6 minute read
A.1.1. Το γκροτέσκο σώμα της καρναβαλικής παράδοσης Mikhail Bakhtin
Η παράδοση της ανατομικής επίδειξης, στα αντίστοιχα θέατρα, κληροδοτήθηκε από τον 15ο αιώνα στον 18ο. Σύμφωνα με την Giovanna Ferrari οι δημόσιες ανατομές του 1523, 1540 και 1544, εκτυλίχθηκαν κατά τη διάρκεια του καρναβαλιού, τον Ιανουάριο. Το καρναβάλι, αποτελούσε μια περίοδο του χρόνου, που άλλαζαν οι κανόνες της πόλης, οι τάξεις και οι τύποι των ανθρώπων που μπορούσαν να παρακολουθήσουν μια δημόσια ανατομή. Η «ανατομία του θεάτρου ήταν κάτι περισσότερο από επιστημονικό ή ακαδημαϊκό συμβάν. Ήταν, ένα τελετουργικό καρναβαλιού» (Lazzerini, 2012: 97). Το καρναβάλι, ως εκδήλωση κοινωνικού μετασχηματισμού, αποτελεί τον έναν από τους δύο κύριους άξονες της προσέγγισης του Ρώσου θεωρητικού λογοτεχνίας και φιλόσοφου Mikhail Bakhtin (1895 – 1975). Ο δεύτερος άξονας, συνοψίζει την έννοια του γκροτέσκου σώματος, δηλαδή, ενός σώματος απείθαρχης βιολογικής και κοινωνικής μεταμόρφωσης. Η ανάλυση του Bakhtin, επικεντρώνεται στον λαϊκό πολιτισμό του ύστερου Μεσαίωνα και της πρώιμης Αναγέννησης, ώστε να προσφέρει μια εναλλακτική ανάγνωση του σώματος και της έκφρασής του κατά τη διάρκεια του καρναβαλιού. Ο στοχαστής, αντιλαμβάνεται την πρώιμη Αναγέννηση, ως τη στιγμή της μετατροπής του δυτικού κοινωνικού διαλόγου, και το έργο του λογοτέχνη, François Rabelais (1483 - 1553) ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της μετατροπής. (1895 – 1975).
Advertisement
Το βιβλίο του Bakhtin, Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του (1965), παρέχει μια νέα ερμηνεία για τα καρναβάλια του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, θεωρώντας τα συστατικά στοιχεία στη ζωή του ευρωπαϊκού πολιτισμού. O Bakhtin, βρίσκει στο μυθιστόρημα του Rabelais, ένα πλήθος από διογκωμένες σωματικές εικόνες, βαθιά εορταστικές, που έρχονται σε αντίθεση με την άκαμπτη εικόνα
της σάρκας, της μεσαιωνικής θρησκείας. Το υλικό σώμα της ραμπελιανής αφήγησης, συνδέεται με την τροφή, τις εκκρίσεις και τη σεξουαλικότητα, τείνοντας σε μια κοσμική, προγονική κατάσταση. Ο Bakhtin, θα εκφέρει ένα λόγο αφιερωμένο στην καρναβαλική παράδοση, προσδίδοντάς της μια ευρύτερη σημασία ώστε να συμπεριλαμβάνει οποιαδήποτε παραδοσιακή γιορτή, λαϊκό δρώμενο, ή, συλλογική εκδήλωση, που τιμά την ανανέωση των εποχών. «Το καρναβάλι ήταν η αληθινή γιορτή του χρόνου, γιορτή του γίγνεσθαι, της αλλαγής και της ανανέωσης» (Κομπρεσέρ, 2011: 8) και η διάρκειά του μπορεί να ξεπερνούσε τους δύο μήνες. Πρόκειται για ένα τελετουργικό, που συμβάλλει σε μια απελευθερωτική αντίληψη για τον άνθρωπο και την κοινωνία του, καθώς αντιστρέφονται οι κυρίαρχοι ρόλοι και η ζωή μπορεί να βρει μια πιο ελεύθερη πραγμάτωση. Όπως και η μόδα, ή η παρενδυσία, η μεταμφίεση του καρναβαλιού, συμβάλλει σε μια διαρκώς μεταβλητή
σωματική εικόνα και ταυτότητα. Η χρήση μάσκας, είναι χαρακτηριστική αυτής της αναζήτησης, επιτρέποντας την συγχώνευση με άλλα πρόσωπα και άλλα σώματα, απορρίπτοντας την ομοιομορφία. Τα γεγονότα του καρναβαλιού, διαδραματίζονται στα όρια του σώματος και του εξωτερικού του περιβάλλοντος, παρέχοντας ένα ειδικό νόημα ως προς αυτό, που ο Bakhtin αποκαλεί γκροτέσκο [grotesque]i. Το γκροτέσκο σώμα, είναι συνεχώς ενεργό και ξεπερνάει τα όριά του, είναι ανολοκλήρωτο και δεν μπορεί να καλουπωθείii. Η ανακύκλωση των εποχών, διαδέχεται την ανακύκλωση του οργανισμού και αυτή η καρναβαλική παροδικότητα, αναδεικνύει μια ανοιχτότητα ως προς το σώμα και τον κόσμο. Στον γκροτέσκο ρεαλισμό, «το πνεύμα δεν έρχεται από ψηλά, αλλά από την κοιλιά, τους γλουτούς και τα γεννητικά όργανα» (Lubker, 2012: 170), που συχνά υφίστανται απεικονιστικές μεγαλοποιήσεις, δίνοντας έμφαση στην υλικότητα και όχι στην ιδεώδη ανύψωση. Το γκροτέσκο σώμα,
καθαιρεί κάθε ιδανικό περιεχόμενο, όντας πιο κοντά στη γη, την παρακμή και τη φθορά. Η παραμονή του στο γήινο επίπεδο, η σχέση του με τα ριζώματα του εδάφους, εκφράζεται στην απεριόριστη προβολή των ενστίκτων και των ορμών του.
