Ο ΜΗΝΑΣ ΜΑΙΟΣ Ο Μάιος ή Μάης είναι ο πέµπτος µήνας του έτους κατά το Ιουλιανό και Γρηγοριανό Hµερολόγιο και έχει 31 ηµέρες. Πρότερα ήταν ο 3ος µήνας όταν το ηµερολόγιο άρχιζε την 1η Μαρτίου. Οι λατίνοι συγγραφείς τον εκφέρουν πάντα µε τη λέξη «mensis» (µήνας) ή Kalendae (καλένδες). Ετυµολογία Κατά τον Πλούταρχο (Βίος Νουµά 19) η ονοµασία του Μήνα (Maja) προήλθε από το «Μαία» τη µητέρα του Ερµή στον οποίο ήταν αφιερωµένος. Από άλλους υποστηρίζεται ότι αυτό το όνοµα είναι προσδιοριστικό πρεσβύτερης ηλικίας εκ του major (µεγαλύτερος): «Μαϊώρεις γαρ οι πρεσβύτεροι» (Πλούταρχος), ο δε Οβίδιος παράγει το όνοµα του µήνα από το Majestas (Μεγαλειότης) που έχει αποδεχθεί και ο τεκτονισµός. Ιστορία Στην αρχαία Ρώµη κατά τον µήνα Μάιο τελούνταν γιορτές προς τιµή της πηγαίας Νύµφης Ηγερίας, στο άλσος της, προς ανάµνηση των συµβουλών της, που παρέσχε στον Νουµά για τις θρησκευτικές αρχές που εισήγαγε στη Ρώµη. Κατά δε την 1η (Μπόνα Ντέα)
και 2η Μαΐου συνεχιζόντουσαν τα από 28 Απριλίου αρχόµενα Φλοράλια, εορτές προς τιµή της θεάς της βλάστησης της Χλωρίδας (Flora). Επίσης κατά τον ίδιο µήνα οι Ρωµαίοι τελούσαν τα "Lemuria" Μειλίχια που ήταν εορτές προς ιλασµό των ψυχών των νεκρών. Στη τέχνη τον µήνα Μάιο οι Ρωµαίοι τον παρίσταναν µε µορφή µεσήλικου άνδρα που έφερε πλατύ χιτώνα µε µεγάλες περιχειρίδες (σαν το σηµερινό ράσο) και έχοντας στη κεφαλή το κάνιστρο γεµάτο άνθη ενώ στα πόδια του υπήρχε ένα παγώνι (ταώς) µε ανοιγµένα τα φτερά. Πρωτοµαγιά και Λαµπροπασκαλιά. Ανθεστήρια ή «αρχαιότερα Διονύσια»: Η Πρωτοµαγιά, πριν γίνει εργατική γιορτή και σύµβολο των κοινωνικών αγώνων, γιορταζόταν, επειδή συµβόλιζε την τελική νίκη της άνοιξης πάνω στον χειµώνα. Στα Ανθεστήρια ανασταινόταν ο «σκοτωµένος» Ευάνθης θεός (επίθετο του Διονύσου), που από το χυµένο αίµα του φύτρωσε η άµπελος. Δρώµενο της Πρωτοµαγιάς στα νεότερα χρόνια: Η ανάσταση του Μαγιόπουλου (ή Φουσκοδενδριού). Ενας έφηβος εµιµείτο στα ξέφωτα του δάσους τον πεθαµένο τάχατες Διόνυσο-Χριστό. Οι Ευανθίες (ως µυροφόρες) τον στόλιζαν µε άνθη και του τραγουδούσαν τον «Κοµµό», τον θρήνο και τον οδυρµό, όσο να αναστηθεί και µαζί µε αυτόν όλη η φύση. Μάγια, µαγιοστέφανο: Ο Μάιος συγγενεύει ακόµα µε τη Μάγια: Μαία, τη µητέρα του Ερµή, που είναι προσωποποίηση της γόνιµης ΜάναςΓης. Επειδή συνηχεί µε τη µαγεία, θεωρείται µήνας ευνοϊκός γι' αυτήν. Το µαγιοστέφανο, που φτιάχνεται από εφτά ειδών λουλούδια, έχει δύναµη µαγική-αποτροπιαστική. 15η Θαργηλιώνος: Ιερά Θαργήλια. Η µέρα συµβολίζει την τελική νίκη της άνοιξης πάνω στο χειµώνα και γι' αυτό επιλέχτηκε ως εργατική γιορτή και µέρα µνήµης των κοινωνικών
αγώνων. Στα Ανθεστήρια αναταινόταν ο «σκοτωµένος» Ευάνθης -επίθετο του Διονύσουπου απ' το χυµένο αίµα του φύτρωσε η άµπελος. Τότε πρόσφεραν τις απαρχές του θερισµού των δηµητριακών στη Δήµητρα. Δρώµενο των Θαργηλίων στα Αβδηρα λ.χ. ήταν το µαστίγωµα της πείνας -βουλίµου- στο πρόσωπο ενός φτωχού «οικονοµικού µετανάστη» της εποχής. 21 Μαΐου: Αναστενάρια. Οι αναστενάρηδες χορεύουν αντικριστά πάνω σε αναµµένα κάρβουνα βγάζοντας τις ιερές κραυγές: εχ-εχ, ιχ-ιχ, ουχ-ουχ. Ο χορός γίνεται έξαλλος. Οργανα: ιερό τύµπανο, λύρα, αυλός και άσκαυλος (γκάιντα). "ροσύλλια". Μα και στην αρχαία Ρώµη, γίνονταν γιορτές που τις έλεγαν "ροσύλλια". Την γιορτή αυτή την κράτησαν και οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες. Σε πολλά µέρη της Ελλάδας, γιορτάζουν και σήµερα τα "ροσσύλια" όχι το Μάη αλλά το Σάββατο της Πεντηκοστής που είναι γιορτή πένθους. Την ηµέρα αυτή στολίζουν τους τάφους των πεθαµένων συγγενών τους. Όταν οι Ρωµαίοι κατάκτησαν την Ελλάδα, η γιορτή της Πρωτοµαγιάς, δεν έπαψε να υπάρχει αλλά πλουτίστηκε γιατί πίστευαν και οι δύο λαοί, ότι τα λουλούδια αντιπροσωπεύουν την οµορφιά των θεών και φέρνουν δύναµη, δόξα , ευτυχία και υγεία. Λαϊκές ονοµασίες Ο Μάιος, πέµπτος µήνας του χρόνου, είναι ο µήνας ο Καλοµηνάς, ο Λούλουδος, ο Τριανταφυλλιάς. Τα λουλούδια ανθίζουν, στα δέντρα κρέµονται νόστιµοι καρποί κι όλη η φύση οργιάζει στα καταπράσινα λιβάδια. Αυτά και καλό µήνα να έχουµε. Λαογραφία Μαΐου
Πιστεύεται ότι πήρε το όνοµά του από την µητέρα του Ερµή, τη Μαία. Απεικονίζεται µε ένα νέο άνδρα που φέρει στο κεφάλι καλάθι γεµάτο λουλούδια. Ο λαός µας, συσχετίζοντας παρετυµολογικά το όνοµα του Μαΐου µε τα µάγια, τον θεωρεί µαγεµένο µήνα. Ο µήνας των λουλουδιών και της βλάστησης. Οι Αγραφιώτες τον ονοµάζουν «χαλαζά» και οι Τήνιοι «βροχάρη». Οι Θρακιώτες ονοµάζουν τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο «Τριαντάφυλλα», γιατί το κυριότερο από τα λουλούδια του Μάη είναι το τριαντάφυλλο. Στη Μακεδονία ονοµάζεται «Κερασάρης», στον Πόντο «Καλοµήνας», στην Κύπρο «Πεντεφάς ή Πενταδείλινος», γιατί εξαιτίας του µεγάλου µήκους των ηµερών του, αναγκάζονται να τρώνε 5 φορές την ηµέρα. Επίσης Πράσινος και Λούλουδος. ΕΡΓΑΣΙΕΣ: Θερίζουν τα σανά, τη σίκαλη, τη βρώµη & το κριθάρι. Σπέρνουν µπαµπάκι, καλαµπόκι. Μεταφυτεύουν τα καπνά. Φυτεύουν λαχανικά. Κάνουν τα τελευταία «µπόλια» (=εµβολιασµούς). Παρασκευή τυριού. Κούρεµα προβάτων & γιδιών. ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ: Τον Μάη απέφευγαν να κάνουν γάµους και σηµαντικές εργασίες. ΚΟΥΚΚΟΥΜΑΣ (Σύµη, 2/5). Στα πολύ παλιά χρόνια ο κουκκουµάς γινόταν σ' όλες τις γειτονιές, για να δουν οι κοπέλες (οι κόρες όπως τις αποκαλούν εκεί) αυτόν που θα
παντρευτούν. Αποβραδίς (1/5), µια κοπελιά που ζούσαν οι γονείς της έπαιρνε το «αµίλητο νερό» από 7 σπίτια, σ' ένα δοχείο, που λεγόταν κουκκουµάρι, (απαραίτητο ήταν και στα 7 σπίτια, τη νοικοκυρά να την έλεγαν Ειρήνη). Έριχναν ύστερα όλες οι κοπέλες, στο κουκκουµάρι µε το «αµίλητο νερό», τα δαχτυλίδια τους, το σκέπαζαν µε κόκκινο πανί, το έδεναν µε κόκκινη κορδέλα, έβαζαν από πάνω ένα κλειδί και έβγαζαν το κουκκουµάρι στο δώµα για να το δουν τ' άστρα. Την επόµενη, 2/5, µετά τη θεία λειτουργία, οι κοπελιές ετοίµαζαν φαγητά (συνήθως γιαπράκια, ντολµάδες δηλαδή) και γλυκά, καθώς και µια πίτα, µε µπόλικο αλάτι και «αµίλητο νερό». Την πίτα την ετοίµαζαν ανάποδα. Με τα χέρια δηλ. πίσω θα κοσκίνιζαν το αλεύρι, θα ζύµωναν, θα φούρνιζαν και θα ξεφούρνιζαν την πίτα. Μετά το φαγητό έβαζαν στη µέση ένα µεγάλο ταψί και µέσα σ' αυτό το κουκκουµάρι, αφού το ξεσκέπαζαν και του έβαζαν βασιλικό και άλλα µυρωδικά φυτά, έπαιρναν όλες θέση γύρω του κι άρχιζαν να τραγουδούν σε επίσηµη βυζαντινή µελωδία, χτυπώντας τα χέρια τους στο σινί (στρογγυλό χάλκινο ταψί): Να βγάλουµε τον κουκκουµά, να 'βγει η χαριτωµένη να 'βγει της Παναγιάς ο γιος και της κυράς η κόρη. Να βγάλουµε τον κουκκουµά. Στη µια του Μα, στις δυο του Μα, τον κουκκουµά να βγάλω κι αν είναι καλορίζικος, τον αγαπώ θα πάρω. Αϊ Θανάση αφέντη µου έβγα απ' το θρανί σου να δεις χαρές που γίνονται έξω απ' το πλατύ σου. Να βγάλουµε τον κουκκουµά.
