Η ζωή και τα κεφαλαιώδους σημασίας αποφθέγματα του κυρίου Ybau
Σωτήρης Κανελλόπουλος μετέγραψε 2014
Πόνηµα διαχεόµενο µεταξύ του πραγµατικού και του φαντασιακού–φανταστικού
Ποιος είναι τι; Πότε και πόθεν υπάρχει; Ρέουσες και στατικές σκέψεις, ερωτήµατα και δια-προσωπικές απαντήσεις, όλα πε–µ–πλεγµένα γύρω από ένα σίγουρα –ή µήπως όχι και τόσο σίγουρα; – φανταστικό πρόσωπο· µια αν– υπαρκτη προσωπικότητα.
1
Τα αποφθέγµατα του κυρίου Ybau 1.Εισαγωγικά και άλλα· γιατί έτσι συνηθίζεται. Ήταν ένα απόγευµα του Μαΐου. Μπορεί να είχε µπει και Ιούνιος. Πού να θυµάται κανείς πια. Ένα είναι βέβαιο· ο δρόµος που τον είχε φέρει έως εκεί, ήταν γεµάτος αυτοκίνητα. Ο κύριος Υµπώ, δεν θα είχε φτάσει ποτέ µέχρι την πισίνα της παραλίας, αν δεν είχε δεχτεί τη θερµή πρόσκληση. Όχι ότι δεν τον ενδιέφεραν τα αθλητικά. Κάθε άλλο. Ακόµα και τώρα, που περπατούσε στην όγδοη δεκαετία της ζωής του-πώς περνούν τα άτιµα τα χρόνια, ε;- το ενδιαφέρον του για τα αθλητικά ήταν αδιάλειπτο. Από πολύ µικρός είχε εκδηλώσει το ενδιαφέρον του για τις αθλητικές δραστηριότητες. Ίσως γιατί σαν παιδί ήταν ιδιαίτερα µοναχικός και συνεσταλµένος· ήθελε όµως και την κοινωνική αναγνώριση. Καλά, αυτή την είχε µόνιµα στα όνειρά του. Ονειρευόταν τον εαυτό του πρωταθλητή, να ανεβαίνει επάνω στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου των νικητών και οι χιλιάδες των θεατών να τον επευφηµούν και να ζητωκραυγάζουν ρυθµικά το όνοµά του. Ι-µπώ, Ι-µπώ, και εκείνος πότε να ανοίγει το τεράστιο µπουκάλι της σαµπάνιας γιατί είχε νικήσει στην φόρµουλα ένα, τον Ντιµάτζιο και τον Πινιφαρίνα –δεν ήταν και σίγουρος για τα ονόµατα· βλέπεις δεν τον ενδιέφεραν ποτέ οι δεύτεροι– και πότε να σηκώνει ψηλά τον ασηµένιο δίσκο του νικητή του Ρολάνγκαρός, πού ήταν το µεγαλύτερο τουρνουά τένις εκείνης της εποχής. Ακόµα πιο φηµισµένο κι απ' το γουίβλεστον. Αλλά αυτά στα όνειρά του. Η πεζή του πραγµατικότητα, ήταν άλλη. Ο ίδιος, σαν ήταν µικρός ήθελε να γίνει ιστιοπλόος. Άγνωστο πώς του είχε έρθει αυτό. Ίσως ήταν σαν το άλλο· όταν τον πρωτορώτησαν τι οµάδα είναι, αυτός απάντησε Παναιγιάλειος. Και όταν µε έκπληξη τον ρώτησαν µα καλά, τι οµάδα είναι αυτή και, πού την ξέρει, εκείνος αρκέστηκε να τους απαντήσει µε µια ελαφρώς αιδήµονα σιωπή και κυρίως µε ένα τεράστιο αινιγµατικό χαµόγελο.
2
Δεν χρειαζόταν να πει λεπτοµέρειες. Το είχε καταλάβει από τότε, πριν συµπληρώσει καν το µισό της πρώτης δεκαετίας της ζωής του. Όσο πιο αινιγµατικός είσαι, τόσο περισσότερο ενδιαφέρονται για σένα! Αυτό άλλωστε ήταν και το πρώτο µεγάλο απόφθεγµα που είπε – από µέσα του εκείνη τη φορά– και το έγραψε µόλις έµαθε να γράφει. Ναι, από όσο θυµάται βίασε τον εαυτό του να µάθει να γράφει, για να καταγράψει αυτή την τόσο σηµαντική και πρωτότυπη σκέψη: Όσο πιο αινιγµατικός είσαι, τόσο περισσότερο ενδιαφέρονται για σένα. Από τότε είχε καταλάβει ότι µια ηµέρα όλοι θα αναφέρονται στο όνοµά του και θα αναπαράγουν τα λόγια του κουνώντας µε σηµασία το κεφάλι. Από τότε, που δεν ήξερε καν τι θα πει η λέξη αινιγµατικός! Τι να πει λοιπόν, ότι αποφάσισε να λέει ότι είναι Παναιγιάλειος γιατί είχε βρει στο δρόµο, κοντά στη γωνιά του σπιτιού του, ένα µικρό τσίγκινο σηµατάκι σε σχήµα θυραιού και οι πιο µεγάλοι του είπαν, γιατί αυτός δεν ήξερε ακόµα να διαβάζει ότι έγραφε Παναιγειάλιος; Το θυµάται πολύ καλά αυτό το µικρό τσίγκινο σήµα. Ήταν από τη µια µεριά βαµµένο µε µαύρες και λευκές κάθετες ρίγες· οριζόντια, πάνω σε µια λευκή φάσα, έγραφε µε κεφαλαία γράµµατα, ΠΑΝΑΙΓΙΑΛΕΙΟΣ ενώ, το επάνω µέρος του µικρού σήµατος, κατέληγε σε µια σχετικά λεπτή ακίδα, για να µπορεί ο ενδιαφερόµενος να τη λυγίζει και να συγκρατεί το σήµα στο ρούχο του. Τέτοια σήµατα υπήρχαν για όλες τις οµάδες της εποχής και τα αγόραζες, µέσα σε ένα φακελάκι από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Όταν λοιπόν οι µεγάλοι φίλοι του, µεγαλύτεροι από αυτόν δηλαδή, του είπαν το όνοµα της οµάδας που έγραφε στο τσιγκάκι που είχε βρει, κάπως πατηµένο και στραβωµένος ελαφρώς είναι η αλήθεια, εκείνος, εκείνη τη στιγµή αποφάσισε –ναι ήταν και παραµένει στη ζωή του αποφασιστικός τύπος– ότι θα είναι Παναιγιάλειος! Ιστιοπλόος όµως ήθελε να γίνει. Αυτό ονειρευόταν. Δεν είναι απολύτως σίγουρο το γιατί ιστιοπλόος. Ίσως γιατί τότε –εκείνη την εποχή που µόλις είχε πάει σχολείο– είχε αναδειχθεί ολυµπιονίκης ο διάδοχος και όλη η χώρα ήταν χαρούµενη. Δηλαδή δεν ήταν χαρούµενοι όλοι στη χώρα. Λέγανε, πως κάτι κουµουνιστές λέγανε, ότι δεν είχε βγει πρώτος, κι ότι ας µην ήταν
3
οι άλλοι δυο ο εσκιτζόγλου και ο ζαΐµης· τίποτα δεν θα έκανε. Κι ότι ας είναι καλά η µάνα του, η φρειδερίκα. Λέγανε... Μπορεί και να µη τα λέγανε αυτά µόνον οι κουµουνιστές δηλαδή. Να τα λέγανε κι άλλοι, αλλά τέλος πάντων όποιος και να το έλεγε, εκείνος από τότε ήθελε να γίνει ιστιοπλόος. Δηλαδή και πλούσιος ήθελε να γίνει, γιατί του είπανε οι άλλοι, τι λες ρε! Για να γίνεις τέτοιος –το τέτοιος δεν σήµαινε ακόµα τοιούτος, δηλαδή ντιγκιντάγκας, τέλος πάντων οµοφυλόφιλος· οµοφυλόφιλος. Μα τότε δεν υπήρχε καν αυτή η λέξη– για να γίνεις τέτοιος, δηλαδή ιστιοπλόος και να κερδίζεις τους αγώνες και να µιλάει όλη η χώρα για σένα και σε σε περιφέρουν σε ανοιχτό αυτοκίνητο στην παραλία και να έρχονται τα σχολεία να σε χειροκροτούν και να κλαίνε τα κορίτσια από τη χαρά τους που σε είδαν –καλά τότε δεν τον ένοιαζαν τα κορίτσια. ίσα ίσα δηλαδή που τα θεωρούσε και βλαµµένα. Μετά κατάλαβε την αξία τους– και να σου βάζουν δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι και να σταµατάνε το αυτοκίνητο στα µεγάλα σταυροδρόµια, κάπως όπως κάνουν µε τον επιτάφιο, και να βγάζουν λόγους οι δηµάρχοι για σένα, για να γίνονται όλα αυτά, πρέπει να είσαι πλούσιος! Τότε ήταν που αποφάσισε πως, όταν θα µεγαλώσει, θα γινόταν και πλούσιος! (συνεχίζεται) -------------Υbau έτσι γράφεται το όνοµά του· µε ι γκρεκ. Το κανονικό του ήταν Ιούλιος Μπαρούφας. Δεν του άρεσε όµως και από πολύ νωρίς ήθελε να το αλλάξει. Ήταν και τα κωλόπαιδα της γειτονιάς που του έκαναν καζούρα: όλο µπαρούφες λες ρε µπαρούφα, τι; Πολύ ήθελε; Η ιδέα του ήρθε όταν άρχισε να γράφει στα λευκώµατα τον κοριτσιών -ξέρεις, αυτά που τα κορίτσια έπαιρναν ένα χοντρό συνήθως κοτσωµένο, τετράδιο ζωγράφιζαν καρδούλες, και µέσα στα λευκά φύλλα έβαζαν ερωτήσεις του είδους: τι εστί έρως; Ποια η γνώµη σας για την κτήτωρα; και εσύ έπρεπε να απαντήσεις µε λόγια ροµαντικά ή γράφοντας ένα ποιηµατάκι, και να υπογράψεις µε ένα ψευδώνυµο. Τότε λοιπόν ο Υµπώ αποφάσισε να πάρει αυτό το όνοµα. Αρχικά σαν ψευδώνυµο για τα λευκώµατα. Μα εδώ που τα λέµε µε τι όνοµα να υπέγραφε; Μπαρούφας; Και επειδή, τότε στο Γυµνάσιο τα παιδιά κάνανε ακόµα γαλλικά µετά εισέβαλαν τα αγγλικά- σκέφτηκε να γράφει το ψευδώνυµο σαν γαλλικό όνοµα. Ήθελε όµως και να φαίνεται ότι είναι έλληνας. Ελλάδα ούµπερ άλες, ήταν το σύνθηµά του.
