ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
1
2
Συλλογή-Συλλογών
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
3
Περιεχόμενα
4
Συλλογή-Συλλογών
ΣυλλογήΣυλλογών
ΠερίΙδιοκτησίας Θάνατος
06
Εισαγωγή
20
Περί-Ιστορίας
24
34
Συλλέκτης
Αντικείμενα
42
58
78
Συμπεράσματα
86
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
5
Κεφ. 1
Συλλογή-Συλλογών
Συλλογή - Μινιατούρες αλκοολούχα ποτά
6
Συλλογή-Συλλογών
Συλλογή - Αναπτήρες
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
7
Απόρρητη Συλλογή
8
Συλλογή-Συλλογών
Συλλογή- Κομπολόγια
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
9
10
Συλλογή-Συλλογών Συλλογή - Καπέλα
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ Συλλογή - Στυλό
11
Συλλογή - Έργα τέχνης (μαϊμού)
12
Συλλογή-Συλλογών
Συλλογή - Οτιδήποτε
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
13
Συλλογή - Αχρησιμοποίητα εργαλεία
14
Συλλογή-Συλλογών
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ Συλλογή - Χρωμάτων & Εργαλείων
15
Συλλογή - Χωριάτικων ανθοδοχείων
16
Συλλογή-Συλλογών
Εισαγωγικό σημείωμα Το σπίτι που απεικονίζουν οι φωτογραφίες βρίσκεται στο χωριό “Πλαγιά”, γειτονικά στην κωμόπολη “Πλωμάρι” (Μυτιλήνης). Σε αυτό το χώρο υπήρχε πάντα η αρχή, ότι κάθε αντικείμενο έχει μία συγκεκριμένη θέση, και ότι θα έπρεπε πριν και μετά την χρήση του ναι επιστραφεί εκεί. Η αδιαφορία για αυτή την αρχή, προξενούσε προβλήματα στην επικοινωνία των ανθρώπων με τον ιδιοκτήτη του σπιτιού. Σε αρκετές γωνιές, ένας επισκέπτης, μπορεί να συναντήσει πληθώρα από συλλογές και ποικιλία από αντικείμενα κοντινών και μακρινών προελεύσεων. Η αφορμή της ερευνητικής εργασίας αποτελεί μία περσινή επίσκεψη ενός συγγενικού προσώπου στο Βόλο. Ο επισκέπτης, κατά την αλληλεπίδραση του μαζί μου, παρατήρησα, ότι στην κατοχή των πραγμάτων του είχε ένα αντικείμενο που πυροδότησε το μυαλό μου να θυμηθεί την ακριβή θέση του. Η απάντηση δεν άργησε να έρθει καθώς η ιδιαιτερότητα της μορφής του, το τοποθετούσε μόνο σε ένα σύνολο με αντίστοιχα χαρακτηριστικά. Σε μία συλλογή από το χωριό. Ήταν η συλλογή με τους αναπτήρες, και το συγκεκριμένο αντικείμενο ήταν ένα μεταλλικό τσιγάρο με μία σχισμή στο τελείωμα, την οποία μπορούσε να πιέσει κανείς, για την φλόγα. Ήταν ένας αναπτήρας τσιγάρο. Αυτός ο άγραφος νόμος του σπιτιού είχε σπάσει έτσι απλά, μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη. Το αντικείμενο έμοιαζε μόνο, σαν να έχει αποτραβηχτεί από το σύνολο που το προσδιόριζε, σαν η ιεραρχία της οργάνωσης να είχε γκρεμιστεί. Αυτό το ασήμαντο περιστατικό, καθώς και τα θέματα που έθιγε γεννήσαν ερωτήματα. Γιατί η αρχή στο χωριό έπαψε να ισχύει; Γιατί, ο άγραφος αυτός νόμος, κατείχε μία τόσο έντονη σημασία, μόνο εν όψει της παρουσίας του ιδιοκτήτη; Γιατί η έκφραση “δικό μου” αποκτά τόσο αυτόπροσδιοριστική και σημαντική θέση, για τον άνθρωπο, αφού πρόκειται να διακοπεί;
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
17
Γιατί δε σκεφτόμαστε ποτέ ότι έκφραση “δικό μου” έχει μία χρονική διάρκεια; Γιατί αυτό το αντικείμενο είχε συνδεθεί ξαφνικά με το πένθος για τον ιδιοκτήτη; Γιατί ο αναπτήρας δημιουργούσε τόσα συναισθήματα, που κανένας άλλος άνθρωπος δεν μπορούσε, εκείνη τη στιγμή; Οι συλλογές του σπιτιού πάντα ήτανε σημείο καθορισμού του ιδιοκτήτη. Οποτεδήποτε κάποιος άνθρωπος ήθελε να το αγοράσει κάποιο αντικείμενο γι΄αυτόν, στιγμιαία η σκέψη πήγαινε σ’ αυτές. Λειτουργούσε, αντίστοιχα, σαν μία παγιωμένη αρχή, σαν μιά εύκολη λύση προσέγγισης της προσωπικότητας του. Τα αντικείμενα είχαν συνδεθεί, σε ένα παράλληλο δρόμο, με τη ζωή του. Πάντα μου προκαλούσε άγχος, όταν έβλεπα τη συλλογή, με τα μικρά μπουκάλια αλκοόλ, να μεγαλώνει, μια συλλογή που ήταν το σημείο κατατεθέν του συγκεκριμένου συλλέκτη. Μέσα σ’ αυτή, μπορεί κανείς, να εντοπίσει μινιατούρες-μπουκάλια, από όλο τον κόσμο, από κάθε μακρινή επίσκεψη ενός συγγενικού–γνωστού ατόμου του ιδιοκτήτη, σαν ένα ημερολόγιο καταγραφής των μετακινήσεων τους. Τα μπουκαλάκια παραμένουν σφραγισμένα, χωρίς καμιά σταγόνα να έχει καταναλωθεί, τοποθετημένα σ’ ένα βάθρο, σε μία θήκη που ευελπιστούσε να αγγίξει την αιωνιότητα, και να νικήσει την τρωτή φύση του ανθρώπου. Προφανώς, αυτή η φύση επιβλήθηκε της ύπαρξης. Η συλλογή, παρόλο αυτά, είναι ακόμα εκεί, αχρησιμοποίητη, υπερφορτισμένη με αναμνήσεις, με μία άγνωστη διάρκεια ζωής. Η πορεία της σκέψης οδήγησε ακριβώς σ’ αυτή την παραδοχή, ότι η ύλη που θεωρούμε ότι μας ανήκει, θα επιβιώσει περισσότερο από εμάς. Δεν είναι ασύλληπτο, ότι η φλόγα ενός αναπτήρα μπορεί να νικήσει την φλόγα της ύπαρξης ενός ανθρώπου; Έτσι ξεκίνησε μια συνεχόμενη ανατροφοδότηση με ερώτημα που έπρεπε να απαντηθούν και να απελευθερωθούν. Η έκφραση “δικό μου” χαρακτηρίζεται από μία χρονική συνθήκη, που μπορεί πάντα, να
18
Συλλογή-Συλλογών
συνοδεύεται με το χρονικό επίρρημα “μέχρι”: «δικό μου, μέχρι να πουληθεί, να χαριστεί, να κατασκευαστεί, να μην υπάρχω». Είναι ο άνθρωπος ιδιοκτήτης των αντικειμένων, ή τα αντικείμενα ιδιοκτήτες του ανθρώπου, αφού στο πέρασμα του χρόνου έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ύπαρξης;
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
19
Εισαγωγή
Δεν νοείται ανθρώπινη ζωή, χωρίς μια ακατάπαυστη σειρά αντικειμένων που την συνοδεύουν, καθ όλη τη διάρκεια της. Κάθε ύπαρξη μπορεί να παρομοιαστεί με έναν μαγνήτη συγκέντρωσης άψυχων πραγμάτων, που σηματοδοτούν την πορεία της, και το τέλος της. Αυτή η συγκεντρωτική μέθοδος, κάθε άλλο παρά μια λογική εξήγηση δεν έχει, για τον τρόπο που συνθέτεται, δεν παύει όμως να είναι γοητευτική για κάποιον τρίτο. Η ύλη αποκτά ζωή, κοντά στη σύντομη ζωή του ανθρώπου και φαίνεται ότι συνεχίζει και πολύ καιρό μετά τον θανάτου του. Αυτή η διάρκεια ζωής εξαρτάται από τα ανθρώπινα υποκείμενα που συνδέονται μαζί του, ενώ σαν χώρο ύπαρξης έχει την ανάμνηση και το υποσυνείδητο. Η ικανότητα του ανθρώπου να μπορεί να ανακαλέσει στιγμές από το παρελθόν μέσα στο χώρο του αναμνησιακού, αποδεικνύει καθημερινά την μη αντιστρεπτή πορεία της ζωής του. Η ανάμνηση είναι κάτι που συμβαίνει αυθόρμητα, σαν το ανοιγόκλεισμα του ματιού, και αν θέλουμε να τις αποδώσουμε μια υλική υπόσταση στο χώρο του πραγματικού, αυτή θα ήταν η ερμηνεία της μέσω ενός αντικειμένου, που συνοδεύεται από μια ιδιωτική η δημόσια προϊστορία. Η συλλεκτική δραστηριότητα, θεμιτά η αθέμιτα, εμφανίζεται σε κάθε υποκείμενο. Η λογική της συλλογής είναι απροσπέλαστη από τρίτους. Η σύσταση της θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί την πιο αντικειμενική μορφή αναπαράστασης του αναμνησιακού χώρου ενός υποκειμένου στον πραγματικό χώρο. Σαν μια αλληγορική – ποιητική μάτια μέσα στον κόσμο του συλλέκτη, μια υλική υπόσταση συναισθημάτων και σκέψεων. Μια φορτισμένη συνάθροιση αντικειμένων χωρίς λογική, που σαν βασικό της χαρακτηριστικό έχει την απροσπέλαστη ερμηνεία από τρίτους. Μήπως και αυτήν αποτελεί τη μεγαλύτερη ματαιότητα της; Μια ματαιότητα που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την απρόσωπη καθημερινή επαφή του πλήθους μέσα στην πόλη. Οι αναμνήσεις που συγκρατούνται από κάθε περιπλανητή του δημόσιου χώρου, που ποτέ δεν θα αντιληφθούμε όσο κοντά και αν βρεθούμε η ακόμα και αν αλληλεπιδράσουμε μαζί του. Μήπως κάποιες δικές μας προβληματικές θα έβρισκαν απάντηση, μέσω των βιωμάτων διαφορετικών υποκειμένων; Η συλλεκτική πρακτική εμφανίζεται από τις απαρχές της ανθρώπινης ιστορίας.
20
Εισαγωγή
Στη βάση της δεν διακρίνεται από τον ρομαντικό χαρακτήρα της. Κάθε άλλο, το κίνητρο ενός συλλέκτη, δεν έγκειται στην αλληλεπίδραση συναισθημάτων και βιωμάτων, παρόλο που άθελά τους το πράττουν. Αντιθέτως σαν βασικό αίτιο σύστασης μια συλλογής, θα μπορούσε να αποδοθεί ο ίδιος ο εαυτός του συλλεκτικού υποκειμένου. Η συγκέντρωση πραγμάτων, χωρίς συνοχή, αναγνωρίζεται από τον συλλέκτη σαν μια προέκταση του εαυτού του, πού επιτυγχάνει να μην τον αντικατοπτρίζει άμεσα. Η αναλυτική επεξήγηση μια συλλογής σπανία θεωρείται αλαζονική διαδικασία από τον συλλέκτη καθώς αυτή η φαινομενική αντικειμενικότητα, πυροδοτείται από τον χαοτικό κόσμο των αναμνήσεων του, ένα κόσμο που πρωταγωνιστικό ρόλο κατέχει, πάντα, το εγώ του. Η τοποθέτηση του εαυτού σε μία συνθήκη που μπορεί ελεύθερα να εκτεθεί χωρίς να χρειάζεται να υπερασπιστεί καμιά αντικρουόμενη άποψη, αφήνει περιθώρια στην όξυνση της εκκεντρικότητας του. Μέσα στο χάος που δημιουργούν οι αναμνήσεις στο υποκείμενο, η αναβίωση και επαναδιατύπωση τους μέσω αντικειμένων εξάπτουν το πάθος για τη συλλογή. «Μερικοί άνθρωποι δεν έχουν την ικανότητα να σκέπτονται μόνο επειδή έχουν ισχυρή μνήμη» Friedrich Nietzsche Φυσικά το πάθος αυτό αποκτά μία αμφιλεγόμενη σχέση με την ιδιοκτησία. Αρχικά προβάλλει μια συνθήκη που δεν προτάσσει την λειτουργική της αξία, δηλαδή την χρηστικότητα, αλλά αλληλεπιδρά μαζί της, μέσω μιας μορφής ειδωλολατρικής θεώρησης. Αυτή η αντικειμενοποίηση του εσωτερικού κόσμου, μέσω του συμβολισμού, αναπτύσσει μία μανιακή και υπερβολική σχέση με την συνθήκη της κατοχής. «Η βαθύτερη σαγήνη του συλλέκτη εντοπίζεται όταν ο ίδιος περικλείεται από τα μεμονωμένα αντικείμενα του σε έναν μαγικό κύκλο ακινητοποίησης τους.»1 Η υλιστική θεώρηση των αντικειμένων που τοποθετούνται στην συλλογή αποτελεί την απαρχή της εκμηδένισης του συλλέκτη. Αυτή, γίνεται με την αντίστοιχη εκμηδένιση που προσπαθεί να ασκήσει σε ένα σύστημα αντικείμενων. Με το να περιορίσει και να ευνουχίσει τον υπόλοιπο κόσμο, μέσω της φετιχιστικής ιδιωτικοποίησης αυτού του συστήματος επιτυγχάνει να τον συρρικνώσει και να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο. Ένα σύστημα όμως που περιορίζεται στην ατομικότητα, παύει επηρεάζει σύνολα, άρα να αποτελεί σύστημα.
1
Walter Benjamin, Αποσυσκευάζω την βιβλιοθήκη μου. σελ. 150
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
21
Η κριτική σκέψη απόκτησης των αντικειμένων εξασθενεί στο βωμό της μανίας για ποσότητα, μια ποσότητα που διογκώνεται συνεχώς ώστε να είναι σε θέση να κλείσει το ίδιο το σύστημα. Καλούμαστε να απαντήσουμε γιατί οι άνθρωποι συγκεντρώνουν σύνθετες συλλογές πραγμάτων, οι οποίες ταξινομούνται σύμφωνα με αυστηρά προσωπικά κριτήρια; Τι οδηγεί τον συλλέκτη σε αυτήν την ενόρμηση θανάτου; Για μια βαθύτερη ανάλυση τέτοιων ζητημάτων χρειάζεται να στραφούμε πρωτίστως στους φιλοσόφους Karl Marx και Walter Benjamin, αλλά και σε συγχρόνους θεωρητικούς όπως τον Jean Baudrillard.
