Σκοποι και τραγουδια του πενταλοφου βοϊου

Page 1

1. Νουμπέτ 2. Μιλάει ο Πάππος 3. Ντολιανιάτικο ή Δραμιστινό 4. Τι είν' το κακό που έγινε 5. Λόντζια 6. Μια Παρασκευή - Καλεστάδικο 7. Λενιώ 8. Σ κάρος - Μπεράτι 9. Στρωτός ή Συμπεθεριακός

Τόπος σκληρός, κλεισμένος από βουνά, φτιαγμένος από πέτρα. Σε παλιότερες εποχές, η ξενιτιά, ο θάνατος, η αγάπη, ζυγιάζο­ νταν και συνυπηρχαν διάχυτα στην ατμόσφαιρα, στα νουμπέτια - μοι­ ρολόγια του κλαρίνου, στα μακρόσυρτα, βαθιά χαραγμένα στη μνημη μας τραγούδια. Μουσικη γεμάτη διάφωνα διαστήματα, σε κλίμακες που μας συνδέουν με την αρχαιοελληνική «δωρια αρμονία». ενταλοφος.

10. Ξενιτεμένο μου πουλί 11. Λιασκοβίκι 12. Μαρούσιω 13. Κουρναβάδικο 14. Σταυρομάνα 15. Κωσταντής 16. Τσάμικο 17. Χασαποσέρβικο 18. Αρχοντόπουλο 19. Εψές με το φεγγάρι 20. Σαν πας πουλί μου Διάθεση ΠΟΛΙΤ.ΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΕΝτ..μΟΦΟΥ ΒοϊΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ τ.Κ 500 07

ι

Σε μια εποχή που «η ομάδα σκορπίζει, η αλυσίδα κόβεται και η σιωπή πνίγει τους «κύκλους της φωνήζ», επιχειρήσαμε την προσπάθεια αυτή. Το χρωστούσαμε στον Πάππο και μέσω αυτού, σε όλους εκείνους που με την τέχνη και το μεράκι, μέσα από τις αντίξοες του περιθωρίου συν­ θιικες, κράτησαν, έδωσαν και διαμόρφωσαν τη δικη μαζ μουσική πα­ ράδοση. 3


Η σχέση μου με τους οργανοπαΙχτες της περιοχής, ξεκινάει από την παι­

δική ηλικΙα. Μικρό παιδΙ, έβλεπα, κυρΙως με τα μάτια της ψυχής, κάθε κΙνηση του υπέροχου αριστερόστροφου, εσωτερικού κλειστού τους κύ­ κλου, που ακολουθούσε την πορεΙα του κυκλικού χορού. Προσπαθού­ σα ν' ακούσω και να αποκωδικοποιήσω κάθε ήχο και κάθε κουβέντα, εΙτε ήταν στα «Ρόμ'κα» εΙτε όχι. Με τον καιρό αναπτύχθηκε μεταξύ μας μια ιδιαΙτερη σχέση-εκτΙμηση. Ήταν ο λόγος Ισως, που οι καλοΙ μου φΙλοι, ανοιξαν τις πόρτες και τις καρδιές τους, σε έναν «μπαλαμό». Με ένα ORION, κασετόφωνο της πλακας και των παιδικών μου χρό­ νων κατ' αρχήν και αργότερα με περισσότερο «σοβαρές», όσο οι οικο­ νομικές μου δυνάμεις το επέτρεπαν, τεχνικές, προσπαθούσα να κατα­ γράψω ότι ζούσε και ανάσαινε. Οι καταγραφές που αφορούν τον πάππο, το Τσιμούλι, έγιναν στο σπΙτι του στον Πεντάλοφο, σε διάφορες εποχές. Οι κυριότερες στις αρχές και στα μέσα της δεκαετΙας του '80 και το Πάσχα του 1991 όταν ο πάππος ήταν σε πλήρη ωριμότητα, στα 73 του. Από τις δυο αυτές καταγραφές προέρχεται κυρΙως το υλικό του ψηφιακού αυτού δΙσκου. Τον Πάππο συνοδεύουν ο γιος του Γιώργος με το κλαρΙνο, ο ΝΙκος Χαλκιας (Μκό­ λας) με νταούλι, ο Παναγιώτης ΝτΙμτσιος με το ακκορντεόν και ο εγ­ γονός του Κώστας ΝτΙμτσιος, επΙσης με κλαρΙνο. 4


Τρια τραγούδια προέρχονται από τις ηχογραφησεις που έκανε ο Τά­ κης Σαμαράς, στο Βυθό (Ντόλο), στο καφενειο του Γιώργου Τσινα και στον Πεντάλοφο, στο σπιτι της Ζαχαρούς Τσακνάκη, στα μέσα της δεκαετιας του '60. Συμπεριλάβαμε τα κομμάτια αυτά για τρεις κυριως λόγους. Ο πρώτος ειναι ότι ειχαμε χρονικά την κορύφωση της πορειας του Πάππου και θέλαμε κάτι προγενέστερο. Ο δεύτερος ειναι ότι, στις ηχογραφησεις αυτές του Σαμαρά, έχουμε τον Πάππο και την ορχηστρα του να συνοδεύει φωνές αυθεντικές της περιοχης. Και τριτος λόγος, ο μεγάλος βιολιστης της περιοχης μας, ο Μκόλας. Ο Νικος Μπέλτζιος (Ζουζλιώτης η Κολιός), γιος του Νάσιου Μπέλτζιου, ξακουστός για το παιξιμό του και ειδικότερα τον τρόπο που έπαιζε και τραγουδούσε τη «Μαργιόλα». Ευχαριστώ από καρδιάς όλους εκεινους που βοηθησαν με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο στη ολοκληρωση της προσπάθειας αυτης. Θεωρώ ότι κοινός τόπος και σημειο αναφοράς όσων ενθουσιάζονται με εγχειρη­ ματα αυτού του τύπου, ειναι η αγάπη για τη Γενέθλια γη και η πεποι­ θηση ότι κάτι καινούργιο, κάτι ζωντανό μπορει να γεννηθει εδώ, κάθε φορά που «σμΙγουμε». Κώστας Τσώνης 6

Περιμένοντας τη νύφη στη λόντζια. Γάμος ΠέτΡου και της Μόρφως Περβανά. 1959. Πρώτοι του ανδρικού χορού ο Κώστας Χαραχλές (Τσ/ουλής) κι ο Νικόλαος (Κουλούσιας) Τσιτσικλής. Πρώτες του γυναικείου χορού η Ρήνα Καραβίδα, που την κρατά η μάνα της Σοφία Χαραχλέ. Με το βιολί ο περίφημος Μκόλας (Νικόλαος Μπέλτζιος) απ'το Βυθό. 7


Πολιτιστικός Σύλλογος Πενταλόφου

Ι Ία την επίτευξη αυτού του στόχου, καθοριστικη υπηρξε η συμβολη του συμπατριώτη μας ερευνητή Κώστα Τσώνη απ' τη Μόρφη. Για περισσό­ τερα από 30 χρόνια, κατέγραφε, μελετούσε, ηχογραφούσε το Τσιμού­

Με ιδιαίτερη χαρά, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Πενταλόφου παρουσιάζει

λι και πρόθυμα ανταποκρίθηκε όταν του το ζητησαμε, προσφέροντας αφιλοκερδώς το πολύτιμο αρχείο του για την έκδοση αυτη. Επίσης, ευ­

την έκδοση του CD με το Τσιμούλι. Με την έκδοση αυτη ο Σύλλογός μας, εκπληρώνει ένα χρέος απέναντι στον σπουδαίο κλαρινίστα, αλλά και έναν στόχο που είχε θέσει από την ίδρυση του και που αποτελούσε επιθυμία των κατοίκων της ευρύτερης περιοχης.

