the innovative character of his work.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /208/
IDENTITY IN METAPHOR AND THE IDENTITY OF FAITH: REAPPROACHING PAPADIAMANTIS’ CULTURAL AND LINGUISTIC IDENTITIES
Kalospyros Nicholas Dpt. of Philosophy and History of Science (MITHE), University of Athens nkalospy@phs.uoa.gr
The formation of Papadiamantis’ notion of literature cannot but be fulfilled in terms of clarifying ideological and literary identities, either fictional or real and arising out of empirical view. The further attestation of both national identities, imperative in the writer’s epoch but steadily fading in his own understanding, and the consenting identity of religious faith, disputed but highly appraised in his unique world, creates aspects of literary importance towards his stylistic compliance and awaits philological interpretation in the self-assertive tone of Papadiamantical emotions and imagery. Being an heir of ancient rhetorical and literary theory Papadiamantis applied his notions of faith and Hellenic culture on the formation of an artistic metaphor, i.e. his own toolkit of overriding schematic expression and romantic-seeming description. Our aim to discuss Papadiamantis’ dilemmatic identity towards identities or the respective modest exile from such ad hoc illusions, amounts to the challenging of his poetic writing and to the reapproaching of his metaphorical Erlebnis.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /209/
PLAUTINE IDENTITIES: LANGUAGE AND CULTURE
Karakasis Evangelos University of Ioannina ekarakas@cc.uoi.gr
It has long been pointed out that language is a marker of the social and dramatic status of characters in both Menandrian and Terentian Comedy, where complex mechanisms of linguistic characterization have been brought to the fore. Plautine scholarship, on the other hand, has been less alert in observing techniques of linguistic characterization, with only few works focusing mainly on rather stylistic than purely linguistic signs of characterization (oaths, interjections, etc.). The aim of this paper is to examine the way archaisms and vulgarisms inform Plautine dramatic discourse with a threefold aim: first, to review the way in which this practice adds to the denouement of the comic plot and the production of meaning both in terms of a specific scene / dramatic act and within the whole of a comedy; second, to examine this Plautine practice in the background of the comic tradition; and third, to survey the means by which such a technique may be used for character individualization.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /210/
NATIONALISM AND BULGARIAN ORTHODOX CHURCH:
MEDIEVAL AND CONTEMPORARY PERSPECTIVES ON THE BALKAN STATE-CHURCH RELATIONS.
Konkyov Zahari Nikolov Bulgarian Patriarchate kzahari@hotmail.com
In the individual historiography of every Balkan people, there are moments of rise and fall. Observing the historical events of all Balkan countries and people we can find a lot of similarities and analogical situations and debates. In particular, my main point in this paper is to show the way and the purpose why Orthodox Church supports the national idea of Bulgarian people during Medieval Age. Thus I want to show parallel of past and present historical episodes and controversies between people and states inhabiting the Balkan Peninsula. Considering that in the first centuries of the history of the Christian Church there were no national elements in its institutional and spiritual activities and priorities. The later idea of Church as a threshold of culture and nationality of definite people and state occurred for the first time after the christening of the Bulgarians by the middle of the 9-th century. So from that time on during all the history of the varying borders of our nationality, throughout glorious or tragic historical moments of fame and disgrace the Church had kept the identity of and ethnic and religious community of Bulgarian faithful. Studying the history of the Balkan Peninsula, we can see that other people there would justify their cultural image by the national church entity as well. Assuming that idea through the ages shows that it had lead to the emergence of Serbian Patriarchy, Greek Archiepiscopate and Romanian Patriarchy within the sacred and political space of the Balkan lands. And that is what had lead to the controversial naming of those church units ‘national churches’, which still remains problematic as in spiritual, so in secular sense.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /211/
The exposition will follow two main moments from the First and the Second Bulgarian kingdoms. At that time Bulgarian Orthodox Church twice shifts its jurisdiction between Rome and Constantinople in order to defend its national, church and cultural interests. Next I shall divide the whole paper in four parts: Avant propo, introduction, historical part, and conclusion. I shall argue that some of the clashes of the past may reoccur in the present discussions on the development of Balkan church-state relations in the discourse of local and international policy. Still the Orthodox Churches are one of the most constant elements among the controversial points in Balkan state histories, which seem to show both distinctive similarities and differences. But is it enough constant elements to survive in our common present and future history in general and our separate histories?