4
Έτσι έβαλε πρώτο το ι γκρέκ, το y δηλαδή, και µετά το µπα. Με το άλφα όµως για κατάληξη, φοβήθηκε, πάντα το φοβότανε αυτό, ότι θα τον περνάνε για κορίτσι. Άκου κορίτσι. ΑΥΤΟΣ αυτός κορίτσι; Αν είναι δυνατόν. Έτσι το έβαλε µετά από τ a, ένα u και να το Ybau. Εντάξει, δεν ήταν και σίγουρος για την ορθογραφία, ποτέ δεν τα πήγαινε καλά µαζί της, αλλά πάντως κατάφερε να µαθευτεί ότι θα πρέπει να τον αποκαλούν Υµπώ. Και έτσι άλλωστε έµεινε στην Ιστορία και έτσι τον γράφουν όλα τα µεγάλα λεξικά του κόσµου. Υµπώ! Με ι γκρεκ µπροστά!
5
2. Αθλητισµός Έτσι λοιπόν· του άρεσε ο αθλητισµός. Μην κοιτάς που τώρα, σε αυτή την ηλικία, έχει αρχίσει να µη θέλει να βλέπει καν στην τηλεόραση τις αθλητικές δραστηριότητες. Εδώ που τα λέµε, δεν φταίει µόνον αυτός. Φταίνε και όλοι σχεδόν όσοι εµπλέκονται µε τον χώρο του αθλητισµού. Τουλάχιστον αυτό πιστεύει ακράδαντα. Και δεν είναι παίξε γέλασε να λέει ο Υµπώ ότι πιστεύει κάτι ακράδαντα. Το εννοεί! Και είναι πεισµατάρης και εγωιστής. Πεισµατάρης και εγωιστής. Μοµφή είναι τώρα αυτό; Πάντως τότε που το είχε πρωτακούσει, –όχι ότι τόλµησαν να του το πουν κατάµουτρα άλλη φορά– δεν κατάφερε να το αξιολογήσει. Θυµάται πολύ καλά πότε ήταν. Και ποια ήταν εκείνη που του το είχε πει. Μαθήτριά του ήταν. Δηλαδή όχι ακριβώς µαθήτριά του. Ούτε κι αυτός ήταν ακριβώς καθηγητής! Ήταν τότε, που, νεαρός, πολύ νεαρός, για να τα βγάλει πέρα –ναι πέρασε µάλλον δύσκολα χρόνια, αν και δεν έχει παράπονο, ούτε τα θυµάται µε παράπονο, κι ας έβγαζε τότε τον νεανικό του θυµό, όπου έβρισκε– τότε που για να τα βγάλει πέρα οικονοµικά, έκανε µαθήµατα σε παιδιά. Σχεδόν όλα τα µαθήµατα. Για µαθηµατικά είχε ξεκινήσει και –δεν θα το ξεχάσει–, έφτασε να βοηθάει στη µετάφραση των αρχαίων και να εξηγεί τα συντακτικά και γραµµατικά φαινόµενα. Τότε λοιπόν, η Έφη, έτσι έλεγαν εκείνο το κορίτσι, λίγο µικρότερό του στην πραγµατικότητα, κάποια στιγµή, θυµωµένη µε την ξεροκεφαλιά του –ίσως, τώρα που το σκέπτεται και την αδιαφορία του για τα εκτός του µαθήµατος θέµατα· και όµως ήταν πολύ όµορφο κορίτσι– δεν άντεξε και του το είπε: Είσαι πεισµατάρης και εγωιστής. Και του έµεινε. Δηλαδή δεν του έµεινε σαν το άλλο, το παρατσούκλι ο τσίχλας, που του είχε κολλήσει ο συµµαθητής της αδελφής του ο Στέλιος; του έµεινε αυτός ο χαρακτηρισµός πεισµατάρης και εγωιστής, να το σκέπτεται ο ίδιος. Και για πολλά χρόνια µετά. Και µε πολλές αφορµές. Μάλλον εκείνη η έφη είχε κάνει διάνα. Φταίνε λοιπόν όσοι εµπλέκονται µε τον αθλητισµό, ιδίως από τότε που ο αθλητισµός έγινε επαγγελµατικός. Καθολικά
6
επαγγελµατικός. Βέβαια, µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο αθλητισµός είχε πάντα τους επαγγελµατίες του! Τότε, την εποχή του σιδηρού παραπετάσµατος, πριν ακόµα διαλυθούν τα κουµουνιστικά κράτη, –αλήθεια υπήρξαν ποτέ κουµουνιστικά κράτη; Αφού στον κουµµουνισµό, κοµµουνισµό πιο σωστά, και ακόµα πιο σωστά κοινωνισµό κατά τους πρώτους έλληνες οπαδούς αυτής της ιδεολογίας, τα έχει µάθει πια καλά αυτά, αφού στο κοµµουνιστικό καθεστώς δεν υπάρχει κράτος– οι αθλητές ακόµα και των πιο ερασιτεχνικών αθληµάτων, όπως εκείνων των αγωνισµάτων του στίβου, ουσιαστικά πληρωνόντουσαν από το κράτος για να κάνουν ό,τι έκαναν. Τώρα βέβαια, ούτε αυτά τα προσχήµατα κρατιούνται, εποµένως ποιος αθλητισµός; Περί θεάµατος πρόκειται. Και εποµένως, είναι λογικό όταν κάθεται και παρακολουθεί αγώνες στην τηλεόραση, να µην έχει στα µυαλό του το ευ αγωνίζεσθαι, αλλά εικόνες που πολλές φορές παραβγαίνουν και τα τρικ των ταχυδακτυλουργών! Δεν είναι όµως πια τόσο απόλυτος όπως ήταν πιο παλιά. Σε όλα τα θέµατα. Εντάξει, το πιστεύει ακράδαντα πως γι αυτήν την εξέλιξη φταίνε όλοι όσοι εµπλέκονται µε τον αθλητισµό, αλλά δεν σηµαίνει ότι ο ίδιος αρνείται κάθε σχέση µαζί του. Ίσα ίσα έχει πολλούς λόγους να παρακολουθεί και τα αθλητικά δρώµενα και εν γένει τεκταινόµενα. Άσε δηλαδή που έχει και πάρα πολλούς φίλους, ή έστω γνωστούς µε τους οποίους η γνωριµία τους κρατάει από την εποχή που κι εκείνος γυµναζότανε. Γιατί γυµναζόταν κι αυτός στα νιάτα του. Όχι δεν έγινε ιστιοπλόος όπως ονειρευότανε. Ποτέ δεν µπήκε έστω και δοκιµαστικά σε ένα από τα σκαφάκια µε το ιστίο. Ούτε και πλούσιος έγινε βέβαια, αλλά σε χώρους πλουσίων, έτυχε µια δυο φορές –κάποιες φορές τέλος πάντων– να πατήσει το πόδι του! Ή, έτσι τουλάχιστον νοµίζει· ότι έχει πάει σε χώρους πλουσίων. Τώρα αν τον ρωτήσεις αν έχει µπει ποτέ στο εκάλης κλαµπ, θα σου απαντήσει όχι. Όµως εκεί είναι χώρος πραγµατικά πλουσίων. Ή πάνε αυτοί που θέλουν να γίνουν πλούσιοι. Ναι χρειάζεται να κάνουν και µερικές αβαρίες για να πάνε εκεί, αλλά όλα έχουν τον κόστος τους. Και για να γίνεις πλούσιος, ή να µείνεις πλούσιος αν τύχει και γεννηθείς έτσι, θα πρέπει να κάνεις τις επενδύσεις σου. Η κοινωνία είναι γεµάτη µε ξεπεσµένους πλούσιους, που δεν έκαναν ή δεν µπόρεσαν να κάνουν τις σωστές επενδυτικές κινήσεις τον κατάλληλο χρόνο.
