Κωνσταντίνος Νίγδελης
Ελληνοχώρι… Γκιαούρ-κιοϊ … Χαμιντιέ… Μουραντιέ… Μια κοινότητα… μια ιστορία.
Εκπαιδευτικό και Πολιτιστικό Ίδρυμα της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Μουσείο Προσφυγικού Πολιτισμού
ΜΝΗΜΕΣ
© 2011 Εκδόσεις «Μνήμες» Διασπορικής mnimes@diasporic.org
Συγγραφέας:
Κωνσταντίνος Νίγδελης
2
Εισαγωγικά Χαμιντιέ, λοιπόν… μια άλλη «αλησμόνητη» πατρίδα από τις τόσες και τόσες που αφήσαμε τότε… στα δύσκολα χρόνια της μεγάλης καταστροφής. Αλλά… Αλλά αλήθεια, θα μπορούσε να ρωτήσει ο καλόπιστος αναγνώστης, αξίζει άραγε το κόπο να χάνονται τόσες και τόσες εργατώρες για τη συγγραφή ενός νέου πονήματος; Να θυσιάζονται πολύτιμα αγιοκέρια του παγκόσμιου ναού της φύσης για χάρη μιας κοινότητας κάπου εκεί, στην απεραντοσύνη των εκτάσεων της Μικράς Ασίας… Για ένα μικρό, πολύ μικρό οικισμό, κοινότητα…μια από τις τόσες και τόσες και δεν ήτανε και λίγες, πάνω κάτω τρεις χιλιάδες, διασπαρμένες στην απεραντοσύνη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας… Και όταν, μάλιστα, δεν υπάρχουν στα σπλάχνα της παλαιά ευρήματα μιας άλλης εποχής…όταν δεν υπήρξε ποτέ σπουδαίο κέντρο, όταν από εκεί δεν ξεπήδησαν εξαιρετικές προσωπικότητες … Αξίζει άραγε; Ιδού το ερώτημα; Όμως… Όμως, φίλε αναγνώστη, τούτη η μελέτη, όπως και οι άλλες, θέλουμε να πιστεύουμε πως είναι κατάθεση ψυχής, χρέος ιερό προς όλους εκείνους και ήτανε μυριάδες, που άφησαν τα άγια εκείνα χώματα…τις δικές τους πατρίδες και ήρθαν εδώ πένητες και κατατρεγμένοι… Που άφησαν το μάταιο τούτο κόσμο με το νου κολλημένο προς τα ’κει…τις μνήμες να γεννοβολάνε…και τις αναμνήσεις να τους κυνηγάνε! «Εκεί, τότε, το σπίτι, το χωράφι, η εκκλησιά του αϊ Νικόλα…ο Γιώργης, η Τασία, ο Αμέτ… Θεέ μου, να ’μουνα πουλί να πήγαινα εκεί, μια αγκαλιά…να τη ξαναδώ για τελευταία φορά…». Γι’ αυτούς λοιπόν, για την αγάπη τους, γίνονται όλα αυτά. Γιατί ήταν οι παππούδες, οι πατεράδες μας, αυτοί που μας έφεραν στον κόσμο, μας μεγάλωσαν με τα νάματα και τις αξίες μιας άλλης εποχής…
3
Αλλά…. Αλλά και γιατί, φίλε αναγνώστη, ήμασταν και εξακολουθούμε να είμαστε ρομαντικοί, θαυμαστές και θιασώτες μιας άλλης εποχής που, φευ, μας εγκαταλείπει σιγά μα σταθερά, εξαφανίζει όλα αυτά τα οποία εμείς θεωρούμε πολύτιμα… Γιατί βασική μας πίστη ήταν και είναι πως «η ιστορία, η κάθε ιστορία, είναι η άγνωστη χώρα από την οποία καταγόμαστε». Άρα; Άρα ως άγνωστη χώρα πρέπει να την εξερευνήσουμε, να την μάθουμε, να την καταγράψουμε και να μεταλαμπαδεύουμε τις γνώσεις στις νέες γενιές. Αλλά και ως χώρα καταγωγής, άρα η πατρίδα μας, πρέπει να την αγαπάμε… Ρομαντικοί; Ίσως. Αιθεροβάμονες; Μπορεί. Πιστεύουμε πάντως πως έτσι πρέπει, πολύτιμες παρακαταθήκες να αφήσουμε στα παιδιά μας…τα δικά μας πιστεύω να τους διδάξουμε…τις μνήμες τις προγονικές να μεταλαμπαδεύσουμε… Δέστε λοιπόν και τούτη την προσπάθεια με αγάπη και περισσή ανοχή ενός ανθρώπου που αγάπησε και λάτρεψε τούτες τις προγονικές εστίες και σκοπό της ζωής του ιερό έταξε να τις καταγράψει όσο ο Θεός και ο πανδαμάτωρ χρόνος του το επιτρέψουν…
4
Προλογικά… «Αυτάρ Οδυσσεύς ιέμενος και καπνόν αποθρώσκοντα νοήσαι ης γαίης ιμείρετο…» (…μα ο Οδυσσέας και καπνό ποθεί να δη απ’ αγνάντια να βγαίνει απ’ την πατρίδα του ψηλά κι ας ξεψυχήσει)
Η κοινότητα Χαμιντιέ βρίσκεται στις παρυφές του όρους Σιπύλου σ’ ένα στενό βαλτώδες πεδινό τμήμα1 που σχηματίζεται από τα πρώτα κυρίως υψώματα και την ευφορότατη πεδιάδα που διασχίζεται από τον Έρμο ποταμό.2 Κόμβος οδικός3 μα και οικονομικός, σε μια θέση σπουδαιότατη, μιας και μόλις 7,5 χλμ ανατολικά της απέχει η Μαγνησία και όταν μάλιστα βρίσκεται επί της σιδηροδρομικής γραμμής4 που συνδέει τη Μαγνησία με τη Σμύρνη.
1
Σοφία Λουκά, Μαγνησία Χορόσκιοϊ, Μουραντιέ, ιστορικά χρονικά, Νέα Σμύρνη 1960, σ. 44, «Εις ολίγων λεπτών από απόστασιν δυτικώς του Χορόσκιοϊ επί της σιδηροδρομικής γραμμής ευρίσκετο το χωρίον Μουραντιέ κτισμένον εις δασώδη χαμηλήν κοιλάδα δια να προφυλάσσεται από τα βλέμματα των Τούρκων…». 2 Σία Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία 19ος αι.-1919 οι Ελληνορθόδοξες κοινότητες, από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 1998, σ. 70, « Ο ποταμός δημιουργεί ένα τεράστιο δέλτα στον κόλπο της Σμύρνης, όπου, αφού διασχίσει την πλατιά κοιλάδα που σχηματίζει και περάσει μέσα από το στενό της Μαινεμένης που βρίσκεται ανάμεσα στα όρη Σίπυλο και δίδυμο εκβάλλει βόρεια…», σελ. 70. 3 Μαρτυρία Σόλωνα Καλόπουλου, Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Α 25. Μουραντιέ, : «…Οι δρόμοι που οδηγούσαν στην κοινότητα ήταν επιστρωμένοι με καλντερίμι μιας και αποτελούσε το σημείο αναφοράς των διπλανών χωριών…Από εκεί ξεκινούσαν οι παραγωγές τις οποίες πήγαιναν είτε με τα κάρα είτε με το τρένο στη Σμύρνη για πούλημα και εξαγωγή…». 4 Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., σ. 78, « Η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή, την κατασκευή της οποίας αναλαμβάνει το 1856 μια αγγλική εταιρεία συνδέει την πόλη της Σμύρνης με αυτήν του Αϊδινίου απ’ όπου… Συνεπώς η γραμμή «Σμύρνης –Κασαμπά» έχει μια διακλάδωση που συνδέει τη Σμύρνη με το Μπουρνόβα και μιαν άλλη που από τη Μαγνησία καταλήγει στη Σόμα…».
5
Διοικητικά και άλλα τινά! Με την σταδιακή εφαρμογή του Διοικητικού κανονισμού των Βιλαγιέτ «Βιλαγιέτ Νιζάμναμεσι» του 1864 και του Γενικού Διοικητικού κανονισμού «Ινταρε- γί Ουμουγί-γι Βιλαγιάτ» του 18715 η κοινότητα της Χαμιντιέ υπήχθη στο Καϊμακαμλίκι της Μαγνησίας του Βιλαετίου Αϊδινίου6. Δηλαδή σε μια από τις μεγαλύτερες μα και πλουσιότερες περιφέρειες της απέραντης Οθωμανικής Επικράτειας, και πλέον συμπαγούς από την άποψη της πληθυσμιακής σύνθεσής της για το ελληνικό στοιχείο, απέχοντας οδικώς μόλις 7,5 χιλιόμετρα από την Μαγνησία που ήτανε έδρα υποδιοίκησης και με πλησιέστερα ελληνικά χωριά τα7: Τσουλού Χορόσκιοϊ Ερίκιοϊ
3 χιλιόμετρα με 40 ελληνόφωνες οικογένειες. 5 χιλιόμετρα προς δυσμάς με 600 ελληνόφωνες και τουρκόφωνες Οικογένειες. 15 χιλιόμετρα με 120 ελληνόφωνες οικογένειες.
Επίσης και τα: Εβρενέζ ανατολικά, περίπου μια ώρα δρόμος, αμιγώς τουρκικό χωριό με λίγες ελληνικές οικογένειες… Γκάραλι στο κάμπο του Γκεντίζ, αμιγώς τουρκικό χωριό… Γιαγτζιλάρ στις πλαγιές του Ακ Νταγ. Αλλά και η: Σμύρνη 31 χιλιόμετρα, με την έδρα του βαλή… Βεβαίως η περιοχή δε ανήκε πάντοτε στην προαναφερομένη διοικητική μονάδα μιας και κατά καιρούς υπαγότανε σε άλλη. Για παράδειγμα η Μαγνησία και τα χωριά της στα παλαιά χρόνια υπαγότανε στην επαρχία της Λυδίας. Αργότερα και κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους στην επαρχία της Σμύρνης με πρωτεύουσα την ομώνυμη πόλη, ενώ κατά την βυζαντινή περίοδο στο Θέμα των Θρακησίων, με περιώνυμες πόλεις τις Σάρδεις, την Φιλαδέλφεια, την Σμύρνη και την Μαγνησία. Ταυτόχρονα και ως χριστιανοί ορθόδοξοι στο σύνολό τους «…υπήγοντο εκκλησιαστικώς εις την Μητρόπολιν Εφέσου»8, μιας εκ των αρχαιοτέρων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, εκτός τεσσάρων οικογενειών, δηλαδή δυο
5
Ό.π., σ. 320. Κων/νος Νίγδελης, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως Σταυρουπόλεως, 2008, σ.131 «Βαλελίκ(ι)= Γενική Διοίκηση… Πρόκειται για την ανωτάτη βαθμίδα διοίκησης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία η οποία αφορούσε μεγάλες διοικητικές περιοχές και καθιερώθηκε το 1864 αντικαθιστώντας τον θεσμό- διοίκηση του Εγιαλέτ… Μουτεσαριφλίκ= διοίκηση μεσαίου μεγέθους που αντικατέστησε το Σαντζάκι, Καϊμακαμλίκ(ι)= υποδιοίκηση… διοικητική μονάδα που αντικατέστησε τον καζά, Μουδουρλίκ= δήμος, κωμόπολη…». 7 Μ. Μαραβελάκη- Α. Βακαλόπουλου, Οι προσφυγικές εγκαταστάσεις στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, εκδ. Βάνιας 1993, σ. 111. 8 Στο ίδιο ό.π. σ., 112. 6
6
εβραϊκών και δυο αρμενίων,9 που εργαζόντουσαν μόνιμα στα κτήματα των Ελλήνων. Με τον μητροπολίτη Εφέσου, δευτερόθρονο στην τάξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου,10 να έχει τον εκκλησιαστικό τίτλο «Υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Ασίας» και υπό την διοίκησή του τρεις επισκόπους: 1-Τον Ηλιουπόλεως και Θείρων 2-Τον Κρήνης και 3-Τον Ανέων.11
9
Στην Μαγνησία υπάρχει πολυάνθρωπος αρμενική κοινότητα η οποία ζούσε στο συνοικισμό Επάνω Αρμενιά και η οποία μάλιστα συντηρούσε δυο περικαλλείς ναούς: Το ναό του Αγίου Στεφάνου και του Αγίου Γρηγορίου…σύμφωνα μάλιστα με την Σοφία Λουκά ό.π., «…ήσαν εν γένει φιλήσυχοι, αξιοπρεπείς και εργατικοί… είχον δε εκτός των διαφόρων επαγγελμάτων την βιομηχανία κλωστίνων υφασμάτων(αλατζάδων)…». 10 Σοφία Λουκά, ό.π., σ. 39, «Η Μαγνησία έδρα της Επαρχίας Εφέσου κατείχε εκκλησιαστικώς την δευτέραν θέσιν εις το κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Πρωτόθρονος ήτο ο μητροπολίτης Καισαρείας…67ος μητροπολίτης ήτο ο από Φιλαδέλφειας Χρυσόστομος (1920-1922). Επ’ αυτού έσβησεν ο τηλαυγής Φάρος ο οποίος διώκησε την εκκλησίαν της Εφέσου επί 1842 έτη…». 11 Ιωάννης Καλφόγλους, Ιστορική Γεωγραφία της Μικρασιατικής Χερσονήσου, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, 2002, σ. 120.
7
Τοπογεωγραφικά και κλιματολογικά Α- Η κοινότητα Μουραντιέ ευρισκόμενη στις παρυφές του όρους Σίπυλου σε υψόμετρο 50 περίπου μέτρων12 στο άκρο μιας αρκετά μεγάλης πεδιάδος που διασχίζεται από ποτάμι και απέχουσα ελάχιστα από τα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, είναι επόμενο να έχει κλίμα ήπιο13 με αρκετές βροχές, και με ανύπαρκτη ξηρασία, λόγω των βόρειων και νότιων ανέμων που πνέουν συνέχεια στο σχηματιζόμενο από τις οροσειρές πέρασμα. Ένα κλίμα μεσογειακό και εύκρατο με όλα τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που έχουν αυτές οι συνθήκες τόσο στην διαβίωση των ανθρώπων, όσο και στην γεωργία. Ιδανικό επίσης για τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες, μιας και τα εδάφη της λόγω των σχετικών προσχώσεων είναι πλούσια για τέτοιου είδους εκμεταλλεύσεις. Χαρακτηριστικότατη είναι η παρακάτω μαρτυρία όχι μόνο για τις επικρατούσες κλιματολογικές συνθήκες, αλλά και για την επίδραση που είχαν στην καθημερινότητα των κατοίκων… Η οποία έχει τη δική της αξία διότι είναι μαρτυρία ανθρώπου που γεννήθηκε και έζησε εκεί. «Στο χωριό μας λέγαμε από τον Αύγουστο χειμώνα, μα αυτός έπιανε από του Αγίου Δημητρίου και πέρα. Τότε ήταν γεμάτα τα αμπάρια μας από όλα: γεννήματα, όσπρια, λάδια, τυρά. Και να ίσαμε απάνω γομάρια ξύλα, από το Σεπεντσελέρ που στοιβάζαμε στην αυλή πάντοτε σκεπασμένα. Το Σαρανταήμερο είχαμε πολλές βροχές. Τότε βγάζαμε κάτι ραδίκια πράσινα πράσινα από τα αμπέλια μας με κάτασπρη γούλα… Έβρεχε. Γέμιζαν τα ποτάμια. Γούρναζαν στους δρόμους και στις αυλές τα νερά, λάσπη κακό. Έβρεχε πότε χοντρή και πότε ψιλή βροχή και δεν έλεγε να σταματήσει. Έριχνε ένα μήνα συνεχώς. Οι δρόμοι τότε γίνονταν ποτάμια και βάζαμε μαδέρια για να περάσουμε από τη μια πλευρά στην άλλη. Γινόμασταν σωστή Ελβετία, μονάχα οι βαρκάρηδες μας έλειπαν… Ο φόβος μας ήταν να μην πλημμυρίσει ο Γκεντίζ και μπει μέσα στο χωριό. Σαν ακούγαμε τη νύχτα τον σαματά του νερού τρέμαμε. Στις πλημμύρες όλα τα ποτάμια γινότανε… Είχαμε και παγωνιές. Στα νερά παντού, στα κιούπια, στα λούκια, όπου νερό και κρύσταλλο. Πατούσες τη γη και άκουγες κροκ, κροκ, κροκ… Τα κλαδιά έσπαγαν στα καλά καθούμενα, οι τρούμπες δεν βγάζανε νερό. Έπρεπε να ρίξεις πρώτα καυτό νερό, να λιώσει ο πάγος για να δουλέψουν. Το ίδιο κάνανε και για τα ζωντανά. Τους πήγαιναν στις παγωνιές ζεστό νερό να πιούνε… στα γελάδια, στα κατσίκια. Όπως έτρεχε στα κεραμίδια κοκάλωνε και έκανε από ένα κρυσταλλένιο μασούρι που κρεμόταν. Καθόμασταν κοντά στο τζάκι… μαλώναμε ποιος θα κάτσει πιο κοντά. Είχαμε κάτι κούτσουρα από τα αμπέλια μας που τα καίγαμε μέρα νύχτα. Όσοι θέλανε παίρνανε χωνεμένα ξύλα και τα βάζανε στο μαγκάλι στη σάλα τους. Από χιόνια δεν είχαμε πολλά.
12 13
Σημ: κατ’ άλλους 27 μέτρα Ιωάννης Καλφόγλους, ό.π., σ. 64, « …Το κλίμα είναι ήπιο και δεν χιονίζει πολύ».
8
Τα πέρα βουνά Καζ Νταγ και Μποζ Νταγ κρατούσαν ολοχρονίς χιόνια στις κορφές τους. Καμιά φορά το έστρωνε και στο χωριό. Τότε κάναμε χαρές, παίζαμε όλα τα παιδιά… ως και οι κότες που το ’χαν μεράκι να κοιμούνται στα δέντρα, άσπριζαν. Σα το φύσαγε κατά την πόρτα του σπιτιού μας, έπρεπε με το φτυάρι να ανοίξουμε δρόμο το πρωί, να πάμε στο ντάμι… να νοιαστούμε τα ζωντανά. Σαν έμπαινε ο Φλεβάρης ο καιρός ημέρωνε, το έλεγε και η κουβέντα “ο Φλεβάρης κι αν χιονίσει καλοκαίρι θα μυρίσει”. Τον Μάρτη έκανε καλές μέρες, ο καιρός ξανάνοιγε. Λέγαμε ωστόσο “Μάρτης γδάρτης” γιατί έριχνε μερικές χρονιές τέτοια βροχή που έγδερνε τη γη. Είχαμε απ’ όλα τα πουλιά. Έφευγαν στο τέλος του καλοκαιριού και μας γύριζαν την άνοιξη. Τα πιο όμορφα ήτανε τα λελέκια. Στολίδι του χωριού μας. Ψηλά ψηλά, με τ’ άσπρα φτερά που στις άκρες σκούραιναν λιγάκι. Μας ερχότανε πάρα πολλά. Όλη νύχτα στην ησυχία άκουγες ταπ, ταπ, ταπ. Η μουτσούνα τους έχει μακριά μύτη και καθώς τη χτυπά ακούγεται… ζητά το ταίρι της… Το καλοκαίρι παιδευόμασταν με τις δουλειές της γης. Τώρα να ξεβοτανίσουμε, τώρα να θερίσουμε, τώρα να αλωνίσουμε, τώρα να τρυγήσουμε. Δεν προφταίναμε να νιώσουμε τον καιρό που περνούσε εξόν από τις Αυγουστιάτικες γιορτές. Σαν τελειώναμε ερήμωνε και η εξοχή πέρα ως πέρα. Όλα τα λελέκια μαζεύονταν σ’ένα μεγάλο χωράφι… κι άλλο δεν κάνανε παρά καρατάριζαν τον καιρό. Τινάζονταν, ζύγιζαν τα φτερά και μια καλή μέρα μας άφηναν γεια… Το ’χαμε σε καλό και καμαρώναμε που γύριζαν τα λελέκια πίσω στην παλιά φωλιά. Άμα τύχαινε, σπάνια, να χαλάσει καμία, ανέβαιναν οι χωριανοί και την μερεμέτιζαν… να την βρουν έτοιμη, να ξαναφωλιάσουν με το καλό. Είχαμε χαρές κι από τα κοπάδια μας: γελάδια, κατσίκια, αρνιά. Σαν έβγαινε το πρωτόχορτο τα ανεβάζαμε στο Σκουντσελέρ, Sepengeler και κάναμε παχάρι. Για να ζωντανέψουν τα κακόμοιρα από την κλεισούρα και την ξεραΐλα…».14
Β- Τώρα, τα κυριότερα μα και σημαντικότερα μορφολογικά και γεωγραφικά στοιχεία της περιοχής στην οποία βρίσκεται η κοινότητα είναι τα παρακάτω: Βουνά: 15 Σίπυλος: Βουνό του οποίου το υψόμετρο δεν υπερβαίνει τα 1.500 μ. και που δημιουργήθηκε από παλαιά ηφαίστεια τα οποία βρίσκονται στα δεξιά παράλια του κόλπου της Σμύρνης.16 Οι προεκτάσεις του που επεκτείνονται ανατολικά μέχρι την Μαγνησία και βόρεια έως και το ποτάμι Γεδίζ τζάι ονομάζονται Γιαμανλάρ τάγ. Τμώλος( 2129 μ):17 Ξεκινά από το χωριό Σαρτ (Σάρδεις), εκτείνεται κατά μήκος του Έρμου ποταμού για να καταλήξει στη θάλασσα μπροστά από το βουνό Πάγος (1080).18 Γκορούν Νταγ- gorun dag: Βρίσκεται στα βόρεια της κοινότητας και τ’ όνομά του σημαίνει το δασωμένο βουνό… Παρείχε άφθονη ξυλεία,19 πολλά πλούσια 14
Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π. Στα τουρκικά Μάνισα δαγ. 16 Θωμάς Κοροβήνης, Σμύρνη, μια πόλη στη λογοτεχνία, Αθήνα, Μεταίχμιο 2006, σ. 27, «…Ο Τάνταλος ήταν από τα αγαπημένα παιδιά του Δία. Τον επισκεπτόταν συχνά στο όρος Σίπυλος, όπου είχε την έδρα του, μαζί με τους άλλους θεούς του Ολύμπου και το έρριχναν στο φαγοπότι…». 17 Στα τουρκικά Πουζ Ταγ ή Μποζ ταγ. Είναι πάντοτε χιονοσκεπής. Το θέρος οι κάτοικοι των γύρω περιοχών προμηθεύονταν και χρησιμοποιούσαν τον πάγο του. 18 Στα τουρκικά Κιλίζ Ταγ. 15
9
βοσκοτόπια, αλλά και αρκετά χωράφια στα οποία οι ντόπιοι καλλιεργούσαν υπέροχες ποικιλίες αμπέλου. Ποτάμια: Έρμος:20 Ποταμός που πηγάζει από το Δίδυμο όρος21 και που αφού ενωθεί με δυο μικρότερους, τους Κίγαμο22 και Πακτωλό,23 εκβάλλει στη βόρεια πλευρά του κόλπου της Σμύρνης24μετά τις εργασίες του 1886 με τις οποίες εξέτρεψαν την κοίτη του.25 Σπουδαιότατος ποταμός μιας και διασχίζει όλη την σχηματιζόμενη κοιλάδα της οποίας καθιστά τα εδάφη, λόγω και των προσχώσεών του, ευφορότατα. Να σημειωθεί επίσης πως η πεδιάδα του Γκεντίζ στην αρχαιότητα θεωρείτο πως ήταν η καρδιά της αρχαίας Λυδίας. Το πόσο σημαντικός ήταν στη ζωή και γενικά στην καθημερινότητα των ντόπιων αποτυπώνεται με περισσή γλαφυρότητα στις υπάρχουσες σωζόμενες μαρτυρίες, μεταξύ των οποίων και αυτής του Σόλωνα Καλόπουλου που γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί. Έτσι «…το Γκεντίζ είναι ποτάμι που τρέχει νύχτα μέρα και μοιάζει με τον Μαίανδρο στο χρώμα και στο φάρδος… μπορεί και στο μάκρος.26 Στις όχθες του φύτρωναν μοναχά τους κάτι άσπρα φιντάνια που έμοιαζαν με καλαμάκια. Τα λέγανε σουλκούν. Οι μαστόροι έπλεκαν με αυτά όμορφα πανεράκια κα καλαθάκια σκεπαστά. Βάζανε οι νοικοκυρές ρούχα και εργόχειρα. Δεν ήταν εκείνα του χωραφιού τα χονδρά. Τα λέγαμε βενέτικα, δεν ξέρω το γιατί. Καμιά φορά για γούστο βάζανε ανάμεσα στο χόρτο όπως πλέκανε χάνδρες γαλάζιες..γινότανε χαριτωμένα. Τα παιδιά που δεν δούλευαν πήγαιναν κι έκοβαν χόρτο, έβγαζε άφθονο στο ποτάμι. Το πουλούσαν οκτώ (8) μεταλλίκια την οκά… κάνανε μεροκάματο. Το ποτάμι ξεχειλούσε το χειμώνα. Τα βουνά ένα γύρω κατέβαζαν πολύ νερό. Αν ήθελες να πας στην αντίπερα έπρεπε να περάσεις με το καΐκι… Πηγαινοερχότανε από τη μια όχθη στην άλλη με παλαμάρια- χονδρά σχοινιά. Τα στήναν απάνω σε διχαλωτές μαγκούρες, στερεωμένες στη στεριά… Ένας βαρκάρης τραβούσε το παλαμάρι και το καΐκι έφευγε… Τα καΐκια αυτά του ποταμού ήτανε πολύ μεγάλα Χωρούσανε ζώα, άλογα, καμήλες, κάρα φορτωμένα και ανθρώπους. Δούλευαν σε αποστάσεις, το ένα έστεκε κοντά στο χωριό… το άλλο ήταν πολύ μακριά. Χώρια από τα ψάρια, τα χόρτα, το ποτάμι μας χρησίμευε για το νερό του. Σαν ήμασταν στα κτήματά μας το καλοκαίρι παίρναμε για όλες μας τις δουλειές… το πίναμε κιόλας. Ύστερα και η γλίτσα του η αμμουδερή έκανε και πρόκοβαν τα ζαρζαβατικά και τα μποστάνια μας. Οι βαρκάρηδες στα ποτάμια ήτανε πάντοτε Τούρκοι».
19
Ξυλεία= Σεπετσελέρ. Στα τουρκικά Γεδίζ τζάι ή Γκετίζ. 21 Στα τουρκικά Μουργ ταγ. 22 Στα τουρκικά Αϊνέ Τζάι. 23 Στα τουρκικά Σάρτ Τζάι. Το όνομά του προέρχεται μάλλον από την χρυσοφόρο άμμο. Βλ και Θωμάς Κοροβίνης, ό.π., σ. 27, «Ο Πακτωλός, που λεγόταν χρυσορρόας γιατί άφηνε ψήγματα χρυσού στο κύλισμά του…». 24 Ιωάννης Καλφόγλους ό.π. σ. 54. 25 Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., σ. 70, «…φτιάχνοντας μια νέα που περνάει από το Ουτσεπέ και απομακρύνεται στα βόρεια του Τσαμαλτί για να προστατέψουν το λιμάνι της». 26 Σημ: σαφώς και είναι μικρότερος 20
10
Καρά τσάϊ- μαύρο ποτάμι: παραπόταμος του Γκεντίζ που περνούσε δίπλα από το χωριό στην ανατολική του πλευρά… Για την ακρίβεια πρόκειται περί ενός ξεροποτάμου φάρδους 20-25 μέτρων που γέμιζε μόνο κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Σύμφωνα επίσης με τους πληροφορητές «δεν είχε καμία χρησιμότητα… ούτε πήγαιναν οι γυναίκες να ποτίσουν τα ζωντανά, μα ούτε να πλύνουν. Σαν ξεχειλούσε έστεκε μια γέφυρα με τρεις καμάρες και από εκεί περνοδιάβαινε ο κόσμος… Το ποτάμι έτρεχε ανάμεσα στις αμυγδαλιές και στις όχθες του φύτρωναν βούρλα».27 Σαφράνταγ: παραπόταμος του Γκεντίζ ποταμού στα αριστερά και σε απόσταση 5 περίπου χιλιομέτρων από την κοινότητα.
Νερά… ύδρευση Η περιοχή αλλά και η κοινότητα είχε αφθονία νερού, αυτού του πολύτιμου στοιχείου για κάθε ύπαρξη…ζωική μα και φυτική. Πράγμα που οφειλότανε αφενός μεν στην ύπαρξη του Έρμου ποταμού, αλλά και αφετέρου στα επίσης πολλά υπόγεια ύδατα της περιοχής. Για παράδειγμα, λίγο πιο έξω από το χωριό και μάλιστα σε υψόμετρο περίπου 50 μέτρων δίπλα στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, ανάβλυζαν άφθονα νερά από το μπουνάρι,28 δηλαδή μια πηγή με την οποία τροφοδοτούσαν το χωριό, αλλά και τα χωράφια τους. Τα οποία επίσης ήταν ποτιστικά, όχι μόνο λόγω της προαναφερόμενης πηγής, αλλά και από την ύπαρξη σε πολύ χαμηλό βάθος νερού το οποίο αντλούσαν με τουλούμπες ή και μαγγανοπήγαδα.29 Εξαιρετικά ευεργετικό για κάθε είδους καλλιέργεια και μάλιστα δύσκολων παραγωγών, αλλά και δημιουργίας «μεγάλων» κτηνοτροφικών μονάδων μιας και τους παρείχετο απλόχερα κάθε είδους απαραίτητης βοήθειας: αυτής του νερού αλλά και της ύπαρξης μεγάλων βοσκοτοπιών. Το χωριό και τα σπίτια του υδρεύονταν κυρίως από τις κατά περίπτωση τουλούμπες και μαγγανοπήγαδα επειδή κάθε ιδιοκτήτης γης φρόντιζε για τούτο με πολύ εύκολο τρόπο...Έσκαβε στα ρηχά και το πετύχαινε.30 Να σημειωθεί επίσης πως υπήρχανε και δυο κεντρικές δημόσιες κρήνες. 27
Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π. Μπουνάρι ή και πινάρ, σημαίνει πηγή. 29 Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Α 25, Μουραντιέ: «…Στα σπίτια μας είχαμε πηγάδια πολύ ρηχά με νερό καλό, χωνευτικό. Μ’ ένα κουβά παίρναμε και πίναμε… το καλοκαίρι ήταν όπως το χιόνι και τον χειμώνα ζεστό. Τα πηγάδια μας είχαν στόματα κτιστά και σκεπάζονταν με καπάκι. Πολλοί στα σπίτια τους είχαν τρούμπες που έβγαζαν καλό πόσιμο νερό». 30 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π. «Είχαμε στο χωριό πολλά νερά… μέσα στα σπίτια είχε πηγάδια και τουλούμπες- τρούμπες διακοσμημένες κατά πως ήθελε κανένας, δείγμα αρχοντιάς και πλούτου … τα πηγάδα είχαν σανιδένια βραχιόλια (στόματα). Άλλοι βγάζαν το νερό με το χέρι και άλλοι με τον μακαρά. Τα πηγάδια τα σκέπαζαν με καπάκια. Μερικοί τα κλείδωναν και κάποιοι άλλοι απάνω βάζανε μια πέτρα για σιγουριά…. πλάι στα καφενεία στέκαν πηγάδια με καλό νερό. Και έξω είχαμε νερά. Κάθε αμπέλι είχε το μπουνάρι του. Βγάζαμε και πίναμε. Μ’ αυτό κάναμε όλες τις δουλειές». 28
11
Μια μεγάλη, μαρμάρινη με ανάγλυφα σκαλίσματα, το νερό της οποίας ερχότανε με πήλινους σωλήνες από την πηγή της εκκλησιά της Αγίας Παρασκευής και μια άλλη, δίπλα στα κοιμητήρια του χωριού. Για την πρώτη γνωρίζουμε πως την έλεγαν μερμέρ που στα τουρκικά σημαίνει μάρμαρο, ή και μαρμαρόγουρνα,31 δηλαδή ονομασία δηλωτική του τρόπου κατασκευής της. Η δεύτερη εφοδίαζε μια μεγάλη απλή στέρνα φτιαγμένη από πέτρα, που πάντοτε είχε το νερό της έτοιμο για χρήση από ανθρώπους μα και ζώα. Επίσης στη ευρύτερη περιοχή υπήρχαν: η λίμνη gol, λίγο πιο κάτω από το Γκεντίζ… Μικρή σε έκταση, αλλά γεμάτη δέντρα τριγύρω με άφθονα ψάρια και μπόλικα χέλια… η λίμνη Μέρμερε, κατά Αξάρη μεριά, ανάμεσα στο Ερίκισε, Τσουλού και Χορόσκιοϊ… με βασικό χαρακτηριστικό της τα νεροπούλια, τις ουρντέκιαπάπιες και τα γκαζά- χήνες… Πολυτιμότατα θηράματα τα οποία εκμεταλλεύονταν οι ντόπιοι κυνηγοί έναντι αδράς αμοιβής.
Εξαιτίας των άφθονων υδάτων ήταν επόμενο η κοινότητα να διαθέτει καλές παραγωγές ακόμα και δύσκολων προϊόντων, αλλά και πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Κατά τους πληροφορητές τα σπίτια του χωριού ήταν γεμάτα ευωδιαστά λουλούδια σε γλάστρες και τενεκεδάκια… τριαντάφυλλα ροζ, κίτρινα, εκατόφυλλα για γλυκό, φουγκέτες, γαρύφαλλα, γιασεμιά, βασιλικό, μαντζουράνες, κληματαριές… Αλλά και οπωροφόρα δέντρα όπως μουριές, αχλαδιές, βερικοκιές… και χαρουπιές, καρυδιές, αμυγδαλιές… Είχαν επίσης καταπληκτικά περιβόλια – μπαξέδες που παρήγαγαν μεγάλες ποσότητες ζαρζαβατικών τόσο για δική τους χρήση όσο και για πώληση. Κατά τις πληροφορίες μας επίσης, οι οποίες μάλλον ενέχουν το στοιχείο της υπερβολής, η περιοχή ήταν γεμάτο θηράματα… πως όλοι σχεδόν οι κάτοικοι της κοινότητας ήταν κυνηγοί… και πως για τον σκοπό αυτό αλλά και για την προστασία τους είχε καθένας τέσσερα με πέντε σκυλιά. «…Για φύλαξη και το κυνήγι τρέφανε ο καθένας τους τέσσερα πέντε σκυλιά, που δεν μπορούσες να ζυγώσεις στο σπίτι, χαλούσαν τον κόσμο στα γαυγιτά. Σαν ζεύανε ακολουθούσανε στο χωράφι και φύλαγαν το αλέτρι να μην το πάρει κανείς, μένανε ακόμα και σαν χιόνιζε..δεν σάλευαν από τη θέση τους… τόσο πιστά ήτανε… Πήγαιναν επίσης πολλοί για κυνήγι. Πότε κυνηγούσαν στον κάμπο και πότε ανέβαιναν στα βουνά και φέρνανε αγριογούρουνα… λαγούς και πέρδικες. Όσοι πήγαιναν για γούστο ό,τι φέρνανε το μοίραζαν στους συγγενείς και στους φίλους. Όσοι το ’χαν για δουλειά ξέρανε ποιοι θέλανε ν’ αγοράσουν, ποιοι γλεντούσαν, ποιοι πλήρωναν και το περίμεναν. Πολλές φορές ξεπουλούσαν και στον καφενέ. Ανέβαιναν στα βουνά αποβραδίς, μένανε όλη τη νύχτα κυνηγώντας κι έρχονταν την άλλη μέρα, πότε φορτωμένοι και πότε αδειανοί».32
31 32
Υπήρχε μια μεγάλη μαρμάρινη γούρνα γεμάτη πάντοτε με νερό… Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου ό.π.
12
Ιστορικά… Α- Η δημιουργία Το πότε ακριβώς δημιουργήθηκε η κοινότητα της Χαμιντιέ είναι αδύνατον, τουλάχιστον και μέχρι σήμερα και εξ όσων γνωρίζουμε, να πούμε μετά βεβαιότητας, μιας και ελλείπουν όχι μόνο οι πηγές αλλά και οι σχετικές κατηγορηματικές μαρτυρίες… Οι οποίες μάλιστα πολλές φορές είναι και αντιφατικές μεταξύ τους. Εκείνο πάντως που μπορούμε να καταθέσουμε μετά βεβαιότητας είναι πως το χωριό δεν υπήρχε από παλιά και πως δημιουργήθηκε μάλλον στις αρχές του 18ου αιώνος και μάλιστα μετά τα Ορλωφικά, πάνω σ’ ένα προϋπάρχοντα μικρό οικισμό… Παράδοση- ιστορία που μεταφερόμενη από γενιά σε γενιά, καταγράφηκε, ενδεχόμενα διογκώθηκε, ωραιοποιήθηκε και τελικά μας παραδόθηκε, έστω και με σχετικές αναλήθειες και υπερβολές. Έτσι λοιπόν μετά την πτώση της Μαγνησίας στους Οθωμανούς,33 «…οι κατακτητές ηξηνάγκασαν τους διασωθέντας εκ της σφαγής παλαιούς Βυζαντινούς λεγομένους Καλελήδες να κατοικήσουν χαμηλότερα του Καλέ.(κάστρου). Εξ αυτών οι μεν εύποροι υπήκουσαν και έμειναν, οι δε γεωργοί κατέβηκαν εις τη πεδιάδα και έκτισαν το χωρίον Χορόσκιοϊ και το Χαμηντιέ...Εις τους καλελήδες της Μαγνησίας προσετέθησαν οι Πελοποννήσιοι του 1770 και του 1821, οι Μυτιληναίοι και ολίγοι Ηπειρώται… Ήσαν δε το προοδευτικώτερον στοιχείον του τόπου και απελάμβανον της εκτιμήσεως των συνοικούντων αλλογενών δια τον αξιοπρεπή, φιλήσυχον, ακέραιον, ελευθέριον και έντιμον χαρακτήρα των…». Άποψη που έρχεται μάλλον σε ευθεία αντίθεση με άλλες παραδόσεις που θέλουν την μεν κεντρική εκκλησία του Αγίου Νικολάου να κτίζεται«… επί των ερειπίων αρχαίας εκκλησίας…», τον δε Άγιο Γεώργιο πως «…ωκοδομήθη επί των ερειπίων παλαιού Μοναστηριού κτισθέντος υπό του Ιωάννου Δούκα Βατάτση»34… Να σημειωθεί πως ο προαναφερθείς βυζαντινός αυτοκράτωρ πέθανε το 1252…ενώ η Μαγνησία κατελήφθη υπό του Βαγιαζίτ (κεραυνού) μετά το 1353. Πάντως σε γενικές γραμμές προς αυτήν την κατεύθυνση συνηγορούν όλες σχεδόν οι απόψεις των ιστορικών35 μιας και είναι γνωστό πως κατά την περίοδο εκείνη παρατηρείται ένα πολύ μεγάλο μεταναστευτικό κύμα από τις περιοχές τις Ελλάδος προς την Μικρά Ασία και μάλιστα στις περιοχές της Σμύρνης. Και τούτο γιατί η οικονομική άνθησή της, τουλάχιστον εκείνο το χρονικό διάστημα, είναι τεράστια, χαρακτηριζόμενη μάλιστα και ως οικονομική έκρηξη. Πράγμα που απαιτούσε πληθώρα εργατικών χεριών αλλά και προσέφερε πλουσιοπάροχα θέσεις εργασίας. Θέσεις εργασίας όχι μόνο στη δευτερογενή οικονομική παραγωγή, δηλαδή στη βιομηχανική παραγωγή, αλλά και αυτήν της πρωτογενούς που αφορούσε τη 33
Σοφία Λουκά, ό.π. σ. 34 Ό.π. σ.44 35 Κ. Σταματόπουλος, Β΄ Πανελλήνιο Συνέδριο για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Θεσσαλονίκη Α.Π.Θ., 1994, σ. 91, «…οι πρώτοι έποικοι έφθασαν από την αντίπερα ηπειρωτική γη στα 1775/1776, από τα μέρη της Σαλαμίνας, των Μεγάρων, του Μενιδιού και των Θηβών. Η χρονολογία αυτή συμπίπτει με τον τερματισμό των αιματηρών Ορλωφικών, που καθώς γνωρίζουμε κι από άλλες πηγές, προκάλεσαν την μαζική έξοδο πληθυσμών της Αττικοβοιωτίας και της Πελοποννήσου και γενναία ενίσχυσαν τον επανεποικισμό της δυτικής Μικράς Ασίας…». 34
13
γεωργία. Εισάγονται εργατικά χέρια προκειμένου να καλλιεργήσουν βαμβάκι36 που προορίζεται για εξαγωγή, σταφίδα, αλλά και καπνό. Είναι γνωστή εξάλλου η πολιτική της οικογενείας Καραοσμάνογλου,37 αγιάν της περιοχής και ενός τεραστίου, από το Σαρουχάν ως την Πέργαμο, τσιφλικιού, για την προσέλκυση εργατικών χεριών: «φαΐ, παράδες και ασφάλεια».38 Μάλιστα οι αγάδες της περιοχής «…συνερίζονται ποιος να τους πρωτοπάρη εις τους τόπους των και τους κτίζουν εκκλησίας, τους φτιάχνουν σπίτια, χωρία ρωμαίικα χωριστά με ασυδοσίαν, δέκα χρόνους, δηλαδή του χαρατζίου, όθεν οι δουλευτάδες κυβερνώνται με ετούτον τον τρόπον. Οι δε λοιποί οπού είναι συνηθισμένοι εις αλισβερίσια, πηγαίνουν εις τας πολιτείας και κυβερνούν πολλά καλά…».39 Υπάρχει μάλιστα και μια κοινή ονομασία για όλα ετούτα τα νέα και με τέτοιο τρόπο δημιουργούμενα χωριά.: Μουχατζίρ δηλαδή προσφυγοχώρια. Αλλά και ασφάλειας, γιατί ήταν γνωστές οι αντιδράσεις της οθωμανικής διοίκησης σε κάθε είδους αμφισβήτηση της εξουσίας της, στις εντάσεις που προκαλούνταν, από τις στρατιωτικές μορφές πάλης, τις παρεμβάσεις από τους ξένους παράγοντες κλπ. Μάλιστα υπάρχει ένα δεύτερο, εξ ίσου μεγάλο κύμα προσφύγων, μετά την επανάσταση του 1821 και τις σφαγές του Ιμπραήμ κυρίως από τις περιοχές της Τριπόλεως. Σύμφωνα μάλιστα με την παράδοση «…πολλαί οικογένειαι διεπεραιούντο με ακάτια από την Πελοπόννησον εις τας Μικρασιατικάς ακτάς και εκείθεν επιβαίνοντες ημιόνων όπου ετοποθέτουν καλάθια μέσα εις τα οποία έκρυπταν τα παιδιά των, έφταναν από βουνό σε βουνό εις το μέρος που προωρίζοντο… Κατ’ αυτόν τον τρόπον έφθασαν εις την περιοχήν της Μαγνησίας…». Έτσι λοιπόν η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη απετέλεσαν την καταφυγή για τους αντιφρονούντες οι οποίοι μάλιστα εκμεταλλευόμενοι τις ικανότητές τους έμπαιναν στο απυρόβλητο. Βεβαίως πολλές φορές οι όποιες μετακινήσεις του πληθυσμού γίνονταν όχι μόνο επί εθελοντικής βάσεως, αλλά και υποχρεωτικής. Έχει παρατηρηθεί πως ολάκερα χωριά κατόπιν διαταγής της Υψηλής Πύλης, σε συνεννόηση πάντοτε με τις τοπικές αρχές, μεταφέρονταν σε γνωστές περιοχές, φυσικά και όχι μόνο για την κάλυψή της σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά για την εξουδετέρωση των εστιών έντασης. Γράφει, λοιπόν, για όλα αυτά η Σία Αναγνωστοπούλου στο βιβλίο της «Μικρά Ασία». «Οι Έλληνες αυτοί, ο αριθμός των οποίων δύσκολα μπορεί με ακρίβεια να υπολογισθεί, με τόπο προέλευσης τα νησιά, τη Θεσσαλία, τη Θράκη, την Κρήτη αλλά και την Πελοπόννησο και τα νησιά του Ιονίου Πελάγους, εγκαθίστανται παντού στα δυτικά παράλια τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά. 36
Καλλιεργείται σε όλη την περιοχή μιας και είναι περιζήτητο εξαγώγιμο προϊόν. Εξισλαμισμένων χριστιανών…Πάντως οικογένεια ισχυρά και πλουσιότατη που διοικούσε με σύνεση και σωφροσύνη ώστε να αγαπάται και από τους χριστιανούς… 38 Σοφία Λουκά, ό.π. σ. 38, «…Αυτός έχων ανάγκην εργατικών χειρών τους εδέχθη ως δουλοπάροικους (κολίγους), τους παραχώρησε ζώα και γαίας επί καταβολή δεκάτου της συγκομιδής, αυτοί δε προαχθέντες συν τω χρόνω έκτισαν εις την πεδιάδα της Μαγνησίας χωρία με τας εκκλησίας των, τα σχολεία των, διατηρούντες τας παραδόσεις των τα ήθη και έθιμα των…». 39 Τ. Αθ. Γριτσόπουλος, «Άνθιμος Καράκαλλος επίσκοπος Μεθώνης ο εκ Δημητσάνης και η σωζομένη αλληλογραφία αυτού», Θεολογία 24, (1953), σ. 245. 37
14
Η αύξηση του χριστιανικού πληθυσμού είναι εντυπωσιακή: το ποσοστό των Ελλήνων πολύ χαμηλό στα τέλη του 17ου αιώνος αυξάνεται τόσο θεαματικά ώστε ο Krumbacher δεν διστάζει να μιλήσει για επανεξελληνισμό όλων των παραλίων περιοχών της Μικράς Ασίας».40 Βεβαίως δεν μπορούμε να μιλάμε για συγκεκριμένο και ακριβή αριθμό προσφύγων από τα νησιά και τις περιοχές της Πελοποννήσου, μιας και δεν υπάρχουν σχετικές καταγραφές. Εκτός μιας κάποιας αναφοράς του Γρηγορίου Αγγελοπούλου, μετέπειτα Πατριάρχου Γρηγορίου Ε, ο οποίος ως Πρωτοσύγκελος εις την Αγία Φωτεινή της Σμύρνης σε επιστολή που απέστειλε το 1776 προς τον Επίσκοπο Μεθώνης Άνθιμον Καρακάλαν, αναφέρει «περί τας 60.000 προσφύγων Πελοποννησίων… εις την Σμύρνην και τα περίχωρά της…».41 Τα χωριά λοιπόν της Μαγνησίας που ήταν τουρκότοποι τον 17ο αιώνα γεμίζουν από πρόσφυγες και μετατρέπονται σε ελληνότοπους και μάλιστα ορθοδόξους μεταξύ των οποίων το Μουραντιέ (Χαμιντιέ), το Χορόσκιοϊ, το Τσαούσογλου, ο Κασαμπάς κ.α. Θιασώτες της άποψης αυτής, δηλαδή, της δημιουργίας της κοινότητος Χαμιντιέ από Έλληνες της ηπειρωτικής χώρας είναι, επίσης, και οι Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος οι οποίοι γράφουν μεταξύ των άλλων. «Το Μουραδιέ (Χαμιντιέ) συνωκίσθη κατά καιρούς εξ Ελλήνων της ηπειρωτικής Ελλάδος, κυρίως εκ Πελοποννήσου και Θεσσαλίας και των νήσων του Αιγαίου. Είναι πολύ πιθανόν ότι οι πρώτοι οικισταί προσήλθον εκεί φεύγοντες την μετά την ελληνικήν επανάστασιν του 1770 δημιουργηθείσαν αφόρητον κατάστασιν εις την Πελοπόννησον και την λοιπήν ηπειρωτικήν Ελλάδα. Τότε κατέφυγον εις τας περί τον Έρμον και Μαίανδρον ευφόρους κοιλάδας όπου αληθινοί κυρίαρχοι ήσαν οι φιλοπρόοδοι και φιλάνθρωποι Τούρκοι τοπάρχαι Καραοσμάνογλου…».42 Να σημειώσουμε επίσης και ορισμένες άλλες χαρακτηριστικές απόψεις για τους τόπους προέλευσης – καταγωγής των κατοίκων της Χαμιντιέ. Ορισμένοι, για παράδειγμα, θεωρούν πως ήρθαν από τη Θεσσαλία, και μάλιστα από τις περιοχές των Τρικάλων… Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται πως μεταφέρθηκαν από την Κρήτη, δια της βίας μάλιστα, ενώ άλλοι, από την Ήπειρο... Υπάρχουν όμως και αυτοί που δηλώνουν νησιώτες και μάλιστα από τη Γιαγάνταση (Μυτιλήνη) και τη Γουμάνταση (Σάμο). Βεβαίως και αυτοί που με περηφάνια αυτοαποκαλούνται Πελοποννήσιοι,43 προβάλλοντας μάλιστα τα κύρια ονόματά τους, δηλωτικά και ενδεικτικά του τόπου προέλευσής τους…44 40
Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., σ. 110. Σοφία Λουκά, ό.π., σ. 22. 42 Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 112. 43 Σοφία Λουκά, ό.π., σ 32, «Χωριά αποίκων Πελοποννησίων στην πεδιάδα Μαγνησίας (Ιρκάνιον) 1770-1821. Τσομπανησιά, Χαρμανταλή, Τσαούσογλου, Μουτεβελή, Κόλντερε, Ερίκιοϊ, Τσουλού, Καραογλανιά, Χατζηλερί, Καραγατσλή, Σαρχανλή, Οργανλή, …Μουραντιέ». 44 Στην κοινότητα της Χαμιντιέ έχουμε οικογένειες με τ’ όνομα Κολοκοτρώνης, Μώραλης (Μωριάς) κλπ. 41
15
Πάντως όλες ανεξαιρέτως συγκλίνουν θεωρώντας πως το χωριό τους δημιουργήθηκε από πρόσφυγες της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδος…τότε, πάνω σε ένα πολύ μικρό οικισμό στον οποίο ακούμπησαν ερχόμενοι κατά κύματα και σε διάφορες εποχές… Και πως οι πρόγονοί τους εγκαταστάθηκαν εκεί, στο τσιφλίκι ενός μεγάλου μπέη, σαν κολίγοι αρχικά και πως σιγά σιγά στο διάβα του χρόνου με την φιλοπονία και την εξυπνάδα τους τα κατάφεραν…και καλά μάλιστα, αποκτώντας «γη και παράδες πολλούς».
