ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
38α
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ ΟΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ & ΝΟΤΙΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΣΙΑΣ
Γεωργία Γιαννακάρου
ΤΟΜΕΑΣ Β’
1
Μάρτιος 2016
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
Η Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ), είναι ανεξάρτητος επιστημονικός - ερευνητικός φορέας, μια «δεξαμενή σκέψης», με νομική μορφή αστικού σωματείου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ιδρύθηκε το 2014 με έδρα την Αθήνα. Τα ιδρυτικά μέλη και τη βάση των μελών της ΑΣΑ αποτελούν επιστήμονες που προέρχονται από τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας, που είναι διδάκτορες ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων ή κάτοχοι άλλων υψηλού επιπέδου τίτλων σπουδών, με πλούσιο επιστημονικό, ερευνητικό και συγγραφικό έργο και συνεργασία με ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, κέντρα μελετών και ινστιτούτα, σε διάφορα επιστημονικά πεδία. Επίσης, μέλη της ΑΣΑ είναι προσωπικότητες του διπλωματικού και ακαδημαϊκού χώρου και άλλοι επιστήμονες υψηλού κύρους με επιστημονική δραστηριότητα σε γνωστικά αντικείμενα τα οποία συνάδουν προς τους σκοπούς της. Σκοπός της ΑΣΑ είναι η ανάπτυξη επιστημονικού έργου και δράσεων στα πεδία των Στρατηγικών Σπουδών, της Άμυνας, της Ασφάλειας και της Εξωτερικής Πολιτικής, η εκπόνηση επιστημονικών αναλύσεων, ερευνών και μελετών καθώς και η παροχή εξειδικευμένων συμβουλευτικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών στα παραπάνω πεδία, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Για την υλοποίηση των στόχων της η ΑΣΑ έχει οργανώσει τέσσερεις Επιστημονικούς Τομείς: (1) (2) (3) (4)
Ανάλυσης Στρατηγικού Περιβάλλοντος, Ανάλυσης Αμυντικής Πολιτικής και Ασφάλειας Ανάλυσης Συστημάτων, Τεχνολογίας και Οικονομίας, Επιχειρησιακής Έρευνας, Διοικήσεως και Ελέγχου.
Μεταξύ των στόχων της ΑΣΑ περιλαμβάνεται η ανάπτυξη συνεργασιών με διεθνείς οργανισμούς, με ακαδημαϊκούς - επιστημονικούς φορείς και άλλα κέντρα επιστημονικής έρευνας με συναφές αντικείμενο, καθώς και με έγκυρους επιστήμονες, στρατιωτικούς, διπλωμάτες, κ.ά., στο εσωτερικό και το εξωτερικό, ιδίως στο ευρω-ατλαντικό και το ευρύτερο μεσογειακό περιβάλλον. Φειδίου 10, 10678 ΑΘΗΝΑ www.acastran.org asa@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
Μελέτει το παν - Ακούων όρα - Γνους πράττε
2
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ ΟΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ & ΝΟΤΙΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΣΙΑΣ
Γεωργία Γιαννακάρου
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 38α Μάρτιος 2016
3
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – Νο38α / Μάρτιος 2016 Τίτλος: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ Συγγραφέας: Γεωργία Γιαννακάρου
Εκδότης: Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ) Σχεδιασμός – ηλεκτρονική επεξεργασία: ΑΣΑ – Φίλιππος Παρίσης Copyright © Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων Φειδίου 10, 10678 ΑΘΗΝΑ
asa@acastran.org http://www.acastran.org, https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses ISSN: 2407-9863 Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
4
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σε αυτό το δοκίμιο, εξετάζω το ρόλο των συλλογικών ταυτοτήτων στις διαδικασίες εκδημοκρατισμού στην Ευρώπη, την Ανατολική και Νοτιανατολική Ασία. Αυτή η μελέτη συνεισφέρει στον πρόσφατο διάλογο νεορεαλισμού-νεοφιλελευθερισμού και τις θεωρίες κονστρουκτιβισμού δίνοντας έμφαση σε μία σημαντική διαπίστωση. Με τη λαμπρή εξαίρεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία υπερηφανεύεται τη μόνη ειρηνική διαδικασία εκδημοκρατισμού στη μεταπολεμική εποχή, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η Ανατολική και Νοτιανατολική Ασία πρόκειται να βιώσουν την «ορθοδοξία» των διαδικασιών εκδημοκρατισμού, ήτοι χρονοβόρες και μάλλον βίαιες περιόδους εκδημοκρατισμού. Αυτό σημαίνει ότι σε αυτή την αχανή γεωγραφικά περιοχή της Ασίας, οι διαδικασίες εκδημοκρατισμού θα είναι μακράς διαρκείας κοινωνικές κατασκευές αναμεμειγμένες με ισχυρή εθνική συνείδηση, και περισσότερο βίαιες διαδικασίες. ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: «Οριακή κατάσταση», Μετάβαση, Συλλογικές ταυτότητες, «καθ’ ολοκληρία κοινωνικό γεγονός», κοινωνικά κινήματα, επαναστατημένες κοινωνίες, πολλαπλές ταυτότητες, «εκλογική» δημοκρατία, δημοκρατία ενσωμάτωσης, εδραιώνοντας τη δημοκρατία, εθνική συνείδηση, πολυεθνικές ταυτότητες.
5
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σε αυτό το δοκίμιο, αντιλαμβάνομαι την έννοια της ταυτότητας ως ένα κοινωνικό και πολιτισμικό φαινόμενο της κοινωνικής και πολιτισμικής κατασκευής. Συγκεκριμένα, θεωρώ την ταυτότητα ως μία δυναμική πραγματικότητα, ως μία διαδικασία γένεσης* είναι η κοινή πεποίθηση η οποία δομεί την ταυτότητα και μία αίσθηση του ανήκειν. Για το λόγο αυτό, κατανοώ την ύπαρξη των διαφορετικών τύπων ταυτότητας όπως έχουν εξελιχθεί στην πλειονότητα του μοντέρνου κόσμου μέσα σε ιστορικές και σύγχρονες προοπτικές, και κατά συνέπεια, την ύπαρξη των διαφορετικών τύπων και μορφών συλλογικών ταυτοτήτων στη μοντέρνα εποχή. Σε αυτό το πνεύμα, οι συλλογικές ταυτότητες, είτε αυτές είναι πολιτισμικές, είτε θρησκευτικές, γλωσσικές, κοινωνικές ή πολιτικές, υπόκεινται σε αλλαγή από εποχή σε εποχή, από τόπο σε τόπο, και από κοινωνία σε κοινωνία. Στο ίδιο πνεύμα, ο εκδημοκρατισμός μπορεί να αναφέρεται σε μία χώρα, σε ένα εθνικό ή διεθνή οργανισμό* και, αν και μπορεί να ακολουθεί κάποιο μοτίβο, κάθε εφαρμογή εκδημοκρατισμού είναι μοναδική. Σε αυτό το δοκίμιο, ως «εκδημοκρατισμός» θα οριστεί κάθε μετάβαση από ένα αυτοκρατορικό, αυταρχικό, δεσποτικό, δικτατορικό, τυραννικό, ολοκληρωτικό, απολυταρχικό, παραδοσιακό, μοναρχικό, ολιγαρχικό, πλουτοκρατικό, αριστοκρατικό, και σουλτανιστικό καθεστώς σε μία δημοκρατία, σε συμφωνία με τον ορισμό των Schmitter και Karl (1991, 1996). Εξαιτίας διαφόρων αλλαγών που συνέβησαν το τελευταίο τέταρτο του εικοστού αιώνα, έχει παρατηρηθεί ένα παγκόσμιο κύμα προς τα δημοκρατικά καθεστώτα, ευρέως γνωστά ως το «τρίτο κύμα» εκδημοκρατισμού, κυρίως εξαιτίας του Samuel Huntington (1993a). Οι αλλαγές περιλαμβάνουν: (α) την πτώση των δεξιών αυταρχικών καθεστώτων στη Νότια Ευρώπη στα μέσα της δεκαετίας του 1970, (β) την αντικατάσταση των στρατιωτικών δικτατοριών από εκλεγμένες πολιτικές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1980, (γ) την παρακμή των αυταρχικών ηγεσιών σε περιοχές της Ανατολικής και Νοτιανατολικής Ασίας με έναρξη στα μέσα της δεκαετίας του 1980, (δ) την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 1980, (ε) τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και την εγκαθίδρυση των 15, πρώην Σοβιετικών, δημοκρατιών το 1991, (στ) την παρακμή των μονοκομματικών καθεστώτων σε πολλά μέρη της υποσαχάριας Αφρικής στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1990, και (ζ) μία αδύναμη αλλά αναγνωρίσιμη τάση φιλελευθεροποίησης σε μερικές χώρες της Μέσης Ανατολής τη δεκαετία του 1990. Επειδή οι συλλογικές ταυτότητες μπορούν να βρεθούν σε αυτοκρατορικά, αυταρχικά, και μερικώς-δημοκρατικά καθεστώτα, όπως επίσης και σε δημοκρατικά καθεστώτα, μπορούν να υφίστανται περισσότερες διαδικασίες εκδημοκρατισμού από όσες κάποιος μπορεί να υπολογίσει. Σε αυτό το δοκίμιο, θα εστιάσω κυρίως στο ρόλο των συλλογικών ταυτοτήτων στις διαδικασίες εκδημοκρατισμού από ανθρωπολογική άποψη και, ειδικά, αναφορικά με το τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού. Αν και υπάρχουν αρκετές θεωρίες περί της σύγχρονης βίωσης ενός τέταρτου κύματος εκδημοκρατισμού, το ο-
6
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ποίο επίσης η γράφουσα πιστεύει ότι λαμβάνει χώρα σήμερα και στο οποίο θα αναφερθώ αργότερα, το κύριο σώμα αυτού του δοκιμίου θα βασιστεί σε εμπειρικές αποδείξεις από την ανάλυση του τρίτου κύματος των διαδικασιών εκδημοκρατισμού (μέσα από τις δύο υπό έρευνα περιπτώσεις εκδημοκρατισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και την Ανατολική και Νοτιανατολική Ασία) αναφορικά με τον ρόλο των συλλογικών ταυτοτήτων σε αυτές τις διαδικασίες εκδημοκρατισμού.
