ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
5
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ OΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ 1912 Αθέτηση ειλημμένων υποχρεώσεων ή ορθολογικός διπλωματικός ελιγμός;
Δρ. Δημήτριος Α. Κατσικώστας
1
ΤΟΜΕΑΣ Α’
Ιανουάριος 2015
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
Η Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ), είναι ανεξάρτητος επιστημονικός - ερευνητικός φορέας, μια «δεξαμενή σκέψης», με νομική μορφή αστικού σωματείου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ιδρύθηκε το 2014 με έδρα την Αθήνα. Τα ιδρυτικά μέλη και τη βάση των μελών της ΑΣΑ αποτελούν επιστήμονες που προέρχονται από τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας, που είναι διδάκτορες ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων ή κάτοχοι άλλων υψηλού επιπέδου τίτλων σπουδών, με πλούσιο επιστημονικό, ερευνητικό και συγγραφικό έργο και συνεργασία με ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, κέντρα μελετών και ινστιτούτα, σε διάφορα επιστημονικά πεδία. Επίσης, μέλη της ΑΣΑ είναι προσωπικότητες του διπλωματικού και ακαδημαϊκού χώρου και άλλοι επιστήμονες υψηλού κύρους με επιστημονική δραστηριότητα σε γνωστικά αντικείμενα τα οποία συνάδουν προς τους σκοπούς της. Σκοπός της ΑΣΑ είναι η ανάπτυξη επιστημονικού έργου και δράσεων στα πεδία των Στρατηγικών Σπουδών, της Άμυνας, της Ασφάλειας και της Εξωτερικής Πολιτικής, η εκπόνηση επιστημονικών αναλύσεων, ερευνών και μελετών καθώς και η παροχή εξειδικευμένων συμβουλευτικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών στα παραπάνω πεδία, σε φορείς του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα και σε φυσικά πρόσωπα, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Για την υλοποίηση των στόχων της η ΑΣΑ έχει οργανώσει τέσσερεις Επιστημονικούς Τομείς: (1) Ανάλυσης Στρατηγικού Περιβάλλοντος, (2) Ανάλυσης Αμυντικής Πολιτικής και Ασφάλειας (3) Ανάλυσης Συστημάτων, Τεχνολογίας και Οικονομίας, (4) Επιχειρησιακής Έρευνας, Διοικήσεως και Ελέγχου. Μεταξύ των στόχων της ΑΣΑ περιλαμβάνεται η ανάπτυξη συνεργασιών με διεθνείς οργανισμούς, με ακαδημαϊκούς - επιστημονικούς φορείς και άλλα κέντρα επιστημονικής έρευνας με συναφές αντικείμενο, καθώς και με έγκυρους επιστήμονες, στρατιωτικούς, διπλωμάτες, κ.ά., στο εσωτερικό και το εξωτερικό, ιδίως στο ευρω-ατλαντικό και το ευρύτερο μεσογειακό περιβάλλον.
www.acastran.org info@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
Μελέτει το παν - Ακούων όρα - Γνους πράττε
2
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ OΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ 1912 Αθέτηση ειλημμένων υποχρεώσεων ή ορθολογικός διπλωματικός ελιγμός;
Δρ. Δημήτριος Α. Κατσικώστας
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 5 Ιανουάριος 2015
3
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – Νο5 / Ιανουάριος 2015 Τίτλος: ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ OΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ 1912
Συγγραφέας: Δρ. Δημήτριος Α. Κατσικώστας
Εκδότης: Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ) Σχεδιασμός – ηλεκτρονική επεξεργασία: ΑΣΑ Copyright © Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων info@acastran.org http://www.acastran.org, https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses ISBN: Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
4
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
Σχετικά με τον συγγραφέα Ο Δημήτριος Α. Κατσικώτας είναι συνταγματάρχης ε.α. και διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (2011). Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου και πτυχίου από το ίδιο Πανεπιστήμιο. Αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1990. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας υπηρέτησε ως αξιωματικός του Πυροβολικού σε μονάδες εκστρατείας και επιτελικές υπηρεσίες. Το επιστημονικό του έργο περιλαμβάνει συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα, ανακοινώσεις σε επιστημονικά συνέδρια, δημοσιεύσεις σε συλλογικούς τόμους και αρθρογραφία στον περιοδικό Τύπο. Το πρώτο βιβλίο του με τίτλο «Ο Στρατός στη Εξορία. Μέση Ανατολή 1941-1944» είναι υπό έκδοση, ενώ ολοκληρώνει τη συγγραφή της μονογραφίας «Λυδία Λίθος. Η ανασυγκρότηση του Στρατού από την απελευθέρωση έως την έναρξη του Εμφυλίου Πολέμου», η οποία αποτελεί αντικείμενο μεταδιδακτορικής έρευνας. Είναι ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων. e-mail: jmskas@gmail.com
5
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
6
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αν τις περισσότερες φορές είναι αρκετά δύσκολο να αποτιμηθούν οι διαθλαστικές ερμηνείες των πολιτικών αποφάσεων, όταν αυτές έρχονται σε καταφανή σύγκρουση με τις προηγηθείσες υποσχέσεις ή δεσμεύσεις, η δυσκολία αυτή επιτείνεται όταν εξετάζεται μια αντίστοιχη ανακολουθία στο διπλωματικό πεδίο, ιδιαίτερα δε σε εμπόλεμο περιβάλλον. Με βάση αυτή την υπόθεση θα εξεταστεί στην συνέχεια η προσέγγιση Ελλάδας-Σερβίας την περίοδο 1912-1915, η σύναψη των στρατιωτικών συμβάσεων, οι ατέλειές τους και οι αθετήσεις ανειλημμένων υποχρεώσεων, πάντοτε σε σχέση με το διεθνές περιβάλλον. Ειρήσθω εν παρόδω, πρέπει να σημειωθεί ότι η Σερβία αποτέλεσε τη πιο σταθερή βαλκανική σύμμαχο της Ελλάδας. Χωρίς οι επιδιώξεις τους να ταυτίζονται, οι σχέσεις των δύο χωρών δεν ωθήθηκαν σε επίπεδο πολεμικής σύγκρουσης και η επίλυση των διαφορών τους λύνονταν ή εκτονώνονταν μέσω της διπλωματικής οδού. Η προϊούσα αποσάρθρωση του οθωμανικού αυτοκρατορικού οικοδομήματος και οι ενισχυόμενες από τις αρχές του 19ου αιώνα αποσχιστικές τάσεις των βαλκανικών εθνών, είχαν