Β- Η εξέλιξη Ενδεικτική της εξέλιξης της κοινότητος, από πληθυσμιακής τουλάχιστον απόψεως, είναι και η αρχική της ονομασία που ήταν Γκιαούρκιοϊ, δηλαδή Ελληνοχώρι. Όλοι σχεδόν οι κάτοικοί της, δηλαδή και οι 1.000 οικογένειές της, σύμφωνα με τους Μαραβελάκη-Βακαλόπουλο45 ήταν ελληνικής καταγωγής εκτός τεσσάρων. Δύο εβραϊκών και δύο αρμενίων. Ονομασία φυσικά που στο διάβα του χρόνου ενόχλησε το οθωμανικό στοιχείο, το οποίο επέβαλε τον όρο Χαμιντιέ αρχικά, δηλαδή και σε ελεύθερη μετάφραση η περιοχή του Χαμίτ, και που αργότερα μετονομάστηκε σε Μουραντιέ, δηλαδή σε περιοχή του Μουράτ. Αν και σύμφωνα με την παράδοση τα πράγματα ήτανε λίγο διαφορετικά. Είναι γεγονός πως η πρώτη καταγραφή της κοινότητος έγινε με το όνομα Ελληνοχώρι… Λίγο αργότερα τη συναντάμε ως Κιαφήρ- Μποζ- Καριεσί, δηλαδή άπιστο γκρίζα συνοικία…ή Γκιαούρ-κιόϊ, δηλαδή χωριό των απίστων. Ονομασία σαφώς προσβλητική για την οποία ο Άγιος Εφέσου Αγαθάγγελος, ο οποίος μάλιστα καταγότανε και αυτός από την Μαγνησία, ζήτησε από τον Σουλτάνο Αμπτούλ Χαμίτ την αλλαγή της. Πράγμα που πέτυχε μιας και ο σουλτάνος θέλοντας να τον ανταμείψει για τη βοήθεια που του προσέφερε κατά τον Ρωσσοτουρκικό πόλεμο του επέτρεψε να ονομάσει το χωριό τιμητικά με το όνομά του. Έτσι λοιπόν το χωριό ονομάζεται πια μέχρι και την εκθρόνισή του, το 1909, Χαμιντιέ, οπότε μετονομάζεται Μουραντιέ… Να σημειωθεί πως ακόμα και σήμερα οι πρόσφυγες από κείνα τα μέρη ονομάζονται ευφυώς «Χαμιντιέδες» ή «Μουραντιέδες, αλλά και Μουραντιελής, Μουραντιελιά και Μουραντελίδες…». Σε κάθε περίπτωση πάντως να σημειώσουμε πως ο μύθος περιπλέκεται με την πραγματικότητα εμπλουτιζόμενος μάλιστα με πολλές δόσεις υπερβολής. Έτσι, για παράδειγμα, κάποιοι παλαιοί το ’χαν καμάρι πως το «χωριό τους είχε βασιλικό όνομα… του Αμπτούλ Χαμίτ αρχικά και μετά του σουλτάνου Μουράτ…»,46 ενώ κάποιοι άλλοι πως τα ονόματα προέρχονταν από τοπικούς φεουδάρχες… «Το όνομα του χωριού άλλαξε όταν ο αγάς Χαμίτ δολοφονήθηκε από το γιο του Μουράτ. Τότε οι δημογέροντες για να τα έχουν καλά με το νέο αγά της περιοχής τον τίμησαν δίδοντας το όνομά του στο χωριό…».47
45
Μαραβελάκης-Βακαλόπουλος, ό.π. σ. 112 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π. 47 Όπ. σ. 26 46
16
Αξίζει, επίσης, να τονίσουμε, πως όλοι ανεξαιρέτως οι κάτοικοί της ήσαν τουρκόφωνοι, πράγμα που δημιουργεί λογικές απορίες για πολλούς και διαφόρους λόγους. 1- Η κοινότητα, για παράδειγμα, βρίσκεται σχεδόν στα παράλια της Μικράς Ασίας και όχι στα βάθη της Ανατολής, άρα πολύ κοντά στο ελληνικό στοιχείο της Σμύρνης, της Μαγνησίας, του Αϊδινίου, που ανθεί, εξαιρετικά μάλιστα. 2- Έχει οικονομικές δοσοληψίες, αν και οι περισσότεροι καλλιεργητές γης, με Έλληνες εμπόρους ή και απευθείας, μεταφέροντας τα προϊόντα της στα αντίστοιχα εξαγωγικά κέντρα που είναι στα χέρια Ελλήνων και Ευρωπαίων. 3- Υπάρχει οικονομική ευχέρεια, άρα, η δυνατότητα αγορών, επαφής με τον έξω κόσμο, της γνώσης των νέων τεχνολογιών, νέων χρήσιμων ανακαλύψεων κλπ. 4- Υπάρχει μια νέα πραγματικότητα και σταδιακά οι κάτοικοί της γίνονται φορείς της οικονομικής ελίτ, μιας και το σύνολο οικονομικής παραγωγής της ευρύτερης περιοχής βρίσκεται στα χέρια τους. 5- Βρίσκεται πάρα πολύ κοντά στη Μαγνησία, 7,5 χλμ. αλλά και σε σημαντικό οδικό κόμβο. Επίσης πάνω στον σιδηροδρομικό άξονα που ενώνει ανατολή και δύση. 6- Ήδη μετά το Χαττ-ι Σερίφ του Γκιούλχανε του 1839 και το Χαττ-ι Χουμαγιούν του 1856 ευνοούνται οι χριστιανικές κοινότητες και αποκτούν σχεδόν ίσα δικαιώματα, με ό,τι σημαίνει αυτό. Οι τουρκόφωνες, για παράδειγμα, κοινότητες της Καππαδοκίας, αποκτούν σιγά σιγά με την βοήθεια του Οικουμενικού Θρόνου αλλά και φωτισμένων δασκάλων σχολεία, αλλά και την ελληνική γλώσσα που την είχαν χάσει στο διάβα των αιώνων ή την είχαν μετατρέψει με τοπικούς ιδιωματισμούς. 7- Και το σπουδαιότερο. Πρόκειται για μια νέα κοινότητα της οποίας οι κάτοικοι είναι Έλληνες προερχόμενοι από την ηπειρωτική χώρα και της οποίας η γλωσσική επικοινωνία γίνεται σχεδόν αποκλειστικά στη μητρική τους γλώσσα… δηλαδή ελληνικά. Βεβαίως υπάρχουν αρκετές και μάλιστα αληθοφανείς εξηγήσεις. Που όμως καλύπτουν εν μέρει, κατά την άποψή μας, τούτο το φαινόμενο. α-Για παράδειγμα η ανάγκη επικοινωνίας των πρώτων προσφύγων με το ντόπιο, τουρκικό στοιχείο, που υπερτερούσε αριθμητικά, τους πρώτους τουλάχιστον χρόνους, είναι η πλέον ισχυρή. Η εγκατάσταση υπήρξε σταδιακή, πιστεύουμε από πολλά μέρη και γι’ αυτό οι αντιφάσεις περί του τόπου καταγωγής τους, άρα επιτακτική μάθησης της ντοπιολαλιάς για τα πάντα. Και είναι ανθρώπινο πως οι πρόσφυγες είναι αυτοί που μαθαίνουν την γλώσσα του χώρου στον οποίο εγκαθίστανται και όχι το αντίθετο. Να σημειωθεί επίσης πως όλες ανεξαιρέτως οι δοσοληψίες με τις αρχές, τοπικές αλλά και ανώτερες, γίνονταν στην επίσημη γλώσσα που δεν ήταν άλλη από την τουρκική. Έτσι λοιπόν σιγά σιγά η τουρκική από γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ των δυο φυλών μεταφέρθηκε από τη νεολαία κυρίως, που δεν γνώριζε την Ελλάδα, σε γλώσσα της καθημερινότητας…του σπιτιού, κατά τα σύγχρονα παραδείγματα και παρέμεινε. β-Μια άλλη εξήγηση είναι η επιβολή της δια της βίας που όμως, κατά την άποψή μας, δεν στέκει.
17
Δηλαδή αυτή της άνωθεν επιβολής της με διοικητικά κυρίως αλλά και σωματικής βίας μέτρα, άποψη έωλη γιατί ήδη η Υψηλή Πύλη στα πλαίσια του εξευρωπαϊσμού της απέραντης Οθωμανικής αυτοκρατορίας έπαιρνε μέτρα θετικά, για τους ραγιάδες, αποφεύγοντας να δίδει δικαιώματα στους Ευρωπαίους. γ-Τέλος να αναφέρουμε και την καταγεγραμμένη παράδοση σύμφωνα με την οποία η τουρκοφώνηση των κατοίκων της κοινότητος είναι αποτέλεσμα μιας «ευεργετικής δοσοληψίας» με τις αρχές η οποία έγινε στις αρχές του 18ου αιώνα… Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν48 «…η κοινότητα απέδιδε κανονικά στον «μουχτάρι σανί αγιάν», δηλαδή τον φοροεισπράκτορα του κράτους, τους αναλογούντες φόρους, πλην όμως ήτανε ένας επικίνδυνος, σκληρός και πανούργος Τούρκος που φρόντιζε πάντοτε και για την πάρτη του. Εξαιτίας, λοιπόν, της σκληρότητας και της απληστίας του έκαμε πολλούς ανθρώπους να τον μισούν και να τον φοβούνται. Ήταν όμως τόσο ωμός που δεν υπολόγιζε μπροστά στο κέρδος τίποτε, δεν φοβότανε κανένα Θεό… Μια μέρα κάποιος χωριανός δεν άντεξε και μπροστά στην τρομερή πίεση αλλά και την επερχόμενη ένδειά του από την άδικη αρπαγή που του γινότανε, αμυνόμενος, μάλιστα, τον σκότωσε… Βεβαίως άμεσα από την κεντρική διοίκηση πάρθηκε η απόφαση να καεί το χωριό. Το έμαθαν οι δημογέροντες και οι κάτοικοι του χωριού, καταθορυβήθηκαν, και έσπευσαν όλοι, προσπάθησαν, με φανερούς αλλά και πλάγιους τρόπους να αλλάξουν την απόφαση… Κάτι που έγινε, ευτυχώς, με τη μεσολάβηση του Δεσπότη αλλά και ισχυρών Ελλήνων εμπόρων της Μαγνησίας και της Σμύρνης, οι οποίοι πέτυχαν να μεταπείσουν τη διοίκηση και να αναστείλουν την απόφαση η οποία καταδίκαζε το χωριό τους σε εξόντωση με μια όμως προϋπόθεση, εκτός φυσικά από τα σχετικά οικονομικά ανταλλάγματα… Να σταματήσουν να μιλούν ελληνικά και να μάθουν όλοι τουρκικά. Κάτι φυσικά που δέχθηκαν με ανακούφιση μιας και έτσι θα γλύτωναν από σίγουρο, βέβαιο, και απάνθρωπο θάνατο…».
Γ- Οι διακυμάνσεις Δυστυχώς δεν υπάρχουν καταγεγραμμένες, τουλάχιστον εξ όσων γνωρίζουμε, οι πληθυσμιακές διακυμάνσεις της κοινότητος στο διάβα του χρόνου… Εκτός μιας και αυτής του 1905 σύμφωνα με την οποία η κοινότητα διέθετε 4000 κατοίκους.49 Διαθέτουμε όμως μια σειρά μαρτυριών οι οποίες μας δίδουν διαφορετικούς αριθμούς η κάθε μια εξ αυτών και κατά την άποψή μας εν πολλοίς αυθαίρετους. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη πρώτη εξ αυτών «οι κάτοικοι του χωριού φτάνανε τις 7000 ψυχές».50 Η δεύτερη πάλι μαρτυρία είναι περισσότερο λεπτομερής λέγοντας πως « η κοινότητα είχε περίπου 650 σπίτια και είχε 3500 χριστιανούς…».51 48
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Α 25. Μουραντιέ. 49 Στατιστικός Πίνακας «Επαρχία της Εφέσου», Ξενοφάνης, Σύγγραμμα Περιοδικόν του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολής, τ. 2ος [1905] σ. 426-427 50 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π.
18
Μια άλλη, τρίτη στον αριθμό, ανεβάζει τον πληθυσμό της κοινότητας στις 800052… ενώ μία ακόμα υπολογίζει τον αριθμό των κατοίκων στα 1922 σε 3000 χριστιανούς και 400 περίπου μουσουλμάνους.53 Γνωρίζουμε πάντως πως τα τελευταία χρόνια και κυρίως τη δεκαετία της μεγάλης φυγής είχε περίπου 1.000 οικογένειες και κατά συνέπεια επρόκειτο για μια αρκετά μεγάλη κοινότητα. Αριθμός μάλλον ενδεικτικός και κατά την άποψή μας και ίσως υπερβολικός,54 γιατί μιλάμε για μια κοινότητα η οποία θα πρέπει να απαριθμούσε τουλάχιστον 5.000 ψυχές. Πράγμα φυσικά όχι αδύνατον, μα όμως, το τονίζουμε, κατά την άποψή μας, υπερβολικό. Και για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης το διπλανό χωριό, για παράδειγμα, το Χορόσκιοϊ, είχε 250 ελληνικές τουρκόφωνες οικογένειες, κατ’ άλλους 60055, το Ερίκιοϊ 120 ελληνόφωνες οικογένειες, το Μπόντρουμ 3.000 κατοίκους, το Παπασλί 140 τουρκόφωνες οικογένειες κλπ. Εκείνο πάντως που οφείλουμε να τονίσουμε είναι πως δεν παρατηρήθηκε το λεγόμενο μεταναστευτικό εσωτερικό κύμα, δηλαδή δεν είχαμε μετακινήσεις πληθυσμιακές του ενεργού πληθυσμού προς τα μεγάλα αστικά και βιομηχανικά κέντρα της Σμύρνης ή της Πόλης. Ενδεικτικό της όποιας οικονομικής ευχέρειας του πληθυσμού μιας και όλοι σχεδόν ήταν ιδιοκτήτες εύφορης γης,56 έστω και μικρής και κάτοχοι κοπαδιών. Επί πλέον αρκετοί μπορούσαν να εργασθούν στα διπλανά λιγνιτωρυχεία της περιοχής. Άρα πλήρης οικονομική κάλυψη με ό,τι σήμαινε αυτό από κάθε άποψη. Μόνο προς το τέλος και κυρίως μετά τα γεγονότα και τον απόηχο του πρώτου μεγάλου πολέμου, έχουμε μια κάποια τάση φυγής, των νέων κυρίως, προς την Πόλη αλλά και τη γη της επαγγελίας…τις ΗΠΑ. Σύμφωνα μάλιστα με τα απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη Αναστασίου57 που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μουραντιέ αλλά στη συνέχεια μετανάστευσε στην Αμερική, αυτοί που έφυγαν από το χωριό ήταν ελάχιστοι, μεταξύ των οποίων οι: Κολοκοτρώνης Πρόδρομος, Κολοκοτρώνης Γιάννης, Τσαλικίδης Γιώργος, Βογιατζής Κώστας, Φραντζέσκος Κώστας, Αντωνιάδης Κώστας, Σουλτάνης Κώστας, Παπάζογλου Γεώργιος, Ιωαννίδης Γιώργος, Καμπασακαλής Γιώργος, Μερτζεμέκης Αντώνης, Μιμίκος Θωμάς, Μιμίκος Άγγελος…». Δ- Η κοινότητα υπέστη πληθυσμιακή συρρίκνωση, όπως οι περισσότερες φυσικά, κατά τη διάρκεια του πρώτου μεγάλου πολέμου (1914-1918) όπου ο ανδρικός πληθυσμός όλων σχεδόν των ηλικιών αποδεκατίσθηκε, κυριολεκτικά.58 Τόσο με την επιστράτευσή του και ενίσχυση των τάξεων του τουρκικού στρατού, κυρίως οι νέες ηλικίες, όσο και με την «εθελοντική» συμμετοχή στα περιώνυμα τάγματα εργασίας.59 51
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλος Χρήστος, ο.π. Μαρτυρία Παλληκαρίδη Σταύρου ό.π. 53 Τάσος Κολοκοτρώνης, Ιωνία- Η ιστορία της Ν. Μαγνησίας, Ν. Μαγνησία 2005 σ. 3 54 Σία Αναγνωστοπούλου, ο.π. σ. 626, «Γκιαβούρκιοϊ (Χαμιντιέ, -Μουραντιέ)…300 οικογένειες κλπ». 55 Οι εκτιμήσεις μεταξύ των ιστορικών είναι διαφορετικές. Οι Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος υιοθετούν την πρώτη άποψη ενώ την δεύτερη η Σία Αναγνωστοπούλου. 56 Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., 200, « Από τις μεταρρυθμίσεις του 1838 και μετά το δικαίωμα της ιδιοκτησίας (τασαρρούφ) ταυτίζεται προοδευτικά με τη δυτική αντίληψη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας…». 57 Μαρτυρία Προδρόμου Σπύρου, Αρχείο Προφορικής Παράδοσης, Φ. 13, αρ. 2 58 Μαραβελάκης-Βακαλόπουλος, ό.π. σ. 112 52
19
Όπου μέσα από μια επώδυνη διαδικασία σκληρών αγγαρειών αλλά και έκθεσης του πληθυσμού σε πολλές και πολλαπλής μορφής κακουχιών αφανίσθηκαν…60 Ελάχιστοι ήταν αυτοί που τα κατάφεραν και επέζησαν από τούτη την σφαγή.61 Άλλοι γιατί ήταν απαραίτητοι για το καθεστώς, κάποιοι άλλοι γιατί είχαν πολλά φακούδια,62άλλοι πάλι γιατί ήταν σκληραγωγημένοι και τέλος αυτοί που την κοπάνησαν, δηλαδή έγιναν κατσάκιδες,63 καταφεύγοντας στην ελεύθερη Ελλάδα, την Αμερική κ.α.
59
Τα Αμελέ Ταμπουρού, εργαλεία στα χέρια των Νεότουρκων για εκκαθαρίσεις και φυλετικές καθάρσεις. 60 Γεώργιος Αργυριάδης, Καρά Χαλήλ, η χαμένη πατρίδα, Σέρρες 2002, σ. 43, «Εμπνευστής και εγκέφαλος αυτών των επιχειρήσεων γενοκτονίας ήταν ο Μεχμέτ Ταλαάλ, υπουργός τότε των εσωτερικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με το σύνθημα “Η Τουρκία για τους Τούρκους” καλούσε τους οθωμανούς να μην δείχνουν κανένα έλεος και για κανέναν, εξαπολύοντας διωγμούς κατά των ανεπιθυμήτων εθνοτήτων σε μια τεράστια έκταση. …Σε εφαρμογή αυτής της πολιτικής στίφη ατάκτων καθοδηγούμενα από τις αρχές και αφιονιζόμενα από μια συστηματική προπαγάνδα μίσους ανάγκασαν χιλιάδες Ελλήνων να εγκαταλείψουν τις εστίες τους…αλλά και με την υποχρεωτική στράτευση των Ελλήνων. Με προσχήματα μάλιστα δημιουργούν τα “αμελέ ταμπουρού”… καταστρέφοντας και εξοντώνοντας μεθοδικά και βαθμιαία τους Έλληνες…χρησιμοποιώντας τους χωρίς μισθό, κακώς τρεφόμενους και ενδεδυμένους, εκτεθειμένους στο αφόρητο ψύχος και τη ζέστη…να πεθαίνουν κατά χιλιάδες από εξανθηματικό τύφο, χολέρα… ». 61 Σοφία Λουκά, ό.π., σ. 28, «…αλλά κατέτασσαν αυτούς εις τα εργατικά τάγματα και τους μεταχειρίζοντο δε με τόσην σκληρότητα, ώστε οι περισσότεροι απέθνησκον από τας κακουχίας, τας στερήσεις, την πείναν, τας μαστιγώσεις και τα έλκη της φθειριάσεως…». 62 Φακούδια= χρήματα . Να σημειωθεί πως για να αποφύγει κανείς την υποχρεωτική στράτευση στον τουρκικό στρατό θα έπρεπε να πληρώσει τον κεφαλικό φόρο ο οποίος έφτασε στις πενήντα τουρκικές λίρες, πράγμα αδύνατον για το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού, μιας και το ποσό που επίτηδες το ανέβασαν οι Τούρκοι ήταν αστρονομικό για την εποχή. 63 Κατσάκιδες= ανυπότακτοι.
20
Εκκλησιαστικά… Οι κάτοικοι της Χαμιντιέ ήσαν τουρκόφωνοι χριστιανοί ορθόδοξοι υπαγόμενοι στην Μητρόπολη της Εφέσου. Μιας μεγάλης64 και αρχαιότατης εκκλησιαστικής περιφέρειας της οποίας ο Μητροπολίτης είχε τον εκκλησιαστικό τίτλο του «Υπέρτιμου και Εξάρχου πάσης Ασίας» και μάλιστα υπό την διοίκησή του υπαγότανε και τρεις επίσκοποι.65 Έδρα της Μητροπόλεως ήταν αρχικά η πόλη της Μαγνησίας όμως στο διάβα του χρόνου και κυρίως από το 1892 καθιερώθηκε τον μεν χειμώνα η Μαγνησία το δε καλοκαίρι το Κορδελιό.
Άγιος Νικόλαος- Μουράτρειζ Αν και μη θαλασσινοί… μα μήτε κατοικώντας σε παραθαλάσσιο χώρο, εν τούτοις είχαν σαν προστάτη του χωριού τους τον Άγιο Νικόλαο, προς τιμή του οποίου ακριβώς στο κέντρο66 ανήγειραν περικαλλή ναό. Που «ήτο ρυθμού βασιλικής, μονόκλιτος, θολοειδής, με τέμπλον ξυλόγλυπτον ολόχρυσον, με μαρμαρίνους κίονας προ του ιερού, με νάρθηκα και μαρμαρόστρωτον έδαφος…».67 Αλλά και πλήθος εικόνων και αγιογραφιών να κοσμούν τους τοίχους της εκκλησιάς, η οποία μάλιστα περιβαλλόταν από περίφραξη καμωμένη με χοντρή λευκή πέτρα… Και με τη χαρακτηριστική χαμηλή κύρια είσοδό της, δείγμα πρόνοιας και αποφυγής θερμών επεισοδίων από τους βαθιά θρησκευόμενους και φανατικούς νεαρούς μουσουλμάνους που το ’χαν επίδειξη παλικαριάς, να «μπούνε καβάλα με τ’ άλογό τους στην εκκλησιά»,68παρά τις νουθεσίες των μεγαλυτέρων τους που απέφευγαν τέτοιου είδους εκδηλώσεις. Σύμφωνα με την παράδοση, επίσης, η εκκλησιά του Αϊ Νικόλα, «εκτίσθη επί των ερειπίων αρχαίας εκκλησίας, τα οποία ευρέθησαν μέσα εις το δάσος. Η οικοδόμησίς της διήρκησεν πολλά έτη, διότι οι τοίχοι της εκτίζοντο με ορθογώνιες πελεκητές λευκές πέτρες που μεταφέροντο από τις Φώκαιες με βωδάμαξες…».69 Τελικά τα εγκαίνιά της έγιναν το 1856 με την παρουσία αρχών και λαού, χοροστατούντος του Αγίου Εφέσου Παϊσίου και του ιερέως Ιωάννη…70
64
Χρ. Παπαστάθης, ό.π., 102-104, « Οι κανονισμοί των Ορθοδόξων ελληνικών κοινοτήτων του οθωμανικού κράτους και της διασποράς Σύμφωνα με την Προσωρινή Σύνοδο του Πατριαρχείου που συστάθηκε το 1860-62 για την μελέτη και την ψήφιση των Κανονισμών όλες οι Μητροπόλεις του Οικουμενικού Θρόνου όφειλαν να καταβάλλουν διάφορα ποσά προς ενίσχυση του Πατριαρχείου. Το μεγαλύτερο ποσό, το οποίο μάλιστα ανήρχετο στις 100.000 (ετήσια επιχορήγηση) και 5.000 για τον Πατριάρχη, υποχρεώθηκε να καταβάλλει η Μητρόπολη της Εφέσου». 65 Μεγάλες πνευματικές μορφές που υπηρέτησαν τον Μητροπολιτικό Θρόνο μεταξύ των άλλων ήσαν και οι μητροπολίτες Αγαθάγγελος και Παϊσιος. 66 Μαρτυρία Προδρόμου Σπύρου, ό.π. 67 Σοφία Λουκά, ό.π. σ.. 44 68 Απειροελάχιστες φορές έχουν καταγραφεί τέτοια περιστατικά και κυρίως μετά από «συγκρούσεις» με το κέντρο, πολέμους κλπ, πλην όμως όλοι παίρνανε τέτοια μέτρα πρόνοιας για το φόβο των θερμόαιμων… 69 Σοφία Λουκά, ό.π. σ.. 44 70 Ο Παϊσιος ο εκ Σκοπέλου (1853-1872) ήταν ο 63ος ποιμενάρχης της Εφέσου.
21
Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε και την παρακάτω ιδιαιτερότητα η οποία ήταν απότοκος μιας έντονης και επί μακρό χρονικό διάστημα διατηρούμενης διαμάχης μεταξύ των κατοίκων… «…Ο ιερός ναός δεν είχε καμπαναριό και μάλιστα ήταν ο μόνος, παρόλο που είχε αποκτηθεί η καμπάνα του, δωρεά κάποιου ευσεβούς χριστιανού… Όταν τελείωσαν οι εργασίες ανοικοδόμησής του οι δημογέροντες και η εκκλησιαστική επιτροπή κάθισαν και προσπάθησαν να δουν πού, πώς, και με ποιο τρόπο θα έκαμαν το καμπαναριό. Στο τραπέζι έπεσαν πολλές απόψεις… Άλλοι υποστήριζαν την άποψη πως θα έπρεπε να μοιάζει με αυτό της Αγίας Φωτεινής της Σμύρνης…Κάποιοι άλλοι έλεγαν πως θα έπρεπε να ομοιάζει αυτό του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αθανασίου της Μαγνησίας…κάποιοι άλλοι άλλα…τέλος πάντων ήταν αδύνατον να συνεννοηθούν… Τα χρόνια περνούσαν, η εκκλησιά λειτουργούσε, μα ήταν αδύνατον να ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση…μιας και είχαν γινατέψει όλοι τους… Είναι γεγονός πως κάποια φωτισμένα μυαλά, ο δάσκαλος, ο παπά Γιάννης και κάποιοι άλλοι προσπάθησαν…αλλά τίποτε… Τότε αποτάθηκαν στον Άγιο Εφέσου, τον Αγαθάγγελο, που θέλοντας να τους αποφύγει, τι να κάνει ο άνθρωπος, τους είπε “να την κρεμάσουν”… Πράγμα που οι εκκλησιαστικοί παράγοντες έκαμαν, κρεμώντας την ανάμεσα στα κλαδιά μιας μουριάς και ενός πεύκου που ήταν μπροστά στην εκκλησιά… Έτσι και παρέμεινε μέχρι το τέλος…».71 Στα χρόνια της μεγάλης καταστροφής στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου υπηρετούσαν δυο ιερείς εγγράμματοι, ένας διάκος δυο ψαλτάδες και ένας καντηλανάφτης… Να σημειώσουμε επίσης πως: υπήρχε μεγάλος γυναικωνίτης στον οποίο ανέβαιναν οι γυναίκες από την μαρμάρινη κλίμακα του ναού… ο εσωτερικός χώρος του ναού ήταν διακοσμημένος με μεγάλες αγιογραφίες, εικόνες, καντηλέρια ασημένια, και ξύλινα στασίδια… θα πρέπει να ήταν ευμεγέθης γιατί μπορούσε να εκκλησιασθεί όλο το χωριό ανεξαιρέτως…72 γύρω από την εκκλησιά και κολλητά ήταν το σχολείο, τα δωμάτια των ιερέων και των δασκάλων… Επίσης… Κατά την εορτή του αγίου λάβαινε χώρα στην κοινότητα ένα μεγάλο πανηγύρι με τη συμμετοχή ακόμα και του μουσουλμανικού στοιχείου. Το οποίο όχι μόνο παρακολουθούσε τα θρησκευτικά δρώμενα και συμμετείχε μετά μεγάλου σεβασμού αλλά εκμεταλλευόμενο την περίσταση «τοποθετούσε πάγκους που πωλούσαν ένα σωρό πράγματα… Γλυκά διάφορα από τη Μαγνησία, λουκούμια, μαντήλια για τις κυράδες, ασημένια βραχιόλια, κομπολογάκια και μια σειρά μικροπράγματα… Την παραμονή τα αγόρια του χωριού μετέφεραν από το βουνό κλαδιά µυρτιάς με τα οποία τα κορίτσια στόλιζαν το ναό και τον περιβάλλοντα χώρο…
71 72
Μαρτυρία Σαρρή Ευαγγέλου, Αρχείο Προφορικής Παράδοσης, Φ. 13, αρ. 3 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π. σ. 87
22
Σχεδόν πάντοτε ο οικείος Ποιμενάρχης τιμούσε με την παρουσία του τις ιερές ακολουθίες μαζί με τη συνοδεία του… και στο τέλος συμμετείχε στο τραπέζι της αγάπης με όλους τους χωριανούς αντάμα…».73
Άγιος Γεώργιος… Χιντρελές… Χιντίρ Ελέζ Τέλος το πλέον γνωστό εκκλησιαστικό κτήριο στην ευρύτερη περιοχή ήταν αυτό του Μοναστηριού του Αγίου Γεωργίου, δίπλα στον Έρμο ποταμό.74 Γνωστό όχι μόνο από το αναβλύζον αγίασμα εντός του χώρου του αλλά και από την θαυματουργή εικόνα του αγίου- προστάτη του. Κάτι που αποδέχονταν χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Οι τελευταίοι μάλιστα κατά την ημέρα της εορτής του αγίου προσέρχονταν εντός του χώρου της εκκλησίας όπου φυλασσόταν η θαυματουργή εικόνα και αφού υποκλίνονταν, ακουμπούσαν τα άρρωστα μέλη του σώματός τους πάνω της ελπίζοντας και προσδοκώντας το θαύμα από τον άγιο. Σύμφωνα με την παράδοση, λοιπόν, δίπλα στο ποτάμι ήταν κτισμένη από τις αρχές του χριστιανισμού μια μικροσκοπική εκκλησιά του αγίου, λαξευμένη εντός ενός βράχου και έφερε μέσα της την εικόνα του Αϊ Γιώργη του τροπαιοφόρου. Στα θεμέλιά της στο διάβα του χρόνου φύτρωσε ένα τεράστιο πλατάνι το οποίο όχι μόνο δεν την κατέστρεψε με τις ρίζες του, αλλά την προφύλασσε μάλιστα με τα κλαδιά του κρύβοντάς την για καιρούς ατέλειωτους από λεηλασίες και αρπαγές… Όταν ανακαλύφθηκε, οι ευσεβείς χριστιανοί έκτισαν πάνω της, χωρίς να την πειράξουν καθόλου, μια μεγαλύτερη εκκλησιά κι ένα μοναστήρι που είχε πάνω από σαράντα κελιά για τους μοναχούς αλλά και τους προσκυνητές… Που προσέτρεχαν όχι μόνο στην εορτή του αγίου αλλά καθημερινά μιας και γιατί από το ιερό της ανάβλυζε θαυματουργό αγίασμα… και η φήμη της εικόνας του ως θαυματουργής είχε ξεπεράσει κατά πολύ τα όρια της εκκλησιαστικής περιφέρειας της μητροπόλεως75. Βεβαίως υπάρχει και μια δεύτερη παράδοση για το κτίσιμο της εκκλησιάς, λίγο διαφορετική από την πρώτη. Σύμφωνα με αυτήν λοιπόν «ο Άγιος Γεώργιος ωκοδομήθη επί των ερειπίων παλαιού Μοναστηρίου κτισθέντος υπό του Ιωάννου Δούκα Βατάτση… Τον άγιο Γεώργιο, ωνόμαζον οι Τούρκοι Χιντίρ Ελέζ και τον ετίμων προσκομίζοντες αφιερώματα…».76 Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί το ειδικό τελετουργικό που ακολουθούσαν για το αγίασμα και τις συνέπειές του. Έτσι λοιπόν σαράντα μέρες προ της εορτής του αγίου σκέπαζαν την πηγή με καθαρά υφάσματα τα οποία προσέφεραν, τιμής ένεκεν, στον άγιό τους, οι κυράδες του χωριού. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες μάλιστα την ίδια τύχη είχε και η εικόνα του αγίου. Την ημέρα της εορτής του μετά από τις σχετικές ευχές του ιερέα γινότανε η αποκάλυψη της πηγής στο χείλος της οποίας όλοι «έβλεπαν τον δημιουργηθέντα αφρόν» τον οποίον θεωρούσαν ως θαυματουργό και άρα ικανό για την εξάλειψη κάθε ασθένειας… Σπεύδοντας άλλοι να χριστούν και άλλοι να τον πιούν. Να σημειώσουμε επίσης πως: 73
Μαρτυρία Παλληκάρη Χρήστου, ό.π. σ. 43 Σοφία Λουκά, ό.π., σ. 44, «Αλλά έξω του χωρίου παρά τον ποταμόν Έρμον υπήρχε το εξωκκλήσι του Αγίου Γεωργίου το οποίο εσκίαζε μεγαλοπρεπής πλάτανος…». 75 Μαρτυρίες αλλά και Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος ό.π. σ. 114 76 Σοφία Λουκά, ό.π. σ. 44 74
23
οι δρόμοι που οδηγούσαν προς την εκκλησιά ήταν δυο. Ο Τσαϊρ Γιολού και ο Κοτζά Γιολού… ο ναός ήτανε οικοδομημένος σε οικόπεδο μεγαλύτερο των δέκα στρεμμάτων… η είσοδος στον περιβάλλοντα χώρο του ναού γινότανε από δύο καγκελόπορτες διακοσμημένες με θρησκευτικά σύμβολα… στη μέση περίπου του αυλόγυρου υπήρχε μια αγριοβελανιδιά της οποίας ο κορμός ήτανε τεράστιος και «χρειαζότανε δέκα άνθρωποι και δύσκολα μάλιστα, για να την αγκαλιάσουν, με μια κουφάλα μεγάλη έως ένα δωμάτιο…».77 ο άγιος έχαιρε μεγάλων τιμών και από του μουσουλμανικό στοιχείο…. Οι μουσουλμάνες μάλιστα που ήτανε σε ενδιαφέρουσα κατάσταση προσέρχονταν αποζητώντας τη βοήθεια του αγίου για καλή και ανώδυνη λευτεριά… Και μπορεί να μην κάνανε το σημείο του σταυρού όμως… στο τέλος της λιτανείας περνούσαν κάτω από την εικόνα του αγίου γιατί πίστευαν πως «έτσι θα γιάνουν την αρρώστιά τους, τον πόνο τους… παρακαλούσαν αυτούς που βαστούσαν την εικόνα να ακουμπήσει λιγάκι απάνω τους, στην πονεμένη μέση, τον σβέρκο, το σπασμένο μέλος…».78 στα χρόνια της μεγάλης καταστροφής ο ναός είχε έναν ιερέα… τον πατέρα Γεώργιο τον επονομαζόμενο και σκλάβο…79 στον περιβάλλοντα χώρο υπήρχαν είκοσι δωμάτια πλήρως εξοπλισμένα με κρεβάτια και στρωσίδια, για τους επισκέπτες… ο ναός εσωτερικά ήταν διακοσμημένος με μια σειρά αγιογραφιών και εικόνων φορητών, αλλά κυρίως με μια τεράστια εικόνα του αγίου «ίσαμε μια πόρτα… βαριά και ασήκωτη ».80
Οι Τρεις Ιεράρχες-µπιν μπιν ντιρέκ Πάνω στο όρος Σίπυλο, λίγο ψηλότερα από τον τουρκομαχαλά, ήταν εκκλησιά των Τριών Ιεραρχών… Το πότε κτίστηκε ήταν άγνωστο, απλά υπήρχε η φήμη πως πρωτολειτούργησε στα χρόνια του Βουλγαροκτόνου… και πως ήταν η εκκλησιά με τις χίλιες χιλιάδες κολώνες- μπιν μπιν ντιρέκ…81 Παρόλο που μετατράπηκε, άγνωστο κι αυτό πότε, σε μουσουλμανικό τέμενος, μέχρι και τα χρόνια της καταστροφής διατήρησε το καμπαναριό με το ρολόι που λειτουργούσε καλά, και αρκετές αγιογραφίες με τον Χριστό και το Σύμβολο του Σταυρού… Ίσως από σεβασμό από μέρους των αλλόδοξων για τα τελευταία,ή γιατί σύμφωνα με την παράδοση παρόλες τις προσπάθειές τους κατέστη αδύνατον να σβηστούν… Κατά την παράδοση επίσης υπήρχε ένα μυστικό δωμάτιο όπου οι τελευταίοι ιερείς έκρυψαν τα ιερά σκεύη, τα άμφια και τα πολύτιμα τη εκκλησιάς… Την εορτή των Τριών Ιεραρχών, επίσης, το τουρκικό ιερατείο επέτρεπε την επίσκεψη των χριστιανών και μόνο για τη συγκεκριμένη ημέρα. 77
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π. Ό.π. 79 Στο κεφάλαιο περί των θαυμάτων εξηγούμε το προσωνύμιο… 80 Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π. 81 Σημ: είναι γεγονός πως ο ναός περιβάλλεται από μια σειρά διπλών κολώνων οι οποίες δίδουν μια περίεργη αίσθηση του χώρου. 78
24
Επί πλέον το χωριό είχε και αρκετά παρεκκλήσια μεταξύ των οποίων82: του Προφήτου Ηλία, έξω από το χωριό, στα πρώτα υψώματα του Σίπυλου. της Παναγιάς (Κοιμήσεως της Θεοτόκου), δίπλα στην σιδηροδρομική γραμμή.83 της Αγίας Παρασκευής, στη βόρεια πλευρά του χωριού. της Αγίας Ειρήνης, στα χαμηλώματα κοντά στο νεκροταφείο.84 Ειδικά το τελευταίο το είχαν σε πολύ μεγάλη εκτίμηση και έτρεφαν απεριόριστο σεβασμό για την αγία, θεωρώντας χριστιανοί μα και μουσουλμάνοι ταξιδιώτες το νερό που ανάβλυσε από την εντός του αύλειου χώρου της πηγή ως θαυματουργό αγίασμα.85 Επιπλέον και κάτι το ιδιαίτερο. Κατά τη διάρκεια της εορτής της οι χωρικοί άναβαν τα κεριά τους πάντοτε στον περιβάλλοντα χώρο πάνω στις πέτρες… Έθιμο- παράδοση για την οποία δυστυχώς δεν μπορέσαμε να βρούμε καμία εξήγηση…
Τώρα, το κυρίαρχο και σημαντικότατο όργανο της εκκλησιαστικής διοίκησης ήταν η Εκκλησιαστική Επιτροπή86 που αποτελούνταν από τον Ιερατικό προϊστάμενο του Ναού του Αγίου Νικολάου, τον γέροντα του μοναστηριού του Αγίου Γεωργίου, τον Πρόεδρο της κοινότητος εξ οφίτσιο και άλλους δυο επιφανείς και ευσεβείς χριστιανούς87 τους οποίους φυσικά όριζε ο Μητροπολίτης. Και μιλάμε για κυρίαρχο μα και σημαντικότατο όργανο γιατί όχι μόνο είχε ισχυρά διοικητική δύναμη, έχοντας μάλιστα λόγο και στην εκπαίδευση των ελληνοπαίδων, μα και οικονομική μιας και διαχειριζότανε σημαντικότατα κονδύλια της εκκλησίας και του μοναστηριού. Και η μεν διοικητική της δύναμη είναι γνωστή και περίπου όμοια σε όλη την έκταση της απέραντης οθωμανικής αυτοκρατορίας στηριγμένη στους νόμους της ελευθερίας και των δικαιωμάτων Χαττ-ι Σερίφ του Γκιούλχανέ 1839 και Χαττ-ι Χουμαγιούμ του 1856. Που έδιδαν ισχυρά διοικητικά και οικονομικά προνόμια στους εκκλησιαστικούς παράγοντες καθιστώντας τους επικυρίαρχους για τις σχέσεις μεταξύ των χριστιανών…Έχοντας μάλιστα λόγο, και κυρίως στις απομεμακρυσμένες περιφέρειες της Καππαδοκίας και σε θέματα εκπαίδευσης των νεαρών μαθητών της κάθε κοινότητας…στο οικογενειακό μα και κληρονομικό δίκαιο.
82
Μαραβελάκης –Βακαλόπουλος ό.π. σ. 114 Μαρτυρία Σαρρή Ευαγγέλου, ό.π. 84 Όλα τα παρεκκλήσια της περιοχής βρίσκονταν υπό την υψηλή επιστασία των μοναχών της μονής του Αγίου Γεωργίου οι οποίοι τα φρόντιζαν κατά τον καλύτερο τρόπο συνεπικουρούμενοι από τους χριστιανούς της κοινότητος. 85 Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, ο.π., «Κατά την ημέρα της εορτής της αγίας γινότανε λιτανεία την οποία παρακολουθούσαν ακόμα και οι μουσουλμάνοι. Μπροστά πήγαιναν οι φανοί, τα λάβαρα, τα εξαπτέρυγα, ο χορός των ψαλτών, ο κλήρος… πολλές φορές και ο Δεσπότης ενδεδυμένος με τη χρυσοΰφαντη στολή του και τέλος ο λαός…». 86 Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος ό.π. σ. 115 87 Δυστυχώς διαθέτουμε και τούτα μόνο από σχετικές μαρτυρίες, μόνο δυο ονόματα εκκλησιαστικών επιτρόπων. Του Καραγκίζη Γεωργίου και του Προδρόμου Σπύρου… 83
25
Το ίδιο περίπου, αν και σε μικρότερο βαθμό, συνέβαινε και στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας και πιο συγκεκριμένα και στην κοινότητα της Χαμιντιέ.88 Διότι η εν λόγω κοινότητα μα και γενικότερα η περιοχή βρισκότανε πιο κοντά στα κέντρα λήψης αποφάσεως για κάθε ζήτημα, για παράδειγμα της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης…πιο κοντά σε νέες αντιλήψεις και επαφές με τη δυτική κουλτούρα που ήθελε την εκκλησία να δίδει ζωτικό χώρο στις πολιτικές αρχές, περισσότερο κοντά στη βιομηχανική παραγωγή που ήθελε τη γυναίκα να αφήνει το σπίτι και σιγά σιγά να προσέρχεται για ξένη εργασία89. Βεβαίως και πιο συγκεκριμένα στην Χαμιντιέ η εκκλησιαστική περιουσία ήταν αρκούντως καλή προερχόμενη μάλιστα από πολλές πηγές. Να υπενθυμίσουμε μάλιστα πως επρόκειτο περί μιας κοινότητος η οποία δημιουργήθηκε τελευταία (19ος αι) και στηρίχθηκε στην εισροή οικονομικών μεταναστών σε μια ανθούσα περιοχή με ό,τι σήμαινε αυτό από κάθε άποψη και άρα δεδομένης της ευχέρειας του ενεργού πληθυσμού… Στην οποία μάλιστα δεν παρατηρήθηκε κανένα μεταναστευτικό κύμα μιας και η περιοχή ικανοποιούσε οικονομικά στους ανθρώπους της… Έτσι και με κάθε δυνατή επιφύλαξη, μιας και ελλείπουν τα επίσημα στοιχεία και στηριζόμαστε μόνο στις μαρτυρίες και το λόγο, η εκκλησιαστική επιτροπή της κοινότητος διέθετε: 1- Ακίνητα… Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των ανηκόντων στην εκκλησία ακινήτων όμως σίγουρα διέθετε γαίες90 προερχόμενες από τα κατά καιρούς κληροδοτήματα των πιστών χριστιανών91 καθώς και τα εισοδήματά τους από τα ενοίκια. Επίσης δύο μαγαζιά στο κέντρο του χωριού, ένα εκ των οποίων μάλιστα το είχε ενοικιάσει σε ντόπιο που το λειτουργούσε σαν καφενείο,92 ενώ το άλλο και μετά την σχετική διαμόρφωση του χώρου, αρχικά σαν τμήμα του σχολείου και στη συνέχεια ως σιδεράδικο. Παρατήρηση Το πλέον σημαντικό, ίσως, κτήριο της κοινότητας, ήταν το Γκονάκ στον μαχαλά Γκοτζά Μεχανέ, ιδιοκτησίας της τοπικής εκκλησίας… Επρόκειτο περί ενός κτηρίου «δίπατου που κάτω ήταν αποθήκες και επάνω μια μεγάλη σάλα»… της οποίας η χρήση μεταξύ των άλλων και ο χώρος των τοπικών συνελεύσεων των πολιτών…93 2- Πρόσοδοι… 88
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις της επιβολής όχι μόνο εκκλησιαστικών επιτιμίων σε θέματα οικογενειακών σχέσεων αλλά και ποινικών κολασμών ακόμα όπως, για παράδειγμα, του διαζυγίου λόγω μοιχείας, όπου η « μοιχαλίς σπηταλώνεται» κλπ βλ. «Μικρασιατικά Χρονικά» 1939 τόμος Α σελ 362-366 89 Παρατηρείται μισθωτή γυναικεία εργασία στις βιομηχανίες σταφίδας και καπνού στη περιοχή της Σμύρνης. 90 Κυρίως αμπελοχώραφα…και σύμφωνα με τις μαρτυρίες στην περιοχή των νεκροταφείων δωρεά της οικογένειας Κολοκοτρώνη που μετανάστευσε στην Αμερική. 91 Μαρτυρία Αναστασίου Κολοκοτρώνη, Αρχείο Προφορικής παράδοσης, Φ. 13, αρ.3, «…Η θεία μου η Κατίνα, ο Θεός να τη σχωρνά, που πέθανε χωρίς παιδιά, αφήκε τα χωράφια της, πάνω στου…(λέξητοπωνύμιο την οποία δεν μπορέσαμε να αποτυπώσουμε) στην εκκλησιά. Κι ήταν καλά χωράφια…». 92 Μαρτυρία ό.π., «Στο κέντρο δίπλα στην εκκλησιά του Αι Νικόλα που ήτανε και η αγορά υπήρχε ο καφενές του κυρ Σπύρου, ιδιοκτησίας του ιερού ναού…». 93 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π.
26
Α- Από τις ετήσιες συνδρομές των εχόντων και κατεχόντων ενοριτών της εκκλησίας, οι οποίοι μάλιστα αγόραζαν και τις θέσεις-στασίδια94 Καλύπτοντας έτσι και με αυτό τον τρόπο ένα σημαντικό μέρος από τις ανάγκες του ναού. Β-Τα διάφορα τέλη για τις ιεροπραξίες95 εντός και εκτός του ναού, μερίδιο του οποίου έπαιρνε ο ιερέας, οι υπηρετούντες καθ’ οιονδήποτε τρόπο και το φιλόπτωχο ταμείο. Να σημειωθεί πως υπήρχε σχετική διατίμηση και πως ήταν ανάλογη της όποιας φοροδοτικής ικανότητος του ενορίτη. Εντυπωσιακή, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι και η διατίμηση των τάφων που παρατηρήθηκε σε διπλανές της κοινότητος περιοχές, όπως του Αϊδινίου για παράδειγμα, όπου σύμφωνα με τον «Κανονισμό του Ιερού Νεκροταφείου της Ορθόδοξης Κοινότητος Αϊδινίου» του1903 θα έπρεπε να καταβάλλεται από τους οικείους του νεκρού «…για τα οικογενειακά Μαυσωλεία τα της πρώτης τάξεως τα εν τω σχεδίω εξ γωνιαία…και τιμώνται λιρών οθωμανικών τριάκοντα, τα της δευτέρας τάξεως λιρών είκοσι, τα δε της τρίτης τάξεως 15 και της τετάρτης τάξεως λιρών δέκα...».96 Γ- Οι πρόσοδοι από τα αγιάσματα της περιοχής, δηλαδή, από αυτό του Αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου της ομώνυμης μονής και από το αντίστοιχο της Αγίας Ειρήνης. Πρόσοδοι οι οποίοι περιελάμβαναν εκτός των άλλων και την διαχείριση των ταμάτων όπως η πώληση των ποσοτήτων ελαιολάδου τα οποία προσέφεραν οι ευσεβείς προσκυνητές. Να σημειωθεί, επίσης, πως γινόταν ετήσια δημόσια δημοπρασία κατά την ημέρα της εορτής του αγίου με προσφορές, αντιπροσφορές, κλπ, παρουσία αρχών, κλήρου και λαού με τον τελευταίο πλειοδότη να καταχειροκροτείται από το παριστάμενο πλήθος και να δέχεται τις ευλογίες του κλήρου… Κάτι που συνέβαλε και παρακινούσε αποφασιστικά στην περαιτέρω πλειοδοσία από πλευράς αυτών που επιθυμούσαν να έχουν την γενική αποδοχή, καταξίωση και αναγνώριση των εκκλησιαστικών αρχών97… Το τι σήμαινε αυτό είναι γνωστό. Ο ιερέας, για παράδειγμα, είναι κάτι το σημαντικό για την κοινότητα, ο λόγος του οποίου θα έπρεπε να ισχύει από το πλήρωμα της εκκλησίας δίκην 94
Το φαινόμενο είναι σχεδόν γενικό. Βλ. Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., 358, «…έχει την εκμετάλλευση των στασιδιών των εκκλησιών τα οποία ενοικιάζονται ή πωλούνται…» και «Κανονισμός της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Μουδανιών Κωνσταντινουπόλεως 1911» για τον «διακανονισμό της ενοικίασης και πώλησης στασιδίων…». 95 Κυρίως γάμους, βαπτίσεις, ευχέλαια κλπ 96 «Κανονισμός του Ιερού Νεκροταφείου της Ορθοδόξου Κοινότητος Αϊδινίου» σ. 5-6 97 Μαρτυρία Σαρρή Ευαγγέλου, ό.π., . «Στο πανηγύρι του αγίου μαζευόμασταν όλοι μετά την Θεία Λειτουργία στον έξω χώρο του μοναστηριού. Με τα ζεμπίλια γεμάτα καλούδια…αλλά και για να περάσουμε όμορφα και ωραία. Γινόντουσαν χοροί, τα κορίτσια τραγουδούσαν, είχαμε τα αγωνίσματα της πάλης και τέλος κάποια στιγμή οι μεγάλοι με παρουσία των παπάδων, του Τζόρμπαζη και των άλλων προυχόντων κάμανε την δημοπρασία. Πρώτος έπαιρνε το λόγο ο παπάς. Έκαμε απολογισμό αυτών που μαζεύτηκαν, πόσες οκάδες είναι και τα βγάζανε σε πούληση….λέγανε μάλιστα και για ποιο σκοπό τα πουλούσανε. Όταν κάποιος έδιδε μια τιμή χειροκροτούσανε, αν μάλιστα υπήρχε και διαφορά, ε, τότε, καταχειροκροτούσανε με σχόλια μάλιστα κολακευτικά».