7
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ Αντλώντας από την ανθρωπολογική ερμηνεία του Claude Lefort (1986) για τη μετάβαση στη δημοκρατία κατά τη Γαλλική Επανάσταση, υπάρχει μία καίρια στιγμή όπου ο χώρος της εξουσίας είναι κενός, γεγονός το οποίο εκτός από κενό εξουσίας αποτελεί, επίσης, ένα «καθ’ ολοκληρία κοινωνικό γεγονός». Σύμφωνα με τον Lefort, ένα διττό γεγονός λαμβάνει χώρα σχεδόν ταυτόχρονα: από τη μία πλευρά, αρχίζει να συμβαίνει η εγκατάλειψη των κανόνων και, από την άλλη, ξεκινά η κατασκευή των συλλογικών μύθων και κουλτούρων. Η διπλή αυτή διαδικασία, «η διάλυση των σημείων της αβεβαιότητας» με τα λόγια του Lefort (σ. 31), ή «οριακή κατάσταση» (“liminal situation”) όπως ο Wydra (2009) την αποκαλεί (σσ. 94-95), ζωηρά σηματοδοτεί την στιγμή της μετάβασης από ένα ανεπιθύμητο καθεστώς στην πραγμάτωση νέων συλλογικών, πιο δημοκρατικών προσδοκιών. Κατά τη διάρκεια αυτής της οριακής περιόδου, καμία υπαγωγή σε κανόνες ή ταυτότητα υπάρχει. Είναι η στιγμή όπου το παρόν συναντάται με το κοινό παρελθόν και φιλοδοξεί να σφυρηλατήσει το κοινό μέλλον που θα έρθει. Αυτή είναι η εποχή της μετάβασης, η οποία δεν επιβάλλεται από εξωγενείς παράγοντες, αλλά μάλλον υποκινείται από ενδογενείς συλλογικές ανάγκες και ενδιαφέροντα. Αυτός είναι ο σχηματισμός του νέου νοήματος που οι συλλογικές ταυτότητες φέρνουν. Είναι το κατασκευασμένο «εμείς», οι νέοι συλλογικοί συναισθηματικοί δεσμοί, που αδιαμφισβήτητα βασίζονται σε συλλογικές φαντασιώσεις (συλλογικά ιδεατά)(imaginaries) – σύμφωνα με τη ρήση του Ortega y Gasset (1994) ότι «φαντασίωση (ιδεατό)(imaginary) είναι η απελευθερωτική δύναμη που κατέχει ο άνθρωπος (σ. 155) – σε ιεροτελεστίες και μύθους, τα οποία απαρτίζουν τους συλλογικούς παράγοντες και διαμορφωτές του μετασχηματισμού (της μεταμόρφωσης). Είναι η πολιτική κοινότητα, την οποία ο Whitehead (2002) θεωρεί ως δεκτική τόσο των δημοκρατικών βλέψεων όσο και της αλλαγής που εφαρμόζεται, η οποία εστιάζει στην πολιτική συμμετοχή μετά τη μετάβαση (σ. 65). Και ενώ υπάρχει πάντα η ανάγκη για μία συμβολική αντιπροσώπευση και ο σχηματισμός ενός νέου δημοκρατικού νοήματος προς την κατεύθυνση όπου ο λαός είναι ο κυρίαρχος (Wydra 2010, σ. 497), υπάρχουν ενδείξεις στην ιστορία ότι οι νέες δημοκρατίες συνήθως αναδύονται από το ειρηνικό παρελθόν μέσω βίαιων εκρήξεων, είτε με τη μορφή επαναστάσεων είτε πολέμων. Από τη (συγκεντρωτική δημοκρατία)/δημοκρατία των συνελεύσεων (assembly democracy) των αρχαίων Ελλήνων, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία (representative democracy) της σύγχρονης Ευρώπης, έως τη συμμετοχική δημοκρατία (participatory democracy) του 20ού αιώνα, την ελέγχουσα (monitoring) ή διαβουλευτική δημοκρατία (deliberative democracy) του σήμερα (Appudurai 2007, σ. 32; Kean 2009, s. 877), η δημοκρατία ποτέ δεν έχει προκύψει φυσικά ούτε έχει δοθεί από το Θεό παγκοσμίως. Έπρεπε πάντοτε να κατακτηθεί μέσα από συλλογική δράση κάθε φορά. Τυπικές ιστορικές περιπτώσεις των συνήθως αργών, βίαιων και σημαδεμένων από μεταστροφές
8
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
προς δημοκρατικές μεταβάσεις που βασίστηκαν στην κατασκευή των συλλογικών ταυτοτήτων είναι: (α) στην Αγγλία, ο Αγγλικός Εμφύλιος Πόλεμος (1642-1651) ανάμεσα στον Βασιλιά και ένα ολιγαρχικό αλλά εκλεγμένο Κοινοβούλιο, ακολουθήθηκε από την Ένδοξη Επανάσταση (1688), η οποία εδραίωσε ένα ισχυρό Κοινοβούλιο, και , τελικά, την Πράξη Αντιπροσώπευσης του Λαού (1884), με την οποία η πλειοψηφία των ανδρών απέκτησαν δικαίωμα ψήφου. (β) Στη Γαλλία, το μονοπάτι της δημοκρατίας πέρασε μέσα από την εικοσάχρονη εμπειρία της Γαλλικής Επανάστασης (1789) και των Ναπολεόντειων Πολέμων. Ακολούθησαν οι οπισθοδρομήσεις του πιο ολιγαρχικού Γαλλικού Διευθυντηρίου, η πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία και η Παλινόρθωση των Bourbon (Βουρβώνων) με πιο αυταρχική διακυβέρνηση. Η Δεύτερη Γαλλική Δημοκρατία έφερε την εμπειρία της παγκόσμιας ανδρικής χειραφέτησης, αλλά ακολουθήθηκε από τη Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία. Ο Γαλλο-Πρωσικός Πόλεμος (1870-1871), τελικά κατέληξε στην Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία. (γ) Στην Αμερικανική Ήπειρο, η Αμερικανική Επανάσταση (1775-1783) δημιούργησε τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εγκαθιδρύοντας μία σχετικά πραγματική αντιπροσωπευτική δημοκρατία (republic), η οποία ποτέ δεν γνώρισε έναν μοναδικό δικτάτορα, αλλά αντί αυτού γνώρισε το δουλεμπόριο, το οποίο καταργήθηκε με τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865), ενώ τα πολιτικά δικαιώματα δόθηκαν στους Αφρο-Αμερικανούς μόλις τη δεκαετία του 1960 και μετά από πολλή συλλογική δράση. Σύμφωνα με τον Whitehead (2002), η δημοκρατία είναι «μία μακροχρόνια, πολύπλοκη, και μερικώς ανοιχτή διαδικασία» (σ. 65), ή όπως ο Kean (2009) το έχει θέσει, «μία ατελείωτη άσκηση του να ταπεινώσεις τον υπερόπτη» (σ. 879). Συνεπώς, οι συλλογικές ταυτότητες έγκεινται στην εν δράση δημοκρατία που αναμοχλεύει την αίσθηση ενός λαού του ιστορικού ενδεχομένου σχέσεων ισχύος (power relations), μία αίσθηση η οποία συνιστά μία δυναμική προοπτική της κατασκευής ενός καλύτερου παρόντος και μέλλοντος. Στις πιο πρόσφατες σύγχρονες αναδυόμενες δημοκρατίες, η συλλογική δράση δρομολογείται μέσω της ιεροτελεστίας των εκλογών, όπου η νέα συλλογικότητα αναζητά μία αντιπροσωπευτική δημοκρατία, στην οποία όλοι, και όχι μόνο ένα μέρος του πληθυσμού, θα συμμετέχουν. Αυτή είναι μία «περιεκτική δημοκρατία» που ενσωματώνει (an inclusive democracy), και αν και μία ελάχιστη δημοκρατική ομοφωνία είναι ουσιώδης, η συλλογική δράση μπορεί να ενταθεί έτσι ώστε μία τέτοιου είδους δημοκρατία να επιτευχθεί. Ο Schumpeter (1942) έχει μιλήσει για την «εκλογική δημοκρατία» (electoral democracy), ενώ ο Dahl (1971) αυτήν την ορίζει ως «πολυαρχία» (polyarchy). Ταυτόχρονα, μπορεί να υπάρχουν και άλλες εκδηλώσεις ποικίλων συλλογικοτήτων, με τη μορφή κοινωνικών κινημάτων, επαναστατημένων κοινωνιών, με διαμαρτυρίες και συγκεντρώσεις αναφορικά με τα δημόσια αγαθά, ακόμα και πολιτική ανυπακοή. Δεν υπάρχει ένα μοναδικό, εύκολο μονοπάτι προς τη δημοκρατία, ένα μοντέλο «μίας δημοκρατίας για όλους»* αντιθέτως, κάθε λαός πρέπει να βρει το δικό του δρόμο προς τη δημοκρατία, νέα μηνύματα, νέες νόρμες και πρακτικές που να ταιριάζουν στις δικές του μοναδικές προσδοκίες. Αυτές οι νέες δημιουργίες, ίσως μαζί με νέα σύμβολα, θα αντικατοπτρίζουν το μοναδικό ιστορικό παρελθόν κάθε λαού, την πολιτιστική του κληρονομιά, ίσως τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, καθώς και τις οικονομικο-κοινωνικές προ-