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /212/
SELF AND OTHER IN AESCHYLUS’ PERSIANS
Kornarou Eleni Hellenic Open University egkornarou@hotmail.com
As is generally accepted, in Aeschylus’ Persians (472 B.C.), the earliest surviving Greek tragedy and the only extant one based on a contemporary historical event, the defeat of the Persians at Salamis (480 B.C.), the poet stresses by various means the differences between the Greeks and the Persians in language, mores and political system. According to Edith Hall (Inventing the Barbarian: Greek Self-Definition through Tragedy, Oxford 1989, 57), Aeschylus’ Persians ‘is the earliest testimony to the absolute polarization in Greek thought of Hellene and barbarian’. Yet, as most modern scholars argue, Aeschylus has managed to rise above the specific historical event, stressing the commonalities rather than the differences between Persians and Greeks, and giving his play a universal quality. The poet attempts to demonstrate that the two people are subject to the same laws, and that the results of hybris are the same for barbarians and Greeks alike as underlined by Darius. It is noticeable that the Persian defeat is attributed not so much to the human agent (the superiority of the Greeks in battle) as to divine retribution (the will of the gods to punish Xerxes for his hybris). Thus the play transcends national boundaries and particular political systems, blurring the distinction between Self and Other. One of the means by which Aeschylus stresses the common fate between the two people is the laments of the Elders throughout the play, and especially in the concluding kommos, which, despite their oriental cover, are essentially Greek, transcending distinctions between Greek and barbarian, and emphasizing that grief is universal. Accordingly Aeschylus meant his audience to sympathize with the Persians by drawing their emotions to the pathos he exhibits, so that in the suffering of these pitiable
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /213/
Orientals they could see the fall from prosperity to destruction of a fellowpeople.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /214/
DEMOTICISM, GENDER AND POLITICS IN INTERWAR GREECE: PERPLEXED IDENTITIES
Kyriakidou Maria American College of Thessaloniki, Greece markyria@act.edu
The proposed paper explores the interplay between Greek inter-war political and gender identities with their contemporary intellectual and linguistic currents expressed through literary journals and groups. The first part of the paper focuses on the Educational Group (EG - Ekpaideftikos Omilos) which aimed at educational demoticism and whose foundation is associated with the period of formation of the Greek bourgeoisie. A wide range of intellectuals (from nationalist to liberals and bourgeois socialists) joined the group and the Liberal party supported its policies. The EG's relations with other inter-war groups and the extent of its influence over public opinion have not yet been adequately assessed. However, further research indicates that a significant number of leading female feminists were also members of the EG. Women intellectuals, especially the bourgeois ones who led the feminist movement, cooperated with members of the EG in order to promote women’s education while they often did so formulating both gender and political identities. The 1930s were a determining social, political and ideological period not only for Greece but for the whole Europe and the language issue was not disassociated from the political and gender concerns of the leading Greek intellectuals and activists. The discussion needs to be placed in the relevant historical and political context and the increasing dissatisfaction with the living conditions of workers which led many male and female intellectuals to join political formations promising to promote societal transformations. Inter-war publications are also examined in this light and can contribute to the understanding of the relevant ideologies. The leading inter-war Greek intellectuals, writers and feminists found themselves entangled in a variety of identity processes which were mostly in a formative state. As the inter-war
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /215/
period was coming to a close, however, any idealism apparent in the claims of certain feminists and educators was soon to be disillusioned by the slow process of social change in Greece.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /216/
HYPERBOREAN SELF-IDENTIFICATION USING GREEK MYTHOLOGY: SOME ASPECTS IN NEO-LATIN HUMANIST TEXTS OF RIGA
Laizans Martins Lecturer, University of Latvia, Faculty of Humanities s40083@gmail.comn
Neo-latin literature of Baltic Region (of the 16th century) used Greek mythology as a source material for developing cultural self-awareness and positioning of identity both in the context of belonging to European heritage and at the same time representing Livonian culture, especially that of Riga, as a unique opposition to the Old Europe. The texts of Riga humanists – Basilius Plinius' Encomium Rigae and Augustinus Eucaedius Aulaeum
