ISSN: 2407-9863
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
56
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ Δρ Ιωάννης Χ. Αζναουρίδης
1
ΤΟΜΕΑΣ Γ’
Δεκέμβριος 2016
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ), είναι ανεξάρτητος επιστημονικός - ερευνητικός φορέας, μια «δεξαμενή σκέψης», με νομική μορφή αστικού σωματείου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ιδρύθηκε το 2014 με έδρα την Αθήνα. Τα ιδρυτικά μέλη και τη βάση των μελών της ΑΣΑ αποτελούν επιστήμονες που προέρχονται από τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας, που είναι διδάκτορες ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων ή κάτοχοι άλλων υψηλού επιπέδου τίτλων σπουδών, με πλούσιο επιστημονικό, ερευνητικό και συγγραφικό έργο και συνεργασία με ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, κέντρα μελετών και ινστιτούτα, σε διάφορα επιστημονικά πεδία. Επίσης, μέλη της ΑΣΑ είναι προσωπικότητες του διπλωματικού και ακαδημαϊκού χώρου και άλλοι επιστήμονες υψηλού κύρους με επιστημονική δραστηριότητα σε γνωστικά αντικείμενα τα οποία συνάδουν προς τους σκοπούς της. Σκοπός της ΑΣΑ είναι η ανάπτυξη επιστημονικού έργου και δράσεων στα πεδία των Στρατηγικών Σπουδών, της Άμυνας, της Ασφάλειας και της Εξωτερικής Πολιτικής, η εκπόνηση επιστημονικών αναλύσεων, ερευνών και μελετών καθώς και η παροχή εξειδικευμένων συμβουλευτικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών στα παραπάνω πεδία, σε φορείς του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα και σε φυσικά πρόσωπα, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Για την υλοποίηση των στόχων της η ΑΣΑ έχει οργανώσει τέσσερεις Επιστημονικούς Τομείς: (1) Ανάλυσης Στρατηγικού Περιβάλλοντος, (2) Ανάλυσης Αμυντικής Πολιτικής και Ασφάλειας (3) Ανάλυσης Συστημάτων, Τεχνολογίας και Οικονομίας, (4) Επιχειρησιακής Έρευνας, Διοικήσεως και Ελέγχου. Μεταξύ των στόχων της ΑΣΑ περιλαμβάνεται η ανάπτυξη συνεργασιών με διεθνείς οργανισμούς, με ακαδημαϊκούς - επιστημονικούς φορείς και άλλα κέντρα επιστημονικής έρευνας με συναφές αντικείμενο, καθώς και με έγκυρους επιστήμονες, στρατιωτικούς, διπλωμάτες, κ.ά., στο εσωτερικό και το εξωτερικό, ιδίως στο ευρω-ατλαντικό και το ευρύτερο μεσογειακό περιβάλλον.
Φειδίου 10, 10678 ΑΘΗΝΑ www.acastran.org asa@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
Μελέτει το παν - Ακούων όρα - Γνους πράττε
2
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ (μια κριτική προσέγγιση στη νεοφιλελεύθερη σκέψη)
Δρ Ιωάννης Χ. Αζναουρίδης
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 56 Δεκέμβριος 2016
3
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – Νο 56 / Δεκέμβριος 2016 Τίτλος: Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ
Συγγραφέας: Δρ Ιωάννης Χ. Αζναουρίδης Εκδότης: Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ) Σχεδιασμός – ηλεκτρονική επεξεργασία: ΑΣΑ – Φίλιππος Παρίσης Copyright © Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων Φειδίου 10, 10678 ΑΘΗΝΑ asa@acastran.org http://www.acastran.org, https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses ISSN: 2407-9863 Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
4
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Σχετικά με τον συγγραφέα Ο Δρ Ιωάννης Αζναουρίδης είναι διδάκτορας Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, με βασικές σπουδές στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του ΑΠΘ και στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος MSc στη «Διεθνή Οικονομική και Χρηματοοικονομική» και διδακτορικού διπλώματος PhD στα Οικονομικά. Έχει εκπαιδευτεί επιπλέον στο ΕΜΠ, στο Institute of Management Marketing του Ην. Βασιλείου, την Ελληνική Εταιρία Διοίκησης Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ), το Ινστιτούτο Επιμόρφωσης του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών (ΙΕΣΟΕΛ), το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης (ΕΚΔΔΑ), το κέντρο εκπαίδευσης κοστολόγησης AQS κα. Έχει εκπονήσει πλήθος επιστημονικών μελετών και άρθρων. Στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εντάσσονται θέματα χρηματοοικονομικής και στοχαστικής ανάλυσης, οικονομετρίας, οικονομικής της ανάπτυξης, ασφαλιστικής οικονομίας και μακροοικονομικής ανάλυσης. Είναι εν ενεργεία αξιωματικός του Οικονομικού Σώματος του Ελληνικού Στρατού, απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων. Είναι ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ).
5
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
6
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Περίληψη 1. Εισαγωγή 2. Γενικό επίπεδο τιμών και πληθωρισμός 3. Τα αίτια του πληθωριστικού φαινομένου 3.1 Πληθωρισμός ζητήσεως 3.1.1 Ποσοτική θεωρία του χρήματος 3.1.2 Η θεωρία του πληθωριστικού και αντιπληθωριστικού κενού 3.1.3 Ο πληθωρισμός ζητήσεως ως δυναμικό φαινόμενο 3.1.4 Ο πληθωρισμός αναδιαρθρώσεως της ζητήσεως 3.3 Πληθωρισμός προσφοράς 3.2.1 Ο πληθωρισμός στοιχείων κόστους 3.2.2 Ο πληθωρισμός μισθών 3.2.3 Ο εισαγόμενος πληθωρισμός 3.4 Σχέση πληθωρισμού ανεργίας (καμπύλη του Phillips) 3.5 Σχέση πληθωρισμού και επιτοκίων 3.6 Στασιμοπληθωρισμός 4. Αντιπληθωρισμός 5. Μέτρα αντιπληθωριστικής πολιτικής (ενδεικτική αναφορά) 6. Χαλιναγώγηση του πληθωρισμού, μακροοικονομική σταθερότητα 7. Ο απόκρυφος κόσμος της χρηματοοικονομικής μηχανικής 8. Επίλογος
7
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
8
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Οι οικονομολόγοι της νεοκλασικής σχολής, που επηρεάζουν από τη δεκαετία του ‘80 της εφαρμοζόμενες παγκοσμίως οικονομικές πολιτικές, διατείνονται πως η οικονομική σταθερότητα που ενισχύει τις αποταμιεύσεις και τις επενδύσεις και δημιουργεί τις συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης και μεγέθυνσης, επιτυγχάνεται με χαμηλό ή μηδενικό πληθωρισμό. Διαχρονικά εμπειρικά δεδομένα ωστόσο, δεν επιβεβαιώνουν τα παραπάνω, αφού καταδεικνύουν ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας ήταν πολύ πιο χαμηλοί την περίοδο του χαμηλού πληθωρισμού, ενώ τις δεκαετίες του ’60 και ’70 με υψηλό πληθωρισμό η ανάπτυξη ήταν μεγάλη. Η παγκόσμια αστάθεια που δυναμιτίζει τις επενδύσεις, την απασχόληση και την ανάπτυξη, ενισχύεται επιπλέον και από την απόλυτη ισχύ ενός παγκοσμιοποιημένου χρηματοοικονομικού συστήματος που έχει δημιουργήσει μια τεράστια «ακροβατική αγορά» η οποία δεν παράγει πλούτο, δεν δημιουργεί απασχόληση και το μόνο που την ενδιαφέρει είναι το γρήγορο κέρδος. Στο σημερινό σύνθετο οικονομικό περιβάλλον, η απαιτούμενη σταθερότητα που θα αποτελέσει τη βάση της οικονομικής μεγέθυνσης, δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την τιθάσευση του πληθωρισμού, απαιτείται και οι χρηματαγορές να γίνουν λιγότερο αποδοτικές.
9
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
10
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η
οικονομική ανάπτυξη αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα σημαντικότερα ενδιαφέροντα των οικονομολόγων αλλά και ένα από τα θεμελιώδη αιτήματα των λαών που προσδοκούσαν και προσδοκούν σε βελτίωση της ζωής τους. Η ανάπτυξη της οικονομίας βρίσκει πρόσφορο έδαφος σε περιβάλλον σταθερότητας. Η επίτευξη μακροοικονομικής σταθερότητας μέσω του συνεχούς ελέγχου του πληθωρισμού, βρίσκονταν στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας πολλών κρατών από τη δεκαετία του ΄80 και ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ΄90. Πρεσβευτές της άποψης αυτής, οι οικονομολόγοι της νεοκλασικής ή νεοφιλελεύθερης σχολής, που διατείνονται πως η οικονομική σταθερότητα ενισχύει τις αποταμιεύσεις και τις επενδύσεις και δημιουργεί τις συνθήκες για οικονομική ανάπτυξη. Προϋπόθεση της μακροοικονομικής σταθερότητας, είναι ο χαμηλός ή ακόμα και μηδενικός πληθωρισμός. Αν και είναι αληθές ότι ένας υψηλός και ασταθής πληθωρισμός αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για τις επενδύσεις και κατά συνέπεια για την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας, εγείρεται το ερώτημα, αν η τιθάσευση αυτού, αποτελεί την αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επίτευξη της επιδιωκόμενης μακροοικονομικής σταθερότητας. Για να απαντηθεί το παραπάνω ερώτημα, στο παρόν Κείμενο Εργασίας, υιοθετείται μεθοδολογικά η άποψη που εξέφρασε ο R. Barre, πως η οικονομική θεωρία είναι ένα «κουτί εργαλείων» που δεν προμηθεύει έτοιμα συμπεράσματα, αλλά χρησιμεύει ως μέθοδος, ως τεχνική για να εξαχθούν από τα γεγονότα ορθά συμπεράσματα. Μετά από δεκαετίες άσκησης αυστηρής αντιπληθωριστικής πολιτικής, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο κόσμος έγινε πιο σταθερός, αν θεωρούμε ότι το μέγεθος του πληθωρισμού είναι ο μοναδικός δείκτης μακροοικονομικής σταθερότητας. Σε κάθε περίπτωση, για την επίτευξη του καλλίτερου αποτελέσματος, βασικής σημασίας για τη στρατηγική της οικονομικής ανάπτυξης, είναι οι τύποι και οι μέθοδοι που θα ακολουθηθούν, ώστε να επιτευχθεί ο καλλίτερος προσανατολισμός της οικονομίας. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως η οικονομία του laissez faire με τα κενά παραγωγής που την χαρακτήριζαν, υπέφερε από «φτώχεια μέσα στον πλούτο».
11
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
2. ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΡΙΣΜΟΣ
Α
πό μακροοικονομικής απόψεως, θεωρούμε ως γενικό επίπεδο τιμών, τον μέσο όρο των τιμών των προϊόντων τα οποία παράγονται σε μια οικονομία υπό συνθήκες αριστοποίησης της παραγωγής. Το επίπεδο τιμών αντιπροσωπεύει τους όρους κάτω από τους οποίους οι επιχειρήσεις είναι διατεθειμένες να παράξουν και να πουλήσουν προϊόντα ανεξάρτητα από το ύψος των ζητούμενων ποσοτήτων. Αν θεωρήσουμε: Ρ = το γενικό επίπεδο τιμών W = τον ονομαστικό μισθό και ΜPPL = το οριακό φυσικό προϊόν εργασίας 𝑊
τότε ισχύει η σχέση: 𝑊 = 𝑃 ∗ 𝑀𝛲𝑃𝑙 => 𝑃 = 𝑀𝛲𝑃 , σύμφωνα με την οποία το γενικό 𝐿
επίπεδο τιμών καθορίζεται από τον ονομαστικό μισθό και το οριακό φυσικό προϊόν εργασίας. Κατά μια θεωρητική προσέγγιση, το επίπεδο τιμών προσδιορίζεται από την αλληλεξάρτηση της συνολικής προσφοράς και της συνολικής ζήτησης. Η παρουσίαση όμως αυτή είναι γενική και αφηρημένη και δεν αναδεικνύει το πλέγμα των δυνάμεων, των παραγόντων και των καταστάσεων που βρίσκονται πίσω από την εκάστοτε διαμορφούμενη μακροπροσφορά και μακροζήτηση. Ο σχηματισμός των τιμών επηρεάζεται σημαντικά από την οργάνωση της αγοράς, αφού αυτές διαφοροποιούνται κάτω από συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού ή τέλειου ανταγωνισμού ή μονοπωλίου ή ολιγοπωλίου. Η διαμόρφωση των τιμών είναι πολύπαραγοντικό και πολυδιάστατο ζήτημα και για την παρακολούθησή τους αναπτύσσονται ως στατιστικά όργανα ελέγχου, διάφοροι δείκτες μέτρησης του επιπέδου και των μεταβολών τους. Μεταξύ άλλων συναντούμε, τον αριθμοδείκτη του γενικού επιπέδου τιμών (τιμάριθμο), το δείκτη τιμών καταναλωτή (κόστους ζωής), τους δείκτες τιμών χονδρικής (κατά τομείς δραστηριότητας) κλπ. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή (CPI), καταρτίζεται από την Στατιστική Υπηρεσία σε συνεργασία με τα Υπουργεία Οικονομίας και Ανάπτυξης, την Τράπεζα της Ελλάδας και φορείς των εργοδοτών και των εργαζομένων. Για λόγους αντιπροσωπευτικότητας του δείκτη, προστίθενται νέα είδη και αφαιρούνται παλιά. Ο σημερινός δείκτης συγκροτείται από ένα καλάθι 784 αγαθών και υπηρεσιών. Ο δείκτης αυτός, δεν είναι ένας απλός μέσος όρος, αλλά ένας σταθμισμένος μέσος όρος, του οποίου η συλλογή τιμών διενεργείται σε 24 πόλεις της χώρας που οι αγορές τους θεωρούνται αντιπροσωπευτικά κέντρα ευρύτερων γεωγραφικών περιοχών. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες κατανέμονται σε βασικές ομάδες, που για κάθε μία αντιστοιχεί και ένας διαφορετικός συντελεστής στάθμισης. Σε περιπτώσεις αναθεώρησης του δείκτη, αναθεωρούνται και οι συντελεστές στάθμισης των ομάδων των αγαθών και των υπηρεσιών που συμμετέχουν στο «καλάθι».
12
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Η σύνθεση του ΔΤΚ ανά βασική ομάδα αγαθών και υπηρεσιών φαίνεται παρακάτω.