9
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
οπτικές του. Όπως έχουν παρατηρήσει οι Kopecky and Mudde (2000), η βιβλιογραφία σχετικά με τον εκδημοκρατισμό συχνά θεωρεί τα πολιτικά κόμματα και τις μεγάλες ομάδες συμφερόντων (interest groups) ως τον κύριο δρώντα και έχει την τάση να παραβλέπει τα ποικίλα κοινωνικά κινήματα και οργανώσεις, ακόμα και αν η σχετική σημασία τους στη νέα δημοκρατία είναι σημαντική. Αυτή η νέα αναδυόμενη μέσα από συλλογικές ταυτότητες δημοκρατία κρατείται ως ιερή, ως η νέα πραγματικότητα που πρέπει να γίνει σεβαστή από τον καθένα που είναι συστατικό μέρος της. Όπως ακριβώς αυτοί που θυσιάστηκαν στο όνομα της δημοκρατίας θεωρούνται ιεροί, η νέα, ιερή δημοκρατία χρειάζεται να εδραιωθείσταθεροποιηθεί. Αυτή (η εδραίωση-σταθεροποίηση), θα είναι η τρίτη και τελευταία φάση της διαδικασίας εκδημοκρατισμού. Σύμφωνα με τον Huntington (1993α), ο εκδημοκρατισμός περιλαμβάνει: (1) το τέλος ενός αυταρχικού καθεστώτος, (2) την εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού καθεστώτος, και (3) την εδραίωση-σταθεροποίηση ενός δημοκρατικού καθεστώτος. Μπορεί να προκύψει ένα νέο Σύνταγμα που θα βασίζεται πάνω σε νέες δηλώσεις και προσδοκίες, ως μία διαβεβαίωση ότι τα λάθη του παρελθόντος θα αποφευχθούν στο μέλλον και νέες δεσμεύσεις θα παρθούν προς μία υποσχόμενη κοινωνική ευμάρεια του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος. Όπως το έχει θέσει ο Schedler (1998), “η δημοκρατική εδραίωση (consolidation)/σταθεροποίηση δεν αφορά τη σταθερότητα του καθεστώτος. Αφορά προσδοκίες για την σταθερότητα του καθεστώτος» (παράθεση σε Kopecky and Mudde 2000, σ. 534). Έπειτα ακολουθεί αυτό που ο Carothers (2007a) αποκαλεί «Η Ψευδαίσθηση της Ακολουθίας (Τhe Sequencing Fallacy»), δηλαδή η εγκαθίδρυση του κράτους δικαίου, ισχυρών πολιτικών θεσμών και λογοδοσίας. Αν και η εδραίωση της νέας δημοκρατίας είναι το πιο δύσκολο μέρος της διαδικασίας εκδημοκρατισμού, παρ’ όλα αυτά πρέπει να επιδιωχθεί έτσι ώστε η μετάβαση να επιτύχει ολοκληρωτικά. Όπως έχει υποστηρίξει ο Huntington, η ψευδαίσθηση με τη δημοκρατία είναι απαραίτητη για να εδραιωθεί η δημοκρατία (Ηuntington 1993a; Berman 2007). Στην Ευρώπη τον 18ο και 19ο αιώνα, οι συλλογικές ταυτότητες δρομολογήθηκαν προς την κατεύθυνση της δημιουργίας των εθνών-κρατών με τέτοια ένταση, ώστε οι συλλογικές ταυτότητες έγιναν συνώνυμες με τις εθνικές ή εθνικιστικές ταυτότητες. Από τη Γαλλική Επανάσταση αναδύθηκε το Γαλλικό κράτος, από το φόβο της επέκτασης του Γαλλικού έθνους-κράτους σε μεγαλύτερες επικράτειες προέκυψαν τα έθνη κράτη της Γερμανίας και της Ιταλίας μέσω της Γερμανικής και Ιταλικής ενοποίησης αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, μετά την Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο με την διάλυση των μεγάλων πολυεθνικών αυτοκρατοριών (της Γερμανικής, της Αυστρο-Ουγγρικής, της Ρωσικής και της Οθωμανικής) πολυάριθμα νέα κράτη αναδύθηκαν για πρώτη φορά. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το κύμα Από-αποικιοποίησης, νέες χώρες αναδύθηκαν σε όλο τον κόσμο, ειδικά στην Ασία και την Αφρική. Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, εξαιτίας της αποτυχίας του κομμουνισμού και της διάλυσης της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και πρώην Γιουγκοσλαβίας, νέες χώρες αναδύθηκαν στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη από το πρώην Ανατολικό μπλοκ. Οι περισσότερες από αυτές τις μεταβάσεις στη δημοκρατία, καθώς και οι επιτυχημένες μη-Ευρωπαϊκές μεταβάσεις κατά τα τέλη του 20ού αιώνα στη Χιλή, τη Νότια Κορέα και τη Βραζιλία, υπήρξαν είτε αιματη-
10
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ρές είτε μακροχρόνιες επαναστάσεις ή εμφύλιοι πόλεμοι, ακολουθώντας σε κάθε περίπτωση μία, κατά κόρον, δύσκολη διαδικασία γκρεμίσματος-αποδόμησης της δομής και της κουλτούρας του παλαιού καθεστώτος (ancient regime). Για την ιστορία, το πρώτο κύμα εκδημοκρατισμού ξεκίνησε στις αρχές του 19ου αιώνα, το δεύτερο συνέβη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και το τρίτο ξεκίνησε το 1974 και συμπεριέλαβε χώρες που απελευθερώθηκαν με το τέλος του κομμουνισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ο Huntington (1993a) υποστηρίζει ότι οι μεταβάσεις κατά τη διάρκεια του τρίτου κύματος ήταν λιγότερο βίαιες από εκείνες των προηγούμενων κυμάτων, καθώς πάντα υπήρχε ένας συμβιβασμός και μία μέση αστική οδός (μπουρζουαζία) που συνέβαλε σε μία πιο ειρηνική διαδικασία εκδημοκρατισμού. Οι συλλογικές ταυτότητες (συμπεριλαμβανομένων και των εθνικών) δεν πρέπει να υπερβάλλουν κατά τη διαδικασία εκδημοκρατισμού. Ο Ortega y Gasset σωστά διέγνωσε τη δεκαετία του 1930 ότι η έγερση των προσδοκιών που προέρχονται από τον εκδημοκρατισμό της πολιτικής, την βελτίωση της ποιότητας ζωής και τη συμμετοχή των μαζών είναι ο λόγος για τον οποίο οι κοινωνίες ωθούνται προς τα τυραννικά συστήματα. Φυσικά, οι «συλλογικές ταυτότητες» είναι μία ευρύτερη έννοια από τις εθνικές ταυτότητες. Καθώς η φρενίτιδα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων του 20ού αιώνα που άφησε την Ευρώπη σε ερείπια και τον πολιτισμό της διαλυμένο αποδόθηκε στην υπερβολική δράση των συλλογικών ταυτοτήτων, κατά συνέπεια οι συλλογικές ταυτότητες έγιναν ένας «φορτωμένος» όρος, καθώς συσχετίστηκαν με τον κακοήθη εθνικισμό (το Ναζισμό και τον Φασισμό), τους εμφυλίους πολέμους και τα πραξικοπήματα (στην Ισπανία και την Ελλάδα).