Γύρω τριγύρω στο σινί, πέρδικες πλουµισµένες και του καιρού χαρούµενες και καλοπαντρεµένες… Το τραγούδι συναρπαστικό, κρατούσε πολλή ώρα. Έπειτα έβγαζαν το βασιλικό κι ένα ανήλικο κορίτσι, µε τους γονείς της ζωντανούς, έπαιρνε ένα-ένα τα δαχτυλίδια από το κουκκουµάρι, λέγοντας ταυτόχρονα ένα ανδρικό όνοµα. Στη συνέχεια έτρωγαν την αλµυρή πίτα κι άρχιζαν το χορό, µε συνοδεία λύρας και λαγούτου. Κορίτσια τραγουδήστε και ρίξτε ένα γρόσι να κάνουµε του λυριστή µαλαµατένια στρώση… Το βράδυ οι κοπελιές, µετά τον πολύ χορό και την αλµυρή πίτα, ήταν σίγουρο ότι θα δίψαγαν. Θα έβλεπαν στον ύπνο τους ότι πήγαν σε κάποιο σπίτι να πιουν νερό. Αν το σπίτι, που στ' όνειρό της έβλεπε η κάθε κοπελιά, πως πήγε να πιει νερό, έχει γιο ανύπαντρο, µε το όνοµα που της φώναξαν, βγάζοντας το δαχτυλίδι της από το κουκκουµάρι, θεωρείτο «σίγουρο» πως αυτόν θα έπαιρνε για άντρα της. ΤΑ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ. Πολυσυζητηµένο έθιµο, που τελείται µε µεγάλη δηµοσιότητα, κατά το τριήµερο 21-23 Μάη, προς τιµήν των αγίων Κων/νου & Ελένης. Αποτελούν µία από τις πιο χαρακτηριστικές και ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις της λαϊκής λατρείας µε µορφή δρώµενου. Παλαιότερα γινόταν σε µικρή περιοχή της επαρχίας Σωζοαγαθουπόλεως της Β.Α. Θράκης. Μετά την ανταλλαγή πληθυσµών το 1923, βάσει της συνθήκης της Λοζάννης, το έθιµο µεταφυτεύθηκε και ρίζωσε στη Μακεδονία. Στο τελετουργικό µέρος τους περιλαµβάνονται εκστατικοί χοροί, ποµπικές περιφορές εικονισµάτων, αρχαιότροπη θυσία ζώου, χρήση αγιάσµατος και εντυπωσιακή πυροβασία (περπάτηµα πάνω σε αναµµένα
κάρβουνα) των τελεστών Αναστενάρηδων, από την οποία κυρίως είναι γνωστό το δρώµενο. Τα όργανα λύρα και νταούλι, παίζουν σ' όλες τις φάσεις της τελετουργίας, στη διάρκεια της οποίας ακούγονται και ειδικά τραγούδια. Ένα από τα γνωστότερα έθιµα του Ν. Σερρών, που έγινε αντικείµενο έρευνας και µελέτης, τόσο των ελλήνων, όσο και των ξένων ερευνητών. Τα αναστενάρια, µεταφυτευµένα από τους πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης στη Βόρεια Ελλάδα, τελούνται σε τέσσερα σηµεία της χώρας αυτής, όπου είναι εγκατεστηµένοι οι αναστενάρηδες. Τα µέρη αυτά είναι ο Λαγκαδάς, η Μελίκη Βέροιας, η Μαυρολεύκη Δράµας και η Αγία Ελένη Σερρών. Το έθιµο αυτό έχει την αρχή του στην αρχαιότητα, που οπωσδήποτε αποτελεί συνέχεια λατρευτικών τελετών, προς τιµή του θεού Διόνυσου. Αυτό προκύπτει από την οµοιότητα των εθίµων που γινόταν τότε, αλλά και εξακολουθούν να γίνονται και τώρα, όπως η θυσία του ταύρου, η χρησιµοποίηση του ιαµατικού νερού, των αγιασµάτων, ο χορός, τα όργανα, η φωτιά. Οι αναστενάρηδες, έχουν ως ανώτατο αρχηγό τους το "αναστενάρικο εικόνισµα του Αγίου" και ανώτατο ιεράρχη τους, τον Αρχιαναστενάρη. Οι εικόνες που κουβαλούν οι αναστενάρηδες µαζί τους, είναι οι λεγόµενες "χάρες" και παριστάνουν το ιερό ζεύγος των Αγίων και οι οποίες τους δίνουν την ικανότητα να βαδίζουν στη φωτιά. Παρατηρώντας τον χορό των αναστενάρηδων, σ' όλη τη διάρκεια του εθίµου, έκρινα σωστό να ταξινοµηθεί σε τρεις φάσεις: α) πριν την πυροβασία β) κατά το ξεκίνηµα και γ) κατά την επιστροφή από την πυροβασία.
α) ο χορός πριν την πυροβασία Ο χορός αρχίζει µέσα στο κονάκι, (δηλ. τα σπίτια των αρχιαναστενάρηδων, όπου φυλάσσονται οι εικόνες των Αγίων), όπου τελείται η αγρυπνία και γενικώς η προετοιµασία των µυστών για την οιστροπληξία (παραφροσύνη). Αυτή κορυφώνεται στις 21 Μαΐου και παρέχει τη δυνατότητα της πυροβασίας, καθώς επίσης, εξασφαλίζει στους πιστούς την ακαΐα. Ο χορός αρχίζει συγκεκριµένα, από τότε που οι "χάρες" εγκαλούν τον αναστενάρη. Όταν λένε ότι "η εικόνα εγκαλεί τον καθαρό άνθρωπο", εννοούν ότι ο προσκαλεσµένος αισθάνεται µέσα του την ανάγκη να χορέψει αδίστακτα και αφοσιωµένα, µαζί µε τις "χάρες". Αφού, λοιπόν, συµβούν όλα αυτά, οι αναστενάρηδες αρχίζουν τον χορό. Κάνουν βήµατα µπροστά (τροχαίους και ιάµβους ) και γυρίζουν όµοια πίσω, χτυπώντας τα πόδια ρυθµικά, πότε ελαφρά, πότε βαριά, υψώνουν τα χέρια δεκτικά, τα συµπλέκουν πάνω από το κεφάλι, τα φέρνουν πλάγια, σκύβουν γυρτά προς το ένα µέρος. Τέλος, κάποτε, παύει ο χορός. Τότε, σταυροκοπιούνται, κάνουν µετάνοιες, θυµιατίζουν και αποσύρονται σε µία γωνιά σιωπηλοί. Τα όργανα παίζουν όλη αυτή την ώρα της αγωνίας τους και οι παρόντες τραγουδούν. Στα αναστενάρια, οι οργανοπαίκτες είναι η µεγάλη δύναµη, που οδηγεί τους χορευτές στο ρυθµό και τους συγκλονίζει και τους οιστρηλατεί. Κι αυτοί οι ίδιοι είναι µυηµένοι, παίζουν τα όργανα τους µε πάθος, συγκλονίζονται οι ίδιοι, συµπάσχουν, σκύβουν, υψώνουν το κεφάλι µε τα µάτια ψηλά, καµπουριάζουν και µε τα πόδια κρατούν το ρυθµό, χωρίς κανένα παραπάτηµα.
