ΑΓΓΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ (ΜΗΧΑΝΙΚΗ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ-ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑ) (υπό διαμόρφωση και επεξεργασία)
Θάλεια Μαυροειδή Καθηγήτρια Αγγλικής Γλώσσας 1ο ΕΠΑ.Λ. Αθηνών
ENGLISH-GREEK GLOSSARY OF TECHNICAL TERMS (CAR MECHANICS AND TECHNOLOGYMECHANICAL ENGINEERING-ELECTRICITY) (υπό διαμόρφωση και επεξεργασία) The terms of the glossary are interpreted as general and technical terms
A ability
ικανότητα (e.g. His ability to cope with any problem is remarkable. Η ικανότητά του να αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα είναι αξιοθαύμαστη).
abnormal fluctuation
ασυνήθης διακύμανση (e.g. He noticed an abnormal fluctuation in the engine’s temperature. Something was going really wrong.Παρατήρησε μια ασυνήθη διακύμανση στη θερμοκρασία της μηχανής. Κάτι πήγαινε στραβά).
abrasion
τριβή, απόξεση, λείανση,
γδάρσιμο, ξύσιμο (e.g. If there is any abrasion in the interior of a RFT tire, the tire is not repairable. Εάν υπάρχει οποιοδήποτε γδάρσιμο στο εσωτερικό ενός λάστιχου τύπου RFT, το λάστιχο δεν μπορεί να επιδιορθωθεί) abrasive
λειαντική, στιλβωτική ουσία (e.g. He took some abrasive paper and cleaned the car’s bodywork. Πήρε λίγο λειαντικό χαρτί και καθάρισε το αμάξωμα του αυτοκινήτου).
abrasive cloth
λειαντικό πανί(e.g. Abrasive cloth is a product used for cleaning,grinding,polishing or smoothing. Λειαντικό πανί είναι ένα προϊόν που χρησιμοποιείται για καθάρισμα, τρίψιμο, γυάλισμα ή λείανση)
ABS (Anti-lock Braking System)
σύστημα αντιμπλοκαρίσματος /αντικλειδώματος φρένων (e.g. ABS- Anti-lock Braking System- eliminates the
possibility of wheel locking under heavy breaking.Το σύστημα αντικλειδώματος φρένων ελαχιστοποιεί την πιθανότητα κλειδώματος των τροχών ύστερα από έντονο φρενάρισμα) absolute positioning system
απόλυτο σύστημα αναφοράς για τον εντοπισμό των σημείων κοπής στις εργαλειομηχανές αριθμητικού ελέγχου
absorb
απορροφώ (e.g. This electric machine has been designed to absorb vibrations. Αυτή η ηλεκτρική μηχανή έχει σχεδιαστεί για να απορροφά κραδασμούς).
absorption
απορρόφηση (e.g. Iron absorption can be facilitated by simultaneous consumption of food containing Vitamin C. Η απορρόφηση του σιδήρου μπορεί να διευκολυνθεί με την σύγχρονη κατανάλωση τροφών που περιέχουν Βιταμίνη C.).
ac generator (US)
γεννήτρια εναλλασσόμενου
ρεύματος (e.g. An ac generator is simpler in design and use than a dc generator. Μία γεννήτρια εναλασσόμενου ρεύματος είναι πιο απλή στη σχεδίαση και στη χρήση από μία γεννήτρια συνεχούς ρεύματος) accelerate
επιταχύνω (e.g. Don’t accelerate so rapidly, it’s dangerous! Μην επιταχύνεις τόσο γρήγορα, είναι επικίνδυνο!)
acceleration
επιτάχυνση (e.g. Heavy acceleration can cause more fuel consumption. Η έντονη επιτάχυνση μπορεί να προκαλέσει περισσότερη κατανάλωση καυσίμων).
accelerator
επιταχυντής,γκάζι (e.g. When he saw the wall in front of his eyes, he released the accelerator and stepped on the brake. Όταν είδε τον τοίχο μπροστά στα μάτια του, άφησε το γκάζι και πάτησε το φρένο).
accelerator cable
καλώδιο/ντίζα γκαζιού (e.g. If, the accelerator pedal is not responding quickly enough when you put your foot down, it probably means that the accelerator cable is worn out and needs replacement. Εάν το πετάλι γκαζιού δεν ανταποκρίνεται αρκετά γρήγορα όταν πιέζεις το πόδι σοου προς τα κάτω, πιθανόν σημαίνει ότι το καλώδιο του γκαζιού έχει φθαρεί και χρειάζεται αντικατάσταση)
accelerator pedal
ποδωστήριο,πετάλι επιτάχυνσης/γκαζιού (e.g. He stepped on the accelerator pedal to escape from the criminals.Πάτησε το πετάλι του γκαζιού για να ξεφύγει από τους εγκληματίες.)
accelerator pump
αντλία γκαζιού (e.g. The accelerator pump instantly provides the additional quantity of fuel needed during acceleration. Η αντλία
γκαζιού παρέχει στιγμιαία την επιπλέον ποσότητα καυσίμου που χρειάζεται τη διάρκεια της επιτάχυνσης) accessories
εξαρτήματα, αξεσουάρ (e.g. If you fit expensive accessories in your car, inform your insurance company so as to be covered in case of theft or damage. Εάν τοποθετήσεις ακριβά αξεσουάρ στο αμάξι σου, ενημέρωσε την ασφαλιστική σου εταιρεία ώστε να είσαι καλυμμένος σε περίπτωση κλοπής ή καταστροφής).
accompany
συνοδεύω, ακολουθώ (e.g. Two detailed manuals accompany these two latest technology gadgets. Δύο λεπτομερή εγχειρίδια συνοδεύουν αυτά τα δύο μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας)
accumulation
συσσώρευση (e.g.The accumulation of wealth by few people has always been a
social problem. Η συσσώρευση του πλούτου σε λίγους ανθρώπους αποτελούσε πάντοτε κοινωνικό πρόβλημα). accumulator
συσσωρευτής (e.g. One of the roles of the accumulator is to remove moisture from the air conditioning system. Ένας από τους ρόλους του συσσωρευτή είναι να απομακρύνει την υγρασία από το σύστημα κλιματισμού)
accuracy
ακρίβεια (e.g. The accuracy of black boxes in cars are in question. Η ακρίβεια των μαύρων κουτιών στα αυτοκίνητα είναι υπό αμφισβήτηση)
accurate
ακριβής, σαφής (e.g. It is believed that a GPS is more accurate than a speedometer as far as the vehicle speed measurement is concerned. Πιστεύεται ότι το GPS είναι πιο ακριβές από το ταχύμετρο όσον αφορά τη μέτρηση της
ταχύτητας του οχήματος) acetylene
ακετυλένιο, ασετυλίνη (e.g. Acetylene is a chemical substance consisting of water and calcium carbide and was used in the first vehicle headlamps in the 1880’s. Η ασετυλίνη είναι μία χημική ένωση που αποτελείται από νερό και καρβίδιο του ασβεστίου και χρησιμοποιήθηκε στους πρώτους προβολείς οχήματος στη δεκαετία του 1880)
achieve
1. επιτυγχάνω, καταφέρνω, κατορθώνω (e.g. This article tells us how to wax our car to achieve the best results. Αυτό το άρθρο μας λέει πώς να βάλουμε κερί στο αυτοκίνητό μας για να επιτύχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα)
acid
οξύ, όξινος (Battery acid can burn your skin and ruin your clothes. Το οξύ μιας
μπαταρίας μπορεί να κάψει το δέρμα σου και να καταστρέψει τα ρούχα σου) acorn nut
αντιδονητικό παξιμάδι (e.g. Our company’s acorn nuts not only do they secure the wheel to the axles but also they prevent theft of your car’s wheels and tires because they require a key for removal and is almost impossible to remove without the right key. Τα αντιδονητικά παξιμάδια της εταιρείας μας όχι μόνο ασφαλίζουν το τιμόνι στους άξονες αλλά επίσης εμποδίζουν την κλοπή των τροχών και των λάστιχων του αυτοκινήτου σας επειδή χρειάζεται ένα κλειδί για την απασφάλισή τους και είναι σχεδόν αδύνατο να τα βγάλεις χωρίς το σωστό κλειδί)
action
πράξη, ενέργεια, δράση, λειτουργία (e.g. Due to overheating, all motors were
put out of action. Λόγω της υπερθέρμανσης, όλοι οι κινητήρες τέθηκαν εκτός λειτουργίας). activate
δραστηριοποιώ, ενεργοποιώ (e.g. Don’t try to activate the airbag without any reason. You will have to renew them and more importantly, they can cause injury. Μην προσπαθήσετε να ενεργοποιήσετε τους αερόσακους χωρίς λόγο. Θα πρέπει να τους αντικαταστήσετε και το πιο σημαντικό, μπορεί να προκαλέσουν τραυματισμό).
activity
δραστηριότητα, ενέργεια (e.g. All motors are working in full activity. Όλοι οι κινητήρες δουλεύουν εν πλήρη δραστηριότητα).
actual
πραγματικός (e.g. In order to determine the actual car value of a used car, we have to examine any mechanical or cosmetic problems. Για να
καθορίσουμε την πραγματική αξία ενός μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, πρέπει να εξετάσουμε εάν υπάρχουν μηχανικά ή αισθητικά προβλήματα) actuate
ενεργοποιώ, θέτω σε κίνηση, κινώ, ωθώ (e.g. When the ignition switch is closed, the starter motor is automatically actuated. Όταν ο κεντρικός διακόπτης εκκίνησης κλείνει, το μοτέρ εκκίνησης ενεργοποιείται αυτόματα).
actuator
ενεργοποιητής, μεταδότης κίνησης (e.g. An actuator is generally a device that converts energy into motion and is used in motors, pumps, switches and valves. It can be electric, mechanical, pneumatic or hydraulic. Ο μεταδότης κίνησης είναι γενικά μία συσκευή που μετατρέπει την ενέργεια σε κίνηση και χρησιμοποιείται σε
κινητήρες, αντλίες, διακόπτες και βαλβίδες. Μπορεί να είναι ηλεκτρικός, μηχανικός, πεπιεσμένου αέρα ή υδραυλικός) acute
οξύς, έντονος (e.g. He had an acute pain in his waist. Είχε ένα οξύ πόνο στη μέση).
acute angle
οξεία γωνία
acute triangle
οξυγώνιο τρίγωνο
adapt
προσαρμόζω
adaptation
προσαρμογή
adapter
προσαρμογέας
adhesion
προσκόλληση
adjust
ρυθμίζω
adjustable
ρυθμιζόμενος
adjustable pliers
λαβίδα (τσιμπίδι) με ρυθμιζόμενο άνοιγμα σιαγόνων, γκαζοτανάλια
adjustable spanner
κλειδί ρυθμιζόμενο
adjustable wrench
γαλλικό κλειδί, κλειδί με ρυθμιζόμενο άνοιγμα
adjuster
ρυθμιστής
adjuster strut
δοκός ρύθμισης
adjustment
ρύθμιση, προσαρμογή, εφαρμογή
adjustment bolt
παξιμάδι ρύθμισης
adjustment ferrule
δακτύλιος ρύθμισης
adjustment link
σύνδεσμος ρύθμισης
adjustment rod
ράβδος ρύθμισης
admit
δέχομαι,παραδέχομαι, επιτρέπω την είσοδο
advance
πρόοδος
advance ignition
προπορεία ανάφλεξης/αβάνς
advanced
εξελιγμένος, προχωρημένος, προωθημένος, προοδευμένος
advantage
προτέρημα, πλεονέκτημα, υπεροχή
aerial
κεραία
aerodynamic drag factor
βαθμός αεροδυναμικής έλξης
affect
επηρεάζω, επιδρώ, έχω επιπτώσεις
αir control
ρυθμιστής αέρα
αir cooling
αερόψυξη
air deflector
αλλαγή πορείας αέρα
air distribution switch
διακόπτης διανομής αέρα
air temperature sensor
αισθητήρας θερμοκρασίας αέρα
air blower
φυσητήρας
air chamber
θάλαμος αέρα
air cleaner
φίλτρο καθαρισμού αέρα
air compressor
αεροσυμπιεστής
air conditioning
κλιματισμός, κλιματιστική εγκατάσταση (e.g. Air
conditioning is a system which regulates the air temperature inside a vehicle or a room. Ο κλιματισμός είναι ένα σύστημα που ρυθμίζει την θερμοκρασία του αέρα μέσα σε ένα όχημα ή σε ένα δωμάτιο). air conditioning control unit
μονάδα ρύθμισης κλιματισμού (e.g. An air conditioning control unit allows you to control the temperaturewarm or cool- inside your car. Μία μονάδα ρύθμισης κλιματισμού σου επιτρέπει να ελέγχεις τη θερμοκρασίαζεστή ή κρύα- μέσα στο αυτοκίνητό σου)
air filter
φίλτρο αέρα (e.g. The air filter prevents dirt and dust from entering the car’s engine and causing severe damage.Το φίλτρο αέρα εμποδίζει τη βρωμιά και τη σκόνη να μπουν στη μηχανή του αυτοκινήτου και να προκαλέσουν σοβαρή βλάβη).
air flow sensor
αισθητήρας κυκλοφορίας αέρα
(e.g. An air flow sensor measures how much air has gone into the engine. Ένας αισθητήρας κυκλοφορίας αέρα μετράει πόσος αέρας έχει μπει μέσα στη μηχανή). air flowing back
επιστροφή αέρα
air funnel
κανάλι αέρα,αεραγωγός
air leak
διαρροή αέρα
air penetration
διείσδυση αέρα
air release
εκτόνωση αέρα
air resistance
αντίσταση αέρα
air temperature control system
σύστημα ελέγχου θερμοκρασίας αέρα
airbag
αερόσακος (e.g. An airbag is a protective device which inflates in case of a car collision and protects the front passengers form injuries.Ο αερόσακος είναι μια συσκευή προστασίας που αποτελείται από ένα σάκο ο οποίος διογκώνεται σε περίπτωση σύγκρουσης του αυτοκινήτου και προστατεύει τους μπροστινούς επιβάτες από τραυματισμούς).
air-cooled engine
αερόψυκτος κινητήρας (e.g. Air-cooled engines are cooled by both air and oil and they are simple, light weighted and cheap. Οι αερόψυκτοι κινητήρες δροσίζονται και από τον αέρα και από το λάδι και είναι απλοί, ελαφροί και φθηνοί)
aircraft
αεροσκάφος
air flow meter
μετρητής ροής αέρα
air flow sensor plate
αισθητήρας αέρα
alarm
συναγερμός
alcohol-based fuels
καύσιμα με βάση το οινόπνευμα (e.g. Ethanol is an alcohol-based fuel and can be produced from multiple sources like waste products and corn, it is renewable and is cleaner to burn than fossil fuels. Η αιθανόλη είναι ένα καύσιμο με βάση το οινόπνευμα και μπορεί να παραχθεί από πολλαπλές πηγές όπως απόβλητα και καλαμπόκι, είναι ανανεώσιμη και καθαρότερη στην καύση
από τα ορυκτά καύσιμα)
alignment
ζυγοστάθμιση, ευθυγράμμιση (e.g. If wheel alignment is not right, it may cause tyre wear. Εάν η ζυγοστάθμιση των τροχών δεν είναι σωστή, μπορεί να προκαλέσει φθορά των λάστιχων)
Allen hex sockets
κλειδιά Άλλεν
Allen key
κλειδί Άλλεν
Allen screw
βίδα Άλλεν
αllowable limits
επιτρεπόμενα όρια
alloy
αναμιγνύω,μίγμα, κράμα μετάλλων
alloy wheels
ζάντες αλουμινίου
alter
μεταβάλλω, αλλάζω, μετατρέπω
alteration
μεταβολή, αλλαγή
alternating current
εναλλασσόμενο ρεύμα
alternative
εναλλακτικός
alternative current
εναλλασσόμενο ρεύμα
alternatively
εναλλάξ, εναλλακτικά
alternator
εναλλακτήρας, γεννήτρια εναλλασσόμενου ρεύματος (e.g. If there is a faulty
alternator, the car’s battery cannot receive a charge. Εάν υπάρχει ελαττωματικός εναλλακτήρας, η μπαταρία του αυτοκινήτου δεν μπορεί να πάρει φορτίο) alternator bracket
βραχίονας εναλλακτήρα
alternator pulley
τροχαλία εναλλακτήρα
altitude
υψόμετρο, ύψος
aluminum
αλουμίνιο
ambient temperature
θερμοκρασία περιβάλλοντος
ambulance
νοσοκομειακό όχημα
ammeter
αμπερόμετρο
amount
ποσό
amperage
ένταση ρεύματος, βαθμός αμπέρ, αμπεράζ
analogue clock
αναλογικό ρολόι
analysis
ανάλυση
angle
γωνία, κορυφή
angled triangle
οξυγώνιο τρίγωνο
angular
γωνιακός, γωνιώδης
anhydrous
άνυδρος
annealing
βραδεία ψύξη, επαναφορά χάλυβα, ξεπύρωμα, ανόπτηση
annual
ετήσιος
antenna (US)
κεραία
anti lock electronic brakes
ηλεκτρονικό σύστημα
αντιμπλοκαρίσματος φρένων anti-(b)lockbrakes
φρένα με μηχανισμό για να μην κολλάνε (μπλοκάρουν)
anti-clockwise
αριστερόστροφα
antifreeze
αντιψυκτικό
anti-roll bar
αντιστρεπτική δοκός
anti-rust
αντισκωριακό
anti-spin
αντιολίσθηση
anti-stall
αντιμπλοκάρισμα
anti-theft devices
αντικλεπτικές συσκευές
anti-theft system
αντικλεπτικό σύστημα
anvil
αμόνι, άκμων
apparatus
συσκευή
appliance
συσκευή
application
εφαρμογή, χρήση
apprentice
μαθητευόμενος, ασκούμενος
apron
ποδιά, μπροστέλα
arbor
άξονας, άτρακτος
area
περιοχή, πεδίο, τομέας, χώρος, έκταση
armature
ρότορας μίζας, οπλισμός
armature coil
πηνίο μίζας
armature spindle
άξονας μίζας
armature winding
τύλιγμα/ περιέλιξη στάτης /τυμπάνου/πηνίου
articulated truck crane
παπαγάλος (ανυψωτικό φορτηγού)
artisan
τεχνίτης, χειροτέχνης
asbestos
άσβεστος
assemble
συναρμολογώ, μοντάρω (μηχανή)
assembly
συνδεσμολογία,συναρμολόγηση , άρμοση, συγκρότημα, σύνολο
assembly for generating steam
συγκρότημα παραγωγής ατμού
assist
βοηθώ
assistance
βοήθεια
assistant
βοηθός, βοηθητικός
atdc
μετά το άνω νεκρό σημείο
atom
άτομο (φυσική,χημεία, ηλεκτρισμός)
atomize
διασπώ σε άτομα, μετατρέπω υγρό σε σταγονίδια, ψεκάζω, ραντίζω, εξαερώνω
attach
προσαρτώ, προσαρμόζω, προσδένω, επισυνάπτω
attachment
προσάρτημα, προσάρτηση, σύνδεση, εξάρτημα
attempt
επιχειρώ, προσπαθώ, δοκιμάζω, αποπειρώμαι
attend
παρακολουθώ, προσέχω
attendance
παρακολούθηση, ακολουθία, φοίτηση, φροντίδα, συνοδεία
audio device
συσκευή ήχου
audio input
είσοδος ήχου
authorized
εξουσιοδοτημένος (e.g. It is better to take your car to an authorised dealer if it is still under warranty. Είναι καλύτερο να πας το αυτοκίνητό σου σε ένα εξουσιοδοτημένο έμπορο εάν ακόμα ισχύει η εγγύησή του)
auto-ignition
αυτοανάφλεξη
automatic adjustment
αυτόματη ρύθμιση
automatic advance
αυτόματη ανάφλεξη/αβάνς
automatic transmission filter
φίλτρο αυτόματου κιβωτίου ταχυτήτων
automobile
αυτοκίνητο
auto power outlet
τροφοδοσία από τον αναπτήρα του αυτοκινήτου/ πρίζα του αυτοκινήτου
auxiliary air valve
βοηθητική βαλβίδα αέρα
auxiliary energy
βοηθητική ενέργεια
auxiliary shaft
βοηθητικός άξονας
available
διαθέσιμος
average
μέσος όρος, μέσος, υπολογίζω κατά μέσο όρο
average temperature
μέση θερμοκρασία
aviation
αεροπορία
axe
τσεκούρι
axle
άξονας
axle stands
βάσεις άξονα
B baby car seat
κάθισμα αυτοκινήτου για μωρά
back seat
πίσω κάθισμα
backlash
εύρος κίνησης κιθάρα φρένου, πίσω πιάτο φρένου (e.g. A brake pad has a metal backplate with friction material. Ένα τακάκι φρένου έχει μία
backplate
μεταλλική κιθάρα φρένου με υλικό τριβής)
backwards
προς τα πίσω ισορροπώ, ζυγίζω, ζυγοσταθμίζω, ισορροπία,
balance
ευστάθεια, εξισορρόπηση
balance weight
ζυγοστάθμιση,ισορροπία ρουλεμάν, ένσφαιρος τριβέας, τριβέας με
ball bearing
σφαιρίδια
ball bearing grease
γράσο ρουλεμάν
ball valve
σφαιρική βαλβίδα
ball-head bolt
βίδα με σφαιρικό κεφάλι
ball-joint
σφαιρική άρθρωση/ακρόμπαρο
ball joint separator
διαχωριστής ακρόμπαρου σφυρί με ημισφαιρική κεφαλή, σφυρί μπάλας (e.g. Ball-peen hammers are also used for decorating metal surfaces. Τα σφυριά με ημισφαιρικές κεφαλές χρησιμοποιούνται επίσης
ball-peen hammer
για να διακοσμήσουν μεταλλικές επιφάνειες)
band iron
λωρίδα, σιδηρόλαμα, ταινία σιδήρου
συσκευή τοποθέτησης μεταλλικών ράβδων για bar feeder
επεξεργασία σε CNC εργαλειομηχανή
bar folder
στράντζα, καμπτική μηχανή κύλινδρος,κενός,μέτρο χωρητικότητας, βυτίο,
barrel
βαρέλι,κάνη όπλου
base
βασίζω, βάση
base cycle of the cam
βασικός κύκλος του εκκεντροφόρου άξονα
base metals
βασικά μέταλλα
baseplate
μπάλα έδρασης/στήριξης μπαταρία, συσσωρευτής (e.g. If we leave a light on, the car battery will drain overnight. Εάν αφήσουμε ένα φως ανοιχτό, η μπαταρία του
battery
αυτοκινήτου θα αδειάσει μέσα σε μια νύχτα)
battery box
κιβώτιο μπαταριών
battery cable terminal
πόλος καλωδίου μπαταρίας
battery plate
πλάκα μπαταρίας
battery terminal grease
γράσο πόλου μπαταρίας
battery tray
θήκη μπαταρίας
bayonet joint
λογχοειδής αρμός
bayonet socket
λογχοειδής εσοχή
bdc
κάτω νεκρό σημείο
bead (tyre)
κολλιές βάσεως ελαστικών ακτινοβολώ,ακτίνα,ζυγός(καμάρι),δοκός,δέσμη
beam
ακτινοβολίας,δέσμη φωτός κουζινέτο, ρουλεμάν, τριβέας, εφέδρανο,έδρανο, βάθρο εδράνου, φέρον (e.g.
bearing
The function of bearings is to help the
crankshaft and the camshaft to rotate smoothly. Η λειτουργία των ρουλεμάν είναι να βοηθούν το στροφαλοφόρο και τον εκκεντροφόρο άξονα να περιστρέφονται ομαλά) bearing cap
καβαλέτο κουζινέτου
bearing inner race
κώνος ρουλεμάν
bearing journal
κουζινέτο κεντρικού
bearing shell
κουζινέτο στρόφαλου
bearing surface
επιφάνεια έδρασης χτυπώ, νικώ, υπερτερώ, παλμός, ρυθμός,
beat
χτύπος
bed
κρεβάτι,κλίνη τόρνου (κρεβάτι) φυσούνα, φυσητήρι(e.g. Bellows is an older type of thermostat. Η φυσούνα είναι ένα
bellows
παλαιότερο είδος θερμοστάτη). ιμάντας, ζώνη, ταινία, λουρί μηχανής (e.g. You must always wear a seat belt in the car. Πρέπει πάντα να φοράς ζώνη ασφαλείας στο
belt
αυτοκίνητο)
belt drive
λουρί μηχανής, κίνηση με ιμάντα εντατήρας ιμάντα χρονισμού/ ζώνης
belt tensioner
ασφαλείας/εκκεντροφόρου
bench
πάγκος εργασίας, τράπεζα εφαρμοστού
bench metal
μέταλλο κατεργαζόμενο στο εφαρμοστήριο
bench metal worker
εργάτης εφαρμοστηρίου, εφαρμοστής κάμπτω, λυγίζω, κλίνω, διπλώνω, κάμψη,
bend
λύγισμα, καμπή, στροφή (δρόμου)
bending machine
καμπτική μηχανή, κουρμπαδόρος
bent screwdriver
κατσαβίδι (κυρτό)
bevel pinion
πηνίο κωνικού διαφορικού
bevel ring gear
κεντρικός οδοντωτός τροχός διαφορικού
big end (connecting rod)
μεγάλο μέρος μπιέλας
big-end bearing (connecting rod bearing)
ρουλεμάν μεγάλου μέρους μπιέλας
big-end cap
καπάκι κεφαλής μπιέλας
bi-metallic strip
διμεταλλική ταινία δένω, δεσμεύω, συνδέω, προσδένω,σφίγγω,
bind
μαγκώνω
binder
ντοσιέ
biodiesel
βιοντίζελ
biogus
βιοαέρια μικρό κομμάτι, εξάρτημα, εργαλείο κοπής
bit
(κοπτική ακμή) CNC εργαλειομηχανών
black start
αυτοδύναμη εκκίνηση
blacksmith
σιδηρουργός, σιδεράς λεπίδα, λάμα, πτερύγιο, έλασμα (e.g. He forgot to replace his car’s wiper blades and as a result the damaged blades scratched the windscreen. Ξέχασε να αντικαταστήσει τις λεπίδες των καθαριστήρων του αυτοκινήτου του και ως αποτέλεσμα οι φθαρμένες λεπίδες
blade
χάραξαν το παρμπρίζ.)
blade terminal
ακροδέκτης/πόλος πτερύγιου/ελάσματος
blast
φύσημα, έκρηξη, εκτόνωση αερίων, ριπή
ανέμου, σφύριγμα blast furnace
υψικάμινος, χυτήριο
blast-furnace exhaust-gas scrubber
υδροαυτοκαθαριστής απαερίων της υψικαμίνου αιμορραγώ,διαρρέω,αιμορραγία,διαρροή,
bleed
διαφυγή, εξαερωτήρας
bleed screw
βίδα διαρροής
bleeding
εξαέρωση, διαρροή
block diagram
συνολικό διάγραμμα
blow back
επιστροφή αερίων
blow mould machine
μηχανή εμφύσησης
blow out preventers
αποφρακτήρες ασφαλείας
blow-by
διαδρομή αερίων ανεμιστήρας, φυσητήρας, φυσερό (e.g. If a blower hose has come loose, it cannot supply air to the blower and this results in a weak airflow inside the vehicle. Εάν το λάστιχο του φυσητήρα έχει χαλαρώσει, δεν μπορεί να παρέχει αέρα στο φυσητήρα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αδύναμη ροή αέρα μέσα στο
blower
όχημα)
blue locking mechanism
μπλε μηχάνημα ασφάλισης αμβλύς, στρογγυλεμένος, στομωμένος, μη
blunt
αιχμηρός ογκώδες τεμάχιο,στέλεχος, δοκός, τροχαλία,
blοck
παλάγκο, οικοδομικό τετράγωνο
board
σανίδα, πίνακας, κομμάτι ξύλου, πλακέτα
board latch
μάνταλο, κλείστρο
boaring
εσωτερική λεπτή τόρνευση, διάνοιξη
body (of the car)
σώμα (αυτοκινήτου), καροσερί
body pillar
κολώνα σώματος
body wing
προφυλακτήρας
bodyshell
αμάξωμα,καρότσα, σώμα, σκελετός, πλαίσιο
bodywork
αμάξωμα,καρότσα, σώμα, σκελετός, πλαίσιο
boiler
λέβητας, καζάνι, βραστήρας, υδροθερμαντήρας συνδέω με μπουλόνι, μανταλώνω, βιδώνω, ήλος, μπουλόνι, κοχλίας, σύρτης (e.g. Removing a rusty bolt depends on choosing the suitable size wrench you will choose for the job or else you won't be able to do it. To να απομακρύνεις ένα σκουριασμένο μπουλόνι,εξαρτάται από το κατάλληλο μέγεθος κλειδιού που θα επιλέξεις για την εργασία αυτή
bolt
αλλιώς δεν θα μπορέσεις να το κάνεις)
bonded windows
πολυστρωματικά τζάμια
bonnet
καπό,κάλυμμα μηχανής, καλύπτρα φορτωτήρας,μπούμα, δοκίδα συνδέσεως, μπίγα,
boom
ράντα,κέρκος, ρυθμιζόμενο στήριγμα ανωθώ, προάγω, βοηθώ, ενισχύω (τάση
boost
ρεύματος, πίεση κ.λ.π.)
booster battery
ενισχυτής μπαταρίας συγκρότημα μονάδων (αντλιών) ανύψωσης
booster modules
πίεσης, μονάδες ανύψωσης πίεσης αντλία ανύψωσης πίεσης, ανυψωτική αντλία,
booster pump
πιεστικό
κάθισμα για μικρό παιδί που το ανυψώνει σε booster seat
υψηλότερη θέση
boosting
ανύψωση, ενίσχυση (πίεσης π.χ. )
boot (US)
πορτμπαγκάζ οπή, διαμέτρημα, άνοιγμα, εσωτερική διάμετρος, διάμετρος κυλίνδρων μηχανής, τρυπώ,
bore
(δια)νοίγω
bottle opener
ανοιχτήρι για φιάλες
bottom dead centre
κάτω νεκρό σημείο
bowl speed sensor
αισθητήρας ταχύτητας κάνιστρου
brace
στήριγμα, μπράτσο
bracket
βραχίονας, υποστήριγμα, μπρακέτο
braided cable
επενδεδυμένο καλώδιο
brake
φρενάρω,φρένο, πέδηση, πέδη
brake adjuster
ρυθμιστής φρένων, ρεγουλατήρας
brake adjustment
ρύθμιση φρένων
brake block
τακάκι, στοιχείο τριβής, σιαγόνα
brake caliper
δαγκάνα φρένου
brake disc
δίσκος φρένου, δισκόφρενο
brake drum
ταμπούρο φρένου
brake fade
κόπωση φρένων υγρό φρένου (e.g. If a vehicle doesn’t have any brake fluid, the brakes won’t operatethis is extremely dangerous! Εάν ένα όχημα δεν έχει καθόλου υγρό φρένου, τα φρένα δεν θα λειτουργήσουν-αυτό είναι άκρως
brake fluid
επικίνδυνο!)
brake hose clamp
σφιγκτήρας σωλήνας φρένων
brake light
λυχνία/φως φρένων
brake light switch
διακόπτης λυχνίας φρένων γραμμή φρένων (e.g. If a brake line has been damaged ,we must replace both of them, even if the other one is in good condition,or else braking will be unbalanced. Εάν μία γραμμή φρένων έχει φθαρεί πρέπει να αντικαταστήσουμε και τις δύο, ακόμη και αν η άλλη είναι σε καλή κατάσταση, αλλιώς το
brake line (or brake lining)
φρενάρισμα δεν θα είναι ζυγοσταθμισμένο) γραμμή φρένων (e.g. If a brake line has been damaged ,we must replace both of them, even if the other one is in good condition,or else braking will be unbalanced. Εάν μία γραμμή φρένων έχει φθαρεί πρέπει να αντικαταστήσουμε και τις δύο, ακόμη και αν η άλλη είναι σε καλή κατάσταση, αλλιώς το
brake lining (or brake line)
φρενάρισμα δεν θα είναι ζυγοσταθμισμένο) κύρια αντλία φρένων (e.g. The brake master cylinder is designed to put hydraulic pressure on the brake pads. The first step to replace a faulty brake master cylinder is to remove all the oil from the old brake master cylinder using a specific tool that works as a vacuum machine. Η κύρια αντλία φρένων έχει
brake master cylinder
σχεδιαστεί για να ασκεί υδραυλική πίεση στα
τακάκια των φρένωνΤο πρώτο βήμα για να αντικαταστήσουμε μία χαλασμένη κύρια αντλία φρένων είναι να απομακρύνουμε το λάδι από την παλιά αντλία φρένων χρησιμοποιώντας ένα ειδικό εργαλείο που λειτουργεί ως μηχανή κενού) brake matrix
μήτρα φρένων τακάκι φρένου (e.g. Brake pads need to be replaced as soon as their friction material wears away. Τα τακάκια φρένων χρειάζονται αντικατάσταση αμέσως μόλις το υλικό τριβής
brake pad
τους φθαρεί)
brake pedal
πετάλι φρένου
brake power distributor
διανομέας ισχύος φρένων
brake power assist unit
σερβόφρενα, βοηθητική μονάδα φρεναρίσματος
brake server
μονάδα φρεναρίσματος, υποβοήθηση φρένων σερβόφρενο (e.g. The role of a brake servo is to increase the power exerted on the pedal during breaking. Ο ρόλος του σερβόφρενου είναι να αυξάνει τη δύναμη που ασκείται στο
brake servo
πεντάλι κατά τη διάρκεια του φρεναρίσματος)
brake shoes
σιαγόνες φρένων,τακάκια φρένων
brake spring pliers
πένσα με ελατήριο
brake warning light
προειδοποιητική λυχνία πέδησης
brake wire
σύρμα φρένων, ντίζα χειρόφρενου
braked trailer
τρέιλερ με φρένο
braking
φρενάρισμα, πέδηση
σύστημα φρένων/πέδησης (e.g. The braking system is the most vital system on a vehicle. Never try to repair it by yourself. It requires specific tools and technical training. Το σύστημα φρένων είναι το πιο ζωτικό σύστημα ενός οχήματος. Ποτέ μη προσπαθήσετε να το επιδιορθώσετε μόνοι σας. Χρειάζεται ειδικά εργαλεία και τεχνική braking system
εκπαίδευση)
brass
λευκός ορείχαλκος(ψευδάργυρου), μπρούντζος μπρουτζοκόλληση,χαλκοκόλληση, ετεροφυής
brazing
σκληρή συγκόλληση με χαλκοκόλληση
breakage
ρήγμα παθαίνω βλάβη, χαλάω (για όχημα) (e.g. Our car has broken down. We have to go to a car mechanic. Το αυτοκίνητό μας έχει χαλάσει.
