Αναδρομή στην Ιστορία της Μακεδονίας - Β'

Page 1

Αλέκοσ Ν. Αγγελίδησ

ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΢ΣΗΝ Ι΢ΣΟΡΙΑ ΣΗ΢ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ΢

ΣΟΜΟ΢ Β’

1


Αλέκοσ Ν. Αγγελίδησ

ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΢ΣΗΝ Ι΢ΣΟΡΙΑ ΣΗ΢ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ΢

ΣΟΜΟ΢ Β’ ΑΠΟ ΣΗΝ ΠΤΔΝΑ ΢ΣΟ ΚΙΣΡΟ΢ ΕΚΔΟ΢ΕΙ΢ ΜΑΣΙ, 1992 ΠΑΡΜΕΝΙΨΝΟ΢ 2 60100 ΚΣΕΡάΝΗ ΣΗΛ. (0351) 31275 GREECE

2


ςτη μνόμη του ΢τϋφανου Παπαδϐπουλου

3


ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ Β’ ΣΟΜΟΤ Ειςαγωγή ΢Σ’ ΝΕΟΣΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟ΢ Κεφ. 20. Απελευθϋρωςη του Κύτρουσ απ’ τον τουρκικϐ ζυγϐ Κεφ. 21. Οι Πρϐςφυγεσ Κεφ. 22. Κατοχό και Αντϊρτικο Κεφ. 23. Οι Γερμανού φεϑγουν – Κϊθοδοσ του ΕΛΑ΢ Κεφ. 24. Προςφορϊ του Κύτρουσ ςτουσ Εθνικοϑσ Αγώνεσ Ζ” ΢ΤΓΦΡΟΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ΢ Κεφ. 25. Υρϐνημα και προϋλευςη των ςημερινών κατούκων Κεφ. 26. Σο Κύτροσ ςόμερα Α’ Θϋςη – Ϊκταςη Β’ Διούκηςη Γ’ Παραγωγό – Οικονομύα Κεφ. 27. ΢χολεύα – Πνευματικό Κύνηςη Κεφ. 28. Μετανϊςτευςη Η’ ΕΠΙΣΟΠΙΕ΢ ΑΝΑΖΗΣΗ΢ΕΙ΢ ΚΑΙ ΕΡΕΤΝΕ΢ Κεφ. 29. Ερευνώντασ τα Βιβλύα τησ Εκκληςύασ Κεφ. 30. Αναζητώντασ την Ιςτορύα ςτα Ερεύπια Κεφ. 31. Σϑμβοι Κεφ. 32. Σο κονϊκι του Κύτρουσ Κεφ. 33. Σο Λιμϊνι του Κύτρουσ Κεφ. 34. Οι Αλυκϋσ του Κύτρουσ Κεφ. 35. Σοπωνϑμια Παρϊρτημα Φϊρτεσ Βιβλιογραφύα Αλφαβητικϐ Ευρετόριο

4


Ε Ι ΢ Α Γ Ψ Γ Η Β’ Σ Ο Μ Ο Τ Ο δεϑτεροσ τϐμοσ, ςυμπληρώνοντασ τη μακραύωνη ιςτορικό πορεύα ςτη ζωό τησ Πϑδνασ και του Κύτρουσ, αναφϋρεται ςε νεϐτερεσ εποχϋσ και ςε πρϐςφατα κατϊ το πλεύςτο γεγονϐτα. Γι’ αυτϐ κι ϋνα μεγϊλο μϋροσ τησ αφόγηςησ των διαδραματιςθϋντων κατϊ την περύοδο αυτό ςτηρύζεται ςε προςωπικϋσ μαρτυρύεσ και λεγϐμενα επιζϐντων κατούκων του χωριοϑ. Πολλϊ απ’ τα γεγονϐτα τησ τελευταύασ περιϐδου ϋζηςε απϐ κοντϊ και ο γρϊφων και ςε αρκετϊ πόρε μϋροσ και ο ύδιοσ. Για το λϐγο αυτϐ και οριςμϋνα κεφϊλαια του παρϐντα τϐμου ϋχουν τη χροιϊ του οδοιπορικοϑ και τον τϐνο του χρονικοϑ. Παρϊ τα κϊποια μειονεκτόματα που περικλεύει η μϋθοδοσ αυτό τησ ϋρευνασ και του ςυμπερϊςματοσ, η προςωπικό μαρτυρύα δύνει οπωςδόποτε ιδιαύτερη βαρϑτητα ςτην πραγματικϐτητα των αφηγόςεων και ςτην αντικειμενικϐτητα των γεγονϐτων. Η εξαςφαλιςμϋνη δε αμεροληψύα του μϊρτυρα αυξϊνει το ενδιαφϋρον του αναγνώςτη και εδραιώνει τη ςιγουριϊ του ερευνητό. Για την εξαςφϊλιςη αυτόσ τησ ςιγουριϊσ, ςυγκεντρώςαμε ςτοιχεύα απϐ διαφορετικϋσ και κατϊ το δυνατϐ αντύθετεσ πηγϋσ και διαςταυρώςαμε ϐςο γινϐταν περιςςϐτερεσ πληροφορύεσ. ΢ε πολλϋσ δε περιπτώςεισ, παραθϋςαμε αυτοϑςιεσ διαφορετικϋσ πϊνω ςτο ύδιο θϋμα μαρτυρύεσ, δύνοντασ ϋτςι ςτον αναγνώςτη τη δυνατϐτητα να δει τα γεγονϐτα απϐ διαφορετικϋσ ςκοπιϋσ, να ςυγκρύνει και να κρύνει ο ύδιοσ για την αλόθεια και την ακρύβεια των ιςτοροϑμενων. Παρϊλληλα, αποφϑγαμε την ευρϑτερη και βαθϑτερη ϋρευνα των ςυμβϊντων ςτισ τελευταύεσ δεκαετύεσ, λϐγω του πολϑ πρϐςφατου των γεγονϐτων και περιοριςτόκαμε μϐνο ςτη ςυγκϋντρωςη πληροφοριών και ςτην παρϊθεςη ςτοιχεύων, τα οπούα πιςτεϑουμε πωσ διαςωζϐμενα θα βοηθόςουν πϊρα πολϑ ςτο ϋργο του μϋλλοντα ερευνητό. Σο ογκώδεσ αρχεύο των μαρτυριών και των απϐψεων που προϋκυψε απ’ τισ αφηγόςεισ και τα λεγϐμενα των επιζώντων ςόμερα Κιτριωτών και ϊλλων αυτοπτών μαρτϑρων, δημοςιευϐμενο ςε κατϊλληλο χρϐνο ό και ανϋκδοτο ακϐμα, θα αποτελϋςει πλοϑςια πηγό πληροφοριών για τισ επερχϐμενεσ γενεϋσ, ς’ ϐτι αφορϊ τη ζωό του Κύτρουσ κϊποιασ εποχόσ. Με την πεπούθηςη, ϐτι με την ϋρευνϊ μασ αυτό ςυμβϊλλουμε θετικϊ ςτην αναςυγκρϐτηςη και ςτη ςωςτό απεικϐνιςη τησ ιςτορικόσ πραγματικϐτητασ μιασ και κατϊ τη ςϑγχρονη εποχό ζωτικόσ ελληνικόσ περιοχόσ, προχωροϑμε με την αντικειμενικϐτητα που επιβϊλλεται ςτο ξεδύπλωμα μιασ ακϐμα πτυχόσ τησ πολϑ ενδιαφϋρουςασ αλλϊ ϊγνωςτησ ακϐμα ςτισ λεπτομϋρειϋσ τησ ιςτορύασ του Μακεδονικοϑ χώρου.

5


Πριν κλεύςουμε τη λιγϐλογη αυτό ειςαγωγό, θα θϋλαμε μϋςα απϐ τοϑτεσ τισ γραμμϋσ να εκφρϊςουμε τισ ευχαριςτύεσ μασ ςτη μερύδα εκεύνη των υπηρεςιών και ς’ ϐλουσ τουσ επώνυμουσ και ανώνυμουσ οργανιςμοϑσ και ιδιώτεσ, που με τισ πληροφορύεσ τουσ, το φωτογραφικϐ τουσ υλικϐ και τα διϊφορα ςτοιχεύα που μασ ϋδωςαν, ςυνϋβαλαν ςτην πραγμϊτωςη του ϋργου μασ. Σαυτϐχρονα, ϐμωσ, εύμαςτε υποχρεωμϋνοι να κϊνουμε μνεύα και τησ πικρύασ που δοκιμϊςαμε απϐ οριςμϋνεσ δημϐςιεσ ιδιαύτερα υπηρεςύεσ, που με την αδιαφορύα τουσ, με την ϊρνηςό τουσ ό και με την παντελό ϋλλειψη βαςικών και ουςιωδών γι’ αυτϋσ τισ ύδιεσ ςτοιχεύων, ϋκαμαν την προςπϊθειϊ μασ δυςκολϐτερη και πιο επύπονη και το αποτϋλεςμϊ τησ ωσ ϋνα βαθμϐ ελλειμματικϐ. Αλϋκοσ Αγγελύδησ

6


΢τ’ ΝΕΟΣΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟ΢

7


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΑΠΕΛΕΤΘΕΡΩ΢Η ΣΟΤ ΚΙΣΡΟΤ΢ ΑΠ’ ΣΟΝ ΣΟΤΡΚΙΚΟ ΖΤΓΟ 16 Οκτωβρίου 1912 Ο χώροσ τησ Μακεδονύασ, ακϐμα και ο πιο ευρϑσ ςτη μακραύωνη ιςτορύα του, δεν απϋκλινε ποτϋ τελεύωσ απ’ την επύδραςη τησ ελληνικόσ επιρροόσ, ο δε ςτενϐτεροσ, ουδϋποτε ϋχαςε την ελληνικό του ςυνεύδηςη, ακϐμα και ςτισ πιο ςκοτεινϋσ εποχϋσ καθϐδου και επιβολόσ ξϋνων επιδρομϋων και κατακτητών. ΢τα τελευταύα χρϐνια τησ τουρκοκρατύασ, το οθωμανικϐ ςτοιχεύο, που, απϐ το 1354 ϊρχιςε να διειςδϑει και να απλώνεται ςτη Βαλκανικό, αποτελοϑςε μϐνο το ϋνα ϋκτο του πληθυςμοϑ τησ. Γι’ αυτϐ και η Πϑλη, εκτιμώντασ την αδϑνατη αριθμητικό τησ παρουςύα ςτο χώρο αυτϐ και διαιςθανϐμενη το ϋντονο πνεϑμα τησ ελευθερύασ και τησ επιθυμύασ αποτύναξησ του τουρκικοϑ ζυγοϑ, που επικρατοϑςε ς’ ϐλουσ τουσ ραγιϊδεσ κϊθε εθνϐτητασ και προςπαθώντασ να ενιςχϑςει περιςςϐτερο τη θϋςη τησ και να παρατεύνει την κυριαρχύα τησ ςτη χερςϐνηςο του Αύμου, επιδύωξε να εφαρμϐςει την τακτικό του “διαύρει και βαςύλευε” ανϊμεςα ςτισ διϊφορεσ μειονϐτητεσ –που ςτην ουςύα όταν και η πλειονϐτητα- οι οπούεσ κατοικοϑςαν ςτον ευαύςθητο αυτϐ χώρο τησ Βαλκανικόσ. ΢το πρϐγραμμϊ τησ αυτϐ, η Σουρκύα επωφελόθηκε καταςτϊςεισ και εκμεταλλεϑτηκε προθϋςεισ και διαθϋςεισ των μεγϊλων Δυνϊμεων. Σην τακτικό αυτό καθιϋρωςε εμφανϋςτερα ο ςουλτϊνοσ Αβδοϑλ Αζύζ (18611876) και ςυνϋχιςαν και οι διϊδοχού του. Ο Αβδοϑλ Αζύζ, ςτην εποχό του οπούου παρατηροϑνται εντονϐτερεσ εθνικιςτικϋσ τϊςεισ τησ βουλγαρικόσ μειονϐτητασ, για να διαιρϋςει περιςςϐτερο τουσ πληθυςμοϑσ, υπογρϊφει ςτισ 22 Μαρτύου 1870 φιρμϊνι, με το οπούο ιδρϑεται η βουλγαρικό Εξαρχύα, η οπούα πλαιςιώνεται αμϋςωσ απϐ αρκετϋσ μητροπϐλεισ βουλγαρϐφωνων κυρύωσ περιοχών. Με τον τρϐπο αυτϐ, χτυπϊ τη θρηςκευτικό ςυνοχό των υπϐδουλων λαών τησ Βαλκανικόσ και δημιουργεύ ςημαντικό εςτύα προςτριβών και ϋριδων μϋςα ςτουσ κϐλπουσ του πατριαρχεύου. Σο ϊρθρο 10 του φιρμανιοϑ ϐριζε, ϐτι μποροϑν να προςτεθοϑν ςτην Εξαρχύα νϋεσ επιςκοπϋσ, αν το ζητόςουν με την ψόφο τουσ τα δϑο τρύτα των κατούκων τουσ. Αυτϐ διαιροϑςε επικύνδυνα την Ανατολικό Εκκληςύα, ϊνοιγε την πϐρτα για απεριϐριςτη επϋκταςη τησ Εξαρχύασ και προλεύαινε το δρϐμο για εθνικοπολιτικϋσ διεκδικόςεισ τησ βουλγαρικόσ το πλεύςτο μειονϐτητασ ςτη Μακεδονύα.

8


Σο πατριαρχεύο κόρυξε μεν ςχιςματικοϑσ ϐςουσ τϊχτηκαν με το μϋροσ τησ νϋασ εκκληςύασ1, δεν εποϑλωςε ϐμωσ την επύτηδεσ απ’ τουσ Σοϑρκουσ πληγό. Η τακτικό αυτό του Αζύζ και οι διϊφορεσ ποικιλϐτροπεσ επιδρϊςεισ και επεμβϊςεισ των ϊλλων ευρωπαώκών δυνϊμεων, αφϑπνιςαν και κϋντριςαν επικύνδυνα το εθνικϐ αύςθημα των Βουλγϊρων. Σαυτϐχρονα, ϐμωσ, αφϑπνιςαν και τουσ Ϊλληνεσ, ιδιαύτερα των κατεχϐμενων ακϐμα απ’ τουσ Σοϑρκουσ περιοχών και τουσ ϋκαναν να δουν γρόγορα τισ ςφετεριςτικϋσ και επεκτατικϋσ προθϋςεισ των Βουλγϊρων και ςυντϋλεςαν ςτο να αρχύςουν να οργανώνονται εντατικϊ, για μια ςθεναρϐτερη απϐ ελληνικόσ πλευρϊσ αντιμετώπιςη του νεοδημιουργοϑμενου προβλόματοσ. Ϊνα ϊλλο ςυμπτωματικϐ και απρϐβλεπτο για τουσ Ϊλληνεσ ραγιϊδεσ γεγονϐσ ϋδωςε επύςησ νϋα ώθηςη ςτην ϋνταςη του ενδιαφϋροντοσ των Ελλόνων για τον τϐπο τουσ κι αναζωπϑρωςε τισ προςπϊθειϋσ τουσ για τη διατόρηςη αλώβητησ τησ Μακεδονύασ. Η ΢υνθόκη του Αγύου ΢τεφϊνου. Η ςυνθόκη αυτό, που υπογρϊφτηκε ςτο ομώνυμο και κατεχϐμενο απ’ το ρωςικϐ ςτρατϐ προϊςτειο τησ Κωνςταντινοϑπολησ ςτισ 21 Υεβρ/3 Μαρτύου 1878 μεταξϑ Σουρκύασ και Ρωςύασ, αγνοοϑςε τα ελληνικϊ δύκαια και ϊνοιγε θϑρα εξϐδου των ΢λϊβων προσ το Αιγαύο, επιςημοποιώντασ ωσ ϋνα βαθμϐ τισ διεκδικόςεισ τουσ ςτη Μακεδονύα. Ση ςτϊςη αυτό ακολοϑθηςε η Ρωςύα, ϑςτερα απϐ επανειλημμϋνεσ αντιδρϊςεισ των ελληνικών κυβερνόςεων των Αθηνών και την ϊρνηςη υιοθϋτηςησ απϐ μϋρουσ τουσ των προτϊςεων του τςϊρου για κοινϐ ελληνορωςικϐ ξεςηκωμϐ κατϊ των Σοϑρκων.. Αλλϊ και η επακολουθόςαςα ΢υνθόκη του Βερολύνου (1/13.7.1878) παρ’ ϐτι ανϋτρεψε πολλοϑσ απ’ τουσ ϐρουσ τησ ΢υνθόκησ του Αγύου ΢τεφϊνου, δεν βελτύωςε καθϐλου τα πρϊγματα. Μϊλλον κϋντριςε περιςςϐτερο τη βουλιμύα, την οργό και το μϋνοσ των ΢λϊβων. Ϊτςι, αρχύζει ςτο ζωτικϐ αυτϐ χώρο και κϊτω απ’ τα βλϋμματα των Σοϑρκων, ϋνασ εντατικϐσ αγώνασ δρϐμου μεταξϑ Βουλγϊρων, ΢ϋρβων και Ελλόνων, για υπερύςχυςη και επικρϊτηςη ςτη Μακεδονύα. Ο αγώνασ αυτϐσ, οξϑτατοσ απϐ βουλγαρικόσ ιδιαύτερα πλευρϊσ, διεξϊγεται ςε επύπεδο δαςκϊλων και ιερϋων ςτην αρχό και πρακτϐρων και ϋνοπλων ανταρτών ςτη ςυνϋχεια, οι οπούοι δεν περιορύζονται μϐνο ςε κϊποια προπαγϊνδα, παρ’ ϐτι αυτό ϋχει πρωτοφανό και λυςςώδη ϋνταςη, αλλϊ προχωροϑν και ςε ϋντονη ϋνοπλη δραςτηριϐτητα, τησ οπούασ ο ςτϐχοσ δεν εύναι μϐνο τα αντύπαλα ϋνοπλα ςώματα αλλϊ κυρύωσ οι αλλοεθνεύσ ϊμαχοι πληθυςμού, των οπούων η τρομοκρϊτηςη επιδιώκεται. Παρϊλληλα με τουσ Βουλγϊρουσ και ϊτακτα ςώματα Σοϑρκων ςτρατιωτών, λιποτακτών του ρωςοτουρκικοϑ πολϋμου και ϊλλων φυγϊδων, λυμαύνονται και 1

. ΢τισ 13.5.1872 το Πατριαρχεύο καθαύρεςε το Βιδϑνησ Άνθιμο, που εύχε εκλεγεύ ϋξαρχοσ και αφϐριςε και τουσ καθηρημϋμουσ ιερϊρχεσ Λοφτζοϑ Ιλαρύωνα και Υιλιπποϑπολησ Πανϊρετο (΢τεφανύδη Β. Κ. αρχιμανδρύτη: «Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα» Αθόνα 1970 ςελ. 738).

9


λεηλατοϑν τα ελληνικϊ χωριϊ και ιδύωσ τησ Ανατολικόσ και Δυτικόσ Μακεδονύασ. Η περιοχό του Κύτρουσ και η Πιερύα ολϐκληρη μϋνει ευτυχώσ ϋξω απ’ την ακτύνα δρϊςεισ των διαφϐρων ανθελληνικών κομιτϊτων αυτόσ τησ εποχόσ. ΢’ αυτό την περιφϋρεια, ϐμωσ, εύναι ϋντονη η ρουμανικό προπαγϊνδα, ϐπωσ αναφϋραμε ςε ϊλλο κεφϊλαιο, η οπούα, παρ’ ϐτι πεύςμονη και επικύνδυνη, δεν ϋχει την οξϑτητα και το μϋνοσ τησ βουλγαρικόσ θηριωδύασ. Με την κϊθοδο των Ρώςων προσ την Κωνςταντινοϑπολη τον καιρϐ του πολϋμου, παραλϑουν και οι τουρκικϋσ αρχϋσ ςτη Μακεδονύα, πρϊγμα το οπούο επωφελοϑνται τα ξενοκύνητα κινόματα, για να εκτραχυνθοϑν περιςςϐτερο κατϊ των πληθυςμών, που αντιδροϑςαν και αντιςτϋκονταν ςτισ προθϋςεισ τουσ. Η δραςτηριϐτητα τησ βουλγαρικόσ προπαγϊνδασ και των ενϐπλων κομιτατζόδων εντεύνεται με την επανϊςταςη τησ Υιλιπποϑπολησ (1885) και την προςϊρτηςη τησ Ανατολικόσ Ρωμυλύασ ςτο βουλγαρικϐ κρϊτοσ, για να κορυφωθεύ με την ύδρυςη τησ βουλγαρικόσ οργϊνωςησ Ε.Μ.Ε.Ο το 18932 και με την πληθώρα των κομιτατζόδικων επιθϋςεων κατϊ των αντιεξαρχικών πληθυςμών και να απολόξει ςτην ϋνοπλη κινητοπούηςη του ελληνιςμοϑ τησ Μακεδονύασ το 1896. Σον Ιοϑλιο του 1896, ςώμα Ελλόνων ανταρτών, αποτελοϑμενο απϐ 963 ϊντρεσ, με αρχηγϐ τον παλαύμαχο αγωνιςτό Θανϊςη Μπροϑφα, αποβιβϊςτηκε ςτη ΢κϊλα Ελευθεροχωρύου και πϋραςε ςτο Βϋρμιο, για να ενωθεύ και μ’ ϊλλα ανταρτικϊ ςώματα των βουνών και να ςυνεχύςει τουσ αγώνδεσ του ςτη Δυτικό και Βϐρεια Μακεδονύα. Σο ελληνικϐ κομιτϊτο αρχύζει να αναπτϑςςει κι αυτϐ αξιϐλογη ϋνοπλη δϑναμη με πολλοϑσ ονομαςτοϑσ καπεταιναύουσ, η οπούα κορυφώνεται με την παρουςύα του Παϑλου Μελϊ ςτη Μακεδονύα το 1904. Σο ελληνικϐ κρϊτοσ αρνεύται την επύςημη υποςτόριξη των αγωνιζϐμενων Μακεδονομϊχων και ο τϐτε υπουργϐσ των Εξωτερικών Αθ. Ρωμϊνοσ, ϐχι μϐνο καταδικϊζει το μακεδονικϐ αγώνα μπροςτϊ ςτον πρεςβευτό τησ Αυςτρύασ, αλλϊ δύνει και εντολϋσ για τη ςϑλληψη κϊθε Ϊλληνα, που θα αποπειραθεύ να περϊςει ςτη Μακεδονύα, για να ενταχτεύ ςτισ τϊξεισ των εκεύ αγωνιζϐμενων πατριωτών. Σο 1906, το Κύτροσ βρύςκεται ανϊμεςα ςε πολυϊριθμα και καλϊ οργανωμϋνα ανταρτικϊ ςώματα, που αγωνύζονται και μϊχονται για την απελευθϋρωςη τησ Μακεδονύασ απ’ τον τουρκικϐ ζυγϐ και τη διατόρηςη τησ ελληνικϐτητϊσ τησ. Σην εποχό αυτό, δρουν ςτο βϊλτο των Γιαννιτςών τα ςώματα του καπετϊν Ωγρα, ςτο Βϋρμιο του καπετϊν Ροϑβα και ςτον Όλυμπο του καπετϊν Κολιοϑ. Ύςτερα απ’ την ταπεινωτικό όττα των Ελλόνων του 1897 και τισ πολιτικϋσ, ςτρατιωτικϋσ και οικονομικϋσ ςυνϋπειεσ, που εύχε αυτό ςτο ςχετικϊ νεοςϑςτατο και ιδιαύτερα αδϑναμο κι απ’ τισ μεγϊλεσ Δυνϊμεισ εξαρτώμενο ελληνικϐ κρϊτοσ, 2 3

. Ε.Μ.Ε.Ο. Εςωτερικό Μακεδονικό Επαναςτατικό Οργϊνωςη. . Ο. Κ. Βακαλϐπουλοσ λϋγει 89 ϊνδρεσ. «Νεϐτερη Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ» ςελ. 245.

10


ϋρχεται η επανϊςταςη των Νεοτοϑρκων (1908), η οπούα, επικρατώντασ ςτην Σουρκύα, εκτϐσ απ’ το μποϒκοτϊζ που επϋβαλε ςτα ελληνικϊ προώϐντα, απαύτηςε απ’ την Ελλϊδα να αποκηρϑξει κϊθε πρϐθεςη προςϊρτηςησ τησ Κρότησ, τησ Μακεδονύασ, τησ Ηπεύρου και των Νηςιών, να αλλϊξει την πολιτικό τησ και να ευθυγραμμύςει ανϊλογα τη ςτϊςη τησ ςτο μϋλλον. Η Ελλϊδα, ςε πλόρη αδυναμύα ευριςκϐμενη, αναγκϊζεται να ςυμμορφωθεύ με τισ τουρκικϋσ αξιώςεισ, γι’ αυτϐ και αποφεϑγει ςυςτηματικϊ να υποςτηρύξει ανοιχτϊ κϊθε εκκολαπτϐμενη ό εκδηλοϑμενη επαναςτατικό ενϋργεια ςτη Μακεδονύα. ΢το εςωτερικϐ, ϐμωσ, τησ χώρασ η κατϊςταςη εύναι ϋκρυθμη, γιατύ το Ϊθνοσ θεωρεύ τον ευατϐ του μειωμϋνο και ταπεινωμϋνο. ΢υνϋπεια των αιςθημϊτων αυτών και τησ ϋνταςησ εύναι η επανϊςταςη του 1909. Η εξϋγερςη του ΢τρατιωτικοϑ ΢υνδϋςμου του ςυνταγματϊρχη Ζορμπϊ. Ο ΢τρατιωτικϐσ ΢ϑνδεςμοσ, με την αναύμακτη επανϊςταςό του, κατϊφερε να περιορύςει την DE FACTO τοποθϋτηςη των πριγκύπων ςτισ μεγϊλεσ ςτρατιωτικϋσ διοικόςεισ, να αναζωογονόςει το ςτρϊτευμα και να φϋρει τον Ελευθϋριο Βενιζϋλο. Η νϋα κατϊςταςη αναθεώρηςε το ΢ϑνταγμα και επϋφερε νϋεσ μεταρρυθμύςεισ ςτη νομοθεςύα τησ χώρασ. Μια απ’ αυτϋσ όταν και η δια νϐμου αναγνώριςη τησ ανϊγκησ ϑπαρξησ ξϋνων ςτρατιωτικών αποςτολών ςτην Ελλϊδα, η παρουςύα των οπούων θεωρόθηκε αναγκαύα και αποδεύχτηκε ςϑντομα χρηςιμϐτατη για την αναςυγκρϐτηςη και καλό εκπαύδευςη του ελληνικοϑ ςτρατοϑ. Ενϐσ ςτρατοϑ, που ϋμελλε να ελευθερώςει τη Μακεδονύα και γενικϐτερα τη Βϐρεια Ελλϊδα απ’ το μακραύωνα τουρκικϐ ζυγϐ. Η κατϊςταςη του ϊλλοτε τρομεροϑ δυνϊςτη και τελευταύα ‘’μεγϊλου αςθενοϑσ’’, που απϐ δεκαετύεσ όδη εύχε αρχύςει να επιδεινώνεται, τώρα όταν κρύςιμη. Σα μικρϊ βαλκανικϊ κρϊτη ‘’εν ϐψει του επερχϐμενου τϋλουσ’’ και αποβλϋποντασ το καθϋνα ςτην ϐςο το δυνατϐν επωφελϋςτερη γι’ αυτϐ διανομό τησ κληρονομιϊσ του ‘’αποθνόςκοντα ϊρπαγα’’, ϋρχονταν ςε διϊφορεσ μεταξϑ τουσ ςυνεννοόςεισ. Ύςτερα απϐ ποικύλεσ επαφϋσ και ζυμώςεισ, ςτη διϊρκεια τησ ϊνοιξησ και του καλοκαιριοϑ του 1912, παρακϊμπτονται πολλϊ εμπϐδια και το ςπουδαιϐτερο, παραβλϋπονται, τουλϊχιςτο ςτουσ ϐρουσ τησ γραπτόσ ςυμφωνύασ, οι βλϋψεισ και οι ωσ τώρα επύμονα επιβαλλϐμενεσ μονομερεύσ διεκδικόςεισ των ςυμβαλλϐμενων κρατών ςτη Μακεδονύα και ςυνϊπτεται ςυνθόκη ςυμμαχύασ μεταξϑ τουσ, με αντικεύμενο το διώξιμο τησ Σουρκύασ απ’ τα κατεχϐμενα απ’ αυτό εδϊφη τουσ. Πραγματικϊ, ϑςτερα απ’ τα λϐγια και τισ ςυμφωνύεσ όρθε και η ώρα τησ δρϊςησ. ΢τισ 25 ΢επτεμβρύου 1912, το Μαυροβοϑνιο πρώτο κυρόςςει τον πϐλεμο κατϊ τησ Σουρκύασ και ςε λύγεσ μϋρεσ ακολουθοϑν και τα ϊλλα ςϑμμαχα κρϊτη. ΢την Αθόνα εύχε όδη εκδοθεύ το διϊταγμα επιςτρϊτευςησ των Ελλόνων (17.9.1912)4 και ςτισ 30 του ύδιου μόνα, ο τϐτε αρχιςτρϊτηγοσ διϊδοχοσ Κωνςταντύνοσ βρύςκεται ςτη Λϊριςα και εκδύδει την πρώτη του διαταγό 4

. Δεσ κεύμενο διατϊγματοσ ςτο παρϊρτημα ςελ. 551.

11


επιχειρόςεων5. ΢τισ 5 Οκτωβρύου, ο ελληνικϐσ ςτρατϐσ, που εύναι παραταγμϋνοσ ςτα ελληνικϊ ςϑνορα, επιτύθεται. Πρώτη του επιτυχύα η κατϊληψη τησ Μελοϑνασ. Ο απελευθερωτικϐσ για τη Μακεδονύα πϐλεμοσ ϋχει αρχύςει. Σα ελληνικϊ αντϊρτικα ςώματα του Ολϑμπου και των Πιερύων, που ϋχουν όδη δραςτηριοποιηθεύ αιςθητϊ απϐ καιρϐ, εντεύνουν τισ προςπϊθειϋσ τουσ και ςυνεργϊζονται ϊμεςα με τον προελαϑνοντα ςτρατϐ, χτυπώντασ τουσ Σοϑρκουσ εκ των ϋςω ό οδηγώντασ τα ελληνικϊ τμόματα απ’ τισ ςυντομϐτερεσ και αςφαλϋςτερεσ διαβϊςεισ. ΢τισ 9 και 10 Οκτωβρύου πϋφτει το ΢αραντϊπορο και ςτισ 15 του ύδιου μόνα η 7η μεραρχύα βρύςκεται ςτο Καρακϐλι του Αγύου Δημητρύου. Σην ύδια μϋρα, η 1η μεραρχύα ανεβαύνει ςτο Καταφϑγι και ςτισ 16 αρχύζει να κατηφορύζει τα Πιϋρια και να φτϊνει ςτην Κϐκοβα6. Σον τομϋα τησ Κατερύνησ αναλαμβϊνει η 7η μεραρχύα, που αποτελεύται απ’ τα 19ο, 20ο και 21ο ςυντϊγματα πεζικοϑ, τα οπούα μϐλισ εύχαν ςυγκροτηθεύ ςτη Λϊριςα απϐ νεοεπιςτρατευμϋνουσ εφϋδρουσ. Ο οπλιςμϐσ τησ μεραρχύασ εύναι λιγοςτϐσ και παλιϐσ. Για τη ςυγκρϐτηςό τησ δανεύζεται παλιϊ πολυβϐλα Μαξύμ απ’ την 1η μεραρχύα, τα οπούα μεταφϋρει και παραδύνει ςτη Λϊριςα ο τϐτε εθελοντόσ λοχύασ κι αργϐτερα ςτρατηγϐσ του ΕΛΑ΢, ΢τϋφανοσ ΢αρϊφησ. Οι Σοϑρκοι ϋχουν αρκετϐ ςτρατϐ ςτην Κατερύνη, ο οπούοσ αποτελεύται απϐ τϋςςερα τϊγματα πεζικοϑ (τον Αβρϋτ Φιςϊρ, των Βοδενών, τησ Βϋροιασ και τησ Καρατζϐβασ), μια ορειβατικό πυροβολαρχύα και μια ύλη ιππικοϑ. ΢τισ 15 Οκτωβρύου, ώρα 5 και 30 πρωινό και απ’ τη θϋςη ‘’Καρακϐλι’’, ο μϋραρχοσ, ςυνταγματϊρχησ Κλεομϋνησ Κλεομϋνουσ, εκδύδει διαταγό επιχειρόςεων τησ μεραρχύασ του, η οπούα θα κινηθεύ με αντικειμενικϐ ςκοπϐ την κατϊληψη τησ Κατερύνησ και του Κύτρουσ. Ύςτερα απϐ 482 χρϐνια μαϑρησ ςκλαβιϊσ και ςτυγνόσ και βϊρβαρησ καταδυνϊςτευςησ, που ςώρευςε αμϋτρητεσ κι απερύγραπτεσ ςυμφορϋσ ςτον τϐπο και, ϑςτερα απϐ μια αδιϊκοπη αλυςύδα εξεγϋρςεων, ανταρςιών και ανεπιτυχών επαναςτϊςεων του αδοϑλωτου λαοϑ τησ Πιερύασ κατϊ του Σοϑρκου δυνϊςτη, που ϐλεσ, η μια μετϊ την ϊλλη, πνύγονταν ςτο αύμα τουσ και κατϋληγαν ςε αγριϐτατεσ ςφαγϋσ και ςωροϑσ απϐ ϊμορφα ερεύπια, όρθε και η ώρα του λυτρωμοϑ. Κατϊ τη διαταγό7, η μεραρχύα θα διαιρεθεύ ςε δϑο φϊλαγγεσ, απ’ τισ οπούεσ η μια, που αποτελεύται απ’ το 8ο τϊγμα ευζώνων με διοικητό το λοχαγϐ Κ. Μαζαρϊκη8, ϋνα τμόμα πεζικοϑ με το λοχαγϐ Μ. Κολοκοτρώνη, τουσ

. Δεσ κεύμενο διατϊγματοσ ςτο παρϊρτημα ςελ. 551. . ΢αρϊφη ΢.: «Ιςτορικϋσ Αναμνόςεισ» τϐμ. Α ςελ. 48. 7 . Δεσ το κεύμενο τησ διαταγόσ ςτο Παρϊρτημα ςελ. 552. 8 . Ο Κ. Μαζαρϊκησ εύχε περϊςει ςαν οπλαρχηγϐσ ςτη Μακεδονύα την ϊνοιξη του 1905 και ϋδραςε ςτην Έδεςςα, ςτη Νϊουςα και ςτα Πιϋρια, ϐπου αντιμετώπιςε ςε ςκληρϋσ μϊχεσ τουσ Σοϑρκουσ. Σϐτε όταν γνωςτϐσ με το ϐνομα Ακρύτασ. 5 6

12


προςκϐπουσ9 και 4 πολυβϐλα, θα βαδύςει προσ το Κύτροσ (Πϑδνα). Η ϊλλη θα βαδύςει για την Κατερύνη. Οι Σοϑρκοι, παρϊ την αρχικό τουσ αντύςταςη ςτο Κουλουκοϑρι (΢βορώνοσ), φοβοϑμενοι την κύνηςη τησ φϊλαγγασ Μαζαρϊκη, που προχωροϑςε απϐ Κεραμύδι προσ Κύτροσ, αναγκϊςτηκαν να εγκαταλεύψουν βιαςτικού την πϐλη, τη νϑχτα τησ 15ησ Οκτωβρύου και να φϑγουν πϋρα απ’ το Κύτροσ, πριν προλϊβουν να τουσ αποκϐψουν οι εϑξωνοι του 8ου τϊγματοσ, το δρϐμο διαφυγόσ που τουσ απϐμενε. Ϊτςι, ο ελληνικϐσ ςτρατϐσ, την ϊλλη μϋρα 16η του μηνϐσ, μπόκε ςτην Κατερύνη, χωρύσ ϊλλη αντύςταςη, αφοϑ, ϐμωσ, ϋπεςαν ςτο πεδύο τησ μϊχησ ςτο Κουλουκοϑρι ο διοικητόσ του 21ου ςυντϊγματοσ αντιςυνταγματϊρχησ Δ. ΢βορώνοσ, ο υπολοχαγϐσ Δ. Νύκασ και ο εθελοντόσ Κρητικϐσ ςτρατιώτησ Κονταξϊκησ. Επύςησ, τραυματύςτηκαν ϊλλοι 3 αξιωματικού και 16 ςτρατιώτεσ10. Η φϊλαγγα Μαζαρϊκη κατευθϑνθηκε προσ Κεραμύδι και ςτισ 16 το πρωύ ϋφταςε ςτον Αγιϊννη. Σο χωριϐ γϋμιςε εϑζωνεσ. Ϊνα τμόμα του ςταμϊτηςε για λύγο ςτα Παλιοκϊλυβα του Αγιϊννη. Εκεύ, κϊτω απ’ τα πλατϊνια μαζεϑτηκαν και οι πρϐμαχοι και οδηγού του ελληνικοϑ ςτρατοϑ, οι ϋνοπλοι αντϊρτεσ των Πιερύων. «Γϋμιςε ο τϐποσ κλεφτουριϊ», διηγεύται ςόμερα μια Κιτριώτιςςα γιαγιϊ, που κοριτςϊκι τϐτε 12-13 χρϐνων ζοϑςε ςτον Αγιϊννη11. «Βλϋπαμε τουσ φουςτανελϊδεσ με τα φιςεκλύκια, τισ μπιςτϐλεσ και τα γιαταγϊνια τουσ, μυρμηγκιϊ κϊτω απ’ τα πλατϊνια και αποροϑςαμε, ποϑ βρϋθηκαν τϐςοι πολλού. ΢ε ποια βουνϊ όταν χαμϋνοι και ϊφαντοι τϐςον καιρϐ και δεν τουσ βλϋπαμε!. ΢αν ξεκουρϊςτηκαν λύγο, ροβϐληςαν για το Κύτροσ...» Μπροςτϊ και πϊλι οι γνώςτεσ του τϐπου πρϐςκοποι και μαζύ τουσ ο ςτρατϐσ με τα μεταγωγικϊ και τα κανϐνια του, ςυνϋχιςαν την πορεύα τουσ. Σα πυροβϐλα και τα ϐπλα τουσ, ϐμωσ, δεν τα χρειϊςτηκαν καθϐλου ςτην προϋλαςό τουσ αυτό, γιατύ ο τουρκικϐσ ςτρατϐσ εύχε φϑγει βιαςτικϐσ τη νϑχτα κι εύχε περϊςει με ςπουδό τον Αλιϊκμονα, κατευθυνϐμενοσ για τον Αξιϐ, ϐπου οργϊνωνε και την επϐμενη ςπαςμοδικό του αντύςταςη. Οι πρϐςκοποι και ο ςτρατϐσ ανεβοκατϋβηκαν πλαγιϋσ και ρϊχεσ, δραςκϋλιςαν τισ ενδιϊμεςεσ μικρορεματιϋσ κι αφοϑ πϋραςαν και το ρϋμα του Φαςϊν-Βρϑςη κι ανϋβηκαν το ϑψωμα, αντύκρυςαν απϋναντύ τουσ απλωμϋνο ςτην πλαγιϊ το Κύτροσ να τουσ περιμϋνει ανυπϐμονο. Ϋταν απϐγευμα. Ο όλιοσ ϋγερνε προσ τη δϑςη. Μαζύ του, εκεύνο το ιςτορικϐ δειλινϐ, ϋδυε και η μακραύωνη ςκλαβιϊ του πολυβαςανιςμϋνου χωριοϑ. Ανϊμεςα . Πρϐςκοποι λϋγονταν τα ελληνικϊ αντϊρτικα τμόματα που ςυμμϊχονταν με το ςτρατϐ. 10 . Παπαρϐδου Ν.: Άρθρο ςτο Λεϑκωμα «επύ τη πεντικονταετηρύδι απϐ τησ απελευθερώςεωσ τησ Κατερύνησ» ςελ. 20. 11 . Η γριϊ Παναγιώτα Βοϑλγαρη, ςϑζυγοσ του Κων/νου Βοϑλγαρη, η οπούα απεβύωςε ϐταν το υλικϐ του βιβλύου ταξινομοϑνταν. 9

13


ςτο ςτρατϐ και ςτο Κύτροσ μια τελευταύα ρεματιϊ. Η ρεματιϊ του Αγύου Δημητρύου. ΢τη ρεματιϊ αυτό ϋτρεξαν πολλού χωριανού κι ιδιαύτερα ϐςοι όταν μυημϋνοι ςτο μακεδονικϐ απελευθερωτικϐ αγώνα, να υποδεχτοϑν και να προϒπαντόςουν τον ελευθερωτό ςτρατϐ. Σο ςτρατϐ, που για αιώνεσ τώρα περύμεναν με καρτερύα και υπομονό γενεϋσ γενεών. Πρώτοι, ο Κωνςταντύνοσ Πανταζόσ, πρϐεδροσ τησ επιτροπόσ αγώνα του Κύτρουσ και ο Πϋτροσ Ιωϊννου, ταμύασ τησ. Μαζύ τουσ και ο τϐτε μουχτϊρησ του χωριοϑ Κουλιϐσ Δαςκαλϐπουλοσ, οι οπλοφϐροι ϊνθρωποι του Μπύτζιου, Κώςτασ και Θωμϊσ Μανωλϐπουλοι, ο Δημ. Νικολϊου (Καςτανιώτησ), ο παπϊσ του χωριοϑ παπαΘανϊςησ και πολλού απ’ τουσ κατούκουσ του. Γϋμιςαν δϊκρυα ςτα μϊτια των ςκλϊβων κολύγων του Κύτρουσ ςαν αντύκρυςαν τον ελευθερωτό ςτρατϐ και ξϋςπαςαν ςε λιγμοϑσ ςαν εύδαν να κυματύζει ςτον ουρανϐ τουσ η ελληνικό ςημαύα, ζωντανεμϋνο ϐραμα τησ απολϑτρωςόσ τουσ, που μϐνο ςα μακρινό ςκιϊ και ςα ςπύθα ςτα ςκοτϊδια τησ μαϑρησ ςκλαβιϊσ τουσ φαντϊζονταν κι ονειρεϑονταν. Κι ϐλο ξεπρϐβαλαν απ’ τη ρϊχη και κατηφϐριζαν ςτην πλαγιϊ κι ϊλλοι ςτρατιώτεσ κι ϐλο κατϋβαιναν απ’ το χωριϐ κι ϋτρεχαν προσ το ρϋμα τ’ Αη-Δημότρη κι ϊλλοι χωριανού, για να καλωςορύςουν τουσ λευτερωτϋσ και να γευτοϑν τη λευτεριϊ που τουσ ϋφερναν. Σουσ καλοϑςε να τρϋξουν η ελληνικό τουσ ψυχό. Σουσ το φώναζε η ςυνεύδηςό τουσ... «Ραγιϊδεσ, ςκλϊβοι χτεςινού, λεϑτεροι ςυναχτεύτε. Σο μϑρο και το ϊρωμα τησ λευτεριϊσ χαρεύτε...12 Κι αυτϐ ϋκαναν εκεύνη τη ςτιγμό οι Κιτριώτεσ. Μεθοϑςαν απϐ χαρϊ. Και με χαρϊ κι αυθϐρμητα ϋςχιζαν τα κϐκκινα φϋςια τουσ και τα πετοϑςαν κομματιαςμϋνα ςτα νερϊ τησ ρεματιϊσ. Κι ϋφερναν οι ελεϑθεροι πια κϊτοικοι με γκιοϑμεσ και ςτϊμνεσ, με μπουκϊλια και κϑπελλα, με κανϊτεσ και λαγύνια κραςύ και οϑζο ςτουσ λευτερωτϋσ τςολιϊδεσ και ςτουσ αδοϑλωτουσ αντϊρτεσ και ανακατωμϋνο με τα δϊκρυϊ τουσ, τουσ το πρϐςφεραν ςαν πρώτο δεύγμα τησ χαρϊσ και τησ ευγνωμοςϑνησ τουσ. Και τοϑτο το δϊκρυ δεν όταν ςαν τα ϊλλα δϊκρυα που ϋχυναν τϐςουσ αιώνεσ, δεμϋνοι ςτα δεςμϊ τησ ςκλαβιϊσ. Σοϑτο δεν όταν «δϊκρυ ςκλαβιϊσ κι ατύμωςησ, δϊκρυ τησ καταφρϐνιασ». Ϋταν «δϊκρυ γλυκϐ κι αλλιώτικο, δϊκρυ χαρϊ γιομϊτο, που ξαλαφρώνεισ την καρδιϊ, το μϊγουλο απαλαύνεισ. Φαρϊ ςτο ςκϊβο που ϋνιωςε τα μϊτια του να υγραύνεισ». ......................................................... Και μουςκεϑονταν τα μϊτια των μϋχρι προ ολύγου ςκλϊβων Κιτριωτών απϐ «δϊκρυ γλυκϐ, αγιαςμϋνο, που ςβϑνει ϐλουσ τουσ καημοϑσ, τουσ θρόνουσ τουσ ξεπλϋνει. 12

. Αγγελύδη Α.: «Καημού και Πϐθοι» (ποιητικό ςυλλογό). «΢την απελευθϋρωςη τησ Κατερύνησ» ςελ. 20.

14


Ώρα ανϊςταςησ λαοϑ απ’ τησ ςκλαβιϊσ τα βϊρη το δϊκρυ τησ λευτϋρωςησ ςτο μϊτι ϋχει ϊλλη χϊρη». Με τ’ ϊγιο βϊλςαμο ςτα μϊτια, με χαρϊ και πανηγυριςμοϑσ, λευτερωτϋσ και λευτερωμϋνοι, ϋμπαιναν ςτο χωριϐ. Δεν ϋμειναν, ϐμωσ, για πολϑ οι Ϊλληνεσ ςτρατιώτεσ ςτο Κύτροσ. Σο καθόκον τουσ καλοϑςε να προχωρόςουν αμϋςωσ. Κι ϊλλοι ςκλϊβοι ακϐμα αδελφού πιο πϋρα περύμεναν τη λευτεριϊ τουσ. Σο διϋςχιςαν βιαςτικού και ςυνϋχιςαν την πορεύα τουσ για το Λευτεροχώρι και το Λιμπϊνοβο. Επιβϊλλονταν να ενωθοϑν με τα ϊλλα ςώματα τησ φϊλαγγασ, που κατϋβαιναν απ’ την Καςτανιϊ και τον Κολινδρϐ. Κανϋνασ απ’ τουσ επιζώντεσ ςόμερα γϋρουσ δεν θυμϊται να παραβρϋθηκε ςτην υποδοχό του ελληνικοϑ ςτρατοϑ ο μεγαλοτςιφλικϊσ Ν. Μπύτζιοσ. Θα πρϋπει, ϐμωσ, να πόρε κι αυτϐσ απ’ τουσ πρώτουσ μϋροσ ςτο καλωςϐριςμα του ςτρατοϑ, αν όταν τϐτε ςτο Κύτροσ, μια και το κονϊκι του, ςτη διϊρκεια των εθνικών αγώνων 1905-1912 όταν κϋντρο παραλαβόσ και διακύνηςησ ϐπλων και εφοδύων προσ τουσ μαχητϋσ των βουνών και τϐποσ καταφυγόσ και προςταςύασ των καπεταναύων και των διακινοϑμενων ςυνδϋςμων τουσ. Ο ύδιοσ όταν μϋλοσ του ΢υμβουλύου τησ «Ορθοδϐξου Κοινϐτητασ Θεςςαλονύκησ». Μϊλλον, ϐμωσ, λϐγω τησ ιδιϐτητϊσ του αυτόσ ό και για λϐγουσ περιςςϐτερησ αςφϊλειασ, θα βρύςκονταν τισ κρύςιμεσ εκεύνεσ μϋρεσ ςτη Θεςςαλονύκη. Ωλλωςτε, διατηροϑςε πολυτελό ϋπαυλη εκεύ και ςυνόθωσ μϐνο τουσ καλοκαιρικοϑσ μόνεσ ϋμενε ςτο κονϊκι του τςιφλικιοϑ του ςτο χωριϐ. ΢την ϋπαυλό του ςτη Θεςςαλονύκη, που όταν «λευκό, ωραύα και εύχε ωραιϐτατο κόπο με πολλϊ ϊνθη», φιλοξενόθηκε ο διϊδοχοσ Κωνςταντύνοσ με τη γυναύκα του ΢οφύα, ςαν μπόκε ο ελληνικϐσ ςτρατϐσ ςτην πϐλη του Θερμαώκοϑ13. Με την ιδιϐτητα δε του κοινοτικοϑ ςυμβοϑλου, πόρε μϋροσ ςτο γιορταςμϐ τησ απελευθϋρωςησ τησ πϐλησ δύπλα ςτο μητροπολύτη Θεςςαλονύκησ Γεννϊδιο και ςτο διϊδοχο Κωνςταντύνο, που με τουσ πρύγκιπεσ, τουσ επιτελεύσ και τουσ ςτρατηγοϑσ του, παρακολοϑθηςαν τη μεγαλειώδη παρϋλαςη του ςτρατοϑ ςτην πλατεύα Διοικητηρύου ςτη Θεςςαλονύκη ςτισ 27 Οκτωβρύου 191214. Οι Σοϑρκοι κϊτοικοι τησ Πιερύασ, με το ςπϊςιμο των ςυνϐρων και την εύςοδο του ελληνικοϑ ςτρατοϑ ςτη Μελοϑνα και ςτην Πϋτρα, ϊρχιςαν ομαδικϊ και εςπευςμϋνα να εγκαταλεύπουν την Πιερύα. Με τισ οικογϋνειϋσ τουσ κι ϐ,τι βιαςτικϊ μποροϑςαν να ςηκώςουν ςτα κϊρα, ςτα ζώα και ςτισ πλϊτεσ τουσ, ϋφευγαν προσ τη Θεςςαλονύκη. Βιϊζονταν να φϑγουν γρόγορα απ’ τα μϋρη αυτϊ, πριν φϑγει ο ςτρατϐσ τουσ, που κι αυτϐσ οπιςθοχωροϑςε με ταχϑτητα και τουσ αφόςει πύςω. Οι δρϐμοι του Κύτρουσ, αυτού που ϊλλοτε ςτϋναζαν απ’ τισ διερχϐμενεσ φϊλαγγεσ των ςκλϊβων χριςτιανών, που ϋςερναν μαζύ τουσ τα τοϑρκικα αςκϋρια ςτο διϊβα τουσ απ’ το χωριϐ, τώρα ακοϑν τα χτυποκϊρδια και τουσ πνιγμϋνουσ ςτην αγωνύα και ςτο φϐβο ψύθυρουσ των τρεπϐμενων ςε φυγό τυρϊννων. 13 14

. Φαρύςη Φ.: «Ιςτορικαύ αναμνόςεισ» ςελ. 39-40. . Φαρύςη Φ.: «Ιςτορικαύ αναμνόςεισ» ςελ. 24.

15


Νϑχτα ςυνόθωσ περνοϑςαν απ’ το Κύτροσ οι Σοϑρκοι που ϋφευγαν απ’ τον Κορινϐ, τη Βρωμερό, την Κατερύνη, την Σϐχοβα15 κ.λ.π. κι ακολουθώντασ το δρϐμο Ωγιο Δημότριο – Ξερϐβρυςη – Σουρκομνόματα – Λευτεροχώρι, ϋφευγαν βιαςτικού, για να περϊςουν ϐςο πιο γρόγορα γύνονταν απ’ το χωριϐ και να βρεθοϑν το ςυντομϐτερο πϋρα απ’ τον Αξιϐ και κοντϊ ςτη Θεςςαλονύκη. Εκεύ ϋλπιζαν να ςωθοϑν. Θυμοϑνται τισ ωσ τώρα πρϊξεισ των ομοθρόςκων τουσ οι οθωμανού κϊτοικοι τησ Πιερύασ και φοβοϑνται αντύποινα απ’ τουσ χριςτιανοϑσ, τισ φοβερϋσ αυτϋσ ώρεσ τησ πτώςησ τησ τυραννύασ. Και οι κϊτοικοι, ϐμωσ, του Κύτρουσ φοβοϑνται τη βαρβαρϐτητα των Σοϑρκων τοϑτεσ τισ κρύςιμεσ ςτιγμϋσ τησ ςυντριβόσ τουσ. Και δεν εύναι μϐνο οι τοϑρκικεσ οικογϋνειεσ που φεϑγουν. Διακινεύται και οθωμανικϐσ ςτρατϐσ. Ωλλοι πηγαύνουν προσ το μϋτωπο κι ϊλλοι φεϑγουν απ’ αυτϐ. Και ςτρατϐσ που οπιςθοχωρεύ εύναι πιο επικύνδυνοσ, ϐταν μϊλιςτα εύναι και τοϑρκικοσ. Δεν γνωρύζουν οι Κιτριώτεσ πώσ ακριβώσ εξελύςςεται ο πϐλεμοσ. Μϐνο μαντεϑουν τα γεγονϐτα απ’ τουσ τρομοκρατημϋνουσ Σοϑρκουσ, που διαςχύζουν τισ νϑχτεσ το χωριϐ. Οι ώρεσ εύναι πολϑ επικύνδυνεσ και οι κϊτοικοι παύρνουν, ϐςο πιο μυςτικϊ και πιο αθϐρυβα γύνεται, τα μϋτρα τουσ. Σα βρϊδια ςυγκεντρώνονταν και αμπαρώνονταν ςτα πιο γερϊ ςπύτια του χωριοϑ ό ςτην εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου. Εύχαν μϊλιςτα ςτόςει και παρατηρητόρια και ςκοπιϋσ ςε διϊφορα ςημεύα του χωριοϑ, για να παρακολουθοϑν τισ κινόςεισ των Σοϑρκων καλϑτερα και να προλαβαύνουν, κατϊ το δυνατϐ, ενδεχϐμενη επύθεςη ό ϊλλη επιβουλό απϐ μϋρουσ τουσ. Να τι λϋγει ςόμερα ο Ν. Πανταζόσ, εγγονϐσ του τϐτε προϋδρου τησ οργϊνωςησ του Μακεδονικοϑ Αγώνα ςτο Κύτροσ Κωνςταντύνου Πανταζό. «΢όμερα εύμαι 78 χρονών. Σϐτε όμουν πολϑ μικρϐσ. Μϐλισ 4 χρονών. Θυμϊμαι, ϐμωσ, πωσ τισ μϋρεσ εκεύνεσ που ϋλεγαν πωσ θϊ ‘ρθει ‘’το ελληνικϐ’’, το ςπύτι μασ όταν ςε μεγϊλο αναβραςμϐ. Όλοι οι Πανταζαύοι, που μϋναμε ςτο ςπύτι του παπποϑ μου, το οπούο όταν πϊνω απ’ την Ξερϐβρυςη, εκεύ που ϋχει ςπύτι ςόμερα ο αδερφϐσ μου Οδυςςϋασ, πόγαμε ςτο κονϊκι του Μπύτζιου και κλειςτόκαμε ς’ αυτϐ. Μαζύ μασ όρθε κι ο παπποϑσ Κουλιϐσ Δαςκαλϐπουλοσ. Ϋταν γεύτονϊσ μασ και μουχτϊρησ του χωριοϑ. ΢το δικϐ μασ ςπύτι όρθαν κι ϋμειναν εκεύνεσ τισ μϋρεσ οι Νικοπουλαύοι. Γεύτονϋσ μασ κι αυτού. Σο ςπύτι μασ όταν μεγαλϑτερο, γερϐτερο και αςφαλϋςτερο απ’ το δικϐ τουσ. Οι Σοϑρκοι που περνοϑςαν απ’ το χωριϐ μασ κι ϋφευγαν προσ τη Θεςςαλονύκη προϋρχονταν απ’ την Κατερύνη και τα γϑρω χωριϊ. Περνοϑςαν τα βρϊδια με τα κϊρα και τα ζώα τουσ. Σουσ ακοϑγαμε μϋςα απ’ τα αμπαρωμϋνα ςπύτια μασ. Ση μϋρα βλϋπαμε ςτρατιώτεσ και χωροφϑλακεσ. ΢α να βλϋπω τώρα μπροςτϊ μου μερικοϑσ τοϑρκουσ χωροφϑλακεσ, ακουμπιςμϋνουσ ςτα ξϑλινα χοντροκϊγκελλα, που εύχε 15

. Η Σϐχοβα εύχε το 1910 920 κατούκουσ. Όλοι όςαν μουςουλμϊνοι. Η Κατερύνη εύχε 1200 μουςουλμϊνουσ και 2430 Έλληνεσ. Σο Κύτροσ εύχε 440 κατούκουσ. Όλοι όςαν Έλληνεσ (Μακεδονύα. «Εθνολογικό κατϊςταςη βιλαετύου Θες/νύκησ και Μοναςτηρύου» Αθόναι 1910 ςελ. 16-17).

16


ςτην αυλό του το χϊνι του χωριοϑ, που βρύςκονταν ακριβώσ εδώ που εύναι ςόμερα το ςπύτι μου. Οι Σοϑρκοι ςτη φϑβγα τουσ, εκτϐσ απ’ τον κεντρικϐ δρϐμο τησ Ξερϐβρυςησ, ακολουθοϑςαν κι ϊλλουσ δρϐμουσ του χωριοϑ. Δεν πεύραξαν, ϐμωσ, κανϋνα δικϐ μασ κι οϑτε νομύζω πωσ τουσ πεύραξε και κανϋνασ απϐ μασ. Εκεύνεσ τισ μϋρεσ, κϊποιοι τοϑρκοι περαςτικού όρθαν ςτο ςπύτι μασ και μασ ζητοϑςαν να τουσ δώςουμε ψωμύ. Οι δικού μασ, αμπαρωμϋνοι καθώσ όταν μϋςα, φοβόθηκαν να ανούξουν την πϐρτα. Σουσ ϋριξαν, ϐμωσ, ϋνα καρβϋλι απ’ το παρϊθυρο. Οι περιςςϐτεροι απ’ τουσ χωριανοϑσ εύχαν αμπαρωθεύ ςτα μεγαλϑτερα και ςτα πιο γερϊ ςπύτια. Υοβϐταν τυχϐν κακομεταχεύριςη απ’ τουσ Σοϑρκουσ, που περνοϑςαν αδιϊκοπα. Για να παρακολουθοϑν δε οι δικού μασ καλϑτερα τισ κινόςεισ των διερχϐμενων τοϑρκικων ομϊδων, εύχαν ςτόςει ςκοπιϋσ και παρατηρητόρια ςε διϊφορα ςημεύα. ΢το κονϊκι εύχαν αμπαρωθεύ κι ϊλλοι χωριανού μαζύ μασ. Θυμϊμαι το ΢ταϑρο Λεμονϐπουλο, πρϐγονο των ςημερινών Λεμονοπουλαύων, που δοϑλευε ςα μαραγκϐσ ςτο Μπύτζιο, πωσ φϑλαγε ςτο απϊνω πϊτωμα του κονακιοϑ. Οι δυο κατϊ διϊμετρο αντύθετοι και προεξϋχοντεσ πϑργοι του κτιρύου, προςφϋρονταν για ςυνεχό και πλόρη παρακολοϑθηςη του περιβϐλου του απ’ ϐλεσ τισ μεριϋσ. Επύςησ, απ’ τα ψηλϊ παρϊθυρϊ του μπορεύ κανεύσ να ελϋγχει ςε μεγϊλη ακτύνα ϐλη τη γϑρω περιοχό. Πϊνω απϐ κει, ο Λεμονϐπουλοσ, με το ϐπλο ςτο χϋρι, πόγαινε απϐ πολεμύςτρα ςε πολεμύςτρα και παρατηροϑςε ςυνεχώσ προσ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ. ΢τα ϊλλα παρϊθυρα φϑλαγαν κι ϊλλοι. Υοβοϑνταν μην τυχϐν πϊνω ςτη φυγό τουσ οι Σοϑρκοι ςτρατιώτεσ ανατινϊξουν το κονϊκι ...». Οι ομϊδεσ των τοϑρκικων οικογενειών, που διϋςχιζαν το χωριϐ τισ νϑχτεσ, προςπαθοϑςαν να καμουφλϊρουν, ϐςο γύνονταν, το πϋραςμϊ τουσ και ςτισ ςυζητόςεισ τουσ μιλοϑςαν ελληνικϊ και χρηςιμοποιοϑςαν χριςτιανικϊ ονϐματα, ϐταν καλοϑςε ο ϋνασ τον ϊλλο, τα οπούα μϊλιςτα φώναζαν κϊπωσ δυνατϐτερα, για να ακοϑγονται απ’ τα κοντινϊ ςπύτια που περνοϑςαν και να νομύζουν οι κϊτοικοι ϐτι δεν περνοϑν Σοϑρκοι αλλϊ Ϊλληνεσ. Οριςμϋνοι, μϊλιςτα, που εύχαν παλιοϑσ γνώριμουσ και φύλουσ ςτο χωριϐ, περνώντασ μπροςτϊ απ’ τα ςπύτια τουσ, τουσ φώναζαν με τα ονϐματϊ τουσ, να βγουν να αποχαιρετιςτοϑν, γιατύ δεν πρϐκειται να ξαναειδοθοϑν. Παρ’ ϐτι, ϐμωσ, οι ςτιγμϋσ όταν για οριςμϋνουσ Κιτριώτεσ πραγματικϊ ςυγκινητικϋσ, κανϋνασ δεν αποτολμοϑςε να ανούξει την αμπαρωμϋνη πϐρτα του και να βγει ςτο δρϐμο για να χαιρετύςει το φύλο του, που τον θυμόθηκε τισ τραγικϋσ αυτϋσ ώρεσ. Η αμφιβολύα και ο φϐβοσ παραμϋριζαν τα ϊλλα ςυναιςθόματα και μϐνο η προςταςύα τησ ζωόσ και τησ οικογϋνειασ πρωτοςτατοϑςε ςτισ ςκϋψεισ και ςτισ ενϋργειεσ του καθενϐσ τισ νϑχτεσ εκεύνεσ του Οκτώβρη, που ϋνασ κϐςμοσ γκρεμύζονταν και ξεπηδοϑςε ϊλλοσ. Πραγματικϊ, οι Σοϑρκοι φεϑγοντασ δεν πεύραξαν κανϋνα ςτο χωριϐ. Μϐνο πόραν ϋνα ζευγϊρι βουβϊλια του Αντώνη τησ ΢αρϊινασ, που τα βρόκαν εϑκολη λεύα, ςτην αυλό ό ςτο ςταϑλο του ςπιτιοϑ κι ϋνα ϊλογο απ’ την αυλό του Σριανταφϑλλου. Πολλϊ, ϐμωσ, ϊφηςαν κι εκεύνοι πύςω. ΢οδειϋσ, εργαλεύα,

17


πρϊγματα. Παρουςιϊςτηκαν δε περιπτώςεισ που αναγκϊςτηκαν να εγκαταλεύψουν γϋρουσ και ϊρρωςτουσ δικοϑσ τουσ. «Ϊναν τϋτοιο ϊρρωςτο», λϋγει ο Ν. Πανταζόσ, «βρόκαν οι δικού μασ Κιτριώτεσ ςτη ΢φενδϊμη, ϐπου πόγαν μετϊ τη φυγό των Σοϑρκων, για να πλιατςικολογόςουν τα εγκαταλειμμϋνα εκεύ ςπύτια τουσ. Σον ϊρρωςτο αυτϐ, ζαρωμϋνο ς’ ϋνα δωμϊτιο ενϐσ τοϑρκικου χαμϐςπιτου, βρόκε ο Θ.Ν. και τον ςκϐτωςε ςτο γιατϊκι του. Όπωσ λϋνε, μη ξϋροντασ ο Θ.Ν. ϐτι ο Σοϑρκοσ όταν ϊρρωςτοσ, φοβόθηκε μόπωσ ζαρωμϋνοσ παραμϐνευε για να του επιτεθεύ εκεύνοσ, γι’ αυτϐ και ϋπεςε απϊνω του με το τςεκοϑρι και τον ςκϐτωςε». Λεηλαςύεσ ϋγιναν κι απϐ κατούκουσ ϊλλων χωριών και τησ Κατερύνησ ςτα εγκαταλειμμϋνα τουρκϐςπιτα τησ Σϐχοβασ, τησ Βρωμερόσ, του Κολινδροϑ κ.λ.π.. Σισ πρώτεσ μϋρεσ μετϊ την απελευθϋρωςη, οι κϊτοικοι του Κύτρουσ, απαλλαγμϋνοι πια απ’ τα δεςμϊ τησ πολϑχρονησ ςκλαβιϊσ τουσ, ςυγκεντρωμϋνοι πϊνω ςτο ϑψωμα του κονακιοϑ και του διπλανοϑ πϋτρινου ανεμϐμυλου, που βρύςκονταν τϐτε εκεύ που εύναι ςόμερα το ςπύτι του Κ. Παπανικολϊου, ςτο ξϊςτερο πλϊτωμα που υπόρχε ςτην κορυφό του λϐφου, χαύρονταν τη λευτεριϊ τουσ, που γνώριζαν για πρώτη φορϊ και γιϐρταζαν την ανϊςταςό τουσ απ’ τη ςκλαβιϊ, αναπνϋοντασ τον πρώτο λεϑτερο αϋρα τησ μϊνασ πατρύδασ τουσ. Απϐ κει πϊνω αγνϊντευαν τη θϊλαςςα του Θερμαώκοϑ, που γαλανό και όρεμη τώρα, απλώνονταν μπροςτϊ τουσ ελληνικό και με αγωνύα περύμεναν ανυπϐμονοι να ακοϑςουν και για την απελευθϋρωςη τησ Θεςςαλονύκησ και των πιο πϋρα απ’ αυτό ϊλλων ςκλαβωμϋνων αδελφών. Για μια ςτιγμό, διϋκριναν καρϊβια να μπαύνουν ςτον κϐλπο. Ο καιρϐσ όταν καλϐσ και γυϊλιζαν κϊταςπρα ςτον όλιο. Ϋταν ελληνικϊ και ϋπλεαν ακϊθεκτα για τη Θεςςαλονύκη, που λευτερώνονταν. Ακρϊτητοσ ενθουςιαςμϐσ πλημμϑριςε τισ καρδιϋσ και τα ςτόθη τουσ και ρύγη ενθουςιαςμοϑ και πατριωτικόσ ϋξαρςησ τουσ τρϊνταζαν ςϑγκορμουσ. Ουρανομόκεισ ζητωκραυγϋσ αντόχηςαν μονομιϊσ απ’ τα ςτϐματϊ τουσ και κϊλυψαν το κανονύδι που ακοϑγονταν βαθιϊ πϋρα απ’ τον Αξιϐ. Αγκαλιϊζονταν μεταξϑ τουσ και χοροπηδοϑςαν και φώναζαν, μη ξϋροντασ πώσ να εκδηλώςουν την ϊμετρη χαρϊ τουσ. Ωλλωςτε, τϋτοια χαρϊ πρώτη φορϊ ϋνιωθαν. Ϊβλεπαν τα καρϊβια του Βϐτςη να αυλακώνουν γοργϊ και περόφανα τη θϊλαςςα κι ϊκουγαν τα κανϐνια να βροντοϑν μακριϊ ςτον κϊμπο του Αξιοϑ και πύςτευαν πωσ πραγματικϊ ελευθερώθηκαν απ’ τη ςκλαβιϊ και πωσ δεν όταν ϐνειρο το ϐτι απολυτρώθηκαν απ’ τα δεςμϊ του βϊρβαρου Σοϑρκου. Σαυτϐχρονα, ϐμωσ αντύκριζαν το κονϊκι και τον ανεμϐμυλο, που υψώνονταν δύπλα τουσ, ατρϊνταχτα ςϑμβολα τησ επικρϊτειασ του Μπύτζιου κι αναρωτιϐταν με πϐνο κι ελπύδα, πϐτε θα λευτερωθοϑν κι απ’ τον αφϋντη τςιφλικϊ και πϐτε θα αποτινϊξουν και τα εξύςου βαριϊ δεςμϊ του κολύγου.

18


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΠΡΩΣΟ ΟΙ ΠΡΟ΢ΥΤΓΕ΢ Σο Κύτροσ ςόμερα αποτελεύται απϐ τρεισ ςυνοικιςμοϑσ. Σο ςυνοικιςμϐ των Γηγενών, που εύναι ςτη μϋςη του χωριοϑ, κατϋχει τη θϋςη του παλιοϑ οικιςμοϑ και αποτελεύται απ’ τουσ παλιοϑσ, τουσ ντϐπιουσ κϊτοικουσ κι απϐ τουσ δυο νϋουσ ςυνοικιςμοϑσ, του Καβακλύ και τησ Μπϊνησ ό Μπϊνασ. Οι οικιςμού αυτού δημιουργόθηκαν το 1926, με τον ερχομϐ των προςφϑγων, που ϋφταςαν εδώ απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα, ϑςτερα απ’ την υπογραφό και εφαρμογό τησ ςυνθόκησ του Νεώγϑ. Με βϊςη τη ςυνθόκη αυτό, που υπογρϊφτηκε ςτισ 27 Νοεμβρύου 1919 και ιδιαύτερα το εδϊφιο 2 του ϊρθρου 56, το οπούο περιϋχει διατϊξεισ περύ αμοιβαύασ μετανϊςτευςησ των φυλετικών μειονοτότων των ςυμβαλλϐμενων χωρών, υπογρϊφτηκε ϊλλη, ιδιαύτερη ςυνθόκη, μεταξϑ Ελλϊδασ και Βουλγαρύασ, η οπούα ρϑθμιζε ειδικϐτερα το θϋμα αυτϐ ανϊμεςα ςτισ δυο χώρεσ. ΢τη ςυνϋχεια και ςε εκτϋλεςη τησ ελληνοβουλγαρικόσ ςϑμβαςησ, ψηφύςτηκε ο νϐμοσ 2780/2 Ιουνύου 1922, καθώσ και ο απϐ 6 Μαρτύου 1922 ςχετικϐσ κανονιςμϐσ, ο οπούοσ κυρώθηκε με το απϐ 18 Ιουνύου 1922 βαςιλικϐ Διϊταγμα. Και οι δυο αυτϋσ πρϊξεισ, που ρϑθμιζαν παρϊλληλα και τισ υποχρεώςεισ του βουλγαρικοϑ κρϊτουσ, ψηφύςτηκαν και δημοςιεϑτηκαν ταυτϐχρονα και ςτη Βουλγαρύα1. Ϊτςι, ϑςτερα απ’ τη ρϑθμιςη αυτό όρθαν και εγκαταςτϊθηκαν μϐνιμα ςτο Κύτροσ οι Μπανιώτεσ και οι Καβακλιώτεσ. Νοτιοανατολικϊ του παλιοϑ ςυνοικιςμοϑ εγκαταςτϊθηκαν οι Καβακλιώτεσ και δυτικϊ ςτο ϊλλο ϊκρο του χωριοϑ οι Μπανιώτεσ. Οι πρώτοι όρθαν απ’ το Καβακλύ και οι δεϑτεροι απ’ τη Μπϊνα τησ Βουλγαρύασ και ύδρυςαν εδώ τουσ ομώνυμουσ ςυνοικιςμοϑσ τουσ. Πριν απ’ τον ερχομϐ των προςφϑγων και ςϑμφωνα με τα ςτοιχεύα τησ απογραφόσ του 1920, το Κύτροσ εύχε 569 κατούκουσ. Με την εγκατϊςταςη των νϋων κατούκων του, ο πληθυςμϐσ του αυξόθηκε ςε 2181, ϐπωσ δεύχνει η απογραφό του 19282.

1 2

. Εγκυκλοπαύδεια Ελευθερουδϊκη: Σϐμοσ 9 ςελ. 731. . Εδώ δεν ςυμπεριλαμβϊνονται οι κϊτοικοι του οικιςμοϑ του Κορινοϑ, που τϐτε ανϋρχονταν ςε 1031 και υπϊγονταν ςτην Κοινϐτητα Πϑδνασ, οϑτε και οι κϊτοικοι τησ Αλυκόσ, που ανϋρχονταν ςε 32. Ο Κορινϐσ αποτϋλεςε ξεχωριςτό Κοινϐτητα το 1928 με το Δ. 30.6.28 ΥΕΚ Α166/1928.

19


Κϊτω ςχεδϐν απ’ τισ ύδιεσ ςυνθόκεσ ϋφυγαν απ’ τισ πατρύδεσ τουσ, ταξύδεψαν, ϋφταςαν και εγκαταςτϊθηκαν εδώ και οι Μπανιώτεσ και οι Καβακλιώτεσ. Πρώτοι όρθαν οι Μπανιώτεσ. Η Μπϊνα όταν κωμϐπολη ςτα παρϊλια τησ Μαϑρησ Θϊλαςςασ. Σο κλύμα τησ όταν καλϐ, τα χωρϊφια τησ εϑφορα και τα δϊςη τησ πλοϑςια. Οι κϊτοικού τησ αςχολοϑνταν με τη γεωργύα και την κτηνοτροφύα και ζοϑςαν βύο όρεμο και απλϐ, πλαιςιωμϋνο απ’ τα ελληνικϊ τουσ όθη και ϋθιμα. Διατηροϑςαν την ελληνικό γλώςςα, τα ελληνικϊ τραγοϑδια και τουσ χοροϑσ και όταν ϐλοι τουσ χριςτιανού ορθϐδοξοι. Οι διεθνεύσ, ϐμωσ, εξελύξεισ τησ εποχόσ εκεύνησ και η ελληνικό τουσ ςυνεύδηςη τουσ ανϊγκαςαν να μετοικόςουν ςτην Ελλϊδα. Και όταν πραγματικϊ ϐλοι τουσ Ϊλληνεσ, απ’ τα παλιϊ ακϐμα χρϐνια και ςτην ψυχό και ςτη ςυνεύδηςη. Και γι’ αυτϐ τουσ το ακμαύο φρϐνημα πλόρωναν πολλϊ και ςτουσ Σοϑρκουσ τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ και ςτουσ Βοϑλγαρουσ αργϐτερα. Απϐδειξη δε του ζωντανοϑ πατριωτιςμοϑ και τησ ελληνικϐτητϊσ τουσ, η εγκατϊλειψη των πϊντων και η φυγό τουσ προσ την Ελλϊδα. Ο Γϊλλοσ περιηγητόσ Sieur de Poullet, που επιςκϋφτηκε τη Ρωμυλύα το 1657, ϋγραφε ςτο χρονικϐ του, που δημοςιεϑτηκε ςτο Παρύςι το 1668: «Όλοι οι κϊτοικοι τησ Ρωμυλύασ εύναι Ϊλληνεσ και ςτην καταγωγό και ςτο δϐγμα. Διατηροϑν πϊντοτε τουσ χοροϑσ, τα τραγοϑδιθα και τισ διαςκεδϊςεισ τουσ. Απ’ αυτοϑσ τουσ πληθυςμοϑσ ςτρατολογοϑςε ο ςουλτϊνοσ τα Ελληνϐπουλα και τα ϋκανε γενύτςαρουσ»3. Ξεριζώθηκαν απ’ τη μια πατρύδα κι εγκαταςτϊθηκαν ςτην ϊλλη, αντιμετωπύζοντασ χύλιεσ δυςκολύεσ και υπερπηδώντασ αμϋτρητα εμπϐδια. Μ’ ϐςα πρϊγματα μποροϑςαν να ςηκώςουν ςτα κϊρα και ςτα ζώα τουσ, με τισ οικογϋνειϋσ τουσ και με δϊκρυα ςτα μϊτια, εγκατϋλειψαν κϊποιο πρωύ τα ςπύτια και τα νοικοκυριϊ τουσ και πόραν το δρϐμο τησ προςφυγιϊσ. Αλλϊ, ασ αφόςουμε να μασ διηγηθεύ τα βϊςανα του ξεριζωμοϑ και τησ προςφυγιϊσ ο ΢τϋργιοσ Μπϊμποσ, ϐπωσ τα ϋζηςε τϐτε ο ύδιοσ. «΢αν αποφαςύςαμε να φϑγουμε για την Ελλϊδα, οι αρχηγού του χωριοϑ ϋδωςαν μια βδομϊδα προθεςμύα ςτουσ χωριανοϑσ να ετοιμαςτοϑν. Μαζϋψαμε τα πρϊγματϊ μασ, τα δϋςαμε ςε μπϐγουσ και δϋματα και μαζύ με τα ςιτϊρια, τα αλεϑρια και τα ςτρωςύδια μασ, τα φορτώςαμε ςτα κϊρα κι ετοιμαςτόκαμε για το ξεκύνημα. Πόραμε απ’ τα ςπύτια μασ, μαζύ με τα μεγϊλα ζώα και τα κοπϊδια μασ κι ϐ,τι ϊλλο μεταφϋρονταν και νομύζαμε πωσ θα μασ χρειαςτεύ εκεύ που πηγαύναμε. Σισ μϋρεσ εκεύνεσ, βοηθοϑςα κι εγώ ϐςο μποροϑςα τον πατϋρα μου και τη μητϋρα μου, που προςπαθοϑςαν να νοιαςτοϑν για το κϊθε τι και να φροντύςουν για ϐλα. Ϋμουν τϐτε ϋντεκα χρονών. Ϊνα πρωύ ςχηματύςτηκε ςτο χωριϐ μια μεγϊλη φϊλαγγα απϐ βουβαλϊμαξα, βοώδϊμαξα κι αλογϐκαρα. Ανϊμεςϊ τουσ και δεμϋνα πύςω απ’ αυτϊ, ϊλογα και 3

. Poullet: «Nuvelles Relations du Levant» Paris 1668.

20


γαώδοϑρια, φορτωμϋνα κι εκεύνα με κϊθε εύδουσ πρϊγματα ςτα ςαμϊρια τουσ. Και εμεύσ, ϊλλοι ςκαρφαλωμϋνοι ςτα φορτωμϋνα κϊρα, ϊλλοι καβϊλα ςτα ζώα κι ϊλλοι πεζού, ξεκινόςαμε για τη μεγϊλη πορεύα. Όλοι κλαύγαμε. Μικρού και μεγϊλοι. Αγκαλιαζϐμαςταν και φιλιϐμαςταν εμεύσ που φεϑγαμε για πϊντα μ’ εκεύνουσ που αφόναμε πύςω και δε θα τουσ ξαναβλϋπαμε πια. Φωρύζαμε παντοτεινϊ. Αφόναμε τα ςπύτια μασ, τα χωρϊφια μασ, τον τϐπο μασ. Ξεριζωνϐμαςταν οριςτικϊ και τραβοϑςαμε για το ϊγνωςτο, με μϐνο οδηγϐ την ελληνικό μασ ςυνεύδηςη και τη μεγϊλη μασ ελπύδα. Σο χωριϐ θρηνοϑςε. Ακϐμα και τα ςκυλιϊ εύχαν αναςτατωθεύ κι ϋτρεχαν ανόςυχα ό γρϑλιζαν κλαψιϊρικα. ΢α να διαιςθϊνονταν κι εκεύνα τισ τραγικϋσ ςτιγμϋσ του μιςεμοϑ μασ και τον παντοτεινϐ μασ χωριςμϐ, γαϑγιζαν και αλυχτοϑςαν ϐλα μαζύ. Εκεύνεσ τισ ςτιγμϋσ μασ φαύνονταν πωσ ϋκλαιγαν κι εκεύνα μαζύ μασ. Οι μεγϊλοι ςταμϊτηςαν κϊποτε να πηγαινοϋρχονται κατϊ μόκοσ τησ φϊλαγγασ. Η μεγϊλη ςτιγμό εύχε φτϊςει. Σα χαλινϊρια και οι βουκϋντρεσ πλατϊγιςαν. Σα ζώα τϋντωςαν τουσ λαιμοϑσ και τα πϐδια τουσ. Σα νεϑρα ϋςφιξαν και τα κϊρα ϋτριξαν ςτα δεςύματϊ τουσ. Οι καρδιϋσ μασ ςπϊραξαν και η φϊλαγγα ξεκύνηςε. Οι ρύζεσ μασ κϐβονταν εκεύνη τη ςτιγμό απ’ τη γη των πατϋρων μασ και ο πϐνοσ του ξεριζωμοϑ ξϋςχιζε τα ςωθικϊ μασ. Με ςφιγμϋνεσ τισ καρδιϋσ και τα μϊτια γεμϊτα δϊκρυα, πόραμε το δρϐμο του πεπρωμϋνου μασ. Μπροςτϊ και πύςω μασ πόγαιναν τα κοπϊδια. χιλιϊδεσ κεφϊλια γιδοπρϐβατα. Θϊλαςςα ολϐκληρη4. Σα βελϊςματϊ τουσ, ανακατωμϋνα με το κλϊμα το δικϐ μασ, το τρύξιμο των κϊρων, τα γαυγύςματα των ςκυλιών και το γδοϑπο των βημϊτων των μεγϊλων ζώων, ϋκαμναν την ατμϐςφαιρα βαριϊ κι αςόκωτη. Διαςχύςαμε το χωριϐ με το κεφϊλι βαρϑ και τισ ςκϋψεισ θολωμϋνεσ και, καθώσ όταν τα μϊτια μασ βουρκωμϋνα, δεν εύδαμε πϐτε τ’ αφόςαμε πύςω. Δεν αντϋχαμε να το βλϋπουμε καθώσ απομακρυνϐμαςταν απ’ αυτϐ, γι’ αυτϐ γυρύζαμε τα μϊτια μασ μπροςτϊ. Αλλϊ και ϐταν κοιτϊζαμε μπροςτϊ, η ςκϋψη ϐτι το αφόναμε για πϊντα μασ ανϊγκαζε να ςτρύψουμε το κεφϊλι μασ πύςω για να το δοϑμε για ϊλλη μια φορϊ. ΢ιγϊ-ςιγϊ, αδυνϊτιζαν και οι φωνϋσ των ςκυλιών, ώςπου ϋπαψαν τελεύωσ να ακοϑγονται. Σο χωριϐ χϊνονταν πύςω μασ ςτον ορύζοντα και μπροςτϊ μασ ϐλο και νϋα και πιο ϊγνωςτα μϋρη ξανούγονταν. Σο ϊγνωςτο εύχε αρχύςει να απλώνεται μπροςτϊ μασ και ψυχρϐ και αδιϊφορο να μασ περιβϊλει απϐ παντοϑ. Κι εμεύσ βαδύζαμε κι ϐλο βαδύζαμε ςτη βουβό απλωςιϊ του κι ϐςο πιο πολϑ προχωροϑςαμε ςτα βϊθη του, τϐςο πιο αδϑναμουσ βλϋπαμε τουσ εαυτοϑσ μασ και τϐςο πιο μικρό κι ανύςχυρη νιώθαμε τη φϊλαγγϊ μασ. Ο όλιοσ μασ παρακολουθοϑςε απϐ ψηλϊ μιςοκρυμμϋνοσ ςτα ανϊρια μουντϊ ςϑννεφα, που με τα παρϊξενα ςχόματϊ τουσ θϐλωναν το γαλϊζιο χρώμα τ’ ουρανοϑ, ρύχνοντασ τισ καταθλιπτικϋσ τουσ ςκιϋσ πϐτε εδώ και πϐτε εκεύ, γϑρω

4

. Έφεραν περύπου 10.000 πρϐβατα ςτο Κύτροσ. (΢ϑμφωνα με μαρτυρύα Ν. Πανταζό).

21


μασ. Γϑρω απ’ τη ςκυθρωπό φϊλαγγϊ μασ, που ϐλο και προχωροϑςε ςτο δρϐμο χωρύσ επιςτροφό. Ο πρώτοσ ςταθμϐσ μασ όταν ο Πϑργοσ. Εύχα ακοϑςει για τη μεγϊλη πϐλη, τη χτιςμϋνη ςτισ ακτϋσ τησ Μαϑρησ Θϊλαςςασ κι ανυπομονοϑςα να τη δω και να τη θαυμϊςω απϐ κοντϊ. Η επιθυμύα μου και η ανυπομονηςύα μου αυτό ϊλλαξαν τισ εικϐνεσ ςτη ςκϋψη μου και μ’ ϋκαναν να ξεφεϑγω κϊπου-κϊπου απ’ τον πϐνο και τη θλύψη, που τϑλιγαν χωρύσ κανϋναν ούκτο ϐλουσ μασ. Ϋδη το πρώτο γεγονϐσ που ςημϊδευε την αναχώρηςό μασ εύχε ςυμβεύ. Ϊξω απ’ το χωριϐ, ςτη Μακροϑτςα τησ Παλιϐμπανασ, μια γυναύκα τησ ομϊδασ μασ, η ΢υρματϋνια Μοςχογιϊννη γϋννηςε κοριτςϊκι πϊνω ςτο βοώδϐκαρο, καθώσ τα βϐδια το ϋςερναν ρυθμικϊ και αςταμϊτητα. Σο κοριτςϊκι εκεύνο ςόμερα εύναι η γυναύκα του Παναγιώτη Γεωργύου, ΢τεργιαννό, που ϋχει το περύπτερο κοντϊ ςτην εκκληςύα του ςυνοικιςμοϑ μασ. ΢αν φτϊςαμε ςτον Πϑργο, τραβόξαμε για το λιμϊνι και μπόκαμε ςτο καρϊβι, που μασ περύμενε εκεύ. Σο βρϊδυ, ξανοιχτόκαμε ςτη Μαϑρη Θϊλαςςα. Η πϐλη δε μου φϊνηκε τϋτοια που τη φανταζϐμουνα. Αν και ςτην πραγματικϐτητα δεν μπϐρεςα να δω και πολλϊ πρϊγματα απ’ αυτό. Ότι, εύδα, το εύδα μϋςα απ’ το καρϊβι, καθιςμϋνοσ ςτο κατϊςτρωμα, πϊνω ςτο ςωρϐ με τα πρϊγματϊ μασ. Σο πρωύ ξημερώςαμε ςτην Κωνςταντινοϑπολη. Μϋςα ςτο πλούο μπόκαμε ϐλοι, ϐπωσ όρθαμε. Ωνθρωποι, κϊρα, ζώα, κοπϊδια, πρϊγματα. Γϋμιςαν ϐλοι οι χώροι του. Αμπϊρια, καταςτρώματα, διϊδρομοι ... Σα βϐδια, τα ϊλογα και τα μεγϊλα ζώα τα ϋπαιρναν με το βύντςι απ’ την προκυμαύα και τα ϋφερναν ςτο κατϊςτρωμα. Ϋταν θεαματικϐ να βλϋπεισ ϋνα βουβϊλι να τινϊζει τα πϐδια του και το λαιμϐ του ςτον αϋρα, καθώσ αιωροϑνταν ςτο κενϐ. Ο πατϋρασ τησ γυναύκασ μου –τϐτε οϑτε καν γνωριζϐμαςταν με τη Δϊφνηεύχε ϋνα κουτύ, ςαν αυτϊ με τισ κονςερβοποιημϋνεσ μπϊμιεσ, γεμϊτο χρυςϋσ λύρεσ. Κϊποιοσ τον ςυμβοϑλεψε να λιώςει ϋναν τενεκϋ λύγδα (χοιρινϐ λύποσ) και να τισ βϊλει μϋςα για αςφϊλεια. Ϊτςι και ϋκανε. Ϊβαλε ϐλο το κουτύ με τισ λύρεσ καλϊ ςφραγιςμϋνο μϋςα ς’ ϋναν τενεκϋ απϐ χαλβϊ και τον γϋμιςε με λύγδα. Σο λύποσ πϊγωςε και οι λύρεσ θϊφτηκαν βαθιϊ ςτον πϊτο. Κανϋνασ δεν υποψιϊςτηκε τύποτα. Εύχε επύςησ και 35 χιλιϊδεσ ελληνικϋσ δραχμϋσ μαζύ του. ΢εβαςτϐ ποςϐ για κεύνη την εποχό. Ϋταν καλϐσ νοικοκϑρησ ςτο χωριϐ. Κι ϐλα αυτϊ του παραςτϊθηκαν τϐςο πολϑ τα πρώτα χρϐνια τησ προςφυγιϊσ. Η Κωνςταντινοϑπολη, με τα μεγϊλα τζαμιϊ και τουσ ψηλοϑσ μιναρϋδεσ, μασ ϋκανε μεγϊλη εντϑπωςη. Βλϋπαμε τα κτύρια πϊνω απ’ τα καταςτρώματα και θαυμϊζαμε τον ϐγκο και τα ςχόματϊ τουσ. Μασ ϋδειξαν και τισ κορφϋσ τησ Αφιαςοφιϊσ. Οι τροϑλοι τησ ξεχώριζαν θεϐρατοι. Οι γεροντϐτεροι μασ ϋλεγαν πωσ ϐλα εκεύνα τα μϋρη και τα κτύρια, πϊνω ςτα οπούα τώρα ανϋμιζε η τοϑρκικη ημιςϋληνοσ όταν κϊποτε ελληνικϊ. Σουσ ακοϑγαμε και λυπϐμαςταν περιςςϐτερο για το χαμϐ τουσ. Πϐςο θα θϋλαμε να βγοϑμε να περπατόςουμε ςτουσ δρϐμουσ τησ ξακουςτόσ Πϐλησ! Να τη δοϑμε απϐ πιο κοντϊ και να πατόςουμε τα χώματϊ

22


τησ!... Δε βγόκαμε, ϐμωσ, απ’ το καρϊβι. Όπωσ μπόκαμε ςτο μεγϊλο λιμϊνι, ϋτςι και φϑγαμε απ’ αυτϐ, τραβώντασ για τη Θεςςαλονύκη. Περϊςαμε τη θϊλαςςα του Μαρμαρϊ, την Καλλύπολη, τα Δαρδανϋλλια. Σι ξϋραμε, ϐμωσ, εμεύσ τϐτε για τα μϋρη αυτϊ και την ιςτορύα τουσ, για να τα προςϋξουμε καλϑτερα!... Περνοϑςαν απ’ τα μϊτια μασ φευγαλϋα, ϐπωσ περνοϑςαν και τα κϑματα απ’ τα πλευρϊ του καραβιοϑ. ΢αν βγόκαμε ςτη Θεςςαλονύκη, οι αρχϋσ του λιμανιοϑ πόραν τισ γυναύκεσ και τισ πόγαν ςτη Μηχανιώνα για μπϊνιο και απολϑμανςη. Εμεύσ οι ϊντρεσ με τα πρϊγματϊ μασ τραβόξαμε για το Φαρμϊνκιοώ (ςημερινϐ Κορδελιϐ) κι εκεύ ςτόςαμε τισ ςκηνϋσ που μασ ϋδωςε το ελληνικϐ κρϊτοσ. Εδώ, ςτο Φαρμϊνκιοώ ϋγινε και ο πρώτοσ γϊμοσ. Παντρεϑτηκε ο ΢τϋργιοσ Κϐγκολασ. Σα εύχε φτιϊξει με τη γυναύκα του ςτο δρϐμο κι εύχε γύνει ςοϑςουρο. Βϋβαια, όταν διαφορετικϊ τϐτε τα όθη και ϋθιμα κι ϊλλη όταν η νοοτροπύα τησ εποχόσ. Ο γϊμοσ ϋγινε ςτα αντύςκηνα. Οι μεγϊλοι όπιαν ςτην υγειϊ του ζευγαριοϑ, χϐρεψαν με γκϊιντεσ και πύπιζεσ ϐλη τη νϑχτα κι ϐλοι γλϋντηςαν, ϐςο το επϋτρεπαν οι ςυνθόκεσ, ωσ το πρωύ. Η ζωό ςυνεχύζονταν. Εκεύνεσ τισ μϋρεσ ϋπεςαν δυνατϋσ βροχϋσ κι ϋγινε μεγϊλη πλημμϑρα. Ο καταυλιςμϐσ μασ εύχε μετατραπεύ ςε βρϐμικη θϊλαςςα. Όλα τα υπϊρχοντϊ μασ εύχαν γύνει μοϑςκεμα. Σα μπαοϑλα μασ, οι ςκϊφεσ μασ, τα μπογαλϊκια μασ ... Ακϐμα και οι κατςαρϐλεσ και τα τηγϊνια μασ ό όταν βουλιαγμϋνα ςτη λϊςπη ό επϋπλεαν ςτο νερϐ, γϑρω απ’ τα αντύςκηνα. Ωντρεσ και γυναύκεσ, με μαζεμϋνεσ τισ βρϊκεσ και τα φουςτϊνια ωσ τα γϐνατα, γυρϐφερναν ξυπϐλυτοι μϋςα ςτα νερϊ και μϊζευαν γϑρω απ’ τα αντύςκηνα, ϐ,τι όταν δυνατϐ να περιςωθεύ. Για καλό μασ τϑχη, όρθε εκεύνεσ τισ μϋρεσ ςτη Θεςςαλονύκη ο ςτρατηγϐσ Θ. Πϊγκαλοσ, δικτϊτορασ τϐτε τησ Ελλϊδασ5 κι εύδε την κατϊντια μασ απ’ το παρϊθυρο του βαγονιοϑ του, καθώσ το τρϋνο ϋμπαινε ςτο ςταθμϐ. Ρώτηςε να μϊθει ποιοι εύμαςτε και πώσ βρεθόκαμε ς’ αυτϊ τα χϊλια. Δυο-τρεισ δικού μασ, που ϋτυχε να εύναι ςτο ςταθμϐ, βρόκαν την ευκαιρύα και του εύπαν μϋςεσ-ϊκρεσ τι ςυνϋβαινε. Ο ςτρατηγϐσ ζότηςε να πϊνε μερικού ςτο γραφεύο του και να του εκθϋςουν την κατϊςταςη. ΢τεύλαμε μια επιτροπό και θυμϊμαι επικεφαλόσ τησ όταν ο παπποϑσ ο Ζϋκοσ Αρϊμπογλου. Οι απεςταλμϋνοι μασ μπόκαν ςτο διοικητόριο με τα καλπϊκια, τα πουτοϑρια και τα τςαροϑχια με τα ψηλϊ ϊςπρα ποδοπϊνια, που ϋφταναν ωσ τα γϐνατα –ϐπωσ ακριβώσ ντϑνονταν οι δικού μασ τϐτε- κι ανϋβηκαν ϐλοι μαζύ τισ ςκϊλεσ. Βρεγμϋνοι δε και καταλαςπωμϋνοι καθώσ όταν, ξϊφνιαςαν τουσ πϊντεσ με την περιβολό και τα χϊλια τουσ. Μπόκαν ϋτςι ςτο γραφεύο του δικτϊτορα. Εκεύνοσ τουσ δϋχτηκε και τουσ ρώτηςε, γιατύ παραμϋνουν ςτον καταυλιςμϐ αυτϐ και δεν ταχτοποιοϑνται κϊπου. Οι δικού μασ του απϊντηςαν πωσ ψϊχνουν για κατϊλληλο μϋροσ να εγκαταςταθοϑν και πωσ ς’ εκεύνο που βρόκαν, δεν τουσ επιτρϋπουν να πϊνε, γιατύ εύναι τςιφλύκι, κτόμα ενϐσ Ωγγλου υπηκϐου.

5

. Ο Θ. Πϊγκαλοσ ϋγινε δικτϊτορασ τησ Ελλϊδασ ςτισ 3 Ιανουαρύου 1926.

23


Εμεύσ εύχαμε ςτεύλει νωρύτερα μια επιτροπό ςτο Κύτροσ, που αποτελοϑνταν απ’ το Ζϋκο Αρϊμπογλου, το Δόμο Καψϊλη, το Νικϐλα Γκογκολϊκη, τον Παραςκευϊ Μπινϋλη κι ϋνα-δυο ϊλλουσ6, για να δουν το μϋροσ και τα χωρϊφια του και ξϋραμε ϐτι ο τϐποσ όταν καλϐσ για γεωργύα και κτηνοτροφύα, γι’ αυτϐ και παςχύζαμε να πϊμε εκεύ. - Πϋςτε μου ποϑ θϋλετε να πϊτε; ρώτηςε κοφτϊ την επιτροπό ο Πϊγκαλοσ, και μη ςασ νοιϊζει για τύποτα. - ΢το Κύτροσ, εύπαν μ’ ϋνα ςτϐμα οι δικού μασ. Αμϋςωσ ο ςτρατηγϐσ ϋγραψε ϋνα ςημεύωμα και το ϋδωςε ςτο Ζϋκο. - Αν θϋλετε, ξεκινόςτε αμϋςωσ για το Κύτροσ, τουσ εύπε και μη ςτενοχωριϋςτε για τύποτα. Πϋςτε ςτα κϊρα ςασ να φϑγουν αμϋςωσ για το Κύτροσ, επανϋλαβε, καθώσ οι δικού μασ ϋφευγαν απ’ το γραφεύο του. Με το γυριςμϐ τησ επιτροπόσ, αρχύςαμε να ετοιμαζϐμαςτε για τη μετακϐμιςη. Υορτώςαμε τα πρϊγματϊ μασ ςτα κϊρα και τα ςτεύλαμε να φϑγουν πρώτα εκεύνα. Εγώ ϋφυγα με το κϊρο. Οι υπϐλοιποι όρθαν με το τρϋνο. Αυτού βγόκαν νωρύτερα απϐ μασ ςτο ςταθμϐ τησ Αλυκόσ. Εμεύσ με τα κϊρα, το ϋνα πύςω απ’ τ’ ϊλλο, γραμμό ατϋλειωτη, φτϊςαμε ςτη θϋςη ‘’΢κϊλα’’ του Κύτρουσ. Εκεύ ςυναντόςαμε τουσ πρώτουσ Κιτριώτεσ. Ϋταν οι αδερφού Βαγγϋλησ και Βαςύλησ Πανταζό, οι οπούοι προςπϊθηςαν να μασ ςταματόςουν και να μασ διώξουν. Δεν τα κατϊφεραν, ϐμωσ. Σελικϊ, πόγαμε κι εμεύσ ςτο ςταθμϐ, ϐπου μασ περύμεναν οι δικού μασ. Γϑρω ςτο ςταθμϐ ςτόςαμε τα αντύςκηνα και μεύναμε για λύγεσ μϋρεσ. Απϐ κει, ϐλοι μαζύ ανεβόκαμε ψηλϐτερα, ςτο πρώτο ϑψωμα, που εύναι πϊνω απ’ το ςταθμϐ, ςτα δυτικϊ, προσ το μϋροσ του χωριοϑ κι εκεύ καταςκηνώςαμε. Ϋταν η μϋρα του Προφότη Ηλύα...» Οι νεϐφερτοι πρϐςφυγεσ δεν τα πόγαιναν καθϐλου καλϊ με τουσ ντϐπιουσ κατούκουσ του χωριοϑ. Οι γηγενεύσ και προπαντϐσ οριςμϋνεσ οικογϋνειεσ απ’ αυτοϑσ, δεν τουσ όθελαν ςτον τϐπο τουσ. Σουσ ϋβλεπαν ςαν εχθροϑσ. ΢αν ϊρπαγεσ των κτημϊτων τουσ. Ιδύωσ οι μεγαλοκτηματύεσ και ο Μπύτζιοσ, του οπούου το τςιφλύκι θα απαλλοτριώνονταν για τη γεωργικό αποκατϊςταςη των προςφϑγων. Αλλϊ και οι ϊλλοι κϊτοικοι, ςαν κολύγοι του τςιφλικιοϑ, ενεργοϑςαν ςϑμφωνα με τισ υποδεύξεισ και τα ςυμφϋροντα του ‘’αφεντικοϑ’’. Αγρϊμματοι δε και τελεύωσ απληροφϐρητοι καθώσ όταν, δεν μποροϑςαν να δουν ποϑ βρύςκονταν και τα δικϊ τουσ ςυμφϋροντα. Η απϐλυτη εξϊρτηςό τουσ απ’ το Μπύτζιο και τουσ ανθρώπουσ του ρϑθμιζε τη ζωό, τη ςκϋψη και τισ ενϋργειϋσ τουσ. Ο τςιφλικϊσ φαύνεται πωσ απ’ την αρχό ακϐμα κυνόγηςε τουσ πρϐςφυγεσ μ’ ϐλα τα μϋςα. Απϐ ϋνα ιδιϐχειρο γρϊμμα του ‘’Γιαννϊκη’’, που ϋχουμε ςτα χϋρια μασ, γραμμϋνο ςτο Λουτρϊκι ςτισ 23.9.1928 και του οπούου φωτοτυπύα παραθϋτουμε ςτο παρϊρτημα, φαύνεται καθαρϊ το μύςοσ του εναντύον τουσ. Σουσ αποκαλεύ μϊλιςτα ξεδιϊντροπα ‘’Βοϑλγαρουσ’’. Με το γρϊμμα του αυτϐ το 6

. Ο Ν. Πανταζόσ, που ϋτυχε να ςυναντηθεύ με την επιτροπό, μϐλισ κατϋβηκε απ’ το τρϋνο τησ Αλυκόσ, λϋγει ϐτι όταν και ο Γ. Καραμανϊκησ.

24


‘’αφεντικϐ’’ δύνει εντολό ςτο ςυνδιαχειριςτό του τςιφλικιοϑ του Βαςύλη Πανταζό ‘’να εκτελϋςει τισ μηνϑςεισ κατϊ των Βουλγϊρων και να τισ ςυνεχύςει και ςτο μϋλλον...’’. Ο Μπύτζιοσ εύχε καταφϋρει να διώξει απ’ το χωριϐ και μια ομϊδα Ποντύων, που εύχαν φτϊςει με τισ οικογϋνειϋσ τουσ νωρύτερα ςτο Κύτροσ, ϑςτερα απ’ τη μικραςιατικό καταςτροφό. Με τοϑτουσ τουσ πρϐςφυγεσ, ϐμωσ, το πρϊγμα όταν διαφορετικϐ. Αυτού όρθαν εδώ για να μεύνουν και θα μεύνουν. Εύχαν ακοϑςει για την Πιερύα και το Κύτροσ απϐ ϊλλουσ Βοϑλγαρουσ, που εύχαν ζόςει εδώ ό εύχαν γνωρύςει τα μϋρη αυτϊ νωρύτερα και που τώρα, με την ανταλλαγό των πληθυςμών, εύχαν επιςτρϋψει ςτη Βουλγαρύα κι εκεύνοι τουσ περιϋγραψαν τισ καλοςϑνεσ του τϐπου και την ευφορύα των χωραφιών του Κύτρουσ. Γι’ αυτϐ, παρ’ ϐλεσ τισ αντιδρϊςεισ των Κιτριωτών και του Μπύτζιου, επϋμεναν και κατϊφεραν να εγκαταςταθοϑν ς’ αυτϐ. ΢την επιτυχύα τουσ αυτό τουσ βοόθηςε πολϑ κι ο Πϊγκαλοσ. Πολλού απ’ αυτοϑσ καταςκόνωςαν αρχικϊ και για λύγο ςτον ανοιχτϐ χϋρςο χώρο δύπλα ςτο ςταθμϐ, προσ το μϋροσ τησ θϊλαςςασ. Μετϊ, ςυγκεντρώθηκαν ϐλοι ςτην πλαγιϊ του υψώματοσ απϋναντι απ’ το ςταθμϐ, προσ το μϋροσ του χωριοϑ. Εκεύ ϋμειναν ςαρϊντα μϋρεσ. ΢το διϊςτημα αυτϐ, οι Κιτριώτεσ δεν ςταμϊτηςαν τισ προκλόςεισ και τισ απειλϋσ, προςπαθώντασ με κϊθε τρϐπο να τουσ εξαναγκϊςουν να φϑγουν απ’ τα μϋρη τουσ. Μια μϋρα μϊλιςτα, πόγαν κρυφϊ και ϋβαλαν φωτιϊ ςτισ γϑρω απ’ τον καταυλιςμϐ τουσ καλαμιϋσ. «Κϐντεψε να καοϑμε. Ο καπνϐσ και οι φλϐγεσ μασ ϋζωςαν απϐ παντοϑ. Αλαφιαςμϋνοι πεταχτόκαμε απ’ τα αντύςκηνα και με φτυϊρια, τςαπιϊ, τςουβϊλια, ςκοϑπεσ και ϐ,τι ϊλλο ϋβριςκε ο καθϋνασ μασ μπροςτϊ του, παλεϑαμε να ςβόςουμε τισ φωτιϋσ, που μασ κϑκλωναν επικύνδυνα απϐ κϊθε κατεϑθυνςη. Ευτυχώσ, τα καταφϋραμε και δεν εύχαμε ζημιϋσ και θϑματα ...» Παρ’ ϐλα αυτϊ, ϐταν μεταφϋρθηκαν απ’ τη θϋςη του ςταθμοϑ και καταςκόνωςαν ςτισ βϐρειεσ παρυφϋσ του χωριοϑ, πολλϋσ οικογϋνειεσ φιλοξενόθηκαν για αρκετϐ καιρϐ ςε ςπύτια ντϐπιων. Οι ντϐπιοι αυτού τουσ περιϋβαλαν με καλοςϑνη και αγϊπη, πρϊγμα που ακϐμα θυμοϑνται και ομολογοϑν οι επιζώντεσ ςόμερα Μπανιώτεσ. Οι Μπανιώτεσ όθελαν να χτύςουν το χωριϐ τουσ ςτο πρώτο ϑψωμα του ςταθμοϑ. Εκεύ που εύχαν την καταςκόνωςό τουσ. Αντιδροϑςαν, ϐμωσ, οι ντϐπιοι, γιατύ ςτη θϋςη αυτό όταν τα χωρϊφια τουσ. Γι’ αυτϐ και, ςαν εύδαν ϐτι δεν μποροϑςαν να τουσ διώξουν τελεύωσ απ’ το Κύτροσ, τουσ πρϐτειναν να μεταφερθοϑν ςτη δυτικό χϋρςα πλευρϊ του χωριοϑ κι εκεύ να χτύςουν τα ςπύτια τουσ. ΢την αρχό, οι πρϐςφυγεσ δεν δϋχονταν κι ϋμεναν ακλϐνητοι ςτην απϐφαςό τουσ. Κλονύςτηκε, ϐμωσ, η επιτροπό τουσ και λϑγιςε. Και πρώτοσ λϑγιςε ο πρϐεδρϐσ τησ Ζϋκοσ. Μετϊ, τον ακολοϑθηςαν και οι ϊλλοι. Ϊνα απ’ τα ιςχυρϐτερα επιχειρόματα των ντϐπιων, που ςυνηγοροϑςε υπϋρ τησ ϊποψόσ τουσ, όταν και η ϋλλειψη νεροϑ ςτο ϑψωμα του ςταθμοϑ. Αυτϐ λϑγιςε και την επιμονό του ϐγκου των προςφϑγων. Ϊτςι, ο οικιςμϐσ τησ Μπϊνησ χτύςτηκε τελικϊ εκεύ που υπϋδειχναν οι ντϐπιοι. ΢τη θϋςη που εύναι ςόμερα.

25


΢το μεγαλϑτερο μϋροσ τησ Μπϊνησ, πύςω απ’ τα ςημερινϊ ςπύτια των Βουλγαραύων, του Ποϑλιου, του Αβρ. Αβραϊμ και του Δαςκαλϐπουλου Σαξιϊρχη, απλώνονταν δυο μεγϊλα χωρϊφια. Παλιϐχωρεσ τισ ϋλεγαν τϐτε. Η κεύμενη προσ τα βϐρεια του ςπιτιοϑ του Αβραϊμ όταν του Βοϑλγαρη και η προσ τα νϐτια του Ποϑλιου. Επύςησ, βορινϐτερα, ςτη θϋςη ΄΄Σζιρϊπι΄΄, όταν η παλιϐχωρα του Θεολϐγη. Σισ εκτϊςεισ αυτϋσ τισ ϋλεγαν παλιϐχωρεσ, γιατύ όταν γεμϊτεσ απϐ πϋτρεσ και κομμϊτια κεραμύδια, που ϋδειχναν ϐτι εκεύ παλιϐτερα υπόρχε κϊποιοσ οικιςμϐσ. Οι Καβακλιώτεσ όρθαν ςτο Κύτροσ λύγουσ μόνεσ μετϊ τουσ Μπανιώτεσ. Δοκύμαςαν κι αυτού τισ ύδιεσ περύπου ταλαιπωρύεσ και πϋραςαν τα ύδια βϊςανα, ϐπωσ και οι Μπανιώτεσ. «Υϑγαμε απ’ το χωριϐ ομϊδεσ-ομϊδεσ», μασ λϋγει ο Φρόςτοσ Νατςύδησ του Μανϐλη, που γεννόθηκε ςτο Καβακλύ τησ Βουλγαρύασ το 1913 και ζει ςόμερα ςτο Κύτροσ. «Δε μασ ανϊγκαζε τύποτα το ιδιαύτερο εκεύνεσ τισ μϋρεσ για να φϑγουμε ϊρον-ϊρον. Γι’ αυτϐ και ετοιμαςτόκαμε με την ηςυχύα μασ, ϐςο γύνονταν φυςικϊ και μαζϋψαμε ϐλα ςχεδϐν τα πρϊγματϊ μασ. Σα καλϊ τα φορτώςαμε ςτα κϊρα και ςτα ζώα. Αφόναμε τα τιποτϋνια και τα πιο ϊχρηςτα. Σην τελευταύα βραδιϊ όμαςταν πιο αναςτατωμϋνοι. Οι μεγϊλοι γυρϐφερναν ςτα φορτωμϋνα κϊρα, τα ςυμμϊζευαν, τα ξαναταχτοποιοϑςαν και τα ϋδεναν καλϑτερα. Βλϋπεισ, εύχαμε μακρινϐ δρϐμο μπροςτϊ μασ. Εμεύσ οι μικρού περιμϋναμε την ώρα του ξεκινόματοσ. Και δεν ϊργηςε νϊ ‘ρθει. Σο πρωύ, ξημερώματα, ςε φϊλαγγα μεγϊλη, κϊρα, ϊνθρωποι και ζώα ξεκινόςαμε απ’ το Καβακλύ για το Δεδϋαγατσ (Αλεξανδροϑπολη). Οι ςτιγμϋσ όταν ςυγκινητικϋσ. Ακϐμα και οι ϊντρεσ ϋκλαιγαν. Αφόναμε το χωριϐ μασ και τον τϐπο των πατερϊδων μασ και το μϋροσ ϐπου εύχαμε γεννηθεύ και που τϐςο αγαποϑςαμε και φεϑγαμε μακριϊ, γνωρύζοντασ πωσ μϊλλον δε θα τον ξαναδοϑμε ποτϋ πια. Υεϑγαμε απ’ το Καβακλύ για πϊντα. Ξεριζωνϐμαςταν. Απϐ νοικοκυραύοι γινϐμαςταν πρϐςφυγεσ. Παύρναμε, ϐμωσ, το δρϐμο τησ προςφυγιϊσ, πιςτεϑοντασ ςτην Ελλϊδα κι ελπύζοντασ ςτην αγϊπη και την προςταςύα τησ. Η δικό μασ πύςτη αποδεύχνονταν τώρα περύτρανα με την πρϊξη μασ. Θα αποδειχτεύ ϊραγε ςτο μϋλλον και η αγϊπη τησ πατρύδασ, που τϐςο λαχταροϑςαμε; Η φϊλαγγϊ μασ διϋςχιςε το χωριϐ και βγόκε ςτα χωρϊφια. ΢τα μϋρη που εύχαμε ποτύςει με τον ιδρώτα μασ για τϐςα και τϐςα χρϐνια. Με δακρυςμϋνα μϊτια τα αποχαιρετοϑςαμε κι εκεύνα, ςιωπηλού, ατενύζοντϊσ τα με το υγρϐ βλϋμμα μασ. Πύςω μασ ακολουθοϑςαν κοπϊδια με πρϐβατα και γελϊδια, που παύρναμε μαζύ μασ. Πολλϊ κοπϊδια εύχαν φϑγει πιο μπροςτϊ απϐ μασ. Η μϋρα κυλοϑςε βαριϊ και καταθλιπτικό και με το δικϐ τησ ρυθμϐ κυλοϑςαν και οι ρϐδεσ των δικών μασ βοώδϊμαξων. Η απϐςταςη απ’ το Καβακλύ ϐλο και γεγϊλωνε. Λιγϐςτευε ϐμωσ κι εκεύνη που μασ χώριζε απ’ το Δεδϋαγατσ κι απ’ την

26


πραγματικϐτητα τησ προςφυγιϊσ. Σα γνωςτϊ μασ μϋρη περνοϑςαν κι αραύωναν. Πϑκνωναν, ϐμωσ, τ’ ϊγνωςτα και με γρηγορϊδα το ϋνα διαδϋχονταν το ϊλλο. ΢αν φτϊςαμε ςτη μεγϊλη πϐλη, τραβόξαμε για το ςταθμϐ και μπόκαμε ςτο τρϋνο, που όταν εκεύ και μασ περύμενε. Σα κϊρα ςυνϋχιςαν το δρϐμο τουσ. Μαζύ μασ μπόκαν ςτα βαγϐνια και τα πρϐβατα και τα γελϊδια. Κϊποτε, ςφϑριξε δυνατϊ η μηχανό. Σρϐμαξαν τα ζώα. Σρομϊξαμε και μεισ. Σο τρϋνο τραντϊχτηκε και ξεκύνηςε. Ϊτρεχε πολϑ και με γρηγορϊδα μασ περνοϑςε απϐ κϊμπουσ και κοιλϊδεσ, πϊνω απϐ γϋφυρεσ ό ςτα ριζϊ απϐ βουνοπλαγιϋσ, κατϊ πωσ το οδηγοϑςαν οι ςιδερογραμμϋσ του, που όταν απλωμϋνεσ μακριϋσ κι ατϋλειωτεσ ςτο χώμα. Δεν εύχαμε ξαναδεύ τρϋνο κι ϐλοι το θαυμϊζαμε και μιλοϑςαμε γι’ αυτϐ. Κϊποτε βγόκαμε ςτα Κουφϊλια. Εκεύ βρόκαμε ϊδεια ςπύτια οικογενειών, που, ϋχοντασ βουλγαρικό ςυνεύδηςη, εύχαν φϑγει νωρύτερα για τη Βουλγαρύα7. Πολλού απϐ μασ βολεϑτηκαν ς’ αυτϊ. Οι ϊλλοι ϋςτηςαν αντύςκηνα, που μασ εύχε δώςει το ελληνικϐ κρϊτοσ. Σον καιρϐ εκεύνο, ϐμωσ, τα Κουφϊλια όταν τϐποσ κουνουπιών. Παντοϑ ϋλη και ςτεκοϑμενα, βρϐμικα νερϊ. Αςυνόθιςτοι καθώσ όμαςταν εμεύσ απϐ τϋτοιο περιβϊλλον, μασ περύλαβε αμϋςωσ η ελονοςύα. Αρρωςτόςαμε ϐλοι. Ιδύωσ τα μικρϊ παιδιϊ και οι γϋροι. Αυτοϑσ τουσ προτιμοϑςε ιδιαύτερα ο χϊροσ. Η καμπϊνα χτυποϑςε πϋνθιμα χωρύσ ςταματημϐ. Κϊθε μϋρα και ϐλη την ημϋρα. Ο θλιβερϐσ όχοσ τησ εύχε μαυρύςει τισ καρδιϋσ μασ. Δεν υπόρχε οικογϋνεια που να μην εύχε θρηνόςει ϋςτω και ϋνα θϑμα τησ φοβερόσ ελονοςύασ. Αποφαςύςαμε να φϑγουμε απϐ κει, γιατύ μασ θϋριζε ο πυρετϐσ. Εμεύσ, τα παιδιϊ, δεν αντϋχαμε να ακοϑμε ϊλλο τον αςταμϊτητο όχο τησ καμπϊνασ και τα πικρϊ μοιρολϐγια των μανϊδων μασ. Οι μεγϊλοι αποφϊςιςαν να ςτεύλουν μια επιτροπό ςτισ γϑρω περιοχϋσ, για να βρει κϊποιο καταλληλϐτερο μϋροσ για την εγκατϊςταςό μασ. Δεν θϋλαμε να γύνουμε ϐλοι ςταυρού ςτα μνόματα των Κουφαλιών». «Η επιτροπό αποτελϋςτηκε απ’ τουσ γεροντϐτερουσ, τουσ πιο ϋμπειρουσ και τουσ πιο ςεβϊςμιουσ οικογενειϊρχεσ», μασ λϋγει ο επύςησ γεννημϋνοσ ςτο Καβακλύ τησ Βουλγαρύασ Θεϐδωροσ Ν. Καπουνιαρύδησ. «΢’ αυτό πόραν μϋροσ ο Νικϐλαοσ Δρογοϑδησ, ο Γεώργιοσ Θεοτοκύδησ και δυο-τρεισ ϊλλοι. Νομύζω πωσ όταν και ο Μωρύδησ με το ΢ιανύδη8. ΢ε λύγεσ μϋρεσ επϋςτρεψαν. Υαύνεται πωσ ϋφεραν καλϊ νϋα, γιατύ ςϑντομα φϑγαμε απ’ τα Κουφϊλια. Με το τρϋνο όρθαμε . ΢ϑμφωνα με ςτοιχεύα που ςυγκεντρώθηκαν ωσ το τϋλοσ του 1928, μετανϊςτευςαν απ’ την Ελλϊδα ςτη Βουλγαρύα 90.000. Απ’ τη Βουλγαρύα ςτην Ελλϊδα 50.000. Παρϋμειναν Έλληνεσ ςτη Βουλγαρύα 10.000 και ςτην Ελλϊδα ςλαβϐφωνοι γενικϊ Έλληνεσ υπόκοοι 85.000 (Ελευθερουδϊκη «΢ϑγχρονη Εγκυκλ. τϐμ 9 ςελ. 731). 8 . Ο Κιτριώτησ Φρόςτοσ Σριανταφϑλλου, που ςυνϊντηςε τϐτε την επιτροπό, λϋγει πωσ όταν και ο Υωκϊσ. Η επιτροπό όρθε ςτο χωριϐ και πόγε ςτο Φϊνι, που όταν και το μοναδικϐ τϐτε μαγαζύ (μπακϊλικο και καφενεύο) ςτο Κύτροσ. 7

27


ςτο ςταθμϐ τησ Αλυκόσ. Εδώ, καταςκηνώςαμε αρχικϊ ςτο χώρο κϊτω απ’ τη ςιδηροδρομικό γραμμό, προσ τη θϊλαςςα, κοντϊ ςτο μηχανοςτϊςιο τησ Αλυκόσ. Εκεύ ξεχειμωνιϊςαμε ςτα αντύςκηνα. Ο χειμώνασ, ϐμωσ, όταν κρϑοσ και ο μουςαμϊσ λεπτϐσ. Νερϐ πύναμε απϐ ϋνα παλιϐ τοϑρκικο πηγϊδι, που υπόρχε εκεύ κοντϊ. Σην ϊνοιξη, ανεβόκαμε ςτο χωριϐ και ςτόςαμε τα αντύςκηνα ςτην πλαγιϊ, εκεύ που εύναι ςόμερα το ςπύτι του Βαςύλη Αλεξύου. Σην τοποθεςύα την ϋλεγαν τϐτε ΄΄Φοντρό Γκορτςιϊ’’. Δεν υπόρχε νερϐ κι αναγκαζϐμαςταν να πύνουμε απ’ την πηγό του Ζμαηλιοϑ ό να φϋρνουμε ςτα χϋρια απ’ του παπϊ τη βρϑςη, που όταν πολϑ μακριϊ. Σο νερϐ του Ζμαηλιοϑ όταν βαρϑ και ακατϊλληλο. Δεν υπόρχε, ϐμωσ και καλϑτερο και το πύναμε αναγκαςτικϊ. Σο νερϐ το κουβαλοϑςαν οι γυναύκεσ ςτα ‘’μπακοϑρια’’9 με τισ ‘’γκουμπλύτςεσ’’10 ςτουσ ώμουσ… Κοντϊ ςτον καταυλιςμϐ μασ όταν το ςπύτι του Θωμϊ Μανωλϐπουλου. Καλϐσ ϊνθρωποσ. Ωλλοι ϋλεγαν πωσ όταν κυνηγϐσ κι ϊλλοι αγροφϑλακασ του Μπύτζιου. Όπωσ τον θυμϊμαι εγώ, νομύζω ϐτι τον περιςςϐτερο καιρϐ ϋλειπε απ’ το ςπύτι του και γϑριζε ςτα χωρϊφια και ςτα δϊςη. Ξαναγϑριζε ςτο χωριϐ, ϐταν τελεύωνε το ψωμύ του. Ϋταν ζωηρϐσ, γεροδεμϋνοσ και ανοιχτϐκαρδοσ. Κατακϐκκινοσ, με τα μεγϊλα του καςτανϊ μουςτϊκια και το ϐπλο ςτον ώμο, φαύνονταν ελεϑθεροσ, ανϋμελοσ και ατύθαςοσ χαρακτόρασ. Εύχε, ϐμωσ, καλό καρδιϊ, πολϑ φιλϐτιμο και μεγϊλη ανθρωπιϊ. ΢’ αυτϐν βρόκαμε κϊποια παρηγοριϊ ϐλοι εμεύσ οι πρϐςφυγεσ. ΢το φοϑρνο του ςπιτιοϑ του ψόναμε ψωμύ και μϊλιςτα και με δικϊ του ξϑλα. Κι εύχε πϊντοτε μπϐλικα ςτην αυλό του. ΢τύβεσ ολϐκληρεσ. Οι ϊλλοι ντϐπιοι δε μασ φϋρονταν καλϊ. Μασ αποκαλοϑςαν Βοϑλγαρουσ, μασ ϋβριζαν και μασ περιφρονοϑςαν. Κι αυτϐ μασ πλόγωνε πολϑ και μασ εξαγρύωνε περιςςϐτερο. Μασ ϋβλεπαν ςαν εχθροϑσ τουσ και ςαν ανθρώπουσ που όρθαμε να πϊρουμε τα κτόματϊ τουσ...» «Μαλώναμε και για τισ βοςκϋσ», προςθϋτει ο Φρ. Νατςύδησ. «Δε μασ ϊφηναν να βοςκόςουμε τα ζώα μασ ςτα χϋρςα μϋρη του χωριοϑ. Κι όταν πολλϊ τϐτε τα βοςκοτϐπια. Σα μϋρη γϑρω απ’ τον καταυλιςμϐ μασ, εκεύ που εύναι ςόμερα τα ςπύτια του Κώτςιου και του Βαγγϋλη Μϊνδαλου, όταν δαςωμϋνα. Αλλοϑ μεγϊλα δϋντρα κι αλλοϑ χαμϐκλαδα και θϊμνοι. Ο τϐποσ όταν γεμϊτοσ τςακϊλια. Ση νϑχτα οϑρλιαζαν κι ϋφταναν ωσ τον καταυλιςμϐ μασ. Μασ ϋπαιρναν τα τςαροϑχια μπροςτϊ απ’ τα αντύςκηνα. Υϑγαμε απ’ το ςταθμϐ κι ανεβόκαμε εδώ πϊνω για καλϑτερα. Αλλϊ και δω η κατϊςταςη δεν όταν καθϐλου καλό. Κι εδώ εύχαμε ελονοςύα. Κι εδώ πϋθαιναν απ’ τον πυρετϐ. Οι βαλτϐτοποι και τα ϋλη τησ Αλυκόσ όταν γεμϊτοι κουνοϑπια. Η καμπϊνα κι εδώ χτυποϑςε πϋνθιμα. Επιπλϋον, εδώ ϊρχιςαν να ψοφοϑν και τα ζώα μασ. Δεν εύχαμε ϊχυρο να τα ταϏςουμε το χειμώνα. Οι ντϐπιοι μασ το πουλοϑςαν πολϑ ακριβϊ. Ενώ εύχε 9

. Ήταν μεγϊλα χϊλκινα δοχεύα, που χωροϑςαν γϑρω ςτα 10 κιλϊ νερϐ. . Ξϑλα, ειδικϊ λυγιςμϋνα και πελεκημϋνα, δυο περύπου μϋτρα ςτο μϊκροσ, ςτα ϊκρα των οπούων κρεμοϑςαν τα μπακοϑρια και το κϋντρο τουσ το ςτόριζε η γυναύκα ςτον ώμο τησ.