11
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
ΠΡΩΤΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΉ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ: Ο ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ EYΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ Το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (σήμερα Ευρωπαϊκή Ένωση) προσπάθησε να αποφύγει τον όρο των «συλλογικών ταυτοτήτων», αν και αυτές υπάρχουν, είτε σε πολιτιστική, θρησκευτική ή άλλη μορφή. Εν τω μεταξύ, το να εκδημοκρατίσει κανείς την ήδη εκδημοκρατισμένη Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να φανεί ως ένα παράδοξο φαινόμενο, καθώς όλα τα μέλη-κράτη της Ένωσης πρέπει να έχουν ένα εδραιωμένο δημοκρατικό καθεστώς πριν την ένταξή τους, με μοναδική εξαίρεση μερικών πρόσφατων κρατών-μελών της, κάποιων πρώην σοβιετικών κρατών. Ή ακόμα πιο παράδοξα, [η Ευρωπαϊκή Ένωση] μπορεί να θεωρηθεί ως ένα μετα-μοντέρνο εγχείρημα, μοναδικό στην πολιτική ιστορία έως σήμερα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), μία sui generis πολιτική οντότητα, αν και προσπαθεί να οικοδομήσει μία κοινή Ευρωπαϊκή συνείδηση πάνω στη βάση των πρότερα πολυεθνικών ιστοριών και των ποικίλων αναμνήσεων του παρελθόντος των κρατώ-μελών της, εν τούτοις δεν επικεντρώνεται τόσο πολύ πάνω σε παλιά εθνικά σύμβολα, όσο επικεντρώνεται πάνω σε νέες μορφές δημοκρατικών θεσμών και πρακτικών. Ο Calhoun (2007) υποστηρίζει ότι, καθώς μας λείπουν ρεαλιστικές εναλλακτικές λύσεις, τα έθνη προσφέρουν τις δομές του ανήκειν. Κατά συνέπεια, η εθνική ενοποίηση, η ταυτότητα και η δημοκρατία είναι συνυφασμένες με τη δημιουργία του κράτους, καθώς η εθνική ταυτότητα (όπως κάθε συλλογική ταυτότητα) είναι εγγενώς πολιτική, και δημιουργείται στη γλώσσα, τη δράση και την αναγνώριση. Επίσης, ο εθνικισμός και οι κοινωνικοί θεσμοί, καθώς και οι κουλτούρες και οι δομές των κοινωνικών σχέσεων, τα οποία είναι συστατικά μέρη που απαρτίζουν τη δημοκρατία, υπόκεινται σε αλλαγή μέσω της δημοκρατικής δράσης και των κοινωνικών αγώνων (Calhoun 2007, σσ. 152153, 173). Αν και μία σημαία και ένας ύμνος έπρεπε να εφευρεθεί για να εκφράσει τη νέα Ευρωπαϊκή συλλογικότητα και να την αντιπροσωπεύσει στα Ηνωμένα Έθνη –τα οποία είναι θεσμοθετημένα πάνω στην ύπαρξη των κυρίαρχων κρατών,- τη ΕΕ προωθεί τη νέα, μη εθνική αλλά συλλογική και δημοκρατική έννοια μέσω του συνθήματός της «ενωμένοι μέσα στη διαφορετικότητα» (“united in diversity”). Για πρώτη φορά στην ιστορία, μία νέα πολιτική οντότητα δίνει έμφαση στο σεβασμό της για διαφορετικότητα, και είναι γραμμένο στον Πρόλογο της ιδρυτικής της Συνθήκης και στα πρώτα άρθρα της τρέχουσας Συνθήκης (της Συνθήκης της Λισαβόνας), μετά τις πρόσφατες διευρύνσεις του 2004 και 2013 για να ενσωματώσει όλα τα 28 κράτη-μέλη στους κόλπους της πολιτική της κοινότητας. Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρο 2), η ΕΕ ορίζεται ως «μία Ένωση/κοινότητα δημοκρατικών αξιών, η οποία βασίζεται στις αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας και του κράτους δικαίου, καθώς και πάνω στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Αυτές οι αξίες είναι κοινές στις κοινωνίες των κρατών-μελών, που ορίζονται από τον πλουραλισμό, τις μη διακρίσεις, την ανεκτικότητα, τη δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη και την ισότητα ανάμεσα σε άνδρες
12
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
και γυναίκες». Είναι η πρώτη φορά που οι αξίες πάνω στις οποίες η ΕΕ βασίζεται είναι αποτυπωμένες λεπτομερώς στο κείμενο μίας Συνθήκης. Οι θεσμοί της ΕΕ, αν και κατά καιρούς έχουν κατηγορηθεί ότι υποφέρουν από δημοκρατικό έλλειμμα, όμως αντλούν την νομιμότητά τους από περίπλοκους μηχανισμούς ελέγχου και ισορροπιών ανάμεσά τους (στενά χρονικά όρια, οικονομικοί περιορισμοί, υπερ-πλειοψηφικές και ταυτόχρονες απαιτήσεις, και χωρισμό εξουσιών), από έναν μοναδικό τύπο διακυβέρνησης που βασίζεται στην αλληλεγγύη και τον σεβασμό των διαφορετικοτήτων. Ο επιστημονικός διάλογος αναφορικά με το δημοκρατικό έλλειμμα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ανοικτό θέμα, όσο το Ευρωβαρόμετρο σχετικά με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών, δηλαδή το Ευρωκοινοβουλετικό βαρόμετρο (Parlemeter) του 2014, επισημαίνει ότι το 47% των Ευρωπαίων τοποθέτησαν τις αξίες της δημοκρατίας και της ελευθερίας πάνω από όλες, όταν ερωτήθηκαν σχετικά με τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής ταυτότητας. Στην πραγματικότητα, ο διάλογος για το δημοκρατικό έλλειμμα της ΕΕ χρονολογείται από τη δεκαετία του 1950 και θεωρείται πως έχει φθάσει στην ακμή του κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Οι ακαδημαϊκοί, ακόμα και σήμερα, φαίνονται χωρισμένοι ανάμεσα σε αυτούς που θεωρούν ότι πράγματι υπάρχει δημοκρατικό έλλειμμα (Featherstone 1994; Follesdal & Hix 2006), και σε εκείνους που θεωρούν ότι δεν υπάρχει (Majone 1998; Moravcsik 2002; Eriksen & Fossum 2008). O Moravcsik (2010) αποδίδει την αίσθηση του δημοκρατικού ελλείμματος στον υποβόσκοντα εθνικισμό στις δημόσιες υποθέσεις (σ. 14). Συνεπώς, όπως υποστηρίζω, οι πολίτες της ΕΕ δεν προσπαθούν να σχηματίσουν μία νέα συλλογική ταυτότητα, αναγνωρίζοντας το σεβασμό τους για πολλαπλές ταυτότητες (multiple identities), oι οποίες τους χαρακτηρίζουν καλύτερα. Μέσω της διπλής υπηκοότητας, του κράτους-μέλους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίστοιχα, οι πολίτες που ήταν εχθροί περισσότερο από μισό αιώνα πριν, τώρα προσπαθούν να έρθουν κοντά με μία κοινή, ειρηνική αντίληψη της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής αλληλεγγύης. Οι Offe and Preus (2006) υπογραμμίζουν ότι η αλληλεγγύη δεν προϋποθέτει ούτε την έγχυση των πολλών μέσα σε ένα σώμα, έναν δήμο, ούτε την αναγκαστική ομογενοποίηση των αρχόντων και των αρχόμενων για να νομιμοποιήσουν την αναγκαιότητα της υπακοής (σ. 31). Αντιθέτως, η αλληλεγγύη εδραιώνεται πάνω στην αμοιβαία αναγνώριση της διαφορετικότητας, του «άλλου». Έτσι, η ΕΕ έχει περισσότερο επιλέξει μία διαδικασία εκδημοκρατισμού που ενσωματώνει. Επίσης, αποκαλούν την υπηκοότητα της ΕΕ ως «την αποδέσμευση της εθνικότητας και της υπηκοότητας», «μία εμβρυική μορφή μη-εθνικής υπηκοότητας», η οποία, κατά την άποψή μου, αποτελεί μία καινοτόμο κατασκευή του «εμείς», μία ολοκαίνουρια πολιτική ταυτότητα. Η Συνθήκη της Λισαβόνας, η πιο δημοκρατική Συνθήκη έως τώρα, προάγει τον δημοκρατικό χαρακτήρα της ΕΕ μέσω της ενδυνάμωσης τόσο των Εθνικών Κοινοβουλίων όσο και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του μόνου άμεσα εκλεγμένου θεσμού, με την εφαρμογή του δημοκρατικού ελέγχου των θεσμών. Η Συνθήκη επίσης οριακά βελτιώνει το περιεχόμενο των Τελικών Ρυθμίσεων (Final Provisions) για την «Ευρωπαϊκή υπηκοότητα» με την εφαρμογή των Ρυθμίσεων για τις μη-διακρίσεις και με τη δημι-
13
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
