Εξώφυλλο - Γραφικά: Γιώργος Αγοραστάκης Σελιδοποίηση: Μαρία Καλαϊτζάκη Επιμέλεια έκδοσης: Μανόλης Μπουζάκης, Ματθαίος Φραντζεσκάκης Έκδοση: ΠΥΞΙΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ Εκτύπωση: ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ Α.Ε. © Γιώργος Αγοραστάκης και Εκδόσεις ΠΥΞΙΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ Δ/ση: ΠΥΞΙΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ Τ.Θ. 53 Τ.Κ. 73135 ΧΑΝΙΑ Τηλ: 28210 74104 Φαξ: 28210 36364 E-mail: info@pyxida.gr ISBN: 978-960-98066-2-6
Γιώργος Αγοραστάκης
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ Πορεία στο μέλλον
Εκδόσεις ΠΥΞΙΔΑ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
11
1. Προς την νέα εποχή Το τέλος της «ιστορίας» ή το τέλος μιας εποχής; Ο μαύρος Σεπτέμβρης Η μονο-παντο-κρατορία της ελεύθερης αγοράς Μεταβατική εποχή - το μέλλον αόρατον
17 17 18 19 21
2. Οι ιδέες έχουν συνέπειες Όλα στον αυτόματο πιλότο της αγοράς Ο Μίλτον Φρίντμαν και τα «Chicago Boys» Ο νεοφιλελευθερισμός Ο νεοφιλελευθερισμός και η οικονομική κρίση
23 24 26 27 29
3. Το εθνικό Κράτος στην εποχή της παγκοσμιοποίησης Το Ελάχιστο Κράτος Η ιδιωτικοποίηση του Κράτους Το Κράτος καλά κρατεί;
31
4. Η γιορτή της «Δημοκρατίας» Ο λόγος περί Δημοκρατίας, από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Η κρίση της πολιτικής 5. Άμεση και έμμεση δημοκρατία Αχρείοι πολίτες ή αχρείοι πολιτικοί; Αρχαία και σύγχρονη «δημοκρατία», σχέσεις και διαφορές Δημοκρατία στην νεώτερη εποχή Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία
33 34 36 37 37 39 43 43 44 46 49
55
6. Η κομματικοποίηση του Κράτους και η κρατικοποίηση του κόμματος Το φαινόμενο της «κομματοκρατίας» Τα αρχηγικά κόμματα Η διαπλοκή, η διαφθορά, το πολιτικό χρήμα
56 57 59
7. Κινήματα, κοινωνία των πολιτών Τα κινήματα Η κοινωνία των πολιτών Πολίτης - ιδιώτης
61 61 62 64
8. Συμμετοχική, διαβουλευτική, ηλεκτρονική δημοκρατία Η διαβουλευτική δημοκρατία Η τηλεδιαδημοκρατία Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας
67
9. Για μια δημοκρατική αποκεντρωτική μεταρρύθμιση του Κράτους Αποκέντρωση του Κράτους στην Αυτοδιοίκηση Το αναπτυξιακό χάσμα της Χώρας Ένα βήμα μπροστά, δύο πίσω Η συνταγματική θέση της Αυτοδιοίκησης
75
10. Βασικές προϋποθέσεις μιας δημοκρατικής - αποκεντρωτικής μεταρρύθμισης Το αντικείμενο και ο στόχος μιας «διοικητικής μεταρρύθμισης» Μια δημοκρατική μεταρρύθμιση Οργανωτική και γεωγραφική αναδιάταξη της Αυτοδιοίκησης Αρμοδιότητες και πόροι ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
67 70 72
75 76 79 82 85 85 89 92 96 101 105 109
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ούμε σ’ έναν πολύπλοκο και γρήγορα μεταβαλλόμενο κόσμο. Τις δυο τελευταίες δεκαετίες ο παγκόσμιος πολιτικός χάρτης αλλάζει ταχύτατα και δραματικά. Πολλές από τις σταθερές και τα σημεία αναφοράς που υπήρχαν από τον περασμένο αιώνα, κατέρρευσαν ή βρίσκονται υπό καθεστώς κατάρρευσης. Το παλιό φεύγει συνεχώς, χωρίς να εμφανίζεται το καινούργιο που θα το αντικαταστήσει. Στις συνθήκες αυτές καλούμαστε να επαναπροσδιορίσουμε τις αντιλήψεις μας για το ρόλο του κράτους και των θεσμών του, για τη συγκρότηση και τη λειτουργία της κοινωνίας μας γενικότερα. Το ερώτημα που αντικειμενικά τίθεται σ’ όλους μας είναι: με ποια κοινωνική και κρατική συγκρότηση θα απαντήσουμε ως Χώρα στις προκλήσεις της νέας εποχής; Είναι κοινή συνείδηση πια ό,τι δεν μπορούμε να συνεχίσομε την πορεία μας στα ταραγμένα και ομιχλώδη πέλαγα του μέλλοντος, αφήνοντας τη διακυβέρνηση του σκάφους μας στον αυτόματο πιλότο. Πρέπει λοιπόν να ξαναδούμε από την αρχή τη διακυβέρνησή μας, να επαναπροσδιορίσομε την ουσία και το περιεχόμενο ορισμένων θεμελιωδών εννοιών, όπως της πολιτικής, της δημοκρατίας, της αυτοδιοίκησης κ.α. Αυτό προσπαθεί να κάνει τούτο το βιβλίο. Η τρέχουσα περίοδος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μεταβατική. Σημαντικές αλλαγές εξελίσσονται και είναι αδύνατο να εκτιμηθεί «εν θερμώ», πού μας οδηγούν. Το άμεσο μέλλον δεν διακρίνεται με ευκρίνεια, ο ορίζοντας είναι μουντός. Η νέα εποχή παραμένει αιχμάλωτη της παλιάς, αδυνατεί να συλλάβει τις εξελίξεις που έχουν συμβεί και δεν έχει γεννήσει ακόμη νέες ιδέες, νέες πολιτικές. Είναι βέβαιο πως ο κόσμος δεν θα παραμείνει για πολύ στο αδιέξοδο και θα οδηγηθεί προς μια νέα πολιτική και οικονομική τάξη πραγμάτων. Τίποτα πλέον δεν θα είναι το ίδιο όπως πριν, στην σφαίρα της ιδεολογίας, της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνίας, σε παγκόσμιο, εθνικό αλλά και σε
Ζ
12
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
τοπικό επίπεδο. Στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα ο κόσμος αναζητά το δρόμο του, ο οποίος δεν μπορεί να είναι άλλος, παρά η άρνηση του προηγούμενου. Μετά τον ορυμαγδό της μεγαλύτερης κρίσης που γνώρισε η παγκόσμια οικονομία, είναι φανερό ότι δεν είναι δυνατόν να πορευθεί ο κόσμος στο μέλλον με οδηγό τις πολιτικές που δημιούργησαν την κρίση. Οι πολιτικές που παρήγαγαν φτώχεια, ανισότητα, αδικία, ανησυχία, απογοήτευση, ανασφάλεια, απόγνωση, δεν μπορούν να δώσουν και τη θεραπεία. Η καταιγίδα της οικονομικής κρίσης που ενέσκηψε πρόσφατα αφήνει πίσω της ερείπια και καταστροφές. Λαοί και χώρες ολόκληρες έχουν παραδοθεί στη δίνη των "ανοιχτών αγορών" ανήμπορες να αντιδράσουν. Η ερμηνεία αυτού του φαινομένου φανερώνει τα παγκόσμια και εθνικά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, που έχουν συσσωρευτεί. Όλα ξεκίνησαν πριν τρεις δεκαετίες, με την επικράτηση στις αγγλοσαξονικές χώρες του ιδεολογήματος «της ελεύθερης αγοράς» του νεοφιλελευθερισμού, που στην πορεία απέκτησε καθολική ισχύ κι επεκτάθηκε σ’ όλο τον κόσμο. Ο νεοφιλελευθερισμός κατάφερε το στόχο του: οι νόμοι της «ελεύθερης αγοράς» να κατισχύσουν έναντι των άλλων νόμων και να αποκτήσουν έμμεσα συνταγματική ισχύ σ’ όλες τις χώρες. Η «ελεύθερη αγορά» αυτονομήθηκε και βγήκε έξω από τις ρυθμίσεις της πολιτικής. Το μεγάλο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, ανεξέλεγκτο και επικυρίαρχο πλέον, καταδυναστεύει κοινωνίες, λαούς και κράτη. Οι κοινωνικοοικονομικές συνέπειες από την ελεύθερη δράση του είναι δραματικές και τεράστιες. Δεν άργησε βέβαια να φανεί η απληστία του, η έκρηξη της κερδοσκοπίας που μετέτρεψε την οικονομία σε καζίνο και την οδήγησε σε κατάρρευση, σε κρίση που εξαπλώθηκε σ’ όλο τον κόσμο. Ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας τόσο λίγοι άνθρωποι δεν διέθεταν τόσο μεγάλο πλούτο στα χέρια τους και επίσης ποτέ άλλοτε τα χέρια αυτά δεν ήταν τόσο ελεύθερα να δρουν και να κινούνται σε παγκόσμιο επίπεδο χωρίς κα-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
13
νένα κανόνα και περιορισμό. Ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν υπήρξαν τόσο λίγοι άνθρωποι που να εξουσιάζουν το παρόν και το μέλλον των κρατών και των λαών. Δυστυχώς, έπρεπε να ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση, για να ανακαλύψομε ότι είμαστε πιασμένοι στο δόκανο τους. Η οικονομική κρίση εκτός από τα δεινά που διαμοιράζει, γεννά -έστω και αμυδρά- την ελπίδα και την αισιοδοξία για μια νέα αρχή, για μια νέα εποχή. Γεννά την προσδοκία για έναν δικαιότερο κόσμο. Το ζήτημα είναι, πώς αυτή η ελπίδα –στη χώρα μας- θα μετουσιωθεί σε συλλογική πολιτική δράση και αγώνα, όχι μόνο για να περιοριστούν οι συνέπειες της κρίσης, αλλά και για να ανατραπεί ένα διεφθαρμένο κι αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα που υπονόμευσε τα οικονομικά θεμέλια της χώρας και να οικοδομηθεί ένα άλλο λαϊκό και δημοκρατικό, ώστε ν’ ανοίξει ένας νέος ορίζοντας συλλογικής προόδου. Οι Έλληνες, οι νέοι και οι νέες, πρέπει να συνδεθούν με την «πολιτική», για να μπορέσουν να παλέψουν τον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κατήφορο, την κρίση των θεσμών, τη διαφθορά στο δημόσιο βίο, την απαξίωση αρχών και αξιών, την υποβάθμιση και καταστροφή του περιβάλλοντος, ώστε να υπάρξει η αναγκαία πολιτική, οργανωτική, ανασυγκρότηση για μια νέα πορεία της χώρας στο μέλλον. Ο κόσμος και η Χώρα μας, διαπερνάται από επάλληλες και αλληλοτροφοδοτούμενες κρίσεις: οικονομική, πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική, περιβαλλοντική. Εμείς εδώ -στο βιβλίο- καταγινόμαστε με την πολιτική κρίση στην χώρα μας. Τα θέματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, της συγκρότησης και λειτουργίας των θεσμών του εθνικού κράτους, της αυτοδιοίκησης των τοπικών κοινωνιών, εξετάζονται μέσα στο γενικότερο διεθνές πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και της οικονομικής κρίσης που βρίσκεται σε έξαρση αυτήν την περίοδο. Η ύλη του βιβλίου δομείται από το πιο γενικό -παγκόσμιο και εθνικό- προς το μερικό -τοπικό και αυτο-
14
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
διοικητικό-. Τα τελευταία κεφάλαια επικεντρώνονται στην Αυτοδιοίκηση. Εκεί μεταφέρω τις απόψεις και τις θέσεις που υποστήριξα τα τρία τελευταία χρόνια -από το 2007με εισηγήσεις και ομιλίες στα συμβούλια, στα συνέδρια και τις επιτροπές που συμμετείχα σ’ όλα τα επίπεδα της Αυτοδιοίκησης. Το μήνυμα μου είναι: επιστροφή στις ρίζες της πολιτικής. Επιστροφή στην Κοινωνία. Τα πράγματα πρέπει να αρχίσουν να στήνονται στα πόδια τους, αρχίζοντας από τα κάτω προς τα πάνω. Οι Πολίτες πρέπει να βρουν το δεσμό τους με την Πολιτική. Η Κοινωνία πρέπει ν’ αρχίσει να μπαίνει στο στίβο της πολιτικής από το κοντινότερο σ’ αυτήν επίπεδο εξουσίας, που είναι η Αυτοδιοίκηση. Οι πολίτες και οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να πάρουν στα χέρια τους την ευθύνη του μέλλοντός τους. Ο στόχος πρέπει να είναι: Αποκέντρωση της Εξουσίας, Αυτοδιοίκηση, Αυτοδιαχείριση. Γιώργος Αγοραστάκης Μάρτης 2010
1. Προς την νέα εποχή
Το τέλος της «ιστορίας» ή το τέλος μιας εποχής; ταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου, στις 9 Νοεμβρίου του 1989, ένας απερίσκεπτος Αμερικάνος βιάστηκε να αναγγείλει το τέλος της ιστορίας. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η διάλυση της σοβιετικής αυτοκρατορίας στην Ανατολική Ευρώπη έγινε δεκτή στις δυτικές χώρες με πανηγυρισμούς για το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τη, χωρίς όρους, παγκόσμια επικράτηση του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού. Μέσα στις ζητωκραυγές ξεχώρισε ο Φράνσις Φουκουγιάμα, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, ο οποίος αναφώνησε ότι επήλθε «το τέλος της ιστορίας». «Αυτό που παρατηρούμε -γράφει- δεν είναι μόνο το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και το ηλιοβασίλεμα μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, αλλά το τέλος της ιστορίας. Το τελικό σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας είναι η επικράτηση της Δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας, ως η τελική μορφή της ανθρώπινης διακυβέρνησης»1. «Ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει η ανθρωπότητα το έχουμε ήδη – μας είπε με άλλα λόγια ο Φουκουγιάμα- έχουμε φτάσει στο τέρμα, ας μη ζητάμε τίποτ’ άλλο». «Δεν μπορούμε να κά-
Ό
18
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
νουμε κάτι καλύτερο, άρα δεν μας απομένει παρά να διατηρούμε αυτό που υπάρχει… Ο καπιταλισμός είναι ένα ιδεώδες που επιτεύχθηκε. Το να προχωρήσουμε πέρα από αυτόν είναι ουτοπία και η ουτοπία είναι καταστροφή» (Sternhell Zeev)2. Βιάστηκαν όμως οι απολογητές του νεοφιλελευθερισμού να πανηγυρίσουν. Στα επόμενα χρόνια συστημικές δονήσεις στην καρδιά του καπιταλισμού θα επιφέρουν καταρρεύσεις και θα ταρακουνήσουν όλο τον κόσμο. Η μεγάλη χρηματιστηριακή χρεοκοπία της Γουώλ Στρητ το 2001, κατά τη διάρκεια της οποίας εξανεμίσθηκαν τα δύο τρίτα των χρηματιστηριακών αξιών και αποταμιεύσεων, ήταν ένας προσεισμός, που έμελλε να ήταν ο προπομπός του μαύρου Σεπτέμβρη του 2008.
Ο μαύρος Σεπτέμβρης Η κατάρρευση του τραπεζικού κολοσσού Lehman Brothers, στις 25 Σεπτεμβρίου του 2008, σηματοδότησε το «κραχ του 21ου αιώνα». Η δραματική οικονομική κρίση που ξέσπασε, αρχικά στην Αμερική, συμπαρέσυρε την Ευρώπη κ’ επεκτάθηκε σ’ όλο τον κόσμο, απειλώντας με αποσταθεροποίηση την παγκόσμια οικονομία. Αυτή η κρίση σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής και το ξεκίνημα μιας άλλης. Είναι το σημείο καμπής του 20ου προς τον 21ο αιώνα. Η ιστορία κλείνει πρώτα την περίοδο του «κρατικού σοσιαλισμού» και στην συνέχεια του «νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού». Ο Αμερικανός οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς (Joseph Stiglitz) δήλωσε χαρακτηριστικά ότι η κατάρρευση της Γουόλ Στρητ το 2008 του θυμίζει την πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989. «Τότε κατέρρευσε ο “υπαρκτός σοσιαλισμός” και σήμερα πεθαίνει, όχι απλώς μια ορισμένη μορφή του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά και ο νεοφιλελεύθερος φονταμενταλισμός της αγοράς»3.
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
19
Το ποτάμι της ιστορίας κατέβηκε ορμητικό και παρέσυρε στην πορεία του, ανθρώπινα ιδεολογικά «οικοδομήματα» που, ως τότε, φάνταζαν αιώνια και ακλόνητα. Όλοι σήμερα έχουν την αίσθηση ενός έντονα και γρήγορα μεταβαλλόμενου κόσμου. Ποτέ άλλοτε η ιστορία του ανθρώπου δεν είχε τόσο πυκνές, τόσο μεγάλες μεταβολές, ανατροπές και καταρρεύσεις. Τα τελευταία τριάντα χρόνια η ανθρωπότητα γνώρισε συνταρακτικές μεταβολές που άλλαξαν τη φυσιογνωμία του πλανήτη. Οι πυκνές και ραγδαίες εξελίξεις που συνέβησαν έφεραν τεράστιες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και ιδεολογικές μεταβολές στα δεδομένα που συγκροτούν τη φυσιογνωμία των κοινωνιών στην εποχή μας. Μέσα σε μια 20ετία, την τελευταία δεκαετία του 20ου και την πρώτη του 21ου, είχαμε την κατάρρευση των δυο διαμετρικά αντίθετων μοντέλων που πραγματώθηκαν στην καθαρή μορφή τους: τις κεντρικά κρατικά σχεδιασμένες οικονομίες σοβιετικού τύπου και την εντελώς απεριόριστη και ανεξέλεγκτη ελεύθερη αγορά της καπιταλιστικής οικονομίας αμερικανικού τύπου. Οι βασικές θεωρίες που κυριάρχησαν στην οικονομία και την πολιτική τον προηγούμενο αιώνα έχουν πάρει το δρόμο τους για το χρονοντούλαπο της Ιστορίας.
Η μονο-παντο-κρατορία της ελεύθερης αγοράς Η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ως κοινωνικού και πολιτικού συστήματος αλλά και ως ιδεολογικής και πολιτισμικής επιλογής, και η συνακόλουθη μεταβολή του διεθνούς διπολικού συστήματος, που οικοδομήθηκε μετά το β' Παγκόσμιο Πόλεμο, απελευθέρωσε το έδαφος για να επελάσουν χωρίς κανένα εμπόδιο οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις της «ελεύθερης αγοράς» σ΄ όλο τον κόσμο. Με όχημα την καλπάζουσα παγκοσμιοποίηση, οι δυνάμεις αυτές επικράτησαν στο μεγαλύτερο μέρος του πλα-
20
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
νήτη. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Σάσκια Σάσεν (Saskia Sassen)4 «Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου εγκαινίασε μια από τις πιο σκληρές οικονομικές φάσεις της σύγχρονης εποχής». Όλος ο πλανήτης έγινε μια αγορά. «Τα γεγονότα που έγιναν το 1989 σηματοδότησαν και την έναρξη της νεοφιλελεύθερης εποχής και τη μαζική πτώχευση ολόκληρων χωρών. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου εγκαινίασε μια από τις πιο σκληρές οικονομικές φάσεις της σύγχρονης εποχής. Αφού εγκαταλείφθηκε η σχετική αναδιανεμητική δικαιοσύνη της κεϊνσιανής περιόδου, οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν το εργαστήρι για μια ριζική αναδιοργάνωση του καπιταλισμού». «Η αμερικανική αξίωση για τον τίτλο του ηγέτη του ελεύθερου κόσμου έγινε δυνατή εξαιτίας της πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης και του αυθεντικού ενθουσιασμού για τις νέες ελευθερίες στην Ανατολική και την Κεντρική Ευρώπη. Το 1989 άνοιξε τις πόρτες στο αμερικανικό σχέδιο της μετατροπής ολόκληρου του πλανήτη σε μια αγορά κυριαρχούμενη από τις μεγάλες, πολυεθνικές επιχειρήσεις». Η παρούσα παγκόσμια οικονομική κρίση σηματοδοτεί μιαν ιστορική στροφή. Όπως πολλοί έχουν επισημάνει, σήμερα μπαίνουν σε κρίση οι κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικο-οικονομικές θεωρίες. Αυτές οι θεωρίες που συμμετείχαν στην οικοδόμηση του καθεστώτος των ελεύθερων αγορών, στην υποβάθμιση της κοινωνικής προστασίας και των συνθηκών εργασίας. Η οικονομική κρίση πιστοποιεί μαζί και την αρχή του τέλους της μιας και μοναδικής αυτοκρατορίας. Η Αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να ελέγξει την επέκταση του παθητικού της και προσπαθεί να μεταθέσει το κόστος των δικών της δυσλειτουργιών, στον υπόλοιπο κόσμο. Γίνεται έτσι η βασική πηγή αστάθειας, αταξίας και αποδόμησης τόσο για τον πλανήτη, όσο και για τον εαυτό της. «Η Αμερική διάγει βίο ανώτερο των δυνάμεών της, ενώ παράλληλα υποχρεώνει τον υπόλοιπο πλανήτη να ζει σε επίπεδα κατώτερα των δυνάμεών του» (Κ.Βεργόπουλος).
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
21
Η ακραία «φιλελευθεροποίηση» και η όλο και περισσότερο εξαπλούμενη παγκoσμιοποίηση της παραγωγής και των συναλλαγών, είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια του ελέγχου των εθνικών οικονομιών από τα αντίστοιχα κράτη. Η «ελεύθερη αγορά» οδήγησε σε πολλές περιπτώσεις στην υπέρβαση του εθνικού Κράτους και στην κατάργηση ενός μέρους της κυριαρχίας του. Το νεοφιλελεύθερο δημοκρατικό πολίτευμα έχασε ένα μεγάλο μέρος από το ουσιώδες πολιτικό περιεχόμενό του. Η επικρατούσα σήμερα παγκοσμιοποίηση, με κυρίαρχη μορφή την πλανητικά ανεξέλεγκτη ελεύθερη αγορά, έχει προκαλέσει δραματική αύξηση στις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, τόσο εντός των κρατών, όσο και διεθνώς. Η πιο εντυπωσιακή νέα παγκόσμια ανισορροπία που δημιουργήθηκε από την οικονομική παγκοσμιοποίηση, είναι η μετατόπιση του κέντρου βάρους της παγκόσμιας οικονομίας από τη δύση στην ανατολή.
Μεταβατική εποχή - το μέλλον αόρατον Ο κόσμος βρίσκεται σε κρίση, το μέλλον δεν διακρίνεται με ευκρίνεια, ο ορίζοντας είναι θολός. «Σήμερα ζούμε μια μεταβατική κατάσταση ανάμεσα σε δυο φάσεις της κοινωνικής εξέλιξης, όπως περίπου στην εποχή του Μεσοπολέμου. Νιώθουμε πως αυτό δεν πρόκειται να κρατήσει για πολύ, αλλά δεν γνωρίζουμε πού θα καταλήξει. Για την ώρα, ο κόσμος βαδίζει προς την αταξία, αυτό είναι προφανές. Είναι πολύ πιο χαοτικός από όσο ήταν πριν από τριάντα χρόνια» (Ε.Hobsbawm). Προς ποια κατεύθυνση να δράσει όμως σήμερα μια προοδευτική πολιτική δύναμη; Σίγουρα, οι δυνάμεις που αντιτάχτηκαν στο νεοφιλελευθερισμό και την πρωτοκαθεδρία των «ελεύθερων αγορών» δεν μπορούν να αποδεχτούν ένα νέο πιο ήπιο ή ρυθμιζόμενο μοντέλο του. Οι ίδιες δυνάμεις είναι προφανές πως δεν επι-
22
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
θυμούν επίσης την επιστροφή σ’ ένα πεθαμένο κρατικό καπιταλισμό. Ο κόσμος θα συνεχίσει και στο μέλλον να βασίζεται στις μικτές οικονομίες, στις οποίες δημόσιο και ιδιωτικό συμπράττουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ο δημόσιος χώρος στο μέλλον και σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης πρέπει να επαναπροσδιοριστεί και να επανακτηθεί από τις κοινωνίες. Η στρατηγική στόχευση πρέπει, επομένως, να είναι η αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της ελεύθερης αγοράς, η ανάκτηση μιας σειράς δημόσιων - συλλογικών αγαθών, η παραπέρα ανάπτυξη τους και η χρησιμοποίησή τους για την ανασυγκρότηση της οικονομίας και της κοινωνίας. Το μεγάλο θύμα της νεοφιλελεύθερης οικονομικής παγκοσμιοποίησης είναι η πολιτική και η «δημοκρατία». Είναι καλό να θυμόμαστε ότι η δημοκρατία, ιδρύθηκε ως μέσο για να θέσει τέρμα στην ισχύ της μοναρχίας και των ολιγαρχικών ομάδων. Τώρα φαίνεται να επιστρέφομε σ’ ένα σύστημα στο οποίο κατισχύει η εξουσία μιας αόρατης οικονομικής ολιγαρχίας, η οποία αποφασίζει και δρα χωρίς κανένα έλεγχο εθνικό ή διεθνή και κρίνει τις τύχες κοινωνιών, λαών και κρατών. Το ζήτημα της ανάκτησης της δημοκρατίας, όπως και της ανάκτησης της πολιτικής έχει καταστεί κεντρικό ζήτημα στην εποχή μας για όλους τους λαούς, τις κοινωνίες και τις χώρες.
2. Οι ιδέες έχουν συνέπειες Η δυσκολία δεν έγκειται στις νέες ιδέες, αλλά στο να ξεφύγει κάποιος από τις παλιές Λόρδος Κέινς
ταν ο θείος Μίλτι Φρίντμαν (Milton Friedman) πάτησε τα ενενήντα του το 2002, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζώρτζ Μπους (George Bush) -ο νεότερος-, για να τον τιμήσει, διοργάνωσε στο Λευκό Οίκο το πάρτι των γενεθλίων του. Στην γιορτή, ο μαθητής του, Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ντόναλντ Ράμσφελντ (Donald Rumsfeld) εκφωνώντας τον πανηγυρικό λόγο5, και απευθυνόμενος στον άνθρωπο που «άλλαξε την πορεία της ιστορίας6» είπε μεταξύ των άλλων μια μεγάλη κουβέντα: «ο Μίλτον Φρίντμαν αποτελεί την ενσάρκωση μιας αλήθειας: πως οι ιδέες έχουν συνέπειες7». Και συνέχισε παρακάτω: «…λίγοι άνθρωποι ζουν αρκετά για να βεβαιώσουν την άνοδο και την πτώση των αυτοκρατοριών. Ακόμη λιγότεροι μπορούν να δουν, ότι η εργασία τους είχε μεγάλη επίδραση στα εν λόγω, πραγματικά κοσμοϊστορικά, γεγονότα8». Ο Μίλτον Φρίντμαν βέβαια δεν έζησε για να διαπιστώσει την επίσημη κατάρρευση της «ιδεολογίας» του και τη καθοδική πορεία του αμερικανικού imperium. Πέθανε στις 1611-2006. Στα βαθιά του γεράματα είδε την μονεταριστική
Ό
24
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
του θεωρία και τις νεοφιλελεύθερες ιδέες του να θριαμβεύουν παγκόσμια και πρόλαβε να φύγει πριν την κατάρρευσή τους. Πράγματι το κραχ στη Γουόλ Στρητ το 2008 αποτελεί για το Φριντμανισμό (Νεοφιλελευθερισμό), ότι η πτώση του Τείχους του Βερολίνου για τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», μια καταδίκη9 (Ναόμι Κλάιν -Naomi Klein). «Το κραχ αυτό ίσως να μη σημάνει το τέλος του καπιταλισμού, ο οποίος γνώρισε κι άλλα κραχ και κατάφερε να ανακάμψει. Ωστόσο, σηματοδοτεί το τέλος της απελευθερωμένης οικονομίας, το τέλος μιας εποχής: της εποχής του υπερφιλελευθερισμού, του μαφιόζικου καπιταλισμού και της χρηματοοικονομικής παγκοσμιοποίησης, των οποίων τα μεγαλύτερα θύματα στις ανεπτυγμένες χώρες έμελλε να είναι οι μεσαίες τάξεις και οι μισθωτοί10» (Ραμονέ Ι.) Και επειδή λοιπόν οι ιδέες έχουν συνέπειες, οι «καταραμένες» ιδέες του Μίλτον Φρίντμαν έφεραν στον κόσμο την ανεργία, τη φτώχεια, την υπερχρέωση, τη δυστυχία. Εδώ είναι το μόνο ζήτημα που θα συμφωνήσομε με τον Ράμσφελντ: «ο Φρίντμαν, ήταν σίγουρα ένα από τα πρόσωπα που επηρέασαν την εξέλιξη του κόσμου».