break down
Πρέπει να πάμε σε μηχανικό αυτοκινήτων.) βλάβη (για όχημα) (e.g. If you don’t change the oil in your car, the parts of the engine will not run smoothly and this will lead to premature engine breakdown. Eάν δεν αλλάξεις το λάδι στο αυτοκίνητό σου, τα μέρη της μηχανής δεν θα κινούνται ομαλά και αυτό
breakdown
θα οδηγήσει σε πρόωρη βλάβη της μηχανής)
breakdown response time
χρόνος ανταπόκρισης σε βλάβες αυτόματος διακόπτης, διακόπτης (επαφής)
breaker (US)
πλατινών
breather
αναπνευστικό, αναθυμιαστικό
breather hose
σωλήνας αναθυμιάσεως
breather system
σύστημα αναθυμιάσεων/εξαερισμού
bridge crane
γερανογέφυρα
brightness
φωτεινότητα
brightness level
επίπεδο φωτεινότητας
brittle
εύθραυστος
brittleness
ευθραυστότητα
broacher
μηχάνημα αυλακώσεως, μπρόουτσερ
broaching
αυλάκωση, μπρόουτσιγκ
brochure
φυλλάδιο
broken line
διακεκομμένη γραμμή
bronze
ορείχαλκος κασσίτερου, μπρούντζος
brush
χτενίζω, βουρτσίζω,βούρτσα,ψήκτρα, πινέλο
brush holder
βάση βούρτσας, υποδοχέας ψηκτρών
btdc
πριν το άνω νεκρό σημείο
bucket
κουβάς,κάδος χαμηλό βαθύ κάθισμα σε αυτοκίνητο ή
bucket seat
αεροσκάφος
buckling
δέσιμο ζώνης ασφαλείας
buffer
στιλβωτικός τροχός, μηχανή
build up
αναπτύσσω, αυξάνω, ενισχύω
built in
ενσωματωμένος
bulb
λάμπα, λαμπτήρας, λυχνία φρένων
bulge
εξόγκωμα
bulkhead
διάφραγμα/μπούλμες
bulkhead grommet
δακτύλιος μπούλμε
bulky
ογκώδης
bumper
προφυλακτήρας
bung
βούλωμα/ τάπα καίω, καίγομαι,φωτίζω, φλέγομαι,κάψιμο,
burn
έγκαυμα
burnt
καμένος
burnt gases
καυσαέρια
burrs
γρέζια,αγκάθια,λιμαρίδια,ρινίσματα
bus
λεωφορείο παρέμβυσμα, δακτύλιος (στεγανωτικός),αντιτριβικό δακτυλίδι,αντιτριβικός δακτύλιος,
bush
μπούσα,χαρούπα, εσωτερική επένδυση εδράνου παρέμβυσμα, δακτύλιος (στεγανωτικός),αντιτριβικό δακτυλίδι,αντιτριβικός δακτύλιος,
bushing (US)
μπούσα,χαρούπα, εσωτερική επένδυση εδράνου
butane
βουτάνιο
butterfly nut (or wing nut)
παξιμάδι, πεταλούδα
butterfly valve
βαλβίδα με πεταλούδα
button
κουμπί
buzzer
βομβητής
bypass
παρακαμπτήριος/ βοηθητική δίοδος
by-pass oil cleaner
παρακαμπτήριος καθαριστήρας λαδιού
C ταξί,κουβούκλιο, καμπίνα, χώρος χειρισμού ανυψωτικών κλπ. μηχανημάτων, cab
χώρισμα μηχανοδηγού ή οδηγού φορτηγού ντουλάπι, ερμάρι, κιβώτιο
cabinet
εξαρτημάτων,αρχειοθήκη, υπουργείο
καλώδιο, χονδρό καλώδιο,ντίζα (e.g. We must never connect the black cable to the negative terminal on a dead battery because it may cause explosion. Δεν πρέπει ποτέ να συνδέουμε το μαύρο καλώδιο με το αρνητικό τερματικό σε μία νεκρή μπαταρία διότι μπορεί να προκαλέσει έκρηξη)
cable cable adjuster
ρυθμιστής ντίζας
cable casing
επένδυση καλωδίου
cable clamp
σφιγκτήρας καλωδίου
cable grommet
δακτύλιος καλωδίου
cable operated clutch
μηχανικός συμπλέκτης με καλώδιο
cadmium
κάδμιο διαβήτης συγκριτικών μετρήσεων με κυρτά άκρα, κυρτοειδής διαβήτης,κομπάσο,
cal(l)ipers
παχύμετρο
calculation method
μέθοδος υπολογισμού ρύθμιση, μέτρηση (e.g. What equipment can I use for the calibration of the wheels
calibration
alignment?Τι εξοπλισμό πρέπεινα
χρησιμοποιήσω για τη ρύθμιση της ευθυγράμμισης των τροχών;) cam
έκκεντρο, κάμα
cam(shaft) lobe
λοβός του εκκεντροφόρου (άξονα)
camper
κυρτότητα/γωνία εκκεντροφόρος άξονας, κνωδακοφόρος
camshaft
άτρακτος, άτρακτος εκκέντρου
camshaft bearing
ρουλεμάν εκκεντροφόρου
camshaft cover
κάλυμμα εκκεντροφόρου
camshaft gear
γρανάζια εκκεντροφόρου
camshaft pinion
πηνίο εκκεντροφόρου
can
μεταλλικό δοχείο, κονσέρβα, μπιτόνι
canister
δοχείο, κάνιστρο
cap
καπάκι, τάπα, πώμα, κάλυμμα
cap nut
αντιδονητικό παξιμάδι,κεφαλή παξιμαδιού χωρητικότητα, ικανότητα αποθήκευσης
capacitance
ηλεκτρικού φορτίου
capacitor
πυκνωτής χωρητικότητα, ικανότητα, περιεκτικότητα, ισχύς μηχανήματος (e.g. Τhe capacity of a battery depends on the size of the engine. Η ισχύς μιας μπαταρίας εξαρτάται από το
capacity
μέγεθος της μηχανής)
capless bulb
λυχνία χωρίς καπάκι
capped nut
παξιμάδι με κεφαλή
car
αυτοκίνητο
car bonnet
καπό, κάλυμμα μηχανής, καλύπτρα
car boot
πορτμπαγκάζ
car dealer
αντιπρόσωπος, έμπορος αυτοκινήτων
car holders
στηρίγματα αυτοκινήτου
car industry
αυτοκινητοβιομηχανία
car mechanic
μηχανικός αυτοκινήτων
car mechanics
μηχανική αυτοκινήτου
car radio
ραδιόφωνο αυτοκινήτου
car repair shop (or garage or workshop)
συνεργείο αυτοκινήτων
carbon
άνθρακας
carbon brush
ψήκτρα άνθρακα
carbon build up
συσσώρευση άνθρακα
carbon deposit
συσσώρευση άνθρακα
carbon monoxide
μονοξείδιο του άνθρακα
carbon removing
αφαίρεση άνθρακα
carborundum
ανθρακοπυρίτης καρμπυρατέρ, εξαερωτήρας, αναμικτήρας,
carburettor
εξανθρακωτήρας
carburettor barrer
σωλήνας καρμπυρατέρ
carburettor bowl
δοχείο καρμπυρατέρ
carburettor chamber
θάλαμος πλωτήρα καρμπυρατέρ
carburettor jet
ψεκαστήρας καρμπυρατέρ
carburettor stud
βίδες καρμπυρατέρ
carcinogens
καρκινογόνες (ουσίες)
careless
απρόσεκτος, απερίσκεπτος, αμελής
carelessness
απροσεξία, απερισκεψία, αμέλεια
cargo
φορτίο
carriage return
τροφοδότηση γραμμής, επιστροφή φορτίου
carry
μεταφέρω
carry out
εκτελώ, φέρνω εις πέρας
carry over
μεταφέρω, μεταβιβάζω
cartridge
φυσίγγιο περίβλημα, κάλυμμα, κέλυφος, θάλαμος, θήκη (e.g. Excessive heat can damage the battery casing of a car and as a result to decrease the battery’s life. Η υπερβολική ζέστη μπορεί να καταστρέψει το κάλυμμα μίας μπαταρίας αυτοκινήτου και ως αποτέλεσμα να μειώσει τη
casing
ζωή της μπαταρίας)
cassette recorder
κασσετόφωνο
cast
μήτρα,καλούπι, χυτός
cast aluminium
χυτό αλουμίνιο
cast forged steel
χυτό σφυρήλατο ατσάλι μαντέμι, χυτοσίδηρος (e.g. Cast iron is used in pipes, machines and car equipment and has a high strength in fire. Ο χυτοσίδηρος χρησιμοποιείται στους σωλήνες, στις μηχανές και στα εξαρτήματα του αυτοκινήτου και έχει
cast iron
μεγάλη αντοχή στη φωτιά)
castellated nut
υψηλό παξιμάδι χύτευση, χύσιμο μετάλλου, χυτό μέταλλο/
casting
κομμάτι
castle nut
υψηλό παξιμάδι
catalyst
καταλύτης
catalytic
καταλυτικός, με καταλύτη
catalytic converter
καταλυτικός μετατροπέας
cathode ray tube(C.R.T.)
λυχνία καθοδικών ακτίνων
cause
προξενώ, γίνομαι αιτία, αφορμή, αιτία,σκοπός σπηλαίωση (μία από τις σοβαρότερες βλάβες της αντλίας που συνήθως οφείλεται σε μείωση της πίεσης στην αναρροφητική πλευρά της αντλίας(είσοδο,σωληνώσεις, φτερωτή) που οδηγεί στη μείωση του σημείου βρασμού του υγρού και τη δημιιουργία φυσαλίδων, που όταν αυξηθεί η πίεση και επόμενα ανέβει το σημείο βρασμού, εκρήγνυνται αποσπώντας κομμάτια μετάλλου από την φτερωτή, δηλ. σπηλαιώνοντάς την , έτσι που σιγά-σιγά
cavitation
καταστρέφεται) κελί, θάλαμος, κύτταρο, στοιχείο, στοιχείο
cell
συσσωρευτή, μπαταρία
cell phone
κινητό τηλέφωνο
cellar
υπόγειο, υπόγεια αποθήκη, κελλάρι
central
κεντρικός
central console
κεντρική κονσόλα
central heating
κεντρική θέρμανση
central locking system
σύστημα κεντρικού κλειδώματος κέντρο, κωνικό στέλεχος χρησιμοποιούμενο για την συγκράτηση κυλινδρικών κομματιών για
centre
κατεργασία τους σε εργαλειομηχανή
centre distance
απόσταση από κεντρικό άξονα
centre line
κεντρικός άξονας
centre of gravity
κέντρο βάρους
centre of rotation
κέντρο περιστροφής
centre punch
πόντα, στιγεύς κέντρου
centrifugal
φυγοκεντρικός, φυγόκεντρος
centrifugal force
φυγόκεντρος, κεντρομόλος δύναμη
centrifugal pump
φυγοκεντρική αντλία
certificate
πιστοποιητικό αλυσίδα,αλυσοδένω (e.g. There was so much snow that we had to put snow chains in the car's tyres. Υπήρχε τόσο χιόνι που έπρεπε να βάλουμε αντιολισθητικές αλυσίδες για το χιόνι
chain
στα λάστιχα του αυτοκινήτου)
chain line
είδος γραμμής
chain sprocket
οδοντωτός τροχός
chain tensioner
σφιγκτήρας με αλυσίδα
chamber
κιβώτιο/ θάλαμος, τμήμα, διαμέρισμα
chamfer
αμβλύνω, γονιοτομώ, λοξοτομημένη γωνία
champing washer
ροδέλα σφιγκτήρα
change down
αλλαγή ταχύτητας προς τα κάτω
change up
αλλαγή ταχύτητας προς τα πάνω
change-over switch
διακόπτης αλλαγής
changer
φορτιστής, γεννήτρια
changing of oil
αλλαγή λαδιού δίαυλος, κανάλι, δίοδος, διάδρομος, ζώνη
channel
συχνοτήτων
charge
φορτίζω, γεμίζω(π.χ. μπαταρία), χρεώνω,
γομώνω, φόρτωση, φορτίο, χρέωση, γόμωση (e.g. He didn't charge his car's battery and the vehicle couldn't start. Δεν φόρτισε την μπαταρία του αυτοκινήτου του και το όχημα δεν μπορούσε να ξεκινήσει) φορτισμένη μπαταρία (e.g. Does your cell phone have a charged battery? Έχει το charged battery
κινητό σου φορτισμένη μπαταρία;)
charging
φόρτιση
charging control lamp
λυχνία ελέγχου φόρτισης
charging current
ρεύμα φόρτισης
charging rate
βαθμός φόρτισης
charging system
σύστημα φόρτισης διάγραμμα,σχεδιάγραμμα,πίνακας, χάρτης,
chart
χαρτογραφώ, σχεδιάζω
chassis
σασί ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο, “μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές " (e.g. Excessive chatter at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car. Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και προκαλείται
chatter(or free movement or free
από φθαρμένα εξαρτήματα της λειτουργίας
play or free travel)
διεύθυνσης του αυτοκινήτου)
check
έλεγχος, ελέγχω
check nut
παξιμάδι ασφαλείας
check valve
βαλβίδα ρύθμισης
chemical conditions
χημικές συνθήκες
chemical heat of combustion
χημική θερμότητα καύσης
chemical reaction
χημική αντίδραση
child car seat
παιδικό κάθισμα αυτοκινήτου
chilled water terminal
τερματικό ψυχρού νερού
chip
ρίνισμα, γρέζα, γρέζι, σχίζα μηχανισμός συγκέντρωσης και μεταφοράς των εναπομεινάντων ρινισμάτων σε ειδικούς χώρους μακριά από το σημείο κατεργασίας,
chip conveyor
γρεζομεταφορέας απομάκρυνση, αφαίρεση ρινισμάτων και μικρών
chip removal
κομματιών (γρεζιών) μετάλλου
chisel
κοπίδι, σμίλη
choice
επιλογή
choke
τσοκ, φράκτης αέρα διπλό καρμπυρατέρ (διπλού λαιμού) , καρμπυρατέρ με έμβολο που δημιουργεί μεταβλητό λαιμό στο σημείο βεντούρι,
choke carburettor
εξαερωτήρας
choke linkage
διαρροή τσοκ χοάνη Βεντουρί,διαστενωτικός δακτύλιος (e.g. A choke tube is a carburettor equipment which changes the air speed and pressure. Η
choke tube
χοάνη Βεντούρι είναι εξάρτημα του
καρμπυρατέρ που αλλάζει την ταχύτητα και την πίεση του αέρα) choke valve gap
άνοιγμα βαλβίδας τσοκ
chord
χορδή
chrome plated
επιχρωμιωμένο
chromium
χρώμιο σφιγκτήρας, τσοκ (τόρνου, δράπανου),
chuck
μπαστέκα
cigar lighter
αναπτήρας
circle
κύκλος, κυκλώνω, περικυκλώνω ασφάλεια, (δαχτυλιδωτή) ασφάλεια,
circlip
(ελατηριωτό) ψέλλι
circuit
κύκλωμα (ηλεκτρικό)
circuit breaker
διακόπτης κυκλώματος
circuit diagram
διάγραμμα κυκλώματος
circular
κυκλικός
circulation
κυκλοφορία
circulator
κυκλοφορητής
circulator pump
κυκλοφορητής
circumference
περιφέρεια κύκλου
circumstances
περιστάσεις, περιστατικά, συνθήκες
civil engineer
πολιτικός μηχανικός
cladding
επένδυση, κάλυμμα
clamp
σφίγγω, σφιγκτήρας, τσεμπέρι
clamp bolt
κοχλίας σύσφιξης
clamp bracket screw
βίδα σφιγκτήρα βραχίονα (μπρακέτου)
clamp screw
κοχλίας σύσφιξης
clamping
συγκράτηση κομματιού για κατεργασία
clarify
διευκρινίζω, ξεκαθαρίζω
claw
γάντζος
clean
καθαρός
cleanliness
καθαριότητα
clear
καθαρίζω, εκκαθαρίζω, καθαρός, διαυγής
clearance
καθαρότητα, ανοχή, διάκενο
clevis pin
περόνη,σφήνα
client
πελάτης
clip
συνδετήρας
clockwise
δεξιόστροφα
clog
φράζω, στουμπώνω, βουλώνω, μπλοκάρω
clogging
φράξιμο, υπερπλήρωση, βούλωμα, μπλοκάρισμα
close tolerances
μικρό πεδίο ανοχών
closed circuit
κλειστό κύκλωμα
closed -loop converter
μετατροπέας κλειστού κυκλώματος
cloth
ύφασμα συμπλέκτης, αμπραγιάζ (e.g. If you want to change gear, you push the clutch pedal. Εάν θέλεις να αλλάξεις ταχύτητα, πιέζεις το
clutch
πεντάλι του συμπλέκτη)
clutch disk
δίσκος συμπλέκτη
clutch facing
θερμουίτ δίσκων συμπλέκτη
clutch hub
μουαγιέ συμπλέκτη
clutch lining
θερμουίτ δίσκων συμπλέκτη
clutch plate
πλατό συμπλέκτη
clutch spring
ελατήριο συμπλέκτη
άμαξα, λεωφορείο (μακρινών αποστάσεων), coach
πούλμαν, προπονητής
coal
άνθρακας, κάρβουνο
coarse adjustment
ρύθμιση τραχύτητας το αυτοκίνητο κινείται με
coast (the car is coasting)
το μοχλό των ταχυτήτων στο νεκρό
coating
επένδυση κωδικοποιώ,κρυπτογραφώ, κώδικας,
code
κρυπτογράφημα
coded
κωδικοποιημένος, γραμμένος σε κώδικα
coherence
συνάφεια, αλληλουχία, συνοχή ιδεών συναφής, συνεκτικός, αυτός που έχει συνοχή,
coherent
ειρμό, σαφήνεια
coil
περιελίσσω, περιέλιξη, έλικας, σπείρα, πηνίο
coil driven
αυτός που παίρνει την κίνησή του από το πηνίο
coil ignition
ανάφλεξη με πολλαπλασιαστή
coil spring
σπειροειδές ελατήριο
cold start valve
τσοκ, φράκτης αέρα
cold starting
ψυχρή εκκίνηση
collapsible
πτυσσόμενος
collar
κολάρο
collar flange
φλάντζα κολάρου
collar screw
βίδα κολάρου
collets
ασφάλειες βαλβίδας
combination
συνδυασμός
combination pliers
πένσα γενικής χρήσης, πολλαπλών χρήσεων
combination spanner
κλειδί πολλαπλών χρήσεων
σύνθετο κλειδί, συνδυασμός γερμανικού και combination wrench
πολυγωνικού κλειδιού
combine
συνδυάζω
combustible
καύσιμος (ύλη, αέριο κλπ.)
combustion
καύση
combustion chamber
θάλαμος καύσης ξεκουράζω, ανακουφίζω, αναπαύω, παρηγορώ,
comfort
άνεση, βολή, παρηγοριά
comfortable
άνετος, βολικός
common
κοινός, συνήθης επικοινωνώ, συνεννοούμαι, συγκοινωνώ,
communicate
ανακοινώνω, κοινοποιώ επικοινωνία, συννενόηση, συγκοινωνία,
communication
ανακοίνωση, κοινοποίηση συλλέκτης, μετατροπέας ηλεκτρικού ρεύματος (e.g. A commutator is the moving part of a rotary electrical switch whose main function is to convert dc current into ac current. O μετατροπέας ηλεκτρικού ρεύματος είναι το κινούμενο μέρος ενός περιστρεφόμενου ηλεκτρικού διακόπτη του οποίου η κύρια λειτουργία είναι να μετατρέπει το συνεχές
commutator
ρεύμα σε εναλασσόμενο ρεύμα)
compact
συμπαγής
compact disc (CD)
συμπαγής δίσκος
company
εταιρεία
compartment
διαμέρισμα, χώρος, θάλαμος
compasses
διαβήτης (όργανο σχεδίασης)
competent
αρμόδιος, κατάλληλος, αρκετός, επαρκής
competitive
ανταγωνιστικός, συναγωνιστικός μπερδεμένος, μπλεγμένος, περίπλοκος,
complex
(πολύ)σύνθετος, σύμπλεγμα
complicated
περίπλοκος, σύνθετος, μπερδεμένος εξάρτημα, (συστατικό) μέρος, απαρτίζον τμήμα,
component
αποτελούμενο τμήμα, συνιστώσα
components
εξαρτήματα
compose
συνθέτω, συντάσσω, απαρτίζω
composed (of)
αποτελούμενος, απαρτιζόμενος, συντιθέμενος
composition
σύνθεση, έκθεση, χημική σύνθεση, ουσία συνθέτω, αναμιγνύω, σύνθετος, μίγμα,
compound
συνθετικό, ένωση
compound carburettor
διπλό καρμπυρατέρ, εξαερωτήρας
compound excitation motor
ηλεκτροκινητήρας σύνθετης διέγερσης
compress
συνθλίβω, συμπιέζω
compression
συμπίεση, θλίψη, σύμπτηξη
compression cells
θάλαμοι συμπίεσης
compression gauge
μετρητής συμπίεσης
compression ratio
σχέση συμπίεσης, λόγος συμπίεσης
compression ring
ελατήριο συμπίεσης
compression station
σταθμός συμπίεσης
compression stroke
χρόνος/διαδρομή συμπίεσης
compressor
συμπιεστής
comprise
συμπεριλαμβάνω,περιλαμβάνω
computer
υπολογιστής
computer pipe board
υπολογιστική κάρτα διοχέτευσης συμπυκνώνω, συγκεντρώνω, προϊόν/
concentrate
αποτέλεσμα συμπύκνωσης
concentration
συγκέντρωση, συμπύκνωση
concetric
ομόκεντρος
condensate
συμπυκνώνω, προϊόν/αποτέλεσμα συμπίεσης
condensation
συμπύκνωση, ψύξη, υγρασία, συμπύκνωση ατμού
condense
συμπυκνώνω (ψύχοντας), ψύχω, υγροποιώ ατμό συμπυκνωτής, ψυγείο μηχανών, υγροποιητής, πυκνωτής(e.g. A damaged condenser can cause air cooling problems inside the vehicle. Ένας συμπυκνωτής που έχει βλάβη μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στο δροσισμό του αέρα
condenser
μέσα στο όχημα)
condensing
συμπύκνωση
condition
κατάσταση, όρος, συνθήκη
conductance
αγωγιμότητα
conductor
αγωγός σωλήνας ηλεκτρικών εγκαταστάσεων (
conduit
καλωδίων), αγωγός καλωδίων εργαλείο κάμψης σωλήνων ηλεκτρικών
conduit bender
εγκαταστάσεων, κουρμπαδόρος
conduit vice
σωληνομέγγενη
cone
κώνος μορφή, διαμόρφωση, διάταξη, κατασκευή,
configuration
σχηματισμός
confuse
συγχέω, περιπλέκω, μπερδεύω
confused
μπερδεμένος, μπλεγμένος
conical
κωνικός
connect
συνδέω
connect in parallel
παράλληλη σύνδεση
connect in series
σύνδεση εν σειρά
connecting box
κουτί συνδέσεων
connecting clamp
σφιγκτήρας συνδέσεων
connecting link
συνδετικός δεσμός διωστήρας, συνδετήριος άξονας, συνδετική
connecting rod
ράβδος, μπιέλα
connecting rod cap
καπάκι διωστήρα/ μπιέλας σύνδεση, συνδεσμολογία, ζεύξη, ένωση, σχέση,
connection
συνδυασμός
connection cable
καλώδιο σύνδεσης
connector
συνδετήρας
consequence
συνέπεια, επακόλουθο
consider
εξετάζω, μελετώ, θεωρώ, λαμβάνω υπόψη
consideration
μελέτη, θεώρηση
consist (of)
αποτελούμαι από
constant
διαρκής, σταθερός, συνεχής, αμετάβλητος
constant voltage
σταθερή τάση
constantly
συνεχώς, διαρκώς, σταθερά, αμετάβλητα
construct
κατασκευάζω, οικοδομώ, χτίζω κατασκευή, δομή, διάρθρωση/διαμόρφωση
construction
κατασκευής
consume
δαπανώ, ξοδεύω, καταναλώνω
consumer
καταναλωτής
consumption
κατανάλωση
contact
έρχομαι σε επαφή, επικοινωνία, επαφή
contact angle
γωνία επαφής αυτόματος διακόπτης, διακόπτης (επαφής)
contact breaker
πλατινών
contact breaker points
σημεία επαφής πλατινών
contact brush
ψήκτρα επαφής
contactor
επαφέας
contain
περιέχω, περιλαμβάνω
container
δοχείο
contemporary
σύγχρονος
content
περιεχόμενο
continuity
συνέχεια, αγώγιμη συνέχεια
continuity test
έλεγχος αγώγιμης συνέχειας
continuous current
συνεχές ρεύμα
continuous line
συνεχής γραμμή
contribution
συνεισφορά, συνεργασία
control
έλεγχος, ρύθμιση
control gear
όργανο ελέγχου
control module
στοιχείο ελέγχου
control unit
μονάδα ελέγχου
convenient
άνετος, βολικός, εύκολος, αναπαυτικός
conventional
συμβατικός, κοινός, τυπικός, συνηθισμένος
conventional current
συμβατικό ρεύμα μετατρέπω, μεταβάλλω, αλλάζω (e.g. The role of a vehicle’s battery is to convert chemical
convert
energy into electrical energy in order to
make the vehicle run. Ο ρόλος της μπαταρίας ενός οχήματος είναι να μετατρέπειτη χημική ενέργεια σε ηλεκτρική ενέργεια για να κάνει το όχημα να λειτουργήσει) converter
μετατροπέας, μεταλλακτήρας αυτοκίνητο με πτυσσόμενη οροφή (e.g She lowered the hood of her convertible and fresh air caressed her face. Χαμήλωσε την κουκούλα του αυτοκινήτου της και καθαρός
convertible (or drop- head)
αέρας χάιδεψε το πρόσωπό της)
convertion
μετατροπή, μεταστροφή, αλλαγή
convey
μεταφέρω, μεταβιβάζω, διοχετεύω
conveyor
μεταφορέας, ατέρμων μεταγωγέας, βαγονέτο
cooker
ηλεκτρική κουζίνα
cool
δροσίζω, ψύχω, δροσερός, απαθής, ήρεμος
coolant
ψυκτικό υγρό, ψυκτική ουσία/ μέσο
coolant bleed screw
βίδα ροής ψυκτικού
coolant hose
σωλήνας ψυκτικού αντλία ψυκτικού (e.g. In water cooled cars there is a coolant pump whose function is to pump the water used to cool the engine. Στα υδρόψυκτα αυτοκίνητα υπάρχει μια αντλία ψυκτικού της οποίας η λειτουργία είναι να αντλεί το νερό που χρησιμοποιείται για να ψύξει
coolant pump
τη μηχανή)
cooler
ψυγείο
cooling capacity
ψυκτική ισχύς
ανεμιστήρας ψύξης (e.g. The job of a cooling fan is to lower the engine’s temperature in case it rises. Η δουλειά του ανεμιστήρα ψύξης είναι να χαμηλώνει τη θερμοκρασία της cooling fan
μηχανής σε περίπτωση που ανέβει)
cooling fan switch
διακόπτης ανεμιστήρα ψύξης
cooling fin
πτερύγιο ψύξης σύστημα ψύξης (e.g. The cooling system is of great importance in a car because it prevents the engine from overheating.Το σύστημα ψύξης έχει μεγάλη σημασία για ένα αυτοκίνητο
cooling system
διότι εμποδίζει τη μηχανή να υπερθερμανθεί)
cooperative
συνεργατικός, συνεργαζόμενος, συνεργάσιμος
copper
χαλκός, επιχαλκώνω
copper gasket
χάλκινη φλάντζα σπάγγος, σχοινί, κορδόνι,χονδρό καλώδιο, δένω
cord
με σχοινί
core plug
κεντρικός ρευματολήπτης
correction
διόρθωση
corresponding
αντίστοιχος
corrode
διαβρώνω, σκουριάζω
corrosion
σκωρίαση, οξείδωση, διάβρωση (χημική)
corrosive
διαβρωτικός, αυτός που σκουριάζει
cotter
σφήνα
counter clockwise
αριστερόστροφα ισοσταθμίζω,αντισταθμίζω, εξισορροπώ,
counterbalance
αντιστάθμισμα
counterbore
διαμέτρημα
countergear
γρανάζι μετρητή
counterscrew
φυτευτός κοχλίας, χωνεμένος κοχλίας
countershaft
τετραπλός άξονας κιβωτίου ταχυτήτων
counterweight
αντίβαρο (e.g. He took his coupe and asked his girlfriend to come in. Πήρε το κουπέ του και
coupe
ζήτησε από το κορίτσι του να μπει μέσα.)
coupling
σύνδεση εν σειρά, ζεύξη
course
πορεία, σειρά μαθημάτων καλύπτω, σκεπάζω, κάλυμμα, σκέπασμα,
cover
περίβλημα, καπάκι
covering
προστατευτική επίστρωση
cowl screen
κάλυμμα οθόνης ραγίζω, σπάζω,κροτώ,ρωγμή,
crack
ράγισμα,χαραμάδα
craftsman
τεχνίτης, χειροτέχνης
crane
γερανός, ανυψωτήρας
crank pin (connecting rod bearing)
ρουλεμάν μεγάλου μέρους μπιέλας
crankcase
θάλαμος στροφάλου, στροφαλοφόρος
crankcase bearing
ρουλεμάν στροφαλοφόρου
crankcase filter
φίλτρο στροφαλοφόρου
crankcase ventilation hose
σωλήνας αερισμού στροφαλοφόρου
cranking
περιστροφή κινητήρα με μίζα
crankpin
κόμβιο στροφάλου στρόφαλος, στροφαλοφόρος άξονας, κουζινέτο
crankshaft
στρόφαλου
crankshaft counter weight
αντίβαρο στροφάλου
crankshaft journal
κεντρικό κουζινέτο στροφαλοφόρου
crankshaft pulley
τροχαλία στροφάλου
crankshaft sprocket
οδοντωτός τροχός στροφάλου συντρίβω, συντρίβομαι, συγκρούομαι,
crash
σύγκρουση, συντριβή
create
δημιουργώ
creation
δημιουργία
creative
δημιουργικός
creep
ερπυσμός
creep streams
διαρροές ρεύματος
crimp
συμπιέζω, πρεσσάρω (ακροδέκτες)
crimping
κατσάρωμα
crimping tool
εργαλείο για κατσάρωμα
cross bar
εγκάρσια ράβδος
cross-head screw
βίδα με σταυρωτή κεφαλή
cross-head screwdriver
σταυροκατσάβιδο, Φίλιπς κατσαβίδι
crosslive
αράδι λέιζερ διασταυρούμενης δέσμης
cross-point screwdriver
σταυροκατσάβιδο, Φίλιπς κατσαβίδι
cross-section
διατομή, εγκάρσια τομή, τομή κατά πλάτος
crown
κορώνα/διαφορικό
crown gear
γρανάζι διαφορικού
cruising
διαδρομή, ταξίδι
cruising speed
σταθερή ταχύτητα
cube
κύβος κυλινδρισμός, χωρητικότητα σε όγκο, κυβισμός
cubic capacity
μηχανής
current
ρεύμα (ηλεκτρικό), τρέχων, σύγχρονος
current consumption
κατανάλωση ισχύος
current limit relay
ηλεκτροδιακόπτης
curriculum vitae (c.v.)
βιογραφικό σημείωμα
curve
καμπυλώνω, κυρτώνω,καμπύλη, κυρτότητα
curved line
καμπύλη γραμμή
customer
πελάτης
cut off
κόβω, αποκόβω, διακόπτω, απομονώνω
cut-out relay
διακόπτης
cut-outs
διακόπτης
cutter
κόφτης
cutting point
αιχμή, κόψη κοπτικού εργαλείου
cylinder
κύλινδρος
cylinder barrel
περίβλημα κυλίνδρου συγκρότημα κυλίνδρων, σώμα κυλίνδρου,ομάδα,κορμός (μπλοκ) μηχανής, κορμός κυλίνδρων (e.g. If the coolant freezes, there will be severe damage to the cylinder block. Εάν παγώσει το ψυκτικό, θα υπάρξει σοβαρή βλάβη στo συγκρότημα των
cylinder block
κυλίνδρων).
cylinder bore hone
διάμετρος κυλίνδρου κυλινδροκεφαλή, κεφαλή κυλίνδρου, καπάκι
cylinder head
μηχανής
cylinder head bolt
παξιμάδι κεφαλής κυλίνδρου
cylinder head cover
κάλυμμα κεφαλής κυλίνδρου
cylinder head gasket
φλάντζα κεφαλής κυλίνδρου
cylinder liner
χιτώνιο κυλίνδρου
cylinder sleeve
χιτώνιο κυλίνδρου εμβολοχιτώνιο (e.g. Cylinder walls are located inside each cylinder and pistons travel between them. Τα εμβολοχιτώνια βρίσκονται μέσα σε κάθε κύλινδρο και τα
cylinder wall
έμβολα κυκλοφορούν ανάμεσά τους.)
cylinder-head rest
βάση τοποθέτησης κυλινδροκεφαλής
cylinder-pressure tester
μετρητής συμπίεσης κυλίνδρων
cylindrical
κυλινδρικός
cylindrical spring
κυλινδρικό ελατήριο
D βλάπτω, προξενώ βλάβη/ ζημιά, καταστρέφω, damage
ζημιά, βλάβη, αβαρία
damp
υγρασία, υγρός διάφραγμα, αποσβεστήρας (κραδασμών),αντικραδασμική βάση, ντάμπερ,
damper
αμορτισέρ
damp-proofing sealant
στεγανωτικό υγρασίας
dangerous accumulation of unburned gas
επικίνδυνη συσσώρευση άκαυστου αερίου
dashboard
πίνακας οργάνων, καντράν
dashpot
ντάμπερ πεταλούδας καρμπυρατέρ
data
στοιχεία, δεδομένα γεννήτρια συνεχούς ρεύματος (e.g. An dc
dc generator
generator is more complicated in design and
use than an ac generator, it needs commutators or rectifiers. Μία γεννήτρια συνεχούς ρεύματος είναι πιο περίπλοκη στη σχεδίαση και στη χρήση από μία γεννήτρια εναλασσόμενου ρεύματος, χρειάζεται μετατροπείς ηλεκτρικού ρεύματος ή ανορθωτές) νεκρό σημείο,μη περιστρεφόμενο από τον κινητήρα κέντρο συγκράτησης ράβδων για κατεργασία σε εργαλειομηχανή, πόντα dead centre
κουκουβάγιας
deal with
ασχολούμαι με
dealer
αντιπρόσωπος, πλασιέ, έμπορος, προμηθευτής
decarbonization
εξανθράκωση
declutch
αποσυνθέτω
decomposition
αποσύνθεση
decrease
ελαττώνω, μειώνω, ελάττωση, μείωση
defect
ελάττωμα,μειονέκτημα ελαττωματικός, έχων βλάβη,χαλασμένος,
defective
ελλιπής
define
ορίζω, προσδιορίζω, ερμηνεύω
definition
ορισμός, ερμηνεία
deflection mark
σημείο εκτροπής
deflector
αντανακλαστήρας, εκτροπέας
deformation
παραμόρφωση
defuming valve
βαλβίδα εξαέρωσης
degassing chamber
θάλαμος εξαέρωσης
degradation
υποβάθμιση
deionised water
απιονισμένο νερό
deliver
παραδίδω, απαλλάσσω, ελευθερώνω, διανέμω
delivery
παράδοση, διανομή, παροχή, απελευθέρωση
delivery pipe
σωλήνας παροχής
delivery valve
βαλβίδα παροχής
delta connection
σύνδεσμος δέλτα, σύνδεσμος τριγώνου
demister
ξεθαμπώνω
demonstration
επίδειξη
dent
κοιλότητα,εσοχή
department
τμήμα, διαμέρισμα
depend (on/upon)
εξαρτώμαι
dependence
εξάρτηση καταθέτω, κατάθεση, απόθεση, κατακάθισμα,
deposit
απόθεμα, κατάλοιπο,καπάρο αποσυμπιέζω,καταπιέζω, πιέζω/ πατώ
depress
(πεντάλι π.χ.)
depth
βάθος
depth gauge
βαθύμετρο
derive
παράγω, εξάγω, προέρχομαι, απορρέω γερανός δοκιμών κατασκευών, φορτωτήρας,
derrick
μπίγα, βαρούλκο σχεδιάζω, σχεδιασμός,σχέδιο,κατασκευαστικό
design
σχέδιο, σκοπός
designer
σχεδιαστής
detail
λεπτομέρεια
detailed
λεπτομερής
detect
ανακαλύπτω, αποκαλύπτω, ανιχνεύω
detector
ανιχνευτής
detent
συγκρατώ
detent ball
σφαίρα συγκράτησης
determine
ορίζω, προσδιορίζω, καταλήγω, αποφασίζω
develop
αναπτύσσω, εξελίσσω
developed
αναπτυγμένος, εξελιγμένος, προηγμένος
development
ανάπτυξη, εξέλιξη διάταξη, μηχανισμός, μέσο, μηχάνημα, συσκευή,
device
μηχανισμός,μαραφέτι
diagnosis
διάγνωση
diagnostic connector
διαγνωστικός συνδετήρας
diagonal
διαγώνιος
diagram
διάγραμμα δείκτης, μετρητής, παίρνω/σχηματίζω
dial
τηλεφωνικό αριθμό
dial gauge
ωρολογιακός μετρητής
dial test indicator
ενδεικτικό όργανο ωρολογιακής μέτρησης
diaphragm
διάφραγμα
diaphragm accelerator pump
διάφραγμα αντλίας γκαζιού
diaphragm clutch
διάφραγμα συμπλέκτη
diaphragm cover
κάλυμμα διαφράγματος
diaphragm unit
μονάδα διαφράγματος πεθαίνω, κύβος, ζάρι, καλούπι, σφραγίδα, σπειροτόμος εξωτερικών σπειρωμάτων ,
die
βιδολόγος,κοχλιοτόμος, φιλιέρα
die casting
χύτευση υπό πίεση
die nut
χυτό παξιμάδι
dielectric
διηλεκτρικός
diesel
πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο καύσης μηχανή εσωτερικής καύσης συστήματος
diesel engine
Ντήζελ, πετρελαιομηχανή
diesel fuel
πετρέλαιο καύσιμο
diesel oil
πετρέλαιο κίνησης
differ
διαφέρω
difference
διαφορά, διαφωνία
different
διαφορετικός διαφορικό(e.g. If you detect an oil leak from the differential you must immediately go to a car repair shop,this is a very serious problem! Εάν εντοπίσεις μία διαρροή λαδιού από το διαφορικό, πρέπει να πας αμέσως σε συνεργείο
differential
αυτοκινήτων, είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα!
differential case
κιβώτιο διαφορικού
differential crown gear
κιβώτιο μηχανισμού διαφορικού
differential pinion
πηνίο κωνικού διαφορικού, δορυφόρος
differential pressure
διαφορική πίεση
differential ring gear
κεντρικός οδοντωτός τροχός διαφορικού πλευρικός οδοντωτός τροχός
differential side gear
διαφορικού,πλανήτης δορυφόρου
differentiate
διαφοροποιώ, διακρίνω
διαχυτήρας, διασκορπιστήρας, θάλαμος διαχύσεως (ειδική κατασκευή του κελύφους των αντλιών προοδευτικά αυξανόμενης διαμέτρου, σαν του χωνιού, που με την μείωση της ταχύτητας ροής του υγρού που προκαλεί, diffuser
πετυχαίνει την αύξηση της πίεσής του)
dig
σκάβω
digital
ψηφιακός
digital clock
ψηφιακό ρολόι
dim
μειώνω,χαμηλώνω (φώτα)
dimension
διάσταση, μέγεθος
dimmer (control)
ρυθμιστής έντασης
dimmer realy
ρελές φώτων
dimmer switch
διακόπτης χαμηλώματος φώτων
diode
δίοδος
dip lights
χαμηλά φώτα
dip switch
διακόπτης χαμηλώματος φώτων
dipped beam
προβολέας μετρητής λαδιών, ράβδος μέτρησης λαδιών (e.g. A dipstick is used to measure the oil level of a vehicle. Μία ράβδος μέτρησης λαδιών χρησιμοποιείται για να μετρήσει το επίπεδο
dipstick
λαδιού ενός οχήματος)
direct current (dc)
συνεχές ρεύμα
direct drive
άμεση σύνδεση
direction
κατεύθυνση,διεύθυνση, οδηγία
direction indicator
δείκτης διεύθυνσης
directive
διευθυντικός, οδηγία
disadvantage
μειονέκτημα
disc brake
δισκόφρενο ( μονού κυλίνδρου)
disc hub
άκρο δισκόφρενου αποβάλλω, απορρίπτω, ξεσκαρτάρω, πετάω (e.g. Discarded batteries should be sent for safe recycling. Οι μπαταρίες που πετιούνται πρέπει να αποστέλλονται για ασφαλή
discard
ανακύκλωση) εκφορτώνω, εκκενώνω, απολύω, εκβάλω, αποσυνδέω, αποφορτίζω,εκφόρτωση, εκκένωση, απόλυση, αποσύνδεση, αποφόρτιση,εκροή (e.g. If there is a faulty alternator, the car’s battery will discharge. Εάν υπάρχει ελαττωματικός εναλλακτήρας, η
discharge
μπαταρία του αυτοκινήτου θα αποφορτιστεί) πίεση κατάθλιψης ( τριβές κατάθλιψης+στατικό
discharge head
ύψος+ επιθυμητή πίεση στην εκροή)
discharge lamp
λάμπα φθορισμού (κενώσεων)
discharge port
άνοιγμα, θύρα, φλάντζα εκροής βαλβίδα εκκένωσης, εκτόνωσης (e.g. A discharge valve allows water to go out of the water chamber. Μία βαλβίδα εκτόνωσης επιτρέπει στο νερό να βγει έξω από τον θάλαμο
discharge valve
νερού)
discharged battery
αποφορτισμένη μπαταρία
disconnect
αποσυνδέω,διακόπτω
disengage
απεμπλέκω, αφήνω, αποδεσμεύω, αποσυνδέω
dished washer
κυρτοειδής ροδέλα
disk spring
ελατήριο δίσκου συμπλέκτη
dismantle
αποσυναρμολογώ
displace
εκτοπίζω, μετατοπίζω, αντικαθιστώ
displacement
κυβισμός, εκτόπιση,εκτόπισμα, μετατόπιση δείχνω, επιδεικνύω, εκθέτω,επίδειξη, έκθεση, παρουσίαση πληροφοριών σε οθόνη/ πίνακα
display
κλπ.