10

28


μερικϋσ δεκϊρεσ, το πληρώναμε δυο δραχμϋσ την οκϊ. Και δε μασ ϋδιναν καλϐ ϊχυρο. Μϊζευαν ϐλα τα υγρϊ και ςϊπια κατακϊθια απ’ τισ αχυρώνεσ τουσ και μασ τα ακριβοπουλοϑςαν. Σα ζώα μασ, μπροςτϊ ςτην πεύνα που τα θϋριζε, τα ϋτρωγαν και ψοφοϑςαν. Επύςησ, οι καυγϊδεσ, τα μαλώματα και οι ξυλοδαρμού δεν ςταματοϑςαν. Ο κϐςμοσ τϐτε όταν βϊρβαροσ. Οι ντϐπιοι ϊγριοι. Αλλϊ και μεισ δεν όμαςταν λύρα εκατϐ…» Και οι Καβακλιώτεσ, ϐπωσ και οι Μπανιώτεσ νωρύτερα, επϋμεναν να εγκαταςταθοϑν ςτα πρώτα υψώματα, πϊνω απ’ το ςταθμϐ τησ Αλυκόσ. Κι αυτού, ϐμωσ, δεν τα κατϊφεραν, γιατύ τα κτόματα εκεύνα όταν ιδιοκτηςύεσ των ντϐπιων, που τα εύχαν αγοραςμϋνα απ΄ το Μπύτζιο. Σελικϊ, ο Εποικιςμϐσ, η Τπηρεςύα Αποκατϊςταςησ Προςφϑγων, τουσ ϋδωςε οικϐπεδα ςτη νοτιοανατολικό πλευρϊ του παλιοϑ χωριοϑ κι εκεύ ϋχτιςαν τα ςπύτια τουσ κι ϋκαναν το νϋο τουσ ςυνοικιςμϐ. Σο ςυνοικιςμϐ του Καβακλύ, που αριθμοϑςε γϑρω ςτουσ 1000 κατούκουσ. Ο Εποικιςμϐσ ϋδωςε τοϑβλα, ξυλεύα, κεραμύδια και ϊλλα οικοδομικϊ υλικϊ ςτουσ πρϐςφυγεσ για το χτύςιμο των πρώτων, μικρών και τυποποιημϋνων ςπιτιών. Όποιοσ μποροϑςε ϋκαμνε προςθόκεσ και επεκτϊςεισ ςτο ςπύτι του με δικϊ του ϋξοδα. Οι περιςςϐτεροι, ϐμωσ, περιορύζονταν ςτο μικρϐ κι απλϐ ςπιτϊκι του Εποικιςμοϑ. ΢όμερα, ςπϊνια να βρεθεύ κϊποιο απϐ κεύνα τα πρώτα ςπύτια των προςφϑγων ςτο χωριϐ. Όλοι, με τον καιρϐ και με την εργαςύα τουσ, κατϊφεραν να ορθοποδόςουν και γρόγορα να χτύςουν καινοϑρια, μεγϊλα και ευρϑχωρα ςπύτια. «Όταν ϊρχιςε το χτύςιμο των ςπιτιών», λϋγει ο Φρ. Νατςύδησ, «εκτϐσ απ’ τα τοϑβλα που μασ ϋδωςε ο Εποικιςμϐσ, χρειϊςτηκε και πϋτρα. Πολλού πόγαιναν ςτην Αγύα Παραςκευό κι ϋςπαζαν με τισ βαριϋσ τισ μεγϊλεσ, τετρϊγωνεσ, αρχαύεσ πϋτρεσ, που βρύςκονταν τϐτε μπϐλικεσ εκεύ και τισ κουβαλοϑςαν ςτα οικϐπεδϊ τουσ. Οριςμϋνεσ όταν ςκαλιςμϋνεσ εδώ κι εκεύ κι ϊλλεσ εύχαν και γρϊμματα». Σην αρπαγό αυτό και την καταςτροφό των αρχαιοτότων επιβεβαιώνουν κι ϐλοι ςχεδϐν οι γϋροι του χωριοϑ. Ντϐπιοι και πρϐςφυγεσ. «Ενδιαφϋρουςεσ ςκαλιςτϋσ πϋτρεσ και τμόματα αγαλμϊτων», λϋγει ο Νύκοσ Πανταζόσ, «βρύςκονταν ςτο χώρο τησ Αγύασ Παραςκευόσ και του Αγύου Νικολϊου. Σισ περιςςϐτερεσ απ’ αυτϋσ τισ αρχαιϐτητεσ τισ πόραν οι πρϐςφυγεσ, για να χτύςουν τα ςπύτια τουσ, ϑςτερα απ’ το 1926…» Για να φϋρουν νερϐ ςτο Καβακλύ, δοϑλεψαν ϐλοι μαζύ οι κϊτοικοι. Ϊχτιςαν ςτην πλατεύα του οικιςμοϑ μια βρϑςη και τη ςϑνδεςαν με ςιδεροςωλόνεσ, που τουσ ϋδωςε ο Εποικιςμϐσ, με την πηγό που βρύςκονταν ψηλϐτερα προσ τον Ωγιο Γεώργιο, τη γνωςτό με το ϐνομα ‘’Λοϑκι’’. Φώριςαν ϐλο το μόκοσ απ’ τη βρϑςη ωσ το ‘’Λοϑκι’’ ςε τμόματα και ο καθϋνασ ανϋλαβε να ςκϊψει χαντϊκι 40 περύπου μϋτρων. Σο νερϐ, ϐμωσ, όταν λιγοςτϐ και το πρϐβλημα τησ ϑδρευςησ δεν λϑθηκε, αλλϊ παρϋμεινε οξϑ ωσ την εποχό που το Κύτροσ ςυνδϋθηκε με το δύκτυο

29


ϑδρευςησ του ΢υνδϋςμου Δόμων και Κοινοτότων του Νομοϑ Πιερύασ, χωρύσ φυςικϊ να λυθεύ και πϊλι οριςτικϊ. Και ςόμερα ακϐμα, οι ανϊγκεσ των κατούκων δεν ικανοποιοϑνται απϐλυτα, παρ’ ϐτι κϊθε ςπύτι ϋχει και τη δικό του βρϑςη. Και τοϑτο, γιατύ η ςωλόνωςη που κατεβϊζει το νερϐ ςτο χωριϐ εύναι μικροϑ διαμετρόματοσ, δυςανϊλογου με τισ ανϊγκεσ των κατούκων και κοινό με τα πιο πϊνω χωριϊ, τα οπούα χρηςιμοποιοϑν το δύκτυο τησ ϑδρευςησ κατϊ βοϑληςη και για την ϊρδευςη των χωραφιών τουσ. Ϊτςι, το Κύτροσ, ςαν ευριςκϐμενο τελευταύο ςτη ςειρϊ, δϋχεται μϐνο ϐ,τι περιςςεϑει απ’ τουσ προηγοϑμενουσ. Σο ύδιο πρϐβλημα εύχαν και οι Μπανιώτεσ ςτην αρχό. Κι αυτού το προχειροϋλυςαν ό καλϑτερα το ανακοϑφιςαν με τον ύδιο τρϐπο. Ϊχτιςαν μια βρϑςη ςτην πλατεύα του ςυνοικιςμοϑ κι ϋφεραν νερϐ απ’ το ‘’Λοϑκι’’. Επύςησ, ϋχτιςαν μϋςα ςτην πλατεύα, με λύγα υλικϊ του Εποικιςμοϑ και με δικό τουσ προςωπικό εργαςύα ϋνα μικρϐ ούκημα για ιατρεύο. Η ελονοςύα τουσ θϋριζε κι αυτοϑσ κι εύχαν ανϊγκη ιατρικόσ περύθαλψησ. Ϊφεραν μϊλιςτα και γιατρϐ, τον Προδρομύδη και τον εγκατϊςτηςαν ςτο ούκημα αυτϐ. Αργϐτερα, γϑρω ςτο 1930, το μιρκϐ ιατρεύο μετατρϊπηκε ςε ςχολεύο, ώςπου το 1946, χτύςτηκε ϊλλο καλϑτερο και μεγαλϑτερο ςχολεύο. Απ’ ϐλουσ τουσ πρϐςφυγεσ που όρθαν ςτο Κύτροσ απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα, μϐνο δϑο επϋςτρεψαν πύςω. Ο Μπανιώτησ Γιϊννησ Περδικϊκησ και ο Καβακλιώτησ Γκουρύδησ. Και οι δυο δυςαρεςτόθηκαν, γιατύ δεν ϋγινε ο ςυνοικιςμϐσ τουσ ςτην πλαγιϊ προσ το ςταθμϐ. Ο πρώτοσ, οϑτε καν ανϋβηκε πϊνω ςτο Κύτροσ με τουσ ϊλλουσ. Απ’ την αρχικό ακϐμα καταςκόνωςη, μϐλισ αποφαςύςτηκε η μεταφορϊ τουσ ψηλϐτερα, φϐρτωςε τα πρϊγματϊ του ςτο κϊρο του και, με την οικογϋνειϊ του, ξαναπόρε το δρϐμο τησ επιςτροφόσ. Γϑριςε ςτο Ζϋντελικ (΢ταυροϑπολη) τησ Θεςςαλονύκησ, ϐπου ϋμεινε περύπου τρεισ μόνεσ. Μετϊ, ποϑληςε τα ζώα του, το κϊρο του και ϐ,τι ϊλλο εύχε και ξαναγϑριςε ςτη Βουλγαρύα. Ξαναπόγε ςτο χωριϐ και ςτο ςπύτι του, που εύχε αφόςει. Ο δεϑτεροσ, ανϋβηκε ςτο χωριϐ και ϋμεινε αρκετϐ καιρϐ ςτην καταςκόνωςη με τουσ ϊλλουσ. Πόρε μϊλιςτα και οικϐπεδο απ’ το κρϊτοσ. Αυτϐ που ϋχει ςόμερα ο Κ. Κουντςύδησ. Σο εγκατϋλειψε, ϐμωσ, τελικϊ και ϋφυγε κι αυτϐσ για τη Βουλγαρύα. Όταν ϋγινε η γεωργικό αποκατϊςταςη των προςφϑγων, δικαιώθηκαν οικϐπεδα και πολλού ακτόμονεσ απ’ τουσ γηγενεύσ. Επειδό η τελικό παραχώρηςη γύνονταν με κλόρο, πολλού ντϐπιοι ϋτυχε να πϊρουν οικϐπεδα μϋςα ςτο νεοχαραγμϋνο ςυνοικιςμϐ τησ Μπϊνασ και οριςμϋνοι Μπανιώτεσ μϋςα ςτο ςυνοικιςμϐ των γηγενών. Αυτϐ δυςαρϋςτηςε και τουσ μεν και τουσ δε, γι’ αυτϐ ϋγινε ανταλλαγό των οικοπϋδων μεταξϑ των δικαιοϑχων κι εϑκολα και οι δυο ρϊτςεσ ϋμειναν χωριςμϋνεσ, ςε χωριςτϋσ περιοχϋσ η κϊθε μια. Αν προβλϋπονταν τα κακϊ επακϐλουθα του τοπικιςτικοϑ πνεϑματοσ απϐ τϐτε κι αν λαμβϊνονταν κϊποια πρϐνοια ανϊμιξησ των κατούκων απ’ την αρχό, ύςωσ ωσ τώρα να εύχε εκλεύψει ο ϋντονοσ τοπικιςμϐσ και το Κύτροσ να όταν ςόμερα πιο ςυγκροτημϋνο και πιο προοδευμϋνο.

30


Σο ύδιο ϋντονο ρατςιςτικϐ πνεϑμα και η ύδια τοπικιςτικό τακτικό επικρϊτηςε και με την ϋλευςη κι αποκατϊςταςη και τησ ϊλλησ ομϊδασ των προςφϑγων απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα, των Καβακλιωτών12. ΢τη μϐνιμη εγκατϊςταςό τουσ προςπϊθηςαν κι αυτού να μεύνουν μακριϊ απ’ τουσ ντϐπιουσ κι απ’ τουσ Μπανιώτεσ. Ϊτςι, το χωριϐ παρουςιϊςτηκε τελικϊ με τρεισ ανϐμοιουσ ςυνοικιςμοϑσ, με ϊλλουσ ιδιωματιςμοϑσ ςτην ομιλύα του ο καθϋνασ, με ϊλλα όθη και ϋθιμα, με διαφορετικό νοοτροπύα και με κϊποιο αδικαιολϐγητο κι απροςδιϐριςτο μύςοσ φωλιαςμϋνο ςτην καρδιϊ του καθενϐσ. ΢την αρχό, οι διαφορϋσ και οι εχθρϐτητεσ όταν οξεύεσ και ο διαχωριςμϐσ ϋντονοσ και κϊθετοσ. Εκδηλώνονταν δε με καθημερινοϑσ ξυλοδαρμοϑσ, ϋντονουσ καυγϊδεσ και ςυνεχό μαλώματα. Αλλϊ και ςόμερα ακϐμα, παρ’ ϐτι ϋχουν περϊςει απϐ τϐτε πολλϊ χρϐνια, οι τρεισ ςυνοικιςμού παραμϋνουν ακϐμα διαχωριςμϋνοι και ωσ ϋνα βαθμϐ απομονωμϋνοι μεταξϑ τουσ και το τοπικιςτικϐ πνεϑμα δεν ξεχνϊει να επενεργεύ ςυχνϊ ςαν τροχοπϋδη ςτην προαγωγό και ςτην πρϐοδο του τϐπου.

12

. Ξεφυλλύζοντασ τα παλιϊ αρχεύα γϊμων τησ μητρϐπολησ Κύτρουσ, διαπιςτώνεται ϐτι το οξϑ τοπικιςτικϐ πνεϑμα διατηρόθηκε και μεταξϑ των δϑο ιερϋων, του ντϐπιου παπα-Θανϊςη και του πρϐςφυγα παπα-Παναγιώτη, που ςυνυπηρϋτηςαν για κϊποιο διϊςτημα ςτην εκκληςύα των Αγύων Κων/νου και Ελϋνησ ςτο Κύτροσ. Ο μεν ντϐπιοσ παπϊ-Θανϊςησ κϊνει χωρύσ καμιϊ παρϋκλιςη ϐλουσ τουσ γϊμουσ των ντϐπιων κατούκων, ο δε πρϐςφυγασ παπα-Παναγιώτησ των προςφϑγων.

31


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΔΕΤΣΕΡΟ ΚΑΣΟΦΗ ΚΑΙ ΑΝΣΑΡΣΙΚΟ Ύςτερα απ’ την κόρυξη πολϋμου τησ Γερμανύασ κατϊ τησ Ελλϊδασ, ςτισ 6 Απριλύου 1941, Ωγγλοι ςτρατιώτεσ αποβιβϊςτηκαν ςτον Πειραιϊ και όρθαν ςτο Κύτροσ. Η ςυγκατϊθεςη, ϐμωσ, τησ κυβϋρνηςησ Κορυζό1, για την αποβύβαςη των Ωγγλων ςτην Ελλϊδα, δϐθηκε πολϑ αργϊ και τα ςυμμαχικϊ ςτρατεϑματα ϋφταςαν ςτο ελληνικϐ ϋδαφοσ καθυςτερημϋνα. ΢το χωριϐ, ϋφταςαν μονϊδεσ τησ Νεοζηλανδικόσ μεραρχύασ τισ πρώτεσ μϋρεσ του Απρύλη, λύγο πριν απ’ τη ςυνθηκολϐγηςη Μπακϐπουλου2 –Μπϊκου – Σςολϊκογλου και του δεςπϐτη των Ιωαννύνων ΢πυρύδωνα. Με την υπογραφό, ϐμωσ, τησ παρϊδοςησ του ελληνικοϑ ςτρατοϑ τησ Β. Ελλϊδασ ςτουσ Γερμανοϑσ, το μϋτωπο τησ Μακεδονύασ διαλϑθηκε και οι Γερμανού, παρϊ τη ςθεναρό αντύςταςη των υπεραςπιςτών τησ γραμμόσ Μεταξϊ κι ιδιαύτερα του δεςπϐζοντοσ οχυροϑ Ροϑπελ, μπόκαν ςτη Θεςςαλονύκη ςτισ 9 Απριλύου, ςπϊζοντασ το τριεθνϋσ φυλϊκιο. Οι Ωγλλοι ςτο μεταξϑ εύχαν προλϊβει να προωθηθοϑν μϐνο μϋχρι τον Αλιϊκμονα, για να τον εγκαταλεύψουν κι αυτϐν ςχεδϐν αμϋςωσ (14.4.41) και να οπιςθοχωρόςουν προσ τον Όλυμπο και τα Σϋμπη. Εδώ ςτο Κύτροσ, βρύςκονταν τισ μϋρεσ εκεύνεσ αγγλικϋσ μονϊδεσ μϋςα ςτο δαςϊκι του Αγύου Γεωργύου, ςτην περιοχό του Αγύου Νικολϊου και ςε διϊφορα ϊλλα ςημεύα μϋςα ςτο χωριϐ. Δεν εύχαν οργανώςει καμιϊ απολϑτωσ ϊμυνα και φαύνονταν πωσ δεν εύχαν ςκοπϐ να αντιςταθοϑν ςτουσ Γερμανοϑσ. Ϋταν απλώσ περαςτικού. Ιδιαύτερα το τμόμα του Αγύου Νικολϊου, που όρθε τελευταύο ςτο χωριϐ, θα προϋρχονταν μϊλλον απϐ υποχωροϑςεσ μονϊδεσ τησ περιοχόσ του Αλιϊκμονα ό θα όταν καθυςτερημϋνο απομεινϊρι, που δεν πρϐλαβε να φτϊςει ςτη θϋςη τησ μονϊδασ του. Σο μϐνο μϋτρο που εύχαν πϊρει όταν η τελεύωσ πρϐχειρη τοποθϋτηςη δυο μικροϑ διαμετρόματοσ πυροβϐλων ςτην αριςτερό ϐχθη του ρϋματοσ τησ Ζαχαριϊσ3, χαμηλϊ ςτο χωρϊφι του Κώςτα Δαςκαλϐπουλου, δύπλα ςτο χωραφϐδρομο, που πϊει για τη θϊλαςςα κι απ’ τη θϋςη αυτό ϋβαλαν μερικϋσ . Ο Μεταξϊσ, που δεν δϋχονταν κι αυτϐσ να αποβιβαςτοϑν Άγγλοι ςτην Ελλϊδα, πϋθανε ςτισ 29 Ιαν. 1941. Ο αντικαταςτϊτησ του πρωθυπουργϐσ Αλεξ. Κορυζόσ ςυγκατατϋθηκε ςτισ 23 Υεβρ. 1941. «Ιςτορύα του Β΄παγκ. πολϋμου» ςελ. 395 και 409. 2 . Ο ςτρατηγϐσ Μπακϐπουλοσ, διοικητόσ ςτρατιϊσ Μακεδονύασ, υπϋγραψε την παρϊδοςη του ςτρατοϑ του ςτουσ Γερμανοϑσ ςτισ 8 Απριλύου 1941. 3 . Δεσ Κεφ. 35 «Σοπωνϑμια». 1

32


βολϋσ προσ την κατεϑθυνςη του Αλιϊκμονα, εναντύον των προελαυνϐντων Γερμανών. Ο κανονιοβολιςμϐσ αυτϐσ, ςκοπϐ εύχε απλώσ και μϐνο να ανακουφύςει κϊπωσ τουσ υποχωροϑντεσ ςυναδϋλφουσ τουσ. Γι’ αυτϐ κι ϑςτερα απϐ μερικϋσ βολϋσ, πόραν τα πυροβϐλα τουσ και υποχώρηςαν κι αυτού προσ τον Όλυμπο. Σην ύδια μϋρα, το Κύτροσ καταλόφθηκε απ’ τουσ Γερμανοϑσ. Οι Γερμανού ϋφταςαν ςτο χωριϐ ςτισ 14 Απριλύου 1941. Θυμοϑμαι, όταν μια ηλιϐλουςτη μϋρα και αρκετού κϊτοικοι κατϋβηκαν ςτο δημϐςιο δρϐμο (παλιϊ εθνικό οδϐσ), για να τουσ δουν απϐ κοντϊ. Απ’ το ϑψωμα του κονακιοϑ παρατηροϑςαμε το δρϐμο προσ το Μακρϑγιαλο και περιμϋναμε να φανεύ απϋναντι ςτο λϐφο η κεφαλό τησ γερμανικόσ φϊλαγγασ των μηχανοκύνητων, που ακοϑγονταν βαρϑγδουπη να προχωρεύ. Για μια ςτιγμό, πϋραςε απϐ κοντϊ μασ ςε χαμηλϐ ϑψοσ ϋνα γερμανικϐ αεροπλϊνο, που πετοϑςε με κατεϑθυνςη προσ τον Όλυμπο και ςχεδϐν αμϋςωσ μαϑριςε η κορυφό του υψώματοσ του δρϐμου ςτο ςημεύο ϐπου τώρα ξεκινϊει η διακλϊδωςη για το λιμϊνι4. Σα γερμανικϊ τανκσ και τα αλυςιδοφϐρα μηχανοκύνητα του Γ’ Ρϊιχ ξεχϑθηκαν πολυθϐρυβα κι αμϋτρητα, ςα μια ατϋλειωτη αλυςύδα ςτον κατηφορικϐ δρϐμο. Εμεύσ τα παιδιϊ τρϋξαμε προσ τη νϐτια ϊκρη του χωριοϑ, προσ τα αμπϋλια του Καβακλύ, εκεύ ϐπου περύμεναν και οι ϊλλοι, για να δοϑμε απϐ κοντϊ τουσ ςιδηρϐφρακτουσ Γερμανοϑσ. Όταν αφόςαμε τα τελευταύα ςπύτια του ςυνοικιςμοϑ και μπόκαμε ςτα αμπϋλια, οι Γερμανού ϋφταναν ςτο ςημεύο του δρϐμου, ϐπου τουσ περύμεναν οι λιγοςτού κϊτοικοι με τον παπϊ. Ανϊμεςϊ τουσ όταν και ο Ευϊγγελοσ Δημολιϐσ με το Φρόςτο Σριανταφϑλλου, ϐπωσ εύπαν αργϐτερα οι ύδιοι. Ϋταν ϐλοι τουσ μαζεμϋνοι ςτη ςυμβολό του ςημερινοϑ αςφαλτϐδρομου με το χωραφϐδρομο, που κατεβαύνει απ’ το χωριϐ, διαςχύζει τα αμπϋλια και προχωρεύ προσ τα ‘’ΣςαϏρια’’ και το ‘’Νηςύ’’. Δυςτυχώσ, δεν ξϋρω τι ακριβώσ ϋγινε, ϐταν πρωτοςυναντόθηκαν οι Γερμανού με τουσ Κιτριώτεσ κι οϑτε θυμϊμαι ποιοι απ’ τουσ κατούκουσ του χωριοϑ τουσ υποδϋχτηκαν, αν τουσ υποδϋχτηκαν και πώσ. Οι προαναφερθϋντεσ Ε. Δημολιϐσ και Φ. Σριανταφϑλλου, που, ϐπωσ εύπαν, βρϋθηκαν ςτη ςυνϊντηςη, λϋνε ϐτι δεν ϋγινε καμιϊ υποδοχό και οϑτε ςταμϊτηςε ϋςτω και ϋνασ Γερμανϐσ απ’ τη φϊλαγγα να τουσ δει ό να αλλϊξει μια κουβϋντα μαζύ τουσ. Οι Γερμανού βιϊζονταν να φτϊςουν ςτην Κατερύνη και ςτα Σϋμπη, ϐςο πιο γρόγορα μποροϑςαν, ώςτε να μη δώςουν καθϐλου καιρϐ για αναςϑνταξη και οργϊνωςη ϊμυνασ ςτουσ υποχωροϑντεσ Ωγγλουσ. Μϊλιςτα, ςτη θϋςη τησ ςημερινόσ Νϋασ Φρϊνησ ϋφταςαν δυο-τρεισ ξεκομμϋνοι Ωγγλοι μοτοςυκλετιςτϋσ, που ϋφυγαν απ’ τον Όλυμπο και δεν ςταμϊτηςαν να τουσ αιχμαλωτύςουν. Σουσ περιϋπλεξαν μϋςα ςτη φϊλαγγϊ τουσ και ςυνϋχιςαν μαζύ τουσ προσ Κατερύνη. Ο ατςϊλινοσ γερμανικϐσ ςτρατϐσ δεν ϋδινε καμιϊ προςοχό ςτουσ περύεργουσ χωρικοϑσ που ςυναντοϑςε ςτο δρϐμο του και τουσ 4

. Σϐτε ο δρϐμοσ αυτϐσ δεν υπόρχε και ο κεντρικϐσ δρϐμοσ όταν χαλικϐδρομοσ ό ςτρωμϋνοσ ςε οριςμϋνα ςημεύα με ςκϑρα. Η αςφαλτϐςτρωςη ϋγινε μετϊ τον πϐλεμο.

33


προςπερνοϑςε με αδιαφορύα και ψυχρϐτητα. Ωλλωςτε, πατοϑςαν τη χώρα ςα ςτρατϐσ κατοχόσ και δεν εύχαν ανϊγκη απϐ αυρϐτητεσ και φιλοφρονόςεισ. Με την ύδια αλαζονεύα προςπϋραςαν και τουσ περύεργουσ Κιτριώτεσ. Γι’ αυτϐ κι οϑδϋποτε εύχα την εντϑπωςη, ϐτι η πρώτη εκεύνη ςυνϊντηςη των κατούκων με τουσ κατακτητϋσ εύχε το χαρακτόρα υποδοχόσ. Ϋταν περιςςϐτερο αυθϐρμητη εκδόλωςη περιϋργειασ απϐ μϋρουσ τουσ, παρϊ ςυγκϋντρωςη υποδοχόσ των κατακτητών, γι’ αυτϐ και οι περιςςϐτεροι απ’ τουσ ςυγκεντρωθϋντεσ ςυγχωριανοϑσ όταν κϊτοικοι του πληςιϋςτερου προσ το δρϐμο ςυνοικιςμοϑ του Καβακλύ, που, λϐγω τησ μικρόσ ςχετικϊ απϐςταςησ των ςπιτιών απ’ το πϋραςμα των Γερμανών, μπϐρεςαν ευκολϐτερα να ικανοποιόςουν την περιϋργειϊ τουσ. Πρϐεδροσ τησ Κοινϐτητασ εκεύνη την εποχό όταν ο Βαςύλησ Πανταζόσ κι ϋμενε με την οικογϋνειϊ του ςτο κονϊκι. Εκεύ ϋμενε, ςαν ενοικιαςτόσ και ο τϐτε αςτυνϐμοσ του χωριοϑ ενωμοτϊρχησ Κυριακϐπουλοσ. Σα γερμανικϊ μηχανοκύνητα προχωροϑςαν ςε πυκνό, ςυνεχό φϊλαγγα. Κϊθε 10-15 οχόματα, ϋνα ϋφερε πϊνω ςτο καπϐ τησ μηχανόσ του απλωμϋνη μια κϐκκινη γερμανικό ςημαύα με κατϊμαυρη τη ςβϊςτικα ςτο κϋντρο τησ. ΢ε ϊλλα οχόματα, ο κϐκκινοσ φϐντοσ τησ ςημαύασ όταν ϊςπροσ και ς’ ϊλλα μια μικρϐτερη ςε μϋγεθοσ κϐκκινη ό ϊςπρη ςημαύα με μεγϊλη ςβϊςτικα όταν υψωμϋνη ςε χαμηλϐ κοντϊρι και πλατϊγιζε ςτον αϋρα, καθώσ αυτϊ προχωροϑςαν με ταχϑτητα. άςωσ να όταν οι ςημαύεσ των διϊφορων μικρών ό μεγαλϑτερων μονϊδων, που αποτελοϑςαν τη φϊλαγγα. Ο τϐποσ ϋτρεμε και ο κρϐτοσ των μηχανών και των ερπυςτριών που τρϊνταζαν τη γη, αντιβοϑιζε τρομαχτικϐσ ς’ ολϐκληρη τη γϑρω περιοχό. Σο θϋαμα όταν πρωτοφανϋσ και ςυνταρακτικϐ. Ϋταν κϊτι το ονειρώδεσ και το απϐκοςμο. Ο γκριζϐμαυροσ δρϊκοντασ με τα κϐκκινα και τα ϊςπρα ςημϊδια ςτη ρϊχη του, φοβερϐσ και απαύςιοσ για μασ, προχωροϑςε ςτον καγκελωτϐ δρϐμο ςυμπαγόσ και ϊτρωτοσ κι ανεβοκατϋβαινε ρϊχεσ και πλαγιϋσ ακϊθεκτοσ, τραβώντασ ολοταχώσ για την Κατερύνη. Αγγλικϊ αεροπλϊνα αποπειρϊθηκαν να βομβαρδύςουν την κινοϑμενη φϊλαγγα, χωρύσ, ϐμωσ, ουςιαςτικϊ αποτελϋςματα. Σο μϐνο που πϋτυχαν όταν να ςκοτώςουν ϋξι γερμανοϑσ ςτρατιώτεσ κοντϊ ςτισ τοϑμπεσ του Κορινοϑ, τουσ οπούουσ οι ςυνϊδελφού τουσ ϋθαψαν δεξιϊ του δρϐμου, ςτη διαςταϑρωςη με το δρϐμο που κατεβαύνει απ’ τη ΢εβαςτό. Πϊνω ςτουσ ξϑλινουσ ςταυροϑσ των τϊφων πρϐβαλαν για πολϑ καιρϐ τα γκριζοπρϊςινα κρϊνη των ςτρατιωτών, για τουσ οπούουσ ο πϐλεμοσ και η ζωό εύχαν τελειώςει ταυτϐχρονα εκεύ. Σα πρώτα τμόματα των Γερμανών ϋφταςαν ςτην Κατερύνη την ύδια μϋρα. Σι όταν για το μηχανοκύνητο ςτρατϐ 15 χιλιϐμετρα! Εκεύ, υποδϋχτηκε τουσ κατακτητϋσ ςτην πλατεύα τησ πϐλησ ο τϐτε μητροπολύτησ Κύτρουσ, Κωνςταντύνοσ Κοώδϊκησ. Για την υποδοχό αυτό, ϋγινε κατϊ καιροϑσ πολϑσ λϐγοσ και μϊλιςτα οριςμϋνοι την αμφιςβότηςαν. Κι ϊλλοι πϊλι δεν παραχωροϑςαν κι οϑτε παραχωροϑν κανϋνα ελαφρυντικϐ ςτο μητροπολύτη τουσ. άςωσ να εύναι δυνατϐ να αμφιςβητηθοϑν οι πραγματικϋσ προθϋςεισ του δεςπϐτη, οι οπούεσ κρϑβονται πύςω απ’ την πρϊξη του αυτό. Η παρουςύα του, ϐμωσ, ςτην πλατεύα

34


δεν εύναι δυνατϐ να αμφιςβητηθεύ. Σο περιοδικϐ «Σαχυδρϐμοσ» ϋγραψε αμϋςωσ μετϊ τον πϐλεμο για την πολυςυζητημϋνη υποδοχό και δημοςύευςε και ςχετικϋσ φωτογραφύεσ, που δεν επιδϋχονται καμιϊ αμφιςβότηρη. Μϊλιςτα, ο δεςπϐτησ, προςφώνηςε ςτα γερμανικϊ προσ τον επικεφαλόσ τησ φϊλαγγασ γερμανϐ αξιωματικϐ το ‘’ωσ ευ παρϋςτητε’’ και τουσ καλωςϐριςε με χειραψύα. Λϋγεται επύςησ, πωσ κϊποιοσ απϐ τον παρευριςκϐμενο κϐςμο, που εύχε ςυγκεντρωθεύ για να δει ό να υποδεχτεύ τουσ Γερμανοϑσ, φώναξε δυνατϊ απϐ ϋνα μπαλκϐνι ςτο δεςπϐτη, πώσ να πει γερμανικϊ το ‘’καλώσ όλθατε’’5. ΢τη διϊρκεια των μαχών, που επακολοϑθηςαν ςτα Σϋμπη6, το Κύτροσ εύχε πλημμυρύςει απϐ γερμανικϐ ςτρατϐ. ΢το κονϊκι εγκαταςτϊθηκαν ο ςτρατηγϐσ διοικητόσ τησ μονϊδασ, που μϊχονταν ςτην περιοχό, με το ςτρατηγεύο του και ςτο ςπύτι του γρϊφοντα, που βρύςκονταν δύπλα ςτο κονϊκι κι όταν παλιϐτερα, τον καιρϐ του τςιφλικιοϑ, βοηθητικϐ του ούκημα, ϋμεναν δυο-τρεισ Γερμανού αξιωματικού. ΢το ςπύτι του Β. Σριανταφϑλλου και ςτα ςπύτια γϑρω απ’ αυτϐ, εγκαταςτϊθηκαν ϊλλεσ γερμανικϋσ υπηρεςύεσ. Γιατρού, εφοδιαςμού, διαβιβϊςεισ κ.λ.π.. Διϊφορεσ υπηρεςύεσ κατϋλυςαν και ςτο Καβακλύ και ςτη Μπϊνα. ΢το ςπύτι του ΢. Μπϊμπου εγκαταςτϊθηκε η ταμειακό υπηρεςύα του ςτρατοϑ, με μπαοϑλα γεμϊτα γερμανικϊ μϊρκα κατοχόσ, η οπούα και ϋφυγε τελευταύα απ’ το χωριϐ. Με την υποχώρηςη, ϐμωσ, των Ωγγλων πϋρα απ’ τα Σϋμπη, ϋφυγε κι ο γερμανικϐσ ςτρατϐσ απ’ το χωριϐ και κατευθϑνθηκε προσ τη Λϊριςα. Ωλλοι Γερμανού ςτρατιώτεσ όρθαν ςχεδϐν αμϋςωσ κι απ’ τισ πρώτεσ κιϐλασ μϋρεσ τησ κατοχόσ εγκαταςτϊθηκαν ςτο Κύτροσ. Όλοι τουσ ϋμειναν ςτο νϐτιο ϊκρο του χωριοϑ. ΢το Καβακλύ. Όπωσ αποδεύχτηκε αργϐτερα, μελετοϑςαν και προετούμαζαν την εγκατϊςταςη επϊκτιων πυροβολεύων ςτην περιοχό και, για να βρύςκονται ϐςο πιο κοντϊ μποροϑςαν ςτη θϋςη που ςκϐπευαν να τα εγκαταςτόςουν, προτύμηςαν το Καβακλύ. Επύταξαν διϊφορα ςπύτια ςτο ςυνοικιςμϐ κι εγκαταςτϊθηκαν ς’ αυτϊ. ΢α να βλϋπω ακϐμα το τερϊςτιο V, ςϑμβολο τησ αναμενϐμενησ τελικόσ νύκησ τουσ, γραμμϋνο με μαϑρη ό καφϋ ςκοϑρα μπογιϊ ςτουσ εμφανϋςτερουσ τούχουσ των επιταγμϋνων οικημϊτων. (Π2) ΢χεδϐν απ’ την πρώτη μϋρα τησ ειςϐδου τουσ ςτην Πιερύα, οι Γερμανού εγκατϋςτηςαν πρϐχειρο αεροδρϐμιο ςτην ανοιχτό ϋκταςη, που βρύςκεται νοτιοανατολικϊ του χωριοϑ, προσ τη θϊλαςςα, ςτη θϋςη ‘’ΣςαϏρια’’. Σο ϋδαφοσ εκεύ εύναι ανοιχτϐ και επύπεδο. Ό,τι ακριβώσ χρειϊζεται για αεροδρϐμιο. Για να φτιϊξουν διαδρϐμουσ προςγεύωςησ και απογεύωςησ, ϋςτρωναν φαρδιϋσ αλυςιδωτϋσ ςιδερϋνιεσ λουρύδεσ, τη μια μετϊ την ϊλλη, ώςπου να ςχηματιςτεύ το μόκοσ του διαδρϐμου που όθελαν. Οι λουρύδεσ αυτϋσ ϋμοιαζαν με τισ ερπϑςτριεσ των τανκσ, μϐνο που όταν πολϑ πιο φαρδϑτερεσ και αρκετϊ ελαφρϐτερεσ απϐ . Αυτϐσ όταν, ο οπούοσ τόρηςε κατϐπιν ς’ ϐλη τη διϊρκεια τησ κατοχόσ ϋντονη φιλογερμανικό ςτϊςη. 6 . Απϐ 14 ωσ 18 Απριλύου 1941. 5

35


κεύνεσ. Γιατύ, πϐτε ϋςτρωςαν τουσ διαδρϐμουσ και εγκατϋςτηςαν το αεροδρϐμιο δεν καταλϊβαμε. Σο διαπιςτώςαμε μϐνο ςαν εύδαμε τα αεροπλϊνα τουσ να ανεβοκατεβαύνουν διαρκώσ. Βογγοϑςαν και διϋςχιζαν τουσ αιθϋρεσ με μουγκρητϊ, κϊθε φορϊ που φορτωμϋνα μεγϊλα τετρακινητόρια μεταγωγικϊ ‘’Γιοϑγκερσ’’ ξεκινοϑςαν απϐ δω, για να εφοδιϊςουν τισ μονϊδεσ που μϊχονταν ςτισ Θερμοπϑλεσ, ςτην Κρότη και ςτην Αφρικό. Ιδύωσ την περύοδο τησ μϊχησ τησ Κρότησ, το αεροδρϐμιο εύχε μεγϊλη κύνηςη μϋρα και νϑχτα. Σα αεροπλϊνα περνοϑςαν χαμηλϊ και το χωριϐ ϋτρεμε ολϐκληρο. ΢αν κυριεϑτηκε η Κρότη, το κινητϐ αεροδρϐμιο μεταφϋρθηκε αλλοϑ. Ωλλοι εύπαν πωσ ςτϊλθηκε ςτην Αφρικό ςτο Ρϐμμελ κι ϊλλοι ϐτι ακολοϑθηςε το ΢ώμα των αλεξιπτωτιςτών του Ριχτχϐφεν, που, ϑςτερα απ’ τη μϊχη τησ Κρότησ, ϐ,τι απϋμεινε απ’ αυτϐ ϋφυγε για την Κριμαύα. Ύςτερα απ’ την κατϊκτηςη ϐλησ τησ Ελλϊδασ, οι Γερμανού επϋςπευςαν την εγκατϊςταςη των επακτύων πυροβϐλων ςτο Κύτροσ. Σα πυροβϐλα αυτϊ ςκοπϐ εύχαν να φρουρόςουν το ςτϐμιο του Θερμαώκοϑ Κϐλπου, που το ςτρατηγικϐ του ςημεύο βρύςκεται ςτο ϑψοσ Κύτρουσ – Μηχανιώνασ και να προςτατϋψουν τη Θεςςαλονύκη απϐ εχθρικϊ πλούα και υποβρϑχια. Ϊξι μεγϊλα πυροβϐλα τοποθετόθηκαν ςτη θϋςη ‘’Αλπώτρυπεσ’’, που βρύςκεται ςτο ϑψωμα πϊνω απ’ το ςιδηροδρομικϐ ςταθμϐ τησ Αλυκόσ και ακριβώσ δεξιϊ του δημϐςιου δρϐμου και του χωραφϐδρομου Κύτρουσ – ΢ιδ. ΢ταθμοϑ – Αλυκόσ. Εκεύ που εύχαν καταςκηνώςει τα αγγλικϊ ςτρατεϑματα, που ϋφταςαν ςτο Κύτροσ την εποχό του Αου παγκϐςμιου πολϋμου. Ακϐμα υπϊρχουν πϊνω ςτο λϐφο απομεινϊρια και ςημϊδια των γερμανικών καταςκευών, παρ’ ϐτι τα χωρϊφια αυτϊ ςόμερα, ϊλλα μεν δεντροφυτεϑτηκαν κι ϊλλα καλλιεργοϑνται με ϊλλεσ διϊφορεσ καλλιϋργειεσ. Σο πώσ πρωτοϊρχιςε η εγκατϊςταςη των επϊκτιων κανϋνασ δεν ξϋρει απ’ το χωριϐ ακριβώσ. Δεςμεϑτηκαν τα χωρϊφια κι απαγορεϑτηκε η χρόςη τουσ απ’ τουσ ιδιοκτότεσ τουσ. Όταν επιτρϊπηκε η εύςοδοσ ςτην περιοχό και μπόκαν οι Κιτριώτεσ ςτη γερμανικό ζώνη εύδαν εγκαταςτημϋνα πυροβϐλα ςτα κτόματϊ τουσ. ΢την αρχό, οι Γερμανού ϋςτηςαν μερικϊ αντύςκηνα για τουσ ςτρατιώτεσ κι ϑςτερα ϋχτιςαν λύγεσ πρϐχειρεσ παρϊγκεσ. ΢τη ςυνϋχεια, ϊρχιςαν τα μεγϊλα ϋργα. Η αρχικό τοποθϋτηςη των πυροβϐλων όταν απλό και πρϐχειρη. ΢ϑντομα, ϐμωσ, ϋγιναν ςυςτηματικϋσ και μϐνιμεσ εγκαταςτϊςεισ, με ςτρατώνεσ, αποθόκεσ, πολυβολεύα, καταφϑγια, ςυρματοπλϋγματα κ.λ.π.. Ανούχτηκαν υπϐγειεσ ςτοϋσ και ςκϊφτηκαν αποθόκεσ πυρομαχικών και αντιαεροπορικϊ καταφϑγια, βαθιϊ μϋςα ςτη γη. Θωρακύςτηκαν με χοντρϐ μπετϐν ϐλεσ οι ‘’φωλιϋσ’’ των πυροβϐλων και ςτόθηκαν τςιμεντϋνια πολυβολεύα και αντιαεροπορικϊ πυροβολεύα. Περιφρϊχτηκε ϐλη η περιοχό με δυο πυκνϋσ ζώνεσ απϐ ςυρματοπλϋγματα, που η κϊθε μια αποτελοϑνταν απϐ πολλϋσ και μπερδεμϋνεσ ςειρϋσ αγκαθωτοϑ ςϑρματοσ, ϊλλεσ τεντωμϋνεσ καλϊ πϊνω ςε χοντροϑσ ςιδερϋνιουσ παςςϊλουσ κι ϊλλεσ ριγμϋνεσ χαλαρϋσ και ςκϐρπιεσ πϊνω ςτισ προηγοϑμενεσ κι ανϊμεςα ς’ αυτϋσ. Ανϊμεςα ςτισ δυο κϑριεσ ζώνεσ

36


τοποθετόθηκε μια ςειρϊ απϐ ογκώδη ακτινοειδό ςιδερϋνια αντιαρματικϊ εμπϐδια. Όλη η περιοχό ϊλλαξε τελεύωσ ϐψη και χαρακτόρα. Απϐ ςυνηθιςμϋνη, απλό και όςυχη καλλιεργόςιμη ϋκταςη, μεταβλόθηκε ςε ϋνα μεγϊλο και πολϑπλοκο ςτρατιωτικϐ οχυρϐ κι ϋγινε ςωςτϐ κι απϐρθητο φροϑριο. Για την καταςκευό ϐλων αυτών των ϋργων χρειϊςτηκαν πολλϊ εργατικϊ χϋρια. Και τα χϋρια αυτϊ, οι κατακτητϋσ τα βρόκαν ςτο Κύτροσ και ςτα γϑρω χωριϊ. Σο μεγαλϑτερο, ϐμωσ, βϊροσ το ςόκωςε το Κύτροσ. Αυτϐ όταν πιο κοντϊ και ς’ αυτϐ ξεςποϑςαν ϐλεσ οι μπϐρεσ. Η υποχρεωτικό προςωπικό εργαςύα, η γνωςτό πια ςε ϐλουσ μασ ςαν αγγαρεύα, μπόκε αμϋςωσ ςε ημερόςια διϊταξη. Κϊθε ενόλικοσ κϊτοικοσ του χωριοϑ πϊνω απϐ 16 χρονών και ωσ τα 65 όταν υποχρεωμϋνοσ να δουλεϑει μια βδομϊδα ςτισ τρεισ για τουσ Γερμανοϑσ. ΢υντϊχτηκαν καταςτϊςεισ ςτην Κοινϐτητα του χωριοϑ, καθώσ και ςτισ γϑρω Κοινϐτητεσ και μ’ αυτϋσ ςα βϊςη ειδοποιοϑνταν απ’ τουσ κοινοτϊρχεσ τουσ οι κϊτοικοι, πϐτε ϋπρεπε να πϊνε για αγγαρεύα ςτα επϊκτια. Πολλού καλοϑνταν με τα βοώδϊμαξϊ τουσ και τ’ αλογϐκαρϊ τουσ κι ϊλλοι με φτυϊρια και καςμϊδεσ. Η δουλειϊ όταν ςκληρό και ςυνεχόσ, κϊτω απϐ αδιϊκοπη επύβλεψη και επιςταςύα των Γερμανών ςτρατιωτών. Κϊθε μϋρα ςκϊβονταν ορϑγματα, χϑνονταν τςιμϋντα, χτύζονταν πολυβολεύα και οχυρϊ, ςτόνονταν ςυρματοπλϋγματα και τοποθετοϑνταν αντιαρματικϊ εμπϐδια. Σο ςκϊψιμο των αποθηκών για πυρομαχικϊ και των καταφυγύων ςε βϊθοσ 30 ό και 40 μϋτρων μϋςα ςτη γη όταν κουραςτικϐ και επικύνδυνο. Οι εργϊτεσ ςυγκεντρώνονταν πρωύ-πρωύ ςτο χαμηλϐτερο μϋροσ τησ περιοχόσ των επακτύων, κοντϊ ςτο δρϐμο, μϋςα ςτο χωρϊφι του Γιϊννη Δαςκαλϐπουλου. Ϊμπαιναν ςτη γραμμό, ςα ςε λϐχουσ, με τουσ καςμϊδεσ και τα φτυϊρια ςτα χϋρια και με βϊςη τισ καταςτϊςεισ που ϋςτελναν κϊθε μϋρα οι Κοινϐτητεσ, γύνονταν ονομαςτικϐ προςκλητόριο, ϐπωσ ςτο ςτρατϐ. Οι Γερμανού ςτρατιώτεσ-επιςτϊτεσ περύμεναν γϑρω-γϑρω απ’ τουσ ςυγκεντρωμϋνουσ εργϊτεσ, που ξεπερνοϑςαν κϊθε μϋρα τουσ εκατϐ και μετϊ το προςκλητόριο, ϋπαιρνε ο καθϋνεσ ϐςουσ εργϊτεσ του χρειϊζονταν για τη δουλειϊ τησ ημϋρασ. Οριςμϋνοι απ’ τουσ ςτρατιώτεσ όταν ςχετικϊ καλού και φϋρονταν ανθρώπινα και φιλικϊ ςτουσ εργϊτεσ. Τπόρχαν, ϐμωσ και βϊναυςοι τϑποι, που μασ φϋρονταν αυταρχικϊ και βϊρβαρα. Οι εργϊτεσ ϋπρεπε να δουλεϑουν οχτώ και δϋκα ώρεσ την ημϋρα, καμιϊ φορϊ και περιςςϐτερο και να δϋχονται το κϊθε τι. Η κλοτςιϊ και το βρύςιμο εύχαν γύνει ςυνηθιςμϋνη αβρϐτητα. Ανϊμεςα ςτουσ ςτρατιώτεσ, που όταν το πλεύςτο Γερμανού και Αυςτριακού, υπόρχαν και οικογενειϊρχεσ, με φροντύδεσ και ςκϋψεισ, που ο νουσ τουσ ϋτρεχε διαρκώσ πϋρα μακριϊ ςτη Γερμανύα ό ςτην Αυςτρύα, πρϊγμα που τουσ μαλϊκωνε την καρδιϊ, τουσ γϋμιζε ανθρωπιϊ και τουσ προςγεύωνε ςτην πραγματικϐτητα. Τπόρχαν ςτρατιώτεσ, που ϐ,τι ϋκαναν, το ϋκαναν γιατύ όταν ςτο ςτρατϐ κι ϋπρεπε να ακολουθόςουν τισ διαταγϋσ των ανωτϋρων τουσ. Κι εύχαν πειθαρχύα οι Γερμανού. Ϊτυχε τϐτε να γνωρύςουμε γερμανοϑσ ςτρατιώτεσ αντιχιτλερικοϑσ. Κι ϊλλουσ που όταν κομμουνιςτϋσ. Αυτϐ το διαπιςτώςαμε απ’ τη ςυμπεριφορϊ τουσ απϋναντύ μασ, απϐ ςυζητόςεισ που κϊναμε μαζύ τουσ και με τα λύγα γερμανικϊ

37


που εύχαμε μϊθει με την καθημερινό επαφό ό απϐ τα ςφυροδρϋπανα και τισ ςβϊςτικεσ που ζωγρϊφιζαν με κϊθε προφϑλαξη ςτο χώμα, ϐταν ςυζητοϑςαμε και με τα λϐγια και νοόματα προςπαθοϑςαν να μασ εκφρϊςουν τη ςυμπϊθειϊ τουσ ό το μύςοσ τουσ γι’ αυτϊ. Με τον καιρϐ, πολλού Γερμανού εύχαν αποκτόςει οικειϐτητεσ και μϋχρι ϋνα βαθμϐ φιλικϋσ ςχϋςεισ με διϊφορουσ εργϊτεσ και τισ οικογϋνειϋσ τουσ ςτο χωριϐ και ιδιαύτερα ςτο ςυνοικιςμϐ Καβακλύ, με τον οπούο, λϐγω τησ μικρόσ απ’ τα επϊκτια απϐςταςησ, ϋρχονταν ςε ταχτικϐτερη επαφό. ΢το ςυνοικιςμϐ ϊλλωςτε αυτϐν, ϐπωσ προαναφϋρθηκε, εύχαν πρωτοεγκαταςταθεύ και ϋμειναν αρκετϐ καιρϐ πριν χτύςουν τα οικόματα που τουσ χρειϊζονταν ςτα επϊκτια και μεταφερθοϑν εκεύ. ΢το τελευταύο τϐτε ςπύτι του χωριοϑ, του Γ. ΢τροςκύδη, εύχαν εγκαταςτόςει για κϊποια περύοδο μαγειρεύο για τουσ εργϊτεσ. ΢χολώντασ απ’ τη δουλειϊ κι επιςτρϋφοντασ για τα ςπύτια μασ, περνοϑςαμε απ’ αυτϐ και, ϐπωσ οι ςτρατιώτεσ ςτη ςειρϊ, ϋτςι και μεισ παύρναμε μια κουτϊλα μαϑρα φαςϐλια ό φϊβα ό ρεβύθια. Ωλλοτε εύχε πατϊτεσ ςε ϋνα εύδοσ ςοϑπασ ό ςκληρϊ ϊβραςτα μπιζϋλια. Πϊντοτε, ϐμωσ, εύχε και μια φϋτα μαϑρο, κατϊμαυρο ψωμύ. Σο ϐτι το ψωμύ αυτϐ εύχε μϋςα πολλό ςύκαλη, ςϐγια, βρώμη και καθϐλου ςιτϊρι δεν αμφιςβητοϑνταν απϐ κανϋνα. Πολλού μϊλιςτα ϋλεγαν, ϐχι φυςικϊ με βεβαιϐτητα, ϐτι περιεύχε και ϋνα ικανϐ ποςοςτϐ πριονύδι ξϑλου, χωρύσ να εγεύρονται και γι’ αυτϐ αμφιβολύεσ απϐ κανϋνα. Ωλλωςτε, το ‘’ξυλϐψωμο’’ όταν πολϑ-πολϑ παλιϊ Πυδναύικη εφεϑρεςη, απ’ την εποχό ακϐμα τησ Ολυμπιϊδασ. Σο ψωμύ αυτϐ των Γερμανών όταν ςυνόθωσ ϊψητο, μαλακϐ ςα λϊςπη ό ξερϐ ςαν τοϑβλο. Οι περιςςϐτεροι, ϐμωσ, το αποζητοϑςαμε και το παύρναμε με ευχαρύςτηςη. Βιαζϐμαςταν μϊλιςτα ς’ ϐλη τη διαδρομό απ’ τα επϊκτια, να φτϊςουμε ϐςο πιο γρόγορα γύνονταν ςτο μαγειρεύο, για να προλϊβουμε καλό θϋςη ςτη ςειρϊ τησ διανομόσ, μην τυχϐν και τελειώςει νωρύσ το φαγητϐ που κακολογοϑςαμε ό το ψωμύ που κατηγοροϑςαμε. Μερικού – και δεν όταν λύγοι- ϋτρωγαν το φαγητϐ ςκϋτο και κρατοϑςαν τη φϋτα το ψωμύ για τουσ ϊλλουσ που περύμεναν το γυριςμϐ τουσ ςτο ςπύτι. Όπωσ όδη θα ϋγινε αντιληπτϐ, ςτουσ Γερμανοϑσ δοϑλεψε αγγαρεύα πϊρα πολϑ και ο γρϊφων. Μϊλιςτα, ςυνϋπεςε να πϊρει μϋροσ ςτην ομϊδα των εργατών που πρωτοχϊραξαν το ςημερινϐ δρϐμο Κύτρουσ – ΢τϊςησ παλιϊσ εθνικόσ οδοϑ. Ϋταν μια χειμωνιϊτικη, ςυννεφιαςμϋνη και κρϑα μϋρα, ϐταν, με τα φτυϊρια και τουσ καςμϊδεσ ςτον ώμο, μασ ϋφεραν οι Γερμανού απ’ τα επϊκτια ςε κεύνο το ςημεύο και μασ διϋταξαν, να αρχύςουμε το ςκϊψιμο μϋςα ςτα χωρϊφια και το ϊνοιγμα του δρϐμου, ακολουθώντασ τοποθετημϋνα απ’ αυτοϑσ νωρύτερα ςημϊδια. Όλα τϐτε γύνονταν με τον καςμϊ και το φτυϊρι. Δεν υπόρχε κανϋνα απολϑτωσ ςκαπτικϐ μηχϊνημα. Ϋμαςταν καμιϊ 30/ριϊ – 40 ϊτομα. Διαςκορπιςτόκαμε κατϊ μόκοσ των ςημαδιών κι αρχύςαμε τη δουλειϊ. Δυο-τρεισ απ’ τουσ εργϊτεσ κϊτι θϋληςαν να πουν και να διαμαρτυρηθοϑν, γιατύ ο δρϐμοσ που ανούγαμε περνοϑςε μϋςα απ’ τα χωρϊφια τουσ. Η γερμανικό μπϐτα, ϐμωσ, τουσ ϋκανε να ξεχϊςουν αμϋςωσ ιδιοκτηςύεσ και τύτλουσ κυριϐτητασ και να

38


πϋςουν με τα μοϑτρα οι ύδιοι ςτη μετατροπό του κτόματϐσ τουσ ςε δρϐμο γερμανικϐ. Εδώ ασ ςημειωθεύ, ϐτι ο δρϐμοσ αυτϐσ διατηρόθηκε και μετϊ τη φυγό των Γερμανών απ’ την Ελλϊδα, αςφαλτοςτρώθηκε και ςόμερα εύναι η κϑρια αρτηρύα που ενώνει το χωριϐ με το κεντρικϐ οδικϐ δύκτυο τησ Πιερύασ. Με τον καιρϐ και με την αςταμϊτητη δικό μασ δουλειϊ, τα επϊκτια ϋγιναν ϋνασ ολϐκληροσ ςυνοικιςμϐσ, με πρϐχειρουσ δρϐμουσ και πρϊςινο, με δϋντρα και πλατειοϑλεσ, με φανταρϐκοςμο και ζωό. Βϋβαια, για λϐγουσ αςφϊλειασ, δεν ϊλλαξε χτυπητϊ ςτο ςϑνολϐ τησ η ϋκταςη των επϊκτιων και δεν ϋχαςε ςε μεγϊλο βαθμϐ το χαρακτόρα τησ γϑρω περιοχόσ. Σα πυροβϐλα ςκεπϊςτηκαν με καμουφλαριςμϋνεσ δικτυωτϋσ ςκεπϋσ. Σα κτύρια βϊφηκαν απϋξω με χρώματα παραπλανητικϊ, τα πολυβολεύα και τα οχυρϊ ϋγιναν δυςδιϊκριτα, ςχεδϐν αϐρατα και μϐνο οι διϊφοροι ςτρατώνεσ και η καντύνα ξεχώριζαν κϊπωσ με τον ϐγκο τουσ ςτην περιοχό. Κι αυτϊ, ϐμωσ, βρύςκονταν κϊτω απϐ δϋντρα και ςε ϐχι και πολϑ εμφανό ςημεύα. ΢την επϐμενη λοφογραμμό προσ τη θϊλαςςα, τοποθϋτηςαν οι Γερμανού και ϊλλα ψευτοπυροβϐλα και ϋςτηςαν κι εδώ τισ ύδιεσ περύπου εγκαταςτϊςεισ αλλϊ ϐλεσ ψεϑτικεσ και παραπλανητικϋσ. Για να παραςϑρουν δε τα εχθρικϊ αεροπλϊνα και να τ’ απομακρϑνουν απ’ τα πραγματικϊ πυροβϐλα, ϋκαναν και δεϑτερεσ εγκαταςτϊςεισ πιο εμφανεύσ και πιο εκτεθειμϋνεσ. Παρ’ ϐλα αυτϊ, κανϋνα ςυμμαχικϐ αεροπλϊνο δεν παραπλανόθηκε αλλϊ και κανϋνα δεν αποπειρϊθηκε ς’ ϐλη τη διϊρκεια τησ κατοχόσ να βομβαρδύςει τα κανϐνια. Με την εγκατϊςταςη των Γερμανών ςτο Κύτροσ, οριςμϋνοι κϊτοικοι του χωριοϑ ϋδειξαν περιςςϐτερη γι’ αυτοϑσ ςυμπϊθεια απ’ ϐτι απαιτεύ η απλό ανθρωπιϊ. Βϋβαια, αυτϐ δεν το ϋκαναν γιατύ εμφοροϑνταν απϐ φαςιςτικϋσ αρχϋσ ό γιατύ εύχαν κϊποια ιδιαύτερα οικονομικϊ, προςωπικϊ ό ϊλλα ςυμφϋροντα. Και τοϑτο, γιατύ, αμαθεύσ καθώσ όταν, ςαν ϊνθρωποι του χωριοϑ και μϊλιςτα τησ εποχόσ του Μεταξϊ, οϑτε τη φαςιςτικό θεωρύα όξεραν –ϐπωσ δεν όξεραν και καμιϊ ϊλλη- οϑτε τισ απώτερεσ επιδιώξεισ του Φύτλερ ό των Δυτικών ΢υμμϊχων γνώριζαν. Αλλ’ οϑτε και ςε καμιϊ ξεχωριςτό προοπτικό ατομικόσ δημιουργύασ απϋβλεπαν εκεύνη την εποχό, κϊτω απ’ τη γερμανικό κατοχό. Βϋβαια, οι πολεμικϋσ περύοδοι κρϑβουν πολλϋσ ευκαιρύεσ και ανούγουν πϐρτεσ και παρϊθυρα ςε καιροςκϐπουσ και αςυνεύδητουσ αετονϑχηδεσ. Ο κϑκλοσ, ϐμωσ, των δραςτηριοτότων ςτο χωριϐ εύναι πϊντοτε ςτενϐσ και οι ςυνθόκεσ τραχιϋσ και αντύξοεσ. Επιπλϋον, οι ικανϐτητεσ ενϐσ αγρϊμματου και ϊβγαλτου ςτα ςτενοςϐκακα τησ πιϊτςασ γεωργοϑ, πϊρα πολϑ περιοριςμϋνεσ, αν ϐχι μηδαμινϋσ και τιποτϋνιεσ. άςωσ οι μικροεγωιςμού, η ελαττωμϋνη κρύςη και η πλεονϊζουςα ϊγνοια να παρϋςυραν οριςμϋνουσ αρχικϊ και να τουσ ώθηςαν πιο κοντϊ ςτουσ Γερμανοϑσ κατακτητϋσ. Αν θελόςουμε να ονομϊςουμε και να εξετϊςουμε ϋναν-ϋναν τουσ λιγοςτοϑσ αυτοϑσ αποκλύναντεσ του Κύτρουσ, δε θα βροϑμε ύςωσ ςε κανϋνα ϋςτω και την ελϊχιςτη βαρϑτητα, που να δικαιολογεύ ϋναν τϋτοιο κϐπο. Σουσ ανθρώπουσ αυτοϑσ τουσ ϋςπρωχνε περιςςϐτερο η χωριϊτικη αμϊθεια, παρϊ τουσ οδηγοϑςε

39


κϊποια γνώςη και ςτϊθμιςη των πραγμϊτων. Όλοι τουσ όταν απ’ τουσ «Ου γαρ ούδαςι τι ποιοϑςι». Και πραγματικϊ, ϐλοι τουσ, μϋχρισ ενϐσ ςημεύου και ωσ κϊποια εποχό, εύχαν πλόρεσ το δικαιολογητικϐ τησ ϊγνοιασ και το ελαφρυντικϐ τησ ςϑγχυςησ τησ μπερδεμϋνησ κι απαύδευτησ ςυνεύδηςόσ τουσ. Γι’ αυτϐ και τον πρώτο καιρϐ τησ κατοχόσ, για ϐ,τι ϋκαναν δεν τουσ καταλογύζεται κανϋνασ δϐλοσ, καμιϊ κακό προαύρεςη και δεν τουσ βαρϑνει κανϋνα ‘’εκ προμελϋτησ’’ αδύκημα. Απ’ τη ςτιγμό, ϐμωσ, που τα πρϊγματα ξεκαθϊριςαν κι ϋφταςαν ςε ςημεύο, που και ο πιο απλϐσ ακϐμα Ϊλληνεσ να δει τουσ Γερμανοϑσ απ’ την πραγματικό τουσ ϐψη, να διακρύνει τουσ ςκοποϑσ τουσ και να πϊρει ςαν πατριώτησ πια την ανϊλογη θϋςη απϋναντύ τουσ, τα ελαφρυντικϊ και για τουσ πιο ϊμυαλουσ ακϐμα ατονοϑν και οι δικαιολογύεσ, ϐςο και καλοπροαύρετεσ κι αν εύναι, αποδυναμώνονται. Όςο δε περνϊει ο καιρϐσ και τα πιο ιςχυρϊ ακϐμα ελαφρυντικϊ εξανεμύζονται για κεύνουσ που επιμϋνουν να τηροϑν θερμό φιλογερμανικό ςτϊςη. Η ϊγνοια δεν ςυγχωρεύται πια ς’ αυτοϑσ και η οργό του ϋθνουσ δικαιολογημϋνα θα ςτραφεύ εναντύον τουσ. Βϋβαια, δε θα βροϑμε ςτο Κύτροσ ϋναν Σςολϊκογλου ό ϋνα Ρϊλλη ό ϋνα ΢πυρύδωνα. Θα μϊθουμε, ϐμωσ, γρόγορα ϐλοι οι Κιτριώτεσ, ϐτι υπϊρχουν τϋτοιοι τϑποι ςτη Θεςςαλονύκη, ςτην Αθόνα ό ςτα Γιϊννενα και ςε παρϐμοιο ό και ςε μικρϐτερο βαθμϐ και ςε ϊλλεσ πϐλεισ και μικροπϐλεισ τησ Ελλϊδασ. Θα μϊθουμε ϐλοι και μϊλιςτα γρόγορα κι εδώ ςτο Κύτροσ, ποιοι εύναι αυτού και τι ϋκαναν και τι κϊνουν και για κϊποια ςτιγμό η ελληνικό μασ ςυνεύδηςη θα ξυπνόςει μϋςα μασ και θα ςπαρταρύςει ςτο ϊκουςμα των ανοςιουργημϊτων και των εγκλημϊτων τησ οδοϑ Μϋρλιν του ςτρατοπϋδου Παϑλου Μελϊ, του ςκοπευτηρύου τησ Καιςαριανόσ. Και τϐτε, ατενύζοντασ κι αυτό τουσ καπνοϑσ των Καλαβρϑτων και του Φωρτιϊτη, θα μασ κοιτϊξει κατϊματα και με το δικϐ τησ αυςτηρϐ τρϐπο θα μασ προςτϊξει να μην αςελγόςουμε και μεισ πϊνω ςτο ταλαύπωρο κορμύ τησ δϑςτυχησ πατρύδασ. Λύγοι, πολϑ λύγοι απ’ τουσ κατούκουσ του Κύτρουσ κώφευςαν ό δεν μπϐρεςαν να αντιςταθοϑν ςτον πειραςμϐ, που ϋντεχνα τουσ ςερβύριζε η απϊτη των ϊλλων, να μην κωφεϑςουν ςτη φωνό τησ ςυνεύδηςόσ τουσ. Ελϊχιςτοι αγνϐηςαν την καθϊρια φωνό τησ πατρύδασ και του καθόκοντοσ και υπϋκυψαν ςτισ επύμονεσ προτροπϋσ και πιεςτικϋσ παροτρϑνςεισ των ατομικϊ ςκεπτϐμενων και ςυμφεροντολογικϊ ενεργοϑντων ςυνεργατών του κατακτητό. Ελϊχιςτοι όταν εκεύνοι ςτο χωριϐ, που, ενώ οι ϊλλοι αγωνύζονταν για τη λευτεριϊ, αυτού ϋπαιρναν το ϐπλο του κατακτητό, για να το ςτρϋψουν ενϊντια ςτα αδϋλφια τουσ και να κρατόςουν ϋτςι ϐςο πιο πολϑ καιρϐ μποροϑςαν ςκλαβωμϋνη την πατρύδα τουσ. Και πολϑ λύγοι απ’ αυτοϑσ το ϐπλιςαν και ςημϊδεψαν, γνωρύζοντασ απϐλυτα τι ϋκαναν, ϐταν πατοϑςαν τη ςκανδϊλη. Θα όταν καλϐ για την ιςτορύα, να παραθϋςουμε εδώ ϋναν κατϊλογο των Κιτριωτών, που κρϊτηςαν γερμανικϐ ϐπλο. Κι αυτϐ, αν το κϊνουμε, θα το κϊνουμε, ϐχι απϐ κϊποιο πϊθοσ ό προκατϊληψη, οϑτε απϐ κϊποιο μύςοσ η αντεκδύκηςη γι’ αυτοϑσ. Θα το κϊνουμε καθαρϊ και μϐνο για ιςτορικοϑσ λϐγουσ και για την πληρϐτητα του βιβλύου, αντιπαραθϋτοντασ ταυτϐχρονα, ςε ϊλλο

40


ςημεύο και κατϊλογο των Κιτριωτών εκεύνων που βγόκαν ςτο βουνϐ και κρϊτηςαν ϐπλο αντϊρτικο ςτα χϋρια τουσ. Δεν εύναι πρϐθεςό μασ να κρύνουμε εδώ κανϋνα. ΢κοπϐσ μασ εύναι, να αναφϋρουμε τα γεγονϐτα ψυχρϊ και κρϑα, ϐπωσ ςυνϋβηςαν, χωρύσ κρύςεισ και επικρύςεισ, χωρύσ μϑδρουσ ό αύνουσ. Να γρϊψουμε την ιςτορύα του τϐπου, αντικειμενικϊ και ϐπωσ ϋγινε. Προκατϊληψη απϐ μϋρουσ μασ και κακό πρϐθεςό μασ θα εύναι, αν αποςιωπόςουμε πραγματικϊ γεγονϐτα και αντιπαρϋλθουμε αποδειγμϋνεσ αλόθειεσ. Και τϋτοιο πρϊγμα δεν το ανϋχεται και δεν το θϋλει η ιςτορύα. Αυτού που κρϊτηςαν γερμανικϐ ϐπλο, ύςωσ να μπερδεϑτηκαν κι απ’ την πολυμορφύα και τα ποικύλα ονϐματα των φιλογερμανικών οργανώςεων, που πρώιμα και ϋντεχνα ξεφϑτρωςαν ςτον τϐπο μασ τον καιρϐ τησ κατοχόσ, απϐ διαφϐρων ειδών και αμφιβϐλων ποιοτότων καιροςκϐπουσ και γερμανϐφιλουσ αξιωματικοϑσ και ςυμφεροντολϐγουσ πολιτικοϑσ, τςιφλικϊδεσ και μεγαλϋμπορουσ. Αυτού παραπλϊνηςαν με κϊθε λογόσ κϐλπα και ταξύματα τουσ ανύδεουσ και απλοώκοϑσ χωρικοϑσ και τουσ ϋμπλεξαν ςτα δύχτυα τουσ. Βϋβαια, ϋνα τμόμα, ϐχι και μικρϐ, απ’ τουσ ‘’ανύδεουσ και απλοώκοϑσ’’ αυτοϑσ Ϊλληνεσ, εξελύχτηκε ςε επικύνδυνουσ αρχηγύςκουσ γερμανοντυμϋνων ομϊδων, που ςϑντομα ϋγιναν η μϊςτιγα τησ υπαύθρου και το φϐβητρο των πϐλεων. Αυτού λόςτευαν (για λογαριαςμϐ τουσ), αυτού ϋκαιγαν (για λογαριαςμϐ των Γερμανών) κι αυτού ταλαιπωροϑςαν με τα γερμανικϊ τουσ ϐπλα τον απροςτϊτευτο ελληνικϐ πληθυςμϐ. Απ’ αυτοϑσ μϊλιςτα βγόκαν και οι κουκουλοφϐροι, οι βαςανιςτϋσ, τα μϋλη των εκτελεςτικών αποςπαςμϊτων και τα πιο πιςτϊ και ςτυγνϊ ϐγρανα των Ε΢.Ε΢ και τησ Γκεςτϊπο. Ευτυχώσ για το Κύτροσ, δεν ‘’ανϋδειξε’’, ϐπωσ προαναφϋρθηκε, τϋτοιου εύδουσ γερμανοςυνεργϊτεσ. Απ’ τα 25 περύπου ϊτομα που οπλύςτηκαν απϐ γερμανοςυντηροϑμενεσ οργανώςεισ, μϐνο ϋνασ ό δυο εύχαν ντυθεύ ςτα γερμανικϊ. Όλοι τουσ δε ϋπαιξαν ςε τελευταύα ανϊλυςη, ρϐλο ταλαύπωρου κομπϊρςου. Σο πληςιϋςτερο προσ το Κύτροσ γερμανοπλιςμϋνο χωριϐ τον καιρϐ τησ κατοχόσ όταν ο Κοϑκοσ, με δορυφϐρο του τη ΢εβαςτό. Με κϋντρο τον Κοϑκο και κϊτω απ’ την εποπτεύα των φιλογερμανικών ςτοιχεύων τησ Κατερύνησ και τησ Θεςςαλονύκησ, εύχαν δημιουργηθεύ ϋνοπλεσ ομϊδεσ ςυνεργαζϐμενεσ με τουσ Γερμανοϑσ ς’ ϐλα τα γϑρω χωριϊ και ςτο Κύτροσ. Η διμοιρύα που δημιουργόθηκε ςτο Κύτροσ εκτϐσ απ’ τη ςυμπαρϊςταςη και τισ ϊλλεσ υπηρεςύεσ που πρϐςφερε ςτουσ Κουκιώτεσ (και κατ’ επϋκταςη ςτουσ Γερμανοϑσ), πόρε μϋροσ μαζύ τουσ και μαζύ με τουσ Γερμανοϑσ και γερμανοπλιςμϋνουσ τησ ΠΑΟ, ΤΒΕ7 και ϊλλων γερμανοςυντηροϑμενων

7

. Π.Α.Ο.: Γερμανοπλιςμϋνη οργϊνωςη του Βόχου, Δϊγκουλα, Φρυςοχϐου ςτη Θες/νύκη. Ο Βόχοσ και ο Δϊγκουλασ υπϐγραψαν προκόρυξη και γνωςτοποιοϑςαν ςτον ελληνικϐ λαϐ ϐτι ‘’κόρυξαν τον πϐλεμο κατϊ των ςυμμϊχων ςτο πλευρϐ των Γερμανών’’. Τ.Β.Ε.: Τπεραςπιςτϋσ Βορεύου Ελλϊδοσ,

41


οργανώςεων ϊλλων περιοχών και ςε επιχειρόςεισ κατϊ των ανταρτών του ΕΛΑ΢, που ϋγιναν ςε γερμανικϋσ μονϊδεσ. Επύςησ, πόραν μϋροσ ςε εξορμόςεισ τρομοκρατύασ και λεηλαςιών κατϊ των χωριών Παλιϐςτανησ, Καςτανιϊσ, Βεργύνασ, Παλατιτςύων, Ελαφύνασ, Κϐκοβασ, ΢υκιϊσ κ.λ.π., ϐπωσ βεβαιώνουν ςόμερα οι τϐτε οπλύτεσ Ανϋςτησ Βαςιλειϊδησ, Κωνςταντύνοσ Κουριαντςύδησ, Οδυςςϋασ Πανταζόσ κ.α., οι οπούοι και ςυμμετεύχαν τϐτε ς’ αυτϋσ. «Πϊρα πολλϊ κϊρα των γϑρω χωριών, επιταγμϋνα απ’ τουσ Κουκιώτεσ, φορτώθηκαν με αρπαγμϋνα πρϊγματα κϊθε εύδουσ και ςτϊλθηκαν ςτον Κοϑκο», βεβαιώνει ο Κ. Κουριαντςύδησ. Και ο Αν. Βαςιλειϊδησ προςθϋτει: «Σϐτε ϋγινε η μεγαλϑτερη λεηλαςύα ςτη Βεργύνα και ςτα Παλατύτςια. Υϐρτωςαν 27 βοώδϊμαξα με πλιϊτςικο για τον Κοϑκο. Εκεύ βύαςαν γυναύκεσ, ϋκαψαν ςπύτια, ϊρπαξαν πρϊγματα... ΢τη Βεργύνα ϋγινε το ‘’ςώςε’’. Επικεφαλόσ δικϐσ μασ όταν ο καπετϊν Θεϐφιλοσ απ’ τον Κοϑκο».

που προςχώρηςαν ςτουσ Γερμανοϑσ (Θανϊςη Φατζό: Η νικηφϐρα επανϊςταςη που χϊθηκε τϐμ. 3 ςελ. 431).

42


ΑΝΣΑΡΣΙΚΟ Σο κύνημα τησ αντύςταςησ κατϊ των κατακτητών νωρύσ φοϑντωςε ςε ϐλη την Ελλϊδα. Σϐςο ςτισ πϐλεισ και ςτα μεγϊλα κϋντρα, ϐςο και ςτα χωριϊ και ςτην ϑπαιθρο. Υυςικϊ, αλλοϑ ϋγινε αιςθητϐ γρόγορα και δυνϊμωςε ςϑντομα κι αλλοϑ υπϋβοςκε κρυφϐ και αφανϋσ για περιςςϐτερο καιρϐ. Παντοϑ, ϐμωσ, ρύζωνε και δυνϊμωνε ακϊθεκτο και θαρραλϋο. Και ϐπωσ ο δωδεκϊχρονοσ κϊποτε Αννύβασ ορκύςτηκε μπροςτϊ ςτουσ βωμοϑσ του Μολώχ και του Βαϊλ, να τρϋφει ϐςο ζει αςύγαςτο μύςοσ κατϊ των Ρωμαύων, ϋτςι και οι ανώνυμοι αγωνιςτϋσ τησ Αντύςταςησ ορκύζονταν τώρα μπροςτϊ ςτο βωμϐ τησ λευτεριϊσ και τησ πατρύδασ μύςοσ κατϊ τησ κατοχόσ και τησ ςκλαβιϊσ. ΢το Κύτροσ, ο πρώτοσ αντιςταςιακϐσ πυρόνασ δημιουργόθηκε το 1942. Οργανωτόσ του πυρόνα αυτοϑ όταν ο Νύκοσ Βουλιώτησ, που όρθε ςτο Κύτροσ ςα μαραγκϐσ τον καιρϐ εκεύνο κι ϋμεινε εργαζϐμενοσ ςτο χωριϐ, ώςπου τον ϋπιαςαν οι ϊνθρωποι τησ Γκεςταμπϐ τησ Κατερύνησ και τον εκτϋλεςαν με μαρτυρικϐ θϊνατο. Απ’ τουσ πρώτουσ που τον πλαιςύωςαν όταν ο Νύκοσ Μανωλϐπουλοσ, ο Κώςτασ Κεραμυδϊσ, ο Θωμϊσ Καλϑβασ, ο Θεϐδωροσ Καπουνιαρύδησ του Νικ., ο ΢τϋφανοσ Μπϊμποσ και ϊλλοι. Ο πυρόνασ αυτϐσ διευρϑνθηκε γρόγορα και ςε λύγουσ μόνεσ απϐκτηςε οντϐτητα και απλώθηκε μυςτικϊ κι αθϐρυβα ςε ευρϑ κϑκλο μϋςα ςτο χωριϐ. Οι μυςτικϋσ επαφϋσ και οι κρυφϋσ ςυναντόςεισ των οργανωμϋνων μελών γύνονταν τώρα ςυχνϋσ και κϊτω απ’ τα μϊτια των Γερμανών, που ςυνϋχεια γυρϐφερναν ςτο χωριϐ για αυγϊ και κϐτεσ, μια και τα επϊκτια δεν όταν καθϐλου μακριϊ. Η δουλειϊ των αντιςταςιακών όταν δϑςκολη και πολϑ επικύνδυνη, γιατύ οι διϊφορεσ κινόςεισ των οργανώςεων ϋπρεπε να γύνονται μϋςα ςτα πϐδια των κϊθε εύδουσ ςυνεργατών του κατακτητό, που όταν και οι πιο επικύνδυνοι. Ο Νύκοσ Βουλιώτησ δοϑλευε αρχικϊ ςτο μηχανοςτϊςιο τησ Αλυκόσ. Μετϊ, δοϑλεψε ςα μαραγκϐσ ςτουσ Γερμανοϑσ ςτα επϊκτια. Σϐτε, ϋμενε ςτου Θανϊςη Μποϑςκα το ςπύτι ςτην αρχό κι ϑςτερα ςτου Φρ. Σριανταφϑλλου. Απϐ κει ϊρχιςε να οργανώνει τουσ νϋουσ του χωριοϑ ςτην Εθνικό Αντύςταςη. Αλλϊ ασ αφόςουμε τον Κιτριώτη ΢τϋργιο Μπϊμπο, ϋναν απ’ τουσ πρώτουσ που οργανώθηκαν ςτην Αντύςταςη, να μασ πει πώσ ξεκύνηςε η οργϊνωςη των Κιτριωτών ςτο απελευθερωτικϐ εκεύνο κύνημα. «Ο Νύκοσ Βουλιώτησ, νϋοσ τϐτε, ϋξυπνοσ, λιγομύλητοσ και πειςτικϐσ ςτην ομιλύα του, ϊρχιςε ςτην αρχό να ϋρχεται ςε επαφό με τουσ νϋουσ και τουσ νεϐτερουσ κατϊ προτύμηςη κατούκουσ του χωριοϑ. Πρώτα τουσ βολιδοςκοποϑςε ϋναν-ϋναν κι ϐςουσ ϋβλεπε δημοκρατικοϑσ και πρϐθυμουσ να δουλϋψουν ςτον απελευθερωτικϐ αγώνα, τουσ οργϊνωνε ςε τριϊδεσ. Η δουλειϊ γύνονταν τϐςο

43


μυςτικϊ, που η μια τριϊδα δεν όξερε την ϊλλη. Ο καθϋνασ μασ όξερε μϐνο τουσ ϊλλουσ δυο ςυντρϐφουσ του και τύποτα παραπϊνω. ΢τισ ςυναντόςεισ μασ μιλοϑςαμε για τουσ ειςβολεύσ Γερμανοϑσ, για τη ςκλαβωμϋνη πατρύδα μασ και για τον αγώνα που χρειϊζεται για να την απελευθερώςουμε απ’ τουσ κατακτητϋσ. Θα πρϋπει να εύχαμε γύνει καμιϊ τριανταριϊ τριϊδεσ ςτο χωριϐ, χωρύσ να ξϋρουμε ϐλοι μασ ποιοι εύμαςτε και πϐςη όταν η δϑναμό μασ. Μετϊ, ο κϑκλοσ κϊθε ομϊδασ ευρϑνθηκε κι απϐ τριϊδεσ γύναμε πεντϊδεσ. ΢ϑντομα, ϐμωσ, εμεύσ οι πρώτοι πληςιϊςαμε κι ϊλλουσ ςυγχωριανοϑσ μασ, αυξόςαμε τα μϋλη των ομϊδων μασ και γύναμε 15 και 20 ϊτομα ςε καθεμιϊ. Όλα αυτϊ γύνονταν πολϑ κρυφϊ και με μεγϊλη προφϑλαξη, γιατύ εύχαμε κϊθε μϋρα μπροςτϊ μασ τουσ Γερμανοϑσ και προπαντϐσ τουσ Κουκιώτεσ και τουσ δικοϑσ μασ γερμανοπλιςμϋνουσ οπλύτεσ. Και, το να ςυλληφθεύσ ςαν μϋλοσ μιασ αντιςταςιακόσ οργϊνωςησ εκεύνο τον καιρϐ, ςόμαινε θϊνατοσ. Οι ςυγκεντρώςεισ μασ, για το ςυντονιςμϐ του αγώνα μασ, για την ανταλλαγό πληροφοριών και για τη μεταβύβαςη οδηγιών και προγραμμϊτων, γύνονταν ςτην αρχό ςτα ςπύτια μασ, πϐτε του ενϐσ και πϐτε του ϊλλου, με χύλιεσ προφυλϊξεισ και μεγϊλη μυςτικϐτητα. Αργϐτερα, αρχύςαμε να ςυναντιϐμαςτε και με αγωνιςτϋσ ϊλλων χωριών και αντιπροςώπουσ ομϊδων τησ περιοχόσ μασ, του Νομοϑ μασ, των Πιερύων, τησ Μακεδονύασ κ.λ.π.. Η πρώτη μασ ςυγκϋντρωςη ϋξω απ’ το χωριϐ ϋγινε ςτο μικρϐ νερϐμυλο, που εύχε τϐτε πρϐςφατα χτύςει τον πρώτο καιρϐ τησ κατοχόσ η ομϊδα του Δημ. Καραγιώργη8 ςτο ρϋμα του Αγ. Δημητρύου, ςτισ νϐτιεσ παρυφϋσ του χωριοϑ, λύγο πιο κϊτω απ’ τα ερεύπια του αρχαύου τϋμπλου και του ομώνυμου παλαιοχριςτιανικοϑ ναοϑ. ΢ε κεύνη τη ςυγκϋντρωςη εύχε ϋρθει και κϊποιοσ Ιωαννύδησ απ’ τη ΢φενδϊμη και ϋνασ γεωπϐνοσ, ονομαζϐμενοσ Υωτϐπουλοσ9. ΢αν ϋφταςε το ΕΑΜ10και ςτα μϋρη μασ, ςυγκροτηθόκαμε και μεισ ςε οργϊνωςό του κι ακολουθόςαμε το πρϐγραμμϊ του. Ο πρώτοσ που ανϋλαβε υπεϑθυνϐσ τησ όταν ο Κων. Κεραμυδϊσ. Ύςτερα απ’ τη ςϑλληψη, ϐμωσ, του Κεραμυδϊ (17.1.44) υπεϑθυνοσ ανϋλαβε ο Θ. Καπουνιαρύδησ του Νικ. και αυτϐσ ϋμεινε αρχηγϐσ τησ ωσ το τϋλοσ...» Σο αντϊρτικο εύχε ξεςπαθώςει νωρύσ ςτον Όλυμπο και ςτα Πιϋρια, γι’ αυτϐ επιβϊλλονταν για τισ οργανώςεισ του Κύτρουσ μεγϊλη προςοχό και ιδιαύτερη μυςτικϐτητα, γιατύ οι ςυνθόκεσ εδώ όταν πολϑ διαφορετικϋσ κι αςϑγκριτα δυςκολϐτερεσ απ’ ϐτι ςτα ϊλλα χωριϊ. Και τοϑτο, γιατύ το Κύτροσ, εκτϐσ του ϐτι βρύςκονταν πϊνω ςτη μεγϊλη οδικό αρτηρύα, που ςυνϋδεε τη Βϐρεια με τη Νϐτια Ελλϊδα, όταν και περιζωμϋνο απϐ γερμανικϊ ϐπλα. Απ’ τη μια μεριϊ, προσ τη θϊλαςςα και χύλια πεντακϐςια περύπου μϋτρα ϋξω απ’ το χωριϐ, βρύςκονταν τα . Οι ϊλλοι όταν: Υωτιϊδησ ΢τϋργιοσ, Καραμανϊκησ ΢τϋφανοσ κ.α. . Ο Υωτϐπουλοσ κατϊγονταν απ’ τη Ρητύνη Πιερύασ. Μετϊ τη διϊλυςη του ΕΛΑ΢ καταδικϊςτηκε ςε θϊνατο απϐ ςτρατοδικεύο τησ Θεςςαλονύκησ και εκτελϋςτηκε. 10. Σο ΕΑΜ ιδρϑθηκε ςτισ 27 ΢επτεμβρύου 1941. 8 9

44


γερμανικϊ επϊκτια πυροβολεύα, τα οπούα αποτελοϑνταν απϐ 6 μεγϊλα πυροβϐλα και ςτα οπούα ςτϊθμευε ϋνα τϊγμα Γερμανών, με βαρϑ οπλιςμϐ, αυτοκύνητα και πολυβϐλα και απ’ την ϊλλη, προσ τα Πιϋρια και ςε απϐςταςη 6-7 χιλιομϋτρων όταν τα χωριϊ Κοϑκοσ και ΢εβαςτό, που όταν εξοπλιςμϋνα ωσ τα δϐντια απ’ τουσ Γερμανοϑσ. Οι Γερμανού, για την καλϑτερη προςταςύα των επϊκτιων τουσ και τησ οδικόσ αρτηρύασ Κατερύνησ – Θεςςαλονύκησ ςτο τμόμα αυτϐ τησ Πιερύασ, παρϋςυραν με το μϋροσ τουσ και ϐπλιςαν τα ορεινϐτερα χωριϊ, δημιουργώντασ ϋτςι μια αςπύδα προσ το μϋροσ των βουνών απ’ ϐπου και διϋτρεχαν, αν ϐχι το μοναδικϐ, οπωςδόποτε το μεγαλϑτερο κύνδυνο. Εφϊρμοςαν κι αυτού εδώ την τακτικό των Σοϑρκων. Κι εκεύνοι, τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ και ιδιαύτερα τισ τελευταύεσ μετϊ την επανϊςταςη του 21 δεκαετύεσ, τϐτε που το κλεφταρματολύτικο κύνημα των Πιερύων εύχε δυναμώςει και ενταθεύ, για να προςτατϋψουν τισ οδικϋσ αρτηρύεσ, να περιφρουρόςουν την περιοχό του Κύτρουσ και να ανακουφύςουν την παρϊλια ζώνη τησ βϐρειασ Πιερύασ, δημιοϑργηςαν τοϑρκικα χωριϊ, φϋρνοντασ εδώ οθωμανικϐ πληθυςμϐ απ’ τα μϋρη τησ Βοςνύασ και τησ Ερζεγοβύνησ το 1908. Ϊτςι ϋγιναν τα χωριϊ Σϐχοβα, Πϊλιανη, Μακρϑγιαλοσ κ.λ.π., των οπούων οι πληθυςμού, οπλιςμϋνοι ςχεδϐν ςτο ςϑνολϐ τουσ, αποτελοϑςαν προχωρημϋνα φυλϊκια του τοϑρκικου ςτρατοϑ τησ Θεςςαλονύκησ ςτην Πιερύα. Σην ύδια τακτικό εφϊρμοςαν και οι Γερμανού με τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ και τον ύδιο ρϐλο προϐριζαν οι κατακτητϋσ για τουσ γερμανοπλιςμϋνουσ ϊνδρεσ του Κοϑκου και τησ ΢εβαςτόσ. Οι επιδρομϋσ των οπλοφϐρων αυτών ςτο Κύτροσ όταν ςχεδϐν καθημερινϋσ και η ςυνεχόσ ϋνοπλη παρουςύα τουσ ϋβαζε ςε μεγϊλο κύνδυνο τουσ οργανωμϋνουσ αγωνιςτϋσ. Επιπλϋον, οι περιςςϐτεροι απ’ τουσ κατούκουσ του χωριοϑ όταν γνωςτού ςτουσ οπλοφϐρουσ του Κοϑκου απϐ παλιϊ και η παρουςύα τουσ ό η απουςύα τουσ γύνονταν εϑκολα αιςθητό. Επύςησ, δεκαπϋντε χιλιϐμετρα δυτικϊ βρύςκεται η Κατερύνη με τη γερμανικό διούκηςη, τη Γκεςταμπϐ, με το φοβερϐ και αιμοβϐρο προώςτϊμενϐ τησ το Λϐχερ11 και με τουσ αδύςταχτουσ ϋλληνεσ ςυνεργϊτεσ του. Παρ’ ϐλα αυτϊ, οι αντιςταςιακϋσ οργανώςεισ του Κύτρουσ γρόγορα εξελύχτηκαν ςε ζωντανϋσ μονϊδεσ και πρϐςφεραν ϐτι μποροϑςαν ςτο ευρϑτερο παλλαώκϐ απελευθερωτικϐ κύνημα, ςτο οπούο τελικϊ πόραν μϋροσ ϊνδρεσ και γυναύκεσ κϊθε ηλικύασ ϐλησ τησ Ελλϊδασ. Ανϊμεςα ςτουσ πρώτουσ ϋνοπλουσ αντϊρτεσ που βγόκαν ςτα γϑρω βουνϊ όταν και Κιτριώτεσ. Ϊτςι, ϐπωσ ςτουσ εθνικοϑσ και απελευθερωτικοϑσ αγώνεσ των περαςμϋνων εποχών 1821, 1854, 1878, 1912 κ.λ.π., ϋτςι και τώρα, το Κύτροσ ϋδωςε και πϊλι δυναμικϊ το παρϐν και πόρε μϋροσ και ςε τοϑτον τον αγώνα, προςφϋροντασ ϐ,τι μποροϑςε ς’ αυτϐν.

11.

. Περιςςϐτερα για το θηρύο αυτϐ δεσ ςτο βιβλύο του Μ. Σερζϐπουλου: «Παπαλϐχερ απολογόςου».

45


Σρϐφιμα, ροϑχα, πληροφορύεσ και προπαντϐσ ςυμπαρϊςταςη και αρκετϊ υπολογύςιμο ϋμψυχο υλικϐ.(Π3). Σο Κύτροσ δεν υπϋςτη μϐνο τερϊςτιεσ υλικϋσ ζημιϋσ απ’ τουσ κατακτητϋσ κι οϑτε πρϐςφερε μϐνο εφϐδια και τρϐφιμα ςτον αγώνα για τη λευτεριϊ. Ϊδωςε και θϑματα ςτο βωμϐ τησ. Και πρώτοι θυςιϊςτηκαν γι’ αυτό ο Ευϊγγελοσ Μανωλϐπουλοσ του Εμμανουόλ και ο Ευϊγγελοσ Θεολϐγησ του Δημητρύου. Οι δυο ‘’Βαγγελϊδεσ’’, βετερϊνοι του αλβανικοϑ πολϋμου, πιϊςτηκαν το Νοϋμβριο του 1943 απϐ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ ςτισ Αλυκϋσ του Κύτρουσ, ϐπου εργϊζονταν ςα φϑλακεσ και, ϑςτερα απϐ ολιγοόμερα κρϊτηςό τουσ ςτα κρατητόρια τησ Γκεςταμπϐ ςτην Κατερύνη, εκτελϋςτηκαν απ’ τουσ Γερμανοϑσ το πρωύ τησ 13.11.1943 ςτο αεροδρϐμιο τησ πϐλησ, μαζύ με ϊλλουσ κρατοϑμενουσ απ’ τη γϑρω περιοχό. Επύςησ, φονεϑθηκαν απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ οι αγωνιςτϋσ τησ πολιτικόσ οργϊνωςησ τησ Αντύςταςησ. 1) Αραμπατζόσ Κϑροσ. 2) Κεραμυδϊσ Κων/νοσ. 3) Καλϑβασ Θωμϊσ. 4) Καλϑβασ Αντώνησ. Οι παραπϊνω τϋςςερισ Κιτριώτεσ πιϊςτηκαν απϐ Κουκιώτεσ οπλοφϐρουσ ςτισ 17 Ιανουαρύου 1944 ςτο ρϋμα ‘’Καραγιϊννη Αυλϊκι’’ τησ περιοχόσ ΄΄Μπιτςιϊνη’’ του Κύτρουσ ϐπου κρϑβονταν. Η κρυψώνα τουσ εύχε προδοθεύ και οι διώκτεσ τουσ εύχαν φτϊςει ωσ εκεύ οδηγημϋνοι κατϊλληλα και χωρύσ να τουσ πϊρει εύδηςη κανεύσ. Βϋβαια, όταν και λϊθοσ των ύδιων των κρυβϐμενων εκεύ, που δεν εύχαν βϊλει κϊποια ςκοπιϊ, για να παρατηρεύ και να αγρυπνϊ για την αςφϊλειϊ τουσ. Για την προδοςύα του κρυςφϑγετου και τη ςϑλληψη των παραπϊνω τεςςϊρων Κιτριωτών, κατηγορόθηκε αργϐτερα ο ςυγχωριανϐσ Φρόςτοσ Σριανταφϑλλου και με την επικρϊτηςη του ΕΛΑ΢ πιϊςτηκε και κρατόθηκε ςτο ςτρατϐπεδο του Προφότη Ηλύα του Νεϐκαςτρου ςτην αρχό και ςτο μοναςτόρι τησ Παναγύασ Μακρορρϊχησ τησ Παλιϐςτανησ αργϐτερα. Ο Σριανταφϑλλου, ϐμωσ, αρνόθηκε την κατηγορύα και ς’ ϐλο το διϊςτημα τησ κρϊτηςόσ του επϋμενε ϐτι όταν μεν αντύθετοσ με το ΕΑΜ, δεν εύχε, ϐμωσ, καμιϊ ςχϋςη με τη ςϑλληψη και εκτϋλεςη των τεςςϊρων ςυγχωριανών του. ΢όμερα, ιςχυρύζεται κατηγορηματικϊ, ϐτι την προδοςύα την ϋκανε ο Ευϊγγελοσ Μηξϊκησ (Βαγγελινϐσ) απ’ τη Μπϊνα, ο οπούοσ όταν τϐτε τςομπϊνοσ κι ϋβοςκε τα ζώα του χωριοϑ ςτη γϑρω κοντινό περιοχό. Αυτϐσ διαπύςτωςε την παρουςύα των τεςςϊρων ‘’καταζητοϑμενων’’ εκεύ κι αυτϐσ ανϋφερε το γεγονϐσ ςτον Κοϑκο. Να τι λϋγει ο Φρ. Σριανταφϑλλου γι’ αυτϐ: «... Αργϐτερα, ϋμαθα απ’ το ΢τϋργιο Ζαργϊνη, που όταν οπλύτησ του Κοϑκου ςτο Κύτροσ τον καιρϐ τησ κατοχόσ και που κι αυτϐσ όταν κρατοϑμενοσ απ’ τον ΕΛΑ΢ ςτο ΢ανατϐριο τησ Πϋτρασ, ϐτι τουσ τϋςςερισ ςυγχωριανοϑσ μασ τουσ πρϐδωςε ο Ευϊγγελοσ Μηξϊκησ ό Βαγγελινϐσ απ’ τη Μπϊνα. Αυτϐσ ϋμαθε, δεν

46


ξϋρω πώσ, ϐτι κρϑβονταν εκεύ και πόγε ςτο Ζαργϊνη και του το εύπε. Επϋμενε δε να αναφερθεύ το γεγονϐσ αμϋςωσ ςτον Κοϑκο. Μϊλιςτα, κατϊ το Ζαργϊνη, κϊτω απ’ την επιμονό του Βαγγελινοϑ, ξεκύνηςαν και οι δυο μαζύ να πϊνε ςτον Κοϑκο και να το αναφϋρουν ςτουσ εκεύ αρχηγοϑσ. Πόγαν μϋχρι τα μπανιώτικα αμπϋλια. Εκεύ ο Ζαργϊνησ ϊλλαξε γνώμη και πρϐτεινε να γυρύςουν πύςω και να κρατόςουν την υπϐθεςη μεταξϑ τουσ, χωρύσ να αναφϋρουν ςε κανϋνα το παραμικρϐ. Ο Βαγγελινϐσ, ϐμωσ, εύχε διαφορετικό γνώμη και επϋμενε. Ο Ζαργϊνησ τον εγκατϋλειψε και επϋςτρεψε ςτο χωριϐ κι εκεύνοσ ςυνϋχιςε το δρϐμο του και πόγε μϐνοσ του ςτη ΢εβαςτό. Εκεύ ανϋφερε το γεγονϐσ ςε κϊποιο οπλύτη του χωριοϑ. Αμϋςωσ ειδοποιόθηκε ο Κοϑκοσ κι ϋςτειλε ϋνοπλο τμόμα ςτο Κύτροσ, το οπούο κατευθϑνθηκε ςτο ςπύτι του Γ. Αλεξιϊδη, που όταν και ο πρϐεδροσ τησ επιτροπόσ, που εύχαν ςυγκροτόςει οι Κουκιώτεσ ςτο χωριϐ μασ εκεύνη την εποχό. Ο Αλεξιϊδησ κϊλεςε αμϋςωσ ονομαςτικϊ και με ϋνοπλο απεςταλμϋνο ϐςουσ ςυγχωριανοϑσ εύχαν χωρϊφια ςε κεύνη την περιοχό. Ανϊμεςϊ τουσ και ο Παναγιώτησ Κουντουριανϐσ, ο Κϑροσ και ο ΢. Σύτοσ, ο ΢. Καραπαναγιώτησ, ο Καρφϊκησ και ϊλλοι. Με οδηγοϑσ 2-3 απ’ αυτοϑσ, ξεκύνηςε το ϋνοπλο ςώμα απ’ του Αλεξιϊδη το ςπύτι για τισ ‘’Κυδωνιϋσ’’ και του ‘’Καραγιϊννη το Αυλϊκι’’. Απϐ μακριϊ ακϐμα κϑκλωςαν την περιοχό και βρόκαν τουσ ‘’καταζητοϑμενουσ’’ αντιςταςιακοϑσ κρυμμϋνουσ ςτα βϊτα. Ο Κϑροσ προςπϊθηςε να ξεφϑγει και τον ςκϐτωςαν. Σουσ ϊλλουσ τουσ ϋπιαςαν και τουσ πόγαν ςτον Κοϑκο. Μετϊ, τουσ ϋςτειλαν ςτο γερμανικϐ ςτρατϐπεδο του ‘’Παϑλου Μελϊ’’ ςτη Θεςςαλονύκη, απ’ ϐπου οι Γερμανού τουσ πόραν αργϐτερα και τουσ εκτϋλεςαν». Σα λεγϐμενα του Φρ. Σριανταφϑλλου επιβεβαιώνει και ο αντιςταςιακϐσ ΢τϋργιοσ Μπϊμποσ, απ’ τη Μπϊνα, ο οπούοσ λϋγει ϐτι την προδοςύα την ϋκανε ο Βαγγελινϐσ και προςθϋτει: « ... Ο Κϑροσ όταν γαμπρϐσ μου... Ϋταν οργανωμϋνοσ ςτην Αντύςταςη, γι’ αυτϐ και τον κυνηγοϑςαν οι Κουκιώτεσ, ϐπωσ και τουσ ϊλλουσ τρεισ. Εκεύνη τη μϋρα, ςτη ‘’Μπιτςιϊνη’’, μϐλισ αντιλόφτηκε την παρουςύα των ϋνοπλων Κουκιωτών, προςπϊθηςε να ξεφϑγει μϋςα απ’ τη ρεματιϊ και του ϋριξαν με πολυβϐλο. ΢την αρχό, ο ςκοπευτόσ ϋριχνε ςτον αϋρα. Δεν όθελε να τον ςκοτώςει. Ϊνασ Δραμινϐσ, ϐμωσ, που όταν κι αυτϐσ οπλύτησ με το ϋνοπλο απϐςπαςμα των Κουκιωτών, ςαν εύδε ϐτι ο πολυβολητόσ ϋριχνε ςτον αϋρα, τον ϋςπρωξε οργιςμϋνοσ πιο πϋρα, ϊρπαξε εκεύνοσ το πολυβϐλο κι ϋριξε ςτο ψαχνϐ. Με την πρώτη ριπό τον πϋτυχε. Μια ςφαύρα τον βρόκε ςτο πύςω μϋροσ του κρανύου και βγόκε απ’ το μϋτωπο. Ο Κϑροσ ςωριϊςτηκε νεκρϐσ. Σουσ ϊλλουσ τουσ ϋπιαςαν ζωντανοϑσ κι ϊρχιςαν να τουσ χτυποϑν αλϑπητα. Σουσ ϋβγαλαν τα παποϑτςια και τουσ χτϑπηςαν πολϑ. Σουσ μαϑριςαν τα πϐδια και τα ςώματα. Οι ςϊρκεσ τουσ εύχαν ςκιςτεύ απϐ το ξϑλο και τα αύματα ϋτρεχαν παντοϑ. Δεν μποροϑςαν να ςταθοϑν κι οϑτε να περπατόςουν ... ». « ... Σουσ εύδα καθαρϊ. Ϋταν οπλύτεσ του Κοϑκου», λϋγει κατηγορηματικϊ ο ςημερινϐσ παπϊσ του Κύτρουσ, παπα-Βαςύλησ Βοϑλγαρησ, που παιδϊκι τϐτε 1011 χρονών ϋτυχε να βϐςκει τα πρϐβατα εκεύνη τη μϋρα κοντϊ ςτου ‘’Καραγιϊννη

47


το Αυλϊκι’’. Οι περιςςϐτεροι κατϋβαιναν απ’ το μϋροσ τησ ΢φενδϊμησ. Ωλλοι ϋρχονταν απϐ ϊλλεσ κατευθϑνςεισ απ’ τη μεριϊ του Κύτρουσ. Όλοι πόγαιναν προσ το ύδιο ςημεύο. Προσ του ‘’Καραγιϊννη το Αυλϊκι’’. Για μια ςτιγμό κι ενώ ϐλα όταν όςυχα, κϊποιοσ ξεπετϊχτηκε απ’ τη ςυςτϊδα των πυκνών βϊτων (βατςινιϋσ)», ςυνεχύζει ο παπϊσ. «Ϋταν ο Κϑροσ ο Αραμπατζόσ απ’ τη Μπϊνα. Οι Κουκιώτεσ ϊρχιςαν να πυροβολοϑν ςχεδϐν ϐλοι μαζύ. Πυροβολιςμού ακοϑγονταν απ’ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ. Εγώ τα ϋχαςα. Ο Κϑροσ ϋτρεχε ϐςο μποροϑςε γρηγορϐτερα, ανηφορύζοντασ λοξϊ την πλαγιϊ. Ϊκανε μερικοϑσ ελιγμοϑσ καθώσ ϋτρεχε, ύςωσ για να αποφϑγει τισ ςφαύρεσ των διωκτών του, που αςταμϊτητα ϋριχναν πύςω του. Απομακρϑνθηκε ϋτςι γϑρω ςτα διακϐςια μϋτρα. Ϊφταςε κϊτω απϐ μια γκορτςιϊ. Εκεύ, για μια ςτιγμό ταλαντεϑτηκε το βόμα του, ςα να παραπϊτηςε. Ϊκανε και δεϑτερο βόμα τρικλύζοντασ κι ϋπεςε ςτο χώμα. Σραντϊχτηκε δυνατϊ. Προςπϊθηςε ύςωσ να αναςηκωθεύ. ΢πϊραξε λύγο ακϐμα κι ϋμεινε ακύνητοσ κϊτω απ’ τον ύςκιο τησ γκορτςιϊσ. Ϋταν νεκρϐσ. Οι διώκτεσ του ϋτρεξαν απ’ ϐλεσ τισ μεριϋσ προσ το μϋροσ του. Πόγαν κοντϊ του και τον κούταζαν ... Ϋταν η μϋρα του Αγύου Αντωνύου. ΢τισ 17 Ιανουαρύου 1944» Με καμϊρι ϋφερναν το απϐγευμα τησ ύδιασ μϋρασ, πϊνω ςτο βοώδϊμαξο του Δ. Κοϑφα το νεκρϐ ςώμα του Κϑρου ςτο χωριϐ απϐ το δρϐμο τησ Αγύασ Παραςκευόσ οι γερμανοπλιςμϋνοι εκτελεςτϋσ του. Σουσ ϊλλουσ, τςακιςμϋνουσ ςτο ξϑλο, με τα ςώματα ματωμϋνα και τα πϐδια πρηςμϋνα και ξυπϐλυτουσ τουσ ϋφεραν πεζοϑσ ςτην Κοινϐτητα. Απϐ κει τουσ πόγαν ςτο ςπύτι του Αλεξιϊδη και μετϊ ςτον Κοϑκο και ςτην Κατερύνη, για να καταλόξουν ςτο ςτρατϐπεδο του ‘’Παϑλου Μελϊ’’ ςτη Θεςςαλονύκη, απ’ ϐπου τουσ πόραν οι Γερμανού και τουσ εκτϋλεςαν ςτισ 6 Ιουνύου 1944. ΢τη Θεςςαλονύκη εκτελϋςτηκε απ’ τουσ Γερμανοϑσ και ο Ευϊγγελοσ Αραμπατζόσ, αδελφϐσ του Κϑρου. Επύςησ, απϐ Γερμανοϑσ ςκοτώθηκε και ο Θανϊςησ Ποϑλιοσ του Κ. ςτο Ν. Ελευθεροχώρι. Για το φϐνο του Θανϊςη λϋνε πωσ Γερμανού ςτρατιώτεσ μπόκαν ςτα αμπϋλια του χωριοϑ να πϊρουν ςταφϑλια κι εκεύ τυχαύα τον εύδαν κρυμμϋνο, τον πυροβϐληςαν και τον ςκϐτωςαν. Αντύθετα, ο Νικ. Πανταζόσ λϋγει ϐτι ϋπεςε ςε ενϋδρα, που του εύχε ςτόςει ο Ϊλληνασ αςτυνϐμοσ του Ν. Ελευθεροχωρύου, ενωμοτϊρχησ Πχιϊσ κι ϋτςι ςκοτώθηκε. Ωλλοι, ϐμωσ, επιμϋνουν πωσ ςκοτώθηκε ςε ςϑγκρουςη με ομϊδα Γερμανών ςτα αμπϋλια του Ελευθεροχωρύου, κατϊ την οπούα χτυπόθηκε θανϊςιμα, ενώ πολεμοϑςε ϐρθιοσ. Η ϊποψη αυτό εύναι μϊλλον και η πιθανϐτερη.

48


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΣΡΙΣΟ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΥΕΤΓΟΤΝ. ΚΑΘΟΔΟ΢ ΣΟΤ ΕΛΑ΢ ΢τισ 14 Οκτωβρύου 1944, οι πανύςχυροι ωσ τώρα Γερμανιού, φοβοϑμενοι βαθιϊ προϋλαςη των ρωςικών ςτρατιών μϋςα ςτη Γιουργοςλαβύα, αρχύζουν να εγκαταλεύπουν την Αθόνα και ςτισ 16 του ύδιου μόνα, οι αντϊρτεσ χτυποϑν και κυριεϑουν τον Κοϑκο. Η μϊχη, ςκληρό και θυελλώδησ, ϊρχιςε ςτισ 12 και 5’ μετϊ τα μεςϊνυχτα και κρϊτηςε ωσ το πρωύ. Σα πολυβϐλα και τα ϊλλα αυτϐματα ϐπλα κροτϊλιζαν μανιαςμϋνα και αςταμϊτητα κι απ’ τισ δυο μεριϋσ και οι ϐλμοι και οι χειροβομβύδεσ ςυντϊραζαν τον τϐπο κι αντιβοϑιζαν ςτισ γϑρω κοιλϊδεσ ϐλη τη νϑχτα. Σροχιοδεικτικϋσ ςφαύρεσ ξεπετιοϑνταν βιαςτικϋσ και λαμπϑριζαν μϋςα ςτο ςκοτϊδι, ξεςχύζοντασ το ςκοϑρο πϋπλο του ς’ ϐλα τα ϑψη και προσ ϐλεσ τισ κατεθϑνςεισ, ώςπου οι φλϐγεσ των καιϐμενων ςπιτιών υψώθηκαν μανιαςμϋνεσ και τερϊςτιεσ ςτον ουρανϐ και κοκκύνηςαν τον ορύζοντα. Η μϊχη γύνονταν ϐλο και πιο ϊγρια, ϐλο και πιο πεύςμονη. Όλο το Κύτροσ το βρϊδυ εκεύνο, με κρατημϋνη την ανϊςα, βουβϐ και ϊγρυπνο ξημϋρωςε ςτισ αυλϋσ και ςτουσ κόπουσ. Σο χτυποκϊρδι του αυξομειώνονταν κοφτϐ και ϋντονο, ςϑμφωνα με την ορμό και την ϋνταςη τησ μϊχησ και η αγωνύα του πλανιϐταν ολοζώντανη μϋςα ςτουσ βυθιςμϋνουσ ςε νεκρικό ςιγό δρϐμουσ του. Φτυπιϐταν ο Κοϑκοσ. Σο τελευταύο και το ςπουδαιϐτερο οχυρϐ των ςυνεργατών των Γερμανών ςτην Πιερύα κι ϋνα απ’ τα ςημαντικϐτερα ϊντρα των γερμανοπλιςμϋνων ςτη Μακεδονύα. Εκεύνο το βρϊδυ και κϊτω απ’ τα αςταμϊτητα κροταλύςματα των πολυβϐλων, τρεισ Κιτριώτεσ, ο ΢εώτανύδησ Παςχϊλησ, ο Καπουνιαρύδησ Νικϐλαοσ και ο Ιβανοϑδησ Ηλύασ, αθϐρυβα κινόθηκαν μϋςα ςτη νϑχτα και, διαςχύζοντασ τα αμπϋλια τησ Μπϊνασ, προχώρηςαν ϐςο πιο κοντϊ μποροϑςαν προσ τον Κοϑκο, ϐπου και ϋκοψαν την τηλεφωνικό γραμμό, που ςυνϋδεε τουσ Γερμανοϑσ των επακτύων με τουσ Κουκιώτεσ. Η γραμμό κϐπηκε ϐςο πιο μακριϊ γύνονταν απ’ την περιοχό του Κύτρουσ, για να μην ενοχοποιηθεύ το χωριϐ. ΢αν ϋςπαςε η αντύςταςη των Κουκιωτών, το ντουφεκύδι καλμϊριςε και το λιγοςτϐ κομμϊτι τησ νϑχτασ, που εύχε απομεύνει, ϊρχιςε να ξαναβρύςκει την ηρεμύα του. Μϐνο οι φλϐγεσ ςυνϋχιζαν να υψώνονται ςτον ορύζοντα και οι καπνού να θολώνουν τον ουρανϐ. Οι γερμανοπλιςμϋνοι Κουκιώτεσ, ϐςοι απϐμειναν, μαζύ με τουσ ομούουσ τουσ τησ ΢εβαςτόσ, πανικϐβλητοι, πόραν το δρϐμο τησ φυγόσ. Κατηφϐριςαν προσ το Κύτροσ. Μαζύ τουσ εύναι και οι Κιτριώτεσ οπλύτεσ τουσ, Κουριαντςύδησ Κων., Δρουγοϑδησ Γεώργιοσ και Ζαργϊνησ Αςτϋριοσ. Ακολουθώντασ το ρϋμα του Αγύου Δημητρύου, που αρχύζει απ’ τα υψώματα του Κοϑκου και τησ ΢εβαςτόσ, οι μϋχρι

49


χτεσ δερβϋναγϊδεσ, ζότηςαν καταφϑγιο ςτουσ ωσ τώρα προςτϊτεσ τουσ Γερμανοϑσ. ΢χιςμϋνοι και καταλαςπωμϋνοι, με την ψυχό ςτο ςτϐμα και πολλού απ’ αυτοϑσ ϊοπλοι και ριψϊςπηδεσ ϋφταςαν ςτα επϊκτια. Οι Γερμανού, ϐμωσ, που ϐπωσ εύχαν τώρα καταντόςει, εύχαν το δικϐ τουσ πονοκϋφαλο και τα δικϊ τουσ προβλόματα, δεν τουσ χρειϊζονταν ϊλλο πια και γι’ αυτϐ και δεν τουσ δϋχτηκαν μϋςα ςτο οχυρϐ τουσ. Απογοητευμϋνοι και εγκαταλειμμϋνοι οι Κουκιώτεσ, ϋφυγαν για το ςταθμϐ τησ Αλυκόσ. Δεν εύχαν και πουθενϊ αλλοϑ να πϊνε. Οι Κιτριώτεσ, εμφοροϑμενοι απϐ αιςθόματα ανθρωπιϊσ και ξεχνώντασ τα ϐςα ωσ τώρα εύχαν τραβόξει, ςυγκϋντρωςαν ψωμύ και ϊλλα τρϐφιμα και, με υπϐδειξη των αντιςταςιακών τουσ οργανώςεων, τα ϋφεραν ςτουσ ταλαύπωρουσ πια Κουκιώτεσ, που, ρϊκη πραγματικϊ, περύμεναν ϋξω απ’ τα επϊκτια και εκλιπαροϑςαν ϊςυλο και προςταςύα απ’ τουσ Γερμανοϑσ. Ο αρχηγϐσ τουσ Κιςϊ-Μπατζιϊκ ϋλειπε τισ μϋρεσ εκεύνεσ ςτη Θεςςαλονύκη. Δεν όταν μαζύ τουσ ςτην καταςτροφικό γι’ αυτοϑσ μϊχη. ΢αν ϋμαθε τα γενϐμενα, ϋφταςε εςπευςμϋνα ςτισ ακτϋσ του Κύτρουσ με δυο πλοιϊρια γεμϊτα οπλοδϐρουσ1. Φαμϋνοσ κϐποσ, ϐμωσ, γιατύ καθηλώθηκε κι αυτϐσ ςτο ςταθμϐ μαζύ με τουσ κυνηγημϋνουσ υποτελεύσ του και ςϑντομα αναγκϊςτηκε να επιςτρϋψει ςτη Θεςςαλονύκη, αφοϑ δεν δϋχτηκε πρϐταςη παρϊδοςησ που του ϋκανε ο ΕΛΑ΢. Με την πτώςη του Κοϑκου, ϋληξε και η δυναςτεύα των Κουκιωτών και των ϊλλων γερμανοπλιςμϋνων ςτην περιοχό του Κύτρουσ και τησ Πιερύασ. Αλλϊ και οι Γερμανού ϋχαναν το παιχνύδι τουσ τισ μϋρεσ αυτϋσ. Ϋδη εύχαν αρχύςει να αποςϑρονται απ’ τα Βαλκϊνια, γιατύ οι Ρώςοι ςτην Ανατολό και οι ϊλλοι ςϑμμαχοι ςτη Δϑςη τουσ μαςτύγωναν ϊςχημα απϐ παντοϑ. Ο ρωςικϐσ ςτρατϐσ εύχε ελευθερώςει τισ Βαλτικϋσ χώρεσ κι εύχε φτϊςει ςτη θϊλαςςα, ενώ ϊλλεσ μονϊδεσ του νοτιϐτερα ϋμπαιναν ςτην Ανατολικό Πρωςύα κι ϊλλεσ κυρύευαν το Βελιγρϊδι. Ο πϐλεμοσ όταν πια χαμϋνοσ για τον Ωξονα. Οι αντϊρτεσ του ΕΛΑ΢, που ϋφταναν τώρα ςτο Κύτροσ, ϋκαναν μια προςπϊθεια διϊςωςησ των επακτύων πυροβϐλων και των αποθηκών τουσ απϐ ενδεχϐμενη καταςτροφό, απ’ τουσ ϋτοιμουσ να αναχωρόςουν απ’ το χωριϐ Γερμανοϑσ. Ϋρθαν ςε επαφό μαζύ τουσ και πρϐτειναν μια ςυνϊντηςη ςε ‘’ουδϋτερο ϋδαφοσ’’. Οι Γερμανού δϋχτηκαν και ςαν τϋτοιο ‘’ϋδαφοσ’’ επιλϋχτηκε το ςπύτι του παπα-Παναγιώτη ςτο Καβακλύ. Ϋταν απϐγευμα ϐταν κατϋβηκαν απ’ τη ΢φενδϊμη ςτο χωριϐ, καβϊλα ςτ’ ϊλογϊ τουσ, ο καπετϊν Λύβασ, ο καπετϊν Ανδρεϊδησ και ϋνασ ακϐμα καπετϊνιοσ2. Πϋραςαν μπροςτϊ απ’ το δημοτικϐ ςχολεύο και κατευθϑνθηκαν ςτο ςπύτι του παπϊ. Εκεύ εύχαν πϊει λύγο νωρύτερα ο διοικητόσ των επακτύων, ϋνασ Γερμανϐσ γιατρϐσ, που μιλοϑςε και ελληνικϊ και ϋνασ ϊλλοσ Γερμανϐσ 1 2

. Ο Κικύτςασ ομιλεύ για 600 οπλοφϐρουσ. «Φ Μεραρχύα» ςελ. 400. . Αυτϊ εύναι τα ονϐματα που αναφϋρονται απ’ τουσ περιςςϐτερουσ που θυμοϑνται ςόμερα τα γεγονϐτα. Οριςμϋνοι τα διοφοροποιοϑν.

50


αξιωματικϐσ. ΢τη ςυνϊντηςη αυτό πόρε μϋροσ κι ο παπϊσ, καθώσ και ο Θϐδωροσ Καπουνιαρύδησ του Ν., ςαν υπεϑθυνοσ του ΕΑΜ που όταν τϐτε ςτο χωριϐ. ΢τϐχοσ τησ ςυνϊντηςησ όταν η εξεϑρεςη ςυμφωνύασ, ώςτε οι Γερμανού φεϑγοντασ, να παραδώςουν τα επϊκτια ϊθικτα ςτουσ αντϊρτεσ. Υαύνεται πωσ οι ςυζητόςεισ κϊπου ςκϐνταψαν απ’ την αρχό και δεν κατορθώθηκε κϊποια προςϋγγιςη3. Ϊτςι, ςτισ 20 Οκτωβρύου 1944, οι Γερμανού εγκατϋλειψαν το οχυρϐ των επϊκτιων και υποχώρηςαν ςτο ςιδηροδρομικϐ ςταθμϐ Αλυκόσ κι απϐ κει ανατύναξαν τισ εγκαταςτϊςεισ των πυροβϐλων τουσ. Οι αντϊρτεσ κατϋβηκαν ςτο Κύτροσ ςε τϊξη μϊχησ και προςπϊθηςαν να προλϊβουν και να ματαιώςουν την ανατύναξη, επιχειρώντασ ταυτϐχρονα να αποκϐψουν και τη φυγό τϐςο των Γερμανών των επϊκτιων, που βρύςκονταν ςτο ςταθμϐ, ϐςο κι εκεύνων που θα διϋρχονταν απϐ δω, προερχϐμενοι απ’ την Κατερύνη και τη νϐτια Ελλϊδα. Γι’ αυτϐ και προςπϊθηςαν να καταςτρϋψουν τισ γραμμϋσ του τρϋνου και να κϐψουν τα καλώδια πυροδϐτηςησ των εκρηκτικών υλών των επϊκτιων τα οπούα υπϐγεια κατϋληγαν ςε τςιμεντϋνιο φρεϊτιο, που όταν καταςκευαςμϋνο κοντϊ ςτη ςιδηροδρομικό γραμμό, κϊπου μεταξϑ ςταθμοϑ και Σοϑμπασ τησ Αλυκόσ. Επύςησ, προςπϊθηςαν να ανατινϊξουν τισ ςιδηρογραμμϋσ προσ το μϋροσ του Κορινοϑ, ώςτε να εμποδύςουν την προςϋλευςη ςτο χώρο τησ Αλυκόσ κϊθε αμαξοςτοιχύασ, που θα προϋρχονταν απ’ την πλευρϊ τησ Κατερύνησ. Για το ςκοπϐ αυτϐ, κινόθηκαν εςπευςμϋνα δυο ομϊδεσ. Επικεφαλόσ τησ πρώτησ ομϊδασ, που ανϋλαβε την καταςτροφό των καλωδύων, όταν ο Κιτριώτησ αντϊρτησ Ευϊγγελοσ Καλϑβασ, που γνώριζε πολϑ καλϊ τα μϋρη. Δυςτυχώσ ϐμωσ, παρϊ τη ςπουδό και τη βιαςϑνη με την οπούα ενϋργηςε, δεν μπϐρεςε να προλϊβει. Ϊφταςε αργϊ. Οι Γερμανού εύχαν όδη πατόςει το κουμπύ. Ϊτςι, το απϐγευμα τησ 20ησ Οκτωβρύου, το φροϑριο των επϊκτιων ανατινϊχτηκε με τρομερϐ κρϐτο ςτον αϋρα. Διϊφορα ςυντρύμμια, ϐπωσ κομμϊτια μπετϐν, τεμαχιςμϋνα ςύδερα και παραμορφωμϋνα κομμϊτια των

3

. Σϐτε λϋχθηκε, ϐτι οι Γερμανού, για να προχωρόςουν ςτη ςυμφωνύα, ζότηςαν απ’ τουσ αντϊρτεσ εκατϐ χρυςϋσ λύρεσ. Έγιπε προςπϊθεια να βρεθοϑν αυτϋσ οι λύρεσ και ειπώθηκε εκ των υςτϋρων ϐτι κατευθϑνθηκαν τϐτε ςτον ϋμπορο του Κύτρουσ Θεοχϊρη ΢τυλιανύδη. Δεν βρϋθηκαν, ϐμωσ, τα χρόματα και η ςυμφωνύα ναυϊγηςε. Κατϊ τη γνώμη μασ, το ποςϐ των 100 λιρών φαύνεται μηδαμινϐ και δεν νομύζουμε πωσ όταν δϑςκολο να εξευρεθεύ απ’ τουσ αντϊρτεσ, αν η παρϊδοςη των επακτύων ανϋπαφη εξαρτώνταν απ’ αυτϐ. Ύςτερα, δεν όταν απαραύτητο να βρεθοϑν τα χρόματα μϋςα ςε μια ώρα κι εκεύνο το βρϊδυ. Θα μποροϑςε να γύνει η παρϊδοςό τουσ ςτουσ Γερμανοϑσ κι ϑςτερ’ απϐ μια-δυο μϋρεσ, ώςτε να δοθεύ καιρϐσ να βρεθοϑν και ϋξω απ’ το Κύτροσ. Ο Κικύτςασ ςτο βιβλύο του «Φ μεραρχύα του ΕΛΑ΢» δεν αναφϋρει απολϑτωσ τύποτα για μια τϋτοια ςυνϊντηςη.

51


πυροβϐλων βρϋθηκαν 2 και 3 χιλιϐμετρα μακριϊ απ’ τον τϐπο τησ ϋκρηξησ. Ο κρϐτοσ όταν τρομερϐσ και τα πϊντα τραντϊχτηκαν γϑρω απ’ το Κύτροσ. Οι Γερμανού, πριν εγκαταλεύψουν το οχυρϐ, ειδοπούηςαν το χωριϐ για την επικεύμενη ανατύναξη και ςυνϋςτηςαν ςτουσ κατούκουσ να μεύνουν ϋξω απ’ τα ςπύτια τουσ ωσ την ανατύναξη και να αφόςουν τα παρϊθυρα και τισ πϐρτεσ ανοιχτϋσ. Ϊτςι και ϋγινε. Πολλού μϊλιςτα απ’ τουσ Κιτριώτεσ, μη ϋχοντασ εμπιςτοςϑνη ςτα λϐγια των Γερμανών και φοβοϑμενοι κανονιοβολιςμϐ του χωριοϑ πριν απ’ την καταςτροφό των πυροβϐλων και την αναχώρηςη των κατακτητών ό και ςϑγκρουςη με τουσ αντϊρτεσ, ϋφυγαν ςε ψηλϐτερα χωριϊ. Οι περιςςϐτεροι πόγαν ςτα Αλώνια. Η δεϑτερη ομϊδα των ανταρτών, ςτην οπούα πόρε μϋροσ και ο Κιτριώτησ ΢εώτανύδησ Γεώργιοσ του Παςχϊλη, κινόθηκε προσ τη θϋςη ‘’Λουλοϑδια’’ και ‘’Φαβοϑζι’’, προσ την πλευρϊ του Κορινοϑ, για την ανατύναξη τησ τρενογραμμόσ. Κι εδώ, ϐμωσ, δεν κατορθώθηκε τύποτα, γιατύ, πριν προλϊβει η ομϊδα να τοποθετόςει τα εκρηκτικϊ τησ, ϋφταςε γερμανικό αμαξοςτοιχύα απ’ την Κατερύνη και ςταμϊτηςε κοντϊ ςτισ τοϑμπεσ του Κορινοϑ, απ’ ϐπου εϑκολα κανονιοβολοϑςε τισ θϋςεισ των ανταρτών, που βρύςκονταν ςτην περιοχό των επακτύων και ςτα γϑρω υψώματα προσ το ςταθμϐ τησ Αλυκόσ. Η παρουςύα τησ αμαξοςτοιχύασ αυτόσ ανϋτρεψε τα πρϊγματα, ενιςχϑοντασ τουσ αποκλειςμϋνουσ ςτην περιοχό του ςταθμοϑ Γερμανοϑσ, Κουκιώτεσ κι ϐςουσ ϊλλουσ Ϊλληνεσ ςυνεργϊτεσ τουσ βρϋθηκαν εκεύ. Ϊτςι, με την αμαξοςτοιχύα που κανονιοβολοϑςε και πληςύαζε, κατϐρθωςαν οι Γερμανού να φϑγουν προσ τη Θεςςαλονύκη ό τη Υλώρινα. Η μϊχη τησ Αλυκόσ κρϊτηςε αρκετϋσ ώρεσ. ΢τη ςϑγκρουςη αυτό ςκοτώθηκε ϋνασ αντϊρτησ4. Ο νεαρϐσ αντϊρτησ θϊφτηκε με τιμϋσ ςτο νεκροταφεύο του Καβακλύ. Η νεκρώςιμη ακολουθύα ψϊλθηκε απ’ τον παπαΠαναγιώτη ςτην εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου. ΢τη ςϑγκρουςη αυτό ςκοτώθηκαν και 6 Γερμανού τουσ οπούουσ ϋθαψαν οι ςυνϊδελφού τουσ πύςω απ’ το κτύριο του ςταθμοϑ5. Ϊτςι ϋφυγαν οι Γερμανού απ’ το Κύτροσ. Μετϊ απ’ τη ςϑγκρουςη ςτην Αλυκό, τα τμόματα του ΕΛΑ΢ κινόθηκαν προσ τη Μεθώνη και το Αιγύνιο. Απ’ τη Μεθώνη πϋραςαν με πλοιϊρια πϋρα απ’ τον Αλιϊκμονα, του οπούου τη γϋφυρα εύχαν

. Ο Κικύτςασ ςτο βιβλύο του «Η Φ μεραρχύα του ΕΛΑ΢’’ ςελ. 402 λϋγει ϐτι ςκοτώθηκαν δυο αντϊρτεσ, αναφϋροντασ και τα ονϐματϊ τουσ. Προςθϋτει μϊλιςτα πωσ ο ϋνασ όταν ο Ανδρϋασ Δρουςιώτησ, καπετϊνιοσ του λϐχου μηχανικοϑ-ςαμποτϋρ απ’ την Κϑπρο και ο ϊλλοσ ο ομαδϊρχησ Χαλλύδασ απ’ το Νεζερϐ. 5 . Ο Κικύτςασ, ςτο παραπϊνω βιβλύο του ςελ. 402, διαφοροποιεύ πολϑ τα πρϊγματα. Σο κτύριο του ςταθμοϑ δεν ανατινϊχτηκε. Εύναι και ςόμερα το ύδιο που όταν και πριν απ’ τον πϐλεμο. Επύςησ και το τρϋνο ϋξω απ’ τον Κορινϐ δεν ανατινϊχτηκε. Οϑτε τα επϊκτια ϋπεςαν ςε μϊχη. Οι Γερμανού ϋφυγαν μϐνοι τουσ και τα ανατύναξαν οι ύδιοι. 4

52


ανατινϊξει φεϑγοντασ οι Γερμανού κι απϐ κει προχώρηςαν για την απελευθϋρωςη τησ Θεςςαλονύκησ. ΢τα τμόματα του ΕΛΑ΢ που πόραν μϋροσ ςτη μϊχη του Κοϑκου και ςτην επιχεύρηςη Κύτρουσ, όταν και οι Κιτριώτεσ αντϊρτεσ Παπανικολϊου Γιϊννησ, Καποδύςτριασ Νύκοσ, Κοϑφασ Βαςύλησ, Φρυςοχϐου ΢ωτόρησ και Δαςκαλϐπουλοσ Σαξιϊρχησ. Οι δυο τελευταύοι τραυματύςτηκαν ελαφρϊ κατϊ τη διϊρκεια τησ μϊχησ του Κοϑκου.