Σχήμα 1 Δείκτης τιμών καταναλωτή
Πηγή: Ε. Σ Σαρτζετάκης, «Εισαγωγή στη Μακροοικονομική»
Η έννοια του πληθωρισμού προσεγγίζεται από τους οικονομολόγους με διάφορους τρόπους και ορισμούς. Άλλοι ορίζουν τον πληθωρισμό σαν τη συνεχιζόμενη αύξηση της προσφοράς χρήματος. Άλλοι, ως τη μείωση της εξωτερικής αξίας του χρήματος. Άλλοι ως τη συνεχιζόμενη αύξηση των μισθών και ημερομισθίων. Άλλοι ορίζουν τον πληθωρισμό σαν την ύπαρξη υπερζήτησης στην αγορά αγαθών. Άλλοι σαν μια προσπάθεια διατήρησης του πραγματικού εισοδήματος, της πραγματικής δαπάνης και του πραγματικού προϊόντος σε ένα επίπεδο που εκ των πραγμάτων δεν είναι εφικτό να επιτευχθεί. Ίσως ο πιο κοινά αποδεκτός και διαδεδομένος ορισμός, είναι αυτός που θεωρεί τον πληθωρισμό σαν την τάση συνεχούς αύξησης του γενικού επιπέδου των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών. Είτε προέρχεται από την πλευρά της προσφοράς, είτε από την πλευρά της ζήτησης, σε κάθε περίπτωση, ο πληθωρισμός είναι ένα δυναμικό φαινόμενο συνεχιζόμενης αύξησης των τιμών και όχι μια στατική κατάσταση υψηλού επιπέδου τιμών. Στη χώρα μας σε μια προσπάθεια να παρακολουθηθούν οι εξελίξεις των τιμών από το 1922 και μετά, καταρτίσθηκε ένας ενιαίος δείκτης, με έτος βάσης το 1938, από το συνδυασμό του δείκτη ακρίβειας ζωής της ΤτΕ και του δείκτη τιμών καταναλωτή της ΕΣΥΕ διάδοχο της οποίας σήμερα αποτελεί η ΕΛΣΤΑΤ. Η εύρεση του ρυθμού πληθωρισμού, βασίζεται στην ποσοστιαία αλλαγή του δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) από περίοδο σε περίοδο. Αν για παράδειγμα το έτος βάσης (t) η αξία του καλαθιού αγαθών και υπηρεσιών είναι 1.200 ευρώ και το επόμενο έτος (t+1) είναι 1.236 ευρώ, τότε: 𝛥𝛵𝛫 =
1.236 1.200
100 = 103
άρα ο πληθωρισμός είναι 3%
13
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η εξέλιξη του πληθωρισμού στη χώρα μας την περίοδο 1955-2016 με βάση τη μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή (CPI-consumer price index), φαίνεται στο διάγραμμα που ακολουθεί
Σχήμα 2 Εξέλιξη του πληθωρισμού σε ετήσια βάση στην Ελλάδα
Πηγή: Inflation.eu worldwide inflation data
Ο πληθωρισμός αποτελεί σύνθετο φαινόμενο που κατηγοριοποιείται σε διάφορα είδη.
Με κριτήριο το χρόνο διάρκειας, διακρίνουμε σε βραχυχρόνιο (μέχρι 1 έτος), σε μεσοπρόθεσμο (μέχρι 5 έτη) και σε μακροπρόθεσμο (άνω των 5 ετών).
Με κριτήριο το βαθμό έντασης του φαινομένου, διακρίνουμε σε σχετικά σταθερό ή έρπων (0-2% ετήσια αύξηση των τιμών), ήπιο (2-5%), μέτριο (5-10%), έντονο (10-50%), καλπάζων ή υπερπληθωρισμό (>50%).
Με κριτήριο την οικονομική συγκυρία κατά την οποία εκδηλώνεται το πληθωριστικό φαινόμενο, διακρίνουμε σε πληθωρισμό της ανοδικής φάσης του οικονομικού κύκλου, σε πληθωρισμό της καθοδικής φάσης, πληθωρισμό ανώτατου ή κατώτατου σημείου, πληθωρισμό οικονομικής μεγέθυνσης (έρπων), στασιμότητας (στασιμοπληθωρισμό) κλπ.
Με κριτήριο τη γενεσιουργό αιτία, σε πληθωρισμό ζητήσεως και πληθωρισμό κόστους.
Με κριτήριο το βαθμό ελέγχου της αύξησης του γενικού επιπέδου τιμών, σε ανοικτό πληθωρισμό και σε ελεγχόμενο πληθωρισμό.
Ως συνέπειες του πληθωριστικού φαινομένου ενδεικτικά αναφέρονται:
Ο περιορισμός της συνολικής δαπάνης της οικονομίας. Η κατανάλωση (C) και η επένδυση (I) υπό προϋποθέσεις ενδέχεται να πραγματοποιήσουν κάμψη.
Η μείωση των εξαγωγών (ΕΧ) λόγω αύξησης των εγχώριων τιμών.
Η αύξηση των εισαγωγών (ΙΜ) λόγω ανταγωνιστικότερων τιμών της αλλοδαπής.
14
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Η ένταση της ανισότητας στη διανομή του πλούτου και του εισοδήματος λόγω των χρονικών υστερήσεων που παρατηρούνται στην προσαρμογή των μισθών έναντι των αυξήσεων των τιμών. Οι λαμβάνοντες εισοδήματα από μισθούς, τόκους, προσόδους περιουσίας, καθώς και οι κάτοχοι τραπεζικών καταθέσεων και οι κάτοχοι πλούτου με μορφή απαιτήσεων, ζημιώνονται. Αντίθετα οι έχοντες εισοδήματα από κέρδη, οι κάτοχοι ακινήτων, μετοχών, αποθεμάτων αγαθών και οι οφειλέτες, ωφελούνται.
Όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη οι απόψεις διίστανται. Άλλοι υποστηρίζουν ότι απαιτείται ένα χαμηλός ρυθμός πληθωρισμού ως κίνητρο, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο πληθωρισμός συμβάλει αρνητικά στην ανάπτυξη επειδή περιορίζει τη ροπή προς αποταμίευση με συνέπεια να εξασθενίζει την επενδυτική δραστηριότητα, να μειώνει το σχηματισμό Παγίου Κεφαλαίου και τελικά να επιβραδύνει την ανάπτυξη.
15
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
3. ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ
Η
οικονομική θεωρία βρέθηκε σε αδυναμία να δημιουργήσει και να εδραιώσει μια ενιαία και γενικά αποδεκτή αντίληψη σχετικά με τα αίτια και τη φύση του πληθωρισμού. Ο λόγος ήταν ότι κάθε οικονομία και κάθε περίοδος έχει τα δικά της κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά χαρακτηριστικά και μηχανισμούς. Με βάση τα γενεσιουργά αίτια του πληθωρισμού, μπορούμε να διακρίνουμε τον πληθωρισμό που προέρχεται από την πλευρά της ζητήσεως και αυτόν που προκαλείται από την πλευρά της προσφοράς. Κατωτέρω, στον μεν πληθωρισμό ζητήσεως, θα αναπτύξουμε συνοπτικά τις βασικές θέσεις της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος και της θεωρίας του πληθωριστικού και αντιπληθωριστικού κενού του Keynes, στον δε πληθωρισμό προσφοράς, τις επιδράσεις του κόστους παραγωγής και των μισθών πάνω στο γενικό επίπεδο τιμών.
3.1 Πληθωρισμός ζητήσεως Σύμφωνα με μια κατηγορία οικονομολόγων, το πληθωριστικό φαινόμενο έλκει την προέλευσή του από την πλευρά της ζήτησης. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τόσο οι οπαδοί της «Ποσοτικής Θεωρίας» του χρήματος που αντιμετωπίζουν τον πληθωρισμό σαν νομισματικό φαινόμενο, όσο και οι οπαδοί της Θεωρίας του «Πληθωριστικού και Αντιπληθωριστικού Κενού» που αναπτύχθηκε από τον J. M. Keynes. Η διαφορά των δύο θέσεων είναι σημαντική, καθόσον οι μεν πρώτοι δίνουν έμφαση στην ποσότητα του κυκλοφορούντος χρήματος, οι δε δεύτεροι στη σχέση που υπάρχει μεταξύ της συνολικής παραγωγής και της συνολικής δαπάνης της οικονομίας στο επίπεδο της πλήρους απασχόλησης. 3.1.1 Ποσοτική θεωρία του χρήματος Η ποσοτική θεωρία, συνδέει την προσφορά του χρήματος με το γενικό επίπεδο τιμών μέσω μιας σχέσης, η μαθηματική έκφραση της οποίας έχει ως εξής: 𝛭𝑆 𝑉 = 𝑃 𝑇
(1)
Όπου: 𝛭𝑆 η προσφορά χρήματος, η ποσότητα χρήματος της οικονομίας. 𝑉 η ταχύτητα της νομισματικής κυκλοφορίας, πόσο γρήγορα μια νομισματική μονάδα αλλάζει χέρια. 𝑃 το γενικό επίπεδο τιμών και Τ ο όγκος των διακινούμενων αγαθών και υπηρεσιών στην οικονομία Η σχέση (1) παραπάνω, υποδηλώνει ότι γινόμενο της ποσότητας του χρήματος που κυκλοφορεί σε μια οικονομία επί την ταχύτητα της νομισματικής κυκλοφορίας, ισούται κατ’ ανάγκη με το γινόμενο του γενικού επιπέδου τιμών επί τον όγκο των διακινούμενων αγαθών και υπηρεσιών στην οικονομία.
16
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Επιλύοντας τη σχέση (1) ως προς το Ρ λαμβάνουμε: 𝑃=
𝑀𝑆 𝑇
𝑉
(2)
Αν θεωρήσουμε ότι τα (𝑽) και (Τ) παραμένουν σταθερά, τότε το γενικό επίπεδο τιμών (Ρ), μεταβάλλεται ανάλογα με τη μεταβολή της προσφοράς χρήματος (𝜧𝑺 ). Κατά συνέπεια ο πληθωρισμός είναι ένα νομισματικό φαινόμενο, κατά το οποίο η αύξηση της προσφοράς του χρήματος αυξάνει αρχικά το εισόδημα και μέσω αυτού τη ζήτηση και το γενικό επίπεδο τιμών. Επ’ αυτού έχουν αναπτυχθεί διάφορες απόψεις. Ο Wicksell, κάνει λόγο για πληθωριστικές πιέσεις που ασκεί η αύξηση της προσφοράς του χρήματος εκτός εάν αυξηθεί η παραγωγικότητα στην οικονομία. Ο Keynes, πιστεύει ότι το πιο πιθανόν είναι να ασκηθούν πληθωριστικές πιέσεις, μόνο όταν η οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους απασχόλησης. Οι νεοκλασικοί της σχολής του Chicago πρεσβεύουν ότι είναι ενδεχόμενο η αύξηση της προσφοράς του χρήματος να διοχετευθεί στην κατανάλωση και την επένδυση, γεγονός που θα διογκώσει τη ζήτηση. 3.1.2 Η θεωρία του πληθωριστικού και αντιπληθωριστικού κενού Αντίθετα με την παραπάνω θέση της ποσοτικής θεωρίας, η Κεϋνσιανή σχολή θεωρεί τη μεταβολή του γενικού επιπέδου τιμών σαν αποτέλεσμα της μεταβολής της συνολικής ζήτησης. Οι Κεϋνσιανές θέσεις, αλληλεξάρτησης της συνολικής προσφοράς και της συνολικής ζήτησης, που εισάγουν τις έννοιες του πληθωριστικού και του αντιπληθωριστικού κενού, παρουσιάζονται στο σχήμα (3) που ακολουθεί. Η συνολική προσφορά σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης των συντελεστών παραγωγής, αντιπροσωπεύονται στο σχήμα από τη γραμμή των 450 . Ενώ αν θεωρήσουμε ( C ) την κατανάλωση, (I) την επένδυση, (G) τις δημόσιες δαπάνες και (EX) τις εξαγωγές, λαμβάνουμε τη συνάρτηση της συνολικής ζήτησης (AD) η οποία κατά το χρόνο (t) γράφεται ως εξής: ADt=Ct+It+Gt+EXt
(3)
Σχήμα 3 Πληθωρικό και Αντιπληθωρικό Κενό
17
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Στον οριζόντιο άξονα, παριστάνεται το ύψος του εισοδήματος, ενώ στον κάθετο, η κατανάλωση, η επένδυση, οι κρατικές δαπάνες και οι εξαγωγές. Στο σημείο Ε1 όπου εξισώνονται η προσφορά (γραμμή των 45 ο ) με τη ζήτηση (γραμμή AD), έχουμε ισορροπία που αντιστοιχεί σε εισόδημα Υ1. Στο εισόδημα αυτό, ο εξοπλισμός της οικονομίας σε παραγωγικούς συντελεστές παράγει υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης και δεν υπάρχει τάση μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών. Ισχύει γενικά η σχέση προερχόμενη από την (3):
Υt=C(Υt)+It+Gt+EXt
(4)
με C(Υt) κατανάλωση σαν συνάρτηση του εισοδήματος της περιόδου (t). Στο σημείο Ε2, το προϊόν πλήρους απασχόλησης είναι μικρότερο από τη συνολική δαπάνη της οικονομίας AD, δημιουργείται έτσι το πληθωριστικό κενό ΑΕ2 που ωθεί σε αύξηση του γενικού επιπέδου τιμών (πληθωρισμός). Ισχύει γενικά η σχέση: Υt < C(Υt)+It+Gt+EXt (5)
Στο σημείο Ε3, το προϊόν πλήρους απασχόλησης είναι μεγαλύτερο από τη συνολική ζήτηση της οικονομίας AD. Εδώ αντίθετα με προηγουμένως δημιουργείται το αντιπληθωριστικό κενό ΒΕ3 που ασκεί συμπιεστικές επιδράσεις επί του γενικού επιπέδου τιμών (αντιπληθωρισμός). Ισχύει γενικά η σχέση: Υt > C(Υt)+It+Gt+EXt
(6)
Με βάση τις προεκτεθείσες σχέσεις (3) έως (5), η αύξηση της συνολικής ζήτησης ενδέχεται να οφείλεται στους παρακάτω λόγους:
Στην αύξηση της κατανάλωσης (C), όταν μεταβληθούν οι παράγοντες που επηρεάζουν τη ροπή προς κατανάλωση.
Στην αύξηση της επένδυσης (I), όταν μεταβληθεί η οριακή αποδοτικότητα των επενδύσεων.
