Η Ζωή του Χριστού με εικόνες

Page 1

Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ


ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΙΣΑΒΕΤ Τον καιρό του Ηρώδη, βασιλιά της Ιουδαίας, ζούσε ένας ιερέας που λεγόταν Ζαχαρίας, ο οποίος είχε γυναίκα την Ελισάβετ. Και οι δυο ήσαν δίκαιοι ενώπιον του Θεού και τηρούσαν πιστά τους νόμους και τις εντολές του Κυρίου. Αλλά δεν είχαν παιδιά, επειδή η Ελισάβετ ήταν στείρα και ήταν και οι δυο σε προχωρημένη ηλικία. Μια μέρα ενώ ο Ζαχαρίας ασκούσε τα ιερατικά του καθήκοντα, μπήκε μέσα στον ναό για να προσφέρει θυμίαμα. Όλος ο λαός ήταν έξω και προσευχόταν. Τότε ένας άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε όρθιος, δεξιά από το θυσιαστήριο, και του είπε: «Μη φοβάσαι καθόλου, Ζαχαρία. Επειδή εισακούστηκε η προσευχή σου, η γυναίκα σου Ελισάβετ θα γεννήσει ένα γιο στον οποίο θα δώσεις το όνομα Ιωάννης. Θα είναι για σένα μεγάλη χαρά και αγαλλίαση και πολλοί θα χαρούν για τη γέννησή του, επειδή θα είναι μεγάλος μπροστά στον Κύριο. Θα του δοθούν πλούσια τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, πριν ακόμα γεννηθεί και θα οδηγήσει πολλούς ανθρώπους κοντά στον Θεό. Θα βαδίσει και θα προχωρήσει με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία, για να οδηγήσει τις καρδιές των πατέρων προς τα παιδιά τους και τους απειθείς στη σοφία των δικαίων, ώστε να ετοιμάσουν στον Κύριο ένα λαό με καλή διάθεση, για να δεχτεί τον Σωτήρα του». Αλλά ο Ζαχαρίας είπε στον άγγελο: «Μα πώς μπορεί να γίνει αυτό, αφού είμαι γέρος και η γυναίκα μου είναι σε προχωρημένη ηλικία;» ο άγγελος του απάντησε: «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ, αυτός που στέκεται μπροστά στον Θεό και έχω σταλεί για να σου μιλήσω και για να σου ανακοινώσω αυτή την ευχάριστη είδηση. Και εσύ θα μείνεις μουγγός και δε θα μπορείς να μιλάς μέχρι τη μέρα που θα γίνουν αυτά, επειδή δεν πίστεψες στα λόγια μου, τα οποία θα επαληθευτούν στον καιρό τους». Στο μεταξύ ο λαός περίμενε τον Ζαχαρία και όλοι απορούσαν για ποιο λόγο έμενε τόση ώρα μέσα στον Ναό εκείνη τη μέρα. Όταν ο ιερέας βγήκε, δεν μπορούσε να μιλήσει. Έκανε σημάδια και νοήματα, αλλά έμενε μουγγός. Και αυτοί κατάλαβαν ότι είχε δει κάποιο όραμα μέσα στον Ναό. Όταν τελείωσε η υπηρεσία του στον Ναό, ο Ζαχαρίας γύρισε στο σπίτι του. Λίγο καιρό μετά η Ελισάβετ, η γυναίκα του, έμεινε έγκυος. Και αυτή σκεπτόταν: «Ο Κύριος έριξε το βλέμμα Του με καλοσύνη σ’ εμένα για να αφαιρέσει τη ντροπή της ατεκνίας μου ανάμεσα στους ανθρώπους».

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Ο άγγελος Γαβριήλ στάλθηκε από τον Θεό στη Ναζαρέτ, στη Μαρία, μια παρθένα που ήταν μνηστευμένη με έναν άντρα από το γένος του Δαβίδ, ο οποίος ονομαζόταν Ιωσήφ. Ο άγγελος μπήκε στο σπίτι της και της είπε: «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος είναι μαζί σου». Η Μαρία προβληματίστηκε από αυτά τα λόγια και ρώτησε τι σήμαινε αυτός ο χαιρετισμός. Και ο άγγελος της είπε: «Μη φοβάσαι καθόλου, Μαρία, επειδή βρήκες χάρη ενώπιον του Θεού. Θα γεννήσεις ένα γιο στον οποίο θα δώσεις το όνομα Ιησούς. Θα γίνει μεγάλος και θα ονομάζεται υιός του Υψίστου και ο Κύριος ο Θεός θα του δώσει τον θρόνο του Δαβίδ, του προπάτορά του και η Βασιλεία του δε θα έχει τέλος». Τότε η Μαρία είπε στον άγγελο: «Πώς θα συμβεί αυτό, αφού δεν έχω γνωρίσει άντρα;» Ο άγγελος της απάντησε: «Το Πνεύμα το Άγιο θα κατεβεί σε σένα. Για τον λόγο αυτό το άγιο ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

1


παιδί που θα γεννηθεί από σένα θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου. Να, η Ελισάβετ η συγγενής σου θα γεννήσει και αυτή ένα γιο στα γεράματά της, επειδή τίποτα δεν είναι αδύνατο για τον Θεό». Η Μαρία είπε τότε: «Είμαι η δούλη του Κυρίου, ας γίνει το θέλημα του Θεού». Λίγο μετά απ’ αυτό το γεγονός, δηλαδή τον Ευαγγελισμό, η Μαρία πήγε βιαστικά σε μια ορεινή πόλη της Ιουδαίας όπου έμεναν ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ. Μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ, η οποία, από την ώρα που άκουσε τον χαιρετισμό της Μαρίας, αισθάνθηκε το παιδί να σκιρτάει στα σπλάχνα της. Τότε τη φώτισε το Άγιο Πνεύμα και φώναξε με χαρά: «Ευλογημένη να είσαι ανάμεσα στις γυναίκες και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου! Και πώς ήταν αυτό να έρθει να με βρει η μητέρα του Κυρίου μου;» Η Μαρία είπε τότε: «Η ψυχή μου υμνεί τον Κύριο και το πνεύμα μου χαίρεται για τον Θεό, τον Σωτήρα μου, επειδή έστρεψε το σπλαχνικό του βλέμμα στην ταπεινότητα της δούλης του, ώστε, από τώρα και μετά, όλες οι γενιές θα με μακαρίζουν, επειδή ο Παντοδύναμος έκανε θαυμαστά πράγματα για μένα, που το όνομά του είναι άγιο. Το έλεός του απλώνεται από γενιά σε γενιά, σε αυτούς που τον φοβούνται.

Με το παντοδύναμο δεξί του χέρι διασκόρπισε αυτούς που είχαν μέσα στην καρδιά τους υπερήφανες σκέψεις. Κατέβασε τους ισχυρούς από τους θρόνους τους και εξύψωσε τους ταπεινούς. Γέμισε με αγαθά αυτούς που πεινούσαν και άφησε τους πλούσιους με άδεια χέρια. Βοήθησε τον Ισραηλιτικό λαό και τον ελέησε για πάντα, όπως είχε πει στους πατέρες μας, στον Αβραάμ και τους απογόνους του.

Η Μαρία έμεινε στο σπίτι της Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες. Μετά ξαναγύρισε στο σπίτι της.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ Όταν συμπληρώθηκε ο καιρός της εγκυμοσύνης της, η Ελισάβετ γέννησε ένα γιο. Οι γείτονες και οι συγγενείς της έμαθαν ότι ο Κύριος είχε δείξει μεγάλο και θαυμαστό έλεος σ’ αυτήν και χαιρόντουσαν μαζί της. Την όγδοη μέρα μετά τη γέννηση, ήρθαν να κάνουν περιτομή στο παιδί και ήθελαν να το ονομάσουν Ζαχαρία από το όνομα του πατέρα του. Η μητέρα του όμως πήρε το λόγο και είπε: «Όχι, θα ονομαστεί Ιωάννης». Αυτοί είπαν: «Δεν υπάρχει στους προγόνους κανένας που να έχει αυτό το όνομα». Και έκαναν νοήματα στον πατέρα του για να μάθουν πώς ήθελε να τον ονομάσουν. Ο Ζαχαρίας ζήτησε μια πλάκα και έγραψε εκεί: «Ιωάννης είναι το όνομά του». Και όλοι θαύμασαν. Την ίδια στιγμή το στόμα του άνοιξε, η γλώσσα του λύθηκε και μίλησε δοξάζοντας τον Θεό. Φόβος κατέλαβε όλους τους γείτονες, οι οποίοι διέδωσαν αυτά τα γεγονότα σε όλη την Ιουδαία. Και όλοι όσοι είχαν ακούσει αυτά τα συμβάντα, τα κράτησαν στην καρδιά τους λέγοντας: «Τι θα γίνει άραγε αυτό το παιδί;» Το δε παντοδύναμο χέρι του Κυρίου ήταν αληθινά επάνω του.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Εκείνο τον καιρό εκδόθηκε ένα διάταγμα του Καίσαρα Αυγούστου, με το οποίο διέταζε την απογραφή όλων των υπηκόων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Επρόκειτο για την πρώτη απογραφή, η οποία έγινε όταν ο Κυρήνιος ήταν κυβερνήτης της Συρίας. Όλοι πήγαιναν να γραφτούν στους καταλόγους, ο καθένας στην πόλη του. Έτσι και ο Ιωσήφ πήγε από τη Γαλιλαία, από την πόλη Ναζαρέτ, στην Ιουδαία στην πόλη Βηθλεέμ, στην πόλη του Δαβίδ, επειδή από εκεί καταγόταν η γενιά του Δαβίδ, για να απογραφεί μαζί με τη Μαρία, η οποία ήταν ετοιμόγεννη και την είχε κάτω από την προστασία του. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

2


Ενώ βρισκόταν εκεί ήρθε η ώρα να γεννήσει η Μαρία. Έτσι έφερε στον κόσμο τον πρωτότοκο γιο της, που τον τύλιξε σε σπάργανα και τον έβαλε να ξαπλώσει μέσα στη φάτνη των ζώων κάποιου στάβλου, επειδή δεν είχαν βρει στα πανδοχεία κανένα μέρος για να μείνουν. Στην περιοχή εκείνη υπήρχαν βοσκοί, που περνούσαν τη νύχτα μέσα στους αγρούς για να φυλάνε τα κοπάδια τους. Ένας άγγελος Κυρίου φανερώθηκε ανάμεσά τους. Η δόξα του Κυρίου άστραψε επάνω τους και φοβήθηκαν πολύ. Αλλά ο άγγελος τους είπε: «Μη φοβάστε καθόλου, σας αναγγέλλω ένα καλό νέο, το οποίο θα είναι για όλο τον λαό μια μεγάλη χαρά: σήμερα στην πόλη του Δαβίδ γεννήθηκε για σας ένας σωτήρας, ο οποίος είναι ο Μεσσίας, ο Κύριος. Και να από ποιο σημάδι θα τον αναγνωρίσετε: Θα βρείτε ένα μωρό σπαργανωμένο μέσα σε μια φάτνη». Και τη στιγμή εκείνη ένα πλήθος αγγέλων παρουσιάστηκαν και δοξολογούσαν τον Θεό ψάλλοντας: «Δόξα στον Ύψιστο Θεό και ειρήνη στη γη και θεία ευλογία στους ανθρώπους». Όταν οι άγγελοι έφυγαν για να επιστρέψουν στους ουρανούς, οι βοσκοί είπαν μεταξύ τους: «Ας πάμε μέχρι τη Βηθλεέμ να δούμε αυτό το μεγάλο γεγονός, το οποίο μας γνωστοποίησε ο Κύριος με το στόμα των αγγέλων». Έτσι πήγαν εκεί γρήγορα και βρήκαν τη Μαρία, τον Ιωσήφ και το μικρό παιδί που ήταν ξαπλωμένο στη φάτνη των ζώων. Αφού έφυγαν από τον στάβλο, διηγήθηκαν όσα είχαν δει και ακούσει.

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΝΑΟ Μετά από οκτώ μέρες, το παιδί έπρεπε να κάνει περιτομή και να του δώσουν το όνομα Ιησούς, όπως είχε παραγγελθεί από τον άγγελο, πριν ακόμα συλληφθεί στην κοιλιά της μητέρας του. Και όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού της μητέρας, ο Ιωσήφ και η Μαρία πήγαν με το παιδί στον Ναό της Ιερουσαλήμ, για να το παρουσιάσουν στον Κύριο μαζί με δυο περιστέρια σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσή. Τότε ζούσε στην Ιερουσαλήμ ένας γέρος Ισραηλίτης, που ονομαζόταν Συμεών. Αυτός ο άνθρωπος ήταν δίκαιος και ευλαβής και περίμενε τη λύτρωση του Ισραηλιτικού λαού. Είχε δε ειδοποιηθεί με θεϊκό τρόπο από το Άγιο Πνεύμα, ότι δε θα πέθαινε, πριν δει εκείνον, που ο Θεός θα έχριζε Σωτήρα και βασιλιά του κόσμου. Πήγε λοιπόν στον Ναό, παρακινημένος από το Πνεύμα του Κυρίου. Είδε το παιδί, το πήρε στις αγκάλες του και δόξασε τον Θεό λέγοντας: «Τώρα, ω Κύριε, άφησε το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, σύμφωνα με τον λόγο σου. Σήμερα

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

3


τα μάτια μου είδαν με θαυμασμό τον Σωτήρα όλου του κόσμου, ο οποίος θα είναι πνευματικό φως που θα φωτίζει τα έθνη και δόξα στον λαό του Ισραήλ». Οι γονείς του παιδιού θαύμασαν γι’ αυτά που είπε. Ο Συμεών αφού τους ευλόγησε, είπε στη Μαρία: «Αυτό το παιδί είναι προορισμένο να γίνει αιτία πτώσεως και αναστάσεως πολλών στο Ισραήλ, θα γίνει αυτός σημείο αντιλογίας μεταξύ των ανθρώπων. Και εσένα ένα σπαθί θα σου διαπεράσει την καρδιά, για να φανερωθούν έτσι οι σκέψεις και οι πόθοι πολλών καρδιών».

Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ Τον καιρό που βασίλευε ο Ηρώδης, στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, έφτασαν στην Ιερουσαλήμ μάγοι από την Ανατολή και ρώτησαν: «Πού βρίσκεται ο βασιλιάς των Ιουδαίων, που μόλις γεννήθηκε; Είδαμε το άστρο του να υψώνεται στην ανατολή και ήρθαμε για να τον προσκυνήσουμε». Ο βασιλιάς Ηρώδης μαθαίνοντας αυτό, προβληματίστηκε και μαζί με αυτόν όλη η Ιερουσαλήμ. Έτσι συγκέντρωσε τους αρχιερείς και τους γραμματείς και τους ζήτησε να τον πληροφορήσουν, πού επρόκειτο να γεννηθεί ο Μεσσίας. Και αυτοί απάντησαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, επειδή έχει γραφτεί από τον Προφήτη Μιχαία: «Και εσύ Βηθλεέμ, χώρα του Ιούδα δεν είσαι η πιο μικρή και άσημη των μεγάλων πόλεων στην Ιουδαία, επειδή από σένα θα βγει ένας βασιλιάς ο οποίος, σαν τον καλό ποιμένα θα οδηγήσει στον ορθό δρόμο τον λαό μου τον Ισραήλ». Τότε ο Ηρώδης φώναξε μυστικά τους Μάγους και έμαθε από αυτούς από πότε έλαμπε το αστέρι. Μετά τους έστειλε στη Βηθλεέμ λέγοντας: «Πηγαίνετε και πάρτε ακριβείς πληροφορίες γι’ αυτό το μικρό παιδί. Όταν θα τις έχετε, ελάτε να μου τις πείτε, για να πάω κι εγώ ο ίδιος να το προσκυνήσω». Αφού άκουσαν αυτά τα λόγια, οι Μάγοι έφυγαν. Το άστρο, που είχαν δει ανατολικά, τους οδηγούσε. Όταν έφτασαν στο μέρος που ήταν το μικρό παιδί, το άστρο σταμάτησε. Μόλις οι Μάγοι είδαν ότι το άστρο ακινητοποιήθηκε, χάρηκαν πολύ. Μπήκαν μέσα στην οικία και είδαν το μικρό παιδί με τη Μαρία, τη μητέρα του. Τότε γονάτισαν και το προσκύνησαν. Μετά άνοιξαν τα κασελάκια τους και του πρόσφεραν χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα. Αργότερα οι Μάγοι είδαν όνειρο, που τους προειδοποίησε να μην ξαναγυρίσουν στον Ηρώδη και έφυγαν για την πατρίδα τους από άλλο δρόμο. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

4


Η ΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ Όταν οι Μάγοι αναχώρησαν, ένας άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε: «Σήκω, πάρε το παιδί και τη μητέρα του και φύγε στην Αίγυπτο και μείνε εκεί μέχρι να σε ειδοποιήσω, επειδή ο Ηρώδης ψάχνει να βρει το παιδί για να το σκοτώσει». Έτσι ο Ιωσήφ σηκώθηκε, πήρε το μικρό παιδί και τη μητέρα του και έφυγε στην Αίγυπτο, όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του Ηρώδη. Έτσι επαληθεύτηκε αυτό που είχε λεχθεί από τον Κύριο μέσω του Προφήτη Ιερεμία: «Από την Αίγυπτο εκάλεσα τον υιό μου». Όταν ο Ηρώδης κατάλαβε ότι οι Μάγοι τον κορόιδεψαν, διέταξε να σκοτώσουν όλα τα παιδιά από δύο χρόνων και κάτω, όσα ζούσαν στη Βηθλεέμ και στα περίχωρά της. Τότε επαληθεύτηκε αυτό που είχε προφητεύσει ο προφήτης Ιερεμίας: «Φωνή ακούστηκε στη Ραμά, θρήνος και κλάματα πολλά. Η Ραχήλ έκλαιγε τα παιδιά της και δεν μπορούσε να παρηγορηθεί, επειδή αυτά δεν υπήρχαν πια». Όταν ο Ηρώδης πέθανε, ο άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε πάλι σε όνειρο στον Ιωσήφ στην Αίγυπτο και του είπε: «Σήκω, πάρε το παιδί και τη μητέρα του και γύρισε στη χώρα του Ισραήλ, επειδή αυτοί που ήθελαν τη ζωή του πέθαναν».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ Όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία τελείωσαν όλα όσα ο Νόμος του Θεού όριζε, ξαναγύρισαν στη Γαλιλαία, στη Ναζαρέτ, την πόλη τους. Ο Ιησούς μεγάλωνε και δυνάμωνε, γεμάτος από σοφία και η χάρη του Θεού ήταν μαζί του. Κάθε χρόνο οι γονείς του πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ για τη γιορτή του Πάσχα. Όταν ο Ιησούς έγινε δώδεκα χρόνων πήγαν στην Ιερουσαλήμ για τρεις μέρες, σύμφωνα με το έθιμο. Άμα τελείωσε ο χρόνος της εκεί παραμονής τους κι έφτασε η ώρα της επιστροφής, ο μικρός Ιησούς έμεινε στην Ιερουσαλήμ, αλλά οι γονείς του δεν τον πήραν είδηση. Νόμιζαν ότι βρισκόταν ανάμεσα στη συντροφιά των άλλων προσκυνητών. Είχαν προχωρήσει μιας μέρας ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

5


δρόμο πριν αντιληφθούν την απουσία του. Τότε τον αναζήτησαν ανάμεσα στους γνωστούς του, αλλά επειδή δεν τον έβρισκαν, γύρισαν πίσω στην Ιερουσαλήμ και τον έψαχναν παντού. Μετά τρεις μέρες βρήκαν τον Ιησού στον Ναό, να κάθεται ανάμεσα στους διδασκάλους του Νόμου, που τους άκουγε με προσοχή και τους ρωτούσε για θέματα ασυνήθιστα στην παιδική του ηλικία.

Όταν οι γονείς του τον είδαν, απόρησαν και η μητέρα του τού είπε: «Ω παιδί μου, γιατί μας το έκανες αυτό; Κοίταξε τον πατέρα σου και εμένα πόσο ανησυχήσαμε και σε αναζητούσαμε». Και αυτός απάντησε: «Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρετε ότι πρέπει να βρίσκομαι στον οίκο του Πατέρα μου;» Αλλά ο Ιωσήφ και η Μαρία δεν κατάλαβαν αυτά τα λόγια. Μετά κατέβηκε μαζί τους και γύρισαν στη Ναζαρέτ. Ο Χριστός ήταν πάντα υπάκουος στους γονείς του. Η δε μητέρα του διατηρούσε αυτά τα λόγια στην καρδιά της. Στο μεταξύ ο Χριστός μεγάλωνε και προόδευε σε σοφία και σε χάρη, που του έδινε ο Θεός.

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ Τον δέκατο πέμπτο χρόνο της βασιλείας του αυτοκράτορα Τιβερίου, όταν ο Πόντιος Πιλάτος ήταν κυβερνήτης της Ιουδαίας, ο Ηρώδης τετράρχης της Γαλιλαίας, ο αδελφός του Φίλιππος τετράρχης της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδας χώρας και ο Λυσανίας τετράρχης της Αβιληνής και τον καιρό των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, ο Θεός διέταξε τον Ιωάννη, τον γιο του Ζαχαρία, που έμενε στην έρημο. Και ο Ιωάννης ήλθε σ’ όλη τη χώρα γύρω από τον Ιορδάνη κηρύσσοντας το βάπτισμα της μετάνοιας για να λάβουν άφεση των αμαρτιών, σύμφωνα με όσα ήταν γραμμένα στο βιβλίο των προφητειών του Ησαΐα: «Είναι η φωνή εκείνου που φωνάζει μέσα στην έρημο. Ετοιμάστε τον δρόμο του Κυρίου, κάντε ίσιους και ομαλούς τους δρόμους του. Κάθε φαράγγι να γεμίσει, κάθε βουνό και λόφος να χαμηλώσει και να ισοπεδωθεί. Τα στραβά μονοπάτια θα ισιώσουν και οι πετρώδεις δρόμοι θα γίνουν παντού ομαλοί. Τότε όλοι θα βρουν τη σωτηρία που στέλνει ο Θεός». Και ο Ιωάννης έλεγε σε όλο το πλήθος του λαού που πήγαινε να βαπτιστεί από αυτόν: «Γεννήματα φαρμακερών οχιών, ποιος σας είπε ότι μπορείτε να σωθείτε από την οργή που έρχεται; Κάμετε, λοιπόν, έργα άξια της αληθινής μετάνοιας σας και μη νομίζετε ότι ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

6


μπορείτε να λέτε μεταξύ σας: έχουμε τον Αβραάμ πατέρα. Επειδή εγώ σας δηλώνω ότι και από αυτές τις πέτρες ο Θεός μπορεί να δημιουργήσει απογόνους στον Αβραάμ. Το τσεκούρι είναι ήδη τοποθετημένο στη ρίζα των δέντρων. Κάθε δέντρο, λοιπόν, που δε θα παράγει καλό καρπό θα κόβεται και θα ρίχνεται στη φωτιά». Το πλήθος τον ρωτούσε λέγοντας: «Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε για να σωθούμε από την οργή του Θεού;» Και αυτός τους απάντησε: «Αυτός που έχει δυο χιτώνες να δίνει τον ένα σε αυτόν που δεν έχει και αυτός που έχει τροφές, να κάνει το ίδιο».

Ήρθαν οι τελώνες να βαπτιστούν και τον ρώτησαν: «Δάσκαλε τι πρέπει να κάνουμε;» Και αυτός τους απάντησε: «Να μη εισπράττετε τίποτα περισσότερο από εκείνο που σας έχει οριστεί». Ήλθαν και οι στρατιώτες που τον ρώτησαν κι αυτοί: «Και εμείς τι πρέπει να κάνουμε;» Ο Ιωάννης τους απάντησε: «Να μη συκοφαντήσετε κανένα και να μην απειλήσετε κανένα, αλλά να περιοριστείτε στον μισθό σας». Επειδή ο λαός περίμενε τον Μεσσία, όλοι αναρωτιόνταν μεταξύ τους μήπως ο Ιωάννης είναι ο Χριστός. Ο Ιωάννης τότε τους είπε: «Εγώ σας βαπτίζω με νερό, αλλά έρχεται αυτός ο οποίος είναι πιο δυνατός από εμένα και που εγώ δεν είμαι άξιος να λύσω ούτε τα κορδόνια των παπουτσιών του. Αυτός θα σας βαπτίσει με Άγιο Πνεύμα. Κρατά στο χέρι του φτυάρι και λιχνίζει για να καθαρίσει καλά το αλώνι του και να μαζέψει τον σπόρο μέσα στην αποθήκη του και να ξεχωρίσει το άχυρο, που θα το κάψει σε φωτιά που δε θα σβήνει ποτέ». Έτσι ο Ιωάννης ανάγγειλε την καλή είδηση στον λαό, για τον ερχομό του Χριστού, απευθύνοντάς τους και άλλες παραινέσεις.

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΠΤΙΖΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς ήρθε στη Γαλιλαία μέχρι τον Ιορδάνη Ποταμό, και πήγε στον Ιωάννη για να βαπτιστεί από αυτόν. Αλλά ο Ιωάννης τον εμπόδιζε λέγοντας: «Εγώ είμαι εκείνος που έχω ανάγκη να βαπτιστώ από εσένα και εσύ έρχεσαι σε μένα;» Αλλά ο Ιησούς του απάντησε: «Άφησέ τα τώρα αυτά, γιατί έτσι πρέπει να γίνει, για να εκπληρωθεί το σχέδιο του Θεού». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

7


Τότε ο Ιωάννης δεν έφερε πια αντίρρηση. Αφού ο Ιησούς βαπτίστηκε, βγήκε από το νερό. Και να, άνοιξαν οι ουρανοί και το Πνεύμα του Θεού κατέβηκε με τη μορφή περιστεριού και ήρθε πάνω από τον Χριστό. Τότε μια φωνή από τον ουρανό είπε αυτά τα λόγια: «Αυτός είναι ο γιος μου ο αγαπητός, τον οποίο ευλόγησα και αγαπώ πολύ».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ Αφού ο Ιησούς βαπτίστηκε, οδηγήθηκε από το Άγιο Πνεύμα μέσα στην έρημο για ν’ αντιμετωπίσει σαν άνθρωπος τους πειρασμούς του διαβόλου. Αφού νήστεψε 40 μέρες και 40 νύχτες, πείνασε. Τότε τον πλησίασε ο διάβολος και του είπε: «Αν είσαι γιος του Θεού διάταξε αυτές τις πέτρες να γίνουν ψωμιά». Αλλά ο Ιησούς απάντησε: «Έχει γραφτεί: ‘‘Ο άνθρωπος δε ζει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού’’». Ύστερα ο διάβολος τον οδήγησε μέσα στην ιερή πόλη, την Ιερουσαλήμ, και στο άκρον της στέγης του Ναού, τον προκάλεσε λέγοντάς του: «Αν είσαι γιος του Θεού, πέσε κάτω, επειδή είναι γραμμένο: ‘‘Θα δώσει διαταγές στους αγγέλους του να σε σηκώσουν στα χέρια τους, για να μη χτυπήσει το πόδι σου στις πέτρες’’». Αλλά ο Ιησούς του απάντησε: «Έχει γραφτεί επίσης: ‘‘Δεν πρέπει να βάλεις σε δοκιμασία τον Κύριο και Θεό σου’’». Ο διάβολος τον πήγε τότε πάνω σ’ ένα πολύ ψηλό βουνό, του έδειξε όλα τα βασίλεια του κόσμου και του είπε: «Θα σου δώσω όλα αυτά, αν με αναγνωρίσεις σαν κύριό σου και με προσκυνήσεις». Τότε ο Ιησούς απάντησε: «Φύγε από μπροστά μου, σατανά! Επειδή έχει γραφτεί: ‘‘Θα προσκυνήσεις τον Κύριο και Θεό σου και αυτόν μόνο θα λατρεύεις’’». Τότε ο διάβολος τον άφησε και αμέσως οι άγγελοι ήρθαν κοντά στον Ιησού και τον υπηρετούσαν σαν νικητή. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

8


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΙΛΑΙΑ Στο μεταξύ ο βασιλιάς Ηρώδης είχε συλλάβει τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον κρατούσε φυλακισμένο, επειδή είχε κατηγορήσει τον γάμο του με την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα του αδελφού του, Φιλίππου. Όταν ο Ιησούς το έμαθε αυτό έφυγε από την Ιουδαία και πήγε στη Γαλιλαία. Εγκατέλειψε τη Ναζαρέτ και πήγε να μείνει στην Καπερναούμ, η οποία βρίσκεται κοντά στη λίμνη της Γεννησαρέτ, στα σύνορα των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλίμ. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να κηρύσσει και να λέει: «Μετανοείτε επειδή πλησιάζει η βασιλεία του Θεού». Ήταν περίπου τριάντα ετών, όταν άρχισε τη δημόσια ζωή του. Καθώς περπατούσε κατά μήκος της όχθης της λίμνης της Γεννησαρέτ και το πλήθος συνωστιζόταν δίπλα του για να ακούσουν τον λόγο του Θεού, ο Ιησούς είδε τον Σίμωνα (τον λεγόμενο Πέτρο) και τον Ανδρέα, τον αδελφό του, οι οποίοι ήταν ψαράδες, να πλένουν τα δίχτυα τους στην ακρογιαλιά. Ο Ιησούς ανέβηκε σε μια βάρκα, στην οποία βρισκόταν ο Πέτρος και τον παρακάλεσε ν’ απομακρυνθεί λίγο από την όχθη. Μετά κάθισε και από τη βάρκα δίδασκε το πλήθος. Όταν σταμάτησε να μιλάει, ο Ιησούς είπε στον Πέτρο: «Πήγαινε τη βάρκα στα βαθιά και ρίξε τα δίκτυα για να ψαρέψεις». Ο Πέτρος του απάντησε: «Θα ρίξω τα δίκτυα επειδή το διέταξες εσύ, αν και δουλεύαμε όλη τη νύχτα χωρίς να πιάσουμε ούτε ένα ψάρι». Μόλις οι ψαράδες έριξαν τα δίκτυα, αυτά γέμισαν ψάρια τόσο πολύ, που κινδύνευαν να σχιστούν. Αφού τράβηξαν τα δίκτυα τους, φώναξαν τους συντρόφους τους που ήταν σε άλλη βάρκα για να τους βοηθήσουν. Αυτοί ήρθαν και γέμισαν τις δυο βάρκες τόσο, που κινδύνευαν να βουλιάξουν. Ο Πέτρος έκπληκτος γονάτισε στα πόδια του Κυρίου λέγοντας: «Κύριε, έβγα από τη βάρκα μου, επειδή είμαι αμαρτωλός!». Τα είπε δε αυτά επειδή φοβήθηκε και αυτός και όσοι ήταν μαζί του από τα άφθονα ψάρια που είχαν πιάσει. Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Ακολουθήστε με και από τώρα θα γίνετε ψαράδες ανθρώπων». Τότε έβγαλαν τις βάρκες στη στεριά, τα άφησαν όλα και τον ακολούθησαν. Λίγο πιο μακριά ο Ιησούς είδε επάνω σε μια βάρκα τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου και τον αδελφό του Ιωάννη να επιδιορθώνουν τα δίκτυά τους. Τους κάλεσε και εκείνοι, αφήνοντας στη βάρκα τον πατέρα τους Ζεβεδαίο και τους εργάτες, τον ακολούθησαν.

Ο ΓΑΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΝΑ Στην πόλη Κανά της Γαλιλαίας γινόταν ένας γάμος. Ο Ιησούς, η Μαρία, η μητέρα του, καθώς και οι μαθητές του ήταν προσκαλεσμένοι. Ξαφνικά άρχισε να τελειώνει το κρασί. Τότε η μητέρα του Ιησού γύρισε προς τον γιο της και του είπε: «Δεν έχουν πια κρασί». Ο Ιησούς της απάντησε: «Τι θέλεις από εμένα και μου τα λες αυτά; Δεν ξέρεις ότι δεν έχει έλθει η ώρα μου ακόμα;» Τότε η Μαρία είπε στους υπηρέτες: «Να κάνετε ό,τι σας πει». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

9


Υπήρχαν εκεί έξι πέτρινες στάμνες, που προορίζονταν για τον συνηθισμένο καθαρισμό των Ιουδαίων. Ο Ιησούς είπε στους υπηρέτες: «Γεμίστε αυτές τις στάμνες με νερό». Και αυτοί τις γέμισαν μέχρι επάνω. Τότε ο Ιησούς πρόσθεσε: «Πάρτε τώρα από τις στάμνες και πηγαίνετέ το στον αρχικεραστή του γεύματος». Και αυτοί έκαναν όπως τους είχε πει. Όταν ο αρχικεραστής δοκίμασε το νερό που είχε γίνει κρασί -μη ξέροντας από πού προερχόταν το κρασί, ενώ οι υπηρέτες που είχαν βάλει το νερό το ήξεραν- πήρε κατά μέρος τον γαμπρό και του είπε: «Όλοι σερβίρουν πρώτα το καλό κρασί και μετά το λιγότερο καλό, όταν οι καλεσμένοι έχουν ήδη πιει πολύ. Εσύ φύλαξες το καλό κρασί για το τέλος». Έτσι έγινε το πρώτο θαύμα του Ιησού στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου φανέρωσε τη δόξα του και πίστεψαν σε αυτόν οι μαθητές του.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΣΤΗ ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ Μετά από αυτό το γεγονός ο Ιησούς κατέβηκε στην Καπερναούμ με τη μητέρα του, τους αδελφούς του και τους μαθητές του και την ημέρα του Σαββάτου μπήκε στη συναγωγή, όπου άρχισε να διδάσκει. Όλοι θαύμασαν τη διδασκαλία του, επειδή δίδασκε σαν κάποιος που έχει εξουσία και όχι σαν τους γραμματείς. Εκείνη την ώρα βρισκόταν μέσα στη συναγωγή ένας άνθρωπος που διακατεχόταν από ένα ακάθαρτο πνεύμα και εφώναζε με το στόμα αυτού το πονηρό πνεύμα: «Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σ’ εμάς και σ’ εσένα, Ιησού από τη Ναζαρέτ; Ήρθες για να μας εξαφανίσεις. Ξέρω τι είσαι. Είσαι ο Άγιος, ο εκλεκτός του Θεού». Αλλά ο Ιησούς τον μάλωσε, λέγοντας: «Βγες από αυτόν τον άνθρωπο». Τότε, αφού ο άνθρωπος συνταράχτηκε από σπασμό, εξήλθε το πνεύμα από αυτόν, βγάζοντας μεγάλη φωνή. Όλοι θαύμαζαν και ρωτούσαν ο ένας τον άλλο: «Τι είναι αυτό; Ποια είναι αυτή η καινούργια διδασκαλία; Επειδή, αυτός με εξουσία και δύναμη όχι μόνο διδάσκει, αλλά και διατάσσει τα ακάθαρτα πνεύματα και αυτά τον υπακούουν». Και έτσι η φήμη του Ιησού εξαπλώθηκε σε όλα τα γειτονικά μέρη της Γαλιλαίας.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΤΗΝ ΠΕΘΕΡΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Μόλις βγήκε από τη συναγωγή ο Ιησούς, πήγε με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη στο σπίτι του Πέτρου και του Ανδρέα. Η πεθερά του Πέτρου ήταν κατάκοιτη με πυρετό. Αμέσως μίλησαν γι’ αυτή στον Ιησού. Εκείνος τότε πλησιάζοντας το κρεβάτι, της έπιασε το χέρι και ο πυρετός της έπεσε. Και την ίδια στιγμή σηκώθηκε και τους υπηρετούσε. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

10


ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ Με τη δύση του ηλίου αυτοί που είχαν γονείς οι οποίοι υπέφεραν από διάφορες αρρώστιες, τους οδήγησαν στον Ιησού. Όλη η πόλη μαζεύτηκε μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του Πέτρου. Και ο Ιησούς τους θεράπευσε αγγίζοντάς τους με τα χέρια. Και δεν θεράπευσε μόνο τις αρρώστιες, αλλά και έβγαλε επίσης πολλά δαιμόνια, που βγαίνοντας ούρλιαζαν: «Είσαι ο Υιός του Θεού!». Αλλά ο Ιησούς δεν τους επέτρεψε να μιλάνε επειδή αυτά ήξεραν ότι βρίσκονταν μπροστά στον Χριστό, που δεν ήθελε τη μαρτυρία τους.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΣΥΡΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙ Την επομένη το πρωί, πριν ακόμα ξημερώσει, ο Ιησούς σηκώθηκε και βγήκε από το σπίτι για να πάει σ’ ένα έρημο μέρος για να προσευχηθεί. Αλλά ο Πέτρος και αυτοί που ήταν μαζί του άρχισαν να τον αναζητούν. Όταν τον βρήκαν του είπαν: «Όλοι σε ψάχνουν». Και αυτός τους απάντησε: «Ας πάμε αλλού σε γειτονικά χωριά για να κηρύξω και εκεί. Διότι γι’ αυτό τον σκοπό έχω έρθει».

ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ Και ο Ιησούς πήγε να διδάξει σε όλες τις συναγωγές σε όλη τη Γαλιλαία κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού και θεραπεύοντας τον λαό από όλες τις ασθένειες και αναπηρίες από τις οποίες υπέφερε. Του έφερναν αρρώστους που έπασχαν από διάφορες ασθένειες, δαιμονισμένους, τρελούς και παραλυτικούς και τους θεράπευε όλους.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΕΝΑΝ ΛΕΠΡΟ Ένας λεπρός ήρθε στον Κύριο και πέφτοντας στα γόνατά του έλεγε παρακαλώντας τον: «Αν θέλεις μπορείς να με κάνεις καλά!» Ο Ιησούς παρακινημένος από συμπάθεια άπλωσε το χέρι, τον άγγιξε και είπε: «Θέλω, γίνε καθαρός». Αμέσως η λέπρα εξαφανίστηκε και ο άνθρωπος καθαρίστηκε. Ο Ιησούς τον οδήγησε αμέσως έξω και του έδωσε αυστηρές συστάσεις: «Πρόσεξε να μην πεις τίποτα σε κανένα, αλλά πήγαινε να σε δει ο ιερέας και πρόσφερε για τον καθαρισμό σου αυτά που έχει ορίσει ο Μωυσής, σαν μαρτυρία της θεραπείας σου». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

11


Αλλά ο άνθρωπος αυτός, όταν έφυγε άρχισε να διαδίδει σε όλους το περιστατικό και να το διαφημίζει, με αποτέλεσμα να μην μπορεί πια να μπει ο Ιησούς φανερά σε μια πόλη, αλλά να πρέπει να μένει έξω σε απόμερα μέρη. Παρ’ όλα αυτά, οι άνθρωποι έρχονταν σε αυτόν από όλα τα μέρη.