53


Κιτριώτεσ που κρατήθηκαν απ’ τον ΕΛΑ΢ Απ’ τον ΕΛΑ΢ ςυνελόφθηκαν και κρατόθηκαν για κϊποιο διϊςτημα ςε ςτρατϐπεδα οι παρακϊτω Κιτριώτεσ, οι οπούοι λύγο ό πολϑ εύχαν κρατόςει αντιΕΑΜικό, -ϐχι ϐμωσ και υπολογύςιμη- ςτϊςη τον καιρϐ τησ κατοχόσ. Α . ΢το ςτρατϐπεδο του ΢ανατϐριου τησ Πϋτρασ6 οι: Κουριαντςύδησ Κων/νοσ Δρουγοϑδησ Γεώργιοσ (Γκϋτησ) Ζαργϊνησ Γεώργιοσ Δαφνόσ Θϑμιοσ Β. ΢το ςτρατϐπεδο τησ Παναγύασ Μακρυρρϊχησ7 Σριανταφϑλλου Φρόςτοσ Ζαργϊνησ ΢τϋργιοσ Πανταζόσ Ευϊγγελοσ Πανταζόσ Βαςύλειοσ Πανταζόσ Νύκοσ Πανταζόσ Οδυςςϋασ Νικϐπουλοσ Νύκοσ Νύκου Υιλώτασ Δωροκύδησ Νικϐλαοσ Βοςινϊκησ Βαςύλειοσ Αλεξιϊδησ Γεώργιοσ Παπαλεξϊνδρου Βαςύλειοσ (Βατςϊκησ). Επύςησ, ο ΕΛΑ΢ επύταξε τα παρακϊτω οικόματα ςτο χωριϐ, για να ςτεγϊςει τισ διϊφορεσ υπηρεςύεσ του: 1) Σο ςπύτι του Νύκου Πανταζό, για τη ςτϋγαςη τησ Πολυτοφυλακόσ. 2) Σο κονϊκι του Βας. Πανταζό (ϋνα μϋροσ). ΢’ αυτϐ ςτεγϊςτηκε το αναρρωτόριο και ϊλλεσ δευτερεϑουςεσ υπηρεςύεσ. 3) Σο ςπύτι του Ι. Πλιϊκου. 4) Σην αποθόκη του ΢τυλιανύδη. Εδώ ςτεγϊςτηκε μια διμοιρύα του ΕΛΑ΢. Απ’ τον ΕΛΑ΢ εκτελϋςτηκαν ςε διαφορετικοϑσ χρϐνουσ οι παρακϊτω Κιτριώτεσ: 1) Μποζατζύδησ Θεοχϊρησ 2) Σαρϋμησ Σςϊνιοσ 3) Παλιοϑρασ Κων/νοσ Ακϐμα ςκοτώθηκαν οι: 1) Παπακώςτα Υύλω 6 7

. ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ Κ. Κουριαντζύδη. . ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ Ν. Πανταζό κι ϊλλων ςυγκρατουμϋνων του

54


2) Μακρό (Παπακώςτα) Ρόνα 3) ΢ταϑροσ 4) Καρφόσ ΢τϋφοσ. Επικρατεύ ςχεδϐν γενικό εντϑπωςη ςτο χωριϐ, ϐτι η θανϊτωςη των τεςςϊρων αυτών ατϐμων όταν τελεύωσ αδικαιολϐγητη και μϊλλον οφεύλονταν ςε καθαρϊ προςωπικοϑσ λϐγουσ. Μια τϋτοια αναφορϊ, ϐμωσ, επύ του παρϐντοσ ξεφεϑγει απ’ τουσ ςκοποϑσ αυτοϑ του βιβλύου, γι’ αυτϐ και η ϋρευνα του εύδουσ αυτοϑ αφόνεται για ϊλλο χρϐνο και ύςωσ και για ϊλλουσ ερευνητϋσ. Σην ύδια εποχό, ςκοτώθηκε και ο Γιϊννησ Πλιϊκοσ. Σο αν τον ςκϐτωςε, ϐμωσ κι αυτϐν ο ΕΛΑ΢ ό κϊποιοσ ϊλλοσ, δεν εύναι ακϐμα απϐλυτα εξακριβωμϋνο8.

Εξόριςτοι Ύςτερα απ’ τη ςυμφωνύα τησ Βϊρκιζασ και την παρϊδοςη των ϐπλων του ΕΛΑ΢, η νϋα κατϊςταςη που επακολοϑθηςε επιβλόθηκε με τα ϐπλα των Ωγγλων και ςτηρύχτηκε ςτουσ μϋχρι χτεσ ντϐπιουσ ςυνεργϊτεσ των Γερμανών και ςτουσ πρώην ανθρώπουσ τησ Γκεςταμπϐ, οι οπούοι, ϐχι μϐνο βρόκαν καταφϑγιο ς’ αυτό, αλλϊ και ξαναοπλύςτηκαν. Αφόνοντασ το γερμανικϐ ϐπλο, πόραν εγγλϋζικο. Κι αντύ να κυνηγοϑν Εγγλϋζουσ για λογαριαςμϐ των Γερμανών, ϐπωσ ϋκαναν ς’ ϐλη τη διϊρκεια τησ κατοχόσ, κυνηγοϑςαν, ςε ςυνεργαςύα με τουσ Εγγλϋζουσ, ϊοπλουσ ΕΛΑ΢ύτεσ και αγωνιςτϋσ τησ κατοχόσ. Οι αντϊρτεσ του ΕΛΑ΢ και ϐλοι οι μαχητϋσ των βουνών και τησ Εθνικόσ Αντύςταςησ, αντύ πανεθνικόσ αναγνώριςησ των αγώνων τουσ, ϐπωσ ϋγινε ς’ ϐλεσ τισ ϊλλεσ κατεχϐμενεσ απ’ τουσ Γερμανοϑσ χώρεσ τησ Ευρώπησ, διώχτηκαν, φυλακύςτηκαν και καταδικϊςτηκαν ςε βαρϑτατεσ ποινϋσ απ’ τα ϋκτακτα ςτρατοδικεύα, που ςυγκροτόθηκαν για να περιςτεύλουν με τισ αποφϊςεισ τουσ και να πατϊξουν με την αυςτηρϐτητϊ τουσ το φιλελεϑθερο και δημοκρατικϐ πνεϑμα που εύχε αναπτυχθεύ ςτα χρϐνια τησ κατοχόσ ςε πϐλεισ και χωριϊ και επικρατοϑςε τώρα ακμαύο και θαλερϐ ς’ ϐλη την Ελλϊδα. ΢’ ϐλα τα ϊλλα κρϊτη, αμϋςωσ μετϊ την απελευθϋρωςη των χωρών τουσ, ςυγκροτόθηκαν ειδικϊ δικαςτόρια δοςύλογων για να δικϊςουν και δύκαςαν τουσ ςυνεργϊτεσ του κατακτητό. ΢την Ελλϊδα, αντύ να δικαςτοϑν οι δοςύλογοι και οι ματοβαμμϋνοι ϊνθρωποι τησ Γκεςταμπϐ, δικϊςτηκαν οι αγωνιςτϋσ των βουνών, των χωριών και των πϐλεων και οι ποινϋσ ‘’ιςϐβια δεςμϊ’’ και ‘’θϊνατοσ’’ όταν οι ςυνηθιςμϋνεσ αποφϊςεισ των μεταπολεμικών ελληνικών ςτρατοδικεύων. Η ςυμμετοχό ςτον ΕΛΑ΢ ό ςε κϊποια αντιςταςιακό οργϊνωςη θεωροϑνταν μετϊ την απελευθϋρωςη ενοχό. Και μια τϋτοια κατηγορύα όταν αρκετό για να 8

. ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ του Θανϊςη Αλεξύου.

55


ςτεύλει τον κατηγοροϑμενο ςτο εκτελεςτικϐ απϐςπαςμα. Οι ςφαύρεσ δε των μετατολεμικών, τησ ελεϑθερησ πια πατρύδασ, εκτελεςτικών αποςπαςμϊτων, ϋςτειλαν πϊρα πολλοϑσ αγωνιςτϋσ ςτον τϊφο. Πολλού ‘’κατηγοροϑμενοι’’ εξορύςτηκαν ςε ςτρατϐπεδα και ξερονόςια. Οι κυριϐτεροι τϐποι εξορύασ όταν τα νηςιϊ Ωγιοσ Ευςτρϊτιοσ, Ικαρύα, Γιοϑρα και Μακρϐνηςοσ. Δεν εύναι αντικεύμενο του βιβλύου αυτοϑ, να ερευνόςει λϐγουσ και αύτια μιασ τϋτοιασ ςτϊςησ και τακτικόσ του ‘’επύςημου’’ τϐτε Κρϊτουσ, γι’ αυτϐ και δε θα προχωρόςουμε περιςςϐτερο ςτο θϋμα αυτϐ. άςωσ αυτϐ γύνει ςε ϊλλο μασ βιβλύο. Εύναι, ϐμωσ, επιβεβλημϋνο να αναφερθοϑν εδώ, για ιςτορικοϑσ καθαρϊ λϐγουσ, τα ονϐματα των Κιτριωτών, που ϋτυχαν μιασ τϋτοιασ μεταχεύριςησ. Επειδό οριςμϋνοι ςτη διϊρκεια τησ εξορύασ τουσ μεταφϋρθηκαν ςε περιςςϐτερα απϐ ϋνα νηςιϊ, τα ονϐματϊ τουσ θα αναφερθοϑν ανϊλογα. ΢τη Μακρϐνηςο ΢τη Γιϊρο Δαςκαλϐπουλοσ Αθανϊςιοσ Σαμϐσ Κων/νοσ Αγγελύδησ Αλϋκοσ Κουντουριανϐσ Φρόςτοσ Βαςιλειϊδησ Φρϑςανθοσ Ιβανοϑδησ Μαυρουδόσ Παλιανιώτησ Βαςύλειοσ Λαγδϊρησ Βαςύλ. Γιουβϊνοσ Δημότριοσ Νικολϊου ΢ωτόρησ Γιουβϊνοσ Αναςτϊςιοσ Μανωλϐπουλοσ Ιωϊννησ Αρϊμπογλου Γεώργιοσ Φρανιώτησ Κων/νοσ Κουντουριανϐσ Φρόςτοσ Ιωϊννου Θωμϊσ Μανωλακϊκησ Δημότριοσ Θεολϐγησ Φρόςτοσ Ιβανοϑδησ Μαυρουδόσ Γκαγκαρϊκησ Γεώργιοσ Γκριζαλιώτησ Βαςύλειοσ Γαώτανϊκησ Μιχϊλησ Υαναρτζόσ Κυριϊκοσ Θεολϐγησ Ευρυπύδησ.

56


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΣΕΣΑΡΣΟ Προςφορά του Κίτρουσ ςτουσ Εθνικούσ Αγώνεσ Ευριςκϐμενο κοντϊ ςτουσ ορεινοϑσ ϐγκουσ των Πιερύων και του Ολϑμπου το Κύτροσ, όταν πϊντοτε ςε επαφό με τα κατϊ καιροϑσ δρώντα ςτα γϑρω βουνϊ κλεφταρματολύτικα ςώματα και πόρε ενεργϐ μϋροσ ςτη δρϊςη τουσ. Οι παπποϑδεσ και οι προπϊπποι των ςημερινών Κιτριωτών, αγωνύςτηκαν κατϊ των Σοϑρκων ςτο μεγϊλο απελευθερωτικϐ αγώνα του 1912. Οριςμϋνοι πόραν μϋροσ ςτην επανϊςταςη του Λιτοχώρου το 1878 και οι παλιϐτεροι πρϐγονού τουσ ςυνδϋθηκαν με τουσ Ηπειροθεςςαλοϑσ επαναςτϊτεσ του 1854. Όπωσ δε οι αρχαύοι Πυδναύοι εύδαν το Θεμιςτοκλό να φεϑγει, διωγμϋνοσ απ’ την πατρύδα του ςτουσ Πϋρςεσ, ϋτςι και οι Κιτριώτεσ εκεύνοι εύδαν τον Καρατϊςο, εγκαταλειμμϋνο απ’ την κυβϋρνηςη τησ πατρύδασ του και τουσ Αγγλογϊλλουσ, να περνϊ ςτη Φαλκιδικό και να αγωνύζεται ωσ το τϋλοσ ςτο Ωγιο Όροσ, παρϊ τισ τϐςεσ αντιδρϊςεισ των καλογόρων και τισ ϋντονεσ διαμαρτυρύεσ τησ ‘’Ιερϊσ ΢ϑναξησ’’ του Ωθω. Σο Κύτροσ, ϋμμεςα και ϊμεςα, ϋπαιρνε μϋροσ ςε κϊθε εξϋγερςη και επανϊςταςη, μικρό ό και μεγϊλη, που εκδηλώνονταν ςτην Πιερύα ό και ςτισ γϑρω περιοχϋσ. Και τοϑτο, λϐγω τησ ςημαντικόσ γεωγραφικόσ του θϋςησ και λϐγω του υψηλοϑ εθνικοϑ φρονόματοσ που χαρακτόριζε τουσ κατούκουσ του. άςωσ, ςαν ευριςκϐμενο πϊνω ςτην κϑρια οδϐ, που ςυνϋδεε τη Θεςςαλύα και τη νϐτια Ελλϊδα με τη Θεςςαλονύκη και την Κωνςταντινοϑπολη και λϐγω τησ γειτνύαςόσ του με τη θϊλαςςα και ϋχοντασ και το ςυμαντικϐτερο λιμενικϐ κϐμβο ςτην περιοχό του, να μην αναδεύχτηκε ςε ονομαςτό ϋδρα καπεταναύων και ςε μεγϊλη φωλιϊ εξεγϋρςεων. ΢υμμετεύχε, ϐμωσ, πϊντοτε ενεργϊ ςτισ δρϊςεισ τουσ, διακινώντασ οπλοφϐρουσ και πολεμοφϐδια απ’ τισ ακτϋσ του προσ τα βουνϊ και ϋφερε ςυνεχώσ ϋνα μεγϊλο βϊροσ απ’ τουσ αγώνεσ που διεξϊγονταν ςτην Πιερύα. Πλόρωνε δε κι αυτϐ με αύμα, με καταςτροφϋσ και ςκλαβώςεισ ϋνα μεγϊλο μερύδιο ςτο βωμϐ τησ λευτεριϊσ και τησ πατρύδασ. Σην εποχό των Ορλωφικών (1770-1774), για να ανατρϋξουμε ςε μακρινϐτερο παρελθϐν, με τον ερχομϐ του φιλικοϑ ΢. Λευκαδύου ςτη Μακεδονύα1, το Κύτροσ ςτϋλνει τον επύςκοπϐ του Ιγνϊτιο ςτη μυςτικό ςυνϊντηςη των επαναςτατών ςτη Νϊουςα και ςτην Κοζϊνη (1772) και το ύδιο παύρνει μϋροσ ςτην κρυφό ςυγκρϐτηςη αρματολύτικων ςωμϊτων ςτισ περιοχϋσ Ολϑμπου και Πιερύων, χωρύσ να μεύνει αμϋτοχο ςτισ ζυμώςεισ και προετοιμαςύεσ, που ακολοϑθηςαν για τη μεγϊλη επανϊςταςη.

1

. Δεσ Κεφ. 11 «Επιςκοπό και Επύςκοποι Κύτρουσ».

57


Σο 1821, ϋδωςε ολϐκληρο τον εαυτϐ του, τον ιερϊρχη του και ϐλουσ ςχεδϐν τουσ κατούκουσ του, θυςύα ςτο βωμϐ τησ πατρύδασ. Και ο μεν επύςκοπϐσ του Μελϋτιοσ εκτελϋςτηκε με μαρτυρικϐ τρϐπο ςτη μεγϊλη πλατεύα ‘’Καπϊνμεώντϊν’’ τησ Θεςςαλονύκησ απ’ τον εξαγριωμϋνο τουρκικϐ ϐχλο, ϑςτερα απϐ διαταγό του αιμοβϐρου διοικητό τησ πϐλησ Γιουςοϑφ παςϊ, ο δε λαϐσ του ςφϊχτηκε ό ςκλαβώθηκε, χωρύσ κανϋνα ούκτο, απ’ τισ βϊρβαρεσ ορδϋσ του ϊξεςτου οθωμανοϑ Μπαώρϊμ παςϊ. Ολϐκληρο δε το χωρύο παραδϐθηκε ςτη φωτιϊ και ςτον ϐλεθρο. Καταςτρϊφηκε και εξαλεύφτηκε ςχεδϐν τελεύωσ απ’ το πρϐςωπο τησ γησ. Αλλϊ, ϐπωσ ςτο παρελθϐν και μϋςα ςτο διϊβα των αιώνων, αψηφώντασ κϊθε καταςτροφϋα, ξαναζωντϊνευε και ξαναζοϑςε, αναγεννώμενο απ’ τισ ςτϊχτεσ του, ϋτςι και τώρα, ςαν το φούνικα, ξεπετιϋται μϋςα απ’ τα ςυντρύμμια του, ςυνϋρχεται και ξαναζεύ, Ξαναζεύ, ϐμωσ, για να ξαναδοκιμϊςει την οθωμανικό βαρβαρϐτητα και να ξαναγευτεύ τη ςκληρϊδα νϋων αςιατικών ςτιφών, που ϋφταςαν ςτον τϐπο του, κραδαύνοντασ με μανύα τα αιματϐβρεχτα γιαταγϊνια τουσ. Με τισ εξεγϋρςεισ του 1830, 1841 και 1854, βρύςκεται και πϊλι μϋςα ςτην επαναςτατημϋνη περιοχό και ποτύζει με νϋο αύμα και ϊλλα δϊκρυα το δϋντρο τησ πολυπϐθητησ λευτεριϊσ. Απϊνω του ξεςπϊει και πϊλι η μανύα των τοϑρικων εκςτρατευτικών ςωμϊτων, που φτϊνουν εδώ, για να χτυπόςουν τουσ ϋνοπλουσ επαναςτϊτεσ των Πιερύων και του Ολϑμπου. ΢την περύοδο τησ επανϊςταςησ του 1854 και την εξϋγερςη ςτον Όλυμπο του Ζαχεύλα, Χαροδόμου, Διαμαντό, Κοροβϊγκου, ΢ωτηρύου και των ϊλλων καπεταναύων, το Κύτροσ υπϋςτη και νϋεσ λεηλαςύεσ και καταςτροφϋσ απ’ τουσ καταφτϊςαντεσ ςτην Πιερύα Σοϑρκουσ, που ςτϊλθηκαν για να αντιμετωπύςουν τουσ Μακεδϐνεσ επαναςτϊτεσ. Σο μακεδονικϐ επαναςτατικϐ ςώμα, προερχϐμενο απ’ τη Θεςςαλύα κι ϑςτερα απ’ τη νύκη του ςτη ΢ιϊπκα, ϋφταςε ωσ τα περύχωρα τησ Κατερύνησ. Η νύκη των επαναςτατών όταν εντυπωςιακό και η προώθηςό τουσ ανηςϑχηςε, ϐχι μϐνο τουσ Σοϑρκουσ αλλϊ και τουσ πρϐξενουσ των ξϋνων Δυνϊμεων ςτη Θεςςαλονύκη, οι οπούοι, εκτϐσ απ’ τισ αναφορϋσ προσ τισ κυβερνόςεισ τουσ, ϋκαναν και ϋντονεσ παραςτϊςεισ ςτον παςϊ τησ πϐλησ, εκδηλώνοντασ ϋτςι τισ ϊκρατεσ ανηςυχύεσ τουσ για τον κύνδυνο που διϋτρεχε κι αυτό ακϐμα η πϐλη του Θερμαώκοϑ απ’ τουσ επαναςτϊτεσ τησ Πιερύασ2. Και νϋεσ δηώςεισ και ςυμφορϋσ περύμεναν το Κύτροσ με τισ εξεγϋρςεισ του 1877-1897 και 1905-8, ώςπου να φτϊςει η πολυπϐθητη μϋρα τησ λευτϋρωςόσ του. Σα ανταρτικϊ ςώματα πληθαύνουν και κινοϑνται ςτην περιοχό του και ο καπετϊν Φοςτϋβασ, ο καπετϊν Μπροϑφασ, ο καπετϊν Ματαπϊσ και ϊλλοι πολλού 2

. Σϐζη Γ.: «Αμερικανικαύ και Αγγλικαύ πληροφορύα περύ τησ επαναςτϊςεωσ του 1854 εν Μακεδονύα» ςελ. 179.- Παπαδϐπουλου ΢τ.: «Οι επαναςτϊςεισ 18541878 ςτη Μακεδονύα» ςελ. 48-49.- Βακαλϐπουλου Κ.: «Νεϐτερη Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ» ςελ. 36.

58


οπλαρχηγού κατεβαύνουν μϋχρι και μϋςα ςτο χωριϐ. Οργανώνουν τουσ κατούκουσ, διακινοϑν πολεμοφϐδια, ςυντονύζουν τον αγώνα. Ιδιαύτερα τα τελευταύα χρϐνια τησ τουρκοκρατύασ, το Κύτροσ μετϋχει ενεργϐτερα ςτουσ αγώνεσ αποτύναξησ του ζυγοϑ τησ δουλεύασ. ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ του τϐτε επιςκϐπου Κύτρουσ Παρθϋνιου Βαρδϊκα, εύχε ςυςταθεύ ςτο χωριϐ, ϐπωσ και ςτα ϊλλα γϑρω χωριϊ, μυςτικό επιτροπό Αγώνα και πολλού απ’ τουσ κατούκουσ του εύχαν μυηθεύ ς’ αυτϐν και εργϊζονταν, ο καθϋνασ με τον τρϐπο του, εντατικϊ και αςταμϊτητα, για την αποτύναξη του τουρκικοϑ ζυγοϑ, τη διαφϑλαξη τησ ελληνικϐτητασ τησ Μακεδονύασ και την απαλλαγό τησ απ’ τισ επιδρϊςεισ και τισ απειλϋσ των ξενοκύνητων κομιτϊτων. Πολλού καπεταναύοι με τα ϋνοπλα ςώματϊ τουσ δροϑςαν ςτην περιοχό του. Σον καιρϐ δε τησ ϋνταςησ τησ ρουμανικόσ προπαγϊνδασ ςτην Πιερύα, ο καπετϊν Ματαπϊσ μπαινϐβγαινε ςτο χωριϐ. Μϊλιςτα, για κϊποια περύοδο, εύχε κρυφϐ ςτϋκι του το ςπύτι των Νικολακαύων.. Όπωσ διηγοϑνται οι ςημερινού απϐγονοι τησ οικογϋνειασ Νικολϊκη, βαςιζϐμενοι ςτα λεγϐμενα των γονιών τουσ, οι οπούοι ϋζηςαν εκεύνα τα γεγονϐτα, οι ρουμανύζοντεσ βλαχϐφωνοι του Κύτρουσ, των Καλυβιών τησ Πϊλιανησ και των ϊλλων χωριών, εύχαν αρχύςει εκεύνο τον καιρϐ (1904-1906) να δραςτηριοποιοϑνται ςε βαθμϐ ανηςυχητικϐ, φτϊνοντασ και μϋχρι του ςημεύου να καταδύνουν ςτουσ Σοϑρκουσ τισ θϋςεισ και τισ κινόςεισ των ϋνοπλων ελληνικών ςωμϊτων. Βϋβαια, οι προδϐτεσ γρόγορα ανακαλϑπτονταν και τιμωροϑνταν παραδειγματικϊ. ΢ε μια περύπτωςη προδοςύασ, εύχε επιςημανθεύ ο προδϐτησ. Ϋταν κϊποιοσ Βλϊχοσ, ονομαζϐμενοσ Αδϊμοσ, που κατοικοϑςε ςτα Καλϑβια τησ Πϊλιανησ. Οι αντϊρτεσ ϋςτειλαν ϊνθρωπϐ τουσ ςτη Θεςςαλονύκη να αναφϋρει το γεγονϐσ ςτην εκεύ Κεντρικό Επιτροπό Αγώνα και να ζητόςει οδηγύεσ περύ του πρακτϋου απ’ την κεντρικό διούκηςη. Περιμϋνοντασ την επιςτροφό του απεςταλμϋνου του, ο καπετϊν Ματαπϊσ εύχε κατϋβει με τουσ ϊντρεσ του ςτο Κύτροσ και κρϑβονταν ςτο ςπύτι του Ν. Νικολϊκη, εγγονοϑ του Ν. Νικολϊκη που εύχαν ςκοτώςει παλιϐτερα οι Σοϑρκοι3. Ση νϑχτα ϋφταςε ο αγγελιαφϐροσ απ’ τη Θεςςαλονύκη με εντολό του Ϊλληνα πρϐξενου ςτην πϐλη και πρϐεδρου τησ Επιτροπόσ, Κορομηλϊ, να εκτελεςτεύ ο προδϐτησ. Ο Ματαπϊσ, ςαν διϊβαςε το γρϊμμα, μϊζεψε τουσ ϊντρεσ του ς’ ϋνα δωμϊτιο του ςπιτιοϑ και τουσ ανακούνωςε τη διαταγό, την οπούα φυςικϊ ϐλοι τουσ περύμεναν. Ϊπρεπε, ϐμωσ, τώρα να επιλεγεύ ο εκτελεςτόσ. Σο πρϊγμα δεν όταν καθϐλου εϑκολο κι ϐλοι ςκυθρώπιαςαν κι ϋχαςαν την ηρεμύα και τη διϊθεςό τουσ. Ϊνασ απ’ αυτοϑσ ϋπρεπε οπωςδόποτε το βρϊδυ εκεύνο να ςκοτώςει ϊνθρωπο. Η αποςτολό δεν όταν μικρό και αςόμαντη. Ϋταν φοβερό και γι’ αυτοϑσ ακϐμα τουσ ςκληροϑσ μαχητϋσ, που κϊθε μϋρα πϊλευαν με το θϊνατο. Για να κϊνουν την εκλογό πιο ‘’εϑκολη’’, ϋβαλαν κλόρο μεταξϑ τουσ, ϐπωσ

3

. Δεσ Κεφ. 15.

59


ϋκαναν ςυνόθωσ και ςε κϊποιον ϋπεςε, ϐπωσ όταν φυςικϐ, ο ανεπιθϑμητοσ λαχνϐσ. Αυτϐσ ανϋλαβε το βαρϑ καθόκον του τιμωροϑ του Αδϊμου. Ο δϑςτυχοσ εκεύνοσ αντϊρτησ ϐλη τη νϑχτα δεν ηςϑχαςε καθϐλου. Βημϊτιζε μϐνοσ του ςτην αυλό, ανόςυχοσ και ταραγμϋνοσ, ώςπου ο καπετϊνιοσ του τοϑ ‘δωςε την εντολό να ξεκινόςει για την εκτϋλεςη τησ τρομερόσ αποςτολόσ του. Μαζύ του φυςικϊ ξενϑχτηςαν κι ϐλοι οι ϊλλοι μϋςα ςτο ςπύτι. ΢πιτικού και φιλοξενοϑμενοι. Σο πρωύ, η εντολό τησ Θεςςαλονύκησ εύχε εκτελεςτεύ. Σο χωριϐ και οι μακεδονομϊχοι τησ περιοχόσ εύχαν απαλλαγεύ απϐ ϋναν προδϐτη. Σο Βλϊχο τον εκτϋλεςαν πύςω απ’ το ϑψωμα του Αγύου Γεωργύου κι εκεύ τον ϋθαψαν. Ο αγώνασ, ϐμωσ, ςυνεχύζονταν. Και οι αγωνιζϐμενοι για τη λευτεριϊ εύχαν δώςει και ςυνϋχιζαν να δύνουν καθημερινϊ πολλϊ ςτο ςκληρϐ και αςταμϊτητο εκεύνο αγώνα. Δυςτυχώσ, τα πολυϊριθμα θϑματα του χωριοϑ εκεύνων των εποχών δε μασ εύναι γνωςτϊ, για να τα απαριθμόςουμε εδώ και να τα ονομϊςουμε ϋνα-ϋνα, προςπαθώντασ ϋτςι να αποτύςουμε ς’ αυτϊ ελϊχιςτο φϐρο τιμόσ και ευγνωμοςϑνησ για τη μεγϊλη, την υπϋρτατη θυςύα τουσ. Αναπολοϑμε, ϐμωσ, τα ϊγνωςτα ονϐματϊ τουσ τοϑτη την ώρα με ϊπειρο ςεβαςμϐ κι απϋραντη ευγνωμοςϑνη και, ςτρϋφοντασ τισ ςκϋψεισ μασ ςτισ ϊγνωςτεσ μεν αλλϊ ϊγιεσ μορφϋσ του, κλύνουμε ευλαβικϊ το γϐνυ μπροςτϊ ςτο ιερϐ και ϋνδοξο μνημεύο τουσ, που ο καθϋνασ απϐ μασ θα πρϋπει να κλεύνει και κλεύνει με θϋρμη και εθνικό περηφϊνια ςτην καρδιϊ του γι’ αυτοϑσ. Αλλϊ και ςτουσ νεϐτερουσ αγώνεσ τησ Υυλόσ μασ, το Κύτροσ πόρε ενεργϐ μϋροσ και πλόρωςε κι αυτϐ ϐ,τι η μούρα το ϋταξε να πληρώςει ςε νεκροϑσ και τραυματύεσ. ΢τουσ αγώνεσ του 1912-1922 ϋπεςαν ςτα πεδύα των μαχών τησ Μακεδονύασ, τησ Θρϊκησ και τησ Μικρϊσ Αςύασ ό πϋθαναν απϐ τραϑματα του πολϋμου δώδεκα Κιτριώτεσ. Η Κοινϐτητα του Κύτρουσ –Κοινϐτητα Πϑδνησ-, τιμώντασ τη θυςύα τουσ, ανϋγειρε το 1923 ςτην πλατεύα του χωριοϑ καλλιμϊρμαρο Ηρώο και λϊξεψε πϊνω ςτη λευκό ςτόλη του με ανεξύτηλα γρϊμματα τα ονϐματα των ηρωικών παιδιών τησ. Αυτϊ εύναι: Υονευθϋντεσ Μανωλϐπουλοσ Βαςύλειοσ του Θωμϊ ΢τεφανύδησ Ευϊγγελοσ του Κων. Εξαφανιςθϋντεσ Παπαδϐπουλοσ Νικϐλαοσ του Αθαν. Απεβύωςαν ςε Νοςοκομεύα Μανωλϐπουλοσ Θωμϊσ του Κων. Καλϑβασ Κων/νοσ του Ηλύα Ποϑλιοσ Αθανϊςιοσ του Δημ. Πετρϐπουλοσ Θωμϊσ του Ιωϊννου Θεολϐγησ Αθανϊςιοσ του Κων/νου Καταφιώτησ Φρόςτοσ του Δημ.

60


Κουλουκουριώτησ Ευθϑμιοσ του Ιωϊννου Θεοχϊρησ Κων/νοσ του ΢. Δυςτυχώσ, δε μασ εύναι γνωςτϊ και τα ονϐματα εκεύνων που τραυματύςτηκαν ςτουσ πολϋμουσ εκεύνησ τησ περιϐδου, για να τα αναφϋρουμε κι αυτϊ. Μασ εύναι, ϐμωσ, γνωςτϐ, ϐτι ςτη Μ. Αςύα αιχμαλωτύςτηκε απ’ τουσ Σοϑρκουσ ςτη μϊχη τησ Προϑςασ ο ΢πϑροσ Σαςςϐπουλοσ και επύ ϋνα χρϐνο υπϋφερε τα πϊνδεινα απ’ τουσ Σοϑρκουσ. Με την ανταλλαγό των αιχμαλώτων, που ϋγινε αργϐτερα, επϋςτρεψε ςτο χωριϐ, ρϊκοσ αγνώριςτο και διηγοϑνταν ϐςο ζοϑςε τισ βαρβαρϐτητεσ των Σοϑρκων και τα μαρτϑρια τησ αιχμαλωςύασ του. ΢τον πϐλεμο τησ Αλβανύασ 1940-41: ΢κοτώθηκαν Μανωλϐπουλοσ Δημότριοσ του Εμμ. Βοϑλγαρησ Απϐςτολοσ του Θωμϊ Ζαμποϑκασ Δημότριοσ του Παναγ. Θεοχϊρησ Ιωϊννησ Γιατςύδησ Δημότριοσ Σραυματύςτηκαν Νύκου Υιλώτασ του Αθ. Λατοϑδησ Ιωϊννησ Θεοτοκύδησ Παςχϊλησ του Γ. Θεοτοκύδησ Παραςκευϊσ του Γ. Γιατςύδησ Εμμανουόλ Σριανταφϑλλου Δημότριοσ του Β. Σαςςϐπουλοσ Απϐςτολοσ του Δ. Γεωργύου Παναγιώτησ Μοςχογιϊννησ ΢τϋργιοσ Ϊπαθαν κρυοπαγόματα και ϋμειναν ανϊπηροι Μανωλϐπουλοσ Διονϑςιοσ του Θωμϊ Πύττησ Νικϐλαοσ του Αθαν. Αλεξύου Λεωνύδασ του Νικολ. Σιμόθηκαν με αριςτεύο ανδρεύασ και πολεμικϐ ςταυρϐ ο Λεμονϐπουλοσ Αναςτϊςιοσ4 ςτον Α’ Παγκϐςμιο πϐλεμο και ο Παλιανιώτησ Νικϐλαοσ ςτον πϐλεμο τησ Αλβανύασ.

4

. Η πληροφορύα δϐθηκε απ’ τον Κιτριώτη Νύκο Παλιανιώτη και την αναφϋρουμε εδώ με μεγϊλη επιφϑλαξη.

61


Μεγϊλη ςυμμετοχό εύχε το Κύτροσ, ϐπωσ εύδαμε και ςτην Εθνικό Αντύςταςη, τον καιρϐ τησ κατοχόσ τησ Ελλϊδασ απ’ τουσ Γερμανοϑσ το 1941-44. ΢την περύοδο αυτό, πιϊςτηκαν απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ και εκτελϋςτηκαν απϐ γερμανικϊ εκτελεςτικϊ αποςπϊςματα ό ςκοτώθηκαν ςε μϊχεσ οι παρακϊτω Κιτριώτεσ, τουσ οπούουσ αναφϋραμε και ςε προηγοϑμενα ειδικϐτερα κεφϊλαια αλλϊ τουσ αναφϋρουμε και ςε τοϑτο ςυγκεντρωτικϊ. Εκτελϋςτηκαν κατϊ περιϐδουσ απϐ Γερμανοϑσ 1) Μανωλϐπουλοσ Ευϊγγελοσ του Εμμ. 1) Θεολϐγησ Ευϊγγελοσ του Δημ. 3) Κεραμυδϊσ Κων/νοσ 4) Καλϑβασ Θωμϊσ του Νικολ. 5) Καλϑβασ Αντώνησ του Ιωϊνν. Εκτελϋςτηκαν απϐ ςυνεργϊτεσ των Γερμανών (Κουκιώτεσ) 1) Αραμπατζόσ Κϑροσ ΢κοτώθηκαν ςε μϊχεσ με Γερμανοϑσ και ςυνεργϊτεσ τουσ 1) Αραμπατζόσ Ευϊγγελοσ 2) Ποϑλιοσ Αθανϊςιοσ του Κων. 3) Κουντουριανϐσ Θωμϊσ Σραυματύςτηκαν ςε μϊχεσ υπηρετώντασ ςτον ΕΛΑ΢ 1) Δαςκαλϐπουλοσ Σαξιϊρχησ 2) Φρυςοχϐου ΢ωτόρησ Επύςησ, ςυνελόφθηκαν κατϊ καιροϑσ ςτη διϊρκεια τησ κατοχόσ απ’ τουσ γερμανοπλιςμϋνουσ Κουκιώτεσ ςαν αντιφρονοϑντεσ με τη ςτϊςη του Κοϑκου ό ςα ςυμπαθοϑντεσ το ΕΑΜ και την Εθνικό κατϊ των Γερμανών Αντύςταςη και φυλακύςτηκαν ςτον Κοϑκο μια ό και περιςςϐτερεσ φορϋσ οι παρακϊτω κϊτοικοι του Κύτρουσ: Μανωλϐπουλοσ Αθανϊςιοσ Γκϐνασ Δημότριοσ Κουντουριανϐσ Παναγιώτησ ΢εώτανύδησ Βλϊςησ Κουντουριανοϑ Υώτω ςυζ. Παναγ. Καπουνιαρύδησ Νικϐλαοσ Κουντουριανϐσ Φρόςτοσ Παπαδημητρύου Νικϐλαοσ Αγγελύδησ Νικϐλαοσ ΢εώτανύδησ Νικϐλαοσ του Παςχ Αγγελύδου Ολυμπύα ςυζ. Νικολ. ΢τροςκύδησ Βαςύλειοσ Λεμονϐπουλοσ Νικϐλαοσ Αρϊμπογλου Γεώργιοσ Κατςοϑλασ Δημότριοσ Κϑρου Σύτοσ Βοϑλγαρησ Κων/νοσ Δραγϊνησ Βαςύλειοσ Παπανικολϊου Σαξιϊρχησ και πολλού ϊλλοι.

62


Εκτϐσ των ϊλλων ταλαιπωριών και πιϋςεων που υπϋςτηςαν οι κϊτοικοι του Κύτρουσ απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ, καλοϑνταν να δουλϋψουν υποχρεωτικϊ και ςτα χωρϊφια των οπλοφϐρων του Κοϑκου και τησ ΢εβαςτόσ. Να οργώςουν, να ςπεύρουν, να θερύςουν και να κουβαλόςουν τα δεμϊτια των οπλιτών των δϑο αυτών χωριών. Σην προςωπικό τουσ εργαςύα πρϐςφεραν και με την απειλό των ϐπλων πολλϋσ φορϋσ πολυϊριθμοι κϊτοικοι του Κύτρουσ, των οπούων τα ονϐματα εύναι δϑςκολο να αναφερθοϑν ϐλα εδώ. Ενδεικτικϊ αναφϋρουμε μερικϊ, που ϋρχονται τώρα ςτη μνόμη μασ. ΢εώτανύδησ Γεώργιοσ Μηνοϑδησ Γεώργιοσ Νικολϊκησ Κων/νοσ Βερϐπουλοσ Κων/νοσ Δημολιϐσ Απϐςτολοσ Βοϑλγαρησ ΢τϋφανοσ Δημολιϐσ Ευϊγγελοσ Δεδύδησ ΢ωκρϊτησ Σριανταφϑλλου Φρόςτοσ Καπουνιαρύδησ Νικϐλαοσ Παπακώςτασ Δόμοσ κ.λ.π. κ.λ.π.. Αλϊ και ςτη διϊρκεια του ξενοκύνητου εμφϑλιου πολϋμου (1945-1950), το Κύτροσ εύχε θϑματα. Σϐτε ςκοτώθηκαν οι παρακϊτω Κιτριώτεσ: Α’ Τπηρετώντασ ςτο Δημοκρατικϐ ΢τρατϐ: 1) Μανωλϐπουλοσ Νικϐλαοσ του Αθαν. 2) Καλϑβασ Ευϊγγελοσ του Ιωϊννου 3) Γιανναρϊκησ Δημότριοσ Β’ Τπηρετώντασ ςτον Εθνικϐ ΢τρατϐ 1) Μϊνδαλοσ Δημότριοσ του Κων/νου 2) Υωτϊκησ Νικϐλαοσ Επύςησ, υπηρετώντασ ςτον Εθνικϐ ΢τρατϐ, εξαφανύςτηκαν ό ϋχαςαν τη ζωό τουσ, ϐχι ςε μϊχεσ αλλϊ απϐ ϊλλεσ αιτύεσ οι παρακϊτω: Α’ Εξαφανύςτηκαν: 1) Σςιϐτρασ Μιχαόλ Β’ Ϊχαςαν τη ζωό τουσ: 1) Νικολϊου ΢ωτόρησ 2) Δρουγοϑδησ Νύκοσ του Δημ.

63


Με τη λόξη του εμφυλύου, ϋφυγαν ςτισ Ανατολικϋσ χώρεσ οι παρακϊτω Κιτριώτεσ: 1) Μανωλϐπουλοσ Κων/νοσ του Αθαν. 2) Δοξιϊδησ Αργϑρησ.

64


Ζ’ ΢ΤΓΦΡΟΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ΢ ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΠΕΜΠΣΟ ΥΡΟΝΗΜΑ ΚΑΙ ΠΡΟΕΛΕΤ΢Η ΣΩΝ ΚΑΣΟΙΚΩΝ Σο Κύτροσ, με το ξϋςπαςμα τησ επανϊςταςησ του 1821 κι ϑςτερα απ’ την εκτϋλεςη του επιςκϐπου Μελϋτιου ςτη Θεςςαλονύκη (18 ΜαϏου 1821), του οπούου η θανϊτωςη θεωρόθηκε απ’ τουσ Οθωμανοϑσ ςαν ιςχυρό απϐδειξη ενοχόσ του χωριοϑ και ςυμμετοχόσ του ςτην εξϋγερςη τησ απελευθϋρωςησ, εκτϋθηκε ςτην οργό των Σοϑρκων και θεωρόθηκε ςα φωλιϊ των επαναςτατών και εςτύα ταραχών και πονοκϋφαλων για το Γιουςοϑφ παςϊ τησ Θεςςαλονύκησ. Γι’ αυτϐ και τα πρώτα τουρκικϊ ςτρατεϑματα που αποβιβϊςτηκαν ς’ αυτϐ, με προοριςμϐ τη Μηλιϊ και τα ϊλλα ορεινϊ χωριϊ των Πιερύων, το χτϑπηςαν με ιδιαύτερη μανύα και το ερόμωςαν τελεύωσ. Απϐδειξη και περιγραφό του μεγϋθουσ τησ καταςτροφόσ αυτόσ του Κύτρουσ εύναι το ϋγγραφο του ύδιου του καταςτροφϋα Μπαώρϊμ παςϊ προσ τουσ ιεροδύκεσ τησ Πιερύασ, ςτο οπούο με κομπαςμϐ αναφϋρει ϐτι ‘’τα ςπύτια τα ϋκαμα ςτϊχτη, ϋτςι που να μη ακοϑγεται οϑτε ϋνασ κϐκορασ’’1. Ο πληθυςμϐσ τϐτε, ϐςοσ δεν πρϐλαβε να φϑγει ςτα βουνϊ και τα δϊςη, ςφϊχτηκε ό ςκλαβώθηκε και το χωριϐ αποδεκατύςτηκε και ϋςβηςε. Πριν απ’ την επανϊςταςη του 1821 και πριν απ’ την κϊθοδο των Αλβανών και του Αλό παςϊ προσ νϐτο, το Κύτροσ βρύςκονταν ςε ακμό και ο πληθυςμϐσ του ϋφτανε τουσ 3 χιλιϊδεσ κατούκουσ2. Απ’ αυτοϑσ, η μεγϊλη πλειονϐτητα όταν Ϊλληνεσ χριςτιανού και λιγοςτού μϐνο Σοϑρκοι. Αυτϐ ςυμπεραύνεται κι απ’ τουσ πολλοϑσ χριςτιανικοϑσ ναοϑσ που υπόρχαν τϐτε ςτο χωριϐ. Ο Leake, ϐταν πϋραςε απϐ δω, βρόκε ϋξι εκκληςύεσ και μερικοϑσ τοϑρκικουσ πϑργουσ, πρϊγμα το οπούο προϒποθϋτει παλιϐτερη ακμό του χωριοϑ. Οι πϑργοι ύςωσ να όταν κονϊκια μπϋηδων3 ό δημϐςια κτύρια ό πιθανϐ να όταν φροϑρια για την προςταςύα του χωριοϑ απ’ τουσ κϊθε εύδουσ οπλοφϐρουσ των βουνών, τουσ πειρατϋσ τησ θϊλαςςασ και τουσ εχθροϑσ του ςουλτϊνου. Σο γεγονϐσ ϐτι οι περιςςϐτεροι απ’ τουσ ναοϑσ που εύδε ο Leake όταν ερειπωμϋνοι, μεταθϋτει πραγματικϊ την ακμό του Κύτρουσ ςε ϊλλεσ δεκϊδεσ χρϐνια πύςω. Επύςησ, η παρουςύα ενϐσ μϐνο μιναρϋ και η απουςύα παρεμφερών ερειπύων και υπολειμμϊτων ό ϊλλων ενδεύξεων, που να μαρτυροϑν την παλιϐτερη ϑπαρξη και ϊλλων μουςουλμανικών τεμενών ςτην περιοχό, βεβαιώνει την ϊποψη ϐτι, ποτϋ το Κύτροσ δεν κατοικόθηκε απϐ πολυϊριθμεσ . Βαςδραβϋλη Κ.: «Ιςτορικϊ αρχεύα Βϋροιασ» ςελ. 73. . Αναγνωςτϐπουλου Π.: «Αρχαύα Ολυμπικό Πιερύα» ςελ. 145. 3 . Εύναι γνωςτϐ ϐτι κονϊκια τοϑρκικα υπόρχαν, ϋνα μϋςα ςτο ςημερινϐ οικϐπεδο του Γκϐνα κι ϋνα ςτου Παλιοϑρα. 1 2

65


τουρκικϋσ οικογϋνειεσ και δεν κατακλεύςτηκε απϐ τουρκικϐ πληθυςμϐ, ϐπωσ τα γϑρω χωριϊ, Σϐχοβα (Σρύλοφοσ), Βρωμερό (Καλλιθϋα), Πϊλιανη (΢φενδϊμη), Κορινϐσ κ.λ.π.. Ακϐμα και αν κατϊ καιροϑσ ο τουρκικϐσ πληθυςμϐσ αυξόθηκε, ουδϋποτε υπερύςχυςε του ελληνικοϑ. Ιδιαύτερα, μετϊ την κόρυξη τησ Ελληνικόσ Επανϊςταςησ, πολλϋσ απ’ τισ τουρκικϋσ οικογϋνειεσ του χωριοϑ, για περιςςϐτερη αςφϊλεια, μετούκηςαν ςτην Κατερύνη και το οθωμανικϐ ςτοιχεύο αραύωςε περιςςϐτερο. Σι όταν, ϐμωσ, εκεύνο που ςυντϋλεςε ςτην παρακμό του Κύτρουσ, ςτον αφανιςμϐ του πολυϊριθμου πληθυςμοϑ του και ςτον περιοριςμϐ του ςε ελϊχιςτουσ μϐνο κατούκουσ; Κϊποιοσ ό κϊποιοι διωγμού, κϊποιεσ μεγϊλεσ καταςτροφϋσ και αλλεπϊλληλεσ ςυςτηματικϋσ ερημώςεισ θα ςυνϋβαλαν αςφαλώσ ςτον αφανιςμϐ του. Ο μακροχρϐνιοσ βενετοτουρκικϐσ πϐλεμοσ (1645-1669) και οι αςταμϊτητεσ κατϊ τη διϊρκειϊ του διακινόςεισ τουρκικών ςτρατευμϊτων και ϊλλων αςκεριών απ’ τον τϐπο του, οι κϊθε εύδουσ επιδρομϋσ των Λατύνων, πειρατικϋσ και ϊλλεσ εναντύον του, η κϊθοδοσ των Αλβανών και του Αλό παςϊ τησ Πιερύασ, ο αςταμϊτητοσ ϋνοπλοσ αγώνασ των κλεφταρματολών του Ολϑμπου και των Πιερύων, οι βαριϋσ φορολογύεσ και οι κϊθε εύδουσ καταπιϋςεισ και βαςανιςμού των κατούκων του απ’ τουσ δυνϊςτεσ οθωμανοϑσ και οι διαρκεύσ ξεςηκωμού των ραγιϊδων κατϊ του τυρϊννου, καθώσ και τα κϑματα τησ πληθυςμοκτϐνασ πανοϑκλασ, που ενϋςκυπταν κατϊ καιροϑσ, όταν τα κυριϐτερα αύτια τησ παρακμόσ και τησ μϋχρι εξαφανιςμοϑ ςμύκρυνςησ τησ ϊλλοτε θαλερόσ και πολϑκοςμησ κωμϐπολησ. Κι ϋχουμε αρκετϊ τϋτοια περιςτατικϊ την εποχό εκεύνη. Κι αυτϊ εύναι, η αςταμϊτητη διακύνηςη τουρκικών αςκεριών προσ τη νϐτια Ελλϊδα, ιδιαύτερα ϑςτερα απ’ την εγκατϊςταςη του ςουλτϊνου Μεχμϋτ Δ’ ςτη Λϊριςα (16451669). Η διακύνηςη του ςτρατοϑ του Αλό Κουμουρτζό προσ τη Θεςςαλύα και νοτιϐτερα το 1714. Η επιδρομό ενετικών πλούων ςτισ ακτϋσ τησ Πιερύασ το 1686, 1689 και η λεηλαςύα του Κύτρουσ απϐ Λατύνουσ πειρατϋσ το 1766 και 1770. Οι εξεγϋρςεισ ςτην Πιερύα απϐ το 1600 ωσ τισ μϋρεσ τησ μεγϊλησ Εθνεγερςύασ. Οι αβϊςταχτεσ καταπιϋςεισ του πληθυςμοϑ τησ περιοχόσ του Κύτρουσ απ’ τουσ Σοϑρκουσ, ϐπωσ επιβεβαιώνει ο Klarke και ϊλλοι περιηγητϋσ. Οι αλλεπϊλληλεσ φοβερϋσ επιδημύεσ χολϋρασ, που ενϋςκυψαν ςτη Μακεδονύα απϐ το 1713 ωσ το 1813 κ.λ.π. Ϊτςι, ϐταν ο Leake επιςκϋφτηκε το χωριϐ πριν απ’ τον εθνικϐ ξεςηκωμϐ, το βρόκε να αποτελεύται απϐ λιγοςτϊ μϐνο ςπύτια ελλόνων γεωργοεργατών και ενϐσ κονακιοϑ, το οπούο ανόκε ςτον τοϑρκο ςοϑμπαςη, που όταν τοποθετημϋνοσ εδώ απ’ το μπϋη τησ Κατερύνησ, ςτον οπούο ανόκε και το μϋγιςτο μϋροσ τησ περιοχόσ4.

4

. Leake W.M.:«Travels in Northern Greece» vol. 3 p. 437.

66


Αντύθετα, ο Holland, που πϋραςε απϐ δω το 1812-13, λϋγει ϐτι ‘’το Κύτροσ κατοικεύται το πλεύςτον απϐ Σοϑρκουσ’’5. Σουσ ‘’κατούκουσ’’ ϐμωσ που ςυνϊντηςε ςτο Κύτροσ ο Holland όταν ό ϋξι ό οχτώ Αρβανύτεσ, που κϊθονταν γϑρω-γϑρω ςτη φωτιϊ, μϋςα ςτο χϊνι, ϐπου κατϋφυγε κι ο ύδιοσ την κρϑα εκεύνη μϋρα του Νοϋμβρη, για να ζεςταθεύ. ΢το χωριϐ ϋμεινε ϐλο κι ϐλο μιςό ώρα ο Ωγγλοσ περιηγητόσ και δεν ξεϑρει ακϐμα αν οι ϋξι ό οχτώ παρακαθόμενοι ςτη φωτιϊ μϋςα ςτο ςτϊβλο του χανιοϑ, που τον αγριοκούταζαν, όταν ϐλοι Σοϑρκοι ό Αλβανού ό όταν διϊφοροι ταξιδιώτεσ, περαςτικού, που, καθώσ ζεςταύνονταν, μιλοϑςαν μεταξϑ τουσ τοϑρκικα. Επιπλϋον, αν το 1812-13 οι κϊτοικοι του Κύτρουσ όταν Σοϑρκοι, δε θα υπόρχε λϐγοσ να καταςτρϋψει τελεύωσ το χωριϐ ο Μπαώρϊμ παςϊσ το 1821, ταλαιπωρώντασ και διαςκορπύζοντασ ομοεθνό και ομϐθρηςκϐ του πληθυςμϐ. Όπωσ εύδαμε, το Κύτροσ καταςτρϊφηκε, ερημώθηκε και ξαναχτύςτηκε πολλϋσ φορϋσ. Ϊτςι, μϋςα ςτη δύνη των ςυμφορών του, παλιού κϊτοικού του διώχτηκαν, ςκλαβώθηκαν ό αναγκϊζονταν να το εγκαταλεύψουν και να φϑγουν προςωρινϊ ό και οριςτικϊ ςε ϊλλουσ τϐπουσ και νϋοι ϋρχονταν με την πϊροδο των χρϐνων, για να ςυμπληρώςουν τα κενϊ. Γι’ αυτϐ και η ςυνϋχιςη των παλιών γενεών διακϐπτονταν κατϊ καιροϑσ και νϋεσ ϋπαιρναν τη ςκυτϊλη τησ ζωόσ του πολυτϊραχου χωριοϑ. Οι παλιϋσ οικογϋνειεσ απ’ τα ποικύλα δεινϊ αφανύζονταν και ςε πολλϋσ περιπτώςεισ εξαφανύζονταν και νϋα ονϐματα ξεπρϐβαλαν ςτο προςκόνιο. Εύναι, λοιπϐν, πολϑ δϑςκολο να ανατρϋξει κανεύσ ςτο παλιϐ παρελθϐν και να αναζητόςει αρχαύεσ γενεαλογικϋσ διαδοχϋσ και λεπτομϋρειεσ. Σην εποχό του Αλό παςϊ και με την κϊθοδο τη δικό του και των ανθρώπων του προσ νϐτο, όρθαν και εγκαταςτϊθηκαν εδώ και διϊφορεσ οικογϋνειεσ ελληνικόσ ό και ελληνοαλβανικόσ προϋλευςησ απ’ τισ βϐρειεσ και βορειοδυτικϋσ περιοχϋσ. Με την όττα, ϐμωσ και τον αφανιςμϐ του Αλό το 1822, το μεγαλϑτεροσ μϋροσ των Αρβανιτών, ςαν ϊνθρωποι που όταν του Αλό, διώχτηκε απ’ τουσ Σοϑρκουσ ό ϋφυγε απ’ την περιοχό του Κύτρουσ. Αλλϊ και με το φοϑντωμα τησ επανϊςταςησ του 1821, ςτα Πιϋρια και ςτον Όλυμπο και την τϐτε καταςτροφό του χωριοϑ, οι τουρκικϋσ οικογϋνειεσ, ϐςεσ υπόρχαν ςτο χωριϐ, αποςϑρθηκαν ςε ϊλλα αςφαλϋςτερα μϋρη. Επιπλϋον, ϐςεσ ελληνικϋσ οικογϋνειεσ πρϐλαβαν, ϋφυγαν ςε ορεινϐτερα χωριϊ και ϊλλουσ γϑρω οικιςμοϑσ κι ϋτςι το Κύτρουσ ερημώθηκε ςχεδϐν τελεύωσ. Ύςτερα απ’ την εδραύωςη του ελληνικοϑ κρϊτουσ των Αθηνών και το πρωτϐκολλο του Λονδύνου 1829, τον καθοριςμϐ των ελληνοτουρκικών ςυνϐρων μϋχρι τον Αχελώο (πρωτϐκολλο Λονδύνου 1830)6 και τον κατευναςμϐ τησ αρχικόσ ϋξαψησ τησ επανϊςταςησ ςτη Μακεδονύα, οριςμϋνοι κϊτοικοι, που, διαςκορπιςμϋνοι ςτα γϑρω ορεινϐτερα χωριϊ, επϋζηςαν των μεγϊλων καταςτροφών, επϋςτρεψαν ςτο ερημωμϋνο ςχεδϐν Κύτροσ και προςπϊθηςαν να

5 6

. Holland H.: «Travels in the Ionian Isles … Macedonia etc.» London 1815 p. 36-37. . Ελευθερουδϊκη: «Παγκϐςμιοσ Ιςτορύα» τϐμ. Γ’ ςελ. 796.

67


ξαναζωντανϋψουν το χωριϐ και να το ξαναφϋρουν ςτο ρυθμϐ και ςτο δρϐμο τησ ζωόσ. ΢το μεταξϑ κι ϑςτερα απ’ τα κϊποια ευεργετόματα, που, ϋςτω και φαινομενικϊ, ϋδωςαν ςτουσ χριςτιανοϑσ και ςτουσ μουςουλμϊνουσ ραγιϊδεσ τα ςουλτανικϊ φιρμϊνια, Φϊττι-΢ερύφ (1853) και Φϊττι-Φουμαγιοϑν (1856)7, τα οπούα η αγγλικό πονηριϊ, για ϊμβλυνςη τησ ρωςικόσ επιρροόσ ςτον οθωμανικϐ χώρο, επινϐηςε και η αγγλικό διπλωματύα, για ςυμπαρϊςταςη τϊχα και εκδοϑλευςη του ςουλτϊνου, ςυνϋταξε, αλλϊ για δικϐ τησ ουςιαςτικϊ ϐφελοσ πρϐτεινε και επϋβαλε8, νϋοι ϋποικοι όρθαν ςτο Κύτροσ και το χωριϐ ϊρχιςε να ξαναβρύςκει τον εαυτϐ του. ΢το ςυμπϋραςμα αυτϐ οδηγεύ και η ϋρευνα του γενεαλογικοϑ δϋντρου των ςημερινών κατούκων του χωριοϑ. Οι παλιϐτερεσ οικογϋνειεσ του Κύτρουσ ςόμερα εύναι: οι Παπαθαναςαύοι (Σριανταφϑλλου), οι Καλυβαύοι, οι Πανταζαύοι, οι Μανωλοπουλαύοι, οι Νικοπουλαύοι, οι Αβρααμαύοι, οι Πετροπουλαύοι, οι Νικολακαύοι, οι Δημολαύοι κ.λ.π.. Οι Παπαθαναςαύοι όρθαν ςτο Κύτροσ απ’ το διπλανϐ Λευτεροχώρι. Οι Καλυβαύοι απ’ την Αλεξϊνδρεια (Γιδϊ). Οι Πανταζαύοι απ’ την Κουλοϑρα του Κϊμπου, οι Μανωλοπουλαύοι απ’ τη ΢φενδϊμη, οι Νικοπουλαύοι απ’ το ΢ταυρϐ τησ Βϋροιασ, οι Αβρααμαύοι και οι Πετροπουλαύοι απ’ τη Γεϑγελη κ.λ.π.. Οι Νικολακαύοι, που η γενιϊ τουσ πϊει 120-130 χρϐνια πύςω, κατϋβηκαν απ’ την Ελαφύνα των Πιερύων ςτο Ελευθεροχώρι τη δεκαετύα 1850-1860 και μετϊ εγκαταςτϊθηκαν ςτο Κύτροσ. ΢αν πιο παλιϐτερη, ϐμωσ, απ’ ϐλεσ τισ πατριϋσ του χωριοϑ θεωρεύται η οικογϋνεια των Δημολαύων. Αυτϐ το επιβεβαύωνε και ο γερο-Γιϊνκοσ Βοϑλγαρησ, που πϋθανε το 1945, ςε ηλικύα 105 χρϐνων. Και η οικογϋνεια των Βουλγαραύων θεωρεύται μια απ’ τισ παλιϐτερεσ και όρθε ςτο Κύτροσ απ’ τα μϋρη τησ Βουλγαρύασ, γι’ αυτϐ και τησ ϋμεινε και το επύθετο Βοϑλγαρη. Οι πρϐγονοι ϐλων αυτών των οικογενειών όρθαν ςτο Κύτροσ λύγο πριν ό λύγο μετϊ το 1850. Μϊλλον μετούκηςαν εδώ ςτη δεκαετύα του 1850-1860, ϑςτερα απ’ τον Κριμαώκϐ πϐλεμο και τη ςυνθόκη του Παριςιοϑ (30 Μαρτύου 1856) και μετϊ την κατϊπνιξη τησ ηπειροιθεςςαλικόσ επανϊςταςησ. Σην τϊςη για επανεποικιςμϐ του Κύτρουσ, που επακολοϑθηςε τισ προαναφερθεύςεσ καταςτροφϋσ και τα κατϊ τϐπουσ ευεργετόματα που παρεύχαν τα παραπϊνω ςουλτανικϊ διατϊγματα, θα επωφελόθηκε μϊλλον και ο κατϐπι μεγαλοτςιφλικϊσ τησ περιοχόσ Ιωϊννησ Μπύτζιοσ και μετακινόθηκε απ’ το Γιδϊ εδώ. Σο πϐτε η οικογϋνειϊ του μετούκηςε απ’ το Σςεπϋλοβο τησ Ηπεύρου ςτο Γιδϊ και γιατύ, μασ εύναι ϊγνωςτο. Πϊντωσ, οι προπϊτορϋσ τησ δεν πρϋπει να όρθαν ςτη Μακεδονύα ςαν ϊνθρωποι του Αλό παςϊ, γιατύ, αν ϋρχονταν ςαν

. Δεσ περιςςϐτερα για τα φιρμϊνια αυτϊ και τισ επιδρϊςεισ τουσ ςτου Καρολύδη Π.: «΢ϑγχρονοσ Ιςτορύα των Ελλόνων» τϐμ. Ε’ ςελ. 28-38. 8 . Καρολύδη Π.: «΢ϑγχρονοσ Ιςτορτύα των Ελλόνων». 7

68


ευνοοϑμενού του, θα ϋπρεπε να εγκαταςταθοϑν μϋςα ςτην επικρϊτειϊ του και ϐχι ϋξω απ’ αυτό. Και τα ϐρια τησ δυναςτεύασ του Αλό ϋφταναν ωσ τη Μεθώνη9. ΢τισ αρχϋσ τησ δεκαετύασ του δεϑτερου μιςοϑ του 19ου αιώνα, ο Ιωϊννησ Μπύτζιοσ κατϊφερε να πατόςει πϐδι ςτο Κύτροσ, αποκτώντασ μεγϊλεσ εκτϊςεισ γησ ςτο χωριϐ και ςτόνοντασ το κονϊκι τησ επικρϊτειϊσ του ς’ αυτϐ. Σο τςιφλύκι του αποτελοϑνταν απϐ 60 χιλιϊδεσ ςτρϋμματα. Με την εγκατϊςταςη του Μπύτζιου ςτην περιοχό, θα πρϋπει να όρθαν πολλού νϋοι κϊτοικοι ςτο χωριϐ, εύτε ςαν κολύγοι-ευνοοϑμενού του ό ύςωσ γιατύ ϋλπιζαν πωσ κϊτω απ’ την αγγλικό υπηκοϐτητα του αφεντικοϑ, θα ϋβριςκαν κϊποια προςταςύα απ’ τισ τουρκικϋσ αυθαιρεςύεσ και βιαιϐτητεσ. Ϊτςι, ςιγϊ-ςιγϊ, ϑςτερα απ’ τισ καταςτροφϋσ τησ περιϐδου 1821-1854, το χωριϐ ξαναχτύςτηκε, ζωντϊνεψε και αναδεύχτηκε ςε κεφαλοχώρι τησ περιοχόσ. Οι καταπιϋςεισ και οι λεηλαςύεσ των Σοϑρκων, βϋβαια, δεν ςταμϊτηςαν εδώ αλλϊ καμιϊ μεγϊλη καταςτροφό και διϊλυςη ό ερόμωςη του χωριοϑ δεν ϋγινε απϐ τϐτε. Γι’ αυτϐ κι ϋνα μεγϊλο μϋροσ των ςημερινών κατούκων εύναι απϐγονοι των οικογενειών που κατοικοϑςαν ς’ αυτϐ ςτα τϋλη του 19ου αιώνα και που ϋζηςαν τισ δυναμικϋσ προςπϊθειεσ που κατϋβαλαν οι κϊτοικοι τησ Πιερύασ και τησ Μακεδονύασ γενικϐτερα ςτισ αρχϋσ του αιώνα μασ, για την αποτύναξη του τουρκικοϑ ζυγοϑ και τησ οθωμανικόσ τυραννύασ, που τϐςα και τϐςα κακϊ επιςώρευςαν ςτον τϐπο. Παρϊ τισ τϐςεσ καταπιϋςεισ, τουσ διωγμοϑσ και τισ ςυμφορϋσ που υπϋςτη το Κύτροσ ςτη μακραύωνη δουλεύα του, η ςυνεύδηςη των χριςτιανών κατούκων ϋμεινε πϊντοτε ελληνικό και ϊςπιλη διατηρόθηκε ωσ το τϋλοσ τησ ςκλαβιϊσ του10. Απϐ ϋνα φιλολογικϐ κατϊςτιχο του 1527-28, που βρϋθηκε ςτα αρχεύα του Σεφτϋρ-Φανϋ τησ Πϐλησ (υπουργεύο Οικονομικών), διαπιςτώνουμε ϐτι την εποχό του ΢ουλεώμϊν του Μεγαλοπρεπό, το κϑριο πληθυςμιακϐ ςτοιχεύο τησ περιοχόσ του Κύτρουσ όταν το ελληνικϐ. ΢το κατϊςτιχο αυτϐ, αναγρϊφονται τα ονϐματα των αρχηγών των φορολογοϑμενων οικογενειών, τα προώϐντα που καλλιεργοϑςαν και το ποςϐν που ο καθϋνασ πλόρωνε ςτουσ ειςπρϊκτορεσ του ςουλτϊνου. Απϐ τα ςτοιχεύα αυτϊ βλϋπουμε, ϐτι απϐ τουσ 1245 κατούκουσ που εύχε τϐτε το χωριϐ, το 83% όταν Ϊλληνεσ, το 8,6% Βουλγαρικόσ ό ΢λαβικό προϋλευςησ και το 8,4% διϊφοροι. Ϊτςι, διαπιςτώνεται πωσ το μϋγιςτο ποςοςτϐ του πληθυςμοϑ τησ περιοχόσ εκεύνη την εποχό όταν ελληνικϐ και επικρατϋςτερη γλώςςα –αν ϐχι αποκλειςτικό- όταν και τϐτε η ελληνικό. Απ’ τον κατϊλογο αυτϐ προκϑπτει επύςησ, ϐτι επικρατϋςτερα επύθετα των κατούκων όταν τα

. Clarke E.D.: «Travels in Various Countries … » p. 311.- Holland H.: «Travels in the …» vol. 2 p. 38. 10 . Σο 1910 ϋχει ςυνολικϊ 440 κατούκουσ και ϐλοι εύναι Έλληνεσ. Δεσ επϐμενο κεφϊλαιο. 9

69


επαγγελματικϊ, με αρκετϊ ενιςχυμϋνα και τα επύθετα που προϋρχονταν απϐ παρατςοϑκλια. (Ανακούνωςη Β. Δημητριϊδη, Σουρκολϐγου Πανεπιςτ. Κρότησ). ΢τισ ςυλλογϋσ των τουρκικών εγγρϊφων που ϋχουμε ςόμερα ςτα χϋρια μασ, δεν ςυναντοϑμε ομαδικϋσ ό ϋςτω και μεμονωμϋνεσ εντυπωςιακϋσ ςε αρθμϐ εξιςλαμύςεισ, ακϐμα και ςτα πιο ςκοτεινϊ χρϐνια τησ δουλεύασ11. Αντύθετα, κϊτι ςυναντοϑμε ςτισ αποφϊςεισ ιεροδικεύων για τα ϊλλα χωριϊ τησ Πιερύασ. Αυτϐ αποδεικνϑει πωσ παρϊλληλα με το εθνικϐ όταν ακμαύο και το θρηςκευτικϐ φρϐνημα των Κιτριωτών. άςωσ ς’ αυτϐ να ςυνϋβαλε και η ϑπαρξη τησ παλιϊσ και ιςτορικόσ επιςκοπικόσ ϋδρασ ςτο χωριϐ. Η ελληνικό, μονολιθικό ςχεδϐν ςϑνθεςη του χωριοϑ, η ενιςχυμϋνη θρηςκευτικό ςυνεύδηςη των κατούκων και η ςχετικό οικονομικό ευμϊρεια και φιλοτιμύα τουσ, ‘’εκτιμόθηκαν’’ ανϊλογα απ’ τουσ κϊθε εύδουσ ραςοφϐρουσ ϐλων των εποχών και ςυνϋβαλαν ςτην αδιϊκοπη και ς’ ϐλεσ τισ περιϐδουσ παρουςύα ιερωμϋνων-ζητητών ςτουσ δρϐμουσ του Κύτρουσ και ςτην τακτικό και διαιωνιζϐμενη περιφορϊ αγύων ‘’λειψϊνων’’ ςτα ςκυθρωπϊ χαμϐςπιτϊ τουσ. Καλϐγεροι και ραςοφϐροι κϊθε ηλικύασ, ποιϐτητασ και προϋλευςησ κατϋφταναν ςτο χωριϐ και ιδιαύτερα τουσ τελευταύουσ μόνεσ του καλοκαιριοϑ, ϐταν τα αλώνια εύχαν τελειώςει και η ςοδειϊ εύχε ςυγκεντρωθεύ. Και δεν ϋρχονταν τϋτοιοι ζητητϋσ μϐνο απ’ τα μοναςτόρια τησ Πιερύασ και τα γϑρω απ’ αυτόν. Ϊφταναν ωσ εδώ παρϊξενεσ κι ϊγνωςτεσ καλογερύςτικεσ μορφϋσ με ορμαθϐ απϐ μουλϊρια, φορτωμϋνα ςακιϊ και διςϊκια, για να ειςπρϊξουν τα ‘’δικαιώματα’’ των Αγύων, απ’ τα Μετϋωρα, την Αττικό, το Ωγιο Όροσ κι ακϐμα απ’ τα μοναςτόρια του ΢ινϊ και τησ Κωνςταντινοϑπολησ. Όπωσ διηγοϑνται οι γϋροι, απϐ λεγϐμενα και ιςτορύεσ των παπποϑδων τουσ, η επαιτεύα των καλϐγηρων εύχε καταντόςει γϊγγραινα για το χωριϐ κι όταν εξύςου οδυνηρό ϐπωσ και τα διϊφορα χαρϊτςια των Σοϑρκων. Σα δεϑτερα τα πλόρωναν οι ραγιϊδεσ, γιατύ φοβοϑνταν τον Σοϑρκο. Σα πρώτα τα ϋδιναν οι χριςτιανού, γιατύ φοβοϑνταν τον Ωγιο. «Απ’ τον Σοϑρκο κρϑβαμε και κϊτι καμιϊ φορϊ, ϐταν μποροϑςαμε να αποφϑγουμε το μϊτι του», εύπε χαρακτηριςτικϊ ϋνασ γϋροντασ. «Απ’ τον Ωγιο, ϐμωσ, δεν μποροϑςαμε, γιατύ, ϐπωσ μασ ϋλεγαν οι καλϐγεροι, μασ ϋβλεπε πϊντοτε απϐ ψηλϊ. Μασ ϋλεγαν, ϐμωσ, ψϋματα. Γιατύ ποτϋ κανϋνασ δεν εύδε απϐ ψηλϊ τη φτώχεια, τη γϑμνια και την εξαθλύωςη που ϋδερνε τα ςπύτια μασ, παρ’ ϐτι οι ςκεπϋσ μασ όταν τρϑπιεσ κι ανοιχτϋσ απϐ παντοϑ ϐλο το χρϐνο και η βροχό και το κρϑο μασ θϋριζαν, χωρύσ κανϋνα ούκτο». ΢τισ αυλϋσ οριςμϋνων ςπιτιών ςυγκϋντρωναν τα τςουβϊλια με το γϋννημα οι καλϐγεροι, ϋχοντασ κϊθε μοναςτόρι το δικϐ του ςτϋκι και, ςαν τελεύωνε ‘’η γϑρα’’ του χωριοϑ, τα ςόκωναν με φϊλαγγα μουλαριών και τα ϋπαιρναν για το μοναςτόρι ό τα κατϋβαζαν ςτισ κιτριώτικεσ ακτϋσ κι εκεύ τα φϐρτωναν ςε βϊρκεσ και καϏκια, που ϋρχονταν ειδικϊ γι’ αυτϐ το ςκοπϐ. Πολλϋσ φορϋσ, τα 11

. Η αδερφό του Κιτριώτη Βαγγελό εύχε παντρευτεύ Σοϑρκο κι εύχε τουρκϋψει. Έφυγε δε μαζύ του το 1912 για την Σουρκύα. ΢τη μικραςιατικό εκςτρατεύα ο Βαγγελόσ τη βρόκε ςτη Μ. Αςύα

70


τςουβϊλια όταν πολλϊ, που ςτο αντύκριςμϊ τουσ νϐμιζεσ πωσ ϋςπερναν οι γεωργού και θϋριζαν οι καλϐγεροι. Η γλώςςα των κατούκων όταν πϊντοτε ελληνικό, αν και με την πϊροδο των αιώνων εύχαν παρειςφρόςει διϊφορεσ τουρκικϋσ ό αλβανικϋσ λϋξεισ ςτο λεξιλϐγιϐ τουσ. Η διϊλεκτοσ δε που μεταχειρύζονταν οι Κιτριώτεσ όταν ςχεδϐν αυτό που ομιλοϑνταν ς’ ολϐκληρη την Πιερύα και που λύγο ό πολϑ ςυνεχύςτηκε να ομιλεύται και ςτισ μϋρεσ μασ και κυρύωσ μϋχρι τα χρϐνια του Β’ παγκοςμύου πολϋμου. Μετϊ τον πϐλεμο κι ιδιαύτερα τα τελευταύα χρϐνια, η εξϊπλωςη τησ παιδεύασ και η ελαχιςτοπούηςη του αναλφαβητιςμοϑ εξομϊλυναν περιςςϐτερο το παλιϐ ιδύωμα τησ γλώςςασ, πλοϑτιςαν το λεξιλϐγιο των κατούκων και ςχεδϐν ϋςβηςαν τισ παλιϋσ παρεύςακτεσ λϋξεισ και την αρχαιϐτερη φραςεολογύα και προφορϊ τουσ. Οι βαςικϐτερεσ γλωςςικϋσ ιδιομορφύεσ που ςυναντοϑςε κανεύσ ςτα παλιϐτερα χρϐνια και εν μϋρει τισ ςυναντϊει ακϐμα και ςόμερα, ιδιαύτερα μεταξϑ των γεροντϐτερων, όταν η ανυπαρξύα του αρςενικοϑ ϊρθρου ‘’ο’’, η μεταβολό των καταλόξεων ‘’οσ’’ και ‘εσ’’ του πληθυντικοϑ των αρςενικών ςε ‘’ουσ’’ και ‘’ισ’’ αντύςτοιχα, η μετατροπό ςε πολλϋσ περιπτώςεισ του ‘’εσ’’ και ‘’αι’’ ςε ‘’ι’’, του ϊρθρου ‘’το’’ ςτο ‘’του’’ κ.λ.π.. Επύςησ, η ςυντϐμευςη ό η τϋλεια ςυχνϊ εξϊλειψη των καταλόξεων και η προφορϊ του μελλοντικοϑ ‘’θα’’ ςε ‘’δα’’. Δεν ϋλεγαν, για παρϊδειγμα, ο παπϊσ και ο δϊςκαλοσ αλλϊ η παπϊσ κι η δϊςκαλουσ. Οϑτε ‘’εκεύνο το παιδύ θα πϊρει τα λεφτϊ’’, αλλϊ ‘’ικεύνου του πιδύ δα πϊρ(ι)12 τα λιφτϊ’’. Ωλλη μια αξιϐλογη ιδιομορφύα ςτη γλώςςα τουσ όταν και η αντιςτροφό ςε πολλϋσ περιπτώςεισ των γραμμϊτων των καταλόξεων οριςμϋνων λϋξεων, η αλλούωςη των καταλόξεων ό και η εξαφϊνιςό τουσ. Αντύ π.χ. να πουν ο Θανϊςησ, ϋλεγαν η Θανϊησ. Αντύ ο Γιώργησ, η Γιώρσ, η Βαγγϋλτσ κ.λ.π.. Επύςησ, ςυντϐμευαν τα απλϊ και τα εμπρϐθετα ϊρθρα και ςχεδϐν τα ςυγχώνευαν με το ουςιαςτικϐ ό το επύθετο που αφοροϑςαν και με οριςμϋνεσ ϊλλεσ γραμματικϋσ αλλαγϋσ, τα πρϐφεραν ςα μια λϋξη. Αντύ να πουν ‘’πόγα ςτην Κατερύνη’’ ϋλεγαν ‘’πόγα ςτ Γκατερύν(ι)’’. Αντύ ‘’ϋχαςα την προβατύνα’’, ϋλεγαν ‘’ϋχαςα ντ μπρουβατύνα’’. Αντύ δοϑλεψα ςτουσ Αλεξαύουσ’’, ϋλεγαν ‘’δοϑλιψα ςτς’ Αλιξαύ’’ κ.λ.π.. Όςον αφορϊ τα ρόματα, πρϋπει να ςημειωθεύ ϐτι ςτον πληθυντικϐ αριθμϐ μετϋφεραν τον τϐνο των προπαροξϑτονων απ’ την προπαραλόγουςα ςτην παραλόγουςα. Δεν ϋλεγαν πόγαμε αλλϊ πηγϊμι. Αντύ εφϊγαμε, εφαγϊμι, εγραψϊμι, ειδϊμι, ειπϊμι κ.λ.π.. Σο παρακϊτω αυτοςχϋδιο κεύμενο θα δώςει ϋνα μικρϐ δεύγμα τησ κιτριώτικησ φραςεολογύασ και προφορϊσ. ‘’Πηγϊμι με τουν Γιώρ(η)13 ςτου δϊςκαλου. Ϋταν κι ι παπαΘανϊησ ικεύ. Σς’ ειπϊμι κι τς’ δυο πωσ δεν τα πόρι τα λιφτϊ του πιδύ μ’. Σου τϊλιρου του εύχαν 12 13

. Η κατϊληξη μϋςα ςτην παρϋνθεςη μιςοπροφϋρεται. . Σο η εδώ, για παρϊδειγμα, δεν ακοϑγεται καθαρϐ αλλϊ μϐνο κϊποιο μϋροσ του φθϐγγου του, ϐςο που να μην ακοϑγεται το ρ τελεύωσ ξερϐ.

71


αλλνού φαγουμϋνου. Παρακϊλτςι κι η Γιώρσ να μη μι του κακουπϊρουν του πιδύ κι μι φϑγ(ει) απ’ του ςκουλειϐ. ΢του κϊτου-κϊτου τα λιφτϊ δα τς’ τα πληρώςου ιγώ ςτουν κιρϐ π’ δα μϊςουμι τ’ αρβύθια, μια που διρπϊν(ι) δεν ϋβανι του ςπύτι μασ φϋτου. Η δϊςκαλουσ κνοϑςι του κιφϊλι τ’. Η παπϊσ μοϑλουνι κι αυτϐσ κι οϑλου τηροϑςι τουν δϊςκαλου. Υαύνιτι πωσ όθιλαν του τϊλιρου ικεύν(η) ν’ ώρα. Δα τς’ του ϋδουνα κι ασ όταν ϊδικου π’ τουν Θιο. Μα δεν του εύχα ϐμουσ. Υτουχού ανθρώπ(οι) εύμαςτι γλεπσ. Ποϑ να του βροϑμι τϋτοιουν κιρϐ ϋνα μαζουμϋνου τϊλιρου; Αν όθιλι η παπϊσ κϊτ(ι) δα γϋνουνταν κι για του πιδύ κι για τ’ ιμϋνα. Μα δεν του θϋλτςι. Σςιμουδιϊ δεν ϋβγαλι. Ντιπ μϐκουτουσ14. Εςκιψϊμι κι ιμεύσ τα κιφϊλια μι του Γιώρ(η) κι δεν ειπϊμι ϊλλ(η) κουβϋντα. Εκαμϊμι ϐτ(ι) μπουροϑςαμι, μα η δλεια δεν θϋλτςι να γϋν(ει). Η φουτιϊ δεν ϋφςει. Μασ τν’ εύχαν καλϊ οι αλλνού αναμϋν(η). Καψαλνιοϑμαςταν. Καιγουμϊςταν κια οι δυο. Κι ασ ιχϊμι του δύκιου θκο μασ Αλλϊ ποϑ να ςι καταλϊβ(ει) η δϊςκαλουσ, αφοϑ δεν ςι καταλαβαύν(ει) η παπϊσ!!». Παρϊλληλα με τη γλώςςα, διαφοροποιόθηκαν μϋχρισ ενϐσ βαθμοϑ, με την πϊροδο του χρϐνου και τα όθη και ϋθιμα των κατούκων. Σο ουςιαςτικϐτερο ςτοιχεύο τησ διαφοροπούηςησ αυτόσ εύναι η απαλλαγό κατϊ το πλεύςτο απ’ τισ παλιϋσ και τισ παλιϐτερεσ δειςιδαιμονύεσ και τισ προλόψεισ που διατηροϑςαν ςτο χωριϐ και πϊνω ςτισ οπούεσ ςτόριζαν τισ ςυνόθειϋσ τουσ και τον τρϐπο τησ ζωόσ τουσ. Βϋβαια, η διεύςδυςη αυτών των ςυνηθειών ςτην καθημερινό τουσ ζωό, αν δεν προωθοϑςε την εξϋλιξη των κατούκων, δεν ϋβλαπτε ουςιαςτικϊ την κοινωνικό τουσ ςυνοχό και αντύ να απωθεύ ϋδενε περιςςϐτερο τουσ χωριανοϑσ μεταξϑ τουσ. Ση ςυνϋνωςη φυςικϊ αυτό δεν την ενύςχυε μϐνο η διατόρηςη απϐ ϐλουσ γενικϊ των ύδιων καλών ό κακών ςυνηθειών ςτον τρϐπο ζωόσ τουσ αλλϊ τη δυνϊμωνε περιςςϐτερο η κοινό μούρα του ραγιϊ και του κολύγου και τη ςυγκρατοϑςε ωσ ϋνα βαθμϐ ςταθερό το πολϑ χαμηλϐ και κοινϐ ςε ϐλουσ μορφωτικϐ επύπεδο. Η μϐνη παιδεύα ςτο χωριϐ όταν το δημοτικϐ ςχολεύο κι εκεύνοσ που το τελεύωνε ‘’όξερε γρϊμματα’’. Ύςτερα, ςε πολλϋσ περιπτώςεισ, η φτώχεια, η ανϋχεια και η δυςατυχύα όταν και οι βαςικού ρυθμιςτϋσ τησ ταλαύπωρησ ζωόσ των κατούκων κι αυτϋσ, μαζύ με τισ επιδρϊςεισ των δειςιδαιμονιών, των προλόψεων και των μοιρολατρικών και πεςιμιςτικών επιρροών των καθημερινϊ ςχεδϐν περιφερϐμενων καλϐγηρων-ζητητών ςτο χωριϐ, όταν ωσ ϋνα βαθμϐ, οι κϑριοι ςυντελεςτϋσ τησ διαμϐρφωςησ των ηθών και των εθύμων των κατούκων. Ανεξϊρτητα, ϐμωσ, απ’ τισ προλόψεισ και τισ διϊφορεσ δειςιδαιμονύεσ, που διατηροϑνταν ϋντονεσ κι αναζωπυρώνονταν ςε κϊθε θεομηνύα, αρρώςτια ό καταςτροφό και παρ’ ϐλα τα δεινϊ τησ ςκλαβιϊσ, η αλληλοεκτύμηςη μϋςα ςτη μικρό κοινωνύα του χωριοϑ, η ςταθερϐτητα των λϐγων των μελών τησ, η

14

. Έκανε ‘’μϐκο’’. Δεν μιλοϑςε. ΢ιωποϑςε.

72


αλληλοπροςταςύα, ο ςεβαςμϐσ προσ τουσ μεγαλϑτερουσ και η βοόθεια των φτωχϐτερων, όταν κατϊ κανϐνα αρετϋσ αρκετϊ αναπτυγμϋνεσ ςτο Κύτροσ. Ο Παρθϋνιοσ Βαρδϊκασ αποκαλεύ τουσ Κιτριώτεσ φύλεργουσ, φιλϐπονουσ και νομοταγεύσ και υπογραμμύζει το ‘’αρρενοπρεπϋσ’’ του χαρακτόρα τουσ, την φιλοπατρύαν και την οικογενειακόν φιλοςτοργύαν τουσ15. Η μούρα αντρών και γυναικών όταν η ύδια, αν και επικρατοϑςε η πατριαρχικό οικογϋνεια και εξύςου ϊντρασ και γυναύκα μοιρϊζονταν τα βϊρη τησ ςτερημϋνησ τουσ ζωόσ. Μαζύ δοϑλευαν ςτα χωρϊφια, μαζύ ςτα αλώνια, μαζύ ςτα αμπϋλια και μαζύ γενικϊ ς’ ϐλεσ τισ γεωργικϋσ εργαςύεσ, που όθελαν εργατικϊ χϋρια και ςκληρό δουλειϊ. Ακϐμα-ακϐμα, μαζύ πόγαιναν να πλϑνουν ςτα ρϋματα και ςτα ρυϊκια τα βαριϊ ροϑχα, τα ςκεπϊςματα και τα ςτρωςύδια του ςπιτιοϑ μια η δυο φορϋσ το χρϐνο. Ο ϊντρασ ετούμαζε το κϊρο με τα ζώα, φϐρτωνε το καζϊνι, την κουπϊνα (ςκϊφη), τον κϐπανο και τα ροϑχα και, με τη γυναύκα δύπλα του πϊνω ςτο βοώδϐκαρο, ξεκινοϑςαν πρωύ-πρωύ και κατϋβαιναν ςτο ρϋμα τησ προτύμηςόσ τουσ. Σϋτοια ςημεύα όταν του παπϊ η βρϑςη, του Αγύου Δημητρύου το ρϋμα ό η ρεματιϊ τησ ‘’΢κϊλασ’’ (ανατολικϊ του ςημερινοϑ λιμανιοϑ). Εκεύ, ο ϊντρασ ενδιαφϋρονταν για τη φωτιϊ, κουβαλοϑςε νερϐ και ξϑλα κι ενώ η γυναύκα ςτρώνονταν ςτην πλϑςη, αυτϐσ ϋβοςκε τα ζώα ςτα γϑρω χϋρςα ξανούγματα τησ ρεματιϊσ. Ο καπνϐσ του καζανιοϑ, που ςιγανϋβαινε όςυχοσ τισ πρωινϋσ ώρεσ προσ τον ουρανϐ μϋςα απ’ το βϊθοσ τησ δαςωμϋνησ ρεματιϊσ, πρϐδινε την παρουςύα τουσ εκεύ, πρϊγμα το οπούο διαλαλοϑςε λύγο αργϐτερα με τον υπϐκωφο κρϐτο του κι ο κϐπανοσ, καθώσ πϊςχιζε κι αυτϐσ με τα ρυθμικϊ χτυπόματϊ του, που αντιβοϑιζαν ςτισ πυκνοδαςωμϋνεσ χαραδρώςεισ και πνύγονταν ςτα φουντωτϊ τςαλιϊ και ςτα πυκνϊ βϊτα, να ςυντομϋψει το πλϑςιμο και να απαλλϊξει τη νοικοκυρϊ απ’ το αςταμϊτητο τρύψιμο και ξανατρύψιμο των υφαντών και των χοντροπλεγμϋνων ροϑχων. Με το ςπϊςιμο του μεςημεριοϑ, γϋμιζαν τα γϑρω χαμϐκλαδα και τα καταπρϊςινα μικροξανούγματα με φρεςκοπλυμϋνα κι απλωμϋνα διϊπλατα ςτον όλιο υφαντϊ κιλύμια, φλοκιαςτϋσ βελϋντςεσ και λουρωτϋσ ό ψηφιδωτϋσ κουβϋρτεσ, μαϑρεσ υφαντϋσ βρϊκεσ ό κϊταςπρα απϐ κϊποτο φαρδιϊ και μακριϊ ςώβρακα, με τα κορδϐνια τουσ ςτισ ϊκρεσ των μπατζακιών για να δϋνουν ςτον αςτρϊγαλο. Ανϊμεϊ τουσ, ξεχώριζαν ϊςπρεσ φανϋλλεσ ό πολϑχρωμεσ πλεχτϋσ μπλοϑζεσ, μπλε ςκουφοϑνια, ςκοϑρεσ πουκαμύςεσ και καλοδουλεμϋνοι ςτον αργαλειϐ τζιουμπϋδεσ κι αντιριϊ. Σα ϋντονα χρώματα των τϐςων ροϑχων, που ϋλαμπαν φρεςκοπλυμϋνα και υγρϊ ςτην αντηλιϊ, μαζύ με τον απαλϐ γκριζομπλϋ καπνϐ, που, απ’ τη μιςοςβηςμϋνη τώρα πια φωτιϊ του καζανιοϑ, ςιγανϋβαινε νωχελικϐσ κι αϋρινοσ προσ τον καταγϊλανο ουρανϐ, ςϑνθεταν μια ϐμορφη και φανταςμαγορικό εικϐνα. Σο ςπϊνιο αυτϐ ςϑμπλεγμα τϐνιζε η φρεςκολουςμϋνη νοικοκυρϊ, που, αναςκουμπωμϋνη και νεταριςμϋνη τώρα απ’ το μεγαλϑτερο μϋροσ τησ 15

. Παρθενύου Βαρδϊκα: «Περιγραφό τησ Περιφϋρειασ … » ςελ. 59.

73


κοπιαςτικόσ δουλειϊσ τησ, απολϊμβανε με ικανοπούηςη κοντϊ ςτον ϊντρα τησ το λιτϐ γεϑμα, που ό ύδια με φροντύδα εύχε ετοιμϊςει απϐ βραδϑσ και με προςοχό το εύχε τυλύξει νωρύσ το πρωύ ςτην ϊςπρη υφαντό πετςϋτα με τα χρωματιςτϊ κεφαλϊρια, ξεχωριςτϐ κομμϊτι τησ προύκασ τησ, που τώρα λαμπϑριζε κι αυτό απλωμϋνη ςτην καταπρϊςινη χλϐη. Πιο κϊτω, τα βϐδια, καθιςμϋνα ξϋγνοιαςτα ςτην ϊκρη τησ ρεματιϊσ, αργομαςοϑςαν βαριεςτημϋνα και κούταζαν αδιϊφορα το παιχνιδιϊρικο νερϐ, καθώσ αργοκυλοϑςε αμϋριμνο κι αθϐρυβο κι εκεύνο δύπλα τουσ. Κι ϐλο αυτϐ το ςϑμπλεγμα ϋδινε ϋνα ςπϊνιο τϐνο ςτο περύτεχνα κι ανϋμελα ζωςμϋνο απ’ τη φϑςη καταπρϊςινο τοπύο, που χϊθηκε ςόμερα για πϊντα απϐ μασ. ΢την εκκληςύα εύχαν ϐλοι τουσ μεγϊλη αδυναμύα –γι’ αυτϐ και, ϐπωσ εύδαμε, διατηροϑςαν πολλϋσ ςτο χωριϐ- κι ο παπϊσ θεωροϑνταν απ’ ϐλουσ ςεβϊςμιο και ιερϐ πρϐςωπο. Ο λϐγοσ του όταν νϐμοσ. Εκκληςιϊζονταν ςυχνϊ και ϋκαναν τϊματα και μικροδωρεϋσ ςτισ εκκληςύεσ και ςτουσ Αγύουσ. Κϊθε τϐςο και ιδύωσ τισ μϋρεσ νηςτειών και τισ παραμονϋσ μεγϊλων γιορτών θυμύαζαν ςτα ςπύτια, για να διώξουν απ’ αυτϊ τουσ διαβϐλουσ και τα κατϊ πνεϑματα και ϊνοιγαν με δϋοσ τισ πϐρτεσ κϊθε πρωτομηνιϊ, για να μπει και να τα ‘’διαβϊςει’’ ο παπϊσ και να τα ραντύςει με αγιαςμϐ απ’ το μπακρϊτςι που κουβαλοϑςε μαζύ του. Ωλλοτε πϊλι, τα ρϊντιζαν οι ύδιοι κϊπου-κϊπου με αγιαςμϐ των Θεοφανεύων, που κρατοϑςαν με ευλϊβεια ς’ ϋνα μπουκαλϊκι, μϋςα ςτο εικονοςτϊςι του ςπιτιοϑ. Σο εικονοςτϊςι εύχε πϊντοτε την καλϑτερη θϋςη, ςτην πιο καλό γωνιϊ τησ καλϑτερησ κϊμαρησ. Απ’ τον αγιαςμϐ των Θεοφανεύων ϋριχναν ςτα χωρϊφια, για να ευλογηθοϑν τα ςπαρτϊ και να αυξηθοϑν οι ςοδειϋσ τουσ ό ςταϑρωναν ανθρώπουσ και ζώα ϐταν αρρώςταιναν βαριϊ, για να γιατρευτοϑν. Ϊκαναν το ςταυρϐ τουσ ςε ϋνδειξη ϋκπληξησ ό φϐβου. Πύςτευαν ςτο μϊτιαςμα, ςτην κακιϊ ώρα, ςτα μϊγια, ςτισ κατϊρεσ, ςτισ νερϊιδεσ και ςτα ξωτικϊ. Ϋταν θεοφοβοϑμενοι, γι’ αυτϐ και οι κϊθε εύδουσ αργυρολϐγοικαλϐγεροι, που ςυςτηματικϊ περιϋφεραν ‘’κϊρεσ αγύων’’, ‘’τύμια ξϑλα’’, ‘’θαυματουργϋσ εικϐνεσ’’ κι ϐ,τι ϊλλο ςοφύζονταν να προςφϋρουν για ‘’προςκϑνημα’’ ό για ποϑλημα ςτουσ πιςτοϑσ, ϋβριςκαν καταφϑγιο και καλό ςοδειϊ ςτο Κύτροσ. Οι προ 50/ετύασ και παλιϐτεροι κϊτοικοι όταν ποτιςμϋνοι με περύςςιο φϐβο Θεοϑ, με πολλό απλοώκϐτητα και με παραπανύςια ευπιςτύα. Και οι καλοςϑνεσ τουσ αυτϋσ γϋμιζαν με γρηγορϊδα τα διςϊκια των πραματευτϊδων ραςοφϐρων, που με καραβϊνι μουλαριών πηγαινοϋρχονταν ςτουσ δρϐμουσ του χωριοϑ, αναςτατώνοντϊσ το με τα ηχηρϊ και καλογυαλιςμϋνα διπλϊ και τριπλϊ μπροϑντζινα καμπανωτϊ κουδοϑνια των βαρυφορτωμϋνων υποζυγύων τουσ. Σα χρϐνια εκεύνα, οι γϊμοι γύνονταν με προξενιϐ κι ο αρραβωνιαςτικϐσ δεν μποροϑςε κατϊ κανϐνα να δει την αρραβωνιαςτικιϊ του απϐ κοντϊ πριν απ’ τα ςτϋφανα. Όπωσ διηγοϑνται οι ςημερινού γϋροι για τουσ πατερϊδεσ και τουσ παπποϑδεσ τουσ, ϋβλεπαν τϐτε τισ αρραβωνιαςτικϋσ του μϐνο απ’ τισ αυλϋσ. Και χαρϊ ςε κεύνουσ τουσ αρραβωνιαςμϋνουσ που τα ςπύτια τουσ όταν κϊπωσ κοντϊ

74


και μποροϑςαν να διακρύνουν ο ϋνασ τον ϊλλο απϐ κϊποια απϐςταςη. Οϑτε και την ώρα του γϊμου επιτρϋπονταν παλιϐτερα να δει ο γαμπρϐσ τη νϑφη. Ϊτςι, πολλϋσ φορϋσ, ϊλλη προξϋνευαν του γαμπροϑ ςτην αρχό και με μια ϊλλη απ’ τισ αδερφϋσ τησ τον ςτεφϊνωναν ςτο τϋλοσ, χωρύσ να μπορεύ πια ο δϑςτυχοσ να αντιδρϊςει γι’ αυτϐ, γιατύ η ςτϋψη θεωροϑνταν τετελεςμϋνο γεγονϐσ. Η απϐκτηςη γιου γϋμιζε με περηφϊνια τουσ γονεύσ και ςκορποϑςε χαρϊ ςτο ςπύτι, ενώ η απϐκτηςη κϐρησ τουσ μεύωνε και τουσ δυςαρεςτοϑςε. Γι’ αυτϐ και η γϋννηςη αγοριοϑ γιορτϊζονταν απ’ ϐλο το ςϐι με χαρϋσ και ξεφαντώματα, ενώ ο ερχομϐσ κοριτςιοϑ ςκορποϑςε ς’ ϐλουσ κατόφεια και ανϊγκαζε ιδιαύτερα τισ γριϋσ να καταβϊλουν προςπϊθειεσ, ώςτε να κϊνουν τον ερχομϐ του ϐςο γύνονταν πιο ανεκτϐ. Υυςικϊ, ο βραχνϊσ τησ προύκασ ανϊγκαζε τουσ γονεύσ να μεροληπτοϑν τϐςο ϋντονα απϋναντι ςτα παιδιϊ τουσ. Σην παραμονό των Φριςτουγϋννων, τα παιδιϊ γϑριζαν ςτα ςπύτια τη νϑχτα και τραγουδοϑςαν τα κϊλαντα. Θεωροϑνταν δε ευτυχύα, ιδιαύτερα απ’ τουσ μικροϑσ, το να χιονύζει εκεύνη τη βραδιϊ. Οι νοικοκυρϋσ ϋδιναν ςτισ παρϋεσ των παιδιών ξερϊ ςϑκα, ςταφύδεσ, χαροϑπια και κϊπου-κϊπου και καμιϊ δεκϊρα. Η δεκϊρα προξενοϑςε ξεχωριςτό ικανοπούηςη και χαρϊ ςτουσ μικροϑσ, που ςπϊνια την ϋβλεπαν ςτα χϋρια τουσ. Επύςησ, το βρϊδυ τησ παραμονόσ τησ πρωτοχρονιϊσ, τα παιδιϊ γϑριζαν ςτα ςπύτια και τραγουδοϑςαν τον Ωγιο Βαςύλη. Ση μϋρα τησ Πρωτοχρονιϊσ και των Θεοφανεύων, κοντϊ ςτο ςχϐλαςμα τησ εκκληςύασ, μεγϊλα παιδιϊ –και ϊντρεσ ακϐμα- ντϑνονταν ‘’καπεταναραύοι’’ με φορεςιϋσ κλεφταρματωλών, με ξϑλινεσ μαχαύρεσ ςτα χϋρια και βαριϊ κουδοϑνια ςτη μϋςη και τραγουδοϑςαν και χϐρευαν ςτουσ δρϐμουσ και ςτισ αυλϋσ. Απ’ τα κουδοϑνια που φοροϑςαν ϐλοι τουσ, τουσ ϋλεγαν Κουδουνϊρουσ ό κατϊ το κιτριώτικο ‘’Γκδουνϊρουσ’’. Οι ‘’γκδουναρού’’, ϐπωσ όταν μεταμφιεςμϋνοι με μακριϊ ψεϑτικα μουςτϊκια και γϋνια, με φαρδιϊ ζωνϊρια και χοντρϋσ κϊπεσ, με χοντροκομμϋνεσ μϊςκεσ και χτυπητϊ βαψύματα, γύνονταν πολλϋσ φορϋσ φϐβητρο των μικρών και των κοριτςιών. Οι ενϋργειϋσ τουσ, τα πηδόματα και οι φιγοϑρεσ τουσ ςτουσ δρϐμουσ και τα καμώματϊ τουσ ςτισ αυλϋσ των ςπιτιών, εξαρτιϐνταν απ’ τη διϊθεςη και το χαρακτόρα του καθϋνα απ’ αυτοϑσ. Παρ’ ϐτι φαινομενικϊ φοβϋριζαν ό κυνηγοϑςαν κϊποιο μικρϐτερο ό κϊποια κοπϋλα ςτα ςοκϊκια ό ανϊγκαζαν και κανϋνα μεγϊλο καμιϊ φορϊ να περϊςει ςκυφτϐσ κϊτω απ’ τη μαχαύρα τουσ ςε ϋνδειξη προςκϑνηςησ και υποταγόσ ςτην εξουςύα τουσ, ςτην ουςύα δεν γύνονταν ϋκτροπα ό φαςαρύεσ. Όλα, παρϊ την αγριϊδα τουσ, εύχαν κϊποια χϊρη και ϋδιναν ϋνα ϋντονο χρώμα ςτη ζωό εκεύνων των γιορταςτικών ημερών, που θεωροϑνταν και οι ‘’μεγϊλεσ μϋρεσ’’. Ση μϋρα του Λαζϊρου, οι κοπϋλεσ γϑριζαν ςτα ςπύτια δυο-δυο, μ’ ϋνα καλϊθι ςτολιςμϋνο με λουλοϑδια και τραγουδοϑςαν το ‘’Λϊζαρο’’. Τποτύθεται πωσ όταν οι αδερφϋσ του φύλου του Φριςτοϑ, Μϊρθα και Μαρύα. Οι νοικοκυρϋσ τισ ϋδιναν ςυνόθωσ αυγϊ, τα οπούα ςτο τϋλοσ τα μοιρϊζονταν μεταξϑ τουσ και τα ϋβαφαν κϐκκινα το Πϊςχα.

75


Ση μϋρα του Πϊςχα, το πρωύ, μετϊ την Ανϊςταςη, τα παιδιϊ πόγαιναν ςτουσ παπποϑδεσ τουσ και ςτο νουνϐ ό ςτη νουνϊ τουσ κϐκκινα αυγϊ με εφτϊζυμεσ καλοζυμωμϋνεσ κουλοϑρεσ, τυλιγμϋνεσ ςε ϊςπρεσ καλϋσ πετςϋτεσ. Ϋταν ϋνα ϋθιμο εκδόλωςησ ςεβαςμοϑ απ’ τουσ μικροϑσ προσ τουσ μεγϊλουσ, που διατηρεύται ακϐμα και ςόμερα αλλϊ ςε μικρϐτερη κλύμακα. Επύςησ, εκδόλωςη ιδιαύτερου ςεβαςμοϑ των νεϐτερων προσ τουσ γεροντϐτερουσ εξωτερύκευαν και τα ϋθιμα τησ Αποκριϊσ. Σο βρϊδυ εκεύνο, οι μικρϐτεροι κϊθε οικογϋνειασ, πριν καθύςουν ςτο αποκριϊτικο τραπϋζι, ϋκαναν τρεισ μετϊνοιεσ ςτουσ μεγαλϑτεροϑσ τουσ, ζητοϑςαν ςυγχώρεςη και τουσ φιλοϑςαν το χϋρι λϋγοντα ‘’ςχωρεμϋνα. ‘’΢χουρημϋνα’’ απαντοϑςε κι ο παπποϑσ ό η γιαγιϊ, που δϋχονταν το χεροφύλημα και πρϐςθεταν και καμιϊ επιπλϋον ευχό, ανϊλογα με την ηλικύα του ‘’ςυγχωροϑμενου’’. Σο ϋθιμο αυτϐ εκεύνη τη μϋρα επεκτεύνονταν κι ανϊμεςα ςτουσ ϊλλουσ ςυγγενεύσ, ςτουσ φύλουσ και ςτουσ γεύτονεσ. Ϊτςι, με εξαγνιςμϋνεσ ψυχϋσ, ϋμπαιναν ςτην περύοδο των νηςτειών και μ’ ελαφρϐτερη τη ςυνεύδηςη περύπεμαν τισ μεγϊλεσ μϋρεσ του Πϊςχα. ΢υγχώρεςη ζητοϑςαν μεταξϑ τουσ κι ϐταν επρϐκειτο να κοινωνόςουν ςτην εκκληςύα. Πολλϋσ φορϋσ, ςε περιπτώςεισ διαφορών και καυγϊδων, κϊποιοσ θυμοϑνταν τισ γονυκλιςύεσ και τα ςυγχώρια τησ αποκριϊσ και το υπενθϑμιζε ςτον ερύζοντα αντύπαλϐ του. Αυτϐ ϊμβλυνε ςυνόθωσ το μϋνοσ του και εξανϋμιζε το θυμϐ του. Ϊτςι, τα επύςημα ‘’ςυγχώρια’’ αςκοϑςαν ευεργετικϋσ επιδρϊςεισ, ακϐμα και πϊνω ςτισ ςχϋςεισ των γειτϐνων και των ςυγχωριανών. Πριν κλεύςουμε, ϐμωσ, το μϋροσ αυτϐ του παρϐντοσ κεφαλαύου, θα πρϋπει να ποϑμε ϐτι ςτα χρϐνια τησ κατοχόσ (1941-1944) και ςτην περύοδο του εμφυλύου πολϋμου (1945-1950), πολλϋσ ξϋνεσ οικογϋνειεσ όρθαν και εγκαταςτϊθηκαν ςτο χωριϐ. Οι πρώτεσ απ’ αυτϋσ όρθαν απϐ διϊφορα μϋρη τησ Ελλϊδασ με δικό τουσ πρωτοβουλύα και θϋληςη και πϋραςαν τα δϑςκολα εκεύνα χρϐνια τησ πεύνασ ςτο Κύτροσ. Οι ϊλλεσ, ϐμωσ, που όρθαν την εποχό του εμφυλύου, μεταφϋρθηκαν κι εγκαταςτϊθηκαν εδώ απ’ τισ τϐτε κρατικϋσ αρχϋσ. Για την εγκατϊςταςό τουσ επιτϊχτηκαν διϊφορα ςπύτια Κιτριωτών. Οι προςωρινού εκεύνοι πρϐςφυγεσ τησ δεϑτερησ περιϐδου προϋρχονταν ωσ επύ το πλεύςτον απ’ τα γϑρω ορεινϐτερα χωριϊ και ιδύωσ απ’ την Παλιϐςτανη, τη Μηλιϊ και τα Καταλώνια, τα οπούα εύχε εκκενώςει τϐτε ο ςτρατϐσ για λϐγουσ εξαςθϋνιςησ κι αποδυνϊμωςησ του αντιπϊλου ‘’Δημοκρατικοϑ ΢τρατοϑ’’, που βρύςκονταν και δροϑςε ςτα βουνϊ. Οριςμϋνοι απ’ τουσ προςωρινοϑσ εκεύνουσ κατούκουσ και τησ πρώτησ και τησ δεϑτερησ περιϐδου δεν επϋςτρεψαν ςτον τϐπο τουσ αλλϊ εγκαταςτϊθηκαν οριςτικϊ ςτο Κύτροσ και εντϊχτηκαν ςτουσ μϐνιμουσ κατούκουσ του χωριοϑ. Σϋτοιεσ οικογϋνειεσ εύναι: Α’ Σου καιροϑ τησ κατοχόσ (1941-1944 1) Σου Κώςτα και Νύκου Λιϊκου

76


2) Σου Γαλαξύδη 3) Σου Βελιςςϊριου Ντϊμτςιου απ’ τη Βαλανύδα τησ Ελαςςϐνασ. 4) Σησ χόρασ Θωμϊ Παπαδϐπουλου απ’ τη Λεπτοκαρυϊ. 5) Σου ΢πϑρου Κϐκκινου 6) Σου Κουρκουβϋλη 7) Σου Γιώργου Κατςαμϊκα απ’ τη Ραψϊνη. Β’ Σησ περιϐδου του εμφυλύου (1945-1950) 1) Σου Παναγιώτη Σοχοβύτη απ’ τη Μηλιϊ 2) Σου Γιϊννη Ροϑντου απ’ τη Μηλιϊ 3) Σου Γιϊννη Μπαμπϋτα απ’ την Παλιϐςτανη.

77


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΕΚΣΟ Α’ Θέςη - Έκταςη

Σο ςημερινϐ Κύτροσ βρύςκεται ςτη δυτικό ακτό του Θερμαώκοϑ κϐλπου και ανόκει γεωγραφικϊ και διοικητικϊ ςτο Νομϐ Πιερύασ, που ϋχει πρωτεϑουςα την Κατερύνη1. ΢τον Παγκϐςμιο Φϊρτη βρύςκεται ςτο ςτύγμα 40.22 Βϐρεια και 22.34 Ανατολικϊ2. Με το ϐνομα Κύτροσ – Πϑδνα αναφϋρεται και ςτο μεγϊλο χϊρτη του Ρόγα Υεραύου, που εκδϐθηκε ςτη Βιϋννη το 1797. Σο Κύτροσ εύναι χτιςμϋνο ςτισ κορφϋσ και ςτισ πλαγιϋσ των τελευταύων προσ τη θϊλαςςα υψωμϊτων των Πιερύων κι απϋχει απ’ τισ ακτϋσ ςε ευθεύα γραμμό γϑρω ςτα 4 χιλιϐμετρα. Η μορφολογύα των λϐφων του Κύτρουσ εύναι ομαλό και όπια και με τη γραφικϐτητα των κλιτυών και την ποικιλύα των πτυχώςεών τουσ δύνουν ςτο θεατό ϋνα ευχϊριςτο, ξεκοϑραςτο και ενδιαφϋρον μαζύ ςϑνολο. Η ηπιϐτητα και η ομορφιϊ των λϐφων του Κύτρουσ ξεχωρύζουν ς’ ολϐκληρη την περιοχό και διατηροϑν ϋντονο το ενδιαφϋρον του περαςτικοϑ, προςελκϑοντασ το βλϋμμα και την προςοχό του ϐλεσ τισ εποχϋσ. Και τοϑτο, γιατύ, εκτϐσ απ’ τη χαρακτηριςτικό φυςικό τουσ ομορφιϊ, οι ποικύλεσ καλλιϋργειεσ που καλϑπτουν κατϊ καιροϑσ τισ πλαγιϋσ και τισ ρϊχεσ τουσ με την πολϑμορφη και θαρρεύσ μελετημϋνη και επιτηδευμϋνη διϊταξό τουσ και το διαφορετικϐ κατϊ εποχό χρώμα τουσ, παρουςιϊζουν πϊντοτε απαλϊ και πολϑχρωμα ςϑνολα, που τϋρπουν, εντυπωςιϊζουν και ςυγκινοϑν. Για την ομορφιϊ των λϐφων αυτών, ο επύςκοποσ Κύτρουσ Παρθϋνιοσ θα γρϊφει το 1918: ‘’Η ϋκταςισ του τςιφλικύου τοϑτου (ενν. Κύτρουσ) αποτελεύται εξ αλλεπαλλόλων λϐφων και λοφύςκων καταπραςύνων εκ χϐρτου και ϊνευ δϋνδρων, ωσ επύ το πλεύςτον, απαραμύλλου δε φυςικόσ γραφικϐτητασ και καλλονόσ και ευφοροτϊτων εισ δημητριακϊ ... Σο χωρύο κεύται επύ λεκϊνησ εν τω μϋςω τινών εκ των λϐφων τοϑτων ευριςκομϋνησ, ϋχον το μϋτωπον εςτραμμϋνον προσ ανατολϊσ και προσ την θϊλαςςαν, επύ θϋςεωσ θαυμαςύασ, εξ ησ ο θεατόσ . Ο Νομϐσ Πιερύασ ιδρϑθηκε το 1949 με τον Αναγκαςτικϐ Νϐμο 960/29.4.1949 Υ.Ε.Κ. Α/105/1949. 2 . The Time «Atlas of the World» p. 83 spot. E 4. 1

78


Θεϊται εν τω εκτεταμϋνω πϋριξ και εξ ϐλων των ςημεύων αναπεπταμϋνω ελευθϋρω ορύζοντι θϋαμα τερπνϐν και θϋλγον πανταχϐθεν την ϐραςιν, δια των οφθαλμών αυτοϑ εκτυλυςςομϋνων εκτϊςεων φυςικών καλλονών και θελγότρων...’’3. Πραγματικϊ, οι λϐφοι του Κύτρουσ, με την ημερϊδα και τη γραφικϐτητϊ τουσ, ξεκουρϊζουν το μϊτι του ταξιδιώτη, που, κουραςμϋνο απ’ τη μονοτονύα του ανοιχτοϑ κϊμπου τησ Κατερύνησ, αναζητϊ και ξεχωρύζει την ομορφιϊ τουσ απϐ μακριϊ. Οι λϐφοι αυτού, που αποτελοϑν μια ξεχωριςτό και ϋντονη καλλιτεχνικό πινελιϊ μϋςα ςτη γραφικϐτητα τησ παραθαλϊςςιασ πλευρϊσ τησ λεκϊνησ του Ολϑμπου και των Πιερύων, αποκτοϑν ιδιαύτερη ωραιϐτητα, αν ειδωθοϑν απϐ μακριϊ και ςε ςυνδυαςμϐ με το απαλϐ χρώμα τησ θϊλαςςασ, που απλώνεται μπροςτϊ τουσ και τον αυςτηρϐ βαθυπρϊςινο φϐντο των ορεινών ϐγκων, που υψώνονται πύςω τουσ. Σο Κύτροσ απϋχει απ’ την Κατερύνη 15 χιλιϐμετρα κι απ’ τη Θεςςαλονύκη 50 και ςυνδϋεται με τισ πϐλεισ αυτϋσ με αςφαλτϐδρομο και ςιδηρϐδρομο. Ο ςιδηρϐδρομοσ πϋραςε απϐ δω το 1916 και πολλού Κιτριώτεσ δοϑλεψαν για την καταςκευό του. Πϊρα πολλού δε κατϋβηκαν τη χρονιϊ εκεύνη ςτο ςταθμϐ, να δουν τον τϐτε βαςιλιϊ Γεώργιο τον Α’ και το διϊδοχο Κωνςταντύνο, που με ειδικϐ τρϋνο όρθαν απ’ την Αθόνα ςτο Αιγύνιο, ϐπου ϋκαναν την ϋνωςη των δυο τμημϊτων των ςιδηρογραμμών, που ξεκινοϑςαν το ϋνα απ’ την Αθόνα και το ϊλλο απ’ τη Θεςςαλονύκη και ϋνωναν ϋτςι τισ δυο πϐλεισ ςιδηροδρομικώσ. Ο ςταθμϐσ του τρϋνου βρύςκεται 4 περύπου χιλιϐμετρα νοτιοανατολικϊ του χωριοϑ, προσ το μϋροσ τησ θϊλαςςασ. Απ’ αυτϐν διακλαδύζεται παρακαμπτόρια γραμμό, η οπούα ειςϋρχεται ςτο χώρο τησ Αλυκόσ και εξυπηρετεύ τη διακύνηςη του αλατιοϑ4. ΢όμερα, το χωριϐ ςυνδϋεται με αςφαλτϐδρομουσ ό χαλικϐδρομουσ μ’ ϐλα τα γϑρω χωριϊ, απ’ τα οπούα τα πληςιϋςτερα και αρχύζοντασ απϐ Βορρϊ προσ Δυςμϊσ εύναι: Ο Μακρϑγιαλοσ, που απϋχει 6 χιλιϐμετρα, η ΢φενδϊμη (6,5), τα Αλώνια (4,5), ο Κοϑκοσ (10), η ΢εβαςτό (5) και ο Κορινϐσ (9). Ο οικιςμϐσ του χωριοϑ ορύζεται απϐ Βορρϊ και Νϐτο απϐ δυο ρεματιϋσ, χωρύσ, ϐμωσ, τα ςπύτια του να φτϊνουν χαμηλϊ ωσ αυτϋσ: του παπϊ-Βρϑςη και του Αγύου Δημητρύου, που το καλοκαύρι ςχεδϐν ςτερεϑουν και οι δυο ολϐτελα. Δυτικϊ του Κύτρουσ υψώνονται τα Πιϋρια κι ανατολικϊ απλώνεται η θϊλαςςα του Θερμαώκοϑ. Σο κλύμα του τϐπου εύναι μϊλλον ξηρϐ και υγιεινϐ, με μϋςη μϋγιςτη θερμοκραςύα 20ο C και ελϊχιςτη 9,5ο C5. . Παρθενύου Βαρδϊκα: «Περιγραφό Επιςκοπόσ Κύτρουσ» ςελ. 58. . Η γραμμό αυτό ξηλώθηκε κατϊ ϋνα μεγϊλο μϋροσ πριν απϐ ϋνα περύπου χρϐνο και ςόμερα η μεταφορϊ του αλατιοϑ γύνεται με φορτηγϊ αυτοκύνητα. 5 . Απϐ ςτοιχεύα του Καπνικοϑ ΢ταθμοϑ Κατερύνησ προκϑπτει πωσ εύχαμε τισ παρακϊτω τιμϋσ για τα ακϐλουθα ϋτη, τα οπούα πόραμε ενδεικτικϊ. ΕΣΗ 3 4

79


Η ςημερινό ϋκταςη του οικιςμοϑ καλϑπτει ςυνολικϊ 1188 ςτρϋμματα. Σο αγρϐκτημα του Κύτρουσ ςόμερα περιλαμβϊνει γϑρω ςτισ 40 χιλιϊδεσ ςτρϋμματα και 26 περύπου χιλιϊδεσ απ’ αυτϊ καλλιεργοϑνται. Παλιϐτερα, η ϋκταςό του όταν πολϑ μεγαλϑτερη αλλϊ, με την προςϋλευςη των Ποντύων, των Μικραςιατών και ϊλλων προςφϑγων, ϋνα μϋροσ του αποςπϊςτηκε και αποτϋλεςε τμόματα των νεοώδρυθϋντων γϑρω χωριών, ϐπωσ του Μακρϑγιαλου, των Αλωνύων, τησ ΢εβαςτόσ κ.λ.π.. Σο μϋγιςτο τμόμα αυτών των εκτϊςεων όταν πυκνϊ δϊςη μϋχρι και το 1920-25 και όταν μϋροσ του αρχαύου και ονομαςτοϑ δϊςουσ τησ Πϑδνασ, απ’ το οπούο εφοδιϊζονταν ναυπηγόςιμη και οικοδομόςιμη ξυλεύα η Αθόνα και ϊλλεσ πϐλεισ τησ νϐτιασ και νηςιώτικησ Ελλϊδασ. ΢όμερα, τα πϊντα γϑρω ϋχουν αποψιλωθεύ, εκχερςωθεύ και καλλιεργοϑνται. Δϊςη υπϊρχουν ςε πιο απομακρυςμϋνα χωριϊ, που βρύςκονται ψηλϐτερα ςτισ πλαγιϋσ των Πιερύων. Η αποψύλωςη αυτό τησ γησ και η καταςτροφό των δαςών ςτην περιοχό του Κύτρουσ εύχε ςαν αποτϋλεςμα και το ςτϋρεμα ϐλων ςχεδϐν των γϑρω πηγών και των ρεμϊτων, τα οπούα ςτα παλιϐτερα χρϐνια εύχαν αρκετϐ νερϐ ακϐμα και τουσ πιο ζεςτοϑσ μόνεσ του καλοκαιριοϑ. Ολϐκληροσ ο οικιςμϐσ του Κύτρουσ ςόμερα αποτελεύται απϐ 617 ςπύτια και ο πληθυςμϐσ του, ςϑμφωνα με την τελευταύα απογραφό του 1981, ανϋρχεται ςε 1882 ϊτομα. ΢χετικϊ ςτατιςτικϊ ςτοιχεύα ϋχουμε απϐ το 1920 και δώθε. Με βϊςη τισ παλιϐτερεσ απογραφϋσ, ο πληθυςμϐσ του Κύτρουσ διακυμϊνθηκε ωσ εξόσ: ΕΣΟ΢ 1920

Θερμοκραςύεσ

ΠΕΡΙΟΦΗ Κύτροσ Αλυκό Κύτρουσ

ΠΛΗΘΤ΢ΜΟ΢ 569 8

__________________________________________________________

1970 1971 1979 1980 1983 1986 _______________________________________________________________________________________ Μϋςη Μεγύςτη 20,1 19,4 19,8 19,5 20,6 19,4 Μϋςη Ελαχύςτη 7,8 9,0 9,9 9,6 9,1 9,11 Απϐλυτη Μεγύςτη 35,5 38,0 35,0 35,4 39,0 34,9 Απϐλυτη Ελαχύςτη -7,5 -3.0 -13,5 -6,5 -7,0 -11,0 ________________________________________________________________________________________

80


Κορινϐσ6 Σοϑζλα7

456 4

1928

Αλυκό Κύτρουσ (Σοϑζλα) Κύτροσ Κορινϐσ Μπϊνη8

32 1629 1031 332

1940

Κύτροσ Αλυκό

2140 54

1951

Κύτροσ Αλυκό

2163 30

1961

Κύτροσ

2220

1971

Κύτροσ και Αλυκό

1984

1981

Κύτροσ και Αλυκό

1882.

Σα απογραφικϊ αυτϊ ςτοιχεύα δεύχνουν μια ςυνεχϐμενη μεύωςη του πληθυςμοϑ απϐ το 1961 και εντεϑθεν. Σα αύτια τησ μεύωςησ θα πρϋπει να αναζητηθοϑν ςτη φυγό των νϋων προσ τισ μεγαλουπϐλεισ και το εξωτερικϐ. Η μετανϊςτευςη και κυρύωσ η φυγό προσ τη Γερμανύα και την Αυςτραλύα απϋςπαςε ϋναν αρκετϊ υπολογύςιμο αριθμϐ κατούκων και μϊλιςτα νϋων τισ τελευταύεσ τρεισ δεκαετύεσ. Παρακϊτω, θα αναφερθοϑμε με περιςςϐτερα ςτοιχεύα ςτη μετανϊςτευςη των Κιτριωτών προσ την Αμερικό, Αυςτραλύα, Γερμανύα, Ν. Αφρικό και προσ ϊλλεσ χώρεσ του κϐςμου.