ουργία μίας νέας νομικής βάσης για τη διασφάλιση της διπλωματικής προστασίας των πολιτών. Μηχανισμοί, όπως η Πρωτοβουλία των Πολιτών (Citizens’ Initiative), επαυξάνουν τη συμμετοχή των πολιτών στην άσκηση της καθημερινής Ευρωπαϊκής πολιτικής, επίσης. Ο Manuel Castells (2000) προτείνει να χτίσουμε μία κοινή Ευρωπαϊκή ταυτότητα πάνω σε αυτό που αποκαλεί «Πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Ταυτότητας». Κατά την άποψή μου, ενώ η διπλή υπηκοότητα στην ΕΕ είναι ένα θεσμοθετημένο δικαίωμα, η έλλειψη μίας κοινής Ευρωπαϊκής ταυτότητας δεν ευθύνεται απαραίτητα για την αίσθηση του δημοκρατικού ελλείμματος. Ούτε η έλλειψη ενός κοινού Ευρωπαϊκού δήμου θα οδηγούσε στην εξάλειψη αυτού του αισθήματος. Το Πρόγραμμα Εξευρωπαϊσμού θα πρέπει, συνεπώς, να σημαίνει κυρίως τον σεβασμό για αξίες και για ανθρώπινα, κυρίως κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, όπως τη δημοκρατία, την ισότητα, την αλληλεγγύη και το κράτος δικαίου, καθώς και το σεβασμό της ανθρώπινης διαφο ροποίησης σε κοινωνικοπολιτική βάση, εφόσον η Ευρωπαϊκή ενότητα επιτυγχάνεται ειρηνικώς. Αν και το φιλοσοφικό και ηθικό ερώτημα του «πόσο δημοκρατική είναι η ΕΕ» θα μπορούσε αιωνίως να παραμείνει ανοιχτό, κατ’ εμένα, η ΕΕ είναι τόσο δημοκρατική όσο θα μπορούσε να είναι. Τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν επί μακράν ριζώσει στη συνείδηση των Ευρωπαίων και, οι Ευρωπαίοι βλέπουν τους εαυτούς τους ως μέλη μίας κοινότητας ή όχι, μία ισχυρή και μοναδική πολιτική Ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν αποτελεί μία λειτουργική προϋπόθεση για νόμιμη δημοκρατική διακυβέρνηση στην ΕΕ, σε ότι αφορά την καθημερινή πολιτική. Ακόμα και ο κίνδυνος από την άνοδο του πολιτικού Ισλάμ και η γενική κρίση ταυτοτήτων στην Ευρώπη θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν πάνω στη δημοκρατική βάση του σεβασμού για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι Ευρωπαίοι έχουν πάντα υπάρξει δημοκρατικοί μέσα στην ποικιλομορφία τους. Εν συντομία, έχουν αποδείξει ότι μπορούν να είναι ενωμένοι κρατώντας τις πολλαπλές ταυτότητές τους, μακριά από κάθε είδους διακρίσεις και σύνορα από γεωγραφική και κοινωνικοπολιτική σκοπιά. Όμως, αυτά τα γεγονότα δεν θα πρέπει να πυροδοτήσουν περισσότερο Ευρωσκεπτικισμό, όσο οι θεσμικοί μηχανισμοί για την Ευρωπαϊκή ισορροπία, ευημερία και σταθερότητα λειτουργούν αποτελεσματικά. Εξάλλου, όπως το έθεσαν οι Hans-Jorg Trenz και Pieter de Wilde (2009), o Ευρωσκεπτικισμός είναι μέρος ενός αντιδραστικού σχηματισμού ταυτότητας. Πραγματικά πιστεύω ότι οποιαδήποτε σποραδική εμφάνιση ξενοφοβικών ή ρατσιστικών περιστατικών, είτε σε μεγάλα ή μικρά κράτη-μέλη της ΕΕ, ακαριαία καταδικάζονται από την κοινή γνώμη και τους Ευρωπαίους πολίτες. Επί παραδείγματι, η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών, καθώς και οι κυβερνήσεις όλων των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν σχεδόν ομόφωνα καταδικάσει τις πρόσφατες ξενοφοβικές επιθέσεις στα κεντρικά γραφεία της εφημερίδας Charlie Hebdo στη Γαλλία. Όπως η Angela Merkel υπογραμμίζει στον Πρόλογο του βιβλίου του Jean-Claude Piris, The Lisbon Treaty. A Legal and Political Analysis (2010, Cambridge University Press), η Συνθήκη της Λισαβόνας κάνει την ΕΕ πιο ισχυρή και πιο ανεξάρτητη στην Εξωτερική Πολιτική, αλλά εσωτερικά πιο δημοκρατική, το οποίο σημαίνει ότι είναι καλύτερα εξοπλισμένη να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις ενός αυξανόμενα παγκοσμιοποιημένου κόσμου. Το να αισθάνεται κανείς πρωτίστως
14
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
Ευρωπαίος πολίτης αντί Γερμανός, Γάλλος ή Έλληνας, για παράδειγμα, δεν έχει να κάνει, εξάλλου, μόνο με τους μετανάστες από άλλες ηπείρους: έχει να κάνει με τις καθημερινές, οργανωμένες Ευρωπαϊκές πολιτικές πρακτικές (policies) και ενέργειες, με τη δυνατότητα της δημιουργίας ισχυρών και βιώσιμων συλλογικών (κυρίως πολιτιστικών) ταυτοτήτων αλλά όχι πολιτιστικής ομογενοποίησης, μία πραγματικά μεγάλη πρόκληση σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
15
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ Στον τομέα των Διεθνών Σχέσεων, σχεδόν από πάντα υπάρχει μία ένταση ανάμεσα στους ορθολογιστές (rationalists) και τους κονστρουκτιβιστές (constructivists) αναφορικά με τον ρόλο των εθνικών ταυτοτήτων στη διεθνή πολιτική. Σε ένα εξαιρετικό και ιδιαιτέρως ενθουσιώδες άρθρο επισκόπησης (review article), οι Fearon and Laitin (2000) εξετάζοντας τη σύνδεση μεταξύ βίας και κοινωνικής κατασκευής της εθνικής ταυτότητας από την προοπτική των μεμονωμένων ατόμων – είτε των ελίτ είτε των μαζών- και από υπέρ-ατομικές (supra-individual) ακαδημαϊκές συζητήσεις της εθνικότητας, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τόσο οι ορθολογιστές όσο και οι πολιτιστικοί κονστρουκτιβιστές (culturalist constructivists) μοιράζονται τις ίδιες προκλήσεις. Διότι, όπως υποστηρίζουν, εάν οι ατομικιστές θεωρούνται ως οι φορείς (agents) που κατασκευάζουν τις εθνικές ταυτότητες, τότε οι κοντσρουκτιβιστικές «θεωρίες για εθνική βία τείνουν να συγχωνεύονται με πολιτιστικές απόψεις» (σ. 846). Συνεπώς, υποστηρίζουν ότι οι συνολικές μεθοδολογικές διαιρέσεις ανάμεσα στις πολιτιστικές και ορθολογιστικές θεωρήσεις μπορούν να γεφυρωθούν. Ο διάλογος ανάμεσα στους νεορεαλιστές και τους νεοφιλελεύθερους (the neorealist-neoliberal debate) σχετικά με τις δυνατότητες για συλλογική δράση στις διεθνείς σχέσεις έχεις στηριχθεί πάνω σε μία κοινή αποδοχή του ορθολογιστικού ορισμού του Mancur Olson του προβλήματος ως ενός που θέτει τους εξωγενώς δεδομένους εγωιστές να συνεργαστούν. Εάν λάβουμε αυτή την άποψη ως μία εκ προοιμίου (de facto) υπόθεση για τις διεθνείς σχέσεις, ο κονστρουκτιβιστής Alexander Wendt (1994) υποστηρίζει ότι η αλληλοδιάδραση στο συστημικό επίπεδο αλλάζει τις στατικές κρατικέςεθνικές (state) ταυτότητες και ενδιαφέροντα. Οι αιτίες του εθνικού εγωισμού δεν αιτιολογούν πάντοτε το γιατί τον αντιμετωπίζουμε ως δεδομένο. Απόψεις από τις κριτικές διεθνείς σχέσεις (critical international relations) και τις θεωρίες ενσωμάτωσης (integration theories) υποδηλώνουν πώς η συλλογική ταυτότητα ανάμεσα στα κράτη θα μπορούσε να αναδυθεί ενδογενώς σε συστημικό επίπεδο. Μία τέτοια διαδικασία θα παρήγαγε μία συνεργασία που ούτε οι νεορεαλιστές ούτε οι νεοφιλελεύθεροι προσδοκούν, και θα βοηθούσε να μετασχηματιστεί η συστημική αναρχία (systemic anarchy) σε μία «μεταβατική κατάσταση» (“international state”) – μία διακρατική δομή πολιτικής εξουσίας που θα μπορούσε να υπονομεύσει την εδαφική δημοκρατία (territorial democracy). Ο Wendt (1994) έχει εδώ και καιρό δείξει πως η διευρυτική συστημική θεωρία (broadening systemic theory), πέρα από το να διασκεδάσει τις ανησυχίες των ορθολογιστών, μπορεί και να βοηθήσει στην εξήγηση της δομικής αλλαγής στην παγκόσμια πολιτική.