Όλα στον αυτόματο πιλότο της αγοράς Η δεκαετία του 1970 σηματοδοτεί το τέλος της εποχής του «κράτους πρόνοιας» στην Ευρώπη και του «New Deal» στην Αμερική. Μιας εποχής που ηγεμόνευσε η θεωρία του Κέινς (John Keynes) στην διεύθυνση των οικονομιών. Η οικονομική κρίση στη δεκαετία του ’70 -ιδίως η πετρελαϊκή μετά το 1973- ενοχοποίησε τη θεωρία του Κέινς για το ρυθμιστικό ρόλο του Κράτους στην οικονομία, στην αγορά και στην εργασία ως υπαίτια για την αύξηση των ελλειμμάτων, την υπερχρέωση κρατών, τις πληθωριστικές πιέσεις, κ.λπ. Αυτός ήταν και ο λόγος που έφερε στο προσκήνιο το νεοφιλελευθερισμό. Ο νεοφιλελευθερισμός, από ένα περιθω-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
25
ριακό κίνημα στον ακαδημαϊκό χώρο των ΗΠΑ, τη δεκαετία του '50, καιροφυλακτούσε περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για να βγει μπροστά, όπως και έγινε. Από το 1980, οι νεοσυντηρητικοί αγγλοσάξονες, από τις δύο πλευρές του ατλαντικού, η Πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ από την Αγγλία και ο Πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αναγόρευσαν τις ελεύθερες αγορές και το νεοφιλελευθερισμό σε ευαγγέλιο οικονομικής πολιτικής και το επέβαλαν σ’ όλες τις χώρες. Οι ΗΠΑ που ασκούσαν κυρίαρχο ρόλο και αδιαφιλονίκητη ηγεμονία στην παγκόσμια οικονομία και στους διεθνείς οργανισμούς (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο-ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα-ΠΤ, Παγκόσμια Οργάνωση ΕμπορίουΠΟΕ, Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης-ΟΟΣΑ), επέβαλαν σ’ όλο τον κόσμο την άρση κάθε προστατευτισμού στην εγχώρια παραγωγή και την άρση κάθε φραγμού και εμποδίου στο διεθνές εμπόριο και στην κυκλοφορία των κεφαλαίων και των αγαθών. Αυτή η μεταστροφή υιοθετήθηκε γρήγορα από τα δεξιά συντηρητικά κόμματα στην Ευρώπη, για να ακολουθήσουν στην συνέχεια και τα σοσιαλδημοκρατικά. Η απελευθέρωση των αγορών, του εμπορίου και της οικονομίας, από το βάρος του κρατικού παρεμβατισμού, έγινε η βασική πολιτική επιλογή συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων σ’ όλο τον κόσμο. Ήταν αυτή η επιλογή που οδήγησε στην επικυριαρχία της χρηματοπιστωτικής οικονομίας της αγοράς πάνω από τα κράτη, πάνω από τις κοινωνίες, πάνω από την πολιτική και οδήγησε στην εμπορευματοποίηση των πάντων. Ο κόσμος κυριαρχήθηκε από μία μόνο ιδεολογία, εκείνη της ελεύθερης αγοράς και της μοναδικής, ομοιογενούς και άκριτης σκέψης της.
26
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Ο Μίλτον Φρίντμαν και τα «Chicago Boys» Ο Μίλτον Φρίντμαν, έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου το 1946 και θεμελίωσε την ομώνυμη «Σχολή», μία στενή κοινότητα διανοούμενων (τα λεγόμενα «Chicago Boys»). Ανέπτυξε τη μονεταριστική «θεωρία της προσφοράς χρήματος» και προετοίμασε το έδαφος για τη «μεγάλη ανατροπή». Μαζί με το μέντορά του, τον πολιτικό φιλόσοφο Φρίντριχ φον Χάγιεκ (Friedrich von Hayek), θεωρούνται οι πνευματικοί πατέρες του νεοφιλελευθερισμού. Η επίδραση της θεωρίας τους επεκτείνεται σε χώρους πέραν της οικονομικής επιστήμης, της πολιτικής, της φιλοσοφίας κτλ. Οι οικονομικές θεωρίες των Μίλτον Φρίντμαν και Φρίντριχ φον Χάγιεκ αφού πρώτα δοκιμάστηκαν στο στυγνό, δικτατορικό καθεστώς του Πινοσέτ στη Χιλή, βρήκαν πεδίο εφαρμογής στη Βρετανία της Μάργκαρετ Θάτσερ και στις Η.Π.Α. του Ρόναλντ Ρήγκαν. Ο Μίλτον Φρίντμαν σύμβουλος στην αρχή στο σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής του καθεστώτος Πινοσέτ στη Χιλή, διετέλεσε στην συνέχεια οικονομικός σύμβουλος τεσσάρων Ρεπουμπλικάνων προέδρων, από το Νίξον ως τον πατέρα Μπους. Ο Μίλτον Φρίντμαν και η Σχολή του Σικάγο, χαρακτηριζόταν από τον ακραίο οικονομικό φιλελευθερισμό και τον ακραίο πολιτικό συντηρητισμό. Ο Φρίντμαν διακρίθηκε ως διαπρύσιος κήρυκας της απελευθέρωσης των αγορών και του ανταγωνισμού. Αντίθετα με τους Κεϊνσιανιστές που υποστήριζαν τις συνεχείς παρεμβατικές διορθώσεις στην οικονομία από το Κράτος, ο Φρίντμαν και η σχολή του υποστήριζαν ότι οι αγορές πρέπει να λειτουργούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα, οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να ακολουθούν αυστηρούς γενικούς κανόνες στην προσφορά χρήματος για τον περιορισμό του πληθωρισμού. Η ελεύθερη αγορά είναι, κατά τον Φρίντμαν, αναγκαία για την επίτευξη της οικονομικής και πολιτικής
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
27
ελευθερίας. Ο Φρίντμαν υπήρξε πολέμιος του κοινωνικού Κράτους και των κεντρικά σχεδιαζόμενων οικονομιών. Υποστήριζε ότι τα κράτη και οι κυβερνήσεις είναι αναρμόδιες να διαχειριστούν οικονομικές υποθέσεις και αντιτασσόταν στις κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία, θεωρώντας τις ως υπαίτιες των παραμορφώσεων της ελεύθερης αγοράς. Από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ο Φρίντμαν εστίασε την προσοχή του στην κριτική του κρατικού συγκεντρωτισμού και στην υποστήριξη του οικονομικού φιλελευθερισμού. Το 1957, με το βιβλίο «Θεωρία της Λειτουργίας της Κατανάλωσης», επιτίθεται για πρώτη φορά μετωπικά στις οικονομικές θεωρίες του Τζον Κέινς και των μαθητών του Τζον Γκάλμπρεϊθ (John Galbraith) και Πολ Σάμουελσον (Paul Samuelson). Το έργο που τον ανέδειξε ωστόσο ήταν το «Καπιταλισμός και ελευθερία», που έγραψε το 1962, στο οποίο αναπτύσσει τη θεωρία του, που στηρίζεται στην αρχή του ανταγωνισμού, μέσω μιας ελεύθερης αγοράς. Το θεμελιώδες αξίωμά του, γράφει: «Η ελεύθερη αγορά είναι ένα τέλειο επιστημονικό σύστημα, μέσα στο οποίο ορισμένοι, ενεργώντας προς ίδιον όφελος, δημιουργούν όσο το δυνατόν περισσότερα πιθανά οφέλη για όλους.»
Ο νεοφιλελευθερισμός Ο νεοφιλελευθερισμός υπήρξε και παραμένει μια επιθετική και επικίνδυνη ιδεολογία του «άγριου καπιταλισμού», που την τελευταία τριακονταετία κυριάρχησε όχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο ιδεολογικό πεδίο, με τρόπο ώστε να καταστεί -μέχρι πρότινος- στη συνείδηση των περισσότερων ανθρώπων, ως το μοναδικό ορθό και αποτελεσματικό σύστημα πολιτικής και διαχείρισης της οικονομίας και των κοινών. Ο νεοφιλελευθερισμός καπηλεύτηκε και διέστρεψε το
28
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
νόημα των φιλελεύθερων αξιών, της ελευθερίας, της αυτονομίας του ατόμου, της πολιτικής ισότητας, της δημοκρατίας. Τις μετέφερε από το πολιτικό πεδίο που τις είχε τοποθετήσει ο φιλελευθερισμός, στο οικονομικό. Η πολιτική ελευθερία έγινε οικονομική ελευθερία, ή πιο συγκεκριμένα ελευθερία της αγοράς. Έγινε η ελευθερία της χρηματοπιστωτικής αγοράς, του οικονομικά ισχυρού και η σκλαβιά του αδύνατου. Ο νεοφιλελευθερισμός αυτοπεριβλήθηκε με τους μύθους της απρόσκοπτης δημιουργίας πλούτου, της αποτελεσματικότητας στη χρήση των πόρων, της αυτορρύθμισης της οικονομίας. Στην ημερήσια διάταξη των δυτικών κυβερνήσεων μπήκαν λέξεις όπως αυτορρύθμιση, απορύθμιση, ιδιωτικοποίηση, ευελιξία, ανταγωνιστικότητα κ.ά. οι οποίες και υποδείκνυαν τους μοναδικούς δρόμους και τα μονοπάτια της οικονομικής πολιτικής και στρατηγικής. Όλες οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ακολουθήθηκαν παγκοσμίως, διακήρυτταν τη σταθεροποίηση της οικονομίας, μέσα από τη δραστική περικοπή των δημοσίων ελλειμμάτων και τη γενικότερη συρρίκνωση του Κράτους (ιδιωτικοποιήσεις), ώστε η ανάπτυξη να στηριχτεί στις ιδιωτικές επενδύσεις και όχι στις κρατικές. Ο νεοφιλελευθερισμός επέβαλε την απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων και την αποδιάρθρωση των αγορών εργασίας. Υπονόμευσε θεμελιακούς θεσμούς του Εργατικού Δικαίου, κατέρριψε κοινωνικές κατακτήσεις και δικαιώματα των εργαζομένων, κατακτημένα με πολύχρονους αγώνες. Επέβαλε την ελαστικότητα και την επισφάλεια στην εργασία. Αποσταθεροποίησε τα εισοδήματα, την απασχόληση και τα κεκτημένα της εργασίας και βάθυνε τις κοινωνικές ανισότητες και ανισορροπίες. Θεώρησε την ανεργία ως φυσικό φαινόμενο, αναγκαία μάλιστα ως μια δεξαμενή για τις αυξομειώσεις της παραγωγής, τη μείωση των μισθών και για τον εκφοβισμό και πειθαναγκασμό των εργαζομένων.
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
29
Ο νεοφιλελευθερισμός και η οικονομική κρίση Η οικονομική κρίση απέδειξε περίτρανα τη χρεοκοπία του νεοφιλελευθερισμού, της θεωρίας της αυτορρύθμισης του οικονομικού συστήματος με την ελεύθερη αγορά και τον ανταγωνισμό. Μιας θεωρίας που οδήγησε στην ανεξέλεγκτη οικονομία της ελεύθερης αγοράς και κατέληξε στην ελεύθερη και απροκάλυπτη κερδοσκοπία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η ελεύθερη αγορά έγινε η ασύδοτη αγορά. Ο ελεύθερος ανταγωνισμός κατέληξε στην επικράτηση των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων και την αποψίλωση των μικρών επιχειρήσεων. Στην πράξη , αποδείχτηκε ότι λειτούργησε αποτελεσματικά στην συγκέντρωση του πλούτου σε πολύ λιγότερα χέρια και ευνόησε τη δημιουργία οικονομικών κολοσσών, όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η κρίση απέδειξε ότι η αδηφάγος χρηματοπιστωτική εξουσία, διακατέχεται μόνο από απληστία για κέρδη, που μετατρέπεται σε απροκάλυπτη κερδοσκοπία. Το στοιχείο αυτό βέβαια έγινε το στοιχείο αυτοκαταστροφής του νεοφιλελευθερισμού. Η νεοφιλελεύθερη αγορά απέτυχε να εκπληρώσει τις προσδοκίες για ευημερία και ανάπτυξη που καλλιέργησε σ’ όλο τον κόσμο. Ο παγκόσμιος χρηματιστικός καπιταλισμός της αγοράς υποσχέθηκε ευημερία, ειρήνη, ελευθερία, δημοκρατία, δικαιοσύνη για όλους και παντού. Παρήγαγε, αντιθέτως, ανεργία, φτώχεια, εξαθλίωση, βία, ανασφάλεια, πολέμους, μίσος, αδικία. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, σε ένα άρθρο του που δημοσιεύτηκε πριν ξεσπάσει ανοιχτά η μεγάλη κρίση, σημείωνε: «Ο νεοφιλελεύθερος φονταμενταλισμός της αγοράς υπήρξε πάντοτε μια πολιτική θεωρία στην υπηρεσία συγκεκριμένων συμφερόντων. Δεν υποστηρίχτηκε ποτέ από μιαν οικονομική θεωρία ούτε και επιβεβαιώνεται από μιαν ιστορική εμπειρία. Το να αφομοιώσουμε μια για πάντα αυτό το μάθημα
30
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
θα μπορούσε να αποκαλυφθεί ότι είναι η μικρή ακτίνα φωτός σε ένα μαύρο σύννεφο που σκιάζει ήδη την παγκόσμια οικονομία11». Στις 22 Οκτωβρίου 2008 ο «Πάπας» του νεοφιλελευθερισμού, ο Αλαν Γκρίνσπαν, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών επί 18 χρόνια, εξεταζόμενος από μια επιτροπή της Γερουσίας, είπε: «Απαρνούμαι την πίστη μου, πίστεψα στην αγορά, έκανα λάθος. Πίστευα ότι η αγορά είχε συνείδηση, ότι θα ρύθμιζε τις ανθρώπινες σχέσεις και στην πραγματικότητα δεν έγινε τίποτα από αυτά12». Σήμερα έχουμε να κάνουμε με μια παγκοσμιοποιημένη πλανητική οικονομία, στηριγμένη σε υπερεθνικές ιδιωτικές εταιρείες, που δραστηριοποιούνται έξω από το φάσμα των κρατικών νομοθεσιών και των φορολογιών και που περιορίζουν σοβαρά την ικανότητα, ακόμα και των μεγάλων κυβερνήσεων, να ελέγχουν τις εθνικές τους οικονομίες. Ο νεοφιλελευθερισμός σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης των οικονομιών υπονόμευσε εσωτερικά και εξωτερικά τα εθνικά κράτη και τα κατέστησε ανίσχυρα. Τα κράτη, είτε γιατί ιδιωτικοποίησαν μεγάλο μέρος από το δημόσιο χώρο τους, είτε γιατί εκχώρησαν σημαντικούς τομείς της κυριαρχίας τους σε υπερεθνικά κέντρα, στην ουσία περιόρισαν ουσιαστικά τα όρια της πολιτικής και εθνικής εξουσίας τους. Η διεθνής χρηματοπιστωτική «ελεύθερη αγορά» έγινε παντοδύναμη, ανεξέλεγκτη και επικυρίαρχη. Το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο δρα σήμερα σε διεθνές επίπεδο υπεράνω της πολιτικής των κρατών. Βρέθηκε πάνω από τα κράτη, πάνω από τα έθνη, πάνω από τις κοινωνίες, πάνω από τους θεσμούς και την πολιτική. Με το δανεισμό εγκλώβισε και υπόταξε ολόκληρα κράτη υποθηκεύοντας το μέλλον τους. Φτάσαμε στην εποχή του ελάχιστου και αδύναμου εθνικού Κράτους, της περιορισμένης εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας, της κηδεμονευόμενης δημοκρατίας.
3. Το εθνικό Κράτος στην εποχή της παγκοσμιοποίησης
ο «εθνικό Κράτος» αποτελεί το μεγαλύτερο θύμα της συνδυασμένης δράσης - επίδρασης της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού. Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση αποδυνάμωσε εξωτερικά και εσωτερικά το «εθνικό Κράτος» αφοπλίζοντάς το από ορισμένες σημαντικές εξουσίες του. Αποδυνάμωσε και κλόνισε τελικά, τα θεμέλια και την «κυριαρχία» του. Μέσα στη γενικευμένη διεθνοποίηση, όχι μόνο αναδιαμορφώθηκαν οι σχέσεις μεταξύ των κρατών, αλλά και οι σχέσεις μεταξύ Κράτους, πολιτικού συστήματος και κοινωνικού σώματος, στο εσωτερικό του Κράτους. Η κρατική κυριαρχία υφίσταται σημαντικές αλλοιώσεις από την παρέμβαση των υπερεθνικών θεσμών, των διεθνών οργανισμών, των διακυβερνητικών συνεργασιών, των πολυμερών δομών συνεργασίας και των περιφερειακών ολοκληρώσεων. Η πιο ολοκληρωμένη και ισχυρή περίπτωση υπερεθνικής συνεργασίας είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία σταδιακά έχει απορροφήσει και συγκεντρώσει σημαντικά τμήματα από τις εξουσίες και την κυριαρχία των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών, διαμορφώνοντας μια ξεχωριστή υπερεθνική οντότητα. Τα υπερεθνικά σχήματα στα όποία εντάσσονται τα κράτη υπαγορεύουν και πολύ συχνά επιβάλουν στις κυβερνήσεις την πολιτική τους.
Τ
32
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, την ελεύθερη αγορά και το εμπόριο άλλαξαν εκ βάθρων οι παραγωγικές δομές και κατέπεσαν τα σύνορα στην κίνηση των κεφαλαίων και των εμπορευμάτων. Οι «αόρατες» δυνάμεις της αγοράς εξασφάλισαν την ελευθερία κίνησής τους σε διεθνές επίπεδο και δρουν έξω και πάνω από κάθε δημοκρατικό θεσμό, χωρίς κανένα έλεγχο. Στο περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης, πολλές εθνικές κυβερνήσεις δεν είναι σε θέση να ελέγξουν την κατάσταση της οικονομίας τους και συνυπάρχουν με δυνάμεις που ασκούν ένα μέρος της εξουσίας. Όλη η εξουσία δεν βρίσκεται πλέον στα χέρια του Κράτους Έθνους. Ενώ το εθνικό Κράτος για δυο αιώνες διατηρήθηκε σταθερό, μέσα στα είκοσι τελευταία χρόνια, περιήλθε σε κρίση. Βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία συρρίκνωσης και υποχώρησης, χάνοντας την ικανότητά του να ελέγχει και να ρυθμίζει τις εσωτερικές του υποθέσεις και να αποφασίζει γι αυτές. Κυρίως έχασε τη ρυθμιστική του ικανότητα σε παραδοσιακούς τομείς της πολιτικής του, όπως της οικονομίας και της κοινωνικής πολιτικής. Η αποχή από οποιοδήποτε κρατική παρέμβαση στο πεδίο της οικονομίας και η εξασφάλιση πλήρους ελευθερίας στην αγορά, μοιάζει μονόδρομος σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον. Η υποχώρηση της κρατικής κυριαρχίας συνεπάγεται τον περιορισμό της λαϊκής κυριαρχίας με την έννοια ό,τι οι αντιπρόσωποι του λαού στερούνται την δυνατότητα να ρυθμίζουν αποκλειστικά τις εσωτερικές υποθέσεις και να διαμορφώνουν πολιτικές σε σημαντικούς τομείς. Η ρυθμιστική λειτουργία των εθνικών κυβερνήσεων τείνει έτσι να καταστεί, στους τομείς οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, περισσότερο ονομαστική παρά ουσιαστική. Το ίδιο συμβαίνει, με διαφορετική όμως ένταση και σε άλλους τομείς πολιτικής. Με τον περιορισμό των εξουσιών και της κυριαρχίας του Κράτους αποδυναμώθηκε και περιθωριοποιήθηκε η δημοκρατία και το θεμέλιό της, η λαϊκή κυριαρχία. Η εθνική πο-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
33
λιτική κοινότητα γίνεται ολοένα και περισσότερο πιο αδύναμη να αποφασίζει κυριαρχικά και να αυτοκαθορίζεται πολιτικά. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως μετάβαση από την «πλήρη» στη «ελλειμματική» κρατική και λαϊκή κυριαρχία.
Το Ελάχιστο Κράτος Οι νεοφιλελεύθεροι αντιμετώπισαν το Κράτος με καχυποψία και εχθρότητα. Στη θεωρία τους υποστηρίζουν τον περιορισμό των λειτουργιών του στην εξασφάλιση της εσωτερικής τάξης, της εθνικής ασφάλειας και της τήρησης των συμβολαίων που συνάπτουν οικειοθελώς οι ιδιώτες- πολίτες. Υποστήριξαν την συρρίκνωση του Κράτους στο ελάχιστο επίπεδο και έθεσαν ως στόχο το «ελάχιστο κράτος». Οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού (Φ. Χάγιεκ, Μ. Φρίντμαν, κ.ά.) υποστήριξαν ότι «ο μηχανισμός της ελεύθερης αγοράς, είναι ένας μη εξουσιαστικός συντονιστικός μηχανισμός (!) ο οποίος αποτελεί τη βάση για μια γνήσια φιλελεύθερη δημοκρατία. Το Κράτος πρέπει να περιορίζεται στην άσκηση του δημοκρατικού ελέγχου που διασφαλίζει την ελευθερία της αγοράς». Ο αυστριακός Φρίντριχ φον Χάγιεκ από πολύ νωρίς έθεσε στο στόχαστρό του το εθνικό Κράτος13. Η ιδέα του για το «ελάχιστο κράτος», «από το οποίο έχει αφαιρεθεί η δυνατότητα οικονομικής παρέμβασης» και η θέση του ότι «η αγορά έχει πάντα δίκιο», έγιναν πολιτικά δόγματα που εξαπλώθηκαν σ’ όλο τον κόσμο. Κατά την άποψή του Μίλτον Φρίντμαν, μοναδικός ρόλος του Κράτους είναι να «προστατεύει την ελευθερία μας από τους εξωτερικούς εχθρούς, αλλά και από τους ίδιους τους συμπολίτες μας. Χάρη στο Κράτος βασιλεύουν ο νόμος και η τάξη, υπάρχει σεβασμός των ιδιωτικών συμφωνιών και διευκολύνεται ο ανταγωνισμός.»14 Ο νεοφιλελευθερισμός θεοποίησε την Αγορά και δαιμονοποίησε το Κράτος. Σύνδεσε την αγορά με τις έννοιες της
34
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
ελευθερίας, της ατομικότητας, της ευελιξίας, της καινοτομίας, του εκσυγχρονισμού, της ανάπτυξης, της επιχειρηματικότητας, ακόμη και της άμεσης δημοκρατίας (της αγοράς) και ενοχοποίησε την κρατική παρεμβατικότητα, η οποία στο όνομα της αναδιανομής του πλούτου και της «κοινωνικής δικαιοσύνης» θεωρήθηκε ως «η μήτρα κάθε κακού»(!). Οι νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί αφού αναγόρευσαν σε αξίωμα ό,τι κάθε τι το δημόσιο είναι ζημιογόνο για τους φορολογούμενους πολίτες, ενώ κάθε τι το ιδιωτικό είναι συμφέρον και με το επιχείρημα ότι οι υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει «η αγορά» είναι καλύτερες (φθηνότερες-ποιοτικότερες) ή προτιμότερες από τις υπηρεσίες που προσφέρει το Κράτος, προέβησαν στην αποξήλωση του δημοσίου και την ιδιωτικοποίηση του. Οι περισσότερες κυβερνήσεις, στις δυτικές χώρες, με το μανδύα του εκσυγχρονισμού, περιόρισαν το «βάρος» και το ρόλο του δημοσίου, ιδιωτικοποιώντας τα πάντα. Έτσι εμπορευματοποιήθηκαν τα δημόσια αγαθά, ιδιωτικοποιήθηκε μεγάλο μέρος του δημόσιου χώρου και απογυμνώθηκε το Κράτος από πόρους και μηχανισμούς.
Η ιδιωτικοποίηση του Κράτους Το βιβλίο των David Osborne & Ted Gaebler (1993), με τον τίτλο “Re-inventing the Government”, απετέλεσε τη «Βίβλο» για τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα» που αναλήφθηκαν από τις περισσότερες κυβερνήσεις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια15. Η κεντρική ιδέα των προτάσεων των Osborn και Gambler ήταν: Η κακοδαιμονία της δημόσιας διοίκησης οφείλεται κατά κύριο λόγο στο «μονοπωλιακό» χαρακτήρα των δημοσίων υπηρεσιών, που λειτουργούν με κρατική οικονομική υποστήριξη και στη συνεπαγόμενη παντελή έλλειψη ανταγωνισμού, στην προσφορά αυτών των υπηρεσιών. Ένα «μονοπώλιο» των δημοσίων υπηρεσιών που επιβάλλεται με νομοθετικές (ή και συνταγματικές) ρυθμίσεις, όπως για πα-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
35
ράδειγμα, συμβαίνει στην Ελλάδα με την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων μπορεί να επιδιωχθεί -κατά τους νεοφιλελεύθερους- μέσω της «επανίδρυσης του κράτους», με την εισαγωγή ανταγωνιστικών συνθηκών στις δημόσιες υπηρεσίες, επιχειρήσεις και οργανισμούς. Στο πλαίσιο αυτό, κάποια δραστηριότητα που μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε ως «δημόσια υπηρεσία» ιδιωτικοποιείται. Μετατρέπεται σε ξεχωριστή επιχείρηση και λειτουργεί σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, στο οποίο έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν και άλλες επιχειρηματικές μονάδες. Σε περίπτωση που δεν επιλέγεται η ιδιωτικοποίηση, οι δημόσιες επιχειρήσεις θα πρέπει ανταγωνίζονται με ιδιωτικές επιχειρήσεις για την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών. Η «επανίδρυση του κράτους» ορίστηκε ως «η έναρξη μιας διαδικασίας για τη θεμελίωσή του εξ αρχής σε νέες βασικές αρχές, με στόχο τη δημιουργία ενός νέου Κράτους που θα λειτουργεί πιο αποτελεσματικά, θα συμβάλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της οικονομίας και της κοινωνίας και ταυτόχρονα θα κοστίζει λιγότερο». Σε περιπτώσεις όπου οι υπηρεσίες που προσφέρονται σε συγκεκριμένους κλάδους είναι μεγάλης σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, ή όπου υπάρχουν τάσεις για την ανάπτυξη μονοπωλιακών καταστάσεων δημιουργούνται ρυθμιστικές αρχές. Οι αρχές αυτές εφαρμόζουν πολιτικές με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού και την προστασία του κοινωνικού συνόλου από αθέμιτες πρακτικές. Η νεοφιλελεύθερη επιχειρηματολογία για το νέο “λιγότερο Κράτος”, προβάλει ως κεντρική επιδίωξη, την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των φορολογουμένων πολιτών (που είναι και οι βασικοί χρηματοδότες της δημόσιας υπηρεσίας) και αποκρύπτει το γεγονός της εκποίησης του δημόσιου χώρου, την ιδιωτικοποίηση του Κράτους και την παράδοσή του στην κερδοσκοπική αγορά. Η διοίκηση -για τους νεοφιλελεύθερους- παράγει διάφορους τύπους προϊόν-
36
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
των-υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο συναλλαγής. Οι πολίτες θεωρούνται πελάτες-καταναλωτές δημόσιων υπηρεσιών και αγαθών, αδιαφορώντας για το ποιος και πως τα παράσχει.