ΟΙ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ Λίγη ιστορία Οι Φαρισαίοι ήταν μέλη μιας Ιουδαϊκής κίνησης της εποχής του Χριστού, που απαιτούσε από τα μέλη της την πιο αυστηρή υπακοή στον Νόμο και στην παράδοση των πατέρων. Στην πλειονότητά τους ήταν λαϊκοί, που απολάμβαναν μια μεγάλη εκτίμηση από τον λαό, του οποίου ήταν πρακτικά οι θρησκευτικοί του αρχηγοί. Το βασικό δόγμα τους επιβεβαίωνε ότι η ελευθερία έφτανε για να εξασφαλίσει τη σωτηρία, χωρίς να υπάρχει καμία ιδιαίτερη ανάγκη βοήθειας από το Θεό. Η αυστηρή κριτική η οποία έγινε από τον Ιησού για τους Φαρισαίους είναι πολύ γνωστή και δεν έγινε για τη διδασκαλία τους («κάνετε αυτά που σας λένε»), αλλά για τη νοοτροπία τους («εγωισμός και υποκρισία») και τη συμπεριφορά τους («μην κάνετε αυτά που κάνουν»). Στον θρησκευτικό χαρακτήρα του φαρισαϊσμού οφείλεται σε μεγάλο μέρος και η διατήρηση του μονοθεϊστικού πνεύματος στους Ιουδαίους, αλλά ο υπερβολικός ζήλος τους για τον Νόμο τους έσπρωξε στη λατρεία της εξωτερικής συμπεριφοράς, προκαλώντας έτσι την εξάλειψη της πραγματικής ευσέβειας. Και αυτό είναι που μας δείχνου τα Ευαγγέλια. Γραμματείς ονομάζονταν αυτοί που γνώριζαν και ερμήνευαν τον Νόμο. Ο τιμητικός τίτλος τους ήταν «ραββί» που προέρχεται από το «ραβίνος», που σημαίνει δάσκαλος. Προέρχονταν από όλες τις κοινωνικές τάξεις, και συχνά ζούσαν από τη δουλειά τους. Αυτοί οι πολυμαθείς κατέληξαν να σχηματίσουν μια τάξη συγγενική με αυτή των ιερέων, στην οποία ο λαός είχε μεγάλη εκτίμηση. Tελώνες ονομάζονταν οι εισπράκτορες των φόρων. Οι Ιουδαίοι τους έβλεπαν με άσχημο μάτι και τους είχαν για προδότες, επειδή ήταν κάτω από τη μισθοδοσία των Ρωμαίων και τους θεωρούσαν κοινούς αμαρτωλούς. Ο Ματθαίος ήταν τελώνης, ο δε Ζακχαίος ήταν ο αρχιεισπράκτορας των δικαιωμάτων των τελωνείων στην Ιεριχώ. Ο Ιησούς δεν τους απέφευγε. Μια μέρα ο Ιησούς καθόταν και δίδασκε. Οι Φαρισαίοι και οι διδάσκαλοι του Νόμου, που είχαν έρθει από την Ιερουσαλήμ και από όλα τα μέρη της Γαλιλαίας και της Ιουδαίας, κάθονταν μαζί του. Η δε δύναμη του Κυρίου τον έκανε να θεραπεύει τις αρρώστιες. Και να, κάποιοι άντρες του έφεραν ένα παραλυτικό πάνω σ’ ένα κρεβάτι. Και επειδή δεν μπορούσαν να τον περάσουν από την πόρτα λόγω του πλήθους που στριμωχνόταν μπροστά, έβγαλαν τα κεραμίδια από τη πλευρά της σκεπής που βρισκόταν ο Ιησούς και κατέβασαν από το άνοιγμα το κρεβάτι. Βλέποντας την πίστη τους ο Ιησούς, είπε στον παραλυτικό: «Παιδί μου, οι αμαρτίες σου συγχωρούνται». Τότε οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι άρχισαν να συζητάνε και να λένε: «Γιατί αυτός ο άνθρωπος μιλάει έτσι; Βλασφημεί! Ποιος μπορεί να συγχωρήσει αμαρτίες, εκτός από τον Θεό;» Αλλά ο Ιησούς γνωρίζοντας τις σκέψεις τους είπε: «Γιατί σκέπτεστε αυτά τα πράγματα; Τι είναι πιο εύκολο να πω στον παραλυτικό: ‘‘Συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου’’ ή ‘‘σήκω επάνω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτησε;’’ Τώρα για να καταλάβετε ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει επί της γης τη δύναμη να συγχωρεί τις αμαρτίες, σε διατάζω -είπε στον παραλυτικό- σήκω επάνω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Και αυτός σηκώθηκε, πήρε το κρεβάτι ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

12


του και έφυγε. Όλοι θαύμασαν και δόξασαν τον Θεό λέγοντας: «Ποτέ δεν ξαναείδαμε τέτοιο πράγμα». Μετά από αυτό ο Ιησούς βγήκε και είδε ένα τελώνη, που ονομαζόταν Λευΐς ή Ματθαίος, ο οποίος καθόταν στο γραφείο της είσπραξης των φόρων και του είπε: «Ακολούθησα με!» Ο Ματθαίος σηκώθηκε και τον ακολούθησε. Καθώς ο Ιησούς βρισκόταν στο τραπέζι του σπιτιού του Ματθαίου, πολλοί τελώνες και άλλοι άνθρωποι κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με τον Ιησού και τους μαθητές του. Τότε οι Φαρισαίοι, βλέποντάς τον να τρώει με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς, ρώτησαν τους μαθητές του: «Γιατί τρώει και πίνει με αυτούς τους ανθρώπους;» Ο Ιησούς, ο οποίος τους άκουσε, τους είπε: «Οι άρρωστοι έχουν ανάγκη γιατρού και όχι οι υγιείς. Δεν ήρθα για να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια».

Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ Μια μέρα που ήταν Σάββατο ο Ιησούς διέσχιζε με τους μαθητές του χωράφια με σιτάρι και ανοίγοντας δρόμο οι μαθητές του έκοβαν στάχυα για να φάνε τον καρπό, αφού πρώτα τα έτριβαν μέσα στα χέρια τους. Τότε μερικοί Φαρισαίοι τους είπαν: «Γιατί κάνετε ό,τι δεν επιτρέπεται να κάνετε κατά τη διάρκεια του Σαββάτου;» Ο Ιησούς τους απάντησε: «Δεν έχετε διαβάσει τι έκανε ο Δαβίδ και αυτοί που ήταν μαζί του, όταν πεινούσαν και βρέθηκαν στην ανάγκη να φάνε; Ο Δαβίδ μπήκε στον οίκο του Θεού και έφαγε τα ψωμιά που ήταν στο θυσιαστήριο, αν και δεν επιτρεπόταν σε κανένα να τα φάει, εκτός από τους ιερείς και έδωσε ακόμα και σε όλους όσους ήταν μαζί του». Μετά πρόσθεσε για να τους πληροφορήσει: «Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο, όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. Γι’ αυτό τον λόγο ο Υιός του Ανθρώπου είναι κύριος και του Σαββάτου».

Ο ΠΑΡΑΛΥΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΛΥΜΒΗΘΡΑΣ ΤΗΣ ΒΗΘΕΣΔΑ Μετά από αυτό ήρθε η γιορτή των Ιουδαίων και ο Ιησούς ανέβηκε στην Ιερουσαλήμ. Στην πόλη αυτή υπήρχε, κοντά στην πύλη που λέγεται προβατική, μια κολυμβήθρα η οποία ονομαζόταν στα εβραϊκά Βηθεσδά, με πέντε θολωτές στοές. Κάτω από αυτές τις στοές ήταν ξαπλωμένοι πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί και παράλυτοι, οι οποίοι περίμεναν την ανατάραξη του νερού, επειδή ένας άγγελος Κυρίου κατέβαινε από καιρό σε καιρό μέσα στο νερό και το κουνούσε. Τότε αυτός που έμπαινε μέσα πρώτος, όσο το νερό ήταν ακόμα ταραγμένο, γινόταν καλά, όποια αρρώστια και αν είχε. Κοντά στην κολυμβήθρα βρισκόταν ένας άνθρωπος άρρωστος επί τριάντα οκτώ χρόνια και ο Ιησούς, ο οποίος γνώριζε ότι περίμενε επί πολύ χρόνο να θεραπευτεί, τον ρώτησε αν ήθελε να γίνει καλά. «Κύριε» απάντησε ο ανάπηρος, «δεν έχω κανένα για να με βοηθήσει και να με βάλει έγκαιρα στην κολυμβήθρα. Πριν φτάσω εκεί, ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

13


κάποιος άλλος προλαβαίνει να μπει μπροστά από εμένα». Τότε ο Ιησούς τον διέταξε να πάρει το κρεβάτι του και να περπατήσει και αμέσως ο παράλυτος έκανε ό,τι του είχε πει ο Χριστός. Οι Ιουδαίοι αγανακτισμένοι είπαν τότε στον παραλυτικό: «Είναι Σάββατο, δεν σου επιτρέπεται να μεταφέρεις το κρεβάτι σου». Αλλά εκείνος απάντησε: «Αυτός που με έκανε καλά, με διάταξε να το κάνω». Οι Ιουδαίοι τον ρώτησαν τότε ποιος ήταν αυτός που τον θεράπευσε, αλλά αυτός δεν ήξερε να τους απαντήσει. Αργότερα ο Ιησούς ξαναβρήκε μέσα στον Ναό αυτόν που είχε θεραπεύσει και του είπε: «Να που θεραπεύτηκες. Μην αμαρτάνεις πια, από φόβο μήπως πάθεις κάτι χειρότερο».Τότε αυτός πήγε και είπε στους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς ήταν αυτός που τον θεράπευσε. Και οι Ιουδαίοι άρχισαν να κατηγορούν τον Ιησού, επειδή έκανε αυτά τα πράγματα τη μέρα του Σαββάτου. Αλλά ο Ιησούς τους απάντησε: «Ο Πατέρας μου δεν σταμάτησε ποτέ να εργάζεται μέχρι τώρα, το ίδιο και εγώ». Και εξ αιτίας αυτού ήθελαν οι Ιουδαίοι ακόμα πιο πολύ να τον θανατώσουν, όχι μόνο επειδή παραβίαζε το Σάββατο, αλλά επειδή έλεγε ότι ο Θεός ήταν ο πατέρας του, κάνοντας έτσι τον εαυτό του ίσο με τον Θεό.

Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς πήγε στο βουνό και προσευχήθηκε όλη τη νύχτα. Όταν ήρθε το πρωί κάλεσε τους μαθητές του και διάλεξε απ’ αυτούς δώδεκα. Τους μεταβίβασε εξουσία πάνω στα ακάθαρτα πνεύματα και τους έδωσε την άδεια να κηρύσσουν. Να τα ονόματα των δώδεκα μαθητών που αργότερα ονομάστηκαν Απόστολοι, γιατί απεστάλησαν σ’ όλο τον κόσμο για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο: 1) Ο πρώτος Σίμων, τον οποίο ονόμασε Πέτρο. 2) Ο Ανδρέας, ο αδελφός του. 3) Ο Ιάκωβος, γιος του Ζεβεδαίου 4) Ο Ιωάννης, γιος του Ζεβεδαίου, αδελφός Ιακώβου 5) Ο Φίλιππος 6) Ο Βαρθολομαίος (ή Ναθαναήλ) 7) Ο Θωμάς 8) Ο Ματθαίος ο τελώνης 9) Ο Ιάκωβος, ο γιος του Αλφαίου 10) Ο Θαδδαίος (ή Ιούδας), υιός του Ιακώβου 11) Ο Σίμων ο Κανανίτης (που στα ελληνικά μεταφράζεται Ζηλωτής) 12) Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος πρόδωσε μετά τον Χριστό. Ο Ιησούς κατέβηκε μαζί τους και σταμάτησε σ’ ένα οροπέδιο, όπου βρισκόταν μεγάλο πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι είχαν σπεύσει από όλη την Ιουδαία, την Ιερουσαλήμ και από τα παράλια Τύρου και Σιδώνος. Είχαν έρθει για να ακούσουν και να θεραπευτούν.

Η ΕΠΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΟΜΙΛΙΑ Ο Κύριος με τα πρώτα του θαύματα και τη διδασκαλία του είχε αμέσως ελκύσει το ενδιαφέρον του λαού. Πλήθη ανθρώπων τον ακολουθούσαν, γιατί όσα άκουγαν να τους λέει πάρα πολύ ικανοποιούσαν την ψυχή τους. Κοντά του ένιωθαν γαλήνη. Έπαιρναν δύναμη. Έτσι κάποια μέρα που είχε συγκεντρωθεί και πάλι πολύ πλήθος ανθρώπων, ο Κύριος ανέβηκε σε ένα ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

14


ύψωμα, κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ. Το ύψωμα αυτό δεν είχε όνομα. Το έλεγαν, απλά, βουνό, όρος. Αλλά αυτή η ημέρα αυτό το άσημο όρος το έκανε ξακουστό. Το έκανε τεράστιο μαγνήτη, που μαγνητίζει από τότε την ανθρωπότητα. Ο Ιησούς κάθισε, και κάλεσε τους μαθητές του και μαζί με αυτούς και όλους τους άλλους που ακολουθούσαν. Όταν έγινε ησυχία, με σοβαρότητα και θείο κύρος άρχισε να διδάσκει. Η ομιλία του αυτή ονομάστηκε «Επί του Όρους ομιλία». Και όλοι παρακολουθούσαν με προσοχή. Τους δίδαξε λοιπόν ο Κύριος:

   

 

«Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα, επειδή η βασιλεία των ουρανών είναι δική τους». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι οι ταπεινοί, αυτοί που δεν έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Σε αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών. «Μακάριοι οι πενθούντες, επειδή αυτοί θα παρηγορηθούν». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που λυπούνται πολύ -πενθούν- για τις αμαρτίες τους και για το κακό που υπάρχει στον κόσμο. Αυτούς θα τους παρηγορήσει και θα τους ενισχύσει ο ίδιος ο Θεός. «Μακάριοι οι πράοι και ήσυχοι, επειδή αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι οι άνθρωποι οι ήσυχοι και υπομονετικοί, οι πράοι. Αυτοί θα κληρονομήσουν την γη της επαγγελίας, δηλαδή την Βασιλεία των Ουρανών. «Μακάριοι αυτοί που πεινούν και διψούν για δικαιοσύνη, επειδή αυτοί θα χορτάσουν». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που επιθυμούν πολύ, όπως ο πεινασμένος για ψωμί και ο διψασμένος για νερό, την δικαιοσύνη και την αρετή. Η επιθυμία τους αυτή θα ικανοποιηθεί. Και ο πόθος τους για αρετή και τελειότητα θα εκπληρωθεί απόλυτα. «Μακάριοι οι ελεήμονες και σπλαχνικοί, επειδή αυτοί θα ελεηθούν». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που συμπονούν αυτούς που δυστυχούν και έχουν ανάγκη και τους βοηθούν και τους ευεργετούν. Αυτοί θα ελεηθούν από τον Θεό. «Μακάριοι αυτοί που έχουν καθαρή καρδιά, επειδή αυτοί θα δουν τον Θεό». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας. Γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

15


  

«Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, επειδή αυτοί θα ανακηρυχτούν γιοι του Θεού». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που μέσα στην καρδιά τους έχουν την ειρήνη του Θεού και την μεταδίδουν στους άλλους. Αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού. «Μακάριοι αυτοί που διώκονται για τη δικαιοσύνη, επειδή σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που αντιμετώπισαν διωγμούς, επειδή αγαπούσαν την δικαιοσύνη και την αρετή. Σε αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών. «Μακάριοι θα είστε όταν σας προσβάλουν, σας κατηγορήσουν και ψευδομαρτυρήσουν εναντίον σας εξ αιτίας μου».

Συνεχίζοντας ανάφερε και τα παρακάτω: «Να χαίρεστε και να αγαλλιάστε επειδή η ανταμοιβή σας βρίσκεται στον ουρανό. Είστε το αλάτι της γης. Αν όμως το αλάτι χάσει τη γεύση του, με τι θα την ξαναβρεί; Δεν χρησιμεύει πια σε τίποτα, αλλά πετάγεται έξω για να πατηθεί από τους ανθρώπους. Είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη η οποία βρίσκεται πάνω σε ένα βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί και δεν ανάβουμε μια λάμπα για να την κρύψουμε κάτω από ένα κάδο, αλλά τη βάζουμε στον λυχνοστάτη, για να φωτίσει όλους όσους είναι μέσα στο σπίτι. Ας λάμψει έτσι και το φως το δικό σας μπροστά στους ανθρώπους, ώστε βλέποντας τα καλά σας έργα, να δοξάζουν τον πατέρα σας που είναι στους ουρανούς».

Ο ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ «Μη νομίζετε ότι ήρθα για να καταργήσω τον Νόμο και τους Προφήτες. Δεν ήρθα για να τα καταργήσω, αλλά για να τα συμπληρώσω... Ακούσατε ότι έχει ειπωθεί από τους αρχαίους: Να μη φονεύσεις και ότι όποιος σκοτώσει θα τιμωρηθεί. Αλλά εγώ σας λέω ότι όποιος οργιστεί εναντίον του αδελφού του, αξίζει να τιμωρηθεί. Και αυτός που θα πει στον αδελφό του «ηλίθιε» είναι ένοχος και θα καταδικαστεί. Και αυτός που θα πει «ανόητε» θα πάει στην Κόλαση. Αν, λοιπόν, ετοιμάζεσαι να προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου, άφησε εκεί την προσφορά σου και πήγαινε πρώτα να συμφιλιωθείς μαζί του και κατόπιν έλα να προσφέρεις το δώρο σου. Γνωρίζετε επίσης ότι έχει ειπωθεί από τους αρχαίους: Μην ορκίζεσαι ψέματα, αλλά να τηρείς τις υποσχέσεις που με όρκο έχεις αναλάβει. Εγώ σας λέω να μην ορκίζεστε καθόλου, αλλά ο λόγος σας να είναι: το ναι, ναι και το όχι, όχι. Οτιδήποτε άλλο προέρχεται από τον Πονηρό».

ΑΓΑΠΑΤΕ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΣΑΣ «Έχετε μάθει ακόμα ότι έχει ειπωθεί: ‘‘Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος’’. Αλλά εγώ σας λέω να μην αντισταθείτε στον εχθρό. Αντίθετα, αν κάποιος σας ραπίσει στο δεξιό μάγουλο, γυρίστε και το αριστερό. Δώστε σ’ εκείνον που σας ζητά και μην περιφρονείτε εκείνον που θέλει να δανειστεί από εσάς. Γνωρίζετε ότι έχει ειπωθεί: ‘‘Να αγαπάς τον πλησίον σου και να μισείς τον εχθρό σου’’. Αλλά εγώ σας λέω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας, προσευχηθείτε γι’ αυτούς που σας καταδιώκουν, επειδή είστε παιδιά του Πατέρα σας στον ουρανό. Επειδή Αυτός ανατέλλει τον ήλιο του πάνω σε καλούς και σε κακούς και ρίχνει τη βροχή σε δίκαιους και άδικους. Και αν αγαπάτε μόνο αυτούς που σας αγαπάνε, τι όφελος έχετε; Και αν χαιρετάτε μόνο τους αδελφούς σας, τι εξαιρετικό κάνετε; Να είστε, λοιπόν, τέλειοι όπως είναι τέλειος ο Πατέρας σας ο ουράνιος. Προσέξτε να μην κάνετε ελεημοσύνη για να σας θαυμάζουν οι άνθρωποι, επειδή δε θα έχετε καμία ανταμοιβή από τον Πάτερα σας που είναι στους ουρανούς. Όταν, λοιπόν, κάνετε ελεημοσύνη, μην την διαλαλείτε παντού, όπως κάνουν οι υποκριτές για να τους θαυμάζουν οι άνθρωποι. Αλήθεια σας λέω ότι έχουν πάρει ήδη την αμοιβή τους. Αλλά όταν κάνετε ελεημοσύνη, να μην γνωρίζει το αριστερό σας χέρι τι κάνει το δεξί, ώστε η ελεημοσύνη σας να μένει μυστική. Και ο Πατέρας σας ο οποίος βλέπει τι κάνετε κρυφά, θα σας αμείψει φανερά».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

16


Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ «Όταν προσεύχεστε, κάντε το μυστικά και ο Πατέρας σας που βλέπει τα κρυφά θα σας ανταμείψει. Να πώς πρέπει να προσεύχεστε: Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμίν σήμερον· καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ημών· καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ῥύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Αν συγχωρείτε στους ανθρώπους τις αμαρτίες τους, ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα συγχωρήσει και εσάς. Αλλά αν δεν συγχωρείτε τους ανθρώπους, ούτε ο Πατέρας σας θα σας συγχωρήσει τις δικές σας αμαρτίες».

ΜΗ ΜΑΖΕΥΕΤΕ ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ ΣΤΗ ΓΗ «Μη μαζεύετε θησαυρούς στη γη, όπου ο σκόρος και η σκουριά τούς καταστρέφουν και όπου οι κλέφτες μπαίνουν μέσα και τους κλέβουν. Αλλά να μαζεύετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε ο σκόρος ούτε η σκουριά τούς καταστρέφουν και όπου δεν μπαίνουν κλέφτες να τους κλέψουν. Επειδή, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας».

ΤΟ ΜΑΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΥΧΝΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ «Το μάτι είναι ο λύχνος του σώματος. Αν το μάτι σας είναι σε καλή κατάσταση, όλο σας το σώμα θα είναι γεμάτο φως. Αν το μάτι σας είναι σε κακή κατάσταση, όλο το σώμα σας θα βρίσκεται στο σκοτάδι. Αν λοιπόν το φως που είναι μέσα σας σβήσει, πόσο μεγάλο θα είναι αυτό το σκοτάδι!»

ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ «Κανείς δεν μπορεί να υπηρετεί δυο κυρίους επειδή, ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να υπηρετείτε και τον Θεό και το χρήμα».

ΕΜΠΙΣΤΕΥΘΕΙΤΕ ΤΗ ΘΕΙΑ ΠΡΟΝΟΙΑ «Να γιατί σας λέω: Μην ανησυχείτε πολύ για τη ζωή σας, τι θα φάτε και με τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν αξίζει περισσότερο από την τροφή και το σώμα περισσότερο από το ένδυμα; Κοιτάξτε τα πουλιά του ουρανού. Ούτε σπέρνουν, ούτε θερίζουν, ούτε μαζεύουν τίποτα σε αποθήκες και όμως ο ουράνιος Πατέρας τα τρέφει. Εσείς δεν αξίζετε περισσότερο από αυτά; Και ποιος από εσάς, όσο και αν φροντίσει, μπορεί να προσθέσει στο ανάστημα του ένα πήχη; Γιατί ανησυχείτε τόσο για τα ρούχα; Κοιτάξτε τα λουλούδια του αγρού. Ούτε κοπιάζουν, ούτε γνέθουν, αλλά σας ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

17


διαβεβαιώνω ότι ούτε ο ίδιος ο Σολομών μέσα σε όλη του τη δόξα δεν είχε ντυθεί ποτέ, όσο ένα από αυτά. Και ο Θεός ο οποίος ντύνει έτσι τα λουλούδια των αγρών, που σήμερα υπάρχουν και αύριο θα πεταχτούν στη φωτιά, δε θα ντύσει καλύτερα εσάς, ολιγόπιστοι; Μην ανησυχείτε, λοιπόν, καθόλου και μη λέτε: τι θα φάμε; τι θα πιούμε; με τι θα ντυθούμε; Ο ουράνιος Πατέρας σας γνωρίζει ότι έχετε ανάγκη από όλα αυτά τα πράγματα. Να ζητάτε πρώτα από όλα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του και αυτά τα αγαθά θα σας δοθούν. Μη στενοχωριέστε για το αύριο, επειδή το αύριο θα φροντίσει μόνο του. Αρκούν για την κάθε μέρα τα δικά της βάσανα».

ΜΗ ΚΡΙΝΕΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΚΡΙΘΕΙΤΕ «Μην κρίνετε για να μη κριθείτε, επειδή θα σας κρίνουν ανάλογα με την κρίση την οποία κάνετε εσείς. Και θα κριθείτε με το ίδιο μέτρο, με το οποίο εσείς κρίνετε τις πράξεις των άλλων. Και γιατί βλέπεις το άχυρο που βρίσκεται μέσα στο μάτι του αδελφού σου και δε βλέπεις το δοκάρι που είναι στο δικό σου μάτι; Ή πώς μπορείς να πεις στον αδελφό σου: ‘‘Άφησε με να βγάλω το άχυρο από το μάτι σου’’ εσύ που έχεις το δοκάρι στο δικό σου; Υποκριτή, βγάλε πρώτα το δοκάρι από το μάτι σου και έτσι θα βλέπεις για να βγάλεις το άχυρο από το μάτι του αδελφού σου. Μη δίνετε τα άγια στα σκυλιά και μη πετάτε τα μαργαριτάρια στους χοίρους, διότι υπάρχει κίνδυνος να τα ποδοπατήσουν και να γυρίσουν να σας κατασπαράξουν».

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ «Ζητήστε και θα σας δοθεί. Ψάξτε και θα βρείτε. Χτυπήστε την πόρτα και θα ανοίξει. Και ποιος από εσάς θα δώσει πέτρα στο παιδί του αντί για ψωμί, όταν σας το ζητήσει; Ή αν σας ζητήσει ψάρι θα του δώσετε φίδι; Αν λοιπόν εσείς, που είστε κακοί, ξέρετε να δίνετε καλά πράγματα στα παιδιά σας, πόσο περισσότερο ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα σας δώσει αγαθά σε όλους εσάς που τα ζητάτε! Όλα όσα θέλετε να σας κάνουν οι άλλοι, τα ίδια να κάνετε εσείς στους άλλους. Διότι αυτός είναι ο Νόμος και οι Προφήτες».

ΕΙΣΕΛΘΕΤΕ ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΕΝΗ ΠΥΛΗ «Εισέλθετε από τη στενή πύλη, επειδή φαρδιά είναι η πόρτα και πλατύς ο δρόμος, που οδηγεί στην καταστροφή και πάρα πολλοί είναι αυτοί που μπαίνουν από εκεί. Αλλά στενή είναι η πόρτα και στενόχωρος ο δρόμος που οδηγεί στη ζωή και λίγοι είναι εκείνοι που τον βρίσκουν και τον ακολουθούν».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΑ ΔΥΟ ΣΠΙΤΙΑ «Στη βασιλεία του Θεού δεν θα μπει όποιος μου λέει «Κύριε, Κύριε», αλλά όποιος κάνει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου. Αυτοί που λένε ‘‘Κύριε, Κύριε!’’ δε θα μπουν όλοι, αλλά αυτός μόνο που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που βρίσκεται στον ουρανό. Γι’ αυτό εκείνος ο οποίος ακούει αυτά τα λόγια που λέω και τα εφαρμόζει, μοιάζει με άνθρωπο ο οποίος έχτισε το σπίτι του επάνω σ’ ένα βράχο. Και έπεσε βροχή και ήρθαν χείμαρροι και φύσηξε ο άνεμος επάνω στο σπίτι αυτό, αλλά το σπίτι άντεξε, επειδή τα θεμέλια του ήταν επάνω στον βράχο. Αλλά όποιος ακούει αυτά τα λόγια που λέω και δεν τα εφαρμόζει, μοιάζει με άνθρωπο που έχτισε το σπίτι του πάνω στην άμμο. Και έπεσε η βροχή και ήρθε ο χείμαρρος και φύσηξε ο άνεμος επάνω στο σπίτι και αυτό γκρεμίστηκε και το πέσιμο του ήταν φοβερό». Αφού τελείωσε

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

18


την ομιλία του ο Ιησούς, το πλήθος εντυπωσιάστηκε από τη διδασκαλία του, επειδή δίδασκε σαν κάποιος που είχε εξουσία και όχι σαν τους γραμματείς».

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΥ Αφού τελείωσε την ομιλία αυτή μπροστά στον λαό που τον άκουγε, ο Ιησούς μπήκε στην Καπερναούμ. Εκεί έμενε ένας εκατόνταρχος ο οποίος είχε ένα δούλο, τον οποίο αγαπούσε πολύ και ο οποίος ήταν άρρωστος από μια σοβαρή ασθένεια. Έχοντας ακούσει τον Ιησού να μιλάει, ο εκατόνταρχος έστειλε μερικούς πρεσβύτερους των Ιουδαίων για να τον παρακαλέσουν να έρθει να θεραπεύσει τον δούλο του. Όταν εκείνοι τον βρήκαν, τον παρακάλεσαν θερμά λέγοντες: «Αξίζει να τον βοηθήσεις σ’ αυτό που ζητά, επειδή αγαπά τον λαό μας και αυτός είναι που έχτισε τη συναγωγή μας». Ο Ιησούς πήγε μαζί τους. Είχαν σχεδόν φτάσει στο σπίτι, όταν ο εκατόνταρχος έστειλε κάποιους δικούς του να του μεταφέρουν αυτά: «Κύριε μην μπαίνεις στον κόπο, επειδή δεν είμαι άξιος να σε δεχτώ κάτω από τη στέγη μου και για τον λόγο αυτό δεν τολμάω να παρουσιαστώ μπροστά σου. Αλλά πες μόνο ένα λόγο και ο δούλος μου θα γίνει καλά. Διότι και εγώ έχω κάτω από την εξουσία μου στρατιώτες και όταν λέω στον ένα ‘‘πήγαινε!’’, πηγαίνει και στον άλλο ‘‘έλα!’’ και έρχεται, και στον δούλο μου ‘‘κάνε αυτό’’ και το κάνει». Όταν ο Ιησούς άκουσε αυτά τα λόγια θαύμασε τον εκατόνταρχο και γυρνώντας προς το πλήθος, που τον ακολουθούσε, είπε: «Εγώ σας λέω, ότι ακόμα και στους Ισραηλίτες δε βρήκα τόσο μεγάλη πίστη!» Γυρίζοντας στο σπίτι, οι άνθρωποι τους οποίους είχε στείλει ο εκατόνταρχος βρήκαν τον δούλο που ήταν άρρωστος να έχει γίνει καλά.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΙ ΤΟΝ ΓΙΟ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ Την άλλη μέρα ο Ιησούς πήγε σε μια πόλη που λεγόταν Ναΐν και τον ακολουθούσαν αρκετοί από τους μαθητές του και πολύς κόσμος. Όταν ήταν κοντά στην πύλη της πόλης, είδε να μεταφέρουν ένα πεθαμένο, μοναχογιό μίας χήρας. Και μαζί της ήταν μεγάλο πλήθος από την πόλη. Ο Κύριος βλέποντας αυτή τη γυναίκα, τη λυπήθηκε και της είπε: «Μην κλαις!» Ο Ιησούς πλησίασε το φέρετρο και το άγγιξε. Αυτοί που το σήκωναν, σταμάτησαν και ο Ιησούς είπε: «Νεαρέ, σ’ εσένα μιλάω, σήκω επάνω!». Και ο πεθαμένος ανακάθισε και άρχισε να μιλάει. Τότε ο Ιησούς τον έδωσε στη μητέρα του. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

19


Όλοι τότε φοβήθηκαν και δόξασαν τον Θεό λέγοντας: «Ένας μεγάλος προφήτης παρουσιάστηκε ανάμεσα μας! Ο Θεός επισκέφθηκε τον λαό του!» Η είδηση αυτού του θαύματος διαδόθηκε σε όλη την Ιουδαία και σε όλες τις γειτονικές χώρες.

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΜΑΘΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Και ο ίδιος ο Ιωάννης ο Πρόδρομος πληροφορήθηκε όλα αυτά τα πράγματα από τους μαθητές του. Τότε κάλεσε δυο από αυτούς και τους έστειλε στον Κύριο. Αφού έφτασαν μπροστά του οι άνθρωποι αυτοί του είπαν: «Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μας έστειλε σ’ εσένα για να σε ρωτήσει: ‘‘Εσύ είσαι αυτός που πρόκειται να έλθει ή πρέπει να περιμένουμε κάποιον άλλο;’’». Εκείνη τη στιγμή ο Ιησούς θεράπευε πολλούς από διάφορες ασθένειες και από πονηρά πνεύματα και είχε χαρίσει το φως σε πολλούς τυφλούς. Και απάντησε στους μαθητές του Ιωάννη: «Πηγαίνετε να αναφέρετε στον Ιωάννη τα όσα είδατε και ακούσατε, ότι, δηλαδή, τυφλοί βλέπουν, κουτσοί περπατάνε, λεπροί καθαρίζονται, κουφοί ακούνε, νεκροί ανασταίνονται και πτωχοί άνθρωποι δέχονται την καλή είδηση της βασιλείας των ουρανών». Όταν οι απεσταλμένοι του Ιωάννη έφυγαν, ο Ιησούς άρχισε να μιλάει στο πλήθος για τον Ιωάννη: «Τι περιμένατε να δείτε μέσα στην έρημο; Μια καλαμιά να κουνιέται από τον άνεμο; Τι περιμένατε να βρείτε; Έναν άντρα ντυμένο με πολυτελή ρούχα; Αυτοί που φορούν πολυτελή ρούχα και ζουν μέσα στις απολαύσεις, μένουν στα παλάτια των βασιλέων. Τότε, τι περιμένατε να δείτε; Ένα προφήτη; Ναι, εγώ σας λέω ότι είναι περισσότερο από ένας προφήτης. Είναι αυτός για τον οποίο έχει γραφτεί: ‘‘Ιδού εγώ αποστέλλω τον αγγελιαφόρο μου πιο νωρίς, ο οποίος θα ετοιμάσει τον δρόμο μπροστά σ’ εσένα’’. Επί πλέον εγώ σας λέω ότι ανάμεσα σε αυτούς που γεννήθηκαν από γυναίκες δεν υπάρχει κανείς μεγαλύτερος από τον προφήτη Ιωάννη τον Βαπτιστή, αν και ο πιο μικρός μέσα στη Βασιλεία του Θεού είναι πιο μεγάλος από αυτόν».

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ ΤΗ ΜΟΙΧΑΛΙΔΑ Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι οδήγησαν στον Ιησού μια γυναίκα, η οποία είχε πιαστεί επ’ αυτοφώρω για μοιχεία και βάζοντάς την μπροστά του, είπαν: «Δάσκαλε, αυτή η γυναίκα πιάστηκε την ώρα που διέπραττε μοιχεία. Ο Μωυσής στο Νόμο διατάζει να λιθοβολούνται τέτοιες γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις;» Αυτοί του έκαναν τέτοιες ερωτήσεις για να τον δοκιμάσουν, ώστε να μπορέσουν να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του. Ο Ιησούς τότε έσκυψε κάτω και άρχισε να γράφει με το δάχτυλο του πάνω στο χώμα. Όταν αυτοί συνέχισαν να τον ρωτάνε, σηκώθηκε και τους είπε: «Όποιος από εσάς είναι αναμάρτητος, ας ρίξει την πρώτη πέτρα επάνω της». Και έσκυψε πάλι κάτω και άρχισε να γράφει πάνω στο χώμα. Όταν το άκουσαν αυτό έφυγαν ένας-ένας και ο Ιησούς έμεινε μόνος με τη γυναίκα. Τότε σηκώθηκε και μη βλέποντας κανένα εκτός από τη γυναίκα, ο Ιησούς της είπε: «Ω γυναίκα, πού είναι αυτοί που σε κατηγορούν; Κανείς δε σε καταδίκασε;» Και εκείνη απάντησε: «Κανένας, Κύριε». Και ο Ιησούς της είπε: «Ούτε και εγώ σε καταδικάζω, πήγαινε και μην αμαρτάνεις πια». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

20


Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ ΜΙΑ ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ Ένας από τους Φαρισαίους, παρακάλεσε τον Ιησού να φάει μαζί του. Και ο Ιησούς μπήκε στο σπίτι του Φαρισαίου και κάθισε στο τραπέζι. Τότε υπήρχε μέσα στην πόλη μια γυναίκα, μια κοινή αμαρτωλή, η οποία μαθαίνοντας ότι ο Ιησούς ήταν στο τραπέζι του σπιτιού του Φαρισαίου, έφερε ένα μικρό αλαβάστρινο βάζο με μύρο και κάθισε κοντά στα πόδια του. Έκλαιγε και σύντομα τα μούσκεψε με τα δάκρυα της. Μετά τα σκούπισε με τα μαλλιά της, τα φίλησε και τα άλειψε με μύρο. Βλέποντας αυτό ο Φαρισαίος, που είχε προσκαλέσει τον Ιησού, σκέφτηκε: «Αν αυτός ο άνθρωπος ήταν προφήτης θα γνώριζε τι είδους γυναίκα είναι αυτή που τον άγγιξε και, θα ήξερε ότι είναι μια αμαρτωλή». Ο Ιησούς είπε τότε: «Έχω κάτι να σου πω». «Μίλησε», του απάντησε ο άλλος. «Ήταν ένας δανειστής που είχε δυο χρεοφειλέτες: ο ένας του χρωστούσε πεντακόσια δηνάρια και ο άλλος πενήντα. Επειδή δεν είχαν να πληρώσουν, χάρισε και στους δυο το χρέος. Ποιος από τους δυο θα τον αγαπήσει περισσότερο;» Ο Σίμωνας απάντησε: «Φαντάζομαι αυτός που του χρωστούσε περισσότερα». Ο Ιησούς του είπε: «Καλά έκρινες». Μετά κοιτάζοντας τη γυναίκα είπε στον Σίμωνα: «Βλέπεις αυτή τη γυναίκα; Μπήκα στο σπίτι και δε μου έδωσες νερό να πλύνω τα πόδια μου. Αυτή όμως τα έπλυνε με τα δάκρυα της και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Δε με φίλησες καθόλου σαν χαιρετισμό, αλλά αυτή από τότε που μπήκα δεν έχει σταματήσει καθόλου να μου φιλάει τα πόδια. Δε μου έριξες καθόλου λάδι στο κεφάλι μου, αλλά αυτή η γυναίκα άλειψε τα πόδια μου με μύρο. Γι’ αυτό σου λέω, ότι θα συγχωρεθούν οι αμαρτίες της, επειδή με αγάπησε πολύ». Μετά είπε στη γυναίκα: «Οι αμαρτίες σου συγχωρέθηκαν». Τότε αυτοί, που παρακάθονταν μαζί του στο τραπέζι άρχισαν να λένε μεταξύ τους: «Ποιος είναι αυτός ο οποίος συγχωρεί ακόμα και τις αμαρτίες;» Αλλά ο Ιησούς είπε στη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε. Πήγαινε στο καλό».

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΛΥΤΟ ΧΕΡΙ Ο Ιησούς μπήκε στη συναγωγή. Εκεί υπήρχε ένας άντρας του οποίου το χέρι ήταν παράλυτο. Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι ρώτησαν τον Ιησού: «Επιτρέπεται να θεραπεύει κάποιος το Σάββατο;» Του έκαναν αυτή την ερώτηση για να βρουν αφορμή να τον κατηγορήσουν. Αυτός τους απάντησε: «Ποιος από εσάς, αν είχε ένα αρνί που έπεφτε σ’ ένα λάκκο το Σάββατο, δε θα το έπιανε για να το τραβήξει; Πόσο μάλλον ένας άνθρωπος που αξίζει περισσότερο από ένα πρόβατο! Επιτρέπεται, λοιπόν, να κάνουμε το καλό, ακόμα και την ημέρα ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

21


του Σαββάτου!» Τότε ο Ιησούς απευθύνθηκε στον άνθρωπο και του είπε: «Άπλωσε το χέρι σου!». Αυτός το άπλωσε και το χέρι του έγινε γερό σαν το άλλο.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΕΝΑΝ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟ Τότε του έφεραν ένα δαιμονισμένο, που ήταν τυφλός και κωφάλαλος. Ο Ιησούς τον θεράπευσε τόσο καλά, που ο αντρας αυτός μπορούσε και να μιλάει και να βλέπει. Το πλήθος γεμάτο θαυμασμό έλεγε: «Μήπως αυτός εδώ είναι ο Χριστός, ο απόγονος του Δαβίδ;» Αλλά οι Φαρισαίοι ακούγοντας αυτό, είπαν: «Αυτός ο άνθρωπος βγάζει τα δαιμόνια με τη βοήθεια του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμονίων». Επειδή ο Ιησούς κατάλαβε τις σκέψεις τους, τους απάντησε: «Κάθε βασίλειο, το οποίο χωρίζεται σε αντιμαχόμενες παρατάξεις, είναι καταδικασμένο να ερημωθεί και κάθε πόλη ή οικογένεια που έχει κομματιασθεί σε φατρίες δεν μπορεί να σταθεί. Αν λοιπόν ο σατανάς κυνηγήσει τον σατανά, τότε το βασίλειο του έχει διαιρεθεί σε αντιμαχόμενα κόμματα. Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να σταθεί το βασίλειο του; Αν λοιπόν βγάλω τα δαιμόνια μέσω του Βεελζεβούλ, τα πνευματικά σας παιδιά με τη δύναμη ποιου τα βγάζουν; Γιατί δεν τα κατηγορείτε; Γι’ αυτό το λόγο αυτά θα σας κρίνουν. Αλλά, αν είναι στο όνομα του Αγίου Πνεύματος του Θεού που βγάζω τα δαιμόνια, τότε η βασιλεία του Θεού έχει έρθει ανάμεσα σας. Πώς μπορεί κάποιος να μπει στο σπίτι ενός δυνατού ανθρώπου και να αρπάξει τα υπάρχοντα του, χωρίς να τον έχει δέσει πριν; Τότε μόνο θα μπορέσει να λεηλατήσει το σπίτι. Αυτός που δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου και αυτός που δε μαζεύει μαζί μου, σκορπίζει. Εγώ σας λέω τούτο: κάθε αμαρτία και κάθε βλασφημία θα συγχωρεθεί στους ανθρώπους, αλλά βλασφημία εναντίον του Αγίου Πνεύματος δε θα συγχωρεθεί ποτέ. Οποιοσδήποτε μιλήσει ενάντια στον Υιό του Ανθρώπου, θα συγχωρεθεί, διότι πιθανόν να μετανοήσει, αλλά αυτός που θα μιλήσει ενάντια στο Άγιο Πνεύμα, δε θα συγχωρεθεί ούτε σε αυτή τη ζωή, ούτε στη μέλλουσα. Τη μέρα της Κρίσεως οι άνθρωποι θα λογοδοτήσουν για κάθε περιττό και μάταιο λόγο που θα έχουν προφέρει. Επειδή ο καθένας θα δικαιωθεί ή θα καταδικαστεί ανάλογα με τα λόγια του». Ορισμένοι από τους γραμματείς και τους Φαρισαίους, απευθύνθηκαν προς αυτόν: «Δάσκαλε, θα θέλαμε να δούμε κάποιο σημάδι η θαύμα από εσένα». Αλλά ο Ιησούς αγανακτισμένος τους απάντησε: «Γενιά πονηρή και άπιστη, ζητάτε ένα σημάδι, αλλά δε θα σας δοθεί άλλο από αυτό του προφήτη Ιωνά: Όπως ο Ιωνάς έμεινε στην κοιλιά του κήτους τρεις μέρες και τρεις νύχτες, έτσι και ο Υιός του Ανθρώπου θα μείνει τρεις μέρες και τρεις νύχτες στα σπλάχνα της γης».