Στην αύξηση της επένδυσης (I), όταν μειωθούν τα επιτόκια (r).
Στην αύξηση της προσφοράς του χρήματος (𝜧𝑺 ), που οδηγεί σε μείωση των επιτοκίων και κατ’ επέκταση σε αύξηση των επενδύσεων και της κατανάλωσης.
Στην αύξηση της προσφοράς του χρήματος (𝜧𝑺 ), που οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας και αύξηση των εισοδημάτων.
Στην αύξηση των δημοσίων δαπανών (G).
18
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Στην αύξηση των εξαγωγών (ΕΧ).
Στη μεταστροφή των προτιμήσεων των καταναλωτών, που οδηγεί στη μείωση των εισαγωγών (ΙΜ).
Στις μεταβιβαστικές πληρωμές (R) του δημοσίου προς τους ιδιώτες.
Στις μειώσεις των φόρων (Τ) που οδηγούν σε αυξήσεις των εισοδημάτων, των επενδύσεων και της κατανάλωσης.
Σε συνδυασμό δύο ή περισσοτέρων εκ των ανωτέρω παραγόντων.
Σε λοιπούς μη οικονομικούς παράγοντες που επηρεάζουν την καταναλωτική ή επενδυτική συμπεριφορά.
Όταν η οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους απασχόλησης, μια αύξηση της ζητήσεως για κάποιον από τους παραπάνω λόγους, θα οδηγήσει σε άνοδο του γενικού επιπέδου τιμών 3.1.3 Ο πληθωρισμός ζητήσεως ως δυναμικό φαινόμενο Ο πληθωρισμός στην πραγματικότητα δεν είναι ένα στατικό αλλά ένα δυναμικό φαινόμενο, καθόσον οι αιτίες του εντοπίζονται σε γεγονότα προηγούμενων χρονικών περιόδων. Για τη διερεύνηση του φαινομένου αναπτύσσουμε ένα απλό μακροδυναμικό σύστημα έξι εξισώσεων.
Εισόδημα τρέχουσας περιόδου
Υn = Cn+In+Gn
(7)
Κατανάλωση
Cn = β(Υn-1 -Τn-1)
(8)
Επένδυση
In = ε(Υn-1 -Τn-1)
(9)
Φορολογία προηγούμενης περιόδου Τn-1 = t Υn-1
Δημόσιες δαπάνες
Gn = g Υn-1
(11)
Εισόδημα τρέχουσας περιόδου
Υ n = Pn y
(12)
(10)
Όπου: β = οριακή ροπή προς κατανάλωση ε = οριακή ροπή προς επένδυση g = ροπή προς δημόσιες δαπάνες t = φορολογικός συντελεστής P = γενικό επίπεδο τιμών y = πραγματικό εισόδημα πλήρους απασχόλησης Η εξίσωση (7) δείχνει ότι το ονομαστικό εισόδημα της τρέχουσας περιόδου (n), περιλαμβάνει την κατανάλωση, την επένδυση και τις δημόσιες δαπάνες κατά το χρόνο (n).
19
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η εξίσωση (8) δείχνει ότι η κατανάλωση είναι συνάρτηση του διαθέσιμου εισοδήματος της προηγούμενης περιόδου (αν από το ονομαστικό εισόδημα αφαιρέσουμε τους τόκους) και της οριακής ροπής προς κατανάλωση. Η εξίσωση (9) δείχνει ότι η επένδυση είναι συνάρτηση του διαθέσιμου εισοδήματος της προηγούμενης περιόδου και της ροπής προς επένδυση. Η εξίσωση (10) δείχνει ότι οι φόροι της προηγούμενης περιόδου, είναι συνάρτηση του διαθέσιμου εισοδήματος της προηγούμενης περιόδου και του φορολογικού συντελεστή. Η εξίσωση (11) δείχνει ότι οι δημόσιες δαπάνες είναι συνάρτηση του διαθέσιμου εισοδήματος της προηγούμενης περιόδου και της ροπής προς δημόσιες δαπάνες. Η εξίσωση (12) δείχνει ότι το ονομαστικό εισόδημα της τρέχουσας περιόδου είναι συνάρτηση του πραγματικού εισοδήματος πλήρους απασχόλησης και του γενικού επίπεδου τιμών. Αν αντικαταστήσουμε στην εξίσωση (7) τις σχέσεις (8), (9) και (11) λαμβάνουμε: Υn = β(Υn-1 -Τn-1) + ε(Υn-1 -Τn-1) + g Υn-1
(13)
Αντικαθιστώντας στην (13) την (10) έχουμε : Υn = β(Υn-1 - t Υn-1) + ε(Υn-1 -t Υn-1) + g Υn-1 => Υn = βΥn-1 - βt Υn-1 + εΥn-1 -εt Υn-1 + g Υn-1 => Υn = (β - βt + ε - εt + g )Υn-1
(14)
Στην (14) αντικαθιστούμε τη (12) Pn y = (β - βt + ε - εt + g ) Pn-1 y=> Pn = (β - βt + ε - εt + g ) Pn-1 και λαμβάνουμε το ρυθμό μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών ως εξής: 𝑃𝑛 𝑃𝑛−1
= 𝛽 − 𝛽𝑡 + 𝜀 − 𝜀𝑡 + 𝑔 = 𝛽(1 − 𝑡) + 𝜀(1 − 𝑡) + 𝑔 = (1 − 𝑡)(𝛽 + 𝜀) + 𝑔
(15)
Από τη σχέση (15) καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο ρυθμός μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών
𝑃𝑛 𝑃𝑛−1
σχετίζεται θετικά με τις ροπές προς κατανάλωση (β), επέν-
δυση (ε) και δημόσιες δαπάνες (g) που ενισχύουν την πληθωριστική επίδραση και αρνητικά με το φορολογικό συντελεστή (t) που περιορίζει την πληθωριστική επίδραση. 3.1.4 Ο πληθωρισμός αναδιαρθρώσεως της ζητήσεως Διαρθρωτικές μεταβολές στη σύνθεση της συνολικής ζήτησης είναι δυνατόν να προκαλέσουν πληθωριστικές πιέσεις. Όταν η σύνθεση της συνολικής ζητήσεως μεταβάλλεται με ρυθμούς μεγαλύτερους από αυτούς που επιτρέπει η κινητικότητα των παραγωγικών συντελεστών, ενδέχεται σε κάποιους τομείς της οικονομίας να δημιουργηθεί υπερζήτηση και σε κάποιους άλλους υποαπασχόληση.
20
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Στους τομείς που εκδηλώνεται υπερζήτηση, οι τιμές των καταναλωτικών αγαθών αυξάνουν. Στους τομείς που εκδηλώνεται υποαπασχόληση, οι τιμές των καταναλωτικών αγαθών δεν μειώνονται ανάλογα ή μειώνονται λίγο, ώστε να υπάρξει συμψηφισμός με τις αυξήσεις, λόγω ακαμψίας που εμφανίζουν οι τιμές. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η δημιουργία ενός έρποντα πληθωρισμού, που εκδηλώνεται με αυξήσεις του γενικού επιπέδου τιμών και ο οποίος εξαπλώνεται σταδιακά και προς τους άλλους τομείς της οικονομίας.
3.2 Πληθωρισμός προσφοράς Από παλιά αναπτύχθηκαν θεωρίες για τα αίτια της μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών με διαφορετική αφετηρία από αυτή της ζήτησης, αποδίδοντας το φαινόμενο σε στοιχεία κόστους και στους μισθούς των εργαζομένων. Ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1950 και μετά γίνεται λόγος για «νέο πληθωρισμό», καθόσον οι θεωρίες ότι οι δυνάμεις της συνολικής ζήτησης δημιουργούν το έναυσμα για έναρξη του πληθωριστικού φαινομένου, υπέθεταν την ύπαρξη «τέλειου ανταγωνισμού» όπου οι δυνάμεις της αγοράς και μόνο, διαμορφώνουν τις τιμές. Επειδή όμως στην πραγματικότητα υπάρχουν συγκροτήματα με ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα, εργατικές ενώσεις με χιλιάδες μέλη, ενώσεις εργοδοτών με τεράστια δύναμη στην οικονομία, ο πληθωρισμός μπορεί να μην είναι παράγωγο της ζήτησης αλλά να προέρχεται από το σκέλος της προσφοράς. Ο πληθωρισμός που προκαλείται από την πλευρά της μακροπροσφοράς ονομάζεται πληθωρισμός προσφοράς ή κόστους. Ένας τέτοιος πληθωρισμός για να εκδηλωθεί δεν απαιτεί συνθήκες πλήρους απασχόλησης των συντελεστών παραγωγής. 3.2.1 Ο πληθωρισμός στοιχείων κόστους Στην τιμή ενός προϊόντος ενσωματώνονται οι αμοιβές των συντελεστών που συμμετέχουν στην παραγωγή του. Έτσι οι δαπάνες του «συντελεστή εργασία», οι δαπάνες του «συντελεστή κεφάλαιο», οι δαπάνες του «συντελεστή φύση» και οι δαπάνες του «συντελεστή επιχειρηματίας», διαμορφώνουν το κόστος παραγωγής και την τιμή του προϊόντος. Η αύξηση ενός ή κάποιων στοιχείων από τις παραπάνω δαπάνες, οδηγεί σε άνοδο της τιμής του προϊόντος και πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία. Η μεταβολή του γενικού επιπέδου τιμών, λόγω αύξησης του κόστους παραγωγής εμφανίζεται διαγραμματικά παρακάτω στο σχήμα 4. Στον οριζόντιο άξονα, παριστάνεται το ύψος της παραγωγής (Q), ενώ στον κάθετο, οι τιμές (Ρ). Οι καμπύλες (D) και (S) αντίστοιχα, παριστούν τις συναρτήσεις ζήτησης και προσφοράς.
Σχήμα 4 Πληθωρισμός κόστους
21
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Θεωρώντας τη ζήτηση ως δεδομένη (και συνεπώς αμετάβλητη), οι αυξήσεις του κόστους παραγωγής των προϊόντων, απεικονίζονται με μετατοπίσεις της μακροπροσφοράς από την αρχική θέση S1 στις θέσεις S2 και S3. Συνέπεια των μετατοπίσεων αυτών είναι η άνοδος των τιμών από Ρ1 σε Ρ2 και Ρ3 και ο περιορισμός της παραγωγής από Q1 σε Q2 και Q3. 3.2.2 Ο πληθωρισμός μισθών Το μεγαλύτερο ποσοστό του εθνικού εισοδήματος αποτελούν οι μισθοί και τα ημερομίσθια. Υπό κανονικές συνθήκες, οι εργοδότες πληρώνουν για αμοιβές και εισφορές το 60% - 70% του εθνικού εισοδήματος. Λαμβάνοντας τη συνάρτηση παραγωγής των Cobb και Douglas (1928) στη γενική της μορφή, έχουμε τη σχέση: Q=A (Χ1)α (Χ2)β(Χ3)γ…(Χm)n
(16)
Όπου Q είναι η συνολική παραγωγή αντιπροσωπευόμενη από το ΑΕΠ Α είναι μία σταθερά Χ είναι οι εισροές α + β +…+ n = 1 0< α, β, … , n < 1 Η σχέση (16) υποδηλώνει ότι το παραγόμενο προϊόν προκύπτει από το γινόμενο όλων των εισροών (συντελεστών) που συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία, υψωμένων σε θετική δύναμη μικρότερη της μονάδος επί μια σταθερά (Α). Εξειδικεύουμε τη συνάρτηση παραγωγής Cobb Douglas, θεωρώντας ότι στην παραγωγική διαδικασία συμμετέχουν δύο συντελεστές, το κεφάλαιο και η εργασία, τότε η σχέση (16) λαμβάνει τη μορφή:
22
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Q=A Κβ Lα =>
Q=A Κ1-α Lα
(17)
Όπου Κ είναι το κεφάλαιο και L είναι το εργατικό δυναμικό α + β = 1 => α+ (1-α) = 1 Η σχέση (17) είναι ομογενής συνάρτηση, (α+β) βαθμού. Αυτό σημαίνει πως αν οι συντελεστές παραγωγής πολλαπλασιασθούν επί ένα αριθμό (λ), τότε το εθνικό προϊόν (Q) θα πολλαπλασιαστεί επί έναν αριθμό λ(α+β). Αν στη σχέση (17) προσθέσουμε ως εισροή και τις τεχνολογικές ανακαλύψεις το χρόνο (χ) τότε λαμβάνουμε μια παραλλαγή της συνάρτησης Cobb Douglas
Q = A Κβ Lα eγχ
(18)
Στη συνάρτηση η δύναμη (α) δείχνει το ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού (L) στο εθνικό εισόδημα. Σύμφωνα με ορισμένους η τιμή του εκθέτη κυμαίνεται από 0,70 έως 0,75, γεγονός που σημαίνει ότι η εργασία συμμετέχει στο εισόδημα 70% 75%. Είναι προφανές, ότι μια αύξηση της αμοιβής του συντελεστή εργασία χωρίς αύξηση της παραγωγικότητας, αυξάνει το κόστος παραγωγής και ασκεί πληθωριστικές πιέσεις στο γενικό επίπεδο τιμών. Αν (W) ο ονομαστικός μισθός, (MPL) το οριακό φυσικό προϊόν εργασίας και (Ρ) το γενικό επίπεδο μισθών, ισχύει η σχέση ισορροπίας:
𝑾 = 𝑷 ∗ 𝑴𝑷𝑳 ,
(19)
Τότε ο πραγματικός μισθός (W/P) ισούται με την οριακή παραγωγικότητα της εργασίας σύμφωνα με τη σχέση: 𝑾 𝑷
(20)
= 𝑴𝑷𝑳
Οπότε κάθε αύξηση μισθών και ημερομισθίων που δεν συνοδεύεται από αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, αυξάνει το κόστος παραγωγής και συνεπώς το γενικό επίπεδο τιμών. Εν προκειμένω θεμελιώνεται το θεωρητικό σχήμα του «Φαύλου Κύκλου Μισθών – Πληθωρισμού», κατά το οποίο οι ονομαστικοί μισθοί και ο πληθωρισμός, βρίσκονται σε σχέση θετικής αλληλεξάρτησης έτσι ώστε οι αυξήσεις του ενός να τροφοδοτούν τις αυξήσεις του άλλου.