Το Κράτος καλά κρατεί; Η παγκοσμιοποίηση μπορεί να μεταβάλλει ορισμένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του εθνικού Κράτους αλλά δεν έχει έρθει ακόμα το τέλος του. Το εθνικό Κράτος, εξακολουθεί να υπάρχει και να αποτελεί τον μοναδικό και κυρίαρχο χώρο για την οργάνωση και την αυτοδιάθεση μιας πολιτικής κοινότητας. Εκείνο που φαίνεται να μεταβάλλεται είναι το πολιτικό και θεσμικό περιεχόμενο των προσανατολισμών του. Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης διαγράφει νέα δεδομένα για τη λειτουργία του Κράτους και την προοπτική του. Κρίσιμη και επιτακτική αναδεικνύεται η αναζήτηση νέων όρων μιας ριζικής μεταρρύθμισης, η οποία θα επιχειρήσει να καλύψει τα ελλείμματα στη ρυθμιστική ικανότητα και τη νομιμότητα που παρατηρούνται στο εθνικό Κράτος. Ο δημόσιος χώρος και οι εξουσίες μετεξελίσσονται ρευστοποιούνται, διαχέονται και επιμερίζονται σε διάφορα κέντρα εξουσίας, εθνικά και υπερεθνικά, κρατικά και ημικρατικά, δημόσια ή και ιδιωτικά. Διαμορφώνονται έτσι νέες, περισσότερο πολύπλοκες και σύνθετες καταστάσεις και συνθήκες στην λειτουργία του Κράτους και των θεσμών της δημοκρατίας. Η κατάσταση αυτή οδηγεί στην αναζήτηση νέων θεσμικών μοντέλων για την οργάνωση της πολιτικής κοινωνίας και σε ριζοσπαστικότερα αιτήματα για «εκδημοκρατισμό της δημοκρατίας». Τα κράτη και οι κοινωνίες καλούνται στην σύγχρονη εποχή να ξαναοικοδομήσουν ή/και να ανακτήσουν την πολιτική εξουσία που έχουν χάσει. Ζητήματα που θα δούμε στην συνέχεια.
4. Η γιορτή της «Δημοκρατίας»
Ο λόγος περί Δημοκρατίας, από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην καθιερωμένη ομιλία του ενώπιον της πολιτικής ηγεσίας της Χώρας (24-7-2009), στην επέτειο των 35 χρόνιων από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας -μετά την επταετή δικτατορία-, έθεσε στο επίκεντρο του λόγου του τα προβλήματα του «δημοκρατικού» πολιτικού μας συστήματος. Μίλησε για την «κρίση εμπιστοσύνης» των πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα, που επιβεβαιώθηκε όπως είπε και πρόσφατα με την μεγάλη αποχή στις ευρωεκλογές. Τόνισε ό,τι «η κρίση εμπιστοσύνης του κόσμου στο πολιτικό σύστημα είναι βαθιά. Όχι μόνο, γιατί κάποιοι εκπρόσωποι του λαού χρησιμοποιούν την πολιτική ως εφαλτήριο για τρυφηλή ζωή, ούτε επειδή διαχρονικές παθογένειες στη δημόσια διοίκηση παραμένουν ζωντανές. Η κρίση είναι βαθιά κυρίως επειδή έχει τρωθεί ο αξιακός κώδικας. Κάθε είδους διευκολύνσεις και πελατειακές συμπεριφορές έχουν νομιμοποιηθεί ηθικά, ενώ η επιτυχία αντιμετωπίζεται συχνά ως εξαιρετική ικανότητα ακόμη και αν επήλθε αναξιοκρατικά» και προσέθεσε: «Επειδή φαινόμενα δεκαετιών εμποδίζουν την πρόοδο της Χώρας, χρειαζόμαστε επανακαθορισμό των κανόνων: Τι είναι σωστό και τι λάθος, πού βρίσκεται το δίκαιο και πού το άδικο, τι ενώνει το ατομικό με το συλλογικό συμφέρον, πώς ορίζεται ο κοινωνικός πολιτισμός, ποιες αξίες επιζητούμε και θαυμάζουμε, τι κόσμο τελικά θέλουμε να παρα-
Ο
38
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
δώσουμε στα παιδιά μας». Αναφερόμενος στην οικονομική κρίση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκανε λόγο για «δύσκολη οικονομική συγκυρία», που απειλεί «την κοινωνική συνοχή στον ανεπτυγμένο κόσμο», προκαλεί ανασφάλεια και «εγκυμονεί κοινωνικές εκρήξεις». «Ζούμε το τέλος μιας εποχής. Το κυρίαρχο μοντέλο οργάνωσης της οικονομίας αμφισβητείται εκ των πραγμάτων, την ώρα που δεν προβάλλεται με ολοκληρωμένο και αποτελεσματικό τρόπο η εναλλακτική πρόταση. Πρόταση για μια ανάπτυξη ενάντια στη φτώχεια, τον αποκλεισμό, την ανεργία, ιδίως των νέων», και συνέχισε: «Μια βεβαιότητα υπάρχει: Ότι η κοινωνική συνοχή στον ανεπτυγμένο κόσμο απειλείται, ότι η ανασφάλεια των πολλών προκαλεί φοβικά σύνδρομα και εγκυμονεί κοινωνικές εκρήξεις…» Η μεταπολιτευτική περίοδος κλείνει και το πολιτικό οικοδόμημά της βρίσκεται σε σοβαρή κρίση. «Ποτέ άλλοτε το αντιπροσωπευτικό σύστημα διακυβέρνησης δεν ήταν στην ουσία του, στις συνειδήσεις των Ελλήνων πολιτών, τόσο ηθικά και πολιτικά απαξιωμένο. Ποτέ άλλοτε και για τόσο μακρύ διάστημα δεν ήταν το πολιτικό κλίμα, τόσο νοσηρό, αλλά και τόσο ορφανό από πολιτική ελπίδα, από την πίστη ότι κάτι μπορεί και πρέπει να αλλάξει.» (Μανιτάκης Α.) Έχομε να κάνομε με μια πολύμορφη και εκτεταμένη κρίση του πολιτικού συστήματος, που τα καλύπτει όλα: πολιτικές, αξίες, θεσμούς και λειτουργίες του κεντρικού πολιτικού συστήματος και του βασικού θεσμού του που είναι το κόμμα. Υπάρχει μια γενικευμένη «κρίση πολιτικής εμπιστοσύνης» η οποία έχει βάθος και απειλεί με απονομιμοποίηση όλους τους θεσμούς. Για μια κρίση που θίγει τα ίδια τα ηθικά θεμέλια της πολιτικής. Οι πολίτες δεν εμπιστεύονται πια τις κυβερνήσεις και τις Αρχές τους και αμφισβητούν πολύ εύκολα τη δημοκρατική νομιμότητά τους. Το πρόβλημα της Χώρας δεν είναι μόνο πολιτικό, αλλά είναι και θεσμικό. Με την ευρύτερη έννοια του όρου, το πρόβλημα της Χώρας είναι πολιτειακό. Το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις της κοι-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
39
νωνίας και των καιρών. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα πολιτικής έκφρασης και αντιπροσώπευσης της κοινωνίας.
Η κρίση της πολιτικής Έχει υπονομευτεί το ηθικό θεμέλιο της πολιτικής, που ορίζεται από τον κύριο σκοπό της: την υπεράσπιση του γενικού συμφέροντος και τη διαχείριση των δημόσιων αγαθών. Ο νεοφιλελευθερισμός έδωσε και εδώ, τη χαριστική βολή. Σκοπός των κυρίαρχων πολιτικών, έγινε η εκποίηση των δημόσιων αγαθών, η ιδιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου. «Κανείς σήμερα δεν πιστεύει πως η πολιτική είναι πράγματι η διαχείριση του γενικού συμφέροντος και η προστασία των δημοσίων αγαθών. Όλοι έχουν πια πειστεί ότι η πολιτική είναι μια ιδιωτική υπόθεση. Ότι η πολιτική είναι μια ιδιοτελής υπόθεση» (Βενιζέλος Ευ.). Η αποχή των πολιτών από την πολιτική ερμηνεύεται ως ένα φαινόμενο απολιτικοποίησης της κοινωνίας, αδιαφορίας για τα κοινά, αδιαφορίας των πολιτών για τη διαχείριση των κοινών υποθέσεών του. Πιθανόν ένα μέρος της αποχής στις εκλογές να οφείλεται σε τέτοιες απολιτικές συμπεριφορές. Υπάρχει όμως και μια διαφορετική ερμηνεία που θεωρεί ότι η αποχή έχει πολιτικό περιεχόμενο και αποτελεί πολιτική πράξη με πολυσήμαντο μήνυμα. Πράγμα που είναι τελείως διαφορετικό ή αντίθετο με την απολιτική παθητική συμπεριφορά. Το κοινωνικό-εκλογικό σώμα εκφράζει την απαξία του απέναντι στις παραδοσιακές πρακτικές πολιτικής συμμετοχής και κομματικής ή άλλης χειραγώγησης. Η αποχή περισσότερο εκφράζει μια πράξη γενικότερης περιφρόνησης προς το πολιτικό σύστημα και όλες τις πολιτικές δυνάμεις που συμμετέχουν, ανεξάρτητα αν ευθύνονται ή όχι για τα προβλήματα του. Ο πολίτης αμφισβητεί την ιδιοποίηση της πολιτικής από τα κόμματα και τους εξωθεσμικούς μηχανισμούς (ΜΜΕ κτλ) και αρνείται να νομιμοποιήσει το πολιτικό σύστημα με τη συμμετοχή του στις εκλογές.
40
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Ένα μέρος του κοινωνικού -εκλογικού- σώματος που εμφανίζει τέτοιες συμπεριφορές, υποδεικνύει το δρόμο μιας διαφορετικής πολιτικής σχέσης, η οποία δεν αποσκοπεί στην αποκατάσταση της «εμπιστοσύνης» προς την πολιτική τάξη, αλλά στη μετατόπιση του κέντρου βάρους της πολιτικής στην κοινωνία. Το τμήμα αυτό της κοινωνίας βλέπει ότι το πολιτικό σύστημα βρίσκεται έξω και πάνω από τη κοινωνία και ότι αυτή δεν μπορεί ούτε να το φτάσει, ούτε να το επηρεάσει, ούτε να το αλλάξει και καταλήγει στο «να μην το νομιμοποιήσει» συμμετέχοντας σε εκλογικές διαδικασίες. Ένα άλλο μέρος του κοινωνικού -εκλογικού- σώματος έχει πάψει να ελπίζει ότι τα ατομικά του προβλήματα θα βρουν τη λύση τους μέσα από συνολικές ρυθμίσεις και μέσα από συλλογικές διαδικασίες, γι’ αυτό απέχει γενικά από την πολιτική και αναζητεί τον «ιδιωτικό» δρόμο για να τα αντιμετωπίσει. Η παρατηρούμενη ρευστότητα στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών αιτιολογείται από την αποδόμηση των παραδοσιακών κομματικών συνταυτίσεων και στοιχίσεων. Εκφράζει τη διαρκώς ογκούμενη αμφισβήτηση της κοινωνίας στο Κράτος και τα πολιτικά κόμματα. Στα κόμματα προσάπτει την κατηγορία ότι αντί να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, διαπλέκονται και συνεταιρίζονται με ισχυρά οικονομικά ή επικοινωνιακά συμφέροντα και νέμονται το δημόσιο χώρο. Το Κράτος κατηγορείται ότι μεταβάλλεται σε λεία του κομματικού συστήματος και της αγοράς, απεμπολώντας τον προορισμό του. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης τα πολιτικά κόμματα συμπεριλαμβανομένων και των σοσιαλιστικών και αριστερών έχασαν τη σχέση τους με την κοινωνία και σήμερα συγκροτούνται ως μηχανισμοί εξουσίας και μόνο. Δυσκολεύονται να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των λαϊκών στρωμάτων και ιδιαίτερα των νέων. Όλα τα κόμματα ταλανίζονται από βαθιές εσωτερικές διαιρέσεις, που προκαλούνται όχι μόνον από ηγετικές φιλοδοξίες και προσωπικές αντιπαλότητες, αλλά και από βαθύτερες ιδεολογικές και
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
41
στρατηγικές ταλαντεύσεις και αμφισημίες. Οι κοινωνίες δεν διαχωρίζουν τα κόμματα που κυβερνούν και έχουν ευθύνες για την κατάσταση κάθε Χώρας, από τα κόμματα που δεν κυβερνούν και δεν έχουν ευθύνες. Όλα τα κόμματα -ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους θέσεις- θεωρούν ότι συγκροτούν και συμμετέχουν με κατανεμημένους ρόλους, σ’ ένα «όχι δημοκρατικό» πολιτικό σύστημα. Σ’ αυτές τις συνθήκες, η σοσιαλδημοκρατία όσο και η αριστερά, αδυνατούν να επεξεργασθούν και να διατυπώσουν μια υποτυπώδη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Η σοσιαλδημοκρατία παραμένει δέσμια του νεοφιλελεύθερου πλαισίου πολιτικής που υιοθέτησε τα τελευταία χρόνια και η αριστερά αδυνατεί να διατυπώσει συγκροτημένο προγραμματικό λόγο. Η κρίση της πολιτικής μετατρέπεται σε κρίση της δημοκρατίας. Και η κρίση της δημοκρατίας με τη σειρά της μετατρέπεται σε κρίση κοινωνικής αυτοσυνειδησίας. Έχει τρωθεί ο αξιακός κώδικας της κοινωνίας, λέει ο Πρόεδρος. Η κρίση αυτή συνδέεται με εκτεταμένα φαινόμενα ανομίας και ηθικής νομιμοποίησης κάθε είδους «διευκολύνσεων και πελατειακών συμπεριφορών». Η κοινωνία φαίνεται ότι έφτασε στο σημείο να αποδέχεται ως κάτι φυσικό, να αδιαφορεί ή και να συμβιβάζεται σε καταστάσεις έκπτωσης του δημόσιου βίου, αφού δεν βλέπει από πουθενά, προοπτική ουσιαστικής αντιμετώπισης των φαινομένων αυτών. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε ξανά για πολιτική, εάν θέλουμε να διαφυλάξουμε την ουσία της δημοκρατίας, πρέπει να τα ξαναδούμε όλα από την αρχή. Να δούμε χωρίς συμπλέγματα, τη διαχείριση του γενικού συμφέροντος, τη λειτουργία των θεσμών και την μεταρρύθμισή τους. Το μείζον ζήτημα εστιάζεται στην ανάγκη μιας συνολικότερης επανεξέτασης των παραδοσιακών βεβαιοτήτων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας πρέπει να αντιμετωπιστεί στο δικό της επίπεδο, πολιτικά και θεσμικά.
5. Άμεση και έμμεση δημοκρατία
Αχρείοι πολίτες ή αχρείοι πολιτικοί; ετά τις ευρωεκλογές του 2009, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κ. Θόδωρος Πάγκαλος χαρακτήρισε ρεμάλια16 τους πολίτες που προτίμησαν την αποχή και δεν ψήφισαν στις ευρωεκλογές. Τον ακολούθησαν και άλλοι βουλευτές, οι οποίοι, προκειμένου να στιγματίσουν ηθικά και πολιτικά το φαινόμενο της μαζικής αποχής από τις εκλογές και έτσι να προκαλέσουν τα ανάλογα ενοχικά σύνδρομα σε όσους δεν άσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα, επικαλέστηκαν την πασίγνωστη θέση που διατυπώνει ο Θουκυδίδης στον Επιτάφιο του Περικλή, ότι «όσοι δεν μετέχουν στα κοινά της πόλης δεν θεωρούνται απλώς απράγμονες, αλλά άχρηστοι17». Δεν υπήρχε μεγαλύτερη «ύβρις» και διαστροφή νοήματος στο λόγο του Θουκυδίδη, για να στιγματιστεί η αποχή. Φαίνεται ότι οι βουλευτές, ήθελαν να πουν ό,τι τα πολιτεύματα στην αρχαία (κλασσική) Αθήνα και στην σημερινή Ελλάδα είναι παράλληλα και αντίστοιχα ό,τι οι πολίτες τότε και σήμερα είχαν και έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, την ίδια συμμετοχή στην διακυβέρνησή τους και ό,τι υπάρχει μια ευθεία αναλογία του αχρείου πολίτη των Αθηνών, με τους σημερινούς πολίτες που απείχαν από τις ευρωεκλογές. Στην κλασική Αθήνα, όλοι οι πολίτες, είχαν το ιστορικά μοναδικό δικαίωμα να συμμετέχουν με απόλυτη ισοτιμία στην διακυβέρνηση της πόλης τους, με τρόπο άμεσο και
Μ
44
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
ενεργό (Θουκυδίδης στον «Επιτάφιο»). Ήταν φυσικό λοιπόν να θεωρούνται άχρηστοι οι πολίτες εκείνοι που είχαν τέτοιου είδους δικαιώματα και δεν τα ασκούσαν, αλλά ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την ιδιωτική τους ζωή (ιδιώτες). Σήμερα όμως ποιος είναι αυτός που μπορεί στα σοβαρά να ισχυριστεί ότι οι πολίτες έχουν τέτοια δικαιώματα και δεν τα ασκούν; Να συμμετέχουν δηλαδή άμεσα στην διακυβέρνηση της Χώρας τους; Οι σημερινοί πολίτες δεν μπορούν να είναι αχρείοι, όπως οι ιδιώτες της κλασικής Αθήνας, μιας και το πολιτικό σύστημα, δεν τους παρέχει καμιά ουσιαστική χρησιμότητα και δυνατότητα, όχι μόνο συμμετοχής, αλλά και πρόσβασης στα κέντρα εξουσίας.
Αρχαία και σύγχρονη «δημοκρατία», σχέσεις και διαφορές. Κατά την αρχαιοελληνική πολιτική θεωρία το πολίτευμα της πόλης ορίζεται από το ποιος έχει την εξουσία, την κυριαρχία στην πόλη, το «κύριον της πόλης». Στη δημοκρατία το «κύριον της πόλης» είναι ο κυρίαρχος λαός της πόλης18, ο δήμος, ο οποίος ασκεί την κυριαρχία του, σε όλες τις μορφές εξουσίας19. Αυτή τη σημασία έχει άλλωστε και ο όρος δημοκρατία: το κράτος του δήμου, η κυριαρχία του δήμου. Ο δήμος βρισκόταν στο κέντρο των πάντων. Η πολιτική δραστηριότητα άρχιζε και κατέληγε σ’ αυτόν. Η εξουσία δεν βρισκόταν στα χέρια των ολίγων (ολιγαρχία), αλλά διαχεόταν στον δήμο, στην κοινότητα των πολιτών και ασκούνταν άμεσα απ όλους, χωρίς αντιπροσώπους ή άλλους διαμεσολαβητές. Το πολίτευμά μας, λέει ο Περικλής ονομάζεται δημοκρατία, γιατί η πόλη κυβερνάται από τους πολλούς και όχι από τους ολίγους20. Να σημειώσουμε εδώ, ότι οι αρχαίοι μας συσχέτιζαν (παρ)ετυμολογικά τη λέξη πόλις με το πολλοί (οι, εν. πολύς). Στην βάση του δήμου εξασφαλιζόταν η πολιτική ισότητα
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
45
των ελεύθερων ανθρώπων να πολιτεύονται στις δημόσιες υποθέσεις21, με τον λόγο και την ψήφο τους. Η αθηναϊκή δημοκρατία δεν απέβλεπε στην εξάλειψη των κοινωνικών ή οικονομικών ανισοτήτων, αλλά στην εγκαθίδρυση ενός συστήματος πολιτικής ισότητας το οποίο δεν θα στηριζόταν στην αρχή των ίσων δικαιωμάτων (ισομοιρία), αλλά σε τρεις άλλες σημαντικότατες αρχές: την ισονομία, την ισοτιμία και την ισηγορία. Στην Πολιτεία των Αθηναίων, κατά την αναφορά του Θουκυδίδη, ο Δήμος είναι «αυτόνομος, αυτόδικος και αυτοτελής». Ως αυτόνομος, δίδει ο ίδιος τούς νόμους στον εαυτό του. Όλοι οι πολίτες είναι ίσοι μπροστά στο νόμο (ισονομία). Ως αυτόδικος, έχει την δικαστική εξουσία στα χέρια του και αποφασίζει για όλες τις αμφισβητήσεις που είναι δυνατό να προκύψουν. Και κυρίως, ως αυτοτελής, ο Δήμος αυτοκυβερνάται. Οι βασικές αποφάσεις της πολιτικής ζωής της κοινότητας, παίρνονται από την Εκκλησία του Δήμου. Η δημοκρατία προσέδωσε συγκεκριμένο περιεχόμενο στην έννοια του «πολίτη». Το περιεχόμενο της καθορίστηκε από την δυνατότητα άμεσης συμμετοχής στην πολιτική ζωή και στην άσκηση της εξουσίας σ’ όλες τις μορφές της. Κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να διοικεί, να αποφασίζει και να δικάζει. «Πολίτης» με την απόλυτη έννοια του όρου είναι αυτός που μπορεί να γίνει και άρχοντας και δικαστής22, που μπορεί να κυβερνά και να κυβερνάται23. Η άμεση και ενεργός συμμετοχή πραγματοποιείται δια μέσου των θεσμών και των διαδικασιών, που δημιούργησε η ίδια η δημοκρατική κοινωνία. Η κλήρωση είναι αυτή που επιτρέπει κυρίως την εναλλαγή όλων των πολιτών στην εξουσία. Όλοι οι πολίτες άνω των 18 ετών συμμετέχουν απ’ ευθείας και αυτοπροσώπως στη λειτουργία της πόλης και στη διαμόρφωση της πολιτικής, χωρίς κανένα περιορισμό. Η Αθηναϊκή δημοκρατία είναι άμεση, συμμετοχική και διαλογική. Στην Εκκλησία του Δήμου, πριν την τελική απόφαση, η σημαντικότερη, συλλογική λειτουργία είναι ο λόγος,
46
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
ο αντίλογος, ο διάλογος. Ο δήμος στις αποφάσεις του υιοθετεί εκείνες που εκτιμούνται πιο σωστές, μέσα από τη διαδικασία του λόγου και αντιλόγου και της πολύπλευρης εξέτασης των ζητημάτων που τίθενται. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν το πρώτο και το τελευταίο πολίτευμα που συνταυτίστηκε το άρχειν και το άρχεσθαι, οι κυρίαρχοι και οι κυριαρχούμενοι, οι εξουσιάζοντες και οι εξουσιαστές.
Δημοκρατία στη νεώτερη εποχή Στη νεώτερη εποχή, η δημοκρατία συνοδεύεται από ένα πλήθος επιθετικών προσδιορισμών έτσι ώστε να εννοείται ότι υπάρχουν πολλά είδη και εκδοχές δημοκρατίας, όπως: αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική, προεδρική, λαϊκή, μαζική, κοινωνική, σοσιαλιστική, οικονομική, φιλελεύθερη, συμμετοχική, διαβουλευτική κτλ. Στην κυριολεξία όμως μια μόνο μορφή δημοκρατίας υπάρχει και είναι η «άμεση δημοκρατία», η οποία εδράζεται στην αρχή ότι η κυριαρχία ασκείται από όλους τους πολίτες (από τον κυρίαρχο λαό της πόλης) με άμεσο τρόπο. Όλες οι άλλες, επομένως, μορφές «δημοκρατίας» δεν αποτελούν παρά εκδοχές, από λίγο ως πολύ, μιας νοθευμένης «άμεσης δημοκρατίας». Ορισμένες δε μορφές χρησιμοποιούν το όνομα «δημοκρατία» για να κρύψουν την «ολιγαρχία», την διακυβέρνηση δηλαδή από τους ολίγους. Στην εποχή μας, η επικρατούσα μορφή πολιτεύματος στα δυτικά κράτη, είναι η έμμεση ή η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Το πολίτευμα αυτό άντλησε μια σειρά από δημοκρατικά στοιχεία από την αρχαιότητα, πράγμα όμως που για ορισμένους πολιτικούς φιλοσόφους δεν είναι αρκετό για να χαρακτηριστεί «δημοκρατία» με την πραγματική έννοια και χαρακτηρίζεται ως «δημοκρατική ολιγαρχία» (Καστοριάδης κ.α). Στην νεώτερη εποχή, με την δημιουργία των κρατών
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
47
εθνών και την αλλαγή κλίμακας στις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες αναπτύχθηκε το αντιπροσωπευτικό σύστημα διακυβέρνησης. Το Κράτος-Έθνος σε σχέση με την αρχαία πόλη-κράτος καλύπτει πολύ μεγαλύτερη εδαφική επικράτεια, διαθέτει πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό και καλείται να ρυθμίσει πιο μεγάλα και πολυσύνθετα προβλήματα, τα οποία δεν μπορεί να τα διαχειριστεί με την άμεση δημοκρατία. Βέβαια, η αρχαία ελληνική πόλη δεν μπορεί να θεωρηθεί Κράτος με την έννοια που έχει ο όρος σήμερα, δηλαδή την έννοια ενός μηχανισμού ανεξάρτητου από την κοινωνία. Τότε δεν υπήρχε «Κράτος», αλλά «Πολιτεία». Μέσα στην «Πολιτεία», την εκτέλεση των αποφάσεων, ασκούσε ένας τεχνικο-διοικητικός μηχανισμός, ο οποίος δεν κατείχε σχεδόν καμία εξουσία. Η κυβερvητική εξουσία που δεν ήταν «εκτελεστική» (όπως συγχέεται σήμερα) βρισκόταν στα χέρια της Εκκλησίας του Δήμου. Ο κυρίαρχος λαός της δημοκρατικής πόλης, ασκούσε την κυριαρχία του άμεσα, σε όλες τις μορφές εξουσίας. Θεμελιακό στοιχείο κατά τον Αριστοτέλη για το πολίτευμα είναι το «κύριον», ποιος είναι δηλαδή κυρίαρχος της πόλης24. Το στοιχείο αυτό «της κυριαρχίας» του αρχαίου δημοκρατικού πολιτεύματος μεταφυτεύτηκε στα συντάγματα της εποχής μας. Σε αντιστοιχία με την Αθηναϊκή δημοκρατία, στην οποία το «κύριον της πόλης» είναι ο κυρίαρχος λαός της πόλης, -ο δήμος-, ο οποίος ασκεί την κυριαρχία του σε όλες τις μορφές εξουσίας, στα νεότερα κράτη-έθνη δημοκρατία θεωρείται το πολίτευμα της κυριαρχίας του λαού, όπου η κυριαρχία ασκείται δια του Συντάγματος και των νόμων. Σήμερα «δημοκρατικές» αυτοαποκαλούνται σχεδόν όλες οι χώρες του πλανήτη, επικαλούμενες την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Για την νεότερη ελληνική Πολιτεία, το Σύνταγμα της Επαναστατικής περιόδου του 1827, στο άρθρο 5 όριζε: «Η Κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος, πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού». Το Έθνος αναγνωρί-
48
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
στηκε, από το Σύνταγμα ως «κυρίαρχο» και σ’ αυτό ανήκε η κυριαρχία. Αργότερα αντικαταστάθηκε η εθνική με τη λαϊκή κυριαρχία, και ως «κύριον» της Πολιτείας θεωρείται ο ελληνικός λαός: «όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα» (άρθρο 1 παρ. 3Σ). Το άλλο όμως θεμελιακό στοιχείο της αθηναϊκής δημοκρατίας που δεν μεταφυτεύθηκε στα σύγχρονα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα των εθνικών κρατών, ήταν η αμεσότητα έκφρασης και καταγραφής της βούλησης των πολιτών σε κάθε ζήτημα. Στο κοινοβουλευτικό αντιπροσωπευτικό σύστημα η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά εξαντλείται στις εκλογές με την επιλογή κόμματος και την εκλογή βουλευτών. Ο δημοκρατικός χαρακτήρας του σύγχρονου αντιπροσωπευτικού συστήματος θεωρείται ότι αποκτάται από την συμμετοχή των πολιτών στην εκλογή αντιπροσώπων, μέσω ανταγωνιστικής διαδικασίας μεταξύ κομμάτων ή παρατάξεων. Στις εκλογές συμμετέχουν όλοι οι πολίτες με ισοδύναμη ψήφο. Η λογοδοσία θεωρείται ότι εξασφαλίζεται κατά την περιοδική εκλογή των αντιπροσώπων. Η εξουσία ασκείται μέσω εκλεγμένων αντιπροσώπων, οι οποίοι εκφράζουν τη λαϊκή κυριαρχία και τα καλώς νοούμενα συμφέροντα των πολιτών. Οι αρχαίοι δεν γνώριζαν την σύγχρονη έννοια της αντιπροσώπευσης του λαού, όπως δεν τη γνώριζαν και οι νεότεροι πολιτικοί φιλόσοφοι μέχρι και τον Ρουσσώ. Δεν την είχαν αντιμετωπίσει καν ως πολιτική δυνατότητα, δεδομένου ότι θεωρούσαν πως κανείς δεν μπορεί να αντιπροσωπεύσει τον πολίτη στην Εκκλησία του Δήμου. Επίσης δεν θεωρούσαν ότι στη Δημοκρατία εκλέγονται άρχοντες εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις. Η επιλογή των αξιωματούχων γινόταν με κλήρωση. Ό Αριστοτέλης, τοποθετεί την εκλογική διαδικασία στους αριστοκρατικούς θεσμούς, καθώς η διαδικασία αυτή σημαίνει την εκλογή των αρίστων. Μια άλλη λοιπόν βασική διαφορά ανάμεσα στην αρχαία ελληνική δημοκρατία και στις δημοκρατίες της εποχής μας
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
49
αποτελεί ο θεσμός της αντιπροσώπευσης. Η «αντιπροσώπευση» είναι η μεταβίβαση κυριαρχίας από τους πολλούς «πολίτες» προς τους ολίγους «αντιπροσώπους». Οι πολλοί αναθέτουν την εξουσία στα κόμματα την ημέρα των εκλογών και μετά αποσύρονται από την πολιτική σκηνή και εκτελούν τις αποφάσεις των «αντιπροσώπων» που εξέλεξαν. H αντιπροσώπευση δημιουργεί μία «διαίρεση μεταξύ του άρχειν και του άρχεσθαι, σ’ αυτούς που αποφασίζουν και σε αυτούς που εκτελούν. Σύμφωνα με την αρχαία πολιτική θεωρία αυτό το πολίτευμα ονομάζεται ολιγαρχία όπου οι ολίγοι ασκούν την εξουσία, λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους, κυβερνούν, ενώ οι πολλοί είναι ικανοί μόνο να τους εκλέγουν και να υπακούουν. Τα σημερινά «δημοκρατικά» πολιτεύματα έχουν μετατρέψει τους «πολίτες» σε «ιδιώτες». Η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δεν λαμβάνει τις αποφάσεις και δεν ασκεί άμεσα καμιά εξουσία. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν υπάρχουν «πολίτες» με την αρχαία έννοια αλλά ψηφοφόροι, οπαδοί, καταναλωτές, δηλαδή απράγμονες και αχρείοι, όπως μας είπε ο Περικλής στον «Επιτάφιο», και οι οποίοι στην αρχαιότητα θα έπρεπε να αποβάλλονται από την πόλη. Η αρχαία Αθήνα ως μήτρα της δημοκρατίας και των δημοκρατικών θεσμών, δεν μπορεί βέβαια να αποτελέσει το πρότυπο και μοντέλο για μίμηση στην εποχή μας, μπορεί όμως και πρέπει να αποτελέσει την πηγή των ιδεών για τον πραγματικό εκδημοκρατισμό των σύγχρονων πολιτευμάτων.
Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία Στο αντιπροσωπευτικό σύστημα η δημοκρατία πραγματώνεται έμμεσα. Στην άμεση δημοκρατία η εξουσία ασκείται απευθείας από το λαό, στην έμμεση δημοκρατία η εξουσία ασκείται από εντολοδόχους/αντιπροσώπους που
50
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
εκλέγονται από το λαό και πλαισιώνουν το κοινοβούλιο και την κυβέρνηση. Η ουσιαστική ρητή εξουσία δεν ασκείται από τους πολλούς –από το λαό- αλλά από τους αντιπροσώπους του. Οι πολλοί, τη μόνη απόφαση που μπορούν να λάβουν είναι ποιος θα αποφασίζει αντί γι αυτούς και για αυτούς. Στο αντιπροσωπευτικό σύστημα ο λαός ασκεί την κυριαρχία του δια των αντιπροσώπων του, τους οποίους εκλέγει περιοδικά. Στο εθνικό Κράτος η αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει ως επίκεντρο το κοινοβούλιο. Περιοδικά το αργότερο κάθε 4 χρόνια συναντώνται ο εντολέας πολίτης και ο εντολοδόχος αντιπρόσωπος πολιτικός/κόμμα σε μια σχέση όπου ο πρώτος εξουσιοδοτεί το δεύτερο με την ψήφο του να διαχειρισθεί την πολιτική στη βάση ενός δεσμευτικού πολιτικού πλαισίου. Τα ερωτήματα που τίθενται είναι: πόσο «δημοκρατικό» είναι στην εποχή μας το αντιπροσωπευτικό δημοκρατικό μας πολίτευμα; Πόσο «κύριος» της κυριαρχίας του και πόσο «κύριος» της Πολιτείας είναι ο «κυρίαρχος λαός»; Ο πρωταρχικός σκοπός του αντιπροσωπευτικού συστήματος είναι ο κυρίαρχος λαός να είναι σε θέση να επιλέγει ελεύθερα και να εκλέγει τους αντιπροσώπους του στο κοινοβούλιο, οι οποίοι ασκούν για λογαριασμό του -και σύμφωνα με το πλαίσιο πολιτικών δεσμεύσεων που έχουν προεκλογικά αναληφθεί- όλες τις νομοθετικές και κυβερνητικές εξουσίες. Το αντιπροσωπευτικό δημοκρατικό σύστημα χάνει το δημοκρατικό του χαρακτήρα από τη στιγμή που άλλες παράπλευρες εξουσίες, οι πανίσχυρες ολιγαρχίες, τα ισχυρά οικονομικά ή πολιτικά κέντρα, που ξεφεύγουν από το δημοκρατικό έλεγχο καταφέρνουν -δια μέσου του προσεταιρισμού και της εξάρτησης της κυβερνητικής εξουσίας- και επηρεάζουν καθοριστικά τη ζωή του κοινωνικού συνόλου. Με άλλα λόγια, ο δημοκρατικός χαρακτήρας στο αντιπροσωπευτικό σύστημα αλλοιώνεται και χάνεται όταν δημιουργείται μιας κατάσταση πραγμάτων στην οποία ορισμένοι (λίγοι) που διαθέτουν μεγάλη οικονομική ή πολιτική ισχύ
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
51
αποφασίζουν κατ’ ουσία για τους άλλους (τους πολλούς). Το κυρίως πρόβλημα της αλλοίωσης του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτικού συστήματος που εντοπίζεται σήμερα έχει να κάνει μ΄αυτή τη στρέβλωση. Ισχυρά οικονομικά συμφέροντα συνδέονται, εξαρτούν τους εντολοδόχους/αντιπροσώπους του λαού και τους δεσμεύουν στην ικανοποίηση των συμφερόντων τους με αντίτιμο την παροχή των αναγκαίων μέσων επανεκλογής τους (πολιτικό χρήμα και η προβολή από τα ΜΜΕ). Ο αιρετός αντιπρόσωπος αποστασιοποιείται από τον εντολέα και δεν εναρμονίζεται με τη βούληση και την εντολή του και στην πορεία λειτουργεί ανάστροφα. Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, τα πράγματα στην πολιτική θα ‘πρεπε να κινούνται από τα κάτω προς τα πάνω. Με τη νόθευσή της, οι ρόλοι αντιστρέφονται και η κατεύθυνση γίνεται από τα πάνω προς τα κάτω. Μ’ αυτό τον τρόπο είναι σαν να επιβάλλεται στην κοινωνία μια συναίνεση σε πολιτικές αντίθετες με το γενικό συμφέρον. Το πρόβλημα θεωρητικά αντισταθμίζεται στην επόμενη εκλογική συνάντηση όπου ο εντολέας πολίτης μπορεί να αξιολογήσει εκ των υστέρων την τήρηση ή όχι των δεσμεύσεων του εντολοδόχου-αντιπροσώπου και να συμπεριφερθεί ανάλογα στην νέα εντολή. Θεωρητικά, γιατί την πράξη το περιεχόμενο και οι όροι της συνάντησης αυτής καθορίζονται ολοένα και περισσότερο από εξωθεσμικές δυνάμεις ισχύος που κυρίως κατέχουν τα μέσα της επικοινωνίας. Η στρέβλωση της δημοκρατίας προκύπτει από το γεγονός ό,τι ο πολίτης χάνει την ιδιότητα του «εντολέα», η ψήφος του χρησιμοποιείται για τη νομιμοποίηση του πολιτικού προσωπικού στην εξουσία και η βούλησή του ή έστω το συμφέρον του, δεν υποχρεώνει και δεν υπολογίζεται. Μ’ αυτό τον τρόπο το κοινωνικό σώμα μπαίνει στο περιθώριο της οικονομικής και πολιτικής διαδικασίας, αποξενώνεται από την πολιτική και αντιπροσωπεύεται στρεβλά και κατευθυνόμενα. Περιοδικά μάλιστα, στις εκλογές, καλείται να νομιμοποιεί πολιτικές που πηγάζουν έξω απ΄ αυτό. Η υποαντιπροσώπευση ή το έλλειμμα αντιπροσώπευσης αποτελεί
52
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
το κύριο πρόβλημα του πολιτικού συστήματος, το πρόβλημα της δημοκρατίας. Η κρίση του αντιπροσωπευτικού πολιτικού συστήματος είναι αλληλένδετη με την κρίση της πολιτικής και εντείνεται εξαιτίας αυτής. Πρόκειται για δυο αλληλοτροφοδοτούμενες καταστάσεις. Ο νεοφιλελευθερισμός –στην εποχή μας- ενεργώντας προς την κατεύθυνση της ιδιωτικοποίησης τμημάτων του Κράτους και της ιδιοποίησής από τα μεγάλα συμφέροντα, του δημόσιου χώρου και των δημόσιων αγαθών, ενέτεινε την κρίση του πολιτικού συστήματος. Το παλιό σύνθημα για «περισσότερη Δημοκρατία» για «βάθεμα» και «πλάτεμα» της δημοκρατίας εξακολουθεί να έχει ισχύ και στην σύγχρονη εποχή. Ο Καθηγητής Κωνσταντίνος Τσουκαλάς θεωρεί25 ότι, «η δημοκρατία πρέπει να λειτουργήσει σε πολύ περισσότερα επίπεδα απ’ εκείνα τα οποία λειτουργούν σήμερα. Ο ρόλος του πολίτη είναι ακριβώς να επιμείνει στην ανάγκη να συμμετέχει σε όσο το δυνατό περισσότερα επίπεδα λήψης αποφάσεων. Κι αυτό μπορεί να γίνει τόσο σε τοπικό επίπεδο, σε επίπεδο γειτονιάς, σε επίπεδο πόλης, σε επίπεδο περιοχής, σε επίπεδο Κράτους, σε επίπεδο Ευρώπης. Δηλαδή, υπάρχουν πολλαπλά επίπεδα στα οποία υπάρχει αντικειμενική δυνατότητα να οργανωθούν συμμετοχικές διαδικασίες». Προϋπόθεση για να προωθηθεί ένας τέτοιος στόχος είναι το Κράτος και το πολιτικό σύστημα να αποβάλει το συγκεντρωτισμό του και να αποκεντρωθούν τα όργανα και οι λειτουργίες του προς την Αυτοδιοίκηση και τις τοπικές κοινωνίες. Ενίσχυση της δημοκρατίας στο αντιπροσωπευτικό σύστημα, σημαίνει ότι η διαχείριση των πολιτικών υποθέσεων πρέπει στο μέγιστο βαθμό να επιστρέψει στην πηγή της στην κοινωνία. Ό,τι τα αντιπροσωπευτικά όργανα και οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να αποκεντρωθούν στο μέγιστο βαθμό. Και ακόμα ότι το αποκεντρωμένο αντιπροσωπευτικό σύστημα να ενσωματώσει διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας. Η Άμεση δημοκρατία μπορεί να έχει πολλά πεδία εφαρμογής στην Αυτοδιοίκηση και την τοπική κοινω-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
53
νία σε μεγάλα θέματα στα οποία ο πολίτης πρέπει να μπορεί να διατυπώνει τη γνώμη του με ένα άμεσο τρόπο. Η πραγματική δημοκρατία χρειάζεται την ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Γιατί, δημοκρατία χωρίς πολίτες δεν υπάρχει.
6. Η κομματικοποίηση του Κράτους και η κρατικοποίηση του κόμματος
α κόμματα αποτελούν βασικό θεσμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας του εθνικού Κράτους. Η σύγχρονη αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι συνυφασμένη με το θεσμό των κομμάτων. Μέσω των κομμάτων συντελείται η διαδικασία της εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης στην κεντρική νομοθετική, κυβερνητική και εκτελεστική εξουσία. Το κόμμα αποτελεί το μηχανισμό πολιτικής οργάνωσης της κοινωνίας για τη σύνθεση του γενικού συμφέροντος, τη διεκδίκηση και άσκηση της κεντρικής πολιτικής εξουσίας. Συγκροτείται στη βάση ιδεολογικών και γενικών πολιτικών αρχών και εκφράζει κοινωνικές αναγκαιότητες και συμφέροντα. Χωρίς τα κόμματα δεν μπορεί να υπάρξει και να λειτουργήσει αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Η έκπτωση των κομμάτων συνεπάγεται και έκπτωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Τ
56
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Το φαινόμενο της «κομματοκρατίας» Τις δυο τελευταίες δεκαετίες, τα αστικά κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα μετασχηματίστηκαν από μαζικά κόμματα που εξέφραζαν ιδεολογικούς χώρους, σε «κόμματα του Κράτους». Αποδυναμώθηκαν, αποϊδεολογοποιήθηκαν, οι εσωτερικές τους λειτουργίες ατόνησαν, έχασαν την αντιπροσωπευτική τους ικανότητα όπως και τη δυνατότητα να παράγουν και να εκφράσουν πολιτικό λόγο. Μετατράπηκαν σε εκλογικούς μηχανισμούς πολιτευτών με απόλυτη εξάρτηση από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και έχασαν την οργανωτική τους συνοχή. Η οργάνωσή τους έγινε ευκαιριακή, χωρίς αλληλεγγύη και πειθαρχία, χωρίς άμεση πρόσβαση στην κοινωνία. Η ενίσχυση του πολυσυλλεκτικού τους χαρακτήρα και η διεκδίκηση από τα περισσότερα του μεσαίου χώρου, συνοδεύτηκε από τη σύγκλιση των ιδεολογιών και των προγραμμάτων τους. Τα κόμματα σήμερα δεν συνθέτουν και δεν εκφράζουν το γενικό συμφέρον. Επεκτείνουν τη δράση τους πέραν του κεντρικού πολιτικού συστήματος. Παρεμβαίνουν σε πεδία εξουσίας που δε τους ανήκουν και διεισδύσουν σε άλλους θεσμικούς χώρους όπως στην Αυτοδιοίκηση, τα Πανεπιστήμια και τις συνδικαλιστικές Οργανώσεις, υπονομεύοντας τις αυτόνομες λειτουργίες τους και υποσκάπτοντας τη θεσμική τους αυτοτέλεια. Έχουν μετατραπεί σε μηχανισμούς με σκοπό τον έλεγχο όλων των εξουσιών και των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Η κομματοκρατία προσεγγίζει την πολιτική με όρους κατοχής και νομής του Κράτους. Το κόμμα νικητής των εκλογών διαμοιράζει τα λάφυρα του «κράτους» που καταλαμβάνει. Τα «λάφυρα του νικητή»26 γίνονται η ανταμοιβή για τις υπηρεσίες υποστήριξης στο κόμμα που κερδίζει. Αποτελούν το μέσο για την αυτοσυντήρηση και την αναπαραγωγή της κομματικής δύναμης και για την ενίσχυση της εκλογικής επιρροής των κυβερνητικών κομμάτων με σκοπό
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
57
την επανεκλογή τους. Η κατάληψη της δημόσιας διοίκησης από το εκάστοτε κυβερνών κόμμα και η αξιοποίηση του διοικητικού μηχανισμού, για πελατειακούς σκοπούς, συνιστά ένα από τα παλαιότερα χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτικού συστήματος το οποίο βέβαια διατηρείται διαχρονικά προσαρμοζόμενο ανάλογα σε κάθε εποχή. Στο κομματικό Κράτος, οι θεσμοί λειτουργούν ως εκτελεστικές προεκτάσεις των κομματικών μηχανισμών. Σημαντικές πολιτικές αποφάσεις διαμορφώνονται έξω από τους θεσμούς, μέσα από αδιαφανείς και διαπλεκόμενες διαδικασίες. Η διαπλοκή οδηγεί αναπόφευκτα στη δημιουργία αυτόνομων θυλάκων εξουσίας που ενεργούν για την ιδιοποίηση της πολιτικής και το «διαμοιρασμό» των δημόσιων αγαθών. O ιδιότυπος επεκτατισμός του κομματικού φαινομένου στρεβλώνει το σχεδιασμό και την εφαρμογή δημόσιων πολιτικών και υποτάσσει σε μια κακώς νοούμενη κομματική λογική όλες τις κρατικές λειτουργίες.
Τα αρχηγικά κόμματα Το συγκεντρωτικό πολιτικό σύστημα της Χώρας θεμελιώθηκε πάνω στην ανάδειξη ισχυρών μονοκομματικών κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών και ισχυρών Κυβερνήσεων με την πρωθυπουργική μονοκρατορία. Το κόμμα που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία στις εκλογές καταλαμβάνει κατά τρόπο αδιαίρετο τη συντεταγμένη Πολιτεία: το κοινοβούλιο, την κυβέρνηση, τη διοίκηση, το σύνολο του Κράτους. Το κοινοβούλιο μετατρέπεται σ’ ένα τυπικό θεσμό που επιβεβαιώνει και νομιμοποιεί την παρουσία του κόμματος στην πολιτική εξουσία. Η λεγόμενη εκτελεστική εξουσία, δηλαδή η κυβέρνηση, αποβαίνει ο κυρίαρχος θεσμός του πολιτικού συστήματος. Ο Πρωθυπουργός με μια κλειστή ομάδα στελεχών ή συμβούλων, επιλεγμένων από τον ίδιο προσωπικά, αποβαίνει πολιτικός αυθέντης της κρατικής και της κομματικής
58
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
εξουσίας. Ο Πρωθυπουργός, έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο σε όλες τις κρίσιμες αποφάσεις, ηγεμονεύει στο κόμμα, διορίζει και παύει τους υπουργούς, επιλέγει τους υποψήφιους βουλευτές, θέτει τα όρια μέσα στα οποία επιτρέπεται να εκφράζονται οι βουλευτές του κόμματός του, ελέγχει έτσι άμεσα ή έμμεσα τη Βουλή, την κυβέρνηση και φυσικά τον κρατικό μηχανισμό. Η συνταγματική αναθεώρηση του 1986, αναγόρευσε τον Πρωθυπουργό και αρχηγό του κόμματος που πλειοψηφεί, σε μοναδικό κυρίαρχο της πολιτικής ζωής. Ο κάτοχος της σχετικής πλειοψηφίας στις εκλογές καταλαμβάνει -ελέω εκλογικού συστήματος- αδιαίρετα το σύνολο της πολιτικής εξουσίας. Το αξίωμα του επικεφαλής της κυβέρνησης, περιβλήθηκε τότε με εξουσίες «κομμένες ραμμένες» στα μέτρα των ισχυρών ή και χαρισματικών πολιτικών προσωπικοτήτων της εποχής εκείνης. Η αρχηγική δομή των κομμάτων εξουσίας επέφερε τον παραμερισμό ή την υπολειτουργία των κομματικών συλλογικών οργάνων και των όποιων εσωκομματικών δημοκρατικών λειτουργιών. Η ίδια πρακτική αναπαράχθηκε από τα κυβερνητικά κόμματα και στα όργανα του Κράτους, όπως τα υπουργικά συμβούλια, οι κοινοβουλευτικές ομάδες, οι Κεντρικές Επιτροπές κτλ. Η εξέλιξη αυτή, είχε ως κύρια συνέπεια την περαιτέρω υποβάθμιση του Κοινοβουλίου, το οποίο έπαυσε πλέον να ενσαρκώνει τη γενική θέληση του λαού και μετατράπηκε σε όργανο τυπικής επικύρωσης των αποφάσεων και των πράξεων της εκτελεστικής - κυβερνητικής εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό ο ρόλος του βουλευτή ως εκπροσώπου των λαϊκών συμφερόντων συρρικνώθηκε και απώλεσε την αξία που του είχε προσδώσει ο κλασικός αστικός φιλελευθερισμός. Οι βουλευτές δεν είναι σήμερα πια αντιπρόσωποι ή πληρεξούσιοι του λαού ή των εκλογέων τους αλλά στην πραγματικότητα αντιπρόσωποι και πληρεξούσιοι, του αρχηγού ή του ηγετικού του πυρήνα του κόμματός τους.
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
59
Η διαπλοκή, η διαφθορά, το πολιτικό χρήμα Η συμμετοχή στις εκλογές, ενός κόμματος που διεκδικεί την αυτοδυναμία στην κυβέρνηση, απαιτεί πολλά εκατομμύρια Ευρώ. Ο σύγχρονος εκλογικός αγώνας είναι πολυδάπανος και η κρατική επιχορήγηση δεν επαρκεί. Τα κόμματα με τις τεράστιες εκλογικές δαπάνες καταφεύγουν στη διαπλοκή και το μαύρο χρήμα. Το αντάλλαγμα για τους «χορηγούς» -τύπου SIEMENS- είναι στην συνέχεια η προσφορά δημόσιων συμβάσεων και δημόσιων αγαθών. Τα πολιτικά πρόσωπα μεταβάλλονται έτσι σε αντιπρόσωπους των χορηγών τους και κυριολεκτικά σε διαχειριστή των συμφερόντων τους στο Κράτος. Ο προεκλογικός αγώνας τελικά δεν είναι μόνο ένας πολιτικός ανταγωνισμός, αλλά και ένας ανταγωνισμός δαπανών. Το κόμμα που θα εξασφαλίσει περισσότερα χρήματα, μπορεί και να ξοδέψει περισσότερα στην διαφήμισή του. Αυτή η έκρηξη της δαπάνης δυσχεραίνει ιδιαίτερα τον προεκλογικό αγώνα των μικρών κομμάτων όπως και την είσοδο νέων κομμάτων στην πολιτική σκηνή, ενώ σε επίπεδο προσώπων αποκλείει πλήθος ατόμων που δεν έχουν ικανούς οικονομικούς πόρους. Στην Ελλάδα, τα κόμματα βρίσκονται αντιμέτωπα με τη δυσπιστία και την αναξιοπιστία με την οποία περιβάλει η κοινωνία την αντιπροσωπευτική τους λειτουργία. Έχει εγκατασταθεί μια καθολική κρίση εμπιστοσύνης, μια γενικευμένη κρίση αντιπροσώπευσης και πολιτικής νομιμοποίησης με σοβαρές πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Η πολιτική, έχει πλέον καταστεί συνώνυμη της συναλλαγής. Η διαπλοκή και η διαφθορά αναπτύσσεται μέσα σ’ ένα θερμοκήπιο, σ΄ ένα κλειστό και συγκεντρωτικό πολιτικό σύστημα που έχει φροντίσει να κρατά μακριά του τα μάτια της κοινωνίας. Η διαφθορά είναι παράγωγο αποτέλεσμα της ολιγαρχικής κατάληξης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Είναι παράγωγο αποτέλεσμα του αρχηγοκεντρικούσυγκεντρωτικού και αδιαφανούς πολιτικού συστήματος και
60
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
της αποκοπής της κοινωνίας από την πολιτική εξουσία. Είναι χαρακτηριστική μια αναφορά του Αριστοτέλη για την μεταφορά της εξουσίας των αποφάσεων που έγινε στην Αθηναϊκή Πολιτεία, από τη βουλή στο λαό, στο δήμο. «Έπραξαν σωστά -γράφει- οι κυβερνώντες διότι, ευκολότερα διαφθείρονται με το κέρδος και με δωροδοκίες, οι λίγοι παρά οι πολλοί»27. Χρειάζεται επομένως υπέρβαση αυτών των συγκεντρωτικών πολιτικών δομών, χρειάζεται αποκέντρωση και μεταφορά μεγάλου μέρους πολιτικών εξουσιών σε θεσμούς που λειτουργούν κοντά στην κοινωνία. Τα προβλήματα αυτά δεν αντιμετωπίζονται με ασπιρίνες. Αν δεν ανατραπούν οι λόγοι που κρατούν μακριά την κοινωνία από την πολιτική, δεν πρόκειται να ορθοποδήσουν οι θεσμοί και η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Το πολιτικό σύστημα αν δεν στερεωθεί στο κοινωνικό σώμα, θα βρίσκεται στον αέρα. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο ανασυγκρότησης του Κράτους με την αποκέντρωση του, τον εκδημοκρατισμό πολιτικού συστήματος, την ενσωμάτωση στη διακυβέρνηση μορφών άμεσης δημοκρατίας και συμμετοχής των πολιτών στην διαχείριση των υποθέσεων τους, την ενίσχυση του κοινωνικού ελέγχου. Μόνον τότε θα αποκατασταθεί το κύρος της πολιτικής και η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Σημαντικό ρόλο σ’ ένα τέτοια σχεδιασμό μπορεί να αναλάβει η Αυτοδιοίκηση. Η αναγεννημένη Αυτοδιοίκηση ως λαϊκός και κοινωνικός θεσμός μπορεί να καταστεί φορέας κοινωνικής και οικονομικής προόδου, φορέας ουσιαστικής κοινωνικής συμμετοχής, και αναγέννησης της δημοκρατίας.
7. Κινήματα, κοινωνία των πολιτών
κρίση του πολιτικού συστήματος και η απαξίωση των κομμάτων, δημιουργεί ένα μεγάλο κενό πολιτικής εκπροσώπησης και φέρνει στο προσκήνιο διάφορα κινήματα και άλλες κοινωνικές οργανώσεις, οι οποίες διεκδικούν ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή.
Η
Τα κινήματα Θεωρητικά, τα κινήματα είναι κοινωνικές ομάδες, χωρίς ιδιαίτερη οργάνωση, που λειτουργούν έξω και πέρα από τους τυπικούς θεσμούς και δρουν για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού. Η δράση τους, στην εποχή μας, είναι μονοθεματική, ή αποσπασματική και επιλεκτική, χωρίς να διατυπώνουν συνολική πολιτική πρόταση. Η επιλεκτική τους όμως δράση, περιορίζει τα αποτελέσμάτα τους. Κατά τούτο διαφέρουν ουσιαστικά από τα πολιτικά κόμματα, τα οποία είναι συγκροτημένοι οργανισμοί, με ιεραρχική οργάνωση και με όργανα, που απευθύνονται στην ολότητα της πολιτικής και διαγωνίζονται για το σύνολο της εξουσίας.
62
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Τα κοινωνικά κινήματα διαδραμάτισαν στο παρελθόν ένα σημαντικό ρόλο στις μεγάλες κοινωνικοπολιτικές μεταβολές που σημειώθηκαν στις δυτικές χώρες. Σε διάφορες ιστορικές περιόδους έκαναν έντονη την παρουσία τους και η δράση τους συντέλεσε στη διαμόρφωση ιδεολογικών ρευμάτων που μάχονταν και συγκρούονταν για συγκεκριμένους πολιτικούς προσανατολισμούς και για αλλαγές στους θεσμούς. Τις τελευταίες δεκαετίες όπως «ξεθύμαναν» οι κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις, ξεθύμαναν και τα μεγάλα πολιτικο-ιδεολογικά ρεύματα και κινήματα. Στην εποχή μας άλλαξε ο χαρακτήρας τους. Ένας άλλος τύπος κινήματος εμφανίζεται, που είναι πιο βραχύβιος, με πιο έντονο συντεχνιακό περιεχόμενο, με πολύ αποσπασματικούς και περιορισμένους στόχους και πεδίο δράσης. Στην εποχή μας τα κινήματα αποφεύγουν κάθε ιδέα διεύρυνσης της πολιτικής θεματολογίας τους και την ανάμιξή τους με ευρύτερα πολιτικά προβλήματα. Η θεματολογία τους είναι περισσότερο εξειδικευμένη, χωρίς να εντάσσεται στη γενικότητα του κοινωνικού και πολιτικού προβλήματος. Με τη δράση τους διαμορφώνουν ή προκαλούν, επί μέρους κοινωνικές μεταβολές, παρεμβαίνοντας συνήθως ή διεκδικώντας ή αντιπαλεύοντας, επί μέρους μέτρα και ρυθμίσεις από τα κέντρα λήψης αποφάσεων και την πολιτική εξουσία.