16
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΛΕΤΗ EΡΓΑΣΙΑΣ: ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ & Ν.Α. ΑΣΙΑ Η κύρια πηγή για αυτή τη δεύτερη μελέτη εργασίας (case study) υπήρξε το συλλογικό έργο Democratization and Identity: Regimes and Ethnicity in East and Southeast Asia (επιμέλεια Susan J. Henders, 2004), το οποίο πραγματεύεται τις αλληλεπιδράσεις της εθνικής συνείδησης και ταυτότητας στη διαδικασία εκδημοκρατισμού σε πολλά Ασιατικά κράτη. Σε αυτό το έργο, τα πολιτικά καθεστώτα και οι εθνικές ταυτότητες θεωρούνται ως αλληλένδετα συστατικά μέρη: ο αυταρχισμός, ο εκδημοκρατισμός, και η δημοκρατία είναι στενά συνδεδεμένες διαδικασίες της (ανα)παραγωγής των συλλογικών (συμπεριλαμβανομένων των εθνικών) ταυτοτήτων και της πολιτικής δύναμης, υπό την επήρεια περιχαρακωμένης επαπειλούμενων (entrenched) και εξελισσόμενων κοινωνικοπολιτικών σχέσεων (ιδιαιτέρα διαμορφωμένων από κληρονομικές διαδικασίες) και μορφών οικονομικής παραγωγής (Henders, 2004, σ. 18). Ο Daniel Bell (2004) υποστηρίζει ότι η Ανατολική και ΝΑ Ασία προσφέρει ισχυρές ενδείξεις ότι οι μη ή λιγότερο δημοκρατικές χώρες, όπως η Σιγκαπούρη, η Ινδονησία υπό την Pancasila του Suharto, η Μαλαισία και η Κίνα έχουν μερικά πλεονεκτήματα ως προς το να εκδημοκρατιστούν συγκριτικά με τις δημοκρατικές χώρες, και συγκεκριμένα στο να χειρίζονται τις εθνικές διαφορές που αποτρέπουν τις εθνικές διαμάχες και έχουν κάποια επιτυχία προστατεύοντας τα νόμιμα ενδιαφέροντα των εθνικών μειονοτήτων. Αυτές οι χώρες, σύμφωνα με τον Bell, με την απουσία του συναγωνισμού σε επίπεδο εθνικών εκλογών, είναι λιγότερο πιθανό να καταφύγουν σε κατασκευή του εθνικού γύρω από εθνικιστικά σύμβολα, θεσμούς και διαβουλεύσεις μίας πλειοψηφικά εθνικής ομάδας. Άλλοι (όπως ο Bertrand, 2004; Brown, 2004; Nagata, 2004; Rankin & Goonewardena, 2004) αμφισβητώντας τον Bell (2004) υποστηρίζουν ότι, παρά την ελευθερία τους από εκλογικές πιέσεις, οι κυβερνήσεις της Κίνας, της Ινδονησίας του Suharto, των Φιλιππίνων υπό τον Marcos, της Μαλαισίας και της Ταϊβάν υπό την αυταρχική κυριαρχία των Κουομιτάγκ, έχουν εμπλακεί σε εθνικής πλειοψηφίας εθνική κατασκευή εις βάρος των ευάλωτων εθνικών ομάδων και με δυνητικά αρνητικές μακροπρόθεσμες συνέπειες για μη ιεραρχικό εκδημοκρατισμό που ενσωματώνει. Οι David Brown (2004), Rankin and Goonewardena (2004), Judith Nagata (2004) και Bertrand (2004), επίσης αμφισβητώντας τον Bell, υποστηρίζουν ότι, ακόμα και όπου οι αυταρχικές κυβερνήσεις όντως ενθαρρύνουν/ευνοούν τις παν- ή πολυεθνικές ταυτότητες, οι ανάγκες των ευάλωτων μειοψηφικών κοινοτήτων δεν προστατεύονται πάντα. Τονίζοντας ότι εκείνοι που ωφελούνται από τις τεχνικές της (ανα)παραγωγής των παν- και πολυεθνικών ταυτοτήτων σε λιγότερο-δημοκρατικές κυβερνήσεις είναι οι ελίτ, υπογραμμίζουν ότι στην Ινδονησία του Suharto, την Σιγκαπούρη και τη Μαλαισία, συντεχνιακοί (corporatist) ή πατριαρχικοί θεσμοί που βασίζονται σε διεφθαρμένες εθνικές ελίτ και σε μία κεντρικά επιβεβλημένη ενοποιητική ταυτότητα σφυρηλατούν τα
17
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
πολυεθνικά οράματα του έθνους των κυβερνήσεων αυτών. Κατά συνέπεια, οι ελίτ αποκλείουν τα εναλλακτικά οράματα ταυτοτήτων άλλων ομάδων και της πολυεθνικότητας που είναι περισσότερο συμβατά με τις δημοκρατικές αξίες. Από την άλλη πλευρά , ο Dru Gladney (2004), συμφωνώντας με τον Bell, αποδίδει περιορισμένη επιτυχία στις πολυεθνικές πολιτικές της Κίνας, ειδικά στη μετά-Μάο εποχή, απεικονίζοντας μία παράδοξη εικόνα της δυναμικής και των περιορισμών των Κινεζικών κυβερνητικών προσπαθειών να εδραιώσουν ένα εθνικά προσδεχόμενο (inclusive) έθνος που εθνικά ενσωματώνει και προστατεύει ευάλωτες μειονότητες. Πιο συγκεκριμένα, η θέσπιση των εθνικών ταυτοτήτων μέσω αυταρχικών πολιτικών διαδικασιών επηρεάζει σημαντικά το πώς αυτές θα γίνουν αντιληπτές κατά τη διάρκεια του εκδημοκρατισμού, αν και τα καθεστώτα εκδημοκρατισμού επίσης αναπτύσσουν τα δικά τους χαρακτηριστικά που δέχονται τις προκλήσεις της δημιουργίας και της διατήρησης εθνικά προσδεκτικών (inclusive) και μη-ιεραρχικών πολιτικών κοινοτήτων. Επιπλέον, η πολιτική των εθνικών και άλλων συλλογικών ταυτοτήτων δεν είναι περιφερειακή ή συγκυριακή στον εκδημοκρατισμό, αλλά μάλλον ενσωματωμένη σε αυτόν, ακριβώς όπως είναι κεντρική και στη δημιουργία και συντήρηση/διατήρηση της αυταρχικής ή δημοκρατικής εξουσίας. Και, αν και το ρίσκο της εθνικής διαμάχης, του αποκλεισμού ή της ιεραρχίας κατά τη διάρκεια του εκδημοκρατισμού κατά κόρον βασίζεται στη φύση των εθνικών ταυτοτήτων και τις σχέσεις που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της αυταρχικής εξουσίας, αν και η έννοια των εθνοτικών και εθνικών ταυτοτήτων έχουν δεχθεί προκλήσεις από κονστρουκτιβιστικές και μετα-κονστρουκτιβιστικές απόψεις, υπάρχουν προοπτικές για προσδεκτικές (inclusive), μη-ιεραρχικές διαδικασίες εκδημοκρατισμού στην Ανατολική και Νοτιανατολική Ασία και πιο πέρα.