22
Εισαγωγή
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
23
Κεφ. 2
24
Περι-ιστορίας
Περι-ιστορίας Η επιστημονική συστηματοποίηση ενός συγκεκριμένου υλικού γίνεται δυσανάγνωστη όταν οι θεωρίες στις οποίες βασίζεται και αναπτύσσεται εγκαταλείπονται και χάνονται μέσα στην λήθη. [...]Οι συλλογές από εποχές του παρελθόντος η από μακρινούς πολιτισμούς μας παρέχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε διαφορετικούς τρόπους θέασης του κόσμου, τρόπους που ενίοτε είναι τόσο διαφορετικοί ώστε καμία πραγματική θεώρηση ή κατανόηση δε φαίνεται δυνατή [...] 2. Με την απώλεια του υποκειμένου, στον ιστορικό χρόνο, η συλλεκτική διαλεκτική φαίνεται να χάνει το νόημα της. Αν και οι δημόσιες συλλογές, από κοινωνική άποψη μπορούν να είναι λιγότερο σκανδαλιστικές και από επιστημονική απόψη περισσότερο χρήσιμες για το πολιτισμικό–ιστορικό επίπεδο, τα αντικείμενα φαίνεται να καταξιώνονται περισσότερο από τις ιδιωτικές. Ήδη από την αρχαιότητα είναι γνωστές δημόσιες συλλογές με τη μορφή των θησαυρών σε πανελλήνια ιερά, όπως η Ολυμπία ή οι Δελφοί. Στην ελληνιστική περιόδο, δημιουργούνται συλλογές έργων τέχνης από εύπορους, όπως ο Ηρώδης ο Αττικός, ενώ ως δημοσία συλλογή μπορεί χαρακτηρισεί το μουσείο της Αλεξάνδρειας. Ιδιαίτερη ανάπτυξη γνωρίζουν οι ιδιωτικές συλλογές του ρωμαϊκού κόσμου καθώς η συλλεκτική δραστηριότητα καθίσταται ως κοινωνικό συμβόλο ισχύος και ευημερίας. Στους βυζαντινούς χρόνους οι δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές δεν ευνοούνται εξαιτίας της κυρίαρχης χριστιανικής ιδεολογίας. Στα τέλη του 16ου αιώνα εμφανίζονται οι πρώτες μεγάλες συλλογές αρχαιοτήτων, ετερόκλητες συνήθως συγκεντρώσεις αντικειμένων από διαφορετικές εποχές και διαφορετικούς πολιτισμούς. Οι συλλέκτες ανήκαν σε πολλές τάξεις και είτε οι ίδιοι είτε μέσω πρακτορείων αγόραζαν έργα τέχνης του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού η τοπικών ευρωπαϊκων πολιτισμων. Από τα μέσα του 16ου αιώνα αντικείμενα που χαρακτηρίζονται ως παράξενα, θαυμαστά, εξωτικά, περίεργα κινούσαν το ενδιαφέρον των ευρωπαίων. Ξεκίνησε ένα κίνημα έντονης συλλεκτικής δραστηριότητας, που θέτει χρονικά τα όρια του στην περίοδο της Αναγέννησης. Οι συλλογές που αναπτύσσονται γίνονται ευρέως γνωστές με τον όρο “cabinet de curiosité“ (κάμαρες περιέργιας) στις γαλλόφωνες και αγγλόφωνες χώρες ενώ στις γερμανόφωνες λέγονται Kammers ή Wunderkammers. 2
Outlook, Διεθνής έκθεση σύγχρονης τέχνης Αθήνα 2003, πολιτισμική ολυμπιάδα σελ. 55
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
25
Μεταγενέστερα δημιουργήθηκαν ιδιαίτερες υποκατηγορίες ανάλογα με την θεματική τους, όπως Kunstkammer (συλλογές τέχνης), rustkammer (συλλογές ιστορίας), Schatzkammers (συλλογές θησαυρών) και Wunderkammers (συλλογές είναι θαυμαστά και αξιοπερίεργα αντικείμενα), με τον τελευταίο όρο να επικρατεί ως γενικότερο προσδιορισμό των συλλογών αυτών. Τα Wunderkammers ήταν συλλογές από σπανία πολύτιμα και ιστορικά αντικείμενα. Αυτά χρησιμοποιούντουσαν σε τομείς όπως η φυσική, ιστορία, γεωλογία, εθνογραφία, αρχαιολογία, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον κινούσαν τα πολύτιμα έργα τέχνης από την αρχαιότητα μέχρι το 16ο αιώνα, τα θρησκέφτηκα λείψανα και οι αντίκες. Ένα πυκνό πολιτισμικό και κοινωνικό ίχνος, που αποκτούσε εκθετικά ένα χορικό αποτύπωμα για λόγους ψυχαγωγίας και μόρφωσης. Αποσκοπούσαν σε μία ερμηνεία, μέσω της τοποθέτησης τους και προσπαθούσαν για την καλύτερη διατήρηση των θαυμάτων, ακριβώς όπως τα σύγχρονα μουσεία. Φαίνεται ότι τα cabinets de curiosite είναι τα πρώτα σημάδια της μουσειακής διαλεκτικής, διατηρώντας όμως βασικές διαφορές στο σκοπό και στα νοήματα τους, σε σχέση με τη σύγχρονη μορφή. Οι καμάρες αυτές αποτελούσαν ιδιωτικούς χώρους που συστάθηκαν με το κριτήριο της εννοιολογικής και πραγματιστικής σύνδεσης τους. Η σύσταση και ο εντοπισμός των κριτηρίων αυτών, μέσω ενδελεχών συγκρίσεων μεταξύ των αντικειμένων, θεωρούνται οι απαντήσεις σε ερωτήματα μαζικής περιέργιας της εποχής, όπως η μεθοδολογία λειτουργείας του κόσμου, καθως και ο εντοπίσμος του ρόλου της ανθρώπινης δραστηριότητας μέσα σε αυτόν. Η διάταξη επειχηρούσε να αφυπνίσει την δημιουργικότητα και την κριτική σκέψη του επισκέπτη-παρατηρητή. Τα cabinets de curiosite εξυπηρετούσαν την ανάγκη για προβολή των ιδιοκτητών μέσω των ανησυχιών που αντικατοπτρίζαν οι συλλογές τους. Αποτελούσαν ζωτικούς μηχανισμούς εγκαθίδρυσης, διατήρησης και διαφοροποίησης της κοινωνικής θέσης καί της τάξης τους. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τα cabinets, ανάλογα με το περιεχόμενο τους, ώς τα ηγεμονικά–πριγκιπικά, όπου χαρακτηρίζονταν από υπέρμετρη αναπαραστατικότητα, αισθητική ανησυχία, και μία προτίμηση για το εξωτικό στοιχείο, και ως τα λιγότερο μεγαλοπρεπή που χαρακτηρίζονταν από το μετρίο ενδιαφέρον του συλλεκτικού περιεχομένου τους με ιδιοκτήτες συνήθως ουμανιστές, μελετητές και ερευνητές όπου συμβάλλαν περισσότερο στην επιστημονική μελέτη. Όπως παραθέτει ο R. J. W. Evans : «δεν υπήρχαν σαφή διακριτά όρια μεταξύ των δύο κατηγοριών ως προς την λειτουργική τους μέθοδο, αλλά ως προς την αξιοπιστία τους από τον κοινωνικό
26
Περι-ιστορίας
ιστό σε θέματα ανατροφοδότησης της περίεργες και καθολικού υποκειμενικόυ σχεδιασμού» 3. Οι ιδιωτικές συλλογές αποτελούσαν ένα μηχανισμό αποδείξης και καθιέρωσης ενός ισχυρού κοινωνικοοικονομικού «status» για τον επιμελητή τους, που δεν άργησε να υιοθετηθεί από τις περισσότερες υψηλές κοινωνικές τάξεις και κυρίως από την βασιλική. Η ποιότητα της λειτουργικότητας τους, κρίνόταν με το βαθμό εξυπηρέτησης του εκπαιδευτικού πρότυπο της εποχής, που έδινε έμφαση στην ευθυγράμμιση της εκπαίδευσης και της ψυχαγωγίας. Αυτός ο θαυμαστος, όπως χαρακτηριζόταν, τρόπος εκμάθησης παγιώθηκε τόσο σύντομα, από την αστική τάξη, που δεν είχε χρόνο να θεωρηθεί ριζοσπαστικό, αφού κάθε επικλήση αυτήν την μέθοδο, ανήγαγε σε ένα σύστημα εκπαίδευσης με κοινωνικές διακρίσεις, που χρησιμοποιήθηκε ακόμα και απο τις κατώτερες τάξεις, με σκοπό την ανέλιξη και το συμφέρον. Η βασιλική κοινωνία θεωρήθηκε φάρος εξιδανίκευσης και εξέλιξης αυτού του συστήματος, το οποίο εκμεταλλεύτηκαν οι δημαγωγοί της εποχής, για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κοινού. Οι συλλογές και οι εκθεσεις άρχισαν να θέτουν διακριτά όρια ανάμεσα στους ευγενείς και στους «χυδαίους» συνηθισμένους ανθρώπους όπως τους αποκαλούσαν. Οι χώροι αυτοί άρχισαν να θεωρούνται μηχανισμοί ..τελειοποίησης.. της αστικής τάξης, μέσω της μορφής και τις περίεργιας γύρω απ’ το αντικείμενο. Αυτή η διαλεκτική που αναπτύχθηκε απο τους ευγενείς για τους τρόπους συμπεριφοράς και αλληλεπίδρασης, έθετε όλο και περισσότερούς διαχωρισμούς, ανάμεσα στους εαυτούς τους και στους «συνηθισμένους ανθρώπους». Οι εκθέσεις που συνδέονταν με την περιέργεια, προσπαθούσαν να υιοθετήσουν μία εξευγενισμένη αλληλεπίδραση μεταξύ των επισκεπτών τους, όπου το κοινό τους ενδιαφέρον για παράξενα, μακρινά και θαυμαστά αντικείμενα τους τοποθετούσε, κατα την αποψή τους, σε μία ανώτερη βαθμίδα κοινωνικης ταξης. Walter Benjamin παραθέτει: “Η θεώρηση, που συγκεντρώνει την προσοχή της περισσότερο στα συνειδητά συμφέροντα των ατόμων παρά στην συμπεριφορά, προς την οποία ωθείται η τάξη τους, συχνά ασύνειδα και εξαιτίας της θέσης της, στη διαδικασία παραγωγής, οδηγεί σε μία υπερτίμηση του συνειδητού παράγοντα και το την διαμόρφωση της ιδεολογίας”4. I Impey, MacGregor, Oliver, Arthur. The Origins of Museums: The Cabinet of Curiosities in Sixteenth- and Seventeenth-Century Europe. Oxford University Press. σελ. 737. 4 Walter Benjamin , Δοκίμια για την τέχνη, Εντ. Φούξ : ο συλλεκτης και ο ιστορικός σελ.78 3
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
27
28
Περι-ιστορίας
Επιπλέον, τα αντικείμενα που εκτίθονταν, σε περίπτωση που μεταφέρανε ουσιαστικές πληροφορίες, αποδεικτικά στοιχεία ή κριτικές σκέψεις σε θέματα πολιτικών, ιστορικών η ιδεαλιστικών πρακτικών, θεωρούνται από την κοινή γνώμη ακατάλληλα για την ανάπτυξη μίας ευγενούς συζητήσής καθώς δεν παραχωρούσαν ελευθερία στη σκέψη των επισκεπτών, για προσωπικές εικασίες και ιδεολογικές εξερευνήσεις. Το φαινομενικό ενδιαφέρον, καθώς και η παραπληροφορημένη περιέργεια άρχισε να δημιουργεί ένα γενικότερο σκοταδισμό στην γνώση που χρησιμοποιούσε η αστική τάξη. Οι συλλογές απέφευγαν ενδελεχείς αναφορές, εξηγήσεις και αναλύσεις κοινωνικοπολιτικών φαινομένων, και περιορίζονταν σε συνοπτικές περιγραφές. Ο Quentin Skinnes παρομοιάζει την πρωιμή βασιλική κοινωνία σαν ένα κλαμπ από gentlemen που συνυπήρχαν ειρηνικά κάτω από την «αυτού-μεγαλειότης» γνώση με απώτερο σκοπό την εξευγενισμένη διασκέδαση και την επένδυση χρόνου. Σαν ένα χώρο όπου η σκέψη θα αποδρούσε απο τις δημόσιες επιχειρήσεις και τις ασχολίες τους, σαν ένα διάλειμμα που τους επιτρέπει να ικανοποιούν την φαινομενική τους ανακγη για γνώση. Μία απεικόνιση του στερεοτυπικού προτύπου της αφιέρωσης στην γνώση που είχε, ώς βασικό σκοπό, την αντανάκλαση της αστικής επιδειξιμανίας.5 Η συνεχόμενη ανατροφοδότηση της περιεργείας και των ερωτημάτων, που έβρισκαν απαντήση μονο μέσα στην τάξη προέλευσής τους, δημιούργησε μία λανθάνουσα συνθήκη διάδοσης «ορθής» γνώσης κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα στον ευρωπαϊκό χώρο, με αφετηρία την βασιλική κοινωνία της Αγγλίας. Οι γνώσεις, κυρίως των θετικών επιστημών, πάνω στις οποίες προχωρούσαν επιστημονικοί μεθοδοι, προβάλλαν μια πλασματική πραγματικότητα η οποία είχε στηρίξει τα θεμέλια της στο βωμό του ωραίου. Η κουλτούρα της περιεργείας αφετηρία είχε την εποχή της Αναγέννησης στην Ιταλία, σε ένα πεδίο ευγενούς και μορφωμένης κοινωνίας, εύπορης κατά κανόνα που, υποβοηθόταν από ευγενικές και κρατικές χορηγίες δημουργώντας έτσι ένα σύστημα αρχών, πάνω στο οποίο πάτησαν κι άλλες ευρωπαϊκές περιοχές και κοινωνίες, με πρωταγωνιστή την βασιλική κοινωνία της Αγγλίας στις αρχές του 18ου αιώνα. Υποστηρίχθηκε ότι μέσα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα των τριών αιώνων, οι αστικές τάξεις, μέσω της σύσταση αυτών των συλλόγων δημιούργησαν μία κόσμοπολιτική κουλτούρα που όμοια της δεν είχε βιώσει πότε η ανθρωπότητα, αφού μπορούσε να χαρεί σπανίους θησαυρούς και αντικείμενα απο απο μακρυσμένους τοπους και πολιτισμούς, που μεταφέρανε ,όλα αυτά τα χρόνια, οι συλλέκτες-ταξιδιώτες στην Ευρώπη. Singular and the Making of Knowledge at the Royal Society of London in the Eighteenth Century, σελ 110 5
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
29
Μια συνεχής ροή δειγμάτων και αντικειμένων, που μπορούσε πλέον απόλαυσει η αστική τάξη, σαν ικανοποίηση των επιτευγμάτων της γνωσής της ανθρωπότητας. Αυτό που έδινε την ποιότητα στα Cabinets ήταν και η σπανιότητα των αντικειμένων (η έλλειψη τους απο τον ευρωπαικο κόσμο), τα μοναδικά, τα εξώτικα και τα ανώμαλα. Το 18ο αιώνα τα Cabinets χάνουν την παραδοσιακή τους μορφή, ως προς το ενδιαφέρον προς τα παράξενα αντικείμενα, και στρέφουν την προσοχή τους στις φυσικές επιστήμες και στις συλλογές έργων τέχνης. Μια υπέρμετρη προσοχή για τα γλυπτά και την ζωγραφική θα κυριαρχούσε πλέον στην εκθεσιακή σκηνή των Wunderkammers αποδεικνύοντας πως η περιέργεια και το ενδιαφέρον είχε γίνει ένα ζήτημα αισθητικής. Χρειάστηκε να μεταμορφώσουν το χαρακτήρα και τα στοιχεία που εξέθεταν, σύμφωνα με τις επιταγές της εποχής, ώστε να διατηρηθούν κυρίαρχα τα σημεία επαφής τους με το αστικό κατέστημένο. Τα Cabinets απορροφούντούσαν, κατα την διαρκεια του 18αιώνα, από την βασιλική κοινωνία και συγκεντρώνονταν στα χέρια, όλο και λιγότερο ευγενών, με σκοπό την πολιτιστική εκμηδένιση του συστήματος και την μεγαλύτερη κατοχή κοινωνικής δύναμης. Αρχίσε να μεγαλώνει το μέγεθος τους, με αποτέλεσμα την χρήση πολλών δωματίων για τη σύνταξη μίας και μόνο συλλογής. Αυτή ιδιοκτησία πολιτισμικού ενδιαφέροντος θεσμοθετήθηκε από τα κράτη και μετατράπηκε στα πρώτα δημόσια μουσεία με τη μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα. Μερικά από αυτά τα παραδείγματα είναι: Η συλλογή του James Petiver (1663–1718) η οποία αγοράστηκε από τον ευγενή Sir Hans Sloane και ήταν η απαρχή του βρετανικού μουσείου. Οι σπουδαια συλλογή φυσικής ιστορίας του του Fredric Ruysch (1638–1731) και του Albert Seba (1665–1736) η οποίες αγοράστηκαν από τον τσάρο μεγάλο Πέτρο (1672–1725) και εκτίθονται ακόμα και σήμερα στην αίθουσα τέχνης του St. Petersburg (Leningrad). Τέλος η κιβωτός του John Tradescant Senior (c.1570–1638) που κληρονομήθηκε από τον Elias Ashmole (1617–1692) και δόθηκε στο μουσείο φυσικής ιστορίας της Οξφόρδης. Εκεί δημιουργήθηκε το Ashmolean museum το οποίο αποτελεί το παλαιότερο μουσείο στον κόσμο με την σημερινή μορφή.
30
Περι-ιστορίας
Pitt Rivers Museum, Oxford (Πρώτο σύγχρονο μουσείο)
“Musei Wormiani Historia”, Ole Worm’s cabinet of curiosities.