dissipate
διαχέω,διασκορπίζω
dissolve
διαλύω
distance
απόσταση
distance plate
πινακίδα αποστάσεων
distance spacer
αποστάτης/ διάστημα
distilled water
απεσταγμένο νερό
distinguish
διακρίνω, ξεχωρίζω
distortion
παραμόρφωση
distribute
διανέμω, μοιράζω, διασκορπίζω
distribution box
κιβώτιο μετάδοσης
distributor
διανομέας, ντιστριμπυτέρ
distributor advance
αβνς διανομέα
distributor cap
καπάκι διανομέα
distributor cover
καπάκι διανομέα
distributor injector pump
αντλία διανομέα
distributor shaft
άξονας διανομέα
distributor spindle
άξονας διανομέα
distributor test bench
βάση τεστ διανομέα
distributorless semi-conductor ignition
ανάφλεξη με ημιαγωγό χωρίς διανομέα
divide
διαιρώ, διανέμω
divide into
διαιρώ σε διαστημόμετρο, διαβήτης, σχεδίασης/
dividers
χαράξεως σε μεταλλική επιφάνεια
division
διαίρεση
dog
στερεώνω, συγκρατώ,εμπλοκέας, σκύλος
dome head piston
θολωτή κεφαλή εμβόλου
domed nut
θολωτό παξιμάδι
domestic
οικογενειακός, οικιακός
domestic appliances
οικιακές συσκευές
door
πόρτα
door check straps
ιμάντες πόρτας
door light switch
διακόπτης φώτων πόρτας
door lock
κλειδαριά πόρτας
door seals
λάστιχα πόρτας
door switch
διακόπτης πόρτας
doorphone
θυροτηλέφωνο
double
διπλασιάζω, διπλός
double decker
διώροφο λεωφορείο
double overhead camshaft (dohc)
με δύο εκκεντροφόρους άξονες επικεφαλής
double piston
διπλοέμβολο, διπλοπίστονο
double-acting shock
αμορτισέρ διπλής ενέργειας
double-circuit braking system
σύστημα φρένων διπλής ενέργειας
dowel
ξυλόπροκα
down pipe
κάτω σωλήνας
downward (s)
προς τα κάτω
draft
σχεδιάζω, σχέδιο, σχεδιάγραμμα, ρεύμα αέρα
drafter
σχεδιαστής
drafting
σχεδίαση
drafting media
μέσα σχεδίασης, όργανα σχεδίασης
draftsman
σχεδιαστής
drain
αποστραγγίζω, αποχετεύω
drain cock
κρουνός αποχέτευσης
drain plug
τάπα αποστράγγισης
drain α battery
αδειάζω μια μπαταρία
drainage
αποχέτευση, αποστράγγιση, αποξήρανση
drainage pump
αντλία αποστράγγισης
draining
αποστράγγιση
draining pump
αντλία αποστράγγισης
draughtsman
σχεδιαστής
draw
σέρνω,σύρω, τραβώ, χαράσσω,σχεδιάζω λείανση επιφάνειας με λίμα, χοντρό λιμάρισμα
draw filing
για στίλβωση επιφάνειας, ξεχόνδριασμα
draw out
τραβώ, βγάζω έξω, αποσύρω,ξεριζώνω
drawer
συρτάρι ιχνογραφία,σχεδίαση,διάγραμμα,σχέδιο,
drawing
σχεδιάγραμμα
drawing board
πινακίδα σχεδίασης
drawing pen
γραμμοσύρτης
drift
εργαλείο διάτρησης/εσολκέας
drift-punch
εργαλείο διάτρησης πόντας
drill
τρυπώ, τρυπανίζω, δράπανο, τρυπάνι, τριβέλι
drill press
μηχανοκίνητο δράπανο
drilling
τρυπάνισμα, διάτρηση
drip feed
δίνω με ορό, τροφοδοτώ, τροφοδοσία οδηγώ, μεταδίδω κίνηση, οδήγηση, μετάδοση
drive
κίνησης , μεταδότης κίνησης ικανότητα οδήγησης (e.g. Optimal drive ability also depends on precise wheel alignment. Η βέλτιστη ικανότητα οδήγησης εξαρτάται επίσης
drive ability
και από την ακριβή ευθυγράμμιση των τροχών)
drive belt
ιμάντας κίνησης
drive line (US)
σύστημα μετάδοσης κίνησης
drive pinion
πηνίο διαφορικού
drive system (US)
σύστημα μετάδοσης κίνησης
drive wheel
τιμόνι
drivebelt
ιμάντας κίνησης
drivegear
γρανάζια κίνησης
driven
καθοδηγούμενος, κινούμενος, περιστρεφόμενος
driven plate
πλατό συμπλέκτη, δίσκος τριβής
driven plate assembly
συναρμολόγηση κινούμενης πλάκας
driven wheels
κινούμενοι τροχοί, τροχοί αυτοκινήτου
driver
οδηγός, κινητήρας
driverplate
κινούμενη πλάκα
driver’s licence
άδεια οδήγησης
drivershaft
ημιαξόνιο
drivershaft outer joint yoke
άξονας εξωτερικού γάντζου
driveway
ιδιωτικός δρόμος
driving
οδήγηση
driving gear
γρανάζια κίνησης
driving lesson
μάθημα οδήγησης
driving licence
άδεια οδήγησης
driving pinion
πηνίο διαφορικού
driving school
σχολή οδηγών
driving seat
κάθισμα οδηγού
driving test
εξετάσεις για δίπλωμα οδήγησης σταλάζω, στάζω, πέφτω,αφήνω κάτι να πέσει,
drop
σταγόνα, πτώση
drop arm
βραχίονας αυτοκίνητο με πτυσσόμενη οροφή (e.g She lowered the hood of her drop- head car and fresh air caressed her face. Χαμήλωσε την κουκούλα του αυτοκινήτου της και καθαρός
drop- head
αέρας χάιδεψε το πρόσωπό της)
droplet
σταγονίδιο
drum brakes
φρένα με τύμπανο, ταμπούρα
drum extractor
εξολκέας ταμπούρου
dry cell battery
μπαταρία ξηρών στοιχείων
dry clutch
ξηρός συμπλέκτης
dry- type transformer
μετασχηματιστής ξηρού τύπου
dual
διττός,δισυπόστατος, δυαδικός, διπλός
dual carburettor
διπλό καρμπυρατέρ
dual master cylinder
διπλός κύλινδρος
duct
αγωγός ελάσιμος, ελατός, εύπλαστος, ελαστικός,
ductile
όλκιμος
ductility
ελατότητα
due to
οφειλόμενος σε, λόγω του, εξ' αιτίας του
dull
αμβλύνω, αμβλύς, πληκτικός, ανιαρός, θαμπός
dullness
αμβλύτητα, βαρεμάρα
dump valve
εκτονωτική βαλβίδα, σκάστρα
durability
στερεότητα, ανθεκτικότητα, διάρκεια,αντοχή
durable
στερεός, ανθεκτικός, διαρκής
duration
διάρκεια ξεσκονίζω, σκόνη (e.g. The removal of brake dust from the linings should be made by using a vacuum cleaner because it is a poisonous substance. H απομάκρυνση τη σκόνης των φρένων από τις γραμμές των φρένων πρέπει να γίνεται χρησιμοποιώντας ηλεκτρική σκούπα
dust
διότι είναι δηλητηριώδης ουσία)
dust cap
καπάκι προστασίας σκόνης
dust cover
καπάκι προστασίας σκόνης
dust deposit
εναπόθεση σκόνης
dust extractor
κονιοσυλλέκτης
dust proof
στεγανός από σκόνη
dwell
επαφή
dwell time
χρόνος επαφής
dynamic operational effect
δυναμική λειτουργική καταπόνηση δυναμικές αντλίες (κατηγορία αντλιών, π.χ. φυγοκεντρικές, που εφαρμόζουν τους νόμους της δυναμικής για την αύξηση της πίεσης των
dynamic pumps
αντλούμενων υγρών)
dynamo
γεννήτρια, δυναμό
E early spark
προθέρμανση
earphones
ακουστικά
earth
γείωση,γειώνω, γη
earth connection
συνδεσμολογία γείωσης
earth electrode
ηλεκτρόδιο γείωσης
earth leakage
διαρροή ηλεκτρικού ρεύματος προς τη γη
earth moving
μετατόπιση γαιών
earth strap
ιμάντας γείωσης
earth tester
ελεγκτής γείωσης
earthing
γείωση
earth-leakage breaker
ρελέ διαφυγής/προστασίας ανατολή, ανατολικός (e.g. The sun rises in the
east
east. Ο ήλιος ανατέλλει στην ανατολή)
eccentricity
εκκεντρικότητα
edge
άκρη, ακμή, παρυφή, χείλος, αιχμή, κόψη
edge raising
ανασηκωμένο άκρο
edge to edge
από άκρη σε άκρη αποτέλεσμα, επίδραση,συνέπεια, επίπτωση,
effect
εντύπωση,φαινόμενο
effective output
αποτέλεσμα
effectively
αποτελεσματικά απόδοση (e.g. The efficiency of the engine can be improved if we install more than two
efficiency
valves per cylinder. Η απόδοση της μηχανής
μπορεί να βελτιωθεί εάν εγκαταστήσουμε περισσότερες από δύο βαλβίδες ανά κύλινδρο) αποτελεσματικός,επαρκής, αποδοτικός, ικανός, efficient
δραστήριος
effort
προσπάθεια
ejector
τζιφάρι αντλίας
ejector pumps
αντλίες αυτόματης αναρρόφησης
elasped time
χρόνος που παρήλθε, χρόνος που πέρασε
elastic
ελαστικός
elastic coupling
ελαστικός σύνδεσμος
elasticity
ελαστικότητα
elbow
γωνιά, αγκώνας,γωνιακός/γωνιωτός σύνδεσμος
electric
ηλεκτρικός
electric fan
ηλεκτρικός ανεμιστήρας ηλεκτρική αντλία
electric screen washer pump
καθαριστήρων παρμπρίζ
electric windows
ηλεκτρικά παράθυρα
electric charge
ηλεκτρικό φορτίο
electric cooling fan
ηλεκτρικός ανεμιστήρας ψύξης
electric dipole moment
ηλεκτρική διπολική ροή
electric fence controller
συστήματα ελέγχου ηλεκτρικών περιφράξεων
electric field
ηλεκτρικό πεδίο
electric fire
ηλεκτρική σόμπα
electric flux
ηλεκτρική ροή
electric fuel pump
ηλεκτρική αντλία καυσίμων
electric light
ηλεκτρικό φως
electric potential
ηλεκτρικό δυναμικό
electric shock
ηλεκτροπληξία
electrical and electronic apparatus
ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές
electrical charge
ηλεκτρικό φορτίο
electrical equipment
ηλεκτρολογικό υλικό
electrical failure
διακοπή ρεύματος
electrical network
ηλεκτρικό δίκτυο
electrical supply system
ηλεκτρικό σύστημα παροχής
electrification
ηλεκτροδότηση, εξηλεκτρισμός
electrify
ηλεκτροδοτώ, τροφοδοτώ με ηλεκτρικό ρεύμα
electrocardiograph
ηλεκτροκαρδιογράφος
electrocute
θανατώνω με/ πεθαίνω με ηλεκτροπληξία
electrocuted
αυτός που έχει πάθει ηλεκτροπληξία
electrocution
ηλεκτροπληξία
electrode
ηλεκτρόδιο
electrode gap
διάκενο ηλεκτροδίου
electrolysis
ηλεκτρόλυση
electromagnet
ηλεκτρομαγνήτης
electromagnetic
ηλεκτρομαγνητικός
electromagnetic compability
ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα
electromagnetic disturbance
ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές
electromagnetic emissions
ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές
electromagnetic induction
ηλεκτρομαγνητική επαγωγή
electromagnetism
ηλεκτρομαγνητισμός
electromotive
ηλεκτρεγερτικός
electron
ηλεκτρόνιο
Electronic Brake Force Distribution
κατανεμητής διανομής/
(EBD)
κατανομής πίεσης πέδησης/ φρεναρίσματος
electronic climate control
ηλεκτρονικά ελεγχόμενο σύστημα κλιματισμού
electronic control unit
μονάδα ηλεκτρονικού ελέγχου
electronic ignition system
σύστημα ηλεκτρονικής ανάφλεξης
electronic timing controller
ηλεκτρονικός μετρητής χρονισμού
electrostatic
ηλεκτροστατικός
element
στοιχείο (ύλης), εξάρτημα, μέρος
elevate
ανυψώνω, σηκώνω
elevation
ανύψωση, ύψωμα, υψόμετρο ανελκυστήρας, ασανσέρ,αναβατήρας,
elevator
ανυψωτήρας εξαλείφω, ελαχιστοποιώ, αφαιρώ, μηδενίζω (e.g. An air conditioning system eliminates moisture which can freeze on the inside of the car glass and prevents us from seeing clearly. Το σύστημα κλιματισμού αφαιρεί την υγρασία που μπορεί να παγώσει στο εσωτερικό του τζαμιού του αυτοκινήτου και μας εμποδίζει
eliminate
να δούμε καθαρά)
ellipse
έλλειψη (σχήμα)
ellipsograph
ελλειψογράφος, όργανο χάραξης ελλείψεων
elliptic
ελλειπτική
elliptical
ελλειπτικός
emergency
κατάσταση ανάγκης
emergency brake
φρένο έκτακτης ανάγκης
emergency lights
φώτα έκτακτης ανάγκης
emery
σμύριδα
emery cloth
σμυριδόπανο (e.g. Emery cloth can be used to
clean and polish alloy wheels. Tο σμυριδόπανο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καθαρίσει και να γυαλίσει ζάντες αλουμινίου). εκπομπή (καυσαερίων, ακτινοβολίας κ.λ.π.), emission emission control
εκροή, έκδοση ελέγχος εκπομπών (ρυπαντών ή καυσαερίων)
emission of radioactivity
εκπομπή ραδιενέργειας
emit
εκπέμπω, αναδίδω
empirical
εμπειρικός,που αποκτάται με πείρα παρέχω εργασία, εκμισθώνω, απασχολώ,
employ
προσλαμβάνω, μεταχειρίζομαι, εφαρμόζω
employee
υπάλληλος
employer
εργοδότης
employment
απασχόληση, εργασία, εκμίσθωση, πρόσληψη κενή (αχρησιμοποίητη συχνότητα),
empty frequency
συχνότητα που δεν χρησιμοποιείται
emulsion tube
γαλακτώδης λυχνία
enable
κάνω ικανό, παρέχω τη δυνατότητα/ικανότητα
enamel
σμάλτο
enclose
εσωκλείω, εγκλείω, κλείνω
end cutter
εμπροσθοκόπτης
endanger
βάζω σε κίνδυνο
energy meter
μετρητής ηλεκτρικής ενέργειας
energy saving
που εξοικονομεί ενέργεια εμπλέκω, εμπλέκομαι,συμπλέκω, βάζω ταχύτητα, ασχολούμαι με, μισθώνω,
engage
προσυμφωνώ
engine
μηχανή, κινητήρας
engine (rubber) mounting
βάσεις (λαστιχένιες) μηχανής
engine block
κυρίως σώμα/μπλοκ κινητήρα
engine bracket
σφιγκτήρας/ υποδοχή κινητήρα
engine cooling system
σύστημα ψύξης του κινητήρα
engine failure
μηχανική βλάβη
engine family
οικογένεια κινητήρων
engine oil cooler
λάδι ψύξης κινητήρα
engine oil level dipstick
δείκτης λαδιού
engine oil system
σύστημα λαδιού κινητήρα
engine plate
πλάκα μηχανής
engine sprocket
ταχύτητα κινητήρα
engine timing
χρονισμός κινητήρα
engine torque
ροπή στρέψης κινητήρα
engine trouble
μηχανικό πρόβλημα
engine with integral exhaust
κινητήρας με ενσωματωμένη εξάτμιση
engineer
μηχανικός
engineering
μηχανική (η επιστήμη του μηχανικού)
engineering control
μηχανολογικό τεχνολογικό σύστημα ελέγχου
engineer's hammer
σφυρί μηχανικού
enhance
αυξάνω, προάγω, υπερτιμώ
enlarge
μεγαλώνω
enlargement
μεγέθυνση, αύξηση
enormous
τεράστιος
ensure
εξασφαλίζω, σιγουρεύω
entirely
εντελώς, τελείως, εξ ολοκλήρου
entrance
είσοδος
environment
περιβάλλον
environmental
περιβαλλοντικός
equip
εξοπλίζω, προμηθεύω εξοπλισμός, εφόδια, εφοδιασμός, εγκαταστάσεις
equipment
(συνεργείων, εργαστηρίων, εργοταξίων κλπ.)
equipped
εφοδιασμένος, εξοπλισμένος
equivalent
ισοδύναμος, ισάξιος, αντίστοιχος
eraser
γόμα, σβηστήρα, ξέστης
erasure
σβήσιμο, εξάλειψη
erosion
διάβρωση (μηχανική)
error
λάθος, πλάνη, σφάλμα σκάλα, ανυψωτήρας, κλιμακωτός αναβατήρας,
escalator
κυλιόμενες σκάλες
escape
διαφεύγω, εκρέω (για υγρά)
essential construction requirements
βασικές κατασκευαστικές προδιαγραφές
establish
εγκαθιστώ, ιδρύω
establishment
εγκαθίδρυση, ίδρυση επιβατικό αυτοκίνητο πολλών θέσεων με οροφή που επεκτείνεται προς τα πίσω για περισσότερο χώρο αποσκευών. (e.g. Fortunately his estate car had lots of space to put in all his belongings. Ευτυχώς το
estate car (or shooting brake or
στέισον βάγκον του είχε πολύ χώρο να βάλει
station wagon)
όλα του τα υπάρχοντα)
evolved
εξελιγμένος
exact
ακριβής
excavate
εκσκάπτω, σκάβω, ανασκάπτω
excavation
εκσκαφή, ανασκαφή, σκάψιμο
excavator
εκσκαφέας, χωματουργικό μηχάνημα
excavator bucket
κάδος εκσκαφέα
exceeding
υπέρβαση
excess pressure
υπερβολική πίεση
excessive
υπερβολικός
exchange engine
αλλαγή μηχανής
excitation
διέγερση
exciter
διεγέρτρια, δυναμομηχανή αδειάζω, εκτονώνω, εξαντλώ, εκτόνωση,εξάτμιση (μηχανής),εξαγωγή,
exhaust
(αερίου,καυσαερίων)
exhaust pollution reduction
μείωση μόλυνσης εξάτμισης καυσαέρια (e.g. Smog can also be created by exhaust fumes emitted in the atmosphere. Το νέφος μπορεί επίσης να δημιουργηθεί από
exhaust fumes
τα καυσαέρια που εκλύονται στην ατμόσφαιρα) αέρια εξαγωγής/εξάτμισης, καυσαέρια (e.g. Never inhale the exhaust gases coming out from an engine, they are poisonous. Ποτέ μην εισπνέετε τα αέρια της εξάτμισης που βγαίνουν
exhaust gases
από μια μηχανή, είναι δηλητηριώδη) σωλήνας εξαγωγής, εξάτμιση (e.g. The exhaust pipe expels the mixture of gasoline and air created in the cylinder. Η εξάτμιση αποβάλλει το μίγμα βενζίνης και αέρα που δημιουργείται
exhaust pipe
μέσα στον κύλινδρο)
exhaust port
θυρίδα εξαγωγής αερίων
exhaust silencer
αποσιωπητήρας /σιλανσιέ εξάτμισης
exhaust stroke
χρόνος εξαγωγής
exhaust system
σύστημα εξαγωγής/ εξάτμισης βαλβίδα εξαγωγής/εξάτμισης (e.g. The exhaust valve expels the burnt gas mixture of petrol and air. Η βαλβίδα εξάτμισης αποβάλλει το μίγμα αερίων πετρελαίου και αέρα
exhaust valve
που έχει καεί)
exhaust valve filter
φίλτρο βαλβίδας εξαγωγής/εξάτμισης
exhaustion
εξάντληση,εκτόνωση
exist
υπάρχω
existence
ύπαρξη
exitation diode
δίοδος διέγερσης διαστέλλω, διαστέλλομαι,εκτονώνω,
expand
εκτονώνομαι, επεκτείνω, επεκτείνομαι
expansion
διαστολή, εκτόνωση, έκρηξη
expansion tank
δοχείο διαστολής
expansion valve (air conditioning)
βαλβίδα διαστολής (κλιματισμού)
expel
διώχνω βίαια, αποβάλλω, εξωθώ, εκδιώκω
experiment
πείραμα
experimental design
πειραματικός σχεδιασμός
expert
εμπειρογνώμων, έμπειρος, γνώστης, ειδικός πραγματογνωμοσύνη, μεγάλη εμπειρία και καλές
expertise
ειδικές γνώσεις
exploit
εκμεταλλεύομαι, αξιοποιώ, κατόρθωμα
exploitation
εκμετάλλευση, αξιοποίηση
exploration
εξερεύνηση
explore
εξερευνώ
explosion
έκρηξη, εκτόνωση
explosive
εκρηκτικός, εκρηκτικό υλικό
explosive atmospheres
εκρήξιμες ατμόσφαιρες
explosive mixture
εκρηκτικό μίγμα
extend
επεκτείνω, επεκτείνομαι προέκταση, επέκταση, παράταση, διαστολή,
extension
εσωτερική γραμμή τηλεφώνου (εσωτερικό)
extension piece
προέκταση
external
εξωτερικός
external combustion engine
μηχανή/κινητήρας εξωτερικής καύσης
external coolant leakage
εξωτερική διαρροή ψυκτικού
external pressure
εξωτερική πίεση αποσπώ, εξάγω,βγάζω,εξέλκω, εκχύλισμα,
extract
απόσταγμα
extractor
εξαγωγέας, εξολκέας
extremely
εξαιρετικά, ακραία, πάρα πολύ, υπερβολικά
extremely flamable
εξαιρετικά εύφλεκτο
extrusion
εξωθημένη δοκός
extrusion slab
εξωθημένη πλάκα
eye
οφθαλμός, μάτι
F αντικρύζω, αντιμετωπίζω, όψη, πρόσωπο, face
επιφάνεια
προστατευτική μάσκα προσώπου, μάσκα face shield
οξυγονοκολλητή
facia (panel)
ταμπλό αυτοκινήτου
facing
μετωπική τόρνευση,"πρόσωπο"
factor
παράγοντας, συντελεστής
factory
εργοστάσιο
failure
αποτυγχάνω, βλάβη οικογενειακό, τετράθυρο κλειστό αυτοκίνητο για τέσσερα ή περισσότερα άτομα (e.g. Father took us on an excursion with our family saloon. Ο πατέρας μας πήγε εκδρομή με το
family saloon (or saloon or sedan)
οικογενειακό μας αυτοκίνητο)
fan
ριπίζω,ανεμιστήρας, εξαεριστήρας, βεντάλια μάσκα αυτοκινήτου, στόμιο
fan grille
αναρρόφησης/προσαγωγής εξαεριστήρα
fanbelt
ιμάντας ανεμιστήρα
farm machinery
αγροτικά μηχανήματα
fascia
ταμπλό αυτοκινήτου
fast idle
γρήγορο ρελαντί
fast lane
λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας
fasten
δένω,στερεώνω, σφίγγω,προσδένω
fastener
συνδετήρας, σφιγκτήρας
fatigue
κόπωση
faucet
κάνουλα, στρόφιγγα, βρύση αποτυγχάνω,βλάβη, ελάττωμα, λάθος, ρήγμα,
fault
σφάλμα
fault diagnosis
λάθος διάγνωση
fault-finding chart
πίνακας διάγνωσης/εντοπισμού βλάβης
faulty
ελαττωματικός, λανθασμένος χαρακτηριστικό, γνώρισμα, τεχνική
feature
προδιαγραφή τροφοδοτικός μοχλός, χειρολαβή μηχανισμού
feed lever
πρόωσης τόρνου
feed pipe
σωλήνα τροφοδοσίας
feed port
θυρίδα τροφοδοσίας
feed pump
αντλία τροφοδότησης/ εισαγωγής
feeler blade
μετρητής διάκενου, φίλερ
feeler gauge
μετρητής διάκενου, φίλερ
felt washer
ροδέλα από τσόχα
female thread
θηλυκό σπείρωμα
fender (US)
προφυλακτήρας
ferrites
φερρίτες
ferrous
(υπο) σιδηρούχος
ferrule
ορειχάλκινος δακτύλιος ψυγείου
fibre washer
ροδέλα από φίμπερ
field
τομέας, πεδίο, χωράφι
field coil
επαγωγέας
field current
ηλεκτρικό πεδίο
field winding
επαγωγέας
figurative diagram
εικονογραφημένο διάγραμμα λιμάρω,ταξινομώ έγγραφα σε φακέλους, αρχειοθετώ, λίμα, δέσμη χαρτιών, φάκελος,
file
ντοσιέ,αρχείο
filing
λιμάρισμα, ρίνισμα,ταξινόμηση (εγγράφων)
fill
γεμίζω, συμπληρώνω μέταλλο χρησιμοποιούμενο σαν συγκολλητικό υλικό στις συγκολλήσεις, κόλληση/ ντεπόζιτο
filler
βενζίνης, ρεζερβουάρ
filler cap
καπάκι ρεζερβουάρ μέταλλο χρησιμοποιούμενο σαν συγκολλητικό
filler metal
υλικό στις συγκολλήσεις, κόλληση μέταλλο χρησιμοποιούμενο σαν συγκολλητικό
filler rod
υλικό στις συγκολλήσεις, κόλληση
filler tube
σωλήνας ρεζερβουάρ
filling ratio
βαθμός πλήρωσης
filter
φίλτρο
filter cartridge
φίλτρο (κάνιστρο)
filter element
εξάρτημα φίλτρου διαχωριστική λωρίδα (για να στρίψεις δεξιά ή
filter lane
αριστερά)
filter magnet
μαγνητικό φίλτρο
final assessment
τελική εξέταση τελική μετάδοση,τελική σχέση,φάση μετάδοσης
final drive
κίνησης στους τροχούς
fine emery cloth
ψιλό σμυριδόπανο
finish
τελειώνω, τέλος, τελείωμα, τελική επεξεργασία αναφλέγω, πυροδοτώ, ανάβω, πυροβολώ, βάζω
fire
φωτιά,φωτιά
fire brigade
πυροσβεστική
fire engine
πυροσβεστικό όχημα
fire extinguisher
πυροσβεστήρας
fire fighting
πυρόσβεση
fire protection
αντιπυρική προστασία
fire protection system
σύστημα πυροπροστασίας
fireproof
πυρίμαχος
firing order
σειρά/ τάξη ανάφλεξης/πυροδότησης κινητήρα
firing stroke
χρόνος ανάφλεξης κινητήρα
firing voltage
ισχύς ρεύματος ανάφλεξης
first gear
πρώτη ταχύτητα
first motion shaft
πρώτη ταχύτητα
fission
διάσπαση
fist caliper disc brakes
δισκόφρενα με εμβολίδια τριβής προσαρμόζω, ταιριάζω, εφαρμόζω, εξοπλίζω,
fit
τοποθετώ άρμοση, εφαρμογή,προσαρμογή, εξάρτημα
fitting
σύνδεσης σωλήνων, ρακόρ σύνδεσης σωλήνων στερεώνω, προσηλώνω, διορθώνω, ρυθμίζω,
fix
ορίζω
fixed
σταθερός, στερεωμένος
fixed jet
σταθερός εκτοξευτήρας
fixed pivot
σταθερός άξονας/ πείρος εξάρτημα, εξάρτημα με σπείρωμα, ακίνητο/ σταθερό προσάρτημα ή έπιπλο, συσκευή για πρόσδεση των προς κατεργασία τεμαχίων στις
fixture
εργαλειομηχανές
flammability
ευφλεκτότητα
flammable
εύφλεκτο
flange
στεφανοειδές παρέμβυσμα,φλάντζα
flap
πτερύγιο, καπέλο
flapper valve
στρόφιγγα εκχειλώνω, διευρύνω τα άκρα σωλήνος,
flare
εκχείλωση
flaring tool
εκχειλωτικό εργαλείο
flash
λάμψη, αναλαμπή, αστραπή, φλόγα
flasher relay
διακόπτης φλας
flasher unit
μονάδα φλας
flashlight
φλας, ενδείκτης πορείας,ηλεκτρικός φακός
flat
επίπεδος,επίπεδο, αμβλύς, αβαθής, ανούσιος
flat battery
άδεια, ξεφόρτιστη, νεκρή μπαταρία
flat-nose pliers
πλατυτσίμπιδο κατσαβίδι εγκοπής (κοινό, με πεπλατυσμένο
flat-tip screwdriver
άκρο) ευκαμψία, ευλυγισία, ελαστικότητα, προσαρμοστικότητα (When the rubber in wiper blades loses its flexibility, it tears. Όταν το λάστιχο στις λεπίδες καθαριστήρα
flexibility
χάσει την ελαστικότητά του, σχίζεται) εύκαμπτος, ευλύγιστος, ελαστικός,
flexible
προσαρμοστικός,συγκαταβατικός
flexible brake hose
εύκαμπτη σωλήνα φρένων
flexible tape
εύκαμπτη μετροταινία πλέω, επιπλέω, ελεύθερη κίνηση, πλωτήρας,
float
σχεδία
float chamber
θάλαμος πλωτήρα καρμπυρατέρ
float level
επίπεδο πλωτήρα
float needle
δείκτης/ βελόνα πλωτήρα
floater
πλωτήρας, δείκτης επιπέδου (υγρών) φλοτέρ
floating crane
πλωτός γερανός
flood
πλημμυρίζω, πλημμύρα
floodlight
προβολέας χαλάκι δαπέδου (e.g. He had to replace the car's floor mat because the old one had been damaged by stepped chewing gums. Έπρεπε να αντικαταστήσει το χαλάκι του αυτοκινήτου διότι το παλιό είχε καταστραφεί από πατημένες
floor mat
τσίχλες)
floorboard
πάτωμα του αυτοκινήτου
floppy disk
δισκέτα ηλεκτρονικού υπολογιστή
flow
ρέω, ρους, ροή
flowchart
διάγραμμα ροής
fluid
υγρό, ρευστό
fluid coupling
σύνδεσμος υγρών
fluid pressure
πίεση υγρού
fluid renewal
αντικατάσταση υγρών
fluorescent lamp
λάμπα φθορισμού ρευστοποιώ, λιώνω,ροή, ρεύμα,ειδική ουσία που χρησιμοποιείται στις μαλακές συγκολλήσεις για προφύλαξη από σκούριασμα της περιοχής που
flux
θα κασσιτεροκολληθεί, "αλοιφή"
fly nut
παξιμάδι με πτερύγια σφοντύλι,σφόνδυλος, τροχός αντίβαρου, βολάν
flywheel
(e.g. The flywheel is turned by the starter
motor as soon as the latter receives power from the car battery and then rotates the crankshaft. Το βολάν στρέφεται από το μοτέρ εκκίνησης μόλις το δεύτερο πάρει δύναμη από τη μπαταρία του αυτοκινήτου και μετά περιστρέφει το στροφαλοφόρο) fly-wheel blocking tool
εξολκέας που μπλοκάρει το στρόφαλο
flywheel marking
χάραξη του σφονδύλου
fog lamp
φανός/φως ομίχλης
fog light
φανός/φως ομίχλης
fold
διπλώνω, τυλίγω, πτυχή
folding
που διπλώνει, πτυσσόμενος
folding rule
πτυσσόμενο μέτρο
follower
ακόλουθος
foot valve
ποδοβαλβίδα, "ποτήρι αντλίας"
footrest
υποπόδιο
force
δύναμη
forced lubrication
λίπανση υπό πίεση χαλκεύω, σφυρηλατώ, σιδηρουργείο, κάμινος
forge
σιδηρουργού
forged iron
σφυρήλατος σίδηρος
forged steel
σφυρήλατος χάλυβας, σφυρήλατο ατσάλι
forging
σφυρηλάτηση, σφυρήλατο αντικείμενο
forging tong
λαβίδα καμινευτή
fork lift truck
περονοφόρος φορτωτής μορφοποιώ, σχηματίζω, σχήμα, μορφή, τρόπος,
form
τύπος, σχήμα σε φύλλα μετάλλου
μορφοποίηση με σφυρηλάτηση, διαμόρφωση forming
κυκλικών κάμψεων σε φύλλα μετάλλου μηχάνημα κυκλικής κάμψης φύλλων μετάλλλου,
forming machine
κύλινδροι κάμψης, ρόλλοι
formula
τύπος (μαθηματικός)
forward (s)
πρόσω, προς τα εμπρός
fossil fuels
ορυκτά καύσιμα
founding
χώνευση, χύσιμο μετάλλων
foundry
χυτήριο, χωνευτήριο
four-stroke engine
τετράχρονος κινητήρας
four-stroke process
τετράχρονη λειτουργία
fourth gear
τέταρτη ταχύτητα,"τετάρτη"
fourth motion shaft
τέταρτη ταχύτητα,"τετάρτη"
four-wheel drive
με κίνηση στους τέσσερις τροχούς
fracture mechanics
θραυστομηχανική σχηματίζω, πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός,
frame
πλαίσιο σχήματος, κορνίζα ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο,“μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές ( e.g. Excessive free movement at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car.
free movement (or free play or free
Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι
travel or chatter)
αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και προκαλείται
από φθαρμένα εξαρτήματα της λειτουργίας διεύθυνσης του αυτοκινήτου) ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο, “μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές " (e.g. Excessive free play at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car. Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και προκαλείται free play (or free movement or free
από φθαρμένα εξαρτήματα της λειτουργίας
travel or chatter)
διεύθυνσης του αυτοκινήτου) ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο, “μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές (e.g. Excessive free travel at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car. Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και
free travel (or free movement or
προκαλείται από φθαρμένα εξαρτήματα της
free play or chatter)
λειτουργίας διεύθυνσης του αυτοκινήτου)
freeway (US)
αυτοκινητόδρομος
freezer
ψύκτης
frequency
συχνότητα
frequency converter
μετατροπέας συχνότητας
frequent
συχνός
fresh air box
κιβώτιο καθαρού αέρα τριβή, προστριβή ( e.g. Friction in brakes can be caused by continuous heavy breaking. Τριβή στα φρένα μπορεί να προκληθεί από
friction
συνεχές έντονο φρενάρισμα )
friction clutch
σύνδεσμος τριβής
friction lining
θερμουίτ, υλικό τριβής
friction plate
πλατώ συμπλέκτη, δίσκος τριβής
frictional clutch
σύνδεσμος τριβής
frictions
σύνδεσμοι τριβής
fridge
ψυγείο
front
μπροστινός , μέτωπο, πρόσοψη
front axle
μπροστινός / εμπρόσθιος άξονας
front door
μπροστινή πόρτα με κίνηση στους μπροστινούς τροχούς,
front wheel drive
μπροστινή κίνηση
front wheels
μπροστινοί τροχοί
fuel
καύσιμο, καύσιμη ύλη, θερμαντικό καύσιμο
fuel consumption
κατανάλωση καυσίμου
fuel feed pipe
σωλήνας τροφοδοσίας καυσίμου φίλτρο καυσίμου (e.g. It is recommended to change the fuel filters of the car every twelve months. Συνίσταται να αλλάζετε τα φίλτρα καυσίμου του αυτοκινήτου κάθε δώδεκα
fuel filter
μήνες)
fuel gauge
δείκτης καυσίμου
fuel gauge sender unit
μονάδα μέτρησης κατανάλωσης καυσίμου
fuel injection
ψεκασμός, έγχυση καυσίμου εγχυτήρας, ψεκαστήρας καυσίμου (e.g. A fuel injector takes fuel from the fuel pump and breaks it into small droplets which mix with air more easily and this helps for a better internal combustion. Ένας εγχυτήρας καυσίμου παίρνει καύσιμο από την αντλία καυσίμου και το διασπά σε μικρά σταγονίδια τα οποία αναμιγνύονται με τον αέρα πιο εύκολα και αυτό
fuel injector
βοηθάει στην καλύτερη εσωτερική καύση)
fuel inlet hose
σωλήνας εισαγωγής καυσίμου
fuel level sensor
αισθητήρας στάθμης καυσίμου
fuel lines
σωληνώσεις βενζίνης, γραμμές ροής βενζίνης
fuel mixture
μίγμα καυσίμου
fuel pressure sensor
αισθητήρας πίεσης καυσίμου
fuel pump
αντλία καυσίμου (βενζίνης, πετρελαίου)
fuel rail
γραμμή καυσίμου
fuel return pipe
σωλήνας επιστροφής καυσίμου
fuel supply line
γραμμή παροχής καυσίμου
fuel supply system
σύστημα τροφοδοσίας καυσίμου δεξαμενή/ ντεπόζιτο καυσίμου (βενζίνης,
fuel tank
πετρελαίου),ρεζερβουάρ
fulcrum
υπομόχλιο, υποστήριγμα
full- flow oil filter
φίλτρο λαδιού ολικής ροής
fully automatic
πλήρες αυτόματο
fumes
αναθυμιάσεις, καυσαέρια λειτουργία, λειτουργώ, λειτουργικός σκοπός,
function
έργο, συνάρτηση (μαθηματικά)
functional test
έλεγχος λειτουργίας
funnel
χωνί καμίνι, εστία, κλίβανος, φούρνος, συσκευή
furnace
θέρμανσης aσφάλεια (ηλεκτρική) (e.g. If the wire in a fuse is melted, this means that the fuse is blown. Εάν το καλώδιο σε μια ασφάλεια είναι λιωμένο, αυτό σημαίνει ότι η ασφάλεια είναι
fuse
καμμένη).