προδιαγράψει το μέλλον της χερσονήσου του Αίμου. Μετά την ευόδωση του ελληνικού απελευθερωτικού κινήματος στις αρχές του 19ου αιώνα, απέμενε να προσδιοριστεί αν η εκβολή των Οθωμανών θα υλοποιείτο σταδιακά και κατά περίπτωση, ανάλογα με το ελληνικό παράδειγμα ή θα λάμβανε τη μορφή μιας ευρύτερης συνεργασίας. Ο επαναστατικός πυρετός στη Σερβία, τη Βουλγαρία, το Μαυροβούνιο και την Ελλάδα ενισχυόμενος από τις υποκινούμενες, κατά βάση από τη Ρωσία, αλλεπάλληλες διπλωματικές κρίσεις και συρράξεις, την απόδοση καθεστώτος περιορισμένης ή πλήρους αυτονομίας σε αρκετές περιφέρειες και τις αποτυχημένες απόπειρες μεταρρυθμιστικού εκσυγχρονισμού από τους Οθωμανούς, δυνάμωνε. Η άλλη όψη, τα προσκόμματα δηλαδή σε αυτή την ανελικτική πορεία που οδηγούσε στην εκβολή των Οθωμανών από την Ευρώπη, προέρχονταν από τον προσδιορισμό της εδαφικής επέκτασης που η κάθε εθνότητα θεωρούσε ότι ικανοποιούσε τα ιστορικά της δίκαια. Περιορισμένος γεωγραφικά χώρος η Βαλκανική, η προαιώνια συγκατοίκηση Σλάβων, Οθωμανών, Αλβανών και Ελλήνων επέτρεπε στις απαιτήσεις κάθε πλευράς η αυθαιρεσία να θεωρείται εθνική υποχρέωση. Στο θνησιγενές μόρφωμα της μεγάλης Βουλγαρίας που επεβλήθη μονομερώς με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, ο ελληνισμός απαντούσε με τη εκπεφρασμένη από την πέμπτη δεκαετία του 19ου αιώνα μεγαλο-ϊδεατική πολιτική. Από 7
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
την άλλη πλευρά, η Σερβία δεν απέκλειε τη διεκδίκηση της Κεντρικής Μακεδονίας, ενώ λίγο αργότερα και η Αλβανία δεν δίστασε να προσδιορίσει τα νότια σύνορά της στην περιοχή της Πρέβεζας, διαβεβαιώνοντας, παράλληλα, για την κυριαρχία του αλβανικού στοιχείου στην κεντρική Πελοπόννησο(!) Ανάλογα με το εύρος της ενδεχόμενης νίκης εναντίον των Οθωμανών -την ολοκληρωτική ή μερική εκβολή τους από τη Βαλκανική- η διανομή της Μακεδονίας και ακολούθως της Θράκης και της Ηπείρου, θα επιτυγχανόταν, ειρηνικά ή με τη βία, με αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Σε ανάλογες συνθήκες δημιουργίας κρατικών οντοτήτων και όχι απλής αναδιάταξης των συνόρων, το σταθερό δίδαγμα που αντλείται από την παγκόσμια ιστορία είναι πως ο ειρηνικός διακανονισμός των διαφορών αποτελεί φενάκη. Οι αποφάσεις είτε εκφράζουν το δίκαιο του ισχυροτέρου είτε απορρέουν από το αποτέλεσμα της σύρραξης. Στη συνέχεια, κατά βάση, ο ηττημένος, ως «αδικημένος», επιλέγει το δρόμο του αναθεωρητισμού, έως ότου οι αντιθέσεις είτε αμβλυνθούν με το πέρασμα του χρόνου είτε οδηγήσουν σε μια νέα σύγκρουση. Στις μυστικές σερβο-βουλγαρικές διαβουλεύσεις, που στις 29 Φεβρουαρίου/13 Μαρτίου 1912 κατέληξαν στη συνομολόγηση συνθήκη φιλίας και συμμαχίας, η Ελλάδα δεν εκλήθη να συμμετάσχει. Σερβία και Βουλγαρία διένειμαν μεταξύ τους τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αφήνοντας σε μελλοντική ρωσική επιδιαιτησία ένα τμήμα του Κοσσυφοπεδίου, τη σημερινή Κεντρική και τη Δυτική Μακεδονία. Στις 29 Απριλίου/12 Μαΐου ολοκλήρωσαν την κατάρτιση της στρατιωτικής σύμβασης που προσδιόριζε τις υποχρεώσεις τους σε περίπτωση στρατιωτικής εμπλοκής με τρίτη χώρα (την Τουρκία, τη Ρουμανία ή την Αυστρία) και περιελάμβανε τα επιτελικά σχέδια αντιμετώπισης της Τουρκίας, είτε ως επιτιθέμενοι είτε ως αμυνόμενοι. Με κύριο στόχο την εξασφάλιση των θαλάσσιων δρόμων από το ανανεωμένο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, ύστερα από ένα μακρύ διάλογο που άρχισε να εντείνεται από τις αρχές του 1911 και τη σύμφωνη γνώμη της Ρωσίας και της Βρετανίας, Ελλάδα και Βουλγαρία κατέληξαν στις 16/29 Μαΐου 1912 στη συνομολόγηση αμυντικής συνθήκης επικεντρωμένη στην πιθανότητα πολέμου με την Τουρκία.1 Οι ακριβείς στρατιωτικές υποχρεώσεις καθορίστηκαν στη σύμβαση που υπεγράφη στις 22 Σεπτεμβρίου/5 Οκτωβρίου του ίδιου έτους,2 ενώ η διαβεβαίωση του Μαυροβουνίου προς τη Βουλγαρία στις αρχές Ιουνίου, ότι σε περίπτωση πολέμου με την Τουρκία θα συνέδραμε στρατιωτικά την προσπάθεια, ολοκλήρωσε τον βαλκανικό αντιτουρκικό συνασπισμό. Τα τέσσερα κράτη εισήλθαν στον κοινό
1«Πρακτικόν»,
Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.1632/Δ/33.
2Σε
αντίθεση με τη σερβοβουλγαρική συμμαχία, η ελληνοβουλγαρική συνθήκη δεν περιελάμβανε συμφωνία διανομής εδαφών. Η αξίωση της Σόφιας να περιληφθεί ως όρος η αυτονόμηση της Μακεδονίας, της Θράκης και του Κοσσυφοπεδίου, απορρίφθηκε από την Αθήνα.
8
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
9
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
αγώνα με αντικειμενικό σκοπό να ανακτήσουν τις προαιώνιες εστίες τους, δεσμευμένα με μία διμερή συνθήκη συμμαχίας και μία διμερή αμυντική συνθήκη. Αμέσως μετά τη λήξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, η Βουλγαρία ακολούθησε τον «θερμό» αναθεωρητικό δρόμο. Οι εκτιμήσεις για τη δύναμη του στρατού της, η βεβαιότητα ότι είχε σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της σύγκρουσης εναντίον των Οθωμανών και η καλλιεργημένη για δεκαετίες λαϊκή συνείδηση σχετικά με την οριοθέτηση των εθνικών της διεκδικήσεων, οδήγησαν αναπόφευκτα σε σύγκρουση με τους συμμάχους της. Εκούσα άκουσα είχε αποδεχθεί τη συμμετοχή της Ελλάδας, υπολογίζοντας πως, μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1881, η ενσωμάτωση των νησιών του Αιγαίου και της Ηπείρου, αν δεν ικανοποιούσε, θα οριοθετούσε τις ελληνικές βλέψεις. Εξ άλλου το βουλγαρικό επιτελείο πίστευε, αφενός μεν ότι με την έναρξη των επιχειρήσεων εναντίον της Τουρκίας οι δυνάμεις του θα έφταναν απνευστί στην ανατολική κοίτη του ποταμού Στρυμόνα, η οποία θα αποτελούσε ουσιαστικά τη γραμμή εξορμήσεως προς τα δυτικά, αφετέρου δε ότι ο Ελληνικός Στρατός ήταν απροετοίμαστος και ως εκ τούτου ανίκανος να διεκδικήσει περισσότερες από τις παραπάνω περιοχές.