Η «κοινωνία των πολιτών» Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, οι κοινωνίες κατακερματίζονται και γίνονται ένα μωσαϊκό κάθε είδους συνενώσεων «ομάδων συμφερόντων», «ομάδων ενδιαφερόντων» και κυρίως «μη Κυβερνητικών Οργανώσεων» (ΜΚΟ). Ένα μωσαϊκό που ονομάστηκε «κοινωνία των πολιτών». Στην Ελλάδα, οι Μ.Κ.Ο. λειτουργούν με ποικίλες νομικές μορφές, ως σωματεία, ιδρύματα, ενώσεις προσώπων, ακόμη και ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, αλλά και ως εταιρείες κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα.
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
63
Ορισμένοι διανοούμενοι που θεώρησαν ότι το κυρίαρχο ή μοναδικό στοιχείο της δημοκρατίας είναι η πολυφωνία και ο πλουραλισμός, προέβαλαν τη θέση ότι η «κοινωνία των πολιτών» ολοκληρώνει τη δημοκρατία, δημιουργώντας ένα ενδιάμεσο θεσμό, ανάμεσα στην κοινωνία και το Κράτος. Υπάρχει όμως και σοβαρός αντίλογος ο οποίος βασίζεται στο γεγονός ότι η «κοινωνία των πολιτών» που συγκροτούν όλες αυτές οργανώσεις, εύκολα μεταπίπτει στην «ιδιοτελή κοινωνία». «Ενώ η "κοινωνία των πολιτών" περιλαμβάνει τις ενώσεις ή τα άτομα που με τη θέλησή τους δραστηριοποιούνται για την ικανοποίηση συλλογικών αναγκών, δηλαδή υπηρετούν το συλλογικό συμφέρον της κοινωνίας, η "ιδιοτελής κοινωνία" περικλείει άτομα ή ενώσεις ατόμων, τα οποία δρουν μόνο για λογαριασμό τους, δηλαδή προκειμένου να ικανοποιήσουν προσωπικές τους ανάγκες και προσωπικά τους συμφέροντα, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα ή αδιαφορώντας εντελώς για την κοινωνία και το συλλογικό συμφέρον. Η "ιδιοτελής κοινωνία" δημιουργεί ένα κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό πλαίσιο, το οποίο συνήθως διευκολύνει τις πρακτικές διαφθοράς». (Κλ. Κουτσούκης) Η διάσπαση της κοινωνίας και η ομαδοποίηση στη συνέχεια, με βάση επιμέρους συμφέροντα, αλλά πολύ περισσότερο η πρακτική των ομάδων να δρουν ως διαμεσολαβητές, οδηγεί και μεταθέτει πολλές φορές το πεδίο της πολιτικής στο παρασκήνιο, μακριά από την κοινωνία. Αυτός ο τρόπος λειτουργίας πολλών οργανώσεων της «κοινωνίας των πολιτών» ιδιαίτερα των Μ.Κ.Ο. παραμερίζει το κοινωνικό σώμα από την πολιτική διαδικασία και υπονομεύει την «πολιτική» παρακάμπτοντας τις θεσμικές διαδικασίες. Το ζήτημα είναι πως θα μετατραπεί η «κοινωνία των πολιτών», σε πολιτική κοινωνία που μετέχει και δρα μέσα από τους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η απάντηση σ’ αυτό το θέμα πρέπει να δοθεί πρώτα από τους θεσμούς της Πολιτείας. Οι πολιτειακοί θεσμοί είναι εκείνοι που πρέπει ν’ ανοίξουν τις πόρτες τους στην κοινωνία.
64
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Πολίτης - ιδιώτης Από τη έντονη και μαζική (κομματική) πολιτικοποίηση του πρόσφατου παρελθόντος, που οι μάζες προσέτρεχαν στην πολιτική, προκειμένου να παράσχουν στα κόμματα νομιμοποίηση και στήριξη στην άσκηση της εξουσίας, περάσαμε στην εποχή της πολιτικής ατομικότητας. Ο πολίτης γίνεται ιδιώτης και δεν λειτουργεί συλλογικά πολιτικά, αλλά για το ατομικό του συμφέρον. Σ΄ ένα κατακερματισμένο κόσμο και μια αγοραιοποιημένη κοινωνία, χάνεται η συλλογικότητα και δυναμώνει η ατομικότητα. Όλα εξατομικεύονται, οι άνθρωποι αυτοπροσδιορίζονται ή επαναπροσδιορίζονται, με κυρίαρχο άξονα το «εγώ» τους και το ατομικό, υλικό τους συμφέρον. Υποδουλώνονται στην κυριαρχία του καταναλωτικού ηδονισμού και στην διαρκή αναζήτηση των ατομικών απολαύσεων. Τα άτομα νοηματοδοτούν τη ζωή τους στον πλούτο, στην κατανάλωση και στην πολυτέλεια. Ο καταναλωτισμός αναγορεύτηκε σε αξία και μέτρο ποιότητας ζωής. Οι πολλοί όμως δεν πρόσεξαν ότι τους προσφέρθηκε ένας «επί πιστώσει καταναλωτισμός» και σήμερα καλούνται να πληρώσουν το λογαριασμό. Η αποφασιστική ώθηση προς αυτή την κατάσταση, δόθηκε από το νεοφιλελευθερισμό. Ο νεοφιλελευθερισμός, κατεδάφισε το κοινωνικό Κράτος, διέρρηξε τις κοινοτικές παραδόσεις της αμοιβαιότητας, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, διαίρεσε τις συλλογικότητες, διέσπασε τους κοινωνικούς δεσμούς και έθεσε τα άτομα σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, προς όφελος των αξιών της αγοράς (ανταγωνισμός, ατομικισμός). Η εξασθένιση του συλλογικού στοιχείου και άρα των αξιών, έφερε την κατάτμηση των κοινωνιών σε άτομα. Ο νεοφιλελευθερισμός, ως εχθρός της συλλογικότητας και φίλος της ατομικότητας αντιμετώπισε την κοινωνία σαν ένα άθροισμα ιδιωτών και ιδιωτικών συμφερόντων και όχι σαν ένα συγκροτημένο αλληλέγγυο σύ-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
65
νολο. Έθεσε την αξία του ατόμου υπεράνω οποιασδήποτε κοινωνικής ομάδας. Πήρε την πολιτική «ελεύθερη ατομικότητα» από το φιλελευθερισμό και την μετέτρεψε σε εγωιστικό, ωφελιμιστικό ατομικισμό. Κατάφερε έτσι να ασπαστούν και να υποστηρίζουν τα ιδεολογήματά του, ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες βέβαια στις μέρες μας θα γίνονταν και τα θύματά του. Έτσι επήλθε πλήρης απορύθμιση των σχέσεων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου, που συντέλεσε σε μεγάλες αλλαγές, τόσο στο πολιτικό και οικονομικό πεδίο, όσο και στο πεδίο της κυρίαρχης ιδεολογίας και του αξιακού κώδικα. Τα φαινόμενα αυτά απέβησαν καθοριστικά για τη συνοχή της πολιτικής κοινότητας, την ενοποιητική λειτουργία της αλληλεγγύης και τη δημοκρατία, ως οργανωτικού πλαισίου, για την κοινωνική συμβίωση. Η περιστολή του δημόσιου χώρου και των «δημόσιων δικαιωμάτων» που απορρέουν από αυτόν, όπως οι εργασιακές σχέσεις, η κοινωνική ασφάλιση, η παιδεία, το περιβάλλον, έχει τροποποιήσει σημαντικά την πολιτική συμπεριφορά των κοινωνικών ομάδων. Έτσι σήμερα, κυριαρχεί η αδιαφορία και η απάθεια για τα δημόσια πράγματα, η ιδιώτευση και η αποκλειστική επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος, η έλλειψη συλλογικών οραμάτων και κοινωνικής αλληλεγγύης. Η παραίτηση και η απομάκρυνση από την πολιτική, ή η άρνηση της πολιτικής σήμερα βασίζεται στην άποψη ό,τι δεν υπάρχουν ιδανικά και οι ό,τι άνθρωποι δραστηριοποιούνται στην πολιτική μόνο επειδή έχουν συμφέροντα.
8. Συμμετοχική, διαβουλευτική, ηλεκτρονική δημοκρατία
ι τεχνολογικές εξελίξεις στην ψηφιακή εποχή μας έχουν δημιουργήσει πολλές προσδοκίες για την αντιμετώπιση της κρίσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και ορισμένων δομικών προβλημάτων της. Μια παγκόσμια συζήτηση διεξάγεται για τις δυνατότητες που προσφέρουν οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών για μια πιο άμεση, ανοιχτή, αδιαμεσολάβητη, αμφίδρομη επικοινωνία και συμμετοχή στη διακυβέρνηση και στον εμπλουτισμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας με στοιχεία μιας πιο άμεσης δημοκρατίας. Ορισμένοι πολιτικοί επιστήμονες θεωρούν ότι η «διαδικτυακή δημοκρατία» δεν αποτελεί έναν ουτοπικό στόχο αλλά βρίσκεται «εν τω γίγνεσθαι». Έχει αρχίσει και λειτουργεί, θέτοντας νέους κανόνες στην πολιτική λειτουργία και ότι παράλληλα αναδεικνύει την «διαβουλευτική δημοκρατία».
Ο
Η διαβουλευτική δημοκρατία Το μοντέλο της «διαβουλευτικής δημοκρατίας», δίνει έμφαση σε αρχές αποκέντρωσης και «άμεσης δημοκρα-
68
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
τίας», στην αναβίωση θεσμών πολιτικής συμμετοχής και διαβούλευσης και στην εξάλειψη των περιορισμών πρόσβασης στην ευρύτερη πολιτική σφαίρα, βρίσκει δε ένα πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης με τις τεχνολογίες επικοινωνιών. Από τους πρωτεργάτες της θεωρητικής κατεύθυνσης της «διαβουλευτικής δημοκρατίας» ο Habermas, αναδεικνύει την εξουσία του λόγου-διαλόγου πάνω στην δημοκρατία. Τα άτομα, συμμετέχουν σε έναν διάλογο και με τεκμηριωμένα επιχειρήματα επιζητούν τελικά τη συμφωνία και τη συναίνεση. Η δημοκρατία δεν λειτουργεί μόνο με την ανάδειξη των αντιπροσώπων, μέσω του μηχανισμού των εκλογών, αλλά και με ένα διευρυμένο δίκτυο συμμετοχής των πολιτών στην πολιτική διαδικασία. Με την εγκαθίδρυση μιας ανοικτής δημόσιας σφαίρας -τηλεδημοκρατίας- όπου οι αποφάσεις παίρνονται με τη συμμετοχή των πολιτών, αφού πρώτα θα συνδιαλέγονται ισότιμα και ελεύθερα μεταξύ τους. Για τους θεωρητικούς της διαβουλευτικής δημοκρατίας, η διευρυμένη συμμετοχή των πολιτών στο διάλογο θα πρέπει να βασίζεται στις αρχές της ισότητας, της συλλογικότητας και της ελευθερίας έκφρασης και προϋποθέτει μια θεσμοθετημένη, ανοιχτή και αποκεντρωμένη δημόσια σφαίρα επικοινωνίας, προσβάσιμη σε όλους, που να μπορεί να πραγματοποιηθεί από το διαδίκτυο. Η δημοκρατική νομιμοποίηση του αποτελέσματος της διαβούλευσης -δηλαδή της πολιτικής απόφασης-, στηρίζεται στην συλλογική διαβουλευτική διαδικασία που προηγήθηκε. Για τους υποστηρικτές του μοντέλου, η διαβούλευση, ως συμμετοχική πολιτική δραστηριότητα, συνιστά την ουσία της πολιτικής αφού ενεργοποιεί την πολιτική συμμετοχή και δραστηριοποιεί τους συμμετέχοντες πολίτες. Το διαδίκτυο μπορεί να αποτελέσει τη νέα, σύγχρονη ψηφιακή, δημόσια σφαίρα, ανατρέποντας τις διαβρωμένες δομές αντιπροσώπευσης, θέτοντας παράλληλα σε δεύτερη μοίρα τη διαμεσολάβηση της πολιτικής συμμετοχής από τα παραδοσιακά ΜΜΕ. Η πρόταση-αντίδοτο για να αντιμετω-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
69
πιστούν τα προβλήματα του αντιπροσωπευτικού συστήματος, είναι η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων που θα ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των ανθρώπων στην πολιτική. Οι αντιρρήσεις -βέβαια- και οι προβληματισμοί που εκφράζονται για τη διαβουλευτική δημοκρατία και τη θεσμική κατοχύρωση του διαδικτύου στην πολιτική διαδικασία είναι έντονοι. Η υπερτίμηση της «δημοκρατικής δυνατότητας» του διαδικτύου εγκυμονεί προβλήματα και κινδύνους που μπορούν να οδηγήσουν στην υποκατάσταση των αντιπροσωπευτικών θεσμικών λειτουργιών, μ’ αποτέλεσμα η να διαρραγεί η ενότητα του κοινωνικού σώματος και η συλλογικότητα της δημοκρατικής πολιτικής λειτουργίας. Το γεγονός ότι η «διαβουλευτική δημοκρατία» επιδιώκει την ανανέωση της «δημοκρατίας» κάνοντάς την περισσότερο «συμμετοχική δημοκρατία», δεν σημαίνει ότι πρέπει να μεταβάλει την ουσία της. Ο όρος «συμμετοχική δημοκρατία», παρ’ ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί ταυτολογικός, μιας και δεν μπορεί να υπάρχει μη συμμετοχική δημοκρατία, υποδηλώνει μια πρόσθετη ιδιότητα που καλείται να καλύψει ένα κενό, ένα έλλειμμα στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Το «δημοκρατικό έλλειμμα» που παρατηρείται στα πολιτεύματα των σύγχρονων κρατών, προκύπτει από τη μετάθεση των κέντρων λήψης των σημαντικών πολιτικών αποφάσεων, από το πολιτικό σύστημα σε άλλους αδιαφανείς και στεγανοποιημένους μηχανισμούς εξουσίας και την αντικειμενική αδυναμία των πολιτών να συμμετάσχουν ή να επηρεάσουν τη λήψη των αποφάσεων. Ο αποκλεισμός και η αποχή των πολιτών από την πολιτική, είναι το παράγωγο αποτέλεσμα και όχι η αιτία του προβλήματος. Οι νέες τεχνολογίες μπορεί να διευρύνουν τις δυνατότητες συμμετοχής των πολιτών στη δημόσια σφαίρα και τη λήψη αποφάσεων αλλά δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις αιτίες των προβλημάτων του πολιτικού συστήματος. Τελευταία άρχισαν να εφαρμόζονται από την Κυβέρνηση ορισμένες συμμετοχικές διαδικασίες, όπως η ηλεκτρονική
70
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
διαβούλευση των νομοσχεδίων, η ηλεκτρονική δημοσιοποίηση των αποφάσεων των κυβερνητικών οργάνων, η υποβολή προτάσεων για τη στελέχωση των θέσεων του Δημοσίου κ.ά. Δεν παύουν όμως όλες αυτές οι νέες διαδικασίες να είναι άτυπες, περιστασιακές, επιλεκτικές και όχι δεσμευτικές ως προς τη συμμετοχή και το αποτέλεσμά τους. Από μόνες τους δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το δημοκρατικό έλλειμμα, πολύ δε περισσότερο δεν μπορούν να θεωρηθούν «δημοκρατία». Η προσχηματική, ορισμένες φορές, αξιοποίηση τέτοιων μεθόδων προκειμένου να καλυφθούν ειλημμένες αποφάσεις, οδηγούν στα αντίθετα, από τα επιδιωκόμενα, αποτελέσματα. Λειτουργούν τελικά ανάστροφα, ενισχύοντας το γενικότερο ρεύμα αμφισβήτησης.
Η τηλεδιαδημοκρατία Η πολιτική δραστηριότητα, μπορεί να διευκολυνθεί από τις τεχνολογικές δυνατότητες ενός μέσου, σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να περιχαρακωθεί και να περιορισθεί μέσα σε αυτές. Τα μεγάλα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν πολιτικά, μέσα από άτυπες συμμετοχικές διαδικασίες. Το διαδίκτυο παρέχει τη δυνατότητα της διάδρασης και διαβούλευσης ορισμένων πολιτών, αλλά δεν δημιουργεί την πολιτική κοινότητα στον κυβερνοχώρο. Έτσι κι αλλιώς είναι χώρος «διάδρασης» ορισμένων και όχι όλων των πολιτών, γιατί δεν έχουν και δεν θα έχουν πάντα όλοι οι πολίτες τις ίδιες γνώσεις και δυνατότητες συμμετοχής λόγω του ψηφιακού χάσματος. Στο διαδίκτυο χρειάζεται ακόμα η εξειδικευμένη γνώση, πράγμα που οδηγεί εκ των πραγμάτων, σε μια νέα ανισότητα, λόγω του ψηφιακού αναλφαβητισμού ενός μέρους του κοινωνικού σώματος. Η Δημοκρατία πραγματώνεται σ’ ένα χώρο όπου οι πολίτες ή οι αντιπρόσωποί τους, με άμεσο προσωπικό τρόπο, με το λόγο και τον αντίλογο, τη σύγκρουση και τη σύνθεση,
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
71
καταλήγουν με πλειοψηφία σε μια απόφαση. Το βασικό στοιχείο στην πολιτική λειτουργία και τη δημοκρατία είναι η «διαπροσωπική» επικοινωνία, η θέση-αντίθετη, η ένταση, η σύγκρουση, η άμεση απόκριση, κ.α. που δεν μπορούν να γίνονται εξ αποστάσεως. Τηλε-δια-δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει. Γιατί η τηλε-δια-δημοκρατία είναι η επικοινωνία απομονωμένων ατόμων των «netizens» και όχι των πολιτών «citizens» που συγκροτούν μια κοινότητα, μια κοινωνία, το «βιότοπο» της δημοκρατίας. Οι προσπάθειες για την ενίσχυση της συμμετοχής πρέπει να αποβλέπουν στη βελτίωση της ποιότητας των υπαρχόντων θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, συμπληρωματικά και επικουρικά σ’ αυτούς και όχι σε αντιδιαστολή, για την προώθηση ενός άλλου μοντέλου πολιτικής οργάνωσης. «Ο πολλαπλασιασμός των κλιμάκων και των επιπέδων όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις, η καθημερινή λειτουργία της αποκέντρωσης και της Αυτοδιοίκησης, η εμφάνιση, εμπέδωση και ενίσχυση κάθε λογής κοινωνικών κινημάτων και μη κυβερνητικών οργανώσεων, η επίσπευση δημοψηφισμάτων με αντικείμενο μείζονα οικολογικά και πολιτιστικά διακυβεύματα και η οργάνωση των κομμάτων αποτελούν περιοχές όπου η άμεση συμμετοχή των πολιτών μπορεί να παίξει σημαίνοντα, ίσως μάλιστα και αποφασιστικό ρόλο. Αυτό όμως μπορεί να συμβεί μόνον υπό τον όρο ότι οι εγγενείς περιορισμοί των συμμετοχικών ιδεών είναι σαφείς και ρητοί: η συμμετοχική δημοκρατία αποτελεί επικουρική μορφή που, στην παρούσα τουλάχιστο φάση, καλείται να επενεργήσει περισσότερο στην πολιτική κουλτούρα από ό,τι στους πολιτικούς θεσμούς και στις κοινωνικές δομές. Ίσως μάλιστα η ενίσχυση μιας συμμετοχικής κοινωνίας πολιτών προς όλες τις κατευθύνσεις να αποκτά πρόσθετο νόημα από τη στιγμή που αποδυναμώνεται η ίδια η πολιτική» (Κ.Τσουκαλάς)28.
72
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας Η επικράτηση των ηλεκτρονικών-τηλεοπτικών μέσων μαζικής επικοινωνίας και ο έλεγχός τους από τους ισχυρούς οικονομικούς ομίλους, τα έχει καταστήσει παντοδύναμα. Έχουν την ουσιαστική εξουσία για να επιβάλλουν ένα καθεστώς κηδεμονίας στους πολιτικούς και να καθορίζουν, εκ τους αφανούς, τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές στα δημόσια πράγματα της Χώρας. Τα πανίσχυρα κεντρικά ΜΜΕ, διαπλέκονται στενά με την κεντρική πολιτική εξουσία, ή χρησιμοποιούν την ισχύ τους, για να πιέζουν στην προώθηση των οικονομικών τους συμφερόντων. Το αντάλλαγμα που παρέχουν είναι το βήμα της πολιτικής επικοινωνίας σε πολιτικούς και κόμματα. Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (ΜΜΕ), από μέσα - δίαυλοι μεταφοράς της πολιτικής που παράγεται προς την κοινωνία για την ενημέρωση της, μετατρέπονται σε μέσα παραγωγής της πολιτικής. Δεν περιορίζονται σε ένα διαμεσολαβητικό ρόλο, ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και την κοινωνία, δεν μεταδίδουν μόνο την πληροφορία, αλλά και την παράγουν. Ορισμένες φορές «κατασκευάζουν» ακόμη και το γεγονός. Οι συντελεστές των ΜΜΕ αποφασίζουν, αντί των πολιτικών δυνάμεων, για την ημερήσια διάταξη των θεμάτων και τα όρια του πολιτικού διαλόγου, για τις προτεραιότητες της πολιτικής ενημέρωσης, για τις ερμηνείες του πολιτικού γεγονότος, για τους πολιτικούς που θα λειτουργήσουν ως εκπρόσωποι στο διάλογο, για το σύνολο εν γένει της πολιτικής πράξης. Οι συντελεστές των ΜΜΕ τελικά, διαχειρίζονται την πολιτική δυναμική, τους κανόνες και τις λειτουργίες των θεσμών και τελικά διαμορφώνουν τη δημόσια «εικόνα» των πολιτικών αλλά και της πολιτικής. Συγχρόνως, τα «Μέσα» λειτουργούν ως χώρος συνάντησης και διαλόγου των Φορέων της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η πολιτική συζήτηση δεν διεξάγεται μόνον στους χώρους του Κοινοβουλίου, των συμβουλίων ή στις δημόσιες
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
73
συναθροίσεις, αλλά έχει μεταφερθεί ουσιαστικά στα στούντιο της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου. Υπό την έννοια αυτή, τα «Μέσα» επικοινωνίας διεύρυναν το πεδίο δράσης τους και υποκαθιστούν λειτουργίες, που παραδοσιακά ανήκαν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της πολιτικής εξουσίας. Από την άλλη όμως, η ανάπτυξη του διαδικτύου και η γρήγορη διάδοση των νέων κοινωνικών μέσων επικοινωνίας, (social media) δημιουργεί ένα ρήγμα στην παντοκρατορία των ηλεκτρονικών μέσων. Τα ΜΜΕ δεν λειτουργούν και δεν δρουν ως πολιτική δύναμη, αλλά ως παράπλευρη εξωθεσμική πολιτική εξουσία, που εκτοπίζει ορισμένες φορές τις συντεταγμένες εξουσίες. Η ισχύς τους έγκειται στη δυνατότητά τους να επηρεάζουν την πηγή νομιμοποίησης των συντεταγμένων εξουσιών, δηλαδή την κοινωνία και τους πολίτες. Και μπορεί βέβαια να είναι ικανά να διαμορφώνουν τη βούληση της κοινωνίας και να διαπλάθουν τις κυρίαρχες αντιλήψεις, αλλά δεν είναι τόσο ισχυρά, ώστε να μπορούν να χειραγωγήσουν απόλυτα την κοινωνία και τους πολίτες. Δεν είναι σε θέση να επιβάλουν καθολικά τις επιλογές τους, γιατί όλοι οι πολίτες δεν είναι μόνο παθητικοί δέκτες. Με την ξέφρενη τεχνολογική πρόοδο εμφανίζονται ολοένα και περισσότερο νέες μορφές έκφρασης και επικοινωνίας, οι οποίες αλλάζουν τις κοινωνικές αντιλήψεις και συμπεριφορές και σηματοδοτούν το τέλος των παραδοσιακών μορφών επικοινωνίας και κοινωνικοποίησης
9. Για μια δημοκρατική αποκεντρωτική μεταρρύθμιση του Κράτους
Αποκέντρωση του Κράτους στην Αυτοδιοίκηση Αυτοδιοίκηση είναι θεσμός αποκέντρωσης της πολιτικής εξουσίας προς τις τοπικές κοινωνίες. Ένας θεσμός, εν δυνάμει κοινωνικοποίησης, κοινωνικού ελέγχου, λαϊκής συμμετοχής και δημοκρατίας. Η αποστολή και ο ρόλος της είναι κατ’ εξοχήν αναπτυξιακός, περιβαλλοντικός, κοινωνικός, και δευτερευόντως διοικητικός. Η ισχύς της συναρτάται από το εύρος των αρμοδιοτήτων, των πόρων και των πολιτικών θεμάτων που διαχειρίζεται με αυτονομία και αποκλειστικότητα. Η Αυτοδιοίκηση ως πολιτικός θεσμός, στα πλαίσια του πολιτικοδιοικητικού συστήματος της Χώρας, πρέπει να λειτουργεί με αυτονομία και να έχει αποφασιστικό λόγο και ρόλο για τη διεκπεραίωση ενός σημαντικού μέρους των δημόσιων υποθέσεων με τοπική αναφορά. Για να μπορεί να ανταποκρίνεται στην αποστολή της πρέπει να είναι οικονομικά αυτοδύναμη, διοικητικά αυτοτελής και προγραμματικά αυτόνομη. Τέτοιο βέβαια καθεστώς, δεν υφίσταται. Η Ελλάδα δια-
Η
76
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
κρίνεται για το υπερ-συγκεντρωτικό της πολιτικο-διοικητικό σύστημα, μέσα στο οποίο, οι αποκεντρωμένοι θεσμοί της Αυτοδιοίκησης, ασκούν πολύ περιορισμένο ρόλο στις δημόσιες υποθέσεις. Είναι άμεση και επιτακτική η ανάγκη για μια συνολική, ριζοσπαστική και αποκεντρωτική μεταρρύθμιση του υπερσυγκεντρωτικού Κράτους, με τη μεταφορά εξουσιών και αρμοδιοτήτων του στην Αυτοδιοίκηση και την κοινωνία, εφοδιάζοντάς την, ασφαλώς, με τους ανάλογους οικονομικούς πόρους. Η Χώρα χρειάζεται μια δημοκρατική και αποκεντρωτική μεταρρύθμιση των πολιτο-διοικητικών δομών του Κράτους προς την Αυτοδιοίκηση. Χρειάζεται μια συνολική ανακατανομή πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και το σύστημα Αυτοδιοίκησης A’ & B’ βαθμού. Σημαντικότατο ζήτημα παράλληλα με την μεταφορά εξουσιών και αρμοδιοτήτων αποτελεί και η ενίσχυση της δημοκρατικής φυσιογνωμίας της Αυτοδιοίκησης. Απαιτούνται να γίνουν δραστικές αλλαγές στην δομή και τη λειτουργία της, ώστε ο θεσμός να ενσωματώνει όσο το δυνατόν πιο άμεσα την κοινωνική βούληση. Οι πολίτες πρέπει να γίνουν πιο άμεσα μέτοχοι της διαδικασίας διακυβέρνησής τους. Χρειαζόμαστε Οργανισμούς όχι κατ΄ όνομα, αλλά κατ΄ ουσίαν «αυτοδιοίκησης», στους οποίους το κοινωνικό σώμα να συμμετέχει με τρόπο άμεσο στην διοίκηση των υποθέσεών του. Το ζητήματα της γνήσιας και αναλογικής αντιπροσώπευσης και των συμμετοχικών διαδικασιών είναι καίρια σ΄ αυτή την υπόθεση. Με άλλα λόγια, η επιζητούμενη μεταρρύθμιση πρέπει να είναι εκτός από αποκεντρωτική και δημοκρατική.