ΟΙ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ο Ιησούς πήγαινε από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό κηρύσσοντας και αναγγέλλοντας την καλή είδηση της Βασιλείας του Θεού. Τον συνόδευαν οι δώδεκα Απόστολοι ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

22


και μερικές γυναίκες που είχαν θεραπευτεί από ασθένειες και πονηρά πνεύματα, καθώς και πολλές άλλες που τον υπηρετούσαν. Ένα μεγάλο πλήθος είχε μαζευτεί γύρω από τον Ιησού στην άκρη της θάλασσας. Τότε Εκείνος μπήκε σε μια βάρκα και απευθύνθηκε στους ανθρώπους, που τον άκουγαν από την παραλία. Τους είπε πολλά πράγματα με μορφή παραβολών.

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΑ «Ένας σπορέας βγήκε για να σπείρει τον σπόρο του. Καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι σπόροι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν και έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο. Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε ο Ιησούς με δυνατή φωνή: «Όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούσει!» Τότε οι μαθητές του πλησίασαν και τον ρώτησαν: «Γιατί μιλάς με παραβολές;» Και ο Ιησούς απάντησε: «Επειδή σε σας έχει δοθεί η χάρη να γνωρίζετε τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού, ενώ σε άλλους δεν έχει δοθεί. Η χάρη θα δοθεί σ’ εκείνον ο οποίος έχει πίστη και θα είναι πλούσια η γνώση, ενώ σ’ εκείνον που δεν έχει πίστη θ’ αφαιρεθεί ακόμα και η λίγη γνώση που έχει. Γι’ αυτό τον λόγο μιλάω με παραβολές, επειδή αυτοί, ενώ βλέπουν δε θέλουν να δουν και ενώ ακούνε δε θέλουν ούτε ν’ ακούσουν, ούτε να καταλάβουν». Να τι σημαίνει λοιπόν αυτή η παραβολή: Ο σπόρος συμβολίζει τα λόγια του Θεού. Εκείνοι τώρα οι σπόροι, που έπεσαν στον δρόμο, συμβολίζουν τους ανθρώπους που ακούουν τα λόγια του Θεού αλλά δεν δίνουν τόση σημασία σ’ αυτά. Έτσι όταν ύστερα έλθει ο διάβολος τα παίρνει από την καρδιά τους για να μη πιστεύουν και σωθούν. Εκείνοι οι σπόροι που έπεσαν στα βράχια συμβολίζουν τους ανθρώπους, που όταν ακούουν τα λόγια του Θεού τα δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως βαθιές ρίζες στη καρδιά τους και γι’ αυτό λίγο καιρό πιστεύουν και σε ώρες πειρασμού απομακρύνονται από την πίστη τους. Οι δε σπόροι που έπεσαν στ’ αγκάθια, συμβολίζουν εκείνους που όταν ακούουν τα λόγια του Θεού, τα δέχονται με προθυμία και προσπαθούν να τα εφαρμόσουν, αλλά επηρεάζονται και εμποδίζονται από τις φροντίδες και τις απολαύσεις τις ζωής για να μπορούν να προχωρήσουν μέχρι το τέλος και να έχουν καλούς και μόνιμους καρπούς. Τέλος οι σπόροι που έπεσαν στην εύφορη γη, συμβολίζουν τους καλοπροαίρετους ανθρώπους, που με αγαθή καρδιά, αφού ακούσουν τα λόγια του Θεού, τα κρατούν μέσα τους με προσοχή και καρποφορούν σε έργα αρετής και φιλανθρωπίας.

Ο ΣΠΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΙΝΑΠΙΟΥ Ο Ιησούς είπε μια άλλη παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με κόκκο σιναπιού, που όταν σπαρθεί στη γη, ενώ είναι ο μικρότερος απ’ όλους τους σπόρους που υπάρχουν στον κόσμο, βλαστάνει και γίνεται φυτό. Όταν μεγαλώσει γίνεται πιο ψηλό απ’ όλα τα λαχανικά και βγάζει κλαδιά μεγάλα, ώστε να μπορούν τα πουλιά τ’ ουρανού να κτίζουν σ’ αυτά τις φωλιές τους».

ΤΑ ΖΙΖΑΝΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΩΡΑΦΙ Τους είπε μια άλλη παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με τον άνθρωπο, ο οποίος είχε σπείρει καλό σπόρο μέσα στο χωράφι του. Αλλά, ενώ οι άνθρωποι του κοιμόντουσαν, ήρθε ο εχθρός και έσπειρε ζιζάνια μέσα στο σιτάρι και μετά έφυγε. Και όταν το σιτάρι βλάστησε παρουσιάστηκαν και τα ζιζάνια.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

23


Οι δούλοι πήγαν και είπαν στον κύριο τους: «Κύριε, δε φύτεψες καλό σπόρο στο χωράφι σου; Από που προήλθαν αυτά τα ζιζάνια;» Αυτός τους απάντησε ότι ο εχθρός το έκανε αυτό». Και εκείνοι είπαν: «Θέλεις να πάμε να τα ξεριζώσουμε;» Και ο κύριος τους απάντησε: «Όχι, μη τυχόν βγάζοντας τα ζιζάνια ξεριζώσετε και το σιτάρι. Αφήστε τα να μεγαλώσουν μαζί μέχρι την εποχή του θερισμού και τότε θα πω στους θεριστές: Κόψτε πρώτα τα ζιζάνια και δέστε τα σε δεμάτια και κάψτε τα. Μετά κόψτε το σιτάρι και βάλτε το στην αποθήκη μου». Μετά ο Ιησούς άφησε τα πλήθη και επέστρεψε στο σπίτι του. Οι μαθητές του τον πλησίασαν και του είπαν: «Εξήγησε μας την παραβολή των ζιζανίων στο χωράφι». Αυτός απάντησε: «Αυτός που σπέρνει τον καλό σπόρο είναι ο Υιός του Ανθρώπου. Το χωράφι είναι ο κόσμος. Ο καλός σπόρος είναι αυτοί που ακολουθούν τη βασιλεία των ουρανών, ενώ τα ζιζάνια είναι αυτοί που ακολουθούν τον διάβολο. Ο εχθρός που τα έσπειρε είναι ο διάβολος. Ο θερισμός είναι το τέλος του κόσμου και οι θεριστές είναι οι άγγελοι. Όπως κόβονται τα ζιζάνια και καίγονται, το ίδιο θα γίνει και στη συντέλεια του κόσμου. Ο Υιός του Ανθρώπου θα στείλει τους αγγέλους, οι οποίοι, αφού ξεριζώσουν από τη βασιλεία του όλους εκείνους που βάζουν σκάνδαλα και εκείνους οι οποίοι έχουν κάνει παρανομίες, θα τους ρίξουν στην αιώνια Κόλαση, όπου εκεί θα είναι το κλάμα και ο τριγμός των δοντιών. Τότε οι δίκαιοι θα φωτοβολούν, όπως ο ήλιος μέσα στο βασίλειο του Πατέρα τους».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΝΑΖΑΡΕΤ Αφού είπε αυτές τις παραβολές ο Ιησούς, γύρισε στην πατρίδα του στη Ναζαρέτ, όπου είχε μεγαλώσει και σύμφωνα με το έθιμο μπήκε στη συναγωγή το Σάββατο, όπου σηκώθηκε για να διαβάσει. Του έδωσαν το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα και αφού το άνοιξε βρήκε το μέρος που ήταν γραμμένα τα παρακάτω: «Το πνεύμα του Κυρίου είναι σ’ εμένα, με αυτό με έχρισε, για να αναγγείλω την καλή είδηση στους φτωχούς. Με έστειλε για να θεραπεύσω αυτούς που έχουν θλιμμένη καρδιά, για να κηρύξω στους αιχμαλώτους την ελευθερία, να απαλλάξω τους καταπιεσμένους, να ξαναδώσω στους τυφλούς το φως και να κηρύξω στους ανθρώπους την αρχή νέας εποχής, που θα είναι δεκτή από τον Θεό και ποθητή για τους ανθρώπους». Κατόπιν έκλεισε το βιβλίο και το έδωσε στον υπηρέτη της συναγωγής και κάθισε. Όλοι όσοι ήταν μέσα στη συναγωγή είχαν στραμμένο το βλέμμα επάνω του. Τότε άρχισε να τους λέει: «Σήμερα επαληθεύτηκε η προφητεία αυτή της Γραφής την οποία μόλις ακούσατε». Όλοι έμειναν έκπληκτοι με αυτά τα λόγια, που έβγαιναν από το στόμα του και έλεγαν: «Αυτός δεν είναι ο γιος του Ιωσήφ; Δεν είναι ο μαραγκός, ο γιος της Μαρίας, ο αδελφός του Ιακώβου και του Ιωσή και του Ιούδα και του Σίμωνα; Και οι αδελφές του δεν είναι ανάμεσα μας;» Και άρχισαν να αμφιβάλλουν γι’ αυτόν. Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Ένας προφήτης ποτέ δεν εκτιμάται στην πατρίδα του, ανάμεσα στους γονείς και τους οικιακούς του». Δεν θέλησε να κάνει εκεί κανένα θαύμα, μόνο έβαλε τα χέρια επάνω σε μερικούς αρρώστους και τους θεράπευσε. Και έμεινε έκπληκτος από την έλλειψη της πίστης τους. Όλοι οι παρευρισκόμενοι θύμωσαν πολύ, όταν άκουσαν αυτά τα λόγια και τον έδιωξαν έξω από την πόλη και τον οδήγησαν μέχρι την κορφή του βουνού πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη τους, με σκοπό να τον ρίξουν κάτω. Αλλά ο Ιησούς περνώντας κατά ένα τρόπο θαυμαστό μέσα από το πλήθος, έφυγε.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

24


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΤΑΠΑΥΕΙ ΤΗΝ ΤΡΙΚΥΜΙΑ Μια μέρα ο Ιησούς ανέβηκε σε μια βάρκα μαζί με τους μαθητές του και τους είπε: «Ας περάσουμε στην απέναντι όχθη της λίμνης». Και έφυγαν. Εκεί, ενώ αυτοί οδηγούσαν το σκάφος, ο Ιησούς κοιμήθηκε. Τότε φύσηξε ένας δυνατός άνεμος στη λίμνη, τόσο βίαιος που τα κύματα γέμισαν τη βάρκα με νερά. Ο Ιησούς καθισμένος στην πρύμνη κοιμόταν ήσυχα. Τότε οι μαθητές του τον ξύπνησαν και του είπαν: «Δάσκαλε, δεν βλέπεις ότι χανόμαστε;» Όταν ξύπνησε, διέταξε τον άνεμο και είπε στη θάλασσα: «Σταμάτα, ηρέμησε!» Και ο άνεμος κόπασε και απλώθηκε μεγάλη γαλήνη. Τότε αυτός τους είπε: «Γιατί φοβάστε τόσο πολύ; Δεν έχετε καθόλου πίστη;» Αυτοί φοβήθηκαν τόσο πολύ και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος είναι λοιπόν αυτός που δίνει διαταγές στον άνεμο και στη θάλασσα και τον υπακούουν;»

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ ΙΑΕΙΡΟΥ Ο Ιησούς πέρασε από την άλλη όχθη της λίμνης με τη βάρκα και από το πλήθος που είχε μαζευτεί γύρω του είδε να έρχεται προς το μέρος του ένας από τους αρχηγούς της συναγωγής, που λεγόταν Ιάειρος. Αφού πλησίασε τον Ιησού, έπεσε στα πόδια του και τον παρακάλεσε: «Η μικρή κόρη μου πεθαίνει. Έλα να βάλεις το χέρι σου επάνω της για να σωθεί». Ο Ιησούς πήγε μαζί του και ένα μεγάλο πλήθος που τον πίεζε από όλες τις μεριές τον ακολούθησε. Ανάμεσα σ’ αυτόν υπήρχε και μια γυναίκα, η οποία υπέφερε από αιμορραγίες από δώδεκα χρόνων και είχε ταλαιπωρηθεί στα χέρια πολλών γιατρών, είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία χωρίς να βρει καμία ανακούφιση, αλλά μάλλον η υγεία της χειροτέρευε. Έχοντας ακούσει τι λεγόταν για τον Ιησού, μπήκε μέσα στο πλήθος και πλησιάζοντας τον Κύριο τού άγγιξε τον χιτώνα του. «Επειδή», έλεγε, «και μόνο ν’ αγγίξω τα ρούχα του, θα γίνω καλά». Την ίδια στιγμή το αίμα σταμάτησε να τρέχει και κατάλαβε ότι θεραπεύτηκε. Τότε ο Ιησούς κατάλαβε αμέσως ότι μια δύναμη βγήκε από αυτόν και γυρίζοντας ρώτησε το πλήθος: «Ποιος άγγιξε τα ρούχα μου;» Οι μαθητές απάντησαν: «Γιατί ρωτάς ποιος σε άγγιξε; Δε βλέπεις το πλήθος που σε πιέζει από όλες τις μεριές;» Αλλά ο Ιησούς γύρισε πίσω για να δει ποιος το είχε κάνει αυτό. Τότε η γυναίκα τρέμοντας από το φόβο της, και ξέροντας καλά τι είχε συμβεί, έπεσε στα πόδια του και του είπε όλη την αλήθεια. Ο Ιησούς της απάντησε: «Κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε. Πήγαινε στο καλό με ειρήνη στη ψυχή σου». Ενώ μιλούσε ακόμα, ήρθαν άνθρωποι από το σπίτι του Ιαείρου, του αρχηγού της συναγωγής και του είπαν: «Η κόρη σου πέθανε, γιατί να βάλεις σε κόπο τον Δάσκαλο;» Αλλά ο Ιησούς ακούγοντας αυτά τα λόγια είπε στον Ιάειρο: «Μη φοβάσαι τίποτα, μόνο να πιστεύεις». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

25


Και δεν επέτρεψε σε κανένα να τον συνοδέψει, παρά μόνο στον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τον αδελφό του Ιάκωβου. Όταν έφτασαν στο σπίτι του αρχηγού της συναγωγής, ο Ιησούς άκουσε ένα μεγάλο θόρυβο και ανθρώπους που έκλαιγαν και φώναζαν. Μπήκε στο σπίτι και τους είπε: «Γιατί τόσος θρήνος και δάκρυα; Το παιδί δεν έχει πεθάνει, αλλά κοιμάται». Και εκείνοι τον κορόιδεψαν, επειδή ήξεραν καλά ότι η κόρη ήταν νεκρή. Τότε ο Ιησούς τους έδιωξε από το σπίτι και πήρε μαζί του τον πατέρα και τη μητέρα του παιδιού, όπως επίσης και τους τρεις μαθητές του οι οποίοι τον είχαν συνοδέψει και μπήκε στο δωμάτιο που ήταν το παιδί. Την πήρε από το χέρι και της είπε: «ταλιθά κούμ!» που σημαίνει: «κοριτσάκι, εγώ σου λέω, σήκω!» Αμέσως το κοριτσάκι σηκώθηκε και άρχισε να περπατάει. Ήταν δώδεκα χρόνων. Όλοι όσοι ήταν παρόντες, φοβήθηκαν πάρα πολύ, ενώ ο Ιησούς τους είπε να μην πουν τίποτα σε κανένα. Και είπε να δώσουν στο παιδί να φάει.

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΗ Ο Τετράρχης Ηρώδης έμαθε όλα αυτά τα πράγματα που έλεγαν για τον Ιησού και δεν ήξερε τι να υποθέσει. Ορισμένοι έλεγαν ότι ο Ιησούς ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής που είχε αναστηθεί και γι’ αυτό μπορούσε να κάνει αυτά τα θαύματα. Άλλοι πάλι έλεγαν ότι ήταν ο Ηλίας και άλλοι ότι ήταν ένας από τους παλιούς προφήτες. Αλλά ο Ηρώδης αναρωτιόταν: «Εγώ ο ίδιος αποκεφάλισα τον Ιωάννη, λοιπόν ποιος είναι αυτός;» Πραγματικά ο Ηρώδης ήταν εκείνος που είχε φυλακίσει τον Ιωάννη τον Βαπτιστή εξ αιτίας της Ηρωδιάδας, της γυναίκας του αδελφού του Φιλίππου, την οποία είχε παντρευτεί. Η Ηρωδιάδα ήθελε να σκοτώσει τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, επειδή αυτός είχε πει στον Ηρώδη: «Δεν επιτρέπεται να παντρευτείς τη γυναίκα του αδελφού σου». Για τον λόγο αυτό ο Ηρώδης κράτησε το μίσος στην καρδιά του και ήθελε ευχαρίστως να τον σκοτώσει, αλλά φοβόταν τον λαό, ο οποίος θεωρούσε τον Ιωάννη προφήτη. Και αυτός ο ίδιος φοβόταν τον Ιωάννη αναγνωρίζοντας τον σαν δίκαιο και άγιο άνθρωπο. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

26


Όταν τον άκουγε συχνά ένιωθε αμηχανία, αλλά τον άκουγε ευχαρίστως. Στο μεταξύ ήρθε η κατάλληλη ευκαιρία. Τη μέρα των γενεθλίων του, ο Ηρώδης παρέθεσε μια γιορτή στους άρχοντες της αυλής του, στους αξιωματικούς και στους προύχοντες της Γαλιλαίας. Η κόρη της Ηρωδιάδας, η Σαλώμη, χόρεψε μπροστά στους καλεσμένους και άρεσε τόσο πολύ στον Ηρώδη, ώστε ορκίστηκε να της προσφέρει ό,τι θα του ζητούσε: «Ζήτησε μου ό,τι θα ήθελες και θα σου το δώσω ακόμα και το μισό μου βασίλειο». Η νεαρή κοπέλα πήγε και βρήκε τη μητέρα της και της είπε: «Τι να ζητήσω;» Η Ηρωδιάδα της απάντησε: «Το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή». Η Σαλώμη γύρισε βιαστικά στον βασιλιά και του είπε: «Θέλω να μου δώσεις αμέσως, επάνω σε ένα πιάτο το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή!» Ο βασιλιάς καταστενοχωρήθηκε, αλλά εξ αιτίας του όρκου του δεν ήθελε να της αρνηθεί αυτό που του ζήτησε. Τότε έστειλε στη φυλακή ένα φρουρό με διαταγή να αποκεφαλίσει τον Ιωάννη. Κι αυτός αφού πήγε και βρήκε τον Ιωάννη, τον αποκεφάλισε και έφερε το κεφάλι του σ’ ένα πιάτο. Το έδωσε στη νεαρή κοπέλα και εκείνη το πήγε στη μητέρα της. Οι μαθητές του Ιωάννη όταν το έμαθαν, πήγαν και πήραν το σώμα του και το έθαψαν σε ένα μνημείο. Μετά πήγαν και διηγήθηκαν αυτό το περιστατικό στον Ιησού. Αφού το έμαθε εκείνος μπήκε σε μια βάρκα για να πάει σ’ ένα έρημο μέρος και οι μαθητές του τον ακολούθησαν.

Ο ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΤΩΝ Έπειτα απ’ αυτά, αναχώρησε ο Ιησούς στα μέρη της Γαλιλαίας και πέρασε μαζί με τους μαθητές του στο απέναντι μέρος της λίμνης της Γαλιλαίας, που λέγεται και θάλασσα της Τιβεριάδας. Πολλοί άνθρωποι οι οποίοι είδαν την αναχώρηση του, έτρεξαν με τα πόδια από διάφορα μέρη εκεί που πήγε. Όταν ο Ιησούς κατέβηκε από τη βάρκα, είδε αυτό το μεγάλο πλήθος και συγκινήθηκε, επειδή ήταν σαν πρόβατα χωρίς βοσκό. Άρχισε τότε να τους διδάσκει. Και αφού πέρασε αρκετή ώρα, οι μαθητές του τον πλησίασαν και του είπαν: «Είμαστε σε έρημο μέρος και η ώρα είναι ήδη περασμένη. Διάλυσέ τους για να πάνε στα γύρω χωριά για να αγοράσουν τροφές». Και αυτός τους απάντησε: «Δώστε τους εσείς να φάνε». Αλλά αυτοί του είπαν: «Εδώ δεν έχουμε, παρά μόνο πέντε ψωμιά και δύο ψάρια». Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Φέρτε τα εδώ». Κι αφού τα πήρε στα χέρια του, σήκωσε τα μάτια του στον ουράνιο Πατέρα και τα ευλόγησε. Μετά έκοψε τα ψωμιά και τα έδωσε στους μαθητές, για να τα βάλουν μπροστά σε

αυτούς που καθόντουσαν. Το ίδιο έκανε και με τα ψάρια. Τελικά έφαγαν όλοι και χόρτασαν. Ήσαν δε όλοι αυτοί που έφαγαν πέντε χιλιάδες, εκτός από τις γυναίκες και τα παιδιά. Όταν τελείωσαν ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Μαζέψτε τα περισσεύματα για να μη χαθεί τίποτα». Τα μάζεψαν και γέμισαν δώδεκα κοφίνια. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

27


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΑΔΙΖΕΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΚΥΜΑΤΑ Αφού διάλυσε το πλήθη του κόσμου ο Ιησούς διέταξε τους μαθητές του να μπουν σε μια βάρκα και να περάσουν στην απέναντι όχθη, προς την Καπερναούμ. Και αυτός ανέβηκε επάνω στο βουνό για να προσευχηθεί. Και ήρθε το βράδυ και ήταν ακόμα τελείως μόνος. Στο μεταξύ η βάρκα είχε απομακρυνθεί πολύ από την ακτή και τη χτυπούσαν τα κύματα, επειδή ο αέρας ήταν ενάντιος. Κατά τις τελευταίες ώρες της νύχτας, βλέποντας ότι οι μαθητές του βασανίζονταν πολύ λόγω της τρικυμίας, ο Ιησούς πήγε προς αυτούς, περπατώντας επάνω στα νερά. Όταν τον είδαν να περπατάει επάνω στη λίμνη, τρομοκρατήθηκαν επειδή νόμιζαν ότι ήταν φάντασμα και άρχισαν να φωνάζουν τρομαγμένοι. Αλλά αμέσως ο Ιησούς τους είπε: «Εγώ είμαι, μη φοβάστε!» Και ο Πέτρος του απάντησε: «Εσύ είσαι Κύριε; Εάν είσαι εσύ, διάταξε ώστε να έρθω προς εσένα περπατώντας επάνω στο νερό!» Και ο Ιησούς του είπε: «Έλα!» Αφού κατέβηκε από τη βάρκα, ο Πέτρος άρχισε να περπατάει επάνω στο νερό για να πάει προς τον Ιησού. Αλλά βλέποντας ότι ο άνεμος ήταν δυνατός φοβήθηκε και άρχισε να βυθίζεται. Τότε φώναξε: «Κύριε, σώσε με!» Αμέσως ο Ιησούς άπλωσε το χέρι του, τον έπιασε και του είπε: «Ολιγόπιστε, γιατί δείλιασες;» Μόλις ανέβηκαν στη βάρκα ο αέρας σταμάτησε. Οι μαθητές του που ήταν στη βάρκα έπεσαν στα πόδια του λέγοντας: «Πραγματικά είσαι ο Υιός του Θεού!»

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΝΟΜΟΣ Όταν πέρασαν στην άλλη όχθη βρέθηκαν στη χώρα της Τιβεριάδας. Μόλις αποβιβάστηκαν από τη βάρκα, οι κάτοικοι της περιοχής τους αναγνώρισαν και διέδωσαν το νέο στη γύρω περιοχή. Και έτσι του έφεραν όλους τους αρρώστους, οι οποίοι τον παρακαλούσαν να τους αφήσει ν’ αγγίξουν μόνο μια άκρη του χιτώνα του και όλοι όσοι τον άγγιζαν θεραπεύονταν. Τότε οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι οποίοι είχαν έρθει από την Ιερουσαλήμ, μαζεύτηκαν γύρω του. Και είδαν μερικούς από τους μαθητές του να τρώνε, χωρίς να πλύνουν τα χέρια τους -στην πραγματικότητα οι Φαρισαίοι και όλοι οι Ιουδαίοι δεν τρώνε, αν δεν πλύνουν τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα, σύμφωνα με την παράδοση των παλιότερων και όταν επιστρέφουν από την αγορά δεν τρώνε, αν δεν καθαριστούν πρώτα- και τον ρώτησαν: «Γιατί οι μαθητές σου δεν ακολουθούν την παράδοση των παλιότερων, αλλά τρώνε με ακάθαρτα χέρια;» Και αυτός τους απάντησε: «Υποκριτές, ο Ησαΐας καλά είχε προφητέψει για σας, όταν έγραψε: «Αυτός ο λαός με τιμά με τα χείλη, αλλά η καρδιά του έχει απομακρυνθεί από εμένα. Μάταια θα με λατρεύουν διδάσκοντας διδασκαλίες που είναι παραγγέλματα ανθρώπων. Παραβαίνετε την εντολή του Θεού και τηρείτε την παράδοση των ανθρώπων». Μετά φώναξε τα πλήθη και τους είπε: «Ακούστε και προσπαθήστε να καταλάβετε. Δεν υπάρχει τίποτα απ’ όσα παίρνει ο άνθρωπος από έξω και τα βάζει μέσα του, που να μπορεί να τον μολύνει. Αλλά εκείνο που βγαίνει από το στόμα του είναι που τον κάνουν ακάθαρτο». Όταν μπήκαν σ’ ένα σπίτι μακριά από το πλήθος, οι μαθητές του τον πλησίασαν και του είπαν: «Γνωρίζεις ότι οι Φαρισαίοι σκανδαλίστηκαν με τα λόγια σου;» Τους απάντησε: «Κάθε φυτό που δεν έχει φυτευτεί από τον Πατέρα μου που βρίσκεται στον ουρανό θα ξεριζωθεί. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

28


Αφήστε τους, αυτοί είναι τυφλοί που οδηγούν τυφλούς. Και αν τυφλός οδηγεί τυφλό θα πέσουν και οι δυο στο χαντάκι.» Ο Πέτρος του ζήτησε να τους εξηγήσει αυτή την παραβολή. Και ο Ιησούς είπε: «Και εσείς ακόμα είστε ανίκανοι να καταλάβετε; Δεν καταλαβαίνετε πως ό,τι μπαίνει μέσα στο στόμα πηγαίνει στο στομάχι και μετά αποβάλλεται; Αλλά ό,τι βγαίνει από το στόμα προέρχεται από την καρδιά και αυτό είναι που μολύνει τον άνθρωπο. Επειδή από την καρδιά προέρχονται οι κακές σκέψεις, οι αποφάσεις, οι μοιχείες, οι πορνείες, οι φόνοι, οι ψευδομαρτυρίες και οι βλασφημίες. Αυτά είναι τα πράγματα που μολύνουν τον άνθρωπο και όχι το να τρώει με ακάθαρτα χέρια».

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΤΗΣ ΒΗΘΣΑΪΔΑ Όταν ήρθε ο Ιησούς στη Βηθσαϊδά, του φέρνουν έναν τυφλό και τον παρακαλούν να τον αγγίξει. Έπιασε ο Ιησούς τον τυφλό από το χέρι και τον έφερε έξω από το χωριό. Έβαλε σάλιο στα μάτια του, ακούμπησε τα χέρια πάνω του και τον ρώτησε αν βλέπει τίποτε. Εκείνος, αρχίζοντας να ξαναβρίσκει το φως του, είπε: «Βλέπω τους ανθρώπους· τους βλέπω όμως σαν δέντρα που περπατούν». Ύστερα πάλι έβαλε τα χέρια του ο Ιησούς στα μάτια του τυφλού και τον έκανε να βλέπει καθαρά. Η όρασή του αποκαταστάθηκε και τα έβλεπε όλα ξεκάθαρα. Κι ο Ιησούς τον έστειλε σπίτι του λέγοντας: «Ούτε στο χωριό να μπεις ούτε να πεις τίποτα σε κανένα στο χωριό».

ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Ο Ιησούς και οι μαθητές του επέστρεψαν στη χώρα της Δεκαπόλεως. Φτάνοντας στα μέρη της Καισάρειας του βασιλιά Φιλίππου, ρώτησε τους μαθητές του: «Ποιος νομίζουν οι άνθρωποι ότι είμαι εγώ, ο Υιός του Ανθρώπου; Αυτοί απάντησαν: «Άλλοι λένε πως είσαι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής και άλλοι ο Ηλίας. Ακόμα άλλοι λένε ότι είσαι ο Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτες». «Και εσείς; τι λέτε εσείς ότι είμαι;» Ο Πέτρος απάντησε: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος!» Ο Ιησούς του είπε: «Μακάριος είσαι εσύ, Πέτρο γιε του Ιωνά, επειδή δε σου φανέρωσε την αλήθεια σάρκα και αίμα, δηλαδή κάποιος άνθρωπος, αλλά ο Πατέρας μου που είναι στον Ουρανό. Και εγώ σου λέω ότι εσύ είσαι ο Πέτρος και σε αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου και οι δυνάμεις της Κόλασης δε θα έχουν καμία δύναμη επάνω της. Θα σου δώσω τα κλειδιά της Βασιλείας των Ουρανών και όποιο αμάρτημα δεν θα συγχωρείς στη γη, δεν θα συγχωρείται στους ουρανούς και όποιο θα συγχωρείς στη γη, θα συγχωρείται και στους ουρανούς». Μετά έδωσε αυστηρή εντολή στους μαθητές του να μην πουν σε κανένα ότι είναι ο Χριστός.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

29


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΓΓΕΛΛΕΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ Από τότε άρχισε να λέει ο Ιησούς ανοιχτά στους μαθητές του ότι επρόκειτο να πάει στην Ιερουσαλήμ και να πάθει πολλά από τους πρεσβυτέρους, τους αρχιερείς και τους γραμματείς και να πεθάνει και να αναστηθεί την τρίτη μέρα. Αλλά ο Πέτρος τον πήρε ιδιαιτέρως και άρχισε με ζωηρότητα να συνιστά και να του λέει: «Ο Θεός να σε φυλάξει, ω Κύριε! Να μη συμβεί αυτό». Αλλά ο Ιησούς γύρισε και του απάντησε: «Ύπαγε πίσω μου σατανά! Οι σκέψεις σου δεν είναι σκέψεις του Θεού, αλλά των ανθρώπων και γι’ αυτό με βάζεις σε πειρασμό». Μετά είπε στους μαθητές του: «Αν κάποιος πραγματικά είναι οπαδός μου και θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθήσει. Επειδή αυτός που θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει, αλλά αυτός που θα τη χάσει εξ αιτίας μου θα τη βρει. Και τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, αν κερδίσει τον κόσμο όλο, αλλά χάσει την ψυχή του; Ποια τιμή μπορεί να πληρώσει ο άνθρωπος για να ξαναγοράσει την ψυχή του; Επειδή ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει με τους αγγέλους του και θα αποδώσει στον καθένα ανάλογα με τα έργα του. Αλήθεια σας λέω, υπάρχουν μερικοί που είναι εδώ παρόντες και που δεν θα πεθάνουν, πριν να δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται μέσα στη Βασιλεία του», (δηλαδή, να ιδρύει με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος την Εκκλησία του).

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ Έξι μέρες μετά, ο Ιησούς πήρε μαζί του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τον αδελφό του και τους ανέβασε αυτούς μόνο σ’ ένα ψηλό βουνό. Και εκεί μπροστά στα μάτια τους μεταμορφώθηκε. Το πρόσωπό του έλαμψε σαν τον ήλιο και τα ρούχα του έγιναν άσπρα σαν το φως. Και να, ο Μωυσής και ο Ηλίας τους παρουσιάστηκαν και συνομιλούσαν μαζί με τον Ιησού. Τότε ο Πέτρος απευθυνόμενος στον Ιησού είπε: «Κύριε, καλό είναι να μείνουμε εδώ. Αν θέλεις, θα στήσω τρεις σκηνές: μια για σένα, μια για το Μωυσή και μια για τον Ηλία». Ενώ μιλούσε ξαφνικά μια φωτεινή νεφέλη τους σκέπασε και μια φωνή ακούστηκε να λέει μέσα από αυτή, αυτά τα λόγια: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίο να υπακούετε!» Όταν άκουσαν αυτά τα λόγια, οι μαθητές έπεσαν με το πρόσωπο στη γη, γιατί φοβήθηκαν πολύ. Αλλά ο Ιησούς πλησιάζοντας τους άγγιξε και τους είπε: «Σηκωθείτε και μη φοβάστε». Αυτοί σήκωσαν τα μάτια και δεν είδαν παρά μόνο τον Ιησού. Όπως κατέβαιναν από το βουνό, ο Ιησούς τους έδωσε αυτή την εντολή: «Μην πείτε σε κανένα αυτό το όραμα, μέχρι να αναστηθεί εκ νεκρών ο Υιός του Ανθρώπου». Και οι μαθητές του τον ρώτησαν: ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

30


«Γιατί λοιπόν οι γραμματείς λένε ότι πρέπει να έρθει πρώτα ο Ηλίας;» Ο Ιησούς απάντησε: «Είναι αλήθεια ότι ο Ηλίας θα έρθει για να αποκαταστήσει τα πράγματα. Αλλά εγώ σας λέω ότι ο Ηλίας έχει έρθει ήδη και αυτοί δεν τον αναγνώρισαν και του φέρθηκαν όπως ήθελαν. Το ίδιο και ο Υιός του Ανθρώπου θα υποφέρει πολλά από αυτούς». Και αυτοί κατάλαβαν τότε ότι τους μιλούσε για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή.

Ο ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΟΣ Την άλλη μέρα όταν κατέβηκαν από το βουνό, ένα μεγάλο πλήθος ήρθε να συναντήσει τον Ιησού. Στο μέσο του πλήθους ένας άντρας άρχισε να φωνάζει: «Δάσκαλε, σε παρακαλώ, ρίξε ένα σπλαχνικό βλέμμα στον γιο μου, που είναι μοναχοπαίδι μου! Ένα πνεύμα τον καταλαμβάνει ξαφνικά, βγάζει δυνατές κραυγές, τον κάνει να έχει βίαιους σπασμούς και να βγάζει αφρούς από το στόμα και δύσκολα φεύγει από αυτόν, αφού τον συντρίψει τελείως. Παρακάλεσα τους μαθητές σου να το διώξουν, αλλά δεν μπόρεσαν». Ο Ιησούς απάντησε: «Ω γενιά άπιστη και διεστραμμένη, μέχρι πότε πρέπει να είμαι μαζί σας και να σας βοηθάω; Φέρε μου εδώ τον γιο σου». Όταν ο νεαρός πλησίασε, το πονηρό πνεύμα τον έριξε κάτω και τον τάραζε με σπασμούς. Ο Ιησούς ρώτησε τον πατέρα: «Από πότε συμβαίνει αυτό;» Ο πατέρας απάντησε: «Από την παιδική του ηλικία και συχνά το πνεύμα τον έχει ρίξει στη φωτιά και στο νερό για να τον σκοτώσει. Αλλά εσύ, αν μπορείς να κάνεις κάτι, λυπήσου μας και βοήθησε μας!» Τότε ο Ιησούς του είπε: «Αν μπορείς συ να πιστεύεις, τότε όλα είναι δυνατά για εκείνον που πιστεύει». Ο πατέρας του παιδιού απάντησε: «Πιστεύω! Βοήθησε με!» Ο Ιησούς βλέποντας το πλήθος να έρχεται διέταξε το ακάθαρτο πνεύμα: «Πνεύμα άλαλο και κουφό, σε διατάζω να βγεις από αυτό το παιδί και μην ξαναμπείς ποτέ!» Το παιδί έβγαλε κραυγές και τραντάχτηκε με σπασμούς για πολύ. Το πνεύμα έφυγε και το παιδί έμεινε σαν νεκρό για πολλή ώρα, ώστε πολλοί νόμισαν ότι πέθανε. Αλλά ο Ιησούς το πήρε από το χέρι και το βοήθησε να σηκωθεί και να σταθεί όρθιο. Αργότερα οι μαθητές του τον ρώτησαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να διώξουμε αυτό το πνεύμα;» Και ο Ιησούς τους απάντησε: «Επειδή είστε ολιγόπιστοι. Πραγματικά σας λέω, εάν έχετε πίστη όσο ένας σπόρος από σινάπι, θα μπορείτε να πείτε σε αυτό το βουνό: πήγαινε από εδώ και αυτό θα πηγαίνει και όλα θα είναι δυνατά για σας. Αλλά αυτό το είδος του δαιμονίου δεν βγαίνει, παρά μόνο με την προσευχή και τη νηστεία». Μετά έφυγαν από εκεί και διέσχισαν μαζί τη Γαλιλαία. Όμως ο Ιησούς δεν ήθελε να γνωρίζουν την παρουσία του, επειδή είχε αφιερωθεί στη διδασκαλία των μαθητών του. Τους έλεγε τα εξής: «Ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των ανθρώπων και αυτοί θα τον σκοτώσουν, αλλά την τρίτη μέρα θα αναστηθεί». Αλλά οι μαθητές δεν καταλάβαιναν τη σημασία των λόγων του και φοβόντουσαν να ζητήσουν εξηγήσεις.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΩΤΕΡΟΣ Έφτασαν στην Καπερναούμ και όταν μπήκαν μέσα στο σπίτι, ο Ιησούς τους ρώτησε: «Τι πράγμα συζητούσατε στον δρόμο;» Αλλά αυτοί σιωπούσαν επειδή στον δρόμο είχαν διαφωνήσει μεταξύ τους για το ποιος από αυτούς ήταν ο πρώτος.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

31


Τότε ο Ιησούς αφού κάθισε, κάλεσε τους δώδεκα μαθητές και τους είπε: «Αν κάποιος θέλει να είναι πρώτος, πρέπει να γίνει τελευταίος από όλους και υπηρέτης όλων». Αφού δε φώναξε ένα παιδί, το έβαλε στη μέση των μαθητών, μετά το πήρε στα γόνατα του και τους είπε: «Οποιοσδήποτε δεχτεί ένα παιδί σαν αυτό εδώ στο όνομα μου, δέχεται εμένα τον ίδιο. Και όποιος δέχεται εμένα, δέχεται Αυτόν που με έστειλε». Ο Ιωάννης πήρε τον λόγο και είπε: «Δάσκαλε, είδαμε ένα άνθρωπο που δεν ανήκει στην ομάδα μας να διώχνει τα δαιμόνια στο όνομα σου και θέλαμε να τον εμποδίσουμε». Και ο Ιησούς απάντησε: «Μην τον εμποδίσετε, επειδή αυτό που κάνει είναι ένα θαύμα στο όνομα μου. Μετά, δεν μπορεί ξαφνικά να μιλήσει άσχημα για μένα. Επειδή αυτός που δεν είναι εναντίον μας, είναι μαζί μας. Και αυτός που θα σας δώσει να πιείτε ένα ποτήρι νερό, επειδή είστε μαθητές του Χριστού, αλήθεια σας το λέω, δε θα χάσει την ανταμοιβή του. Αλλά αν κάποιος σκανδαλίσει έναν από αυτούς τους μικρούς που πιστεύουν σ’ εμένα, θα ήταν καλύτερα γι’ αυτόν να έβαζε στο λαιμό του μια μεγάλη μυλόπετρα και να έπεφτε στη θάλασσα. Επί πλέον, αν ο αδελφός σου σε έχει προσβάλει, επίπληξε τον ιδιαιτέρως. Αν σε ακούσει, κέρδισες τον αδελφό σου. Αν δεν σε ακούσει, φώναξε ένα ή δυο άτομα, ώστε όλη η υπόθεση να βεβαιωθεί με τον λόγο δυο ή τριών μαρτύρων. Αν αρνηθεί ν’ ακούσει και αυτούς, πες το αδίκημα στην Εκκλησία και αν αρνηθεί να ακούσει και την Εκκλησία, θεώρησε τον σαν ειδωλολάτρη και σαν τον αμετανόητο τελώνη. Επί πλέον σας λέγω ακόμα αληθινά, ότι αν δυο από σας μαζευτείτε για να ζητήσετε κάτι, θα σας δοθεί με τη βοήθεια του Πατέρα μου που είναι στον Ουρανό. Επειδή εκεί όπου συγκεντρώνονται δυο ή τρεις στο όνομα μου, εγώ είμαι στο μέσο τους». Τότε ο Πέτρος τον πλησίασε και του είπε: «Κύριε, πόσες φορές θα πρέπει να συγχωρήσω τον αδελφό μου, όταν μου κάνει κάτι; Μέχρι επτά φορές;» Και ο Ιησούς του απάντησε: «Εγώ σου λέω όχι μέχρι επτά φορές, αλλά μέχρι εβδομήντα φορές το επτά».