fuse link
φυσίγγιο πίνακας ασφαλειών, ηλεκτρικός πίνακας (e.g. A car has many fuses in its fusebox.Ένα αυτοκίνητο έχει πολλές ασφάλειες στον
fusebox
ηλεκτρικό του πίνακα).
fusing point
σημείο τήξης
fuze (US)
ασφάλεια/ λιώνω, τήκω
G galvanise
γαλβανίζω, επιψευδαργυρώνω
galvanized iron
γαλβανισμένος σίδηρος, γαλβανισμένη λαμαρίνα
gap
κενό, άνοιγμα, χάσμα, ρήγμα
garage
γκαράζ, συνεργείο, βενζινάδικο
gas
αέριο, αέριο καύσιμο, φωταέριο, γκάζι
gas containing toxic components
αέριο που περιέχει τοξικά στοιχεία
gas converter
μεταλλάκτης αερίου
gas station (US)
πρατήριο βενζίνης, βενζινάδικο ντεπόζιτο βενζίνης, ρεζερβουάρ (e.g. When driving in bad weather, keep your gas tank at least half-full in order to reduce moisture problems in your fuel system and to be safe in case you are stranded. Όταν οδηγείς με άσχημο καιρό, έχε το ρεζερβουάρ σου γεμάτο τουλάχιστον ως το μισό για να μειώσεις την πιθανότητα προβλημάτων στο σύστημα καυσίμων και να είσαι σίγουρος σε περίπτωση
gas tank
που χαθείς)
gas(oline) (US)
βενζίνη
gaseous
αεριώδης, αεριοποιημένος
gaseous fuel
αέριο καύσιμο τσιμούχα, φλάντζα (e.g. You have to remove the gasket, it is worn. Πρέπει να βγάλεις τη
gasket
φλάντζα, είναι φθαρμένη)
gasoline engine
βενζινομηχανή υπολογίζω, μετρώ, μέτρο, μετρητής, ενδείκτης,
gauge
όργανο (στο ταμπλό)
gauge manifold
σετ μανόμετρων, κάσα μανόμετρων
gauging system
σύστημα μέτρησης ταχύτητα, λεβιές ταχυτήτων, γρανάζι, συμπλεκόμενος οδοντωτός τροχός, μηχανισμός, εξοπλισμός, εξάρτυση (e.g. You have to select
gear
the correct gear according to the engine
speed. Πρέπει να επιλέξεις τη σωστή ταχύτητα σύμφωνα με την ταχύτητα της μηχανής) αλλαγή ταχύτητας (e.g. When driving in a snowy weather, avoid abrupt gear changes because the car may skid. Όταν οδηγείς με χιονισμένο καιρό, απόφυγε τις απότομες αλλαγές ταχυτήτων διότι το αυτοκίνητο μπορεί gear change
να ντεραπάρει)
gear component
εξάρτημα μηχανισμού ταχύτητας
gear lever
μοχλός αλλαγής ταχυτήτων, λεβιές ταχυτήτων
gear lever boot
φούσκα μοχλού ταχυτήτων
gear lever knob
μοχλός αλλαγής ταχυτήτων, λεβιές ταχυτήτων
gear pump
αντλία οδοντωτών τροχών, κιβώτιο ταχυτήτων
gear selector
επαγωγέας
gear shift (US)
μοχλός αλλαγής ταχυτήτων, λεβιές ταχυτήτων οδόντες, γρανάζια οδοντωτού τροχού, δόντια
gear teeth
γραναζιών
gearbox
κιβώτιο ταχυτήτων, σασμάν κλειδί βίδας που αδειάζει το κιβώτιο
gearbox drain plug key
ταχυτήτων σύστημα οδοντωτών τροχών ή μοχλών, σύστημα κινήσεως, εμπλοκή,
gearing
οδόντωση,μηχανισμός οδοντωτών τροχών
gearshift lever (US)
μοχλός αλλαγής ταχυτήτων
geartrain
σύστημα οδοντωτού τροχού παράγω, προκαλώ e.g. (If the alternator
generate
doesn’t generate the proper amount of
voltage and current, the vehicle’s electrical system won’t work properly. Εάν ο εναλλακτήρας δεν παράγει το σωστό ποσό τάσης και ρεύματος, το ηλεκτρικό σύστημα του οχήματος δεν θα λειτουργεί σωστά) generator (US)
γεννήτρια, δυναμό
generator armature
πόλοι γεννήτριας
genuine part
γνήσιο ανταλλακτικό
geometric
γεωμετρικός
geothermal exploration
γεωθερμική ενέργεια
get rid of
πετάω (κάτι), ξεφορτώνομαι, απαλλάσσομαι από
girder
κυρία δοκός, δοκός πλαισίου, αντηρίδα
glove compartment
ντουλαπάκι αυτοκινήτου
glovebox
ντουλαπάκι αυτοκινήτου
glovebox light
φως ντουλαπιού αυτοκινήτου
gloves
γάντια
glow plug
προθερμαντήρας μπουζί πυράκτωσης
glow plug tips
αντλία μπουζί πυράκτωσης
goggles
προφυλακτικά γυαλιά
grab
αρπάζω,αρπάγη(εκσκαφέως π.χ.)
grade
βαθμός, βαθμίδα λιπαίνω,λαδώνω, γρασσάρω, λιπαντικό, λάδι
grease
μηχανής,λίπος, λιπαρή ουσία, γράσο
grease gun
γρασαδόρος, λαδωτήρι
grease nipple
γρασαδόρος, λαδωτήρι
grease retainer
αποδέκτης γράσου
greasing
λίπανση, γρασάρισμα
grind
ακονίζω, κονιορτοποιώ, λειαίνω
grinding machine
μηχάνημα λείανσης/ακονίσματος
grinding-in (valve)
τρίψιμο βαλβίδων γαντζώνω, αρπάζω, αρπάγη, λαβή, χειρολαβή,
grip
στόμιο εκροής
gripping screwdriver
κατσαβίδι με συγκρατητή βίδας, αρπάγη χαράζω,εγκοπή,αυλάκωση, αύλακας, χαρακιά,χαραγή,λούκι,ράβδωση (e.g. In order to facilitate the route of the lubricating oil, there are grooves on the metal surface of the cylinder head. Για να διευκολυνθεί η πορεία του λιπαντικού λαδιού, υπάρχουν αυλακώσεις στη μεταλλική επιφάνεια της
groove
κυλινδροκεφαλής) μικτό βάρος οχήματος (e.g. This load exceeds the gross vehicle weight. It is recommended not to carry it. Αυτό το φορτίο ξεπερνάει το μικτό βάρος οχήματος. Συνίσταται να μην το
gross vehicle weight
μεταφέρετε)
ground
έδαφος, γη, γήπεδο,τροχισμένος
ground (US)
γειώνω, γείωση
ground cable (US)
γείωση (καλώδιο) ύψος από το δρόμο (σε γέφυρα), ελάχιστο ύψος
ground clearance
από το έδαφος
ground return
γείωση
ground strap
ιμάντας γείωσης
ground wire (US)
γείωση (καλώδιο)
grounding
γείωση
grub screw
βίδα Άλλεν
guarantee
εγγυώμαι, εξασφαλίζω, εγγυητής, εγγύηση προστασία, προφυλακτήρας, προστατευτικό,
guard
φυλάσσω,φύλακας άξονας ποδός διωστήρα,πείρος εμβόλου,
gudgeon
άξονας εμβόλου, γόμφωση, γόμφος άξονας ποδός διωστήρα,πείρος εμβόλου (e.g. Gudgeon pins help the conversion of the reciprocating motion of the piston into the rotary motion of the crankshaft.Οι πείροι εμβόλου βοηθούν την μετατροπή της παλινδρομικής κίνησης του εμβόλου σε
gudgeon pin (or wrist pin-US)
περιστροφική κίνηση του στροφαλοφόρου)
guide book
οδηγός, βιβλίο οδηγιών
guide sleeve
δαχτυλίδι οδηγός
guideline
κατευθυντήρια γραμμή
gunpowder
πυρίτιδα, μπαρούτι
H hacksaw
σιδηροπρίονο
hair dryer
στεγνωτήρας μαλλιών, "πιστολάκι"
hammer
σφυρί, σφυροκοπώ
hammer mill
σφυρόμυλο
hand drill
χειροδράπανο ειδικό εργαλείο για την πίεση,κλείσιμο ραφών
hand groover
και αναδιπλώσεων σε φύλλα μετάλλου
hand operated
χειροκίνητος
hand primer
χειροκίνητη αντλία
hand tool
εργαλείο χειρός χειρόφρενο (After parking our car, we have to apply the handbrake. Αφού σταθμεύσουμε το αυτοκίνητό μας, πρέπει να βάλουμε
handbrake (or parking brake)
χειρόφρενο)
handbrake cable
καλώδιο/ντίζα χειρόφρενου
handicrafted
χειροποίητος
handle
χειρίζομαι, χερούλι, λαβή, στυλιάρι χειροστρόφαλος, τροχός ρυθμιζόμενος με το
handwheel
χέρι
hard
σκληρός, δύσκολος βαμμένο ατσάλι (που έχει υποστεί ειδική θερμική διαδικασία για αύξηση της σκληρότητάς
hardened steel
του)
hardness
σκληρότητα
harmful
επιβλαβής, βλαβερός
harmless
αβλαβής, άκακος
harness
καλώδιο, καλωδίωση,ιμάντας τρίθυρο ή πεντάθυρο αυτοκίνητο(με την μία πόρτα στο πίσω μέρος), αυτοκίνητο με το πίσω
hatchback
μέρος κυρτωμένο
haul
έλκω, ρυμουλκώ
hazard lights
φώτα κινδύνου/προειδοποίησης
hazards of electrical origin
κίνδυνοι οφειλόμενοι στον ηλεκτρισμό
head
άνω μέρος, κεφαλή, μανομετρικό ύψος (στις
αντλίες) head shaft
άξονας κινητήρα
header tank
άνω δεξαμενή/δοχείο
heading
επικεφαλίδα
headlamp lens
φακός προβολέα εμπρόσθια φώτα,μπροστινά φώτα
headlamps (or headlights)
αυτοκινήτου,μπροστινά φανάρια, προβολείς διακόπτης που κάνει σήμα
headlight flasher
με τους προβολείς
headlight housing
υποδοχή προβολέα
headlight motor
κινητήρας προβολέα
headlighting
ταπετσαρία ουρανού εμπρόσθια φώτα,μπροστινά φώτα
headlights (or headlamps)
αυτοκινήτου,μπροστινά φανάρια, προβολείς
headphone jack
υποδοχή ακουστικών
headphones
ακουστικά
headrest
μαξιλάρι καθίσματος αυτοκινήτου, προσκέφαλο η απόσταση ανάμεσα στο κεφάλι του επιβάτη
headroom
και στο ταβάνι ενός αυτοκινήτου
headset
ακουστικά
headstock
κεφαλή τόρνου, κεφαλάρι
heat
θερμότητα
heat engine
θερμική μηχανή, θερμοκινητήρας μονάδα παραγωγής
heat generator
θερμότητας
heat rating
βαθμός θερμότητας
heat resisting material
υλικό ανθεκτικό σε θερμικές καταπονήσεις
heat shield
προστασία από θερμότητα,θερμική ασπίδα
heat stock
κεφαλή τόρνου
heat tracing
προσκολλούμενη θέρμανση
heat treat
κατεργάζομαι (μέταλλα) με θερμότητα
heat treatment
θερμική κατεργασία μετάλλων
heated rear window
θερμαινόμενο πίσω παράθυρο
heater
θερμαντήρας
heater blower
ανεμιστήρας καλοριφέρ
heater control cable
καλώδιο ελέγχου θέρμανσης
heater hose
σωλήνας καλοριφέρ
heater plug control
βαλβίδα ελέγχου θέρμανσης
heater resistor unit
μονάδα αντίστασης καλοριφέρ
heating
θέρμανση
heating capacity
θερμική ισχύς
heavy breaking
έντονο, δυνατό φρενάρισμα
height
ύψος
helical groove
ελικώδης σχισμή
helical spar gear
ελικοειδής μετωπικός οδοντωτός τροχός αναδιπλώνω στα άκρα, στριφώνω, περίγραμμα, ρέλλο, στραντζάρισμα,αναδίπλωση
hem
άκρων,στρίφωμα
hemming
αναδίπλωση άκρων, στραντζάρισμα
heptagon
επτάγωνο
heptagonical
επταγωνικός
hexagon
εξάγωνο
hexagonical
εξαγωνικός
high- beam (headlights)
υψηλή /μεγάλη σκάλα φώτων
high gear
υψηλή ταχύτητα ανέβασμα αντλούμενου νερού σε μεγάλα ύψη ή
high heads
μεγάλη παροχή (όγκος νερού)
high melting point grease
γράσο υψηλού βαθμού τήξης
high point gear
διαφορικό παρακέντρου τύπου
high pressure
υψηλή πίεση αντλία για άντληση υγρών σε υψηλές
high temperature pump
θερμοκρασίες
high tension coil
πηνίο υψηλής τάσης κράμα χάλυβα υψηλής αντοχής σε θερμική
high-temperature alloy steel
καταπόνηση μεντεσές (e.g. If a door is squeaking, we should oil or grease the hinges. Εάν μια πόρτα τρίζει, θα πρέπει να λαδώσουμε ή να
hinge
γρασάρουμε τους μεντεσέδες)
hob (plate)
μάτι κουζίνας
hockey wheel
περιστρεφόμενος βοηθητικός τροχός
hoist
σηκώνω,ανυψώνω, ανυψωτήρας
hoist snaphook
άγκιστρο ασφαλείας βαρούλκου
hold
συγκρατώ, κρατώ
holding down bolt
βίδα συγκράτησης
holding down spring
ελατήριο συγκράτησης
hole
τρύπα, οπή
hollow axle
τρύπιος άξονας
hollow bolt
τρύπια βίδα
hood (U.S.)
καπό,κάλυμμα μηχανής, καλύπτρα
hook
αγκιστρώνω, κοτσάρω, άγκιστρο, γάντζος,
αρπάγη horizontal
οριζόντιος
horizontally opposed engine
αντικρυστός κινητήρας, μπόξερ
horn
κόρνα
horsepower
ιπποδύναμη
hose
ελαστικός σωλήνας, μάνικα
hose clamp
σφιγκτήρας σωλήνα
hose coupling
σύνδεσμος σωλήνα
hot well
θερμοδοχείο
hot-air shround
κάλυμμα ζεστού αέρα
hot-blast recuperators
ανακτητής θερμότητας
hub
μουαγιέ,πλήμνη
hub bearing
ρουλεμάν μουαγιέ
hub cap
καπάκι μουαγιέ
hub flange
φλάντζα μουαγιέ
hubcap
τάσι
hybrid
υβριδικός
hydraulic
υδραυλικός, που λειτουργεί με υγρό υπό πίεση
hydraulic brake servo
υδραυλικό σερβόφρενο
hydraulic brakes
υδραυλικά φρένα
hydraulic jack
υδραυλικός γρύλος υδραυλική βλάβη, υδραυλικό πλήγμα (βλάβη οφειλόμενη στην αδράνεια που προκαλείται στις αντλίες από ξαφνικό π.χ. φράξιμο κάποιας βαλβίδας ή απότομο σταμάτημα της λειτουργίας του κινητήρα και που μπορεί να έχει σαν
hydraulic shock (or water hammer)
αποτέλεσμα αποσυναρμολόγηση των
σωληνώσεων του συστήματος ή και σπάσιμο του κελύφους της αντλίας) hydraulic tappet
υδραυλικά πλήκτρα
hydrocarbon
υδρογονάνθρακας
hydrodynamic
υδροδυναμική
hydrogas suspension (or
υδροπνευματική ανάρτηση
hydropneumatic suspension) hydrogen
υδρογόνο υδρόμετρο (e.g We use a hydrometer to determine a car's battery condition. Χρησιμοποιούμε υδρόμετρο για να προσδιορίσουμε την κατάσταση της μπαταρίας
hydrometer
ενός αυτοκινήτου)
hydrophor
σύστημα σταθεροποίησης πίεσης νερού
hydropneumatic
υδροπνευματικός
hydropneumatic self- leveling
υδροπνευματική αυτορυθμιζόμενη ανάρτηση
suspension hydrostatic
υδροστατική
hydrοpneumatic suspension
υδροπνευματική ανάρτηση
hypoint-gear pair
διαφορικό παρακέντρου τύπου
I ice-box
ψυγείο πάγου
identical
απαράλλακτος, ταυτόσημος, εντελώς ίδιος
identification
αναγνώριση, προσδιορισμός
identification plate
αριθμός πλαισίου
identify
προσδιορίζω, αναγνωρίζω
λειτουργώ στο ρελαντί,αργός, άνεργος,άεργος, idle
τεμπέλης
idle speed
θέση βραδείας λειτουργίας κινητήρα, ρελαντί
idler pulley
οδηγός ιμάντα
idling
βραδεία λειτουργία κινητήρα, στο ρελαντί
ignitable mixtures
εύφλεκτα μίγματα
ignite
αναφλέγω
ignition
ανάφλεξη, έναυση
ignition coil
πηνίο ανάφλεξης
ignition delay
καθυστέρηση ανάφλεξης κεντρικός διακόπτης εκκίνησης/ διακόπτης
ignition switch
καύσης
ignition system
σύστημα ανάφλεξης
ignition timing
ρύθμιση/συγχρονισμός ανάφλεξης
ignorance
άγνοια
illegal
παράνομος
illuminating gas
φωτιστικό πετρέλαιο
illustrate
εικονογραφώ, επεξηγώ, απεικονίζω
immeasurable
άμετρος, μη μετρήσιμος
immediate
άμεσος
immerse
εμβαπτίζω, βυθίζω, καταδύω
immersible
βυθιζόμενος
immovable
ακίνητος επίπτωση, επίδραση,αντίκτυπος, αποτέλεσμα,
impact
συνέπεια, κρούση, σύγκρουση
impact strength
αντοχή στην κρούση
impact tools
κρουστικά εργαλεία (με πεπιεσμένο αέρα)
αερόκλειδο, επαναφορτιζόμενο εργαλείο impact wrench
βιδώματος (κατσαβίδι, καρυδάκι)
impart
μεταδίδω,προσδίδω στροφείο,εξωθητήρας, πτεροφόρος δίσκος, δίσκος με πτερύγια,φτερωτή (e.g. Some impellers are made of stainless steel for longer life. Μερικοί εξωθητήρες φτιάχνονται από ανοξείδωτο ατσάλι για μεγαλύτερη διάρκεια
impeller
ζωής).
imperative
επιτακτικός
impose
επιβάλλω
improbable
απίθανος
improve
βελτιώνω, βελτιώνομαι
improved
βελτιωμένος
improvement
βελτίωση ώθηση, ερέθισμα, δράση, δύναμη επί χρόνο,
impulse
φορά
in line
στη σειρά, σε γραμμή
in line engine
κινητήρας (με τους κυλίνδρους) εν σειρά αντλίες των οποίων η φλάντζα αναρρόφησης και εκροής βρίσκονται στην ίδια ευθεία
in line pumps
(επίπεδο) σύστημα ελέγχου αιχμηρότητας εργαλείων και ποιότητας προϊόντων που πραγματοποιείται στη διάρκεια της κατεργασίας μεταλλικών
in- progress gauging system
αντικειμένων στις CNC εργαλειομηχανές
in reverse order
με αντίστροφη σειρά, αντιστρόφως
inaccurate
ανακριβής, εσφαλμένος
inboard engines
εσωλέμβιοι κινητήρες
incapable
ανίκανος κεκλιμένος, επικλινής, λοξός, ο έχων την
inclined
τάση/έφεση/ προδιάθεση
incoming
εισερχόμενος
increase
αυξάνω, αύξηση βηματικό σύστημα για την εντοπισμό των σημείων κοπής στις εργαλειομηχανές
incremental positioning system
αριθμητικού ελέγχου
independent
ανεξάρτητος
independent suspension
ανεξάρτητη ανάρτηση
index
δείκτης, πίνακας περιεχομένων, ευρετήριο
indicate
δείχνω, (υπο)δηλώνω
indication
ένδειξη δείκτης, ενδείκτης,ενδεικτικός (e.g. If indicators don’t work, there may be a wiring fault or a blown fuse. Εάν οι ενδείκτες δεν δουλεύουν, μπορεί να είναι λανθασμένη η
indicator
καλωδίωση ή καμμένη η ασφάλεια)
indicator light
ενδεικτική λυχνία
indispensable
απαραίτητος
individual
άτομο, ατομικός, μεμονωμένος
individual chamber (of a vessel)
μεμονωμένος θάλαμος (δοχείου)
indoor
εσωτερικός (χώρος) παρακινώ, προτρέπω, επηρεάζω, επιφέρω,
induce
επάγω, εισάγω
inducer
επαγωγέας
inductance
επαγωγή, αυτεπαγωγή, εισαγωγή
induction
εισαγωγή, επαγωγή επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.
induction AC motor with capacitor
(εναλλασσόμενου ρεύματος) με πυκνωτή
start
εκκίνησης επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.
induction AC motor with permanent
(εναλλασσόμενου ρεύματος) με πυκνωτή
split capacitor
εκκίνησης και λειτουργίας επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ. (εναλλασσόμενου ρεύματος) με
induction AC motor with shaded pole
βραχυκυκλωμένες σπείρες στους πόλους
induction AC motor with sliprings
επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.
(collector rings)
(εναλλασσόμενου ρεύματος) με δακτυλίους επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.
induction AC motor with split phase
(εναλλασσόμενου ρεύματος) με αντίσταση επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.
induction AC motor with squirrel cage
(εναλλασσόμενου ρεύματος) με
rotor
βραχυκυκλωμένο δρομέα
induction manifold
σωλήνας εισαγωγής
induction stroke
χρόνος εισαγωγής/ αναρρόφησης επαγωγέας, το επαγώγιμο, επαγωγική
inductor
αντίσταση
industrial
βιομηχανικός
industrial installlations
βιομηχανικές εγκαταστάσεις
industrial waste gas
κατάλοιπα βιομηχανικά αέρια
industry
βιομηχανία
inexhaustible
ανεξάντλητος
inflate
φουσκώνω, διογκώνω φούσκωμα,διόγκωση (e.g. Improper inflation of the tires can cause premature tire wear. Ακατάλληλο φούσκωμα των λάστιχων μπορεί να
inflation
προκαλέσει την πρόωρη φθορά τους.)
influence
επιρροή, επίδραση
information
πληροφορίες
informative
πληροφοριακός
inhibit
(παρ)εμποδίζω, αναχαιτίζω, απαγορεύω
initial
αρχικός, πρώτος αρχικό κόστος, αρχική δαπάνη, αρχικό
initial cost
κεφάλαιο, δαπάνη εγκατάστασης
initially
αρχικά
inject
εμβάλλω, εγχέω, κάνω ένεση
injection
έγχυση, εκτόξευση εγχυτήρας, ψεκαστήρας (e.g. In cars with fuel injection, the cylinder has an injector fixed on its top which injects the fuel. Στα αυτοκίνητα με εγχυτήρα καυσίμων, ο κύλινδρος έχει ένα εγχυτήρα τοποθετημένος στην κορυφή
injector
του ο οποίος εγχέει το καύσιμο)
injector pumps
αντλίες έγχυσης/ψεκασμού αυτός που έχει πάθει ζημιά, πληγωμένος,
injured
τραυματισμένος
injury
βλάβη,πληγή, ζημιά, τραύμα
ink
μελάνι
όργανα σχεδίασης για το "μελάνωμα" των inking devices
σχεδίων
inlet
εισάγω, είσοδος, εισαγωγή
inlet manifold
σωλήνας εισαγωγής
inlet port
στόμιο εισαγωγής βαλβίδα εισαγωγής(e.g. An inlet valve allows the gas mixture of petrol and air to enter the cylinder engine at the right time. Η βαλβίδα εισαγωγής επιτρέπει στο μίγμα αερίων πετρελαίου και αέρα να εισχωρήσει στον
inlet valve
κύλινδρο της μηχανής τη σωστή στιγμή)
inner door handle
εσωτερικό χερούλι πόρτας
inner lining
εσωτερική επένδυση
innovation
νεωτερισμός
innovative
νεωτεριστικός
input
είσοδος μέσο ελέγχου CNC εργαλειομηχανής (μέσο τροφοδότησης της μηχανής με το πρόγραμμα) / στοιχεία που αφορούν τη λειτουργία της, π.χ.
input medium
διάτρητη ταινία, δισκέτα υπολογιστή κλπ.
input power voltage
τάση τροφοδοσίας εισόδου
inquiry
αναζήτηση πληροφοριών, έρευνα εισάγω, παρεμβάλω, καταχωρώ,
insert
εισαγωγή,είσοδος,παρεμβολή κοπτικές αιχμές χρησιμοποιούμενες σε CNC
inserts
εργαλειομηχανές
inside
μέσα, εσωτερικός
inspect
επιθεωρώ, επιτηρώ, επιβλέπω, εξετάζω
inspection
επιθεώρηση, επίβλεψη, εξέταση
instability
αστάθεια εγκαθιστώ (e.g.The technician told me that it is necessary to install anti-corrosion pads on the battery’s terminals cable ends. Ο τεχνικός μου είπε ότι είναι αναγκαίο να εγκαταστήσει προστατευτικά κατά της οξείδωσης στις άκρες των καλωδίων των
install
τερματικών της μπαταρίας)
installation
εγκατάσταση
instruction
οδηγία
instructor
δάσκαλος, καθοδηγητής
instrument
όργανο
instrument transformer
μετασχηματιστής ρεύματος οργάνων
insufflator
εμφυσητήρας, φυσούνα
insulate
μονώνω
insulation
μόνωση
insulator
μονωτής, κακός αγωγός
intake
εισαγωγή, αναρρόφηση
intake manifold (US)
σωλήνας εισαγωγής
integrated circuit
ολοκληρωμένο κύκλωμα
intensity
ένταση, ισχύς
interact
αλληλεπιδρώ
interaction
αλληλεπίδραση
interconnection
διασύνδεση
interface
διάμεσο, διεπιφάνεια
ενδιάμεσος βραχίονας, βραχίονας ενδιάμεσης interface bracket
σύνδεσης, κάθετος βραχίονας
interior harness
εσωτερική καλωδίωση
intermediate section
μεσαίο, ενδίαμεσο τμήμα/ μέρος
intermittent
διαλείπων, μη συνεχής, διακοπτόμενος θέση διακοπτόμενης λειτουργίας
intermittent wiper setting
υαλοκαθαριστήρων
internal
εσωτερικός
internal combustion engine
μηχανή/κινητήρας εσωτερικής καύσης
internal pressure
εσωτερική πίεση
internal volume
εσωτερικός όγκος
international
διεθνής
interrupt
διακόπτω, παρεμβαίνω
interruption
διακοπή,παρέμβαση
intersect
διατέμνω, διχοτομώ
interval
διάλειμμα, διάστημα
introduce
εισάγω,συνιστώ
introduction
εισαγωγή
invention
επινόηση, εφεύρεση
inverter
μετατροπέας συχνότητας
investigation
έρευνα
investment
επένδυση κεφαλαίων
involve
εμπλέκω, περιλαμβάνω
ion
ιόν
iPod dock connector
βύσμα σύνδεσης iPod με σταθμό υποδοχής
iron
σίδηρος
ironery chest
πλάκα σιδερώματος
irregular
ανώμαλος, ακανόνιστος, άτακτος
irresponsible
ανεύθυνος
irrigate
αρδεύω
irrigation
άρδευση
isolate
απομονώνω
isolation
απομόνωση
isosceles triangle
ισοσκελές τρίγωνο
item
κομμάτι, είδος, αντικείμενο
J ρευματοδότης, υποδοχή τοποθέτησης jack
βύσματος, γρύλος (ανύψωσης αυτοκινήτου)
jack plug
βύσμα, τζακ
jacking
ανύψωση με γρύλο
jacking point
σημείο τοποθέτησης γρύλου
jam nut
παξιμάδι σφιξίματος
jaw clutch
σιαγόνα συμπλέκτη
jeep
τζιπ σωλήνας προώθησης καυσίμου στο καρμπυρατέρ, αναβρυτήρας,
jet
ψεκαστήρας,ζιγκλέρ
jet needle
βελόνα ζιγκλέρ αντλίες αυτόματου έγχυσης/πλήρωσης (έχουν την ιδιότητα να ανακυκλώνουν ποσότητα του υγρού μόνες τους.Χρειάζεται ανά διαστήματα πλήρωση μόνο η αντλία, όχι ο σωλήνας
jet pump
αναρρόφησης)
jib
κεραία γερανού, ανυψωτήρας, μπίγα ιδιοσυσκευή για πρόσδεση των προς κατεργασία
jig
κομματιών στις εργαλειομηχανές
jockey wheel
περιστρεφόμενος βοηθητικός τροχός ενώνω,συνδέω, συνάπτω, σμίγω,ένωση,
join
σύνδεση σύνδεσμος, αρμός, άρθρωση, ένωση,
joint
συναρμολόγηση
joint box
κουτί συνδέσεων
jointing sleeve
σύνδεση σωληνωτού οδηγού
jointing compound
υλικό σύνδεσης
journal
στροφέας,σταυρός κεντρικού
journal bearing
λαιμός ρουλεμάν κεντρικού
jumbled
ανακατεμένος κουτί διανομής, κουτί/ κιβώτιο συνδέσμων
junction box
διασταυρώσεως ή συνδεσμολογίας
K keelcooler
ψύκτης τροπίδας/ καρένας/ πλωτήρα
keyboard
πληκτρολόγιο
keyslot
εγκοπή σφήνας
kickback angle
γωνία αναπήδησης/ ανάκρουσης
king pin
βασικός πείρος εμπρός άξονα
knee-bar
ράβδος γόνατου
kneelift
γονατοανύψωση
knob
κουμπί
knock sensor
αισθητήρας κρουστικού θορύβου
knowledge
γνώση
L lab (oratory)
εργαστήριο
label
επιγράφω,επιγραφή, επίγραμμα, ετικέτα
labour
κόπος, μόχθος, εργασία
lack
στερούμαι, έχω έλλειψη, στέρηση, έλλειψη
ladder
σκάλα
lagging
θερμομονωτικό υλικό για σωλήνες
laden
φορτωμένο
laminated
πολυστρωματικός, ελασματοποιημένος, μελαμίνη, θερμοπλαστικός, με θερμοκόλληση
laminated windscreen
παρμπρίζ με πολυστρωματικά τζάμια (e.g. It is preferable to have a laminated car windscreen because it does not shatter. Είναι προτιμότερο να έχεις ένα παρμπρίζ αυτοκινήτου με πολυστρωματικά τζάμια διότι δεν θρυμματίζεται).