27
νόμου. Αντιπροσωπεύει μαζί με τους προκρίτους την εξουσία, έχοντας γνώμη και λόγο για κάθε ζήτημα και σε κάθε περίπτωση. Βεβαίως η επιτροπή διέθετε με αυτό τον τρόπο και άλλα προϊόντα όπως για παράδειγμα σταφίδα, η καλλιέργεια και παρασκευή της οποίας ανθούσε σε όλη την περιφέρεια. Δ-Τα εβδομαδιαία έσοδα από την πώληση των κεριών, δικαίωμα αποκλειστικό της εκκλησιαστικής επιτροπής του ναού. Ε- Οι εισφορές σε είδος στο τέλος κάθε παραγωγής… Όταν τελείωνε το θέρος, αλλά κυρίως το μάζωμα της ελιάς, περνούσε το κλειστό κάρο της κοινότητας με τη συνοδεία δυο εθελοντών στους οποίους οι καλλιεργητές χωρικοί δίδανε ανάλογα με την οικονομική τους δυνατότητα, αλλά και κατά πώς νοιώθανε, τμήμα της σοδειάς τους… Το σύνολο των εισφορών εκποιείτο σε πλειοδοτικό διαγωνισμό τα δε έσοδα κάλυπταν ορισμένες από τις ανάγκες της εκκλησίας και του σχολείου.98 Στ- Οι έκτακτες δωρεές κινητών μα και ακινήτων από πλευράς των κατοίκων και επισκεπτών της κοινότητος Βεβαίως θα πρέπει να τονίσουμε πως η διαχείριση των χρηματικών ποσών από πλευράς της εκκλησιαστικής επιτροπής γινόταν σύμφωνα με όλους τους γνωστούς τύπους και όρους για τη διαφάνεια. Κάτι που ήταν γενικά αποδεκτό και δεν κίνησε, από όσο τουλάχιστον γνωρίζουμε, καμία απολύτως υπόνοια. Γίνονταν οι σχετικές εγγραφές στα οικεία κατάστιχα, παίρνονταν αποδείξεις, γραφότανε ο σκοπός… Τώρα οι μεγαλύτερες σχετικά δαπάνες ήταν αυτές που αφορούσαν την συντήρηση των εκκλησιαστικών κτηρίων και τα έκτακτα έξοδα. Βεβαίως κι ένα μεγάλο τμήμα πήγαινε στα σχολεία ή καλύτερα για την εκπαίδευση, με την καταβολή μέρους των εξόδων για την συντήρηση των αιθουσών, την πληρωμή των δασκάλων, αλλά και την ενίσχυση των φτωχών μαθητών. Ένα κομμάτι επίσης των εσόδων κάλυπτε τις ανάγκες των δυσπραγούντων ενοριτών, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των απόρων, τη μεταφορά τους αν και όποτε ήταν απαραίτητη στα μεγάλα κέντρα για νοσηλεία κλπ..
Το νεκροταφείο Στην τοποθεσία Τσαϊργιολόκ, στην άκρη του χωριού, βρισκότανε το ελληνικό νεκροταφείο… δίπλα στον ποταμό Καρατσάϊ, στον μεγάλο δρόμο- Γκοτζά Γιολού, που οδηγούσε στον Άγιο Γεώργιο. Σε μια περιοχή κατάφυτη, με αμπέλια και οπωροκηπευτικά, περιφραγμένο με υψηλό αυλόγυρο φτιαγμένο με πελεκητή πέτρα… Μια μεγάλη σιδερόπορτα που έφερε έναν ευμεγέθη σταυρό, οδηγούσε στο εσωτερικό του που ’ταν γεμάτο υψηλά
98
Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π. « Περνούσε το κάρο της κοινότητας… Από τρεις μεριές ήταν κλειστό και μόνο από τη μια μεριά ανοίγονταν σαν παραθυράκι. Από κει δίναν ό,τι μπορούσε ο καθένας… Γκουν, γκουν, γκουν, ακουγόταν η κουδούνα του κάρου. Ξέραμε ώρες και μέρες και βγαίναμε και δίναμε τσουβάλια στάρι, κριθάρι, φακή… λάδι ή ελιές».
28
δένδρα και ποικιλόχρωμα λουλούδια. Στο κέντρο περίπου μια τσικουδιά τόσο μεγάλη που πέντε παλικάρια δεν μπορούσαν να την αγκαλιάσουν…99 Στα κοιμητήρια υπήρχαν τρεις κατηγορίες-τύποι τάφων που είχαν να κάμουν κυρίως με την πολιτικοοικονομική θέση της οικογενείας του νεκρού: ένας απλός λάκκος με ένα ξύλινο σταυρό για τους περισσοτέρους… η θήκη, δηλαδή το άνοιγμα, κτισμένο με τούβλα ή και πέτρες για λίγους… και οι τάφοι με μαρμάρινες επενδύσεις. Ελάχιστοι μεν αλλά υπήρχαν, όπως επίσης και απειροελάχιστοι οικογενειακοί… αν και σχεδόν οικογενειακοί ήταν όλοι διότι δεν υπήρχε ανακομιδή των νεκρών και οι τεθνεώτες θάβονταν πάντοτε στους προγονικούς τάφους. Έξω και σχεδόν κολλητά υπήρχε μια σειρά από κελιά, μικρά δωμάτια, τα οποία παραχωρούντο έναντι ευτελούς ενοικίου στους επισκέπτες του χωριού κατά τη διάρκεια των εορτών και των πανηγύρεων. Ποσά τα οποία εισέρρεαν στο κοινοτικό ταμείο για την κάλυψη των σχολικών δαπανών…
99
Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, ό.π.
29
Περί θαυμάτων ο λόγος… Υπήρχε η παράδοση, πίστη θα λέγαμε, στους κατοίκους της κοινότητας, πως οι άγιοι προστάτες που προς τιμήν τους οικοδόμησαν εκκλησιές, ήτανε θαυματουργοί. Και δεν ήτανε λίγοι αυτοί που μετά περισσής βεβαιότητας ισχυρίζονταν πως όχι μόνο το γνώριζαν αυτό, αλλά υπήρξαν και αυτόπτες μάρτυρες τέτοιων σημαντικών γεγονότων. Εμείς πάλι με τη σειρά μας θεωρούμε σκόπιμη την παράθεση τέτοιων μαρτυριών από τους ανθρώπους που γεννήθηκαν εκεί, μα και έζησαν τούτα τα γεγονότα. Μαρτυρίες βγαλμένες από της καρδιάς τα κατάστιχα, γλαφυρότατες, που αποπνέουν απέραντο σεβασμό…
Ο παπά Γιώργης ο σκλάβος. «Στα χρόνια τα δικά μου είχε παπά σκλάβο που δεν έφυγε καθόλου από κει, τον πατέρα Γεώργιο. Όταν πατέρας Γεώργιος ήταν παιδάκι δέκα χρόνων του συνέβη το εξής: μια μέρα όταν σχόλασε από το σχολείο, στο σπίτι που γύρισε, η μάνα του του έδωσε να πάει φαγητό στον πατέρα του που δούλευε στο κτήμα τους. Το παιδί σέλωσε τ’ άλογο, καβαλίκεψε κι έφυγε. Στον δρόμο που πήγαινε το άλογο πρόγκιξε. Το παιδί τότε έχασε την ισορροπία του κι αφού, πώς δεν ξέρω, πέρασε το πόδι του στο πατήρι και κρεμάσθηκε. Το άλογο έτρεχε κι έσερνε μαζί του το παιδί κρεμασμένο από το πατήρι. Τότε ο μικρός είπε “Aγιε Γεώργιε, σώσε με και θα γίνω σκλάβος σου ”. Πράγματι εκείνη τη στιγμή βγαίνει ένα καβαλάρης, του πιάνει το άλογο και το παιδί σηκώνεται χωρίς να πάθει τίποτε. Μόλις καβαλίκεψε το άλογό του ο καβαλάρης χάθηκε από μπροστά του. Το παιδί γύρισε πίσω στο σπίτι και διηγήθηκε όλα αυτά στη μητέρα του κι έφυγε. Πήγε αμέσως στον Άγιο Γεώργιο. Εκεί βρήκε τον πατέρα Γεώργιο, τον προκάτοχό του. Διηγήθηκε την ιστορία και του είπε: “θα εκτελέσω αυτό που υποσχέθηκα, θα μείνω εδώ”. Ο πατέρας Γεώργιος του έμαθε εκκλησιαστικά γράμματα και το παιδί έμεινε εκεί για πάντα. Όταν ο πατέρας Γεώργιος πέθανε έγινε αυτός παπάς, διοικούσε τα κτήματα και όλη την περιουσία της εκκλησίας και δεν έφυγε ούτε με τους άλλους, τότε που όλοι οι Έλληνες αφήσαμε το Χαμιντιέ, για να μην χαλάσει το τάμα του…».100
Η εικόνα του αγίου… «Στο πανηγύρι του Αγίου Γεωργίου όλα τα παιδάκια σηκωνόμασταν νύχτα και πηγαίναμε στην εκκλησία για να ντυθούμε παπαδάκια και να σηκώσουμε τα εξαπτέρυγα. Όποιος πήγαινε πρώτος αυτός ντυνότανε. Μια χρονιά έλαχε να μ’ αξιώσει ο θεός να ντυθώ κι εγώ. Την ημέρα λοιπόν που είχα ντυθεί παπαδάκι έγινε το θαύμα: Την ώρα που γινότανε η λιτανεία στον περίβολο της εκκλησιάς τα δυο παλικάρια που κρατούσαν την εικόνα του αγίου, για μια στιγμή καθηλώθηκαν και στάθηκε
100
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π.
30
αδύνατον να περπατήσουν… σαν να ήθελε η εικόνα να φύγει από τα χέρια τους… δεν μπορούσαν να τη συγκρατήσουν. Τότε έκαναν αλυσίδα και δίδοντάς την από χέρι σε χέρι έφτασε η εικόνα μπροστά στον Δεσπότη. Η πομπή στάθηκε κι ο κόσμος όλος γονάτισε. Ο Δεσπότης και οι παπάδες έπεμψαν δέηση προς τον Κύριο κι έτσι μπορέσαμε να φτάσουμε στο αγίασμα».101
Η θεραπεία του μουγγού παιδιού της μουσουλμάνας. «…Έξω από το αγίασμα της εκκλησιάς του αγίου ήταν ένας ταύρος δεμένος. Στο μέτωπό του κρεμόταν ένας σταυρός δεμένος με γαλάζια κορδέλα. Ήταν το αφιέρωμα μιας Τουρκάλας που είχε το παιδί της μουγγό. Καθ’ όλη τη διάρκεια τη λιτανείας η Τουρκάλα ακολουθούσε πιστά την εικόνα του αγίου. Μόλις φθάσαμε μπροστά στο αγίασμα παραταχθήκαμε δεξιά και αριστερά. Έγινε δέηση, εψάλη το τροπάριο του Αγίου Γεωργίου και είπε ο Δεσπότης το Ευαγγέλιο. Όλο αυτό το διάστημα η Τουρκάλα με το παιδί στην αγκαλιά καθόταν σκυμμένη κάτω από το Ευαγγέλιο. Ο Δεσπότης της έδωσε να φιλήσει το Ευαγγέλιο και σταύρωσε το στόμα του παιδιού. Αυτή το φίλησε κι έκανε το σταυρό της καλύτερα από μας. Μετά έδωσαν στον Δεσπότη το κλειδί του αγιάσματος. Ο Δεσπότης επήρε το κλειδί, σταύρωσε με αυτό το Ευαγγέλιο και άνοιξε το αγίασμα. Με το άνοιγμα το παιδί είπε στη μητέρα του “ανατζιγίμ- μανούλα μου”. Ο κόσμος όλος σταυροκοπήθηκε για το θαύμα που έγινε…».102
101 102
Μαρτυρία ό.π. Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλων, ό.π.
31
Περί θρησκευτικών παραδόσεων… Η παράδοση είναι η άγνωστη χώρα από τη οποία καταγόμαστε και συνεπώς, ως άγνωστη χώρα την εξερευνούμε, αλλά και ως χώρα καταγωγής μας την αγαπάμε. Είναι γεγονός επίσης πως κάθε ράτσα στο διάβα του χρόνου διαμόρφωσε τα δικά της χαρακτηριστικά… Εκείνα τα οποία την κάνουν ξεχωριστή, την καθιστούν μοναδική έναντι των άλλων… για τα οποία δικαίως υπερηφανεύεται. Εμείς με τη σειρά μας προσπαθήσαμε, βρήκαμε, καταγράψαμε και παρουσιάζουμε μερικά από αυτά, το σύνολο των οποίων προέρχεται από μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν εκεί και τότε, συμμετείχαν σε τούτα τα δρώμενα.
Οι ιερόδρομοι Και ναι μεν η καμπάνα με τους χαρακτηριστικούς της ήχους καλεί τους πιστούς για τη συμμετοχή τους στις ιερές ακολουθίες και τα εκκλησιαστικά δρώμενα… Κυριακή, Εσπερινός, Χριστούγεννα, Μεγάλη Εβδομάδα, Ανάσταση103 αλλά… αλλά με την προτροπή του ιερέα τα παιδιά του χωριού κρατώντας μεγάλες μαγκούρες πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι κτυπώντας τις ξύλινες πόρτες δυνατά, σχεδόν επίμονα, ούτως ώστε κανείς να μην μείνει χωρίς να μεταβεί στην εκκλησιά…104
Το χασιλάσι ή βαρβάρα Ιδιαίτερο φαγητό που παρασκευάζεται, ακόμα και σήμερα, ανήμερα της εορτής της Αγίας Βαρβάρας… με υλικά μεταξύ των οποίων: στάρι, διάφορα όσπρια, ζάχαρη, μπόλικη σταφίδα, μαδημένο ρόδι και λίγη κανέλλα.105 Παραμονή λοιπόν της εορτής σε κάθε σταυροδρόμι της κοινότητας οι άνδρες έστηναν ένα στρίποδο- τρίποδο με ένα χαλκωματένιο καζάνι… μετέφεραν μπόλικα ξύλα, νερό και αποχωρούσαν διακριτικά παραχωρώντας τη θέση τους στις κυράδες του μαχαλά οι οποίες τελετουργικά έψηναν τη βαρβάρα μέχρι να χυλώσει. Τα ξημερώματα οι ίδιες μοίραζαν το παρασκεύασμα σε όλα τα σπίτια φροντίζοντας μετά περισσής επιμελείας να μην μείνει κανένα χωρίς το ιδιαίτερο φαγητό… Σύμφωνα με την παράδοση τούτο ήταν ιερό καθήκον και απαίτηση της αγίας, μιας και η ίδια φύλαγε τα παιδιά του χωριού από την ευλογιά, τρομερή αρρώστια που πραγματικά θέριζε εκείνη την εποχή.
Το μούσκεμα των Φώτων Τα Φώτα είναι για τους ορθοδόξους χριστιανούς μια από τις μεγαλύτερες εορτές. Η βάπτιση του Κυρίου η οποία συνδέεται με το ρίξιμο του Σταυρού στο νερό και το 103
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π., «Τα Χριστούγεννα πηγαίναμε νύχτα στην εκκλησιά, στις 4 η ώρα. Παρ’ όλο που κτυπάγανε οι καμπάνες, εμείς τα παιδιά παίρναμε ένα ρόπαλο και χτυπάγαμε τις πόρτες λέγοντας “Χριστός γεννάται, ξυπνάτε.”». 104 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π., «…Νύχτα σκοτεινά, να μην ξεχωρίζεις τη μύτη σου… και σαν να μην έφτανε αυτό κάθε σπίτι είχε στην αυλή του και καμιά τέσσερα με πέντε σκυλιά… Που σαν άκουγαν τα ντάπα ντούπα, ντάπα ντούπα μέσα στη νύχτα, τρόμαζαν και γαύγιζαν όλα μαζί. Το τι γινότανε δε λέγεται, από φωνές, χτύπους, γαυγίσματα και τα καμπανίσματα…». 105 Η συνταγή είναι από γιαγιάδες…
32
πιάσιμό του από τους κολυμβητές… ή στα πεδινά χωριά η μεταφορά του από αυτόν που πλειοδότησε… Στο χωριό, που απείχε αρκετά από τη θάλασσα, αλλά και χωρίς τη συνήθεια να ρίχνουν τον Σταυρό στο ποτάμι, η παράδοση κρατούσε με τη χρήση ενός τεράστιου βαρελιού, σαν μικρό δωμάτιο… Με το πέρα της λειτουργίας ο ιερέας έχοντας το μικρό παγκράτσι με τον σταυρό και τη συνοδεία μικρών παιδιών ξεκινούσε για την ευλογία, αλλά… αλλά παράδοση ετών ήθελε να καταβρέχεται από κορφής έως ονύχων και σε αρκετές περιπτώσεις να βαπτίζεται μέσα στη βαρέλα… Γεγονός που αποτελούσε την απαρχή τέτοιων ευχάριστων γενικευμένων εκδηλώσεων με τη συμμετοχή των πάντων, που αδιακρίτως ο ένας κατέβρεχε τον άλλον…106
Buyuk hafta , μπουγιούκ χαφτά- Μεγάλη Εβδομάδα Πρόκειται για την εβδομάδα του μεγάλου πένθους αλλά και της αναστάσιμης προσμονής, με μια πληθώρα κοινών παραδόσεων και ιδιαιτέρων πρακτικών σχεδόν σε κάθε κοινότητα. Καταγράφουμε μερικές από αυτές: οι άνδρες έμεναν όλη την εβδομάδα αξύριστοι σε ένδειξη πένθους… καθ’ όλη τα διάρκεια της Μ. Εβδομάδος υπήρχε αυστηρότατη νηστείαγκουν ορουτζού- και αποφυγή πόσης του ξυδιού… τη Μ. Πέμπτη έλιωναν το κερί και φτιάχνανε τις αναστάσιμες λαμπάδες… κάθε οικογένεια ετοίμαζε έναν ντορβά και τοποθετούσε μέσα τόσα κόκκινα αυγά όσα και τα μέλη της οικογένεια και ένα επιπλέον άβαφο, το λεγόμενο αυγό του Ευαγγελίου- Ευαγγέλιον γιουμουρτασί…. Το απόγευμα τον πήγαιναν στην εκκλησιά του Αγίου Νικολάου και τον κρεμούσαν σε ένα τοίχο με τη σειρά… Μετά τη λειτουργία της Ανάστασης καθένας έπαιρνε το δικό του σακούλι με τα διαβασμένα πια αυγά…. Το άβαφο αυγό το τοποθετούσαν στο εικονοστάσι όπου παρέμενε μέχρι και την επόμενη Ανάσταση. Το παλαιό αυγό το έθαβαν τελετουργικά σε μια γωνιά του κήπου. Επίσης ήταν αυγό σημαδιακό. Αν παρ’ ελπίδα βρωμούσε, αυτό ήταν κακός οιωνός, και σήμαινε πως μάλλον δεν θα πάνε καλά οι δουλειές…107 το πέρασμα κάτω από τον Επιτάφιο, τουλάχιστον τρεις φορές και μάλιστα σταυρωτά, θεωρείτο ιερό, επιβεβλημένο και καλό για την υγεία όλων. 106
Μαρτυρία Παληκαρίδη Σταύρου, ό.π. « Ως να τελειώσει η εκκλησία, είχαμε κανάτες γανωμένες, τις γεμίζαμε και δος του ένας του αλλουνού. Τόσο κακό γινόταν που μουσκεύονταν όλοι και ξαναγέμιζαν το βαρέλι. Ο κακομοίρης ο παπάς ήξερε πως τον περίμενε βάφτισμα, μέσα στην βαρέλα, το ’χαν τάμα οι χωριανοί του. Σαν έβγαινε με το δίσκο στο χέρι έτρεμε “μα, βρε παιδιά, μη µε πειράξετε” και οι άλλοι από πίσω του βουτούσαν το κεφάλι μέσα… Κι ύστερα τρομάζαμε να τον βγάλουμε απάνω, καλιμάφκι, άμφια, τρέχανε νερό… Το έθιμο ήταν να γίνουν όλοι σαν τον παπά…». Σημ: σύμφωνα με τον πληροφορητή Καλόπουλο Σόλωνα ναι μεν «τα παλικάρια παράβγαιναν για το ποιος θα καταβρέξει πιο πολύ τον άλλον, αλλά τουλάχιστον όσο θυμάται το παπά δεν τον πείραζε κανένας, ήταν ιερό πρόσωπο… Στο έθιμο του καταβρέγματος συμμετείχε και το τουρκικό στοιχείο από τα διπλανά χωριά». 107 Σημ: το έθιμο αυτό ήταν διαδεδομένο στα χωρά της Καππαδοκίας και μάλιστα με αρκετές παραλλαγές. Στο ντορβά, για παράδειγμα, βάζανε ψωμί, αλάτι και αλεύρι. Να σημειωθεί επίσης πως σύμφωνα με τις υπάρχουσες αναφορές η κοινότητα στα πρώτα χρόνια της δημιουργίας της ενισχύθηκε με οικογένειες που ήρθαν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας.
33
ο ιερέας διάβαζε τη σχετική Ευαγγελική περικοπή, έψελνε εν μέσω χαρμόσυνων κωδωνοκρουσιών και πυροβολισμών το Χριστός Ανέστη και ετοιμαζότανε να εισέλθει στο ναό, όμως… Όμως ο νεωκόρος έκλεινε την είσοδο και επακολουθούσε ο παρακάτω διάλογος: -Άρατε τας πύλας οι άρχοντες υμών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της δόξης. (τρις) -Τις εστίν ούτος ο Βασιλεύς της δόξης; -Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω… ή Κύριος των δυνάμεων, αυτός εστίν ο Βασιλεύς της δόξης! Κτυπώντας τότε δυνατά την πόρτα με τα χέρια και τα πόδια την άνοιγε και έμπαινε μέσα, με τη συνοδεία φυσικά και των λοιπών εκκλησιαζομένων. Παρατήρηση Το έθιμο των κλειστών θυρών, στο οποίο πρωτοστατούν ο ιερέας και ο νεωκόρος, ή οι επίτροποι του ναού, εφαρμόζεται σε αρκετά μέρη της χώρας μας ακόμα και σήμερα με διάφορες παραλλαγές. Το αξιοσημείωτον είναι πως σε αρκετά από αυτά θεωρείται έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής και δη του Επιταφίου. Με την πομπή να επανακάμπτει και μέσα στην απόλυτη ησυχία του πένθους, κλείεται η θύρα του ναού και ο ιερέας κρούοντάς την αναφωνεί ή συμμετέχει με τον ανωτέρω διάλογο, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κάθοδος του Ιησού εις τον Άδη… και η με δυναμική επέμβαση, παρουσία του φωτός, εξαφάνιση του σκότους.
Η Δεύτερη Ανάσταση Απαραίτητα τα φακούδια- χρήματα και άνευ τούτων ουδέν… Βασική λοιπόν σκοτούρα των διοικούντων η εύρεσή τους με κάθε θεμιτό τρόπο, για να μπορέσουν να εκπληρώσουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της εκκλησίας που ήταν πολλές και ποικίλες. Η συντήρηση της εκκλησιάς, το σχολειό, οι πληρωμές ιερέων, των διακονούντων, η κοινωνική μέριμνα… Και ναι μεν οι χωρικοί έδιδαν αδιαμαρτύρητα τον αναλογούντα, σύμφωνα με την φοροδοτική τους ικανότητα, οβολό, αλλά τα πράγματα ήταν δύσκολα με τις ανάγκες να διογκώνονται καθημερινά. Σκαρφίζονταν λοιπόν πολλά και διάφορα και μεταξύ αυτών την πλειοδοσία της Εικόνας της Αναστάσεως για την περιφορά της στη Δεύτερη Ανάσταση. Έβγαινε ο παπάς κατά τη διάρκεια της λειτουργιάς και ξεκινούσε την πλειοδοσία υπέρ της εκκλησιάς αρχίζοντας από το ποσό των δυο λιρών… το οποίο τις περισσότερες φορές έφτανε στο σεβαστό ποσό των δέκα- δώδεκα λιρών, ικανό για την κάλυψη αρκετών αναγκών… Με το πέρας ο πλειοδοτήσας αναλάμβανε και μετέφερε τη μεγάλη εικόνα κατά τη διάρκεια της περιφοράς στους δρόμους της κοινότητας, τιμή εξαιρετικά μεγάλη…
Του Προδρόμου Στις 29 Αυγούστου, δηλαδή παραμονή της εορτής του Ι. Προδρόμου, δεν κόβανε το κεφάλι του καρπουζιού ούτε τρώγανε μαύρο σταφύλι… Ο λόγοι προφανείς και σχετιζόμενοι με τον αποκεφαλισμό του αγίου.
34
Του αγίου Τρύφωνα Στη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, πάλι, προστάτη της αμπελουργίας, την ημέρα της γιορτής του, την 1ην του Φλεβάρη, οι απασχολούμενοι αποκλειστικά με την παραγωγή τούτου του προϊόντος έκαναν σχετική δέηση στην εκκλησιά παρουσία όλων των αρχών. Με το τέλος της θείας λειτουργίας πήγαιναν στα κτήματά τους όπου ράντιζαν τα αμπέλια τους με αγιασμό… Άφηναν μάλιστα για τον άγιό τους και αποξηραμένα τσαμπιά σταφύλια της προηγούμενης εσοδείας, ως δικαιώματα, καλό δώρο, επιθυμία της ευλογίας του για πλούσια καρποφορία… Συνηθιζόταν επίσης η τοποθέτηση εικόνων του αγίου σε ιδιαίτερες κατασκευές εντός του καλλιεργούμενου χώρου.
Το γεωργικό… έτος Ο Σεπτέμβρης είναι ο πρώτος μήνας του εκκλησιαστικού έτους αλλά ταυτόχρονα και του γεωργικού… με την έναρξη του οποίου είχαμε σημαντικές θρησκευτικές παραδόσεις μεταξύ των οποίων: -ιδιαίτερος αγιασμός στην εκκλησιά του Αγίου Νικολάου, την πρώτη Κυριακή του μήνα, με τους χωρικούς να κρεμούν σπόρους από τις καλλιέργειές τους μέσα στο χώρο του ναού… -στις 14 του Σεπτέμβρη, ημέρα του Σταυρού, πήγαιναν στην εκκλησιά βασιλικούς για να ευλογηθούν, αλλά ταυτόχρονα να πάρουν τους σπόρους και την ευχή του ιερέα για καλή σπορά…108
108
Σημ: ο βασιλικός είναι το φυτό του Σταυρού μιας και αυτό υπέδειξε, σύμφωνα με την παράδοση, στην Αγία Ελένη την ακριβή τοποθεσία του και ποιος ακριβώς ήταν ο αληθινός Σταυρός που ζητούσε.
35
Εορταστικά… Η Πάλη (γκουλάς) «Κατά την ημέραν της εορτής εγίνετο πανήγυρις, εις την οποίαν προσήρχοντο όλοι οι Έλληνες κάτοικοι των περιοχών, ακόμα και οι Τούρκοι. Αργά μετά την μεσημβρίαν εγίνοντο αγώνες πάλης μεταξύ των παληκαριών του χωριού….».109 Δεν γνωρίζουμε από πού μας έρχεται τούτο το έθιμο ή τι θέλει να μας πει… Αν για παράδειγμα ήταν κατάλοιπο κάποιων μακρινών εθίμων, επίδειξη ρώμης ενδεχόμενα, επιθυμία επιβολής της μιας θρησκευτικής ομάδας έναντι της άλλης. Ή ακόμα αν γινόταν για τα μάτια των όμορφων κοριτσιών μιας και ήταν μια καλή ευκαιρία τα αγόρια να δουν τις κοπελιές, όπως και οι κοπελιές να αναπνεύσουν χωρίς τον ζυγό και την καταπίεση των δικών τους ανθρώπων, να νιώσουν λίγο περισσότερο ελεύθερες… Καταθέτουμε πάντως, σύμφωνα και με τις μαρτυρίες, πως τούτο κρατούσε «από την εποχή του προπάππου μου…»110και πως λάβαιναν μέρος όλοι οι νέοι του χωριού. Η τελετή άρχιζε εθιμοτυπικά με τις ευλογίες του κλήρου και την παρουσίασηπαρέλαση όλων των αγωνιζομένων που έπαιρναν μέρος. Οι αγώνες άρχιζαν αφού προηγουμένως γινότανε οι σχετικές κληρώσεις για τα ζευγάρια, ο δε τελικός νικητής συνοδευόμενος από τους φίλους του απολάμβανε τις τιμές όλης της κοινότητας περιφερόμενος «…στους δρόμους και τα σοκάκια, τους μαχαλάδες και τα σπίτια…».111 Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε πως οι αγώνες πραγματοποιούνταν με τους αθλητές να φορούν δερμάτινα παντελόνια (κουσπέτια) και να πασαλείβονται με λάδια, για να γλιστρούν από τα χέρια των αντιπάλων…τελικός δε νικητής ήταν αυτός που υποχρέωνε τον αντίπαλο να φάει η πλάτη του χώμα…ή να παραδοθεί. Τα έπαθλα των νικητών τα θεσμοθετούσε η εκκλησία και ήταν συμβολικά….
Το στεφάνι του Αϊ Γιαννιού.112 Δεν γνωρίζουμε ακριβώς από πότε έλκει τούτη η συνήθεια, εκείνο όμως που μπορούμε να καταθέσουμε είναι πως τα χρησιμοποιούμενα για την κατασκευή του υλικά είναι όλα εκείνα που αποτελούσαν την κύρια και αποκλειστική πηγή εσόδων των κατοίκων της κοινότητος… Σύκα, δημητριακά, αμπέλια, οπωροκηπευτικά… Και πως το κάψιμο- σπονδή προς τη μητέρα φύση τούτων των γεωργικών προϊόντων, ίσως είναι κατάλοιπο αρχαίων τελετών προς τη Γαία- µητέρα (Δήμητρα). Συνεπώς σχετικό με τις ποικιλίες γεωργικών προϊόντων της περιοχής… έθιμο δηλωτικό της μεγάλης σημασίας που έδιδαν στα προϊόντα της μάνας γης… αυτά που τους έδιδαν τα απαιτούμενα… τη ζωή… 109
Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος, ό.π. σ. 114. Μαρτυρία Κολοκοτρώνη Αναστασίου, ό.π. 111 Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις- μαρτυρίες για το πώς εξελίσσονταν οι αγώνες, το είδος της πάλης, οι ενδυμασίες των αγωνιζομένων και οι λοιποί κανόνες. 112 Και «στεφάνι πολυκαρπίας». 110
36
Έθιμο που διατηρήθηκε μέχρι την έξοδο, χαρακτηριστικό της νοοτροπίας του απλού κόσμου, των ηθών και εθίμων του… Έτσι, λοιπόν, οι κυράδες του χωριού φρόντιζαν να φτιάξουν ένα μεγάλο στεφάνι με λουλούδια, στην περιφέρεια του οποίου τοποθετούσαν δείγματα των καλλιεργούμενων προϊόντων τους όπως: σκόρδα, για να ’ναι γεροί όπως αυτά και να μην τα επηρεάζει κανείς… στάχυα, για να ’ναι γεμάτοι αγαθά, όπως γεμάτα είναι αυτά… φύλλα συκιάς, για το καλό της παραγωγής αλλά και της οικογένειας… κλαδιά ελιάς, για το μπερεκέτ… κληματαριές, για την οικογενειακή ευτυχία… Νέα κορίτσια, λοιπόν, τραγουδώντας το περιέφεραν στους μαχαλάδες και στο τέλος, μετά τη γιορτή, το πετούσαν στην πυρά, σπονδή στου Αϊ Γιαννιού τη χάρη …στη μητέρα γη, τη Δήμητρα,113 αρχέγονη θεά της γεωργίας.
Το καλό τραπέζι Συνήθιζαν την παραμονή της πρωτοχρονιάς, οι αφέντες του σπιτιού μαζί με τις κυράδες να στολίζουν ένα τραπέζι με ξηρούς καρπούς, γλυκίσματα και ποτά για να κεραστεί ο Άγιος Βασίλης σαν και έρθει στο φτωχικό τους… ή κατ’ άλλους για τα τελώνια που κυκλοφορούν ελεύθερα, να τα βρουν και να μην πειράξουν τους ιδιοκτήτες του σπιτιού. Στη διπλανή πόλη της Μαγνησίας πάλι, υπήρχε κι ένα παραπλήσιο έθιμο. Οι γυναίκες το βράδυ της πρωτοχρονιάς παίρνανε κομμάτια βασιλόπιττας και διάφορα άλλα καλούδια τα οποία τοποθετούσανε σε εμφανή μέρη, κυρίως στις δημόσιες κρήνες… για τους φτωχούς. Παρατήρηση Έχουν καταγραφεί πολλά και σημαντικά ευτράπελα, απότοκα τούτης της πρακτικής δοξασίας, τα οποία σερβίρονται πάντοτε στις εορταστικές συνάξεις, δυο εκ των οποίων τα παραθέτουμε. Ο Πρόδρομος πάντοτε συνήθιζε μετά το βραδινό Πρωτοχρονιάτικο γεύμα να τοποθετεί στις γωνιές του οντά ό,τι το ξεχωριστό είχε για τον Αϊ Βασίλη, τον οποίο σεμνυνόταν απεριόριστα… Αλλά και ιδιαίτερα εδέσματα για χάρη του, όπως τα ντολμαδάκια της κυράς του Μαρίας μπολιασμένα με καρυκεύματα που τα ’διναν μια υπέροχη γεύση… σκεπασμένα με το καπάκι και με πέτρα βαριά για να δέσει το πράγμα και να νοστιμέψουν περισσότερο… Πέσανε, κοιμήθηκαν, ξύπνησαν και η πρώτη φροντίδα του ΜποντόζΠροδρόμου να δει το αποτέλεσμα της πράξης του, αν δηλαδή τον επισκέφτηκε ο άγιος και αν τίμησε τα φαγητά του. Εξεπλάγη από το αποτέλεσμα… Όλα τα φαγητά δοκιμασμένα εκτός από τα ντολμαδάκια που στέκανε σκεπασμένα και απείραχτα.114 Παίρνει λοιπόν τον τέντζερη, ανοίγει το παράθυρο και απευθυνόμενος προς τον ουρανό λέει το αμίμητο… «-βρε πεζεβέγκη, το καλύτερο άφησες;» Ο Πρόδρομος πάντοτε συνήθιζε μετά το βραδινό Πρωτοχρονιάτικο γεύμα να τοποθετεί στις γωνιές του οντά ό,τι το ξεχωριστό είχε για τον Αϊ Βασίλη, τον 113 114
Δήμητρα= Γαία+μήτηρ Προφανώς από τις γάτες και τα ποντίκια…
37
οποίο σεμνυνόταν απεριόριστα… Αλλά και ιδιαίτερα εδέσματα για χάρη του, όπως τα ντολμαδάκια της κυράς του Μαρίας μπολιασμένα με καρυκεύματα που τα ’διναν μια υπέροχη γεύση… σκεπασμένα με το καπάκι και με πέτρα βαριά για να δέσει το πράγμα και να νοστιμέψουν περισσότερο… Πέσανε να κοιμηθούμε αλλά στην έννοια του είχε το αν θα τιμήσει ο άγιος το σπιτικό του με την παρουσία του αφενός, αλλά και τα φαγητά του αφετέρου… Κάπου μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου ύπνου άκουσε διάφορους υπόκωφους θορύβους και κάποια ανακατέματα πιάτων. Η Μαρία, η κυρά του, θέλησε να σηκωθεί αλλά την σταμάτησε, βίαια μάλιστα, λέγοντας πως είναι ντροπή να διακόψει το φαγητό του αγίου… και απευθυνόμενος προς τους θορύβους και μάλλον προς τον άγιο που ντερλίκωνε, του φώναξε προστατευτικά… « Ε, αϊ Βασίλ, καλά όλα, αλλά εκεί, ναι εκεί, στον τέντζερη, η Μαρία μου έκανε κάτι ντολμαδάκια μούρλια, όλα δικά σου, ε…».
Οι Επισκέψεις «Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόχευτος», λέγανε οι πρόγονοί μας και είχαν δίκαιο… γιατί αποτελούσαν μεταξύ των άλλων μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για ανάπαυλα, ξεκούραση, αλλά και με τα επικρατούντα έθιμα προσπάθεια περαιτέρω σύσφιξης των σχέσεων… Έτσι μεταξύ των άλλων ένα σημαντικό έθιμο, ιδιαίτερο μάλιστα της περιοχής, ήταν και αυτό που γινότανε κατά τη εορτή της Πρωτοχρονιάς σύμφωνα με το οποίο «…οι άνδρες μετά την λειτουργίαν επεσκέπτοντο τας συγγενικάς και φιλικάς οικογενείας δια να ευχηθούν εις αυτάς την “καλήν χρονιά” και η οικοδέσποινα επιδεικνύουσα την ειδικότητά της εις την κατασκευήν γλυκισμάτων προσέφερεν εις τους επισκέπτας της τους κουραμπιέδες, τα φοινίκια και τους μπακλαβάδες, κατόπιν ηκολούθη πραγματική τελετή στον οικογενειακό κύκλο- το κόψιμο της βασιλόπιττας- σφραγισμένης με τη σφραγίδα του Δικεφάλου Βυζαντινού αετού, και με την ανυπόμονον προσδοκίαν, ιδίως των παιδιών, διεκδικούντων, σε ποιον τυχερό θα πέση το φλουράκι…».115
Ακοίμητοι λυχνίαι Πάντοτε την παραμονή των μεγάλων εορτών της χριστιανοσύνης, όπως των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, των Θεοφανείων, του Πάσχα, του Δεκαπενταύγουστου κλπ «αι λυχνίαι» έπρεπε να παραμένουν αναμμένες γιατί ανοίγουν οι ουρανοί…
Φώτας φαγί Παρατίθετο μετά τη ακολουθία των Θεοφανείων σε όλη τη οικογένεια παρασκευαζόμενο με κουρκούτι, ξερά βερίκοκα, σταφίδες, και πετμέζι…
115
Σοφία Λουκά, ό.π. σ.. 46
38
Οι Καλικάντζαροι Βαθειά ριζωμένη πίστη πως το δωδεκαήμερο : όνικι γκουν τζανλάρ σαλιγά… Οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν από εκεί που αναπαύονται και περιφέρονται στους γνώριμους και οικείους χώρους για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα… οι γκεβετζέδες,116καλικάντζαροι, κάνουν διάφορες σκανταλιές… κυκλοφορούσαν μόνο το βράδυ για να μαζέψουν λιχουδιές, ανακατεύουν τα πιατικά, σπάνουν μερικά από δαύτα έτσι απλά για να φοβίσουν τους ανθρώπους και από τους μπατζάδες, τα φουγάρα, των τζακιών έριχναν ένα καλάθι στο οποίο θα έπρεπε η νοικοκυρά να βάλει πολλά καλούδια αν ήθελε να έχει την ησυχία της. Γεγονός που αποτέλεσε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για διάφορες αστείες καταστάσεις από τα παλικάρια του χωριού, που, εκμεταλλευόμενα την αφέλεια και την πίστη των απλοϊκών χωρικών ανέβαιναν στα κεραμίδια, κατέβαζαν από τον μπατζά ένα καλάθι με σχοινί, το κουνούσαν με τη συνοδεία υπόκωφων ήχων κάνοντας πως είναι τα στοιχειά… έως ότου γέμιζε το καλάθι τους…
Των Τριών Ιεραρχών- Ουτς Αζιζλέρ Πρόκειται για την εορτή των σχολείων, μεκτέπ γιορτουσού. Οι μαθητές παρακολουθούσαν τη Θεία Λειτουργία και με το πέρας της συντεταγμένοι, με προπορευόμενα τα εκκλησιαστικά και τα σχολικά λάβαρα, ιερείς, δάσκαλοι και πλήθος κόσμου, μετέβαιναν στο σχολείο για να ακολουθήσει η εορτή που περιελάμβανε ομιλία, ύμνους και τραγούδια.
116
Αστείοι
39
Τα ιδιαίτερα… Κάθε λαός, φυλή, ράτσα, έχει τα δικά της, τα ιδιαίτερά της, αυτά που τα φυλάσσει πολύτιμη παρακαταθήκη και τα μεταλαμπαδεύει στις νέες γενιές… Θρύλους, μύθους, παραδόσεις, που συγκινούν αλλά και επιβάλλουν ένα συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφοράς, μια διαφορετική νοοτροπία σε όλα, στην καθημερινότητα. Εμείς από την πλευρά μας προσπαθήσαμε να ανακαλύψουμε αυτά που ο πανδαμάτωρ χρόνος καλύπτει και σβήνει αποφασιστικά …σταθερά, με το πέρασμά του, έστω και με κάποιες επιφυλάξεις μιας και λείπουν παντελώς οι γραπτές μαρτυρίες στηριζόμενοι μόνο στο λόγο, κι αυτόν ελλιπή και αντικρουόμενο αρκετές φορές.
Μνηστεία… Εξυπακούεται πως όταν μιλάμε για μνηστεία και γάμο για εκείνη την εποχή και σε εκείνη την κοινωνία θεωρούμε δεδομένο πως τον πρώτο λόγο είχαν οι γονείς των παιδιών οι οποίοι φρόντιζαν γι’ αυτά …φυσικά χωρίς αυτά! Οι οποίοι, μόλις ο νέος ή η νέα έφταναν εις ηλικία γάμου, «εμερίμνον περί την αποκατάστασίν των τη συγκαταθέση και προτροπή» της κυρά προξενήτρας η οποία, όπως «ήτο φυσικόν», επιτελούσε «θεάρεστον και κοινωνικότατον έργον» …με ρόλο και εξουσίες πρωταγωνιστικές! Και με αποκλίνουσες συμπεριφορές απειροελάχιστες, σχεδόν μηδαμινές, μιας και ο έρωτας «αναπτύσσετο με τον καιρό» και αν… Έτσι λοιπόν έχουμε και λέμε: Η προξενήτρα πάντοτε σαν πήγαινε να μιλήσει και να συμφωνήσει έπρεπε να φορά δυο λογιών κάλτσες και να έχει στο στόμα της ένα κομμάτι ζάχαρη για είναι επιτυχείς οι προσπάθειές της και να κλείσει η δουλειά…117 Μετά τις σχετικές συμφωνίες από τα ενδιαφερόμενα μέρη διδόταν ο «αρραβώνας», δηλαδή «χρυσούς ή επίχρυσος σταυρός ή κόσμημα…Η αρραβώνα ανηρτάτο από των ώμων εις το στήθος της νέας υπό τινος των ακολούθων αυτής».118 Ένα ξεχωριστό από κάθε άποψη έθιμο, με αρκετές παραλλαγές μάλιστα, είναι το λεγόμενο «λογοσήμαδο». Σύμφωνα με αυτό την πρώτη μέρα που πήγαινε ο γαμπρός στο σπίτι της υποψήφιας νύφης για να τη δει, εκείνη έβγαινε να τον τρατάρει με το δίσκο γλυκό του κουταλιού «που ’κανε με τα χεράκια της». Αν λοιπόν του άρεσε του γαμπρού άφηνε στο δίσκο μέσα, ανάλογα φυσικά με την οικονομική του δυνατότητα, ένα μετζίτι ή φλουρί, δείγμα- σημάδι της απόλυτης συμφωνίας και επιθυμίας του να συνεχίσει η πορεία προς το γάμο. 117
Μαρτυρία. «…Η καλύτερη προξενήτρα ήτανε η κυρά Ουρανία. Τίποτε δεν άφηνε στην τύχη και πάντοτε τα κατάφερνε καλά πετυχαίνοντας τους στόχους της…». 118 Μαρτυρία Προδρόμου Σπύρου, ό.π.
40
Τώρα, σύμφωνα με την παράδοση- μαρτυρίες, υπάρχει η παραλλαγή και από την πλευρά των γυναικών. Βεβαίως σε εποχές και κοινωνίες μάλλον περισσότερο φιλελεύθερες και με τούτο το έθιμο να υπάρχει σε ελάχιστες απ’ όσο γνωρίζουμε περιοχές και πάντως σίγουρα στην Ιωνία. Έτσι όταν ερχότανε ο υποψήφιος γαμπρός στο σπίτι του πεθερού « τον δείχνανε από μια χαραμάδα στη θυγατέρα η οποία έπραττε αναλόγως και με βάση αυτό που έβλεπε και επιθυμούσε. Αν δηλαδή της άρεσε ο υποψήφιος τον κερνούσανε γλυκό καφέ, σκέτο σερμπέτι. Αν της φαινότανε απλά καλός, τότε τον κερνούσανε απλά γλυκό καφέ. Η γλυκύτητα, συνεπώς, του καφέ, ήταν το σημάδι και είχε να κάμει με την συμφωνία ή όχι της κόρης…»119 Διαρκούσης της μνηστείας οι μνηστευμένοι λέγονταν «σημαδεμένος» και «σημαδεμένη»…με ιερά υποχρέωση να εκδηλώνουν τον ενθουσιασμό μα και τον πρέποντα σεβασμό στους οικείους αντίστοιχα…
Γάμος… Για τα έθιμα του γάμου μπορούμε να πούμε πως ήτανε παντού σχεδόν όμοια με μικρές αποκλείσεις και ιδιαιτερότητες. Έτσι μετά τον «Ιλισίκ βερμέκ», δηλαδή τον θεσμό της προσωρινής μνηστείας, την «Ελ οπτουρμεσί», δηλαδή την τελετή του χειροφιλήματος των σεβασμίων ανδρών των οικογενειών από τη νύφη,120 την «Αλ ταγή», δηλαδή το γλέντι των ανύπανδρων γυναικών στο σπίτι της υποψήφιας νύφης, το «Σεμάχ κιτζεσή», δηλαδή το μεγάλο γλέντι είχαμε και : Συγγενείς τόσο του γαμβρού όσο και της νύφης «εν εορτασίμω περιβολή περιήρχοντο τας οικίας συγγενών, φίλων και γειτόνων» τους οποίους καλούσαν για το μυστήριο, προσφέροντάς τους ένα κερί το οποίο λέγονταν κάλεσμα! Σημαντική εθιμική διαδικασία ήταν η τελετή του λουτρού της υποψήφιας νύφης στην οποία συμμετείχαν οι συγγενείς και οι στενές φίλες της. Η διαδικασία περιείχε τα στοιχεία του γλεντιού μιας και κατά τη διάρκεια του «λουσίματος» με δαφνοκούκουτσα και του τριψίματος με μαγιάτικη βουνιά ψημένη με μέλι, για να μαλακώσει το δέρμα της, τρώγανε, πίνανε, χορεύανε, και σαχλαμαρίζανε.121Στο τέλος την τυλίγανε με μια κόκκινη σκέπη και κόβανε πάνω στο κεφάλι της μελόπιτα, την οποία τρατάρανε στους καλεσμένους μαζί με σερμπέτια. Το νυφικό κρεβάτι πάντοτε στρωνότανε από τέσσερεις κοπελιές των οποίων ζούσανε οι πατεράδες… Οι λεύτερες κοπέλες ράβανε τρίχες από το κεφάλι τους στο φουστάνι του γάμου για να τις «τραβήξει…».122Επίσης προσπαθούσανε να πάρουνε τα 119
Από εδώ προέρχεται και η γνωστή έκφραση «τον κέρασαν πικρό καφέ» που απλά σημαίνει ότι δεν τους έκαμε… 120 Το έθιμο τούτο εμφανίζεται σχεδόν παντού στη Μικρά Ασία αλλά με διάφορες παραλλαγές. Ένα από αυτά είναι τα «φιλοχέρια» που παρατηρείται στην περιοχή της Πόλης. Έτσι, σύμφωνα με αυτό, «η νύφη ερχότανε στο σπίτι του γαμπρού συνοδευμένη μόνο από γυναίκες… Εκεί, σε κάθε κρέμασμα δώρου, έσκυβε και φιλούσε τα χέρια του δωρητή…». 121 «Μικρασιατικά Χρονικά», ό. π. 1939 σ. 373. 122 Υπάρχει μια παραλλαγή στην περιοχή της Σμύρνης. Σύμφωνα με αυτήν η νύφη έπρεπε να μελετήσει τις ανύπανδρες φίλες της κατά το «Ησαϊα χόρευε» αλλά και να τις δώσει την μπλίρα-
41
κουφέτα από την ίδια αλλά και να πιούνε κρασί από το ποτήρι της στεφάνωσης… Υπάρχει και το «κρασόνυφο» που απλά συνδυάζεται με την μεγάλη παραγωγή του στην περιοχή. Κατά το έτος της γέννησης της θυγατέρας ο πατέρας σφραγίζει σε μια ιδιαίτερη φιάλη, λουλουδάτη, στολισμένη και επενδυμένη με ασήμι, κρασί από τη σοδειά του χρόνου το οποίο φυσικά αποσφραγίζει κατά την τελετή του γάμου. Από αυτό το κρασί που ήτανε τόσο χρόνων όσο και η νύφη έπινε πρώτος ο γαμπρός και στη συνέχεια μόνο οι στενοί συγγενείς… Ο Σινιές. Παλαιό τουρκικό έθιμο της περιοχής το οποίο όμως ίσχυε και για την ελληνική κοινότητα σύμφωνα με το οποίο την παραμονή του γάμου οι συγγενείς του γαμπρού πήγαιναν στο σπίτι της νύφης τής οποία έβαφαν τα νύχια με χρωστική ουσία που λέγονταν σινιάς υπό τους ήχους ντεφιών, εγχόρδων και ασμάτων.123 Ιδιαίτερη σημασία έδιδαν στην καλή, και περίτεχνη κατασκευή αλλά και παρουσίαση του νυφικού πέπλου, του άλια ή κηβράκ, δια του οποίου η νύφη κάλυπτε το πρόσωπό της καθ’ όλη τη διάρκεια της γαμήλιου τελετής… Κατά το Ησαϊα χόρευε έρριπταν επί της κεφαλής των νεόνυμφων μεταξύ των άλλων και κέρματα μικρής αξίας…τα οποία βεβαίως γίνονταν ανάρπαστα από τους παρευρισκομένους πιτσιρικάδες…124 Η Αντίχαρα, δηλαδή η ιδιαίτερη τελετή την επόμενη του γάμου Κυριακή. Κατ’ αυτή προσέρχεται η νύφη με πέπλο και αφού ασπασθεί τα χέρια των «…παρακαθημένων ίσταται εις το μέσον. Τότε προσέρχεται η πεθερά φέρουσα εν τη ποδιά της σίτον, κουφετάκια, σταφίδας, και κερμάτια αναμίξ και πληροί δια του μίγματος τούτου τας χείρας της νύμφης ήτις με τας χείρας πεπληρωμένας επί του στήθους υποκλίνεται σταυροειδώς ενώπιον πάντων….μεθ’ ο χορεύει μετά της πενθεράς τη συνοδεία ντεφιού…».125
Το γκάστρωμα, η γέννηση και το βάπτισμα!