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ Έφεραν στον Ιησού παιδιά για να τα ευλογήσει· οι μαθητές όμως μάλωσαν αυτούς που τα έφεραν. Όταν το είδε ο Ιησούς, αγανάκτησε και τους είπε: «Αφήστε τα παιδιά να έρχονται σ’ εμένα. Μην τα εμποδίζετε. Γιατί η Βασιλεία του Θεού ανήκει σε ανθρώπους που είναι σαν κι

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

32


αυτά. Σας διαβεβαιώνω πως όποιος δε δεχτεί τη Βασιλεία του Θεού σαν παιδί δε θα μπει σ’ αυτήν». Τότε πήρε τα παιδιά στην αγκαλιά του και τα ευλογούσε βάζοντας τα χέρια του πάνω τους.

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΤΗ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΣΣΑ Όταν λοιπόν έμαθε ο Κύριος ότι οι Φαρισαίοι πληροφορήθηκαν πως ο Ιησούς αποκτά περισσότερους οπαδούς από τον Ιωάννη και τους βαφτίζει, — αν και ο ίδιος ο Ιησούς δε βάφτιζε αλλά οι μαθητές του — άφησε την Ιουδαία κι έφυγε πάλι για τη Γαλιλαία. Έπρεπε όμως να περάσει από τη Σαμάρεια. Έφτασε έτσι σε μια πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι· ήταν γύρω στο μεσημέρι. Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη ν’ αγοράσουν τρόφιμα. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «Δώσ’ μου να πιω». Η γυναίκα τού απάντησε: «Εσύ είσαι Ιουδαίος κι εγώ Σαμαρείτισσα. Πώς μπορείς να ζητάς να σου δώσω νερό να πιεις;» — επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες. Ο Ιησούς της απάντησε: «Αν ήξερες ποιος είναι αυτός που σου λέει "δώσ’ μου να πιω", τότε εσύ θα του ζητούσες τη δωρεά του Θεού, κι εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε καν κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, το ’χεις το τρεχούμενο νερό; Αυτό το πηγάδι μάς το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ· ήπιε απ’ αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος απ’ αυτόν;» Ο Ιησούς της απάντησε: «Όποιος πίνει απ’ αυτό το νερό θα διψάσει πάλι· όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει ποτέ, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του μια πηγή που θ’ αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δώσ’ μου αυτό το νερό για να μη διψάω, κι ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω». Τότε ο Ιησούς της είπε: «Πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου κι έλα εδώ». «Δεν έχω άντρα», απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λέει: «Σωστά είπες, "δεν έχω άντρα"· γιατί πέντε φορές παντρεύτηκες, κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου· πάνω σ’ αυτό είπες την αλήθεια». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης· οι προπάτορές μας λάτρεψαν το Θεό σ’ αυτό το βουνό· εσείς όμως λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει». «Πίστεψέ με, γυναίκα», της λέει τότε ο Ιησούς, «είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σ’ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα. Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν το ξέρετε· εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που το ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήρθε ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

33


κιόλας, που όσοι πραγματικά λατρεύουν, θα λατρέψουν τον Πατέρα πνευματικά και αληθινά· γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με την δύναμη του Πνεύματος που φανερώνει την αλήθεια». Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ, που σου μιλάω αυτή τη στιγμή». Εκείνη τη στιγμή ήρθαν οι μαθητές του κι απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα. Βέβαια, κανείς δεν είπε «τι συζητάς;» ή «γιατί μιλάς μαζί της;» Τότε η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, πήγε στην πόλη κι άρχισε να λέει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου· μήπως είναι αυτός ο Μεσσίας;» Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη κι έρχονταν σ’ αυτόν. Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακαλούσαν κι έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε κάτι». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». Κι οι μαθητές έλεγαν μεταξύ τους: «Μήπως του ’φερε κανείς να φάει;» Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. Εσείς συνηθίζετε να λέτε "τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός". Εγώ σας λέω: σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για το θερισμό. Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. Γιατί εδώ αληθεύει η παροιμία "άλλος είναι που σπέρνει, άλλος που θερίζει". Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που γι’ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους κόπο». Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ’ αυτόν, εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». Όταν λοιπόν οι Σαμαρείτες ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· κι έμεινε εκεί δύο μέρες. Έτσι, πίστεψαν πολύ περισσότεροι ακούγοντας τα λόγια του κι έλεγαν στη γυναίκα: «Η πίστη μας δε στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια· γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΔΟΥΛΩΝ «Πραγματικά η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με ένα βασιλιά που θέλησε να λογαριαστεί με τους δούλους του. Όταν άρχισε να εξετάζει τους λογαριασμούς, του έφεραν ένα δούλο ο οποίος χρωστούσε το τεράστιο ποσό των δέκα χιλιάδων ταλάντων. Επειδή δεν είχε να τα πληρώσει, ο βασιλιάς διέταξε να πουληθεί αυτός, η γυναίκα του, τα παιδιά του και όλα όσα είχε για να πληρωθεί το χρέος του. Τότε ο δούλος πέφτοντας στα πόδια του τον παρακάλεσε και είπε: «Κύριε, κάνε υπομονή και θα σου τα ξεπληρώσω όλα». Ο βασιλιάς επειδή τον λυπήθηκε, του χάρισε το χρέος και τον άφησε να φύγει. Μόλις βγήκε έξω αυτός ο δούλος συνάντησε έναν από τους συντρόφους του, ο οποίος του χρωστούσε το μικρό ποσό των εκατό δηναρίων. Τον έπιασε από τον λαιμό και τον πίεζε λέγοντας του: «Δώσε μου αυτά που μου χρωστάς». Ο σύντροφος του τον παρακαλούσε να δείξει υπομονή, υποσχόμενος ότι θα του επιστρέψει τα οφειλόμενα. Αλλά αυτός δεν υποχώρησε και τον έβαλε στη φυλακή μέχρι να πληρώσει το χρέος. Οι άλλοι δούλοι βλέποντας τι έγινε θύμωσαν πολύ και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριο τους τι είχε γίνει. Τότε ο κύριος φώναξε τον δούλον αυτόν και του είπε: «Κακέ δούλε, σου χάρισα όλο σου το χρέος, επειδή με παρακάλεσες. Δεν έπρεπε και εσύ να σπλαχνισθείς τον σύνδουλό σου, όπως έκανα εγώ για σένα;» Και γεμάτος θυμό τον παρέδωσε στους βασανιστές μέχρι να πληρώσει το χρέος του. Έτσι και ο Πατέρας μου ο Ουράνιος θα σας φερθεί, αν δε συγχωρέσετε τους αδελφούς σας με όλη σας την καρδιά». Όταν ο Ιησούς τελείωσε αυτά τα λόγια, έφυγε από τη Γαλιλαία και πήγε στα σύνορα της Ιουδαίας, πέρα από τον Ιορδάνη. Τον ακολουθούσε ένα μεγάλο πλήθος και αυτός θεράπευε όσους αρρώστους ήταν ανάμεσα τους. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

34


Όταν ήταν στον δρόμο, ένας άνθρωπος του είπε: «Κύριε, θα σε ακολουθήσω παντού, όπου και αν πας». Αλλά ο Ιησούς του απάντησε: «Οι αλεπούδες έχουν τις τρύπες τους και τα πουλιά του ουρανού τις φωλιές τους, ο δε Υιός του Ανθρώπου δεν έχει που να ακουμπήσει το κεφάλι του». Μετά είπε σε έναν άλλο: «Ακολούθησε με» αλλά ο άνθρωπος απάντησε: «Κύριε, επίτρεψέ μου να πάω πρώτα να θάψω τον πατέρα μου». Αλλά ο Ιησούς του είπε: «Άσε τους πνευματικά νεκρούς που δεν πιστεύουν, να θάψουν τους δικούς τους νεκρούς και εσύ πήγαινε να αναγγείλεις τη Βασιλεία του Θεού». Ένας άλλος του είπε «Θα σε ακολουθήσω, Κύριε, αλλά επίτρεψέ μου να πάω πρώτα να αποχαιρετήσω εκείνους που είναι στο σπίτι μου». Και ο Ιησούς του απάντησε: «Όποιος βάλει το χέρι του στο αλέτρι και κοιτάζει πίσω, δεν είναι κατάλληλος για τη Βασιλεία του Θεού».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΣΤΕΛΛΕΙ ΤΟΥΣ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΝΑ ΚΗΡΥΞΟΥΝ Μετά από αυτό ο Κύριος διάλεξε ακόμα άλλους εβδομήντα μαθητές και τους έστειλε δυο-δυο πριν από αυτόν σε όλες τις πόλεις και σε όλα τα μέρη, όπου ήθελε να πάει ο ίδιος. Και τους είπε: «Ο θερισμός είναι πολύς, αλλά οι εργάτες λίγοι. Παρακαλέστε, λοιπόν, τον Κύριο, να στείλει κι άλλους εργάτες για τον θερισμό. Πηγαίνετε! Να εγώ σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους. Μην πάρετε μαζί σας ούτε σακίδιο, ούτε χρήματα, ούτε παπούτσια και μη χαιρετάτε κανένα στον δρόμο. Και μέσα σε κάθε σπίτι που μπαίνετε να λέτε πρώτα: «Ειρήνη να είναι μέσα σε αυτό το σπίτι!» και αν βρίσκεται εκεί ένας ειρηνικός άνθρωπος, η ειρήνη σας θα πάει επάνω του, διαφορετικά θα ξαναγυρίσει σ’ εσάς. Να μένετε μέσα στο σπίτι αυτό και να τρώτε και να πίνετε ό,τι θα σας δώσουν, επειδή ο εργάτης αξίζει τον μισθό του. Μην πηγαίνετε από σπίτι σε σπίτι. Αν μπαίνετε σε μια πόλη και σας κάνουν καλή υποδοχή, φάτε ό,τι σας δώσουν, θεραπεύατε τους αρρώστους που υπάρχουν εκεί και πείτε τους: «Η Βασιλεία του Θεού είναι κοντά σας». Αλλά αν μπείτε σε μια πόλη που δεν είστε καλοδεχούμενοι, πηγαίνετε στις πλατείες και στους δρόμους της και πείτε: «Τινάζουμε επάνω σας ακόμα και τη σκόνη από την πόλη σας που κόλλησε στα παπούτσια μας. Να γνωρίζετε ότι η Βασιλεία του Θεού είναι κοντά». Πραγματικά σας λέω ότι αυτή τη μεγάλη μέρα τα Σόδομα είχαν λιγότερο κακή τύχη από αυτή την πόλη. Αλίμονο σ’ εσένα Χοραζίν! Αλίμονο σ’ εσένα Βηθσαϊδά! Επειδή αν τα θαύματα που είχαν γίνει σ’ εσάς είχαν γίνει στην Τύρο και στη Σιδώνα, εδώ και πολύ καιρό θα είχαν μετανιώσει, φορώντας σάκο και ρίχνοντας στάχτη επάνω τους. Γι’ αυτό την ημέρα της Κρίσεως η Τύρος και η Σιδών θα κριθούν λιγότερο αυστηρά από εσάς. Και εσύ Καπερναούμ νομίζεις ότι θα σηκωθείς μέχρι τον ουρανό; Θα γκρεμιστείς μέχρι τον Άδη! Αυτός που σας ακούει, ακούει εμένα και αυτός που σας απορρίπτει, απορρίπτει εμένα. Αλλά αυτός που απορρίπτει εμένα, απορρίπτει Αυτόν που με έστειλε».

ΆΛΛΕΣ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ Ο Ιησούς ήταν έτοιμος να φύγει, όταν έτρεξε κάποιος, έπεσε στα γόνατά του και τον ρώτησε: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» Κι ο Ιησούς του είπε: «Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός. Ξέρεις τις εντολές: μη μοιχεύσεις, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, μη στερήσεις κάποιον απ’ ό,τι του ανήκει, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Εκείνος αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλα αυτά τα τηρώ από τα νιάτα μου». Ο Ιησούς τότε τον κοίταξε γεμάτος αγάπη και του είπε: «Ένα πράγμα σού λείπει: εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντα σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό· κι έλα να με ακολουθήσεις σηκώνοντας το σταυρό σου». Αλλά εκείνος, μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, έγινε σκυθρωπός κι έφυγε λυπημένος, γιατί είχε μεγάλη περιουσία. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

35


Ο Ιησούς έστρεψε ολόγυρα τη ματιά του και είπε στους μαθητές του: «Πολύ δύσκολα αυτοί που έχουν τα χρήματα θα μπουν στη Βασιλεία του Θεού». Οι μαθητές ταράχτηκαν από τα λόγια του. Ο Ιησούς όμως τους είπε ακόμη: «Παιδιά μου, πολύ δύσκολο είναι να μπουν στη Βασιλεία του Θεού όσοι έχουν στηρίξει τις ελπίδες τους στα χρήματα». Είναι πιο εύκολο να περάσει καμήλα από τη βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού». Οι μαθητές ένιωσαν ακόμη πιο μεγάλη κατάπληξη κι έλεγαν μεταξύ τους: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» Ο Ιησούς τους κοίταξε και τους είπε: «Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, όχι όμως και για το Θεό· γιατί όλα είναι δυνατά για το Θεό».

ΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ «Η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με τον οικοδεσπότη ενός σπιτιού που βγήκε το χάραμα για να μισθώσει εργάτες για το αμπέλι του. Αφού συμφώνησε μαζί τους για τον μισθό που ήταν ένα δηνάριο τη μέρα, τους έστειλε για δουλειά. Στις 9 η ώρα το πρωί βγήκε και είδε άλλους που βρισκόντουσαν στην πλατεία χωρίς να κάνουν τίποτα. Και τους είπε: «Πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι και θα σας δώσω ότι είναι δίκαιο». Και εκείνοι πήγαν εκεί. Βγήκε πάλι το μεσημέρι και μετά στις 3 και έκανε το ίδιο. Όταν ξαναβγήκε στις 5 βρήκε άλλους οι οποίοι δεν έκαναν τίποτα και τους ρώτησε: «Γιατί κάθεστε όλη μέρα χωρίς να κάνετε τίποτα;» Και εκείνοι απάντησαν: «Κανείς δε μας μίσθωσε το πρωί». «Πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι», τους είπε. Το βράδυ ο ιδιοκτήτης του αμπελώνα είπε στον επιστάτη του: «Φώναξε τους εργάτες και πλήρωσε το μισθό τους αρχίζοντας από τους τελευταίους προς τους πρώτους». Αυτοί που προσλήφθηκαν στις 5 παρουσιάστηκαν πρώτοι, και πήραν ο καθένας από ένα δηνάριο. Εκείνοι που προσλήφθηκαν πρώτοι σκέφτηκαν ότι θα πληρωνόντουσαν πιο πολύ, αλλά όταν είδαν ότι και αυτοί επίσης πήραν ένα δηνάριο, μουρμούριζαν κατά του ιδιοκτήτη του αμπελιού λέγοντας: «Αυτοί οι τελευταίοι εργάστηκαν μόνο μια ώρα και αυτός τους πλήρωσε όσο και εμάς, που εργαστήκαμε όλη την ημέρα». Ο ιδιοκτήτης απάντησε σ’ έναν από αυτούς: «Φίλε μου, δεν σε αδίκησα. Δεν συμφωνήσαμε ότι θα πάρεις ένα δηνάριο; Πάρε ό,τι σου ανήκει και πήγαινε. Θέλω να δώσω στον τελευταίο όσα έδωσα και σ’ εσένα. Δεν έχω το δικαίωμα να κάνω τα λεφτά μου ό,τι θέλω; Ή βλέπεις τη γενναιοδωρία μου αυτή με άσχημο μάτι; Έτσι, οι τελευταίοι θα γίνουν πρώτοι και οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΠΡΟΒΑΤΟ Όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί συνήθιζαν να πλησιάζουν τον Ιησού και να τον ακούνε. Οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς διαμαρτύρονταν, λέγοντας ότι αυτός δέχεται αμαρτωλούς και τρώει μαζί τους. Εκείνος τότε τους είπε την ακόλουθη παραβολή: «Ποιος από σας που έχει εκατό πρόβατα, αν χάσει ένα από αυτά, δε θα εγκαταλείψει τα ενενήντα εννιά στην έρημο για να ψάξει για το χαμένο ώσπου να το βρει; Όταν το βρει, το βάζει χαρούμενος στους ώμους του και, αφού έρθει στο σπίτι, προσκαλεί τους φίλους και τους γείτονες λέγοντάς τους: «Χαρείτε μαζί μου, γιατί βρήκα το χαμένο μου πρόβατο». Σας βεβαιώνω πως το ίδιο χαρά θα είναι στον ουρανό για την μετάνοια ενός αμαρτωλού παρά για ενενήντα εννιά δικαίους, που δεν έχουν ανάγκη από μετάνοια».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

36


Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ Είπε δε ακόμη και αυτή την παραβολή «Ένας άνθρωπος είχε δυο γιους. Ο νεότερος είπε στον πατέρα του: «Πατέρα μου, δώσε μου το μέρος της περιουσίας που μου ανήκει!» Και ο πατέρας τους μοίρασε την περιουσία του. Λίγες μέρες μετά ο νεότερος γιος, έχοντας συγκεντρώσει όλη την περιουσία του, έφυγε σε μακρινή χώρα, όπου σπατάλησε την περιουσία του ζώντας στην ασωτία. Όταν ξόδεψε ό,τι είχε, έπεσε μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη και βρέθηκε σε μεγάλη φτώχεια. Πήγε τότε υπηρέτης σ’ ένα από τους κατοίκους της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια να φυλάει γουρούνια. Για να ικανοποιήσει δε την πείνα του έτρωγε από τα χαρούπια που έτρωγαν τα γουρούνια. Κάποιαν όμως μέρα συνήλθε και είπε μέσα του: «Πόσοι δούλοι του πατέρα μου έχουν άφθονο ψωμί, ενώ εγώ πεθαίνω από την πείνα! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: Πατέρα μου, αμάρτησα ενώπιον του Θεού και ενώπιον σου. Δεν έχω πια το δικαίωμα να είμαι γιος σου, κάνε με σαν ένα από τους δούλους σου». Έφυγε λοιπόν και ξαναγύρισε στον πάτερα του. Αυτός βλέποντας τον από μακριά τον λυπήθηκε και έτρεξε να τον συναντήσει. Έβαλε τα χέρια του γύρω από το λαιμό του παιδιού του και τον αγκάλιασε τρυφερά. Τότε αυτός του είπε: «Πατέρα μου, αμάρτησα ενώπιον του Ουρανού και ενώπιον, σου. Δεν έχω το δικαίωμα να είμαι γιος σου». Αλλά ο πατέρας του διέταξε τους δούλους του: «Φέρτε γρήγορα την πιο καλή φορεσιά και ντύστε τον. Βάλτε του ένα δαχτυλίδι στο δάχτυλο και σανδάλια στα πόδια. Σφάξτε το πιο παχύ μοσχάρι και οργανώστε μια γιορτή, επειδή ο γιος μου ήταν πεθαμένος και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και ξαναβρέθηκε». Και άρχισαν να διασκεδάζουν. Αλλά ο μεγαλύτερος γιος ήταν στα χωράφια και όταν γυρίζοντας έφτασε κοντά στο σπίτι, άκουσε τραγούδια και χορούς. Φώναξε έναν από τους δούλους και τον ρώτησε τι σήμαινε αυτή η γιορτή. Και εκείνος απάντησε: «Ο αδερφός σου γύρισε και επειδή είναι γερός ο πατέρας σου έσφαξε το πιο παχύ μοσχάρι». Τότε αυτός θύμωσε και δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. Αλλά ο πατέρας του βγήκε και τον παρακάλεσε να μπει μέσα. Αυτός όμως του απάντησε: «Σε υπηρέτησα τόσα χρόνια, ποτέ δεν παράκουσα καμιά διαταγή σου και παρ’ όλα αυτά ποτέ δε μου έδωσες ένα κατσίκι για να χαρώ με τους φίλους μου. Ενώ μόλις γύρισε ο αδελφός μου, αυτός που σπατάλησε όλη την περιουσία, εσύ έσφαξες γι’ αυτόν το πιο παχύ μοσχάρι». Ο πατέρας του απάντησε: «Παιδί μου, εσύ είσαι πάντα μαζί μου και ό,τι έχω είναι δικό σου. Έπρεπε να κάνω τη γιορτή και να διασκεδάσουμε, γιατί ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και ξαναβρέθηκε».

Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ «Ένας άνθρωπος, ο οποίος κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, έπεσε σ’ ενέδρα ληστών, οι οποίοι αφού τον πλήγωσαν και τον λήστεψαν, τον άφησαν μισοπεθαμένο κι έφυγαν. Ένας ιερέας, ο οποίος κατά τύχη κατέβαινε από τον ίδιο δρόμο, τον είδε, τον προσπέρασε και συνέχισε τον δρόμο του. Σε λίγο πέρασε από εκεί και ένας Λευίτης, τον είδε και τον προσπέρασε κι αυτός. Αλλά ένας Σαμαρείτης, ο οποίος ταξίδευε, τον λυπήθηκε όταν πέρασε δίπλα του. Τον πλησίασε, έπλυνε τις πληγές του με λάδι και κρασί και τις έδεσε. Μετά τον ανέβασε στο ζώο ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

37


του, τον οδήγησε σε ένα πανδοχείο και τον φρόντισε. Την άλλη μέρα έδωσε δυο δηνάρια στον ξενοδόχο και του είπε: «Φρόντισε τον και αν ξοδέψεις περισσότερα, θα σου τα δώσω όταν επιστρέψω». Ποιος από αυτούς τους τρεις σας φαίνεται ότι ήταν πλησίον αυτού, που έπεσε στην ενέδρα των ληστών». «Είναι αυτός που τον λυπήθηκε», είπε ο νομομαθής. Και ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε και κάνε το ίδιο».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ Ο Ιησούς διηγήθηκε ακόμα στους μαθητές του: «Ήταν κάποιος πλούσιος, ο οποίος ήταν ντυμένος με πορφύρα και λινό, και κάθε μέρα διασκέδαζε με πολυτελή γεύματα. Ένας ζητιάνος που λεγόταν Λάζαρος, γεμάτος πληγές, ήταν ξαπλωμένος στην πόρτα του με την ελπίδα να χορτάσει την πείνα του με τα αποφάγια που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Ήταν τόσο δυστυχισμένος, που και τα σκυλιά ακόμα ερχόντουσαν να γλείψουν τις πληγές του. Ο φτωχός πέθανε και μεταφέρθηκε από τους αγγέλους στους κόλπους του Αβραάμ. Πέθανε και ο πλούσιος αυτός και θάφτηκε. Και στον Άδη σήκωσε τα μάτια και είδε από μακριά τον Αβραάμ μαζί με το Λάζαρο και του φώναξε: «Πάτερ Αβραάμ, λυπήσου με και στείλε τον Λάζαρο να βάλει το δάχτυλο του στο νερό και να δροσίσει τη γλώσσα μου, επειδή υποφέρω πολύ μέσα σε αυτές τις φλόγες». Ο Αβραάμ απάντησε: «Γιε μου, θυμήσου ότι εσύ πήρες μερίδιο από τα αγαθά, όσο ήσουν ζωντανός και ότι ο Λάζαρος είχε όλα τα κακά στη διάρκεια της ζωής του. Τώρα αυτός παρηγοριέται και εσύ υποφέρεις. Ύστερα, υπάρχει ανάμεσα μας μεγάλο χάσμα και αυτοί που θέλουν να περάσουν από εδώ προς τα εκεί και αντίστροφα, δεν μπορούν να το κάνουν». Τότε ο πλούσιος είπε: «Σε παρακαλώ, πάτερ, στείλε τον τουλάχιστον στους πέντε αδελφούς μου να τους προειδοποιήσει για να μην πάθουν κι εκείνοι ό,τι έπαθα εγώ». Ο Αβραάμ απάντησε: «Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες. Ας τους ακούσουν». Αλλά ο πλούσιος επέμεινε: «Όχι, πάτερ Αβραάμ, αλλά αν πάει κάποιος πεθαμένος σε αυτούς θα μετανοήσουν». Και ο Αβραάμ απάντησε: «Αν δεν ακούνε τον Μωυσή και τους προφήτες, δεν θα πιστέψουν ακόμα και αν αναστηθεί ένας νεκρός».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

38


ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΟΙ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΟΙ Ενώ ο Ιησούς βάδιζε προς την Ιερουσαλήμ ο Ιησούς διάσχισε τη Γαλιλαία και τη Σαμάρεια. Όταν μπήκε μέσα σε ένα χωριό, δέκα λεπροί ήρθαν να τον συναντήσουν. Στάθηκαν μπροστά του και άρχισαν να φωνάζουν δυνατά: «Ιησού, Κύριε, λυπήσου μας!» Μόλις τους είδε ο Ιησούς τους διέταξε: «Πηγαίνετε να δείξετε τους εαυτούς σας στους ιερείς». Και όταν αυτοί πήγαν εκεί ένιωσαν ότι είχαν θεραπευτεί. Ένας από αυτούς βλέποντας ότι είχε θεραπευτεί επέστρεψε δοξάζοντας τον Θεό με μεγάλη φωνή. Έπεσε στα πόδια του Ιησού με το πρόσωπο στη γη και τον ευχαρίστησε. Και αυτός ήταν Σαμαρείτης. Τότε ο Ιησούς είπε: «Που είναι οι άλλοι εννέα; Δεν βρέθηκε κανένας άλλος εκτός από αυτόν τον ξένο να έρθει και να δοξάσει τον Θεό;» Και γυρίζοντας προς τον Σαμαρείτη του είπε: «Σήκω και πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ Ο Ιησούς διηγήθηκε σε ορισμένους ανθρώπους, οι οποίοι είχαν την πεποίθηση ότι ήταν δίκαιοι και κατηγορούσαν τους άλλους, αυτή την παραβολή. «Δυο άνθρωποι πήγαν στον Ναό για να προσευχηθούν: ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος με ψηλά το κεφάλι προσευχόταν έτσι: «Ω Θεέ, σε ευχαριστώ που δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, οι οποίοι είναι άρπαγες, μοιχοί, άδικοι ή ακόμα και σαν αυτόν τον τελώνη. Νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα και δίνω το ένα δέκατο από όσα έχω». Αντίθετα ο Τελώνης ήταν σκυμμένος και δεν τολμούσε να σηκώσει τα μάτια στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: «Ω Θεέ λυπήσου με τον αμαρτωλό!» Εγώ σας βεβαιώνω ότι αυτός ήταν που συγχωρέθηκε, (δηλαδή ο τελώνης) αντίθετα με τον άλλο. Επειδή όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί και όποιος τον ταπεινώνει, θα υψωθεί».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΖΑΚΧΑΙΟΣ Ο Ιησούς αφού μπήκε στην Ιεριχώ, διέσχιζε την πόλη. Ένας πλούσιος που τον έλεγαν Ζακχαίο και ήταν αρχιτελώνης ζητούσε να τον δει, αλλά δεν μπορούσε εξ αιτίας του πλήθους, γιατί ήταν κοντός. Γνωρίζοντας ότι ο Ιησούς έπρεπε να περάσει από εκεί, έτρεξε μπροστά και ανέβηκε σε μια συκομορέα για να τον δει. Όταν ο Ιησούς έφτασε στο μέρος αυτό σήκωσε τα μάτια, τον είδε και του είπε: «Ζακχαίε κατέβα γρήγορα, επειδή σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου». Ο Ζακχαίος βιάστηκε να κατεβεί και δέχτηκε τον Ιησού με χαρά. Βλέποντας αυτό όλοι μουρμούριζαν και έλεγαν ότι επήγε στο σπίτι ενός αμαρτωλού.» Αλλά ο Ζακχαίος είπε στον Κύριο. «Να εγώ δίνω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς και αν έχω αδικήσει κάποιον του δίνω πίσω το τετραπλάσιο». Ο Ιησούς του είπε: «Σήμερα μέσα σε αυτό το σπίτι ήλθε η σωτηρία, επειδή και αυτός είναι υιός του Αβραάμ. Διότι ο Υιός του Ανθρώπου ήρθε να βρει και να σώσει τον αμαρτωλό, που ομοιάζει με το χαμένο πρόβατο». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

39


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΜΑΡΘΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΡΙΑ Ενώ ο Ιησούς συνέχιζε τον δρόμο μπήκε σε μια πόλη που λεγόταν Βηθανία. Εκεί μια γυναίκα, η Μάρθα, τον δέχτηκε στο σπίτι της. Αυτή είχε μια αδελφή που την έλεγαν Μαρία η οποία είχε καθίσει στα πόδια του Κυρίου και άκουγε το λόγο του. Η Μάρθα ήταν απασχολημένη με τις διάφορες οικιακές δουλειές. Πλησίασε τον Ιησού και του είπε: «Κύριε δεν σε ενοχλεί που η αδελφή μου με αφήνει μόνη να ετοιμάσω το φαγητό; Πες της, λοιπόν, να με βοηθήσει». Αλλά ο Ιησούς απάντησε: «Μάρθα, Μάρθα, ανησυχείς και ασχολείσαι με άλλα πράγματα, ενώ ένα μόνο είναι απαραίτητο. Η Μαρία διάλεξε την πιο καλή μερίδα, την πνευματική, η οποία δεν θα της αφαιρεθεί ποτέ».

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ Ο Λάζαρος, ο αδελφός της Μαρίας και της Μάρθας, ήταν άρρωστος. Οι αδελφές του έστειλαν ανθρώπους να πουν στον Ιησού: «Κύριε ο φίλος σου είναι άρρωστος». Φθάνοντας στο σπίτι τους ο Ιησούς βρήκε τον Λάζαρο ήδη τέσσερις μέρες στον τάφο. Πολλοί Ιουδαίοι ήρθαν στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας να τις παρηγορήσουν για τον θάνατο του αδελφού τους. Όταν η Μάρθα έμαθε ότι ο Ιησούς έφτασε έτρεξε να τον προϋπαντήσει ενώ η Μαρία έμεινε στο σπίτι. Και η Μάρθα είπε στον Ιησού: «Κύριε, αν ήσουν εδώ ο αδελφός μου δεν θα είχε πεθάνει. Αλλά και τώρα ακόμα ξέρω ότι ο Θεός θα σου εκπληρώσει ό,τι του ζητήσεις». Ο Ιησούς της είπε: «Ο αδελφός σου θα αναστηθεί». «Το ξέρω» απάντησε η Μάρθα, «ότι θα αναστηθεί τη μέρα της κρίσεως». Ο Ιησούς πρόσθεσε: «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Αυτός που πιστεύει σ’ εμένα θα ζήσει ακόμα και αν θα είναι νεκρός και αυτός, που είδε και πίστεψε σ’ εμένα, δε θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύεις αυτό;» Αυτή απάντησε: «Ναι Κύριε, πιστεύω ότι εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού ο οποίος σύμφωνα με τις προφητείες θα ερχόταν στον κόσμο για να τον σώσει». Αφού μίλησε έτσι φώναξε την αδελφή της Μαρία και της είπε με χαμηλή φωνή: «Ο Κύριος είναι εδώ και σε ζητάει». Και η Μαρία σηκώθηκε και πήγε για να τον συναντήσει. Ο Ιησούς δεν είχε μπει ακόμα μέσα στην πόλη, αλλά βρισκόταν στο μέρος που τον είχε συναντήσει η Μάρθα. Όταν η Μαρία έφτασε εκεί που ήταν ο Κύριος, έπεσε στα πόδια του και του είπε: «Κύριε αν ήσουν εδώ ο αδελφός μου δε θα πέθαινε». Όταν εκείνος είδε να κλαίνε αυτή και οι Ιουδαίοι που την είχαν ακολουθήσει, συγκινήθηκε από τον βαθύ πόνο των δύο αδελφών. Και ερώτησε: «Που τον έχετε βάλει;» Αυτοί του απάντησαν: «Κύριε έλα να δεις». Καθώς πήγαιναν ο Ιησούς έκλαψε και τότε οι ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

40


Ιουδαίοι έλεγαν: «Κοίτα πόσο τον αγαπούσε!» Αλλά μερικοί είπαν: «Αυτός που άνοιξε τα μάτια του εκ γενετής τυφλού δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να μην πεθάνει αυτός ο άνθρωπος;» Ο Ιησούς πολύ συγκινημένος έφτασε στο μνήμα. Αυτό ήταν μια σπηλιά κλεισμένη με μια πέτρα. Και είπε: «Βγάλτε την πέτρα». Η Μάρθα απάντησε: «Κύριε, πια θα μυρίζει άσχημα, επειδή είναι τέσσερις μέρες στο μνήμα». Αλλά ο Ιησούς της είπε: «Δε σου έχω πει ότι, αν πιστέψεις, θα δεις τη δύναμη του Θεού;» Μετακίνησαν λοιπόν την πέτρα. Και ο Ιησούς σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε: «Πατέρα, σε ευχαριστώ γιατί με άκουσες. Ήξερα ότι με ακούς πάντα, αλλά εγώ το είπα ώστε το πλήθος που με περιτριγυρίζει να πιστέψει ότι εσύ είσαι που με έχεις στείλει». Αφού είπε αυτό, φώναξε με δυνατή φωνή: «Λάζαρε βγες έξω!» Και ο Λάζαρος βγήκε με τα χέρια και τα πόδια τυλιγμένα με επιδέσμους και το πρόσωπο σκεπασμένο με ένα μαντήλι. Ο Ιησούς τους είπε: «Λύστε τον και αφήστε τον μόνο να πάει στο σπίτι». Τότε όταν είδαν το θαύμα που έκανε ο Ιησούς, πολλοί Ιουδαίοι που ήταν παρόντες πίστεψαν σε αυτόν, αλλά ορισμένοι πήγαν και βρήκαν τους Φαρισαίους και τους διηγήθηκαν τι είχε κάνει ο Ιησούς.

ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ Τότε οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι συγκάλεσαν το συνέδριο και είπαν: «Τι θα κάνουμε; Διότι, αυτός ο άνθρωπος κάνει πολλά θαύματα. Αν τον αφήσουμε να συνεχίσει, όλοι θα πιστέψουν σε αυτόν και οι Ρωμαίοι θα έρθουν να μας υποδουλώσουν πλήρως στην εξουσία τους». Αλλά ένας από αυτούς, ο Καϊάφας, ο οποίος ήταν αρχιερέας εκείνο τον χρόνο, τους είπε: «Δεν καταλαβαίνετε τίποτα, ούτε σκέπτεστε ότι είναι συμφέρον σας να πεθάνει ένας μόνο άνθρωπος για τον λαό και να μη χαθεί ολόκληρο το έθνος;» Και προφήτεψε έτσι ότι ο Ιησούς έμελλε πράγματι να πεθάνει για το έθνος. Και όχι μόνο για το έθνος, αλλά επίσης για να ενώσει τα διασκορπισμένα παιδιά του Θεού. Και από εκείνη τη μέρα αποφάσισαν να τον θανατώσουν.

ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ ΣΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ Το Πάσχα των Ιουδαίων πλησίαζε και πολλοί ήταν αυτοί που πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ για να εξαγνιστούν, από τις αμαρτίες τους. Αναζητούσαν τον Ιησού και μη βλέποντας τον έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Δε θα έλθει στη γιορτή;» Εκείνο τον καιρό, έξι μέρες πριν το Πάσχα, ο Ιησούς έφτασε στη Βηθανία όπου ήταν ο Λάζαρος τον οποίο είχε αναστήσει εκ νεκρών. Και εκεί του ετοίμασαν ένα δείπνο. Η Μάρθα υπηρετούσε και ο Λάζαρος ήταν ένας από εκείνους που κάθονταν στο τραπέζι μαζί με τον Χριστό και έτρωγαν. Η Μαρία που είχε αγοράσει ένα πολύτιμο άρωμα από καθαρό νάρδο, άλειψε τα πόδια του Ιησού και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Το σπίτι γέμισε από τη μυρωδιά του μύρου και ένας από τους μαθητές του, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, αυτός που επρόκειτο να τον προδώσει, είπε: «Γιατί να μην είχε πουληθεί αυτό το μύρο για 300 δηνάρια για να δοθούν στους φτωχούς;» Το είπε αυτό όχι γιατί ενδιαφερόταν για τους φτωχούς, αλλά επειδή ήταν κλέφτης και επειδή κρατούσε το ταμείο, έπαιρνε για τον εαυτό του τα χρήματα που έβαζαν μέσα σ’ αυτό. Τότε ο Ιησούς απάντησε: «Άφησε τη να το κάνει. Το προορίζει για τη μέρα της ταφής μου, άλλωστε τους φτωχούς θα τους έχετε για πάντα μαζί σας, ενώ εμένα δε θα με έχετε για πάντα». Πολλοί Ιουδαίοι έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται στη Βηθανία και συγκεντρώθηκαν εκεί εξ αιτίας του αλλά και για να δουν τον Λάζαρο, που ο Ιησούς τον είχε αναστήσει εκ νεκρών. Τότε οι αρχιερείς αποφάσισαν να θανατώσουν και τον Λάζαρο επίσης, επειδή εξ αιτίας του οι Ιουδαίοι τους εγκατέλειψαν για να πιστέψουν στον Ιησού. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

41


Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ Όταν πλησίασε στη Βηθσφαγή και στη Βηθανία κοντά στο όρος των Ελαιών, ο Ιησούς είπε σε δυο μαθητές του. «Πηγαίνετε στο χωριό που είναι απέναντι. Όταν θα μπείτε θα βρείτε ένα πουλάρι γάιδαρου δεμένο. Λύστε το και οδηγείστε το εδώ. Αν κάποιος σας ρωτήσει «γιατί», θα απαντήσετε ότι ο Κύριος το χρειάζεται». Οι δυο μαθητές βρήκαν τα πράγματα όπως τους τα είχε πει ο Ιησούς και οδήγησαν σε αυτόν το πουλάρι. Κατόπιν έβαλαν τα ρούχα τους πάνω στο πουλάρι και ανέβασαν τον Ιησού. Ενώ ο Ιησούς πορευόταν καβάλα στο πουλάρι, έβγαιναν οι άνθρωποι και έστρωναν τα ενδύματα τους επάνω στον δρόμο. Όταν έφτασε κοντά στην πλαγιά του Όρους των Ελαιών, όλοι οι μαθητές γεμάτοι χαρά δόξαζαν τον Θεό με μεγάλη φωνή: «Ευλογημένος ο ερχόμενος Βασιλέας στο όνομα του Κυρίου! Ειρήνη στον Ουρανό και δόξα από τους αγγέλους που βρίσκονται στα ύψη!» Αλλά ορισμένοι Φαρισαίοι είπαν στον Ιησού: «Κύριε, επίπληξε τους μαθητές σου». Και εκείνος τους απάντησε: «Εγώ σας λέω ότι και αυτοί αν σωπάσουν, θα φωνάξουν οι πέτρες!» Καθώς πλησίαζαν την Ιερουσαλήμ έκλαψε γι’ αυτή λέγοντας: «Ω, αν εσύ γνώριζες αυτή τη μέρα τα πράγματα που θα σου χάριζαν την ειρήνη και την ασφάλεια σου, θα σωζόσουν από την τρομερή καταστροφή που σε περιμένει. Αλλά τώρα αυτά έχουν κρυφτεί από τα μάτια σου που είναι σκοτισμένα. Θα έρθουν σ’ εσένα μέρες, που οι εχθροί σου θα σε περιβάλουν με τάφρους, και θα σε πολιορκήσουν απ’ όλα τα μέρη. Θα καταστρέψουν εσένα και τα παιδιά σου και δε θ’ αφήσουν πέτρα πάνω σε πέτρα, επειδή εσύ δε θέλησες να καταλάβεις, τον καιρό που ο Θεός σ’ επισκέφτηκε για να σε σώσει».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΚΔΙΩΚΕΙ ΤΟΥΣ ΒΕΒΗΛΩΤΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ Μετά ο Ιησούς μπήκε μέσα στον Ναό και έδιωξε όλους όσους πουλούσαν και αγόραζαν. Αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών και τους πάγκους αυτών που πουλούσαν περιστέρια λέγοντας: «Είναι γραμμένο: ο οίκος μου θα ονομαστεί οίκος προσευχής. Αλλά εσείς τον κάνετε σπήλαιο ληστών». Οι αρχιερείς και οι γραμματείς θύμωσαν. Στο μεταξύ ο Ιησούς βγήκε από την πόλη για να πάει στη Βηθανία, όπου πέρασε τη νύχτα.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

42


Η ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΣΥΚΙΑ Την άλλη μέρα το πρωί γυρίζοντας στην πόλη πείνασε. Βλέποντας μια συκιά στην άκρη του δρόμου, την πλησίασε, αλλά όταν δε βρήκε παρά μόνο φύλλα, είπε: «Να μη βγει ποτέ πια καρπός από εσένα» και στη στιγμή ξεράθηκε η συκιά. Οι μαθητές του βλέποντας αυτό ξαφνιασμένοι φώναξαν: «Πως ξεράθηκε μέσα σε μια στιγμή η συκιά;» Και ο Ιησούς τους απάντησε: «Αλήθεια σας λέγω, αν έχετε πίστη και δεν αμφιβάλλετε καθόλου, όχι μόνο θα κάνετε αυτό που συνέβη στη συκιά, αλλά θα λέτε σε αυτό το βουνό: «Σήκω και πέσε στη θάλασσα» και αυτό θα γίνεται. Ό,τι θα ζητάτε με πίστη μέσω της προσευχής, θα το αποκτάτε».