Dunaidum (both works are a dedication to the city of Riga) – extensively use elements of Greek mythology to place Riga on the cultural map of Europe as a place where the Muses have found their new home. Nevertheless, Riga is viewed as a city of new possibilities for cultural and intellectual growth in the opinion of both authors. By giving examples from their texts, this paper will explore the diffusion of ancient mythology in their attempts to portray Riga as a furnace which applies the symbols of ancient mythology to establish the image of Riga as a city where the introduction of ancient symbols are a new phenomenon which pave the way for a unique selfawareness and is an inspiration to challenge the ancient mythology, by setting it in a yet unfamiliar context.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /217/
MASCULINE GREEK HEROES AS A MEAN FOR EMANCIPATION OF FEMININE SELF-IDENTITY: A CASE STUDY OF THE CREATIVE WORKS OF LATVIAN POETESS ASPAZIJA
Lams Ojars Professor of comparative literature University of Latvia, Faculty of Humanities ojars.lams@lu.lv
Aspazija (Latvian rendition of Aspasia) – a name of Greek origin which in this case is the pseudonym for a Latvian poetess who came into the strongly patriarchal scene of Latvian literature with a passionate affirmation of freedom, free choice and women rights at the end of the 19th century. Her pseudonym is a strong evidence for an essential fundament of her aesthetics and ideas – the culture of Ancient Greece. As a daughter of prosperous landlord she enjoyed a decent education and the Greek myths are one of the main sources of inspiration for her to venture into the world of artistical endeavours. She wrote a play based on scarce historical material about the inspirational source of her pseudonym, thus creating a model of a powerful woman. One of the main goals of the creative works of Aspazija was the establishment of a free and active personality of a woman. The widely used Greek myths in her creative works are a distinctive characteristic, thus connecting the feministical emancipation with the goals of the human kind as a whole – social justice and a better world order. The mythical heroes most recurrent in her works are Prometheus, Apollo, Argonauts and Odysseus, and female mythological characters as well, but the masculine heroes deserve a special attention in the interpretation by the poetess. Her use of these mythological figures endow them with a nuanced world of inner experiences. The Argonauts which are used in various poems are a chance to develop the motive of the human solidarity – the poetess uses the form 'we' thus interweaving into the mythical tradition the voice of
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /218/
a woman. The Greek myths serve to the poetess as a bond with the European culture and as a reinforcement of her feminine identity.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /219/
LES QUESTIONS D’ IDENTITÉ DANS MIDDLESEX DE JEFFREY EVGÉNIDÈS
Masson Marie-Paule Professeur de Grec moderne à l'Université Montpellier III marie-paule.masson@univ-montp3.fr
Je me propose, dans le roman de Jeffrey Evgénidès, paru en anglais aux Etats-Unis en 2002, traduit en français et en grec en 2003, d'étudier comment une Grecque de la diaspora américaine oscille entre deux identités, tant sur la question du sexe, que sur la question de la langue et de la culture.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /220/
URBAN LIFE AND LANDSCAPE DEPICTIONS FORMING THE EARLY MODERN IDENTITY: THE TURN TO "REALITY" IN ENLIGHTENMENT FICTION
Mavrelos Nikos Associate Professor of Modern Greek Literature Department of Greek Literature, Democritus University of Thrace nmavrelo@helit.duth.gr
Defining "early modernity" is a rather difficult task, for there are numerous studies published in the western tradition of the 20th and early 21st centuries, as those of J. Habermas and W. Benjamin. As far as narrative prose fiction is concerned, we also have many efforts by scholars and theoreticians to connect ideology and narrative techniques or generic identities. When referring to Modern Greek Literature, we can see that there is a rather reluctant attitude by researchers, especially theoreticians of literature, towards our narrative prose fiction texts of the pre-revolutionary period, which is also the Enlightenment period. There are historical studies, mainly focusing on language matters, persons, places and historical facts, the preparation of the revolution and the formation of the Modern Greek identity, some remarkable studies focusing on the ideology of Enlightenment and very few studies on the techniques of the fictional prose texts and their contribution to the history of the modern Greek prose genres, as short story, novel and novella. Even the names used for them are very general: narration (“αφήγηση” or “αφήγημα”), text (“κείμενο”) and others, giving the impression that the novelistic tradition in Greek begins ab ovo when the Greek State is founded. This is not at all the case with poetry, which is approached without any reluctance or discontinuity since ancient times. Trying to cope with the above mentioned subject, we will examine some prose fiction examples of the Enlightenment period from the beginning of the 18th to the beginning of the 19th century, namely Φιλοθέου
Πάρεργα, Σχολείον των ντελικάτων εραστών, Έρωτος αποτελέσματα, Αληθής