Σε περίπτωση που το ζευγάρι αργούσε να κάμει παιδί, συνήθως μετά την παρέλευση του πρώτου χρόνου από του γάμου, τότε της υποθέσεως επιλαμβάνετο η πενθερά κυρίως και δευτερευόντως η μάνα… Αρχικά με συμβουλές, μετέπειτα δια καταλλήλων εδεσμάτων και βοτάνων ικανών για τη σύλληψη, με την επέμβαση της εκκλησίας δια ειδικών ευχών αλλά και «θυμιαμάτων και ραντισμών δια του ηγιασμένου ύδατος του δωματίου» και
χρυσό σύρμα, κοντύτερο, όταν πήγαιναν να την ασπασθούνε… βλ. «Μικρασιατικά Χρονικά», 1939, σ. 375. 123 Σημ: είναι η γνωστή χένα ή κνα, φυτική χρωστική ουσία που δίδει ελαφρώς κόκκινο χρώμα. 124 Μαρτυρία, «…και τότε ερρίπτοντο άνωθεν της κεφαλής των νεονύμφων εκ μέρους του πενθερού, της πενθεράς και των άλλων συγγενών κερμάτια νομισμάτων γινόμενα ανάρπαστα παρά των καραδοκούντων παίδων…». Το έθιμο τούτο ίσχυε και στις περιοχές της Καππαδοκίας και διατηρήθηκε μέχρι από τους πρόσφυγες μέχρι και τη δεκαετία του τριάντα… 125 Μαρτυρία Κολοκοτρώνη Αναστασίου, ό.π.
42
τελικά η ειδική… Η πρακτική βάγια…μαία. Που τελικά και αυτή χορηγούσε τα δικά της μαντζούνια, αλλά και συμβούλευε για τα περαιτέρω!126 Ένα από τα παράξενα, αν και ο σεβασμός προς την έγκυο γυναίκα θεωρείτο δεδομένος και μάλιστα σε υπερβολικό βαθμό, ήτανε πως την προσφωνούσανε βαρεμένη. Δεν γνωρίζουμε τι μπορεί ακριβώς να σημαίνει τούτη η έκφραση ή από πού προέρχεται. Ενδεχόμενα από το βάρος και φέρει.127 Επίσης, σαν κοιλοπονούσε, είχαν την φράση –ευχή «χέλια, χέλια» που σήμαινε πως σαν το χέλι, τόσο εύκολα να γεννήσει, να γλιστρήσει το παιδί από την κοιλιά της μάνας του. Βεβαίως και εδώ, όπως και αλλαχού, βάζανε κάτω από το προσκέφαλο της γκαστρωμένης το Ευαγγέλιο και το τρίχινο τσούλι για να μην την πιάσει η αρρώστια, στη δε πρωτάρα πάντοτε της έδιναν να κρατά την εικόνα της Παναγιάς… Αφού προσέφεραν τη βοήθειά τους προς την εγκυμονούσα και την λευτέρωναν, τότε την καθάριζαν, τη συμμάζευαν και την έβαζαν να καθίσει πάνω σε θερμή στάχτη. Η βάγια ασχολούνταν κυρίως με το βρέφος του οποίου αφού έδενε τον ομφαλό, πάντοτε με τη συνοδεία ειδικών «μουρμουρητών», του αλάτιζε τα «πολύτιμα μέρη» και το τύλιγε με καθαρά φαρσιά (σπάργανα). Την ίδια μέρα «εκαλείτο ο ενορίτης ιερεύς όστις έκαμνεν αγιασμόν και ανεγίγνωσκε τας εν τω ευχολογίω καθοριζομένας ευχάς της λεχούς….Μετά ταύτα παρετίθετο τράπεζα λιτή,128 μέλι, ομελέτα, και άλλα εδέσματα εξ ων οι παρευρισκόμενοι ήσθιον…». Την πρώτη μέρα που η λεχώνα θα σηκωνότανε και θα κατέβαινε από το κρεβάτι, την έβαζαν να πατήσει πάνω σε κλειδαριά και σίδερα…Και η μεν κλειδαριά σήμαινε πως αυτή πια έκανε κουμάντο για τις υποθέσεις του σπιτιού, είχε την «εξουσία των κλειδιών», τα δε σίδερα να είναι γερή και δυνατή όπως αυτά. Αν πάλι η μάνα- λεχώνα δεν είχε γάλα, τότε την παίρνανε, την καθαρίζανε, και την βάζανε να καθίσει σ’ ένα βαρέλι γεμάτο νερό. Αφού έκανε την προσευχή της ανοίγανε την κάνουλα και αφήνανε το νερό να τρέξει λέγοντας συγχρόνως «…Όπως τρέχει το νερό έτσι να τρέξει και το γάλα…». Βεβαίως και όταν επρόκειτο να το θηλάσει σταυροκοπούσε πρώτα τη θηλή τρεις φορές και κατόπιν το τοποθετούσε, αφού προηγούμενα το σκέπαζε για να μην το ματιάσουν.
126
Για παράδειγμα το ζέσταμα της «περί την γεννητική χώρα» της γυναίκας με θερμοφόρα, λίγο πριν την πράξη… ή την αποχή για ορισμένο χρονικό διάστημα για να μην αδυνατίζει το σπέρμα κλπ. 127 α-ίσως να είναι παραφθορά της μετοχής του παθητικού παρακειμένου του βαρύνομαι= κουβαλώ βάρος….Παρακείμενος βεβάρυμμαι, μετοχή βεβαρυμμένος, βεβαρυμμένη…βαρεμένη β-λιγότερο πιθανή η προέλευση από τη μετοχή παθητικού ενεστώτα του βαρύνομαι: βαρυνόμενος, βαρυνόμενη… γ-στην Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη υπάρχει η έκφραση «γυνή βαρυνομένη τόκοις»… τόκος = τοκετός. 128 «Της Παναγιάς ψωμί»… μαρτυρία.
43
Τώρα εάν ο μικρός ή η μικρή ήταν ανήσυχα, τα έδιδαν τη «σωπά»,129δηλαδή να πιπιλά ένα τουλουπάνι μέσα στο οποίο προηγούμενα είχαν τοποθετήσει ένα λουκούμι ή ροδοζάχαρη… Το πρώτο μπεσίκι, δηλαδή τη σιδερένια κούνια του μικρού παιδιού, την αγόραζε πάντοτε ο πνευματικός του πατέρας. Το πρώτο μπάνιο του μικρού γινότανε με μια τυπική διαδικασία. Και πρώτα πρώτα έπαιρναν τα μέτρα τους για το μάτι και την καλή τύχη του νεογέννητου. Με το θυμιάτισμα, τις χάντρες, αλλά και το δέσιμο των σκυλιών σε μακρινή απόσταση, για να μη γαυγίσουνε και θυμώσουν οι Μοίρες την ώρα που θα’ ρθούνε να μοιράνουνε το μωρό… Μετά καλοδεχότανε τη νουνά και τους καλούς γείτονες τρατάροντάς τους πίτες και γλυκά του κουταλιού. Στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα ετοιμάζονταν από τις γιαγιάδες τα μπανιερικά. Το ζεστό νερό, η σκάφη, που τα τοποθετούσαν στο καλύτερο δωμάτιο του σπιτιού, τα μωρουδιακά που τα έφερνε η νουνά και τέλος εμφανιζότανε ο μικρός ή η μικρή αγκαλιά με τη λεχώνα. Μετά τις ευχές και τα επιφωνήματα για υγεία και καλή τύχη, έπαιρνε η πνευματική μητέρα το παιδί και με τη βοήθεια μιας έμπειρης κυράς- γειτόνισσας το έλουζε σιγά… πάντοτε υπό τους ήχους ευχάριστων τραγουδιών… Μετά κρεμούσαν στο μικρό τα πρώτα δώρα του. Χρυσά από τους οικείους, ρουχαλάκια από φίλους και γείτονες… Ιδιαίτερο έθιμο το οποίο όμως παρουσιάζεται στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας είναι και το καντηλοβάφτισμα.130 Αν στο παιδί παρουσιαζότανε προτού βαπτισθεί κανένα πρόβλημα και κινδύνευε να πεθάνει, τότε για να πάει στο παράδεισο και «σωσμένο», του χύνανε λάδι από το καντήλι των εικόνων. Ο ανάδοχος παρέδιδε το νεοφώτιστο στην μητέρα του η οποία παρέμενε καθ’ όλη τη διάρκεια του μυστηρίου στο σπίτι, αφού προηγούμενα «αύτη κλίνουσα τρις το γόνυ ησπάζετο την χείρα του»…με τις συμβουλές «να το προφυλάγει από την φωτιά…από το νερό…από τον κρημνό και από κάθε άλλον κίνδυνον» Τα Μαρτυριάτικα. Ο ανάδοχος διένειμε στους οικείους, τους συγγενείς, αλλά και τους παρευρισκομένους φίλους, μικρούς μεταλλικούς σταυρούς και εικονίσματα της βαπτίσεως του Χριστού, ως απόδειξη- μαρτυρία του γεγονότος.
Ταφικά… Για τα έθιμα αυτά μπορούμε να πούμε πως είναι όμοια ή σχεδόν όμοια σε όλες τις ελληνορθόδοξες κοινότητες με απειροελάχιστες παραλλαγές. Εάν η κατάσταση του ασθενούς «απέβαινε κρίσιμος και ανεμένετο το μοιραίον» τότε αφενός μεν καλούσαν τον ιερέα του χωριού για να κοινωνήσει ο ασθενής των αχράντων μυστηρίων και αφετέρου λίγο πριν έλθει το μοιραίο οι συγγενείς μοίραζαν στους φτωχούς τριάντα τρία (33) 129 130
Υπάρχει και στην Καππαδοκία. Συνήθως η κανονική βάπτιση του πιτσιρικά ή της μικρής γίνονταν τον πρώτο ή τον δεύτερο μήνα.
44
γρόσια «κατά τον αριθμόν των ετών της επιγείου ζωής του Κυρίου …καλούμενα και τελωνειακά». Ειδικά οι Χαμιντιανοί τρεις μέρες μετά τη θανή και την ταφή του νεκρού άναβαν μια μεγάλη φωτιά στην αυλή του σπιτιού και τοποθετούσανε ένα καζάνι για να πλύνουν τα ρούχα του νεκρού. Οι οικείοι συνεπικουρούμενοι από τους γείτονες. Όλα πλυμένα και παστρικά τα μοίραζαν στους φτωχούς εκτός από το πουκάμισο που το έβγαζαν από τη σάρκα όταν πέθανε ο δικός τους άνθρωπος, δηλαδή «του ρούχουν της ψυχής του». Το οποίο χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή του κόλλυβου, αφού προηγούμενα το άπλωναν κάτω από το σινί θυμιασμένο και σταυρωμένο… Έτσι πίστευαν πως είναι καλό για την ψυχή του νεκρού. Το ρούχο αυτό το κρατούσαν μόνο για ένα χρόνο κι ύστερα έδιδαν και αυτό στους φτωχούς… Για οχτώ μέρες και σε μερικές οικογένειες για σαράντα, ήταν αμαρτία να βράσει στο σπίτι του νεκρού τσουκάλι. Απλά οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γείτονες φρόντιζαν για την τροφή των τεθλιμμένων με σούπες, μακαρόνια, πιλάφια κλπ. Ποτέ κρεατικά. Επίσης καθ’ όλη τη διάρκεια του οκταήμερου ή του σαρανταήμερου τροφοδοτούσαν τους συγγενείς και με ζεστά, σιρόπια, κανέλες, για να μαλακώσει ο ξεραμένος από τα μοιρολόγια λαιμός… Οι άνδρες της οικογένειας φορούν μαύρο πουκάμισο και μαύρο φέσι (!), αφήνοντας τα γένια τους για σαράντα μέρες τα οποία αφού τα κόψουν τα ξαναφήνουν «ως την τριμηνίαν». Στην κοινότητα της Χαμιντιέ παρατηρήθηκε ανακομιδή των νεκρών. Τα οστά τους αφού τα έπλεναν με μαύρο κρασί τα έδεναν σε ειδικό σκούρο μαντήλι και τα εναπόθεταν πλάι στο νέο νεκρό της οικογένειας… Νόμιζαν ή καλύτερα πίστευαν πως η ψυχή του πεθαμένου επί σαράντα ημέρες από την ημέρα του θανάτου του πλανάται στη γη. Γι’ αυτό μετά την εκφορά τοποθετούσαν ένα αναμμένο κανδήλι στο δωμάτιο του νεκρού για ισάριθμες μέρες… Πίστευαν, όπως οι περισσότεροι φυσικά, στην αρχέγονη παράδοση του κομρούκ, δηλαδή των πορθμείων και έτσι αφενός μεν τοποθετούσαν στο χέρι του νεκρού παράδες, αλλά αφετέρου στο στόμα του ένα μικρό σταυρό για να ξεγελάσουν τον χάρο και να μην μπει μέσα του και τον μαγαρίσει. Όταν πέθαινε κάποιος από το ανδρόγυνο τότε μέσα στο νεκροσέντουκο βάζανε και τα στεφάνια του γάμου…ως ένδειξη της αιώνιας πίστης και μνήμης προς το νεκρό σύντροφο… Τους σκοτωμένους τους θάβανε πάντοτε με τα ματωμένα ρούχα ή τα ρούχα του ατυχήματος, ως μαρτυρία σαν θα παρουσιαζότανε στο ύψιστο. Αν τύχαινε και πέθαινε γυναίκα πάνω στη γέννα και ζούσε το βρέφος της, τότε κάτω από το μαξιλάρι της νεκρής μάνας βάζανε τις σκουφίτσες του μωρού ή τις πάνες του για να μην το αναζητά η ψυχή της. Αν κάποιος ήτανε καλότυχος και γουρλής, καλός άνθρωπος και έχαιρε τιμής και υπόληψης από τον κόσμο, τότε σαν πέθαινε έπαιρναν «μπαμπακερή κλωστή μαβιά και μετρούσαν το μπόι του τόσες φορές, όσα παιδιά είχε, κ’
45
έδιναν από ένα μπόι σε κάθε παιδί, για να μείνη στο σπίτι το κισμέτι (μοίρα) κ’ η τύχη του…».131 Η μεταφορά του νεκρού ήταν ανάλογη αφενός μεν με τη κοινωνικοπολιτική θέση του νεκρού και αφετέρου με την απόσταση μεταξύ της οικίας του και του νεκροταφείου. Έτσι άλλοτε μεταφερόταν στα χέρια από τους συγγενείς και οικείους και άλλοτε πάνω σε κάρο- νεκροφόρα.132
Διάφορα
Βεβαίως δοξασίες και ιδιαίτερα υπήρχαν για όλο το φάσμα της καθημερινότητας. Τις περισσότερες φορές συνεπίπτανε και με τις άλλες περιοχές, άλλες πάλι αποτελούσαν κάτι το ιδιαίτερα ξεχωριστό, όπως για παράδειγμα η πεποίθηση πως κατά την έκλειψη του ηλίου οι νεράιδες πιάνουν τη Σελήνη με σκοπό να την αποσπάσουν από τη γη. Έτσι όταν και όποτε υπήρχε το φυσικό τούτο φαινόμενο όλοι ανέβαιναν πάνω στις στέγες των σπιτιών τους και προκαλούσαν όπως μπορούσαν και με ό,τι διέθεταν (ταψιά, κατσαρόλια, φτυάρια ) δυνατούς θορύβους. Ενέργεια που αποσκοπούσε στο να θορυβηθούν τούτα τα στοιχειά και να αφήσουν ελεύθερο το φεγγάρι να κάμει τη δουλειά του.133 Μια άλλη, επίσης, συνήθεια, ήταν αυτή που είχε να κάμει με το δάγκωμα κάποιου από σκύλο. Ξέχωρα από την παροχή πρώτων βοηθειών που ήταν επιβεβλημένη «…τον έπαιρναν και τον γυρόφερναν όλη τη νύκτα στους μαχαλάδες του χωριού με τη συνοδεία ντεφιών, προς αποφυγή της λύσσας και των συνεπειών της…». Μια χαρακτηριστική συνήθεια που επικρατούσε σε πολλές περιοχές αλλά πρωτίστως και στην κοινότητα της Χαμιντιέ, είναι οι περιπτώσεις της κοινωνικής αλληλεγγύης μεταξύ των κατοίκων. Για παράδειγμα καταφεύγουνε στην αλληλοβοήθεια, στα περίφημα «μετζί», όταν πρόκειται να μαζέψουν τις σοδειές, για τον καθαρισμό του καλαμποκιού, τη συλλογή αμπελιών, το δέσιμο… μια ομάδα κοινή που αντιμετωπίζει τα πάντα…ακόμα ακόμα και στο κτίσιμο του σπιτιού του νέου γείτονα… Μέσα στο πνεύμα των κοινωνικών υποχρεώσεων ήταν επίσης και ο σεβασμός της νεολαίας προς τους μεγαλύτερους που αποδεικνυόταν με την εκούσια αυτοαπαγόρευση τους να εισέρχονται στους χώρους των καφενείων παρόντων και των πατεράδων τους. Ενδεχόμενη είσοδος υποδήλωνε έλλειψη σεβασμού, κάτι για το οποίο ήταν υπερήφανοι οι Χαμιντιανοί για τα παιδιά τους.
131
«Μικρασιατικά Χρονικά», ό.π., σ. 377… Το έθιμο αυτό επικρατεί και σε ορισμένες περιοχές της Καππαδοκίας. 132 Μαρτυρία Παληκάρη Σταύρου, ό.π., «Πολλές φορές το νεκρό τον φέρναν στα χέρια… Τα ζώα έχουν ιδιοτροπίες. Θυμούμαι μια φορά στο χωριό κι ακόμα γελώ που πήγαν μια γριά από το χωριό στην εκκλησιά του Αϊ Γιώργη να την διαβάσουν και να τη θάψουν. Ώσπου να τακτοποιήσουν το ένα το άλλο το ελεεινό το ζωντανό στρίβει , φεύγει και πάει πίσω στο χωριό μόνο του με το νεκρό… συλλογίσου τι έγινε…. Θα μας μείνει αξέχαστο ως το τέλος της ζωής μας…». 133 Μαρτυρία Σαρρή Ευαγγέλου, ό.π. Επίσης τούτη η δοξασία παρατηρείται και σε ορισμένα μέρη της Καππαδοκίας. Βλ. Δήμητρα ΑδάμΔημήτρη Παπαλεξίου, Σήμαντρα, Αναμνήσεις από τις χαμένες πατρίδες, Χαλκιδική, Ν.Ε.Λ.Ε. Χακιδικής, 1993, σ. 82 .
46
Ο ίδιος σεβασμός παρατηρείται και στο κάλεσμα των γονέων από τα παιδιά τους δημόσια… Θεωρείτο απρέπεια, εκτός από σπάνιες και εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, να εισέρχεται ο γιος για να καλέσει τον πατέρα όταν βρισκόταν στο καφενείο. Στη μεγάλη ανάγκη ειδοποιείτο πρώτα ο καφετζής ή καθόταν στη γωνιά δηλοποιώντας την παρουσία του περιμένοντας το κέλευσμα του πατέρα ή κάποιου γνωστού… Το μπαχάρι… Λέγανε στο χωριό πως το «άχυρο πρέπει να φυλάξεις τον Μάρτη…». Σοφή κουβέντα γιατί τότε όλα σώνονται και τα ζωντανά κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα… Αν λοιπόν παρ’ ελπίδα συνέβαινε τούτο και δεν μπορούσε να καλύψει ο κτηνοτρόφος τις ανάγκες του, έπρεπε να πάει στο βουνό είτε ήταν, είτε δεν ήταν ο καιρός… Μόνος του με τα ζωντανά και τους παραγιούς του… στο Γιατζιλάρ που το κατοικούσαν κυρίως μουσουλμάνοι και πάντοτε τους βοηθούσαν τις δύσκολες ώρες, έναντι αδρής αμοιβής εννοείται, αλλά και να βοσκήσουν στο Γκορούν Νταγ που πάντοτε είχε το κατιτίς για τα ζωντανά… Βεβαίως και είναι γνωστό αυτό, η θέση της γυναίκας ήταν και εδώ υποδεέστερη κατά πολύ του άνδρα, έστω κι αν η κοινότητα της Χαμιντιέ βρισκότανε κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα, άρα περισσότερο κοντά σε ένα διαφορετικό πολιτισμικό πλαίσιο και αντίληψη γι’ αυτήν. Και εξηγούμαστε. Ναι μεν δεν ήτανε αυτή όμοια με τη θέση της γυναίκας της Καππαδοκίας, δηλαδή στα βάθη της ανατολής, όπου οι σχέσεις των δύο φύλων επηρεάζονταν εν πολλοίς και από τον κοινωνικό τους περίγυρο που ήταν ο μουσουλμανικός. Όμως ήταν σχέσεις υποταγής και άμεσης εξάρτησης με τη γυναίκα όχι φυσικά ως ανδράποδο αλλά πάντως εξαρτώμενη από τον κύριο και αφέντη της. Ο οποίος είχε λόγο για όλα και σε όλα. Παρακάτω παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο που αναφέρεται σε ένα περιστατικό μοιχείας, των συνεπειών που είχε μόνο, το τονίζουμε, μόνο η γυναίκα, τους δράστες αλλά και τους λοιπούς πρωταγωνιστές του επεισοδίου, μεταξύ των οποίων ήταν και μια που καταγότανε από τη κοινότητα της Χαμιντιέ134…Ενδεικτικό όμως της αντίληψης μα και νοοτροπίας του ανδρικού πληθυσμού για τη γυναίκα. Η οποία είχε μόνο υποχρεώσεις και απειροελάχιστα δικαιώματα, η δε ηθική και οι περί αυτήν συνέπειες είναι μόνο αποκλειστική της ευθύνη, του ανδρός απαλλασσόμενου παντελώς. «Ο εκ του χωρίου Χατζηλέρ της περιφερείας Μαγνησίας δημογέρων παρουσιασθείς ενώπιον του μητροπολίτου Εφέσου Αγαθαγγέλου κατήγγειλε προς αυτόν επί μοιχεία την σύζυγον του συγγενούς του Γ. Το αμάρτημα εις το οποίο περιέπεσε η καταγγελθείσα, γνωσθέν εξήγειρε την κατ’ αυτής οργήν των χωρικών, και τούτο διότι πρώτην φοράν ελάμβανεν χώραν εν τω χωρίω των τοιούτον ανοσιούργημα. Ο προσβληθείς σύζυγος, όστις απουσίαζεν , όταν επέστρεψεν εις τα ίδια επληροφορήθη την προδοσίαν της τιμής του και της ανδρικής του αξιοπρεπείας, ηθέλησεν μεν όπως τιμωρήση την άπιστον δια χειροδικίας, αλλά πεισθείς ότι το συμφέρον του απήτει να ζητήση την απ’ αυτής διάζευξίν του δια της νομίμου οδού, εδέχθη τούτο και μετά δύο δημογερόντων μετέβη εις Μαγνησίαν δια να καταγγείλη τη σύζυγόν του και να ζητήση διαζύγιον.
134
Μικρασιατικά Χρονικά 1939 σ. 363
47
Ο Εφέσου Αγαθάγγελος, δια να προλάβη ενδεχομένας συγκρούσεις και χειροδικίας μεταξύ των συγγενών καλεί αμέσως τον κλητήρα της μητροπόλεως και τον διατάσσει όπως μεταβή εις το χωρίον και μεταφέρη εκείθεν μετά του εφημερίου εις Μαγνησίαν την μοιχευθείσαν. Μετά τινάς ώρας αύτη ωδηγήθη ενώπιον του μητροπολίτου , όστις, αφού την επέπληξε και την κατέκρινε δια την κολάσιμον πράξιν της, διέταξε να εγκλείσουν εις την υπόγειον καρβουναποθήκη της Μητροπόλεως η οποία εχρησιμοποιείτο και ως φυλακή. Δεν είχον παρέλθη είκοσι λεπτά οπότε οι εν τη Μητροπόλει ευρισκόμενοι ηκούσαμεν τοιαύτας σπαρακτικάς φωνάς και θρηνωδίας ώστε να καταληφθώμεν φόβω και τρόμω…. “Ήμαρτον, δεν το ξανακάμω πιά! Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σας, βγάλτε με απ’ αυτήν την κόλασιν”. Προς τι και διατί αι σπαρακτικαί αύται φωναί και θρηνώδεις επικλήσεις; Διότι η τσατσά Παρασκευούλα, η εκ Χαμηντιέ (Γκιαούρ-κιοϊ) ορμωμένη και από 50ετίας εν τη υπηρεσία της Μητροπόλεως διατελούσα, όταν η μοιχευθείσα ενεκλέισθη εις την καρβουναποθήκη κατήλθεν εντός αυτής και βοηθουμένη υπό του βρακοφόρου γέροντος νεωκόρου Χατζή Βαγγέλη, του και Ζακχαίου επικαλουμένου, ότι «τη ηλικία μικρός ην» αφού πρώτον έβαλεν ένα γατάκι εις το βρακί της χωρικής κατά τοιούτον τρόπον ώστε να μη γίνη αντιληπτή κατόπιν ήρχισε με το ραβδί της να κτυπά την γάταν η οποία μη ευρίσκουσα διέξοδον, ενιαούριζεν και αυτή θρηνούσα. Μετά την ως άνω τιμωρία εις την οποίαν υπεβλήθη η μοιχαλίς προς παραδειγματισμόν μετεφέρθη, αφού ενύκτωσε εις το νοσοκομείον δια να «σπηταλιωθή», περιωρισθή δηλαδή εκεί, έως ότου κατευνασθούν τα εν εξάψει διατελούντα πνεύματα των χωρικών. Εκεί επέπρωτο να δοκιμάση η παραβιάσασα τους μεγάλους και ακαταλύτους νόμους του ηθικού βίου το φρικτότερον δια την τότε εποχήν μαρτύριον, την αποκοπήν δηλαδή των βοστρύχων της (πλεξίδων) οι οποίοι τω καιρώ εκείνω ήσαν δια την γυναίκα τιμή και δόξα, ως διαπιστούται τούτο και παρά του Αποστόλου Παύλου γράφοντος προς τους Κορινθίους : “Γυνή δε εάν κομά, δόξαν αυτή έστιν”.135 Την εποχήν εκείνην και την προ αυτής, το σπητάλιωμα, ήτοι ο περιορισμός των παρεκτρεπομένων γυναικών εις το νοσοκομείον ήτο σύνηθες, εξ ου και οι ακόλουθοι φράσεις: “Θα σε σπηταλιώσω μωρή για να βάλης γνώσιν», «είσαι για σπητάλιωμα», «κάθισε φρόνημα για να μη σε σπηταλιώσω και βγης απ’ εκεί κουρεμένη», «την είδατε την κουρεμένη πως εγνώστεψε στα σπητάλια”… Όταν μια κόρη ηπειλείτο από τους γονείς της ότι θα «σπηταλιωθή» εάν εξηκολούθει να παρακούη εις τας συμβουλάς των, κατελαμβάνετο υπό φόβου και τρόμου, όχι τόσον διότι θα εσπηταλιώνετο όσον διότι μετά το σπητάλιωμα θα επηκολούθει το κούρεμα της κεφαλής της. Ο φόβος δε αυτός ήτο μεγαλύτερος συντελεστής δια την σύμφωνον προς τας υποδείξεις και συμβουλάς των γονέων διαγωγήν των ζωηροτέρων κοριτσιών περί των οποίων ελέγοντο υπό των σεμνοτύφων συν τοις άλλοις και τα εξής λιανοτράγουσα: Αυτή είν’ για τα σπητάλια ύστερ’ απ’ αυτά τα χάλια. Πρέπει να τη σπηταλιώσουν, 135
Κορινθίους Α ια 15
48
Ίσως τότε και τη σώσουν… Υπό το όνομα «Σπητάλια» νοητέον όχι το τμήμα εκείνο του ιδρύματος όπου ενοσηλεύοντο οι ασθενείς και πάσχοντες, αλλά το συνεχόμενον αυτώ ιδιαίτερον τμήμα , όπου περιωρίζοντο αι προς τιμωρίαν και σωφρονισμόν εισαγόμεναι και το οποίον επείχε θέσιν σωφρονιστηρίου. Τοιαύτα υπήρχον πλην του εν Σμύρνη εις το οποίον εκλείοντο και οι παράφρονες, χωριστά, και εις άλλας πόλεις και κωμοπόλεις, εις δε το παρά Μαγνησίαν Χορόσκιοϊ όπου… Εξ όσων αναφέρομεν ανωτέρω περί του «κουρέματος» της γυναικείας κόμης αποδεικνύεται ότι το κομάν, ευτρεπίζειν και αναπτύσσειν τας γυναίκας και παρθένους τους πλοκάμους των τριχών της κεφαλής των ήτο η μεγαλυτέρα φροντίς και προσπάθειά των, όχι μόνο διότι προετιμώντο εις τινα μέρη αι μακράν και ηυτρεπισμένην κόμην έχουσαι ως σύζυγοι, αλλά διότι ελογίζετο αναθεματισμένη η γυνή αποκείρασα την κόμην της…». Παρατήρηση Βεβαίως και είναι γνωστό αυτό, πως η θέση της γυναίκας ήταν υποδεέστερη κατά πολύ του άνδρα, όμως… όμως υπήρχαν και οι εξαιρέσεις. Απειροελάχιστες μεν αλλά υπαρκτές. Ο λόγος λοιπόν για μια ξεχωριστή περίπτωση, για μια ιδιαίτερη γυναικεία παρουσία της οποίας η συμπεριφορά θεωρείτο από πολλούς ανομική και μάλλον παράταιρη για το φύλο της… Ζούσε, λοιπόν, στο χωριό, τούς χρόνους πριν την καταστροφή, μια γυναίκα που άκουγε στο όνομα Σόφη… σωστό παλικάρι. Ψηλή, όμορφη, δυναμική, και μόλις είκοσι (20) χρόνων που γνώριζε τους κανόνες της αυτοπροστασίας και δεν δείλιαζε σε τίποτε και με τίποτε. Μόνη πήγαινε στα χωράφια έχοντας πολύτιμη συντροφιά της τον γκρα, ένα καινούργιο πυροβόλο όπλο. Το ’λεγε καρδιά της. Την έβλεπαν οπλισμένη και άλλοι φοβότανε, μα οι περισσότεροι την καμαρώνανε. Και να ήθελε κανείς να την πειράξει μάλλον θα έπρεπε να έχει κότσια γερά και προπαντός έπρεπε να το σκεφτεί καλά… Α, ναι, βεβαίως και δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της… και όποιος αποτολμούσε να την πειράξει την άλλη μέρα θα άφηνε τον μάταιο κόσμο εκτός και αν έφευγε από το χωριό και γλύτωνε… Σκέτη ανδρογυναίκα που έκανε όλες τις δουλειές…136
136
Σημ: Σύμφωνα με τους πληροφορητές η Σόφη- Σοφία μόλις ήρθε στην Ελλάδα παντρεύτηκε από έρωτα και απέκτησε με τον σύζυγό της τέσσερα θηλυκά, που όλα της μοιάζανε – αποτύπωσε πάνω τους όλα τα χαρίσματά της και ένα αρσενικό…
49
Περί ασμάτων ο λόγος Σπεύδουμε να επαναλάβουμε πως η κοινότητα ήτανε αμιγώς ελληνική, αλλά δυστυχώς για πολλούς και διαφόρους λόγους τουρκόφωνη. Γλωσσικό ιδίωμα που κράτησαν μέχρι το τέλος παρ’ όλες τις προσπάθειες φωτισμένων δασκάλων να αλλάξουν τουλάχιστον τούτες τις συνήθειες οι μαθητές… Χωρίς εμφανή όμως αποτελέσματα μιας και η καθημερινότητα ανατροφοδοτούσε τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες. Συνεπώς ως γλώσσα της καθημερινότητας επηρέαζε τα πάντα… Τις συνομιλίες στο σπίτι, το εμπόριο, τις διάφορες συναλλαγές, τη Θεία Λειτουργία που γινότανε μεν στα ελληνικά, αλλά το κήρυγμα στα τουρκικά137 και… τις διασκεδάσεις. Που τα τουρκικά τραγούδια κρατούσαν για τα καλά, τα γκαζέλιαgazeli, τα οποία ήταν μια μορφή αμανέδων.138 Χαρακτηριστικότατες επίσης είναι οι μαρτυρίες σχετικά με το πού και το πώς των ασμάτων και των χορών. Έτσι φαίνεται πως η διασκέδαση λάβαινε χώρα κυρίως στα σπίτια, αλλά τις εορτές δημόσια… στον αύλειο χώρο της εκκλησιάς ή και στα καφενεία υπό τους ήχους του ζουρνά, του νταουλιού, με το ντέφι, αλλά κυρίως με το κανονάκι, 139 ζουρνάδες εποχής… Βεβαίως η συμμετοχή στους χορούς κατά τη διάρκεια των εορτών και πανηγύρεων γινόταν στη βάση των άγραφων εθιμικών κανόνων οι οποίοι επέβαλαν και ορισμένες «πρέπουσες» συμπεριφορές. Έτσι για παράδειγμα δεν επιτρέπονταν η ανάμειξη ανδρών και γυναικών στον ίδιο κύκλο… Μόνο ο πρωτόγερος (κάποιος παππούς) ή ενδεχόμενα ο παλαβός του χωριού θα μπορούσε χωρίς επιπτώσεις να εισχωρήσει στον κύκλο των γυναικών. Επίσης «…του χορού ηγείτο οιαδήποτε εγνωσμένης ικανότητος και τέχνης, προς τα βήματα της οποίας συνεμορφώνοντο πάσαι… έποντο αι ύπανδροι γυναίκες κατά τα πρεσβεία του γάμου έχουσαι εν τω μέσω τέσσαρας καλλιφώνους τραγουδιστρίας, ηκολούθουν δε αι μεμνηστευμέναι (μελίνκηζες) και μετά όλαι αι παρθένοι κατά την τάξιν της ηλικίας… οι άνδρες, ιδία οι νέοι παρίσταντο καθήμενοι πέριξ και θεώμενοι την παράταξιν, τους ελιγμούς των χορών και το λαμπρόν και πολυποίκιλον των ενδυμασιών θέαμα. Τότε δε συνήθως οι ενδιαφερόμενοι εξήταζον μετά προσοχής την καλλονήν, το παράστημα και τα λοιπά των νεανίδων προσόντα, τας οποίας τυχόν προώριζον δια τους υιούς, αδελφούς ή συγγενείς των… ».140 Βεβαίως υπήρχαν και οι εξαιρέσεις: κυρίως από πλευράς των νέων ανθρώπων που ως απασχολούμενοι στα μεγάλα αστικά κέντρα, είδαν, άκουσαν, έμαθαν το νέο τρόπο ζωής και ερχόμενοι στις εστίες προσπάθησαν να τον εφαρμόσουν στις οικογένειες 137
Σημ: η ανάγνωση του Ευαγγελίου άρχιζε με «τω καιρώ εκείνω= ολ ζεμαντά»… Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π., «Στο Μουραντιέ τραγουδούσαν όλοι πολύ καλά, γυναίκες και άνδρες… Τραγουδούσαμε τούρκικα τραγούδια, σοβαρά, όχι τη Νίνα, που ήταν της μόδας… Άμα τ’ άκουγες δάκρυζε το μάτι σου… Δεν ξέραμε τετραφωνίες αλλά είχαμε τα γκαζέλια…». 139 Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π., «…Είναι τρίγωνο, μοιάζει με το σαντούρι και παίζεται με τα νύχια…». 140 Ό.π. 138
50
που οι ίδιοι δημιούργησαν έστω και σε ελάχιστο ποσοστό, μιας και ο κοινωνικός περίγυρος ήταν ισχυρότατος και απεχθανότανε τους όποιους νεωτερισμούς, ακόμα, ακόμα και στο τραγούδι… Έτσι παρατηρείται η χρήση κιθάρας και μανδολίνου και όχι μόνο.141 Διότι η μεν Μαγνησία ήταν δίπλα και η Σμύρνη κοντά … αλλά οι φήμες με τον χελεσέ οργίαζαν για τους «παιχνιδάτορες» και τα «παιχνίδια».142 Αλλά και για την Αγγελάρα τη μελαχροινή, με τα μαύρα μαλλιά και τον μεγάλο κότσο, την όμορφη χήρα που όταν έλεγε το «αμάν μεμό» οι Τούρκοι πετούσαν τα σαρίκια τους, την Γκιουζέλ Κατίνα, την ξανθιά ομορφοκοπέλα, την Κιορ Κατίνα που’ταν μεν αλλήθωρη αλλά φωνάρα μεγάλη που τους έφερνε όλους στο «τσακίρ κέφι»,143 τα μερακλίδικα τραγούδια, τους αμανεδες, τα χασάπικα, τα τσιφτετέλια… Και κάποιοι, έτσι για το κέφι τους και την παληκαριά τους, τα «ρίχνανε» τα ασημένια να βροντούν, για να έχουνε την αποκλειστικότητα… να ακούσουν τον Λέγγα με εκείνον τον υπέροχο ύμνο της γυναικείας ομορφιάς: Άσπρη ξανθή επέρασε με τόσες ομορφάδες, και δεν γυρίσαν να την δουν ούτε δουλευταράδες, Πέρασε κι η μελαχροινή με τόσες μαυριλάδες το Μπεζεστένι σείστηκε με τσόι πραγματευτάδες. Ή Μια Μουραδελιά στο παραθύρι, με παράπονο στ’ αχείλι, φύτευε βασιλικό καλέ, μαύρα ν’ τα μάτια π’αγαπώ. Και της γύρεψα κλωνάρι, αχ να μου ’κανε τη χάρη, α το κάνω φυλαχτό καλέ, µαύρα ν’τα μάτια π’αγαπώ. Φύτεψε και ματζουράνα, άσπρη µου ξανθή Σουλτάνα, και της γύρεψα ν’ανθό καλέ, μαύρα ν’ τα μάτι π’αγαπώ. Και της γύρεψα κλωνάρι, αχ να μού ’κανε τη χάρη, να το κάνω φυλαχτό καλέ, µαύρα ν’τα μάτια π’αγαπώ.
τα τραγούδια των μαθητών, πατριωτικά τα περισσότερα, ή τα περιπαιχτικά που λέγονταν πάντοτε με ελληνικούς με στίχους… ή και τουρκικούς.
141
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π., «….Τα παλικάρια παρέες, παρέες, με κιθάρες και μαντολίνα πηγαίναμε σε γνωστούς και ξένους. Εμείς είναι αλήθεια προτιμούσαμε να πηγαίνομε στα σπίτια που είχαν κορίτσια». 142 Οργανοπαίχτες και μουσικά γκρουπ. 143 Ιλαρή διάθεση.
51
Μέσα Μάρτης και χαρά έξω ψύλλοι και κοριοί! Έξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα ήλιος και χαρά! Ή Το λουλάκι έπιασε πολύ τα πουκαμισάκια, για να μην πιάσει ο ήλιος τα παδάκια. Ή Μάρτη μπενίμ, πιρεσί σενίν, Ακί μπενίμ κορασί σείν. Δηλαδή Ο Μάρτης είναι δικός μου, ο ψύλλος του να είναι δικός σου. Το άσπρο του να είναι δικό μου, το μαύρο δικο σου.
η γλώσσα της εκκλησίας και κυρίως οι βυζαντινοί ύμνοι. Που ναι μεν «κανείς δεν καταλάβαινε το “ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατό μου τέκνο πού έδυ σου το κάλλος”, αλλά όλοι γνωρίζανε πως πρόκειται για το μαρτύριο του Χριστού και τον πόνο της μητέρας Παναγίας».144
Αξίζει στο σημείο αυτό και μια μικρή αναφορά σε κάτι το εξαιρετικά ιδιαίτερο. Ο λόγος για τα κάλανδα των αγίων ημερών τα οποία άδονταν από τους νέους στα ελληνικά μα και στα τουρκικά ή καλύτερα σε μια περίεργη μεικτή γλώσσα που μόνο αυτά είχαν την ικανότητα να επιτύχουν. Αϊ Βασίλη έρχεται ταού και τι γκουσέτι ντουλαπινκτάν νε βαρσά οι μπετιμέ γκετί. Άι Βασίλη έρχεται θα φάμε κότα από πουλιά και στο ντουλάπι ό,τι έχεις φέρτα στο καλάθι μου…145 Φυσικά και αν παρ’ ελπίδα η σπιτονοικοκυρά δεν έδιδε τίποτε, ε, τότε, είχαν το αντίστοιχο για την περίπτωση άσμα και περιποιούνταν δεόντως και πρεπόντως την τσιγκούνα… σούρνανε τα εξ αμάξης σε αυτήν που θα αποτολμούσε έστω και κατά λάθος να μην εκτελέσει το καθήκον της. Αϊ Βασίλη γιλμπασί γιεν γκείν καραγκασί βέρενι ελιμπείλ ολσούν Βερμιενί σοϊλολσουίν Όλο το χρόνο της θείας τα καλά φρύδια να ’ναι ίσια 144
Μαρτυρία ό.π. Εννοείται πως συνοδευότανε από την απαίτηση για κάλυψη του καλαθιού με τα καλούδια της κάθε νοικοκυράς. 145
52
άμα δίνε κι άμα δε δίνει να στραβώσουν… Βεβαίως τραγούδια υπήρχαν για όλες τις εποχές και για διάφορες καταστάσεις. Εμείς µε τη σειρά μας παρουσιάζουμε μερικά από αυτά που συλλέξαμε, πολύτιμες παρακαταθήκες του χθες: Γκίλντιρ, γκίλντιρ, γιλ bachi γεγκεμίν καρά κασί Αλεξίν καπάκ μπασί. Βερίρσενιζ μπιρ γκιουζέλ ογλουνούζ ολσούν βερμεσενίζ κελ μπασλή κηζινίζ ολσούν γεγκε βαρντιμί; Μπαστουρμανίν γιαγλισιντάν, κιορουγούν εϊσιντέν, σαραπίν τατλσιντάν, γερντέ γιατανντάν κουμκουμανντάν. Δηλαδή: Χρόνος, χρόνος, Πρωτοχρονιά! Της θείας μου τα μαύρα φρύδια, του Αλέξη το φαλακρό κεφάλι. Αν μου δώσετε, να σας γίνει ένα όμορφο αγόρι, αν δεν μου δώσετε να σας γίνει ένα κορίτσι με κασιδιάρικο κεφάλι. Θεία, έφθασε ο τορβάς; Από τον παχύ τον παστουρμά, και από το καλό σαραϊλί και από το γλυκό κρασί, και από τον παραχωμένο κουμπαρά.
53
Αρχιτεκτονικά…
146 147
Η κοινότητα είναι σχετικά νέα, φτιαγμένη στα τέλη του 18ου αιώνα από οικονομικούς μετανάστες της κεντρικής Ελλάδας σε ένα τόπο που φάνταζε ονειρεμένος και που σε κάθε περίπτωση κάλυπτε τις όποιες ανάγκες του. Και κάτι πολύ σημαντικό. Σε ένα τόπο με πολλά νερά, σχετικά μεγάλη πεδινή έκταση, δηλαδή, εύκολα προσπελάσιμο και πανεύκολα καλλιεργούμενο. Άρα ο τύπος της, δηλαδή τα αρχιτεκτονικά και τοπογραφικά της στοιχεία, οι χαράξεις των δρόμων, οι κατασκευές δημοσίων και ιδιωτικών κτηρίων, υπάκουσαν στις προαναφερόμενες συνθήκες. Α-Τα σπίτια, για παράδειγμα. Στην περιοχή της άνυδρης Καππαδοκίας θα έπρεπε να φέρουν διαμορφωμένη ταράτσα ούτως ώστε να συλλέγουν τα όμβρια ύδατα…ή και εν πάση περιπτώσει να ασβεστώνονται κατά τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να είναι κακοί αγωγοί των ηλιακών ακτινών κλπ. Τουναντίον. Στην κοινότητα της Χαμιντιέ η πρόνοια για την κατασκευή ήταν διαφορετική και πάντως σύμφωνη με τις επικρατούσες συνθήκες. Μιας και το κλίμα είναι και μαλακό και υπάρχουν άφθονα νερά. Β- Να ξεκαθαρίσουμε βεβαίως πως η όποια κατασκευή ήτανε σύμφωνη και με την οικονομική δυνατότητα του ιδιοκτήτη. Έτσι λοιπόν έχουν παρατηρηθεί οι παρακάτω τύποι αρχοντικών. 1- Μονώροφες οικίες. Κατά το πλείστον λιθόκτιστες ή τουβλόκτιστες και σε ελάχιστες περιπτώσεις με πλιθιά. 2- Διώροφες οικίες, κυρίως λιθόκτιστες, με χοντρούς τοίχους και κλειστούς εξώστες146. Τύποι των σπιτιών που έφεραν οι μεν παλαιότερες οριζόντια στέγη (δώμα), οι δε νεώτερες δίρριχτη ή τετράρριχτη με ευρωπαϊκά κεραμίδια τύπου Μασσαλίας ή αντίστοιχα τουρκικά.147 Και υπάκουαν στις όποιες επιρροές του πνεύματος και αντίληψης γενικά του Ιωνικού πολιτισμού αλλά και των οικονομικών δυνατοτήτων τους. Απαλλαγμένα ταυτόχρονα από την επιβολή του πνεύματος συνοίκησης με το οθωμανικό στοιχείο, μιας και η κοινότητα ήταν καθαρά ελληνική και άρα σπίτια με χαμηλούς αυλόγυρους, μεγάλα ανοίγματα-παράθυρα από πελεκητούς μονόλιθους για να εισέρχεται ο ζωοδότης ήλιος, αύλειους χώρους καθαρούς, κήπους καλλιεργούμενους με σαλατικά και λούλουδα, σε λογικές αποστάσεις τα ζωντανά, με πολλούς βοηθητικούς χώρους για την εξυπηρέτηση των γεωργικών εργασιών... Και το πλέον σημαντικό. Με εξαιρετικούς χώρους λάτρας τόσο ανθρώπινων, όσο και αντικειμένων. Τώρα, ο συνηθισμένος τύπος σπιτιού είχε πάντοτε: τον οντά, δηλαδή το μεγάλο δωμάτιο με τα παράθυρα και παντζούρια για τη σχετική προστασία από το κρύο και τη ζέστη.
Σαχνισιά. Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος ό.π., σ. 114
54
το κουρσού, δηλαδή το μαγκάλι ή και τη σόμπα. τα σεντίρια… τα ανάκλιντρα. το σεντίρ χελεσέ δηλαδή το χαλί πάνω στα οποία κάθονταν οι γυναίκες και τα παιδιά και περνούσαν την ώρα τους. το τσοτζούκ τοπράκ148 για τους χειμωνιάτικους μήνες… αλλά και το πλακόν, πλυσταριό, έναν από τους πλέον χρήσιμους χώρους, --τον φιρίν, τον φούρνο δηλαδή. τα σεκί, τα διάφορα υπόστεγα. Στο σημείο αυτό παραθέτουμε μια χαρακτηριστική μαρτυρία, από τις πολλές που υπάρχουν, για τα σπίτια του χωριού και τον τρόπο κατασκευής τους… Όπου μέσα από τις αράδες της μπορούν να εξαχθούν κατατοπιστικά συμπεράσματα. «Τα σπίτια μας, φτωχά πλούσια, το ίδιο ήτανε. Τα πλούσια είχαν πιο γεμάτες τις αποθήκες τους και πιο πολύ κομπόδεμα. Τα σπίτια μας τα έκτιζαν ντόπιοι μαστόροι. Ήταν με ένα και με δυο δωμάτια, τα πιο καλά. Τα σκέπαζαν με κεραμίδια. Κάτω στρώνανε χώμα που σιγά σιγά πατικωνότανε. Στο ένα είχανε το τζάκι που το άναβαν χειμωνιάτικα. Εκεί μαγείρευαν, εκεί κάθονταν, ζεσταινότανε και κοιμούνταν. Τα στρώματά τους τα ’χαν μέσα στο χτιστό ντουλάπι του τοίχου και το ’λεγαν μουσάντρα… Την νύχτα απλώνονταν τα παπλώματα και τα στρώματα κατάχαμα. Τα δωμάτια ήτανε πολύ μεγάλα. Τα έστρωναν κάτω με χρωματιστές ψάθες και από πάνω βάζανε τους κετσέδες για να μην τους πιρουνιάζει η παγωνιά της γης… και μετά στρώνανε και κοιμόντουσαν. Κοντά το τζάκι δεν είχε ούτε ψάθες ούτε τίποτε από το φόβο της φωτιάς. Κάθονταν στα σκαμνιά και για να φάνε βάζανε τον χοτζά-σοφρά, που πολλές νοικοκυρές τον είχανε κρεμασμένο σε κάποιον τοίχο του δωματίου και την ώρα του φαγητού τον κατέβαζαν και τον έστρωναν. Στη μέση σε μια γαβάθα τρώγανε όλοι… κι όποιος προλάβει. Στις άκρες της κάμαρας βάζανε τους σελτέδες και τα μαξιλαράκια έναν γύρω στον τοίχο. Όσοι είχαν δεύτερη κάμαρα την στόλιζαν με καναπέ, καρέκλες, τραπέζι… Καμιά φορά κρεμούσαν και κάδρα. Είχε και τζάκι μα ποτέ σχεδόν δεν το άναβαν. Του ’βαζαν μπροστά μπερντέ από καλό πανί κι έκανε λούσο. Τις καλές μέρες Πάσχα, του Χριστού, του Αγίου Βασιλιού, ερχότανε συγγενείς και οι φίλοι και τους δέχονταν εκεί… και τον μουσαφίρη εκεί του έστρωναν και κοιμότανε».149 Επίσης σε όλα τα σπίτια υπήρχαν: τα γιοκλούκ ντουλάπ, δηλαδή εντοιχισμένες ντουλάπες διαφόρων μεγεθών για την τοποθέτηση όλων των χρειωδών της οικογένειας. το ανασή ντουλάπ, ο καλά αεριζόμενος χώρος που τοποθετούσαν τα μπαχαρικά, τα λάδια και το ψωμί της εβδομάδος… ο αϋναλί οντάς, δηλαδή τα δωμάτιο με τον μεγάλο καθρέπτη.
148
Τσοτζούκ τοπράκ= κυριολεκτικά σημαίνει χώμα για τα παιδιά και ήταν ένα είδος θερμοφόρας με τα οποία κρατούσανε ζεστά τα παιδιά. 149 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π.
55
Βεβαίως και μια σειρά από άλλα οικιακά σκεύη απαραίτητα στην καθημερινή διαδικασία του φαγητού και της λάτρας όπως: γκιούμια διαφόρων σχημάτων και μεγεθών. πολίμια, δηλαδή τους ιδιαίτερους αποθηκευτικούς χώρους για το κρασί. τα καρχίν, πιατέλες διαφόρων μεγεθών… την τούκα, δηλαδή το πήλινο δοχείο για το μαγείρεμα φαγητών. τα ταμπάκ, πιάτα… τα σαχάνια, μπακιρένια πιάτα.