ΟΙ ΚΑΚΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ Ο Ιησούς γύρισε στον Ναό και ενώ δίδασκε, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού τον πλησίασαν και τον ρώτησαν: «Με ποια εξουσία κάνεις αυτά τα πράγματα; Ποιος σου έδωσε αυτή τη δύναμη;» Ο Ιησούς δεν ήθελε ν’ απαντήσει σ’ εκείνη την ερώτηση και άρχισε να μιλάει με παραβολές λέγοντας: «Υπήρχε κάποτε ένας άνθρωπος, ιδιοκτήτης, ο οποίος φύτεψε ένα αμπέλι. Του έβαλε φράκτη γύρω-γύρω, έφτιαξε πατητήρι και έχτισε πύργο. Μετά το ενοικίασε σε αμπελουργούς και έφυγε. Όταν έφτασε ο καιρός του τρυγητού έστειλε τους δούλους του στους αμπελουργούς για να πάρει το μερίδιο του από τους καρπούς του αμπελιού. Αλλά οι αμπελουργοί, αφού έπιασαν τους δούλους, άλλον έδειραν, άλλον σκότωσαν και άλλον λιθοβόλησαν. Ο Κύριος έστειλε άλλους δούλους, περισσότερους από τους πρώτους, αλλά οι αμπελουργοί φέρθηκαν και σ’ αυτούς κατά τον ίδιο τρόπο. Τέλος τους έστειλε τον γιο του, με τη σκέψη πως θα τον σεβαστούν. Αλλά όταν οι αμπελουργοί είδαν τον γιο σκέφτηκαν: «Να ο κληρονόμος! Ελάτε να τον σκοτώσουμε για να πάρουμε την κληρονομιά του». Και αφού τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν. Τώρα, όταν ο ιδιοκτήτης του αμπελιού θα έρθει, τι θα κάνει σε αυτούς τους αμπελουργούς κατά τη γνώμη σας; Εκείνοι του απάντησαν: «Τόσον κακοί που υπήρξαν, θα τους καταστρέψει κακώς και θα νοικιάσει το αμπέλι σε άλλους αμπελουργούς που θα του δώσουν το μερίδιο του στην κατάλληλη ώρα». Όταν αυτοί το άκουσαν φώναξαν: «Ο Θεός να φυλάξει!» Τότε ο Ιησούς γύρισε προς αυτούς και τους είπε: «Η Βασιλεία του Θεού θα σας αφαιρεθεί και θα δοθεί σε άλλους που ξέρουν να παράγουν καρπούς, δηλαδή, έργα αγαθά». Αφού άκουσαν αυτά τα λόγια οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς μιλούσε ο Ιησούς και έψαχναν αφορμή να τον πιάσουν, αλλά δεν έκαναν τίποτα, επειδή φοβούνταν τον λαό, που νόμιζε τον Ιησού προφήτη.

ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΣΑΡΑΣ Οι αρχιερείς έφυγαν για να σκεφτούν με ποιο τρόπο θα παγιδεύσουν τον Ιησού, επωφελούμενοι από τα λόγια του. Μετά του έστειλαν μερικούς Φαρισαίους και μερικούς Ηρωδιανούς (οπαδούς του Ηρώδη και φίλους των Ρωμαίων) οι οποίοι του είπαν: «Δάσκαλε, εμείς γνωρίζουμε ότι είσαι ειλικρινής και ότι αληθινά διδάσκεις την οδό του Θεού. Πες μας, λοιπόν, τη γνώμη σου: Είναι σωστό ή όχι να πληρώνουμε φόρο στον Καίσαρα;» Αλλά ο Ιησούς καταλαβαίνοντας την πονηριά τους, απάντησε: «Υποκριτές, γιατί με βάζετε σε πειρασμό; Δείξτε μου το νόμισμα με το οποίο πληρώνετε τον φόρο». Και αυτοί αφού του έδειξαν ένα δηνάριο, τους ρώτησε: «Ποιανού είναι η εικόνα και η επιγραφή;» «Του Καίσαρα» του απάντησαν. «Λοιπόν», τους είπε, «δώστε αυτά που ανήκουν στον Καίσαρα, στον Καίσαρα και αυτά που ανήκουν στον Θεό, στον Θεό».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

43


Ο ΟΒΟΛΟΣ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ Ενώ κοίταξε γύρω του ο Ιησούς είδε τους πλούσιους που έριχναν τις προσφορές τους μέσα στο θησαυροφυλάκιο. Τότε είδε μια φτωχή χήρα, η οποία έδινε την προσφορά της που ήταν ένας κοδράντης (δυο λεπτά) και είπε: «Αλήθεια σας λέω αυτή η φτωχή χήρα έδωσε περισσότερα από τους άλλους, επειδή όλοι οι άλλοι έδωσαν από εκείνο που τους περίσσευε, ενώ αυτή έδωσε από εκείνο που είχε για να ζήσει».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ Ο Ιησούς τους μίλησε και πάλι με παραβολή και τους είπε: «Η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με ένα βασιλιά που ετοίμαζε τον γάμο του γιου του. Έστειλε τους δούλους του να φωνάξουν τους καλεσμένους στον γάμο, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να έρθουν. Έστειλε πάλι άλλους δούλους να πουν: «Το τραπέζι του γάμου είναι ήδη έτοιμο, τα μοσχάρια και τα θρεφτάρια είναι έτοιμα, ελάτε στο γάμο». Αλλά εκείνοι χωρίς να δώσουν σημασία στην πρόσκληση, πήγε ο καθένας να κάνει τις δουλειές του. Άλλοι πάλι έπιασαν τους δούλους, τους έβρισαν και τους σκότωσαν. Τότε ο βασιλιάς οργίστηκε και έστειλε τον στρατό του να τους εξολοθρεύσει και να κάψει την πόλη τους. Μετά είπε στους δούλους του: «Ο γάμος είναι έτοιμος αλλά οι καλεσμένοι δεν ήταν άξιοι να έρθουν. Πηγαίνετε λοιπόν σε όλα τα σταυροδρόμια και προσκαλέστε όλους όσους θα βρείτε». Τότε οι δούλοι βγήκαν στους δρόμους και μάζεψαν όλους όσους βρήκαν, καλούς και κακούς και η αίθουσα του γάμου γέμισε από κόσμο. Όταν ο βασιλιάς μπήκε για να δει αυτούς που κάθονταν στο τραπέζι, αντιλήφθηκε έναν άνθρωπο που δεν είχε ντυθεί με ρούχα κατάλληλα για γάμο. Τον αποπήρε με αυτά τα λόγια: «Φίλε μου, γιατί δεν έχεις ένδυμα κατάλληλο για γάμο;» Ο άνθρωπος έμεινε άφωνος. Τότε ο βασιλιάς είπε στους δούλους του: «Δέστε του τα χέρια και τα πόδια και πετάξτε τον έξω στο σκοτάδι, εκεί που θα είναι τα κλάματα και το τρίξιμο των δοντιών. Επειδή πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

44


ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Όταν ο Ιησούς έβγαινε από τον Ναό, οι μαθητές του τον πλησίασαν και του είπαν να παρατηρήσει τα ωραία οικοδομήματα του Ναού. Αλλά αυτός τους είπε: «Τα βλέπετε όλα αυτά; Αλήθεια σας λέω, δε θα μείνει από αυτά πέτρα πάνω σε πέτρα». Μετά ενώ κάθονταν στο Όρος των Ελαιών, οι μαθητές του τον πλησίασαν και τον ρώτησαν ιδιαιτέρως: «Πες μας, πότε θα συμβεί αυτό; Ποιο θα είναι το σημείο του ερχομού σου και το τέλος του κόσμου;» Ο Ιησούς τους απάντησε: «Προσέξτε να μην παρασυρθείτε, επειδή πολλοί θα έλθουν στο όνομά μου λέγοντας: «Εγώ είμαι ο Χριστός» και πολλοί θα παραπλανηθούν. Θα ακούσετε επίσης να μιλούν για πολέμους και φήμες για πολέμους. Μην ταραχτείτε καθόλου, επειδή πρέπει να συμβούν όλα αυτά, αλλά δε θα είναι ακόμα το τέλος. Θα σας προσβάλουν, θα σας καταδιώξουν, θα σας σύρουν σε φυλακές, θα σας οδηγήσουν μπροστά σε βασιλείς και κυβερνήτες εξ αιτίας του ονόματός μου. Και πολλοί θα κλονισθούν στην πίστη τους και θα προδοθούν και θα μισηθούν. Πολλοί ψευδοπροφήτες θα φανούν και θα παραπλανήσουν πολλούς ανθρώπους. Και μόνο αυτός που θ’ αντέξει μέχρι το τέλος θα σωθεί. Αυτή η καλή είδηση της Βασιλείας θα πρέπει να κηρυχθεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Τότε θα έρθει το τέλος».

Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ «Τότε θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου ο οποίος θα έρθει επάνω σε σύννεφα με μεγάλη δύναμη και μεγάλη δόξα. Και θα στείλει τους αγγέλους του για να συγκεντρώσουν τους εκλεκτούς από όλα τα μέρη. Επαγρυπνείτε λοιπόν επειδή δεν ξέρετε ποια μέρα θα έρθει ο Κύριος. Σκεφτείτε καλά αυτό: «Αν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού ήξερε ποια ώρα της νύχτας θα έρθει ο κλέφτης για να τον κλέψει, σίγουρα θα ξαγρυπνούσε και δε θα τον άφηνε να αδειάσει το σπίτι». Γι’ αυτό και εσείς επίσης να είστε έτοιμοι επειδή ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει την ώρα που δε φαντάζεστε».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ «Ο ερχομός της Βασιλείας του Θεού θα είναι όμοιος με ό,τι έγινε με δέκα κοπέλες, που πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν να προϋπαντήσουν το γαμπρό. Πέντε απ’ αυτές ήταν άμυαλες και πέντε ήταν συνετές. Οι άμυαλες πήραν τα λυχνάρια τους, μα δεν πήραν μαζί τους και λάδι. Απεναντίας, οι συνετές πήραν μαζί με τα λυχνάρια τους και λάδι σε δοχεία. Επειδή όμως ο γαμπρός αργοπορούσε, όλες νύσταξαν και κοιμήθηκαν. Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκε μια φωνή: "Ο γαμπρός έρχεται· βγείτε να τον προϋπαντήσετε!" Όλες οι κοπέλες σηκώθηκαν και τακτοποίησαν τα λυχνάρια τους. Οι ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

45


άμυαλες είπαν τότε στις συνετές: "Δώστε μας από το λάδι σας, γιατί τα λυχνάρια μας σβήνουν". Οι συνετές όμως τους απάντησαν: "Όχι, γιατί δε θα φτάσει και για μας και για σας - καλύτερα, πηγαίνετε στους πωλητές ν’ αγοράσετε για τον εαυτό σας". Αλλά ενώ πήγαιναν ν’ αγοράσουν λάδι, ήρθε ο γαμπρός, κι οι έτοιμες μπήκαν μαζί του στη γιορτή του γάμου, κι η πόρτα έκλεισε. Ύστερα από λίγο φτάνουν και οι υπόλοιπες κοπέλες και λένε: "Κύριε, Κύριε, άνοιξέ μας". Αυτός όμως τους αποκρίθηκε: "Σας βεβαιώνω πως δε σας ξέρω". Αγρυπνάτε λοιπόν, γιατί δεν ξέρετε ούτε την ημέρα ούτε την ώρα που θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου».

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ Ο Χριστός για να διδάξει τους μαθητές του πώς θα κάνει την κρίση του, όταν έλθει στη Δεύτερη Παρουσία του, τους είπε την παρακάτω παραβολή: «Ένας άνθρωπος προτού φύγει για ένα μακρινό ταξίδι φώναξε, τους δούλους του και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του για να τα διαχειριστούν υπεύθυνα. Σε έναν έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δυο και σε άλλον ένα: στον καθένα ανάλογα με την ικανότητά του. Μετά αναχώρησε. Αμέσως αυτός που είχε πάρει τα πέντε τάλαντα τα εκμεταλλεύτηκε και κέρδισε άλλα πέντε. Αυτός που είχε πάρει τα δυο, έκανε το ίδιο. Αντίθετα αυτός που είχε πάρει το ένα τάλαντο, έσκαψε μια τρύπα στη γη και το έκρυψε εκεί. Πολύ αργότερα ο Κύριος επέστρεψε και τους φώναξε για να λογαριαστούν. Ο δούλος που είχε πάρει πέντε τάλαντα του παρουσίασε και άλλα πέντε και του είπε: «Κύριε μού είχες δώσει πέντε τάλαντα. Να εγώ κέρδισα άλλα πέντε». «Εύγε δούλε, καλέ και πιστέ», του είπε ο κύριός του, «ήσουν πιστός σε λίγα πράγματα, εγώ θα σε εμπιστευτώ σε πολλά». Μετά παρουσιάστηκε εκείνος που είχε πάρει τα δυο τάλαντα και είπε, όπως και αυτός που είχε προηγηθεί: «Κύριε μού είχες δώσει δυο τάλαντα. Να εγώ κέρδισα άλλα δύο». Και ο κύριός του του είπε: «Εύγε δούλε, καλέ και πιστέ, ήσουν πιστός σε λίγα πράγματα, εγώ θα σε εμπιστευτώ σε πολλά. Και εσύ επίσης πάρε μέρος στη χαρά του κυρίου σου». Τέλος, αυτός που είχε πάρει το ένα τάλαντο παρουσιάστηκε και είπε: «Κύριε, ήξερα πως ήσουν ένας σκληρός άνθρωπος, ο οποίος θερίζει εκεί που δεν έσπειρε και που μαζεύει εκεί που δεν σκόρπισε. Φοβήθηκα κι έκρυψα το τάλαντό μου μέσα στη γη. Να το, πάρε ό,τι σου ανήκει». Ο κύριος τού απάντησε: «Δούλε κακέ και τεμπέλη, ήξερες ότι θερίζω εκεί που δεν έσπειρα και ότι μαζεύω εκεί που δε σκόρπισα. Θα έπρεπε τότε να παραδώσεις τα χρήματα στους τραπεζίτες και κατά την επιστροφή μου θα τα είχες πάρει μαζί με τους τόκους. Πάρτε του λοιπόν το τάλαντο και δώστε το σε αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα. Γιατί σ’ εκείνον που έχει αυξήσει αυτό που του δόθηκε, θα του δοθούν και άλλα πολλά και θα έχει σε αφθονία, αλλά από εκείνον που δεν έχει, θα αφαιρεθεί και εκείνο που έχει. Πάρτε, λοιπόν, τον άχρηστο αυτό πονηρό δούλο και ρίξτε τον στο πυκνό σκοτάδι της Κόλασης, όπου θα είναι τα κλάματα και το τρίξιμο των δοντιών».

Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ «Όταν ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει μέσα στη δόξα του με όλους τους αγγέλους, θα καθίσει στον θρόνο της δόξας του. Και όλα τα έθνη θα συγκεντρωθούν μπροστά του, αλλά αυτός θα χωρίσει τους μεν από τους δε, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα ερίφια. Και θα βάλει τα πρόβατα δεξιά και τα ερίφια από αριστερά. Τότε ο Βασιλιάς θα πει σε αυτούς που θα είναι στα δεξιά του: «Ελάτε εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου να κληρονομήσετε τη Βασιλεία. Επειδή πείνασα και μου δώσατε να φάω. Δίψασα και μου δώσατε να πιω. Ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε. Ήμουν γυμνός και με ντύσατε. Ήμουν άρρωστος και με επισκεφθήκατε. Ήμουν στη φυλακή και ήρθατε να με βρείτε». Τότε οι δίκαιοι θα τον ρωτήσουν: «Κύριε πότε σε είδαμε νηστικό και σου δώσαμε τροφή, διψασμένο και σε ξεδιψάσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστο και στη φυλακή και σε επισκεφθήκαμε;» Και ο Βασιλιάς θα τους απαντήσει: «Αλήθεια σας λέω κάθε φορά που κάνατε αυτά τα πράγματα και στον πιο μικρό από τους αδελφούς μου, ήταν σα να τα κάνατε σ’ εμένα». Μετά θα πει σ’ εκείνους που είναι αριστερά του: «Φύγετε μακριά μου καταραμένοι, πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά που έχει ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

46


ετοιμαστεί από τον διάβολο και τους αγγέλους του. Επειδή πείνασα και δε μου δώσατε να φάω. Δίψασα και δε μου δώσατε να πιω. Ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε. Ήμουν γυμνός και δε με ντύσατε. Ήμουν άρρωστος και δε με επισκεφθήκατε. Ήμουν στη φυλακή και δεν ήρθατε να με βρείτε». Και αυτοί θα του απαντήσουν επίσης: «Κύριε, πότε σε είδαμε νηστικό και δε σου δώσαμε τροφή, διψασμένο και δε σε ξεδιψάσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστο και στη φυλακή και δε Σε επισκεφθήκαμε;» Αλλά αυτός θα τους απαντήσει: «Αλήθεια σας λέω, αφού δεν κάνατε τίποτε απ’ όλα αυτά σ’ ένα από τους πιο μικρούς αδελφούς μου, ήταν σαν να μη το κάνατε σ’ εμένα». Και αυτοί θα πάνε σε αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι σε αιώνια ζωή».

Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΜΑΘΗΤΗΣ Τότε οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού συγκεντρώθηκαν στην αυλή του αρχιερέα ο οποίος ονομαζόταν Καϊάφας και έκαναν σύσκεψη με ποιο τρόπο θα συλλάβουν τον Ιησού με δόλο για να Τον θανατώσουν. Ένας από τους δώδεκα μαθητές, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πήγε στους αρχιερείς και τους είπε: «Τι θα μου δώσετε αν σας παραδώσω τον Ιησού;» Αυτοί του υποσχέθηκαν τριάντα αργύρια (ασημένια δηνάρια). Και από τότε αναζητούσε ευκαιρία για να μπορέσει να παραδώσει τον Χριστό στα χέρια τους.

Ο ΝΙΠΤΗΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ Πριν τη γιορτή του Πάσχα ο Ιησούς ήξερε ότι είχε φτάσει η ώρα για να περάσει από αυτό τον κόσμο σ’ εκείνον του Πατέρα του και επειδή είχε αγαπήσει όλους τους δικούς του ανθρώπους, έτσι και τώρα έδειξε τη μεγάλη του αγάπη. Γι’ αυτό τη μέρα των αζύμων που έπρεπε να θυσιάσουν το αρνί για το Πάσχα, έστειλε τον Πέτρο και τον Ιωάννη λέγοντάς τους: «Πηγαίνετε να ετοιμάσετε το Πάσχα για να μπορέσουμε να δειπνήσουμε». Όταν νύχτωσε ο Ιησούς κάθισε στο τραπέζι με τους μαθητές του. Στη διάρκεια του γεύματος σηκώθηκε από το τραπέζι, έβγαλε τα ρούχα του και πήρε μια πετσέτα με την οποία περιζώθηκε. Μετά έριξε νερό σε μια λεκάνη και άρχισε να πλένει τα πόδια των μαθητών του και να τα σκουπίζει με την πετσέτα που είχε περάσει στη μέση του. Αφού τελείωσε το πλύσιμο των ποδιών ξανάβαλε τα ρούχα του κάθισε στο τραπέζι και τους είπε: «Καταλάβατε τι έκανα; Με αποκαλείτε Κύριε και Δάσκαλε και καλά κάνετε, επειδή είμαι. Αν λοιπόν εγώ σας έπλυνα τα πόδια, έτσι εσείς πρέπει να πλένετε ο ένας τα πόδια του άλλου. Εγώ σας έδωσα το παράδειγμα για να κάνετε ό,τι έκανα εγώ. Αλήθεια σας το λέω, ένας δούλος δεν είναι πιο μεγάλος από τον Κύριό του, ούτε ένας απεσταλμένος πιο μεγάλος από αυτόν που τον έχει στείλει. Γνωρίζοντας αυτά τα πράγματα θα είστε ευτυχείς αν τα εφαρμόζετε». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

47


Αφού μίλησε έτσι ο Ιησούς ταράχτηκε και τους αποκάλυψε: «Αλήθεια σας λέω, ένας από εσάς θα με προδώσει». Οι μαθητές ταραγμένοι άρχισαν να τον ρωτούν μη γνωρίζοντας για ποιον είχε κάνει αυτό τον υπαινιγμό: Ένας από τους μαθητές του, που ο Ιησούς τον αγαπούσε, ήταν γερμένος στο τραπέζι κοντά στο στήθος του Ιησού. Κάνει, λοιπόν, νόημα σ’ αυτόν ο Σίμων Πέτρος να μάθει ποιος ήταν αυτός για τον οποίο μιλούσε. Έγειρε τότε εκείνος κοντά στο στήθος του Ιησού και τον ρώτησε: «Κύριε, ποιος είναι;» Αποκρίνεται ο Ιησούς: Είναι εκείνος, στον οποίο θα δώσω ένα κομμάτι ψωμί, αφού το βουτήξω στο πιάτο». Παίρνει τότε ένα κομμάτι ψωμί, το βουτάει στο πιάτο και το δίνει στον Ιούδα, το γιο του Σίμωνα του Ισκαριώτη. Κι όταν πήρε το ψωμί, τότε μπήκε ο σατανάς μέσα του. Του λέει, λοιπόν, ο Ιησούς: «Ό,τι έχεις να κάνεις κάνε το γρήγορα». Αυτό κανείς απ’ όσους έτρωγαν μαζί δεν κατέλαβε γιατί του το είπε· επειδή μάλιστα ο Ιούδας είχε τη διαχείριση του ταμείου, μερικοί νόμιζαν πως ο Ιησούς του είπε, «αγόρασε ό,τι μας χρειάζεται για τη γιορτή» ή να δώσει κάτι στους φτωχούς. Εκείνος, αφού πήρε το ψωμί, βγήκε αμέσως έξω. Και ήταν νύχτα.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ Ενώ αυτοί έτρωγαν, ο Ιησούς πήρε ψωμί και αφού το ευλόγησε το έκοψε και το μοίρασε στους μαθητές του λέγοντας: «Λάβετε, φάγετε, αυτό είναι το σώμα μου». Με τον ίδιο τρόπο αφού έφαγαν το ψωμί πήρε το ποτήρι, το ευλόγησε και τους το έδωσε λέγοντας: «Πιείτε από αυτό όλοι, αυτό είναι το αίμα μου, το αίμα της Καινής Διαθήκης, που χύθηκε για όλους για την άφεση των αμαρτιών».

Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ Αφού έφυγε ο Ιούδας, ο Ιησούς είπε: «Παιδιά μου, εγώ θα είμαι μαζί σας για λίγο καιρό ακόμα. Θα με ψάχνετε, αλλά όπως εγώ είπα στους Ιουδαίους, δεν θα μπορέσετε να έρθετε εκεί που θα πάω. Σας αφήνω μια καινούργια εντολή: αγαπάτε ο ένας τον άλλο όπως σας αγάπησα εγώ. Αν έχετε αγάπη μεταξύ σας όλοι θα γνωρίζουν ότι είστε μαθητές μου. Κανείς δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από εκείνον που δίνει τη ζωή του για τους φίλους του. Αν κάνετε όσα σας είπα, είστε φίλοι μου». Ο Πέτρος τον ρώτησε: «Κύριε πού πας;» Ο Ιησούς απάντησε: «Εσύ δεν μπορείς να με ακολουθήσεις τώρα εκεί που πηγαίνω, αλλά θα με ακολουθήσεις αργότερα». Ο Πέτρος επέμεινε: «Για ποιο λόγο Κύριε δε μπορώ να σε ακολουθήσω τώρα; Θα δώσω τη ζωή μου για σένα». Ο Ιησούς απάντησε: «Θα δώσεις τη ζωή σου για εμένα; Αλήθεια σου λέω ότι πριν λαλήσει ο κόκορας, θα με έχεις απαρνηθεί τρεις φορές».

Ο ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΓΕΘΣΗΜΑΝΗΣ Μετά ο Ιησούς πήγε με τους μαθητές του στο όρος των Ελαιών και τους είπε: «Αυτή τη νύχτα όλων σας η πίστη σε μένα θα κλονιστεί». Και ο Πέτρος του είπε: «Κι αν των άλλων ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

48


κλονιστεί, η δική μου ποτέ!» Ο Ιησούς του απάντησε: «Αλήθεια σου λέω, αυτή την ίδια νύχτα πριν λαλήσει ο κόκορας, θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Και ο Πέτρος απάντησε: «Κι αν ακόμα χρειαστεί να πεθάνω μαζί σου, δε θα σε απαρνηθώ». Και οι άλλοι μαθητές έλεγαν το ίδιο. Τότε ο Ιησούς πήγε μαζί τους σε ένα μέρος, που βρισκόταν από την άλλη μεριά του χειμάρρου των Κέδρων, όπου βρισκόταν ένας κήπος που ονομαζόταν Γεθσημανή και τους είπε: «Σεις μείνετε εδώ. Εγώ θα πάω λίγο πιο μακριά για να προσευχηθώ εκεί». Πήρε μαζί του τον Πέτρο και τους δυο γιους του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Γεμάτος αγωνία και θλίψη τους είπε: «Η ψυχή μου είναι τόσο λυπημένη, που μου φαίνεται πως θα πεθάνω. Μείνετε εδώ και ξαγρυπνήστε μαζί μου».

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Μετά αφού πήγε λίγο πια μακριά, έπεσε με το πρόσωπο στη γη και προσευχήθηκε λέγοντας: «Πατέρα μου, αν είναι δυνατόν, ας απομακρυνθεί από εμένα αυτό το ποτήρι. Αλλά, όχι όπως θέλω εγώ, μα όπως Εσύ θέλεις». Μετά γύρισε στους μαθητές του. Τους βρήκε να κοιμούνται και είπε στον Πέτρο: «Δεν μπορέσατε ούτε για μια ώρα να αγρυπνήσετε για μένα; Ξαγρυπνάτε και προσεύχεστε για να μην πέσετε σε πειρασμό. Το πνεύμα είναι πρόθυμο, η σάρκα όμως είναι ασθενής». Πήγε πάλι για δεύτερη φορά και προσευχήθηκε: «Πατέρα μου, αν δεν είναι δυνατό να απομακρυνθεί αυτό το ποτήρι από μένα και αν πρέπει να το πιω, τότε ας γίνει το θέλημά Σου». Και ξαναγύρισε στους μαθητές του και τους βρήκε πάλι να κοιμούνται, επειδή τα μάτια τους ήταν βαριά από τη νύστα. Τότε τους άφησε και πήγε και προσευχήθηκε για τρίτη φορά, επαναλαμβάνοντας τα ίδια λόγια. Μετά πήγε και βρήκε τους μαθητές του και τους είπε: «Κοιμάστε λοιπόν και ξεκουράζεστε, ενώ έφτασε η ώρα, που ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των αμαρτωλών». Και πρόσθεσε: «Σηκωθείτε και ας πηγαίνουμε, επειδή πλησίασε αυτός που θα με προδώσει».

Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ Ενώ μιλούσε ακόμα ο Ιησούς, έφτασε ο Ιούδας, ο ένας από τους Δώδεκα και μαζί του ένα μεγάλο πλήθος, όλοι οπλισμένοι με σπαθιά και ρόπαλα, σταλμένοι από τους αρχιερείς και τους πρεσβυτέρους του λαού. Εκείνος που τον πρόδωσε είχε συμφωνήσει μαζί τους αυτό το σημείο: «Αυτόν που θα φιλήσω, αυτός είναι που θα συλλάβετε». Αμέσως πλησίασε τον Ιησού και του είπε: «Χαίρε Δάσκαλε!» και τον φίλησε. Και ο Ιησούς του είπε: «Φίλε μου, γι’ αυτό τον ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

49


λόγο είσαι εδώ;» Τότε οι άνθρωποι που ακολουθούσαν τον Ιούδα πλησίασαν και έπιασαν τον Ιησού. Εκείνη τη στιγμή ο Πέτρος τράβηξε το μαχαίρι του και έκοψε το αυτί ενός από τους δούλους του αρχιερέα. Τότε ο Ιησούς του είπε: «Βάλε το μαχαίρι στη θήκη, επειδή όσοι χρησιμοποιούν μαχαίρι, θα πεθάνουν από μαχαίρι. Ή μήπως νόμισες ότι δεν μπορώ να παρακαλέσω τον Πατέρα μου, ο οποίος θα μου στείλει αμέσως περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων; Αλλά πώς θα επαληθευτούν τότε οι Γραφές που λένε ότι πρέπει έτσι να γίνει;» Τότε όλοι οι μαθητές του τον άφησαν και έφυγαν.

ΣΤΟΝ ΚΑΪΑΦΑ Αυτοί που συνέλαβαν τον Ιησού, τον οδήγησαν στον αρχιερέα Καϊάφα, όπου είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι Γραμματείς και οι πρεσβύτεροι. Ο Πέτρος είχε ακολουθήσει τον Ιησού από μακριά μέχρι την αυλή του αρχιερέα. Μπήκε μέσα και κάθισε με τους υπηρέτες, για να δει ποιο θα ήταν το τέλος. Οι αρχιερείς και όλο το συνέδριο έψαχναν να βρουν ψευδομάρτυρες κατά του Ιησού, για να μπορέσουν να τον καταδικάσουν σε θάνατο, αλλά δεν έβρισκαν τίποτα, παρά το γεγονός ότι παρουσιάστηκαν πολλοί για να καταθέσουν ψεύτικες μαρτυρίες. Τελικά ήρθαν δυο, οι οποίοι δήλωσαν ότι ο Χριστός είπε: «Μπορώ να γκρεμίσω τον Ναό του Θεού και να τον ξαναχτίσω σε τρεις μέρες». Πάλι ο αρχιερέας σηκώθηκε και είπε στον Ιησού: «Δεν απαντάς σε αυτούς που σε κατηγορούν;» Αλλά ο Ιησούς δε μιλούσε. Τότε ο αρχιερέας ξαναείπε: «Σε εξορκίζω στο όνομα του Θεού ο οποίος ζει και υπάρχει, να μας πεις αν είσαι πραγματικά ο Χριστός, ο Υιός του Θεού». Ο Ιησούς του απάντησε: «Εσύ το είπες. Ακόμα σας δηλώνω ότι από τώρα θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά του Παντοδύναμου και να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού». Τότε ο αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του λέγοντας: «Βλασφήμησε! Τι ανάγκη έχουμε από μάρτυρες; Όλοι σας ακούσατε τη βλασφημία του με τα αυτιά σας. Τι γνώμη έχετε;» Και αυτοί απάντησαν: «Είναι άξιος θανάτου!» Τότε τον έφτυσαν στο πρόσωπο και του χτυπούσαν τον τράχηλο λέγοντάς του: «Μάντεψε, Χριστέ, ποιος σε χτύπησε.»

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

50


Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Στο μεταξύ ο Πέτρος καθόταν έξω κοντά στην πόρτα. Μια υπηρέτρια τον πλησίασε λέγοντάς του: «Εσύ δεν είσαι ένας από τους μαθητές αυτού του ανθρώπου;» Αυτός απάντησε: «Δεν ξέρω τι λες». Επειδή έκανε κρύο, οι δούλοι και οι φρουροί είχαν ανάψει φωτιά και στέκονταν όρθιοι για να ζεσταθούν. Ενώ ο Πέτρος ζεσταινόταν μαζί τους, τον ρώτησαν: «Δεν είσαι εσύ ένας από τους μαθητές του Ιησού του Γαλιλαίου;» Αυτός αρνήθηκε λέγοντας: «Δεν είμαι εγώ». Αλλά ένας από τους δούλους του αρχιερέα, συγγενής αυτού του οποίου είχε κόψει το αυτί ο Πέτρος, είπε: «Δεν ήσουν μαζί Του στον κήπο της Γεθσημανής;» Και ο Πέτρος το αρνήθηκε πάλι. Και αμέσως ακούστηκε το λάλημα του κόκορα. Τότε ο Ιησούς γύρισε και κοίταξε τον Πέτρο και ο Πέτρος θυμήθηκε τα λόγια Του που του είχε πει: «Πριν λαλήσει ο κόκορας θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Και βγήκε έξω και έκλαψε πικρά, μετανιωμένος.

Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ Στο μεταξύ ο Ιούδας βλέποντας ότι ο Ιησούς καταδικάστηκε, μετάνιωσε και επέστρεψε στους αρχιερείς και τους πρεσβυτέρους τα τριάντα αργύρια που είχε πάρει σαν τίμημα για την προδοσία του λέγοντας: Αμάρτησα, γιατί σας παρέδωσα αθώο αίμα». Αυτοί του απάντησαν: «Τι μας νοιάζει εμάς; Εσύ θα δώσεις λόγο γι’ αυτό». Τότε ο Ιούδας πέταξε τα τριάντα αργύρια και πήγε και κρεμάστηκε. Οι αρχιερείς μάζεψαν τα αργύρια και είπαν: «Δεν επιτρέπεται να τα βάλουμε στο ταμείο του Ναού, επειδή είναι τιμή αίματος που θα χυθεί σε λίγο». Και αποφάσισαν τότε να τα χρησιμοποιήσουν, για ν’ αγοράσουν τον αγρό του Κεραμιδά ο οποίος θα χρησίμευε για να θάβουν εκεί τους ξένους.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΠΙΛΑΤΟ Όταν ξημέρωσε, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού οδήγησαν τον Ιησού στο συνέδριό τους για να Τον καταδικάσουν σε θάνατο. Αφού Τον έδεσαν, Τον οδήγησαν στο πραιτόριο και Τον παρέδωσαν στον Πόντιο Πιλάτο, τον Ρωμαίο κυβερνήτη της Ιουδαίας. Ο Πιλάτος αφού βγήκε έξω, προχώρησε μπροστά τους και ρώτησε: «Ποια κατηγορία βαραίνει αυτόν τον άνθρωπο;» Του απάντησαν: «Αν δεν ήταν κακοποιός δε θα σου Τον είχαμε παραδώσει». Μετά από αυτή την απάντηση ο Πιλάτος τους είπε: «Πάρτε τον εσείς και δικάστε τον σύμφωνα με τους νόμους σας». Οι Ιουδαίοι του απάντησαν: «Δε μας επιτρέπεται να κατάδικάσουμε κανένα σε θάνατο.» Έτσι επαληθεύτηκαν τα λόγια του Ιησού ο οποίος είχε προβλέψει με ποιο είδος θανάτου έπρεπε να πεθάνει. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

51


Τότε ο Πιλάτος μπήκε στο πραιτόριο, φώναξε τον Ιησού και τον ρώτησε: «Εσύ είσαι ο Βασιλιάς των Ιουδαίων;» Ο Ιησούς απάντησε: «Το βασίλειό μου δεν είναι σε αυτό τον κόσμο. Αν ήταν η βασιλεία μου απ’ αυτό τον κόσμο, οι φρουροί μου θα έδιναν μάχη για μένα, για να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους. Αλλά το βασίλειό μου δεν είναι εδώ». «Είσαι λοιπόν βασιλιάς;» τον ρώτησε ο Πιλάτος. Ο Ιησούς απάντησε: «Εσύ το είπες, είμαι βασιλιάς. Γεννήθηκα και ήρθα στον κόσμο αυτόν, για ν’ αποκαλύψω την αλήθεια. Και όποιος είναι με το μέρος της αλήθειας, ακούει τη φωνή μου». «Τι είναι αλήθεια;» τον ρώτησε ο Πιλάτος. Αφού είπε αυτό βγήκε πάλι και πήγε προς το μέρος των Ιουδαίων για να τους πει: «Δε βρίσκω καμία ενοχή σε αυτόν. Αλλά επειδή υπάρχει ένα έθιμο σε σας, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να ελευθερώσω ένα φυλακισμένο για τη γιορτή του Πάσχα, θέλετε ν’ αφήσω ελεύθερο τον Ιησού;» Αλλά οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τον λαό να ζητήσει να ελευθερωθεί ο Βαραββάς, ένας ληστής και δολοφόνος και να θανατωθεί ο Ιησούς. Έτσι όλοι φώναξαν: «Όχι αυτόν, αλλά τον Βαραββά». Ενώ ο Πιλάτος καθόταν στη δικαστική του έδρα, η γυναίκα του του έστειλε ένα μήνυμα: «Μην κάνεις τίποτα σε αυτόν τον δίκαιο άνθρωπο, διότι πολύ υπέφερα σήμερα στον ύπνο μου εξ αιτίας Του». Ο Πιλάτος ρώτησε και πάλι αυτούς που ήταν μαζεμένοι εκεί: «Ποιον θέλετε να ελευθερώσω: τον Βαραββά ή τον Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό;» Γιατί ήξερε ότι μόνο από φθόνο του είχαν παραδώσει τον Ιησού. Και εκείνοι φώναζαν: «τον Βαραββά». Τότε τους λέγει ο Πιλάτος: «Τι, λοιπόν, να κάμω τον Ιησού;» Αυτοί απάντησαν: «Να σταυρωθεί!» Ο Πιλάτος τους ρώτησε: «Μα τι κακό σας έκανε;» Και αυτοί φώναξαν ακόμα πιο δυνατά: «Να σταυρωθεί!» Τότε ο Πιλάτος βλέποντας ότι δεν κατάφερνε τίποτα, αλλά αντίθετα μεγάλωνε η οργή του πλήθους, διέταξε και έφεραν νερό και αφού έπλυνε τα χέρια του μπροστά στο πλήθος είπε: «Είμαι αθώος από το αίμα αυτού του δίκαιου ανθρώπου. Σε σας θα πέσει η ευθύνη και το κρίμα». Και όλος ο λαός απάντησε με δυνατή φωνή: «Το αίμα του να πέσει επάνω μας και επάνω στα παιδιά μας!» Μετά ο Πιλάτος ελευθέρωσε τον Βαραββά, τον δε Ιησού, αφού διέταξε να τον μαστιγώσουν, τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Τότε οι στρατιώτες του κυβερνήτη οδήγησαν τον Ιησού στο πραιτόριο και μάζεψαν γύρω του όλη τη φρουρά. Του έβγαλαν τα ρούχα και του φόρεσαν ένα κόκκινο χιτώνα, έβαλαν στο κεφάλι του για κορώνα ένα αγκάθινο στεφάνι και του έδωσαν να κρατάει στο δεξί του χέρι ένα καλάμι. Και άρχισαν να τον κοροϊδεύουν: «Χαίρε, ω βασιλιά των Ιουδαίων!» Και τον έφτυναν, του πήραν το καλάμι και τον χτυπούσαν στο κεφάλι και γονάτιζαν μπροστά του τάχα για να τον προσκυνήσουν. Αφού τον κορόιδευαν έτσι, του έβγαλαν τον χιτώνα και του ξαναφόρεσαν τα ρούχα. Μετά τον παρέδωσαν για να σταυρωθεί. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

52


ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ Οι στρατιώτες οδήγησαν τον Ιησού έξω για να σταυρωθεί και υποχρέωσαν έναν περαστικό, τον Σίμωνα τον Κυρηναίο, να μεταφέρει τον σταυρό του Ιησού. Ένα μεγάλο πλήθος ακολουθούσε τον Ιησού και οι γυναίκες χτυπούσαν το στήθος τους και θρηνούσαν γι’ αυτόν. Ταυτόχρονα οδηγούνταν μαζί με τον Ιησού και άλλοι δυο κακούργοι, που θα σταυρώνονταν μαζί του.