Το αναπτυξιακό χάσμα της Χώρας Η αποκέντρωση του Αθηνοκεντρικού Κράτους προς την Αυτοδιοίκηση δεν είναι μόνο αναγκαία για τον εκδημοκρατισμό του πολιτικού μας συστήματος, αλλά και για την
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
77
ισόρροπη ανάπτυξη της Χώρας. Ο συγκεντρωτισμός του Κράτους δημιούργησε τις τελευταίες δεκαετίες τεράστιες ανισότητες στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Χώρας, μεταξύ κέντρου και περιφέρειας. Αυτή η κατάσταση πρέπει να ανατραπεί και όχι να διαιωνίζεται. Το υδροκέφαλο, συγκεντρωτικό Κράτος, για να μπορέσει να προωθήσει την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη, χρειάζεται ριζική αναδιάρθρωση. Χρειάζεται ισχυρούς αυτοδιοικητικούς θεσμούς, με ενισχυμένο το πολιτικό τους χαρακτήρα. Ο πολιτικοδιοικητικός συγκεντρωτισμός του Κράτους στην Ελλάδα, είχε ως επακόλουθο, τον «αναπτυξιακό» συγκεντρωτισμό. Η συγκεντρωτική δομή σε συνδυασμό με τις οικονομικές και περιφερειακές πολιτικές προκάλεσαν τον οικονομικό-παραγωγικό και πληθυσμιακό υδροκεφαλισμό της Αττικής και την περιθωριοποίηση της περιφέρειας. Η συγκεντρωτική μορφή και λειτουργία του Κράτους αποτελούν τροχοπέδη στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής περιφέρειας. Η Ελλάδα είναι η Χώρα των μεγάλων περιφερειακών ανισοτήτων, οι οποίες με το χρόνο διευρύνονται. Οι περιφέρειες της Χώρας πορεύονται με διαφορετικές αναπτυξιακές ταχύτητες. Οι δυο μητροπολιτικές περιοχές της Χώρας αναπτύσσονται πιο γρήγορα και σε βάρος των άλλων περιφερειών, απορροφώντας τον πληθυσμό και τους πόρους τους. Στην Αττική σήμερα πραγματοποιείται το 1/2 της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας της Χώρας από το 1/3 του πληθυσμού της. Η Αττική με του όμορους νομούς της Βοιωτίας και της Κορινθίας (στους οποίους επεκτείνεται), είναι πλουσιότερες περιφέρειες της Ελλάδας που ξεπερνούν τον εθνικό μέσο όρο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Σε υψηλή θέση εμφανίζεται και ο νομός Θεσσαλονίκης. Στις ίδιες περιφέρειες εμφανίζεται και ο υψηλότερος ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, την τελευταία δεκαετία. Η οικονομική ανάπτυξη της Χώρας στηρίχτηκε στην αστικοποίησή της παραγωγικής διαδικασίας και στη μετατόπιση των παραγωγικών πόρων από τον πρωτογενή τομέα,
78
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
προς τον τριτογενή (κυρίως) και το δευτερογενή τομέα της παραγωγής. Οι νομοί που είχαν στο παρελθόν εκτεταμένο τον αγροτικό τομέα της οικονομίας τους, έμειναν πίσω και η απόστασή τους από τα μεγάλα αστικά κέντρα μεγάλωσε. Η ελληνική οικονομία, σήμερα, στηρίζεται κυρίως στον τριτογενή τομέα (υπηρεσίες, εμπόριο, τουρισμός κ.ά.), που συμμετέχει κατά 72% στην παραγωγή του εγχώριου προϊόντος. Γεωγραφικά, η μετατόπιση των παραγωγικών πόρων, δεν έγινε μόνο προς τα πολεοδομικά συγκροτήματα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και προς τα μεγάλα αστικά κέντρα κάθε περιφέρειας, πράγμα που δημιούργησε ένα δεύτερο επίπεδο διαφοροποίησης και ανισοτήτων στις δημογραφικές και οικονομικές συνθήκες. Η μετακίνηση και η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού και οικονομικών δραστηριοτήτων προς τις μεγαλύτερες πόλεις, που άρχισε μεταπολεμικά, συνεχίζεται αμείωτη και στις μέρες μας. Οι ενδοπεριφερειακές ανισότητες εμφανίζονται να είναι μεγάλες σε πολλές περιοχές της Χώρας. Το πρόβλημα της διαρθρωτικής ανισότητας δεν θα λυθεί αν δεν αλλάξει ριζικά ο προσανατολισμός της ακολουθούμενης περιφερειακής πολιτικής. Οι αναπτυξιακές στρατηγικές πρέπει να στοχεύουν στην ισόρροπη ανάπτυξη της Χώρας και να εγγυώνται την ισότητα των ευκαιριών και την ευημερία των πολιτών σε κάθε γωνιά της. Τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης που γίνονται στο όνομα της Περιφερειακής Ανάπτυξης, κάθε άλλο παρά την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη της Χώρας πέτυχαν. Το αντίθετο μάλιστα. Ένα υδροκέφαλο, συγκεντρωτικό και αθηνοκεντρικό Κράτος, για να μεταρρυθμιστεί και να πάρει σύγχρονη μορφή και αναπτυξιακή κατεύθυνση, για να μπορέσει να προωθήσει την ιδέα της ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης, χρειάζεται ισχυρό το θεσμό της δευτεροβάθμιας περιφερειακής και νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Σύμφωνα με όλους τους δείκτες, η Ελλάδα είναι το πιο συγκεντρωτικό Κράτος από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. Η από-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
79
σταση μάλιστα που τη χωρίζει από ορισμένα κράτη, με προηγμένα συστήματα αποκέντρωσης και Αυτοδιοίκησης, είναι πολύ μεγάλη. Τα αναπτυγμένα κράτη στηρίζονται εμφανώς σε αποκεντρωμένα συστήματα Αυτοδιοίκησης, τα οποία έχουν πολλαπλές μορφές και μεγέθη. Η περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη, αποτελεί προνομιακό χώρο άσκησης πολιτικής της Αυτοδιοίκησης, σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες. Η διαχείριση αναπτυξιακών προγραμμάτων και πόρων είναι μια από τις κύριες πολιτικές αρμοδιότητες της αιρετής περιφερειακής Αυτοδιοίκησης στις περισσότερες χώρες. Η αποκέντρωση λοιπόν, οικονομικών και αναπτυξιακών ευθυνών, όπως δείχνει και η διεθνής εμπειρία, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της περιφερειακής ανάπτυξης της Χώρας.
Ένα βήμα μπροστά, δύο πίσω Οι απόπειρες που έγιναν στο παρελθόν για αποκέντρωση του Κράτους προς Αυτοδιοίκηση, απέτυχαν, γιατί έγιναν χωρίς γενικότερο σχέδιο, απρόθυμα, αποσπασματικά και πρόχειρα. Ορισμένες αλλαγές που αποφασίστηκαν είτε δεν εφαρμόστηκαν, είτε στρεβλώθηκε και αναθεωρήθηκε το περιεχόμενο τους στην πορεία. Ο θεσμός της Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα έγινε τελικά αντικείμενο πειραματισμών από όλες τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Η εισαγωγή της με το νόμο 2218 το 1994 αποτέλεσε, ως αφετηρία, ένα πρώτο βήμα θεσμικής μεταρρύθμισης. Η ίδρυση των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, οι οποίες οργανώθηκαν πάνω στο ισχύον σύστημα των νομών και η μεταφορά μεγάλου μέρους κρατικών αρμοδιοτήτων της παλιάς Νομαρχίας, θεωρήθηκε ως αρχή για μια ουσιαστική αποκέντρωση της κεντρικής εξουσίας προς την Αυτοδιοίκηση. Δεν άργησε όμως να αναπτυχθεί η αντίρροπη κίνηση, της επιστροφής και επανα-συγκέντρωσης στη κρατική διοίκηση των εκχωρημένων αρμοδιοτήτων στην Νομαρ-
80
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
χιακή Αυτοδιοίκηση. Όλες οι μεταγενέστερες κυβερνήσεις υπαναχώρησαν και αναδιπλώθηκαν πολιτικά, οδηγώντας το θεσμό της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης σε διαρκή οπισθοδρόμηση και αποδυνάμωση. Επί σειρά ετών καταγράφεται ολόκληρη σειρά νομοθετικών μέτρων με κοινό γνώρισμα την αφαίρεση αρμοδιοτήτων και την άμεση ή έμμεση περιθωριοποίηση και συρρίκνωση του θεσμού. Από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, διαχρονικά, αφαιρέθηκαν οι αρμοδιότητες σε σημαντικούς και κρίσιμους τομείς πολιτικής σχεδιασμού, προγραμματισμού, εκπαίδευσης κτλ και της αφέθηκε ο κύριος όγκος των τυποποιημένων, διεκπεραιωτικών διοικητικών υπηρεσιών. Η αφαίμαξη των αρμοδιοτήτων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης έγινε προς την κρατική Περιφέρεια και προς τις μονοκλαδικές, κάθετες δομές που δημιουργήθηκαν από τα Υπουργεία μέχρι και το επίπεδο του νομού. Έτσι, ο νέος θεσμός, με την ισχυρή και άμεση δημοκρατική νομιμοποίηση, αποδυναμώθηκε και απογυμνώθηκε από αρμοδιότητες με ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο. Έμεινε ισχνός και ανίσχυρος και κατά συνέπεια ευάλωτος στις αντιστάσεις των κεντρικών μηχανισμών της πολιτικής, οικονομικής και διοικητικής εξουσίας. Το βήμα λοιπόν που έγινε το 1994 δεν ολοκληρώθηκε και έμεινε μετέωρο. Το 1997 με το νόμο 2539 εφαρμόζεται το πρόγραμμα με το όνομα «Καποδίστριας» που οδήγησε στη δημιουργία νέων δήμων και κοινοτήτων, μέσω της υποχρεωτικής συγχώνευσης των υφιστάμενων Ο.Τ.Α. Έτσι, ο αριθμός ΟΤΑ μειώθηκε από 5.775 σε 1.033. Αυτό το πρόγραμμα συγχώνευσης δήμων και κοινοτήτων και αναδιοργάνωσης της τοπικής Αυτοδιοίκησης, προσέβλεπε στη δημιουργία ισχυρών Ο.Τ.Α., που θα διέθεταν το προσωπικό και τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για την υλοποίηση των προγραμμάτων τους. Μετά από 10 χρόνια ζωής είναι γενική η εκτίμηση ότι το πρόγραμμα «Καποδίστριας» δεν πέτυχε στους στόχους του να δημιουργήσει με τις συνενώσεις αποτελεσματικούς Δήμους, γιατί η Πολιτεία δεν στήριξε ουσιαστικά τους νέους
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
81
ΟΤΑ με πολιτικές προγραμματικής, οργανωτικής και λειτουργικής αναβάθμισης καθώς και με επαρκείς πόρους. Μέσω του προγράμματος «Καποδίστριας» το Κράτος εξοικονόμησε σημαντικούς πόρους που ήταν υποχρεωμένο να διαθέσει στην ελληνική περιφέρεια και την α’ βάθμια Αυτοδιοίκηση. Η πρόσφατη ιστορία της Αυτοδιοίκησης και οι διαρκείς παλινωδίες των κυβερνητικών κομμάτων για το θεσμό, επιβεβαιώνει τη διαπίστωση για το πόσο ισχυρές είναι οι πολιτικές στα κυβερνητικά κόμματα, στην κρατική διοίκηση και τη δικαιοσύνη, που θέλουν και κρατούν στην Χώρα μας μια ισχυρή συγκεντρωτική και πλήρως ελεγχόμενη κρατική διοικητική δομή από την κυβερνητική εξουσία. Οι μηχανισμοί αυτοί θέλουν την Αυτοδιοίκηση ως μια συμπληρωματική, εξαρτημένη και υπό κηδεμονία διοικητική δομή, που διεκπεραιώνει τυποποιημένες γραφειοκρατικές λειτουργίες του Κράτους και μόνο. Πολιτικές που αποτελούν την τροχοπέδη στην μεταρρύθμιση και τον εκδημοκρατισμό του πολιτικού μας συστήματος. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης και διοίκησης, παρά τα μικρά βήματα εκσυγχρονισμού που έχουν γίνει, χαρακτηρίζεται επί το πλείστο συγκεντρωτικό, υπερτροφικό, γραφειοκρατικό, αναποτελεσματικό, δυσκίνητο και με κομματική – πελατειακή, κατά βάση, συγκρότηση και δομή. Αυτό το σύστημα δεν θέλει να αποτάξει τον παραδοσιακό ρόλο της κεντρικής εξουσίας, αποκεντρώνοντας αρμοδιότητες και εξουσίες προς τις τοπικές κοινωνίες. Θέλει την Αυτοδιοίκηση ως ιμάντα μεταβίβασης, να διεκπεραιώνει, τοπικά, αποφάσεις που λαμβάνονται σε κεντρικό επίπεδο. Μια νέα μεταρρύθμιση που δεν θα σπάσει αυτόν το συγκεντρωτισμό, που δεν αποκεντρώσει την εκτελεστική εξουσία προς την κοινωνία, όχι μόνο προοδευτική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να είναι, αλλά ούτε καν μεταρρύθμιση. Μια Αυτοδιοίκηση χωρίς σημαντικό πολιτικό ρόλο στην διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων, μια Αυτοδιοίκηση πολιτικά ανίσχυρη, μειωμένης σημασίας, είναι ψευδεπίγραφη, ανούσια
82
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
και αναποτελεσματική, δεν έχει καμιά σχέση με το σκοπό που καλείται να υπηρετήσει.
Η συνταγματική θέση της Αυτοδιοίκησης Η αρχική μεταφορά αρμοδιοτήτων από τις κρατικές Νομαρχίες στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, προκάλεσε ποικίλα ερμηνευτικά προβλήματα, ορισμένα από τα οποία απέκτησαν στην πορεία -μέχρι τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001- και συνταγματική διάσταση. Το 2001 με τη συνταγματική αναθεώρηση έγινε ένα δειλό βήμα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της Αυτοδιοίκησης με αρμοδιότητες και για την αντιμετώπιση προβλημάτων που είχαν ανακύψει από την εισαγωγή του β’ βαθμού. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 10229 θεσπίστηκε το τεκμήριο αρμοδιότητας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης για τις «τοπικές υποθέσεις» και ορίστηκε η ρητή εξουσιοδότηση του νομοθέτη για την ανάθεση «κρατικών» αρμοδιοτήτων - εκτελεστικών και κανονιστικών, που συνιστούν συνταγματική αποστολή του Κράτους όπως της Πολεοδομίας, ρυμοτομίας, παιδείας, κοινωνικής πολιτικής, υγείας κ.ο.κ. - σε όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η πρόβλεψη του συντάγματος ότι ο Νομοθέτης μπορεί αναθέτει στην Αυτοδιοίκηση οποιαδήποτε κρατική αρμοδιότητα είναι σαφής, κανονιστικά πλήρης και υπερεπαρκής. Δεν χρειάζεται μια άλλη συνταγματική μεταρρύθμιση στο μέλλον, που θα ενσωματώσει στο σύνταγμα μια αναλυτικότερη αναφορά, για το ποιες αρμοδιότητες ανήκουν στην κεντρική και την αποκεντρωμένη διοίκηση και ποιες στην Αυτοδιοίκηση. Ο Νομοθέτης εφόσον θέλει μπορεί να αποφασίσει για το ποιες είναι οι κρατικές αρμοδιότητες -κανονιστικές και εκτελεστικές- του επιτελικού Κράτους, που θα κρατήσει για τον εαυτό του και τις υπόλοιπες να μεταβιβάσει δια νόμου στην Αυτοδιοίκηση (ανάλογα α’ ή β’ βαθμού).
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
83
Η δικαιοσύνη -όπως και η κεντρική κρατική διοίκησηδέσμια μιας γιακωβινικής, συγκεντρωτικής αντίληψης για το Κράτος, προκατειλημμένη και κακόπιστη απέναντι στους θεσμούς του, στους Οργανισμούς της Αυτοδιοίκησης, αρνήθηκε την κανονιστική αρμοδιότητα τους, σε ορισμένες κρατικές αρμοδιότητες και δημιούργησε τα προσκόμματα της νομολογίας. Πολλές φορές ερμήνευσε στενά τις ευθύνες των οργάνων του Κράτους, σ’ ορισμένους τομείς και απέκλεισε την Αυτοδιοίκηση από κρίσιμους τομείς της πολιτικής. Βέβαια οι ορισμοί του Συντάγματος που κάνουν λόγο για «Κράτος», συχνά απευθύνονται στο σύνολο της δημοκρατικά συντεταγμένης Πολιτείας, στην οποία ασφαλώς περιλαμβάνεται και η Αυτοδιοίκηση. Η δικαιοσύνη ωστόσο φαίνεται να διακατέχεται από μια αντίληψη, που αντιμετωπίζει την Αυτοδιοίκηση, όχι ως ένα συστατικό θεσμό, μια συνιστώσα του Κράτους, που ανήκει στο Κράτος και είναι αναπόσπαστο τμήμα του πολιτικού και του διοικητικού του συστήματος, αλλά ως ένα τρίτο μέρος που δεν ανήκει στο Κράτος. Τελικά το αυτονόητο φαίνεται δεν είναι αυτονόητο ό,τι δηλαδή η Αυτοδιοίκηση, αποτελεί μέρος του πολιτικού και του διοικητικού συστήματος του Κράτους και ως τέτοια, στην αποστολή και στις αρμοδιότητές της, είναι η διαχείριση δημόσιων υποθέσεων στην περιοχή ευθύνης της. Ο αναθεωρητικός νομοθέτης το 2001 με την κατοχύρωση της δυνατότητας ανάθεσης με νόμο της άσκησης αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους στους ΟΤΑ, προσπάθησε να αντιμετωπίσει τα εμπόδια που είχαν ανακύψει από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Παρ’ όλα αυτά όμως, ορισμένες αποφάσεις του ΣτΕ έγιναν προφάσεις για τις μετέπειτα Κυβερνήσεις για παραπέρα αφαίρεση αρμοδιοτήτων από τη νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Οι κυβερνήσεις μετά το 2001 αποδείχτηκαν εντελώς απρόθυμες και αρνητικές να αποδώσουν στην Αυτοδιοίκηση, κατά τον τρόπο που ορίζει το Σύνταγμα στο άρθρο 102, αρμοδιότητες που, είτε είχαν αφαιρεθεί, είτε ήταν νέες. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει ως προς το κριτήριο
84
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
της «τοπικής υπόθεσης», το οποίο διατηρήθηκε κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001. Η έννοια της αρμοδιότητας «τοπικής υπόθεσης» συνδέεται με τη διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων, στις οποίες υπάρχει το τοπικό στοιχείο. Η διάκριση όμως των δημοσίων υποθέσεων σε γενικές-κρατικές, οι οποίες απορρέουν από τη διαχείριση γενικής κρατικής πολιτικής και σε τοπικές που συνδέονται με τοπικά ενδιαφέροντα και ζητήματα της περιφέρειας, του κάθε Οργανισμού Αυτοδιοίκησης, είναι δυσχερής. Σε πολλές από τις υποθέσεις δημοσίου συμφέροντος που συνυπάρχει ο εθνικός με τον τοπικό χαρακτήρα, ο νομοθέτης, ο οποίος έχει τον αποφασιστικό λόγο, πάντα παραγνωρίζει τον τοπικό χαρακτήρα και κατανέμει τις αρμοδιότητες σύμφωνα με το κακώς εννοούμενο συμφέρον του συγκεντρωτικού Κράτους, εις βάρος της Αυτοδιοίκησης. Έτσι το συνταγματικά κατοχυρωμένο τεκμήριο αρμοδιότητας της Αυτοδιοίκησης για τις τοπικές υποθέσεις δεν εφαρμόζεται πλήρως, αμφισβητείται εύκολα και περιορίζεται τελικά η ευρύτητα των λειτουργιών της Αυτοδιοίκησης.
10. Βασικές προϋποθέσεις μιας δημοκρατικής-αποκεντρωτικής μεταρρύθμισης
Το αντικείμενο και ο στόχος μιας «διοικητικής μεταρρύθμισης» ίναι κοινή η διαπίστωση στη Χώρα μας ότι χρειαζόμαστε μια μεταρρύθμιση που να αποκεντρώσει το συγκεντρωτικό πολιτικό και διοικητικό της σύστημα, ενισχύοντας την Αυτοδιοίκηση και ταυτόχρονα τη δημοκρατία. Χρειαζόμαστε μια μεταρρύθμιση, που να αντιμετωπίζει τις τεράστιες ανισότητες που εμφανίζονται μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, να ενισχύει την κοινωνική συνοχή, να συμβάλει στον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος. Η «διοικητική μεταρρύθμιση» -όπως ονομάστηκε στο παρελθόν- ορίστηκε ως μια αποκεντρωτική μεταρρύθμιση του συγκεντρωτικού Κράτους. Ο πρωταρχικός σκοπός της ήταν να περιοριστεί το Κράτος στα επιτελικά του καθήκοντα –όπως προβλέπει και το Σύνταγμα- και να αποκεντρωθούν προς την Αυτοδιοίκηση εκτελεστικές εξουσίες και κρατικές αρμοδιότητες, ώστε να ασκούνται πλησιέστερα στην κοινωνία και με τη συμμετοχή του κοινωνικού σώμα-
Ε
86
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
τος. Με άλλα λόγια εκείνο που από την αρχή που καθορίστηκε, ότι έπρεπε να αλλάξει και να μεταρρυθμιστεί, ήταν πρώτα το Κράτος και μετά η Αυτοδιοίκηση. Η οργανωτική αναδιάρθρωση της Αυτοδιοίκησης, στα πλαίσια μια διοικητικής μεταρρύθμισης δεν πρέπει να αντιμετωπισθεί, μεμονωμένα, αποσπασματικά και αποκομμένα από το γενικό στόχο, για το ριζικό μετασχηματισμό του ενιαίου πολιτικού και διοικητικού μας συστήματος, του οποίου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος. Απαιτούνται να γίνουν δραστικές αλλαγές στην δομή και τη λειτουργία της Αυτοδιοίκησης, αλλά πρέπει να γίνουν στην βάση ενός συνολικού σχεδίου αναδιάρθρωσης του πολιτικο-διοικητικού συστήματος του Κράτους. Ενός σχεδίου που θα ανανεώσει τους θεσμούς του Κράτους, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες προκλήσεις. Δεν πρέπει να γίνουν χωριστές και ασύνδετες «μεταρρυθμίσεις» όπως στο παρελθόν αλλά μια συνολική που θα ανακατανείμει τα αντικείμενα της διακυβέρνησης σε κάθε επίπεδο. Μια μεταρρύθμιση που δεν θα θίξει το συγκεντρωτισμό του Κράτους, που δεν ανακατανείμει εξουσίες, αρμοδιότητες και πόρους μεταξύ Κράτους και Αυτοδιοίκησης, που δεν θα ενισχύσει τη δημοκρατία, αλλά θα περιοριστεί μόνον σε συνενώσεις, θα αναπαράγει το συγκεντρωτισμό και τον απαξιωμένο κομματισμό σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και θα καταλήξει στο τέλος σε μια απορύθμιση της Αυτοδιοίκησης. Η «διοικητική μεταρρύθμιση» πρέπει να είναι μια συνολική μεταρρύθμιση και να καλύπτει την κεντρική κρατική και αποκεντρωμένη διοίκηση σ΄ όλους τους τομείς της και την α’ βάθμια και β’ βάθμια Αυτοδιοίκηση, από κοινού και όχι αποσπασματικά και μεμονωμένα. Πρόκειται για δύο παράλληλες διαδικασίες που πρέπει να γίνουν ταυτόχρονα και εναρμονισμένα. Ο πρωταρχικός στόχος, πρέπει να είναι η αποκέντρωση του Κράτους και της εκτελεστικής εξουσίας, προς την κοινωνία και την Αυτοδιοίκηση και στη συνέχεια η αναβάθμιση/αναδιοργάνωση της Αυτοδιοίκησης. Η απο-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
87
κεντρωμένη συγκρότηση του Κράτους δεν πρέπει να είναι ανταγωνιστική και να λειτουργεί σε βάρος της Αυτοδιοίκησης, όπως έγινε στο παρελθόν. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει εξ ‘αρχής προσδιορισμός των πεδίων και σαφής διαχωρισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατικής διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και ευκρινής οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων κάθε επιπέδου Αυτοδιοίκησης. Να αποκλειστεί και να μην επιτρέπεται να υπάρχουν στον ίδιο χώρο και στον ίδιο τομέα παράλληλες, συγγενείς αρμοδιότητες. Είναι πλέον αναγκαιότητα ο περιορισμός του Κράτους στον -από το Σύνταγμα προβλεπόμενο - επιτελικό του ρόλο. Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Χώρας, η κυβέρνηση και τα κεντρικά όργανα αναπτύσσουν λειτουργίες με «επιτελικό» χαρακτήρα, αφού ορίζουν την «γενική κατεύθυνση» (άρθρ. 101 παρ. 3), κατευθύνουν την «γενική πολιτική της Χώρας» (άρθρ. 82 παρ. 1), συντονίζουν και ελέγχουν τα περιφερειακά όργανα (άρθρ. 101 παρ. 3). Η αποκέντρωση του Κράτους προς την Αυτοδιοίκηση, περιορίζει τις εκτελεστικές εξουσίες του κεντρικού πολιτικού συστήματος, αλλά δεν αποδυναμώνει το Κράτος, αντίθετα το ενδυναμώνει. Η εξουσία μεταφέρεται σε περισσότερα επίπεδα και κέντρα λήψης αποφάσεων, τα οποία βρίσκονται πλησιέστερα στους πολίτες και στην κοινωνία. Η αποκέντρωση του Κράτους προς την Αυτοδιοίκηση, δεν οδηγεί στη διάλυση του, ούτε στον κατακερματισμό της πολιτειακής του ενότητας, όπως ορισμένοι ισχυρίζονται ή φοβούνται, αλλά στην ισχυροποίησή του. Ανταποκρίνεται στην ανάγκη, για ένα πιο σύγχρονο Κράτους, πιο δημοκρατικό και πιο αποτελεσματικό. Η σημασία της ενίσχυσης των δημοκρατικών χαρακτηριστικών και της αυτοτέλειάς της Αυτοδιοίκησης, δεν περιορίζεται σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο, αλλά γίνεται σημαντική για την αναδιάρθρωση και ποιοτική ανέλιξη της Δημοκρατίας γενικότερα. Η Αυτοδιοίκηση μπορεί να συμβάλει σ’ ένα τέτοιο σκοπό, με το πλεονέκτημα της εγγύτητας της στο κοινωνικό σώμα. Το δημοκρατικό έλλειμμα που
88
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
υπάρχει σήμερα στο κεντρικό πολιτικό σύστημα, μπορεί να συμπληρωθεί και να εξισορροπηθεί, με την μεταφορά πολιτικής εξουσίας και την ανάπτυξη της δημοκρατίας στην Αυτοδιοίκηση. Στη νέα παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα επιβάλλεται η ύπαρξη ποικίλων και πολυεπίπεδων δημόσιων χώρων, όπου θα λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις πλησιέστερα στην κοινωνία. Η αποκέντρωση της εξουσίας και η διάχυσή της σε κέντρα που βρίσκονται εγγύτερα στο κοινωνικό σώμα αυξάνει τη διαφάνεια και ελαχιστοποιεί τη δυνατότητα διαπλοκής και διαφθοράς. Σε μια εποχή που οι λειτουργίες της Δημοκρατίας υφίστανται την ασφυκτική πίεση από ισχυρά συμφέροντα, η ενίσχυση της άμεσης δημοκρατίας και αμφίπλευρης σχέσης πολίτη-κοινωνίας μέσα από την Αυτοδιοίκηση, αποτελεί ένα αντίμετρο για τη στήριξη και αναζωογόνηση της δημοκρατίας, της κοινωνίας και της οικονομίας στη Χώρα μας. Η Αυτοδιοίκηση, ως δημόσιος πολιτικός χώρος, μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην μεταρρύθμιση του εθνικού Κράτους και να συμβάλλει, όχι μόνον στον εκσυγχρονισμό του αλλά, κυρίως, στην αναγκαία αναζωογόνηση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Μπορεί να αποτελέσει, το δημόσιο χώρο, ο οποίος θα ευνοεί την πολιτική συμμετοχή και, κατ’ επέκταση, την προσχώρηση των πολιτών στην πολιτική, στην διαχείριση των υποθέσεων τους και στη λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν. Η αποκέντρωση της κεντρικής εξουσίας και η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της τοπικής Αυτοδιοίκησης, η ουσιαστική διεύρυνση των δυνατοτήτων συμμετοχής των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων, η ανοιχτή διακυβέρνηση και το άνοιγμα στην κοινωνία, ιδίως μέσα από ποικίλες μορφές άμεσης συμμετοχής, συνεργασίας και διαβούλευσης, των πολιτών με τους κοινωνικούς τους Φορείς, μπορούν να οικοδομήσουν τους θεσμικούς όρους αναγέννησης της δημοκρατίας και της πολιτικής στην σύγχρονη εποχή. Η Αυτοδιοίκηση είναι ένας πολιτικός θεσμός με ξεχωρι-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
89
στή φυσιογνωμία και με πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα ως προς τη δημοκρατική λειτουργία και τη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων. Αποτελεί και συγκροτεί τον πλησιέστερο προς τον πολίτη θεσμό κοινωνικοποίησης, συμμετοχής στην διαχείριση των κοινών υποθέσεων και κοινωνικού ελέγχου της εξουσίας. Ως δημοκρατικός θεσμός μπορεί να εξασφαλίζει, στην διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων, περισσότερο την «δημοκρατικότητα» και την αποτελεσματικότητα. Έχοντας δύο βασικά συγκριτικά πλεονεκτήματα: την άμεση δημοκρατική νομιμοποίηση και την εγγύτητα προς τους πολίτες, μπορεί να είναι αποδοτικότερη στην εφαρμογή αρχών διαφάνειας, λογοδοσίας, αμεροληψίας και διαβούλευσης. Στα πλαίσια αυτά, η Αυτοδιοίκηση καλείται να αποβάλει παθογένειες, να υπερβεί κατά πολύ το σημερινό χαρακτήρα της και να αναλάβει νέες λειτουργίες. Πρέπει να συγκροτεί ένα διευρυμένο δημόσιο χώρο, με κύρια χαρακτηριστικά τη συμμετοχή, την αποκέντρωση και το δημοκρατικό έλεγχο. Να αποτελέσει δηλαδή χώρο διαβούλευσης, αλληλεγγύης και συμμετοχής, ο οποίος θα συμβάλλει στη διατήρηση της συνοχής της πολιτικής κοινότητας και στην προώθηση δημοκρατικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων.