18
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ; Στη βιβλιογραφία του εκδημοκρατισμού του 21ου αιώνα, υπάρχουν κάποιες σοβαρές φωνές σχετικά με την αναγκαιότητα του τέλους του παραδείγματος της μετάβασης. Ο Thomas Carothers (2002) προτείνει η κοινότητα που προωθεί τη δημοκρατία να εγκαταλείψει το παράδειγμα της μετάβασης. Το επιχείρημά του βασίζεται βασίζεται πάνω στην εμπειρική ένδειξη ότι οι πέντε βασικές υποθέσεις του εκδημοκρατισμού δεν είναι πλέον κατάλληλες για πολλές χώρες, τις οποίες οι δημοκρατικοί ακτιβιστές ονομάζουν «μεταβατικές χώρες» (“transitional countries”). Με άλλα λόγια, δεν είναι πλέον απαραίτητο να υποθέσουμε: (α) ότι οι περισσότερες από αυτές τις χώρες βρίσκονται πραγματικά σε μετάβαση προς τη δημοκρατία, (β) ότι οι χώρες που κινούνται μακριά από τον απολυταρχισμό τείνουν να ακολουθούν μία τριμερή διαδικασία εκδημοκρατισμού που απαρτίζεται από το άνοιγμα (opening), την επανάσταση-ξέσπασμα (breakthrough), και την εδραίωση –σταθεροποίηση (consolidation), (γ) ότι η καθιέρωση τακτικών, γνήσιων εκλογών δεν θα δώσει στις νέες κυβερνήσεις μόνο δημοκρατική νομιμότητα αλλά και θα καλλιεργήσει μία μακρύτερη περίοδο που θα βασίζεται στη δημοκρατική συμμετοχή και τη λογοδοσία, (δ) ότι οι πιθανότητες επιτυχούς εκδημοκρατισμού μίας χώρας βασίζονται πρωτίστως στις πολιτικές προθέσεις και ενέργειες των πολιτικών της ελίτ χωρίς σημαντική επιρροή από τις υποκείμενες/προϋπάρχουσες οικονομικές, κοινωνικές και θεσμικές καταστάσεις και κληρονομιές, (ε) ότι η εδραίωση του κράτους (state-building) είναι μία δευτερεύουσα πρόκληση σε σχέση με την εδραίωση της δημοκρατίας (democracy-building) και ευραίως συμβατή με αυτήν. Σύμφωνα με τον Carothers, αυτό που συχνά θεωρείται ως μία άβολη, περίεργη μεσοπερίοδος μεταξύ της πλήρους δημοκρατίας και της άμεσης δικτατορίας είναι πραγματικά η πιο κοινή πολιτική κατάσταση σήμερα των κρατών στον αναπτυσσόμενο και μετα-κομμουνιστικό κόσμο, οι προωθητές της δημοκρατίας πρέπει να εστιάσουν στα πολιτικά μοτίβα-κλειδιά της κάθε χώρας στην οποία επεμβαίνουν. Η διακριτή της ιστορία και πολιτισμός θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Σημαντική επίσης προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην πρόκληση του να βοηθήσουν να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη εναλλακτικών κέντρων εξουσίας. Η ανάπτυξη των πολιτικών κομμάτων πρέπει να είναι πρωτεύον θέμα στην πολιτική τους ατζέντα. Η δημοκρατική βοήθεια (democracy aid) πρέπει να προχωρήσει μέσα από μία διεισδυτική ανάλυση του ιδιαίτερου κεντρικού συνδρόμου που προσδιορίζει την πολιτική ζωή της συγκεκριμένης χώρας, και του πώς οι επεμβάσεις βοήθειας μπορούν να αλλάξουν αυτό το σύνδρομο. Ενώ η έννοια του εκδημοκρατισμού γίνεται αντιληπτή ως μία προβλέψιμη, διαδοχική διαδικασία αυξητικών βημάτων, όπως ζωηρά γίνεται αντιληπτό από το σύστημα αξιολόγησης «διαχείριση των αποτελεσμάτων» της USAID (USAID, 1998), μερικοί πολιτικοί επιστήμονες επιχειρηματολογούν για το αν η έννοια της δημοκρατικής εδραίωσης έχει τελεολογικές ποιότητες (O’ Donnell, 1996) ή όχι (Gunther et al., 1996). Σε κάθε περίπτωση, το να μετακινηθεί κανείς πέρα από το παράδειγμα της μετάβασης κυρίως ση-
19
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
μαίνει γεφύρωση του μακραίωνου διαχωρισμού μεταξύ των προγραμμάτων βοηθείας (aid programs) που κατευθύνονται προς την εδραίωση της δημοκρατίας (democracybuilding) και εκείνων που εστιάζουν στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Καθώς αυτά τα προγράμματα έχουν πολύ σημαντικές συσχετίσεις για το πώς διανέμεται η εξουσία σε μία κοινωνία, για το πώς οι εξουσιαστικές πολιτικές δυνάμεις μπορούν να περιχαρακώσουν υπερασπιζόμενοι τον εαυτό τους, και για το πώς ο λαός συμμετέχει στις πολιτικές αποφάσεις, οι πάροχοι της δημοκρατικής βοήθειας θα πρέπει να αναπτύξουν μία ευρύτερη αντίληψη της δημοκρατίας, έτσι ώστε να καταδείξουν ότι υπάρχουν σημαντικές συνεισφορές στην κύρια φάση της ανάπτυξης της βοήθειας παγκοσμίως (Carorthers, 2002, σσ. 19-20). Με άλλα λόγια, ο Carothers μετακινεί την εστίαση από τις συνηθισμένες τακτικές των δημοκρατικών διαδικασιών στους στόχους τους οποίους τέτοιες διαδικασίες θα πρέπει να εκπληρώσουν και στους τρόπους πραγματοποίησης αυτών των στόχων. Για τον Νομπελίστα Amartya Sen (1999), o επιτυχημένος εκδημοκρατισμός είναι συνώνυμος με την ανάπτυξη με μία ευρύτερη έννοια, η οποία συμπεριλαμβάνει τις ανθρώπινες ελευθερίες, κοινωνικές και οικονομικές διευθετήσεις (π.χ. δομές για εκπαίδευση και υγεία), πολιτικά δικαιώματα και δικαιώματα του πολίτη. Επιπλέον των δημοκρατικών θεσμών, αξίες και προτεραιότητες όπως η κοινωνική δικαιοσύνη, οι ευκαιρίες έκφρασης και συμμετοχής σε δημόσιους διαλόγους, συζητήσεις και οργανωμένες ομάδες αντιπολίτευσης, είναι επίσης σημαντικές για τις καλά εδραιωμένες και νεότερες δημοκρατίες.