χαριστούμε το συγχωριανό μας Σπύρο Βούγια, για την παρέμβαση του ιίJστε να γίνει ο καθαρισμός των μαγνητοταινιών αλλά και το Master (πρωτότυπο) στο Α.Ω.Θ. γνωρίζοντας μας με τον καθηγητη Ηλεκτρα­ κουστικης κ. Παπανικολάου, τον οποίο επίσης ευχαριστούμε θερμά.

Τιμώντας τον κορυφαίο κλαρινίστα της περιοχής μας και έναν απ' τους

Επlσης ευχαριστούμε τον Νομάρχη Κοζάνης κ. Ιορδάνη Ανδρεάδη, για

μεγαλύτερους της πατρίδας μας, τον Κώστα Ντίμτσιο (Τσιμούλι), ο

Γην εξ ολοκληρου οικονομικη κάλυψη της έκδοσης του ένθετου εντύ­

Σύλλογός μας τον καθιστά «Αθάνατο» παραδίδοντας το ανεπανάλη­

που του CD.

πτο έργο του στις ερχόμενες γενιές και μαζί μια αυθεντικη καταγραφη

Ι·:πίσης, ευχαριστούμε τον χωριανό μας φιλόλογο Aνδρ�α Τακαλιό, για (ην παρακολούθηση και τον συντονισμό της έκδοσης,lκαθώς και για

ενός μέρους του μουσικού λα·ίκού μας πολιτισμού. Πιστεύουμε επίσης, πως θα αποτελέσει το άκουσμά του, με τους γνη­

(ην συγγραφη μέρους των κειμένων του συνοδευτικού εντύπου.

σιους ηχους των παραδοσιακών οργάνων, (απαλλαγμένους απ' τους

Οι φωτογραφίες στο ένθετο «τραβηχτηκαν» από τους Αχιλλέα Βούγια

μοντερνισμούς του ηλεκτρισμού και των μεγαφώνων) και ένα δίδαγμα

και Α. Σβολιαντόπουλο και ανηκουν στο αρχείο του Πολιτιστικού μας l.:υλλόγου. Επίσης πρόθυμα διέθεσαν φωτογραφίες από το αρχείο τους οι Φ. Σακοράφας, Χρίστος Καραβίδας και Α. Τακαλιός, τους οποίους

για τους απογόνους του, σημερινούς και αυριανούς οργανοπαίκτες, για τη συνέχιση της αυθεντικης μουσικης μας παράδοσης.

και Οερμά ευχαριστούμε. 8

9


Τέλος, ευχαριστούμε όλους όσους μας συμπαρασnιθηκαν όλο αυτό το διcωτημα σ' αυτή μας την προσπάθεια και ευχόμαστε να τύχη αυτή η έκδοση, του ενδιαφέροντος απ' όλους τους Βο·ίώτες και όχι μόνο.

Το Δ.Σ. του Πολιτιστικού Συλλόγου Πενταλόφου

Τζουρέλας Α λέκος

(Πρόεδρος)

Ζήσου Σοφία

(Γραμματέας)

Σβολιαντόπουλος Μάκης (Αντιπρόεδρος) Ταρνανάς Στέργιος (Ταμίας) Ταρνανάς Ανδρέας

(Μέλος)

Μητράκα Θωμαή

(Μέλος)

Βεζύρης Κοσμάς

(Μέλος)

Κριμνιώτη Όλγα

(Αναπλ. Μέλος)

Γάρου Καλλινίκη

(Αναπλ. Μέλος) //1

10

I' Ι

lυιιφος. Ο μαχαλάς του Αϊ Ωώργη και το σπίτι του Κώστα Ντίμτσιου. 11


Το Τσιμούλ'

πολλές πλευρές αυτού που λέμε παράδοση. Με το έμπα της δεκαετίας του '60 οι αλλαγές είναι ταχύτερες και στη συνέχεια ραγδαίες. Μικρό παιδί θυμάμαι τον εαυτό μου στο σέτ' απέναντι απ' το εστιατόριο των

Στ' αλήθεια δε χρειαζεται να γραψω πώς αισθανομαι που προλογίζω αυτό το ένθετο για το Τσιμούλ: Μια επιθυμία πολλών γίνεται πραγ­ ματικότητα, ένα ηχητικό ντοκουμέντο εξαιρετικής καλλιτεχνικής αξίας

παραδίνεται στους νεότερους και στους ειδικούς περί την δημοτικήν μας παραδοση. Κι αυτό σε μια εποχή που η λέξη παραδοση τιμαται στα λόγια και κακοποιείται στην πραξη, καθώς τα λεγόμενα «χαλκινα» του

ΒοΤου εμφανίζονται δίπλα στα χαλκινα της Γουμένισσας σε εκδηλώ­ σεις στην πόλη μας. Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν από το θανατο του Κ. Ντίμτσιου (του Τσίμου) κι η νοσταλγία όσων τον έζησαν αυξάνεται

αντί να μειώνεται. Γιατί; Να 'ναι μόνο η γενική παραδοχή ότι ήταν ένα πολύ καλό κλαρίνο; Όχι, βέβαια. Υπήρχαν και καλύτερα. Να ' ναι η «αι­ σιοδοξία της ανάμνησης», μια ψυχολογική διαδικασία κατά την οποία

ο άνθρωπος τείνει να εξωραΤζει το παρελθόν; Ως ένα βαθμό, ναι Αυτό ισχύει Περισσότερο όμως η νοσταλγία έχει να κάνει με τις εικόνες ζωής

μιας αυθεντικής, πιο γνήσιας Ελλάδας που το κλαρίνο του ανασύρει απ' τα βάθη της μνήμης μας. Γεννημένος στον Πεντάλοφο το 1949 έχω αρκετές αναμνήσεις απ' τη δεκαετία 1950-60, δεκαετία οριακή για 12