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
31
Κεφ. 3
34
Περι-ιδιοκτησίας
Περι-ιδιοκτησίας Karl Marx: «η ιδιωτική περιουσία μας έχει κάνει τόσο ανόητους και οκνηρούς που μόνο αν μας ανήκει είναι αντικείμενο θεωρούμε ότι είναι δικό μας» Η σκιαγράφηση των παραπάνω ιστορικών φαινομένων αποδεικνύει, ότι τα κίνητρα για να δημιουργηθεί μια συλλογή, τροφοδοτούνται από μία σειρά κοινωνικοπολιτικών φαινόμενων, που λειτουργούν προς όφελος του ιδιοκτήτη. Η έννοια της ιδιοκτησίας δεν θα ήταν ποτέ ξανά ίδια στην Ευρώπη, έπειτα από τον 16ο αιώνα, όπου η αξία της μεγιστοποιήθηκε δραματικά. Ο Hegel στράφηκε εναντίον σε δύο πράγματα. Ενάντια στην συνήθεια να παρουσιάζεται, στις φυσικές επιστήμες, ένα καινούργιο δόγμα σαν εξέλιξη του προηγούμενου, μία καινούρια τεχνοτροπία στην ξεπέρασμα της παλιότερης κ.ο.κ.. Παράλληλα στρέφεται εναντίον κάθε τομέα, που αποκόβεται από την διαδικασία αλληλεπίδρασης με την κοινωνία και την οικονομική διαδικασία παραγωγής του, για να εξελιχθεί. Αμφισβητεί δηλαδή τον κλειστό χαρακτήρα των διαφορετικών πρακτικών, καθώς και των μετασχηματισμών που λαμβάνουν μέσα στο χρόνο, υπό το πρίσμα μιας κριτικής διακρίσης που συμπεριλαμβάνουν τα στοιχεία τους, μέσω αξιωμάτων. Η τέχνη αποτελεί σημαντικό παράδειγμα της διαδικασίας αυτής, ενώ οι συλλογές που την περιλαμβάνουν και την εκθέτουν το μέσο διάκρισης. Τα έργα σε μία αντικειμενική, ιστορική εξέταση όλων των στοιχείων που μεταφέρουν στον χρόνο, αποτελούν την συνισταμένη της προϊστορίας και της μετα-ιστορίας, μιας μετά ιστορίας, χάρη στην οποία γίνεται αντιληπτό πως ακόμα και η προϊστορία βρίσκεται σε συνεχή αλλαγή. Η λειτουργία των αντικειμένων, να επιβιώνουν του δημιουργού – συλλέκτη μπορεί να ξεπεράσει τις αρχικες προθέσεις του, ενώ η πληροφορία της αλληλεπίδρασης των αντικειμένων με τους συγκαιρινούς ανθρώπους παραγωγής τους, επιδρά και στον συγχρονο άνθρωπο μέσω της γνωριμία του με την κατάσταση που μεταβιβάζουν οι ιστορικές πληροφορίες των αντικειμενων αυτων. Όπως είπε και ο Γκάιντε… «Καθετί που άσκησε μεγάλη επίδραση, ουσιαστικά δεν μπορεί πια να κριθεί».6 Τα λόγια αυτά ωθούνε στο ξεπέρασμα της άκριτης ενατένισης των ιστορικών αντικειμένων με θαυμασμό και στη συνειδητοποίηση του ιστορικού συμπλέγματος και του μηνύματος που μεταφέρει το κάθε αντικείμενο. 6 Walter Benjamin, ∆οκίµια για την τέχνη, Εντ. Φούξ : ο συλλεκτης και ο ιστορικός, σελ. 72
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
35
Ο ιστορικός υλισμός7 επιτίθεται στον ιστορισμό και στην παγιωμένη ματιά του παρελθόντος που μεταφέρει στο σήμερα, αφού αυτή εικόνα χάνει την αλληλεπίδραση με το παρόν, σαν ένα αποκομμένο τμήμα του. Ο ρεμβασμός και η θεοποιήση του παρελθόντος αποτελούν τους βασικούς εχθρούς στην διαλεκτική κατανόηση και περιγραφή της ιστορίας. Ο ιστορικός υλιστής πρέπει να διαχωρίσει το επικό στοιχείο από τις ιστορικές πληροφορίες που λαμβάνει από μία εποχή, από μία συμπεριφορά του παρελθόντος. Γι’αυτόν ιστορία αποτελεί μια συγκέντρωση στοιχείων που έχουν σαν σημείο αναφοράς μια συγκεκριμένη εποχή, μια συγκεκριμένη χρονικότητα, και ένα συγκεκριμένο έργο. Με το να αναδεικνύει μια χρονική πραγματικότητα από την ιστορική συνέχεια, μπορεί να βγάλει συμπεράσματα, να συλλέξει παγιωμένα στοιχεία κοινωνικότητας και μέσω των αντικείμενων, να ανακαλύψει τις πληροφορίες της εποχής που φυλάγουν. Ο ιστορισμός παρουσιάζει την αιώνια εικόνα του παρελθόντος, ενώ ο ιστορικός-υλισμός, μέσα απο συγκεκριμένες αναφορες, σε πολιτικόοικονομικές καταστάσεις αλλά και μέσω της ιδιοκτησίας και κατοχής, παρουσιάζει μία κάθε φορά καινούργια γνωριμία για το παρελθόν που είναι μοναδική. Η αποκοπή που επικού στοιχείου αποτελεί βασική προϋπόθεση της λειτουργίας αυτής, καθώς επίσης και καθήκον του, αναζητώντας έτσι μια αντικειμενική γνωριμία με το ιστορικό παρελθόν, μια γνωριμία βασισμένη σε τεκμήρια και πληροφορίες συνολικής περιγραφής, που καταλύουν το συνεχές και το μεγαλοπρεπές της ιστορίας. Βασική μέθοδος για την αντικειμενικότερη κατανόηση της ιστορίας μέσω του ιστορικού υλισμού, είναι τα ιστορικά αντικείμενα και οι πληροφορίες για την μεθοδο κατοχής τους, που μεταφέρουν μέχρι σήμερα. Αντικείμενα, δεν εννοούνται μόνο τα έργα τέχνης μίας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, αλλά και τα καθημερινά λειτουργικά αντικείμενα, αυτά που μπορούν ίσως να προβάλλουν το σύστημα συμπεριφοράς των συγκαιρινών τους και τους τρόπους επιλυσης της παρελθοντικής καθημερινότητα τους. Αντίθετα το έργο τέχνης ενέχει τον κίνδυνο της αδιαφάνειας, στην αντιμετώπισης της ιστορίας, αφού η διαλεκτική γνώση που μεταφέρει δεν αγγίζει το πεζό περιεχόμενο του και παραμένει ματαιόδοξο στην ανάπτυξη μιας κριτικής σκέψης επάνω στην κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της κοινωνίας που δημιουργήθηκε. 7
Πρόκειται για μαρξιστική θεωρία, στο πλαίσιο της ιστορικής έρευνας, που στηρίζεται στο γεγονός ότι η δομή της κοινωνίας μεταβάλλεται διαρκώς, ενώ οι αντιφάσεις και οι αντιθέσεις προκαλούν δομικές αλλαγές. Έτσι, σε αντίθεση με την ιδεαλιστική προσέγγιση της ιστορίας, ο ιστορικός υλισμός υποστηρίζει ότι η ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος καθορίζεται από τη μεταβολή της οικονομικής κατάστασης ενός λαού ή μιας εποχής. Συνεπώς, προκύπτει ότι η μελέτη της εξέλιξης της κοινωνίας πρέπει να ξεκινά από τους τρόπους και τις σχέσεις παραγωγής και όχι από τους θεσμούς και τις «ιδέες»
36
Περι-ιδιοκτησίας
Θολή λοιπόν αντίστοιχα η γνώση του μεταφέρεται από την συλλογή της ανθρωπότητας μέσω μουσείων και καταξιωμένων έργων τέχνης. Η μεθόδευση της γνώσης από την αστική τάξη τον 18ο αιώνα αρχίσε να επικρίνεται εκτενώς. Τα συλλογικά της περιουσιακά στοιχεία δεν μπορούσαν να αποτελούν πλέον δυνατά όπλα ολοκληρωτισμού. Σε μια Ευρώπη όπου το σώμα του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος αυξανόταν ραγδαία, οι μεγαλύτερες μάζες που εμπλέκονταν σταδιακά με αυτό, αποκτούσαν μια κριτική ματιά στην φυσικόεπιστημονική και πολιτική πληροφορία, που τους είχε κληρονομήσει η αστική τάξη κατά τη διάρκεια των τριών προγενέστερων αιώνων. Αναπτύχθηκε ένας εκχυδαϊσμός της θεωρίας της υπεραξίας και της καταγωγής των ηθών. Το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα όμως έπρεπε να συμπεριλάβει την ιστορική ύλη στην ερμηνεία του και στις διαλέξεις του για την ιστορική θεμελιώση της σύστασης του. Έτσι προέκυψε το ευρύτερο πρόβλημα της εκλαΐκευσης της επιστήμης. Ενα άλυτο πρόβλημα πολυπλοκότητας απόψεων και ερμηνειών, προς κατανόηση της ιστορίας, που προέκυπτε λόγο της αντιμετώπισης του περιεχομένου αυτής της μορφωτικής εργασίας, από ένα κοινό και όχι από μία τάξη. Αυτή η μίξη τάξεων στο κόμμα δυσκόλευε την μεθοδική δουλειά του, αφού δεν μπορούσε να συσταθεί υπό την καθοδήγηση των επιστημονικών καθηκόντων του ιστορικού υλισμού. Εκεί χάθηκε η σημαντική ευκαιρία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος να επαναδιατυπώσει το ιστορικό υλικό που είχε στα χέρια του, σε ένα έδαφος ανασκαμμένο απ’ τη μαρξιστική διαλεκτική , στο οποίο θα μπορούσε να φυτρώσει ο σπόρος που έριχνε σ’ αυτό το παρόν. *Ο Νίτσε έγραφε, και μάλιστα ήδη από το 1874: «Τελικά… Προκύπτει η γενικά προσφιλής εκλαΐκευση… Της επιστήμης δηλαδή το περιβόητο κόψιμο του φορέματος της επιστήμης στο μετρό του μεικτού κοινού: για να ασχοληθούμε και μια φορά με την ραφτική δραστηριότητα ενός ραυτικού» 8. Αυτό όμως δεν έγινε. Το σύνθημα ¨εργασία και μόρφωση¨ το οποίο χρησιμοποιούσαν διάφοροι νομιμόφρονες σύλλογοι προς επιδειξη ενδιαφέροντος για το μορφωτικό επίπεδο των εργατών, η σοσιαλδημοκρατία το ανέταξε σε «Η γνώση είναι ¨δύναμ稻. Αυτή όμως δεν αντιλήφθηκε την παγίδα στην οποία έπεφτε από μόνη της. Η γνώση που δημιουργήθηκε από την αστική τάξη για να εδραιώσει την κυριαρχία της πάνω το προλεταριάτο, δεν θα μπορούσε ποτέ να το καταστήσει ικανό να απελευθερωθεί από αυτήν την κυριαρχία. Ήταν μια γνώση που δε διδάσκε τίποτα στο προλεταριάτο για τη θέση του και δεν 8
FRIEDRICH NIETZSCHE, Unzeitgemäße Betrachtungen, τόμος 1, Λειψία 1893.σελ 168)
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
37
μπορούσε να λειτουργήσει ως μία πρακτική μέθοδος ενίσχυσης του πυρήνα του, αφού βρισκόταν μακριά από την πολιτικοοικονομική και επιστημονική κατανόηση της πραγματικότητας και των μεταβολών της. Το προλετάριο, δέσμεο στην εσωτερικότητα της ταξικής ηθικής, που ειχε δημιουργηθεί απο την αστική τάξη, παγιδεύτικε σε μια πραγματικότητα, που ευνοούσε τα συμφέροντα της τελευταίας. Η συνείδηση και ο αλτρουισμός διακηρύχθηκαν σαν τα βασικά στοιχεία συστάσης της ηθικής αρχής. Αυτά τα στοιχεία όμως, συμβουλεύουν τον ιδιοκτήτη να ενεργεί σύμφωνα με έννοιες, οι οποίες ευνοούν άμεσα τους συνιδιοκτήτες τους, και συμβουλεύει τους μη ιδιοκτήτες να κάνουν το ίδιο.. Η ηθίκη ενισχύθηκε απο την νομοθεσία που επέβαλε η αστική τάξη, με αποτέλεσμα να συνδεθεί με την ελευθερία σε προσωπικό αλλα και πολιτικό επίπεδο. Ο Michel Foucault στις τεχνολογιες επιτελεστικότητας του εαυτού αναφέρει: “Η ελευθερία είναι η οντολογική προϋπόθεση της ηθικής . Αλλά η ηθική είναι η σκόπιμη μορφή που ανέλαβε τov ρολο της ελευθερίας”. Μέσα από την υπακοή στην ηθική αρχή έρχεται το έπαθλο της αρετής και της αποδοχης του κοινωνικού υποκειμένου, ανάγκες που επιβάλουν την ταξική ηθική. [...]Αυτή η πραγματικότητα υιοθετήθηκε απο την εργατική τάξη ασύνειδα. Δε χρειαζόταν τόσο πολύ ταξική συνείδηση η αστική τάξη για να εγκαθιδρύσει αυτήν την ταξική ηθική, όσο χρειάζεται ταξική συνείδηση το προλεταριάτο για να την αναστρέψει. Περιορίστηκε έτσι, στην δημιουργία ερεθισμάτων, στις ποικιλίες εμπήρειών και στην φαινομενική αναγέννηση ενδιαφερόντων, με αποτέλεσμα την απομάκρυνση του απο τον αρχικό του στόχο την σύσταση μιας ουσιαστικής μορφωτικής διαλεκτικής. Η ιστορία απονευρωθηκε και και ως εκτούτου εμφανίστηκε ιστορία της κουλτούρας.[...]9 Η κουλτούρα εμφανίστηκε σαν αποτέλεσμα των κόπων και τών αντιδράσεων όλων αυτών των χρόνων από το προλεταριάτο, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερο σκοταδισμό στον ιστορικό υλισμό. Ένα σοβαρό στοιχείο ήταν η έννοια της πολιτισμικής κληρονομιάς που παρουσιαζόταν σαν το έπαθλο του εργατικού κόσμου από την εισαγωγή της μόρφωσης στην καθημερινότητα. Ο γερμανικός ιδεαλισμός για παράδειγμα θεωρήθηκε από πολλούς φιλοσόφους, όπως ο Λασσάλ, κληρονομιά που παρέλαβε η εργατική τάξη της Γερμανίας. Διαφορετικά αντιμετωπίζουν το θέμα η Μαρξ και Ένγκελς: «την κοινωνική υπεροχή της εργατικής τάξης δεν την είδαν σαν μια κληρονομιά, αλλά σαν συνέπεια της αποφασιστικής θέσης της τάξης αυτής στην διαδικασία της παραγωγής. Πως μπορεί κανείς άλλωστε τι να μιλά για ιδιοκτησία, έστω και 9
38
Walter Benjamin, ∆οκίµια για την τέχνη, Εντ. Φούξ : ο συλλεκτης και ο ιστορικός, σελ. 77
Περι-ιδιοκτησίας
για πνευματική ιδιοκτησία προκειμενού για ένα ταξικό νεανία, όπως το σύγχρονο προλεταριάτο, οπου κάθε μέρα και κάθε ώρα με την εργασία του, αναπαράγει διαρκώς ολόκληρο το πολιτιστικό μηχανισμό και αποδεικνύει το δίκιο του¨…»10 Ιστορία της κουλτούρας παρουσιάζει το περιεχόμενο της αυτόνομα και αποκομμένα από άλλες διαλεκτικές δημιουργώντας έτσι μία φαινομενική αντανάκλαση στον ιστορικό υλισμό. Ο Αλβέρτ Βέμπερ στο συνέδριο των Γερμανών κοινωνιολόγων το 1912 παραθέτει «μόνον όταν η ζωή σταματήσει να είναι μία σειρά από αναγκαιότητες και σκοπιμότητες και γίνει κάτι που στέκει πάνω σ’ αυτές μόνο τότε θα υπάρξει κουλτούρα» Η κουλτούρα εμφανίζεται εδώ σαν κάτι περιττό για τη διατήρηση της ζωής, το οποίο όμως του αισθανόμαστε σαν σκοπό ζωής. Υπάρχει σαν ένα έργο τέχνης που επηρεάζει βασικές αρχές της ζωής και που την ύπαρξη της αισθανόμαστε να υποβόσκει παντού. Ή βασική λειτουργία, που λανθάνει όμως, στην κουλτούρα, είναι η μονομερής εξέταση της προέλευσης, καθώς και των αντικειμένων που την ενσωματώνουν στο κοινωνικό ιστό. Τα αντικείμενα αυτά πέρα από το ντοκουμέντα πολιτισμού παραλείπουμε να το κοιτάμε και ως ντοκουμέντο βαρβαρότητας. [...] Ότι σχετίζεται με την τέχνη και την επιστήμη χρωστάει την ύπαρξη του όχι μόνο στην προσπάθεια – καταξίωση των μεγάλων διανοιών που τα φτιάξανε αλλά σε μεγάλο βαθμό και στον ανώνυμο εχθρό το συγκαιρινών τους, πάνω στον οποίον σχηματοποιήθηκαν και αντέδρασαν[...]11. Όμως αν η έννοια της κουλτούρας είναι ένα σημείο σκοταδισμού για τον ιστορικό υλισμό, ο εκφυλισμός της σε αγαθά που γίνονται για την ανθρωπότητα σε αντικείμενα ιδιοκτησίας είναι τρομακτικός. Ο ιστορικός υλισμός όσο κι αν προσπαθήσε σε καμία εποχή δεν κατάφερε να καλλιεργήσει και να εδραιώσει την ιδέα ότι τα αντικείμενα μπορούν μόνο να μεταφέρουν πληροφορίες, από την εποχή της παραγωγικής διαδικασίας που δημιουργήθηκαν και ότι είναι πλήρως ανεξάρτητα από την εποχή που επιβιώνουν. Έτσι ιστορία της κουλτούρας αποκτάει φετιχιστικό χαρακτήρα με το να ενσαρκώνεται από αντικείμενα ιστορικότητας και δεν είναι τίποτε άλλο από αξιομνημόνευτες πράξεις, που δεν αναταράσσουν στη συνείδηση των ανθρώπων καμιά ουσιαστική γνώση όπως η πολιτική. Στην πραγματικότητα ιστορικότητα αντιπροσωπεύει για τη συνείδησή την κατηγορία της ιδιοκτησίας, ακριβώς όπως στον οικονομικό τομέα το κεφαλαίο σημαίνει την εξουσία πάνω στην παρελθούσα εργασία (KORN, PROLETARIAT UND KLASSIK. NEUTE ZEIT, Στουτγάρδη 1908 σελ.414) 11 Walter Benjamin, ∆οκίµια για την τέχνη, Εντ. Φούξ : ο συλλεκτης και ο ιστορικός, σελ. 80 10
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
39
Θα μπορούσαμε να πούμε πιο απλά ότι ιστορία της κουλτούρας δεν μπορεί να εξετάσει αντικείμενικα παρελθοντικές καταστάσεις αφού έξυμνύει οτιδήποτε το παλιό, προκαλώντας έτσι μια προβληματική στην εξέταση της αυθεντικότητας των ιστορικών γεγονότων. Πολλαπλασιάζει το βάρος των θησαυρών που στοιβάζονται στη συλλογη της ανθρωπότητας χωρίς όμως να επιτρέπει την χρήση τους. Η συλλεκτική δραστηριότητα είναι το αποτέλεσμα ακριβώς αυτής διαδικασίας που περιγράφουμε ενώ όλη η φετιχιστική εμμονή της ιδιοκτησίας όπου αποκτά ο άνθρωπος, ακόμα και των σύγχρονων εποχών αποδεικνύει ότι είμαστε δέσμιοι ακόμα στα κατάλειπα των άποψεων της αστικής τάξης, του κατωφλιού μεταξύ 18ο και 19ο αιώνα, όπου η γνώση και η κοινωνική ανέλιξη ταυτίζονται με την κατοχή αντικειμένων, ενώ η αναζήτηση του ωραίου, του παράξενου και πολυσύνθετου, φαίνεται να ξανάκυριαρχεί τον κόσμο, να εμφυτεύεται στις συνειδήσεις, έχοντας σαν έδαφος την ιστορική λήθη που υποβοηθάται από την υπερπληροφόρηση των σύγχρονων ανθρώπων.