56
Δρόμοι… Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, εκτός των βασικών αρτηριών, υπήρχε μια σειρά δρόμων που χωριζότανε σε πέντε κατηγορίες η κατάταξη των οποίων συνδεόταν άμεσα με τον επιμερισμό των δαπανών κατασκευής και συντήρησης. Υπήρχαν λοιπόν:150 οι αυτοκρατορικοί δρόμοι οι οποίοι συνέδεαν τις πρωτεύουσες των επαρχιών με την Κωνσταντινούπολη… οι επαρχιακοί δρόμοι οι οποίοι συνέδεαν τις πρωτεύουσες των επαρχιών μεταξύ τους. οι κοινοτικοί δρόμοι που συνέδεαν τους καζάδες μεταξύ τους ή τους καζάδες με άλλους δρόμους…. τα κοινοτικά μονοπάτια… εντός των οικιστικών περιοχών… Να σημειώσουμε επίσης πως στη Πόλη υπήρχε η Γενική Διεύθυνση Οδών με αντίστοιχα γραφεία στα Σαντζάκια της αυτοκρατορίας εξοπλισμένα με μηχανικούς και επιθεωρητές καθήκον των οποίων ήταν η επιθεώρηση του συνόλου των δρόμων και η σύνταξη έκθεσης με την κατάστασή τους, τις ελλείψεις ή τυχόν καταστροφές, προστάσεις επιδιόρθωσης, κλπ. Επίσης προτού μιλήσουμε για την τοπογραφία του χωριού θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας τα παρακάτω. Το πρώτο και βασικότερο στοιχείο είναι πως πρόκειται για μια νέα κοινότητα που φτιάχτηκε μόλις τον 18ο αιώνα και μάλιστα από οικονομικούς μετανάστες της κεντρικής Ελλάδος μάλλον πάνω σε ένα μικρό και παλαιό οικισμό ενός τεραστίου τσιφλικιού κάποιου αγά της περιοχής… Ο οικισμός αρχικά και στη συνέχεια η κοινότητα, επιλέχτηκε και γίνηκε σε μια εύφορη και καταπράσινη, λόγω υδάτων, περιοχή, στην οποία δεν πρέπει να είχαν κατασκευαστικές δυσκολίες λόγω εδάφους με ό,τι σήμαινε αυτό. Για παράδειγμα δεν ήσαν υποχρεωμένοι να σκάψουν ή και να μεταφέρουν ακόμα οικοδομικά υλικά από μακριά, η ξυλεία, απαραίτητο στοιχείο για την ανέγερση μιας οικοδομής αφθονούσε κλπ. Άρα και χαράξεις δρόμων με μικρότερο κόστος, κατασκευές δημοσίων κτηρίων περισσότερο εύκολα κλπ Δημιουργήθηκε στους πρόποδες του Σίπυλου που την περιέβαλε από τον βορρά και την ανατολή, μετατρέποντας το κλίμα της σε ηπιότερο. Υπήρχε οικονομική ευχέρεια και συνεπώς η δυνατότητα συμμετοχής του πληθυσμού στις διάφορες δαπάνες που απαιτούνταν για το σύνολο… Κτίσθηκε δίπλα στην κεντρική σιδηροδρομική γραμμή…
150
Ζωή Σέμπη, Το βιλαέτι Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο των Οθωμανικών Μεταρρυθμίσεων, Θεσσαλονίκη 1998, σ.166
57
Ήταν ένας οικισμός αρκετά απλωμένος, δηλαδή τα σπίτια, όχι όλα φυσικά, ήταν κτισμένα σε αρκετά μεγάλες ιδιοκτησίες. Με βάση όλα αυτά τα στοιχεία θα πρέπει να πούμε πως η κοινότητα είχε μάλλον ένα μακρόστενο σχήμα ακολουθώντας τη φορά του σιδηροδρόμου και της παράλληλης κεντρικής οδικής αρτηρίας.151 Μιας αρτηρίας κατάφυτης με πεύκα και έλατα με κατεύθυνση από βορρά προς νότο.152 Παράλληλα προς αυτήν υπήρχαν και άλλοι δυο κεντρικοί, μικρότερης όμως σημασίας άξονες, που όλοι τους διασχίζονταν από κάθετους δρόμους που οδηγούσαν παντού και σε κάθε σημείο του χωριού. Φυσικά δεν ωραιοποιούμε τίποτε. Απλά σε σύγκριση με κάποιες άλλες κοινότητες υπήρχε κάποιο υποφερτό σχέδιο και δρόμοι επαρκείς για την κάλυψη των αναγκών των κατοίκων. Επίσης και σύμφωνα με τις μαρτυρίες «τα νερά της λάτρας έβγαιναν έξω, οι κότες όπως σε όλα τα χωριά κάνανε τις βόλτες τους στου δρόμους, και δεξιά αριστερά στις μεγάλες αρτηρίες υπήρχαν μουριές και πλατάνια που σκίαζαν αλλά… αλλά στον καιρό της βροχής επειδή ήτανε χωμάτινοι γινότανε θάλασσα και για να πάμε από το ένα σπίτι στο άλλο βάζαμε μαδέρια…».153 Από τη βιβλιογραφία επίσης αλλά και τις σχετικές μαρτυρίες έχουν διασωθεί τα ονόματα των παρακάτω δρόμων της κοινότητας: Μανίσα γιολού= ο φαρδύς δρόμος που οδηγούσε στην πόλη της Μαγνησίας… Από εκεί τραβούσαν τα παϊτόνα. Κότζα γιολ= ο μεγάλος δρόμος που πήγαινε για τον Αϊ Γιώργη… Τσαϊρ γιολού= ο δρόμος που οδηγούσε στο ξεροπόταμο… Χορόσκιοϊ γιολ= ο δρόμος που οδηγούσε στην κοινότητα του Χορόσκιοοϊ. Κιλίζ νταγ γιολ= δρόμος προς το βουνό… Κιλισέ Σοκάκ = ο δρόμος της εκκλησιάς. Και κάτι το εξαιρετικά σημαντικό: οι κεντρικοί δρόμοι της κοινότητας είχανε φωτισμό. Σε κάθε ντουρμπέκι πάνω σ’ένα κοντάρι τοποθετούσαν ένα φανάρι το οποίο λειτουργούσε με την καύση πετρελαίου και το σχετικό φυτίλι… Καθημερινά με τη δύση του ηλίου ο εντεταλμένος υπάλληλος της κοινότητας τ’ άναβε με ένα κοντάρι ενώ την αυγή τα έσβηνε και με μια μικρή φορητή σκαλίτσα τα προετοίμαζε για τη χρήση της ημέρας. Τέλος, να το αναφέρουμε και αυτό, ο κεντρικός άξονας ήταν επιστρωμένος με τη μέθοδο και τα αντίστοιχα υλικά, με καλντερίμι… δηλαδή ήτανε στρωμένος με πέτρα, ντουσεμέ.
Παρατήρηση
151
Μαρτυρία Κλοκοτρώνη Αναστασίου, ό.π., «Υπήρχανε δυο κεντρικοί δρόμοι. Ο πρώτος, ο εμπορικός, στον οποίο βρισκότανε όλα τα μαγαζιά αλλά και οι υπηρεσίες του κράτους και της κοινότητας… Ο δεύτερος, λίγο στενότερος, ο αγροτικός που οδηγούσε για τα χωράφια…και το γκεμί. Όλοι οι άλλοι ήτανε μικρότεροι». 152 Σοφία Λουκά, ό.π., σ. 39, «Το χωρίον είχεν ωραίαν ρυμοτομίαν με δενδροστοιχίας και διώροφα σπίτια…». 153 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π.
58
Ο Μανίσα γιολού -φαρδύς δρόμος ήταν αυτοκρατορικός δρόμος, περιποιημένος και με ρείθρα δεξιά αριστερά, η συντήρηση του οποίου δεν επιβάρυνε το κοινοτικό ταμείο… Οι υπόλοιποι σχεδόν στο σύνολό τους επιβάρυναν τους κατοίκους με τον καθένα να πληρώνει ανάλογα με τη φοροδοτική του ικανότητα, καθώς και την επιβάρυνση που υφίσταντο οι χρησιμοποιούμενοι δρόμοι από τις εργασίες … Της σχετικής επιδότησης εξαιρούταν οι: -κληρικοί όλων των θρησκευμάτων. -οι δημόσιοι υπάλληλοι. -οι κρατικοί αξιωματούχοι. Επίσης οι πένητες και γενικά οι ευρισκόμενοι σε οικονομική αδυναμία αντί του σχετικού αντιτίμου προσέφεραν προσωπική εργασία είτε στα έργα οδοποιίας είτε αλλού.
59
Μαχαλάδες… Βεβαίως και αυτό πρέπει να το τονίσουμε, στην κοινότητα, όπως φυσικά και σε κάθε άλλη, παρατηρείται ο γνωστός χωρισμός σε διαφόρους μαχαλάδες… Γεγονός που στο αρχικό τουλάχιστον στάδιο ολοκληρωνόταν στη βάση των συγγενικών σχέσεων. Ολόκληρα σόγια μένοντας στην ίδια γειτονιά πολλαπλασιαζόμενα έδιδαν στην περιοχή – μαχαλά την ονομασία του επιθέτου τους… π.χ. μαχαλάς Νιγδέλογλου, μαχαλάς Τογιάν… Φυσικά στο διάβα του χρόνου επεκράτησαν πολλαπλά κριτήρια ή και σκοπιμότητες συνδεόμενες με την αποκλειστικότητα της περιοχής, τα όρια τους, τις αναπτυσσόμενες δυναμικές, τις διάφορες παραγωγές… Στην κοινότητα υπήρχαν στις αρχές του 20ου αιώνα σύμφωνα πάντοτε με τη βιβλιογραφία και τις μαρτυρίες οι παρακάτω μαχαλάδες: ο τσαϊ κουγικί-coyici, που στα τουρκικά σημαίνει «περνά το τσάϊ- ποτάμι»… Βρισκότανε δίπλα στην εκκλησιά του Αϊ Νικόλα. ο Γενή Μελέ, δηλαδή ο καινούργιος μαχαλάς στα ανατολικά της κοινότητας. ο Καπουσίζ μελέ, δηλαδή ο μαχαλάς δίχως πόρτες. Πρόκειται περί ενός παράξενου προσωνυμίου το οποίο οφείλεται, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, στις συνέπειες της δράσης των βοδιών. Φαίνεται πως στον μαχαλά υπήρχαν πολλοί ιδιοκτήτες μεταφορικών κάρων στα οποία έζευαν βόδια που λόγω κακών χειρισμών θα πρέπει να έκαναν αρκετές ζημιές στις αυλόπορτες. Εξαιτίας λοιπόν αυτών των γεγονότων απέκτησε ο μαχαλάς το παραπάνω προσωνύμιο.154 ο Τσινάρ άλτι-cinaralti, δηλαδή του πλατανιού ο μαχαλάς…. ο Κοϊζά μεχανές -koca mehane, δηλαδή ο μαχαλάς του μεγάλου καπηλειού… ο Γενή Γκαϊβελέρ- yeni kaveler, δηλαδή μαχαλάς του νέου καφενέ… ο Κιλισέ μαχαλάς, ο κεντρικός μαχαλάς που περιελάμβανε την περιοχή του Αγίου Νικολάου… ο Πέρα μαχαλάς, δηλαδή αυτός που βρισκότανε στους πρόποδες του Σίπυλου… Επιπλέον και όπως συνέβαινε σε όλες σχεδόν τις κοινότητες, η εκκλησία βρίσκονταν στο κέντρο του χωριού και δίπλα της επεκτείνονταν τα μαγαζιά, οι διοικητικές υπηρεσίες, το σχολείο, το καρακόλι, και μια σειρά καταστημάτων.
154
Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π., «…Επειδή κάναν τις μεταφορές τους με κάρα που τα έσερναν βόδια δεν στέκαν πόρτες… Γιατί το βόδι δε κουμαντάρεται. Άμα πάρει μια γωνιά, καλώς παρμένη…».
60
Τοποθεσίες… τοπωνύμια Δυστυχώς δεν σώζονται πολλές ονομασίες εκτός από αυτές που καταγράφονται στο βιβλίο των Μαραβελάκη-Βακαλόπουλου και που είχαν κυρίως σχέση με τα υπάρχοντα βοσκοτόπια, και αυτές που αναφέρονται στα μουχαμπέτια και τις μνήμες των προσφύγων. Έτσι εκτός των προαναφερομένων Κιλισέ μαχαλά και Πέρα μαχαλά στην κοινότητα είχαμε και : το Γκιουλ Νταγ, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει όμορφο βουνό ή βουνό των ρόδων… το Κοέϊτ… τον Προφήτη Ηλία… τη περιοχή της Ταχτά κιοπρού, ξύλινης γέφυρας. Επρόκειτο, σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, περί μιας ξύλινης και καλώς συντηρούμενης γέφυρας που οδηγούσε στα μεγάλα λιβάδια… Βεβαίως υπάρχει και η άλλη άποψη κατά την οποία «…επρόκειτο περί μιας ξύλινης κατασκευής, το γκεμί (κάτι σαν ξύλινη βάρκα) η οποία χρησιμοποιούνταν σαν πέρασμα που οδηγούσε τους κατοίκους της κοινότητος στα δικά τους χωράφια. Αυτή η ξύλινη κατασκευή ήταν ιδιοκτησία του Γκιουλόγλου Δημητρίου ο οποίος χρησιμοποιούσε δυο ημιόνους, σχοινιά και ανάλογα στηρίγματα, για να σύρουν την κατασκευή με τα προϊόντα και τους ανθρώπους ένθεν και κακείθεν της όχθης του Έρμου ποταμού».155 Σε μικρή απόσταση από το χωριό και επί του Σιπύλου όρους «…ευρίσκετο ο μεγαλοπρεπής καταρράκτης με την ασύγκριτον φαντασμαγορίαν των υδατοπτώσεων και εν συνεχεία ο γραφικός χείμαρρος με τις πλατανόφυτες πλαγιές του όπου ωργίαζεν η φύσις, όπου εκατοντάδες αηδονιών εκελεαϊδούσαν και ο επισκέπτης κατελαμβάνετο από μαγείαν…»156 ο ανθόκηπος του Σέχη, επί του Σιπύλου όρους… Επρόκειτο περί ενός τεράστιου κτήματος γεμάτου δένδρα, κήπους με οπωροκηπευτικά αλλά και λουλούδια, παγκάκια, βρύσες και ρυάκια, διασκευασμένου και διαμορφωμένου σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα σε κοινή χρήση… το Γκιρλάρ- kirlar ή ασπρόμαυρα. Περιοχή που απείχε περίπου μισή ώρα από το χωριό με κτήματα στα οποία καλλιεργούσαν αμπέλια, σύκα, αμύγδαλα, ελιές, καπνά… και τα τσιγγελάτα ή τσιγγελτζίκ δηλαδή αυγουστιάτικα αχλάδια.157 το Μπικλέρ. Περιοχή κοντά στον ποταμό Γκεντίζ με τα περισσότερα και ευφορώτερα κτήματα της κοινότητας στα οποία καλλιεργούσαν σιτάρια, καλαμπόκια, μπαμπάκια, σουσάμια, σκούπες, και 155
Μαρτυρία Σαρρή Ευάγγελου ό.π. Σοφία Λουκά, ό.π. σελ. 42 157 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π., «Είχε χωράφια που καλλιεργούσαν όσπρια: ρεβίθια, φακές, κουκιά… Λέγαμε “πάω στο Γκιρλάρ”, “έσπειρα στοΓκιρλάρ”.. Εκεί είχε και πάρα πολλούς σκορπιούς που άμα σε κεντούσαν τόσος ήταν ο πόνος που κυλιόμασταν κάτω και βογκούσαμε… Το Γκιρλάρ δεν είχε νερά σαν το Μπικλέρ… ήτανε τα χώματα χέρσα, σκληρά, αλλά έβγαζε καπνά καλά». 156
61
158
μποστάνια. Ο λόγος απλός. Η ύπαρξη πολλών υδάτων τόσο από τον ποταμό Γκεντίζ όσο και υπογείων. Σύμφωνα με τους πληροφορητές «κάθε χωράφι είχε και ένα μάτι- πηγάδι από το οποίο αντλούσαν άφθονες ποσότητες ύδατος… Λέγαμε “έσπειρα στο Μπικλέρ ” “μπαμπάκια από το Μπικλέρ.” Ιδιαίτερα στην τελευταία παραγωγή δούλευαν και οι γυναίκες που μετά το μάζεμα το κάνανε μπάλες και το στέλνανε στα εκκοκκιστήρια της Μαγνησίας».158 το Τσαϊρ Γιολού… Περιοχή προς τη μεριά του Αγίου Γεωργίου με κτήματα στα οποία καλλιεργούσαν κυρίως καπνό και αμπέλια. Το πότισμα γινόταν με ιδιόμορφα χαντάκια που άνοιγαν οι καλλιεργητές για τη μεταφορά των νερών από το ποταμι…
Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π.
62
Σχολικά… «Εις το Μουραδιέ (Χαμιντέ) ελειτούργει πλήρες εξατάξιον δημοτικόν σχολείον και διτάξιον νηπιαγωγείον. Ιδιαιτέρως ελειτούργησεν επί χρονικόν τι διάστημα και εβδόμη τάξις…»159 Ξεκινάμε με ορισμένες βασικές παρατηρήσεις. Α- Η παιδεία και τα αποτελέσματά της στις μη μουσουλμανικές κοινότητες είναι προνομία της κάθε φυλής. Γεγονός που επιτεύχθηκε με τα μεταρρυθμιστικά διατάγματα160 τα οποία επέτρεπαν στα Μιλλέτ να ιδρύουν δημόσια σχολεία. Που απλά σήμαινε πως το κάθε γένος της οθωμανικής αυτοκρατορίας τηρώντας τα γενικά πλαίσια του κράτους, εφάρμοζε τη δική του εκπαιδευτική πολιτική ελεύθερα. Αν και κατά καιρούς βεβαίως παρατηρήθηκαν επεμβάσεις και λογοκρισίες σε διάφορα θέμα, πάντα φυσικά σε σχέση με την παιδεία από την πλευρά της Πύλης.161 Β- Το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε συνεργασία162 με τις κατά τόπους κοινότητες και αντίστοιχές τους οργανώσεις- συλλόγους της Κωνσταντινούπολης εφάρμοζε ένα γενικό πλάνο- πλαίσιο εκπαιδευτικής πολιτικής.163 Με ό,τι αυτό σημαίνει από κάθε άποψη. Δηλαδή διάρθρωση των σπουδών με ή σε κατεύθυνση με σαφείς θρησκευτικούς θεσμούς, εποπτεία, χρηματοδότηση κλπ. Ήδη και είναι γνωστό αυτό, στις Μητροπόλεις υπήρχε το οικείο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο που είχε τη γενική εποπτεία επί των σχολείων με πολλές και σημαντικές μάλιστα αρμοδιότητες. Ταυτόχρονα και στην κάθε κοινότητα το εκκλησιαστικό συμβούλιο της εκκλησίας, σε συνεργασία με την Μητρόπολη, ήλεγχε και κατεύθυνε εν πολλοίς τα σχολεία. Βεβαίως τούτη η συνύπαρξη ξέχωρα από τα όποια θετικά για το γένος αποτελέσματα είχε δημιουργήσει κατά καιρούς και επώδυνες καταστάσεις κυρίως στις μακρινές περιφέρειες, συγκρούσεις με νεωτεριστές εκπαιδευτικούς, τις νέες αντιλήψεις, τους τρόπους συμπεριφοράς. Γ- Η υπό εξέταση κοινότητα είναι ευπορούσα, αμιγώς ελληνική και ορθόδοξη, ευρισκόμενη δίπλα στα μεγάλα κέντρα των οικονομικών και πολιτικών αποφάσεων, στα νέα πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς και ενός καινούργιου τρόπου ζωής, χωρίς τις όποιες επιρροές από το μουσουλμανικό στοιχείο που ήθελε για παράδειγμα την κόρη στο σπίτι για δουλειές, τα
159
Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος, ό.π. σ. 115. Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία περί δικαίου το ανάγνωσμα, Θεσσαλονίκη, Εκπαιδευτικό και Πολιτιστικό Ίδρυμα της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως, σ. 14 «Το διάταγμα του Χάτιι Σερίφ του Γκιουλχανέ που δημοσιεύθηκε το 1839 επί βασιλείας Αμπντούλ Μεσίντ και Χάττι Χουμαγιούμ του 1856…». 161 Σία Αναγνωστοπούλου ό.π. σ. 291 162 Σημαντικότατη είναι η συμβολή του «Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου» που δημιουργήθηκε στην Πόλη με τη συμβολή του Πατριαρχείου και φωτισμένους λόγιους της εποχής. Οι οποίοι μελέτησαν τα κενά, τις παραλείψεις, τα τρωτά της εκπαίδευσης- γνώσεων των ελληνοπαίδων σε όλη την οθωμανική επικράτεια και σχεδίασαν το πρώτο γενικό εκπαιδευτικό πλάνο… 163 Σούλα Μπόζη, Ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης, Κοινότητα Σταυροδρομίου -Περάν, Αθήνα, λληνικά Γράμματα 2002, σ. 94, «Πατριαρχική Κεντρική Επιτροπή που συγκροτήθηκε το 1836…». 160
63
γράμματα περίπου περιττά κλπ…Δηλαδή με μια κυρίαρχη κοσμοθεωρία ελαστικότερης κατά πολύ της αυστηρής οθωμανικής απέναντι στη γυναίκα. Αλλά βεβαίως επηρεασμένης και από τον τρόπο της ζωής τους, τις τοπικές συνήθειες και παραδόσεις αλλά και του είδους των ασχολιών. Δηλαδή καθαρά ή και σχεδόν αποκλειστικά γεωργικών που ήθελαν και εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να ζητούν πολλά εργατικά χέρια. Τα οποία ήταν δυναμικά, σίγουρα, και χωρίς πολλές απαιτήσεις. Δ- Η γλώσσα, για παράδειγμα, είναι ένας από τους καθοριστικότερους παράγοντες γα την ανάπτυξη της παιδείας παντού. Του πλούτου των αποτελεσμάτων της ή και της οποιασδήποτε πενίας. Συνεπώς στην υπό εξέταση κοινότητα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως οι κάτοικοί της ήταν στο σύνολο τουρκόφωνοι με τοπικά γλωσσικά ιδιώματα. Τα οποία εν πολλοίς θα πρέπει να εμπόδιζαν την περαιτέρω ανάπτυξη και ροπή προς ανώτερες σπουδές… Με τους δασκάλους να καταβάλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες να μπαλώσουν τα υπάρχοντα κενά, να πετύχουν την περαιτέρω μόρφωση των παιδιών κόντρα με το οικογενειακό τους περιβάλλον το οποίο, ναι μεν επιθυμούσε την πρόοδο τους, πλην όμως αδυνατούσε λόγω της γλώσσας. Ενδεικτικά ο πιτσιρικάς της πρώτης τάξης αντιμετώπιζε τα εξής γλωσσικά προβλήματα. Στο σχολείο μάθαινε πως το σκυλί το λένε κύων… Ο τουρκόφωνος παππούς του, αλλά και ο περίγυρος, το έλεγε κιοπέκ… Ο πατέρας του πάλι το έλεγε σκύλο… Επίσης… Στο σχολείο μάθαινε πως το κουδούνι το λένε κώδων… Η τουρκόφωνη γιαγιά του το’ λεγε τσιαν… Η μητέρα του πάλι κουδούνι… Αξίζει, στο σημείο αυτό, μια μικρή αναφορά σε μια σημαντικότατη μορφή του πνεύματος που υπηρέτησε ως δάσκαλος στην προαναφερομένη κοινότητα. Ο λόγος για τον Ιωάννη Συκουτρή, απόφοιτο της Ευαγγελικής Σχολής, φιλόλογο, συγγραφέα… που υπηρέτησε ως δάσκαλος στην κοινότητα. Μια φωτισμένη προσωπικότητα που δημιούργησε ένα σύλλογο νέων ορκισμένων να μιλούν μόνο ελληνικά μεταξύ τους, αλλά και ταυτόχρονα με κάθε τρόπο να προωθούν την προγονική γλώσσα παντού.164 Προσπάθησε βέβαια, σκοπός ζωής, αλλά δυστυχώς με ελάχιστα αποτελέσματα διότι, «… ναι μεν στο σχολείο μαθαίναμε ελληνικά, διαβάζαμε, μας συμβούλευαν να τα μιλάμε στο σπίτι και σε όλους, αλλά… αλλά δεν βαριέσαι. Σαν περνούσαμε και πάλι την πόρτα του σχολείου αρχινάγαμε τα τουρκικά… μας ήτανε πιο βολικά».165 Ο τύπος του σχολείου της κοινότητος Χαμιδιέ είναι το πλήρες Δημοτικό Σχολείο166 κάτι που παρατηρείται σε όλη σχεδόν την επικράτεια και σε όλες 164
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π. Μαρτυρία, ό.π. 166 Ό.π., «…Το δημοτικό ήταν διώροφο… Στο ισόγειο ήταν το Παρθεναγωγείο και στο επάνω πάτωμα το αρρεναγωγείο…». 165
64
τις ελληνικές τουρκόφωνες μα και ελληνόφωνες κοινότητες. Το οποίο βεβαίως ονομάζεται και αστικό,167 και στο οποίο προσετέθη για κάποιο χρονικό διάστημα μια επί πλέον τάξη, η εβδόμη168… Να προσθέσουμε ακόμα πως σύμφωνα με τους Μαραβελάκη- Βακαλόπουλο το σχολείο είχε περίπου 200 μαθητές και μαθήτριες και πως υπηρετούσαν εκεί τρεις δάσκαλοι και τέσσερις δασκάλες,169ενώ είχε γίνει και πρόβλεψη για τα πιτσιρίκια της κοινότητος με τη δημιουργία διτάξιου νηπιαγωγείου.170 Επίσης πως η διοίκηση, το πρόγραμμα, οι εξετάσεις κλπ ήταν σε άμεση εξάρτηση με τους γενικούς κανονισμούς που εξέδιδε κατά καιρούς το Κεντρικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της Κωνσταντινούπολης, όπως για παράδειγμα τον τελευταίο του 1911. Έτσι λοιπόν η διοίκηση του σχολείου βρισκότανε στα χέρια της αντίστοιχης Σχολικής Εφορείας,171 η οποία σε συνεργασία με τη δημογεροντία172 και το εκκλησιαστικό συμβούλιο της κοινότητος φρόντιζε και κάλυπτε τις όποιες ανάγκες προέκυπταν. Έτσι μεταξύ των πολλαπλών καθηκόντων τους ήσαν και τα παρακάτω: η εύρεση των απαραιτήτων κονδυλίων. Τόσο των δαπανών συντήρησης όσο και αυτών της λειτουργίας των εκπαιδευτηρίων. Έργο πραγματικά δύσκολο μιας και το σύνολο των εσόδων ήταν προσφορές αγάπης του κόσμου προς το σχολείο. Με τρόπους μάλιστα ποικίλους. Με λαχειοφόρους αγορές κατά τις εορτές των Αγίων Νικολάου και Γεωργίου, τις έκτακτες δωρεές από τους έχοντες και κατέχοντες, τις προσφορές των συντεχνιών, την γενναία επιχορήγηση του εκκλησιαστικού συμβουλίου, αλλά κυρίως από τους «φόρους επί των δοχείων». Πραγματικά ένας πρωτόγνωρος μα και συνάμα αποδοτικός τρόπος είσπραξης χρημάτων προερχόμενος «…εκ της παρακρατήσεως ορισμένου χρηματικού ποσού κατά δοχείον και ποσότητα των εν τοις καταστήμασιν των καταναλισκωμένων εμπορευμάτων».173 Δηλαδή γινότανε η παρακράτη από τους επιτηδευματίες ενός μικρού ποσού, από τις αγοραπωλησίες των προϊόντων κυρίως καπνού, σταφίδας, το οποίο προοριζότανε για την κάλυψη των όποιων αναγκών της σχολικής εφορείας. 167
Κων/νου Νίγδελη, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως Σταυρουπόλεως, 2007, σ. 145, «Αστική Σχολή, δηλαδή το δημοτικό σχολείο με τουλάχιστον τέσσερις τάξεις αρχικά και επτά τάξεις αργότερα (πλήρους αστικής σχολής)». 168 Στην βιβλιογραφία ελλείπουν παντελώς οι λοιπές πληροφορίες αλλά και τα λοιπά στοιχεία για την κοινότητα της Χαμιντιέ. Να θεωρήσουμε λοιπόν πως επρόκειτο περί του ημιγυμνασίου μιας και η αστική σχολή αρχικά είχε τέσσερις τάξεις και το ημιγυμνάσιο τρεις… 169 Μαραβελάκης-Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 115 170 Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου, ό.π., «Το νηπιαγωγείο ήταν χωριστά σε άλλο κτίριο…». 171 Κων/νου Νίγδελη, ό.π., σ. 91, «Το αξίωμα του μέλους της σχολικής εφορείας ήταν άμισθο αλλά τα μάλα τιμητικό. Μέλη του τοποθετούνταν πάντοτε εγγράμματοι και ευυπόληπτοι πολίτες μόνιμοι κάτοικοι της κοινότητος, ηλικίας άνω των 30 ετών, έγγαμοι και επαγγελματίες με την απαραίτητη επικύρωση της εκλογής τους και από τον μητροπολίτη». 172 Σχεδόν πάντοτε τα μέλη του πρώτου συμβουλίου ήταν και μέλη του δευτέρου. 173 «Μικρασιατικά Χρονικά», ό.π. σ.. 442.
65
ο εξοπλισμός του σχολείου με τα απαραίτητα εκπαιδευτικά όργανα, αλλά και η προμήθεια των μαθητών με βιβλία τα οποία φυσικά δίδονταν σε συμβολικές τιμές.174 η συμμετοχή στην πρόσληψη του απαραίτητου εκπαιδευτικού προσωπικού και η φροντίδα για τη συνεχή και απρόσκοπτη μισθοδοσία των. Ειδικά το τελευταίο γινότανε σε συνεργασία με τη δημογεροντία του χωριού, με το μεγαλύτερο τμήμα της μισθοδοσίας να καλύπτεται από το κοινοτικό ταμείο. η παροχή βοήθειας προς την εκπαιδευτική κοινότητα για τις εξετάσεις παντός τύπου, οι οποίες γίνονταν δυο φορές το χρόνο. Η πρώτη παραμονές των Χριστουγέννων αρχικά και μετά τον Γενάρη και μέχρι την εορτή των Τριών Ιεραρχών και η δεύτερη λίγο μετά το Πάσχα.175 η ενεργή συμμετοχή τους στις εγγραφές που άρχιζαν μετά τον δεκαπενταύγουστο και διαρκούσαν μέχρι τέλους του Σεπτέμβρη.
Στο σημείο αυτό να τονίσουμε κάτι που παρατηρήθηκε σε πολλές περιοχές. Η επικάλυψη των αρμοδιοτήτων ή αν θέλετε η επιθυμία επιβολής από πλευράς των αρχών των αντιλήψεών τους, έφερε σε συγκρούσεις, πολλές φορές, το εκπαιδευτικό προσωπικό με τα μέλη της σχολικής εφορείας. Που όντας εκλεγμένοι, με τη βούλα του οικείου μητροπολίτη, αλλά και σημαντική οικονομική επιφάνεια και κοινωνική καταξίωση, απαιτούσαν την επικράτηση της δικής τους γνώμης…Με ό,τι αυτό σήμαινε σε κάθε περίπτωση176… Κόντρα με φωτισμένους νεωτεριστές εκπαιδευτικούς που ήθελαν μια διαφορετικού τύπου εκπαίδευση απαλλαγμένη από εξαρτήσεις….αλλά και με αμοιβές πενιχρότατες και δη εξαρτούμενες από τις κατά τόπους αρχές. Τώρα, ειδικά για τα διδασκόμενα μαθήματα, μπορούμε να πούμε πως ήταν όλα αυτά τα οποία διδάσκονταν σε όλα τα αστικά σχολεία του μιλλέτ των ρωμιών σε όλη την επικράτεια, με απειροελάχιστες κατά τόπους αποκλείσεις- ιδιαιτερότητες. Φυσικά με την μέθοδο του ψιττακισμού και τις ώρες διδασκαλίας να ξεκινούν από 24 την εβδομάδα για την πρώτη τάξη, να φτάνουν τις 30 στην τρίτη, τις 33 στην τετάρτη και 36 στις υπόλοιπες…177 Στο σημείο αυτό οφείλουμε να τονίσουμε τις σπουδαιότατες μελέτεςεργασίες- προγραμματισμό που έγινε τόσο επί αρχιεροσύνης του Αγίου Εφέσου Αγαθαγγέλου Μάγνητος, όσο και επί θητείας του Αγίου Παϊσίου. 174
Κ. Νίγδελη- Σ Κοιμίσογλου, «Η Μαλακοπή της Καππαδοκίας», Θεσσαλονίκη, Κέντρο Ιστορίας Δήμου Συκεών, 2005, σ.. 93 175
Καρατζά Ελένη, Καππαδοκία, ο τελευταίος ελληνισμός της περιφερείας Ακσεράι Γκέλβερι (Καρβάλης) Αθήνα, εκδ. Γνώση 1985, σ. 294, « Ο Γενικός κανονισμός εκπαιδευτηρίων του 1911 προέβλεπε τις μεν πρώτες στις 20/12 και τις δεύτερες στις 10/7». 176
Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 115 «Η σχολική εφορεία εφρόντιζε δια την καλήν λειτουργίαν των σχολείων και συχνά παρακολούθει τους διδάσκοντας εις το έργον των». 177 Ελ. Καρατζά, ό.π., σ. 237
66
Επί του πρώτου συντάχθηκε «Έκθεσις της Εκπαιδευτικής καταστάσεως της επαρχίας Εφέσου εν έτει 1887-1888» η οποία περιλάμβανε λεπτομέρειες δια τα σχολεία της επαρχίας του, μεταξύ των οποίων και την κοινότητα της Χαμιντιέ, αλλά πρότεινε και την διεύρυνση τους σε διάφορους τομείς. Επί του δευτέρου συντάχθηκε «ο Κανονισμός δια τα εν τη παρά Σιπύλω της Λυδίας Μαγνησίας δημοσίων εκπαιδευτηρίων …»178 Ο κανονισμός λοιπόν αυτός που πρωτοδημοσιεύθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου του έτους 1860 περιλάμβανε πολλά κεφάλαια με τα οποία διεξοδικά ανέλυε αλλά και κατηύθυνε τα εκπαιδευτικά δρώμενα της περιοχής. Έτσι, μεταξύ των άλλων, βλέπουμε πως στην περιοχή της επαρχίας της Μαγνησίας υπάρχει η χρηματοδότησή τους από την μητρόπολη179και τις κατά τόπους εκκλησιαστικές αρχές, χωρίζονται σε Νηπιαγωγείο, Αλληλοδιδακτικό, Κορασιακόν (παρθεναγωγείο), Ελληνικόν, κλπ. Ειδικότερα το κεφάλαιο Γ αναφέρεται «περί των διδασκομένων μαθημάτων». Έτσι του Ελληνικού, «…περαιούμενα εις το τέλος της πενταετίας: -Ελληνικά: κατ’ εκλογήν εκ των τόμων της Χρηστομαθείας, Πλάτων, δημηγορίαι Θουκυδίδου και Ηρόδοτος, Όμηρος, Κατ’ εκλογήν των λυρικών και τραγικών ποιητών μετά της ποιήσεως, Γραμματική μετά ετυμολογικού, εφαρμογή συντάξεως και συντακτικόν Ασωπίου… -Μαθηματικά: Αριθμητική Γεράκη και θεωρία Βάφα, Άλγεβρα, Γεωμετρία Λεγένδρου, Μαθηματική γεωμετρία και φυσικής πειραματικής θεωρία. -Ιστορικά: Ελληνική Ιστορία, η των αρχαίων Εθνών, η του μεσαίωνος και η Ρωμαϊκή. -Γεωγραφία: Των αρχαίων πολιτειών και των νεωτέρων, σχεδίασμα χαρτών μετά διαφόρων χρωμάτων. -Θεματογραφία: Ιερά Ιστορία, κατήχησις Δαβάρεως και Πλάτωνος, ερμηνεία του Ιερού Ευαγγελίου κατά Κυριακήν, εκ δε της Φιλοσοφίας η ανθρωπολογία και η ψυχολογία.». Βεβαίως στα υπόλοιπα κεφάλαια γίνεται πρόβλεψη για όλα σχεδόν τα απασχολούντα την εκπαίδευση ζητήματα όπως: «Κεφάλαιο Δ. Περί των εν χρήσει βιβλίων. Κεφάλαιον ΣΤ. Χρέη μαθητών εν γένει. (εγγραφών, βιβλίων κλπ με σημαντικότατες προβλέψεις για τους άπορους μαθητές της κοινότητος). Κεφάλαιον Ζ Περί διδασκαλικών καθηκόντων. Κεφάλαιον Η. Περί βραβείων και ποινών. Κεφάλαιον Θ. Περί Εφορείας και καθηκόντων αυτής. Κεφάλαιον Ι. Περί εξετάσεων προβιβασμών και διακοπών. Κεφάλαιον ΙΑ. Γενικαί διατάξεις». 178 179
Συντάχθηκε υπό του σχολάρχου Μαγνησίας Γ.Μ. Ραζή το έτος 1860. Κεφάλαιο Α «…συντηρούμενα δαπάνη του ιερού ναού…».
67
Τέλος στο σημείο αυτό να παραθέσουμε και μια άλλη ανεπιβεβαίωτη, πληροφορία για τα εκπαιδευτικά δρώμενα στην κοινότητα της Χαμιντιέ. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή δεν είχε ένα σχολείο αλλά « οι κάτοικοι του Μουραντιέ ανερχόμενοι εις πέντε περίπου χιλιάδας διετήρουν δυο εξατάξια σχολεία αρρένων και θηλέων…».180 Να σημειώσουμε, επίσης, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, την ύπαρξη του τσοτζούκ νιζαμί, δηλαδή παιδονόμου. Του υπαλλήλου εκείνου που ήταν υπεύθυνος και υπόλογος απέναντι στη σχολική εφορεία δια την καλή, σύννομη και ευπρεπή διαγωγή των μικρών μαθητών. Η πρόσληψή του, πάντοτε σε ετήσια βάση, γινότανε από την κοινότητα, η δε αμοιβή του ήταν ανάλογη με τους πόρους της… Μνήμης γεγονότων χάριν καταθέτουμε τη χαρακτηριστική μαρτυρία του Καλόπουλου Σόλωνα181 για τα σχολικά δρώμενα του χωριού διατηρώντας το δικό της ύφος. Μια μαρτυρία που έχει τη δική της αξίας διότι ο εν λόγω πληροφορητής υπήρξε μαθητής του σχολείου. «…Είχαμε πολύ καλό σχολείο στο Χαμιδιέ (Μουραδιέ), χωριστό για τα αγόρια και χωριστό για τα κορίτσια, και για τα μικρά παιδιά Νηπιαγωγείο. Τα παιδιά σπούδαζαν ως την έκτη τάξη. Όσα είχαν τον τρόπο τους σπούδαζαν, όσα δεν είχαν τα ’βαζαν στις δουλειές… να πάνε φαί στα χωράφια, να βοσκήσουν. Όλα τα σχολεία στέκαν μέσα στον αυλόγυρο της εκκλησιάς του Αγίου Νικολάου. Το Αρρεναγωγείο και το Παρθεναγωγείο στεγάζονταν σ’ ένα δίπατο χτίριο, πάνω τα αγόρια και κάτω τα κορίτσια. Δάσκαλοι μάς έρχονταν από τη Σμύρνη, τη Μαγνησία, τα Βουρλά. Χαρτικά αγοράζαμε από τα μπακάλικά μας. Τα βιβλία μάς τα πουλούσε το ταμείο της κοινότητας. Το δάσκαλο και τον παπά τον πλήρωνε το χωριό. Για να ζεσταθούμε το χειμώνα καίγαμε ξύλα στα τζάκια, τα πηγαίναμε εμείς τα παιδιά. Διάλειμμα κάναμε μέσα στον αυλόγυρο της εκκλησιάς, καμιά φορά βγαίναμε και στον δρόμο. Κάναμε γιορτές, εκδρομές, λέγαμε ποιήματα, τραγουδούσαμε, το ίδιο και στο τέλος της χρονιάς, στις εξετάσεις, έρχονταν οι γονείς και οι συγγενείς. Τότε μαθαίναμε γερά γράμματα, όσοι μπορούσαμε να πάμε. Μας τιμωρούσε ο δάσκαλος σαν μιλούσαμε τουρκικά, μα εμείς όλο και ξεχνούσαμε γιατί τα τούρκικα τα ’χαμε μάθει και μας βόλευαν. Και τα μικρά, τα νήπια, αυτά πάντα γέμιζαν την τάξη τους γιατί δεν κάναν για καμία δουλειά, προσπαθούσε ο δάσκαλος να τα ξεμάθει να μιλούν τα τουρκικά, έτσι που να μπορέσουν να καταλάβουν μαθήματα στα ελληνικά». Παρατήρηση Για τις προαναφερόμενες σχολικές δραστηριότητες υπάρχουν μια σειρά μαρτυρίες από τους ανθρώπους που έμαθαν τα πρώτα τους γράμματα εκεί και τότε… με όλες να καταλήγουν σε ορισμένα κοινά συμπεράσματα:
180
Σοφία Λουκά, ό.π. σ. 45, βλ και Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, ό.π., «…Στην αυλή του Αϊ Νικόλα ήταν και το κοριτσίστικο σχολείο. Ο αυλόγυρος έκλεινε με τέσσερις σιδερένιες πόρτες που άνοιγαν το πρωί». 181 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π.
68
υπήρχε μια συνεχής αφαίμαξη του μαθητικού δυναμικού, κυρίως των οικονομικά ασθενέστερων οικογενειών, παρόλες τις προσπάθειες των δασκάλων για συνέχιση των σπουδών… η μητρόπολη της Εφέσου έχει ένα γενικό πλάνο σε αγαστή συνεργασία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Φιλολογικό Σύνδεσμο… σε θέματα εκπαίδευσης, προγραμμάτων, βοήθειας στις σχολικές μονάδες… στις αρχές του 20ου αιώνα γίνεται μια εργώδης προσπάθεια, κυρίως από τους δασκάλους, να μάθουν τα παιδιά τα ελληνικά, αλλά κυρίως να τα χρησιμοποιούν και εκτός σχολείου… Με μια δυναμική η οποία μεταξύ των άλλων περιελάμβανε την εκμάθηση πατριωτικών ασμάτων… τα οποία οι μικροί πιτσιρικάδες τραγουδούσαν δημόσια υπό τα χειροκροτήματα μάλιστα της τουρκικής κοινότητας, η οποία εννοείται δεν αντιλαμβανότανε το νόημά τους…182 το σχολικό έτος έκλεινε πάντοτε με γυμναστικές επιδείξεις οι οποίες γίνονταν με την παρουσία αρχών, κλήρου και λαού…
182
Μαρτυρία Χρήστου Καλαϊτζόπουλου, ό.π., «Με το σχολείο κάναμε εκδρομές και πηγαίναμε στα τούρκικα χωριά, μια ώρα μακριά από το Χαμιντιέ. Πηγαίναμε και στρατοπεδεύαμε στις πλατείες τους ή σ’ άλλους ελεύθερους χώρους. Δεν μας πείραζαν καθόλου. Τουναντίον εμάς τα παιδιά μας χάϊδευαν και όταν τραγουδούσαμε μας χειροκροτούσαν. Τραγουδούσαμε πατριωτικά άσματα όπως: πολύ γερόν και κοπτερόν σπαθί μου, εσείς τον Τούρκον σφάξατε…» και «κάμνοντας γυμναστικές επιδείξεις λέγαμε το πολεμικό τραγούδι: εμπρός κροτεί το τύμπανον…».
69
Διοικητικά183 «Την κοινότητα διηύθυνεν εξαμελής δημογεροντία, αποτελούμενη εκ του προέδρου, ο οποίος ονομάζετο τσορμπατζής, του ταμίου και των τεσσάρων συμβούλων, έκαστος των οποίων διεφύλασσε το ¼ της σφραγίδος…».184 -Αρχικά, λοιπόν, να εξηγήσουμε το προσωνύμιο του προέδρου της δημογεροντίας. Σύμφωνα λοιπόν με τον ερευνητή Σταματιάδη Ιωάννη,185 «…οι εκάστοτε προύχοντες του χωριού, του κάθε χωριού της επικράτειας, ήταν αυτοί που βρίσκονταν σε κάθε “ζήτηση” από μέρους των οθωμανικών αρχών… Που για την φιλοξενία τους προσέφεραν το τσορμπά μπουρανί, δηλαδή μια ψευτόσουπα… σκέτη κοροϊδία, με ό,τι αυτό σήμαινε σε κάθε περίπτωση…Αυτοί λοιπόν που έπαιρναν τη σούπα ονομάζονταν τσορμπατζήδες…και επειδή ήτανε πάντοτε οι ηγέτες της κοινότητος, έτσι κόλλησαν το παρατσούκλι στους προέδρους…». -Οι αποφάσεις της δημογεροντίας για να είναι εκτελεστές θα έπρεπε να φέρουν οπωσδήποτε τη σφραγίδα της κοινότητος, η οποία βεβαίως ήταν διαιρεμένη σε τέσσερα κομμάτια, καθένα εκ των οποίων έπαιρνε ο σύμβουλος. Τούτη η μορφή διοίκησης ή επικύρωσης των εγγράφων, αν θέλετε, ήταν από τις πλέον σπάνιες και παρατηρούμενη σε ελάχιστες από τις εκατοντάδες, χιλιάδες ελληνικές κοινότητες. Όπως για παράδειγμα αυτής του Ντερίμκουγιου (Μαλακοπής).186 -Η κοινοτική διοίκηση βρίσκεται στα χέρια της δημογεροντίας που είναι εξαμελής,187 εκλεγόμενη,188 και για το χρονικό διάστημα δύο ετών.189 Πάντοτε δε από τους επιφανείς κατοίκους της κοινότητος,190που έχαιραν του απαραίτητου σεβασμού από το σύνολο του πληθυσμού και αντιπροσώπευαν τους κατοίκους σε όλες τις συναλλαγές με την κεντρική εξουσία191…Άμισθα και με τιμητικές θέσεις δίπλα στο Δεσποτικό192…Να 183
Κυριάκος Χατζηκυριακίδης, Το Μεταλλείο Ταύρου, Μπουγά Μαντέν 1826- 1924, Συμβολή στην ιστορία των ελληνικών οικισμών της Μ. Ασίας, Θεσσαλονίκη, Αφοί Κυριακίδη, σ. 105, «…η τοπική αυτοδιοίκηση δομήθηκε και οργανώθηκε με βάση το σύστημα τοπικής αυτοδιοίκησης το οποίο πήρε την οριστική του μορφή μετά την έκδοση του αυτοκρατορικού διατάγματος του Χάττι Χουμαγιούμ…». 184 Μαραβελάκης –Βακαλόπουλος ό.π., σ. 115 185 Μαρτυρία Σαρρή Ευαγγέλου, ό.π. 186 Νίγδελή-Κοιμίσογλου ό.π. σ. 47 187 Σε ορισμένες κοινότητες αλλάζει ο αριθμός των δημογερόντων σε πέντε ή και επτά. Ιδιαίτερα στα μικτά χωριά έχουμε το φαινόμενο της αντιπροσωπίας της διπλής δημογεροντίας ανάλογα με την κάθε φυλή… βλ. Νίγδελη-Κοιμίσογλου ό.π., σ.57, «…η δημογεροντία της ελληνορθόδοξης κοινότητος Μαλακοπής ήταν πενταμελής…»σελ 57, και Κ. Χατζηκυριακίδη ό.π., σ. 107, «ο οικισμός διοικούνταν από οκταμελή δημογεροντία…». 188 Αρκετές φορές, και συνήθως όταν δεν υπήρχαν πολλές υποψηφιότητες δια βοής…παρουσία του αρχιερατικού επιτρόπου. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση δια μυστικής ψηφοφορίας. 189 Για το χρονικό διάστημα της θητείας υπάρχει διάσταση απόψεων- μαρτυριών. Ορισμένοι ισχυρίζονται πως στην κοινότητα της Χαμιντιέ η θητεία της δημογεροντίας ήταν τετραετής… 190 που συνδύαζαν οικονομική επιφάνεια, πλούτο, γνώση, καλά επαγγέλματα… 191 Κ. Λαμέρα, «Περί του θεσμού των επί τουρκοκρατίας δημογερόντων», Μικρασιατικά Χρονικά , σύγγραμμα περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα τ. Γ΄(1940), σ. 63, «…εξελέγοντο συνήθως οι της προβεβηκυίας πως ηλικίας
70
σημειώσουμε επίσης πως για να εκλεγεί κάποιος στη δημογεροντία θα έπρεπε να είναι σαφώς χριστιανός ορθόδοξος, μόνιμος κάτοικος του χωριού, με οικονομική επιφάνεια και σχετικά εγγράμματος. -Γενικά η δημογεροντία εκπροσωπείται από τον πρόεδρο που ονομάζεται στα τουρκικά εβέλ μουχτάρης και τον αντιπρόεδρο, τον βανή μουχτάρη, ενώ τα μέλη της ονομάζονται αζάδες ή κεχαγιάδες. Να σημειωθεί πως η εκλογή τους τελούσε πάντοτε υπό την έγκριση του καϊμακάμη της πρωτεύουσας του καζά… -Τα καθήκοντά τους ήταν πολλά και ιδιαίτερα. Πρώτιστη υποχρέωση, αυτό της «…επίβλεψης της αυστηράς τήρησης των εθνικών εθίμων και παραδόσεων…»193και μάλιστα με δικαίωμα «…να παιδεύη τους ατακτούντας και παραβλάπτοντας εν γένει τα ήθη και τα λοιπά συμφέροντα της κοινότητας»,194δηλαδή και δικαστικά καθήκοντα…
Αλλά και δημοσιονομικά, με αρμοδιότητες να ορίζονται από την οθωμανική διοίκηση… Έτσι μεταξύ των καθηκόντων τους ήταν η συλλογή των φόρων όπως:195 -Μπεντέλ196=φόρος για την απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία. Πρόκειται για την εξαγορά της με την καταβολή είκοσι γροσίων που ονομάσθηκε μπεντελί ασκεριέ- αντισήκωμα. Ίσχυε μόνο για τον μη μουσουλμανικό πληθυσμό, μέχρι την επανάσταση των Νεότουρκων και την καθιέρωση γενικής υποχρεωτικής θητείας ανεξάρτητα από τα θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ιμλάκ βεργκισί ή μουλκίου= φόρος ιδιοκτησίας. Επρόκειτο περί ενός ετησίου φόρου… -Φιρντές= φόρος για τη βοσκή… ο οποίος μετεξελίχθηκε στον φόρο του αγνάμ ή αγνάμ ρουσουμιού ή αγνάμ βερκισί ή σαγή παρασί ή φόρος επί των προβάτων. -Βεργκί μπεγιέ= φόρος καπνού. -Μααρίφ χησεσή= πρόκειται για φόρο για το μερίδιο τα παδείας και επεβλήθη μετά την επανάσταση των Νεότουρκων. -Ορμάν παρασί= φόρος επιβαλλόμενος σε υλοτόμους και μόνο. -Γιολ παρασί= φόρος επί των δρόμων. Πρόκειται για την καταβολή των λεγομένων οδικοδεκαλέπτων ή αντί αυτών τη συμμετοχή του ενεργού πληθυσμού σε προσωπική εργασία. -Γκουβερί= φόρος πρασινάδας και λαχανικών. -Αχτσάρ ή ουσούρ= φόρος παραγωγής. Μετεξελιγμένη μορφή του φόρου της δεκάτης. πολίται, οι διακρινόμενοι επί αρετή, χρηστότητι και μορφώσει…οι δια του πλούτου και των άλλων αυτών ικανοτήτων διακρινόμενοι…». 192 Νίγδελης-Κοιμίσογλου, ό.π. σ. 59 193
Κ. Λαμέρα ό.π., σ.. 37 Κ. Χατζηκυριακίδης, ό.π. σ. 111 195 Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία περί δικαίου το Ανάγνωσμα, ό.π., σ. 86. 196 Κ.Νίγδελης, Η Νεάπολη, ό.π., . 134, «…Μπεντελί ασκεριγιέ ή χαράτς ή κεφαλικός φόρος λεγόμενος που καταργήθηκε μετά το σύνταγμα του 1908 οπότε στρατολογήθηκαν και οι χριστιανοί…». 194
71
-Koy mesarifi= πρόκειται για κοινοτικό φόρο που καταβαλλόταν ανάλογα με την φοροδοτική ικανότητα του κάθε πολίτη. -Εμνάκι = φόρος παραγωγής για τους καλλιεργητές της αμπέλου. -Βεργκισί νταϊρεσί= φόρος επιτηδεύματος. -Η επιχορήγηση του Μητροπολίτη ή «το εμβατίκον του Δεσπότη»197 Βεβαίως να τονίσουμε πως η φορολόγηση ήταν αντίστοιχη της φοροδοτικής ικανότητος του κάθε πολίτη κατοίκου της κοινότητος, κάτι που γνώριζε, ήλεγχε και τακτοποιούσε η εκάστοτε δημογεροντία με τους κοινοτικούς της υπαλλήλους….Που ήταν αρκετοί και για κάθε περίπτωση ανάλογη με τον πληθυσμό της.198 Επίσης, σημαντικότατη υποχρέωσή της ήταν οι επαφές και διαβουλεύσεις με τους αγοραστές του φόρου της δεκάτης, τους μουλτεζίμηδες. Η κεντρική διοίκηση θέλοντας περισσότερη αποτελεσματικότητα αλλά και αποφυγή των όποιων επεισοδίων, πουλούσε ή και ανέθετε την είσπραξή τους σε ανθρώπους οι οποίοι με τη σειρά τους στράγγιζαν τους παραγωγούς. Βεβαίως με μια διαδικασία που ήταν σαφώς δύσκολη, επίπονη, άδικη, καταπιεστική και που πάμπολλες φορές απετέλεσε το σημείο προστριβής και εντάσεων. Να υπενθυμίσουμε πως το χωριό, σύμφωνα με την παράδοση, τουρκοφώνησε εξαιτίας ενός τέτοιου γεγονότος… Αρχικά, λοιπόν, οι πρώτες ενέργειες ενός μουλτεζίμη ήταν η απαγόρευση της ελεύθερης μεταφοράς των προϊόντων που μαζεύονταν για τυχόν αποφυγή της καταβολής του αντίστοιχου φόρου…με σχετικές δημοσιοποιήσεις της απόφασης, του προσδιορισμού των ημερών της συλλογής της παραγωγής κατά χωριό και οικογένεια, της συγκέντρωσής τους σε ειδικούς χώρους αλλά και της τοποθέτησης κολτζήδων, δηλαδή φυλάκων στους δρόμους μεταφοράς. Βεβαίως μετά από επίπονους αγώνες το σύστημα βελτιώθηκε σταδιακά οπότε μετά το 1896 δια φιρμανιού λύθηκαν τα τελευταία τρωτά του σημεία, επιβάλλοντας κυρίως την προηγούμενη ελεύθερη συνεννόηση μεταξύ παραγωγών και δεκατιστών…
197
Η επιχορήγηση επιβάλλεται με βάση τον αριθμό των κατοίκων της κοινότητος αλλά και της φοροδοτικής τους ικανότητος. 198 Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, ό.π., «Είχε μια επιτροπή από χριστιανούς που μάζευαν τους φόρους. Ερχόταν η διαταγή από τη Μαγνησία, έμπαινε στη μέση ένας γραμματισμένος κι έλεγε αυτό φόρο θα βάλεις για το εμνάκι, φόρος για τα αμπέλια… Φόρο για το νερό και το φως δεν είχαμε».