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /221/
Ηστορία (Ανώνυμος του 1789) and Τα κατ' Ευμενεία και Σαπφιάδην. Trying to be laconic, as a paper for a conference demands, we will try to trace in these texts the way in which the urban depictions: people, public places and life in cities, private ambient within the houses, urban customs and way of life. Since according to Habermas and other theoreticians of Early Modernity Era, the writers are trying to depict every day urban life and places in every minute detail –some of them even entering the private sphere of life in a rather “voyeuristic” manner– and above all they are pursuing a rather “realistic” (before the movement of Realism) way of presenting the “modern” life, we will try to focus on exactly this element of the Early Modernity identity in prose fiction. Comparing to the old genre of Ekphrasis, this new way of a (mutatis mutandis) “realistic” depiction will be examined so as to trace all the differences of the modal transformations in narration, due to the “modern” way of perceiving the relation between literature and reality. There will also be an effort to compare the Greek texts with Western European examples of the same period and trace not only the influences, but also the analogies according to the Comparative Literature method, both traditional and more recent (intertextuality).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /222/
SCHOLARLY IDENTITY AND ACADEMIC WRITING
Meihuizen Elsa North-West University, South Africa Elsa.Meihuizen@nwu.ac.za
Academic writing is often described as impersonal, factual, and objective, but it is at the same time important to make appropriate linguistic choices to acknowledge, construct, and negotiate a relationship with the reader. It is for instance sometimes better to use tentative rather than assertive language in presenting arguments or making claims. As academic writers we need to engage with our readers to actively focus their attention, include them as discourse participants and guide them to interpretations. Assuming a personal stance in conveying judgments, expressing opinions or degrees of commitment, boosting or toning down claims and criticism, intruding through self-mention, etc. is also important to help promote an impression of confidence and authority. This paper reports on work done in a range of workshops to assist postgraduate students in becoming aware of the importance of establishing a credible scholarly identity and to guide them in evaluating their own writing in this regard. A range of academic articles were analysed and discussed focusing on typical strategies used for constructing the authorial self. Against this background students were given the task of analysing first drafts of their own research proposals and that of other members of the class. From analyses of the final, redrafted research proposals submitted by these students it became clear that they have gained a greater awareness of the options available for creating their own scholarly identity and that they have become more confident in employing rhetorical strategies for this purpose. It also became obvious, however, that students find it hard to overcome conventional notions of anonymity and facelessness associated with academic writing
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /223/
YEATS’S REVERIES OVER CHILDHOOD AND YOUTH: AUTOBIOGRAPHY AND SIGNIFICANT FORM
Meihuizen Nicholas Professor of English North-West University, South Africa nicholasmeihuizen@me.com
What type of self is it that Yeats assumes in his early autobiography,
Reveries over Childhood and Youth? My suggestion is that each stage of life offers its own type, its own ‘I’, as commonly understood. Yeats presents himself at various ages: as little more than a babe, a small child, an older child, a boy, an older boy, a youth; and each with his own conceptions and predispositions. A further type is present in the book, the one who stands outside the others (though intimate with them), and who judges himself at the end of the book; this is the type of the implied author, if we like, the writer as distinct from the man sitting down to breakfast. The book is a product of the negotiation in understanding between the implied author and the types of the earlier selves, and this manifests itself as the achieved style of the whole, a combination of candid directness, unaffectedness, and emotion. But what is revealed in the case of every type is incompletion, and the whole book, indeed, closes on a note of incompletion. That the continuing account of a life in process should be subject to incompletion is not surprising, but we wonder as to how the author can achieve a particular form, while dealing with the thematics of incompletion. Part of the answer has to do with the style of the apparently disingenuous personal utterance, which has freed itself of rhetoric and cliché. The incomplete floats between states, and it is the depiction of such which in this book, paradoxically, is ‘intended’ and ‘complete’. Following these and similar lines of thought, this paper explores Yeats’s means of achieving significant form in this early autobiography.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /224/
Ο ΕΠΙΟΥΣΙΟΣ ΛΑΟΣ: Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΘΝΟΣ
Moennig Ulrich Universität Hamburg ulrich.moennig@uni-hamburg.de
Στο πρώτο μέρος της ανακοίνωσης θα υποστηρίξω την άποψή μου ότι τα βυζαντινά χρονικά «από
κτήσεως
κόσμου» αποτελούν
το
κατεξοχήν
γραμματειακό είδος, στο οποίο εκφράζεται το αφήγημα της συλλογικής ταυτότητας του Βυζαντινού ανθρώπου.
Η Σύνοψις χρονική του Μανασσή
[12ος αι.] αποτελεί την τελευταία σημαντική συνθετική συγγραφή αυτού του είδους. Ωστόσο, η παραγωγή τέτοιων κειμένων συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του Βυζαντίου. Κεντρική αρχή του αφηγήματος της συλλογικής ταυτότητας των Βυζαντινών αποτελεί η συνέχεια από το Εξαήμερο μέχρι το δικό τους νυν, τη Βασιλεία των Ρωμαίων· η συνέχεια αυτή εκφράζει τη βούληση του Δημιουργού, είναι προϊόν της. Η Βασιλεία των Ρωμαίων, όπως γνωρίζουμε, διαδέχτηκε αυτήν των Μακεδόνων. Για το λόγο αυτόν ο Αλέξανδρος στα χρονικά κατέχει μια εξέχουσα θέση. Η Βασιλεία των Ρωμαίων, όπως γνωρίζουμε επίσης, δεν ήταν πάντοτε βασιλεία και δεν ήταν πάντοτε χριστιανική. Έγινε χριστιανική από τον Κωνσταντίνο, που μετακίνησε το κέντρο της από τη Ρώμη την πρεσβυτέρα στη Ρώμη τη Νέα. Δεύτερο μέρος: Αναρωτιέται κανείς ποιες ήταν οι επιπτώσεις της Άλωσης στη συλλογική ταυτότητα των «Ρωμαίων». Για την ώρα γνωρίζουμε ότι το είδος του Χρονικού συνεχίστηκε, μετά ίσως από κάποια διακοπή· το σημαντικό κείμενο του είδους είναι το λεγόμενο Χρονικό του 1571, έργο, αποδεδειγμένα πια, του Μανουήλ Μαλαξού. Γνωρίζουμε επίσης, ότι ένα άλλο κείμενο, ουσιαστικότατα συνδεδεμένο με τη βυζαντινή αξίωση της κατοχής της κοσμοκρατορίας (η οποία είναι αλληλένδετη με την αξίωση της Ρωμαϊκότητας), ο Βίος του
Αλεξάνδρου, είχε κι αυτό τεράστια επιτυχία στους Ρωμαίους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τρίτο μέρος: Η αξίωση της Ρωμαϊκότητας και της κοσμοκρατορίας απορρέει από μια συγκεκριμένη εξηγητική παράδοση των Γραφών εσχατολογικού τύπου, που έδιδε μια εξέχουσα θέση στην τέταρτη
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /225/
κοσμοκρατορία, μετά από του Ασσυρίους (πρώτη), τους Πέρσες (δεύτερη) και τους Μακεδόνες (τρίτη). Ο Θεός δημιουργώντας τον κόσμο και την ιστορία του προέβλεψε στους Ρωμαίους το ρόλο της τελευταίας κοσμοκρατορίας πριν από την Δευτέρα Παρουσία. Η αξίωση της Ρωμαϊκότητας, λοιπόν, ήταν η ύψιστη αξία –οι Ρωμαίοι ήταν ο επιούσιος λαός. Με τη λογική αυτή, η αξία της Ελληνικότητας δεν μπορούσε παρά να είναι αρνητική, εφόσον οι Έλληνες ήταν ειδωλολάτρες. Μέχρι κάποια στιγμή. Η Επανάσταση του 1821 βασιζόταν, ιδεολογικά, στην έννοια του έθνους. Μόνο στη λογική του έθνους η Ελληνικότητα αποκτούσε την αξία της, εφόσον η έννοια του έθνους είναι κοσμική, πολιτισμική· η ιστορία προσδίδει σημαντικότητα στο έθνος, όχι ο Θεός· οι Έλληνες που είχαν αναπτύξει και ζήσει τον 5ο αιώνα π.Χ. τις αξίες του μοντέρνου κόσμου δεν μπορούσαν να είναι ραγιάδες ενός λαού που είχε περάσει απαρατήρητος από τους ιστοριογράφους της αρχαιότητας. Το γεγονός ότι το Βιβλίον ιστορικόν εξακολουθούσε να κυκλοφορεί και μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους αποτελεί μια ένδειξη, ότι η εθνική ταυτότητα και η προεθνική συνυπήρχαν για κάποια χρονική περίοδο.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /226/
ANTIQUITY AND CHRISTIANITY AS MEDIATORS OF MODERNITY: CASE STUDY OF THE ACTUAL LINGUA-CULTURAL DIALOGUE.
Morozova Irina Chelyabinsk State Academy of Culture and Arts, PhD lecturer in religious, cultural studies/ English language / Ancient Greek mo-rel@mail.ru
Lingua-cultural comparative research of the spiritual-cultural tradition of Antiquity and Christianity was based on «γεωργία», «παιδεία», καλοκἀγαθία, «φιλοκαλία». Besides the traditional variant of using γεωργεω,connected with agriculture (Aristides, Herodotus, Democritus, Lysias, Lucian, Xenophon, Plato, Plutarch), there found different contexts of metaphorical sense of it: γ. φιλιαν" friendship" (Plutarch 2.776в;), γ. τεχνην "art" (Heliodor 6.6), γ. ψυχᾲς δόγμασι " souls by teachings" (Philo 2.348), combination γεωργέω πεφυτευμένη
in
the
meaning
«gardening»
(γεωργέω
πεφυτευμένη)(
Aristides). Moral senses of «γεωργία» are disclosed by Philo Alexandria(Περὶ γεωργίας). Christian authors used spiritual sense γεωργεω mostly(cultivate into souls, in Church, in general in spiritual direction, improvement of self, cultivation of virtue; eternal life achieved by cultivation of virtue). ϒεωργία relates to cultivation of virtues, evangelism, pastoral activity. Using of «παιδεία» is connected with sophists, developed by Plato and Aristotle subsequently. Plato believed «παιδεία» into meaning of soul’s life (Phaedo. 107d3), only paideia remains with the soul in another world. In Aristotle’s philosophy paideia is important principally into education of society. Paideia in Christianity has the soteriological meaning, Educator is Jesus Christ (St. Clement of Rome, continued then by Clement of Alexandria, St. Gregory of Nyssa). Paideia supposed Logos and Philokalia (Clement of
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /227/