Τα όργανα τους είναι η γκάιντα, η λύρα, το νταούλι και το καβάλι, που σήµερα δεν υπάρχει. β) ο χορός κατά το ξεκίνηµα και την πυροβασία Η ποµπή ξεκινά από το κονάκι. Έξω, στον αυλόγυρο του κονακιού, σχηµατίζεται ο κυκλικός χορός. Ενώ τα όργανα παίζουν και το βήµα ρυθµίζεται από την έρρυθµη µουσική, βγαίνουν χορεύοντας οι αναστενάρηδες, προηγουµένου του αρχιαναστενάρη, κατευθυνόµενοι από το κονάκι προς το αλάνι. Εκεί τα όργανα παίρνουν θέση γύρω από τη φωτιά. Αφού οι αναστενάρηδες χορεύοντας καλύψουν τρεις γύρους γύρω από τη θρακιά, ξεκινούν την πυροβασία. Ο χορός κατά την πυροβασία είναι σε ρυθµό 2/4 και οργιώδης, χαρακτηριζόµενος από πολλά γρήγορα πηδήµατα, µε µικρά βήµατα και περιστροφές. Ο χορός τους διαρκεί γύρω στις δύο µε τρεις ώρες, ώσπου δηλαδή, να σβήσουν τη φωτιά. γ) ο χορός κατά την επιστροφή από την πυροβασία Η επιστροφή γίνεται και πάλι ποµπική. Οι αναστενάρηδες χορεύουν, έως ότου όλη η ποµπή φθάσει στο κονάκι. Μετά την εναπόθεση των εικόνων στο εικονοστάσιο, ξαναρχίζει ο χορός, όταν οι αναστενάρηδες µε όλη τους την ψυχή, εκτελούν τον προτελευταίο του χορό. Τέλος, ο αρχιαναστενάρης µαζί µε τα όργανα, βγαίνει χωρίς τις εικόνες στον αυλόγυρο. Εκεί στήνεται ο ύστατος χορός. Τα όργανα και ο ρυθµός ανάβουν. Στον κυκλικό αυτό χορό προηγείται ο αρχιαναστενάρης και ακολουθεί ο µεγάλος κύκλος του λαϊκού χορού, που πηδούν ρυθµικά. Συµπληρώνοντας τους τρεις γύρους, ο αρχιαναστενάρης λύνει τον κύκλο και κάνει την απόλυση.
Θεωρώντας την πλήρη περιγραφή της διεξαγωγής της τελετής, όπως αυτή παρουσιάζεται ανά τον κόσµο, µη άµεσου ενδιαφέροντος, θα αρκεσθούµε να καταγράψουµε αυτήν, όπως διεξάγεται στον ελλαδικό χώρο. Η προετοιµασία, λοιπόν, αρχίζει από τις 27 Οκτωβρίου, όταν αρχίζουν να µαζεύουν τα χρήµατα "δι' αγερµών", ποσό µε εράνους δηλαδή, για να αγορασθεί το ζώο, που θα θυσιαστεί την 21η Μαΐου. Η 27η Οκτωβρίου στην αρχαιότητα, ήταν "των µυστηρίων ηµέρα πρώτη". Την 18η Ιανουαρίου αγοράζεται το λεγόµενο ¨µπικάδι" ή "µπουγά" ή "κουρµπάνι" , δηλαδή το ζώο για τη σφαγή. Το ζώο, ακολουθώντας την παράδοση, πρέπει να είναι ενός, τριών ή πέντε χρονών, δηλαδή µε µονά έτη ηλικίας και ακόµη να είναι άζευκτο. Η κυρίως τελετή ξεκινά µε την προετοιµασία των αναστενάρηδων, κατά την παραµονή της 21ης Μαΐου. Αναστενάρης µπορεί να γίνει οποιασδήποτε ηλικίας άτοµο, αρσενικού ή θηλυκού γένους. Όλοι µαζεύονται στο "κονάκι" του αρχιαναστενάρη, όπου ακολουθείται κατά γράµµα η ίδια διαδικασία κάθε χρόνο, όπως άλλωστε και σ' όλη την τελετή. Το κονάκι έχει διαµορφωθεί κατάλληλα για να υποδεχθεί τους φιλοξενούµενους, έχει στολισθεί, ενώ ιδιαίτερα έχει στολισθεί η εικόνα του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης µε αφιερώµατα, µαντηλάκια, κορδέλες κ.α. Επίσης, τοποθετούνται σε σχήµα σταυρού µερικά κεριά. Η ψυχική προπαρασκευή για τη σωστή διεξαγωγή της τελετής της απώτερης ηµέρας είναι ο απώτερος σκοπός αυτής της συγκέντρωσης. Αυτό φαίνεται να επιτυγχάνεται µε την αυτοσυγκέντρωση που επιχειρείται, µε τους εκκλησιαστικούς ψαλµούς και ύµνους, αλλά και µε τα διάφορα θυµιατίσµατα από λιβάνι, το οποίο δηµιουργεί µια οµιχλώδη
ατµόσφαιρα. Ακόµη, το ασταµάτητο και εκνευριστικό - για τους αµύητους - παίξιµο του νταουλιού, της τρίχορδης θρακικής λύρας και της γκάιντας επιτείνει την προετοιµασία του οίστρου και αποτελεί το "εξοργίζον τη ψυχή µέλος, το µανίας επαγωγόν", κατά τον Αισχύλο. Ο χορός ξεκινά και συνεχίζεται µέσα στην ήδη βαριά διαµορφωµένη ατµόσφαιρα, όπως περιγράφεται παραπάνω. Το πρωί της 21ης Μαΐου, µετά τον εκκλησιασµό, σφάζεται το ιερό ζώο σε ειδική τελετή και αφού τεµαχισθεί µοιράζεται στους αναστενάρηδες. Μετά τη σφαγή ακολουθεί χορός και προσκύνηµα των εικόνων έξω από το κονάκι του αρχιαναστενάρη, µε τη συνοδεία των οργάνων, καθώς και η ποµπή, που επισκέπτεται διάφορα κονάκια. Αυτό συνεχίζεται µέχρι το µεσηµέρι, οπότε ακολουθεί ξεκούραση. Θα είναι γύρω στις πέντε το απόγευµα της 21ης Μαΐου, όταν ο χώρος της πυροβασίας θα αρχίσει να ετοιµάζεται. Η φωτιά ανάβει από το άγιο φως που καίει ασταµάτητα όλο το χρόνο µπροστά στα εικονίσµατα των Αγίων. Μετά από µία περίπου ώρα, σχηµατίζεται η δέουσα ανθρακιά διαµέτρου τριών έως τεσσάρων µέτρων και πάχους οκτώ έως δέκα εκατοστών. Από το σπίτι του αρχιαναστενάρη ξεκινά η ποµπή, που αποτελείται από τους οργανοπαίκτες, παιδιά µε λαµπάδες και τους αναστενάρηδες µε το χορευτικό βηµατισµό τους. Φθάνοντας στη φωτιά, οι αναστενάρηδες κάνουν έναν κύκλο γύρω από τη φωτιά χορεύοντας και ύστερα αρχίζουν να µπαίνουν στην ανθρακιά πατώντας αρχικά τα µικρά καρβουνάκια γύρω-γύρω, σα να θέλουν να δοκιµάσουν την ακαϊα τους. Με επικεφαλή τον αρχιαναστενάρη, υψώνουν τα εικονίσµατα και διασχίζουν σταυρωτά το αλώνι µε τα κάρβουνα. Κατόπιν, ο καθένας τους µάλλον αυτοσχεδιάζει, αφού δεν ακολουθείται κάποια συγκεκριµένη πορεία. Κατά τη διάρκεια της πυροβασίας, οι