7
Και αυτό δικό του είναι. Υµπώ έφα! τονίζει στις παρέες οσάκις συµβαίνει να χρειάζεται να κάνει αυτή την επισήµανση! Δεν έγινε ιστιοπλόος, έγινε όµως κολυµβητής. Δηλαδή πολίστας ήθελε να γίνει· πάντα θαύµαζε τα σώµατα των παιδιών που ασχολιόντουσαν µε το πόλο και ήθελε να τους µοιάσει, όµως από την οικογένεια του το ξεκόψανε. Πολίστας δεν γίνεσαι µε τίποτα. Αν θέλεις, ορίστε, εκεί είναι το λιµανάκι που έχουν φτιάξει τις διαδροµές για να κολυµπούν τα παιδιά, αν σου αρέσει πήγαινε. Φυσικά στη θάλασσα. Πισίνες και τέτοια στην περιοχή του, την εποχή του, δεν υπήρχαν. Υπήρχε η µεγάλη πισίνα πίσω από τις στήλες του Ολυµπίου Διός, εκεί που γινόντουσαν οι αγώνες του κολυµβητικού πρωταθλήµατος, αλλά τίποτα άλλο. Εκείνο όµως το κολυµβητήριο ήταν καταπληκτικό. Το δείχνουν συχνά στις παλιές ταινίες του ελληνικού κινηµατογράφου. Εκεί τον εντυπωσίαζαν κυρίως οι βατήρες για τις καταδύσεις. Βέβαια και θυµάται τους πρωταθλητές αυτού του αγωνίσµατος. Τον ηθοποιό πρώτο και καλύτερο έχει πάντα στον µυαλό του.. Δηλαδή αυτόν που έγινε µετά ηθοποιός· ναι, στον Κώστα Πρέκα αναφέρεται. Τέλεια κορµιά. Πολύ θα ήθελε να τους µοιάσει! Δεν το τόλµησε όµως ποτέ. Είναι κι αυτή η υψοφοβία που τον βασανίζει ακόµα, η αιτία που ποτέ δεν ανέβηκε να τεντώσει το σώµα του, να απλώσει τα χέρια, να γεµίσει το στέρνο µε αέρα και µετά, µε µια ακροβατική κίνηση, να αφήσει το κορµί του να βυθιστεί µέσα στο νερό, χωρίς, αν είναι δυνατόν, να τιναχτεί ούτε µια πιτσιλιά! Κολυµπούσε για αρκετά χρόνια. Εκεί, στην κολύµβηση, έκανε και πολλές φιλίες. Δεν είχε πολλούς φίλους στο σχολείο. Τις περισσότερες ώρες του τις περνούσε στο χώρο που ονόµαζαν κολυµβητήριο. Κρύο ξεκρύο, έπεφτε µέσα στο νερό και κολυµπούσε. Η απόλυτη µοναξιά. Αυτός και το νερό· και οι φωνές του προπονητή, αλλά µέσα στο νερό, τις πιο πολλές φορές έκανε ότι δεν άκουγε. Μόνος. Αυτός, το νερό, κι εαυτός του. Και τα όνειρά του. Όσα µπορούσε να κάνει µε το κορµί βυθισµένο στην υδάτινη αγκαλιά! Όπως θα είναι τα σώµατα των αθλητών που θα συναντήσει σε λίγο, όταν φτάσει στον προορισµό του. Πλησιάζει· ή έτσι του φαίνεται…
8
3. Τα όνειρά του Τα όνειρά του! Είναι περίεργο. Το ξέρει κι εκείνος πως περισσότερο ζει µέσα στα όνειρά του, παρά στην πραγµατικότητα που τον περιβάλλει· και για την οποία, πολλές φορές είναι ο ίδιος υπεύθυνος. Δηλαδή πάντα είναι ο ίδιος υπεύθυνος. Δεν υπάρχει καµιά πραγµατικότητα αν δεν υπάρχει αυτός που την ορίζει, τονίζει κάθε φορά που φτάνει προς τα εκεί η ροή του λόγου. Του Υµπώ, εξυπακούεται. Βέβαια, δεν ξέρει κανείς τι επιπτώσεις έχει αυτό που βιώνει. Μπορεί να του κάνει και καλό όλο αυτό το φευγιό. Αυτή η σχεδόν συνεχής αποµάκρυνση από την πραγµατικότητα, και ταυτόχρονα, πράγµα περίεργο και µυστήριο πώς το καταφέρνει αυτό, η απόλυτα ρεαλιστική συµπεριφορά. Ναι, είναι αλήθεια. Οι γύρω του, και οι πιο σκληροί αντίπαλοί του – φυσικά έχει και από αυτούς. Ποιος δεν έχει; Όσο περισσότεροι οι αντίπαλοι τόσο πιο ισχυρός φαίνεσαι– πολλά µπορούν να του προσάψουν και να του καταµαρτυρήσουν. Πολλά· πάρα πολλά. Πολλά και ακραία ίσως, αλλά όχι ότι αυτός είναι ένας ονειροπαρµένος. Το αντίθετο. Έως και στυγνό ρεαλιστή είναι έτοιµοι να τον περιγράψουν οι αντίπαλοί του· οι εκ των χειροτέρων. Οι εχέφρονες –κι ας είναι πιο επικίνδυνοι αυτοί οι τελευταίοι– τον θεωρούν απλώς ορθολογιστή. –Αµάν ρε παιδί µου. Άφησε και τίποτα να πέσει κάτω, που τα περνάς όλα από την κρισάρα της λογικής επεξεργασίας. Τέτοια του λένε, και είναι αλήθεια. ‘Αλλο αν εκείνος, την ίδια στιγµή της προς τα έξω αναζήτησης των αιτιωδών σχέσεων και των λογικών συνεπειών, ταυτίζεται µε τους ήρωες των µύθων που τον περιβάλλουν και ζει καθισµένος στους χρυσοπποίκιλτους θώκους της απόλυτης κοινωνικής αναγνώρισης και αποδοχής. Ουάου φράση που σκέφτηκε ο µεγάλος, θα θαύµαζαν οι νεαροί που µε χοροπηδηχτό βήµα, έτσι όµως αρµόζει στα νιάτα, τον προσπέρασαν, κινούµενοι κι αυτοί προς την ίδια κατεύθυνση, µάλλον προς τον ίδιο προορισµό που πηγαίνει κι εκείνος, αν τύχαινε να αφουγκραστούν τη σκέψη του. Λέει "αν τύχαινε να την αφουγκραστούν" και δεν λέει "αν τύχαινε να την ακούσουν", γιατί καθώς ξέρει το ρήµα ακούω έχει άλλη έννοια έννοια στο µυαλό των νέων ανθρώπων. Όταν λένε την άκουσε ή την έχει ακούσει, είναι σίγουρο ότι δεν αναφέρονται στην λειτουργία της αίσθησης της ακοής. Η χρήση που κάνουν είναι σαφώς ειρωνική.
9
Μπορεί, από αυτήν την παράξενα διπλή ζωή του, να πηγάζει και η κάποτε αλαζονική συµπεριφορά του. Εγωιστική λέει ο ίδιος. Εγωιστική γιατί δεν καταδέχεται να του πουν ότι υποτίµησε, εκµεταλλεύτηκε, µείωσε, οποιονδήποτε άλλον. Είµαι πολύ εγωιστής για να δεχτώ να µου πουν ότι φέρθηκα απρεπώς· και ακόµα πιο εγωιστής για να δεχτώ από άλλους τέτοια συµπεριφορά σαν αποτέλεσµα της διάθεσής τους για κολακεία, όταν, είναι γνωστό αυτό, έχω την ευφυία να διακρίνω τον πραγµατικό θαυµασµό από τον κολακευτικό λόγο. Αλαζών ή εγωιστής; Να ένα άλλο δίληµµα στο οποίο πολύ συχνά καλεί ο ίδιος τον εαυτόν να απαντήσει, στα περιθώρια των ορθολογικών του προσεγγίσεων και των ονειρικών του αναζητήσεων. Ήταν στη διάρκεια αυτών των παράλληλων, ασύµπτωτων πιο σωστά, αναζητήσεων, που κατέληξε στο κλασικό του πια: καλύτερα όµορφος και πλούσιος, παρά φτωχός και άσχηµος. Φυσικά δια χειρός Υµπώ κατεγράφη κι αυτή η περισπούδαστος ρήσις. Ε, ρε πώς τα λέω ο µπαγάσας, αυτοθαυµάζεται, από µέσα του εννοείται, µε την αναγκαία και οφειλόµενη, προς εαυτόν, ταπεινοφροσύνη! Περιττό ίσως να σηµειωθεί ότι µέσα στις 8 αυτές λέξεις, έχει συµπυκνώσει τα εκατοµµύρια των ονείρων του, που από παιδί κάνει µε κλειστά, αλλά και ανοιχτά µάτια. Και όταν αυτή η διάσταση µεταξύ ονειρώδους και ορθολογισµού γίνεται εµφανής και σ' αυτόν, γιατί όπως και να το κάνουµε, "φευγάτος" υπό µια έννοια κι αυτό, είναι, ανόητος δεν είναι, τουλάχιστον πολύ, συνηθίζει ο ίδιος να συµπληρώνει, όταν λοιπόν συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται στη λάσπη και όχι στο στέρεο έδαφος, ότι είναι στον πάτο και όχι στον αφρό, ότι σέρνεται και δεν επευφηµείται, ότι είναι δεµένος χειροπόδαρα και δεν πετάει ελεύθερος, τότε; Τότε αντιδρά; Μήπως αντιδρά κατά το ανάλογο του ποιητή "και εσάλεψεν εντός µου ο ρυθµός του κόσµου"; Όχι, κατηγορηµατικά όχι. Κανένας αιφνιδιασµός καµιά απογοήτευση, κανένα παράπονο. Απλώς ανασηκώνει τους ώµους και λέει, η ειµαρµένη. Και τους πλούσιους τους κάνει φτωχούς και τους υγιείς την άλλη στιγµή τους µετατρέπει σε αρρώστους. Δηλαδή πόσο διαφορετικά είναι τα εκατοµµύρια των ανθρώπων που βλέπουν τις διακυµάνσεις της πραγµατικότητάς τους; Πώς ο χτεσινός ήσυχος οικογενειάρχης βρίσκεται αντιµέτωπος µε τη σηµερινή του απόλυτη ένδια; Πώς ο χτεσινός πρωταθλητής βγαίνει
10
λαβωµένος από τα στάδια επάνω σε φορείο; Πώς ο µεγάλος τενόρος καταδικάζεται σε αφωνία; Γιατί όχι και η ζωή στο όνειρο να µην εναλλάσσεται µε την αβάσταχτη ρουτίνα της ασηµαντότητας, και την αδιαφορία για τη κοινοτοπία; Κάποια στιγµή θα γράψω την Ιστορία, -ναι έτσι µε γιώτα κεφαλαίο Ιστορία-, από την πλευρά των απλών ανθρώπων, είχε πει· κατά βάθος την δική του ασηµαντότητα ήθελε να να αναδείξει, µε αυτό που έλεγε. Άλλωστε, δεν έγραψε ποτέ του κάτι, πολύ περισσότερο δεν έγραψε, αλλά ούτε και πρόκειται να γράψει Ιστορία. Ούτε κυριολεκτικά, σαν συγγραφέας, ούτε µεταφορικά ως αδιαφιλονίκητα ιστορικό πρόσωπο, του οποίου οι ενέργειες θα άλλαζαν την πορεία της ανθρωπότητας. Αχ, και πόσο το επιθυµούσε όµως κάτι τέτοιο. Ναι είναι αυτός ένας βασικός συντελεστής που θα άλλαζε τον ρουν της Ιστορίας! Γιατί, το ξαναείπε: Ζει στο όνειρο· και ζει το όνειρο. Δεν τρέφει όµως αυταπάτες. Μπορεί να ισχυρίζεται ότι ο καθένας είναι τόσο σηµαντικός όσο η Ιστορία που τον αγγίζει, διαφορετικά, αν δεν τον άγγιζε, µήτε η Ιστορία θα υπήρχε, ξέρει όµως ότι υπήρξαν υπάρχουν και θα υπάρχουν προσωπικότητες, που οι άλλοι άνθρωποι τις θαυµάζουν και θα τις θαυµάζουν για ό,τι ο καθένας έµαθε ή θεωρεί πως είναι άξιες θαυµασµού! Και αυτού αυτό είναι το µεγάλο του όνειρο: Να γίνει άξιος θαυµασµού! Και το πιο µεγάλο του όνειρο; Να είναι ο µόνος άξιος του τέτοιου θαυµασµού. Όχι απλώς άξιος θαυµασµού. Ο ΜΟΝΟΣ άξιος τέτοιου θαυµασµού. Σίγουρα αποδέχεται ότι µπορεί -και έτσι είναι- εκατοµµύρια ανθρώπων να είναι άξιοι θαυµασµού. Κι αυτός θαυµάζει αρκετούς. Στο δικό του το όνειρο, αυτό που κάνει και τη διαφορά, είναι µόνον δυο µικρές λεξούλες: µόνος, τέτοιου! Ο µόνος άξιος του τέτοιου θαυµασµού! Στο δικό του όνειρο, που ποιος µπορεί να αποδείξει ότι δεν είναι η µια και µοναδική πραγµατικότητα; Ή, λες, αυτό να ήταν µια από τις επιθυµίες του; Στο επόµενο κιόλας βήµα, µειδίασε παρακολουθώντας τις ίδιες του τις σκέψεις. –Πόσα και τι θα έλεγαν και ιδίως θα έκαναν όλοι οι ποταποί που µε περιβάλλουν, αν µπορούσαν να αφουγκραστούν ΚΑΙ αυτές τις σκέψεις µου. Δεν µε νοιάζει όµως. Άλλωστε είναι σίγουρο ότι το κάνουν κατά µόνας. Και σκάνε από τη ζήλια και το κακό τους.