40
Περι-ιδιοκτησίας
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
41
Κεφ. 3
42
Συλλέκτης
Συλλέκτης Οι καπιταλιστικές συνθήκες παραγωγής, από την αφετηρία τους, πυροδότησαν καινούργιες αντιλήψεις απέναντι στα αντικείμενα. Το εμπόρευμα εκτοπίστηκε από το σύστημα παραγωγής, έγινε κάτι το αφηρημένο και φετιχιστικό και δημιούργησε με το ανθρώπινο υποκείμενο μια σχέση πλήρους αλλοτρίωσης. Οι νοητικές και αισθησιακές λειτουργίες που προσέφερε το αντικείμενο απαλλοτριώθηκαν από μία και μόνο βασική ανθρώπινη ανάγκη. Την καθαρή κτητικότητα. Η συλλεκτική δραστηριότητα αναδεικνύει ακριβώς αυτήν την ανάγκη η οποία προσφύει σε ποικίλα επίπεδα στην ψυχολογία του συλλέκτη και του καταναλωτή. Ο Walter Benjamin παρομοιάζει την ζωή του συλλέκτη με εκείνη ενός κυνηγού ανάμεσα σε θηράματα. Η ανάπτυξη μίας ιδιαίτερα έντονης σχέσης του συλλέκτη και των αποκτημάτων του οφείλεται στην άμεση αλληλεπίδραση τους με τον χώρο των αναμνήσεων, καθώς αποτελούν ζωντανά τεκμήρια του παρελθόντος. Όπως αναφέρει ο Walter Benjamin: “κάθε πάθος συνορεύει με το χάος, όμως το συλλεκτικό πάθος αγγίζει τα όρια του χάους των αναμνήσεων”12. Παράλληλα ο συλλέκτης αναπτύσσει μια πολύ αινιγματική σχέση με την ιδιοκτησία, καθώς πρωταρχικό του ενδιαφέρον δεν αποτελεί η χρήση ή η λειτουργική αξία των αντικειμένων του, αλλά μια λατρευτική ενατένιση της ύπαρξης τους. Ο Benjamin συμπληρώνει: “την βαθύτερη ικανοποίηση την νιώθει ο συλλέκτης όταν περικλείεται από τα μεμονωμένα αντικείμενα του μέσα σε ένα υπερβατικό πλαίσιο ακινητοποίησης τους, μία ακινητοποίηση που συνδέεται με την απόκτηση και την κατοχή μέσα σ αυτόν τον κλοιό εσωτερίκευσης που λέγεται συλλογή”13. Ο συλλέκτης, παίρνοντας στην κατοχή του ένα αντικείμενο, ιδιαίτερα αν αυτό το αντικείμενο χαρακτηρίζεται από τη σπανιότητα του, πιστεύει ότι του προσδίδει την απόλυτη ελευθερία του, καθώς η έκθεση του στην δημόσια αγορά του δημιουργεί το αίσθημα της εγκατάλειψης. Η κατοχή αυτής την εξεζητημένης ύλης ενισχύει την ανάγκη του για κοινωνική υπεροχή και αυτοπροβολή. Είτε μέσω της σπανιότητας, είτε μέσω στις απαιτούμενης οικονομικής δύναμης, ο ιδιοκτήτης ενισχύει την αυτοπεποίθηση του γνωρίζοντας ότι μπορεί να στρέψει το κοινωνικό ενδιαφέρον προς το απόκτημα του, και κατ’ επέκταση στον εαυτό του. Walter Benjamin, Αποσυσκευάζω την βιβλιοθήκη μου. σελ.150
12&13
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
43
Με την υπερπροστασία των αντικειμένων του, πολλές φορές, αποκτά παθολογικές σχέσεις αλληλεπίδρασης με αυτά, όπως η ονομασία τους, ο μονόλογος κ.α. Δημιουργείται δηλαδή μια φαινομενικά έμψυχη πραγματικότητα αντικειμένων, η ζωή των οποίων συμβαδίζει παράλληλα με την εκείνη του συλλέκτη. Η σχέση με την ύλη αποτελεί ένα φαινόμενο που δεν συνδέεται απλά με την ικανοποίηση ατομικών αναγκών αλλά αποτυπώνει πολλά εξωτερικά κοινωνικά κατάλοιπα που επιζητούν να εκπληρωθούν. Παιδικότητα και συλλογή Η συλλεκτική πρακτική ξεκινάει από την αφετηρία της ζωής του ανθρώπου καθώς κάθε απόκτηση αντικείμενου απαντάει σε βασικές ανάγκες του, όπως η κάλυψη αποριών, η δημιουργία ενδιαφέροντος και η πληροφόρησης. Πράγματι η παιδική ηλικία συνδέεται σε ένα μεγάλο βαθμό με την υλική κατοχή, πού παρουσιάζεται σαν μία διαδικασία κατανόησης και δημιουργίας ερεθισμάτων. Ενέργειες όπως ο χρωματισμός των αντικειμένων, η αποτύπωση ζωγραφιών σε χαρτί, το ψαλίδισμα η δημιουργία τεχνοτροπιών μεταποίησης, ακόμα και η ονομασία η διάλυση των αντικειμένων, απεικονίζουν μία ανάγκη του παιδιού να κατακτήσει, να οργανώσει, να ταξινομήσει και να χειριστεί τον εξωτερικό κόσμο με τον οποίο έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή. Όπως αναφέρει ο Jean Baudrillard: “Για ένα παιδί ο πιο ενεργός χρόνος ανάπτυξης συλλεκτική δραστηριότητας, είναι μεταξύ 7-12 χρονών, κατά τη διάρκεια της λανθάνουσας περιόδου, δηλαδή, μεταξύ παιδικής ηλικίας και εφηβείας”. Σε αυτήν την ηλικία το παιδί αποκτά τις πρώτες ανησυχίες για την δημιουργία μιας αυτόνομης προσωπικότητας και νιώθει την ανάγκη να βάλει ένα πρακτικό υπόβαθρο για τα βασικά ερεθίσματα που έχει λάβει κατά την παιδική ηλικία. Χρειάζεται να ταξινομήσει τα στοιχεία που έχει προσλάβει, με μία προσωπική ερμηνεία. Όπως αναφέρει ο Sigmund Freud «στην κρίσιμη ηλικία του πρωκτικού σταδίου, (η φάση απο ενάμιση ως δυόμιση με τρία χρόνια περίπου - όπου ο πρωκτός αλλά και η ουρήθρα, επισύρουν την προσοχή του παιδιού μέσα από τις λειτουργίες της αφόδευσης και της ούρησης της εκπαίδευσης σ΄αυτές το παιδί, θα πρέπει να μπορέσει να εναρμονίσει τις παρορμήσεις του για συγκράτηση ή άφημα των ούρων ή κοπράνων με τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος για έλεγχο, καθαριότητα και ρύθμιση του χρόνου. Ακολουθούν έντονες αντιδράσεις με το περιβάλλον, μητέρα, πατέρα κτλ., που καθορίζουν την ισορροπημένη ή όχι ανάπτυξη ενός
44
Συλλέκτης
ελεύθερου και με εσωτερικό έλεγχο ανθρώπου ή ενός πεισματάρη, αμφίθυμου και με αισθήματα ντροπής ατόμου. Και πάλι η σταθερή, αποφασιστική και χωρίς τιμωρίες ή υποχωρήσεις συμπεριφορά των γονιών είναι η βάση για την καλή έκβαση της φάσης αυτής. 14 Κατά τη διάρκεια της εφηβείας η παρόρμηση αυτή τείνει να φθείρει, και επανεμφανίζεται μετά με το πέρασμα του σταδίου αυτού. Τέλος, η συλλεκτική δραστηριότητα εμφανίζεται στον ενήλικα συνήθως ηλικίες μετά των 40 ετών. Αναγνωρίζεται, δηλαδή, μία πρόδηλη σχέση μεταξύ σεξουαλικότητας και συλλεκτικότητας που αποτελεί κρίσιμο στάδιο στην σεξουαλική ανάπτυξη του υποκειμένου. Παρόλο που η συλλεκτικότητα έρχεται σε χρονική αντίθεση με την σεξουαλικότητα, λειτουργεί σαν υποκατάστατο για αυτή. Η συλλεκτική δραστηριότητα βέβαια δεν ισοδυναμεί με την σεξουαλική πράξη διότι δεν έχει δημιουργηθεί για να καλύψει ενστικτώδη ικανοποίηση ¨όπως ο φετιχισμός ¨ μπορεί όμως να προσφέρει έντονη ικανοποίηση ως αντίδραση.
14
Την ίδια περίοδο η μυοσκελετική ωρίμανση του παιδιού επιτρέπει μεγάλη κινητικότητα, διερεύνηση του περιβάλλοντος και πειραματισμούς, που οδηγούν πολλές φορές σε καταστροφή αντικειμένων ή και αυτοτραυματισμούς. Η οποιαδήποτε εκδήλωση επιθετικότητας ή καταστροφικής τάσης είναι βασικά σύντονη με την ανάγκη του παιδιού να εναρμονίσει τις κινήσεις του και να ανακαλύψει τον κόσμο γύρω του, οπότε η συμπεριφορά των γονιών πρέπει να χαρακτηρίζεται από κατανόηση και συνετή προφύλαξη του παιδιού”.
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
45
Η ανανέωση αποτελεί μία ενόρμηση που διακατέχει και τον ενήλικα πλέον συλλέκτη, φτάνοντας όμως σε ένα πιο βαθύ επίπεδο εσωτερικής μάχης, το οποίο είναι η ανανέωση του γηραιού κόσμου και η επίτευξη της αθανασίας, μέσα από την απόκτηση νέων πραγμάτων. Ο γνήσιος συλλέκτης θεωρεί αναγέννηση του αντικειμένου την απόκτηση του. Όχι ότι αυτό ζωντανεύει μέσα του, αντίθετα αυτός κατοικεί μέσα σ’ αυτό. Μία κατοικία που για δομικά υλικά χρησιμοποιεί τις αναμνήσεις και τα συναισθηματά, καθιστώντας τον συλλέκτη αδύναμο να κατανοήσει την άψυχη φύση των αντικείμενων του και να αντισταθεί στην μανιακή εξάρτηση της αυξανόμενης ιδιοκτησίας. Μια εξάρτηση που λειτουργεί με την παρορμητική σύνδεση κάθε βιώματος με ένα αντικείμενο.
Οι συλλέκτες συχνά γνωστοποιούν το πάθος τους για ένα αντικείμενο που θα μπορούσε να εισαχθεί στην συλλογή τους, ενώ παράλληλα στήνουν την ίδια τη συλλογή κάτω από ένα κύκλο ιδιωτικότητας, απόκρυψης, και απομόνωσης, πρακτικές δηλαδή, που δηλώνουν το αίσθημα της ενοχής. Είναι αυτή η παθιασμένη ενασχόλησή που κάνει την οπισθοδρομική ενέργεια της συλλογής ενδιαφέρουσα από τρίτους, καθώς επίσης και η μυστικοπάθεια που αποπνέει και αναταράσσει την περιέργεια. Το μεγαλείο του συλλέκτη λοιπόν δεν προέρχεται
46
Συλλέκτης
από την ιστορία–προέλευση ή προϊστορία των αντικειμένων (τα οποία ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία–επάγγελμα-κοινωνική καταξίωση) αλλά από την πηγή που πυροδοτεί τον φανατισμό του για τα αντικείμενα, ένας φανατισμός που μπορεί να είναι ο ίδιος, για ένα αντικείμενο χαμηλής τιμής, μ’ ένα αμύθητης αξίας ή με ένα ιστορικό αντικείμενο. Ο λόγος είναι ότι ο συλλέκτης παθιάζεται με τη συμμετοχή των αντικειμένων σε μία σειρά αυτοπροσδιορισμού, κάτι που στον παρατηρητή είναι αόρατο και δε μεταφέρει καμία προσωπική πληροφορία του ιδιοκτήτη. Ο τρίτος παρατηρεί την μοναδικότητα, σπανιότητα και γοητεία του αντικειμένου χωρίς όμως να την αντιλαμβάνεται ως μια έντονη διαλεκτική. Και στις δύο περιπτώσεις η ιδιοκτησία ενισχύεται από τη μοναδικότητά του αντικειμένου, την οποία ο ιδιοκτήτης επιθυμεί να δεσμεύσει σαν προσδιορισμό της ζωή του και της ταυτότητάς του, δείχνοντας ταυτόχρονα την ατέρμονη ανάγκη υποκατάστατων προσδιορισμών για τον χαρακτήρα του. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε, ότι η ποιότητα της συλλογής πέρα από τον αριθμό των αντικειμένων, έγκειται και στον βαθμό έντασης των αισθήσεων που αποπνέει στα υποκείμενα με τα οποία αλληλεπιδρά (ιδιοκτήτης – παρατηρητής). Το κύρος της ιδιοκτησίας ενισχύεται όταν το αντικείμενο του ενδιαφέροντος προκαλεί μια σύγχυση αισθήσεων, καθώς επίσης και όταν χρειάζεται μια σειρά από ενέργειες όπως αναζήτηση, συναρμολόγηση, παραγγελία για να δημιουργηθεί.
Σχέσεις-Πάθος Ο άνθρωπος νιώθει ότι κατέχει την απόλυτη κυριαρχία μιας πραγματικότητας,όταν περικλείεται από τα αντικείμενα που του ανήκουν. Αυτή η συνθήκη λειτουργεί σαν υποκατάστατο κοινωνικού ελέγχου, για τον ιδιοκτήτη, στις κοινωνικές του σχέσεις. Οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν για συστατικά στοιχεία τους, την μοναδικότητα και την διαμάχη με αποτέλεσμα να λανθάνουν στην διατήρηση μιας συνέχειας. Αυτός είναι και ένας τους σημαντικότερους λόγους που πυροδοτούν συνέχεια το άγχος και το αίσθημα της αστάθειας, στο σύγχρονο κοινωνικό υποκείμενο. Αντιθέτως, στη σφαίρα των αντικειμένων, ο ιδιοκτήτης βρίσκει μία διαδοχική αλήθεια και πίστη, που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την σιγουριά, που μας αποπνέουν οι αυταπάτες και το παραπλανητικό φαίνεσθαι των ανθρωπίνων σχέσεων στο ξεκίνημα τους. Μια αυταπάτη που συνομιλεί πάντα από και προς το εγώ του υποκειμένου καθιστώντας έτσι αδύνατη την ύπαρξη διαφωνίας ή επιφυλακτικότητας.
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
47
Ο Maurice Rheims παραθέτει: «Για τον άνθρωπο, το αντικείμενο είναι σαν ένα είδος αναίσθητου σκύλου που δέχεται κολακείες/ καλοπιάσματα και τα επιστρέφει μετά με τον δικό του τρόπο , ή μάλλον που τα επιστρέφει σαν καθρέφτης πιστός αλλά όχι στις πραγματικές εικόνες , αλλά στις εικόνες που επιθυμεί ο ιδιοκτήτης»16. Πολύ εύστοχα ο Rheims παρομοιάζει με αναίσθητο ζώο, το συλλεκτικό αντικείμενο, καθώς, ο συλλέκτης, έχει σαν κύριο γνώρισμα την απόδοση ψυχής στα κεκτημένα του. Παρ’ όλα αυτά δεν έρχεται ποτέ αντιμέτωπος με μία αντίθετη πραγματικότητα κατά την αλληλεπίδραση τους. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που οι άνθρωποι επενδύουμε πολλές φορές περισσότερο στην ιδιοκτησία με σκοπό την φροντίδα του εαυτού, από τις ανθρώπινες σχέσεις. Η φροντίδα για τον εαυτό βέβαια, έχει την τάση να παρερμηνεύεται από την σύγχρονη πραγματικότητα σαν μια ενέργεια εγωιστική, που εξυπηρετεί μόνο προσωπικά συμφέροντα και αδυνατεί να ενδιαφερθεί ή ακόμα και να θυσιαστεί για άλλους ανθρώπους. Τέτοιες σκέψεις αποτελούν κατάλοιπα της κυριαρχίας του χριστιανισμού, χωρίς αυτός να αποτέλεσε τον σημαντικότερο παράγοντα μεταφοράς τους, καθώς στον χριστιανισμό η επίτευξη της σωτηρίας έγκειται στην φροντίδα για τον εαυτό. Παράλληλα όμως η φροντίδα αυτή επιτυγχάνεται μέσω της αυταπάρνησης του εαυτού. Ο Michel Foucault παρουσιάζει την αναγκαιότητα για αποφυγή αυτής της αυταπάρνησης, καθώς ωθεί τον άνθρωπο στην εκθείαση της προσωπικής εξουσίας και της κυριαρχίας. Με την κατανόηση του εαυτού εννοεί, την αντίστοιχη κατανόηση των δυνατοτήτων και των αδυναμιών του, την ικανότητα να απορρίπτει καταστάσεις, αντίθετες από αυτόν, την αποφυγή κατάχρησης δικαιωμάτων άλλων ανθρώπων, και τέλος την κατάκτηση του φόβου του θανάτου. Για να κατακτήσει αυτές τις βάσεις, το σύγχρονο υποκείμενο, πρέπει να ασχοληθεί ιδιαίτερα με την φροντίδα του εαυτού καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του, στρέφοντας ίσως την προσοχή του σε πρακτικές, που χρησιμοποιόντουσαν στην αρχαιότητα. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επιτακτικά εισάγει την ανάγκη της φροντίδας του εαυτού σε κάθε πρακτικό τομέα λειτουργίας της κοινωνίας τους. Έπρεπε να γνωρίσουν τον εαυτό τους (να κατακτήσουν το «γνώθι σεαυτόν») για να βελτιώσουν, υπερασπιστούν και να πολεμίσουν τα άγχη, τις επιθυμίες και τα ρίσκα που τους παρουσιάζονταν. Η κατοχή της γνώσης, και κυρίως της γνώσης του εαυτού, ήταν προϋπόθεση για την σωστή επιμέλεια του17. Maurice Rheims, La vie etrange des objets, σελ 50 Τhe ethic of care for the self as a practice of freedom : Συνέντευξη του Μichel Foucault, 1984. σελ.15 16 17
48
Συλλέκτης
Στην σύγχρονη εποχή, αυτό το δίπολο έχει αντιστραφεί με τον καταναλωτικό υποκείμενο να επενδύει περισσότερο χρόνο στην επιμέλεια, με τελικό σκοπό την κατάκτηση της γνώσης του εαυτού. Αυτή η επιμέλεια έχει συνδεθεί άρρηκτα με την κατανάλωση και με τη απορρόφηση εξωτερικών ερεθισμάτων, τα οποία ο άνθρωπος προσπαθεί να τα οικειοποιηθεί για να φτάσει σε ένα ικανοποιητικό στάδιο κατανόησης του εαυτού του. Το υποκείμενο όμως γνωρίζει εσωτερικά, ότι δεν αποζητά τόσο την κατανόηση, όσο την επιβεβαίωση της πραγματικότητας του, ώστε να μπορέσει, μέσω της σύγκρισης της να την εξωτερικεύσει. Μέσα σε μια κοινωνία που έχει συνδυάσει τους νόμους συγκρότησής της με την ταξική ηθική, που απαιτεί μια προκαθορισμένη συμπεριφορά για την δημιουργία ανθρωπίνων σχέσεων, και που επιζητεί την αυταπάρνηση του εκάστοτε εαυτού, η επιβεβαίωση δεν μπορεί να καλύψει τον άνθρωπο σε ένα ικανοποιητικό βαθμό ασφάλειας. Έτσι εμφανίζονται δύο τρόποι σύστασης μιας προσωπικότητας. Η πλήρης αλλοτρίωσης των προσωπικών επιθυμιών του υποκειμένου ώστε να γίνει μέρος ενός ευρύτερου συνόλου ή η αντίδραση προς αυτό και η ένταξη σε ένα μικρότερο συνόλο όπως μια περιθωριακή ομάδα. Ο άνθρωπος που ονειρεύεται τον πλούτο, την δόξα και την υστεροφημία, αποκτά μια εμμονική σχέση με την την ιδιοκτησία, συνήθως εντάσσεται στην πρώτη κοινωνική ομάδα. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να απαλλαχθεί από την καταπιεσμένη πραγματικότητα του και προσπαθεί να την απεικονίσει με ένα σύστημα αντικειμένων, μέσα από το οποίο είναι ελεύθερος να εκτεθεί. Αυτή η πραγματικότητα τροφοδοτεί το μανιακό πάθος του συλλέκτη. Κάθε πάθος αναζητά την απόδραση για να ικανοποιηθεί. Η ικανοποίηση όμως, μέσω της απόκτησης αντικειμένων αποτελεί προβληματική συνθήκη. Τα αντικείμενα έχουν ρυθμιστικές λειτουργίες στην καθημερινότητα του υποκειμένου και έχουν παραλληλιστεί με το μέσο εκτόνωσης και διεξόδου από τις καταστάσεις που τείνουν προς τον αρνητισμό. Αυτός είναι και ο λόγος που θεωρούνται ότι έχουν ψυχή από τους συλλέκτες-ιδιοκτήτες και που ταυτόχρονα, μετατρέπονται σε πλασματικό καταφύγιο ψυχολογικής ασφαλείας, μιας ασφάλειας, που λανθάνει από τη βάση της δημιουργίας της.