10
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
Η ΕΛΛΗΝΟΣΕΡΒΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ 1913 Η ολοκληρωτική κατίσχυση των συνασπισμένων βαλκανικών κρατών επικυρώθηκε στις 17/30 Μαΐου 1913 με την προκαταρκτική Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου, αφού πέραν του τερματισμού του πολέμου το μόνο που προσδιόριζε με σαφήνεια ήταν οι εδαφικές απώλειες της Πύλης.3 Τα υπόλοιπα ζητήματα, με κυριότερο αυτό του καθορισμού των συνόρων, ανατέθηκαν στις Μεγάλες Δυνάμεις και ακολούθως στους άμεσα ενδιαφερομένους, τους νικητές του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Επρόκειτο όμως για μια συνεννόηση που οι «Πρώσοι των Βαλκανίων» δεν έκρυβαν ότι δεν είχαν καμία διάθεση να στέρξουν, το αντίθετο μάλιστα. Στις αρχές του 1913, Ελλάδα και Σερβία, συνεμπόλεμες αλλά χωρίς αμοιβαίες δεσμεύσεις, ξεκίνησαν τις επαφές προκειμένου να αντιμετωπίσουν την καταφανή βουλγαρική επεκτατικότητα. Στον αντίποδα, η Βουλγαρία, προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο ώστε να στρέψει τις δυνάμεις της εναντίον της Ελλάδας και της Σερβίας, απέφευγε να συμφωνήσει στην ενσωμάτωση των εδαφών που ο στρατός της κάθε χώρα είχε απελευθερώσει, όπως και στην αναλογική μείωση των επιστρατευμένων. Διαβλέποντας τον κίνδυνο από τη συγκέντρωση των βουλγαρικών στρατευμάτων σε διάταξη επίθεσης, οι δύο χώρες κατέληξαν στις 19 Μαΐου/1 Ιουνίου 1913 στην υπογραφή συνθήκης συμμαχίας, συνοδευόμενης από στρατιωτική σύμβαση.4 Ο καθορισμός της ελληνο-σερβικής, σερβο-βουλγαρικής και ελληνο-βουλγαρικής μεθορίου στόχευε λιγότερο στην ελπίδα της βουλγαρικής αποδοχής και περισσότερο στην προοπτική της κοινής προσφυγής στη διεθνή διαιτησία.5 Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι η συνθήκη αποτελεί την απαρχή της ελληνο-σερβικής φιλίας, η οποία, με καταλύτη τη βουλγαρική αμετροέπεια, σφυρηλατήθηκε τόσο στα πεδία των μαχών όσο και στο διπλωματικό
3Το άρθρο 2
προέβλεπε την παραχώρηση στους συμμάχους ηγεμόνες από τον Σουλτάνο «πάσας τας επί της ευρωπαϊκής ηπείρου εδαφικές εκτάσεις της αυτοκρατορίας του προς δυσμάς γραμμής αρχομένης από της επί του Αιγαίου Πελάγους Αίνου μέχρι της επί του Ευξείνου Πόντου Μήδειας, εξαιρουμένης της Αλβανίας» Η ευρωπαϊκή περιοχή που παρέμενε στην κυριότητα των Οθωμανών καθορίστηκε μεταξύ του Βοσπόρου και της παραπάνω γραμμής. Τα σύνορα του αρτισύστατου αλβανικού κράτους όπως και η τύχη των νησιών του Αιγαίου εκτός από την Κρήτη, θα προσδιορίζονταν μελλοντικά από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Τον διακανονισμό των οικονομικών θεμάτων θα αναλάμβανε διεθνής επιτροπή, ενώ τα ζητήματα που αφορούσαν τη δικαστική εξουσία, τους αιχμαλώτους, την εθνικότητα και το εμπόριο, θα ρυθμίζονταν με συμβάσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών. 4«Στρατιωτική
Σύμβασις», Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ. 1632/Δ/15.
5Η
ελληνική πρόταση διανομής των εδαφών δεν ανέτρεπε τις αντίστοιχες πρόνοιες της σερβοβουλγαρικής συνθήκης. Η Βουλγαρία θα ενσωμάτωνε την Ανατολική και τη Δυτική Θράκη και η Ελλάδα την περιοχή μεταξύ της Καβάλας και της Αυλώνας. Η αρχική άρνηση της Βουλγαρίας απαιτώντας να συμπεριλάβει στην κυριαρχία της εκτός από τη Θράκη και τη ελληνική Μακεδονία με όριο προς Βορρά το Μοναστήρι και η μετέπειτα υπαναχώρηση δεχόμενη να αποδοθεί στην Ελλάδα το δυτικό της τμήμα, απεδείχθη σωτήρια για τους ελληνικούς πληθυσμούς της Δυτικής Θράκης. Η ελληνοσερβική μεθόριος, βασισμένη στην αρχή της πραγματικής κατοχής, ξεκινούσε από τη λίμνη Αχρίδα, διερχόταν νότια του Μοναστηρίου και κατέληγε στη Γευγελή.
11
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
πεδίο και εγκαινίασε μια μακρά περίοδο συνεργασίας, που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, φτάνει ως τις μέρες μας. Η πρωτοβουλία για την ελληνο-σερβική σύμπραξη αναλήφθηκε από τη Σερβία. Με κοινό τον προφανή βουλγαρικό κίνδυνο και ελλοχεύων για τη Σερβία τον αυστριακό, ο διάδοχος του σερβικού θρόνου Αλέξανδρος συναντήθηκε τον Νοέμβριο του 1912 με τον διάδοχο Κωνσταντίνο στο Μοναστήρι και τον επόμενο Φεβρουάριο με τον πρίγκιπα Νικόλαο στη Θεσσαλονίκη. Οι κατά παράβαση της διπλωματικής δεοντολογίας διερευνητικές πριγκιπικές επαφές για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής δεν αποθαρρύνθηκαν από τις κυβερνήσεις. Αν και ο βουλγαρικός κίνδυνος υπερκάλυπτε το πρώτο πλάνο του πλαισίου της προσέγγισης, οι Σέρβοι δεν έκρυψαν ότι επιζητούσαν την ελληνική στήριξη και στην περίπτωση άμεσης ή έμμεσης (μέσω ενίσχυσης της Βουλγαρίας) αυστριακής επίθεσης. Η εύλογη ελληνική διστακτικότητα στην ανάληψη ευρύτερων στρατιωτικών δεσμεύσεων, που ενέπλεκαν τη χώρα σε αντιπαραθέσεις ξένες προς τα συμφέροντά της, ερμηνεύτηκαν ως υπαναχώρηση εδραιωμένη στον φόβο που ασκούσε η βουλγαρική πολεμική μηχανή. Όταν όμως έγινε γνωστό ότι παρ’ όλο που η σερβική Αυλή τηρούσε αδιάλλακτη στάση έναντι των Βουλγάρων, ο πρωθυπουργός Πάσιτς ταλαντευόταν μεταξύ της ικανοποίησης των υποχρεώσεων που απέρρεαν από τη σερβοβουλγαρική συνθήκη και την αυστριακή απειλή, οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν. Η υπογραφή στις 22 Απριλίου/5 Μαΐου 1913 του προκαταρκτικού πρωτοκόλλου συνθήκης φιλίας και αμυντικής συμμαχίας στην Αθήνα και της στρατιωτικής σύμβασης εννέα ημέρες αργότερα στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν εγκατεστημένο το ελληνικό Γενικό Επιτελείο, επισημοποίησαν το κοινό μέτωπο εναντίον της Βουλγαρίας. Εν τούτοις, η σερβική κυβέρνηση δεν επικύρωσε τη στρατιωτική σύμβαση, ζητώντας από την Ελλάδα να δεσμευτεί πως σε περίπτωση αυστριακής επίθεσης θα πρόσφερε την αντίστοιχη εγγύηση της σερβο-βουλγαρικής συνθήκης: τη συμπαράταξη 200.000 χιλιάδων στρατού στο πλευρό της. Η Αθήνα δεν ήταν διατεθειμένη να ικανοποιήσει τη σερβική απαίτηση αν η Βουλγαρία δεν φρόντιζε να καταστήσει τη συναίνεσή της μονόδρομο. Η επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον των ελληνικών προφυλακών στη Νιγρίτα και το Παγγαίο στις 8/21 Μαΐου, με κατεύθυνση δηλαδή προς τη Θεσσαλονίκη, ώθησαν τον Βενιζέλο να εισηγηθεί την εσπευσμένη υπογραφή της τροποποιημένης συνθήκης και τον Βασιλιά Κωνσταντίνο να συγκατανεύσει. Συμπερασματικά, εξάγεται ότι η Βουλγαρία όχι μόνο επέβαλε τη μορφή της προσέγγισης αλλά και προσδιόρισε όρους στη συνθήκη που η Ελλάδα ήταν ανέτοιμη να δεχθεί και ανίκανη να υποστηρίξει. Έκτοτε ευχή της ήταν να μην δεχθεί επίθεση η Σερβία από άλλη, πλην της Βουλγαρίας, δύναμη.