αδελφών Πόρτη (εκεί είναι τώρα το μαγαζί του Σ. Σβολιαντόπουλου) να ακούει το Τσιμούλ'. Ξεκινούσε με νουμπέτ' και το έκλεινε με τον «Λεωνίδα». Νόμιζες πως κριτσούσε ο τόπος, τη στιγμή που ετέρπετο η ακοή. Ήταν τέτοια η γλυκύτητα του ήχου κι η αυτοσχεδιαστική δεξι­ οτεχνία που ορισμένοι λέγαν: «κι πιθαμένο σ'κών'!». Κι αυτό γινόταν στους γάμους, στις βαφτίσεις, στους μεγάλους χορούς τις χρονιάρες μέρες, στα γλέντια (πολλά γλέντια των μερακλήδων), σε μια εποχή που το χωριό έβγαινε ματωμένο απ' τους πολέμους (απ' τον εμφύλιο κυρί­ ως), με μια φτώχια καταραμένη και με στερήσεις απίστευτες. Μοιάζει παραδοξο αλλά δεν είναι Δεν είχαν τίποτα ή σχεδόν τίποτα, κρύβαν τα βασανα τους, και τραγουδούσαν και χόρευαν με κάθε ευκαιρία. Τέτοια Οέληση για ζωή! ΑυτιΙ τη θέληση για ζωή εξέφραζε ο γιος του Θύμιου Ντίμτσιου (του βιολιστιυ, το Θυμιούλι «Τσιμούλι» (απ' αυτό ονομάστηκε και Τσίμος, δηλ. Θυμιος, ενώ λεγόταν Κων/νος). Ήταν κατεξοχήν παραδοσιακός αλλα και ανανεωτής. Πήρε ό,τι πήρε απ' τον πεθερό τον Νασιο Μπέλ­ (ζω και πρόσθεσε τα δικά του κεντήματα δημιουργώντας ένα προσω13


Ίτικό υφος, αυτός, ο κυριος εκφραστης της λεβεντιάς μιας γενιάς, αυτης του '40. Ως το τέλος της ζωης του Ίτου συμΊτΙΊττει σχεδόν με το τέλος του αιώνα, λΙγο εΊτηρεάστηκε αΊτό μόδες και άλλα ακουσματα, αυτός ο

άρχοντας της Λόντζιας, ο δημιουργός της «σχολης» του ΒοΤου, ο κλα­ σικός. ΓιατΙ δεν ΊτρέΊτει να ξεχνάμε ότι εκεΙ Ίτρος το τέλος της δεκαετΙας

του '50 ο γιος του ΗλΙας, καλό κλαρΙνο κι αυτός, έΊταιζε, Ίτέρα αΊτ' τα Ίταραδοσιακά, bossa nova κι άλλους ρυθμους για τη νεολαΙα της εΊτΟ­

χης. Η ΊταγκοσμΙΟΊτοΙηση εΙχε αρχΙσει, ο κόσμος άλλαζε.

Το Ίτου οδηγησε αυτό τα μουσικά μας Ίτράγματα εΙμαι αναρμόδιος να το γράψω. Θα Ίτεριοριστώ σε κοινωνικές αναφορές. Κι αυτό, γιατΙ η

Ίταραδοσιακη μουσικη δεν ηταν ξεκομμένη - το αντΙθετο, αΊτ' την κοι­ νωνΙα. Στους γάμους, στα δρώμενα (μεταμφιέσεις, λουκατσιάρια) Ίτρω­

τοστατουσε το ΤσιμουλΌ Μέσα αΊτ' αυτό το Ίτλέγμα των κοινωνικών σχέσεων υφαΙνονταν δεσμοΙ Ίτολυ συνδετικοΙ, ακατάλυτοι. Όσοι με­

γάλωσαν με το Τσιμουλ' έχοντας καμιά δεκαΊτενταριά αδελφΟΊτοιτους (μΊτρατΙμια, βλαμάδες) και δερφΟΊττές ο καθένας κι η κάθε μια, αΊτοκα­

λουσαν μ' αυτά τα ονόματα ο ένας τον άλλο και Ίτροσφωνουσαν τους γονεΙς των αδελφΟΊτοιτών τους με ιδιαΙτερο σεβασμό «σταυΡΟΊτατέρα» και «σταυρουμάνα». Όλοι αυτοΙ εΙχαν ΊτροσωΊτικό δεσμό με το Τσιμουλ'

14

πέρα αΊτ' τη διαλεκτικη σχέση Ίτου διαμορφώνεται μεταξυ του χορευτη (ιδιαΙτερα του καλου) και του κλαρινΟΊταΙχτη. Ο ΤσΙ­ μος ηξερε τα Ίτατηματα και τα xoU"ία του καθένα Άλλωστε οι

Ίτερισσότεροι χόρευαν το

αγαΊτημένο τους τραγουδι. Ο Αμερικάνος Ανδρέας Μητρά­ l<ας χόρευε τον «Μενούση», ο Lωτιιρης Ράντος ζητουσε «την κυρά-δασκάλα», ο Νέστορας ο Καρουτας χόρευε το «Αγγέλου ' 11', κρέν η μάνα σου».

Ο «)ιαμπρός» και η «νύφη» μι·

ro

Τσιμούλ' στα προπύλαια

l(ι/l/I"/(//(!I8ι"υτιιρlωll Ζουπανίου. ΛΟΙIΙIΙ11()('φι(!.

\111Ι\ ΛI'/I!ΥI'i"IΙ!( 1(1) 1\130. 15


Ί

i

:1 ι

Ήταν απόλαυση ν' ακούς το Τσιμούλ' να παίζει ίn νίνο=ζωντανά την «Αγγέλω» κι' άλλους σκοπούς και τον ιδιαίτερο τρόπο που αντιδρούσε ο κάθε χορευτής. Και για να καταδείξω τη στενή σχέση που είχε το Τσιμούλ' με τους συγχωριανούς της γενιάς του θα αναφέρω μια ιστοριούλα που αφορά τον Απόστολο Κούτσο, όπως την κατέγραψε σε γράμμα του σ' εμένα (11/1/06) ο γαμπρός του Απόστολος Βεζύρης. Ο Απόστολος Κούτσος, ένας απ' τους πρώτους Πενταλοφίτες αντάρτες του ΕΛΑΣ, στον οποίο η σκληρή Μοίρα του εμφυλίου επεφύλασσε ένα απεχθές τέλος, ήταν σχεδόν συνομήλικος (γενν. 1905) με τον Τσίμο (γενν. 1907). Γράφει ο Απόστολος: «Τραγουδούσε πολ.ύ ωραία κι απ' ό, τι θυμάμαι χό­ ρευε ωραία. Ήταν μαραγκός και πριν δεκαπέντε χρόνια όταν ήρθα στο χωριό με την πεθερά μου βρήκαμε τον Τσίμο και θυμήθηκαν τη συμφω ­ νία που είχαν κάνει να του φκιάξει το πάτωμα χωρίς πληρωμή, αλλά την ώρα που θα δούλευε, ο Τσίμος να παίζει κλαρίνο... Έτσι κι έγινε».