lamination
έλασμα, λάμα, ελασματοποίηση
lamp
λαμπτήρας, λάμπα
lamp socket
ντουί λάμπας
lamppost
κολώνα ηλεκτρικού, στύλος ηλεκτρικού
landing areas
πλατύσκαλα
lane
λωρίδα κυκλοφορίας, δρόμος, πάροδος
laser liner
αλφάδι λέιζερ
last
διαρκώ, τελευταίος
latch
σύρτης
late ignition
βραδεία ανάφλεξη
lathe
τόρνος
lathe bed
κλίνη τόρνου (κρεβάτι)
launch
προωθώ ένα καινούργιο προϊόν στην αγορά, λανσάρω
lay out
αποτυπώνω,τακτοποιώ, διατάσσω,κατατάσσω, διάταξη, αποτύπωση σχεδίου σε φύλλο μετάλλου
layer
στρώση, στρώμα
layshaft
τετραπλός άξονας κιβωτίου ταχυτήτων
layshaft gear
μηχανισμός τετραπλού άξονα
lead
οδηγώ, προπορεύομαι,προπορεία, καλώδιο, μόλυβδος
lead acid battery
μπαταρία με οξείδιο του μολύβδου
leaded fuel
καύσιμο με μόλυβδο
leader
οδηγός, αρχηγός
leaf spring
ελασματοειδές /ελλειπτικό ελατήριο, σούστα
leaflet
φυλλάδιο
leak
διαρροή, διαφυγή (e.g. We can detect a battery leak by smelling the area around the battery- if it smells like a rotten egg, there is surely a leak. Μπορούμε να ανακαλύψουμε μία διαρροή μπαταρίας μυρίζοντας την περιοχή γύρω από την μπαταρία-αν μυρίζει σαν χαλασμένο αυγό, υπάρχει σίγουρα διαρροή)
leak detector
συσκευή ανίχνευσης διαρροών
leak duct
σωλήνα εκροής
leak -off pipe
σωλήνας διαρροής
leakage
διαρροή
lean gas mix
φτωχό μίγμα βενζίνης
lean gas mixture
φτωχό μίγμα βενζίνης
leather
δέρμα
left-hand drive
αριστεροτίμονος
left-hand thread
αριστερόστροφο σπείρωμα
legal
νόμιμος
length
μήκος, μάκρος
length of stroke
μήκος χρόνου/διαδρομής κινητήρα/εμβόλου
lettering dence
όργανο σχεδίασης τυποποιημένων γραμμάτων
lettering device
όργανο σχεδίασης τυποποιημένων γραμμάτων
lettering equipment
όργανα σύνδεσης με τυποποιημένα γράμματα
level
επίπεδο, στάθμη
level gauge
όργανο στάθμης,αλφάδι
level plug
στρόφιγγα στάθμης
level square
ορθογώνιο αλφάδι
lever
μοχλός, λαβίδα, λεβιές
licence
άδεια
licence plate lamp
αριθμός/ άδεια/καταχώριση πινακίδας
license (US)
άδεια
life expectancy
πιθανή διάρκεια ζωής
lift
ανυψώνω, σηκώνω, αναβατήρας, ανελκυστήρας,ανυψωτήρας, ασανσέρ, άνωση,ύψος (αντλίας)
lifting bracket
βάση ανύψωσης
lifting capacity
ανυψωτική ικανότητα
lifting lug
κρίκος ανάρτησης
lifting machines
ανυψωτικά μηχανήματα
lifting tackle
παλάγκο ανύψωσης
light
ανάβω, φωτίζω, φως, ελαφρύς
light alloy
ελαφρύ κράμα
light alloy wheels
ζάντες από ελαφρύ κράμα αλουμινίου
light aluminium alloy
ελαφρύ κράμα αλουμινίου
light oil
ελαφρύ λάδι
light sensor
αισθητήρας φωτός
light with extension lead
φως με προεκτάσεις
light(ing) fixture
φωτιστικό (εξάρτημα)
lighting
φωτισμός, άναμμα
lighting point
σημείο φωτισμού (εγκατάστασης φωτιστικού)
lighting system
σύστημα φωτισμού
lighting-up time
ώρα που πρέπει οι οδηγοί να ανάβουν τα φώτα του οχήματός τους
lightweight
ελαφρύς
limit
όριο, περιορισμός
limited
περιορισμένος
limiter cap
κεφαλή στραγγαλισμού/ βίδα ρύθμισης (μίγματος)
limiter pilot
κεφαλή στραγγαλισμού/ βίδα ρύθμισης (μίγματος)
limiter screw
κεφαλή στραγγαλισμού/ βίδα ρύθμισης (μίγματος)
limiting threshold
κατώφλι περιορισμού
line up
εν σειρά
liner
επένδυση (πατάκια, μοκέτες)
liner cylinders
επένδυση κυλίνδρων
lining
επένδυση
link
ενώνω, συνδέω, σύνδεσμος, ένωση, κρίκος
link pivot bolt
βίδα σύνδεσης άξονα
linkage
σύστημα μοχλού/ συνδεσμολογία
linked suspension system
συνδεόμενο σύστημα ανάρτησης
liquid
υγρός,υγρό
liquid (insulated) transformer
μετασχηματιστής (με μόνωση) λαδιού
liquid fuel
υγρό καύσιμο
liquify
υγροποιώ
live
ζω, διαμένω, κατοικώ, ζωντανός, ρευματοφόρος, γεμάτος ενέργεια
live axle
ενεργός άξονας
live center
το περιστρεφόμενο κέντρο συγκράτησης κομματιού σε εργαλειομηχανή που παίρνει κίνηση από τον κινητήρα και βρίσκεται στο κεφαλάρι του τόρνου
live lead
ενεργή οδήγηση
load
φορτίζω, φορτώνω, φορτίο,φόρτωμα, φόρτιση,βάρος
loader
φορτωτής
lobe
λοβός
lobe pumps
αντλίες λοβού
locate
τοποθετώ, εντοπίζω,βρίσκω τη θέση
locating clip
σύνδεσμος επισήμανσης
locating lug
λαβή επισήμανσης
location
τοποθεσία, εντοπισμός,θέση
lock assembly
συναρμολόγηση κλειδαριάς
lock barrel (cylinder)
κύλινδρος κλειδαριάς
lock striker
γλώσσα κλειδαριάς
lock-grip pliers
τανάλια για συγκράτηση κομματιών, σωλήνων κλπ., "σκύλα"
locking pin (central locking)
πείρος κλειδώματος (κεντρικό)
locking rod (central locking)
ράβδος κλειδώματος (κεντρικό)
locking strap
ιμάντας κλειδώματος/ασφάλισης
locknut
ασφαλιστικό παξιμάδι
lockwasher
ροδέλα ασφαλείας, γκρόβερ
longitudinal frame
μήκος του σασί
longlife
μακροχρόνιος, με μεγάλη διάρκεια ζωής
long-nosed pliers
πένσα με μακριά μύτη
loose
χαλαρός,λυτός
loosen
χαλαρώνω, ξεσφίγγω, ξελασκάρω
lorry
φορτηγό (μεγάλο)
loss
απώλεια
loss of power
απώλεια ισχύος
loudspeaker
μεγάφωνο, ηχείο
low- beam (headlights)
χαμηλά φώτα/μεσαία σκάλα προβολέων (e.g. When driving during a snowy or foggy night, leave your headlamps on lowbeam. Όταν οδηγείς κατά τη διάρκεια μιας νύχτας με χιόνι ή ομίχλη, άφησε τους προβολείς σου στη μεσαία σκάλα)
low section tyre
κατώτατο τμήμα των ελαστικών
low speed jet
ψεκαστήρας χαμηλής ταχύτητας
low tension
χαμηλή τάση
low voltage
χαμηλή τάση
low-production
χαμηλής παραγωγής, παραγώμενος σε μικρό αριθμό
low-sided
με χαμηλά πλαϊνά
lube bay
λιπαντήριο
lube oil (or lubricating oil)
λιπαντικό λάδι(e.g. Except of lubricating the parts of an engine, the lube oil also reduces the temperature of the engine and cools it down. Εκτός του ότι λιπαίνει τα μέρη μίας μηχανής, το λιπαντικό λάδι επίσης μειώνει τη θερμοκρασία της μηχανής και την δροσίζει)
lubricant
λιπαντικό
lubricate
λιπαίνω, γρασάρω
lubricating oil (or lube oil)
λιπαντικό λάδι (e.g. Except of lubricating the parts of an engine, the lubricating oil also reduces the temperature of the engine and cools it down. Εκτός του ότι λιπαίνει τα μέρη μίας μηχανής, το λιπαντικό λάδι επίσης μειώνει τη θερμοκρασία της μηχανής και την δροσίζει)
lubrication system
σύστημα λίπανσης
luggage
αποσκευές
luggage compartment
χώρος αποσκευών, πορτ-μπαγκάζ
luminaire
φωτιστικό (σώμα)
luminous
φωτεινός
M Mac Pherson strut
γόνατο Μακ Φέρσον (τύπος ανάρτησης)
machine
επεξεργάζομαι με μηχανικά μέσα, μηχανή, μηχάνημα
machine light guide
ενδεικτικές λυχνίες μηχανικών λειτουργιών
machine shop
μηχανουργείο
machine table
τράπεζα/ τραπέζι εργαλειομηχανής
machine tool
εργαλειομηχανή, μηχανικό εργαλείο
machinery
μηχανήματα
machining
κατεργασία με εργαλειομηχανή
machining centre
εργαλειομηχανή πολλαπλών κατεργασιών (για πρισματικά αντικείμενα)
machinist
μηχανουργός, μηχανοτεχνίτης
magnetic field
μαγνητικό πεδίο
magnetic field winding
περιέλιξη μαγνητικού πεδίου
magnetic flux
μαγνητική ροή
magnetic impulse transistorized
ηλεκτρονική ανάφλεξη με
ignition
μεταδότες μαγνητικού τύπου και τρανζίστορ
magnifying glass
μεγεθυντικός φακός
main
κύριος, βασικός, ουσιώδης
main beam (headlights)
υψηλή σκάλα φώτων
main bearing
κεντρικό/κύριο κουζινέτο στροφαλοφόρου, έδρανο
main hydraulic brake
κεντρικό υδραυλικό σύστημα φρένων
main jet
κεντρικό ζίγκλερ
main line
κεντρική γραμμή
main muffler
κεντρική εξάτμιση
mains
αγωγός κύριου ρεύματος, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος
mainshaft
κύριος άξονας κιβώτιου ταχυτήτων
maintain
συντηρώ, διατηρώ
maintenance
συντήρηση, διατήρηση (e.g. Proper car maintenance depends on regular checking and annual service. Η σωστή συντήρηση ενός αυτοκινήτου εξαρτάται από τον τακτικό έλεγχο και το ετήσιο σέρβις)
maintenance-free battery
μπαταρία διαρκείας χωρίς συντήρηση
major
μεγαλύτερος, κυριότερος, σημαντικότερος, ταγματάρχης
make up
αποτελώ, συνθέτω, σχηματίζω, επινοώ, φτιάχνω
maladjustment
κακή ρύθμιση
malfunction
δυσλειτουργία, βλάβη, κακή λειτουργία
malleability
ελατότης, ευπλαστότης, ικανότητα σφυρηλάτησης
malleable
ελατός, σφηρηλατήσιμος
mallet
μαλακό σφυρί (π.χ. από ξύλο, πλαστικό ή ελαφρό μέταλλο)
mandrel
εργαλείο κάμψης σωλήνα
manifold
σωλήνας, αγωγός, συλλέκτης, συγκρότημα σωληνώσεων εισαγωγής ή εξαγωγής καυσίμου,πολλαπλή σωλήνα, πολλαπλή εισαγωγή/εξαγωγή
manifold absolute pressure (map)
απόλυτος πίεση
manifold pressure sensor
αισθητήρας απόλυτης πίεσης
manner
τρόπος
manoeuver
κάνω ελιγμούς, χειρίζομαι, ελιγμός, χειρισμός,μανούβρα
manoeuverable
ευέλικτο, εύκολο σε μανούβρες
manometer
μανόμετρο
manual
χειροκίνητος, χειρωνακτικός, εγχειρίδιο, βοήθημα, φυλλάδιο
manual stop level
μοχλός σταματήματος/στοπ
manual transmission
μηχανική μετάδοση, σασμάν
manual transpallet
χειροκίνητο παλετοφόρο όχημα
manually
χειρωνακτικά, με το χέρι (όχι αυτόματα)
manufacture
παράγω, κατασκευάζω, κατασκευή
manufacturer
κατασκευαστής
manufacturing cost
κατασκευαστικό κόστος, κόστος παραγωγής
mark
μαρκάρω, σημαδεύω, σημάδι
market
αγορά
marking
σημείωμα, σημάδεμα
mass
μαζεύω, συσσωρεύω,μάζα, σωρός, συγκέντρωση
mass-velocity head
πιεζομετρικό ύψος ταχύτητας μάζας
master cylinder
κύριος, κεντρικός κύλινδρος
match
ταιριάζω, συνταιριάζω, ταίρι, αγώνας,συνταίριασμα, σπίρτο
material
υλικό
mating surfaces
επένδυση επιφανειών
matrix converter
μετατροπέας μήτρας
matter
θέμα, ύλη
maximum allowable pressure
μέγιστη επιτρεπόμενη πίεση
maximum stress
μέγιστη τάση
mean value
μέση τιμή
means of propulsion
μέσο πρόωσης
measure
μετρώ
measurement
μέτρηση
measuring instrument
όργανο μέτρησης
mechanical
μηχανικός
mechanical advantage
μηχανική ευχέρεια/ωφέλεια
mechanical engineer
μηχανολόγος μηχανικός
mechanical engineering technician
μηχανολόγος (τεχνίτης) βιομηχανικής παραγωγής
mechanical seals
στηπιοθλίπτες, σαλαμάστρες, στεγανωτικοί δακτύλιοι αντλίας,δακτύλιοι στεγανότητας (δακτύλιοι από λάστιχο και μέταλλο που τοποθετούνται μεταξύ του περιστρεφόμενου έξονα της φτερωτής και του ανοίγματος του κελύφους της αντλίας για να παρεμποδίσουν την έξοδο του αντλούμενου υγρού)
mechanics
η μηχανική, οι μηχανικοί
medical
ιατρικός
medium
μέσος, μεσαίος, μέτριος, ενδιάμεσος, μέσον
melt
λιώνω, τήκω, λιώσιμο
meltdown
τήξη
melting point
σημείο τήξης
membrane
μεμβράνη
mention
αναφέρω, κάνω μνεία
mercury
υδράργυρος
mesh
μπλέκομαι, εμπλοκή
mesh in
εμπλέκω (γρανάζια)
mesh strainer
σίτα φίλτρου
metal hose
μεταλλικός σωλήνας
metalwork
μεταλλοκατασκευή
metering components (fuel)
εξαρτήματα μετρητού καυσίμων
metering plates
πλάκες μέτρησης/μετρητικές πλάκες
methylated spirit
μεθυλικό οινόπνευμα
metric system
μετρικό σύστημα
metric threads
μετρικό σπείρωμα
mica
μίκα, μαρμαρυγιά
micrometer set
μικρομέτρο πάχους
micrometre
μικρόμετρο (e.g. A micrometer is used to take precise measurements. Ένα μικρόμετρο χρησιμοποιείται για να κάνει ακριβείς μετρήσεις).
microphone
μικρόφωνο
microprocessor
μικροεπεξεργαστής
microswitch
μικροδιακόπτης
mill
φρεζάρω, αλέθω, μύλος
mill head
κεφαλή φρέζας
milling
γλύφανση, φρεζάρισμα
mine
εξορύσσω, βγάζω σκάβοντας, ορυχείο
miniature circuit breaker
μικροαυτόματος (θερμοδιακόπτης ή ραγοδιακόπτης)
mining
εξόρυξη μετάλλων, μετάλλευση, υπονόμευση, διάνοιξη μεταλλείου
minor
μικρότερος
mirror
καθρέφτης
misalignment
λάθος ευθυγράμμιση
misfire
αχρόνιστη ανάφλεξη
misprinting
τυπογραφικό λάθος, λανθασμένη εκτύπωση
miss
αποτυγχάνω, αστοχώ, λείπω, παραλείπω, χάνω, νοσταλγώ, ποθώ
mist
ομίχλη, αχλύς, αεροποιημένο καύσιμο
mixed flow pump
αντλία μικτής ροής
mixer
αναμικτήρας, (ανα)μίκτης
mixing chamber
θάλαμος ανάμιξης
mixture
μίγμα
mixture adjustment
ρύθμιση μίγματος
mobile
κινητός
moderate
ήπιος, μέτριος
modify
τροποποιώ
module
μονάδα, στοιχείο
modulus of elasticity
μέτρο ελαστικότητας
moisture
υγρασία (e.g. A sign that excessive moisture has gone into the engine is to detect a white, milky discoloration in your car’s motor oil. Ένα σημάδι που δείχνει
ότι υπερβολική υγρασία έχει μπει στη μηχανή είναι να διαπιστώσεις ένα άσπρο,γαλακτώδη αποχρωματισμό στο λάδι μηχανής του αυτοκινήτου σου) mole wrench
κάβουρας
molten
λιωμένος
molybdenum di-sulphide
διθειούχο μολυβδένιο
monitor
παρακολουθώ (μέσω κάποιου μηχανήματος)
monitoring device
διάταξη παρακολούθησης
monkey wrench
σωληνοκάβουρας
motion
κίνηση
motor
κινητήρας, μοτέρ
motor group starter
διακόπτης εκκινητής ηλεκτρικών κινητήρων/ ομαλός εκκινητής (κυκλωμάτων ισχύος)
motor industry
αυτοκινητοβιομηχανία
motor oil
λάδι μηχανής (e.g. Motor oil becomes less effective over time due to air, heat and moisture. Το λάδι μηχανής γίνεται λιγότερο αποτελεσματικό όσο περνάει ο καιρός λόγω του αέρα, της ζέστης και της υγρασίας.)
motor scooter
βέσπα
motor vehicle
αυτοκίνητο, αυτοκινούμενο
τροχοφόρο motor-bike
μοτοσυκλέτα
motorcar
αυτοκίνητο
motorcoach
πούλμαν
motorcycle
μοτοσυκλέτα
motorcyclist
μοτοσυκλετιστής
motorway
αυτοκινητόδρομος
mould
καλουπιάζω, μορφώνω, σχηματοποιώ,μήτρα, καλούπι, πρότυπο, φόρμα, μούχλα
mounted
τοποθετημένος, στερεωμένος, μονταρισμένος
mounting
υποδοχή
mounting bolt
βίδα στήριξης βάσης
mounting bracket
μπρακέτο στήριξης
mounting plate
πάγκος συναρμολόγησης
mounting screw
βίδα στήριξης βάσης
movable
κινητός
move
κινώ, κινούμαι, συγκινώ, συγκινούμαι, αλλάζω σπίτι, μετακομίζω, κίνηση
movement
κίνηση
moving contact
κινούμενη επαφή
mudflap
λασποσυλλέκτης,λασπωτήρας
mudguard
λασποσυλλέκτης,λασπωτήρας
muffler (US)
σιγαστήρας, εξάτμιση
multiblade screwdriver
κατσαβίδι με πολλές κεφαλές
multi-cylinder injection pump
αντλία ψεκασμού πολλαπλών σημείων
multi-function indicator
δείκτης πολλαπλών λειτουργιών
multihole nozzle
μπεκ ψεκασμού με πολλές τρύπες
multimed pod
συσκευή διασύνδεσης ιατρικών μηχανημάτων
multiplate clutch
αμπραγιάζ με πολλές πλάκες
multiplication
πολλαπλασιασμός
multiplier
πολλαπλασιαστής
multipurpose
πολλαπλής χρήσης
multistage pump
πολυβάθμια αντλία
multitester
πολύμετρο
mushroom head
παραμορφωμένη κεφαλή κοπιδιού σε σχήμα μανιταριού
musket
μουσκέτο
N nail
καρφί
nameplate
ταμπέλα/πινακίδα αναγραφής τεχνικών χαρακτηριστικών
neck bearing
λαιμός ρουλεμάν κεντρικού
needle bearing
βελονωτό ρουλεμάν
needle roller
βελονωτό ράουλο
needle valve
βελονωτή βαλβίδα
negative
αρνητικός
negative earth
αρνητική γείωση
negative lead
αρνητικό καλώδιο
negative pole
αρνητικό πόλου
negative pressure
υπό πίεση
negatively charged
αρνητικά φορτισμένος
neon lights
φώτα νέον
neon timing light
φως νέον με χρονοδιακόπτη
net
σκέτος, καθαρός
net positive suction head (NPSH)
θετική πίεση αναρρόφησης
net weight
καθαρό βάρος
network
δίκτυο
network diagram
διάγραμμα δικτύων
neutral
ουδέτερος,νεκρά θέση ταχύτητας,"νεκρά" (e.g. If we don't want to move our car but keep the engine on, we should engage neutral. Εάν δεν θέλουμε να κινήσουμε το αυτοκίνητό μας αλλά να κρατήσουμε τη μηχανή ανοιχτή , πρέπει να βάλουμε νεκρά)
neutron
νετρόνιο, ουδετερόνιο
neutron flux
ροή ηλεκτρονίων
nickel
νικέλιο
nickel plated
επινικελωμένος
nitrogen
άζωτο
no charge
χωρίς χρέωση
no delivery
χωρίς παράδοση
noise
θόρυβος
noise emission
εκπομπή θορύβου
noise package
πακέτο ηχομόνωσης
no-load switch
διακόπτης "χωρίς φορτίο"
nominal size
ονομαστικό μέγεθος
nominal speed
ονομαστική ταχύτητα
non turbo model
μοντέλο χωρίς τούρμπο
non-ferrous metal
μη σιδηρούχο μέταλλο
non-return valve
βαλβίδα αντεπιστροφής
non-self priming pumps
αντλίες μη αυτόματου έγχυσης /πλήρωσης (αντλίες που πριν λειτουργήσουν για πρώτη φορά αλλά και σε τακτά διαστήματα χρειάζονται πλήρωση με υγρό του σωλήνα αναρρόφησης και της ίδιας της αντλίας
normal fluctuation
φυσιολογικές διακυμάνσεις
north
βορράς, βόρειος
notch
εγκοπή, σημάδι
notched wheel
τροχός με εγκοπές, οδοντωτός τροχός
nozzle
εκχυτήρας, ακροφύσιο, μπεκ, ακροσωλήνας, στόμιο
nozzle holder
βάση μπεκ
nuclear
πυρηνικός
nucleus
πυρήνας
number of revolutions
αριθμός περιστροφών
number plate
αριθμός/άδεια/καταχώριση
πινακίδας number plate lamp
αριθμός/ άδεια/καταχώριση πινακίδας
numbered
αριθμημένος
nut
παξιμάδι, περικόχλιο(e.g.The car mechanic put the locking nut in the wheel and tightened it up. Ο μηχανικός αυτοκινήτων τοποθέτησε το παξιμάδι ασφαλείας στον τροχό και το έσφιξε)
O observation
παρατήρηση
obtuse
αμβλύς
obtuse (angled) triangle
αμβλυγώνιο τρίγωνο
obtuse angle
αμβλεία γωνία
octane number rating
βαθμός οκτανίων
odometer
οδόμετρο
official
επίσημος
off-ramp
έξοδος αυτοκινητόδρομου
offset
μετατόπιση, εκτροπή από αρχική θέση
offset piston pin
μετατόπιση πείρου πιστονιού
offset radius
μετατόπιση ακτίνας κύκλου
offset screwdriver
στραβοκατσάβιδο, τεθλασμένο/αγκωνωτό καταβίδι (με κυρτά άκρα)
ohmmeter
ωμόμετρο
oil
πετρέλαιο κίνησης/λάδι
oil bath
λουτρό λαδιού
oil can
λαδωτήρι
oil change
αλλαγή λαδιού
oil charge
γέμισμα λαδιού
oil collector
συλλέκτης λαδιών
oil cooker
γκαζιέρα
oil cooler
ψύκτης λαδιού
oil dipper rod
δείκτης λαδιού
oil drain plug
τάπα αποσφράγισης λαδιού
oil filling plug
τάπα πλήρωσης λαδιού
oil filter
φίλτρο λαδιού (e.g. The oil filter captures dirt and metal that goes into the car’s oil system. Το φίλτρο λαδιού αιχμαλωτίζει τη βρωμιά καιτα μέταλλα που εισχωρούν στο σύστημα λαδιού του αυτοκινήτου)
oil filter removal
εργαλείο αλλαγής φίλτρου λαδιού
oil gauge
δείκτης πίεσης λαδιού
oil lamp
λάμπα πετρελαίου
oil leak
διαρροή λαδιού (e.g. Luckily, the car technician didn’t detect any oil leak in my car. Ευτυχώς ο τεχνικός αυτοκινήτου δεν διέκρινε κανένα ίχνος διαρροής λαδιού στο
αυτοκίνητό μου) oil level
στάθμη λαδιού
oil level dipstick
δείκτης/μετρητής/ράβδος μέτρησης λαδιού
oil line
γραμμή λαδιού
oil pan (US)
ελαιολεκάνη κινητήρα, κάρτερ (e.g. Friction of the moving parts of the engine is reduced by the oil which comes from the oil pan. Η τριβή των κινούμενων μερών της μηχανής μειώνεται από το έλαιο που έρχεται από την ελαιολεκάνη)
oil pressure sensor
αισθητήρας πίεσης λαδιού
oil pressure switch
διακόπτης πίεσης λαδιού
oil pump
αντλία λαδιού (e.g The oil pump draws oil from the oil sump and channels it to the moving partes of the engine in order to lubricate them. Η αντλία λαδιού τραβάει λάδι από το κάρτερ και το διοχετεύει στα κινούμενα μέρη της μηχανής για να τα λιπάνει)
oil pump gears
γρανάζια αντλίας λαδιού
oil pump strainer
σίτα αντλίας λαδιού
oil seal
τσιμούχα
oil seal seating ring
δαχτυλίδι τοποθέτησης τσιμούχας
oil strainer
σίτα λαδιού
oil sump
ελαιολεκάνη κινητήρα, κάρτερ (e.g. Friction of the moving parts of the engine is reduced by the oil which comes from the oil pan. Η τριβή των κινούμενων μερών της μηχανής μειώνεται από το έλαιο που έρχεται από την ελαιολεκάνη)
oil syringe
σύριγγα λαδιού
oil trap
παγίδα λαδιού
oil udge
κατακάθι λαδιού
oiler
λαδωτήρι
oilway
πορεία λαδιού
oilways
αύλακες λιπαντικού (e.g. Oilways situated on the under side of the cylinder head supply oil to the valves assembly and the camshafts. Οι αύλακες λιπαντικού που βρίσκονται στο κάτω μέρος της κυλινδροκεφαλής παρέχουν λάδι στο συγκρότημα βαλβίδων και στους εκκεντροφόρους άξονες)
on line
είμαι συνδεδεμένος στο σύστημα, είμαι σε λειτουργία
on-board
πάνω στο ταμπλό
one way valve
βαλβίδα χωρίς επιστροφή
on-ramp
είσοδος αυτοκινητόδρομου
open circuit
ανοιχτό κύκλωμα
open-ended wrench
κλειδί σταθερού ανοίγματος, γερμανικό κλειδί
opening
άνοιγμα, οπή, στόμιο
open-top convertible
αυτοκίνητο με πτυσσόμενη οροφή
operate
λειτουργώ, χειρίζομαι
operating conditions
συνθήκες λειτουργίας
operating instuctions
οδηγίες λειτουργίας (e.g. The operating instructions of the TV set are written in this manual. Οι οδηγίες λειτουργίας της τηλεόρασης είναι γραμμένες σε αυτό το εγχειρίδιο)
operating principle
αρχή λειτουργίας
operation
λειτουργία, χειρισμός, εγχείριση, μαθηματική πράξη
operation range
εύρος λειτουργίας
operational temperature
θερμοκρασία λειτουργίας
operator
χειριστής
opposed engine
αντικρυστός κινητήρας (αντικρυστών κυλίνδρων), μπόξερ
optimum
το καλύτερο
option
επιλογή, δικαίωμα,δυνατότητα επιλογής
orbit
τροχιά
ore
μετάλλευμα, ορυκτό
orifice
στόμιο
origin
αρχή, πηγή, προέλευση, καταγωγή
original
αρχικός,πρωτότυπος, το πρωτότυπο
Original Equipment Manufacturer
αυθεντικός κατασκευαστής
(OEM)
ανταλλακτικών
O-ring
Ο-ρινγκ, δακτύλιος στεγανοποίησης
oscillating sprinkler
ποτιστική βεντάλια
oscillator
ταλαντωτής
oscilloscope
παλμογράφος
out of action
εκτός λειτουργίας (e.g. Due to overheating, the engines were put out of action. Λόγω της υπερθέρμανσης, όλες οι μηχανές τέθηκαν εκτός λειτουργίας).
out of balance
εκτός ισορροπίας
out of round
εκτός πορείας
outboard engine
εξωλέμβιος κινητήρας
outdoor
εξωτερικός (χώρος)
outer door handle
εξωτερικό χερούλι πόρτας
outgoing
εξερχόμενος
outlet
έξοδος, εξαγωγή, υποδοχή όπου καταλήγει γραμμή τάσης
outlet grille (ventilation)
αντλία εξαγωγής (εξαερισμού)
outlet valve
βαλβίδα εξαγωγής
outline
περιγράφω, σκιαγραφώ, περίγραμμα,σκιαγραφία, διάγραμμα, σχεδιάγραμμα, περίμετρος,
περίληψη output
εξαγωγή, έξοδος,εξαγόμενο αποτέλεσμα,παροχή, απόδοση (μηχανήματος, συσκευής κ.λ.π.) τα σημεία από τα οποία παίρνεται η έξοδος
output capacity
απόδοση, ισχύς μηχανήματος
output horsepower( h.p.)
ωφέλιμη ιπποδύναμη, αποδιδόμενη ιπποδύναμη
output shaft
άξονας εξόδου
outrigger shoes
πόδια στήριξης, εξωτερικά προβαλόμενα πέλματα στήριξης
outside
έξω, εξωτερικός
ovality
εκκεντρικότητα
oven
φούρνος, κλίβανος (e.g. Put the cake in the oven for sixty minutes. Βάλε το κέικ στο φούρνο για εξήντα λεπτά)
overall
τελείως, ολοσχερώς, ολικός,πλήρης, ευρύχωρο εξωτερικό ένδυμα εργασίας, φόρμα
overall length
ολικό μήκος
overall width
ολικό πλάτος
overbuck
κοπή από πάνω
overcharge
υπερφόρτιση
overcooling
υπερψυχρότητα
overcurrent
ένταση ρεύματος μεγαλύτερη του
κανονικού overdrive
τρίτη ταχύτητα
overdrive transmission
κιβώτιο ταχυτήτων μη πολλαπλασιαστικής ταχύτητας υπερχείλισης
overflow
μη πολλαπλασιαστική ταχύτητα υπερχείλισης
overflow oil line connection
γραμμή ένδειξης στάθμης λαδιού (επάνω)
overflow pipe
σωλήνας υπερχείλισης
overflow valve
βαλβίδα υπερχείλισης
overhaul
επισκευάζω, κάνω σέρβις
overhead
ψηλά, από πάνω, εναέριος
overhead cam (ohc)
εκκεντροφόρος άξονας
overhead projector
προβολέας διαφανειών
overhead valve (ohv)
βαλβίδα κεφαλής
overheat
υπερθερμαίνω, υπερθερμαίνομαι, ανάβω
overheating
υπερθέρμανση
overinflation
υπερπλήρωση
overload
υπερφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτιση
overload trip
ταξίδι με υπερφόρτωση
overloading
υπερφόρτωση ( e.g. Overloading of electrical circuits is prevented from fuses. Η υπερφόρτωση των ηλεκτρικών κυκλωμάτων
παρεμποδίζεται από τις ασφάλειες) overpressure
υπερπίεση
oversize
υπερμεγέθης
oversteer
υπερστρέφω
overtake
προσπερνάω
overtime
υπερωρία (e.g. He works overtime almost every day but he never gets paid. Δουλεύει υπερωρίες σχεδόν κάθε μέρα αλλά ποτέ δεν πληρώνεται)
overuse
κατάχρηση
overweight
υπέρβαρος
ovoid
ωοειδής
oxidation
οξείδωση (e.g. Motor oil oxidation can be caused by exposure to air, heat and moisture. Η οξείδωση του λαδιού μηχανής μπορεί να προκληθεί από την έκθεση στον αέρα, τη ζέστη και την υγρασία)
oxidation air compressor
συμπιεστής αέρα οξείδωσης
oxide
οξείδιο
oxidizing
οξειδωτικό
oxidizing process
διαδικασία οξείδωσης
oxyacetylene welding
οξυγονοκόλληση
oxygene
οξυγόνο
P
package
πακετάρισμα, συσκευασία, πακέτο
packing
συσκευάζω, συσκευασία (πακετάρισμα)
packing box
κουτί συσκευασίας
paddle
κουπί, πτερύγιο
padlock
λουκέτο
pallet
παλέτα, συσκευή όπου στερεώνονται τα προς κατεργασία αντικείμενα και στη συνέχεια τοποθετείται στην ακριβή της θέση πάνω στην τράπεζα της εργαλειομηχανής ή απομακρύνεται απ' αυτήν με σύστημα αυτόματης τοποθέτησης
pallet trolley
χειροκίνητο παλετοφόρο
pan
δοχείο, τηγάνι
pane
τζάμι παραθύρου
panel
πλαίσιο, πλάκα, πίνακας χειρισμού ή ελέγχου ηλεκτρικής συσκευής
pans for melting/remelting/de-
δοχείο
gassing/casting of steel
τήξης/ανάτηξης/εξαερίωσης και απόχυσης χάλυβα
paper element
χάρτινο φίλτρο
parafin oil
παραφινέλαιο
parallel
παράλληλος
parallel circuit
παράλληλο κύκλωμα
parallel connection
παράλληλη σύνδεση
parallel rule
παραλληλογράφος
parallelogram
παραλληλόγραμμο
parking brake
χειρόφρενο
parking lights
φώτα στάθμευσης
part
ανταλλακτικό, κομμάτι, μέρος,τμήμα, εξάρτημα, τεμάχιο
part catcher
μηχάνημα απόσπασης των κατεργασμένων αντικειμένων από την τράπεζα εργασίας των εργαλειομηχανών
part loader
μηχανισμός φόρτωσης αντικειμένων για κατεργασία σε CNC εργαλειομηχανή
part unloader
μηχανισμός εκφόρτωσης αντικειμένων για κατεργασία σε CNC εργαλειομηχανή
particle
σωματίδιο
particular
ιδιαίτερος
partition
διαχωριστικό
passenger
επιβάτης
passenger lift
ανελκυστήρας προσώπων
passenger seat
κάθισμα συνοδηγού
pasteurisation
αποστείρωση, παστερίωση γαλακτοκομικών προϊόντων
pasteurise
αποστειρώνω, παστεριώνω
patent
κατοχυρώνω μια ευρεσιτεχνία,ευρεσιτεχνία
pattern
υπόδειγμα, σχέδιο, μοντέλο, πρότυπο, αχνάρι
pavement
πεζοδρόμιο
pawl
έλασμα συγκράτησης οδοντωτού τροχού, καστάνια
peak power
μέγιστη ισχύς
pedal
πεντάλι, ποδωστήριο
pedestrian
πεζός
pedestrian crossing
διάβαση πεζών
pedestrian precinct
πεζόδρομος
penetration
εισχώρηση, διαπέραση, διείσδυση, εισβολή
pentagon
πεντάγωνο
pentagonal
πενταγωνικός
perform
εκτελώ, πραγματοποιώ, λειτουργώ, δίνω παράσταση
performance
απόδοση,εκτέλεση, επίδοση,παράσταση
perishable
ευπαθής, που χαλάει εύκολα
permanent
μόνιμος, σταθερός, διαρκής
permanent magnet
μόνιμος μαγνήτης
permanently
μόνιμα, σταθερά, διαρκώς
perpendicular
κάθετος
personnel
το προσωπικό (π.χ. εταιρείας)
petrol
βενζίνη
petrol can
δοχείο βενζίνης
petrol engine
βενζινομηχανή
petrol gas
βενζίνη
petrol pump
αντλία βενζίνης
petrol station
πρατήριο βενζίνης, βενζινάδικο
petrol tank
δεξαμενή βενζίνης/ ντεπόζιτο βενζίνης, ρεζερβουάρ
petroleum
πετρέλαιο
petroleum jelly
βαζελίνη
pharmaceutical
φαρμακευτικός
phase
φάση
Philips screwdriver
σταυροκατσάβιδο, Φίλιπς κατσαβίδι
pick up truck
μικρό ανοιχτό φορτηγό με χαμηλή ανοιχτή καρότσα, αγροτικό
pictorial diagram
εικονογραφημένο διάγραμμα
pillar
πυλώνας, στύλος
pillar crane
γερανός επί στύλου
pin
καρφιτσώνω,καρφίτσα,λεπτό καρφί, περόνη, πείρος,σφήνα, μικρός σωλήνας
pin bolt
πείρος
pin plug
ηλεκτρόδιο
pincers
λαβίδα, τσιμπίδα, τανάλια
pinion
πηνίο
pipe
σωλήνας
pipe adjustable wrench
ρυθμιζόμενο κλειδί σωληνώσεων, παπαγάλος
pipe cutter
σωληνοκόπτης
pipe line
αγωγός
piping
σωληνώσεις
piping manifolds
σωληνώσεις
piston
πιστόνι, έμβολο (e.g. Pistons are usually made of light aluminium alloy in order to be strong but light as well as they reciprocate inside a cylinder about a hundred times per second when the car is running at maximum speed. Τα έμβολα συνήθως κατασκευάζονται από ένα κράμα ελαφρού αλουμινίου για να είναι ανθεκτικά αλλά και ελαφρά καθώς εκτελούν παλινδρομικές κινήσεις μέσα σε ένα κύλινδρο περίπου εκατό φορές το δευτερόλεπτο όταν το αυτοκίνητο τρέχει με μέγιστη ταχύτητα)
piston bush
μεταλλική επένδυση πιστονιού
piston clearance
ελευθερία εμβόλου
piston displacement (US)
διάνυθεν διάστημα εμβόλου
piston head
κεφαλή εμβόλου
piston pin (US)
άξονας ποδός διωστήρα,πείρος εμβόλου, άξονας εμβόλου, γόμφωση, γόμφος
piston ring
ελατήριο/δακτύλιος στεγανότητας εμβόλου (e.g. One way to avoid loss of the engine’s power is to use piston rings which block combustion pressure to escape through the piston in the cylinder. Ένας τρόπος να αποφευχθεί η απώλεια δύναμης της μηχανής είναι να χρησιμοποιήσουμε ελατήρια στεγανότητας εμβόλου τα οποία εμποδίζουν την πίεση καύσης να διαρρεύσει μέσω του εμβόλου μέσα στον κύλινδρο)
piston ring compressor
συμπιεστής ελατηρίου εμβόλου
piston rod
διωστήρας ελατηρίου εμβόλου
piston skirt
μάγουλο ελατηρίου εμβόλου
piston speed
ταχύτητα ελατηρίου εμβόλου
piston stroke travel
μήκος διαδρομής ελατηρίου
εμβόλου piston top
κορυφή ελατηρίου εμβόλου
piston-groove cleaner
εργαλείο για τον καθαρισμό των αυλακώσεων του εμβόλου
piston-ring compressor
σφιγκτήρας ελατηρίων εμβόλου
piston-ring pliers
εργαλεία/ τσιμπίδες για το άνοιγμα και αφαίρεση των ελατηρίων του εμβόλου
Pitman arm (US)
Βραχίονας πίτμαν (e.g. The pitman arm is the lever arm which comes out from the steering box in pitman arm mechanisms. Ο βραχίονας πίτμαν είναι ο βραχίονας του μοχλού ο οποίος βγαίνει από το κιβώτιο ταχυτήτων στους μηχανισμούς βραχίονα πίτμαν.)
pivot
περιστρέφομαι (γύρω από άξονα, πόλο), άξονας περιστροφής, άξονας πείρου, άξονας-οδηγός
pivoted
στηριζόμενο, στρεφόμενο περί γόμφο/ άξονα-οδηγό
place
θέτω, τοποθετώ, θέση, μέρος,τόπος, πλατεία
placing
τοποθέτηση
plan
σχεδιάζω, προγραμματίζω,
σχέδιο,προγραμματισμός (e.g. I still have indefinite plans about my career.Ακόμη έχω ακαθόριστα σχέδια για την καριέρα μου) plane
ροκανίζω, πλανίζω, επίπεδος, το επίπεδο (γεωμ.), πλάνη (εργαλειομηχανή), αεροπλάνο
plant
εγκαθιστώ, φυτεύω,εγκατάσταση,φυτό, βιομηχανική εγκατάσταση, εργοστάσιο
plaster
σοβαντίζω, σοβάς
plastic strain
πλαστική παραμόρφωση
plastigage
πλαστικό για μέτρηση ανοχών
plate
επιμεταλλώνω, επικαλύπτω, μεταλλικό έλασμα, μεταλλική πλάκα, πλάκα,πινακίδα, πίνακας ηλεκτρικής συσκευής, πιάτο
plated
επιμεταλλωμένος, επικαλυμμένος
platinum
λευκόχρυσος, πλατίνα
platinum points
πλατίνες (επαφές)
plenum chamber
θάλαμος πληρώσεων
pliers
πένσα,τανάλια, τσιμπίδα
plotter
αποτυπωτής
plug
ταπώνω, βουλώνω,τάπα, βούλωμα, πώμα,ρευματολήπτης, πρίζα,βίσμα ηλεκτρικής συσκευής τοποθετούμενο σε ειδική υποδοχή,στόμιο υδροσωλήνα, φίσα
plug connector
πρίζα
plug lead
αγωγός σύνδεσης
plumber
(ο) υδραυλικός
plumbing
σωλήνες κτιρίου, υδραυλική εγκατάσταση, σύστημα σωληνώσεων
plunger
μακρύ έμβολο,έμβολο υδραυλικής αντλίας
pneumatic
με πεπιεσμένο αέρα
plunger valve
έμβολο βαλβίδας,βαλβίδα απόφραξης
point
αιχμή, μύτη, άκρο, σημείο, όριο, βαθμός, σκοπός, ζήτημα, (υπο)δείχνω
pointed
οξύς, μυτερός, αιχμηρός
pointed-nose pliers
μυτοτσίμπιδο
poisonous
δηλητηριώδης
polar
πολικός
polarity
πολικότητα
pole
πόλος (e.g. The earth has a
north and a south pole. Η γη έχει βόρειο και νότιο πόλο) polish
γυαλίζω, στιλβώνω
polisher
στιλβωτής, στιλβωτική μηχανή
pollutant
μολυσματικός παράγοντας, ρυπαντής
pollution
μόλυνση (ατμόσφαιρας, νερού, υγρών) (e.g. The use of public means of transport could reduce air pollution at a great extent. Η χρήση των δημοσίων μέσων μεταφοράς θα μπορούσε να μειώσει τη μόλυνση του αέρα σε μεγάλο βαθμό)
polygon
πολύγωνο
polygonal
πολυγωνικός
porcelain
πορσελάνη
port
θυρίδα, θύρα, στόμιο, οπή, δίοδος, λιμάνι
portable
φορητός, κινητός, μεταφερόμενος
portion
τμήμα, κομμάτι
position
θέση, στίγμα, τοποθετώ, εντοπίζω τη θέση
positive
θετικός
positive displacement pumps
χαρακτηρισμός των αντλιών που εκτοπίζουν το αντλούμενο
υγρό με την κίνηση εμβόλων, διαφραγμάτων, οδοντωτών τροχών κλπ. positively charged
θετικά φορτισμένος
post
θέση, πόστο εργασίας
potential
το δυναμικό, ηλεκτρική πίεση,δυνητικός, δυνατός, πιθανός
potentiometer
ποτενσιόμετρο
pour
χύνω, χύνομαι, ρέω, ροή
powder
σκόνη
power
δύναμη,ισχύς, ενέργεια (π.χ. ηλεκτρική), εξουσία
power (system) engineer
ενεργειακός μηχανικός
power distribution
διανομή ηλεκτρικού ρεύματος
power door lock
ηλεκτρική κλειδαριά πόρτας
power line
γραμμή τάσης
power output
απόδοση ισχύος
power plant
εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (παραγωγής, μεταφοράς, διανομής)
power station
σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
power steering
υδραυλικό τιμόνι
power stroke
χρόνος καύσης/εκτόνωσης κινητήρα
power supply
τροφοδοτικό ισχύος, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος
power system
σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας (παραγωγής, μεταφοράς, διανομής)
power tool
ηλεκτρικό εργαλείο
power transmission
μεταφορά ισχύος, μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας
power window switch
διακόπτης παραθύρου
power-assisted steering
υδραυλικό τιμόνι
power-cut
διακοπή ρεύματος
powerful
ισχυρός, δυνατός
practical
πρακτικός, χρήσιμος
practice
άσκηση, εξάσκηση, συνήθεια, ασκούμαι, εξασκώ
practise
εξασκώ, εφαρμόζω στην πράξη
precaution
προφύλαξη
precautionary
προφυλακτικός
precision
ακρίβεια (e.g.This drawing instrument has been designed with high precision. Αυτό το εργαλείο σχεδίασης έχει σχεδιαστεί με μεγάλη ακρίβεια)
precision ground
τρόχισμα ακριβείας
preference
προτίμηση
preheating
προθέρμανση
pre-ignition
προανάφλεξη
pre-load
προφόρτωση
premium super
βενζίνη σούπερ
press
πιέζω, πίεση, πιεστήριο, ο τύπος (εφημερίδες, περιοδικά κλπ.)