72
Υπηρεσίες199 Για την ορθή μα και αποτελεσματική λειτουργία κάθε κράτους δημιουργήθηκαν δημόσιες υπηρεσίες, μα και συνεχίζουν ακόμα, προς αντιμετώπιση των προκυπτουσών αντιξοοτήτων και προβλημάτων. Των οποίων η λειτουργία ανατέθηκε σε δημοσίους λειτουργούς διορισμένους, τότε, με κύρος και οπλισμένους με περισσές εξουσίες. Οι υπηρεσίες οι οποίες εννοείται εκσυγχρονίστηκαν στο χρόνο με εξειδικευμένο προσωπικό αλλά και με ορθολογικότερους τρόπους λειτουργίας. Έτσι όπως όλες οι κοινότητες με στοιχειώδη οργάνωση και μεταξύ αυτών και η κοινότητα της Χαμιντιέ είχαν: Ανθρώπινο δυναμικό- δημόσιοι λειτουργοί 200 τους πεκτσί, δηλαδή τους αγροφύλακες, μιας και μιλάμε για μια καθαρά γεωργική κοινότητα και μάλιστα ανθούσα. τον κλητήρα, αλλά και τελάλη συγχρόνως με κύρια καθήκοντα την ενημέρωση όλων των κατοίκων της κοινότητος… τον γιαβιτζή εββέλ, δηλαδή το γραμματέα της κοινότητος. τον τσοτζούκ νιζαμί, παιδονόμο, του οποίου τα καθήκοντα ήταν πολλά και ποικίλα. Η συνεχής ευταξία των μικρών μαθητών, η αστυνόμευση απαγόρευσης εξόδου τις βραδινές ώρες χωρίς την άδεια των γονέων κλπ. τους αγιάν ή μουχτάρι σανί, δηλαδή ειδικούς εισπράκτορες των φόρων.201 τον σαγουντζή ή ταχιλτάρη ή σαλιανατσή, δηλαδή τον γενικό εισπράκτορα. Να σημειωθεί πως ο κοινοτικός κυρίως φόρος πληρωνότανε σε είδος και ως μέτρο υπολογισμού χρησιμοποιούσαν σε όλη την επικράτεια το «σινίκ» το οποίο είχε μεν σχήμα μικρού κάδου, αλλά χωρούσε περίπου 6 οκάδες. Η συγκέντρωση των φόρων γινότανε σε κεντρική αποθήκη της κοινότητας και στη συνέχεια μεταφορτωνότανε για τις μεγάλες πόλεις. Υπηρεσίες Βεβαίως, επί πλέον των προαναφερθέντων καθηκόντων η δημογεροντία μεταξύ των άλλων είχε και την εποπτεία, σε συνεργασία με την εκκλησία, επί των θεμάτων εκπαίδευσης, της δημόσιας ασφάλειας, του ελέγχου της ευταξίας, της επίλυσης των μικροδιαφορών, της προνοίας, της κατανομής των υδάτων202 κλπ. Υπήρχε συνεπώς η πρόνοια αφενός μεν για τη συνεχή και απρόσκοπτη εγγραφή στους οικείους καταλόγους των γεννήσεων, των γάμων και των θανάτων, αλλά αφετέρου και παραμονή των σχετικών διοικητικών υπηρεσιών όπως:
του Σιτσίλ Νουφούς Καλεμί, ληξιαρχικού Γραφείου, με τον Νουφούς Μεμουρούς, προϊστάμενό του.
199
Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία περί δικαίου το Ανάγνωσμα, ό.π. σ. 85 Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., σ. 366, «ο κιζίρ, δηλαδή ο αγροφύλακας…». 201 Σημ: Βεργκί νταϊρεσί, δηλαδή Οικονομική Εφορία με τον Μαλμουτούρη, Έφορο, είχε η Μαγνησία και η Σμύρνη. 202 Με την πρόσληψη του μιρέβ υδρονομέα… 200
73
Φυσικά το σύστημα εξελίχθηκε και ταυτόχρονα απλοποιήθηκε με τη δημιουργία Κωδίκων-Δημοτολογίων και την επεξεργασία των στοιχείων από εξειδικευμένους υπαλλήλους. ταχυδρομική υπηρεσία… καθ’ υπερβολή βεβαίως. Απλά υπήρχε ένα τενεκεδένιο κουτί- γραμματοκιβώτιο, στο οποίο όσοι ήθελαν να ταχυδρομήσουν τις επιστολές τους τοποθετούσαν μέσα το γράμμα, φυσικά μετά την επικόλληση του αντίστοιχου γραμματοσήμου… τα οποία γράμματα τα συγκέντρωναν και τα έστελναν στα κεντρικά γραφεία της Μαγνησίας. Το Καρακόλι… Αν και η κοινότητα βρισκότανε πολύ κοντά στα διοικητικά κέντρα της Σμύρνης, του Αϊδινίου και της Μαγνησίας, εν τούτοις διέθετε Καρακόλι, στο κέντρο της αγοράς με δέκα ζανταρμάδες και έναν Όμπασι – Onbasi, δηλαδή σταθμό Χωροφυλακής με ένα δεκανέα, ο οποίος μάλιστα ενισχυόταν από την ανώτερα διοίκηση του σαντζακιού κατά τις επετείους, τις θρησκευτικές εορτές και τους «ντοναλμάδες».203 το Κτηματικό Γραφείο, επίσης, μια σημαντικότατη υπηρεσία με τις καταγραφές των ακινήτων κάθε μορφής και τη χορήγηση του εγγράφου εκείνου που έφερε τον Σουλτανικό Τορά- υπογραφή, σφραγίδα, και ήταν ισχυρό αποδεικτικό ιδιοκτησίας έναντι των πάντων.
Παρατήρηση Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας συνίστατο στο να έχει κάποιος κάτι το οποίο χρησιμοποιεί και το διαθέτει κατά το δοκούν, μέσα φυσικά στα πλαίσια που ορίζουν οι ισχύοντες πάντοτε νόμοι... Αυτό το κάτι λοιπόν διακρινόταν κυρίως σε:204 Α-Ακίνητη -«moussacafate» ιδιοκτησία η οποία περιλάμβανε τις παρακάτω κατηγορίες- διακρίσεις. Τα καθαρά μούλκια- σήρφ μουλκ -sirf mulke. Δηλαδή όλα τα ακίνητα κατά πλήρη νομή και κατοχή χωρίς καμία επιβάρυνση. Και με απλές κουβέντες «ό,τι ήθελες τώκαμνες: το ’χτιζες, το χαλνούσες, το πουλούσες, το χάριζες, το κομμάτιαζες...» 205 Τα αιτιολογημένα,-ή μούλκι μουσπέπ-mylk-i- mussebebe. Δηλαδή αιτιολογημένη ιδιοκτησία. Περιελάμβανε όλα τα ακίνητα που προερχότανε από κληρονομιά, δωρεά και οποιαδήποτε άλλη νόμιμη αιτία, αποδεικνυόμενη όμως με βεβαιώσεις από τη οικεία δημογεροντία… Τα βακούφια. Τα ακίνητα δηλαδή τα προερχόμενα από τις δημοπρασίες των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων.206 Τα κετίκια-κετίκ-ghedike. Κυρίως μαγαζιών ή προνομιούχων κτημάτων.207 203
«Ντοναλμάς» σημαίνει πανηγύρι στα τουρκικά… Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία, περί δικαίου το Ανάγνωσμα, ό.π. 205 Σεραφείμ Ρίζος, Η Σινασός, Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 2007, σ. 215 206 Πρόκειται για τα αφιερώματα 207 Σ. Ρίζος, ό.π., σ. 218, «Το κτήμα κετίκ είχε το προνόμιο να μην μπορέση άλλος νάρθη κοντά σου, στο κτήμα σου και να ανοίξη ή να κτίση μαγαζί του ιδίου προορισμού με το δικό σου: χαβιαράδικο, καπηλειό, μαγερειό, ή να μην εξασκήση στην ίδια με εσένα περιοχή την τέχνη του γουναρά, του ράφτη, του βαρελά κλπ». 204
74
Τα μιρί-ή αραζί-ι-μι -arsa-i-mir-ι. Οι κρατικές γαίες που παραχωρούνταν με επίσημους τίτλους στους Οθωμανούς υπηκόους για εκμετάλλευση έναντι ενός ευτελούς αντιτίμου...και επιστρέφονταν μόνο εάν εκείνος που έπαιρνε το κτήμα πέθαινε χωρίς κληρονόμους. Τα μαχλούλια-μαχλούλ-majloule. Πρόκειται για τα αδιάθετα ακίνητα, δηλαδή αυτά για τα οποία δεν υπήρχε νόμιμος κληρονόμος και τα οποία στο τέλος βγαίνανε από τα οικεία γραφεία σε δημοπρασία.
Β-Κινητή, μουφρεντάτ- moufredate ιδιοκτησία, ή και ντουζένια208, η οποία περιλάμβανε τις παρακάτω κατηγορίες. τα μόμπιλα, δηλαδή όλα τα ξύλινα αντικείμενα τα στρωσίδια τα σκεύη ή παχήρια, γενικά τα γυάλινα τα χρειώδη ενός σπιτιού ή μαγαζιού
Απόδειξη περί της ιδιοκτησίας Η απόδειξη, έναντι των πάντων, για την ιδιοκτησία κάθε ακινήτου, γινότανε με το Σενέτ- sened-i hakan-ι ή κοτσάν209 ή ταπού που θεωρείτο τίτλος κρατικός τον οποίο δεν μπορούσε να αμφισβητήσει κανένας. Επρόκειτο περί εγγράφου που έφερε τον Τορά,210 και που περιείχε τα παρακάτω : τα πλήρη στοιχεία του ιδιοκτήτη, τον τρόπο απόκτησης, το τίμημα αν επρόκειτο περί αγοραπωλησίας, περιγραφή ακινήτου, τοπογεωγραφική περιγραφή του ακινήτου… Με την πάροδο του χρόνου και τη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών από Υπουργείο του Τεφτερχανά (Τεφτέρ-Χανέ-ι-Χακκανί-Νεζαρετή), οι τίτλοι ιδιοκτησίας απέκτησαν ενιαία μορφή… Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε μερικές ιδιαιτερότητες του χώρου, αλλά και του επικρατούντος εθιμικού δικαίου. 1-Μετά την ίδρυση του Τεφτερχανά η αγοραπωλησία των περισσοτέρων ιδιοκτησιών πέρασε στην προκαταρκτική δικαιοδοσία του ιεροδικείου =μαχκεμεϊ σεριέ- ιεροδίκη (κατή) ο οποίος: διαβεβαίωνε για την ύπαρξη ελεύθερης βούλησης και των δυο μερών για την πράξη διαβεβαίωνε ότι αμφότεροι ομολόγησαν πως «κάνουν ιμπρά»-εκχωρούν τα δικαιώματα 208
Κάθε είδους έπιπλα Πρόκειται για νεότερη ορολογία που καθιερώθηκε από το στέλεχος του γενικού βιβλίου από το οποίο αποσπούσαν το έγγραφο. 210 Ο αντίστοιχος αυτοκρατορικός τίτλος κάθε σουλτάνου ή αν θέλετε η επίσημη βούλα. Βλ, Σ. Ρίζος ο.π. σελ 232, «το τορά του Σουλτάνου Χαμίτ έγγραφε με τη μυστηριώδη εκείνη πλοκή των γραμμάτων Απτούλ Χαμίτ, υιός του Μετσίτ νικηφόρος πάντοτε...». 209
75
διαβεβαίωνε για το πέρασμα των χρημάτων από το αγοραστή στον πωλητή διαβεβαίωνε για την παρουσία μαρτύρων επιμελείτο την έκδοση χοτσετίου (έγγραφο ιεροδικείου για την πράξη)
2 -Στην καθημερινή πρακτική τα πράγματα, για την αγροτική κυρίως ιδιοκτησία και όχι μόνο, είχαν διαφορετική χροιά. Έτσι τα σημάδια της κυριότητας: για τα χωράφια211 γίνονταν με τα τορμώνια, ή τα χαντάκ, δηλαδή, βαθιά αυλάκια καμωμένα με το αλέτρι και πέτρες μπηγμένες ή φαρδιές ακαλλιέργητες λωρίδες.212 για τα οικόπεδα με τα σημάδια, δηλαδή στις τέσσερις γωνίες τους καρφωμένα παλούκια ή σωρό από πέτρες… για τα ζωντανά με τα σφραγίσματα, δηλαδή το βάψιμο του ζώου δι’ ενός χρώματος σε συγκεκριμένο σημείο. Τα Σενέτια, ως τίτλοι ιδιοκτησίας, καθιερώθηκαν κυρίως κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα με τη δημιουργία αντιστοίχων γραφείων αλλά και την τεχνογνωσίατεχνολογία των Γάλλων κυρίως συμβούλων. Οφείλουμε όμως να επισημάνουμε και να καταθέσουμε και τους γνωστούς τρόπους μεταβίβασης - απόκτησης της ιδιοκτησίας προ του επιβληθέντος καθεστώτος του σενέτ. Έτσι οι διάφορες αγοραπωλησίες γίνονταν με τα ομόλογα ή τα τεμεσούκια, δηλαδή μια απλή ομολογία του αγοραστή –πωλητή σε απλό χαρτί περί της επιγενόμενης αγοραπωλησίας κλπ. Φυσικά με τις σχετικές υπογραφές, εάν και εφόσον ήξεραν να γράφουν ή το σημείο του σταυρού για τους χριστιανούς σε αντίθετη περίπτωση, καθώς και της βούλας του δακτύλου… Εννοείται με τις σχετικές βεβαιώσειςυπογραφές, κατά τον ίδιο τρόπο, του ιερέα της κοινότητας και των παρισταμένων μαρτύρων που τις περισσότερες φορές ήταν μέλη της τοπικής δημογεροντίας… Επίσης και το σημαντικότερο. Όλες μα όλες οι πράξεις καταγράφονταν επακριβώς στον οικείο Κώδικα της κοινότητας.
Είναι γνωστό επίσης πως καθ’ όλη τη διάρκεια της κυριαρχίας των σουλτάνων η εγγραφή του νεογέννητου γινότανε με τη διατήρηση του ελληνικού επιθέτου και του χριστιανικού ονόματος, πράγμα που σταδιακά άρχισε να μεταβάλλεται με την επικράτηση των Νεότουρκων οι οποίοι επέβαλλαν την αλλοίωση των ονομάτων με την προσθήκη της τουρκογενούς λέξεως ογλού (παιδί) μετά το όνομα του πατέρα213…
211
Υπήρχαν τα παρακάτω είδη χωραφιών: -τα κόμματα ή χαρούμια= μικρά χωράφια δίπλα στις κατοικίες -τα ταρλάδια= τα μεγάλα χωράφια που χρησιμοποιούνταν για τα δημητριακά -τα αγασλούχια = τα χωράφια με δένδρα 212 Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης, Η Αξός της Καππαδοκίας, τ. 1ος , Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 1990 σελ 335, βλ Θανάση Κωστάκη, Το Μισθί της Καππαδοκίας, Αθήνα, Ακαδημία Αθηνών 1977, Σεραφείμ Ρίζος, Η Σινασός Αθήνα, Κ.Μ.Σ 2007. 213 Αργυριάδης Γεώργιος, ό.π., σ. 89, «Αντί λοιπόν το παιδί να δηλώνεται π.χ. Πανίδης Νικόλαος του Αθανασίου, δηλωνότανε ως Νικόλαος Τανάσ-ογλού Πανίδης…».
76
Η οικονομία… Εξετάζοντας την οικονομία της κοινότητας θα πρέπει σίγουρα ο μελετητής να λάβει υπόψη του τις διάφορες παραμέτρους και όλα τα στοιχεία τα οποία είναι ικανά να διαφωτίσουν την έρευνα… Ίσως γιατί ελλείπουν παντελώς οι πηγές, πλην των μαρτυριών και των αφηγήσεων, που όμως εν πολλοίς βεβαίως, ενέχουν τον κίνδυνο της όποιας υπερβολής.214 Παράμετροι λοιπόν όπως η περιοχή, το κλίμα, η εποχή, οι συγκυρίες, οι άνθρωποι, είναι ικανές να μας δώσουν πολλά και σημαντικά στοιχεία για τούτο… Όταν μάλιστα η οικονομία στηρίζεται εν πολλοίς στη διαδικασία του αντιπραγματισμού,215 δηλαδή στο οικονομικό δούναι και λαβείν μεταξύ διαφορετικών προϊόντων και όταν τα κύρια χρησιμοποιούμενα νομίσματα για τις οικονομικές δοσοληψίες μεταξύ αγοραστών και πωλητών είναι οι χρυσές λίρες, τα μετζίτια (ασημένια νομίσματα), τα γρόσια, και οι παγκονέτες, δηλαδή τα χάρτινα νομίσματα. Έτσι λοιπόν έχουμε:
Πρωτογενής παραγωγική διαδικασία… Δηλαδή με αυτούς που ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τα παράγωγά τους. Ξεκινάμε λέγοντας πως η περιοχή γενικά είναι μια αγροτική περιοχή και πως το σύνολο του ενεργού πληθυσμού της κοινότητος απασχολείται με τη γη. Όταν μάλιστα έχουμε μια κοινότητα, που όπως αναφέραμε σε προηγούμενα κεφάλαια της παρούσης μελέτης, δημιουργήθηκε με ανθρώπους που μεταφέρθηκαν κύρια από την Ελλάδα ως οικονομικοί μετανάστες για την κάλυψη σημαντικών κενών, με χέρια ικανά σε σχετικές γεωργικές παραγωγές. Επίσης, το «έδαφος της Χαμιντιέ (Μουραντιέ) ήτο πεδινόν216 και εύφορον217…», όχι μόνο γιατί σχεδόν και σε μεγάλη έκταση ήταν προσχωσηγενές, αλλά γιατί υπήρχε αφθονία υδάτων, τόσο υπογείων όσο και επιφανειακών από τον Έρμο ποταμόν που διέσχιζε όλη την κοιλάδα. Κύρια λοιπόν προϊόντα παραγωγής της υπό εξέταση κοινότητας, σύμφωνα με όλες τις πηγές, ήταν τα παρακάτω: -Δημητριακά, κυρίως για προσωπική χρήση ή και σε ποσότητες που κάλυπταν τον οικογενειακό προγραμματισμό. 214
Σύμφωνα με πολλές αφηγήσεις- μαρτυρίες επιχειρείται η καθ’ υπερβολή αγιοποίησηηρωοποίηση του δικού μας στοιχείου. Δεν είναι σπάνιοι οι ισχυρισμοί πως το σύνολο σχεδόν της οικονομίας αλλά και διοίκησης της οθωμανικής αυτοκρατορίας βρισκότανε στα χέρια των Ελλήνων οι οποίοι είχαν περίπου ως κολίγους δικούς τους μουσουλμάνους κλπ… 215 Σου δίνω αυτό μου δίνεις εκείνο… 216 Μαραβελάκης-Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 115. 217 Σημ: Άρα ικανότατο για κάθε καλλιέργεια. Χαρακτηριστικότατη είναι η παρακάτω μαρτυρία του Σόλωνα Καλόπουλου Κ.Μ.Σ. φάκελος Μουραντιέ, που γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί για τις παραγωγές και τη δυνατότητα της γης. « Ο κάμπος του χωριού απλωνότανε προς τον ποταμό Γκεντίζ. Έβγαζε από όλα… μποστανικά, ζαρζαβατικά... Αυτά τα ευνοούσε η άμμος του ποταμού και η γλίτσα. Έβγαζε γεννήματα: στάρια, κριθάρια, καλαμπόκια, σουσάμια, καπνά και πολλά σταφύλια. Ήτανε χώματα πάρα πολύ εύφορα. Όλοι μέσα στο χωριό είχαμε κτήματα άλλοι μεγάλα, άλλοι μικρά… όλοι είχαμε και τα καλλιεργούσαμε μοναχοί μας. Στην μεγάλη φούρια παίρναμε να μας βοηθήσουνε εργάτες. Τα χώματά μας ήταν αφράτα, ποτίζονταν μονάχα τους…».
77
Στα μαυροχώραφα τους καλλιεργούσαν μαλακό και σκληρό σιτάρι σε ποικιλίες όπως, σαρ μπασάκ, καρά μπασάκ, ακ μπασάκ και μιντάνα, αργότερα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες αλωνίζανε την παραγωγή τους με βόδια και άλογα… με ντουβένιαdoven, δηλαδή «ντιβάνια και αποκάτω τσακμακόπετρες που περνούσαν πάνω από τον καρπό και τον τρίβανε… τα οποία δούλευαν οι οραξκίδες που ήτανε χριστιανοί».218 Καλλιεργούσαν επίσης γιουλάφ (βρώμη) για τα ζωντανά τους, μπουρτσάκ (ρόβη), σουσάμι, κουσκούλ (καναρόσπορο), σίκαλη, κριθάρι(αρπά) και λίγο καλαμπόκι… -Ελιές…Είναι γνωστή η καλλιέργειά τους από την αρχαιότητα σε όλη την περιοχή και μάλιστα σε σημαντικές ποσότητες…219που κάλυπταν όχι μόνο τον οικογενειακό προγραμματισμό αλλά αποτελούσαν και αντικείμενο αντιπραγματισμού.220 -Βαμβάκι(παμπούκ). Ένα από τα πλέον σημαντικά προϊόντα όχι μόνο της κοινότητας αλλά και της ευρύτερης περιοχής σε ποσότητες και ποιότητα εξαγώγιμη.221 Να σημειωθεί πως το Σαντζάκι της Μαγνησίας, στο οποίο ανήκει η κοινότητα της Χαμιντιέ, είναι ένα από τα πλέον σημαντικά κέντρα παραγωγής βάμβακος σε όλη την οθωμανική επικράτεια με παραγωγή που ανήρχετο σε περισσότερες από 3.250.000 οκάδες.222Με το οποίο βεβαίως προμήθευε τις τοπικές βιομηχανίες της Μαγνησίας αλλά κυρίως της Σμύρνης, οι οποίες αφού το μεταποιούσαν σε διάφορα προϊόντα223 το προσέφεραν στις ντόπιες και ευρωπαϊκές αγορές. Χαρακτηριστικά στην περιοχή της Σμύρνης λειτουργούσαν εκκοκκιστήρια βάμβακος αλλά και δυο πολύ μεγάλες βιομηχανίες παραγωγής νημάτων αγγλικών και γαλλικών συμφερόντων.224
218
Μαρτυρία Χρήστου Παλληκάρη ό.π. σ. 59 Νικόλαος Χόρμπος, Παλαιά Φώκαια Μικράς Ασίας, Θεσσαλονίκη, Εκδ. Γράμμα, 1988, σ. 140. 220 Μαρτυρία. «Το μάζεμα της ελιάς ξεκινούσε στις αρχές του Οκτώβρη με την οικογένεια αλλά και όλη την κοινότητα σε οργασμό. Νέοι, γέροι, παιδιά, δούλευαν στα χωράφια για το ευλογημένο προϊόν. Αρχίζαμε με το ράβδισμα. Απαλό σαν χάδι για να μην λαβώσουμε το δένδρο. Στη συνέχεια ξεχωρίζαμε τις τραγανές για μέστωμα και ωρίμανση, δίναμε στα ελαιοτριβεία την παραγωγή και παίρναμε τις ποσότητές μας που τις βάζαμε στα λαδοβάρελα που είχαμε στα υπόγεια…». 221 Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 115, «Εκ των τριών πρώτων προϊόντων εξήγοντο ωρισμέναι ποσότηται εις την Σμύρνην και εκείθεν εις Ευρώπην…», βλ μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, ό.,π., «…το μπαμπάκι γίνονταν τόσο ψιλό 1 ½ μέτρο…». 222 Εμμ. Δεμιτζάκης, «Βιομηχανική παραγωγή Νομού Αϊδινίου» Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ.13,(1967), σ. 28, « Η ετήσια παραγωγή του ακαθαρίστου βάμβακος Αμερικανικού σπόρου κατά σαντζάκιον έχει ως εξής: Σαντζάκιον Σμύρνης οκ 3.350.000 Σαντζάκιον Μαγνησίας οκ 3.250.000 Σαντζάκιον Δενιζλή οκ. 360.000». 223 Προϊόντα: Εκκοκκισμένο βαμβάκι, νηματουργίες, πλεκτήρια καλτσών και φανελλών, ταπητουργίες κλπ 224 Εμμ. Δεμιτζάκης, ό.π. σ. 29, «Την βιομηχανία… εκμεταλλεύονται εν Σμύρνη με αξιοσημείωτους βιομηχανικάς εγκαταστάσεις δυο ανώνυμοι εταιρείαι: 1- Η «Societe Anonyme Ottomane dew Manufactures de Coton” ιδρυθείσα με αγγλικά κεφάλαια 2- Η «Compagnie Industrielle de Filature et de Tissage du Levant» ιδρυθείσα με Γαλλικά και Βελγικά κεφάλαια.» σελ 29 219
78
-Παραγωγή σύκων, για ντόπια κατανάλωση αλλά και εξαγωγή,225 μετά από την σχετική επεξεργασία και συσκευασία226 που γινότανε στα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της Σμύρνης και της Πόλης. Χαρακτηριστικά η πλέον σημαντική βιομηχανία επεξεργασίας σύκων ήταν αυτή της Σμύρνης στην οποία εργαζόταν κύρια γυναικείος εργατικός πληθυσμός.227 Να σημειώσουμε επίσης πως τα σύκα της Μαγνησίας ήταν από τα καλύτερα,228 γιατί μπορούσαν με περισσότερη ευκολία να τα επεξεργασθούνε, αλλά επί πλέον γιατί ήταν ψιλόφλουδα, κάτι που τα καθιστούσε «λουκουμάτα».. Τόση μεγάλη σημασία έδιδαν στην παραγωγή σύκων ώστε στο διάβα του χρόνου καθιέρωσαν και τα πριμαρόλια, ειδική γιορτή- πανήγυρη στις αρχές του Σεπτέμβρη με την οποία τιμούσαν την έναρξη των εξαγωγών του προϊόντος από το λιμάνι της Σμύρνης για τις μεγάλες αγορές του εξωτερικού όπως τη Μασσαλία, τη Τεργέστη, την Οδησσό κλπ. Στις ντόπιες αγορές, τις Ιντζίρ τσαρσί,229 το προϊόν το πουλούσαν συσκευασμένο μέσα σε κασάκια, δηλαδή μικρά κιβώτια, πατικωμένα ανάμεσα σε φύλλα δάφνης…
Αμπελουργία- σταφίδα. Δηλαδή προϊόντων περιζήτητων στη ντόπια αλλά και ξένη αγορά, άρα, ίσως από τα πλέον σημαντικά προϊόντα της κοινότητας. Ιδιαίτερα για τη σταφίδα που την εξήγαγαν παντού, σε όλο τον κόσμο. Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι πολλές και σημαντικές. Πρώτη θέση κατέχει η παραγωγή των Φωκιανών σταφυλιών (κόκκινων) κατάλληλων για την σταφίδα, αλλά και τα ψιλόρρωγα230( με λεπτή φλούδα) δια τη ψιλή σταφίδα. Επίσης τα γκιόμερα (κοκκινωπά με μεγάλες ρόγες προς βρώση), τα μοσχάτα, τα κρασοστάφυλα,231 κ.α. Φυσικά κάθε ποικιλία έδιδε και τον δικό της τύπο κρασιού και ούζου. Γνωστά εξ άλλου σε όλο τον κόσμο ήταν τα περίφημα κρασιά, ο «ανθοσμίας οίνος Πρινοβάρεως»232 που προέρχονταν από την ανάμειξη μοσχάτων και μαύρων κρασοστάφυλων. Να σημειωθεί, πως «ένα στρέμμα αμπέλου δίδει κατά ωρισμένα μέρη, χιλίας οκάδας σταφίδος…»233 225
Σούλα Μπόζη, Καππαδοκία, Ιωνία, Πόντος, γεύσεις, παραδόσεις, Αθήνα, εκδ. Αστερισμός, 1997, σ. 126, «Όλος ο κόσμος δούλευε στους συκομπαξέδες…». 226 Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρ. ό.π., « Τα σύκα προς εξαγωγή τα φούρνιζαν και μετά τα πατίκωναν μέσα σε ειδικά πήλινα δοχεία που τα έλεγαν Μπουρνιές, με τις μερσυνιές» για να γίνουν παστελαριές». 227 Εμμ. Δεμιτζάκης, «Βιομηχανική παραγωγή Νομού Αϊδινίου», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ.12, (1965), 23, «Εν Σμύρνη εργάζεται αριθμός τις Ελληνίδων και Οθωμανίδων εις την εμπορικήν επεξεργασίαν των σύκων της εταιρείας Fic Packers και την τοποθέτησιν τούτων εν κυτίοις…». 228 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π., «Το γάλα της συκιάς χρησίμευε κατά των δαγκωμάτων όλων των εντόμων. Αν ήταν πολύ δραστικό και έκαιε το δέρμα βάζανε λάδι ελιάς…» 229 Ιντζίρ τσαρσί= αγορά σύκων αλλά ταυτόχρονα και επεξεργαστήρια… 230 Τα γιαπουτζάκια… 231 Τα οποία βρίσκουμε και με την ονομασία καραλαχανάδες δηλαδή μαύρα κρασοστάφυλα ή και «σαράπ ουζουμί». 232 Θωμάς Κοροβήνης, ο.π. σ..72. 233 Τρύφων Ιωαννίδης, Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ.8ος (1959), σ. 380.
79
Επίσης ένα από τα ιδιαίτερα τοπικά παρασκευάσματα ήταν και το ουζούμ εσμεσί,234δηλαδή, «…κοπανιστή σταφίδα αναμειγμένη με νερό και ψωμί…». Κάθε περιοχή και κάθε αμπελουργός είχε τον δικό του τρόπο… ίδιος πάνω κάτω με ελάχιστες παραλλαγές, συνήθειες και κουσούρια για την παραγωγή των προϊόντων του. Στην κοινότητα της Χαμιντιέ, για παράδειγμα, τα σταφύλια μόλις αποθηκεύονταν στην αποθήκη πλένονταν και τοποθετούνταν σε ξύλινες τάβλες για να φύγουν τα νερά και να αρχίζουν σιγά σιγά να σταφιδιάζουν… Αλλού τα βάζανε πάνω σε κλήματα αφού προηγούμενα αφαιρούσαν τα φυλλώματα… Τα βαρέλια235 τους επίσης τα πλένανε με θειάφι. Όταν χύνανε το πατημένο με καθαρά πόδια κρασί στο ανοιχτό βαρέλι τοποθετούσαν πάνω του μια χοντρή πετσέτα, μετά το καπάκι του βαρελιού και τέλος μια βαριά πέτρα. Κατά τη διάρκεια του βρασμού απαγορευότανε οποιαδήποτε μετακίνηση γιατί η ταλαιπωρία το σκότωνε. Τελικά, το σκεπασμένο προϊόν ανάσαινε μέσα από την πετσέτα η οποία εξουδετέρωνε και τον θυμό του βρασμού…
Καπνός (καμπάκουλακ)… Μια από τις δυσκολότερες και ίσως αποδοτικότερες γεωργικές καλλιέργειες που υπήρχε και μάλιστα σε μεγάλη έκταση σε όλη την Ιωνία μα και στην κοινότητα της Χαμιντιέ. Με τις γυναίκες και τα παιδιά να ασχολούνται με τούτο το είδος της καλλιέργειας στα ατέλειωτα καπνοχώραφα της περιοχής… Με το μάζεμα, το στέγνωμα, το βελόνιασμα, το τύλιγμα…και τέλος την εμπορία του είτε από τον αφέντη- καλλιεργητή απευθείας στα εργοστάσια συσκευασίας και παραγωγής σιγαρέτων, είτε στους αντιπροσώπους των μεγάλων εμπορικών οίκων της Σμύρνης και της Πόλης. Εξαιτίας όλων αυτών υπήρχε τρομερή ανάγκη και ζήτηση εργατικών χεριών γιατί οι καλλιέργειες ναι μεν ήταν προσοδοφόρες, αλλά ταυτόχρονα απασχολούσαν ή έπρεπε να απασχολούνται πολλά χέρια και μάλιστα ικανά για τη φύση τούτων των εργασιών. Έτσι έκαναν εισαγωγή εργατών, Ελλήνων μα κυρίως Τούρκων, από τα μέρη του Ικόνιου και της Καππαδοκίας. Ανθρώπων που έρχονταν σχεδόν κάθε χρόνο από την εποχή της σποράς και τελείωναν με την παράδοση του προϊόντος στους εμπόρους…236 Σημαντικότατη ήταν επίσης και η παραγωγή οπωροκηπευτικών. Εκτός φυσικά της καλλιέργειας τέτοιων αγαθών για προσωπική χρήση, από κάθε γεωργική οικογένεια, είχαμε και την ύπαρξη μεγάλων μπαξέδων, τα προϊόντα των οποίων διατίθεντο στη ντόπια αγορά αλλά και στο εμπόριο γενικά. Σύμφωνα λοιπόν με τις μαρτυρίες τέτοιοι μεγάλοι μπαξέδες, με μαζική μάλιστα παραγωγή, ήταν: 234
Ουζούμ εσμεσί= κτυπητή σταφίδα. Ορισμένοι χρησιμοποιούσαν ένα ειδικό χώρο, δεξαμενή, που λέγονταν ληνός ή λεγκούρ. Ήταν κτισμένος με χωρίσματα, καλώς ασβεστωμένος δια να μην απορροφάται ο μούστος. 236 Τους ονόμαζαν Κιρλήδες και τους προσέφεραν εκτός της τροφοκατοικίας και μισθό… 235
80
Του Κίγκτζη Γιάννη Του Καραδημητρίου Κωνσταντίνου και ενός Αρμένη. Σημαντικότατη επίσης ήταν και η παραγωγή της γλυκόριζας κυρίως από τα κτήματα γύρω από τον ποταμό Κεντίζ… Την οποία πουλούσαν «στους αντιπροσώπους της Αγγλικής Εταιρίας, οι οποίοι έβαζαν γυναίκες που την καθάριζαν και την συσκεύαζαν σε μεγάλα σακιά τα οποία έστελναν στη Σμύρνη…».237 Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε πως η «…κτηνοτροφία στην κοινότητα δεν ήτο πολύ ανεπτυγμένη»,238 με τους κατοίκους της να εκτρέφουν αγελάδες, βουβάλια και λίγα πρόβατα, με χαρακτηριστική την μακριά ουρά. Ιδιαίτερα από τα τελευταία έπαιρναν τα μαλλιά τους τα οποία τα χώριζαν σε τρεις ποιότητες, δηλαδή σε λευκά, μαύρα και φαιά, για προσωπική χρήση αλλά και εμπορία… Κάτι που ήταν επόμενο, ίσως γιατί οι κάτοικοί της επιδίδονταν στις καλλιέργειες περισσότερο προσοδοφόρων προϊόντων, όπως ήταν η σταφίδα και το βαμβάκι…και η εκτροφή των προαναφερομένων ζώων ήταν απλά και μόνο για την προσωπική τους χρήση. Αλλά και εξαιτίας της έλλειψης εργατικών χεριών ικανών για κτηνοτροφικές εργασίες. Πάντως αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως στην βιβλιογραφία είναι καταγεγραμμένα ονόματα ασχολουμένων με την κτηνοτροφία,239 κάτι που υποδηλώνει μάλλον πως επρόκειτο περί κτηνοτρόφων με μεγάλη οικονομική επιφάνεια εχόντων μεγάλες δυνατότητες παραγωγής γάλακτος και κρέατος. Όπως επίσης και μιας ιδιαίτερης συμπεριφοράς απέναντι σε τούτα τα ζωντανά στα οποία προσέδιδαν ακόμα και ανθρώπινα ονόματα. Έτσι μαθαίνουμε πως «…κάθε μέρα μαζεύονταν σε μια μεριά όπως γίνεται σε όλα τα χωριά και το βράδυ γύριζαν μόνα τους στο σπίτι… βγάζαμε ονόματα στις γελάδες… μια τη λέγανε Φιντίκι, δεν ξέρω τι θα πει, την άλη τη λέγανε Ευτυχία…».240 Βεβαίως όπως παντού υπήρχε και η εκτροφή μικρότερων οικόσιτων ζώων και πτηνών τα οποία βεβαίως προορίζονταν για την προσωπική τους και μόνο χρήση ή για τις οικονομικές τους μικροδοσοληψίες…241 Άκρως διαφωτιστική είναι επίσης και η μαρτυρία την οποία παραθέτουμε αυτούσια για την ποιμενική ζωή των κατοίκων της κοινότητας.242 «Είχαμε πολλά ζώα στο Μουραντιέ. Τα σήκωνε ο τόπος. Βγάζαμε λογής- λογής γεννήματα. Τα τρέφαμε με τίποτε. Βοσκές καλές και πολλές απλώνονταν παντού και στα βουνά ακόμα Γκορούν, Σεπέν. Την άνοιξη τα βγάζαμε στο μπαχάρι για να βοσκήσουν το τρυφερό χορτάρι. Να ζωντανέψουν από την κλεισούρα του χειμώνα. Πήγαιναν μαζί και οι κτηνοτρόφοι μέρα νύχτα στο βουνό. Τρέφαμε: άλογα, βόδια, γαϊδουράκια, αρνιά, κατσίκια και γελάδια. 237
Μαρτυρία Χρήστου Καλαϊτζόπουλου ό.π. Μαραβελάκης- Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 15 239 Ό.π., σ. 115, «Οι μεγαλύτεροι κτηνοτρόφοι του χωριού ήσαν ο Καραμπέτσογλου και ο Αντώνης Βεργής…». 240 Μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου, ό.π. 241 Τα πουλερικά, τα αυγά κλπ αποτελούν μέχρι και τις μέρες μας αντικείμενο αντιπραγματισμού στις μικρές κοινότητες. 242 Μαρτυρία Σόλωνα Καλόπουλου, ό.π. 238
81
Ανοίγαμε την πόρτα και πήγαιναν μονάχα τους στου κατσικά το σπίτι. Αυτός τα έπαιρνε και τα πήγαινε στη βοσκή. Τα γελάδια ξέρανε μονάχα τους μια πλατειούλα και μαζεύονταν κι από κει τα έπαιρνε ο γελαδάρης και τα ’βοσκε. Το βράδυ πάλι γύριζαν από το ίδιο μέρος. Άμα η γελάδα εύρισκε την πόρτα κλειστή μούγκριζε μμμμμ και σου ’δινε χαμπάρι και την άνοιγες. Τα κατσίκια ξεφώνιζαν πιο πολύ. Μια βραδιά έκανα και τον κτηνίατρο. Ήθελε να γεννήσει μια γελάδα και δεν μπορούσε. Μούγκριζε, έβλεπε λυπητερά την κοιλιά της, και πάλι μούγκριζε. Τόσοι ήταν εκεί δα και μεγαλύτεροί μου μα κανενός δεν έκοβε το κεφάλι του τίποτε. Πήρα ένα μαχαίρι και της έκοψα λίγο την κοιλιά. Με το πρώτο βγήκε το ανήσυχο κεφάλι του μοσχαριού που μύριζε… και τραβούσε βαριά την ανάσα του. Έβγαλα και το ύστερο, το πήρα και πήγα και το πέταξα απάνω σε μια συκιά. Έτσι κάνανε οι παλαιοί μα το γιατί δεν το ξέρω… Η γελάδα δεν γλύφει το μοσχαράκι της; Ε, όχι, η γελάδα αυτή έγλυψε τα δικά μου χέρια από ευγνωμοσύνη. Ό,τι γάλα παίρναμε από τα ζωντανά μας το πήζαμε γιαούρτι, βούτυρα, τυρί… Δεν πουλούσανε παρά όσοι είχαν πάρα πολλά. Τα πήγαιναν στο τσαρσί-αγορά της Μαγνησίας. Εκεί τραβούνταν όλα. Εμείς επειδή παίρναμε κατά καιρό πολλούς εργάτες τα χρειαζόμασταν για τους τρέφουμε. Έπαιρνα μια τσανάκα να, τόσο μεγάλη γάλα και αντί για νερό έριχνα στο καζάνι το γάλα… κι έβραζα τον τραχανά και τρώγανε οι εργάτες μας. Η πιο μεγάλη αμαρτία είναι να μην έχεις καλά τον μεροκαματιάρη σου». Με κάθε επιφύλαξη να καταθέσουμε επίσης και την πληροφορία για την ύπαρξη ιχθυοκαλλιεργικής μονάδας στις όχθες του ποταμού Γκεντίζ. Φυσικά δεν αμφισβητούμε την ύπαρξη μιας τέτοιας κατασκευής, αλλά μόνο το μέγεθος και την οργάνωσή της. Δηλαδή αν επρόκειτο περί μιας απλής προσπάθειας που κάλυπτε προσωπικές ανάγκες ή μιας βιοποριστικής μονάδας. Κατά τους πληροφορητές, λοιπόν, το «Γκεντίζ είχε ψάρια. Οι χωριάτες ψάρευαν αν δεν είχαν τι άλλο να κάνουν. Το νταλιάνι- ιχθυοτροφείο ήταν ρηχό και τούπλεκαν με δίχτυα. Τα έστηναν από βραδύς. Το πρωί πιάναμε τρεις τέσσερις οκάδες ψάρια, γόπες μικρές και κεφαλόπουλα. Από αυτά τα περισσότερα τα πουλούσαν στην αγορά…».243
243
Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα, ό.π.
82
Δευτερογενής παραγωγική διαδικασία. Σπεύδουμε να δηλώσουμε πως γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι πρόκειται για μια καθαρά γεωργική περιοχή και κατά συνέπεια δεν υπάρχουν σοβαρές και ικανές βιομηχανικές μονάδες. Επί πλέον σε μικρή απόσταση βρίσκονται τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της Σμύρνης και της Μαγνησίας πρωτίστως, αλλά και του Αϊδινίου δευτερευόντως. Σε αυτήν όμως μπορούμε να εντάξουμε τις λεγόμενες οικιακές οικοτεχνίες, αν και αδόκιμα, είναι αλήθεια, όμως υπήρχαν, απασχολούσαν προσωπικό και προόδευαν. Έτσι κάθε καλή νοικοκυρά σε μια γωνιά της κάμαρας είχε στημένο τον αργαλειό της για την ύφανση μάλλινων και μπαμπακερών υφασμάτων… σεντόνια, κουβέρτες, πετσέτες, υποκαμίσες, μαντήλες, χαλιά, για δική της χρήση, αλλά και προς μεταπώληση στις αγορές της Εφέσου και της Μαγνησίας. Επίσης στην περιοχή της Μαγνησίας και συνεπώς και στην υπό μελέτη κοινότητα της Χαμιντιέ,244 μεταξύ των προσοδοφόρων ασχολιών των κατοίκων ήταν και η παραγωγή ενός ειδικού τύπου οικιακού τάπητα, του κούλα,245 στενού επιμήκη χονδρού και με στήμονα επίσης μαλλί. Κατασκευαζόταν από οικογενειακούς αργαλειούς ή έπαιρναν την κατασκευή φασόν από τη μεγάλη βιομηχανική ανώνυμη εταιρεία “The Oriental Carpet Co” … Η μόνη, ίσως, καταγεγραμμένη στη βιβλιογραφία μονάδα βιομηχανικής παραγωγής ήταν πως, «…ολίγον προ της μικρασιατικής καταστροφής εις απόστασιν μιας ώρας από του χωρίου είχε ανακαλυφθή ανθρακωρυχείον, την εκμετάλλευσιν του οποίου είχε αναλάβει ευρωπαϊκή εταιρεία…».246 Προφανώς οι συγγραφείς ομιλούν για ανθρακωρυχεία του όρους Σίπυλου, τα οποία μάλλον εγκαταλείφθηκαν, εξαιτίας του μεγάλου κόστους και της μη κερδοφορίας των. Οι αλευρόμυλοι, πάλι: του Καρα- Θωμά που βρισκότανε λίγο πιο έξω από το χωριό και η φάμπρικα Αναγνωστόπουλου που εξυπηρετούσαν όχι μόνο τους ντόπιους, αλλά κάλυπταν και τις ανάγκες των οικισμών Τσουλού και Χορόσκιοϊ που ήτανε σε πολύ κοντινές αποστάσεις, μπορεί να θεωρηθούν πως ανήκουν στις μεταποιητικές βιομηχανικές μονάδες της δευτερογενούς παραγωγής… επειδή απασχολούσαν αρκετούς παραγιούς. Όπως επίσης και οι υδρόμυλοι στην περιοχή Πασά Ντερμενί, κοντά στον οικισμό Γκάραλι, στους πρόποδες του βουνού. Τρεις μύλοι ελληνικών και τουρκικών 244
Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρ. ό.π. Εμμ. Δεμιτζάκης, ό.π., σ. 15 «τύπου σιτζαντέδων»… 246 Μαραβελάκης-Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 115. 245
83
συμφερόντων, κοινές επιχειρήσεις, τους οποίους έθεταν σε κίνηση τα νερά που κατέβαιναν από το βουνό. Το ελαιοτριβείο, κοντά στο ποτάμι, επίσης, που κάλυπτε σε ικανοποιητικό βαθμό το σύνολο της παραγωγής της περιοχής. Που ήταν μάλιστα μεγάλη μιας και τούτο το είδος ευδοκιμούσε. Η συμμετοχή του γυναικείου πληθυσμού στο οικονομικό γίγνεσθαι της κοινότητας δεν σταματούσε μόνο στην παραγωγή των χαλιών και των λοιπών μάλλινων και υφαντών, αλλά περιελάμβανε την παραγωγή, σε ικανοποιητικό βαθμό μάλιστα: σοβιτιών, δηλαδή καλαθιών από τα ομώνυμο φυτό τα οποία διέθεταν στις αγορές… βαφών, τα πιρένια… Από κάποια φυτά που τα βρίσκανε στους πρόποδες του βουνού. Τα φέρνανε στο χωριό και τα πουλούσαν… σε ιδιότυπα εργαστήρια που απασχολούνταν αρκετοί. Τα πλένανε, τα στεγνώνανε, τα καθάριζαν και τελικά τα βράζανε, το δε ζουμί τους με διάφορες προσμίξεις άλλων βοτάνων και παρασκευασμάτων το μετέτρεπαν σε μπογιές για τα πάντα. Από την βαφή των αυγών το Πάσχα, ως τα χαλιά και τα ρούχα… μοσχολίβανου, που κατασκευαζόταν με ένα ξεχωριστό πραγματικά τρόπο. Πρόκειται περί ενός ιδιαιτέρου αγαθού απαραίτητου για τις θρησκευτικές υποχρεώσεις των χριστιανών, το οποίο μάλιστα χάριζαν στην εκκλησία η οποία με τη σειρά της είτε το χρησιμοποιούσε για τις δικές της ανάγκες, είτε το πουλούσε, με τα έσοδα να προορίζονται για τις ανάγκες του σχολείου. Έπαιρναν λοιπόν κοινό λιβάνι το οποίο ζύμωναν με τριαντάφυλλα και αρωματικά έλαια. Τούτο το προϊόν το φούρνιζαν και αποξηραμένο, χύμα ή σε συσκευασία, το διέθεταν για χρήση…
84
Τριτογενής παραγωγή… Αναφερόμαστε φυσικά στις παροχές, τις υπηρεσίες και το εμπόριο που υπήρχανε στην κοινότητα έστω και σε υποτυπώδη μορφή. Να καταθέσουμε επίσης πως: πρόκειται για μια κοινότητα αρκετά μεγάλη… το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού ασχολείται με γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες… αμιγώς ελληνική… δίπλα σε δυο πολύ μεγάλα αστικά κέντρα… Σμύρνη και Μαγνησία. Σημειώνουμε επίσης πως το κέντρο της οικονομικής ζωής της κοινότητος ήταν, όπως είναι φυσικό, η πλατεία της ή αν θέλετε η πλατεία της Κιλισέ(εκκλησιάς) μιας και τούτη βρισκότανε ακριβώς στο κέντρο της. Με τις δημόσιες υπηρεσίες, τους μαγαζάτορες, τους ασχολούμενους με το εμπόριο γενικά και ειδικά, κλπ. Τύχη αγαθή επίσης οι υπάρχουσες μαρτυρίες είναι αρκούντως κατατοπιστικές τόσο για τον αριθμό των επαγγελματιών όσο και το μέρος δραστηριότητας του καθενός… Έτσι, μεταξύ αυτών, σύμφωνα πάντοτε με τις μαρτυρίες, υπήρχανε: Παντοπωλεία- μπακάλικα… Τα οποία βεβαίως είχαν τα πάντα, εξυπηρετώντας τους κατοίκους και με ειδικές παραγγελίες. Ο τύπος αυτού του είδους παντοπωλείου- πολυκαταστήματος είναι ο συνηθισμένος τύπος σε όλη την επικράτεια. Είναι μάλιστα και ο τόπος συγκέντρωσης, ζύμωσης των μορφωμένων και ενδιαφερομένων για τα κοινά ανθρώπων, οι οποίοι ρουφούν κυριολεκτικά τις ειδήσεις- πληροφορίες που τους φέρνουν από τα μεγάλα κέντρα οι εμπορευόμενοι.