Μια δημοκρατική μεταρρύθμιση Στο επίκεντρο μιας μεταρρύθμισης πρέπει να βρεθεί, όχι μόνο η αποκέντρωση του Κράτους στην Αυτοδιοίκηση, αλλά και η ενίσχυση της δημοκρατίας στην Αυτοδιοίκηση. Απαιτούνται να γίνουν δραστικές αλλαγές στην δομή και τη λειτουργία των Οργανισμών της Αυτοδιοίκησης, ώστε να διασφαλίζεται η άμεση συμμετοχή των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών στην διοίκηση των υποθέσεών τους και να ενισχύεται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία με στοιχεία άμεσης δημοκρατίας. Αλλαγές που ν’ αναζωογονούν τη δημοκρατική λειτουργία της Αυτοδιοίκησης και να εμπεδώ-
90
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
νουν τη σχέση των τοπικών κοινωνιών με την πολιτική. Μια «δημοκρατική μεταρρύθμιση» στην Αυτοδιοίκηση, πρέπει να θεμελιωθεί σε τρεις, βασικούς, πυλώνες: * στην αναλογική αντιπροσώπευση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στα όργανα της Αυτοδιοίκησης με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής. * στην αναβάθμιση των συλλογικών οργάνων σε βάρος των μονοπρόσωπων, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη δημοκρατική συμμετοχή με την αποτελεσματικότητα. * την εισαγωγή κανόνων πολιτικής συμμετοχής και άμεσης δημοκρατίας και την υιοθέτηση ενός μοντέλου ανοιχτής διακυβέρνησης. 1. Πρέπει να καθιερωθεί το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής σε όλες τις βαθμίδες Αυτοδιοίκησης, για δημοκρατικότερη συγκρότηση των οργάνων και αναλογική εκπροσώπηση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, σε όλα τα όργανα της Αυτοδιοίκησης. Η εφαρμογή της απλής αναλογικής διευκολύνει τις αναγκαίες διεργασίες κοινωνικής συναίνεσης, την ανάληψη πολιτικής ευθύνης από διαφορετικές δυνάμεις καθώς και τη συμμετοχή τους στα αιρετά όργανα. Η απλή αναλογική στην Αυτοδιοίκηση θα δημιουργήσει μία νέα πολιτική δυναμική, που θα απεγκλώβιζε το πολιτικό σύστημα από μία παγιωμένη μορφή λειτουργίας που έχει εξαντλήσει τα όριά της. Οι τοπικές και περιφερειακές συνεργασίες θα υποχρέωναν τις πολιτικές δυνάμεις να λειτουργήσουν ανοιχτά και δημοκρατικά, τόσο για τις πολιτικές που θα εφαρμόσουν, όσο και για τα πρόσωπα που θα επιλεγούν. Τα υπάρχοντα εκλογικά συστήματα στην Αυτοδιοίκηση είναι πλειοψηφικά και όχι δημοκρατικά, αφού εξασφαλίζουν μια σημαντική εξουσία στον πλειοψηφούντα συνδυασμό, ο οποίος εκλέγει τα 3/5 των Συμβουλίων, οδηγούν στην επικράτηση μονοπαραταξιακών υποψηφιοτήτων, οι οποίοι ενεργούν στις περισσότερες των περιπτώσεων, ως κομμα-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
91
τικοί υποψήφιοι. 2. Στο σύστημα διακυβέρνησης πρέπει να αναβαθμιστούν περισσότερο τα συλλογικά όργανα σε βάρος των μονοπρόσωπων. Το σύστημα πρέπει να γίνει περισσότερο «συμβουλιακό» και λιγότερο μονοπρόσωπο (δημαρχοκεντρικό, περιφεριοκεντρικό). Πρέπει να διευρυνθούν οι εξουσίες και οι αρμοδιότητες των συλλογικών οργάνων και να περιοριστούν από το μονοπρόσωπο όργανο όπως ισχύει σήμερα, ώστε τα συλλογικά όργανα να βουλεύονται και να ασκούν με αποτελεσματικότητα τις αρμοδιότητές τους. Τα αιρετά Συμβούλια πρέπει να καθορίζουν τις γενικές κατευθύνσεις, να εκπονούν και να θεσπίζουν τα προγράμματα δράσης, να ελέγχουν την εφαρμογή τους και να ασκούν πολιτικό έλεγχο στα εκτελεστικά όργανα και τη διοίκηση. Η εκτελεστική λειτουργία, πρέπει να ασκείται δημοκρατικότερα και αποτελεσματικότερα μέσα από μια εκτελεστική επιτροπή που εκλέγει το Συμβούλιο, στην οποία συμμετέχουν αναλογικά με την εκλογική τους δύναμη οι παρατάξεις και στην οποία επικεφαλής είναι ανάλογα ο Δήμαρχος, ή ο Περιφερειάρχης. 3. Τα Αυτοδιοικητικά οργανωτικά σχήματα, πρέπει να διασφαλίζουν την άμεση συμμετοχή των πολιτών στην διοίκηση των υποθέσεών τους και την άσκηση της τοπικής δημοκρατίας με πιο άμεσο τρόπο, με την εισαγωγή ορισμένων διαδικασιών άμεσης δημοκρατίας. Άλλωστε ο όρος Αυτοδιοίκηση δηλώνει την αυτοδιεύθυνση, την αυτοδιαχείριση της τοπικής κοινωνίας. Η αποκέντρωση στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας δεν αφορά μόνο το Κράτος αλλά και την Αυτοδιοίκηση. Η Αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να είναι ένας απόμακρος διοικητικός μηχανισμός, δεν μπορεί να είναι κρατικιστική και γραφειοκρατική, αλλά δημοκρατική, αντιγραφειοκρατική. Η Αυτοδιοίκηση πρέπει να εξασφαλίζει μια ανοιχτή διακυβέρνηση, να λειτουργεί μαζί με τους πολίτες και να αποδίδει τη με-
92
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
γαλύτερη δυνατή εξουσία αυτοκυβέρνησης στις τοπικές κοινωνίες. Η εισαγωγή διαδικασιών συμμετοχικής δημοκρατίας, διαφάνειας, δημοσιότητας, διαβούλευσης συνιστούν τους πρώτους αναγκαίους όρους για την πολιτική συμμετοχή και τον πολιτικό έλεγχο από το κοινωνικό σώμα. Μόνον όταν οι πολίτες μπορούν να συμμετέχουν ή να επηρεάζουν τις αποφάσεις ή να μπορούν άμεσα να ελέγχουν τους πάνω, θα αποκτήσουν το ενδιαφέρον τους για την πολιτική. Η συμμετοχική δημοκρατία, προσφέρει πολλαπλές δυνατότητες παρέμβασης και συμμετοχής των πολιτών (νομοθετικές πρωτοβουλίες, ανάκληση εκλεγμένων αρχόντων πριν από τη λήξη της θητείας τους). Μόνο όταν ο εντολοδόχος αιρετός μπορεί να ελέγχεται αποτελεσματικά από την κοινωνικό σώμα, αναγκάζεται να λαμβάνει πιο σοβαρά υπόψη τη βούληση του εντολέα, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αδιαφάνεια-διαφθορά και να αυξάνεται η αποτελεσματικότητα. Σε μια εποχή απαξίωσης και χειραγώγησης της πολιτικής, που οι λειτουργίες της Δημοκρατίας υφίστανται την ασφυκτική πίεση από ισχυρά συμφέροντα, η ενίσχυση της άμεσης δημοκρατίας και αμφίπλευρης σχέσης πολίτη-κοινωνίας με την Αυτοδιοίκηση, αποτελεί ένα αντίμετρο για τη στήριξη και αναζωογόνηση της δημοκρατίας στη Χώρα μας.
Οργανωτική και γεωγραφική αναδιάταξη της Αυτοδιοίκησης Κάθε επίπεδο Αυτοδιοίκησης πρέπει να ανάγεται στο κατάλληλο γεωγραφικό και κοινωνικό χώρο για να ασκήσει με αυτοτέλεια και αποτελεσματικότητα, χωρίς συγκρούσεις και αλληλεπικαλύψεις, τις αρμοδιότητες του. Τα όρια των δικαιοδοσιών μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διοίκησηςΑυτοδιοίκησης πρέπει να είναι σαφή και διακριτά. Η δευτεροβάθμια Αυτοδιοίκηση μπορεί κατά το Σύνταγμα να συγκροτηθεί σε οποιαδήποτε διοικητική διαίρεση
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
93
βρίσκεται ψηλότερα από τον πρώτο βαθμό. Αυτή η συγκρότηση, θα πρέπει να στηρίζεται σε μια όσο το δυνατόν ολοκληρωμένη γεωγραφική, οικονομική, κοινωνική, ιστορική και διοικητική ενότητα και να εξασφαλίζει μεγαλύτερη αποδοτικότητα και γνησιότερη δημοκρατική αντιπροσώπευση και λειτουργία. Η εισαγωγή της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης ως β' βαθμός Αυτοδιοίκησης πρέπει να γίνει σε συνδυασμό με την υπάρχουσα Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις παράλληλα με τη νομαρχιακή εδαφική τους συγκρότηση, συνενούμενες μπορούν να δημιουργήσουν το επίπεδο της Περιφέρειας. Η δευτεροβάθμια Αυτοδιοίκηση στη νέα θεσμική της διάρθρωση πρέπει να έχει μικτή μορφή, να είναι ταυτόχρονα Νομαρχιακή και Περιφερειακή, πρέπει να έχει πολιτική και νομική οντότητα και στα δύο επίπεδα, πρέπει να έχει αιρετά πολιτικά όργανα και στους Νομούς και στις Περιφέρειες, με σαφώς καθορισμένους πολιτικούς ρόλους, αρμοδιότητες και πόρους και στα δύο εσωτερικά επίπεδα. Η περιφερειακή συγκρότηση της β’ βάθμιας Αυτοδιοίκησης δεν πρέπει να ακυρώσει την πολιτική οντότητα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Οι μικρότεροι νομοί δεν πρέπει μόνιμα να υπαχθούν πολιτικά στους μεγαλύτερους. Με τη δημιουργία της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης και την κατάργηση της Νομαρχιακής, ο Νομός της έδρας –λόγω πληθυσμιακής υπεροχής- θα αποκτήσει την πολιτική και αναπτυξιακή ηγεμονία εις βάρος των άλλων νομών. Αν δημιουργηθούν Περιφερειακές Αυτοδιοικήσεις στη θέση των σημερινών 13 Περιφερειών σε 5 Περιφέρειες (Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ιονίων Νήσων, Αττικής, Βορείου Αιγαίου) ο νομός της έδρας, έχει ποσοστό πληθυσμού μεγαλύτερο του 50% του συνόλου και σε άλλες 3 Περιφέρειες (Ηπείρου, Δυτικής Ελλάδος, Κρήτης) ο νομός της έδρας, έχει ποσοστό μεγαλύτερο του 43% του συνόλου. Ο Νομός είναι μια οντότητα που κατέχει ιδιαίτερη θέση στη συνείδηση των πολιτών και στη συνείδηση των τοπικών
94
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
κοινωνιών. Οι Νομοί και οι Νομαρχίες είναι μια ιστορική, πολιτική και διοικητική πραγματικότητα με βαθιές ρίζες στις τοπικές κοινωνίες, ενώ αποτελούν και βασικό χώρο αναφοράς για σημαντικές υλικοτεχνικές υποδομές και κοινωνικοοικονομικές δραστηριότητες. Ο Νομός και η Νομαρχία αποδείχθηκαν ως ο σταθερότερος περιφερειακός διοικητικός θεσμός του ελληνικού Κράτους από τις αρχές του (1833) μέχρι σήμερα. Εξαίρεση υπήρξε μόνο τη σύντομη μεταβατική περίοδο 1836-1845, όταν οι Νομαρχίες αντικαταστάθηκαν από τις Γενικές Διοικήσεις και τις Υποδιοικήσεις και οι οποίες απέτυχαν. Ο Νομός δεν έπαψε να αποτελεί τη διοικητική περιφέρεια η οποία οριοθετεί την κατά τόπο αρμοδιότητα των κρατικών οργάνων και ταυτίζεται με την εκλογική περιφέρεια. Η νομαρχιακή διοίκηση αναδείχθηκε ως ο σταθερότερος περιφερειακός διοικητικός θεσμός του ελληνικού Κράτους. Ο Νομός και η Νομαρχία είναι ένας σύγχρονος κορμός που προσφέρει το σχήμα για τη συγκρότηση και το προσανατολισμό των πολιτικών και κοινωνικοοικονομικών δυνάμεων της ελληνικής περιφέρειας και δεν είναι δυνατό να καταργηθεί πολιτικά. Η δημόσια συζήτηση για τη «διοικητική μεταρρύθμιση», περιέπεσε δυστυχώς, στις συνενώσεις των Δήμων και των Νομαρχιών και στη δημιουργία μεγάλων σχημάτων στον α’ και β’ βαθμό Αυτοδιοίκησης. Το πρόβλημα της Αυτοδιοίκησης αυθαίρετα καθορίστηκε ότι βρίσκεται στο μικρό μέγεθος των ΟΤΑ και για τη θεραπεία του χρειάζονται συνενώσεις. Από πολλούς μάλιστα χρησιμοποιείται το επιχείρημα ότι πρέπει να ακολουθήσομε το παράδειγμα των Ευρωπαϊκών χωρών στα μεγέθη των ΟΤΑ και ότι πρέπει με άλλα λόγια να εξευρωπαϊστούμε. Όμως η διαφορά μας με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην Αυτοδιοίκηση, δεν βρίσκεται στα μεγέθη των ΟΤΑ, αλλά στο περιεχόμενο και το ρόλο που ασκούν στις δημόσιες υποθέσεις. Το κριτήριο των πόρων που διαχειρίζονται οι ΟΤΑ ως ποσοστό στο ΑΕΠ στην Ε.Ε. (11,3%) και στην Ελλάδα (2,6%)- είναι αποκα-
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
95
λυπτικό για την κατάδειξη της υστέρησης και της διαφοράς που υπάρχει μεταξύ Ελλάδας και χωρών της Ε.Ε. Σ’ ότι αφορά τα μεγέθη, η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με υπερμεγέθεις ΟΤΑ. Στην Ευρώπη των 15 υπάρχουν συνολικά 73.012 Δήμοι με μέσο όρο 5.200 κατοίκους ανά Δήμο. Στην Ελλάδα σήμερα υπάρχουν 1.034 ΟΤΑ με μέσο όρο 10.200 κατοίκους ανά Δήμο, δηλαδή διπλάσιους του κοινοτικού μέσου. Μάλιστα οι μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες έχουν -σε μεγάλα ποσοστά- Δήμους με κατοίκους κάτω από 5000 κατοίκους (Γαλλία 95%, Γερμανία 75%, Ισπανία 85%, Ιταλία 71%). Η επιδείωξη επομένως της μείωσης των ΟΤΑ στο 1/3 του υπάρχοντος αριθμού, θα δημιουργήσει πολύ περισσότερα προβλήματα παρά που θα λύσει. Οι συνενώσεις ορισμένων ΟΤΑ είναι αναγκαίες σε περιπτώσεις όπου υπάρχει ενότητα γεωγραφική, πολεοδομική, οικονομική, κοινωνική, όπως στα πολεοδομικά συγκροτήματα, τα μικρά νησιά κτλ. Συνενώσεις και δημιουργία τεράστιων Δήμων σε ορεινές και αγροτικές περιοχές όπως και σε ανομοιογενείς περιοχές είναι παρακινδυνευμένη. Γεωγραφικά εκτεταμένοι αυτοδιοικητικοί οργανισμοί με λειτουργίες και όργανα απομακρυσμένα από τις τοπικές κοινωνίες και τους πολίτες, θα παραγκωνίσουν στην πορεία το κοινωνικό σώμα και θα μετατραπούν σε απρόσωπη και απόμακρη κρατική διοίκηση. Οι μικρές και απομακρυσμένες από τη έδρα του Δήμου κοινότητες θα βρεθούν στο περιθώριο. Η δημοκρατία στη μεγάλη κλίμακα των ΟΤΑ θα εξασθενήσει. Στη μικρή κλίμακα, ο πολίτης έχει γνωστική κυριαρχία επί του αντικειμένου του και μπορεί να συμμετέχει άμεσα και ενεργά στα κοινά, ενώ στη μεγάλη συμβαίνει το αντίθετο. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από γεωγραφικό κατακερματισμό, ανισοκατανομή του πληθυσμού, μεγάλη αναπτυξιακή ανισότητα μεταξύ των νομών και περιφερειών και μεγάλη ανομοιομορφία στις τοπικές και υπερτοπικές υποθέσεις μεταξύ των περιοχών. Ως εκ τούτου πρέπει να διαφοροποι-
96
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
ηθούν, οργανωτικά και λειτουργικά, μεταξύ τους οι θεσμοί της Αυτοδιοίκησης ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Είναι αναγκαίο να υπάρχουν ειδικές ρυθμίσεις και για τις μητροπολιτικές περιοχές αλλά και για τους νησιωτικούς δήμους και νομούς. Αναγκαία κρίνεται η θέσπιση μητροπολιτικής Αυτοδιοίκησης στα πλαίσια της β’ βάθμιας περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, που θα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα λειτουργικά και αναπτυξιακά αδιέξοδα που προκύπτουν από το διοικητικό χάος, τις επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, τον κατακερματισμό και την έντονη παρεμβατικότητα της κεντρικής κρατικής διοίκησης που επικρατεί στα μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα Αθήνας (ιδίως) και Θεσσαλονίκης. Αυτή η ιδιαιτερότητα υπαγορεύει διαφορετικές διοικητικές δομές και λειτουργίες τις β’ βάθμιας Αυτοδιοίκησης και διαφορετικές σχέσεις με την α’ βάθμια Αυτοδιοίκηση.
Αρμοδιότητες και πόροι Κρίσιμο ζήτημα σε μια «διοικητική μεταρρύθμιση» αποτελεί το πολιτικό περιεχόμενο που αποδίδεται στους οργανισμούς της Αυτοδιοίκησης, το οποίο καθορίζεται από τις πολιτικές και διοικητικές αρμοδιότητες που τους εκχωρούνται, για να ασκούν με αυτοτέλεια. Σε μια «κλιμακωτή» διοίκηση, και προκειμένου να γίνει ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των επιπέδων διοίκησης και η Αυτοδιοίκηση να αναλάβει το σημαντικό μέρος των δημοσίων υποθέσεων, πρέπει να βρουν συγκεκριμένη εφαρμογή τεκμήρια και αρχές, οι οποίες παραμένουν σήμερα γενικές διακηρύξεις χωρίς αντίκρισμα. Πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν και να κατοχυρωθούν συγκεκριμένα το συνταγματικό «τεκμήριο αρμοδιότητας» για τις τοπικές και υπερ-τοπικές υποθέσεις, όπως και οι αρχές: * της εγγύτητας με την οποία η διοίκηση ασκείται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πολίτη
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
97
* της επικουρικότητας ως προς την κατανομή διοικητικών αρμοδιοτήτων, όπου η ψηλότερη βαθμίδα της δημόσιας διοίκησης ασκεί μόνον εκείνες τις διοικητικές αρμοδιότητες που η χαμηλότερη βαθμίδα δεν μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικά * και φυσικά της αυτονομίας όπου κάθε επίπεδο Αυτοδιοίκησης πρέπει να λειτουργεί με πλήρη αυτοτέλεια, έχοντας την ικανότητα να ρυθμίζει και να διευθύνει, στα πλαίσια του νόμου τις δημόσιες υποθέσεις του χώρου του. Είναι ανάγκη ακόμα να ρυθμιστεί το θέμα του ελέγχου νομιμότητας των πράξεων της Αυτοδιοίκησης, από Ανεξάρτητη Αρχή Ελέγχου Αυτοδιοίκησης, που πρέπει να συγκροτηθεί γι’ αυτό το σκοπό. Η αυτονομία της Αυτοδιοίκησης από την κρατική διοίκηση πρέπει να διασφαλιστεί και στο ζήτημα του ελέγχου. Στη βάση των αρχών της εγγύτητας και της επικουρικότητας θα πρέπει να προσδιοριστούν και να οριοθετηθούν οι αρμοδιότητες που θα ασκούνται με αυτονομία από κάθε επίπεδο Αυτοδιοίκησης. Οι αρμοδιότητες που ανατίθενται στους αυτοδιοικητικούς οργανισμούς πρέπει να είναι πλήρεις και αποκλειστικές, χωρίς να αμφισβητούνται ή να περιορίζονται από άλλη αρχή, παρά μόνο στα πλαίσια του νόμου. Οι ΟΤΑ θα πρέπει δε να έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν τις δομές της δικής τους διοικητικής οργάνωσης, έτσι ώστε να προσαρμόζονται στις τοπικές συνθήκες, για να διασφαλίζεται η διοικητική αποτελεσματικότητα. Η μετεξέλιξη της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης στο επίπεδο της Περιφέρειας προϋποθέτει εκτός από τις υπάρχουσες αρμοδιότητες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και την εκχώρηση όλων των αρμοδιοτήτων της κρατικής Περιφέρειας στην αιρετή Περιφέρεια, για την ουσιαστική άσκηση πολιτικής. Εξαίρεση βέβαια, από την μεταβίβαση πρέπει να υπάρξει στις αρμοδιότητες των Υπουργείων Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Πολιτισμού (τομέας Αρχαιολογίας). Στα πλαίσια αυτά πρέπει να καταργηθούν η κρατική Περιφέ-
98
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
ρεια και όλες οι αποκεντρωμένες μονοκλαδικές δομές των Υπουργείων (Αγροτικής Ανάπτυξης, Εργασίας, κτλ) στις περιφέρειες και τους νομούς και να μην επιτρέπεται να υπάρχουν σ’ αυτό το επίπεδο, αποκεντρωμένες κρατικές υπηρεσίες με αντικείμενα παράλληλα με την Αυτοδιοίκηση. Η βασική αρμοδιότητα της αιρετής Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, σε οικονομικό τουλάχιστον επίπεδο, είναι η «ανάπτυξη», οι αναπτυξιακές ανάγκες και προοπτικές. Η αιρετή Περιφέρεια θα πρέπει να έχει σημαίνοντα ρόλο τόσο στον προγραμματισμό, διαχείριση, υλοποίηση και έλεγχο των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων όσο και σε αναπτυξιακά θέματα και θεσμούς. Στην τρέχουσα περίοδο πρέπει να αναλάβει εξ ολοκλήρου τη διαχείριση των περιφερειακών προγραμμάτων του ΕΣΠΑ. Οι αρμοδιότητες της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης πρέπει να κατανεμηθούν εσωτερικά στο επίπεδο της περιφέρειας και στο επίπεδο του νομού και να ασκούνται δια των αντίστοιχων συμβουλίων και υπηρεσιών, ανάλογα. Στο επίπεδο της περιφέρειας το «τεκμήριο της αρμοδιότητας» θα πρέπει να υπάρχει για τις υπερτοπικές υποθέσεις, διανομαρχιακού επιπέδου. Οι κύριες ασκούμενες αρμοδιότητες είναι: της αναπτυξιακής πολιτικής, του προγραμματισμού και του συντονισμού, του χωρικού σχεδιασμού, της πολιτικής γης, της διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών και φυσικών πόρων (υδατικοί πόροι), της κατασκευής και λειτουργίας έργων υποδομής διανομαρχιακού επιπέδου. Στο επίπεδο του Νομού αντίστοιχα, το τεκμήριο της αρμοδιότητάς θα πρέπει να υπάρχει για τις υπερτοπικές υποθέσεις νομαρχιακού επιπέδου. Σημαντικά κρίνονται τα ζητήματα αρμοδιοτήτων Νομαρχιακού επιπέδου: της εφαρμογής αναπτυξιακής πολιτικής (α’,β’,γ’ παραγωγικοί τομείς), της πολεοδομίας, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής πολιτικής (υγεία, κοινωνική φροντίδα, εκπαίδευση), του πολιτισμού, της πολιτικής προστασίας κτλ. Η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από το Κράτος στην Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να κοστολογηθεί και να γίνει μαζί με
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
99
τους ανάλογους δυναμικούς οικονομικούς πόρους, όπως επιτάσσει και το Σύνταγμα (άρθρο 102 παρ.5). Είναι αναγκαίο γι’ αυτό, η διοικητική μεταρρύθμιση να συνοδεύεται από μια δεύτερη, τη φορολογική, που θα προβλέπει τη μεταφορά φορολογικών πόρων χωρίς φορολογική εξουσία, στην Αυτοδιοίκηση. Στο πλαίσιο του ενιαίου δημοσιονομικού συστήματος, υπό την ευθύνη του Κράτους και χωρίς επιβολή νέων φόρων στους πολίτες, πρέπει να γίνει ανακατανομή των φορολογικών πόρων μεταξύ κεντρικής εξουσίας και Αυτοδιοίκησης, προκειμένου η τελευταία να ασκήσει με οικονομική αυτοδυναμία και επάρκεια τις νέες αρμοδιότητες.
