ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΡΓΑΣΙΑ “ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΒ∆ΟΜΑ∆ΑΣ”
Mαθήτριες: Ν. ΣΙΑΧΟΥΛΗ, Χ. ΣΤΡΑΤΑΚΗ, Α. ΤΣΟΥΚΑΛΑ, Λ. ΠΑΛΑΤΣΙΓΚΙΝΑ, Μ. ΦΛΥΤΖΑΝΗ
ΤΟΜΕΑΣ : ΤΕΧΝΕΣ 7η ΤΕΧΝΗ : ΣΙΝΕΜΑ
Η ΣΚΟΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Η
επιλογή από τη µεριά µας του θέµατος της εργασίας, δηλαδή του
“σηµαντικότερου γεγονότος της εβδοµάδας”, θα ήταν
οπωσδήποτε
από τους
τοµείς των τεχνών , του πολιτισµού , του περιβάλλοντος , της τεχνολογίας , της υγείας και όχι αστυνοµικά , πολιτικά , πολεµικά , που µας θλίβουν και προκαλούν την αποστροφή µας. Θέλαµε κάτι που µας κάνει καλύτερους , που έχει κάτι να δώσει να θυµίσει σε µας και τους συµµαθητές µας και είναι αντίθετο απ’ τα ροζ και γκρίζα δελτία ειδήσεων. “Η Σκόνη του χρόνου” που πέφτει πάνω σε όλα µικρά και µεγάλα έκανε πρεµιέρα 10 Φεβρουαρίου στο µέγαρο µουσικής και τα Village Cinemas at the Mall. Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος Πρωταγωνιστούν: Γουιλεµ Νταφόε, Μπρούνο Γκαντζ, Μισέλ Πικολί, Ιρέν Ζακόµπ, Κριστιάν Πολ, Ρένη Πιττακή, Κώστας Αποστολίδης, Αλέξανδρος Μυλωνάς Κατηγορία: Ιστορική ∆ιάρκεια: 125' Επίσηµος Τίτλος: DUST OF TIME Βαθµολογία: ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ∆ΡΑΜΑ Η ΥΠΟΘΕΣΗ: Η νέα ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου είναι µια ιστορία χωρίς σύνορα, ένας απολογισµός του περασµένου αιώνα, µέσα από έναν έρωτα που προκαλεί το χρόνο. O (Γουίλεµ Νταφόε), Αµερικανός σκηνοθέτης ελληνικής καταγωγής, γυρίζει µια ταινία πάνω στην ιστορία τη δική του και των γονιών του. Κεντρικό πρόσωπο, η Ελένη (Ιρέν Ζακόµπ), ανάµεσα στον Γιάκοµπ (Μπρούνο Γκανζ) και τον Σπύρο (Μισέλ Πικολί) διεκδικείται και διεκδικεί το απόλυτο της αγάπης. Το ταξίδι της κινείται παράλληλα µε την Ιστορία και µπλέκεται στα γεγονότα των τελευταίων πενήντα χρόνων, που σηµάδεψαν τον 20ο αιώνα. Εξελίσσεται στην Ιταλία, την Γερµανία, την Ρωσία, το Καζακστάν, τον Καναδά και τις Η.Π.Α., σηµεία κοµβικά στις εξελίξεις του πρόσφατου παγκόσµιου πολιτικοκοινωνικού σκηνικού. Τα πρόσωπα της ταινίας κινούνται σαν σε όνειρο, η σκόνη του χρόνου µπερδεύει τις µνήµες. Ο Α τις αναζητά και τις ζει στο παρόν.