12
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
Σύμφωνα με τη Συνθήκη, σε περίπτωση απρόκλητης επίθεσης εναντίον του ενός από τρίτη δύναμη, ο ελάχιστος αριθμός επιστρατευμένων ανδρών για την Ελλάδα προσδιορίστηκε στις 90.000 και για τη Σερβία στις 150.000, συγκεντρωμένων πλησίον της μεθορίου ώστε να αντιδράσουν άμεσα, ορίζοντας ως κοινή ακραία συνοριακή γραμμή τη δυτική όχθη του ποταμού Αξιού. Υποχρέωση αμφοτέρων ήταν να μεταφέρουν το γρηγορότερο δυνατόν τις επιπρόσθετες δυνάμεις που θα επιστράτευαν. Σε περίπτωση που ένα εκ των συμβαλλομένων μερών επιτίθετο σε τρίτο κράτος χωρίς προηγούμενη συμφωνία, το άλλο θα τηρούσε αυστηρή ουδετερότητα. Τέλος, αν μια εκ των συμμάχων δεχόταν επίθεση από τη Βουλγαρία ή άλλη δύναμη, δεν απαλλασσόταν από την υποχρέωση να συνδράμει τη σύμμαχό της αν η τελευταία προσβαλλόταν από τη Βουλγαρία. Σε αυτή την περίπτωση τα δύο Γενικά Επιτελεία, αφού στάθμιζαν την τακτική κατάσταση, θα καθόριζαν τον αριθμό των στρατευμάτων που θα πρόσφεραν. Ο σύντομος και ολοκληρωτικός ως προς το αποτέλεσμα του Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος, έλυσε πολλά ζητήματα που, όπως είχε αποδειχθεί, ήταν αδύνατον να διευθετηθούν μέσω της διπλωματικής οδού.6 Εν τούτοις, η δυσπιστία έναντι των βουλγαρικών προθέσεων ακόμη και μετά την υπογραφή της Συνθήκης δεν είχε αποκατασταθεί. Ο Βενιζέλος, αντιλαμβανόμενος ότι η διαχείριση των αποφάσεων του Βουκουρεστίου7 από τη Σόφια, ύστερα από την απροσδόκητη ως προς το εύρος και την ταχύτητα μετατροπή των επεκτατικών οραμάτων στην επιβληθείσα στυγνή πραγματικότητα θα προκαλούσε απρόβλεπτης έντασης εσωτερικούς τριγμούς, πρωτοστάτησε στην υπογραφή μυστικού πρωτοκόλλου αμοιβαίων διπλωματικών και στρατιωτικών εγγυήσεων. Έτσι, στις 30 Ιουλίου/12 Αυγούστου, Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο και Ρουμανία συμφώνησαν να αναλάβουν κοινή δράση αν η Βουλγαρία δεν θα επικύρωνε τη συνθήκη ειρήνης.
6Με
τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου που υπεγράφη στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1913, η Δυτική Θράκη επιδικάστηκε στη Βουλγαρία, η Ανατολική στην Τουρκία, ενώ η ελληνοσερβική μεθόριος διήλθε μεταξύ Μοναστηρίου και Φλώρινας, καταλήγοντας στη λίμνη Δοϊράνη. Εκκρεμείς εδαφικές υποθέσεις που αφορούσαν την Ελλάδα παρέμεναν η αναγνώριση των απελευθερωμένων, με συνδυαστικές επιχειρήσεις Στόλου και Στρατού, νησιών του ανατολικού Αιγαίου και ο καθορισμός του καθεστώτος στη Βόρεια Ήπειρο. Παρεμπιπτόντως, η τουρκική αδιαλλαξία να προχωρήσει στη συμβατική υποχρέωση αναγνώρισης της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, χρησιμοποιήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις ως μοχλός πίεσης προκειμένου επιβάλουν τις ιταλο-αυστριακές απαιτήσεις στη Βόρεια Ήπειρο. Μετά την άρνηση της Ελλάδας να αποδεχθεί, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, την ελληνοαλβανική μεθόριο στη γραμμή Στύλου-Πρέσπας, κοινή ευρωπαϊκή διακοίνωση εξαρτούσε την αναγνώριση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο τόσο με την απόσυρση των ελληνικών στρατευμάτων όσο και με την αποθάρρυνση των αντιδράσεων των ομοεθνών στη Βόρεια Ήπειρο από την Αθήνα. Η παρεμβολή της Βουλγαρίας, της Ελλάδας και της Σερβίας απέκλεισαν την πιθανότητα διατήρησης της οθωμανικής κυριαρχίας στην Αλβανία. Το νεότευκτο κράτος όφειλε την ίδρυσή του στην αυστριακή πολιτική που επεδίωκε τον αποκλεισμό της Σερβίας από την Αδριατική θάλασσα, με τη συμπαράσταση στο συγκεκριμένο ζήτημα της πρόσφατης συμμάχου, αλλά παραδοσιακής της εχθρού, Ιταλίας. 7«Συνθήκη
Περί Ειρήνης», Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.1601/Α/1.