11
4. οι επιθυµίες του Υµπώ Οι επιθυµίες του. Μια κουβέντα είναι κι αυτή. Ποιες επιθυµίες του; Ποιες από όλες τις επιθυµίες του. Εκείνες του φανταστικού, –τον λες και φαντασιακό– ή εκείνες του πραγµατικού κόσµου; Ίσως να σκεφτεί κάποιος αυθορµήτως. Αλλά µπορεί κανείς να ορίσει, ποιος από τους δυο κόσµους του είναι ο πραγµατικός και ποιος ο φανταστικός; Πολύ περισσότερο ποιος µπορεί να διακρίνει τα όρια ανάµεσα στους δυο κόσµους του; Γιατί όλοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, βιώνουν ή έστω ψυχανεµίζονται την ύπαρξη µέσα τους, αυτών των δυο –µόνον δύο; – κόσµων. Και σε αυτή την περίπτωση, που αναγνωρίζει την ύπαρξη των δύο κόσµων, άραγε µπορεί να ορίσει εύκολα τα όριά τους; Μόνον αν καταφέρει να ξεχωρίσει διακριτά, το µέρος που είναι πραγµατικότητα από το µέρος που είναι όνειρο. Για κάθε άνθρωπο, ισχύει αυτό. Και για τον Υµπώ βεβαίως. Αν και γι' αυτόν τα πρόβληµα ήταν µεγαλύτερο. Πιθανόν γιατί και ο ίδιος είχε επίγνωση της ιδιοσυστασίας του. Της ιδιαιτερότητάς του· των ειδικών συνθηκών που βιώνει. Της λόξας του, βρε αδελφέ. Είµαστε η λόξα µας, είχε πει εκείνη τη φορά που τον ρώτησαν ποιος είναι επιτέλους. Είµαστε η λόξα µας, και αυτή είναι ζυµωµένη µε τις επιθυµίες µας. Υµπώ φυσικά και αυτό και µάλιστα όλοι είχαν µείνει, να δεις µια παράξενη λέξη που το αρέσει να χρησιµοποιεί… ενεοί! Και κεχηνότες λέει καµιά φορά, αλλά αυτό το τελευταίο παρά είναι ελληνικούρα. Άντε να καταλάβει ο άλλος πως τους λέει ότι έχουν µείνει µε το στόµα ανοιχτό· άναυδοι... Οι επιθυµίες του λοιπόν. Φυσικά αυτές απορρέουν απευθείας από τα όνειρά του. Σε όλους δεν συµβαίνει αυτό; Όνειρα και επιθυµίες δεν είναι στη βάση τους ένα πράγµα; Εντάξει, οι επιθυµίες είναι, –µπορείς να το πεις κι έτσι– µια εξειδίκευση των ονείρων. Μια χρηστική κωδικοποίησή τους. Σίγουρα όµως, σκέφτεται τώρα καθώς τα βήµατά του τον οδηγούν προς το κολυµβητήριο, ότι δεν είναι και εύκολο να καταλογογραφήσει ο ίδιος τις επιθυµίες του. Τουλάχιστον ο Υµπώ, δεν θεωρεί πως µπορεί να κάνει κάτι τέτοιο εύκολα. Πάντα θα υπάρχουν και νέες, αταξινόµητες επιθυµίες που θα
12
έρχονται να διαγκωνιστούν µε τις προηγούµενες· τις παραδοσιακές. Αν και, σκέφτεται τώρα καθώς προχωράει στο γεµάτο κυρίως µε παρκαρισµένα αυτοκίνητα πεζοδρόµιο, έχει νόηµα να αναφέρεται σε παραδοσιακές επιθυµίες; Τι θα πει παραδοσιακές επιθυµίες; Αν οι επιθυµίες παραµείνουν για πολύ καιρό απραγµατοποίητες πιθανόν να δραπετεύσουν µόνες τους από τον κατάλογο, όσο καλά και να τους έχει φερθεί. Αν µείνουν καιρό θα αυτοµολήσουν. Ή µπορεί να αυτο-διαγραφούν. Ή να ξεχαστούν. Ή, πράγµα τρις χειρότερο ίσως, να γίνουν απωθηµένα. Αν πάλι, πραγµατοποιηθούν, τότε δεν θα είναι πια επιθυµίες. Μάλλον στις αναµνήσεις του µέλλοντος θα πρέπει να ενταχθούν. Όπως και να έχει, πάλι έξω από τον κατάλογο θα βγουν. Πάντως, τώρα που προσπαθεί να το αναλύσει σκέφτεται πως, κι αν δεν µπορεί να τις καταλογοποιήσει, µπορεί να τις κατηγοριοποιήσει. Αυτό ναι. Μοιάζει να είναι πιο εύκολο. Μοιάζει· είναι όµως; Νέο πεδίο προβληµατισµού. Ας το πιάσει από την αρχή. Μπορείς να κατηγοριοποιήσει τα όνειρα; Δύσκολο. Πώς να κατηγοριοποιήσει λοιπόν τις επιθυµίες; Και εν πάση περιπτώσει, αν επιµείνει σε κάτι τέτοιο, τότε αναµφίβολα χρειάζεται να επιλέξει ένα ταξινοµητικό εργαλείο κατηγοριοποίησης. Ίσως, αν ψάξει στο διαδίκτυο να εντοπίσει κάτι σχετικό. Όλο και κάπου, επάνω στον πλανήτη γη, κάποιος, ένας άλλος Υµπώ – είναι δυνατόν να υπάρχει και άλλος Υµπώ; Είναι δυνατόν να αµφισβητηθεί έστω και έτσι έµµεσα, η µοναδικότητα και η λάµψη του; Έλα απ' αυτό στη θέση σου, µε τις βέβηλες σκέψεις που κάνεις σήµερα– τέλος πάντων, κάποιος µε ανάλογες ανησυχίες µπορεί να είχε την υποµονή και το –κατά πάσα πιθατότητα λειψό για άλλα θέµατα– ενδιαφέρον και να κάθισε να τις καταγράψει και έτσι να µπορέσει ο Υµπώ να επιλέξει από αυτόν τον έτοιµο κατάλογο, όσες τον αντιπροσωπεύουν· µε όλες τις δυσκολίες που παρουσιάζει ένα τέτοιο εγχείρηµα και οι οποίες δυσκολίες ΔΕΝ είναι τεχνικές· θέµατα αρχής είναι που εγείρουν τις δυσκολίες. Πώς όµως να τις ταξινόµησε αυτός ο κάποιος που ζει ή έζησε επάνω στον πλανήτη και είχε την ίδια ανησυχία µε αυτήν που τώρα διατυπώνει ο Υµπώ; Τάχα αλφαβητικά; Ίσως µε βάση τη συνήθη ένταση της εµφάνισής τους; Να το έκανε µε κριτήριο την πιθανότητα ικανοποίησής τους, σε σχέση µε τον
13
βαθµό δυσκολίας που παρουσιάζουν για να γίνει κάτι τέτοιο; Πώς; Με το excel του προτείνει το σκαµπρόζικο πνεύµα του. Και σίγουρα µε τη γλώσσα έξω, αν το µπορούσε· το πνεύµα αν µπορούσε να βγάζει γλώσσα. Δεν µπορεί να µη χαµογελάσει µε αυτές τις σκέψεις. Το χιούµορ και ο αυτοσαρκασµός, ανήκουν στα θεµελιώδη χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Είναι περισσότερο από βέβαιο πως, αν δεν ήταν τα τόσα σε αριθµό και σηµαντικά στην ουσία τους αποφθέγµατά του, που τον έκαναν διάσηµο, είναι σίγουρο ότι ο Υµπώ θα είχε γίνει διάσηµος για τη µεγαλειώδη αίσθηση του χιούµορ του και την ανυπέρβλητη διάθεση αυτοσαρκασµού του. Μα φυσικά οι επιθυµίες του είναι από το ίδιο υλικό µε τα όνειρά του. Και µε τα ίδια χούγια πλασµένες. Πατάνε σε δυο –τουλάχιστον– βάρκες. Σε εκείνες που είναι λογικές και ενδεχοµένως πραγµατοποιήσιµες και στις υπερβατικές, εκείνες οι οποίες ταξιδεύουν µε τα όνειρά του στους φανταστικούς κόσµους που πλάθει µε κάθε αφορµή. Πόσα "που" σε κάθε φράση. Άλλος ένας πουπουστής, όπως θα έλεγε και εκείνος ο παλιός δηµοσιογράφος. Έχει και κάποιο αλµυρό υπονοούµενο αυτή η λέξη; Τα βήµατα της διαδροµής µειώνουν την απόσταση από τον προορισµό. Καιρός να τελειώνει µε τις επιθυµίες του. Άλλωστε το ξέρει, στην πραγµατικότητα οι επιθυµίες είναι ατελείωτες και κυριολεκτικά απερίγραπτες. Είµαστε οι επιθυµίες µας, είχε πει µια άλλη φορά µε µια άλλη αφορµή ο κύριος Υµπώ. Ποιος ξέρει βέβαια πώς το εννοούσε. Δεν τα ερµήνευε πάντα όλα. Άφηνε, εντελώς συνειδητά, και γνωρίζοντας το τι θα συµβεί, πολλά να τα ερµηνεύσουν αυτοί που θα τα συναντήσουν. Ήξερε, ξέρει, ότι έτσι κι αλλιώς όχι µόνον θα τα ερµηνεύσουν κατά το δοκούν, αλλά και θα τα παραποιήσουν και θα τα παραφράσουν κατά το συµφέρον της χρήσης που θέλουν να τους κάνουν. Έτσι δεν γίνεται συνήθως; Πάντως, µάλλον θα ήθελε να πει, ότι όπως και οι επιθυµίες µας, έτσι κι εµείς, όλοι εµείς είµαστε απερίγραπτοι. Αλλά αυτό είναι µια ερµηνεία. Και για κάθε θέµα υπάρχουν τόσες ερµηνείες όσες και οι απόψεις των ανθρώπων οι οποίοι θα τύχει να συναντηθούν µε το θέµα. Φυσικά και αυτό Υµπώ έφα!!!