23
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Σχήμα 5 Φαύλος κύκλος Μισθών – Πληθωρισμού
Σύμφωνα με την παραπάνω θεωρία, οι αυξήσεις των ονομαστικών μισθών (W) που υπερβαίνουν την παραγωγικότητα της εργασίας, τείνουν να επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής των προϊόντων. Με δεδομένη τη θεμελιώδη παραδοχή ότι τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων παραμένουν σταθερά, οι αυξήσεις των ονομαστικών μισθών (W) μετακυλίονται στις τιμές των αγαθών. Αποτέλεσμα αυτού είναι η άνοδος του γενικού επιπέδου τιμών (Ρ) και ο πληθωρισμός, που με τη σειρά του οδηγεί σε νέες αυξήσεις των ονομαστικών μισθών, κάτω από τις πιέσεις των εργαζομένων, που βλέπουν ότι τα εισοδήματά τους να εξανεμίζονται λόγω της αύξησης των τιμών (Ρ). Στη χώρα μας, κατά την περίοδο 1994 – 1997, παρατηρούμε στον επιχειρηματικό τομέα της οικονομίας, αυξήσεις των μισθών (W) που υπερέβαιναν την παραγωγικότητα της εργασίας, όμως ο πληθωρισμός, που σύμφωνα με την κυρίαρχη αντίληψη περί «Φαύλου Κύκλου Μισθών – Πληθωρισμού», έπρεπε να αυξηθεί, τελικά μειώθηκε. Η εξήγηση για την αποτυχία του θεωρητικού σχήματος του Φαύλου Κύκλου, βρίσκεται στη θεμελιώδη παραδοχή του ότι τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων παραμένουν σταθερά και οι επιχειρήσεις μετακυλύουν τις αυξήσεις των ονομαστικών μισθών (W) στις τιμές των αγαθών. Επιστημονικές εργασίες των Dornbusch και Krugman (1986-7), στη «Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου» σχετικά με τον τρόπο ένταξης των «μικρών ανοιχτών οικονομιών» στο διεθνή ανταγωνισμό, υποστηρίζουν ότι η μετακύλιση των αυξήσεων του κόστους στις τιμές, στα πλαίσια του διεθνούς ανταγωνισμού , είναι μια πολυτέλεια στην οποία έχουν δικαίωμα μόνο οι χώρες με ισχυρή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα.
24
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Πιο συγκεκριμένα:
Στην περίπτωση βιομηχανικών προϊόντων που ανταλλάσσονται διεθνώς, οι επιχειρήσεις που παράγουν εγχώρια προϊόντα, επιμερίζουν οφέλη ή κόστη μεταξύ περιθωρίων κέρδους και μεριδίων αγοράς.
Στην περίπτωση χωρών με μεγάλη διείσδυση των εισαγωγών, οι επιχειρήσεις που παράγουν εγχώρια προϊόντα, έχουν έντονη προτίμηση στην αύξηση των μεριδίων αγοράς τους, έναντι της αύξησης των τιμών και των περιθωρίων κέρδους τους. Οι χώρες γίνονται price takers, μεταβάλλοντας τα περιθώρια κέρδους, προκειμένου να διατηρήσουν την ανταγωνιστική τους θέση.
Στην περίπτωση των επιχειρήσεων που παράγουν για την εγχώρια αγορά, χωρίς να εκτίθενται στο διεθνή ανταγωνισμό ή να χρησιμοποιούν εισαγόμενες πρώτες ύλες, δεν τίθεται θέμα αύξησης κόστους και μεταβολής των τιμών τους.
Στην περίπτωση των επιχειρήσεων που παράγουν για την εγχώρια αγορά, χωρίς να εκτίθενται στο διεθνή ανταγωνισμό όμως χρησιμοποιούν εισαγόμενες πρώτες ύλες, ενδέχεται να υπάρξει τάση μετακύλισης του κόστους στις τιμές, στο βαθμό που δραστηριοποιούνται σε αγορές με ολιγοπωλιακή συγκρότηση.
3.2.3 O Εισαγόμενος Πληθωρισμός Ο εισαγόμενος πληθωρισμός (imported inflation) αποτελεί έναν τύπο πληθωρισμού κόστους που προέρχεται από τις αυξήσεις των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων. Όταν οι τιμές των «ενδιάμεσων» εισαγόμενων αγαθών και υπηρεσιών αυξάνουν, οι αυξήσεις αυτές ενδέχεται να μεταφερθούν και στα εγχώρια αγαθά δημιουργώντας έτσι πληθωριστικές πιέσεις. Σύνηθες φαινόμενο αποτελεί η πυροδότηση του πληθωρισμού από την κούρσα των διεθνών τιμών ενέργειας (πχ τιμές πετρελαίου) καθώς και άλλων βασικών ειδών (πχ δημητριακά, πρώτες ύλες) που προκαλούν αλυσιδωτές ανατιμήσεις και σε άλλα προϊόντα και υπηρεσίες, περιορίζουν την αγοραστική δύναμη των χαμηλότερων εισοδημάτων και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η άσκηση επεκτατικής νομισματικής πολιτικής από ισχυρές οικονομίες (πχ ΗΠΑ) δημιουργεί προϋποθέσεις για εισαγόμενο πληθωρισμό σε άλλους (πχ ευρωζώνη). Η εμμονή της FED για περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και οι προβλέψεις της για μέτριους ρυθμούς ανάκαμψης, δημιούργησε προϋποθέσεις διολίσθησης του αμερικάνικου νομίσματος και ταυτόχρονης εκτίναξης του ευρώ, του πετρελαίου και των πολύτιμων μετάλλων. Η εξέλιξη αυτή θα πυροδοτήσει τον πληθωρισμό της ευρωζώνης και θα αναγκάσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), να αυξήσει τα επιτόκια της προκειμένου να συγκρατήσει το ΔΤΚ στο όριο του 2%. Η μέτρηση του εισαγόμενου πληθωρισμού γίνεται με τη διαχρονική σύγκριση του «γενικού δείκτη τιμών εισαγωγών».
25
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
3.4 Σχέση πληθωρισμού ανεργίας (Καμπύλη του Phillips) Μια οικονομετρική μελέτη του William Alban Phillips (1958), πάνω στη σχέση μεταξύ ανεργίας και ρυθμού μεταβολής των μισθών, βασισμένη σε εμπειρικά δεδομένα της περιόδου 1861 – 1957 στο Ηνωμένο Βασίλειο, αποτύπωσε την ύπαρξη μιας αντίστροφης σχέσης μεταξύ πληθωρισμού και ανεργίας. Όταν η ανεργία ήταν υψηλή οι μισθοί αυξάνονταν αργά, όταν ήταν χαμηλή οι μισθοί αυξάνονταν με πιο γρήγορους ρυθμούς. Καθοριστικός παράγοντας για την αύξηση των μισθών και ημερομισθίων, είναι η σχέση μεταξύ προσφοράς (SL) και ζήτησης (DL) εργασίας. Οι μισθοί αυξάνονται αναλογικά με την υπερζήτηση της εργασίας (DL - SL), δηλαδή σύμφωνα με τη σχέση: 𝑑𝑊 𝑊
=𝛼
𝐷𝐿−𝑆𝐿
(21)
𝑆𝐿
Όπου (dW/W) το ποσοστό αύξησης μισθών και ημερομισθίων και (α) μια παράμετρος. Η αναλογική σχέση (21) παρουσιάζεται διαγραμματικά κατωτέρω.
Σχήμα 6 Σχέση ποσοστού αύξησης μισθών υπερζήτησης εργασίας
Θεωρώντας το (U/SL) ως το ποσοστό ανεργίας και δεδομένου ότι η υπερζήτηση εργασίας είναι συνάρτηση του ποσοστού ανεργίας δηλαδή ισχύει 𝐷𝐿−𝑆𝐿 𝑆𝐿
𝑈
= 𝑓 (𝑆 ) 𝐿
(22)
Οπότε η σχέση (21) λόγω της (22) γίνεται: 𝑑𝑊 𝑊
𝑈
(23)
= 𝑎𝑓( ) 𝑆𝐿
Η σχέση (23) υποδηλώνει ότι οι μεταβολές των μισθών και ημερομισθίων, είναι αντίστροφη συνάρτηση του ποσοστού ανεργίας που υπάρχει στην οικονομία. Όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό ανεργίας τόσο οι πιέσεις των εργαζομένων για αυξήσεις ελαττώνονται και αντιστρόφως. Με αναφορά στη βραχυχρόνια περίοδο, η καμπύλη του Phillips έχει ως εξής.
26
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Σχήμα 7 Η καμπύλη του Phillips
Όταν το ποσοστό ανεργίας ισούται με (ΟΒ) το ποσοστό αύξησης των μισθών είναι μηδέν, όταν το ποσοστό ανεργίας γίνεται μικρότερο από το (ΟΒ) το ποσοστό μεταβολής των μισθών γίνεται θετικό και αυξάνει όπως φαίνεται στο παραπάνω σχήμα. Το συμπέρασμα ήταν ότι οι εργαζόμενοι, έπρεπε να συμβιβαστούν είτε με υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και χαμηλή ανεργία, είτε το αντίστροφο. Στην άποψη αυτή αντιτάχθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’60, οι μετέπειτα νομπελίστες οικονομολόγοι Milton Friedman του πανεπιστημίου του Chicago και Edmund S Phelps του πανεπιστημίου Columbia. Οι Friedman και Phelps εισήγαγαν την έννοια του «φυσικού ρυθμού ανεργίας». Το φυσικό αυτό ποσοστό υπάρχει μακροχρόνια, όχι σαν αποτέλεσμα νομισματικών μεγεθών αλλά πραγματικών μεγεθών όπως είναι οι ατέλειες των αγορών, η περίοδος αναζήτησης εργασίας, οι περιορισμοί στην πληροφόρηση κλπ. Η νεοκλασική σχολή, θεωρεί ότι υπάρχει ένα μοναδικό ποσοστό ανεργίας στο οποίο ο πληθωρισμός είναι σταθερός. Είναι το ποσοστό ανεργίας σταθερού πληθωρισμού ή nairu (non accelerating inflation rate unemployment). Σύμφωνα με την άποψη αυτή αν η ανεργία είναι χαμηλότερη από το φυσικό της ρυθμό τότε ο πληθωρισμός έχει ανοδικές τάσεις. Αν η ανεργία είναι υψηλότερη από το φυσικό της ρυθμό τότε ο πληθωρισμός έχει πτωτικές τάσεις. Το nairu απεικονίζεται ως το σημείο τομής των καμπυλών μισθών και τιμών.
Η καμπύλη μισθών WS (wage setting), αντιπροσωπεύει τους συνδυασμούς μεταξύ των πραγματικών μισθών
w που προκύπτουν από τη διαπραγμάτευση p
και του επίπεδου απασχόλησης σαν ποσοστού του εργατικού δυναμικού 1-U. Η καμπύλη αυτή είναι αύξουσα συνάρτηση, επειδή ο πραγματικός μισθός αυξάνει όσο αυξάνει η απασχόληση.
27
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η καμπύλη τιμών PS (price setting), αντιπροσωπεύει τους συνδυασμούς μεταξύ των πραγματικών μισθών
w που προκύπτουν μετά τη διαμόρφωση των τιμών p
Ρ από τις επιχειρήσεις ώστε να αντιστοιχούν στο επίπεδο απασχόλησης σαν ποσοστού του εργατικού δυναμικού 1-U. Η καμπύλη αυτή ως συνάρτηση μπορεί να είναι φθίνουσα (λόγω της φθίνουσας οριακής παραγωγικότητας), ή οριζόντια (λόγω σταθερών αποδόσεων), ή αύξουσα μέχρι ενός σημείου και στη συνέχεια φθίνουσα (λόγω αποδόσεων που εξαρτώνται από το βαθμό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού). Στο σχήμα που ακολουθεί παρουσιάζεται ο συνδυασμός της αύξουσας καμπύλης WS και της φθίνουσας PS, από τον οποίο προσδιορίζεται το ποσοστό ανεργίας σταθερού πληθωρισμού
Σχήμα 8 Ο προσδιορισμός του nairu
Κατά τη βραχυχρόνια περίοδο οι τιμές και οι μισθοί δεν μεταβάλλονται εκτός αν υπάρξει εξωτερική διαταραχή. Τη μεσοπρόθεσμη περίοδο, οι μισθωτοί διεκδικούν μέσω των συνδικάτων τους αυξήσεις των ονομαστικών μισθών W, ακολουθούν οι επιχειρήσεις με αυξήσεις τιμών P (άλλοι θεωρούν ότι πρώτα αυξάνουν οι τιμές και μετά οι μισθοί), έτσι διαμορφώνονται οι νέοι πραγματικοί μισθοί
w για τους εργαζόμενους και τα επιθυμητά κέρδη για τις p
επιχειρήσεις. Οι τιμές και τα εισοδήματα διαμορφώνουν τη ζήτηση που με τη σειρά της προσδιορίζει το νέο επίπεδο παραγωγής. Αν η αύξηση των τιμών περιορίσει τη ζήτηση, στην αγορά εργασίας υπάρχει ένα σημείο ισορροπίας, το nairu, προς το οποίο τείνει αυθορμήτως το σύστημα.
28
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Τη μακροχρόνια περίοδο το σύστημα οδεύει προς το nairu όπου και πιθανόν ισορροπεί. Συμπέρασμα, οι δυνάμεις που επαναφέρουν το σύστημα σε ισορροπία, ενεργοποιούνται κάθε φορά που το ποσοστό ανεργίας συνεπεία μεταβολών της ζητήσεως, μετατοπίζεται πάνω ή κάτω από το σημείο της ανεργίας ισορροπίας nairu (φυσικού ρυθμού ανεργίας). Τα ερωτηματικά που εγείρονται εν προκειμένω, αφορούν το εάν το «nairu» αποτελεί ή όχι ισχυρό ελκυστή επαναφοράς του συστήματος σε κατάσταση ισορροπίας (επ’ αυτού έχουν υπάρξει πολλές διχογνωμίες). Στην πιο σύγχρονη εκδοχή της η καμπύλη του Phillips έχει ως εξής:
(24)
𝜋 = 𝜋 𝑒 − 𝛽(𝑢 − 𝑢𝑛 ) + 𝑣
και υποδηλώνει ότι ο πληθωρισμός (π) εξαρτάται βασικά από τρείς παράγοντες 1. Τον αναμενόμενο πληθωρισμό (πe). 2. Την κυκλική ανεργία β(u-un) δηλαδή την απόκλιση του πραγματικού ρυθμού ανεργίας από τον φυσικό ρυθμό ανεργίας, 3. Οι διαταραχές της προσφοράς (v). Αν για τον αναμενόμενο πληθωρισμό (πe) δεχτούμε την υπόθεση «των προσαρμοσμένων προσδοκιών», δηλαδή ότι επειδή τα άτομα διαμορφώνουν τις προσδοκίες τους με βάση τις πιο πρόσφατες παρατηρήσεις τους, ο αναμενόμενος πληθωρισμός (πe) θα ισούται με τον πληθωρισμό της τελευταίας περιόδου (π-1). Οπότε η (24) γίνεται: 𝜋 = 𝜋−1 − 𝛽(𝑢 − 𝑢𝑛 ) + 𝑣
(25)
Η καμπύλη Phillips που αντιπροσωπεύεται από τη σχέση (25) ονομάζεται non accelerating inflation rate of unemployment – nairu και υποδηλώνει:
Λόγω του πρώτου παράγοντα (π-1), ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε αδράνεια. Πληθωριστική αδράνεια σημαίνει μια επίμονη μετακίνηση των καμπυλών ζήτησης και προσφοράς προς τα πάνω.