Θεσ/νίκη 12 Ιουνίου 2006 Ανδρέας Β. Τακαλιός

16

I"λέντι στη ταβέρνα (το παλιό χάνι) τρυ Τάκη Προυτσάλη στις 31/8/71. Ilριί!τος στο χορό ο διοργανωτής, απ'τους μεγαλύτερους μερακλήδες Il(ς rrεvταλοφίτ/κης διασποράς, Δημήτριος (Μήτρος) Κάσσος.

17


Η μουσικοχορευτική παράδοση

του Πενταλόφου Ο Πενταλοφος, με το παλιό όνομα Ζουπανι, (Ζπαν στην τοπικη δια­ λεκτο), βρίσκεται στα ΒΔ του Νομου Κοζανης και σε υψόμετρο 1.080 μ. και είναι το μεγαΛUτερo από τα Καστανοχώρια του ανω ορεινου Βο­ ίου. Έδρα από παλια δημοσίων υπηρεσιών, εμπορικών καταστηματων, σι­ δηρουργείων, αλλα και Γυμνασίου και Οικοτροφείου αργότερα, ο Πε­ νταλοφος ηταν κεφαλοχώρι όπου τακτικα «ανέβαιναν» οι κατοικοι των γυρω κοντινών χωριών. Ορεινός και αγονος ο τόπος, από παλια οδηγουσε τους Ζουπανιώτες

Γάμος του Κώστα και της Μάρθας Μητράκα. Λόντζια 1938. Δίπλα στον καθισμένο σταυρο­ πόδι Βρουβλιάνη Ιωάννη (Κούλη) με το κλαρίνο ακουμπισμένο καταγής ο Νάσιος Μπέλτζιος και δίπλα του ο Κων/νος (Γκουντής) Μπέτζιος με το τύμπανο (λίγο φαί­ νεται), ο Παναγιώτης (Γιώτας) Ντίμτσιος με το νταούλ' κι ο Θύμιος Ντίμτσιος (πατέρας του Τσίμου) με το βιολί.

στη μεταναστευση. Τόπος της πέτρας, που η Αναγκη και το τέκνο της,

όχι μόνο, χώρο. Πέτρες να 'βρισκε. Μέγας λαξευτης και καλφας, τις

Ξακουστοί μαστορες, χτίστες της πέτρας, οι Πενταλοφίτες έφταναν στα πέρατα της Οικουμένης. Επιγραφές σε παλια αρχοντικα της Πελο­ ποννησου, του Πηλίου, της Θεσσαλονίκης, της Πόλης, μαρτυρουν ότι

ζωντανευε σε σχηματα ιδανικης ισορροπίας.

από δω πέρασαν, «ξακουστοί μαστόροι Ζουπανιώτες».

η μαστορια, τη μεταπλασαν σε εργαλείο στα χέρια του Ζουπανιώτη μα­ στορα. Μια τέχνη που τον έκανε περιζητητο, σ' όλο τον Ελλαδικό και

18

19


Πενταλοφίτισσες στη λόντζια μια επίσημη μέρα (εθνική Αρχές δεκαετίας του 1930. Φωτογραφία Αχιλλέα Βούγια


Στη γενικότερη έρευνα για το λα'ίκό χορό στον Πεντάλοφο, απαραί­

Όπως και σε άλλες περιοχές ζουσαν απομονωμένοι σε μια άκρη του

τητη θεωρήσαμε την αναφορά στους οργανοπαίχτες και στα μουσικά

χωριου, μιλουσαν μεταξυ τους τα ρόμικα, παντρευονταν μεταξυ τους

όργανα. Και όταν μιλάμε για οργανοπαίχτες, εννοουμε τους γυφτους,

και δέχονταν διάφορες προσβολές και ταπεινώσεις. Όπως μας είπαν,

ξεκαθαρίζοντας ότι η έννοια για μας δεν περιέχει τίποτα το υποτιμητι­

όταν παλαιότερα κάποιος γυφτος άρχιζε να χτίζει σπίτι, χτυπουσαν τις

κό - αντίθετα μάλιστα. Απλά δηλώνει καταγωγή «Ήρθαν οι γυφτοι»

καμπάνες μαζευονταν και τους πετροβολουσαν. Ο Πενταλοφίτης δά­

έλεγαν εννοώντας τους οργανοπαίχτες.

σκαλος Ιωάννης Αγακίδης, με λόγιο υφος γράφει στα 1892:

Για την ιστορία των γυφτων στην Ελλάδα, ως γνωστόν, υπάρχει σιω­

<<Τους γύφτους τους προσονομάζουσι επί το χλευαστικόΤεΡον και ντα­

πή και σκοτάδι. Στον Πεντάλοφο βρέθηκαν από παλιά (άγνωστο πότε)

χταραμαγκέλους, πόθεν και τι σημαίνει η λέξις, κυριολεκτικώς μοι είναι

επειδή εδώ καλλιεργουνταν αμπέλια. Σιδεράδες (χαλκιάδες), βρήκαν

αδύνατον να εξακριβώσω. Το επ' εμοί πιστεύω ότι είναι λέξις πεποιημένη ,

εδώ δουλειά φτάχνοντας τσάπες, δικέλια Κ.α. γεωργικά εργαλεία. Έτσι

σημαίνουσα ράκη ημφιεσμένον και ρυπαρόν. Όσον δε δια την άλλην προ­

πολλοί απ' αυτους ρίζωσαν στον Πεντάλοφο και στο διπλανό χωριό

σωνυμίαν, γκοργκόγυφτος, η λέξις, μοι φαίνεται ότι είναι σύνθετος από

το Βυθό (Ντόλος με το παλιό); όπου κατά την παράδοση στη θέση

το αγρός ή άγριος και γύφτος, τουτέστι του υπαίθρου γύφτος, πλανήτης,

«Μπατζ'» υπήρχαν καμίνια και μάλιστα σε οργανωμένη μορφή.

κατ' αντίθεσιν προς τους εν τοις πόλεσι και χωρίοις σταθερώς διαμένο­

Εκτός από την τέχνη του σιδηρουργου ήξεραν να παίζουν διάφορα

ντες, οίτινες μετέρχονται πάντες τον σιδηρουργόν και τον λυρωδόν, ως

μουσικά όργανα, έγχορδα και κρουστά (βιολιά και ντα'ίρέδες) μέχρι το

εκ τούτου αι δυο αυταί τέχναι όλως παραμελούνται υπό ημετέρων, οίτι­

1907, που ήρθε στον Πεντάλοφο το κλαρίνο. Εξ' άλλου η έφεση και η

νες βεβαίως δεν θέλουσι να καταντήσωσιν από Ρωμιοί , Γύφτοι».