14
5. Οι απόψεις του Υµπώ Οι απόψεις του; Οι απόψεις του κυρίου Υµπώ επί ποίου θέµατος όµως; Διότι είναι γνωστόν τοις πάσι και δεν θέλει πολλές εξηγήσεις· ο Υµπώ έχει άποψη, πιθανώς και απόψεις για κάθε θέµα. Επί παντός του επιστητού. Όχι, αυτό το τελευταίο πρόλαβε και το είπε άλλος· δεν το είπε πρώτος ο Υµπώ. Θα µπορούσε όµως να το είχε πει και αυτό. Άποψη και απόψεις ενίοτε, είχε έχει και θα έχει, για κάθε τι το οποίο δυνατόν να πέφτει στον δρόµο του. Για όλα. Και διατυπώνει τις απόψεις του µε παρρησία σε κάθε αφορµή. Να, τώρα καλή ώρα, καθώς προχωράει για την πισίνα. Τα δυο κορίτσια που πέρασαν δίπλα του, του έφεραν στο µυαλό εικόνες από το µακρινό του παρελθόν. Τότε που ο ίδιος αγόρι σχεδόν αµούστακο, το γκρίζο ίχνος στο πάνω χείλος, δεν τον έκανε και µουστακαλή δα, γύριζε στους δρόµους της περιοχής µε την παρέα του και το πείραγµα έτοιµο στο στόµα: κορίτσια πειράχτε µε. Πέφτω εύκολα. Δεν θυµάται βέβαια να έπεσε ποτέ. Οι κακές γλώσσες λένε επειδή καµιά δεν τον πείραξε. Εκείνος όµως προσπαθούσε· για πολλά χρόνια, λένε οι εχθροί του! Ε λοιπόν τα κορίτσια και το ντύσιµό τους, εκεί κυρίως εστίασε: στο ντύσιµο και την εικόνα τους, –όχι το βλέµµα, σ' αυτή την ηλικία το βλέµµα, εκτός από κουρασµένο είναι και χορτασµένο– και στον τρόπο που αντιµετωπίζεται από τον κοινωνικό περίγυρο. Κάθε ηλικία έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, τα οποία όµως στη βάση τους, διαχρονικά, δεν αλλάζουν. Παραµένουν ίδια. Σκέφτηκε για άλλη µια φορά. Φυσικά δικό του και αυτό. Υµπώ το υπογράφει… Το ξέρει ότι αυτή του η άποψη ξενίζει, όταν δεν φέρνει και θυµό, όπως σχεδόν όλες του οι απόψεις· άδικα αυτοχαρακτηρίζεται αιρετικός; Αφού έχει επίγνωση της εικόνας που δίνει- όµως την πιστεύει ακράδαντα. –Μα εµείς όταν ήµασταν µικροί δεν βγάζαµε τον κώλο µας έξω, ακούει από συνοµήλικες φίλες του κυρίως. –Και το ότι φορούσατε πάντα ζώνη στην ποδιά για να µπορείτε να τη διπλώνετε τρεις τέσσερις δίπλες στη µέση και να σηκώνεται ο ποδόγυρος ψηλά στο ύψος των µηρών, τι ήτανε άραγε για τις αντιλήψεις εκείνης της εποχής, ανταπαντά. –Αλλά αυτές βγάζουν τον πισινό τους έξω, η οργισµένη αντίδραση της άλλης πλευράς
15
–Και η δική σας εικόνα στα µάτια όλων εκείνων που είχαν συνηθίσει το γυµνό µέχρι τη µέση της γάµπας, πώς να τους φαινόταν άραγε; Ξεχάσατε τις αντιδράσεις των γονιών σας; Για να µην πω και του µεγάλου σας αδελφού; η, µε το γνωστό του χαµόγελο και την καταδεκτική συγκατάβαση, ανταπάντησή του. Εξυπακούεται ότι οι απόψεις του δεν εξαντλούνται στο χάσµα των γενεών. Και για τα πολιτικά έχει άποψη –κυρίως γι' αυτά– και την οικονοµία, και τη θρησκεία, την οικολογία, τα ζητήµατα σχέσεων, την εκπαίδευση, την Παιδεία· µα και βέβαια είναι άλλο η εκπαίδευση, η οποία για τον Υµπώ, αναφέρεται στις διαδικασίες τυπικές και άτυπες, και άλλο η Παιδεία, η οποία απεικονίζει τα ανά πάσα στιγµή –όλα είναι µεταβλητά, άρα και η εικόνα της Παιδείας ενός εκάστου, µέσα στο γενικότερο πλέγµα τού συνόλου– αποτελέσµατα της εκπαίδευσης, η οποία είναι αδιάλειπτη υπεισερχόµενη και επηρεάζοντας τα πάντα: τα µετά τα φυσικά, την Ιστορία, τις επιστήµες… Μπορεί να µιλάει ακατάπαυστα –ναι, το ξέρει ότι το έχει αυτό το κουσούρι της πολυλογίας, αλλά δεν ξέρει αν θέλει να το περιορίσει κιόλας– για σχεδόν κάθε θέµα. Μπορεί όµως και να ακούει αµίλητος –χωρίς να διακόπτει τον συνοµιλητή του– τις απόψεις του άλλου για οποιοδήποτε, θέµα. Όλα τον ενδιαφέρουν. Και τα πιο ευτελή. Η άποψή του ότι τίποτα δεν είναι άχρηστο, µοιάζει να είναι θεολογικής προέλευσης –ουδεµία σχέση µε το συγκεκριµένο θεµατικό πεδίο· απλώς είναι και αυτό στον ευρύτερο χώρο, των πάντων που παρακολουθεί– αλλά δεν είναι. Αντανακλά τη βαθύτατη πεποίθησή του, πως τα πάντα έχουν µια και την αυτή αφετηρία! Σχεδόν από την αρχή έχει αντιληφθεί τη θέση που θα την αλλάξει µόνον αν κάποιος, µε αδιάσειστα στοιχεία, του αποδείξει ότι είναι λάθος. Και αυτή δεν είναι άλλη από το ότι: Στην πραγµατικότητα δεν υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Διαφορετική γνώση της πραγµατικότητας και των γεγονότων που συνιστούν την πραγµατικότητα υπάρχει. Αν θέλεις να αλλάξεις την άποψη κάποιου –ή νοµίζεις ότι χρειάζεται να διορθώσεις τη δική σου– προσπάθησε να του γνωρίσεις –ή εσύ να γνωρίσεις– όλα τα στοιχεία που συµπλέκονται για να δοµήσουν την πραγµατικότητα για την οποία διαµορφώνεται η άποψη. ΟΛΑ, το τονίζει. Όχι τα θεωρούµενα ως σηµαντικά. Γιατί οι µηχανισµοί κατηγοριοποίησης των δεδοµένων σε σηµαντικά και λιγότερο σηµαντικά, ή κάποιες φορές και
16
παράβλεψής τους, είναι οι ίδιοι κατασκευάσµατα προσανατολισµένων, και άρα επιδεχοµένων µεταβολής απόψεων. Μα ναι, φυσικά και το ξέρει ότι ο τρόπος που διατυπώνει τις σκέψεις του, δεν είναι πάντα εύκολος ώστε να παρακολουθήσει ο συνοµιλητής του τους συλλογισµούς που κάνει, αλλά πώς να τα πει διαφορετικά, αφού ακόµα και το πιο απλό στοιχείο που υπεισέρχεται στα δεδοµένα της πραγµατικότητας την οποία αναλύει, ο ίδιος γνωρίζει ότι βρίσκεται σε πολλαπλές και σύµπλοκες σχέσεις, πολύ συχνά και άρρηκτες, µε πολλά άλλα, στοιχεία εντελώς αφανή για τον "αµύητο". Με απλά λόγια, δεν µπορείς να εξηγείς, χωρίς να γνωρίζει ο συνοµιλητής σου πλήρως, τον τρόπο σκέψης σου. Αν επιµένεις, να εξηγείς χωρίς να το παίρνεις αυτό υπόψη σου, τότε πρέπει και να αποδεχτείς ότι ο συνοµιλητής σου θα κάνει τους δικούς του συλλογισµούς, οι οποίοι µόνον κατά τύχη θα συναντούν τους δικούς σου. Και φυσικά οι απόψεις σας µόνον σε γενικό πλαίσιο µπορεί να "είναι ίδιες". Πόσες φορές άλλωστε, άνθρωποι που βρίσκονται στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο, δεν "ανακαλύπτουν" ότι έχουν πολύ περισσότερες διαφορές µεταξύ τους, από όσες µε ανθρώπους που κινούνται σε "αντίπαλο" ιδεολογικό στρατόπεδο. Θα µπορούσε να µιλάει για ώρες για τα θέµατα αυτά, χωρίς να είναι καθόλου περίεργο, για την περίπτωσή του βέβαια. Όµως όταν εµπλέκεται σε τέτοιες συζητήσεις, αν δεν παρασυρθεί από το οξύθυµο του χαρακτήρα του ώστε να ανεβάσει τους τόνους και να προβάλλει τον εγωισµό του, φροντίζει να σταµατά και να δείχνει ότι µπορεί να µην πείστηκε, δεν έχει όµως και διάθεση να πείσει τους άλλους. Γιατί το έχει αυτό –και δεν ξέρει αν είναι έλλειψη αυτοπεποίθησης, ή αν αντίθετα πρόκειται για ανέβασµα σε ένα υψηλότερο επίπεδο αυτογνωσίας– δεν θέλει να πείσει κανέναν για το "δίκιο" του, χωρίς ο άλλος να γνωρίζει τα ίδια δεδοµένα. Έτσι µετά τους πρώτους αναγνωριστικούς διαξιφισµούς, προτιµά να µένει στη γωνιά του και να σιωπά, εφόσον βεβαίως έχει περιγράψει σε αδρές γραµµές τις απόψεις του! Και όταν συµβαίνει αυτό, όταν αποχωρεί από το πεδίο της υψηλής αντιπαράθεσης, είναι σίγουρος, και µέχρι τώρα αυτό έχει συµβεί, πως ίσως σε χρόνο µέλλοντα, σίγουρα όµως δεδοµένο θα έρθει η
17
στιγµή που θα αναγνωριστεί η άποψή του ως ορθή και θα µνηµονευθεί το όνοµά του και η "αλήθεια" του. Οι κερκίδες είναι ήδη γεµάτες. Οι φωνές παιδιών και γονιών δονήσεις στο αέρα. Πότε αλήθεια σταµατά µια δόνηση; Από πλευράς ενεργειακής, εννοείται. Αν η ενέργεια είναι αναλλοίωτη, τότε η απάντηση στο ερώτηµα, δεν µπορεί παρά να είναι µια: ποτέ. Εποµένως, δεν θα µπορούσε στο µέλλον, στο πολύ βαθύ µέλλον, να εφευρεθεί ένας δέκτης που θα "συλλάβει" αυτές τις δονήσεις; Και αν ναι, αν µπορεί να εφευρεθεί µια τέτοια µηχανή, τότε αυτή δεν θα µπορεί να κινηθεί µέχρι τις απαρχές της ιστορίας αλλά και µέχρι το τέλος τού µέλλοντος; Γιατί όχι; Το αινιγµατικό χαµόγελο που σχηµατίστηκε στα χείλη του, δέχτηκε πολλές ερµηνείες από όσες και όσους το πρόσεξαν. Εκείνος απλώς ανταπέδωσε τον χαιρετισµό προς τα οικεία χέρια τα οποία υψώθηκαν για να τον καλωσορίσουν και να δηλώσουν συνάµα την ακριβή θέση της παρουσίας τους.