13
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
14
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
Η ΕΛΛΗΝΟ-ΣΕΡΒΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΗ ΤΟΥ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου αποτέλεσε για την Ελλάδα το αποτέλεσμα μιας μείζονος στρατιωτικής και διπλωματικής επιτυχίας. Η ενσωμάτωση περιοχών με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς απηχούσε παράλληλα τη μείωση της αγωνίας για την τύχη τους, τη λύτρωσή τους. Επρόκειτο για έναν παράγοντα που δεν υπολογίζεται εύκολα ώστε να αποτελέσει διαπραγματευτικό διπλωματικό επιχείρημα, καθ’ όσον αφορά τη γαλούχηση του λαού και εκτείνεται στο πεδίο του εθνικού ψυχισμού. Ανεξάρτητα από το δίκαιο ή το άδικο στη βάση των εθνολογικών στοιχείων, ανάλογες, αλλά με διαφορετική ένταση, ήταν οι προσλήψεις για τη διαχείριση της μεταπολεμικής εποχής στη διευρυμένη Σερβία και αντιστρόφως ανάλογες στην ηττημένη Βουλγαρία. Ελλάδα και Σερβία, συνδεδεμένες με μία Συνθήκη που ευχή αμφοτέρων ήταν να μην απαιτηθεί στο άμεσο μέλλον η εφαρμογή του στρατιωτικού της σκέλους, επιδίωκαν πρωτίστως να παγιώσουν την κυριαρχία τους στα νέα εδάφη. Η εκκρεμότητα όμως της ενσωμάτωσης των νησιών του Αιγαίου έφερνε την Ελλάδα και την Τουρκία στα όρια της σύρραξης, ενώ οι εξελίξεις σε ό,τι αφορούσε το βορειοηπειρωτικό ζήτημα απομάκρυναν την πιθανότητα θετικής κατάληξης για την Ελλάδα. Τέλος, ενώ η τελεσίδικη απώλεια του Μοναστηρίου είχε, έστω και με πικρία, γίνει αποδεκτή, δεν μπορεί να λεχθεί το ίδιο για την περιέλευση της Δυτικής Θράκης στη Βουλγαρία. Ο ελληνικός αλυτρωτισμός που περιελάμβανε ακόμη την Ανατολική Θράκη, τη Βόρεια Ήπειρο, τα Δωδεκάνησα και την κεντρική Μικρά Ασία, είχε, για την ώρα, τεθεί στο περιθώριο, προκρίνοντας την εμπέδωση της ειρήνης και τον φιλικό διακανονισμό των εκκρεμοτήτων. Αυτά τα δεδομένα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Βουλγαρία και, ακολούθως, η Τουρκία αν δεν επεδίωκαν θα ευνοούσαν μια νέα σύγκρουση, τοπική ή ευρύτερη. Τα ίδια όμως στοιχεία δεν αποκλείουν την όμοια θέληση και από τους νικητές του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου, σίγουρα όμως σε ευθετότερο χρόνο. Η έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου επέβαλε την επιτάχυνση των εξελίξεων με τη βία, τον μόνο ρεαλιστικό τρόπο οριστικής διευθέτησης των διαφορών στην περιοχή. Μετά την επίθεση της Αυστρίας στη Σερβία, η ερμηνεία των συμβατικών υποχρεώσεων που απέρρεαν από την ελληνοσερβική αμυντική συνθήκη τέθηκαν αναπόδραστα στο προσκήνιο και συνδέθηκαν τόσο με τη στάση που θα τηρούσε
15
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
η χώρα στη νέα σύρραξη όσο και με την απόκλιση των ενδοβαλκανικών συσχετισμών από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου που θα διαμορφώνονταν, άμεσα εξαρτημένης από την επιρροή του διεθνή παράγοντα στα Βαλκάνια. Με κύριο γνώμονα την παροχή εγγυήσεων ασφαλείας έναντι της Βουλγαρίας και της Τουρκίας και ακολούθως την ικανοποίηση των αλυτρωτικών τους οραμάτων, Ελλάδα, Σερβία, Ρουμανία και Μαυροβούνιο, είχαν ενισχύσει τον φιλοδυτικό τους προσανατολισμό, την ώρα που η Βουλγαρία με την Τουρκία στρέφονταν προς τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Η Ελλάδα, παρά την έξοδό της από τη διεθνή απομόνωση και τη σύσφιξη των δεσμών της με τη Βρετανία και τη Γαλλία δεν είχε καταφέρει να συνάψει μαζί τους αμυντική συνθήκη, ενώ η σύμπλευση με τη Σερβία και τη Ρουμανία μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου δεν της εξασφάλιζε βοήθεια σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης.8 Σερβία και Ρουμανία δεν είχαν διαφορές με την Τουρκία και αν εξαιρέσουμε το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, το οποίο όμως είχε διεθνοποιηθεί, ούτε η Ελλάδα με την Αυστρία. Η επίδοση του αυστριακού τελεσιγράφου στη Σερβία, και η έκρηξη του πολέμου, λόγω των ανειλημμένων συμβατικών υποχρεώσεων που απέρρεαν από την ελληνο-σερβική συνθήκη, ενέπλεκαν άμεσα την Ελλάδα στη σύγκρουση. Σε συνδυασμό με την απόφαση του Βενιζέλου για τη συμπαράταξη της χώρας στο πλευρό της Αντάντ, εκτιμώντας ότι η διαρκής ουδετερότητα δεν θα αποστερούσε μόνο τη δυνατότητα διεύρυνσης των ορίων του κράτους αλλά θα διακύβευε και την εδαφική ακεραιότητα, η έξοδος της Ελλάδας στον πόλεμο στην περίπτωση βουλγαρικής επίθεσης στη Σερβία, θεωρήθηκε δεδομένη. Εν τούτοις, πρωτίστως οι διπλωματικές επιλογές της Αντάντ και ακολούθως η διάσπαση της αρραγούς ενότητας μεταξύ του Πρωθυπουργού και του Βασιλιά, ο οποίος υποστήριξε την ουδετερότητα, κατέστησαν την ενεργοποίηση της ελληνο-σερβικής συνθήκης αδύνατη.9 Παρ’ όλο που με την κήρυξη του αυστρο-σερβικού πολέμου ο Βενιζέλος ανακοίνωσε ότι λόγω του κινδύνου που θα διέτρεχε από ενδεχόμενη βουλγαρική επίθεση, η Ελλάδα αδυνατούσε να σταθεί στο πλευρό της Σερβίας, έστρεψε τις προσπάθειές του σε δύο κατευθύνσεις: τη συνεργασία των βαλκανικών κρατών με την Αντάντ και (ή) την υπογραφή συνθήκης συμμαχίας με τη Βρετανία και τη Γαλλία. Η αρνητική απάντηση, θεωρώντας ότι η έξοδος της Ελλάδας στον πόλεμο θα ωθούσε τη Βουλγαρία και την Τουρκία στο αντίπαλο στρατόπεδο, κατέδειξε
8Οι
διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Θράκης, οι προσπάθειες του Σουλτάνου να ανακτήσει τη Χίο και τη Μυτιλήνη, όπως και οι βουλγαρικές αξιώσεις στη Μακεδονία, ενίσχυαν την απόφαση του Βενιζέλου να αναζητήσει διπλωματικά και συμμαχικά ερείσματα στις δυνάμεις της Εγκάρδιας Συνεννόησης και ιδιαίτερα της Βρετανίας. 9Η
όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων το καλοκαίρι του 1914 για το ζήτημα των νησιών του Αιγαίου, ανάγκασε τη σερβική κυβέρνηση να δηλώσει ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης δεν είχε τη δυνατότητα να βοηθήσει την Ελλάδα. Το ελληνικό Γενικό Επιτελείο θεώρησε ότι η δήλωση αυτή καταργούσε μονομερώς την ελληνοσερβική συνθήκη, «Ανασκόπησις των μετά τη Σερβία συνεννοήσεων επί ενδεχόμενης στρατιωτικής συμπράξεως», 2 Νοεμβρίου 1915, Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ 401/Δ/3.