αγάπη για τη μουσική ήταν έμφυτη και δεδομένη. Από τη στιγμή που οι γυφτοι έπιασαν τα όργανα, τα παράτησαν οι ντόπιοι. Έτσι δημιουργήθηκε η συμπαθής τάξη των οργανοπαιχτών, οι 22

23


οποίοι κράτησαν, διαμόρφωσαν και διέδωσαν τη μουσική παράδοση του Πενταλόφου και της γύρω περιοχής. Οι καταβολές τους εξ' άλλου και η ευαισθησία τους, ήταν στοιχεία που πλούτισαν το παίξιμό τους και τους ανέδειξαν σε σπουδαίους οργανοπαίχτες. Ο Παναγιώτης Ντίμτσιος ή Γιώτας ή Γιουφτογιώτας, παλιός βιολιτζής, που γεννήθηκε το 1885, μας είπε ότι ο παππούς του είχε μία λύρα με τρεις χορδές (ο Γιώτας Ντίμτσιος πέθανε το 1978). Παράλληλα ο δά­ σκαλος Ι Αγακίδης, όπως είδαμε παραπάνω, γράφει για «λυρωδούς». Ενδείξεις λοιπόν, ότι παλιά υπήρχαν λύρες. Κάποιοι ντόπιοι, χτίστες κυρίως, είχαν επίσης ταμπουράδες, τους οποίους ήξεραν να παίζουν. Ένας απ' αυτούς ήταν και ο Στέργιος ο Μπαμπαλής, ο ταμπουράς του οποίου σώζεται ως τις μέρες μας. Στην εκκλησία του Αγίου Αχιλλείου Πενταλόφου, σ' ένα τμήμα της τοι­ χογραφίας και κάτω από την επιγραφή «Αινείτε Αυτόν εν τυμπάνω και

Γλέντι στη Λοντζια. Δεκαετία 1940. Δεξιά με το βιολί ο Γιάννης Μπέτζιος,

χορώ, αινείτε Αυτόν εν χορδαίς και οργάνοις», υπάρχουν οι φιγούρες

στο κέντρο το Τσιμούλ' κι αριστερά με το νταούλ' ο Βαγγέλης Μπέτζιος.

δύο μουσικών, εκ των οποίων ο ένας παίζει βιολί και ο άλλος νταούλι. Ο ναός τοιχογραφήθηκε το 1879 από δύο αξιόλογους αγιογράφους, τον Κωνσταντίνο και το Μιχαήλ, από τους Χιονιάδες της Ηπείρου. Το βιολί λοιπόν ήταν γνωστό εδώ από το 1779 τουλάχιστον.

24

Έγχορδα και κρουστά είναι τα όργανα στο Ζουπάνι μέχρι το 1907. Τη χρονιά εκείνη, αρχίζει μια νέα εποχή. Στα έγχορδα και στα κρουστά όργανα, έρχονται να προστεθούν και τα πνευστά.

25


Το 1907 από το Λιασκοβίκι της Β. Ηπείρου μετά από μια μεγάλη πορεία

Το Τσιμούλ' με τοπική

- κάθοδο και δυο ολιγόχρονες στάσεις, στα Γιάννενα και στη Ζιούζου­

ενδυμασία σε φωτο­

λη, κατεβαίνει και μένει στον Πεντάλοφο ο γύφτος Νάσιος Μπέλτζιος,

γραφία με τον πεθερό

φέρνοντας μαζί του το κλαρίνο. Οι πληροφορίες λένε ότι η γυναίκα του Νάσιου μιλούσε μόνο αρβανίτικα. Ο Νάσιος είχε μονό κλαρίνο με βυζί (εξόγκωμα στο ξύλο γύρω από τις τρύπες για τα δαχτυλα). Τέτοιο εξόγκωμα έκαναν συνηθως γύρω από την τρύπα που έβγαζε τη χαμη­ λότερη φωνη του οργάνου. Το κλαρίνο του Νάσιου Μπέλτζιου είχε 3

του Νάσιο Μπέλτζιο Χαλκιά (στην κορυφή της πυραμίδας με το κλαρίνο) και την πε­ θερά του. Τέλος της δεκαετίας του 1920.

η 4 κλειδιά, τα οποία λένε ότι δε χρησιμοποιούσε. «'Επαιζε χωρίς κλει­ διά. Δεν ηξεραν να πατησουν κλειδιά τότες. Βγάναν τις φωνές με τα δάκτυλα και με το χείλι. Με το στόμα του tις έβγαζε» μας λέει ο χρη­ στος Χαλκιάς-Αδαμόπουλος. Ο Νάσιος Μπέλτζιος παντρεύει την κόρη του με τον Κώστα Ντίμτσιο (Τσιμούλι), γιο του επίσης οργανοπαίχτη - βιολιτζη Θύμιου Ντίμτσιου. Θύμιος - Τσίμος ο πατέρας και Τσιμούλι - παιδί του Τσίμου δηλαδη ο δικός μας, ο Κώστας ο Ντίμτσιος. Αντί για προίκα, του μαθαίνει κλαρίνο.Έτσι στα 21 του χρόνια, το 1928, αρχίζει να παίζει κλαρίνο το Τσιμούλι. Το μεράκι και η τεράστια αυτοσχεδιαστικη του μνημη αναδεικνύουν το

του ΒοΤου.'Επαιζε σχεδόν ως το τέλος. Ως το 1995 που πέθανε. Την πα­

Τσιμούλι σαν το καλύτερο κλαρίνο της Ανασελίτσας (παλιό όνομα της

ράδοση συνέχισαν οι γιοί του Γιώργος (στον Πεντάλοφο) και ο Ηλίας

περιοχης). Απ' αυτόν έμαθαν κλαρίνο όλοι οι σημερινοί οργανοπαίχτες

στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας όπo�βρέθηKε ως μετανάστης και ηταν ένα