Στο Τσινάρ Αλτί, συνοικία Αγίου Νικολάου Υπήρχαν δύο… Το μεγαλύτερο, μάλιστα, που βρισκότανε δίπλα στην εκκλησιά του Αϊ Νικόλα ήταν ιδιοκτησίας του Προδρόμου Ευάγγελου… που σύμφωνα με τις μαρτυρίες συνελήφθη και παρέμεινε αιχμάλωτος αργότερα στα δύσκολα χρόνια. Στην πλατεία Κοτζά Μεχανέ- μεγάλο καπηλειό. Είχανε τα μπακάλικά τους: ο Ευάγγελος Ψαλτόγλου, που πουλούσε τα πάντα αλλά είχε και σχεδόν την αποκλειστική εκμετάλλευση του μπακαλιάρου. ο Νίκος Ψαλτόγλου… Στο Γενέ Καϊβέ- νέο καφενέ. Είχανε τα μπακάλικά τους: ο Σταμάτης Καλατζ….
85
ο Χοτζανή Τζώρτζη…247
Στο Γενή Καϊβελέρ. Υπήρχαν: το μεγάλο μπακάλικο του Χατζή ΚαμάρηΤρύγκατζη, παράρτημα μιας σειράς ομοίων καταστημάτων που διέθετε ο ίδιος στη Σμύρνη και τη Μαγνησία. το μπακάλικο του Χατζή Κοκολή, του «εκμεκεμέ»… προσωνύμιο που του κόλλησαν οι χωρικοί «επειδή δεν έτρωγε ψωμί και ξοδευτεί… για τόσο τσιγκούνη μιλάμε».248 Χασάπικα- κρεοπωλεία. Σύμφωνα με τις πληροφορίες υπήρχαν δυο. Στον Κοτζά Μεχαλέ, του Κώκο (;) Καραμπέτου… Στο Γενέ Καϊβέ, το Τζίσου Γιώργη…. Παρατήρηση Η προμήθεια των σφαγείων γινότανε από τα διπλανά κυρίως αστικά κέντρα ή από τους ντόπιους παραγωγούς κυρίως στα μικρά ζώα. Γιαουρτάδικα. Υπήρχαν δυο. Ένα στο Τσινάρ Αλτί και το άλλο στην περιοχή του Γενέ Καϊβέ. Και τα δύο εκτός των μαγαζιών, εφοδίαζαν μικροπωλητές οι οποίοι περιδιάβαιναν τους δρόμους και τους μαχαλάδες της κοινότητας πουλώντας επιτόπου την πραμάτειά τους… Χρυσοχοείο Στον Γενή Μελέ, καινούργιο μαχαλά, υπήρχε το κατάστημα του Νικόλα Χατζηαντώνη, που πουλούσε και αγόρασε χρυσαφικά… αλλά και γενικά ό,τι είχε σχέση με τα πολύτιμα μέταλλα…249 Εμπορικά Υπήρχαν δυο… στο Καπουσούζ Μελέ. Το πρώτο ανήκε στον Μπακάλ Γιώργη και πουλούσε είδη ρουχισμού, ενώ το δεύτερο σε κάποιον Μηνά και εμπορευότανε τα οικιακά σκεύη…
Μπαρμπέρικα..κουρεία. Στο Τσινάρ Αλτί διατηρούσε το μπαρμπέρικό του ο Γιάννης, ο ντοτόρος… οποίος βεβαίως έκανε και χρήση των οδοντιατρικών του ικανοτήτων στους κατοίκους της κοινότητος, προσφέροντας πρωτοβάθμια οδοντιατρική περίθαλψη. Στο Κοτζά Μεχανέ, επίσης, το κουρείο του Αποστόλη… Δυο στο Γενή Γκαϊβελέ…
Αλμπάντικο, πεταλωτήριο Ιδιοκτησίας του Ναλπάντογλου Αθανασίου που κάλυπτε τις τοπικές ανάγκες… 247
Ο πατέρας του ήτανε ένας από τους δασκάλους του χωριού.. Μαρτυρία Παλληκαρίδη Σταύρου, ό.π. 249 Ο αργυραμοιβός, λιρατζής, σαράφης… 248
86
Σιδεράδικα Κοντά στο νεκροταφείο του χωριού, ήταν ταυτόχρονα και γανωτήριο, μιας και ο μπάρμπα Γιάννης, ο ιδιοκτήτης του, κατείχε και τις δυο τέχνες από μόνος του.250 Μάλλον μαγαζί για όλες τις δουλειές. Γεμενετζής, τσαγκάρης Ο Θανάσης Δαουλτσόγλου, τεχνίτης παπουτσής, τσαγκάρης, και με δυο καλφάδες (βοηθούς), μάλιστα, γιατί η ζήτηση από πλευράς του κόσμου ήταν μεγάλη σε όλα τα είδη. Από το καλό παπούτσι έως τσαρουχιών251 και τσοκάρων. Αλλά και κατάστημα εφοδιασμένο με ό,τι καλύτερο διέθεταν τα μεγάλα καταστήματα της Σμύρνης και της Μαγνησίας… Καρβουνιάρικα252 Δύο στην συνοικία Γενέ Καϊβέ… Βαφεία. Ένα βαφείο που κατασκεύαζε μπογιές από την «πιρένια», δηλαδή μια ιδιαίτερη ρίζα, την οποία, αφού αποφλοίωναν, την έβραζαν και το ζουμί της με διάφορες επιμείξεις το χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή μπογιάς διαφόρων τύπων και χρήσεως, όπως για χαλιά, πατάκια, υφάσματα, κλπ. Αρτοποιεία, φούρνοι. Σύμφωνα με τις πληροφορίες υπήρχαν τρεις, αριθμός σημαντικός, αν κανείς λάβει υπόψη του πως κάθε σπίτι είχε το φούρνο του και κάθε καλή νοικοκυρά έπρεπε να κάμει το δικό της ψωμί. Το ψωμί που πουλούσαν ήταν χάσικο, δηλαδή ψωμί με καλοκοσκινισμένο άσπρο αλεύρι… αλλά και γλυκά κουλουράκια.253 Το ένα αρτοποιείο ήταν ιδιοκτησίας του Σπανίδη Γιάννη και βρισκότανε δίπλα στην εκκλησιά… Φούρνο διατηρούσε και ο Νικόλας Ψαλτόπουλος στο Γενή μαχαλά… Το τρίτο ήτανε ιδιοκτησίας του Φίλιππα Γιαννακό… Καφενέδες… Αδιευκρίνιστος αριθμός, μιας και αποτελούσαν την κύρια πηγή διασκέδασης, σημείο συνάντησης και κοινωνικών επαφών και τόπο κάθε είδους πληροφόρησης του ανδρικού πληθυσμού τα κοινότητας… Που μεταξύ άλλων προσέφεραν καφέ, τσάι, ρακί, κανένα γλυκό… χαρτιά και τάβλι αλλά και ναργιλέ. 250
Γανωτής ή και καλαϊτζής… Τέχνη πολύτιμη και επικερδής εκείνα τα χρόνια. Τσαρούχι-σανδαλοειδές υπόδημα, ελαφρύ, χαμηλό και πολύ ανθεκτικό από δέρμα γουρουνιού… Τσόκαρα= Ξύλινα πέδιλα 252 Μαρτυρία Παλληκαρίδη Σαύρου, ό.π., «Τη σκόνη από τα κάρβουνα που έμενε στα χαράρια (μεγάλα τσουβάλια) την ανακάτευαν με λιωμένο ασβέστη και το μείγμα του που το έλεγαν κουλίκι το χρησιμοποιούσαν και πάλι ως καύσιμο ύλη…». 253 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π. «Οι καλοί νοικοκυραίοι δεν αγόραζαν ψωμί, ήταν ντροπή το καλό σπιτικό να μην έχει το δικό του φούρνο… Κι αν τύχαινε καμιά φορά να πάρει κανείς από τον φούρνο έτοιμο το ’κρυβε κάτω από το σακάκι του, να μη τον δούνε ο κόσμος και η γειτονιά… Οι φούρνοι που ανεπτύχθησαν μετά το ’14 και δούλευαν κυρίως με μηχανές πετρελαίου…». 251
87
Τα περισσότερα βρίσκονταν στο τσαρσί και μεταξύ αυτών: του Κελεσή, του Ζαχαράτου, του Γιώργη, του Αποστόλη… Παρατήρηση Υπήρχαν μερικές απαγορεύσεις ή καλύτερα μερικοί κανόνες για την ορθή λειτουργία τους, μεταξύ των οποίων οι: λειτουργούσαν σύμφωνα με το επιτρεπόμενο ωράριο που το καθόριζαν οι τοπικές αρχές. απαγορεύονταν τα τυχερά παιχνίδια άνευ αδείας… απαγορευότανε η πώληση οινοπνευματωδών ποτών άνευ γραπτής αδείας. έπρεπε να τηρούνται οι κανόνες υγιεινής, δηλαδή, καθαριότητα σχολαστική των σκευών- μέσων με τα προσφέρονταν τα διάφορα ποτά στους καταναλωτές… η ύπαρξη τουαλέτας κλπ. Τύπος. Μάλλον υπερβολική προσδοκία γιατί μιλάμε για μια καθαρά γεωργική κοινότητα εκεί και τότε. Πάντως και σε κάθε περίπτωση οι πληροφορητές καταθέτουν πως εφημερίδες έφερνε ο Ψαλτόπουλος ο μπακάλης. Τουρκικές από τη Μαγνησία και ελληνικές από η Σμύρνη… την «Αμάλθεια» και την «Αρμονία»… Το αναγνωστικό τους κοινό ήταν οι δάσκαλοι, οι υπάλληλοι που διέθεταν σχετική μόρφωση, οι επίτροποι και οι δημογέροντες… Κομπλιμαδόροι, γυρολόγοι. Πρόκειται για τους μικροπωλητές, είδος που ευδοκιμούσε σε όλη την οθωμανική επικράτεια… Η πραμάτεια που μετέφεραν περιελάμβανε: τσεμπέρια κάθε είδους και κάθε χρώματος, λογής λογής κάλτσες, βελόνες, κεντήματα… Κατά τον πληροφορητή Καλόπουλο Σόλωνα, που ήτανε ο ίδιος γυρολόγος, υπήρχαν δυο ακόμα άτομα που ασχολούνταν με τούτο, το επικερδές κατά τον ίδιο, επάγγελμα. «Βγαίναμε από τα χαράματα και γυρνούσαμε το βράδυ… Πήγαινα στα τουρκοχώρια και τους πουλούσα τα πάντα και σε καλές τιμές. Μου έδιδαν μάλιστα και διάφορες παραγγελιές, για τσανάκες, στάμνες και κιούπια… Πολλές φορές πληρωνόμουνα σε είδος… με γεννήματα. Ξέρεις τι πα να πει ένα κιούπι που έκανε ένα μεταλλίκι, να το αλλάζεις με ένα κιούπι στάρι; Μου ’λεγαν οι τουρκάλες “θα ψωνίσουμε χωρίς λεφτά, είσαι να δώσουμε στάρι;”, “Άφερημ”, ακούς εκεί; Γιατί να μην θέλω; Άλλες μου τα ’διναν φανερά. Ψώνιζαν και μου πασάριζαν όσο βάσταγε η ψυχή τους στάρι. Ήταν κι άλλες που φοβούνταν και μου ’λεγαν “σαν σκοτεινιάσει να ’ρθεις, πίσω από την πόρτα θα σου ’χω μισό σακί στάρι”. Ήταν κάτι πελώριες δίφυλλες πόρτες που σαν άνοιγαν έμπαιναν τα ζωντανά φορτωμένα. Άφηναν λοιπόν τη μια πόρτα μισάνοιχτη και πίσω το σακί για τρία τσεμπέρια και ένα ζευγάρι κάλτσες…». Ξενοδοχείο, Χάνι. Κοντά στις γραμμές. Διώροφο κτίσμα με μεγάλες αυλές- χωρίσματα και υπόστεγα που φιλοξενούσαν τους ταξιδιώτες και τα ζωντανά τους. Να σημειωθεί πως η λειτουργία τούτης της
88
«ξενοδοχειακής» μονάδος ήταν συνεχής μα και επικερδής και τούτο διότι η κοινότητα ήταν μεγάλο εμπορικό πέρασμα. Γενικές αποθήκες Η μόνη πληροφορία που διαθέτουμε είναι πως υπήρχαν δύο μεγάλες αποθήκες, αγνώστου ιδιοκτησίας και συμφερόντων, στις οποίες, έναντι μιας αμοιβής σε είδος, οι αμπελοκαλλιεργητές αποθήκευαν, μέχρι και την πώληση στους εμπόρους, την παραγωγή σταφίδας. Ιατρικές υπηρεσίες254 Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως πουθενά δεν καταγράφεται η παρουσία γιατρού ή οργανωμένης έστω πρωτοβάθμιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Κάτι όμως που λογικά εξηγείται μιας και η κοινότητα της Χαμιντιέ ήταν πολύ κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα, άρα, στις παροχές πρώτων βοηθειών, αλλά και συνεχούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Ο ιατρός, μάλιστα, Καμπέρογλου Δημήτριος, άριστος επιστήμονας και άνθρωπος που ασκούσε το επάγγελμά του στην πόλη της Μαγνησίας, καταγότανε από το Μουραντιέ, έχοντας στην ιδιαίτερή του πατρίδα τους δικούς του ανθρώπους, τα κτήματά του κλπ. Βεβαίως και από εδώ δεν απουσίαζαν οι εμπειρικοί ιατροί και μαίες255 που παρείχαν επί μονίμου βάσεως τις υπηρεσίες τους. Για παράδειγμα αναφέρονται οι: -Γιάννης Καραμπέσογλου, ο γιος του Αντώνη, το «τσανό»,256 που είχε αποκτήσει το χάρισμα για τα σπασμένα κόκαλα ανθρώπων μα και ζωντανών… που μάλιστα προσέφερε τις υπηρεσίες του δωρεάν «για την ψυχή της συγχωρεμένης της μανούλας του». 257 -η κυρά Σουλτάνα, η αφέντρα, και πολυλογού, με το στόμα της να πηγαίνει πέρα δώθε, αλλά να δίδει λύσεις σε όλα. Από σερνικοβότανα, μέχρι θεραπεία κάθε πληγής… Αλλά και από τα ανεπιθύμητα γκαστρώματα, μέχρι και τις γέννες όλων των πιτσιρίκων της κοινότητος… Με βαθιές όμως γνώσεις πάνω στα αγαθά της μητέρας γης, των φυτών που χάρισε ο πανάγαθος πλουσιοπάροχα στους ανθρώπους. Τίποτε δεν της ξέφευγε, γνώριζε όλα τα φυτά με την παραμικρή λεπτομέρεια και τα χρησιμοποιούσε δεόντως και πρεπόντως… για το καλό των ανθρώπων, για ίαση καλή, σύντομη και ανέξοδη. Τα διάφορα χόρτα της πλάσης όπως, η αγριά (αγριάδα), το καλάμι, η γούλερη, η τσουκνίδα, το γαϊδουράγκαθο, οι ασπόρδιλοι, τα πικρόσυκα…είναι ο οπλοστάσιό της για κάθε νόσο και θεραπεία… Πονούσαν τα λαιμά ή είχαν πρόβλημα από τις αμυγδαλές τους… Ε, τότε, το αφέψημα από το αθριμπάρι (θυμάρι) έδιδε τις δέουσες λύσεις… Μήπως πληγώθηκε κανένας; Δεν πειράζει, ας είναι καλά η βρωμούσα που κοπανισμένη γίνεται αλοιφή και μπαίνει στις πληγές, που άμεσα τις κλείνει. 254
Σημ: Για να εργαστεί κανείς ως γιατρός στην Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έρεπε απαραίτητα να έχει δίπλωμα από την αυτοκρατορική σχολή της Πόλης ή ξένου πανεπιστημίου… 255 Μαρτυρία Καλαϊτζόπουλου Χρήστου, ό.π « Είχαμε τρεις τέσσερις μαμές που βοηθούσαν τις γκαστρωμένες…». 256 Τσανός, δηλαδή και σε ελεύθερη μετάφραση τρελούτσικος… 257 Μαρτυρία Καλόπουλου Σόλωνα ό.π., «….Αν αρρωστούσαμε από μικροπράγματα, κρυολογήματα, πονοκεφάλους… είχαμε τον πατριώτη μας, γιατρό της πυρκαγιάς, που ναι μεν ήτανε καλός αλλά τρελούτσικος και σχεδόν πάντοτε μεθυσμένος. Άμα είχαμε κάτι σοβαρό πηγαίναμε στη Σμύρνη ή στη Μαγνησία…».
89
Έχετε γαϊδουρόβηχα; Τότε το φάρμακο που προσέφερε η κυρά Σουλτάνα και μάλιστα αποτελεσματικά που τον έκοβε μαχαίρι ήταν το αφέψημα από βρασμένα σύκα, που και αυτά αφθονούσαν στην περιοχή. Αλλά και ηλίαση σοβαρή να πάθαινε κανένας υπήρχε το σωστό φάρμακο. Έπαιρνε τον άρρωστο, του μετρούσε το κεφάλι πάνω κάτω, φάρδος μήκος, και κατόπιν τοποθετούσε πάνω του ένα ποτήρι νερό με εννιά σπυριά αλάτι. Μετά, αφού τον διάβαζε με μια ευχή και προσευχή, τον ράντιζε με το παρασκεύασμα, το δε υπόλοιπο το ’ρίχνε στα λουλούδια. Αλλά εκεί είχανε και το καλύτερο αιμοστατικό προϊόν της ιατρικής επιστήμης, άφθονο και σε εξευτελιστικές τιμές μάλιστα….. που φυσικά δεν είναι τίποτε άλλο από τον καλλιεργούμενο καπνό. Τώρα, αν πονά κανείς από οποιαδήποτε αιτία και αφορμή, αλλά κύρια αν κατά λάθος του πονούσε το δόντι του, ε, τότε, το αλεσμένο προϊόν της πικραγγουριάς τον κανόνιζε. Πρώτιστα όμως ήταν ξακουστά τα μαγικά της χέρια. Που με δυο τρεις κινήσεις έδιδε και καταλάβαινε του σπόρου που δεν ήθελε να βγει από την κοιλιά της μάνας του. Αν πάλι ήτανε δύστροπος και έβγαινε με τον κώλο του, τότε έβαζε σε εφαρμογή τα μεγάλα μέσα. Παίρνανε την γκαστρωμένη και την βάζανε μαζί με τις γειτόνισσες πάνω σε μια κουβέρτα με την κοιλιά μπρούμυτα και με απαλές στην αρχή και βιαιότερες μετά κινήσεις την περιέστρεφαν πέρα δώθε επιτυγχάνοντας εν πολλοίς την μεταστροφή της φοράς καθόδου του μικρού. Αλλά και το αλάτισμα258 του σπόρου μετά τη γέννα ήταν η δουλειά των βοηθών της που δεν ήταν άλλες παρά οι γειτόνισσες και οι λοιπές γυναίκες του χωριού. Βεβαίως και σε τούτη την κοινότητα υπήρχανε πανάρχαιες θεραπευτικές συνταγές διακρινόμενες κυρίως για την παράξενη πρωτοτυπία τους.259 Το ασπράδι του αυγού, για παράδειγμα, θεωρείται κατάλληλο θεραπευτικό μέσο για τα εγκαύματα και το μαλάκωμα του πόνου. Οι κουφές βεντούζες, για κάθε χρήση και άμεσα, σε συνδυασμό με ένα γερό τρίψιμο. Οι κοφτές βεντούζες, το χαράκωμα δηλαδή, για τα γερά κρυώματα, που όμως η μέθοδος αυτή έπρεπε να γίνεται από κάποιον ειδικό… Το γάλα της γυναίκας και μάλιστα της λεχώνας ήταν κατάλληλο για την θεραπεία των φλογώσεων του ματιού. Το θειάφι ανακατωμένο με λάδι βοηθούσε στις δερματικές παθήσεις… Παρατήρηση Δεν γνωρίζουμε τους λόγους, πάντως το σύνολο των πληροφορητών ισχυριζόταν πως η περιοχή ήταν γεμάτη σκορπιούς… και πως αρκετοί ήταν αυτοί που δέχθηκαν το «ευεργετικό» δάγκωμά τους. Παραθέτουμε την πλέον χαρακτηριστική μαρτυρία. «Σε πολλές περιφέρειες του Μουραντιέ είχε πολλούς σκορπιούς. Το καλοκαίρι που μέναμε δεν γλυτώναμε. Όλο και μας δάγκωναν. Στα χέρια, καθώς δουλεύαμε, 258
Μετά τη γέννα πλένανε το νεογέννητο με χαμομήλι και λίγο ζεστό νερό. Στη συνέχεια αλάτιζαν τα απόκρυφα και σημαντικά μέρη του σώματός του και το φάσκιωναν. 259 Δίδονται με κάθε επιφύλαξη μιας και στηρίζονται μόνο στο προφορικό λόγο και τις μαρτυρίες.
90
καθώς περπατούσαμε ξυπόλητοι… Τόσος ήταν ο πόνος που δε βαστιόμασταν. Πέφταμε κατάχαμα και κυλιόμασταν σαν γάτες, βογκούσαμε. Όποιος από τους δικούς μας πρόφταινε και είχε κουράγιο, έβαζε στο στόμα του λίγο λάδι και βύζαινε την πληγή μας. Κάθε τόσο όμως έπρεπε να φτύνει. Να μην καταπιεί το φαρμάκι του σκορπιού. Ωστόσο το λάδι δε το άφηνε να καθίσει στο στόμα του γι’ αυτό και το ’βαζε όταν άρχιζε να κάνει τη γιατρειά αυτή. Μόνο έτσι περνούσε ο πόνος και σωζόμασταν…».260 Φαρμακείο Υπήρχε ένα φαρμακείο στην πλατεία της εκκλησιάς του Αγίου Νικολάου εφοδιασμένο μόνο με υλικά πρώτης ανάγκης… Μπαμπάκια, ιώδια, οινοπνεύματα, κινίνα, διάφορες σκόνες, έμπλαστρα, βδέλλες… Οι λόγοι προφανείς. Οι θεραπευτικές αγωγές των πρακτικών ιατρών και τα ιάματά τους που ο ίδιοι παρασκεύαζαν… αλλά και τα μεγάλα αστικά κέντρα που απορροφούσαν – εξυπηρετούσαν το σύνολο της ζήτησης.
260
Μαρτυρία Καλαϊτζή Χρήστου ο.π.
91
Οι ενδυματολογικές συνήθειες… Σημαντικά στοιχεία για τις ενδυματολογικές συνήθειες των κατοίκων της Χαμιντιέ καταγράφονται από τους μελετητές αλλά βρίσκουμε και στις αφηγήσεις -μαρτυρίες των παλαιών κατοίκων της κοινότητος. Αξίζει να σημειωθεί πως κάθε ράτσα είχε τα δικά της, αν και σε γενικές γραμμές η ενδυμασία είναι κοινή σε μεγάλες γεωγραφικές περιοχές, εξαρτώμενη εν πολλοίς από το φυσικό μα και ανθρώπινο περιβάλλον. Και για την ακρίβεια: Στην Καππαδοκία, για παράδειγμα, όπου οι κλιματολογικές συνθήκες ήταν απότομες και ευμετάβλητες μιας και ο χώρος ήταν υψίπεδα που είχαν δημιουργηθεί στο διάβα του χρόνου από τα παρακείμενα ηφαίστεια και επί πλέον άξυλος, ήταν επόμενο το είδος του ρούχου να καλύπτει αυτές τις ανάγκες. Έτσι ήταν χοντρά και μάλιστα σχεδιασμένα για να καλύπτουν όλο το σώμα. Επί πλέον επηρεάζονταν και από τον ανθρώπινο παράγοντα που δεν ήταν άλλος από τον μουσουλμανικό περίγυρο που ήθελε τη γυναίκα σκεπασμένη από «κορυφής έως νυχιών»…περίπου ως λαχανοειδές. Τουναντίον οι κάτοικοι της Χαμιντιέ βρίσκονταν σε περιοχές με μαλακά κλίματα, με αμιγή ορθόδοξο ελληνικό πληθυσμό και πολύ κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα με διαφορετικές αντιλήψεις σε όλα…ακόμα και στις ενδυματολογικές συνήθειες που επηρεάζονταν από την ευρωπαϊκή μόδα την οποία μετέφεραν οι διαπιστευμένοι αλλά και οι ανθούσες κοινότητες των ευρωπαίων στα μεγάλα αστικά κέντρα της Πόλης, της Σμύρνης, του Αϊδινίου, της Μαγνησίας κλπ. Έτσι οι μεν νέοι προσχώρησαν άμεσα στο νέο ή νέους τρόπους ζωής που περιλάμβανε και τις ενδυματολογικές συνήθειες, ενώ οι γεροντότεροι παρέμεναν προσηλωμένοι σε αυτά που είχαν μάθει μη επιδεχόμενοι τις όποιες αλλαγές. Να σημειωθεί επίσης πως στο σύνολο οι ενδυμασίες στηρίζονταν κατά βάση στα υφάσματα που ύφαιναν οι κυράδες στους δικούς τους αργαλειούς, με βαμβάκι δικής τους παραγωγής, εκτός φυσικά των ειδών πολυτελείας…και πως πάντοτε ή σχεδόν πάντοτε οι ίδιες τα έραβαν… Ειδικότερα τώρα για τους κατοίκους της Χαμιντιέ παρατηρούνται τα εξής:261 οι άνδρες γενικά «…εφόρουν φέσι με φούνταν, περιτυλιγμένον με μαύρην ή άσπρην μαντήλαν262 (καμπανί), σταυρωτόν κεντημένο γιλέκο και από επάνω πατατούκα,263 μάλλινο ζουνάρι,264 βράκαν από μπλε τσόχαν μέχρι του γόνατος, τοζλούκια, τα οποία εσκέπαζον την κνήμην και παπούτσια265 κλειστά με γλώσσες εμπρός σαν τις σημερινές παντούφλες…». οι γυναίκες πάλι «…έδεναν τα μαλλιά των προς τα οπίσω με μιαν χρωματιστήν μαντήλαν. Όταν όμως επήγαιναν εις την εκκλησίαν, έβγαζαν 261
Μαραβελάης-Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 112. Όταν πενθούσαν φορούσαν μαύρο φέσι… 263 Είδος σημερινή κοντής χλαίνης. 264 Τουλάχιστον τριών μέτρων για να είναι καλό και να κρατά τη μέση ζεστή…και σταθερή. 265 Τα καθημερινά παπούτσια ήταν φτιαγμένα κυρίως από δέρμα γουρουνιού τα οποία έκαμαν οι ίδιοι. Μόνο τα γιορτινά και τα γαμπριάτικα τα αγόρασαν από το εμπόριο και ήταν φτιαγμένα από καλά δέρματα… 262
92
την μαντήλαν και εμάζευαν τα μαλλιά των εις την κορυφήν κάνοντας κότσον, τον οποίον εστήριζαν με γυαλιστερά κτενάκια. Τας καθημερινάς εφόρουν μπλούζες και σαλβάρια, τας εορτάς όμως μεταξωτές μπλούζες που έφταναν έως τον λαιμόν και φούστες μακριές που σχημάτιζαν ουρές. Εστόλιζαν τον λαιμόν των με φλουριά, αλυσίδες χρυσές και ωρολόγια, τα δε δάκτυλά των με ωραία δακτυλίδια. Τα παλτά των, φοδραρισμένα με γούνα δεν ήσαν πολύ μακριά…».266 Εξίσου χαρακτηριστική των ενδυματολογικών συνηθειών ανδρών μα και γυναικών της κοινότητος είναι η περιγραφή της Σοφίας Λουκά. Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν «οι άνδρες είχον ως αμφίεσιν τα μαύρα τσόχινα γραφικά σαλβάρια με τα κεντητά με μαύρα μεταξωτά τεχρίλια, γιλέκα τους, με το μεϊντάνι τους και το μακρόφουντο φέσι τους… Οι γυναίκες τα μεταξωτά βαρύτιμα σουρωτά φουστάνια με τα βελούδινα μπουστάκια από τα οποία επρόβαλαν τα εκ ζωικής μετάξης πεμπεζαρένια μανίκια και τραχιλιές ποικιλμένες με κοχάκια και είχον ως επώμια κατά τον χειμώνα τα βαρύτιμα ποικιλόχρωμα εκ λεπτοτάτου ερίου σάλια-λαχούρια- λεγόμενα τα οποία κατασκευάζοντο εις την ινδικήν πόλιν Λαχώρη, κατά δε το καλοκαίρι, τα λευκά ή μαύρα μεταξωτά κεντητά σαλιά- τα κρέπια- και εστολίζοντο άλλοτε με φλουριά και άλλοτε με μαργαριτάρια, με χρυσά βραχιόλια και αδαμάντινα δακτυλίδια και ενώτια…».267 Βεβαίως απαραίτητο εξάρτημα της γυναικείας ενδυμασίας αλλά χαρακτηριστικό της τέχνης και μαεστρίας της ήταν η ποδιά (μπροστέλα) σε διάφορες κατασκευές. Άλλοτε υφαντή, ορισμένες φορές βελούδινη, ενίοτε βαμβακερή, πάντοτε όμως στολισμένη και ραμμένη από την ίδια την κυρά και αφέντισσα του σπιτιού… Μια κοινή φορεσιά, επίσης, ήταν η κάπα για τις δύσκολες μέρες του χειμώνα. Ιδιοκατασκευή που την ονόμαζαν κιουρκ και αποτελούνταν από προβιές με το δέρμα από έξω και το μαλλί από μέσα. Άρα πλήρης προστασία από το νερό της βροχής και το δριμύ ψύχος…
266 267
Μαραβελάκης –Βακαλόπουλος, ό.π., σ. 114 Σοφία Λουκά, ό.π. σ. 46
93
Οι διατροφικές συνήθειες… Τη βάση της διατροφής του συνόλου σχεδόν των κατοικούντων στις αγροτικές περιοχές της Μικράς Ασίας αποτελούσαν τα δημητριακά και τα όσπρια. Προϊόντα που καλλιεργούσαν σε σημαντικές ποσότητες τόσο για προσωπική- οικογενειακή χρήση, όσο και για την εμπορία τους. Ειδικά τα δημητριακά με τα παράγωγά τους κάλυπταν όλο το πληθυσμό και μάλιστα όλο το χρόνο με το να παρουσιάζουν τροφές με και σε διάφορες παραλλαγές, ανάλογα φυσικά με τον τόπο και τρόπο παρασκευής τους.268 Και πρώτα πρώτα το ψωμί. Σε διάφορες ποικιλίες και σχήματα, με ή χωρίς καλαμπόκι…αλλά και ως «λουκούμ», δηλαδή πολύ μικρά κομμάτια τα οποία αφού εμπότιζαν σε ζαχαρόνερο αποτελούσαν για μικρούς και μεγάλους ξεχωριστό έδεσμα. Συνηθισμένη και σε πολλούς τύπους ήταν και η κατασκευή και η χρησιμοποίηση του πλιγουριού, του ξεφλουδισμένου δηλαδή και χοντροαλεσμένου στο χειρόμυλο σιταριού. Στο φαγητό μα και στα γλυκά… Γνώριμη είναι επίσης η κατασκευή σπιτικών ζυμαρικών σε όλους τους τύπους. Με κύρια συστατικά το αλεύρι και το γάλα, με ή χωρίς αυγά, ανάλογα την εποχή ή και νηστίσιμα, με ντομάτα και κρεμμύδι, κατά την όρεξη και τις επιθυμίες του αφέντη, διατηρούνταν σε ειδικούς ντορβάδες, αφού προηγούμενα αφυδατώνονταν με πολύ φυσικό τρόπο…την έκθεσή τους στον ήλιο. Βεβαίως, γνωστές είναι επίσης οι πίτες παντός είδους, οι γκιουζλεμέδες (κρέπες), οι μπλιγουρόπιττες, τα μιμίκια κ.α. Σημαντικό ρόλο έπαιζαν και τα όσπρια που συμπλήρωναν το καθημερινό σιτηρέσιο των κατοίκων της Χαμιντιέ αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Μαγνησίας- Ιωνίας. Με πρώτα πρώτα τα φασόλια, αλλά και τα ρεβίθια σε δεύτερο βαθμό. Όπως επίσης και τις φακές και τα κουκιά. Τέλος, το κρέας αποτελούσε συμπληρωματική διατροφική και μάλλον σπάνια συνήθεια, μιας και θεωρείτο είδος πολυτελείας. Συνήθως έτρωγαν κρέατα κατά την διάρκεια των εορτών ή και τις Κυριακές, αλλά συχνότερα τα πουλερικά. Από δε το χοιρινό παρήγαγαν πολλά και διάφορα όπως τα λουκάνικα, την περίφημη ουσμένκα, δηλαδή τον καβουρμά, του οποίου η κατανάλωση γίνονταν τους χειμερινούς μήνες κ.α. Βεβαίως υπήρχανε και συμπληρωματικά εδέσματα όπως για παράδειγμα τα τουρσιά τα οποία παρασκεύαζε η ίδια η νοικοκυρά. Χαρακτηριστικά, οι Χαμιντιανές ήταν γνωστές για το ξινό λάχανο που το παρασκεύαζαν μαγειρεμένο ή ωμό και το διατηρούσαν σε ξύλινα βαρέλια, αφού προηγούμενα το πασπάλιζαν με κόκκινη καυτερή πιπεριά. Αλλά βεβαίως παρατηρήθηκαν και τουρσιά από ντομάτες και πιπεριές… 268
Κάθε σπίτι είχε τη δική του αποθήκη (κελλάρι), τον ιδιαίτερο εκείνο χώρο, όπου με την ευθύνη της νοικοκυράς αποθηκεύονταν τα διάφορα προϊόντα. Έτσι για παράδειγμα είχαν τα ξύλινα κιβώτια για την διατήρηση του αλευριού «αλευριού σαντήκ» ή «πλιγούρ σαντήκ»… τα δοχεία για τον οίνο, τη ρακή, το ξύδι, το πετμέζι…τα ειδικά υφάσματα για τους τραχανάδες, τα κιοφτέρια, τα ρετσέλια…τα φασούλια, τα ροβίθια, τα μπιζέλια, τη φακή, τα κουκιά…τα δοχεία για τα γλυκά … τα δοχεία «τσιπά» για τα βούτυρα, τα λίπη και τα καϊμάκια…τις «κουβάνες» για τα αυγά (γαμουρτά), αλλά και τα διάφορα της κάθε εποχής…
94
Χαρακτηριστικά φαγητά της κοινότητας ήταν και τα εξής: το ουζούμ εσμεσί, δηλαδή η χτυπητή σταφίδα αναμειγμένη με νερό και ψωμί, που περιγράψαμε παραπάνω. Έδεσμα φυσικά με πλούσιες θερμίδες και ικανό να κρατήσει τον εργαζόμενο για μεγάλο χρονικό διάστημα… το ντεβέ γκιοζούν, δηλαδή, το «μάτι της καμήλας». Πολύ απλό φαγητό μα όμως πλούσιο σε θερμίδες. Παρασκευάζονταν με αλεύρι, κοπανιστό σκόρδο και μπεζιρόλαδο.269 το ερικλί τσορμπά, παρασκεύασμα με δαμάσκηνα και σταφίδες. το γιαουρτλού τσορμπά, δηλαδή αλεύρι με γιαούρτι.. με λάχανο και πολύ μικρά κομμάτια κρέατος. το κεφτελί τσομπά, δηλαδή κεφτεδάκια με κιμά τηγανισμένα με αυγά και γαλέτα. μελιτζάνες ριγανάτες, δηλαδή μελιτζάνες με μπόλικη ρίγανη, πιπέρι κόκκινο και βρασμένες- ψημένες σε πολτό σάλτσας. το χαϊβαλί, δηλαδή, το κυδωνοφάϊ. Παρασκευαζόταν και καταναλωνόταν κυρίως στους γάμους και τις γιορτές μιας και στη βάση του περιείχε κρέας. Όταν έβραζε προσέθεταν κυδώνι και ζάχαρη ή πετιμέζι…. Τα γιαπράκια γιαλαντζί, περιχυμένα με αυγολέμονο. το χερσέ. Επίσης φαγητό που καταναλώνονταν στους γάμους και τις εορτές. Στο ζωμό του κράτος προσέθεταν ασλίκι και τσιγαρισμένο κρεμμύδι. το φιλίκ, δηλαδή, ζυγούρι με λαχανικά. κεφτέδες από φακές, δηλαδή πλιγούρι με φακές και μπόλικα ψιλοκομμένα κρεμμύδια, άνηθο, μαϊντανό… χαρακτηριστικό παρασκεύασμα όλης της Μαγνησίας, φημισμένο μάλιστα, ήταν το ωραιότατο καϊμάκι που φτιάχνανε με γάλα βουβάλων… νοστιμότατη ήταν και η πίτα που τη λέγανε ζεματιστή ή σουμπουρέκι. Τη λέγανε έτσι επειδή τα φύλλα της πρώτα τα βουτούσανε σε ζεματιστό νερό και μετά τα στρώνανε στο ταψί… φυσικά δεν υπήρχε σπίτι στη Χαμιντιέ που δεν είχε το δικό του πετιμέζι, αλλά και τα γνωστά παράγωγά του, όπως τις μουστολαμπάδες, τη μουσταλευριά, τα μουστοκούλουρα και τα ρετσέλια. Ιδιαίτερα τα τελευταία με το κολοκύθι ήταν πασίγνωστα… το κιούπαλι, δηλαδή μούστος βρασμένος καλά που λιάζεται… και προσφέρεται και τρώγεται σαν βούτυρο αλειβόμενος σε ζεστό ψωμί… Τέλος να υπενθυμίσουμε και μερικά άλλα, τινά και όμορφα, γαστρονομικά εδέσματα όπως : 269
µπουρεκάκια στην χόβολη… πολύ διαδεδομένο φαγητό της Μαγνησίας με βάση το κρέας αρνιού και διάφορα κηπευτικά το νερομπούρεκο, δηλαδή το σουμπουρέκι, που περιείχε γιαούρτι, αλεύρι, τυρί… τα πολύ γνωστά Σμυρνεϊκα σουτζουκάκια. η πλιγουροσαλάτα... η παστουρμαδόπιττα…
Λάδι που παράγονταν από το φυτό ιζγκίν.
95
το κεσκέκι, με αρνίσιο και πάλι κρέας, σιτάρι και λοιπά. τα ντάρμπι, δηλαδή οι τζιγεροσαρμάδες. οι μελιτζανοκεφτέδες της Μαγνησίας, με μελιτζάνες τυριά και κασέρια. ο σουράς, δηλαδή στήθος αρνιού γεμιστό με ρύζι και κρεμμύδια.
Αλλά… αλλά και: νεραντζάκι ολόκληρο πράσινο. γλυκό τριαντάφυλλο. σταφυλάκι με βανίλια. αγουρίδα πελτέ. μήλο με κανέλα. καρυδάκι με γαρίφαλα και κανέλα. φοινίκια Σμύρνης. Αϊβαλιώτικος μπακλαβάς. κανταΐφι με καϊμάκι. μπουγάτσα Σμυρνέικη.
96
Περί συμπεριφοράς ο λόγος… Άξιες παρατήρησης μα και περισσής προσοχής οι υπάρχουσες μαρτυρίες, πολλές φορές εκπλήσσουν θετικά, μα και σε αρκετές περιπτώσεις καθίστανται αντικείμενο προβληματισμού για το περιεχόμενό τους… Που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα γενικώς ισχύοντα εκείνης της εποχής. Να δεχθούμε πως πρόκειται για ωραιοποιήσεις, συγγνωστές κατά την άποψή μας, ιδία από ανθρώπους που έζησαν εκεί και τότε; Ίσως. Ενδεχόμενα για υπερβολές που ούτως ή άλλως διαθέτουμε ως λαός, είναι στο ταμπεραμέντο μας; Και αυτό μπορεί. Βεβαίως υπάρχει μια ιδιαιτερότητα την οποία ο αναγνώστης πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του. Το χωριό ήταν αμιγώς χριστιανικό, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει, ανάμεσα σε πληθυσμιακές χριστιανικές μάζες, δεν ήταν για παράδειγμα στην απομονωμένη Καππαδοκία, με το Εθνικό Κέντρο να είναι αρκετά κοντά και σχεδόν δίπλα το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τις πρεσβείες κλπ. Πάντως και σε κάθε περίπτωση είναι μάλλον παράξενο από τη μια ο δηλωμένος σεβασμός της νεολαίας προς τους μεγαλύτερους, αλλά ταυτόχρονα η είσοδός τους εντός των οικιών με το έτσι θέλω, έστω και σε κατάσταση μέθης… Ή ακόμα η οπλοφορία, έστω και συγκεκαλυμμένη, σε μια περιοχή όπου το μουσουλμανικό στοιχείο έβριθε από καρακόλια και τσανταρμάδες… και σε ποια εποχή, παρακαλώ. Και εξηγούμαστε άμεσα μεταφέροντας τους χαρακτηρισμούς ή τους καθ ημάς προβληματισμούς, σταχυολογώντας τις σχετικές µαρτυρίες. Δηλωτικές μιας παράξενης έως και ξένης συμπεριφοράς προς τα ειωθότα του χριστιανικού κόσμου:
στο χωριό μας δεν ζούσαν Τούρκοι. Ήταν ζόρικοι, δεν σήκωναν Τούρκους… ό,τι χανόταν το ξέρανε ποιανούυ ήταν και το ’διναν ακόμα και τα ζωντανά… έρχονταν από τα γειτονικά χωριά Κοζάκοι ρωσικής φυλής. Αυτοί ήτανε ζωοκλέφτες. Στο Μουραντιέ σαν έμπαιναν τρίχα δεν άγγιζαν, γιατί ξέρανε. Δεν σήκωνε τόπος. Θα πήγαιναν οι ντόπιοι και θα τους κατάσφαζαν… φονικά γινότανε με το παραμικρό(;). Δεν σήκωναν προσβολές. Ας πούμε πήγαινε ένα παλικάρι να χαιρετήσει του Αγίου Βασιλείου στο σπίτι της κοπέλας που συμπαθούσε και που είχε στο νου να τη γυρέψει. Αν εύρισκε άλλη παρέα μέσα ζητούσε τον λόγο. “Τι ζητάς εδώ μέσα;” …και μπαμ, μπαμ, πάρτον κάτω. στις γιορτές αν δεν γινότανε φονικά δεν ησύχαζαν. Αυτά τα κάνανε τα παιδαρέλια όχι σοβαροί νοικοκυραίοι… Αν πιαναν τον φονιά καλώς εστί, αλλιώς πήγαινε στη Σμύρνη. Από κει έφευγε για την Ελλάδα και δεν του κάνανε τίποτε. Δεν είχε νόμο να τους πιάσει και να τους στείλει πίσω. Αν τον πιάνανε τον δίκαζαν στη Μαγνησία και τον φυλάκιζαν εκεί… οι κάτοικοι δεν σήκωναν αφεντικά στο κεφάλι τους… από τις πιέσεις των Τούρκων χάσανε τη ελληνική ομιλία τους… Η ζωή ήταν αβάστακτη… Και φύγανε και πήγαν έξω από τη Μαγνησία κα κάνανε το χωριό. στο Μουραντιέ κάνανε πολλά παιδιά από έξι και πάνω… 97
αν και ήμασταν τουρκόφωνοι υπήρχαν πολλά παιδιά που ξέρανε τη λειτουργιά από τη μια άκρη στην άλλη. Λέγανε και τα πάθη τούρκικα, μιλούσαν για τα καρφιά στα χέρια και τα βασανιστήρια… και κλαίγαμε όταν τ’ ακούγαμε. άνεργοι σε μας δεν υπήρχαν μόνο όσοι ήσαν τεμπέληδες και δεν ήθελαν να εργαστούν… τα παλικάρια παρέες, παρέες, με κιθάρες και μαντολίνα πηγαίναμε στους γνωστούς και ξένους. Εμείς είναι αλήθεια προτιμούσαμε να πηγαίνουμε στα σπίτια που είχαν κορίτσια. Παντού μας καλοδεχότανε οι νοικοκυραίοι μας φώναζαν “περάστε κι από μας”. εκείνα τα χρόνια ζούσαμε διαφορετικά. Δεν βγαίναμε έξω. Σαν ήταν ο πατέρας μας στον καφενέ απαγορευόταν να πάμε να τον φωνάξουμε… τόσο σέβας είχαμε. δεν βλαστημούσαμε ποτέ το Χριστό και τα Παναγία… πήγαιναν πολλοί για κυνήγι…270 όσοι πήγαιναν για γούστο το μοίραζαν σε συγγενείς και φίλους… κάναμε και γλέντια με παιχνίδια και καλά φαγιά… όμορφα ήταν στο χωριό μας καλά περνούσαμε… δεν ξεχωρίζαμε φτωχούς και πλούσιους… τον Άγιο Γεώργιο τον πίστευαν και οι Τούρκοι, τον έλεγαν Χιντρελές… έμπαιναν μέσα στην εκκλησιά. Πίστευαν και σε άλλους αγίους όπως τον Άγιο Νικόλαο (Μουράτρεϊζ), τον Άγιο Δημήτριο (Κασίμ), τον Άγιο Συμεών… Οι Τουρκάλες που ήταν σ’ ενδιαφέρουσα κατάσταση του αγίου Συμεώνος δεν κάνανε τίποτε, καθόντουσαν για να μην τους σημαδέψει το παιδί ο άγιος… Οι Τούρκοι πίστευαν στην Παναγιά που την έλεγαν Μαριάμ. ήταν το αφιέρωμα μιας Τουρκάλας που είχε το παιδί της μουγκό και καθ’ όλη τη διάρκεια της λιτανείας ακολουθούσε πιστά την εικόνα του αγίου…. Ο δεσπότης σταύρωσε το στόμα του παιδιού, αυτή τον φίλησε και έκανε το σταυρό της καλύτερα από μας… και το παιδί μίλησε…271 οι Τουρκάλες κατηφόριζαν τη μέρα της γιορτής του αγίου από τα χωριά τους… Δεν κάνανε τον σταυρό μα στη λιτανεία κοίταγαν να περάσουν από κάτω από την εικόνα… πήγαινα στα τουρκοχώρια με το γαϊδουράκι και με το κουδουνάκι κουδουνούσα και φώναζα… τους πουλούσα από όλα τα ψιλικά, μου παράγγελναν… μια φορά ήρθε ένας λατερνατζής στο χωριό για να δουλέψει. Τον πήρε μια παρέα και πήγαινε σένα σπίτι να γλεντήσουν. Στον δρόμο συναντήθηκαν με άλλους νέους. “Έλα σε μας ”φώναξαν τον λατερνατζή, “όχι δεν θα ’ρθει είναι σε μας, θα παίξει για μας” ξεφώνισαν οι άλλοι. Ήταν όλοι μεθυσμένοι και σαν μεθούσαν τραβούσαν ένα μαχαίρι νααα. Ο κακομοίρης ο λατερνατζής φοβήθηκε, του κόπηκε η χολή και άρχισε να κλαίει. Αυτοί βάλθηκαν να μαλώνουν μεταξύ τους.
270
Σημ: είναι γεγονός πως αρκετοί από τους κατοίκους είχαν κυνηγετικά όπλα τα οποία εξαιρούσε το καθεστώς από τη γενική απαγόρευση εισαγωγής όπλων. 271 Περισσότερα στο περί θαυμάτων κεφάλαιο.