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
49
ΧΡΟΝΟΣ Η συλλεκτική δραστηριότητα αποφορτίζει και εκτονώνει το υποκείμενο, σαν μέθοδος συστημικής επιβολής στην ατομική πραγματικότητα. Αυτή η δυναμική προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από την κυριαρχία που νιώθει ο συλλέκτης στον χρόνο. Η διάρκεια, η ηλικία και οι αναφορές στο παρελθόν είναι θεμελιώδεις πτυχές που δημιουργούν μία συλλογή. Ο Maurice Rheims παραθέτει : «το βασικό φαινόμενο που συμβαδίζει με το συλλεκτικό πάθος είναι η απώλεια κάθε αίσθησης της τωρινής πραγματικότητας»18. Όμως, η προβληματική αυτή, διακρίνεται από μία μεγαλύτερη πολυπλοκότητα και δεν αποτελεί απλά μια νοσταλγική απόδραση στο παρελθόν. Η ενασχόληση και συγκέντρωση αντικειμένων του 16ου αιώνα, για παράδειγμα διοχετεύει στο συλλέκτη μια πληθώρα ιστορικών αναφορών και παραπομπών, από την εποχή προέλευσης τους, οι οποίες ασυνείδητα θα τον τροφοδοτήσουν με το αίσθημα της υπεροχής λόγω της κατάκτησης του ιστορικού ντοκουμέντου. Έτσι η οργάνωση μιας συλλογής φαίνεται να επιλύει τον παρελθοντικό χρόνο σε μία συστημική διάσταση κατά την οποία τα στοιχεία – αντικείμενα χρησιμοποιούνται από το υποκείμενο για την αναβίωση μίας ανάμνησης ή μιας ιστορικής εποχή που δε βίωσε. Αυτή η διαδικασία πραγματοποιείται σε έναν επαναλαμβανόμενο κύκλο, κατά τη διάρκεια ζωής του υποκειμένου, δίνοντας του την αυτοπεποίθηση της κυριαρχίας και της διατήρησης αυτής της ανάμνησης, πράγμα που στην συλλεκτική δραστηριότητα διογκώνεται σε μια συνθήκη κατάκτησης του παρελθόντος και του ευρύτερου χρόνου ζωής, μέσω όμως από την κατοχή και την επιμέλεια της ιδιοκτησίας. Σαν αποτέλεσμα αυτών, το περιβάλλον των προσωπικών πραγμάτων δημιουργεί μία διάσταση ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν μία οπισθοδρομική απόδραση, που δεν παύει να αποτελεί επιτακτική ανάγκη επιβίωσης για το υποκείμενο. Η σύνδεση στιγμών του βίου με την υλικότητα, μέσω από την οποία συνεχίζεται η αφήγηση και η σκιαγράφηση του, λειτουργεί παρόμοια με την επιτελεστικότητα των ονείρων. Όπως τα όνειρα βοηθάνε στην συνέχιση της διαδικασίας του ύπνου, έτσι και τα αντικείμενα έχουν συνδυαστεί με την συνέχιση της ζωής αλλά και με την αποτύπωση της. 18
50
Maurice Rheims, La vie etrange des objets, σελ 42
Συλλέκτης
Τα αντικείμενα λειτουργούν αντιδραστικά στην μη αναστρέψιμη πορεία της ζωής του υποκειμένου από την γέννηση προς το θάνατο, σηματοδοτώντας και κορυφώνοντας στιγμές στην συνείδηση του ανθρώπου. Παρ’ όλα αυτά η ισορροπία που αναπτύσσεται μέσω της υλικότητας, αποτελεί μία μανίακη και νευρωτική πραγματικότητα, που μόνο πλασματικά σταματάει την μη αναστρεψιμότητα της ζωής. Αυτός ο μηχανισμός άμυνας έχει δώσει υπερβολική αξία στην ιδιοκτησία και αμφισβητείται συνεχώς από ένα θεμελιωμένο, μηαναστρέψιμο σύστημα, την ανθρώπινη κοινωνία και τις ανθρώπινες σχέσεις. Η ασφάλεια του συλλέκτη γύρω από τα αντικείμενα, του μπορεί να τον ωθήσει στην άρνηση της πραγματικότητας και στην θεοποίηση της ύλης, της συλλογής, των αναμνήσεων και εν τέλει του ίδιου του εαυτού. Όταν ο συλλέκτης βλέπει την ιδιοκτησία σαν αντανάκλαση του εσωτερικού του κόσμου, και το σύστημα της συλλογής του σαν μέσο καθημερινής αναγέννησης, αποκτά λανθασμένες αντίληψης για τις σχέσεις εξουσίας που του αναλογούν στο κοινωνικό σύνολο. Ο λόγος είναι ότι νιώθει να εισέρχεται σ ένα υπερβατικό στάδιο απόκτησης δύναμης, το οποίο θεωρεί ότι μπορεί να ελέγχει κατά τη θέληση του. Πιστεύει ότι φυλάει την ίδια του την ύπαρξη μέσα σε ένα ακίνητο κύκλο συμβολισμών, ο οποίος όμως, δε συμβαδίζει με τον μη-αναστρέψιμο κύκλο ζωής του υποκείμενου . Ζήλια Η παθολογική ανάγκη για αύξηση της ιδιοκτησίας κορυφώνεται στην εμφάνιση της αντίστοιχης παθολογικής ζήλιας του συλλέκτη. Η απόλαυση της κατοχής, στην καταναλωτική κουλτούρα, συνδέεται με την στέρηση της, από την υπόλοιπη κοινωνία. Το σύμπλεγμα ζήλιας αποτελεί το πιο φανατικό στάδιο στην συλλεκτική δραστηριότητα και προωθεί την δέσμευση του ωραίου–ενδιαφέροντος- παράξενου σαν την αρετή που μπορεί να κατέχει μόνο ένας ιδιοκτήτης. Ένα είδους σεξουαλικής διαστροφής, που εμφανίζεται σε μια διάχυτη μορφή στην σχέση με την συλλογή. Αυτό που αντιπροσωπεύει το δεσμευμένο αντικείμενο, σύμφωνα με τη λογική που απορρέει από τη ζήλια του συλλέκτη, είναι μία ναρκισσιστική προσωποποίηση του εγωισμού του. Η απώλεια ή η καταστροφή των αντικειμένων αυτών θα σήμαινε τον προσωπικό ευνουχισμό του ιδιοκτήτη. Η εντονότερη σχηματοποίηση της λίμπιντο του συλλέκτη σηματοδοτείται συνήθως από τέτοια αντικείμενα, που διακρίνονται από σημαντικότητα – μοναδικότητα, ενώ αυτός ο συμβολικός ευνουχισμός που θεωρεί ότι δημιουργεί με την στέρηση αυτών
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
51
των αντικειμένων στην κοινωνία, συνδέεται με την ακατάπαυστη ανάγκη για στρέψιμο του ενδιαφέροντος προς την προσωπικότητα του, καθώς επίσης και από μία σεξουαλική διαστροφική ανεκπλήρωτη εγωπάθεια. Αυτή η απελπισμένη στρατηγική είναι η βάση της φρικτής ικανοποίησης που προσφέρεις η ζήλια στον συλλέκτη. Η αυτοπεποίθηση που πηγάζει από την κατοχή είναι το το σημείο εντονότερης εμφάνισης ζήλιας. Μία έκφανση του ίδιου του εαυτού, πλασματικά ενδυναμωμένου, από την ιδιοκτησία. Και είναι αυτός ο εαυτός που πραγματικά φυλακίζεται στην υλική υπόσταση των αντικειμένων και προσφέρει ικανοποίηση στο υποκείμενο. Φυσικά όλη αυτή η κατάσταση ζήλιας συμβαίνει σε ένα πλαίσιο απόλυτης απογοήτευσης και αποτυχίας ως προς την έκβαση και επιρροή του στον αληθινό κόσμο, καθώς μια τέτοια πράξη συστημικής οπισθοδρόμησης δεν μπορεί να επηρεάζει εις βάθος την κοινή συνείδηση. Το ίδιο ισχύει και για την συλλογή η οποία ταλαντεύεται σε μία πολύ πιο εύθραυστη πραγματικότητα από τον υπόλοιπο κόσμο και η ύπαρξη της σπουδαιότητάς της απειλείται συνεχώς. Η απογοήτευση διαδέχεται την επιτυχία σαν αλληλοεξαρτώμενες συνθήκες στην καταναλωτική κοινωνία. Η νευρωτική ενεργοποίηση του υποκειμένου έχει ανάγκη την απογοήτευση σαν ενδεχόμενη έκβαση για την πυροδότηση της, και μπορεί να σηματοδοτείσει την πλήρη αλλοτρίωση του υποκειμένου. Η ήττα αυτή, συνήθως είναι η παγίδευση στο προσωπικό κόσμο καθώς το υποκείμενο αδυνατεί να απαλλαχθεί από τις γύρω αντιξοότητες, άρα δεν μπορεί να απαλλαχθεί και από την αντανάκλαση της σεξουαλικότητας του από παντού.
52
Συλλέκτης
Η διαστροφή Η αποτελεσματικότητα του συστήματος κατάκτησης ιδιοκτησίας χαρακτηρίζεται από τον αντίστοιχο οπισθοδρομικό της χαρακτήρα και κατ‘επέκτασh από μια μέθοδο λειτουργίας, που τείνει προς τη διαστροφή. Αυτή η διαστροφή για την κατοχή, διακρίνεται πιο καθαρά, στην καταναλωτική κοινωνία με τη μορφή του φετιχισμού, ένα πάθος που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την σεξουαλική διαστροφή. Πράγματι, ακριβώς όπως η κατανάλωση εξαρτάται από το αίσθημα του ανικανοποίητου, καθώς και από την διαρκή αναζήτηση της πιο προνομιακής επιλογής, έτσι και η σεξουαλική διαστροφή πηγάζει από την ανικανότητα του εκάστοτε υποκειμένου, να μπορεί να αποκωδικοποιήσει ολοκληρωτικά τους ανθρώπους που επιθυμεί, μέσα από ένα προσωπικό, μη-συνεκτικό πρίσμα κατανόησης. Μια τέτοια κατανόηση που λανθάνει να εξηγήσει σε μία συνεκτική λογική τα ποθητά υποκείμενα που την ενδιαφέρουν, γεννά το αίσθημα του ανικανοποίητου. Δεν είναι άλλωστε η διαστροφή μία εμμονική αποστροφή από την ίδια την προσωπικότητα του υποκειμένου, που ενώ έχει παγιωθεί εσωτερικά ότι λανθάνει, αδυνατεί να εμφανιστεί σαν λανθάνουσα λειτουργία στο συνειδητό κόσμο του, και κατ ‘επέκτασιν, να εξωτερικευτεί σε κοινωνικά υποκείμενα; «Σαν πρακτική αυτής της παράλογης διαδικασίας το ποθητό υποκείμενο διαιρείται σε ερωτογενής τμήματα καθένα από τα οποία γίνεται επίκεντρο αντικειμενοποίησης»19. Μια γυναίκα για παράδειγμα διαιρείται σε τμήματα σαν μια μέθοδο εκμηδένισης της για το στήθος , την κοιλιά, το πρόσωπο, τα οπίσθια κ.ο.κ., δημιουργώντας το αίσθημα της υπεροχής και της ευκολότερης κατανόησης από το εκάστοτε διεστραμμένο υποκείμενο. Η αντικειμενοποίηση αυτή, των επιμέρους στοιχείων του σώματος, θέτει, πλέον το υποκείμενο, σε μία θέση διεκδίκησης της ιδιωτικοποίησης τους, και το καθιστά ικανό να εξωτερικεύσει την σεξουαλική του επιθυμία με σημείο αναφοράς, φυσικά, τον ίδιο του τον εαυτό, και όχι το ποθητό πρόσωπο. Αναπτύσσεται έτσι, μία συλλεκτική διαλεκτική με την οποία το κάθε μέρος του σώματος του ποθητού υποκειμένου, αντικειμενοποιείται και απαντά στις επιθυμίες του εραστή – συλλέκτη, σαν μία προσωπική συνεχόμενη επιβεβαίωση.
19
Jean Baudrillard, The system of objects, σελ.12
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
53
54
Συλλέκτης
Le mépris 1963, Jean-Luc Godard
Η εναρκτήριος σκηνή της ταινίας Le Mepris (1963, Jean-Luc Godard) απεικονίζει ακριβώς αυτό. Ο διάλογος σ΄αυτήν την γυμνή σκηνή ακολουθεί ως εξής: ‘Do you love my feet?’ ρωτάει η γυναίκα. (σημείωση: καθόλη την διάρκεια της σκηνής η γυναίκα κοιτάει τον εαυτό της απο ένα καθρέφτη. Αυτό διόλου ασήμαντο δεν είναι, καθώς μέσω της αντανάκλασης, αποδίδεται μια χωρική υπόσταση στον εαυτό δηλαδή μια αντικειμενοποίηση του θέματος συζήτησης.) ‘Yes, I love them.’ Do you love my legs?’ ‘Yes.’ ‘And my thighs?’ ‘Yes,’. ‘I love them., ‘And my breasts, do you like them?’ ‘Yes,’. ‘enormously.,20 (Και καθαυτό τον τρόπο, απο τα πόδια μέχρι το κεφάλι , καταλήγει στα μαλλιά). ‘So, you love me totally?’ ‘Yes, I love you totally.’ ‘Me too, Paul,’ απαντάει ανακαιφαλαιώνοντας την κατάσταση.21 Ο σκηνοθέτης Godard αποσαφήνισε αριστουργηματικά την απομυθοποίηση μιας στερεοτυπική σχέσεις αγάπης. Αυτή η τραγελαφική ανασυγκρότηση της σεξουαλικής επιθυμίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έως και απάνθρωπη. Από τη στιγμή της υποδιαίρεσης του σώματος σε σημεία η γυναίκα πλέον σαν αμιγές αντικείμενο, εντάσσεται σε μία ευρύτερη σειρά από αντικείμενά-γυναίκες όπου και αποτελεί, πλέον, μία έννοια μεταξύ άλλων αντικειμένων στο συνειδητό κόσμου συλλέκτη, με αποτέλεσμα να παραλαμβάνει τις ίδιες ιδιότητες.
Ο άντρας δεν χάνει ευκαιρία να απαντήσει επιδεικτικά στην ερώτηση για το γυναικείο στήθος. Η λατρεία των μαστών καθρεφτίζει τον ρόλο της γυναίκας σαν σεξουαλικού αντικείμενου του άντρα, καθώς είναι το κατεξοχήν σημείο του σώματος όπου το αρσενικό προσπαθεί να κυριεύσει, επιδή το στερείται από το φύλλο του άρα είναι και αυτό που συμβολίζει την σεξουαλική του ολοκλήρωση στην κοινωνία. Ο άντρας ασεινύδητα απαντάει με περισσότερη ένταση για την ερωτηση των μαστών καθώς την συνδέει με την σεξουαλική του υπεροχή και γενικότερα με τον εαυτό του. Αντίστοιχα και ο φαλλός για ένα θηλυκό. 20
Jean Baudrillard, The system of objects, σελ.13
21
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
55
Έτσι το υποκείμενο θα συνδέσει τη γυναίκα -αντικείμενο με την με την προσωπική αυτοϊκανοποίηση και με τα επιμέρους κομμάτια της συλλογής-γυναικών, θα επιχειρήσει την διαρκή επιβεβαίωση ή και την αντικατάσταση τους, ακριβώς όπως το βασικό κίνητρο της συλλεκτικής δραστηριότητας. Στην ανθρώπινη σχέση, παρ’ όλο αυτά η τάση της υποδιαίρεσης σε διακριτά στοιχεία σύμφωνα με το διεστραμμένο σύστημα αυτοϊκανοποίησης, δυσχεραίνεται από την ζωντανή ύπαρξη του ποθητού υποκειμένου. Αυτό εξηγεί γιατί τα συγκεκριμένα αισθήματα μετατρέπονται σε φετιχιστικά, η λειτουργία των οποίων είναι μία απλούστευση του ποθητού υποκειμένου σε σεξουαλικού αντικειμένου η σεξουαλικού οργάνου. Η εξέταση μια συλλογής, μέσω της ψυχικής αλλά και σωματικής διάλυσης του υποκειμένου, και των επιμέρους στοιχείων επιτέλεσης της, δεν επιτυγχάνεται εύκολα, διότι εμποδίζεται από ηθικούς φραγμούς. Μπορεί να μιλήσει ο συλλέκτης μικρών μπουκαλιών για παράδειγμα: τα δικά μου μπουκάλια, το δικό μου ράφι, η δικιά μου επιλογή ή να πει: εγώ πίνω εγώ, κατασκευάζω, εγώ συλλέγω. Η διαδικασία προβολής του, σε κοινωνικό επίπεδο, μέσω της ιδιοκτησίας, έχει πολύ πιο ελεύθερη λειτουργία σε σχέση με οτιδήποτε θεωρεί πως του ανήκει και έχει φύλο, όπως η γυναίκα του η ο άντρας του22. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί η έκφραση: η δικιά μου γυναίκα, ή ο δικός μου άντρας αντίστοιχα αλλά η πρακτική της ιδιοκτησίας δεν μπορεί να προχωρήσει περαιτέρω. Αντιμέτωπος με ένα ζωντανό υποκείμενο, ο ιδιοκτήτης μπορεί να το θεωρήσει δικό του αλλά όχι σαν μια προβολή του εγώ του. Η διάσπαση της γυναίκας όμως σε επιμέρους κομμάτια ανθρώπινου σώματος θα επέτρεπε την έκφραση της φαινομενικής αυτής πρακτικής, όχι σαν κάτι κοινωνικά αποδεκτό, παρ’ όλα αυτά σαν συνθήκη που ενισχύει το υποκείμενο και την αυτοπεποίθηση του, σε μια αυτό-ερωτική διαλεκτική, όπου κάθε κομμάτι της γυναίκας – συλλογής αντιστοιχεί στην κατα σειρά αυτοεπιβεβαίωση της διαστροφής του υποκειμένου, κοινωνικά και ατομικά. Σε αυτό το σημείο το υποκείμενο είναι εκείνο που αδυνατεί να στραφεί στην σεξουαλική απόλαυση αλλά οδηγείται στην σεξουαλική συστηματοποίηση της ζωής του.