Ο δεύτερος παράγοντας β(u-un) κυκλική ανεργία τείνει να μειώσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Η παράμετρος β δείχνει πόσο ευαίσθητος είναι ο πληθωρισμός στην κυκλική ανεργία. Επιπλέον η χαμηλή ανεργία πιέζει τον πληθωρισμό προς τα πάνω ενώ η υψηλή τον περιστέλλει.
Ο τρίτος παράγοντας (v), που αφορά τις διαταραχές που προέρχονται από την πλευρά της προσφοράς, είναι δυνατόν να διογκώσει ή να περιστείλει τον πληθωρισμό ανάλογα. Η αύξηση των τιμών ενέργειας για παράδειγμα, αποτελεί αρνητική διαταραχή που προκαλεί πληθωριστικές πιέσεις. Αντίθετα η μείωση των τιμών ενέργειας αποτελεί θετική διαταραχή που προκαλεί πτώση του πληθωρισμού.
29
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Σχήμα 9 Βραχυχρόνια σχέση πληθωρισμού ανεργίας (Phillips)
Στη βραχυχρόνια περίοδο ο πληθωρισμός (π) και η ανεργία (u) σχετίζονται αρνητικά.
3.5 Σχέση πληθωρισμού και επιτοκίων Ο πληθωρισμός και τα επιτόκια των Κεντρικών Τραπεζών είναι έννοιες στενά αλληλεξαρτώμενες. Σήμερα οι Κεντρικές Τράπεζες όπως για παράδειγμα η ΕΚΤ για την ευρωπαϊκή ένωση και η Fed για τις ΗΠΑ, μέσω της αύξησης ή της μείωσης της προσφοράς χρήματος ( 𝛭𝑆 ) επηρεάζουν τον πληθωρισμό και την ανεργία. Τα κεφάλαια των Κεντρικών Τραπεζών αποτελούν το φθηνότερο μέσο χρηματοδότησης των Εμπορικών Τραπεζών και μέσω αυτών ολόκληρης της οικονομίας. Οι Κεντρικές Τράπεζες δανείζουν τις Εμπορικές, που με τη σειρά τους δανείζουν τους πελάτες τους, δηλαδή τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, έναντι ενός κόστους που λέγεται επιτόκιο. Μπορούμε να διακρίνουμε το ονομαστικό επιτόκιο (i) που δείχνει το ρυθμό με τον οποίο αυξάνουν τα χρήματα ενός τραπεζικού λογαριασμού και το πραγματικό επιτόκιο (r), που προκύπτει αν από το ονομαστικό αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό (π). Ο κλασικός οικονομολόγος Irving Fisher υποστηρίζει πως το πραγματικό επιτόκιο (r) είναι ανεξάρτητο από τα νομισματικά μέτρα και ιδιαίτερα από το ονομαστικό επιτόκιο (i). Πρόκειται για τη γνωστή επίδραση Fisher που εκφράζεται από τη σχέση: r=i–π
(26)
Σύμφωνα με την υπόθεση του Fisher η άνοδος του πληθωρισμού προκαλεί ανάλογη άνοδο των ονομαστικών επιτοκίων. Τα πραγματικά επιτόκια όμως δεν μεταβάλλονται πολύ, αν συνέβαινε αυτό θα παρατηρούσαμε υπερβάλλουσα προσφορά ή ζήτηση δανείων. Οι Κεντρικές Τράπεζες μπορούν να ελέγξουν και να επηρεάσουν την προσφορά (MS) και τη ζήτηση (MD) του χρήματος μέσω:
30
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Της αυξομείωσης των «επιτοκίων χορηγήσεων» (δανεισμού) προς τις εμπορικές τράπεζες, γεγονός που επιδρά στο κόστος δανεισμού και στα χρηματικά διαθέσιμα της αγοράς. Της αλλαγής της «αναλογίας αποθεματικών» δηλαδή του υποχρεωτικού ελάχιστου ορίου αποθεματικών (καταθέσεων και εγγυήσεων) που πρέπει να τηρούνται στις εμπορικές τράπεζες. Της διενέργειας «πράξεων ανοιχτής αγοράς» όπως η ποσοτική χαλάρωση, η αγορά ομολόγων, η αγορά συναλλάγματος. Όταν μια Κεντρική Τράπεζα ασκήσει κάποια από τις παραπάνω πολιτικές επηρεασμού, για παράδειγμα διενεργήσει ποσοτική χαλάρωση (πράξη ανοιχτής αγοράς), προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις που αναδιαμορφώνουν την προσφορά και τη ζήτηση χρήματος ως εξής:
Η κεντρική τράπεζα αγοράζει ομόλογα από τις εμπορικές τράπεζες. Οι εμπορικές τράπεζες χρηματοδοτούμενες αυξάνουν τη ρευστότητά τους. Επίσης χρηματοδοτούνται και από τους καταθέτες τους οποίους για να προσελκύσουν αυξάνουν τα επιτόκια καταθέσεων. Η τράπεζα δανείζει χρήματα με υψηλότερο επιτόκιο και κερδίζει. Οι επιχειρήσεις και οι ιδιώτες δανείζονται και διοχετεύουν τα χρήματά τους στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Οι αγορές δημιουργούν εισοδήματα που αποταμιεύονται στις τράπεζες. Τα νέα εισοδήματα που δημιουργήθηκαν λειτουργούν ως πολλαπλασιαστές που αυξάνουν την προσφορά χρήματος. Η αύξηση της προσφοράς χρήματος αυξάνει τις επενδύσεις. Οι επενδύσεις αυξάνουν την ζήτηση και τελικά το ΑΕΠ.
Η διαδικασία αύξησης της προσφοράς χρήματος μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης με αγορά ομολόγων από την κεντρική τράπεζα φαίνεται στο παρακάτω σχήμα. Σχήμα 10 Πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης
31
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Επισημαίνεται πως η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης συνίσταται στην αγορά χρεογράφων, όπως για παράδειγμα τα κρατικά ομόλογα, με σκοπό την τροφοδότηση της αγοράς με ρευστότητα. Αποτελεί ένα νομισματικό εργαλείο που στοχεύει στην αύξηση της κατανάλωσης του ιδιωτικού τομέα με ελεγχόμενη αύξηση του πληθωρισμού, όταν τα επιτόκια είναι πολύ χαμηλά ή μηδενικά και κάθε περεταίρω μείωσή τους είτε δεν είναι εφικτή είτε δεν αποτελεί αποτελεσματικό εργαλείο νομισματικής πολιτικής. Η ποσοτική χαλάρωση, ισοδυναμεί με δημιουργία ηλεκτρονικού χρήματος ως έσχατου μέτρου τόνωσης της οικονομίας, που αντιδιαστέλλεται με την έκδοση νέου χρήματος αλλά και με τις άλλες πολιτικές πράξεων ανοιχτής αγοράς. Στα πλαίσια της ευρωζώνης, η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης μπορεί να ασκηθεί μόνο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
3.6 Στασιμοπληθωρισμός Ο πληθωρισμός που εκδηλώνεται σε κατάσταση στασιμότητας της οικονομίας ονομάζεται στασιμοπληθωρισμός. Χαρακτηριστικά του φαινομένου αυτού είναι ο υψηλός πληθωρισμός και η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Η κυρίαρχη μετά τον Β’ΠΠ κεϋνσιανή οικονομική θεωρία, αντιλαμβανόταν τον πληθωρισμό και την ύφεση σαν αμοιβαία αποκλειόμενες καταστάσεις στην οικονομία. Ο συντηρητικός Ian Macleod (1965), κάνοντας λόγο για την κατάσταση της βρετανικής οικονομίας αναφέρει στο κοινοβούλιο, «δεν αντιμετωπίζουμε απλώς στασιμότητα (stagnation) επίσης δεν αντιμετωπίζουμε μόνο πληθωρισμό (inflation), αντιμετωπίζουμε και τα δύο κακά μαζί stagflation». Ένας νέος οικονομικός όρος είχε δημιουργηθεί. Η εμφάνιση του στασιμοπληθωρισμού μεγάλης κλίμακας και διάρκειας κατά τη δεκαετία του ’70 (συγκεκριμένα μετά την ύφεση 1974-5), κατάδειξε ότι δεν υπάρχει αναγκαστικά αρνητική σχέση μεταξύ πληθωρισμού και ανεργίας ακόμη και τη βραχυχρόνια περίοδο. Ενίοτε ο πληθωρισμός και η ανεργία μπορεί να συνυπάρχουν και να αυξάνουν παράλληλα. Ο στασιμοπληθωρισμός αποτελεί μια διαδικασία συνεχιζόμενης αύξησης του γενικού επιπέδου τιμών (P) με παράλληλη μείωση των ονομαστικών μισθών (W) και των εισοδημάτων (Y) και κατά συνέπεια της ζήτησης των αγαθών και υπηρεσιών (D) και τελικά εκτίναξη της ανεργίας (U). Ο πληθωρισμός αυτός δεν συνοδεύεται από αύξηση της παραγωγής, με συνέπεια αντίθετα με αυτό που υποδεικνύει η καμπύλη του Phillips, οι τιμές των προϊόντων να αυξάνονται παράλληλα με την ανεργία. Το αποτέλεσμα είναι ο περιορισμός των επενδύσεων και η επιβράδυνση της ανάπτυξης. Πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει ως την απόλυτη συνταγή της χρεοκοπίας. Μπορούμε να διακρίνουμε δύο τύπους στασιμοπληθωρισμού: Αυτόν που προκαλείται από την αυτόνομη μετατόπιση της καμπύλης της προσφοράς (στασιμοπληθωρισμός προσφοράς) και
32
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Το στασιμοπληθωρισμό της ζήτησης που προκαλείται από την αυτόνομη μετατόπιση της καμπύλης της ζήτησης. Αρκετοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως τα αίτια βρίσκονται αφενός στην μονοπωλιακή ή ολιγοπωλιακή οργάνωση μιας οικονομίας, που παρέχει τη δυνατότητα αύξησης των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών και αφετέρου σε περιόδους που τα εργατικά συνδικάτα έχουν τη δύναμη να επιβάλλουν σημαντικές αυξήσεις των μισθών. Διαγραμματικά η δημιουργία του στασιμοπληθωρισμού που προέρχεται από την αύξηση του κόστους των επενδύσεων, τη διάχυση του κόστους στην αγορά, την αποτροπή ανάληψης επενδυτικών ενεργειών, τη στασιμότητα ή τη μείωση της παραγωγής, το κλείσιμο επιχειρήσεων και εταιριών καθώς και την υψηλής ανεργία, παρουσιάζεται παρακάτω. Σχήμα 11 Αίτια και δημιουργία στασιμοπληθωρισμού
Το σχήμα που ακολουθεί δείχνει τη δημιουργία του στασιμοπληθωρισμού σε συνθήκες υπεραπασχόλησης των συντελεστών παραγωγής. Σχήμα 12 Στασιμοπληθωρισμός και ισορροπία εισοδήματος με υπεραπασχόληση
33
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Στο σχήμα η καμπύλη της προσφοράς (S) τέμνει την καμπύλη της ζήτησης (D) στο σημείο ισορροπίας (Ε) στο οποίο αντιστοιχεί προϊόν (Υε). Θεωρώντας (Υf) ως το προϊόν πλήρους απασχόλησης και δεδομένου ότι Υε> Υf, στο σημείο (Ε) που η ζήτηση εξισώνεται με την προσφορά έχουμε υπεραπασχόληση. Με δεδομένο ότι το (Υf) είναι το προϊόν πλήρους απασχόλησης, η παραγωγή συντελείται στο σημείο (Α) όπου εκδηλώνεται υπερβάλλουσα ζήτηση (υπερζήτηση D>S) κατά (ΑΒ), που ωθεί το επίπεδο τιμών προς τα πάνω. Οι μισθοί με τη σειρά τους αρχίζουν να αυξάνουν μετατοπίζοντας την καμπύλη προσφοράς (S) προς τα αριστερά μέχρι τη θέση (S1), με νέο σημείο ισορροπίας το (Β) όπου η υπεραπασχόληση εξαλείφεται και ισχύει Υε = Υf. Αν οι αυξήσεις των μισθών συνεχιστούν και πέρα από το σημείο (Β), η καμπύλη συνολικής προσφοράς θα συνεχίζει να μετατοπίζεται προς τα αριστερά αυξάνοντας τις τιμές και μειώνοντας το προϊόν και την απασχόληση. Βλέπουμε λοιπόν, πως αριστερά από το σημείο (Β) έχουμε ταυτόχρονη αύξηση δύο μακροοικονομικών μεγεθών, του πληθωρισμού (π) και της ανεργίας (u) που υπό κανονικές συνθήκες έπρεπε να σχετίζονται αρνητικά.
34
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
4. ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ
Ο
αντιπληθωρισμός είναι φαινόμενο αντίθετο του πληθωρισμού, κατά το οποίο το γενικό επίπεδο τιμών κινείται με αρνητικούς ρυθμούς δηλαδή μειώνεται (αρνητικός πληθωρισμός). Με τον αντιπληθωρισμό αυξάνεται διαχρονικά η πραγματική αξία του χρήματος, γεγονός που επιτρέπει στα οικονομούντα άτομα με την ίδια ποσότητα χρήματος να αποκτούν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί κατά τους οικονομολόγους σημαντικότατο πρόβλημα, επειδή αφενός όταν αυξάνεται η αξία του χρήματος αυξάνεται και η πραγματική αξία του χρέους που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερο χρέος και αφετέρου επειδή μπορεί να οδηγήσει στο φαύλο κύκλο ενός «αντιπληθωριστικού spiral» και την οικονομία σε ύφεση. Αναλυτικά η πορεία από την αύξηση της πραγματικής αξίας του χρήματος και την ισοδύναμη μείωση των τιμών μέχρι την ύφεση της οικονομίας φαίνεται παρακάτω.