16
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
τις συμμαχικές προτεραιότητες. Στη συνέχεια, με ρωσική επίνευση, η Αντάντ θεώρησε πως η εξασφάλιση της βουλγαρικής σύμπραξης, προσφέροντάς της ως αντάλλαγμα εδάφη που με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου είχαν αποδοθεί στην Ελλάδα και τη Σερβία, εξυπηρετούσε καλύτερα τον πολεμικό της σχεδιασμό. Αυτή η αντιμετώπιση επιβεβαίωνε ότι το ελληνικό αίσθημα ανασφάλειας δεν αποτελούσε μια διπλωματική υπεκφυγή έναντι της Σερβίας αλλά απτή πραγματικότητα, καθώς ο εφιάλτης της απομόνωσης και της συρρίκνωσης προέβαλε ξανά απειλητικός. Με τον κίνδυνο να απωλέσουν εδάφη που κατέκτησαν στο πεδίο της
Τα Βαλκάνια στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
17
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
μάχης, Αθήνα, Βελιγράδι και Βουκουρέστι, αντέδρασαν έντονα στις προκλητικές προτάσεις της Αντάντ, με αποτέλεσμα τη διακοπή των συζητήσεων. Η είσοδος της Τουρκίας στον πόλεμο στις 5 Νοεμβρίου 1914, επανέφερε στο προσκήνιο την ανάγκη σύμπηξης ενός φιλο-ανταντικού βαλκανικού συνασπισμού με επίκεντρο τη Βουλγαρία, ενώ η άρνηση της Ελλάδας να ενσωματώσει τη Βόρεια Ήπειρο ως αντάλλαγμα για την παραχώρηση της Ανατολικής Μακεδονίας, βρήκε τη συμπαράσταση της Σερβίας και της Ρουμανίας, οι οποίες δεν επιθυμούσαν τη βουλγαρική ενδυνάμωση. Τον Δεκέμβριο του 1914 ο αυστριακός στρατός κατάφερε να διασπάσει τη σερβική άμυνα, εξέλιξη που σε συνδυασμό με την επεκτατικές διαθέσεις της Ρωσίας προς τις θερμές θάλασσες, επανέφερε την Ελλάδα στο προσκήνιο. Το Λονδίνο, σταθερά προσηλωμένο στην προσέγγιση της Βουλγαρίας, υποσχέθηκε -ως αντάλλαγμα για την απώλεια της Ανατολικής Μακεδονίας- να εξετάσει τη δυνατότητα παραχώρησης ευρείας εδαφικής έκτασης στη Μικρά Ασία. Παράλληλα, τόνισε ότι αυτή η αναδιάταξη θα εξασφάλιζε την ειρήνη στα Βαλκάνια και την αγαστή συνεργασία μεταξύ των κρατών της. Η πρόταση, αν και δεν εμπεριείχε συγκεκριμένες δεσμεύσεις, δίχασε την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Στην άμεση έγκριση της εξόδου της χώρας στον πόλεμο10 από το Υπουργικό Συμβούλιο και το Συμβούλιο του Στέμματος με τη συμμετοχή στη συμμαχική επιχείρηση εκπόρθησης των Δαρδανελίων τον Φεβρουάριο του 1915, το Γενικό Επιτελείο αντέδρασε. Βέβαιο ότι η Γερμανία θα εξερχόταν ενισχυμένη από τη σύγκρουση και προεξάρχουσα προσωπικότητα τον υπαρχηγό, Συνταγματάρχη Ιωάννη Μεταξά, πρόσφερε στέρεα επιχειρήματα στον Βασιλιά ώστε να μην εγκρίνει την ειλημμένη απόφαση και να επιμείνει στην τήρηση ουδετερότητας.11 Παρά τα πολλαπλάσια εδαφικά οφέλη και την προσέλευση της Βουλγαρίας στον δυτικό συνασπισμό, γεγονός που θα απάλυνε τις ενδοβαλκανικές εντάσεις, η παράδοση πρόσφατα απελευθερωμένων περιοχών με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς δεν αποτελούσε εύκολη απόφαση. Η πρώτη παραίτηση του Βενιζέλου στις αρχές του Μαρτίου λόγω και της αποτυχίας των Συμμάχων λίγες ημέρες αργότερα στην Καλλίπολη, δεν προκάλεσε έντονο πολιτικό τριγμό μιας και ο διάδοχός του, Δημήτριος Γούναρης, όχι μόνο δεν διέκοψε τις διαπραγματεύσεις με
10Με
τη συμμετοχή μίας Μεραρχίας Πεζικού και το σύνολο του Πολεμικού Ναυτικού.
11Ο
Μεταξάς προέβλεψε την αποτυχία της επιχείρησης λόγω πρόχειρου σχεδιασμού και έλλειψης επαρκών χερσαίων δυνάμεων και κατέδειξε ότι σε περίπτωση συμμετοχής της Ελλάδας, η Μακεδονία θα έμενε εκτεθειμένη στη βουλγαρική επιβουλή. Το Επιτελείο, σταθερά προσανατολισμένο στην αντιμετώπιση της σλαβικής απειλής, θεώρησε ότι χωρίς ρητές εγγυήσεις από τους Συμμάχους για την εδαφική ακεραιότητα, ήταν αδύνατη και η διατήρηση των εδαφών στη Μικρά Ασία. Στις στρατιωτικές εκτιμήσεις, ο Βασιλιάς πρόσθεσε και τις αρνητικές συνέπειες από την ενδυνάμωση της ανθελληνικής ρωσικής στάσης αν η χώρα εμφανιζόταν ως παράγοντας διαμόρφωσης του καθεστώτος στα Στενά, «Έκθεση Ιωάννη Μεταξά προς τον Πρόεδρο της κυβερνήσεως», 10 Ιανουαρίου 1915, Αρχείο ΓΕΣ/ ΔΙΣ, Φ. 380/Β/7.