Alexandria). St. Gregory of Nyssa uses the term «form» (μορφήν) often ("On the dispensation of the man"). The diverse (in respect of word groups, authors of ancient texts) is a group of καλο-. Καλο-καγαθέω (to be faithfool to noble activities, to lead a noble life), καλόν (moral, beautiful), the adjective καλός (in the meaning of beautiful, noble, nice) (Xenophon, Aristotle, Demosthenes, Aristophanes, Plato, Sophocles), καλον (morally beautiful). There is emphasized the importance of καλήν συνείδησιν ἔχειν (to have a clean conscience), a variant distinctive for New Testament s terminology: ὁ ποιμῂν ὁ κᾰλός (Good Shepherd). «Φιλοκαλία» (into the meaning of the "love to the beauty"), the derivatives of its occurred in Plutarch, Thucydides, Diodorus; φῐλοκἀγᾰθία (Plutarch, Moralia 241), (Arst. 11.407 φιλοκαλία τις καὶ διατριβή περὶ λόγους φιλοσοφία), negative connotations connected with filocalia(«μαλακίας» – become sybaritic, weak, coward) (Thuc. 2.40.1 φιλοκαλοῡμέν τε καί φιλοσοφουμεν άνευ μαλακίας). Plato develops the understanding of symmetry, proportionality for achievement of perfectly-good condition. "Philokalia" in ancient culture, as expression of a definite spiritual mood, the disposition of the man, is determined by spiritual and moral ideal of kalokagathia. "Philokalia" meant the property, the tendency of man to the beauty mainly(including philosophy). «Φιλοκαλία» is used in writings of Church Fathers, works on asceticism, lives of saints. As ancient authors, Church Fathers understand true beauty, as the proportionality of the soul (Basil the Great); the dynamic of spiritual life (St. Gregory of Nyssa). The author believes the next lingua – cultural comparison the key concepts of intellectual tradition of Antiquity and Christianity is important as the actual resource for Modernity.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /228/
“YOUR ‘FACE’ SAYS IT ALL..”: PHYSIOGNOMY, ETHOS AND THE INTERPLAY BETWEEN MASK AND INDENTITY IN NEW AND IN GRECO-ROMAN COMEDY
Papadopoulou Ioanna Assistant Professor of Classics Department of Greek Literature, Democritus University of Thrace iopapad@helit.duth.gr
One of the main features of the Menandrean ‘Comedy of Manners’ is the exploitation of the so-called ‘stock masks’, each used for every dramatic
persona/character of a play; it is a sort of a ‘practice’ employed also by Plautus and Terence in their ‘barbarian’ and ‘humanistic’ Roman Comedy respectively. In all probability, this, typical in New and Greco-Roman Comedy, use of ‘stock masks’ was based on (or derived from) the ‘research’ and the ‘study’ of ethos initiated by philosophers, as e.g. Theophrastus (Menander’s assumed teacher), was induced and tinctured by some already standard Aristophanean types, and then crystallized in New and re-invented in Greco-Roman Comedy. However, some examples found in Menander (e.g. Polemon in Perikeiromene) indicate that the identity of comic heroes was not defined or specified by their masks (prosopeia) and their costumes. Is it possible that -albeit the theatrical ‘game’ to the audience’s expectations and their confutation employed by the change of the ethos of a comic character (despite the stock mask used)- Comedy ‘jockeyed’ as a comment on Physiognomy, e.g. through the coloration by the epithets referring to a character? Could the ‘urban’ Comedy have constructed a sort of an independent character-system, through and despite the masks, and how far did it influence (or got influenced) by the ancient studies on Physiognomy? At the hand of New and Roman Comedy’s types, the examination of type-roles and the utility of their ‘character’, and based on the surviving works on Physiognomy and on Character (Aristotle, Theophrastus, Artemidorus, but also Polemon and Adamantius) four main questions/topics
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /229/
will be discussed: a) How old is truly the standardization of stock characters/mask in the comic genre?, b) Which were the comic parameters of the connection between identity-mask-ethos?, c) What did the convention and the paraprosdokian breach of ‘mask equals character’ (referring to the identity of a hero) serve?, and d) Was the ‘face’ of each role as suggestive of the identity of this specific role listed in a particular, comic, quasi ‘philosophical’ system, and which was its relevance to the (scenic) icon?
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /230/
THE LOGOGRAPHER AS A PHILOSOPHER: THE CASE OF ISOCRATES
Sermamoglou G. University of Athens, Program "Plato's Academy" gs2g@virginia.edu
Both in his speech Against the Sophists and in the Antidosis Isocrates repeatedly fashions himself as a philosopher, engaging in a practice he terms philosophia. This strikes an odd note when one takes into account that the kind of work in which he actually engages is that of speech-writing. Why should an art of speech be termed philosophy, and what might motivate Isocrates' unconventional understanding of the art of the logographer? In the first part of this paper I explore the identity of the logographer as it is constructed in these speeches, and account for Isocrates' appropriation of the term philosophia. In the second part, I compare his approach to Plato's competing understanding of rhetoric. My ultimate aim is to construct a full picture of the identity of the logographer, both in the eyes of the practitioner of the art himself and in those of his critic, and to explore possible overlap between them.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /231/
LITERATURE AND EARLY KOINE: THE BIRTH OF GREEK IDENTITY?