18
6. Η ζωή του Υµπώ. Ψήγµατα που αντιπροσωπεύουν το όλον! Ανέβηκε επιτέλους τα σκαλοπάτια που οδηγούν προς τις κερκίδες. Χαµογέλασε και ανταπέδωσε τον χαιρετισµό στα τεντωµένα χέρια που πήγαιναν πέρα δώθε, δίνοντας το στίγµα της παρέας που τον περίµενε. Με τόσο κόσµο ήδη µαζεµένο στις εξέδρες, δύσκολο να ακούσει τις φωνές που το φώναζαν εδώ εδώ. Τα µεγάφωνα ήδη ανακοίνωναν το αγωνιστικό πρόγραµµα της ηµέρας. Φωνές, χειροκροτήµατα, γλυκιά αναµονή, για τους συγκεντρωµένους. Κάτω, στον χώρο της πισίνας, ήδη είχαν βγει οι αθλητές της πρώτης διαδροµής του πρώτου αγωνίσµατος. Άρχισε να ανεβαίνει την κλίµακα της εξέδρας, αποφεύγοντας τη διαδροµή µε τα σκαλοπάτια. Πόσες φορές δεν είχε ανέβει τέτοια σκαλιά. Όχι αυτά βέβαια. Τέτοια, σαν κι αυτά. Τότε που έκανε ακόµα προπόνηση και οι προπονητές του τους έβαζαν να ανεβαίνουν µέχρι το επάνω µέρος µε αλµατάκια· "λαγουδάκια" θα κάνετε, φώναζε ο προπονητής και όποιος δεν εκτελούσε καλά είχε ως ποινή διπλασιασµό των ασκήσεων. Έφηβος κολυµβητής και µετά εξέχον µέλος στην αντρική οµάδα του σωµατείου της περιοχής του. Πώς περάσανε τα χρόνια. Πόσες εικόνες, πόσες αναµνήσεις. Η Μαρία. Η Μαρία παντού και πάντα, µέσα σε όλα αυτά. Σίγουρα δεν θα ήταν σήµερα τώρα εδώ, ανάµεσα στους άλλους. Ήταν όµως τότε. Τον περίµενε. Στεκόταν στη γωνιά και παραµόνευε να τον δει να κάνει τις ασκήσεις τους. Πρώτα έξω από το νερό και µετά εκείνες τις ατελείωτες διαδροµές µέσα στο νερό. Η Μαρία, αν µπορούσε θα ήταν και σήµερα εδώ. Ποιος να την ειδοποιήσει όµως, αφού οι περισσότεροι αγνοούν και την ύπαρξή της. Φταίει κι αυτός γι αυτό βέβαια. Ποτέ δεν µίλησε σε κανέναν για εκείνη. Λες και δεν υπήρξε ποτέ. Λες και δεν όρισε τη µετέπειτα πορεία του. Και µέχρι σήµερα. Και στο µέλλον. Όσο κρατήσει αυτό. Δυο χρόνια µικρότερή του, εκείνο το κορίτσι των δέκα επτά χρόνων, τόσο ήταν όταν τη γνώρισε δεκαεπτάχρονη, σηµάδεψε τη ζωή του όλη.
19
Μαλλί σγουρό ξανθό, µακρύ µέχρι τους ώµους, µάτια τεράστια γκριζογάλαζα, κορµί ελαφίσιο, βάδισµα ανάλαφρο, σαν να χόρευε ή να πετούσε. Τι του είχε βρει εκείνου; Πάντα αναρωτιόταν και το ίδιο συνεχίζει να κάνει και σήµερα. Εντάξει, ένας κολυµβητής ήταν, κάπως καλός για την εποχή και την ηλικία του, αλλά πέραν αυτών, ουδέν. Σωµατικά καχεκτικός, ποτέ δεν µπόρεσε να αποκτήσει το σώµα που θαύµαζε σε άλλους αθλητές και κυρίως στους πολίστες και στα παιδιά των καταδύσεων, πεισµατάρης όµως και αυτό τον έκανε να ξεχωρίζει και να κερδίζει στους αγώνες. Πεισµατάρης και αγωνιστής. Και έτσι έµεινε σε όλη του τη ζωή, εξόν -πού ξέθαψε πάλι τούτη τη λέξη· άκου εξόν- από τα τελευταία χρόνια που του έµεινε µόνον το πείσµα. Πιο πολύ ίδιον της ηλικίας του και λιγότερο ως δηµιουργικό στοιχείο της προσωπικότητάς του, όπως υπήρξε παλιά. Ήταν και η κοινωνική διαφορά που τους χώριζε. Κόρη, µοναχοκόρη µεγαλοκατασκευαστή της περιοχής εκείνη, παιδί ταπεινών λαϊκών ανθρώπων αυτός, που µάλιστα, όταν έχασε τους γονείς του, σε εκείνο το τραγικό ναυάγιο, έµεινε κυριολεκτικά δίχως στον ήλιο µοίρα. Ελάχιστα τα χρήµατα, έκανε όποια δουλειά προλάβαινε και του προέκυπτε, για να µπορέσει να τα βγάλει πέρα, αφού κάτι µακρινοί συγγενείς του γύρισαν την πλάτη, µπας και τους γίνει φόρτωµα. Έτσι έπρεπε να εργαστεί για να επιβιώσει πώς αλλιώς θα µπορούσε να σπουδάσει; Βέβαια, ήταν φορές που είπε ευτυχώς που σπουδάζω για να µπορώ να εργάζοµαι και να µην υποχρεωθώ να πάω άµεσα στο στρατό! Στρατός θα σήµανε πλήρης ένδια. Όχι ότι δεν την αντιµετώπισε κάποια στιγµή και αυτή. Το αντίθετο! Την αντιµετώπισε και την έζησε. Και τις µικρές και µεγάλες προσβολές ανέχτηκε και τόσα άλλα. Πώς λοιπόν του έτυχε η Μαρία και κυρίως τι ήταν αυτό που την κρατούσε κοντά του. Πάντα θα αναρωτιέται! Δεν τη ρώτησε ποτέ, αν και πολλές φορές, η ερώτηση έφτασε στην άκρη των χειλιών του. Ίσως σταµατούσε γιατί έπαιρνε την απάντηση που γύρευε, µέσα από τα µάτια που τον κοίταζαν µε όλα τα συναισθήµατα στολισµένα. Σταµατούσε γιατί µε το άγγιγµα των ακροδακτύλων περνούσαν όλα τα µηνύµατα χωρίς να χρειάζεται να τα µεταφέρει ο ήχος. Σταµατούσε γιατί, παρόλα αυτά, φοβόταν µήπως και ακούσει απορριπτική απάντηση.
20
Μα τόση ανασφάλεια πια; Τέτοια έλλειψη αυτοπεποίθησης; Τόσο µικρή αυτοεκτίµηση; Τούτη την τελευταία λέξη, την αυτοεκτίµηση, την έµαθε πολύ µετά. Όταν πλέον η Μαρία είχε ήδη φύγει. Για την ακρίβεια, δεν έφυγε, εκείνος την έδιωξε. Ω όχι, δεν της είπε ποτέ φύγε. Εδώ δεν τολµούσε να της πει να µείνει, θα τολµούσε να τη διώξει; Όχι, όχι, ποτέ δεν της είπε το φύγε. Την έδιωξε όµως. Την έδιωξε προσπαθώντας να της πάρει περισσότερα, ενώ την ίδια στιγµή της αποδείκνυε ότι ήταν λίγη για εκείνον! Ποια; Η Μαρία λίγη για εκείνον! Εδώ γελάνε και οι κατσαρόλες που λένε, όµως, ναι το κατάφερε αυτό. Κατάφερε να µηδενίσει το ηθικό της, να της µειώσει πλήρως την αυτοεκτίµηση, να την κάνει να νιώσει εκείνη υποδεέστερη δίπλα του. Κατάφερε να την κάνει να σέρνεται περίλυπη δίπλα του, και να αποχωρεί από την ζωή του, γιατί δεν του άξιζε. Δεν θέλει να θυµάται πώς και πότε έγιναν αυτά. Δεν θέλει να θυµάται τη συγκεκριµένη περίοδο δηλαδή. Γιατί όλα αυτά τα θυµάται µέχρι κεραίας και πάντα. Δεν φεύγουν από το µυαλό του. Μένουν εκεί, καρφωµένα, για άγνωστο λόγο, όµως να τα θυµάται, να τα ανασκαλεύει, να τα ερµηνεύει να τα ταξινοµεί, να τα αναδιατάσσει, να τα χρησιµοποιεί ως πρώτη και µοναδική ύλη ονείρων και ονειροπολήσεων, ταξιδιών σε παράλληλους κόσµους και χτίσιµο σχέσεων στα µέτρα των ονείρων και της πραγµατικότητας που κάθε φορά, κάθε στιγµή, βιώνει ή και χτίζει. Ανάλογα µε την αιτία που τον παρακινεί. Τελικά έµεινε µόνος. Δεν έφτιαξε οικογένεια, δεν αφήνει απογόνους. Φυσικούς απογόνους όπως συνηθίζουν να κάνουν τα κοινωνικά όντα. Βέβαια έκανε πολλές σχέσεις. Και µεταξύ τους παράλληλες -το δοκίµασε κι αυτό· ήθελε να ξέρει για να µπορεί να φαντάζεται. Έζησε και µεγάλους έρωτες. Υπέροχες στιγµές, ερωτικών συνευρέσεων απόλυτης ηδονής· σωµατικής και διανοητικής. Πάντα µε τη Μαρία δίπλα του! Τώρα που το σκέπτεται, κι άλλες φορές το έχει σκεφτεί βέβαια, αλλά το λέει τώρα µε αυτή την αφορµή, αλήθεια πώς επέτρεψε στον εαυτό του να συνδεθεί µε µια γυναίκα µε τόσο κοινό όνοµα. Μαρία!