. Μϋχρι το 1928 ο Κορινϐσ (ωσ τϐτε Κορυνϐσ) υπϊγονταν ςτην Κοινϐτητα Πϑδνασ. Αποτϋλεςε δε ξεχωριςτό Κοινϐτητα με το Διϊταγμα τησ 30 Ιουνύου 1928, που δημοςιεϑτηκε ςτο ΥΕΚ Α/166/1928. 7 . Ο οικιςμϐσ τησ Σοϑζλασ αποτελοϑνταν απ’ τουσ υπαλλόλουσ και τεχνύτεσ τησ Αλυκόσ, που μϐνιμα διϋμεναν ςτισ εκεύ εγκαταςτϊςεισ τησ. Μετονομϊςτηκε δε η Σοϑζλα ςε Αλυκό με το διϊταγμα τησ 20.8.1927, που δημοςιεϑτηκε ςτο ΥΕΚ Α/179/1927. Γιατύ, ϐμωσ η απογραφό αυτό αναφϋρει ξεχωριςτϐ οικιςμϐ Αλυκόσ και ξεχωριςτϐ Σοϑζλασ δεν γνωρύζουμε. 8 . Η Μπϊνη εύναι απ’ την ύδρυςό τησ το 1926 ενςωματωμϋνη με το υπϐλοιπο χωριϐ, ϐπωσ και το Καβακλύ και εύναι απορύασ ϊξιο γιατύ η απογραφό του 1928 την εμφανύζει ςαν ξεχωριςτϐ οικοςμϐ. 6

81


Β’ Διοίκηςη Οι τρεισ ςυνοικιςμού, του Καβακλύ, των Γηγενών και τησ Μπϊνησ, που εύναι ςυνεχϐμενοι ςτη γεωγραφικό τουσ διϊταξη και ενωμϋνοι μεταξϑ τουσ, αποτελοϑν το Κύτροσ. Δηλαδό την Κοινϐτητα Πϑδνασ. Η Κοινϐτητα φϋρει το ϐνομα τησ αρχαύασ και ϋνδοξησ πϐλησ, μια και το Κύτροσ, ϐπωσ ιςτορικϊ αποδεύχτηκε εύναι η αδιϊκοπη ςυνϋχεια τησ Πϑδνασ. Η Κοινϐτητα Πϑδνασ ιδρϑθηκε το 1918 με το Βαςιλικϐ Διϊταγμα τησ 28ησ Ιουνύου 1918, το οπούο δημοςιεϑτηκε ςτην Εφημερύδα τησ Κυβερνόςεωσ ΥΕΚ Α/152/1918. Απϐ την ύδρυςό τησ εύχε και ϋχει μϋχρι ςόμερα ϋδρα το Κύτροσ και αρχικϊ αποτελοϑνταν απ’ τουσ ςυνοικιςμοϑσ: Κύτροσ, Κορινϐ και Σοϑζλα (Αλυκό). Δϋκα χρϐνια αργϐτερα, το 1928, ο Κορινϐσ αποτϋλεςε ξεχωριςτό Κοινϐτητα και με τον καιρϐ εξελύχτηκε ςε πολυπληθϋςτερο απ’ το Κύτροσ χωριϐ. Η Κοινϐτητα διοικεύται απϐ 7/μελϋσ Κοινοτικϐ ΢υμβοϑλιο (Κ.΢.), με επικεφαλόσ τον πρϐεδρο. Παλιϐτερα, οι πρϐεδροι και τα ςυμβοϑλια, ϊλλοτε εκλϋγονταν απ’ τουσ κατούκουσ με ψηφοφορύα κι ϊλλοτε διορύζονταν απ’ τισ εκϊςτοτε κυβερνόςεισ, ανϊλογα με τισ επικρατοϑςεσ κατϊ καιροϑσ πολιτικϋσ καταςτϊςεισ. Σην εποχό τησ απελευθϋρωςησ του Κύτρουσ, μουχτϊρησ (πρϐεδροσ) του χωριοϑ όταν ο Κουλιϐσ Δαςκαλϐπουλοσ, ο οπούοσ ϋγινε και ο πρώτοσ πρϐεδρϐσ του (κατϊ το ελληνικϐ ςϑςτημα) κι ϋμεινε ςτη θϋςη αυτό απϐ το 1914 ωσ το 1918. Μετϊ, ακολοϑθηςαν οι παρακϊτω, απ’ τουσ οπούουσ ϊλλοι μεν διορύςτηκαν κι ϊλλοι εκλϋχτηκαν. Για ϐςουσ εύναι γνωςτϐ ϐτι διορύςτηκαν ςημειώνεται το γρϊμμα (Δ) και για ϐςουσ εκλϋχτηκαν το γρϊμμα (Ε). 2) Κων/νοσ Πανταζόσ (1918-1922). Ο Κ. Πανταζόσ εύχε διατελϋςει παλιϐτερα και πρϐεδροσ τησ επιτροπόσ του Μακεδονικοϑ Αγώνα ςτο χωριϐ, με ταμύα τησ οργϊνωςησ το Δημότριο Ιωϊννου. 3) Ευϊγγελοσ Κ. Πανταζόσ (1923-1927). Ο Ε. Πανταζόσ ϋχτιςε το πρώτο κοινοτικϐ κατϊςτημα ςτο ‘’Φοροςτϊςι’’, ςτην πλατεύα του χωριοϑ κοντϊ ςτην Ξερϐβρυςη κι ανόγειρε ςτην πλατεύα τησ Κοινϐτητασ το Ηρώο των πεςϐντων Κιτριωτών ςτουσ πολϋμουσ 1912-1922. 4) Κων/νοσ Φρυςοχϐου (1932). Σον καιρϐ τησ προεδρύασ του ϋγινε η διανομό των γεωργικών κλόρων ςτουσ πρϐςφυγεσ και ςτουσ ακτόμονεσ του Κύτρουσ. 5) ΢ωκρϊτησ Δεδύδησ (Δ) 6) Νικϐλαοσ Δωροκύδησ 7) Δημότριοσ Καμποϑρησ

82


8) Δημότριοσ Υαναρτζόσ 9) Αςτϋριοσ Κϐγκολασ 10) Ευϊγγελοσ Σριανταφϑλλου 11) Βαςύλειοσ Πανταζόσ (Δ). Ϋταν πρϐεδροσ τησ Μεταξικόσ δικτατορύασ και του Αλβανικοϑ πολϋμου του 1940. 12) Αντώνιοσ Φρανιώτησ (Δ). (!941-1944) Διατϋλεςε πρϐεδροσ τον καιρϐ τησ κατοχόσ. ΢υνϋβαλε πϊρα πολϑ ςτο να αποφευχθοϑν καταςτροφϋσ και εκτελϋςεισ ςτο χωριϐ απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ, παρ’ ϐτι πολλϋσ φορϋσ όταν και ο ύδιοσ καταζητοϑμενοσ απ’ αυτοϑσ. Λύγο πριν την απελευθϋρωςη και την κϊθοδο του ΕΛΑ΢, ϋφυγε ςτο αντϊρτικο. 13) Δημότριοσ Νικολϊκησ (Ε). (1944-1945). Πρϐεδροσ τησ Σοπικόσ Αυτοδιούκηςησ ςτη διϊρκεια τησ επικρϊτηςησ του ΕΑΜ. Η θητεύα του όταν πολϑ ςϑντομη. Μϐνο για λύγουσ μόνεσ. ΢τισ μϋρεσ του θεμελιώθηκε το Α’ Δημοτικϐ ΢χολεύο του Κύτρουσ, πϊνω ςτο ϑψωμα, ςτου Σαξιϊρχη το αμπϋλι. 14) Νικϐλαοσ Δωροκύδησ (Δ). Σοποθετόθηκε πρϐεδροσ τησ μεταΕΑΜικόσ κατϊςταςησ που επικρϊτηςε αμϋςωσ μετϊ τη ςυμφωνύα τησ Βϊρκιζασ. ΢τισ μϋρεσ του κλϊπηκαν και εξαφανύςτηκαν τα υλικϊ που εύχε ςυγκεντρώςει το ΕΑΜ για το χτύςιμο του ςχολεύου. 15) Νικϐλαοσ Πανταζόσ (Δ). ΢αν αντιπρϐεδροσ του προηγοϑμενου Κ.΢. διαδϋχτηκε τον αποθανϐντα Ν. Δωροκύδη. 16) Βαςύλειοσ Βαςιλειϊδη 17) ΢τϋργιοσ Μυρώνησ 18) Βαςύλειοσ Σριανταφϑλλου (Δ). 1950) 19) Πϋτροσ Αλμπανύδησ (Δ). (1950-1951). Όλοι οι πρϐεδροι, απϐ το 1936 ωσ το Μϊρτιο του 1951 όταν διοριςμϋνοι, εκτϐσ απ’ το Δημότριο Νικολϊκη, που εκλϋχτηκε ‘’δια βοόσ’’ ςε λαώκό ςυνϋλευςη του χωριοϑ. Ο τελευταύοσ διοριςμϋνοσ πρϐεδροσ αυτόσ τησ περιϐδου όταν ο Πϋτροσ Αλμπανύδησ9. 20) Γρηγϐρησ Γκογκολϊκησ (Ε). (1951-1952). Εκλϋχτηκε πρϐεδροσ με τισ εκλογϋσ του 1951. Σϐτε, ςτην περύοδο κϊθε τετραετύασ εθότευαν δϑο πρϐεδροι, οι οπούοι εκλϋγονταν απ’ το Κοινοτικϐ ΢υμβοϑλιο (Κ΢) ανϊ διετύα10. 21) Δημότριοσ Μυρωνϊκησ (Ε). (1953-1954). ΢τη δεϑτερη διετύα τησ τετραετύασ 1951-1954, το Κ.΢. εξϋλεξε πρϐεδρο τον ωσ τϐτε ςϑμβουλο 9.

Οι πληροφορύεσ δϐθηκαν απ’ τον τϋωσ γραμματϋα τησ Κοινϐτητασ Πϑδνησ Ηλύα Μπιλιϐπουλο. 10 . ϐπ. π.

83


Δημ. Μυρωνϊκη. ΢τισ μϋρεσ, του ϊρχιςε το χτύςιμο του ςχολεύου τησ Μπϊνησ, καθώσ και τησ εκκληςύασ του Προφότη Ηλύα του ύδιου ςυνοικιςμοϑ. ΢τισ δαπϊνεσ ανϋγερςησ ςυμμετεύχε και η Κοινϐτητα κατϊ 60 με 70%. ΢τισ εκλογϋσ του 1954, επανεκλϋγεται πρϐεδροσ ο Δημ. Μυρωνϊκησ. Σϐτε ϋγινε η υδατοδεξαμενό κι ϊρχιςε η καταςκευό του δικτϑου ϑδρευςησ του χωριοϑ (1956). Οι δαπϊνεσ αντιμετωπύςτηκαν με δϊνειο που ςϑναψε η Κοινϐτητα απ’ το Σαμεύο Παρακαταθηκών και Δανεύων. Σο δϊνειο αυτϐ εξοφλόθηκε μϋςα ςε μια εξαετύα. Η αρχικό ςωλόνωςη ϋγινε με ςιδεροςωλόνεσ διαμϋτρου 100 ό 80 χιλιοςτών. Αργϐτερα, για την επϋκταςη του δικτϑου χρηςιμοποιόθηκαν αμιαντοςωλόνεσ τησ ύδιασ περύπου διαμϋτρου11. 22) ΢τϋργιοσ Κϐγκολασ (Ε). (1956-1958). ΢τισ μϋρεσ του ςυνεχύςτηκε η καταςκευό του δικτϑου ϑδρευςησ. Επύςησ, χτύςτηκε νϋο Κοινοτικϐ Κατϊςτημα, λύγο πιο πϊνω απ’ το παλιϐ. μπροςτϊ ςτο ςπύτι του Θϐδωρου Αλεξύου, τα αφοδευτόρια του Α’ Δημοτικοϑ ςχολεύου και ϋγινε και η περύφραξη του νεκροταφεύου του Αγύου Αθαναςύου. Σϐτε χτύςτηκε το κτύριο του Αςτυνομικοϑ ΢ταθμοϑ, ςτη θϋςη που βρύςκεται ςόμερα, δύπλα ςτην Κοινϐτητα. (Αςτυνϐμοσ όταν ο ενωμοτϊρχησ Βαςύλ. Πανϐπουλοσ). Σο οικϐπεδο για τον αςτυνομικϐ ςταθμϐ παραχωρόθηκε ςτο Δημϐςιο δωρεϊν απ’ τουσ εξαγοραςτϋσ, ςτουσ οπούουσ ανόκε και ολϐκληρη η γϑρω απ’ το κοινοτικϐ κτύριο περιοχό. Σο γνωςτϐ παλιϐτερα ‘’Φοροςτϊςι’’. Επιτροπό εξαγοραςτών, η οπούα ςυγκροτόθηκε με απϐφαςη του προϋδρου Πρωτοδικών Κατερύνησ, υπϋγραψε το επύςημο παραχωρητόριο του οικοπϋδου12. 23) Υιλώτασ Νύκου (Ε). (1958-1961) Εκλϋχτηκε πρϐεδροσ με τισ εκλογϋσ του 1959. ΢τισ μϋρεσ του ϊρχιςε η μελϋτη του ρυμοτομικοϑ ςχεδύου του χωριοϑ και η μερικό εφαρμογό του. Δϐθηκαν ονϐματα ςτουσ δρϐμουσ και αριθμού ςτα οικόματα και αγορϊςτηκε το πρώτο φορτηγϐ αυτοκύνητο απ’ την Κοινϐτητα για τισ ανϊγκεσ τησ. Σϐτε δεντροφυτεϑτηκε με πεϑκα ο χώροσ τησ εκκληςύασ τησ Αγύασ Ανϊληψησ και η παραλιακό ϋκταςη μπροςτϊ ςτα καφενεύα τησ Αλυκόσ, δύπλα ςτο λιμϊνι. Σα δενδρϑλλια αγορϊςτηκαν με υπϐδειξη του τϐτε δαςϊρχη του Δαςαρχεύου ΢κοτεινών 11 12

. ϐπ. π. . ϐπ. π.

84


Δημ. Δαλακιουρύδη απ’ το φυτώριο του Κουτςοϑκη απ’ τισ ΢ϋρρεσ13. 24) Δημότρ. Μανωλακϊκησ (Ε). (1961-1964). ΢την περύοδο αυτό (1963), με πρωτοβουλύα του Φρ. Σερτύλα, δεντροφυτεϑτηκε με πεϑκα η πλατεύα του Καβακλύ. Σα δεντρϑλλια τα ϋδωςε το Δαςαρχεύο και η Κοινϐτητα διϋθεςε τα χρόματα για την περύφραξη. 25) Βαςύλ. Αλεξιϊδησ (Ε). (1964-1967). Σο 1964 αρχύζει η ϊμεςη εκλογό των προϋδρων απ’ τουσ κατούκουσ και ϐχι απ’ το Κοινοτικϐ ΢υμβοϑλιο, ϐπωσ γύνονταν ωσ τώρα. Η δε θητεύα τουσ παϑει να εύναι διετόσ και γύνεται τετραετόσ. 26) Υιλώτασ Νύκου (Δ). (1967-1974). Δεκαπϋντε ό εύκοςι μϋρεσ μετϊ το ςτρατιωτικϐ πραξικϐπημα τησ 21ησ Απριλύου 1967, παϑεται ο Αλεξιϊδησ και ϊλλοι δυο ςϑμβουλοι. Ο Σςιϐτρασ και ο Κϑροσ Παπαδϐπουλοσ. Σϐτε ϋγινε προεδρεϑων για τρεισ-τϋςςερισ μόνεσ ο Παραςκευϊσ Πιτςιϊνησ, ώςπου το ΢επτϋμβριο του 1967 διορύζεται νϋο πενταμελϋσ Κοιν. ΢υμοϑλιο (ϐχι επταμελϋσ που όταν ωσ τώρα), με πρϐεδρο το Υιλώτα Νύκου. Αντιπρϐεδροσ εύναι ο Οδυςςϋασ Πανταζόσ και μϋλη ο Ν. Καραμϋλιοσ, Θεοχ. Δωροκύδησ και Φρ. Καπουνιϊρησ. Αργϐτερα, παραιτεύται ο Οδυςςϋασ Πανταζόσ και ςτη θϋςη του διορύζεται ο Νικ. Παπανικολϊου14. Σο ςυμβοϑλιο αυτϐ παρϋμεινε μϋχρι την πτώςη τησ Φοϑντασ το 1974. 27) Βαςύλ. Αλεξιϊδησ (Ε). (1974-1977). 28) ΢πϑροσ Πυργύδησ (Ε). (1977-1981, (1981-1986) και (1986- μϋχρι ςόμερα). Οι τελευταύεσ δημοτικϋσ εκλογϋσ, που ϋγιναν τον Οκτώβριο του 1986, για την ανϊδειξη των αρχϐντων τησ τοπικόσ αυτοδιούκηςησ, ανϋδειξαν πλειοψηφοϑντεσ τουσ υποψηφύουσ του ςυνδυαςμοϑ ‘’ΠΡΟΟΔΟ΢’’15, που υποςτηρύζονταν απ’ το κυβερνϐν πολιτικϐ κϐμμα του ΠΑ΢ΟΚ. Σου ςυνδυαςμοϑ αυτοϑ ηγοϑνταν ο τϐτε πρϐεδροσ του χωριοϑ ΢πϑροσ Πυργύδησ. Ϊτςι, η διούκηςη τησ Κοινϐτητασ αποτελϋςτηκε απ’ τουσ: Πυργύδη ΢πϑρο του Φρ. πρϐεδρο Κακϊνα Νικ. αντιπρϐεδρο . ϐπ. π. . ϐπ. π. 15 . Η ‘’Πρϐοδοσ’’ πόρε 913 ψόφουσ. Χόφιςαν 1799 ψηφοφϐροι. Έγκυρα 1764. Άκυρα – λευκϊ 35. Αντύπαλοι ςυνδυαςμού όταν 1) ‘’Δημοκρατικό Ενϐτητα’’ με αρχηγϐ τον Καμπϐςο Καλοϑδη, που υποςτηρύζονταν απ’ το πολιτικϐ κϐμμα τησ Ν. Δημοκρατύασ και πόρε 623 ψόφουσ και 2) Η ‘’Ένωςη’’ του Β. Αλεξιϊδη, η οπούα πόρε 228 ψόφουσ. 13 14

85


Κωςταντό Αντών. μϋλοσ Μιντζαρύδη Κων. ‘’ Αβραϊμ Ευρυςθϋνη ‘’ του ‘’ΠΑ΢ΟΚ’’ Καμπϐςο Καλοϑδη ‘’ Ποϑλιο Θωμϊ ‘’ τησ ‘’Νϋασ Δημοκρατύασ’’ ΢τη μακρϊ θητεύα του ςημερινοϑ προϋδρου ΢π. Πυργύδη, ϋγινε η υδρευτικό γαιϐτρυςη κοντϊ ςτο υδραγωγεύο, η οπούα πρϐςθεςε ϊλλα 20 κ.μ. πϐςιμου νεροϑ την ώρα ςτο δύκτυο του Κύτρουσ, αγορϊςτηκε το δεϑτερο φορτηγϐ αυτοκύνητο τησ Κοινϐτητασ, χτύςτηκε το νϋο Κοινοτικϐ κτύριο, το οπούο ςόμερα βρύςκεται κοντϊ ςτην ολοκλόρωςό του και ϋγιναν πολλϊ μικρϐτερα ϋργα, ϐπωσ χαλικοςτρώςεισ δρϐμων, προςτατευτικϊ κανϊλια, τςιμεντογϋφυρεσ και τςιμενταϑλακεσ, νϋεσ γαιοτρϑςεισ ϊρδευςησ, ςυντηρόςεισ του υπϊρχοντοσ αςφαλτοςτρωμϋνου οδικοϑ δικτϑου ςτο χωριϐ κ.λ.π. κ.λ.π.. Γραμματϋασ τησ Κοινϐτητασ ςόμερα εύναι ο Κιτριώτησ Αχιλϋασ Μιςοκαρϊκησ και βοηθϐσ του ο επύςησ Κιτριώτησ Γεώργιοσ Θεολϐγησ του Κων/νου. Πριν απ’ τον Α. Μιςοκαρϊκη γραμματεύσ ςτην Κοινϐτητα υπηρϋτηςαν οι: Παραςκευοϑδησ Ν. 1982-1983 (και ςαν βοηθϐσ απ’ το 1958). Μπιλιϐπουλοσ Ηλ. 1951-1982. Μαρϋσ Θεϐδ. Πϊκησ Ιωϊννησ. Πλιϊκοσ Ιωϊννησ. Σα ϋςοδα και τα ϋξοδα τησ Κοινϐτητασ Πϑδνασ για το 1986 ϋχουν ςε αδρϋσ γραμμϋσ ωσ εξόσ16: Ϊςοδα ΢υνολικϊ 36.000.000 δρχ. Μερικϊ απ’ τα κυριϐτερα ϋςοδα: Απϐ επιδοτόςεισ του Νομαρχ. Σαμεύου 13.000.000 Ϊςοδα Κοινοτικϊ Πϊρκιγκ χώρου ακτόσ 580.000 Υϐροι Καθαριϐτητοσ 1.200.000 ‘’ Ύδρευςησ 1.350.000 ‘’ Ηλεκτριςμοϑ 1.200.000 16

Ϊξοδα 22.500.000 δρχ.

. Σα ςτοιχεύα πϊρθηκαν απ’ την Κοινϐτητα Πϑδνασ.

86


‘’ Αγροτικών προώϐντων ‘’ Ζϑθου Μεταβύαςησ ακινότων Σϋλη αυτοκινότων Ωδειεσ οικοδομών Ωλλα διϊφορα ΢ϑνολο

1.000.000 70.000 40.000 650.000 30.000 16.880.000 ________________________ 36.000.000

Σα ςπουδαιϐτερα ϋργα που εκτελοϑνται ςόμερα ςτην Κοινϐτητα Πϑδνασ με επιχορηγόςεισ διαφϐρων Σαμεύων εύναι: ΕΡΓΑ Κοινοτικϐ Κτύριο Λιμϊνι Αλυκϋσ

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙ΢ΜΟ΢ 25.000.000 500.000.000 118.000.000

Σο Νομαρχιακϐ Σαμεύο Πιερύασ ϊρχιςε να επιχορηγεύ την Κοινϐτητα Πϑδνασ απϐ το 1979 και με ποςϊ ϐπωσ δεύχνει ο παρακϊτω πύνακασ: ΕΣΟ΢ 1979 1980 1981 1982 1983 1984 1985 1986 1987

ΠΟ΢Ο ΢Ε ΔΡΑΦΜΕ΢ 160.000 1.630.000 3.190.000 3.628.000 11.300.000 9.500.000 14.500.000 10.000.000

Η Κοινϐτητα ςτεγϊςτηκε απ’ το 1925 ό 1927 ςε δικϊ τησ ιδιϐκτητα κοινοτικϊ οικόματα. Σο πρώτο απ’ αυτϊ όταν μονώροφο και μικρϐ, χτιςμϋνο ςτην κϊτω γωνύα τησ ϊλλοτε πλατεύασ του χωριοϑ, του τϐτε γνωςτοϑ ‘’χοροςταςύου’’, απϋναντι απ’ την Ξερϐβρυςη και αποτελοϑνταν απϐ δυο δωμϊτια κι ϋνα μικρϐ χολ. Αυτϐ χτύςτηκε τον καιρϐ που όταν πρϐεδροσ τησ Κοινϐτητασ ο Ευϊγγελοσ Πανταζόσ (1923-1927). Κατεδαφύςτηκε, ϐμωσ, επύ προεδρύασ ΢τϋργιου Κϐγκολα (1958-59), για να χτιςτεύ ϊλλο μεγαλϑτερο και ανετϐτερο. Σο νϋο ούκημα χτύςτηκε πενόντα περύπου μϋτρα νοτιοανατολικϊ απ’ το προηγοϑμενο, μπροςτϊ ςχεδϐν ςτο ςπύτι του Θ. Αλεξύου. Κι αυτϐ το κτύριο, αν και ςυγχρονϐτερο για τα χρϐνια του, όταν μονώροφο ϐπωσ και το προηγοϑμενο, αλλϊ όταν διπλϊςιο ςε επιφϊνεια. Σο ςχϋδιϐ του

87


όταν φτωχϐ και η διαρρϑθμιςό του απλοϑςτατη. Εύχε, ϐμωσ, ευρϑχωρο χολ και τϋςςερα δωμϊτια. Πριν απϐ δυο περύπου χρϐνια, κατεδαφύςτηκε κι αυτϐ, γιατύ θεωρόθηκε ανεπαρκϋσ και ακατϊλληλο και ςόμερα χτύζεται λύγο ανατολικϐτερα, κοντϊ ςτο Ηρώο των πεςϐντων, ϊλλο διώροφο και επιβλητικϐ κτύριο ςε παραδοςιακϐ ςτυλ, με πολλϋσ και ευρϑχωρεσ αύθουςεσ, κατϊλληλεσ για πολλϋσ και ποικύλεσ χρόςεισ, ϐπωσ γραφεύα, αύθουςεσ διαλϋξεων και θεϊτρου, βιβλιοθόκη, αναγνωςτόριο, Ιατρεύο κ.λ.π.. Η δαπϊνη του ϋργου προϒπολογύςτηκε ςε 25 εκατομμϑρια δραχμϋσ. Η αποπερϊτωςό του δεν προβλϋπεται να γύνει μϋςα ςτο 1987. Απϐ την κατεδϊφιςη του προηγοϑμενου κοινοτικοϑ κτιρύου και μϋχρι ςόμερα, τα γραφεύα τησ Κοινϐτητασ ςτεγϊζονται προςωρινϊ ςτο ιςϐγειο του ςπιτιοϑ των θυγατϋρων του Βας. Καλϑβα, που βρύςκεται κοντϊ ςτην εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου. Η Κοινϐτητα ϋχει δυο ιδιϐκτητα φορτηγϊ αυτοκύνητα, τα οπούα απαςχολεύ ςτη ςυλλογό ςκουπιδιών, ςτη μεταφορϊ των υλικών, που απαιτοϑνται για τη χαλικϐςτρωςη και τη ςυντόρηςη των δρϐμων του χωριοϑ και τησ ευρϑτερησ περιοχόσ του και ςε κϊθε ϊλλη κοινοτικό ανϊγκη. Με το νϋο ςχϋδιο των Τπουργεύων Εςωτερικών και Φωροταξύασ, περύ αναδιοργϊνωςησ τησ Σοπικόσ Αυτοδιούκηςησ και ςυνϋνωςησ μικρών Κοινοτότων ςε ευρϑτερουσ Κοινοτικοϑσ Οργανιςμοϑσ, το Κύτροσ χαρακτηρύςτηκε ςαν κϋντρο ενοπούηςησ και ςυγχώνευςησ των γϑρω Κοινοτότων ςε μια ενιαύα Κοινϐτητα. Σην Κοινϐτητα Πϑδνασ. Εδώ θα εγκαταςταθοϑν και οι προβλεπϐμενεσ απ’ τουσ νϋουσ ςχεδιαςμοϑσ διϊφορεσ υπηρεςύεσ. ΢όμερα, ςτο Κύτροσ εδρεϑουν και λειτουργοϑν οι εξόσ υπηρεςύεσ: Αςτυνομικϐσ ςταθμϐσ, ο οπούοσ ςτεγϊζεται ςε δικϐ του ιδιϐκτητο κτύριο, το οπούο χτύςτηκε το 1958-59. Ο.Σ.Ε (Οργανιςμϐσ Σηλεπικοινωνιών Ελλϊδασ) Ε.Λ.Σ.Α. (Ελληνικϊ Σαχυδρομεύα) Αγροτικϐ ιατρεύο με δϑο γιατροϑσ Δϑο Δημοτικϊ ςχολεύα Σελωνοςταθμαρχεύο και δυο αγροφϑλακεσ Ο αςτυνομικϐσ ςταθμϐσ του Κύτρουσ ιδρϑθηκε Σην εποχό που πρϐεδροσ τησ Κοινϐτητασ όταν ο Τπηρϋτηςαν ς’ αυτϐν κατϊ καιροϑσ οι εξόσ αςτυνομικού ςταθμϊρχεσ: Κυριακϐπουλοσ (Ϋταν την περύοδο του 1940) Γρ. Ξϋνοσ 1945 Παλαμιώτησ 1946 Σςακαλύκασ Γεωργακϐπουλοσ

88


Μπουρδόσ Καρανύκασ Πανϐπουλοσ Βαςύλ. 1949-1959 Ανδρονικύδησ Ιωϊνν. 1959-1962 Σριφουντοϑδησ Πϋτρ. 1962-1963 Μαςτορϊκησ Δημ. 1963-1965 Καβατζύδησ Γεώργ. 1965-1967 Γεωργιϊδησ Μιχαόλ 1967-1971 Δημητροϑλιασ Νικ. 1971-1972 Πϑλησ Γεώργιοσ 1972-1978 Κουλϋρησ Εμμ. 1978 μϋχρι ςόμερα.

Γ’ Παραγωγή – Οικονομία Σο Κύτροσ εύναι γεωργικϐ χωριϐ και πϊντοτε διακρύνονταν ςαν τϋτοιο. Απ’ τον καιρϐ ακϐμα τησ τουρκοκρατύασ και ωσ πριν απ’ τον Βο παγκϐςμιο πϐλεμο, η κυριϐτερη, αν ϐχι η μοναδικό, παραγωγό του όταν τα δημητριακϊ, το καλαμπϐκι και ςε μικρϋσ ποςϐτητεσ τα ψυχανθό. ΢όμερα, ςτισ 26 περύπου χιλιϊδεσ ςτρϋμματα τησ καλλιεργόςιμησ γησ του, καλλιεργοϑνται, εκτϐσ απ’ τα παραπϊνω εύδη και καπνϊ, λαχανικϊ, τεϑτλα, αμπϋλια, βαμβϊκια, ελιϋσ, μποςτϊνια, διϊφορα φροϑτα, ϐπωσ ροδϊκινα, μόλα, αχλϊδια, ακτινύδια, καθώσ και αμϑγδαλα, φουντοϑκια και ϊλλα, μϋχρι και αρϊπικα φυςτύκια. Ο παρακϊτω πύνακασ μασ δύνει μια εικϐνα των καλλιεργηθϋντων κατϊ τα δϑο τελευταύα ϋτη εκτϊςεων, καθώσ και το εύδοσ των καλλιεργειών. Καλλιεργοϑμενεσ εκτϊςεισ17.

Εύδοσ

Καλλιϋργειασ

1985

Αροτρ.Καλ/γειεσ 16.919 Αγρανϊπαυςη 115 Λαχανϐκηποι Δενδροκαλ/γειεσ 460 Αμπϋλια 570

17

1986

Μη Ποτιςτικϊ Ποτιςτικϊ ΢ϑνολο Μη Ποτιςτικϊ Ποτιςτικϊ ΢ϑνολο ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. 4.753 695 961 1.500

21.672 115 695 1.421 2.070

16.316 90 278 620

5.500 668 1,151 1.350

21.816 90 668 1.429 1.970

. Σα ςτοιχεύα πϊρθηκαν απ’ τη Διεϑθυνςη Γεωργύασ Νομοϑ Πιερύασ.

89


___________________________________________________________________________________________ ΢ϑνολο

18.064

7.909

25.973

17.304

8.669

25.973

Η Πιερύα, απ’ τα πολϑ παλιϊ ακϐμα χρϐνια, φημύζονταν για τα ςιτηρϊ τησ και το Κύτροσ όταν ονομαςτϐ για την αφθονύα και την ποιϐτητα του ςιταριοϑ που παρόγαγε. Θεωροϑνταν δε το κϋντρο ςιτοπαραγωγόσ ςτην περιοχό. Σον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ, η Μακεδονύα όταν ο ςιτοβολώνασ τησ Κωνςταντινοϑπολησ και η Πϐλη προμηθεϑονταν απϐ δω, μϋςω του λιμανιοϑ τησ Θεςςαλονύκησ, το ςιτϊρι που τησ χρειϊζονταν. Γι’ αυτϐ και, για να μη μειωθεύ η τϐςο απαραύτητη για την πρωτεϑουςα ςιτοπαραγωγό, ο ςουλτϊνοσ Μουςταφϊ Βοσ (1695-1703) με φιρμϊνι του, ϐπωσ εύδαμε, απαγϐρεψε την καλλιϋργεια του καπνοϑ ςτα μϋρη αυτϊ. Με το πϋραςμα των χρϐνων και τη ςυνεχό εκχϋρςωςη των βοςκοτϐπων και των δαςών, ϐχι μϐνο οι καλλιεργόςιμεσ εκτϊςεισ αυξόθηκαν αλλϊ και οι ποικιλύεσ των καλλιεργειών πλόθυναν. Επύςησ, με την προαγωγό τησ επιςτόμησ, οι ποιϐτητεσ βελτιώθηκαν και με τη διϊδοςη τησ χρόςησ των χημικών λιπαςμϊτων και την επϋκταςη τησ ϊρδευςησ και οι ποςϐτητεσ τησ παραγωγόσ αυξόθηκαν εντυπωςιακϊ. Η κτηνοτροφύα ϋχει μειωθεύ αιςθητϊ τα τελευταύα χρϐνια, λϐγω τησ ςημαντικόσ εκχϋρςωςησ του μεγαλϑτερου μϋρουσ των βοςκοτϐπων και την παρϊδοςό τουσ ςτην καλλιϋργεια. Θα δοϑμε πιο καθαρϊ την τερϊςτια μεύωςη τησ κτηνοτροφύασ, αν αναλογιςτοϑμε ϐτι την εποχό του Μπύτζιου και ωσ το τϋλοσ τησ δεκαετύασ του 1920, ςτουσ βοςκϐτοπουσ του Κύτρουσ ϋβοςκαν 20 ό 30 χιλιϊδεσ αιγοπρϐβατα και ϊλλα ζώα. ΢όμερα, εκτρϋφονται γϑρω ςτισ 3 χιλιϊδεσ πρϐβατα και περύπου 250 γύδια ςτο χωριϐ και απϐ αυτϊ τα περιςςϐτερα εύναι οικϐςιτα. Η αγελαδοτροφύα εύναι ςχεδϐν ανϑπαρκτη. Εκτρϋφονται μϐνο 20 αγελϊδεσ ςε ϐλο το Κύτροσ. Ακϐμα, ανϑπαρκτη εύναι και η γαλακτοκομύα και αυτό η ελϊχιςτη που υπϊρχει βρύςκεται ςε υποτυπώδη κατϊςταςη και περιορύζεται ςε μεμονωμϋνα οικογενειακϊ ϐρια. Σο ϋδαφοσ του αγροκτόματοσ του Κύτρουσ εύναι εϑφορο και ςτο υπϋδαφϐσ του υπϊρχει ϊφθονο νερϐ, το οπούο, με την πληθώρα των γαιοτρϑςεων που ϋγιναν τα τελευταύα χρϐνια, αναςϑρεται ςτην επιφϊνεια και αρδεϑει μεγϊλεσ εκτϊςεισ. Η εκμετϊλλευςη αυτό των υπϐγειων υδϊτων ευνϐηςε ιδιαύτερα τη γεωργύα, πϑκνωςε την ποικιλύα των καλλιεργειών και αϑξηςε αιςθητϊ το ειςϐδημα των κατούκων. ΢όμερα, υπϊρχουν ςε διϊφορα ςημεύα τησ καλλιεργόςιμησ περιοχόσ 10 κοινοτικϋσ και 250 περύπου ιδιωτικϋσ γεωτρόςεισ. Σο νερϐ ϋρχεται ςτην επιφϊνεια με βενζινοκινοϑμενεσ και ηλεκτροκινοϑμενεσ αντλύεσ, των οπούων ο ςυνολικϐσ αριθμϐσ ανϋρχεται ςε 380. Σον καιρϐ των ποτιςμϊτων, πυκνϊ δύκτυα επιφανειακών ςωληνώςεων αυλακώνουν μεγϊλεσ εκτϊςεισ χωραφιών και πυκνού και ποικύλοι πύδακεσ νεροϑ ό ςϑγχρονα ςυςτόματα τεχνητόσ βροχόσ ποτύζουν κϊθε εύδουσ καλλιϋργειεσ.

90


Τπϊρχουν ςόμερα 200 ςυγκροτόματα τεχνητόσ βροχόσ, 60 ςυγκροτόματα ϊρδευςησ με ςταγϐνεσ και 2 αυτοκινοϑμενοι μεγϊλοι εκτοξευτόρεσ. Ϊτςι, η ποτιςτικό καλλιϋργεια, που εμφανύςτηκε δειλϊ ςτισ αρχϋσ τησ δεκαετύασ του 1950, εξελύχτηκε με ταχϑτητα ςτα τελευταύα χρϐνια και ςόμερα πϊνω απϐ το ϋνα τρύτο των κτημϊτων του Κύτρουσ αρδεϑεται. Εκεύνο που λεύπει απϐ τισ γεωργικϋσ δραςτηριϐτητεσ του Κύτρουσ εύναι τα θερμοκόπια. Τπϊρχουν ςόμερα μϐνο δϑο ςτρϋμματα, ενώ το κλύμα και οι ςυνθόκεσ ςυνηγοροϑν υπϋρ τησ δημιουργύασ τουσ και εγγυοϑνται την ευδοκύμηςό τουσ. Επύςησ, λεύπει τελεύωσ και η ανθοκαλλιϋργεια. Η εποχό τησ ςκληρόσ χειρωνακτικόσ γεωργικόσ εργαςύασ, η εποχό του ςυρϐμενου με τα ζώα αλετριοϑ και του θεριςμοϑ με το δρεπϊνι πϋραςε ανεπιςτρεπτύ για το Κύτροσ. Σο τρακτϋρ και τα γεωργικϊ μηχανόματα επικρϊτηςαν απϐλυτα. Μϐνο ϋνασ Κιτριώτησ επιμϋνει πειςματικϊ ακϐμα ςτισ παραδϐςεισ και προςπαθεύ να παραμεύνει πιςτϐσ ςτο παρελθϐν και να οργώνει και ςόμερα με ϊλογα. Εύναι ο μοναδικϐσ παραδοςιακϐσ γεωργϐσ και αξύζει να αναφϋρουμε το ϐνομϊ του. Λϋγεται Μανταζόσ Θεϐδωροσ και εύναι απϐ το ςυνοικιςμϐ τησ Μπϊνησ. Όλεσ οι γεωργικϋσ εργαςύεσ γύνονται ςόμερα πολϑ πιο γρόγορα και πιο ξεκοϑραςτα με μηχανικϊ μϋςα. Τπϊρχουν ςτο χωριϐ τα εξόσ μηχανόματα, που κϊνουν τη ζωό του γεωργοϑ πιο εϑκολη και πιο ϊνετη απ’ ϐτι παλιϐτερα

Πίνακασ γεωργικών μηχανημάτων 1) Σρακτϋρ διαξονικϊ 2) ‘’ μοναξονικϊ 3) ΢παρτικϋσ μηχανϋσ ςύτου 4) ‘’ ‘’ βϊμβακοσ 5) Θεριζοαλωνιςτικϋσ 6) Απλού χορτοςυλλϋκτεσ 7) Εκκοκιςτόρεσ αραβοςύτου 8) Αντλύεσ ϊρδευςησ πετρελαιοκύνητοι 9) ‘’ ‘’ βενζινοκύνητοι 10) ‘’ ‘’ ηλεκτροκύνητοι 11) ΢υγκροτόματα τεχνητόσ βροχόσ 12) ‘’ ϊρδευςησ με ςταγϐνεσ 13) Αυτϐματοι μεγϊλοι εκτοξευτόρεσ 14) Χεκαςτόρεσ μηχανοκύνητοι 15) ‘’ υψηλόσ πύεςησ 16) Θειωτόρεσ 17) ΢ιτοδιαλογεύσ 18) Μηχανϋσ αρμαθιϊςματοσ καπνοϑ

340 100 30 5 5 2 4 300 10 70 200 60 2 200 10 200 3 200

91


Εύναι αλόθεια πωσ τα μηχανόματα αυτϊ εύναι πϊρα πολλϊ για ϋνα χωριϐ με 1880 κατούκουσ και υπερκαλϑπτουν τισ καλλιεργητικϋσ ανϊγκεσ 26 χιλιϊδων ςτρεμμϊτων. Δεν υπϊρχει, ϐμωσ, οργανωμϋνη ομαδικό καλλιϋργεια, για να περιορύςει τον αριθμϐ των αγοραζϐμενων και χρηςιμοποιοϑμενων μηχανημϊτων, ςϑμφωνα με τισ πραγματικϋσ ανϊγκεσ των κτημϊτων, να ελαττώςει ϋτςι τα καλλιεργητικϊ ϋξοδα και τισ ϊλλεσ ςυναφεύσ δαπϊνεσ και να αυξόςει τελικϊ τα καθαρϊ ϋςοδα των γεωργών, περιορύζοντασ ταυτϐχρονα και την αςυλλϐγιςτη καταςπατϊληςη ξϋνου ςυναλλϊγματοσ, που απαιτεύται για την προμόθεια των τϐςων, αν μη περιττών, οπωςδόποτε ϐχι απαραύτητων μηχανημϊτων. Οι γεωργού εύναι απϐ χρϐνια οργανωμϋνοι ςε ςυνεταιριςμοϑσ, με πολϑ περιοριςμϋνη, ϐμωσ, δραςτηριϐτητα. Τπόρχαν ωσ τώρα τρεισ γεωργικού ςυνεταιριςμού ςτο Κύτροσ και αςχολοϑνταν κυρύωσ μϐνο με δανειςμοϑσ και ςυναφεύσ ςυναλλαγϋσ τρϋχουςασ φϑςησ με την Αγροτικό Σρϊπεζα και με αγορϋσ λιπαςμϊτων και φαρμϊκων με πύςτωςη και ϊλλεσ παρϐμοιεσ δοςοληψύεσ, χωρύσ καμιϊ απολϑτωσ εμπορικό δραςτηριϐτητα, οϑτε με ομαδικϋσ καλλιϋργειεσ, ομαδικό διϊθεςη ό εκμετϊλλευςη γεωργικών προώϐντων κ.λ.π.. Πρϐςφατα ςυγκροτόθηκε νϋοσ Γεωργικϐσ ΢υνεταιριςμϐσ, ο οπούοσ ιδρϑθηκε με τη ςυγχώνευςη και τη διϊλυςη των τριών που υπόρχαν ωσ τώρα. άςωσ αυτϐσ να επιδοθεύ μελλοντικϊ και ςε τϋτοιου εύδουσ δραςτηριϐτητεσ. Τπϊρχει και Αμπελουργικϐσ ΢υνεταιριςμϐσ ςτο χωριϐ, με περιοριςμϋνεσ, ϐμωσ κι αυτϐσ δραςτηριϐτητεσ, αν και το Κύτροσ εξϊγει πολλϊ ςταφϑλια κατευθεύαν ςτη Γερμανύα. Και μια και μιλϊμε για ςυνεταιριςμοϑσ, ασ αναφϋρουμε εδώ, ϐτι το 1976 ιδρϑθηκε ςτο Κύτροσ και οικοδομικϐσ ςυνεταιριςμϐσ με μϋλη μϐνο κατούκουσ του Κύτρουσ ό καταγϐμενουσ απ’ αυτϐ και με αντικεύμενο την αγορϊ οικοπϋδων ςτην παραλιακό θϋςη ‘’Νηςύ’’ και την ανοικοδϐμηςη παραλιακοϑ εκεύ ςυνοικιςμοϑ. Παρ’ ϐτι, ϐμωσ η αγορϊ τησ γησ ϋγινε προ ετών και το τύμημα που ςυμφωνόθηκε με την πωλότρια Κοινϐτητα Πϑδνασ καταβλόθηκε προ πολλοϑ, το τυπικϐ μϋροσ τησ ϐλησ υπϐθεςησ, περύ κυριϐτητασ, μεταβύβαςησ κ.λ.π., ϋμπλεξε ςτα γρανϊζια τησ ελληνικόσ γραφειοκρατύασ και δεν φαύνεται ακϐμα πϐτε θα ξεμπλϋξει. Ϊχοντασ υπϐψη μασ ϐλα τα παραπϊνω παραγωγικϊ ςτοιχεύα των προηγοϑμενων πινϊκων, καταλόγουμε ςτον παρακϊτω πύνακα, ο οπούοσ και δύνει το κατϊ κεφαλό γεωργικϐ ειςϐδημα των κατούκων του Κύτρουσ. ΢υνολικϐ και κατϊ κεφαλό γεωργικϐ ειςϐδημα______________________________ Ϊτη 1985 1986 _____________________________________________________________________________________________ ΢υνολικϐ γεωργικϐ ειςϐδημα

92


ςε δραχμϋσ του Αγροκτόμ.Κύτρουσ 623.956.000 804.755.100 _____________________________________________________________________________________________ Κατϊ κεφαλό γεωργ. ειςϐδημα των κατούκων Κύτρουσ 331.538 427.600 (Αριθμϐσ κατούκων 1882) _____________________________________________________________________________________________ ΢υγκριτικό αϑξηςη κατϊ το 1986 29% _____________________________________________________________________________________________ Βϋβαια, ϐλα αυτϊ τα ςτοιχεύα χρειϊζονται λεπτομερϋςτερη επεξεργαςύα για να ολοκληρώςουμε την καθαρό οικονομικό κατϊςταςη και την πλόρη οικονομικό δυναμικϐτητα του χωριοϑ. Αλλϊ τα ϐςα αναφϋραμε ωσ εδώ, νομύζουμε πωσ δύνουν μια αρκετϊ καθαρό εικϐνα τησ γεωργοοικονομικόσ ευρωςτύασ του Κύτρουσ ςόμερα. Εδώ ασ προςτεθεύ, ϐτι το οικονομικϐ δυναμικϐ του χωριοϑ ενιςχϑουν ςημαντικϊ και οι εβδομόντα περύπου επαγγελματικϋσ και ϊλλεσ ποικύλεσ επιχειρόςεισ που ϋχουν την ϋδρα τουσ ςτο χώρο του και ανόκουν κατϊ το πλεύςτο ςε Κιτριώτεσ. ΢όμερα ςτο Κύτροσ υπϊρχουν και οι παρακϊτω επαγγελματικϋσ, βιοτεχνικϋσ κ.λ.π. επιχειρόςεισ. Παντοπωλεύα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .10 Καφενεύα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 5 Καφετϋριεσ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 3 Χιλικϊ – παιχνύδια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1 Βενζινϊδικα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .3 Βουλκανιζατϋρ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .1 ΢ιδηρουργεύα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2 Ξυλουργεύα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2 Αρτοποιεύα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2 Περύπτερα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2 Φαςϊπικα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .2 Ηλεκτρικϊ εύδη. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1 Γεωργικϊ φϊρμακα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .1 Οικοδομικϊ – Τδραυλικϊ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .1 Εμπορύα τςιμϋντου. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .1 Υαρμακεύο. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1 Βιοετχνύεσ ενδυμϊτων. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .2 Βιοτεχνύεσ γλυκών κουταλιοϑ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1 Εργοςτϊςιο κατεργαςύασ ξϑλου. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1 ΢ιλϐ Αλατύνι. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1 Εργοςτϊςιο καταςκευόσ μικρών γεννητριών (Δυναμϐ) . . . . . . . . . . . . . . . . . .1

93


΢τισ Αλυκϋσ Ξενοδοχεύα – ενοικιαζϐμενα δωμϊτια. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 9 Εξοχικϊ – ταβϋρνεσ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 6 Αναψυκτόριο. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .1 Χαρϊδεσ με δικϊ τουσ ςκϊφη Αποκλειςτικϐ επϊγγελμα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 4 Δεϑτερο επϊγγελμα. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 5.

94


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΕΒΔΟΜΟ ΢χολεία – Πνευματική Κίνηςη ΢τα τελευταύα χρϐνια τησ δεκαετύασ του 1930, ςτη μύα και μοναδικό αύθουςα του παλιοϑ κι ετοιμϐρροπου ςχολεύου, την οπούα ςυμπλόρωνε κι ο νϊρθηκασ ό ο γυναικωνύτησ τησ εκκληςύασ, προςτϋθηκε και ϊλλη μύα. Ϊνα απ’ τα κελιϊ του Αγύου Κωνςταντύνου. Αυτϐ που βρύςκονταν ςτην ϊλλη γωνιϊ του περιβϐλου τησ εκκληςύασ, ςτην κατϊ διαγώνιο αντύθετη μ’ εκεύνη που κατεύχε το κυρύωσ ςχολικϐ κτύριο. Σο κελύ αυτϐ, που παλιϐτερα εύχε λειτουργόςει ςα μαγαζύ ό ςαν καφενεύο ςτο χωριϐ, επιςκευϊςτηκε, ϐςο γύνονταν και ανακοϑφιςε κϊπωσ τισ ανϊγκεσ του χωριοϑ ςε ςχολικό ςτϋγη. Σον καιρϐ τησ κατοχόσ, τϐτε που δεν υπόρχαν δϊςκαλοι και τα ςχολεύα δεν λειτουργοϑςαν κανονικϊ, ςτην αύθουςα αυτό εύχε εγκαταςτόςει ιδιωτικϐ ςχολεύο ο καθηγητόσ Γεώργιοσ Πϊλλασ, ςυγγενόσ του τϐτε γιατροϑ του χωριοϑ Γιώργου Φατζϐπουλου. ΢’ αυτϐ φοιτοϑςαν τα περιςςϐτερα, αν ϐχι ϐλα, απ’ τα παιδιϊ του Κύτρουσ. Επύςησ, ο Γ. Πϊλλασ παρϋδιδε και μαθόματα ςε μαθητϋσ γυμναςύου, οι οπούοι για διϊφορουσ λϐγουσ αδυνατοϑςαν να φοιτόςουν ςτο μοναδικϐ τϐτε γυμνϊςιο τησ Κατερύνησ. Εκεύνο τον καιρϐ τησ κατοχόσ, ς’ αυτϐ το ςχολεύο ϋρχονταν οι Γερμανού κι ϋδιναν αντιπρύνεσ ςτουσ μαθητϋσ και ϐςουσ ϊλλουσ τϑχαινε να βρύςκονται εκεύ, ςαν προληπτικϐ ό και αντύδοτο για την ελονοςύα. Εδώ, ς’ αυτό την αύθουςα τϐτε πόραν το φϊρμακο απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τα δυο παιδιϊ του Σαξιϊρχη Δαςκαλϐπουλου, δεν το ϊντεξαν και πϋθαναν και τα δυο. Επιπλϋον, ς’ αυτϐ το ςχολεύο μπροςτϊ ςυνεδρύαζε το Λαώκϐ δικαςτόριο του χωριοϑ την εποχό του ΕΑΜ και εδώ μϋςα ϋγινε η ςυγκϋντρωςη των χωριανών το 1950 ό 51 και, με πρωτοβουλύα του γρϊφοντα, ιδρϑθηκε ο πρώτοσ Μορφωτικϐσ και Εκπολιτιςτικϐσ ΢ϑλλογοσ του Κύτρουσ η ‘’Πϑδνα’’. Ωλλοι που πρωτοςτϊτηςαν ςτην ύδρυςη του ςυλλϐγου εκεύνου όταν οι Θανϊςησ Νικολϊκησ, Δημότριοσ Κουντουριανϐσ, Αλϋκοσ Μουμουλϋτςασ, Αλϋκοσ Φρανιώτησ κ.λ.π.. Σο καταςτατικϐ του ΢υλλϐγου ςυνϋταξε ο δικηγϐροσ τησ Κατερύνησ Κοςμϊσ. Ασ ςημειωθεύ ϐμωσ, ϐτι ο ςϑλλογοσ εκεύνοσ, του οπούου την ύδρυςη παρακολοϑθηςε απϐ κοντϊ η αςτυνομύα, ατϐνηςε ςϑντομα και ποτϋ δεν ορθοπϐδηςε, λϐγω τησ επικρατοϑςασ τϐτε πολιτικόσ κατϊςταςησ και των υπονοιών που δημιουργοϑςαν οι οποιοιδόποτε ςυναςπιςμού και οι ςυγκεντρώςεισ ατϐμων. Εκεύνη την εποχό, κϊθε τι το προοδευτικϐ θεωροϑνταν αριςτεριςμϐσ και διώκονταν. Ευτυχώσ δεν ϋμπλεξε κανϋνασ απ’ τουσ ιδρυτϋσ ό τουσ υποςτηριχτϋσ του ςυλλϐγου ςοβαρϊ για την ανϊμιξό τουσ ςε τϋτοιεσ δραςτηριϐτητεσ.

95


Με τη φυγό των Γερμανών απ’ την Ελλϊδα, ϊρχιςε να χτύζεται το νϋο ςχολικϐ κτύριο. Αυτϐ που υπϊρχει ςόμερα. ΢το διϊςτημα τησ ανοικοδϐμηςόσ του, που διϊρκεςε μερικϊ χρϐνια, χρηςιμοποιόθηκε ςα διδακτόριο το παραπϊνω κελύ και το παμπϊλαιο ςχολικϐ κτύριο. Ο ςυνδυαςμϐσ αυτϐσ διατηρόθηκε, ώςπου το ετοιμϐρροπο ςχολικϐ ούκημα κρύθηκε επικύνδυνο και εγκαταλεύφτηκε. Σϐτε, ςα διδακτόριο χρηςιμοποιόθηκε η αύθουςα του μαγαζιοϑ του Αναςτϊςη Κουντςύδη ςτο Καβακλύ, ωσ το 1950, οπϐτε και ολοκληρώθηκε το οικοδομοϑμενο νϋο κτύριο. Απϐ το 1957 ωσ το 1963, λειτοϑργηςε και ιδιωτικϐ ημιγυμνϊςιο ςτο Κύτροσ, κϊτω απ’ τη διεϑθυνςη του καθηγητό Παπαδημητρύου και ςτεγϊςτηκε ςτο κονϊκι του ϊλλοτε τςιφλικϊ του χωριοϑ Μπύτζιου, το οπούο τώρα ανόκε ςτην οικογϋνεια του Β. Πανταζό. Σϐτε ϋγιναν και οριςμϋνεσ μεταρρυθμύςεισ ςτο κτύριο, οι οπούεσ απϐβλεπαν ςτην καλϑτερη εξυπηρϋτηςη των μαθητών και των αναγκών του ςχολεύου. Η παιδεύα ςτο Κύτροσ όταν μϊλλον υποτυπώδησ μϋχρι τον καιρϐ τησ κατοχόσ. Ψσ τϐτε, ϋνασ μϐνο Κιτριώτησ εύχε αποκτόςει δύπλωμα πανεπιςτημύου. Αυτϐσ όταν ο Αλκιβιϊδησ Β. Πανταζόσ, ο οπούοσ ςποϑδαςε γεωπονύα ςτο Πανεπιςτόμιο Θεςςαλονύκησ. Σον Αλκιβιϊδη ςϑντομα ακολοϑθηςαν κι ϊλλοι. Η κόρυξη του ελληνοώταλικοϑ πολϋμου βρόκε περύπου δϋκα Κιτριώτεσ μαθητϋσ ςτο γυμνϊςιο και απϐ τϐτε ο αριθμϐσ τουσ ςυνϋχιςε αυξανϐμενοσ, για να ξεπερϊςει το επύπεδο των 100 ςτη δεκαετύα του 1960 και 1970. ΢όμερα, υπϊρχει πληθώρα Κιτριωτών επιςτημϐνων ς’ ϐλουσ ςχεδϐν τουσ κλϊδουσ τησ επιςτόμησ. Σο Κύτροσ ανϋδειξε γιατροϑσ, δικηγϐρουσ, κτηνιϊτρουσ, φαρμακοποιοϑσ, μηχανικοϑσ, αρχιτϋκτονεσ, οικονομολϐγουσ, γεωπϐνουσ, εκπαιδευτικοϑσ, αξιωματικοϑσ, λογιςτϋσ, τεχνικοϑσ κ.λ.π. κ.λ.π.. Παρ’ ϐλα αυτϊ, ϐμωσ, δεν κατϐρθωςε να αποκτόςει δικϐ του γυμνϊςιο και τα παιδιϊ του αναγκϊζονται και ςόμερα να φοιτοϑν ςτο γυμνϊςιο των Αλωνύων, του Αιγινύου και τησ Κατερύνησ. Κι αυτϐ οφεύλεται ςτο ϋντονο τοπικιςτικϐ πνεϑμα που δυςτυχώσ ακϐμα επικρατεύ μεταξϑ των τριών ςυνοικιςμών που αποτελοϑν το χωριϐ και ςτην πολιτικό εκμετϊλλευςη των κατούκων του, που γύνεται απϐ μϋρουσ των κομμϊτων ςε βϊροσ τησ προϐδου του τϐπου και ϐφελοσ των κομματαρχών των κατϊ καιροϑσ πολιτικών καταςτϊςεων. ΢όμερα, ςτο Κύτροσ υπϊρχουν δϑο δημοτικϊ ςχολεύα. Σο Α’ Δημοτικϐ ςχολεύο του Κύτρουσ και το Β’ Δημοτικϐ ό το ςχολεύο τησ Μπϊνησ. Για τα ςχολεύα αυτϊ θα γύνει λϐγοσ πιο κϊτω. Επύςησ, υπϊρχει ο Εκπολιτιςτικϐσ ΢ϑλλογοσ η ‘’Πϑδνα’’, ο οπούοσ ιδρϑθηκε το 1981 και επικυρώθηκε απ’ το Πρωτοδικεύο Πιερύασ ςτισ 19.3.1982. Αρχικϊ, τα μϋλη του όταν 46 και επικεφαλόσ τησ αρχικόσ προςωρινόσ επιτροπόσ, καθώσ και πρώτοσ πρϐεδροσ του Δ.΢. όταν ο Αχιλλϋασ Μιςοκαρϊκησ. Ωλλοι πρϐεδροι εκλϋχτηκαν κατϊ ςειρϊ οι Ευϊγγ. Λαγδϊρησ, Ευϊγγ. Μανωλϐπουλοσ, Γεώργιοσ Θεολϐγησ και Μϊνοσ Σςατςαλόσ, ο οπούοσ προεδρεϑει και ςόμερα. ΢κοπού του ΢υλλϐγου, ςϑμφωνα με το ιςχϑον καταςτατικϐ του εύναι:

96


1) Ανϑψωςη μορφωτικοϑ, πνευματικοϑ, ηθικοϑ, κοινωνικοϑ και πολιτιςτικοϑ επιπϋδου των μελών και των κατούκων. 2) Καλλιϋργεια των ιδανικών τησ ελευθερύασ, τησ κοινωνικόσ προϐδου, την ειρόνησ και τησ αγϊπησ προσ το ςυνϊνθρωπο. 3) Η διαφϑλαξη και διϊδοςη των εθύμων και γενικϊ των παραδϐςεων του τϐπου. Για το ςκοπϐ αυτϐ, οργανώνει κατϊ καιροϑσ διϊφορεσ καλλιτεχνικϋσ εκδηλώςεισ, ςτισ οπούεσ καλοϑνται και παύρνουν μϋροσ και επώνυμοι καλλιτϋχνεσ. Επύςησ, διατηρεύ δανειςτικό βιβλιοθόκη, η οπούα αποτελεύται ςόμερα απϐ 357 τϐμουσ διαφϐρων βιβλύων και ϋχει αναδεύξει και τοπικϐ παιδικϐ χορευτικϐ ςυγκρϐτημα, το οπούο αποβλϋπει ςτη διατόρηςη και διϊδοςη των πατροπαρϊδοτων τοπικών χορών.

Σο ςχολείο του Κίτρουσ Σο ημιδιϐροφο, πετρϐχτιςτο και ετοιμϐρροπο κτύριο, που βρϋθηκε δύπλα ςτην εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου και λειτοϑργηςε για πολλϊ χρϐνια ςα ςχολεύο ςτο Κιτροσ, υπηρϋτηςε το χωριϐ ςαν πρωτοβϊθμιο διδακτόριο ωσ το 1945. Με τη λόξη τησ γερμανικόσ κατοχόσ, ϊρχιςε και το χτύςιμο του νϋου ςχολικοϑ κτιρύου, που βρύςκεται ςόμερα πϊνω ςτο λϐφο, ανϊμεςα ςτουσ ςυνοικιςμοϑσ Καβακλύ και Κύτρουσ (εντοπύων) και που εύναι γνωςτϐ ςαν το ‘’Α’ Δημοτικϐ ΢χολεύο Κύτρουσ’’. Η ιςτορύα του ςχολεύου αυτοϑ εύναι ταραχώδησ και ενδιαφϋρουςα και νομύζουμε πωσ θα πρϋπει να αναφερθεύ ςε τοϑτο το βιβλύο, ϐπωσ ακριβώσ εξελύχτηκε, γιατύ εύναι ϋνα αναπϐςπαςτο κομμϊτι τησ ιδιαύτερησ ιςτορύασ του χωριοϑ και γιατύ μϋς’ απ’ τισ πτυχϋσ τησ ξεπηδϊει η νοοτροπύα των κατούκων, το εύδοσ των καταςτϊςεων που μεςολϊβηςαν και οι ταλαιπωρύεσ του χωριοϑ, αλλϊ και για να ςυμβϊλει κι αυτό με την αλόθεια των γεγονϐτων τησ, ϐπωσ θα ςυμβϊλει και το ύδιο το ςχολεύο με την παρουςύα και το ρϐλο του, ςτη ςωςτό και ευρϑτερη διαπαιδαγώγηςη και ςτο ςωφρονιςμϐ των επερχϐμενων γενεών. Η ϋλλειψη ςχολικοϑ κτιρύου ςτο Κύτροσ εύχε γύνει αιςθητό ακϐμα απ’ την εποχό τησ απελευθϋρωςησ του χωριοϑ απ’ τον τουρκικϐ ζυγϐ. Σϐτε, οι μαθητϋσ του ανϋρχονταν γϑρω ςτουσ 50. Ο αριθμϐσ, ϐμωσ, αυτϐσ αυξϊνονταν κατϊ πολϑ το χειμώνα με την προςθόκη και των παιδιών των βλϊχικων οικογενειών που διαχεύμαζαν ςτο χωριϐ1. Αλλϊ απϐ το 1926 κι ϑςτερα, η εξεϑρεςη ευρϑτερου ςχολικοϑ χώρου εύχε γύνει επιτακτικό ανϊγκη, γιατύ, με την ϋλευςη των προςφϑγων, ο αριθμϐσ των μαθητών εύχε ξαφνικϊ υπερτριπλαςιαςτεύ. Η τοποθϋτηςη μερικών θρανύων ςτο νϊρθηκα ό ςτο γυναικωνύτη τησ εκκληςύασ δεν ϋλυνε το οξϑ πρϐβλημα τησ ςχολικόσ ςτϋγησ. Γι’ αυτϐ και απϐ τϐτε ακϐμα 1

. Παρθενύου Βαρδϊκα ςελ. 59.- Έκθεςη Δ.Μ. ΢ϊρρου Γεν. Επιθ. Τπ. Παιδεύασ 1906.

97


εύχαν αρχύςει να γύνονται κατϊ καιροϑσ επύςημεσ και ανεπύςημεσ ενϋργειεσ προσ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ για την ανοικοδϐμηςη καινοϑριου ςχολικοϑ κτιρύου. Παρϊ τισ τϐτεσ πολιτικϋσ αλλαγϋσ, τισ αλλαξοβαςιλεύεσ και τισ δικτατορύεσ που διαδϋχτηκαν η μια την ϊλλη ςτη χώρα μασ ςτην τριακονταετύα του 19121944, το Κύτροσ δεν ςτϊθηκε τυχερϐ να ευεργετηθεύ απϐ κϊποια απ’ αυτϋσ, παρϊ τισ ςυνηθιςμϋνεσ υποςχϋςεισ των πολιτικϊντηδων και των καιροςκϐπων, διεκδικητών ό ςφετεριςτών τησ εξουςύασ. Σο Κύτροσ, ϋνα χωριϐ με πληθυςμϐ πϊνω απϐ δυο χιλιϊδεσ κατούκουσ και με ιςτορύα 27 ολϐκληρων αιώνων, ςτον τομϋα αυτϐ ςυνϋχιζε να παραμϋνει το παραπαύδι τησ ‘’Πατρύδασ’’, η οπούα φυςικϊ δεν εύχε και η ύδια ‘’ποϑ την κεφαλόν κλύναι’’, απ’ τουσ πολλοϑσ πατριδοκϊπηλουσ, που αυτοαποκαλοϑνταν με πολϑ κομπαςμϐ και χωρύσ καμιϊ ςυςτολό ‘’τϋκνα’’, ‘’πατϋρεσ’’ και ‘’ςωτόρεσ’’ τησ. Γι’ αυτϐ και ωσ τον πϐλεμο του 1940, το χωριϐ ςυνϋχιζε να υποβϊλει κλαψιϊρικα υπομνόματα και ραγιαδύςτικεσ αιτόςεισ προσ το ‘’΢εβαςτϐν Τπουργεύον Παιδεύασ και Θρηςκαυμϊτων’’ ό προςωπικϋσ δουλοπρεπεύσ αναφορϋσ και επικλόςεισ ςτον ‘’Εξοχϐτατον κϑριον, κϑριον Τπουργϐν’’, προσ την ‘’Γενικόν Διούκηςιν Βορεύου Ελλϊδοσ’’, προσ ϊλλουσ μεγαλϐςχημουσ και απληςύαςτουσ καλαμοκαβαλϊρηδεσ τιτλοϑχουσ τησ διούκηςησ και να ζητϊει με ποικύλουσ εκλιπαριςμοϑσ και πολλοϑσ εδαφιαύουσ τεμενϊδεσ, να του δοθεύ ςαν χϊρη εκεύνο που όταν καθόκον και υποχρϋωςη τησ πολιτεύασ να του παρϊςχει. Σο αύτημα, ϐμωσ, του Κύτρουσ όταν τϐςο κραυγαλϋο, που, παρϊ τουσ απρϐςιτουσ μανδαρύνουσ των Τπουργεύων και τισ απροςπϋλαςτεσ πϐρτεσ των γραφεύων τουσ, η Πολιτεύα αναγκϊςτηκε, ϋςτω και με πολλϋσ επιφυλϊξεισ, να αναγνωρύςει και μϊλιςτα προσ το τϋλοσ τησ δεκαετύασ του 1930, να κϊνει και οριςμϋνα ςπαςμωδικϊ και επιφανειακϊ βόματα για την επύλυςό του. Πριν απ’ τον πϐλεμο του ‘40, εύχαν ςταλεύ διϊφοροι αρμϐδιοι ςτο Κύτροσ για την απϐ κοντϊ μελϋτη του θϋματοσ, την επιτϐπια ϋρευνα, τη διαπύςτωςη των αναγκών του χωριοϑ και την εξϋταςη των διαφϐρων τοποθεςιών, με ςκοπϐ την επιλογό του καταλληλϐτερου οικοπϋδου. Η παροιμιώδησ, ϐμωσ, ελληνικό γραφειοκρατύα, ςεκονταριςμϋνη κι απ’ το πνεϑμα του γνωμικοϑ ϐτι ‘’ϐποιοσ δεν θϋλει να ζυμώςει ϐλη μϋρα κοςκινύζει’’, διαιώνιςε το ζότημα, ώςπου όρθε ο πϐλεμοσ και τα ςϊρωςε ϐλα. Λύγο πριν απ’ την κόρυξη του πολϋμου εύχε, μεταξϑ ϊλλων τεχνικών, ςταλεύ απ’ το υπουργεύο ςτο χωριϐ και κϊποιοσ επιθεωρητόσ2, ονϐματι Αρύδασ, για να 2

. Ίςωσ να όταν κϊποιοσ ϊλλοσ τεχνικϐσ του υπουργεύου κι ϐχι επιθεωρητόσ εκπαύδευςησ. Ο Ηπειρώτησ εκπαιδευτικϐσ Δ. Μ. ΢ϊρρησ, ο οπούοσ επιςκϋφτηκε την Πιερύα το 1906 ςα γενικϐσ επιθεωρητόσ των ελληνικών ςχολεύων τησ Μακεδονύασ, αναφϋρει ςτη ςελύδα 11 τησ ϋκθεςόσ του προσ το Τπ. Παιδεύασ, ϐτι το Κύτροσ ϋχει 38 οικύεσ και 54 ςτϋφανα (ανδρϐγυνα). Διατηρεύ ςχολεύο με 35 μαθητϋσ απ’ τουσ οπούουσ οι 16 εύναι βλαχϐφωνοι, παιδιϊ των παραχειμαζϐντων ς’ αυτϐ 30 αλβανιτοβλϊχικων οικογενειών(1α). (Δημοςιεϑματα Εταιρ. Μακεδ. ΢πουδών

98


δει κι αυτϐσ και να εξετϊςει απϐ κοντϊ διϊφορα οικϐπεδα, που εύχε υποδεύξει η Κοινϐτητα ό να εντοπύςει κϊποιο ϊλλο, που ο ύδιοσ θα θεωροϑςε καταλληλϐτερο. ΄Οπωσ βεβαιώνει ο Κιτριώτησ Δημ. Νικολϊκησ, που διετϋλεςε αργϐτερα, ϐπωσ θα δοϑμε και πρϐεδροσ τησ Κοινϐτητασ και παρακολοϑθηςε τα πρϊγματα απϐ κοντϊ, ο Αρύδασ επϋλεξε ςαν την πιο κατϊλληλη θϋςη ςτο χώρο ϐπου τελικϊ κι ϑςτερα απϐ επικοϑσ αγώνεσ, χτύςτηκε το ςημερινϐ ςχολεύο. Δηλαδό, το ϑψωμα που βρύςκεται ανϊμεςα ςτουσ ςυνοικιςμοϑσ Καβακλύ και εντοπύων, μια και το ςχολεύο αυτοϑσ τουσ δυο ςυνοικιςμοϑσ θα εξυπηρετοϑςε. Μϊλιςτα, ςτην ϋκθεςό του προσ το υπουργεύο, ο Αρύδασ υπογρϊμμιζε με ιδιαύτερα χρώματα τα πολλϊ και ςπϊνια προςϐντα τησ θϋςησ αυτόσ. Και πραγματικϊ, το προτεινϐμενο μϋροσ όταν πϊνω ςτο ϑψωμα, ανϊμεςα ςτουσ δυο ςυνοικιςμοϑσ, καθαρϐ, ευϊερο και ευρϑχωρο, χωρύσ να εύναι περιζωμϋνο απϐ ςπύτια, με φϊτςα τη θϊλαςςα και ανοιχτό θϋα προσ τον Όλυμπο και τα Πιϋρια. Δεν υπόρχε καλϑτερο ςτο χωριϐ. Και ς’ αυτϐ ςυμφωνοϑςαν, εκτϐσ απ’ τουσ ειδικοϑσ και ϐλοι οι κϊτοικοι του χωριοϑ, με μοναδικό εξαύρεςη τον Σαξιϊρχη Παπανικολϊου, ςτο αμπϋλι του οπούου όταν ενςωματωμϋνη η ϋκταςη αυτό. Σο αμπϋλι του Σαξιϊρχη ανόκε παλιϐτερα ςτο κονϊκι του τςιφλικϊ του χωριοϑ Μπύτζιου, ςτον οπούο ο Σαξιϊρχησ υπηρετοϑςε ςαν αγροφϑλακασ και ϋμπιςτϐσ του ϊνθρωποσ, ωσ τισ τελευταύεσ μϋρεσ τησ δϐξασ του ‘’αφεντικοϑ’’. Όταν ο Μπύτζιοσ ϋφυγε απ’ το Κύτροσ, πουλώντασ ϋνα μϋροσ του τςιφλικιοϑ του και χϊνοντασ το υπϐλοιπο απ’ την απαλλοτρύωςη, δώριςε ολϐκληρο το αμπϋλι του κονακιοϑ του ςτον Σαξιϊρχη με δωρητόριο ςυμβϐλαιο. Σο ςυμβϐλαιο αυτϐ ϋμπαινε φραγμϐσ και τροχοπϋδη τώρα ςτην περαιτϋρω προώθηςη τησ υλοπούηςησ των επιδιώξεων των χωριανών. Με την πϊροδο, ϐμωσ, των ετών και με το πόγαινε-ϋλα των διαφϐρων κατϊ καιροϑσ υπαλλόλων, το ζότημα του ςχολεύου εύχε ωριμϊςει τϐςο πολϑ, τουλϊχιςτον ςτισ ςκϋψεισ των κατούκων και οι γραφειοκρατικϋσ διαδικαςύεσ απ’ τισ διϊφορεσ πλευρϋσ, αν και δεν εύχαν ολοκληρωθεύ, εύχαν προχωρόςει ςε κϊποιο βαθμϐ, που το χωριϐ εύχε αρχύςει ακϐμα απ’ το 1938-39, ύςωσ και νωρύτερα3, να κουβαλϊει πϋτρα για ‘’λϐγουσ οδοποιύασ’’ και να τη ςτοιβϊζει κατϊ μόκοσ του φρϊχτη εκεύνησ τησ πλευρϊσ του αμπελιοϑ, δύπλα ςτο δρϐμο, με την προοπτικό και την ελπύδα πωσ κϊποτε θα χρηςιμοποιηθεύ για το χτύςιμο του τϐμ. ΢τ’. Θες/νύκη 1976). Εύκοςι χρϐνια νωρύτερα, ϐμωσ, ο ταγματϊρχησ του Μηχανικοϑ Ν. ΢χοινϊσ ςε ϋκθεςό του, που ςυνϋταξε το 1886 για λογαριαςμϐ του Τπ. ΢τρατιωτικών, αναφϋρει ϐτι ςτο Κύτροσ κατοικοϑςαν τϐτε 80 χριςτιανικϋσ οικογϋνειεσ. Ίςωσ αυτϐσ να ςυμπεριλαμβϊνει και τισ παρευριςκϐμενεσ τϐτε ςτο χωριϐ βλαχϐφωνεσ οικογϋνειεσ, τισ οπούεσ ο Ν. ΢ϊρροσ πιθανϐ δεν ςυμπεριϋλαβε ςτην ϋκθεςό του. Ίςωσ να όταν κϊποιοσ ϊλλοσ τεχνικϐσ του υπουργεύου κι ϐχι επιθεωρητόσ εκπαύδευςησ. 3 . Ο. Θ. Καπουνιαρύδησ λϋγει απ’ το 1936.

99


ονεύρου του. Ο κϊτοχοσ, ϐμωσ, του πολυςυζητημϋνου οικοπϋδου αντιδροϑςε πειςματικϊ και δεν δϋχονταν με κανϋνα τρϐπο καμιϊ απ’ τισ προτεινϐμενεσ απ’ το χωριϐ λϑςεισ. Ϊτςι βρόκε τα πρϊγματα ο ελληνοώταλικϐσ πϐλεμοσ, τα οπούα απονϋκρωςε τελεύωσ η γερμανικό κατοχό. Μϐνο η πϋτρα ςτϋκονταν εκεύ ςωριαςμϋνη κατϊ μόκοσ του φρϊχτη και βουβό κι απορημϋνη αναρωτιϐταν για την κατϊντια του χωριοϑ και για τη μούρα τη δικό τησ, η οπούα, ϐμωσ, δεν ϊργηςε καθϐλου να καθοριςτεύ τελεςύδικα. Σον πρώτο κιϐλασ καιρϐ τησ κατοχόσ, την πόραν οι κατακτητϋσ Γερμανού, για να την χρηςιμοποιόςουν ςτα ϋργα των επϊκτιων πυροβολεύων, που εγκατϋςτηςαν ϋξω απ’ το χωριϐ. Σα ύδια κϊρα και τα ύδια χϋρια των Κιτριωτών που την ϋβγαλαν με τϐςα ϐνειρα απ’ τα νταμϊρια του χωριοϑ, την ξαναφϐρτωςαν με απαύτηςη και εντολό των κατακτητών και την μετϋφεραν ϐπου εκεύνοι διϋταζαν. Ϊτςι, ϋςβηςε ςχεδϐν τελεύωσ κϊθε προςδοκύα κι ελπύδα για το χτύςιμο νϋου ςχολεύου. Σο ζότημα τώρα ξαναπόγαινε πύςω και πιο πϋρα απϐ κει που εύχε κϊποτε ξεκινόςει. Αυτϐ τουλϊχιςτο ϋδειχναν οι μαϑροι ορύζοντεσ τησ κατοχόσ και η ολοκληρωτικό υποδοϑλωςη τησ χώρασ μασ ςτο φαςιςτικϐ ‘’Ωξονα’’. ΢ϑντομα, ϐμωσ, το αντϊρτικο καριοφύλι, βροντερϐ κι επύμονο, ϊρχιςε να ξεδιαλϑνει τουσ ςκοτεινιαςμϋνουσ ουρανοϑσ τησ ςκλαβιϊσ τησ πατρύδασ και η λευτεριϊ, δειλϊ ςτην αρχό και θαρραλϋα κι ελπιδοφϐρα κατϐπι να αγναντεϑει αποφαςιςτικό απ’ τισ κορφϋσ των βουνών τησ Ελλϊδασ και να κατηφορύζει ςϑντομα ξεςπαθωμϋνη απ’ τισ πλαγιϋσ του Ολϑμπου και των Πιερύων. Οι κατακτητϋσ, ςτισ 20 Οκτωβρύου, διώχτηκαν απ’ την Πιερύα και το Κύτροσ όταν και πϊλι ελεϑθερο. Η Σοπικό Αυτοδιούκηςη (Σ.Α.), που εγκαθιδρϑθηκε με την κϊθοδο του ΕΛΑ΢ ςτο χωριϐ και λειτοϑργηςε αμϋςωσ ς’ αυτϐ, ανακαύνιςε και πϊλι ϋντονα κι αποφαςιςτικϊ ετοϑτη τη φορϊ το θϋμα του ςχολεύου, κϊνοντασ οριςμϋνεσ ςυγκεκριμϋνεσ προτϊςεισ ςτον Σαξιϊρχη Παπανικολϊου. Σου πρϐτεινε χρηματικό αποζημύωςη, αντικατϊςταςη του οικοπεδοποιοϑμενου τμόματοσ του αμπελιοϑ του με ϊλλη μεγαλϑτερη καλλιεργόςιμη ϋκταςη ό μερικό χρηματικό αποζημύωςη και παραχώρηςη ιςϐποςησ ϋκταςησ ςε ϊλλο ςημεύο του αγροκτόματοσ του χωριοϑ. Υυςικϊ, για δωρεϊ δεν γύνονταν καν λϐγοσ απϐ μϋρουσ του. Μαζύ με τισ προτϊςεισ τησ αυτϋσ, η Κοινϐτητα υπογρϊμμιζε προσ τον Σαξιϊρχη ϐτι η ϋκταςη που κατϋχει ςαν αμπϋλι του Μπύτζιου ςόμερα εύναι πολϑ περιςςϐτερη απϐ 25 ςτρϋμματα που αναφϋρει το δωρητόριο ςυμβϐλαιο και του δόλωςε πωσ, αν δεν δεχτεύ κϊποια ςυμβιβαςτικό λϑςη, θα αναγκαςτεύ να προβεύ ςτην καταμϋτρηςη του κτόματϐσ του και θα ενεργόςει ανϊλογα με τα αποτελϋςματα που θα προκϑψουν. Ο Σαξιϊρχησ απϋρριψε και πϊλι κϊθε πρϐταςη και αρνόθηκε κϊθε ςυζότηςη. Ϊτςι, η Κοινϐτητα, μπροςτϊ ςτην επύμονη και ανϋνδοτη ϊρνηςό του, μϋτρηςε το αμπϋλι του, το οπούο βρόκε 32 αντύ για 25 ςτρϋμματα. Ύςτερα απ’ το νϋο αυτϐ ςτοιχεύο, ξανϊγινε νϋα απϐπειρα

100


ςυμβιβαςμοϑ, αλλϊ ο Σαξιϊρχησ, ωθοϑμενοσ ‘’εκ του αφανοϑσ’’ και απϐ οριςμϋνουσ ςυγχωριανοϑσ και ϊλλουσ αντιΕΑΜικοϑσ παρϊγοντεσ, ςυνϋχιςε να αρνεύται κϊθε λϑςη που του πρϐτειναν. Σώρα, ϐμωσ, ϑςτερα απ’ την αναχώρηςη των Γερμανών απ’ την Ελλϊδα και πιο ςυγκεκριμϋνα απ’ τα επϊκτια του Κύτρουσ, το θϋμα του ςχολεύου ϋπαιρνε νϋα και επεύγουςα ϐψη. Οι Γερμανού φεϑγοντασ εγκατϋλειψαν ςτα επϊκτια πληθώρα οικοδομόςιμων υλικών. Η Σοπ. Αυτοδ., διεκδικώντασ την αρπαγμϋνη νωρύτερα απ’ τουσ Γερμανοϑσ ςχολικό (ό ϋςτω κοινοτικό) πϋτρα, ζότηςε απ’ τη 10η Μεραρχύα του ΕΛΑ΢, ςτη δικαιοδοςύα τησ οπούασ υπϊγονταν η περιοχό, να τησ δοθεύ ϋνα μϋροσ απ’ τα οικοδομόςιμα υλικϊ που βρϋθηκαν ςτα επϊκτια, ϐςα χρειϊζονταν για να χτιςτεύ ϋνα καλϐ και ευρϑχωρο ςχολεύο. Η διούκηςη του ΕΛΑ΢ ϋγκρινε το αύτημα αυτϐ του Κύτρουσ και παραχώρηςε πληθώρα υλικών ςτο χωριϐ. Και ϐχι μϐνο πϋτρα αλλϊ και τςιμϋντα, ςύδερα, ξυλεύα, καρφιϊ, μπογιϋσ και ϐ,τι ϊλλο ςχετικϐ υπόρχε ςτα επϊκτια. Η ευκαιρύα που παρουςιϊζονταν όταν εξαιρετικό και ουρανοκατϋβατη για το Κύτροσ. Ϊθεςε, ϐμωσ, ϋνα ϐρο ο ΕΛΑ΢. Να πϊρει το χωριϐ ϐςο πιο γρόγορα γύνεται τα υλικϊ, για να αποςυμφορηθεύ η περιοχό των επϊκτιων. Διαφορετικϊ, για να καθαριςτεύ ο χώροσ, θα τα μετϋφερε αλλοϑ και θα τα χρηςιμοποιοϑςε για την καταςκευό γεφυριών και ϋργων ςυντόρηςησ δρϐμων ςε ϊλλα ςημεύα τησ Πιερύασ. Πριν δοθεύ μια απϊντηςη ςτον ΕΛΑ΢, ϋγινε μια ευρεύα ςϑςκεψη των τϐτε αρχών και των υπευθϑνων των οργανώςεων του χωριοϑ ςτη μοναδικό αύθουςα του παλιοϑ κι ερειπωμϋνου δημοτικοϑ ςχολεύου του χωριοϑ. ΢’ αυτόν πόραν μϋροσ πολλού κϊτοικοι. Ανϊμεςϊ τουσ θυμϊμαι τουσ: Δημότριο Νικολϊκη Πρϐεδρο τησ Σοπικόσ Αυτοδιούκηςησ ΢τϋργιο Μπϊμπο ΢ϑμβουλο τησ Σ.Α. Θεϐδ. Ν. Καπουνιαρύδη Γραμματϋα του ΕΑΜ Κύτρουσ Κων. Πετρϐπουλο του Κ.Κ.Ε. Κων. Φρυςοχϐου του Κ.Κ.Ε. Κων. Νικολϊκη τησ επιτροπόσ του ΕΑΜ Θανϊςη Δαςκαλϐπουλο του Εφεδρ. ΕΛΑ΢ Αλϋκο Αγγελύδη Γραμματϋα τησ ΕΠΟΝ Γεώργιο Καποδύςτρια Γραμματϋα τησ Ε.Σ.Α. Γεώργιο Φατζϐπουλο ντυμϋνο αντϊρτικα και πολλοϑσ ϊλλουσ. ΢την αρχό τησ ςυζότηςησ, πολλού καταφϋρθηκαν κατϊ του αιτόματοσ τησ Σ.Α. προσ τον ΕΛΑ΢, ειςηγόθηκαν την παραύτηςη του χωριοϑ απϐ κϊθε αξύωςη πϊνω ςτα υλικϊ των επακτύων και ϋςτρεψαν την επιμονό τουσ ςτη μετατροπό του υπϊρχοντοσ κονακιοϑ ςε ςχολεύο, επιμϋνοντασ ςτην ϊμεςη κατϊςχεςό του 4. ΢την πορεύα τησ ςυζότηςησ κι ϊλλοι τϊχτηκαν με την ϊποψη αυτό και αρκετού ϋδειξαν με τη ςιωπό τουσ ϐτι δε θα αντιδρϊςουν ςε μια τϋτοια λϑςη. Σελικϊ, 4

. Ο Κων. Φρυςοχϐου μύληςε πρώτοσ.

101


ϐμωσ, ςυμφώνηςαν με την ϊποψη τησ ΕΠΟΝ, η οπούα ειςηγοϑνταν, τα μεν υλικϊ να παρθοϑν και μ’ αυτϊ να χτιςτεύ καινοϑριο ςχολεύο, το δε κονϊκι, αν χρειϊζεται, να επιταχθεύ και να χρηςιμοποιηθεύ για τη ςτϋγαςη ϊλλων υπηρεςιών και ιδρυμϊτων του χωριοϑ. Ύςτερα απ’ αυτϊ, το ζότημα ανϋγερςησ ςχολεύου ξανϊμπαινε ξεκϊθαρο και επιτακτικϐ και πϊλι ςτουσ κατούκουσ. Αναγκαςτικϊ και το θϋμα του οικοπϋδου ξανϊρθε ϋντονο και οξϑ ςτο προςκόνιο. Ο Σαξιϊρχησ ςυνϋχιζε και πϊλι επύμονα να μην δϋχεται καμιϊ λϑςη. Αν, ϐμωσ, χϊνονταν τα υλικϊ των επϊκτιων, θα χϊνονταν ύςωσ για πϊντα και η ευκαιρύα να αποκτόςει το Κύτροσ ϋνα ςχολεύο τησ προκοπόσ. Η Σ.Α., μαζύ με ϊλλεσ οργανώςεισ του χωριοϑ, αποφϊςιςε ςε κοινό ςϑςκεψη ςτα γραφεύα τησ Κοινϐτητασ να ακολουθόςουν για το καλϐ του τϐπου ϊλλη τακτικό και να προχωρόςουν οπωςδόποτε ςτην εξαςφϊλιςη του οικοπϋδου και ςτην ϊμεςη παραλαβό και μεταφορϊ των υλικών. Παρϊλληλα με τισ αρχϋσ και οι κϊτοικοι –ιδιαύτερα οι Καβαλιώτεσενοχλημϋνοι απ’ την ιςχυρϐγνωμη αδιαλλαξύα του Σαξιϊρχη, όταν ϋτοιμοι να προχωρόςουν ςε κατϊληψη τησ πολυςυζητημϋνησ ϋκταςησ, την οπούα τώρα, ϑςτερα απ’ την καταμϋτρηςη του αμπελιοϑ, πύςτευαν ϐτι ο Σαξιϊρχησ κατεύχε παρϊνομα και πωσ αφαιρώντασ του τα εφτϊ ςτρϋμματα αντικανονικϊ καταπλακωμϋνα απ’ αυτϐν και το χωριϐ θα αποκτοϑςε ςχολεύο και μϊλιςτα ςε περύοπτη θϋςη κι εκεύνοσ δε θα ϋχανε τύποτα απ’ ϐ,τι του δώριςε ο Μπύτζιοσ. Με τισ ςκϋψεισ και τισ πεποιθόςεισ αυτϋσ, ωρύμαςε η ιδϋα τησ κατϊληψησ του οικοπϋδου απ’ τουσ κατούκουσ και με τη ςυμπαρϊςταςη των τοπικών αρχών αποφαςύςτηκε η μϋρα τησ ςχετικόσ ενϋργειασ των χωριανών. Απ’ το βρϊδυ ϋγιναν οι τελευταύεσ ςυνεννοόςεισ και το πρωύ ϐλοι οι κϊτοικοι, με δικρϊνια, διχοϑλια και ϊλλα εργαλεύα, μαζεϑτηκαν ςτην επϊνω νοτιοδυτικό γωνύα του αμπελιοϑ, το οπούο όταν καλϊ περιφραγμϋνο με ψηλϐ φρϊχτη απϐ παλιοϑρια. ΢το μεταξϑ, απϐ νωρύτερα εύχαν φϑγει αρκετϊ κϊρα για τα επϊκτια, για να αρχύςουν το φϐρτωμα και τη μεταφορϊ των υλικών. Καθώσ ανϋβαινε ο όλιοσ και ϊλλοι κϊτοικοι προςϋρχονταν ςτο ςημεύο εκεύνο του αμπελιοϑ και ϐςο ο αριθμϐσ τουσ αϑξανε, τϐςο εντεύνονταν και οι μεταξϑ τουσ ςυζητόςεισ για τα προτερόματα του οικοπϋδου, για την καλό ευκαιρύα απϐκτηςησ των υλικών και για την επύμονη ϊρνηςη του Σαξιϊρχη και τα πνεϑματα οξϑνονταν περιςςϐτερο. Κϊποια ςτιγμό, μϋςα ςτο βουητϐ τησ ςυζότηςησ και ςτο ξϊναμμα των πνευμϊτων, κϊποιοσ απ’ ϐλουσ5 κϊρφωςε το δικρϊνι του ςτο φρϊχτη και με δϑναμη ςόκωςε ςτον αϋρα την πρώτη δικρανιϊ των παλιουριών. Αυτϐ όταν. Αμϋςωσ ϐρμηςαν και οι ϊλλοι. Μϋςα ςε λύγα λεπτϊ ο φρϊχτησ μεταφϋρθηκε ςε ϊλλη θϋςη, ελευθερώνοντασ ϋτςι εφτϊ περύπου ςτρϋμματα για το ςχολεύο. ΢το μεταξϑ, ϋφταςαν και τα πρώτα κϊρα με υλικϊ απ’ τα επϊκτια. 5

. Ήταν ο ΢τϋργ. Μπϊμποσ με τον Ιωϊνν. Σατςύδη. Κρατοϑςαν και οι δυο μαζύ το ύδιο δικρϊνι, ϐπωσ βεβαιώνει ο ύδιοσ ο ΢τ. Μπϊμποσ.

102


Η μεταφορϊ υλικών ςυνεχύςτηκε ϐλη την ημϋρα και τισ επϐμενεσ. ΢υγκεντρώθηκαν δε τϐςα πολλϊ υλικϊ, που, εκτϐσ του ϐτι οι ςωρού ολϐκληροι κϊλυψαν ϐλο το χώρο του ςχολεύου, αποθηκεϑτηκαν και μεγϊλεσ ποςϐτητεσ ςε ϊλλα ςημεύα του χωριοϑ, ϐπωσ ςτην αποθόκη του Θϐδ. Αλεξύου, του Αναςτϊςη Κουντςύδη και αλλοϑ. Επύςησ, πληθώρα υλικών ξεφορτώθηκε και ςτο ϊλλο ςχολεύο που βρύςκεται πϊνω ςτο ϑψωμα, ανϊμεςα ςτουσ ςυνοικιςμοϑσ τησ Μπϊνησ και των Γηγενών και κϊλυψαν ολϐκληρο το χώρο του. Σην ώρα τησ μετατϐπιςησ του φρϊχτη και τησ κατϊληψησ του οικοπϋδου, βρύςκονταν επύ τϐπου ο πρϐεδροσ τησ Σ.Α. Δημότριοσ Νικολϊκησ, ο γραμματϋασ του Κ.Κ.Ε. του χωριοϑ Κων. Πετρϐπουλοσ, ο υπεϑθυνοσ τησ Λαώκόσ Αςφϊλειασ ΢τϋργιοσ Μπϊμποσ, ο επύτροποσ του Λαώκοϑ Δικαςτηρύου Ηλύασ Δαςκαλϐπουλοσ και ϊλλοι. Ο γραμματϋασ του ΕΑΜ θϐδ. Ν. Καπουνιαρύδησ ϋλλειπε εςκεμμϋνα απ’ το προηγοϑμενο βρϊδυ ςτη ΢φενδϊμη, ϐπωσ ομολογεύ ςόμερα ο ύδιοσ. Αμϋςωσ, ϐμωσ, μετϊ την κατϊληψη επϋςτρεψε κι αυτϐσ ςτο χωριϐ και πόρε μϋροσ ςτισ περαιτϋρω διαδικαςύεσ. Μϐλισ ολοκληρώθηκε ο αποχωριςμϐσ και η περύφραξη του οικοπϋδου, ϋγινε ςτο γραφεύο τησ Κοινϐτητασ ϋκτακτη ςυνεδρύαςη του ςυμβουλύου τησ Σ.Α., το οπούο αποτελοϑνταν απ’ τουσ: Νικολϊκη Δημότριο του Ν. (πρϐεδρο) Μπϊμπο ΢τϋργιο (υπεϑθ. Λαώκόσ Αςφϊλειασ) Βοςινϊκη Αγγελύνα Μανωλοποϑλου Βαςιλικό Κεραμυδϊ Κατύνα Πυργύδη Φρόςτο (πρϐεδρο Λαώκοϑ δικαςτηρύου) Καπουνιαρύδη Θϐδ. του Ν. (υπεϑθυνο του ΕΑΜ). ΢τη ςυνεδρύαςη αυτό, πόραν μϋροσ και υπεϑθυνοι ϊλλων οργανώςεων και εκεύ πϊρθηκε η νομϐτυπη απϐφαςη για την απαλλοτρύωςη του οικοπϋδου. Σην απϐφαςη αυτό ϋγραψε ο τϐτε γραμματϋασ τησ Κοινϐτητασ Γιϊννησ Πϊκησ και αντύγραφϊ τησ υποβλόθηκαν ςτον Ϊπαρχο Πιερύασ Γιαμϊ και κοινοποιόθηκαν ςτον Σαξιϊρχη Παπανικολϊου. Αμϋςωσ ετοιμϊςτηκε το ςχϋδιο του νϋου ςχολικοϑ κτιρύου απ’ τον Κατερινιώτη μηχανικϐ Μπύςμπα και, ϑςτερα απϐ ςϑμφωνη γνώμη και του νομικοϑ ςυμβοϑλου τησ Επαρχύασ, ϊρχιςαν οι οικοδομικϋσ εργαςύεσ. ΢αν αρχιμϊςτορασ προςλόφθηκε κϊποιοσ καταγϐμενοσ απ’ την Ελευςύνα, που τϐτε διϋμενε προςωρινϊ ςτο Μακρϑγιαλο και ο Λιτοχωρύτησ Αριςτεύδησ Μητροϑλιασ. Μαζύ τουσ δοϑλεψαν και οι Κιτριώτεσ τεχνύτεσ Ανϋςτησ Σςϐλησ, Αναςτ. Δωροκύδησ και Κων. Λατοϑδησ. Δϋκα δε με δεκαπϋντε Κιτριώτεσ εργϊζονταν κϊθε μϋρα, βοηθώντασ τουσ τεχνύτεσ και ϐλοι τουσ πρϐςφεραν προςωπικό εργαςύα, χωρύσ καμιϊ αμοιβό, εκτϐσ απ’ τουσ δυο ξϋνουσ χτύςτεσ. Σα θεμϋλια του ςχολεύου ανούχτηκαν ϋνα μϋτρο φϊρδοσ και ενϊμιςι περύπου βϊθοσ. ΢την τελετό τησ θεμελύωςησ παραβρϋθηκαν ο ϋπαρχοσ τησ Κατερύνησ

103


Γιαμϊσ, ο τομεϊρχησ του ΕΑΜ Κϊτςικασ, ο ςχεδιαςτόσ μηχανικϐσ, οι τοπικϋσ αρχϋσ και πλόθοσ κϐςμου. Ο παπϊσ του Κύτρουσ παπα-Παναγιώτησ ϋψαλε δϋηςη και ϋκανε αγιαςμϐ. ΢το θεμϋλιο λύθο τοποθετόθηκε ςφραγιςμϋνο μπουκϊλι με κατϊςταςη που περιϋχει, εκτϐσ απ’ την ημερομηνύα τησ θεμελύωςησ και κατϊλογο των ονομϊτων ϐλων των επιςόμων και των τοπικών αρχών, που παραβρϋθηκαν ςτη θεμελύωςη. (Γιαμϊσ, Κϊτςικασ, Νικολϊκησ, Καπουνιαρύδησ κ.λ.π.). Σα ονϐματα ϋγραψε ο ϋπαρχοσ με το χϋρι του. Σο μπουκϊλι βρύςκεται ςόμερα χτιςμϋνο ςτο βϊθοσ τησ νοτιοδυτικόσ γωνύασ του κτιρύου, δεξιϊ τησ ςκϊλασ τησ ειςϐδου. Ενώ, ϐμωσ, οι εργαςύεσ ανοικοδϐμηςησ ςυνεχύζονταν και με την πϊροδο των ημερών οι πϋτρινοι τούχοι ϐλο και υψώνονταν περιςςϐτερο πϊνω απ’ το ϋδαφοσ, ο Σαξιϊρχησ δεν ϋπαψε να διεκδικεύ την καταληφθεύςα ϋκταςη του αμπελιοϑ του, την οπούα θεωροϑςε ακϐμα ςα δικό του, παρϊ την απϐδειξη τησ αυθαύρετησ κατοχόσ. Προςϋφυγε, λοιπϐν, ςτο Λαώκϐ Δικαςτόριο του χωριοϑ και μόνυςε ολϐκληρο το κοινοτικϐ ςυμβοϑλιο, το οπούο κλόθηκε να δικαςτεύ ςτο ‘’ϐνομα του Λαοϑ’’. Σο δικαςτόριο ςυνεδρύαςε δημϐςια ϋξω απ’ την εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου, μπροςτϊ ςτο κελύ που ϋμενε η τϐτε καντηλανϊφτρα τησ εκκληςύασ χόρα Αλεξϊνδρα. Εκεύ, μπροςτϊ ςτισ δυο χοντρϋσ τετρϊγωνεσ αρχαύεσ πϋτρεσ, που βρύςκονταν η μια δύπλα ςτην ϊλλη, ςτη ρύζα τησ μεγϊλησ αγριοκαρυδιϊσ που δϋςποζε και ςκύαζε την περιοχό, ςτρώθηκε ϋνα τραπϋζι, πϊνω ςτο οπούο τοποθετόθηκε το Ευαγγϋλιο τησ εκκληςύασ, μεταφϋρθηκαν απ’ τα διπλανϊ ςπύτια και μερικϋσ καρϋκλεσ και ςυγκροτόθηκε το δικαςτόριο. Δικαςτϋσ όταν ο Δημότριοσ Παπαδημητρύου (πρϐεδροσ), ο Ηλύασ Δαςκαλϐπουλοσ (λαώκϐσ επύτροποσ) και η Ελϋνη, ςϑζυγοσ Θεοδ. Αλεξύου (μϋλοσ). Σο δικαςτόριο, ϐμωσ, κόρυξε τον εαυτϐ του αναρμϐδιο να δικϊςει την προςφυγό του Σαξιϊρχη, γιατύ ςτην κατϊληψη του οικοπϋδου εύχαν πϊρει μϋροσ και μϋλη του και παρϋπεμψε την υπϐθεςη ςτο επαρχιακϐ λαώκϐ δικαςτόριο τησ Κατερύνησ. ΢’ αυτϐ, δικαςτϋσ όταν ο Θϊνοσ Σςιϊμησ, προώςτϊμενοσ δικαςτικοϑ τησ 10ησ μεραρχ. του ΕΛΑ΢ (πρϐεδροσ), ο Σαγϊρασ και ϊλλοι. Σο δικαςτόριο ϊκουςε τισ απϐψεισ ϐλων των μερών και ϋλυςε τη ςυνεδρύαςη, επιφυλαςςϐμενο να βγϊλει την απϐφαςό του αργϐτερα και να την ανακοινώςει ςτουσ ενδιαφερϐμενουσ. Δυςτυχώσ, δεν διαςώθηκαν πρακτικϊ ό ϊλλα γραπτϊ ςτοιχεύα αυτών των δϑο δικών. Η επακολουθόςαςα αντύθετη πολιτικό κατϊςταςη κατϋςτρεψε το κϊθε τι και το κλύμα που επικρϊτηςε τϐτε ςυνϋβαλε ςτην εξαφϊνιςη και ςτον αφανιςμϐ κϊθε γραπτοϑ ςτοιχεύου και κϊθε εγγρϊφου, που εύχε ςχϋςη με την περύοδο του ΕΑΜ και του ΕΛΑ΢.

104


΢το μεταξϑ, το χτύςιμο του ςχολεύου ςυνεχύζονταν και ςυνεχύςτηκε χωρύσ διακοπό ωσ τη μϋρα, που, με βϊςη τη ςυμφωνύα τησ Βϊρκιζασ 6, ο ΕΛΑ΢ παρϋδωςε τα ϐπλα του και νϋοι οπλοφϐροι, οι παρακρατικού τησ νϋασ κατϊςταςησ, οι ονομαζϐμενοι ‘’Μπουραντϊδεσ’’7 όρθαν ςτο χωριϐ το Μϊρτιο του 1945 και κατϋλυςαν τα πϊντα με τη βύα, τισ φυλακϋσ και το ξϑλο. Η εκλεγμϋνη Σ.Α. διαλϑθηκε αμϋςωσ και τα μϋλη τησ ςυνελόφθηκαν, κακοποιόθηκαν και κλεύςτηκαν ςτισ φυλακϋσ και ςτα κρατητόρια. Πρϐεδροσ του χωριοϑ διορύςτηκε ο Νικϐλαοσ Δωροκύδησ. Οι καινοϑριεσ ‘’αρχϋσ’’, αντύ να ςυνεχύςουν το χτύςιμο του ςχολεύου, ςταμϊτηςαν κϊθε εργαςύα και δϋςμευςαν τα υλικϊ. Ο Σαξιϊρχησ, εκμεταλλευϐμενοσ το αντιΕΑΜικϐ πϊθοσ, που με κϊθε τρϐπο επϋβαλαν οι ϋνοπλοι μιςθοφϐροι τησ Δεξιϊσ, ϋκανε νϋα μόνυςη για καταπϊτηςη του κτόματϐσ του ςτα δικαςτόρια τησ νϋασ κατϊςταςησ και οι κατηγοροϑμενοι κλόθηκαν ςτην Κατερύνη να δικαςτοϑν ‘’εν ονϐματι του βαςιλϋωσ των Ελλόνων, Γεωργύου του Βου’’, αυτό τη φορϊ, ο οπούοσ δεν εύχε επιςτρϋψει ακϐμα ςτην Ελλϊδα, αλλϊ ςυνϋχιςε να διαμϋνει ςτο Λονδύνο8. Ετοϑτη τη φορϊ, ςτον κατϊλογο των κατηγοροϑμενων προςτϋθηκαν και ϊλλα δϑο ονϐματα. Σα ονϐματα των δϑο μαςτϐρων Αριςτεύδη Μητροϑλια και Αναςτϊςη Δωροκύδη. Ο Σαξιϊρχησ ϋκανε μόνυςη και ςτουσ δυο χτύςτεσ που δοϑλευαν ςτην οικοδομό. Σώρα, ς’ ϐλα τα δικϐγραφα οι κατηγοροϑμενοι χαρακτηρύζονται ςαν ‘’δόθεν εκπρϐςωποι τησ Κοινϐτητασ’’ και υπογραμμύζεται ς’ αυτϊ πωσ ϐ,τι ϋκαναν το ϋκαναν ϐχι ςαν αρχό του τϐπου και ςαν εκπρϐςωποι τησ Κοινϐτητασ, αλλϊ κινοϑμενοι απϐ ιδιωτικό ο καθϋνασ τουσ πρωτοβουλύα. Σϐςο πολϑ παραποιοϑνταν η αλόθεια. ΢τισ 20 Μαρτύου, γύνεται η δύκη ςτο Ειρηνοδικεύο τησ Κατερύνησ. Εύναι η πρώτη δύκη που θα κϊνει το δικαςτόριο τησ νεοαφιχθεύςασ απ’ το Κϊιρο αγγλοςτόριχτησ απ’ το ΢κϐμπυ κυβϋρνηςησ του Γ. Παπανδρϋου. Δικαςτόσ εύναι ο ειρηνοδύκησ Φαώκϊλησ και μϊρτυρεσ κατηγορύασ ο Ευϊγγελοσ Μποϑςκασ (Βαςιλϊκοσ ϐπωσ τον ϋλεγαν ςτο χωριϐ) και δυο-τρεισ ϊλλοι. ΢τη δύκη δεν παρουςιϊςτηκε κανϋνασ απ’ τουσ κατηγοροϑμενουσ, γιατύ οι κακοποιόςεισ και οι ξυλοδαρμού όταν καθημερινϐ φαινϐμενο τϐτε και δικϊςτηκαν ϐλοι ερόμην. Σο δικαςτόριο, με την υπ’ αριθμ. 1/20.3.45 απϐφαςό του, δϋχεται ϐλα τα αιτόματα του Σαξιϊρχη και καταδικϊζει τουσ κατηγοροϑμενουσ, διατϊζοντϊσ τουσ να κατεδαφύςουν ϐ,τι ϋχτιςαν, να καθαρύςουν την καταληφθεύςα περιοχό και να επιςτρϋψουν το κτόμα ςτον ιδιοκτότη του μϋςα ςε δϋκα μϋρεσ, . Κικύτςα: ‘’Η Φ μεραρχύα του ΕΛΑ΢’’ ςελ. 448. Η ςυμφωνύα ϋγινε ςτισ 12.2.1945. Ο ΕΛΑ΢ παρϋδωςε τα ϐπλα ςτα τϋλη Υεβρουαρύου 1945. Δεσ φωτοτυπύα απολυτηρύου ςτο παραπϊνω βιβλύο ςελ. 507. 7 . Απ’ το ϐνομα του αρχηγοϑ τουσ Μπουραντϊ. 8 . Ο Γεώργιοσ Β’ ϋφυγε απ’ την Αθόνα ςτην Κρότη ςτισ 23.4.41 και ςτην Αύγυπτο ςτισ 20.5.41 κι απϐ κει ςτην Αγγλύα. Επϋςτρεψε δε ςτην Ελλϊδα ςτισ 28.10.45. 6

105


ξαναφραγμϋνο, καθαρϐ και ϐπωσ όταν. Επιπλϋον, τουσ καταδύκαζε να πληρώςουν και 4102 δραχμϋσ δικαςτικϊ ϋξοδα. Οι κατηγοροϑμενοι, αντύ ϊλλησ ενϋργειασ, ϋκαναν ςτισ 14 Απριλύου 1945 ϋφεςη ςτο Πρωτοδικεύο Θεςςαλονύκησ. Η εκδύκαςη τησ υπϐθεςησ ϋγινε ςτισ 9 Υεβρουαρύου 1946, χωρύσ και πϊλι να παρουςιαςτεύ κανϋνασ απ’ αυτοϑσ ςτο δικαςτόριο. Δικαςτόσ ςτο Πρωτοδικεύο όταν ο Δημ. Ρετϊλησ (πρϐεδροσ). Η Ι. Σςαμακλό και η Κ. Δϊρα μϋλη και ειςαγγελϋασ ο δικηγϐροσ Ν. Βογιατζϊκησ. Ο Βογιατζϊκησ κατϋλαβε την ειςαγγελικό ϋδρα με ϋκτακτο απ’ το δικαςτόριο διοριςμϐ εκεύνησ τησ ςτιγμόσ, γιατύ ο μϐνιμοσ ειςαγγελϋασ και ϐλοι οι κατϊ το νϐμο αναπληρωτϋσ του ‘’εκολϑοντο’’, ϐπωσ χαρακτηριςτικϊ αναφϋρει η απϐφαςη. Σο δικαςτόριο εξϋδωςε την υπ’ αριθμ. 714/9.2.46 απϐφαςό του. Κι αυτό η απϐφαςη, ϐπωσ ο αναγνώςτησ ορθϊ μαντεϑει, όταν καταδικαςτικό για τουσ κατηγοροϑμενουσ, γιατύ και ςτο δικαςτόριο αυτϐ δεν δικϊςτηκε η πρϊξη και δεν πϊρθηκε υπϐψη κανϋνα ουςιαςτικϐ ςτοιχεύο ό ϊλλο κύνητρο τησ πρϊξησ, ϐπωσ η κοινό ωφϋλεια του ϋργου, η ςϑςςωμη απαύτηςη των κατούκων, οι ανϊγκεσ του χωριοϑ για ςχολεύο, η παρϊνομη κατϊ εφτϊ ςτρϋμματα επϋκταςη του αμπελιοϑ κ.λ.π. κ.λ.π.. Κι εδώ δύκαζε και πϊλι το αντιΕΑΜικϐ μϋνοσ, που, υποκινοϑμενο απ’ τον παρειςφρϑςαντα δοςιλογιςμϐ και υποθαλπώμενο απ’ τουσ Ωγγλουσ, διοχετεϑονταν μϋςω των αποφϊςεων των δικαςτηρύων και των ςτρατοδικεύων με την πιο μονϐτυπη μορφό ςτισ ϊλλεσ εξουςύεσ, οι οπούεσ εφϊρμοζαν με κϊθε αυςτηρϐτητα τισ αποφϊςεισ τουσ, με απώτερο ςκοπϐ να ςαρωθεύ η Εθνικό Αντύςταςη και να παταχθεύ και διαλυθεύ ϐ,τι προϋρχονταν απ’ αυτόν. ΟΙ κατηγοροϑμενοι καταδικϊςτηκαν και πϊλι. Με την επιπλϋον υποχρϋωςη ετοϑτη τη φορϊ, να πληρώςουν 140 χιλιϊδεσ δραχμϋσ ο καθϋνασ, για ϋξοδα απογρϊφων και ϋξοδα δικαςτικοϑ κλητόρα για την επύδοςη των εγγρϊφων αυτών ς’ αυτοϑσ τουσ ύδιουσ. Σο ποςϐν όταν ςημαντικϐ και για να το ςυγκεντρώςουν οι καταδικαςθϋντεσ ϋκαναν ερϊνουσ ανϊμεςα ςτουσ φύλουσ και ςτουσ ςυγχωριανοϑσ τουσ. Κι ενώ οι πρωτοπϐροι του ςχολεύου πϊςχιζαν να ξεμπλϋξουν με τα δικαςτόρια τησ ‘’ελεϑθερησ’’ πια Πατρύδασ, για τη λευτεριϊ τησ οπούασ εύχαν τϐςο αγωνιςτεύ και τϐςεσ φορϋσ εύχαν διακινδυνεϑςει και τη ζωό τουσ ακϐμα, οι επικρατόςαντεσ ϋνοπλοι λόςτευαν και καρποϑνταν ϐ,τι ϊλλοι με τϐςουσ κϐπουσ εύχαν περιςυλλϋξει και ςυγκεντρώςει για το καλϐ του χωριοϑ. Σα ςυγκεντρωμϋνα υλικϊ, που όταν τϐςο πολλϊ και αρκετϊ για να χτιςτοϑν δυο ςχολεύα κι ϋνα γυμνϊςιο, περιόλθαν ςτα χϋρια των παρακρατικών οπλοφϐρων, των ΜΑΤδων9, οι οπούοι, με την ιςχϑ των ϐπλων, τα ιδιοποιόθηκαν και τα εμπορεϑτηκαν. Εκμεταλλευϐμενοι τη ςυςτηματικό τρομοκρατύα που επϋβαλε ςτην ϑπαιθρο και ςε ϐλη τη χώρα ‘’το επύςημο Κρϊτοσ’’ και η 9

. Μ.Α.Τ.: Μονϊδεσ Αμϑνησ Τπαύθρου. Να αμυνθεύ η ϑπαιθροσ απϐ ποιουσ;; Απ’ τουσ ελευθερωτϋσ τησ αντϊρτεσ του ΕΛΑ΢(!!).

106


αγγλοπρϐβλητη και αγγλοςτόριχτη κυβϋρνηςό του, που προςπαθοϑςε με κϊθε τρϐπο να επανεγκαθιδρϑςει και να εξαςφαλύςει τα αγγλικϊ ςυμφϋροντα ςτην Ελλϊδα και να μετατρϋψει οπωςδόποτε ό ϋςτω να φιμώςει με την τρομοκρατύα το φιλελεϑθερο φρϐνημα του αγωνιςτό και νικητό τησ κατοχόσ λαοϑ, τα κατϋκλεψαν και τα ποϑληςαν ϐλα ςχεδϐν κατϊ βοϑληςη. Για το γεγονϐσ αυτϐ δεν υπϊρχει καμιϊ αμφιβολύα. Αντύθετα, υπϊρχουν πολλαπλϋσ μαρτυρύεσ που το επιβεβαιώνουν. Ο Ανϋςτησ Βαςιλειϊδησ, ο πρώτοσ διμοιρύτησ των οπλιςμϋνων Κιτριωτών με ϐπλα του Κοϑκου ςτον καιρϐ τησ κατοχόσ και οπλύτησ και ςτουσ κατϐπι ΜΑΤδεσ, δηλώνει: «΢αν διαλϑθηκε ο ΕΛΑ΢, τα υλικϊ που όταν ςυγκεντρωμϋνα για το ςχολεύο ϋμειναν ςτη διϊθεςη των οπλοφϐρων τησ νϋασ κατϊςταςησ. Σων ΜΑΤδων. Με τουσ ΜΑΤδεσ εύχα πϊρει ϐπλο κι εγώ και ξϋρω ϐτι ϐλα τα υλικϊ τα κατϊκλεψαν οι οπλοφϐροι του χωριοϑ και οι ‘’ιςχυρού’’ εκεύνησ τησ εποχόσ. Θυμϊμαι μια φορϊ ςυγκεκριμϋνα όρθε ο οπλύτησ Γ.Π. απ’ το ςυνοικιςμϐ των εντοπύων με δυο βουβαλϐκαρα και φϐρτωςε υλικϊ απ’ τα ςυγκεντρωμϋνα ςτο οικϐπεδο του ςχολεύου. Ϋταν νϑχτα και μεισ φυλϊγαμε με τα ϐπλα λύγο πιο κϊτω, προσ του παπϊ το ςπύτι, κοντϊ ςτο φρϊχτη του Σατςύδη. Εκατϐ μϋτρα μακριϊ. Σουσ εύδαμε και μασ εύδαν, αλλϊ δεν κϊναμε τύποτα. Ο Γ.Π. βλϋπεισ όταν δικϐσ μασ. Εμεύσ τουσ βλϋπαμε πώσ φϐρτωναν και κεύνοι μασ ϋβλεπαν πώσ φυλϊγαμε»10. «Και βϋβαια, τα υλικϊ τα πόραν οι οπλύτεσ», επιβεβαιώνει ο Γιϊννησ Παπανικολϊου, που όταν κι αυτϐσ οπλύτησ εκεύνη την εποχό και προςθϋτει: «Ποιοσ ϊλλοσ μποροϑςε να κυκλοφορόςει νϑχτα εκεύνη την περύοδο, που η κυκλοφορύα των πολιτών απαγορεϑονταν αυςτηρϐτατα κι ϐλοι κλεύνονταν απϐ πολϑ νωρύσ ςτα ςπύτια τουσ, εκτϐσ απ’ τουσ οπλύτεσ που γϑριζαν περιπολύεσ ςτουσ δρϐμουσ του χωριοϑ ανεξϋλεγκτοι;»11. Οι οπλύτεσ δεν φϑλαγαν τα υλικϊ του ςχολεύου. Δεν νοιϊζονταν για το ςχολεύο καθϐλου. Μϊλλον, ακολουθώντασ το πνεϑμα τησ εποχόσ, ενδιαφϋρονταν πώσ να εξαλειφθεύ τελεύωσ και να ξεριζωθεύ για πϊντα κϊθε τι που όταν ςημϊδι των αντιςταςιακών, ϋςτω κι αν αυτϐ αφοροϑςε ϊμεςα κι αυτοϑσ τουσ ύδιουσ ό αν όταν απαραύτητο για το χωριϐ και τα παιδιϊ τουσ. Αυτού ‘’φϑλαγαν’’ μϐνο και μϐνο για να ενιςχϑουν και να εντεύνουν τη ςυνιςτοϑμενη απ’ τουσ ανώτεροϑσ τουσ τρομοκρατύα. Ϊτςι, ϐλη εκεύνη η πληθώρα των υλικών αρπϊχτηκε και εξανεμύςτηκε και ςτο ϊλλοτε πολϑβουο και ελπιδοφϐρο γιαπύ του ςχολεύου δεν ϋμεινε τύποτα παρϊ μϐνο γυμνϊ και μιςοχτιςμϋνα ντουβϊρια, που, παρ’ ϐλη τη ςιωπό τουσ, τώρα δεν ϋπαυαν να βροντοφωνοϑν, πωσ όταν ϋργο των φιλοπρϐοδων κατούκων του χωριοϑ και δημιοϑργημα των οργανώςεων τησ Εθνικόσ Αντύςταςησ. Κι αυτϐ όταν που εξϐργιζε περιςςϐτερο τουσ αντιΕΑΜικοϑσ και 10 11

. ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ του Ανϋςτη Βαςιλειϊδη. . ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ του Γιϊννη Παπανικολϊου.

107


τουσ ϋκανε, ϐχι μϐνο να αρπϊζουν και να πουλοϑν υλικϊ που υπόρχαν, αλλϊ και να ςκϋφτονται να ανατινϊξουν με δυναμύτη κι αυτϊ ακϐμα τα μιςοχτιςμϋνα ντουβϊρια. Πολλϊ απ’ τα υλικϊ του ςχολεύου διοχετεϑτηκαν κανονικϊ ςτην αγορϊ, μϋςω εμπϐρων οικοδομικών υλικών και ϊλλα πουλόθηκαν μεμονωμϋνα και ςε μικρϐτερη κλύμακα απ’ τουσ ΜΑΤδεσ ςε διϊφορουσ ςυγχωριανοϑσ. « … Ό,τι βρόκαν οι καταφερτζόδεσ τησ νϋασ κατϊςταςησ τα ϊρπαξαν ϐλα», λϋγει ο γϋροσ Κιτριώτησ Ευϊγγελοσ Δημολιϐσ. «Ϊτςι, αρπϊχτηκαν και εξαφανύςτηκαν και τα τϐςα υλικϊ που εύχαμε ςυγκεντρώςει απ’ τα επϊκτια για το ςχολεύο. Αυτού, ϐμωσ, δεν ϋκλεβαν μϐνο απ’ το ςχολεύο. Κλϋβονταν και μεταξϑ τουσ», δηλώνει κατηγορηματικϊ ο μπαρμπα-Βαγγϋλησ και ςυνεχύζει: «Σϐτε, ϋφτιαχνα ςπύτι και όθελα μερικϊ ςύδερα. Ο Γιϊνν. Σ.Π. και ο Απ. Π., οπλοφϐροι τησ νϋασ κατϊςταςησ, μου προμόθεψαν 4 μακριϋσ ρϊγεσ. Σισ ϋφεραν νϑχτα και τισ ϋριξαν μϋςα ςτο γραςύδι μου. Σϐτε βλϋπεισ απαγορεϑονταν αυςτηρϊ η κυκλοφορύα των κατούκων τη νϑχτα και μϐνο οι οπλύτεσ μποροϑςαν να κινοϑνται ελεϑθερα και ϐπωσ όθελαν. Πόρε, ϐμωσ, εύδηςη για τισ ρϊγεσ ο Θ.Π., οπλύτησ κι αυτϐσ και νϑχτα όρθε και πόρε τισ δυο. Αυτϐ το διαπύςτωςα αργϐτερα, ϐταν τισ εύδα χρηςιμοποιημϋνεσ κϊπου ςτο ςπύτι του. Εύπα τϐτε ςτουσ δυο ‘’προμηθευτϋσ’’ μου οπλύτεσ, ϐτι δε μου ϋφεραν ϐ,τι ςυμφωνόςαμε και ϐ,τι τουσ πλόρωςα. Γιατύ πληρώναμε πρώτα, την ημϋρα κι ϑςτερα μασ τα ϋφερναν, τη νϑχτα. Ύςτερα απϐ δυο-τρεισ νϑχτεσ, για να διορθώςουν τισ ελλεύψεισ, μου ϋφεραν, αντύ για δυο ρϊγεσ, δυο μεγϊλα καδρϐνια, που τα χρηςιμοπούηςα ςα μαχιϋσ ςτη ςκεπό του ςπιτιοϑ μου, ϐπου και βρύςκονται ακϐμα καρφωμϋνα»12. Για την κλοπό των υλικών υποβλόθηκε τϐτε μόνυςη απ’ τον Παναγιώτη Σςατςαλό εναντύον του Δημ. Δρουγοϑδη, Νύκου Πανταζό, Αναςταςύου Κουντςύδη και ϊλλων. Ϊνασ απ’ τουσ εμπϐρουσ τησ Κατερύνησ, του οπούου το ϐνομα αναφϋρθηκε ςτο δικαςτόριο, όταν ο Νύκοσ Κοντϐσ, παλιϐσ χωροφϑλακασ, γερμανοντυμϋνοσ τον καιρϐ τησ κατοχόσ και παρϊγοντασ ςτην μεταΕΑΜικό περύοδο. Σισ μϋρεσ τησ δύκησ, το δικαςτόριο επιςκϋφτηκε το κατϊςτημϊ του και βρόκε υπολεύμματα και ςκϐνεσ απϐ μπογιϋσ, ύδιεσ μ’ εκεύνεσ που φυλϊγονταν ςτο Κύτροσ για το ςχολεύο. Και, για να τελειώνουμε την ιςτορύα του ςχολεύου, το 1946-47, επύ προεδρύασ Πϋτρου Αλμπανύδη, η Κοινϐτητα απαλλοτρύωςε και πϊλι το οικϐπεδο του Σαξιϊρχη, μια και το μεταπολεμικϐ κρϊτοσ ακϑρωςε ό θεώρηςε ςα μη υπϊρχουςεσ ϐλεσ τισ ωσ τϐτε πρϊξεισ τησ τοπικόσ αυτοδιούκηςησ τησ περιϐδου του ΕΑΜ. Η πρϊξη αυτό τησ Κοινϐτητασ εγκρύθηκε κι απ’ τη Νομαρχύα Θεςςαλονύκησ, ςτην οπούα υπϊγονταν τϐτε διοικητικϊ το Κύτροσ και περιβλόθηκε με την απαιτοϑμενη κατϊ τα ιςχϑοντα νομιμϐτητα. Επύςησ, ο πρϐεδροσ Πρωτοδικών Πιερύασ, με απϐφαςό του, καθϐριςε το ςυνολικϐ τύμημα τησ απαλλοτριωθεύςασ 12

. ΢ϑμφωνα με μαρτυρύεσ του Ευϊγγελου Δημολιοϑ.

108


ϋκταςησ ςε 12 εκατομμϑρια δραχμϋσ, τισ οπούεσ τελικϊ αποδϋχτηκε και πόρε ο ωσ τώρα αρνοϑμενοσ κϊθε ςυμβιβαςμϐ και λϑςη Σαξιϊρχησ. Σϐτε μεςολϊβηςε κϊποιοσ πολιτευτόσ τησ παρϊταξησ των Υιλελευθϋρων, ονομαζϐμενοσ Ραλλύδησ, που κατϊγονταν κι αυτϐσ απ’ τα μϋρη τησ Ανατολικόσ Ρωμυλύασ, ϐπωσ και οι κϊτοικοι των ςυνοικιςμών Καβακλύ και Μπϊνησ, ο οπούοσ και ςυμβοϑλεψε την Κοινϐτητα να προςφϋρει απ’ το ταμεύο τησ ϋνα ποςϐ ςτον Ϊρανο των Βορεύων Επαρχιών τησ χώρασ, που ϋκανε τϐτε το Κρϊτοσ για ενύςχυςη των πολεμοπαθών και των ‘’ανταρτϐπληκτων’’, ϐπωσ ϋλεγε, δημιουργώντασ ϋτςι το Κρϊτοσ κϊποια ςχϋςη με το ταμεύο αυτϐ, απ’ το οπούο θα μποροϑςε ο Ραλλύδησ, με τον τρϐπο του, να αποςπϊςει κϊποιο ςεβαςτϐ ποςϐ για την αποπερϊτωςη του ςχολεύου, ‘’αυτόσ τησ πληγεύςασ περιοχόσ’’, ϐπωσ θα την παρουςύαζε. Πραγματικϊ, η Κοινϐτητα πρϐςφερε 40 εκατομμϑρια δραχμϋσ ςε κεύνον τον ϋρανο κι ο Ραλλύδησ κατϊφερε να πϊρει 180 εκατομμϑρια δραχμϋσ για το τελεύωμα του ςχολεύου. Σα χρόματα αυτϊ πόγαν για την αγορϊ υλικών και την πληρωμό των εργατικών. Σην πϋτρα την ϋβαλε η Κοινϐτητα αγορϊζοντϊσ την απϐ λατϐμουσ του Μακρυγιϊλου. Εδώ ασ ςημειωθεύ, ϐτι ςτισ εκλογϋσ που ακολοϑθηςαν, οι Κιτριώτεσ δεν ψόφιςαν το φιλιλεϑθερο Ραλλύδη, αλλϊ το ςυντηρητικϐ Παπαγεωργύου του αντύπαλου κϐμματοσ. Ϊτςι, ο ευεργετόςασ ωσ ϋνα βαθμϐ το χωριϐ περιφρονόθηκε κι απ‘ αυτοϑσ ακϐμα που ευεργϋτηςε και δεν βγόκε οϑτε βουλευτόσ.

ΔΑ΢ΚΑΛΟΙ Δημοτικϐ ςχολεύο λειτουργοϑςε ςτο Κύτροσ και τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ και ςτο πϋραςμα των χρϐνων εκεύνων υπηρϋτηςαν ς’ αυτϐ πολλού δϊςκαλοι, λαώκού και κληρικού. Λϐγω, ϐμωσ, των πολλών καταςτροφών που υπϋςτη το χωριϐ ςε παλιϐτερεσ εποχϋσ και των οξϑτατων ερύδων που ϋφεραν μαζύ τουσ οι διϊφορεσ κατϊ καιροϑσ πολιτικϋσ καταςτϊςεισ των νεϐτερων χρϐνων, η ϋνταςη των οπούων ξεςποϑςε ςτην καταςτροφό των κοινοτικών, εκκληςιαςτικών και ςχολικών αρχεύων, δεν ςώζεται ςόμερα κανϋνα ςτοιχεύο που να μασ πληροφορεύ για το ποιοι και πϐςοι δϊςκαλοι πϋραςαν απ’ το ςχολεύο αυτϐ. Ερευνώντασ τα υπϊρχοντα παλιϊ βιβλύα τησ εκκληςύασ του Αγύου Κωνςταντύνου, κατορθώςαμε να πϊμε πύςω ωσ το 1880. Ξεκινώντασ, λοιπϐν, απ’ το ϋτοσ αυτϐ, αναφϋρουμε ϐςα ονϐματα και ϊλλα ςχετικϊ ςτοιχεύα μπορϋςαμε να ςυγκεντρώςουμε. 1. Δϊςκαλοι ςτον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ: 1) ΢απουνϐπουλοσ Αθαν. 1880 απ’ τον Κολινδρϐ 2) Ζαγοριανϊκοσ Αθαν. 1891 3) Καραμουτςϐπουλοσ Δ.΢. 1902 απ’ την Ϋπειρο 4( Ηγουμενύδησ 1906 απ’ την Ϋπειρο 5) Μαργαρύτησ Αθαν. του Π. 1909-1910 απ’ τη Δρυϊνιτςα Ολϑμπου.