Tejada José Vela Universidad de Zaragoza, Spain jvela@unizar.es
It is commonly accepted that the birth of the koine dialektos resulted from a process of evolution starting in the high variety of the Attic dialect. However, in so far as that such dialect lacked own literary and cultured tradition, along the 5th century Attic language incorporates characteristics of the Ionian dialect that are hereby included within the cultured Attic variety. This process is explained by the fact that the Ionic dialect had prestige because it was the language of epic, elegy, iambic poetry, philosophy, historiography and medicine. Even the earliest Attic authors, such as Solon, wrote their poems in Ionic. Therefore, when early Attic literature emerges in Tragedy or in the Prose of Gorgias, Antiphon, the Old Oligarch and Thucydides, are faced with a new literary language (the latest variant after the Ionic, Lesbian, and Dorian) characterized by an Attic base improved with terms from the literary Ionic tradition. Hence, due to the prestige acquired by writers or intellectuals who cultivated Attic prose, this literary language turns into the High variety (H) of the Attic dialect and thereafter is eventually integrated as ‘standard’ in the Low variety (L) becoming a koiné diálektos. Nevertheless, to achieve a comprehensive overview of this successful process that reach the Medieval Greek after the Roman Period and the landmark of Atticismus, we consider this evolution and the creation of a new common language cannot be understood only from a sociolinguistic point of view. From the testimony of Herodotus (8.144.2), in which the fact of having a common language is included into τὸ Ἑλληνικόν, it is possible to follow a linguistic course in the frame of the development of a Greek identity. From the Persian Wars to the conquests of Alexander we can guess evidences of a
language policy in Greek sources in a Panhellenic line, which would explain this achievement.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /232/
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ (ΗΤΟΙ ΛΕΚΤΙΚΗΣ ΦΟΡΜΟΥΛΑΣ) ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΡΑΣΕΟΛΟΓΙΑ: ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ, ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ, ΔΟΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΘΕΜΑ)
Tresorukova Irina V. Professor, Moscow State Lomonosov University itresir@mail.ru
Η προτεινόμενη προσπάθεια προσέγγισης και περιγραφής των ΦΜ της ελληνικής γλώσσας και, πιο συγκεκριμένα, της περιγραφής και της ταξινόμησης των γλωσσικών τύπων στηρίζεται στη ρωσική θεωρία της φρασεολογίας και πιο συγκεκριμένα στις πρόσφατες μελέτες των Ρώσων επιστημόνων Baranov και Dobrovolsky [Baranov, Dobrovolsky 2008, 2013]. Γλωσσικοί τύποι (ήτοι λεκτικές φόρμουλες) (ΓΤ) με βάση τη θεωρία αυτή είναι οι ΦΜ που χρησιμοποιούνται σε διάφορες επικοινωνιακές περιστάσεις και συνήθως εκφράζουν κάποια αντίδραση ή διαφωνία του συνομιλητή στα λεγόμενα: «Πώς και έτσι;», «Ε και;», «Ταιριάζουνε και συμπεθεριάζουνε». Από την άποψη της σημασιολογίας οι τύποι αυτοί είναι δεικτικοί και έχουν μια συγκεκριμένη εκφραστική δύναμη ή προσδιορίζουν κάποιο εκφραστικό χαρακτηριστικό: έτσι, μπορούμε να ξεχωρίσουμε διάφορους τύπους των ΓΤ, όπως είναι τύποι – σχολιασμοί («Πού ακούστηκε αυτό;»), τύποι-ευχές, όρκοι («Φτου σου!» κ.α.), τύποι-παράγοντες συναισθηματικής φόρτισης («Έλα;» κ.α.), φόρμουλες απάντησης («Μερσί-Η μύτη σου τουρσί»), φόρμουλες ερώτησης («Τι μύγα τον τσίμπησε;»).
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /233/
“THIS IS SPARTA!”, OR WHY IS THEMOPYLAE SO IMPORTANT?