20
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ Ή ΑΠΛΆ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠΌ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ BANYAN; Καθώς νέα δυναμικά γεγονότα συμβαίνουν στην παγκόσμια πολιτική πρόσφατα, γεγονότα όπως η Αραβική Άνοιξη, οι πρόσφατες εξεγέρσεις στη Ρωσία που αφορούν τη δημοκρατία (Pussy riots), και διάφορα μαζικά κινήματα (π.χ. το Κίνημα των Αγανακτισμένων) που οργανώνονται ταχέως μέσω των ηλεκτρονικών καινοτομιών και άμεσα, στιγμιαία εξαπλώνονται σε όλο τον κόσμο παγκοσμίως ζητώντας περισσότερη ατομική συμμετοχή στις δημοκρατικές διαδικασίες, πολλοί θεωρητικοί αναρωτιούνται εάν το τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού έχει τελειώσει και ένα τέταρτο έχει δρομολογηθεί (Diamond 1997, Carothers 2007b). Αυτή η ανήσυχη σκέψη προκλήθηκε από το γεγονός ότι η προώθηση της δημοκρατίας επιδέχεται κάποια σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την νομιμότητά της, τα οποία είναι έκδηλα τόσο στην οπισθοδρόμηση ενός αριθμού μη δημοκρατικών κυβερνήσεων που αντιστέκονται στη δημοκρατική βοήθεια με νέους τρόπους, όσο και σε μία αυξανόμενη αμφισβήτηση πολλών λαών σε πολλά μέρη του κόσμου της αξίας και της νομιμότητας της προώθησης της δημοκρατίας σε πρώτο πλάνο. Το σημείο καμπής συνέβη μετά τον πόλεμο των ΗΠΑ στο Ιράκ (2003-2010) και, κυρίως, μετά την αναγγελία του Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας (War on Terror) από τον Πρόεδρο G.W. Bush, γεγονότα που στην κοινή γνώμη εκλήφθησαν ως μία Αμερικανική χειραγώγηση των δημοκρατικών διαδικασιών για την εξυπηρέτηση των ενδιαφερόντων της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στον κόσμο. Και αυτό μάλλον είναι ένα από τα πολλά παράδοξα της δημοκρατίας, ότι δηλαδή το τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού ανακοινώθηκε από τον Αμερικανό Πρόεδρο Ronald Reagan στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ως «η παγκόσμια δημοκρατική επανάσταση» (Carothers, 2002, σελ. 6), και καταργήθηκε από την πολιτική ενός άλλου Αμερικανού Προέδρου, του G.W. Bush, κατά την πρώτη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα. Πέρα από αυτήν την κρίση νομιμότητας των διαδικασιών εκδημοκρατισμού γενικά, υπάρχει η πραγματική πρόκληση της δημοκρατίας από τις υπάρχουσες αυταρχικές ή απολυταρχικές κυβερνήσεις, τις επιζούσες από το τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού, αυτές που προσαρμόζονται, δηλαδή τις οικονομικά πετυχημένες κυβερνήσεις. Η Κίνα, επί παραδείγματι, θα έμπαινε σε αυτήν την κατηγορία, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει την δημοκρατική υπερδύναμη των ΗΠΑ. Αλλά, κατά την άποψή μου, γίνεται πολύς λόγος για το τίποτε. Είναι πολύ γνωστό ότι η δημοκρατία αναπτύσσεται μέσα στον χρόνο, μέσα από καθεστώτα και κοινωνίες. Η δημοκρατία απεικονίστηκε ως ένα συμπαγές δέντρο Banyan, σημαίνοντας ότι κάθε λαός, παίρνοντας δύναμη από τις δικές του μοναδικές ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες, μπορεί να αναπτύξει νέα κλαδιά δημοκρατικών πρακτικών συμβατών με τις δικές του διακριτές δημοκρατικές φιλοδοξίες. Το δέντρο Banyan είναι ιερό για τους Ινδουιστές και τους Βουδιστές και συμβολίζει την ενότητα που προκύπτει από την ποικιλομορφία (diversity). Όπως ακριβώς η μετααποικιοκρατική Ινδία κατά τη δεκαετία του 1950 ανέπτυξε ένα πολύ διαφορετικό τύπο
21
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
δημοκρατίας από το δυτικού-αγγλικού τύπου πρωτότυπό της, ένα «μετα-δυτικό τύπο δημοκρατίας» που βασίστηκε στην εσωτερική της ποικιλομορφία και πολυ-εθνικισμό και με την έλλειψη ενός ομογενούς δήμου και μίας κοινής κουλτούρας (Kean, 2009, σσ. 586, 629), η Κίνα ίσως να μην είναι πολύ μακριά από το να παραδεχθεί σύντομα ότι βρίσκεται στα πρόθυρα της ανάπτυξης του δικού της μοναδικού δημοκρατικού μοντέλου, τόσο διαφορετικού από το Αμερικανικό πρωτότυπό της (δες Fukuyama 2011). Kατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, η Κίνα φαίνεται ότι αναπτύσσει το δικό της αναπτυξιακό μοντέλο. Αλλά οι σπόροι των δημοκρατικών φιλοδοξιών επίσης σπάρθηκαν για πρώτη φορά το 1989 στo κίνημα της πλατείας Tiananmen και φυτρώνουν χάρις στους ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού, που διαρκώς απαιτούν ένα πιο συμμετοχικό και δημοκρατικό καθεστώς, με απτό σεβασμό των ανθρώπινων όντων, με αξιοπρέπεια στην ανεκτικότητα του διαφορετικού και στη συνύπαρξη με ομάδες μειονοτήτων.
22
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Ακριβώς όπως η ανάλυσή μου των συλλογικών ταυτοτήτων στις διαδικασίες εκδημοκρατισμού στο πλαίσιο του τρίτου κύματος εκδημοκρατισμού, το οποίο απαρτίζει την ορθοδοξία στις σπουδές εκδημοκρατισμού, καθώς και η σκιαγράφησή μου μερικών συζητήσεων που αφορούν το τέλος του παραδείγματος μετάβασης και τη βίωση ή έλευση του τέταρτου κύματος εκδημοκρατισμού καταδεικνύουν, υπάρχει πάντα μία στιγμή στη συλλογική μνήμη όπου οι δημοκρατικές φιλοδοξίες ξεπηδούν και αποτελούν την ατμομηχανή των νέων δημοκρατικών πρακτικών που θα υπάρξουν. Όταν το κενό στην εξουσία γεμίζει από αυτές τις νέες συλλογικές φιλοδοξίες, είναι μόνο ζήτημα χρόνου και μίας ευτυχούς σύμπτωσης πολιτικών συγκυριών ώστε αυτές οι φιλοδοξίες να επιφέρουν νέες, αποδοτικές δημοκρατικές πραγματικότητες, οι οποίες είναι πάντοτε τόσο μοναδικές, όσο μοναδικές ήταν και οι ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες που έδωσαν σχήμα στις δημοκρατικές φιλοδοξίες σε πρώτη θέση. Όπως έδειξαν και οι δύο περιπτώσεις μελέτης μας, η κοινωνική κατασκευή των συλλογικών ταυτοτήτων μπορεί να επιτευχθεί είτε μέσω διαδικασιών από-πάνω- προςτα-κάτω (από τις ελίτ) είτε από κάτω-προς-τα-πάνω (από τις μάζες). Καθώς έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, τόσο από πολιτική όσο και από εθνική σκοπιά, να θεωρήσουμε τον εκδημοκρατισμό ως μία εσωτερική περισσότερο παρά εξωτερική διαδικασία, αυτό που σίγουρα είναι βέβαιο είναι ότι ο ρόλος των συλλογικών (συμπεριλαμβανομένων των εθνικών) ταυτοτήτων είναι καίριος στη θεσμοθέτηση των πολιτικών και οικονομικών καθεστώτων και στις διαδικασίες εκδημοκρατισμού. Για την ΕΕ με τη διεύρυνσή της με νέα κράτη-μέλη, υπάρχει μία συνεχιζόμενη, ειρηνική δημοκρατική διαδικασία μέχρι σήμερα, ενώ για την Ανατολική και Νοτιανατολική Ασία με συμπαγή κράτη διαφορετικών πολιτικών, πολιτισμικών και θρησκευτικών συστημάτων, μάλλον θα υπάρξουν περισσότερες και πιο βίαιες διαδικασίες εκδημοκρατισμού.
23
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
24
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΥ
The Academy for Strategic Analyses (ASA) is an independent non-profit scientific and research institution, a think-tank, based in Athens. It was founded in 2014, by scientists from the Hellenic Armed Forces and Hellenic Security Corps, who hold a PhD or holders of other high level qualifications, with rich scientific, research and writing work and collaboration with Greek and foreign universities, research centres and institutes, in various scientific fields. Moreover distinguished personalities from military, diplomatic and academic areas and other high-profile scientists became members of the Academy. The main task of the ASA is the development of scientific work and activities in the field of Strategic Studies, Defense, Security and Foreign Policy, the elaboration of scientific analyses, research and studies, as well as the provision of specialized advisory and educational services in those issues, at national, European and international levels. In this framework, the Academy's activities are developed within scientific areas, such as: (a) Analysis of strategic environment, (b) Analysis of the Defense and Security Policy, (c) System analysis, technology and economy, (d) Operational research, command and control. The Academy will cooperate with international organizations, academic-scientific institutions and other centers of scientific research with a related object, as well as with authoritative scientists, militaries, diplomats, etc., especially in the Euro-Atlantic and the wider Mediterranean environment. 10, Feidiou str.10678 ATHENS www.acastran.org asa@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
25
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – 38α
Φειδίου 10, 10678 ΑΘΗΝΑ www.acastran.org, asa@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
26