21
Γιατί δεν αναζήτησε µια Ιώ, µια Ηλέκτρα, µια Ινώ, µια Ελισάβετ, µια Βικτωρία, µια µε ένα όνοµα ονειρικό, κάτι σαν Ροδάνθη, Εβελίνα, Ματθίλδη, Φαίδρα, Φιλαρέτη, 'Αλκηστη Πώς γοητεύτηκε, –ίσως και να επέλεξε να συµβεί κάτι τέτοιο– από µια Μαρία; Ίσως γιατί ενδόµυχα φοβόταν πως µια γυναίκα, έστω και κοριτσόπουλο που ήταν όταν τη γνώρισε, µε τα χαρακτηριστικά και την προσωπικότητα της Μαρίας του, αν είχε και όνοµα ανάλογο της οµορφιάς και της ευφυΐας , θα ήταν κάτι άπιαστο γι αυτόν ακόµα και στα όνειρά του; Φοβήθηκε να µην απογοητευτεί ακόµα και στα όνειρά του; Δύο σκαλοπάτια ακόµα, και έτοιµος να αρχίσει τις χαιρετούρες και τις απαραίτητες διαχύσεις µε τα οικεία πρόσωπα, όταν το βλέµµα του σκοντάφτει στον γηραιό κύριο της επάνω σειράς! Μα αυτός δεν είναι ο Μάκης; Ο συνάδελφος σε εκείνο το λογιστήριο που δούλεψα ένα φεγγάρι και που αναγκάστηκα να φύγω, όταν συνειδητοποίησα ότι δεν υπήρχε δυνατότητα επικοινωνίας; Αυτός δεν ήταν ο µαλάκας που µε έκανε ρεζίλι δηµοσιεύοντας, τάχα µου ο λογοτέχνης, µια όλους διόλου απίθανη ιστορία, -η οποία µε φωτογράφιζε όµως τόσο καλά, που όχι µόνον δεν µπορώ να την ξεχάσω, αλλά την έµαθα κι απέξω: Βέβαια αυτός είναι· έγραφε τότε ο βλάκας σε εκείνο το ανόητο φληνάφηµά του: Η εµφάνισή του στην αίθουσα συνοδεύτηκε από µια µικρή αναταραχή. Σχετικά ψηλός, ευθυτενής, µε πλούσια γκρίζα µαλλιά και υπογένειο που τόνιζε τη διανουµενιζέ εµφάνισή του. Πού τη θυµήθηκε αυτή τη λέξη. Πάνε σαράντα και βάλε χρόνια από τότε που την είχε ακούσει. Χαµογέλασε αυτάρεσκα. Πήρε τη θέση του πίσω από την έδρα, και περίµενε λίγο να τακτοποιηθούν οι µαθητές και οι µαθήτριες στις θέσεις τους. Καληµέρισε την τάξη και µε την άνεση της πολυετούς άσκησης του εκπαιδευτικού λειτουργήµατος, κατηύθυνε το βλέµµα του σε κάθε ένα ξεχωριστά µαθητή και µαθήτρια, και στο σύνολο ταυτόχρονα. Δεν είχε προγραµµατισθεί να µπει αυτός για µάθηµα, αλλά άδραξε την ευκαιρία, µια και η συνάδελφος είχε µπλεχτεί µε τις αίθουσες. Πρώτα µαθήµατα, οι καθηγητές δεν είναι όλοι στις θέσεις τους, µαθήµατα ουσιαστικά δεν γίνονται, οπότε λογικό είναι οι µαθητές
22
να µην έρχονται προετοιµασµένοι στο σχολείο. Ακόµα πιο πολύ, να µην έχουν καν µαζί τους βιβλία και τετράδια. Ωραία, σκέφτηκε. Από αυτό θα ξεκινήσω. Λοιπόν παιδιά είπε, όλοι µε ξέρετε. Το βλέµµα του κινήθηκε πάλι στην τάξη. Χωρίς να αφήσει να φανεί η έκπληξή του, είδε ότι µερικά από τα «παιδιά», δεν ήταν ακριβώς παιδιά. Μάλλον είχαν δικά τους παιδιά. Ανασήκωσε τους ώµους και χαµογέλασε νοερά. Άρχισε να µιλά και να αναλύει. Η φωνή του χρωµατισµένη, κινήσεις των χεριών και του σώµατος µε νεύρο χωρίς νευρικότητα Θα τους µιλούσε για το διάβασµα. Η ιδέα του απλή. Διαβάζουµε όχι τόσο για να περάσουν στον εγκέφαλό µας οι πληροφορίες (τα data) και να αποθηκευτούν, όσο για να αντιληφθεί ο εγκέφαλος την ουσία της πληροφορίας, να τη συσχετίσει µε άλλες, να την αξιολογήσει, να την ταξινοµήσει. Αυτή καθ’ εαυτή η πληροφορία είναι µάλλον αδιάφορη. Πόσοι θυµούνται την ακριβή ηµεροµηνία της µάχης του Μαραθώνα. Άσε που δεν είναι και ακριβώς γνωστή, µια και υπάρχει ένα πρόβληµα µε τα ηµερολόγια. Η ηµεροµηνία όµως αυτή και η αποµνηµόνευσή της, δίνει τη δυνατότητα στον εγκέφαλο να κάνει όλα όσα προαναφέρθηκαν και συνεπώς να ασκηθεί. Η δεύτερη βάση πάνω στην οποία στήριξε την κουβέντα του, εξίσου απλή Η γνώση είναι ενιαία και αδιαίρετη. Η χηµεία και τα θρησκευτικά, η ιστορία και η λογιστική, η τεχνολογία και η αισθητική είναι τµήµατα της ολότητας του πολιτισµού. Τµήµατα σύλληψης του ανθρώπινου νου. Λόγοι οικονοµίας της εκπαίδευσης και τεχνικής της διδασκαλίας επιβάλλουν να διδάσκονται σαν ανεξάρτητα µαθήµατα. Θα υπήρχε άραγε καπιταλισµός, αν δεν είχε επικρατήσει ο προτεσταντισµός; Οι µαθητές κατάπληκτοι. Οι µαθήτριες δεν ήξεραν αν θα έπρεπε να χειροκροτήσουν, να τον ερωτευθούν περισσότερο, ή να τον συγκρίνουν µε το µπαµπά τους... Το τσαλακωµένο χαρτάκι τον χτύπησε στην πλάτη. Ρε Ιούλιε, σφύριξε ο συνάδελφος από το διπλανό γραφείο, ο µεγάλος έχει καρφώσει τα µάτια του επάνω σου,ρε. Σύνελθε ρε µαλάκα. Πού ταξιδεύεις; Στο λογιστήριο είσαι .....
23
Και το δηµοσίευσε στο περιοδικό της εταιρίας. Και έκανε τον
Υµπώ ρεζίλι γιατί φρόντισε να διαδώσει ποιος ήταν ο ήρωάς του! Δεν φταίει όµως αυτός. Δικό µου το λάθος που του είχα εκµυστηρευτεί το όνειρό µου. Έτσι είναι αυτά, πάντα σε πληγώνουν µε τα όπλα που τους δίνεις. Αποφάσισε να µην του µιλήσει. Τι να πει άλλωστε; Η ζωή του, συνεχιζόταν και χωρίς αυτόν. Στη ζωή του, από τότε που γεννήθηκε, είχε δει πολλούς πάρα πολλούς τέτοιους! Ας τον αγνοούσε. Έφτασε στον προορισµό του και επιτέλους χάθηκε στις αγκαλιές των προσφιλών του προσώπων…
24
7. Η γέννηση του Υµπώ (κεφάλαιο τελευταίο) Έφτασε πλέον και η ώρα να γίνει γνωστή η καθ’ όλου ιστορία του Υµπώ. Δεν νοείται να είναι τόσα πράγµατα γνωστά γι αυτόν, και όχι τα θεωρούµενα από τους πολλούς, ως βασικά. Ιδού λοιπόν! Ο κύριος Υµπώ, γεννήθηκε απ' ευθείας στην όγδοη δεκαετία της ζωής του. Ναι, βέβαια, το ξέρει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πολύ συνηθισµένο. Δεν µιλάµε όµως, έτσι κι αλλιώς, για κάτι συνηθισµένο! Γεννήθηκε αβίαστα. Με λίγο κόπο και ελάχιστο πόνο· όσο πόνο αισθάνονται τα δάχτυλα που χαϊδεύουν, τα υπάκουα, εκτός από ένα δυο, πλήκτρα µιας συσκευής που το τωρινό της όνοµα είναι µακ. Γεννήθηκε µε ελάχιστη προσπάθεια, ίσως γιατί υπήρξε µια κρυφή κυοφορία µερικών εβδοµάδων. Το πιθανότερο είναι πως αν έβγαινε άµα τη συλλήψει θα είχε και άλλο όνοµα. Ίσως και άλλη προσωπικότητα. Όλες οι προσωπικότητες διαφέρουν µεταξύ τους. Ακόµα κι όταν πολλές από τις συµπεριφορές τους, µοιάζουν να είναι ολόιδιες. Και τι δεν συνέβη αυτές τις εβδοµάδες της κρυφής κυοφορίας. Στην πραγµατικότητα, κι αν θέλει να είναι αντικειµενικός, –που το θέλει· πάντα ήθελε και θέλει να είναι αντικειµενικός· ακόµα και µε τον εαυτό του. Κυρίως µ' αυτόν δηλαδή– ουδέν το συγκλονιστικό συνέβη... Ή, συνέβησαν τόσα πολλά και συγκλονιστικά, όσα συµβαίνουν ανά πάσα στιγµή και σε οποιονδήποτε τόπο. Πάντως συνέβησαν πολλά. Θα µπορούσαν πάντως να είχαν συµβεί και περισσότερα. Άλλοι είχαν τάξει περισσότερα, άλλοι φοβόντουσαν περισσότερα, άλλοι δεν είχαν ιδέα για τα περισσότερα από αυτά που συνέβησαν. Και άλλοι ούτε έχουν ιδέα! Χαµπάρι δεν έχουν πάρει. Μυρουδιά. Ενδέχεται δε να νοµίζουν ,και είναι πολύ ισχυρό αυτό το ενδεχόµενο, ότι συνέβησαν άλλα από εκείνα τα οποία στην πραγµατικότητα συνέβησαν! Και το πιο ενδιαφέρον, οι περισσότεροι ανήκουν σε αυτήν την τελευταία κατηγορία. Τι να πεις; Τίποτα να µην πεις [αµάν πια αυτές οι δυο αρνήσεις, που λέγονται σαν µια άρνηση, ενώ είναι γνωστό ότι δυο αρνήσεις κάνουν µια κατάφαση]· τα έχει πει όλα ο Υµπώ! Ή θα µπορούσε να τα έχει πει όλα Αυτός!