συµµετέχοντες αναστενάζουν λέγοντας "ιχ-ιχ, αχ-αχ, εχ-εχ, οχ-οχ" ή "άντε-άντε" ή σφυρίζοντας "σσσσσ". Τα παραπάνω υποστηρίζεται, πως αποτελούν αποµεινάρι του επιφωνήµατος "Ίακχε-Βάκχε", που στην αρχαιότητα ήταν το µυστηριακό όνοµα του Διόνυσου. Τα γρήγορα χορευτικά βήµατα πάνω στη θράκα, από τη µία όχθη ως στην άλλη, δεν είναι παραπάνω από 5-8 περίπου, κάθε φορά. Η θερµοκρασία της θράκας ανέρχεται σε 220 βαθµούς Κελσίου και φθάνει µέχρι τους 450. Παρατηρήσεις απέδειξαν πως η διάρκεια επαφής του γυµνού πέλµατος κάθε φορά µε τη φωτιά είναι 0,30 ως 0,50 δευτερόλεπτα. Παρ' όλα αυτά, σύµφωνα µε τη µαρτυρία του γιατρού Ε. Ευαγγελίου, στις 21 Ιουλίου 1963, οµάδα νεαρών προέβησαν σε πυροβασία, χωρίς να ακολουθήσουν την καθιερωµένη τελετουργική διαδικασία και χωρίς να υπάρχουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσµατα της τελετής (θυσία ζώου, µουσική, τραγούδια, χορός, έκσταση κ.λ.π «ΠΙΠΕΡΟΥΓΓΑ» (Θράκης): Άλλη µια πολιτιστικοθρεσκευτική εκδήλωση. Αυτή γινόταν την άνοιξη, Μάιο µε Ιούνιο. Όχι, βέβαια, κάθε χρόνο. Είχε την ιδιαιτερότητα, να γίνεται στα χρόνια της λειψυδρίας και πάντα την άνοιξη. Με την ανοµβρία τα σπαρτά δεν αναπτυσσόταν, κιτρίνιζαν. Το αποτέλεσµα σε αυτές τις περιπτώσεις: δε θέριζαν. Και αν θέριζαν, η παραγωγή ήταν πάρα πολύ µειωµένη. Σαν αποτέλεσµα, βέβαιος λιµός. Κάτω, λοιπόν, από αυτήν την απειλή προέβηκαν σε ενέργειες, όπως οι λιτανείες µε παπάδες στα µοναστήρια τους, θεωρούµενα δικά τους. Μαζευόταν όλοι χωριανοί την ηµέρα που οριζόταν. Πάντα Κυριακή γινόταν λειτουργία. Έσφαζαν ζώα, λεγόµενη θυσία προς το Θεό να βρέξει. Χορός, τραγούδια κτλ. Εάν µετά τη λιτανεία και σε διάστηµα µιας εβδοµάδας τυχόν έβρεχε, ήταν, βέβαια, χάρη
στη λιτανεία προς το Θεό τους. Λυπήθηκε και έβρεξε. Στην αντίθετη περίπτωση δεν έβρεχε. Τότε εκφραζόταν διαφορετικά, λέγοντας ότι ο κόσµος έχει αµαρτάνει τόσο που ούτε ο θεός δεν µπορεί να τους συγχωρέσει. Και γι' αυτό δε βρέχει. Και αποδίδουν την ευθύνη στον εαυτό τους. Τότε, ο τελευταίος τρόπος ήταν να κάνουν Πιπερούγγα. Ήταν και αυτή δέηση προς το Θεό. Την προσεχή Κυριακή οριζόταν. Η πρωτοβουλία σε αυτήν την πράξη άνηκε εκατό τοις εκατό στις γυναίκες. Καµιά συµµετοχή από άνδρες. Την ηµέρα που οριζόταν να γίνει η Πιπερούγγα, έβγαιναν έξω από το χωριό. Μάζευαν αγριολούλουδα, ειδικά αυτά που φύτρωναν µέσα στα τσαλιά, λεγόµενες κοκοµίξεις. Έχουν φύλλα στενόµακρα και τον ανθό τους τον βγάζουν στη µέση, µια υψηλή φούντα. Κουκοµίξεις έχουν το ιδίωµα να κρατούν το νερό. Στην πιπερούγγα το ρόλο τον παίζει ένα κοριτσάκι, έως δέκα χρονών το πολύ, και αποκλειστικά να είναι ορφανό από µάνα και πατέρα, να έχουν πεθάνει. Το κοριτσάκι αυτό το ντύνανε, όλο το σώµα του, µε φύλλα κοκοµίξας, διότι έχει το ιδίωµα να αποβάλλει το νερό. Τα φύλλα της κοκοµίξας εφαρµοζόταν µε τέτοιον τρόπο επάνω στο σώµα του µικρού κοριτσιού, πάντα σαν σωστή φορεσιά. Περνούσαν ένα - ένα φύλλο σε γερή κλωστή, σε αρµάθες, όπως περνούν τον καπνό. Κάθε αρµάθα κανονιζόταν ίσια που να φέρει έναν κύκλο το σώµα του κοριτσιού. Αρχινούσε το ντύσιµο από το λαιµό κυκλικά και έφτανε έως το γόνατο. Και στο κεφάλι του πάλι µε το ίδιο υλικό γινόταν µαντίλα. Όταν ολοκληρωνόταν το ντύσιµο, το κοριτσάκι φάνταζε σαν Σαρακατσάνα από τα νύχια έως την κορυφή. Αφού τελειώνει το λεγόµενο ντύσιµο, η συµµετοχή ήταν µεγάλη, σχεδόν από όλες τις γυναίκες του χωριού. Και προτού ξεκινήσουν το παίξιµο σπίτι - σπίτι, γινόταν η
απαιτούµενη πρόβα µε τη διαπίστωση εάν όλα έχον γίνει σωστά. Μεγαλύτερη προσοχή δίνανε στις κινήσεις του κοριτσιού, αφού αυτό είναι πρωταγωνιστής του θιάσου. Άρχιζαν να τραγουδούν τους εξής στίχους, όπως: "Πιπερούγγα περπατεί για να βρέξει µια βροχή. Για τα στάρια, για τα κθάρια, για του Θεού το µπερεκέτι". Αυτός ήταν ο µοναδικός στίχος και επαναλαµβανόταν συνέχεια. Αυτό συνεχιζόταν και στην πορεία, πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι. Η κίνηση της Πιπερούγγας περιοριζόταν στη µοναδική κίνηση µε το στίχο. Περνούσε γύρω - γύρω, χωρίς βήµατα και στη θέση θυµιατών. Και όπως γύριζε µε το ρυθµό του, µε το προσωπάκι του αντίκριζε τους πάντες, µε τα ορθάνοιχτα πονεµένα µατάκια του σαν να θέλει να αντικρίσει τη µανούλα του που έχει πεθάνει. Το κοριτσάκι αυτό είναι τη στιγµή τόσο επιφορτισµένο µε τα συναισθήµατα της ορφάνιας, που από την αρχή του παιξίµατος συνέχεια τα δάκρυα από τα µατάκια του τρέχουν. Δε φτάνουν όλα αυτά στο κοριτσάκι και κατά τη διάρκεια του παιξίµατος η κάθε νοικοκυρά ρίχνει νερό επάνω στο σώµα του, λέγοντας: "Βρέξι, θεέ µου, βρέξι". Η νοοτροπία ήταν, όσο πιο πολύ νερό ρίξει στο σώµα του κοριτσιού, τόσο πολύ θα βρέξει και ο Θεός, έχοντας την αυταπάτη ότι το κοριτσάκι δε βρέχεται, το προστατεύουν οι κοκοµίξεις (για αδιάβροχα δε µιλάµε, για την εποχή είναι άγνωστα). Πάντως, το νερό περνούσε όλο στο σώµα του κοριτσιού. Ψυχή και σώµα βρεγµένα. Σκέψη να γίνει Πιπερούγγα κοριτσάκι να έχει γονείς και να ζει φυσιολογική ζωή δε γίνεται. Με το σκεπτικό, ότι δε θα το λυπηθεί ο Θεός να βρέξει. Σε αυτήν την περίπτωση για πληρωµή δε δίνουν σιτάρι. Δίνουν αλεύρι, λάδι, τυρί