26

27


από τα καλυτερα κλαρίνα στις εκεί ορχήστρες. Ο Ηλίας πέθανε στο Σίδνεϋ, πριν από λίγα χρόνια. Σήμερα την παράδοση συνεχίζει ο εγγο­ νός του Πάππου, Κώστας Ντίμτσιος και αυτός, γιος του Γιώργου. Από το 1907 λοιπόν, η κομπανία στον Πεντάλοφο αποτελείται από κλαρίνο, ένα ή δύο βιολιά και ντα'ίρέ (ντέφι). Αυτό μέχρι το 1928, οπό­ τε αρχίζουν να φτάνουν από τις αστικές περιοχές της Δυτικής Μακε­ δονίας τα χάλκινα πνευστά. Συγκεκριμένα το 1929, για πρώτη φορά, κάποιος Γκαρίπης, αδερφός του γνωστου κλαριντζή του Μπίτα, από την Καστοριά (πρόκειται για παρωνυμια), έρχεται με την κορνέτα και ενσωματώνεται στην κομπανία του Πενταλόφου. Τα χάλκινα πνευστά βόλευαν για το παίξιμο σε ανοιχτό χώρο. Έτσι πολυ γρήγορα άρχισαν να εκτοπίζουν τα βιολιά, μαζί και το τραγούδι. Στα τέλη της δεκαετίας του '30 έχει διαμορφωθεί η σύνθεση της μουσικής κομπανίας στο Βόιο. Ένα ή δυο κλαρίνα, μια κορνέτα, ένα τρομπόνι, νταουλι με «πιάτο», τύμπανο, καμιά φορά ακορντεόν και κανένα βιολί που είχε ξεμείνει. Έτσι τώρα το κλαρίνο «επαναπαύεται» μέσα σε τόσο θόρυβο μιας και οι κορνέτες παίζουν κι αυτές το σκοπό, δεν κρατουν το ίσο δηλαδή όπως το τρομπόνι. Το Ζουπάνι, σε σχέση με άλλες περιοχές του ΒοΊου, αντιστάθηκε στα χάλκινα πνευστά. Και ενώ με μέτρο, πήρε όργανα από τις αστικές περι29


οχές της ΔυΤΙΚΙ1ς Μακεδονίας, ποτέ δεν έπαψε να είναι προσηλωμένο

Ένα σημαντικό στοιχείο που θα πρέπει να αναφέρουμε: μετά από τους

στις μουσικές της Ηπείρου. Μπορεί η Πίνδος να χωρίζει ΎεωΎραφικά

χορούς σε πεντάσημο ρυθμό που κυριαρχούν και μετά από το συΎκα­

αλλά ενωνει μουσικά τις δύο πλευρές.

θιστό, το οχτάσημο δηλαδή, ακολουθεί πάντα σχεδόν το κουρναβά­ δικο. ΓρήΎΟΡΟ Ύύρισμα στο οποίο ξεκόβονται οι πρωτοι και επικρατεί

Πέρα από τους Ηπειρωτικους ρυθμούς και σκοπούς που συναντούμε

μεΎαλύτερο κέφι. Άλλες φορές σκορπάει όλος ο κύκλος και χορεύουν

εδω με κάποιες παραλλαΎές, υπάρχουν και τοπικοί χοροί. Σε ρυθμό πε­

όλοι ελεύθερα με μικρά και ΎρήΎορα βήματα. Το κουρναβάδικο πήρε το

(2+3) είναι η Λόντζια που πήρε το όνομα από την

όνομα από τη μεΎάλη OLΚΟΎένεια των Κουρναβαίων και τον ομωνυμο

ντασήμων ποδων

ομωνυμη πλατεία του Πενταλόφου, ο Συμπεθεριακός ή Ντουτσιότι­

μαχαλά του Ύειτονικού Διλόφου (Λιμπόχοβου). Υπάρχει επίσης ο χορός

κος, ο Ντολιανιάτικος, ο Λεωνίδας και άλλα. Χορεύονται κυκλικά. Σε

«Λιασκοβίκω, που έφερε ο Νάσιος Μπέλτζιος και διαφέρει ρυθμικά και

ρυθμό οχτασήμων δοχμίων (χρόνοι

2+3+3) είναι ο συΎκαθιστός χορός. «Πάρε τα γκιούμια σ' κι έλα», «Το κόκκινο μαντίλι» και τη «Σταυρομάνα», το πιο χαρακτηριστικό συΎκαθιστό του

χορευτικά από το Ύνωστό «Λιασκοβίκι» της Ηπείρου. Εδω χορεύεται με

Εδω έχουμε τα τραΎούδια

μικρά σβαρνιχτά και ΎρήΎορα βήματα. Επειδή δε ταιριάζει ρυθμικά και χορευτικά με το «κουρναβάδικο», έΎινε αποδεκτό και καθιερωθηκε.

Πενταλόφου. Κάπως αόριστα και με λόΎΙΟ ύφος ο δάσκαλος Ιωάννης ΑΎακίδης Χορεύονται διάφορα τσάμικα με επικρατέστερο τραΎούδι «Πέθανε ο βλάχος» που καθιερωθηκε σαν Πενταλοφίτικο τσάμικο. Εδω στον τσά­ μικο χορεύει ο πρωτος κι οι άλλοι κρατούν. Υπάρχουν επίσης διάφορα συρτά ενω τα Ύλέντια συνήθως κλείνουν με το σκόρπιο χορό «έντε­ κα».

30

Ύράφει στα 1892: «Τα συνηθέστερα δε παρ' ημών είδη χορού είναι δια μεν τους άνδρας ο αθάνατος πυρρίχιος τσάμικος), ο συγκαθιστός και ο βουλγάρικος (γκάιντα). Δια δε τας γυναίκας ο συρτός, ο πηδηχτός και ο γυριστός. Εν τη εκτελέσει αυτών πάντες διακρίνονται εις δύο διακε­ κριμένα απ' αλλήλων μέρty το βαρύ ή βραδύ, κροτούμενον δια βραδέων κινημάτων των ποδών και του σώματος και το ταχύ, κροτούμενος δια

31


ταχυτέρων βηματισμών προς τα εμπρός ή τα οπίσω. Τιμητική θέσις θε­ ωρείται η του κορυφαίου, όστις και δια τούτο μετά μίαν ή δύο στΡοφάς παραχωρεί την θέση του εις άλλον. Μόνον δε οσάκις των δημογερόντων τις δια το επίσημον της ημέρας σέρνει το χορό, δύναται να κρατήσει την θέσιν αυτού ως κορυφαίου όσον κι αν θέλει». Παλιότερα ο χορός γινόταν σε ανοιχτό χώρο, κυρίως στην πλατεία, στη Λόντζια. Μπορούσε να ήταν διπλός, δύο σειρές δηλαδή, τριπλός ή τετράδιπλος. Σήμερα ο χορός είναι συνήθως διπλός. Ο πρώτος παραγ­ γέλλει το 'χορό ή τους χορούς της αρεσκείας του και φυσικά κερνάει. Κερνούν επίσης οι συγγενείς και

ΟΙ φίλοι αυτών που χορεύουν πρώτοι.