pressed steel
πρεσαριστός χάλυβας
pressure
πίεση (e.g. Take care to maintain correct air pressure in your tires. Να φροντίζεις να διατηρείς σωστή πίεση αέρα στα λάστιχά σου)
pressure accessories
εξαρτήματα υπό πίεση
pressure boosting
αύξηση, ανύψωση πίεσης υγρών
pressure gauge
μανόμετρο
pressure limiting valve
βαλβίδα περιορισμού πίεσης
pressure line
γραμμή πίεσης
pressure loss tester
τεστ διαφυγής πίεσης
pressure plate
δίσκος (πίεσης) συμπλέκτη, πλατό συμπλέκτη
pressure reducing valve
βαλβίδα μείωσης πίεσης
pressure reduction station
σταθμός εκτόνωσης της πίεσης
pressure regulating valve (brakes)
βαλβίδα ρύθμισης πίεσης (φρένων)
pressure regulator
ρυθμιστής πίεσης
pressure relief valve
βαλβίδα εκτόνωσης πίεσης
pressure spring
ελατήριο πίεσης
pressure switch
διακόπτης πίεσης
pressure test
έλεγχος πίεσης
pressurized parts
υπό πίεση μέρη
prevent
εμποδίζω, παρεμποδίζω, προλαμβάνω
prevention
πρόληψη
price
τιμή,(δια) τιμώ
primarily
πρωτίστως, πρωταρχικά, κατ' αρχήν
primary current
πρωτεύον/ κύριο ρεύμα
primary shaft
πρώτη ταχύτητα
prime mover
βασικός, κύριος κινητήρας (αντλίας)
priming
έγχυση, πλήρωση της αντλίας και των σωληνώσεων αναρρόφησης με υγρό
priming pump
χειραντλία πετρελαίου
private car
Ι.Χ., ιδιωτικό αυτοκίνητο
probe
εξετάζω λεπτομερώς, συσκευή ελέγχου κατεργασμένων κομματιών ή κοπτικών εργαλείων CNC εργαλειομηχανών
procedure
διαδικασία, πορεία εργασίας
process
διαδικασία, μέθοδος
produce
παράγω
product
προϊόν
production
παραγωγή
professional
επαγγελματίας,επαγγελματικός
proof tests
δοκιμές
propeller shaft
ελικοφόρος άξονας,προωθητικός άξονας,άτρακτος, κύριος άξονας μετάδοσης κίνησης
protective cap
προστατευτικό καπάκι
proton
πρωτόνιο
protractor
μοιρογνωμόνιο
pull
τραβώ
pull away
ξεκινάω (αυτοκίνητο)
pull on (cord)
τραβώ (καλώδιο)
pull rod
μπάλα έλξης
pull wire
σύρμα/συρματόσκοινο ρυμούλκησης
pull-back spring
ελατήριο με επαναφορά
puller
εξολκέας
pulley
καρούλι, τροχαλία, μακαράς, σύσπαστο, παλάγκο
pulley extractor
εξολκέας για γρανάζια στον καθρέφτη
pulley stay
ειδικός εξολκέας για γρανάζια καδένας
pulley system
πολύσπαστο
pulse
σφυγμός, παλμός, πάλλομαι
pulse width
εύρος παλμού
pump
αντλία, τρόμπα,αντλώ
pump capacity
παροχή αντλίας (όγκος αντλούμενου υγρού ανά ώραm3/h , τι παροχές και μανομετρικά δίνει, ικανότητα άντλησης)
pump efficiency
απόδοση αντλίας ( η ενέργεια που προσδίνει στο αντλούμενο υγρό ανά ώρα, υδραυλικός βαθμός απόδοσης)
pump head
πίεση κατάθλιψης αντλίας (ροή και πίεση αντλούμενου υγρού)
pump housing
το κτίσμα που κατασκευάζεται για να στεγάσει και να προφυλάξει την αντλία ή τον κινητήρα της, αντλιοστάσιο
pumping peak demand
μέγιστη απαίτηση συστήματος, χαρακτηριστικά εγκατάστασης (είδος υγρού, μανομετρικό ύψος, απόδοση αντλίας κλπ.)
punch
τρυπώ, τρυπητήρι, πόντα,σημάδι από πόντα, ζουμπάς, στιγεύς,, γροθιά
punched tape
διάτρητη ταινία (ηλεκτρονικού υπολογιστή)
puncture
διάτρηση, τρύπημα, τρύπα
pure
καθαρός, χωρίς προσμίξεις
purge
εξαερώνω, αναρροφώ,
καθαρίζω purifier
σύστημα, μηχανισμός καθαρισμού
push
σπρώχνω, ωθώ, ώθηση
push- on connector
σύνδεση με ώθηση
pushbolt
κοχλίας πίεσης
pushbutton
κουμπί επαφής
pushrod
ωστήριο
put into service
θέτω σε λειτουργία
put out (a fire)
σβήνω φωτιά
putty
στόκος
pylon
πυλώνας
pyramid
πυραμίδα
pyramidal
πυραμιδικός
Q quadrilateral
τετράπλευρο
qualifications
προσόντα
qualified
αυτός που έχει τα προσόντα, κατάλληλος
quality
ποιότητα, ιδιότητα
quantity
ποσότητα
quarry
λατομείο
quarter-doors
κολώνα πόρτας
quarter-pillar
κολώνα πόρτας
quench
ψύχω,σβήνω, δροσίζω, "βάφω" χάλυβα
quenching
"βαφή" χάλυβα
quick
ταχύς, γρήγορος
quite
τελείως, αρκετά, πολύ
R race car
αγωνιστικό αυτοκίνητο
racing car
αγωνιστικό αυτοκίνητο
rack
κανόνας κρεμαγιέρας
rack and pinion steering system
σύστημα οδήγησης τύπου κρεμαγιέρας (e.g. Rack and pinion steering system is the most common type of steering systems used in cars today because of it costs little, it is simple to use and does not slack at all. Το σύστημα οδήγησης τύπου κρεμαγιέρας είναι το πιο σύνηθες είδος συστήματος οδήγησης που χρησιμοποιείται στα αυτοκίνητα σήμερα διότι κοστίζει λίγο, είναι απλό στη χρήση και δεν λασκάρει καθόλου)
racking board
εξέδρα/πλατφόρμα γεωτρύπανου (πετρελαιοπηγής)
radial engine
ακτινωτός, αστεροειδής κινητήρας
radial force
ακτινική δύναμη
radial pumps
αντλίες ακτινικής ροής
radiant
ακτινοβολών, αυτός που ακτινοβολεί
radiate
ακτινοβολώ
radiation
ακτινοβολία
radiator
ακτινοβολών, θερμοπομπός, θερμαντικό σώμα (καλοριφέρ),ψυγείο αυτοκινήτου
radiator fan
ανεμιστήρας ψυγείου
radiator hood
μάσκα ψυγείου
radiator hose
σωλήνας ψυγείου
radiator cap
καπάκι καλοριφέρ (e.g. When we remove a radiator cap, we must use protective gloves and open it very slowly because of danger of burning. Όταν βγάζουμε ένα καπάκι καλοριφέρ, πρέπει να χρησιμοποιούμε προστατευτικά γάντια και να το ανοίγουμε πολύ αργά λόγω κινδύνου εγκαύματος).
radio equipment
ραδιοεξοπλισμός
radioactive
ραδιενεργός
radioactivity
ραδιενέργεια
radio-controlled
τηλεκατευθυνόμενος
radio-electrical interference
ραδιοηλεκτρικά παράσιτα
radius
ακτίνα
rail
ράβδος, βέργα, σιδηροτροχιά, κιγκλίδωμα, κάγκελο
rail flat wagon
επίπεδη φορτάμαξα, βαγόνι- πλατφόρμα
raise
υψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, μεγαλώνω, αυξάνω, ανατροφή, αύξηση
random
τύχη, τυχαίος
range
εμβέλεια, περιοχή μέτρησης, φάσμα, βεληνεκές, γκάμα, απόσταση, διάστημα, σειρά, τάξη (e.g. An engine must be kept between a specific temperature range
for optimal performance. Μία μηχανή πρέπει να διατηρείται ανάμεσα σε ένα συγκεκριμένο φάσμα θερμοκρασίας για βέλτιστη απόδοση) rapid
ταχύς, γρήγορος
ratchet
αναστολέας, καστάνια, μανέλλα, οδοντωτός τροχός αναστολής, αλυσίδα, όνυχας
ratchet spanner
κλειδί με καστάνια
rate
τιμή, αξία, βαθμός, τάξη, αναλογία, εκτιμώ, βαθμολογώ, διατιμώ
rated output
ονομαστική ισχύς
ratio
αναλογία, λόγος (μαθηματικά)
ray
ακτίνα
reach
φθάνω, εκτείνω, εκτείνομαι
react
αντιδρώ, αντενεργώ
reaction
αντίδραση
reaction forces
δυνάμεις αντίστασης
reaction moments
ροπές αντίστασης
reactor
αντιδραστήρας
reading
διάβασμα, ανάγνωση, ένδειξη μέτρησης οργάνου
realize
κατανοώ, αντιλαμβάνομαι, πραγματοποιώ
reaming
εντορνεύω, ανοίγω οπή, εκγλύφανση
rear
πίσω, οπίσθιος
rear axle
ημιαξόνιο,οπίσθιος άξονας
rear axle cover
κάλυμμα του πίσω άξονα
rear axle drive
οπίσθιος άξονας, πίσω άξονας, ημιαξόνιο
rear axle ratio
σχέση μετάδοσης διαφορικού
rear end
οπίσθιο άκρο
rear lamp
πίσω φανός
rear lights
πίσω φανοί/ φώτα
rear view mirror
κάτοπτρο
rear wheel brakes
φρένα πίσω τροχών
rear-wheel drive
με κίνηση στους πίσω τροχούς
reboring
επανατόρνευση
recalibration
διόρθωση μέτρησης, καλιμπράρισμα, ρύθμιση
receiver
(από)δέκτης
receiver tank
αεροφυλάκιο
recent
πρόσφατος
recess
εγκοπή, εσοχή, διάλειμμα
recessed head screw
βίδα με εγκοπές στο κεφάλι
recharge
επαναφορτίζω, γεμίζω(π.χ. την μπαταρία του αυτοκινήτου)
reciprocate
παλινδρομώ, ανταλλάσσω, ανταποδίδω
reciprocating
παλινδρομικός
reciprocating pump
παλινδρομική αντλία
recirculate
ανακυκλοφορώ
recirculating ball and nut
σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα κοχλία
steering system (or worm and
(e.g. The recirculating ball steering
nut steering system)
system is used much more than the other steering systems because it has less free play and slack than the other
systems. Το σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα κοχλία χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο από τα άλλα συστήματα διεύθυνσης διότι κάνει λιγότερες ελεύθερες κινήσεις και λασκάρει λιγότερο από τα άλλα συστήματα.) recirculation
ανακυκλοφόρηση
recognise
αναγνωρίζω
recoil
επαναφόρτιση ελατηρίου
recommend
συνιστώ
recondition
ανανέωση, επανακατασκευή
record player
πικ-απ
recover
αναρρώνω, επανακτώ, ξαναβρίσκω, επανορθώνω
rectangle
ορθογώνιο
rectangular
ορθογώνιος
rectifier
ανορθωτής(e.g. A rectifier is an electrical device that turns ac current into dc current. It can be a diode or a valve. Ο ανορθωτής είναι μία ηλεκτρική συσκευή που μετατρέπει το εναλλασσόμενο ρεύμα σε συνεχές ρεύμα. Μπορεί να είναι μία δίοδος ή μία βαλβίδα)
rectify
επανορθώνω, ανορθώνω, αποκαθιστώ, διορθώνω
recycling
ανακύκλωση
reduce
μειώνω, ελαττώνω
reduction
ελάττωση, μείωση, υποβίβαση, μεταβολή, αναγωγή
refer
αναφέρω, αναφέρομαι,κάνω μνεία, παραπέμπω, αποδίδω
reference
αναφορά, σύσταση (από πρόσωπο ή πιστοποιητικό), παραπομπή, πληροφορία, σχέση
reference point
σημείο αναφοράς
refine
εκκαθαρίζω, διηλύζω, εξευγενίζω
refinery
διηλυστήριο
refitting
ανασυναρμολόγηση
reform
αναμορφώνω, ανασχηματίζω, μεταρρυθμίζω
refrigerant
ψυκτικό υλικό (e.g. A refrigerant is a mixture that absorbs heat and releases it after transforming it into cool air. Το ψυκτικό υλικό είναι ένα μίγμα που απορροφά ζέστη και την απελευθερώνει αφού τη μετατρέψει σε δροσερό αέρα)
refrigerant pipes
σωλήνες ψυκτικού υγρού
refrigeration
ψύξη
refrigerator
ψυγείο
regain
ανακτώ
registration plate lamp
αριθμός/ άδεια/καταχώριση πινακίδας
regular
κανονικός, τακτικός, ομαλός
regularly
κανονικά, τακτικά
regulate
κανονίζω, ρυθμίζω
regulation
ρύθμιση, κανονισμός, διάταξη (νομοθετική π.χ.)
regulator
ρυθμιστής
regulator valve (US)
βαλβίδα εκτόνωσης
re-ignition
επανέναυση
reinforce
ενισχύω
reinforcement
ενίσχυση, ενδυνάμωση
relate
σχετίζω, σχετίζομαι, διηγούμαι
related
(συ)σχετιζόμενος, συγγενικός
relation
σχέση, αναφορά, συγγένεια, αφήγηση
relationship
συγγένεια, σχέση
relative
συγγενής, σχετικός, αναφερόμενος
relay
ρελέ, ηλεκτρονόμος
relay plate
πλάκα ρελέ
release
αφήνω, ελευθερώνω,απελευθερώνω, απαλλάσσω, (απ)ελευθέρωση, αφετηρία
release bearing
ρουλεμάν συμπλέκτη
release clutch
μηχανισμός συμπλέκτη
release colar
δακτύλιος/κολάρο απελευθέρωσης
release cup
ρουλεμάν συμπλέκτη
release mechanism
μηχανισμός συμπλέκτη
reliability
αξιοπιστία
reliable
αξιόπιστος, άξιος εμπιστοσύνης, υπεύθυνος, σίγουρος, ασφαλής
relief angle
γωνία ελευθερίας μετατoπίσεως/ γωνία ελευθερίας
relief valve
βαλβίδα εκτόνωσης
remain
παραμένω
remains
απομεινάρια, υπολείμματα, λείψανα
remedy
θεραπεύω, αποκαθιστώ βλάβη, διορθώνω,θεραπεία,αποκατάσταση βλάβης/ ζημιάς,διόρθωση,επισκευή
remind
υπενθυμίζω
removable
που μπορεί να μετακινηθεί/ αποσπασθεί/ αφαιρεθεί, μεταθετός
removal
αφαίρεση, απομάκρυνση, βγάλσιμο,μετακίνηση, απόσπαση,μεταφορά,απόσυρση,αποκατάστ αση (βλάβης)
remove
απομακρύνω, μετακινώ, μετακομίζω, μεταφέρω, αφαιρώ, αποσπώ,αποσύρω (e.g. You can remove a car fuse with your hands or with a special plastic tool. Μπορείς να αφαιρέσεις μια ασφάλεια αυτοκινήτου με τα χέρια σου ή με ένα ειδικό πλαστικό εργαλείο).
renewable
ανανεώσιμος
repair
επισκευάζω,επιδιορθώνω, επισκευή, επιδιόρθωση
repair part
επισκευασμένο εξάρτημα
repairman
επισκευαστής, τεχνίτης επισκευών,επιδιορθωτής
repairment
επιδιόρθωση, επισκευή
repeatability
ικανότητα παραγωγής πανομοιότυπων
προϊόντων repetitive
επαναλαμβανόμενος
replace
αντικαθιστώ, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, επαναθέτω, επανατοποθετώ (e.g. In general,car manufacturers recommend that we should replace tires after six years of use. Γενικά, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων προτείνουν ότι θα πρέπει να αντικαθιστούμε τα λάστιχα μετά από έξι χρόνια χρήσης)
replacement
επανατοποθέτηση,ανατοποθέτηση, αντικατάσταση, αναπλήρωση, ανταλλακτικό(e.g. In contrast with car manufacturers,tire manufacturers say that tires need replacement after ten years. Σε αντίθεση με τους κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι κατασκευστές λάστιχων λένε ότι τα λάστιχα χρειάζονται αντικατάσταση μετά από δέκα χρόνια)
replacement engine
ανταλλακτική μηχανή
represent
παριστάνω, αντιπροσωπεύω, συμβολίζω, παρουσιάζω
representation
αντιπροσώπευση, (ανα)παράσταση, απεικόνιση
reproduce
αναπαράγω, αντιγράφω
reproduction
αναπαραγωγή, αντίγραφο (έργου τέχνης
π.χ.) reproduction media
μέσα αναπαραγωγής
repulsion
άπωση, απώθηση
repulsive
απωθητικός
require
απαιτώ, χρειάζομαι
requirement
απαίτηση, ζήτηση
research
έρευνα
reservoir
δεξαμενή, αποθήκη, υδαταποθήκη, ντεπόζιτο, δοχείο, ρεζερβουάρ (e.g. He decided to check the level of the fluid in the reservoir. Αποφάσισε να ελέγξει τη στάθμη του υγρού μέσα στο ρεζερβουάρ)
reservoir cap
καπάκι ρεζερβουάρ(e.g. He unscrewed the reservoir cap and looked inside. Ξεβίδωσε το καπάκι του ρεζερβουάρ και κοίταξε μέσα)
resist
αντιστέκομαι
resistance
αντοχή, αντίσταση, ανθεκτικότητα
resistant
ανθεκτικός, αντιστεκόμενος (e.g. This watch is water resistant. Αυτό το ρολόι είναι ανθεκτικό στο νερό)
resistor
αντιστάτης, αντίσταση
resource
πόρος, μέσο, προσόν, πλουτοπαραγωγική πηγή
respiratory
αναπνευστικός
respond
(αντ)αποκρίνομαι, απαντώ, υπακούω σε
χειρισμούς (για μηχανή) responsible
υπεύθυνος
rest position
θέση ηρεμίας (νεκρή)
restore
αποκαθιστώ, επισκευάζω, επαναφέρω
restrict
περιορίζω
restrictor
μειωτής,μειωτήρας, περιοριστής (π.χ. λαιμού δοχείου βενζίνης ώστε να επιτρέπει μόνο την εισαγωγή μάνικας αμόλυβδης βενζίνης)
result
επακολουθώ, προκύπτω, καταλήγω, αποτέλεσμα
retain
κρατώ, συγκρατώ, διατηρώ
retainer
συνδετήρας
retaining plate
πλάκα σύνδεσης
retaining screw
βίδα σύνδεσης
retaining screwdriver
κατσαβίδι με καστάνια
retaining straps
ιμάντες σύνδεσης
reticle
πλέγμα
retracting headline
αναδιπλούμενος φανός
return line
γραμμή επιστροφής αγωγού
return pump
αντλία επιστροφής
return spring
ελατήριο επαναφοράς
reversal
αντιστροφή
reverse
αντιστρέφω, αντίστροφος
reverse gear
οδοντοτροχός, ταχύτητα οπισθοδρόμησης, "η όπισθεν"
reverse light
αναστρεφόμενο φως, φανός
οπισθοπορείας reverse order
αντίθετη διάταξη
reversible ratchet drive
καστάνια με επαναφορά
reversing lamp
αναστρεφόμενο φως, φανός οπισθοπορείας
reversing light
αναστρεφόμενο φως, φανός οπισθοπορείας
reversing valve
βαλβίδα αναστροφής
review
αναθεωρώ, επιθεωρώ, επανεξετάζω, αναθεώρηση, επιθεώρηση, επανεξέταση, επανάληψη, ανασκόπηση, κριτική
revise
αναθεωρώ,διορθώνω
revision
αναθεώρηση, ανασκευή, διόρθωση, επανάληψη
revolution
περιφορά, (περι)στροφή, επανάσταση
revolution counter
ανάποδη περιστροφή
revolutions per minute (RPM)
περιστροφές ανά λεπτό (κινητήρα)
revolver
περιστρεφόμενο εργαλειοφορείο εργαλειομηχανής αριθμητικού ελέγχου,ρεβόλβερ(είδος όπλου)
revolving
περιστροφικός, περιστρεφόμενος
revs per minute (rpm)
στροφές ανά λεπτό
rewire
επανακαλωδιώνω
rewiring
επανακαλωδίωση
rhomboid
ρομβοειδής
rhombus
ρόμβος
ribed radiator
ψυγείο με νευρώσεις
rich mixture
πλούσιο μίγμα
ride
ιππεύω, πηγαίνω με δίκυκλο, αυτοκίνητο,κλπ., ιππασία, περίπατος με όχημα
right
δικαιώνω, επανορθώνω, δεξιός, ορθός, σωστός, δίκαιος, κατάλληλος, το δίκαιο, το σωστό, δικαίωμα, σωστά, κατ' ευθείαν
right angle
ορθή γωνία
right angled triangle
ορθογώνιο τρίγωνο
right hand drive (RH drive)
δεξιοτίμονος
rigidity
ακαμψία
rim
ζάντα
ring
δακτύλιος, δακτυλοειδές ελατήριο, ελατήριο (εμβόλου), κρίκος
ring gear
κολώνα διαφορικού
ring wrench
πολυγωνικό (κλειστό) κλειδί
rise
αυξάνω,(αν)υψώνω, (αν)υψώνομαι, ανατέλλω, σηκώνομαι, αύξηση, (αν)ύψωση, ανατολή, σήκωμα
risk
ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος
rivet
πριτσινώνω,ηλώνω, καρφώνω, καθηλώνω,πριτσίνι, ήλος,καρφοβελόνα
riveting
ήλωση, κάρφωμα, πριτσίνωμα
road clearance
ύψος από το δρόμο (σε γέφυρα), απόσταση από το δρόμο
road holding
κράτημα του δρόμου
road sign
σήματα οδικής κυκλοφορίας και πινακίδες
με πληροφορίες στους δρόμους road test
δοκιμή σε πορεία
roadholding
"κράτημα" αυτοκινήτου
rocker
ζυγός βαλβίδων, μοχλός διεύθυνσης βαλβίδων, ζυγός, πλήκτρο, κοκοράκι πιανόλας
rocker arm
ζυγός βαλβίδων, μοχλός διεύθυνσης βαλβίδων, ζυγός, πλήκτρο, κοκοράκι πιανόλας
rocker box
καπάκι βαλβίδων
rocker cover
καπάκι βαλβίδων
rocker finger
δάκτυλος βαλβίδων
rocker inspection cover
καπάκι ελέγχου βαλβίδων
rocker panel
μαρσπιέ
rocker shaft
φλογέρα βαλβίδων
rod
ράβδος, άξονας,διωστήρας, στέλεχος, μοχλός, βάκτρο
roll
κυλώ,κατρακυλώ, τυλίγω, τυλίγομαι, κύλινδρος, περιστροφή, έλκυστρο, έλαστρο, μποτσάρισμα, διατοιχισμός, πίνακας, κατάλογος, ψωμάκι
roller bearing
ρουλεμάν με ράουλα
roller cage
βάση ρουλεμάν
rolls
μηχάνημα κυκλικής κάμψης, κύλινδροι κάμψης, ρόλλοι
roof box
μπαγκαζιέρα οροφής
roof luggage rack
σχάρα οροφής για αποσκευές
roof rack
σχάρα οροφής
roof rack load
φορτίο αποσκευών οροφής
roofed
σκεπαστός, με σκεπή
root
ρίζα (φυτού/ μαθηματικά), βάση, ριζώνω
rope
σχοινί
rotary
περιστροφικός, περιστρεφόμενος
rotary engine
περιστροφικός κινητήρας
rotary pump
περιστροφική αντλία
rotate
περιστρέφων, περιστρέφομαι, γυρίζω
rotating machine
περιστρεφόμενες μηχανές
rotational speed sensor
αισθητήρας ταχύτητας περιστροφής
rotor
ρότορας, δρομέας, επαγωγικό τύμπανο, στροφείο, περιστροφέας, κινητός τροχός, στροφίλι, γυροσφόνδυλος, επαγώγιμο
rotor arm
ράουλο (διανομέα), ντιστριμπιτέρ
rotor winding
περιέλιξη στροφείου
rough
τραχύς,σκληρός, ανώμαλος, τρικυμισμένος
roughness
ανωμαλία, αγριάδα, τραχύτητα,σκληράδα
round
περικυκλώνω, στρογγυλεύω, στρογγυλός, κυκλικός, σφαιρικός,κυκλοτερής, κύκλος, γύρος, γύρω
round hose pliers
πένσα με στρογγυλή μύτη
round -nose pliers
μυτοτσίμπιδο με στρογγυλά άκρα, στρογγυλοτσίμπιδο
rounded
στρογγυλεμένος
routine maintenance
συντήρηση ρουτίνας
routing
διαδρομή
rubber
ελαστικό, καουτσούκ,τρίφτης, γόμα,γομολάστιχα, σβήστρα
rubber grommet
λαστιχένιο δακτυλίδι
rule
κυβερνώ, διευθετώ, διευθύνω, χαρακώνω, κανόνας, διοίκηση, χάρακας, γνώμονας
ruler
χάρακας, κανόνας
run cables
περνάω/ εγκαθιστώ καλώδια
run out
τελειώνω, εξαντλούμαι
run-hour meter
μετρητής κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος
run-in oil
αρχή λειτουργίας μηχανής (ροντάρισμα)
running conditions
συνθήκες οδήγησης/ λειτουργίας του κινητήρα
running cost
έξοδα λειτουργίας
run-out
περιστροφή
rust
σκουριά, οξείδωση, σκουριάζω
rusted
σκουριασμένος
rust-preventive primer
αντισκωρικό επικάλυμμα
S saddle
σέλα, αναβολέας, κολάρο (εξάρτημα στερέωσης καλωδίων)
safe
ασφαλής, σώος, σιδερένιο κιβώτιο, χρηματοκιβώτιο
safe materials
ασφαλή υλικά
safety
ασφάλεια
safety accessories
εξαρτήματα ασφαλείας
safety margins
ασφαλή όρια
safety steering column
στήλη τιμονιού ασφαλείας (π.χ. σπαστή)
sale
πώληση
sallon
σαλόνι
saloon (or family saloon or
οικογενειακό, τετράθυρο κλειστό αυτοκίνητο
sedan)
για τέσσερα ή περισσότερα άτομα (e.g. Father took us on an excursion with our saloon. Ο πατέρας μας πήγε εκδρομή με το οικογενειακό μας αυτοκίνητο)
sample
δοκιμάζω,δείγμα, υπόδειγμα
sandcloth
γυαλόχαρτο, σμυριδόχαρτο
sanding
αμμοβολή, κοκκοειδή υπολείμματα άμμου
sanitary
υγειονομικός
satisfactory
ικανοποιητικός, ευχάριστος, αρεστός
save
(εξ)οικονομώ, σώζω, αποταμιεύω
saw
πριόνι, πριονίζω
scale
κλίμακα, διαβάθμιση, βαθμολογημένος κανόνας
scalene triangle
σκαληνό τρίγωνο
scavenge pump
αντλία σάρωσης
schedule of production
πρόγραμμα παραγωγής
schematic diagram
σχηματικό διάγραμμα
scheme
σχέδιο
science
επιστήμη
scientific
επιστημονικός
scientist
επιστήμονας
scoop
μεγάλη κουτάλα, σέσουλα, φαράσι, κουτάλα βυθοκόρου/ εκσκαπτικού-μεταφορικού μηχανήματος, αντλίο, ανεμοδόχος
score
σκορ, σημάδι
scrap
κομμάτι, υπόλειμμα, απόκομμα,παλιοσίδερα, απορρίπτω σαν άχρηστο, απόβλητο
scrap paper
πρόχειρο χαρτί, κομμάτι χαρτιού, απόκομμα
scrape
αποξέω, ξύνω, εξομαλύνω επιφάνεια με ξύσιμο
scraper
ξέστρο, γλυφίδα, αποξεστήρας,ξύστρα,ξυστήρι, ρασκέτα, εκσκαφέας (συρτός), αποξέστης, εξισωτής,εξομαλυντήρας
scraper ring
ελατήριο λαδιού ξύστρας
scraping
στρώσιμο (απόξεση) μεταλλικών επιφανειών
screw
βίδα, βιδώνω,κοχλίας, έλικας
screw pump
κοχλιοφόρος αντλία
screwdriver
κατσαβίδι, κοχλιοστρόφιο
screwholding screwdriver
κατσαβίδι με συγκρατητή βίδας, αρπάγη, κλέφτης
screw-pitch gauge
σπειρωματόμετρο, σπειρόμετρο
scribe
σημαδεύω, χαράσσω, παραγλυφίζω
scriber
γραφίτης, σημαδευτής,σημαδευτήρι, χαράκτης
scribing
χάραξη
seal
σφραγίζω, φράζω, κλείνω, στερεώνω,σφραγίδα, υλικό στεγανοποίησης, φλάντζα (e.g. Engine seals can be
revitalised by using an additive oil. Οι φλάντζες της μηχανής μπορούν να αναζωογονηθούν χρησιμοποιώντας ένα προσθετικό λάδι) sealant bead
κόλλα που στεγανοποιεί
sealing gasket
φλάντζα στεγανοποίησης (e.g. A sealing gasket separates the cylinder head and the cylinder block. Μια φλάντζα στεγανοποίησης διαχωρίζει την κυλινδροκεφαλή και το συγκρότημα κυλίνδρων)
sealing groove
λούκι στεγανοποίησης
sealing surface
επιφάνεια στεγανοποίησης
sealing washer
ροδέλα στεγανοποίησης
seam
συναρμόζω, συρράπτω, ραφή (ένωση), συρραφή, συναρμογή με επικάλυψη, αρμός
seaming
φτιάξιμο ραφής (ένωσης) σε φύλλα μετάλλου
search
ερευνώ, ζητώ, ψάχνω, έρευνα, αναζήτηση, ανίχνευση
seat
θέση,κάθισμα, έδρα, σέλμα, πάγκος
seat angle
γωνία καθισμάτων (πλάτη)
seat belt
ζώνη ασφαλείας
seat belt mounting
ζώνη ασφαλείας (βάση)
seat bracket
βραχίονας καθίσματος
seat cover
κάλυμμα καθίσματος (e.g. He drank too much alcohol and on the way home he threw up in his friend's car. His friend had
to replace all seat covers. Ήπιε πολύ αλκοόλ και στο γυρισμό για το σπίτι έκανε εμετό μέσα στο αυτοκίνητο του φίλου του. Ο φίλος του έπρεπε να αντικαταστήσει όλα τα καλύμματα των καθισμάτων) seat runner
κάλυμμα καθισμάτων
seat valve
εύρος βάσης βαλβίδων
seat width
εύρος βάσης βαλβίδων
second gear
δεύτερη ταχύτητα,"δευτέρα"
second motion shaft
δεύτερη ταχύτητα,"δευτέρα"
section
τμήμα, μέρος, τομή
sector
τομέας, κυκλικός τομέας
secure
(εξ)ασφαλίζω, ασφαλής, σίγουρος
securely
ασφαλώς, με σιγουριά
securing clip
κλιπ ασφαλείας
sedan (or saloon or family
οικογενειακό, τετράθυρο κλειστό αυτοκίνητο
saloon)
για τέσσερα ή περισσότερα άτομα (e.g. Father took us on an excursion with our sedan. Ο πατέρας μας πήγε εκδρομή με το οικογενειακό μας αυτοκίνητο)
segment
τμήμα (π.χ. κύκλου)
selection lever
μοχλός επιλογής
selector fork
περόνη επιλογέα
selector rod
άξονας επιλογέα
self-adjusting
αυτορυθμιζόμενος
self-adjusting brake
αυτορυθμιζόμενο φρένο
self-adjusting clutch
αυτορυθμιζόμενος συμπλέκτης
self-grip wrench
κάβουρας, κλειδί που πιάνει αυτόματα
self-ignite
αυτοαναφλέγομαι
self-ignited
αυτοαναφλεγόμενος
self-ignition point
σημείο αυτοανάφλεξης
self-locking nut
παξιμάδι αυτασφάλισης
self-locking pliers
κλειδί που ασφαλίζει (πένσα)
self-locking wrench
κλειδί που ασφαλίζει (πένσα)
self-monitoring
σύστημα αυτοπροσδιορισμού
self-priming pumps
αντλίες αυτόματης έγχυσης/πλήρωσης (έχουν την ιδιότητα να ανακυκλώνουν ποσότητα του υγρού μόνες τους. Χρειάζεται ανά διαστήματα πλήρωση μόνο η αντλία, όχι ο σωλήνας αναρρόφησης)
self-propelled
αυτοκινούμενος, αυτοπροωθούμενος
self-propelled industrial
αυτοκινούμενα βιομηχανικά οχήματα
trucks semi-
ημι-
semi-automatic
ημιαυτόματος
semicircle
ημικύκλιο
semiconductor
ημιαγωγός
semi-trailing arms
ημιυστερούντες βραχίονες
sender unit
μονάδα αποστολής
sensible heat
αισθητή θερμότητα
sensor
αισθητήρας
separate
χωρίζω, διαχωρίζω, διαχωρίζομαι,χωριστός, ξεχωριστός
separate excitation motor
ηλεκτροκινητήρας ανεξάρτητης διέγερσης
separator
διαχωριστής
septic tank
βόθρος
sequence
σειρά, ακολουθία
series
σειρά, ακολουθία
series asynchronous A.C.