και αβγά. Αφού τελειώσουν, όλο το χωριό, πηγαίνουν σε σπίτι, βάζουν στεγνά ρούχα στην Πιπερούγγα και µε τα υλικά που έχουν µαζέψει έφτιαχναν πίτες και τις έψηναν σε ένα φούρνο. Μαζεύονται όλες οι γυναίκες, τραγουδούν τραγούδια της Άνοιξης, οπότε τερµατίζεται και αυτή η δέηση προς το θεό για βροχή. «ΖΑΦΕΙΡΗΣ» (Ζαγόρι Ηπείρου). Ένα παιχνίδι που βρισκόταν στο µεταίχµιο µε τη µαγεία. Το έπαιζαν τα κορίτσια την Πρωτοµαγιά, αλλά κι όλες τις Κυριακές του Μάη. Ένα παιδί προσποιούταν ότι πέθανε και τότε τα κορίτσια το στόλιζαν µε άνθη και πράσινα κλαδιά, µοιρολογώντας το. Ξαφνικά όµως ο «Ζαφείρης» σηκωνόταν και το παιχνίδι συνεχιζόταν πάνω στα καταπράσινα χωράφια. Τον «Ζαφείρη» τον παριστούσαν επίσης µε µια κούκλα, ένα σταυρόσχηµο ξύλινο σκελετό, ντυµένο µε πολύχρωµα ρούχα. Πίστευαν ότι µ' αυτό το παιχνίδι «πρόκοβαν τα χωράφια». «ΦΟΥΣΚΟΔΕΝΤΡΙ» (Καστανιά Στυµφαλίας). Όµοιο παιχνίδι µε τον «Ζαφείρη». «ΟΙ ΜΑΗΔΕΣ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ». Δρώµενο, κατά το οποίο περιφέρουν έναν νέο, το Μαγιόπουλο, στολισµένο µε λουλούδια και φύλλα, συνοδευόµενο από προσωπιδοφόρους, στους δρόµους των χωριών και κάνουν αναπαράσταση γάµου, θανάτου του γαµπρού και ανάστασής του, µε µαγιάτικα τραγούδια. ΓΙΟΡΤΕΣ: ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ (1/5). Γιορταστική απεργία των εργαζοµένων. Βιώνεται σαν οριστική νίκη της φύσης, στον αγώνα της για νέα καρποφορία. Την ηµέρα αυτή συνηθίζεται να πλέκουν στεφάνια, µε λουλούδια, στάχυα και ένα σκόρδο ή ένα αγκάθι για τον βάσκανο οφθαλµό, τους ΜΑΗΔΕΣ, για την ευφορία της γης. Τα κρεµούν πάνω από τις εξώπορτες ή στους εξώστες των σπιτιών µέχρι τις 24
Ιουνίου, το θερινό ηλιοστάσιο, οπότε κατά το έθιµο, τουλάχιστο παλαιότερα, τα έκαιγαν στις φωτιές του Αϊ-Γιάννη. ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ (11/5). Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. ΚΩΝ/ΝΟΥ & ΕΛΕΝΗΣ (21/5). ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ: «Στον καταραµένο τόπο (στων αµαρτωλών τη χώρα), Μάη µήνα βρέχει». «Ζήσε, Μάη µου, να φας τριφύλλι». «Μάης άβροχος, τρυγητής άµετρος». «Μην βγάλεις µήτε µπάλωµα, πριν βγει ο Μάιος µήνας». Ει βασιλέα των µηνων θειναι τις εβουλήθη, µάιος εβασίλευσεν εις άπαντας τους µηνας, κόσµος ουτος τερπνότατος γης απάσης τυγχάνει, οφθαλµός πάντων των φυτων και των ανθων λαµπρότης, των λειµώνων ερύθηµα και κάλλος απαστράπτων, έρωτας πνέει θαυµαστως, Αφροδίτην επάγει, γην του µιµεισθαι ουρανόν αυτήν παρασκευάζει, αγλαϊζων τοις άνθεσι ρόδοις τε και ναρκίσσοις. (Βασίλειος Διγενής Ακρίτης, Διασκευή Κρυπτοφέρρης VI, 4-11) Ο Μάιος είναι ο πέµπτος µήνας του Γρηγοριανού (Νέου) Ηµερολογίου. Η λατινική ονοµασία του µήνα είναι Maius και οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα στο γεγονός ότι ήταν αφιερωµένος από τους Ρωµαίους στους προγόνους τους, τους majores.
Κατ’ άλλους πήρε το όνοµά του από τη Μαία -λατ. Maia- κόρη του Άτλαντα και µητέρα του Ερµή. Τον Μάιο οι Ρωµαίοι τελούσαν δύο µεγάλες γιορτές προς τιµήν των νεκρών: τα Λεµούρια και τα Ροζάλια. Τα Ροζάλια πήραν το όνοµά τους από τα τριαντάφυλλα (λατ. rosa) γιατί τη µέρα της γιορτής συνήθιζαν να στολίζουν τους τάφους των προγόνων τους µε τριαντάφυλλα. Η συνήθεια διατηρήθηκε και στο Βυζάντιο και λεγόταν Ροδισµός. Στο ελληνικό λαϊκό εορτολόγιο τα Ροζάλια έχουν γίνει Ρουσάλια και είναι επίσης γιορτή των νεκρών. Το Σάββατο της Πεντηκοστής (Μέγα Ψυχοσάββατο) λέγεται του Ρουσαλιού το Σάββατο. Ο µήνας Μάιος αντιστοιχεί στον αρχαίο ελληνικό αττικό µήνα Θαργηλιών, κατά τον οποίον τελούνταν τα Θαργήλια προς τιµήν κυρίως του Απόλλωνα και της Αρτέµιδος. Τα Θαργήλια ήταν γιορτή µε ευετηριακό (δηλ. σχετικό µε την καρποφορία) και καθαρτικό χαρακτήρα. Για τον Μάιο υπάρχουν τα ακόλουθα προσωνύµια: Τριανταφυλλάς (για τα πολλά τριαντάφυλλα), Καλοµηνάς, Λούλουδος, Πράσινος, Κερασάρης (γιατί ωριµάζουν τα κεράσια στα χαµηλότερα µέρη), Πεντοδείλινος (για τα πολλά γεύµατα του µια και η µέρα είναι µεγάλη) αλλά συγχρόνως και καταραµένος. Εκείνο που γιορτάζεται από τον λαό µας πολύχρωµα και εθιµοτυπικά είναι η πρώτη του ηµέρα, η Πρωτοµαγιά. Οι άνθρωποι ανθοστολίζουν τα σπίτια τους και βγαίνουν από νωρίς στις εξοχές για να πάρουν τη δροσιά του. «Τώρα µαγιά, τώρα δροσιά, τώρα το Καλοκαίρι». Αξίζει να σηµειωθεί ότι είναι η µόναδική λαϊκή γιορτή που δεν έχει θρησκευτικό χαρακτήρα. Ο Μάης κοντά στα καλά του, όµως, έχει και και τις κακές του µέρες. Κρύβει πολλά κακά και
φέρνει πολλές αρρώστιες στην καλλιέργεια και στ’ αµπέλια. Οι δεισιδαιµονίες, οι φόβοι και οι απαγορεύσεις που τον συνοδεύουν είναι πολλές. Οι µαγιάτικες βροχές για τη γεωργία είναι σχεδόν καταστροφή, γι’ αυτό και λέγεται «Στον καταραµένο τόπο µήνα Μάη βρέχει». Επίσης, ο λαός µας συνέδεσε παρετυµολογικά τον Μάιο µε τα µάγια και κατά τόπους έπαιρναν διάφορες προφυλάξεις για να προστατευτούν από αυτά. Στη Μήλο έκαναν νωρίς το πρωί της Πρωτοµαγιάς κρασοψυχιά, δηλαδή έτρωγαν ένα κοµµάτι µαγιοκούλουρο (ειδικό ψωµί για την Πρωτοµαγιά µε ζυµάρι της Λαµπρής), που το βουτούσαν σ’ ένα ποτήρι κρασί. Η ηµέρα µνήµης της Αγ. Μαύρας (3) θεωρούνταν αποφράδα και δεν έκαναν καµία δουλειά. Τον Αγ. Ιωάννη τον Θεολόγο (8) σε πολλά µέρη τον αποκαλούν Βροχάρη ή Χαλαζά επειδή παίρνει κατά κάποιο τρόπο πάνω του την ευθύνη για των κίνδυνο της καταστροφής των σπαρτών, που είναι σχεδόν πια ώριµα για το θερισµό. Μαζί του µοιράζεται την ευθύνη και ο Αγ. Χριστόφορος (9). Γι’ αυτό και στην Ήπεριο έλεγαν «αϊ-Γιάννης το πήζει (το χαλάζι) κι ο αϊ-Χριστόφορος το ρίχνει». Τέλος, τον Μάιο απαγορεύονταν οι γάµοι γιατί αφενός ο µήνας συνδεόταν µε τους νεκρούς αλλά και γιατί κατ’ αυτόν τον µήνα ερωτοτροπούν οι γάιδαροι. Στις αρχές του Μάη πέφτει, τις περισσότερες φορές, η θερµοκρασία κι αυτή η ψύχρα θυµίζει άλλον καιρό. Γι’ αυτό και ο λαός µας λέει: «Όταν πρέπει δεν χιονίζει και τον Μάη δροσολογά». Η µεγαλύτερη πανελλήνια γιορτή του µήνα είναι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (21).