Σχήμα 13 Διαδικασία Αντιπληθωριστικού Spiral
35
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
5. ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ)
Π
ολλοί οικονομολόγοι θεωρούν ότι ένας χαμηλός πληθωρισμός αποτελεί κινητήρια δύναμη για την οικονομία. Ο Stanley Fischer (1996) του MIT και του IMF, θέτει ως αποδεκτά τα όρια μεταξύ 1%-3%. O Robert Barro (1996), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ένας πληθωρισμός της τάξης του 10%-20%, δεν έχει ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Ο M. Sarel (1996), του IMF, υποστηρίζει ότι πληθωρισμός κάτω του 8%, επηρεάζει ελάχιστα έως καθόλου την ανάπτυξη. Άλλοι οικονομολόγοι όπως ο M. Bruno (1995), με μελέτες τους, ανεβάζουν τα ποσοστά μέχρι και 40%. Εμπειρικά δεδομένα μεμονωμένων χωρών, δείχνουν ότι ένας σχετικά υψηλός πληθωρισμός είναι συμβατός με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η Βραζιλία για παράδειγμα τις δεκαετίες 1960 και 1970 με πληθωρισμό γύρω στο 42%, είχε ρυθμό αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος 4,2%, ενώ στην Ν. Κορέα την ίδια περίοδο, με πληθωρισμό γύρω στο 20%, ο ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος ανήλθε σε 7%. Από τη δεκαετία του ’80, οι οικονομολόγοι της ελεύθερης αγοράς έπεισαν τα κράτη, πως η σταθερότητα της οικονομίας προϋποθέτει ελάχιστο και σε ιδανική περίπτωση μηδενικό πληθωρισμό. Ο διάσημος θεμελιωτής του νεοφιλελευθερισμού M. Friedman θεωρεί τον πληθωρισμό ως νομισματικό φαινόμενο που «μπορεί να παραχθεί σε μια οικονομία μόνο όταν η ποσότητα του χρήματος σημειώνει απότομα μεγαλύτερη αύξηση από εκείνη της παραγωγής». Ο Ben Bernanke, πρώην πρόεδρος της Fed, οπαδός και επίγονος του Friedman, είναι πεπεισμένος ότι ο χαμηλός πληθωρισμός δεν είναι κάτι καλό για την οικονομία, γιατί όταν οι πιέσεις στις τιμές υποχωρούν πολύ, προκύπτει ο κίνδυνος του αντιπληθωρισμού που ανακόπτει την οικονομική ανάπτυξη και οδηγεί σε στασιμότητα. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο πληθωρισμός δεν αποτελεί αποκλειστικά νομισματικό φαινόμενο αλλά επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως η παραγωγικότητα, η τεχνολογική εξέλιξη, η φθηνή εργατική δύναμη, η απελευθέρωση του εμπορίου, το ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι ελεγκτικοί και εποπτικοί μηχανισμοί, τα συνδικάτα, το ρυθμιστικό πλαίσιο κλπ. Κατά συνέπεια τα μέτρα καταπολέμησης του πληθωρισμού, πρέπει να εξετάζονται και να λαμβάνονται με μεγάλη προσοχή, λόγω των επιπτώσεων του καθενός από αυτά στους διάφορους τομείς της οικονομίας. Στην περίπτωση του πληθωρισμού ζητήσεως είναι δυνατή η λήψη μέτρων νομισματικής ή δημοσιονομικής πολιτικής με στόχο τη συμπίεση της υποβάλλουσας ζήτησης και τον περιορισμό του πληθωριστικού κενού. Ειδικότερα: Περιορισμός της προσφοράς χρήματος (αυξάνει επιτόκια, μειώνει κατανάλωση και επένδυση).
36
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Αύξηση επιτοκίων (μειώνει κατανάλωση και επένδυση). Περιστολή δημοσίων δαπανών (μειώνει κατανάλωση και επένδυση). Αύξηση φορολογίας (μειώνει κατανάλωση και επένδυση). Μέτρα που ευνοούν την αύξηση της αποταμίευσης. Στην περίπτωση του πληθωρισμού προσφοράς είναι δυνατή η λήψη νομισματικών ή δημοσιονομικών μέτρων με στόχο τη συμπίεση του κόστους παραγωγής και τη διεύρυνση της παραγωγής για τον περιορισμό του πληθωριστικού κενού. Ειδικότερα: Ποιοτικός έλεγχος των πιστώσεων που χορηγούνται με μειωμένο επιτόκιο (αυξάνει τη συνολική προσφορά, συμπιέζει το πληθωρικό κενό). Πολιτική δημοσιονομικών κινήτρων (αυξάνει τη συνολική προσφορά). Έλεγχος μισθών και ημερομισθίων (περιορίζει το κόστος). Έλεγχος κερδών (περιορίζει το κόστος). Έλεγχος μερισμάτων (περιορίζει το κόστος). Έλεγχος των επιτοκίων χορηγήσεων (περιορίζει το κόστος). Διοικητικά μέτρα καθορισμού ανωτάτων τιμών (περιορίζει το κόστος). Καθορισμός χαμηλής τιμής συναλλάγματος για κάποια εισαγόμενα αγαθά (περιορίζει τον εισαγόμενο πληθωρισμό). Μέτρα ελέγχου της αγοράς (περιορίζουν κυρίως το κόστος). Στην περίπτωση του στασιμοπληθωρισμού είναι δυνατή η λήψη μέτρων που οδηγούν σε διαρθρωτικές μεταβολές, με στόχο να γίνει η οικονομία περισσότερο εύκαμπτη και ανταγωνιστική. Η δέσμη μέτρων απαιτεί κατάλληλο διοικητικό μηχανισμό για να είναι αποτελεσματική. Ειδικότερα: Μέτρα αντιμονοπωλιακής πολιτικής’ Μέτρα περιορισμού των ολιγοπωλίων και των καρτέλ. Μέτρα ελέγχου τιμών. Έλεγχοι ή περιορισμοί της παραγωγής. Έλεγχοι στο εξωτερικό εμπόριο. Εισοδηματική πολιτική μισθών και ημερομισθίων (πάγωμα ή περιορισμός). Στις πλείστες των περιπτώσεων, υφίσταται ανταγωνιστική εξάρτηση μεταξύ των επιδιωκόμενων σκοπών της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και για το λόγο αυτό τα μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται με ιδιαίτερη προσοχή και σύνεση. Το «δυσάρεστο τρίγωνο» που δίνεται διαγραμματικά παρακάτω αποτελεί ενδεικτική αναφορά της δυσαρμονίας επιδιωκόμενων στόχων
37
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Σχήμα 14 Δυσάρεστο ή δύσκολο τρίγωνο
Υπάρχει δυσκολία ταυτόχρονης επίτευξης αύξησης μισθών, σταθερότητας τιμών και πλήρους απασχόλησης. Τελικά η άσκηση πολιτικών ελέγχου του πληθωρισμού, αν υπερβεί κάποια όρια οδηγεί σε μείωση των επενδύσεων και της οικονομικής ανάπτυξης (Ν. Αφρική 1994, Βραζιλία 1996, Ν. Κορέα κ.α). Επισημαίνεται ότι στη ζώνη του ευρώ (ευρωζώνη), η οποία αποτελεί μια οικονομική και νομισματική ένωση όπου συμμετέχουν 19 από τις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ευρώ έχει υιοθετηθεί ως κοινό ανταλλακτικό νόμισμα, η νομισματική πολιτική (προσφορά χρήματος, καθορισμός επιτοκίων, έλεγχος πληθωρισμού) ασκείται με την ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ενώ η δημοσιονομική, εναπόκειται κατά κύριο λόγο στα κράτη μέλη, αφού η δημοσιονομική ενοποίηση είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
38
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
6. ΧΑΛΗΝΑΓΩΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΥ – ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ
Η
μακροοικονομική σταθερότητα αποτελεί ιδιαίτερα επιθυμητή κατάσταση για κάθε οικονομία. Η Παγκόσμια Τράπεζα (World Bank) σε έκθεσή της αναφέρει πως «…προάγει το μακρόπνοο σχεδιασμό και τις ιδιωτικές επενδύσεις και επιδρώντας στη διαμόρφωση των πραγματικών επιτοκίων και στον καθορισμό της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, συνεισέφερε στην άνοδο των αποταμιεύσεων». Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (IMF), επισημαίνει πως η οικονομική αστάθεια αυξάνει την αβεβαιότητα, αποθαρρύνει τις επενδύσεις, παρεμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και μειώνει το βιοτικό επίπεδο των ατόμων. Η οικονομική και χρηματοοικονομική σταθερότητα αποτελεί εθνική και πολυμερή υπόθεση. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ΕΚΤ (2007), κάνει λόγο για τα οφέλη της σταθερότητας των τιμών στην οικονομία ενώ αντιμετωπίζει τον πληθωρισμό ως καθαρά νομισματικό φαινόμενο. Η συνθήκη για την ίδρυση της ευρωπαϊκής κοινότητας έχει αναθέσει στο ευρωσύστημα την εντολή να διατηρήσει τη σταθερότητα των τιμών. Το ερώτημα που προκύπτει εν προκειμένω, είναι αν η τιθάσευση του πληθωρισμού που για χρόνια έχει αποτελέσει κυρίαρχο ζητούμενο, οδηγεί σε μακροοικονομική σταθερότητα όπως διατείνονται οι οπαδοί των πολιτικών που ακολουθούνται από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα. Οι πολιτικές που προτείνει γενικά η νεοφιλελεύθερη σχολή, εστιάζουν:
Στη συγκράτηση και διατήρηση του πληθωρισμού σε πολύ χαμηλά έως μηδενικά επίπεδα. Στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και Στην ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας μέσω της λεγόμενης ευέλικτης εργασίας.
Αρχικά στις δεκαετίες ’80 και ’90 αλλά και στη συνέχεια, τα διάφορα κράτη ακολούθησαν αντιπληθωριστικές πολιτικές επιδιώκοντας μακροοικονομική σταθερότητα. Στα πλαίσια των πολιτικών αυτών προέβαιναν σε: 1.
Έλεγχο των δημοσίων δαπανών, ώστε να μην δημιουργούνται δημοσιονομικά ελλείμματα που θα μπορούσαν να διογκώσουν τον πληθωρισμό.
2.
Άσκηση πολιτικών ανεξαρτησίας των Κεντρικών Τραπεζών, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να αυξάνουν τα επιτόκιά τους
Οι καθηγητές Kenneth Rogoff του Harvard και Carmen Reinhart του Maryland, υποστηρίζουν πως παρά τις προσπάθειες των κρατών για σταθερότητα, ουσιαστικά ο
39
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
κόσμος έγινε πιο ασταθής τις τελευταίες δεκαετίες που κυριαρχούν οι νεοκλασικές αντιλήψεις, αμφισβητώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο πως ο χαμηλός πληθωρισμός είναι ο μοναδικός δείκτης της μακροοικονομικής σταθερότητας. Χαρακτηριστικά αναφέρουν, ότι πρακτικά καμία χώρα δεν βρέθηκε σε Τραπεζική Κρίση από το τέλος του Β’ΠΠ και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70, όταν ο κόσμος ήταν πιο ασταθής από ότι σήμερα. Οι διεθνείς τραπεζικές κρίσεις σχετίζονται επιπλέον και με το βαθμό ελευθερίας και έντασης της διακίνησης κεφαλαίων από χώρα σε χώρα. Ο καθηγητής πολιτικής οικονομίας της ανάπτυξης στο Cambridge, Ha-Joon Chang. (2010), σημειώνει πως οι ακολουθούμενες αντιπληθωριστικές πολιτικές φαίνεται πως έχουν κάνει τον κόσμο πιο ασταθή με αυξημένη τη συχνότητα και το εύρος των οικονομικών κρίσεων. Η παραπάνω θέση ενισχύεται και εμπειρικά από το γεγονός ότι ενώ ο πληθωρισμός μεταξύ 1990 και 2008, μειώθηκε σε σχέση με το παρελθόν σε 97 από τις 162 χώρες (στοιχεία IMF), ο κόσμος έγινε τελικά πιο ασταθής, με αποκορύφωμα την κρίση του 2007/8. Η μακροοικονομική αστάθεια ενισχύεται και από την εργασιακή ανασφάλεια που καλλιέργησαν η υψηλή ανεργία, η ελαστικοποίηση της εργασίας με τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης και η απορύθμιση της αγοράς εργασίας. Φαίνεται πως πολιτικές με στόχο την καταπολέμηση του πληθωρισμού και τη μείωσή του σε χαμηλά επίπεδα αποθαρρύνουν τις επενδύσεις. Σημειώνεται ότι η επενδυτική δραστηριότητα αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα διακύμανσης του ΑΕΠ. Σε περιόδους ύφεσης, οι επενδύσεις σε έργα υποδομών έχουν έντονο αντικυκλικό χαρακτήρα. Οι επενδύσεις αντιπροσωπεύουν το 20% του ΑΕΠ και το 40% της μεταβλητότητάς του. Οι μεταβολές των αποθεμάτων, αντιπροσωπεύουν μόνο το 0,4% του ΑΕΠ και το 38% της μεταβλητότητάς αυτού. Συνολικά οι μεταβολές των αποθεμάτων και οι επενδύσεις αντιπροσωπεύουν πάνω από το 75% της μεταβλητότητας του ΑΕΠ. ‘Όταν τα επιτόκια κυμαίνονται μεταξύ 8% και 12%, δημιουργείται αρνητικό επενδυτικό κλίμα για τις «μη χρηματοοικονομικές επενδύσεις», όπως δείχνει μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας σε 46 ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες την περίοδο 19881996. Στις περιπτώσεις αυτές οι επενδυτές λειτουργούσαν με ένα περιθώριο κέρδους που κυμαινόταν μεταξύ 3,3% και 9,8% και άγγιζε έναν μέσο όρο της τάξεως του 7,0%. Οι επενδύσεις σε χρηματοοικονομικά προϊόντα υψηλής απόδοσης αλλά και υψηλού ρίσκου αποτελούν τότε τη διέξοδο όσων επιθυμούν κερδοφόρες τοποθετήσεις. Η απελευθέρωση των αγορών χρήματος και κεφαλαίων, η μηχανική και δημιουργία πολύπλοκων, αδιαφανών και υψηλά μοχλευμένων χρηματοοικονομικών προϊόντων και οι αλόγιστες τοποθετήσεις στα προϊόντα αυτά, ανέτρεψαν τις προσπάθειες για μακροοικονομική σταθερότητα και οδήγησαν στην παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2008. Ο Milton. Friedman (1996) είχε προειδοποιήσει ότι «τα οικονομικά αντί να ασχολούνται με ουσιαστικά οικονομικά προβλήματα, μετατρέπονται σε ένα όλο και πιο απόκρυφο κλάδο των μαθηματικών».