109


2. Δϊςκαλοι μετϊ την απελευθϋρωςη του 1912 Α’ Απϐ πληροφορύεσ των ςημερινών κατούκων προκϑπτει πωσ απ’ το 1912 ωσ το 1931 υπηρϋτηςαν ςτο Κύτροσ οι παρακϊτω δϊςκαλοι, με την ακϐλουθη περύπου ςειρϊ: 1) Αξατζύδησ Δημότριοσ, απ’ το Λαςποχώρι Κιςςϊβου 2) Παραςκευϊσ Δημότριοσ, πρϐςφυγασ απ’ τη Θρϊκη 3) Παραςκευϊσ Ιωϊννησ (ό Γεώργιοσ), αδελφϐσ του προηγοϑμενου 4) Μπακρϐζησ (γϑρω ςτο 1925) 5) Δαςκαλϐπουλοσ Θωμϊσ (ϋκανε και ψϊλτησ ςτην εκκληςύα του Αγ. Κων/νου και γραμματϋασ ςτην Κοινϐτητα) 6) Ζμαλιϐσ Εμμανουόλ απ’ την Κϊλυμνο. Β’ Επύςησ, απ’ τα υπϊρχοντα ςόμερα ςτο ςχολεύο μαθητολϐγια και ϊλλα ςχετικϊ βιβλύα, προκϑπτει ϐτι υπηρϋτηςαν ς’ αυτϐ, μετϊ το 1931 ςα διευθυντϋσ οι παρακϊτω δϊςκαλοι: 1) Μακρόσ Ηλύασ (1931 και 1936) 2) Αλεξϐπουλοσ (1933) 3) Υϋτςιοσ (1934) 4) Θωμϐπουλοσ ΢τϋφανοσ (απ’ το 1935 και 1940-1943) 5) Ζαλαχώρη Ευαγγελύα (1937 και 1938) 6) Πϊλλασ Γεώργιοσ (1943-1944) (Σο ςχολικϐ ϋτοσ αυτόσ τησ περιϐδου, ςϑμφωνα με υπϊρχουςα ςημεύωςη ςτο οικεύο μαθητολϐγιο, παρατϊθηκε ωσ τισ 8 Απριλύου 1945) 7) ΢αμολαδϊ Μαύρη (1945-1946) 8) Βλϊχου (1947, 1948, 1949) 9) ΢ταςινϐπουλοσ (απϐ 1950 ωσ το 1954) (το ϐνομα εύναι δυςανϊγνωςτο) 10) Ματθαιύδησ Ματθαύοσ (απϐ 1955 ωσ και 1962) 11) Ρϊπτησ Δημότριοσ (απϐ 1963 ωσ και 1973) 12) Σζιώκασ Ιωϊννησ (απϐ 1974 ωσ και 1977) 13) Λαςιθιωτϊκησ ΢. (απϐ 1978 ωσ και 1982) 14) Γερομιχαλϐσ (1983) 15) Μπϊμποσ Μιχ. (1984) 16) Σζιϐβασ Αριςτ. (1985) 17) Μπαλαοϑρασ (1986) 18) Βϐβολη Αθηνϊ (1987). Μαζύ με τουσ παραπϊνω διευθυντϋσ υπηρϋτηςαν και πολλού δϊςκαλοι των οπούων τα ονϐματα, λϐγω ςτενϐτητασ χώρου δεν αναφϋρουμε. 2’. ΢το Διθϋςιο Δημοτικϐ ΢χολεύο Μπϊνησ Παρϊλληλα με το 3/θϋςιο Δημοτικϐ ςχολεύο Κύτρουσ ό το ‘’Αο Δημοτικϐ’’ λειτοϑργηςε ςτη Μπϊνα απϐ το 1935-36 και το 1/θϋςιο ςτην αρχό και 2/θϋςιο κατϐπι Δημοτικϐ ςχολεύο Κύτρουσ ό το ‘’Βο Δημοτικϐ’’, ϐπωσ εύναι γνωςτϐ ςόμερα.

110


΢’ αυτϐ υπηρϋτηςαν ςα διευθυντϋσ οι παρακϊτω δϊςκαλοι: 1) Σςοϑφλια Υρϐςω (1936-38) 2) ΢ακελλαρύου Βαςύλησ (1938-43) 3) (ϐνομα δυςανϊγνωςτο) (1943-1945) 4) Γιαννουκϊκη Ε. (1945-1952 και 1956-57) 5) Πϑλησ (1952-1956) 6) (ϐνομα δυςανϊγνωςτο) (1956-1962) 7) ΢ταματιϊδησ Φρ. (1962-1965) 8) Παπουτςϊκησ Κων/νοσ (1965-1967) 9) Σριανταφυλλύδησ Ιωϊννησ (1967-1968) 10) Γιαννουλύδησ Θεϐφιλοσ (1968-1972) 11) Παναγιωτύδου Ε. (1972-73) 12) Μπαλϊτου Ε. (1973-1975) 13) (ϐνομα δυςανϊγνωςτο) (1975-1977) 14) Καλύτςησ Λϊζαροσ (1977-1980) 15) Μπαμπϊνη Μϋλπω (1980-81) 16) Πλαςταρϊσ Γεώργιοσ (1981-1985) 17) Γκϐλιασ Δημότριοσ (1985-1987). (Για περιςςϐτερα ςτοιχεύα δεσ ςχετικοϑσ πύνακεσ ςτο Παρϊρτημα)

ΠΑΠΑΔΕ΢ ΢την εκκληςύα Αγ. Κωνςταντύνου και Ελϋνησ υπηρϋτηςαν οι παρακϊτω γνωςτού παπϊδεσ: 1) Παπακώςτασ Κων/νοσ 2) Ζαμποϑκασ Ευϊγγελοσ 3) Σριανταφϑλλου Αθανϊςιοσ 4) Παπανικολϊου Αθανϊςιοσ 5) Καζαντζύδησ Φρόςτοσ 6) Φϊρλασ Κων/νοσ 7) Παπαώωϊννου Παναγιώτησ 8) Βοϑλγαρησ Βαςύλειοσ. ΢την εκκληςύα του Προφότη Ηλύα ςτη Μπϊνα, απϐ τησ ύδρυςόσ τησ και μϋχρι ςόμερα, υπηρϋτηςαν οι παρακϊτω παπϊδεσ: Καζαντζύδησ Φρόςτοσ παπα Γιώργησ (απ’ την Κρότη) παπα Γιϊννησ (απ’ το Μεςολϐγγι) παπαΓιώργησ Βεντουρϊκησ Νικϐδημοσ (αρχιμανδρύτησ). Σοποθετόθηκε ςτη Μπϊνα το Μϊιο του 1986. (Οι Μπανιώτεσ ϋφεραν παλιϊ εικϐνα του Προφότη Ηλύα απ’ τη Μπϊνα τησ Βουλγαρύασ). Η εκκληςύα εγκαινιϊςτηκε ςτισ 4 ΜαϏου 1980 απ’ το μητροπολύτη Βαρνϊβα.

111


112


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΟΓΔΟΟ Μετανάςτευςη Σην τελευταύα περύοδο τησ τουρκοκρατύασ και ιδιαύτερα απ’ την κόρυξη του ρωςοτουρκικοϑ πολϋμου το 1877 ωσ την απελευθϋρωςη τησ Μακεδονύασ το 1912, οριςμϋνοι Κιτριώτεσ, για να αποφϑγουν τη ςτρϊτευςό τουσ απ’ τουσ Σοϑρκουσ και να απαλλαγοϑν απ’ τα δεινϊ τησ ςκλαβιϊσ, ϋφευγαν, ϐταν τουσ δύνονταν η ευκαιρύα, ςτην Αμερικό. Η φυγό προσ την υπερπϐντια Ϋπειρο ςυνεχύςτηκε και μετϊ την απαλευθϋρωςη του 1912. Ανϊμεςα ς’ αυτοϑσ που ϋφυγαν για την Αμερικό όταν και ο Νικολϊκησ Καλϑβασ, ο πατϋρασ του Θωμϊ Καλϑβα, τον οπούο τον καιρϐ τησ κατοχόσ ςυνϋλαβαν οι Κουκιώτεσ και εκτϋλεςαν οι Γερμανού. Αργϐτερα, πόραν τον ύδιο δρϐμο τησ ξενιτιϊσ οι Θανϊςησ Θεολϐγησ, Κων/νοσ Αντωνύου, Κων/νοσ Βοϑλγαρησ, Ευϊγγελοσ Γιουβϊνοσ και Νικολϊκησ Κωςτϐπουλοσ. Οι τελευταύοι, ϑςτερα απϐ οριςμϋνα χρϐνια ςτην ξενιτιϊ, ϊλλοσ περιςςϐτερα κι ϊλλοσ λιγϐτερα, ξαναγϑριςαν ςτο Κύτροσ. Εκεύνοσ που δεν γϑριςε ποτϋ όταν ο Νικολϊκησ Καλϑβασ. Ο Θ. Θεολϐγησ, επιςτρϋφοντασ ςτην Ελλϊδα, επιςτρατεϑτηκε. Πόγε ςτρατιώτησ ςτη Μ. Αςύα κι εκεύ ςκοτώθηκε ςε μϊχη. Μετϊ τον Βο παγκϐςμιο πϐλεμο, ϋντονο παρουςιϊςτηκε το μεταναςτευτικϐ ρεϑμα προσ τισ περιςςϐτερεσ ευρωπαώκϋσ χώρεσ αλλϊ και προσ την Αμερικό, την Αυςτραλύα, τον Καναδϊ, την Αφρικό κ.λ.π.. Σουσ καινοϑριουσ αυτοϑσ δρϐμουσ τησ ξενιτιϊσ πόραν και πολλού Κιτριώτεσ. Γενικϐτερα αύτια τησ ςϑγχρονησ φυγόσ προσ το εξωτερικϐ όταν η μεταπολεμικό οικονομικό ϋνδεια που προϋκυψε απ’ τισ καταςτροφϋσ του πολϋμου, οι ανώμαλεσ πολιτικϋσ καταςτϊςεισ που επακολοϑθηςαν μετϊ τη φυγό των Γερμανών και την απελευθϋρωςη τησ Ελλϊδασ, ο οξϑσ κομματικϐσ διαχωριςμϐσ των πολιτών και οι ϋντονεσ κυβερνητικϋσ και παρακυβερνητικϋσ εναντύον των αντιφρονοϑντων διώξεισ, καθώσ και η ειδικϐτερα ευνοώκό μεταναςτευτικό πολιτικό που αςκόθηκε απϐ μϋρουσ των μεταπολεμικών ελληνικών κυβερνόςεων, με ςκοπϐ την ενθϊρρυνςη και την προώθηςη τησ φυγόσ των Ελλόνων απ’ τη χώρα τουσ. Φωρύσ να εξετϊςουμε εδώ περιςςϐτερο τουσ παραπϊνω λϐγουσ και δύχωσ να εμβαθϑνουμε ςτα επιμϋρουσ αύτια που ϋςπρωξαν τουσ Κιτριώτεσ προσ τη μετανϊςτευςη, αναφϋρουμε τα ονϐματα αυτών που ϋφυγαν ϋξω απ’ την Ελλϊδα απϐ το 1945 κι ϑςτερα, αναζητώντασ αλλοϑ κϊποια ϊλλη καλϑτερη και ημερϐτερη ζωό. Οριςμϋνοι, ςτη φυγό τουσ, επιςκϋφτηκαν διαδοχικϊ και παρϋμειναν ςε δϑο ό και περιςςϐτερεσ χώρεσ. Εδώ θα αναφϋρουμε τη χώρα ςτην οπούα βρύςκονται ςόμερα.

113


Επειδό εύναι δϑςκολο να αναφερθοϑν ςϑμφωνα με το χρϐνο αναχώρηςόσ τουσ απ’ την Ελλϊδα, γι’ αυτϐ αναφϋρονται με αλφαβητικό μϐνο ςειρϊ. ΢την Αυςτραλύα μετανϊςτευςαν οι: 1. Αγγελύδησ Αλϋκοσ του Ν. 2. Αγγελύδησ Θωμϊσ του Ν. 3. και η ςϑζυγϐσ του Κατύνα Κυριατζό1 4. Αρϊπογλου Ζόςησ 5. Γαλανϐσ Γεώργιοσ 6. Γαλανϐσ Ιωϊννησ (Ε)2 7. Γαλαξύδησ Αθανϊςιοσ 8. Γαλαξύδησ Κυριϊκοσ 9. Γαλαξύδησ Φρόςτοσ 10. Γιουβϊνοσ Αναςτϊςιοσ του Ευαγγ. (Ε) (απεβύωςε ςτην Ελλϊδα) 11. Γρύβα Αναςταςύα 12. Δουμϊκησ ΢τϋργιοσ 13. Ζαμποϑκασ Ευϊγγελοσ του Δ. (Ε) 14. και η ςϑζυγϐσ του Αλεξϊνδρα Γιαννιτςοϑλα (απεβύωςε ςτην Αυςτραλύα) 15. Θεολϐγησ Ευρυπύδησ του Γ. 16. και η ςϑζυγϐσ του Ελϋνη Ζιπϋλλα 17. Κακϊνασ Δημότριοσ 18. Κεραμυδϊσ Υώτησ (Ε) 19. Κεραμυδϊσ Δημοςθϋνησ (Ε) 20 Κουρκουβϋλησ Κων/νοσ (Ε) 21. Κουτρϊκησ Δημότριοσ 22. Κυριατζόσ Απϐςτολοσ του Ιωϊννου 23. Λατοϑδησ Φρόςτοσ του Ιωϊννου 24. και η ςυζυγϐσ του Ωννα ΢ιανύδη 25. Μαλαμύδησ Γεώργιοσ του Δόμου 26. και η ςϑζυγϐσ του Αναςταςύα ΢εώτανύδη (απεβύωςε ςτην Αυςτραλύα) 27. Μαλαμύδησ Φρόςτοσ του Δόμου 28. και η ςϑζυγϐσ του Φαρύκλεια Νατςύδου 29. Μουγκρϊκησ ΢τϋργιοσ (απεβύωςε ςτην Αυςτραλύα το 1987) 30. Μουγκρϊκησ Παναγιώτησ 31. Μωρύδησ Φρόςτοσ 32. Παλιοϑρασ Ιωϊννησ του Γ. (Ε) 33. και η ςϑζυγϐσ του Αναςταςύα Καραλιϊ (Ε) 34. Παλιοϑρασ Θανϊςησ του Ιωϊνν. 35. Παπαδϐπουλοσ Μϊνθοσ (Ε) 36. και η ςϑζυγϐσ του Υωτεινό Θεολϐγη (Ε) 1 2

. Αναφϋρονται τα ονϐματα των ςυζϑγων, ϐταν κι αυτϋσ εύναι Κιτριώτιςςεσ. . Σο ςημεύο (Ε) ςημαύνει ϐτι επϋςτρεψε ςτην Ελλϊδα.

114


37. Πύττησ Γεώργιοσ του Αθ. 38. ΢εραφειμύδησ Γεώργιοσ 39. ΢ιανύδησ Παςχϊλησ 40. Σατςύδησ Δημοςθϋνησ του Ιωϊνν. 41. Σερτύλασ Κων/νοσ του Φρ. 42. Σερτύλα Κυριακοϑλα του Φρ. 43. Σερτύλα Λουύζα του Φρ. 44. Σοχωβύτησ Παναγιώτησ (Ε) 45. Σςιϐτρα Μαύρη 46. Υαναρτζόσ Κων/νοσ του Δημ. 47. Υαναρτζόσ Κυριϊκοσ του Δημ. 48. και η ςυζυγϐσ του Μαρύνα Μιξϊκη 49. Φρανιώτησ Ανϋςτησ του Δημ. (Ε) 50. και η ςυζυγϐσ του Διονυςύα Γκριζαλιώτη (Ε) 51. Φρανιώτησ Αργϑρησ, που με τη ςϑζυγϐ του Ελϋνη Παπακαλοϑςη ςτϊλθηκαν απ’ το Τπουργεύο Παιδεύασ ςτη Μελβοϑρνη και υπηρετοϑν ςα δϊςκαλοι ςτα εκεύ ελληνικϊ ςχολεύα. ΢τη Γερμανύα μετανϊςτευςαν οι: 1. Αραμπατζόσ ΢τϋργιοσ (Ε) 2. Γϊκησ Ευϊγγελοσ (Ε) 3. Γϊκησ Δημότριοσ (Ε) 4. Γαλαξύδησ Δημότριοσ (Ε) 5. Γιατςύδου Γιαννοϑλα (Ε) 6. Γουγοϑςησ Νεοπτϐλεμοσ (ςκοτώθηκε) 7. και η ςϑζυγϐσ του Σριανταφυλλιϊ Παρθενϊκη 8. Γουγοϑςησ Γιώργοσ (Ε) 9. Δανανϊσ Αλϋξ. (Ε) 10. Δρακϊκησ Μανώλησ του Ιωϊνν. (Ε) 11. Δρογοϑδη Γιαννοϑλα 12. Ζαργανϊκησ Βαςύλησ του ΢τϋρ. (Ε) 13. και η ςϑζυγϐσ του Φαρύκλεια Καραμανϊκη 14. Ζαργανϊκησ Ελευθϋριοσ του Γ. 15. Θεολϐγησ ΢τϋργιοσ 16. Ιβανοϑδησ Μαυρουδόσ 17. Κακϊνασ Παραςκευϊσ (Ε) 18. και η ςϑζυγϐσ του Αργυρώ Σύτου 19. Καμπϐςοσ Καλοϑδησ (Ε) 20. Καμπϐςοσ Θεοδϐςησ 21. Καμπϐςοσ Θανϊςησ 22. Καπουνιϊρησ Νύκ. του Θ. 23. Καπουνιϊρησ Σηλϋμαχοσ 24. Καραγιαντςύδησ Νικ. (Ε)

115


25 . Καραπϊνοσ Φρόςτ. (Ε) 26. Κατςοϑλασ Νικϐλ. (Ε) 27. Κεςοϑδησ Φρόςτοσ (Ε) 28. και η ςϑζυγϐσ του Μϊρω. 29. Κϐγκολασ Γεώργιοσ 30. και η ςϑζυγϐσ του Αςημοϑλα ΢τεφανύδου 31. Κουτρϊκησ Γρηγϐριοσ (Ε) 32. Κυριατζόσ Γιώργοσ 33. Λιϊκοσ Αριςτεύδησ 34. Λιϊκοσ Φρόςτοσ (Ε) 35. Μανωλϐπουλοσ Ευριπύδησ (Ε) 36. Μανωλϐπουλοσ Νικ. 37. Μηλιονϋρησ Νικ. του ΢ταμ. (Ε) 38. Κϐγκασ Φρόςτοσ (ςκοτώθηκε ςτη Γερμανύα) 39. Μουμουλϋτςασ Ιωϊννησ (Ε) 40. Μπϊμποσ Ζαφεύρησ 41. Μπϊμοσ Βαςύλησ (Ε) 42. Μποϑςκασ Θωμϊσ 43. Μποϑςκασ Ηρακλόσ (Ε) 44. Ντϊμτςιοσ Βαςύλησ 45. Οικονομύδου Μαρύα (Ε) 46 Πανταζόσ Ευϊγγελοσ του Ν. (Ε) 47. Παπαδημητρύου Παγώνα 48. Παπαδϐπουλοσ ΢ταϑροσ 49. και η ςϑζυγϐσ του Παγώνα Πεώτζύκα 50. Παπακώςτασ Αντώνιοσ 51. Παπακώςτασ Θανϊςησ (Ε) 52. και η ςϑζυγϐσ του Παναγιώτα Μανωλοποϑλου (Ε) 53. Πύττησ Δημότριοσ 54. Πολυχρονύδησ ΢τϋφανοσ (Ε) 55. και η ςϑζυγϐσ του Κυριακό Υύλιου (Ε) 56 . ΢ιανύδησ Θεοχϊρησ του Κ. 57. ΢τεφανύδησ Δημοςθϋνησ (Ε) 58. ΢τροςκύδησ Γεώργιοσ 59. ΢τροςκύδου Θεοδώρα 60. Σακόσ Γεώργιοσ (Ε) 61. Σαρϋμησ Γεώργιοσ (Ε) 62. Σαςςϐπουλοσ Κων/νοσ (Ε) 63. Σατςύδησ Δημότριοσ 64. Σερζόσ ΢τϋργιοσ του Θεοδ. (Ε) 65. Σριανταφϑλλου Ιωϊννησ (Ε) 66. Σριανταφϑλλου Ευϊγγελοσ 67. Σςολακϊκησ ΢τϋργιοσ (Ε)

116


68. Υωκϊσ Ιωϊννησ. ΢την Αμερικό μετανϊςτευςαν οι: 1) Κωςτϐπουλοσ Γεώργιοσ 2) Δαφνόσ Νύκοσ 3( Σαςςϐπουλοσ Φρόςτοσ 4) Αλεξύου Νικ. ΢τη Ν. Αφρικό μετανϊςτευςαν οι: 1) Λϑμπου Φρόςτοσ 2) Μοςχογιϊννησ Γιϊννησ του ΢τϋργιου 3) Σριανταφϑλλου Ευϊγγελοσ ΢τη ΢ουηδύα μετανϊςτευςαν οι: 1) Δραγϊνησ Γιϊννησ του Β. (Ε) 2) Καραγιώργησ Γιώργοσ του ΢τϋργ. (Ε) 30 Μουγκρϊκησ Γιϊννησ του Γρηγ. (Ε) ΢τη Γαλλύα μετανϊςτευςαν οι: 1) Μοςχογιϊννησ ΢τϋργιοσ 2) Πουρτςύδησ Αντώνησ 3) Πουρτςύδησ Γιϊννησ 4) Σςατςαλόσ Δημότριοσ (Ε) 5) Σςατςαλόσ Κων/νοσ 6) Σςατςαλόσ Νύκοσ (Ε). ΢τη Βραζιλύα οι: 1. Μποςινϊκησ Κϑροσ ΢τα Αραβικϊ Εμιρϊτα οι: 1. Λατοϑδησ Αγοραςτϐσ του Κ. (Λιβϑη) 2. Λατοϑδησ Παςχϊλησ του Κ. 3. Σοπϊλησ Κων/νοσ (ςκοτώθηκε). ΢την Ολλανδύα οι: 1. Δρακϊκησ Γιώργοσ (Ε). Εκτϐσ απ’ τη φυγό προσ τισ ξϋνεσ χώρεσ, πολλού Κιτριώτεσ ϋφυγαν τισ τελευταύεσ δεκαετύεσ και προσ τισ μεγϊλεσ πϐλεισ τησ χώρασ και ιδύωσ ςτη Θεςςαλονύκη. Σο μϋγεθοσ τησ φυγόσ αυτόσ φαύνεται καθαρϊ, αν ςυγκρύνουμε τα ςτοιχεύα τησ τελευταύασ απογραφόσ του πληθυςμοϑ με τουσ επύςημουσ εκλογικοϑσ καταλϐγουσ. Σϐτε βλϋπουμε πωσ, ενώ ϋχουμε ςυνολικϊ 1882 κατούκουσ ςτισ τελευταύεσ δημοτικϋσ εκλογϋσ ψόφιςαν 1799 ψηφοφϐροι. (Δεσ

117


και Κεφϊλ. 26 ςελ. 86 και ςημ. 15. Οι εντϐσ Ελλϊδασ μετανϊςτεσ διατηροϑν τα πολιτικϊ τουσ δικαιώματα ςτο χωριϐ).

118


Η’ ΕΠΙΣΟΠΙΕ΢ ΑΝΑΖΗΣΗ΢ΕΙ΢ ΚΑΙ ΕΡΕΤΝΕ΢

ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟ΢ΣΟ ΕΝΑΣΟ Ερευνώντασ τα βιβλία τησ Εκκληςίασ. Η ιςτορύα του Κύτρουσ εύναι πραγματικϊ μακραύωνη και πολυτϊραχη. Για τα ταραχώδη κι ενδιαφϋροντα χρϐνια τησ πρϐςφατησ ςχετικϊ ζωόσ του Κύτρουσ, βρύςκουμε γραπτϋσ μαρτυρύεσ ςτα διϊφορα ωσ ςόμερα παλιϐτερα εκκληςιαςτικϊ βιβλύα. ΢το μηνιαύο του Ιανουαρύου, που τυπώθηκε το 1843 και εύναι το αρχαιϐτερο εκκληςιαςτικϐ βιβλύο απ’ τα υπϊρχοντα ςόμερα ςτην εκκληςύα των Αγύων Κων/νου και Ελϋνησ ςτο Κύτροσ, γρϊφει ςτην πρώτη του ςελύδα με το χϋρι του και με ωραύα γρϊμματα ο Ηπειρώτησ δϊςκαλοσ Δ.΢. Καραμουτςϐπουλοσ: ‘’Θου Κϑριε φυλακόν τω ςτϐματύ μου και… τα χεύλη μου’’ και υπογρϊφει ςημειώνοντασ: ‘’χρηματύςασ επύ εν ϋτοσ Διδϊςκαλοσ εισ το πολυτϊραχον Κύτροσ’’. Και ςτην τελευταύα ςελύδα του ύδιου βιβλύου, ς’ ϊλλο γραμμϋνο πϊλι με το χϋρι του δύςτιχο, υπογρϊφει ο ύδιοσ με ημερομηνύα 3.1.1902. Ο Ηπειρώτησ δϊςκαλοσ, ϋχοντασ υπϐψη του τουλϊχιςτο τη ςϑγχρονη και πρϐςφατη γι’ αυτϐν ιςτορύα του χωριοϑ, το αποκαλεύ ‘’πολυτϊραχον’’. Παρϐμοιεσ πληροφορύεσ για την περιοχό μασ αφόνει γραπτϋσ ςτο Μηνιαύο του Ιουνύου 1896 και ο Αθανϊςιοσ Π. Μαργαρύτησ απ’ τη Δρυϊνιτςα του Ολϑμπου: ‘’ο χρηματύςασ διδϊςκαλοσ κατϊ το ςχολικϐν ϋτοσ 1909-1910, εν τω υπϋρ τω δϋοντι φιλοταρϊχω Κύτρει’’. ΢ε αντύθεςη με τον Καραμουτςϐπουλο, που αναφϋρεται ςτην περύοδο 1902 (και ύςωσ και πριν) και χαρακτηρύζει το Κύτροσ ςαν ‘’πολυτϊραχον’’, ο Α. Π. Μαργαρύτησ, που βρύςκεται ς’ αυτϐ την περύοδο του 1909-1910 το χαρακτηρύζει ‘’φιλοτϊραχον’’. Αν και οι δυο δϊςκαλοι γνωρύζουν καλϊ την ακριβϋςτερη ϋννοια των επιθϋτων που χρηςιμοποιοϑν, ο καθϋνασ προβαύνει ςτο χαρακτηριςμϐ του χωριοϑ απϐ διαφορετικό ϐπωσ φαύνεται ωθοϑμενοσ αιτύα. Η πρώτη περύοδοσ ύςωσ αφορϊ ταραχϋσ που προϋρχονταν απϐ εξωτερικοϑσ κινδϑνουσ και που οι αιτύεσ τουσ δεν εύχαν ςχϋςη με εςωτερικϋσ του χωριοϑ διαφορϋσ και οϑτε αφοροϑςαν προςτριβϋσ μεταξϑ των κατούκων ό μερύδασ αυτών, οι οπούεσ να εύχαν καθαρϐ ‘’ενδοκιτριώτικο’’ χαρακτόρα.

119


Οι ταραχϋσ και τα δεινϊ τησ περιϐδουσ αυτόσ ύςωσ να προϋρχονταν απϐ επιδρομϋσ ληςτανταρτών των Πιερύων ό απϐ επιθϋςεισ κλεφταρματολών και Ελλόνων αγωνιςτών κατϊ των Σοϑρκων ό και απϐ διακινόςεισ τουρκικών ςτρατευμϊτων προσ τα ελληνοτουρκικϊ ςϑνορα τησ Θεςςαλύασ ό ακϐμα και απϐ εξορμόςεισ τουρκικών αποςπαςμϊτων ςτρατοϑ ό χωροφυλϊκων κατϊ των κϊθε εύδουσ οπλοφϐρων των βουνών. Μπορεύ επύςησ να προϋρχονταν και απϐ την ϋνταςη τησ φιλορουμανικόσ κύνηςησ ςτα μϋρη αυτϊ1. Η δεϑτερη περύοδοσ, ϐμωσ, ςτην οπούα αναφϋρεται ο Α. Μαργαρύτησ, πρϋπει, ςϑμφωνα με το ϑφοσ και τα γραφϐμενα του δϊςκαλου, να προϋρχονταν απϐ αιτύεσ εςωτερικόσ φϑςησ. Εδώ, πρϋπει οι ύδιοι οι Κιτριώτεσ, πϊντα κατϊ τον Α. Μαργαρύτη, ενεργώντασ θετικϊ ό αρνητικϊ και για δικοϑσ τουσ καθαρϊ λϐγουσ, να ςυντϋλεςαν ςτη δημιουργύα ερύδων και ταραχών, ςε τϋτοιο μϊλιςτα βαθμϐ, που οι ανωμαλύεσ να διαιωνύζονταν οξϑτατεσ και να αναζωπυρώνονταν επικύνδυνα κατϊ διαςτόματα, μαςτύζοντασ τον τϐπο ςυνεχώσ, ώςτε να αναγκϊςουν το δϊςκαλο του χωριοϑ να αποτολμόςει να γρϊψει με πικρύα ςτο βιβλύο τησ εκκληςύασ και να αποθανατύςει μια δυςϊρεςτη κατϊςταςη, χαρακτηρύζοντασ το Κύτροσ, ϐχι πια ςαν πολυτϊραχο αλλϊ ςα φιλοτϊραχο. Και θα πρϋπει οι ταραχϋσ αυτϋσ να μην αφοροϑςαν μϐνο τησ περύοδο του 1909-1910, για την οπούα γρϊφει ο Α. Μαργαρύτησ. Θα πρϋπει να εκτεύνονταν και πιο πϋρα και να ξεκινοϑςαν απϐ παλιϐτερα χρϐνια. άςωσ να κϊλυπταν ολϐκληρη τη δεκαετύα του 1900-1910. Η ϊποψη αυτό, μαζύ και με το ενδεχϐμενο του ‘’εςωτερικοϑ’’ χαρακτόρα των ταραχών τησ εποχόσ εκεύνησ, ενιςχϑεται κι απϐ τη μαρτυρύα που βρύςκουμε επύςησ γραμμϋνη ς’ ϊλλο βιβλύο τησ ύδιασ εκκληςύασ. ΢το Μηνιαύο του Νοεμβρύου 1843, ςημειώνει ο επύςησ δϊςκαλοσ Αντώνιοσ Φρόςτου Βεροιαύοσ (ϐπωσ αυτοαποκαλεύται ο ύδιοσ), ϐτι ‘’μεγϊλη ςχολικό και εκκληςιαςτικό αταξύα και ςϑγχηςη εν Καλϑβαισ Πϊλιανησ εγϋνετο τω 1904-1905ω ϋτει’’. Ση μαρτυρύα μϊλιςτα αυτό με ημερομηνύα 23.11.1904 ςυνυπογρϊφουν και οι ‘’Θωμϊσ Ι. Οικονϐμου εκ Βερούασ, παλιϐσ διδϊςκαλοσ και Παπανικϐλασ Δημητρύου εκ Κύτρουσ, ιερεϑσ χρηματύςασ’’. Η Πϊλιανη όταν πολϑ χριςτιανικϐ χωριϐ αλλϊ, ϐπωσ μασ πληροφορεύ ο επύςκοποσ Κύτρουσ Παρθϋνιοσ, καταςτρϊφηκε απ’ τουσ Σοϑρκουσ ςτη δεκαετύα του 1848-1858. Μϊλλον ςτην εποχό τησ ηπειροθεςςαλικόσ επανϊςταςησ. ΢τη θϋςη του χτύςτηκε αργϐτερα, ϑςτερα απ’ την ανακόρυξη του τουρκικοϑ ΢υντϊγματοσ των Νεοτοϑρκων το 1908, το ςημερινϐ χωριϐ και κατοικόθηκε απϐ οθωμανοϑσ, πρϐςφυγεσ απ’ τη Βοςνύα και την Ερζεγοβύνη, οι οπούοι όρθαν εδώ, ϐταν οι χώρεσ τουσ προςαρτόθηναν ςτην Αυςτρύα2. . Η Πϑλη αναγνώριςε τελικϊ επύςημα τουσ ρουμανύζοντεσ τησ Μακεδονύασ ςαν αυτοτελό εθνϐτητα το 1903. (Βακαλϐπουλου Κ.: «Νεϐτερη Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ 1830-1912» ςελ. 207). 2 . Παρθενύου Βαρδϊκα: «Περιγραφό Επιςκοπ. Περιφ. Κύτρουσ» ςελ. 61-63. Σϐτε ιδρϑθηκε και ο Μακρϑγιαλοσ. 1

120


Σα Καλϑβια τησ Πϊλιανησ, οικιςμϐσ που αποτελοϑνταν απϐ καλϑβεσ και ςτϊνεσ βλαχοκτηνοτρϐφων και ποιμϋνων, βρύςκονταν ςτη ΒΔ πλευρϊ του αγροκτόματοσ Κύτρουσ, προσ το μϋροσ τησ ςημερινόσ ΢φενδϊμησ (Πϊλιανησ) και ανόκαν διοικητικϊ και εκκληςιαςτικϊ ςτο Κύτροσ. Ϋταν κι αυτϊ ϋνα κομμϊτι του τςιφλικιοϑ του Μπύτζιου. ΢’ αυτόν την περιοχό και ς’αυτϐν τον πληθυςμϐ ‘’εγϋνετο ςχολικό και εκκληςιαςτικό αταξύα’’, ϐπωσ γρϊφει ο Μαργαρύτησ. Επειδό, ϐμωσ, πολλού απ’ τουσ βλαχοκτηνοτρϐφουσ ϋμεναν εποχιακϊ κι οριςμϋνοι και μϐνιμα ςτο Κύτροσ, η ρουμανοκύνητη προπαγϊνδα εκεύνησ τησ εποχόσ θα πρϋπει να εύχε επηρεϊςει ϋντονα τον πληθυςμϐ των Καλυβιών. άςωσ μϊλιςτα να εδρϊζονταν και κϊποια ςημαύνουςα εςτύα τησ εδώ, μια και οι πρωτοτςελιγκϊδεσ, οι κεφαλϋσ των Βλϊχων, ςτουσ οπούουσ υπϊκουαν και υποτϊςςονταν οι ϊλλοι, κατοικοϑςαν ςτο χωριϐ3. Ϊχοντασ υπϐψη την ϋνταςη που πόρε η κύνηςη των ρουμανιζϐντων ςτη Μακεδονύα, ϑςτερα απ’ την επύςημη αναγνώριςό τουσ ςαν αυτοτελό εθνϐτητα απ’ τουσ Σοϑρκουσ το 1903, καθώσ και το γεγονϐσ ϐτι ολϐκληροσ ο πληθυςμϐσ του οικιςμοϑ των Καλυβιών αποτελοϑνταν απϐ ρουμανύζοντεσ βλαχοποιμϋνεσ και αναλογιζϐμενοι και τουσ ςκληροϑσ και ςυνεχεύσ αγώνεσ εκεύνων των ημερών του τϐτε επιςκϐπου Κύτρουσ και των ϊλλων ελλόνων πατριωτών, για την ϊμβλυνςη και αποδυνϊμωςη τησ οξϑτατησ ρουμανικόσ επιρροόσ ςτην Πιερύα, εϑκολα ςυμπεραύνουμε πωσ ουςιαςτικού δημιουργού των ταραχών δεν όταν οι Κιτριώτεσ αλλϊ οι οπαδού του ξενοκύνητου κινόματοσ. Σα γραφϐμενα αυτϊ του Α. Μαργαρύτη και του Αντ. Φρόςτου θϋλουν να μασ οδηγόςουν ςτο ςυμπϋραςμα, ϐτι τισ ταραχϋσ και τισ ανωμαλύεσ για τισ οπούεσ μασ μιλοϑν οι δυο δϊςκαλοι, αν δεν τισ προκϊλεςαν και δεν τισ υποκύνηςαν αρχικϊ οι Κιτριώτεσ, τισ υπϋθαλπαν, ϐμωσ, ςτην εξϋλιξό τουσ και τισ ενύςχυαν κατϐπι –τουλϊχιςτο κϊποιεσ μερύδεσ απ’ αυτοϑσ- ςε ςημεύο, που να διατηροϑνται και να διαιωνύζονται οξυμϋνεσ και ύςωσ (κατϊ τουσ δαςκϊλουσ) αδικαιολϐγητα για πολϑ καιρϐ, ώςτε οι κϊτοικοι μεν να φαύνονται ςα φιλϋριδεσ, το χωριϐ δε να χαρακτηρύζεται ςα ‘’φιλοτϊραχο’’. Και για το αν και πϐςο φιλοτϊραχο όταν ποτϋ πραγματικϊ το Κύτροσ δεν ϋχουμε ϊλλη δεϑτερη μαρτυρύα, που να μασ πιςτοποιεύ και να μασ καθορύζει το μϋγεθοσ και την ϋνταςη των εριςτικών διαθϋςεων των κατούκων του, εκτϐσ απ’ αυτϋσ των ρουμανιζϐντων δαςκϊλων4. Για το ϐτι όταν, ϐμωσ, ‘’πολυτϊραχον’’ ϋχουμε ολϐκληρη την ιςτορύα του, που μασ το επιβεβαιώνει. 3 4

. Οι Βλϊχοι κατοικοϑςαν ςτα κελιϊ, που όταν πύςω απ’ τον Άγιο Κωνςταντύνο. . O V. Berard, ςτο βιβλύο του «Σουρκύα και Ελληνιςμϐσ» εκδϐςεισ ‘’Σροχαλύα’’ Αθόνα 1987 και ςτη ςημεύωςη 20 του προλϐγου, ςελ. 18, αναφϋρει ϐτι: ‘’ ... το 1865 ο Ελληνοδιδϊςκαλοσ απ’ τη Μακεδονύα Απϐςτολοσ Μαργαρύτησ εμφανύζεται ςτο προςκόνιο και παύζει ςημαντικϐ ρϐλο ςτην προπαγϊνδα αυτό (τη ρουμανικό) ωσ ϐργανο των Ρουμϊνων’’. Πιθανϐ και ο δϊςκαλοσ του Κύτρουσ Αθανϊςιοσ Π. Μαργαρύτησ να όταν απϐγονοσ εκεύνου του Μαργαρύτη και να ϋπαιζε τον ύδιο με τον πρϐγονϐ του ρϐλο. Δεν αποκλεύεται, ϐμωσ, να πρϐκειται

121


Και ϐντωσ, όταν πολυτϊραχο το Κύτροσ. Λϐγω τησ γεωγραφικόσ του θϋςησ, ςαν ευριςκϐμενο πολϑ κοντϊ ςτην Πιερύα, ςτον Όλυμπο και ςτη θϊλαςςα και λϐγω τησ οικονομικόσ του ευεξύασ, ςε ςχϋςη με τα γϑρω χωριϊ, ϋπαιξε ςημαντικϐ ρϐλο ςτην ιςτορύα τησ περιοχόσ, τϐςο τησ αρχαύασ και τησ μεςαιωνικόσ, ϐςο και τησ εποχόσ τησ τουρκοκρατύασ. Λεηλατόθηκε και καταςτρϊφηκε πολλϋσ φορϋσ και πολλϊ πρϐςφερε ςτουσ εθνικοϑσ κατϊ καιροϑσ αγώνεσ τησ Υυλόσ. Κι ϊλλεσ ιδιϐχειρεσ ςημειώςεισ υπϊρχουν εδώ κι εκεύ ςε διϊφορα παλιϊ εκκληςιαςτικϊ βιβλύα, τισ οπούεσ αναφϋρουμε ϐςο γύνεται αναλλούωτεσ εδώ και για ιςτορικοϑσ λϐγουσ αλλϊ και για να υπϊρχει κϊπου ϋνα αντύγραφϐ τουσ, ώςτε να περιςωθοϑν απ’ τη φθορϊ του χρϐνου και απϐ κϊθε ϊλλο ενδεχϐμενο εξαφϊνιςόσ τουσ, Η κατϊταξη των ςημειώςεων γύνεται με βϊςη την ημερομηνύα τησ αναγραφόσ τουσ κι ϐχι τη χρονολογύα του Μηνιαύου τησ εκκληςύασ. 1.- Μηνιαύον Ιουνύου Εκδοθϋν το 1843 Εν Κωνςταντινουπϐλει εκ τησ τυπογραφύασ Ανδρϋα Μορομηλϊ5. ΢την τελευταύα ςελύδα γρϊφει: ‘’Ενθϑμηςισ ϐταν ϋγινε η μεγϊλη ακρύβεια πϊιςι του … (λϋξη δυςανϊγνωςτη) γρϐςια 40. Σο ςτϊρι πϊιςι γρϐςια 70’’. (χωρύσ υπογραφό και ημερομηνύα). Απ’ τη χρόςη του ρόματοσ ‘’πϊιςι’’ ςυμπεραύνεται ϐτι ο γρϊφων δεν πρϋπει να όταν Κιτριώτησ, γιατύ οι Κιτριώτεσ δεν παραποιοϑν το ρόμα πηγαύνω ϋτςι. Ο Κιτριώτησ θα ϋγραφε ‘’πόγει’’ και ϐχι ‘’πϊιςι’’ οϑτε ‘’πόγε’’. άςωσ κϊποιοσ παπϊσ ό ψϊλτησ ό δϊςκαλοσ ακϐμα, προερχϐμενοσ απϐ ϊλλη περιοχό να ϋγραψε τισ παραπϊνω λϋξεισ με τη δικό του γραφό.

και περύ απλόσ ςυνωνυμύασ. Για περιςςϐτερα για τον Απϐςτολο Μαργαρύτη δεσ V. Berard ςελ. 300-333.- Επύςησ Αβϋρωφ: «Πολιτικό». –ΝικολαϏδη «Προπαγϊνδεσ.- ΢πηλιωτϐπουλου Α.: «Μακεδονύα και Ελληνιςμϐσ» και Edm. Bouchie de BelleQ «La Macedone et les Macedonien», ο οπούοσ πιςτεϑει ϐτι μετϊ το θϊνατο του Απ. Μαργαρύτη παϑει και το κύνημα των Κουτςοβλϊχων. Επύςησ, ςτο ϋργο «Μακεδονύα» τησ Εταιρύασ «Ελληνιςμϐσ», ϋκδ 2α 1896, ςελ. 119, ο Απϐςτ. Μαργαρύτησ χαρακτηρύζεται ςαν απϐςτολοσ των Ρουμϊνων. Άλλοι πρϊκτορεσ τησ ξϋνησ προπαγϊνδασ αναφϋρονται οι Ιω. Ραδολϋςκοσ και Δημ. Βαλεντιϊνοσ (ςε. 120). Σο ‘’Μακεδονικϐ Κομιτϊτο’’ ιδρϑθηκε ςτο Βουκουρϋςτι το 1860. 5 . Ο Ανδρϋασ Κορομηλϊσ μαθότευςε ςτα ονομαςτϊ τυπογραφεύα του μεγϊλου Ελληνιςτό και φιλϋλληνα Διδϊτου ςτο Παρύςι. (Τπϊρχει και οδϐσ Διδϊτου ςτην Αθόνα προσ τιμό του).

122


Όςον αφορϊ την ακρύβεια ςτην οπούα αναφϋρεται, θα πρϋπει μϊλλον να ϋγινε ανϊμεςα ςτο 1843 και 1852 και οπωςδόποτε θα ϋφερε δυςτυχύα ςτον τϐπο. Εντοπύζουμε κϊπωσ την ακρύβεια πριν απ’ το 1852, γιατύ, αμϋςωσ παρακϊτω ςτην ύδια ςελύδα, υπϊρχει ϊλλη ςημεύωςη, με ημερομηνύα 1852, η οπούα φαύνεται μεταγενϋςτερη. Σύποτα, ϐμωσ, το ςυγκεκριμϋνο δεν αποκλεύει το ενδεχϐμενη η ςημεύωςη για την ακρύβεια να γρϊφτηκε αργϐτερα και να αφορϊ μϊλλον τα χρϐνια του Κριμαώκοϑ πολϋμου ό κϊποια ϊλλη περύοδο οικονομικόσ κρύςησ. Η επϐμενη ςημεύωςη εύναι: ‘’Μαθημϊτων φρϐντιζε και μη χρημϊτων. Σα γαρ καλϊ μαθόματα φϋρουςι τα χρόματα’’. Αθανϊςιοσ Δημητρύου Χαροϑ τα γραφϐμενα λϐγια 1852 Ιουνύου 6 (Η λϋξη Χαροϑ δυςανϊγνωςτη) Και ςτο μϋςα μϋροσ του ςκληροϑ εξώφυλλου υπϊρχει το ϐνομα ΢ωτόριοσ Φρόςτου Ντϐγιασ. ΢ε ϊλλο μηνιαύο αναγρϊφεται το ϐνομα: Θεοδϐςιοσ Ιεροδιϊκονοσ. και παρακϊτω με ϊλλη γραφό: ‘’2 8/βρύου 1880 εν Κύτρου Κϑριε Ευϊγγελε Δ. παπαΚωνςταντύνου εισ ϋλλειψιν εμοϑ κ.λ.π. να ψϊλεισ εςϑ . . . κ.λ.π.. Αθανϊςιοσ Νικολ. ΢απουνϐπουλοσ Κολινδρϐσ διϊςκαλοσ Κϑτρουσ ενοσ Καιροϑ’’. 2.- Μηνιαύον Ιανουαρύου 1843ß ΢το πρώτο φϑλλο του εύναι γραμμϋνα: ‘’Εισ τοϑτο το παρϐν Μηνιαύον γρϊφω εγώ ο Ευϊγγελοσ Δ. παπαΚωνςταντινύδησ εισ ενθϑμιον του 1881 Ιουλύου 9 και ϐποιοσ το αποξενώςει να ϋχει την κατϊραν των τριακοςύων δϋκα οκτώ θεοφϐρων πατϋρων’’ ΢την ύδια ςελύδα εύναι γραμμϋνο: ‘’Θου Κϑριε φυλακόν τω ςτϐματύ μου και , , , , , τα χεύλη μου. Δ.΢. Καραμουτςϐπουλοσ Ηπειρώτησ Φρηματύςασ επύ εν ϋτοσ Διδϊςκαλοσ εισ το πολυτϊραχον Κύτροσ’’ (Για τη ςημεύωςη αυτό αναφερθόκαμε ςτην αρχό του Κεφαλαύου) 3.- Μηνιαύον Δεκεμβρύου 1843. Πύςω απ’ το πρώτο φϑλλο γρϊφει: ‘’Και τϐδε ςυν τοισ ϊλλοισ κτόμα εςτύ του Αγύου Κωνςταντύνου εκ Κύτρουσ

123


1890 Α.Δ.Υ. Μϊλλον θα πρϐκειται για τον Αθαν. Δ. Υουςϋκη. 4.- Μηνιαύον Ιανουαρύου 1843 ‘’Και τϐδε ςυν τοισ ϊλλοισ κτόμα εςτύ του εκ Κύτρουσ Αγύου Κων/νου και Ελϋνησ. Αθαν. Δ. Υουςϋκησ 1891 Ιανουαρύου 31. 5.- Μηνιαύον Οκτωβρύου 1843. ΢’ αυτϐ αναγρϊφεται: ‘’1891 απϐ τασ 19 του παρϐντοσ (οκτωβρύου) ϊρχιςε ο βαρϑσ χειμώνασ’’ Αθανϊςιοσ Δ. Ζαγοριανϊκοσ Διδϊςκαλοσ. 6.- Μηνιαύον Νοεμβρύου 1843. ΢’ αυτϐ αναγρϊφεται: ‘’Μνόμησ ϊξιον ϐτι τω 1893 κατϊ τον παρϐντα μόνα (Νοϋμβριο) όλθεν επιδημύα χολϋρασ εισ Θες/νύκην Α.Δ.Υ.’’ ΢το ύδιο Μηνιαύο αναγρϊφεται: ‘’Σω αυτώ μηνύ Θ’ απεβύωςεν ο αεύμνηςτοσ ιδιοκτόμων και αφϋντησ ημών, πολϑαθλοσ και τριςϋβαςτοσ Ιωϊννησ Μπύτζιοσ. Σω 1894 ϋτει ΢ωτηρύω Α.Δ.Υ. Εισ Θες/νύκην και ενταφιϊςθη εισ τον ναϐν τησ Ευαγγελιςτρύασ. Αιωνύα του η Μνόμη’’. ΢το ύδιο Μηνιαύο: ‘’Βαγγϋλησ Κω/νου Μαραντϐπουλοσ γϋγραφα 1894 Νοεμβρύου 30 εν Κύτρει. Βαγγϋλησ Ξηοπανιώτησ προσ ενθϑμιον’’. 7.- Μηνιαύον Ιουλύου 1896. ΢’ αυτϐ αναγρϊφεται: ‘’Σα βιβλύα αυτϊ αγορϊςτηκαν με ϋξοδα τησ εκκληςύασ του Αγύου Κων/νου και ϐποιοσ τα κλϋψει να εύναι επικατϊρατοσ απ’ τουσ 318 πατϋρασ τησ ςυνϐδου τησ Νικαύασ’’. Ευϊγγελοσ Δ. Παπα Κώνςτασ 31 Αυγοϑςτου 1896. ΢το ύδιο μηνιαύο και παραπϋρα γρϊφει ο ύδιοσ: ‘’Εισ ενθϑμιον τω 1896 Αυγοϑςτου 31

124


Ευϊγγελοσ Δ. Παπα Κώνςτασ’’. 8.- Μηνιαύον Ιανουαρύου 1843 Γρϊφει ςτην τελευταύα ςελύδα ο εξ Ηπεύρου Διδϊςκαλοσ Φρ. ΢. Καραμουτςϐπουλοσ με καθαρϊ κι ωραύα γρϊμματα ϐτι τα βιβλύα αυτϊ εύναι τησ εκκληςύασ και ϐποιοσ τα κλϋψει να μην τϑχει ςυγχώρεςησ του Αγύου Κων/νου κ.λ.π. Φρ. ΢. Καραμουτςϐπουλοσ 3.1.1902. 9.- Μηνιαύον Νοεμβρύου 1843. ΢τισ τελευταύεσ ςελύδεσ του αναγρϊφεται: ‘’Μεγϊλη ςχολικό και εκκληςιαςτικό αταξύα και ςϑγχηςησ εν Καλϑβαισ Πϊλιανησ εγϋνετο τω 1904-1905ω ϋτει. Αντώνιοσ Φρόςτου Βεροιαύοσ διδϊςκαλοσ αυτϐθι. Θωμϊσ Ι. Οικονϐμου εκ Βερούασ Παλαιϐσ διδϊςκαλοσ. Παπ Νικϐλαοσ Δημητρύου εκ Κύτρουσ ιερεϑσ χρηματύςασ. Εν Καλϑβαισ Πϊλιανησ τη 23/11/904. 10.- Μηνιαύον Ιανουαρύου 1896. ΢το τελευταύο φϑλλο γρϊφει κατεβατϐ ολϐκληρο ‘’περύ παύδων αγωγόσ’’ και ςτο τϋλοσ υπογρϊφει. Ο Αθανϊςιοσ Π. Μαργαρύτησ εκ Δρυανύτςησ (περιφ. Ολϑμπου) χρηματύςασ διςϊςκαλοσ κατϊ το ςχολικϐ ϋτοσ 1909-1910 εν τω υπϋρ τω δϋοντι Υιλοταρϊχω Κύτρει. Ο Α. Μαργαρύτησ γρϊφει και ςτο Μηνιαύο Ιανουαρύου 1843 ‘’Κατϊ το ϋτοσ 1909-1910 χρηματύςασ διδϊςκαλοσ επύ εν ολϐκληρον ςχολικϐν ϋτοσ. Α. Μαργαρύτησ. 11.- ΢ε ϋνα Μηνιαύο αναγρϊφεται: ‘’Παναγιώτησ Παπαώωϊννου Εφημϋριοσ Κύτρουσ 1926 Μϊρτιοσ6. 12.- Μηνιαύον ΜαϏου (δεν ϋχει χρονολογύα) εκ του τυπογραφεύου Παραςκευϊ Λεωνό 6

. Μϊλλον πρϐκειται για την ημϋρα τησ χειροτονύασ του. Ο παπαΠαναγιώτησ όρθε λαώκϐσ ςτο Κύτροσ απ’ την Ανατ. Ρωμυλύα το 1926 κι εδώ ϋγινε παπϊσ του χωριοϑ. Με βϊςη τα αρχεύα γϊμων τησ Μητρϐπολησ Κύτρουσ, το πρώτο μυςτόριο που τϋλεςε ο παπαΠαναγιώτησ ςτο Κύτροσ όταν ο γϊμοσ του Παναγιώτη Γιανναρϊκη με την Αναςταςύα Ρϊλλη ςτισ 4 Οκτωβρύου 1926.

125


Εν Αθόναισ 1895. ΢’ αυτϐ αναγρϊφεται: ‘’Ανδρϐσ χαρακτόρ ϐτι λϐγου γνωρύζεται Ουκ νε τω πολλώ το ευ αλλ’ εν τω ευ το πολϑ Εν Κύτρει τη 18 ΜαϏου 1938’’. 13.- Μηνιαύον Νοεμβρύου 1896 ΢την τελευταύα του ςελύδα αναγρϊφεται: ‘’Πϋτροσ Μ. Βουλτςύδησ ϋψαλε κι αυτϐσ αρκετϊ ϋτη εισ την εκκληςύαν’’ και παρακϊτω γραμμϋνο με το χϋρι του το πολυχρϐνιο του βαςιλιϊ Κων/νου, ςτο οπούο μνημονεϑονται και η βαςύλιςςα ΢οφύα, η βαςιλομότορα Όλγα και ο διϊδοχοσ Γεώργιοσ. ΢ημεύωςη δικό μασ: Ο Π. Βουλτςύδησ όρθε ςτο Κύτροσ με τουσ πρϐςφυγεσ απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα. 14.- Μηνιαύον Απριλύου 1895 Ενθϑμιον την κόρυξιν του Ελληνογερμανικοϑ πολϋμου την 6ην Απριλύου (1941) ημϋραν Κυριακόν. Ειςβολό των Γερμανών ςτη Θες/νύκη 9η του ιδύου μηνϐσ. Θωμϊσ Δαςκαλϐπουλοσ.

126


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΑΚΟ΢ΣΟ Αναζητώντασ την ιςτορία ςτα ερείπια ΢ϑμφωνα με τα πλοϑςια ιςτορικϊ ςτοιχεύα που ϋχουμε και με τα τελευταύα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα, που προϋκυψαν απ’ τισ πρϐςφατεσ αναςκαφϋσ ςτην Πϑδνα, η πϐλη όταν ϋνα απ’ τα μεγαλϑτερα και ζωτικϐτερα αςτικϊ κϋντρα του βαςιλεύου των Μακεδϐνων ςτη διϊρκεια του 6ου και 5ου π.Φ. αιώνα1. Η ακμό τησ, ϐμωσ, δϋχτηκε μεγϊλο χτϑπημα ςτα τϋλη του 5ου αιώνα. Ύςτερα δε απ’ την ϊλωςό τησ απ’ τον Αρχϋλαο (411), ο θαλερϐσ ϊλλοτε παραθαλϊςςιοσ οικιςμϐσ ςυρρικνώθηκε και περιορύςτηκε ςτη νοτιοανατολικό μϐνο πλευρϊ τησ αρχαύασ πϐλησ. Σο ςφρύγοσ τησ κϊμφτηκε και η ζωό τησ πόρε την κατιοϑςα τησ παρακμόσ, ϐπωσ δεύχνουν τα καταςκευϊςματα τησ περιοχόσ αυτόσ, που όρθαν πρϐςφατα ςτο φωσ και ανϊγονται ς’ εκεύνη την εποχό και τα οπούα χαρακτηρύζονται απϐ απλϋσ και φτωχικϋσ καταςκευϋσ. Ο οικιςμϐσ που ιδρϑθηκε 20 ςτϊδια βορειϐτερα τησ αρχαύασ Πϑδνασ, ϑςτερα απ’ την ϊλωςη τησ πϐλησ απ’ τον Αρχϋλαο, όταν πρϐχειροσ και προςωρινϐσ και δεν κατοικόθηκε για πολϑ απ’ ϐλουσ τουσ κυνηγημϋνουσ εκεύ αρχικϊ κατούκουσ. Γιατύ, με το θϊνατο του Αρχϋλαου (399) και ύςωσ και πριν απ’ αυτϐν, ϋνασ μεγϊλοσ αριθμϐσ Πυδναύων, μϊλλον οι περιςςϐτεροι, επϋςτρεψε ςτισ παλιϋσ του εςτύεσ. Η εγκατϊλειψη του μικροϑ οικιςμοϑ δεν όταν τϋλεια, γι’ αυτϐ και δεν ϋςβηςε ολϐτελα, οϑτε και εξαλεύφτηκαν τελεύωσ τα ύχνη τησ αρχικόσ του εγκατϊςταςησ. Ο πυρόνασ του απϋμεινε εκεύ μϋςα ςτη δαςωμϋνη και ερημικό περιοχό, για να αναδημιουργηθεύ και πϊλι, ϑςτερα απϐ 53 χρϐνια, ϐταν ο Υύλιπποσ ο Βοσ κυρύεψε και κατϋςτρεψε ξανϊ την Πϑδνα, ςκοτώνοντασ και εξανδραποδύζοντασ τον πληθυςμϐ τησ. Πολλού απ’ τουσ επιζόςαντεσ τϐτε κατούκουσ τησ κατϋφυγαν και πϊλι ςτον ξεκομμϋνο εκεύνο οικιςμϐ, ο οπούοσ ξανϊρχιςε, αναζωογονοϑμενοσ τώρα με τουσ νϋουσ κατούκουσ του, να προβϊλει ςτο προςκόνιο την παρουςύα του. Αλλϊ και ςτη διϊρκεια των ρωμαιομακεδονικών πολϋμων και μετϊ την ϊλωςη τησ Πϑδνασ απ’ τον Αιμύλιο Παϑλο και ς’ ϐλο το διϊςτημα τησ ρωμαιοκρατύασ, ο οικιςμϐσ αυτϐσ δϋχτηκε νϋουσ κατούκουσ. Ϊτςι, με το πϋραςμα των αιώνων και χτυπημϋνη απϐ διϊφορεσ ςυμφορϋσ η παλιϊ παραλιακό Πϑδνα αρχύζει να παρακμϊζει και να δϑει, ενώ η νϋα, η ορεινϐτερη, να ςταθεροποιεύται και να εδραιώνεται. 1

. «Οι Αρχαιολϐγοι Μιλοϑν για την Πιερύα» (Μπϋτςιοσ Μ.)

127


Με τη ρωμαώκό κατϊκτηςη, οι δυο οικιςμού ςυνυπϊρχουν. Η παραλιακό φυςικϊ Πϑδνα, πϐλη μεγϊλη και ακμϊζουςα, δεν ϋπαψε και τα χρϐνια αυτϊ να εύναι το ςημαντικϐτερο κϋντρο τησ Πιερύασ. Αυτό την πϐλη γνώριςε ο ΢τρϊβωνασ , η οπούα, κατϊ τη μαρτυρύα του, εύχε όδη μετονομαςτεύ ςε Κύτρον2. Ϊτςι και μετϊ τη ρωμαώκό κατϊκτηςη, οι δυο οικιςμού ςυνεχύζουν να ςυνυπϊρχουν. Ο καθϋνασ, ϐμωσ, ζει κατϊ το δικϐ του τρϐπο. Ο παραλιακϐσ, ευρϑσ και πολυϊνθρωποσ, με το λιμϊνι του και το αναζωογονημϋνο αργϐτερα εμπϐριϐ του, διατηρεύ τον αςτικϐ χαρακτόρα ζωόσ, ενώ ο ϊλλοσ τησ ενδοχώρασ, με λιγοςτοϑσ αρχικϊ κατούκουσ αλλϊ ςιγϊ-ςιγϊ αναδημιουργοϑμενοσ και αυξανϐμενοσ, εγκαταςτημϋνοσ δε μϋςα ςτα δϊςη και μακριϊ απϐ κύνηςη και επαφϋσ με τον ϋξω κϐςμο, ζει βύο απλϐ και λιτϐ, με εμφανό το γεωργοκτηνοτροφικϐ του χαρακτόρα. Ο παραθαλϊςςιοσ οικιςμϐσ, με την πϊροδο του χρϐνου και τισ αλλαγϋσ των καιρών, δϋχεται με περιςςϐτερη μανύα τη βύα και την αρπακτικϐτητα των διαφϐρων κατϊ καιροϑσ επιδρομϋων και αντύ, με την προνομιακό του θϋςη και την εντονϐτερη ςχετικϊ οικονομικό και κοινωνικό του ζωό, να προϊγεται και να αυξϊνει, υποβαθμύζεται και φθύνει. Αντύθετα, ο βορινϐσ, αν δεν δεύχνει αιςθητό ανθηρϐτητα, παρουςιϊζει, ϐμωσ, ςημεύα αντοχόσ και ζωηρϋσ τϊςεισ ςυνϋχιςησ τησ ϑπαρξόσ του. Ϊτςι, ο παραλιακϐσ οικιςμϐσ, καθώσ κυλοϑν οι αιώνεσ, λυγύζει και ςυρρικνώνεται διαρκώσ, ώςπου ϋρχεται η οθωμανικό λαύλαπα, για να τον καταςτρϋψει και να τον εκμηδενύςει τελεύωσ. Όπωσ εύδαμε ςε προηγοϑμενα κεφϊλαια, το 1393 το Κύτροσ λεηλατεύται και ρημϊζεται απ’ το Βογιατζύτ. Σο 1422, οι ορδϋσ του Μουρϊτ Β’ ςκορποϑν νϋα δεινϊ ςτην περιοχό και το 1430 ο Σοϑρκοσ ςουλτϊνοσ το κυριεϑει οριςτικϊ. Σο 1447, οι Σοϑρκοι εκςτρατεϑουν κατϊ τη νϐτιασ Ελλϊδασ και το Κύτροσ εύναι πϊνω ςτο δρϐμο τουσ. Σο 1452-53, το χωριϐ ξαναςαρώνεται απ’ τισ ορδϋσ του Σουραχϊν παςϊ, που κινοϑνται απ’ τη Μακεδονύα κατϊ των Δεςποτών Παλαιολϐγων τησ νϐτιασ Ελλϊδασ, με ςκοπϐ να τουσ απαςχολόςουν, ενϐψει τησ προετοιμαζϐμενησ επύθεςησ του Μωϊμεθ κατϊ τησ Κωνςταντινοϑπολησ. Και τα δεινϊ του χωριοϑ ςυνεχύζονται χωρύσ ςταματημϐ και απαρύθμηςη. Σο παραλιακϐ Κύτροσ, ϐ,τι απϐμεινε απ’ αυτϐ, πνϋει τα λούςθια. Οι δυο οικιςμού ςυνυπϊρχουν ωσ το 16ο αιώνα. Σϐτε εντεύνονται και οι πειρατικϋσ επιδρομϋσ, τη λϑςςα των οπούων δϋχονται και οι δυο παραλιακϋσ περιοχϋσ του Θερμαώκοϑ. Σο παραθαλϊςςιο Κύτροσ δεν αντϋχει ϊλλο. Οι κϊτοικού του, ϐςοι απϐμειναν, αποςϑρονται ςτην Ωνω Πϑδνα. ΢το βορινϐ οικιςμϐ. ΢το ςημερινϐ Κύτροσ. Ό,τι υπϊρχει ακϐμα απ’ την ϋνδοξη και πανϊρχαια παραλιακό Πϑδνα εγκαταλεύπεται ςτη φθορϊ του χρϐνου. Οι λιγοςτού τελευταύοι κϊτοικού τησ, μετακομύζοντασ ςτο βορινϐ οικιςμϐ, παύρνουν μαζύ τουσ ςα βαριϊ παρακαταθόκη και ακριβό κληρονομιϊ το ϋνδοξο ϐνομα τησ πϐλησ. Σο ϐνομα τησ Πϑδνασ, που ωσ τώρα ςυνυπόρχε και ςτουσ δυο οικιςμοϑσ, το οπούο, μαζύ με το

2

. ΢τρϊβων.: 330. 22 ‘’ . . και πϐλισ Πϑδνα ό νυν Κύτρον καλεύται’’.

128


ρωμαώκόσ προϋλευςησ ϐνομα ‘’Κύτροσ’’, θα διατηρηθεύ με περηφϊνια απ’ τισ επερχϐμενεσ γενεϋσ μϋχρι ςόμερα. Σο Κύτροσ γνώριςε τη μεγαλϑτερό του ακμό γϑρω ςτο 17ο αιώνα. Μϊλιςτα, μϋχρι τα τϋλη του 18ου αιώνα, θεωροϑνταν η πρωτεϑουςα τησ περιοχόσ3. Σϐτε, ανϊμεςα ςτισ ϊλλεσ τουρκικϋσ αρχϋσ που ϋδρευαν ςτο Κύτροσ, υπόρχε και τουρκικϐ ιεροδικεύο, ϐπωσ αποδεικνϑεται απϐ βεζυρικό διαταγό τησ 7ησ ΢επτεμβρύου 1704, που απευθϑνεται προσ τουσ ιεροδύκεσ Κύτρουσ4. Σην εποχό εκεύνη, πιςτεϑεται πωσ το χωριϐ αριθμοϑςε πϊνω απϐ 3 χιλιϊδεσ κατούκουσ, απ’ τουσ οπούουσ το μϋγιςτο μϋροσ όταν χριςτιανού. Δεύγματα τησ ακμόσ του αυτόσ και τησ χριςτιανικϐτητασ του πληθυςμοϑ όταν οι πολυϊριθμοι ναού του, που υπόρχαν τϐτε ςτον τϐπο του. Σην ϑπαρξη πολυϊριθμων ναών αναφϋρουν και βεβαιώνουν διϊφοροι περιηγητϋσ, που πϋραςαν κατϊ καιροϑσ απ’ το Κύτροσ. Ο Leake λϋγει ϐτι βρόκε ςτο Κύτροσ ϋξι ναοϑσ, απ’ τουσ οπούουσ οι τρεισ όςαν επιπλωμϋνοι και ϋνασ όταν ςχεδϐν καινοϑριοσ5. Δυςτυχώσ, ο Ωγγλοσ ταξιδιώτησ δεν αναφϋρει ονϐματα των ναών που βρόκε εδώ το 1806, οϑτε και γρϊφει κϊτι περιςςϐτερο γι’ αυτοϑσ. Απ’ τα διαςωθϋντα, ϐμωσ, ερεύπια και τα ανεγερθϋντα αργϐτερα πϊνω ς’ αυτϊ εξωκλόςια και ναϏςκοι, μποροϑμε να τουσ κατονομϊςουμε εμεύσ ςόμερα με κϊποια ςιγουριϊ και βεβαιϐτητα. Και αυτού όταν: 1) ο ναϐσ του Αγύου Νικολϊου, 2) των Αγύων Κων/νου και Ελϋνησ, 3) τησ Αγύασ Παραςκευόσ, 4) του Αγύου Δημητρύου, 5) του Αγύου Αθαναςύου και 6) του Αγύου Γεωργύου ό των Αγιαςμϊτων του Ζμαηλιοϑ. Περιςςϐτερεσ πιθανϐτητεσ υπϊρχουν να πρϐκειται για το ναϏςκο του Αγύου Γεωργύου, που, παρ’ ϐτι βρύςκεται δϑο περύπου χιλιϐμετρα ϋξω απ’ το χωριϐ, θεωρεύται μϊλλον αρχαιϐτεροσ του ϊλλου των Αγιαςμϊτων, το οπούο η παρϊδοςη φϋρνει ςα μεταγενϋςτερο6. Ο πρώτοσ επιςκοπικϐσ ναϐσ του Κύτρουσ χτύςτηκε, ϐπωσ εύδαμε, πϊνω ςτο λϐφο τησ παραλιακόσ Πϑδνασ, κατϊ τουσ πρώτουσ χριςτιανικοϑσ αιώνεσ7. Όταν, ϐμωσ, η παραλιακό πϐλη απονεκρώθηκε και ο πληθυςμϐσ, ϐςοσ εύχε απομεύνει, ςυγκεντρώθηκε ςτον ϊνω οικιςμϐ, ςτο ςημερινϐ Κύτροσ, επιςκοπικϐσ ναϐσ ϋγινε ο ναϐσ του Αγύου Νικολϊου, που όταν χτιςμϋνοσ ςτον ομώνυμο λϐφο του χωριοϑ. ΢ε ποιον Ωγιο όταν αφιερωμϋνοσ ο αρχικϐσ ναϐσ τησ παραλιακόσ Πϑδνασ δεν εύναι εξακριβωμϋνο. Δεν αποκλεύεται, ϐμωσ, ςα χτιςμϋνοσ κοντϊ ςτην παραλύα και δύπλα ςτο λιμϊνι, που φυςικϊ εύχε να κϊνει με ναυτικοϑσ, να εύχε αφιερωθεύ

. Αναγνωςτϐπουλου Π.: «Αρχαύα Ολυμπ. Πιερύα» ςελ. 115. . Καραβϋργου Α.: «Σουρκικϊ Έγγραφα» ςελ. 59. 5 . Leake W.M.: «Travels in Northern Greece» V. 3. p. 427. 6 . Δεσ Κεφ. 35 ‘’Σοπονϑμια’’ (Ζμαόλι). 7 . Δεσ Κεφ. 11 ‘’Επιςκοπό και Επύςκοποι Κύτρουσ’’. 3 4

129


ςτον προςτϊτη των θαλαςςινών, Ωγιο Νικϐλαο8. Σο γεγονϐσ δε ϐτι και ο μετϋπειτα επιςκοπικϐσ ναϐσ του Κύτρουσ αφιερώθηκε ςτον Ωγιο Νικϐλαο ύςωσ να ενιςχϑει περιςςϐτερο την ϊποψη αυτό. Σο πϐτε ακριβώσ χτύςτηκε ο ναϐσ του Αγύου Νικολϊου και τι ϑψοσ και μϋγεθοσ εύχε το αρχικϐ του κτύριο, μασ εύναι ϊγνωςτο. Δυςτυχώσ, παρϊ τισ προςπϊθειϋσ μασ, δεν βρόκαμε καμιϊ ςχετικό πληροφορύα ό κϊποια ϋνδειξη, που να μασ οδηγεύ κϊπωσ προσ την κατεϑθυνςη αυτό. Μια αναςκαφό, ϐμωσ, ςτη θϋςη του ναοϑ θα απαντόςει ύςωσ ςε πολλϊ απϐ τα ερωτόματϊ μασ. Ωγνωςτοσ επύςησ μασ εύναι και ο χρϐνοσ καταςτροφόσ του ναοϑ, αν και εϑκολα εικϊζουμε τουσ καταςτροφεύσ του. ΢τισ μϋρεσ μασ δεν διαςώθηκαν παρϊ μερικού διϊςπαρτοι ογκϐλιθοι, πολλού απ’ τουσ οπούουσ εύναι αρχαώκόσ προϋλευςησ. Σα παλιϐτερα χρϐνια, υπόρχε αφθονύα κιβωτιϐςχημων ογκϐλιθων, καθώσ και μερικϊ λεύψανα θεμελύων πϊνω ςτο ςχεδϐν πϊντοτε γυμνϐ μεν αλλϊ πρϊςινο λοφύςκο. Επύςησ, οι γεροντϐτεροι ςόμερα κϊτοικοι του χωριοϑ θυμοϑνται την ϑπαρξη τμόματοσ πλακϐςτρωτου δαπϋδου του ναοϑ, καθώσ και τμόματα λαξευμϋνων μαρμϊρων, κομμϊτια αγαλμϊτων, χαραγμϋνεσ πλϊκεσ, βϊςεισ κιϐνων, κιονϐκρανα κ.λ.π.. Όλα αυτϊ, ϐμωσ, τα κατϊςτρεψαν και τα ϊρπαξαν κατϊ καιροϑσ οι κϊτοικοι. Αν υπόρχε το δϊπεδο ό αν μποροϑςαμε να προςδιορύςουμε τη θϋςη και το μϋγεθϐσ του, πολλϊ θα ςυμπεραύναμε για το μϋγεθοσ και την καταςκευό του ναοϑ. Και πρώτα-πρώτα, πολλού αρχαώκού κιβωτιϐλιθοι τεμαχύςτηκαν απ’ τουσ κολύγουσ του Μπύτζιου και μαζύ με ϊλλεσ πϋτρεσ πϊρθηκαν με εντολό του ‘’αφεντικοϑ’’ και χρηςιμοποιόθηκαν ςτο χτύςιμο του νϋου κονακιοϑ του το 1908. Ό,τι περύςςεψε και περιςώθηκε απ’ το κονϊκι, το ϊρπαξαν οι πρϐςφυγεσ, που όρθαν ςτο Κύτροσ απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα το 1926 και το χρηςιμοπούηςαν ςτην ανϋγερςη των νϋων ςπιτιών τουσ, που ϋχτιςαν εδώ. Βϋβαια και οι ντϐπιοι κϊτοικοι δεν ϋμειναν τελεύωσ αμϋτοχοι ςτισ αρπαγϋσ. Κι αυτού ςυνϋβαλαν ςτην ιςοπϋδωςη και εξαφϊνιςη ϐλων των αρχαύων ερειπύων, που βρύςκονταν ςτην περιοχό. Υυςικϊ, το Κρϊτοσ και οι αρμϐδιεσ υπηρεςύεσ του κοιμοϑνταν μακαρύωσ και κανϋνα απολϑτωσ ενδιαφϋρον δεν ϋδειξαν, ϐταν ϋπρεπε, για τη διϊςωςη και περιςυλλογό των ςπουδαύων αυτών για την ιςτορύα του τϐπου κειμηλύων. Παρ’ ϐλεσ, ϐμωσ τισ λεηλαςύεσ, διακρύνονταν ακϐμα και ςτην περύοδο τησ κατοχόσ (1941-1944) υποτυπώδη λεύψανα των θεμελύων του ναοϑ. ΢όμερα δεν διακρύνεται ςχεδϐν τύποτα απ’ αυτϊ, γιατύ ςιγϊ-ςιγϊ ϐλα εξαφανύςτηκαν, εύτε 8

. Ο Άγιοσ Νικϐλαοσ γεννόθηκε ςτα μϋςα του Γ’ μ.Φ. αιώνα. Σαξιδεϑοντασ για τα Ιεροςϐλυμα ϋγινε φοβερό τρικυμύα. Με τισ προςευχϋσ του ο Άγιοσ κϊλμαρε τη θϊλαςςα και τη γαλόνεψε. Γι’ αυτϐ και τιμϊται απ’ τουσ ναυτικοϑσ. Πόρε μϋροσ ςτην Α’ Οικουμενικό ΢ϑνοδο ςτη Νύκαια και πϋθανε το 330. Ο Ελευθερουδϊκησ μασ λϋγει ϐτι ςτην Κρότη οι κουρςϊροι χώριζαν ϋνα μερύδιο απ’ τη λεύα τουσ και για τον Άγιο Νικϐλαο. (Σϐμ. 9 ςελ. 813).

130


απϐ καταπλακώςεισ τησ περιοχόσ του αρχαύου ναοϑ απ’ τουσ γεύτονεσ οικοπεδοϑχουσ, εύτε απϐ εξϐρυξη, μεταφορϊ και χρηςιμοπούηςό τουσ αλλϊ ό και απϐ διϊφορουσ κατϊ καιροϑσ καθαριςμοϑσ και ιςοπεδώςεισ τησ περιοχόσ απϐ ιδιώτεσ ό ϊλλουσ φορεύσ. Σελευταύα, το 1975, μια ϋκταςη του λϐφου, εκεύ που βρύςκονταν τα υπολεύμματα του δαπϋδου και ο ναϐσ, περιφρϊχτηκε κατϊ αυθαύρετο τρϐπο, παρϊ τισ διαμαρτυρύεσ των κατούκων, απ’ το μητροπολύτη Κύτρουσ Βαρνϊβα, με ςκοπϐ να χτιςτεύ ςτο μϋλλον ναϐσ ςτη μνόμη του οςιομϊρτυρα Αλεξϊνδρου τησ Πϑδνησ9. Η Κοινϐτητα προϐριζε το χώρο αυτϐ για τη δημιουργύα ϊλλων κοινωφελών ιδρυμϊτων. Υϊνηκε, ϐμωσ, ελαςτικό και αδρανόσ και ο μητροπολύτησ επιβλόθηκε, ϐπωσ γύνεται ςυνόθωσ. Σον καιρϐ του Δευτϋρου Παγκοςμύου Πολϋμου (1940-1944) και νωρύτερα, ο λοφύςκοσ αυτϐσ, ςαν ευριςκϐμενοσ ςτισ παρυφϋσ του οικιςμοϑ, όταν χώροσ ςυγκϋντρωςησ των κοπαδιών του χωριοϑ. Εδώ ϋφερναν κϊθε πρωύ οι κϊτοικοι τα βοοειδό, τα γουροϑνια και τισ κατςύκεσ τουσ, απ’ ϐπου τα ϋπαιρναν οι τςοπϊνηδεσ για τη βοςκό. Σριακϐςια περύπου μϋτρα απ’ τη θϋςη του Αγύου Νικολϊου και πϊνω ςτην κορυφογραμμό του ύδιου λϐφου, εύναι χτιςμϋνοσ ο ναϐσ των Αγύων Κων/νου και Ελϋνησ. ΢τη θϋςη αυτό θα πρϋπει να υπόρχε ενδιαφϋρον αρχαύο κτύςμα, ναϐσ ό κϊςτρο, ϐπωσ θα δοϑμε ςτη ςυνϋχεια αυτοϑ του κεφαλαύου. Πϐτε ακριβώσ χτύςτηκε ο ναϐσ αυτϐσ, μασ εύναι ϊγνωςτο. Γνωςτϐ εύναι ϐτι υπόρχε την εποχό του Αλό παςϊ και όταν ϋνασ απ’ τουσ ναοϑσ που εύδε ςε καλό κατϊςταςη κι απαρύθμηςε ο Leake. Σα παλιϊ δε χρϐνια όταν ναϐσ νεκροταφειακϐσ. Ολϐκληρη η γϑρω περιοχό του όταν κϊποτε νεκροταφεύο κι αυτϐ αποδεύχτηκε απ’ τισ εκςκαφϋσ που ϋγιναν το 1967 για την επϋκταςη και ανακαύνιςη του ναοϑ. ΢κϊβοντασ τα θεμϋλια, γϑρω απ’ το παλιϐ οικοδϐμημα τησ εκκληςύασ, βρϋθηκαν πολλού τϊφοι κι αναρύθμητα κϐκκαλα, ϐπωσ βεβαιώνουν, ο ςημερινϐσ παπϊσ του χωριοϑ παπαΒαςύλησ Βοϑλγαρησ και η πλειονϐτητα των κατούκων, που πόραν μϋροσ τϐτε ςε κεύνη την εκςκαφό. Θα πρϋπει ο ναϐσ αυτϐσ να όταν ϋνασ απϐ κεύνουσ που εύδε ο Leake ςε καλό κατϊςταςη, αν δεν όταν ο καλϑτεροσ. Και τοϑτο εικϊζεται απ’ το γεγονϐσ ϐτι ςα νεκροταφεύο που όταν, θα τραβοϑςε πϊντα τελευταύοσ την προςοχό και τη μανύα των Σοϑρκων, ϐταν η οργό τουσ ξεςποϑςε κατϊ καιροϑσ ακρϊτητη κατϊ των ραγιϊδων και το θρηςκευτικϐ τουσ μϋνοσ ςτρϋφονταν ξϋφρενο κατϊ των χριςτιανών. άςωσ αυτϐσ να όταν και ϋνασ λϐγοσ που απ’ τουσ ϋξι ναοϑσ, που κϊποτε υπόρχαν ςτο χωριϐ, εύναι ο μϐνοσ που επϋζηςε με διϊφορεσ επιςκευϋσ ωσ το τϋλοσ τησ τουρκοκρατύασ και ςυνϋχιςε, ανακαινιζϐμενοσ, να διατηρεύται μϋχρι τισ μϋρεσ μασ και να εύναι ο ‘’καθεδρινϐσ’’, ασ ποϑμε, ναϐσ του Κύτρουσ. Σο γϑρω απ’ αυτϐν νεκροταφεύο θα εγκαταλεύφτηκε πολϑ νωρύσ και ο χώροσ θα οικοπεδοποιόθηκε με την επϋκταςη του οικιςμοϑ τον καιρϐ τησ ακμόσ

9

. Δεσ Κεφ. 11. «Επιςκοπό και Επύςκοποι Κύτρουσ».

131


του Κύτρουσ. Ο ταπεινϐσ δε ωσ τϐτε νεκροταφειακϐσ ναϐσ θα περιβλόθηκε με ςπύτια, κελιϊ και ϊλλα κτύςματα, αντύ ςταυροϑσ και επιτϑμβιεσ πλϊκεσ. Η εγκατϊλειψη του νεκροταφεύου και η μετατροπό του ςε κατοικόςιμο χώρο, θα πρϋπει να ϋγινε πολϑ πριν απ’ την κϊθοδο του Αλό παςϊ ςτην Πιερύα και πολλϊ χρϐνια πριν απ’ τον ερχομϐ του Μπύτζιου ςτο χωριϐ. ΢το ςυμπϋραςμα αυτϐ καταλόγουμε, πρώτα απ’ την ηλικύα των εκεύ γϑρω ευρεθϋντων παλιών ςπιτιών και οικημϊτων και δεϑτερο απ’ το ϐτι ο τςιφλικϊσ Μπύτζιοσ, ο οπούοσ όρθε ςτο Κύτροσ ςτο τελευταύο τϋταρτο του 19ου αιώνα, ϋχτιςε το πρώτο του κονϊκι λύγα μϐνο μϋτρα (250 με 300) πϋρα απ’ τη νϐτια πλευρϊ του ναοϑ του Αγύου Κων/νου. Επύςησ κι ϋνασ ϊλλοσ ιςχυρϐσ λϐγοσ που ςυνηγορεύ ςτην ϊποψό μασ αυτό εύναι και το ϐτι λύγα μϐνο μϋτρα (50-100) πιο πϋρα και προσ την ανατολικό πλευρϊ του ναοϑ, χτύςτηκε το τοϑρκικο τζαμύ, το οπούο επϋζηςε μιςογκρεμιςμϋνο ωσ τη διϊρκεια του 1920. Και εύναι δϑςκολο να δεχτεύ κανεύσ πωσ οι Σοϑρκοι θα ϋχτιζαν το τζαμύ τουσ μϋςα ό δύπλα ςε χριςτιανικϐ νεκροταφεύο. Επιπλϋον, επειδό το Κύτροσ γνώριςε τη μεγαλϑτερό του ακμό κατϊ το 17ο αιώνα, τϐτε που ϋςβηςε τελεύωσ η παραλιακό Πϑδνα, τϐτε θα εύχε και τη μϋγιςτη αϑξηςη του πληθυςμοϑ του και την ευρϑτερη εξϊπλωςη του οικιςμοϑ. Σϐτε μϊλλον θα επεκτϊθηκε ο οικιςμϐσ και προσ την κατεϑθυνςη αυτό. Επομϋνωσ, οι τϊφοι που βρϋθηκαν εδώ θα πρϋπει να εύναι τησ εποχόσ του 1500 ό και παλιϐτερων ακϐμα χρϐνων. άςωσ να ανϊγονται και ςτη ρωμαώκό ό και ςτην αρχαύα εποχό, γιατύ ςτο χώρο αυτϐ βρϋθηκαν επιτϑμβιεσ ςτόλεσ και επιτϊφιεσ πλϊκεσ εκεύνων των καιρών. Δυςτυχώσ, κατϊ την κατεδϊφιςη του παλιοϑ ναοϑ το 1967, δεν βρϋθηκε τύποτα, ϐπωσ βεβαιώνει ο ιερϋασ του ναοϑ παπαΒαςύλησ, που να ρύχνει κϊποιο ςυγκεκριμϋνο φωσ ςτισ παραπϊνω εικαςύεσ10. Πιςτεϑω, ϐμωσ, πωσ, αν ςτο ϊνοιγμα των θεμελύων του νϋου οικοδομόματοσ βρύςκονταν κϊποιοσ ειδικϐσ εκεύ, πολλϊ θα εύχε να διαπιςτώςει. Βϋβαια, αν υπϊρχει το ενδιαφϋρον απϐ μϋρουσ των κρατικών υπηρεςιών και φορϋων, δεν εύναι καθϐλου δϑςκολο να γύνει και τώρα μια ϋρευνα ςτο γϑρω χώρο τησ εκκληςύασ, ώςτε να διαπιςτωθεύ το εύδοσ και η χρονολογύα των τϊφων. Εύμαι βϋβαιοσ, πωσ μια τϋτοια αναςκαφό, ϐςο και μικρόσ ϋκταςησ και αν εύναι, πολλϊ ςτοιχεύα θα μασ αποκαλϑψει. Οι επιτϑμβιεσ ςτόλεσ που βρϋθηκαν εδώ ςε διϊφορα ςημεύα, εύχαν κι αυτϋσ, δυςτυχώσ, την τϑχη των ϊλλων αρχαιοτότων. Όςεσ απ’ αυτϋσ δε θρυμματύςτηκαν και δεν χτύςτηκαν ςε κϊποιο τούχο κϊποιασ οικοδομόσ, μεταφϋρθηκαν πρϐςφατα και πετϊχτηκαν ςε κϊποια ςημεύα ϋξω απ’ το χωριϐ, ϐπου και προςχώθηκαν με ϊλλα ςκουπύδια και χώματα, για να ‘’καθαρύςουν’’ οι χώροι που τισ φιλοξενοϑςαν αγϐγγυςτα επύ τϐςουσ αιώνεσ. Επιτϑμβιεσ ςτόλεσ 10

. Ο Οδυςϋασ Πανταζόσ, που πόρε μϋροσ κι αυτϐσ ςτην κατεδϊφιςη, λϋγει ϐτι ‘’ςτο θεμϋλιο μιασ κολϐνασ βρόκαμε χειρϐγραφο, γραμμϋνο με καλλιγραφικϊ γρϊμματα, το οπούο πόρε ο παπαΒαςύλησ’’.

132


και ϊλλεσ αρχαιϐτητεσ πετϊχτηκαν ςτισ χαραδρώςεισ τησ πλαγιϊσ που εκτεύνεται ανϊμεςα ςτην Αγύα Παραςκευό και ςτου παπϊ τη βρϑςη. ‘’Μια απ’ τισ αρχαιϐτητεσ που θυμϊμαι’’, λϋγει ο Ν. Πανταζόσ και βεβαιώνει και η γυναύκα του Μαριϐρα, ‘’όταν μια πλϊκα που εύχε πϊνω δυο ϐρθιεσ γυναύκεσ. Σϐτε πετϊχτηκαν και ϊλλα κομμϊτια αγαλμϊτων’’11. Αρχαιϐτητεσ πετϊχτηκαν επύςησ και ςτισ παρυφϋσ του ςημερινοϑ νεκροταφεύου του Αγύου Αθαναςύου, προσ το μϋροσ τησ ρεματιϊσ, που κατεβαύνει απ’ τον Ωγιο Γεώργιο και ςκεπϊςτηκαν με χώματα και ϊλλα ςκουπύδια. Μερικϋσ απ’ τισ αρχαιϐτητεσ αυτϋσ και ιδύωσ επιτϑμβιεσ ςτόλεσ περιϋςωςε, ϑςτερα απϐ αναφορϊ μασ το 1982, η πολϑ χλιαρϊ κινηθεύςα κϊπωσ αρχαιολογικό υπηρεςύα και τισ μετϋφερε ςτο νεοςϑςτατο μουςεύο του Δύου. Σϋτοιεσ ςτόλεσ εύδε ο Leake ριγμϋνεσ εδώ κι εκεύ ς’ ϐλεσ τισ εκκληςύεσ του Κύτρουσ. ΢το χώρο μιασ εκκληςύασ εύδε τρεισ. Σα γρϊμματα, ϐμωσ, των δϑο όταν καταςτραμμϋνα και δυςανϊγνωςτα12. Σην τρύτη την ςκιτςογρϊφηςε και δημοςύεψε το ςκύτςο τησ ςτο βιβλύο του με αριθμϐ εικϐνασ 15713. Η ςτόλη αυτό ςτόθηκε απϐ κϊποιον Αρτεμύδωρο απ’ την Ηρϊκλεια ςε μνόμη των αδελφών του Ειαρινοϑ και ΢πϐρου, τα δε αναγραφϐμενα ς’ αυτό ϋχουν ωσ εξόσ: ‘’Αρτεμύδωροσ Ειαρινώ και ΢πϐρω τοισ αδελφούσ μνεύασ χϊριν τόδε καταφθιμϋνουσ διδϑμουσ δϑο φώτασ αρύςτουσ Ειαρινϐν τϑμβοσ και ΢πϐρον ειςϋλαχεν· Πατρύσ δ’ Ηρϊκλεια και Αρτεμύδωροσ ο τεϑξασ Λϊιον αμφοτϋροισ βωμϐν ϑπερθεν τϊφου’’. Η ςτόλη του Αρτεμύδωρου όταν μϋχρι το 1967 τοποθετημϋνη ςτη μϋςη του προαϑλιου τησ εκκληςύασ του Αγ. Κων/νου, ϋξω απ’ το νϊρθηκα και κει γϑρω απ’ . Αυτϊ ςυνϋβηςαν επύ προεδρύασ Υιλώτα Νύκου (1967-1974), λϋγει ο Ν. Πανταζόσ. 12 . Πληθώρα αρχαύων μαρμϊρων και επιγραφών κατϋςτρεψαν οι ξϋνοι αρχαιοκϊπηλοι, που ςϊρωςαν την Ελλϊδα τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ με την ϊδεια ό την ανοχό των Σοϑρκων και με την αδφιαφορύα ό τη βοόθεια και τη ςυνδρομό τησ Εκκληςύασ. Όπωσ βεβαιώνει ο Άγγλοσ Dodwell, ο απεςταλμϋνοσ του Λουδοβύκου ΙΕ’ το 1792 ςτην Ελλϊδα Γϊλλοσ αββϊσ Fourmont, μϐλισ ξεςόκωνε ςτο ςημειωματϊριϐ του μια επιγραφό, ϋδινε εντολό ςτουσ εργϊτεσ που εύχε μαζύ του, να καταςτρϋψουν με καλϋμια τα γρϊμματα που υπόρχαν πϊνω ςτα μϊρμαρα, για να εξαςφαλύζει ϋτςι αυτϐσ την αποκλειςτικϐτητϊ τησ. (Dodwell: «A Clasical and Topographical Tour Trhough Greece…» vol. B p. 405408). Και ξϋνοι αρχαιοθόρεσ πϋραςαν και κατϋςτρεψαν πολλϊ μϊρμαρα ςτην Πιερύα. ΢την περιοχό του Δύου, ϐπωσ μασ πληροφορεύ ο Clarke, ‘’Υρϊγκοι’’, κατϊ τουσ ντϐπιουσ, ϋκαμαν βιαςτικϋσ αναςκαφϋσ και κατϋςτρεψαν πολλϊ μϊρμαρα. Ο Clarke δεν αποκλεύει την περύπτωςη οι Υρϊγκοι αυτού να όταν ςυμπατριώτεσ του Hawkins, Sibthorpe και Tweddell, (Clarke: «Travels in Various Countries» p. 318). 13 . Leake W.M.: «Travels in Northern Greece» vol 3 p. 427. 11

133


αυτό ο παπϊσ τελοϑςε διϊφορεσ υπαύθριεσ θρηςκευτικϋσ τελετϋσ, ϐπωσ αγιαςμοϑσ, δοξολογύεσ και την Ανϊςταςη κϊθε χρϐνο και πϊνω ς’ αυτό τοποθετοϑςε τισ εικϐνεσ, το ευαγγϋλιο και τα ϊλλα ιερϊ ςκεϑη και αντικεύμενα που χρηςιμοποιοϑςε ςτη διϊρκεια των τελετών. Επύςησ, γϑρω απ’ αυτό ϋπαιζαν και την πηδοϑςαν τα παιδιϊ του παρακεύμενου δημοτικοϑ ςχολεύου ςτη διϊρκεια των διαλειμμϊτων. Με την τελευταύα επϋκταςη του ναοϑ, η ςτόλη εκχώθηκε και μετακομύςτηκε αλλοϑ. ΢όμερα βρύςκεται ριγμϋνη ςτη βϐρεια πλευρϊ τησ εκκληςύασ. Και ϊλλη μια ςτόλη βρόκε και κατϋγραψε ο Leake ςτο χώρο μιασ ϊλλησ εκκληςύασ του Κύτρουσ. Η ςτόλη αυτό εύχε καταςκευαςτεύ απϐ κϊποια Ουλπύα, ϐταν ακϐμα ζοϑςε, για να ςτηθεύ ςτον τϊφο τησ ϐταν πεθϊνει. ΢’ αυτόν όταν γραμμϋνα: ‘’Ουλπύα νϑμφη . . . . . εαυτό ζώςα’’. Και τησ ςτόλησ αυτόσ το ςκύτςο δημοςιεϑει ο Leake ςτο βιβλύο του με αριθμϐ εικϐνασ 158. Και οι δυο ςτόλεσ εύναι χαραγμϋνεσ με γρϊμματα που ανϊγονται ςτα τελευταύα ρωμαώκϊ χρϐνια. Ση δεϑτερη ςτόλη βρόκε ο Ωγγλοσ περιηγητόσ ςτο χώρο μιασ ϊλλησ εκκληςύασ, η οπούα όταν τϐτε ςχεδϐν καινοϑρια, ϐπωσ λϋγει και γϑρω τησ υπόρχαν και μερικϊ αρχαύα θεμϋλια. Η εκκληςύα αυτό, αν δεν όταν του Αγύου Κων/νου, θα όταν μϊλλον του Αγύου Νικολϊου ό του Αγύου Αθαναςύου, γιατύ μϐνο γϑρω απ’ τισ εκκληςύεσ αυτϋσ βρϋθηκαν υπολεύμματα αρχαύων θεμελύων. Πολλϋσ, ϐμωσ, κιβωτιϐςχημεσ ογκώδεισ πϋτρεσ βρϋθηκαν διαςκορπιςμϋνεσ και ςτο χώρο τησ Αγύασ Παραςκευόσ, γι’ αυτϐ δεν αποκλεύεται τον καιρϐ του Leake να υπόρχαν κι εδώ απομεινϊρια ό θεμϋλια αρχαύων κτιρύων, τα οπούα ανϊςκαψαν και εξϊλειψαν οι κατοπινού κϊτοικοι. Ϊτςι, η επιλογό και ο διαχωριςμϐσ με κϊποια βεβαιϐτητα του χώρου ϐπου βρϋθηκε η παραπϊνω ςτόλη, γύνεται πιο δϑςκολοσ. Επειδό, ϐμωσ, ο Ωγιοσ Αθανϊςιοσ και η Αγύα Παραςκευό διαςώθηκαν ερειπωμϋνεσ μϋχρι τισ μϋρεσ μασ, μασ αφόνουν να κϊνουμε τη ςκϋψη και να υποθϋςουμε ϐτι, ςαν εξωκλόςια που όταν, μϊλλον δε θα τρϊβηξαν τϐςο πολϑ τη μανύα του Μπαώρϊμ παςϊ και των ςτιφών του και δε θα τισ κατϊςτρεψαν τελεύωσ το 1821. Γι’ αυτϐ, ο ςχεδϐν καινοϑριοσ του 1806 ναϐσ του Leake θα πρϋπει να όταν ο Ωγιοσ Νικϐλαοσ, ο οπούοσ, ςαν ο καλϑτεροσ του χωριοϑ, προςϋλκυςε αμϋςωσ τουσ φανατικοϑσ οθωμανοϑσ του αιμοβϐρου παςϊ και τον κατϊςτρεψαν τελεύωσ. Ωλλωςτε, ο ϊξεςτοσ Αςιϊτησ ικανοποιοϑςε περιςςϐτερο τα βϊρβαρα αιςθόματϊ του, ϐταν κατϊςτρεφε κϊτι το καλϑτερο και το αξιολογϐτερο. Κι ϐςο πιο βϊναυςα κι ολοκληρωτικϊ το κατϊςτρεφε, τϐςο περιςςϐτερο ϋνιωθε νικητόσ και δυνατϐσ. Η εκκληςύα των Αγύων Κων/νου και Ελϋνησ εύναι και ςόμερα η μεγαλϑτερη και η ςπουδαιϐτερη ςτο Κύτροσ. Φτύςτηκε ςτη θϋςη αρχαύου ναοϑ, ρωμαώκοϑ τϋμπλου ό ϊλλου αρχαιϐτερου κι ενδιαφϋροντοσ οικοδομόματοσ. Αυτϐ ςυμπεραύνεται πρώτα απ’ τα λιγοςτϊ μεν αλλϊ αιωνϐβια ελαιϐδεντρα που

134


υπόρχαν εκεύ και τα οπούα ςημϊδευαν το τοπύο. Δεϑτερο απ’ τη δεςπϐζουςα θϋςη του υψώματοσ. Και τρύτο απ’ τουσ ςκϐρπιουσ αρχαύουσ ογκϐλιθουσ, που υπϊρχουν ςτο ϑψωμα. Σο κτύριο του ςημερινοϑ ναοϑ ανακαινύςτηκε και επεκτϊθηκε, ϐπωσ προαναφϋρθηκε, το 1967. Σϐτε κϐπηκαν και εξαφανύςτηκαν και οι πελώριεσ ελιϋσ. Σο προηγοϑμενο οικοδϐμημα του χριςτιανικοϑ ναοϑ θα πρϋπει να χτύςτηκε ό να επιςκευϊςτηκε μετϊ την καταςτροφό του απ’ το Μπαώρϊμ παςϊ το 1821. Σϐτε, με την εξϊπλωςη τησ επανϊςταςησ και ςτην Πιερύα, η μανύα των Σοϑρκων εύχε οπωςδόποτε ςτραφεύ κατϊ των χριςτιανικών εκκληςιών του Κύτρουσ. Ύςτερα μϊλιςτα απ’ τη θανϊτωςη του επιςκϐπου του Μελετύου ςτη Θεςςαλονύκη, η οργό τουσ αποκορυφώθηκε εναντύον του χωριοϑ-ϋδρασ του επιςκϐπου. Η οργό των Σοϑρκων ξϋςπαςε κατϊ του Κύτρουσ και ςε μεταγενϋςτερεσ εποχϋσ, ϐταν οι ξεςηκωμού των ραγιϊδων για λευτεριϊ ϋφταναν και ωσ την Πιερύα ό πρωτογεννιϐταν και ϊναβαν ς’ αυτό. Ιδιαύτερα, υπϋςτη καταςτροφϋσ ςτισ περιϐδουσ των επαναςτϊςεων του 1830, 1854 και 1878. Γι’ αυτϐ και δεν αποκλεύεται το προηγοϑμενο, το πριν απ’ το 1967 κτύριο τησ εκκληςύασ, να όταν το επιςκευαςμϋνο απομεινϊρι εκεύνων των καταςτροφών. Σύποτα δεν υπϊρχει ςόμερα ςτο ναϐ, που να ανϊγεται με βεβαιϐτητα ςτα προεπαναςτατικϊ ό ςτα επαναςτατικϊ χρϐνια και τύποτα δεν βρύςκουμε το ςυγκεκριμϋνο, που να μασ οδηγεύ πύςω ςτα χρϐνια τησ ανοικοδϐμηςόσ του. Ο επύςκοποσ Κύτρουσ ςτην περύοδο 1904-1933 Παρθϋνιοσ γρϊφει το 1918, ϐτι οι αρχαιϐτερεσ εικϐνεσ του ναοϑ εύναι μϐλισ 80 ετών14. Δηλαδό, ανϊγονται ςτη μεταεπαναςτατικό δεκαετύα του 1830. Αλλϊ και τα αρχαιϐτερα απϐ τα βιβλύα που ςώζονται ακϐμα ςτην εκκληςύα εύναι τα Μηνιαύα, που εκδϐθηκαν το 184315. Εξετϊζοντασ, λοιπϐν, τα ιςτορικϊ γεγονϐτα που διαδραματύςτηκαν τϐτε και, παύρνοντασ υπϐψη την ανυπαρξύα οποιουδόποτε αρχαιϐτερου αντικειμϋνου του ναοϑ, ϐπωσ εικϐνων, ιερών ςκευών κ.λ.π., καθώσ και την παντελό ϋλλειψη παλαιοτϋρων εκκληςιαςτικών βιβλύων, οδηγοϑμαςτε ςτη ςκϋψη, πωσ ο ναϐσ θα κϊηκε ό θα καταςτρϊφηκε ςχεδϐν τελεύωσ απ’ το Μπαώρϊμ παςϊ και θα ξαναχτύςτηκε μετϊ τη λόξη των αγώνων του 1821 και ϑςτερα απ’ την υπογραφό των Πρωτϐκολων Αδριανοϑπολησ και Λονδύνου και την αναγνώριςη του νεογϋννητου ελληνικοϑ βαςιλεύου απ’ την Σουρκύα (1832). Σην ϊποψη αυτό ενιςχϑει και το γεγονϐσ ϐτι τα παλαιϐτερα μεν βιβλύα, που υπϊρχουν ςόμερα ςτο ναϐ, τυπώθηκαν το 1843, οι αρχαιϐτερεσ, ϐμωσ, ς’ αυτϊ αναγραφϋσ και ςημειώςεισ παπϊδων, ψαλτϊδων, δαςκϊλων κ.λ.π. ανϊγονται ςτο ϋτοσ 1852 και εντεϑθεν16. ΢υμπύπτουν, δηλαδό, χοντρικϊ και με την ηλικύα των εικϐνων που αναφϋρει ο Παρθϋνιοσ. Επομϋνωσ, το 1852 ό και λύγο . Παρθενύου Βαρδϊκα: «Περιγραφό τησ Περιφ. Επιςκ. Κύτρουσ» ςελ. 61 ςημ. . Η εκτϑπωςη ϋγινε ςτο τυπογραφεύο του Ανδρϋα Κορομηλϊ ςτην Κων/λη. 16 . Δεσ Κεφ. 22. «Ερευνώντασ τα βιβλύα τησ Εκκληςύασ». 14 15

135


νωρύτερα, θα πρϋπει να αγορϊςτηκαν τα παραπϊνω Μηνιαύα, ϐταν ο ναϐσ όταν επιςκευαςμϋνοσ και ϋτοιμοσ και τα εύχε ανϊγκη. Η ϑπαρξη των διαφϐρων ςημειώςεων και αναγραφών του 1852 και 1877 αποκλεύουν, ωσ ϋνα βαθμϐ, την πυρπϐληςη ό και την ολοςχερό καταςτροφό του ναοϑ αυτοϑ ςτισ περιϐδουσ των κατοπινών επαναςτϊςεων του 1854 και 1878. Η εκκληςύα ωσ το 1967 περιβϊλλονταν απϐ ψηλϐ και φαρδϑ πϋτρινο μαντρϐτοιχο (1,50 Φ 0,60 περύπου), χτιςμϋνο ςε ςτυλ ξηρολιθιϊσ με κϊθε εύδουσ πϋτρεσ. Πολλϋσ απ’ αυτϋσ όταν μεγϊλοι κυβοειδεύσ ογκϐλιθοι αρχαώκόσ εποχόσ, παρμϋνοι απ’ τα χαλϊςματα του αρχαύου κτύςματοσ, που υπόρχε εδώ. Θα πρϋπει, ο μαντρϐτοιχοσ αυτϐσ να χτύςτηκε τουλϊχιςτο πριν απ’ το 1908 ό το 1910. Δηλαδό, πριν χτιςτεύ το ςημερινϐ κονϊκι του ϊλλοτε τςιφλικϊ Μπύτζιου. Γιατύ τϐτε, για να χορτϊςουν οι χτύςτεσ τουσ φαρδεύσ και αδηφϊγουσ τούχουσ του κονακιοϑ με υλικϊ, μϊζεψαν απ’ ϐλα τα ςημεύα του Κύτρουσ κϊθε πϋτρα, που μποροϑςε να μεταφερθεύ και τη χρηςιμοπούηςαν ςτην παχιϊ τοιχοποιύα του. Εϊν ϐλη αυτό η πϋτρα του περιβϐλου τησ εκκληςύασ βρύςκονταν ςκϐρπια εκεύ, θα την ϋπαιρνε οπωςδόποτε ο τςιφλικϊσ για το κονϊκι του, που χτύζονταν 500 με 600 μϋτρα πιο πϋρα. Μϋςα ςτον περύβολο τησ εκκληςύασ και πϊνω ςτη νοτιοανατολικό γωνιϊ του, όταν ϊλλο παλιϐ τοϑρκικο ημιδιϐροφο πετρϐχτιςτο ούκημα, το οπούο μϋχρι το 1945 όταν το 3/τϊξιο δημοτικϐ ςχολεύο του Κύτρουσ. Εύχε μια αύθουςα επϊνω, η οπούα χρηςιμοποιοϑνταν για διδακτόριο κι ϋνα ςκοτεινϐ υπϐγειο κϊτω, ϐπου αποθόκευαν τα ξϑλα για τη ςϐμπα του χειμώνα ό ϋκλεινε ς’ αυτϐ ο δϊςκαλοσ τουσ αμελϋτητουσ και τουσ ϊτακτουσ μαθητϋσ για τιμωρύα. Οχτώ ό δϋκα ξϑλινα, ςτραβϊ και μιςοκαταςτραμμϋνα ςκαλοπϊτια οδηγοϑςαν απ’ τη μοναδικό ξϑλινη κι αυτό ερειπωμϋνη και ςτραβοκρεμαςμϋνη ςτουσ μιςοδιαλυμϋνουσ μεντεςϋδεσ τησ δύφυλλη εύςοδο ςτο πϊνω πϊτωμα. Πϊνω ςτο κεφαλϐςκαλο και αριςτερϊ, δημιουργοϑνταν ϋνα μικρϐ χολ κι απϋναντύ του υπόρχε μικρϐ δωματιϊκι, που χρηςιμοποιοϑνταν για γραφεύο του ςχολεύου κι αριςτερϊ του ϋνα ϊλλο μικρϐτερο δωμϊτιο, που το εύχαν οι δϊςκαλοι ςαν αποθηκοϑλα ό το χρηςιμοποιοϑςαν καμιϊ φορϊ και ςαν κατοικύα τουσ. Δεξιϊ του χολ μια δύφυλλη ξϑλινη πϐρτα με τζϊμι ςτο πϊνω μϋροσ οδηγοϑςε ςτην αύθουςα διδαςκαλύασ. Αυτό όταν ϋνα αρκετϊ μεγϊλο δωμϊτιο με δυο χοντροπελεκημϋνεσ ξϑλινεσ κολϐνεσ ςτη μϋςη, που κρατοϑςαν την καθιςμϋνη οροφό και τα βαριϊ τοϑρκικα κεραμύδια τησ ςτϋγησ. Εύχε δυο παρϊθυρα προσ την ανατολό και τϋςςερα προσ το νϐτο, ϐλα με ςιδερϋνιεσ οριζϐντιεσ βϋργεσ ςτα ανούγματϊ τουσ. Σο πϊτωμα όταν απϐ χοντροκομμϋνα ςανύδια, ϐλο ρϐζουσ, ςχιςμϋσ και ανούγματα. Πϊνω ς’ αυτϐ όταν αραδιαςμϋνα τα θρανύα, που ϋβλεπαν προσ την πϐρτα, δεξιϊ κι αριςτερϊ απ’ την οπούα υπόρχε τοποθετημϋνοσ πϊνω ςε ξϑλινο τρύποδα απϐ ϋνασ μαυροπύνακασ, ξαςπριςμϋνοι ςχεδϐν τελεύωσ απ’ την πολυκαιρύα. Κϊπου-κϊπου τουσ ϋβαφε ο δϊςκαλοσ με αυγϐ και φοϑμο απ’ τη ςϐμπα. Προσ το νϐτιο μϋροσ τησ αύθουςασ, κοντϊ ςτον τούχο με τα τϋςςερα παρϊθυρα, κϊθονταν οι μεγϊλεσ τϊξεισ και προσ το βϐρειο, ςτην πλευρϊ που δεν εύχε κανϋνα παρϊθυρο, οι μικρϐτερεσ τϊξεισ.

136


Ϊτςι θυμόθηκε το ςχολεύο ο γρϊφων και ς’ αυτϐ φούτηςε και ϋμαθε τα πρώτα του γρϊμματα. Λϋνε, πωσ παλιϐτερα ςτο ούκημα αυτϐ ςτεγϊζονταν η τουρκικό αςτυνομύα. άςωσ εδώ να ϋμεναν προςωρινϊ διερχϐμενα κατϊ καιροϑσ τουρκικϊ αποςπϊςματα χωροφυλϊκων, που περνοϑςαν απ’ το χωριϐ, ϐταν καταδύωκαν τουσ ληςτϋσ ό προςπαθοϑςαν να ςυγκρατόςουν ό να απωθόςουν τουσ κλεφταρματωλοϑσ των Πιερύων. Απ’ τη ςυχνό τουσ δε παρουςύα να δημιουργόθηκε η εςφαλμϋνη εντϑπωςη, ϐτι αυτϐ όταν το ούκημα τησ αςτυνομύασ. Η τουρκικό αςτυνομύα ςτεγϊςτηκε κατϊ καιροϑσ ςτο χϊνι του Κύτρουσ, που όταν μϋςα ςτο χωριϐ ό ςτο μικρϐ κονϊκι, που όταν κοντϊ ςτο μηχανοςτϊςιο τησ Αλυκόσ. Σο κτύριο αυτϐ ςώθηκε ερειπωμϋνο και ωσ τισ μϋρεσ μασ. Πϊντωσ, ϐλοι οι γϋροντεσ του χωριοϑ, ακϐμα και οι παπποϑδεσ και οι προπϊπποι των ςημερινών, εκεύνοι που γεννόθηκαν το 1860 και 70 ς’ αυτϐ το ςχολεύο φούτηςαν κι ϐλοι το θυμόθηκαν ςαν τϋτοιο. Θυμοϑνται, ϐμωσ, πωσ κϊθε φορϊ, πριν απ’ το 1912, που περνοϑςαν τουρκικϊ αποςπϊςματα ό ςτρατϐσ, πηγαύνοντασ να επιβϊλουν κϊπου την τϊξη ό να χτυπόςουν κϊποιον επαναςτϊτη ό εχθρϐ του ςουλτϊνου, ς’ αυτϐ κατϋλυαν και αυτϐ γύνονταν το κϋντρο τησ μϊςτιγασ και των βαςϊνων του τϐπου. Σο ςχολεύο αυτϐ, που τϐςεσ και τϐςεσ θυελλώδεισ καταςτϊςεισ εύχε ζόςει και που τϐςεσ πολλϋσ ιςτορικϋσ λεπτομϋρειεσ ϋκρυβε βουβϋσ ςτα ετοιμϐρροπα ντουβϊρια του, κατεδαφύςτηκε το 1958-5917, μαζύ με τα επύςησ παλιϊ κελιϊ, που βρύςκονταν βϐρεια τησ εκκληςύασ κι αμϋςωσ ϋξω απ’ τον περύβολϐ τησ, χωρύσ να ληφθεύ καμιϊ μϋριμνα για τη μελϋτη των λειψϊνων τουσ. Σα κελιϊ αυτϊ ϊρχιζαν απ’ τη βορινό πλευρϊ του ςχολεύου, πϊνω ςτον τούχο ςτον οπούο όταν κολλημϋνα και παρακολουθώντασ τον περύβολο τησ εκκληςύασ, ακολουθοϑςαν μια γραμμό ζικ-ζακ. Ξεκινώντασ απϐ νϐτο προσ βορρϊ για 40-50 περύπου μϋτρα, γϑριζαν ςε ορθό γωνύα δυτικϊ για ϊλλο τϐςο περύπου διϊςτημα και, ξαναςχηματύζοντασ ορθό γωνύα, ςτρϋφονταν και πϊλι προσ βορρϊ, ακολουθώντασ το ϐριο του οικοπϋδου του Γεργ. Καλϑβα (Σζιϐλα), για ϊλλα 50 περύπου μϋτρα. Ση μια απ’ τισ δυο ςχηματιζϐμενεσ ορθϋσ γωνύεσ, τη ςτραμμϋνη προσ δυςμϊσ, κϊλυπτε το πύςω μϋροσ τησ αυλόσ τησ εκκληςύασ. Η ϊλλη, η ςτραμμϋνη προσ την ανατολό και προσ το τοϑρκικο τζαμύ, που όταν απϋναντύ τησ, αποτελοϑςε ανοιχτϐ χώρο και αυλό των κελιών. ΢τα κελιϊ αυτϊ ϋμεναν οι οικογϋνειεσ των Βλαχοποιμϋνων και των Βλϊχων κτηνοτρϐφων, που κατϋβαιναν ςτο Κύτροσ με τα κοπϊδια τουσ τουσ μόνεσ του χειμώνα. Οι Βλϊχοι που κατϋβαιναν ςτο Κύτροσ όταν χωριςμϋνοι ςε δυο κυρύωσ ομϊδεσ. Φωρύζονταν ανϊλογα με την καταγωγό τουσ και ςυςπειρώνονταν γϑρω απϐ μεγαλοκεχαγιϊδεσ ςυμπατριώτεσ τουσ. Ση μια ομϊδα απ’ αυτϋσ αποτελοϑςαν οι καταγϐμενοι απ’ την Αβδϋλλα των Φαςύων. Αυτού εύχαν αρχηγϐ 17

. Ματθαιύδη Μ. ςελ. 11.

137


τουσ το μεγαλοτςϋλιγκα Νικϐλα Αυγϋρο. Σην ϊλλη αποτελοϑςαν οι Αρβανιτϐβλαχοι, που όταν ςυγκεντρωμϋνοι γϑρω απ’ τον αρχικεχαγιϊ Γιώργο Ζύκα. Οι πρώτοι όταν πιο καλλιεργημϋνοι και οικονομικϊ πιο καλοβαςταγμϋνοι. Απ’ αυτοϑσ προϋρχονταν και η οικογϋνεια του Αθ. Πύττη (Καραθϊνου), η οπούα τελικϊ παρϋμεινε ςτο Κύτροσ και εγκαταςτϊθηκε οριςτικϊ ς’ αυτϐ. Η δεϑτερη ομϊδα ϋφυγε αργϐτερα ςτην Σϐχοβα κι απϐ κει αποςϑρθηκε ςτα ορεινϐτερα. ΢’ αυτοϑσ ανόκε και η ϊλλη βλϊχικη οικογϋνεια, που ϋμεινε τελικϊ κι αυτό ςτο Κύτροσ. Η οικογϋνεια του Φρόςτου Λϑμπου. Επύςησ, ςτο Κύτροσ εγκαταςτϊθηκε μϐνιμα και η οικογϋνεια του Γεωργ. Αυγϋρου. Απϐγονοι των τριών αυτών οικογενειών ζουν ςόμερα ςτο χωριϐ. Οι αρχιτςελιγκϊδεσ και αρχηγού των δυο παραπϊνω ομϊδων ϋρχονταν ςε διαπραγματεϑςεισ με το Μπύτζιο και νούκιαζαν για λογαριαςμϐ ολϐκληρησ τησ ομϊδασ τουσ τισ βοςκϋσ του τςιφλικϊ. Αυτοϑσ γνώριζε ‘’το αφεντικϐ’’, ο ςτιφλικϊσ κι αυτού όταν οι υπεϑθυνοι για την καταβολό του μεγϊλου τιμόματοσ που απαιτοϑςε ο κτηματύασ και για τη ρϑθμιςη των κινόςεων τησ ομϊδασ τουσ. Οι ϊλλοι, οι μικρϐτεροι, εφϊρμοζαν τισ αποφϊςεισ των αρχηγών τησ ομϊδασ τουσ και πλόρωναν ς’ αυτοϑσ το μερύδιϐ τουσ, ανϊλογα με τα πρϐβατα που εύχε ο καθϋνασ τουσ18. ΢την ιδιϐχειρη επιςτολό του Ιω. Μπύτζιου που προαναφϋραμε (Κεφ. 21 ςελ. 24 και Παρϊρτημα) αναφϋρονται τα ονϐματα των δϑο αυτών μεγαλοτςελιγκϊδων Αυγϋρου και Ζύκα, καθώσ και το υπϋρογκο ενούκιο των βοςκϐτοπων που αξύωνε και ειςϋπραττε απ’ αυτοϑσ το ‘’αφεντικϐ’’. Επύςησ, απ’ το κεύμενο τησ επιςτολόσ φαύνεται καθαρϊ η νοοτροπύα, η πονηριϊ και η απληςτύα του ϊρπαγα τςιφλικϊ. Με το γρϊμμα του αυτϐ ο Μπύτζιοσ βϊζει τουσ βαρεύσ ϐρουσ του ςτουσ κτηνοτρϐφουσ, γρϊφοντασ ξεκϊθαρα. ‘’ . . . Πρώτοσ ϐροσ εύναι ϐπωσ οι οικογϋνειεσ των δυο μαζύ (ενν. ομϊδων Αυγϋρου και Ζύκα) να μην υπερβαύνουν τασ δϋκα. . .’’ Και εξηγεύ εμπιςτευτικϊ μϋςα ςε παρϋνθεςη ςτον αντιπρϐςωπϐ του ςτο Κύτροσ Βαςύλη Πανταζό, γιατύ οι οικογϋνειεσ δεν πρϋπει να εύναι πολλϋσ. ‘’(Προσ γνώςιν ςου, πρϐκειται να γύνει νϐμοσ δια τουσ κτηνοτρϐφουσ, κατϊ τον οπούο θα αποκαθύςτανται αι οικογϋνειαι δι’ απαλλοτριώςεωσ). Σιμό εύναι εκατϐν πενόντα χιλιϊδασ δραχμϊσ προκαταβλητϋασ’’. Και ςυνεχύζει τισ ςυςτϊςεισ του προσ το διαχειριςτό του τςιφλικιοϑ του: ‘’Η ςυμφωνύα θα γύνει ιδιαιτϋρωσ και χωρύσ μϊρτυρεσ, διϐτι ενδεχϐμενον να ιςχϑει ο περύ αιςχροκερδεύασ νϐμοσ . . .’’ Αυτϐσ όταν ο απϐγονοσ του ‘’τριςϋβαςτου και πολϑαθλου’’ Μπύτζιου του παπαΥουςϋκη του 1893 και ο γιοσ του ‘’αγαθοϑ και φιλϐςτοργου, . . . του ηγεμονικοϑ το όθοσ και γενναύου ωσ ηγεμϐνα προσ τουσ δεομϋνουσ αυτοϑ, . . . το

18

. Εκτϐσ απ’ τισ δυο παραπϊνω ομϊδεσ, ϋρχονταν ςτο Κύτροσ και Βλϊχοι απ’ την Κορυτςϊ, καθώσ και οι ΢αρακατςαναύοι. Οι τελευταύοι ϋςτηναν τα τςαντόρια τουσ ςτον απϋναντι απ’ το Ζμαόλι χϋρςο χώρο προσ την πλευρϊ τησ Μπϊνασ.