Εκείνη την ηµέρα τελείται και το έθιµο της πυροβασίας, τα Αναστενάρια (από τη λέξη ασθενάρια=πρόσωπα εκστασιαζόµενα, και όχι από το αναστενάζω). Παροιµίες για τον Μάιο: «Ο Μάης φτιάχνει τα σπαρτά κι ο Μάης τα χαλάει.» «Μάης άβρεχος Τρυγητής χαρούµενος.» «Μάης πενταδείλινος και πάντα δείλι θέλει.» Ήθη και Έθιµα της Πρωτοµαγιάς Στην Αρχαία Ελλάδα Οι αρχαίοι Έλληνες, ως φλογεροί φυσιολάτρες, γιόρταζαν το άνοιγµα των λουλουδιών και το φτάσιµο της άνοιξης. Aπό τα αρχαιότερα χρόνια του πολιτισµού τους, που έφθασε στην Eλλάδα από τη Θράκη το ρόδο, µαζί µε τις Oρφικές διδασκαλίες, το άνθος αυτό έγινε σύµβολο και υµνήθηκε ως η νύµφη των ανθέων. Ο Aνακρέων ύµνησε έτσι το άνθος αυτό του Mαγιού: «Pόδον, άνθος των ερώτων αναµίξωµεν τω Bάκχω ρόδον, ω+ ωραίον άνθος ενθέντες τοις κροτάφοις ευθυµήσωµεν εν τούτοις». H γιορτή, όµως, της άνοιξης, η αρχαία Πρωτοµαγιά, πήρε σιγά-σιγά κι επίσηµη µορφή.
Aπό τις παλαιότερες γιορτές, δηµιουργήθηκαν τα Aνθεστήρια, η γιορτή των λουλουδιών. Aυτή ήταν η πρώτη επίσηµη γιορτή ανθέων των Eλλήνων. Iδρύθηκε πρώτα στην Aθήνα, όπου µε µεγαλοπρέπεια βάδιζαν προς τα ιερά ποµπές µε κανηφόρες, που έφερναν άνθη. Έπειτα τα Aνθεστήρια διαδόθηκαν και σ άλλες πόλεις της Eλλάδος και πήραν πανελλήνια µορφή. Ενα από τα χαρακτηριστικά έθιµα της Πρωτοµαγιάς, το µαγιάτικο κλαδί ή το άνθινο στεφάνι, είναι πιθανόν να έχει επίσης τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Η πιο σηµαντική γιορτή του Θαργηλιώνος, µήνα των αρχαίων που αντιστοιχούσε κατά ένα µέρος στον δικό µας Μάιο, περιελάµβανε στα δρώµενά της την κατασκευή ενός κλαδιού ανάλογου µε το µαγιάτικο. Κατά τα Θαργήλια, γιορτή που έδινε και το όνοµά της σ ολόκληρο τον µήνα, σχηµάτιζαν µια λατρευτική ποµπή προς τιµήν του Ήλιου και των Ωρών (=Εποχών), που συντελούσαν στην ωρίµανση των καρπών. Στην ποµπή περιέφεραν ένα πράσινο κλαδί που µόλις είχε αποκτήσει φύλλα. Το τύλιγαν µε ταινίες και κρεµούσαν σ αυτό σύκα, διάφορα ψωµάκια και µικρά φλασκιά γεµάτα κρασί, λάδι και µέλι. Το κλαδί αυτό, η «ειρεσιώνη», µοιάζει µε το πρωτοµαγιάτικο στεφάνι. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι σε παλιότερες εποχές το τελευταίο το έφτιαχναν όχι µε άνθη αλλά µε κλαδιά οπωροφόρων δένδρων που έφεραν καρπούς και στα οποία αναρτούσαν κρεµµύδια και σκόρδα. Το καταστόλιστο αυτό κλαδί στο τέλος της γιορτής τοποθετούνταν στις θύρες των ναών και των σπιτιών όπου έµενε ώσπου να ξεραθεί για να µπορεί να καεί και να αντικατασταθεί την επόµενη χρονιά από ένα νέο. Τα Θαργήλια ήταν κυρίως αγροτική γιορτή. Στη διάρκειά της γινόταν προσφορά των πρώτων καρπών της νέας συγκοµιδής στους θεούς. Με τέτοιες πράξεις ο άνθρωπος ήθελε
να ευχαριστήσει το θείο για όσα του πρόσφερε και να εξασφαλίσει τη συνέχιση της εύνοιάς του. Στο πρόγραµµά της περιλαµβανόταν και µια σκοτεινή καθαρτήρια τελετή ¬ η όλη γιορτή ήταν αφιερωµένη στον Απόλλωνα, τον θεό της κάθαρσης¬ η οποία ξεπερνούσε τον αγροτικό χαρακτήρα και προσέγγιζε τη µαγεία. Στη διάρκεια της γιορτής επέλεγαν ένα ή δύο άτοµα, τους «φαρµακούς» ή «καθάρµατα» τα οποία αποµάκρυναν ως αποδιοποµπαίους τράγους έξω από τα όρια της πόλης. Μερικές φορές µάλιστα αναφέρεται και θανάτωση των «καθαρµάτων» (=των θυµάτων της κάθαρσης). Ο καθαρµός ως προϋπόθεση για να είναι πλούσια η νέα σοδειά και γενικά για να έχει επιτυχία κάθε νέα αρχή είναι πολύ γνωστός σε πρωτόγονες κοινωνίες. Βυζαντινά χρόνια Στα βυζαντινά χρόνια στην Κωνσταντινούπολη πραγµατοποιούνταν ειδική τελετή στο Στάδιο της πόλης µε την παρουσία του αυτοκράτορα στη διάρκεια της οποίας ο λαός υποδεχόταν µε ύµνους τον ερχοµό της άνοιξης. Oι χρονογράφοι και οι ιστορικοί, που κατέγιναν µε την ιστορία της Eπτανήσου, διέσωσαν την περιγραφή των εθίµων της Πρωτοµαγιάς από την µεσαιωνική Κέρκυρα όπου ήταν αληθινή τελετουργία! Το νησί από το 1272 ως το 1386 έµεινε κάτω από την κυριαρχία των Aνδεγαυών, Γάλλων αρχόντων της Nεάπολης. Το νησί χωρίστηκε σε µερίδια, σε τιµάρια και τα µοιράστηκαν οι Iταλοί και Γάλλοι πολεµικοί αρχηγοί, που βοήθησαν τους Aνδεγαυούς στην κατάκτηση του νησιού. Ένα από τα τιµάρια αυτά ήταν και «των Aτσιγγάνων», γιατί όλοι οι Aτσίγγανοι, που ήταν τότε στην Kέρκυρα ήταν δούλοι της γης σ αυτό το τιµάριο. O Bαρώνος, που ήταν εξουσιαστής του τιµαρίου είχε το δικαίωµα να φυλακίζει, να εξορίζει
και να βασανίζει τους δούλους του Aτσιγγάνους. Oι Aτσίγγανοι, λοιπόν, κάθε πρώτη του Mάη έµπαιναν στην πόλη της Kέρκυρας όλοι µαζί. Mπροστά πήγαινε η σηµαία µε τα σήµατα ευγενείας του Bαρώνου και ακολουθούσαν µουσικά όργανα, φλογέρες και τύµπανα. Έφερναν µαζί τους από την εξοχή κι ένα κορµό κυπαρισσιού, στολισµένο µε πολύχρωµα λουλούδια, κορδέλλες, µεταξωτά µαντήλια, µπαµπάκι σε τούφες, κόκκινα αυγά του Πάσχα, κουκουνάρες, περιστέρια και ορνίθια ζωντανά, φρούτα χρυσωµένα και κάθε τι που βγαίνει την άνοιξη. M' αυτόν τον µεγαλόπρεπο «Mάη» πήγαιναν έξω από το µέγαρο του Bαρώνου και τον εγκωµίαζαν µε στίχους. Την επόµενη της Πρωτοµαγιάς ο Bαρώνος επιθεωρούσε τους δούλους του κι εισέπραττε από τον καθένα τους τον τιµαριωτικό φόρο: 17 άσπρα και 2 όρνιθες για κάθε παντρεµένο και 1 χρυσό φλουρί για τον σηµαιοφόρο. Μερικά από τα πρωτοµαγιάτικα αυτά εξακολουθούν και σήµερα στην Kέρκυρα. Bέβαια, σήµερα δεν υπάρχουν «τιµάρια» και δούλοι της γης... Mα σε πολλά χωριά διατηρείται ακόµα και σήµερα το έθιµο του στολισµένου κυπαρισσιού. Eξακολουθούν και σήµερα οι χωρικοί να στολίζουν ένα κυπαρίσσι µε κίτρινα, κόκκινα και πολύχρωµα λουλούδια, µε κορδέλλες, µε χρωµατιστά µαντήλια και να το περιφέρουν στα σπίτια και «να λένε το «Mάη». "Πιάνω τον Μάη" Κεντρικός πυρήνας του εορτασµού της Πρωτοµαγιάς σε όλους τους πολιτισµούς ήταν η ανθρώπινη χαρά για την άνοιξη, η αυθόρµητη λατρεία της βλάστησης, οι µαγικές ενέργειες για την τελείωσή της και η προσπάθεια «µετάληψης» των δυνάµεων της φύσης. Τόπος εορτασµού λοιπόν ήταν η εξοχή, όπου συνηθιζόταν κυλίσµατα στη χλόη, πλύσιµο του προσώπου µε µαγιάτικη δροσιά, χτύπηµα του σώµατος µε χλωρά κλαριά κ.λ.π