22
Αυτή η κτητική λειτουργία δεν αναφέρεται στην περίπτωση των έμβιων όντων που έχουν εκληφθεί ως ασεξουαλικά, όπως τα παιδιά. Ο γονιός συχνά ρωτάει το παιδί του σε α’ πληθυντικό πρόσωπο (Πονάει το κεφάλι μας;). Σε ένα όν με διακριτό φύλλο και σεξουαλική ταυτότητα, η λειτουργία αυτή διακόπτεται από το άγχος του ευνουχισμού του όντος.(Baudrillard, system of objects σελ.14)
56
Συλλέκτης
Σύμφωνα με αυτή τη πρακτική, που απορρέει από την εμμονική – εθιστική διαδικασία της αυτοεπιβεβαίωσης, μέσω της ιδιοκτησία, μια ανθρώπινη σχέση διεκπεραιώνεται με γνώμονα τον εγωισμό και σαν μοναδικό στόχο έχει την παθιασμένη επιβεβαίωση που ζητά το υποκείμενο, για τον εαυτό του, και όχι το ενδιαφέρον προς το καινούργιο υποκείμενο, δημιουργώντας μια ναρκισσιστική εσωτερική κατάσταση αυτοπροσδιορισμού. Από την παραπάνω σκιαγράφηση του συλλέκτη–υποκειμένου, καθώς και του καταναλωτή, αντιλαμβανόμαστε ότι η μανία του για ιδιοκτησία απορρέει από την αποξένωση και την έλλειψη ειλικρινών σχέσεων με τον εξωτερικό κοινωνικό κόσμο, καθώς θεωρεί ότι έχει καταργηθεί από όλα εκείνα τα συστήματα τα οποία απλά δεν μπορεί να αντιληφθεί. Η πορεία του όμως, δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν «ριζοσπαστική», αφού η εμμονή για κατανάλωση, προσπαθεί να υπερνικήσει όλες εκείνες τις κοινωνικές πρακτικές που δεν κατανόησε, με μία παθολογική ανάγκη για επανασύνδεση του με την κοινωνία. Όχι όμως με την πραγματικότητα, αλλά με μία προσωπικά διαμορφωμένη πραγματικότητα, οι κανόνες της οποίας έχουν δημιουργηθεί και τροποποιούνται μόνο από και προς το πρόσωπό του. Λόγω αυτού είναι καταδικασμένος να αποτύχει. Αδυνατεί να αντιληφθεί ότι μεταλλάσσει ένα αντικειμενικά αόριστο σύστημα, χωρίς συγκεκριμένους στόχους, σε ένα καθαρά υποκειμενικό μέσα στο οποίο, ακόμα και η γλώσσα που χρησιμοποιεί έχει χάσει την εγκυρότητα της. Αυτός ο ολοκληρωτισμός του από την ιδιοκτησία, πάντα συμβαδίζει με την εσωτερική μοναξιά,αφού δεν υπάρχει ουσιαστική αλληλεπίδραση. Η συλλεκτική δραστηριότητα είναι πάντα περιορισμένη, επαναλαμβανόμενη και συμπαγής, ενώ πρακτική της είναι τόσο ασυνεχής που δεν μπορεί να αρθρώσει κάτι παραπάνω από μία διαλεκτική της κουλτούρας. Η εμμονή με την ιδιοκτησία πάντα ενέχει κάτι το απάνθρωπο και το ψυχικά φτωχικό.
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
57
Κεφ.4
58
Αντικείμενα
Αντικείμενα Σαν αντικείμενο ορίζεται οτιδήποτε μπορεί να αποτελεί το αίτιο ή το θέμα που γεννάει ένα πάθος23. Η ζωή του υποκειμένου δε νοείται, χωρίς την ιδιωτική κατοχή αντικειμένων. Η καθημερινότητα των ανθρώπων είναι γεμάτη από αγαπημένα αντικείμενα, που δημιουργούν και πληρούν ανάγκες, όπως το πάθος της ιδιοκτησίας, καθώς και της συναισθηματικής επένδυσης. Η ένταση που δημιουργούν οι συνθήκες αυτές, καθιστούν ζωτικής σημασίας την ιδιότητα των ανθρώπων να περικλείονται από έναν ορισμένο κύκλο κατοχής, που σαν βασικό νόημα ύπαρξης του είναι η διατήρηση της ψυχικής ασφάλειας του υποκειμένου. Τα αντικείμενα χρησιμοποιούνται με δύο τρόπους. Εκείνα που εξυπηρετούν πρακτικές ανάγκες στην καθημερινότητα του υποκειμένου αντιμετωπίζονται διαφορετικά από εκείνα που τείνουν να την αφυπνίζουν και να δημιουργούν έντονες σχέσεις επικοινωνίας με τους ιδιοκτήτες. Τα τελευταία συνήθως χρησιμοποιούνται με ένα αφαιρετικό τρόπο σε σχέση με την λειτουργία τους. Για παράδειγμα η χρήση ενός φούρνου είναι μία πρακτική διαμεσολάβηση, που δίνει τη συγκεκριμένη ιδιότητα του φούρνου στην ύλη. Ένα σκεύος η πρακτικό εργαλείο, λανθάνει να αναπτύξει μία εσωτερική επικοινωνία με το υποκείμενο όπως να συνδεθεί με τον αναμνησιακό του κόσμου ή να θεωρηθεί προσωπικό, καθώς η χρήση του παραπέμπει στον εξωτερικό κόσμο. Αντίθετα όπως λέει ο Jean Baudrillard, «κατεχόμενο θεωρείται συνήθως το αντικείμενο που του αφαιρείται η λειτουργία του, με σκοπό να αναπτύξει μία ειδική σχέση με το υποκείμενο»24. Η συνάθροιση πολλών τέτοιων αντικειμένων δημιουργούν ένα σύστημα, κατά το οποίο ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα, μέσα από ένα σύνολο, να κατασκευάζει ένα ιδιωτικό κόσμο. Κάθε αντικείμενο έχει δύο ιδιότητες να χρησιμοποιηθεί πρακτικά και να γίνει ιδιωτική περιουσία. Αυτές ιδιότητες αντιστρέφονται η μία από την άλλη αναλογικά. Η πρακτική χρήση ενός αντικειμένου και η ποιότητα που παρέχει συνδέονται με την κοινωνική κατάσταση του υποκειμένου όπως το αμάξι, το σπίτι κ.τ.λ. Το αντικείμενο, που γίνεται προσωπικό, εντάσσεται σε ένα αυστηρά σύνολο, γίνεται, μία συλλογή. Ανεξαρτήτου προέλευσης, εάν το αντικείμενό μας ανήκει, και το χρησιμοποιούμε χωρίς την πρακτική του χρήση, έχει νοηματοδοτηθεί με μία προσωπική ερμηνεία. Η διαδικασία αυτή μας κάνει, άθελά μας, όλους Ορισμός αντικειμένου (Emile Littre dictionary)
23
Jean Baudrillard, The system of objects, σελ.1
24
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
59
εν δυνάμει συλλέκτες. Με την αφετηρία της σύνδεσης των αναμνήσεων με την ύλη, το αίσθημα της ικανοποίησης της ιδιοκτησίας καλύπτεται, μόνο από μία σειρά αντικειμένων, που συνδέονται με τον εσωτερικό μας κόσμο, σαν ντοκουμέντα στιγμής. Η συνθήκη αυτή διακρίνεται και στις ανθρώπινες σχέσεις, οι οποίες καθώς επεκτείνονται σε διάρκεια επιζητάνε περισσότερα αντικείμενα για να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη τους. Έτσι το συλλεκτικό πάθος ξεκινάει αναπτύσσοντας μία διαρκή συνομιλία αντικειμένων και υποσυνείδητου. Serial game Κάθε αντικείμενο είναι μοναδικό για την πραγματικότητα του συλλέκτη, καθώς αποτελεί έναν μοναδικό συμβολισμό ή αντιπροσώπευση αντίστοιχα. Η συλλογή δημιουργεί μια πραγματικότητα, που ευνοεί την παραπλάνηση της συνείδησης του συλλέκτη, αφού αυτός δεν καλείται να αποδείξει τα πιστεύω του σε ετερόκλητα υποκείμενα. Αυτή η συνθήκη προφανώς δεν ισχύει στον εξωτερικό κόσμο. Η κατοχή ενός παλιού, πολύτιμου, παράξενου αντικείμενου βοηθάει τον ιδιοκτήτη να το οικειοποιηθεί, όχι τόσο για την ιδιαίτερη πολιτιστική και κοινωνική αξία που κατέχει, αλλά λόγω της μοναδικότητας του που επιτρέπει να ευδοκιμήσει μια εγωιστική εκκεντρικότητα και επιδειξιομανία25. Αυτή διαδικασία που απορρέει από την σχέση του συλλέκτη και των ¨θησαυρών¨, του χορηγεί συνεχώς μία πλασματική ικανοποίηση που δεν αντιτίθεται στην ναρκισσιστική προβολή του εαυτού του, μια συνθήκη δηλαδή που δυσκολεύεται να κατακτήσει από τις κοινωνικές του σχέσεις. Επίσης κανένα αντικείμενο δεν αντιβαίνει στον πολλαπλασιασμό του συνόλου του, αντιθέτως επιβάλλει τη συγκεκριμένη τάση με στόχο την δημιουργία ενός μεγαλύτερου φάσματος πλασματικού ολοκληρωτισμού και προβολής του συλλέκτη. «όλοι τους έχουν μια ωραία ράχη, για την οποία κανένα φορτίο δεν είναι υπερβολικά βαρύ»26 Αυτή η εξήγηση διευκολύνει την κατανόηση του συστήματος ιδιοκτησίας. Η επιτελεστικότητα της συλλογής ενέχει μία συριακή δομή αντικειμένων, με τελευταίο πάντα να είναι το ίδιο το συλλεκτικό υποκείμενο. Βασικό επίσης είναι ότι κάθε αντικείμενο μπορεί να αντικατασταθεί από τον συλλέκτη αυτοπροσώπως
25 Walter 26
60
Benjamin, ∆οκίµια για την τέχνη, Εντ. Φούξ : ο συλλεκτης και ο ιστορικός, σελ. 92
Edouard Drumont, Les heros et les pitres, Παρίσι,σελ 107/108
Αντικείμενα
σε ένα σύστημά προσωπικού ανταγωνισμού. Αυτό μπορεί να εντοπισθεί σε οποιαδήποτε συριακή δομή μεμονωμένων επαναλήψεων, από ένα μοναδικό άτομο. Για παράδειγμα ένα υποκείμενο Α στήνει ένα παιχνίδι ρίψης μίας πέτρας και επιλέγει την πιο μακρινή του βολή ως την καλύτερη. Αυτό το σύστημα δημιουργεί μια πλασματική ιεραρχία προσπαθειών που έχουν σε σημείο αναφοράς τον ίδιο του τον εαυτό. Δεν προσωποποιεί τον εαυτό του στο αντικείμενο – πέτρα αλλά στη διαδικασία ότι μια προσωπική ρίψη θα τον καταστήσει νικητή. Ο ανταγωνισμός με τον εαυτό του συμβαίνει με κάθε επανάληψη ρίψης της πέτρας μέχρι που θα καταφέρει να την προσωπική καλύτερη του βολή με την οποία και θα ταυτιστεί. Αυτή ακριβώς είναι και ψυχολογία του συλλέκτη ο οποίος με την διαδικασία συνάθροισης μόνο μοναδικών αντικειμένων καθιστά σίγουρο για τον εαυτό του ότι είναι το αντικείμενο που πάντα θα κερδίζει.27 Σύστημα συνήθειας Κάθε αντικείμενο ταλαντεύεται μεταξύ της πρακτικής ιδιότητας του, και της απορρόφησης του από μία συλλογή όπου γίνεται μία λανθάνουσα επαναλαμβανόμενη συνομιλία. Αυτό το σύστημα εξήγησης αντικειμένων δημιουργεί μια αναλογία με το σύστημα της συνήθειας. Οι συνήθειες έχουν την ασυνέχεια και την επανάληψη σαν βασικούς όρους προσδιορισμού. Βοηθάνε ένα κοινωνικό υποκείμενο να να επέμβει, ασυνείδητα, στην χρονικότητα και διάρκεια της ζωής του, μπλοκάροντας την αίσθηση της συνεχόμενης πορείας του ανθρώπου προς το τέλος του και εξοστρακίζοντας το άγχος που θα δημιουργούσε μια καθημερινή μοναδικότητα των γεγονότων. Σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο κόσμο, που χαρακτηρίζεται από την μη-αντιστρεπτή φύση του, ο άνθρωπος μπορεί μέσω των αντικειμένων και της ιδιοκτησίας, να ορίσει μία κατηγοριοποιημένη και αντιστρεπτή πραγματικότητα, η οποία μπορεί να ανασυσταθεί κατά βούληση, και να προσφέρει την ψευδαίσθηση της κατοχής ενός τμήματος του κόσμου, που ανταποκρίνεται μόνο στον εαυτό του και λειτουργεί αγχολυτικά. Τα αντικείμενα δηλαδή ενδυναμώνουν την ψυχική ισορροπία του ανθρώπου μέσω μιας επικουρικής μεθόδου συνηθειών που σκοπεύουν στην κυριαρχία του χρόνου και στην ταξινόμηση της προσωπικής πραγματικότητας που βιώνει ο ιδιοκτήτης. 27
Jean Baudrillard, The system of objects, σελ. 7
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
61
Ίσως το καλύτερο παράδειγμα, παραθέτει ο Baudrillard, αυτής της λειτουργίας των συνηθειών είναι το ρολόι χειρός. Το ρολόι είναι η επιτομή του δυαδικού τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα αντικείμενα. Από τη μία μεταφέρει την ακριβή ένδειξη της ώρας, μιας διάστασης πρακτικών περιορισμών, που θέτει η κοινωνία αλλά και ο θάνατος στο υποκείμενο. Από την άλλη πλευρά η έννοια του χρόνου εισάγεται σε μια αντικειμενοποιημένη και άμεση προβολή, όπου κάθε ώρα προβάλλεται στον άνθρωπο σαν μία συλλογή, όπου ίδιος καλείται να κατακτάει καθημερινά. Ο χρόνος πρέπει να καταναλωθεί, από το σύγχρονο άνθρωπο, στον βέλτιστο βαθμό. Η αναγκαιότητα αυτή μεταφέρεται από το ρολόι χεριού στο υποκείμενο, ενώ με την απόκτηση του, ενδυναμώνεται η επιβολή των εξωτερικών κοινωνικών περιορισμών, αφήνοντας ψευδαίσθηση της ιδιοκτησίας να υποδουλώσει τον άνθρωπο στην κατανάλωση του χρόνου. Με απλά λόγια καθώς ο χρόνος αγοράστηκε από τον καταναλωτή του ρολογιού πρέπει να καταναλωθεί, και η κατανάλωση αυτή, αποτελεί την εισαγωγή του ανθρώπου σε ένα σύστημα παραγωγής. Για παράδειγμα, ο κοινωνικός περιορισμός της οκτάωρης εργασίας εμφανίζεται σαν μία συνθήκη που οργανώθηκε και κατακτήθηκε από τον ίδιο, μέσω της αγοράς. Αφού ίδιος μπορεί να αγοράσει το αντικείμενο που αποτυπώνει τον χρόνο άρα μπορεί να καταναλώσει τις ενδείξεις του ρολογιού για να ορίσει το οκτάωρο εργασίας, την ώρα ξεκούρασης και γενικότερα το σύστημα της συνήθειας στην καθημερινότητά του. Η κατανάλωση που απολαμβάνει το υποκείμενο είναι η δημιουργία αυτής της ρουτίνας, που μπλοκάρει ασυνείδητα, αλλά αποτελεσματικά, την μη αντιστρεπτή πορεία της ζωής του υποκειμένου.Παρατηρείται επίσης η μη-αντιστρεπτή τάση των σύγχρονων αντικειμένων για εξατομίκευση και σμίκρυνση, συνθήκες που βοηθάνε στην προσωπική σύνδεση τους με το υποκείμενο-ιδιοκτήτη. Η σχέση αυτή εντείνει την δημιουργία αξιοκρατικών διαχωρισμών. Το μεγάλο ρόλο του σαλονιού εξελίχθηκε στο ατομικό ρολόι χειρός και εκείνο με τη σειρά του φαίνεται να αντικαθίσταται από το σύγχρονο έξυπνο κινητό.28 Στις μέρες μας η παραπάνω διαδικασία έχει γιγαντoποιηθεί με τη παγιωμένη χρήση του έξυπνου κινητού τηλέφωνου, στην καπιταλιστική κοινωνία. Το κινητό πέρα από τον χρόνο χρησιμοποιεί την ίδια την κοινωνία σαν ένα ποσό που πρέπει να καταναλωθεί. Η αντικειμενοποίηση τρίτων προσώπων, από τον χρήστη, επιτυγχάνεται μέσω μιας έμμεσης αλληλεπίδρασης, που αναπτύσσεται μεταξύ τους, κατά την οποία ένα πρόσωπο (επαφή) μπορεί να αρχειοθετηθεί, αντικατασταθεί, διαγραφεί. Κάθε αντικείμενο που χρησιμοποιείται επενεργεί σαν μέσο προβολής των αντικειμενικών περιορισμών που θέτει η παραγωγή στον καταναλωτή καθώς μέσα από την ιδιωτικοποίηση του θεωρεί ότι οι λειτουργίες του αντικειμένου επενεργούν σύμφωνα με τα ανάγκες του. 28
62
Αντικείμενα
Η ύλη έχει καταφέρει να ζωντανέψει κυριολεκτικά, να συνδεθεί με άλλα άτομα,αλλά ακόμα να έχει σαν πρωταρχικό στόχο λειτουργίας, την εξυπηρέτηση του χρήστη. Αυτή η κοινωνικότητα σε αντιστοιχία με τον χρόνο, καταναλώνεται στον βέλτιστο βαθμό από το σύγχρονο υποκείμενο αφού μπορεί να συνδεθεί έστω και εικονικά με χιλιάδες άλλες πραγματικότητες, μεταφέροντας ταυτόχρονα κοινωνικούς περιορισμούς . Όλα τα αντικείμενα στην σύγχρονη εποχή έχουν την τάση της σύνδεσης με άλλα αντικείμενα. Η συνθήκη αυτή λειτούργησε ευεργετικά για την τάση των αντικειμένων να εξατομικεύονται, κατά τις δεκαετίες 70-90, οπού κορεσμός τους απαιτούσε όλο το χρόνο του καταναλωτή και ο εγωκεντρισμός της αυτοπροβολής έπληττε από την μοναχικότητα. Η πλασματική επαφή με άλλα υποκείμενα μέσω της ύλης έπρεπε να αποτελεί το επόμενο βήμα για την επιβίωση του καπιταλιστικού συστήματος. Αντικείμενα και τέχνη Οι συνήθειες παρατηρούμε λοιπόν ότι έχουν σαν μέσο επιτελεστικότητας την κατανάλωση. Το υποκείμενο για να διατηρήσει αυτήν την κυκλική καθημερινότητα ,ταυτίστηκε με συγκεκριμένα υλικά αγαθά κατανάλωσης, ενισχύοντας ταυτόχρονα και την καπιταλιστική μέθοδο που τα παράγει. Όπως έχει παραθέσει ο Μαρξ, στην εισαγωγή του βιβλίου κριτική της πολιτικής οικονομίας: «η κατανάλωση είναι ταυτόχρονα και παραγωγή ακριβώς όπως και στη φύση η παραγωγή ενός φυτού προϋποθέτει την κατανάλωση χημικών συτατικών». Παραθέτει επίσης ότι: «ο άνθρωπος παράγει κύτταρα στο σώμα του μέσω της πρόσληψης τροφής η οποία είναι μία μορφή καταναλωτισμού. Ένα προϊόν ολοκληρώνει την επιλεκτική του λειτουργία μόνο όταν καταναλωθεί»29. Η κατανάλωση είναι εκείνη που πυροδοτεί την παραγωγή, αποτελεί κινητήριος δύναμη και τελικός στόχος ταυτόχρονα. Τα ready-mades του Marcel Duchamp προσπάθησαν να αποτυπώσουν ακριβώς αυτήν την λειτουργεία. Δημιουργούν μία ισορροπία μεταξύ επιλογής και κατασκευής, παραγωγής και κατανάλωσης. . Μαρξ, εισαγωγή του βιβλίου κριτική της πολιτικής οικονομίας σελ. 15
29
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
63
Όταν Marhel Duchamp έκθεσε το Bottle Rack (1914) χρησιμοποίησε ένα αντικείμενο μαζικής κατανάλωσης για να το μετατρέψει σε εργαλείο νέας παραγωγής. Με την μεταφορά του στην σφαίρα της τέχνης, το μπουκάλι πυροδοτεί μία παραγωγή σκέψεων και ιδεών για το κοινό, χρημάτων και υστεροφημίας για τον καλλιτέχνη. Με το να εισάγει ο Marcel Duchamp ένα προκατασκευασμένο αντικείμενο, σαν ένα έργο που επινοήθηκε ο ίδιος, μετατόπισε την προβληματική της δημιουργικής διαδικασίας, δίνοντας έμφαση στην παρατηρητικότητα του καλλιτέχνη σε σχέση με τα αντικείμενα γύρω του, αντί για μια χειρωνακτική δεξιοτεχνία. Ισχυρίστηκε ότι επιλογή είναι μια ουσιαστική πράξη, που είναι ικανή να καθιερώσει μία καλλιτεχνική διαδικασία όπως η κατασκευή, ζωγραφική, γλυπτική κ.ο.κ..30. Η σύνδεση του αντικειμένου με μία νέα ιδέα αποτελεί ήδη μία μορφή παραγωγής. Ο Duchamp προσδίδει ένα νέο νόημα στην καλλιτεχνική πραγματικότητα, λέγοντας ότι δημιουργία σημαίνει να προσδίδεται σ΄ένα αντικείμενο ή σε μια υλικότητα, ένα νέο σενάριο μία νέα λειτουργία, να θεωρείται δηλαδή, ένας χαρακτήρας σε μία αφήγηση. «Σε κάθε εποχή αντιστοιχούν συγκεκριμένες αναπαραγωγικές τεχνικές. Αντιπροσωπεύουν τις εκάστοτε τεχνικές δυνατότητες και είναι προϊόντα αναγκών της εποχής. Γι’ αυτό τον λόγο δεν είναι καθόλου παράδοξο το φαινόμενο πως κάθε μεγάλη ιστορική μεταβολή που φέρνει στην εξουσία άλλες τάξεις απ’ αυτές που κυριαρχούσαν μέχρι τότε, συνεπάγεται κανονικά και μία αλλαγή στην μέθοδο της τεχνικής αναπαραγωγής του εικαστικού έργου»31. Αυτή την ιστορική μεταβολή που δημιούργησε ο καταναλωτισμός, ενιωσαν την ανάγκη να ερευνήσουν οι Ευρωπαίοι νεορεαλιστές και οι καλλιτέχνες της Pop-Art .Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των ευρωπαίων νεορεαλιστών και των Αμερικάνων καλλιτεχνών της Pop-Art είναι η οπτική μάτια που αναπτύξανε σε σχέση με τον καταναλωτισμό. Καλλιτέχνες όπως o Arman, Cesar Baldacini, Daniel Spoerri γοητεύθηκαν και εμπνεύστηκαν από την υπερσυσσώρευσή αντικειμένων, όπως φαίνεται και από τα έργα τέχνης τους. Για αυτούς, η κατανάλωση είναι μία αφαιρετική διαδικασία, η αναπαράσταση της οποίας είναι αδύνατον να περιοριστεί σε έναν εκθεσιακό χώρο. Αντίθετα οι Andy Warhol, Claes Oldenburg, και James Rosenquist στρέφουν την προσοχή τους στην αγορά και στην οπτική ώθηση που δημιουργεί την ανάγκη σε ένα άτομο να αποκτήσει ένα προϊόν. NICOLAS BOURRIAUD /POSTPRODUCTION,Culture as screenplay/ How art reprograms the world/ σελ.25-27 30
31
64
Honore Daumier, τομ1, σελ 13.