138


καταφϑγιον παντϐσ πτωχοϑ και πϋνητοσ’’ Νικολϊκη, του μητροπολύτη Παρθενύου Βαρδϊκα. Αυτϐ όταν το ϊξιο τϋκνο των προγϐνων του. Ο ‘’Γιαννϊκησ’’ Μπύτζιοσ. Πολλού απ’ τουσ Βλϊχουσ αυτοϑσ αςχολοϑνταν και με τη μεταφορϊ ξϑλων και ξυλοκϊρβουνων απ’ τα ορεινϊ χωριϊ ςτην παραλύα του Κύτρουσ. Σα μετϋφεραν με τα μουλϊρια τουσ για λογαριαςμϐ ξυλεμπϐρων, τα φϐρτωναν ςτα καϏκια και τα προωθοϑςαν ςτισ διϊφορεσ αγορϋσ. Επύςησ, Βλϊχοι κερατζόδεσ δοϑλευαν και ςτη μεταφορϊ του αλατιοϑ ςτισ Αλυκϋσ του χωριοϑ. Ο ερχομϐσ των Βλϊχων γύνονταν πονοκϋφαλοσ και πολλϋσ φορϋσ και καταςτροφό για τουσ κολύγουσ του Κύτρουσ, γιατύ ςυχνϊ υποχρεώνονταν να μαζϋψουν τισ ϐψιμεσ καλλιϋργειϋσ τουσ ςϑντομα και πριν απϐ την ώρα τουσ ό να τισ εγκαταλεύψουν ςτα χωρϊφια και να τισ χϊςουν τελεύωσ. Και τοϑτο, γιατύ τα κοπϊδια –χιλιϊδεσ πρϐβατα- κατεβαύνοντασ, ςϊρωναν ϐλεσ τισ εκτϊςεισ τησ ενοικιαςμϋνησ περιοχόσ, χωρύσ καμιϊ εξαύρεςη. Ο Μπύτζιοσ δεν νοιϊζονταν για τισ ζημιϋσ που πϊθαιναν οι κολύγοι του, γιατύ αυτϐσ πληρώνονταν απ’ τουσ Βλϊχουσ για τη βϐςκηςη των χωραφιών και ειςϋπραττε ύςωσ περιςςϐτερα απ’ τον τςϋλιγκα απ’ ϐτι περύμενε να ειςπρϊξει απ’ τον ζευγϊ-κολύγο του. Ωςχετα, ϐμωσ, απ’ τισ μεμονωμϋνεσ αυτϋσ δυςϊρεςτεσ περιπτώςεισ, η επιςτροφό και η αναχώρηςη των Βλϊχων ςυγκινοϑςε ιδιαύτερα τουσ Κιτριώτεσ. Απ’ τα τϋλη του Υθινοπώρου ωσ τισ αρχϋσ τησ ϊνοιξησ, η ζωό με την παρουςύα των Βλϊχων ϋςφυζε ςτα κελιϊ, που ϋμοιαζαν ςαν πολυϊςχολεσ κυψϋλεσ ό ςφηκοφωλιϋσ. Σο καλοκαύρι απονεκρώνονταν και ερημώνονταν. Ιδιαύτερα οι μϋρεσ του ερχομοϑ και τησ αναχώρηςησ των νομϊδων πρϐςθεταν διαφορετικϐ τϐνο ςτη ζωό του χωριοϑ και τησ γειτονιϊσ των κελιών ιδιαύτερα. Δεκϊδεσ ζώα ξεφϐρτωναν ό φϐρτωναν πολϑχρωμουσ μϊλλινουσ μπϐγουσ, χρωματιςτϋσ βελϋντςεσ, μαϑρεσ κϊπεσ και ςελϊχια ό ϊςπρεσ φουςτανϋλλεσ και ανοιχτϐχρωμα υφαντϊ. Ξεκρεμοϑςαν ό ϋδεναν ςτα ςαμϊρια των μουλαριών τουσ καζϊνια, γϊςτρεσ, τουλοϑμια, καδιϊ ό καρδϊρεσ, ςτρώματα και ροϑχα κϊθε λογόσ, εργαλεύα γνωςτϊ κι αντικεύμενα ιδιϐτροπα και παρϊξενα, χρόςιμα, ϐμωσ, ςτουσ πλανϐδιουσ κτηνοτρϐφουσ. Ο ερχομϐσ και η φϑβγα των Βλϊχων όταν ςημαντικϐ γεγονϐσ για το χωριϐ, γιατύ, εκτϐσ του ϐτι ςημϊδευαν με ςιγουριϊ τισ εποχϋσ και ςυνειδητοποιοϑςαν εντονϐτερα το τϋλοσ του καλοκαιριοϑ ό τον ερχομϐ τησ ϊνοιξησ, πρϐςθεταν καινοϑρια κύνηςη ςτουσ δρϐμουσ του ό ελϊττωναν αιςθητϊ την υπϊρχουςα και, με την υποδοχό ό τον αποχαιρετιςμϐ των νομϊδων, τϐνωναν περιςςϐτερο το αύςθημα τησ φιλύασ, που υπόρχε ανϊμεςα ςτο βλϊχικο και ςτο ντϐπιο πληθυςμϐ. Σα κελιϊ για το Κύτροσ όταν ϋνα εύδοσ ημερολογύου κι ϋνα κϋντρο ϐπου εκτυλύςςονταν μια διαφορετικό κι αλλιώτικη ζωό για την περιοχό. Πϐςα και πϐςα δεν ςυνϋβαιναν ς’ αυτϊ και ςτη γϑρω γειτονιϊ με την αφϋλεια και την ϊγνοια των Βλϊχων ό με την πονηριϊ και την καπατςοςϑνη των ντϐπιων. Σο πϐτε και πώσ χτύςτηκαν τα κελιϊ δεν θυμϊται κανϋνασ απ’ τουσ επιζώντεσ ςόμερα ςτο χωριϐ κι οϑτε κανϋνασ απ’ αυτοϑσ ϊκουςε ποτϋ κϊτι ςχετικϐ γι’ αυτϊ απ’ τουσ παπποϑδεσ και τουσ προπϊππουσ του. Ο γερο-

139


Καραθϊνοσ (Αθ. Πύττησ), απϐγονοσ τησ βλϊχικησ οικογϋνειασ Πύττη, που χεύμαζε τα παλιϊ χρϐνια ςτο Κύτροσ και που γεννόθηκε το Υθινϐπωρο του 1892 ςτο δρϐμο, καθώσ κατϋβαιναν οι δικού του με τα πρϐβατα απ’ το ΢ϋλι για το Κύτροσ, λϋγει ϐτι ϋτςι τα θυμόθηκε, ερειπωμϋνα και ετοιμϐρροπα κι οϑτε ποτϋ ϊκουςε ποιοσ και πϐτε τα ϋχτιςε. Δεν αποκλεύεται, τα οικόματα αυτϊ να ανόκαν ςτο διπλανϐ τζαμύ, τον περύγυρο του οπούου ςε ημικϑκλιο ςχεδϐν κϊλυπταν και να ςτϋγαζαν κϊποτε τοϑρκικεσ οικογϋνειεσ. άςωσ, ϐμωσ, να όταν απ’ την αρχό κελιϊ τησ εκκληςύασ του Αγύου Κων/νου. Οι ςημερινού κϊτοικοι αυτϐ πιςτεϑουν.. Κατεδαφύςτηκαν, ϐμωσ κι αυτϊ χωρύσ καμιϊ ιδιαύτερη προςοχό ό μελϋτη το 1958 και χωρύσ να ληφθεύ πρϐνοια να παρθοϑν ϋςτω και μερικϋσ αναμνηςτικϋσ φωτογραφύεσ τουσ ςαν ιςτορικϐ ενθϑμημα τησ περιοχόσ. ΢τον ανατολικϐ χώρο των κελιών υπόρχαν πολυϊριθμα καλϑβια (30 ό 40), το ϋνα ςτριμωγμϋνο δύπλα ςτο ϊλλο, μικρϊ, ςκοτεινϊ και τριςϊθλια, φτιαγμϋνα απϐ ξϑλα, βϋργεσ και καλϊμια, τα οπούα μ’ ϐλη τουσ την κακομοιριϊ και τη ςτενϐτητϊ τουσ, ςτϋγαζαν κι αυτϊ βλϊχικεσ οικογϋνειεσ. ΢’ ϋνα απ’ αυτϊ εύχε ανούξει κϊποιο μαγαζύ, εύδοσ καφενεύου-παντοπωλεύου ο Λιακϐπουλοσ, ϋχοντασ ςαν πραμϊτεια μια-δυο οκϊδεσ ζϊχαρη κι ϊλλο τϐςο ρϑζι κι ϊλλα μερικϊ μικροπρϊγματα. Αλλϊ κι αυτό ακϐμα η πενιχρϐτητα του ‘’καταςτόματοσ’’ κύνηςε το φθϐνο οριςμϋνων κατϊ του ‘’εμπϐρου’’ κι ϋτςι κϊποια νϑχτα, η καλϑβα ϋγινε παρανϊλωμα πυρϐσ και η ‘’επιχεύρηςη’’ ϋγινε ςτϊχτη κι ϋςβηςε ςαν καπνϐσ μϋςα ςτουσ καπνοϑσ τησ φωτιϊσ που βϊλθηκε ζηλϐφθονα απ’ το χϋρι ϊγνωςτων εμπρηςτών. Βϐρεια του ςχολεύου και πύςω ακριβώσ απ’ το ιερϐ τησ εκκληςύασ του Αγύου Κων/νου, ςώζονταν τρεισ τϊφοι ιερϋων. Σου παπαΚώςτα, του παπαΘανϊςη Σριανταφϑλλου και του παπαΘανϊςη Παπανικολϊου. ΢τη νϐτια δε πλευρϊ του ναοϑ, μϋςα ςτον περύβολο τησ εκκληςύασ και κϊτω απ’ τισ μεγϊλεσ ελιϋσ, όταν ο καγκελϐφραχτοσ τϊφοσ του Νικ. Μπύτζιου. Όλα αυτϊ ιςοπεδώθηκαν και καταςτρϊφηκαν το 1967, ϐταν επεκτϊθηκε και ανακαινύςτηκε το κτύριο τησ εκκληςύασ. Σϐτε μεταφϋρθηκε και το ςιδερϋνιο κιγκλύδωμα του τϊφου του Μπύτζιου και ςτόθηκε ς’ ϋνα ςημεύο του νεκροταφεύου του Αγύου Αθαναςύου19, ϐπου και καταςτρϊφηκε. Σο μϐνο που απϐμεινε ςτη θϋςη του και ϐπωσ όταν εξωτερικϊ, εύναι το καμπαναριϐ, που βρύςκεται λύγα μϋτρα δεξιϐτερα και πιο μπροςτϊ απ’ το μπροςτινϐ μϋροσ τησ εκκληςύασ. Παλιϐτερα εύχε ξϑλινη εςωτερικό ςκϊλα, που ανϋβαινε μϋχρι πϊνω ςτην καμπϊνα. Με τισ τελευταύεσ ανακαινύςεισ, ϐμωσ, η μιςοκαταςτραμμϋνη ξϑλινη ςκϊλα αντικαταςτϊθηκε με ςιδερϋνια. Σο καμπαναριϐ θα πρϋπει να χτύςτηκε την εποχό του Αλό παςϊ, τϐτε που ο τϑραννοσ των Ιωαννύνων επϋτρεψε την κροϑςη των κωδώνων ςτουσ ναοϑσ των χριςτιανών τησ επικρϊτειϊσ του και να επιςκευϊςτηκε ςτα κατοπινϊ χρϐνια.

19

. Δεσ Κεφ. 32. «Σο Κονϊκι του Κύτρουσ».

140


Λιγϐτερο απϐ εκατϐ μϋτρα πιο πύςω, βορειοανατολικϊ τησ εκκληςύασ των Αγύων Κων/νου και Ελϋνησ, υψώνονταν ο μιναρϋσ του τοϑρκικου τζαμιοϑ του χωριοϑ. Εκεύ ϐπου εύναι ςόμερα τα οικϐπεδα και οι κατοικύεσ των αδελφών Νικολϊου και Ευρυςθϋνη Αβραϊμ του Γεωργύου. Η τοποθεςύα αυτό και ςόμερα λϋγεται ‘’τζαμύ’’. Ερεύπια και λιγοςτϊ απομεινϊρια του κτιρύου ςώζονταν ακϐμα ωσ τη δεκαετύα του 1930-40, προτοϑ η ϋκταςη οικοπεδοποιηθεύ. Εκεύ, ςτον ανοιχτϐ χώρο του τζαμιοϑ, τα παλιϐτερα χρϐνια, ϋπαιζαν τα παιδιϊ του ςχολεύο ςτα διαλεύμματα των μαθημϊτων ό περνοϑςαν τισ ελεϑθερεσ ώρεσ τουσ τα απογεϑματα. Σον καιρϐ του πολϋμου, ϐμωσ και μετϊ, η ϋκταςη καταπλακώθηκε απ’ τουσ γεύτονεσ κι ϋνα μεγϊλο μϋροσ τησ περιοχόσ ςυμπεριλόφτηκε ςιγϊ-ςιγϊ ςτο διπλανϐ οικϐπεδο του Απϐςτολου Θεολϐγη. Ό,τι απϐμεινε το κατϋλαβαν οι αδελφού Αβραϊμ. Ϊτςι, ο ανοιχτϐσ χώροσ του τζαμιοϑ ϋκλειςε τελεύωσ. Πολλού απ’ τουσ γεροντϐτερουσ ςόμερα θυμοϑνται το μιςογκρεμιςμϋνο μιναρϋ με τη μυτερό του ςτϋγη ςτην κορφό και το κυκλικϐ του γύςωμα χαμηλϐτερα. Πϊνω ςτο γύςωμα αυτϐ, το περιφραγμϋνο με κϊγκελα, ϋβγαινε ο Φϐτζασ και, με τη διαπεραςτικό κι απϐκοςμη φωνό του, καλοϑςε κϊθε τϐςο τουσ πιςτοϑσ μωαμεθανοϑσ, να ςτραφοϑν προσ τη Μϋκκα με ςεβαςμϐ, να γονατύςουν με ταπεινϐτητα, να πϋςουν μπροϑμυτα με θρηςκευτικό ευλϊβεια και με πολλό κατϊνυξη να προςευχηθοϑν ςτον Αλλϊχ και ςτο μοναδικϐ τουσ προφότη, το Μωϊμεθ. ΢αν τον εγκατϋλειψαν οι Σοϑρκοι, τα παιδιϊ του χωριοϑ ανεβοκατϋβαιναν κι ϋπαιζαν μϋςα ςτον πϑργο του. ‘’Σα ςκαλοπϊτια του, ϐμωσ, κυκλικϊ και ςτενϊ καθώσ όταν μϋςα ςτο ςτενωπϐ πϑργο του τζαμιοϑ, ϋκαναν πολϑ δϑςκολο το ανϋβαςμα και μεισ οι μικρού τϐτε δεν το αποτολμοϑςαμε εϑκολα’’, λϋγει ο ςχεδϐν 80/χρονοσ ςόμερα Νύκοσ Πανταζόσ. ‘’Οι Βλϊχεσ, ϐμωσ και οι Αβδελλιώτιςςεσ, που ϋμεναν ςτα διπλανϊ κελιϊ, τα ανϋβαιναν εϑκολα και, καθιςμϋνεσ γϑρω-γϑρω ςτον καγκελϐφραχτο εξώςτη, ϋπλεκαν και κουβϋντιαζαν’’. Ακριβώσ απ’ την ϊλλη μεριϊ του οικοπϋδου του Απ. Θεολϐγη, προσ βορρϊ και μϋςα ςτο παρακεύμενο και ϐμορο χωρϊφι του Θ. Σριανταφϑλλου, το οπούο απ’ τισ ϊλλεσ πλευρϋσ ορύζεται απ’ τη χϋρςα περιοχό του Αγ. Νικολϊου κι απ’ το δρϐμο Κύτρουσ – Μακρϑγιαλου, όταν χτιςμϋνα τα τοϑρκικα λουτρϊ. Η περιοχό αυτό και ςόμερα λϋγεται ‘’χαμϊμι’’, απ’ την τοϑρκικη λϋξη λουτρϐ. Κι εδώ υπόρχαν πριν του πολϋμου ερεύπια του κτιρύου των λουτρών, με απομεινϊρια θολωτών ςτοών και ϊλλων λειψϊνων τοιχωμϊτων, χτιςμϋνων με τοϑβλα, κομμϊτια ρωμαώκών κεραμιδιών, πϋτρεσ και λϊςπη. Ψσ εδώ ϋρχονταν παλιϐτερα νερϐ με πετρϐχτιςτο πλακοςτρωμϋνο αγωγϐ απ’ την Ξερϐβρυςη. Σο μϐνο που απϐμεινε ςόμερα απ’ τα δυο παραπϊνω τοϑρκικα κτύςματα εύναι μικρϊ τεμϊχια απϐ πϋτρεσ, τοϑβλα και κεραμύδια, διαςκορπιςμϋνα ϐλα ςτην καλλιεργοϑμενη πια ϋκταςη των χωραφιών και ανακατωμϋνα ςε τϋτοιο βαθμϐ με το χώμα, ώςτε να μην κϊνουν αιςθητό με την πρώτη ματιϊ την παλιϐτερη ϑπαρξη μεγϊλων κτιρύων εδώ. Σϋτοιου εύδουσ διαςκορπιςμϋνων και διαλυμϋνων ερειπύων υπϊρχουν ςόμερα και ςτισ βϐρειεσ παρυφϋσ του χωριοϑ, ςτην πλαγιϊ που βρύςκεται

141


απϋναντι και βορειοδυτικϊ τησ Αγύασ Παραςκευόσ. ΢τα χωρϊφια που αποτελοϑν την προσ βορρϊ ςυνϋχεια των οικοπϋδων Γιουβϊνου, Παλιοϑρα, Φαριςϐπουλου κ.λ.π. και που εκτεύνονται χαμηλϊ ωσ το ρϋμα τησ βρϑςησ του Παπϊ. Όλη αυτό η ϋκταςη θα πρϋπει να όταν κατοικημϋνη κϊποια παλιϐτερη εποχό. Αν κρύνουμε απ’ τα κομμϊτια των τοϑβλων και των κεραμιδιών και την αφθονύα των μικρολιθαριών που υπϊρχουν ς’ αυτϐ το χώρο, λϊβουμε δε υπϐψη μασ και τη φυςικό θϋςη τησ περιοχόσ, δε θα πρϋπει να απορρύψουμε το ενδεχϐμενο ϐτι ύςωσ ο αρχικϐσ οικιςμϐσ και ο πυρόνασ του ςημερινοϑ Κύτρουσ να χτύςτηκε κϊποτε εδώ, ςτη βορινό πλευρϊ του υψώματοσ αυτοϑ κι απϐ δω να απλώθηκε με τον καιρϐ και προσ τισ ϊλλεσ πλευρϋσ του λϐφου. Πϊνω ς’ αυτϐ το ϑψωμα χτύςτηκε αργϐτερα το τουρκικϐ κονϊκι, που τελευταύα ανόκε ςτον Ουιζϋρ μπϋη, το λεγϐμενο ‘’Ιμπλιϊκι’’, το οπούο υψοϑμενο ςτον επύκεντρο λϐφο του χωριοϑ, διαφϋντευε πϊνω ς’ ολϐκληρο τον οικιςμϐ, αυτόσ τουλϊχιςτο τησ πλευρϊσ. Ση ςκϋψη και την πεπούθηςη ϐτι απϐ δω πρωτοξεκύνηςε ο πρώτοσ οικιςμϐσ του αρχαύου Κύτρουσ ενιςχϑει και η γεωγραφικό θϋςη του τοπύου. Ευριςκϐμενο ςτην κοιλϊδα αυτό το χωριϐ και κυκλωμϋνο απ’ το ϑψωμα ‘’Ιμπλιϊκι’’, το λϐφο του Αγύου Νικολϊου και Αγύου Κωνςταντύνου και το λοφύςκο τησ Αγύασ Παραςκευόσ, δεν όταν ορατϐ οϑτε απ’ το νϐτο, απ’ ϐπου περνοϑςε η οδϐσ Δύου – Πϑδνασ – Πϋλλασ, οϑτε απ’ την ανατολό, απ’ το μϋροσ τησ θϊλαςςασ. Αν φανταςτοϑμε μϊλιςτα και ϐλη την κοιλϊδα του ρϋματοσ παπϊ-Βρϑςη – Ζαχαριϊσ ωσ τη θϊλαςςα πυκνοδαςωμϋνη, ϐπωσ όταν τϐτε, εϑκολα αντιλαμβανϐμαςτε το μϋγεθοσ τησ φυςικόσ οχϑρωςησ και τησ αςφϊλειασ του οικιςμοϑ. Προσ την κατεϑθυνςη αυτό και πϊνω ςε ςτρατηγικϐ ςημεύο, ϐπου ςόμερα βρύςκεται ο ναϏςκοσ τησ Αγύασ Παραςκευόσ, υπόρχε αρχαύο κτύςμα, ϐπωσ αποδεικνϑεται απ’ το πλόθοσ των ογκολύθων, που ϊφθονοι υπόρχαν παλιϊ κι ελϊχιςτοι υπϊρχουν ςόμερα διαςκορπιςμϋνοι ςτο λϐφο. Σο κτύςμα αυτϐ ϋλεγχε ολϐτελα το προσ τη θϊλαςςα ϊνοιγμα τησ κοιλϊδασ. Πιθανϐν εκεύ να υπόρχε την αρχαύα εποχό κϊποιο μικρϐ κϊςτρο ό ϊλλο οχϑρωμα, που χρηςύμευε για την κατϐπτευςη και την ϋγκαιρη εντϐπιςη κϊθε κινδϑνου προερχϐμενου απ’ τη θϊλαςςα και ενύςχυε την προςταςύα του χωριοϑ απ’ αυτό την κατεϑθυνςη. άςωσ να υπόρχε και ναϐσ, ο οπούοσ, χτιςμϋνοσ πϊνω ςτη δεςπϐζουςα αυτό κορυφό, να εύχε διττϐ για τουσ κατούκουσ ςκοπϐ και να χρηςύμευε και ςαν τϐποσ λατρεύασ αλλϊ και ςα θϋςη παρατόρηςησ και ϊμυνασ. ΢ε τοϑτη τη θϋςη, εκτϐσ απ’ την πληθώρα των ογκολύθων, που βρύςκονταν διαςκορπιςμϋνοι ό μιςοθαμμϋνοι ςτο χώμα εδώ κι εκεύ, βρϋθηκαν και τα περιςςϐτερα και τα πιο αξιϐλογα μαρμϊρινα αντικεύμενα, ϐπωσ κομμϊτια κιϐνων, κιονϐκρανων, χαραγμϋνων ςτηλών, αγαλμϊτων, ανϊγλυφων πλακών κ.λ.π. κ.λ.π.. Όπωσ βεβαιώνει ο ϊλλοτε γραμματϋασ τησ Κοινϐτητασ (1951-1982) Ηλύασ Μπιλιϐπουλοσ, το 1961, με την επιδιϐρθωςη του ναοϑ τησ Αγύασ Παραςκευόσ, βρϋθηκαν ςτον εκεύ χώρο μια μαρμϊρινη πλϊκα τησ μεςαιωνικόσ εποχόσ και ϋνα ϊγαλμα τησ μακεδονικόσ. Σο ϊγαλμα εύχε ϑψοσ 80 περύπου εκατοςτών και

142


παρύςτανε γυμνϐ ϊνδρα, απ’ τον οπούο ϋλειπε το ϋνα του χϋρι και το μεγαλϑτερο μϋροσ του προςώπου του. Σα δυο ευρόματα φυλϊχτηκαν για λύγο καιρϐ ςτο προαϑλιο τησ Κοινϐτητασ και κατϐπι, με εντολό του τϐτε ςταθμαρχεϑοντα ενωμονϊρχη ΢. Δεμερτζϊκη, μεταφϋρθηκαν ςτην αυλό του Α’ Δημοτικοϑ ςχολεύου Κατερύνησ. Εκεύ βρύςκονταν ριγμϋνα για αρκετϐ καιρϐ. άςωσ τελικϊ να μεταφϋρθηκαν ςτο μουςεύο του Δύου ό και να κατϋληξαν ςτα χϋρια αρχαιοκϊπηλων. Η κϊποια ςπουδαιϐτητα που εύχε η θϋςη αυτό για τουσ τϐτε κατούκουσ δεύχνεται ςε μασ κι απ’ την ϑπαρξη πϊνω ςτο λϐφο μεγϊλων ελαιοδϋντρων, τα οπούα φυτεϑτηκαν εκεύ απ’ τουσ αρχαύουσ προγϐνουσ, για να καλλωπύςουν μϊλλον την περιοχό και να λαμπρϑνουν περιςςϐτερο το εκεύ κτύςμα τουσ, παρϊ για να το καμουφλϊρουν και να το καλϑψουν. ΢το χώρο αυτϐ χτύςτηκε αργϐτερα ο ναϐσ τησ Αγύασ Παραςκευόσ. άςωσ εδώ να υπόρχε τϋμπλο κϊποιασ θεϊσ, τησ Αθηνϊσ πιθανϐν, που υπόρχε και ςτην παραλιακό Πϑδνα και με την επικρϊτηςη του χριςτιανιςμοϑ να αφιερώθηκε το ύδιο τϋμπλο ςτην Αγύα Παραςκευό20 ό να χτύςτηκε ϊλλοσ καινοϑριοσ ναϐσ. Πϐτε ακριβώσ χτύςτηκε ο ναϐσ τησ Αγύασ Παραςκευόσ, αυτϐσ που θυμοϑνται οι ςημερινού γϋροι και ποια εύναι η ιςτορύα του, δε μασ εύναι γνωςτϐ. Πϊντωσ, θα πρϋπει να καταςτρϊφηκε κι αυτϐσ απ’ το Μπαώρϊμ παςϊ, αν υποτεθεύ ϐτι ςώζονταν τισ μϋρεσ του Leake. Δυςτυχώσ, τα πανϑψηλα και αιωνϐβια ελαιϐδεντρα δεν υπϊρχουν κι εδώ ςόμερα. Σα ϋκοψε η εκκληςιαςτικό επιτροπό το 1955, ϐταν ανακαινύςτηκε ο ναϏςκοσ και ςτη θϋςη τουσ φϑτεψε πεϑκα. Ϊνα αρχαιϐτερο, ϐπωσ προαναφϋραμε και ύςωσ πιο ενδιαφϋρον απ’ το προηγοϑμενο κτύςμα πρϋπει να υπόρχε και ςτη θϋςη ϐπου βρύςκεται ςόμερα η εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου. Και ςτο ςημεύο αυτϐ βρύςκονταν μϋχρι το 1950-60 διϊφοροι ογκϐλιθοι αρχαώκόσ προϋλευςησ. Σο ϐτι το κτύςμα του λϐφου του Αγύου Κωνςταντύνου όταν προγενϋςτερο εκεύνου τησ Αγύασ Παραςκευόσ και του ϊλλου του Αγύου Νικολϊου ςυμπεραύνεται απ’ το μϋγεθοσ και την ηλικύα των λιγοςτών ελαιοδϋντρων, που βρϋθηκαν εδώ και υπόρχαν μϋχρι τα τϋλη τησ δεκαετύασ του 1960. Αυτϊ όταν μεγαλϑτερα και ογκωδϋςτερα εκεύνων τησ Αγύασ Παραςκευόσ. ΢τον Ωγιο Νικϐλαο δεν βρϋθηκε κανϋνα δϋντρο. Πιςτεϑουμε πωσ θα προτιμόθηκε πρώτα η δεντροφϑτεψη του πιο αξιϐλογου ςημεύου, για οποιονδόποτε ςκοπϐ κι αν φυτεϑτηκαν τα ελαιϐδεντρα. Θεωρώντασ τον αρχαύο οικιςμϐ του Κύτρουσ ςτη βορειοδυτικό κοιλϊδα, που προαναφϋραμε, η θϋςη αυτό του Αγύου Κων/νου εύναι, ςαν προεξϋχουςα, η πιο ενδεδειγμϋνη και η πιο κατϊλληλη για να παρατηρεύ κανεύσ απ’ την κορφό τησ τα γϑρω επικύνδυνα ςημεύα, να ελϋγχει τισ απϐ ςτεριϊ και θϊλαςςα διαβϊςεισ και να επιςημαύνει κϊθε διεύςδυςη ςτο χώρο του χωριοϑ, προερχϐμενη απϐ ανατολό και νϐτο. Δηλαδό απ’ τα πιο τρωτϊ ςημεύα. Απ’ την κατεϑθυνςη τησ θϊλαςςασ κι απ’ την πλευρϊ τησ οδοϑ Δύου – Πϑδνασ – Πϋλλασ. 20

. Η Αγύα Παραςκευό ϋζηςε τον Β’ αιώνα ςτη Ρώμη και μαρτϑρηςε την εποχό του Μϊρκου Αυριλύου.

143


Απ’ το νεϐτερο τησ ηλικύασ του αρχαύου κτύςματοσ του υψώματοσ τησ Αγύασ Παραςκευόσ φαύνεται πωσ χτύςτηκε αργϐτερα, ςα ςυμπλόρωμα τησ ϊμυνασ του οικιςμοϑ και κϊποιο ούκημα εδώ, το οπούο ενύςχυε την αςφϊλεια των τϐτε κατούκων. Εύναι χρόςιμο να ςημειωθεύ, ϐτι τα προαναφερθϋντα αρχαύα ελαιϐδεντρα όταν τα μοναδικϊ ςε ολϐκληρη την περιοχό του Κύτρουσ, αρχαύου και νεϐτερου, μϋχρι την εποχό του Βου Παγκοςμύου Πολϋμου. Μϐνο μεταπολεμικϊ ϊρχιςε η καλλιϋργεια τησ ελιϊσ ςτο χωριϐ. ΢την προαναφερθεύςα, λοιπϐν, κοιλϊδα, που περικλεύεται απϐ το ρϋμα Παπϊ-Βρϑςη, το λϐφο τησ Αγύασ Παραςκευόσ, λϐφο Αγύου Κων/νου – Αγύου Νικολϊου και ϑψωμα ‘’Ιμπλιϊκι’’, θα πρϋπει να υπόρχε οπωςδόποτε οικιςμϐσ, αν ϐχι ςτην αρχαύα εποχό τουλϊχιςτον επύ ρωμαιοκρατύασ, γιατύ την εποχό τησ γερμανικόσ κατοχόσ (1940-44), ςε βαθϑ ςκϊψιμο του παρακεύμενου χωραφιοϑ του Νικ. Αγγελύδη, βρϋθηκε απ’ τον γρϊφοντα και ςε βϊθοσ μιςοϑ περύπου μϋτρου, τμόμα υπϐγειασ πόλινησ υδροςωλόνωςησ, η οπούα ϊρχιζε απ’ τισ παρυφϋσ του χωραφιοϑ, που καταλόγουν ςτο παρακεύμενο ανατολικϊ ρϋμα (Καρδϐλακκασ) και κατευθϑνονταν δυτικϊ προσ την απϐμακρη περιοχό του εξωκληςύου του Αγύου Γεωργύου. Η ςωλόνωςη βρϋθηκε 30 περύπου μϋτρα βορειϐτερα απ’ το νϐτιο ϐριο του χωραφιοϑ, ϐπου και απολόγει χωραφϐδρομοσ, ο οπούοσ το χωρύζει απ’ το κληροτεμϊχιο του Υαναρτζό. Δεν αποκλεύεται η ςωλόνωςη αυτό να απϋληγε δυτικϊ ςτο υδραγωγεύο του Αγύου Γεωργύου, απομεινϊρια των ςτοών και των καναλιών του οπούου και ςόμερα ακϐμα ςώζονται. Και το υδραγωγεύο αυτϐ, φτιαγμϋνο χαμηλϊ, μϋςα ςτο ρϋμα του εξωκληςιοϑ, ανϊγεται, ςϑμφωνα με την καταςκευό και τα υλικϊ του, ςτη ρωμαώκό εποχό και, ϐπωσ ϐλα τα δεδομϋνα δεύχνουν, χρηςύμευε για την ϑδρευςη του χωριοϑ. Αν, ϐμωσ, η παραπϊνω αναφερθεύςα υδροςωλόνωςη τοποθετόθηκε ςτο ςημεύο που βρϋθηκε, για την ϑδρευςη των κατούκων, τϐτε ο οικιςμϐσ τησ εποχόσ εκεύνησ θα πρϋπει να εκτεύνονταν χαμηλϐτερα προσ βορρϊ και να ςυμπεριλϊβαινε ολϐκληρο το χωρϊφι του Νικ. Αγγελύδη, μϋχρι το ρϋμα παπαΒρϑςη. Παρϊδοξα, ϐμωσ, μϋςα ςτο χωρϊφι αυτϐ δεν υπϊρχουν καθϐλου διϊςπαρτεσ πϋτρεσ ό ϊλλα παλιϊ οικοδομικϊ υλικϊ, ενώ υπϊρχουν αρκετϊ ςτα ϐμορα προσ δυςμϊσ (αγροκτόματα Παραςκευοϑδη κληροτ. 173) και νϐτο (αγρϐκτημα Υαναρτζό κληροτ. 183 κ.λ.π.), καθώσ και ςτο απϋναντι απ’ τη ρεματιϊ κτόμα του Πανταζό, το ευριςκϐμενο ανϊμεςα Καρδϐλακκα και Αγύασ Παραςκευόσ. Πιθανϐ, το αγροτεμϊχιο Αγγελύδη να όταν κϊποια ανοιχτό ϋκταςη, εύδοσ πλατεύασ ό ϊλλοσ κοινϐχρηςτοσ χώροσ του οικιςμοϑ. Δεξιϊ του ρϋματοσ παπαβρϑςη και 100 μϋτρα περύπου απ’ τη ςυμβολό του με τη ρεματιϊ Καρδϐλακκα, προσ τη θϊλαςςα, υπόρχε μϋχρι πρϐςφατα παλιϐ πηγϊδι και 50 μϋτρα πιο κϊτω η βρϑςη του Παπϊ. Απ’ αυτό τη βρϑςη, η οπούα εύχε τςιμεντοςτρωθεύ και επιςκευαςτεύ κατϊ καιροϑσ (δεκαετύα του 1930 και δεκαετύα του ’40), υδρεϑονταν ολϐκληρο το

144


χωριϐ μϋχρι τη δεκαετύα του ’50, οπϐτε ο ΢ϑνδεςμοσ Δόμων και Κοινοτότων του Νομοϑ Πιερύασ διεϑρυνε το δύκτυο ϑδρευςησ των χωριών-μελών του και ςτο Κύτροσ. Σο νερϐ τησ βρϑςησ αυτόσ ανϊβλυζε απ’ το προσ νϐτο ϑψωμα τησ Αγύασ Παραςκευόσ και ςυγκεντρώνονταν μϋςα ςτο τςιμεντϋνιο ντεπϐζιτϐ τησ. Ϋταν το καλϑτερο νερϐ τησ περιοχόσ, αν και το καλοκαύρι λιγϐςτευε αρκετϊ και ϋφερνε και βδϋλλεσ21. Σο παρακεύμενο πηγϊδι όταν χτιςτϐ γϑρω-γϑρω με πϋτρεσ και ςε ϑψοσ μιςοϑ περύπου μϋτρου πϊνω απ’ το ϋδαφοσ. Πϊνω-πϊνω ςτο χεύλοσ του ϋφερε βαρϑ και ογκώδεσ μονοκϐμματο μαρμϊρινο ςτϐμιο. Σο μϊρμαρο αυτϐ, καλοπελεκημϋνο εξωτερικϊ και με διϊφορα ςκαλύςματα ςτισ επικλινεύσ προσ τα ϋξω και ελαφρϊ τετραγωνιςμϋνεσ πλευρϋσ του, ϋδινε με την τετραγωνοειδό εξωτερικό περύμετρϐ του την εντϑπωςη τερϊςτιασ βϊςησ μεγϊλου αρχαύου κύονα. Σο ςτϐμιϐ του, τϋλεια κυκλικϐ και ανοιχτϐ ϐςο ςχεδϐν και το εςωτερικϐ λιθϐχτιςτο ϊνοιγμα του πηγαδιοϑ, ϋφερε εκατοντϊδεσ πυκνϋσ παρϊλληλεσ αυλακώςεισ, ϊλλεσ βαθϑτερεσ και ϊλλεσ ρηχϐτερεσ, φτιαγμϋνεσ ϐλεσ απ’ την τριβό πϊνω ς’ αυτϐ των ςχοινιών, με τα οπούα ϋςερναν ςτην επιφϊνεια τα δοχεύα τουσ οι υδρευϐμενοι απ’ αυτϐ και ϋβγαζαν το νερϐ απ’ τα ςπλϊχνα του. Σο πϊχοσ και η εξωτερικό εμφϊνιςη αυτοϑ του μαρμϊρου ενύςχυαν την ϊποψη ϐτι ύςωσ επρϐκειτο για κϊποιο πϋλμα ογκώδουσ κύονα ενϐσ μεγϊλου αρχαύου οικοδομόματοσ τησ περιοχόσ τησ αρχαύασ ό και τησ νεϐτερησ Πϑδνασ. Ενώ το πλόθοσ και το βϊθοσ των ραβδώςεων του εςωτερικοϑ του ςτομύου του επιβεβαύωναν ϐτι θα υπηρϋτηςε ςα ςτϐμιο πηγαδιοϑ για πολλϋσ εκατοντϊδεσ χρϐνια ςτο Κύτροσ ό ςτην Πϑδνα, απ’ ϐπου και θα προϋρχονταν. Αν παραδεχτοϑμε την ϑπαρξη αρχαύου οικιςμοϑ ςτουσ παρακεύμενουσ αγροϑσ που προαναφϋραμε, τϐτε το πηγϊδι αυτϐ θα εύχε καταςκευαςτεύ απ’ τουσ τϐτε κατούκουσ και θα εξυπηρετοϑςε τισ ανϊγκεσ τουσ. Οι βαθιϋσ αυλακώςεισ του μαρμϊρινου ςτομύου και τα εξωτερικϊ ςκαλύςματϊ του, ύςωσ μασ φανερώςουν κϊτι απ’ τα μυςτικϊ που κρϑβονται ςτισ πυκνϋσ πτυχϋσ του, αν αναςυρθεύ και πϊλι ςτην επιφϊνεια και μελετηθεύ με προςοχό. Γιατύ, δυςτυχώσ, ςόμερα, οϑτε η βρϑςη, οϑτε το πηγϊδι υπϊρχουν. Εγκαταλειμμϋνα απ’ τουσ ςημερινοϑσ κατούκουσ του χωριοϑ, μια που οι ανϊγκεσ τουσ τώρα εξυπηρετοϑνται διαφορετικϊ και ευκολϐτερα, αφϋθηκαν ςτη διϊθεςη του χρϐνου και τησ φϑςησ, που, βιαςτικϐσ ο ϋνασ κι ακοϑραςτη η ϊλλη, γρόγορα το πρϐςχωςαν με υλικϊ, που κατϋβαςαν με τον καιρϐ τα ρϋματα και οι βροχϋσ απ’ τισ γϑρω πλαγιϋσ. Αξύζει, ϐμωσ, τον κϐπο, η αρχαιολογικό υπηρεςύα, η Κοινϐτητα ό κϊποιοσ ϊλλοσ φορϋασ, να αναςϑρει το ογκώδεσ αυτϐ μϊρμαρο του πηγαδιοϑ 21

. Οι βδϋλλεσ κϊποτε όταν περιζότητεσ για θεραπαυτικοϑσ λϐγουσ, γι’ αυτϐ και αποτελοϑςαν ςημαντικϐ εμπορεϑςιμο εύδοσ. Μϊλιςτα, το 1845 κατεύχαν την τϋταρτη θϋςη ςτο εξαγωγικϐ εμπϐριο τησ Θεςςαλονύκησ, με κονδϑλι 14.116 λύρεσ. (Πρώτο κονδϑλη, το ακατϋργαςτο μετϊξι 92.000 λύρεσ, δεϑτερο τα δημητριακϊ 54.412 λύρεσ, τρύτο διϊφοροι ςπϐροι 16.957 λύρεσ και τϋταρτο οι βδϋλλεσ). (Βακαλϐπουλου Κ.: «Νεϐτερη Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ» ςελ. 153).

145


και να το διατηρόςει ςαν ιςτορικϐ κειμόλιο τησ περιοχόσ. άςωσ, εξετϊζοντϊσ το προςεχτικϊ, να του αποςπϊςουμε πολλϊ απ’ τα μυςτικϊ του. Απ’ την αναφερθεύςα παραπϊνω απϐμερη και βϐρεια θϋςη του αρχικοϑ οικιςμοϑ, το Κύτροσ επεκτϊθηκε ςιγϊ-ςιγϊ προσ δυςμϊσ. Απλώθηκε πϋρα απ’ το ςημερινϐ νεκροταφεύο του Αγύου Αθαναςύου και κατϋλαβε ϋνα μεγϊλο μϋροσ απ’ την ϋκταςη που κατϋχει ςόμερα ο ςυνοικιςμϐσ τησ Μπϊνησ. Αυτϐ πρϋπει να ϋγινε γϑρω ςτον 6ο μ.Φ. αιώνα, τϐτε που χτύςτηκε και ο μεγϊλοσ χριςτιανικϐσ ναϐσ ςτο χώρο του παραπϊνω νεκροταφεύου, τον οπούο ανακϊλυψαν πρϐςφατα οι αρχαιολϐγοι και τον κατατϊςςουν ς’ εκεύνη την εποχό. Αργϐτερα, ο οικιςμϐσ απλώθηκε προσ νϐτο, υπερςκϋλιςε την κορυφογραμμό του ‘’Ιμπλιϊκι’’, Αγύου Νικολϊου – Αγύου Κων/νου και επεκτϊθηκε και ςτην προςηλιακό πλευρϊ του υψώματοσ, καταλαμβϊνοντασ τη θϋςη που κατϋχει ςόμερα. Ϊτςι, κϋντρο του χωριοϑ ϋγινε η θϋςη του ςημερινοϑ κοινοτικοϑ κτιρύου. Εκεύ γϑρω απλώνονταν μεγϊλη ανοιχτό ϋκταςη, εύδοσ πλατεύασ, το λεγϐμενο τισ πρώτεσ δεκαετύεσ του αιώνα μασ ‘’Φοροςτϊςι’’, αν και το μϋροσ δεν όταν επύπεδο αλλϊ βρύςκονταν πϊνω ςτη ςυμβολό των πλευρών τριών υψωμϊτων. Η επϋκταςη αυτό του οικιςμοϑ προσ νϐτο ϋγινε τον καιρϐ τησ ρωμαιοκρατύασ και την εποχό αυτό το ‘’Φοροςτϊςι»» γύνεται το κϋντρο του χωριοϑ, γιατύ τϐτε χτύςτηκε εδώ και η αρχαύα ρωμαώκό βρϑςη, η οπούα ςώζεται μϋχρι ςόμερα και εύναι γνωςτό με το ϐνομα ‘’Ξερϐβρυςη’’. Η Ξερϐβρυςη θα πρϋπει να όταν και το επύκεντρο του χωριοϑ. Η βρϑςη αυτό αποτελεύται απϐ μια μαρμϊρινη ςαρκοφϊγο22, η οπούα όταν και το ντεπϐζιτϐ τησ κι απ’ το επύςησ μαρμϊρινο καπϊκι τησ, που όταν κι αυτϐ φτιαγμϋνο με την ύδια τϋχνη και επιμϋλεια. Σα μϊρμαρα αυτϊ εύναι ϋργα τησ ελληνιςτικόσ εποχόσ. Σην Ξερϐβρυςη εύδε και περιγρϊφει και ο Leake. ΢’ αυτόν κατϋληγε χτιςτϐσ πϋτρινοσ αγωγϐσ 0,35 Φ 0,30 μ. περύπου, ο οπούοσ ϋφερνε το νερϐ απ’ το υδραγωγεύο, που βρύςκονταν ςτο ρϋμα του Αγύου Γεωργύου και χαμηλϊ ςτα ριζϊ τησ δαςωμϋνησ πλαγιϊσ. Σο υδραγωγεύο αυτϐ όταν ρωμαώκϐ καταςκεϑαςμα και ύχνη του ςώζονται ακϐμα και ςόμερα. Ο αγωγϐσ με τισ πετρϐπλακεσ, φεϑγοντασ απ’ την πηγό, ακολουθοϑςε ςε πορεύα ζικ-ζακ ομαλϋσ πλαγιϋσ των χαμηλών προσ το Κύτροσ λϐφων, ώςτε να διατηρεύ ςτο δρϐμο του κϊποια ελαφρϊ κατηφορικό κλύςη. Περνοϑςε απ’ το κϊτω μϋροσ του ςημερινοϑ νεκροταφεύου, γϑριζε νοτιοανατολικϊ, περνοϑςε κϊτω απ’ το ςημερινϐ ςπύτι του Κ. Νικολϊκη23, ϋςτριβε ανατολικϊ προσ το ςπύτι του Οδυςςϋα Πανταζό και κατϋληγε ςτην Ξερϐβρυςη. Ο αγωγϐσ αυτϐσ ϋφερνε νερϐ ςτη βρϑςη ωσ την εποχό τησ ϋλευςησ των προςφϑγων ςτο Κύτροσ. Γϑρω ςτο 1925 με 1926, ϐμωσ, ειδικϐ ςυνεργεύο τοποθϋτηςε νϋουσ ςιδερϋνιουσ ςωλόνεσ και ο αρχαύοσ πετρϐχτιςτοσ αγωγϐσ, που επύ τϐςουσ αιώνεσ εξυπηρετοϑςε τον οικιςμϐ, απομονώθηκε και ϋμεινε νεκρϐσ. ΢ε πολλϊ δε ςημεύα 22 23

. Διαςτϊςεισ: 2,08 μ. Φ 1,10 μ. Φ 1,00 μ. και πϊχοσ 0,12 μ. . Ο Κ. Νικολϊκησ βρόκε τον αγωγϐ με ελϊχιςτο νερϐ, που λύμναζε ςτο εςωτερικϐ του, ϐταν ϋςκαψε τα θεμϋλια του ςημερινοϑ του ςπιτιοϑ το 1935.

146


καταςτρϊφηκε τελεύωσ. Αλλϊ και με τη νϋα ςωλόνωςη, το νερϐ όταν λιγοςτϐ και οι κϊτοικοι υδρεϑονταν απ’ του παπϊ τη βρϑςη ό απ’ την πηγό του Ζμαηλιοϑ. Με την αποψύλωςη των γϑρω λϐφων και την εξαφϊνιςη των δαςών και το λιγοςτϐ νερϐ τησ Ξερϐβρυςησ κϐπηκε και η βρϑςη ςτϋρεψε τελεύωσ. Ϊτςι ονομϊςτηκε ‘’Ξερϐβρυςη’’ κι ϋτςι εύναι γνωςτό ςόμερα. Οριςμϋνοι λϋνε, πωσ το μαρμϊρινο κιβώτιο τησ βρϑςησ όταν παλιϐτερα κϊποιο αμπϊρι ςιταριοϑ ό ϊλλων γεωργικών προώϐντων, το οπούο οι μεταγενϋςτεροι χρηςιμοπούηςαν για βρϑςη. Μϊλλον, ϐμωσ, πρϐκειται περύ ςαρκοφϊγου και ϐχι αμπαριοϑ. Πϊνω ςτη διςχιλιϐχρονη Ξερϐβρυςη ϊπλωςαν το μαγειρειϐ τουσ οι Ωγγλοι ςτρατιώτεσ το 1941 και πϊνω ςτο ύδιο ςημεύο ϋςτηναν τα πολυβϐλα τουσ οι Γερμανού και οι ςυνεργϊτεσ τουσ Κουκιώτεσ κϊθε φορϊ που κϑκλωναν το χωριϐ και ςυγκϋντρωναν τουσ κατούκουσ ςτην Κοινϐτητα για ςυλλόψεισ ό τρομοκρϊτηςη και εκβιαςμϐ ςτα χρϐνια τησ κατοχόσ. Για κϊποιο διϊςτημα, ςτη δεκαετύα του 1940, ϐταν ο ΢ϑνδεςμοσ Δόμων και Κοινοτότων24 πρωτϐφερε νερϐ ςτο Κύτροσ απ’ τισ πηγϋσ Κεραμύδασ και Ελαφύνασ των Πιερύων, η Ξερϐβρυςη ςυνδϋθηκε με το νϋο δύκτυο και ϋγινε και πϊλι επύκεντρο του χωριοϑ και η μοναδικό του βρϑςη. Σο μαρμϊρινο μεγϊλο καπϊκι τησ τοποθετόθηκε μπροςτϊ και κϊτω απ’ τον κρουνϐ και χρηςύμευε ςαν ποτύςτρα των ζώων. Ϊτςι, η νεκρό για χρϐνια βρϑςη ξαναζωντϊνεψε και ξανϊζηςε για λύγο, ώςπου το νϋο δύκτυο ϑδρευςησ επεκτϊθηκε μϋςα ςτο χωριϐ και η Ξερϐβρυςη εγκαταλεύφτηκε και πϊλι. Με το πϋραςμα των χρϐνων και η γϑρω περιοχό τησ Ξερϐβρυςησ ϊλλαζε ϋντονα ϐψη. Σο μεγϊλο παλιϐτερα εϑροσ τησ ςτϋνεψε γρόγορα. Σο ‘’χοροςτϊςι’’ χϊθηκε μϋςα ςε λύγα χρϐνια και η περιφερειακό του ϋκταςη καταπατόθηκε απ’ τουσ ιδιοκτότεσ των γϑρω οικοπϋδων. Ο ρυθμϐσ των αυθαιρεςιών του εύδουσ αυτοϑ επιταχϑνθηκε ςτα χρϐνια τησ κατοχόσ και ςτα κατοπινϊ, οπϐτε διϊφορεσ αυταρχικϋσ καταςτϊςεισ διϋφθειραν ςυνειδόςεισ και ώθηςαν τουσ αμαθεύσ και ϊπληςτουσ χωρικοϑσ, τουσ κατοικοϑντεσ ςτισ παρυφϋσ ανοιχτών κοινϐχρηςτων εκτϊςεων, ςε παρϊνομεσ και αυτϐβουλεσ ενϋργειεσ, καταπλακώνοντασ ϋτςι κατϊ βοϑληςη ο κϊθε ‘’ιςχυρϐσ’’ τησ εποχόσ κι ϋνα κομμϊτι τησ προ 30/ετύασ μεγϊλησ πλατεύασ ό των ϊλλων ακϊλυπτων περιοχών του χωριοϑ. ΢όμερα, οι αυθαύρετεσ προεκτϊςεισ των παρανομηςϊντων μετακατοχικϊ Κιτριωτών χρηςιμοποιόθηκαν ςαν οικοδομόςιμεσ εκτϊςεισ απ’ τουσ ύδιουσ ό πουλόθηκαν απ’ αυτοϑσ ςαν οικϐπεδα ςε ϊλλουσ. Ϊτςι, χτύςτηκαν νϋα ςπύτια, δημιουργόθηκαν με την πολυκαιρύα 24

. Ο ‘’΢ϑνδεςμοσ Κοινοτότων Πιερύασ’’ ςυγκροτόθηκε με βαςιλ. Διϊταγ. ςτισ 7.10.1934 και αποτελϋςτηκε αρχικϊ απϐ 11 Κοινϐτητεσ και 5 οικιςμοϑσ. (Κολινδρϐ, Μεθώνη, Αλώνια, Καταχϊ, ΢φενδϊμη, Μακρϑγιαλο, Πϑδνα, Ρυϊκια, Καςτανιϊ, ΢εβαςτό και οικιςμού: Άνω Αγιϊννη, Κϊτω Αγιϊννη, Γανϐχωρα, Φρϊνη, Κεραμύδι). Αργϐτερα επεκτϊθηκε και ςυμπεριϋλαβε ςτουσ κϐλπουσ του 25 Κοινϐτητεσ.

147


δικαιώματα χρηςικτηςύασ πϊνω ςε εκτϊςεισ αμφύβολου παλιϐτερα ιδιοκτότη και ϐχι μϐνο δεν απϐμεινε πλατεύα καθϐλου αλλϊ ςτϋνεψαν κι αυτού ακϐμα οι δρϐμοι, που ϋφταναν ς’ αυτό ό την διϋςχιζαν. ΢’ αυτϐ ςυνϋβαλε και το γεγονϐσ ϐτι το χωριϐ όταν τουρκοκρατοϑμενο για αιώνεσ, με κϑριουσ ιδιοκτότεσ τησ γησ του Σοϑρκουσ αρχικϊ και το Μπύτζιο τελευταύα, χωρύσ να υπϊρχουν χϊρτεσ, ςχεδιαγρϊμματα και τύτλοι κυριϐτητασ για το κϊθε τμόμα τησ γησ του. Ϊτςι, η παντελόσ ϋλλειψη επύςημων ςτοιχεύων διευκϐλυνε και υπϋθαλψε την παρανομύα και εξϊρτηςε το μϋγεθοσ τησ αρπαγόσ απ’ τη ςυνεύδηςη και μϐνο του καθενϐσ. Και, ϐπωσ αποδεύχτηκε, βρϋθηκαν πολλού χωρύσ αυτϐ το αγαθϐ. Σην ύδια τϑχη εύχαν και οι κϊποτε ευρεύεσ περιοχϋσ τησ εκκληςύασ τησ Αγύασ Παραςκευόσ και του Αγύου Νικολϊου. Και η μεν πρώτη καταπλακώθηκε απ’ τισ προεκτϊςεισ των χωραφιών των δυο-τριών γειτϐνων που την περιβϊλλουν, η δε δεϑτερη απ’ τα οικϐπεδα εκεύνων που ςυνορεϑουν μαζύ τησ. Σο ύδιο ςυνϋβη, ϐπωσ εύδαμε και με την περιοχό του ‘’τζαμιοϑ’’. Και υπόρχε αρκετϐσ χώροσ γϑρω τουσ. Για παρϊδειγμα, ο χϋρςοσ χώροσ που υπόρχε τη δεκαετύα του 1930 πύςω απ’ την Αγύα Παραςκευό όταν τϐςο πολϑσ, που ς’ αυτϐν πόγαινε ο δϊςκαλοσ εκδρομό με τα παιδιϊ του δημοτικοϑ ςχολεύου. ΢όμερα, τα χαρϊφια κοντεϑουν να εγγύςουν τα ντουβϊρια τησ εκκληςύασ. Και ϊλλα ςημεύα του Κύτρουσ καταπλακώθηκαν και καταλόφτηκαν κατϊ καιροϑσ απϐ τουσ κοντϊ ς’ αυτϊ κατοικοϑντεσ Κιτριώτεσ. ΢τα τελευταύα χρϐνια, ϐπωσ αναφϋραμε, η αυθαιρεςύα του εύδουσ αυτοϑ οργύαςε κυριολεκτικϊ. Όπου υπόρχε ξϊνοιγμα, πλατειοϑλα, ανώμαλο μϋροσ, κοινϐχρηςτοσ χώροσ ό ακϐμα και φαρδϑσ δρϐμοσ καταπλακώθηκε. Οι γεύτονεσ το ϊρπαξαν και το ιδιοποιόθηκαν. Και δεν το πόραν οι μη ϋχοντεσ. Οι ακτόμονεσ και ϊςτεγοι, για να ςτεγϊςουν τισ οικογενειϋσ τουσ. Σο ςφετερύςτηκαν κατϊ κϑριο λϐγο οι πολλϊ ϋχοντεσ. Σο πρϐςθεςαν ςτα κτόματϊ τουσ οι μεγαλοοικοπεδοϑχοι. Εκεύνοι που ϋτυχε να βρεθοϑν με κτόματα τον καιρϐ τησ φυγόσ των Σοϑρκων απ’ την Πιερύα. Ϊτςι, καταπνύγηκε ο ϊλλοτε ευρϑσ και ςτα παλιϊ χρϐνια πολυςϑχναςτοσ χώροσ τησ Ξερϐβρυςησ, απ’ ϐπου περνοϑςαν πολϑςτηλεσ ρωμαώκϋσ λεγεώνεσ, πυκνϊ και πολϑκοςμα τοϑρκικα αςκϋρια και εντυπωςιακού ευρεύσ ςχηματιςμού αγγλογαλλικοϑ ιππικοϑ. Μπροςτϊ απ’ την Ξερϐβρυςη περνϊει ο παλιϐσ δρϐμοσ Κατερύνησ – Κύτρουσ – Ελευθεροχωρύου. Αυτϐσ που ςυνϋδεε τη Λϊριςα με τη Θεςςαλονύκη και τη νϐτια Ελλϊδα με την Κωνςταντινοϑπολη. Απ’ το δρϐμο αυτϐ περνοϑςαν οι τουρκικϋσ ςτρατιϋσ, ϐταν ϐδευαν για η Θεςςαλύα και το Μοριϊ κι απϐ δω, επιςτρϋφοντασ, περνοϑςαν τισ φϊλαγγεσ των δϑςμοιρων ςκλϊβων, που ϋςερναν μαζύ τουσ. Απϐ δω πϋραςαν κι ο Αϑγουςτοσ Μαξιμιλιανϐσ, οι Γϐτθοι, οι Οϑνοι, οι ΢ταυροφϐροι, οι Καταλανού, ο ςουλτϊνοσ Μεχμϋτ Δ’, ο μεγϊλοσ βεζύρησ Αλό Κουμουρτζό, ο Μπαώρϊμ παςϊσ και τϐςοι και τϐςοι ϊλλοι βϊρβαροι Οθωμανού κι απϐ δω πϋραςαν ϐλοι οι ξϋνοι ταξιδιώτεσ και περιηγητϋσ, που επιςκϋφτηκαν κατϊ καιροϑσ το Κύτροσ. Απϐ δω πϋραςαν οι Σοϑρκοι ϐταν εγκατϋλειπαν την

148


Πιερύα 1912 κι απϐ δω πϋραςε κι ο ελευθερωτόσ ελληνικϐσ ςτρατϐσ, βαδύζοντασ προσ το Αιγύνιο και τη Θεςςαλονύκη. ΢όμερα, αυτό η ζωτικόσ παλιϐτερα ςημαςύασ αρτηρύα, με την καταςκευό νϋων και αςφαλτοςτρωμϋνων δρϐμων, παρϋμεινε ςτην προϋκταςό τησ απλϐσ χωραφϐδρομοσ για να ςυνδϋει το χωριϐ με τα γϑρω κτόματα των κατούκων του. Αν παρακολουθόςει, ϐμωσ, κανεύσ την πορεύα του δρϐμου αυτοϑ, θα δει ϐτι περνϊει απ’ τισ παρυφϋσ του αρχαύου ςυνοικιςμοϑ και κοντϊ απ’ τισ δεςπϐζουςεσ θϋςεισ τησ Αγύασ Παραςκευόσ και του Αγύου Κωνςταντύνου. Αν θεωρόςουμε, λοιπϐν, τισ θϋςεισ αυτϋσ ςαν παλιϊ φροϑρια ό θϋςεισ παρατηρητόρια, τϐτε εϑκολα θα δοϑμε πϐςο καλϊ ϋλεγχαν την αρτηρύα αυτό και προσ τισ δυο τισ κατευθϑνςεισ. Και η μεν θϋςη τησ Αγύασ Παραςκευόσ ϋλεγχε ςε βϊθοσ το προσ το Ελευθεροχώρι και Μεθώνη ςκϋλοσ, η δε του Αγύου Κωνςταντύνου και το προσ το Ελευθεροχώρι αλλϊ και το προσ Κατερύνη και Δύο τμόμα και ςε αρκετό μϊλιςτα απϐςταςη. Ακολουθώντασ ςόμερα το δρϐμο αυτϐ προσ Κατερύνη, τριακϐςια περύπου μϋτρα νϐτια τησ Ξερϐβρυςησ, ςυναντϊμε δεξιϊ μασ την αρχό του ρϋματοσ του Ζμαηλιοϑ, το οπούο βρύςκεται ςτην ύδια ευθεύα και εύναι ακριβώσ κατϊ διϊμετρο αντύθετο με το απ’ την ϊλλη μεριϊ τησ Ξερϐβρυςησ και ύςα απϋχον απ’ αυτόν προαναφερθϋν ρϋμα του Καρδϐλακκα. ΢το ρϋμα του Ζμαηλιοϑ υπϊρχει ομώνυμη βρϑςη και παλιϐσ ναϏςκοσ. Σα Αγιϊςματα. Τπϊρχει πιθανϐτητα και η εκκληςοϑλα αυτό να εύναι μια απ’ τισ ϋξι που εύδε ο Leake το 1806, μια κι όταν αριςτερϊ πϊνω ςτο δρϐμο του, που τον οδόγηςε μϋςα ςτο χωριϐ25. Προχωρώντασ ϊλλα χύλια περύπου μϋτρα πιο κϊτω, κατϊ μόκοσ του ρϋματοσ του Ζμαηλιοϑ, φτϊνουμε ςτη θϋςη τησ παλιϊσ εκκληςύασ του Αγύου Δημητρύου, η οπούα βρύςκεται δεξιϊ και λύγο πριν φτϊςουμε ςτο ομώνυμο ρϋμα. ΢τα ερεύπια αυτόσ τησ εκκληςύασ γευμϊτιςε ‘’με ελιϋσ, κρεμμϑδια, μπιςκϐτα και ωραύο κραςύ τησ περιοχόσ’’ ο Clarke τη δεϑτερη μϋρα των Φριςτουγϋννων του 1801 και εδώ μϋτρηςε και ςημεύωςε και τη θερμοκραςύα τησ ατμϐςφαιρασ, ϐπωσ αναφϋρει ςτο βιβλύο του. Εδώ επύςησ βρόκε ο Leake (1806) ϋνα κορινθιακϐ και αρκετοϑσ διαςκορπιςμϋνουσ μεγϊλουσ κυβϐλιθουσ. Σα αρχαύα αυτϊ ερεύπια θα ςυγκροτοϑςαν κϊποτε κϊποιο ιερϐ τϋμπλο, χτιςμϋνο δύπλα ςτο δρϐμο, που οδηγοϑςε προσ τα Ωττηρα και το Δύο. Η ϑπαρξη αυτοϑ του ναοϑ επιβεβαιώνει τη θεμελύωςη του οικιςμοϑ τησ περιοχόσ τον καιρϐ τησ προχριςτιανικόσ εποχόσ και ενιςχϑει την ϊποψη ϐτι ο οικιςμϐσ αυτϐσ εύναι εκεύνοσ ό ϋνασ απϐ κεύνουσ που προϋκυψαν με τουσ διωγμοϑσ των Πυδναύων απ’ τον Αρχϋλαο, το Υύλιππο ό τον Κϊςςανδρο, αν παραδεχτοϑμε τισ απϐψεισ οριςμϋνων, που πιςτεϑουν ϐτι τϐτε δημιουργόθηκαν περιςςϐτεροι απϐ ϋνασ οικιςμού. ΢όμερα, ςτην παραπϊνω θϋςη υπϊρχει μϐνο μικρϐ εκκληςϊκι, αφιερωμϋνο ςτον Ωγιο Δημότριο, που χτύςτηκε πρϐχειρα τον τελευταύο καιρϐ απϐ 25

. Δεσ Κεφ. 35 ‘’Σοπωνϑμια’’.

149


ανώνυμουσ κατούκουσ του χωριοϑ. Πριν απ’ την εποχό του Clarke και του Leake θα πρϋπει να υπόρχε μεγϊλοσ ναϐσ εκεύ, ο οπούοσ θα καταςτρϊφηκε απ’ τουσ Σοϑρκουσ μϊλλον την εποχό των Ορλωφικών ό και νωρύτερα. ΢τη Β.Δ. πλευρϊ του Κύτρουσ και αμϋςωσ μετϊ τα τελευταύα ςπύτια, ϐπου βρύςκεται ςόμερα το νεκροταφεύο του χωριοϑ, υπόρχε παλιϐτερα ναϐσ του Αγύου Αθαναςύου, γι’ αυτϐ και το νεκροταφεύο λϋγεται ‘’Αηθανϊςησ’’. Σην εποχό του Βου παγκοςμύου πολϋμου ςώζονταν μικρϐ, πετρϐχτιςτο κι ερειπωμϋνο εκκληςϊκι, αφιερωμϋνο ςτον Ωγιο Αθανϊςιο, το οπούο, ϐμωσ, αργϐτερα κατϋπεςε και τισ τελευταύεσ δεκαετύεσ διαμελύςτηκε και διαλϑθηκε. Σο εκκληςϊκι αυτϐ χτύςτηκε ςτα τελευταύα χρϐνια του 19ου ό ςτα πρώτα του 20ου αιώνα. Ο προηγοϑμενοσ ναϐσ υπϋςτη καταςτροφϋσ το 1821 και το 1878, ύςωσ και ενδιϊμεςα. Σο καλοκαύρι του 1982, ςτη διϊρκεια εργαςιών επϋκταςησ και ιςοπϋδωςησ τμημϊτων του νεκροταφεύου26, εντοπύςτηκαν τα θεμϋλια αρχαύου ναοϑ. Σου ναοϑ που εύδε ςτο Κύτροσ ο Leake το 1806. Σϐτε ξεθϊφτηκαν και αρκετϋσ επιτϑμβιεσ πλϊκεσ τησ ελληνορωμαώκόσ εποχόσ, καθώσ και κομμϊτια μαρμϊρινων κιϐνων και τμόματα αρχαύων αγαλμϊτων, απ’ τα οπούα, ϊλλα μεν μεταφϋρθηκαν με τον εκςκαφϋα και θϊφτηκαν μαζύ με πλεονϊζοντα χώματα ςε διϊφορα ςημεύα γϑρω απ’ το νεκροταφεύο, ϊλλα δε, ϑςτερα απϐ καταγγελύα του γεγονϐτοσ ςτην Αρχαιολογικό Τπηρεςύα Θεςςαλονύκησ, απ’ το γρϊφοντα, ςυγκεντρώθηκαν και μεταφϋρθηκαν απ’ τουσ υπαλλόλουσ τησ ςτο Μουςεύο του Δύου. Σα ευρόματα αυτϊ, αγαπητού αναγνώςτεσ –κι αυτϐ το γρϊφω με πολϑ πϐνο και ιδιαύτερη πικρύα- δεν μ’ ϊφηςαν να δω και να φωτογραφύςω οι αρχϋσ του Μουςεύου Δύου, ενώ με ξεχωριςτό προθυμύα με βοόθηςαν οι βιβλιοθόκεσ και τα Μουςεύα τησ Αυςτραλύασ, τησ Αγγλύασ και ϊλλων χωρών ςτο ϋργο μου. Με τουσ καθαριςμοϑσ εκεύνουσ, όρθαν ςε φωσ το ιερϐ βόμα τησ παλαιοχριςτιανικόσ βαςιλικόσ και τμόμα του νϐτιου τούχου του κτιρύου τησ. ΢το εςωτερικϐ του ναοϑ, ςϑμφωνα με επύςημεσ δημοςιεϑςεισ των αρχαιολϐγων, ανακαλϑφτηκε ημικυκλικϐ ςϑνθρονο με δϑο βαθμύδεσ. ΢τη δεϑτερη απ’ αυτϋσ διακρύνεται η μαρμϊρινη βϊςη του επιςκοπικοϑ εδρϊνου. Εδώ ασ ςημειωθεύ, ϐτι ανϊλογο ςϑνθρονο, με μια, ϐμωσ, βαθμύδα, ϋχει η βαςιλικό του Κρανεύου τησ Κορύνθου και η βαςιλικό τησ Νϋασ Αγχιϊλου, που χρονολογεύται μετϊ το 532 μ.Φ.. ΢ε απϐςταςη 1,10 μ. απ’ το κϋντρο τησ αψύδασ του ναοϑ, πϊντα κατϊ ανακοινώςεισ των αρχαιολϐγων, βρϋθηκε κομματιαςμϋνοσ και μετατοπιςμϋνοσ προσ τα Β.Δ. αρχαύοσ βωμϐσ, που χρηςύμευε ωσ Αγύα Σρϊπεζα. Παραπϋρα και κϊτω απϐ μια ςπαςμϋνη ςε τρύα κομμϊτια μαρμϊρινη πλϊκα, βρϋθηκαν δυο μικρϊ παλαιοχριςτιανικϊ νομύςματα του 4ου και 5ου αιώνα.

26

. Οι εργαςύεσ ϋγιναν με πρωτοβουλύα του ιερϋα Κύτρουσ παπαΒαςύλη Βοϑλγαρη. Φειριςτόσ δε του εκςκαφϋα όταν ο Κιτριώτησ Αποςτ. Ν. Φνοϑδασ.

150


Η εκκληςύα αυτό, ϐπωσ φαύνεται απ’ την κϊτοψη του ιεροϑ, απ’ το Θεοδοςιανϐ κιονϐκρανο και τισ ςωζϐμενεσ τοιχογραφύεσ, ιδρϑθηκε το πρώτο μιςϐ του 6ου αιώνα. Επϋζηςε ςε ϐλη τη βυζαντινό και μεταβυζαντινό περύοδο και καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ, κατϊ την ϊποψη των αρχαιολϐγων, το 1878 απ’ τουσ Σοϑρκουσ, ϐταν ο επύςκοποσ Κύτρουσ Νικϐλαοσ Λοϑςησ ϑψωςε τη ςημαύα τησ επανϊςταςησ κατϊ των Οθωμανών και προςχώρηςε ςτο απελευθερωτικϐ κύνημα του Ολϑμπου. Σην εποχό αυτό, καταςτρϊφηκαν απ’ τον Αςϊφ παςϊ και ϊλλοι ναού του Κύτρουσ και των γϑρω χωριών. Ο ναϐσ που πυρπϐληςε ο Αςϊφ παςϊσ το 1878 θα πρϋπει να όταν το επιςκεϑαςμα του ναοϑ που κατϋςτρεψε ο Μπαώρϊμ παςϊσ το 1821, μια και ο αιμοβϐροσ Σοϑρκοσ κατϋςτρεψε τϐτε, ϐπωσ καυχιϋται ο ύδιοσ, ολϐκληρο το Κύτροσ και το ϋκανε ςτϊχτη. ΢το εκκληςϊκι αυτϐ εκκληςιϊζονταν οι Βλϊχοι των καλυβιών τησ γϑρω περιοχόσ και πιθανϐν και του οικιςμοϑ των Καλυβιών τησ Πϊλιανησ και ςτην ανατολικό περιοχό του λϐφου αυτοϑ ϋθαβαν τουσ νεκροϑσ τουσ. ΢ημεύα των μνημϊτων εκεύνων διατηροϑνταν εκεύ μϋχρι την εποχό του Β’ παγκοςμύου πολϋμου. Δυο περύπου χιλιϐμετρα Β.Δ. του Αγύου Αθαναςύου, πϊνω ςτο λϐφο και μϋςα ςτο ομώνυμο δαςύλλιο, βρύςκεται το εξωκλόςι του Αγύου Γεωργύου. Κανϋνασ απ’ τουσ επιζώντεσ ςόμερα κατούκουσ του χωριοϑ δεν γνωρύζει πϐτε πρωτοχτύςτηκε πϊνω ςτο δαςωμϋνο λοφύςκο ο ναϏςκοσ αυτϐσ. Όλοι τον θυμοϑνται να υπϊρχει εκεύ, πϐτε καλοςτεκοϑμενοσ και νεοεπιςκευαςμϋνοσ απϐ κϊποιουσ κατούκουσ και πϐτε ημικαταςτραμμϋνοσ και γονατιςμϋνοσ απ’ το χρϐνο και ετοιμϐρροποσ. Η τελευταύα του ανακαύνιςη ϋγινε το 1957, οπϐτε, δύπλα ςτον παλιϐ μικρϐ ναϏςκο, που ‘’χωροϑςε μϐνο τον παπϊ’’, χτύςτηκε ϊλλο, μεγαλϑτερο και καλϑτερο οικοδϐμημα. Για την κϊλυψη των εξϐδων, που απαιτόθηκαν για τα υλικϊ και τισ οικοδομικϋσ εργαςύεσ, ςυνϋβαλαν, εκτϐσ απ’ τουσ Κιτριώτεσ και οι κϊτοικοι των γειτονικών χωριών Αλωνύων και ΢φενδϊμησ. Δυςτυχώσ, το νεϐδμητο κτύςμα του 1957 δεν ϊντεξε και πολϑ. Η προχειρϐτητα τησ καταςκευόσ το διϊβρωςε ςϑντομα και ςε βαθμϐ που το 1986 να το βρει ερειπωμϋνο και πϊλι και ετοιμϐρροπο. Σϐτε, μια ομϊδα Κιτριωτών και Αλωνιωτών, με πρωτοπϐρουσ τον αςτυνϐμο Κύτρουσ Μανώλη Κουλιϋρη27 απ’ την Κρότη και το γϋρο Σςολακύδη Ιωϊννη απ’ τα Αλώνια, ςυγκϋντρωςαν, με κϊθε εύδουσ ερϊνουσ ανϊμεςα ςτουσ κατούκουσ των δυο χωριών, χρόματα και προχώρηςαν ςτην ανοικοδϐμηςη νϋου και μεγαλοπρεποϑσ ναοϑ, ςτη θϋςη και γϑρω απ’ τον προϒπϊρχοντα παλιϐ28. Σα ςχϋδια εκπϐνηςε ο Κατερινιώτησ μηχανικϐσ ΢. Μαμοϑρησ και τισ οικοδομικϋσ εργαςύεσ ανϋλαβε ο Κουιμτζύδησ Γεώργιοσ.

. Ο Μ. Κουλιϋρησ ϋχτιςε πριν απϐ ϋνα περύπου χρϐνο δικϐ του ςπύτι κοντϊ ςτον Άγιο Γεώργιο και εγκαταςτϊθηκε ς’ αυτϐ, ςα μϐνιμοσ πια κϊτοικοσ του Κύτρουσ. 28 . Διαςτϊςεισ: 15 μ. Φ 10 μ. 27

151


΢το ξεκύνημα του ϋργου ςυνϋβαλε τα μϋγιςτα και ο επύςκοποσ Θεουπϐλεωσ Παντελεόμων, ϊλλοτε επύςκοποσ ςτη Μελβοϑρνη τησ Αυςτραλύασ και τώρα πρωτοςϑγγελοσ τησ Μητρϐπολησ Κύτρουσ, ο οπούοσ ςυντϊχτηκε με την απϐφαςη των πρωτεργατών και υποςτόριξε πολϑ τι φιλϐτιμεσ προςπϊθειεσ τησ επιτροπόσ των λαώκών. ΢υντϋλεςε δε και ςτην απαιτοϑμενη ςε τϋτοιεσ περιπτώςεισ ςυγκατϊθεςη και τησ Μητρϐπολησ. Ϊτςι, με τισ ευλογύεσ και του νεοτοποθετηθϋντα τισ μϋρεσ εκεύνεσ μητροπολύτη Κύτρουσ Αγαθϐνικου, ‘’ετϋθη ο θεμϋλιοσ λύθοσ’’ ςτισ 5 Ιουλύου 1986. Αυτό όταν και η πρώτη θεμελύωςη ναοϑ που ϋκανε ο Αγαθϐνικοσ και ςα μητροπολύτησ Κύτρουσ αλλϊ και ςαν ιερϊρχησ. Παλαιϐτερεσ προςπϊθειεσ απϐςπαςησ ςχετικόσ ϋγκριςησ απ’ τον πρώην μητροπολύτη Βαρνϊβα, που πϋθανε ςτισ 19 Αυγοϑςτου 1985, για την ανακαύνιςη του παλιοϑ ναϏςκου ό την οικοδϐμηςη νϋου, δεν καρποφϐρηςαν, λϐγω διαφορετικόσ περύ του πρϊγματοσ αντύληψησ του ιερϊρχη. ΢όμερα, το καινοϑριο κτύριο, με τη ςυνδρομό και ϊλλων κατούκων τησ Πιερύασ, βρύςκεται προσ το τϋλοσ τησ ολοκλόρωςόσ του και το μϋγεθοσ και το κϊλλοσ του θα ςτολύςει πραγματικϊ το ϐμορφο δαςϊκι του χωριοϑ. Μακϊρι ο ναϐσ αυτϐσ να γύνει το κϋντρο δημιουργύασ ϊλλων απαραύτητων για την περιοχό ευαγών και κοινωφελών ιδρυμϊτων ςτον ϐμορφο και ευϊερο λοφύςκο του Αγύου Γεωργύου, τα οπούα ϋχουν ανϊγκη ςόμερα και θα ϋχουν περιςςϐτερο ύςωσ ςτο μϋλλον οι κϊτοικοι των γϑρω χωριών. Σο παραπϊνω τϐλμημα τησ επιτροπόσ απϋδειξε ϐτι εύναι δυνατϐ να γύνουν ςημαντικϊ κοινωφελό ϋργα με ιδιωτικό πρωτοβουλύα απ’ τουσ ύδιουσ τουσ κατούκουσ. Απ’ τουσ νοτιοανατολικοϑσ πρϐποδεσ του Αγύου Γεωργύου ξεκινϊει ρεματιϊ, η οπούα, ακολουθώντασ την κατεϑθυνςη Λοϑκι – Παπαβρϑςη – Ζαχαριϊ και περνώντασ απ’ τη βϐρεια πλευρϊ του χωριοϑ, καταλόγει ςτη θϊλαςςα. ΢το ξεκύνημα αυτόσ τησ ρεματιϊσ όταν χτιςμϋνο, ϐπωσ προαναφϋραμε, το ρωμαώκϐ υδραγωγεύο, απομεινϊρια του οπούου ςώζονται προςχωμϋνα ακϐμα και ςόμερα. Απ’ το νερϐ αυτϐ υδρεϑονταν μϋχρι τα χρϐνια τησ κατοχόσ οι ςυνοικιςμού του Καβακλύ και τησ Μπϊνησ. Σο εξωκλόςι του Αγύου Γεωργύου πανηγυρύζει τη μϋρα τησ γιορτόσ του Αγύου (23 Απριλύου ό ϐπωσ κανονύζει η Εκκληςύα), οπϐτε εκατοντϊδεσ κϊτοικοι των γϑρω χωριών ςυγκεντρώνονται πϊνω ςτο λϐφο και κϊτω απ’ τισ πανϑψηλεσ και πυκνϐφυλλεσ βελανιδιϋσ πανηγυρύζουν ϐλοι μαζύ, γιορτϊζοντασ τον Ωγιο Γεώργιο και απολαμβϊνοντασ ταυτϐχρονα και την ϐμορφη φϑςη τησ ϊνοιξησ.

152


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΑΚΟ΢ΣΟ ΠΡΩΣΟ Σύμβοι Ολϐκληρη η περιοχό του Κύτρουσ εύναι κατϊςπαρτη απϐ αρχαιολογύεσ. ΢υχνϊ το αλϋτρι και η ςκαπϊνη του γεωργοϑ φϋρνουν ςτην επιφϊνεια θεμϋλια και απομεινϊρια αρχαύων μνημεύων, κομμϊτια αγαλμϊτων, ςυντρύμμια μαρμϊρινων ςτηλών και κιονϐκρανων, τϊφουσ, επιτϑμβιεσ πλϊκεσ και ςτόλεσ, αρχαύα νομύςματα κ.λ.π. κ.λ.π.. ΢τη θϋςη ‘’Λουλοϑδια’’, για παρϊδειγμα, μϋςα ςτα χωρϊφια, που απλώνονται νϐτια του Κύτρουσ προσ την πλευρϊ του Κορινοϑ, βρϋθηκαν το 1982 ϋξι κιβωτιϐςχημοι τϊφοι, που ανόκουν ςτο β΄ μιςϐ του 4ου π. Φ. αιώνα. Όλοι όταν ςυλημϋνοι απ’ την αρχαιϐτητα. Επύςησ, ςτη θϋςη ‘’΢κϊλα’’ βρϋθηκαν πρϐςφατα ϊλλοι πϋντε τϊφοι τησ μακεδονικόσ εποχόσ, ςυλημϋνοι κι αυτού ςε παλιοϑσ χρϐνουσ. ΢τη θϋςη ‘’Επιςτϊνη’’ βρϋθηκαν νομύςματα του Μ. Αλεξϊνδρου και τεμϊχια αρχαύων αγαλμϊτων. ΢τον ‘’Ωγιο Δημότριο’’, αρχαύα κιονϐκρανα και τμόματα μαρμϊρινων ςτηλών. ΢τον ‘’Ωγιο Νικϐλαο’’ και ςτην ‘’Αγύα Παραςκευό’’, θεμϋλια αρχαύων κτιςμϊτων, μεγϊλοι κιβωτιϐλιθοι, αγϊλματα και μαρμϊρινεσ επιγραφϋσ. ΢τον ‘’Ωγιο Αθανϊςιο’’, απομεινϊρια προχριςτιανικών και χριςτιανικών ναών, ςτον ‘’Ωγιο Κωνςταντύνο’’, τϊφοι και επιτϑμβιεσ ςτόλεσ κ.λ.π.. Επύςησ, ποικύλα ευρόματα βρϋθηκαν ςτισ θϋςεισ: Σουρκομνόματα, Φοντρό Πϋτρα, Κϋδρο, ΢κοτωμϋνο Βλϊχο, Ωγιο Γεώργιο κ.λ.π.. Πολλϋσ και ενδιαφϋρουςεσ αρχαιϐτητεσ βρϋθηκαν και βρύςκονται κϊθε τϐςο, εκτϐσ απ’ την περιοχό του Παλιϐκιτρουσ και ςτα χωρϊφια ϐλησ τησ ϋκταςησ του αγροκτόματοσ Κύτρουσ, μϋςα και ϋξω απ’ το χωριϐ. ΢την περιοχό του Κύτρουσ βρϋθηκε μια επιτϑμβια ελληνιςτικό επιγραφό για τον Αιακύδη Αλκύμαχο, γιο του Νεοπτϐλεμου, που κατϊγονταν απ’ την Ολυμπιϊδα. Επύςησ, ςτην ύδια περιοχό βρϋθηκε νωρύτερα μια ϊλλη επιγραφό με τισ λϋξεισ ΣΤΜΒΟΝ ΟΛΤΜΙΑΔΟ΢. ΢’ ϊλλο κομμϊτι επιγραφόσ που βρϋθηκε ςτο Κύτροσ διαβϊζουμε: ‘’ΕΝΝΑ ΝΕΟΠΣΟΛΕΜΙΟ. . . ‘’. Σα πλϋον, ϐμωσ, εμφανό και ευδιϊκριτα απ’ το μϊτι του απλοϑ περαςτικοϑ απομεινϊρια τησ αρχαιϐτητασ ςτην περιοχό τησ Πϑδνασ ςόμερα εύναι οι αρχαύοι Σϑμβοι (Σοϑμπεσ). Πϋντε τϋτοια ιςτορικϊ και επιβλητικϊ καταςκευϊςματα βρϋθηκαν ςτο Κύτροσ, τα οπούα με την παρουςύα τουσ βεβαιώνουν την ιςτορικϐτητα του τϐπου. Δϑο απ’ τουσ τϑμβουσ αυτοϑσ υψώνονται κοντϊ ςτον Κορινϐ. Ϊνασ πιο πϊνω απ’ το λιμϊνι του Κύτρουσ, ϋνασ τϋταρτοσ βρϋθηκε ςτη θϋςη του Παλιϐκιτρουσ κοντϊ ςτο αρχαύο κϊςτρο και ο πϋμπτοσ κοντϊ ςτισ ακτϋσ του Κύτρουσ, βϐρεια του λιμανιοϑ.

153


Οι Σοϑμπεσ του Κορινοϑ Πϋντε περύπου χιλιϐμετρα νϐτια του Κύτρουσ και αριςτερϊ του παλιοϑ αςφαλτϐδρομου προσ Κατερύνη, υψώνονται οι δυο τϑμβοι, ο ϋνασ δύπλα ςτον ϊλλον. Απ’ αυτοϑσ, ο πληςιϋςτεροσ προσ την παλιϊ εθνικό οδϐ εύναι πυραμιδοειδόσ, με κυκλικό βϊςη και ϑψοσ γϑρω ςτα 8 με 9 μϋτρα. Ο διπλανϐσ του, που βρύςκεται δεξιϊ τησ νϋασ εθνικόσ οδοϑ Θεςςαλονύκησ – Αθηνών, με ϑψοσ ϐςο περύπου και του προηγοϑμενου. Απϋχουν δε απ’ τη θϊλαςςα γϑρω ςτα 3 χιλιϐμετρα κι απ’ τον Κορινϐ λιγϐτερο απϐ 1,5 χιλιϐμετρο. Κατϊ το Leake, οι δυο τϑμβοι υψώθηκαν εκεύ, εύτε ςαν ορϐςημα, που προςδιϐριζαν τη νϐτια παρυφό τησ αρχαύασ Πϑδνασ, εύτε ςα μνημεύα τησ ςπουδαύασ και κοςμοώςτορικόσ ςϑγκρουςησ, που ϋγινε ςτο γϑρω χώρο μεταξϑ Ρωμαύων και Μακεδϐνων το 168 π.Φ.1. Σην ύδια γνώμη ϋχει για τουσ τϑμβουσ αυτοϑσ και ο Clarke, ο οπούοσ πιςτεϑει πωσ οι δυο τοϑμπεσ αποτελοϑν ιςτορικϊ μνημεύα, που ςημαδεϑουν τον τϐπο, ϐπου διεξϊχθηκε η πολϑ μεγϊλη ιςτορικόσ ςημαςύασ μϊχη ανϊμεςα ςτουσ ςτρατοϑσ του Αιμιλύου Παϑλου και του Περςϋα2. Ϋταν ύδιο των αρχαύων Ελλόνων και Μακεδϐνων, ςυνεχύζει ο Clarke, να καταςκευϊζουν τϋτοια μνημεύα ςε θϋςεισ ϐπου λϊβαιναν χώρα μεγϊλεσ ςυγκροϑςεισ με τουσ εχθροϑσ τουσ ό και μεταξϑ τουσ ακϐμα και τη ςυνόθειϊ τουσ αυτό αποδεικνϑει η ϑπαρξη ςόμερα επιτϑμβιων τϑμβων ςτο Μαραθώνα, ςτισ Θερμοπϑλεσ, ςτισ Πλαταιϋσ, ςτα Λεϑκτρα, ςτη Φαιρώνεια, ςτην Πϑδνα, ςτα Υϊρςαλα και αλλοϑ. Ϊνα τϋτοιο πρϊγμα δεν το ςυνόθιζαν οι Ρωμαύοι, γι’ αυτϐ και, παρ’ ϐτι ϋγινε μεγϊλη μϊχη ςτην Σραςςημϋνη με το Υλαμινύνο και τον Αννύβα, κανϋνασ τϑμβοσ δεν υψώθηκε εκεύ, για να θυμύζει το γεγονϐσ και να προςδιορύζει τον τϐπο, ϐπου 15 χιλιϊδεσ Ρωμαύοι ςτρατιώτεσ κϊλυψαν με τα νεκρϊ ςώματϊ τουσ το πεδύο εκεύνησ τησ ςϑγκρουςησ. Παρϐμοια ςυνόθεια με τουσ Ϊλληνεσ εύχαν, κατϊ τον Clarke, μϐνο οι Κϋλτεσ, οι οπούοι ςημϊδευαν διϊφορα ιςτορικϊ γι’ αυτοϑσ ςημεύα με μικροϑσ, ϐμωσ και ϊςημουσ χωματοςωροϑσ3. Σο ‘’Πολυϊνδριον’’, ϐμωσ, ϐπωσ το αποκαλεύ ο ΢τρϊβωνασ, ο οπούοσ πιθανϐ να αναφϋρεται ς’ αυτϐ με λεπτομϋρειεσ ςτο ϋβδομο βιβλύο του, που δυςτυχώσ χϊθηκε, εύναι ϋνα ςυγκεκριμϋνο, επιβλητικϐ και ευδιϊκριτο ςημϊδι και μνημεύο τησ μεγϊλησ εκεύνησ ςϑγκρουςησ4. Δυςτυχώσ και οι δυο αυτού τϑμβοι ςυλόθηκαν ςε παλιϐτερεσ εποχϋσ, οι δε αρχαιολϐγοι δεν τουσ ερεϑνηςαν και δεν τουσ μελϋτηςαν ακϐμα ςυςτηματικϊ . Leake W.M.: «Travels ….» vol. 3 p. 426. . Clarke E.D.: «Travels . . . » p. 328.- Και ο Δόμιτςασ λϋγει ϐτι οι τϑμβοι αυτού εύναι ρωμαώκόσ εποχόσ. Δόμιτςα Μ.: «Αρχ. Γεωγρ. Μακεδ.» ςελ. 159. 3 . Clarke: «Travels … » p. 329. 4 . Clarke: «Travels … » p. 328. 1 2

154


και ϐπωσ ϋπρεπε. Αν, ϐμωσ, πρϐκειτα να τουσ ‘’μελετόςουν’’ με τον τρϐπο που ‘’μελϋτηςαν’’ τον τϑμβο τησ Αλυκόσ, καλϑτερα να μην το αποπειραθοϑν. Εύναι προτιμϐτερο οι τϑμβοι να κρατοϑν τα μυςτικϊ τουσ κι εμεύσ τουσ τϑμβουσ.’ Ο επύμηκησ τϑμβοσ ϋχει μεγϊλο, ιςϐπεδο με το ϋδαφοσ θϊλαμο, με πετρϐχτιςτα τοιχώματα και εύςοδο προσ τα δυτικϊ, με χοντροϑσ πϋτρινουσ πελεκητοϑσ παραςτϊτεσ. Παλιϐτερα η εύςοδοσ ϋκλεινε με βαριϊ, ςιδερϋνια πϐρτα, η οπούα, ωσ τη δεκαετύα του 1930 βρύςκονταν πεςμϋνη κϊτω, ανϊμεςα ςτουσ παραςτϊτεσ τησ, καταςτραμμϋνη και μιςοθαμμϋνη ςτα χώματα. ΢τουσ εςωτερικοϑσ τούχουσ διακρύνονταν ωσ την παραπϊνω εποχό απομεινϊρια ωραύων ϋγχρωμων τοιχογραφιών. Σον τϑμβο αυτϐ ερεϑνηςε ο Heuzey ϐταν πϋραςε απ’ την Πιερύα το 1855. Πριν μερικϋσ δεκαετύεσ, ϐταν ο γϑρω τϐποσ όταν ακϐμα χϋρςοσ, εκεύ μϋςα ςτο θϊλαμο του τϑμβου, ϋμπαιναν πρϐβατα των κοπαδιών που ϋβοςκαν ςτην περιοχό, για να ηςυχϊςουν ςτη δροςιϊ, τισ ζεςτϋσ μϋρεσ του καλοκαιριοϑ ό να προςτατευτοϑν απ’ το παγωμϋνο ξεροβϐρι του χειμώνα. Ο τϑμβοσ αυτϐσ, με το μεγϊλο θϊλαμϐ του, ϋχει πολλϊ να μασ πει και θα εύχε πολϑ περιςςϐτερα να μασ ιςτορόςει, αν παρϋμενε ϊθικτοσ και αν δεν εύχε ςυληθεύ ςε παλιϐτερεσ εποχϋσ απ’ τουσ αρχαιοκϊπηλουσ. Και οι δυο τϑμβοι μϋνουν ακϐμα ανεξερεϑνητοι απ’ τη ςϑγχρονη αρχαιολογικό υπηρεςύα. Και οι δυο, ϐμωσ, ϋχουν τα τελευταύα χρϐνια ςκαφτεύ γϑρω-γϑρω απ’ τουσ ιδιοκτότεσ των παρακεύμενων χωραφιών, ςε μια παρϊνομη και βϊναυςη απϐ μϋρουσ τουσ προςπϊθεια επϋκταςησ των κτημϊτων τουσ, γι’ αυτϐ και προβϊλλουν ςόμερα μαδημϋνοι και μιςοφαγωμϋνοι κι ϋχουν χϊςει την παλιϊ τουσ μεγαλοπρϋπεια. Ϊτςι, οικτρϊ παραμορφωμϋνοι και ακροτηριαςμϋνοι απ’ τουσ ςϑγχρονουσ ανθρώπουσ, ςτϋκουν περιφρονημϋνοι, ϊμορφοι και βουβού και αναπολοϑν, ποιοσ ξϋρει με τι πϐνο, τισ αρχαύεσ μϋρεσ τησ δϐξασ τουσ. Επιπλϋον, ϋχουν και οι δυο δεντροφυτευτεύ και ςχεδϐν εξομοιώθηκαν τελεύωσ με το γϑρω περιβϊλλον. Ο Σϑμβοσ του λιμανιοϑ Όςον αφορϊ την τοϑμπα του λιμανιοϑ, που βρύςκεται δύπλα και αριςτερϊ του χωραφϐδρομου προσ τισ Αλυκϋσ και λιγϐτερο απϐ ϋνα χιλιϐμετρο απ’ την ακτό, ανϊγεται ςτουσ πρώτουσ αιώνεσ τησ εποχόσ του ςιδόρου (1000-600 π.Φ.). Οι διαςτϊςεισ τησ εύναι 50 μϋτρα διϊμετροσ και 10 μϋτρα ϑψοσ και ορθώνεται πϊνω ςε χώρο αρχαύου νεκροταφεύου. Πιθανϐν οι καταςκευαςτϋσ τησ να όθελαν να ςημαδϋψουν μ’ αυτό τη θϋςη ταφόσ κϊποιου ςημαύνοντοσ προςώπου ό να την ανϋγειραν εκεύ ςαν τρϐπαιο κϊποιασ νύκησ ό ςαν διϊκριςη για τουσ πεςϐντεσ μαχητϋσ κϊποιασ μϊχησ που ϋγινε κοντϊ ςτην περιοχό. Σην τοϑμπα αυτό επιχεύρηςαν την παραμονό τησ πρωτοχρονιϊσ του 1983 να αναςκϊψουν με εκςκαφϋα και να ςυλόςουν αρχαιοκϊπηλοι, οι οπούοι και ϋκαναν μια μεγϊλη κϊθετη τομό ςτη μια μεριϊ του ϐγκου τησ.

155


Η προςπϊθεια, ϐμωσ, αυτό των ϊγνωςτων αρχαιοκϊπηλων για την ανεϑρεςη αρχαύων θηςαυρών όταν ϊκαρπη. Οι τυμβωρϑχοι ϋκαναν και ϊλλεσ δυο προςπϊθειεσ ςτα μϋςα του Γενϊρη του 1983, ανούγοντασ ϊλλεσ δυο παρϐμοιεσ τομϋσ ςε ϊλλα ςημεύα, χωρύσ και πϊλι να πετϑχουν τύποτα. Ύςτερα απ’ αυτϊ κι αφοϑ πληροφορόθηκε τισ δραςτηριϐτητεσ των αρχαιοκϊπηλων η Αρχαιολογικό Τπηρεςύα, ανϋλαβε η ύδια την ϋρευνα του τϑμβου, η οπούα ϋφερε ςε φωσ ςτοιχεύα ενδιαφϋροντα και μοναδικϊ για το χώρο τησ Μακεδονύασ. Να τι γρϊφει ο αρχαιολϐγοσ Ματθαύοσ Μπϋςιοσ, που ϋκανε και τισ αναςκαφϋσ, για τα ευρόματα και τα ςυμπερϊςματα αυτόσ τησ ϋρευνασ. ‘’Όπωσ αποδεύχτηκε, ο τϑμβοσ αυτϐσ καταςκευϊςτηκε ςτο χώρο παλιϐτερου νεκροταφεύου και κϊλυπτε μεταξϑ ϊλλων και δυο μικρϐτερουσ τϑμβουσ. Ο πρώτοσ βρϋθηκε ςτο βορειοδυτικϐ ϊκρο και κϊλυπτε τϊφο με δρϐμο και υπϐγειο θϊλαμο, που ϋκλεινε την εύςοδο μια χοντροδουλεμϋνη πϋτρα. Η οροφό του θανϊμου ϋχει πϋςει. Ο τϊφοσ βρϋθηκε αςϑλητοσ και απϐ τα ευρϑματϊ του χρονολογεύται ςτην πρώιμη εποχό ςιδόρου (1000-600 π.Φ.). Εύναι ο πρώτοσ παρϐμοιοσ τϊφοσ αυτόσ τησ εποχόσ, που βρύςκεται ςτο χώρο τησ Μακεδονύασ και δεύχνει νϐτια επύδραςη, η οπούα προόλθε το πιθανϐτερο απ’ τη Θεςςαλύα. ΢κϊβοντασ ςτην ανατολικό πλευρϊ τησ Σοϑμπασ, ςυναντόςαμε δυο ςτοϋσ, ανοιγμϋνεσ απϐ αρχαύουσ τυμβωρϑχουσ5. Η μια προχωροϑςε ωσ ϋνα ςημεύο χωρύσ να ςυναντόςει κϊποιο τϊφο. Η δεϑτερη, ϐμωσ, μασ οδηγεύ ςε ϋνα μεγϊλο λακκοειδό τϊφο, που φυςικϊ εύχε ςυληθεύ. Ο τϊφοσ, ϋςτω και ςυλημϋνοσ, εύναι ςημαντικϐσ για την ϋρευνα, αφοϑ η μορφό του όταν πϊλι κϊτι καινοϑριο για το χώρο τησ Μακεδονύασ. Εύχε κι αυτϐσ τϑμβο και μεγϊλεσ διαςτϊςεισ (4,50 μ. Φ 3,50 μ. Φ 3 μ. βϊθοσ) και η βϐρεια πλευρϊ του όταν κλιμακωτό, για να μπορϋςουν να κατεβϊςουν μια μεγϊλη ξϑλινη ςαρκοφϊγο, διαςτϊςεων 2,50 Φ 1,49 μ. και ϑψοσ 1,10 μ., ϐπωσ μασ δεύχνουν τα αποτυπώματα ςτο δϊπεδο και ςτη νϐτια κϊθετη πλευρϊ. Μϋςα ςτον τϊφο δεν βρϋθηκε κανϋνα αντικεύμενο, παρϊ μϐνο μερικϊ μικρϊ κομμϊτια απϐ το ςκελετϐ του νεκροϑ. Ση χρονολϐγηςό του, ϐμωσ, ςτο τϋλοσ του 5ου π.Φ. αιώνα την κερδύζουμε απϐ τα πόλινα αγγεύα που βρϋθηκαν ςε μια πυρϊ πϊνω ςε ϊψητα πλιθιϊ, ςτη νϐτια παρυφό του τϑμβου’’6. ΢όμερα, ο τϑμβοσ αυτϐσ, με τισ ςυνεχεύσ αναςκαφϋσ και ϋρευνεσ, διαμελύςτηκε και ςχεδϐν ιςοπεδώθηκε τελεύωσ και ϋςβηςε. Γι’ αυτϐ και αντικρύζοντασ κανεύσ ςόμερα τον κατακρεουργηθϋντα ιςτορικϐ χώρο τησ Σοϑμπασ και αναλογιζϐμενοσ την για πϊντα εξαφϊνιςη απ’ το πρϐςωπο τησ περιοχόσ του πανϊρχαιου αυτοϑ μνημεύου, αναρωτιϋται. Εύναι, ϊραγε, τϐςο ςπουδαύα τα ςυμπερϊςματα και τα διδϊγματα που αντλόςαμε απ’ την . Πιθανϐ η ςϑληςη να ϋγινε κι απ’ τουσ Ρωμαύουσ, γιατύ, ϐπωσ λϋγει ο Finley, οι Ρωμαύοι λεηλϊτηςαν τουσ τϑμβουσ τησ Κορύνθου για θηςαυροϑσ κ.λ.π., ϐταν κατϋλαβαν την πϐλη το 146 π.Φ. (Finley G.: «A History of Greece» vol. A.p. 59). 6 . «Οι αρχαιολϐγοι μιλοϑν για την Πιερύα» ςελ. 53 5

156


αναςκαφό και το διαμελιςμϐ τησ Σοϑμπασ, ώςτε να ιςοςταθμύζουν και να δικαιολογοϑν μια τϐςο καταςτροφικό κι ανεπανϐρθωτη πρϊξη; Τπόρχε και ϋνασ ϊλλοσ τϋταρτοσ τϑμβοσ ςτη θϋςη Παλιϐκιτροσ, βϐρεια απ’ το βυζαντινϐ κϊςτρο. Αυτϐσ θεωρεύται και ο αρχαιϐτεροσ, αλλϊ ϋχει διαβρωθεύ κατϊ το μεγαλϑτερο μϋροσ του απ’ τη θϊλαςςα. Οι αρχαιολϐγοι, οι οπούοι τον εντϐπιςαν με τισ τελευταύεσ αναςκαφϋσ ςτο Παλιϐκιτροσ, που ϊρχιςαν το 1981 και με διακοπϋσ ςυνεχύζονται, πιςτεϑουν πωσ γϑρω απ’ τον τϑμβο αυτϐ αναπτϑχθηκε η αρχαύα πϐλη τησ Πϑδνασ, η οπούα ϋπαψε να κατοικεύται γϑρω ςτα μεταβυζαντιϊ χρϐνια. Ο τϑμβοσ αυτϐσ χρονολογεύται προσ το τϋλοσ τησ εποχόσ του χαλκοϑ και ςτισ αρχϋσ τησ εποχόσ του ςιδόρου. Δηλαδό κϊπου μεταξϑ 1500 με 800 π.Φ.. Η διϊβρωςη του τϑμβου αυτοϑ απ’ τη θϊλαςςα εύναι ϊλλη μια απϐδειξη τησ υποχώρηςησ τησ ξηρϊσ και τησ επϋκταςησ τησ θϊλαςςασ ςτα μϋρη εκεύνα. Ο πϋμπτοσ μικρϐσ τϑμβοσ, που υπόρχε βϐρεια του λιμανιοϑ, κοντϊ ςτην ακτό, ςϑμφωνα με την παρϊδοςη, που διαιωνύζουν μϋχρι τισ μϋρεσ μασ οι παλιϐτεροι κϊτοικοι του χωριοϑ, πιςτεϑονταν πωσ όταν η θϋςη του τϊφου τησ Ολυμπιϊδασ. Σα τελευταύα χρϐνια, ο τϑμβοσ αυτϐσ εύχε χϊςει το επιβλητικϐ του ςχόμα και εύχε διαβρωθεύ απ’ την πολυκαιρύα και τα κϑματα, που ορμητικϊ ϋφταναν ωσ τα πλευρϊ του το χειμώνα, ςε ςημεύο που να μοιϊζει ςτο τϋλοσ ςαν ϋνα απλϐ χωμϊτινο υψωματϊκι. ΢την παραμϐρφωςη και ςτον αποςχηματιςμϐ αυτϐ ςυνϋβαλε και η πρϐςχωςη του γϑρω χώρου απϐ φερτϋσ ξϋνεσ ϑλεσ που μεταφϋρθηκαν εκεύ απ’ τισ διαπλατϑνςεισ και εμβαθϑνςεισ που ϋγιναν ςτην περύοδο του 1930-40 ςτο διπλανϐ λιμϊνι. Σϐτε ϋχαςε τη μορφό του και εξαφανύςτηκε ςχεδϐν τελεύωσ. Αργϐτερα ϋγινε πρϐχειρη αναςκαφό απϐ ιδιώτεσ, χωρύσ να αποδώςει τύποτα7.

7

. Δεσ Κεφ. 3. «Απϐ το 323 ωσ το 179 π.Φ./ ςημ. 36.

157


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΑΚΟ΢ΣΟ ΔΕΤΣΕΡΟ Σο Κονάκι του Κίτρουσ Σην τελευταύα περύπου εκατονταετύα τησ τουρκοκρατύασ, το Κύτροσ όταν τςιφλύκι τησ οικογϋνειασ Μπύτζιου και μεταβιβϊζονταν κανονικϊ απ’ τον πατϋρα ςτο γιο. ΢πουδαιϐτεροσ και πιο γνωςτϐσ απ’ αυτοϑσ όταν ο Νικϐλαοσ Μπύτζιοσ ό Νικολϊκησ, ϐπωσ τον ϋλεγαν, που ϋζηςε ςτα τϋλη του 19ου και ςτισ αρχϋσ του 20ου αιώνα. Οι Μπιτζιαύοι κατϊγονταν απ’ τα Ζαγοροχώρια τησ Ηπεύρου και εύχαν αγγλικό υπηκοϐτητα. Σο γεγονϐσ αυτϐ, ϐπωσ όταν επϐμενο, ςυντϋλεςε πϊρα πολϑ, λϐγω των ςτενών ςχϋςεων τησ Σουρκύασ με την Αγγλύα, ςτην εδραύωςη και επικρϊτηςη των ανθρώπων αυτών ςτην Πιερύα. Οι μνόμεσ των ςημερινών κατούκων του Κύτρουσ πϊνε πύςω τρεισ γενεϋσ των τςιφλικϊδων. Θυμοϑνται απϐ αφηγόςεισ πατερϊδων και παπποϑδων τουσ, το γερο-Μπύτζιο, τον πατϋρα του Νικολϊκη, που ϋζηςε κατϊ τα μϋςα του 1800. Ο γερο-Μπύτζιοσ, ο Γιαννϊκησ, εύχε αρχικϊ ϋνα κτόμα ςτο Γιδϊ (ςημερινό Αλεξϊνδρεια). Αργϐτερα αγϐραςε ϋνα μικρϐ ςυγκριτικϊ μϋροσ τησ περιοχόσ Κύτρουσ απϐ μια Σουρκϊλα ιδιοκτότρια γησ ςτο χωριϐ. Αργϐτερα, την περιοχό που εκτεύνεται απ’ του ‘’Παπϊ τη βρϑςη’’ και τη θϋςη ‘’τουρκομνόματα’’ προσ το Μακρϑγιαλο. Ϊτςι, εγκαταςτϊθηκε ςτο Κύτροσ κι ϊρχιςε τισ αγορϋσ, αρπαγϋσ, καταπατόςεισ και εκβιαςμοϑσ, οχυρωμϋνοσ πύςω απ’ την αγγλικό του υπηκοϐτητα, να επεκτεύνει τα ϐρια του κτόματϐσ του και να ιςχυροποιεύ την επικυριαρχύα του ς’ ολϐκληρο το χωριϐ και πϋρα απ’ αυτϐ. ΢τα τϋλη του 19ου αιώνα, το τςιφλύκι του Μπύτζιου απλώνεται απ’ το Μακρϑγιαλο ωσ την Κατερύνη κι απ’ τη θϊλαςςα ωσ τον Σρύλοφο και την Παλιϐςτανη. Ο γϋροσ όταν ϋνασ ςωματώδησ κοιλαρϊσ, βϊρβαροσ, ςκληρϐσ και χοντροκομμϋνοσ αφϋντησ. Λϋνε πωσ το ςώμα του όταν τϐςο ογκώδεσ, που ταχτικϊ πόγαινε ςτην Ευρώπη κι ϋκανε εγχειρύςεισ για να αφαιρεύ περιττϐ βϊροσ. Ϋταν τϑποσ εκβιαςτικϐσ και οργύλοσ. Εύχε δηλαδό ϐλα τα ‘’χαρύςματα’’ του τςιφλικϊ. Κρατοϑςε ςτα χϋρια του, ϐχι μϐνο τα υπϊρχοντα και τη ζωό των κολύγων του, αλλϊ κι αυτόν ακϐμα την τιμό των οικογενειών τουσ, ϐπωσ ϐλοι οι τςιφλικϊδεσ. Οι Σοϑρκοι όταν πολϑ καλϑτεροι απ’ αυτϐν. Ο γερο-Μπύτζιοσ ϊφηςε τρύα αγϐρια και δυο κϐρεσ. Σο Νικϐλαο, το Λεωνύδα, τον Κώςτα, τη Υώτω και την Ελϋνη. Μετϊ το θϊνατο του γϋρου το κτόμα μοιρϊςτηκε ςτα παιδιϊ. Ο Λεωνύδασ με τη Υώτω και την Ελϋνη πόραν το κτόμα του Αγγιϊννη κι ο Νικολϊκησ πόρε το τμόμα του Κύτρουσ. Ο Κώςτασ δεν ανακατεϑονταν με τα κτόματα. Ζοϑςε ςτη Θεςςαλονύκη.

158


Ϊτςι, τα τελευταύα χρϐνια τησ τουρκοκρατύασ ςτο τςιφλύκι του Κύτρουσ διαφϋντευε ο Νικολϊκησ. Κι αυτϐσ δεν υςτεροϑςε ςε τύποτα απ’ τον πατϋρα του. Οϑτε ςε ςωματικό διϊπλαςη, οϑτε ςε ψυχικό ςκληρϐτητα, οϑτε ςε θυμοϑσ και βαρβαρϐτητα. Εύχε βγει αντϊξιοσ του περιβϊλλοντοσ ςτο οπούο εύχε γεννηθεύ κι ανατραφεύ κι εύχε πϊρει ϐλα τα ‘’προτερόματα’’ του πατϋρα του. Σον τςιφλικϊ Νικολϊκη, ‘’το αφεντικϐ’’, ϐπωσ τον ϋλεγαν ϐλοι ςτην περιοχό, τον θυμοϑνται και ςόμερα οι γεροντϐτεροι κϊτοικοι του Κύτρουσ, που εύχαν την ‘’τϑχη’’ να τον γνωρύςουν κϊποτε απϐ κοντϊ και να τον υπηρετόςουν ςα ςκλϊβοι του. ΢το μεγϊλο αυτϐ τςιφλύκι ανόκαν, εκτϐσ απ’ το ςημερινϐ αγρϐκτημα Κύτρουσ και τμόματα των αγροκτημϊτων τησ ςημερινόσ περιοχόσ του Μακρυγιϊλου, τησ ΢φενδϊμησ, τησ ΢εβαςτόσ, του Κοϑκου και των γϑρω περιοχών. Ο μεγαλοτςιφλικϊσ Νικολϊκησ τα τελευταύα χρϐνια τησ ζωόσ του τα πϋραςε ςτο κονϊκι, που χϊςκει ερειπωμϋνο ςόμερα ςτην κορυφό τη λοφογραμμόσ ϐπου βρύςκεται και το 1ο Δημοτικϐ ςχολεύο του Κύτρουσ. Φτιςμϋνο ςτο ψηλϐτερο ςημεύο τησ περιοχόσ, υψώνονταν τισ μϋρεσ τησ δϐξασ του ογκώδεσ και επιβλητικϐ πϊνω απ’ ϐλα τα ϊλλα ςπύτια του χωριοϑ και δϋςποζε κυριολεκτικϊ ς’ ολϐκληρη την επικρϊτεια του κυρύου του. Απϐ κει ψηλϊ αγνϊντευε προσ ανατολϊσ μεν ολϐκληρο το Θερμαώκϐ, ςτϋλνοντασ το βλϋμμα του μακριϊ ςτη Φαλκιδικό, φτϊνοντασ τισ καθαρϋσ μϋρεσ κι ωσ πϋρα ςτισ κορυφϋσ του Αγύου Όρουσ. Προσ δυςμϊσ δε ατϋνιζε τισ πλαγιϋσ και τισ κορυφϋσ του Ολϑμπου και των Πιερύων. Σαυτϐχρονα, διαφϋντευε κι επιτηροϑςε τα φτωχϐςπιτα των κολύγων που απλώνονταν ταπεινϊ, ϊχαρα κι απρϐςωπα ςτα πϐδια του και παρακολουθοϑςε βλοςηρϊ και αςταμϊτητα κϊθε κύνηςη των ενούκων τουσ και κατϊγραφε κϊθε τουσ εκδόλωςη ςτην καθημερινό τουσ ζωό. Σο ςημερινϐ κονϊκι χτύςτηκε το 1909 με μαςτϐρουσ απ’ την Ϋπειρο. Αρκετό πϋτρα κουβαλόθηκε απϐ ϋνα μικρϐ λατομεύο που ανούχτηκε τϐτε γι’ αυτϐ το ςκοπϐ ςτην αριςτερό ϐχθη τησ ρεματιϊσ του Ζμαηλιοϑ, λύγο πιο κϊτω απ’ την ομώνυμη βρϑςη. Οι ανϊγκεσ, ϐμωσ, του πελώριου κτιρύου όταν μεγϊλεσ και η αποδοτικϐτητα του λατομεύου μικρό, γι’ αυτϐ η περιςςϐτερη πϋτρα κουβαλόθηκε απϐ ϋνα ϊλλο ανοιχτϐ λατομεύο ςτισ ακτϋσ τησ παραλύασ του Κύτρουσ, ανατολικϊ τησ Αλυκόσ, προσ την περιοχό του Μακρυγιϊλου, ςτη θϋςη ‘’Γκρϋμια.’’ Εκεύ, την εποχό εκεύνη υπόρχαν προεξϋχοντεσ πετρϐβραχοι, τουσ οπούουσ ςϑςςωμοι οι κϊτοικοι του Κύτρουσ, κατϊ διαταγό και απαύτηςη του αφεντικοϑ τουσ, ϋςπαζαν με τισ βαριϋσ και τουσ λοςτοϑσ τουσ καθημερινϊ και τισ κουβαλοϑςαν αςταμϊτητα με τα βοώδϊμαξα και βουβαλϊμαξϊ τουσ ςτο χτιζϐμενο κονϊκι. Δεν αποκλεύεται οι ‘’πετρϐβραχοι’’ εκεύνοι να μην όταν καθϐλου φυςικού βρϊχοι, αλλϊ μεγϊλεσ πϋτρεσ και γκρεμύςματα αρχαύων ναών και θεμϋλια οικοδομημϊτων τησ αρχαύασ Πϑδνασ, τα οπούα, με εντολό του αφεντικοϑ, θρυμμϊτιζαν και κατϊςτρεφαν οι κολύγοι του Κύτρουσ. Επύςησ, πολλό πϋτρα πόραν κι απ’ τα γκρεμύςματα των παλιών εκκληςιών του χωριοϑ. Σου Αγύου

159


Νικολϊου και τησ Αγύασ Παραςκευόσ. ΢τισ περιοχϋσ των εκκληςιών αυτών υπόρχαν και πολλϊ μϊρμαρα κι ϊλλα ερειπωμϋνα καταςκευϊςματα τησ αρχαύασ, τησ ρωμαώκόσ και των μετϋπειτα εποχών, τα οπούα διαμϋλιςαν οι πετροκουβαλητϋσ και μετϋφεραν το υλικϐ τουσ για το χτύςιμο του κονακιοϑ. Η ξυλεύα του, ϐλη απϐ καςτανιϋσ, κϐπηκε ςτα δϊςη τησ ΢κουτϋρνασ. Βλϊχοι κι ϊλλοι κϊτοικοι των γϑρω περιοχών με χύλιουσ κινδϑνουσ κατϋβαζαν τουσ κορμοϑσ των δϋνδρων με τα μουλϊρια τουσ μϋςα απ’ τισ πυκνοδαςωμϋνεσ πλαγιϋσ και τα λαγκϊδια ςε χαμηλϊ ανούγματα κοντϊ ςτισ ρεματιϋσ κι απϐ κει Κιτριώτεσ με τα κϊρα τουσ μετϋφεραν ςτο Κύτροσ. ΢την περιοχό του κονακιοϑ δοϑλευαν αςταμϊτητα ειδικευμϋνοι υλοτϐμοι, που, με τα τςεκοϑρια και τα πριϐνια τουσ, μετϋβαλαν τουσ χοντροϑσ κορμοϑσ των δϋνδρων ςε χρόςιμα καδρϐνια και ςανύδια που χρειϊζονταν οι χτύςτεσ. Βδομϊδεσ και μόνεσ δοϑλευαν αγγαρεύα οι κολύγοι για το χτύςιμο του αρχοντικοϑ του αφεντικοϑ τουσ. Δοϑλευαν ϐλοι, χωρύσ καμιϊ διϊκριςη, χωρύσ καμιϊ αμοιβό, χωρύσ ςταματημϐ και ξεκοϑραςη. Κανϋνασ δεν τολμοϑςε να ξεφϑγει, να αδρανόςει ό να φϋρει κϊποια αντύρρηςη. Ο Μπύτζιοσ, αυταρχικϐσ, ςκληρϐσ και βϊρβαροσ καθώσ όταν, δεν υπολϐγιζε τύποτα. Δεν ϋδινε λϐγο ςε κανϋνα. Παρ’ ϐτι η περιοχό όταν τουρκοκρατοϑμενη, αυτϐσ όταν ο πραγματικϐσ κυρύαρχοσ και το φϐβητρο των κατούκων. Ϋταν αφεντικϐ κι ιδιοκτότησ των πϊντων. Ϋταν εξουςιαςτόσ ϐλων και ταυτϐχρονα δικαςτόσ τουσ και τιμωρϐσ. Ϋταν το αφεντικϐ. Γι’ αυτϐ κι ο λϐγοσ του όταν νϐμοσ. Ο Μπύτζιοσ αποτελοϑςε κρϊτοσ εν κρϊτει. Ο ύδιοσ δύκαζε το κϊθε τι που ςυνϋβαινε ςτην περιοχό του και ο ύδιοσ επϋβαλε κι εφϊρμοζε τισ ποινϋσ. ΢υνηθϋςτερεσ κατϊ την κρύςη του ποινϋσ για ςυνόθη παραπτώματα όταν οι ραβδιςμού και τα μαςτιγώματα. Δύκαζε και καταδύκαζε ςτη ςτιγμό, χωρύσ καμιϊ ιδιαύτερη διαδικαςύα. ΢την αυλό του ρημαγμϋνου ςόμερα κονακιοϑ αντηχοϑςαν πολλϋσ φορϋσ ηχηρού οι γϐοι ό πνιγμϋνα τα βογκητϊ των τιμωροϑμενων απ’ το χϋρι του δϑςμοιρων ςκλϊβων του απϋραντου τςιφλικιοϑ του. Γϑριζε πϊντα μ’ ϋνα χοντρϐ ραβδύ ςτο χϋρι, γνώριμο απ’ ϐλουσ τουσ κολύγουσ του, γιατύ πολλϋσ φορϋσ εύχε μεταφρϊςει εϑγλωττα τη βαρβαρϐτητα του μεγϊλου αφεντικοϑ ςτισ πλϊτεσ τουσ. Λϋγεται, πωσ οι Μπιτζιαύοι εφϊρμοζαν καμιϊ φορϊ ςτουσ ατύθαςουσ κι αςυμμϐρφωτουσ κολύγουσ τουσ και την ποινό τησ εξορύασ. Αυτϐ γύνονταν μϊλλον ςτα πιο παλιϊ χρϐνια. ΢αν τϐπο εξορύασ εύχαν τϐτε τον Κολινδρϐ. Κανϋνασ δεν τολμοϑςε να φϋρει αντύρρηςη ςτον πανύςχυρο τςιφλικϊ. Κι αυτού ακϐμα οι Σοϑρκοι δεν μποροϑςαν τα του αντιςταθοϑν. Ο Μπύτζιοσ τουσ ιςοπϋδωνε ϐλουσ. Εύχε τη δϑναμη να μπαινοβγαύνει ςτισ τουρκικϋσ υπηρεςύεσ και να τισ αλωνύζει κυριολεκτικϊ, χωρύσ κανϋνα εμπϐδιο, χωρύσ καμιϊ ςυςτολό, χωρύσ να δύνει λϐγο ςε κανϋνα. Ϊμπαινε ςτα δικαςτόρια και ςτισ φυλακϋσ των Σοϑρκων κι ελευθϋρωνε ϐποιον όθελε, χωρύσ να ρωτόςει κανϋνα και χωρύσ κανϋνασ να μπορεύ να του αντιμιλόςει και να του αντιςταθεύ.

160


Πονηρϐσ και πανοϑργοσ καθώσ όταν, τα εύχε καλϊ ακϐμα και με τουσ κλϋφτεσ (τουσ ληςτϋσ) τησ γϑρω περιοχόσ. ΢ϑμφωνα με μαρτυρύα επιζώντα ςόμερα γϋροντα, μια μϋρα, καθώσ πόγαινε με την ϊμαξϊ του προσ την περιοχό του ςημερινοϑ χωριοϑ των Αλωνύων, βγόκαν μπροςτϊ του καμιϊ 15/νταριϊ ληςτϋσ. Αντύ να τον πιϊςουν ό να τον απειλόςουν, του πρϐτειναν να μεύνει για λύγο μαζύ τουσ και τοϑ ‘ςτρωςαν μϊλιςτα και μια κϊπα τουσ για να καθύςει. Εκεύνοσ αςτειευϐμενοσ δεν δϋχτηκε την περιπούηςη, λϋγοντϊσ τουσ καθαρϊ πωσ δεν κϊθεται ςτισ κϊπεσ τουσ, γιατύ δεν θϋλει τισ ψεύρεσ τουσ. ΢τη ςυνϊντηςη εκεύνη πρϐτεινε ς’ ϐςουσ κλϋφτεσ όθελαν να ‘’προςκυνόςουν’’, δηλαδό να δηλώςουν μετϊνοια και υποταγό ςτουσ Σοϑρκουσ, να ανεβοϑν ςτην ϊμαξϊ του και να μην φοβηθοϑν κανϋνα. Σρεισ ανϋβηκαν κι ϋγιναν αμϋςωσ αγροφϑλακεσ ςτο τςιφλύκι του. Κανϋνασ δεν τουσ πεύραξε. Ο ύδιοσ γϋροσ διηγεύται περιςτατικϐ που δεύχνει την πολυφαγύα του Μπύτζιου. Κϊποια μϋρα, νεαρϐ τςομπανϊκι τϐτε ο ςημερινϐσ γϋροσ, πόγε ϋνα αρνύ δώρο ςτο αφεντικϐ. Σου το εύχε ζητόςει νωρύτερα ο ύδιοσ. Βρόκε τον πελώριο Νικολϊκη καθιςμϋνο ςτο τραπϋζι ϋτοιμο να φϊει. Εύχε μπροςτϊ του μια ψημϋνη γαλοποϑλα μϋχρι 5 κιλϊ. Σην καταβρϐχθιςε μπροςτϊ του χωρύσ καμιϊ δυςκολύα. Ο Νικϐλαοσ Μπύτζιοσ, μαζύ με το Δερβύσ-Μπαμπϊ, επιςκϋφθηκαν απϐ μϋρουσ των Σοϑρκων κατούκων τησ Κατερύνησ την επαναςτατικό κυβϋρνηςη του Λιτοχώρου το 1878 και ζότηςαν απ’ το Δουμπιώτη να μην καταληφθεύ η Κατερύνη απ’ τουσ επαναςτϊτεσ1. ΢τηριζϐμενοσ ςτην παρουςύα και ςτη δολιϐπτητα του Μπύτζιου, ο Σοϑρκοσ αγϊσ υποςχϋθηκε πωσ κι αυτϐσ δε θα αντιδρϊςει, ϐςο περνϊει απ’ το χϋρι του, ςτισ προθϋςεισ των επαναςτατών, αν αυτού ςτρϋψουν τισ πρώτεσ τουσ προςπϊθειεσ προσ ϊλλη κατεϑθυνςη κι ϐχι προσ την Κατερύνη. Ο Μπύτζιοσ μϊλιςτα, για να παραπλανόςει τουσ επαναςτϊτεσ, εύχε ζητόςει νωρύτερα και εύχε πϊρει κι αυτϐσ 300 ϐπλα για να τα μοιρϊςει ςτουσ Γκϋκηδεσ (Σουρκαλβανοϑσ) και ςτουσ Βλϊχουσ του τςιφλικιοϑ του, που ϋμεναν ςτα καλϑβια τησ ΢φενδϊμησ. Τποςχϋθηκε δε πωσ οι ϊνθρωπού του θα τα χρηςιμοποιοϑςαν ϐταν θα ϋρχονταν η ώρα του γενικϐτερου ξεςηκωμοϑ ςτην Πιερύα. Όταν, ϐμωσ, όρθε εκεύνη η ώρα, ο Μπύτζιοσ, ϐχι μϐνο αποθϊρρυνε τουσ ανθρώπουσ του και τουσ εμπϐδιςε να ξεςηκωθοϑν, αλλϊ θϋληςε και να τουσ ςτρϋψει κατϊ των επαναςτατών2 λϋγοντϊσ τουσ πωσ δεν εύναι ανϊγκη να ςηκώςουν αυτού ντουφϋκι κι οϑτε καν να ανηςυχοϑν και να φοβοϑνται απϐ κανϋνα, γιατύ, αν χρειαςτεύ, θα καταφτϊςει αυτϐσ ο ύδιοσ με τον Ωγγλο πρϐξενο απ’ τη Θεςςαλονύκη και θα υψώςει ςτο τςιφλύκι του την αγγλικό ςημαύα. Ϊτςι, δε θα μπορεύ να τουσ πειρϊξει κανϋνασ. Οϑτε Σοϑρκοσ, οϑτε Ϊλληνασ. Οι προτροπϋσ αυτϋσ του Μπύτζιου εξουδετϋρωςαν τελεύωσ τουσ

1 2

. Για περιςςϐτερα δεσ Κεφ. 19 παρϐντοσ βιβλύου. . Δεσ Κεφ. 19 κι ιδιαύτερα τισ παραγρϊφουσ ςτισ οπούεσ αναφϋρονται οι ςημειώςεισ 2, 7, 8, 9 και 10.