Απότοκο των δοξασιών αυτών είναι το µαγιάτικο στεφάνι στην πόρτα των σπιτιών από διάφορα άνθη και καρπούς. Η αναγέννηση της φύσης στον ελληνικό λαϊκό βίο συµβολιζόταν µε διάφορα έθιµα: το Μαγιόξυλο στην Κέρκυρα (κορµός τρυφερού κυπαρισσιού στολισµένος µε άνθη και ένα στεφάνι περιφερόταν από νέους στους δρόµους της πόλης), το Μαγιόπουλο στο Βόλο (παιδί που ενσάρκωνε το Μάη, στολισµένο µε λουλούδια, συνοδευόταν στην περιπλάνησή του στους δρόµους από χορό προσωπιδοφόρων που τραγουδούσε µαγιάτικα τραγούδια), τη Ναύπακτο (όπου το παιδί συνόδευαν γέροι φουστανελάδες) και την Αγόριανη, την «Πιπεριά» στην Εύβοια (ένας άνδρας ντυµένος µε λουλούδια και κλαδιά ελιάς, καρυδιάς και άλλων δέντρων συµβόλιζε τη δύναµη της βλάστησης και βρεχόταν µε νερό σε κάθε σπίτι από αυτά που επισκεπτόταν για να τραγουδήσει µε τη συνοδεία άλλων πέντε-έξι συντρόφων του), τον «Ζαφείρη» στο Ζαγόρι της Ηπείρου (ένα παιδί προσποιούνταν το νεκρό ξαπλωµένο στο χλωρό χορτάρι για να το ράνουν µε λουλούδια τα νεαρά κορίτσια µέχρι ότου το καλέσουν να αναστηθεί και να τρέξουν όλοι µαζί τραγουδώντας στα χωράφια), το «Φουσκοδέντρι» στην Καστανιά Στυµφαλίας, αναγόµενα όλα στα Αδώνια των αρχαίων. Στα Μεσόγεια, το µαγιάτικο στεφάνι κρεµιόταν στα βαρέλια µε το κρασί. Στην Πάργα τα παιδιά στεφανωµένα µε λουλούδια και κρατώντας µεγάλα κλαδιά µε άνθη πορτοκαλιάς ή νερατζιάς, τραγουδούσαν από σπίτι σε σπίτι το Μάη. Στη Λήµνο συνήθιζαν να κυλιούνται τη µέρα αυτή στο χορτάρι για να πάρουν τη δροσιά του. Την παραµονή της Πρωτοµαγιάς στα Μέγαρα η νύφη έστελνε το στεφάνι (Το Μάη) µε µια πίτα στολισµένη µε λουλούδια και ένα κάνιστρο µε τα κουλούρια του Μάη. Στον πίνακα του
Θωµά Μώλου οι δύο κοπέλες που προσφέρουν τα µαγιάτικα δώρα συνοδεύονται από ένα παιδί που φέρει κόκκινο κρασί. Μια άλλη δοξασία σχετική µε το Μάη αναφέρεται στο πρωϊνό νερό και την πρωϊνή του δροσιά που έχει εξαγνιστική και ανανεωτική δύναµη. Σε πολλά νησιά του Aιγαίου, την ηµέρα της Πρωτοµαγιάς, τα κορίτσια σηκώνονταν την αυγή και έπαιρναν µαζί τους τα λουλούδια, που είχαν µαζέψει από την παραµονή και πήγαιναν στα πηγάδια να φέρουν το «αµίλητο νερό». Δηλαδή το κουβαλούσαν χωρίς να µιλήσουν καθόλου. Kαι όταν το έφερναν στο σπίτι, νίβονταν όλοι µ αυτό. Yστερα µοίραζαν γλύκισµα «για να περάση γλυκός ο Mάης». Kαι αυτό για να γλυτώσουν όλοι από τις κακές ώρες. Γιατί λένε, πως ο Mάης έχει πολλές κακές ώρες. Mάλιστα µία κατάρα λέει: «H ώρα του Mάη να σ' εύρη!». H αρραβωνισµένη κόρη έφερνε τ αµίλητο νερό και στο σπίτι της πεθεράς για να ανταµειφθεί από αυτή µε φλουριά περασµένα σε µεταξωτή κορδέλλα ή σε χρυσή κλωστή. Στο Καστελλόριζο, οι αρραβωνιασµένες κοπέλες πρόσφεραν στον αρραβωνιαστικό τους νερό να πλυθεί. Σε πολλά µέρη της Eλλάδας τραγουδούσαν την Πρωτοµαγιά, όπως τα κάλαντα τα Xριστούγεννα και τα Φώτα. Το τραγούδι αυτό του Mάη διαφέρει από τόπο σε τόπο. Στην Kέρκυρα άρχιζε έτσι: Kι αν είναι µε τον ορισµό, να πούµε και το Mάη. Mπρε µπήκε ο Mάης, µπρε µπήκε ο Mάης, µπρε µπήκε ο Mάης ο µήνας, ο Mάης µε τα τριαντάφυλλα κι ο Aπρίλης µε τα ρόδα. Aπρίλη, Aπρίλη αφόρετε, Mάη του κανακάρη, π όλο τον κόσµο γιόµισες απ άνθια και λουλούδια.
Λουλούδισε, λουλούδισε, λουλούδισέ µου κόρη, να πάη να δώση το φιλί, πριν βρέξη πριν χιονίση, πριν κατεβάση ο ουρανός και σύρουν τα ποτάµια.. . Πολλές δοξασίες σχετικές µε τα µάγια, λόγω και παρετυµολογίας του ονόµατός του, συνδέονταν στην παράδοση του λαού µε τον Μάϊο και τη βλαπτική του ιδιότητα. Το γεγονός έχει την εξήγησή του στο ότι κατά τα ρωµαϊκά χρόνια τελούνταν γιορτές προς τιµήν των νεκρών (τα Λεµούρια και τα Ποζάρια). Οι νεκροί και οι ψυχές τους γύριζαν ελεύθερες πάνω στη γη από τη νύκτα της Ανάστασης του Χριστού ως τη µέρα της Πεντηκοστής. Είναι λοιπόν ο µήνας των νεκρών και οι θνητοί δεν πρέπει να κάνουν κάτι που θα τους προσβάλλει. Η επιφυλακτικότητα αυτή έφερε τη συνήθεια σε πολλά µέρη να µη γίνονται γάµοι αυτό τον µήνα αλλά και να λαµβάνονται µια σειρά µέτρων για να µην πιάσουν τα µάγια. Ο Μάης των Αγροτών Την πρώτη µέρα του Μάη, οι περισσότεροι αναζητούν στη Φύση την οµορφιά και τη δροσιά της Ανοιξης. Κόβουν λουλούδια από τους αγρούς για να πλέξουν πολύχρωµα στεφάνια που θα κρεµάσουν στη συνέχεια στις πόρτες των σπιτιών τους. Όχι όµως όλοι. Για κάποιους, όπως για παράδειγµα τους αγρότες, τα λουλούδια χωρίς καρπούς, δεν είναι αυτό που αναζητούν. Για αυτό και επιλέγουν να φτιάξουν το Μάη τους µε πρασινάδες και καρπούς χωρίς να παραλείπουν το σκόρδο για τη βασκανία και το αγκάθι για τον εχθρό.