Tsakmakis Antonis University of Cyprus a.tsakmakis@ucy.ac.cy
This paper studies the narrative and linguistic techniques which suggest a definition of Spartan identity in Herodotus’ narrative of the battle of Thermopylae (7.201-233). A special focus is on the narrative implications of specific linguistic devices. Herodotus’ detailed account of the battle in Thermopylae is not proportional to the limited historical importance of the event. Nevertheless, the passage is important for the construction of Spartan identity, which in part is a key constituent of Greek identity. In the hundreds of pages of Herodotus till the middle of Book 7, Sparta is repeatedly acknowledged as one of the two principal cities of mainland Greece and a leading force in the Peloponnese, but its military superiority and the heroic performance of its men (standard elements of Spartan tradition and propaganda), are not foregrounded. Regarding the economy of Herodotus’ work, the excellence of the Spartans in Thermopylae, placed between Marathon and Salamis, creates a balance with Athens’ principal role in these events. Spartan excellence in Thermopylae is attributed to a distinct “Spartan” character which is delineated by various means ranging from explicit rhetorical strategies (authorial comments, labelling) and narrative techniques (focalization, proleptic and analeptic references, use of narrative patterns encoded in the macro- and micro structures of the story) to subtle linguistic choices. More specifically, the paper claims that the principal narrative and linguistic tools which support his appraisal of the “Spartan” in the passage are: 1) the labelling of the story’s core subject as (heroic) death; (2) references to death are principally included in anticipations of the outcome; (3) these are internally focalized through the Greek fighters who are expecting to die; moreover, the expected, anticipated death appears as a
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /234/
conscious choice; (4) the interplay of expectations and anticipations with the unexpected and the incomplete (partly due to withholded or retrospectively offered information). This is primarily associated with the use of specific linguistic forms, and especially with the pluperfect. These means support a definition of the “Spartan” which is further determined through significant oppositions and distinctions: Spartans vs. the other Greeks, Spartans as Greeks, Spartans as exceptional humans, Greeks vs. barbarians, Spartans before/in/after the war, Spartans in/outside Sparta, Spartans as individuals and as a collective etc.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /235/
THE NARRATOR’S IDENTITY: SPEECH ACTS AND DIFFERENTIATED DISCOURSE IN HOMER’S ODYSSEY
Zekas Christodoulos Open University of Cyprus chriszekas@gmail.com
One of the most celebrated features of Homer’s Odyssey is its metapoetic function, one that is conspicuous not only in the epic’s reflection on other songs drawn from the repertoire of oral poetry but also in the foregrounding of secondary narrators on various occasions within the story. Homeric criticism, in particular, has shown that the Odyssey employs explicit techniques in order to impel the audience’s attention to the distance between the main narration and other narratives. Yet the way in which the discourse within speeches is laid out by secondary narrators has not as yet been adequately addressed. The aim of this paper is to investigate new directions in the pragmatic aspect of character-text in the Odyssey in relation to the identity of the narrator. Drawing on recent studies on Homeric narratology and speech act theory, I examine Demodocus’ ‘Song of Ares and Aphrodite’ but also speech exchanges from Odysseus’ Apologoi, and argue that there are marked differences in the manner in which the character-text is handled by secondary narrators. These variations may not be restricted in the number and length of speeches or in particular features of oral formulaic technique included in the embedded narrations of the poem. Indeed, set against the background of a wider spectrum of speech formulation in Homer, I would suggest that the above passages diverge significantly vis-à-vis the pragmatic aspect of conversation from related speech exchanges in the main narrative. This idea seems to validate above all the fact that the Homeric narrator negotiates a separate narrative space in which other characters may dwell when assuming a poet-like role. Thus the poem underlines the boundaries between main and embedded accounts and privileges the authoritative
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /236/
position of the primary narrator, while foregrounding its own engagement with and self-awareness of the act of narration per se.
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /237/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /238/
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /239/
Η ιδέα για τις Εκδόσεις Σαΐτα ξεπήδησε τον Ιούλιο του 2012 με πρωταρχικό σκοπό τη δημιουργία ενός χώρου όπου τα έργα συγγραφέων θα συνομιλούν άμεσα, δωρεάν και ελεύθερα με το αναγνωστικό κοινό. Μακριά από το κέρδος, την εκμετάλλευση και την εμπορευματοποίηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι Εκδόσεις Σαΐτα επιδιώκουν να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις Εκδότη-Συγγραφέα-Αναγνώστη, καλλιεργώντας τον πραγματικό διάλογο, την αλληλεπίδραση και την ουσιαστική επικοινωνία του έργου με τον αναγνώστη δίχως προϋποθέσεις και περιορισμούς. Ο ισχυρός άνεμος της αγάπης για το βιβλίο, το γλυκό αεράκι της δημιουργικότητας, ο ζέφυρος της καινοτομίας, ο σιρόκος της φαντασίας, ο λεβάντες της επιμονής, ο γραίγος του οράματος, καθοδηγούν τη σαΐτα των Εκδόσεών μας. Σας καλούμε λοιπόν να αφήσετε τα βιβλία να πετάξουν ελεύθερα!
Ταυτότητες, Γλώσσα & Λογοτεχνία /240/
ISBN: 978-618-5147-50-1