ασύγχρονος ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.
motor (with commutator)
(εναλλασσόμενου ρεύματος) με συλλέκτη
series circuit
κύκλωμα σε σειρά
series connection
σύνδεση εν σειρά
series excitation D.C motor
ηλεκτροκινητήρας Σ.Ρ. (συνεχούς ρεύματος) με διέγερση σειράς
service
(εξ)υπηρετώ, φροντίζω, υπηρεσία, εξυπηρέτηση, λειτουργία, θητεία (στο στρατό κλπ)
service-center
κέντρο ελέγχου/σέρβις
servo-brake
σερβόφρενο
servo-controlled
ελεγχόμενος από μηχανισμό που λειτουργεί με πίεση/ σερβομηχανισμό
servomechanism
σερβομηχανισμός, βοηθητικός μηχανισμός που λειτουργεί με (υπο) πίεση
servo-motor
εξυπηρετικός/ βοηθητικός κινητήρας
servo-wiring connector
καλωδίωση σέρβο
set
τοποθετώ, ορίζω,ρυθμίζω,τακτοποιώ, κανονίζω, δύω, στερεώνω, προσαρμόζω, κατακαθίζω, συλλογή/σειρά εξαρτημάτων, συσκευή, τακίμι, ορισμένος, σταθερός, σειρά
set collar
κολάρο
set square
ορθογώνιο τρίγωνο σχεδίασης
setscrew
βίδα Άλλεν
setting
προκαθορισμένη ρύθμιση συσκευής
settle
αποκαθιστώ, κατασταλάζω, κανονίζω, εγκαθίσταμαι, διευθετώ
setup
τοποθέτηση/ πρόσδεση κομματιού σε εργαλειομηχανή
sewage
λύμματα, ακαθαρσίες υπονόμων,ιλύς
sewage farm
εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού
sewage pump
αντλία λυμμάτων
sewage pumping
άντληση λυμμάτων
sewage treatment
επεξεργασία/ βιολογικός καθαρισμός λυμάτων
sewer
οχετός, υπόνομος
shaft
άξονας, άτρακτος, φρέαρ
shaft drive
άξονας κίνησης
shank
άτρακτος, κορώνα,σφιγκτήρας τρυπανιών, άξονας ειδικής κατασκευής για συγκράτηση κοπτικών εργαλείων/ κεφαλών και πρόσδεσή τους σε CNC εργαλειομηχανή
shank (connecting rod)
άτρακτος
shank (of a twist drill)
τρυπάνι
shape
μορφοποιώ, διαπλάθω, δίνω σχήμα,σχήμα, μορφή
sharp
αιχμηρός, κοφτερός,οξύς
sharpen
τροχίζω, ακονίζω, οξύνω
shear
κόβω, ψαλιδίζω, διάτμηση, κόψιμο
shearing
κόψιμο φύλλων μετάλλου με μεταλλοψάλιδο
shears
μεγάλο ψαλίδι, μεταλλοψάλιδο
sheave
καρούλι, ράουλο
sheet
φύλλο χαρτιού, έλασμα
sheet metal
φύλλο μετάλλου, έλασμα, λαμαρίνα
sheet-metal worker
ελασματοτεχνίτης, εργαζόμενος στο μεταλλοτεχνείο
shelf
ράφι, λαμαρίνα(φούρνου)
shield
προασπίζω, προφυλάσσω, καλύπτω,αποκρύπτω, ασπίδα, προστατευτική κάλυψη, προστατευτικό κάλυμμα, προστασία, προφυλακτήρας, περιλαίμιο
shift
αλλάζω,μετακινώ,μετακινούμαι, υπεκφεύγω,αλλαγή, υπεκφυγή, μετατόπιση, βάρδια
shift element (central
κινητό στοιχείο (κεντρικό κλείδωμα)
locking) shift lever
λεβιές ταχυτήτων
shift rod
βέργα επιλογέα
shim
ρυθμιστική ροδέλα
shipbuilding industry
βιομηχανία ναυπήγησης πλοίων, ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία
shock
πρόσκρουση, κτύπημα, τράνταγμα, τίναγμα,δόνηση,κρούση
shock absorber
αποσβεστήρας κρούσεων/κραδασμών, αμορτισέρ (e.g. A suspension consists of springs and shock absorbers in order to absorb road shocks. Μία ανάρτηση
αποτελείται από ελατήρια και αποσβεστήρες κραδασμών για να απορροφούν τους κραδασμούς του δρόμου) shockproof
αυτός που απορροφά τους κραδασμούς
shoes
παπούτσια/σιαγόνες φρένων, τακάκια
shooting brake( or estate
επιβατικό αυτοκίνητο πολλών θέσεων με
car or station wagon)
οροφή που επεκτείνεται προς τα πίσω για περισσότερο χώρο αποσκευών. (e.g. Fortunately his estate car had lots of space to put in all his belongings. Ευτυχώς το στέισον βάγκον του είχε πολύ χώρο να βάλει όλα του τα υπάρχοντα)
short circuit
βραχυκύκλωμα
short-term
βραχυπρόθεσμος
shortage
έλλειψη
shoulder
ώμος, ωμίδιο, αναβαθμίς, ενισχυτική νεύρωση, προεξοχή, πατούρα
shunt excitation motor
ηλεκτροκινητήρας παράλληλης διέγερσης
shut down
κλείνω, διακόπτω τη λειτουργία
shut off
κλείνω με διακόπτη
side
πλευρά, μέρος, πλάγιος, πλάι
side airbags
πλευρικοί αερόσακοι
side cutter
πλαγιοκόπτης
side road
πάροδος
side valve
πλευρική βαλβίδα
sidelights
πλευρικά φώτα, φλας
sideview mirror (US)
εξωτερικός καθρέφτης
sidewalk (US)
πεζοδρόμιο
sight
όραση,όψη, θέα, θέαμα, στόχαστρο, σκόπευση
sign
υπογράφω, νεύω, πινακίδα, νεύμα, σημείο
signal
σήμα
signaling system
σύστημα σηματοδότησης
silencer
σιλανσιέ, αποσιωπητήρας, σιγαστήρας (e.g. A silencer is a device designed to reduce noise. Ο σιγαστήρας είναι μία συσκευή που έχει σχεδιαστεί για να μειώνει το θόρυβο)
silver
άργυρος, ασήμι, επαργυρώνω, ασημένιος
similar
όμοιος, παρόμοιος
similarity
ομοιότητα
simultaneous
ταυτόχρονος
simultaneously
ταυτόχρονα
single
απλός, μονός, χωριστός,άγαμος
single cylinder caliper disc
δισκόφρενα μονού κυλίνδρου
brakes single phasing
μονοφασικός
single -plate clutch
συμπλέκτης, αμπραγιάζ μονού δίσκου
single tuve shock absorber
αμορτισέρ μονού σωλήνα
single-acting wheel brake
κύλινδρος χειρόφρενου μονής ενέργειας
cylinder single-point fuel injection
ψεκασμός μονού σημείου
single-pole representation
μονογραμμική αναπαράσταση/σχεδιάγραμμα
single-stage pump
μονοβάθμια αντλία
siren
σειρήνα
size
μέγεθος, διαστάσεις, ανάστημα
skew bevel gear
λοξός τροχός
skill
επιδεξιότητα, ικανότητα, επιτηδειότητα
skilled
έμπειρος, επιδέξιος
skillful
επιδέξιος, επιτήδειος
skillfully
επιδέξια
skillfulness
επιδεξιότητα, ικανότητα, επιτηδειότητα
slack
χαλαρός,λασκαρισμένος
slave battery
βοηθητική μπαταρία
slave caliper
δαγκάνα συμπλέκτου
slave cylinder
βοηθητικός κύλινδρος
sleeve
μανίκι, περίβλημα, δακτύλιος, χιτώνιο, κομμάτι σωλήνα τοποθετούμενο εσωτερικά ή εξωτερικά για σύνδεση δύο σωλήνων, εξάρτημα ειδικής κατασκευής για τη σύνδεση κοπτικού εργαλείου που τοποθετείται στον εργαλειοφορέα CNC εργαλειομηχανής
slide
γλυστρώ, ολισθητήρας, ολίσθημα, γλίστρημα
slide way
ράγα ολίσθησης
slides
ολισθηντήρες,ευθυντηρίες,πρισματοδηγοί,γλί στρες (τόρνου κλπ.)
sliding
ολισθαίνων
sliding brake caliper
δαγκάνα συμπλέκτου
slight
ασήμαντος, μικρός, ελαφρός
slip
γλιστρώ,ολίσθηση, ολίσθημα, γλίστρημα (e.g. Although she was walking in the catwalk on very high heels, she didn’t slip. Παρόλο που περπατούσε στην πασαρέλα με πολύ ψηλά
τακούνια, δεν γλίστρησε) slippery
ολισθηρός (e.g. When you drive on a slippery road, ti is better to use a higher gear. Όταν οδηγείς σε ολισθηρό δρόμο, είναι καλύτερα να χρησιμοποιείς μεγαλύτερη ταχύτητα)
slipring
δακτυλίδια
slot
εγκοπή,άνοιγμα, σχισμή
slot screw
βίδα με εγκοπή
slot-head screw
βίδα/ κοχλίας με σχισμή στην κεφαλή
slotted nut
παξιμάδι με εγκοπή
slotted pin
καρφί με εγκοπή
slow down
επιβραδύνω
slow running ject
αργός ψεκασμός
sludge
πηχτή λάσπη, λασπόνερα, σπασμένος πάγος, βιομηχανικά απόβλητα (e.g. As time goes by, motor oil is contaminated with air humidity, acids and engine metals which are eventually transformed into sludge. Καθώς περνάει ο καιρός, το λάδι μηχανής μολύνεται από την υγρασία του αέρα, από οξέα και από μέταλλα της μηχανής τα οποία στο τέλος μετατρέπονται σε λασπόνερα)
sludge pumps
αντλίες για την άντληση λασπόνερων
slurry
βρωμιές, λασπόνερα και λάδια
small end (connecting rod)
μικρό άκρο άνω μέρους μπιέλας
smog
νέφος, ομίχλη,καπνιά
smog-free
χωρίς νέφος
smooth
λειαίνω,στιλβώνω, γυαλίζω, λείο, απαλό, στιλπνό,ομαλό
snap hood
αυτόματο άγκιστρο
snap-ring
ασφάλεια μισοφέγγαρο
snip-nose pliers
μυτοτσίμπιδο
snugly fitting
σίγουρη εφαρμογή
socket
ρευματοδότης, υποδοχή,πρίζα,ακροδέκτης, υπόβαθρο, σωληνωτό κλειδί, καρυδάκι
socket
υποδοχή (ρευματολήπτης)
socket outlet
πρίζα, ρευματοδότης
socket spanner
σωληνωτό κλειδί/κατσαβίδι
socket-headed screw
βίδα με κεφάλι που έχει υποδοχή
sockets
καρυδάκια (εργαλεία)
socket-type coupling
σύνδεσμος με υποδοχή
soften
μαλακώνω, απαλύνω
soft-faced mallet
πλαστικό σφυρί με μαλακό κεφάλι
software
το λογισμικό μέρος του ηλεκτρονικού υπολογιστή, πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή
soil
χώμα, έδαφος
solar
ηλιακός
solder
κάνω μαλακή συγκόλληση,συγκολλώ,κασσιτεροκόλληση, καλάι
soldering
μαλακή συγκόλληση, κασσιτεροκόλληση (e.g. Soldering is a thermal method of joining
metals. Η κασσιτεροκόλληση είναι μία θερμική μέθοδος ένωσης μετάλλων) soldering copper
κολλητήρι κασσιτεροκόλλησης
soldering gun
ηλεκτρικό κολλητήρι κασσιτεροκόλλησης
soldering iron
κολλητήρι κασσιτεροκόλλησης (ηλεκτρικό/θερμαινόμενο στη φωτιά)
soldering tin
κασσιτεροκόλληση (συγκολλητικό υλικό)
solenoid blade terminal
ακροδέκτης ηλεκτρομαγνητικής λεπίδας
solenoid plunger
ηλεκτρομαγνητικό έμβολο
solenoid valve
ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα
solenoid-operated valve
ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα
solid
το στερεό σώμα (γεωμ.), στερεός, συμπαγής
solid fuel
στερεό καύσιμο
solid-state switch
ξηρός διακόπτης
solution
λύση, επίλυση, διάλυση, διάλυμα
solve
λύνω, επιλύω
source
πηγή
source of current spacer
αποστάτης,διαχωριστικό τεμάχιο
south
νότος, νότιος
space
χώρος, διάστημα, τόπος
spanner
κλειδί (εργασίας), γαλλικό κλειδί, μοχλός περιστροφής, κλειδί για βίδες, wrench, torque wrench (e.g. A spanner can be used to unscrew old water pipes.'Ένα κλειδί μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ξεβιδώσουμε παλιούς υδραυλικούς σωλήνες)
spare
διαθέσιμος, περισσευόμενος, ανταλλακτικός
spare part
ανταλλακτικό
spare wheel
ρεζέρβα, εφεδρικός τροχός
spark plug (or sparkling plug)
σπινθήρας,σπινθηριστής,σπίθα, μπουζί (e.g. if there are twin spark plugs in every cylinder, the combustion is faster and more efficient. Εάν υπάρχουν διπλά μπουζί σε κάθε κύλινδρο, η καύση είναι γρηγορότερη και πιο αποτελεσματική)
spark plug body
σώμα του μπουζί
spark plug cover
κάλυμμα του μπουζί
spark plug gap
διάκενο του μπουζί
spark plug lead
αγωγός σύνδεσης μπουζί
spark plug socket wrench
κλειδί, καρυδάκι για μπουζί
spark plug spanner
κλειδί ειδικό για μπουζί
sparking plug (or spark plug)
σπινθηριστής, σπινθήρας, σπίθα, μπουζί(e.g. if there are twin spark plugs in every cylinder, the combustion is faster and more efficient. Εάν υπάρχουν διπλά μπουζί σε κάθε κύλινδρο, η καύση είναι γρηγορότερη και πιο αποτελεσματική)
spark-plug well
υποδοχή, εσοχή του μπουζί
speaker
μεγάφωνο
speciality
ειδικό χαρακτηριστικό, ειδικότητα
specification
προδιαγραφή, λεπτομέρεια, χαρακτηριστικό, προσδιορισμός,διασαφήνιση (e.g. Every car has different specifications provided by the car manufacturer. Κάθε αυτοκίνητο έχει
διαφορετικές προδιαγραφές που παρέχονται από τον κατασκευαστή του.) specify
ορίζω λεπτομερώς, εξειδικεύω
speed (up)
επιταχύνω, επιτάχυνση
speed limit
όριο ταχύτητας
speedometer
ταχύμετρο
sphere
σφαίρα
spherical
σφαιρικός
spin
στριφογυρίζω, περιστρέφω, στροβιλίζω, περιστροφή,στροβίλισμα, περιδίνηση, δίνη, σπινάρισμα
spindle
άτρακτος, άξονας περιστροφής εργαλείου
spirit level
αλφάδι, στάθμη φυσαλίδας
splach guard
προφυλακτήρας από νερά, λασπωτήρας
spline
αυλακώνω,αυλάκωση, λεπτή οδόντωση, επιμήκης σφήνα σε άξονα
spline bit set
σετ εργαλείων σφηνοειδών
spline joint
οδοντωτή ένωση, σύνδεσμος με αυλακώσεις
splined washer
σφηνοειδής ροδέλα
split
σχίζω, χωρίζω, διασπώ,διαιρώ, σχίσμα, σχισμή, χωρισμένος, διχαλωτός,ρωγμή, διαίρεση
split collet
δακτύλιος για σχισμή
split cutter
κόφτης, ψαλίδα
split pin
κόφτης
spoil
χαλάω, καταστρέφω
spool
τυλίγω σε μασούρι,μασούρι, καρούλι, πηνίο
spool out
ξετυλίγω από μασούρι
spot
σημειώνω, κηλιδώνω, στίγμα, κηλίδα, σημείο, τόπος
spotlight
προβολέας
spray
ψεκάζω, ραντίζω, ψέκασμα, ράντισμα, σπρέι (e.g. Then the technician sprayed the battery’s cable ends with an anti-corrosion spray. Μετά, ο τεχνικός ψέκασε τις άκρες των καλωδίων της μπαταρίας με ένα σπρέι κατά της οξείδωσης)
sprindle
αξονίδιο, μίζα
spring
αναβρύζω, αναπηδώ,ελατήριο, σπείρωμα, πήδημα, πηγή, άνοιξη
spring balance
ελατήριο με αντίβαρο
spring bolt
βίδα με ελατήριο (ασφαλείας)
spring cup
καπίκο με ελατήριο (ασφαλείας)
spring hook
ατσαλίνα
spring washer
ροδέλα με ελατήριο γκρόβερ
sprinkle
ραντίζω, ψεκάζω
sprinkler
ψεκαστήρας, καταιωνητήρας, εκτοξευτήρας
sprinkling
ράντισμα, ψέκασμα
sprocket
οδοντωτός τροχός καδένας
sprocket drive
οδοντωτός τροχός
spurgear
οδοντωτός μηχανισμός
square
τετράγωνο, τετράγωνος, τετραγωνικός, στο τετράγωνο (δύναμη), πλατεία
squaring shears
μηχανικό ψαλίδι
stability
ευστάθεια, ισορροπία, σταθερότητα(e.g. The stability of a car’s voltage which also depends on the condition of the car’s battery, keeps the engine running. Η σταθερότητα της τάσης ενός αυτοκινήτου, η οποία εξαρτάται επίσης από την κατάσταση της μπαταρίας του αυτοκινήτου, διατηρεί σε λειτουργία τη μηχανή)
stabilizer
σταθεροποιητής, ζυγοσταθμιστής, οριζόντιο σταθερό πηδάλιο, σταθερωτήρας
staff
προσωπικό, επιτελείο
stage
βαθμός,διαβάθμιση,φάση,στάδιο, εξέδρα, σκηνή (θεάτρου π.χ.)
stainer
φίλτρο, σουρωτήρι
stainless steel
ανοξείδωτο ατσάλι
staircase
κλιμακοστάσιο, σκάλα
stake
ποντάρω, ασφαλίζω με πόντες
stand
στέκομαι, αντέχω, υπομένω
standard
πρότυπο, κανόνας, μέτρο, κριτήριο
standardize
τυποποιώ
star connection
σύνδεση αστέρος
starter
εκκινητήρας, μίζα
starter motor
εκκινητής, ροοστάτης, μίζα, μοτέρ εκκίνησης (e.g. The starter motor draws power from the car’s battery and starts the engine. Το μοτέρ εκκίνησης τραβάει δύναμη από την μπαταρία του αυτοκινήτου και ξεκινάει τη
μηχανή) starter ring gear
μηχάνημα μίζας
starter shaft
άξονας μίζας
starter solenoid
ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα μίζας
starting
εκκίνηση
starting system
εκκίνηση του συστήματος
start-locking relay
ρελές εκκίνησης/κλειδώματος
state
εκθέτων αναφέρω, δηλώνω, κατάσταση, πολιτεία
statement
έκθεση, δήλωση
static
στατικός
static electricity
στατικός ηλεκτρισμός
static operational effect
στατική λειτουργική καταπόνηση
station wagon (or estate car
επιβατικό αυτοκίνητο πολλών θέσεων με
or shooting brake)
οροφή που επεκτείνεται προς τα πίσω για περισσότερο χώρο αποσκευών. (e.g. Fortunately his estate car had lots of space to put in all his belongings. Ευτυχώς το στέισον βάγκον του είχε πολύ χώρο να βάλει όλα του τα υπάρχοντα)
stationary
σταθερός, μόνιμος, ακίνητος, στάσιμος
stator
στάτης, επαγωγέας
stay
στέκομαι, αντέχω, υπομένω, στήριγμα, βραχίονας
stay bracket
μπρακέτο στήριξης
steadily
σταθερά, συνεχώς
steady
σταθεροποιώ, σταθερός, αμετάβλητος
steady load conditions
συνθήκες λειτουργίας κινητήρα σταθερού φορτίου
steam
ατμίζω, εξατμίζω,ατμός, υδρατμός
steam boiler
ατμολέβητας
steam engine
ατμομηχανή
steam power plant
ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο
steel
ατσάλι, χάλυβας
steel brush
ατσαλόβουρτσα
steel rule
μεταλλικός κανόνας μετρήσεων
steel wool
σύρμα γυαλίσματος/ στίλβωσης
steer
κατευθύνω, πηδαλιουχώ, κυβερνώ
steering
διεύθυνση, χειρισμός, διακυβέρνηση, οδήγηση (e.g.The steering components of a car are submitted to less strain if we apply conservative driving. Τα εξαρτήματα της διακυβέρνησης ενός αυτοκινήτου υπόκεινται σε λιγότερη καταπόνηση εάν εφαρμόσουμε συντηρητική οδήγηση)
steering column
στήλη τιμονιού, πηδάλιο διεύθυνσης, ράβδος διεύθυνσης, χειριστήρια στήλη,άξονας διεύθυνσης, κολώνα, κολώνα τιμονιού
steering damper
αντικραδασμικός μηχανισμός
steering gear
μηχανισμός τιμονιού, πηδάλιο
steering knuckle
ακραξόνιο τιμονιού
steering lock
κλειδαριά τιμονιού
steering rack
κρεμαγιέρα τιμονιού
steering stabilizer
αμορτισέρ τιμονιού
steering system
σύστημα διεύθυνσης
steering wheel
πηδάλιο διεύθυνσης, τιμόνι(e.g. If the steering wheel is crooked while driving straight,this indicates a problem you’re your car’s alignment. Εάν το τιμόνι είναι στραβό ενώ οδηγείτε ευθεία, αυτό υποδηλώνει πρόβλημα με την ευθυγράμμιση του αυτοκινήτου σας)
stem
στέλεχος, κοτσάνι
step by step
βήμα-βήμα
step-up transformer
μετασχηματιστής ανύψωσης τάσης
sterilizer
αποστειρωτής
stick
κολλάω, ράβδος, κομμάτι ξύλου, χειριστήρια στήλη
sticky
κολλώδης, γλοιώδης
stock
υλικό, απόθεμα, παρακαταθήκη, στέλεχος, κεφάλαιο, μετοχή, χρεόγραφο, χειρομοχλός (μανέλα), κοντάκι
stop screw
τερματική βίδα
stop-light
φώτα στάθμευσης
stop-light control switch
διακόπτης για τα φώτα στάθμευσης
stopping ability
ικανότητα διακοπής/σταματήματος
storage
αποθήκευση, αποθήκη
store
αποθηκεύω, αποθήκη,κατάστημα, μαγαζί
straight
ευθύς, ίσιος, κατ'ευθείαν, αμέσως
strangler
στραγκαλιστής πίεσης
stream
ρέω, ρεύμα, ρυάκι
strength
ισχύς, δύναμη, στερεότητα, αντοχή
strengthen
ενισχύω, ενδυναμώνω
strengthening bar
μπάρα ενίσχυσης
strengthening bracket
στήριγμα ενίσχυσης
stress
τονίζω, εντείνω, δίνω έμφαση, τόνος,ένταση, έμφαση,φορτίο, τάση , πίεση, θλίψη, καταπόνηση, στρες, άγχος
stretch
εκτείνω, εκτείνομαι, τεντώνω, έκταση, ένταση
strike
χτυπώ, απεργώ, χτύπημα, απεργία
striking
χτύπημα, χτυπητός, καταπληκτικός
strip
απογυμνώνω, αφαιρώ, λωρίδα, ταινία, διάδρομος προσγείωσης/ απογείωσης
stripdown procedure
διαδικασία αποσυναρμολόγησης (ξεμονταρίσματος)
stripper
απογυμνωτής
stroboscopic timing light
στροφοσκοπικά φώτα
stroke
διαδρομή εμβόλου, "χρόνος" κινητήρα, χτύπημα, διαδρομή, εγκεφαλικό
structure
δομή, κατασκευή
stub acle
ακραξόνιο τιμονιού
stub acle spindle
άξονας ακραξονίου τιμονιού
stud
μπουζόνι, βίδα χωρίς κεφάλι
stud extractor
μπουζονόκλειδο
stuffing boxes
σαλαμάστρες, στεγανωτικοί δακτύλιοι αντλίας
sub-assemblies
υποσύνολα
sub-board
υποπίνακας
subdivision
υποδιαίρεση
submersible
βυθιζόμενος, υποβρύχιος
submersible pumps
υποβρύχιες αντλίες (αντλίες πλήρως βυθιζόμενες, μαζί και ο κινητήρας, στο αντλούμενο υγρό)
substance
ουσία, υπόσταση, ύλη, περιουσία
substitute
αντικαθιστώ, υποκαθιστώ
subtransmission level
επίπεδο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας μέσης τάσης
suck
αναρροφώ
suction
αναρρόφηση
suction head
μανομετρική πίεση αναρρόφησης ( τριβές και αντιστάσεις σωληνώσεων και εξαρτημάτων αναρρόφησης+στατικό ύψος) που αφορά τις αντλίες που τοποθετούνται κάτω από την επιφάνεια του αντλούμενου υγρού)
suction lift
ύψος/βάθος αναρρόφησης αντλίας, αναρροφητική ικανότητα (αφορά τις αντλίες που τοποθετούνται πάνω από την επιφάνεια του αντλούμενου υγρού και επομένως καταβάλλουν πρόσθετη προσπάθεια για την ανύψωση του υγρού ως την αντλία)
suction line
γραμμή αναρρόφησης
suction port
φλάντζα, θύρα, άνοιγμα αναρρόφησης
suction valve
βαλβίδα αναρρόφησης (e.g. A water chamber is filled with water as soon as its
suction valve opens. Ένας θάλαμος νερού γεμίζει με νερό μόλις η βαλβίδα αναρρόφησής του ανοίξει) sufficient
επαρκής, αρκετός, ικανός
suit
αρμόζω, ταιριάζω, κουστούμι
suitable
αρμόδιος, κατάλληλος, ταιριαστός
sulphur
θείο, θειάφι
summation transformer
αθροιστικός μετασχηματιστής
sump
λεκάνη αποστραγγίσεως ελαίου κινητήρα, ελαιολεκάνη κινητήρα,κάρτερ
sump drain plug
πώμα αποστράγγισης ελαιολεκάνης κινητήρα
sun power
ηλιακή ενέργεια
sun visor
αλεξήλιο
sunroof
ηλιοροφή/ φεγγίτης
sunroof motor
μοτέρ ηλιοροφής
supercharger
υπερσυμπιεστής
supercharging
υπερσυμπίεση
superheat
υπερθερμαίνω, υπερθέρμανση
superheat steam
υπέρθερμος ατμός
superheater
υπερθερμαντήρας ατμού ή νερού
super-speed pumps
αντλίες υψηλών ταχυτήτων (περιστροφής της φτερωτής)
supervise
επιβλέπω
supervisor
επιβλέπων,επόπτης, επιτηρητής
supply
προμηθεύω, παρέχω, εφοδιάζω,προμήθεια, παροχή, εφοδιασμός
supply voltage
τάση τροφοδόσίας
support
στήριγμα
support beam
δοκός υποστήριξης
support strut
μπουκάλα αμορτισέρ πίσω πόρτας φορτηγού
supporting bearing
έδρανο στήριξης
supports
στηρίγματα
suppression connector
σύνδεσμος ανάρτησης
suppressor
καταστολέας, σιγαστήρας
surface
επιφάνεια, επιφανειακός
surface gauge
παχύμετρο ύψους
surface mounted
τοποθετημένος πάνω στο σοβά, επιφανειακός, "επί τοίχου"
surface plate
πλάκα εφαρμογής για καπάκια κινητήρα
surplus
πλεόνασμα
surround
περιβάλλω, περιτριγυρίζω
surrounding
ο περιβάλλων
survey
επισκόπηση, επιθεώρηση, χωρογράφηση, συνολική εποπτεία, μελέτη
suspension
ανάρτηση, αμορτισέρ
suspension strut
μπουκάλα αμορτισέρ
suspension system
σύστημα ανάρτησης
swaging tool
εκτονωτικό εργαλείο
swarf conveyor
γρεζομεταφορέας
sway bar
ζυγαριά τροχών (αντιστρεπτική ράβδος)
sweep function generator
γεννήτρια σάρωσης
swept volume (cylinder)
διάνυθεν διάστημα εμβόλου
swing
ταλαντεύω, αιωρούμαι
swinging arm
κινητός βραχίονας
switch
διακόπτης
switch off
σβήνω (φως, ηλεκτρική συσκευή)
switch on
ανάβω (φως, ηλεκτρική συσκευή)
switchboard
ταμπλώ, πίνακας διακοπτών
switchgear
διακόπτης
swivel
στρέφω, στρέφομαι, περιστρέφω,στρεφόμενος,περιστροφικός, στροφέας, περιστροφικό μουαγιέ
swivel handle
σπαστό (στρεφόμενο) σωληνωτό κλειδί
synchonizer ring
δακτύλιος συγχρονισμού
synchro hub
μουαγιέ συγχρονιστή
synchro sleeve
μουαγιέ συγχρονιστή
synchromesh
συγχρονισμένη εμπλοκή (συγχρονιζέ) (e.g. If synchromesh components units have been worn, the gear changes will be noisy. Εάν τα εξαρτήματα των μονάδων της συγχρονισμένης εμπλοκής έχουν φθαρεί, οι αλλαγές των ταχυτήτων θα είναι θορυβώδεις)
synchromesh gear box
κιβώτιο ταχυτήτων συγχρονισμένης εμπλοκής (συγχρονιζέ)
synchronizer sleeve
δακτύλιος (σωληνοειδής) συγχρονισμού
T tachometer
ταχύμετρο, στροφόμετρο
tail lights
πίσω φώτα
tailgate
πίσω πόρτα φορτηγού
tailstock
κεντροφορέας, κουκουβάγια τόρνου
tank
δεξαμενή, ντεπόζιτο
tanker
βυτιοφόρο
tap
βρύση, κάνουλα,κρουνός,κοχλιοτομέας, κοχλιοτρύπανο, σπειροτόμος εσωτερικών σπειρωμάτων, κοπτήρας σπειρώματος,κολαούζο
tape
ταινία, κορδέλα
tape recorder
μαγνητόφωνο
taper
σμικρύνω, λεπταίνω, καταλήγω σε οξύ άκρο, κοπτήρας, κωνικός διαμορφωτήρας εκκέντρου
taper pin
κωνικός πείρος
taper -roller bearing
κωνικό ρουλεμάν
tapered
κωνικός
tapered journal
κωνικός στροφέας
tapered ring
κωνικός δακτύλιος
tapering
κωνική τόρνευση
tappet
πλήκτρο, ωστήριο, ωστηρικό,καπελότο βαλβίδας
tappet clearance
διάκενο ωστηρίων
tappet cylinder
ο κύλινδρος του καπελότου
tappet guide
οδηγός ωστηρίου
tappet piston
το πιστόνι του καπελότου, υδραυλικό ωστήριο
tare mass
απόβαρο
tarpaulin
αδιάβροχο κάλυμμα, μουσαμάς
tax
φόρος
tdc
άνω νεκρό σημείο
tear
σχίζω, σχίζομαι, σχίσιμο, δάκρυ
technical
τεχνικός (επίθετο)
technical conditions
τεχνικές συνθήκες
technical standards
τεχνικές προδιαγραφές
technician
τεχνικός, τεχνίτης (e.g. He is a car technician. Είναι τεχνικός αυτοκινήτων)
technique
τεχνική
technological
τεχνολογικός
tee-handle
λαβή σχήματος ταυ
telecommunication equipment
τηλεπικοινωνικός εξοπλισμός
telecommunications
τηλεπικοινωνίες
teleprinter
τηλέτυπο
temperature
θερμοκρασία (e.g. Extreme temperatures- freezing cold or boiling hot- can shorten the car’s battery life. Οι ακραίες θερμοκρασίες-παγωνιά ή καύσωνας- μπορεί να μειώσουν τη διάρκεια ζωής της μπαταρίας ενός αυτοκινήτου)
temperature gauge
μετρητής θερμοκρασίας, θερμόμετρο (e.g. If a car’s temperature gauge stays in the
red for some time, you shouldn’t keep on driving. Εάν ο μετρητής θερμοκρασίας του αυτοκινήτου μένει στο κόκκινο για κάποιο διάστημα, δεν πρέπει να συνεχίσεις την οδήγηση) temperature sender
διανομέας θερμοκρασίας
temperature switch
διακόπτης θερμοκρασίας
tempering
βαφή χάλυβα, ανόπτηση, σκλήρυνση, επαναφορά
template
μήτρα, πρότυπο, μοντέλο,περίγραμμα, στένσιλ, όργανο σχεδίασης τυποποιημένων σχημάτων
temporarily
προσωρινά
temporary
προσωρινός
tensile strength
αντοχή εφελκυσμού
tension
τάση, ένταση, συσπείρωση, εφελκυσμός, τέντωμα, τεζάρισμα
tensioner
εντατήρας, τεντωτήρας (e.g. A belt is kept tight by means of a tensioner. Μία ζώνη κρατείται σφιχτή μέσω ενός τεντωτήρα)
tensioner pulley
τροχαλία τεντωτήρα (e.g. If a loose belt comes off of its tensioner pulleys, all the accessories driven by the engine
will stop working and the vehicle will stop running. Εάν μία χαλαρή ζώνη φύγει από τις τροχαλίες του τεντωτήρα της, όλα τα εξαρτήματα που κινούνται από τη μηχανή θα σταματήσουν να δουλεύουν και το όχημα θα σταματήσει να κινείται) term
όρος, περίοδος, προθεσμία
terminal
ακροδέκτης, τερματικό, πόλος (e.g. Batteries have two terminals, the positive and the negative one. Οι μπαταρίες έχουν δύο ακροδέκτες, τον θετικό και τον αρνητικό).
terminal blocks
συνδετήρες καλωδίων, κλέμες
terminal box
κουτί ακροδεκτών, κουτί τερματικού
terminal equipment
τερματικός εξοπλισμός, εξοπλισμός ακροδεκτών
terminate
τερματίζω, ορίζω, καταλήγω
test box
κιβώτιο δοκιμής
test lamp
δοκιμαστική λυχνία
test meter
μετρητής δοκιμής
tester
ελεγκτής, δοκιμαστής, δοκιμαστικό κατσαβίδι
thermal
θερμικός
thermal expansion valve
θερμική βαλβίδα εκτόνωσης (e.g. The exact amount of refrigerant
that can enter the evaporator is determined by the thermal expansion valve. Η ακριβής ποσότητα ψυκτικού υγρού που μπορεί να μπει στον εξατμιστήρα καθορίζεται από τη θερμική βαλβίδα εκτόνωσης. thermal conditions
θερμικές συνθήκες
thermal growth
ανάπτυξη θερμότητας, διόγκωση λόγω αύξησης θερμοκρασίας
thermostat
θερμοστάτης
thermostat jousing
υποδοχή θερμοστάτη
thermotime switch
χρονοδιακόπτης θερμοστάτη
thickness
πάχος, πυκνότητα
thin
λεπτός, ισχνός, αραιός, λεπταίνω, αραιώνω
third gear
τρίτη ταχύτητα
third motion shaft
τρίτη ταχύτητα
thread
κοχλιοτομώ, κάνω σπείρωμα,βήμα κοχλία,σπείρωμα
thread cutter
κοχλιοτομέας, κοχλιοτρύπανο, σπειροτόμος εσωτερικών σπειρωμάτων, κοπτήρας σπειρώματος,κολαούζο
threaded part
εξάρτημα με σπείρωμα
threading
κοχλιοτόμηση
three phasing
τριφασικός
throttle
δικλείδα αερίων,πεταλούδα καρμπυρατέρ, πεταλούδα
throttle body spacer
αποστάτης κορμού πεταλούδας
throttle cable
μίζα πεταλούδας
throttle injection
πολλαπλό σύστημα ψεκασμού
throttle valve
βαλβίδα πεταλούδας, πλάκα πεταλούδας,αεριοφράκτης, εμφρακτική βαλβίδα (e.g. A throttle valve controls the quantity of petrol mixture that enters the engine cylinders and is connected to the accelerator pedal. Η εμφρακτική βαλβίδα ελέγχει την ποσότητα του μίγματος πετρελαίου που εισέρχεται στους κυλίνδρους της μηχανής και είναι συνδεδεμένη με το πεντάλι επιτάχυνσης)
through-hole
διαμπερής τρύπα
thrust
ώθηση, δυνατή πίεση
thrust ball-bearing
ρουλεμάν ώθησης
thrust collar
δακτύλιος ώθησης
thrust plate
πλάκα πίεσης
thrust rod
διωστήρας
thrust washer
ροδέλα πανήτων
tidy
τακτικός, καθαρός, κόσμιος
tie
δένω, δέσιμο, δεσμός, γραβάτα
tie-bar
ελκυστήρας
tie-rod(US)
ακρόμπαρο
tighten
σφίγγω
time consuming
χρονοβόρος
time relay (or time switch or time-lag
χρονοδιακόπτης
relay or timer) time switch(or time relay or time-lag
χρονοδιακόπτης
relay or timer) time-lag relay (or time relay or time
χρονοδιακόπτης
switch or timer) timer (or time relay or time switch or
χρονοδιακόπτης
time-lag relay) timing belt
ιμάντας εκκεντροφόρου (e.g. The camshafts are turned at a certain speed by a timing belt so the opening and closing of the valves occur at the correct time. Οι εκκεντροφόροι άξονες περιστρέφονται με συγκεκριμένη ταχύτητα από τον ιμάντα εκκεντροφόρου έτσι το άνοιγμα και το κλείσιμο των βαλβίδων συμβαίνει τη σωστή στιγμή)
timing belt tensioner
εντατήρας/τεντωτήρας ιμάντα εκκεντροφόρου (e.g. The mechanism that maintains the tension of the timing belt is
called timing belt tensioner. Ο μηχανισμός που διατηρεί την ένταση του ιμάντα εκκεντροφόρου ονομάζεται εντατήρας ιμάντα εκκεντροφόρου) timing chain tensioner
καδένα χρονισμού εκκεντροφόρου
timing gear case
κιβώτιο χρονισμού εκκεντροφόρου
timing gears
κιβώτιο γραναζιών
timing light
λυχνία χρονισμού
timing mark
σημάδι χρονισμού
timing tape
ταινία χρονισμού
tin
κασσιτερώνω, γανώνω, κασσίτερος, καλάι, τενεκές
tin snips
μεταλλοψάλιδο
tinner's rivet
πριτσίνι από κασσίτερο
tiny
μικροσκοπικός, πολύ μικρός
tip
ειδική/ιδιαίτερη πληροφορία, συμβουλή
to-and-fro
μπρος- πίσω
toe-in
σύγκλιση τροχών
toe-out
απόκλιση τροχών
toe-setting
ρύθμιση τροχών
tolerance
επιτρεπόμενη ανοχή
tongs
πυράγρα, τσιμπίδα, λαβίδα, μασιά (καμινευτή)
tool
εργαλείο/ μέσο
tool wear
φθορά, άμβλυνση κοπτικού
εργαλείου toolcharger
μηχανισμός/ εξάρτημα αυτόματης εναλλαγής εργαλείων στις CNC εργαλειομηχανές (π.χ. βραχίονας ή ρομπότ)
toolholder
συγκρατητής εργαλείου, εργαλειοδέτης
tooling system
σύστημα εργαλείων
tool-storage magazine
εργαλειοφορείο, συσκευή ή μηχανισμός αποθήκευσης εργαλείων CNC εργαλειομηχανών απ' όπου παραλαμβάνονται για την πρόσδεσή τους στη μηχανή και επαναποθηκεύονται μετά τη χρήση από το σύστημα αυτόματης εναλλαγής εργαλείων
toothed
οδοντωτός
toothed belt
οδοντωτός ιμάντας
top
κορυφή, σκέπασμα, ανώτερος, ο πάνω
top piston ring
πρώτο ελατήριο εμβόλου συμπίεσης
top speed
μέγιστη ταχύτητα
top up
γεμίζω μέχρι επάνω
torch
δαυλός,πυρσός, δάδα, φλόγιστρο, φακός
torque
ροπή στρέψης, στρέψη, τάση στροφής, δύναμη περιστροφής,
κινητήρια ροπή torque
ροπή
torque converter
μετατροπέας ροπής (e.g. The torque converter in an automatic transmission plays the role of the clutch in manual transmission. Ο μετατροπέας ροπής σε μία αυτόματη μετάδοση παίζει το ρόλο του συμπλέκτη στη μηχανική μετάδοση)
torque stabilizer torque wrench
σταθεροποιητής ροπής δυναμόκλειδο (e.g. The technician tightened the wheel nuts with a torque wrench. Ο τεχνικός έσφιξε τα παξιμάδια των τροχών με ένα δυναμόκλειδο).
torque wrench setting
ρύθμιση με δυναμόκλειδο
torsion
στρέψη, συστροφή
torsion bar springs
αντιστρεπτικές ράβδοι
torx key
κλειδί Άλλεν
total
ολικός, ολόκληρος, σύνολο
total discharge head
πίεση κατάθλιψης της αντλίας (ροή και πίεση αντλούμενου υγρού)/συνολικό μανομετρικό (τριβές από την στάθμη του υγρού ως το ψηλότερο σημείο εκροής συν την πίεση εκροής, δηλ. το σύνολο
της ενέργειας που προσδίδει η αντλία στο υγρό μετρούμενης στην είσοδο καιτην έξοδο της αντλίας) tough
ανθεκτικός, σκληρός, τραχύς
toughness
ανθεκτικότητα, σκληρότητα
tow
ρυμουλκώ
tow bar
μπάλα ρυμούλκησης, κοτσαδόρος
tower
πύργος, συσκευή σχήματος πύργου για την αποθήκευση εργαλείων ή αντικειμένων για κατεργασία σε CNC εργαλειομηχανή
towing
ρυμούλκηση
towing weight
βάρος ρυμούλκησης
toxic
τοξικός, δηλητηριώδης
trace
ίχνος, ιχνογραφώ
tracing paper
διαφανές χαρτί σχεδίασης
track
ίχνος, τροχιά, σιδηροδρομική γραμμή, απόσταση τροχών
track rod
ακρόμπαρο
track width
εύρος πέλματος ελαστικού
tracking
παρακολουθώ, εντοπίζω
tractor
τρακτέρ, γεωργικός ελκυστήρας, ερπύστρια, παρελκόμενο
traffic
κυκλοφορία οχημάτων,κυκλοφοριακό, κίνηση
traffic lights
φανάρια ρύθμισης κυκλοφορίας,
φωτεινοί σηματοδότες (e.g. When the traffic light is red, the vehicle must stop.Όταν το φανάρι είναι κόκκινο, το όχημα πρέπει να σταματήσει) traffic loading
φορτίσεις κυκλοφορίας
trailer
συρόμενο όχημα,τροχόσπιτο, ρυμούλκα
trailer hitch
κοτσαδόρος
trailing arms
υστερούντες βραχίονες, ψαλίδια
trailing link
ένωση ρυμούλκησης
train
γυμνάζω, γυμνάζομαι, εξασκώ, εξασκούμαι, εκπαιδεύω, σύρω, τρένο, σειρά, ακολουθία
train of gears
σύστημα οδοντωτών τροχών
trainee
εκπαιδευόμενος
trainer
εκπαιδευτής
training
κατάρτηση, εκπαίδευση
transfer
μεταφέρω,μεταφέρω,μεταφορά, μεταβίβαση
transfer arm
βραχίονας αλλαγής εργαλείων σε CNC εργαλειομηχανή
transfer port
κανάλι μεταφοράς από στροφαλοθάλαμο
transform
μετατρέπω, μεταβάλλω, μετασχηματίζω
transformer
μετασχηματιστής
transistor
τρανζίστορ
transistorized ignition
ηλεκτρονική ανάφλεξη
transistorized ignition system
μονάδα/σύστημα ηλεκτρονικής ανάφλεξης
translucency
διαύγεια, ημιδιαφάνεια
translucent
ημιδιαφανής (e.g. We can check fluid level of a car’s battery by looking through the translucent part of its casing. Μπορούμε να ελέγξουμε το επίπεδο υγρού μίας μπαταρίας αυτοκινήτου κοιτάζοντας από το ημιδιαφανές μέρος του καλύμματός της)
transmission
σασμάν, μετάδοση,μετάδοση κίνησης,διαβίβαση, μεταβίβαση
transmission system
σύστημα μετάδοσης κίνησης
transportation
μετακόμιση,μεταφορά
transporter
νταλίκα μεταφοράς αυτοκινήτων, οχηματοφόρο
transverse engine
εγκάρσιος κινητήρας
trap
παγίδα, παγιδεύω
trapezium
τραπέζιο
trapezoid
τραπεζοειδές
tread pattern
ίχνος, τροχιά, απόσταση τροχών
tread wear
φθορά πέλματος ελαστικών
tread wear indicator
ένδειξη φθοράς ελαστικών
treat
μεταχειρίζομαι, θεραπεύω,
περιποιούμαι, κατεργάζομαι treatment
μεταχείριση, θεραπεία, κατεργασία
triangle
τρίγωνο
triangular
τριγωνικός
trim
φινίρισμα, τελείωμα
trim cover
ταπετσαρία
trip
αποζευγνύω, αποζεύκτης, απόζευξη, ταξίδι
trip mileage indictor
δείκτης χιλιομέτρων που μηδενίζει
tripping mechanism
μηχανισμός απόζευξης
trolley jack
γρύλος με ρόδες
trouble
ταράσσω, ενοχλώ, ταλαιπωρώ, ανησυχία, ενόχληση, ταλαιπωρία, ανωμαλία, ελάττωμα
troubleshooting
ανίχνευση/διάγνωση/ εντοπισμός βλάβης
trowel
φτυαράκι, μυστρί
truck
ανοιχτό φορτηγό αυτοκίνητο, καμιόνι
trunk (US)
πορτμπαγκάζ
trunnion
στροφέας, αξονάκι περιστροφής
trustworthy
αξιόπιστος, άξιος εμπιστοσύνης
try square
ορθογωνιόμετρο, ελεγκτική γωνία
T-square
ταυ σχεδίασης
tube
σωλήνας, αεροθάλαμος τροχού, λυχνία
tube cutter
σωληνοκόπτης
tungsten
βολφραίμιο
tuning
ρύθμιση κινητήρα
tunnel
σήραγγα, υπόγειος δρόμος, τούνελ
turbine
στρόβιλος, τουρμπίνα
turbine pump
στροβιλαντλία
turbines
στροβιλοκινητήρες
turbocharger
στροβιλοσυμπιεστής, υπερτροφοδότης
turbogenerators
στροβιλογεννήτριες
turf
τύρφη
turn
στρέφω, γυρίζω, τρέπω, τορνεύω, στροφή, γύρος, βόλτα, αλλαγή
turn off
σβήνω (φως, ηλεκτρική συσκευή) (e.g. Turn off the lights. I want to sleep. Κλείσε τα φώτα. Θέλω να κοιμηθώ)
turn on
ανάβω (φως, ηλεκτρική συσκευή) (e.g. It's getting dark. Turn on the lights. Σκοτεινιάζει. Άναψε τα φώτα)
turn out
σβήνω ηλεκτρική συσκευή, καταλήγω, παρουσιάζομαι, παράγω
turn signal
φλας
turning
τόρνευση, στρέψη
turning and chucking centre
τόρνοι πολλαπλών κατεργασιών (για αντικείμενα εκ περιστροφής)
turning circle
κύκλος στροφής
turntable
περιστρεφόμενος βοηθητικός τροχός,δίσκος περιστροφής για οχήματα, περιστρεφόμενη βάση/ πλατώ
turret
πυργίσκος, τουρέλλα, περιστρεφόμενο κυκλικού σχήματος εργαλειοφορείο μηχανων ψηφιακού ελέγχου (ρεβόλβερ, μύλος)
tweezers
λαβίδα, τσιμπίδα, μπροσέλλα
twin
διπλός,δίδυμος
twin control arms
δίδυμοι βραχίονες ελέγχου ανάρτησης
twin screw pump
αντλία διπλού κοχλία
twin-jet carburettor
διπλό καρμπυρατέρ (διπλού λαιμού), εξαερωτήρας
twin-line brake
φρένο διπλής γραμμής
twist
υποβάλλω σε στρέψη, συστρέφω
twist drill
περιστροφικό τρυπάνι
two stroke engine
δίχρονος κινητήρας
two/three-wheel motor vehicles
δίκυκλα/τρίκυκλα οχήματα με κινητήρα
type
τύπος
type of material
τύπος υλικού
tyre
ελαστικό τροχού, λάστιχο αυτοκινήτου
tyre pressure gauge
μετρητής πίεσης ελαστικών
tyre pump
τρόμπα φουσκώματος ελαστικών
tyre rotation
διασταύρωση ελαστικών
U unattended factory
πλήρως αυτοματοποιημένο εργοστάσιο
unburned gas release
διαφυγή άκαυστου αερίου
under size
μικρότερου μεγέθους
underbody
μικρότερου σώματος
underinflation
υποπίεση (ελαστικών)
underline
υπογραμμίζω
understeer
υποστρέφω
undertake
αναλαμβάνω, επιχειρώ
undervoltage
τάση λιγότερη από την κανονική
unhealthy
ανθυγιεινός
uniform
στολή/ ομοιόμορφος, ομοειδής
union
ένωση/ συνδετήρας
union nut
παξιμάδι σύνδεσης
unit
μονάδα
universal coupling
σύνδεση κεντρικού άξονα μετάδοσης
universal electrical multimeter
ηλεκτρικό πολύμετρο
universal joint (U-joint)
αρθρωτός/ σπαστός σύνδεσμος, σταυρός κεντρικού άξονα μετάδοσης
universal motor
ηλεκτροκινητήρας τύπου
γιουνιβέρσαλ universal pliers
πένσα γενικής χρήσης
unladen
όχι φορτωμένο, χωρίς φορτίο,ξεφόρτωτο,καθαρό βάρος
unleadead
αμόλυβδος
unleaded gasoline
αμόλυβδη βενζίνη
unloading
ξεφόρτωμα
unscrew
ξεβιδώνω
unstable fluids
ασταθή ρευστά
unsteady
ασταθής
update
ενημερώνω, εκσυγχρονίζω
upper beam
ακρόμπαλο
upward(s)
πάνω, προς τα πάνω
urgent
επείγων, κατεπείγων
usable
χρήσιμος, χρησιμοποιήσιμος
use
χρήση
useful efficiency
ωφέλιμη απόδοση
useless
ανώφελος, άχρηστος
utilization
χρησιμοποίηση
utilize
χρησιμοποιώ, κάνω χρήση
V
V- engine
κινητήρας σχήματος V, κινητήρας με κυλίνδρους σε διάταξη V
vacancy
κενό, κενή θέση
vacuum
κενό, υποπίεση
vacuum advance
αβάνς υποπιέσεων
vacuum cleaner
ηλεκτρική σκούπα
vacuum gauge
μετρητής κενού, υποπιεσόμετρο
vacuum hose
σωλήνας υποπίεσης
vacuum pump
αντλία υποπίεσης
vacuum servo brake
μονάδα σερβόφρενου υποπίεσης
vacuum valve
βαλβίδα υποπίεσης
valance
κουρτινάκι
valuable
πολύτιμος
value
τιμή, αξία, αντίτιμο, εκτιμώ
value added tax
φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.)
valve
βαλβίδα, επιστόμιο, δικλείδα
valve ball
κεφαλή βαλβίδας
valve cap
καπάκι βαλβίδας ελαστικών
valve clearance
διάκενο βαλβίδας
valve core
βελόνα βαλβίδας
valve cover
επικάλυμα/ κάλυμμα βαλβίδας
valve cover bracket
μπρακέτο επικάλυψης βαλβίδων
valve gear
σύστημα βαλβίδας
valve grinder
βαλβιδοτρίφτης
valve grinding
τρόχισμα βαλβίδας
valve grinding tools
εργαλεία τροχίσματος βαλβίδας
valve guide
οδηγός βαλβίδας
valve housing
περίβλημα βαλβίδας
valve inner spring
εσωτερικό ελατήριο βαλβίδας
valve lap
εφαρμογή βαλβίδας
valve lifters
εργαλεία εξαγωγής και συγκράτησης βαλβίδων
valve moder
τύπος κλειστού φορτηγού
valve reed
διάφραγμα βαλβίδας
valve reseating
επανατοποθέτηση βαλβίδας
valve retainer
εργαλείο συγκράτησης βαλβίδων
valve seat
έδρα βαλβίδας
valve split cover
σφήνα βαλβίδας από δυο τεμάχια
valve spring
ελατήριο βαλβίδας
valve spring compressor
συμπιεστής ελατηρίου βαλβίδας
valve spring retainer
πιατάκι ελατηρίου βαλβίδας
valve spring seat
έδρα ελατηρίου βαλβίδας
valve stem
στέλεχος βαλβίδας
valve tappet
πλήκτρο, ωστήριο, καπελότο βαλβίδας
valve timing
χρονισμός βαλβίδας
valve tyre
καπάκι βαλβίδας ελαστικών
valve with rocker technology
βαλβίδα με ζυγό (κοκκοράκι)
valves assembly
συγκρότημα/ σύστημα βαλβίδων και πιανόλας
valve-stem seal pliers
εργαλείο/ τσιμπίδα για τα τσιμουχάκια στους οδηγούς των βαλβίδων
van
φορτηγό (μικρό) με σκεπή
vane
πτερύγιο
vane pump
αντλία με πτερύγια
vaporize
εξατμίζω,εξαερώνω, αεροποιώ,
ατμοποιώ vapour
υδρατμός, ατμός, αχνός
variable
μεταβλητός, ευμετάβλητος
variable frequency drive
μετάδοση κίνησης μεταβλητής συχνότητας/ σύστημα μετάδοσης μεταβλητής συχνότητας
variable jet
καρμπυρατέρ με έμβολο που δημιουργεί μεταβλητό λαιμό στο σημείο βεντούρι
variation
παρέκκλιση, απόκλιση, μεταβολή, παραλλαγή
variety
ποικιλία, είδος
varnish
επικαλύπτω με βερνίκι,βερνικώνω, βερνίκι, λούστρο
vary
ποικίλω, διαφέρω, αλλάζω
V-belt
τραπεζοειδής ιμάντας σχήματος V
vedge gauge
γωνιακό παχύμετρο
vee block
κομμάτι/συγκρότημα/ πλάκα εφαρμογής σχήματος V, βάση αξόνων σχήματος V
vehicle
μεταφέρω με όχημα,όχημα, φορέας
vehicle identification number (VIN)
αριθμός αναγνωρίσεως οχήματος
velocity
ταχύτητα
velvet
βελούδο, βελούδινος
vent openings
ανοίγματα εξαερισμού
vent pipe
σωλήνας εξαερισμού
ventilate
αερίζω, εξαερίζω
ventilated
αεριζόμενος
ventilation
αερισμός, εξαερισμός
ventilation unit
μονάδα εξαερισμού
vents
αεραγωγοί (e.g. A weak air flow coming from the cabin vents may be caused by a clogged air filter. Μία αδύναμη ροή αέρα που προέρχεται από τους αεραγωγούς των κουβουκλίων μπορεί να προκαλείται από ένα φρακαρισμένο φίλτρο αέρα)
venturi
χοάνη Βεντούρι,διαστενωτικός δακτύλιος (e.g. A venturi is a carburettor equipment which changes the air speed and pressure. Η χοάνη Βεντούρι είναι εξάρτημα του καρμπυρατέρ που αλλάζει ττην ταχύτητα και την πίεση του αέρα)
venturi effect
φαινόμενο Βεντούρι (e.g. When a fluid goes through a narrower part of a pipe, its pressure is reduced and its velocity is increased. This is called venturi effect. Όταν ένα υγρό περνά από ένα στενότερο μέρος ενός σωλήνα, η πίεσή του μειώνεται και η
ταχύτητά του αυξάνεται. Αυτό λέγεται φαινόμενο Βεντούρι) venturi tube (or venturi or choke
(e.g. A venturi tube is a
tube)
carburettor equipment which changes the air speed and pressure. Η χοάνη Βεντούρι είναι εξάρτημα του καρμπυρατέρ που αλλάζει ττην ταχύτητα και την πίεση του αέρα)
vernier caliper
παχύμετρο βερνιέρου, βερνιέρος(e.g. A vernier caliper offers more measurement digits than a simple ruler. Ένας βερνιέρος προσφέρει πιο πολλά ψηφία μέτρησης από ένα απλό χάρακα)
versatile
εύστροφος, με πολλές ιδιότητες, ευπροσάρμοστος
vertex
ζενίθ, κορυφή, κατακόρυφο σημείο
vertical
κατακόρυφος, κάθετος
vessel
αγγείο, σκάφος
via
μέσω, διαμέσω
vibrate
κραδαίνω, δονώ, δονούμαι, πάλλω, πάλλομαι
vibration
κραδασμός, ταλάντωση, δόνηση
vibration damper
αποσβεστήρας κραδασμών, κινητό διάφραγμα απόσβεσης κραδασμών/
ήχου (e.g. The vibrations produced by the moving parts of the engine is reduced by means of a device called vibration damper. Οι κραδασμοί που παράγονται από τα κινούμενα μέρη της μηχανής μειώνονται μέσω μίας συσκευής που ονομάζεται αποσβεστήρας κραδασμών) vibration free
αντικραδασμικός
vice
σφιγκτήρας εφαρμοστού, μέγγενη
vin plate
πλάκα αριθμού VIN (αριθμός αναγνωρίσεως οχήματος)
viscous
ιξώδης, γλοιώδες, κολλώδες, παχύρευστος (e.g. Viscous oils have a better performance at high temperatures as they thin out when they heat up. Τα παχύρευστα λάδια έχουν καλύτερη απόδοση σε υψηλές θερμοκρασίες καθώς αραιώνουν όταν ζεσταθούν)
vise
σφιγκτήρας εφαρμοστού,μέγγενη
visibility
(e.g. Due to the fog, my visibility has been reduced. Λόγω της ομίχλης, η ορατότητά μου έχει μειωθεί)
visible
ορατός
vision
όραση, οπτικό πεδίο
visor
αλεξήλιο
visual
οπτικός, ορατός
vocational
επαγγελματικός(e.g. He has a certificate of a Technical and Vocational School. Έχει απολυτήριο από Τεχνικό και Επαγγελματικό Σχολείο)
voltage
τάση ηλεκτρικού ρεύματος, διαφορά δυναμικού, βολτάζ
voltage rating
ονομαστική τάση
voltage regulator
ρυθμιστής τάσης ηλεκτρικού ρεύματος
voltmeter
βολτόμετρο
volume
όγκος, τόμος
volume output level
επίπεδο έντασης (ήχου)
volute
διαχυτήρας, διασκορπιστήρας
vortex
δίνη
W wallet
πορτοφόλι, σακίδιο (e.g. Don't forget your wallet at home. Μην ξεχάσεις το πορτοφόλι σου στο σπίτι)
wall-mounted crane
γερανός επί τοίχου/ στερεωμένος σε τοίχο
wankel engine
περιστροφικός κινητήρας
warm-up
προθέρμανση
warm-up valve
βαλβίδα προθέρμανσης
warn
προειδοποιώ
warning
προειδοποίηση
warning light
προειδοποιητικός λαμπτήρας
warning signal
προειδοποιητικό σήμα
warning triangle
προειδοποιητικό τρίγωνο(e.g. If your car breaks down on a road, you have to move it away from the traffic and set up your warning triangle. Εάν το αυτοκίνητό σου χαλάσει στο δρόμο, πρέπει να το μετακινήσεις μακριά από την κυκλοφορία και να τοποθετήσεις το προειδοποιητικό σου τρίγωνο).
warp
σκεβρώνω, στραβώνω
wash tab
σκάφη (για πλύσιμο)
washdown
απόπλυση, καθαρισμός
washdown system
σύστημα καθαρισμού με νερό υπό πίεση
washer
ροδέλλα, παράκυκλος, παρέμβασμα
washer jet
ψεκαστήρας πλυσίματος(e.g. Washer jets are expected to spray on the windscreen, not on the roof or the bonnet. Οι ψεκαστήρες πλυσίματος αναμένεται
να ψεκάζουν επάνω στο παρμπρίζ, όχι στην οροφή ή στο καπό) washing machine
πλυντήριο ρούχων(e.g. Our clothes are very dirty. We have to put them into the washing machine. Τα ρούχα μας είναι πολύ βρώμικα. Πρέπει να τα βάλουμε στο πλυντήριο ρούχων)
waste
σπαταλώ, καταναλώνω άσκοπα, φθείρω, σπατάλη,απορρίματα, απόβλητα, απώλεια,απόβλητος, άχρηστος
waste products
απόβλητα, απορρίματα
wastegate
πόρτα διαφυγής
water cooled
υδρόψυκτο (e.g. In water cooled cars there is a coolant pump whose function is to pump the water used to cool the engine. Στα υδρόψυκτα αυτοκίνητα υπάρχει μια αντλία ψυκτικού της οποίας η λειτουργία είναι να αντλεί το νερό που χρησιμοποιείται για να ψύξει τη μηχανή)
water hammer (or hydraulic shock)
υδραυλική βλάβη, υδραυλικό πλήγμα (βλάβη οφειλόμενη στην αδράνεια που προκαλείται στις αντλίες από ξαφνικό π.χ. φράξιμο
κάποιας βαλβίδας ή απότομο σταμάτημα της λειτουργίας του κινητήρα και που μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα αποσυναρμολόγηση των σωληνώσεων του συστήματος ή και σπάσιμο του κελύφους της αντλίας) water heater
θερμοσίφωνας, θερμαντήρας νερού
water jacket
αδιάβροχος μανδύας
water pump
αντλία νερού
water pump pliers
γκαζοτανάλια
water pump pulley
τροχαλία αντλίας νερού
water temperature gauge
θερμόμετρο νερού
water temperature meter
μετρητής θερμοκρασίας νερού
water-cooled engine
υδρόψυκτη μηχανή (e.g. The majority of cars have watercooled engines whose main advantage is that they reduce mechanical noise. Η πλειονότητα των αυτοκινήτων έχουν υδρόψυκτες μηχανές των οποίων βασικό πλεονέκτημα είναι ότι μειώνουν το μηχανικό θόρυβο)
water-cooled pump
υδρολίπαντη αντλία
water-tight
υδατοστεγής
wax
κερί (e.g. Car shampoos usually contain wax which offer
protection and a shiny finish to a car. Τα σαμπουάν για αυτοκίνητα συνήθως περιέχουν κερί τα οποίο προσφέρει προστασία και λαμπερό φινίρισμα σε ένα αυτοκίνητο) weak
αδύναμος, ασθενικός
wear
φθορά, φθείρομαι, ντύνω
weatherstripping
στεγανοποίηση, λάστιχο/ελαστικό στεγανοποίησης (e.g. If a vehicle’s weatherstripping is defective, this can cause-among other things- increase of noise, rust, premature failure of the paint, exposure to weather conditions and incomplete chemical and ultraviolet resistance. Εάν η στεγανοποίηση ενός οχήματος είναι ελαττωματική, αυτό μπορεί να προκαλέσει-ανάμεσα σε άλλααύξηση του θορύβου, σκουριά, πρόωρη φθορά της μπογιάς, έκθεση στις καιρικές συνθήκες και ελλιπή χημική και υπεριώδη αντοχή)
wedge
σφήνα
weight
βάρος
weld
συγκολλώ μέταλλα
welder
συγκολλητής μετάλλων
welding
σκληρή συγκόλληση
welding machine
ηλεκτρική μηχανή συγκολλήσεως μετάλλων (ηλεκτροκολλήσεων) (e.g. It is difficult to set a welding machine properly-only professional welders are able to do it. Είναι δύσκολο να συνδέσεις μία ηλεκτρική μηχανή ηλεκτροκολλήσεων σωστά-μόνο επαγγελματίες συγκολλητές μετάλλων μπορούν να το κάνουν)
welging transformer
μετασχηματιστής συγκόλλησης
well
πηγάδι, φρεάτιο, φρέαρ, πηγή,δεξαμενή, χαβούζα
west
δύση,δυτικός(e.g. The sun sets in the west. Ο ήλιος δύει στη δύση)
wet
μουσκεύω, υγρός, βρεγμένος
wheel
τροχός
wheel alignment
ζυγοστάθμιση/ευθυγράμμιση τροχών(e.g. If wheel alignment is not right, it may cause tyre wear. Εάν η ευθυγράμμιση των τροχών δεν είναι σωστή, μπορεί να προκαλέσει φθορά των λάστιχων)
wheel balance
ζυγοστάθμιση τροχών
wheel base
βάση τροχών (e.g. A wheel base is
the distance between the centre of the front wheel to the centre of the rear wheel. The longer the wheelbase, the smoother the driving. Η βάση τροχών είναι η απόσταση μεταξύ του κέντρου του μπροστινού τροχού και του κέντρου του πίσω τροχού. Όσο μεγαλύτερη είναι η βάση τροχών, τόσο ομαλότερη είναι η οδήγηση) wheel cylinder
κύλινδρος/ έμβολο φρένων(e.g. The role of a wheel cylinder is to apply force on the brake shoes which in turn contact the drum and stop the vehicle with friction. Ο ρόλος ενός κυλίνδρου φρένων είναι να εφαρμόζει δύναμη στα τακάκια των φρένων τα οποία με τη σειρά τους έρχονται σε επαφή με το ταμπούρο και σταματούν το όχημα με τριβή)
wheel hub
πλήμνη, μουαγιέ, άξονας τροχού (A wheel hub supports the wheel and the tire in a vehicle. Ο άξονας τροχού στηρίζει τον τροχό και το λάστιχο σε ένα οχήμα)
wheel lock-up
κλείδωμα τροχού (e.g. A wheel
lock- up happens when hard and steady pressure is applied on the brakes and the car does not have ABS(Anti-lock Breaking System). Κλείδωμα τροχού μπορεί να συμβεί όταν πολύ και σταθερή πίεση εφαρμόζεται στα φρένα και το αυτοκίνητο δεν έχει ABS (σύστημα αντιμπλοκαρίσματος φρένων) wheel rim
ζάντα τροχού (e.g. If the wheel rim has been damaged, vibration is caused and the wheel cannot hold pressure. Εάν έχει καταστραφεί η ζάντα του τροχού, προκαλείται δόνηση και ο τροχός δεν μπορεί να κρατήσει πίεση.)
wheel slip
γλίστρημα τροχών(e.g. Wheel slip can be prevented with electronic traction control found in modern cars. Το γλίστρημα τροχών μπορεί να αποφευχθεί με τον ηλεκτρονικό έλεγχο κρατήματος που συναντάται στα σύγχρονα αυτοκίνητα)
wheel tread (US)
ίχνος, τροχιά, απόσταση τροχών
wheel-locking hubs
ασφαλιζόμενες πλήμνες τροχών (e.g. Wheel-locking hubs are used to engage or disengage the front
wheels from the front axle. Οι ασφαλιζόμενες πλήμνες τροχών χρησιμοποιούνται να δεσμεύσουν ή να απελευθερώσουν τους μπροστινούς τροχούς από τον μπροστινό άξονα) wicket gate
θυρίδα διόδου
width
εύρος,πλάτος
winch
βίντσι, βαρούλκο
wind
τυλίγω, περιελίσσω
winding
περιέλιξη
winding drum
τύμπανο περιέλιξης, περιτυλίγματος
window crank mechanism
μηχανισμός ανοίγματος παραθύρων (e.g. If you try to roll down the window and the glass does not move, this means that the window crank mechanism has been damaged. It is better to replace the whole assembly instead of trying to fix it because it is a difficult process. Εάν προσπαθήσεις να κυλήσεις το παράθυρο προς τα κάτω και το τζάμι δεν κινείται, αυτό σημαίνει ότι ο μηχανισμός ανοίγματος παραθύρων έχει χαλάσει. Είναι
καλύτερο να αντικαταστήσεις ολόκληρη τη συναρμολόγηση αντί να προσπαθήσεις να τη φτιάξεις διότι είναι δύσκολη διαδικασία) window pane
τζάμι παραθύρου (e.g. Thousands of grasshoppers were battering their bodies against his car’s window panes. Χιλιάδες ακρίδες χτυπούσαν τα κορμιά τους επάνω στα τζάμια των παραθύρων του αυτοκινήτου του)
window regulator
γρύλος παράθυρου (e.g. A window regulator is a component that makes it possible to raise and lower the window glass of a car and can be manual or automated. Ο γρύλος παράθυρου είναι ένα εξάρτημα που καθιστά δυνατό το ανέβασμα και το κατέβασμα του τζαμιού ενός αυτοκινήτου και μπορεί να είναι χειροκίνητο ή αυτόματο)
windscreen(or windshield)
ανεμοθώρακας αυτοκινήτου, παρμπρίζ (e.g. When she went out, she saw that the windscreen of her car was fully covered with snow. Όταν βγήκε έξω, είδε ότι το
παρμπρίζ του αυτοκινήτου της ήταν εντελώς καλυμμένο με χιόνι) windscreen washer
πλύστης παρμπρίζ, εκτοξευτήρας ύδατος (e.g. A windscreen washer is a nozzle on the car bonnet which injects water on the windscreen electrically in order to help clean it. Ένας εκτοξευτήρας ύδατος είναι ένα ακροφύσιο στο καπό του αυτοκινήτου το οποίο εγχύνει νερό στο παρμπρίζ ηλεκτρονικά για να βοηθήσει στον καθαρισμό του)
windscreen wiper
υαλοκαθαριστήρας (e.g. Make sure that the windscreen is wet before operate the windscreen wipers to clear it. Βεβαιώσου ότι το παρμπρίζ είναι υγρό πριν θέσεις σε λειτουργία τους υαλοκαθαριστήρες για να το καθαρίσεις)
windshield (US) (or windscreen)
ανεμοθώρακας αυτοκινήτου, παρμπρίζ (e.g. When she went out, she saw that the windshield of her car was fully covered with snow. Όταν βγήκε έξω, είδε ότι το παρμπρίζ του αυτοκινήτου της ήταν
εντελώς καλυμμένο με χιόνι) windshield wiper system
σύστημα υαλοκαθαριστήρων παρμπρίζ (e.g. It is going to rain tomorrow. You should check whether your car’s windshield wiper system works properly. Πρόκειται να βρέξει αύριο.Πρέπει να ελέγξεις εάν το σύστημα υαλοκαθαριστήρων παρμπρίζ του αυτοκινήτου σου δουλεύει σωστά)
wing mirror
εξωτερικός καθρέφτης (e.g. Travolta leaned down and combed his hair looking at the wing mirror. O τραβόλτα έσκυψε και χτένισε τα μαλλιά του κοιτάζοντας τον εξωτερικό καθρέφτη)
wing nut (or butterfly nut)
πεταλούδα (e.g. A wing nut is a nut that resembles a wing and is used in applications that require frequent tightness or looseness of an assembly. Μια πεταλούδα είναι ένα παξιμάδι που μοιάζει με φτερούγα και χρησιμοποιείται σε εφαρμογές που απαιτείται συχνό σφίξιμο ή χαλάρωμα μίας συναρμολόγησης)
wiper
καθαριστήρας (e.g. The role of
wipers is to clean the car’s windscreen and remove all debris,water and snow and offer the driver a clear, unobstructed view of the road ahead. Ο ρόλος των καθαριστήρων είναι να καθαρίζουν το παρμπρίζ του αυτοκινήτου και να απομακρύνουν όλα τα θραύσματα,το νερό και το χιόνι και να προσφέρει στον οδηγό μία καθαρή, χωρίς εμπόδια θέα του δρόμου μπροστά τους) wiper blade
λεπίδα καθαριστήρα (e.g. Wiper blades must be regularly cleaned and the blade’s rubber must be carefully checked for any damage. Οι λεπίδες των καθαριστήρων πρέπει να καθαρίζονται τακτικά και το λάστιχο της λεπίδας πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά για τυχόν φθορά)
wiper motor
μοτέρ καθαριστήρα (e.g. A wiper motor is the mechanism which provide the power the wipers need to move back and forth on the car windscreen. Το μοτέρ
καθαριστήρα είναι ο μηχανισμός που δίνει τη δύναμη που χρειάζονται οι καθαριστήρες για να κινηθούν μπρος-πίσω στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου) wire
καλώδιο, σύρμα, χορδή (e.g. There are many different wires in a car which have many different functions like distributing power from the battery to other parts of the car and transmitting signals from switches to sensors. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά καλώδια σε ένα αυτοκίνητο που έχουν πολλές διαφορετικές λειτουργίες όπως την κατανομή ενέργειας από την μπαταρία σε άλλα μέρη του αυτοκινήτου και την μετάδοση σημάτων από διακόπτες σε αισθητήρες)
wire brush
σχηματόβουρτσα (e.g. He bought a wire brush to remove the rust and dirt from the surface of his old car. Αγόρασε μία σχηματόβουρτσα για να απομακρύνει τη σκουριά και τη βρωμιά από την επιφάνεια του
παλιού του αυτοκινήτου) wire gauge
μετρητής καλωδίου (e.g. A wire gauge measures the diameter of a wire. Ένας μετρητής καλωδίου μετράει τη διάμετρο ενός καλωδίου)
wire rope
συρματόσκοινο (e.g. Wire ropes are made from steel or iron and are widely used in cars, elevators, cranes, bridges etc. Τα συρματόσκοινα φτιάχνονται από ατσάλι η σίδηρο και χρησιμοποιούνται ευρέως στα αυτοκίνητα, ανελκυστήρες, γερανούς, γέφυρες κλπ.)
wire stripper
απογυμνωτής ("γδάρτης") καλωδίων (e.g. A wire stripper is a tool used to cut the protective insulation off an electrical wire. Ο απογυμνωτής καλωδίων είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για να κόβει την προστατευτική μόνωση από ένα ηλεκτρικό καλώδιο)
wiring
καλωδίωση (e.g. Faulty wiring was the cause of the big fire at the building yesterday. Η λανθασμένη
καλωδίωση ήταν η αιτία της μεγάλης φωτιάς στο κτίριο χθες) wiring diagram
διάγραμμα ηλεκτρικής συνδεσμολογίας (e.g. Is there a wiring diagram in the manual? It would be extremely helpful. Υπάρχει κανένα διάγραμμα ηλεκτρικής συνδεσμολογίας στο εγχειρίδιο; Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο)
wiring plug
πρίζα καλωδίωσης (e.g. He disconnected the wiring plug and pulled the rubber cover from the back of the bulb. Αποσύνδεσε την πρίζα καλωδίωσης και τράβηξε το λαστιχένιο κάλυμμα από το πίσω μέρος του λαμπτήρα)
wooden
ξύλινος (e.g. Did you know that there were wooden cars before fiberglass and carbon-reinforced plastic were introduced in order to build light cars? Γνώριζες ότι υπήρχαν ξύλινα αυτοκίνητα πριν εισαχθούν το φάιμπεργκλαςυαλόνημα και το πλαστικό ενισχυμένο με άνθρακα για να φτιαχτούν ελαφρά αυτοκίνητα;)
work permit
άδεια εργασίας (e.g. He works as a car mechanic but doesn’t have a work permit. Εργάζεται ως μηχανικός αυτοκινήτων αλλά δεν έχει άδεια εργασίας)
workholding device
2. συσκευή συγκράτησης/ πρόσδεσης στην τράπεζα εργαλειομηχανής ή σε παλέτα των προς κατεργασία αντικειμένων 3.
workpiece
κομμάτι για κατεργασία (e.g. A workpiece is a metal or other material object which is worked with a tool or a machine. Ένα κομμάτι για κατεργασία είναι ένα μεταλλικό ή άλλου υλικού αντικείμενο που δουλεύεται με ένα εργαλείο ή μία μηχανή)
workshop
συνεργείο, εργαστήριο (e.g. He is thinking of opening his own car workshop when he finishes school. Σκέφτεται να ανοίξει το δικό του συνεργείο αυτοκινήτων όταν τελειώσει το σχολείο)
worm
σπείρωμα, ατέρμονας κοχλίας (e.g. A worm is an essential equipment in all types of steering systems.
Ο ατέρμονας κοχλίας είναι βασικό εξάρτημα σε όλα τα είδη συστημάτων οδήγησης) worm and nut steering system (or
σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα
recirculating ball and nut steering
κοχλία (e.g. The worm and nut
system)
steering system is used much more in pitman arm systems than the other steering systems because it has less free play and slack than the other systems. Το σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα κοχλία χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο στα συστήματα βραχίονα από τα άλλα συστήματα διεύθυνσης διότι κάνει λιγότερες ελεύθερες κινήσεις και λασκάρει λιγότερο από τα άλλα συστήματα.)
worm and roller steering system
σύστημα οδήγησης τύπου ατέρμονα και ράουλου (τροχίσκου) (e.g. In worm and roller steering system the worm gear’s shape must be wider at the ends or else the roller may disengage from it. Στο σύστημα οδήγησης τύπου ατέρμονα και ράουλου το σχήμα του μηχανισμού του ατέρμονα κοχλία πρέπει να είναι πλατύτερο στις
άκρες του αλλιώς το ράουλο μπορεί να αποσυνδεθεί από αυτόν) worn (out)
τριμμένος, αμβλυμένος, φθαρμένος(e.g. The tyres of his car are worn out. He has to replace them. Τα λάστιχα του αυτοκινήτου του είναι φθαρμένα. Πρέπει να τα αντικαταστήσει)
wrench (US)
κλειδί (εργασίας), γαλλικό κλειδί, μοχλός περιστροφής, κλειδί για βίδεςκολλινσκλειδί με ρυθμιζόμενες σιαγόνες,torque wrench, spanner (e.g. Removing a rusty bolt depends on choosing the suitable size wrench you will choose for the job or else you won't be able to do it. To να απομακρύνεις ένα σκουριασμένο μπουλόνι,εξαρτάται από το κατάλληλο μέγεθος κλειδιού που θα επιλέξεις για την εργασία αυτή αλλιώς δεν θα μπορέσεις να το κάνεις)
wrist pin (or gudgeon pin)
άξονας ποδός διωστήρα, πείρος εμβόλου (e.g. Wrist pins help the conversion of the reciprocating motion of the piston into the
rotary motion of the crankshaft.Οι πείροι εμβόλου βοηθούν την μετατροπή της παλινδρομικής κίνησης του εμβόλου σε περιστροφική κίνηση του στροφαλοφόρου) wrought iron
σφυρήλατος σίδηρος,κατεργασμένος σίδηρος (e.g. Wrought iron is similar to steel but it is not corroded so easily and is used in multiple constructions like making car doors. Ο κατεργασμένος σίδηρος είναι παρόμοιος με το ατσάλι αλλά δεν διαβρώνεται τόσο εύκολα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλαπλές κατασκευές όπως στην κατασκευή πορτών αυτοκινήτου)
Z zero
μηδέν, μηδενικός (e.g. Catalytic converters produce zero gas emissions in the atmosphere.Οι καταλυτικοί μετατροπείς παράγουν μηδενικές εκπομπές στην ατμόσφαιρα)
zinc
ψευδάργυρος, τσίγκος, λαμαρίνα που
περιέχει ή είναι επικαλυμμένη με ψευδάργυρο.(e.g. Zinc can be used as an anti-corrosion and anti-rust factor in vehicles. Ο ψευδάργυρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράγοντας προστασίας από τη διάβρωση και τη σκουριά στα οχήματα)