Στο Ρέισδερε της Σµύρνης, οι αγρότες, την παραµονή της Πρωτοµαγιάς πήγαιναν στην εξοχή για να κόψουν οτιδήποτε είχε καρπό: σιτάρι, κριθάρι, κλαδιά συκιάς µε τα σύκα, σκόρδα, κρεµµύδια, κλαδιά αµυγδαλιάς µε τα αµύγδαλα, κλαδιά ροδιάς µε τα ρόδια. Στις Κυδωνίες, σε κάθε στεφάνι έβαζαν ένα σκόρδο για τη βασκανία, ένα αγκάθι για τους εχθρούς και ένα στάχυ για την ευφορία.. Στην Αγιάσο, κάνουν στεφάνια από όλα τα λουλούδια και βάζουν µέσα "δαιµοναριά", άγριο χόρτο µε πλατιά φύλλα και κίτρινα λουλούδια για να δαιµονίζονται οι γαµπροί. Στη Σέριφο, αποβραδίς, κρεµούν στην πόρτα ένα στεφάνι από λουλούδια τσουκνίδες, σκόρδο και κριθάρι. Η Πρωτοµαγιά είναι µια γιορτή στην οποία µετέχουν σε ορισµένες περιοχές όλοι οι κάτοικοι. Σε µερικά χωριά, της Κέρκυρας, οι κάτοικοι περιφέρουν έναν κορµό κυπαρισσιού, ο οποίος είναι σκεπασµένος µε κίτρινες µαργαρίτες και γύρω γύρω του έχει ένα στεφάνι µε χλωρά κλαδιά. Με το µαγιόξυλο αυτό, οι νέοι εργάτες ντυµένοι µε κάτασπρα παντελόνια και πουκάµισα και κόκκινα µαντήλια στο λαιµό βγαίνουν στους δρόµους, τραγουδώντας το Μάη. Στον Αγιο Λαυρέντιο του Βόλου, ο Μάης ενσαρκώνεται στο µαγιόπουλο, ένα παιδί στολισµένο µε λουλούδια.. Στη Ναύπακτο, το µαγιόπουλο συνοδεύουν γέροι µε φουστανέλες βαστώντας στο ένα χέρι κουδούνια, στολισµένα µε ανθισµένη ιτιά.. Ακόµα και µιµικές πράξεις, περιλαµβάνουν τα έθιµα της Πρωτοµαγιάς, αποβλέποντας στην πιο άµεση και πιο παραστατική αναπαράσταση της αναγέννησης της φύσης.
Στο Ζαγόρι της Ηπείρου, τα κορίτσια του χωριού παίζουν το Ζαρείφη. Ένα παιδί, ξαπλώνει στο χλωρό χορτάρι και τα κορίτσια το στολίζουν µε άνθη και πράσινα κλαδιά. Ύστερα, κάθονται γύρω του και αρχίζουν το θρήνο και τον οδυρµό. Ακριβώς το ίδιο έθιµο, τελείται την Πρωτοµαγιά και στην Καστανιά Στυµφαλίας και ονοµάζεται Φουσκοδέντρι. Ξεκινά µια νέα ζωή για τον άνθρωπο και τη φύση . Πολλά έθιµα της Πρωτοµαγιάς, ξεκινούν επίσης από την αντίληψη ότι ο Μάιος κάνει τα πάντα νέα. Μια νέα ζωή αρχίζει για τον άνθρωπο, όπως και για τη Φύση. Σε πολλά µέρη, όλα µέσα στο σπίτι πρέπει να ανανεωθούν. Στα Αγραφα, την Πρωτοµαγιά, αδειάζουν από το βράδυ τα δοχεία. Δεν αφήνουν στάλα νερό µέσα. Τα ξηµερώµατα, τα κορίτσια παίρνουν τις στάµνες και πηγαίνουν στη βρύση. Την αλείφουν µε βούτυρο, τη στολίζουν µε λουλούδια, παίρνουν νερό και το πηγαίνουν σπίτι. Με το νερό αυτό, βάζουν µικρά παιδιά, τα οποία είναι καθαρά, να βρέξουν τους κάδους, όπου κοπανούν το γάλα και τα ζώα. Στο Ξηροχώρι της Εύβοιας, τα κορίτσια στολίζουν µε λουλούδια και τα πηγάδια. Στην Κορώνη, το ράντισµα αυτό γίνεται µε θαλασσινό νερό το οποίο ρίχνουν για το καλό, ακόµα και στα κεφάλια των παιδιών τους. Κάποια έθιµα της Πρωτοµαγιάς, συναντώνται µόνο στα παιδικά παιχνίδια και αποσκοπούν στο "µαγικό" διώξιµο των φιδιών, ποντικών και ενοχλητικών ζωυφίων. Στην Ήπειρο, την παραµονή της Πρωτοµαγιάς, τα παιδιά πηγαίνουν στους κήπους, χτυπώντας µαγειρικά σκεύη και λέγοντας :
" Όξω ψύλλος και ποντίκι, µεσ αρνί µε το κατσίκι" .. Το στεφάνι Το πρωτοµαγιάτικο στεφάνι είναι, σχεδόν, το µοναδικό έθιµο που εξακολουθεί να µας συνδέει µε την παραδοσιακή Πρωτοµαγιά, µια γιορτή της άνοιξης και της φύσης µε πανάρχαιες ρίζες, πλούσια σε εκδηλώσεις σε παλαιότερες εποχές. Στις µέρες µας η Πρωτοµαγιά µε το µάζεµα των λουλουδιών για το πρωτοµαγιάτικο στεφάνι, ενισχύει τις σχέσεις του ανθρώπου µε τη φύση, από την οποία οι περισσότεροι έχουµε αποµακρυνθεί, ζώντας στις πόλεις. Σύµφωνα µε τη διευθύντρια του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδηµίας Αθηνών, Αικατερίνη Καµηλάκη, το στεφάνι κατασκευαζόταν µε βέργα από ευλύγιστο και ανθεκτικό ξύλο κλήµατος ή άλλο και στολιζόταν µε λουλούδια και κλαδάκια καρποφόρων δέντρων, όπως η αµυγδαλιά, η συκιά και η ροδιά. Ακόµα, το διακοσµούσαν µε στάχυα από σιτάρι και κριθάρι, µε κρεµµύδι αλλά και σκόρδο για το µάτι. Η χρησιµοποίηση πρασινάδας και όχι τόσο λουλουδιών µε σκοπό τη µετάδοση της γονιµότητάς τους ήταν το κύριο χαρακτηριστικό των µαγιάτικων συνηθειών. Στον αγροτικό χώρο, µάλιστα, δε θεωρείτο απαραίτητο το πλέξιµο στεφανιών. Αρκούσε η τοποθέτηση πάνω από την πόρτα του σπιτιού µιας δέσµης από χλωρά κλαδιά ελιάς, συκιάς, νερατζιάς, πορτοκαλιάς και άλλα µαζί µε λουλούδια. Απαραίτητη ήταν, επίσης, η ύπαρξη µεταξύ τους φυτών αποτρεπτικών του κακού, όπως είναι η τσουκνίδα, το σκόρδο και άλλα. Σύµφωνα µε κείµενο του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο, Μιχάλη Τιβέριου, το µαγιάτικο κλαδί ή το άνθινο στεφάνι, έχει κατά πάσα πιθανότητα τις ρίζες του στην
αρχαιότητα: «Είναι γνωστό ότι στην αρχαία Ελλάδα τέτοια κλαδιά ή στεφάνια τα χρησιµοποιούσαν πολύ συχνά. Δεν είναι υπερβολικό να πούµε ότι δεν έλειπαν από καµία σηµαντική εκδήλωση του δηµόσιου, ιδιωτικού και θρησκευτικού βίου. Επιπλέον, είναι αξιοπρόσεκτο ότι µια σηµαντική γιορτή ενός µήνα των αρχαίων, του Θαργηλίωνος, που αντιστοιχούσε, περίπου, µε το δικό µας Μάιο, περιλάµβανε στα δρώµενά της την κατασκευή ενός κλαδιού ανάλογου µε το µαγιάτικο. Το κλαδί αυτό δεν το έφτιαχναν µε άνθη, αλλά µε κλαδιά οπωροφόρων δέντρων, στα οποία αναρτούσαν κρεµµύδι και σκόρδο». Στις µέρες µας που έχουµε καθιερώσει στεφάνια από λουλούδια του αγρού ή των κήπων, τα οποία τοποθετούµε για µερικές µέρες στην κύρια είσοδο των σπιτιών µας. Δύσκολα µπορεί, πια, να ανιχνευτεί συµβολισµός στο σύγχρονο πρωτοµαγιάτικο στεφάνι, κατά το Μιχάλη Τιβέριο, αφού για τους περισσότερους δεν αποτελεί, ίσως, τίποτα περισσότερο από µια όµορφη και µυρωδάτη σύνθεση λουλουδιών, χωρίς να παραπέµπει σε συσχετισµούς σύµφωνα µε τους οποίους «χαρίζει» στους ενοίκους ενός σπιτιού υγεία, καλή τύχη, ειρήνη, ευτυχία και ευφορία. Σίγουρα, όµως, η κατασκευή του χαρίζει ευφορία σε µεγάλους και µικρούς, που ξεφεύγοντας από τις πόλεις αναζητούν τη χαρά της άνοιξης στην ολάνθιστη φύση.