18
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
τους Συμμάχους, αλλά συνέχισε τις διαπραγματεύσεις για την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο.12 Ο προσεταιρισμός τη Βουλγαρίας συνέχιζε να αποτελεί τη λυδία λίθο της βρετανο-γαλλικής πολιτικής στα Βαλκάνια. Στις αρχές Μαΐου, παρά την κατ’ αρχήν αποδοχή των ελληνικών προτάσεων, απέφυγαν να προσφέρουν εγγυήσεις για την εδαφική ακεραιότητα και επέμεναν, προκειμένου να αποκλείσουν την προσχώρησή της στο στρατόπεδο των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, στην εκχώρηση της Καβάλας στη Βουλγαρία. Στις 21 Σεπτεμβρίου η Βουλγαρία, έχοντας από τις αρχές του μήνα συνάψει συνθήκη συμμαχίας με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες, κήρυξε επιστράτευση. Το ίδιο μέτρο, με τη σύμφωνη γνώμη του αναβαπτισμένου, μετά την πρόσφατη λαϊκή εντολή, Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου, έλαβε και η Ελλάδα. Θεωρώντας την προσβολή της Σερβίας από τη Βουλγαρία επικείμενη, ο πρωθυπουργός, σταθερός στην απόφαση εξόδου στον πόλεμο, δεν πτοήθηκε από την αδυναμία του Βελιγραδίου να ικανοποιήσει τον όρο της ελληνο-σερβικής συνθήκης που προέβλεπε την παράταξη 150.000 ανδρών για την απόκρουση της βουλγαρικής επίθεσης και υπέβαλε πρόταση αποστολής συμμαχικών στρατευμάτων ίσης δύναμης. Όμως, η αποδοχή της πρότασης από τη Βρετανία και τη Γαλλία13 και η αρχικά σύμφωνη γνώμη του Κωνσταντίνου, δεν σήμαιναν απαραίτητα και την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Αλλά και αντίστροφα, η έξοδος της Ελλάδας στον πόλεμο δεν σηματοδοτούσε την αυτόματη ενεργοποίηση της ελληνοσερβικής συνθήκης. Αποφασισμένος ο Βενιζέλος, έθεσε προς ψήφιση στη Βουλή το ζήτημα της τήρησης των ανειλημμένων συμμαχικών υποχρεώσεων προς τη Σερβία.14 Η άρνηση του Κωνσταντίνου15 να υπογράψει το σχετικό διάταγμα ανάγκασε τον Πρωθυπουργό να παραιτηθεί εκ νέου, εισάγοντας επίσημα την Ελλάδα στην περίοδο που αργότερα ονομάστηκε Εθνικός Διχασμός. Τέλος, η νέα κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη, επιχείρησε να αποσείσει τις κατηγορίες για την αθέτηση των δε-
12Οι
όροι που διαβιβάστηκαν από τον Υπουργό Εξωτερικών Γ. Χρηστάκη-Ζωγράφο περιελάμβαναν εγγυήσεις για την εδαφική ακεραιότητα, προσάρτηση της Βόρειας Ηπείρου, καθορισμό των εδαφών στη Μικρά Ασία και σύναψη στρατιωτικής σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι της ελληνικής εξόδου στον πόλεμου έπρεπε να προηγηθεί η βουλγαρική. 13Η επικείμενη κατάρρευση της Σερβίας, η αποτυχία εκπόρθησης των Δαρδανελίων και η ελάχιστη βοήθεια από τη Ρωσία,
έκανε ορατό τον κίνδυνο απώλειας των Βαλκανίων. 14Με
ψήφους 142 υπέρ και 105 εναντίον.
15Εκτός
από τις προσωπικές του πεποιθήσεις ως προς την τελική κατίσχυση των γερμανικών όπλων, οι υποσχέσεις του Κάιζερ για την παραχώρηση της Γευγελής και των Δωδεκανήσων, την παύση των διωγμών Ελλήνων στη Μικρά Ασία και οι εγγυήσεις εδαφικής ακεραιότητας, αποτελούσαν τα διπλωματικά ερείσματα της απόφασης του Κωνσταντίνου.
19
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
σμεύσεων της χώρας προς τη Σερβία με την ήκιστα πειστική αιτιολογία ότι επρόκειτο για μία συνθήκη που αφορούσε την εμπλοκή των δύο χωρών μόνο σε τοπικές συγκρούσεις.16
16Με μια εμπεριστατωμένη μελέτη το Γενικό Επιτελείο κατέγραψε την πορεία των συνομιλιών
με αντικείμενο την από κοινού αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων με τις αντίστοιχες σερβικές Αρχές. Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Σερβία δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τις υποχρεώσεις της και ότι, την τελευταία στιγμή, επικαλούμενη την ελληνοσερβική συνθήκη, προσπάθησε να εμπλέξει την Ελλάδα σε έναν εκ προοιμίου καταστροφικό πόλεμο, «Ανασκόπησις των μετά τη Σερβία συνεννοήσεων επί ενδεχόμενης στρατιωτικής συμπράξεως», 2 Νοεμβρίου 1915, Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ 401/Δ/3.
20
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
ΕΠΙΛΟΓΟΣ Η αγαστή συνεργασία Ελλάδας και Σερβίας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων συνεχίστηκε και στο διπλωματικό πεδίο. Η συμφωνία διαρρύθμισης των βαλκανικών συνόρων στην ελληνο-σερβική συνθήκη του 1912 και η κοινή στάση κατά το συνέδριο ειρήνης στο Βουκουρέστι τον επόμενο χρόνο, δημιούργησαν έναν βαλκανικό άξονα, ο οποίος με την επάλληλη χρονικά προσχώρηση της Ρουμανίας αποτέλεσε το αντίπαλο δέος στον τουρκικό και τον βουλγαρικό αναθεωρητισμό. Χωρίς να διατείνονται ότι τα εθνικά τους οράματα είχαν ολοκληρωθεί, η ομαλή ενσωμάτωση των απελευθερωμένων εδαφών αποτέλεσε την πρώτη τους προτεραιότητά, καθώς, εξαντλημένες από την πολεμική προσπάθεια, ο πιο ασφαλής δρόμος για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν η παγίωση της ειρήνης. Επρόκειτο όμως για μια επιδίωξη που η υλοποίησή της ξεπερνούσε τις ενδο-βαλκανικές σχέσεις και ισορροπίες Η αυστριακή επίθεση στη Σερβία, εκτός από τον παγκόσμιο χαρακτήρα που έλαβε στη συνέχεια, αποτέλεσε και την έναρξη της τελευταίας φάσης του Ανατολικού Ζητήματος, εμπλέκοντας έμμεσα και την Ελλάδα. Υποχρεωμένη να προσφέρει στρατιωτική υποστήριξη στη Σερβία, δεν εφάρμοσε τις συμβατικές της υποχρεώσεις παραβιάζοντας τη συνθήκη συμμαχίας, η οποία προέβλεπε αμοιβαία στρατιωτική συνδρομή σε περίπτωση προσβολής ενός από τα συμβαλλόμενα μέλη από τρίτη δύναμη. Εστιάζοντας την προσοχή της στη διατήρηση της εύθραυστης τοπικής ισορροπίας, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε ότι θα στεκόταν στο πλευρό της Σερβίας μόνο αν δεχόταν επίθεση από τη Βουλγαρία, ενδεχόμενο όμως που και αυτό είχε προβλεφθεί στην συνθήκη. Η αυτόματη έξοδος στον πόλεμο στο πλευρό της συμμάχου της, χωρίς εγγυήσεις ασφάλειας από τις Μεγάλες Δυνάμεις και τη Βουλγαρία έτοιμη να εισβάλει στη Μακεδονία αποτελούσε επιλογή που δεν είχε τη δυνατότητα να στηρίξει η Ελλάδα, στρατιωτικά17 και πολιτικά. Βασιλιάς και Πρωθυπουργός συμφώνησαν στην αρχή ότι η αναμονή εξυπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα, αλλά, προϊόντος του χρόνου, ο μεν Κωνσταντίνος κατέτεινε στην τήρηση ουδετερότητας, ενώ ο Βενιζέλος αναζητούσε την κατάλληλη ευκαιρία για τη νέα πολεμική εξόρμηση της χώρας. Ως προς την ελληνο-σερβική συνθήκη ο Κωνσταντίνος θεωρούσε ότι η ισχύ της εξαντλείτο στο βαλκανικό πλαίσιο. Για τον Βενιζέλο, αντίθετα, αποτελούσε εσωτερικό μέσο πίεσης προκειμένου η χώρα να εξέλθει στον πόλεμο, ανεξάρτητα
17«Υπόμνημα
περί της συμμετοχής της Ελλάδος στον πόλεμον», 21 Νοεμβρίου 1914, Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ. 380/Β/3.