Στο γάμο, χορός γινόταν την παραμονή μέσα στα σπίτια. Εκεί χόρευαν αποκλειστικά σχεδόν το συγκαθιστό χορό. Παλιότερα σ' ένα δωμάτιο χόρευαν οι άντρες και σ' άλλο οι γυναίκες. Σε κλειστό χώρο χοροί άρ­ χισαν να γίνονται αργότερα. Συγκεκριμένα το 1958 γίνεται για πρώτη φορά μεγάλη χοροεσπερίς στο εστιατόριο του Πόρτη. Σιγά-σιγά και οι άλλες ταβέρνες άρχισαν να διοργανώνουν χορούς. Σήμερα χορός στη Λόντζια γίνεται στις 8 Σεπτεμβρίου, τότε που πανηγυρίζει ο Πε­ Η παλιότερη

φωτογραφία της .Ι1όντζιας (πιθανόν αρχές της δεακετίας του 1920)

32

ντάλοφος, τις Αποκριές και μετά την τελετή του γάμου όταν χορεύει ο γαμπρός, η νύφη και το συμπεθεριό. 33


Ο λαϊκός χορός είναι σήμερα ζωντανός στον Πεντάλοφο. Κι εδω βέ­ βαια οι επιρροές είναι δεδομένες, όχι όμως ακόμη τουλάχιστον τόσες, ωστε να αλλοιωνεται ο χαρακτήρας του. Όσον αφορά τους οργανοπαίχτες, το είδος αναπαράγεται με τις ίδιες διαδικασίες. Οι περισσότεροι βέβαια κατέβηκαν στο Τσοτυλι και σε άλλα αστικά κέντρα ακολουθωντας το γενικότερο ρευμα. Οι οργανοπαίχτες σήμερα είναι επαγγελματίες. Τα μουσικά όργανα παραμένουν τα ίδια, δηλαδή κλαρίνο, κορνέτα, νταουλι, τυμπανο και ακορντεόν. Κλείνοντας, πρέπει να αναφέρουμε ότι όσα είπαμε για τη μουσική πα­ ράδοση και το λα·ίκό χορό στον Πεντάλοφο ισχυουν σε μεγάλο βαθμό και για όλο το Άνω ορεινό Βόιο, καθως επίσης και για κάποιες περιοχές των Γρεβενων, που ανήκαν στον πάλαι ποτέ «Καζά Ανασελίτσας». Γάμος του Ωώργου Χονδροκωστόπουλου με την Ευμορφία Δεληνίκου το 1933 στην Αγία Βαρβάρα. Μπροστά αριστερά καθιστό το Τσιμούλι.

κωστας Τσωνης

34 , �

35


Σκηνή από γλέντι στον Άι Κωστα­ ντίνο προς το τέλος της δεκαετίας του '50. Δεύτερος από αριστερά ο Aλέ�ανδρoς Καρούτας (οργανωτής). Στο κέντρο ο Μήτσος Παπαγιάννης και στους ώμους του ο Γεώργιος (Τζιώρτζης) Προυτσάλης. Δε�ιά με τα χέρια υψωμένα προς τον Τζιώρτζη ο Νέστορας Καρούτας.

μαύρη πλημμύρα πλάκωσε, κατάπνιξε το Ωάννο.

Περιεχόμενα

Ποιες μνήμες, από ποιους τόπους και ποιες πα­ τρίδες, άραγε φερμένες;

1. Νουμπέτ

Βαρύς επιβλητικός σκοπός, μέσα από τον οποίο αναδεικνύεται η δεξιοτεχνία του οργανοπαίχτη. Με το σκοπό αυτό ξεκινούσαν και συνήθως έκλειναν τα γλέντια. Σαφέστατες εδώ οι επιρρο· ές της «μεγάλης μάνας» Ηπείρου. 2. Μιλάει ο Πάππος

Σε χρόνο όχι ανvποmο, ανάμεσα στις ηχογρα­ φήσεις, ο Πάππος, όπως καθόταν ανασηκώθηκε κρατώντας το κλαρίνο στα χέρια, στήθηκε περή­ φανα μπροστά στο μικρόφωνο και τα 'πε, Περι­ κοπή στην αμεσότητα ενός μεγάλου καλλιτέχνη; OVTE κατά διάνοια, Απλά τα καταθέτουμε, 3. Ντολιανιάτικο ή Δραμιστινό

Αργός, βαρύς, στρωτός χορός, που οφείλει την ονομασία του στο διπλανό με τον Πεντάλοφο χωριό, το Ντόλο (Βυθός). Είναι επίσης γνωστό και ως Δραμιστινό, από το χωριό Δράμιστα (Δάφνη) Βοίου.

ειν' το κακό που

έγινε στης Τσαμουριάς τα

μέρη, στο μαύρο Τουρκοπάλουκο και στου Βαλή στάνη

νείο του Γιώργου Τσίνα, στα μέσα της δεκαετίας του '60. Τραγουδάει ο Κώστας Βλιώρας, βλάχος στην καταγωγή από τη Φούρκα της Ηπείρου, ο οποίος ζούσε στο Βυθό (Ντόλο). Στο κλαρίνο το Τσιμοvλι, στο βιολί ο Νίκος Μπέλτζιος και στο ντέφι ο Νάσιος Γκανάς. S. Λόντζια

Ο

πιο αντιπροσωπευτικός χορός του Πενταλό­

φου και των γύρω ορεινών χωριών του Βοίου, πήρε τ' όνομα από την ομώνυμη πλατεία. Είναι σε ρυθμό πεντάσημο με πάντα σχεδόν γρήγορη Kατlιληξη, (κουρναβάδικο). Τα πoλλlι, συνεχή «γυρίσματα» της μελωδίας, σε συνδυασμό με το «ανάποδο» - «αριστερό» τέμπο, δυσκολεύουν τους οργανοπαίχτες και καθιστούν δύσκολη την εκτέλεση του σκοποΙ! αυτού. Όλοι οι μεταγενέ­ στεροι οργανοπαίχτες «πlιτησαν» πάνω στο παί­ ξιμο του ΠlΙππου.

4. Τι είν' το κακό που έΥινε

Τι

Η ηχογράφηση γίνεται από τον Τάκη Σαμαρά και το συνεργείο της ΕΙΡ, στο Ντόλο, στο καφε­

τη

6. Μια Παρασκευή

Καλεστάδικο

Μια Παρασκευιί κι ένα Σαββάτο βράδυ, μάννα μ' έδιωχνε... Το τραγούδι με το ο;-οίο αποχαιρετού-

37


σαν τη νύφη, γονείς και συγγενείς. Σαν γύρισμα,

εΙναι γνωστός με το όνομα «Σντροω>

ακολουθεί το KαλεστitδΙKO, πατινάδα (πατω και

ρουν το Νούνο και τη Νύφη. Μπροστα πήγαι­

10. Ξενιτεμένο μου πουλί Ξενιτεμένο μου πουλί και παραπονεμένο. Η ξενι­ τιά σε χαίρεται κι εγώ έχω τον καημό σου. Εδώ, το

ναν χορεύοντας τα μπρατίμια με το μπα'ίράΚL κι

συναντούμε στο ρυθμό του Τσαμικου.