Αντικείμενα
Ο στόχος τους, δεν είναι τόσο η αποτύπωση ενός κοινωνιολογικού φαινομένου, αλλά η εκμετάλλευση αυτού και του νέου εικονογραφικού υλικού με το οποίο ήρθαν σε επαφή μέσω του καταναλωτισμού. Η έρευνα τους βασίζεται στην διαφήμιση και στους μηχανισμούς επιβολής της, ενώ η έρευνα των Ευρωπαίων εξερευνά τον κόσμο των αντικειμένων σε κατανάλωση, προσπαθώντας να κατανοήσει την οργανική τους σημασία στην ανθρώπινη κοινωνία. Ενδιαφέρονται περισσότερο για τις κοινωνικές δομές που μεταλλάσσει ο καταναλωτισμός και όχι για την ατομική συμπεριφορά32. Οι νεορεαλιστές έχουν σαν βασικό θέμα τους, την αναπαράσταση του καταναλωτισμού εστιάζοντας σε αυτόν με ένα αφαιρετικό και ανώνυμο τρόπο, ενώ η Pop-Art, έρευνα τις οπτικές συνθήκες παρουσίασης ενός προϊόντος, όπως το Packaging, τη διαφήμιση και το marketing, που συνδέονται με την μαζική κατανάλωση. Από την επανάχρηση μεταχειρισμένων αντικειμένων, τα οποία βρίσκονται στο τέλος της λειτουργικής τους πορείας για το υποκείμενο, οι νεορεαλιστές μπορούν να χαρακτηριστούν σαν οι πρώτοι αφηγητές ή ζωγράφοι της νεκρής ύλης της βιομηχανοποιημένης σύγχρονης πραγματικότητας.32 Με την Pop-Art, η έννοια της κατανάλωσης απέκτησε μία αφαιρετική θεματική που συνδέθηκε με την μαζική παραγωγή και κέρδισε μεγάλη εκτίμηση στις αρχές της δεκαετίας του 80, καθώς παραλληλίστηκε με τις ατομικές οι επιθυμίες κάθε υποκειμένου. Η τέχνη αυτή θεωρήθηκε ως το υποκατάστατο του καταναλωτισμού και εμπορευματοποιήθηκε. Η Barbara Kruger έγραψε : αγοράζω άρα υπάρχω33. Το αντικείμενο παρουσιάστηκε στους εκθεσιακούς χώρους της Pop-Art, από την οπτική του καταναλωτή. Το κίνημα αυτό ασχολήθηκε με τον καταναγκασμό και την επιθυμία του καταναλωτή για αγορά, και προσπάθησε να καλύψει όλο το φάσμα, από το διαθέσιμο αντικείμενο προς πώληση, μέχρι το οικονομικά απρόσιτο. Συνδέθηκε άμεσα με το marketing και ανέλυσε τις πρακτικές εκτελεστικότητα του. O Heim Steinbach οργάνωσε μία σειρά από αντίκες, τα οποία τοποθέτησε πάνω σε μονόχρωμα ράφια. Η Sherrie Levine εξέθεσε πανομιότυπα αντίγραφα έργων τέχνης διάσημων καλλιτεχνών όπως οι Mirο, Walker Evans και Degas. Ο Cesar εξέθεσε ένα τρακαρισμένο όχημα, σαν την απεικόνιση του τέλους της χρήσης του)
32
Barbara Kruger, έκθεση: «I shop therefore I am» έκθεση, M.O.M.A.1990
33
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
65
Ο Jeff Koons απεικόνισε διαφημίσεις, διασωζόμενες kitsch εικόνες– αναπαραστάσεις, όπως η μπάλα μπάσκετ που επιπλέει. Ο Ashley Bickerton παρήγαγε προσωπογραφίες με αντικείμενα καθημερινής χρήσης απο την ζωή της. Καταναλωτές και καλλιτέχνες έπαιξαν εξίσου σημαντικό ρόλο για την σύσταση αυτού του κινήματος. Ο Koons παραθέτει: στο σύστημα που μεγάλωσα(το δυτικό καπιταλιστικό σύστημα) το υποκείμενο λαμβάνει αντικείμενα σαν ανταμοιβή – έπαθλο από την εργασία του και τα επιτεύγματα του. Όταν τα αντικείμενα αυτά συσσωρευθούν λειτουργούν σαν μηχανισμός υποστήριξης των ιδιοκτητών για τον προσδιορισμό της προσωπικότητας του ατόμου, την εκπλήρωση επιθυμιών κ.ο.κ. 34 Ο Koons εξέθεσε αντικείμενα μέσα σε γυάλινες θήκες που εξουδετερώνουν την έννοια της χρήσης και διακόπτουν την ανταλλακτική διαδικασία του εμπορίου, μέσα στις οποίες εκθειάζει το στιγμιότυπο έκθεσής τους. Από την γενικότητα που αποπνέουν τα ράφια του heim Steinbach, δίνεται έμφαση στην επικράτηση της γενικότητας στο νοητικό επίπεδο των σύγχρονων ανθρώπων. «Κοιτάμε μόνο ότι είναι καλά παρουσιασμένο επιθυμούμε μόνο ότι επιθυμούμε και οι άλλοι» παραθέτει ο Steinbach35. Τα αντικείμενα που εκθέτει πάνω στα ξύλινα ράφια έχουν αγοραστεί αντικατασταθεί και συγκριθεί. Είναι φορητά, οργανωμένα με έναν τέτοιο τρόπο, που όταν τοποθετηθούν στο studio, γίνονται ξανά μόνιμα. Τον ενδιαφέρει στο έργο του, δηλαδή η διαδικασία με την οποία ανταλλάσσονται τα αντικείμενα. Καλλιτέχνες όπως οι Koons, levine, and Steinbach , παρουσιάζουν τους εαυτούς τους σαν πραγματεύτηκα ενδιάμεσα και απεικονίζουν καταστάσεις που αντιλήφθηκαν από τη μελέτη τους πάνω στην αγορά, σε ένα πλαίσιο που προσπέρασε την εσωτερική ανάγκη συνάθροισης αντικειμένων σαν πρωταρχική αξία καταναλωτισμού.
Jeff Koons, Συνέντευξη με τον Giancarlo Politi, 1987 τεύχος «Flash Art»
34
NICOLAS BOURRIAUD /POSTPRODUCTION Culture as screenplay/ How art reprograms the world/ σελ.27 35
66
Αντικείμενα
Rirkrit Tiravanija/ ’Untitled, 2002 (the raw and the cooked)
Barbara Kruger/“I shop therefore I am”1990 MoMA
Michelangelo Pistoletto/ Senza titolo 92 (1976)
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
67
Haim Steinbach/ charm of tradition 1985
Michelangelo Pistoletto/ ‘Venus of the Rags’, 1967
68
Αντικείμενα
Tatsuo Miyajima/“mega death” 2011
Dieter Roth and Bjorn Roth, Gartenskulptur (Garden sculpture), 1968
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
69
César Baldaccini/ Crashed car
César Baldaccini/ COMPRESSION 1970
70
Αντικείμενα
Dieter Roth/ Bürotisch-Matte, Bali-Mosfellssveit, 1994—1996
Jeff Koons/Three Ball Total Equilibrium Tank, 1985
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
71
Ashley Bickerton/ White Head I, 2012
72
Αντικείμενα
Richard Hamilton/ Just what was it that made yesterday’s homes so different, so appealing?, 1992
Luciano Fabro/ L’Italia d’oro, 1971
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
73
Andy Warhol’s/ Time Capsules
74
Αντικείμενα
SimonEvans/ Everything i have, 2008
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
75
Marcel Duchamp/ Bottle Rack (1914)
Tatlin’s Tower/ Monument to the Third International (1919–20)
76
Αντικείμενα
Joseph Beuys /I Like America And America Likes Me. 1974
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
77
Κεφ. 5 78
Θάνατος
Θάνατος Μία τελευταία ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί είναι το πότε, εν τέλει ολοκληρώνεται μία συλλογή. Ένα αντικείμενο σίγουρα ασκεί την μεγαλύτερη του επιρροή στον συλλέκτη, μέσω της απουσίας του από τη συλλογή, μέσω της στέρησης πληρότητας που δημιουργεί. Με την απουσία του αντικειμένου μπορεί να προβάρει την ολοκλήρωση της συλλογής, και επομένως να εξορκίσει τον θάνατο του, μέσω της συμφιλίωσης με την ιδέα. Η έλλειψη αυτή είναι ένα θετικό στοιχείο για την ψυχολογία του συλλέκτη, καθώς η εμφάνιση του αντικειμένου αυτού θα σηματοδοτούσε τον αλληγορικό θάνατο του36. Η ολοκληρωμένη συλλογή διασπά τον ομφάλιο λώρο με τον ιδιοκτήτη της, αφού τον καθιστά έτοιμο να αντικρίσει ολοκληρωμένο το δημιούργημα του, γνωρίζοντας ότι θα επιβιώσει περισσότερο από τον ίδιο, μετά θάνατον, και κατανοώντας ότι αυτή η πράξη έχει συνδεθεί σε τέτοιο βαθμό με την ύπαρξη του, που αποτελεί μία προσωπική παρακαταθήκη. Η συλλογή συνδέεται με την αθανασία και με την ανάγκη καταπολέμησης της ιδέας του θανάτου. Η επιδίωξη της αιωνιότητας, έχει αναγνωριστεί από διάφορους θεωρητικούς της ψυχανάλυσης, ως η βασική παράμετρος σύστασης μια συλλογής. Οι συλλέκτες, μέσω της κληροδότησης των θησαυρών τους στο κοινό, θεωρούν κυριολεκτικά ότι αφήνουν ένα κομμάτι του εαυτού τους και προβλέπουν στην εκτίμηση των επιλογών τους, αποφάσεων τους και της θυσίας τους. Επίσης ελπίζουνε στην επιβίωση της κληρονομιάς τους στο χρόνο με σκοπό να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους και το εγχείρημα τους. Η συλλογή έτσι αποκτά τον ρόλο ενός απογόνου, που όμως μπορεί να φορμαριστεί στο ακριβές όραμα του συλλέκτη. Γίνεται ένα πορτραίτο του εαυτού του, που παραμένει ανέπαφο ακόμα και μετά τον χαμό του. Αυτή η πράξη αυτό-εξύμνησης, μπορεί πέρα από πράξη ματαιοδοξίας, να χαρακτηριστεί και σαν φιλανθρωπία, καθώς οι συλλέκτες, πολλές φορές, κληροδοτούν τα αποκτήματα τους σε μουσεία και γενικότερα στην κοινωνία, προσφέροντας έτσι καλλιτεχνικά ερεθίσματα και επιτελώντας μορφωτικό έργο37. Από την άλλη πλευρά, αυτή η πράξη, αναδεικνύει την παθολογική ανάγκη του συλλέκτη να προσεγγίσει τον εξωτερικό κόσμο, ακόμα και μετά τον θάνατο του, μέσα από αυτό το ασφαλές καταφύγιο που προσφέρουν τα αντικείμενα του.
36
Jean Baudrillard, The system of objects, σελ. 7
Philanthropy, art and the museum, Loukia Zygomala and the promotion of Greek folk embroidery, Αλεξάνδρα Μπούνια, σελ.1-3 37
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
79
Ήταν εκείνα που τον βοήθησαν να καταπολεμήσει την απομόνωση και την διαφορετικότητα του κατά την διάρκεια της ζωής του και είναι αυτά αντίστοιχα που θα τον προσδιορίζουν, θα τον ανακαλούν στις συνειδήσεις των ανθρώπων μετά τον θάνατό του. Το αντικείμενο σαν τεκμήριο διατήρησης της ψυχής του ιδιοκτήτη είναι και εκείνο που διατηρεί την ύπαρξη του στην μνήμη του κόσμου. Ο Φουκώ χαρακτηρίζει τη αποδοχή του θανάτου και της θνησιμότητας σαν την βασικότερη δύναμη που μπορεί να αποκτήσει ένα υποκείμενο κατά την διάρκεια της ζωής του για να κατανοήσει και να φροντίσει τον εαυτό του ουσιαστικά. Η κατάκτηση των φόβων αυτών ενισχύει την προσωπικότητα του υποκειμένου, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μπορεί να απειλεί το κοινωνικό σύνολο μέσω της ενδεχόμενης κατάχρησης της δύναμης που αποκτά. Η κοινωνία πάντα ένιωθε ότι δεν θα μπορούσε να τιθασεύσει άτομα που έχουν κατακτήσει την ιδέα του θανάτου γι’ αυτό έχει δημιουργήσει μηχανισμούς προστασίας. Ο χριστιανισμός, για παράδειγμα, θεμελιώθηκε στην άμυνα τέτοιων συμπεριφορών αφού έσπευσε να μετατρέψει τον φόβο του θανάτου στην επερχόμενη μεταθανάτια σωτηρία του χριστιανού. Η σωτηρία αυτή θεμελιώνεται, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του υποκειμένου, μέσω της αυταπάρνησης του εαυτού και όχι μέσω φροντίδας ή στον προσδιορισμό του38. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, από την άλλη, θεωρούσαν ότι η φροντίδα του εαυτού συνδεόταν με την υστεροφημία, την μοναδική συνθήκη που μπορούσαν να κατασκευάσουν για και να απολαύσουν μεταθανάτια, και αντίστοιχα την μοναδική ιδέα που ξεπέρναγε την ανθρώπινη φύση τους, επιτρέποντάς τους να αγγίξουν την αιωνιότητα. Ως αποτέλεσμα αυτών, η υστεροφημία συνδέθηκε με την επιτέλεση τού εαυτού καθενός υποκειμένου, μέσω των ενεργειών που διεκπεραίωνε κατά τη διάρκεια της ζωής του, όπως τα μέρη που έζησε η συμπεριφορά του στο κοινωνικό σύνολο και στην οικογένεια τα μέλη του κατάκτησε, το έργο που άφησε σαν παρακαταθήκη καθώς και τα αντικείμενα να του. Με αυτόν τον τρόπο κάθε υποκείμενο ευελπιστούσε να βελτιώσει την λειτουργία του μέσα στο κοινωνικό σύνολο, αφού ακόμα και αν δεν ενδιαφερόταν για αυτό, προσπαθούσε να βελτιώσει τον εαυτό του ώστε να θεωρείται ευεργετικό για αυτό.39 Το συλλεκτικό υποκείμενο θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρησιμοποιεί και τις δύο παραπάνω πρακτικές στη σχέση που αναπτύσσει με το θάνατο.