21
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
από τις επιλογές της Βουλγαρίας, αλλά μόνο ως σύμμαχος της Αντάντ. Ακόμη, όμως, και αν η Βουλγαρία επιτίθετο στη Σερβία ως σύμμαχος των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, ο Κωνσταντίνος δεν θα επέτρεπε να τεθεί η Ελλάδα αντιμέτωπη με τη Γερμανία. Σταθερός ανασχετικός παράγοντας στην πολεμική εμπλοκή της Ελλάδας ήταν η Ρωσία. Μέλος της Εγκάρδιας Συνεννόησης, προωθούσε προς όφελός της περισσότερο από τη συμμαχική υπόθεση τη βουλγαρική επεκτατικότητα έναντι της Ελλάδας και της Σερβίας. Αλλά και η Βρετανία με τη Γαλλία περισσότερο από την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο επιθυμούσαν να αποτρέψουν την προσχώρηση της Βουλγαρίας στο στρατόπεδο των Κεντρικών Αυτοκρατοριών και, ει δυνατόν, την ένταξή της στον δικό τους συνασπισμό. Οι προκλητικές παραχωρήσεις εδαφών που το αίμα αυτών που τα απελευθέρωσε δεν είχε ακόμη στεγνώσει, έναντι αόριστων υποσχέσεων για μελλοντική διερεύνηση της όποιας δυνατότητας….. την ώρα που οι εξελίξεις έπαιρναν μορφή χιονοστιβάδας, ενίσχυαν ευνόητα τις φωνές που αντιτίθεντο στην πολεμική εμπλοκή της χώρας. Όταν η βουλγαρική στάση επιβεβαίωσε τη βρετανο-γαλλική διπλωματική αποτυχία, ως προς την Ελλάδα το μόνο που είχαν καταφέρει ήταν να την εμπλέξουν σε έναν διχασμό που ταλαιπώρησε τη χώρα για τρεις δεκαετίες και προκάλεσε ανεπανόρθωτες καταστροφές. Το αποτέλεσμα της ομόθυμης βαλκανικής αντίδρασης στην οθωμανική κυριαρχία, συγκρινόμενο με το σημερινό εδαφικό καθεστώς στην περιοχή ήταν ιδιαίτερα επωφελές για τη Βουλγαρία, αφού με βάση την αρχή της πραγματικής κατοχής θα είχε συμπεριλάβει στην επικράτειά της ολόκληρη τη Θράκη εκτός από την Κωνσταντινούπολη. Οι απαιτήσεις της όμως για την ενσωμάτωση της σερβικής Μακεδονίας και του μεγαλύτερου τμήματος της ελληνικής, της στέρησαν αρχικά την Ανατολική Θράκη και επτά χρόνια αργότερα τη Δυτική. Μόνιμα αναθεωρητική και διαρκώς στο λάθος στρατόπεδο, «κατάφερε» με την επεκτατική της πολιτική να διαβρώσει πολύ νωρίς τη σλαβική ενότητα και τελικά να ενισχύσει την ασφάλεια της Ελλάδας. Η Βουλγαρία, στερούμενη ικανής εθνολογικής βάσης ώστε να στηρίξει τις απαιτήσεις, αποπειράτο διαρκώς, είτε υπό την απειλή της ένοπλης σύρραξης είτε της επιλογής ευκαιριακών εξω-βαλκανικών συμμάχων, να επιβάλει τις απόψεις της στην Ελλάδα και τη Σερβία. Όταν φαινόταν ότι επικρατούσε ή ιδιαίτερα όταν αναγκαζόταν να αποχωρήσει από εδάφη που διεκδικούσε διακαώς, οι δηώσεις και οι σφαγές έμεναν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη και της επόμενης γενιάς από αυτή που τις βίωνε. Έχουν γραφεί κατ’ επανάληψη ότι η βάση της διαχρονικής ελληνο-σερβικής φιλίας είναι το θρησκευτικό ομόδοξο. Αν το δόγμα αποτε-
22
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
λούσε την αιτία τότε ομόδοξη προς αλλήλους, αλλά και όμαιμη με τη Σερβία, είναι και η Βουλγαρία. Καταφανώς πρόκειται για μια ανεδαφική εξήγηση η οποία προβλήθηκε κατά κόρον για να ενισχύσει το αίσθημα φιλίας μεταξύ των λαών. Ελλείποντος του βουλγαρικού κινδύνου, οι διαφορές των δύο χωρών στην Κεντρική Μακεδονία ενδεχομένως να μην διευθετούντο τόσο εύκολα. Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής ότι κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου η πόλη του Μοναστηρίου αποτελούσε αντικειμενικό στόχο του Ελληνικού Στρατού, φέρνοντας, στην πιο κρίσιμη φάση των επιχειρήσεων, στα όρια της σύγκρουσης τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο και τον Βενιζέλο. Από την άλλη πλευρά, οι σερβικές απαιτήσεις εξασφάλισης εξόδου στο Αιγαίο ενδεχομένως να μην απέκλειαν μια απόπειρα κατάληψης της Θεσσαλονίκης. Η Ιστορία όμως δεν γράφεται με αν…
ΠΗΓΕΣ Αρχείο Γενικού Επιτελείου Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας
23
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
24
ΕΛΛΑΣ - ΣΕΡΒΙΑ, ΣΥΜΜΑΧΙΑ, Δ. Κατσικώστας
The Academy for Strategic Analyses (ASA) is an independent non-profit scientific and research institution, a think-tank, based in Athens. It was founded in 2014, by scientists from the Hellenic Armed Forces and Hellenic Security Corps, who hold a PhD or holders of other high level qualifications, with rich scientific, research and writing work and collaboration with Greek and foreign universities, research centres and institutes, in various scientific fields. Moreover distinguished personalities from military, diplomatic and academic areas and other high-profile scientists, became members of the Academy. The main task of the ASA is the development of scientific work and activities in the field of Strategic Studies, Defense, Security and Foreign Policy, the elaboration of scientific analyses, research and studies, as well as the provision of specialized advisory and educational services to public bodies, private sector and to individuals in those articles, at national, European and international levels. In this framework, the Academy's activities are developed within scientific areas, such as: (a) Analysis of strategic environment, (b) Analysis of the Defense and Security Policy, (c) System analysis, technology and economy, (d) Operational research, command and control. The Academy will cooperate with international organizations, academic-scientific institutions and other centers of scientific research with a related object, as well as with authoritative scientists, militaries, diplomats, etc., especially in the Euro-Atlantic and the wider Mediterranean environment.
www.acastran.org info@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses
25
Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - 5
www.acastran.org info@acastran.org https://www.facebook.com/AcademyStrategicAnalyses 26