25
Ή υπήρχε πάντα η πιθανότητα να τα έχει πει ή να µην τα έχει πει, πρωτοτυπώντας ή συναντώντας –πάντως όχι αντιγράφοντας ή µιµούµενος, απλώς συναντήθηκε µε ήδη υπάρξαντα µεγάλα, όπως αυτός, – άλλα πνεύµατα. Ο Υµπώ, όχι ως Υµπώ αλλά ως εν σπέρµατι ύπαρξις, συνελήφθη εν µέσω προεκλογικής περιόδου. Χωρίς να είναι αυτό, αυτή καθ' εαυτήν η αιτία της γέννησής του. Ξέρεις, καθώς η ανία των επαναλήψεων και των επικών φράσεων περισσεύει, το µυαλό και το σώµα αναζητά την ηδονή της δηµιουργίας ως απάντηση των εξωτερικών αρρυθµιών. Έτσι δεν γίνεται η σύλληψη –για να ακολουθήσει µετά από περίπου σαράντα εβδοµάδες η γέννηση– χιλιάδων παιδιών, τις νύχτες που οι τηλεοράσεις αυτογελιοποιούνται ως µέσα ειδήσεων και πληροφόρησης, ή όταν -τι κακό κι αυτό· όλο σχεδόν το γένος των ανθρώπων έχει στηρίξει τη διαβίωσή του στην κίνηση των ελαχίστων σωµατιδίων που λέγονται ηλεκτρόνια- υπάρχει πολύωρη διακοπή του ηλεκτρικού ρεύµατος; Πάντως, όχι, δεν ήταν ακριβώς αυτή η αιτία της γέννησής του. Ούτε καν η απλή αναζήτηση της ηδονής· της χύδην αναφερόµενης ηδονής. Μπορεί να υπάρξει τέτοιος επιθετικός προσδιορισµός για την ηδονή; χύδην; Μπορεί να είναι χυδαία η ηδονή; Μόνον στα πλαίσια της διαµορφωµένης ηθικής µιας κοινωνίας, χωρούν οι επιθετικοί προσδιορισµοί· και µάλιστα για τόσο θεµελιώδεις έννοιες όπως η ηδονή. Άλλες εποχές, άλλοι τόποι, άλλες κοινωνίες, άλλοι οι επιθετικοί προσδιορισµοί για τις πράξεις τις παραλείψεις, τις απαγορεύσεις και τις προτροπές. Τα καλά και τα κακά, τα ηθικά και τα χυδαία, υπάρχουν γιατί υπάρχουν κανόνες· και όχι το αντίθετο, είχε πει µια µέρα ο Υµπώ όταν τον κάλεσαν να µιλήσει για τις ηθικές εκπτώσεις και τις απαξίες της σύγχρονης κοινωνίας. Φυσικά, αυτό που είπε εκείνη την ηµέρα, οι άλλοι το αντιλήφθηκαν πολύ µετά. Έτσι ήταν η µοίρα του και το ήξερε: Η δικαίωσή του θα ακολουθούσε. Οι σύγχρονοί του, ήταν πολύ πίσω για να συναντηθούν µαζί του συντονιζόµενοι µε τη σκέψη του. Κι ας το επιθυµούσε αυτός διακαώς να συµβεί αυτό. Ο Υµπώ γεννήθηκε στην όγδοη δεκαετία της ζωής του Απευθείας. Δεν χρειάστηκε να ακολουθήσει τις περίπλοκες διαδροµές της ζωής που ακολουθούν οι συνηθισµένοι άνθρωποι, µαζεύοντας κάθε φορά ψήγµατα της σοφίας που τους χαρακτηρίζει, ευχόµενοι ή αποδεχόµενοι την ευχή "νάναι µακρύς ο δρόµος τους".
26
Γεννήθηκε σαν έτοιµος από καιρό –µάλλον κατακλέβει τον ποιητή τώρα και αυτό δεν του αρέσει καθόλου· έχει µια πραγµατική απέχθεια στο να επαναλαµβάνει φράσεις κλισέ, άλλων. Πολύ περισσότερο που αυτός έχει συνηθίσει να τον αντιγράφουν. Φυσικά και το παραδέχεται ενδοµύχως µιλώντας, ότι όλο αυτό είναι ένας τεράστιος εγωισµός. Είναι πολύ εγωιστής όµως για να επιτρέψει να φανεί κάτι τέτοιο. Τώρα που το καλοεξετάζει το πράγµα, ο γεννήτοράς του τού µήνυσε ότι, την ηµέρα της γέννησής του, το ηµερολόγιο έδειχνε τριακοστή πρώτη Μαΐου ενώ το ρολόι σηµείωνε ακριβώς ώρα ένδεκα και δέκα έξι πρώτα λεπτά. Ναι, πριν από το µεσηµέρι. Αλλιώς θα έλεγε είκοσι τρεις και δέκα έξι πρώτα λεπτά. Ντοκουµενταρισµένα αυτά. Και µε αδιάσειστες αποδείξεις, όχι εικασίες και εικοτολογίες. Ένα πρόχειρο ψάξιµο οδηγεί ότι ο Υµπώ γεννήθηκε στο ζώδιο των διδύµων και µάλιστα µε ωροσκόπο στον λέοντα παρακαλώ. Μα φυσικά, έτσι εξηγούνται όλα. ‘Ετσι εξηγούνται όλα όσα γράφτηκαν στις άσπρες οθόνες και όλα όσα µεταφέρθηκαν –δυνητικά έστω· πάει να πει ότι κι αν δεν µεταφέρθηκαν µπορεί να µεταφερθούν– πάνω στο χαρτί που είχε την τιµή να δεχτεί µερικά από τα τόσα πολλά και σηµαντικά που είπε ο κύριος Υµπώ, και τα ακόµα περισσότερα που έζησε µέχρι το τέλος του! Έτσι εξηγούνται όλα λοιπόν. Αστρολογικώς και επί τη βάσει των χαρακτηριστικών των απορρεόντων από τον ωροσκόπο του. Και, άδηλον το τέλος όλων βεβαίως, αλλά όχι και του κυρίου Υµπώ. Αυτός, το είχε συµφωνήσει και όπως πάντα, ήθελε και θέλει να τιµήσει την συµφωνία του, πιστός στους λόγους και τις αρχές του, δέχτηκε να αφήσει το τέλος του να το ορίσει ο γεννήτοράς του. Άλλωστε το ήξερε: Η γέννησή του ήταν το τέλος του. Πέθανε την ίδια στιγµή που γεννήθηκε! Όλα όσα γράφτηκαν και γράφονται και θα γραφτούν είναι τα, κατά κάποιον τρόπο, αποµνηµονεύµατά του! Ο Υµπώ γεννήθηκε και πέθανε κάτω από την επίδραση του ίδιου ζωδιακού αστερισµού. Όχι, δεν ασχολήθηκε να µάθει ποια ήταν η θέση της Σελήνης, ποια της Αφροδίτης, ποια του Δία, ποια θέση είχαν οι άλλοι πλανήτες την ηµέρα που γεννήθηκε. Ούτε αν έχει καµιά σηµασία το ζώδιο της ηµέρας του θανάτου! Δεν τον ένοιαζε κιόλας να τα µάθει όλα αυτά.
27
Τι να τα κάνει; Ας τα έψαχναν στο µέλλον οι βιογράφοι του και οι ιστορικοί τού µέλλοντος, όταν εκστασιασµένοι από την ανακάλυψή του, θα προσπαθούσαν να ερµηνεύσουν τα φαινόµενα που δηµιούργησε, αλλά κυρίως τις επιρροές που είχε στην διανόηση. Δηµιουργήθηκε, γεννήθηκε και έζησες ως ένας Τιτάνας του πνεύµατος! Και της ζωής εν γένει. Εκείνο που δεν κατάλαβε ποτέ, είναι το αν υπήρξε. Πάντα είχε αυτή την αµφιβολία, που αποτελεί και το θεµελιώδες ερώτηµα το οποίο κληροδότησε στην ανθρωπότητα: Υπάρχουµε οι άνθρωποι ως αυτόνοµες οντότητες ή είµαστε απειροστά στο σώµα ένας άλλου οργανισµού, ο οποίος για να υπάρξει χρειάζεται τη δική µας ύπαρξη, όπως ο ανθρώπινος οργανισµός υπάρχει επειδή µέσα του υπάρχουν και τον συντηρούν εκατοµµύρια εκατοµµυρίων άλλοι µικροοργανισµοί;
28
Το παρόν συνετάχθη κατ’ εντολήν του ήρωος Υµπώ στο διάστηµα από 31 Μαΐου ε.ε. έως και τη 10η Ιουνίου ε.ε, Ήτοι του 2014 Για τη σύνταξη και τη γραφή, –είχα κι άλλες δουλειές να κάνω ο άνθρωπος, γι αυτό καθυστέρησα– σ.χ.κ.
ε.ε. = ενεστώτος έτους
29