Στη γκροτέσκα σφαίρα, επισημαίνονται επίσης τα μέρη που προεξέχουν (π.χ. μύτη - φαλλός), τα μέρη που είναι ανοιχτά (π.χ. στόμα) αλλά και τα εσωτερικά στοιχεία όπως το αίμα και τα έντερα. «Το γκροτέσκο αγνοεί την αδιαπέραστη επιφάνεια που κλείνει και περιορίζει το σώμα ως διακριτό και ολοκληρωμένο φαινόμενο» (Bakhtin, 2004: 105). Η βασική πρόθεση του, έγκειται στην προέκταση των σωματικών ορίων, των κλαδιών, των εσωτερικών βαθών και κυρτοτήτων ώστε το σώμα να αναδειχθεί ως μέρος του κόσμου, όχι ως κάτι ξεχωριστό από αυτόνiii .
i. O όρος χρησιμοποιείται από τον Rabelais και προέρχεται από τις ομώνυμες προ-κλασικές εικαστικές τέχνες, που χαρακτηρίζονταν από τερατώδεις και ζωώδεις συνδυασμούς μορφών. ii. Σύμφωνα με την Stafford, χαρακτηριστικό παράδειγμα γκροτέσκας απεικόνισης, των επόμενων χρόνων (18ος αιώνας), αποτελεί η καρικατούρα. Ως αποσπασματικό έργο, απεικονίζει παρατηρήσεις αμέτρητων ειδών ασθένειας, ευπάθειας και πόνου, ξεχωρίζοντας παράδοξα και παραμορφωμένα στοιχεία. Από αυτή τη σκοπιά, ανατρέπει τα καθορισμένα σωματικά όρια, δίνοντας υπόσταση στην ωμή σαρκική εμπειρία. iii. Το σώμα σε αυτή την εκδοχή του, ενισχύει τους βλαστούς, τα ανοίγματα και τα στόμια, που του εξασφαλίζουν εξωτερικότητα. Τα γεννητικά όργανα, το στόμα, η μύτη, τα εντόσθια, αναδιαμορφώνουν στο εσωτερικό τους, τα εξωτερικά όρια και για αυτό συχνά, υφίστανται απεικονιστικές μεγαλοποιήσεις. Ιδιαίτερα, όσον αφορά στην αντιμετώπιση του προσώπου, το στόμα και η μύτη χαίρονται γκροτέσκου χαρακτήρα, καθώς θεωρούνται πιο συναφή με ζωώδη γνωρίσματα. Ο ρόλος των ματιών, σε αυτή την αντιμετώπιση, είναι ήσσονος σημασίας, σε αντίθεση με την ανατομική πρακτική, που η δραστηριότητα του ματιού κατέχει κεντρικό ρόλο, στην κατανόηση των εσωτερικών οργάνων.