Ο αναγνωρίσιµος Αγγελόπουλος είναι παρών: Η Ιστορία (µε το Ι κεφαλαίο) κάνει τις διαδροµές της. Ο θάνατος του Στάλιν το 1953, το Γουότεργκεΐτ το 1974, οι τροµοκρατικές επιθέσεις στην αυγή του 21ου αιώνα, ζυγιάζονται, ως χρόνος ενιαίος, στις ζωές των ηρώων. Κι από κοντά, οι ίδιοι, επάλληλοι κύκλοι θεµάτων: η απώλεια, η µελαγχολία, το τέλος της ουτοπίας, η εξορία, η ανάπηρη ελευθερία. Όλα είναι γνώριµα στην αρχή: η µουσική (της Ελένης Καραΐνδρου), οι φράσεις («τίποτα ποτέ δεν τελειώνει»), η ατµόσφαιρα των προσώπων. Στη συνέχεια, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος µας καλεί να τον επανανακαλύψουµε. Σε αυτήν την ταινία, δεν είναι ο απόλυτος κυρίαρχος και ενορχηστρωτής. Οι ήρωες λες και αυτενεργούν, ανεξαρτητοποιούνται για το δικό τους ταξίδι. Αυτό είναι και καλό και κακό. Ίσως είναι η πρώτη ταινία, µετά το «Ταξίδι στα Κύθηρα», όπου το γενικευτικό: «ανθρώπινο τοπίο» µπορεί να αντικατασταθεί από το πιο συγκεκριµένο: «άνθρωπος». Οι πρωταγωνιστές είναι τέσσερις. Μια γυναίκα, δύο άντρες και ο νεαρός σκηνοθέτης - γιος. Ταινία µέσα στην ταινία, αισθήµατα και αισθήσεις που διασχίζουν έναν αιώνα. Ένας έρωτας που διαρκεί όσο και η προδοσία. ΟΤΑΝ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΓΙΝΕΤΑΙ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ Κάνοντας έναν πολύ προσωπικό κινηµατογράφο, ο βραβευµένος µε χρυσό φοίνικα Θόδωρος Αγγελόπουλος, που προσεκτικά ενσωµάτωσε τον ήρωα του στο φυσικό περιβάλλον αναδεικνύοντας τη σηµασία της ιστορικής πορείας µέσα από τις αλλεπάλληλες πολιτικοκοινωνικές επαναστάσεις, µε τη «Σκόνη του χρόνου» επαναπροσδιορίζει την οπτική του. Η αγαπηµένη του θεµατική παραµένει ως σταθερή βάση, ενσωµατώνει όµως νέες αναζητήσεις, περισσότερο ανθρώπινες και οικουµενικές. Έτσι, από την «πρόταση Μπρεχτ», επιστρέφει στον «Αριστοτέλη» και τον ορισµό της τραγωδίας, ιδωµένο µέσα από ένα σηµερινό και µοντέρνο πρίσµα. Με πρωτοφανή τρυφερότητα και µια ιδιαίτερη ανθρώπινη µατιά, καταγράφει την απόλυτη ιστορία αγάπης που δεν επιτρέπει στον χρόνο να αφήσει στα συναισθήµατα των ηρώων, σηµάδια φθοράς. Οι ήρωες του, οντότητες µε υπόσταση πέρα από τη φυσική ιστορία, αφήνουν τα συναισθήµατα τους να κατευθύνουν τη δράση τους ενώ µέσα από πλάνα κοντινά είναι έτοιµοι να εκθέσουν και να εκτεθούν! Οι χαρακτήρες εκφράζουν ανοιχτά τις ανασφάλειες, τα πάθη και τους φόβους κάτω από το πέπλο της ουτοπίας, κάτω από το λεπτό πέπλο της σκόνης του χρόνου.
Η «Σκόνη του χρόνου» δεν θα µπορούσε να απέχει πολύ από την προσφιλή θεµατική του δηµιουργού, αποτελεί όµως µια ανάπτυξη της πρώτης αρχικής αφορµής. Το περιβάλλον που τους περικλείει γνώριµο, οι «φυσικοί πρωταγωνιστές": Το χιόνι, η οµίχλη, οι χώροι, είναι κι εδώ παρόντες. Όταν η ιστορία ως τοιχογραφία του βάθους έρχεται στο προσκήνιο, η αναγκαιότητα για άµεση αλλαγή γίνεται κραυγαλέα. Η σύγχρονη τροµοκρατία, απασχολεί έντονα τους ήρωες που υποβάλλονται ηθεληµένα ή άθελα σε άγραφους νόµους που προσυπογράφουν ως σύγχρονοι «ελεύθεροι πολιορκηµένοι». Όλοι είναι εξόριστοι, ο καθένας µε τον δικό του τρόπο, αποµακρυσµένοι όλοι τους από την «εστία», δηλαδή από το σηµείο ασφαλείας. Οι έµµονες ιδέες αναπτύσσονται, υπογραµµίζοντας πως «η σκόνη του χρόνου» αποτελεί κεφάλαιο της ίδιας ταινίας, αφού κάθε µεγάλος δηµιουργός κάνει µόνο µια ταινία στη ζωή του και οι υπόλοιπες είναι επιµέρους ανάλυση της πρώτης προβληµατικής του. Ο διαφορετικός Αγγελόπουλος κάνει τις πρώτες του πτήσεις: συγκρούσεις ανέφικτων σχέσεων,