161


Γκϋκηδεσ και τουσ Βλϊχουσ και ςτϋρηςαν την επανϊςταςη απϐ 300 πολϑτιμα ϐπλα πϊνω ςτην πιο κρύςιμη φϊςη τησ. Η ςτϊςη αυτό του Μπύτζιου εξϐργιςε τουσ επαναςτϊτεσ και μϊλιςτα ο τϐτε οπλαρχηγϐσ Βαγγϋλησ Φοςτϋβασ, που βρύςκονταν με το ςώμα του ςτα μϋρη του Κολινδροϑ, θϋληςε να κατεβεύ ςτην περιοχό ανϊμεςα ΢φενδϊμησ και Κύτρουσ, να χτυπόςει τουσ Γκϋκηδεσ και να τουσ πϊρει πύςω τα ϐπλα. Σον εμπϐδιςε, ϐμωσ, ο επύςκοποσ Κύτρουσ Νικϐλαοσ, ‘’δια να μη προκϑψουν εμφϑλιοι ϋριδεσ,’’ ϐπωσ μασ πληροφορεύ ο ύδιοσ ο δεςπϐτησ. Ο Ν. Μπύτζιοσ τϐτε ϋμενε ς’ ϋνα ϊλλο μικρϐτερο και παλιϐ κονϊκι, που βρύςκονταν 200 περύπου μϋτρα βορειϐτερα απ’ το ςημερινϐ, πϊνω ςτην ύδια λοφογραμμό. Ϋταν ϋνα ευρϑχωρο διώροφο κτύριο, ςυγκριτικϊ μικρϐτερο απ’ το ςημερινϐ αλλϊ αρκετϊ μεγϊλο ςε ςχϋςη με τα χαμηλϊ, ιςϐγεια κι ερειπωμϋνα τουρκϐςπιτα του χωριοϑ. Ϋταν κι εκεύνο επιβλητικϐ και δϋςποζε του χωριοϑ και του λϐφου, ςτον οπούο πϊνω βρύςκονταν. Σο παλιϐ αυτϐ κονϊκι κϊηκε το 1908. Πώσ πόρε φωτιϊ κανϋνασ απ’ τουσ επιζώντεσ δεν γνωρύζει. Ϋταν χειμώνασ και η φωτιϊ ξϋςπαςε ξημερώματα. Σο πιθανϐτερο, αν ϐχι το απϐλυτα ςύγουρο, εύναι ϐτι οι υπηρϋτεσ του κονακιοϑ, επειδό ϋκανε πολϑ κρϑο, παραγϋμιςαν κϊποιο τζϊκι με ξϑλα και η μεγϊλη πϑρα παραζϋςτανε το τζϊκι κι ϋτςι πόρε φωτιϊ το κτύριο. ΢τα καλϊ καθοϑμενα το περύζωςαν οι φλϐγεσ κι ϋγινε παρανϊλωμα. Δεν ϋμεινε τύποτα απ’ το περιεχϐμενϐ του εκτϐσ απ’ τα πϋτρινα, κατϊμαυρα και μιςογκρεμιςμϋνα ντουβϊρια του. Σην ώρα τησ πυρκαγιϊσ, ϐλο το χωριϐ εύχε μαζευτεύ γϑρω-γϑρω κι απϐ κϊποια απϐςταςη παρακλολουθοϑςε το θϋαμα. Οι ϊντρεσ, με φαινομενικϐ ενδιαφϋρον αλλϊ με ουςιαςτικό απροθυμύα, προςπαθοϑςαν ςτην αρχό να βοηθόςουν ςτην κατϊςβεςη τησ φωτιϊσ ό ςτην απομϊκρυνςη και διϊςωςη επύπλων, ροϑχων, εργαλεύων κι ϊλλων αντικειμϋνων. Δεν κατϊφερναν, ϐμωσ, τύποτα. Οι φλϐγεσ εύχαν περιτυλύξει τα πϊντα. Σα χοντρϊ ξϑλα τησ ςκεπόσ και των πατωμϊτων, λαμπαδιαςμϋνα και καταφαγωμϋνα απ’ τη φωτιϊ, ϋπεφταν με πϊταγο μϋςα ςτα φλεγϐμενα ερεύπια και τα πυρακτωμϋνα καρφιϊ κατακϐκκινα εκςφενδονύζονταν με ηχηρϊ ςφυρύγματα προσ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ, ςχύζοντασ τον αϋρα, ςα μανιαςμϋνεσ αδϋςποτεσ ςφαύρεσ. Ογδονταπεντϊχρονοσ ςόμερα γϋροσ θυμϊται ακϐμα, πωσ παιδϊκι τϐτε τον τραβοϑςε απ’ το χϋρι ο πατϋρασ του μαζύ με τ’ ϊλλα του αδϋλφια, για να τον απομακρϑνει απ’ το χώρο τησ πυρκαγιϊσ και να τον προςτατϋψει απ’ τα εκςφενδονιζϐμενα καρφιϊ. Σην ϊλλη μϋρα, ςαν κϐπαςε η φωτιϊ κι ϐλα ϋγιναν κϊρβουνο, γυναύκεσ του κονακιοϑ κι ϊλλοι υπηρϋτεσ ςκϊλιζαν ςτα χαλϊςματα και κοςκύνιζαν τισ ςτϊχτεσ, ψϊχνοντασ να βρουν λύρεσ ό ϊλλα τιμαλφό. Δεν ακοϑςτηκε, ϐμωσ, τϐτε να βρϋθηκε κϊτι. ΢αν καταςτρϊφηκε το παλιϐ κονϊκι, ϊρχιςε να χτύζεται το καινοϑργιο. Μεγαλϑτερο, μεγαλοπρεπϋςτερο, επιβλητικϐτερο. Βαςικϊ το κτύριο εύναι τετρϊγωνο. Ϊχει, ϐμωσ, μια ουςιώδη καινοτομύα. Οι δυο κατϊ διαγώνιο αντύθετεσ γωνύεσ του προεξϋχουν του τετραγώνου και υψώνονται μαζύ με το

162


κυρύωσ κτύριο ςαν ενςωματωμϋνα ς’ αυτϐ φροϑρια. Οι προεξοχϋσ αυτϋσ ϋχουν ςχόμα ημιοκταγωνικϐ κι απ’ τα παρϊθυρϊ τουσ μπορεύ να ελεγχθεύ ολϐκληροσ ο περύγυροσ του κτιρύου. Οι δυο αυτού ενςωματωμϋνοι πϑργοι ςχεδιϊςτηκαν και χτύςτηκαν προφανώσ για να εξαςφαλύςουν την ϊμυνα του κτιρύου. Για τον ύδιο ςκοπϐ, το οικοδϐμημα εύχε μύα μϐνο εύςοδο, την οπούα ϋφραζαν δυο μεγϊλεσ ςιδερϋνιεσ πϐρτεσ, που αςφαλύζονταν απϐ μϋςα με χοντρό ςιδερϋνια αμπϊρα. Επύςησ, ϐλα τα παρϊθυρα και των δϑο ορϐφων, εκτϐσ απ’ τα χοντρϊ ςιδερϋνια κϊγκελα, εύχαν και ςιδερϋνια παντζοϑρια βαμμϋνα πρϊςινα. Υαρδιϊ πϋτρινη ςκϊλα με χοντρϊ ςιδερϋνια κϊγκελα κι απ’ τισ δυο μεριϋσ τησ οδηγοϑςε ςτην επιβλητικό εύςοδο με τισ πρϊςινεσ ςιδερϋνιεσ πϐρτεσ. Λύγα βόματα πιο πϋρα απ’ τη ςκϊλα, ςτην αυλό και προσ το μϋροσ τησ θϊλαςςασ, υπόρχαν δυο χοντρϋσ μαρμϊρινεσ κολϐνεσ μπηγμϋνεσ ςτο ϋδαφοσ, η μια απϋναντι ςτην ϊλλη, που προεξεύχαν περύ τουσ 60 πϐντουσ πϊνω απ’ αυτϐ. Αυτϋσ χρηςύμευαν ςαν αναβατόριο, για να βοηθοϑν το αφεντικϐ και τουσ ανθρώπουσ του να ανεβαύνουν ευκολϐτερα ςτα ϊλογϊ τουσ. Εκεύ οδηγοϑςε ο υπηρϋτησ το ϊλογο απ’ το χαλινϊρι του, για να ανεβεύ επιδεικτικϊ το αφεντικϐ ςτη ςϋλα του. Οι κολϐνεσ αυτϋσ μϊλλον θα προϋρχονταν απ’ τα χαλϊςματα των εκκληςιών του Αγύου Νικολϊου και τησ Αγύασ Παραςκευόσ ό θα εύχαν βρεθεύ κϊπου ςτη γϑρω περιοχό, ςκϐρπια απομεινϊρια τησ αρχαύασ Πϑδνασ. Μια τϋτοια κολϐνα υπόρχε κι ϋξω απ’ το νϊρθηκα τησ παλιϊσ εκκληςύασ του Αγύου Κωνςταντύνου, ϐπου, μετϊ τον εκκληςιαςμϐ, κϊθονταν ο Μπύτζιοσ και δϋχονταν τισ ευχϋσ και τουσ τεμενϊδεσ των γεροντϐτερων απ’ τουσ κολύγουσ του. Εκεύ, ο Μπύτζιοσ ϋλεγε κι εκεύνοι ςυμφωνοϑςαν. ΢τη δυτικό πλευρϊ του κονακιοϑ και λύγα μϐνο μϋτρα πιο πϋρα απ’ αυτϐ υπόρχε υπϐγεια τετρϊγωνη τςιμεντϐχτιςτη δεξαμενό. Η ‘’ςτϋρνα,‘’ ϐπωσ την ϋλεγαν. ΢’ αυτόν ςυγκεντρώνονταν ϐλα τα βρϐχινα νερϊ που δϋχονταν η ςκεπό του κτιρύου, τα οπούα ςυλλϋγονταν με λοϑκια γαλβανιζϋ και με πόλινουσ αγωγοϑσ διοχετεϑονταν υπογεύωσ ςτη ςτϋρνα. Σο νερϐ αυτϐ δεν όταν πϐςιμο αλλϊ αναςϑρονταν ςτην επιφϊνεια με χειροκύνητη αντλύα ό με κουβϊ απ’ το τετρϊγωνο ϊνοιγμα τησ οροφόσ τησ δεξαμενόσ και χρηςιμοποιοϑνταν για ϐλεσ τισ ϊλλεσ καθημερινϋσ ανϊγκεσ του κονακιοϑ. Πϐςιμο νερϐ ϋφερναν ςτο κονϊκι οι υπηρϋτεσ απ’ του Παπϊ τη βρϑςη. Επύςησ, το κονϊκι διϋθετε κι ϋνα εύδοσ υπονϐμων. Ϋταν καταςκευαςμϋνοι απϐ πόλινουσ ςωλόνεσ, οι οπούοι, ξεκινώντασ απ’ το πύςω μϋροσ του κονακιοϑ, κατϋληγαν ςτο χαμόλωμα τησ πλαγιϊσ που βρύςκεται ανατολικϊ του κτιρύου. ΢το βϊθοσ τησ πλαγιϊσ, τα χρϐνια εκεύνα υπόρχε ημιδαςωμϋνη ξερορεματιϊ. Σον καιρϐ τησ ακμόσ του, το κονϊκι όταν περιζωμϋνο απϐ πολλϊ δευτερεϑοντα οικοδομόματα, ϐπωσ ςταϑλουσ, αχυρώνεσ, αποθόκεσ κι ϊλλα βοηθητικϊ κτύρια. ΢όμερα δεν υπϊρχει κανϋνα απ’ αυτϊ. Όλα κατεδαφύςτηκαν κι εξαφανύςτηκαν. Επιπλϋον, ϋνα μϋροσ του τερϊςτιου οικοπϋδου πουλόθηκε κατϊ καιροϑσ απ’ τουσ καινοϑριοσ ιδιοκτότεσ (αδελφοϑσ Πανταζό) ςε ϊλλουσ Κιτριώτεσ. Ϊτςι, αγϐραςαν τμόματα γησ του κονακιοϑ οι Αντώνησ Παπακώςτασ,

163


Θανϊςησ Πύττησ και Νύκοσ Αγγελύδησ. Σο οικϐπεδο που απϐμεινε ςόμερα ςτο κονϊκι ανϋρχεται μϐνο ςε 8 ςτρϋμματα. Μϐλισ τελεύωςαν οι καταςκευαςτικϋσ εργαςύεσ, ο Μπύτζιοσ μεταφϋρθηκε ςτο νϋο κονϊκι του. Δεν πρϐλαβε, ϐμωσ, να το χαρεύ για πολϑ. Σο 1915 πϋθανε ξαφνικϊ3. Σον βρόκαν πεθαμϋνο ςτο κρεβϊτι του ςτο μπροςτινϐ δυτικϐ δωμϊτιο του πϊνω πατώματοσ. Λϋνε πωσ ϋςκαςε απ’ τη ςτενοχώρια του για κϊποια καταςτροφό του ϋπαθε. ΢υνόθωσ, κϊθε χρϐνο μετϊ το θεριςμϐ, οι κολύγοι και οι εργϊτεσ του κονακιοϑ κουβαλοϑςαν τα δεμϊτια ςτα αλώνια του τςιφλικιοϑ κι εκεύ, ϊλλα τ’ αλώνιζαν αμϋςωσ κι ϊλλα τα ςτύβαζαν λύγα-λύγα προςεχτικϊ και με τϋτοιο τρϐπο, ώςτε να προςτατεϑονται τα ςτϊχια τουσ απ’ τη βροχό, ώςπου νϊ ‘ρθει η ώρα να αλωνιςτοϑν κι εκεύνα. Εκεύνη τη χρονιϊ, την περύοδο του θεριςμοϑ επιςκϋφτηκαν το κονϊκι δυο-τρεισ ϊγνωςτοι για τουσ κατούκουσ και ςυνϋςτηςαν ςτο Μπύτζιο, να μη μεταφϋρει τα δεμϊτια ςτα αλώνια του χωριοϑ αλλϊ ςε ϊλλεσ περιοχϋσ κι εκεύ να αλωνιςτοϑν απϐ αλωνιςτικό μηχανό, ϊγνωςτη ωσ τϐτε ςτον τϐπο. Επειδό τα περιςςϐτερα και τα καλϑτερα χωρϊφια του όταν προσ το μϋροσ του ςημερινοϑ ςιδηροδρομικοϑ ςταθμοϑ, θεϐρατεσ θημωνιϋσ ϋγιναν ς’ ϋνα χωρϊφι κοντϊ ςτα κονϊκια τησ Αλυκόσ. Οι αςταμϊτητεσ, ϐμωσ, βροχϋσ εκεύνησ τησ χρονιϊσ καθυςτϋρηςαν τον αλωνιςμϐ και, επειδό και ο ϐγκοσ των θημωνιών δεν επϋτρεπε τον εϑκολο αλωνιςμϐ των δεματιών, η υγραςύα, που ϊφθονη διαπϋραςε τισ θημωνιϋσ και η ζϋςτη που αναπτϑχθηκε μϋςα ς’ αυτϋσ, ςυντϋλεςαν, ώςτε ο καρπϐσ των δεματιών να ξεφυτρώςει και οι τερϊςτιεσ θημωνιϋσ να καταπραςινύςουν. Ϊτςι, καταςτρϊφηκε ολϐκληρη η ςοδειϊ, γεγονϐσ που, ϐπωσ λϋνε, καταςτενοχώρηςε το Μπύτζιο και τον οδόγηςε ςτο θϊνατο. Πολλού παπϊδεσ και ο δεςπϐτησ τησ Κατερύνησ παρϋςτηςαν ςτην κηδεύα του, την οπούα παρακολοϑθηςε κι ϐλο το χωριϐ. Απϐ νωρύτερα εύχε εκδηλώςει την επιθυμύα ο Μπύτζιοσ, ϐταν πεθϊνει, να τον θϊψουν κϊτω απ’ τα δϋντρα που βρύςκονται απϋναντι απ’ το Κύτροσ, ψηλϊ ςτο λϐφο τησ ΢εβαςτόσ. ΢τη Υοϑντα. Ϋθελε απϐ κει πϊνω, ϐπωσ ϋλεγε, να αγναντεϑει το τςιφλύκι του. Δεν τον ϋθαψαν, ϐμωσ, εκεύ. Σον ϋθαψαν ςε καγκελϐφραχτο μνόμα, με μαρμϊρινη βϊςη και πλϊκα, δύπλα ςτην εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου ςτο Κύτροσ, κοντϊ ςτο καμπαναριϐ και κϊτω απϐ μια τερϊςτια ελιϊ, τησ οπούασ η ζωό μετριοϑνταν ςε αιώνεσ. Πριν λύγα χρϐνια, ϐταν ανακαινύςτηκε η εκκληςύα του Αγύου Κωνςταντύνου και ξαναχτύςτηκε μεγαλϑτερη και πιο ευρϑχωρη, η ελιϊ κϐπηκε και το μνόμα του Μπύτζιου ιςοπεδώθηκε κι αποτϋλεςε τμόμα τησ διπλανόσ αυλόσ τησ εκκληςύασ. Σα οςτϊ του τα εύχε μεταφϋρει νωρύτερα ο γιοσ του Γιαννϊκησ ςτην Αθόνα, ϐπου και διϋμενε. Με την επϋκταςη τησ εκκληςύασ ιςοπεδώθηκαν κι εξαφανύςτηκαν και οριςμϋνοι τϊφοι παπϊδων, που ωσ τελευταύα βρύςκονταν ςτο πύςω μϋροσ του Αγύου Βόματοσ του ναοϑ. 3

. Παρθϋνιου Βαρδϊκα ςελ. 60.

164


Μετϊ το θϊνατο του Νικολϊκη, το μεγϊλο αγρϐκτημα ϋμεινε ςτο γιο του Γιαννϊκη. ΢τισ μϋρεσ του Γιαννϊκη, το τςιφλύκι παρόκμαςε, διαμελύςτηκε και χϊθηκε. Μαζύ του ϋςβηςε και το ϐνομα του Μπύτζιου. Σην εποχό του Μακεδονικοϑ αγώνα μϋχρι και το 1912, ο ρϐλοσ του κονακιοϑ αλλϊζει. Σο κονϊκι γύνεται ςταθμϐσ προώθηςησ των αποςτελλϐμενων απ’ την Ελλϊδα ϐπλων για τουσ αντϊρτεσ των Πιερύων. Σα ϐπλα που ϋφταναν με καϏκια μϋχρι τισ ακτϋσ του Μακρϑγιαλου ό τησ Βρωμερόσ (Καλλιθϋασ), -γιατύ το λιμϊνι του Κύτρουσ επιτηροϑνταν ςχεδϐν πϊντοτε ϊγρυπνα απ’ τουσ Σοϑρκουσμεταφϋρονταν ςτα υπϐγεια του κονακιοϑ κι απϐ κει, με αγωγιϊτεσ (κερατζόδεσ) απ’ τον Κολινδρϐ και τα ϊλλα χωριϊ, προωθοϑνταν με μουλϊρια ςτα αντϊρτικα ςώματα του ΢αρμύνου, του Ματαπϊ, του Π. Μελϊ κι ϊλλων οπλαρχηγών που βρύςκονταν ςτα ορεινϊ χωριϊ των Πιερύων ό ςτουσ βϊλτουσ του Αλιϊκμoνα. Μϊλιςτα, λϋνε πωσ και τα υπϐγεια του ςπιτιοϑ του Μπύτζιου ςτη Θεςςαλονύκη τα εύχαν μετατρϋψει ςε αποθόκεσ ϐπλων, τα οπούα με διϊφορουσ τρϐπουσ προωθοϑνταν ςτουσ μακεδονομϊχουσ. Σα βρϊδια τησ 10ησ ωσ και τησ 15ησ Οκτωβρύου 1912, καθώσ ο ελευθερωτόσ ελληνικϐσ ςτρατϐσ κατϋβαινε απ’ τισ πλαγιϋσ των Πιερύων και πληςύαζε ςτην Κατερύνη, πολλού κϊτοικοι του χωριοϑ εύχαν ςυγκεντρωθεύ μϋςα ςτο κονϊκι, για να προφυλαχτοϑν καλϑτερα απ’ τουσ υποχωροϑντεσ Σοϑρκουσ. Οριςμϋνοι ϋμεναν ςτα ςπύτια τουσ και νωρύσ-νωρύσ αμπαρώνονταν ς’ αυτϊ, κρυβϐμενοι ϐςο μποροϑςαν αςφαλϋςτερα. Οι τοϑρκικεσ οικογϋνειεσ τησ περιοχόσ τησ Κατερύνησ, με ϐςα πρϊγματϊ τουσ μποροϑςαν να μεταφϋρουν φορτωμϋνα ςτα κϊρα τουσ, ςτα ϊλογα ό ςτισ πλϊτεσ τουσ, περνοϑςαν αςταμϊτητα τισ νϑχτεσ απ’ τουσ δρϐμουσ του χωριοϑ και, βιαςτικού και τρομοκρατημϋνοι, ϋφευγαν προσ τη Θεςςαλονύκη. Πολλού απ’ αυτοϑσ που εύχαν γνωςτοϑσ και φύλουσ ςτο Κύτροσ, με τουσ οπούουσ ςυνδϋονταν μια ζωό, καθώσ περνοϑςαν μπροςτϊ απ’ τα ςπύτια τουσ, τουσ φώναζαν με τα ονϐματϊ τουσ να βγουν ϋξω, να φιληθοϑν και να αποχαιρετιςτοϑν, γιατύ μϊλλον δε θα ξανϊβλεπε ποτϋ ο ϋνασ τον ϊλλο. Κανϋνασ, ϐμωσ, δεν ϋβγαινε απ’ τουσ κρυψώνεσ τουσ κι οϑτε ϋδινε ςημεύα ζωόσ. Μπροςτϊ απ’ το κονϊκι, ςτην πλαγιϊ προσ το μϋροσ τησ θϊλαςςασ, όταν το μεγϊλο αμπϋλι του Μπύτζιου (εικοςιπϋντε ςτρϋμματα περύπου) και ςτην ψηλϐτερη ϊκρη του αμπελιοϑ, ςτην κορυφό του λϐφου, κοντϊ ςτο ςημερινϐ 1ο Δημοτικϐ ΢χολεύο, υπόρχε ϋνασ μεγϊλοσ πϋτρινοσ ανεμϐμυλοσ. Μαζύ με το κονϊκι αποτελοϑςαν το δυαδικϐ ‘’ςόμα καταταθϋν’’ τησ περιοχόσ. Σον ανεμϐμυλο αυτϐ, τισ μϋρεσ τησ ακμόσ του τςιφλικιοϑ, τον χρηςιμοποιοϑςαν για να αλϋθουν, ωσ επύ το πλεύςτο, τουσ γιαρμϊδεσ των ζώων (τροφϋσ απϐ γεωργικϊ προώϐντα). Σελευταύα, την εποχό του 1930 κι ϑςτερα, εύχε αχρηςτευθεύ ςα μϑλοσ. Οι ανεμοφτερωτϋσ του εύχαν τςακιςτεύ και γκρεμιςτεύ και οι βαριϋσ μυλϐπετρεσ εύχαν ακινητοποιηθεύ οριςτικϊ. Σο τερϊςτιο ςαν κϊςτρο κυλινδρικϐ κτύριϐ του το χρηςιμοποιοϑςαν για αποθόκη του αμπελιοϑ. Αντύ για αλευρωμϋνα αμπϊρια και ςακιϊ, ο ανεμϐμυλοσ τώρα όταν γεμϊτοσ με κραςοβϊρελα και κοφύνια που μϑριζαν τςύπουρα.

165


Ολϐκληρο το αμπϋλι, μαζύ με τον ανεμϐμυλο, ο Γιαννϊκησ Νπύτζιοσ το δώριςε ςτον πιςτϐ του αγροφϑλακα Σαξιϊρχη Παπανικολϊου. Λϋγεται πωσ ο Παπανικολϊου πολλϋσ φορϋσ, ϐταν ο Γιαννϊκησ διϋτρεχε ό νϐμιζε πωσ διϋτρεχε κύνδυνο απ’ τη ςυμμορύα του Γιαγκοϑλα και του Μπαμπϊνη, τον φϑλαγε, τον φυγϊδευε ό τον ϋκρυβε κατϊλληλα. Ο νϋοσ ιδιοκτότησ του μεγϊλου αμπελιοϑ κατεδϊφιςε τον ιςτορικϐ και ενδιαφϋροντα ανεμϐμυλο μϋςα ςτη δεκαετύα του ‘60. Δύπλα ςτον ανεμϐμυλο, ςτην ϊκρη του δρϐμου, υπόρχε και πρϋπει να υπϊρχει ακϐμα πϋτρινο ορϐςημο, ςε ςχόμα λεπτόσ τετρϊγωνησ πϋτρινησ ςτόλησ, χωμϋνο εξ ολοκλόρου ςχεδϐν ςτο ϋδαφοσ, ςταθερϐ ξεκύνημα για τοπογραφικϋσ καταμετρόςεισ. Μετϊ την απελευθϋρωςη ο Γιαννϊκησ Μπύτζιοσ, εγκαταςτημϋνοσ ςτη Θεςςαλονύκη, ςπϊνια επιςκϋπτονταν το Κύτροσ. Σο κονϊκι ϋμενε ακατούκητο και το αγρϐκτημα αφϋθηκε ςτην επύβλεψη του διαχειριςτό Ευϊγγελου Πανταζό και του αδερφοϑ του Βαςύλη. Λύγο πριν τη μικραςιατικό καταςτροφό και την ϊφιξη των προςφϑγων, ο Γιαννϊκησ Μπύτζιοσ ϊρχιςε να πουλϊει με βιαςϑνη τα κτόματα του τςιφλικιοϑ του. Πολλού κολύγοι του Κύτρουσ αγϐραςαν χωρϊφια. Ωλλοσ λύγα κι ϊλλοσ πολλϊ. Ϊνα μεγϊλο μϋροσ του τςιφλικιοϑ απαλλοτριώθηκε απ’ το κρϊτοσ για την αγκατϊςταςη των προςφϑγων που όρθαν ςτα μϋρη αυτϊ απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα, τον Πϐντο κ.λ.π.. Ϊτςι, το ονομαςτϐ τςιφλύκι του Μπύτζιου διαμελύςτηκε και το κονϊκι αγορϊςτηκε απ’ τουσ αδελφοϑσ Ευϊγγελο και Βαςύλειο Πανταζό, μαζύ με ϐλο το οικϐπεδϐ του. Σο ϊλλο κομμϊτι του τςιφλικιοϑ τησ περιοχόσ Αγιϊννη, ϑςτερ’ απ’ το θϊνατο του Λεωνύδα Μπύτζιου περιόλθε ςτη δικαιοδοςύα τησ Υώτωσ και του ανεψιοϑ τησ Μικϋ, γιου τησ Ελϋνησ. Σα τελευταύα χρϐνια, ϐ,τι εύχε απομεύνει απ’ το τςιφλύκι αυτϐ όταν γνωςτϐ ςαν το κτόμα τησ Υώτωσ. Σα πρώτα χρϐνια τησ δεκαετύασ του 1930, τα κϊτω δωμϊτια του κονακιοϑ του Κύτρουσ τα χρηςιμοποιοϑςαν οι νϋοι ιδιοκτότεσ του ςαν αποθόκεσ ςιτηρών. Σο 1934, ϐμωσ, η οικογϋνεια του Βαςύλη Πανταζό το ϋκανε κατοικύα τησ και το κατούκηςε ωσ το 1959, οπϐτε μετούκηςε ςτη Θεςςαλονύκη. Με την κατϊρρευςη τησ Ελλϊδασ το 1941, οι προελαϑνοντεσ προσ νϐτο Γερμανού το επύταξαν για ϋνα μικρϐ χρονικϐ διϊςτημα, ϐςο κρϊτηςαν και οι μϊχεσ ςτον Όλυμπο και τα Σϋμπη και το ϋκαναν ςτρατηγεύο τουσ. ΢’ αυτϐ εγκαταςτϊθηκε ο Γερμανϐσ ςτρατηγϐσ με το επιτελεύο του, διοικητόσ τησ μονϊδασ που μϊχονταν ςτον Όλυμπο. Με την αποχώρηςη των Γερμανών και την κϊθοδο των ανταρτών του ΕΛΑ΢, ϋγιναν ςπαςμωδικϋσ και μεμονωμϋνεσ προςπϊθειεσ δόμευςησ ό κατεδϊφιςησ του κτιρύου. Η μϐνη ουςιώδησ προςπϊθεια που εύχε εκδηλωθεύ όταν το 1944, ϐταν ϋγινε μια πρϐταςη κατεδϊφιςόσ του και χρηςιμοπούηςησ των υλικών του για την οικοδϐμηςη του παραπλόςιου 1ου Δημοτικοϑ ΢χολεύου. Η προςπϊθεια, ϐμωσ, αυτό όταν μεμονωμϋνη και κινοϑμενη περιςςϐτερο απϐ ιδιωτικϋσ και

166


ιδιοτελεύσ πρωτοβουλύεσ, γι’ αυτϐ και δεν πϋτυχε4. Ϊτςι, το κονϊκι διαςώθηκε. Μϐνο που ϋνα διϊςτημα εκεύνησ τησ περιϐδου δεςμεϑτηκε ϋνα μϋροσ των χώρων του απ’ τισ τϐτε τοπικϋσ οργανώςεισ για την αγκατϊςταςη αναρρωτηρύου και διαφϐρων αποθηκών. Η δϋςμευςη αυτό όταν μϐνο για λύγουσ μόνεσ. Μετϊ τη ςυμφωνύα τησ Βϊρκιζασ, η κατϊςταςη εκεύνη παρόλθε και ϐλα ϋληξαν. Η οικογϋνεια του Βαςύλη Πανταζό ϋπαψε να κατοικεύ ς’ αυτϐ το 1959, ϐπωσ αναφϋρθηκε. Απϐ το 1957 ο επϊνω ϐροφοσ χρηςιμοποιόθηκε απ’ τον καθηγητό Παπαδημητρύου ςαν ημιγυμνϊςιο. Σϐτε ϋγιναν κι οριςμϋνεσ μικρομεταβολϋσ. Ανούχτηκε μια δεϑτερη πϐρτα ςτο πύςω μϋροσ και προςτϋθηκε ςτην ύδια πλευρϊ μια ςιδερϋνια ςκϊλα για την ευκολϐτερη διακύνηςη των μαθητών. Σο 1963, ϑςτερα απ’ το θϊνατο του καθηγητό Παπαδημητρύου, το ημιγυμνϊςιο ϋκλειςε και απϐ τϐτε το κονϊκι παραμϋνει εγκαταλειμμϋνο κι ϋρμαιο ςτισ διαβρωτικϋσ επιδρϊςεισ των ανϋμων και των καιρικών ςυνθηκών γενικϐτερα. ΢όμερα, ςτο χωριϐ ϋχουν την εντϑπωςη πωσ το κονϊκι ανόκει ςτουσ κληρονϐμουσ του Βαςύλη Πανταζό και πιο ςυγκεκριμϋνα ςτα δυο του παιδιϊ, το Θανϊκη και το Γιώργο, οι οπούοι και την 20η Υεβρουαρύου 1984 ϊρχιςαν την ολικό κατεδϊφιςό του. Οι κληρονϐμοι, ϐμωσ, του Ευϊγγελου Πανταζό (δηλαδό τα ξαδϋρφια τουσ), ϐλοι ό μερικού απ’ αυτοϑσ, όγειραν κληρονομικϋσ αξιώςεισ και με την παρϋμβαςό τουσ οι εργαςύεσ κατεδϊφιςησ ςταμϊτηςαν. Επιπλϋον, επενϋβηςαν και οριςμϋνεσ υπηρεςύεσ, οι οπούεσ τη δωδϋκατη ώρα το εύδαν ςαν κτύριο με κϊποια ιςτορικό αξύα κι ενδιαφϋρθηκαν για τη διϊςωςη και τη διατόρηςό του. Σελικϊ θεωρόθηκε διατηρητϋο απ’ το Τπουργεύο Πολιτιςμοϑ. ΢ϑμφωνα με πληροφορύα ενϐσ απ’ τουσ κληρονϐμουσ, το κονϊκι προςφϋρθηκε παλιϐτερα ςτην Κοινϐτητα Πϑδνασ ϋναντι ιςϐποςησ ϋκταςησ ςε κϊποια ϊλλη περιοχό του χωριοϑ αλλϊ οι τϐτε διοικοϑντεσ το χωριϐ δεν δϋχτηκαν την πρϐταςη. Οι κατεδαφιςτϋσ πρϐλαβαν και χϊλαςαν μϐνο τη ςκεπό. Σώρα, το μεγαλϐπρεπο ϊλλοτε κονϊκι παραμϋνει ξϋςκεπο, χωρύσ παρϊθυρα και πϐρτεσ, διϊτρητο και γυμνϐ, χωρύσ αξιοπρϋπεια και επιβλητικϐτητα και χϊςκει ςαν κουφϊρι μϋςα ςτη βροχό και ςτο κρϑο. ΢τϋκεται βουβϐ ςτη μοναξιϊ του πϊνω ςτο λϐφο με αγριϐχορτα φυτρωμϋνα ςτα παρϊθυρα και ςτισ κορφϋσ των ξϋςκεπων ντουβαριών του και δϋρνεται απ’ τουσ απϐηχουσ του παρελθϐντοσ, που αντηχοϑν ηχηρού και μανιαςμϋνοι ςτα ςωθικϊ του κι αντιβουύζουν παρϊξενα ςτα ορθϊνοιχτα και κρϑα δωμϊτιϊ του. Σο κονϊκι παρατημϋνο, γυμνϐ και ολομϐναχο, κουρελιαςμϋνο απ’ το χρϐνο και την εγκατϊλειψη, αναμετρϊ τισ τελευταύεσ του ώρεσ. Βουβϐ ςυλλογύζεται τισ παλιϋσ του καλϋσ μϋρεσ και θυμϊται, ποιοσ ξϋρει με τι πϐνο, τισ ξεχαςμϋνεσ του τιμϋσ και τισ ξεπεραςμϋνεσ του δϐξεσ.

4

. Δεσ Κεφ. 23. «Οι Γερμανού Υεϑγουν …» και Κεφ. 27 «Σο ΢χολεύο του Κύτρουσ».

167


(Μετϊ το θϊνατο του ςυγγραφϋα Αλϋκου Αγγελύδη, κϊποιοσ αγϐραςε το κονϊκι ςτην κατϊςταςη που όταν και, διαθϋτοντασ πϊρα πολλϊ χρόματα, ϐπωσ ϋμαθα, το μετϋτρεψε ς’ ϋνα περύφημο οικοδϐμημα. Απϐ τη ςϑζυγϐ του, Δόμητρα Αγγελύδου).

168


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΑΚΟ΢ΣΟ ΣΡΙΣΟ Σο Λιμάνι τησ Πύδνασ Η Πϑδνα εύχε αποκτόςει κατϊ καιροϑσ ξεχωριςτό δϑναμη και ιδιαύτερα την εποχό του Υιλύππου του Β’ εύχε τονιςτεύ πολλϋσ φορϋσ απ’ το Δημοςθϋνη, το μεγϊλο ρότορα των αιώνων, η ζωτικϐτητϊ τησ και η μεγϊλη ςημαςύα τησ, ς’ ϐτι αφοροϑςε την ιςορροπύα των δυνϊμεων ςτον τϐτε Ελλαδικϐ και ςτο Μεςογειακϐ γενικϐτερα χώρο. Κι ϐλη αυτό η διϊκριςη και η ςπουδαιϐτητα τησ Πϑδνασ οφεύλονταν ςτον πλοϑτο τησ, ςτη γεωγραφικό τησ θϋςη και περιςςϐτερο ςτο ζωτικόσ ςημαςύασ λιμϊνι τησ. Για τον πλοϑτο τησ ενδοχώρασ, ο οπούοσ όταν και τϐτε ποικύλοσ και ϊφθονοσ και κυρύωσ για τη θϋςη και τη ςπουδαιϐτητα του λιμανιοϑ τησ, όρθαν ςε ρόξη πολλϋσ φορϋσ οι ‘’μεγϊλεσ δυνϊμεισ’’, οι οπούεσ διεκδικοϑςαν τη μονοπώληςη τησ ιςχϑοσ ό την οικονομικό κι εμπορικό επικρϊτηςη ςτο νευραλγικϐ Αιγαύο και ςτη Μεςϐγειο. Πραγματικϊ, το λιμϊνι τησ Πϑδνασ όταν ο κυριϐτεροσ ναυτικϐσ ςταθμϐσ και ο ςυνδετικϐσ κρύκοσ ανϊμεςα ςτη Νϐτια Ελλϊδα και ςτα λιμϊνια τησ Μ. Αςύασ και του Εϑξεινου Πϐντου. Εδώ, οι θαλαςςοπϐροι τησ Αθόνασ και των ϊλλων ναυτικών πϐλεων, που ταξύδευαν ςτο Βϐρειο Αιγαύο, ϋβριςκαν καταφϑγιο και ξεκοϑραςη. Εδώ πϊλι, ανεφοδιϊζονταν ό επιςκεϑαζαν τα πλούα τουσ οι θαλαςςινού των θρακικών ακτών, των λιμανιών του Βυζαντύου και των πιο πϋρα ακϐμα περιοχών τησ Μαϑρησ Θϊλαςςασ, που αρμϋνιζαν προσ τισ παραλύεσ και τα ναυτικϊ κϋντρα τησ Νϐτιασ Ελλϊδασ. Η Πϑδνα, λοιπϐν, με το ςπουδαύο λιμϊνι τησ και τη γενικϐτερα προνομιοϑχα θϋςη τησ, πολλϋσ φορϋσ όρθε ςε ρόξη με ϊρχοντεσ και βαςιλιϊδεσ των γϑρω περιοχών και πολλϋσ φορϋσ δοκύμαςε το ςύδερο τησ καταςτροφόσ και τη φωτιϊ τησ ερόμωςησ. Ο βαςιλιϊσ τησ Μακεδονύασ Αλϋξανδροσ ο Αοσ (492-450), διϊδοχοσ του Αμϑντα του Αου , ο οπούοσ όταν ςϑμμαχοσ των Περςών, παρ’ ϐτι υποχρεώθηκε το 480 π.Φ. απ’ τον Ξϋρξη, να ςυνεκςτρατεϑςει μαζύ του κατϊ των Ελλόνων, βοόθηςε μυςτικϊ τουσ Ϊλληνεσ και ςυνϋβαλε κι αυτϐσ με τον τρϐπο του ςτισ νύκεσ τουσ κατϊ των Αςιατών1. Σαυτϐχρονα, εκμεταλλευϐμενοσ τη ςυμπαρϊταξό του με τουσ Πϋρςεσ, επϋκτεινε τα ςϑνορα τησ επικρϊτειϊσ του και μϋχρι το ΢τρυμϐνα και ϋγινε κϑριοσ και τησ αςημοφϐρασ περιοχόσ των Κρουςύων, πρϊγμα που ανϑψωςε πϊρα πολϑ τα οικονομικϊ του κρϊτουσ του.

1.

Δεσ Κεφ. 2 παρϐντοσ βιβλύου.

169


Επωφελόθηκε μϊλιςτα τησ ευκαιρύασ ο Αλϋξανδροσ και κυρύεψε και την ελληνικό αποικύα τησ Πϑδνασ.. Υαύνεται πωσ περςικϊ πλούα απϋκλειςαν την Πϑδνα απ’ τη θϊλαςςα κι ϋκαναν ϋτςι το ϋργο του Αλϋξανδρου ευκολϐτερο. Ύςτερ’ απ’ αυτϐ, το λιμϊνι τησ Πϑδνασ ϋγινε ςταθμϐσ ανεφοδιαςμοϑ των ςτρατιών του Ξϋρξη, που κατϋβαιναν προσ τισ Θερμοπϑλεσ και τη ΢αλαμύνα. Ο Θουκυδύδησ μασ πληροφορεύ και ο Πλοϑταρχοσ επιβεβαιώνει πωσ, ϐταν το 471 π.Φ. ο Θεμιςτοκλόσ κατηγορόθηκε για προδοςύα και ςυνεργαςύα με το ΢παρτιϊτη Παυςανύα και τουσ Πϋρςεσ και εξορύςτηκε απ’ την Αθόνα, ϑςτερ’ απϐ περιπϋτειϋσ του ςτην Κϋρκυρα και ςτη χώρα του βαςιλιϊ Ωδμητου των Μολοςςών τησ Ηπεύρου, κατόλθε προσ ‘’την ϊλλη θϊλαςςα’’, ςτισ ακτϋσ του Αιγαύου κι ϋφταςε ςτην Πϑδνα2. Απϐ κει και χωρύσ να πει ςε κανϋνα ποιοσ εύναι, ϋφυγε με εμπορικϐ πλούο απ’ το λιμϊνι τησ και παραπλϋοντασ τισ ακτϋσ τησ Νϊξου, για να αποφϑγει τυχϐν αναγνώριςό του, ϋφταςε ςτην Κϑμη, πϐλη ελληνικό τησ Αιολύδασ, ςτα παρϊλια τησ Μ. Αςύασ. Απ’ την Κϑμη ϋφυγε πϊλι ς’ ϊλλη αιολικό παραλιακό πϐλη, τισ Αιγϋσ και μϋςω του πλοϑςιου και ιςχυροϑ Νικογϋνουσ, ο οπούοσ εύχε διαςυνδϋςεισ με επιφανεύσ Πϋρςεσ, φυγαδεϑτηκε ςτον Πϋρςη βαςιλιϊ3. Η περιπϋτεια αυτό του Θεμιςτοκλό δεύχνει καθαρϊ την εμβϋλεια του λιμανιοϑ τησ Πϑδνασ και την ακτύνα επύδραςόσ του ςτο Αιγαύο εκεύνο τον καιρϐ. Σο 432, ο βαςιλιϊσ τησ Μακεδονύασ Περδύκασ, ο οπούοσ όταν πολϋμιοσ του αδερφοϑ του Υιλύππου, ϋγινε ξαφνικϊ εχθρϐσ των Αθηναύων, ενώ όταν ςϑμμαχϐσ τουσ, με τη δικαιολογύα ϐτι οι Αθηναύοι πληςύαςαν το Υύλιππο και μϊλιςτα ςυμμϊχηςαν μαζύ του. Σϐτε, οι ωσ τώρα φύλοι και ςϑμμαχοι Αθηναύοι, πολιϐρκηςαν την Πϑδνα, ςτϋλνοντασ τον Αρχϋςτρατο με 30 πλούα και χύλιουσ οπλύτεσ4. ΢ϑντομα περιϋςφιξαν την πολιορκύα περιςςϐτερο, ενιςχϑοντασ τη δϑναμη αυτό μ’ ϊλλα 40 πλούα και δυο χιλιϊδεσ οπλύτεσ με τον Κϊλλιο, χωρύσ ϐμωσ να πετϑχουν κανϋνα αποτϋλεςμα. Η Πϑδνα, την εποχό του Περδύκα (448-413) και του Αρχϋλαου (413-399) και για πολϑ ακϐμα καιρϐ αργϐτερα, αποτελοϑςε το αξιολογϐτερο λιμϊνι του Μακεδονικοϑ κρϊτουσ. Απ’ το λιμϊνι αυτϐ εξϊγονταν προσ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ και περιςςϐτερο προσ την Αθόνα, πολλϊ και διϊφορα προώϐντα, ιδύωσ δαςικϊ, γεωργικϊ και μεταλλεϑματα. Οι Αθηναύοι προμηθεϑονταν απ’ την Πϑδνα την πιο κατϊλληλη ναυπηγόςιμη και οικοδομόςιμη ξυλεύα, που φϑονταν ϊφθονη ςτα βουνϊ τησ Πιερύασ. Λϋγεται, πωσ οι περύφημεσ αθηναώκϋσ τριόρεισ, που καταναυμϊχιςαν και κατϋςτρεψαν τον περςικϐ ςτϐλο ςτη ΢αλαμύνα, όταν καταςκευαςμϋνεσ απϐ πιερικό ξυλεύα, η οπούα εύχε μεταφερθεύ ςτην Αθόνα απ’ το λιμϊνι τησ Πϑδνασ. . Πλοϑταρχου: «Παρϊλληλοι Βύοι» Θεμιυτοκλ. XXV 31. . Πλοϑταρχου: «Παρϊλληλοι Βύοι» Θεμιςτοκλ. XXV 1. 4 . Δεσ Κεφ. 2. 2 3

170


Όπωσ μασ πληροφορεύ ο ρότορασ Ανδοκύδησ5, ο Αρχϋλαοσ, κατϊ τη διϊρκεια του Πελοποννηςιακοϑ πολϋμου (431-404), παρϊ τη φαινομενικϊ ουδϋτερη πολιτικό του, διϋκειτο περιςςϐτερο φιλικϊ προσ τουσ Αθηναύουσ. Μϊλιςτα, δϋχτηκε και περιποιόθηκε τον αθηναώκϐ ςτϐλο ςτο λιμϊνι τησ Πϑδνασ και εφοδύαςε την αθηναώκό ςτρατιϊ τησ ΢ϊμου με κουπιϊ, ναυπηγόςιμη ξυλεύα και ϊλλα εφϐδια. Ϊτςι, ϐταν οι Πυδναύοι επαναςτϊτηςαν κατϊ του Αρχϋλαου το 411, οι Αθηναύοι ϋςτειλαν ςτο λιμϊνι τησ Πϑδνασ το Θηραμϋνη με 30 πλούα και το Θραςϑβουλο με 20, να βοηθόςουν τον Αρχϋλαο6. Ο Αρχϋλαοσ παρ’ ϐτι κυρύεψε την Πϑδνα κι ϋδιωξε τουσ κατούκουσ τησ απ’ αυτό, ςϑντομα ενδιαφϋρθηκε για την αναζωογϐνηςη και πϊλι του ςπουδαύου και ζωτικοϑ τϐτε λιμανιοϑ τησ, που όταν και το ςημαντικϐτερο ςτη Μακεδονύα. Σην εποχό του Περδύκα του 3ου (365-359), γιου του Αμϑντα του 3ου, οι Αθηναύοι με τον Σιμϐθεο7 κυρύεψαν την Πϑδνα και τη Μεθώνη κι ϋτςι, κατϋχοντασ το αξιϐλογο λιμϊνι τησ περιοχόσ, ιςχυροπούηςαν την παρουςύα τουσ ςτα δυτικϊ παρϊλια του Αιγαύου. Σην Πϑδνα πολιϐρκηςε και τελικϊ ξαναπόρε πύςω ο αδερφϐσ του Περδύκα Υύλιπποσ ο Βοσ το 3568. ΢τη ςυνϋχεια, ο Υύλιπποσ κυρύεψε τη Μεθώνη το 354, ςτη μϊχη τησ οπούασ ϋχαςε και το ϋνα του μϊτι. Αργϐτερα, το 348, με ορμητόριο το λιμϊνι τησ Πϑδνασ, ςτρϊφηκε προσ την Ποτύδαια και την Όλυνθο. Σο λιμϊνι τησ Πϑδνασ όταν τϐςο ςπουδαύο, που ο Υύλιπποσ ο Βοσ ϋλεγε πωσ δε θα του όταν δυνατϐ να ενοποιόςει και να ιςχυροποιόςει το Μακεδονικϐ κρϊτοσ, αν δεν γινϐταν απϐλυτοσ κϑριοσ των παραλιακών πϐλεων και ιδύωσ του λιμανιοϑ τησ Πϑδνασ. Γι’ αυτϐ και το 358 π.Φ. προχώρηςε ςε μυςτικϋσ ςυμφωνύεσ με τουσ Αθηναύουσ πρεςβευτϋσ Αντιφώντα και Φαρύδημο, οι οπούεσ απϋβλεπαν ςτο να παραχωρόςει αυτϐσ μεν ςτουσ Αθηναύουσ την Αμφύπολη τησ Φαλκιδικόσ, εκεύνοι δε ς’ αυτϐν την Πϑδνα. Η ςυμφωνύα αυτό κρατόθηκε μυςτικό μϋχρι που ο Υύλιπποσ ϋγινε κϑριοσ τησ Πϑδνασ και του ζωτικοϑ τησ για το Μακεδονικϐ κρϊτοσ λιμανιοϑ. Σο λιμϊνι τησ Πϑδνασ εύναι ςπουδαύο και ςτα χρϐνια του Μ. Αλεξϊνδρου κι εδώ ςτην Πϑδνα αποφϊςιςε, ϐπωσ εύδαμε, το ΢υνϋδριο των ελληνικών πϐλεων να ςτηθεύ η μαρμϊρινη ςτόλη με τουσ ϐρουσ και τισ ςυμφωνύεσ τησ ελληνικόσ ΢υμπολιτεύασ9. Ύςτερ’ απϐ τισ διαμϊχεσ των βαςιλιςςών Ολυμπιϊδασ, μητϋρασ του Μ. Αλεξϊνδρου και Ευρυδύκησ, ςυζϑγου του Υιλύππου του 3ου, την όττα και τον τραγικϐ θϊνατο τησ Ευρυδύκησ, η Ολυμπιϊδα διϊλεξε για αςφϊλειϊ τησ την οχυρό Πϑδνα, ϐπου και κατϋφυγε. Σην Πϑδνα πολιϐρκηςε απϐ ξηρϊ ο Κϊςςανδροσ και επιτηροϑςε αδιϊκοπα το λιμϊνι τησ, για να αποτρϋψει . Δεσ Κεφ. 2. . Δεσ Κεφ. 2. 7 . Δεσ Κεφ. 2. 8 . Δεσ Κεφ. 2. 9 . Δεσ Κεφ. 2. 5 6

171


ενδεχϐμενη ϊφιξη ενιςχϑςεων απ’ τη θϊλαςςα. Σην ϊνοιξη του 316, η κατϊςταςη μϋςα ςτην πολιορκημϋνη πϐλη όταν ανυπϐφορη, λϐγω τησ πεύνασ και των ϊλλων πολλαπλών ςτερόςεων. Σϐτε η Ολυμπιϊδα αποπειρϊθηκε να δραπετεϑςει με πλούα απ’ το λιμϊνι τησ Πϑδνασ. Δεν το κατϐρθωςε, ϐμωσ και αναγκϊςτηκε να παραδοθεύ ςτον Κϊςςανδρο και τελευταύα να θανατωθεύ10. Ο Κϊςςανδροσ, ϐταν ϋγινε κϑριοσ τησ Πϑδνασ, ξανϊδωςε πνοό και δϑναμη ςτη ναυτικό αυτό πϐλη κι απ’ το λιμϊνι τησ εφοδύαζε αργϐτερα με ϐπλα και πλούα τουσ ςυμμϊχουσ του Πτολεμαύο, ΢ϋλευκο και Λυςύμαχο ςτουσ εμφϑλιουσ πολϋμουσ που ενϋκυψαν ανϊμεςα ςτουσ διαδϐχουσ του Μ. Αλεξϊνδρου. Όταν ο Υύλιπποσ πολιϐρκηςε την Ωμβρακο τησ Αιτολύασ, ο ςτρατηγϐσ των Αιτολών ΢κϐπασ, για αντιπεριςπαςμϐ, προχώρηςε μϋςω τησ Θεςςαλύασ και μπόκε και λεηλϊτηςε την ϐμορφη και εϑφορη πεδιϊδα τησ Πιερύασ. Ειςϋβαλε ςτο Δύο, το κατϋςτρεψε κι ϋκαψε ακϐμα και τισ γϑρω απ’ το ναϐ ςτοϋσ, κατακριμνύζοντασ και ϐλουσ τουσ ανδριϊντεσ των βαςιλϋων11. Εκεύνο, ϐμωσ, που φοβϐταν περιςςϐτερο ο ΢κϐπασ ςτην εκςτρατεύα του αυτό όταν οι ναυτικϋσ δυνϊμεισ του Υιλύππου, που ςτϊθμευαν ςτο λιμϊνι τησ Πϑδνασ, γι’ αυτϐ και προςπϊθηςε να ενεργόςει με γρηγορϊδα και προφϑλαξη κατϊ του Δύου. Και την εποχό του Περςϋα, του τελευταύου Μακεδϐνα βαςιλιϊ, το λιμϊνι τησ Πϑδνασ όταν ςταθμϐσ του πολεμικοϑ ναυτικοϑ τησ χώρασ, γι’ αυτϐ και το πολεμικϐ ναυτικϐ των Ρωμαύων υπϊτων, του Υλαμινύνου, του Λικινύου, του Οςτύλου, του ΚοϏντου και αυτοϑ ακϐμα του Αιμιλύου Παϑλου δεν τολμοϑςε να ξανοιχτεύ πιο πϋρα απ’ τισ εκβολϋσ του Πηνειοϑ. Απ’ το λιμϊνι τησ Πϑδνασ εξϐρμηςε η μικρό μούρα του Μακεδονικοϑ ναυτικοϑ και επϋδραμε κατϊ του κϐλπου Ψρεοϑ, ϐπου εϑκολα κατϊφερε να κυριϋψει 5 πολεμικϊ και 20 εμπορικϊ πλούα του Λικινύου και να καταβυθύςει τα υπϐλοιπα, ϐλα κατϊφορτα με ςιτϊρι κι ϊλλα εφϐδια. Αλλϊ και ςτο λιμϊνι τησ Πϑδνασ κατϋφυγαν τα Μακεδονικϊ πλούα, ϐταν ο ρωμαώκϐσ ςτϐλοσ του ΚοϏντου, ϑςτερα απ’ τισ επιτυχύεσ του ςτρατοϑ του ςτην ξηρϊ, κατϊφερε να κυριϋψει τον ϐρμο του Ηρακλεύου (Πλαταμώνα) και να ναυλοχόςει ς’ αυτϐν. Μϊλιςτα, ϑςτερα απ’ την εύςοδο του ςτϐλου του Αιμιλύου Παϑλου ςτο λιμϊνι τησ Πϑδνασ, μετϊ την όττα του Περςϋα ςτην ξηρϊ, θεωρόθηκε απ’ τουσ Ρωμαύουσ ολοκληρωμϋνη και ςύγουρη η κατϊληψη τησ ιςχυρόσ πϐλησ12. Πολλϊ λϊφυρα τησ Πϑδνασ φορτώθηκαν ςτο λιμϊνι τησ ςε πλούα και μεταφϋρθηκαν ςτη Ρώμη, για να ςτολύςουν το θρύαμβο του κατακτητό ϑπατου Αιμύλιου Παϑλου13. Αλλϊ κι ϑςτερα απ’ την αποτυχύα τησ επανϊςταςησ του Ανδρύςκου (149148), οι 25 χϊλκινοι ανδριϊντεσ του Λυςύππου που ϊρπαξε απϐ την Πϑδνα ο Δεσ Κεφ. 2. . «Βιβλιοθόκη των Ελλόνων. Πολϑβ. Ιςτορύα Δ΄Βιβλ. 43 ςελ. 87. 12 . Δεσ Κεφ. 5. 13 . Δεσ Κεφ. 7. 10 11

172


Μϋτελλοσ, φορτώθηκαν απ’ το λιμϊνι τησ ςε ρωμαώκϊ πλούα και μεταφϋρθηκαν ςτη Ρώμη. Καθ’ ϐλη τη διϊρκεια τησ ρωμαιοκρατύασ, η Πϑδνα, που τϐτε μετονομϊςτηκε ςε Κύτροσ, με το ζωτικόσ ςημαςύασ λιμϊνι τησ, ϋπαιξε ςπουδαύο ρϐλο ςτην εμπορικό ζωό τησ ρωμαώκόσ αυτόσ επαρχύασ. Αλλϊ και κατϊ τη βυζαντινό εποχό, το λιμϊνι του Κύτρουσ δεν ϋχαςε το ενδιαφϋρον του. Κατϊ τουσ εμφϑλιουσ πολϋμουσ των Βυζαντινών και ιδύωσ την εποχό των δϑο Ανδρϐνικων (παπποϑ και εγγονοϑ) και την εποχό των δϑο Γιϊννηδων (Παλαιολϐγου και Κατακουζηνοϑ), τϐτε που οι Σοϑρκοι ϋβαλαν πϐδι ςτην Ευρώπη, οι ακτϋσ τησ Πιερύασ και ιδύωσ το λιμϊνι του Κύτρουσ, προςφϋρονταν για προςεγγύςεισ πλούων και αποβιβϊςεισ αντιμαχϐμενων ςτρατών. Σϐτε, ϑςτερα απ’ την αναγϐρευςη του Κατακουζηνοϑ ςε αυτοκρϊτορα ςτο Διδυμϐτειχο και την κϊθοδϐ του ςτη Μακεδονύα, ο μϋγασ δοϑκασ του Ιωϊννη του Ε’, ο Απϐκαυκοσ, ϋςτειλε το ςτρατηγϐ Μονομϊχο με βυζαντινϐ και περςικϐ ςτρατϐ ςτη Μακεδονύα. Ο Μονομϊχοσ κυρύεψε τη Θεςςαλονύκη και τα φροϑρια τησ Πϑδνασ και του Πλαταμώνα. Μϐλισ το ϋμαθε αυτϐ ο Κατακουζηνϐσ που βριςκϐταν ςτη Βϋροια, ζότηςε βοόθεια απ’ το φύλο του εμύρη τησ Βιθυνύασ Αμοϑρ, του οπούου ο ςτϐλοσ, αποτελοϑμενοσ απϐ 200 πλούα, όρθε και κατϋλαβε το λιμϊνι του Κλωπϊ, κοντϊ ςτη Θεςςαλονύκη. Απ’ τα 200 αυτϊ πλούα, ο Αμοϑρ διϊλεξε 50, τα καλϑτερα και τα ϋςτειλε ςτην Πϑδνα. Ο βαρβαρικϐσ ςτρατϐσ αποβιβϊςτηκε ςτο λιμϊνι14 και κυρύεψε το φροϑριο τησ Πϑδνασ και ςε λύγο και του Πλαταμώνα, τα οπούα ϋτςι πϋραςαν ςτα χϋρια του Κατακουζηνοϑ. Αργϐτερα, το 1878, με την επανϊςταςη του Λιτοχώρου, ϑςτερ’ απ’ την απαρϊδεχτη για τουσ Ϊλληνεσ ςυνθόκη του Αγύου ΢τεφϊνου, που δημιουργοϑςε μεγϊλη Βουλγαρύα, εδώ ςτο λιμϊνι του Κύτρουσ15 αποβιβϊςτηκε τουρκικϐσ ςτρατϐσ με τον Αςϊφ μπϋη απ’ τη Θεςςαλονύκη και ςτρϊφηκε εναντύον του Λιτοχώρου και του Κολινδροϑ. Σον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ, οι ακτϋσ και το λιμϊνι του Κύτρουσ φαύνεται πωσ ϋχουν μεγϊλη ςημαςύα για τουσ δυνϊςτεσ. Απϐ τα διϊφορα τουρκικϊ φιρμϊνια φαύνεται καθαρϊ η εμπορικό και ςτρατιωτικό ςημαςύα που εύχε και για τουσ Σοϑρκουσ το λιμϊνι του Κύτρουσ, απ’ το οπούο, ασ ςημειωθεύ, γύνονταν και ϐλη η διακύνηςη προσ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ του αλατιοϑ τησ αλυκόσ. Σησ γνωςτόσ κατϊ την τουρκοκρατύα Σοϑζλασ του Κύτρουσ. Λϐγω τησ ςπουδαιϐτητασ που εύχε για τουσ Σοϑρκουσ το λιμϊνι αυτϐ και τησ ϊγρυπνησ φροϑρηςόσ του απϐ μϋρουσ τουσ, οι διϊφοροι κατϊ καιροϑσ Ϊλληνεσ επαναςτϊτεσ, που προωθοϑνταν ςτο χώρο των Πιερύων και τησ Μακεδονύασ, αναγκϊζονταν να αποβιβϊζονται το πλεύςτο ςτισ πιο ερημικϋσ περιοχϋσ τησ Βρωμερϐςκαλασ και του Βαρικοϑ ό του Ελευθεροχωρύου. 14 15

Δεσ Κεφ. 13. . Δεσ Κεφ. 19.

173


Ϊτςι, το 1878, ςτην περιοχό του Βαρικοϑ προςϋγγιςαν βϊρκεσ και ξεφϐρτωςαν εφϐδια για τουσ επαναςτϊτεσ του Ολϑμπου και ςτην περιοχό τησ Λεπτοκαρυϊσ ϊραξε κι εκεύ πιϊςτηκε απ’ τουσ Σοϑρκουσ το ελληνικϐ ατμϐπλοιο ‘’Βυζϊντιο’’, φορτωμϋνο με εφϐδια για το Δουμπλιώτη και τουσ επαναςτϊτεσ του Λιτοχώρου16. Επύςησ, το πρώτο ϋνοπλο ςώμα του Θανϊςη Μπροϑφα, που εξϐπλιςε η Εθνικό Εταιρύα και το ϋςτειλε ςτη Μακεδονύα το 1896, αποβιβϊςτηκε ςτη ςκϊλα του Ελευθεροχωρύου κι απϐ κει προωθόθηκε ςτο Βϋρμιο17. Η εμπορικό δραςτηριϐτητα του λιμανιοϑ του Κύτρουσ, αν και κϊπωσ μειωμϋνη, διατηρόθηκε και μετϊ τουσ πολϋμουσ του 1912, εξυπηρετώντασ τισ ανϊγκεσ τησ αλυκόσ και ςυμβϊλλοντασ ςτη διοχϋτευςη πολλών προώϐντων τησ Πιερύασ και των γϑρω περιοχών ςτα νηςιϊ και ςε ϊλλα παραθαλϊςςια μϋρη τησ Ελλϊδασ. Λύγο πριν απ’ τον 2ο παγκϐςμιο πϐλεμο, οι ελληνικϋσ αρχϋσ, εκτιμώντασ τισ κϊθε εύδουσ υπηρεςύεσ που κατϊ καιροϑσ και ςτο απώτερο και ςτο πληςιϋςτερο παρελθϐν προςϋφερε το λιμϊνι του Κύτρουσ, αποφϊςιςαν τη διεϑρυνςη και τον εκςυγχρονιςμϐ του. Σο 1939, μεγϊλησ δυναμικϐτητασ εκςκαφϋασ (φαγϊνα) διαπλϊτυνε, διεϑρυνε και εκβϊθυνε τον προςχωμϋνο και κατακλυςμϋνο κϐλπο του, ϋκανε ϋργα προφϑλαξησ του ςτομύου του κι επύςτρωςε με τςιμεντϋνια προβλόμα τη μια πλευρϊ του. Σα ϋργα αυτϊ απϋβλεπαν ςτην αξιοπούηςη του λιμανιοϑ, το οπούο ολοκληρωμϋνο θα ςυνϋβαλε τα μϋγιςτα ςτην εξυπηρϋτηςη των ϊμεςων αναγκών του ςτρατοϑ ςτη Βϐρια Ελλϊδα. Δυςτυχώσ, η ϋκρηξη του Βου παγκοςμύου πολϋμου και η εύςοδοσ τησ Ελλϊδασ ς’ αυτϐν διϋκοψε τισ εργαςύεσ και το λιμϊνι ϋμεινε ημιτελϋσ. ΢’ ϐλο το διϊςτημα τησ κατοχόσ, τϐτε που ϐλα τα βαςικϊ ςυγκοινωνιακϊ μϋςα εύχαν δεςμευτεύ απ’ τουσ Γερμανοϑσ κατακτητϋσ, το λιμϊνι του Κύτρουσ πρϐςφερε μεγϊλεσ υπηρεςύεσ ςτα καϏκια και ςτισ βϊρκεσ που κατϋφταναν ςτην Πιερύα για να ανταλλϊξουν λϊδι, ελιϋσ, ςαποϑνι κ.λ.π. με λύγο ςιτϊρι, καλαμπϐκι ό αλϊτι. Βϋβαια, ςτον κϐλπο του κατϋφευγαν και μικρϊ γερμανικϊ περιπολικϊ ςκϊφη, πρϊγμα που εύχε και τισ κακϋσ του ςυνϋπειεσ, ϊλλα το γεγονϐσ αυτϐ δεν μειώνει καθϐλου την ουςιαςτικό αξύα του λιμανιοϑ. Η πρώτη ουςιώδησ ενϋργεια των ανταρτών των Πιερύων ςτα χρϐνια τησ κατοχόσ, που ςόμανε και την απαρχό τησ ουςιαςτικόσ δρϊςησ των κατούκων τησ περιοχόσ κατϊ των κατακτητών, όταν η ανατύναξη τησ φαγϊνασ του λιμανιοϑ, που ακϐμα βρύςκονταν αραγμϋνη ςτο βϊθοσ του κϐλπου του, απϐ ομϊδα ςαμποτϋρ του 50ου ςυντϊγματοσ του ΕΛΑ΢. Αργϐτερα, ϐταν όρθε το πλόρωμα του χρϐνου, αντϊρτικα τμόματα τησ 10 ησ μεραρχύασ των Πιερύων απ’ το λιμϊνι του Κύτρουσ και των ϊλλων παραλύων τησ περιοχόσ πϋραςαν με καϏκια προσ την Αλεξϊνδρεια και τη Φαλϊςτρα κι απϐ κει,

16

. Δεσ Κεφ. 19. Δεσ Κεφ. 23.

17 .

174


με ςυντονιςμϋνεσ προςπϊθειεσ κι ϊλλων τμημϊτων, λευτϋρωςαν απ’ τουσ Γερμανοϑσ τη Θεςςαλονύκη. ΢όμερα, που οι παραγωγικϋσ ικανϐτητεσ τησ Πιερύασ και των γϑρω ϐμορων περιοχών υπεραυξόθηκαν και οι εξαγωγικϋσ ανϊγκεσ τουσ εύναι ϊμεςεσ, η εμπορικό τουλϊχιςτο ςημαςύα του λιμανιοϑ του Κύτρουσ εύναι οφθαλμοφανόσ. Η ςυμβολό του ςτη διακύνηςη εντϐσ και εκτϐσ Ελλϊδασ των κϊθε εύδουσ προώϐντων των βορεύων διαμεριςμϊτων τησ χώρασ θα εύναι ςημαντικϐτατη, γι’ αυτϐ και εύναι επιβεβλημϋνη. Απϐ ςτοιχεύα του εμπορικοϑ επιμελητηρύου του Νομοϑ Πιερύασ προκϑπτει, ϐτι απ’ το λιμϊνι του Κύτρουσ εύναι δυνατϐ να διακινηθοϑν γεωργικϊ, δαςικϊ, κτηνοτροφικϊ και ϊλλα προώϐντα των Νομών Πιερύασ, Κοζϊνησ, Ημαθύασ, (γιατύ ϐχι και Πϋλλασ και Υλώρινασ) τϐνων και τϐνων κϊθε χρϐνο. Μϐνο η πιερικό βιομηχανύα τησ Βιοζωκϊτ παρϊγει ςόμερα 100 χιλιϊδεσ τϐνουσ ζωοτροφών, που διακινοϑνται μϋςω των λιμανιών τησ Θεςςαλονύκησ, των Μουδανιών κ.λ.π., πρϊγμα το οπούο ςτοιχύζει ακριβϐτερα ςτην εταιρύα αλλϊ και δημιουργεύ ςυνωςτιςμϐ ςτο όδη ανεπαρκϋσ λιμϊνι τησ Θεςςαλονύκησ. Σην ανϊγκη αξιοπούηςησ του λιμανιοϑ του Κύτρουσ αναγνώριςε και η ςημερινό Κυβϋρνηςη, η οπούα, επιθυμώντασ να μεταβϊλει τον παρατημϋνο ορμύςκο του Κύτρουσ ςε μια αξιϐλογη λιμενικό μονϊδα τησ περιοχόσ, ϐπωσ υπαγορεϑουν οι διακινητικϋσ ανϊγκεσ των διαφϐρων παραγωγικών μονϊδων τησ Μακεδονύασ, προχώρηςε ςτην καταςκευό απαραύτητων ϋργων διϊνοιξησ, εκβϊθυνςησ κ.λ.π., διαθϋτοντασ μϋχρι ςόμερα το ποςϐ των 15 εκατομμυρύων δραχμών περύπου. Ασ ελπύςουμε πωσ τα ϋργα αυτϊ θα ςυνεχιςτοϑν με τον προςόκοντα ζόλο, χωρύσ αναβολϋσ και διακοπϋσ, ώςτε ςϑντομα το λιμϊνι του Κύτρουσ να πϊρει το μϋγεθοσ και την ϐψη που αρμϐζει ςτη μακραύωνη ιςτορύα του και να αποβεύ η απ’ τα πρϊγματα ςόμερα επιβεβλημϋνη λϑςη των εμπορικών αναγκών ϐλων των γϑρω παραγωγικών περιοχών.

175


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΑΚΟ΢ΣΟ ΣΕΣΑΡΣΟ Οι Αλυκέσ του Κίτρουσ ΢την παραλύα του Κύτρουσ και ςτην αρχαύα θϋςη Αθερϊδα, ϐπου και το ακρωτόριο Αθερύσ, εκεύ που πιςτεϑονταν και πιςτεϑεται ϐτι υπόρχε το αρχαύο λιμϊνι τησ Πϑδνασ, υπϊρχουν ςόμερα εγκαταςτϊςεισ παραγωγόσ ϊλατοσ. Οι Αλυκϋσ. Οι Αλυκϋσ βρύςκονται 5 περύπου χιλιϐμετρα ανατολικϊ του Κύτρουσ και η ολικό τουσ ϋκταςη ανϋρχεται γϑρω ςτισ 10 χιλιϊδεσ ςτρϋμματα, απ’ τα οπούα 3725 καλϑπτει το εκμεταλλεϑςιμο ςόμερα τμόμα τουσ. Απ’ αυτϊ, τα 1440 καλϑπτει η λύμνη, η οπούα θεωρεύται ςαν πρώτοσ χώροσ προθϋρμανςησ του θαλαςςινοϑ νεροϑ. Σα ϊλλα 1545 ςτρϋμματα αποτελοϑν τουσ χώρουσ κανονικόσ προθϋρμανςησ, τισ λεγϐμενεσ ‘’θερμϊςτρεσ’’ και τα υπϐλοιπα 140 εύναι τα κυρύωσ αλατοπόγια ό τα γνωςτϊ ‘’τηγϊνια’’ Σο πϐτε ακριβώσ ιδρϑθηκαν οι αλυκϋσ του Κύτρουσ μασ εύναι ϊγνωςτο. Απ’ τα ςτοιχεύα που ϋχουμε ςόμερα ςτα χϋρια μασ, φαύνεται ϐτι ιδρϑθηκαν τα πρώτα χρϐνια τησ εμφϊνιςησ των Σοϑρκων ςτη Μακεδονύα ό και πριν απ’ την εποχό τησ τουρκοκρατύασ. Δηλαδό τον καρϐ των Βυζαντινών. Απ’ ϐςα γρϊφουν, ϐμωσ, οι αρχαύοι ςυγγραφεύσ για τα μϋτρα που πόραν οι Ρωμαύοι ςτη Μακεδονύα, ϑςτερα απ’ την κατϊληψη τησ Πϑδνασ απ’ τον Αιμύλιο Παϑλο το 160 π.Φ., ςχετικϊ με τη δϋςμευςη των βαςιλικών μονοπωλειακών επιχειρόςεων των δαςών, των μεταλλεύων και του ϊλατοσ, αφόνεται θϑρα ανοιχτό για να υποθϋςουν μερικού την ενδεχϐμενη ϑπαρξη αλυκών εδώ και ςε κεύνουσ τουσ χρϐνουσ. Πρϋπει, ϐμωσ, την εποχό τησ ϊλωςησ τησ Πϑδνασ απ’ τον Αιμύλιο Παϑλο και την υποδοϑλωςη τησ Μακεδονύασ ςτουσ Ρωμαύουσ, να μην υπόρχαν αλυκϋσ ςτην περιοχό, γιατύ οι νϐμοι που θϋςπιςε το ΢υνϋδριο τησ Αμφύπολησ το 167 ομιλοϑν για απαγϐρευςη εξαγωγόσ ξυλεύασ και ειςαγωγόσ ϊλατοσ. Αυτϐ μασ αφόνει να υποθϋςουμε χωρύσ πολλϋσ δυςκολύεσ, ϐτι μϋχρι τϐτε θα πρϋπει να γύνονταν ειςαγωγό ϊλατοσ ςτη χώρα. Εϊν υπόρχε αλϊτι ςε ςοβαρϋσ ποςϐτητεσ ςτη Μακεδονύα, δε θα υπόρχε ύςωσ λϐγοσ να θεςπιςτοϑν διατϊξεισ που να απαγορεϑουν την ειςαγωγό του, δεδομϋνου ϐτι η ύδια η ϑπαρξη του προώϐντοσ ςε αφθονύα θα απϋτρεπε την εύςοδο και ϊλλου ϊλατοσ απϐ ϊλλα μϋρη. Εϊν ϋτςι εύχαν τα πρϊγματα, θα διατυπώνονταν μϊλλον διαφορετικού κανονιςμού, οι οπούοι θα ρϑθμιζαν ϐχι την ειςαγωγό αλλϊ την εντϐσ τησ χώρασ διακύνηςό του. Δεν αποκλεύεται, να υπόρχαν αλοπόγια μικρόσ ϋκταςησ, των οπούων η περιοριςμϋνη παραγωγό να επϋβαλε την περαιτϋρω ειςαγωγό ϊλατοσ απϐ ϊλλα παραγωγικϊ μϋρη. Η εμπορύα δε του απαραύτητου αυτοϑ προώϐντοσ, να όταν τϐςο προςοδοφϐρα και το κϋρδοσ τϐςο ςημαντικϐ, ώςτε η εκμετϊλλευςό του να

176


ανόκε αποκλειςτικϊ ςτουσ βαςιλιϊδεσ τησ χώρασ, ϐπωσ και η ξυλεύα και τα μεταλλεύα. Σην αρχαιϐτερη πληροφορύα που ϋχουμε για τισ αλυκϋσ του Κύτρουσ την αντλοϑμε απ’ τα γραφϐμενα του Giovani Maria Degili Angiollelo. Ο Βενετϐσ Giovani Angiollelo ξεμπαρκϊριςε με τον αδελφϐ του Grancesco ςτον Ϊγριπο, το ΢επτϋμβριο του 1468 και πόρε μϋροσ ςτον τϐτε τουρκοβενετικϐ πϐλεμο. Δυο χρϐνια αργϐτερα, το 1470, πιϊςτηκε αιχμϊλωτοσ απ’ το ςουλτϊνο Μωϊμεν το Βο, ϐταν η Φαλκύδα ϋπεςε ςτα χϋρια των Σοϑρκων. Με μια μεγϊλη φϊλαγγα αιχμαλώτων, που κατευθϑνονταν για την Κωνςταντινοϑπολη, πϋραςε τον Πλαταμώνα και ϋφταςε ςτο Κύτροσ, ϐπου και διανυκτϋρευςε. Εδώ θα γρϊψει ο Giovani ςτο ημερολϐγιϐ του: ‘’Διανυκτερεϑςαμε ςτο Κύτροσ με τισ πολλϋσ αλυκϋσ’’, Απ’ τα λεγϐμενα του Angiollelo ςυμπεραύνουμε εϑκολα, ϐτι οι αλυκϋσ θα πρϋπει να εύχαν ιδρυθεύ χρϐνια πριν, για να εύναι το 1470 ‘’πολλϋσ’’, ώςτε ο αριθμϐσ των αλοπηγύων και η ϋκταςό τουσ να κϊνουν εντϑπωςη ςτον Ιταλϐ αιχμϊλωτο1 και να το ςημειώςει ςα χαρακτηριςτικϐ ςημϊδι και διακριτικϐ τησ περιοχόσ ςτο ημερολϐγιϐ του. Απϐ διϊφορα τουρκικϊ ϋγγραφα διαπιςτώνεται η ϑπαρξη και η λειτουργύα των αλυκών τησ ‘’Σοϑζλασ’’, ϐπωσ την αποκαλοϑςαν οι Σοϑρκοι τον 16ο αιώνα. Απ’ το φιλολογικϐ κατϊςτοιχο που προαναφϋραμε (Κεφ. 25 ςελ. 74), το οπούο ανϊγεται ςτην εποχό του ΢ουλεώμϊν του Μεγαλοπρεπό (1527-28) και που βρϋθηκε ςτα αρχεύα του Σεφτϋρ-Φανϋ τησ Πϐλησ, μαθαύνουμε τα ονϐματα των Κιτριωτών που εργϊζονταν τϐτε ςτισ αλυκϋσ του χωριοϑ. Απϐ μια καταδικαςτικό απϐφαςη του ιεροδικεύου τησ Βϋροιασ, η οπούα ανϊγεται ςτο ϋτοσ 1725 και αναφϋρεται ςε ϋνα επειςϐδιο που ϋγινε ςτο διπλανϐ χωριϐ, το Ελευθεροχώρι, με πρωταγωνιςτό κϊποιον τοϑρκο φϑλακα τησ αλυκόσ, ονομαζϐμενο Μουςταφϊ, μαθαύνουμε ϐτι οι αλυκϋσ τϐτε υπόρχαν και εργϊζονταν και διευθυντόσ τουσ όταν κϊποιοσ επύςησ Σοϑρκοσ, ονομαζϐμενοσ Φαλύλ2. Επύςησ, απϐ ϊλλο ςουλτανικϐ ϋγγραφο πληροφοροϑμαςτε, ϐτι τισ προςϐδουσ των αλυκών του Κύτρουσ, μαζύ με τισ προςϐδουσ των αλυκών του Καραμπουρνοϑ, εύχε το 1830 ο τοϑρκοσ πολυτςιφλικϊσ και μεγαλοεπιχειρηματύασ απ’ τισ ΢ϋρρεσ Γιουςοϑφ Μουχλύσ παςϊσ, γιοσ του Ιςμαόλ μπϋη των ΢ερρών, ο οπούοσ, για διϊφορουσ λϐγουσ, εύχε πϋςει ςτη δυςμϋνεια του ςουλτϊνου, γι’ αυτϐ και με το παραπϊνω ϋγγραφο διατϊζονταν ο βαλόσ Μουςταφϊ παςϊσ να καταγρϊψει την περιουςύα και τισ προςϐδουσ του Γιουςοϑφ3. . Βακαλϐπουλου Κ.: «Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ» ςελ. 115.- Μϋρτζιου: «Μνημεύα Μακεδονικόσ Ιςτορύασ» ςελ. 200-201.- Αρβανιτύδη Γ.: «Ο βιβλιϐφιλοσ» 12(1958) 3-6.- ΢ιμϐπουλου Κ.: «Ξϋνοι Σαδιδ. ςτην Ελλϊδα» τϐμ. Α’ ςελ. 163. 2 . Καραβϋργου Α.: «Σουρκικϊ Έγγραφα» ςελ. 54-55. 3 . Καραβϋργου Α.: «Σουρκικϊ Έγγραφα» ςελ. 85-86. 1

177


Σην εποχό εκεύνη και μϋχρι τισ αρχϋσ του 20ου αιώνα, η ϋκταςη των αλυκών όταν λιγϐτερη απ’ τη ςημερινό. Σα αλοπόγια ό τα ‘’τηγϊνια’’, ϐπωσ λϋγονται, όταν πολϑ μικρϐτερα απ’ τα ςημερινϊ και βρύςκονταν προσ το νϐτιο ϊκρο των ςημερινών υδϊτινων εκτϊςεων προθϋρμανςησ του θαλαςςινοϑ νεροϑ, τισ γνωςτϋσ ‘’θερμϊςτρεσ’’. Σο αλϊτι δε που παρϊγονταν τϐτε όταν λιγϐτερο και κατώτερησ ποιϐτητασ απ’ το ςημερινϐ. Σα τηγϊνια παραγωγόσ βρύςκονταν κοντϊ ςτο ςημερινϐ μηχανοςτϊςιο και το παραγϐμενο αλϊτι ςυγκεντρώνονταν δύπλα ς’ αυτϐ και προσ την πλευρϊ του Κορινοϑ. Λύγο πιο πϊνω, κοντϊ ςτη ςιδηροδρομικό γραμμό, που δεν υπόρχε τϐτε4 και απϐ το κϊτω μϋροσ τησ, υπόρχε πετρϐχτιςτο κτύριο, ϐπου ςτεγϊζονταν τα γραφεύα τησ αλυκόσ και η αςτυνομύα. Απομεινϊρια ερειπύων και ςημϊδια εκεύνου του κτιρύου υπϊρχουν ακϐμα και ςόμερα. Μετϊ την απελευθϋρωςη (1912) χτύςτηκαν και δυο ϊλλα διώροφα κτύρια, ‘’τα κονϊκια’’, ϐπωσ εύναι γνωςτϊ, που βρύςκονται ςτον ύδιο περύπου χώρο αλλϊ λύγο ψηλϐτερα και δεξιϊ τησ τρενογραμμόσ Κύτρουσ – Κατερύνησ, προσ την πλευρϊ του Κύτρουσ. Σα γραφεύα τησ αλυκόσ μεταφϋρθηκαν ς’ αυτϊ και ς’ αυτϊ ςτεγϊζονταν και οι οικογϋνειεσ των μϐνιμων υπαλλόλων και τεχνιτών τησ. ΢α διοικητόριο τησ αλυκόσ παρϋμειναν τα κονϊκια ωσ το 1957. Σϐτε, πυρκαγιϊ κατϋςτρεψε το προσ νϐτο ευριςκϐμενο κτύριο και αποτϋφρωςε και ςχεδϐν ϐλο το αρχεύο τησ αλυκόσ. Σο 1958 τα γραφεύα μεταφϋρθηκαν ςτην Κατερύνη, ϐπου και εδρεϑουν απϐ τϐτε. Σα δϑο αυτϊ κτύρια, ϐπωσ και το κτύριο του ςιδηροδρομικοϑ ςταθμοϑ, λεηλατόθηκαν απ’ τουσ κατούκουσ του Κύτρουσ και των γϑρω χωριών τον καιρϐ τησ κατοχόσ και μϊλιςτα αμϋςωσ μετϊ την εύςοδο των Γερμανών ςτην Πιερύα. Σϐτε, λϐγω τησ ειςβολόσ των Γερμανών και τησ ςϑγχυςησ του πολϋμου, οι υπϊλληλοι τα εύχαν εγκαταλεύψει και εύχαν καταφϑγει ςτισ ιδιαύτερεσ πατρύδεσ τουσ ό και ςε αςφαλϋςτερουσ κατϊ την κρύςη τουσ τϐπουσ. Ϊτςι, οι Κιτριώτεσ εξϐρμηςαν ϋνα πρωύ και με κϊρα και ζώα ϊρπαξαν ϐ,τι όταν δυνατϐ να μεταφερθεύ. Απϐ ροϑχα και ϋπιπλα, μϋχρι πϐρτεσ και παντζοϑρια παραθϑρων. Μϊλιςτα, κϊποιοσ πόρε απ’ το ςταθμϐ και τη μηχανό ϋκδοςησ ειςιτηρύων. Με το χτύςιμο των δϑο νϋων κονακύων και τη μεταφορϊ τησ διούκηςησ ς’ αυτϊ, το αρχικϐ τοϑρκικο κονϊκι, καταςτραμμϋνο και μιςοερειπωμϋνο πια, εγκαταλεύφτηκε και ς’ αυτϐ ϋβριςκαν ϊςυλο για μερικϊ χρϐνια οριςμϋνοι μικροτεχνύτεσ τησ αλυκόσ και ϊλλοι χειρώνακτεσ εργϊτεσ ό αγωγιϊτεσ, που ϋφταναν εδώ απϐ ϊλλα μακρινϐτερα χωριϊ για να εργαςτοϑν ςτισ διϊφορεσ εποχιακϋσ εργαςύεσ και ιδύωσ τον καιρϐ τησ ςυγκομιδόσ του αλατιοϑ. Σϐτε, αχολογοϑςε ϐλοσ ο γϑρω τϐποσ απ’ τα κουδοϑνια των μουλαριών των Κολινδρινών και των Βλϊχων, που ϋρχονταν ομαδικϊ με τα ζώα τουσ απ’ τον Κολινδρϐ ό τα Φϊςια και ϊλλεσ μακρινϋσ περιοχϋσ, για να εργαςτοϑν ςτην εξϐρυξη. Η παρουςύα τουσ ϊλλαζε τελεύωσ την ϐψη τησ περιοχόσ και τα μουλϊρια τουσ, που πολλϋσ φορϋσ ϋφταναν ό ξεπερνοϑςαν τα 500 και που αςταμϊτητα 4

. Έγινε το 1916 με 1917.

178


πηγαινοϋρχονταν ςτα τηγϊνια, κουβαλώντασ το αλϊτι ϋξω απ’ αυτϊ ό ϋβοςκαν ςκορπιςμϋνα ςτα γϑρω λιβϊδια, κατϋκλυζαν και αναςτϊτωναν τον τϐπο. Όλοι αυτού οι εργϊτεσ ϋβριςκαν ϊςυλο ςτο παλιϐ κονϊκι και γϑρω απ’ αυτϐ, γι’ αυτϐ και το κτύριο απϐ τϐτε εύχε μετονομαςτεύ ςε ‘’Ωςυλο’’ κι ϋτςι όταν γνωςτϐ ωσ τισ μϋρεσ μασ. Οι οικογϋνειεσ των υπαλλόλων και των μϐνιμων εργατοτεχνιτών τησ αλυκόσ, που διϋμεναν ςτα κονϊκια ό ςτισ ϊλλεσ εγραταςτϊςεισ τησ, αποτελοϑςαν παλιϐτερα ξεχωριςτϐ οικιςμϐ, ο οπούοσ, ϐμωσ, υπϊγονταν ςτην Κοινϐτητα Πϑδνησ. Μϋχρι το 1927, ο οικιςμϐσ αυτϐσ ονομϊζεται ςυνοικιςμϐσ Σοϑζλασ. Με το διϊταγμα, ϐμωσ, τησ 20.8.1927, ΥΕΚ Α179/1927 μετονομϊςτηκε ςε ςυνοικιςμϐ Αλυκόσ. ΢την απογραφό του 1920, ο ςυνοικιςμϐσ Σοϑζλασ ϋχει 4 κατούκουσ. ΢τισ δε κατοπινϋσ απογραφϋσ, ο ςυνοικιςμϐσ τησ Αλυκόσ ϋχει τουσ εξόσ κατούκουσ αντύςτοιχα: Σο 1928 32 κατούκουσ, το 1949 54 κατούκουσ και το 1951 30 κατούκουσ. Μετϊ, ςυγχωνεϑεται με την Κοινϐτητα Πϑδνησ και δεν τηροϑνται πλϋον ξεχωριςτϊ ςτοιχεύα. Σα πρώτα χρϐνια του αιώνα μασ, ςϑμφωνα με μαρτυρύα ενενηκονταετοϑσ και πλϋον γϋροντα5, οι περιςςϐτεροι χειρώνακτεσ εργϊτεσ που δοϑλευαν ςτην αλυκό όταν, ϐπωσ προαναφϋραμε, Κολινδρινού. Η ςυγκομιδό γύνονταν με ξϑλινα εργαλεύα και η μεταφορϊ απ’ τουσ χώρουσ παραγωγόσ ςτο χώρο ςυγκϋντρωςησ με ζώα και κϊρα6. Αργϐτερα, την αλυκό εξυπηρετοϑςαν ςε εργατικϊ χϋρια κυρύωσ οι Κιτριώτεσ. Οι εργαςύεσ, με την πϊροδο του χρϐνου, γύνονταν πιο ςυςτηματικϋσ και η μεταφορϊ εκτελοϑνταν με βαγονϊκια, τα οπούα κινοϑμενα πϊνω τε μετακινοϑμενεσ ςιδηρογραμμϋσ, ϋφταναν ωσ μϋςα ςτα τηγϊνια, ϐπου φορτώνονταν με τα φτυϊρια και μεταφϋρονταν ςπρωχνϐμενα απϐ δυο εργϊτεσ μϋχρι το χώρο τησ ςυγκϋντρωςησ. Σα ϋργα και οι εγκαταςτϊςεισ τησ ςημερινόσ αλυκόσ ανϊγονται ςτην πρώτη μετϊ την απελευθϋρωςη τησ Μακεδονύασ περύοδο. Ο ςχεδιαςμϐσ τησ ανατϋθηκε απ’ το ελληνικϐ Δημϐςιο το 1917 ςτον Ιςπανϐ εμπειροτϋχνη αλυκών Ιωςόφ ΢αντϐζα, ϐπωσ φαύνεται απ’ τη ςχετικό ςϑμβαςη, η οπούα κυρώθηκε με το Β.Δ. τησ 30.9.1917 (ΥΕΚ 220/9.10.1917). ΢όμερα, απ’ τισ 10 χιλιϊδεσ ςτρϋμματα που ςυγκροτοϑν την ολικό ϋκταςη τησ αλυκόσ, μϐνο τα 140, ϐπωσ εύδαμε, αποτελοϑν την κϑρια αλοπηγικό επιφϊνεια, τα λεγϐμενα τηγϊνια. Σα υπϐλοιπα αποτελοϑν τη λύμνη, τισ θερμϊςτρεσ, τον τϐπο ςυγκϋντρωςησ και ςυςςώρευςησ του αλατιοϑ, τουσ χώρουσ των διαφϐρων ϊλλων εγκαταςτϊςεων, καθώσ και νεκρϋσ εκτϊςεισ για ενδεχϐμενη επϋκταςη των εγκαταςτϊςεων. 5 6

. Σου γεροΘανϊςη Πύττη ό Καραθϊνου. (Απεβύωςε τον Αϑγουςτο του 1987). . Με γαώδουρϊκια φορτωμϋνα κοφύνια γύνεται ςόμερα η ςυγκομιδό του αλατιοϑ ςτην αλυκό τησ Λϊρνακασ τησ Κϑπρου, που βρύςκεται κοντϊ ςτο αεροδρϐμιο τησ πϐλησ.

179


Σο αλϊτι εδώ παρϊγεται απ’ την αξϊτμιςη του θαλαςςινοϑ νεροϑ, η οπούα γύνεται με την απλό ακτινοβολύα του όλιου ςτην περύοδο του καλοκαιριοϑ. Προπολεμικϊ και ιδύωσ την περύοδο γϑρω ςτο 1930, η αλυκό, με την εποχιακό εργαςύα που πρϐςφερε, όταν ϋνασ ουςιώδησ πϐροσ ζωόσ για τουσ φτωχοϑσ και ακτόμονουσ τϐτε Κιτριώτεσ. Αλλϊ και νωρύτερα, πϊρα πολλού Κιτριώτεσ προςπαθοϑςαν να ποριςτοϑν τα ‘’προσ το ζειν’’, δουλεϑοντασ ςτην αλυκό. «Όταν όμουν 12-13 ετών», μασ λϋγει ο μπαρμπαΒαγγϋλησ Δημολιϐσ, που εύναι ςόμερα 88 χρονών, «δοϑλεψα εργϊτησ ςτην αλυκό. ΢την παλιϊ αλυκό. ΢’ εκεύνη που όταν κοντϊ ςτο μηχανοςτϊςιο. Η καινοϑρια αλυκό, δηλαδό τα ςημερινϊ τηγϊνια, τϐτε γύνονταν. Κουβαλοϑςα μ’ ϋνα καροτςϊκι μϋςα ςε ντενεκϋδεσ νερϐ απϐ μια πηγό για τουσ εργϊτεσ που δοϑλευαν ϐλη τη μϋρα, βουτηγμϋνοι ςτη μαϑρη βαριϊ λϊςπη μϋςα ςτα τηγϊνια τον καιρϐ τησ εξϐρυξησ του αλατιοϑ. Οι περιςςϐτεροι τϐτε όταν Κολινδρινού κι ϋςπαζαν τα πηγμϋνα αλϊτια με κϊτι χοντρϊ ξϑλινα γρϊβαλα ςα τζουγκρϊνεσ. Δεν ξϋρω πϐςο πληρώνονταν εκεύνοι τϐτε. Εμϋνα με πλόρωναν πϋντε δραχμϋσ την ημϋρα7. Εύχα δουλϋψει εκεύνο το καλοκαύρι 20 μϋρεσ και πόρα 100 δραχμϋσ. ΢αν ϋφερα τα λεφτϊ ςτη μϊνα μου γϋμιςε απϐ χαρϊ. Ϋταν μεγϊλο πρϊγμα να ϋχει κανεύσ τϐτε εκατϐ δραχμϋσ μαζωμϋνεσ ςτα χϋρια του. Και ιδιαύτερα φτωχιϋσ οικογϋνειεσ ςαν κι εμϊσ, που όμαςταν ϋξι ςτϐματα και μασ ϋλλειπαν τα πϊντα». Με την απελευθϋρωςη του Κύτρουσ (1912) και ωσ το 1935, τισ αλυκϋσ ςυνϋχιςαν να καλλιεργοϑν εργολαβικϊ διϊφοροι ιδιώτεσ. Ο πρώτοσ γνωςτϐσ ιδιώτησ εργολϊβοσ εύναι ο Ελληνοεβραύοσ Μϐλχο απ’ τη Θεςςαλονύκη. Μετϊ, η εκμετϊλλευςη δϐθηκε ςε ϊλλεσ ιδιωτικϋσ εταιρύεσ και το 1935 την ανϋλαβε το ελληνικϐ Δημϐςιο, το οπούο την καλλιεργεύ και την εκμεταλλεϑεται μϋχρι ςόμερα. Γνωςτϊ ϊτομα που εκμεταλλεϑτηκαν κατϊ καιροϑσ για λογαριςμαϐ τουσ ό για λογαριαςμϐ εταιριών την αλυκό ςτο παραπϊνω διϊςτημα εύναι: Μαντζιώτησ, Διαλετόσ, ΢ταθϊκησ, Γαβαλϊσ, Παπακονδϑλησ.

7

. Ίςωσ ο γεροΔημολιϐσ να κϊνει κϊποια ςϑγχυςη και να πρϐκειται μϊλλον για κϊποια ϊλλη μεταγενϋςτερη εποχό. Γιατύ, οι πϋντε δραχμϋσ που ϋπαιρνε την ημϋρα, τϐτε που όταν 12-13 χρϐνων, δηλαδό το 1912, πρϋπει να όταν πολλϋσ για δικϐ του μεροκϊματο. Σο ϐτι θα πρϐκειται για μεταγενϋςτερη εποχό προκϑπτει απ’ το γεγονϐσ ϐτι τα ςημερινϊ τηγϊνια ϋγιναν μετϊ το 1917. Ο Ν. Νικϐπουλοσ, που δοϑλεψε ςτην Αλυκό το 1928, ϐταν όταν 20 χρϐνων, πόρε, ςϑμφωνα με αφόγηςό του, 25 δραχμϋσ για δουλειϊ 15 ημερών. Κι αυτϐσ πρϋπει να ςυγχϋει κϊπωσ τα νοϑμερα. Επύςησ, ο Κ. Φρανιώτησ μασ λϋγει ϐτι την ύδια εποχό, το 1928, τϐτε που όταν 11 χρϐνων, πληρώνονταν 5 δραχμϋσ την ημϋρα, αμοιβό που φαύνεται πιο προςαρμοςμϋνη ς’ εκεύνη την περύοδο. Πϊντωσ, ϐπωσ κι αν εύχαν τα πρϊγματα, το μεροκϊματο όταν μηδαμινϐ και η δουλειϊ ολοόμερη και ςκληρό.

180


Σο 1935, η αλυκό περιόλθε ςτο Δημϐςιο και η εκμετϊλλευςό τησ γύνεται απϐ τϐτε με αυτεπιςταςύα του. Ο πρώτοσ επιτηρητόσ που τοποθετόθηκε ς’ αυτό απ’ το Κρϊτοσ όταν ο Κωνςταντύνοσ Πϊικοσ, τον οπούο διαδϋχτηκε ο Φϊρησ Θεοχϊρησ κι εκεύνον ο Κωνςταντύνοσ ΢παντιδϊκησ. Μετϊ το ΢παντιδϊκη όρθε ο Νικ. Αλεξύου κι ϑςτερα απ’ αυτϐν ο Υιλϊρετοσ Μαγγύνασ. Ο Ν. Αλεξύου, φεϑγοντασ απϐ δω, μετατϋθηκε ςτη Μυτιλόνη, ϐπου τον καιρϐ τησ κατοχόσ πιϊςτηκε απ’ τουσ Γερμανοϑσ ςαν αντιςταςιακϐσ και ςτϊλθηκε ςτο ςτρατϐπεδο ςυγκϋντρωςησ ςτην Πολωνύα. ΢το Ωουςβιτσ. Εκεύ, υποφϋροντασ τα πϊνδεινα, κατϊφερε τελικϊ να επιζόςει και με τη λόξη του πολϋμου να επιςτρϋψει ςτην Ελλϊδα και να ξανατοποθετηθεύ για κϊποιο διϊςτημα επιτηρητόσ και πϊλι ςτην αλυκό του Κύτρουσ. Ο Υιλϊρετοσ Μαγγύνασ υπηρϋτηςε ςτισ αλυκϋσ τον καιρϐ τησ κατοχόσ και το 1943 πιϊςτηκε κι αυτϐσ απ’ τουσ ςυνεργϊτεσ των Γερμανών, μαζύ με δυο Κιτριώτεσ φϑλακεσ τησ αλυκόσ Βαγγϋλη Μανωλϐπουλο και Βαγγϋλη Θεολϐγη. Κι οι τρεισ κατηγορόθηκαν ϐτι προωθοϑςαν τρϐφιμα και αλϊτι ςτουσ αντϊρτεσ των βουνών, χαρακτηρύςτηκαν ςαν επικύνδυνοι αντιςταςιακού και κλεύςτηκαν ςτα κρατητόρια τησ Γκεςταμπϐ ςτην Κατερύνη. Λϋγεται, πωσ εκεύ τουσ ζητόθηκαν χρόματα απ’ τουσ τϐτε Ϊλληνεσ ςυνεργϊτεσ τησ Γκεςταμπϐ, οι οπούοι και τουσ εύχαν ςυλλϊβει. Ο Μαγγύνασ πλόρωςε και γλύτωςε. Οι ϊλλοι δυο ςυγκρατοϑμενού του, πϊλι κατϊ τισ ύδιεσ πηγϋσ, δεν πλόρωςαν ϐ,τι τουσ ζότηςαν και εκτελϋςτηκαν το Νοϋμβριο του 1843 ςτο αεροδρϐμιο τησ Κατερύνησ, μαζύ με ϊλλουσ πατριώτεσ. ΢όμερα, επιτηρητόσ τησ αλυκόσ εύναι η δύδα Φατζηλεοντό Ξϊνθη, με προώςτϊμενο του τεχνικοϑ τμόματοσ τον Παπαχρόςτου Ηλύα. Σα γραφεύα διούκηςόσ τησ εδρεϑουν ςτην Κατερύνη και υπϊγονται ςτο Τπουργεύο Βιομηχανύασ. Η θϋςη τησ Αλυκόσ Κύτρουσ, ςαν ευριςκϐμενη δύπλα ςτο λιμϊνι, κοντϊ ςτην κϑρια οδικό αρτηρύα τησ χώρα, με την οπούα ςυνδϋεται με αςφαλτϐδρομο και πλϊι ςτη ςιδηρδρομικό γραμμό Αθηνών – Θεςςαλονύκησ, με την οπούα ςυνδϋεται με παρακτόρια γραμμό8 εύναι προνομιοϑχα, ςε ςχϋςη με πολλϋσ απ’ τισ ϊλλεσ αλυκϋσ τησ χώρασ. Επιπλϋον, επειδό η γϑρω ϋκταςό τησ εύναι πρϐςφορη για αλατοκαλλιϋργεια, μελετϊται η επϋκταςη του χώρου τησ, η βελτύωςη και ο εκςυγχρονιςμϐσ των εγκαταςτϊςεων παραγωγόσ και ςυγκϋντρωςησ του αλατιοϑ. Λϐγω δε τησ μεγϊλησ ομαλϐτητασ του παρακεύμενου και γειτονικοϑ προσ το χώρο εδϊφουσ, εύναι δυνατϐσ και εϑκολοσ ο διπλαςιαςμϐσ τησ ςημερινόσ ϋκταςόσ τησ. Ϋδη το Τπουργεύο Δημοςύων Ϊργων διϋθεςε ςημαντικϊ κονδϑλια για τη βελτύωςό τησ και ςόμερα υπϊρχει προϒπολογιςμϐσ 118 εκατομμυρύων δραχμών για ϋργα επϋκταςησ και εκςυγχρονιςμοϑ των εγκαταςτϊςεών τησ. Ασ ςημειωθεύ εδώ, ϐτι 8

. Η εξυπηρϋτηςη τησ Αλυκόσ με ςιδηρϐδρομο ςταμϊτηςε απ’ το 1985. ΢όμερα η γραμμό αυτό ξηλώθηκε και η μεταφορϊ του αλατιοϑ γύνεται οδικώσ με φορτηγϊ αυτοκύνητα.

181


η κϑρια μηχανό δϑναμησ 50 ύππων, που χρηςιμοποιεύται για την τροφοδϐτηςη των εγκαταςτϊςεων με θαλαςςινϐ νερϐ και τη διακύνηςό του ςτισ θερμϊςτρεσ και τα τηγϊνια εύναι παλιϐτατου τϑπου και τοποθετόθηκε εκεύ τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ9. Σην ύδια περύπου ηλικύα ϋχουν και τα βαγονϊκια και οι ςιδηρογραμμϋσ που χρηςιμοποιοϑνται για τη μεταφορϊ του αλατιοϑ ςτουσ χώρουσ ςυγκϋντρωςησ. Σον καιρϐ τησ κατοχόσ, οι Γερμανού, για την καλϑτερη φροϑρηςη τησ περιοχόσ τησ Αλυκόσ και των εκεύ ακτών γενικϐτερα, εύχαν χτύςει ςτο ανατολικϐ ϊκρο τησ, προσ τη θϊλαςςα, πϋτρινο ψηλϐ πϑργο, με πολυβολεύα και πολεμύςτρεσ και ςτην κορφό του εύχαν εγκαταςτόςει μεγϊλο, περιςτρεφϐμενο προβολϋα. Παρ’ ϐλα αυτϊ, ϐμωσ. πολϑ αλϊτι ϋφευγε ϋξω απ’ τισ εγκαταςτϊςεισ τη νϑχτα και τη μϋρα. Επύςησ, αρκετϐ διοχετεϑονταν προσ τουσ αντϊρτεσ. Υαύνεται πωσ οι Γερμανού δεν ενδιαφϋρονταν τϐςο για τη διαφϑλαξη του αλατιοϑ, ϐςο για την αςφϊλεια και τη φροϑρηςη τησ περιοχόσ απϐ τυχϐν επιθϋςεισ εχθρικών κομϊντοσ ό προςεγγύςεισ υποβρυχύων κ.λ.π.. Σο αλϊτι που παύρνονταν λύγο-λύγο, πϐτε κρυφϊ και πϐτε φανερϊ απ’ τουσ κατούκουσ του Κύτρουσ και των γϑρω χωριών εκεύνη την εποχό, αποτελώντασ εύδοσ πρώτησ ανϊγκησ για ϊλλεσ περιοχϋσ, ανταλλϊςςονταν με εύδη επύςησ πρώτησ ανϊγκησ για τοϑτο τον τϐπο, ϐπωσ λϊδι, ςαποϑνι, ελιϋσ κ.λ.π., τα οπούα κατϋφταναν εδώ με καϏκια ό ζώα απϐ διϊφορα μϋρη τησ Ελλϊδασ. Ϊτςι, ςυνϋβαλε πϊρα πολϑ ςτο να μην πεθϊνουν ϊνθρωποι απ’ την πεύνα. Ϊνα μεγϊλο μϋροσ, ϐμωσ, πουλιϐταν ςυςτηματικϊ ςτη μαϑρη αγορϊ απϐ ανθρώπουσ που εύχαν τα μϋςα και τη δϑναμη εκεύνη την εποχό. ΢όμερα, η αλυκό απαςχολεύ ςα μϐνιμο προςωπικϐ ϐλο το χρϐνο 6 ϊτομα. Σον καιρϐ δε τησ καλλιϋργειασ και τησ ςυγκομιδόσ, εργϊζονται ςτισ προκαταρκτικϋσ κ.λ.π. εργαςύεσ γϑρω ςτουσ 150 εργϊτεσ, ανϊλογα πϊντοτε με την παραγωγό τησ χρονιϊσ, που εύναι ςυνϊρτηςη των καιρικών ςυνθηκών, που θα επικρατόςουν απ’ την 1η Απριλύου μϋχρι το ΢επτϋμβριο. Η ςημερινό παραγωγό τησ αλυκόσ Κύτρουσ ανϋρχεται ςε 5 χιλιϊδεσ τϐνουσ και αντιςτοιχεύ ςε 4 περύπου χιλιϐγραμμα ανϊ τετραγωνικϐ μϋτρο, ενώ η μϋςη τιμό για το μεςογειακϐ χώρο ανϋρχεται ςε 10 με 12 χιλιϐγραμμα ανϊ τετραγωνικϐ μϋτρο. Με την επϋκταςη, ϐμωσ και τα ϊλλα ϋργα βελτύωςησ που προβλϋπονται, η παραγωγό τησ εύναι δυνατϐ να φτϊςει τουσ 35 χιλιϊδεσ τϐνουσ.

9

. Η Εγκυκλ. Ελευθερουδϊκη τϐμ. Α ςελ. 837 αναφϋρει ςαν πρώτη αλυκό τησ Αναβϑςςου και δεϑτερη του Κύτρουσ. Λϋγει δε ϐτι ‘’εύναι πεπροικιςμϋναι με τασ νεοτϋρασ μηχανικϊσ εγκαταςτϊςεισ’’.

182


ΚΕΥΑΛΑΙΟ ΣΡΙΑΚΟ΢ΣΟ ΠΕΜΠΣΟ ΣΟΠΟΜΤΜΙΑ ΑΜΤΓΔΑΛΙΑ: Ϊτςι λϋγονταν η θϋςη ϐπου εύναι ςόμερα το ςπύτι του Ζϋκου Αρϊμπογλου, ςτα ςϑνορα των ςυνοικιςμών Κύτρουσ και Μπϊνησ. Εκεύ ςτη ρϊχη του υψώματοσ, που τϐτε όταν χϋρςο και ημιδαςωμϋνο, βρύςκονταν ανϊμεςα ςτα ϊλλα δϋντρα και θαμνϐδεντρα και μια ολομϐναχη αμυγδαλιϊ. Απ’ το δϋντρο αυτϐ πόρε το ϐνομϊ τησ και η περιοχό. Πριν απ’ την ϊφιξη των προςφϑγων, εδώ ςτο μϋροσ αυτϐ, οι ντϐπιοι κϊτοικοι ϋκοβαν τα πρϐχειρα ξϑλα για τα τζϊκια τουσ ό απϐ δω ϐπλιζαν το ϐπλο τουσ ϐταν ξεκινοϑςαν για κυνόγι. Με τον ερχομϐ, ϐμωσ, των προςφϑγων το 1926, ο τϐποσ ςυμπεριλόφθηκε μϋςα ςτον οικιςμϐ τησ Μπϊνησ και απϐ τϐτε χϊθηκε και η μοναδικό αμυγδαλιϊ κι ϋχαςε και η τοποθεςύα την ονομαςύα τησ. ΦΟΝΣΡΗ ΠΕΣΡΑ: Φοντρό πϋτρα λϋγονταν η θϋςη ϐπου ςόμερα βρύςκεται το ςπύτι του Νικολϊκη Σουλοϑπα (οδϐσ Θ. Κολοκοτρώνη αριθμ. 21). Εκεύ υπόρχε, ϐπωσ διηγοϑνται οι γϋροι, μια μεγϊλη πϋτρα, ξεκομμϋνη κι ολομϐναχη, ανϊμεςα ςτουσ θϊμνουσ και ςτα χαμϐκλαδα. Ϋταν ογκώδησ, ςαν ϋνα ολϐκληρο κομμϊτι βρϊχου. Φοντροκομμϋνη και χωρύσ καμιϊ πολϑτωσ επεξεργαςύα ϋςτεκε ολομϐναχη πϊνω ςτο χϋρςο χώμα, χωρύσ να ϋχει καμιϊ ςχϋςη με το αμεςϐτερο κοντινϐ περιβϊλλον. ‘’Ϊτςι τουλϊχιςτο τη θυμϊμαι εγώ’’, λϋγει ςόμερα ο Δημ. Νικολϊκησ. Οι γεροντϐτεροι ϋλεγαν, ϐτι ςτην επιφϊνεια αυτόσ τησ πϋτρασ διακρύνονταν χοντρϋσ αυλακώςεισ ςα ροδιϋσ κϊποιασ μυθικόσ ϊμαξασ, που εύχε περϊςει, ποιοσ ξϋρει με ποια δϑναμη, απϐ πϊνω τησ. ‘’Εγώ, ϐμωσ, δεν θυμϊμαι να εύδα κανϋνα τϋτοιο ςημϊδι”, ςυνεχύζει ο Δ. Νικολϊκησ και προςθϋτει. ‘’άςωσ τα ςημϊδια αυτϊ να μην ϊντεξαν ωσ τισ μϋρεσ μασ. Ο χρϐνοσ να τα εξϊλειψε ςτο μεταξϑ. Θυμϊμαι, ϐμωσ, ϐτι κϊπου απϐ κει περνοϑςε ϋνασ παλιϐσ δρϐμοσ, τα ύχνη του οπούου, ϐταν εγώ όμουν παιδϊκι, διακρύνονταν εμφανϋςτερα κι εύχαν τη μορφό παρατημϋνου, φαρδιοϑ μεν αλλϊ πολϑ αβαθοϑσ χαντακιοϑ. Ο δρϐμοσ αυτϐσ ξεκινοϑςε πϊνω απ’ τη Υοϑντα τησ ΢εβαςτόσ, κατϋβαινε ανατολικϊ προσ το ρϋμα, ςυνϋχιζε απϋναντι μϋςα ςτα Μπανιώτικα αμπϋλια, περνοϑςε δύπλα ςτη Φοντρό Πϋτρα κι ϋφτανε μπροςτϊ ςτη ςημερινό εκκληςύα τησ Μπϊνασ, τον Προφότη Ηλύα. Απϐ κει ςυνϋχιζε δύπλα απ’ το περύπτερο του Π. Γεωργύου κι ανηφϐριζε προσ του Ποϑλιου το ςπύτι, διϋςχιζε το οικϐπεδϐ του και κατηφορύζοντασ ϋφτανε ςτην Ξερϐβρυςη. Απϐ κει, ςυνϋχιζε προσ του ΢ωτόρη Καλϑβα το ςπύτι, περνοϑςε μϋςα απ’ του Μουμουλϋτςα το χωρϊφι, που εύναι δύπλα ςτην Αγύα Παραςκευό, ςτου

183


΢πανϊκου, του Δαςκαλϐπουλου, του Ηλύα Φαρύςη τ’ αμπϋλι, που εύναι ςτη θϋςη Μουςιϊ, ϋφτανε ςτην τοποθεςύα Κϋδρο κι ϋβγαινε ςτο Παλιϐκιτροσ’’. Η λεπτομερόσ αυτό περιγραφό, η ύςωσ κουραςτικό για τον αναγνώςτη, εύναι πολϑ κατατοπιςτικό κι ενδιαφϋρουςα για τον ερευνητό, γιατύ προςδιορύζει ύςωσ τον αρχαύο δρϐμο που ϋνωνε τισ αρχαύεσ Αγαςςϋσ με την Πϑδνα. Η ‘’Φοντρό Πϋτρα’’ θριμματύςτηκε απ’ τουσ πρϐςφυγεσ και χρηςιμοποιόθηκε για το χτύςιμο των ςπιτιών τουσ. Η θϋςη τησ ςυμπεριλόφτηκε μϋςα ςτο νϋο ςυνοικιςμϐ και ϋχαςε και η τοποθεςύα αυτό την οντϐτητϊ τησ και την ονομαςύα τησ. ΖΜΑΗΛΙ: Η τοποθεςύα αυτό βρύςκεται ςτη νϐτια πλευρϊ του ςυνοικιςμοϑ των εντοπύων και περικλεύεται απ’ τα οικϐπεδα του Λεμονϐπουλου – Φρανιώτη απ’ τη μια μεριϊ και Μϐςχου Αντ. – Μανωλϐπουλου Κλεϊνδη απ’ την ϊλλη. Παλλιϐτερα, η ρεματιϊ αυτό, που κατεβαύνει ςτο ρϋμα του Αγύου Δημητρύου, ανϋβαινε πιο ψηλϊ και ϋφτανε ωσ το δρϐμο που ϋρχεται απ’ τον Σαςςϐπουλο και πϊει προσ τον Καραμϋλιο και τη Μπϊνα. Γϑρω ςτο 1970, το μϋροσ αυτϐ ιςοπεδώθηκε, η ρεματιϊ ςε τοϑτο το τμόμα ϋκλειςε και ο χώροσ που προϋκυψε προορύςτηκε για γόπεδο, χωρύσ, ϐμωσ, να αξιοποιηθεύ. Αμϋςωσ μετϊ το τϋλοσ του γηπϋδου, προσ τη ρεματιϊ, υπϊρχει βρϑςη και μεγϊλεσ τςιμεντϋνιεσ ποτύςτρεσ για να ζώα (κουπϊνεσ, ϐπωσ τισ λϋνε οι κϊτοικοι). Η βρϑςη αυτό και ο γϑρω χώροσ τησ ονομϊζεται Ζμαόλι. Λϋγεται, πωσ κϊποιοσ Σοϑρκοσ, με το ϐνομα Ιςμαόλ, την ϋχτιςε πριν απϐ πολλϊ χρϐνια. Κανϋνασ απ’ τουσ ςημερινοϑσ κατούκουσ δεν θυμϊται να ϊκουςε κϊτι παραπϊνω για τη θϋςη και τη βρϑςη αυτό. Σισ ‘’κουπϊνεσ’’ τισ ϋφτιαξε ο Μπύτζιοσ, για να ποτύζουν οι υπηρϋτεσ του τα ζώα του ευκολϐτερα1. Λύγο βορειϐτερα απ’ τισ ποτύςτρεσ, μϋςα ςτη ρεματιϊ, υπϊρχει αγύαςμα και μικρϐ εκκληςϊκι. Για το αγύαςμα αυτϐ, ο παπϊσ του χωριοϑ παπαΒαςύλησ μου εύπε ϐτι, τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ, κϊποιοσ Σοϑρκοσ, μη δύνοντασ ςημαςύα ςτα λϐγια και ςτισ διαδϐςεισ των χριςτιανών, θϋληςε να ποτύςει ςτη μικρό πηγό του αγιϊςματοσ αυτοϑ το ϊλογϐ του. Μϐλισ, ϐμωσ, το ϊλογο ϋςκυψε να πιει νερϐ, η πηγό ςτϋρεψε. Ο Σοϑρκοσ, ςαν εύδε το θαϑμα, κατϋβηκε απ’ το ϊλογϐ του, γονϊτιςε μπροςτϊ ςτη ςτερεμϋνη πηγό και ϋκανε τϊμα, να χτύςει εκκληςϊκι εκεύ. Σο εκκληςϊκι, ϐμωσ, αυτϐ, που ϋχτιςε κρυφϊ απ’ τουσ ομοθρόςκουσ του ο αλλϐθρηςκοσ, κϊθε τϐςο ϋπεφτε και η πηγό ϋμενε ςτεγνό. Κι εγώ το θυμϊμαι πϊντα ςε ερεύπια παρ’ ϐτι κϊποιεσ γυναύκεσ του χωριοϑ κϊθε τϐςο ϊναβαν ςτα χαλϊςματϊ του ϋνα κερύ και μια καντόλα.

1

. Σο τςιφλύκι εύχε, εκτϐσ απ’ τα ζώα των κολύγων, 15 ζευγϊρια βϐδια και βουβϊλια, 120 γελϊδια και 50 περύπου ϊλογα (ϐπωσ λϋγει ο Καραθϊνοσ).

184


Σελευταύα, ο παπαΒαςύλησ το ξανϊχτιςε και μϋνει απϐ τϐτε ςτεριωμϋνο, ενώ η πηγό του ξανϊφερε νερϐ, που αναβλύζει λιγοςτϐ μεν αλλϊ ςυνϋχεια απϐ μια γωνιϊ του μικροϑ ναϏςκου. Σην εποχό του Μπύτζιου και τα κατοπινϊ χρϐνια, ωσ και ςτα χρϐνια τησ κατοχόσ, ςτο ϊνοιγμα του Ζμαηλιοϑ ϋςτηναν τα τςαντύρια τουσ οι γϑφτοι, ϐταν περνοϑςαν απ’ το χωριϐ και ςτισ δυο μεγϊλεσ γκορτςιϋσ, που υπόρχαν ςτην ϊκρη τησ πλαγιϊσ που κατϋβαινε για τισ ποτύςτρεσ, ϋδεναν με αλυςύδεσ τισ αρκοϑδεσ τουσ. Με τισ φωνϋσ των γϑφτων, τα καπνιςμϋνα βρϐμικα τςαντόρια τουσ, τα μιςϐγυμνα γυφτϊκια, τουσ καπνοϑσ που ανϋβαιναν ψηλϊ τα βραδϊκια απ’ τισ φωτιϋσ που ϊναβαν εδώ κι εκεύ, μϋςα ό ϋξω απ’ τα τςαντόρια, τισ γϑφτιςςεσ και τουσ γϑφτουσ, που πηγαινοϋρχονταν ζητιανεϑοντασ οτιδόποτε ςτο χωριϐ και με τα παιδιϊ του χωριοϑ μαζεμϋνα γϑρω απ’ το γϑφτικο καταυλιςμϐ να θαυμϊζουν τισ αρκοϑδεσ ό να παρακολουθοϑν τουσ γϑφτουσ και τα ϋργα τουσ, ο τϐποσ ϋπαιρνε μια ιδιαύτερη γραφικϐτητα και παρουςύαζε ϋνα αξιϐλογο για την εποχό ενδιαφϋρον. Ο ερχομϐσ των γϑφτων ςτο Ζμαόλι ϊλλαζε κϊπωσ τη μονοτονύα τησ ζωόσ του χωριοϑ και ο νταμπουρϊσ που ηχοϑςε ρυθμικϊ ςτισ αυλϋσ και ςτουσ δρϐμουσ, καθώσ χϐρευε ανϐρεχτα η αρκοϑδα κϊτω απ’ τουσ όχουσ τησ φϊλτςασ φωνόσ του αρκουδιϊρη, προξενοϑςε ιδιαύτερεσ ςυγκινόςεισ ςτα παιδιϊ, που ϋτρεχαν απϐ ςπύτι ςε ςπύτι κι απϐ γειτονιϊ ςε γειτονιϊ, για να απολαϑςουν το θϋαμα. Ακολουθοϑςαν ϐλα φωναςκώντασ κι ϋτρεχαν να βρεθοϑν ϐςο γύνονταν κοντϐτερα, για να θαυμϊςουν την αγριϊδα τησ αρκοϑδασ ό το θϊρροσ και τη δϑναμη του αρκουδιϊρη που την πϊλευε και να γελϊςουν με τα ςκϋρτςα και τα νϊζια τησ μικροκαμωμϋνησ μαώμοϑσ, που ανεβοκατϋβαινε με γρηγορϊδα και χϊρη ςτο ϐρθιο μακρϑ ξυλο που κρατοϑςε ο γϑφτοσ . . . Αυτϋσ όταν τϐτε οι χαρϋσ τησ εποχόσ, που ϋρχονταν ωσ το χωριϐ απϋξω. Γϑφτοι κολπαδϐροι με αρκοϑδεσ και μαώμοϑδεσ και γϑφτιςςεσ χαρτορύχτρεσ με πανϋρια και καλϊθια, λύγο πριν και λύγο μετϊ το χειμώνα και καλϐγεροι ζητητϋσ με τα ‘’ϊγια λεύψανα’’ και ‘’τύμια ξϑλα’’ ςτο τϋλοσ του καλοκαιριοϑ, μετϊ τα αλώνια. Και οι δυο γνώριζαν το χωριϐ και διϊλεγαν καλϊ τισ εποχϋσ. Οι πρώτοι κατϋφταναν φαιδρού κι απ’ τα παιδιϊ περιζότητοι. Οι δεϑτεροι ςκυθρωπού κι απ’ ϐλουσ ανεπιθϑμητοι. Και οι δυο, ϐμωσ, εδώ, κϊτω απ’ τισ γκορτςιϋσ του Ζμαηλιοϑ, ςώρευαν τα υπϊρχοντϊ τουσ. Οι μεν τα ςκελετωμϋνα γαώδουρϊκια και τη φτώχεια τουσ. Οι δε τα καλοθρεμμϋνα μουλϊρια και το ςωρϐ των τςουβαλιών που εύχε αποφϋρει η γϑρα τουσ. ΢όμερα, η αρχό του ρϋματοσ μϋχρι το ναϏςκο των Αγιαςμϊτων ϋχει επιχωματωθεύ και η προσ το μϋροσ του χωριοϑ περιοχό ϋχει ιςοπεδωθεύ ςε πρϐχειρο γόπεδο ποδοςφαύρου. Η επιχωμϊτωςη και η ιςοπϋδωςη ϋγινε ςτην περύοδο τησ δικτατορύασ του Παπαδϐπουλου (1967-74), επύ προεδρύασ Υιλώτα Νύκου. Εκτϐσ απ’ την πρϐχειρη ιςοπϋδωςη, δεν ϋγινε μϋχρι ςόμερα κανϋνα ϊλλο ϋργο καλλωπιςμοϑ και αξιοπούηςησ και η ϊλλοτε καταπρϊςινη ρεματιϊ με τη

185


μπϐλικη βλϊςτηςη χϊθηκε για πϊντα. Οι γϑρω χϋρςεσ μικροεκτϊςεισ, που ϋκαναν την περιοχό ανοιχτό, τησ πρϐςθεταν ϊπλα και φϊρδοσ και την ϋκαναν ευχϊριςτη ςτο μϊτι, αρπϊχτηκαν απ’ τουσ γεύτονεσ κι αϑξηςαν τα όδη τερϊςτια οικϐπεδϊ τουσ. ΣΟΤΡΚΟΜΝΗΜΑΣΑ: Εκατϐ περύπου μϋτρα πιο κϊτω απ’ τη βρϑςη του Παπϊ και περύπου 300 μ. αριςτερϊ απ’ το ρϋμα, αμϋςωσ μετϊ το κτόμα των αδελφών Σαξιϊρχη και Ηλύα Δαςκαλϐπουλου, η τοποθεςύα ονομϊζεται Σουρκομνόματα. Ϋ κατϊ την επικρατοϑςα απ’ τουσ παλιϐτερουσ παραφθορϊ ‘’Σουρκονόμερα’’. ΢ϑμφωνα με αφηγόςεισ γερϐντων, εκεύ όταν το νεκροταφεύο των τοϑρκων κατούκων του Κύτρουσ. Θα πρϋπει, ϐμωσ, να εγκαταλεύφτηκε πριν απϐ πολλϊ χρϐνια, γιατύ και παλιϐτερα, πριν απϐ 30 ό 40 χρϐνια, με δυςκολύα διακρύνονταν εδώ και κει κανϋνα δεύγμα νεκροταφεύου. Η περιοχό και η ϐψη του εδϊφουσ και ςτα παλιϐτερα χρϐνια δεν ξεχώριζε καθϐλου απ’ τον υπϐλοιπο χϋρςο τϐτε γϑρω χώρο. ΢όμερα η ϋκταςη αυτό ϋχει απαλλοτριωθεύ και καλλιεργεύται. Δύπλα απ’ το νεκροταφεύο αυτϐ περνοϑςε παλιϐτερα ο δρϐμοσ Κατερύνησ – Κύτρουσ – Λευτεροχωρύου, ο λεγϐμενοσ τϐτε ‘’Μπιλύτικοσ δρϐμοσ’’. ΢όμερα, μϐνο ύχνη του διακρύνονται εδώ κι εκεύ. Απ’ αυτϐν το δρϐμο ϋφυγαν οι Σοϑρκοι το 1912, ϐταν εγκατϋλειψαν την Πιερύα και αποςϑρθηκαν προσ τη Θεςςαλονύκη. ΖΑΥΕΙΡΑΚΗ: Ϊτςι ονομϊςτηκε η τοποθεςύα που βρύςκεται δυτικϊ του χωριοϑ και μϋςα ςτην ϋκταςη που απλώνεται ανϊμεςα ςτο Κύτροσ, Αλώνια, Κοϑκο και ΢εβαςτό. Μϋχρι και τη δεκαετύα του 1930, ϐλη αυτό η περιοχό όταν δαςωμϋνη κι εδώ βρύςκονταν η κϑρια δαςικό ϋκταςη του Κύτρουσ. ΢τα παλιϐτερα χρϐνια, ςτο δϊςοσ αυτϐ οι Κιτριώτεσ ςκϐτωναν αγριογοϑρουνα. ΢όμερα ϋχει απογυμνωθεύ κι ϋνα μϐνο κομμϊτι τησ παραμϋνει ακϐμα χϋρςο και υπηρετεύ το χωριϐ ςα βοςκϐτοποσ. ΢το τμόμα αυτϐ ανόκει και η ϋκταςη τησ Μπαμπουκλόσ, την οπούα αγϐραςε ο γεωργικϐσ ςυνεταιριςμϐσ Κύτρουσ απ’ το Μπύτζιο το 1921. Σο υπϐλοιπο ϋχει εκχερςωθεύ και καλλιεργεύται. Σο πώσ ονομϊςτηκε ο τϐποσ αυτϐσ ‘’Ζαφειρϊκη’’ εύναι ϊγνωςτο απ’ τουσ ςημερινοϑσ κατούκουσ του χωριοϑ. Τπϊρχει μια πιθανϐτητα, ο οπλαρχηγϐσ του 1821 Ζαφειρϊκησ, του οπούου το ϐνομα ςυνδϋθηκε ϊμεςα με την επανϊςταςη τησ Νϊουςασ, την ηρωικό ϋξοδο των επαναςτατών απ’ την πϐλη και τη μεγϊλη ςφαγό των κατούκων απ’ τουσ Σοϑρκουσ το 1822, να ϋδραςε την εποχό εκεύνη και ςτα μϋρη αυτϊ και πιθανϐ να ςυγκροϑςτηκε τϐτε εδώ με τουσ Σοϑρκουσ. άςωσ, ϐμωσ, ςτα χρϐνια των κατοπινών ξεςηκωμών κϊποιοσ απϐγονοσ του Ζαφειρϊκη ό ϊλλοσ οπλαρχηγϐσ με το ύδιο ϐνομα ό ψευδώνυμο, πολεμώντασ τουσ Σοϑρκουσ, να ςυγκροϑςτηκε ό και να ςκοτώθηκε εδώ κι απ’ το ϐνομϊ του να πόρε και η θϋςη την ονομαςύα τησ.

186


ΚΟΤΡΙ: Βϐρεια του Κύτρουσ και πϋρα απ’ του Παπϊ τη βρϑςη, προσ την κατεϑθυνςη τησ ΢φενδϊμησ, βρύςκεται η τοποθεςύα ‘’Κουρύ’’. Κι εδώ παλιϐτερα, μϋχρι και ςτα τϋλη του 19ου αιώνα, το μϋροσ όταν δαςωμϋνο, παρ’ ϐτι ςόμερα δεν υπϊρχει οϑτε ϋνα δϋντρο. Σα χρϐνια εκεύνα, οι υλοτϐμοι επεξεργϊζονταν εδώ τα ξϑλα του δϊςουσ και τα μετϋτρεπαν ςε οικοδομόςιμη ξυλεύα. Εδώ δηλαδό ‘’κοϑρευαν’’ τα δϋντρα κι απογϑμνωναν τουσ κορμοϑσ απ’ τα κλαδιϊ και τα παρακλϊδια τουσ, πριν αρχύςει η δουλειϊ για τη μετατροπό τουσ ςε χρόςιμη ξυλεύα. Ϊτςι το μϋροσ ονομϊςτηκε ‘’Κουρύ’’. Τπϊρχει και μια ϊλλη εκδοχό, ϐτι ςτα νεϐτερα χρϐνια, ϐταν το δϊςοσ ξυλεϑτηκε και καταςτρϊφηκε και η ϋκταςη απογυμνώθηκε και μετατρϊπηκε ςε βοςκϐτοπο, τϐτε οι τςομπϊνηδεσ εδώ κοϑρευαν τα πρϐβατϊ τουσ, γι’ αυτϐ κι ο τϐποσ ονομϊςτηκε ‘’Κουρύ’’. Μϋχρι το 1940, ϐλη η ϋκταςη όταν χϋρςα και όταν βοςκϐτοποσ. Ϊτςι τη γνώριςαν κι ϋτςι τη θυμοϑνται ϐλοι οι ςημερινού κϊτοικοι του χωριοϑ. Ύςτερα απ’ τον πϐλεμο και ιδιαύτερα μετϊ τη δεκαετύα του 1950-1960, η ϋκταςη απαλλοτριώθηκε επύςημα κι ϋγινε χωρϊφια. ΢όμερα καλλιεργεύται με ςιτηρϊ, καπνϊ, δεντροφυτεύεσ κ.λ.π.. ΓΡΙΝΣΙΕ΢: Σα παλιϐτερα χρϐνια, οι χαμηλϋσ λοφοςειρϋσ των Πιερύων, που απολόγουν ςτην περιφϋρεια του Κύτρουσ και περιβϊλλουν τον οικιςμϐ, όταν δαςωμϋνεσ κι αποτελοϑςαν ϋνα μϋροσ του ξακουςτοϑ Πιερικοϑ δϊςουσ. Ψσ τα τελευταύα χρϐνια τησ τουρκοκρατύασ και ςτα πρώτα ακϐμα χρϐνια τησ απελευθϋρωςησ τησ Μακεδονύασ, οι νοτιοδυτικϋσ κοιλϊδεσ του χωριοϑ και οι γϑρω λϐφοι όταν δαςωμϋνοι και τα δϊςη αυτϊ εξυπηρετοϑςαν τισ ανϊγκεσ, ϐχι μϐνο των Κιτριωτών ςε κϊθε εύδουσ ξυλεύασ και καυςϐξυλα αλλϊ απϐ δω διοχετεϑονταν δαςικϊ προώϐντα και ςε ϊλλεσ απομακρυςμϋνεσ περιοχϋσ. Ϊνα χιλιϐμετρο περύπου νϐτια του χωριοϑ και αμϋςωσ μετϊ το ρϋμα του Αγύου Δημητρύου, ςε ϋνα ύςο ξϊνοιγμα του τϐτε δϊςουσ, εκεύ που ςόμερα εύναι το χωρϊφι του Κλαδϐπουλου, εύχαν τα παλιϐτερα χρϐνια ςτημϋνα τα ςυνεργεύα τουσ οι υλοτϐμοι κι εκεύ, με τα απλϊ και πρωτϐγονα εργαλεύα τουσ, το τςεκοϑρι και τον ‘’κουριαςτό’’ (μεγϊλο χειροπρύονο που το δοϑλευαν δϑο ϊτομα), πελεκοϑςαν και πριϐνιζαν τουσ κορμοϑσ των δϋντρων και τουσ μετϋτρεπαν ςε καδρϐνια και χοντρϊ δοκϊρια, ϐπωσ απαιτοϑςαν οι τϐτε οικοδομικϋσ ανϊγκεσ. Σα χοντρϊ αυτϊ δοκϊρια, τα οπούα μεταχειρύζονταν οι χτύςτεσ για τη ζεϑξη των τούχων και το ςτερϋωμα πϊνω ς’ αυτϊ τησ ςκεπόσ, τα ϋλεγαν ‘’γριντιϋσ’’. Επειδό δε ςτο μϋροσ αυτϐ ϋφτιαχναν τϋτοια μεγϊλα δοκϊρια, η τοποθεςύα ονομϊςτηκε ‘’γριντιϋσ’’ κι ϋτςι λϋγεται και ςόμερα. Η λϋξη ύςωσ να εύναι τουρκικό. ΢ημερινού γϋροι θυμοϑνται ακϐμα τϋτοια δοκϊρια εγκαταλειμμϋνα εδώ κι εκεύ ςτο μϋροσ αυτϐ.