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Όταν έφτασαν σ’ ένα μέρος που λεγόταν Γολγοθάς, που σημαίνει «τόπος κρανίου», του έδωσαν να πιει ξίδι ανακατεμένο με χολή, αλλά εκείνος δεν θέλησε να το πιει. Μετά τον σταύρωσαν μαζί με τους δυο κακούργους, που τους έβαλαν τον ένα δεξιά και τον άλλο αριστερά του. Τότε ο Ιησούς είπε: «Πατέρα συγχώρησε τους, επειδή δεν ξέρουν τι κάνουν».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

53


ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Αφού σταύρωσαν τον Ιησού, οι στρατιώτες πήραν τα ρούχα του και τα μοίρασαν σε τέσσερα μέρη, ένα για κάθε στρατιώτη. Πήραν επίσης τον χιτώνα του, αλλά επειδή ήταν ένα κομμάτι, χωρίς καμία ραφή, είπαν μεταξύ τους: «Να μην τον σκίσουμε, αλλά να βάλουμε κλήρο για να δούμε ποιος θα τον πάρει». Έτσι εκπληρώθηκε η Γραφή που έλεγε: «Διαμοίρασαν τα ρούχα μου και για τον χιτώνα μου έβαλαν κλήρο». Τότε κοντά στο σταυρό στεκόταν η μητέρα του, η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία, η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς βλέποντας τη μητέρα του και δίπλα της τον μαθητή του Ιωάννη, τον οποίο αγαπούσε ιδιαίτερα, είπε στη μητέρα του: «Γυναίκα, αυτός θα είναι ο γιος σου απ’ εδώ και πέρα». Μετά είπε στον μαθητή: «Να η μητέρα σου!» Και από εκείνη τη στιγμή ο Ιωάννης πήρε την Παναγία στο σπίτι του.

ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΚΟΡΟΪΔΕΥΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ Στο μεταξύ το πλήθος στεκόταν εκεί και κοιτούσε, ενώ αυτοί που περνούσαν από κοντά, έβριζαν τον Ιησού και κουνούσαν το κεφάλι λέγοντας: «Εσύ είσαι που θα γκρέμιζες τον Ναό και θα τον έχτιζες σε τρεις μέρες; Σώσε τώρα τον εαυτό σου και κατέβα από το σταυρό!» Οι αρχιερείς επίσης και οι γραμματείς τον κορόιδευαν λέγοντας: «Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει! Αν είναι πράγματι ο σταλμένος από τον Θεό βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατεβεί από τον σταυρό για να δούμε και να πιστέψουμε! Είχε πεποίθηση στον Θεό, ας τον ελευθερώσει τώρα, αν τον αγαπάει πραγματικά, επειδή ο ίδιος έλεγε: είμαι ο Υιός του Θεού». Από την έκτη ώρα μέχρι την ένατη σκοτάδι έπεσε πάνω στη γη και περί την ένατη ώρα ο Ιησούς φώναξε: «Ηλί, Ηλί λιμά σαβαχθανί;» που σημαίνει: «Θεέ μου, Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες;» Μετά ο Ιησούς, ο οποίος γνώριζε ότι είχε έρθει το τέλος, είπε για να επαληθευτεί η Γραφή: «Διψώ». Υπήρχε εκεί ένα βάζο με ξίδι. Οι στρατιώτες βούτηξαν ένα σφουγγάρι και αφού το στερέωσαν σ’ ένα καλάμι, τού το πλησίασαν στο στόμα λέγοντας: «Αν είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, σώσε τον εαυτό σου!» Υπήρχε επίσης πάνω από το κεφάλι του μια επιγραφή γραμμένη σε τρεις γλώσσες, ελληνικά, ρωμαϊκά και εβραϊκά η οποία έλεγε: «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλιάς των Ιουδαίων». Ο ένας από τους δυο ληστές, που είχαν σταυρωθεί μαζί του, τον κορόιδευε λέγοντας: «Εσύ δεν είσαι ο Χριστός; Σώσε τον εαυτό σου και εμάς!» Αλλά ο άλλος τον μάλωσε: «Δε φοβάσαι τον Θεό; Γιατί, εμείς καταδικαστήκαμε το ίδιο με αυτόν. Κι εμείς δίκαια πάσχουμε για όσα έχουμε κάνει, αλλά αυτός είναι αθώος». Μετά πρόσθεσε: «Κύριε, θυμήσου με όταν έρθεις στη βασιλεία σου!» Και ο Ιησούς του απάντησε: «Αλήθεια σου λέω, από σήμερα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο».

ΑΓΩΝΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Κατά το μεσημέρι ο ήλιος κρύφτηκε και σκοτάδι απλώθηκε σε όλη τη γη μέχρι την τρίτη ώρα. Το καταπέτασμα του Ναού σκίστηκε στα δύο, από πάνω μέχρι κάτω, η γη σείστηκε, οι βράχοι σκίστηκαν, οι τάφοι άνοιξαν και πολλά σώματα αγίων που αναπαύονταν αναστήθηκαν. Τότε ο Ιησούς φώναξε με δυνατή φωνή: «Πατέρα μου, στα χέρια Σου παραδίνω το πνεύμα μου». Και μετά από αυτό είπε: «Τετέλεσται!» Δηλαδή, όλα έχουν τελειώσει και το σχέδιο του Θεού έχει εκπληρωθεί». Και γέρνοντας το κεφάλι ξεψύχησε. Όταν ο εκατόνταρχος είδε τον σεισμό της γης και όλα όσα έγιναν, δόξασε τον Θεό λέγοντας: «Αληθινά, ο άνθρωπος αυτός ήταν γιος του Θεού». Και όλοι όσοι βρισκόντουσαν εκεί αφού είδαν όσα είχαν συμβεί έφυγαν χτυπώντας το στήθος τους, για να δείξουν την μετάνοιά τους.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

54


Ο ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΣ Ήταν ημέρα Παρασκευή που σταυρώθηκε ο Χριστός. Την επόμενη μέρα, Σάββατο, οι Ιουδαίοι θα γιόρταζαν το Πάσχα τους. Έτσι για να μη μείνουν τα σώματα πάνω στον σταυρό, ζήτησαν από τον Πιλάτο να σπάσουν τα πόδια των σταυρωμένων για να πεθάνουν το γρηγορότερο. Ήρθαν, λοιπόν, οι στρατιώτες και έσπασαν τα πόδια του πρώτου ληστή και του δευτέρου που είχαν σταυρωθεί με τον Ιησού. Όταν όμως ήλθαν στον Ιησού, επειδή είδαν ότι είχε πια πεθάνει, δεν του έσπασαν τα πόδια, αλλά ένας από τους στρατιώτες τού τρύπησε τα πλευρά με την λόγχη, οπότε βγήκε νερό και αίμα. Αυτό έγινε για να πληρωθεί η Γραφή: «Δε θα σπάσει κανένα από τα οστά του. Αυτοί θα δουν εκείνον που λόγχισαν». Όταν βράδιασε ένας άντρας καλός και δίκαιος, ο Ιωσήφ καταγόμενος από την Αριμαθαία, ο οποίος επίσης ήταν ένας από τους μαθητές του Ιησού, αλλά παρέμενε κρυμμένος για τον φόβο των Ιουδαίων, πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού για να το θάψει. Ο Πιλάτος διέταξε να του το δώσουν. Όταν το πήρε, μαζί με τον Νικόδημο, ένα άλλο κρυφό μαθητή του Χριστού, το τύλιξαν μέσα σε σεντόνια, αφού το άλειψαν με αρώματα σύμφωνα με το έθιμο ταφής των Ιουδαίων. Υπήρχε εκεί ένας κήπος, όχι μακριά από το μέρος που είχε σταυρωθεί ο Ιησούς και μέσα σε αυτόν τον κήπο ένα καινούργιο μνημείο στο οποίο δεν είχε ταφεί κανένας. Εξ αιτίας της προετοιμασίας των Ιουδαίων και επειδή το μνημείο ήταν πολύ κοντά κι επειδή βιάζονταν να τελειώσουν το γρηγορότερο, έβαλαν τον Ιησού μέσα σ’ αυτό. Αφού σήκωσαν μια μεγάλη πέτρα, την έβαλαν στην είσοδο του μνημείου και έφυγαν. Οι γυναίκες, που είχαν έρθει με τον Ιησού από τη Γαλιλαία, είχαν ακολουθήσει τον Ιωσήφ και είδαν τον τρόπο με τον οποίο είχε ταφεί το σώμα του Κυρίου. Στο μεταξύ οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι πήγαν να δουν τον Πιλάτο και του είπαν: «Θυμηθήκαμε ότι αυτός ο πλάνος είχε πει όταν ακόμα ζούσε, ότι μετά από τρεις μέρες θα αναστηθεί. Εμείς, λοιπόν, σου ζητάμε να φυλάσσεται το μνημείο μέχρι την τρίτη μέρα, μήπως πάνε οι μαθητές Του και κλέψουν το σώμα Του και πουν ύστερα στο λαό πως αναστήθηκε εκ νεκρών!» Ο Πιλάτος τους είπε: «Πάρτε φρουρά να τον ασφαλίσετε, όπως εσείς ξέρετε». Τότε αυτοί πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο σφραγίζοντας την πέτρα και άφησαν στρατιώτες για να τον φρουρούν. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

55


Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Πολύ αργά τη νύχτα του Σαββάτου, όταν γλυκοχάραζε η πρώτη μέρα της εβδομάδας, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη πήγαν στον τάφο για ν’ αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα που είχαν αγοράσει. Εκείνη τη στιγμή έγινε μεγάλος σεισμός, επειδή ένας άγγελος Κυρίου, που κατέβηκε από τον ουρανό, κύλησε την πέτρα που έκλεινε τα μνημείο και κάθισε επάνω. Έλαμπε δε σαν αστραπή και ήταν κατάλευκος σαν το χιόνι. Με το θέαμα αυτό οι φρουροί φοβήθηκαν πάρα πολύ και έγιναν σαν πεθαμένοι. Ο άγγελος είπε στις γυναίκες: «Σεις μη φοβάστε τίποτα, επειδή εγώ ξέρω ότι ψάχνετε για τον Ιησού, ο οποίος σταυρώθηκε. Δεν είναι εδώ! Αναστήθηκε, όπως σας είχε πει. Να, ο τόπος που τον είχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα να πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο ότι αναστήθηκε και ότι πηγαίνει στη Γαλιλαία, όπου εκεί θα τον δουν. Αυτά είχα να σας πω». Τότε αυτές έφυγαν βιαστικά από το μνημείο, επειδή είχαν φοβηθεί από το όραμα και έτρεξαν να πουν τα νέο στους μαθητές. Και να που ο Ιησούς ήρθε σε συνάΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

56


ντησή τους και είπε: «Χαίρετε!» Και εκείνες τον πλησίασαν, του αγκάλιασαν τα πόδια και τον προσκύνησαν. Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Μη φοβάστε, πηγαίνετε να πείτε στους αδελφούς μου να πάνε στη Γαλιλαία, επειδή εκεί θα με δουν».

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΤΟΥΣ ΕΜΜΑΟΥΣ Την ίδια μέρα που αναστήθηκε ο Χριστός, δυο μαθητές του κατέβαιναν από την Ιερουσαλήμ για να πάνε σε κάποιο χωριό που λεγόταν Εμμαούς. Ενώ συνομιλούσαν, λέγοντας για όλα όσα είχαν συμβεί τις τελευταίες εκείνες μέρες, τους πλησίασε ο Ιησούς και περπατούσε μαζί τους. Αλλά αυτοί δεν τον αναγνώρισαν. Τους ρώτησε: «Για ποιο πράγμα συζητάτε περπατώντας και φαίνεστε πολύ λυπημένοι;» Ο ένας από αυτούς, που λεγόταν Κλεόπας, του απάντησε: «Ίσως να είσαι ο μόνος ξένος από την Ιερουσαλήμ, που δε γνωρίζει τι έγινε αυτές τις μέρες». Και ο Ιησούς τους ρώτησε: «Τι συνέβη;» Και του απάντησαν: «Όλα αυτά που σχετίζονται με τον Ιησού τον Ναζωραίο, ο οποίος ήταν ένας προφήτης δυνατός στα λόγια και στα έργα ενώπιον του Θεού και των ανθρώπων. Δεν έμαθες και τον τρόπο με τον οποίο οι αρχιερείς και οι άρχοντές μας τον καταδίκασαν σε θάνατο και τον σταύρωσαν; Ελπίζαμε ότι αυτός ήταν που θα ελευθέρωνε τον Ισραήλ, αλλά τώρα, να, ήδη είναι η τρίτη μέρα από τότε που συνέβησαν αυτά, και δεν είδαμε τίποτε. Αλλά και μερικές από τις ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

57


γυναίκες του κύκλου μας, μάς έκαναν να ελπίζουμε, γιατί πήγαν πολύ πρωί στον τάφο του, και μη βρίσκοντας το σώμα Του, ήρθαν και μας είπαν ότι άγγελοι παρουσιάστηκαν και τους ανάγγειλαν ότι ήταν ζωντανός. Τότε ορισμένοι από εμάς πήγαν στον τάφο και διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες είχαν πει την αλήθεια, αλλά εκείνον δεν τον είδαν καθόλου». Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Ω άνθρωποι ανόητοι, που η καρδιά σας αργεί να πιστέψει εκείνα που είπαν οι προφήτες! Δεν έχει γραφτεί ότι ο Χριστός έπρεπε να υποφέρει όλα αυτά για να δοξαστεί;» Και αρχίζοντας από τον Μωυσή και τους προφήτες, τους εξήγησε ό,τι τον αφορούσε μέσα από τις Γραφές. Όταν έφτασαν κοντά στο χωριό όπου πήγαιναν, ο Ιησούς προσποιήθηκε ότι θα πήγαινε πιο μακριά, αλλά αυτοί Τον πίεσαν λέγοντας: «Μείνε μαζί μας, γιατί ο ήλιος πάει να δύσει και πλησιάζει η νύχτα.» Έτσι μπήκε στο σπίτι για να μείνει μαζί τους. Ενώ λοιπόν έτρωγαν, ο Ιησούς πήρε το ψωμί, το ευλόγησε, και αφού το έκοψε, τους το έδωσε. Τότε άνοιξαν τα μάτια τους και τον αναγνώρισαν, αλλά αυτός εξαφανίστηκε από μπροστά τους. Τότε εκείνοι είπαν ο ένας στον άλλο: «Γιατί δεν αισθανόμαστε την καρδιά μας να καίγεται μέσα μας όταν μας μιλούσε στον δρόμο και μας εξηγούσε τις Γραφές;» Και σηκώθηκαν αμέσως και γύρισαν πίσω στην Ιερουσαλήμ, όπου βρήκαν τους ένδεκα μαθητές μαζεμένους μαζί με αυτούς που τους συνόδευαν. Όλοι δε έλεγαν ότι αναστήθηκε πραγματικά ο Κύριος και ότι εμφανίστηκε στον Πέτρο. Και αυτοί διηγήθηκαν τι τους συνέβη στον δρόμο και πως είχαν αναγνωρίσει τον Ιησού τη στιγμή που έκοβε το ψωμί.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ Ενώ λοιπόν αυτοί συνομιλούσαν, ξαφνικά ο ίδιος ο Ιησούς εμφανίστηκε ανάμεσά τους και τους είπε: «Ειρήνη σε σας». Αλλά εκείνοι φοβισμένοι και έκθαμβοι, νόμιζαν ότι έβλεπαν ένα φάντασμα. Τότε εκείνος τους είπε: «Γιατί είστε τόσο φοβισμένοι και γιατί τόσες αμφιβολίες υπάρχουν στις καρδιές σας; Κοιτάξτε τα χέρια και τα πόδια μου. Είμαι εγώ ο ίδιος». Και λέγοντας αυτά τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του. Μετά τους είπε: «Οι Γραφές βεβαιώνουν ότι ο Χριστός έπρεπε να πάθει και ν’ αναστηθεί εκ νεκρών την τρίτη μέρα, και ότι η μετάνοια και η άφεση των αμαρτιών θα κηρυχθούν στο όνομά Του σε όλα τα έθνη ξεκινώντας από την Ιερουσαλήμ. Είστε μάρτυρες αυτών των γεγονότων. Και θα στείλω σε σας αυτό που υποσχέθηκε ο Πατέρας μου, το Άγιο Πνεύμα. Αλλά εσείς μείνετε στην πόλη μέχρι να λάβετε τη δύναμη από τον ουρανό». Ο Θωμάς, ένας από τους Δώδεκα Μαθητές, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Ιησούς. Κατά την επιστροφή του, οι άλλοι του είπαν: ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

58


«Είδαμε τον Κύριο!» Αλλά αυτός τους απάντησε: «Αν δε δω μέσα στα χέρια του το σημάδι των καρφιών και αν δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα το πιστέψω!» Οκτώ μέρες μετά, ο Θωμάς βρισκόταν με τους άλλους μαθητές μέσα στο σπίτι. Και ο Ιησούς ήρθε, αν και οι πόρτες ήταν κλειστές, και στάθηκε ανάμεσά τους και είπε: «Ειρήνη σε σας!» Κατόπιν προχώρησε προς τον Θωμά και του είπε: «Βάλε εδώ τα δάχτυλά σου και δες τα χέρια μου. Προχώρησε το χέρι σου και βάλτο στην πλευρά μου και μην είσαι άπιστος αλλά πιστός!» Και ο Θωμάς φώναξε: «Ω Κύριέ μου και Θεέ μου!» Ο Ιησούς του είπε: «Ω Θωμά, επειδή με βλέπεις, πιστεύεις. Ευτυχείς όσοι δεν είδαν και πίστεψαν!»

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΧΘΗ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΙΒΕΡΙΑΔΟΣ Μετά από αυτά τα γεγονότα ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους μαθητές του στη λίμνη της Τιβεριάδος. Ο Πέτρος είπε στους άλλους μαθητές: «Θα ψαρέψω». Οι άλλοι του απάντησαν: «Ερχόμαστε μαζί σου». Έφυγαν, λοιπόν, αλλά εκείνη τη νύχτα δεν έπιασαν τίποτα. Κατά τις πρώτες ώρες της μέρας ο Ιησούς παρουσιάστηκε στην όχθη, αλλά οι μαθητές δεν τον αναγνώρισαν. Ο Ιησούς τους ρώτησε: «Παιδιά, έχετε τίποτα να φάμε;» Του απάντησαν «όχι», και τότε αυτός τους είπε: «Ρίξτε το δίχτυ στη δεξιά πλευρά της βάρκας και θα βρείτε». Έριξαν, λοιπόν, το δίχτυ, που γέμισε τόσο πολύ με ψάρια που δεν μπορούσαν να το σηκώσουν. Τότε ο Ιωάννης, ο αγαπητός μαθητής του Χριστού, είπε: «Είναι ο Κύριος!» Και ο Πέτρος, όταν άκουσε ότι ήταν ο Κύριος, έβαλε τον χιτώνα και τη ζώνη του επειδή ήταν σχεδόν γυμνός, και έπεσε στο νερό. Οι άλλοι Μαθητές ήρθαν με τη βάρκα τραβώντας το δίχτυ με τα ψάρια, επειδή ήταν μακριά από την ακτή περίπου εκατό μέτρα. Όταν πάτησαν στη γη, βρήκαν μια φωτιά με ένα ψάρι επάνω και ψωμί. Ο Ιησούς τους είπε: «Φέρτε μερικά από τα ψάρια που πιάσατε». Τότε ο Πέτρος ανέβηκε στη βάρκα και τράβηξε στην ξηρά το δίχτυ γεμάτο με εκατόν πενήντα τρία μεγάλα ψάρια και παρόλο που ήταν τόσο βαρύ το δίχτυ δεν σκίστηκε καθόλου. Ο Ιησούς τους είπε: «Ελάτε, φάτε!» Γνωρίζοντας ότι ήταν ο Κύριος, κανένας από τους μαθητές του δεν τόλμησε να τον ρωτήσει: «Ποιος είσαι εσύ;» Τότε ο Ιησούς πλησίασε, πήρε το ψωμί και το ψάρι και τους τα μοίρασε.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

59


Η ΑΝΑΛΗΨΗ Ο Ιησούς παρουσιαζόταν στους μαθητές Του μετά την Ανάστασή Του, επί σαράντα μέρες και τους μιλούσε για αλήθειες, που αφορούσαν τη Βασιλεία του Θεού. Τους έδωσε εντολή να μην απομακρυνθούν από την Ιερουσαλήμ, αλλά να περιμένουν να εκπληρωθεί η υπόσχεση του Πατέρα, αυτή που τους είχε ανακοινώσει: «Ο Ιωάννης βάπτιζε με νερό, αλλά εσείς θα βαπτίζετε με Άγιο Πνεύμα». Και πρόσθεσε: «Με τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος θα δεχτείτε μια τέτοια δύναμη που θα γίνετε μάρτυρές μου στην Ιερουσαλήμ, σε όλη την Ιουδαία και μέχρι τα πιο μακρινά σημεία της γης». Αφού είπε αυτά ανυψώθηκε στον ουρανό και ενώ αυτοί κοιτούσαν, ένα σύννεφο Τον έκρυψε από τα μάτια τους. Και καθώς είχαν καρφωμένα τα μάτια προς τον ουρανό, ενώ εκείνος έφευγε, δυο άντρες ντυμένοι στα λευκά παρουσιάστηκαν σε αυτούς και τους είπαν: «Άντρες Γαλιλαίοι, γιατί συνεχίζετε να κοιτάτε τον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς που ανελήφθη στους ουρανούς, φεύγοντας από κοντά σας θα ξαναγυρίσει κατά τον ίδιο τρόπο που Τον είδατε ν’ ανεβαίνει στον ουρανό». Τότε αυτοί χαρούμενοι γύρισαν στην Ιερουσαλήμ από το όρος των Ελαιών, που βρίσκεται κοντά στην Ιερουσαλήμ.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

60


ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Η ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ Τη μέρα της Πεντηκοστής οι μαθητές του Χριστού ήταν συγκεντρωμένοι στο ίδιο μέρος, στο γνωστό εκείνο υπερώον της Ιερουσαλήμ, όπου συναντιόνταν και έμεναν μαζί. Ξαφνικά ένας θόρυβος, σαν βοή δυνατού ανέμου, γέμισε το σπίτι στο οποίο ήταν συγκεντρωμένοι. Μετά, γλώσσες, όμοιες με γλώσσες φωτιάς, παρουσιάστηκαν μπροστά τους, χωρίστηκαν, και η κάθε μια πήγε πάνω από τον καθένα από αυτούς. Και όλοι τους γέμισαν από Άγιο Πνεύμα και άρχισαν να μιλάνε ξένες γλώσσες. Υπήρχαν εκείνη την εποχή στην Ιερουσαλήμ άνθρωποι ευσεβείς από όλα τα έθνη της γης. Όταν έγινε αυτό το θαύμα, από τον θόρυβο που προκλήθηκε, πολλοί άνθρωποι έτρεξαν μπροστά στο σπίτι των Αποστόλων. Και όλοι έμειναν έκπληκτοι, επειδή άκουγαν τους Αποστόλους να μιλάνε στον καθένα στη γλώσσα του. Και θαύμαζαν και έλεγαν: «Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι όλοι τους Γαλιλαίοι; Πώς λοιπόν γίνεται να τους ακούμε να μιλάνε ο καθένας από αυτούς στη μητρική μας γλώσσα;» Ήταν κατάπληκτοι και δεν ήξεραν τι να σκεφτούν και έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Τι μπορούμε να πούμε γι’ αυτό εδώ;» Τότε ο Πέτρος παρουσιάστηκε μπροστά τους και είπε με δυνατή φωνή: «Άνδρες του Ισραήλ, ακούστε αυτά τα λόγια. Ο Ιησούς ο Ναζωραίος σάς ελευθέρωσε και εσείς τον σταυρώσατε. Αλλά ο Θεός τον ανέστησε εκ νεκρών και εμείς όλοι μας είμαστε μάρτυρες αυτού του γεγονότος. Ανέβηκε στον ουρανό και κάθισε στα δεξιά του Θεού. Αφού έλαβε από τον Πατέρα το Άγιο Πνεύμα, όπως του το είχε υποσχεθεί, μας το έστειλε σ’ εμάς, όπως μπορείτε να δείτε και να ακούσετε και μόνοι σας. Και να γνωρίζει με βεβαιότητα όλη η φυλή του Ισραήλ ότι αυτόν τον Ιησού, που εσείς σταυρώσατε, ο Θεός τον έκανε Κύριο και Χριστό!» Με αυτά τα λόγια συγκινήθηκαν αυτοί και είπαν στον Πέτρο και στους άλλους Αποστόλους: «Αδελφοί τι πρέπει να κάνουμε;» Και ο Πέτρος τούς είπε: «Να μετανοήσετε όλοι και να βαπτιστείτε στο όνομα του Ιησού Χριστού για την άφεση των αμαρτιών σας, και θα λάβετε τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος.» Και αυτοί δέχτηκαν τη διδασκαλία του Πέτρου, βαπτίστηκαν και αποτέλεσαν την πρώτη Εκκλησία του Χριστού. Ήταν περίπου τρεις χιλιάδες ψυχές. Όλοι όσοι πίστεψαν ήταν ενωμένοι μεταξύ τους και είχαν όλα τα πράγματά τους κοινά. Πουλούσαν ό,τι είχαν και διαμοίραζαν τα χρήματα σε όλους, ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. Κάθε μέρα σύχναζαν στον Ναό όλοι μαζί και μοίραζαν ψωμί από σπίτι σε σπίτι, και έτρωγαν το φαγητό τους με χαρά και απλότητα καρδιάς, δοξάζοντας τον Θεό και έχοντας την εκτίμηση όλου του λαού. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

61


Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΝΟΣ ΧΩΛΟΥ Μια μέρα, περί την ένατη ώρα, ο Πέτρος και ο Ιωάννης ανέβαιναν μαζί στον Ναό για να προσευχηθούν. Εκεί υπήρχε ένας άνθρωπος χωλός από τη γέννησή του, τον οποίο μετέφεραν κάθε μέρα στην πύλη του Ναού, την ονομαζόμενη «Ωραία», για να ζητιανεύει από τους ανθρώπους που έμπαιναν. Αυτός ο χωλός άνθρωπος, βλέποντας τον Πέτρο και τον Ιωάννη, οι οποίοι ετοιμάζονταν να μπουν, τους ζήτησε ελεημοσύνη. Αλλά ο Πέτρος τού είπε: «Δεν έχω ούτε χρυσάφι, ούτε ασήμι, αλλά ό,τι έχω σου το δίνω: Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζαρινού, σήκω και περπάτα!» Και πιάνοντάς τον από το δεξί χέρι, τον βοήθησε να σηκωθεί. Αμέσως, λοιπόν, στερεώθηκαν τα πέλματα και οι αστράγαλοί του και μ’ ένα πήδημα σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να περπατάει. Μπήκε μαζί τους μέσα στο ιερό και πηδώντας από χαρά δόξαζε τον Θεό. Όλος ο λαός τον είδε να περπατάει και να δοξάζει τον Θεό και τον αναγνώρισε, ότι αυτός ήταν που καθόταν στην πύλη του Ναού για να ζητιανεύει και έμειναν όλοι κατάπληκτοι από το μεγάλο αυτό συμβάν.

ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΦΥΛΑΚΙΖΟΝΤΑΙ Ενώ οι Απόστολοι μιλούσαν στον λαό, ήλθαν ιερείς, ο φρούραρχος του Ναού και οι Σαδδουκαίοι δυσαρεστημένοι, επειδή οι Απόστολοι κήρυσσαν στον λαό και ανάγγειλαν την ανάσταση των νεκρών στο όνομα του Ιησού. Τότε τους έπιασαν και τους έριξαν στη φυλακή για να τους δικάσουν την άλλη μέρα, επειδή ήταν ήδη βράδυ. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί από εκείνους που είχαν ακούσει τα λόγια των Αποστόλων, πίστεψαν, και ο αριθμός των Χριστιανών έφτασε στις πέντε χιλιάδες. Την επόμενη μέρα, οι αρχηγοί του λαού, οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς, συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ, με τον Άννα τον αρχιερέα, τον Καϊάφα, τον Ιωνάθαν, τον Αλέξανδρο και όλα τα μέλη των αρχιερατικών οικογενειών. Αφού συσκέφθηκαν, στο τέλος είπαν μεταξύ τους: «Τι θα κάνουμε με αυτούς τους ανθρώπους; Επειδή έγινε φανερό σε όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ ότι έγινε ένα θαύμα και δεν μπορούμε να το αρνηθούμε. Αλλά για να μη διαδοθεί αυτό περισσότερο ανάμεσα στον λαό, ας τους απειλήσουμε, για να μη μιλήσουν πια σε κανέναν στο όνομα του Ιησού». Έτσι, αφού τους κάλεσαν, τους απαγόρευσαν να διδάσκουν και να μιλάνε στο όνομα του Χριστού. Αλλά ο Πέτρος και ο Ιωάννης τους απάντησαν: «Κρίνετε μόνοι σας ενώπιον του Θεού, αν είναι σωστό να υπακούσουμε εσάς και όχι Εκείνον! Δεν μπορούμε να μη μιλάμε γι’ αυτά που είδαμε και ακούσαμε». Τότε αφού ανανέωσαν τις απειλές τους, τους ελευθέρωσαν, επειδή δεν είχαν κάποιο σοβαρό λόγο για να τους τιμωρήσουν, και φοβόντουσαν και την αντίδραση του λαού. Μετά οι Απόστολοι έκαναν πολλά θαύματα στον λαό και ο αριθμός των ανθρώπων που πίστευαν μεγάλωνε όλο και πιο πολύ. Οι άρρωστοι μεταφέρονταν έξω, στη μέση του δρόμου, πάνω σε στρώματα, ώστε όταν ο Πέτρος περνούσε από εκεί, ο ίσκιος του τουλάχιστον να σκεπάζει κάποιον από αυτούς. Οι άρρωστοι και οι δαιμονισμένοι έτρεχαν επίσης από γειτονικές πόλεις στην Ιερουσαλήμ και θεραπεύονταν. Για τον λόγο αυτό οι αρχιερείς και όλοι όσοι ήταν με το μέρος τους, όπως η αίρεση των Σαδδουκαίων, κυριεύθηκαν από φθόνο και έβαλαν πάλι στη φυλακή τους Αποστόλους.

ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΝΤΑΙ Αλλά ένας άγγελος Κυρίου, αφού άνοιξε τις πόρτες της φυλακής κατά τη διάρκεια της νύχτας, τους ελευθέρωσε και τους είπε: «Πηγαίνετε και σταθείτε μέσα στον Ναό και κηρύξτε στον λαό όλα τα λόγια της νέας αυτής ζωής, που σας έφερε ο Ιησούς». Τότε οι Απόστολοι, υπακούοντας στα λόγια του αγγέλου, μπήκαν στον Ναό και άρχισαν να κηρύσσουν. Ο αρχιερέας με τους δικούς του έφτασαν και συγκάλεσαν το Συνέδριο και όλους τους πρεσβυτέρους του ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

62


Ισραήλ. Μετά έστειλαν φρουρούς να βρουν τους Αποστόλους. Οι φρουροί έφτασαν στη φυλακή, αλλά δε βρήκαν κανένα και γύρισαν πίσω λέγοντας: «Βρήκαμε τη φυλακή καλά κλεισμένη και τους φρουρούς μπροστά στην πόρτα, αλλά όταν την ανοίξαμε δε βρήκαμε κανένα μέσα». Οι επιστάτες του Ναού και οι αρχιερείς δεν ήξεραν τι να σκεφτούν και τι μπορούσε να είχε συμβεί, αλλά τότε ένας άντρας ήρθε για να τους πει: «Οι άνθρωποι που βάλατε στη φυλακή είναι μέσα στον Ναό και διδάσκουν το πλήθος». Τότε οι επιστάτες γύρισαν στον Ναό μαζί με τους φρουρούς. Έβγαλαν τους Αποστόλους και τους οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο. Ο αρχιερέας τους ρώτησε με αυτά τα λόγια: «Δεν σας απαγόρευσα να διδάσκετε στο όνομα του Ιησού; Και να που έχετε γεμίσει την Ιερουσαλήμ με τη διδασκαλία σας και θέλετε να πέσει επάνω μας η ευθύνη για το αίμα του Χριστού!» Τότε ο Πέτρος και οι άλλοι Απόστολοι απάντησαν: «Πρέπει να υπακούσουμε στον Θεό, παρά στους ανθρώπους. Ο Θεός των πατέρων μας ανάστησε τον Ιησού, τον οποίο εσείς σταυρώσατε. Ο Θεός τον ανέστησε και τον έβαλε στα δεξιά του στον ουρανό, κάνοντάς τον αρχηγό και σωτήρα, για να δίδει στον Ισραήλ τη μετάνοια και τη συγχώρεση των αμαρτιών. Και είμαστε μάρτυρες αυτών όλων, όπως μαρτυρεί και το Άγιο Πνεύμα, το οποίο ο Θεός έδωσε σε αυτούς που τον υπακούουν». Ακούγοντας αυτά τα λόγια, οι ιερείς ήθελαν να τους σκοτώσουν. Τότε ένας Φαρισαίος, που τον έλεγαν Γαμαλιήλ, άντρας νομομαθής, που τον εκτιμούσε όλος ο λαός, σηκώθηκε στο Συνέδριο και είπε: «Μην κρατάτε αυτούς τους ανθρώπους και αφήστε τους να φύγουν. Αν η διδασκαλία τους ή η δραστηριότητά τους έχει ανθρώπινη προέλευση, θα διαλυθεί από μόνη της. Αλλά, αν προέρχεται από τον Θεό δε θα μπορέσετε να την καταστρέψετε. Μη διακινδυνεύετε να γίνετε και θεομάχοι». Πείστηκαν στα λόγια του, και, αφού φώναξαν τους Αποστόλους, τους έδειραν και τους απαγόρευσαν να συνεχίσουν να μιλάνε στο όνομα του Ιησού. Μετά τους άφησαν να φύγουν.

Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Καθώς αύξανε ο αριθμός των πιστών και αυξάνονταν τα καθήκοντα των Αποστόλων, αυτοί διάλεξαν επτά άντρες για να τους βοηθούν στις καθημερινές ασχολίες τους. Ανάμεσά σε αυτούς τους άντρες ήταν και ο Στέφανος, γεμάτος πίστη και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα. Αυτός έκανε πολλά και μεγάλα θαύματα στον λαό. Για τον λόγο αυτό μερικά μέλη της συναγωγής άρχισαν να συζητάνε μαζί του, αλλά δεν μπόρεσαν να αντισταθούνε στην εμπνευσμένη σοφία με την οποία μιλούσε. Τότε αυτοί υποκίνησαν ανθρώπους οι οποίοι έλεγαν: «Ακούσαμε τον Στέφανο να λέει βλάσφημα λόγια κατά του Μωυσή και του Θεού». Τότε ξεσήκωσαν τον λαό εναντίον του Στεφάνου, και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι, αφού τον έπιασαν, τον οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο. Έφεραν μετά ψευδομάρτυρες οι οποίο είπαν: «Αυτός ο άνθρωπος δεν σταματάει να λέει λόγια κατά του Ναού και του Νόμου. Τον ακούσαμε να λέει ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος θα καταστρέψει αυτό το χώρο και θα αλλάξει τους Νόμους που μας παρέδωσε ο Μωυσής». Και εκείνοι που βρίσκονταν στο Συνέδριο, όταν τον κοίταξαν, είδαν το πρόσωπό του να είναι όμοιο με αγγέλου. Ο Στέφανος γεμάτος από το Άγιο Πνεύμα, με το βλέμμα στραμμένο στον ουρανό, είδε τον Ιησού όρθιο στα δεξιά του Θεού και του είπε: «Ιδού, εγώ βλέπω τους ουρανούς ανοιχτούς και τον Υιό του Ανθρώπου όρθιο στα δεξιά του Θεού». Αυτοί άρχισαν τότε να φωνάζουν δυνατά, έκλεισαν τα αυτιά και ορμώντας όλοι εναντίον του Στέφανου, τον έβγαλαν από την πόλη και τον λιθοβόλησαν. Οι εχθροί έβαλαν τα ρούχα του να τα φυλάει κάποιος νέος άντρας, ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

63


που λεγόταν Σαούλ. Ενώ τον λιθοβολούσαν, ο Στέφανος προσευχόταν και έλεγε: «Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου». Μετά έπεσε στα γόνατα και με δυνατή φωνή φώναξε: «Κύριε, μην τους καταλογίσεις αυτή την αμαρτία». Και μετά από αυτό ξεψύχησε.

Η ΚΛΙΣΗ ΤΟΥ ΣΑΥΛΟΥ Ο Σαούλ ή Σαύλος όχι μόνο ήταν από αυτούς οι οποίοι είχαν εγκρίνει τον θάνατο του Στεφάνου, αλλά ο ίδιος προσωπικά κυνήγησε σκληρά την Εκκλησία της Ιερουσαλήμ. Έμπαινε σε σπίτια, έσυρε άντρες και γυναίκες για να τους ρίξει στη φυλακή και έστελνε στον θάνατο μαθητές του Χριστού. Μια μέρα ο Σαούλ πήγε στον αρχιερέα και του ζήτησε επιστολές για τις συναγωγές της Δαμασκού, ώστε να είναι εξουσιοδοτημένος να αιχμαλωτίσει οπαδούς της διδασκαλίας του Χριστού και να τους οδηγήσει στην Ιερουσαλήμ. Ενώ βρισκόταν στον δρόμο πλησιάζοντας στη Δαμασκό, ξαφνικά ένα φως, που ερχόταν από τον ουρανό, τον τύλιξε με τη λάμψη του. Έπεσε κατά γης και άκουσε μια φωνή που του έλεγε: «Σαούλ, Σαούλ γιατί με καταδιώκεις;» Και αυτός απάντησε: «Ποιος είσαι Κύριε;» «Είμαι ο Ιησούς τον οποίο καταδιώκεις. Σήκω όμως, μπες στην πόλη και θα σου πουν τι πρέπει να κάνεις». Οι άνθρωποι που τον συνόδευαν έμειναν έκθαμβοι. Άκουγαν καλά τη φωνή αλλά δεν έβλεπαν κανένα. Ο Σαούλ σηκώθηκε από κάτω και παρ’ όλο που είχε ανοιχτά τα μάτια του δεν έβλεπε τίποτα. Οι σύντροφοι του τον πήραν από το χέρι και τον οδήγησαν στη Δαμασκό, όπου έμεινε τρεις μέρες χωρίς να βλέπει, χωρίς να τρώει και χωρίς να πίνει. Εκείνη την εποχή ζούσε στη Δαμασκό ένας Χριστιανός που τον έλεγαν Ανανία. Σε αυτόν παρουσιάστηκε σε όραμα ο Κύριος και του είπε: «Ανανία!» Αυτός απάντησε: «Εδώ είμαι Κύριε». Και ο Κύριος τον διέταξε: «Σήκω, πήγαινε στην οδό που ονομάζεται «Ευθεία» και ζήτα μετά στο σπίτι του Ιούδα έναν άντρα από την Ταρσό, που λέγεται Σαούλ. Είναι εκεί και προσεύχεται ζητώντας να τον βοηθήσω. Είδε στον ύπνο του ένα άντρα, που λέγεται Ανανίας, ο οποίος έβαλε τα χέρια του επάνω του για να ξαναβρεί την όραση του που είχε χάσει». Ο Ανανίας απάντησε: «Κύριε, άκουσα πολλούς να μιλούν γι’ αυτόν τον άντρα και για όλα όσα έχουν υποφέρει οι οπαδοί σου στην Ιερουσαλήμ εξ αιτίας του. Έχει πάρει μεγάλη εξουσία από τους αρχιερείς εδώ στη Δαμασκό, για να μπορεί να συλλαμβάνει όλους όσους επικαλούνται το όνομα σου». Αλλά ο Κύριος του είπε: «Πήγαινε, γιατί αυτός ο άνθρωπος είναι το σκεύος, που διάλεξα για να μεταφέρει το όνομα μου σε όλα τα έθνη, μπροστά σε βασιλιάδες και στους απογόνους του Ισραήλ. Και εγώ θα του δείξω όλα όσα θα πρέπει να πάθει για το όνομά μου». Ο Ανανίας έφυγε και αφού μπήκε στο σπίτι έβαλε τα χέρια στον Σαούλ λέγοντας: «Σαούλ, αδελφέ μου, ο Κύριος Ιησούς, ο οποίος σου παρουσιάστηκε στον δρόμο, με έστειλε για ν’ αποκτήσεις και πάλι το φως σου και για να γεμίσεις από Άγιο Πνεύμα». Και αμέσως έπεσαν από τα μάτια του κάτι σαν λέπια και ξαναβρήκε το φως του. Σηκώθηκε και βαπτίστηκε και αφού έφαγε ξαναβρήκε τη δύναμη του. Έμεινε μερικές μέρες μαζί με τους χριστιανούς οι οποίοι ήταν στη Δαμασκό αρχίζοντας αμέσως να διδάσκει στις συναγωγές και να διαβεβαιώνει ότι ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού. Όταν πέρασαν αρκετές μέρες, οι Ιουδαίοι αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Το σχέδιο τους έφτασε στ’ αυτιά του Σαούλ και των χριστιανών και επειδή η πόλη φυλαγόταν καλά, τον φυγάδεψαν τη νύχτα κατεβάζοντάς τον από τα τείχη μέσα σε ένα καλάθι. Κατά την επιστροφή του στην Ιερουσαλήμ ο Σαούλ δοκίμασε να έρθει σε επαφή με τους μαθητές, αλλά όλοι φοβόντουσαν, επειδή δεν πίστευαν ότι έγινε πράγματι μαθητής του Χριστού. Τότε ο Βαρνάβας, αφού τον πήρε μαζί του, τον οδήγησε στους Αποστόλους και τους διηγήθηκε πώς είχε προσηλυτιστεί και πως ήδη στη Δαμασκό είχε κηρύξει στο όνομα του Ιησού. Έτσι ο Σαούλ μπόρεσε να ενωθεί μαζί τους μιλώντας άφοβα στο όνομα του Χριστού. Μιλούσε και συζητούσε επίσης με τους Ιουδαίους που μιλούσαν ελληνικά, αλλά αυτοί επιχείρησαν να τον σκοτώσουν. Όταν οι χριστιανοί το έμαθαν οδήγησαν τον Σαούλ στην Καισάρεια και τον ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

64


φυγάδεψαν για την Ταρσό. Η Εκκλησία, λοιπόν, σε όλη την Ιουδαία απολάμβανε ειρήνη όπως και στη Γαλιλαία και στη Σαμάρεια. Μεγάλωνε και προόδευε με φόβο Κυρίου, γεμάτη από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Συνέβη δε, ενώ ο Πέτρος επισκεπτόταν όλους τους πιστούς, να κατεβεί στην Ιόππη, όπου έμεινε για λίγο καιρό σ’ ένα άνθρωπο, που ονομαζόταν Σίμωνας και ήταν βυρσοδέψης. Υπήρχε τότε στην Καισάρεια ένας άντρας, ονομαζόμενος Κορνήλιος, που ήταν εκατόνταρχος στον Ρωμαϊκό στρατό. Αυτός ήταν ευσεβής και φοβόταν τον Θεό όπως και όλη του η οικογένεια. Έκανε πολλές ελεημοσύνες στον λαό και προσευχόταν συνεχώς στον Κύριο. Ένα απόγευμα ο Κορνήλιος είδε ένα όνειρο, πως ένας άγγελος του Θεού μπήκε στο σπίτι του και τον φώναξε με το όνομα του. Τότε αυτός γεμάτος φόβο του απάντησε: «Τι θέλεις από εμένα, Κύριε;» Ο άγγελος του είπε: «Οι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν μέχρι τον Θεό και σε θυμήθηκε. Στείλε τώρα μερικούς από τους άντρες σου στην Ιόππη και πες τους να φέρουν κάποιον Σίμωνα, τον επονομαζόμενο Πέτρο, ο οποίος μένει στου Σίμωνα του βυρσοδέψη, του οποίου το σπίτι είναι κοντά στη θάλασσα». Μόλις έφυγε ο άγγελος, ο Κορνήλιος φώναξε δυο από τους δούλους του και ένα πιστό και ευσεβή στρατιώτη και τους τα διηγήθηκε όλα. Μετά τους έστειλε στην Ιόππη. Όταν οι απεσταλμένοι έφτασαν στην πόρτα του Σίμωνα, ο Πέτρος κατέβηκε και είπε στους τρεις άντρες: «Εγώ είμαι αυτός που ψάχνετε. Ποιος είναι ο λόγος που σας φέρνει εδώ;» Αυτοί απάντησαν: «Ο εκατόνταρχος Κορνήλιος, άνθρωπος δίκαιος και ευσεβής, ειδοποιήθηκε θεϊκά από έναν άγγελο να σε καλέσει στο σπίτι του για να ακούσει τι έχεις να του πεις». Ο Πέτρος τους έβαλε μέσα στο σπίτι και τους φιλοξένησε. Την άλλη μέρα έφυγε από την Ιόππη μαζί τους και με άλλους έξι χριστιανούς.

Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ Την άλλη μέρα έφτασαν στην παραλιακή Καισάρεια. Ο Κορνήλιος τους περίμενε και είχε καλέσει και τους γονείς και τους στενούς φίλους του. Μόλις είδε τον Πέτρο, έπεσε στα πόδια του και τον προσκύνησε. Αλλά ο Πέτρος τον σήκωσε αμέσως λέγοντας: «Σήκω και εγώ άνθρωπος είμαι!» Ύστερα βλέποντας όλους συγκεντρωμένους τους είπε: «Ξέρετε ότι απαγορεύεται σ’ έναν Ιουδαίο να συναναστρέφεται μ’ ένα ξένο ή να μπαίνει στο σπίτι του, αλλά ο Θεός μού έμαθε να μην κοιτάζω κανένα άνθρωπο σαν ακάθαρτο ή μολυσμένο. Γι’ αυτό ήρθα εδώ αμέσως μόλις με φωνάξατε. Σας ερωτώ, λοιπόν, για ποιο λόγο με φέρατε εδώ;» Ο Κορνήλιος απάντησε: «Εδώ και τέσσερις μέρες ενώ προσευχόμουν ένας άντρας ντυμένος με φωτεινή ενδυμασία μου παρουσιάστηκε και με διέταξε να σε προσκαλέσω εδώ. Για τον λόγο αυτό έστειλα αμέσως να σε βρουν και έκανες καλά που ήρθες. Τώρα, λοιπόν, είμαστε όλοι εδώ μπροστά στον Θεό έτοιμοι να ακούσουμε ό,τι ο Κύριος σε διέταξε να μας πεις». Ο Πέτρος τότε άρχισε να μιλάει: «Αλήθεια γνωρίζω ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολάτρης, αλλά οποιοσδήποτε τον φοβάται και είναι δίκαιος, σ’ οποιοδήποτε έθνος κι αν ανήκει, γίνεται δεκτός απ’ αυτόν». Και ενώ ο Πέτρος μιλούσε ακόμα, το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε επάνω σε όλους όσους ήταν παρόντες. Μετά ο Πέτρος τους βάπτισε στο όνομα του Ιησού Χριστού κι έμεινε μαζί τους μερικές μέρες.

Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Εκείνο τον καιρό ο βασιλιάς Ηρώδης Αγρίππας άρχισε να διώκει μερικούς οπαδούς του Χριστού και σκότωσε με ξίφος τον απόστολο Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιωάννη. Βλέποντας δε ότι αυτό ευχαρίστησε τους Ιουδαίους, αποφάσισε να συλλάβει και τον Πέτρο. Αφού τον έκλεισε στη φυλακή, ετοιμαζόταν να τον δικάσει μπροστά στον λαό του. Τη νύχτα πριν από τη δίκη του, ενώ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

65


ο Πέτρος δεμένος με αλυσίδες κοιμόταν στο μέσο δυο στρατιωτών, ήρθε ένας άγγελος Κυρίου ο οποίος τον ξύπνησε λέγοντας του: «Σήκω γρήγορα!» Αμέσως οι αλυσίδες έπεσαν από τα χέρια του Πέτρου, ο οποίος ακολούθησε τον άγγελο, μη γνωρίζοντας αν ονειρευόταν ή αν ήταν πραγματικότητα. Όταν φτάσανε στη σιδερένια πόρτα που έβγαζε στην πόλη, αυτή άνοιξε από μόνη της μπροστά τους. Μόλις βγήκαν ο άγγελος εξαφανίστηκε. Ο Πέτρος συνήλθε και είπε: «Καταλαβαίνω τώρα με βεβαιότητα ότι ο Κύριος μου έστειλε τον άγγελο του για να με ελευθερώσει από τα χέρια του Ηρώδη». Αφού ο Πέτρος κατάλαβε που βρισκόταν, κατευθύνθηκε προς το σπίτι της Μαρίας, μητέρας του Ιωάννη, ο οποίος ονομαζόταν επίσης και Μάρκος, όπου είχαν μαζευτεί πολλοί χριστιανοί για να προσευχηθούν. Χτύπησε την πόρτα και ένα νέο κορίτσι, που ονομαζόταν Ρόδη, πήγε ν’ ανοίξει. Αναγνώρισε τη φωνή του Πέτρου και μέσα στη χαρά της, αντί να του ανοίξει έτρεξε να αναγγείλει την άφιξη του στους άλλους. Αλλά αυτοί της είπαν: «Είσαι τρελή;» Στο μεταξύ ο Πέτρος συνέχιζε να χτυπάει και όταν άνοιξαν την πόρτα είδαν ότι πραγματικά ήταν αυτός και έμειναν κατάπληκτοι. Τότε ο Πέτρος αφού τους έκανε με το χέρι νόημα να σωπάσουν, τους εξήγησε πως ο Κύριος τον είχε βγάλει από τη φυλακή. Μετά έφυγε και πήγε σε άλλο μέρος. Όταν ξημέρωσε έγινε μεγάλη ταραχή ανάμεσα στους στρατιώτες, επειδή δεν μπορούσαν να εξηγήσουν πως είχε κατορθώσει να δραπετεύσει ο Πέτρος. Ο Ηρώδης έψαξε παντού και μη βρίσκοντας τον Πέτρο έπιασε τους στρατιώτες και διέταξε να τους βασανίσουν.

ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Λίγη Ιστορία Από την Αντιόχεια ο Παύλος και ο Βαρνάβας ξαναγύρισαν για λίγο στην Ιερουσαλήμ, όπου είχε αποφασιστεί μια συνάντηση μεταξύ των Αποστόλων και πολλών πρεσβυτέρων της Εκκλησίας για να προσπαθήσουν να λύσουν το πρόβλημα το οποίο βασάνιζε τις Εκκλησίες της Γαλατίας: οι ειδωλολάτρες έπρεπε να γίνουν Ιουδαίοι πριν να γίνουν χριστιανοί; Ο Παύλος και οι άλλοι έπεισαν τους αρχηγούς της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ ότι οι ειδωλολάτρες έπρεπε να γίνουν δεκτοί κατ’ ευθείαν σαν χριστιανοί, μέσα στο μέτρο που θα τηρούσαν ορισμένους κανόνες καθοδήγησης και λατρείας. Κατόπιν αφού γύρισαν στην Αντιόχεια, ο Παύλος και ο Βαρνάβας ξανάρχισαν να διδάσκουν και να κηρύσσουν. Οι επιστολές του Παύλου προς τους Γαλάτες Λίγο μετά την αναχώρηση του από τη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας, ο Παύλος έγραψε μια επιστολή στη Χριστιανική Εκκλησία αυτής της περιοχής, για την ίδρυση της οποίας τόσο πολύ είχε μοχθήσει. Είναι μια από τις πολλές επιστολές που ο μεγάλος Απόστολος έστειλε σε διάφορες κοινότητες. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται συμβουλές και ενθαρρύνσεις που αγγίζουν την πίστη, τη ζωή και τη λατρεία των Χριστιανών. Με δύναμη και πάθος ο Παύλος έγραψε αυτή την επιστολή προς τους Γαλάτες, αφού έμαθε ότι τα μέλη της Εκκλησίας της Γαλατίας είχαν αρχίσει να ξεχνάνε την αγνότητα της χριστιανικής διδασκαλίας.

Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Ήσαν δε στην Αντιόχεια, μέλη της εκεί Εκκλησίας, μερικοί προφήτες και δάσκαλοι. Ανάμεσα τους ήταν ο Βαρνάβας, ο Συμεών ο ονομαζόμενος Νίγερ, ο Λούκιος ο Κυρηναίος, ο Μαναήν, αυλικός στο παλάτι του Τετράρχη Ηρώδη και ο Σαύλος, ο οποίος αργότερα πήρε το όνομα Παύλος. Ενώ αυτοί προσεύχονταν και νήστευαν, το Άγιο Πνεύμα είπε: «Δώστε μου τον Βαρνάβα και τον Σαύλο για το έργο που τους έχω προορίσει». Τότε αφού νήστεψαν πάλι και προσευχήθηκαν, τους ευλόγησαν και τους άφησαν να φύγουν. Έτσι ο Παύλος και ο Βαρνάβας, σταλμένοι από το Άγιο Πνεύμα, έφυγαν για τη Σελεύκεια και από εκεί επιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο για την Κύπρο. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

66


ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Αφού κήρυξε τον λόγο του Θεού στο νησί της Κύπρου, ο Παύλος και ο Βαρνάβας απέπλευσαν και ήρθαν στην Πέργη της Παμφυλίας και στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Στην Αντιόχεια έφτασαν Σάββατο, μπήκαν στη συναγωγή και κάθισαν. Μετά την ανάγνωση του Νόμου και των Προφητών ο Παύλος μίλησε στον λαό για τον Ιησού, για τον θάνατο και την ανάστασή του. Το επόμενο Σάββατο σχεδόν όλη η πόλη ήρθε να ακούσει τον Παύλο και τον Βαρνάβα. Αλλά οι εχθροί τους κατάφεραν να ξεσηκώσουν εναντίον τους τους προεστούς της πόλης και τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν την Αντιόχεια. Δίδασκαν στις συναγωγές και στους δρόμους μεταφέροντας τον λόγο του Θεού στους Ιουδαίους αλλά και στους ειδωλολάτρες λέγοντας αυτό που ο Κύριος είπε: «Σας διάλεξα για να είστε το φως των ανθρώπων, για να μεταφέρετε τη σωτηρία μέχρι την άκρη της γης». Όταν έφτασαν στο Ικόνιο ο Παύλος και ο Βαρνάβας πήγαν να προσευχηθούν στη συναγωγή και πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί πίστεψαν. Αλλά οι Ιουδαίοι οι οποίοι παρέμειναν άπιστοι, ξεσήκωσαν τους εθνικούς και ερέθισαν τα πνεύματα ενάντια στους Αποστόλους. Έτσι ο πληθυσμός της πόλεως χωρίστηκε, ώστε οι μεν ήταν με τους Ιουδαίους, οι δε υποστήριζαν τους Αποστόλους. Αφού το πλήθος αποπειράθηκε να τους λιθοβολήσει, ο Παύλος και ο Βαρνάβας κατέφυγαν στα Λύστρα και στη Δέρβη, πόλη της Λυκαονίας, όπου και άρχισαν να κηρύσσουν. Αφού κήρυξαν και σε αυτή την πόλη και απέκτησαν έναν ορισμένο αριθμό πιστών, ξαναγύρισαν στα Λύστρα, μετά στο Ικόνιο και τέλος στην Αντιόχεια. Διέσχισαν την Πισιδία και έφτασαν στην Παμφυλία. Αφού κήρυξαν εκεί, κατέβηκαν στην Αττάλεια, από όπου απέπλευσαν για την Αντιόχεια της Κιλικίας, όπου έμειναν για ένα διάστημα.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Λίγες μέρες πέρασαν και ο Παύλος είπε στον Βαρνάβα: «Ας γυρίσουμε πίσω να επισκεφτούμε τους αδελφούς μας στις πόλεις που κηρύξαμε τον λόγο του Κυρίου για να δούμε τι κάνουνε». Όμως δεν συμφώνησαν στις λεπτομέρειες του ταξιδιού και έτσι χωρίστηκαν. Ο Βαρνάβας απέπλευσε για την Κύπρο και ο Παύλος διέτρεξε τη Συρία, την Κιλικία και ένα μέρος της Γαλατίας ενισχύοντας τις Εκκλησίες. Αφού διέσχισε τη Μυσία τράβηξε τελικά προς την Τροία. Εκεί στη διάρκεια της νύχτας ο Παύλος είδε ένα όραμα. Ένας Μακεδόνας του έκανε αυτή την παράκληση: «Έλα στη Μακεδονία να μας βοηθήσεις!» Και ο Παύλος αναχώρησε για τη Μακεδονία. Αφού επιβιβάστηκε στην Τρωάδα, πήγε στη Σαμοθράκη και την επομένη έφυγε για τη Νεάπολη, από όπου έφτασε στους Φιλίππους, την πρώτη πόλη της περιφέρειας της Μακεδονίας, που ήταν Ρωμαϊκή επαρχία. Όταν ο Παύλος και ο Σίλας, ο μαθητής που ο Παύλος είχε διαλέξει στην Ιερουσαλήμ για να τον συνοδέψει, πήγαιναν σε ένα μέρος προσευχής των Ιουδαίων, συνέβη να συναντήσουν μια νέα γυναίκα δαιμονισμένη από ένα μαντικό πνεύμα, το οποίο απέφερε πολλά κέρδη στους αφέντες της προλέγοντας τα μέλλοντα να συμβούν. Τότε αυτή άρχισε να φωνάζει: «Οι άνθρωποι αυτοί είναι δούλοι του Θεού και διδάσκουν πώς να σωθούμε». Επειδή δε αυτό το επανέλαβε πολλές φορές, τελικά ο Παύλος διέταξε το πονηρό πνεύμα να βγει από μέσα της. Έτσι η νέα θεραπεύτηκε, αλλά οι αφέντες της βλέποντας να χάνεται η πηγή πλουτισμού τους, συνέλαβαν τον Παύλο και τον Σίλα και τους έσυραν στην αγορά μπροστά στους άρχοντες της πόλης. Και είπαν: «Αυτοί οι άνθρωποι προκαλούν ταραχή στην πόλη μας. Είναι Ιουδαίοι και κηρύσσουν έθιμα τα οποία εμείς οι Ρωμαίοι δεν μπορούμε να δεχτούμε». Το πλήθος ξεσηκώθηκε εναντίον τους και οι άρχοντες, διέταξαν να τους μαστιγώσουν. Αφού τους έσκισαν τα ρούχα, τους χτύπησαν και μετά τους έριξαν στη φυλακή διατάζοντας τους δεσμοφύλακες να τους φυλάγουνε καλά. Προς τα μεσάνυχτα ο Παύλος και ο Σίλας προσεύχονταν και έψελναν ύμνους, ενώ οι άλλοι φυλακισμένοι τους άκουγαν. Ξαφνικά έγινε σεισμός αρκετά δυνατός, ώστε κουνήθηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Όλες οι πόρτες άνοιξαν και οι αλυσίδες των φυλακισμένων λύθηκαν. Ο δεσμοφύλακας ξύπνησε και όταν είδε τις πόρτες της φυλακής ανοιχτές σκέφτηκε ότι οι φυλακισμένοι είχαν δραπετεύσει. Τράβηξε τότε το σπαθί του για ν’ αυτοκτονήσει, αλλά ο ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

67


Παύλος του φώναξε: «Μην κάνεις κακό στον εαυτό σου, είμαστε όλοι εδώ!» Τότε αυτός αφού ζήτησε φως έτρεξε μέσα στη φυλακή και έπεσε τρέμοντας ολόκληρος στα πόδια του Παύλου και του Σίλα. Μετά τους άφησε να βγουν και είπε: «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;» Αυτοί απάντησαν: «Πίστευε στον Κύριο Ιησού Χριστό και θα σωθείς και εσύ και η οικογένεια σου». Τότε αυτός τους πήρε κοντά του, τους έπλυνε τις πληγές και αμέσως βαπτίστηκε και αυτός και όλοι οι δικοί του. Μετά τους οδήγησε στο σπίτι του, τους έβαλε να φάνε και χαιρόταν μαζί με όλη την οικογένεια του, επειδή είχαν πιστέψει στον Θεό. Όταν ξημέρωσε οι άρχοντες έστειλαν τους φρουρούς να πουν στον δεσμοφύλακα: «Ελευθέρωσε αυτούς τους ανθρώπους, επειδή είναι ρωμαίοι πολίτες». Όταν βγήκαν από τη φυλακή ο Παύλος και ο Σίλας έφυγαν για την Αμφίπολη και την Απολλωνία.

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΙΛΑΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Έφτασαν κατόπιν στη Θεσσαλονίκη, όπου οι Ιουδαίοι είχαν μια συναγωγή. Ο Παύλος παρουσιάστηκε σ’ αυτή επί τρία συνεχή Σάββατα όπου συζήτησε μαζί τους για τις Γραφές, εξηγώντας και αποδεικνύοντας ότι ο Χριστός έπρεπε να πεθάνει και να αναστηθεί εκ νεκρών. Τους βεβαίωνε δε ότι ο Χριστός είναι αυτός ο Ιησούς για τον οποίο τους μιλούσε. Μερικοί από αυτούς πίστεψαν, επίσης και πολλοί Έλληνες και πολλές γυναίκες που ανήκαν στην ανώτερη τάξη. Μερικοί Ιουδαίοι παρακινημένοι από ζήλια προκάλεσαν οχλαγωγία και ταραχή στην πόλη. Αυτοί φώναζαν: «Αυτοί οι άνθρωποι έχουν αναστατώσει την πόλη. Ενεργούν ενάντια στα διατάγματα του Καίσαρα λέγοντας ότι υπάρχει ένας άλλος βασιλιάς, ο Ιησούς». Όταν άκουσαν αυτά τα λόγια το πλήθος και οι αρχηγοί της πόλης ταράχτηκαν, αλλά όταν ο Ιάσων, στο σπίτι του οποίου έμεναν οι Απόστολοι, κατέθεσε μια εγγύηση για τον Παύλο και τον Σίλα, τους άφησαν να φύγουν. Αμέσως οι χριστιανοί της πόλης φυγάδεψαν τη νύχτα τον Παύλο και τον Σίλα στη Βέροια. Όταν έφτασαν εκεί μπήκαν στη συναγωγή των Ιουδαίων. Εκείνοι είχαν πιο ευγενικά αισθήματα από τους Ιουδαίους της Θεσσαλονίκης και δέχτηκαν τον λόγο με μεγαλύτερη προθυμία και μελετούσαν κάθε μέρα τις Γραφές. Αλλά όταν οι Ιουδαίοι της Θεσσαλονίκης έμαθαν ότι ο Παύλος ήταν στη Βέροια, πήγαν εκεί και ξεσήκωσαν τον λαό. Τότε οι χριστιανοί της πόλης αυτής φυγάδεψαν αμέσως τον Παύλο για την Αθήνα και ξαναγύρισαν με την εντολή να αναχωρήσουν ο Σίλας και ο Τιμόθεος το συντομότερο σε συνάντηση του.

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ Στην Αθήνα ο Παύλος, ενώ περίμενε την άφιξη του Σίλα και του Τιμοθέου, ένιωσε μεγάλη ταραχή βλέποντας την πόλη γεμάτη είδωλα. Παρ’ όλα αυτά, συζήτησε μέσα στη συναγωγή με τους Ιουδαίους και τους ειδωλολάτρες οι οποίοι φοβούνταν τον Θεό. Μάλιστα μερικοί φιλόσοφοι συζητούσαν μαζί του και έλεγαν: «Τι θέλει να μας πει αυτός ο διαδοσίας;» Άλλοι πάλι απ’ αυτούς, έλεγαν ότι κηρύσσει νέους και άγνωστους θεούς. Μια μέρα, λοιπόν, τον οδήγησαν εις τον Άρειο Πάγο και του είπαν: «Μπορούμε να μάθουμε ποια είναι αυτή η καινούργια διδασκαλία που κηρύττεις; Γιατί όπως καταλάβαμε κάτι παράδοξα πράγματα φτάνουν στ’ αυτιά μας. Θέλουμε να μάθουμε τι είναι αυτά». Τότε ο Παύλος στάθηκε στο μέσο του Αρείου Πάγου και είπε: «Άντρες Αθηναίοι, εγώ σας βρίσκω πολύ θρησκευόμενους, επειδή διασχίζοντας την πόλη σας βρήκα ένα βωμό με αυτή την επιγραφή: «Τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ». Αυτόν, που εσείς λατρεύετε χωρίς να τον γνωρίζετε, έρχομαι εγώ να σας τον γνωρίσω. Ο Θεός ο οποίος έχει δημιουργήσει τον κόσμο δεν κατοικεί μέσα σε ναούς κατασκευασμένους από τον άνθρωπο, ούτε υπηρετείται από ανθρώπους σαν να έχει ανάγκη από κάτι. Δημιούργησε το ανθρώπινο γένος από ένα μόνο άνθρωπο. Ο Θεός παραγγέλλει στους ανθρώπους ότι όλοι πρέπει να μετανοήσουν, επειδή έχει ορίσει μέρα που θα κρίνει όλη την οικουμένη με δικαιοσύνη δια μέσου ενός προσώπου, το οποίο έχει ορίσει σαν κριτή και για το οποίο έχει δώσει βέβαιη απόδειξη ανασταίνοντάς το εκ νεκρών». ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

68


Όταν αυτοί τον άκουσαν να μιλάει για ανάσταση εκ νεκρών, άλλοι τον κορόιδευαν και άλλοι έλεγαν: «Θα σε ξανακούσουμε μια άλλη φορά για το θέμα αυτό». Ο Παύλος έφυγε αλλά μερικοί πίστεψαν και τον ακολούθησαν. Μεταξύ δε αυτών ήταν και ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης, ο πολιούχος Άγιος των Αθηνών.

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΙΝΘΟ Μετά από αυτά ο Παύλος έφυγε από την Αθήνα και πήγε στην Κόρινθο. Και όλα τα Σάββατα δίδασκε μέσα στη συναγωγή προσπαθώντας να πείσει τους Ιουδαίους και τους Έλληνες. Όταν ο Σίλας και ο Τιμόθεος έφτασαν από τη Μακεδονία δόθηκε ολόκληρος στο θείο κήρυγμα, βεβαιώνοντας τους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός. Αλλά οι Ιουδαίοι έφεραν αντίρρηση και τον έβριζαν. Τότε ο Παύλος πήγε στο σπίτι κάποιου, ο οποίος ονομαζόταν Ιούστος, που τιμούσε τον Θεό και που το σπίτι του ήταν κοντά στη συναγωγή. Ο Κρίσπος, ο αρχηγός της συναγωγής, πίστεψε στον Κύριο όπως και πολλοί Κορίνθιοι, που είχαν ακούσει τον Παύλο και βαπτίστηκαν. Ο Παύλος έμεινε πολύ καιρό στην Κόρινθο και μετά απέπλευσε για τη Συρία. Φτάνοντας στην Έφεσο άφησε εκεί τους συντρόφους του και έφυγε για την Καισάρεια και από εκεί πήγε στην Ιερουσαλήμ και μετά στην Αντιόχεια, από όπου ξαναγύρισε στην Έφεσο. Λίγη ιστορία Οι Επιστολές των Κορινθίων Όταν ο Παύλος εγκατέλειψε την Κόρινθο, είχε ιδρύσει μια Εκκλησία από μαθητές του υγιή και δυνατή. Αλλά ενώ ταξίδευε, έφτασε σε αυτόν η είδηση σοβαρών συγκρούσεων στο εσωτερικό της Εκκλησίας, που τον οδήγησαν να γράψει αυστηρές επιστολές προς τους Κορινθίους.

ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Στην Έφεσο ο Θεός έκανε μεγάλα θαύματα με τα χέρια του Παύλου. Ήταν αρκετό να πιάσουν οι άρρωστοι το μαντήλι ή τα σεντόνια που είχε ακουμπήσει στο κορμί του και οι ασθένειες τους τούς άφηναν και τα πονηρά πνεύματα έφευγαν. Πολλοί από αυτούς που είχαν πιστέψει, πήγαιναν και ομολογούσαν δημόσια τις κακές τους πράξεις. Ορισμένοι από αυτούς που είχαν ασχοληθεί με μαγεία, έκαιαν δημόσια τα μαγικά τους βιβλία. Έτσι ο λόγος του Κυρίου διαδιδότανε όλο και περισσότερο.

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΧΡΥΣΟΧΟΩΝ Στη διάρκεια της παραμονής του Παύλου στην Έφεσο, έγινε μεγάλη αναταραχή για τον δρόμο της σωτηρίας που είχε φανερώσει ο Κύριος. Διότι ένας άντρας λεγόμενος Δημήτριος, χρυσοχόος, που κατασκεύαζε μικρούς ασημένιους ναούς της Αρτέμιδος και παρείχε επικερδή εργασία στους εργάτες του, βλέποντας τώρα να ολιγοστεύουν οι εργασίες του εξ αιτίας της νέας θρησκείας που κήρυξε ο Παύλος, μάζεψε όσους είχαν το ίδιο επάγγελμα και τους είπε: «Γνωρίζετε ότι το αν θα ζείτε καλά εξαρτάται από τη βιοτεχνία μας αυτή. Και όπως μπορείτε να δείτε και να ακούσετε, όχι μόνο στην Έφεσο, αλλά σε ολόκληρη την Ασία, αυτός ο Παύλος έχει πείσει πολλούς ανθρώπους λέγοντάς τους ότι οι Θεοί, οι οποίοι κατασκευάζονται με τα χέρια ανθρώπων, δεν είναι αληθινοί Θεοί». Αυτά τα λόγια τούς γέμισαν οργή και άρχισαν να φωνάζουν: «Μεγάλη είναι η Άρτεμη των Εφεσίων!» Όλη η πόλη αναστατώθηκε από αυτά τα γεγονότα και όλοι αυτοί μαζί όρμισαν στο θέατρο. Ο Παύλος ήθελε να παρουσιαστεί μπροστά στον λαό, αλλά οι μαθητές του τον εμπόδισαν. Μερικοί από τους άρχοντες της περιοχής, που ήταν φίλοι του, τον παρακάλεσαν να μη μπει στο θέατρο. Στο μεταξύ άλλοι φώναζαν για το ένα, άλλοι φώναζαν για το άλλο, επειδή επικρατούσε σύγχυση στην συνέλευση του λαού και οι περισσότεροι δεν ήξεραν για ποιο σκοπό είχαν συγκεντρωθεί. Τότε κάποιος Αλέξανδρος βγήκε μπροστά πιεζόμενος από τους Ιουδαίους. Με το χέρι έκανε νόημα ότι ήθελε να μιλήσει στον λαό, αλλά όταν τα πλήθη κατάλαβαν ότι ήταν Ιουδαίος φώναζαν με μια φωνή επί δύο ώρες: «Μεγάλη είναι η Άρτεμη των Εφεσίων!». Τότε ο ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

69


γραμματέας της Εφέσου, που ήρθε για να ησυχάσει το πλήθος, είπε: «Ω Εφέσιοι, ποιος είναι αυτός που δε γνωρίζει ότι η πόλη της Εφέσου είναι φρουρός του Ναού της Αρτέμιδος και του αγάλματός της, που έπεσε από τον ουρανό; Αφού αυτό είναι βέβαιο, πρέπει να είστε ήσυχοι και να μην κάνετε τίποτα το απερίσκεπτο. Γιατί οδηγήσατε αυτούς τους άντρες μέσα στον ναό, που δεν ευθύνονται ούτε για ιεροσυλία ούτε για βλασφημία ενάντια στη θεά σας; Αν, λοιπόν, ο Δημήτριος και οι εργάτες του έχουν να κατηγορήσουν κάποιον, ας τον οδηγήσουν στα δικαστήρια. Και αν εσείς έχετε άλλες υποθέσεις να συζητήσετε, αυτές θα μπορέσουν να ρυθμιστούν στην τακτική συνέλευση». Με αυτά τα λόγια διέλυσε τη συνέλευση του λαού. Αφού σταμάτησε ο θόρυβος, ο Παύλος συγκέντρωσε τους μαθητές του και αφού τους ενθάρρυνε, πήρε την άδειά τους και έφυγε για τη Μακεδονία, όπου ενίσχυσε τους πιστούς.

Ο ΕΥΤΥΧΟΣ ΠΕΦΤΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ Στην Τρωάδα μια Κυριακή οι μαθητές είχαν συγκεντρωθεί για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας και ο Παύλος συζητούσε μαζί τους. Επειδή έπρεπε να φύγει την άλλη μέρα συνομιλούσε μαζί τους πολύ, παρατείνοντας τον λόγο του μέχρι τα μεσάνυχτα. Υπήρχαν αρκετές λαμπάδες αναμμένες στο επάνω πάτωμα όπου είχαν συγκεντρωθεί. Τότε ένας νεαρός που λεγόταν Εύτυχος και ο οποίος καθόταν στην άκρη του παράθυρου νύσταξε και κοιμήθηκε βαθιά στη διάρκεια της μακράς ομιλίας του Παύλου και έπεσε από τον τρίτο όροφο με αποτέλεσμα να βρει τον θάνατο. Τότε ο Παύλος κατέβηκε, έσκυψε επάνω του, τον πήρε στα χέρια και είπε: «Μην ανησυχείτε είναι ακόμα ζωντανός». Μετά ξανανέβηκε, έκοψε το ψωμί της θείας Ευχαριστίας, έφαγε και αφού συνέχισε τον λόγο του μέχρι την αυγή, έφυγε. Και οι άλλοι ανέβασαν τον Εύτυχο, που τον ανάστησε ο Παύλος, εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι οι χριστιανοί και όλοι παρηγορήθηκαν πολύ.

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΒΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ Ο Παύλος είχε αποφασίσει να βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ, αν ήταν δυνατόν, την ημέρα της Πεντηκοστής. Έτσι αυτός και οι συνεργάτες του έφυγαν από την Τροία, έπλευσαν προς τη Συρία και αποβιβάστηκαν στην Τύρο. Μετά έφτασαν στην Καισάρεια. Έμειναν εκεί μερικές μέρες, οπότε έφτασε από την Ιουδαία ένα προφήτης που λεγόταν Άγαβος. Αυτός τους επισκέφθηκε και αφού πήρε τη ζώνη του Παύλου, έδεσε τα χέρια και τα πόδια του και είπε: «Να τι λέει το Άγιο Πνεύμα: «Ο άντρας, στον οποίο ανήκει αυτή η ζώνη, θα δεθεί έτσι από τους Ιουδαίους στην Ιερουσαλήμ και θα παραδοθεί στα χέρια των εθνικών». Στα λόγια αυτά όλοι οι παρευρισκόμενοι παρακάλεσαν τον Παύλο να μην πάει στην Ιερουσαλήμ, αλλά ο Παύλος απάντησε: «Τι κάνετε; Γιατί μου ραγίζετε την καρδιά κλαίγοντας έτσι; Είμαι έτοιμος όχι μόνο να δεθώ αλλά και να πεθάνω ακόμα στην Ιερουσαλήμ για το όνομα του Κυρίου Ιησού». Επειδή δεν μπορούσαν να τον πείσουν, δεν επέμειναν άλλο και είπαν: «Ας γίνει το θέλημα του Θεού!» Μετά από μερικές μέρες, αφού τελείωσαν τις ετοιμασίες τους, πήραν το δρόμο προς την Ιερουσαλήμ.

Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Όταν οι Ιουδαίοι της Ασίας είδαν τον Παύλο μέσα στον Ναό στην Ιερουσαλήμ, ξεσήκωσαν τον λαό εναντίον του και τον έπιασαν στα χέρια τους φωνάζοντας: «Ισραηλίτες, βοήθεια! Να ο άνθρωπος που διδάσκει όλους σε όλα τα μέρη ενάντια στον λαό του Ισραήλ και ενάντια στον Νόμο και σε αυτό τον τόπο». Τότε όλη η πόλη αναστατώθηκε και ο λαός έτρεξε από παντού. Αφού συνέλαβαν τον Παύλο, τον οδήγησαν έξω από τον Ναό, του οποίου έκλεισαν αμέσως τις πόρτες. Ήταν έτοιμοι να τον σκοτώσουν, όταν ο χιλίαρχος έμαθε ότι ολόκληρη η Ιερουσαλήμ βρισκόταν σε αναβρασμό. Πήρε λοιπόν στρατιώτες και έσπευσε προς τους ταραχοποιούς. Όταν ο όχλος είδε τον χιλίαρχο και τους στρατιώτες, σταμάτησαν να χτυπούν τον Παύλο. ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

70


Τότε ο χιλίαρχος πλησίασε και έδεσε τον Παύλο με αλυσίδες. Μετά τον ρώτησε ποιος ήταν και τι έκανε. Αλλά από το πλήθος άλλοι φώναζαν άλλα πράγματα και άλλοι διαφορετικά. Μη μπορώντας, λοιπόν, να μάθει τίποτα το συγκεκριμένο εξ αιτίας του θορύβου, διέταξε να μεταφερθεί ο Παύλος στο στρατόπεδο του φρουρίου. Όταν έφτασαν στα σκαλοπάτια του κτιρίου ο Παύλος χρειάστηκε να μεταφερθεί από τους στρατιώτες, λόγω της βιαιότητας του πλήθους που τον έσπρωχναν φωνάζοντας: «Θάνατος!».

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΕΙΤΑΙ Τη στιγμή που έμπαιναν στο φρούριο ο Παύλος είπε στον χιλίαρχο: «Μπορώ να μιλήσω;» Και ο Παύλος είπε: «Είμαι Ιουδαίος από την Ταρσό της Κιλικίας, πολίτης μιας αρκετά σημαντικής πόλης. Επιτρέψτε μου σας παρακαλώ να μιλήσω στον λαό». Ο χιλίαρχος του έδωσε την άδεια και ο Παύλος όρθιος πάνω στα σκαλιά έκανε νόημα με το χέρι στον λαό να σωπάσει και άρχισε να ομιλεί στην εβραϊκή γλώσσα τους, λέγοντας: «Αδελφοί, πατέρες, ακούστε την απολογία που έχω να πω σε εσάς!» Όταν άκουσαν ότι μιλούσε στα Εβραϊκά, έκαναν περισσότερη ησυχία. Και αυτός συνέχισε: «Είμαι Ιουδαίος γεννημένος στην Ταρσό της Κιλικίας, αλλά μεγάλωσα σε αυτή την πόλη και σπούδασα στη σχολή του Γαμαλιήλ την ακριβή γνώση του Νόμου των πατέρων μας, γεμάτος ζήλο για τον Θεό, όπως όλοι εσείς σήμερα. Ξεκίνησα καταδιώκοντας μέχρι θανάτου τη διδασκαλία που κηρύσσω σήμερα, δένοντας με αλυσίδες και φυλακίζοντας άντρες και γυναίκες. Ο αρχιερέας και όλοι οι πρεσβύτεροι είναι μάρτυρές μου σε αυτό. Είχα επίσης λάβει από αυτούς την άδεια να καταδιώξω τους χριστιανούς της Δαμασκού για να τιμωρηθούν. Κατά την επιστροφή μου στην Ιερουσαλήμ, ενώ προσευχόμουν στον Ναό, περιήλθα σε έκσταση και είδα τον Κύριο ο οποίος μου έλεγε: «Βιάσου και φύγε γρήγορα από την Ιερουσαλήμ, επειδή δεν θα παραδεχτούν τη μαρτυρία που δίνεις για εμέ». Αυτοί τον άκουσαν μέχρι αυτό το σημείο, αλλά τότε άρχισαν να ουρλιάζουν: «Εξαφανίστε τον από τη γη, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν αξίζει να ζει!» Και επειδή η αναταραχή δυνάμωνε, ο χιλίαρχος διέταξε να βάλουν τον Παύλο γρήγορα μέσα στο κτίριο, να τον ανακρίνουν, και να τον μαστιγώσουν, για να μάθουν για ποιο λόγο ήταν αυτοί τόσο οργισμένοι εναντίον του.

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Ενώ οι στρατιώτες ετοιμάζονταν να τον βασανίσουν, ο Παύλος απευθύνθηκε στον εκατόνταρχο και είπε: «Σας επιτρέπεται να μαστιγώνετε έναν Ρωμαίο πολίτη;» Στις λέξεις αυτές ο χιλίαρχος, όταν έμαθε ότι ο Παύλος ήταν Ρωμαίος πολίτης φοβήθηκε τις συνέπειες, επειδή τον είχε δέσει. Την επόμενη νύχτα εμφανίστηκε ο Κύριος στον Παύλο και του είπε: «Θάρρος, επειδή όπως έδωσες ομολογία για εμένα στην Ιερουσαλήμ, πρέπει να δώσεις μαρτυρία και στη Ρώμη».

ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΥΝΩΜΟΤΟΥΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ Όταν ξημέρωσε, οι Ιουδαίοι έκαναν μια συνωμοσία εναντίον του Παύλου παίρνοντας όρκο ότι δεν θα έτρωγαν και δεν θα έπιναν τίποτα μέχρι να τον σκοτώσουν. Αυτοί που ορκίστηκαν ήταν περισσότεροι από σαράντα. Αλλά ο γιος της αδελφής του Παύλου, μαθαίνοντας τη συνωμοσία, πήγε γρήγορα στο στρατόπεδο για να πληροφορήσει σχετικά τον Παύλο. Τότε αυτός φώναξε ένα εκατόνταρχο και του είπε: «Οδήγησε αυτό τον νέο στον χιλίαρχο επειδή έχει να του πει κάτι». Ο χιλίαρχος αφού τον άκουσε τον έδιωξε λέγοντας του: «Μην πεις τίποτα σε κανένα». Μετά φώναξε δυο εκατόνταρχους και τους έδωσε διαταγή να έχουν έτοιμους την τρίτη ώρα της νύχτας διακόσιους στρατιώτες, εβδομήντα ιππείς και διακόσιους λογχοφόρους, για να πάνε στην Καισάρεια. Μετά έβαλε να ετοιμάσουν ζώα για τον Παύλο, ώστε να τον μεταφέρουν, χωρίς να πάθει τίποτε, στον κυβερνήτη Φήλικα. Τότε οι στρατιώτες σύμφωνα με τη διαταγή που έλαβαν, πήραν τον Παύλο και τον οδήγησαν στην Καισάρεια.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

71


ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ ΦΗΛΙΚΑ Μετά από πέντε μέρες ο αρχιερέας Ανανίας μαζί με μερικούς πρεσβύτερους και ένα δικηγόρο που ονομαζόταν Τέρτυλλος, παρουσιάστηκαν για να καταθέσουν εναντίον του Παύλου. Ο Φήλιξ, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά τις περιστάσεις αυτής της υπόθεσης, ανέβαλε τη συζήτηση λέγοντας: «Θα εξετάσω την υπόθεσή σας όταν έλθει ο χιλίαρχος Λυσίας». Μετά διέταξε τον εκατόνταρχο να φυλάει τον Παύλο, αφήνοντάς του πάντως μια ορισμένη ελευθερία και επιτρέποντας στους δικούς του να τον επισκέπτονται. Και ο Φήλιξ συχνά έστελνε να φέρνουν τον Παύλο για να τον ακούει να μιλάει για την πίστη στο Χριστό. Πέρασαν δυο χρόνια έτσι. Ο Πόρκιος Φήστος διαδέχτηκε τον Φήλικα, αλλά από επιθυμία να ευχαριστήσει τους Ιουδαίους, άφησε τον Παύλο στη φυλακή.

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ ΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ Τρεις μέρες μετά την άφιξή του στην επαρχία, ο Φήστος ανέβηκε από την Καισάρεια στην Ιερουσαλήμ. Την επομένη της άφιξής του στην Καισάρεια, κάθισε στη δικαστική έδρα και διέταξε να οδηγήσουν τον Παύλο μπροστά του. Όταν αυτός έφτασε, ορισμένοι Ιουδαίοι, που είχαν έρθει από την Ιερουσαλήμ, τον περικύκλωσαν και έλεγαν εναντίον του πολλές και σοβαρές κατηγορίες, αλλά δεν μπορούσαν να αποδείξουν την ενοχή του Παύλου. Τότε ο Φήστος, που επιθυμούσε να ευχαριστήσει τους Ιουδαίους, ρώτησε τον Παύλο: «Θέλεις ν’ ανέβεις στην Ιερουσαλήμ για να δικαστείς μπροστά μου;» Ο Παύλος απάντησε: «Εγώ είμαι μπροστά στο δικαστήριο του Καίσαρα και εδώ πρέπει να δικαστώ. Ξέρεις πολύ καλά ότι δεν έκανα καμιά αδικία στους Ιουδαίους. Αν εγώ έκανα κάποια αδικία ή διέπραξα κάποιο έγκλημα, δεν αρνούμαι την καταδίκη σε θάνατο, αλλά αν κανένα από εκείνα για τα οποία κατηγορούμαι δεν είναι αληθινό, κανένας δεν έχει δικαίωμα να με παραδώσει σε αυτούς. Επικαλούμαι, λοιπόν, τον Καίσαρα». Τότε ο Φήστος, αφού συζήτησε με το συμβούλιο του, απάντησε: «Επικαλείσαι τον Καίσαρα και στον Καίσαρα θα πας».

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗ ΡΩΜΗ Όταν αποφασίστηκε ότι ο Παύλος έπρεπε ν’ αποπλεύσει για την Ιταλία, μαζί με μερικούς άλλους φυλακισμένους, τους παρέδωσαν σε κάποιο εκατόνταρχο που ονομαζόταν Ιούλιος και που ανήκε στο τάγμα που έφερε το όνομα «σπείρα Σεβαστή». Για πολλές μέρες έπλεαν αργά και όχι χωρίς δυσκολία, όταν κάποτε έφτασαν κοντά στην Κνίδο, όπου ο άνεμος δεν τους επέτρεψε να πλησιάσουν. Η ευνοϊκή εποχή για θαλασσινό ταξίδι είχε περάσει και ο καιρός γινόταν όλο και πιο επικίνδυνος, επειδή πλησίαζε ο χειμώνας. Τότε ο Παύλος τους προειδοποίησε λέγοντας: «Ω άντρες, φοβάμαι ότι το ταξίδι θα γίνει με κίνδυνο και με πολλές ζημιές, όχι μόνο για το φορτίο, αλλά ακόμα και για εμάς τους ίδιους». Αλλά ο εκατόνταρχος εμπιστευότανε περισσότερο τον πλοίαρχο και τον ιδιοκτήτη του πλοίου παρά τα λόγια του Παύλου. Και επειδή το λιμάνι «Καλοί Λιμένες» κοντά στην πόλη Λασαία δεν ήταν κατάλληλο για να περάσουν εκεί τον χειμώνα, οι περισσότεροι είχαν τη γνώμη να φύγουν για να προσπαθήσουν να φτάσουν στον Φοίνικα, ένα λιμάνι της Κρήτης για να περάσουν εκεί τον χειμώνα. Ένας ελαφρός βόρειος άνεμος σηκώθηκε, αλλά αυτοί πιστοί στο σχέδιό τους έπλεαν όσο το δυνατόν πιο κοντά στην ακτή της Κρήτης. Αλλά γρήγορα ένας θυελλώδης άνεμος τον οποίο ονομάζουν Ευρικλύδωνα έπεσε πάνω στο νησί. Το πλοίο παρασύρθηκε χωρίς να μπορεί ν’ αντισταθεί στον άνεμο και έφυγε από την πορεία του. Επειδή ταλαιπωρούνταν πολύ από την καταιγίδα, πέταξαν το φορτίο στη θάλασσα και μετά, την τρίτη μέρα, τα εξαρτήματα του πλοίου.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

72


Για πολλές μέρες δεν είδαν ούτε ήλιο ούτε άστρα και η καταιγίδα ήταν τόσο δυνατή που έχασαν κάθε ελπίδα ότι θα σωθούν. Δεν είχαν φάει για πολλές μέρες, όταν ο Παύλος τους είπε: «Έπρεπε να με ακούσετε και να μη φύγουμε από την Κρήτη. Αλλά τώρα σας προτρέπω να πάρετε θάρρος, επειδή δεν θα χάσει κανείς τη ζωή του, αλλά μόνο το πλοίο θα χαθεί. Αυτή τη νύχτα ένας άγγελος του Θεού μού παρουσιάστηκε και μου είπε: «Παύλο, μη φοβάσαι. Πρέπει να εμφανιστείς μπροστά στον Καίσαρα και κατά συνέπεια ο Θεός σου έχει χαρίσει και όσους ταξιδεύουν μαζί σου να σωθείτε όλοι». Γι’ αυτό πάρτε θάρρος. Πιστεύω ότι θα γίνει ό,τι μου είπε, θα προσαράξουμε σε ένα νησί». Στο τέλος της δέκατης τέταρτης νύχτας από τότε που έφυγαν από την πορεία τους, κατά τα μεσάνυχτα, οι ναύτες αντιλήφθηκαν ότι πλησίαζαν σε κάποια ξηρά. Αφού έριξαν βολίδα βρήκαν βάθος διακόσιες οργιές. Λίγο μετά έριξαν πάλι και βρήκαν βάθος δεκαπέντε οργιές. Και επειδή φοβόντουσαν μήπως χτυπήσουν σε σκοπέλους, έριξαν τέσσερις άγκυρες από την πρύμνη και περίμεναν με αγωνία να ξημερώσει. Περιμένοντας να φανεί η μέρα, ο Παύλος τους προέτρεπε να φάνε, επειδή ήταν η δέκατη τέταρτη μέρα που ήταν νηστικοί, λέγοντας: «Σας παρακαλώ να φάτε, επειδή αυτό είναι απαραίτητο για την υγεία σας. Και δε θα χαθεί ούτε τρίχα από το κεφάλι κανενός». Λέγοντας έτσι πήρε ψωμί, ευχαρίστησε τον Θεό μπροστά σε όλους, το έκοψε και άρχισε να τρώει. Όλοι ένιωσαν να παίρνουν θάρρος και άρχισαν να τρώνε και αυτοί. Υπήρχαν διακόσια-εβδομήντα-έξι άτομα επάνω στο πλοίο. Όταν ξημέρωσε, είδαν κάποιον κόλπο και αποφάσισαν να οδηγήσουν εκεί το πλοίο. Έριξαν τις άγκυρες στη θάλασσα και έλυσαν τα σκοινιά των πηδαλίων. Μετά σήκωσαν το μικρό πανί της πλώρης στον άνεμο που φυσούσε και κατευθύνονταν προς την παραλία. Εκεί συνάντησαν μια λωρίδα γης περιτριγυρισμένη από νερό από τις δυο πλευρές και το πλοίο προσάραξε. Η πλώρη έμεινε ακίνητη, ενώ η πρύμνη διαλύθηκε από τη σφοδρότητα των κυμάτων. Ο εκατόνταρχος διέταξε αυτούς που ήξεραν να κολυμπάνε να πέσουν στη θάλασσα και στους άλλους να σωθούν πάνω σε σανίδες και στα συντρίμμια του πλοίου. Και όλοι έφτασαν στην ξηρά χωρίς να πάθουν τίποτα.

Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΣΤΗ ΜΑΛΤΑ Αφού γλίτωσαν από τον θάνατο οι διασωθέντες έμαθαν ότι το νησί λεγόταν Μάλτα. Οι κάτοικοι φαινόντουσαν εξαιρετικά φιλόξενοι. Τους συγκέντρωσαν όλους γύρω από μια μεγάλη φωτιά, που είχαν ανάψει, επειδή είχε αρχίσει να πέφτει βροχή και έκανε αρκετό κρύο. Τότε ο Παύλος, που έριξε στη φωτιά ένα δεμάτι φρύγανα, δαγκώθηκε από μια οχιά, που βγήκε εξ αιτίας της ζέστης. Όταν οι κάτοικοι είδαν αυτό το φίδι να κρέμεται από το χέρι του Παύλου και διαπίστωσαν ότι δεν έπαθε τίποτα, σκέφτηκαν ότι ήταν Θεός. Υπήρχε στην περιοχή ένα αγρόκτημα, που ανήκε στον αντιπρόσωπο της Ρώμης στο νησί, ο οποίος ονομαζόταν Πόπλιος και ο οποίος δέχτηκε και φιλοξένησε τους ναυαγούς τρεις μέρες με μεγάλη καλοσύνη. Συνέβη ο πατέρας του Πόπλιου να είναι άρρωστος και κατάκοιτος. Ο Παύλος, αφού πήγε και τον βρήκε, έβαλε τα χέρια του επάνω του και τον θεράπευσε. Τότε και άλλοι άρρωστοι από το νησί ήρθαν και αυτοί να τον βρουν και θεραπεύτηκαν. Τίμησαν τότε πολύ τους ναυαγούς και κατά την αναχώρηση τούς προμήθευσαν με ό,τι είχαν ανάγκη. Τρεις μήνες μετά έφυγαν με ένα πλοίο που είχε έλθει από την Αλεξάνδρεια και το οποίο είχε βγάλει το χειμώνα στο νησί. Πήγαν στις Συρακούσες, μετά στο Ρήγιο και από εκεί πήγαν στους Ποτιόλους και μετά στη Ρώμη.

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Οι χριστιανοί της Ρώμης, έχοντας λάβει τα νέα σχετικά με τον Παύλο ήρθαν να τον συναντήσουν. Όταν ο Παύλος τους είδε, χάρηκε πολύ. Ευχαρίστησε τον Θεό και πήρε θάρρος.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

73


Στη Ρώμη επέτρεψαν στον Παύλο να μένει μόνος του με ένα στρατιώτη για να τον φυλάει. Οι άλλοι φυλακισμένοι παραδόθηκαν στον αρχηγό του στρατοπέδου. Μετά από τρεις μέρες, ο Παύλος κάλεσε τους προκρίτους των Ιουδαίων και τους είπε: «Αδελφοί δεν έχω κάνει τίποτα εναντίον του λαού μου, ούτε εναντίον των εθίμων των πατέρων μας, αλλά παρ’ όλα αυτά φυλακίστηκα στην Ιερουσαλήμ και μετά παραδόθηκα στα χέρια των Ρωμαίων. Αυτοί, αφού με ανέκριναν ήθελαν να με ελευθερώσουν, διότι δεν είχαν βρει τίποτα σ’ εμένα που να αξίζει την ποινή του θανάτου. Αλλά οι Ιουδαίοι συνέχισαν να αντιλέγουν και τότε αναγκάστηκα να επικαλεστώ τον Καίσαρα, χωρίς με αυτό να θέλω να κατηγορήσω τον λαό μου. Να γιατί ζήτησα να σας δω και να σας μιλήσω. Εξ αιτίας της ελπίδας του Ισραήλ για τον ερχομό του λυτρωτή Μεσσία είμαι αλυσοδεμένος». Εκείνοι του απάντησαν: «Μας φαίνεται χρήσιμο να μαθαίνουμε από εσένα τι σκέπτεσαι, διότι γνωρίζουμε ότι το χριστιανικό κίνημα συναντάει παντού αντιρρήσεις». Του όρισαν μια μέρα συνάντησης και ήρθαν πάρα πολλοί να τον βρουν στο σπίτι του. Από το πρωί μέχρι το βράδυ τους παρουσίαζε με μεγάλη σαφήνεια τη Βασιλεία του Θεού, φέρνοντας και αναζητώντας μαρτυρίες από τον νόμο του Μωυσή και τους Προφήτες, για να τους πείσει περί του προσώπου του Ιησού. Ορισμένοι πείστηκαν από όσα έλεγε, αλλά αρνήθηκαν να πιστέψουν και έφυγαν διαφωνούντες μεταξύ τους. Ο Παύλος έμεινε δυο ολόκληρα χρόνια στο σπίτι που είχε νοικιάσει και δεχόταν όλους όσους πήγαιναν να τον βρουν, αναγγέλλοντας τη Βασιλεία του Θεού και διδάσκοντας ό,τι αφορούσε στον Κύριο Ιησού Χριστό άφοβα και χωρίς εμπόδια. Έδειξε ότι ο Θεός καλεί όλους τους ανθρώπους σε σωτηρία, Ιουδαίους και εθνικούς με την ίδια προϋπόθεση, που δεν ήταν η τήρηση του Νόμου του Μωυσή αλλά η πίστη στον Ιησού, τον Σωτήρα του κόσμου. Και μιλούσε κυρίως για την αγάπη προς όλους ακόμα και προς τους εχθρούς, λέγοντας: «Η αγάπη, η ευσπλαχνία, είναι η εκπλήρωση του Νόμου». Λίγη ιστορία Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τι συνέβη στον Παύλο μετά τα δυο πρώτα χρόνια από τη σύλληψη του στη Ρώμη. Η Βίβλος τελειώνει με την αναμονή της δίκης του. Γενικά πιστεύεται ότι ήταν φυλακισμένος στη διάρκεια των διωγμών του Νέρωνα και ότι αποκεφαλίστηκε με διαταγή του ίδιου του Νέρωνα. Στη δεύτερη επιστολή του προς Τιμόθεο, ο Παύλος μιλάει στον αγαπημένο του μαθητή για τον θάνατο του σαν μια κοντινή βεβαιότητα.

ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Λίγη ιστορία Οι τελευταίες σελίδες της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν την εποχή των αγρίων διωγμών οι οποίοι γινόντουσαν ενάντια στους πρώτους χριστιανούς από τους Ρωμαίους. Υπόσχονταν τη δόξα στους ουρανούς σαν ανταμοιβή των θλίψεων επάνω σε αυτή τη γη και δίδασκαν τον χριστιανό πώς να νικάει τις γήινες αδυναμίες. Αυτές οι σελίδες οι οποίες είναι σαν συνέχεια των επιστολών του Παύλου, περιλαμβάνουν τις επιστολές τεσσάρων άλλων Αποστόλων: του Πέτρου, του Ιωάννη, του Ιακώβου και του Ιούδα. Λέγονται δε «Καθολικές Επιστολές», γιατί δεν απευθύνονται στους χριστιανούς μιας μόνον Εκκλησίας, αλλά σ’ όλους του Χριστιανούς όλης της οικουμένης. «Και ποιος θα μπορεί να σας κάνει κακό, αν είστε αφοσιωμένοι στο καλό; Εξ’ άλλου, όταν θα υποφέρετε για τη δικαιοσύνη, να θεωρείστε ευτυχείς! Να μην έχετε κανένα φόβο και να μην έχετε καμία ταραχή, αλλά λατρέψτε μέσα στις καρδιές σας Χριστό τον Κύριο, όντες πάντοτε έτοιμοι να απαντήσετε σε εκείνους οι οποίοι ζητούν από εσάς απόδειξη γι’ αυτά που πιστεύετε και ελπίζετε ν’ απολαύσετε από τον Θεό στο μέλλον. Διότι καλύτερα είναι να υποφέρετε, αν αυτή είναι η θέληση του Θεού, κάνοντας το καλό, παρά κάνοντας το κακό. Ο Χριστός επίσης υπέφερε για τις αμαρτίες, ο δίκαιος για μας τους άδικους, ώστε να μας οδηγήσει στον Θεό, θανατωθείς κατά σώμα, αλλά όχι κατά το πνεύμα.

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

74


Ντυθείτε με την ταπεινοφροσύνη, επειδή ο Θεός αντιστέκεται στους υπερήφανους, ενώ δίνει χάρη στους ταπεινούς. Ταπεινωθείτε, λοιπόν, κάτω από το ισχυρό χέρι του Θεού, για να σας εξυψώσει την κατάλληλη στιγμή. Και αναθέστε σ’ εκείνον κάθε φροντίδα σας, διότι αυτός φροντίζει για σας. Να είστε εγκρατείς. Επαγρυπνείτε. Διότι ο αντίδικός σας, ο διάβολος, περιπλανάται σαν λιοντάρι που βρυχάται, ψάχνοντας για να βρει ποιον θα κατασπαράξει. Αντισταθείτε του με μια πίστη στερεά, ξέροντας ότι τα σκορπισμένα σε όλο τον κόσμο αδέλφια σας υποφέρουν όπως και εσείς. Είναι ένα πράγμα, αγαπητοί, που δεν πρέπει να σας διαφεύγει: Ότι μπροστά στον Κύριο μια μέρα είναι όπως χίλια χρόνια και χίλια χρόνια είναι όπως μια μέρα. Ο Κύριος δεν καθυστερεί την εκπλήρωση της υπόσχεσης του, όπως μερικοί το νομίζουν. Αλλά μακροθυμεί προς εσάς μη θέλοντας να χαθεί κανένας, αλλά όλοι να φτάσουν στη μετάνοια. Η μέρα του Κυρίου θα έρθει όπως ο κλέφτης τη νύχτα. Τότε οι ουρανοί θα σκιστούν με θόρυβο, τα υλικά στοιχεία του ουρανού θα καούν και θα διαλυθούν και όλη η γη θα καταστραφεί. Αλλά εμείς, σύμφωνα με την υπόσχεση, περιμένουμε καινούργιους ουρανούς και μια καινούργια γη, όπου θα κατοικεί διαρκώς η δικαιοσύνη. Γι’ αυτό, αγαπητοί, περιμένοντας αυτά τα πράγματα προσέξτε να είστε αγνοί και καθαροί ψυχικά μπροστά στον Θεό. Πιστέψτε ότι η μακροθυμία του είναι η σωτηρία σας, όπως ο αγαπητός σας αδελφός Παύλος σας το έγραψε, σύμφωνα με τη σοφία που του δόθηκε. Αυτό κάνει σε όλες τις επιστολές του στις οποίες μιλάει γι’ αυτά τα πράγματα. Αυξάνεστε, λοιπόν, στη χάρη και στη γνώση του Κυρίου μας και Σωτήρα Ιησού Χριστού».

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Λίγη ιστορία Το τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής, η Αποκάλυψη, αρχίζει στο παρόν και προσανατολίζει το βλέμμα προς το απώτερο μέλλον. Το θέμα εκτυλίσσεται σαν ένα όραμα με πολλές πράξεις και πολλές σκηνές χωρισμένες σε δυο πλάνα: το ουράνιο και το γήινο πλάνο. Πολλές από τις προφητείες που περιέχει είναι βίαιες επιθέσεις κατά της Ρώμης, της μεγάλης δύναμης του 1ου αιώνα μ.Χ. Αυτή είναι χωρίς αμφιβολία η περίπτωση της αναφοράς στη Βαβυλώνα. Η αρχαία πρωτεύουσα της ειδωλολατρίας στα μάτια των πρώτων χριστιανών συγκρινόταν με τη Ρώμη. Τα χωρία τα οποία ακολουθούν έπρεπε να είναι πολύ απλά για τους πολλούς.

ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ «Εγώ ο Ιωάννης, αδερφός και σύντροφός σας στις θλίψεις και στη Βασιλεία που θ’ απολαύσουμε για την πίστη μας στον Ιησού, βρισκόμουν στη νήσο που ονομάζεται Πάτμος, εξ αιτίας του λόγου του Θεού και για τη μαρτυρία που δίδω για τον Ιησού Χριστό. Βρισκόμουν σε έκσταση την Κυριακή και άκουσα πίσω μου μια δυνατή φωνή σαν ήχο από μια σάλπιγγα η οποία μου έλεγε: «Ό,τι βλέπεις, γράψε το μέσα σε ένα βιβλίο και στείλε το στις Εκκλησίες». Μετά είδα να κατεβαίνει από τον ουρανό ένας άγγελος με μεγάλη εξουσία και η γη φωτιζόταν από τη δόξα του. Φώναξε με μεγάλη φωνή: «Η μεγάλη Βαβυλών έπεσε και έγινε φωλιά δαιμόνων και καταφύγιο κάθε ακαθάρτου πνεύματος, μια φυλακή κάθε μισητού ορνέου». Και άκουσα από τον ουρανό μια άλλη φωνή που έλεγε: «Φύγε από τη Βαβυλώνα, λαέ μου, για να μη γίνετε συμμέτοχοι στις αμαρτίες της και να μη λάβετε μέρος στις τιμωρίες της. Επειδή οι αμαρτίες της μαζεύτηκαν μέχρι τον ουρανό και ο Θεός θυμήθηκε τα αδικήματα της». Και οι βασιλείς της γης όταν θα δουν τον καπνό από τη φωτιά της, θα κρατηθούν σε απόσταση γεμάτοι φόβο εξ αιτίας του βασανισμού της και θα πουν: «Δυστυχία! Δυστυχία! Πόλη απέραντη, μέσα σε μια ώρα ήρθε η καταδίκη και η τιμωρία σου».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

75


ΕΝΑΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΓΗ «Και είδα έναν καινούργιο ουρανό και μια καινούργια γη, διότι ο πρώτος ουρανός και η πρώτη γη είχαν εξαφανιστεί και η θάλασσα δεν υπήρχε πια. Είδα επίσης να κατεβαίνει από τον ουρανό, κοντά στον Θεό, η αγία πόλη, η Ιερουσαλήμ, έτοιμη σαν μια νύφη που έχει στολιστεί για τον άντρα της. Και άκουσα μια φωνή δυνατή που έλεγε: «Να η κατοικία του Θεού με τους δίκαιους ανθρώπους. Θα κατοικήσει μαζί τους και θα είναι ο λαός του. Θα σκουπίσει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους και δεν θα υπάρχει πια ούτε θάνατος, ούτε πένθος, ούτε κλάμα, ούτε πόνος, διότι οι προηγούμενες καταστάσεις πέρασαν». Με μετέφερε πνευματικά πάνω σε ένα μεγάλο και ψηλό βουνό και μου έδειξε την ιερή πόλη, την Ιερουσαλήμ, η οποία κατέβαινε από τον Ουρανό. Η λάμψη της ήταν όμοια με ενός πολύτιμου λίθου, μιας πέτρας από διαμάντι, διαφανής όπως το κρύσταλλο. Και ήταν περιζωσμένη από ένα ψηλό τείχος και είχε δώδεκα πύλες. Το τείχος είχε δώδεκα θεμέλια, και πάνω σε αυτά, τα δώδεκα ονόματα των Αποστόλων του Αρνιού. Δεν είδα κανένα ναό μέσα στην πόλη, διότι ο Κύριος ο Θεός, ο Παντοδύναμος και το Αρνίον, ήταν ο ναός της. Η πόλη δεν είχε ανάγκη ούτε από ήλιο, ούτε από φεγγάρι για να τη φωτίζουν, επειδή τη φώτιζε η δόξα του Θεού και το Αρνίον ήταν η λυχνία της. Και τα έθνη που θα σωθούν θα προχωρήσουν στο φως της και οι βασιλείς της γης θα φέρουν τη δόξα και την τιμή τους σε αυτή. Και οι πύλες της δεν θα κλείνουν ποτέ την ημέρα, επειδή δεν θα υπάρχει πια νύχτα. Εγώ ο Ιωάννης, είδα και άκουσα αυτά τα πράγματα. Μετά άκουσα μια φωνή που έλεγε: «Εγώ είμαι ο Πρώτος και ο Τελευταίος, η αρχή και το τέλος. Εγώ ο Ιησούς, έστειλα τον άγγελο μου για να σας βεβαιώσει όλα αυτά τα πράγματα μέσα στην Εκκλησία. Εγώ είμαι η ρίζα και το γένος του Δαβίδ, ο αστέρας ο λαμπρός ο πρωινός». Το Πνεύμα και η νύφη (η Εκκλησία) λένε: «Έλα!» Και αυτός που ακούει επαναλαμβάνει: «Έλα!» Και αυτός που διψάει έρχεται. Και αυτός που το επιθυμεί λαμβάνει το νερό της ζωής δωρεάν. Λέει αυτός που βεβαιώνει αυτά τα πράγματα: «Ναι, έρχομαι γρήγορα!» Αμήν, έλα Κύριε Ιησού! Είθε η χάρη του Κυρίου Ιησού να είναι μαζί σας! Αμήν!»

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

76


ΤΑ ΙΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΕΣ Τα Ιστορικά γεγονότα της ζωής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στη γη, η θεία Διδασκαλία Του, οι θαυμάσιες Παραβολές Του, τα αμέτρητα εκπληκτικά Θαύματα Του, όλα υπάρχουν σαν πολύτιμος και ανεκτίμητος θησαυρός στις σελίδες των Ιερών Ευαγγελίων, που αποτελούν μέρος της Καινής Διαθήκης. Τα Ιερά Ευαγγέλια είναι τέσσερα. Και οι Ιεροί Ευαγγελιστές επίσης τέσσερις: Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς, Ιωάννης.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ Ονομαζόταν Λευίς και καταγόταν από την Καπερναούμ. Ήταν τελώνης στο επάγγελμα. Κάποια ήμερα που ήταν στο τραπέζι της εργασίας του, η οποία ήταν μισητή στους Ιουδαίους που θεωρούσαν τους τελώνες αμαρτωλούς, πέρασε ο Κύριος με τους Μαθητές Του. Τον είδε που ήταν στο τελώνιο, αλλά τον είδε και στο βάθος της ψυχής του. Και τον κάλεσε κοντά Του. Του είπε: Ακολουθεί μοι (ακολούθησέ με). Ο Λευίς/ Ματθαίος δέχθηκε αμέσως το κάλεσμα του Χριστού και από εκείνη την ώρα άφησε τα πάντα και έγινε μαθητής Του. Έτσι είχε την πολύτιμη ευκαιρία να ζήσει πολύ κοντά στον Χριστό και προσωπικά ο ίδιος να γνωρίσει τα όσα είπε και έπραξε ό Θεάνθρωπος Κύριος. Και τα κατέγραψε στο Ιερό Ευαγγέλιό του σαν αυτόπτης και αυτήκοος.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ O Ευαγγελιστής Μάρκος (το άνομά του ήταν Ιωάννης) είχε ευσεβή μητέρα την Μαρία, στο σπίτι της οποίας συναθροίζονταν στα Ιεροσόλυμα και λάτρευαν τον Θεό οι πρώτοι Χριστιανοί. Εκεί γνωρίσθηκε με πολλούς από τούς πρώτους Μαθητές του Κυρίου και ιδιαιτέρως με τον απόστολο Πέτρο, από τον όποιον, όπως φαίνεται, διδάχθηκε τη Χριστιανική Πίστη. Γι’ αυτό και ο απόστολος Πέτρος τον ονομάζει «υἱόν» του, παιδί του. Έτσι ό Ευαγγελιστής Μάρκος γνώρισε τα γεγονότα της ζωής του Κυρίου έχοντας πρώτη πηγή αυτόν τον τόσο θερμό μαθητή του Ιησού, που πολλά θα είχε συγκρατήσει με συγκίνηση στη μνήμη του, από όσα θαυμαστά είχε ζήσει και είχε μάθει κοντά στον αγαπημένο του Διδάσκαλο.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ Δεν ήταν Ιουδαίος, όπως οι άλλοι Ευαγγελιστές, αλλά εθνικός (ειδωλολάτρης), από την Αντιόχεια της Συρίας. Ο Λουκάς - γιατρός, ιστορικός, ζωγράφος - αφού γνώρισε τη Χριστιανική πίστη, έγινε από τους πιο στενούς και τους πιο αγαπητούς συνεργάτες του αποστόλου Παύλου, ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

77


τον οποίο συνόδευε στις αποστολικές περιοδείες του. Έτσι, όταν ο απόστολος Παύλος ήρθε στα Ιεροσόλυμα, ο Λουκάς είχε την ευκαιρία να γνωρίσει πρόσωπα που είχαν γνωρίσει άμεσα τον Κύριο και τα γεγονότα της ζωής Του. Και κυρίως είχε την εξαιρετική ευκαιρία να γνωρίσει την Παναγία Μητέρα του Κυρίου, από την οποία και πληροφορήθηκε ιδιαίτερα τα γεγονότα της παιδικής ηλικίας του Κυρίου. Στη μητρική καρδιά της και στο νου της αυτά είχαν εντυπωθεί πολύ καλά. Γι’ αυτό και τα όσα αναφέρει στο Ευαγγέλιό του ο Λουκάς έχουν τη σφραγίδα της διηγήσεως της Θεοτόκου, των «συγγενών» του Κυρίου και των Μαθητών Του. Ο ευαγγελιστής Λουκάς έγραψε και ένα άλλο πολύ σημαντικό βιβλίο, τις «Πράξεις των Αποστόλων». Μέσα σ’ αυτό μάς δίνει πολλές ιστορικές πληροφορίες για την ίδρυση της Εκκλησίας την ημέρα της Πεντηκοστής και τη ζωή των πρώτων Χριστιανών.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ήταν ένας από τους τέσσερις αλιείς (ψαράδες), που κάλεσε πρώτους στο αποστολικό αξίωμα ο ίδιος ο Κύριος. Τόσο ο πατέρας του Ζεβεδαίος, όσο και η μητέρα του Σαλώμη ήσαν ευσεβείς άνθρωποι και αυτή τους την ευσέβεια την είχαν μεταδώσει και στα παιδιά τους. Τα δύο αδέλφια - Ιάκωβος και Ιωάννης - ήσαν αρχικά μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος και τους έδειξε τον Ιησού. Μετά από θερμή υπόδειξη του Προδρόμου ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό και έγιναν πιστοί ακόλουθοί Του. Ο Κύριος τους αποκαλούσε «βοανεργές», που σημαίνει «υιοί βροντής», γιατί είχαν πολύ ζήλο και αυθορμητισμό. Ο Ιωάννης μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο ήσαν οι τρεις Μαθητές που έπαιρνε μαζί Του ο Κύριος στα πολύ σημαντικά γεγονότα, δείχνοντας τους ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, αφού κι εκείνοι Του έδειχναν ιδιαίτερη αφοσίωση. Ο Ιωάννης μάλιστα ήταν και ο μόνος που ακολούθησε τον Κύριο έως το Σταυρό Του και σ’ αυτόν εμπιστεύθηκε ο Κύριος την Παναγία Μητέρα Του. Έτσι το Ευαγγέλιό του περιέχει όλες τις υψηλές και εξαιρετικές διδασκαλίες που άκουσε από τον Κύριο και όλα τα ιδιαίτερα εκείνα γεγονότα που ο ίδιος έζησε κοντά στον αγαπημένο τους Διδάσκαλο. Ήταν ο Μαθητής «ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς» (που αγαπούσε ο Ιησούς). Το Ευαγγέλιό του είναι το περισσότερο θεολογικό. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης έγραψε ακόμη και Επιστολές, τρεις επιστολές, που ονομάζονται «καθολικές», επειδή αναφέρονται γενικά προς όλους τους πιστούς. Επίσης έγραψε και το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, που λέγεται «Ἀποκάλυψις».

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

78


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. ΓΕΔΕΩΝ, ΕΥΓΕΝΙΑ Η Βίβλος Εικονογραφημένη. Εκδόσεις Καρακοτσώγλου: Αθήνα, 2000. 2. ΙΟΡΔΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΑΛΛΙΟΠΗ Ο Θεός στη Γη μας. Η Ζωή του Χριστού για Παιδιά. Εκδόσεις Αδελφότητος Θεολόγων "Ο Σωτήρ": Αθήνα, 2006. 3. Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ (το πρωτότυπο κείμενο με μετάφραση στη δημοτική των Γεωργίου Γαλίτη, Ιωάννη Καραβιδόπολου, Ιωάννη Γαλάνη και Πέτρου Βασιλειάδη). Εκδόσεις Βιβλικής Εταιρείας: Αθήνα, 1989. ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΠΡΟΪΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ.

ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11. 12. 13. 14. 15. 16. 17. 18. 19. 20. 21. 22. 23. 24. 25. 26. 27. 28. 29. 30.

ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΙΣΑΒΕΤ……………...01 Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ……………………………….01 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ …………………………….02 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ……………02 Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ……………………………………….03 Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ ………..04 Η ΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ ……………….05 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ………….05 Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ …………………………..06 Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΠΤΙΖΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ….07 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ………………08 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΙΛΑΙΑ……………..09 Ο ΓΑΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΝΑ………………….09 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΣΤΗ ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ……………………..10 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΤΗΝ ΠΕΘΕΡΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ……………………………..10 ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ…………………………...11 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΣΥΡΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙ …………………………..11 ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ ………………………………11 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΕΝΑΝ ΛΕΠΡΟ.11 ΟΙ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ………12 Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ……………………………….13 Ο ΠΑΡΑΛΥΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΛΥΜΒΗΘΡΑΣ ΤΗΣ ΒΗΘΕΣΔΑ……………………………13 Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ……………………………..14 Η ΕΠΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΟΜΙΛΙΑ…………….14 Ο ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ………….16 ΑΓΑΠΑΤΕ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΣΑΣ……….16 Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ………………...17 ΜΗ ΜΑΖΕΥΕΤΕ ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ ΣΤΗ ΓΗ..17 ΤΟ ΜΑΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΥΧΝΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ…………………………………17 ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ……………………….17

31. ΕΜΠΙΣΤΕΥΘΕΙΤΕ ΤΗ ΘΕΙΑ ΠΡΟΝΟΙΑ...17 32. ΜΗ ΚΡΙΝΕΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΚΡΙΘΕΙΤΕ…..18 33. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ……………………………...18 34. ΕΙΣΕΛΘΕΤΕ ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΕΝΗ ΠΥΛΗ…...18 35. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΑ ΔΥΟ ΣΠΙΤΙΑ……18 36. Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΥ………………………..19 37. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΙ ΤΟΝ ΓΙΟ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ……………………………………..19 38. Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΜΑΘΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ……………20 39. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ ΤΗ ΜΟΙΧΑΛΙΔΑ..20 40. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ ΜΙΑ ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ………………………………….21 41. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΛΥΤΟ ΧΕΡΙ………………………………………..21 42. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΕΝΑΝ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟ…………………………22 43. ΟΙ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ………...22 44. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΑ…………...23 45. Ο ΣΠΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΙΝΑΠΙΟΥ……………..23 46. ΤΑ ΖΙΖΑΝΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΩΡΑΦΙ……...23 47. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΝΑΖΑΡΕΤ……………...24 48. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΤΑΠΑΥΕΙ ΤΗΝ ΤΡΙΚΥΜΙΑ…………………………………25 49. Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ ΙΑΕΙΡΟΥ…………………………………...25 50. ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΗ………………………………...26 51. Ο ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΤΩΝ...27 52. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΑΔΙΖΕΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΚΥΜΑΤΑ…………………………………..28 53. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΝΟΜΟΣ….28 54. Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΤΗΣ ΒΗΘΣΑΪΔΑ………………………………...29 55. ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ…………………29 56. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΓΓΕΛΛΕΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ………………………………………...30 57. Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ……...30 58. Ο ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΟΣ.....31 59. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΩΤΕΡΟΣ………….....31 60. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ…….....32

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

79


61. Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΤΗ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΣΣΑ…………………………..33 62. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΔΟΥΛΩΝ…………………………………..34 63. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΣΤΕΛΛΕΙ ΤΟΥΣ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΝΑ ΚΗΡΥΞΟΥΝ…………35 64. Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ………….35 65. ΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ……………………….36 66. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΠΡΟΒΑΤΟ…………………………………36 67. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ…...37 68. Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ………………...37 69. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ…………………………………38 70. ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ - ΟΙ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΟΙ………………………….....39 71. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ……………………………….39 72. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΖΑΚΧΑΙΟΣ………….39 73. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΜΑΡΘΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΡΙΑ……………………………………..40 74. Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ…………40 75. ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ…..41 76. ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ ΣΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ……………..41 77. Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ………42 78. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΚΔΙΩΚΕΙ ΤΟΥΣ ΒΕΒΗΛΩΤΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ………………..42 79. Η ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΣΥΚΙΑ………………..43 80. ΟΙ ΚΑΚΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ……………...43 81. ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΣΑΡΑΣ……………………43 82. Ο ΟΒΟΛΟΣ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ…………………44 83. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ…………………………………….44 84. ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………..45 85. Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.45 86. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ.45 87. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ………46 88. Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ………………...46 89. Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΜΑΘΗΤΗΣ……………….47 90. Ο ΝΙΠΤΗΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ…………………………………..47 91. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ…………………………….48 92. Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ.48 93. Ο ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΓΕΘΣΗΜΑΝΗΣ…………48 94. Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………...49 95. Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ………………49 96. ΣΤΟΝ ΚΑΪΑΦΑ……………………………50 97. Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ……………….51 98. Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ…………..51 99. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΠΙΛΑΤΟ...51 100.ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ……...53 101.Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………...53 102.ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………………..54 103.ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΚΟΡΟΪΔΕΥΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ…………………………………….54 104.ΑΓΩΝΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ54 105.Ο ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΣ………………………..55 106.Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………..56 107.Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΤΟΥΣ ΕΜΜΑΟΥΣ……...57

108.Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ…………………………..58 109.Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΧΘΗ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΙΒΕΡΙΑΔΟΣ……………..59 110.Η ΑΝΑΛΗΨΗ……………………………...60 111.ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ..61 112.Η ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ - Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ………61 113.Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΝΟΣ ΧΩΛΟΥ……………62 114.ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΦΥΛΑΚΙΖΟΝΤΑΙ……...62 115.ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΝΤΑΙ….62 116.Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ……..63 117.Η ΚΛΙΣΗ ΤΟΥ ΣΑΥΛΟΥ…………………64 118.Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ………….65 119.Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ…...65 120.Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ…………….65 121.ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ…………….66 122.Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ…………………………………….66 123.ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ……..67 124.ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ….67 125.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΙΛΑΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ…………………………..68 126.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ...68 127.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΙΝΘΟ……………69 128.ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ……....69 129.Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΧΡΥΣΟΧΟΩΝ………69 130.Ο ΕΥΤΥΧΟΣ ΠΕΦΤΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ……………………………….70 131.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΒΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ…………………….70 132.Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ……………70 133.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΕΙΤΑΙ……………..71 134.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.71 135.ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΥΝΩΜΟΤΟΥΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ………71 136.ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ ΦΗΛΙΚΑ…………………………………...72 137.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ ΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ…………………………………..72 138.ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗ ΡΩΜΗ...72 139.Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΣΤΗ ΜΑΛΤΑ……………..73 140.ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ…………………………………..73 141.ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ…………..74 142.Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ………...75 143.ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ……...75 144.ΕΝΑΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΓΗ…………………………76 145.ΤΑ ΙΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ - ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΕΣ…………………………..77 146.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ…………...77 147.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ………………77 148.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ………………77 149.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ……………..78 150.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ…………………………...79 151.ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ…………………………..79

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

80


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.