δράµατα
επαναλαµβανόµενα
και
συνηθισµένα,
κινήσεις
µικρές,
ανεπαίσθητες που υπονοούν ή αναζητούν, ελπίζουν. Όµως, αυτόν τον κώδικα δεν µπορεί να τον σαρκώσει κινηµατογραφικά. Η τελετουργία τού είναι πιο οικεία από την καθηµερινότητα, η ρητορεία πιο προσφιλής από τις σκόρπιες, ασήµαντες ή κοινότοπα φορτισµένες φράσεις ενός χωρισµού. Μόνο ο Μπρούνο Γκανζ βρίσκει τον τρόπο να ισορροπήσει, να ακροβατήσει δεξιοτεχνικά πάνω στο τεντωµένο σχοινί του συναισθήµατος, να απελευθερώσει ενέργεια, να λικνιστεί, να θυµηθεί, να συγκινηθεί, να θυσιάσει και να «θυσιαστεί». Να δώσει ένα τέλος, όχι γιατί πίστεψε σε µια αλλαγή που δεν συντελέστηκε αλλά γιατί πίστεψε στον έρωτα και δεν µπόρεσε να τον ζήσει. Το ερώτηµα αν ο Γιάκοµπ (Μπρούνο Γκανζ), ο Σπύρος (Μισέλ Πικολί), η «µοιραία» Ελένη (Ιρέν Ζακόµπ) αλλά και ο πρωταγωνιστής σκηνοθέτης Α (Γουίλιεµ Νταφόε), όλα τα πρόσωπα της «Σκόνης του χρόνου» είναι υποκείµενα ή αντικείµενα της Ιστορίας, δεν µας απασχολεί. Κι αυτό γιατί ο χρόνος είναι ενιαίος στις στιγµές της εγκατάλειψης, του θρήνου, των συναντήσεων, του έρωτα, του θανάτου. Στα δωµάτια που ο Γιάκοµπ, ο Σπύρος και η Ελένη, προσπαθούν να συνυπάρξουν χρόνια µετά.
Τόσο γεµάτα από φαντάσµατα, επιθυµίες, ανεκπλήρωτες αισθήσεις, αδικαίωτες προθέσεις. Είναι οι στιγµές που η ταινία απογειώνεται. Όταν όµως ο χρόνος γίνεται ρεαλιστικός καταγράφει σκηνές δράσης, µια συµπλοκή στο δρόµο ή την κατάληψη ενός κτιρίου ή την κρίση πανικού της µικρής εγγονής, η εικόνα φαίνεται πλαστή και άτεχνη. Το υπερβατικό, ποιητικά στιλιστικό είναι το δικό του πεδίο. Ο αισθητικός συµβολισµός που χειρίζεται µε απαράµιλλη τέχνη ο Θ. Αγγελόπουλος εδώ έχει µια µεγάλη λιτότητα και αυστηρότητα. Τα σύνολα (όπως στην αναγγελία του θανάτου του Στάλιν) κινούνται σαν σκιές ενός άλλου κόσµου. Σιωπηλές και ηττηµένες. Η σύνθεση του τέλους αφήνει το αίµα να κυλήσει στις φλέβες. Να αρδεύσει τα πλάνα, να στάξει σα νερό από τα δάχτυλα. ∆ακρύζει η χειρονοµία, η µνήµη που εγκλωβίζεται (ή αποθηκεύεται) σε ένα νεύµα. Η Σκόνη του Χρόνου είναι το «άγγιγµα» του σκηνοθέτη που µένει ανολοκλήρωτο· καλύπτεται πίσω από την Ιστορία, ενώ εµπνέεται (και αναπνέει) από τις µικρές συναντήσεις ενός µεγάλου έρωτα. Τόσο απλό και τόσο µοναχικό.
Ο Γουίλιαµ Νταφόε 3 χρονών αποχωρίζεται τη µητέρα του Ιρέν Ζακόµπ
Αναγγελία θανάτου του Στάλιν
Ιρέν Ζακόµπ
Γουίλιαµ Νταφόε
Θόδωρος Αγγελόπουλος
ΠΗΓΕΣ www.Katimerini.gr www.SternCinemas.gr www.Melodiagr
Το
γεγονός
ραδιοφωνικών
προβλήθηκε
από
µεγάλο
µέρος
µέσων. Αν αφήσουµε στην άκρη
έντυπων όλα
ηλεκτρονικών
τα µέσα
πού
και έχουν
αντικείµενο αθλητικό ή κουτσοµπολιό και η συµβολή τους είναι αρνητική , η τηλεόραση είχε τη µικρότερη συµβολή λόγω του µικρού χρόνου που διέθεσε .Μεγαλύτερη είχαν κάποια ραδιόφωνα που διέθεσαν ακόµη και προσκλήσεις , ενώ τα µέσα που είναι ταυτόχρονα ραδιόφωνο, έντυπο αλλά και ηλεκτρονικά είχαν τη µεγαλύτερη συµβολή , αφού έβρισκες βίντεο , συνεντεύξεις, σχόλια, εικόνες και τη µουσική της ταινίας. Η αξιοπιστία πιστεύουµε έχει περισσότερη σχέση µε το ύφος του µέσου και λιγότερη µε το είδος του µέσου.