187


ΦΑ΢ΑΝΗ ΒΡΤ΢Η: Προχωρώντασ απ’ το Κύτροσ προσ τον Αγιϊννη, πϊνω ςτο χωραφϐδρομο, που παλιϐτερα όταν και ο βαςικϐσ και μοναδικϐσ δρϐμοσ Κατερύνησ – Θεςςαλονύκησ κι αφοϑ περϊςουμε το ρϋμα του Αγύου Δημητρύου, ανεβοϑμε το ϑψωμα και κατηφορύςουμε την πλαγιϊ, φτϊνουμε ςε ϊλλο ρϋμα, που κατεβαύνει απ΄ τα υψώματα τησ ΢εβαςτόσ και χϑνεται ςτη θϊλαςςα. Σο ρϋμα αυτϐ, που εύναι και το νϐτιο ςϑνορο του αγροκτόματοσ του Κύτρουσ, λϋγεται Φαςϊν ρϋμα ό Φαςϊν Βρϑςη. Λϋγανε οι παπποϑδεσ τα παλιϊ χρϐνια, πωσ δεξιϊ τησ διαςταϑρωςησ του ρϋματοσ με το δρϐμο Κύτρουσ – Αγιϊννη υπόρχε βρϑςη, την οπούα ϋχτιςε εκεύ κϊποιοσ Σοϑρκοσ, ονομαζϐμενοσ Φαςϊν, για να πύνουν νερϐ και να ξεκουρϊζονται οι περαςτικού. Απ’ το ϐνομα του Σοϑρκου αυτοϑ ονομϊςτηκε και η βρϑςη και η γϑρω τοποθεςύα ϋτςι. Ωλλοι λϋνε, πωσ ςτη θϋςη αυτό ληςτϋσ ςκϐτωςαν κϊποιον Σοϑρκο Φαςϊν για να τον ληςτϋψουν. Απϐ τϐτε μϊλιςτα γϑρω ςτη βρϑςη ϋβγαιναν νερϊιδεσ και φαντϊςματα, γι’ αυτϐ και οι περαςτικού απϋφευγαν να ςταματόςουν ςτο μϋροσ αυτϐ τη νϑχτα και μϊλιςτα απ’ τα μεςϊνυχτα κι ώςπου να λαλόςουν οι πετεινού τη χαραυγό. Οι Κιτριώτεσ, τα παλιϐτερα χρϐνια, που πόγαιναν με τα ζώα ό τα κϊρα τουσ ςτην Κατερύνη, για να προλϊβουν να κϊνουν τισ δουλειϋσ τουσ ςτην πϐλη ϋπρεπε να ςηκωθοϑν πολϑ πρωύ και να φϑγουν νωρύσ απ’ το χωριϐ. Για να προςδιορύςουν δε το χρϐνο τησ αναχώρηςόσ τουσ, ιδιώσ ϐταν ξεκινοϑςαν δϑοτρύα κϊρα μαζύ, ϋλεγαν. ‘’Να μασ χαρϊξ(ει) ςτ’ Φαςϊν(η) τη Βρϑς(η)’’. Δηλαδό, πληςιϊζοντασ εκεύ να ϋχουν λαλόςει οι πετεινού, ώςτε να εύναι ο δρϐμοσ ανοιχτϐσ απϐ νερϊιδεσ και φαντϊςματα, τα οπούα ενδϐμυχα και οι πιο ςκληρού πύςτευαν. ΛΟΤΛΟΤΔΙΑ: Ακολουθώντασ κατηφορικϊ τη ρεματιϊ του Φαςϊν-Βρϑςη και πριν περϊςουμε τη γραμμό του τρϋνου για να βγοϑμε ςτον ανοιχτϐ κι επύπεδο βοςκϐτοπο, ςτα ‘’τςαϏρια’’, που απλώνονται ωσ τη θϊλαςςα, ϋχουμε αριςτερϊ μασ τισ τελευταύεσ πλαγιϋσ τησ ρεματιϊσ, που ςβόνουν ομαλϊ προσ τη ςιδηροδρομικό γραμμό. Αυτό η περιοχό λϋγεται ‘’Λουλοϑδια’’. Ονομϊςτηκε δε ϋτςι, γιατύ την ϊνοιξη ολϐκληρη η ϋκταςη εδώ ςκεπϊζεται απϐ κύτρινα ϐμορφα λουλοϑδια, που μοιϊζουν ςα ζουμποϑλια κι ϋχουν ωραύο ϊρωμα. Εδώ βρϋθηκαν πϊρα πολλϋσ αρχαιϐτητεσ και το αλϋτρι του γεωργοϑ εξακολουθεύ ακϐμα να βγϊζει ςτην επιφϊνεια μικροαγϊλματα, αγγεύα και νομύςματα ό να ςκαλώνει ςε τϊφουσ, πλϊκεσ και παλιϊ θεμϋλια. ΢τη θϋςη αυτό πύςτευαν και πολλού ακϐμα πιςτεϑουν και επιμϋνουν πωσ όταν χτιςμϋνη η αρχαύα Πϑδνα. Σο πλεονϋκτημα που ϋχει η θϋςη αυτό ςε ςχϋςη με τισ ϊλλεσ πιθανϋσ θϋςεισ τησ αρχαύασ πϐλησ εύναι ϐτι ςυμφωνεύ απϐλυτα με τα λεγϐμενα του Διϐδωρου, ςχετικϊ με τη μετοικεςύα των Πυδναύων την εποχό του Αρχϋλαου. Σο ςημερινϐ Κύτροσ απϋχει απϐ δω 20 ςτϊδια και βρύςκεται προσ Βορρϊν (Διϐδ. 13,49,2).

188


ΦΑΒΟΤΖΙ: ΢το ξϋβγαλμα τησ ρεματιϊσ του Φαςϊν-Βρϑςη απ’ τουσ τελευταύουσ λοφύςκουσ κι εκεύ που αρχύζει να μπαύνει ςτην επύπεδη πια ϋκταςη των λιβαδιών κϊτω απ’ τα ‘’Λουλοϑδια’’, εύναι η θϋςη ‘’Φαβοϑζι’’. Εδώ υπόρχε παλιϐτερα μεγϊλη πηγό μϋςα ςτην κούτη του ρϋματοσ, που, καθώσ το νερϐ τησ ανϊβλυζε και λϐγω του επιπϋδου τησ ϋκταςησ εύχε δημιουργηθεύ μεγϊλη χαβοϑζα, εύδοσ αβαθοϑσ ϋλουσ, που όταν γεμϊτη απϐ διϊφορα εύδη καλαμιών, βοϑρλων και ϊλλων υδρϐφιλων φυτών. Απ’ τη χαβοϑζα αυτό ονομϊςτηκε και η θϋςη χαβοϑζι. Η ϋκταςη αυτό, με τα καλϊμια και τα ραγϊζια (ϋνα εύδοσ καλαμιοϑ με πλατϑ και ςυμπαγϋσ ςα ςφουγγϊρι ςτϋλεχοσ, που μοιϊζει κϊπωσ με την καλαμποκιϊ), όταν αρκετϊ μεγϊλη κι απϐ δω ϋκοβαν οι κϊτοικοι το ραγϊζι, που τουσ χρειϊζονταν για να φτιϊχνουν τισ καλϑβεσ τουσ, τισ ςτϊνεσ τουσ, τισ αχυρώνεσ τουσ ό και τα ςπύτια τουσ ακϐμα. Εύναι αξιοπαρατόρητο, ϐτι το αναβρικϐ (η πηγό) ςτο Φαβοϑζι ϋβγαζε, μαζύ με το νερϐ και φϑλλα απϐ ϋλατα. Επειδό δεν υπϊρχουν ϋλατα ςτην περιοχό παρϊ μϐνο ςτισ ψηλϋσ πλαγιϋσ των Πιερύων, ςυμπεραύνεται πωσ η πηγό αυτό θα όταν η κατϊληξη κϊποιου υπϐγειου ρϋματοσ, το οπούο ξεκινοϑςε ςαν ανοιχτό ρεματιϊ απ’ το βουνϐ και ςε κϊποιο ςημεύο χϊνονταν κϊτω απ’ το ϋδαφοσ, ϐπωσ ο Βαφϑρασ ςτο Δύο, για να ξαναπαρουςιαςτεύ ςαν πηγό ςτο Φαβοϑζι, κουβαλώντασ μαζύ του και κϊτι απ’ αυτϊ που ςυγκϋντρωνε ςτην ανοιχτό διαδρομό του. Λύγο πιο κϊτω απ’ το Φαβοϑζι, εύχαν δημιουργόςει οι Γερμανού τον καιρϐ του πολϋμου και ιδιαύτερα τισ μϋρεσ τησ μϊχησ των Θερμοπυλών και τησ Κρότησ κινητϐ αεροδρϐμιο, για τον ανεφοδιαςμϐ και την υποςτόριξη των μαχομϋνων νοτιϐτερα ςτρατευμϊτων τουσ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ: Ανεβαύνοντασ το ρϋμα του Αγύου Δημητρύου και πληςιϊζοντασ τη ΢εβαςτό, ϋχουμε αριςτερϊ μασ μια πλαγιϊ που εύναι ςυνϋχεια τησ Υοϑντασ, του ψηλϐτερου δεντροφυτεμϋνου λϐφου τησ ΢εβαςτόσ. Η θϋςη αυτό λϋγεται Καλϐγεροσ και πϊνω ςτην κορυφογραμμό τησ πλαγιϊσ περνϊει ο χωραφϐδρομοσ ΢εβαςτόσ – Κύτρουσ. Σα παλιϊ χρϐνια, ολϐκληρη η γϑρω ϋκταςη όταν πυκνοδαςωμϋνη και μϋςα ςτο δϊςοσ αςκότευε ϋνασ καλϐγεροσ. Απ’ αυτϐν ονομϊςτηκε ϋτςι και η περιοχό. ΦΑΝΙ: Σο χϊνι του Κύτρουσ βρύςκονταν απϋναντι απ’ την Ξερϐβρυςη και δεξιϊ του δρϐμου Κατερύνησ – Θεςςαλονύκησ. Ϋταν ςτο κεντρικϐ ςημεύο του χωριοϑ, ςτην περιφϋρεια του ‘’Φοροςταςύου’’. Όπωσ το θυμϊται ο γρϊφων, όταν ϋνα πϋτρινο διώροφο κτύριο, χτιςμϋνο κατϊ το τοϑρκικο ςϑςτημα με πϋτρεσ και αχυρϐλαςπη και με ξϑλινα ςε αποςτϊςεισ διαζώματα απϐ πελεκημϋνα αγριϐξυλα. Ϋταν ςκεπαςμϋνο με βαριϊ, πυκνοβαλμϋνα τοϑρκικα κεραμύδια, γεμϊτα λειχόνεσ και πετρώδεισ ρϑπουσ, που

189


εύχε επιςωρεϑςει επϊνω τουσ η πολυκαιρύα. Απϐ το 1925 κι ϑςτερα λειτουργοϑςε περιςςϐτερο ςαν Καφενεύο-Μπακϊλικο κι όταν το μοναδικϐ ςτο χωριϐ. ΢ϑμφωνα με τισ περιγραφϋσ γεροντϐτερων, ςτο ιςϐγειϐ του εύχε ςτϊβλουσ για τα ζώα κι ανοιχτϐ χώρο δύπλα τουσ για τουσ περαςτικοϑσ ταξιδιώτεσ και δωμϊτια επϊνω για κεύνουσ που διανυκτϋρευαν ς’ αυτϐ και μποροϑςαν να πληρώςουν κϊποια αυξημϋνη ταρύφα. ΢τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ όταν χϊνι κατϊ κϑριο λϐγο κι ϑςτερα μπακϊλικο και καφενεύο. ΢’ αυτϐ το χϊνι ζεςτϊθηκε για λύγο ο Ωγγλοσ περιηγητόσ H. Holland, ϐταν πϋραςε απ’ το Κύτροσ το Νοϋμβρη του 1812 κι αυτό εύναι η αρχαιϐτερη ςυγκεκριμϋνη αναφορϊ που ϋχουμε για το χϊνι του Κύτρουσ. Απϐ δω θα πϋραςαν κι ϊλλοι ξϋνοι περιηγητϋσ, ϐπωσ ο Leake, ο Clarke, ο Sibthorpe, ο Hawkins, ο Tweddell, ο De Dreux, ο Tafur, ο Heyze κ.λ.π., καθώσ και ξϋνοι αντιπρϐςωποι ηγεμϐνων κι απεςταλμϋνοι ςουλτϊνων και βεζϑριδων. Επύςησ, θα διανυκτϋρευςαν ς’ αυτϐ ϊγνωςτοι περαςτικού, ϊνθρωποι τησ Υιλικόσ Εταιρύασ, μυςτικού πρϊκτορεσ του αγώνα, ριψοκύνδυνοι κομιςτϋσ διαταγών ό επιτόδειοι ςυλλϋκτεσ πληροφοριών, που αφοροϑςαν τισ κινόςεισ του εχθροϑ και ρϑθμιζαν την πορεύα τησ επανϊςταςησ του Γϋνουσ. Εδώ θα φιλοξενόθηκαν, κρυμμϋνοι κϊτω απϐ ϊλλα ονϐματα κι ϊλλη περιβολό, αγωνιςτϋσ του 21, ςϑνδεςμοι μεγϊλων αρχηγών του Ολϑμπου, των Πιερύων και τησ Θεςςαλονύκησ, καπεταναύοι των μακεδονικών αγώνων και ϊνθρωποι του Μπροϑφα, του Μελϊ, του Φοςτϋβα, των Λαζαύων, του Ματαπϊ και ϊλλων μεγϊλων ανδρών τησ περιοχόσ. ΢το χϊνι αυτϐ κατϋλυςαν Αγγλογϊλλοι το 1915 και ϊνθρωποι του Βενιζϋλου, ϐταν οι Αμυνύτεσ τησ Θεςςαλονύκησ πϋραςαν ςτην Πιερύα και προχώρηςαν για τη νϐτια Ελλϊδα κι εδώ οι Κιτριώτεσ εύδαν τουσ δυο Γϊλλουσ αξιωματοϑχουσ, που ϋμειναν για κϊμποςο διϊςτημα ς’ αυτϐ, να τρώνε χελώνεσ και βατρϊχια. Η προτύμηςη αυτό των Γϊλλων, παρ’ ϐτι φϊνηκε τουλϊχιςτο παρϊξενη ςτουσ Κιτριώτεσ, παρ’ ϐλα αυτϊ, οι πιτςιρύκοι δεν ϋπαυαν να μαζεϑουν χελώνεσ απ’ τα γϑρω χωρϊφια και να τισ φϋρνουν ςτο χϊνι, δώρο ςτουσ ανεπιθϑμητουσ ξϋνουσ. Εδώ ςτο χϊνι πρωτοςυναντόθηκαν οι επιτροπϋσ των προςφϑγων Μπανιωτών και Καβακλιωτών που ϋςτειλαν ςτην περιοχό τησ Πιερύασ απ’ τουσ καταυλιςμοϑσ του Φαρμϊνκιοώ και των Κουφαλύων που ϋμεναν προςωρινϊ, για να βρουν και να διαλϋξουν τϐπο μϐνιμησ κατοικύασ τουσ. Εδώ πρωτογνωρύςτηκαν με τουσ Κιτριώτεσ κι εδώ οι πρϐςφυγεσ και οι ντϐπιοι πρωτοεκδόλωςαν τισ επιθυμύεσ και τισ ϋχθρεσ τουσ. Αλλϊ λύγο αργϐτερα, το χϊνι αυτϐ όταν το κϋντρο των πολιτικών διενϋξεων των Κιτριωτών. Μϋςα ς’ αυτϐ οξϑνονταν οι πολιτικϋσ αντιπϊθειεσ και απϐ δω ξεκινοϑςαν και ξαπλώνονταν ς’ ϐλο το χωριϐ τα διϊφορα κατϊ καιροϑσ πολιτικϊ και φαςιςτικϊ μύςη, ανϊλογα με τισ επιθυμύεσ των κομματαρχών και των πολιτικϊντηδων τησ εποχόσ. Σο ιςτορικϐ αυτϐ για το Κύτροσ Φϊνι, που δεν ϋπρεπε να καταςτραφεύ και να χαθεύ για πϊντα, βρύςκονταν εκεύ που εύναι ςόμερα το ςπύτι του Νύκου Πανταζό.

190


Ο παλιϐτεροσ ϋνοικοσ που θυμοϑνται οι ςημερινού γϋροι του χωριοϑ εύναι κϊποιοσ Βλϊχοσ, ονϐματι Ντϊγκασ2. Ύςτερα το πόρε ο ΢εβνταλόσ απ’ τον Κολινδρϐ. Μετϊ ο Νύκοσ Αγγελύδησ. ΢τη ςυνϋχεια ο πατϋρασ του Γιϊννη Πλιϊκου και τελευταύα κϊποιοσ Ιγνϊτιοσ. ΢ΚΟΣΨΜΕΝΟ΢ ΒΛΑΦΟ΢: Σοποθεςύα ςτην περιοχό των Επακτύων. Όπωσ προαναφϋραμε, την εποχό του Μπύτζιου, διϊφορεσ ομϊδεσ Βλαχοκτηνοτρϐφων κατϋβαιναν με τα κοπϊδια τουσ ςτο Κύτροσ και, νοικιϊζοντασ βοςκϐτοπουσ απ’ τον τςιφλικϊ, περνοϑςαν εδώ τουσ ψυχροϑσ μόνεσ του χειμώνα. Για την καλϑτερη εξυπηρϋτηςη των κοπαδιών τουσ, ϋςτηναν τα μαντριϊ τουσ ςε διϊφορα ςημεύα του τςιφλικιοϑ. Ϊτςι, ϋςτηςε εδώ το μαντρύ του κι ϋνασ ψηλϐσ και γεροδεμϋνοσ Βλϊχοσ. Ϋταν τϐςο μεγαλϐςωμοσ και χεροδϑναμοσ που ϐλοι τον φοβϐταν και κανϋνασ δεν τολμοϑςε να τα βϊλει μαζύ του. Για τη δϑναμό του αυτό, περιςςϐτερο ενοχλοϑνταν οι Γκϋκηδεσ του Κονακιοϑ3, γιατύ δεν μποροϑςαν με τισ απειλϋσ να τον πτοόςουν και να του πϊρουν οϑτε ϋνα πρϐβατο, ϐπωσ ϋκαναν με τουσ ϊλλουσ τςελιγκϊδεσ. Κι αυτϐ το εύχαν κϐμπο ςτην περηφϊνια και ςτην αυταρχικϐτητϊ τουσ και το θεωροϑςαν πολϑ ταπεινωτικϐ. Μια μϋρα, πόγαν ϐλοι μαζύ ςτο μαντρύ του να τον φοβύςουν με την παρουςύα τουσ και να τον κϊνουν να λυγύςει και να αλλϊξει τακτικό απϋναντύ τουσ. Ϋταν αποφαςιςμϋνοι να του πϊρουν οπωςδόποτε ϋνα τουλϊχιςτο αρνύ. Ο Βλϊχοσ, ϐμωσ, ςαν εύδε τουσ ςκοποϑσ του, δεν λογϊριαςε καθϐλου τισ φοβϋρεσ και τισ απειλϋσ τουσ αλλϊ, μεγαλϐςωμοσ και δυνατϐσ καθώσ όταν, βγόκε μπροςτϊ τουσ, θεριϐ ολϐκληρο και τουσ ϋδιωξε απ’ το μαντρύ του κακόν-κακώσ. Γϑριςαν ϊπρακτοι και ταπεινωμϋνοι οι Γκϋκηδεσ ςτο κονϊκι, μη μπορώντασ να ανεχτοϑν την προςβολό. Πϊνω ςτη ςτενοχώρια τουσ, κϊποιοσ απ’ αυτοϑσ ςηκώθηκε απϐτομα και νευριαςμϋνοσ δόλωςε ϐτι θα ξαναπϊει μϐνοσ του ςτο μαντρύ και ϐτι θα γυρύςει πύςω οπωςδόποτε με πρϐβατο. Μϊλιςτα, ϋβαλε και ςτούχημα γι’ αυτϐ με τουσ ϊλλουσ. Πραγματικϊ, ξαναγϑριςε ςτο μαντρύ και μϐλισ βγόκε ο Βλϊχοσ μπροςτϊ του, τον πυροβϐληςε και τον ςκϐτωςε. Ϊτςι, αυτϐσ μεν επϋςτρεψε ςτο κονϊκι με πρϐβαρο και κϋρδιςε το ςτούχημα η δε τοποθεςύα εκεύνη απϐ τϐτε ονομϊςτηκε ‘’΢κοτωμϋνοσ Βλϊχοσ’’. Τπϊρχει, ϐμωσ και ϊλλη εκδοχό για την προϋλευςη τησ ονομαςύασ αυτόσ. Λϋγεται, πωσ, πριν απ’ το 1912, τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ, Βλϊχοι πόγαν νϑχτα και ϋκλεψαν αλϊτι απ’ την Αλυκό. Οι Σοϑρκοι φϑλακεσ τουσ αντιλόφτηκαν και τουσ πόραν ςιωπηλϊ απϐ πύςω, για να τουσ πιϊςουν με το κλεμμϋνο αλϊτι, ϋξω απ’ την Αλυκό. Μη ξϋροντασ, ϐμωσ, πϐςοι εύναι και τι 2 3

. ΢ϑμφωνα με τα λεγϐμενα του Ν. Νικϐπουλου. . Άλλοι λϋνε πωσ Σοϑρκοι απ’ το τοϑρκικο κονϊκι, που όταν ςτο ςημερινϐ οικϐπεδο του Γκϐνα, ϋςτειλαν δικοϑσ τουσ Γκϋκηδεσ για πρϐβατα κ.λ.π..

191


οπλιςμϐ ϋχουν, δεν τουσ επιτϋθηκαν αμϋςωσ αλλϊ τουσ παρακολουθοϑςαν για αρκετϐ διϊςτημα. Οι Βλϊχοι, ανϑποπτοι και επειδό νϐμιςαν ϐτι εύχαν απομακρυνθεύ αρκετϊ, ϊναψαν τςιγϊρα και κϊπνιζαν. Βλϋποντασ τισ ςπύθεσ των τςιγϊρων μϋςα ςτη νϑχτα οι Σοϑρκοι πυροβϐληςαν απϐ μακριϊ και ςκϐτωςαν ϋναν. Ϊτςι πόρε η τοποθεςύα το ϐνομϊ τησ. ΑΛΠΟΣΡΤΠΕ΢ Η τοποθεςύα αυτό βρύςκεται ανατολικϊ του χωριοϑ, μεταξϑ οικιςμοϑ και θϊλαςςασ και δεξιϊ τησ εθνικόσ οδοϑ Κατερύνησ – Θεςςαλονύκησ, κοντϊ ςτη θϋςη ϐπου εύχαν ςτόςει τον καιρϐ τησ κατοχόσ οι Γερμανού 6 μεγϊλα πυροβϐλα για την προςταςύα του ςτομύου του Θερμαώκοϑ απϐ τουσ εχθροϑσ τουσ, τα γνωςτϊ επϊκτια. Πϊνω ςτο λϐφο αυτϐ, που ςόμερα, μαζύ με ϐλη την περιοχό, ςκεπϊζεται απϐ χωρϊφια, υπόρχε πριν απϐ 50-60 χρϐνια δαςϑλλιο απϐ βελανιδιϋσ και ϊλλα μικρϐτερα δϋντρα, χαμϐδεντρα και θϊμνουσ. Μϋςα ςτο χϋρςο αυτϐ χώρο υπόρχαν δώθε-κεύθε πολλϋσ τρϑπεσ, φωλιϋσ απϐ αλεποϑδεσ. ΢τη θϋςη αυτό εύχαν καταςκηνώςει αγγλικϊ ςτρατεϑματα την εποχό του Α’ Παγκοςμύου Πολϋμου. Οι γεροντϐτεροι ςόμερα απϐ τουσ κατούκουσ του χωριοϑ, που ϋζηςαν και θυμοϑνται εκεύνεσ τισ μϋρεσ, λϋνε πωσ ανϊμεςϊ τουσ υπόρχαν και Κινϋζοι, κοντϐςωμοι και με ςτενϐμακρα μϊτια. Μϊλιςτα, εύχε διαδοθεύ τϐτε, πωσ αυτού επιτύθονταν και ςτισ γυναύκεσ και όταν πιο επικύνδυνοι απ’ τουσ μαϑρουσ και τουσ ΢ενεγαλϋζουσ, που εύχαν τον καταυλιςμϐ τουσ πιο χαμηλϊ, ςτην περιοχό του ςιδηροδρομικοϑ ςταθμοϑ και των κονακιών Αλυκόσ, γι’ αυτϐ και οι κϊτοικοι λϊβαιναν τα μϋτρα τουσ και προςπαθοϑςαν να τουσ αποφεϑγουν. άςωσ να μην όταν πραγματικϊ Κινϋζοι αλλϊ να επρϐκειτο για κϊποια ϊλλη ςυγγενικό μ’ αυτοϑσ φυλό απϐ τισ αγγλικϋσ τϐτε αποικύεσ των χωρών τησ νϐτιασ ό τησ νοτιοανατολικόσ Αςύασ, μια που το μεγαλϑτερο μϋροσ του ςυμμαχικοϑ ςτρατοϑ που εύχε ϋρθει ςτο Κύτροσ όταν αποικιακϐ.. Πϊνω ςτο λϐφο και κοντϊ ςτισ τϐςεσ τρϑπεσ των αλεποϑδων, εύχαν ςκϊψει οι Ωγγλοι δικοϑσ τουσ βαθεύσ και ςτενοϑσ λϊκκουσ που ϋμοιαζαν με τρϑπεσ. Όταν ϋφυγε ο ςτρατϐσ, οι ςημερινού γϋροι, παιδϊκια τϐτε γεμϊτα περιϋργεια, πόγαν εκεύ και βρόκαν τισ τρϑπεσ γεμϊτεσ με ϊδεια κουτιϊ απϐ κονςϋρβεσ. Οι νεοςκαμμϋνοι τϐτε απ΄ τουσ Ωγγλουσ λϊκκοι ύςωσ να όταν μϋροσ κϊποιασ οχϑρωςησ του λϐφου, τουσ οπούουσ γϋμιςαν ςτο τϋλοσ με ϐ,τι ϊχρηςτο και πρϐχειρο εύχαν. άςωσ, ϐμωσ και να όταν απλού ςκουπιδϐλακκοι, μια που οι Ωγγλοι δεν ςυνηθύζουν να πετϊνε τα ςκουπύδια τουσ οπουδόποτε. Σο ςτενϐ, ϐμωσ, ϊνοιγμα των λϊκκων, η ϊτακτη τοποθϋτηςό τουσ ςτο χϋρςο χώρο και η μεγϊλη πληθώρα τουσ –ϐπωσ ιςχυρύζονται ϐςοι τουσ εύδαν τϐτε- δημιουργοϑν πολλοϑσ ενδοιαςμοϑσ ςτισ παραπϊνω εξηγόςεισ. ΢όμερα, το δαςϑλλιο εκλεύπει και οι λϊκκοι εξαφανύςτηκαν. Παραμϋνει, ϐμωσ, η ονομαςύα τησ τοποθεςύασ, αν και ςτισ μϋρεσ μασ εύναι περιςςϐτερο γνωςτό ςαν ‘’Επϊκτια’’ ό ‘’Κανϐνια’’.

192


ΦΟΝΣΡΗ ΓΚΟΡΣ΢ΙΑ: Η τοποθεςύα αυτό ςυμπεριλόφθη με τον καιρϐ μϋςα ςτον οικιςμϐ του Κύτρουσ, γι’ αυτϐ και η ονομαςύα τησ ςόμερα ξεχϊςτηκε. Ϊτςι ονομϊζονταν η ϋκταςη ϐπου εύναι ςόμερα το ςπύτι του Κ. Μϊνδαλου. ΢την κϊτω πλευρϊ του οικοπϋδου, που τϐτε όταν ανοιχτϐσ χϋρςοσ χώροσ, προσ το μϋροσ του Ζμαηλιοϑ, βρύςκονταν μια χοντρό γκορτςιϊ (αγριοαχλαδιϊ), που ξεχώριζε για το μϋγεθοσ και τισ διαςτϊςεισ τησ. Κϊτω απ’ αυτό τη γκορτςιϊ, παρακολουθοϑςαν οι ληςτϋσ του αρχιληςτό Γιαγκοϑλα για κϊποια περύοδο το χωριϐ και τισ κινόςεισ γϑρω απ’ το κονϊκι. Κϊποια χρονιϊ, αγελαδϊρησ ςτο χωριϐ όταν κϊποιοσ Δημητροϑλασ απ’ το Καραφϑγι των Πιερύων. Ο Δημητροϑλασ διατηροϑςε επαφϋσ με τουσ ληςτϋσ του ξακουςτοϑ Γιαγκοϑλα. Ο αρχιληςτόσ εύχε φαύνεται αποφαςύςει να ληςτϋψει το Μπύτζιο κι ϋςτειλε ϋναν απ’ τη ςυμμορύα του να παρακολουθόςει απϐ κοντϊ, με τη βοόθεια και του Δημητροϑλα, τισ κινόςεισ του τςιφλικϊ. Η ςυνϊντηςη ληςτό και Δημητροϑλα ϋγινε κϊτω απ’ αυτό τη γκορτςιϊ κι απϐ κει παρακολοϑθηςε ο ληςτόσ το κονϊκι και τισ κινόςεισ των ανθρώπων του. Σελικϊ, ϐμωσ, η ληςτεύα δεν ϋγινε. άςωσ οι κινόςεισ των καταδιωκτικών αποςπαςμϊτων να δυςχαύραναν τα πρϊγματα, ύςωσ ο Μπύτζιοσ κϊτι να πλόρωςε ςτουσ ληςτϋσ, ύςωσ και να προδϐθηκαν ό να ϋγιναν αντιληπτϋσ οι προθϋςεισ των ληςτών, πρϊγματα που οδόγηςαν ςτη ματαύωςη τησ ςχεδιαζϐμενησ απϐπειρασ. Αργϐτερα, εδώ γϑρω απ’ τη Φοντρό γκορτςιϊ, καταςκόνωςαν οι Καβακλιώτεσ, ϐταν όρθαν το 1926 απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα και παρϋμειναν ςτα αντύςκηνα, ώςπου να τουσ δοθοϑν οικϐπεδα και να χτύςουν το μϐνιμο ςυνοικιςμϐ τουσ. Σην εποχό εκεύνη ωσ εδώ γϑριζαν τςακϊλια, ϐπωσ βεβαιώνουν οι πρϐςφυγεσ. ΢όμερα, υπϊρχουν ςτην περιοχό αυτό τα ςπύτια του Κ. Μϊνδαλου, του Βαςιλ. Αλεξύου και του Ευϊγγ. Μϊνδαλου. Παραμϋνει, ϐμωσ, ακϐμα ςαν η ακραύα προσ νϐτο παρυφό του ςυνοικιςμοϑ των Γηγενών. ΠΑΠΑ ΒΡΤ΢Η: Η βρϑςη αυτό βρύςκεται (ό μϊλλον βρύςκονταν) βϐρεια τησ Αγύασ Παραςκευόσ, χαμηλϊ ςτο ρϋμα που ϋρχεται απ’ τον Ωγιο Γεώργιο. Σα παλιϊ χρϐνια, δεν υπόρχε βρϑςη εκεύ. Απϐ κϊποιο ςημεύο τησ πλαγιϊσ τησ Αγύασ Παραςκευόσ ανϊβλυζε νερϐ και χϑνονταν ςτο παρακϊτω ρϋμα. Σο μϋροσ εκεύνο το ϋςκαψαν λύγο πιο κϊθετα, τοποθϋτηςαν μερικϋσ πϋτρεσ για να αποφεϑγουν τισ λϊςπεσ που δημιουργοϑνταν ςτο γϑρω χώρο, καθώσ και μια αυλακωτό κϊπωσ πϋτρα ςτο ςτϐμιο τησ πηγόσ, η οπούα ϋφερνε το νερϐ ϋξω ςε κϊποια μικρό απϐςταςη, παύζοντασ ϋτςι το ρϐλο κϊποιασ υποτυπώδουσ βρϑςησ. Ση βρϑςη ς’ αυτϐ το ςτϊδιο τη θυμοϑνται ζώντεσ ςόμερα γϋροντεσ του χωριοϑ. Θα πρϋπει επομϋνωσ αυτό να ϋγινε λύγο πριν ό λύγο μετϊ τη φυγό των Σοϑρκων το 1912.

193


΢τα κατοπινϊ χρϐνια, χτύςτηκε μια μικρό δεξαμενό λύγο πιο χαμηλϊ προσ το ρϋμα και ς’ αυτό ςυγκεντρώνονταν το νερϐ που κατϋβαινε απ’ την πηγό. Απ’ τη δεξαμενό εξϋρχονταν μ’ ϋνα ςιδερϋνιο ςωλόνα κι ϋτρεχε ςυνϋχεια, οδεϑοντασ προσ το ρϋμα. ΢’ αυτό την κατϊςταςη τη βρόκαν οι πρϐςφυγεσ που όρθαν απ’ την Ανατολικό Ρωμυλύα το 1926. Επειδό, ϐμωσ, η βρϑςη που τώρα βρύςκονταν κοντϊ ςτο ρϋμα προςχώνονταν εϑκολα απ’ τισ λϊςπεσ και τισ ϊλλεσ φερτϋσ ϑλεσ που κατϋβαζε το ρϋμα το χειμώνα, καταςκευϊςτηκαν, χρϐνια αργϐτερα, προςτατευτικϊ τοιχώματα δεξιϊ κι αριςτερϊ με πϋτρεσ και τςιμϋντο. Επύςησ, τϐτε υψώθηκε λύγο και επιςτρώθηκε με τςιμϋντο και το μεταξϑ των προςτατευτικών τοιχωμϊτων δϊπεδο τησ βρϑςησ. ΢τα τελευταύα χρϐνια, ϐμωσ κι ϑςτερα απ’ την εξϊπλωςη του δικτϑου ϑδρευςησ μϋςα ςτο χωριϐ, η βρϑςη αυτό εγκαταλεύφτηκε και γρόγορα προςχώθηκε και εξαφανύςτηκε. ΢όμερα εύναι θαμμϋνη δεξιϊ τησ κούτησ του ρϋματοσ, χωρύσ να διακρύνεται καθϐλου η θϋςη τησ. Σο ύδιο προςχωμϋνο εύναι και το διπλανϐ πηγϊδι που βρύςκονταν πενόντα περύπου μϋτρα δυτικϐτερα κατϊ μόκοσ του ρϋματοσ. Ϊτςι, παρ’ ϐτι η βρϑςη εξαφανύςτηκε, η γϑρω τοποθεςύα εξακολουθεύ να ονομϊζεται ‘’Παπϊ Βρϑςη’’. Λϋγεται, πωσ κϊποιοσ παπϊσ την ϋχτιςε, γι’ αυτϐ και ονομϊςτηκε ϋτςι. Ποιοσ ϐμωσ και πϐτε δεν γνωρύζει κανεύσ. Τπϊρχει πιθανϐτητα, ο ϊγνωςτοσ παπϊσ να αξιοπούηςε κϊποτε το νερϐ τησ πηγόσ εκεύνησ, δημιουργώντασ εκεύ μια υποτυπώδη και πρϐχειρη βρυςοϑλα. Αυτϐ, ϐμωσ, πρϋπει να ϋγινε ςτα χρϐνια του περαςμϋνου αιώνα, μια και οι ςημερινού γϋροντεσ μ’ αυτϐ το ϐνομα γνώριςαν την περιοχό και ϋτςι θυμοϑνται να την αποκαλοϑν οι πατερϊδεσ και οι παπποϑδεσ τουσ. ΣΟΤ ΜΠΑΡΜΠΕΡΗ ΣΑ ΥΣΤΛΙΑΔΙΑ: Η θϋςη αυτό βρύςκεται δεξιϊ του χωραφϐδρομου που πϊει για την Αλυκό και ανϊμεςα ςτον παλιϐ και νϋο δημϐςιο δρϐμο. Εκεύ που ϋχει τώρα χωρϊφι ο Θεολϐγησ. ΢το μϋροσ αυτϐ, παλιϐτερα υπόρχε μικρϐ ςϑδεντρο απϐ φτυλιϊδια (πτελαύεσ). Κϊτω απ’ αυτϊ τα δϋντρα ϋρχονταν απϐ καιρϐ ςε καιρϐ τα παλιϐτερα χρϐνια ϋνασ μπαρμπϋρησ (κουρϋασ) και ξϑριζε και κοϑρευε τουσ χωρικοϑσ, που μαζεϑονταν εκεύ απ’ τα γϑρω χωρϊφια τουσ. Σα δϋντρα εκεύνα δεν υπϊρχουν πια αλλϊ η ονομαςύα παραμϋνει. ΜΕΛΙΑΔΙ: Σοποθεςύα που βρύςκεται κϊτω απ’ την τρενογραμμό και περικλεύεται απ’ το τρύγωνο ΢ιδ. ΢ταθμϐσ – Λιμϊνι – Αλυκό και χωρύζεται απ’ το χώρο τησ Αλυκόσ απϐ φαρδϑ και βαθϑ χαντϊκι, τον λεγϐμενο ‘’Θαλαςςαγωγϐ’’. Εκεύ υπόρχε πυκνϐ δϊςοσ, το οπούο και οι ςημερινού γϋροι ακϐμα θυμοϑνται και ςτο οπούο πρωτοςτατοϑςε ϋνα εύδοσ δϋντρων, που οι κϊτοικοι τα ϋλεγαν ‘’μελιϊδια ό

194


‘’μϋλια’’4. Σα δϋντρα του δϊςουσ αυτοϑ ξεχώριζαν ςτο μϋγεθοσ απϐ τα ‘’μϋλια που φϑονταν ψηλϐτερα ςτα δϊςη των Πιερύων και θεωροϑνταν πιο βελτιωμϋνα και πιο ευγενϋςτερα απ’ τα ορεινϊ. ΢όμερα, τα δϋντρα αυτϊ και το δϊςοσ ολϐκληρο ϋχουν εκλεύψει απ’ την περιοχό. ΢τη θϋςη τουσ παραμϋνουν χαμϐδεντρε, πυκνϊ βϊτα και ϊφθονα βοϑρλα. ΢ΠΑΘΑΚΟ΢: Ϊτςι ονϐμαζαν την τοποθεςύα που βρύςκεται δεξιϊ απ’ τα επϊκτια και ςτη νϐτια πλευρϊ εκεύνησ τησ πλαγιϊσ, γιατύ ςε κεύνο το μϋροσ φϑονταν μικρϐ αυτοφυϋσ φυτϐ, που τα φϑλλα του ϋμοιαζαν με μικρϊ ςπαθϊκια. Η ύδια τοποθεςύα όταν γνωςτό και με το ϐνομα ‘’Καμϊρα’’. Κανϋνασ, ϐμωσ, απϐ τουσ επιζώντεσ δεν γνωρύζει για πιο λϐγο οι παλιϐτεροι την ονϐμαζαν ϋτςι. Δεν θυμοϑνται, οϑτε και ϊκουςαν να βρϋθηκε εκεύ κϊποιο κτύςμα ό ϊλλο καταςκεϑαςμα, που να εύχε τη μορφό ό το ςχόμα καμϊρασ, αν και το ϐνομα κϊτι τϋτοιο υποδηλώνει. ΢όμερα και οι δυο αυτϋσ ονομαςύεσ δεν ςυνηθύζονται. Σισ κϊλυψε ό τεύνει να τισ καλϑψει τελεύωσ η ςϑγχρονη ονομαςύα ‘’Επϊκτια’’ ό ‘’Κανϐνια’’. ΚΤΔΨΝΙΕ΢: Η τοποθεςύα αυτό βρύςκεται Β.Δ. ςτη δεξιϊ πλευρϊ τησ ρεματιϊσ που κατεβαύνει απ’ τη ΢φενδϊμη και χωρύζει τα αγροκτόματα των δϑο χωριών. Παλιϐτερα, ςτισ μικρορεματιϋσ τησ περιοχόσ υπόρχαν αγριοκυδωνιϋσ, οι οπούεσ ϋκαναν ϊφθονα και καλϊ κυδώνια. ΢όμερα δεν υπϊρχουν πια, γιατύ ϐλεσ οι εκτϊςεισ απογυμνώθηκαν και καλλιεργόθηκαν. Τπϊρχουν, ϐμωσ, ακϐμα κϊτοικοι που τισ θυμοϑνται καλϊ και που ϋφαγαν κυδώνια απ’ αυτϋσ. ΕΛΙΑ: ΚΕΔΡΟ: Λύγο πιο κϊτω προσ τη θϊλαςςα και ςτη δεξιϊ και πϊλι πλευρϊ τησ ρεματιϊσ βρύςκονται ϊλλεσ μικρϐτερεσ τοποθεςύεσ, ϐπωσ ‘’Ελιϊ’’ και ‘’Κϋδρο’’. Αυτϋσ πόραν τα ονϐματϊ τουσ απ’ τα αντύςτοιχα δϋντρα που φϑονταν κϊποτε μεμονωμϋνα ςτα εκεύ δϊςη. ΢όμερα, οϑτε το δϋντρο ελιϊ υπϊρχει, οϑτε και το κϋδρο. Αλλϊ οϑτε και τα δϊςη που κϊποτε τα περιϋβαλαν. Κι εδώ η ϋκταςη αποψιλώθηκε και καλλιεργεύται. ΜΠΙΣ΢ΙΑΝΗ: 4

. Απϐ το ξϑλο των δϋντρων αυτών καταςκεϑαζαν τα ακϐντιϊ τουσ οι αρχαύοι, ϐπωσ μασ λϋγει ο Όμηροσ (Ραψ. Ζ 449: Ευμμελύησ,, ευ+μελύη= το ξϑλο απ’ το οπούο καταςκευϊζεται το δϐρυ).

195


ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΑΤΛΑΚΙ: Μϋςα ςτην ευρϑχωρη τοποθεςύα ‘’Μπιτςιϊνη’’ βρύςκεται και η θϋςη ‘’Καραγιϊννη Αυλϊκι’’. Για την προϋλευςη του ονϐματοσ αυτοϑ δεν γνωρύζει κανεύσ ςόμερα τύποτα. ΢τη θϋςη, ϐμωσ, αυτό, οι γερμανοπλιςμϋνοι Κουκιώτεσ βρόκαν με προδοςύα και ςκϐτωςαν το 1943, ςτον καιρϐ τησ κατοχόσ, τον αντιςταςιακϐ Κιτριώτη Κϑρο Αραμπατζό και ςυνϋλαβαν τουσ επύςησ Κιτριώτεσ Κων. Κεραμυδϊ, Θωμϊ Καλϑβα και Αντώνη Καλϑβα, τουσ οπούουσ παρϋδωςαν ςτουσ Γερμανοϑσ κι εκεύνοι τουσ εκτϋλεςαν αργϐτερα. ΥΣΤΛΙΑΔΙ: Σο ‘’Υτυλιϊδι’’ εύναι θϋςη που βρύςκεται κοντϊ ςτη θϊλαςςα, ςτη ρεματιϊ που κατεβαύνει απ’ τη ΢φενδϊμη και τισ Κυδωνιϋσ. Διακϐςια περύπου μϋτρα απ’ την ακτό, ςτο τελεύωμα τησ ρεματιϊσ και ςτην αριςτερό πλευρϊ τησ, βρύςκονταν μϋχρι και πϋρυςι ϋνα γϋρικο φτυλιϊδι, ριζωμϋνο δύπλα ςτο ρϋμα. Κοντϊ ςτη ρύζα του ανϊβλυζε κρϑο και ωραύο νερϐ. Απ’ αυτϐ το νερϐ ϋπιναν ϐςοι κατϋβαιναν το καλοκαύρι ςτη θϊλαςςα κι απϐ κει γϋμιζαν τισ ςτϊμνεσ και τα ‘’φιτςϋλια’’ τουσ ϐλοι ϐςοι δοϑλευαν ςτα γϑρω χωρϊφια. ΢όμερα δεν υπϊρχει οϑτε πηγό, οϑτε δϋντρο. Ακϐμα και η ρεματιϊ μετατοπύςτηκε αρκετϊ. Σώρα, ωσ εκεύ που όταν η ρύζα του φτυλιαδιοϑ κατεβαύνει ο φρϊχτησ του διπλανοϑ κτόματοσ του ΢ωτόρη Καλϑβα.

ΛΟΤΚΙ: Σο ‘’Λοϑκι’’ βρύςκεται βϐρεια του νεκροταφεύου του Κύτρουσ, ψηλϐτερα προσ τον ϊγιο Γεώργιο. Κϊπου μεταξϑ των δυο αυτών θϋςεων. Παλιϐτερα, όταν μια μικρό πηγό ςε κϊποια μικροχαρϊδρα δεξιϊ τησ ρεματιϊσ, που κατεβαύνει απ’ τον Ωγιο Γεώργιο. Εκεύ, απ’ τη ςκαρπωτό ϐψη τησ πλαγιϊσ, ανϊβλυζε το νερϐ και ϋρεε μϋςα ςτο ρϋμα. Οι Κιτριώτεσ τα παλιϊ χρϐνια, τϐτε που η γϑρω ϋκταςη όταν δαςωμϋνη, τοποθετοϑςαν πϐτε ϋνα κεραμύδι και πϐτε ϋνα κομμϊτι λαμαρύνασ, για να μποροϑν να παύρνουν ευκολϐτερα το νερϐ, ώςπου αργϐτερα το κατϋβαςαν με ςιδεροςωλόνεσ ςε ϊλλη πιο βατό και πιο πρϐςφορη θϋςη 70 με 80 μϋτρα χαμηλϐτερα προσ το χωριϐ. Ση ςωλόνωςη αυτό την ϋκαναν οι ντϐπιοι κϊτοικοι του χωριοϑ, πριν νϊ ‘ρθουν οι πρϐςφυγεσ. Σο Λοϑκι εύχε καλϐ, πϐςιμο νερϐ κι απϐ δω υδρεϑονταν το πλεύςτο οι κϊτοικοι του προςφυγικοϑ ςυνοικιςμοϑ τησ Μπϊνασ, ώςπου να γύνει η υδροδϐτηςη του χωριοϑ απ’ το νερϐ τησ ‘’Ελαφύνασ’’, που βρύςκεται ψηλϐτερα ςτα Πιϋρια. ΚΑΖΑΝΙ: Εύναι μια τοποθεςύα προσ το Ελευθεροχώρι. Μϋςα ςτο ρϋμα, που περνϊει ανϊμεςα Μακρϑγιαλου κι Ελευθεροχωρύου, όταν ϋνα βαθοϑλωμα πλατϑ απ’ ϐπου ανϊβλυζε νερϐ. Σο νερϐ, ακολουθώντασ τη ρεματιϊ, κατϋληγε ςτη

196


θϊλαςςα. Επειδό το βαθοϑλωμα αυτϐ ϋμοιαζε με καζϊνι, οι παλιού κϊτοικοι ονϐμαςαν την εκεύ γϑρω περιοχό ‘’Καζϊνι’’ κι ϋτςι εύναι γνωςτό ςόμερα. ΜΠΙΣΖΙΑΣΙΚΗ ΑΦΤΡΨΝΑ: Κοντϊ ςτο λιμϊνι, μϋςα ςτου Θωμϊ Λεμονϐπουλου το χωρϊφι, ςτην ϊκρη προσ την ακτό, εκεύ περύπου που βρύςκεται ςόμερα το Εξωχικϐ του Κϋντρου, εύχε ο Μπύτζιοσ μια τερϊςτια πϋτρινη αχυρώνα. ΢’ αυτό, εκτϐσ του ϐτι αποθόκευε μεγϊλεσ ποςϐτητεσ ϊχυρου για τα ζώα του, ϋμεναν ςτην περύοδο των οργωμϊτων και τησ ςπορϊσ υπηρϋτεσ του κονακιοϑ και κολύγοι με τα ζευγϊρια τουσ, για να βρύςκονται πιο κοντϊ ςτα χωρϊφια τουσ τισ μϋρεσ τησ δουλειϊσ. Η αχυρώνα αυτό κϊηκε και ςόμερα δεν υπϊρχει τύποτα πια. Σο πϐτε ακριβώσ καταςτρϊφηκε εύναι ϊγνωςτο. Πϊντωσ, θα πρϋπει να γκρεμύςτηκε μετϊ το 1921, γιατύ ςτο ςχεδιϊγραμμα τησ ϋκταςησ που αγϐραςαν οι Κιτριώτεσ απ’ το Μπύτζιο τη χρονιϊ εκεύνη αναφϋρεται ςαν ορϐςημο. Ωλλεσ τοποθεςύεσ, τισ οπούεσ αναφϋραμε ςε ϊλλα κεφϊλαια εύναι: Η Αγύα Παραςκευό Η Ζαχαριϊ Η Μουςιϊ Η Σοϑμπα Ο Ωγιοσ Δημότριοσ Ο Ωγιοσ Γεώργιοσ Ο Καρδϐλακκασ Σο Σζιρϊπι κ.λ.π..

197


ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ

198


Π1: Λουτρϊκιον 23-9-‘28 Βαςύλη Ϊλαβα το γρϊμμα ςου την 18 τρϋχοντοσ. Αι μηνϑςεισ εναντύων των Βουλγϊρων θα εκτελεςθοϑν και θα γύνονται και εισ το μϋλλον, εφ’ ϐςον ειςϋρχονται εισ το μϋροσ μασ. Ο γϊιδαροσ εϊν δεν κϊμη να ειδοποιόςεισ τον ΢οϑζον παπϊν να τον παραλϊβει το ταχϑτερον ό να μασ ειπεύ ποϑ θϋλει να τον παραδώςωμεν. Διϐτι εγώ του εύχα ειπεύ καθαρϊ ϐτι τϐτε μϐνον θα τον κρατόςω, ϐταν κϊμει δια φορϊδασ. Επομϋνωσ δεν δυνϊμεθα να τον κρατόςωμεν. Υϋρε το με τρϐπον εϊν μασ τον αφόνει ϋωσ 1500 δρχ. δϑναςαι να τον κρατόςεισ δια καβϊλλαν. Σην βρώμην θα την κρατόςεισ ϋωσ ϐταν επιςτρϋψω. Να καλϋςεισ τον Αυγϋρον και να του ειπεύσ ϐτι τον κιςλϊ δεν δϑναμαι να τον χωρύςω παρϊ να τον πϊρη μαζύ με τον Ζόλα. Πρώτοσ ϐροσ εύναι ϐπωσ αι οικογϋνειαι των δϑο μαζύ να μη υπερβαύνουν τασ δϋκα (προσ γνώςιν ςου πρϐκειται να γύνει νϐμοσ δια τουσ κτηνοτρϐφουσ κατϊ τον οπούον θα αποκαθύςτανται δι’ απαλλοτριώςεωσ). Σιμό εύναι εκατϐν πεντόκοντα χιλιϊδασ δραχμϊσ προκαταβολητϋασ. Η τιμό εύναι εξαιρετικώσ ευνοώκό δι’ αυτοϑσ διϐτι αμϊτοβον ενοικιϊςθη 220 χιλ. δρχ και χωρεύ 3.200 πρϐβατα. Η ςυμφωνύα θα γύνει ιδιαιτϋρωσ και χωρύσ μϊρτυρασ, διϐτι ενδεχϐμενον να ιςχϑη ο περύ αιςχροκερδεύασ νϐμοσ. Να ϋχω ταχϋωσ απϊντηςιν και εϊν δεν δϋχονται την τιμόν αυτόν να ειδοποιόςεισ τον Ναοϑμ ό τον ςϑντροφϐν του, Νικολϊκη, ούτινεσ ϋχουν πολλοϑσ κτηνοτρϐφουσ. Εϊν εύναι ανϊγκη πηγαύνεισ μϐνοσ ςου εισ Θες/νύκην και ερωτϊσ. Πϊντωσ ϐχι οικογενεύασ πολλϊσ. Εϊν δεν δϋχονται ο Αυγϋροσ να με γρϊψεισ δια να τουσ επιςτρϋψωμεν το καπϊρο. Σο πηγϊδι να το τελειώςει ο Δαςκαλϊκησ και το κτύςη ϐπωσ εύναι η ςυμφωνύα κϊτω. Να ερωτόςησ τον γαμβρϐν ςου Αντώνην πϐςον θϋλει να το κτύςη με μϋτρο ϋωσ το μϋροσ που εύναι τα τοιχώματα ςτερεϊ. Πρϋπει να κτιςθό δια να μη πηγαύνει ο κϐποσ και τα ϋξοδα χαμϋνα. Επύςησ και το πηγϊδι το κϊτω. Να με γρϊψησ εισ Αθόνασ τι εννοεύσ δια τουλοϑμπαν; Να ςε γρϊψω μϐνον αφοϑ ερωτόςω ό να την αγορϊςω και ςε την αποςτεύλω. Πϊντωσ πρϋπει να με ςτϋλησ χρόματα διϐτι τα ιδικϊ μου πληςιϊζουν να τελειώςουν εδώ. Δια τον ϊκατον δεν εννοώ τι γρϊφεισ. Ο ϊκατοσ εύναι μηχανικϐσ νομύζω του δημοςύου και δεν ϋκαμα ποτϋ λϐγον δι’ αυτοϑ. Εϊν ο Βαγγϋλησ θϋλει να κϊμη λϐγον εισ τον κ. Μελιςςινϐν γαμβρϐν του Ωμποτ ϐταν επιςτρϋψη απϐ Γαλλύαν. Εισ τον . . . θα γρϊψω . . . Μπύτζιοσ

Π2: Θυμϊμαι ϐτι επύταξαν τα ςπύτια των παρακϊτω Κιτριωτών: 1) Πεώτζύκα Δημητρ. 2) ΢αλύκα Νικολ. 3) Πεώτζύκα Φρ. (εύχαν την καντύνα τουσ ς’ αυτϐ). 4) ΢τροςκύδη Γεωργ. (εδώ εύχαν τα μαγειρεύα για τουσ εργϊτεσ που δοϑλευαν αγγαρεύα ςτα επϊκτια.

199


5) Βουλτςύδη Φρ. 6) Υωκϊ Πϋτρου 7) ΢εώτανύδη Βλϊςη 8) Σερτύλα Δημ. (εύχαν το ιατρεύο τουσ) 9) Πυργύδη Φρ. 10) Ντινύδη Δημ. 11) Μωρύδη Παν. (εύχαν ςταϑλο αλϐγων και μουλαριών) 12) Γιατςύδη Ιωϊννη 13) Μηντςαρύδη Φρ. κ.λ.π..

Π3: Οι πρώτοι αντϊρτεσ που βγόκαν ςτο βουνϐ όταν: 1) Μανωλϐπουλοσ Νύκοσ του Αθαναςύου 2)Γιουβϊνοσ Ευϊγγελοσ 3) Γιουβϊνοσ Δημότριοσ του Ευαγγ. 4) Γιουβϊνοσ Αναςτϊςιοσ του Ευαγγ. 5) Κατςαμϊκασ Νύκοσ 6) Κουντουριανϐσ Θωμϊσ του Κων. 7) Φρανιώτησ Κων/νοσ του Θωμϊ 8) Ιωϊννου Θωμϊσ του Πϋτρου 9) Καλϑβασ Ευϊγγελοσ τησ Ρωξϊνησ Και ακολούθηςαν οι: 1) Δαςκαλϐπουλοσ Σαξιϊρχησ 2) Δαςκαλϐπουλοσ Ηλύασ 3) Μανωλϐπουλοσ Ιωϊννησ του Αθαν. 4) Μανωλϐπουλοσ Κν/νοσ του Αθαν. 5) Μανωλϐπουλοσ Κλεϊνθησ 6) Νικολϊου ΢ωτόρησ 7) Φρυςοχϐου ΢ωτόρησ του Κων. 8) Λϊντζασ Κων/νοσ του Ευαγγ. 9) Κουντουριανϐσ Βαςύλειοσ 10) Κουντουριανϐσ Δημότριοσ του Βαςιλ. 11) Ποϑλιοσ Αθανϊςιοσ 12) Παλιανιώτησ Ευϊγγελο 13) Παλιανιώτησ Βαςύλειοσ του Ευαγγ. 14) Καποδύςτριασ Γεώργιοσ 15) Καποδύςτριασ Νικϐλαοσ 16) Καποδύςτριασ Απϐςτολοσ 17) ΢εώτανύδησ Γεώργιοσ του Βλϊςη 18) Θεοτοκύδησ Βαςύλειοσ του Γεωργ. 19) Νατςύδησ Αθανϊςιοσ του Δημ.

200


20) Δρογοϑδησ Κων/νοσ του Δημ. 21) Μηνοϑδησ Γεώργιοσ του Αναςτ. 22) Μηνοϑδησ Γεώργιοσ του Παςχϊλη 23 Αλμπανύδησ Γεώργιοσ του Πϋτρου 24) Σατςύδησ Ιωϊννησ 25) Μαλαμύδησ Νύκοσ του Δημ. 26) ΢ουλτανύδησ Ιωϊννησ 27) Ιβανοϑδησ Μαυρουδόσ 28) Κεςοϑδησ Φρόςτοσ 29) Μωρύδησ Φρόςτοσ 30) ΢τεφανύδησ Ιωϊννησ 31) Υωκϊσ Παναγιώτησ 32) Γιανναρϊκησ Δημότριοσ 33) Δοξιϊδησ Αργϑρησ 34) Δοξιϊδησ Νικϐλαοσ 35) Φατζϐπουλοσ Γεώργιοσ 36) Μουζϊκασ Γεώργιοσ 37) Φρανιώτησ Αντώνιοσ 38) Μουμουλϋτςασ Κων/νοσ του Δημ. 39) Βοϑλγαρησ Ιωϊννησ του Γεωργ. 40) Βουλτςύδησ Πϋτροσ 41) Βουλτςύδησ Μιχαόλ του Πϋτρου 42) Βουλτςύδησ Δημότριοσ του Πϋτρου 43) Κοϑφασ Βαςύλειοσ 44) Παπανικολϊου Ιωϊννησ 45) Παπακώςτασ Απϐςτολοσ

Π4: Κιτριώτεσ που κρατόθηκαν απ’ τον ΕΛΑ΢ Απ’ τον ΕΛΑ΢ ςυνελόφθηκαν και κρατόθηκαν για κϊποιο διϊςτημα ςε ςτρατϐπεδα οι παρακϊτω Κιτριώτεσ, οι οπούοι λύγο ό πολϑ εύχαν κρατόςει αντιΕΑΜικό –ϐχι, ϐμωσ και υπολογύςιμη- ςτϊςη τον καιρϐ τησ κατοχόσ. Α. ΢το ςτρατϐπεδο του ΢ανατορύου τησ Πϋτρασ οι: Κουριαντςύδησ Κων/νοσ Δρουγοϑδησ Γεώργιοσ (Γκϋτησ) Ζαργϊνησ Γεώργιοσ Δαφνόσ Θϑμιοσ Β. ΢το ςτρατϐπεδο τησ Παναγύασ Μακρυρρϊχησ: Σριανταφϑλλου Φρόςτοσ Ζαργϊνησ Ευϊγγελοσ Πανταζόσ Ευϊγγελοσ Πανταζόσ Βαςύλειοσ

201


Πανταζόσ Νύκοσ Πανταζόσ Οδυςςϋασ Νικϐπουλοσ Νύκοσ Νύκου Υιλώτασ Δωροκύδησ Νικϐλαοσ Βοςινϊκησ Βαςύλειοσ Αλεξιϊδησ Γεώργιοσ Παπαλεξϊνδρου Βαςύλειοσ (Βατςϊκησ) Επύςησ, ο ΕΛΑ΢ επύταξε τα παρακϊτω οικόματα ςτο χωριϐ, για να ςτεγϊςει τισ διϊφορεσ υπηρεςύεσ του: 1) Σο ςπύτι του Νύκου Πανταζό για τη ςτϋγαςη τησ Πολιτοφυλακόσ. 2) Σο κονϊκι του Βας. Πανταζό (ϋνα μϋροσ). ΢’ αυτϐ ςτεγϊςτηκε το αναρρωτόριο και ϊλλεσ δευτερεϑουςεσ υπηρεςύεσ. 3) Σο ςπύτι του Ι. Πλιϊκου. 4) Σην αποθόκη του ΢τυλιανϊκη. Εδώ ςτεγϊςτηκε μια διμοιρύα του ΕΛΑ΢. Απ’ τον ΕΛΑ΢ εκτελϋςτηκαν ςε διαφορετικοϑσ χρϐνουσ οι παρακϊτω Κιτριώτεσ: 1) Μποζατζύδησ Θεοχϊρησ 2) Σαρϋμησ Σςϊνιοσ 3) Παλιοϑρασ Κων/νοσ Ακϐμα ςκοτώθηκαν οι: 1) Παπακώςτα Υύλω 2) Μακρό (Παπακώςτα) Ρόνα 3) Μακρόσ ΢ταϑροσ 4) Καρφόσ ΢τϋφοσ Επικρατεύ ςχεδϐν γενικό εντϑπωςη ςτο χωριϐ ϐτι η θ8ανϊτωςη των τεςςϊρων αυτών ατϐμων όταν τελεύωσ αδικαιολϐγητη και μϊλλον οφειλϐταν ςε καθαρϊ προςωπικοϑσ λϐγουσ. Μια τϋτοια αναφορϊ, ϐμωσ, επύ του παρϐντοσ ξεφεϑγει απ’ τουσ ςκοποϑσ αυτοϑ του βιβλύου, γι’ αυτϐ και η ϋρευνα του εύδουσ αυτοϑ αφόνεται για ϊλλο χρϐνο και ύςωσ και για ϊλλουσ ερευνητϋσ. Σην ύδια εποχό ςκοτώθηκε και ο Γιϊννησ Πλιϊκοσ. Σο αν τον ςκϐτωςε κι αυτϐν ο ΕΛΑ΢ ό κϊποιοσ ϊλλοσ, δεν εύναι ακϐμα απϐλυτα εξακριβωμϋνο.

Π5: Εύναι, ϐμωσ, επιβεβλημϋνο να αναφερθοϑν εδώ, για ιςτορικοϑσ καθαρϊ λϐγουσ, τα ονϐματα των Κιτριωτών, που ϋτυχαν μιασ τϋτοιασ μεταχεύριςησ. Επειδό οριςμϋνοι ςτη διϊρκεια τησ εξορύασ τουσ μεταφϋρθηκαν ςε περιςςϐτερα απϐ ϋνα νηςιϊ, τα ονϐματϊ τουσ θα αναφερθοϑν ανϊλογα. ΢τη Μακρϐνηςο

΢τη Γιϊρο

Δαςκαλϐπουλοσ Αθανϊςιοσ Αγγελύδησ Αλϋκοσ

Σαμϐσ Κων/νοσ Κουντουριανϐσ Φρόςτοσ

202


Βαςιλειϊδησ Φρϑςανθοσ Παλιανιώτησ Βαςύλειοσ Γιουβϊνοσ Δημότριοσ Γιουβϊνοσ Αναςτϊςιοσ Αρϊμπογλου Γεώργιοσ Κουντουριανϐσ Φρόςτοσ Μανωλακϊκησ Δημότριοσ Ιβανοϑδησ Μαυρουδόσ Γκαγκαρϊκησ Γεώργιοσ Γκριζαλιώτησ Βαςύλειοσ Γαώτανϊκησ Μιχαόλ Υαναρτζόσ Κυριϊκοσ Θεολϐγησ Ευρυπύδησ

Ιβανοϑδησ Μαυρουδόσ Λαγδϊρησ Βαςύλ. Νικολϊου ΢ωτόρησ Μανωλϐπουλοσ Ιωϊννησ Φρανιώτησ Κων/νοσ Ιωϊννου Θωμϊσ Θεολϐγησ Φρόςτοσ

Π6: Υονευθέντεσ Μανωλϐπουλοσ Βαςύλειοσ του Θωμϊ ΢τεφανύδησ Ευϊγγελοσ του Κων. Εξαφανιςθέντεσ Παπαδϐπουλοσ Νικϐλαοσ του Αθαν. Απεβίωςαν ςε Νοςοκομεία Μανωλϐπουλοσ Θωμϊσ του Κων. Καλϑβασ Κων/νοσ του Ηλύα Ποϑλιοσ Αθανϊςιοσ του Δημ. Πετρϐπουλοσ Θωμϊσ του Ιωϊννου Θεολϐγησ Αθανϊςιοσ του Κων/νου Καταφιώτησ Φρόςτοσ του Δημ. Κουλουκουριώτησ Ευθϑμιοσ του Ιωϊννου Θεοχϊρησ Κων/νοσ του ΢. Δυςτυχώσ δε μασ εύναι γνωςτϊ και τα ονϐματα εκεύνων που τραυματύςτηκαν ςτουσ πολϋμουσ εκεύνησ τησ περιϐδου, για να τα αναφϋρουμε κι αυτϊ. Μασ εύναι, ϐμωσ, γνωςτϐ ϐτι ςτη Μ. Αςύα αιχμαλωτύςτηκε απ’ τουσ Σοϑρκουσ ςτη μϊχη τησ Προϑςασ ο ΢πϑροσ Σαςςϐπουλοσ και επύ ϋνα χρϐνο υπϋφερε τα πϊνδεινα απ’ τουσ Σοϑρκουσ. Με την ανταλλαγό των αιχμαλώτων, που ϋγινε αργϐτερα, επϋςτρεψε ςτο χωριϐ, ρϊκοσ αγνώριςτο και διηγοϑνταν ϐςο ζοϑςε τισ βαρβαρϐτητεστων Σοϑρκων και τα μαρτϑρια τησ αιχμαλωςύασ του. ΢τον πϐλεμο τησ Αλβανύασ 1940-41: ΢κοτώθηκαν Μανωλϐπουλοσ Δημότριοσ του Εμμ. Βοϑλγαρησ Απϐςτολοσ του Θωμϊ Ζαμποϑκασ Δημότριοσ του Παναγ. Θεοχϊρησ Ιωϊννησ

203


Γιατςύδησ Δημότριοσ Σραυματίςτηκαν Νύκου Υιλώτασ του Αθ. Λατοϑδησ Ιωϊννησ Θεοτοκύδησ Παςχϊλησ του Γ. Θεοτοκύδησ Παραςκευϊσ του Γ. Γιατςύδησ Εμμανουόλ Σριανταφϑλλου Δημότριοσ του Β. Σαςςϐπουλοσ Απϐςτολοσ του Δ. Γεωργύου Παναγιώτησ Μοςχογιϊννησ ΢τϋργιοσ Έπαθαν κρυπαγήματα και έμειναν ανάπηροι Μανωλϐπουλοσ Διονϑςιοσ του Θωμϊ Πύττησ Νικϐλαοσ του Αθαν. Αλεξύου Λεωνύδασ του Νικολ.

Π7: ΢την περύοδο αυτό πιϊςτηκαν απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ και εκτελϋςτηκαν απϐ γερμανικϊ εκτελεςτικϊ αποςπϊςματα ό ςκοτώθηκαν ςε μϊχεσ οι παρακϊτω Κιτριώτεσ, τουσ οπούουσ αναφϋραμε και ςε προηγοϑμενα ειδικϐτερα κεφϊλαια αλλϊ τουσ αναφϋρουμε και ςε τοϑτο ςυγκεντρωτικϊ: Εκτελέςτηκαν κατά περιόδουσ από Γερμανούσ 1) Μανωλϐπουλοσ Ευϊγγελοσ του Εμμ. 2) Θεολϐγησ Ευϊγγελοσ του Δημ. 3) Κεραμυδϊσ Κων/νοσ 4) Καλϑβασ Θωμϊσ του Νικολ. 5) Καλϑβασ Αντώνησ του Ιωϊνν. Εκτελέςτηκαν από ςυνεργάτεσ των Γερμανών (Κουκιώτεσ) 1) Αραμπατζόσ Κϑροσ ΢κοτώθηκαν ςε μάχεσ με Γερμανούσ και ςυνεργάτεσ τουσ 1) Αραμπατζόσ Ευϊγγελοσ 2) Ποϑλιοσ Αθανϊςιοσ 3) Κουντουριανϐσ Θωμϊσ Σραυματίςτηκαν ςε μάχεσ υπηρετώντασ ςτον ΕΛΑ΢ 1) Δαςκαλϐπουλοσ Σαξιϊρχησ 2) Φρυςοχϐου ΢ωτόρησ

Π8: Υυλακύςτηκαν ςτον Κοϑκο μια ό και περιςςϐτερεσ φορϋσ οι παρακϊτω κϊτοικοι του Κύτρουσ: Μανωλϐπουλοσ Αθανϊςιοσ

204


Κουντουριανϐσ Παναγιώτησ Κουντουριανοϑ Υώτα ςϑζ. Παναγ. Κουντουριανϐσ Φρόςτοσ Αγγελύδησ Νικϐλαοσ Αγγελύδου Ολυμπύα ςϑζ. Νικολ. Λεμονϐπουλοσ Νικϐλαοσ Κατςοϑλασ Δημότριοσ Βοϑλγαρησ Κων/νοσ Παπανικολϊου Σαξιϊρχησ Γκϐνασ Δημότριοσ ΢εώτανύδησ Βλϊςησ Καπουνιαρύδησ Νικϐλαοσ Παπαδημητρύου Νικϐλαοσ ΢εώτανύδησ Νικϐλαοσ του Παςχϊλη ΢τροςκύδησ Βαςύλειοσ Αρϊμπογλου Γϋωργιοσ Κϑρου Σύτοσ Δραγϊνησ Βαςύλειοσ και πολλού ϊλλοι.

Π9: Σα ονϐματα εύναι δϑςκολο να αναφερθοϑν ϐλα εδώ. Ενδεικτικϊ αναφϋρουμε μερικϊ, που ϋρχονται τώρα ςτη μνόμη μασ. ΢εώτανύδησ Γεώργιοσ Μηνοϑδησ Γεώργιοσ Νικολϊκησ Κων/νοσ Βερϐπουλοσ Κων/νοσ Δημολιϐσ Απϐςτολοσ Βοϑλγαρησ ΢τϋφανοσ Δημολιϐσ Ευϊγγελοσ Δεδύδησ ΢ωκρϊτησ Σριανταφϑλλου Φρόςτοσ Καπουνιαρύδησ Νικϐλαοσ Παπακώςτασ Δόμοσ κ.ϊ. Αλλϊ και ςτη διϊρκεια του ξενοκύνητου εμφϑλιου πολϋμου 1945-1950) το Κύτροσ εύχε θϑματα. ΢κοτώθηκαν οι παρακάτω Κιτριώτεσ: Α’ Τπηρετώντασ ςτο Δημοκρατικϐ ΢τρατϐ: 1) Μανωλϐπουλοσ Νικϐλαοσ του Αθαν. 2) Καλϑβασ Ευϊγγελοσ του Ιωϊννου 3) Γιανναρϊκησ Δημότριοσ Β’ Τπηρετώντασ ςτον Εθνικϐ ΢τρατϐ:

205


1) Μϊνδαλοσ Δημότριοσ του Κων/νου 2) Υωτϊκησ Νικϐλαοσ Επύςησ, υπηρετώντασ ςτον εθνικϐ ςτρατϐ, εξαφανύςτηκαν ό ϋχαςαν τη ζωό τουσ, ϐχι ςε μϊχεσ αλλϊ απϐ ϊλλεσ αιτύεσ οι παρακϊτω: Α’ Εξαφανύςτηκαν: 1) Σςιϐτρασ Μιχαόλ Β’ Ϊχαςαν τη ζωό τουσ: 1) Νικολϊου ΢ωτόρησ 2) Δρουγοϑδησ Νύκοσ του Δημ. Μετϊ τη λόξη του εμφυλύου ϋφυγαν ςτισ Ανατολικϋσ χώρεσ οι παρακϊτω Κιτριώτεσ: 1) Μανωλϐπουλοσ Κων/νοσ του Αθαν. 2) Δοξιϊδησ Αργϑρησ

Π10: Σϋτοιεσ οικογϋνειεσ εύναι: Α’ Σησ περιϐδου τησ κατοχόσ (1941-1944) 1) Σου Κώςτα και Νύκου Πιϊκου 2) Σου Γαλαξύδη 3) Σου Βελιςςϊριου Ντϊμτςιου απ’ τη Βαλανύδα τησ Ελαςςϐνασ. 3) Σησ χόρασ Θωμϊ Παπαδϐπουλου απ’ τη Λεπτοκαρυϊ. 5) Σου ΢πϑρου Κϐκκινου 6) Σου Κουρκουβϋλη 7) Σου Γιώργου Κατςαμϊκα απ’ τη Ραψϊνη Β’ Σησ περιϐδου του εμφυλύου (1945-1950) 1) Σου Παναγιώτη Σοχοβύτη απ’ τη Μηλιϊ 2)Σου Γιϊννη Ροϑντου απ’ τη Μηλιϊ 3) Σου Γιϊννη Μπαμπϋτα απ’ την Παλιϐςτανη.

Π11: Με βϊςη τισ παλιϐτερεσ απογραφϋσ, ο πληθυςμϐσ του Κύτρουσ διακυμϊνθηκε ωσ εξόσ:

ΕΣΟ΢

ΠΕΡΙΟΦΗ

1920

ΚάΣΡΟ΢ Αλυκό Κύτρουσ Κορινϐσ Σοϑζλα Αλυκό Κύτρουσ (Σοϑζλα) Κύτροσ Κορινϐσ Μπϊνη

1928

ΠΛΗΘΤ΢ΜΟ΢ 569 8 456 4 32 1629 1031 332

206


1940 1951 1961 1971 1981

Κύτροσ Αλυκό Κύτροσ Αλυκό Κύτροσ Κύτροσ και Αλυκό Κύτροσ και Αλυκό

2140 54 2163 30 2220 1984 1882

Π12: Μετϊ, ακολοϑθηςαν οι παρακϊτω απ’ τουσ οπούουσ, ϊλλοι μεν διορύςτηκαν κι ϊλλοι εκτϋχτηκαν. Για ϐςουσ εύναι γνωςτϐ ϐτι διορύςτηκαν, ςημειώνεται το γρϊμμα (Δ) και για ϐςουσ ϐτι εκλϋχτηκαν το γρϊμμα (Ε). 2) Κων/νοσ Πανταζόσ (1918-1922). Ο Κ. Πανταζόσ εύχε διατελϋςει παλιϐτερα και πρϐεδροσ τησ επιτροπόσ του Μακεδονικοϑ Αγώνα ςτο χωριϐ, με ταμύα τησ οργϊνωςησ το Δημότριο Ιωϊννου. 3) Ευϊγγελοσ Πανταζόσ (1929-1927). Ο Ε. Πανταζόσ ϋχτιςε το πρώτο κοινοτικϐ κατϊςτημα ςτο ‘’χοροςτϊςιο’’, ςτην πλατεύα του χωριοϑ κοντϊ ςτην Ξερϐβρυςη κι ανόγειρε ςτην πλατεύα τησ Κοινϐτητασ το Ηρώο των πεςϐντων Κιτριωτών ςτουσ πολϋμουσ 1912-1922. 4) Κων/νοσ Φρυςοχϐου (1932). Σον καιρϐ τησ προεδρύασ του ϋγινε η διανομό των γεωργικών κλόρων ςτουσ πρϐςφυγεσ και ςτουσ ακτόμονεσ του Κύτρουσ. 5) ΢ωκρϊτησ Δεδύδησ (Δ) 6) Νικϐλαοσ Δωροκύδησ 7) Δημότριοσ Καμποϑρησ 8) Δημότριοσ Υαναρτζόσ 9) Αςτϋριοσ Κϐγκολασ 10) Ευϊγγελοσ Σριανταφϑλλου 11) Βαςύλειοσ Πανταζόσ (Δ). Ϋταν πρϐεδροσ τησ Μεταξικόσ δικτατορύασ και του Αλβανικοϑ πολϋμου του 1940. 12) Αντώνιοσ Φρανιώτησ Δ). (!941-1944) Διατϋλεςε πρϐεδροσ τον καιρϐ τησ κατοχόσ. ΢υνϋβαλε πϊρα πολϑ ςτο να αποφευχθοϑν καταςτροφϋσ και εκτελϋςεισ ςτο χωριϐ απ’ τουσ Γερμανοϑσ και τουσ ςυνεργϊτεσ τουσ, παρ’ ϐτι πολλϋσ φορϋσ όταν και ο ύδιοσ καταζητοϑμενοσ απ’ αυτοϑσ. Λύγο πριν την απελευθϋρωςη και την κϊθοδο του ΕΛΑ΢, ϋφυγε ςτο αντϊρτικο. 13) Δημότριοσ Νικολϊκησ (Ε). (1944-1945). Πρϐεδροσ τησ Σοπικόσ Αυτοδιούκηςησ ςτη διϊρκεια τησ επικρϊτηςησ του ΕΑΜ. Η θητεύα του όταν πολϑ ςϑντομη. Μϐνο για λύγουσ μόνεσ. ΢τισ μϋρεσ του θεμελιώθηκε το Α’ Δημοτικϐ ΢χολεύο του Κύτρουσ, πϊνω ςτο ϑψωμα, ςτου Σαξιϊρχη το αμπϋλι. 14) Νικϐλαοσ Δωροκύδησ (Δ). Σοποθετόθηκε πρϐεδροσ τησ μεταΕΑΜικόσ κατϊςταςησ που επικρϊτηςε αμϋςωσ μετϊ τη ςυμφωνύα τησ Βϊρκιζασ. ΢τισ μϋρεσ του κλϊπηκαν και εξαφανύςτηκαν τα υλικϊ που εύχε ςυγκεντρώςει το ΕΑΜ για το χτύςιμο του ςχολεύου.

207


15) Νικϐλαοσ Πανταζόσ (Δ). ΢αν αντιπρϐεδροσ του προηγοϑμενου Κ.΢. διαδϋχτηκε τον αποθανϐντα Ν. Δωροκύδη. 16) Βαςύλειοσ Βαςιλειϊδη 17) ΢τϋργιοσ Μυρώνησ 18) Βαςύλειοσ Σριανταφϑλλου (Δ). 1950) 19) Πϋτροσ Αλμπανύδησ (Δ). (1950-1951). Όλοι οι πρϐεδροι, απϐ το 1936 ωσ το Μϊρτιο του 1951 όταν διοριςμϋνοι, εκτϐσ απ’ το Δημότριο Νικολϊκη, που εκλϋχτηκε ‘’δια βοόσ’’ ςε λαώκό ςυνϋλευςη του χωριοϑ. Ο τελευταύοσ διοριςμϋνοσ πρϐεδροσ αυτόσ τησ περιϐδου όταν ο Πϋτροσ Αλμπανύδησ. 20) Γρηγϐρησ Γκογκολϊκησ (Ε). (1951-1952). Εκλϋχτηκε πρϐεδροσ με τισ εκλογϋσ του 1951. Σϐτε, ςτην περύοδο κϊθε τετραετύασ εθότευαν δϑο πρϐεδροι, οι οπούοι εκλϋγονταν απ’ το Κοινοτικϐ ΢υμβοϑλιο (Κ΢) ανϊ διετύα. 21) Δημότριοσ Μυρωνϊκησ (Ε). (1953-1954). ΢τη δεϑτερη διετύα τησ τετραετύασ 1951-1954, το Κ.΢. εξϋλεξε πρϐεδρο τον ωσ τϐτε ςϑμβουλο Δημ. Μυρωνϊκη. ΢τισ μϋρεσ του ϊρχιςε το χτύςιμο του ςχολεύου τησ Μπϊνησ, καθώσ και τησ εκκληςύασ του Προφότη Ηλύα του ύδιου ςυνοικιςμοϑ. ΢τισ δαπϊνεσ ανϋγερςησ ςυμμετεύχε και η Κοινϐτητα κατϊ 60 με 70%. ΢τισ εκλογϋσ του 1954, επανεκλϋγεται πρϐεδροσ ο Δημ. Μυρωνϊκησ. Σϐτε ϋγινε η υδατοδεξαμενό κι ϊρχιςε η καταςκευό του δύκτυου ϑδρευςησ του χωριοϑ (1956). Οι δαπϊνεσ αντιμετωπύςτηκαν με δϊνειο που ςϑναψε η Κοινϐτητα απ’ το Σαμεύο Παρακαταθηκών και Δανεύων. Σο δϊνειο αυτϐ εξωφλόθηκε μϋςα ςε μια εξαετύα. Η αρχικό ςωλόνωςη ϋγινε με ςιδεροςωλόνεσ διαμϋτρου 100 ό 80 χιλιοςτών. Αργϐτερα, για την επϋκταςη του δικτϑου χρηςιμοποιόθηκαν αμιαντοςωλόνεσ τησ ύδιασ περύπου διαμϋτρου. 22) ΢τϋργιοσ Κϐγκολασ (Ε). (1956-1958). ΢τισ μϋρεσ του ςυνεχύςτηκε η καταςκευό του δικτϑου ϑδρευςησ. Επύςησ, χτύςτηκε νϋο Κοινοτικϐ Κατϊςτημα, λύγο πιο πϊνω απ’ το παλιϐ. μπροςτϊ ςτο ςπύτι του Θϐδωρου Αλεξύου, τα αφοδευτόρια του Α’ Δημοτικοϑ ςχολεύου και ϋγινε και η περύφραξη του νεκροταφεύου του Αγύου Αθαναςύου. Σϐτε χτύςτηκε το κτύριο του Αςτυνομικοϑ ΢ταθμοϑ, ςτη θϋςη που βρύςκεται ςόμερα, δύπλα ςτην Κοινϐτητα. (Αςτυνϐμοσ όταν ο ενωμοτϊρχησ Βαςύλ. Πανϐπουλοσ). Σο οικϐπεδο για τον αςτυνομικϐ ςταθμϐ παραχωρόθηκε ςτο Δημϐςιο δωρεϊν απ’ τουσ εξαγοραςτϋσ, ςτουσ οπούουσ ανόκε και ολϐκληρη η γϑρω απ’ το κοινοτικϐ κτύριο περιοχό. Σο γνωςτϐ παλιϐτερα ‘’Φοροςτϊςι’’. Επιτροπό εξαγοραςτών, η οπούα ςυγκροτόθηκε με απϐφαςη του προϋδρου Πρωτοδικών Κατερύνησ, υπϋγραψε το επύςημο παραχωρητόριο του οικοπϋδου. 23) Υιλώτασ Νύκου (Ε). (1958-1961) Εκλϋχτηκε πρϐεδροσ με τισ εκλογϋσ του 1959. ΢τισ μϋρεσ του ϊρχιςε η μελϋτη του ρυμοτομικοϑ ςχεδύου του χωριοϑ και η μερικό εφαρμογό του. Δϐθηκαν ονϐματα ςτουσ δρϐμουσ και αριθμού ςτα οικόματα και αγορϊςτηκε το πρώτο φορτηγϐ αυτοκύνητο απ’ την Κοινϐτητα για τισ ανϊγκεσ τησ. Σϐτε δεντροφυτεϑτηκε με πεϑκα ο χώροσ τησ εκκληςύασ τησ

208


Αγύασ Ανϊληψησ και η παραλιακό ϋκταςη μπροςτϊ ςτα καφενεύα τησ Αλυκόσ, δύπλα ςτο λιμϊνι. Σα δεντρϑλλια αγορϊςτηκαν με υπϐδειξη του τϐτε δαςϊρχη του Δαςαρχεύου ΢κοτεινών Δημ. Δαλακιουρύδη απ’ το φυτώριο του Κουτςοϑκη απ’ τισ ΢ϋρρεσ. 24) Δημότρ. Μανωλακϊκησ (Ε). (1961-1964). ΢την περύοδο αυτό (1963), με πρωτοβουλύα του Φρ. Σερτύλα, δεντροφυτεϑτηκε με πεϑκα η πλατεύα του Καβακλύ. Σα δεντρϑλλια τα ϋδωςε το Δαςαρχεύο και η Κοινϐτητα διϋθεςε τα χρόματα για την περύφραξη. 25) Βαςύλ. Αλεξιϊδησ (Ε). (1964-1967). Σο 1964 αρχύζει η ϊμεςη εκλογό των προϋδρων απ’ τουσ κατούκουσ και ϐχι απ’ το Κοινοτικϐ ΢υμβοϑλιο, ϐπωσ γύνονταν ωσ τώρα. Η δε θητεύα τουσ παϑει να εύναι διετόσ και γύνεται τετραετόσ. 26) Υιλώτασ Νύκου (Δ). (1967-1974). Δεκαπϋντε ό εύκοςι μϋρεσ μετϊ το ςτρατιωτικϐ πραξικϐπημα τησ 21ησ Απριλύου 1967, παϑεται ο Αλεξιϊδησ και ϊλλοι δυο ςϑμβουλοι. Ο Σςιϐτρασ και ο Κϑροσ Παπαδϐπουλοσ. Σϐτε ϋγινε προεδρεϑων για τρεισ-τϋςςερισ μόνεσ ο Παραςκευϊσ Πιτςιϊνησ, ώςπου το ΢επτϋμβριο του 1967 διορύζεται νϋο πενταμελϋσ Κοιν. ΢υμοϑλιο (ϐχι επταμελϋσ που όταν ωσ τώρα), με πρϐεδρο το Υιλώτα Νύκου. Αντιπρϐεδροσ εύναι ο Οδυςςϋασ Πανταζόσ και μϋλη ο Ν. Καραμϋλιοσ, Θεοχ. Δωροκύδησ και Φρ. Καπουνιϊρησ. Αργϐτερα, παραιτεύται ο Οδυςςϋασ Πανταζόσ και ςτη θϋςη του διορύζεται ο Νικ. Παπανικολϊου. Σο ςυμβοϑλιο αυτϐ παρϋμεινε μϋχρι την πτώςη τησ Φοϑντασ το 1974. 27) Βαςύλ. Αλεξιϊδησ (Ε). (1974-1977). 28) ΢πϑροσ Πυργύδησ (Ε). (1977-1981, (1981-1986) και (1986- μϋχρι ςόμερα).

Π13: Ο παρακϊτω πύνακασ Ι μασ δύνει μια εικϐνα των καλλιεργηθϋντων κατϊ τα δϑο τελευταύα ϋτη εκτϊςεων, καθώσ και το εύδοσ καλλιεργειών. Πύνακασ Ι. Καλλιεργοϑμενεσ εκτϊςεισ.

Εύδοσ Καλλιϋργειασ

1985

1986

Μη Ποτιςτικϊ Ποτιςτικϊ ΢ϑνολο Μη Ποτιςτικϊ Ποτιςτικϊ ΢ϑνολο ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ. ςτρϋμμ.

Αροτρ.Καλ/γειεσ 16.919 Αγρανϊπαυςη 115 Λαχανϐκηποι Δενδροκαλ/γειεσ 460 Αμπϋλια 570 ΢ϑνολο 18.064

4.753 695 961 1.500 7.909

21.672 115 695 1.421 2.070 25.973

16.316 90 278 620 17.304

5.500 668 1,151 1.350 8.669

21.816 90 668 1.429 1.970 25.973

209


Π14: Ανϊμεςϊ τουσ θυμϊμαι τουσ: Δημότριο Νικολϊκη, Πρϐεδρο τησ Σοπικόσ Αυτοδιούκηςησ ΢τϋργιο Μπϊμπο ΢ϑμβουλο τησ Σ. Α. Θεοδ. Ν. Καπουνιαρύδη Γραμματϋα του ΕΑΜ Κύτρουσ Κων. Πετρϐπουλο του Κ.Κ.Ε. Κων. Φρυςοχϐου του Κ.Κ.Ε. Κων. Νικολϊκη τησ Επιτροπόσ του ΕΑΜ Θαν. Δαςκαλϐπουλο του Εφεδρ. ΕΛΑ΢ Αλ. Αγγελύδη Γραμματϋα τησ ΕΠΟΝ Γεώργ. Καποδύςτρια Γραμματεα τησ Ε.Σ.Α. Γεώργ. Φατζϐπουλο ντυμϋνο αντϊρτικα.

Π15: Σο ςυμβοϑλιο τησ Σ.Α. αποτελοϑνταν απ’ τουσ: Νικολϊκη Δημότριο του Ν. (πρϐεδρο) Μπϊμπο ΢τϋργιο (υπεϑθυνο Λαώκόσ Αςφϊλειασ) Βοςινϊκη Αγγελύνα Μανωλοποϑλου Βαςιλικό Κεραμυδϊ Κατύνα Πυργύδη Φρόςτο (πρϐεδρο Λαώκοϑ δικαςτηρύου Καπουνιαρύδη Θοδ. του Ν. (υπεϑθυνο του ΕΑΜ)

Π16: ΕΣΗ΢ΙΕ΢ ΠΑΡΑΓΨΓΕ΢ ΑΛΤΚΗ΢ ΚΙΣΡΟΤ΢ (΢Ε ΣΟΝΟΤ΢) Ϊτοσ Παραγωγό Ϊτοσ Παραγωγό Ϊτοσ Παραγωγό Ϊτοσ Παραγωγό Ϊτοσ Παραγωγό

1920 1921 1922 1923 1924 1925 1926 1927 1928 1919 1.210 1929 Μ.Ο. 1.210 Ϊτοσ 1960

6.020 6.240 9.020 8.020 7.830 10.600 8.830 12.000 -(+) 8.820 8.600

Παραγωγό Ϊτοσ 9.280 1970

1930 9.920 1940 7.630 1950 12.400 1931 10.600 1941 4.450 1951 10.900 1932 8.600 1942 6.960 1952 14.700 1933 9.930 1943 4.130 1953 10.000 1934 10.300 1944 - (* ) 1954 - (+) 1935 18.000 1945 7.170 1955 2.310 1936 2.680 1946 9.430 1956 10.000 1937 7.290 1947 1.870 1957 6.240 1938 18.000 1948 9.260 1958 12.300 1939 8.380 1949 11.100 1959 10.700 9.870 6.860 9.950 Παραγωγό 6.450

Ϊτοσ 1980

Παραγωγό 6.490

210


1961 13.300 1971 9.430 1981 4.780 1962 14.400 1972 7.450 1982 5.200 1963 6.550 1973 7.540 1983 4.750 1964 7.450 1974 10.400 1984 9.000 1965 8.340 1975 7.710 1985 10.000 1966 11.800 1976 4.140 1986 5.000 1967 7.050 1977 9.760 1968 10.900 1978 6.610 1969 10.100 1979 6.270 Μ.Ο. 9.920 7.580 ΢ημεύωςη (+) Αλυκοςτϊςιο λϐγω περιςευμϊτων αλατιοϑ (*) Μερικό ό ολικό καταςτροφό αλατοπαραγωγόσ λϐγω πλημμυρών. Απ’ τον παραπϊνω πύνακα ετόςιασ παραγωγόσ διαπιςτώνεται πωσ η απϐδοςη τησ αλυκόσ μειώθηκε αιςθητϊ απϐ το 1970 και εντεϑθεν. Αυτϐ οφεύλεται ςε περιοριςμϐ τησ καλλιεργόςιμησ ϋκταςησ λϐγω προςχώςεων και καταςτροφών θερμαςτρών, τηγανιών και ϊλλων ϋργων και εγκαταςτϊςεων απϐ ςφοδρϋσ βροχοπτώςεισ και πλημμμϑρεσ εκεύνου του ϋτουσ. Οι καταςτροφϋσ και οι ζημιϋσ εκεύνεσ δεν επιδιορθώθηκαν τϐτε, γιατύ εκεύνη την εποχό εύχε επικρατόςει ςτην Αθόνα η ιδϋα μεγϊλου αλατοπηγικοϑ ςυγκροτόματοσ ςτο Μεςολϐγγι, του οπούου η παραγωγό θα κϊλυπτε δόθεν τισ ανϊγκεσ τησ χώρασ ςε αλϊτι, γι’ αυτϐ και η ςυντόρηςη και βελτύωςη τησ αλυκόσ του Κύτρουσ δε θεωρόθηκε αναγκαύα. Απϐ το 1974 και εντεϑθεν, ϐμωσ, ϊρχιςε εφαρμοηγό προγρϊμματοσ βελτύωςησ τησ αλυκόσ και το Δημϐςιο διϋθεςε για το ςκοπϐ αυτϐ τα παρακϊτω ποςϊ: 1974 100.000 δραχμϋσ 1976 100.000 1977 160.000 – 540.000 1978 300.000 1981 505.000 1982 6.000.000 1983 8.093.000 1984 Τπϊρχει προϒπολογιςμϐσ δαπϊνησ 115 1985 εκατομμυρύων και μϋχρι ςόμερα ϋχουν 1986 απορροφηθεύ τα 83. 1987.

ΔΑ΢ΚΑΛΟΙ 1. ΢το 3/θέςιο Δημοτικό ΢χολείο Κίτρουσ Δημοτικϐ ςχολεύο λειτουργοϑςε ςτο Κύτροσ και τον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ και ςτο πϋραςμα των χρϐνων εκεύνων υπηρϋτηςαν ς’ αυτϐ πολλού δϊςκαλοι, λαώκού και κληρικού. Λϐγω, ϐμωσ, των πολλών καταςτροφών που υπϋςτη το χωριϐ ςε παλιϐτερεσ εποχϋσ και των οξϑτατων ϋριδων που ϋφεραν μαζύ τουσ οι διϊφορεσ κατϊ καιροϑσ πολιτικϋσ καταςτϊςεισ των νεϐτερων χρϐνων, η ϋνταςη

211


των οπούων ξεςποϑςε ςτην καταςτροφό των κοινοτικών, εκκληςιαςτικών και ςχολικών αρχεύων, δεν ςώζεται ςόμερα κανϋνα ςτοιχεύο που να μασ πληροφορεύ για το ποιοι και πϐςοι δϊςκαλοι πϋραςαν απ’ το ςχολεύο αυτϐ. Ερευνώντασ τα υπϊρχοντα παλιϊ βιβλύα τησ εκκληςύασ του Αγύου Κωνςταντύνου, κατορθώςαμε να πϊμε πύςω ωσ το 1880. Ξεκινώντασ, λοιπϐν, απ’ το ϋτοσ αυτϐ, αναφϋρουμε ϐςα ονϐματα και ϊλλα ςχετικϊ ςτοιχεύα μπορϋςαμε να ςυγκεντρώςουμε. Ι. Δϊςκαλοι ςτον καιρϐ τησ τουρκοκρατύασ: 1) ΢απουνϐπουλοσ Αθαν. 1880 απ’ τον Κολινδρϐ 2) Ζαγοριανϊκοσ Αθαν. 1891 3) Καραμουτςϐπουλοσ Δ.΢. 1902 απ’ την Ϋπειρο 4( Ηγουμενύδησ 1906 απ’ την Ϋπειρο 5) Μαργαρύτησ Αθαν. του Π. 1909-1910 απ’ τη Δρυϊνιτςα Ολϑμπου. ΙΙ. Δϊςκαλοι μετϊ την απελευθϋρωςη του 1912 Α’ Απϐ πληροφορύεσ των ςημερινών κατούκων προκϑπτει πωσ απ’ το 1912 ωσ το 1931 υπηρϋτηςαν ςτο Κύτροσ οι παρακϊτω δϊςκαλοι, με την ακϐλουθη περύπου ςειρϊ: 1) Αξατζύδησ Δημότριοσ, απ’ το Λαςποχώρι Κιςςϊβου 2) Παραςκευϊσ Δημότριοσ, πρϐςφυγασ απ’ τη Θρϊκη 3) Παραςκευϊσ Ιωϊννησ (ό Γεώργιοσ), αδελφϐσ του προηγοϑμενου 4) Μπακρϐζησ (γϑρω ςτο 1925) 5) Δαςκαλϐπουλοσ Θωμϊσ (ϋκανε και ψϊλτησ ςτην εκκληςύα του Αγ. Κων/νου και γραμματϋασ ςτην Κοινϐτητα) 6) Ζμαλιϐσ Εμμανουόλ απ’ την Κϊλυμνο. Β’ Επύςησ, απ’ τα υπϊρχοντα ςόμερα ςτο ςχολεύο μαθητολϐγια και ϊλλα ςχετικϊ βιβλύα, προκϑπτει ϐτι υπηρϋτηςαν ς’ αυτϐ, μετϊ το 1931 ςα διευθυντϋσ οι παρακϊτω δϊςκαλοι: 1) Μακρόσ Ηλύασ (1931 και 1936) 2) Αλεξϐπουλοσ (1933) 3) Υϋτςιοσ (1934) 4) Θωμϐπουλοσ ΢τϋφανοσ (απ’ το 1935 και 1940-1943) 5) Ζαλαχώρη Ευαγγελύα (1937 και 1938) 6) Πϊλλασ Γεώργιοσ (1943-1944) (Σο ςχολικϐ ϋτοσ αυτόσ τησ περιϐδου, ςϑμφωνα με υπϊρχουςα ςημεύωςη ςτο οικεύο μαθητολϐγιο, παρατϊθηκε ωσ τισ 8 Απριλύου 1945) 7) ΢αμολαδϊ Μαύρη (1945-1946) 8) Βλϊχου (1947, 1948, 1949) 9) ΢ταςινϐπουλοσ (απϐ 1950 ωσ το 1954) (το ϐνομα εύναι δυςανϊγνωςτο) 10) Ματθαιύδησ Ματθαύοσ (απϐ 1955 ωσ και 1962) 11) Ρϊπτησ Δημότριοσ (απϐ 1963 ωσ και 1973) 12) Σζιώκασ Ιωϊννησ (απϐ 1974 ωσ και 1977) 13) Λαςιθιωτϊκησ ΢. (απϐ 1978 ωσ και 1982) 14) Γερομιχαλϐσ (1983)

212


15) Μπϊμποσ Μιχ. (1984) 16) Σζιϐβασ Αριςτ. (1985) 17) Μπαλαοϑρασ (1986) 18) Βϐβολη Αθηνϊ (1987). Μαζύ με τουσ παραπϊνω διευθυντϋσ υπηρϋτηςαν και πολλού δϊςκαλοι των οπούων τα ονϐματα, λϐγω ςτενϐτητασ χώρου δεν αναφϋρουμε. 2’. ΢το 2/θέςιο Δημοτικό ΢χολείο Μπάνησ Παρϊλληλα με το 3/θϋςιο Δημοτικϐ ςχολεύο Κύτρουσ ό το ‘’Αο Δημοτικϐ’’ λειτοϑργηςε ςτη Μπϊνα απϐ το 1935-36 και το 1/θϋςιο ςτην αρχό και 2/θϋςιο κατϐπι Δημοτικϐ ςχολεύο Κύτρουσ ό το ‘’Βο Δημοτικϐ’’, ϐπωσ εύναι γνωςτϐ ςόμερα. ΢’ αυτϐ υπηρϋτηςαν ςα διευθυντϋσ οι παρακϊτω δϊςκαλοι: 1) Σςοϑφλια Υρϐςω (1936-38) 2) ΢ακελλαρύου Βαςύλησ (1938-43) 3) (ϐνομα δυςανϊγνωςτο) (1943-1945) 4) Γιαννουκϊκη Ε. (1945-1952 και 1956-57) 5) Πϑλησ (1952-1956) 6) (ϐνομα δυςανϊγνωςτο) (1956-1962) 7) ΢ταματιϊδησ Φρ. (1962-1965) 8) Παπουτςϊκησ Κων/νοσ (1965-1967) 9) Σριανταφυλλύδησ Ιωϊννησ (1967-1968) 10) Γιαννουλύδησ Θεϐφιλοσ (1968-1972) 11) Παναγιωτύδου Ε. (1972-73) 12) Μπαλϊτου Ε. (1973-1975) 13) (ϐνομα δυςανϊγνωςτο) (1975-1977) 14) Καλύτςησ Λϊζαροσ (1977-1980) 15) Μπαμπϊνη Μϋλπω (1980-81) 16) Πλαςταρϊσ Γεώργιοσ (1981-1985) 17) Γκϐλιασ Δημότριοσ (1985-1987).

ΠΑΠΑΔΕ΢ ΢την εκκληςύα Αγ. Κωνςταντύνου και Ελϋνησ υπηρϋτηςαν οι παρακϊτω γνωςτού παπϊδεσ: 1) Παπακώςτασ Κων/νοσ 2) Ζαμποϑκασ Ευϊγγελοσ 3) Σριανταφϑλλου Αθανϊςιοσ 4) Παπανικολϊου Αθανϊςιοσ 5) Καζαντζύδησ Φρόςτοσ 6) Φϊρλασ Κων/νοσ 7) Παπαώωϊννου Παναγιώτησ 8) Βοϑλγαρησ Βαςύλειοσ.

213


΢την εκκληςύα του Προφότη Ηλύα ςτη Μπϊνα, απϐ τησ ύδρυςόσ τησ και μϋχρι ςόμερα, υπηρϋτηςαν οι παρακϊτω παπϊδεσ: Καζαντζύδησ Φρόςτοσ παπα Γιώργησ (απ’ την Κρότη) παπα Γιϊννησ (απ’ το Μεςολϐγγι) παπαΓιώργησ Βεντουρϊκησ Νικϐδημοσ (αρχιμανδρύτησ). Σοποθετόθηκε ςτη Μπϊνα το Μϊιο του 1986. (Οι Μπανιώτεσ ϋφεραν παλιϊ εικϐνα του Προφότη Ηλύα απ’ τη Μπϊνα τησ Βουλγαρύασ). Η εκκληςύα εγκαινιϊςτηκε ςτισ 4 ΜαϏου 1980 απ’ το μητροπολύτη Βαρνϊβα.

214


΢χέςεισ Αθηναίων με τη Μεθώνη και τη Μακεδονία 429 π. Φ. και αργότερα (M. N. TODD ΑΡΙΘΜ. 61 ΢ΕΛ. 129) Μεθωναίων εκ Πιερ(ίασ). Υαίνιπποσ Υρυνίχου εγραμμάτε{ευε}|

215


ΓΕΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ ΠΗΓΕ΢ Αρχαύοι Ϊλληνεσ και Λατύνοι ςυγγραφεύσ. Αγύα Γραφό. ΜΕΛΕΣΕ΢ – ΑΡΘΡΑ Αγγελίδη, Α.: Αντύλλαλοι απ’ το Παρελθϐν, Μελβοϑρνη 1979. - Οι Ϊνοχοι, Μελβοϑρνη 1980. - Καημού και Πϐθοι, Μελβοϑρνη 1980. Αγγέλου, Άλκη: Περιηγόςεισ ςτον Ελληνικϐ χώρο, Αθόνα 1968. Αναγνώςτη, Ι.: Μονωδύα επύ τη αλώςει τησ πϐλεωσ Θες/νύκησ, Ϊκδοςη Βϐννησ. Αναγνωςτόπουλου, Παναγ.: Η Αρχαύα Ολυμπικό Πιερύα, Θες/νύκη, 1971. Ανακατωμένου, Αδάμ: Σα νϋα ϐρια τησ Ελλϊδοσ, ότοι τοπογραφικαύ και Εθνολογικαύ ςημειώςεισ περύ Θεςςαλύασ, Αθόναι 1887. Αραβαντινού, ΢π.: Ιςτορύα του Αλό παςϊ Σεπελενλό. Πυρςϐσ, Σϐμοι 2, Αθόνα 1895. Αρβανιτίδη, Γ.: Ο Βιβλιϐφιλοσ (12) 1958. Βακαλόπουλου, Απ.: Σο κϊςτρο του Πλαταμώνα, Μακεδονικϊ, Σϐμ. Α’, Θες/νύκη 1940 - Η Θεςςαλονύκη ςτα 1430-1821 και 1912-1918. Βακαλόπουλου, Κ.: Ϊλληνεσ ληςταντϊρτεσ ςτον Όλυπμο ςτα 1910. Βαλέτα, Γ.: Ιςτορικϐσ Ωτλασ του Εικοςιϋνα, Αθόνα 1971. ΢υντεθημϋνοσ απ’ το Ρώςο φιλϋλληνα Ιω. Πετρώφ. Βαρδάκα, Παρθενίου: Περιγραφό τησ Περιφερεύασ Επιςκοπόσ Κύτρουσ απϐ 1903 ωσ 1918, Αθόνα 1918. Βαςδραβέλλη, Ι.: Αρματολού και κλϋφτεσ εισ την Μακεδονύαν, Θες/νύκη 1948. - Ιςτορικϊ Αρχεύα Βϋροιασ. - Ιςτορικϊ Αρχεύα Θεςςαλονύκησ. - Ιςτορικϐ Αρχαύο Βϋροιασ (εκλογαύ). - Οι πολεμικού ϊνδρεσ τησ Μακεδονύασ κατϊ τουσ επαναςτατικοϑσ χρϐνουσ, Θεςςαλονύκη 1966. Βαςίλιεφ, Α.Α.: Ιςτορύα τησ Βυζαντινόσ Αυτοκρατορύασ (324-1453), τ. Γ’. Baldson, J.P.V.B.: Life and Leisure in ancient Rome. Barker, Ernest: Fron Alexander to Constantine, 336 b.C to 337 a.C.. Barlen, M.E.: The foundation of modern Europe 1789-1871. Marrie and Jenins: Ancient coins of Greece. Bartholdy, J.L.S.: Bruchstucke zur Nahern Kenntniss des heutigen Griechenlands, Berlin 1805. Beaujour, Felix: Tableau du commerce de la Grece 1787-1797, Paris 1800. Bend, Theodor: The diaries of Dr. John Covel 1760-1779, London 1893.

216


Bengston, Herman: The Greeks and the Persians. Bernard, V.: Σουρκύα και Ελληνιςμϐσ – Οδοιπορικϐ ςτη Μακεδονύα, Σροχαλύα, Αθόνα 1987. Μετϊφραςη Μ. Λυκοϑδη. Berve, H.: Das Alexanderreich, I. Boaste, T.S.R.: The Kingtoms and strongfolds of crusaders. Bouchie De Belle Edm.: La Macedone et les Macedoniens. Brown, Ed.: A brief account of some travels in… Macedonia, Thessaly, London 1685. Burn A.R. And Mary: The living past of Greece. Bury J.B.: Ancient Greek Historians, London 1909. - Constitution of the late Roman empire, Lonton 1909. - History of Greece. - History of the late Roman empire - History of the late Roman empire from Arcadius to Irene, London 1889. Busbecq, A.G.: Turkish letters, Oxford MCMXXVII. Byry, J.P.T.: The New Cambridge modern history, Vols X and XI. Γεδεών, Μ.: Κανονικαύ Διατϊξεισ. Γεωργίου, Ηλ.: Ιςτορύα και ΢υνεταιριςμϐσ των Αμπελακύων, Αθόνα 1957. Γλαβίνα, Απ.: Μακεδονικϊ, Σϐμοσ 22. Γουγούςη, Φρ.: Αι περύ καταλόψεωσ τησ Θεςςαλονύκησ υπϐ των Σοϑρκων Παραδϐςεισ, Μακεδονικϐ Ημερολϐγιο, τ. 2, Αθόναι 1908. Canning, John: 100 great Europeans. - 100 great lives. - 100 great nineteenth century lives. Carson, Lionel: The Great conquerors. Carson, R.A.G.: Coins of Greece and Rome. Chandler, R.: Travels in Greece, London 1817. Clarke, E.D.: Travels in various countries of Europe, Asia and Africa, London MDCCCXVI. Clinton, H.F.: Civil and literary chronology of Greece. Curney, Gene: Kingtoms of Europe. Δημητρακόπουλου, Ο Βύοσ του Αγύου Αλεξϊνδρου Πϑδνησ ό Θεςςαλονύκησ. Δήμιτςα, Μ.: Αρχαύα Γεωγραφύα τησ Μακεδονύασ, Αθόναι 1870-74, τ. 1-2. - Βιογραφύα Ολυμπιϊδοσ. Δραγούμη, Ν.: Ιςτορικαύ Αναμνόςεισ, Αθόναι 1889. Davies, Oliv.: Roman mines in Europe, Oxford 1935. Dodwell, E.: A classical and topographical tour through Greece, during the years 1801, 1805 and 1806, London 1819, two volums. Dolger, E.: Ausden Schatzakammern des Heiligan Berges, Munchen 1949.

217


Ελευθερουδάκη, Παγκϐςμια Ιςτορύα, Ελευθερουδϊκησ, Αθόναι 1932. Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη. Εγκυκλοπαίδεια Πυρςόσ. Ελληνική Νομαρχία του Ανώνυμου Έλληνοσ. Ευαγγελίδη, Σρ.: Η Παιδεύα επύ Σουρκοκρατύασ, Ελληνικϊ ςχολεύα απϐ την Αλώςεωσ μϋχρι Καποδιςτρύου, Αθόναι 1936. Σϐμ. 1 και 2. Εταιρίασ ‘’Ελληνιςμόσ’’, Μακεδονύα, Ϊκδοςη 2α εν Πειραιεύ 1896. Edson, Ch.: The tomb of Olympias. Ζερλέντη, Π.: Ιςτορικϊ ςημειώματα εκ του βιβλύου των εν Νϊξω Καπουκύνων 1649-1753, Εν Ερμουπϐλει 1932. Gill, Joseph, Personalities of the counsil of Florence. - The counsil of Florence. Galland, Ant.: Journal pendant son sejour a Constantinople 1672-73, Paris 1881. Guillet: La Cedemone ancienne et nouvelle, Paris 1675. Gurney, Gene: Kingtoms of Europe, N.York 1982. Habesci, Elia: The present state of the Othoman empire. Halsband, Robert: The complete letters of lady Montaque, Oxford 1965. Hammond, N.G.L.: Epirus. The geography, the ancient remains. The history and the topography of Epirus and adjacent areas. Harris, J.K.: Legacy of Egypt, second edition, Oxford 1971. Hart, H.M.: The 100 rankig of the most influential persons in history. Hawkins, O.J.: The valey of Tempe. Travels in various countries of the East… Edited by the Rev. Robert Walpole M.A., London 1820. Holland, H.: Travels in the Ionian isles, Albania, Thessaly, Macedonia, etc, during the years 1812 and 1813 by H. Holland, M.D. F.R.S. e.t.c. London 1815. Hughes, T.S. Rev.: Consideration of the Greek revolution. Θεοχάρη Γ.: Καπετανύκια τησ Μακεδονύασ, Θεςςαλονύκη 1954. Inalcik, Halil: The Othoman empire. The classical age 1300-1600. Translated by Norman Itzowitz and Colin Imer. Jenkihs, G.K.: Ancient Greek coins. Καλλίνικου, Κ.: Ο Φριτιανικϐσ Ναϐσ και τα τελοϑμενα εν αυτώ, Αλεξϊνδρεια 1921. Κανατςούλη, Δημ.: Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ μϋχρι του Μ. Κωνςταντύνου. - Μακεδονικϊ Μελετόματα, Θεςςαλονύκη 1955. - Ο Αρχϋλαοσ και οι μεταρρυθμύςεισ του, Θεςςαλονύκη 1948.

218


Καραβέργου, Αθ.: Σουρκικϊ Ϊγγραφα. Απ’ τα Ιςτορικϊ Αρχεύα Μακεδονύασ αναφερϐμενα ςτο Νομϐ Πιερύασ, Θεςςαλονύκη 1984. Καρολίδη, Π.: ΢ϑγχρονοσ Ιςτορύα των Ελλόνων και των λοιπών λαών τησ Ανατολόσ απϐ 1821 μϋχρι 1921. Σϐμοι 5, Αθόναι 1926. Καςομούλη, Νικ.: Ενθυμόματα ΢τρατιωτικϊ τησ Επαναςτϊςεωσ των Ελλόνων, Αθόναι 1940. Κατακουζηνού, Ιςτορύα. Καταχωρήςεισ Σουρκικών Εγγράφων των ετών 1281-1307. Κόκκινου, Διον.: Ιςτορικϐ Λεϑκωμα Ελληνικόσ Επανϊςταςησ, Αθόνα 1970. Κονιδάρη, Γερ.: Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα τησ Ελλϊδοσ, Αθόνα 1954-1960. - Περύ την Ιςτορύαν των Μητροπϐλεων Βορεύου Ελλϊδοσ, Αθόνα 1952. Κουκουλέσ, Υαίδων: Βυζαντινών Βύοσ και Πολιτιςμϐσ, Αθόναι 1948 – 1956. Κρεμμυδά, Β.: Σο εμπϐριο τησ Πελοποννόςου τον 18ο αιώνα 1715 -1729, Αθόνα 1972. Κυριακίδη, Επαμ.: Ιςτορύα του ςϑγχρονου Ελληνιςμοϑ. - Ο Καπουκύνοσ ROBERT DE DREUX ςτη Θεςςαλονύκη 1666, Θρακικϊ ϋτοσ Α’, τομ. Α’, τεϑχοσ Β’, Αθόναι 1928. Κώρου, Αγώνεσ για την Απελευθϋρωςη 1830 - 1912. Κωφού, Ε.: Η επανϊςταςη τησ Μακεδονύασ κατϊ το 1878, Θεςςαλονύκη 1969. Kinnamos, John: Deeds of John and Manuel Comnenus, translated by C.M. Brand, Columbia University Press 1976. Kotker, Norman: Middle ages. Kromayer, Schlachtelder, τ. 2. Λαβριώτη, Αλεξ.: Σο Ωγιον Όροσ. Λαμπρινίδη, Μιχ.: Ιςτορικϋσ ςελύδεσ 1320 1891, Αθόναι 1907. Λεονάρδου, Φ.Ι.: Νεωτϊτη τησ Θεςςαλύασ Φωρογραφύα, Πϋςτη 1836. Laistener, M.L.W.: A history of Greek world 479 – 323 b.C., London La Croix: L’ etat present des nations et Eglises …, Paris 1741. Lascaris, Revol Greque: La revolution Grecque. Leake, W.M.: Nomismata Hellenica, Cataloque of Greek coins. London 1856. - Travels in Northern Greece, London 1835. Le Veque Pierre: The Greek adventure. Lemep, P., Guillou A., Svoronos N.: Actes de Lavra, Paris 1970. Lithgow, W.: Travels and voyages through Europe, Asia and Africa, Leith 1814. Lucas, F.I. and Prudence: Fron Olympus to the Styx, London 1934. Μακεδονία, Εθνολογικό κατϊςταςη του βιλαετύου Θεςςαλονύκησ και Μοναςτηρύου, Αθόναι 1910. Μακεδονική Λαΰκή Βιβλιοθήκη: Οι Επαναςτϊςεισ του 1854 και 1878 ςτη Μακεδονύα.

219


Μακεδονικά, Σϐμοσ ΙΗ’. Μακρυγιάννη (ςτρατηγού), Απομνημονεϑματα. Ματθαιίδησ, Μ.: Ανϋκδοτεσ ςημειώςεισ για την Ιςτορύα του Κύτρουσ. Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια, Σϐμοι 24. Μέρτζιου, Κ.: Μνημεύα Μακεδονικόσ Ιςτορύασ, Θεςςαλονύκη 1947. Μεταλλινού, Αγγ.: ΢τοιχειώδη Ιςτορύα τησ Θεςςαλονύκησ. Μπουροζίκα, Γ.: Η Επανϊςταςη του 1878 ςτη Μακεδονύα, Θεςςαλονύκη 1978. Macdonald, G.: Catalogue of Greek coins, Glasgow 1899. Maclean, Charles: Results of an investigation respecting epidemic and pestilentian deseases including research in the levant concerning the plague. Νοτάρη, Ι.: Αρχεύο ΢τεφϊνου Δραγοϑμη, Θεςςαλονύκη 1966. - Η Επανϊςταςη του 1878 ςτη Μακεδονύα, Αθόναι 1973. - Ο επύςκοποσ Κύτρουσ Νικϐλαοσ Λοϑςησ και η επανϊςταςη του 1878 ςτη Μακεδονύα, Αθόναι 1967. Nicol, Donald, M.: The Despotat of Epirus 1267 – 1479, London 1984. - The last centuries of Byzantium 1261 – 1453, London 1971. Οικονόμου, Γ.: Επιγραφαύ τησ Μακεδονύασ, Αθόνα 1915. Ουςπένςκη, Π.: Ιςτορύα του Βυζαντινοϑ Πολιτιςμοϑ, Πετροϑπολη 1892. Obolensky, Dimitri: The Byzantine commonwealth. Παπαδόπουλοσ, ΢τ.: Οι επαναςτϊςεισ 1854 – 1878 ςτη Μακεδονύα, Θεςςαλονύκη 1970. Παπάζογλου, Αβρ.: Η Θεςςαλονύκη κατϊ το Μϊιο του 1821, Μακεδονικϊ τϐμ. Α’. Παπαρόδου, Ν.: Ωρθρο ςτο Λεϑκωμα επύ πεντηκονταετηρύδι απϐ τησ απελευθερώςεωσ τησ Κατερύνησ. Παρανίκα, Ματθ.: ΢χεδύαςμα περύ τησ εν τω Ελληνικώ Ϊθνει καταςτϊςεωσ των γραμμϊτων απϐ αλώςεωσ Κωνςταντινουπϐλεωσ (1453 μ.Φ.) μϋχρι των αρχών τησ ενεςτώςησ (18) εκατονταετηρύδοσ, Κωνςταντινουπϐλει 1867. Παρτινέλη, Φρ.: Πατριαρχικϊ γρϊμματα και ϊλλα ϋγγραφα και ςημειώματα. Περιηγήςεισ ςτον Ελληνικό χώρο, Περιοδικϐ ‘’ΜΝΗΜΨΝ’’, τϐμ Β’. Πολύζου – Μαμέλη, Κλεοπ.: Ιςτορύα του Κολινδροϑ, Θεςςαλονύκη 1972. Pears, Edwin:Turkey and its people, London 1911. Pinkerton, J.: Voyages and travels in all parts of the world, 10 vols, London 1811. Pococke, E.: The pictorial history of Greece.

220


Pococke, Richard: A discription of the east and some other countries, London MDCCXLV. - The modern traveller, London MDCCLXXVI. Pouqueville, E.C.H.L.,: Histoire de la regeneration de la Grece, comprenant le precis des evenements depuis 1740 jusqu’ en 1824, Paris 1824. - Ιςτορύα τησ Ελλ. Επαναςτϊςεωσ, ότοι αναγϋννηςισ τησ Ελλϊδοσ, Μετϊφραςη Ξ. Ζυγοϑρα, Αθόναι 1890 – 1891. Σϐμ. 1-4. - Travels in Epyrus, Macedonia, Albania and Thessaly, London 1820. - Voyages de la Grece, Deuxieme edition, revue, carrigee et augmentee, (Paris 1826-1827), τϐμ. 1-6. Poullet, Sieur De.: Nouvelles relations du levant … Paris 1668. Ράγκου, Φρ.: Πϑρροσ ο Βαςιλεϑσ των Ηπειρωτών. Rodd, Sir Rennell.: The prisces of Ahaia and the chronikle of Morea. Runciman, S.: Byzantine civilisation. - The history of the first Bulgarian empire. ΢άθα, Κ.: Νεοελληνικό Υιλολογύα, Βιογραφύα των εν τοισ γρϊμμαςι διαλαμψϊντων Ελλόνων, Αθόναι 1868. ΢αράντη – Πρωτοπαπά (Κικίτςα): Η Φ Μεραρχύα του ΕΛΑ΢, Αθόνα 1978. ΢αράφη, ΢τεφ.: Ιςτορικϋσ Αναμνόςεισ. - Ο ΕΛΑ΢. ΢βορώνου, Ν.: La commerce de Salonique …, Paris 1956. ΢εΰζάνη, Μ.: Η πολιτικό τησ Ελλϊδοσ και η επανϊςταςισ του 1878 εν Μακεδονύα, Ηπεύρω και Θεςςαλύα, Αθόναι 1878. ΢ιμόπουλου, Κυρ.: Ξϋνοι Σαξιδιώτεσ ςτην Ελλϊδα. Σϐμοσ Α, ϋκδοςη πϋμπτη, Αθόνα 1984. Σϐμοσ Β, ϋκδοςη τρύτη, Αθόνα 1981. Σϐμοσ Γ1, ϋκδοςη δεϑτερη, Αθόνα 1985. Σϐμοσ Γ2, ϋκδοςη δεϑτερη, Αθόνα 1985. ΢πηλιωτόπουλου, Α.: Μακεδονύα και Ελληνιςμϐσ. ΢τεφανίδη, Κ.Β.: Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα, Αθόνα 1970. ΢υρόπουλου, Αληθόσ Ιςτορύα τησ Χευδϋνωςησ. Scalomonti F. – Felicianus, F.: Vita di ciriaco anconitano, scripta da Francesco Scalomonti …, Roma 1792. Scullard, H. H.: A history of Greek world, from 753 – 146 b.C., London 1966. - The elephant in the Greek and Roman world. - The Roman world, fron 753 – 146 b.C.. Setton, K.: Catalan domination of Athens 1311 – 1388, London 1948. Sevin, Abbe: Relation abregee d’ un voyage litteraire que M.I’ Abbe Sevin a fait dans le levant par ordre du roy dans les annees 1729 et 1730, (histoire de l’ academie des inscriptions), Paris 1733.

221


Smith, W.: Dictionary of Greek and Roman biography and mythology, 3 vols, London MDCCCLXI. - Dictionary of Greek and Roman geography, 2 vols, London MDCCCLVII. Spon, Jacob: Voyage d’ Italie, de Dalmatie, de Grece et du Levant, Lyon 1678. Σερζόπουλου, Μ.: Φαλκίδη Ευθ.: ΠαπαΛΟΦΕΡ Απολογόςου..., Αθόνα 1984. «Σιμητικό αφιέρωμα εισ τον μητροπολίτην Βαρνάβαν επί τη 25ετηρίδι τησ αρχιερατείασ του’’, Αθόναι 1980. Σόζη, Ιωάν.: Αμερικανικαύ και Αγγλικαύ πληροφορύαι περύ των επαναςτϊςεων του 1830 – 1854 εν Μακεδονύα, Μακεδονικϊ, Θεςςαλονύκη 1956. Σριανταφυλλίδη, Ηλ.: Η Επανϊςταςη του Ολϑμπου (Λιτοχώρου) το 1878, Βϋροια 1978. Tafel, T.: De Thessalonica Eiusque argo dissertatio geographica. Tafur, Pero: Travels and adventures 1435 – 1439. Tarn, Dr.: Cambridge ancient history, vol. 7. Tenney, Fr.: Roman imperialism. The Time Atlas of the World. Thirlwall, C.: History of Greece, 8 vols, London 1845. Todd, M.N.: Greek historical incriptions, Oxford 1946. Finley, G.: A history of Greece. Fron its conquest by the Romans to the present time, b.C. 146 – a.C. 1864, Oxford MDCCCLXXVII, 5 Vols. - Byzantine History, from DCCXVI to MLVII (716 – 1057). - Greeks and Romans. - History of Greece under Othoman and Venetian domination. Φατζή, Θανάςη: Η νικηφϐρα Επανϊςταςη που χϊθηκε, Δωρικϐσ, Γ’ ϋκδοςη, 1983. Φαλκοκονδύλη, Έκδοςη Βόννησ. Φαρίςη, Φ.: Ιςτορικαύ αναμνόςεισ, Θεςςαλονύκη 1962. Φρήςτου, Π.: Μϋγασ Υώτιοσ, ο λϐγιοσ και αγωνιςτόσ Ιερϊρχησ. Ϊκδοςη Ι. Μητρϐπολησ Κύτρουσ, Κατερύνη 1965. Vacalopoulos, A.: A history of Thessaloniki. Vasdravellis, J.: Piracy of the Macedonian coast during the rule of the Turks. Vasiliev, A.A.: Ιςτορύα τησ Βυζαντινόσ αυτοκρατορύασ, Μετϊφραςη Δημ. ΢αβρϊμη, Σομ. 5. Walbank, F. W.: A historical commentary of Polybius, Oxford 1957. - Aratos of Sicyon, Cambridge 1933. - Philip of Macedon. - Polybius, London 1972.

222


Webster’s Biography Dictionary. Webster, Gr.: The Roman imperial army, London. Westlake, H.D.: Thessaly in the fourth century b.C., Cambridge 1935. Wilson William Rae, Travels in Egypt and the Holy Land. With a journey through Turkey, Greece, the Ionian Isles, Sicily, Spain etc., London 1824.

223


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.