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
συγγραφή του βιβλίου ολοκληρώθηκε την περίοδο που άρχισαν να καταφθάσουν οι ξένοι κηδεμόνες κι επιτηρητές στην χώρα μας, για να μας βάλουν σε σειρά. Η Ελλάδα βρίσκεται στο κρεβάτι του Προκρούστη κι ακρωτηριάζεται. «Έχει αφαιρεθεί ένα κομμάτι από την εθνική μας κυριαρχία», ομολόγησε δημόσια30 ο πρωθυπουργός της χώρας κ. Γιώργος Παπανδρέου. Είναι η εποχή που η ηγεσία των Βρυξελών υπαγορεύει στην Ελλάδα τις εντολές της παλαιάς διαθήκης του Φρίντμαν, προκειμένου αυτή να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη εξόφληση των τόκων στους δανειστές της, όπως και να διαιωνίσει το χρέος της γενεές δεκατέσσερις. Ο Ιγνάσιο Ραμονέ στο πρόσφατο βιβλίο του «το απόλυτο κραχ» σημειώνει31: «Μια νέα κυβέρνηση –δηλώνει ο Φρίντμαν32 - απολαύει μιας περιόδου χάριτος μεταξύ έξι και εννέα μηνών, κατά τη διάρκεια της οποίας μπορεί να προβεί σε θεμελιώδεις αλλαγές. Αν δεν εκμεταλλευτεί αυτό το διάστημα για να δράσει με αποφασιστικότητα, δεν θα της ξαναπαρουσιαστεί ανάλογη ευκαιρία». Σ’ αυτήν τη σύντομη χρονική περίοδο, οι νέες αρχές πρέπει να υλοποιήσουν τη νέα τους οικονομική αντίληψη, καταφεύγοντας, αν χρειαστεί, σε μια «θεραπεία σοκ»33. Στην Ελλάδα με τα επάλληλα κύματα οικονομικών και διαρθρωτικών μέτρων, υλοποιείται μια τέτοια πολιτική, με τη μέθοδο της «θεραπείας σοκ». Είναι μια θεραπευτική μέθοδος που οδηγεί σε παραλυσία το κοινωνικό σώμα και σ’ αδυναμία ν’ αντιδράσει. Την ίδια περίοδο η Κυβέρνηση προχωρά στην κατάρτιση ενός προγράμματος στην Αυτοδιοίκηση με το όνομα «Καλλικράτης»34. Στο αρχικό σχέδιο του προγράμματος δηλώνεται ότι: «η σημερινή προβληματική δομή και η ραγδαία επιδείνωση της λειτουργίας του κράτους τα τελευταία χρό-
Η
102
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
νια, είναι ο κύριος λόγος γιγάντωσης του δημοσιονομικού προβλήματος και το εμπόδιο στην ανάπτυξη»35(!) και ότι για την αντιμετώπισή του, χρειάζεται να γίνει δραστική μείωση του αριθμού των ΟΤΑ και των νομικών τους προσώπων, προκειμένου να εξοικονομηθούν οικονομικοί πόροι και προσωπικό. Μ’ αυτό τον τρόπο, μέσα από το πρόγραμμα «Καλλικράτης», μπήκε και η αυτοδιοίκηση στο δημοσιονομικό λογαριασμό του προγράμματος σταθερότητας της χώρας. Στην ουσία βέβαια, πίσω από τις μεγαλοστομίες και τις προφάσεις του προγράμματος, κρύβεται ένα γενικότερο νεοφιλελεύθερο σχέδιο που αποσκοπεί τελικά στο «ελάχιστο κράτος»36, περιορίζοντας δραστικά το δημόσιο τομέα σε όφελος του ιδιωτικού, βάζοντας χέρι και στους θεσμούς του κράτους. Ένα σχέδιο που εξάγγειλαν, αλλά δεν τόλμησαν να εφαρμόσουν στο σύνολό του, οι δύο προηγούμενες Κυβερνήσεις - «Κυβερνητικό πρόγραμμα για την επανίδρυση του κράτους της ΝΔ». Ο «Καλλικράτης» με τη μέθοδο των συνενώσεων μειώνει αυθαίρετα και δραστικά τον αριθμό των ΟΤΑ δημιουργώντας νέους υπερμεγέθεις ΟΤΑ. Καταργεί τις 56 Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, αντικαθιστώντας τις με 13 αυτοδιοικητικές Περιφέρειες. Έτσι συνεχίζει την παράδοση του «ράβε – ξήλωνε» στην αυτοδιοίκηση δυο δεκαετίες τώρα και ανοίγει μια νέα περίοδο πειραματισμών και παλινδρομήσεων. Ο «Καλλικράτης» δεν απαντά σε κανένα πολιτικό πρόβλημα της χώρας και της αυτοδιοίκησης -όπως αναφέρθηκε στα προηγούμενα κεφάλαια- και τούτο για δυο κύριους λόγους: Ο πρώτος: δεν θίγει το συγκεντρωτισμό του κράτους και δεν μεταβιβάζει εξουσίες, ουσιαστικές αρμοδιότητες και πόρους από το κράτος στην αυτοδιοίκηση, αλλά περιορίζεται σ’ ορισμένες ανακατανομές αρμοδιοτήτων εσωτερικά στην αυτοδιοίκηση, μεταξύ του πρώτου και δεύτερου βαθμού. Ο πρωταρχικός στόχος, της αποκέντρωσης μέρους της εκτελεστικής εξουσίας του Κράτους προς την Αυτοδιοίκηση και
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
103
το κοινωνικό σώμα δεν ικανοποιείται. Το κεντρικό πολιτικό σύστημα διατηρεί ακέραιες τις εξουσίες και τα στεγανά του. Ο δεύτερος: δεν συνδέεται με τον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος και δεν ενισχύει το δημοκρατικό χαρακτήρα της αυτοδιοίκησης και την άμεση σχέση της με το κοινωνικό σώμα. Με τα πλειοψηφικά συστήματα εκλογής και συγκρότησης των οργάνων των υπερμεγεθών ΟΤΑ, θα αναπαραχθεί εντονότερα ο νοσηρός και απαξιωμένος κομματισμός του κεντρικού πολιτικού συστήματος στην αυτοδιοίκηση και θα αποκλειστούν οι μικρότερες πολιτικές και κοινωνικές ομάδες. Η αυτοδιοίκηση είναι θεσμός λαϊκός και κοινωνικός, μέσα από τον οποίο οι τοπικές κοινωνίες -χωρίς αποκλεισμούς- αγωνίζονται για τα προβλήματά τους, για την πρόοδό τους. Είναι φορέας κοινωνικής και οικονομικής προόδου, φορέας ουσιαστικής κοινωνικής συμμετοχής, δημοκρατίας και αυτοδιαχείρισης. Ο δεσμός της αυτοδιοίκησης με το κοινωνικό σώμα πρέπει να είναι άμεσος και διαρκής, προκειμένου αυτή να μπορεί ν’ ανταποκρίνεται στο ρόλο και την αποστολή της. Όσο η αυτοδιοίκηση απομακρύνεται από την κοινωνία, μετατρέπεται περισσότερο σε διοικητικό μηχανισμό. Τώρα με τα μεγάλα μεγέθη του «Καλλικράτη», από τη λέξη «αυτο-διοίκηση» φαίνεται να ξεθωριάζει περισσότερο το πρώτο συνθετικό «αυτο» και να μένει το δεύτερο, η «διοίκηση». Αγαπητές κι αγαπητοί μου αναγνώστες Διανύουμε μια περίοδο που βίαια συνειδητοποιούμε ότι μπαίνουμε σε μια νέα και δύσκολη εποχή. Ο τίτλος εφημερίδας «Αποχαιρέτα την Ελλάδα που ήξερες» λέει πολλά. Είναι φανερό ότι μας οδηγούν -χωρίς να μας υπολογίζουνσ’ ένα επικίνδυνο κι αδιέξοδο δρόμο. Είναι προφανές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίζει να πορεύεται στο μέλλον σε τέτοιους δρόμους, με «κηδεμόνες» και «σωτήρες» και με την κοινωνία να βρίσκεται στο περιθώριο της πολιτικής
104
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
διακυβέρνησης της Χώρας. Η δημοκρατία πρέπει να λειτουργήσει σ’ όλα τα επίπεδα. Η πολιτική πρέπει να επανέλθει στις ρίζες της, στην κοινωνία και στους πολίτες της Χώρας. Το κοινωνικό σώμα μπορεί και πρέπει να πάρει στα χέρια του τη διαχείριση της τύχης του. Μόνο όλοι μαζί μπορούμε να προχωρήσομε μπροστά. Μόνο όλοι μαζί μπορούμε να χαράξουμε μια νέα πορεία προς το μέλλον.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1
«Το τέλος της Ιστορίας», είναι ο τίτλος της διάλεξης που αρχικά έδωσε ο Φουκουγιάμα στην «έδρα του νεοφιλελευθερισμού» στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, που λίγο αργότερα έγινε το βιβλίο: Francis Fukuyama, The end of History αnd the Last Man, Νέα Υόρκη, 1992 2 Ζέεβ Στέρνχελ, «Ο αντι-Διαφωτισμός», «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» 25/10/2009 3 « Αντιμέτωποι με την κρίση» , «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» 24/10/2008 4 Σάσκια Σάσεν «1989-2009. Είκοσι χρόνια χωρίς Τείχος» στην εφημερίδα «Liberazione». Αναδημοσίευση «Ελευθεροτυπία», 15-11-2009 5 http://www.freetochoosemedia.org/freetochoose/tribute_dhr.php 6 D. Rumsfeld - “he has changed the course of history” 7 D. Rumsfeld - “Milton is the embodiment of the truth that ideas have consequences” 8 D. Rumsfeld - “Precious few people live long enough to witness the rise and fall of empires. Even fewer can see that their work has had a profound effect on those truly momentous events” 9 Naomi Klein, «The Shock Doctrine», Metropolitan Books, NY USA 2008 - http://www.naomiklein.org 10 Ramonet I., Το απόλυτο Κραχ, Η κρίση του αιώνα και η ανασυγκρότηση του μέλλοντος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2009 11 http://archive.enet.gr/online/online_print?id=77701568 12 http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&s=shmeiwmatarioidewn&c=texnes&date=09/08/2009 13 Φρίντριχ φον Χάγιεκ, Το Σύνταγμα της ελευθερίας, 1960 14 Μίλτον Φρίντμαν, Καπιταλισμός και ελευθερία, 1962 15 Alpha Bank, Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 96 - Δεκέμβριος 2005, «Η επανίδρυση του κράτους: Ποιος φοβάται τον ανταγωνισμό;» http://www.alpha.gr/page/default.asp?la=1&id=95 Εφημερίδα Καθημερινή/Μελέτες,
106
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
http://sup.kathimerini.gr/xtra/marketview/Meletes/doc/Mel2212051.doc 16 http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=55041 17 «τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ' ἀχρεῖον νομίζομεν» Θουκυδίδης, Ιστορία, Βιβλίο2.40.2.5 18 o «πολισσοῦχος λεώς», Αισχύλος, Ευμενίδες 775 19 «ὁ γὰρ δῆμος ὁ Ἀθηναίων κυριώτατος ὢν τῶν ἐν τῇ πόλει ἁπάντων» Δημοσθένης, Orat.59.88.4 20 «ὄνομα μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ' ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται», Θουκυδίδης, Ιστορία, Βιβλίο2.37.1.4 21 «ἐλευθέρως δὲ τά τε πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύομεν», Θουκυδίδης, Ιστορία, Βιβλίο2.37.2.2 22 «πολίτης δ' ἁπλῶς οὐδενὶ τῶν ἄλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἢ τῷ μετέχειν κρίσεως καὶ ἀρχῆς» Αριστοτέλης , Πολιτικά 3, 1275α 22-23 23 «τὸ δύνασθαι ἄρχειν καὶ ἄρχεσθαι» Αριστοτέλης, Πολιτικά 3, 1277α, 26 24 «…πολίτευμα δ' ἐστὶ τὸ κύριον τῶν πόλεων, ἀνάγκη δ' εἶναι κύριον ἢ ἕνα ἢ ὀλίγους ἢ τοὺς πολλούς, ὅταν μὲν ὁ εἷς ἢ οἱ ὀλίγοι ἢ οἱ πολλοὶ πρὸς τὸ κοινὸν συμφέρον ἄρχωσι…» (Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1279a 28) 25 «ΠΟΛΙΤΗΣ» 25/3/2001 26 Όταν ο Andrew Jackson, ο εκπρόσωπος των Δημοκρατικών αγροτών της άγριας Δύσης, εκλέχθηκε Πρόεδρος των ΗΠΑ το 1828, αναλαμβάνοντας την εξουσία, ανέτρεψε τις παλαιές δημοκρατικές παραδόσεις και εγκαινίασε ένα νέο σύστημα. Απόλυσε τους ρεπουμπλικάνους υπαλλήλους από τις διοικητικές κρατικές θέσεις και τις διαμοίρασε ως ανταμοιβή στους κομματάρχες του. Η πράξη έμεινε γνωστή ως «spoils system» όπως την ονόμασε τότε ένας γερουσιαστής από τη Νέα Υόρκη ο William Learned Marcy: "τα λάφυρα ανήκουν στο νικητή" «to the victor belong the spoils». Το σύστημα, έμελλε να αντιγραφεί σε πολλές χώρες και να μεταφυτευτεί φυσικά και στο νέο ελληνικό Κράτος. 27 καὶ τοῦτο δοκοῦσι ποιεῖν ὀρθῶς· εὐδιαφθορώτεροι γὰρ ὀλίγοι τῶν πολλῶν εἰσιν καὶ κέρδει καὶ χάρισιν. «Αθηναίων Πολιτεία» (41.3.1)
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
28
107
Κ. ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ, Πώς μετράμε τη «συμμετοχική δημοκρατία» , ΤΟ ΒΗΜΑ, 22/2/ 2004 29 Άρθρο 102 παρ.1 του Συντάγματος: «1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους.» 30 απευθυνόμενος στο Υπουργικό Συμβούλιο, 12/2/2010 31 Ramonet I., Το απόλυτο Κραχ, Η κρίση του αιώνα και η ανασυγκρότηση του μέλλοντος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2009, σελ.42 32 Μίλτον Φρίντμαν, Καπιταλισμός και ελευθερία, 1962 33 Naomi Klein, The Shock Doctrine (Το δόγμα του σοκ), 2008 34 Πρόγραμμα «Καλλικράτης» για την «για τη Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης», Γενάρης 2010 35 Παράγραφοι 2 και 6 του προγράμματος «Καλλικράτης» και δηλώσει ΥΠΕΣ 36 Η επιχειρηματολογία και η στόχευση του προγράμματος συνταυτίζεται εν πολλοίς με την αντίστοιχη των θεωρητικών του νεοφιλελευθερισμού. Δες κεφάλαιο 3 37 Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» 14.2.2010
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ιδιαίτερα έλαβα υπόψη μου τα παρακάτω: ΒΙΒΛΙΑ • Βall W. και Peter G., Σύγχρονη Πολιτική και Διακυβέρνηση, Παπαζήσης, 2002 • Bauman Z., Παγκοσμιοποίηση. Οι συνέπειες για τον άνθρωπο, Πολύτροπον 2004 • Carnoy M., Κράτος και Πολιτική Θεωρία, Οδυσσέας, 1990 • Downs Α., Οικονομική Θεωρία της Δημοκρατίας, Παπαζήσης, 1997 • Gellner Ε., Η Κοινωνία των Πολιτών και οι Αντί παλοί της, Παπαζήσης, 1996 • Giddens A., Ο Τρίτος Δρόμος, Πόλις 1998 • Habermas J., Ο Μεταεθνικός Αστερισμός, Πόλις 2003 • Held D., Μοντέλα Δημοκρατίας, Στάχυ, 1995 • Hobsbawm Ε., Η εποχή των άκρων, Ο σύντομος εικοστός αιώνας 1914-1991, Θεμέλιο, 1999 • Hobsbawm Ε., Παγκοσμιοποίηση, δημοκρατία και τρομοκρατία, Θεμέλιο, 2007 • Hobsbawm Ε., Στους ορίζοντες του 21ου αιώνα , Θεμέλιο, 2000 • Ramonet I., Το απόλυτο Κραχ, Η κρίση του αιώνα και η ανασυγκρότηση του μέλλοντος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2009 • Weber Max, Η πολιτική ως επάγγελμα, Παπαζήσης • Ανθόπουλος Χ., Το ελληνικό πολιτικό σύστημα ως κομματοκρατία, στον τόμο: Ξ. Κοvτιάδη/Χ Αvθόπουλου (επιμ.), Κρίση του ελληνικού πολιτικού συστήματος; 2008 • Βενιζέλος Ε., Προς μία μετα-αντιπροσωπευτική δημοκρατία, Πόλις, 2008 • Βενιζέλος Ε., Το αναθεωρητικό κεκτημένο, Σάκκουλας Αντ. Ν., 2002 • Βενιζέλος Ε., Το μέλλον της δημοκρατίας και η αντοχή του
110
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
συντάγματος, Πόλις , 2003 • Βεργόπουλος Κ., Παγκοσμιοποίηση. Η Μεγάλη Χίμαιρα, Λιβάνης 2000 • Βερναρδάκης Χρ. (επιμ.), Τριάντα χρόνια δημοκρατία: το πολιτικό σύστημα της τρίτης ελληνικής δημοκρατίας 19742004, εκδ. Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτης – Κριτική, 2004 • Βλάχος Γ., (επιμ.), Η Αθηναϊκή δημοκρατία, μελέτες για το πολίτευμα και την ιδεολογία των Αθηναίων, Ακαδημία Αθηνών, 1995 • Βρύζας Κ., Παγκόσμια Επικοινωνία, GUTENBERG, 1997 • Γετίμης Π. & Χλέπας Ν., Δευτεροβάθμια Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα: Λειτουργίες, προβλήματα και προοπτικές αναβάθμισης, στην ΕΝΑΕ, 2006 • Δεμερτζής Ν., Η Πολιτική Επικοινωνία στην Ελλάδα, Παπαζήσης, 2002 • Δημακόπουλος Γ., Η θεμελίωσις του Δημοτικού συστήματος 1833-1834, Αθήνα, 2001 • Διαμαντόπουλος Θ., Το κομματικό φαινόμενο, Παπαζήσης, 1993 • Επιτροπή των Περιφερειών της Ε.Ε., Η τοπική και περιφερειακή δημοκρατία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 1999 • Κασιμάτης Γ., Δημοκρατία και πολιτικά κόμματα, Μελέτες Ι, 1996 • Καστοριάδης Κ., Η άνοδος της ασημαντότητας, Ύψιλον Βιβλία, 2000 • Καστοριάδης Κ., Η αρχαία ελληνική Δημοκρατία, η σημασία της για μας σήμερα, Ύψιλον Βιβλία, 1999 • Καστοριάδης Κ., Η ελληνική ιδιαιτερότητα, Τόμοι Α’&Β’, Κριτική, 2008 • Καστοριάδης Κ., Η ελληνική πόλις και η δημιουργία της δημοκρατίας, Χώροι του ανθρώπου, Ύψιλον Βιβλία, 1995 • Κονδύλης Π., Από τον 20ο στον 21ο αιώνα. Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, Θεμέλιο, 1998 • Κονδύλης Π., Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο, Θεμέλιο, 1992 • Κοντιάδης Ξ., Δημοκρατία, κοινωνικό κράτος και Σύνταγμα στην ύστερη νεωτερικότητα, Παπαζήσης, 2006
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
111
• Κοντιάδης Ξ., Ελλειμματική Δημοκρατία, εκδόσεις Παπαζήσης, 2009 • Κοντιάδης Ξ., Κράτος πρόνοιας και κοινωνικά δικαιώματα, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1997 • Κοντογιώργης Γ., 12/2008. Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος, Ιανός, 2009. • Κοντογιώργης Γ., Μακρυδημήτρης Α., (συλλογικό), Αυτοδιοίκηση και Κράτος στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, Α.Σάκκουλας, 2003 • Κοντογιώργης Γ., Η δημοκρατία ως ελευθερία. Δημοκρατία και αντιπροσώπευση, Πατάκης, 2007. • Κοντογιώργης Γ., Πολίτης και Πόλις, Παπαζήσης, 2003 • Κοντογιώργης Γ., Το ελληνικό κοσμοσύστημα, Σιδέρης, 2006 • Κουτσούκης Κλ., Σκλιάς Π., Διαφθορά και σκάνδαλα στη δημόσια διοίκηση και την πολιτική, Σιδέρης, 2005 • Μαθιουδάκης Γ, Η αρχαία και η νεώτερη δημοκρατία στο έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη, «Νέα Εστία» Νο. 1760, Οκτώβριος 2003 • Μακρυδημήτρης Α., Η Διοίκηση σε κρίση. Κείμενα για τη Διοίκηση και την κοινωνία, Λιβάνης, 1996 • Μακρυδημήτρης Α., Κράτος και κοινωνία των πολιτών, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, 2002 • Μακρυδημήτρης Α., Περιφερειακή ανασυγκρότηση του κράτους: προκλήσεις και προοπτικές & Χλέπας Ν.-Κ., Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση: η ώρα της αλήθειας στο: Διεθνές Συνέδριο «ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ: Φορέας δημοκρατίας και μοχλός κοινωνικών αλλαγών και ανάπτυξης», Δελφοί, 19-20 Μαΐου 2006 • Μακρυδημήτρης Α., Διοίκηση και Κοινωνία, Η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα, Θεμέλιο, 1999 • Μάνεσης Α., Η κρίση των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και το Σύνταγμα, θεωρία και Πράξη, 1985 • Μάνεσης Α., Συνταγματικό Δίκαιο, Σάκκουλας, 1980 • Μανιτάκης A., Τι το κύριον της πολιτείας εστίν, Ομιλία Παλαιά Βουλή 17/12/2007 • Μανιτάκης Α., Συνταγματική οργάνωση του κράτους, Σάκκουλας, 2001
112
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
• Μανιτάκης Α., Το «Σύνταγμα» της Ευρώπης αντιμέτωπο με την εθνική και λαϊκή κυριαρχία, Παπαζήσης, 2004 • Μουστάκας Μ., Οι αρμοδιότητες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, Α.Ν. Σάκκουλας, 1999 • Οικονόμου Γ.Ν., «Πλάτων και Καστοριάδης: η συγκάλυψη και η ανάδειξη της δημοκρατίας», Νέα Εστία τ.1760, Οκτώβριος 2003 • Οικονόμου Γ.Ν., Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη, Παπαζήσης, 2007. • Παπαγιάννης Π., Η Αυτοδιοίκηση στην ελεύθερη Ελλάδα, Νέα Σκέψη, 1990 • Παπακωνσταντίνου Α., Κρατική κυριαρχία και διοίκηση στην εποχή της παγκοσμιοποίησης: Πρακτικά Συνεδρίου Διοικητικών Επιστημόνων, «Διοικητική θεωρία και πράξη - Διοίκηση και κοινωνία», Σάκουλας, 2007 • Πουλαντζάς Ν., Κείμενα: Μαρξισμός, δίκαιο, κράτος, Νήσος, 2009 • Πουλαντζάς Ν., Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, Θεμέλιο, 1991 • Σακελλαρίου Μ., Η Αθηναϊκή δημοκρατία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1999 • Σεραφετινίδου Μ., Εισαγωγή στην Πολιτική Κοινωνιολογία, Gutenberg, 2002 • Σπανού Κ., Διοίκηση, Πολίτες και Δημοκρατία, Παπαζήσης, 2000 • Σταθάκης Γ., Ο ατελέσφορος εκσυγχρονισμός, Βιβλιόραμα, 2007 • Σωτηρέλης Γ., Η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Προσκήνιο, 2002 • Σωτηρέλης Γ., Σύνταγμα και Δημοκρατία στην εποχή της «παγκοσμιοποίησης», Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2000 • Τσαούσης Δ.Γ., Η κοινωνία του ανθρώπου, GUTENBERG, 2000 • Τσάτσος Δ., Εσωκομματική δημοκρατία, Γαβριηλίδης, 2008 • Τσάτσος Δ., Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία, Καστανιώτης, 2001 • Τσάτσος Δ., Η μεγάλη παρακμή, Καστανιώτης, 2006 • Τσάτσος Δ., Συνταγματικό Δίκαιο, Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1993-1994
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
113
• Τσουκαλάς Κ., Κρίση του ελληνικού πολιτικού συστήματος; Παπαζήσης, 2008 • Τσουκαλάς Κ., Μια πολιτειολογία για την ύστερη νεωτερικότητα. Πρόλογος στο: Ξ. Κοντιάδη, Δημοκρατία, κοινωνικό κράτος και Σύνταγμα στην ύστερη νεωτερικότητα, Παπαζήσης, 2006 • Φλογαΐτης Σπ., Το ελληνικό διοικητικό σύστημα, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1987 • Χαραλάμπης Δ., Δημοκρατία και Παγκοσμιοποίηση, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, 1998. • Χλέπας Ν.Κ., Λειτουργική επέκταση και οργανωτικός κατακερματισμός; Οι αρμοδιότητες των ΟΤΑ και οι τρέχουσες τάσεις για τη μετάθεση τους σε άλλους φορείς, Από: Χλέπας Ν. (Επιμέλεια), Προοπτικές της τοπικής δημοκρατίας, ένας ελληνογερμανικός διάλογος για την τοπική αυτοδιοίκηση, Αντ.Ν. Σάκκουλας, 1998 • Χλέπας Ν.Κ.-Γ. Τασσόπουλος, Αρμοδιότητες νομαρχιακής αυτοδιοίκησης και περιφερειακής διοίκησης, Αντ.Ν. Σάκκουλας, 2000 ΣΥΝΤΑΓΜΑ, ΝΟΜΟΙ, ΧΑΡΤΕΣ • ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, 2001 • «Αστικός Ευρωπαϊκός Χάρτης» για τα δικαιώματα του δημότη. Μόνιμη διάσκεψη των Δήμων και Περιφερειών της Ευρώπης, 1992 • «Ευρωπαϊκή Χάρτα των Περιφερειών» 1991 • «Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας» ΣτΕ, 1985. Έχει κυρωθεί με το νόμο 1850/89. • Νόμος 3463/2006, Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων. • Π.Δ. 30/1996, Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ΜΕΛΕΤΕΣ, ΕΚΘΕΣΕΙΣ • ΙΤΑ, Διοικητικός εκσυγχρονισμός “προς το Δήμο του 21ου αιώνα”, 2007 • ΙΤΑ, Η Θωράκιση της Αιρετής Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης με Φορολογικούς Πόρους, στην ΕΝΑΕ, 2008 • ΙΤΑ, Μελέτη για την οργανωτική αναδιάρθρωση και λειτουργική αναβάθμιση της δευτεροβάθμιας Αυτοδιοίκησης
114
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗΣ
στην ΕΝΑΕ, Απρίλης 2008 • ΙΤΑ, Σχετικά με την χάραξη νέων διοικητικών ορίων για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και την παροχή των αντίστοιχων κινήτρων, στην ΚΕΔΚΕ, Οκτώβριος 2007 • ΙΤΑ, Το σύστημα διακυβέρνησης των νέων πρωτοβάθμιων ΟΤΑ, Ιούλιος 2008 • ΙΤΑ, Φορολογική αποκέντρωση-Ταμείο Συνοχής, στην ΚΕΔΚΕ, Οκτώβριος 2005 • ΚΕΔΚΕ, θέσεις του Δ.Σ. « Για μια σύγχρονη Διοικητική Μεταρρύθμιση : Επιτελικό Κράτος – Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση – Ισχυρή Τοπική Αυτοδιοίκηση», Απρίλιος 2008 • ΚΕΔΚΕ-ΙΤΑ, Η πρόκληση μιας νέας Μεταρρύθμισης της πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Μάρτιος 2008 • ΚΕΔΚΕ-ΙΤΑ, Μητροπολιτική Διακυβέρνηση, Οκτώβριος 2005 • Κογκρέσο Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών, Θεσμική Επιτροπή Επιμελητήριο Περιφερειακών Αρχών, Έκθεση «Η περιφερειακή δημοκρατία στην Ελλάδα», 30-7-2007
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΓΟΡΑΣΤΑΚΗ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ» ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΪΤΖΑΚΗ KAI ΕΚΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ Α.Ε. ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΗ ΤΟΥ 2010 ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ «ΠΥΞΙΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ»