Γλωσσαριο τεχνικων ορων

Page 1

ΑΓΓΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ (ΜΗΧΑΝΙΚΗ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ-ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑ) (υπό διαμόρφωση και επεξεργασία)

Θάλεια Μαυροειδή Καθηγήτρια Αγγλικής Γλώσσας 1ο ΕΠΑ.Λ. Αθηνών


ENGLISH-GREEK GLOSSARY OF TECHNICAL TERMS (CAR MECHANICS AND TECHNOLOGYMECHANICAL ENGINEERING-ELECTRICITY) (υπό διαμόρφωση και επεξεργασία) The terms of the glossary are interpreted as general and technical terms

A ability

ικανότητα (e.g. His ability to cope with any problem is remarkable. Η ικανότητά του να αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα είναι αξιοθαύμαστη).

abnormal fluctuation

ασυνήθης διακύμανση (e.g. He noticed an abnormal fluctuation in the engine’s temperature. Something was going really wrong.Παρατήρησε μια ασυνήθη διακύμανση στη θερμοκρασία της μηχανής. Κάτι πήγαινε στραβά).

abrasion

τριβή, απόξεση, λείανση,


γδάρσιμο, ξύσιμο (e.g. If there is any abrasion in the interior of a RFT tire, the tire is not repairable. Εάν υπάρχει οποιοδήποτε γδάρσιμο στο εσωτερικό ενός λάστιχου τύπου RFT, το λάστιχο δεν μπορεί να επιδιορθωθεί) abrasive

λειαντική, στιλβωτική ουσία (e.g. He took some abrasive paper and cleaned the car’s bodywork. Πήρε λίγο λειαντικό χαρτί και καθάρισε το αμάξωμα του αυτοκινήτου).

abrasive cloth

λειαντικό πανί(e.g. Abrasive cloth is a product used for cleaning,grinding,polishing or smoothing. Λειαντικό πανί είναι ένα προϊόν που χρησιμοποιείται για καθάρισμα, τρίψιμο, γυάλισμα ή λείανση)

ABS (Anti-lock Braking System)

σύστημα αντιμπλοκαρίσματος /αντικλειδώματος φρένων (e.g. ABS- Anti-lock Braking System- eliminates the


possibility of wheel locking under heavy breaking.Το σύστημα αντικλειδώματος φρένων ελαχιστοποιεί την πιθανότητα κλειδώματος των τροχών ύστερα από έντονο φρενάρισμα) absolute positioning system

απόλυτο σύστημα αναφοράς για τον εντοπισμό των σημείων κοπής στις εργαλειομηχανές αριθμητικού ελέγχου

absorb

απορροφώ (e.g. This electric machine has been designed to absorb vibrations. Αυτή η ηλεκτρική μηχανή έχει σχεδιαστεί για να απορροφά κραδασμούς).

absorption

απορρόφηση (e.g. Iron absorption can be facilitated by simultaneous consumption of food containing Vitamin C. Η απορρόφηση του σιδήρου μπορεί να διευκολυνθεί με την σύγχρονη κατανάλωση τροφών που περιέχουν Βιταμίνη C.).

ac generator (US)

γεννήτρια εναλλασσόμενου


ρεύματος (e.g. An ac generator is simpler in design and use than a dc generator. Μία γεννήτρια εναλασσόμενου ρεύματος είναι πιο απλή στη σχεδίαση και στη χρήση από μία γεννήτρια συνεχούς ρεύματος) accelerate

επιταχύνω (e.g. Don’t accelerate so rapidly, it’s dangerous! Μην επιταχύνεις τόσο γρήγορα, είναι επικίνδυνο!)

acceleration

επιτάχυνση (e.g. Heavy acceleration can cause more fuel consumption. Η έντονη επιτάχυνση μπορεί να προκαλέσει περισσότερη κατανάλωση καυσίμων).

accelerator

επιταχυντής,γκάζι (e.g. When he saw the wall in front of his eyes, he released the accelerator and stepped on the brake. Όταν είδε τον τοίχο μπροστά στα μάτια του, άφησε το γκάζι και πάτησε το φρένο).


accelerator cable

καλώδιο/ντίζα γκαζιού (e.g. If, the accelerator pedal is not responding quickly enough when you put your foot down, it probably means that the accelerator cable is worn out and needs replacement. Εάν το πετάλι γκαζιού δεν ανταποκρίνεται αρκετά γρήγορα όταν πιέζεις το πόδι σοου προς τα κάτω, πιθανόν σημαίνει ότι το καλώδιο του γκαζιού έχει φθαρεί και χρειάζεται αντικατάσταση)

accelerator pedal

ποδωστήριο,πετάλι επιτάχυνσης/γκαζιού (e.g. He stepped on the accelerator pedal to escape from the criminals.Πάτησε το πετάλι του γκαζιού για να ξεφύγει από τους εγκληματίες.)

accelerator pump

αντλία γκαζιού (e.g. The accelerator pump instantly provides the additional quantity of fuel needed during acceleration. Η αντλία


γκαζιού παρέχει στιγμιαία την επιπλέον ποσότητα καυσίμου που χρειάζεται τη διάρκεια της επιτάχυνσης) accessories

εξαρτήματα, αξεσουάρ (e.g. If you fit expensive accessories in your car, inform your insurance company so as to be covered in case of theft or damage. Εάν τοποθετήσεις ακριβά αξεσουάρ στο αμάξι σου, ενημέρωσε την ασφαλιστική σου εταιρεία ώστε να είσαι καλυμμένος σε περίπτωση κλοπής ή καταστροφής).

accompany

συνοδεύω, ακολουθώ (e.g. Two detailed manuals accompany these two latest technology gadgets. Δύο λεπτομερή εγχειρίδια συνοδεύουν αυτά τα δύο μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας)

accumulation

συσσώρευση (e.g.The accumulation of wealth by few people has always been a


social problem. Η συσσώρευση του πλούτου σε λίγους ανθρώπους αποτελούσε πάντοτε κοινωνικό πρόβλημα). accumulator

συσσωρευτής (e.g. One of the roles of the accumulator is to remove moisture from the air conditioning system. Ένας από τους ρόλους του συσσωρευτή είναι να απομακρύνει την υγρασία από το σύστημα κλιματισμού)

accuracy

ακρίβεια (e.g. The accuracy of black boxes in cars are in question. Η ακρίβεια των μαύρων κουτιών στα αυτοκίνητα είναι υπό αμφισβήτηση)

accurate

ακριβής, σαφής (e.g. It is believed that a GPS is more accurate than a speedometer as far as the vehicle speed measurement is concerned. Πιστεύεται ότι το GPS είναι πιο ακριβές από το ταχύμετρο όσον αφορά τη μέτρηση της


ταχύτητας του οχήματος) acetylene

ακετυλένιο, ασετυλίνη (e.g. Acetylene is a chemical substance consisting of water and calcium carbide and was used in the first vehicle headlamps in the 1880’s. Η ασετυλίνη είναι μία χημική ένωση που αποτελείται από νερό και καρβίδιο του ασβεστίου και χρησιμοποιήθηκε στους πρώτους προβολείς οχήματος στη δεκαετία του 1880)

achieve

1. επιτυγχάνω, καταφέρνω, κατορθώνω (e.g. This article tells us how to wax our car to achieve the best results. Αυτό το άρθρο μας λέει πώς να βάλουμε κερί στο αυτοκίνητό μας για να επιτύχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα)

acid

οξύ, όξινος (Battery acid can burn your skin and ruin your clothes. Το οξύ μιας


μπαταρίας μπορεί να κάψει το δέρμα σου και να καταστρέψει τα ρούχα σου) acorn nut

αντιδονητικό παξιμάδι (e.g. Our company’s acorn nuts not only do they secure the wheel to the axles but also they prevent theft of your car’s wheels and tires because they require a key for removal and is almost impossible to remove without the right key. Τα αντιδονητικά παξιμάδια της εταιρείας μας όχι μόνο ασφαλίζουν το τιμόνι στους άξονες αλλά επίσης εμποδίζουν την κλοπή των τροχών και των λάστιχων του αυτοκινήτου σας επειδή χρειάζεται ένα κλειδί για την απασφάλισή τους και είναι σχεδόν αδύνατο να τα βγάλεις χωρίς το σωστό κλειδί)

action

πράξη, ενέργεια, δράση, λειτουργία (e.g. Due to overheating, all motors were


put out of action. Λόγω της υπερθέρμανσης, όλοι οι κινητήρες τέθηκαν εκτός λειτουργίας). activate

δραστηριοποιώ, ενεργοποιώ (e.g. Don’t try to activate the airbag without any reason. You will have to renew them and more importantly, they can cause injury. Μην προσπαθήσετε να ενεργοποιήσετε τους αερόσακους χωρίς λόγο. Θα πρέπει να τους αντικαταστήσετε και το πιο σημαντικό, μπορεί να προκαλέσουν τραυματισμό).

activity

δραστηριότητα, ενέργεια (e.g. All motors are working in full activity. Όλοι οι κινητήρες δουλεύουν εν πλήρη δραστηριότητα).

actual

πραγματικός (e.g. In order to determine the actual car value of a used car, we have to examine any mechanical or cosmetic problems. Για να


καθορίσουμε την πραγματική αξία ενός μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, πρέπει να εξετάσουμε εάν υπάρχουν μηχανικά ή αισθητικά προβλήματα) actuate

ενεργοποιώ, θέτω σε κίνηση, κινώ, ωθώ (e.g. When the ignition switch is closed, the starter motor is automatically actuated. Όταν ο κεντρικός διακόπτης εκκίνησης κλείνει, το μοτέρ εκκίνησης ενεργοποιείται αυτόματα).

actuator

ενεργοποιητής, μεταδότης κίνησης (e.g. An actuator is generally a device that converts energy into motion and is used in motors, pumps, switches and valves. It can be electric, mechanical, pneumatic or hydraulic. Ο μεταδότης κίνησης είναι γενικά μία συσκευή που μετατρέπει την ενέργεια σε κίνηση και χρησιμοποιείται σε


κινητήρες, αντλίες, διακόπτες και βαλβίδες. Μπορεί να είναι ηλεκτρικός, μηχανικός, πεπιεσμένου αέρα ή υδραυλικός) acute

οξύς, έντονος (e.g. He had an acute pain in his waist. Είχε ένα οξύ πόνο στη μέση).

acute angle

οξεία γωνία

acute triangle

οξυγώνιο τρίγωνο

adapt

προσαρμόζω

adaptation

προσαρμογή

adapter

προσαρμογέας

adhesion

προσκόλληση

adjust

ρυθμίζω

adjustable

ρυθμιζόμενος

adjustable pliers

λαβίδα (τσιμπίδι) με ρυθμιζόμενο άνοιγμα σιαγόνων, γκαζοτανάλια

adjustable spanner

κλειδί ρυθμιζόμενο

adjustable wrench

γαλλικό κλειδί, κλειδί με ρυθμιζόμενο άνοιγμα

adjuster

ρυθμιστής

adjuster strut

δοκός ρύθμισης

adjustment

ρύθμιση, προσαρμογή, εφαρμογή

adjustment bolt

παξιμάδι ρύθμισης


adjustment ferrule

δακτύλιος ρύθμισης

adjustment link

σύνδεσμος ρύθμισης

adjustment rod

ράβδος ρύθμισης

admit

δέχομαι,παραδέχομαι, επιτρέπω την είσοδο

advance

πρόοδος

advance ignition

προπορεία ανάφλεξης/αβάνς

advanced

εξελιγμένος, προχωρημένος, προωθημένος, προοδευμένος

advantage

προτέρημα, πλεονέκτημα, υπεροχή

aerial

κεραία

aerodynamic drag factor

βαθμός αεροδυναμικής έλξης

affect

επηρεάζω, επιδρώ, έχω επιπτώσεις

αir control

ρυθμιστής αέρα

αir cooling

αερόψυξη

air deflector

αλλαγή πορείας αέρα

air distribution switch

διακόπτης διανομής αέρα

air temperature sensor

αισθητήρας θερμοκρασίας αέρα

air blower

φυσητήρας

air chamber

θάλαμος αέρα

air cleaner

φίλτρο καθαρισμού αέρα

air compressor

αεροσυμπιεστής

air conditioning

κλιματισμός, κλιματιστική εγκατάσταση (e.g. Air


conditioning is a system which regulates the air temperature inside a vehicle or a room. Ο κλιματισμός είναι ένα σύστημα που ρυθμίζει την θερμοκρασία του αέρα μέσα σε ένα όχημα ή σε ένα δωμάτιο). air conditioning control unit

μονάδα ρύθμισης κλιματισμού (e.g. An air conditioning control unit allows you to control the temperaturewarm or cool- inside your car. Μία μονάδα ρύθμισης κλιματισμού σου επιτρέπει να ελέγχεις τη θερμοκρασίαζεστή ή κρύα- μέσα στο αυτοκίνητό σου)

air filter

φίλτρο αέρα (e.g. The air filter prevents dirt and dust from entering the car’s engine and causing severe damage.Το φίλτρο αέρα εμποδίζει τη βρωμιά και τη σκόνη να μπουν στη μηχανή του αυτοκινήτου και να προκαλέσουν σοβαρή βλάβη).

air flow sensor

αισθητήρας κυκλοφορίας αέρα


(e.g. An air flow sensor measures how much air has gone into the engine. Ένας αισθητήρας κυκλοφορίας αέρα μετράει πόσος αέρας έχει μπει μέσα στη μηχανή). air flowing back

επιστροφή αέρα

air funnel

κανάλι αέρα,αεραγωγός

air leak

διαρροή αέρα

air penetration

διείσδυση αέρα

air release

εκτόνωση αέρα

air resistance

αντίσταση αέρα

air temperature control system

σύστημα ελέγχου θερμοκρασίας αέρα

airbag

αερόσακος (e.g. An airbag is a protective device which inflates in case of a car collision and protects the front passengers form injuries.Ο αερόσακος είναι μια συσκευή προστασίας που αποτελείται από ένα σάκο ο οποίος διογκώνεται σε περίπτωση σύγκρουσης του αυτοκινήτου και προστατεύει τους μπροστινούς επιβάτες από τραυματισμούς).


air-cooled engine

αερόψυκτος κινητήρας (e.g. Air-cooled engines are cooled by both air and oil and they are simple, light weighted and cheap. Οι αερόψυκτοι κινητήρες δροσίζονται και από τον αέρα και από το λάδι και είναι απλοί, ελαφροί και φθηνοί)

aircraft

αεροσκάφος

air flow meter

μετρητής ροής αέρα

air flow sensor plate

αισθητήρας αέρα

alarm

συναγερμός

alcohol-based fuels

καύσιμα με βάση το οινόπνευμα (e.g. Ethanol is an alcohol-based fuel and can be produced from multiple sources like waste products and corn, it is renewable and is cleaner to burn than fossil fuels. Η αιθανόλη είναι ένα καύσιμο με βάση το οινόπνευμα και μπορεί να παραχθεί από πολλαπλές πηγές όπως απόβλητα και καλαμπόκι, είναι ανανεώσιμη και καθαρότερη στην καύση


από τα ορυκτά καύσιμα)

alignment

ζυγοστάθμιση, ευθυγράμμιση (e.g. If wheel alignment is not right, it may cause tyre wear. Εάν η ζυγοστάθμιση των τροχών δεν είναι σωστή, μπορεί να προκαλέσει φθορά των λάστιχων)

Allen hex sockets

κλειδιά Άλλεν

Allen key

κλειδί Άλλεν

Allen screw

βίδα Άλλεν

αllowable limits

επιτρεπόμενα όρια

alloy

αναμιγνύω,μίγμα, κράμα μετάλλων

alloy wheels

ζάντες αλουμινίου

alter

μεταβάλλω, αλλάζω, μετατρέπω

alteration

μεταβολή, αλλαγή

alternating current

εναλλασσόμενο ρεύμα

alternative

εναλλακτικός

alternative current

εναλλασσόμενο ρεύμα

alternatively

εναλλάξ, εναλλακτικά

alternator

εναλλακτήρας, γεννήτρια εναλλασσόμενου ρεύματος (e.g. If there is a faulty


alternator, the car’s battery cannot receive a charge. Εάν υπάρχει ελαττωματικός εναλλακτήρας, η μπαταρία του αυτοκινήτου δεν μπορεί να πάρει φορτίο) alternator bracket

βραχίονας εναλλακτήρα

alternator pulley

τροχαλία εναλλακτήρα

altitude

υψόμετρο, ύψος

aluminum

αλουμίνιο

ambient temperature

θερμοκρασία περιβάλλοντος

ambulance

νοσοκομειακό όχημα

ammeter

αμπερόμετρο

amount

ποσό

amperage

ένταση ρεύματος, βαθμός αμπέρ, αμπεράζ

analogue clock

αναλογικό ρολόι

analysis

ανάλυση

angle

γωνία, κορυφή

angled triangle

οξυγώνιο τρίγωνο

angular

γωνιακός, γωνιώδης

anhydrous

άνυδρος

annealing

βραδεία ψύξη, επαναφορά χάλυβα, ξεπύρωμα, ανόπτηση

annual

ετήσιος

antenna (US)

κεραία

anti lock electronic brakes

ηλεκτρονικό σύστημα


αντιμπλοκαρίσματος φρένων anti-(b)lockbrakes

φρένα με μηχανισμό για να μην κολλάνε (μπλοκάρουν)

anti-clockwise

αριστερόστροφα

antifreeze

αντιψυκτικό

anti-roll bar

αντιστρεπτική δοκός

anti-rust

αντισκωριακό

anti-spin

αντιολίσθηση

anti-stall

αντιμπλοκάρισμα

anti-theft devices

αντικλεπτικές συσκευές

anti-theft system

αντικλεπτικό σύστημα

anvil

αμόνι, άκμων

apparatus

συσκευή

appliance

συσκευή

application

εφαρμογή, χρήση

apprentice

μαθητευόμενος, ασκούμενος

apron

ποδιά, μπροστέλα

arbor

άξονας, άτρακτος

area

περιοχή, πεδίο, τομέας, χώρος, έκταση

armature

ρότορας μίζας, οπλισμός

armature coil

πηνίο μίζας

armature spindle

άξονας μίζας

armature winding

τύλιγμα/ περιέλιξη στάτης /τυμπάνου/πηνίου

articulated truck crane

παπαγάλος (ανυψωτικό φορτηγού)


artisan

τεχνίτης, χειροτέχνης

asbestos

άσβεστος

assemble

συναρμολογώ, μοντάρω (μηχανή)

assembly

συνδεσμολογία,συναρμολόγηση , άρμοση, συγκρότημα, σύνολο

assembly for generating steam

συγκρότημα παραγωγής ατμού

assist

βοηθώ

assistance

βοήθεια

assistant

βοηθός, βοηθητικός

atdc

μετά το άνω νεκρό σημείο

atom

άτομο (φυσική,χημεία, ηλεκτρισμός)

atomize

διασπώ σε άτομα, μετατρέπω υγρό σε σταγονίδια, ψεκάζω, ραντίζω, εξαερώνω

attach

προσαρτώ, προσαρμόζω, προσδένω, επισυνάπτω

attachment

προσάρτημα, προσάρτηση, σύνδεση, εξάρτημα

attempt

επιχειρώ, προσπαθώ, δοκιμάζω, αποπειρώμαι

attend

παρακολουθώ, προσέχω

attendance

παρακολούθηση, ακολουθία, φοίτηση, φροντίδα, συνοδεία

audio device

συσκευή ήχου

audio input

είσοδος ήχου


authorized

εξουσιοδοτημένος (e.g. It is better to take your car to an authorised dealer if it is still under warranty. Είναι καλύτερο να πας το αυτοκίνητό σου σε ένα εξουσιοδοτημένο έμπορο εάν ακόμα ισχύει η εγγύησή του)

auto-ignition

αυτοανάφλεξη

automatic adjustment

αυτόματη ρύθμιση

automatic advance

αυτόματη ανάφλεξη/αβάνς

automatic transmission filter

φίλτρο αυτόματου κιβωτίου ταχυτήτων

automobile

αυτοκίνητο

auto power outlet

τροφοδοσία από τον αναπτήρα του αυτοκινήτου/ πρίζα του αυτοκινήτου

auxiliary air valve

βοηθητική βαλβίδα αέρα

auxiliary energy

βοηθητική ενέργεια

auxiliary shaft

βοηθητικός άξονας

available

διαθέσιμος

average

μέσος όρος, μέσος, υπολογίζω κατά μέσο όρο

average temperature

μέση θερμοκρασία

aviation

αεροπορία

axe

τσεκούρι

axle

άξονας


axle stands

βάσεις άξονα

B baby car seat

κάθισμα αυτοκινήτου για μωρά

back seat

πίσω κάθισμα

backlash

εύρος κίνησης κιθάρα φρένου, πίσω πιάτο φρένου (e.g. A brake pad has a metal backplate with friction material. Ένα τακάκι φρένου έχει μία

backplate

μεταλλική κιθάρα φρένου με υλικό τριβής)

backwards

προς τα πίσω ισορροπώ, ζυγίζω, ζυγοσταθμίζω, ισορροπία,

balance

ευστάθεια, εξισορρόπηση

balance weight

ζυγοστάθμιση,ισορροπία ρουλεμάν, ένσφαιρος τριβέας, τριβέας με

ball bearing

σφαιρίδια

ball bearing grease

γράσο ρουλεμάν

ball valve

σφαιρική βαλβίδα

ball-head bolt

βίδα με σφαιρικό κεφάλι

ball-joint

σφαιρική άρθρωση/ακρόμπαρο

ball joint separator

διαχωριστής ακρόμπαρου σφυρί με ημισφαιρική κεφαλή, σφυρί μπάλας (e.g. Ball-peen hammers are also used for decorating metal surfaces. Τα σφυριά με ημισφαιρικές κεφαλές χρησιμοποιούνται επίσης

ball-peen hammer

για να διακοσμήσουν μεταλλικές επιφάνειες)

band iron

λωρίδα, σιδηρόλαμα, ταινία σιδήρου


συσκευή τοποθέτησης μεταλλικών ράβδων για bar feeder

επεξεργασία σε CNC εργαλειομηχανή

bar folder

στράντζα, καμπτική μηχανή κύλινδρος,κενός,μέτρο χωρητικότητας, βυτίο,

barrel

βαρέλι,κάνη όπλου

base

βασίζω, βάση

base cycle of the cam

βασικός κύκλος του εκκεντροφόρου άξονα

base metals

βασικά μέταλλα

baseplate

μπάλα έδρασης/στήριξης μπαταρία, συσσωρευτής (e.g. If we leave a light on, the car battery will drain overnight. Εάν αφήσουμε ένα φως ανοιχτό, η μπαταρία του

battery

αυτοκινήτου θα αδειάσει μέσα σε μια νύχτα)

battery box

κιβώτιο μπαταριών

battery cable terminal

πόλος καλωδίου μπαταρίας

battery plate

πλάκα μπαταρίας

battery terminal grease

γράσο πόλου μπαταρίας

battery tray

θήκη μπαταρίας

bayonet joint

λογχοειδής αρμός

bayonet socket

λογχοειδής εσοχή

bdc

κάτω νεκρό σημείο

bead (tyre)

κολλιές βάσεως ελαστικών ακτινοβολώ,ακτίνα,ζυγός(καμάρι),δοκός,δέσμη

beam

ακτινοβολίας,δέσμη φωτός κουζινέτο, ρουλεμάν, τριβέας, εφέδρανο,έδρανο, βάθρο εδράνου, φέρον (e.g.

bearing

The function of bearings is to help the


crankshaft and the camshaft to rotate smoothly. Η λειτουργία των ρουλεμάν είναι να βοηθούν το στροφαλοφόρο και τον εκκεντροφόρο άξονα να περιστρέφονται ομαλά) bearing cap

καβαλέτο κουζινέτου

bearing inner race

κώνος ρουλεμάν

bearing journal

κουζινέτο κεντρικού

bearing shell

κουζινέτο στρόφαλου

bearing surface

επιφάνεια έδρασης χτυπώ, νικώ, υπερτερώ, παλμός, ρυθμός,

beat

χτύπος

bed

κρεβάτι,κλίνη τόρνου (κρεβάτι) φυσούνα, φυσητήρι(e.g. Bellows is an older type of thermostat. Η φυσούνα είναι ένα

bellows

παλαιότερο είδος θερμοστάτη). ιμάντας, ζώνη, ταινία, λουρί μηχανής (e.g. You must always wear a seat belt in the car. Πρέπει πάντα να φοράς ζώνη ασφαλείας στο

belt

αυτοκίνητο)

belt drive

λουρί μηχανής, κίνηση με ιμάντα εντατήρας ιμάντα χρονισμού/ ζώνης

belt tensioner

ασφαλείας/εκκεντροφόρου

bench

πάγκος εργασίας, τράπεζα εφαρμοστού

bench metal

μέταλλο κατεργαζόμενο στο εφαρμοστήριο

bench metal worker

εργάτης εφαρμοστηρίου, εφαρμοστής κάμπτω, λυγίζω, κλίνω, διπλώνω, κάμψη,

bend

λύγισμα, καμπή, στροφή (δρόμου)


bending machine

καμπτική μηχανή, κουρμπαδόρος

bent screwdriver

κατσαβίδι (κυρτό)

bevel pinion

πηνίο κωνικού διαφορικού

bevel ring gear

κεντρικός οδοντωτός τροχός διαφορικού

big end (connecting rod)

μεγάλο μέρος μπιέλας

big-end bearing (connecting rod bearing)

ρουλεμάν μεγάλου μέρους μπιέλας

big-end cap

καπάκι κεφαλής μπιέλας

bi-metallic strip

διμεταλλική ταινία δένω, δεσμεύω, συνδέω, προσδένω,σφίγγω,

bind

μαγκώνω

binder

ντοσιέ

biodiesel

βιοντίζελ

biogus

βιοαέρια μικρό κομμάτι, εξάρτημα, εργαλείο κοπής

bit

(κοπτική ακμή) CNC εργαλειομηχανών

black start

αυτοδύναμη εκκίνηση

blacksmith

σιδηρουργός, σιδεράς λεπίδα, λάμα, πτερύγιο, έλασμα (e.g. He forgot to replace his car’s wiper blades and as a result the damaged blades scratched the windscreen. Ξέχασε να αντικαταστήσει τις λεπίδες των καθαριστήρων του αυτοκινήτου του και ως αποτέλεσμα οι φθαρμένες λεπίδες

blade

χάραξαν το παρμπρίζ.)

blade terminal

ακροδέκτης/πόλος πτερύγιου/ελάσματος

blast

φύσημα, έκρηξη, εκτόνωση αερίων, ριπή


ανέμου, σφύριγμα blast furnace

υψικάμινος, χυτήριο

blast-furnace exhaust-gas scrubber

υδροαυτοκαθαριστής απαερίων της υψικαμίνου αιμορραγώ,διαρρέω,αιμορραγία,διαρροή,

bleed

διαφυγή, εξαερωτήρας

bleed screw

βίδα διαρροής

bleeding

εξαέρωση, διαρροή

block diagram

συνολικό διάγραμμα

blow back

επιστροφή αερίων

blow mould machine

μηχανή εμφύσησης

blow out preventers

αποφρακτήρες ασφαλείας

blow-by

διαδρομή αερίων ανεμιστήρας, φυσητήρας, φυσερό (e.g. If a blower hose has come loose, it cannot supply air to the blower and this results in a weak airflow inside the vehicle. Εάν το λάστιχο του φυσητήρα έχει χαλαρώσει, δεν μπορεί να παρέχει αέρα στο φυσητήρα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αδύναμη ροή αέρα μέσα στο

blower

όχημα)

blue locking mechanism

μπλε μηχάνημα ασφάλισης αμβλύς, στρογγυλεμένος, στομωμένος, μη

blunt

αιχμηρός ογκώδες τεμάχιο,στέλεχος, δοκός, τροχαλία,

blοck

παλάγκο, οικοδομικό τετράγωνο

board

σανίδα, πίνακας, κομμάτι ξύλου, πλακέτα

board latch

μάνταλο, κλείστρο


boaring

εσωτερική λεπτή τόρνευση, διάνοιξη

body (of the car)

σώμα (αυτοκινήτου), καροσερί

body pillar

κολώνα σώματος

body wing

προφυλακτήρας

bodyshell

αμάξωμα,καρότσα, σώμα, σκελετός, πλαίσιο

bodywork

αμάξωμα,καρότσα, σώμα, σκελετός, πλαίσιο

boiler

λέβητας, καζάνι, βραστήρας, υδροθερμαντήρας συνδέω με μπουλόνι, μανταλώνω, βιδώνω, ήλος, μπουλόνι, κοχλίας, σύρτης (e.g. Removing a rusty bolt depends on choosing the suitable size wrench you will choose for the job or else you won't be able to do it. To να απομακρύνεις ένα σκουριασμένο μπουλόνι,εξαρτάται από το κατάλληλο μέγεθος κλειδιού που θα επιλέξεις για την εργασία αυτή

bolt

αλλιώς δεν θα μπορέσεις να το κάνεις)

bonded windows

πολυστρωματικά τζάμια

bonnet

καπό,κάλυμμα μηχανής, καλύπτρα φορτωτήρας,μπούμα, δοκίδα συνδέσεως, μπίγα,

boom

ράντα,κέρκος, ρυθμιζόμενο στήριγμα ανωθώ, προάγω, βοηθώ, ενισχύω (τάση

boost

ρεύματος, πίεση κ.λ.π.)

booster battery

ενισχυτής μπαταρίας συγκρότημα μονάδων (αντλιών) ανύψωσης

booster modules

πίεσης, μονάδες ανύψωσης πίεσης αντλία ανύψωσης πίεσης, ανυψωτική αντλία,

booster pump

πιεστικό


κάθισμα για μικρό παιδί που το ανυψώνει σε booster seat

υψηλότερη θέση

boosting

ανύψωση, ενίσχυση (πίεσης π.χ. )

boot (US)

πορτμπαγκάζ οπή, διαμέτρημα, άνοιγμα, εσωτερική διάμετρος, διάμετρος κυλίνδρων μηχανής, τρυπώ,

bore

(δια)νοίγω

bottle opener

ανοιχτήρι για φιάλες

bottom dead centre

κάτω νεκρό σημείο

bowl speed sensor

αισθητήρας ταχύτητας κάνιστρου

brace

στήριγμα, μπράτσο

bracket

βραχίονας, υποστήριγμα, μπρακέτο

braided cable

επενδεδυμένο καλώδιο

brake

φρενάρω,φρένο, πέδηση, πέδη

brake adjuster

ρυθμιστής φρένων, ρεγουλατήρας

brake adjustment

ρύθμιση φρένων

brake block

τακάκι, στοιχείο τριβής, σιαγόνα

brake caliper

δαγκάνα φρένου

brake disc

δίσκος φρένου, δισκόφρενο

brake drum

ταμπούρο φρένου

brake fade

κόπωση φρένων υγρό φρένου (e.g. If a vehicle doesn’t have any brake fluid, the brakes won’t operatethis is extremely dangerous! Εάν ένα όχημα δεν έχει καθόλου υγρό φρένου, τα φρένα δεν θα λειτουργήσουν-αυτό είναι άκρως

brake fluid

επικίνδυνο!)


brake hose clamp

σφιγκτήρας σωλήνας φρένων

brake light

λυχνία/φως φρένων

brake light switch

διακόπτης λυχνίας φρένων γραμμή φρένων (e.g. If a brake line has been damaged ,we must replace both of them, even if the other one is in good condition,or else braking will be unbalanced. Εάν μία γραμμή φρένων έχει φθαρεί πρέπει να αντικαταστήσουμε και τις δύο, ακόμη και αν η άλλη είναι σε καλή κατάσταση, αλλιώς το

brake line (or brake lining)

φρενάρισμα δεν θα είναι ζυγοσταθμισμένο) γραμμή φρένων (e.g. If a brake line has been damaged ,we must replace both of them, even if the other one is in good condition,or else braking will be unbalanced. Εάν μία γραμμή φρένων έχει φθαρεί πρέπει να αντικαταστήσουμε και τις δύο, ακόμη και αν η άλλη είναι σε καλή κατάσταση, αλλιώς το

brake lining (or brake line)

φρενάρισμα δεν θα είναι ζυγοσταθμισμένο) κύρια αντλία φρένων (e.g. The brake master cylinder is designed to put hydraulic pressure on the brake pads. The first step to replace a faulty brake master cylinder is to remove all the oil from the old brake master cylinder using a specific tool that works as a vacuum machine. Η κύρια αντλία φρένων έχει

brake master cylinder

σχεδιαστεί για να ασκεί υδραυλική πίεση στα


τακάκια των φρένωνΤο πρώτο βήμα για να αντικαταστήσουμε μία χαλασμένη κύρια αντλία φρένων είναι να απομακρύνουμε το λάδι από την παλιά αντλία φρένων χρησιμοποιώντας ένα ειδικό εργαλείο που λειτουργεί ως μηχανή κενού) brake matrix

μήτρα φρένων τακάκι φρένου (e.g. Brake pads need to be replaced as soon as their friction material wears away. Τα τακάκια φρένων χρειάζονται αντικατάσταση αμέσως μόλις το υλικό τριβής

brake pad

τους φθαρεί)

brake pedal

πετάλι φρένου

brake power distributor

διανομέας ισχύος φρένων

brake power assist unit

σερβόφρενα, βοηθητική μονάδα φρεναρίσματος

brake server

μονάδα φρεναρίσματος, υποβοήθηση φρένων σερβόφρενο (e.g. The role of a brake servo is to increase the power exerted on the pedal during breaking. Ο ρόλος του σερβόφρενου είναι να αυξάνει τη δύναμη που ασκείται στο

brake servo

πεντάλι κατά τη διάρκεια του φρεναρίσματος)

brake shoes

σιαγόνες φρένων,τακάκια φρένων

brake spring pliers

πένσα με ελατήριο

brake warning light

προειδοποιητική λυχνία πέδησης

brake wire

σύρμα φρένων, ντίζα χειρόφρενου

braked trailer

τρέιλερ με φρένο

braking

φρενάρισμα, πέδηση


σύστημα φρένων/πέδησης (e.g. The braking system is the most vital system on a vehicle. Never try to repair it by yourself. It requires specific tools and technical training. Το σύστημα φρένων είναι το πιο ζωτικό σύστημα ενός οχήματος. Ποτέ μη προσπαθήσετε να το επιδιορθώσετε μόνοι σας. Χρειάζεται ειδικά εργαλεία και τεχνική braking system

εκπαίδευση)

brass

λευκός ορείχαλκος(ψευδάργυρου), μπρούντζος μπρουτζοκόλληση,χαλκοκόλληση, ετεροφυής

brazing

σκληρή συγκόλληση με χαλκοκόλληση

breakage

ρήγμα παθαίνω βλάβη, χαλάω (για όχημα) (e.g. Our car has broken down. We have to go to a car mechanic. Το αυτοκίνητό μας έχει χαλάσει.

break down

Πρέπει να πάμε σε μηχανικό αυτοκινήτων.) βλάβη (για όχημα) (e.g. If you don’t change the oil in your car, the parts of the engine will not run smoothly and this will lead to premature engine breakdown. Eάν δεν αλλάξεις το λάδι στο αυτοκίνητό σου, τα μέρη της μηχανής δεν θα κινούνται ομαλά και αυτό

breakdown

θα οδηγήσει σε πρόωρη βλάβη της μηχανής)

breakdown response time

χρόνος ανταπόκρισης σε βλάβες αυτόματος διακόπτης, διακόπτης (επαφής)

breaker (US)

πλατινών


breather

αναπνευστικό, αναθυμιαστικό

breather hose

σωλήνας αναθυμιάσεως

breather system

σύστημα αναθυμιάσεων/εξαερισμού

bridge crane

γερανογέφυρα

brightness

φωτεινότητα

brightness level

επίπεδο φωτεινότητας

brittle

εύθραυστος

brittleness

ευθραυστότητα

broacher

μηχάνημα αυλακώσεως, μπρόουτσερ

broaching

αυλάκωση, μπρόουτσιγκ

brochure

φυλλάδιο

broken line

διακεκομμένη γραμμή

bronze

ορείχαλκος κασσίτερου, μπρούντζος

brush

χτενίζω, βουρτσίζω,βούρτσα,ψήκτρα, πινέλο

brush holder

βάση βούρτσας, υποδοχέας ψηκτρών

btdc

πριν το άνω νεκρό σημείο

bucket

κουβάς,κάδος χαμηλό βαθύ κάθισμα σε αυτοκίνητο ή

bucket seat

αεροσκάφος

buckling

δέσιμο ζώνης ασφαλείας

buffer

στιλβωτικός τροχός, μηχανή

build up

αναπτύσσω, αυξάνω, ενισχύω

built in

ενσωματωμένος

bulb

λάμπα, λαμπτήρας, λυχνία φρένων

bulge

εξόγκωμα

bulkhead

διάφραγμα/μπούλμες

bulkhead grommet

δακτύλιος μπούλμε


bulky

ογκώδης

bumper

προφυλακτήρας

bung

βούλωμα/ τάπα καίω, καίγομαι,φωτίζω, φλέγομαι,κάψιμο,

burn

έγκαυμα

burnt

καμένος

burnt gases

καυσαέρια

burrs

γρέζια,αγκάθια,λιμαρίδια,ρινίσματα

bus

λεωφορείο παρέμβυσμα, δακτύλιος (στεγανωτικός),αντιτριβικό δακτυλίδι,αντιτριβικός δακτύλιος,

bush

μπούσα,χαρούπα, εσωτερική επένδυση εδράνου παρέμβυσμα, δακτύλιος (στεγανωτικός),αντιτριβικό δακτυλίδι,αντιτριβικός δακτύλιος,

bushing (US)

μπούσα,χαρούπα, εσωτερική επένδυση εδράνου

butane

βουτάνιο

butterfly nut (or wing nut)

παξιμάδι, πεταλούδα

butterfly valve

βαλβίδα με πεταλούδα

button

κουμπί

buzzer

βομβητής

bypass

παρακαμπτήριος/ βοηθητική δίοδος

by-pass oil cleaner

παρακαμπτήριος καθαριστήρας λαδιού


C ταξί,κουβούκλιο, καμπίνα, χώρος χειρισμού ανυψωτικών κλπ. μηχανημάτων, cab

χώρισμα μηχανοδηγού ή οδηγού φορτηγού ντουλάπι, ερμάρι, κιβώτιο

cabinet

εξαρτημάτων,αρχειοθήκη, υπουργείο 

καλώδιο, χονδρό καλώδιο,ντίζα (e.g. We must never connect the black cable to the negative terminal on a dead battery because it may cause explosion. Δεν πρέπει ποτέ να συνδέουμε το μαύρο καλώδιο με το αρνητικό τερματικό σε μία νεκρή μπαταρία διότι μπορεί να προκαλέσει έκρηξη)

cable cable adjuster

ρυθμιστής ντίζας

cable casing

επένδυση καλωδίου

cable clamp

σφιγκτήρας καλωδίου

cable grommet

δακτύλιος καλωδίου

cable operated clutch

μηχανικός συμπλέκτης με καλώδιο

cadmium

κάδμιο διαβήτης συγκριτικών μετρήσεων με κυρτά άκρα, κυρτοειδής διαβήτης,κομπάσο,

cal(l)ipers

παχύμετρο

calculation method

μέθοδος υπολογισμού ρύθμιση, μέτρηση (e.g. What equipment can I use for the calibration of the wheels

calibration

alignment?Τι εξοπλισμό πρέπεινα


χρησιμοποιήσω για τη ρύθμιση της ευθυγράμμισης των τροχών;) cam

έκκεντρο, κάμα

cam(shaft) lobe

λοβός του εκκεντροφόρου (άξονα)

camper

κυρτότητα/γωνία εκκεντροφόρος άξονας, κνωδακοφόρος

camshaft

άτρακτος, άτρακτος εκκέντρου

camshaft bearing

ρουλεμάν εκκεντροφόρου

camshaft cover

κάλυμμα εκκεντροφόρου

camshaft gear

γρανάζια εκκεντροφόρου

camshaft pinion

πηνίο εκκεντροφόρου

can

μεταλλικό δοχείο, κονσέρβα, μπιτόνι

canister

δοχείο, κάνιστρο

cap

καπάκι, τάπα, πώμα, κάλυμμα

cap nut

αντιδονητικό παξιμάδι,κεφαλή παξιμαδιού χωρητικότητα, ικανότητα αποθήκευσης

capacitance

ηλεκτρικού φορτίου

capacitor

πυκνωτής χωρητικότητα, ικανότητα, περιεκτικότητα, ισχύς μηχανήματος (e.g. Τhe capacity of a battery depends on the size of the engine. Η ισχύς μιας μπαταρίας εξαρτάται από το

capacity

μέγεθος της μηχανής)

capless bulb

λυχνία χωρίς καπάκι

capped nut

παξιμάδι με κεφαλή

car

αυτοκίνητο

car bonnet

καπό, κάλυμμα μηχανής, καλύπτρα


car boot

πορτμπαγκάζ

car dealer

αντιπρόσωπος, έμπορος αυτοκινήτων

car holders

στηρίγματα αυτοκινήτου

car industry

αυτοκινητοβιομηχανία

car mechanic

μηχανικός αυτοκινήτων

car mechanics

μηχανική αυτοκινήτου

car radio

ραδιόφωνο αυτοκινήτου

car repair shop (or garage or workshop)

συνεργείο αυτοκινήτων

carbon

άνθρακας

carbon brush

ψήκτρα άνθρακα

carbon build up

συσσώρευση άνθρακα

carbon deposit

συσσώρευση άνθρακα

carbon monoxide

μονοξείδιο του άνθρακα

carbon removing

αφαίρεση άνθρακα

carborundum

ανθρακοπυρίτης καρμπυρατέρ, εξαερωτήρας, αναμικτήρας,

carburettor

εξανθρακωτήρας

carburettor barrer

σωλήνας καρμπυρατέρ

carburettor bowl

δοχείο καρμπυρατέρ

carburettor chamber

θάλαμος πλωτήρα καρμπυρατέρ

carburettor jet

ψεκαστήρας καρμπυρατέρ

carburettor stud

βίδες καρμπυρατέρ

carcinogens

καρκινογόνες (ουσίες)

careless

απρόσεκτος, απερίσκεπτος, αμελής

carelessness

απροσεξία, απερισκεψία, αμέλεια

cargo

φορτίο


carriage return

τροφοδότηση γραμμής, επιστροφή φορτίου

carry

μεταφέρω

carry out

εκτελώ, φέρνω εις πέρας

carry over

μεταφέρω, μεταβιβάζω

cartridge

φυσίγγιο περίβλημα, κάλυμμα, κέλυφος, θάλαμος, θήκη (e.g. Excessive heat can damage the battery casing of a car and as a result to decrease the battery’s life. Η υπερβολική ζέστη μπορεί να καταστρέψει το κάλυμμα μίας μπαταρίας αυτοκινήτου και ως αποτέλεσμα να μειώσει τη

casing

ζωή της μπαταρίας)

cassette recorder

κασσετόφωνο

cast

μήτρα,καλούπι, χυτός

cast aluminium

χυτό αλουμίνιο

cast forged steel

χυτό σφυρήλατο ατσάλι μαντέμι, χυτοσίδηρος (e.g. Cast iron is used in pipes, machines and car equipment and has a high strength in fire. Ο χυτοσίδηρος χρησιμοποιείται στους σωλήνες, στις μηχανές και στα εξαρτήματα του αυτοκινήτου και έχει

cast iron

μεγάλη αντοχή στη φωτιά)

castellated nut

υψηλό παξιμάδι χύτευση, χύσιμο μετάλλου, χυτό μέταλλο/

casting

κομμάτι

castle nut

υψηλό παξιμάδι

catalyst

καταλύτης


catalytic

καταλυτικός, με καταλύτη

catalytic converter

καταλυτικός μετατροπέας

cathode ray tube(C.R.T.)

λυχνία καθοδικών ακτίνων

cause

προξενώ, γίνομαι αιτία, αφορμή, αιτία,σκοπός σπηλαίωση (μία από τις σοβαρότερες βλάβες της αντλίας που συνήθως οφείλεται σε μείωση της πίεσης στην αναρροφητική πλευρά της αντλίας(είσοδο,σωληνώσεις, φτερωτή) που οδηγεί στη μείωση του σημείου βρασμού του υγρού και τη δημιιουργία φυσαλίδων, που όταν αυξηθεί η πίεση και επόμενα ανέβει το σημείο βρασμού, εκρήγνυνται αποσπώντας κομμάτια μετάλλου από την φτερωτή, δηλ. σπηλαιώνοντάς την , έτσι που σιγά-σιγά

cavitation

καταστρέφεται) κελί, θάλαμος, κύτταρο, στοιχείο, στοιχείο

cell

συσσωρευτή, μπαταρία

cell phone

κινητό τηλέφωνο

cellar

υπόγειο, υπόγεια αποθήκη, κελλάρι

central

κεντρικός

central console

κεντρική κονσόλα

central heating

κεντρική θέρμανση

central locking system

σύστημα κεντρικού κλειδώματος κέντρο, κωνικό στέλεχος χρησιμοποιούμενο για την συγκράτηση κυλινδρικών κομματιών για

centre

κατεργασία τους σε εργαλειομηχανή

centre distance

απόσταση από κεντρικό άξονα


centre line

κεντρικός άξονας

centre of gravity

κέντρο βάρους

centre of rotation

κέντρο περιστροφής

centre punch

πόντα, στιγεύς κέντρου

centrifugal

φυγοκεντρικός, φυγόκεντρος

centrifugal force

φυγόκεντρος, κεντρομόλος δύναμη

centrifugal pump

φυγοκεντρική αντλία

certificate

πιστοποιητικό αλυσίδα,αλυσοδένω (e.g. There was so much snow that we had to put snow chains in the car's tyres. Υπήρχε τόσο χιόνι που έπρεπε να βάλουμε αντιολισθητικές αλυσίδες για το χιόνι

chain

στα λάστιχα του αυτοκινήτου)

chain line

είδος γραμμής

chain sprocket

οδοντωτός τροχός

chain tensioner

σφιγκτήρας με αλυσίδα

chamber

κιβώτιο/ θάλαμος, τμήμα, διαμέρισμα

chamfer

αμβλύνω, γονιοτομώ, λοξοτομημένη γωνία

champing washer

ροδέλα σφιγκτήρα

change down

αλλαγή ταχύτητας προς τα κάτω

change up

αλλαγή ταχύτητας προς τα πάνω

change-over switch

διακόπτης αλλαγής

changer

φορτιστής, γεννήτρια

changing of oil

αλλαγή λαδιού δίαυλος, κανάλι, δίοδος, διάδρομος, ζώνη

channel

συχνοτήτων

charge

φορτίζω, γεμίζω(π.χ. μπαταρία), χρεώνω,


γομώνω, φόρτωση, φορτίο, χρέωση, γόμωση (e.g. He didn't charge his car's battery and the vehicle couldn't start. Δεν φόρτισε την μπαταρία του αυτοκινήτου του και το όχημα δεν μπορούσε να ξεκινήσει) φορτισμένη μπαταρία (e.g. Does your cell phone have a charged battery? Έχει το charged battery

κινητό σου φορτισμένη μπαταρία;)

charging

φόρτιση

charging control lamp

λυχνία ελέγχου φόρτισης

charging current

ρεύμα φόρτισης

charging rate

βαθμός φόρτισης

charging system

σύστημα φόρτισης διάγραμμα,σχεδιάγραμμα,πίνακας, χάρτης,

chart

χαρτογραφώ, σχεδιάζω

chassis

σασί ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο, “μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές " (e.g. Excessive chatter at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car. Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και προκαλείται

chatter(or free movement or free

από φθαρμένα εξαρτήματα της λειτουργίας

play or free travel)

διεύθυνσης του αυτοκινήτου)


check

έλεγχος, ελέγχω

check nut

παξιμάδι ασφαλείας

check valve

βαλβίδα ρύθμισης

chemical conditions

χημικές συνθήκες

chemical heat of combustion

χημική θερμότητα καύσης

chemical reaction

χημική αντίδραση

child car seat

παιδικό κάθισμα αυτοκινήτου

chilled water terminal

τερματικό ψυχρού νερού

chip

ρίνισμα, γρέζα, γρέζι, σχίζα μηχανισμός συγκέντρωσης και μεταφοράς των εναπομεινάντων ρινισμάτων σε ειδικούς χώρους μακριά από το σημείο κατεργασίας,

chip conveyor

γρεζομεταφορέας απομάκρυνση, αφαίρεση ρινισμάτων και μικρών

chip removal

κομματιών (γρεζιών) μετάλλου

chisel

κοπίδι, σμίλη

choice

επιλογή

choke

τσοκ, φράκτης αέρα διπλό καρμπυρατέρ (διπλού λαιμού) , καρμπυρατέρ με έμβολο που δημιουργεί μεταβλητό λαιμό στο σημείο βεντούρι,

choke carburettor

εξαερωτήρας

choke linkage

διαρροή τσοκ χοάνη Βεντουρί,διαστενωτικός δακτύλιος (e.g. A choke tube is a carburettor equipment which changes the air speed and pressure. Η

choke tube

χοάνη Βεντούρι είναι εξάρτημα του


καρμπυρατέρ που αλλάζει την ταχύτητα και την πίεση του αέρα) choke valve gap

άνοιγμα βαλβίδας τσοκ

chord

χορδή

chrome plated

επιχρωμιωμένο

chromium

χρώμιο σφιγκτήρας, τσοκ (τόρνου, δράπανου),

chuck

μπαστέκα

cigar lighter

αναπτήρας

circle

κύκλος, κυκλώνω, περικυκλώνω ασφάλεια, (δαχτυλιδωτή) ασφάλεια,

circlip

(ελατηριωτό) ψέλλι

circuit

κύκλωμα (ηλεκτρικό)

circuit breaker

διακόπτης κυκλώματος

circuit diagram

διάγραμμα κυκλώματος

circular

κυκλικός

circulation

κυκλοφορία

circulator

κυκλοφορητής

circulator pump

κυκλοφορητής

circumference

περιφέρεια κύκλου

circumstances

περιστάσεις, περιστατικά, συνθήκες

civil engineer

πολιτικός μηχανικός

cladding

επένδυση, κάλυμμα

clamp

σφίγγω, σφιγκτήρας, τσεμπέρι

clamp bolt

κοχλίας σύσφιξης

clamp bracket screw

βίδα σφιγκτήρα βραχίονα (μπρακέτου)

clamp screw

κοχλίας σύσφιξης


clamping

συγκράτηση κομματιού για κατεργασία

clarify

διευκρινίζω, ξεκαθαρίζω

claw

γάντζος

clean

καθαρός

cleanliness

καθαριότητα

clear

καθαρίζω, εκκαθαρίζω, καθαρός, διαυγής

clearance

καθαρότητα, ανοχή, διάκενο

clevis pin

περόνη,σφήνα

client

πελάτης

clip

συνδετήρας

clockwise

δεξιόστροφα

clog

φράζω, στουμπώνω, βουλώνω, μπλοκάρω

clogging

φράξιμο, υπερπλήρωση, βούλωμα, μπλοκάρισμα

close tolerances

μικρό πεδίο ανοχών

closed circuit

κλειστό κύκλωμα

closed -loop converter

μετατροπέας κλειστού κυκλώματος

cloth

ύφασμα συμπλέκτης, αμπραγιάζ (e.g. If you want to change gear, you push the clutch pedal. Εάν θέλεις να αλλάξεις ταχύτητα, πιέζεις το

clutch

πεντάλι του συμπλέκτη)

clutch disk

δίσκος συμπλέκτη

clutch facing

θερμουίτ δίσκων συμπλέκτη

clutch hub

μουαγιέ συμπλέκτη

clutch lining

θερμουίτ δίσκων συμπλέκτη

clutch plate

πλατό συμπλέκτη

clutch spring

ελατήριο συμπλέκτη


άμαξα, λεωφορείο (μακρινών αποστάσεων), coach

πούλμαν, προπονητής

coal

άνθρακας, κάρβουνο

coarse adjustment

ρύθμιση τραχύτητας το αυτοκίνητο κινείται με

coast (the car is coasting)

το μοχλό των ταχυτήτων στο νεκρό

coating

επένδυση κωδικοποιώ,κρυπτογραφώ, κώδικας,

code

κρυπτογράφημα

coded

κωδικοποιημένος, γραμμένος σε κώδικα

coherence

συνάφεια, αλληλουχία, συνοχή ιδεών συναφής, συνεκτικός, αυτός που έχει συνοχή,

coherent

ειρμό, σαφήνεια

coil

περιελίσσω, περιέλιξη, έλικας, σπείρα, πηνίο

coil driven

αυτός που παίρνει την κίνησή του από το πηνίο

coil ignition

ανάφλεξη με πολλαπλασιαστή

coil spring

σπειροειδές ελατήριο

cold start valve

τσοκ, φράκτης αέρα

cold starting

ψυχρή εκκίνηση

collapsible

πτυσσόμενος

collar

κολάρο

collar flange

φλάντζα κολάρου

collar screw

βίδα κολάρου

collets

ασφάλειες βαλβίδας

combination

συνδυασμός

combination pliers

πένσα γενικής χρήσης, πολλαπλών χρήσεων

combination spanner

κλειδί πολλαπλών χρήσεων


σύνθετο κλειδί, συνδυασμός γερμανικού και combination wrench

πολυγωνικού κλειδιού

combine

συνδυάζω

combustible

καύσιμος (ύλη, αέριο κλπ.)

combustion

καύση

combustion chamber

θάλαμος καύσης ξεκουράζω, ανακουφίζω, αναπαύω, παρηγορώ,

comfort

άνεση, βολή, παρηγοριά

comfortable

άνετος, βολικός

common

κοινός, συνήθης επικοινωνώ, συνεννοούμαι, συγκοινωνώ,

communicate

ανακοινώνω, κοινοποιώ επικοινωνία, συννενόηση, συγκοινωνία,

communication

ανακοίνωση, κοινοποίηση συλλέκτης, μετατροπέας ηλεκτρικού ρεύματος (e.g. A commutator is the moving part of a rotary electrical switch whose main function is to convert dc current into ac current. O μετατροπέας ηλεκτρικού ρεύματος είναι το κινούμενο μέρος ενός περιστρεφόμενου ηλεκτρικού διακόπτη του οποίου η κύρια λειτουργία είναι να μετατρέπει το συνεχές

commutator

ρεύμα σε εναλασσόμενο ρεύμα)

compact

συμπαγής

compact disc (CD)

συμπαγής δίσκος

company

εταιρεία

compartment

διαμέρισμα, χώρος, θάλαμος


compasses

διαβήτης (όργανο σχεδίασης)

competent

αρμόδιος, κατάλληλος, αρκετός, επαρκής

competitive

ανταγωνιστικός, συναγωνιστικός μπερδεμένος, μπλεγμένος, περίπλοκος,

complex

(πολύ)σύνθετος, σύμπλεγμα

complicated

περίπλοκος, σύνθετος, μπερδεμένος εξάρτημα, (συστατικό) μέρος, απαρτίζον τμήμα,

component

αποτελούμενο τμήμα, συνιστώσα

components

εξαρτήματα

compose

συνθέτω, συντάσσω, απαρτίζω

composed (of)

αποτελούμενος, απαρτιζόμενος, συντιθέμενος

composition

σύνθεση, έκθεση, χημική σύνθεση, ουσία συνθέτω, αναμιγνύω, σύνθετος, μίγμα,

compound

συνθετικό, ένωση

compound carburettor

διπλό καρμπυρατέρ, εξαερωτήρας

compound excitation motor

ηλεκτροκινητήρας σύνθετης διέγερσης

compress

συνθλίβω, συμπιέζω

compression

συμπίεση, θλίψη, σύμπτηξη

compression cells

θάλαμοι συμπίεσης

compression gauge

μετρητής συμπίεσης

compression ratio

σχέση συμπίεσης, λόγος συμπίεσης

compression ring

ελατήριο συμπίεσης

compression station

σταθμός συμπίεσης

compression stroke

χρόνος/διαδρομή συμπίεσης

compressor

συμπιεστής

comprise

συμπεριλαμβάνω,περιλαμβάνω

computer

υπολογιστής


computer pipe board

υπολογιστική κάρτα διοχέτευσης συμπυκνώνω, συγκεντρώνω, προϊόν/

concentrate

αποτέλεσμα συμπύκνωσης

concentration

συγκέντρωση, συμπύκνωση

concetric

ομόκεντρος

condensate

συμπυκνώνω, προϊόν/αποτέλεσμα συμπίεσης

condensation

συμπύκνωση, ψύξη, υγρασία, συμπύκνωση ατμού

condense

συμπυκνώνω (ψύχοντας), ψύχω, υγροποιώ ατμό συμπυκνωτής, ψυγείο μηχανών, υγροποιητής, πυκνωτής(e.g. A damaged condenser can cause air cooling problems inside the vehicle. Ένας συμπυκνωτής που έχει βλάβη μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στο δροσισμό του αέρα

condenser

μέσα στο όχημα)

condensing

συμπύκνωση

condition

κατάσταση, όρος, συνθήκη

conductance

αγωγιμότητα

conductor

αγωγός σωλήνας ηλεκτρικών εγκαταστάσεων (

conduit

καλωδίων), αγωγός καλωδίων εργαλείο κάμψης σωλήνων ηλεκτρικών

conduit bender

εγκαταστάσεων, κουρμπαδόρος

conduit vice

σωληνομέγγενη

cone

κώνος μορφή, διαμόρφωση, διάταξη, κατασκευή,

configuration

σχηματισμός

confuse

συγχέω, περιπλέκω, μπερδεύω


confused

μπερδεμένος, μπλεγμένος

conical

κωνικός

connect

συνδέω

connect in parallel

παράλληλη σύνδεση

connect in series

σύνδεση εν σειρά

connecting box

κουτί συνδέσεων

connecting clamp

σφιγκτήρας συνδέσεων

connecting link

συνδετικός δεσμός διωστήρας, συνδετήριος άξονας, συνδετική

connecting rod

ράβδος, μπιέλα

connecting rod cap

καπάκι διωστήρα/ μπιέλας σύνδεση, συνδεσμολογία, ζεύξη, ένωση, σχέση,

connection

συνδυασμός

connection cable

καλώδιο σύνδεσης

connector

συνδετήρας

consequence

συνέπεια, επακόλουθο

consider

εξετάζω, μελετώ, θεωρώ, λαμβάνω υπόψη

consideration

μελέτη, θεώρηση

consist (of)

αποτελούμαι από

constant

διαρκής, σταθερός, συνεχής, αμετάβλητος

constant voltage

σταθερή τάση

constantly

συνεχώς, διαρκώς, σταθερά, αμετάβλητα

construct

κατασκευάζω, οικοδομώ, χτίζω κατασκευή, δομή, διάρθρωση/διαμόρφωση

construction

κατασκευής

consume

δαπανώ, ξοδεύω, καταναλώνω

consumer

καταναλωτής


consumption

κατανάλωση

contact

έρχομαι σε επαφή, επικοινωνία, επαφή

contact angle

γωνία επαφής αυτόματος διακόπτης, διακόπτης (επαφής)

contact breaker

πλατινών

contact breaker points

σημεία επαφής πλατινών

contact brush

ψήκτρα επαφής

contactor

επαφέας

contain

περιέχω, περιλαμβάνω

container

δοχείο

contemporary

σύγχρονος

content

περιεχόμενο

continuity

συνέχεια, αγώγιμη συνέχεια

continuity test

έλεγχος αγώγιμης συνέχειας

continuous current

συνεχές ρεύμα

continuous line

συνεχής γραμμή

contribution

συνεισφορά, συνεργασία

control

έλεγχος, ρύθμιση

control gear

όργανο ελέγχου

control module

στοιχείο ελέγχου

control unit

μονάδα ελέγχου

convenient

άνετος, βολικός, εύκολος, αναπαυτικός

conventional

συμβατικός, κοινός, τυπικός, συνηθισμένος

conventional current

συμβατικό ρεύμα μετατρέπω, μεταβάλλω, αλλάζω (e.g. The role of a vehicle’s battery is to convert chemical

convert

energy into electrical energy in order to


make the vehicle run. Ο ρόλος της μπαταρίας ενός οχήματος είναι να μετατρέπειτη χημική ενέργεια σε ηλεκτρική ενέργεια για να κάνει το όχημα να λειτουργήσει) converter

μετατροπέας, μεταλλακτήρας αυτοκίνητο με πτυσσόμενη οροφή (e.g She lowered the hood of her convertible and fresh air caressed her face. Χαμήλωσε την κουκούλα του αυτοκινήτου της και καθαρός

convertible (or drop- head)

αέρας χάιδεψε το πρόσωπό της)

convertion

μετατροπή, μεταστροφή, αλλαγή

convey

μεταφέρω, μεταβιβάζω, διοχετεύω

conveyor

μεταφορέας, ατέρμων μεταγωγέας, βαγονέτο

cooker

ηλεκτρική κουζίνα

cool

δροσίζω, ψύχω, δροσερός, απαθής, ήρεμος

coolant

ψυκτικό υγρό, ψυκτική ουσία/ μέσο

coolant bleed screw

βίδα ροής ψυκτικού

coolant hose

σωλήνας ψυκτικού αντλία ψυκτικού (e.g. In water cooled cars there is a coolant pump whose function is to pump the water used to cool the engine. Στα υδρόψυκτα αυτοκίνητα υπάρχει μια αντλία ψυκτικού της οποίας η λειτουργία είναι να αντλεί το νερό που χρησιμοποιείται για να ψύξει

coolant pump

τη μηχανή)

cooler

ψυγείο

cooling capacity

ψυκτική ισχύς


ανεμιστήρας ψύξης (e.g. The job of a cooling fan is to lower the engine’s temperature in case it rises. Η δουλειά του ανεμιστήρα ψύξης είναι να χαμηλώνει τη θερμοκρασία της cooling fan

μηχανής σε περίπτωση που ανέβει)

cooling fan switch

διακόπτης ανεμιστήρα ψύξης

cooling fin

πτερύγιο ψύξης σύστημα ψύξης (e.g. The cooling system is of great importance in a car because it prevents the engine from overheating.Το σύστημα ψύξης έχει μεγάλη σημασία για ένα αυτοκίνητο

cooling system

διότι εμποδίζει τη μηχανή να υπερθερμανθεί)

cooperative

συνεργατικός, συνεργαζόμενος, συνεργάσιμος

copper

χαλκός, επιχαλκώνω

copper gasket

χάλκινη φλάντζα σπάγγος, σχοινί, κορδόνι,χονδρό καλώδιο, δένω

cord

με σχοινί

core plug

κεντρικός ρευματολήπτης

correction

διόρθωση

corresponding

αντίστοιχος

corrode

διαβρώνω, σκουριάζω

corrosion

σκωρίαση, οξείδωση, διάβρωση (χημική)

corrosive

διαβρωτικός, αυτός που σκουριάζει

cotter

σφήνα

counter clockwise

αριστερόστροφα ισοσταθμίζω,αντισταθμίζω, εξισορροπώ,

counterbalance

αντιστάθμισμα


counterbore

διαμέτρημα

countergear

γρανάζι μετρητή

counterscrew

φυτευτός κοχλίας, χωνεμένος κοχλίας

countershaft

τετραπλός άξονας κιβωτίου ταχυτήτων

counterweight

αντίβαρο (e.g. He took his coupe and asked his girlfriend to come in. Πήρε το κουπέ του και

coupe

ζήτησε από το κορίτσι του να μπει μέσα.)

coupling

σύνδεση εν σειρά, ζεύξη

course

πορεία, σειρά μαθημάτων καλύπτω, σκεπάζω, κάλυμμα, σκέπασμα,

cover

περίβλημα, καπάκι

covering

προστατευτική επίστρωση

cowl screen

κάλυμμα οθόνης ραγίζω, σπάζω,κροτώ,ρωγμή,

crack

ράγισμα,χαραμάδα

craftsman

τεχνίτης, χειροτέχνης

crane

γερανός, ανυψωτήρας

crank pin (connecting rod bearing)

ρουλεμάν μεγάλου μέρους μπιέλας

crankcase

θάλαμος στροφάλου, στροφαλοφόρος

crankcase bearing

ρουλεμάν στροφαλοφόρου

crankcase filter

φίλτρο στροφαλοφόρου

crankcase ventilation hose

σωλήνας αερισμού στροφαλοφόρου

cranking

περιστροφή κινητήρα με μίζα

crankpin

κόμβιο στροφάλου στρόφαλος, στροφαλοφόρος άξονας, κουζινέτο

crankshaft

στρόφαλου


crankshaft counter weight

αντίβαρο στροφάλου

crankshaft journal

κεντρικό κουζινέτο στροφαλοφόρου

crankshaft pulley

τροχαλία στροφάλου

crankshaft sprocket

οδοντωτός τροχός στροφάλου συντρίβω, συντρίβομαι, συγκρούομαι,

crash

σύγκρουση, συντριβή

create

δημιουργώ

creation

δημιουργία

creative

δημιουργικός

creep

ερπυσμός

creep streams

διαρροές ρεύματος

crimp

συμπιέζω, πρεσσάρω (ακροδέκτες)

crimping

κατσάρωμα

crimping tool

εργαλείο για κατσάρωμα

cross bar

εγκάρσια ράβδος

cross-head screw

βίδα με σταυρωτή κεφαλή

cross-head screwdriver

σταυροκατσάβιδο, Φίλιπς κατσαβίδι

crosslive

αράδι λέιζερ διασταυρούμενης δέσμης

cross-point screwdriver

σταυροκατσάβιδο, Φίλιπς κατσαβίδι

cross-section

διατομή, εγκάρσια τομή, τομή κατά πλάτος

crown

κορώνα/διαφορικό

crown gear

γρανάζι διαφορικού

cruising

διαδρομή, ταξίδι

cruising speed

σταθερή ταχύτητα

cube

κύβος κυλινδρισμός, χωρητικότητα σε όγκο, κυβισμός

cubic capacity

μηχανής


current

ρεύμα (ηλεκτρικό), τρέχων, σύγχρονος

current consumption

κατανάλωση ισχύος

current limit relay

ηλεκτροδιακόπτης

curriculum vitae (c.v.)

βιογραφικό σημείωμα

curve

καμπυλώνω, κυρτώνω,καμπύλη, κυρτότητα

curved line

καμπύλη γραμμή

customer

πελάτης

cut off

κόβω, αποκόβω, διακόπτω, απομονώνω

cut-out relay

διακόπτης

cut-outs

διακόπτης

cutter

κόφτης

cutting point

αιχμή, κόψη κοπτικού εργαλείου

cylinder

κύλινδρος

cylinder barrel

περίβλημα κυλίνδρου συγκρότημα κυλίνδρων, σώμα κυλίνδρου,ομάδα,κορμός (μπλοκ) μηχανής, κορμός κυλίνδρων (e.g. If the coolant freezes, there will be severe damage to the cylinder block. Εάν παγώσει το ψυκτικό, θα υπάρξει σοβαρή βλάβη στo συγκρότημα των

cylinder block

κυλίνδρων).

cylinder bore hone

διάμετρος κυλίνδρου κυλινδροκεφαλή, κεφαλή κυλίνδρου, καπάκι

cylinder head

μηχανής

cylinder head bolt

παξιμάδι κεφαλής κυλίνδρου

cylinder head cover

κάλυμμα κεφαλής κυλίνδρου

cylinder head gasket

φλάντζα κεφαλής κυλίνδρου


cylinder liner

χιτώνιο κυλίνδρου

cylinder sleeve

χιτώνιο κυλίνδρου εμβολοχιτώνιο (e.g. Cylinder walls are located inside each cylinder and pistons travel between them. Τα εμβολοχιτώνια βρίσκονται μέσα σε κάθε κύλινδρο και τα

cylinder wall

έμβολα κυκλοφορούν ανάμεσά τους.)

cylinder-head rest

βάση τοποθέτησης κυλινδροκεφαλής

cylinder-pressure tester

μετρητής συμπίεσης κυλίνδρων

cylindrical

κυλινδρικός

cylindrical spring

κυλινδρικό ελατήριο

D βλάπτω, προξενώ βλάβη/ ζημιά, καταστρέφω, damage

ζημιά, βλάβη, αβαρία

damp

υγρασία, υγρός διάφραγμα, αποσβεστήρας (κραδασμών),αντικραδασμική βάση, ντάμπερ,

damper

αμορτισέρ

damp-proofing sealant

στεγανωτικό υγρασίας

dangerous accumulation of unburned gas

επικίνδυνη συσσώρευση άκαυστου αερίου

dashboard

πίνακας οργάνων, καντράν

dashpot

ντάμπερ πεταλούδας καρμπυρατέρ

data

στοιχεία, δεδομένα γεννήτρια συνεχούς ρεύματος (e.g. An dc

dc generator

generator is more complicated in design and


use than an ac generator, it needs commutators or rectifiers. Μία γεννήτρια συνεχούς ρεύματος είναι πιο περίπλοκη στη σχεδίαση και στη χρήση από μία γεννήτρια εναλασσόμενου ρεύματος, χρειάζεται μετατροπείς ηλεκτρικού ρεύματος ή ανορθωτές) νεκρό σημείο,μη περιστρεφόμενο από τον κινητήρα κέντρο συγκράτησης ράβδων για κατεργασία σε εργαλειομηχανή, πόντα dead centre

κουκουβάγιας

deal with

ασχολούμαι με

dealer

αντιπρόσωπος, πλασιέ, έμπορος, προμηθευτής

decarbonization

εξανθράκωση

declutch

αποσυνθέτω

decomposition

αποσύνθεση

decrease

ελαττώνω, μειώνω, ελάττωση, μείωση

defect

ελάττωμα,μειονέκτημα ελαττωματικός, έχων βλάβη,χαλασμένος,

defective

ελλιπής

define

ορίζω, προσδιορίζω, ερμηνεύω

definition

ορισμός, ερμηνεία

deflection mark

σημείο εκτροπής

deflector

αντανακλαστήρας, εκτροπέας

deformation

παραμόρφωση

defuming valve

βαλβίδα εξαέρωσης

degassing chamber

θάλαμος εξαέρωσης


degradation

υποβάθμιση

deionised water

απιονισμένο νερό

deliver

παραδίδω, απαλλάσσω, ελευθερώνω, διανέμω

delivery

παράδοση, διανομή, παροχή, απελευθέρωση

delivery pipe

σωλήνας παροχής

delivery valve

βαλβίδα παροχής

delta connection

σύνδεσμος δέλτα, σύνδεσμος τριγώνου

demister

ξεθαμπώνω

demonstration

επίδειξη

dent

κοιλότητα,εσοχή

department

τμήμα, διαμέρισμα

depend (on/upon)

εξαρτώμαι

dependence

εξάρτηση καταθέτω, κατάθεση, απόθεση, κατακάθισμα,

deposit

απόθεμα, κατάλοιπο,καπάρο αποσυμπιέζω,καταπιέζω, πιέζω/ πατώ

depress

(πεντάλι π.χ.)

depth

βάθος

depth gauge

βαθύμετρο

derive

παράγω, εξάγω, προέρχομαι, απορρέω γερανός δοκιμών κατασκευών, φορτωτήρας,

derrick

μπίγα, βαρούλκο σχεδιάζω, σχεδιασμός,σχέδιο,κατασκευαστικό

design

σχέδιο, σκοπός

designer

σχεδιαστής

detail

λεπτομέρεια

detailed

λεπτομερής


detect

ανακαλύπτω, αποκαλύπτω, ανιχνεύω

detector

ανιχνευτής

detent

συγκρατώ

detent ball

σφαίρα συγκράτησης

determine

ορίζω, προσδιορίζω, καταλήγω, αποφασίζω

develop

αναπτύσσω, εξελίσσω

developed

αναπτυγμένος, εξελιγμένος, προηγμένος

development

ανάπτυξη, εξέλιξη διάταξη, μηχανισμός, μέσο, μηχάνημα, συσκευή,

device

μηχανισμός,μαραφέτι

diagnosis

διάγνωση

diagnostic connector

διαγνωστικός συνδετήρας

diagonal

διαγώνιος

diagram

διάγραμμα δείκτης, μετρητής, παίρνω/σχηματίζω

dial

τηλεφωνικό αριθμό

dial gauge

ωρολογιακός μετρητής

dial test indicator

ενδεικτικό όργανο ωρολογιακής μέτρησης

diaphragm

διάφραγμα

diaphragm accelerator pump

διάφραγμα αντλίας γκαζιού

diaphragm clutch

διάφραγμα συμπλέκτη

diaphragm cover

κάλυμμα διαφράγματος

diaphragm unit

μονάδα διαφράγματος πεθαίνω, κύβος, ζάρι, καλούπι, σφραγίδα, σπειροτόμος εξωτερικών σπειρωμάτων ,

die

βιδολόγος,κοχλιοτόμος, φιλιέρα

die casting

χύτευση υπό πίεση


die nut

χυτό παξιμάδι

dielectric

διηλεκτρικός

diesel

πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο καύσης μηχανή εσωτερικής καύσης συστήματος

diesel engine

Ντήζελ, πετρελαιομηχανή

diesel fuel

πετρέλαιο καύσιμο

diesel oil

πετρέλαιο κίνησης

differ

διαφέρω

difference

διαφορά, διαφωνία

different

διαφορετικός διαφορικό(e.g. If you detect an oil leak from the differential you must immediately go to a car repair shop,this is a very serious problem! Εάν εντοπίσεις μία διαρροή λαδιού από το διαφορικό, πρέπει να πας αμέσως σε συνεργείο

differential

αυτοκινήτων, είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα!

differential case

κιβώτιο διαφορικού

differential crown gear

κιβώτιο μηχανισμού διαφορικού

differential pinion

πηνίο κωνικού διαφορικού, δορυφόρος

differential pressure

διαφορική πίεση

differential ring gear

κεντρικός οδοντωτός τροχός διαφορικού πλευρικός οδοντωτός τροχός

differential side gear

διαφορικού,πλανήτης δορυφόρου

differentiate

διαφοροποιώ, διακρίνω


διαχυτήρας, διασκορπιστήρας, θάλαμος διαχύσεως (ειδική κατασκευή του κελύφους των αντλιών προοδευτικά αυξανόμενης διαμέτρου, σαν του χωνιού, που με την μείωση της ταχύτητας ροής του υγρού που προκαλεί, diffuser

πετυχαίνει την αύξηση της πίεσής του)

dig

σκάβω

digital

ψηφιακός

digital clock

ψηφιακό ρολόι

dim

μειώνω,χαμηλώνω (φώτα)

dimension

διάσταση, μέγεθος

dimmer (control)

ρυθμιστής έντασης

dimmer realy

ρελές φώτων

dimmer switch

διακόπτης χαμηλώματος φώτων

diode

δίοδος

dip lights

χαμηλά φώτα

dip switch

διακόπτης χαμηλώματος φώτων

dipped beam

προβολέας μετρητής λαδιών, ράβδος μέτρησης λαδιών (e.g. A dipstick is used to measure the oil level of a vehicle. Μία ράβδος μέτρησης λαδιών χρησιμοποιείται για να μετρήσει το επίπεδο

dipstick

λαδιού ενός οχήματος)

direct current (dc)

συνεχές ρεύμα

direct drive

άμεση σύνδεση

direction

κατεύθυνση,διεύθυνση, οδηγία

direction indicator

δείκτης διεύθυνσης


directive

διευθυντικός, οδηγία

disadvantage

μειονέκτημα

disc brake

δισκόφρενο ( μονού κυλίνδρου)

disc hub

άκρο δισκόφρενου αποβάλλω, απορρίπτω, ξεσκαρτάρω, πετάω (e.g. Discarded batteries should be sent for safe recycling. Οι μπαταρίες που πετιούνται πρέπει να αποστέλλονται για ασφαλή

discard

ανακύκλωση) εκφορτώνω, εκκενώνω, απολύω, εκβάλω, αποσυνδέω, αποφορτίζω,εκφόρτωση, εκκένωση, απόλυση, αποσύνδεση, αποφόρτιση,εκροή (e.g. If there is a faulty alternator, the car’s battery will discharge. Εάν υπάρχει ελαττωματικός εναλλακτήρας, η

discharge

μπαταρία του αυτοκινήτου θα αποφορτιστεί) πίεση κατάθλιψης ( τριβές κατάθλιψης+στατικό

discharge head

ύψος+ επιθυμητή πίεση στην εκροή)

discharge lamp

λάμπα φθορισμού (κενώσεων)

discharge port

άνοιγμα, θύρα, φλάντζα εκροής βαλβίδα εκκένωσης, εκτόνωσης (e.g. A discharge valve allows water to go out of the water chamber. Μία βαλβίδα εκτόνωσης επιτρέπει στο νερό να βγει έξω από τον θάλαμο

discharge valve

νερού)

discharged battery

αποφορτισμένη μπαταρία

disconnect

αποσυνδέω,διακόπτω


disengage

απεμπλέκω, αφήνω, αποδεσμεύω, αποσυνδέω

dished washer

κυρτοειδής ροδέλα

disk spring

ελατήριο δίσκου συμπλέκτη

dismantle

αποσυναρμολογώ

displace

εκτοπίζω, μετατοπίζω, αντικαθιστώ

displacement

κυβισμός, εκτόπιση,εκτόπισμα, μετατόπιση δείχνω, επιδεικνύω, εκθέτω,επίδειξη, έκθεση, παρουσίαση πληροφοριών σε οθόνη/ πίνακα

display

κλπ.

dissipate

διαχέω,διασκορπίζω

dissolve

διαλύω

distance

απόσταση

distance plate

πινακίδα αποστάσεων

distance spacer

αποστάτης/ διάστημα

distilled water

απεσταγμένο νερό

distinguish

διακρίνω, ξεχωρίζω

distortion

παραμόρφωση

distribute

διανέμω, μοιράζω, διασκορπίζω

distribution box

κιβώτιο μετάδοσης

distributor

διανομέας, ντιστριμπυτέρ

distributor advance

αβνς διανομέα

distributor cap

καπάκι διανομέα

distributor cover

καπάκι διανομέα

distributor injector pump

αντλία διανομέα

distributor shaft

άξονας διανομέα

distributor spindle

άξονας διανομέα

distributor test bench

βάση τεστ διανομέα


distributorless semi-conductor ignition

ανάφλεξη με ημιαγωγό χωρίς διανομέα

divide

διαιρώ, διανέμω

divide into

διαιρώ σε διαστημόμετρο, διαβήτης, σχεδίασης/

dividers

χαράξεως σε μεταλλική επιφάνεια

division

διαίρεση

dog

στερεώνω, συγκρατώ,εμπλοκέας, σκύλος

dome head piston

θολωτή κεφαλή εμβόλου

domed nut

θολωτό παξιμάδι

domestic

οικογενειακός, οικιακός

domestic appliances

οικιακές συσκευές

door

πόρτα

door check straps

ιμάντες πόρτας

door light switch

διακόπτης φώτων πόρτας

door lock

κλειδαριά πόρτας

door seals

λάστιχα πόρτας

door switch

διακόπτης πόρτας

doorphone

θυροτηλέφωνο

double

διπλασιάζω, διπλός

double decker

διώροφο λεωφορείο

double overhead camshaft (dohc)

με δύο εκκεντροφόρους άξονες επικεφαλής

double piston

διπλοέμβολο, διπλοπίστονο

double-acting shock

αμορτισέρ διπλής ενέργειας

double-circuit braking system

σύστημα φρένων διπλής ενέργειας

dowel

ξυλόπροκα

down pipe

κάτω σωλήνας


downward (s)

προς τα κάτω

draft

σχεδιάζω, σχέδιο, σχεδιάγραμμα, ρεύμα αέρα

drafter

σχεδιαστής

drafting

σχεδίαση

drafting media

μέσα σχεδίασης, όργανα σχεδίασης

draftsman

σχεδιαστής

drain

αποστραγγίζω, αποχετεύω

drain cock

κρουνός αποχέτευσης

drain plug

τάπα αποστράγγισης

drain α battery

αδειάζω μια μπαταρία

drainage

αποχέτευση, αποστράγγιση, αποξήρανση

drainage pump

αντλία αποστράγγισης

draining

αποστράγγιση

draining pump

αντλία αποστράγγισης

draughtsman

σχεδιαστής

draw

σέρνω,σύρω, τραβώ, χαράσσω,σχεδιάζω λείανση επιφάνειας με λίμα, χοντρό λιμάρισμα

draw filing

για στίλβωση επιφάνειας, ξεχόνδριασμα

draw out

τραβώ, βγάζω έξω, αποσύρω,ξεριζώνω

drawer

συρτάρι ιχνογραφία,σχεδίαση,διάγραμμα,σχέδιο,

drawing

σχεδιάγραμμα

drawing board

πινακίδα σχεδίασης

drawing pen

γραμμοσύρτης

drift

εργαλείο διάτρησης/εσολκέας

drift-punch

εργαλείο διάτρησης πόντας

drill

τρυπώ, τρυπανίζω, δράπανο, τρυπάνι, τριβέλι


drill press

μηχανοκίνητο δράπανο

drilling

τρυπάνισμα, διάτρηση

drip feed

δίνω με ορό, τροφοδοτώ, τροφοδοσία οδηγώ, μεταδίδω κίνηση, οδήγηση, μετάδοση

drive

κίνησης , μεταδότης κίνησης ικανότητα οδήγησης (e.g. Optimal drive ability also depends on precise wheel alignment. Η βέλτιστη ικανότητα οδήγησης εξαρτάται επίσης

drive ability

και από την ακριβή ευθυγράμμιση των τροχών)

drive belt

ιμάντας κίνησης

drive line (US)

σύστημα μετάδοσης κίνησης

drive pinion

πηνίο διαφορικού

drive system (US)

σύστημα μετάδοσης κίνησης

drive wheel

τιμόνι

drivebelt

ιμάντας κίνησης

drivegear

γρανάζια κίνησης

driven

καθοδηγούμενος, κινούμενος, περιστρεφόμενος

driven plate

πλατό συμπλέκτη, δίσκος τριβής

driven plate assembly

συναρμολόγηση κινούμενης πλάκας

driven wheels

κινούμενοι τροχοί, τροχοί αυτοκινήτου

driver

οδηγός, κινητήρας

driverplate

κινούμενη πλάκα

driver’s licence

άδεια οδήγησης

drivershaft

ημιαξόνιο

drivershaft outer joint yoke

άξονας εξωτερικού γάντζου

driveway

ιδιωτικός δρόμος

driving

οδήγηση


driving gear

γρανάζια κίνησης

driving lesson

μάθημα οδήγησης

driving licence

άδεια οδήγησης

driving pinion

πηνίο διαφορικού

driving school

σχολή οδηγών

driving seat

κάθισμα οδηγού

driving test

εξετάσεις για δίπλωμα οδήγησης σταλάζω, στάζω, πέφτω,αφήνω κάτι να πέσει,

drop

σταγόνα, πτώση

drop arm

βραχίονας αυτοκίνητο με πτυσσόμενη οροφή (e.g She lowered the hood of her drop- head car and fresh air caressed her face. Χαμήλωσε την κουκούλα του αυτοκινήτου της και καθαρός

drop- head

αέρας χάιδεψε το πρόσωπό της)

droplet

σταγονίδιο

drum brakes

φρένα με τύμπανο, ταμπούρα

drum extractor

εξολκέας ταμπούρου

dry cell battery

μπαταρία ξηρών στοιχείων

dry clutch

ξηρός συμπλέκτης

dry- type transformer

μετασχηματιστής ξηρού τύπου

dual

διττός,δισυπόστατος, δυαδικός, διπλός

dual carburettor

διπλό καρμπυρατέρ

dual master cylinder

διπλός κύλινδρος

duct

αγωγός ελάσιμος, ελατός, εύπλαστος, ελαστικός,

ductile

όλκιμος


ductility

ελατότητα

due to

οφειλόμενος σε, λόγω του, εξ' αιτίας του

dull

αμβλύνω, αμβλύς, πληκτικός, ανιαρός, θαμπός

dullness

αμβλύτητα, βαρεμάρα

dump valve

εκτονωτική βαλβίδα, σκάστρα

durability

στερεότητα, ανθεκτικότητα, διάρκεια,αντοχή

durable

στερεός, ανθεκτικός, διαρκής

duration

διάρκεια ξεσκονίζω, σκόνη (e.g. The removal of brake dust from the linings should be made by using a vacuum cleaner because it is a poisonous substance. H απομάκρυνση τη σκόνης των φρένων από τις γραμμές των φρένων πρέπει να γίνεται χρησιμοποιώντας ηλεκτρική σκούπα

dust

διότι είναι δηλητηριώδης ουσία)

dust cap

καπάκι προστασίας σκόνης

dust cover

καπάκι προστασίας σκόνης

dust deposit

εναπόθεση σκόνης

dust extractor

κονιοσυλλέκτης

dust proof

στεγανός από σκόνη

dwell

επαφή

dwell time

χρόνος επαφής

dynamic operational effect

δυναμική λειτουργική καταπόνηση δυναμικές αντλίες (κατηγορία αντλιών, π.χ. φυγοκεντρικές, που εφαρμόζουν τους νόμους της δυναμικής για την αύξηση της πίεσης των

dynamic pumps

αντλούμενων υγρών)


dynamo

γεννήτρια, δυναμό

E early spark

προθέρμανση

earphones

ακουστικά

earth

γείωση,γειώνω, γη

earth connection

συνδεσμολογία γείωσης

earth electrode

ηλεκτρόδιο γείωσης

earth leakage

διαρροή ηλεκτρικού ρεύματος προς τη γη

earth moving

μετατόπιση γαιών

earth strap

ιμάντας γείωσης

earth tester

ελεγκτής γείωσης

earthing

γείωση

earth-leakage breaker

ρελέ διαφυγής/προστασίας ανατολή, ανατολικός (e.g. The sun rises in the

east

east. Ο ήλιος ανατέλλει στην ανατολή)

eccentricity

εκκεντρικότητα

edge

άκρη, ακμή, παρυφή, χείλος, αιχμή, κόψη

edge raising

ανασηκωμένο άκρο

edge to edge

από άκρη σε άκρη αποτέλεσμα, επίδραση,συνέπεια, επίπτωση,

effect

εντύπωση,φαινόμενο

effective output

αποτέλεσμα

effectively

αποτελεσματικά απόδοση (e.g. The efficiency of the engine can be improved if we install more than two

efficiency

valves per cylinder. Η απόδοση της μηχανής


μπορεί να βελτιωθεί εάν εγκαταστήσουμε περισσότερες από δύο βαλβίδες ανά κύλινδρο) αποτελεσματικός,επαρκής, αποδοτικός, ικανός, efficient

δραστήριος

effort

προσπάθεια

ejector

τζιφάρι αντλίας

ejector pumps

αντλίες αυτόματης αναρρόφησης

elasped time

χρόνος που παρήλθε, χρόνος που πέρασε

elastic

ελαστικός

elastic coupling

ελαστικός σύνδεσμος

elasticity

ελαστικότητα

elbow

γωνιά, αγκώνας,γωνιακός/γωνιωτός σύνδεσμος

electric

ηλεκτρικός

electric fan

ηλεκτρικός ανεμιστήρας ηλεκτρική αντλία

electric screen washer pump

καθαριστήρων παρμπρίζ

electric windows

ηλεκτρικά παράθυρα

electric charge

ηλεκτρικό φορτίο

electric cooling fan

ηλεκτρικός ανεμιστήρας ψύξης

electric dipole moment

ηλεκτρική διπολική ροή

electric fence controller

συστήματα ελέγχου ηλεκτρικών περιφράξεων

electric field

ηλεκτρικό πεδίο

electric fire

ηλεκτρική σόμπα

electric flux

ηλεκτρική ροή

electric fuel pump

ηλεκτρική αντλία καυσίμων

electric light

ηλεκτρικό φως

electric potential

ηλεκτρικό δυναμικό


electric shock

ηλεκτροπληξία

electrical and electronic apparatus

ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές

electrical charge

ηλεκτρικό φορτίο

electrical equipment

ηλεκτρολογικό υλικό

electrical failure

διακοπή ρεύματος

electrical network

ηλεκτρικό δίκτυο

electrical supply system

ηλεκτρικό σύστημα παροχής

electrification

ηλεκτροδότηση, εξηλεκτρισμός

electrify

ηλεκτροδοτώ, τροφοδοτώ με ηλεκτρικό ρεύμα

electrocardiograph

ηλεκτροκαρδιογράφος

electrocute

θανατώνω με/ πεθαίνω με ηλεκτροπληξία

electrocuted

αυτός που έχει πάθει ηλεκτροπληξία

electrocution

ηλεκτροπληξία

electrode

ηλεκτρόδιο

electrode gap

διάκενο ηλεκτροδίου

electrolysis

ηλεκτρόλυση

electromagnet

ηλεκτρομαγνήτης

electromagnetic

ηλεκτρομαγνητικός

electromagnetic compability

ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα

electromagnetic disturbance

ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές

electromagnetic emissions

ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές

electromagnetic induction

ηλεκτρομαγνητική επαγωγή

electromagnetism

ηλεκτρομαγνητισμός

electromotive

ηλεκτρεγερτικός

electron

ηλεκτρόνιο

Electronic Brake Force Distribution

κατανεμητής διανομής/

(EBD)

κατανομής πίεσης πέδησης/ φρεναρίσματος


electronic climate control

ηλεκτρονικά ελεγχόμενο σύστημα κλιματισμού

electronic control unit

μονάδα ηλεκτρονικού ελέγχου

electronic ignition system

σύστημα ηλεκτρονικής ανάφλεξης

electronic timing controller

ηλεκτρονικός μετρητής χρονισμού

electrostatic

ηλεκτροστατικός

element

στοιχείο (ύλης), εξάρτημα, μέρος

elevate

ανυψώνω, σηκώνω

elevation

ανύψωση, ύψωμα, υψόμετρο ανελκυστήρας, ασανσέρ,αναβατήρας,

elevator

ανυψωτήρας εξαλείφω, ελαχιστοποιώ, αφαιρώ, μηδενίζω (e.g. An air conditioning system eliminates moisture which can freeze on the inside of the car glass and prevents us from seeing clearly. Το σύστημα κλιματισμού αφαιρεί την υγρασία που μπορεί να παγώσει στο εσωτερικό του τζαμιού του αυτοκινήτου και μας εμποδίζει

eliminate

να δούμε καθαρά)

ellipse

έλλειψη (σχήμα)

ellipsograph

ελλειψογράφος, όργανο χάραξης ελλείψεων

elliptic

ελλειπτική

elliptical

ελλειπτικός

emergency

κατάσταση ανάγκης

emergency brake

φρένο έκτακτης ανάγκης

emergency lights

φώτα έκτακτης ανάγκης

emery

σμύριδα

emery cloth

σμυριδόπανο (e.g. Emery cloth can be used to


clean and polish alloy wheels. Tο σμυριδόπανο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καθαρίσει και να γυαλίσει ζάντες αλουμινίου). εκπομπή (καυσαερίων, ακτινοβολίας κ.λ.π.), emission emission control

εκροή, έκδοση ελέγχος εκπομπών (ρυπαντών ή καυσαερίων)

emission of radioactivity

εκπομπή ραδιενέργειας

emit

εκπέμπω, αναδίδω

empirical

εμπειρικός,που αποκτάται με πείρα παρέχω εργασία, εκμισθώνω, απασχολώ,

employ

προσλαμβάνω, μεταχειρίζομαι, εφαρμόζω

employee

υπάλληλος

employer

εργοδότης

employment

απασχόληση, εργασία, εκμίσθωση, πρόσληψη κενή (αχρησιμοποίητη συχνότητα),

empty frequency

συχνότητα που δεν χρησιμοποιείται

emulsion tube

γαλακτώδης λυχνία

enable

κάνω ικανό, παρέχω τη δυνατότητα/ικανότητα

enamel

σμάλτο

enclose

εσωκλείω, εγκλείω, κλείνω

end cutter

εμπροσθοκόπτης

endanger

βάζω σε κίνδυνο

energy meter

μετρητής ηλεκτρικής ενέργειας

energy saving

που εξοικονομεί ενέργεια εμπλέκω, εμπλέκομαι,συμπλέκω, βάζω ταχύτητα, ασχολούμαι με, μισθώνω,

engage

προσυμφωνώ


engine

μηχανή, κινητήρας

engine (rubber) mounting

βάσεις (λαστιχένιες) μηχανής

engine block

κυρίως σώμα/μπλοκ κινητήρα

engine bracket

σφιγκτήρας/ υποδοχή κινητήρα

engine cooling system

σύστημα ψύξης του κινητήρα

engine failure

μηχανική βλάβη

engine family

οικογένεια κινητήρων

engine oil cooler

λάδι ψύξης κινητήρα

engine oil level dipstick

δείκτης λαδιού

engine oil system

σύστημα λαδιού κινητήρα

engine plate

πλάκα μηχανής

engine sprocket

ταχύτητα κινητήρα

engine timing

χρονισμός κινητήρα

engine torque

ροπή στρέψης κινητήρα

engine trouble

μηχανικό πρόβλημα

engine with integral exhaust

κινητήρας με ενσωματωμένη εξάτμιση

engineer

μηχανικός

engineering

μηχανική (η επιστήμη του μηχανικού)

engineering control

μηχανολογικό τεχνολογικό σύστημα ελέγχου

engineer's hammer

σφυρί μηχανικού

enhance

αυξάνω, προάγω, υπερτιμώ

enlarge

μεγαλώνω

enlargement

μεγέθυνση, αύξηση

enormous

τεράστιος

ensure

εξασφαλίζω, σιγουρεύω

entirely

εντελώς, τελείως, εξ ολοκλήρου

entrance

είσοδος


environment

περιβάλλον

environmental

περιβαλλοντικός

equip

εξοπλίζω, προμηθεύω εξοπλισμός, εφόδια, εφοδιασμός, εγκαταστάσεις

equipment

(συνεργείων, εργαστηρίων, εργοταξίων κλπ.)

equipped

εφοδιασμένος, εξοπλισμένος

equivalent

ισοδύναμος, ισάξιος, αντίστοιχος

eraser

γόμα, σβηστήρα, ξέστης

erasure

σβήσιμο, εξάλειψη

erosion

διάβρωση (μηχανική)

error

λάθος, πλάνη, σφάλμα σκάλα, ανυψωτήρας, κλιμακωτός αναβατήρας,

escalator

κυλιόμενες σκάλες

escape

διαφεύγω, εκρέω (για υγρά)

essential construction requirements

βασικές κατασκευαστικές προδιαγραφές

establish

εγκαθιστώ, ιδρύω

establishment

εγκαθίδρυση, ίδρυση επιβατικό αυτοκίνητο πολλών θέσεων με οροφή που επεκτείνεται προς τα πίσω για περισσότερο χώρο αποσκευών. (e.g. Fortunately his estate car had lots of space to put in all his belongings. Ευτυχώς το

estate car (or shooting brake or

στέισον βάγκον του είχε πολύ χώρο να βάλει

station wagon)

όλα του τα υπάρχοντα)

evolved

εξελιγμένος

exact

ακριβής

excavate

εκσκάπτω, σκάβω, ανασκάπτω


excavation

εκσκαφή, ανασκαφή, σκάψιμο

excavator

εκσκαφέας, χωματουργικό μηχάνημα

excavator bucket

κάδος εκσκαφέα

exceeding

υπέρβαση

excess pressure

υπερβολική πίεση

excessive

υπερβολικός

exchange engine

αλλαγή μηχανής

excitation

διέγερση

exciter

διεγέρτρια, δυναμομηχανή αδειάζω, εκτονώνω, εξαντλώ, εκτόνωση,εξάτμιση (μηχανής),εξαγωγή,

exhaust

(αερίου,καυσαερίων)

exhaust pollution reduction

μείωση μόλυνσης εξάτμισης καυσαέρια (e.g. Smog can also be created by exhaust fumes emitted in the atmosphere. Το νέφος μπορεί επίσης να δημιουργηθεί από

exhaust fumes

τα καυσαέρια που εκλύονται στην ατμόσφαιρα) αέρια εξαγωγής/εξάτμισης, καυσαέρια (e.g. Never inhale the exhaust gases coming out from an engine, they are poisonous. Ποτέ μην εισπνέετε τα αέρια της εξάτμισης που βγαίνουν

exhaust gases

από μια μηχανή, είναι δηλητηριώδη) σωλήνας εξαγωγής, εξάτμιση (e.g. The exhaust pipe expels the mixture of gasoline and air created in the cylinder. Η εξάτμιση αποβάλλει το μίγμα βενζίνης και αέρα που δημιουργείται

exhaust pipe

μέσα στον κύλινδρο)


exhaust port

θυρίδα εξαγωγής αερίων

exhaust silencer

αποσιωπητήρας /σιλανσιέ εξάτμισης

exhaust stroke

χρόνος εξαγωγής

exhaust system

σύστημα εξαγωγής/ εξάτμισης βαλβίδα εξαγωγής/εξάτμισης (e.g. The exhaust valve expels the burnt gas mixture of petrol and air. Η βαλβίδα εξάτμισης αποβάλλει το μίγμα αερίων πετρελαίου και αέρα

exhaust valve

που έχει καεί)

exhaust valve filter

φίλτρο βαλβίδας εξαγωγής/εξάτμισης

exhaustion

εξάντληση,εκτόνωση

exist

υπάρχω

existence

ύπαρξη

exitation diode

δίοδος διέγερσης διαστέλλω, διαστέλλομαι,εκτονώνω,

expand

εκτονώνομαι, επεκτείνω, επεκτείνομαι

expansion

διαστολή, εκτόνωση, έκρηξη

expansion tank

δοχείο διαστολής

expansion valve (air conditioning)

βαλβίδα διαστολής (κλιματισμού)

expel

διώχνω βίαια, αποβάλλω, εξωθώ, εκδιώκω

experiment

πείραμα

experimental design

πειραματικός σχεδιασμός

expert

εμπειρογνώμων, έμπειρος, γνώστης, ειδικός πραγματογνωμοσύνη, μεγάλη εμπειρία και καλές

expertise

ειδικές γνώσεις

exploit

εκμεταλλεύομαι, αξιοποιώ, κατόρθωμα

exploitation

εκμετάλλευση, αξιοποίηση


exploration

εξερεύνηση

explore

εξερευνώ

explosion

έκρηξη, εκτόνωση

explosive

εκρηκτικός, εκρηκτικό υλικό

explosive atmospheres

εκρήξιμες ατμόσφαιρες

explosive mixture

εκρηκτικό μίγμα

extend

επεκτείνω, επεκτείνομαι προέκταση, επέκταση, παράταση, διαστολή,

extension

εσωτερική γραμμή τηλεφώνου (εσωτερικό)

extension piece

προέκταση

external

εξωτερικός

external combustion engine

μηχανή/κινητήρας εξωτερικής καύσης

external coolant leakage

εξωτερική διαρροή ψυκτικού

external pressure

εξωτερική πίεση αποσπώ, εξάγω,βγάζω,εξέλκω, εκχύλισμα,

extract

απόσταγμα

extractor

εξαγωγέας, εξολκέας

extremely

εξαιρετικά, ακραία, πάρα πολύ, υπερβολικά

extremely flamable

εξαιρετικά εύφλεκτο

extrusion

εξωθημένη δοκός

extrusion slab

εξωθημένη πλάκα

eye

οφθαλμός, μάτι

F αντικρύζω, αντιμετωπίζω, όψη, πρόσωπο, face

επιφάνεια


προστατευτική μάσκα προσώπου, μάσκα face shield

οξυγονοκολλητή

facia (panel)

ταμπλό αυτοκινήτου

facing

μετωπική τόρνευση,"πρόσωπο"

factor

παράγοντας, συντελεστής

factory

εργοστάσιο

failure

αποτυγχάνω, βλάβη οικογενειακό, τετράθυρο κλειστό αυτοκίνητο για τέσσερα ή περισσότερα άτομα (e.g. Father took us on an excursion with our family saloon. Ο πατέρας μας πήγε εκδρομή με το

family saloon (or saloon or sedan)

οικογενειακό μας αυτοκίνητο)

fan

ριπίζω,ανεμιστήρας, εξαεριστήρας, βεντάλια μάσκα αυτοκινήτου, στόμιο

fan grille

αναρρόφησης/προσαγωγής εξαεριστήρα

fanbelt

ιμάντας ανεμιστήρα

farm machinery

αγροτικά μηχανήματα

fascia

ταμπλό αυτοκινήτου

fast idle

γρήγορο ρελαντί

fast lane

λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας

fasten

δένω,στερεώνω, σφίγγω,προσδένω

fastener

συνδετήρας, σφιγκτήρας

fatigue

κόπωση

faucet

κάνουλα, στρόφιγγα, βρύση αποτυγχάνω,βλάβη, ελάττωμα, λάθος, ρήγμα,

fault

σφάλμα

fault diagnosis

λάθος διάγνωση


fault-finding chart

πίνακας διάγνωσης/εντοπισμού βλάβης

faulty

ελαττωματικός, λανθασμένος χαρακτηριστικό, γνώρισμα, τεχνική

feature

προδιαγραφή τροφοδοτικός μοχλός, χειρολαβή μηχανισμού

feed lever

πρόωσης τόρνου

feed pipe

σωλήνα τροφοδοσίας

feed port

θυρίδα τροφοδοσίας

feed pump

αντλία τροφοδότησης/ εισαγωγής

feeler blade

μετρητής διάκενου, φίλερ

feeler gauge

μετρητής διάκενου, φίλερ

felt washer

ροδέλα από τσόχα

female thread

θηλυκό σπείρωμα

fender (US)

προφυλακτήρας

ferrites

φερρίτες

ferrous

(υπο) σιδηρούχος

ferrule

ορειχάλκινος δακτύλιος ψυγείου

fibre washer

ροδέλα από φίμπερ

field

τομέας, πεδίο, χωράφι

field coil

επαγωγέας

field current

ηλεκτρικό πεδίο

field winding

επαγωγέας

figurative diagram

εικονογραφημένο διάγραμμα λιμάρω,ταξινομώ έγγραφα σε φακέλους, αρχειοθετώ, λίμα, δέσμη χαρτιών, φάκελος,

file

ντοσιέ,αρχείο

filing

λιμάρισμα, ρίνισμα,ταξινόμηση (εγγράφων)


fill

γεμίζω, συμπληρώνω μέταλλο χρησιμοποιούμενο σαν συγκολλητικό υλικό στις συγκολλήσεις, κόλληση/ ντεπόζιτο

filler

βενζίνης, ρεζερβουάρ

filler cap

καπάκι ρεζερβουάρ μέταλλο χρησιμοποιούμενο σαν συγκολλητικό

filler metal

υλικό στις συγκολλήσεις, κόλληση μέταλλο χρησιμοποιούμενο σαν συγκολλητικό

filler rod

υλικό στις συγκολλήσεις, κόλληση

filler tube

σωλήνας ρεζερβουάρ

filling ratio

βαθμός πλήρωσης

filter

φίλτρο

filter cartridge

φίλτρο (κάνιστρο)

filter element

εξάρτημα φίλτρου διαχωριστική λωρίδα (για να στρίψεις δεξιά ή

filter lane

αριστερά)

filter magnet

μαγνητικό φίλτρο

final assessment

τελική εξέταση τελική μετάδοση,τελική σχέση,φάση μετάδοσης

final drive

κίνησης στους τροχούς

fine emery cloth

ψιλό σμυριδόπανο

finish

τελειώνω, τέλος, τελείωμα, τελική επεξεργασία αναφλέγω, πυροδοτώ, ανάβω, πυροβολώ, βάζω

fire

φωτιά,φωτιά

fire brigade

πυροσβεστική

fire engine

πυροσβεστικό όχημα

fire extinguisher

πυροσβεστήρας


fire fighting

πυρόσβεση

fire protection

αντιπυρική προστασία

fire protection system

σύστημα πυροπροστασίας

fireproof

πυρίμαχος

firing order

σειρά/ τάξη ανάφλεξης/πυροδότησης κινητήρα

firing stroke

χρόνος ανάφλεξης κινητήρα

firing voltage

ισχύς ρεύματος ανάφλεξης

first gear

πρώτη ταχύτητα

first motion shaft

πρώτη ταχύτητα

fission

διάσπαση

fist caliper disc brakes

δισκόφρενα με εμβολίδια τριβής προσαρμόζω, ταιριάζω, εφαρμόζω, εξοπλίζω,

fit

τοποθετώ άρμοση, εφαρμογή,προσαρμογή, εξάρτημα

fitting

σύνδεσης σωλήνων, ρακόρ σύνδεσης σωλήνων στερεώνω, προσηλώνω, διορθώνω, ρυθμίζω,

fix

ορίζω

fixed

σταθερός, στερεωμένος

fixed jet

σταθερός εκτοξευτήρας

fixed pivot

σταθερός άξονας/ πείρος εξάρτημα, εξάρτημα με σπείρωμα, ακίνητο/ σταθερό προσάρτημα ή έπιπλο, συσκευή για πρόσδεση των προς κατεργασία τεμαχίων στις

fixture

εργαλειομηχανές

flammability

ευφλεκτότητα

flammable

εύφλεκτο

flange

στεφανοειδές παρέμβυσμα,φλάντζα


flap

πτερύγιο, καπέλο

flapper valve

στρόφιγγα εκχειλώνω, διευρύνω τα άκρα σωλήνος,

flare

εκχείλωση

flaring tool

εκχειλωτικό εργαλείο

flash

λάμψη, αναλαμπή, αστραπή, φλόγα

flasher relay

διακόπτης φλας

flasher unit

μονάδα φλας

flashlight

φλας, ενδείκτης πορείας,ηλεκτρικός φακός

flat

επίπεδος,επίπεδο, αμβλύς, αβαθής, ανούσιος

flat battery

άδεια, ξεφόρτιστη, νεκρή μπαταρία

flat-nose pliers

πλατυτσίμπιδο κατσαβίδι εγκοπής (κοινό, με πεπλατυσμένο

flat-tip screwdriver

άκρο) ευκαμψία, ευλυγισία, ελαστικότητα, προσαρμοστικότητα (When the rubber in wiper blades loses its flexibility, it tears. Όταν το λάστιχο στις λεπίδες καθαριστήρα

flexibility

χάσει την ελαστικότητά του, σχίζεται) εύκαμπτος, ευλύγιστος, ελαστικός,

flexible

προσαρμοστικός,συγκαταβατικός

flexible brake hose

εύκαμπτη σωλήνα φρένων

flexible tape

εύκαμπτη μετροταινία πλέω, επιπλέω, ελεύθερη κίνηση, πλωτήρας,

float

σχεδία

float chamber

θάλαμος πλωτήρα καρμπυρατέρ

float level

επίπεδο πλωτήρα


float needle

δείκτης/ βελόνα πλωτήρα

floater

πλωτήρας, δείκτης επιπέδου (υγρών) φλοτέρ

floating crane

πλωτός γερανός

flood

πλημμυρίζω, πλημμύρα

floodlight

προβολέας χαλάκι δαπέδου (e.g. He had to replace the car's floor mat because the old one had been damaged by stepped chewing gums. Έπρεπε να αντικαταστήσει το χαλάκι του αυτοκινήτου διότι το παλιό είχε καταστραφεί από πατημένες

floor mat

τσίχλες)

floorboard

πάτωμα του αυτοκινήτου

floppy disk

δισκέτα ηλεκτρονικού υπολογιστή

flow

ρέω, ρους, ροή

flowchart

διάγραμμα ροής

fluid

υγρό, ρευστό

fluid coupling

σύνδεσμος υγρών

fluid pressure

πίεση υγρού

fluid renewal

αντικατάσταση υγρών

fluorescent lamp

λάμπα φθορισμού ρευστοποιώ, λιώνω,ροή, ρεύμα,ειδική ουσία που χρησιμοποιείται στις μαλακές συγκολλήσεις για προφύλαξη από σκούριασμα της περιοχής που

flux

θα κασσιτεροκολληθεί, "αλοιφή"

fly nut

παξιμάδι με πτερύγια σφοντύλι,σφόνδυλος, τροχός αντίβαρου, βολάν

flywheel

(e.g. The flywheel is turned by the starter


motor as soon as the latter receives power from the car battery and then rotates the crankshaft. Το βολάν στρέφεται από το μοτέρ εκκίνησης μόλις το δεύτερο πάρει δύναμη από τη μπαταρία του αυτοκινήτου και μετά περιστρέφει το στροφαλοφόρο) fly-wheel blocking tool

εξολκέας που μπλοκάρει το στρόφαλο

flywheel marking

χάραξη του σφονδύλου

fog lamp

φανός/φως ομίχλης

fog light

φανός/φως ομίχλης

fold

διπλώνω, τυλίγω, πτυχή

folding

που διπλώνει, πτυσσόμενος

folding rule

πτυσσόμενο μέτρο

follower

ακόλουθος

foot valve

ποδοβαλβίδα, "ποτήρι αντλίας"

footrest

υποπόδιο

force

δύναμη

forced lubrication

λίπανση υπό πίεση χαλκεύω, σφυρηλατώ, σιδηρουργείο, κάμινος

forge

σιδηρουργού

forged iron

σφυρήλατος σίδηρος

forged steel

σφυρήλατος χάλυβας, σφυρήλατο ατσάλι

forging

σφυρηλάτηση, σφυρήλατο αντικείμενο

forging tong

λαβίδα καμινευτή

fork lift truck

περονοφόρος φορτωτής μορφοποιώ, σχηματίζω, σχήμα, μορφή, τρόπος,

form

τύπος, σχήμα σε φύλλα μετάλλου


μορφοποίηση με σφυρηλάτηση, διαμόρφωση forming

κυκλικών κάμψεων σε φύλλα μετάλλου μηχάνημα κυκλικής κάμψης φύλλων μετάλλλου,

forming machine

κύλινδροι κάμψης, ρόλλοι

formula

τύπος (μαθηματικός)

forward (s)

πρόσω, προς τα εμπρός

fossil fuels

ορυκτά καύσιμα

founding

χώνευση, χύσιμο μετάλλων

foundry

χυτήριο, χωνευτήριο

four-stroke engine

τετράχρονος κινητήρας

four-stroke process

τετράχρονη λειτουργία

fourth gear

τέταρτη ταχύτητα,"τετάρτη"

fourth motion shaft

τέταρτη ταχύτητα,"τετάρτη"

four-wheel drive

με κίνηση στους τέσσερις τροχούς

fracture mechanics

θραυστομηχανική σχηματίζω, πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός,

frame

πλαίσιο σχήματος, κορνίζα ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο,“μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές ( e.g. Excessive free movement at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car.

free movement (or free play or free

Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι

travel or chatter)

αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και προκαλείται


από φθαρμένα εξαρτήματα της λειτουργίας διεύθυνσης του αυτοκινήτου) ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο, “μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές " (e.g. Excessive free play at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car. Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και προκαλείται free play (or free movement or free

από φθαρμένα εξαρτήματα της λειτουργίας

travel or chatter)

διεύθυνσης του αυτοκινήτου) ελεύθερη κίνηση, μικρομετακινήσεις, παίξιμο, “μπόσικο”,”ανοχή”, “τζόγος” οφειλόμενα σε μη καλή συγκράτηση των κομματιών μετάλλου που τοποθετούνται για κατεργασία στις εργαλειομηχανές (e.g. Excessive free travel at the steering wheel is a serious problem and is caused by worn steering components of the car. Υπερβολική ελεύθερη κίνηση στο τιμόνι αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και

free travel (or free movement or

προκαλείται από φθαρμένα εξαρτήματα της

free play or chatter)

λειτουργίας διεύθυνσης του αυτοκινήτου)

freeway (US)

αυτοκινητόδρομος

freezer

ψύκτης

frequency

συχνότητα


frequency converter

μετατροπέας συχνότητας

frequent

συχνός

fresh air box

κιβώτιο καθαρού αέρα τριβή, προστριβή ( e.g. Friction in brakes can be caused by continuous heavy breaking. Τριβή στα φρένα μπορεί να προκληθεί από

friction

συνεχές έντονο φρενάρισμα )

friction clutch

σύνδεσμος τριβής

friction lining

θερμουίτ, υλικό τριβής

friction plate

πλατώ συμπλέκτη, δίσκος τριβής

frictional clutch

σύνδεσμος τριβής

frictions

σύνδεσμοι τριβής

fridge

ψυγείο

front

μπροστινός , μέτωπο, πρόσοψη

front axle

μπροστινός / εμπρόσθιος άξονας

front door

μπροστινή πόρτα με κίνηση στους μπροστινούς τροχούς,

front wheel drive

μπροστινή κίνηση

front wheels

μπροστινοί τροχοί

fuel

καύσιμο, καύσιμη ύλη, θερμαντικό καύσιμο

fuel consumption

κατανάλωση καυσίμου

fuel feed pipe

σωλήνας τροφοδοσίας καυσίμου φίλτρο καυσίμου (e.g. It is recommended to change the fuel filters of the car every twelve months. Συνίσταται να αλλάζετε τα φίλτρα καυσίμου του αυτοκινήτου κάθε δώδεκα

fuel filter

μήνες)


fuel gauge

δείκτης καυσίμου

fuel gauge sender unit

μονάδα μέτρησης κατανάλωσης καυσίμου

fuel injection

ψεκασμός, έγχυση καυσίμου εγχυτήρας, ψεκαστήρας καυσίμου (e.g. A fuel injector takes fuel from the fuel pump and breaks it into small droplets which mix with air more easily and this helps for a better internal combustion. Ένας εγχυτήρας καυσίμου παίρνει καύσιμο από την αντλία καυσίμου και το διασπά σε μικρά σταγονίδια τα οποία αναμιγνύονται με τον αέρα πιο εύκολα και αυτό

fuel injector

βοηθάει στην καλύτερη εσωτερική καύση)

fuel inlet hose

σωλήνας εισαγωγής καυσίμου

fuel level sensor

αισθητήρας στάθμης καυσίμου

fuel lines

σωληνώσεις βενζίνης, γραμμές ροής βενζίνης

fuel mixture

μίγμα καυσίμου

fuel pressure sensor

αισθητήρας πίεσης καυσίμου

fuel pump

αντλία καυσίμου (βενζίνης, πετρελαίου)

fuel rail

γραμμή καυσίμου

fuel return pipe

σωλήνας επιστροφής καυσίμου

fuel supply line

γραμμή παροχής καυσίμου

fuel supply system

σύστημα τροφοδοσίας καυσίμου δεξαμενή/ ντεπόζιτο καυσίμου (βενζίνης,

fuel tank

πετρελαίου),ρεζερβουάρ

fulcrum

υπομόχλιο, υποστήριγμα

full- flow oil filter

φίλτρο λαδιού ολικής ροής

fully automatic

πλήρες αυτόματο


fumes

αναθυμιάσεις, καυσαέρια λειτουργία, λειτουργώ, λειτουργικός σκοπός,

function

έργο, συνάρτηση (μαθηματικά)

functional test

έλεγχος λειτουργίας

funnel

χωνί καμίνι, εστία, κλίβανος, φούρνος, συσκευή

furnace

θέρμανσης aσφάλεια (ηλεκτρική) (e.g. If the wire in a fuse is melted, this means that the fuse is blown. Εάν το καλώδιο σε μια ασφάλεια είναι λιωμένο, αυτό σημαίνει ότι η ασφάλεια είναι

fuse

καμμένη).

fuse link

φυσίγγιο πίνακας ασφαλειών, ηλεκτρικός πίνακας (e.g. A car has many fuses in its fusebox.Ένα αυτοκίνητο έχει πολλές ασφάλειες στον

fusebox

ηλεκτρικό του πίνακα).

fusing point

σημείο τήξης

fuze (US)

ασφάλεια/ λιώνω, τήκω

G galvanise

γαλβανίζω, επιψευδαργυρώνω

galvanized iron

γαλβανισμένος σίδηρος, γαλβανισμένη λαμαρίνα

gap

κενό, άνοιγμα, χάσμα, ρήγμα

garage

γκαράζ, συνεργείο, βενζινάδικο

gas

αέριο, αέριο καύσιμο, φωταέριο, γκάζι

gas containing toxic components

αέριο που περιέχει τοξικά στοιχεία


gas converter

μεταλλάκτης αερίου

gas station (US)

πρατήριο βενζίνης, βενζινάδικο ντεπόζιτο βενζίνης, ρεζερβουάρ (e.g. When driving in bad weather, keep your gas tank at least half-full in order to reduce moisture problems in your fuel system and to be safe in case you are stranded. Όταν οδηγείς με άσχημο καιρό, έχε το ρεζερβουάρ σου γεμάτο τουλάχιστον ως το μισό για να μειώσεις την πιθανότητα προβλημάτων στο σύστημα καυσίμων και να είσαι σίγουρος σε περίπτωση

gas tank

που χαθείς)

gas(oline) (US)

βενζίνη

gaseous

αεριώδης, αεριοποιημένος

gaseous fuel

αέριο καύσιμο τσιμούχα, φλάντζα (e.g. You have to remove the gasket, it is worn. Πρέπει να βγάλεις τη

gasket

φλάντζα, είναι φθαρμένη)

gasoline engine

βενζινομηχανή υπολογίζω, μετρώ, μέτρο, μετρητής, ενδείκτης,

gauge

όργανο (στο ταμπλό)

gauge manifold

σετ μανόμετρων, κάσα μανόμετρων

gauging system

σύστημα μέτρησης ταχύτητα, λεβιές ταχυτήτων, γρανάζι, συμπλεκόμενος οδοντωτός τροχός, μηχανισμός, εξοπλισμός, εξάρτυση (e.g. You have to select

gear

the correct gear according to the engine


speed. Πρέπει να επιλέξεις τη σωστή ταχύτητα σύμφωνα με την ταχύτητα της μηχανής) αλλαγή ταχύτητας (e.g. When driving in a snowy weather, avoid abrupt gear changes because the car may skid. Όταν οδηγείς με χιονισμένο καιρό, απόφυγε τις απότομες αλλαγές ταχυτήτων διότι το αυτοκίνητο μπορεί gear change

να ντεραπάρει)

gear component

εξάρτημα μηχανισμού ταχύτητας

gear lever

μοχλός αλλαγής ταχυτήτων, λεβιές ταχυτήτων

gear lever boot

φούσκα μοχλού ταχυτήτων

gear lever knob

μοχλός αλλαγής ταχυτήτων, λεβιές ταχυτήτων

gear pump

αντλία οδοντωτών τροχών, κιβώτιο ταχυτήτων

gear selector

επαγωγέας

gear shift (US)

μοχλός αλλαγής ταχυτήτων, λεβιές ταχυτήτων οδόντες, γρανάζια οδοντωτού τροχού, δόντια

gear teeth

γραναζιών

gearbox

κιβώτιο ταχυτήτων, σασμάν κλειδί βίδας που αδειάζει το κιβώτιο

gearbox drain plug key

ταχυτήτων σύστημα οδοντωτών τροχών ή μοχλών, σύστημα κινήσεως, εμπλοκή,

gearing

οδόντωση,μηχανισμός οδοντωτών τροχών

gearshift lever (US)

μοχλός αλλαγής ταχυτήτων

geartrain

σύστημα οδοντωτού τροχού παράγω, προκαλώ e.g. (If the alternator

generate

doesn’t generate the proper amount of


voltage and current, the vehicle’s electrical system won’t work properly. Εάν ο εναλλακτήρας δεν παράγει το σωστό ποσό τάσης και ρεύματος, το ηλεκτρικό σύστημα του οχήματος δεν θα λειτουργεί σωστά) generator (US)

γεννήτρια, δυναμό

generator armature

πόλοι γεννήτριας

genuine part

γνήσιο ανταλλακτικό

geometric

γεωμετρικός

geothermal exploration

γεωθερμική ενέργεια

get rid of

πετάω (κάτι), ξεφορτώνομαι, απαλλάσσομαι από

girder

κυρία δοκός, δοκός πλαισίου, αντηρίδα

glove compartment

ντουλαπάκι αυτοκινήτου

glovebox

ντουλαπάκι αυτοκινήτου

glovebox light

φως ντουλαπιού αυτοκινήτου

gloves

γάντια

glow plug

προθερμαντήρας μπουζί πυράκτωσης

glow plug tips

αντλία μπουζί πυράκτωσης

goggles

προφυλακτικά γυαλιά

grab

αρπάζω,αρπάγη(εκσκαφέως π.χ.)

grade

βαθμός, βαθμίδα λιπαίνω,λαδώνω, γρασσάρω, λιπαντικό, λάδι

grease

μηχανής,λίπος, λιπαρή ουσία, γράσο

grease gun

γρασαδόρος, λαδωτήρι

grease nipple

γρασαδόρος, λαδωτήρι

grease retainer

αποδέκτης γράσου

greasing

λίπανση, γρασάρισμα


grind

ακονίζω, κονιορτοποιώ, λειαίνω

grinding machine

μηχάνημα λείανσης/ακονίσματος

grinding-in (valve)

τρίψιμο βαλβίδων γαντζώνω, αρπάζω, αρπάγη, λαβή, χειρολαβή,

grip

στόμιο εκροής

gripping screwdriver

κατσαβίδι με συγκρατητή βίδας, αρπάγη χαράζω,εγκοπή,αυλάκωση, αύλακας, χαρακιά,χαραγή,λούκι,ράβδωση (e.g. In order to facilitate the route of the lubricating oil, there are grooves on the metal surface of the cylinder head. Για να διευκολυνθεί η πορεία του λιπαντικού λαδιού, υπάρχουν αυλακώσεις στη μεταλλική επιφάνεια της

groove

κυλινδροκεφαλής) μικτό βάρος οχήματος (e.g. This load exceeds the gross vehicle weight. It is recommended not to carry it. Αυτό το φορτίο ξεπερνάει το μικτό βάρος οχήματος. Συνίσταται να μην το

gross vehicle weight

μεταφέρετε)

ground

έδαφος, γη, γήπεδο,τροχισμένος

ground (US)

γειώνω, γείωση

ground cable (US)

γείωση (καλώδιο) ύψος από το δρόμο (σε γέφυρα), ελάχιστο ύψος

ground clearance

από το έδαφος

ground return

γείωση

ground strap

ιμάντας γείωσης

ground wire (US)

γείωση (καλώδιο)


grounding

γείωση

grub screw

βίδα Άλλεν

guarantee

εγγυώμαι, εξασφαλίζω, εγγυητής, εγγύηση προστασία, προφυλακτήρας, προστατευτικό,

guard

φυλάσσω,φύλακας άξονας ποδός διωστήρα,πείρος εμβόλου,

gudgeon

άξονας εμβόλου, γόμφωση, γόμφος άξονας ποδός διωστήρα,πείρος εμβόλου (e.g. Gudgeon pins help the conversion of the reciprocating motion of the piston into the rotary motion of the crankshaft.Οι πείροι εμβόλου βοηθούν την μετατροπή της παλινδρομικής κίνησης του εμβόλου σε

gudgeon pin (or wrist pin-US)

περιστροφική κίνηση του στροφαλοφόρου)

guide book

οδηγός, βιβλίο οδηγιών

guide sleeve

δαχτυλίδι οδηγός

guideline

κατευθυντήρια γραμμή

gunpowder

πυρίτιδα, μπαρούτι

H hacksaw

σιδηροπρίονο

hair dryer

στεγνωτήρας μαλλιών, "πιστολάκι"

hammer

σφυρί, σφυροκοπώ

hammer mill

σφυρόμυλο

hand drill

χειροδράπανο ειδικό εργαλείο για την πίεση,κλείσιμο ραφών

hand groover

και αναδιπλώσεων σε φύλλα μετάλλου


hand operated

χειροκίνητος

hand primer

χειροκίνητη αντλία

hand tool

εργαλείο χειρός χειρόφρενο (After parking our car, we have to apply the handbrake. Αφού σταθμεύσουμε το αυτοκίνητό μας, πρέπει να βάλουμε

handbrake (or parking brake)

χειρόφρενο)

handbrake cable

καλώδιο/ντίζα χειρόφρενου

handicrafted

χειροποίητος

handle

χειρίζομαι, χερούλι, λαβή, στυλιάρι χειροστρόφαλος, τροχός ρυθμιζόμενος με το

handwheel

χέρι

hard

σκληρός, δύσκολος βαμμένο ατσάλι (που έχει υποστεί ειδική θερμική διαδικασία για αύξηση της σκληρότητάς

hardened steel

του)

hardness

σκληρότητα

harmful

επιβλαβής, βλαβερός

harmless

αβλαβής, άκακος

harness

καλώδιο, καλωδίωση,ιμάντας τρίθυρο ή πεντάθυρο αυτοκίνητο(με την μία πόρτα στο πίσω μέρος), αυτοκίνητο με το πίσω

hatchback

μέρος κυρτωμένο

haul

έλκω, ρυμουλκώ

hazard lights

φώτα κινδύνου/προειδοποίησης

hazards of electrical origin

κίνδυνοι οφειλόμενοι στον ηλεκτρισμό

head

άνω μέρος, κεφαλή, μανομετρικό ύψος (στις


αντλίες) head shaft

άξονας κινητήρα

header tank

άνω δεξαμενή/δοχείο

heading

επικεφαλίδα

headlamp lens

φακός προβολέα εμπρόσθια φώτα,μπροστινά φώτα

headlamps (or headlights)

αυτοκινήτου,μπροστινά φανάρια, προβολείς διακόπτης που κάνει σήμα

headlight flasher

με τους προβολείς

headlight housing

υποδοχή προβολέα

headlight motor

κινητήρας προβολέα

headlighting

ταπετσαρία ουρανού εμπρόσθια φώτα,μπροστινά φώτα

headlights (or headlamps)

αυτοκινήτου,μπροστινά φανάρια, προβολείς

headphone jack

υποδοχή ακουστικών

headphones

ακουστικά

headrest

μαξιλάρι καθίσματος αυτοκινήτου, προσκέφαλο η απόσταση ανάμεσα στο κεφάλι του επιβάτη

headroom

και στο ταβάνι ενός αυτοκινήτου

headset

ακουστικά

headstock

κεφαλή τόρνου, κεφαλάρι

heat

θερμότητα

heat engine

θερμική μηχανή, θερμοκινητήρας μονάδα παραγωγής

heat generator

θερμότητας

heat rating

βαθμός θερμότητας

heat resisting material

υλικό ανθεκτικό σε θερμικές καταπονήσεις


heat shield

προστασία από θερμότητα,θερμική ασπίδα

heat stock

κεφαλή τόρνου

heat tracing

προσκολλούμενη θέρμανση

heat treat

κατεργάζομαι (μέταλλα) με θερμότητα

heat treatment

θερμική κατεργασία μετάλλων

heated rear window

θερμαινόμενο πίσω παράθυρο

heater

θερμαντήρας

heater blower

ανεμιστήρας καλοριφέρ

heater control cable

καλώδιο ελέγχου θέρμανσης

heater hose

σωλήνας καλοριφέρ

heater plug control

βαλβίδα ελέγχου θέρμανσης

heater resistor unit

μονάδα αντίστασης καλοριφέρ

heating

θέρμανση

heating capacity

θερμική ισχύς

heavy breaking

έντονο, δυνατό φρενάρισμα

height

ύψος

helical groove

ελικώδης σχισμή

helical spar gear

ελικοειδής μετωπικός οδοντωτός τροχός αναδιπλώνω στα άκρα, στριφώνω, περίγραμμα, ρέλλο, στραντζάρισμα,αναδίπλωση

hem

άκρων,στρίφωμα

hemming

αναδίπλωση άκρων, στραντζάρισμα

heptagon

επτάγωνο

heptagonical

επταγωνικός

hexagon

εξάγωνο

hexagonical

εξαγωνικός

high- beam (headlights)

υψηλή /μεγάλη σκάλα φώτων


high gear

υψηλή ταχύτητα ανέβασμα αντλούμενου νερού σε μεγάλα ύψη ή

high heads

μεγάλη παροχή (όγκος νερού)

high melting point grease

γράσο υψηλού βαθμού τήξης

high point gear

διαφορικό παρακέντρου τύπου

high pressure

υψηλή πίεση αντλία για άντληση υγρών σε υψηλές

high temperature pump

θερμοκρασίες

high tension coil

πηνίο υψηλής τάσης κράμα χάλυβα υψηλής αντοχής σε θερμική

high-temperature alloy steel

καταπόνηση μεντεσές (e.g. If a door is squeaking, we should oil or grease the hinges. Εάν μια πόρτα τρίζει, θα πρέπει να λαδώσουμε ή να

hinge

γρασάρουμε τους μεντεσέδες)

hob (plate)

μάτι κουζίνας

hockey wheel

περιστρεφόμενος βοηθητικός τροχός

hoist

σηκώνω,ανυψώνω, ανυψωτήρας

hoist snaphook

άγκιστρο ασφαλείας βαρούλκου

hold

συγκρατώ, κρατώ

holding down bolt

βίδα συγκράτησης

holding down spring

ελατήριο συγκράτησης

hole

τρύπα, οπή

hollow axle

τρύπιος άξονας

hollow bolt

τρύπια βίδα

hood (U.S.)

καπό,κάλυμμα μηχανής, καλύπτρα

hook

αγκιστρώνω, κοτσάρω, άγκιστρο, γάντζος,


αρπάγη horizontal

οριζόντιος

horizontally opposed engine

αντικρυστός κινητήρας, μπόξερ

horn

κόρνα

horsepower

ιπποδύναμη

hose

ελαστικός σωλήνας, μάνικα

hose clamp

σφιγκτήρας σωλήνα

hose coupling

σύνδεσμος σωλήνα

hot well

θερμοδοχείο

hot-air shround

κάλυμμα ζεστού αέρα

hot-blast recuperators

ανακτητής θερμότητας

hub

μουαγιέ,πλήμνη

hub bearing

ρουλεμάν μουαγιέ

hub cap

καπάκι μουαγιέ

hub flange

φλάντζα μουαγιέ

hubcap

τάσι

hybrid

υβριδικός

hydraulic

υδραυλικός, που λειτουργεί με υγρό υπό πίεση

hydraulic brake servo

υδραυλικό σερβόφρενο

hydraulic brakes

υδραυλικά φρένα

hydraulic jack

υδραυλικός γρύλος υδραυλική βλάβη, υδραυλικό πλήγμα (βλάβη οφειλόμενη στην αδράνεια που προκαλείται στις αντλίες από ξαφνικό π.χ. φράξιμο κάποιας βαλβίδας ή απότομο σταμάτημα της λειτουργίας του κινητήρα και που μπορεί να έχει σαν

hydraulic shock (or water hammer)

αποτέλεσμα αποσυναρμολόγηση των


σωληνώσεων του συστήματος ή και σπάσιμο του κελύφους της αντλίας) hydraulic tappet

υδραυλικά πλήκτρα

hydrocarbon

υδρογονάνθρακας

hydrodynamic

υδροδυναμική

hydrogas suspension (or

υδροπνευματική ανάρτηση

hydropneumatic suspension) hydrogen

υδρογόνο υδρόμετρο (e.g We use a hydrometer to determine a car's battery condition. Χρησιμοποιούμε υδρόμετρο για να προσδιορίσουμε την κατάσταση της μπαταρίας

hydrometer

ενός αυτοκινήτου)

hydrophor

σύστημα σταθεροποίησης πίεσης νερού

hydropneumatic

υδροπνευματικός

hydropneumatic self- leveling

υδροπνευματική αυτορυθμιζόμενη ανάρτηση

suspension hydrostatic

υδροστατική

hydrοpneumatic suspension

υδροπνευματική ανάρτηση

hypoint-gear pair

διαφορικό παρακέντρου τύπου

I ice-box

ψυγείο πάγου

identical

απαράλλακτος, ταυτόσημος, εντελώς ίδιος

identification

αναγνώριση, προσδιορισμός

identification plate

αριθμός πλαισίου

identify

προσδιορίζω, αναγνωρίζω


λειτουργώ στο ρελαντί,αργός, άνεργος,άεργος, idle

τεμπέλης

idle speed

θέση βραδείας λειτουργίας κινητήρα, ρελαντί

idler pulley

οδηγός ιμάντα

idling

βραδεία λειτουργία κινητήρα, στο ρελαντί

ignitable mixtures

εύφλεκτα μίγματα

ignite

αναφλέγω

ignition

ανάφλεξη, έναυση

ignition coil

πηνίο ανάφλεξης

ignition delay

καθυστέρηση ανάφλεξης κεντρικός διακόπτης εκκίνησης/ διακόπτης

ignition switch

καύσης

ignition system

σύστημα ανάφλεξης

ignition timing

ρύθμιση/συγχρονισμός ανάφλεξης

ignorance

άγνοια

illegal

παράνομος

illuminating gas

φωτιστικό πετρέλαιο

illustrate

εικονογραφώ, επεξηγώ, απεικονίζω

immeasurable

άμετρος, μη μετρήσιμος

immediate

άμεσος

immerse

εμβαπτίζω, βυθίζω, καταδύω

immersible

βυθιζόμενος

immovable

ακίνητος επίπτωση, επίδραση,αντίκτυπος, αποτέλεσμα,

impact

συνέπεια, κρούση, σύγκρουση

impact strength

αντοχή στην κρούση

impact tools

κρουστικά εργαλεία (με πεπιεσμένο αέρα)


αερόκλειδο, επαναφορτιζόμενο εργαλείο impact wrench

βιδώματος (κατσαβίδι, καρυδάκι)

impart

μεταδίδω,προσδίδω στροφείο,εξωθητήρας, πτεροφόρος δίσκος, δίσκος με πτερύγια,φτερωτή (e.g. Some impellers are made of stainless steel for longer life. Μερικοί εξωθητήρες φτιάχνονται από ανοξείδωτο ατσάλι για μεγαλύτερη διάρκεια

impeller

ζωής).

imperative

επιτακτικός

impose

επιβάλλω

improbable

απίθανος

improve

βελτιώνω, βελτιώνομαι

improved

βελτιωμένος

improvement

βελτίωση ώθηση, ερέθισμα, δράση, δύναμη επί χρόνο,

impulse

φορά

in line

στη σειρά, σε γραμμή

in line engine

κινητήρας (με τους κυλίνδρους) εν σειρά αντλίες των οποίων η φλάντζα αναρρόφησης και εκροής βρίσκονται στην ίδια ευθεία

in line pumps

(επίπεδο) σύστημα ελέγχου αιχμηρότητας εργαλείων και ποιότητας προϊόντων που πραγματοποιείται στη διάρκεια της κατεργασίας μεταλλικών

in- progress gauging system

αντικειμένων στις CNC εργαλειομηχανές

in reverse order

με αντίστροφη σειρά, αντιστρόφως


inaccurate

ανακριβής, εσφαλμένος

inboard engines

εσωλέμβιοι κινητήρες

incapable

ανίκανος κεκλιμένος, επικλινής, λοξός, ο έχων την

inclined

τάση/έφεση/ προδιάθεση

incoming

εισερχόμενος

increase

αυξάνω, αύξηση βηματικό σύστημα για την εντοπισμό των σημείων κοπής στις εργαλειομηχανές

incremental positioning system

αριθμητικού ελέγχου

independent

ανεξάρτητος

independent suspension

ανεξάρτητη ανάρτηση

index

δείκτης, πίνακας περιεχομένων, ευρετήριο

indicate

δείχνω, (υπο)δηλώνω

indication

ένδειξη δείκτης, ενδείκτης,ενδεικτικός (e.g. If indicators don’t work, there may be a wiring fault or a blown fuse. Εάν οι ενδείκτες δεν δουλεύουν, μπορεί να είναι λανθασμένη η

indicator

καλωδίωση ή καμμένη η ασφάλεια)

indicator light

ενδεικτική λυχνία

indispensable

απαραίτητος

individual

άτομο, ατομικός, μεμονωμένος

individual chamber (of a vessel)

μεμονωμένος θάλαμος (δοχείου)

indoor

εσωτερικός (χώρος) παρακινώ, προτρέπω, επηρεάζω, επιφέρω,

induce

επάγω, εισάγω


inducer

επαγωγέας

inductance

επαγωγή, αυτεπαγωγή, εισαγωγή

induction

εισαγωγή, επαγωγή επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.

induction AC motor with capacitor

(εναλλασσόμενου ρεύματος) με πυκνωτή

start

εκκίνησης επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.

induction AC motor with permanent

(εναλλασσόμενου ρεύματος) με πυκνωτή

split capacitor

εκκίνησης και λειτουργίας επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ. (εναλλασσόμενου ρεύματος) με

induction AC motor with shaded pole

βραχυκυκλωμένες σπείρες στους πόλους

induction AC motor with sliprings

επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.

(collector rings)

(εναλλασσόμενου ρεύματος) με δακτυλίους επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.

induction AC motor with split phase

(εναλλασσόμενου ρεύματος) με αντίσταση επαγωγικός ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.

induction AC motor with squirrel cage

(εναλλασσόμενου ρεύματος) με

rotor

βραχυκυκλωμένο δρομέα

induction manifold

σωλήνας εισαγωγής

induction stroke

χρόνος εισαγωγής/ αναρρόφησης επαγωγέας, το επαγώγιμο, επαγωγική

inductor

αντίσταση

industrial

βιομηχανικός

industrial installlations

βιομηχανικές εγκαταστάσεις

industrial waste gas

κατάλοιπα βιομηχανικά αέρια

industry

βιομηχανία


inexhaustible

ανεξάντλητος

inflate

φουσκώνω, διογκώνω φούσκωμα,διόγκωση (e.g. Improper inflation of the tires can cause premature tire wear. Ακατάλληλο φούσκωμα των λάστιχων μπορεί να

inflation

προκαλέσει την πρόωρη φθορά τους.)

influence

επιρροή, επίδραση

information

πληροφορίες

informative

πληροφοριακός

inhibit

(παρ)εμποδίζω, αναχαιτίζω, απαγορεύω

initial

αρχικός, πρώτος αρχικό κόστος, αρχική δαπάνη, αρχικό

initial cost

κεφάλαιο, δαπάνη εγκατάστασης

initially

αρχικά

inject

εμβάλλω, εγχέω, κάνω ένεση

injection

έγχυση, εκτόξευση εγχυτήρας, ψεκαστήρας (e.g. In cars with fuel injection, the cylinder has an injector fixed on its top which injects the fuel. Στα αυτοκίνητα με εγχυτήρα καυσίμων, ο κύλινδρος έχει ένα εγχυτήρα τοποθετημένος στην κορυφή

injector

του ο οποίος εγχέει το καύσιμο)

injector pumps

αντλίες έγχυσης/ψεκασμού αυτός που έχει πάθει ζημιά, πληγωμένος,

injured

τραυματισμένος

injury

βλάβη,πληγή, ζημιά, τραύμα

ink

μελάνι


όργανα σχεδίασης για το "μελάνωμα" των inking devices

σχεδίων

inlet

εισάγω, είσοδος, εισαγωγή

inlet manifold

σωλήνας εισαγωγής

inlet port

στόμιο εισαγωγής βαλβίδα εισαγωγής(e.g. An inlet valve allows the gas mixture of petrol and air to enter the cylinder engine at the right time. Η βαλβίδα εισαγωγής επιτρέπει στο μίγμα αερίων πετρελαίου και αέρα να εισχωρήσει στον

inlet valve

κύλινδρο της μηχανής τη σωστή στιγμή)

inner door handle

εσωτερικό χερούλι πόρτας

inner lining

εσωτερική επένδυση

innovation

νεωτερισμός

innovative

νεωτεριστικός

input

είσοδος μέσο ελέγχου CNC εργαλειομηχανής (μέσο τροφοδότησης της μηχανής με το πρόγραμμα) / στοιχεία που αφορούν τη λειτουργία της, π.χ.

input medium

διάτρητη ταινία, δισκέτα υπολογιστή κλπ.

input power voltage

τάση τροφοδοσίας εισόδου

inquiry

αναζήτηση πληροφοριών, έρευνα εισάγω, παρεμβάλω, καταχωρώ,

insert

εισαγωγή,είσοδος,παρεμβολή κοπτικές αιχμές χρησιμοποιούμενες σε CNC

inserts

εργαλειομηχανές

inside

μέσα, εσωτερικός


inspect

επιθεωρώ, επιτηρώ, επιβλέπω, εξετάζω

inspection

επιθεώρηση, επίβλεψη, εξέταση

instability

αστάθεια εγκαθιστώ (e.g.The technician told me that it is necessary to install anti-corrosion pads on the battery’s terminals cable ends. Ο τεχνικός μου είπε ότι είναι αναγκαίο να εγκαταστήσει προστατευτικά κατά της οξείδωσης στις άκρες των καλωδίων των

install

τερματικών της μπαταρίας)

installation

εγκατάσταση

instruction

οδηγία

instructor

δάσκαλος, καθοδηγητής

instrument

όργανο

instrument transformer

μετασχηματιστής ρεύματος οργάνων

insufflator

εμφυσητήρας, φυσούνα

insulate

μονώνω

insulation

μόνωση

insulator

μονωτής, κακός αγωγός

intake

εισαγωγή, αναρρόφηση

intake manifold (US)

σωλήνας εισαγωγής

integrated circuit

ολοκληρωμένο κύκλωμα

intensity

ένταση, ισχύς

interact

αλληλεπιδρώ

interaction

αλληλεπίδραση

interconnection

διασύνδεση

interface

διάμεσο, διεπιφάνεια


ενδιάμεσος βραχίονας, βραχίονας ενδιάμεσης interface bracket

σύνδεσης, κάθετος βραχίονας

interior harness

εσωτερική καλωδίωση

intermediate section

μεσαίο, ενδίαμεσο τμήμα/ μέρος

intermittent

διαλείπων, μη συνεχής, διακοπτόμενος θέση διακοπτόμενης λειτουργίας

intermittent wiper setting

υαλοκαθαριστήρων

internal

εσωτερικός

internal combustion engine

μηχανή/κινητήρας εσωτερικής καύσης

internal pressure

εσωτερική πίεση

internal volume

εσωτερικός όγκος

international

διεθνής

interrupt

διακόπτω, παρεμβαίνω

interruption

διακοπή,παρέμβαση

intersect

διατέμνω, διχοτομώ

interval

διάλειμμα, διάστημα

introduce

εισάγω,συνιστώ

introduction

εισαγωγή

invention

επινόηση, εφεύρεση

inverter

μετατροπέας συχνότητας

investigation

έρευνα

investment

επένδυση κεφαλαίων

involve

εμπλέκω, περιλαμβάνω

ion

ιόν

iPod dock connector

βύσμα σύνδεσης iPod με σταθμό υποδοχής

iron

σίδηρος

ironery chest

πλάκα σιδερώματος


irregular

ανώμαλος, ακανόνιστος, άτακτος

irresponsible

ανεύθυνος

irrigate

αρδεύω

irrigation

άρδευση

isolate

απομονώνω

isolation

απομόνωση

isosceles triangle

ισοσκελές τρίγωνο

item

κομμάτι, είδος, αντικείμενο

J ρευματοδότης, υποδοχή τοποθέτησης jack

βύσματος, γρύλος (ανύψωσης αυτοκινήτου)

jack plug

βύσμα, τζακ

jacking

ανύψωση με γρύλο

jacking point

σημείο τοποθέτησης γρύλου

jam nut

παξιμάδι σφιξίματος

jaw clutch

σιαγόνα συμπλέκτη

jeep

τζιπ σωλήνας προώθησης καυσίμου στο καρμπυρατέρ, αναβρυτήρας,

jet

ψεκαστήρας,ζιγκλέρ

jet needle

βελόνα ζιγκλέρ αντλίες αυτόματου έγχυσης/πλήρωσης (έχουν την ιδιότητα να ανακυκλώνουν ποσότητα του υγρού μόνες τους.Χρειάζεται ανά διαστήματα πλήρωση μόνο η αντλία, όχι ο σωλήνας

jet pump

αναρρόφησης)


jib

κεραία γερανού, ανυψωτήρας, μπίγα ιδιοσυσκευή για πρόσδεση των προς κατεργασία

jig

κομματιών στις εργαλειομηχανές

jockey wheel

περιστρεφόμενος βοηθητικός τροχός ενώνω,συνδέω, συνάπτω, σμίγω,ένωση,

join

σύνδεση σύνδεσμος, αρμός, άρθρωση, ένωση,

joint

συναρμολόγηση

joint box

κουτί συνδέσεων

jointing sleeve

σύνδεση σωληνωτού οδηγού

jointing compound

υλικό σύνδεσης

journal

στροφέας,σταυρός κεντρικού

journal bearing

λαιμός ρουλεμάν κεντρικού

jumbled

ανακατεμένος κουτί διανομής, κουτί/ κιβώτιο συνδέσμων

junction box

διασταυρώσεως ή συνδεσμολογίας

K keelcooler

ψύκτης τροπίδας/ καρένας/ πλωτήρα

keyboard

πληκτρολόγιο

keyslot

εγκοπή σφήνας

kickback angle

γωνία αναπήδησης/ ανάκρουσης

king pin

βασικός πείρος εμπρός άξονα

knee-bar

ράβδος γόνατου

kneelift

γονατοανύψωση

knob

κουμπί

knock sensor

αισθητήρας κρουστικού θορύβου


knowledge

γνώση

L lab (oratory)

εργαστήριο

label

επιγράφω,επιγραφή, επίγραμμα, ετικέτα

labour

κόπος, μόχθος, εργασία

lack

στερούμαι, έχω έλλειψη, στέρηση, έλλειψη

ladder

σκάλα

lagging

θερμομονωτικό υλικό για σωλήνες

laden

φορτωμένο

laminated

πολυστρωματικός, ελασματοποιημένος, μελαμίνη, θερμοπλαστικός, με θερμοκόλληση

laminated windscreen

παρμπρίζ με πολυστρωματικά τζάμια (e.g. It is preferable to have a laminated car windscreen because it does not shatter. Είναι προτιμότερο να έχεις ένα παρμπρίζ αυτοκινήτου με πολυστρωματικά τζάμια διότι δεν θρυμματίζεται).

lamination

έλασμα, λάμα, ελασματοποίηση

lamp

λαμπτήρας, λάμπα

lamp socket

ντουί λάμπας

lamppost

κολώνα ηλεκτρικού, στύλος ηλεκτρικού


landing areas

πλατύσκαλα

lane

λωρίδα κυκλοφορίας, δρόμος, πάροδος

laser liner

αλφάδι λέιζερ

last

διαρκώ, τελευταίος

latch

σύρτης

late ignition

βραδεία ανάφλεξη

lathe

τόρνος

lathe bed

κλίνη τόρνου (κρεβάτι)

launch

προωθώ ένα καινούργιο προϊόν στην αγορά, λανσάρω

lay out

αποτυπώνω,τακτοποιώ, διατάσσω,κατατάσσω, διάταξη, αποτύπωση σχεδίου σε φύλλο μετάλλου

layer

στρώση, στρώμα

layshaft

τετραπλός άξονας κιβωτίου ταχυτήτων

layshaft gear

μηχανισμός τετραπλού άξονα

lead

οδηγώ, προπορεύομαι,προπορεία, καλώδιο, μόλυβδος

lead acid battery

μπαταρία με οξείδιο του μολύβδου

leaded fuel

καύσιμο με μόλυβδο

leader

οδηγός, αρχηγός

leaf spring

ελασματοειδές /ελλειπτικό ελατήριο, σούστα

leaflet

φυλλάδιο


leak

διαρροή, διαφυγή (e.g. We can detect a battery leak by smelling the area around the battery- if it smells like a rotten egg, there is surely a leak. Μπορούμε να ανακαλύψουμε μία διαρροή μπαταρίας μυρίζοντας την περιοχή γύρω από την μπαταρία-αν μυρίζει σαν χαλασμένο αυγό, υπάρχει σίγουρα διαρροή)

leak detector

συσκευή ανίχνευσης διαρροών

leak duct

σωλήνα εκροής

leak -off pipe

σωλήνας διαρροής

leakage

διαρροή

lean gas mix

φτωχό μίγμα βενζίνης

lean gas mixture

φτωχό μίγμα βενζίνης

leather

δέρμα

left-hand drive

αριστεροτίμονος

left-hand thread

αριστερόστροφο σπείρωμα

legal

νόμιμος

length

μήκος, μάκρος

length of stroke

μήκος χρόνου/διαδρομής κινητήρα/εμβόλου

lettering dence

όργανο σχεδίασης τυποποιημένων γραμμάτων

lettering device

όργανο σχεδίασης τυποποιημένων γραμμάτων


lettering equipment

όργανα σύνδεσης με τυποποιημένα γράμματα

level

επίπεδο, στάθμη

level gauge

όργανο στάθμης,αλφάδι

level plug

στρόφιγγα στάθμης

level square

ορθογώνιο αλφάδι

lever

μοχλός, λαβίδα, λεβιές

licence

άδεια

licence plate lamp

αριθμός/ άδεια/καταχώριση πινακίδας

license (US)

άδεια

life expectancy

πιθανή διάρκεια ζωής

lift

ανυψώνω, σηκώνω, αναβατήρας, ανελκυστήρας,ανυψωτήρας, ασανσέρ, άνωση,ύψος (αντλίας)

lifting bracket

βάση ανύψωσης

lifting capacity

ανυψωτική ικανότητα

lifting lug

κρίκος ανάρτησης

lifting machines

ανυψωτικά μηχανήματα

lifting tackle

παλάγκο ανύψωσης

light

ανάβω, φωτίζω, φως, ελαφρύς

light alloy

ελαφρύ κράμα

light alloy wheels

ζάντες από ελαφρύ κράμα αλουμινίου

light aluminium alloy

ελαφρύ κράμα αλουμινίου

light oil

ελαφρύ λάδι

light sensor

αισθητήρας φωτός


light with extension lead

φως με προεκτάσεις

light(ing) fixture

φωτιστικό (εξάρτημα)

lighting

φωτισμός, άναμμα

lighting point

σημείο φωτισμού (εγκατάστασης φωτιστικού)

lighting system

σύστημα φωτισμού

lighting-up time

ώρα που πρέπει οι οδηγοί να ανάβουν τα φώτα του οχήματός τους

lightweight

ελαφρύς

limit

όριο, περιορισμός

limited

περιορισμένος

limiter cap

κεφαλή στραγγαλισμού/ βίδα ρύθμισης (μίγματος)

limiter pilot

κεφαλή στραγγαλισμού/ βίδα ρύθμισης (μίγματος)

limiter screw

κεφαλή στραγγαλισμού/ βίδα ρύθμισης (μίγματος)

limiting threshold

κατώφλι περιορισμού

line up

εν σειρά

liner

επένδυση (πατάκια, μοκέτες)

liner cylinders

επένδυση κυλίνδρων

lining

επένδυση

link

ενώνω, συνδέω, σύνδεσμος, ένωση, κρίκος

link pivot bolt

βίδα σύνδεσης άξονα

linkage

σύστημα μοχλού/ συνδεσμολογία


linked suspension system

συνδεόμενο σύστημα ανάρτησης

liquid

υγρός,υγρό

liquid (insulated) transformer

μετασχηματιστής (με μόνωση) λαδιού

liquid fuel

υγρό καύσιμο

liquify

υγροποιώ

live

ζω, διαμένω, κατοικώ, ζωντανός, ρευματοφόρος, γεμάτος ενέργεια

live axle

ενεργός άξονας

live center

το περιστρεφόμενο κέντρο συγκράτησης κομματιού σε εργαλειομηχανή που παίρνει κίνηση από τον κινητήρα και βρίσκεται στο κεφαλάρι του τόρνου

live lead

ενεργή οδήγηση

load

φορτίζω, φορτώνω, φορτίο,φόρτωμα, φόρτιση,βάρος

loader

φορτωτής

lobe

λοβός

lobe pumps

αντλίες λοβού

locate

τοποθετώ, εντοπίζω,βρίσκω τη θέση

locating clip

σύνδεσμος επισήμανσης

locating lug

λαβή επισήμανσης

location

τοποθεσία, εντοπισμός,θέση

lock assembly

συναρμολόγηση κλειδαριάς

lock barrel (cylinder)

κύλινδρος κλειδαριάς


lock striker

γλώσσα κλειδαριάς

lock-grip pliers

τανάλια για συγκράτηση κομματιών, σωλήνων κλπ., "σκύλα"

locking pin (central locking)

πείρος κλειδώματος (κεντρικό)

locking rod (central locking)

ράβδος κλειδώματος (κεντρικό)

locking strap

ιμάντας κλειδώματος/ασφάλισης

locknut

ασφαλιστικό παξιμάδι

lockwasher

ροδέλα ασφαλείας, γκρόβερ

longitudinal frame

μήκος του σασί

longlife

μακροχρόνιος, με μεγάλη διάρκεια ζωής

long-nosed pliers

πένσα με μακριά μύτη

loose

χαλαρός,λυτός

loosen

χαλαρώνω, ξεσφίγγω, ξελασκάρω

lorry

φορτηγό (μεγάλο)

loss

απώλεια

loss of power

απώλεια ισχύος

loudspeaker

μεγάφωνο, ηχείο

low- beam (headlights)

χαμηλά φώτα/μεσαία σκάλα προβολέων (e.g. When driving during a snowy or foggy night, leave your headlamps on lowbeam. Όταν οδηγείς κατά τη διάρκεια μιας νύχτας με χιόνι ή ομίχλη, άφησε τους προβολείς σου στη μεσαία σκάλα)

low section tyre

κατώτατο τμήμα των ελαστικών


low speed jet

ψεκαστήρας χαμηλής ταχύτητας

low tension

χαμηλή τάση

low voltage

χαμηλή τάση

low-production

χαμηλής παραγωγής, παραγώμενος σε μικρό αριθμό

low-sided

με χαμηλά πλαϊνά

lube bay

λιπαντήριο

lube oil (or lubricating oil)

λιπαντικό λάδι(e.g. Except of lubricating the parts of an engine, the lube oil also reduces the temperature of the engine and cools it down. Εκτός του ότι λιπαίνει τα μέρη μίας μηχανής, το λιπαντικό λάδι επίσης μειώνει τη θερμοκρασία της μηχανής και την δροσίζει)

lubricant

λιπαντικό

lubricate

λιπαίνω, γρασάρω

lubricating oil (or lube oil)

λιπαντικό λάδι (e.g. Except of lubricating the parts of an engine, the lubricating oil also reduces the temperature of the engine and cools it down. Εκτός του ότι λιπαίνει τα μέρη μίας μηχανής, το λιπαντικό λάδι επίσης μειώνει τη θερμοκρασία της μηχανής και την δροσίζει)


lubrication system

σύστημα λίπανσης

luggage

αποσκευές

luggage compartment

χώρος αποσκευών, πορτ-μπαγκάζ

luminaire

φωτιστικό (σώμα)

luminous

φωτεινός

M Mac Pherson strut

γόνατο Μακ Φέρσον (τύπος ανάρτησης)

machine

επεξεργάζομαι με μηχανικά μέσα, μηχανή, μηχάνημα

machine light guide

ενδεικτικές λυχνίες μηχανικών λειτουργιών

machine shop

μηχανουργείο

machine table

τράπεζα/ τραπέζι εργαλειομηχανής

machine tool

εργαλειομηχανή, μηχανικό εργαλείο

machinery

μηχανήματα

machining

κατεργασία με εργαλειομηχανή

machining centre

εργαλειομηχανή πολλαπλών κατεργασιών (για πρισματικά αντικείμενα)

machinist

μηχανουργός, μηχανοτεχνίτης

magnetic field

μαγνητικό πεδίο

magnetic field winding

περιέλιξη μαγνητικού πεδίου

magnetic flux

μαγνητική ροή

magnetic impulse transistorized

ηλεκτρονική ανάφλεξη με


ignition

μεταδότες μαγνητικού τύπου και τρανζίστορ

magnifying glass

μεγεθυντικός φακός

main

κύριος, βασικός, ουσιώδης

main beam (headlights)

υψηλή σκάλα φώτων

main bearing

κεντρικό/κύριο κουζινέτο στροφαλοφόρου, έδρανο

main hydraulic brake

κεντρικό υδραυλικό σύστημα φρένων

main jet

κεντρικό ζίγκλερ

main line

κεντρική γραμμή

main muffler

κεντρική εξάτμιση

mains

αγωγός κύριου ρεύματος, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος

mainshaft

κύριος άξονας κιβώτιου ταχυτήτων

maintain

συντηρώ, διατηρώ

maintenance

συντήρηση, διατήρηση (e.g. Proper car maintenance depends on regular checking and annual service. Η σωστή συντήρηση ενός αυτοκινήτου εξαρτάται από τον τακτικό έλεγχο και το ετήσιο σέρβις)

maintenance-free battery

μπαταρία διαρκείας χωρίς συντήρηση

major

μεγαλύτερος, κυριότερος, σημαντικότερος, ταγματάρχης


make up

αποτελώ, συνθέτω, σχηματίζω, επινοώ, φτιάχνω

maladjustment

κακή ρύθμιση

malfunction

δυσλειτουργία, βλάβη, κακή λειτουργία

malleability

ελατότης, ευπλαστότης, ικανότητα σφυρηλάτησης

malleable

ελατός, σφηρηλατήσιμος

mallet

μαλακό σφυρί (π.χ. από ξύλο, πλαστικό ή ελαφρό μέταλλο)

mandrel

εργαλείο κάμψης σωλήνα

manifold

σωλήνας, αγωγός, συλλέκτης, συγκρότημα σωληνώσεων εισαγωγής ή εξαγωγής καυσίμου,πολλαπλή σωλήνα, πολλαπλή εισαγωγή/εξαγωγή

manifold absolute pressure (map)

απόλυτος πίεση

manifold pressure sensor

αισθητήρας απόλυτης πίεσης

manner

τρόπος

manoeuver

κάνω ελιγμούς, χειρίζομαι, ελιγμός, χειρισμός,μανούβρα

manoeuverable

ευέλικτο, εύκολο σε μανούβρες

manometer

μανόμετρο

manual

χειροκίνητος, χειρωνακτικός, εγχειρίδιο, βοήθημα, φυλλάδιο

manual stop level

μοχλός σταματήματος/στοπ

manual transmission

μηχανική μετάδοση, σασμάν


manual transpallet

χειροκίνητο παλετοφόρο όχημα

manually

χειρωνακτικά, με το χέρι (όχι αυτόματα)

manufacture

παράγω, κατασκευάζω, κατασκευή

manufacturer

κατασκευαστής

manufacturing cost

κατασκευαστικό κόστος, κόστος παραγωγής

mark

μαρκάρω, σημαδεύω, σημάδι

market

αγορά

marking

σημείωμα, σημάδεμα

mass

μαζεύω, συσσωρεύω,μάζα, σωρός, συγκέντρωση

mass-velocity head

πιεζομετρικό ύψος ταχύτητας μάζας

master cylinder

κύριος, κεντρικός κύλινδρος

match

ταιριάζω, συνταιριάζω, ταίρι, αγώνας,συνταίριασμα, σπίρτο

material

υλικό

mating surfaces

επένδυση επιφανειών

matrix converter

μετατροπέας μήτρας

matter

θέμα, ύλη

maximum allowable pressure

μέγιστη επιτρεπόμενη πίεση

maximum stress

μέγιστη τάση

mean value

μέση τιμή

means of propulsion

μέσο πρόωσης

measure

μετρώ

measurement

μέτρηση


measuring instrument

όργανο μέτρησης

mechanical

μηχανικός

mechanical advantage

μηχανική ευχέρεια/ωφέλεια

mechanical engineer

μηχανολόγος μηχανικός

mechanical engineering technician

μηχανολόγος (τεχνίτης) βιομηχανικής παραγωγής

mechanical seals

στηπιοθλίπτες, σαλαμάστρες, στεγανωτικοί δακτύλιοι αντλίας,δακτύλιοι στεγανότητας (δακτύλιοι από λάστιχο και μέταλλο που τοποθετούνται μεταξύ του περιστρεφόμενου έξονα της φτερωτής και του ανοίγματος του κελύφους της αντλίας για να παρεμποδίσουν την έξοδο του αντλούμενου υγρού)

mechanics

η μηχανική, οι μηχανικοί

medical

ιατρικός

medium

μέσος, μεσαίος, μέτριος, ενδιάμεσος, μέσον

melt

λιώνω, τήκω, λιώσιμο

meltdown

τήξη

melting point

σημείο τήξης

membrane

μεμβράνη

mention

αναφέρω, κάνω μνεία

mercury

υδράργυρος

mesh

μπλέκομαι, εμπλοκή


mesh in

εμπλέκω (γρανάζια)

mesh strainer

σίτα φίλτρου

metal hose

μεταλλικός σωλήνας

metalwork

μεταλλοκατασκευή

metering components (fuel)

εξαρτήματα μετρητού καυσίμων

metering plates

πλάκες μέτρησης/μετρητικές πλάκες

methylated spirit

μεθυλικό οινόπνευμα

metric system

μετρικό σύστημα

metric threads

μετρικό σπείρωμα

mica

μίκα, μαρμαρυγιά

micrometer set

μικρομέτρο πάχους

micrometre

μικρόμετρο (e.g. A micrometer is used to take precise measurements. Ένα μικρόμετρο χρησιμοποιείται για να κάνει ακριβείς μετρήσεις).

microphone

μικρόφωνο

microprocessor

μικροεπεξεργαστής

microswitch

μικροδιακόπτης

mill

φρεζάρω, αλέθω, μύλος

mill head

κεφαλή φρέζας

milling

γλύφανση, φρεζάρισμα

mine

εξορύσσω, βγάζω σκάβοντας, ορυχείο

miniature circuit breaker

μικροαυτόματος (θερμοδιακόπτης ή ραγοδιακόπτης)


mining

εξόρυξη μετάλλων, μετάλλευση, υπονόμευση, διάνοιξη μεταλλείου

minor

μικρότερος

mirror

καθρέφτης

misalignment

λάθος ευθυγράμμιση

misfire

αχρόνιστη ανάφλεξη

misprinting

τυπογραφικό λάθος, λανθασμένη εκτύπωση

miss

αποτυγχάνω, αστοχώ, λείπω, παραλείπω, χάνω, νοσταλγώ, ποθώ

mist

ομίχλη, αχλύς, αεροποιημένο καύσιμο

mixed flow pump

αντλία μικτής ροής

mixer

αναμικτήρας, (ανα)μίκτης

mixing chamber

θάλαμος ανάμιξης

mixture

μίγμα

mixture adjustment

ρύθμιση μίγματος

mobile

κινητός

moderate

ήπιος, μέτριος

modify

τροποποιώ

module

μονάδα, στοιχείο

modulus of elasticity

μέτρο ελαστικότητας

moisture

υγρασία (e.g. A sign that excessive moisture has gone into the engine is to detect a white, milky discoloration in your car’s motor oil. Ένα σημάδι που δείχνει


ότι υπερβολική υγρασία έχει μπει στη μηχανή είναι να διαπιστώσεις ένα άσπρο,γαλακτώδη αποχρωματισμό στο λάδι μηχανής του αυτοκινήτου σου) mole wrench

κάβουρας

molten

λιωμένος

molybdenum di-sulphide

διθειούχο μολυβδένιο

monitor

παρακολουθώ (μέσω κάποιου μηχανήματος)

monitoring device

διάταξη παρακολούθησης

monkey wrench

σωληνοκάβουρας

motion

κίνηση

motor

κινητήρας, μοτέρ

motor group starter

διακόπτης εκκινητής ηλεκτρικών κινητήρων/ ομαλός εκκινητής (κυκλωμάτων ισχύος)

motor industry

αυτοκινητοβιομηχανία

motor oil

λάδι μηχανής (e.g. Motor oil becomes less effective over time due to air, heat and moisture. Το λάδι μηχανής γίνεται λιγότερο αποτελεσματικό όσο περνάει ο καιρός λόγω του αέρα, της ζέστης και της υγρασίας.)

motor scooter

βέσπα

motor vehicle

αυτοκίνητο, αυτοκινούμενο


τροχοφόρο motor-bike

μοτοσυκλέτα

motorcar

αυτοκίνητο

motorcoach

πούλμαν

motorcycle

μοτοσυκλέτα

motorcyclist

μοτοσυκλετιστής

motorway

αυτοκινητόδρομος

mould

καλουπιάζω, μορφώνω, σχηματοποιώ,μήτρα, καλούπι, πρότυπο, φόρμα, μούχλα

mounted

τοποθετημένος, στερεωμένος, μονταρισμένος

mounting

υποδοχή

mounting bolt

βίδα στήριξης βάσης

mounting bracket

μπρακέτο στήριξης

mounting plate

πάγκος συναρμολόγησης

mounting screw

βίδα στήριξης βάσης

movable

κινητός

move

κινώ, κινούμαι, συγκινώ, συγκινούμαι, αλλάζω σπίτι, μετακομίζω, κίνηση

movement

κίνηση

moving contact

κινούμενη επαφή

mudflap

λασποσυλλέκτης,λασπωτήρας

mudguard

λασποσυλλέκτης,λασπωτήρας

muffler (US)

σιγαστήρας, εξάτμιση


multiblade screwdriver

κατσαβίδι με πολλές κεφαλές

multi-cylinder injection pump

αντλία ψεκασμού πολλαπλών σημείων

multi-function indicator

δείκτης πολλαπλών λειτουργιών

multihole nozzle

μπεκ ψεκασμού με πολλές τρύπες

multimed pod

συσκευή διασύνδεσης ιατρικών μηχανημάτων

multiplate clutch

αμπραγιάζ με πολλές πλάκες

multiplication

πολλαπλασιασμός

multiplier

πολλαπλασιαστής

multipurpose

πολλαπλής χρήσης

multistage pump

πολυβάθμια αντλία

multitester

πολύμετρο

mushroom head

παραμορφωμένη κεφαλή κοπιδιού σε σχήμα μανιταριού

musket

μουσκέτο

N nail

καρφί

nameplate

ταμπέλα/πινακίδα αναγραφής τεχνικών χαρακτηριστικών

neck bearing

λαιμός ρουλεμάν κεντρικού

needle bearing

βελονωτό ρουλεμάν

needle roller

βελονωτό ράουλο

needle valve

βελονωτή βαλβίδα

negative

αρνητικός

negative earth

αρνητική γείωση


negative lead

αρνητικό καλώδιο

negative pole

αρνητικό πόλου

negative pressure

υπό πίεση

negatively charged

αρνητικά φορτισμένος

neon lights

φώτα νέον

neon timing light

φως νέον με χρονοδιακόπτη

net

σκέτος, καθαρός

net positive suction head (NPSH)

θετική πίεση αναρρόφησης

net weight

καθαρό βάρος

network

δίκτυο

network diagram

διάγραμμα δικτύων

neutral

ουδέτερος,νεκρά θέση ταχύτητας,"νεκρά" (e.g. If we don't want to move our car but keep the engine on, we should engage neutral. Εάν δεν θέλουμε να κινήσουμε το αυτοκίνητό μας αλλά να κρατήσουμε τη μηχανή ανοιχτή , πρέπει να βάλουμε νεκρά)

neutron

νετρόνιο, ουδετερόνιο

neutron flux

ροή ηλεκτρονίων

nickel

νικέλιο

nickel plated

επινικελωμένος

nitrogen

άζωτο

no charge

χωρίς χρέωση

no delivery

χωρίς παράδοση

noise

θόρυβος


noise emission

εκπομπή θορύβου

noise package

πακέτο ηχομόνωσης

no-load switch

διακόπτης "χωρίς φορτίο"

nominal size

ονομαστικό μέγεθος

nominal speed

ονομαστική ταχύτητα

non turbo model

μοντέλο χωρίς τούρμπο

non-ferrous metal

μη σιδηρούχο μέταλλο

non-return valve

βαλβίδα αντεπιστροφής

non-self priming pumps

αντλίες μη αυτόματου έγχυσης /πλήρωσης (αντλίες που πριν λειτουργήσουν για πρώτη φορά αλλά και σε τακτά διαστήματα χρειάζονται πλήρωση με υγρό του σωλήνα αναρρόφησης και της ίδιας της αντλίας

normal fluctuation

φυσιολογικές διακυμάνσεις

north

βορράς, βόρειος

notch

εγκοπή, σημάδι

notched wheel

τροχός με εγκοπές, οδοντωτός τροχός

nozzle

εκχυτήρας, ακροφύσιο, μπεκ, ακροσωλήνας, στόμιο

nozzle holder

βάση μπεκ

nuclear

πυρηνικός

nucleus

πυρήνας

number of revolutions

αριθμός περιστροφών

number plate

αριθμός/άδεια/καταχώριση


πινακίδας number plate lamp

αριθμός/ άδεια/καταχώριση πινακίδας

numbered

αριθμημένος

nut

παξιμάδι, περικόχλιο(e.g.The car mechanic put the locking nut in the wheel and tightened it up. Ο μηχανικός αυτοκινήτων τοποθέτησε το παξιμάδι ασφαλείας στον τροχό και το έσφιξε)

O observation

παρατήρηση

obtuse

αμβλύς

obtuse (angled) triangle

αμβλυγώνιο τρίγωνο

obtuse angle

αμβλεία γωνία

octane number rating

βαθμός οκτανίων

odometer

οδόμετρο

official

επίσημος

off-ramp

έξοδος αυτοκινητόδρομου

offset

μετατόπιση, εκτροπή από αρχική θέση

offset piston pin

μετατόπιση πείρου πιστονιού

offset radius

μετατόπιση ακτίνας κύκλου

offset screwdriver

στραβοκατσάβιδο, τεθλασμένο/αγκωνωτό καταβίδι (με κυρτά άκρα)


ohmmeter

ωμόμετρο

oil

πετρέλαιο κίνησης/λάδι

oil bath

λουτρό λαδιού

oil can

λαδωτήρι

oil change

αλλαγή λαδιού

oil charge

γέμισμα λαδιού

oil collector

συλλέκτης λαδιών

oil cooker

γκαζιέρα

oil cooler

ψύκτης λαδιού

oil dipper rod

δείκτης λαδιού

oil drain plug

τάπα αποσφράγισης λαδιού

oil filling plug

τάπα πλήρωσης λαδιού

oil filter

φίλτρο λαδιού (e.g. The oil filter captures dirt and metal that goes into the car’s oil system. Το φίλτρο λαδιού αιχμαλωτίζει τη βρωμιά καιτα μέταλλα που εισχωρούν στο σύστημα λαδιού του αυτοκινήτου)

oil filter removal

εργαλείο αλλαγής φίλτρου λαδιού

oil gauge

δείκτης πίεσης λαδιού

oil lamp

λάμπα πετρελαίου

oil leak

διαρροή λαδιού (e.g. Luckily, the car technician didn’t detect any oil leak in my car. Ευτυχώς ο τεχνικός αυτοκινήτου δεν διέκρινε κανένα ίχνος διαρροής λαδιού στο


αυτοκίνητό μου) oil level

στάθμη λαδιού

oil level dipstick

δείκτης/μετρητής/ράβδος μέτρησης λαδιού

oil line

γραμμή λαδιού

oil pan (US)

ελαιολεκάνη κινητήρα, κάρτερ (e.g. Friction of the moving parts of the engine is reduced by the oil which comes from the oil pan. Η τριβή των κινούμενων μερών της μηχανής μειώνεται από το έλαιο που έρχεται από την ελαιολεκάνη)

oil pressure sensor

αισθητήρας πίεσης λαδιού

oil pressure switch

διακόπτης πίεσης λαδιού

oil pump

αντλία λαδιού (e.g The oil pump draws oil from the oil sump and channels it to the moving partes of the engine in order to lubricate them. Η αντλία λαδιού τραβάει λάδι από το κάρτερ και το διοχετεύει στα κινούμενα μέρη της μηχανής για να τα λιπάνει)

oil pump gears

γρανάζια αντλίας λαδιού

oil pump strainer

σίτα αντλίας λαδιού

oil seal

τσιμούχα

oil seal seating ring

δαχτυλίδι τοποθέτησης τσιμούχας

oil strainer

σίτα λαδιού


oil sump

ελαιολεκάνη κινητήρα, κάρτερ (e.g. Friction of the moving parts of the engine is reduced by the oil which comes from the oil pan. Η τριβή των κινούμενων μερών της μηχανής μειώνεται από το έλαιο που έρχεται από την ελαιολεκάνη)

oil syringe

σύριγγα λαδιού

oil trap

παγίδα λαδιού

oil udge

κατακάθι λαδιού

oiler

λαδωτήρι

oilway

πορεία λαδιού

oilways

αύλακες λιπαντικού (e.g. Oilways situated on the under side of the cylinder head supply oil to the valves assembly and the camshafts. Οι αύλακες λιπαντικού που βρίσκονται στο κάτω μέρος της κυλινδροκεφαλής παρέχουν λάδι στο συγκρότημα βαλβίδων και στους εκκεντροφόρους άξονες)

on line

είμαι συνδεδεμένος στο σύστημα, είμαι σε λειτουργία

on-board

πάνω στο ταμπλό

one way valve

βαλβίδα χωρίς επιστροφή

on-ramp

είσοδος αυτοκινητόδρομου

open circuit

ανοιχτό κύκλωμα


open-ended wrench

κλειδί σταθερού ανοίγματος, γερμανικό κλειδί

opening

άνοιγμα, οπή, στόμιο

open-top convertible

αυτοκίνητο με πτυσσόμενη οροφή

operate

λειτουργώ, χειρίζομαι

operating conditions

συνθήκες λειτουργίας

operating instuctions

οδηγίες λειτουργίας (e.g. The operating instructions of the TV set are written in this manual. Οι οδηγίες λειτουργίας της τηλεόρασης είναι γραμμένες σε αυτό το εγχειρίδιο)

operating principle

αρχή λειτουργίας

operation

λειτουργία, χειρισμός, εγχείριση, μαθηματική πράξη

operation range

εύρος λειτουργίας

operational temperature

θερμοκρασία λειτουργίας

operator

χειριστής

opposed engine

αντικρυστός κινητήρας (αντικρυστών κυλίνδρων), μπόξερ

optimum

το καλύτερο

option

επιλογή, δικαίωμα,δυνατότητα επιλογής

orbit

τροχιά

ore

μετάλλευμα, ορυκτό

orifice

στόμιο

origin

αρχή, πηγή, προέλευση, καταγωγή


original

αρχικός,πρωτότυπος, το πρωτότυπο

Original Equipment Manufacturer

αυθεντικός κατασκευαστής

(OEM)

ανταλλακτικών

O-ring

Ο-ρινγκ, δακτύλιος στεγανοποίησης

oscillating sprinkler

ποτιστική βεντάλια

oscillator

ταλαντωτής

oscilloscope

παλμογράφος

out of action

εκτός λειτουργίας (e.g. Due to overheating, the engines were put out of action. Λόγω της υπερθέρμανσης, όλες οι μηχανές τέθηκαν εκτός λειτουργίας).

out of balance

εκτός ισορροπίας

out of round

εκτός πορείας

outboard engine

εξωλέμβιος κινητήρας

outdoor

εξωτερικός (χώρος)

outer door handle

εξωτερικό χερούλι πόρτας

outgoing

εξερχόμενος

outlet

έξοδος, εξαγωγή, υποδοχή όπου καταλήγει γραμμή τάσης

outlet grille (ventilation)

αντλία εξαγωγής (εξαερισμού)

outlet valve

βαλβίδα εξαγωγής

outline

περιγράφω, σκιαγραφώ, περίγραμμα,σκιαγραφία, διάγραμμα, σχεδιάγραμμα, περίμετρος,


περίληψη output

εξαγωγή, έξοδος,εξαγόμενο αποτέλεσμα,παροχή, απόδοση (μηχανήματος, συσκευής κ.λ.π.) τα σημεία από τα οποία παίρνεται η έξοδος

output capacity

απόδοση, ισχύς μηχανήματος

output horsepower( h.p.)

ωφέλιμη ιπποδύναμη, αποδιδόμενη ιπποδύναμη

output shaft

άξονας εξόδου

outrigger shoes

πόδια στήριξης, εξωτερικά προβαλόμενα πέλματα στήριξης

outside

έξω, εξωτερικός

ovality

εκκεντρικότητα

oven

φούρνος, κλίβανος (e.g. Put the cake in the oven for sixty minutes. Βάλε το κέικ στο φούρνο για εξήντα λεπτά)

overall

τελείως, ολοσχερώς, ολικός,πλήρης, ευρύχωρο εξωτερικό ένδυμα εργασίας, φόρμα

overall length

ολικό μήκος

overall width

ολικό πλάτος

overbuck

κοπή από πάνω

overcharge

υπερφόρτιση

overcooling

υπερψυχρότητα

overcurrent

ένταση ρεύματος μεγαλύτερη του


κανονικού overdrive

τρίτη ταχύτητα

overdrive transmission

κιβώτιο ταχυτήτων μη πολλαπλασιαστικής ταχύτητας υπερχείλισης

overflow

μη πολλαπλασιαστική ταχύτητα υπερχείλισης

overflow oil line connection

γραμμή ένδειξης στάθμης λαδιού (επάνω)

overflow pipe

σωλήνας υπερχείλισης

overflow valve

βαλβίδα υπερχείλισης

overhaul

επισκευάζω, κάνω σέρβις

overhead

ψηλά, από πάνω, εναέριος

overhead cam (ohc)

εκκεντροφόρος άξονας

overhead projector

προβολέας διαφανειών

overhead valve (ohv)

βαλβίδα κεφαλής

overheat

υπερθερμαίνω, υπερθερμαίνομαι, ανάβω

overheating

υπερθέρμανση

overinflation

υπερπλήρωση

overload

υπερφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτιση

overload trip

ταξίδι με υπερφόρτωση

overloading

υπερφόρτωση ( e.g. Overloading of electrical circuits is prevented from fuses. Η υπερφόρτωση των ηλεκτρικών κυκλωμάτων


παρεμποδίζεται από τις ασφάλειες) overpressure

υπερπίεση

oversize

υπερμεγέθης

oversteer

υπερστρέφω

overtake

προσπερνάω

overtime

υπερωρία (e.g. He works overtime almost every day but he never gets paid. Δουλεύει υπερωρίες σχεδόν κάθε μέρα αλλά ποτέ δεν πληρώνεται)

overuse

κατάχρηση

overweight

υπέρβαρος

ovoid

ωοειδής

oxidation

οξείδωση (e.g. Motor oil oxidation can be caused by exposure to air, heat and moisture. Η οξείδωση του λαδιού μηχανής μπορεί να προκληθεί από την έκθεση στον αέρα, τη ζέστη και την υγρασία)

oxidation air compressor

συμπιεστής αέρα οξείδωσης

oxide

οξείδιο

oxidizing

οξειδωτικό

oxidizing process

διαδικασία οξείδωσης

oxyacetylene welding

οξυγονοκόλληση

oxygene

οξυγόνο

P


package

πακετάρισμα, συσκευασία, πακέτο

packing

συσκευάζω, συσκευασία (πακετάρισμα)

packing box

κουτί συσκευασίας

paddle

κουπί, πτερύγιο

padlock

λουκέτο

pallet

παλέτα, συσκευή όπου στερεώνονται τα προς κατεργασία αντικείμενα και στη συνέχεια τοποθετείται στην ακριβή της θέση πάνω στην τράπεζα της εργαλειομηχανής ή απομακρύνεται απ' αυτήν με σύστημα αυτόματης τοποθέτησης

pallet trolley

χειροκίνητο παλετοφόρο

pan

δοχείο, τηγάνι

pane

τζάμι παραθύρου

panel

πλαίσιο, πλάκα, πίνακας χειρισμού ή ελέγχου ηλεκτρικής συσκευής

pans for melting/remelting/de-

δοχείο

gassing/casting of steel

τήξης/ανάτηξης/εξαερίωσης και απόχυσης χάλυβα


paper element

χάρτινο φίλτρο

parafin oil

παραφινέλαιο

parallel

παράλληλος

parallel circuit

παράλληλο κύκλωμα

parallel connection

παράλληλη σύνδεση

parallel rule

παραλληλογράφος

parallelogram

παραλληλόγραμμο

parking brake

χειρόφρενο

parking lights

φώτα στάθμευσης

part

ανταλλακτικό, κομμάτι, μέρος,τμήμα, εξάρτημα, τεμάχιο

part catcher

μηχάνημα απόσπασης των κατεργασμένων αντικειμένων από την τράπεζα εργασίας των εργαλειομηχανών

part loader

μηχανισμός φόρτωσης αντικειμένων για κατεργασία σε CNC εργαλειομηχανή

part unloader

μηχανισμός εκφόρτωσης αντικειμένων για κατεργασία σε CNC εργαλειομηχανή

particle

σωματίδιο

particular

ιδιαίτερος

partition

διαχωριστικό

passenger

επιβάτης

passenger lift

ανελκυστήρας προσώπων

passenger seat

κάθισμα συνοδηγού


pasteurisation

αποστείρωση, παστερίωση γαλακτοκομικών προϊόντων

pasteurise

αποστειρώνω, παστεριώνω

patent

κατοχυρώνω μια ευρεσιτεχνία,ευρεσιτεχνία

pattern

υπόδειγμα, σχέδιο, μοντέλο, πρότυπο, αχνάρι

pavement

πεζοδρόμιο

pawl

έλασμα συγκράτησης οδοντωτού τροχού, καστάνια

peak power

μέγιστη ισχύς

pedal

πεντάλι, ποδωστήριο

pedestrian

πεζός

pedestrian crossing

διάβαση πεζών

pedestrian precinct

πεζόδρομος

penetration

εισχώρηση, διαπέραση, διείσδυση, εισβολή

pentagon

πεντάγωνο

pentagonal

πενταγωνικός

perform

εκτελώ, πραγματοποιώ, λειτουργώ, δίνω παράσταση

performance

απόδοση,εκτέλεση, επίδοση,παράσταση

perishable

ευπαθής, που χαλάει εύκολα

permanent

μόνιμος, σταθερός, διαρκής

permanent magnet

μόνιμος μαγνήτης

permanently

μόνιμα, σταθερά, διαρκώς


perpendicular

κάθετος

personnel

το προσωπικό (π.χ. εταιρείας)

petrol

βενζίνη

petrol can

δοχείο βενζίνης

petrol engine

βενζινομηχανή

petrol gas

βενζίνη

petrol pump

αντλία βενζίνης

petrol station

πρατήριο βενζίνης, βενζινάδικο

petrol tank

δεξαμενή βενζίνης/ ντεπόζιτο βενζίνης, ρεζερβουάρ

petroleum

πετρέλαιο

petroleum jelly

βαζελίνη

pharmaceutical

φαρμακευτικός

phase

φάση

Philips screwdriver

σταυροκατσάβιδο, Φίλιπς κατσαβίδι

pick up truck

μικρό ανοιχτό φορτηγό με χαμηλή ανοιχτή καρότσα, αγροτικό

pictorial diagram

εικονογραφημένο διάγραμμα

pillar

πυλώνας, στύλος

pillar crane

γερανός επί στύλου

pin

καρφιτσώνω,καρφίτσα,λεπτό καρφί, περόνη, πείρος,σφήνα, μικρός σωλήνας

pin bolt

πείρος

pin plug

ηλεκτρόδιο


pincers

λαβίδα, τσιμπίδα, τανάλια

pinion

πηνίο

pipe

σωλήνας

pipe adjustable wrench

ρυθμιζόμενο κλειδί σωληνώσεων, παπαγάλος

pipe cutter

σωληνοκόπτης

pipe line

αγωγός

piping

σωληνώσεις

piping manifolds

σωληνώσεις

piston

πιστόνι, έμβολο (e.g. Pistons are usually made of light aluminium alloy in order to be strong but light as well as they reciprocate inside a cylinder about a hundred times per second when the car is running at maximum speed. Τα έμβολα συνήθως κατασκευάζονται από ένα κράμα ελαφρού αλουμινίου για να είναι ανθεκτικά αλλά και ελαφρά καθώς εκτελούν παλινδρομικές κινήσεις μέσα σε ένα κύλινδρο περίπου εκατό φορές το δευτερόλεπτο όταν το αυτοκίνητο τρέχει με μέγιστη ταχύτητα)


piston bush

μεταλλική επένδυση πιστονιού

piston clearance

ελευθερία εμβόλου

piston displacement (US)

διάνυθεν διάστημα εμβόλου

piston head

κεφαλή εμβόλου

piston pin (US)

άξονας ποδός διωστήρα,πείρος εμβόλου, άξονας εμβόλου, γόμφωση, γόμφος

piston ring

ελατήριο/δακτύλιος στεγανότητας εμβόλου (e.g. One way to avoid loss of the engine’s power is to use piston rings which block combustion pressure to escape through the piston in the cylinder. Ένας τρόπος να αποφευχθεί η απώλεια δύναμης της μηχανής είναι να χρησιμοποιήσουμε ελατήρια στεγανότητας εμβόλου τα οποία εμποδίζουν την πίεση καύσης να διαρρεύσει μέσω του εμβόλου μέσα στον κύλινδρο)

piston ring compressor

συμπιεστής ελατηρίου εμβόλου

piston rod

διωστήρας ελατηρίου εμβόλου

piston skirt

μάγουλο ελατηρίου εμβόλου

piston speed

ταχύτητα ελατηρίου εμβόλου

piston stroke travel

μήκος διαδρομής ελατηρίου


εμβόλου piston top

κορυφή ελατηρίου εμβόλου

piston-groove cleaner

εργαλείο για τον καθαρισμό των αυλακώσεων του εμβόλου

piston-ring compressor

σφιγκτήρας ελατηρίων εμβόλου

piston-ring pliers

εργαλεία/ τσιμπίδες για το άνοιγμα και αφαίρεση των ελατηρίων του εμβόλου

Pitman arm (US)

Βραχίονας πίτμαν (e.g. The pitman arm is the lever arm which comes out from the steering box in pitman arm mechanisms. Ο βραχίονας πίτμαν είναι ο βραχίονας του μοχλού ο οποίος βγαίνει από το κιβώτιο ταχυτήτων στους μηχανισμούς βραχίονα πίτμαν.)

pivot

περιστρέφομαι (γύρω από άξονα, πόλο), άξονας περιστροφής, άξονας πείρου, άξονας-οδηγός

pivoted

στηριζόμενο, στρεφόμενο περί γόμφο/ άξονα-οδηγό

place

θέτω, τοποθετώ, θέση, μέρος,τόπος, πλατεία

placing

τοποθέτηση

plan

σχεδιάζω, προγραμματίζω,


σχέδιο,προγραμματισμός (e.g. I still have indefinite plans about my career.Ακόμη έχω ακαθόριστα σχέδια για την καριέρα μου) plane

ροκανίζω, πλανίζω, επίπεδος, το επίπεδο (γεωμ.), πλάνη (εργαλειομηχανή), αεροπλάνο

plant

εγκαθιστώ, φυτεύω,εγκατάσταση,φυτό, βιομηχανική εγκατάσταση, εργοστάσιο

plaster

σοβαντίζω, σοβάς

plastic strain

πλαστική παραμόρφωση

plastigage

πλαστικό για μέτρηση ανοχών

plate

επιμεταλλώνω, επικαλύπτω, μεταλλικό έλασμα, μεταλλική πλάκα, πλάκα,πινακίδα, πίνακας ηλεκτρικής συσκευής, πιάτο

plated

επιμεταλλωμένος, επικαλυμμένος

platinum

λευκόχρυσος, πλατίνα

platinum points

πλατίνες (επαφές)

plenum chamber

θάλαμος πληρώσεων

pliers

πένσα,τανάλια, τσιμπίδα

plotter

αποτυπωτής


plug

ταπώνω, βουλώνω,τάπα, βούλωμα, πώμα,ρευματολήπτης, πρίζα,βίσμα ηλεκτρικής συσκευής τοποθετούμενο σε ειδική υποδοχή,στόμιο υδροσωλήνα, φίσα

plug connector

πρίζα

plug lead

αγωγός σύνδεσης

plumber

(ο) υδραυλικός

plumbing

σωλήνες κτιρίου, υδραυλική εγκατάσταση, σύστημα σωληνώσεων

plunger

μακρύ έμβολο,έμβολο υδραυλικής αντλίας

pneumatic

με πεπιεσμένο αέρα

plunger valve

έμβολο βαλβίδας,βαλβίδα απόφραξης

point

αιχμή, μύτη, άκρο, σημείο, όριο, βαθμός, σκοπός, ζήτημα, (υπο)δείχνω

pointed

οξύς, μυτερός, αιχμηρός

pointed-nose pliers

μυτοτσίμπιδο

poisonous

δηλητηριώδης

polar

πολικός

polarity

πολικότητα

pole

πόλος (e.g. The earth has a


north and a south pole. Η γη έχει βόρειο και νότιο πόλο) polish

γυαλίζω, στιλβώνω

polisher

στιλβωτής, στιλβωτική μηχανή

pollutant

μολυσματικός παράγοντας, ρυπαντής

pollution

μόλυνση (ατμόσφαιρας, νερού, υγρών) (e.g. The use of public means of transport could reduce air pollution at a great extent. Η χρήση των δημοσίων μέσων μεταφοράς θα μπορούσε να μειώσει τη μόλυνση του αέρα σε μεγάλο βαθμό)

polygon

πολύγωνο

polygonal

πολυγωνικός

porcelain

πορσελάνη

port

θυρίδα, θύρα, στόμιο, οπή, δίοδος, λιμάνι

portable

φορητός, κινητός, μεταφερόμενος

portion

τμήμα, κομμάτι

position

θέση, στίγμα, τοποθετώ, εντοπίζω τη θέση

positive

θετικός

positive displacement pumps

χαρακτηρισμός των αντλιών που εκτοπίζουν το αντλούμενο


υγρό με την κίνηση εμβόλων, διαφραγμάτων, οδοντωτών τροχών κλπ. positively charged

θετικά φορτισμένος

post

θέση, πόστο εργασίας

potential

το δυναμικό, ηλεκτρική πίεση,δυνητικός, δυνατός, πιθανός

potentiometer

ποτενσιόμετρο

pour

χύνω, χύνομαι, ρέω, ροή

powder

σκόνη

power

δύναμη,ισχύς, ενέργεια (π.χ. ηλεκτρική), εξουσία

power (system) engineer

ενεργειακός μηχανικός

power distribution

διανομή ηλεκτρικού ρεύματος

power door lock

ηλεκτρική κλειδαριά πόρτας

power line

γραμμή τάσης

power output

απόδοση ισχύος

power plant

εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (παραγωγής, μεταφοράς, διανομής)

power station

σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας

power steering

υδραυλικό τιμόνι

power stroke

χρόνος καύσης/εκτόνωσης κινητήρα


power supply

τροφοδοτικό ισχύος, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος

power system

σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας (παραγωγής, μεταφοράς, διανομής)

power tool

ηλεκτρικό εργαλείο

power transmission

μεταφορά ισχύος, μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας

power window switch

διακόπτης παραθύρου

power-assisted steering

υδραυλικό τιμόνι

power-cut

διακοπή ρεύματος

powerful

ισχυρός, δυνατός

practical

πρακτικός, χρήσιμος

practice

άσκηση, εξάσκηση, συνήθεια, ασκούμαι, εξασκώ

practise

εξασκώ, εφαρμόζω στην πράξη

precaution

προφύλαξη

precautionary

προφυλακτικός

precision

ακρίβεια (e.g.This drawing instrument has been designed with high precision. Αυτό το εργαλείο σχεδίασης έχει σχεδιαστεί με μεγάλη ακρίβεια)

precision ground

τρόχισμα ακριβείας

preference

προτίμηση

preheating

προθέρμανση

pre-ignition

προανάφλεξη


pre-load

προφόρτωση

premium super

βενζίνη σούπερ

press

πιέζω, πίεση, πιεστήριο, ο τύπος (εφημερίδες, περιοδικά κλπ.)

pressed steel

πρεσαριστός χάλυβας

pressure

πίεση (e.g. Take care to maintain correct air pressure in your tires. Να φροντίζεις να διατηρείς σωστή πίεση αέρα στα λάστιχά σου)

pressure accessories

εξαρτήματα υπό πίεση

pressure boosting

αύξηση, ανύψωση πίεσης υγρών

pressure gauge

μανόμετρο

pressure limiting valve

βαλβίδα περιορισμού πίεσης

pressure line

γραμμή πίεσης

pressure loss tester

τεστ διαφυγής πίεσης

pressure plate

δίσκος (πίεσης) συμπλέκτη, πλατό συμπλέκτη

pressure reducing valve

βαλβίδα μείωσης πίεσης

pressure reduction station

σταθμός εκτόνωσης της πίεσης

pressure regulating valve (brakes)

βαλβίδα ρύθμισης πίεσης (φρένων)

pressure regulator

ρυθμιστής πίεσης

pressure relief valve

βαλβίδα εκτόνωσης πίεσης

pressure spring

ελατήριο πίεσης

pressure switch

διακόπτης πίεσης


pressure test

έλεγχος πίεσης

pressurized parts

υπό πίεση μέρη

prevent

εμποδίζω, παρεμποδίζω, προλαμβάνω

prevention

πρόληψη

price

τιμή,(δια) τιμώ

primarily

πρωτίστως, πρωταρχικά, κατ' αρχήν

primary current

πρωτεύον/ κύριο ρεύμα

primary shaft

πρώτη ταχύτητα

prime mover

βασικός, κύριος κινητήρας (αντλίας)

priming

έγχυση, πλήρωση της αντλίας και των σωληνώσεων αναρρόφησης με υγρό

priming pump

χειραντλία πετρελαίου

private car

Ι.Χ., ιδιωτικό αυτοκίνητο

probe

εξετάζω λεπτομερώς, συσκευή ελέγχου κατεργασμένων κομματιών ή κοπτικών εργαλείων CNC εργαλειομηχανών

procedure

διαδικασία, πορεία εργασίας

process

διαδικασία, μέθοδος

produce

παράγω

product

προϊόν

production

παραγωγή


professional

επαγγελματίας,επαγγελματικός

proof tests

δοκιμές

propeller shaft

ελικοφόρος άξονας,προωθητικός άξονας,άτρακτος, κύριος άξονας μετάδοσης κίνησης

protective cap

προστατευτικό καπάκι

proton

πρωτόνιο

protractor

μοιρογνωμόνιο

pull

τραβώ

pull away

ξεκινάω (αυτοκίνητο)

pull on (cord)

τραβώ (καλώδιο)

pull rod

μπάλα έλξης

pull wire

σύρμα/συρματόσκοινο ρυμούλκησης

pull-back spring

ελατήριο με επαναφορά

puller

εξολκέας

pulley

καρούλι, τροχαλία, μακαράς, σύσπαστο, παλάγκο

pulley extractor

εξολκέας για γρανάζια στον καθρέφτη

pulley stay

ειδικός εξολκέας για γρανάζια καδένας

pulley system

πολύσπαστο

pulse

σφυγμός, παλμός, πάλλομαι

pulse width

εύρος παλμού

pump

αντλία, τρόμπα,αντλώ


pump capacity

παροχή αντλίας (όγκος αντλούμενου υγρού ανά ώραm3/h , τι παροχές και μανομετρικά δίνει, ικανότητα άντλησης)

pump efficiency

απόδοση αντλίας ( η ενέργεια που προσδίνει στο αντλούμενο υγρό ανά ώρα, υδραυλικός βαθμός απόδοσης)

pump head

πίεση κατάθλιψης αντλίας (ροή και πίεση αντλούμενου υγρού)

pump housing

το κτίσμα που κατασκευάζεται για να στεγάσει και να προφυλάξει την αντλία ή τον κινητήρα της, αντλιοστάσιο

pumping peak demand

μέγιστη απαίτηση συστήματος, χαρακτηριστικά εγκατάστασης (είδος υγρού, μανομετρικό ύψος, απόδοση αντλίας κλπ.)

punch

τρυπώ, τρυπητήρι, πόντα,σημάδι από πόντα, ζουμπάς, στιγεύς,, γροθιά

punched tape

διάτρητη ταινία (ηλεκτρονικού υπολογιστή)

puncture

διάτρηση, τρύπημα, τρύπα

pure

καθαρός, χωρίς προσμίξεις

purge

εξαερώνω, αναρροφώ,


καθαρίζω purifier

σύστημα, μηχανισμός καθαρισμού

push

σπρώχνω, ωθώ, ώθηση

push- on connector

σύνδεση με ώθηση

pushbolt

κοχλίας πίεσης

pushbutton

κουμπί επαφής

pushrod

ωστήριο

put into service

θέτω σε λειτουργία

put out (a fire)

σβήνω φωτιά

putty

στόκος

pylon

πυλώνας

pyramid

πυραμίδα

pyramidal

πυραμιδικός

Q quadrilateral

τετράπλευρο

qualifications

προσόντα

qualified

αυτός που έχει τα προσόντα, κατάλληλος

quality

ποιότητα, ιδιότητα

quantity

ποσότητα

quarry

λατομείο

quarter-doors

κολώνα πόρτας

quarter-pillar

κολώνα πόρτας

quench

ψύχω,σβήνω, δροσίζω, "βάφω" χάλυβα

quenching

"βαφή" χάλυβα

quick

ταχύς, γρήγορος


quite

τελείως, αρκετά, πολύ

R race car

αγωνιστικό αυτοκίνητο

racing car

αγωνιστικό αυτοκίνητο

rack

κανόνας κρεμαγιέρας

rack and pinion steering system

σύστημα οδήγησης τύπου κρεμαγιέρας (e.g. Rack and pinion steering system is the most common type of steering systems used in cars today because of it costs little, it is simple to use and does not slack at all. Το σύστημα οδήγησης τύπου κρεμαγιέρας είναι το πιο σύνηθες είδος συστήματος οδήγησης που χρησιμοποιείται στα αυτοκίνητα σήμερα διότι κοστίζει λίγο, είναι απλό στη χρήση και δεν λασκάρει καθόλου)

racking board

εξέδρα/πλατφόρμα γεωτρύπανου (πετρελαιοπηγής)

radial engine

ακτινωτός, αστεροειδής κινητήρας

radial force

ακτινική δύναμη

radial pumps

αντλίες ακτινικής ροής

radiant

ακτινοβολών, αυτός που ακτινοβολεί

radiate

ακτινοβολώ

radiation

ακτινοβολία

radiator

ακτινοβολών, θερμοπομπός, θερμαντικό σώμα (καλοριφέρ),ψυγείο αυτοκινήτου


radiator fan

ανεμιστήρας ψυγείου

radiator hood

μάσκα ψυγείου

radiator hose

σωλήνας ψυγείου

radiator cap

καπάκι καλοριφέρ (e.g. When we remove a radiator cap, we must use protective gloves and open it very slowly because of danger of burning. Όταν βγάζουμε ένα καπάκι καλοριφέρ, πρέπει να χρησιμοποιούμε προστατευτικά γάντια και να το ανοίγουμε πολύ αργά λόγω κινδύνου εγκαύματος).

radio equipment

ραδιοεξοπλισμός

radioactive

ραδιενεργός

radioactivity

ραδιενέργεια

radio-controlled

τηλεκατευθυνόμενος

radio-electrical interference

ραδιοηλεκτρικά παράσιτα

radius

ακτίνα

rail

ράβδος, βέργα, σιδηροτροχιά, κιγκλίδωμα, κάγκελο

rail flat wagon

επίπεδη φορτάμαξα, βαγόνι- πλατφόρμα

raise

υψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, μεγαλώνω, αυξάνω, ανατροφή, αύξηση

random

τύχη, τυχαίος

range

εμβέλεια, περιοχή μέτρησης, φάσμα, βεληνεκές, γκάμα, απόσταση, διάστημα, σειρά, τάξη (e.g. An engine must be kept between a specific temperature range


for optimal performance. Μία μηχανή πρέπει να διατηρείται ανάμεσα σε ένα συγκεκριμένο φάσμα θερμοκρασίας για βέλτιστη απόδοση) rapid

ταχύς, γρήγορος

ratchet

αναστολέας, καστάνια, μανέλλα, οδοντωτός τροχός αναστολής, αλυσίδα, όνυχας

ratchet spanner

κλειδί με καστάνια

rate

τιμή, αξία, βαθμός, τάξη, αναλογία, εκτιμώ, βαθμολογώ, διατιμώ

rated output

ονομαστική ισχύς

ratio

αναλογία, λόγος (μαθηματικά)

ray

ακτίνα

reach

φθάνω, εκτείνω, εκτείνομαι

react

αντιδρώ, αντενεργώ

reaction

αντίδραση

reaction forces

δυνάμεις αντίστασης

reaction moments

ροπές αντίστασης

reactor

αντιδραστήρας

reading

διάβασμα, ανάγνωση, ένδειξη μέτρησης οργάνου

realize

κατανοώ, αντιλαμβάνομαι, πραγματοποιώ

reaming

εντορνεύω, ανοίγω οπή, εκγλύφανση

rear

πίσω, οπίσθιος

rear axle

ημιαξόνιο,οπίσθιος άξονας

rear axle cover

κάλυμμα του πίσω άξονα


rear axle drive

οπίσθιος άξονας, πίσω άξονας, ημιαξόνιο

rear axle ratio

σχέση μετάδοσης διαφορικού

rear end

οπίσθιο άκρο

rear lamp

πίσω φανός

rear lights

πίσω φανοί/ φώτα

rear view mirror

κάτοπτρο

rear wheel brakes

φρένα πίσω τροχών

rear-wheel drive

με κίνηση στους πίσω τροχούς

reboring

επανατόρνευση

recalibration

διόρθωση μέτρησης, καλιμπράρισμα, ρύθμιση

receiver

(από)δέκτης

receiver tank

αεροφυλάκιο

recent

πρόσφατος

recess

εγκοπή, εσοχή, διάλειμμα

recessed head screw

βίδα με εγκοπές στο κεφάλι

recharge

επαναφορτίζω, γεμίζω(π.χ. την μπαταρία του αυτοκινήτου)

reciprocate

παλινδρομώ, ανταλλάσσω, ανταποδίδω

reciprocating

παλινδρομικός

reciprocating pump

παλινδρομική αντλία

recirculate

ανακυκλοφορώ

recirculating ball and nut

σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα κοχλία

steering system (or worm and

(e.g. The recirculating ball steering

nut steering system)

system is used much more than the other steering systems because it has less free play and slack than the other


systems. Το σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα κοχλία χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο από τα άλλα συστήματα διεύθυνσης διότι κάνει λιγότερες ελεύθερες κινήσεις και λασκάρει λιγότερο από τα άλλα συστήματα.) recirculation

ανακυκλοφόρηση

recognise

αναγνωρίζω

recoil

επαναφόρτιση ελατηρίου

recommend

συνιστώ

recondition

ανανέωση, επανακατασκευή

record player

πικ-απ

recover

αναρρώνω, επανακτώ, ξαναβρίσκω, επανορθώνω

rectangle

ορθογώνιο

rectangular

ορθογώνιος

rectifier

ανορθωτής(e.g. A rectifier is an electrical device that turns ac current into dc current. It can be a diode or a valve. Ο ανορθωτής είναι μία ηλεκτρική συσκευή που μετατρέπει το εναλλασσόμενο ρεύμα σε συνεχές ρεύμα. Μπορεί να είναι μία δίοδος ή μία βαλβίδα)

rectify

επανορθώνω, ανορθώνω, αποκαθιστώ, διορθώνω

recycling

ανακύκλωση

reduce

μειώνω, ελαττώνω


reduction

ελάττωση, μείωση, υποβίβαση, μεταβολή, αναγωγή

refer

αναφέρω, αναφέρομαι,κάνω μνεία, παραπέμπω, αποδίδω

reference

αναφορά, σύσταση (από πρόσωπο ή πιστοποιητικό), παραπομπή, πληροφορία, σχέση

reference point

σημείο αναφοράς

refine

εκκαθαρίζω, διηλύζω, εξευγενίζω

refinery

διηλυστήριο

refitting

ανασυναρμολόγηση

reform

αναμορφώνω, ανασχηματίζω, μεταρρυθμίζω

refrigerant

ψυκτικό υλικό (e.g. A refrigerant is a mixture that absorbs heat and releases it after transforming it into cool air. Το ψυκτικό υλικό είναι ένα μίγμα που απορροφά ζέστη και την απελευθερώνει αφού τη μετατρέψει σε δροσερό αέρα)

refrigerant pipes

σωλήνες ψυκτικού υγρού

refrigeration

ψύξη

refrigerator

ψυγείο

regain

ανακτώ

registration plate lamp

αριθμός/ άδεια/καταχώριση πινακίδας

regular

κανονικός, τακτικός, ομαλός

regularly

κανονικά, τακτικά

regulate

κανονίζω, ρυθμίζω


regulation

ρύθμιση, κανονισμός, διάταξη (νομοθετική π.χ.)

regulator

ρυθμιστής

regulator valve (US)

βαλβίδα εκτόνωσης

re-ignition

επανέναυση

reinforce

ενισχύω

reinforcement

ενίσχυση, ενδυνάμωση

relate

σχετίζω, σχετίζομαι, διηγούμαι

related

(συ)σχετιζόμενος, συγγενικός

relation

σχέση, αναφορά, συγγένεια, αφήγηση

relationship

συγγένεια, σχέση

relative

συγγενής, σχετικός, αναφερόμενος

relay

ρελέ, ηλεκτρονόμος

relay plate

πλάκα ρελέ

release

αφήνω, ελευθερώνω,απελευθερώνω, απαλλάσσω, (απ)ελευθέρωση, αφετηρία

release bearing

ρουλεμάν συμπλέκτη

release clutch

μηχανισμός συμπλέκτη

release colar

δακτύλιος/κολάρο απελευθέρωσης

release cup

ρουλεμάν συμπλέκτη

release mechanism

μηχανισμός συμπλέκτη

reliability

αξιοπιστία

reliable

αξιόπιστος, άξιος εμπιστοσύνης, υπεύθυνος, σίγουρος, ασφαλής

relief angle

γωνία ελευθερίας μετατoπίσεως/ γωνία ελευθερίας

relief valve

βαλβίδα εκτόνωσης


remain

παραμένω

remains

απομεινάρια, υπολείμματα, λείψανα

remedy

θεραπεύω, αποκαθιστώ βλάβη, διορθώνω,θεραπεία,αποκατάσταση βλάβης/ ζημιάς,διόρθωση,επισκευή

remind

υπενθυμίζω

removable

που μπορεί να μετακινηθεί/ αποσπασθεί/ αφαιρεθεί, μεταθετός

removal

αφαίρεση, απομάκρυνση, βγάλσιμο,μετακίνηση, απόσπαση,μεταφορά,απόσυρση,αποκατάστ αση (βλάβης)

remove

απομακρύνω, μετακινώ, μετακομίζω, μεταφέρω, αφαιρώ, αποσπώ,αποσύρω (e.g. You can remove a car fuse with your hands or with a special plastic tool. Μπορείς να αφαιρέσεις μια ασφάλεια αυτοκινήτου με τα χέρια σου ή με ένα ειδικό πλαστικό εργαλείο).

renewable

ανανεώσιμος

repair

επισκευάζω,επιδιορθώνω, επισκευή, επιδιόρθωση

repair part

επισκευασμένο εξάρτημα

repairman

επισκευαστής, τεχνίτης επισκευών,επιδιορθωτής

repairment

επιδιόρθωση, επισκευή

repeatability

ικανότητα παραγωγής πανομοιότυπων


προϊόντων repetitive

επαναλαμβανόμενος

replace

αντικαθιστώ, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, επαναθέτω, επανατοποθετώ (e.g. In general,car manufacturers recommend that we should replace tires after six years of use. Γενικά, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων προτείνουν ότι θα πρέπει να αντικαθιστούμε τα λάστιχα μετά από έξι χρόνια χρήσης)

replacement

επανατοποθέτηση,ανατοποθέτηση, αντικατάσταση, αναπλήρωση, ανταλλακτικό(e.g. In contrast with car manufacturers,tire manufacturers say that tires need replacement after ten years. Σε αντίθεση με τους κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι κατασκευστές λάστιχων λένε ότι τα λάστιχα χρειάζονται αντικατάσταση μετά από δέκα χρόνια)

replacement engine

ανταλλακτική μηχανή

represent

παριστάνω, αντιπροσωπεύω, συμβολίζω, παρουσιάζω

representation

αντιπροσώπευση, (ανα)παράσταση, απεικόνιση

reproduce

αναπαράγω, αντιγράφω

reproduction

αναπαραγωγή, αντίγραφο (έργου τέχνης


π.χ.) reproduction media

μέσα αναπαραγωγής

repulsion

άπωση, απώθηση

repulsive

απωθητικός

require

απαιτώ, χρειάζομαι

requirement

απαίτηση, ζήτηση

research

έρευνα

reservoir

δεξαμενή, αποθήκη, υδαταποθήκη, ντεπόζιτο, δοχείο, ρεζερβουάρ (e.g. He decided to check the level of the fluid in the reservoir. Αποφάσισε να ελέγξει τη στάθμη του υγρού μέσα στο ρεζερβουάρ)

reservoir cap

καπάκι ρεζερβουάρ(e.g. He unscrewed the reservoir cap and looked inside. Ξεβίδωσε το καπάκι του ρεζερβουάρ και κοίταξε μέσα)

resist

αντιστέκομαι

resistance

αντοχή, αντίσταση, ανθεκτικότητα

resistant

ανθεκτικός, αντιστεκόμενος (e.g. This watch is water resistant. Αυτό το ρολόι είναι ανθεκτικό στο νερό)

resistor

αντιστάτης, αντίσταση

resource

πόρος, μέσο, προσόν, πλουτοπαραγωγική πηγή

respiratory

αναπνευστικός

respond

(αντ)αποκρίνομαι, απαντώ, υπακούω σε


χειρισμούς (για μηχανή) responsible

υπεύθυνος

rest position

θέση ηρεμίας (νεκρή)

restore

αποκαθιστώ, επισκευάζω, επαναφέρω

restrict

περιορίζω

restrictor

μειωτής,μειωτήρας, περιοριστής (π.χ. λαιμού δοχείου βενζίνης ώστε να επιτρέπει μόνο την εισαγωγή μάνικας αμόλυβδης βενζίνης)

result

επακολουθώ, προκύπτω, καταλήγω, αποτέλεσμα

retain

κρατώ, συγκρατώ, διατηρώ

retainer

συνδετήρας

retaining plate

πλάκα σύνδεσης

retaining screw

βίδα σύνδεσης

retaining screwdriver

κατσαβίδι με καστάνια

retaining straps

ιμάντες σύνδεσης

reticle

πλέγμα

retracting headline

αναδιπλούμενος φανός

return line

γραμμή επιστροφής αγωγού

return pump

αντλία επιστροφής

return spring

ελατήριο επαναφοράς

reversal

αντιστροφή

reverse

αντιστρέφω, αντίστροφος

reverse gear

οδοντοτροχός, ταχύτητα οπισθοδρόμησης, "η όπισθεν"

reverse light

αναστρεφόμενο φως, φανός


οπισθοπορείας reverse order

αντίθετη διάταξη

reversible ratchet drive

καστάνια με επαναφορά

reversing lamp

αναστρεφόμενο φως, φανός οπισθοπορείας

reversing light

αναστρεφόμενο φως, φανός οπισθοπορείας

reversing valve

βαλβίδα αναστροφής

review

αναθεωρώ, επιθεωρώ, επανεξετάζω, αναθεώρηση, επιθεώρηση, επανεξέταση, επανάληψη, ανασκόπηση, κριτική

revise

αναθεωρώ,διορθώνω

revision

αναθεώρηση, ανασκευή, διόρθωση, επανάληψη

revolution

περιφορά, (περι)στροφή, επανάσταση

revolution counter

ανάποδη περιστροφή

revolutions per minute (RPM)

περιστροφές ανά λεπτό (κινητήρα)

revolver

περιστρεφόμενο εργαλειοφορείο εργαλειομηχανής αριθμητικού ελέγχου,ρεβόλβερ(είδος όπλου)

revolving

περιστροφικός, περιστρεφόμενος

revs per minute (rpm)

στροφές ανά λεπτό

rewire

επανακαλωδιώνω

rewiring

επανακαλωδίωση

rhomboid

ρομβοειδής

rhombus

ρόμβος

ribed radiator

ψυγείο με νευρώσεις


rich mixture

πλούσιο μίγμα

ride

ιππεύω, πηγαίνω με δίκυκλο, αυτοκίνητο,κλπ., ιππασία, περίπατος με όχημα

right

δικαιώνω, επανορθώνω, δεξιός, ορθός, σωστός, δίκαιος, κατάλληλος, το δίκαιο, το σωστό, δικαίωμα, σωστά, κατ' ευθείαν

right angle

ορθή γωνία

right angled triangle

ορθογώνιο τρίγωνο

right hand drive (RH drive)

δεξιοτίμονος

rigidity

ακαμψία

rim

ζάντα

ring

δακτύλιος, δακτυλοειδές ελατήριο, ελατήριο (εμβόλου), κρίκος

ring gear

κολώνα διαφορικού

ring wrench

πολυγωνικό (κλειστό) κλειδί

rise

αυξάνω,(αν)υψώνω, (αν)υψώνομαι, ανατέλλω, σηκώνομαι, αύξηση, (αν)ύψωση, ανατολή, σήκωμα

risk

ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος

rivet

πριτσινώνω,ηλώνω, καρφώνω, καθηλώνω,πριτσίνι, ήλος,καρφοβελόνα

riveting

ήλωση, κάρφωμα, πριτσίνωμα

road clearance

ύψος από το δρόμο (σε γέφυρα), απόσταση από το δρόμο

road holding

κράτημα του δρόμου

road sign

σήματα οδικής κυκλοφορίας και πινακίδες


με πληροφορίες στους δρόμους road test

δοκιμή σε πορεία

roadholding

"κράτημα" αυτοκινήτου

rocker

ζυγός βαλβίδων, μοχλός διεύθυνσης βαλβίδων, ζυγός, πλήκτρο, κοκοράκι πιανόλας

rocker arm

ζυγός βαλβίδων, μοχλός διεύθυνσης βαλβίδων, ζυγός, πλήκτρο, κοκοράκι πιανόλας

rocker box

καπάκι βαλβίδων

rocker cover

καπάκι βαλβίδων

rocker finger

δάκτυλος βαλβίδων

rocker inspection cover

καπάκι ελέγχου βαλβίδων

rocker panel

μαρσπιέ

rocker shaft

φλογέρα βαλβίδων

rod

ράβδος, άξονας,διωστήρας, στέλεχος, μοχλός, βάκτρο

roll

κυλώ,κατρακυλώ, τυλίγω, τυλίγομαι, κύλινδρος, περιστροφή, έλκυστρο, έλαστρο, μποτσάρισμα, διατοιχισμός, πίνακας, κατάλογος, ψωμάκι

roller bearing

ρουλεμάν με ράουλα

roller cage

βάση ρουλεμάν

rolls

μηχάνημα κυκλικής κάμψης, κύλινδροι κάμψης, ρόλλοι

roof box

μπαγκαζιέρα οροφής

roof luggage rack

σχάρα οροφής για αποσκευές


roof rack

σχάρα οροφής

roof rack load

φορτίο αποσκευών οροφής

roofed

σκεπαστός, με σκεπή

root

ρίζα (φυτού/ μαθηματικά), βάση, ριζώνω

rope

σχοινί

rotary

περιστροφικός, περιστρεφόμενος

rotary engine

περιστροφικός κινητήρας

rotary pump

περιστροφική αντλία

rotate

περιστρέφων, περιστρέφομαι, γυρίζω

rotating machine

περιστρεφόμενες μηχανές

rotational speed sensor

αισθητήρας ταχύτητας περιστροφής

rotor

ρότορας, δρομέας, επαγωγικό τύμπανο, στροφείο, περιστροφέας, κινητός τροχός, στροφίλι, γυροσφόνδυλος, επαγώγιμο

rotor arm

ράουλο (διανομέα), ντιστριμπιτέρ

rotor winding

περιέλιξη στροφείου

rough

τραχύς,σκληρός, ανώμαλος, τρικυμισμένος

roughness

ανωμαλία, αγριάδα, τραχύτητα,σκληράδα

round

περικυκλώνω, στρογγυλεύω, στρογγυλός, κυκλικός, σφαιρικός,κυκλοτερής, κύκλος, γύρος, γύρω

round hose pliers

πένσα με στρογγυλή μύτη

round -nose pliers

μυτοτσίμπιδο με στρογγυλά άκρα, στρογγυλοτσίμπιδο

rounded

στρογγυλεμένος

routine maintenance

συντήρηση ρουτίνας

routing

διαδρομή


rubber

ελαστικό, καουτσούκ,τρίφτης, γόμα,γομολάστιχα, σβήστρα

rubber grommet

λαστιχένιο δακτυλίδι

rule

κυβερνώ, διευθετώ, διευθύνω, χαρακώνω, κανόνας, διοίκηση, χάρακας, γνώμονας

ruler

χάρακας, κανόνας

run cables

περνάω/ εγκαθιστώ καλώδια

run out

τελειώνω, εξαντλούμαι

run-hour meter

μετρητής κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος

run-in oil

αρχή λειτουργίας μηχανής (ροντάρισμα)

running conditions

συνθήκες οδήγησης/ λειτουργίας του κινητήρα

running cost

έξοδα λειτουργίας

run-out

περιστροφή

rust

σκουριά, οξείδωση, σκουριάζω

rusted

σκουριασμένος

rust-preventive primer

αντισκωρικό επικάλυμμα

S saddle

σέλα, αναβολέας, κολάρο (εξάρτημα στερέωσης καλωδίων)

safe

ασφαλής, σώος, σιδερένιο κιβώτιο, χρηματοκιβώτιο

safe materials

ασφαλή υλικά

safety

ασφάλεια


safety accessories

εξαρτήματα ασφαλείας

safety margins

ασφαλή όρια

safety steering column

στήλη τιμονιού ασφαλείας (π.χ. σπαστή)

sale

πώληση

sallon

σαλόνι

saloon (or family saloon or

οικογενειακό, τετράθυρο κλειστό αυτοκίνητο

sedan)

για τέσσερα ή περισσότερα άτομα (e.g. Father took us on an excursion with our saloon. Ο πατέρας μας πήγε εκδρομή με το οικογενειακό μας αυτοκίνητο)

sample

δοκιμάζω,δείγμα, υπόδειγμα

sandcloth

γυαλόχαρτο, σμυριδόχαρτο

sanding

αμμοβολή, κοκκοειδή υπολείμματα άμμου

sanitary

υγειονομικός

satisfactory

ικανοποιητικός, ευχάριστος, αρεστός

save

(εξ)οικονομώ, σώζω, αποταμιεύω

saw

πριόνι, πριονίζω

scale

κλίμακα, διαβάθμιση, βαθμολογημένος κανόνας

scalene triangle

σκαληνό τρίγωνο

scavenge pump

αντλία σάρωσης

schedule of production

πρόγραμμα παραγωγής

schematic diagram

σχηματικό διάγραμμα

scheme

σχέδιο

science

επιστήμη

scientific

επιστημονικός

scientist

επιστήμονας


scoop

μεγάλη κουτάλα, σέσουλα, φαράσι, κουτάλα βυθοκόρου/ εκσκαπτικού-μεταφορικού μηχανήματος, αντλίο, ανεμοδόχος

score

σκορ, σημάδι

scrap

κομμάτι, υπόλειμμα, απόκομμα,παλιοσίδερα, απορρίπτω σαν άχρηστο, απόβλητο

scrap paper

πρόχειρο χαρτί, κομμάτι χαρτιού, απόκομμα

scrape

αποξέω, ξύνω, εξομαλύνω επιφάνεια με ξύσιμο

scraper

ξέστρο, γλυφίδα, αποξεστήρας,ξύστρα,ξυστήρι, ρασκέτα, εκσκαφέας (συρτός), αποξέστης, εξισωτής,εξομαλυντήρας

scraper ring

ελατήριο λαδιού ξύστρας

scraping

στρώσιμο (απόξεση) μεταλλικών επιφανειών

screw

βίδα, βιδώνω,κοχλίας, έλικας

screw pump

κοχλιοφόρος αντλία

screwdriver

κατσαβίδι, κοχλιοστρόφιο

screwholding screwdriver

κατσαβίδι με συγκρατητή βίδας, αρπάγη, κλέφτης

screw-pitch gauge

σπειρωματόμετρο, σπειρόμετρο

scribe

σημαδεύω, χαράσσω, παραγλυφίζω

scriber

γραφίτης, σημαδευτής,σημαδευτήρι, χαράκτης

scribing

χάραξη

seal

σφραγίζω, φράζω, κλείνω, στερεώνω,σφραγίδα, υλικό στεγανοποίησης, φλάντζα (e.g. Engine seals can be


revitalised by using an additive oil. Οι φλάντζες της μηχανής μπορούν να αναζωογονηθούν χρησιμοποιώντας ένα προσθετικό λάδι) sealant bead

κόλλα που στεγανοποιεί

sealing gasket

φλάντζα στεγανοποίησης (e.g. A sealing gasket separates the cylinder head and the cylinder block. Μια φλάντζα στεγανοποίησης διαχωρίζει την κυλινδροκεφαλή και το συγκρότημα κυλίνδρων)

sealing groove

λούκι στεγανοποίησης

sealing surface

επιφάνεια στεγανοποίησης

sealing washer

ροδέλα στεγανοποίησης

seam

συναρμόζω, συρράπτω, ραφή (ένωση), συρραφή, συναρμογή με επικάλυψη, αρμός

seaming

φτιάξιμο ραφής (ένωσης) σε φύλλα μετάλλου

search

ερευνώ, ζητώ, ψάχνω, έρευνα, αναζήτηση, ανίχνευση

seat

θέση,κάθισμα, έδρα, σέλμα, πάγκος

seat angle

γωνία καθισμάτων (πλάτη)

seat belt

ζώνη ασφαλείας

seat belt mounting

ζώνη ασφαλείας (βάση)

seat bracket

βραχίονας καθίσματος

seat cover

κάλυμμα καθίσματος (e.g. He drank too much alcohol and on the way home he threw up in his friend's car. His friend had


to replace all seat covers. Ήπιε πολύ αλκοόλ και στο γυρισμό για το σπίτι έκανε εμετό μέσα στο αυτοκίνητο του φίλου του. Ο φίλος του έπρεπε να αντικαταστήσει όλα τα καλύμματα των καθισμάτων) seat runner

κάλυμμα καθισμάτων

seat valve

εύρος βάσης βαλβίδων

seat width

εύρος βάσης βαλβίδων

second gear

δεύτερη ταχύτητα,"δευτέρα"

second motion shaft

δεύτερη ταχύτητα,"δευτέρα"

section

τμήμα, μέρος, τομή

sector

τομέας, κυκλικός τομέας

secure

(εξ)ασφαλίζω, ασφαλής, σίγουρος

securely

ασφαλώς, με σιγουριά

securing clip

κλιπ ασφαλείας

sedan (or saloon or family

οικογενειακό, τετράθυρο κλειστό αυτοκίνητο

saloon)

για τέσσερα ή περισσότερα άτομα (e.g. Father took us on an excursion with our sedan. Ο πατέρας μας πήγε εκδρομή με το οικογενειακό μας αυτοκίνητο)

segment

τμήμα (π.χ. κύκλου)

selection lever

μοχλός επιλογής

selector fork

περόνη επιλογέα

selector rod

άξονας επιλογέα

self-adjusting

αυτορυθμιζόμενος

self-adjusting brake

αυτορυθμιζόμενο φρένο

self-adjusting clutch

αυτορυθμιζόμενος συμπλέκτης


self-grip wrench

κάβουρας, κλειδί που πιάνει αυτόματα

self-ignite

αυτοαναφλέγομαι

self-ignited

αυτοαναφλεγόμενος

self-ignition point

σημείο αυτοανάφλεξης

self-locking nut

παξιμάδι αυτασφάλισης

self-locking pliers

κλειδί που ασφαλίζει (πένσα)

self-locking wrench

κλειδί που ασφαλίζει (πένσα)

self-monitoring

σύστημα αυτοπροσδιορισμού

self-priming pumps

αντλίες αυτόματης έγχυσης/πλήρωσης (έχουν την ιδιότητα να ανακυκλώνουν ποσότητα του υγρού μόνες τους. Χρειάζεται ανά διαστήματα πλήρωση μόνο η αντλία, όχι ο σωλήνας αναρρόφησης)

self-propelled

αυτοκινούμενος, αυτοπροωθούμενος

self-propelled industrial

αυτοκινούμενα βιομηχανικά οχήματα

trucks semi-

ημι-

semi-automatic

ημιαυτόματος

semicircle

ημικύκλιο

semiconductor

ημιαγωγός

semi-trailing arms

ημιυστερούντες βραχίονες

sender unit

μονάδα αποστολής

sensible heat

αισθητή θερμότητα

sensor

αισθητήρας

separate

χωρίζω, διαχωρίζω, διαχωρίζομαι,χωριστός, ξεχωριστός

separate excitation motor

ηλεκτροκινητήρας ανεξάρτητης διέγερσης


separator

διαχωριστής

septic tank

βόθρος

sequence

σειρά, ακολουθία

series

σειρά, ακολουθία

series asynchronous A.C.

ασύγχρονος ηλεκτροκινητήρας Ε.Ρ.

motor (with commutator)

(εναλλασσόμενου ρεύματος) με συλλέκτη

series circuit

κύκλωμα σε σειρά

series connection

σύνδεση εν σειρά

series excitation D.C motor

ηλεκτροκινητήρας Σ.Ρ. (συνεχούς ρεύματος) με διέγερση σειράς

service

(εξ)υπηρετώ, φροντίζω, υπηρεσία, εξυπηρέτηση, λειτουργία, θητεία (στο στρατό κλπ)

service-center

κέντρο ελέγχου/σέρβις

servo-brake

σερβόφρενο

servo-controlled

ελεγχόμενος από μηχανισμό που λειτουργεί με πίεση/ σερβομηχανισμό

servomechanism

σερβομηχανισμός, βοηθητικός μηχανισμός που λειτουργεί με (υπο) πίεση

servo-motor

εξυπηρετικός/ βοηθητικός κινητήρας

servo-wiring connector

καλωδίωση σέρβο

set

τοποθετώ, ορίζω,ρυθμίζω,τακτοποιώ, κανονίζω, δύω, στερεώνω, προσαρμόζω, κατακαθίζω, συλλογή/σειρά εξαρτημάτων, συσκευή, τακίμι, ορισμένος, σταθερός, σειρά

set collar

κολάρο

set square

ορθογώνιο τρίγωνο σχεδίασης


setscrew

βίδα Άλλεν

setting

προκαθορισμένη ρύθμιση συσκευής

settle

αποκαθιστώ, κατασταλάζω, κανονίζω, εγκαθίσταμαι, διευθετώ

setup

τοποθέτηση/ πρόσδεση κομματιού σε εργαλειομηχανή

sewage

λύμματα, ακαθαρσίες υπονόμων,ιλύς

sewage farm

εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού

sewage pump

αντλία λυμμάτων

sewage pumping

άντληση λυμμάτων

sewage treatment

επεξεργασία/ βιολογικός καθαρισμός λυμάτων

sewer

οχετός, υπόνομος

shaft

άξονας, άτρακτος, φρέαρ

shaft drive

άξονας κίνησης

shank

άτρακτος, κορώνα,σφιγκτήρας τρυπανιών, άξονας ειδικής κατασκευής για συγκράτηση κοπτικών εργαλείων/ κεφαλών και πρόσδεσή τους σε CNC εργαλειομηχανή

shank (connecting rod)

άτρακτος

shank (of a twist drill)

τρυπάνι

shape

μορφοποιώ, διαπλάθω, δίνω σχήμα,σχήμα, μορφή

sharp

αιχμηρός, κοφτερός,οξύς

sharpen

τροχίζω, ακονίζω, οξύνω

shear

κόβω, ψαλιδίζω, διάτμηση, κόψιμο

shearing

κόψιμο φύλλων μετάλλου με μεταλλοψάλιδο


shears

μεγάλο ψαλίδι, μεταλλοψάλιδο

sheave

καρούλι, ράουλο

sheet

φύλλο χαρτιού, έλασμα

sheet metal

φύλλο μετάλλου, έλασμα, λαμαρίνα

sheet-metal worker

ελασματοτεχνίτης, εργαζόμενος στο μεταλλοτεχνείο

shelf

ράφι, λαμαρίνα(φούρνου)

shield

προασπίζω, προφυλάσσω, καλύπτω,αποκρύπτω, ασπίδα, προστατευτική κάλυψη, προστατευτικό κάλυμμα, προστασία, προφυλακτήρας, περιλαίμιο

shift

αλλάζω,μετακινώ,μετακινούμαι, υπεκφεύγω,αλλαγή, υπεκφυγή, μετατόπιση, βάρδια

shift element (central

κινητό στοιχείο (κεντρικό κλείδωμα)

locking) shift lever

λεβιές ταχυτήτων

shift rod

βέργα επιλογέα

shim

ρυθμιστική ροδέλα

shipbuilding industry

βιομηχανία ναυπήγησης πλοίων, ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία

shock

πρόσκρουση, κτύπημα, τράνταγμα, τίναγμα,δόνηση,κρούση

shock absorber

αποσβεστήρας κρούσεων/κραδασμών, αμορτισέρ (e.g. A suspension consists of springs and shock absorbers in order to absorb road shocks. Μία ανάρτηση


αποτελείται από ελατήρια και αποσβεστήρες κραδασμών για να απορροφούν τους κραδασμούς του δρόμου) shockproof

αυτός που απορροφά τους κραδασμούς

shoes

παπούτσια/σιαγόνες φρένων, τακάκια

shooting brake( or estate

επιβατικό αυτοκίνητο πολλών θέσεων με

car or station wagon)

οροφή που επεκτείνεται προς τα πίσω για περισσότερο χώρο αποσκευών. (e.g. Fortunately his estate car had lots of space to put in all his belongings. Ευτυχώς το στέισον βάγκον του είχε πολύ χώρο να βάλει όλα του τα υπάρχοντα)

short circuit

βραχυκύκλωμα

short-term

βραχυπρόθεσμος

shortage

έλλειψη

shoulder

ώμος, ωμίδιο, αναβαθμίς, ενισχυτική νεύρωση, προεξοχή, πατούρα

shunt excitation motor

ηλεκτροκινητήρας παράλληλης διέγερσης

shut down

κλείνω, διακόπτω τη λειτουργία

shut off

κλείνω με διακόπτη

side

πλευρά, μέρος, πλάγιος, πλάι

side airbags

πλευρικοί αερόσακοι

side cutter

πλαγιοκόπτης

side road

πάροδος

side valve

πλευρική βαλβίδα

sidelights

πλευρικά φώτα, φλας

sideview mirror (US)

εξωτερικός καθρέφτης


sidewalk (US)

πεζοδρόμιο

sight

όραση,όψη, θέα, θέαμα, στόχαστρο, σκόπευση

sign

υπογράφω, νεύω, πινακίδα, νεύμα, σημείο

signal

σήμα

signaling system

σύστημα σηματοδότησης

silencer

σιλανσιέ, αποσιωπητήρας, σιγαστήρας (e.g. A silencer is a device designed to reduce noise. Ο σιγαστήρας είναι μία συσκευή που έχει σχεδιαστεί για να μειώνει το θόρυβο)

silver

άργυρος, ασήμι, επαργυρώνω, ασημένιος

similar

όμοιος, παρόμοιος

similarity

ομοιότητα

simultaneous

ταυτόχρονος

simultaneously

ταυτόχρονα

single

απλός, μονός, χωριστός,άγαμος

single cylinder caliper disc

δισκόφρενα μονού κυλίνδρου

brakes single phasing

μονοφασικός

single -plate clutch

συμπλέκτης, αμπραγιάζ μονού δίσκου

single tuve shock absorber

αμορτισέρ μονού σωλήνα

single-acting wheel brake

κύλινδρος χειρόφρενου μονής ενέργειας

cylinder single-point fuel injection

ψεκασμός μονού σημείου

single-pole representation

μονογραμμική αναπαράσταση/σχεδιάγραμμα

single-stage pump

μονοβάθμια αντλία

siren

σειρήνα

size

μέγεθος, διαστάσεις, ανάστημα


skew bevel gear

λοξός τροχός

skill

επιδεξιότητα, ικανότητα, επιτηδειότητα

skilled

έμπειρος, επιδέξιος

skillful

επιδέξιος, επιτήδειος

skillfully

επιδέξια

skillfulness

επιδεξιότητα, ικανότητα, επιτηδειότητα

slack

χαλαρός,λασκαρισμένος

slave battery

βοηθητική μπαταρία

slave caliper

δαγκάνα συμπλέκτου

slave cylinder

βοηθητικός κύλινδρος

sleeve

μανίκι, περίβλημα, δακτύλιος, χιτώνιο, κομμάτι σωλήνα τοποθετούμενο εσωτερικά ή εξωτερικά για σύνδεση δύο σωλήνων, εξάρτημα ειδικής κατασκευής για τη σύνδεση κοπτικού εργαλείου που τοποθετείται στον εργαλειοφορέα CNC εργαλειομηχανής

slide

γλυστρώ, ολισθητήρας, ολίσθημα, γλίστρημα

slide way

ράγα ολίσθησης

slides

ολισθηντήρες,ευθυντηρίες,πρισματοδηγοί,γλί στρες (τόρνου κλπ.)

sliding

ολισθαίνων

sliding brake caliper

δαγκάνα συμπλέκτου

slight

ασήμαντος, μικρός, ελαφρός

slip

γλιστρώ,ολίσθηση, ολίσθημα, γλίστρημα (e.g. Although she was walking in the catwalk on very high heels, she didn’t slip. Παρόλο που περπατούσε στην πασαρέλα με πολύ ψηλά


τακούνια, δεν γλίστρησε) slippery

ολισθηρός (e.g. When you drive on a slippery road, ti is better to use a higher gear. Όταν οδηγείς σε ολισθηρό δρόμο, είναι καλύτερα να χρησιμοποιείς μεγαλύτερη ταχύτητα)

slipring

δακτυλίδια

slot

εγκοπή,άνοιγμα, σχισμή

slot screw

βίδα με εγκοπή

slot-head screw

βίδα/ κοχλίας με σχισμή στην κεφαλή

slotted nut

παξιμάδι με εγκοπή

slotted pin

καρφί με εγκοπή

slow down

επιβραδύνω

slow running ject

αργός ψεκασμός

sludge

πηχτή λάσπη, λασπόνερα, σπασμένος πάγος, βιομηχανικά απόβλητα (e.g. As time goes by, motor oil is contaminated with air humidity, acids and engine metals which are eventually transformed into sludge. Καθώς περνάει ο καιρός, το λάδι μηχανής μολύνεται από την υγρασία του αέρα, από οξέα και από μέταλλα της μηχανής τα οποία στο τέλος μετατρέπονται σε λασπόνερα)

sludge pumps

αντλίες για την άντληση λασπόνερων

slurry

βρωμιές, λασπόνερα και λάδια

small end (connecting rod)

μικρό άκρο άνω μέρους μπιέλας

smog

νέφος, ομίχλη,καπνιά


smog-free

χωρίς νέφος

smooth

λειαίνω,στιλβώνω, γυαλίζω, λείο, απαλό, στιλπνό,ομαλό

snap hood

αυτόματο άγκιστρο

snap-ring

ασφάλεια μισοφέγγαρο

snip-nose pliers

μυτοτσίμπιδο

snugly fitting

σίγουρη εφαρμογή

socket

ρευματοδότης, υποδοχή,πρίζα,ακροδέκτης, υπόβαθρο, σωληνωτό κλειδί, καρυδάκι

socket

υποδοχή (ρευματολήπτης)

socket outlet

πρίζα, ρευματοδότης

socket spanner

σωληνωτό κλειδί/κατσαβίδι

socket-headed screw

βίδα με κεφάλι που έχει υποδοχή

sockets

καρυδάκια (εργαλεία)

socket-type coupling

σύνδεσμος με υποδοχή

soften

μαλακώνω, απαλύνω

soft-faced mallet

πλαστικό σφυρί με μαλακό κεφάλι

software

το λογισμικό μέρος του ηλεκτρονικού υπολογιστή, πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή

soil

χώμα, έδαφος

solar

ηλιακός

solder

κάνω μαλακή συγκόλληση,συγκολλώ,κασσιτεροκόλληση, καλάι

soldering

μαλακή συγκόλληση, κασσιτεροκόλληση (e.g. Soldering is a thermal method of joining


metals. Η κασσιτεροκόλληση είναι μία θερμική μέθοδος ένωσης μετάλλων) soldering copper

κολλητήρι κασσιτεροκόλλησης

soldering gun

ηλεκτρικό κολλητήρι κασσιτεροκόλλησης

soldering iron

κολλητήρι κασσιτεροκόλλησης (ηλεκτρικό/θερμαινόμενο στη φωτιά)

soldering tin

κασσιτεροκόλληση (συγκολλητικό υλικό)

solenoid blade terminal

ακροδέκτης ηλεκτρομαγνητικής λεπίδας

solenoid plunger

ηλεκτρομαγνητικό έμβολο

solenoid valve

ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα

solenoid-operated valve

ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα

solid

το στερεό σώμα (γεωμ.), στερεός, συμπαγής

solid fuel

στερεό καύσιμο

solid-state switch

ξηρός διακόπτης

solution

λύση, επίλυση, διάλυση, διάλυμα

solve

λύνω, επιλύω

source

πηγή

source of current spacer

αποστάτης,διαχωριστικό τεμάχιο

south

νότος, νότιος

space

χώρος, διάστημα, τόπος

spanner

κλειδί (εργασίας), γαλλικό κλειδί, μοχλός περιστροφής, κλειδί για βίδες, wrench, torque wrench (e.g. A spanner can be used to unscrew old water pipes.'Ένα κλειδί μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ξεβιδώσουμε παλιούς υδραυλικούς σωλήνες)

spare

διαθέσιμος, περισσευόμενος, ανταλλακτικός


spare part

ανταλλακτικό

spare wheel

ρεζέρβα, εφεδρικός τροχός

spark plug (or sparkling plug)

σπινθήρας,σπινθηριστής,σπίθα, μπουζί (e.g. if there are twin spark plugs in every cylinder, the combustion is faster and more efficient. Εάν υπάρχουν διπλά μπουζί σε κάθε κύλινδρο, η καύση είναι γρηγορότερη και πιο αποτελεσματική)

spark plug body

σώμα του μπουζί

spark plug cover

κάλυμμα του μπουζί

spark plug gap

διάκενο του μπουζί

spark plug lead

αγωγός σύνδεσης μπουζί

spark plug socket wrench

κλειδί, καρυδάκι για μπουζί

spark plug spanner

κλειδί ειδικό για μπουζί

sparking plug (or spark plug)

σπινθηριστής, σπινθήρας, σπίθα, μπουζί(e.g. if there are twin spark plugs in every cylinder, the combustion is faster and more efficient. Εάν υπάρχουν διπλά μπουζί σε κάθε κύλινδρο, η καύση είναι γρηγορότερη και πιο αποτελεσματική)

spark-plug well

υποδοχή, εσοχή του μπουζί

speaker

μεγάφωνο

speciality

ειδικό χαρακτηριστικό, ειδικότητα

specification

προδιαγραφή, λεπτομέρεια, χαρακτηριστικό, προσδιορισμός,διασαφήνιση (e.g. Every car has different specifications provided by the car manufacturer. Κάθε αυτοκίνητο έχει


διαφορετικές προδιαγραφές που παρέχονται από τον κατασκευαστή του.) specify

ορίζω λεπτομερώς, εξειδικεύω

speed (up)

επιταχύνω, επιτάχυνση

speed limit

όριο ταχύτητας

speedometer

ταχύμετρο

sphere

σφαίρα

spherical

σφαιρικός

spin

στριφογυρίζω, περιστρέφω, στροβιλίζω, περιστροφή,στροβίλισμα, περιδίνηση, δίνη, σπινάρισμα

spindle

άτρακτος, άξονας περιστροφής εργαλείου

spirit level

αλφάδι, στάθμη φυσαλίδας

splach guard

προφυλακτήρας από νερά, λασπωτήρας

spline

αυλακώνω,αυλάκωση, λεπτή οδόντωση, επιμήκης σφήνα σε άξονα

spline bit set

σετ εργαλείων σφηνοειδών

spline joint

οδοντωτή ένωση, σύνδεσμος με αυλακώσεις

splined washer

σφηνοειδής ροδέλα

split

σχίζω, χωρίζω, διασπώ,διαιρώ, σχίσμα, σχισμή, χωρισμένος, διχαλωτός,ρωγμή, διαίρεση

split collet

δακτύλιος για σχισμή

split cutter

κόφτης, ψαλίδα

split pin

κόφτης

spoil

χαλάω, καταστρέφω

spool

τυλίγω σε μασούρι,μασούρι, καρούλι, πηνίο


spool out

ξετυλίγω από μασούρι

spot

σημειώνω, κηλιδώνω, στίγμα, κηλίδα, σημείο, τόπος

spotlight

προβολέας

spray

ψεκάζω, ραντίζω, ψέκασμα, ράντισμα, σπρέι (e.g. Then the technician sprayed the battery’s cable ends with an anti-corrosion spray. Μετά, ο τεχνικός ψέκασε τις άκρες των καλωδίων της μπαταρίας με ένα σπρέι κατά της οξείδωσης)

sprindle

αξονίδιο, μίζα

spring

αναβρύζω, αναπηδώ,ελατήριο, σπείρωμα, πήδημα, πηγή, άνοιξη

spring balance

ελατήριο με αντίβαρο

spring bolt

βίδα με ελατήριο (ασφαλείας)

spring cup

καπίκο με ελατήριο (ασφαλείας)

spring hook

ατσαλίνα

spring washer

ροδέλα με ελατήριο γκρόβερ

sprinkle

ραντίζω, ψεκάζω

sprinkler

ψεκαστήρας, καταιωνητήρας, εκτοξευτήρας

sprinkling

ράντισμα, ψέκασμα

sprocket

οδοντωτός τροχός καδένας

sprocket drive

οδοντωτός τροχός

spurgear

οδοντωτός μηχανισμός

square

τετράγωνο, τετράγωνος, τετραγωνικός, στο τετράγωνο (δύναμη), πλατεία

squaring shears

μηχανικό ψαλίδι


stability

ευστάθεια, ισορροπία, σταθερότητα(e.g. The stability of a car’s voltage which also depends on the condition of the car’s battery, keeps the engine running. Η σταθερότητα της τάσης ενός αυτοκινήτου, η οποία εξαρτάται επίσης από την κατάσταση της μπαταρίας του αυτοκινήτου, διατηρεί σε λειτουργία τη μηχανή)

stabilizer

σταθεροποιητής, ζυγοσταθμιστής, οριζόντιο σταθερό πηδάλιο, σταθερωτήρας

staff

προσωπικό, επιτελείο

stage

βαθμός,διαβάθμιση,φάση,στάδιο, εξέδρα, σκηνή (θεάτρου π.χ.)

stainer

φίλτρο, σουρωτήρι

stainless steel

ανοξείδωτο ατσάλι

staircase

κλιμακοστάσιο, σκάλα

stake

ποντάρω, ασφαλίζω με πόντες

stand

στέκομαι, αντέχω, υπομένω

standard

πρότυπο, κανόνας, μέτρο, κριτήριο

standardize

τυποποιώ

star connection

σύνδεση αστέρος

starter

εκκινητήρας, μίζα

starter motor

εκκινητής, ροοστάτης, μίζα, μοτέρ εκκίνησης (e.g. The starter motor draws power from the car’s battery and starts the engine. Το μοτέρ εκκίνησης τραβάει δύναμη από την μπαταρία του αυτοκινήτου και ξεκινάει τη


μηχανή) starter ring gear

μηχάνημα μίζας

starter shaft

άξονας μίζας

starter solenoid

ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα μίζας

starting

εκκίνηση

starting system

εκκίνηση του συστήματος

start-locking relay

ρελές εκκίνησης/κλειδώματος

state

εκθέτων αναφέρω, δηλώνω, κατάσταση, πολιτεία

statement

έκθεση, δήλωση

static

στατικός

static electricity

στατικός ηλεκτρισμός

static operational effect

στατική λειτουργική καταπόνηση

station wagon (or estate car

επιβατικό αυτοκίνητο πολλών θέσεων με

or shooting brake)

οροφή που επεκτείνεται προς τα πίσω για περισσότερο χώρο αποσκευών. (e.g. Fortunately his estate car had lots of space to put in all his belongings. Ευτυχώς το στέισον βάγκον του είχε πολύ χώρο να βάλει όλα του τα υπάρχοντα)

stationary

σταθερός, μόνιμος, ακίνητος, στάσιμος

stator

στάτης, επαγωγέας

stay

στέκομαι, αντέχω, υπομένω, στήριγμα, βραχίονας

stay bracket

μπρακέτο στήριξης

steadily

σταθερά, συνεχώς


steady

σταθεροποιώ, σταθερός, αμετάβλητος

steady load conditions

συνθήκες λειτουργίας κινητήρα σταθερού φορτίου

steam

ατμίζω, εξατμίζω,ατμός, υδρατμός

steam boiler

ατμολέβητας

steam engine

ατμομηχανή

steam power plant

ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο

steel

ατσάλι, χάλυβας

steel brush

ατσαλόβουρτσα

steel rule

μεταλλικός κανόνας μετρήσεων

steel wool

σύρμα γυαλίσματος/ στίλβωσης

steer

κατευθύνω, πηδαλιουχώ, κυβερνώ

steering

διεύθυνση, χειρισμός, διακυβέρνηση, οδήγηση (e.g.The steering components of a car are submitted to less strain if we apply conservative driving. Τα εξαρτήματα της διακυβέρνησης ενός αυτοκινήτου υπόκεινται σε λιγότερη καταπόνηση εάν εφαρμόσουμε συντηρητική οδήγηση)

steering column

στήλη τιμονιού, πηδάλιο διεύθυνσης, ράβδος διεύθυνσης, χειριστήρια στήλη,άξονας διεύθυνσης, κολώνα, κολώνα τιμονιού

steering damper

αντικραδασμικός μηχανισμός

steering gear

μηχανισμός τιμονιού, πηδάλιο

steering knuckle

ακραξόνιο τιμονιού

steering lock

κλειδαριά τιμονιού

steering rack

κρεμαγιέρα τιμονιού


steering stabilizer

αμορτισέρ τιμονιού

steering system

σύστημα διεύθυνσης

steering wheel

πηδάλιο διεύθυνσης, τιμόνι(e.g. If the steering wheel is crooked while driving straight,this indicates a problem you’re your car’s alignment. Εάν το τιμόνι είναι στραβό ενώ οδηγείτε ευθεία, αυτό υποδηλώνει πρόβλημα με την ευθυγράμμιση του αυτοκινήτου σας)

stem

στέλεχος, κοτσάνι

step by step

βήμα-βήμα

step-up transformer

μετασχηματιστής ανύψωσης τάσης

sterilizer

αποστειρωτής

stick

κολλάω, ράβδος, κομμάτι ξύλου, χειριστήρια στήλη

sticky

κολλώδης, γλοιώδης

stock

υλικό, απόθεμα, παρακαταθήκη, στέλεχος, κεφάλαιο, μετοχή, χρεόγραφο, χειρομοχλός (μανέλα), κοντάκι

stop screw

τερματική βίδα

stop-light

φώτα στάθμευσης

stop-light control switch

διακόπτης για τα φώτα στάθμευσης

stopping ability

ικανότητα διακοπής/σταματήματος

storage

αποθήκευση, αποθήκη

store

αποθηκεύω, αποθήκη,κατάστημα, μαγαζί

straight

ευθύς, ίσιος, κατ'ευθείαν, αμέσως

strangler

στραγκαλιστής πίεσης


stream

ρέω, ρεύμα, ρυάκι

strength

ισχύς, δύναμη, στερεότητα, αντοχή

strengthen

ενισχύω, ενδυναμώνω

strengthening bar

μπάρα ενίσχυσης

strengthening bracket

στήριγμα ενίσχυσης

stress

τονίζω, εντείνω, δίνω έμφαση, τόνος,ένταση, έμφαση,φορτίο, τάση , πίεση, θλίψη, καταπόνηση, στρες, άγχος

stretch

εκτείνω, εκτείνομαι, τεντώνω, έκταση, ένταση

strike

χτυπώ, απεργώ, χτύπημα, απεργία

striking

χτύπημα, χτυπητός, καταπληκτικός

strip

απογυμνώνω, αφαιρώ, λωρίδα, ταινία, διάδρομος προσγείωσης/ απογείωσης

stripdown procedure

διαδικασία αποσυναρμολόγησης (ξεμονταρίσματος)

stripper

απογυμνωτής

stroboscopic timing light

στροφοσκοπικά φώτα

stroke

διαδρομή εμβόλου, "χρόνος" κινητήρα, χτύπημα, διαδρομή, εγκεφαλικό

structure

δομή, κατασκευή

stub acle

ακραξόνιο τιμονιού

stub acle spindle

άξονας ακραξονίου τιμονιού

stud

μπουζόνι, βίδα χωρίς κεφάλι

stud extractor

μπουζονόκλειδο

stuffing boxes

σαλαμάστρες, στεγανωτικοί δακτύλιοι αντλίας

sub-assemblies

υποσύνολα


sub-board

υποπίνακας

subdivision

υποδιαίρεση

submersible

βυθιζόμενος, υποβρύχιος

submersible pumps

υποβρύχιες αντλίες (αντλίες πλήρως βυθιζόμενες, μαζί και ο κινητήρας, στο αντλούμενο υγρό)

substance

ουσία, υπόσταση, ύλη, περιουσία

substitute

αντικαθιστώ, υποκαθιστώ

subtransmission level

επίπεδο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας μέσης τάσης

suck

αναρροφώ

suction

αναρρόφηση

suction head

μανομετρική πίεση αναρρόφησης ( τριβές και αντιστάσεις σωληνώσεων και εξαρτημάτων αναρρόφησης+στατικό ύψος) που αφορά τις αντλίες που τοποθετούνται κάτω από την επιφάνεια του αντλούμενου υγρού)

suction lift

ύψος/βάθος αναρρόφησης αντλίας, αναρροφητική ικανότητα (αφορά τις αντλίες που τοποθετούνται πάνω από την επιφάνεια του αντλούμενου υγρού και επομένως καταβάλλουν πρόσθετη προσπάθεια για την ανύψωση του υγρού ως την αντλία)

suction line

γραμμή αναρρόφησης

suction port

φλάντζα, θύρα, άνοιγμα αναρρόφησης

suction valve

βαλβίδα αναρρόφησης (e.g. A water chamber is filled with water as soon as its


suction valve opens. Ένας θάλαμος νερού γεμίζει με νερό μόλις η βαλβίδα αναρρόφησής του ανοίξει) sufficient

επαρκής, αρκετός, ικανός

suit

αρμόζω, ταιριάζω, κουστούμι

suitable

αρμόδιος, κατάλληλος, ταιριαστός

sulphur

θείο, θειάφι

summation transformer

αθροιστικός μετασχηματιστής

sump

λεκάνη αποστραγγίσεως ελαίου κινητήρα, ελαιολεκάνη κινητήρα,κάρτερ

sump drain plug

πώμα αποστράγγισης ελαιολεκάνης κινητήρα

sun power

ηλιακή ενέργεια

sun visor

αλεξήλιο

sunroof

ηλιοροφή/ φεγγίτης

sunroof motor

μοτέρ ηλιοροφής

supercharger

υπερσυμπιεστής

supercharging

υπερσυμπίεση

superheat

υπερθερμαίνω, υπερθέρμανση

superheat steam

υπέρθερμος ατμός

superheater

υπερθερμαντήρας ατμού ή νερού

super-speed pumps

αντλίες υψηλών ταχυτήτων (περιστροφής της φτερωτής)

supervise

επιβλέπω

supervisor

επιβλέπων,επόπτης, επιτηρητής

supply

προμηθεύω, παρέχω, εφοδιάζω,προμήθεια, παροχή, εφοδιασμός

supply voltage

τάση τροφοδόσίας


support

στήριγμα

support beam

δοκός υποστήριξης

support strut

μπουκάλα αμορτισέρ πίσω πόρτας φορτηγού

supporting bearing

έδρανο στήριξης

supports

στηρίγματα

suppression connector

σύνδεσμος ανάρτησης

suppressor

καταστολέας, σιγαστήρας

surface

επιφάνεια, επιφανειακός

surface gauge

παχύμετρο ύψους

surface mounted

τοποθετημένος πάνω στο σοβά, επιφανειακός, "επί τοίχου"

surface plate

πλάκα εφαρμογής για καπάκια κινητήρα

surplus

πλεόνασμα

surround

περιβάλλω, περιτριγυρίζω

surrounding

ο περιβάλλων

survey

επισκόπηση, επιθεώρηση, χωρογράφηση, συνολική εποπτεία, μελέτη

suspension

ανάρτηση, αμορτισέρ

suspension strut

μπουκάλα αμορτισέρ

suspension system

σύστημα ανάρτησης

swaging tool

εκτονωτικό εργαλείο

swarf conveyor

γρεζομεταφορέας

sway bar

ζυγαριά τροχών (αντιστρεπτική ράβδος)

sweep function generator

γεννήτρια σάρωσης

swept volume (cylinder)

διάνυθεν διάστημα εμβόλου

swing

ταλαντεύω, αιωρούμαι

swinging arm

κινητός βραχίονας


switch

διακόπτης

switch off

σβήνω (φως, ηλεκτρική συσκευή)

switch on

ανάβω (φως, ηλεκτρική συσκευή)

switchboard

ταμπλώ, πίνακας διακοπτών

switchgear

διακόπτης

swivel

στρέφω, στρέφομαι, περιστρέφω,στρεφόμενος,περιστροφικός, στροφέας, περιστροφικό μουαγιέ

swivel handle

σπαστό (στρεφόμενο) σωληνωτό κλειδί

synchonizer ring

δακτύλιος συγχρονισμού

synchro hub

μουαγιέ συγχρονιστή

synchro sleeve

μουαγιέ συγχρονιστή

synchromesh

συγχρονισμένη εμπλοκή (συγχρονιζέ) (e.g. If synchromesh components units have been worn, the gear changes will be noisy. Εάν τα εξαρτήματα των μονάδων της συγχρονισμένης εμπλοκής έχουν φθαρεί, οι αλλαγές των ταχυτήτων θα είναι θορυβώδεις)

synchromesh gear box

κιβώτιο ταχυτήτων συγχρονισμένης εμπλοκής (συγχρονιζέ)

synchronizer sleeve

δακτύλιος (σωληνοειδής) συγχρονισμού

T tachometer

ταχύμετρο, στροφόμετρο

tail lights

πίσω φώτα

tailgate

πίσω πόρτα φορτηγού


tailstock

κεντροφορέας, κουκουβάγια τόρνου

tank

δεξαμενή, ντεπόζιτο

tanker

βυτιοφόρο

tap

βρύση, κάνουλα,κρουνός,κοχλιοτομέας, κοχλιοτρύπανο, σπειροτόμος εσωτερικών σπειρωμάτων, κοπτήρας σπειρώματος,κολαούζο

tape

ταινία, κορδέλα

tape recorder

μαγνητόφωνο

taper

σμικρύνω, λεπταίνω, καταλήγω σε οξύ άκρο, κοπτήρας, κωνικός διαμορφωτήρας εκκέντρου

taper pin

κωνικός πείρος

taper -roller bearing

κωνικό ρουλεμάν

tapered

κωνικός

tapered journal

κωνικός στροφέας

tapered ring

κωνικός δακτύλιος

tapering

κωνική τόρνευση

tappet

πλήκτρο, ωστήριο, ωστηρικό,καπελότο βαλβίδας

tappet clearance

διάκενο ωστηρίων

tappet cylinder

ο κύλινδρος του καπελότου

tappet guide

οδηγός ωστηρίου

tappet piston

το πιστόνι του καπελότου, υδραυλικό ωστήριο

tare mass

απόβαρο


tarpaulin

αδιάβροχο κάλυμμα, μουσαμάς

tax

φόρος

tdc

άνω νεκρό σημείο

tear

σχίζω, σχίζομαι, σχίσιμο, δάκρυ

technical

τεχνικός (επίθετο)

technical conditions

τεχνικές συνθήκες

technical standards

τεχνικές προδιαγραφές

technician

τεχνικός, τεχνίτης (e.g. He is a car technician. Είναι τεχνικός αυτοκινήτων)

technique

τεχνική

technological

τεχνολογικός

tee-handle

λαβή σχήματος ταυ

telecommunication equipment

τηλεπικοινωνικός εξοπλισμός

telecommunications

τηλεπικοινωνίες

teleprinter

τηλέτυπο

temperature

θερμοκρασία (e.g. Extreme temperatures- freezing cold or boiling hot- can shorten the car’s battery life. Οι ακραίες θερμοκρασίες-παγωνιά ή καύσωνας- μπορεί να μειώσουν τη διάρκεια ζωής της μπαταρίας ενός αυτοκινήτου)

temperature gauge

μετρητής θερμοκρασίας, θερμόμετρο (e.g. If a car’s temperature gauge stays in the


red for some time, you shouldn’t keep on driving. Εάν ο μετρητής θερμοκρασίας του αυτοκινήτου μένει στο κόκκινο για κάποιο διάστημα, δεν πρέπει να συνεχίσεις την οδήγηση) temperature sender

διανομέας θερμοκρασίας

temperature switch

διακόπτης θερμοκρασίας

tempering

βαφή χάλυβα, ανόπτηση, σκλήρυνση, επαναφορά

template

μήτρα, πρότυπο, μοντέλο,περίγραμμα, στένσιλ, όργανο σχεδίασης τυποποιημένων σχημάτων

temporarily

προσωρινά

temporary

προσωρινός

tensile strength

αντοχή εφελκυσμού

tension

τάση, ένταση, συσπείρωση, εφελκυσμός, τέντωμα, τεζάρισμα

tensioner

εντατήρας, τεντωτήρας (e.g. A belt is kept tight by means of a tensioner. Μία ζώνη κρατείται σφιχτή μέσω ενός τεντωτήρα)

tensioner pulley

τροχαλία τεντωτήρα (e.g. If a loose belt comes off of its tensioner pulleys, all the accessories driven by the engine


will stop working and the vehicle will stop running. Εάν μία χαλαρή ζώνη φύγει από τις τροχαλίες του τεντωτήρα της, όλα τα εξαρτήματα που κινούνται από τη μηχανή θα σταματήσουν να δουλεύουν και το όχημα θα σταματήσει να κινείται) term

όρος, περίοδος, προθεσμία

terminal

ακροδέκτης, τερματικό, πόλος (e.g. Batteries have two terminals, the positive and the negative one. Οι μπαταρίες έχουν δύο ακροδέκτες, τον θετικό και τον αρνητικό).

terminal blocks

συνδετήρες καλωδίων, κλέμες

terminal box

κουτί ακροδεκτών, κουτί τερματικού

terminal equipment

τερματικός εξοπλισμός, εξοπλισμός ακροδεκτών

terminate

τερματίζω, ορίζω, καταλήγω

test box

κιβώτιο δοκιμής

test lamp

δοκιμαστική λυχνία

test meter

μετρητής δοκιμής

tester

ελεγκτής, δοκιμαστής, δοκιμαστικό κατσαβίδι

thermal

θερμικός

thermal expansion valve

θερμική βαλβίδα εκτόνωσης (e.g. The exact amount of refrigerant


that can enter the evaporator is determined by the thermal expansion valve. Η ακριβής ποσότητα ψυκτικού υγρού που μπορεί να μπει στον εξατμιστήρα καθορίζεται από τη θερμική βαλβίδα εκτόνωσης. thermal conditions

θερμικές συνθήκες

thermal growth

ανάπτυξη θερμότητας, διόγκωση λόγω αύξησης θερμοκρασίας

thermostat

θερμοστάτης

thermostat jousing

υποδοχή θερμοστάτη

thermotime switch

χρονοδιακόπτης θερμοστάτη

thickness

πάχος, πυκνότητα

thin

λεπτός, ισχνός, αραιός, λεπταίνω, αραιώνω

third gear

τρίτη ταχύτητα

third motion shaft

τρίτη ταχύτητα

thread

κοχλιοτομώ, κάνω σπείρωμα,βήμα κοχλία,σπείρωμα

thread cutter

κοχλιοτομέας, κοχλιοτρύπανο, σπειροτόμος εσωτερικών σπειρωμάτων, κοπτήρας σπειρώματος,κολαούζο

threaded part

εξάρτημα με σπείρωμα

threading

κοχλιοτόμηση

three phasing

τριφασικός


throttle

δικλείδα αερίων,πεταλούδα καρμπυρατέρ, πεταλούδα

throttle body spacer

αποστάτης κορμού πεταλούδας

throttle cable

μίζα πεταλούδας

throttle injection

πολλαπλό σύστημα ψεκασμού

throttle valve

βαλβίδα πεταλούδας, πλάκα πεταλούδας,αεριοφράκτης, εμφρακτική βαλβίδα (e.g. A throttle valve controls the quantity of petrol mixture that enters the engine cylinders and is connected to the accelerator pedal. Η εμφρακτική βαλβίδα ελέγχει την ποσότητα του μίγματος πετρελαίου που εισέρχεται στους κυλίνδρους της μηχανής και είναι συνδεδεμένη με το πεντάλι επιτάχυνσης)

through-hole

διαμπερής τρύπα

thrust

ώθηση, δυνατή πίεση

thrust ball-bearing

ρουλεμάν ώθησης

thrust collar

δακτύλιος ώθησης

thrust plate

πλάκα πίεσης

thrust rod

διωστήρας

thrust washer

ροδέλα πανήτων

tidy

τακτικός, καθαρός, κόσμιος

tie

δένω, δέσιμο, δεσμός, γραβάτα


tie-bar

ελκυστήρας

tie-rod(US)

ακρόμπαρο

tighten

σφίγγω

time consuming

χρονοβόρος

time relay (or time switch or time-lag

χρονοδιακόπτης

relay or timer) time switch(or time relay or time-lag

χρονοδιακόπτης

relay or timer) time-lag relay (or time relay or time

χρονοδιακόπτης

switch or timer) timer (or time relay or time switch or

χρονοδιακόπτης

time-lag relay) timing belt

ιμάντας εκκεντροφόρου (e.g. The camshafts are turned at a certain speed by a timing belt so the opening and closing of the valves occur at the correct time. Οι εκκεντροφόροι άξονες περιστρέφονται με συγκεκριμένη ταχύτητα από τον ιμάντα εκκεντροφόρου έτσι το άνοιγμα και το κλείσιμο των βαλβίδων συμβαίνει τη σωστή στιγμή)

timing belt tensioner

εντατήρας/τεντωτήρας ιμάντα εκκεντροφόρου (e.g. The mechanism that maintains the tension of the timing belt is


called timing belt tensioner. Ο μηχανισμός που διατηρεί την ένταση του ιμάντα εκκεντροφόρου ονομάζεται εντατήρας ιμάντα εκκεντροφόρου) timing chain tensioner

καδένα χρονισμού εκκεντροφόρου

timing gear case

κιβώτιο χρονισμού εκκεντροφόρου

timing gears

κιβώτιο γραναζιών

timing light

λυχνία χρονισμού

timing mark

σημάδι χρονισμού

timing tape

ταινία χρονισμού

tin

κασσιτερώνω, γανώνω, κασσίτερος, καλάι, τενεκές

tin snips

μεταλλοψάλιδο

tinner's rivet

πριτσίνι από κασσίτερο

tiny

μικροσκοπικός, πολύ μικρός

tip

ειδική/ιδιαίτερη πληροφορία, συμβουλή

to-and-fro

μπρος- πίσω

toe-in

σύγκλιση τροχών

toe-out

απόκλιση τροχών

toe-setting

ρύθμιση τροχών

tolerance

επιτρεπόμενη ανοχή

tongs

πυράγρα, τσιμπίδα, λαβίδα, μασιά (καμινευτή)

tool

εργαλείο/ μέσο

tool wear

φθορά, άμβλυνση κοπτικού


εργαλείου toolcharger

μηχανισμός/ εξάρτημα αυτόματης εναλλαγής εργαλείων στις CNC εργαλειομηχανές (π.χ. βραχίονας ή ρομπότ)

toolholder

συγκρατητής εργαλείου, εργαλειοδέτης

tooling system

σύστημα εργαλείων

tool-storage magazine

εργαλειοφορείο, συσκευή ή μηχανισμός αποθήκευσης εργαλείων CNC εργαλειομηχανών απ' όπου παραλαμβάνονται για την πρόσδεσή τους στη μηχανή και επαναποθηκεύονται μετά τη χρήση από το σύστημα αυτόματης εναλλαγής εργαλείων

toothed

οδοντωτός

toothed belt

οδοντωτός ιμάντας

top

κορυφή, σκέπασμα, ανώτερος, ο πάνω

top piston ring

πρώτο ελατήριο εμβόλου συμπίεσης

top speed

μέγιστη ταχύτητα

top up

γεμίζω μέχρι επάνω

torch

δαυλός,πυρσός, δάδα, φλόγιστρο, φακός

torque

ροπή στρέψης, στρέψη, τάση στροφής, δύναμη περιστροφής,


κινητήρια ροπή torque

ροπή

torque converter

μετατροπέας ροπής (e.g. The torque converter in an automatic transmission plays the role of the clutch in manual transmission. Ο μετατροπέας ροπής σε μία αυτόματη μετάδοση παίζει το ρόλο του συμπλέκτη στη μηχανική μετάδοση)

torque stabilizer torque wrench

σταθεροποιητής ροπής δυναμόκλειδο (e.g. The technician tightened the wheel nuts with a torque wrench. Ο τεχνικός έσφιξε τα παξιμάδια των τροχών με ένα δυναμόκλειδο).

torque wrench setting

ρύθμιση με δυναμόκλειδο

torsion

στρέψη, συστροφή

torsion bar springs

αντιστρεπτικές ράβδοι

torx key

κλειδί Άλλεν

total

ολικός, ολόκληρος, σύνολο

total discharge head

πίεση κατάθλιψης της αντλίας (ροή και πίεση αντλούμενου υγρού)/συνολικό μανομετρικό (τριβές από την στάθμη του υγρού ως το ψηλότερο σημείο εκροής συν την πίεση εκροής, δηλ. το σύνολο


της ενέργειας που προσδίδει η αντλία στο υγρό μετρούμενης στην είσοδο καιτην έξοδο της αντλίας) tough

ανθεκτικός, σκληρός, τραχύς

toughness

ανθεκτικότητα, σκληρότητα

tow

ρυμουλκώ

tow bar

μπάλα ρυμούλκησης, κοτσαδόρος

tower

πύργος, συσκευή σχήματος πύργου για την αποθήκευση εργαλείων ή αντικειμένων για κατεργασία σε CNC εργαλειομηχανή

towing

ρυμούλκηση

towing weight

βάρος ρυμούλκησης

toxic

τοξικός, δηλητηριώδης

trace

ίχνος, ιχνογραφώ

tracing paper

διαφανές χαρτί σχεδίασης

track

ίχνος, τροχιά, σιδηροδρομική γραμμή, απόσταση τροχών

track rod

ακρόμπαρο

track width

εύρος πέλματος ελαστικού

tracking

παρακολουθώ, εντοπίζω

tractor

τρακτέρ, γεωργικός ελκυστήρας, ερπύστρια, παρελκόμενο

traffic

κυκλοφορία οχημάτων,κυκλοφοριακό, κίνηση

traffic lights

φανάρια ρύθμισης κυκλοφορίας,


φωτεινοί σηματοδότες (e.g. When the traffic light is red, the vehicle must stop.Όταν το φανάρι είναι κόκκινο, το όχημα πρέπει να σταματήσει) traffic loading

φορτίσεις κυκλοφορίας

trailer

συρόμενο όχημα,τροχόσπιτο, ρυμούλκα

trailer hitch

κοτσαδόρος

trailing arms

υστερούντες βραχίονες, ψαλίδια

trailing link

ένωση ρυμούλκησης

train

γυμνάζω, γυμνάζομαι, εξασκώ, εξασκούμαι, εκπαιδεύω, σύρω, τρένο, σειρά, ακολουθία

train of gears

σύστημα οδοντωτών τροχών

trainee

εκπαιδευόμενος

trainer

εκπαιδευτής

training

κατάρτηση, εκπαίδευση

transfer

μεταφέρω,μεταφέρω,μεταφορά, μεταβίβαση

transfer arm

βραχίονας αλλαγής εργαλείων σε CNC εργαλειομηχανή

transfer port

κανάλι μεταφοράς από στροφαλοθάλαμο

transform

μετατρέπω, μεταβάλλω, μετασχηματίζω

transformer

μετασχηματιστής


transistor

τρανζίστορ

transistorized ignition

ηλεκτρονική ανάφλεξη

transistorized ignition system

μονάδα/σύστημα ηλεκτρονικής ανάφλεξης

translucency

διαύγεια, ημιδιαφάνεια

translucent

ημιδιαφανής (e.g. We can check fluid level of a car’s battery by looking through the translucent part of its casing. Μπορούμε να ελέγξουμε το επίπεδο υγρού μίας μπαταρίας αυτοκινήτου κοιτάζοντας από το ημιδιαφανές μέρος του καλύμματός της)

transmission

σασμάν, μετάδοση,μετάδοση κίνησης,διαβίβαση, μεταβίβαση

transmission system

σύστημα μετάδοσης κίνησης

transportation

μετακόμιση,μεταφορά

transporter

νταλίκα μεταφοράς αυτοκινήτων, οχηματοφόρο

transverse engine

εγκάρσιος κινητήρας

trap

παγίδα, παγιδεύω

trapezium

τραπέζιο

trapezoid

τραπεζοειδές

tread pattern

ίχνος, τροχιά, απόσταση τροχών

tread wear

φθορά πέλματος ελαστικών

tread wear indicator

ένδειξη φθοράς ελαστικών

treat

μεταχειρίζομαι, θεραπεύω,


περιποιούμαι, κατεργάζομαι treatment

μεταχείριση, θεραπεία, κατεργασία

triangle

τρίγωνο

triangular

τριγωνικός

trim

φινίρισμα, τελείωμα

trim cover

ταπετσαρία

trip

αποζευγνύω, αποζεύκτης, απόζευξη, ταξίδι

trip mileage indictor

δείκτης χιλιομέτρων που μηδενίζει

tripping mechanism

μηχανισμός απόζευξης

trolley jack

γρύλος με ρόδες

trouble

ταράσσω, ενοχλώ, ταλαιπωρώ, ανησυχία, ενόχληση, ταλαιπωρία, ανωμαλία, ελάττωμα

troubleshooting

ανίχνευση/διάγνωση/ εντοπισμός βλάβης

trowel

φτυαράκι, μυστρί

truck

ανοιχτό φορτηγό αυτοκίνητο, καμιόνι

trunk (US)

πορτμπαγκάζ

trunnion

στροφέας, αξονάκι περιστροφής

trustworthy

αξιόπιστος, άξιος εμπιστοσύνης

try square

ορθογωνιόμετρο, ελεγκτική γωνία

T-square

ταυ σχεδίασης

tube

σωλήνας, αεροθάλαμος τροχού, λυχνία

tube cutter

σωληνοκόπτης


tungsten

βολφραίμιο

tuning

ρύθμιση κινητήρα

tunnel

σήραγγα, υπόγειος δρόμος, τούνελ

turbine

στρόβιλος, τουρμπίνα

turbine pump

στροβιλαντλία

turbines

στροβιλοκινητήρες

turbocharger

στροβιλοσυμπιεστής, υπερτροφοδότης

turbogenerators

στροβιλογεννήτριες

turf

τύρφη

turn

στρέφω, γυρίζω, τρέπω, τορνεύω, στροφή, γύρος, βόλτα, αλλαγή

turn off

σβήνω (φως, ηλεκτρική συσκευή) (e.g. Turn off the lights. I want to sleep. Κλείσε τα φώτα. Θέλω να κοιμηθώ)

turn on

ανάβω (φως, ηλεκτρική συσκευή) (e.g. It's getting dark. Turn on the lights. Σκοτεινιάζει. Άναψε τα φώτα)

turn out

σβήνω ηλεκτρική συσκευή, καταλήγω, παρουσιάζομαι, παράγω

turn signal

φλας

turning

τόρνευση, στρέψη

turning and chucking centre

τόρνοι πολλαπλών κατεργασιών (για αντικείμενα εκ περιστροφής)

turning circle

κύκλος στροφής


turntable

περιστρεφόμενος βοηθητικός τροχός,δίσκος περιστροφής για οχήματα, περιστρεφόμενη βάση/ πλατώ

turret

πυργίσκος, τουρέλλα, περιστρεφόμενο κυκλικού σχήματος εργαλειοφορείο μηχανων ψηφιακού ελέγχου (ρεβόλβερ, μύλος)

tweezers

λαβίδα, τσιμπίδα, μπροσέλλα

twin

διπλός,δίδυμος

twin control arms

δίδυμοι βραχίονες ελέγχου ανάρτησης

twin screw pump

αντλία διπλού κοχλία

twin-jet carburettor

διπλό καρμπυρατέρ (διπλού λαιμού), εξαερωτήρας

twin-line brake

φρένο διπλής γραμμής

twist

υποβάλλω σε στρέψη, συστρέφω

twist drill

περιστροφικό τρυπάνι

two stroke engine

δίχρονος κινητήρας

two/three-wheel motor vehicles

δίκυκλα/τρίκυκλα οχήματα με κινητήρα

type

τύπος

type of material

τύπος υλικού

tyre

ελαστικό τροχού, λάστιχο αυτοκινήτου

tyre pressure gauge

μετρητής πίεσης ελαστικών


tyre pump

τρόμπα φουσκώματος ελαστικών

tyre rotation

διασταύρωση ελαστικών

U unattended factory

πλήρως αυτοματοποιημένο εργοστάσιο

unburned gas release

διαφυγή άκαυστου αερίου

under size

μικρότερου μεγέθους

underbody

μικρότερου σώματος

underinflation

υποπίεση (ελαστικών)

underline

υπογραμμίζω

understeer

υποστρέφω

undertake

αναλαμβάνω, επιχειρώ

undervoltage

τάση λιγότερη από την κανονική

unhealthy

ανθυγιεινός

uniform

στολή/ ομοιόμορφος, ομοειδής

union

ένωση/ συνδετήρας

union nut

παξιμάδι σύνδεσης

unit

μονάδα

universal coupling

σύνδεση κεντρικού άξονα μετάδοσης

universal electrical multimeter

ηλεκτρικό πολύμετρο

universal joint (U-joint)

αρθρωτός/ σπαστός σύνδεσμος, σταυρός κεντρικού άξονα μετάδοσης

universal motor

ηλεκτροκινητήρας τύπου


γιουνιβέρσαλ universal pliers

πένσα γενικής χρήσης

unladen

όχι φορτωμένο, χωρίς φορτίο,ξεφόρτωτο,καθαρό βάρος

unleadead

αμόλυβδος

unleaded gasoline

αμόλυβδη βενζίνη

unloading

ξεφόρτωμα

unscrew

ξεβιδώνω

unstable fluids

ασταθή ρευστά

unsteady

ασταθής

update

ενημερώνω, εκσυγχρονίζω

upper beam

ακρόμπαλο

upward(s)

πάνω, προς τα πάνω

urgent

επείγων, κατεπείγων

usable

χρήσιμος, χρησιμοποιήσιμος

use

χρήση

useful efficiency

ωφέλιμη απόδοση

useless

ανώφελος, άχρηστος

utilization

χρησιμοποίηση

utilize

χρησιμοποιώ, κάνω χρήση

V

V- engine

κινητήρας σχήματος V, κινητήρας με κυλίνδρους σε διάταξη V

vacancy

κενό, κενή θέση

vacuum

κενό, υποπίεση


vacuum advance

αβάνς υποπιέσεων

vacuum cleaner

ηλεκτρική σκούπα

vacuum gauge

μετρητής κενού, υποπιεσόμετρο

vacuum hose

σωλήνας υποπίεσης

vacuum pump

αντλία υποπίεσης

vacuum servo brake

μονάδα σερβόφρενου υποπίεσης

vacuum valve

βαλβίδα υποπίεσης

valance

κουρτινάκι

valuable

πολύτιμος

value

τιμή, αξία, αντίτιμο, εκτιμώ

value added tax

φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.)

valve

βαλβίδα, επιστόμιο, δικλείδα

valve ball

κεφαλή βαλβίδας

valve cap

καπάκι βαλβίδας ελαστικών

valve clearance

διάκενο βαλβίδας

valve core

βελόνα βαλβίδας

valve cover

επικάλυμα/ κάλυμμα βαλβίδας

valve cover bracket

μπρακέτο επικάλυψης βαλβίδων

valve gear

σύστημα βαλβίδας

valve grinder

βαλβιδοτρίφτης

valve grinding

τρόχισμα βαλβίδας

valve grinding tools

εργαλεία τροχίσματος βαλβίδας

valve guide

οδηγός βαλβίδας

valve housing

περίβλημα βαλβίδας

valve inner spring

εσωτερικό ελατήριο βαλβίδας

valve lap

εφαρμογή βαλβίδας


valve lifters

εργαλεία εξαγωγής και συγκράτησης βαλβίδων

valve moder

τύπος κλειστού φορτηγού

valve reed

διάφραγμα βαλβίδας

valve reseating

επανατοποθέτηση βαλβίδας

valve retainer

εργαλείο συγκράτησης βαλβίδων

valve seat

έδρα βαλβίδας

valve split cover

σφήνα βαλβίδας από δυο τεμάχια

valve spring

ελατήριο βαλβίδας

valve spring compressor

συμπιεστής ελατηρίου βαλβίδας

valve spring retainer

πιατάκι ελατηρίου βαλβίδας

valve spring seat

έδρα ελατηρίου βαλβίδας

valve stem

στέλεχος βαλβίδας

valve tappet

πλήκτρο, ωστήριο, καπελότο βαλβίδας

valve timing

χρονισμός βαλβίδας

valve tyre

καπάκι βαλβίδας ελαστικών

valve with rocker technology

βαλβίδα με ζυγό (κοκκοράκι)

valves assembly

συγκρότημα/ σύστημα βαλβίδων και πιανόλας

valve-stem seal pliers

εργαλείο/ τσιμπίδα για τα τσιμουχάκια στους οδηγούς των βαλβίδων

van

φορτηγό (μικρό) με σκεπή

vane

πτερύγιο

vane pump

αντλία με πτερύγια

vaporize

εξατμίζω,εξαερώνω, αεροποιώ,


ατμοποιώ vapour

υδρατμός, ατμός, αχνός

variable

μεταβλητός, ευμετάβλητος

variable frequency drive

μετάδοση κίνησης μεταβλητής συχνότητας/ σύστημα μετάδοσης μεταβλητής συχνότητας

variable jet

καρμπυρατέρ με έμβολο που δημιουργεί μεταβλητό λαιμό στο σημείο βεντούρι

variation

παρέκκλιση, απόκλιση, μεταβολή, παραλλαγή

variety

ποικιλία, είδος

varnish

επικαλύπτω με βερνίκι,βερνικώνω, βερνίκι, λούστρο

vary

ποικίλω, διαφέρω, αλλάζω

V-belt

τραπεζοειδής ιμάντας σχήματος V

vedge gauge

γωνιακό παχύμετρο

vee block

κομμάτι/συγκρότημα/ πλάκα εφαρμογής σχήματος V, βάση αξόνων σχήματος V

vehicle

μεταφέρω με όχημα,όχημα, φορέας

vehicle identification number (VIN)

αριθμός αναγνωρίσεως οχήματος

velocity

ταχύτητα

velvet

βελούδο, βελούδινος

vent openings

ανοίγματα εξαερισμού

vent pipe

σωλήνας εξαερισμού

ventilate

αερίζω, εξαερίζω


ventilated

αεριζόμενος

ventilation

αερισμός, εξαερισμός

ventilation unit

μονάδα εξαερισμού

vents

αεραγωγοί (e.g. A weak air flow coming from the cabin vents may be caused by a clogged air filter. Μία αδύναμη ροή αέρα που προέρχεται από τους αεραγωγούς των κουβουκλίων μπορεί να προκαλείται από ένα φρακαρισμένο φίλτρο αέρα)

venturi

χοάνη Βεντούρι,διαστενωτικός δακτύλιος (e.g. A venturi is a carburettor equipment which changes the air speed and pressure. Η χοάνη Βεντούρι είναι εξάρτημα του καρμπυρατέρ που αλλάζει ττην ταχύτητα και την πίεση του αέρα)

venturi effect

φαινόμενο Βεντούρι (e.g. When a fluid goes through a narrower part of a pipe, its pressure is reduced and its velocity is increased. This is called venturi effect. Όταν ένα υγρό περνά από ένα στενότερο μέρος ενός σωλήνα, η πίεσή του μειώνεται και η


ταχύτητά του αυξάνεται. Αυτό λέγεται φαινόμενο Βεντούρι) venturi tube (or venturi or choke

(e.g. A venturi tube is a

tube)

carburettor equipment which changes the air speed and pressure. Η χοάνη Βεντούρι είναι εξάρτημα του καρμπυρατέρ που αλλάζει ττην ταχύτητα και την πίεση του αέρα)

vernier caliper

παχύμετρο βερνιέρου, βερνιέρος(e.g. A vernier caliper offers more measurement digits than a simple ruler. Ένας βερνιέρος προσφέρει πιο πολλά ψηφία μέτρησης από ένα απλό χάρακα)

versatile

εύστροφος, με πολλές ιδιότητες, ευπροσάρμοστος

vertex

ζενίθ, κορυφή, κατακόρυφο σημείο

vertical

κατακόρυφος, κάθετος

vessel

αγγείο, σκάφος

via

μέσω, διαμέσω

vibrate

κραδαίνω, δονώ, δονούμαι, πάλλω, πάλλομαι

vibration

κραδασμός, ταλάντωση, δόνηση

vibration damper

αποσβεστήρας κραδασμών, κινητό διάφραγμα απόσβεσης κραδασμών/


ήχου (e.g. The vibrations produced by the moving parts of the engine is reduced by means of a device called vibration damper. Οι κραδασμοί που παράγονται από τα κινούμενα μέρη της μηχανής μειώνονται μέσω μίας συσκευής που ονομάζεται αποσβεστήρας κραδασμών) vibration free

αντικραδασμικός

vice

σφιγκτήρας εφαρμοστού, μέγγενη

vin plate

πλάκα αριθμού VIN (αριθμός αναγνωρίσεως οχήματος)

viscous

ιξώδης, γλοιώδες, κολλώδες, παχύρευστος (e.g. Viscous oils have a better performance at high temperatures as they thin out when they heat up. Τα παχύρευστα λάδια έχουν καλύτερη απόδοση σε υψηλές θερμοκρασίες καθώς αραιώνουν όταν ζεσταθούν)

vise

σφιγκτήρας εφαρμοστού,μέγγενη

visibility

(e.g. Due to the fog, my visibility has been reduced. Λόγω της ομίχλης, η ορατότητά μου έχει μειωθεί)

visible

ορατός


vision

όραση, οπτικό πεδίο

visor

αλεξήλιο

visual

οπτικός, ορατός

vocational

επαγγελματικός(e.g. He has a certificate of a Technical and Vocational School. Έχει απολυτήριο από Τεχνικό και Επαγγελματικό Σχολείο)

voltage

τάση ηλεκτρικού ρεύματος, διαφορά δυναμικού, βολτάζ

voltage rating

ονομαστική τάση

voltage regulator

ρυθμιστής τάσης ηλεκτρικού ρεύματος

voltmeter

βολτόμετρο

volume

όγκος, τόμος

volume output level

επίπεδο έντασης (ήχου)

volute

διαχυτήρας, διασκορπιστήρας

vortex

δίνη

W wallet

πορτοφόλι, σακίδιο (e.g. Don't forget your wallet at home. Μην ξεχάσεις το πορτοφόλι σου στο σπίτι)

wall-mounted crane

γερανός επί τοίχου/ στερεωμένος σε τοίχο

wankel engine

περιστροφικός κινητήρας


warm-up

προθέρμανση

warm-up valve

βαλβίδα προθέρμανσης

warn

προειδοποιώ

warning

προειδοποίηση

warning light

προειδοποιητικός λαμπτήρας

warning signal

προειδοποιητικό σήμα

warning triangle

προειδοποιητικό τρίγωνο(e.g. If your car breaks down on a road, you have to move it away from the traffic and set up your warning triangle. Εάν το αυτοκίνητό σου χαλάσει στο δρόμο, πρέπει να το μετακινήσεις μακριά από την κυκλοφορία και να τοποθετήσεις το προειδοποιητικό σου τρίγωνο).

warp

σκεβρώνω, στραβώνω

wash tab

σκάφη (για πλύσιμο)

washdown

απόπλυση, καθαρισμός

washdown system

σύστημα καθαρισμού με νερό υπό πίεση

washer

ροδέλλα, παράκυκλος, παρέμβασμα

washer jet

ψεκαστήρας πλυσίματος(e.g. Washer jets are expected to spray on the windscreen, not on the roof or the bonnet. Οι ψεκαστήρες πλυσίματος αναμένεται


να ψεκάζουν επάνω στο παρμπρίζ, όχι στην οροφή ή στο καπό) washing machine

πλυντήριο ρούχων(e.g. Our clothes are very dirty. We have to put them into the washing machine. Τα ρούχα μας είναι πολύ βρώμικα. Πρέπει να τα βάλουμε στο πλυντήριο ρούχων)

waste

σπαταλώ, καταναλώνω άσκοπα, φθείρω, σπατάλη,απορρίματα, απόβλητα, απώλεια,απόβλητος, άχρηστος

waste products

απόβλητα, απορρίματα

wastegate

πόρτα διαφυγής

water cooled

υδρόψυκτο (e.g. In water cooled cars there is a coolant pump whose function is to pump the water used to cool the engine. Στα υδρόψυκτα αυτοκίνητα υπάρχει μια αντλία ψυκτικού της οποίας η λειτουργία είναι να αντλεί το νερό που χρησιμοποιείται για να ψύξει τη μηχανή)

water hammer (or hydraulic shock)

υδραυλική βλάβη, υδραυλικό πλήγμα (βλάβη οφειλόμενη στην αδράνεια που προκαλείται στις αντλίες από ξαφνικό π.χ. φράξιμο


κάποιας βαλβίδας ή απότομο σταμάτημα της λειτουργίας του κινητήρα και που μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα αποσυναρμολόγηση των σωληνώσεων του συστήματος ή και σπάσιμο του κελύφους της αντλίας) water heater

θερμοσίφωνας, θερμαντήρας νερού

water jacket

αδιάβροχος μανδύας

water pump

αντλία νερού

water pump pliers

γκαζοτανάλια

water pump pulley

τροχαλία αντλίας νερού

water temperature gauge

θερμόμετρο νερού

water temperature meter

μετρητής θερμοκρασίας νερού

water-cooled engine

υδρόψυκτη μηχανή (e.g. The majority of cars have watercooled engines whose main advantage is that they reduce mechanical noise. Η πλειονότητα των αυτοκινήτων έχουν υδρόψυκτες μηχανές των οποίων βασικό πλεονέκτημα είναι ότι μειώνουν το μηχανικό θόρυβο)

water-cooled pump

υδρολίπαντη αντλία

water-tight

υδατοστεγής

wax

κερί (e.g. Car shampoos usually contain wax which offer


protection and a shiny finish to a car. Τα σαμπουάν για αυτοκίνητα συνήθως περιέχουν κερί τα οποίο προσφέρει προστασία και λαμπερό φινίρισμα σε ένα αυτοκίνητο) weak

αδύναμος, ασθενικός

wear

φθορά, φθείρομαι, ντύνω

weatherstripping

στεγανοποίηση, λάστιχο/ελαστικό στεγανοποίησης (e.g. If a vehicle’s weatherstripping is defective, this can cause-among other things- increase of noise, rust, premature failure of the paint, exposure to weather conditions and incomplete chemical and ultraviolet resistance. Εάν η στεγανοποίηση ενός οχήματος είναι ελαττωματική, αυτό μπορεί να προκαλέσει-ανάμεσα σε άλλααύξηση του θορύβου, σκουριά, πρόωρη φθορά της μπογιάς, έκθεση στις καιρικές συνθήκες και ελλιπή χημική και υπεριώδη αντοχή)

wedge

σφήνα

weight

βάρος

weld

συγκολλώ μέταλλα


welder

συγκολλητής μετάλλων

welding

σκληρή συγκόλληση

welding machine

ηλεκτρική μηχανή συγκολλήσεως μετάλλων (ηλεκτροκολλήσεων) (e.g. It is difficult to set a welding machine properly-only professional welders are able to do it. Είναι δύσκολο να συνδέσεις μία ηλεκτρική μηχανή ηλεκτροκολλήσεων σωστά-μόνο επαγγελματίες συγκολλητές μετάλλων μπορούν να το κάνουν)

welging transformer

μετασχηματιστής συγκόλλησης

well

πηγάδι, φρεάτιο, φρέαρ, πηγή,δεξαμενή, χαβούζα

west

δύση,δυτικός(e.g. The sun sets in the west. Ο ήλιος δύει στη δύση)

wet

μουσκεύω, υγρός, βρεγμένος

wheel

τροχός

wheel alignment

ζυγοστάθμιση/ευθυγράμμιση τροχών(e.g. If wheel alignment is not right, it may cause tyre wear. Εάν η ευθυγράμμιση των τροχών δεν είναι σωστή, μπορεί να προκαλέσει φθορά των λάστιχων)

wheel balance

ζυγοστάθμιση τροχών

wheel base

βάση τροχών (e.g. A wheel base is


the distance between the centre of the front wheel to the centre of the rear wheel. The longer the wheelbase, the smoother the driving. Η βάση τροχών είναι η απόσταση μεταξύ του κέντρου του μπροστινού τροχού και του κέντρου του πίσω τροχού. Όσο μεγαλύτερη είναι η βάση τροχών, τόσο ομαλότερη είναι η οδήγηση) wheel cylinder

κύλινδρος/ έμβολο φρένων(e.g. The role of a wheel cylinder is to apply force on the brake shoes which in turn contact the drum and stop the vehicle with friction. Ο ρόλος ενός κυλίνδρου φρένων είναι να εφαρμόζει δύναμη στα τακάκια των φρένων τα οποία με τη σειρά τους έρχονται σε επαφή με το ταμπούρο και σταματούν το όχημα με τριβή)

wheel hub

πλήμνη, μουαγιέ, άξονας τροχού (A wheel hub supports the wheel and the tire in a vehicle. Ο άξονας τροχού στηρίζει τον τροχό και το λάστιχο σε ένα οχήμα)

wheel lock-up

κλείδωμα τροχού (e.g. A wheel


lock- up happens when hard and steady pressure is applied on the brakes and the car does not have ABS(Anti-lock Breaking System). Κλείδωμα τροχού μπορεί να συμβεί όταν πολύ και σταθερή πίεση εφαρμόζεται στα φρένα και το αυτοκίνητο δεν έχει ABS (σύστημα αντιμπλοκαρίσματος φρένων) wheel rim

ζάντα τροχού (e.g. If the wheel rim has been damaged, vibration is caused and the wheel cannot hold pressure. Εάν έχει καταστραφεί η ζάντα του τροχού, προκαλείται δόνηση και ο τροχός δεν μπορεί να κρατήσει πίεση.)

wheel slip

γλίστρημα τροχών(e.g. Wheel slip can be prevented with electronic traction control found in modern cars. Το γλίστρημα τροχών μπορεί να αποφευχθεί με τον ηλεκτρονικό έλεγχο κρατήματος που συναντάται στα σύγχρονα αυτοκίνητα)

wheel tread (US)

ίχνος, τροχιά, απόσταση τροχών

wheel-locking hubs

ασφαλιζόμενες πλήμνες τροχών (e.g. Wheel-locking hubs are used to engage or disengage the front


wheels from the front axle. Οι ασφαλιζόμενες πλήμνες τροχών χρησιμοποιούνται να δεσμεύσουν ή να απελευθερώσουν τους μπροστινούς τροχούς από τον μπροστινό άξονα) wicket gate

θυρίδα διόδου

width

εύρος,πλάτος

winch

βίντσι, βαρούλκο

wind

τυλίγω, περιελίσσω

winding

περιέλιξη

winding drum

τύμπανο περιέλιξης, περιτυλίγματος

window crank mechanism

μηχανισμός ανοίγματος παραθύρων (e.g. If you try to roll down the window and the glass does not move, this means that the window crank mechanism has been damaged. It is better to replace the whole assembly instead of trying to fix it because it is a difficult process. Εάν προσπαθήσεις να κυλήσεις το παράθυρο προς τα κάτω και το τζάμι δεν κινείται, αυτό σημαίνει ότι ο μηχανισμός ανοίγματος παραθύρων έχει χαλάσει. Είναι


καλύτερο να αντικαταστήσεις ολόκληρη τη συναρμολόγηση αντί να προσπαθήσεις να τη φτιάξεις διότι είναι δύσκολη διαδικασία) window pane

τζάμι παραθύρου (e.g. Thousands of grasshoppers were battering their bodies against his car’s window panes. Χιλιάδες ακρίδες χτυπούσαν τα κορμιά τους επάνω στα τζάμια των παραθύρων του αυτοκινήτου του)

window regulator

γρύλος παράθυρου (e.g. A window regulator is a component that makes it possible to raise and lower the window glass of a car and can be manual or automated. Ο γρύλος παράθυρου είναι ένα εξάρτημα που καθιστά δυνατό το ανέβασμα και το κατέβασμα του τζαμιού ενός αυτοκινήτου και μπορεί να είναι χειροκίνητο ή αυτόματο)

windscreen(or windshield)

ανεμοθώρακας αυτοκινήτου, παρμπρίζ (e.g. When she went out, she saw that the windscreen of her car was fully covered with snow. Όταν βγήκε έξω, είδε ότι το


παρμπρίζ του αυτοκινήτου της ήταν εντελώς καλυμμένο με χιόνι) windscreen washer

πλύστης παρμπρίζ, εκτοξευτήρας ύδατος (e.g. A windscreen washer is a nozzle on the car bonnet which injects water on the windscreen electrically in order to help clean it. Ένας εκτοξευτήρας ύδατος είναι ένα ακροφύσιο στο καπό του αυτοκινήτου το οποίο εγχύνει νερό στο παρμπρίζ ηλεκτρονικά για να βοηθήσει στον καθαρισμό του)

windscreen wiper

υαλοκαθαριστήρας (e.g. Make sure that the windscreen is wet before operate the windscreen wipers to clear it. Βεβαιώσου ότι το παρμπρίζ είναι υγρό πριν θέσεις σε λειτουργία τους υαλοκαθαριστήρες για να το καθαρίσεις)

windshield (US) (or windscreen)

ανεμοθώρακας αυτοκινήτου, παρμπρίζ (e.g. When she went out, she saw that the windshield of her car was fully covered with snow. Όταν βγήκε έξω, είδε ότι το παρμπρίζ του αυτοκινήτου της ήταν


εντελώς καλυμμένο με χιόνι) windshield wiper system

σύστημα υαλοκαθαριστήρων παρμπρίζ (e.g. It is going to rain tomorrow. You should check whether your car’s windshield wiper system works properly. Πρόκειται να βρέξει αύριο.Πρέπει να ελέγξεις εάν το σύστημα υαλοκαθαριστήρων παρμπρίζ του αυτοκινήτου σου δουλεύει σωστά)

wing mirror

εξωτερικός καθρέφτης (e.g. Travolta leaned down and combed his hair looking at the wing mirror. O τραβόλτα έσκυψε και χτένισε τα μαλλιά του κοιτάζοντας τον εξωτερικό καθρέφτη)

wing nut (or butterfly nut)

πεταλούδα (e.g. A wing nut is a nut that resembles a wing and is used in applications that require frequent tightness or looseness of an assembly. Μια πεταλούδα είναι ένα παξιμάδι που μοιάζει με φτερούγα και χρησιμοποιείται σε εφαρμογές που απαιτείται συχνό σφίξιμο ή χαλάρωμα μίας συναρμολόγησης)

wiper

καθαριστήρας (e.g. The role of


wipers is to clean the car’s windscreen and remove all debris,water and snow and offer the driver a clear, unobstructed view of the road ahead. Ο ρόλος των καθαριστήρων είναι να καθαρίζουν το παρμπρίζ του αυτοκινήτου και να απομακρύνουν όλα τα θραύσματα,το νερό και το χιόνι και να προσφέρει στον οδηγό μία καθαρή, χωρίς εμπόδια θέα του δρόμου μπροστά τους) wiper blade

λεπίδα καθαριστήρα (e.g. Wiper blades must be regularly cleaned and the blade’s rubber must be carefully checked for any damage. Οι λεπίδες των καθαριστήρων πρέπει να καθαρίζονται τακτικά και το λάστιχο της λεπίδας πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά για τυχόν φθορά)

wiper motor

μοτέρ καθαριστήρα (e.g. A wiper motor is the mechanism which provide the power the wipers need to move back and forth on the car windscreen. Το μοτέρ


καθαριστήρα είναι ο μηχανισμός που δίνει τη δύναμη που χρειάζονται οι καθαριστήρες για να κινηθούν μπρος-πίσω στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου) wire

καλώδιο, σύρμα, χορδή (e.g. There are many different wires in a car which have many different functions like distributing power from the battery to other parts of the car and transmitting signals from switches to sensors. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά καλώδια σε ένα αυτοκίνητο που έχουν πολλές διαφορετικές λειτουργίες όπως την κατανομή ενέργειας από την μπαταρία σε άλλα μέρη του αυτοκινήτου και την μετάδοση σημάτων από διακόπτες σε αισθητήρες)

wire brush

σχηματόβουρτσα (e.g. He bought a wire brush to remove the rust and dirt from the surface of his old car. Αγόρασε μία σχηματόβουρτσα για να απομακρύνει τη σκουριά και τη βρωμιά από την επιφάνεια του


παλιού του αυτοκινήτου) wire gauge

μετρητής καλωδίου (e.g. A wire gauge measures the diameter of a wire. Ένας μετρητής καλωδίου μετράει τη διάμετρο ενός καλωδίου)

wire rope

συρματόσκοινο (e.g. Wire ropes are made from steel or iron and are widely used in cars, elevators, cranes, bridges etc. Τα συρματόσκοινα φτιάχνονται από ατσάλι η σίδηρο και χρησιμοποιούνται ευρέως στα αυτοκίνητα, ανελκυστήρες, γερανούς, γέφυρες κλπ.)

wire stripper

απογυμνωτής ("γδάρτης") καλωδίων (e.g. A wire stripper is a tool used to cut the protective insulation off an electrical wire. Ο απογυμνωτής καλωδίων είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για να κόβει την προστατευτική μόνωση από ένα ηλεκτρικό καλώδιο)

wiring

καλωδίωση (e.g. Faulty wiring was the cause of the big fire at the building yesterday. Η λανθασμένη


καλωδίωση ήταν η αιτία της μεγάλης φωτιάς στο κτίριο χθες) wiring diagram

διάγραμμα ηλεκτρικής συνδεσμολογίας (e.g. Is there a wiring diagram in the manual? It would be extremely helpful. Υπάρχει κανένα διάγραμμα ηλεκτρικής συνδεσμολογίας στο εγχειρίδιο; Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο)

wiring plug

πρίζα καλωδίωσης (e.g. He disconnected the wiring plug and pulled the rubber cover from the back of the bulb. Αποσύνδεσε την πρίζα καλωδίωσης και τράβηξε το λαστιχένιο κάλυμμα από το πίσω μέρος του λαμπτήρα)

wooden

ξύλινος (e.g. Did you know that there were wooden cars before fiberglass and carbon-reinforced plastic were introduced in order to build light cars? Γνώριζες ότι υπήρχαν ξύλινα αυτοκίνητα πριν εισαχθούν το φάιμπεργκλαςυαλόνημα και το πλαστικό ενισχυμένο με άνθρακα για να φτιαχτούν ελαφρά αυτοκίνητα;)


work permit

άδεια εργασίας (e.g. He works as a car mechanic but doesn’t have a work permit. Εργάζεται ως μηχανικός αυτοκινήτων αλλά δεν έχει άδεια εργασίας)

workholding device

2. συσκευή συγκράτησης/ πρόσδεσης στην τράπεζα εργαλειομηχανής ή σε παλέτα των προς κατεργασία αντικειμένων 3.

workpiece

κομμάτι για κατεργασία (e.g. A workpiece is a metal or other material object which is worked with a tool or a machine. Ένα κομμάτι για κατεργασία είναι ένα μεταλλικό ή άλλου υλικού αντικείμενο που δουλεύεται με ένα εργαλείο ή μία μηχανή)

workshop

συνεργείο, εργαστήριο (e.g. He is thinking of opening his own car workshop when he finishes school. Σκέφτεται να ανοίξει το δικό του συνεργείο αυτοκινήτων όταν τελειώσει το σχολείο)

worm

σπείρωμα, ατέρμονας κοχλίας (e.g. A worm is an essential equipment in all types of steering systems.


Ο ατέρμονας κοχλίας είναι βασικό εξάρτημα σε όλα τα είδη συστημάτων οδήγησης) worm and nut steering system (or

σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα

recirculating ball and nut steering

κοχλία (e.g. The worm and nut

system)

steering system is used much more in pitman arm systems than the other steering systems because it has less free play and slack than the other systems. Το σύστημα διεύθυνσης με ατέρμονα κοχλία χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο στα συστήματα βραχίονα από τα άλλα συστήματα διεύθυνσης διότι κάνει λιγότερες ελεύθερες κινήσεις και λασκάρει λιγότερο από τα άλλα συστήματα.)

worm and roller steering system

σύστημα οδήγησης τύπου ατέρμονα και ράουλου (τροχίσκου) (e.g. In worm and roller steering system the worm gear’s shape must be wider at the ends or else the roller may disengage from it. Στο σύστημα οδήγησης τύπου ατέρμονα και ράουλου το σχήμα του μηχανισμού του ατέρμονα κοχλία πρέπει να είναι πλατύτερο στις


άκρες του αλλιώς το ράουλο μπορεί να αποσυνδεθεί από αυτόν) worn (out)

τριμμένος, αμβλυμένος, φθαρμένος(e.g. The tyres of his car are worn out. He has to replace them. Τα λάστιχα του αυτοκινήτου του είναι φθαρμένα. Πρέπει να τα αντικαταστήσει)

wrench (US)

κλειδί (εργασίας), γαλλικό κλειδί, μοχλός περιστροφής, κλειδί για βίδεςκολλινσκλειδί με ρυθμιζόμενες σιαγόνες,torque wrench, spanner (e.g. Removing a rusty bolt depends on choosing the suitable size wrench you will choose for the job or else you won't be able to do it. To να απομακρύνεις ένα σκουριασμένο μπουλόνι,εξαρτάται από το κατάλληλο μέγεθος κλειδιού που θα επιλέξεις για την εργασία αυτή αλλιώς δεν θα μπορέσεις να το κάνεις)

wrist pin (or gudgeon pin)

άξονας ποδός διωστήρα, πείρος εμβόλου (e.g. Wrist pins help the conversion of the reciprocating motion of the piston into the


rotary motion of the crankshaft.Οι πείροι εμβόλου βοηθούν την μετατροπή της παλινδρομικής κίνησης του εμβόλου σε περιστροφική κίνηση του στροφαλοφόρου) wrought iron

σφυρήλατος σίδηρος,κατεργασμένος σίδηρος (e.g. Wrought iron is similar to steel but it is not corroded so easily and is used in multiple constructions like making car doors. Ο κατεργασμένος σίδηρος είναι παρόμοιος με το ατσάλι αλλά δεν διαβρώνεται τόσο εύκολα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλαπλές κατασκευές όπως στην κατασκευή πορτών αυτοκινήτου)

Z zero

μηδέν, μηδενικός (e.g. Catalytic converters produce zero gas emissions in the atmosphere.Οι καταλυτικοί μετατροπείς παράγουν μηδενικές εκπομπές στην ατμόσφαιρα)

zinc

ψευδάργυρος, τσίγκος, λαμαρίνα που


περιέχει ή είναι επικαλυμμένη με ψευδάργυρο.(e.g. Zinc can be used as an anti-corrosion and anti-rust factor in vehicles. Ο ψευδάργυρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράγοντας προστασίας από τη διάβρωση και τη σκουριά στα οχήματα)


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.