40
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
7. Ο ΑΠΟΚΡΥΦΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ
Σ
το τελευταίο του βιβλίο ο John Kenneth Galbraith (2004), σημειώνει πως όταν το καπιταλιστικό σύστημα ως ιστορική αναφορά έπαψε να είναι αποδεκτό, άλλαξε το όνομά του σε οικονομία της αγοράς.
Τις τελευταίες τρεις (3) δεκαετίες, μέσα από διαδικασίες απελευθέρωσης και απορύθμισης των νομισματικών και χρηματοοικονομικών αγορών, υπό το κράτος των «νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων» ο χρηματοοικονομικός τομέας έγινε υπερτροφικός δημιουργώντας ένα τεράστιο χάσμα με την πραγματική οικονομία. Η υπερτροφία αυτή αποδίδεται στο μεγάλο αριθμό προϊόντων αντιστάθμισης και το μεγάλο όγκο των συναλλαγών τους. Ο χρηματοοικονομικός τομέας έφτασε να είναι πενήντα (50) περίπου φορές μεγαλύτερος από την πραγματική οικονομία. Στις νομισματικές αγορές οι συναλλαγές που αφορούν την πραγματική οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο αγγίζουν το 1,6% των διατραπεζικών συναλλαγών, το υπόλοιπο 98,4% δεν αφορά τη πραγματική οικονομία! Από τη δεκαετία του ’80 που ξεκίνησε η χρηματοοικονομική απελευθέρωση, το ποσοστό δεν υπερέβη το 3%, σε αντίθεση με τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και τις αρχές δεκαετίας του ’70 που ήταν πολύ υψηλότερος. Το χάσμα μεταξύ πραγματικής οικονομίας και χρηματοοικονομικού τομέα παγκοσμίως, κατά τα χρόνια πριν την τελευταία μεγάλη κρίση, φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί.
Πίνακας 1 Συναλλαγές στις παγκόσμιες νομισματικές αγορές (σε τρισεκ. δολάρια) 2002
2003
2004
2005
2006
2007
2008
ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ Οργανωμένη αγορά συναλλάγματος
23,8
220,6
379,5
545,8
714,3
940,6
1.015,0
Οργανωμένες αγορές παραγώγων
693,1
874,3
1.152,3
1.406,9
1.808,0
2.208,0
1.660,0
41
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
Μη οργανωμένες αγορές παραγώγων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
385,7
524,0
545,2
557,8
144,3
147,5
820,4
38,0
42,7
53,9
64,0
84,1
128,1
132,6
32,3
37,0
41,6
44,8
48,4
54,3
60,1
1.172,9
1.698,6
2.172,5
2.619,3
2.799,1
3.478,5
3.688,1
(OTC) Χρηματοοικονομικές αγορές (μετοχές, λογα)
ομό-
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Παγκόσμιο ΑΕΠ ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΝΑΛΛΑΓΕΣ
ΣΥ-
Πηγή: Francois Morin
Στο παρακάτω σχήμα είναι εμφανής η τεράστια διαφορά που αναπτύσσεται στις νομισματικές αγορές μεταξύ των συναλλαγών που αφορούν την πραγματική οικονομία και το χρηματοοικονομικό τομέα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σχήμα 15 Το χάσμα των συναλλαγών στις παγκόσμιες νομισματικές αγορές πριν την κρίση του 2007/8 4000 3500 3000 2500
Σύνολο
2000
Πραγματική οικονομία
1500
Χρηματοοικονομικά
1000
500 0 2002
2003
2004
2005
2006
2007
42
2008
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Η πορεία των συναλλαγών στην πραγματική οικονομία για την περίοδο 2002 – 2008 πριν την κρίση δίνεται διαγραμματικά παρακάτω. Σχήμα 16 Συναλλαγές πραγματικής οικονομίας στις παγκόσμιες νομισματικές αγορές (σε τρις δολάρια)
80 60 40 20 0 2002
2003
2004
2005
2006
2007
2008
Αν και όπως φαίνεται παραπάνω, η πορεία των συναλλαγών της πραγματικής οικονομίας στις παγκόσμιες νομισματικές αγορές καθ’ όλη την περίοδο είναι ανοδική, ο ρυθμός αυξήσεων δεν έχει καμία σχέση με τη δυναμική του σχήματος 15 που περιέχει και το χρηματοοικονομικό τομέα. Οι εταιρίες του παραγωγικού τομέα δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν το «υπομονετικό κεφάλαιο» που χρειάζονται μακροχρόνια, μπρος στην ταχύτητα αντίδρασης των χρηματαγορών. Διαγραμματικά παρακάτω απεικονίζονται οι ετήσιοι ρυθμοί αύξησης των συναλλαγών στην πραγματική οικονομία.
Σχήμα 17 Ρυθμοί αύξησης συναλλαγών της πραγματικής οικονομίας 0,16 0,14 0,12 0,1
0,08 0,06 0,04 0,02 0 2002
2003
2004
2005
2006
2007
2008
Σήμερα μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι δεν υφίσταται ελεύθερη αγορά. Η οικονομία του πλανήτη μας κυριαρχείται πλέον από την απόλυτη ισχύ του παγκοσμιοποιημένου χρηματοοικονομικού συστήματος, η αυξανόμενη αστάθεια του οποίου είναι η κύρια πηγή όλων των πρόσφατων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Το
43
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
πρόβλημα με τις χρηματοοικονομικές αγορές είναι ότι παρέχουν την αίσθηση της υπερβολικής αποδοτικότητας και του σχετικά γρήγορου και εύκολου κέρδους. Η νέα μορφή της οικονομίας δεν επενδύει πια αλλά ποντάρει πάνω σε συμβολικές χρηματοοικονομικές συναλλαγές και σε επινοημένες σύνθετες φανταστικές αξίες όπως τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα δομημένα CDO, τα ασφάλιστρα CDS κλπ. Μεγάλος όγκος οικονομικών συναλλαγών αφορά στοιχήματα σε τίτλους, χρέη, ποσοστά επιτοκίων και συναλλάγματος που βασίζονται σε αυθαίρετες προβολές, υποθέσεις και απόκρυφα στοχαστικά μαθηματικά μοντέλα. Έχει αναπτυχθεί ένα εμπόριο όπου αγοράζονται και πουλιούνται όχι πραγματικές αξίες αλλά το ανύπαρκτο. Αγοράζονται και πουλιούνται οι κίνδυνοι μακροπρόθεσμων ή μεσοπρόθεσμων συμβάσεων που δεν έχουν ακόμα υπογραφεί, διαπραγματεύονται χρέη, εκχωρούνται χρέη, πωλούνται και επαναγοράζονται χρέη. Παράλληλα έχει αναπτυχθεί η αγορά των κινδύνων όπου διαπραγματεύονται οι εγγυήσεις και τα ασφάλιστρα των φανταστικών πραγμάτων. Οι νέοι αυτοί χρηματοοικονομικοί πόροι έχουν καταστήσει πολύ ασταθείς όχι μόνο τις κεφαλαιαγορές, αλλά και την οικονομία στο σύνολό της. Πρόκειται όπως λέει η Vivian Forrester (1996), για μια τεράστια ακροβατική αγορά βασισμένη στο τίποτα, μακριά από κάθε πραγματικότητα, μια ανυπόστατη αγορά, μια ψευδαίσθηση. Η αγορά αυτή δεν χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις, δεν παράγει πλούτο, δεν συμβάλει στην απασχόληση το μόνο που την ενδιαφέρει είναι το γρήγορο κέρδος. Το κέρδος που παράγεται κατ’ αυτόν τον τρόπο αφορά λίγους, στους υπόλοιπους απομένει η ανασφάλεια. Όλα αυτά συνιστούν ένα περιβάλλον που οδηγεί σε κρίσεις του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που εν συνεχεία περνούν στην πραγματική οικονομία δημιουργώντας συνθήκες γενικευμένης ύφεσης και ανεργίας. Στην οικονομία αυτή της αγοράς εγγενές χαρακτηριστικό του μέλλοντος είναι η ανυπέρβλητη αβεβαιότητά του. Η πρόσφατη τελευταία κρίση που ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2007 και ήταν η πιο εκτεταμένη μετά τη μεγάλη ύφεση του ’29-30, πέρασε γρήγορα από την νομισματική στην πραγματική οικονομία σε Αμερική, Ευρώπη και Ασία, επηρεάζοντας παντού το διεθνές εμπόριο, τις επενδύσεις, την κατανάλωση, την απασχόληση και γενικότερα το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων. Μετά την κατάρρευση των καταναλωτικών αγορών των ΗΠΑ, η ευρωζώνη έχανε μια σημαντική πηγή ζήτησης για τα προϊόντα της και έβλεπε τις τράπεζές της να κλονίζονται, καθώς τα CDO της Αμερικής μετατρέπονταν σε στάχτες. Η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία και το Βέλγιο περιήλθαν σε δεινή οικονομική κατάσταση. Η Ε.Ε. λόγω έλλειψης μηχανισμών ανακύκλωσης των πλεονασμάτων, εσωτερικών αντιφάσεων και φυγόκεντρων τάσεων, φάνηκε να μην μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση. Η δημιουργία και η αύξηση δημοσιονομικών ελλειμμάτων σε περίοδο κρίσης, πρέπει να θεωρείται ως αυτονόητο γεγονός, αφού από τη μια οδηγεί σε μείωση των φορολογικών εσόδων του κράτους, ενώ από την άλλη, αυξάνει τις δαπάνες για κοινωνική πρόνοια μέσω της αύξησης του αριθμού των νόμιμων δικαιούχων της. Ο μηχανισμός που παρήγαγε την κρίση περιγράφεται συνοπτικά στο παρακάτω γράφημα φάσεων.
44
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Σχήμα 18 Η δημιουργία μιας κρίσης (2007/8)
Μακροοικονομικοί παράγοντες όπως η μεγάλη ρευστότητα, τα χαμηλά επιτόκια, η νεοκλασική πολιτικοοικονομική ιδεολογία, η απορρύθμιση και η φούσκα των ακινήτων στις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με χρηματοοικονομικούς, όπως η υψηλή μόχλευση, η κερδοσκοπική κουλτούρα, τα δομημένα προϊόντα όπως CDS και CDO κλπ, δημιούργησαν τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 που εκδηλώθηκε με πτωχεύσεις και διασώσεις τραπεζικών και ασφαλιστικών ιδρυμάτων με αποκορύφωμα την πτώχευση της Lehman Brothers. Η κρίση περνώντας στην πραγματική οικονομία, ανάγκασε τους τραπεζικούς διαμεσολαβητές να προχωρήσουν σε απομόχλευση και περιορισμό του δανεισμού στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε περιορισμό της παραγωγής και διόγκωση της ανεργίας. Αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης της τάξης του (-1,9%) σηματοδότησαν τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και την ύφεση.
45
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Η ύφεση και η ανεργία έφεραν μειώσεις στα εισοδήματα, με συνέπεια αφενός τον περιορισμό της εξυπηρέτησης των δανείων και αφετέρου τη διατάραξη της καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης. Το πρώτο ενέτεινε την ύφεση δημιουργώντας φαυλοκυκλικά φαινόμενα ενώ το δεύτερο οδήγησε το παγκόσμιο εμπόριο σε κατάρρευση. Το ιδιωτικό χρέος των τραπεζών μετατρέπεται σε δημόσιο και με αυτό τον τρόπο κοινωνικοποιείται. Το δημόσιο χρέος ανάγεται στο πιο θεμελιώδες μέγεθος της παγκόσμιας οικονομίας. Ο Francois Morin (2011), σημειώνει «η πολιτική κονιορτοποιείται αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στο τραπεζικό ολιγοπώλιο» (Από στοιχεία της Fed τον Απρίλιο του 2010, το τραπεζικό ολιγοπώλιο / primary dealers αποτελούν οι παρακάτω δέκα οκτώ (18) τράπεζες BMP Paribas, Bank of America, Barclays, Cantor, Citigroup, Credit Suisse, Daiwa Capital Markets, Deutsche Bank, Goldman Sachs & Co, HSBC, Jefferies & Co, JP Morgan, Mizuho Securities USA Inc, Morgan Stanley, Nomura Securities International Inc, RBC, RBS, και UBS. Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας FSB περιλαμβάνει τριάντα τράπεζες). Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί όσο ποτέ άλλοτε σε δυσθεώρητα ύψη με εντυπωσιακή ταχύτητα προκαλώντας ανησυχίες για το μέλλον των εθνικών οικονομιών πολλών κρατών αλλά και τη σταθερότητα της οικονομίας. Στην εικόνα που ακολουθεί φαίνεται το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ των ευρωπαϊκών οικονομιών κατά το έτος 2013. Εικόνα 1. Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ (2013)
Πηγή: Διαδίκτυο 2013
46
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
Ως όριο ασφαλείας του χρέους από τη συνθήκη του Maastricht έχει οριστεί το 60% του ΑΕΠ μιας χώρας. Ένα χρέος της τάξεως του 90% του ΑΕΠ θεωρείται κρίσιμο για μια οικονομία επειδή πέρα από το ποσοστό αυτό είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί. Ωστόσο διάφοροι διεθνείς πιστωτές θεωρούν βιώσιμο ένα χρέος του οποίου το ύψος φθάνει ακόμα και το 120%. Αν υπερβεί ως ποσοστό το 120% του ΑΕΠ, απαιτείται αναδιάρθρωσή του, δηλαδή διαγραφή μέρους αυτού «haircut» και/ή επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του. Το υπερβολικό χρέος ωθεί τις οικονομίες να τείνουν σε κατάσταση χρεοκοπίας μέσω μιας διαδικασίας που αποτελεί το «φαινόμενο της χιονοστιβάδας». Επίσης αν ένα κράτος αδυνατεί να εξοφλήσει έγκαιρα τις οφειλές προς τους δανειστές του (όπως στην περίπτωση της Ελλάδας), έρχεται σε συμφωνία διακανονισμού με αυτούς και θεωρείται ότι βρίσκεται σε καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Υποθέτουμε ότι η μαθηματική έκφραση του χρέους κατά το χρόνο t, δίνεται από τη σχέση (27) Bt Bt 1 t I t Ft Όπου Bt το δημόσιο χρέος το χρόνο t
Bt 1 = το δημόσιο χρέος το χρόνο t-1
t το πρωτογενές αποτέλεσμα (έλλειμμα ή πλεόνασμα) Ft οι χρηματοοικονομικές ροές I t οι τόκοι. Διαιρώντας τη σχέση (27) με το ΑΕΠ (Υ), εκφράζουμε το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, οπότε:
Bt Bt 1 t I t Ft Yt Yt Yt Yt Yt
(28)
Υποθέτοντας ότι το ΑΕΠ αυξάνει με έναν ετήσιο ρυθμό y που αποτελεί το άθροισμα του πραγματικού ρυθμού μεγέθυνσης και του πληθωρισμού και ότι το ύψος του επιτοκίου είναι i, η σχέση (28) μπορεί να γραφεί:
Bt Bt 1 iBt 1 F t t Yt (1 y)Yt 1 Yt (1 y)Yt 1 Yt
(29)
Θέτοντας για λόγους απλοποίησης B/Y=b, Π/Υ=π και F/Y=f, η σχέση (29) γίνεται:
bt
1 i bt 1 t bt 1 f t 1 y 1 y bt
1 i bt 1 t f t 1 y
47
(30)
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
Ο παράγοντας
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
1 i bt 1 της σχέσης (30) αντιπροσωπεύει αυτό που ονομάζουμε 1 y
“snowball effect”. Ο παράγοντας αυτός μας δείχνει πως αν δεν υπάρξει ανάπτυξη δηλαδή αύξηση του y ή αν το επιτόκιο δανεισμού είναι μεγαλύτερο από το ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ ήτοι i>y, τότε το χρέος θα αυξάνει συνεχώς, αφού όταν i>y ο παράγοντας
1 i 1 με αποτέλεσμα να διογκώνει τη σχέση (30) του δημοσίου χρέους ως ποσοστό 1 y του ΑΕΠ. Δημιουργείται λοιπόν η «φούσκα του δημοσίου χρέους» που γίνεται εκρηκτική σε ολόκληρο τον κόσμο. Ως τρόποι απορρόφησης της φούσκας χρέους αναφέρονται:
Η διαγραφή χρέους. Το μέτρο έχει αρνητικές συνέπειες συστημικού χαρακτήρα (χρηματοοικονομικός τομέας, επανένταξη στις αγορές κ.α).