80
38
Μischel Foucault Philosophy & Social Criticism ,σελ.116
39
Μischel Foucault Technologies of self σελ. 5
Θάνατος
Η υστεροφημία του, κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στις σύσταση του έργου του, η οποία όμως για να επιτευχθεί χρειάζεται την σωτηρία του θανάτου δηλαδή την μετατόπιση της προσωπικότητας του ιδιοκτήτη από το σώμα του στα αντικείμενα, από το σώμα στο πνεύμα, από την απομόνωση στην κυριαρχία των συνειδήσεων και των αναμνήσεων, που επιβάλλει, μέσω της μη αντιστρεπτής απουσίας της ύλης του σώματος του. Μία επιβολή που ενισχύεται από την “ποτέ-ξανά” ύπαρξη του και που τον διαφυλάσσει από την “ποτέ-ξανά” αμφισβήτηση του. Αυτό που κατακτά ο άνθρωπος από τα αντικείμενα-συλλογή δεν είναι μία εγγύηση ότι η ζωή συνεχίζεται μετά το θάνατο αλλά η δυνατότητα του να προβάλλει την ύπαρξη του μέσα από ένα ελεγχόμενο κλοιό ακινητοποιημένων αντικειμένων που αντιπροσωπεύουν συμβολικά την συνεχόμενη ζωή του και την πορεία του προς τον θάνατο. Τα αντικείμενα είναι η ύλη με την οποία εμείς οι ίδιοι κατασκευάζουμε το πένθος που θα βιώσουν οι άλλοι με την ολοκλήρωση της ζωής μας. Αντιπροσωπεύουν τον ίδιο τον θάνατο ο οποίος υπερβαίνετε συμβολικά από την συνθήκη των κατακτημένων αντικειμένων. Η έννοια της κατοχής χαρακτηρίζεται από μία χρονική συνθήκη που είναι ενεργή και σταματάει να ισχύει μετά τον θάνατο του ιδιοκτήτη. Η έκφραση «δικό μου» χρησιμοποιείται μόνο από υποκείμενα που βρίσκονται εν ζωή. Κατά αυτόν τον τρόπο τον τρόπο τα προσωπικά αντικείμενα αλλάζουν εντελώς χαρακτήρα με τον θάνατο του ιδιοκτήτη σε αποδεικτικά της απουσίας του προσώπου. Όσο μεγαλύτερη ιδιοκτησία τόσο μεγαλύτερα και τα τεκμήρια πένθους μετά το τέλος του ιδιοκτήτη. Ενα κίνημα, που απόδωσε επιτυχημένα την παραπάνω πραγματικότητα ήταν το κίνημα της ματαιότητας (Vanitas) ως συμβολική αναπαράσταση με στοιχεία «νεκρής φύσης» (ή, ορθότερα, «ήρεμης ζωής»), που σηματοδοτούν την απατηλή και μάταιη φύση όλων των γήινων πραγμάτων και του εγκόσμιου βίου. Η θεματική αυτή κατηγορία της Vanitas θα ανθίσει κατά την περίοδο του Μπαρόκ. Η ματαιότητα όλης της εγκόσμιας ύπαρξης θα αποδοθεί σε μία πληθώρα αριστοτεχνικών συνθέσεων στον τύπο της νεκρής φύσης, με συνδυασμούς διαφορετικών εμβληματικών αντικειμένων, που επισημαίνουν στον θεατή τον πρόσκαιρο και φθαρτό χαρακτήρα όλων των υλικών αποκτημάτων και συνολικά του ανθρώπινου βίου επί της γης. Σε αυτές τις συνθέσεις, κυριαρχεί το ανθρώπινο κρανίο, μία θα λέγαμε «απογυμνωμένη» από πρόσθετα στοιχεία προσωπογραφία κάθε ανθρώπου. Το τέλος του βίου σηματοδοτούν επίσης
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
81
το κανδήλι και το σβησμένο κερί, ο καπνός και η φούσκα, το ωρολόγιο και η κλεψύδρα. Το χρήμα και τα πολυτελή υλικά αγαθά, όπως το γυαλί κα η πορσελάνη, αντιπροσωπεύουν επίσης εμβληματικά τον πρόσκαιρο χαρακτήρα κάθε έννοιας περιουσίας. Τα αντικείμενα ομορφιάς (και ωραιοπάθειας), όπως τα κοσμήματα και ο καθρέπτης, και τα σύμβολα εξουσίας, όπως σκήπτρα και στέμματα, ιερατικές τιάρες και όπλα, παγκόσμιες σφαίρες και χάρτες, υποδηλώνουν τη ματαιοδοξία του ανθρώπου. Η φθαρτότητα του κόσμου αναπαρίσταται ενδεικτικά και με στοιχεία του φυτικού βασιλείου, συνήθως με άνθη και φρούτα, που όμως παρουσιάζουν σημάδια σήψης, συνήθως λόγω της δράσης κάποιου εντόμου. Όλα τα παραπάνω στοιχεία νεκρής φύσης, σε ποικίλους συνδυασμούς, θέλουν να οπτικοποιήσουν τη φθαρτότητα ως στοιχείο ταυτόσημο του ανθρώπινου βίου. Η πλέον κυρίαρχη εικαστική δήλωση του φθαρτού και εφήμερου κόσμου μας, εγγενής της περατότητας του εγκόσμιου βίου, ταυτίζεται με τον αναπόφευκτο ερχομό, τελικά, του θανάτου, του τελικού παρονομαστή κάθε ύπαρξης. (το ρητορικό ερώτημα «να ζει κανείς ή να μη ζει» του Άμλετ από τον Σαίξπηρ [William Shakespeare] (1564-1616), συμπυκνώνει όλη την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου. Επίσης στον Εκκλησιαστή: 1, 1-18: «Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης»), Η ματαιότητα του ανθρώπινου βίου αναδεικνύεται, de facto, νικητής στην αναμέτρηση με τον καθένα μας ξεχωριστά, ωστόσο οι μελαγχολικές απεικονίσεις της Vanitas συνολικά, ως τεκμήρια της καλλιτεχνικής έκφρασης, συνιστούν μία «νίκη» της ανθρώπινης δημιουργίας επί της φθοράς και του θανάτου.40 ....Και μιά παροιμία για τον παθιασμένο συλλέκτη.... Ένας άνδρας συλλέγει παιδιά: νόμιμα παιδιά, όμορφα παιδιά από τον πρώτο του γάμο, παιδιά από τον δεύτερο γάμο του, υιοθετημένα παιδιά, έκθετά βρέφη…. Μία μέρα οργανώνει ένα μεγάλο πάρτι, στο οποίο προσκαλεί όλα του τα αγαπημένα παιδιά. Ένας κυνικός φίλος επισημαίνει ότι λείπει ένα παιδί, ¨πιο από όλα ρωτάει ο άντρας¨. ¨Το μεταθανάτιο παιδί¨ απαντάει ο φίλος του. Ο άντρας αφήνει τη γυναίκα του έγκυο και αυτοκτονεί 41 Τμήμα εικαστικών και εφαρμοσμένων τεχνών Φλώρινας. (2014) Vanitas-Ματαιότης. Blogspot Jean Baudrillard, το σύστημα των αντικειμένων σελ. 118
40 41
82
Θάνατος
HARMEN STEENWYCK (1612-1656) ‘Still Life: An Allegory of the Vanities of Human Life’, 1640
Vanitas Still Life with Self-Portrait, Pieter Claesz, 1628
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
83
Evert Collier (circa 1640–1708) - Berger Collection
84
Θάνατος
Vanitas painting, self-portrait, most probably by Clara Peeters
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
85
Συμπεράσματα Η συλλεκτική διαδικασία, σίγουρα μπορεί να αποτελεί ένα οπισθοδρομικό μέσο κατανόησης και αντιμετώπισης του κόσμου, πάραυτα είναι άμεσα συνδεδεμένη με συστήματα παραγωγής, τα οποία δυσχεραίνουν τη ζωή ανθρώπων, ακόμα και σήμερα. Οι πρακτικές αυτές, δεν διακρίνονται εύκολα, από τον σύγχρονο άνθρωπο, υπάρχουν όμως γύρω του και ασκούν επιρροή στην καθημερινότητα του. Ένα σύγχρονο, κολοσσιαίο cabinet de curiosite είναι το internet, και ιδιαίτερα κάποια site προβολής ανθρωπίνων ενεργειών, όπως το YouTube. H χρήση αυτής της σύγχρονης συλλογής-video, παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τα wunderkammers του 18ου αιώνα. Ο άνθρωπος, ακόμα γοητεύεται από το παράξενο, το ιδιαίτερο, το ξενικό από αυτόν, ακόμα και σήμερα που η πρόσβαση του σε αυτό είναι πιο εύκολη από ποτέ. Η σημαντικότερη ομοιότητα είναι ακριβώς αυτή η διαστρέβλωση της πραγματικότητας που αποζητά ο σύγχρονος χρήσης του ίντερνετ και το υπέρμετρό ενδιαφέρον για τα εκθέματα – βίντεο που λανθάνουν στο να μεταφέρουν μία ουσιαστική γνώση στο υποκείμενο, όπως την ιστορική, πολιτική, καλλιτεχνική. Οι επισκέψεις σε ένα κόσμο απλούστευσης, όπως ένα βίντεο μουσικής που προάγει σεξουλικου περιεχομένου πρότυπα, φθάνουν το ένα έβδομο, του σύγχρονου πληθυσμού, ενώ ένα βίντεο μεταφοράς πληροφορίας δεν προσεγγίζει, στο ελάχιστο βαθμό αυτή τη δημοσιότητα. Ακόμα και αν ένα βίντεο μεταφέρει σημαντικές πληροφορίες, στο περιεχόμενο του, λανθάνει στο να αποκτήσει την οικουμενική προσοχή. Η επιλογή του διάσημου video και της γνωριμία με αυτό, προσδιορίζει το βαθμό που γίνεται το άτομο κοινωνικά αποδεκτό. Σε μια αντιστοιχία οι άνθρωποι πριν ένα αιώνα αποστρέφονταν από το μέσο επιμόρφωσης (το έκθεμα της πληροφορίας) και προσέγγιζαν τον ενδιαφέρον που προξενούσε η οπτική επαφή. Η εικόνα είχε ήδη αρχίσει να κατακτά τον κόσμο.. Η συλλογή συνδέεται με τον άνθρωπο ακριβώς όπως η εικόνα συνδέεται με την ανάμνηση και η παύση αυτής της ενέργειας μοιάζει στις μέρες μας ακατόρθωτη.
Συμπεράσματα
86
Θάνατος
Συνεχίζοντας, η μανία για συγκέντρωση και υπερσυσσώρευση αντικειμένων φαίνεται πως δεν έχει ξεπεραστεί, αντίστοιχα. Το 2012 αποτέλεσε η χρονιά διάκρισης, αυτής της συνήθειας, σε ψυχαναλυτικό πρόβλημα (Compulsive hoarding...hoarding disorder) από το παγκόσμιο φαρμακευτικό συνέδριο GMC(General Medical Council), τα θύματα της είναι ιδιαίτερα πολλά από κοινωνίες, , που βρίσκονται, συνήθως στο δυτικό καπιταλιστικό σύστημα. Η συγκέντρωση τους θεωρήθηκε πάθηση, που χρήζει φαρμακευτικής αγωγής. Οι ‘‘διαγνωσμένοι” με την πάθηση αυτή, αδυνατούν να πετάξουν πράγματα η να αποχωριστούν υλικά αγαθά που βρίσκονται στην κατοχή τους ακόμα και αν δεν εχουν απολύτως καμιά χρήση. Από τους αδελφούς Κόλιερ μέχρι τον καλλιτέχνη Henry Darger (δημιουργός των Vivian Girls) παρατηρείται ένα υπέρμετρο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για την ψυχολογική κατάσταση των “Hoarders”. Το καπιταλιστικό σύστημα καταφέρε να στραφεί εναντίον της στροφής που επίδειξε το ίδιο στους ανθρώπους, για αγορά και απόκτηση πραγμάτων. Για να απαλλαχθεί από αυτή την οπισθοδρομική αντιμετώπιση, ώστε να διατηρήσει τους οπαδούς του, όχι μόνο αποστασιοποιήθηκε πλασματικά από την ίδια ακριβώς την αρχή που επέδειξε στην κοινωνία τα τελευταία 100 χρόνια, επιχειρεί, μέσω της φαρμακευτικής αγωγής να προσκομίσει κέρδος. Οι Hoarders είναι το κατάλοιπο όλης της κουλτούρας καταναλωτισμού, στην πιο ακραία του μορφή, καθώς πέρα απο την συνάθροιση, το φαινόμενο δείχνει τα επίπεδα μοναχηκότητας που εχει φτάσει ο σύγχρονος άνθρωπος. Κάθε κατακτημένο αντικείμενο από ένα πρόσωπο είναι, εν-δυνάμει, αποδεικτικό πένθους, και το μόνο που σταματάει αυτή τη λειτουργία είναι, ότι το πρόσωπο βρίσκεται εν ζωή. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη, στη πορεία της ζωής του, τα αντικείμενα και τις αναμνήσεις που φέρουν μαζί τους. Δεν παύουν βέβαια να αντικατοπτρίζουν τα ανθρώπινα πάθη, στον πραγματικό χώρο. Κάθε συλλέκτης γίνεται άνθρωπος και κάθε άνθρωπος συλλέκτης, γιατί είναι απαραίτητη η δημιουργία μιας προσωπικής ουτοπίας μέσα στην οποία θα μπορεί να νιώθει ασφάλεια και να συζητάει, ακόμα και μόνο με τον εαυτό του, αυτά που στην κοινή γνώμη δεν θα μπορέσει να γνωστοποιήσει ίσως και ποτέ. Εκεί μπορεί να αποδεχτεί τα πάντα και μαθαίνει να ζει και να τα καταπολεμάει, ακόμα και τον ίδιο τον θάνατο. Η τελευταία κατοικία κάθε ύπαρξης είναι μία ανάμνηση...
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
87
Βιβλιογραφία: Birnbaum, Daniel. Bourriaud, Nicolas. Danto, Arthur. Δασκαλοθανάσης, Νίκος. Groys, Boris. Ιωακειμίδης, Χρήστος. Τζιρτζιλάκης, Γιώργος (2006). Κείμενο έκθεσης OUTLOOK : Ο θάνατος (του Συγγραφέα) και ο κόσμος σαν συλλογή. Αθήνα : Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού Α.Ε. Walter, Benjamin. (1993). Αποσυσκευάζω τη βιβλιοθήκη μου, στο βιβλίο Περί Βιβλιοθηκών, μτφρ. Βαγγέλης Μπιτσώρης, Αθήνα: Άγρα. Walter, Benjamin. (1994) Σάρλ Μπωντλαίρ. Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού. μτφρ. Γιώργος Γκουζούλης, Αθήνα : Αλεξάνδρεια Walter, Benjamin. (1978). Δοκίμια για την τέχνη. μτφρ. Δημοσθένης Κούτροβικ. Αθήνα: Κάλβος Baudrillard, Jean. (1996 {1968}). Le système des objets. Αγλ. μτφρ. James Benedict. Λονδίνο: Verso Baudrillard, Jean. (1994). Cultures of collecting. Cambridge, Massachusetts: Harvard university press Foucault, Michel. (1988). Technologies of self. Cambridge, Massachusetts: Harvard university press Foucault, Michel. (1990). The History of Sexuality. Vol. 2: The Use of Pleasure. New York: Vintage Books Foucault, Michel. (1987) Care of self – Ethics care as practice of freedom, Συνέντευξη, raúl fornet-betancourt, helmut becker, alfredo gomez-müller Αγλ. μτφρ j. d. Gauthier: Philosophy Social Criticism Nicolas, Bourriaud- Lukas & Sternberg. (2007). Postproduction. New York : Bourriaud copyrights Karl Marx. (2013 {1859}). Kριτικη της πολιτικής οικονομίας. μτφρ. Μπαλωμένος Χρήστος. Αθήνα: ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ Bounia, Alexandra.(2010). Philanthropy, art and the museum Loukia Zygomala and the promotion of Greek folk embroidery. Journal of the History of Collections
88
Θάνατος
σελ.1–12Ο. Published by Oxford University Press Bounia, Alexandra. (2006), Sandra H. Dudley, Amy Jane Barnes, Jenniffer Binnie , Julia Petrov. Narrating Objects , Collecting Stories : Routhledge Bounia, Alexandra, ‘Exhibiting Women’s Handicrafts (2014). Arts and Crafts Exhibitions in Greece at the Dawn of the Twentieth Century.Gender & History, Vol.26 No.2: John Wiley & Sons Ltd Baudrillard, Jean. Nouvel, Jean. (2015) Singular Objects of Architecture Αγλ. μτφρ. Robert Bononno. K. Michael Hays. Λονδίνο : University of Minnesota Press Minneapolis Genosko, Gary. Baudrillard, Jean (2001). The uncollected Baudrillard. Λονδίνο : SAGE Publications Ltd Purcell ,Rosamond Wolff. Gould , Stephen Jay. (1992). Finders, Keepers, Eight Collectors: Treasures and Oddities of Natural History. Lewiston, NY, U.S.A. : W. W. Norton & Company Baudrillard, Jean. Smith, Richard G. (2010). The Baudrillard dictionary. Εδιμβούργο. Edinburgh University Press Γκαζή, Ανδρομάχη. Μπούνια, Αλεξάνδρα. (2009) : Zητήματα μελέτης των εθνικών μουσείων. https://www.academia.edu/24199320/Εισαγωγή_ζητήματα_μελέτης_των_ εθνικών_μουσείων ΜΟΜΑ. Wunderkammers exhibition (2008) http://www.moma.org/interactives/exhibitions/2008/wunderkammer/flashsite/ T.A.T.E. History of Wunderkammers http://www.tate.org.uk/learn/online-resources/mark-dion-tate-thames-dig/wunderkammen Δελαγραμμάτικας, Γιαννης. (2012). συλλογή/ανταλλαγοί blogspot: http://giannisdelagrammatikas.blogspot.gr/p/blog-page_3.html Τμήμα εικαστικών και εφαρμοσμένων τεχνών Φλώρινας. (2014) Vanitas-Ματαιότης https://floroieikastikoi.blogspot.gr/2014/06/vanitas.html
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
89
Palmira, Fontes da Costa. (2009) : Singular and the Making of Knowledge at the Royal Society of London in the Eighteenth Century. Newcastle: Cambrige Scholars Publishing, Russell, W. Belk. (1995). Collecting in a Consumer Society. Λονδίνο: Rougtledge Geraghty, Lincoln (2014): Cult Collectors. Λονδίνο :Rougtledge Ken, Arnold (2006): Cabinets for the Curious: Looking Back at Early English Museums. Μεγάλη Βρετανία : Ken Arnold Hillert, Margaret (1982): I Like Things, Vintage illustrations. Chicago Illinois: Begining-to-read-series Susan, M. Pearce. (1994): Interpreting Objects and Collections. Λονδίνο: Routledge Bond, Αnthony. (2015). The Idea of Art: Building a contemporary collection. Μεγάλη Βρετανία. South Wales: University of New South Wales Press
Ευχαριστώ πολύ για την πολύτιμη βοήθεια τους: Ευστράτιο Βουνάτσο Γιώργο Τζιρτζιλάκη Φιλιππο Ωραιόπουλο Αλεξάνδρα Μπούνια Σταυρούλα Σαμαρά
Βουνάτσος Αλέξανδρος/Ιούνιος 2016/Ε.κ. Γιώργος Τζιρτζιλάκης/vounatso@gmail.com
90
Θάνατος
ΠΕΡΙ-ΣΥΛΛΟΓΗ
91
92
Θάνατος