«Ἐγενόμην ἐν Πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ καὶ ἤκουσα φωνὴν ὀπίσω μου μεγάλην ὡς σάλπιγγος» (Ἀπ. 1,10) Περίοδος Δ΄ - Ἔτος Λ΄ Φλώρινα - ἀριθμ. φύλλου 1807
Μεγάλη Παρασκευὴ βράδυ 3 Μαΐου 2013
Συντάκτης (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
«Ὥσπερ πελεκάν…» «Ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος τὴν πλευράν σου, Λόγε, σοὺς θανόντας παῖδας ἐζώωσας ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς» (Ἐγκώμ. β΄ στάσις)
Σ
τὴν ὑπέροχη ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου θρήνου, ἀγαπητοί μου, ποὺ ψάλλεται στὸν ὄρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ἰδιαίτερη θέσι κατέχουν τὰ Ἐγκώμια. Τί εἶνε τὰ Ἐγκώμια; Εἶνε μία ὡραία συλλογὴ τροπαρίων, ποὺ ἔχει ὡς θέμα τὴν ταφὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὅλος ὁ Ἐπιτάφιος θρῆνος εἶνε γλυκυτάτη ἀκολουθία. Ἀρχίζει μὲ τὸ ἀπολυτίκιο «Ὁ εὐσχήμων Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελών…», προχωρεῖ μὲ τὸν ἀνεπανάληπτο κανόνα «Κύματι θαλάσσης…», κορυφώνεται μὲ τὰ ἐγκώμια, τὰ εὐλογητάρια καὶ τοὺς αἴνους, καὶ τέλος κλείνει μὲ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐπιταφίου καὶ τὰ ἀναγνώσματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων διακρίνεται ἡ σπουδαία προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ. Τὰ Ἐγκώμια, παρ᾽ ὅλο ὅτι ἡ Ἐκκλησία πενθεῖ, δὲν μεταδίδουν φρίκη καὶ σπαραγμό· ἀποπνέουν τὴ γαλήνη καὶ τὸ θρίαμβο τοῦ Νικητοῦ τοῦ ᾅδου. Εἶνε μᾶλλον ἕνας παιὰν δόξης, ἕνα ἐμβατήριο νίκης, μὲ τὸ ὁποῖο συνοδεύουμε στὸν τάφο τὸν μεγάλο μας Νεκρὸ μαζὶ μὲ τὸ Νικόδημο, τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὶς μυροφόρες γυναῖκες. «Στῶμεν καλῶς» λοιπόν. Ὁ ἐμπνευσμένος αὐτὸς ὕμνος ἀποτελεῖται ἀπὸ διακόσα περίπου τροπάρια. Στὶς ἐνορίες μας βέβαια δὲν ψάλλονται ὅλα· χάριν συντομίας λέγονται τὰ μισὰ περίπου. Ὅλα τὰ τροπάρια μπορεῖ νὰ τ᾽ ἀκούσῃ κανεὶς κατανυκτικὰ στὸ Ἅγιο Ὄρος ἢ σὲ ἄλλα μοναστήρια, ὅπου οἱ μοναχοὶ ὑμνοῦν καὶ δοξάζουν τὸν ἐσταυρωμένο Λυτρωτὴ μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες χωρὶς περικοπὲς καὶ παραλείψεις. Ἐμεῖς οἱ κοσμικοὶ εἴμαστε βιαστικοί· θέλουμε νὰ τελειώσουμε τὸ συντομώτερο. Ἔτσι γίνονται δυστυχῶς ὑποχωρήσεις καὶ συμβιβασμοί. Τὰ Ἐγκώμια διαιροῦνται σὲ τρεῖς στάσεις ἢ ὁμάδες· ἡ πρώτη ἀρχίζει μὲ τὸ τροπάριο «Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ…», ἡ δευτέρα μὲ τὸ «Ἄξιόν ἐστι…», καὶ ἡ τρίτη μὲ τὸ «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι…».
Ποιός νά ᾽νε ἆραγε ὁ ποιητὴς τῶν Ἐγκωμίων; Δὲν γνωρίζουμε· εἶνε ἄγνωστος. Ἴσως καὶ νὰ εἶνε ὄχι ἕνας μόνο ἀλλὰ περισσότεροι. Μεταξὺ αὐτῶν ἀναφέρεται καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Δὲν ἔχουμε πάντως κάτι βέβαιο, ὅπως τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ποιητὴ τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου. Ὁ ποιητὴς τῶν Ἐγκωμίων καλεῖ ὅλη τὴ φύσι νὰ δοξάσῃ τὸ Χριστό· καὶ τὰ ἄνθη καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ δέντρα καὶ τὰ βουνὰ καὶ οἱ πεδιάδες καὶ οἱ θάλασσες καὶ οἱ λίμνες καὶ τὰ ἄστρα καὶ ἡ σελήνη καὶ ὁ ἥλιος, ὅλα καλοῦνται νὰ τὸν ὑμνήσουν σὲ μία παναρμόνια συμφωνία. Ὅλα συγκινοῦνται σήμερα· καὶ μόνο ὁ ἄνθρωπος μένει δυστυχῶς ψυχρὸς καὶ ἀδιάφορος. Καὶ ἀπὸ μὲν τοὺς σταυρωτάς του τότε ἦταν ἀναμενόμενο νὰ μένουν ἀσυγκίνητοι ἢ νὰ στέκωνται ἐχθρικοὶ ἀπέναντί του· ἀλλὰ καὶ οἱ λεγόμενοι «χριστιανοὶ» σήμερα; Μιὰ φορὰ σταύρωσαν τὸ Χριστὸ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ ῾Ρωμαῖοι, μὰ ἐμεῖς τὸν σταυρώνουμε συνεχῶς μὲ τὶς ἁμαρτίες μας. Εἴμαστε ἀλήθεια χριστιανοί; Αὐτὰ τὰ πλήθη ποὺ ὀνομάζονται χριστιανοί, ποιά οὐσιαστικὴ σχέσι ἔχουν μὲ τὸ Χριστό; Ἂν γινόταν χωρισμὸς κράτους καὶ ἐκκλησίας, πόσοι ἆραγε θὰ ἔμεναν μὲ τὴν Ἐκκλησία; Λίγοι ἀσφαλῶς. Ἀλλὰ προτιμότερο λίγοι ποὺ νὰ λατρεύουν ἀληθινὰ τὸν Κύριο στὸ ναό, παρὰ ἕνα πλῆθος μέσα στὸ ὁποῖο ἄλλος νὰ μιλάῃ, ἄλλος νὰ γελάῃ, ἄλλος νὰ χαζεύῃ, ἄλλος νὰ βγαίνῃ ἔξω… Θά ᾽ρθῃ μέρα, ποὺ θὰ πέσῃ κόσκινο, θὰ κοσκινιστῇ αὐτὸς ὁ λαός, καὶ θὰ μείνουμε ἐλάχιστοι. Τί νὰ τὴν κάνῃς τὴν ποσότητα; Ἡ ἀξία ἑνὸς στρατοῦ δὲν βρίσκεται στὸ πλῆθος ἀλλὰ στὴ γενναιότητα τῶν στρατιωτῶν καὶ ἀξιωματικῶν· ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας πρέπει ν᾽ ἀποβλέπῃ στὴν ἁγιότητα τῶν μελῶν της. Σήμερα στὸν Ἐπιτάφιο ποιός προσεύχεται; ποιός δακρύζει; ποιός συγκινεῖται;