Το γκροτέσκο στοιχείο της υπερβολής, συνεπάγεται τη διάλυση της σταθερής φόρμας. Εξερευνώ-
ντας τα όρια της μορφής και της υλικότητας, τα δικά του όρια, αποφεύγει τη στερεοποίηση και την
προσκόλληση σε συμπαγείς έννοιες. Το νόημα που αναζητά, δεν είναι δοσμένο από κάποια ανώτερη δύναμη, αλλά προέρχεται από τον ίδιο τον άνθρωπο και την φθαρτή υπόστασή του. Από αυτή τη σκοπιά, το γκροτέσκο σώμα, ορίζεται ως κοσμικό, και μπορεί να συγχωνευτεί με στοιχεία της φύσης: με βουνά, εδάφη, ηπείρους, νησιά, διατηρώντας
«μόνο τις εκβλαστήσεις του (βλαστούς, μπουμπούκια) και τα στόμιά του – μόνο ό,τι οδηγεί πέρα από τον περιορισμένο χώρο ή στα βάθη του σώματος. Όροι και άβυσσοι – έτσι είναι είναι το ανάγλυφο του γκροτέσκου σώματος· ή, μιλώντας με όρους αρχιτεκτονικής, πύργοι και υπόγειες διαβάσεις» (Bakhtin, 2004: 105).
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Bakhtin, η έλευση του «κλασικού κανόναi» θα συμπορευτεί με πιο αυστηρά κανονιστικά πρότυπα, που θα ενισχυθούν με την άνοδο του Διαφωτισμού, εγκλωβίζοντας τη γκροτέσκα σωματικότητα, σε περιχαρακωμένα όρια, κα- θώς οι αξίες μετατοπίζονται από την δημόσια στην ιδιωτική ζωή και στους κώδικες συμπεριφοράς. Ενέργειες του σώματος, όπως πόση, βρώση, αφόδευση, σεξουαλική δραστηριότητα, θα εσωκλειστούν στην ιδιωτική και ψυχολογική σφαίρα, ενώ τα αντίστοιχα ενισχυμένα μέρη, θα απομονωθούν, φέροντας ένα και μοναδικό προσωπικό νόημα. «Η αποκοπή των οργάνων ή η ανεξάρτητη ύπαρξή τους δεν επιτρέπεται πια» (Bakhtin, 2004: 109). Οι σωματικές κοιλότητες και προεξοχές θα προσαρμοστούν σε ένα οριζόντιο επίπεδο, το δέρμα, που θα λειτουρ-
i. Με τον όρο «κλασικό κανόνα», ο Bakhtin, αναφέρεται στην αισθητική του κλασικισμού και στον ορθολογισμό που επικράτησε με την θεωρία του René Descartes (1596 – 1650). Σύμφωνα με τον Descartes, η ψυχή και το σώμα είναι δύο ξεχωριστά και διακριτά στοιχεία, με το σώμα να συλλαμβάνεται ως ουδέτερη βιολογική οντότητα, υποδεέστερη της ορθολογικότητας του νου.
γήσει ως σύνορο προστασίας και απομόνωσης. Η ανάδειξη της σωματικής επιφάνειας, ως προστατευτικής ζώνης, θα μετατοπίσει το ενδιαφέρον, σε εξατομικευμένα μέρη, και κυρίως στην λειτουργία του ματιού, στην όραση, ως καταλληλότερου μέσου για την άντληση γνώσηςi . Τα δύο αλληλένδετα στοιχεία ανάλυσης στο (εμπνευσμένο από τον Rabelais), έργο του Bakhtin, αφορούν τη διάνοιξη των σωματικών ορίων, σε μια περίοδο – μεταίχμιο: στο πέρασμα του Μεσαίωνα προς την Αναγέννηση. Το καρναβάλι, τροφοδοτούμενο από την ανώνυμη μάζα και την συλλογική υλική ενότητά της, ως μορφή λαϊκής ευθυμίας, καλλιεργεί τις μεταμφιέσεις, το γίγνεσθαι, την ρευστή σωματική εικόνα. Παρείχε το έδαφος, για μια σωματική σχέση με τον κόσμο και από αυτή την άποψη είναι βαθιά συνδεδεμένο με το γκροτέσκο σώμα. Ως ένα άφθονο σώμα, που αγκαλιάζει το παράδοξο και το δύσμορφο, το γκροτέσκο, παρουσιάζει μια σύμφυρση ετερόκλιτων μερών και οργανικών διεργασιών, ώστε να ξεπεράσει τα σύνορά του. Μέσα από τις κοιλότητες και τα εξογκώματά του, απορροφά και απορροφάται από άλλα σώματα, τον κόσμο, το έδαφος, τη γη, το έξω, στα πλαίσια μιας αστείρευτης ανανέωσης.
i. Το σώμα, αναδιπλώνεται στον εαυτό του και γίνεται μοναδικό όπως και όλα τα γεγονότα της ζωής του: «ο θάνατος είναι μόνο θάνατος, δεν συμπίπτει ποτέ με γέννηση* το γήρας αποκόπτεται από τη νεότητα* τα πλήγματα απλώς τραυματίζουν, χωρίς να βοηθούν σε μια πράξη γέννησης» (Bakhtin, 2004: 109).