άδω) του Γάμου. Ο καλεστάδικος κυριαρχούσε στις πορείες του Γάμου. όταν Τ111γαιναν να πά­

ακολουθούσαν τα όργανα με το Συμπεθεριό. 11. Λιασκοβίκι 7. Λενιω

Βαζω νερό, Ι'ωρ' γειά σου Αένη Ι'ου, βάζω νερό, νερό στην καλαl,ιά.

Αντε l'ωρέ Αιασκοβίκι, συ Ι'ου χάλασες το σπίτι, Αιντε l'ωρέ Βεληγκέκα συ Ι'ου πήρες τη γυναίκα.

Γε 1" κι η κα κι η καλαl,ιά δεν βγαίνει ' πες Ι'ου Αέ Ι'ωρ' Αένω 1, τι θα γένει

Το σκοπό αυτό τον έφερε κατα την παραδοση ο Νάσιος Μπέλτζιος, πεθερός του κωστα Ντίμ­

Τραγουδάει ο Κοσμάς Παπατσιούμας και συνο­

στον Πεντάλοφο.

τσιου, ο οποίος κατέβηκε από το Λιασκοβίκι

δεύουν γυναίκες από το Βυθό 12. Μαρούσιω 8. Σκάρος - Μπεράτι

Αργός ποιμενικός σκοπός διαδεδομένος όχι μό­ νον σε όλη την Ελλαδα, αλλiι και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Το Μπεράτι που συ­

νήθως ακολουθούσε, ηταν το έναυσμα για την

Στρωτός χορός που χόρευαν κυρίως στο διπλα­ νό Δίλοφο (Λιμπόχοβο). Ο χορός τελείωνε με το γυρισμα «Κουρναβαδικο». l3. Κουρναβάδικο

έναρξη του χορού.

πηρε τ' όνομα από τους Κουρναβαίους και τα Κουρναβάδικα, το γνωστό μαχαλά του γειτονι­

9. Στρωτός ή Συμπεθεριακός

κου Διλόφου (Λιμπόχοβου).

«Τον τφοτιμουσαν,> μετα την τελετή του Γάμου. στον αυλόγυρο της Εκκλησίας ή στην πλατεία. Γ νωστός και ως Ντουτσιωτικος. Στο Βυθό (Ντό­

14. Σταυρομάνα

λο) τον λένε και Ζερβιό επειδη οι χορευτές το­ νίζουν το πάτημα στο αριστερό πόδι. Στο Επτα­ χωρι, με κάποια μικρη παραλλαγη στη μελωδία,

38

Ένας από τους παλιότερους, συγκαθιστους (συν + κάθομαι) της περιοχης. Σε ρυθμό 8σημο δόχ­ μιο (χρόνοι 2+3+3), παλιά κυριαρχουσε στα γλέ­ ντια του Γάμου, ιδίως όταν αυτά, λόγω καιρικών

f!\JVO'1I((�V, γlνονταν μέσα στο σπίτι Ήταν ζευ­

γλέντι πολλές φορές ξανά 'ναβε.

γι'!'",ι!>ς χορός, τον χόρευαν ανά δυο και εξυπη­ Ι" ,,,ί,πι' Γην έλλειψη χωρου. Εδω φαίνονταν και

19. Εψές με το φεγγάρι

Ilνl!("I"IKνιJoνταν οι καλοί χορευτές.

Εψές με το φεγγάρι σήl,ερα στο πηγάδι Βρίσκω Ι'ια περιστέρα και θέλω να την πάρω.

Ι';. Κωσ ταντής I',�ι" ιrι:ιlζεται και χορευεται σαν βαρύ τσΙψικο

Τραγουδι του Γάμου, το 'λεγαν το Σ άββατο το

ι"" ,"χι στα βιιματα του Ζαγορίσιου.

βράδυ, πριν το Γάμο, όταν πηγαιναν στη βρυση να πάρουν νερό

1/,. Ίcιlψικο

,,'ΝΙ,'

μου φεγγαράκι Ι'ου να πάω στην αγάπη

20. Σαν πας πουλί μου

/Ι""".» Ο πρωτος χόρευε με αριστερόστροφες

Αργός σκοπός, Νουμπέτ, με τον οποίο άρχιζαν

"ιν'iσ�ις και φιγουρες. χαρακτηριστικό δείγμα

επίσης τα γλέντια. Σαν πας πουλί Ι'ου στη Φρα­

Ι

Ι μ.; τrιφloxής και οι υπόλοιποι του κύκλου, κρα­

Ι ουσαν-συνόδευαν.

γκιά, σαν πας στην Αγια Μαύρα, χαιρέτα Ι'ας την κλεφτουριά κι αυτόν τον Κατσαντώνη. Στη Φραγκια και όχι στο Μωρια. Στην Άγια Μαυ­

17. Χασαποσέρβικο

ρα κι όχι στην Άγια Λαυρα. Τα λάθη αυτά των

11 μοναδικη ηχογράφηση που σωθηκε απ' το

δισκογραφικων καταγραφων, οφείλουμε να τα

Μκόλα (Νασιο Μπέλτζιο), μέσα από την οποία

αποκαταστήσουμε. Διότι ο Κατσαντώνης, δεν

αναδεικνύεται η θαυμασια δεξιοτεχνία του. Το

πηγε ποτέ, ούτε στο Μωρια ουτε στην Άγια Λαύ­

Ί'σιμούλl με το κλαρίνο, κραταει το «ίσιο».

ρα. Αντίθετα κατέφυγε κυνηγημένος από τους τουρκους, όπως και πολλοί αλλοι αγωνιστές της εποχης του, στα νησιά του Ιονίου (Φραγκιά) και

18. Αρχοντόπουλο

Uyw ,lΙ'αν τ' αρχοντόίπουλο, Ι'ε τις πολλές πα­

συγκεκριμένα στη Λευκάδα (που ονομαζόταν

ράδες". και τώρα πώς κατήντησα " να φτιάχνω

Άγια Μαύρα).

εγώ Ι'ασιάδες. Συνήθως ακούγονταν κοντα στην αυγή, τότε

Μετά τον αργό σκοπό ακολουθούν τα γυρίσμα­

που το γλέντι καταλάγιαζε. Οι εναπομείνατες

τα «τα πήρανε τα πρόβατω> και <ψπεράτι». Ο

μερακληδες ένα γυρω και στη μέση το κλαρίνο.

Πάππος μ' ένα νεύμα. «πέρασε» το παίξιμο στον

Οι τσέπες αδειαζαν, οι καημοί και τα ντέρτια έβγαιναν και μ' ένα γύρισμα του κλαρίνου,

το

εγγονό του Κώστα Ντίμτσιο, ο οποίος έως τότε συνόδευε-κρατούσε το «ίσιο».

39


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.