Η αναδιάρθρωση χρέους. Επιμήκυνση χρόνου αποπληρωμής, αναδιαπραγμάτευση, ανταλλαγή ομολόγων με νέα μικρότερης αξίας και μεγαλύτερης ωρίμανσης κ.α.
Η επαναφορά του πληθωρισμού. Ελάφρυνση των χρεωμένων χωρών μέσω αύξησης της προσφοράς χρήματος, δηλαδή του πληθωρισμού. Το μέτρο έχει αποκλειστεί από τότε που ο χρηματοοικονομικός κλάδος απελευθερώθηκε και οι Κεντρικές Τράπεζες ανεξαρτητοποιήθηκαν.
Η επιστροφή στην ανάπτυξη. Στόχος η μείωση των ελλειμμάτων και του δανεισμού. Αύξηση του y της σχέσης (30), η επίτευξη του στόχου είναι μη δεδομένη και δύσκολη.
Η αύξηση της φορολογίας και η περικοπή των δημοσίων δαπανών με αυστηρότητα και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αντιαναπτυξιακές επιπτώσεις, κλίμα λιτότητας/απώλεια αγοραστικής δύναμης, επιβάρυνση της κοινωνίας/κοινωνικοποίηση χρέους, προσβολή του κοινωνικού κράτους κ.α.
Προσφυγή στο ΔΝΤ.
Το 1948 το Βρετανικό δημόσιο χρέος ανέρχονταν στο 250% του ΑΕΠ, στις ΗΠΑ στο 108%, ενώ στη Γαλλία το 110%. Μέσα στις επόμενες τρεις δεκαετίες, το δημόσιο χρέος, με χρηματοδότησή του μέσω της ανάπτυξης και του πληθωρισμού εξαφανίστηκε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Γαλλία όπου τα πρώτα δέκα χρόνια το δημόσιο χρέος περιορίσθηκε στο 30% του ΑΕΠ, το 1969 στο 13,5% και το 1973 στο 7,5%. Στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεσπίστηκε ένας σταθεροποιητικός μηχανισμός, ως αρωγός των χωρών μελών που αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα. Ο μηχανισμός αυτός, που καθιέρωνε τη χορήγηση δανείων έκτακτης ανάγκης με ευνοϊκούς όρους, αποτελούνταν, από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθεροποίησης (EFSM) για τα μέλη της ΕΕ-28 και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) για τα μέλη της ζώνης του ευρώ. Τη διάδοχη κατάσταση των δύο παραπάνω οργάνων, αποτελεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ESM
48
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
(European Stability Mechanism) που είναι ένα διακυβερνητικό ευρωπαϊκό οργανισμό με έδρα το Λουξεμβούργο, το οποίο λειτουργεί σαν μόνιμο ταμείο διάσωσης χωρών της Ένωσης οι οποίες βρίσκονται σε χρηματοπιστωτική αστάθεια. Η διακυβερνητική συνθήκη υπογράφθηκε στις 2/2/12 και ο ESM εγκαινιάσθηκε στις 8/10 του ίδιου έτους. Σκοπός του είναι η αντικατάσταση του ευρωπαϊκού μηχανισμού χρηματοπιστωτικής σταθεροποίησης EFSM και του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας EFSF. Σχηματικά η λειτουργία του ESM δίνεται παρακάτω. Σχήμα 19 Η Λειτουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ESΜ
Πηγή: Στρατιωτική Επιθεώρηση Μαΐου-Αυγούστου 2016, Ι Αζναουρίδης
Τα προγράμματα στήριξης που υλοποιούνται από τον ESM αφορούν: 1. 2. 3. 4. 5.
Δανειακή υποστήριξη χωρών (sovereign bailout loan). Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών μέσω πακέτων στήριξης. Προληπτική χρηματοδοτική συνδρομή προς τα κράτη (PCCL/ECCL). Στήριξη της πρωτογενούς αγοράς (PMSF). Στήριξη της δευτερογενούς αγοράς (SMSF).
Στην Ελλάδα η υλοποίηση της χρηματοδοτικής συνδρομής από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς σταθεροποίησης, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, επέβαλε την εφαρμογή νεοφιλελεύθερων πολιτικών λιτότητας, γεγονός που μείωσε δραματικά τα δημόσια έσοδα και οδήγησε στο φαύλο κύκλο «Λιτότητας –Ύφεσης - Δημοσιονομικής Αφερεγγυότητας». Τα προγράμματα προσαρμογής υπονόμευσαν τη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας εγκλωβίζοντάς την σε μια διαδικασία συσσώρευσης χρέους – αποπληθωρισμού.
49
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
8. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η
μακροοικονομική σταθερότητα αποτελεί ένα διαρκή στόχο για την επίτευξη του οποίου η «νεοφιλελεύθερη σχολή» προτείνει χαμηλό πληθωρισμό, απελευθέρωση στην κίνηση των κεφαλαίων και δημιουργία συνθηκών εργασιακής ανασφάλειας μέσω της ελαστικοποίησης της εργασίας. Αν πληθωρισμός αποτελούσε το μοναδικό δείκτη οικονομικής σταθερότητας, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε πως η επίτευξη των χαμηλών ρυθμών στις μεταβολές των τιμών και των μισθών που έχουν επιβληθεί, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση του χρηματικού κεφαλαίου και την αύξηση της εργασιακής ανασφάλειας, έχουν κάνει τον κόσμο πιο σταθερό. Διαχρονικά όμως έχει αποδειχτεί ότι πολιτικές που στοχεύουν στη μείωση του πληθωρισμού, αν ξεπεράσουν κάποια όρια καταλήγουν στο τέλος να μειώνουν τις επενδύσεις και να συρρικνώνουν την ανάπτυξη. Κατά μια έννοια λοιπόν ο κόσμος γίνεται πιο ασταθής. Η αστάθεια ενισχύεται και από την ελαστικοποίηση της εργασίας (εργασιακή ανασφάλεια) αφού οικονομετρικές αναλύσεις αποδεικνύουν την αρνητική συσχέτιση μεταξύ μερικής απασχόλησης και παραγωγικότητας της εργασίας. Η απελευθέρωση των κεφαλαίων και η ραγδαία ανάπτυξη του χρηματοοικονομικού τομέα, δημιούργησαν αναστατώσεις στις αγορές έφεραν πτωχεύσεις και διασώσεις επιχειρήσεων «too big to fail» και δημιούργησαν τη «φούσκα του δημοσίου χρέους». Η υγιής δημοσιονομική κατάσταση αποτελεί το κλειδί για την επίτευξη μακροοικονομικής σταθερότητας, παράγοντα χρήσιμο για την βιώσιμη ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχιας. Οι όποιες πολιτικές εφαρμόζονται είναι εν μέρει δικαιολογημένες όταν πετυχαίνουν την αύξηση των επενδύσεων, την αύξηση της απασχόλησης και την οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση. Από τα διαθέσιμα στοιχεία των κρατών φαίνεται πως οι ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας ήταν πολύ πιο χαμηλοί την περίοδο του χαμηλού πληθωρισμού από τη δεκαετία του ’80 και μετά, παρά τις δεκαετίες του ’60 και ’70 όπου ο πληθωρισμός ήταν υψηλός.
50
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αζναουρίδης Ι. (2014), «Πολιτικές παροχών σε συνθήκες κρίσης», Κείμενο Εργασίας 9, Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων.
Αγγελόπουλος Α. (1989), «Οικονομική Ανάπτυξη. Θεωρία και Πολιτική», Αθήνα, Εκδόσεις Πιτσιλός.
Attali J (2011), «Παγκόσμια κατάρρευση σε δέκα χρόνια» Αθήνα, Εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Βαβούρας Ι. (1990), «Οικονομική Πολιτική Θεωρητική Εισαγωγή», Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση.
Ball R. G., (1973), «Inflation and the theory of money», London.
Barro S. , (1996), «Inflation and growth», Review of Federal Reserve Bank of St. Louis.
Bowles Samuel, Edwards Richard (1994), «Κατανοώντας τον καπιταλισμό», Αθήνα, Εκδόσεις Gutenberg.
Bronfenbrenner M, Holzman F. D., (1963), «Survey of inflation theory», The American Economic Review.
Bruno M. (1995), «Does inflation really lower growth?», Finance and Development, Vol. 32.
Christensen J., Hampton M. (1999), «The world today», Royal Institute of International Affairs.
Daniel J, Davis J, Fouad M, Van Rijckeghem C (2006), «Fiscal adjustment for stability and growth», Washington D C, IMF.
Forrester V. (1996), «Η οικονομική φρίκη» Αθήνα, Εκδόσεις Λιβάνη
Friedman M (ed) (1956), «Studies in the quantity theory of money» Chicago
Galbraith J. K., (2006), «Τα οικονομικά της αθώας απάτης» Αθήνα, Εκδόσεις Λιβάνη
Ha-Joon Chang. (2010), «23 things they don’t tell you about capitalism», Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη.
Hansen Bent. (1951), «A study in the theory of inflation», London.
ΙΝΕ/ΓΣΕΕ (2016), «Η ελληνική οικονομία και απασχόληση» Ετήσια Έκθεση 2016 Αθήνα.
Καραμούζης Ν, Χαρδούβελης Γ, (2011 επιστ. επιμέλεια), «Από τη διεθνή κρίση στην κρίση της ευρωζώνης και της Ελλάδας» Αθήνα, Εκδόσεις Λιβάνη.
51
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Krugman Paul, Maurice Obstfeld (2003), «Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική» Αθήνα, Εκδόσεις Κριτική.
Krugman Paul (2009), «The return of depression economics and the crisis of 2008» Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη.
Μαρματάκη Νικόλαου (1975), «Μακροοικονομική Ανάλυσις», Εκδόσεις Σ Λένης Α Ράλλης.
Maroulis D (2010), «The economic crisis in the light of global macroeconomic imbalances», Αθήνα, Alpha Bank.
Morin Francois (2011), «Ένας κόσμος χωρίς τη Wall Street, προτάσεις για ένα νέο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα», Αθήνα Εκδόσεις Μεταίχμιο.
Naylor R. T. (2004), «Hot Money and the Politics of Dept», McGill Queen’s University Press
Πετράκη-Κώττη Α., (1985), «Μακροοικονομική θεωρία και πολιτική», Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση.
Samuelson Paul, (1975), «Οικονομική», Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση.
Sarel M. (1996), «Nonlinear effects of inflation on economic growth», IMF Staff Papers.
Thorn Richard (1971 επιστημονική επιμέλεια), «Νομισματική θεωρία και πολιτική» Αθήνα, Εκδόσεις Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
52
Η ΑΝΤΙΠΛΗΘΩΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, Ι.. Αζναουρίδης
The Academy for Strategic Analyses (ASA) is an independent non-profit scientific and research institution, a think-tank, based in Athens. It was founded in 2014, by scientists from the Hellenic Armed Forces and Hellenic Security Corps, who hold a PhD or holders of other high level qualifications, with rich scientific, research and writing work and collaboration with Greek and foreign universities, research centres and institutes, in various scientific fields. Moreover distinguished personalities from military, diplomatic and academic areas and other high-profile scientists, became members of the Academy. The main task of the ASA is the development of scientific work and activities in the field of Strategic Studies, Defense, Security and Foreign Policy, the elaboration of scientific analyses, research and studies, as well as the provision of specialized advisory and educational services to public bodies, private sector and to individuals in those articles, at national, European and international levels. In this framework, the Academy's activities are developed within scientific areas, such as: (a) Analysis of strategic environment, (b) Analysis of the Defense and Security Policy, (c) System analysis, technology and economy, (d) Operational research, command and control. The Academy will cooperate with international organizations, academic-scientific institutions and other centers of scientific research with a related object, as well as with authoritative scientists, militaries, diplomats, etc., especially in the Euro-Atlantic and the wider Mediterranean environment.
10, Feidiou str.10678 ATHENS www.acastran.org asa@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
53
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 56
Φειδίου 10, 10678 ΑΘΗΝΑ www.acastran.org, asa@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses ISSN: 2407-9863 54