98
Εγώ από μέσα από την αυλόπορτα τους άκουσα. Ανοίγω σε μια στιγμή και χώνω μέσα τον λατερνατζή… “θεός σχωρέσ’ τον πατέρα σου, αυτοί θα με σφάξουν, τέτοια θηρία δεν ματάδα” μου λέει και σωριάζεται κάτω από τον φόβο του. τις νύχτες οι μικροπαρέες που μεθούσαν κι έφερναν βόλτες στο χωριό, παίρνανε πέντε δέκα κότες… πήγαιναν σε μια νοικοκυρά και την πρόσταζαν, ό,τι ώρα νύχτα και να ’ταν να τις σφάξει και να τις μαγειρέψει. Έπρεπε να ’χει δυο κεφαλές για να πει “όχι δεν μπορώ”, μπορούσαν να τα σπάσουν όλα. Σαν κάνανε καβγά για ό,τι λόγο να ’χαν, η πρώτη τους δουλειά ήταν να ρίξουν τουφεκιά να σπάσουν τη λάμπα… έτσι που να βαρούνε ο ένας τον άλλον και να μην βλέπουν… κι όποιος μείνει. Οι Μουραδελιώτες ήταν πολύ λεβέντες. Και φαίνονταν πιο πολύ σβέλτοι και καμαρωτοί μέσα στην ντυμασιά τους. Φορούσαν μαντήλα στο κεφάλι, βράκες, τουζλούκια, σελαχλίκες, μαχαίρι, πιστόλι… Το πιστόλι το είχαν πάνω τους σαν ταμπακιέρα. στην παλικαριά κανείς δεν τους έφτανε… Σαν μεθούσαν μην τα ρωτάς, τότες ήταν που δεν λογάριαζαν τίποτε. άμα βάζανε ένα κορίτσι στο μάτι, ησυχία δεν το άφηναν, έπρεπε να το μάθει όλος ο κόσμος… και κανείς να μην ρίξει τη ματιά του απάνω της, γιατί αλίμονο του. καμιά φορά τα βράδια που καθόταν η μάνα και νυχτέρευε, πότε έγνεθε πότε έπλεκε… άκουε μέσα στη σιγαλιά τραγούδια, γέλια, ξεφωνητά, παιχνίδια… οι μεθυσμένοι σίμωναν και χτυπούσαν την πόρτα, μια δυο φορές και αν δεν παίρνανε απάντηση είχαν το πιστόλι. Άναβαν μια γερή την κλειδαρότρυπα και η πόρτα έπεφτε όλη. Μπαίνανε συνάμενοι κουνάμενοι, αφεντάδες καμαρωτοί… Τύχαινε μεγάλη προσβολή να μη τους ανοίξεις. Η νοικοκυρά με κομμένη την ανάσα κοίταζε να κάμει τα πικρά γλυκά, να τους καλοκαρδίσει και τους έφερνε δίσκο με ό,τι είχε: ούζο γλυκά, νερό…. Όχι δεν κάναν προστυχιές… Σε σπάνιες φορές λέγανε προσβλητικά λόγια της μάνας του κοριτσιού… “δε θέλουμε εσένα να μας σερβίρεις, τη γριά με τις βράκες”. μια φορά που φωνάξανε τους τζανταρμάδες, μαύρη να ’ταν η ώρα.. οι μεθυσμένοι παλικαράδες τους κατάσφαξαν όλους Έτσι ήρθε καινούρια δύναμη στο Καρακόλι από τη Μαγνησία… Οι Μουραδελήδες δεν χωράτευαν. Ύστερα παίρνανε τα βουνά και τα πελάγη για να μην τους βάλουν φυλακή… στο Γιατζιλάρ κατοικούσαν Τούρκοι που ήτανε πολύ φιλόξενοι και ας βοηθούσαν τις δύσκολες ώρες… γύρω από το χωριό είχαμε τουρκικά χωρά με τα οποία οι σχέσεις μας ήταν πολύ αγαθές...Ψώνιζαν από εμάς και εμείς από εκείνους. Είχαμε νταραβέρια μαζί τους το χωριό μας έβγαζε γερά παλικάρια, όπως όλη η περιοχή και γι’ αυτό οι Τούρκοι μας υπολόγιζαν. κάναμε εκδρομή με το σχολείο στα χωριά τους… στρατοπεδεύαμε στις πλατείες...δεν μας πείραζαν καθόλου, τουναντίον εμάς τα παιδιά μας χάιδευαν και όταν τραγουδούσαμε μας χειροκροτούσαν… αν τύχαινες να βρεθείς βραδάκι σε τούρκικο χωριό, έψαχνες λιγάκι μέσα τους δρόμους κι εκεί θα έβλεπες ένα φανάρι να καίει λάδι. Το σπίτι αυτό 99
που απέξω έκαιγε το φανάρι είναι ο ξενώνας τους, ο μουσαφίρ οντάς… πάντοτε ανοιχτός. Έμπαινες μέσα και εκεί έβρισκες ένα πέτρινο γουδί με γουδοχέρι σιδερένιο και μέσα καβουρντισμένο καφέ… Σε ρώταγαν τι θέλεις, μήπως γυρεύεις κανένα πρόσωπο, και σε περιποιόντουσαν. Μπορούσες να γυρίζεις στα τουρκικά χωριά, να τρως, να πίνες, και να μην ξοδεύεις δεκάρα… ήταν πολύ φιλόξενοι. Φυσικά δεν έλειψαν και ορισμένα εξαιρετικά γεγονότα τα οποία σημάδεψαν τις σχέσεις μεταξύ των δυο κοινοτήτων ή αν θέλετε πυροδότησαν ορισμένες συμπεριφορές. Για παράδειγμα το φάσμα της πείνας στα 1915. Το οποίο ήταν μεν οξυμένο στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά οι επιδράσεις και οι συνέπιες της είχαν τον αντίκτυπό τους παντού, ακόμα και στις γεωργικές κοινότητες, όπως αυτής του Μουραντιέ… Τον Νοέμβρη του 1915, για παράδειγμα, η διαταγή του «βεσικά»- δελτίου, με την οποία θα διανεμόταν το ψωμί μπορεί να μην τους «έπιανε», αλλά οι γενικές απαγορεύσεις ίσχυαν και γι’ αυτούς. Έτσι απαγορευότανε η πώληση αλεύρου άνευ σχετικής αδείας, έστω κα ελαχίστης, η παραγωγή άρτου χωρίς ενημέρωση κλπ. Ειδικοί μάλιστα επιθεωρητές κτένιζαν κυριολεκτικά τις περιοχές, για την ανακάλυψη λαθραία μεταφερόμενου αλεύρου… ανομική συμπεριφορά που ήταν ισοδύναμη με αυτήν της λαθραίας μεταφοράς πυρίτιδας. Επιπλέον οι βεσικάδες λάβαιναν γνώση για το είδος του αλεύρου που χρησιμοποιούσε κάθε φούρνος στην περιοχή και τις σχετικές προσμείξεις… Όλα αυτά δημιούργησαν μια σειρά προβλημάτων τροφοδοτώντας με περισσή δυσπιστία ένα κλίμα που ήδη ήταν τεταμένο εξαιτίας του πρώτου μεγάλου πολέμου. Διότι οι μεν έχοντες και κατέχοντες πάντοτε είχαν στη διάθεσή τους ό,τι ήθελαν και επιθυμούσαν από τη μαύρη αγορά… Οι οικονομικά ασθενέστεροι, ιδιαίτερα των αστικών κέντρων, προμηθεύονταν με το δελτίο το ψωμί το οποίο μάλιστα τις περισσότερες φορές ήταν κακής ποιότητας. Κάποιοι άλλοι πάλι το απέκρυβαν επιμελώς και …όλα αυτά δημιούργησαν περίεργες καταστάσεις έως και παρανομίες… Κλοπές, παρουσίαση ψεύτικων στοιχείων για μεγαλύτερες ποσότητες, ακόμα και θάνατοι από ασφυξία ένεκα συνωστισμού.272 Το 1916 μάλιστα η επιτροπή επισιτισμού πέρασε από το χωριό και κατέγραψε τις ποσότητες του υπάρχοντος αλεύρου, ψάχνοντας μάλιστα ενδεικτικά τα σπίτια των σιτοπαραγωγών με μια διαδικασία πρωτόγνωρη μέχρι τότε. Δόθηκε εντολή και κλείσανε τα καταστήματα, ακόμα και τα καφενεία, πλην ενός, και σχετική απαγόρευση κυκλοφορίας… οπότε άρχισαν να μπαίνουν στα σπίτια που ήθελαν για την ανακάλυψη τυχόν λαθραίων ποσοτήτων αλεύρου ή την καταγραφή των υπαρχόντων… Στη συνέχεια και αφού το κράτος έπαιρνε αυτό που ήθελε, υπολόγιζαν τις εναπομένουσες ποσότητες πόσο χρονικό διάστημα μπορούσαν να
272
Θεόδωρος Μπενάκης, «Η Σμύρνη κατά τον πρώτον ευρωπαϊκόν πόλεμον», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ. 8, (1959). σ.. 393
100
καλύψουν τις ανάγκες της οικογένειας, με την αναλογία ενός τετάρτου της οκάς κατ΄ άτομο την ημέρα . Μετά την παρέλευση του χρονικού διαστήματος τους χορηγείτο το σχετικό δελτίο για την περαιτέρω κάλυψη των αναγκών τους. Η κρίση διήρκεσε μέχρι το τέλος του 1917 οπότε αφέθη ελεύθερο το εμπόριο των σιτηρών… Τα Μπεϊλέρ σοκάκ, δηλαδή τα στρατολογικά γραφεία, στα οποία κατατάσσονταν το χριστιανικό στοιχείο και στη συνέχεια μεταφέρονταν στα αμελέ ταμπουρού, τα τάγματα εργασίας ή θανάτου στην πρακτική τους. Και μια ιδιαίτερη περίπτωση… το μποϋκοτάζ του 1909. Ήταν μια τιμωρία που βάλανε οι Τούρκοι στους χριστιανούς. Απαγόρεψαν οι Τούρκοι να ψωνίζουν χριστιανοί από Τούρκους και Τούρκοι από χριστιανούς… έλλειψε το εμπόριο… Ήμουν γυρολόγος και σιγά, σιγά όλα μου σώθηκαν, δεν ήξερα τι να κάνω.
Συμπερασματικά, τώρα, να καταθέσουμε πως από την ανάγνωση και μόνο των σταχυολογημένων πληροφοριών μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τα λεγόμενα θέματα συμπεριφοράς, σχέσεων, τόσο σε τοπικό όσο και σε γενικό επίπεδο. Χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζεται η επίδραση του γενικότερου παράγοντα που έφερε το όνομα ελληνοτουρκικές σχέσεις ή και ακόμα σημαντικότερου, ρωσοτουρκικές. Και πως στα δύσκολα χρόνια των πολέμων, τόσο μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας όσο και της χριστιανικής Ρωσίας και της Τουρκίας, υπήρχε μια συγκεκαλυμμένη έως και φανερή ψυχρότητα η οποία στις περισσότερες των περιπτώσεων μεταφραζόταν ή καλύτερα εξελισσότανε σε διώξεις… Α- Οι σχέσεις μεταξύ των δυο κοινοτήτων ήταν καλές έως άριστες… Γεγονός που προκύπτει αβίαστα από όλες σχεδόν τις μαρτυρίες και διαχρονικά μάλιστα. Οι συνεχείς συναλλαγές μεταξύ των δυο κοινοτήτων, κοινωνικές μα και οικονομικές, ο κοινός αγώνας για επιβίωση, ο σεβασμός στις ιδιαιτερότητες του άλλου, ο χρόνος επίσης, μα και οι επαφές με τους ξένους, απάλυναν στο διάβα του χρόνου τα όποια σημεία τριβής και κατέστησαν τις σχέσεις ανθρωπινότερες… και ίσως, ένεκα εμπορίου και οικονομικής ευεξίας, κυρίαρχες για τη χριστιανική κοινότητα. Β- Γεγονός επίσης σημαντικό η ύπαρξη μιας δεδομένης νοοτροπίας, που λειτουργεί συνεχώς στο «εμείς και οι άλλοι». Μεταφραζόμενη απλά στην υπερεκτίμηση των δικών μας δυνατοτήτων, μελών, λειτουργιών, πραγμάτων, καταστάσεων… και η υποεκτίμηση των άλλων, των απέναντι, έστω και αν και οι άλλοι ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Ή καλύτερα σε γενικό και ατομικό επίπεδο. Το οποίο σε αρμονικό συνδυασμό με το Αριστοφανικό «ποδαπώ το γένος άνθρωπε»273 μας δίδει ένα εκρηκτικό μείγμα μιας περίεργης αντίληψης του εγώ ή και της καταγωγής μας. Υπερεκτίμηση εμπλουτισμένη με μυθοπλαστικά στοιχεία ή με μια δόση αληθείας η οποία έχει μετατραπεί σε μια γλυκιά και μεγάλη ιστορία. Και εξηγούμαστε άμεσα. 273
Από τους Όρνιθες… Σε ελεύθερη μετάφραση «από πούθε κρατά η σκούφια σου;»
101
Δεν είναι τυχαίο πως στο σύνολο σχεδόν της προφορικής μνήμης υπάρχει η πίστη πως το ελληνικό στοιχείο, τουλάχιστον στα χρόνια της μεγάλης καταστροφής, ήταν κυρίαρχο στις σχέσεις του με τους άλλους. Ιδιαίτερα μάλιστα στο οικονομικό τομέα, προνομιακό επίπεδο δράσης της ράτσας μας… Το οποίο προσέδιδε έναν διαφορετικό αέρα. «Εμείς κάναμε κουμάντο», άρα; Έτσι, εκτός των μαρτυριών της μεγάλης φυγής που καταγράφουν με παραστατικότητα και λεπτομέρειες τις σφαγές, έχουμε, κυρίως από τους ανταλλάξιμους, το « εμείς είχαμε το καλύτερο χωριό», «εμείς κάναμε κουμάντο», «οι Τούρκοι δεν πλησίαζαν στα χωριά μας», «μας φοβόνταν», «είχαμε παλικάρια», και ένα σωρό τέτοια που ναι μεν δεν αφίστανται της αλήθειας αλλά όχι τόσο υπερβολικής. Γ- Φυσικά δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός πως η κοινότητα είναι αμιγώς χριστιανική με απειροελάχιστες μουσουλμανικές οικογένειες. Συνεπώς μια ογκωδέστατη μάζα χριστιανών που δρούσε σε κάθε επίπεδο απαλλαγμένη από το μάτι του άλλου. Που διαφέντευε την καθημερινότητά της μόνη και χωρίς τον έλεγχο από ανθρώπους που δεν σε καταλάβαιναν. Όμως από του σημείου αυτού έως και τις όποιες υπερβολές η απόσταση είναι τεράστια. Γιατί ειλικρινά πώς να το κάνουμε; Σφαγιάσθηκε ολάκερο Καρακόλι και η αντίδραση του μουσουλμανικού στοιχείου ήταν απλά και μόνο η επάνδρωσή του με νέους τζανταρμάδες και η δίωξη των δραστών, χωρίς μάλιστα αποτέλεσμα; Δ- Δεχόμαστε επίσης την όποια δυναμική των νέων ανθρώπων και ιδιαίτερα μάλιστα αυτών που από ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής είδαν κάποιον διαφορετικό, πιο ελεύθερο, και ίσως περισσότερο δραστήριο. Τον οποίο απόλαυσαν ως οικονομικοί μετανάστες και θέλησαν να τον μεταφέρουν στα μέρη τους. Μέχρι εδώ φυσικά όλα καλά και ωραία. Όμως ειλικρινά αδυνατούμε να κατανοήσουμε τις άλλες συμπεριφορές, εκείνες που είχαν να κάνουν με τη βίαια εισβολή σε σπίτια, κάτι που είναι ξένο προς τα ήθη και τα έθιμα του χριστιανικού κόσμου, ή και η υπερβολική μέθη νέων ανθρώπων και μάλιστα κατ’ επανάληψη. Το μόνο που ίσως μπορούμε να διατυπώσουμε είναι πως μπορεί να υπήρξε ένα τέτοιο γεγονός, βίαιο σε κάθε περίπτωση, αλλά βεβαίως για κάποια άγνωστη προς τους πληροφορητές αιτία. Ή αν θέλετε επισημαίνεται μεν η μέθη, αλλά και πάλι υπερτονίζεται υπερβολικά.
102
Τα χωριά μας Τσουλού Μικρό ελληνόφωνο χωριό με εκατό περίπου σπίτια, που απείχε τρία χιλιόμετρα από τον Έρμο ποταμό, στους πρόποδες του Γκορούν Νταγ. Διατηρούσε ένα σχολείο, την εκκλησιά της αγίας Τριάδος και δυο μικρά παντοπωλεία – καφενεία. Το σύνολο του πληθυσμού ασχολείτο με τις γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες. Χορόσκιοϊ- Κοκκοροχώρι Βρισκότανε προς δυσμάς της Μαγνησίας και περίπου μια ώρα μακριά με τα πόδια. Μεγάλη κοινότητα με περίπου τρεις χιλιάδες τουρκόφωνους χριστιανούς και με το σύνολο του πληθυσμού της να ασχολείται με την αμπελουργία και τα παράγωγά της. Κρασί και κυρίως τη σουλτανίνα, σταφίδα πρώτης ποιότητας σε μεγάλες ποσότητες. Διατηρούσε δημοτικό σχολείο και την εκκλησία της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας με το αγίασμα και τη θαυματουργή εικόνα της. Γιαγτζιλάρ Μικρό μουσουλμανικό χωριό κτισμένο στο βουνό Ακ Νταγ με το σύνολο του πληθυσμού να ασχολείται με υλοτομικές εργασίες και την παραγωγή κάρβουνου. Εβρενέζ Μικρός τουρκικός οικισμός, τρία τέταρτα δρόμος, στα ανατολικά του Μουραντιέ. Σπίτια με πλίθρες και με τους κατοίκους του να ασχολούνται με την καλλιέργεια της γης. Γκάραλι
Τουρκοχώρι με διακόσια περίπου σπίτια κοντά στο Εβρενέζ… Διατηρούσε καφενεία, τζαμί και ένα μικρό σχολείο.
103
Η έξοδος… και η εγκατάσταση. Με την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου οι κάτοικοι του Μουραντιέ για να αποφύγουν τις σφαγές από τους επερχόμενους Τούρκους στρατιώτες αλλά και τους πλιατσικολόγους Τσέτες, κατάφυγαν οργανωμένα αρχικά στη Σμύρνη και στη συνέχεια στον Τσεσμέ274 όπου παραλήφθηκαν από πλοία του στόλου και μεταφέρθηκαν στην κεντρική Ελλάδα. Αφήνοντας πίσω το βιος τους όλο, τα ιερά και όσια της φυλής τους, μνήμες…αδικοχαμένους ανθρώπους, αιχμαλώτους που δεν τους είδαν ξανά ποτέ. Ήρθαν πένητες και κατατρεγμένοι με την πίστη στο θεό για ένα καλύτερο μέλλον. Ανασκουμπώθηκαν, πάλεψαν, λίπαναν τη μάνα γη, και τελικά τα κατάφεραν. Παντού, όπου κι αν στο διάβα του χρόνου διασκορπίσθηκαν εκόντες άκοντες. Στα Χανιά και το Ηράκλειο της Κρήτης, στο Άργος, στο Αγρίνιο, στη Λάρισα, στη Βέροια, στην Έδεσσα, στη Φλώρινα, μα προ πάντων στα «παρά τον Γαλλικόν ποτάμον χωρία Διαβατά, Λαχανοκήπους, και Νέα Μαγνησία…». -Είναι γεγονός πως η εγκατάστασή τους υπήρξε δύσκολη με μια πληθώρα προβλημάτων και εν μέσω μιας γενικότερης αμφισβήτησης που πολλές φορές έφτανε στα όρια του κοινωνικού ρατσισμού. Σε μια κοινωνία η οποία ναι μεν τους είδε, αρχικά τουλάχιστον, με περισσή συμπάθεια, αλλά που σιγά σιγά μα σταθερά εξαιτίας πολλών και διαφόρων παραγόντων άρχισε να μεταβάλλεται και να τους απαξιεί πλήρως με το εμείς και οι άλλοι. Ιδιαίτερα μάλιστα επειδή είχαν την τύχη να μιλούν ως μητρική τους γλώσσα την τουρκική… Γεγονός που εκλαμβανόταν ως σημάδι μη εθνικής καθαρότητας, και με ό,τι αυτό σήμαινε σε κάθε πεδίο της καθημερινότητας. Ή ακόμα χειρότερα: αντιμετωπιζόταν ως μειωμένης εθνικής συνειδήσεως σε μια γενικευμένη εμφιλοχωρούσα νοοτροπία και από τον αντιπολιτευόμενο τύπο, που έπαιζε τα δικά του παιχνίδια με τις τύχες αυτών των ανθρώπων, των «γιαουρτοβαπτισμένων», των «προσφήγγων», των «παστρικών», «αυτών που θα έπαιρναν το καλύτερο χωράφι και τις δουλειές των νέων και θα τους άφηναν χωρίς δουλειές» και ένα σωρό τέτοια όμορφα και ωραία. Ένας συνεχής μα εμφανέστατος υπόγειος πόλεμος που είχε τις δικές του ιδιομορφίες και βασικά χαρακτηριστικά, με δύο ξεχωριστές παραμέτρους. α- τους πρόσφυγες… δηλαδή αυτούς που έφτασαν στη μητροπολιτική Ελλάδα αμέσως μετά την ήττα το ελληνικού στρατού και την καταστροφή της Σμύρνης το Σεπτέμβρη του 1922. β-τους ανταλλάξιμους… τους «μουατζίριδες» ή «ματζίρηδες», αυτούς δηλαδή που ήρθαν σύμφωνα με τις επιταγές των σχετικών διατάξεων της συνθήκης της Λωζάννης. Όροι και καταστάσεις που απλουστεύθηκαν στην καθημερινότητα, αλλά στην πρακτική τους αντιμετώπιση υπήρχε σαφέστατος διαχωρισμός. Διότι απλά οι μεν πρώτοι ήρθαν με το μπογαλάκι στο χέρι σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σώσουν μόνο τις ζωές τους και κατά συνέπεια πένητες και άρα αντικείμενο φιλανθρωπίας… Ενώ οι δεύτεροι ήρθαν στη βάση ενός σχεδίου με το κράτος να έχει αρχίσει να επουλώνει τις πληγές, άρα αρωγό. Επιπλέον εγκαταστάθηκαν μεταφέροντας ό,τι μπορούσαν. 274
Λιμάνι βόρεια της Σμύρνης.
104
-Είναι γεγονός επίσης πως η πρώτη εγκατάσταση υπήρξε δραματικά χαώδης. Έγινε μεν στη βάση ενός υποτυπώδους εθνικού σχεδιασμού που είχε ως βασικούς κατευθυντήριους προσανατολισμούς τις κοινοτικές και εκκλησιαστικές επαρχίες των προσφύγων, αλλά… στην πράξη απεδείχθη επιεικώς ανεπαρκής. Με τρομακτικές ελλείψεις υγιεινής, μεγάλο συγχρωτισμό, πολλές οικογένειες μαζί… και τις ασθένειες να θερίζουν κυριολεκτικά με πρωτοστατούσα τη φυματίωση. -Με τη βοήθεια της Ε.Α.Π. αλλά και του Τ.Π.Π.275 είχαμε την τοποθέτηση των Μουραντιενών σε σκηνές τύπου σκούατ, στις παρακείμενες εκκλησιές και τις σχολικές αίθουσες, για να ακολουθήσει λίγο αργότερα η οριστική εγκατάστασή τους σε μικρά ξύλινα σπίτια, ή παραπήγματα τα οποία στο διάβα του χρόνου, με την αξιοσύνη και την προκοπή τους, μετεβλήθησαν σε υπέροχες κατοικίες. -Στην Κρήτη, ιδιαίτερα η Ε.Α.Π., για την αποκατάσταση των προσφύγων προχώρησε στη δημιουργία 16 Επιτροπών, με την 13η να έχει την αρμοδιότητα και την ευθύνη για τους προερχόμενους από τη Μαγνησία, το Χορόσκιοϊ, το Μουραντιέ και τη Μαινεμένη… Ως βάση μάλιστα εγκατάστασης κάθε τετραμελούς προσφυγικής οικογενείας ορίστηκε κλήρος από: αμπέλι οκτώ εργατών σουλτανί με προσθήκη ενός εργάτη για κάθε επιπλέον μέλος της οικογενείας ή δώδεκα εργατών αμπέλι «κουρουταχτά», με την προσθήκη ενός εργάτη για κάθε επιπλέον μέλος της οικογένειας. αγρό καλλιεργημένο δέκα μουζουριών με την προσθήκη ενός μουζουριού για κάθε μέλος της οικογένειας. είκοσι πέντε (25) λιόδενδρα, με προσθήκη ανάλογη για κάθε νέο μέλος της οικογένειας. Να σημειωθεί μάλιστα πως η επιτροπή αποφάσισε να εξαιρεθούν του γεωργικού κλήρου: αυτοί που κατάγονταν από περιφέρειες στις οποίες δεν καλλιεγούσαν αμπέλια και ελιές… οι αγρότες που είχαν αστική εργασία. οι χήρες χωρίς παιδιά. οι άνδρες και οι γυναίκες σε μεγάλη ηλικία (υπερήλικες) και οι ανίκανοι προς εργασία. Παρατήρηση α Η ανθρώπινη αιμορραγία της κοινότητας είχε αρχίσει από τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα εξαιτίας πολλών παραγόντων με πλέον σημαντικούς: την αποφυγή της υποχρεωτικής στράτευσης στον τουρκικό στρατό… τον εύκολο πλουτισμό σε συνδυασμό με το Αμερικάνικο όνειρο… Τύχη αγαθή λοιπόν καταγράφουμε τις πληροφορίες που συλλέξαμε γι’ αυτούς που κρυφά μεταφέρθηκαν στα ελληνικά νησιά και από εκεί «πέταξαν» για το μεγάλο τους όνειρο… την Αμερική. Έτσι λοιπόν απλά ήταν οι: -Πρόδρομος Κολοκοτρώνης ή Καραμπέτσογλου, το 1910 σε ηλικία 19 ετών. -Ιωάννης Κολοκοτρώνης ή Καραμπέτσογλου, το 1911 σε ηλικία 18 ετών. 275
Ε.Α.Π.= Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, Τ.Π.. =Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων
105
-Κώστας Μπογιατζής, το 1913 σε ηλικία 20 ετών. -Κωνσταντίνος Φραντζέσκος, το 1910 σε ηλικία 18 ετών. -Αργύρης Ιωαννίδης, το 1912, σε ηλικία 19 ετών. -Γεώργιος Παπάζογλου, το 1912 σε ηλικία 20 ετών. -Α. Καμπασακάλης, το 1911 σε ηλικία 17 ετών. -Κωνσταντίνος Αντωνιάδης (Αμέρκαλης), το 1913 σε ηλικία 18 ετών. -Τσαλικίδης… το 1910 σε ηλικία 19 ετών. Παρατήρηση β Οι τόποι εγκατάστασης των προσφυγικών μαζών, που προέρχονταν από την κοινότητα Μουραντιέ, ήταν πολλοί, μεταξύ των οποίων: η Κρήτη, η Μαγνησία (Αραπλή), τα Διαβατά (Ντουντουλάρ), το Φιλώτα (Τσαλτσιλάρ) και η Έδεσσα… για την οποία παραθέτουμε τα στοιχεία που αφορούν τις εκεί εγκατασταθείσες οικογένειες… -Γεώργιος Γιακουμόγλου του Κωνσταντίνου, το γένος Κεχαγιά. -Ευστράτιος Γιακουμόγλου με τη σύζυγό του Ευαγγελία, το γένος Γκιούλογλου. - Γεώργιος Γιακουμόγλου… -Ασημίνα Γιαμούκογλου. -Γιαννακός Αναγνωστόπουλος. -Ευάγγελος και Σοφία Γιαμούκογλου. -Εμίρσα Γκιούζογλου… -Ηλίας και Στυλιανή Κοτσαρλή. -Γεώργιος και Ευαγγελία Αϊβατόγλου. -Ευάγγελος και Στυλιανή Κωνσταντινίδη. -Στέλιος και Μαρία Χατζηκωνσταντή. -Αντώνιος Κραμαλάκης. -Αναστάσιος Χατζηαργυρίου. -Μάρκος Παπουτσόγλου. -Μαρία Παπουτσόγλου. -Νίκος και Αναστασία Λεμπέσογλου. -Χουρσώ Λεμπέσογλου. -Γεώργιος Ρήγας. -Νίκος και Αναστασία Καραπάνου. -Θεόδωρος και Αναστασία Συνετζή. -Στράτους Μπαζίλογλου. -Γεώργιος Μπατζίλογλου.
106
«Έστω εις ενθύμησιν», επίσης, παραθέτουμε, με αρκετές ελλείψεις, είναι αλήθεια, ένα κατάλογο με ονόματα ανθρώπων που γεννήθηκαν εκεί… στην αλησμόνητη πατρίδα, στα ιερά χώματα της Ιωνίας γης…276γιατί… Μα γιατί: «Κι όταν θα φθάσει η ονειρευτή του νόστου μας αυγή και τα πανιά των καραβιών χαρά θα τα κολπώνει ζητώ μαζί σας να ’χετε και τη δική μου σκόνη για να ’βρει την ανάπαυση στην πατρική μου γη…». Αντωνιάδης Κωνσταντίνος Αντωνιάδης Κώστας Αντωνιάδου Αναστασία Αρτόπουλος Απόστολος Βεργής Αντώνης Βογιατζής Ευθύμιος Βογιατζής Κώστας Γιαζιτζόγλου Άγγελος Γιαμούκης Γιάννης Γιαμούκης Ηλίας Γιαμούκογλου Γεώργιος Γιαμουρταλής Αλέξανδρος Γιαμουρταλής Γιάννης Γιαμουρταλής Σταύρος Γιαννακόγλου Ι. Γεωργία Γκεμιτζής Δημήτριος Δαουλτζόγλου Αναστάσιος Δαουλτζόγλου Βασίλειος Δαουλτζόγλου Μαρία Δαουλτζόγλου Παναγιώτης Εμμανουηλίδης Κωνσταντίνος Ευθύμογλου Αθηνά Ευθύμογλου Γεώργιος Ευστρατίου Ανδρέας Ιωαννίδης Γιώργος Ιωάννου Κυρ. Ευγενία Καγιαζή Γιάννα Καγιαζής Ηλίας Καγιαζής Νικόλαος Καγιαζής Παναγιώτης Καμπασακαλής Γιώργος Καμπέρογλου Δημήτριος Καραγιάννης Λεωνίδας Καραδημητρίου Ανδριάννα Καραδημητρίου Κωνσταντίνος 276
Τα ονόματα τα πήραμε από τον Μικρασιατικό Σύλλογο Ν. Μαγνησίας και από τα διατηρούμενα ευρετήρια της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων. του Α.Π.Θ.
107
Καρασπύρου Γ. Λάζαρος Κεχαγιάς Ανδρέας Κεχαγιάς Ιωάννης Κεχαγιάς Κωνσταντίνος Κητσαγής Φ. Παναγιώτης Κίγκτζης Γιάννη Κιουτσούκη Αθηνά Κιουτσούκης Γεώργιος Κιουτσούκης Γιάννης Κολοκοτρώνης Γιάννης Κολοκοτρώνης Πρόδρομος Λαζαρίδης Ν. Δημήτριος Λαζάρου Ευάγγελος Λαϊλόγλου Γ. Απόστολος Λαμπρίδου Ι. Δέσποινα Λεόντογλου Γ. Ιωάννης Λεόντογλου Γεωργία Λεόντογλου Γιάννης Μακρόγλου Αθανάσιος Μακρόγλου Ελένη Μαραγκός Εμμανουήλ Μαραγκός Νίκος Μερτζεμέκης Αντώνης Μιμίκος Άγγελος Μιμίκος Θωμάς Μπερμπέρογλου Λάζαρος Μπερμπέρογλου Νικόλαος Παμπούρης Ιωάννης Παμπούρης Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος Χρήστος Παπάζογλου Γεώργιος Προδρόμου Γεωργία Προδρόμου Γεώργιος Προδρόμου Ευάγγελος Προδρόμου Σπύρος Προδρόμου Χρήστος Προδρόμου Χρυσάνθη Σαρρής Γεώργιος Σαρρής Ευστράτιος Σαρρής Ιωάννης Σαρρής Νικόλαος Σουλτάνης Κώστας Σπανίδης Γεώργιος Σπανίδης Νίκος Ταξιλντάρη Π. Όλγα Ταξιλντάρης Π. Αναστάσιος Ταξιτάρογλου Ευαγ. Κωνσταντίνος
108
Ταξιτάρογλου Ευαγ. Σταύρος Ταπλιτζόγλου Αθ. Αθηνά Ταπλιτζόγλου Αθ. Δημητρία Τασυλτζόγλου Κ. Γεώργιος Τασυλτζόγλου Σταμ. Μαρία Τατλητζής Γ. Απόστολος Τατλητζής Χρισ. Χριστόφορος Τελκόλλογλου Αννίτσα Τεμπέλογλου Παν. Κωνσταντίνα Τεμπέλογλου Παν. Νικολέττα Τερζόγλου Γ. Φωτεινή Τερζόγλου Γεώργιος Τερζόγλου Ι. Γεωργία Τερζόγλου Ιωάννης Τερζόπουλος Ν. Γεώργιος Τερζόπουλος Ν. Δημήτριος Τερζόπουλος Ν. Κωνσταντίνος Τερζόπουλος Π. Νικόλαος Τερζοπούλου Κ. Μαρία Τζικάκης Γ. Ιωάννης Τοπλιτζόγλου Αθ. Σοφία Τριγκάτζη Ν. Λαμπρινή Τρίγκατζης Ν. Ιωάννης Τσακίρ Παν. Γεώργιος Τσακίρη Παν. Ελισσάβετ Τσακίρης Αντ. Αθανάσιος Τσακίρης Ηρακλής Τσακίρης Κωνσταντίνος Τσακίρης Παν. Αναστάσιος Τσαλικίδης Γιώργος Τσαμπούρογλου Ι. Δέσποινα Τσανακτσής Βασ. Ιωάννης Τσαρμπατζή Ι. Παναγιώτα Τσίγαρης Δ. Κωνσταντίνος Τσίντος Κ. Ζαχαρίας Τσίντος Φ. Παναγιώτης Τσιουλκόβλης Εμ. Αναστάσιος Τσιρινά Λ. Παναγιώτα Τσολάκος Κ. Χαράλαμπος Τσοπάνογλου Ευστράτιος Τσορμπατζής Στ. Τηλέμαχος Τσορμπατζόγλου Δ. Αριστείδης Τσορμπατζόγλου Δ. Νικόλαος Τσορμπατζόγλου Στ. Τηλέμαχος Τσουμπούλης Ν. Αθανάσιος Τυρής Γ. Ιωάννης Τυρής Γ. Χρυσόστομος
109
Τυρής Ι. Γεώργιος Τύρη Ι. Γεωργίτσα Φάλτογλου Βασιλεία Φάλτογλου Γ. Βασίλειος Φραντζέσκος Κώστας Χαϊτάς Παναγιώτης. Χαλατζή Ν. Αικατερίνη Χαλάτσης Θ. Γιακουμής Χαρδοκόγλου Σ. Γεώργιος Χατζηαθανασίου Α. Γεώργιος Χατζηαθανασίου Α. Ηλίας Χατζηαθανασίου Α. Ιωάννης Χατζηαθανασίου Γ. Αικατερίνη Χατζηαντωνίου Ευστράτιος Χατζηδημητρίου Δ. Μαρία Χατζηδημητρίου Δ. Παναγιώτης Χατζηδημητρίου Π. Στέφανος Χατζηεμμανουήλ Α. Παράσχος Χατζηεμμανουήλ Ε. Γεώργιος Χατζηεμμαουήλ Α. Σωκράτης Χατζηευστρατίου Κ. Μαριάνθη Χατζηευστρατίου Κ. Παναγιώτης Χατζηευστρατίου Παναγιώτης Χατζηιωάννου Γεώργιος Χατζημάρκος Αθανάσιος Χατζημάρκου Ν.Αθανάσιος Χατζηπαναγιώτου Α. Νικολέττα Χατζηπαύλου Δ. Μαρία Χατζηπαύλου Π. Στέφανος Χατζηχριστοδούλου Θεόδωρος Χοροσκούλου Ε. Γεώργιος Χρύσογλου Γ. Θεόδωρος Χρύσογλου Δ. Αλέξης Χρυσόγλου Θ. Αναστασία Χρύσογλου Θ. Δημήτρης Χρυσόγλου Θ. Σοφία Χρύσογλου Χ. Αναστασία Χρύσογλου Χ. Απόστολος Ψαραδάκης Π. Γεώργιος Ψαρράς Π. Γεώργιος Ψάτογλου Ι. Αντώνης
110
Εκτιμητικές Επιτροπές Για την καταγραφή των απωλειών και την αποτελεσματικότερη αποκατάσταση των πληγών της μεγάλης καταστροφής, η Πολιτεία, με τη βοήθεια της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων και το Ταμείο Περιθάλψεως, που λειτούργησε από τον Σεπτέμβρη του ’22 με τη μορφή φιλανθρωπικού οργανισμού, συνέστησε τις κατά τόπους Εκτιμητικές Επιτροπές. Τριμελούς συνθέσεως, βασικός σκοπός των οποίων υπήρξε η ορθή εκτίμηση των ζημιών που υπέστησαν οι πρόσφυγες και η επιδίκαση των σχετικών ποσών… ή «αποζημιώσεως προς αντικατάστασιν των εις αυτόν οφειλομένων, να λάβη από την χώραν όπου προσήλθε, περιουσίαν ίσης αξίας και ιδίας φύσεως προς την υπ’ αυτού εγκαταλειφθείσαν εις την χώρα εξ ης ανεχώρησεν». Να σημειώσουμε βεβαίως πως το έργο των επιτροπών ήταν τιτάνιο και ταυτόχρονα δαιδαλώδες, με μια σειρά πάσης φύσεως γενικών και ειδικών προβλημάτων τα σπουδαιότερα των οποίων υπήρξαν, το υπάρχον πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον και η υφέρπουσα δυσπιστία. Για το πρώτο ήδη έχουμε γράψει αρκετά. Ο πρόσφυγας λοιπόν ή ο ανταλλάξιμος ενώ στην αρχή αντιμετωπίστηκε θετικά στη συνέχεια θεωρήθηκε ή μεταβλήθηκε ως ένα βαρίδι, που το κράτος αιμορραγεί για την αντιμετώπισή του… Το ίδιο περίπου και για το δεύτερο. Μια δυσπιστία τόσο στο επίπεδο του κράτους και των υπηρεσιών του έναντι των προσφύγων- ανταλλαξίμων, όσο και αυτών έναντι του κράτους. Για παράδειγμα, είναι ειλικρινείς με τις δηλώσεις, υπήρξαν άραγε τα δηλωθέντα, για φουσκώνονται κατά το δοκούν με ανύπαρκτες ιδιοκτησίες; Φαινόμενο που παρατηρήθηκε και μάλιστα συχνότατα. Φυσικά και από την άλλη πλευρά το ερώτημα, η πεποίθηση, η νοοτροπία, συχνά και αυτή, πως «ούτως η άλλως θα περικοπούν, ας βάλουμε το κατιτίς μας παραπάνω για να είμαστε στα δικά μας». Να σημειώσουμε τέλος πως πρακτικά η κάθε Επιτροπή λειτουργούσε ως εξής. Παρέδιδε σε κάθε ενδιαφερόμενο δύο δηλώσεις… μια λευκού χρώματος, η οποία παρέμενε στην υπηρεσία και μια πράσινου, η οποία έμενε στην κατοχή του. Αναγράφονταν αναλυτικά: -τα ονόματα των δηλούντων με τα ονόματα που ήταν γνωστοί στα χωριά τους… (χαρακτηριστικά ή και παρατσούκλια) -το όνομα του χωριού προέλευσης στα ελληνικά και στα τουρκικά με κάθε επιπλέον πληροφορία… -την περιοχή στην οποία βρισκόταν το ακίνητο με κάθε δυνατή λεπτομέρεια.. -την αξία των δηλουμένων ακινήτων σε χρυσές λίρες Τουρκίας… -την αξία των δηλουμένων κινητών σε χρυσές λίρες Τουρκίας… -τυχόν άλλες απώλειες… Ο ενδιαφερόμενος όφειλε να παρίσταται αυτοπροσώπως…
111
Εκτιμητική Επιτροπή Μουραντιέ Μέσα στο γενικό λοιπόν αυτό κλίμα συνεστήθη η «Κοινοτική Εκτιμητική Επιτροπή της κοινότητας Μουραδιέ, της επαρχίας Εφέσου εν τη υπό του Κεντρικού Γραφείου Ανταλλαγής υποδειχθέντι Α΄ Γυμνασίω Θεσσαλονίκης, οδό Δημοκρατίας, συνισταμένη υπό των κ. Νικολάου Καγιαλή, Θεοδώρου Κούρτογλου, Κυριάκου Καρμπέτσου, παρόντος του γραμματέως αυτής Μηταφίδου Εμμανουήλ…». Η οποία βεβαίως «εν πρώτοις προέβη εις ανάδειξιν Προέδρου και ως τοιούτον ανέδειξεν τον κ. Νικόλαον Καγιαλήν»… και κατόπιν «ήρξατο και υπελήφθη των καθηκόντων της εξελέγξασα και εκδικάσασα τας κατωτέρω δηλώσεις». Από τη μελέτη επίσης των σωζόμενων πρακτικών της προκύπτουν τα παρακάτω: η επιτροπή συνεδρίαζε για μεγάλο χρονικό διάστημα και μάλιστα σε καθημερινή βάση… επιλαμβανόταν διαφορετικό αριθμό δηλώσεων καθημερινά… υπήρχαν δηλώσεις ατομικές, από κληρονομία, ή και οι δυο περιπτώσεις από τους ιδίους μάλιστα δικαιούχους, οι οποίες βεβαίως αρκετές φορές προκάλεσαν σύγχυση, ιδιαίτερα μάλιστα όταν οι κληρονόμοι ήταν πολλοί, μεταξύ εγγάμων και αγάμων, θυγατέρων και υιών, από αδιάθετο κλρονομιά ή εκ διαθήκης, δια ευρισκομένους σε αιχμαλωσία…277 το σύνολο των δηλώσεων στρογγυλοποιήθηκε προς τα κάτω… υπήρξαν επίσης ορισμένες δηλώσεις οι οποίες απορρίφθησαν ή η επιτροπή δήλωσε αδυναμία λήψης οποιασδήποτε απόφασης για διάφορους λόγους μεταξύ των οποίων: -δήλωση ανυπάρκτων περιουσιών, κινητών και ακινήτων… -αδυναμία αποδείξεων και λοιπών στοιχείων… -κατάθεση ψευδών στοιχείων… -μη προσκόμιση επαρκών αποδεικτικών στοιχείων… Σε αρκετές περιπτώσεις η επιτροπή κατέφυγε στη Σολομώντια λύση του συμψηφισμού- «συγχώνευσιν» των δηλώσεων. Τέλος, για την πληρέστερη ενημέρωση του αναγνώστη, παραθέτουμε δύο- τρία τυχαία δείγματα, αλλά σε κάθε περίπτωση χαρακτηριστικά του κλίματος που επικρατούσε, από τις πάμπολλες συνεδριάσεις της Επιτροπής και συγκεκριμένα: Συνεδρίαση Πεντηκοστή της Επιτροπής Μουραδιέ Επαρχίας Εφέσου… ημέραν Κυριακήν τη 20η Σεπτεμβρίου 1925 Πρόεδρος: Νικόλαος Καγιαλής Μέλη: Θεόδωρος Κούρτογλου Κυριάκος Ζαμπέτογλου Γραμματεύς : Εμμανουήλ Μηταφίδης 277
Στη με αριθμό 1739/ 29-3-1924 δήλωση σημειώνεται πως αφορά την Αναστασία Χρουσόγλου «πενθερά του αιχμαλώτου Θεοδώρου Τιμιόγλου…».
112
Η συνεδρίασις εγένετο κατά την άνωθεν σημειουμένην ημέραν και ώραν 10 π.μ. Η επιτροπή απαρτιζομένη ως εν αρχή επελήφθη της εκδικάσεως: α: της υπ. αριθμόν πρωτοκόλλου 27759 και χρονολογίαν 10 Φεβρουαρίου 1925 δηλώσεως της Μαρίας Χρήστου Νικήτα… Αύτη φέρεται δηλώσασα κληρονομικήν εκ πατρός περιουσία: -2 τεμ. αμπέλους στρ. 8, αξίας λ. χρ. 400, περιορισθείσης λ. 270 -οικίαν λ. χρ. 200 # λ. 60 -έπιπλα λ. χρ. 100 # λ. 20 -εμπορεύματα λ. χρ. 60 # λ. 30 -εισόδημα λ. χρ. 80 # μη ληφθέν υπ’ όψιν. Σύνολον…………………………………………..840 …….380 Όθεν η Επιτροπή εκτιμά:ακίνητα εις λ. χρ. 330 κινητά λ. χρ. 50 Σύνολον……………………………………………………..380 Και επιμερίζει μεταξύ των δικαιούχων κλρονόμων ως παρά πόδας. Μερίδιον κληρον. δηλούσης Μαρίας… Μερίδιον κληρον. δηλούσης της αδελφής Στασίας Μερίδιον κληρον. των τέκνων του αποθανόντος αδελφού του: Γεωργίου, Λαζάρου, Θεοδώρου, Ολυμπίας. β: της υπ’ αριθμόν 27757 και χρονολογίαν 1 Φεβρουαρίου 1925 δηλώσεως της Νικολέτας Κωστή Μαραγκού. Αύτη φέρεται δηλώσασα ατομικήν περιουσίαν: -άμπελον στρ. 5 με εξοχικήν οικίαν λ. χρ. 320, περιορισθείσα εις λ. 250 -κληρ. άμπελον στρ 1 λ. χρ. 60 # λ. 60 -κληρ. 5 τεμ αγρών στρ. 10 λ. χρ. 150 # λ. 125 -εισόδημα λ. χρ. 300 μη ληφθέν υπ’ όψιν Σύνολον………………………………………….λ. χρ. 830 ………….. λ. 435 γ: της υπ’ αριθμόν 27752 πρωτ. Και χρονολογίαν 10 Φεβρουαρίου 1925 δηλώσεως του Μαραγκού Κωστή Θεοδώρου Ούτος φέρεται δηλώσα ατομικήν του… -οικίαν αξίας λ. χρ. 300 περιορισθείσης εις λ. 150 -2 οικόπεδα λ. χρ. 22 # λ. 20 -άμπελον στρ. 5 λ. χρ. 200 δοθείσης λ. 200 -έπιπλα και ρουχισμός λ. χρ. 400 περιορισθείσης λ. 100 -εμπορεύματα (σταφίδες) λ. χρ. 540 # λ. 500 -κτήνη λ. χρ. 29 # λ. 20 -εισόδημα λ. χρ. 80 μη ληφθέν υπ’ όψιν Σύνολον…………………………………………1571 ………….. 990 Συνεπώς η επιτροπή εκτμά τα Ακίνητα: λ. χρ. 370 Κινητά: 620 Το όλον: 990
113
Συνεδρίαση Εκατοστής Τετάρτης Συνεδριάσεως της Επιτροπής Μουραδιέ Επαρχίας Εφέσου… ημέραν Σάββατον τη 14η Νοεμβρίου 1924 «Η επιτροπή απαρτιζομένη ως εν αρχή επελήφθη της εκδικάσεως της υπ’ αριθμόν 2773 και χρονολογίας 5 Σεπτεμβρίου δηλώσεως του…. Ούτος φέρεται δηλώσας ατομικήν του περιουσία: Οικίαν 250 λίρας περιορισθείσα εις 50 λίρας Αγρόν στρ 7 70 εγκριθείσα 70 Ελαιώνας στρ 5 120 ανύπαρκτος 0 Άμπελος στρ 3 90 εγκριθείσα 90 Έπιπλα- σκεύη 60 περιορισθείσα 30 Εμπορεύματα 268 περιορισθείσα 150 Κτήνη 70 περιορισθείσα 30 Σύνολον………………. 928 σύνολον………………….420 Συνεπώς η επιτροπή εκτιμά τα ακίνητα Κινητά Το όλον
εις 210 εις 210 420
Συνεδρίαση Εκατοστή Εικοστή Τρίτη της Εκτιμητικής Επιτροπής Μουραδιέ της επαρχίας Εφέσου ημέραν Πέμπτην της 3ης Δεκεμβρίου 1925 α: της υπ’ αριθμόν πρωτ. 112 και χρονολογίας 7 Δεκεμβρίου 1924 δηλώσεως του Αντωνίου Χ# Κωνσταντίνου Μισηρλή εγκαταστηθέντος γεωργικώς εις Τσαλτζιλάρ. Φέρεται δηλώσας ατομικήν του και εκ κληρονομίας πατρός του: -οικίαν με αχυρώνα- σταύλον αξίας λ. 325 περιορισθείσα λ. 150 -άμπελον στρ. 8 λ. 460 # λ. 150 -άμπελον στρ 12 με 150 ελαιδ. λ. 600 # λ. 430 -άμπελον στρ 8 λ. 1000 # λ. 400 -άμπελον στρ 4 λ. 300 # λ. 60 -αγρόν στρ. 10 λ. 250 # λ. 140 -αγρόν στρ. 9 λ. 200 ανύπαρκτος -αγρόν στρ. 8 λ. 300 περιορισθείσα λ. 80 -αγρόν στρ. 5 λ. 100 # λ. 75 -αγρόν στρ.4 λ. 60 # λ. 60 -αγρόν στρ.5 λ. 70 ανύπαρκτος Σύνολον……………………………………….. 3665 …………………………… 1545
114
Παραθέτουμε επίσης τις αποφάσεις της επιτροπής για το σύνολο των κατοίκων της κοινότητας Μουραδιέ με την επισήμανση και την παράκληση της ανοχής του αναγνωστικού κοινού για τις υπάρχουσες ελλείψεις και τα εμφιλοχωρούντα λάθη, αποτέλεσμα της επισεσυρμένης γραφής του πρωτότυπου κειμένου.
Ονοματεπώνυμον
Αξία δηλωθείσα ακινήτωνκινητών αθροισμα
Εκτίμησις επιτροπής
ακινήτων κινητών άθροισμ α Γεωργία Σαβαόγλου Πρόδρομος Καραμπέτσος Ευαγγελία Αναγνωστοπούλου Ελένη ΑφροΖαφείρα Σίνατζη Γιοβάνης Ταζέ Γιώργη Ευαγγελία Γιανακά Ανταλή Ανίτσα Κ. Δερμεντζόγλου Αναστασία Φ. Γιατζιλόγλου Σοφία Δημητρίου Ουρανία ΤσαντάρμαΚωστή Γιάντσος Τίρης Αντωνία Παλληκάρη Μαριάνθη Χ#Στράτου Παναής Ν. Κοτζαογλάνογλου Αναστάσιος Χ. Ταβουλζόγλου Χριστόδουλος Γιακουμόγλου Εμμανουήλ Καρακατζάνης Γεωργούλα Φραγκίσκου Τσέκου Αικατερίνη ΧατζηΓιάνογλου Αλέξανδρος Δ. Κίναλης Νικόλαος Β. Κούλαλης Ιωάννης Πετρούλιας Εριννιώ Καρασάββα Μιχαήλ Ν. Ακάμπαλης Αθανάσιος Δάσπας Αναστάσιος Γιοπάζογλου
2635 2730 4800 3126 1071 170 553 2380 390 1733 1950 1208 2524 1920 2854 363 665 1075 5576 618 2366 847 422 625 3455 1575
1245 1005 1370 935 430 145 390 580 145 630 510 290 880 740 1345 140 75 700 1800 275 1290 240 200 225 1825 200
830 910 1900 800 220 10 110 1700 30 440 500 230 570 600 750 190 55 270 1150 100 760 150 100 90 1560 300
2075 1915 3270 1735 650 155 500 2280 175 1070 1010 520 1450 1340 2095 330 130 970 2950 375 2050 390 300 315 3385 500 115
Μαρία Χ" Χριστοδούλου Κυριακούλα Α. Κιδιμπογάνογλου Κυριακούλα Καρασάββα Αγαθάγγελος Κοντόγλου Ελένη χήρα Π. Καρασάββα Γιαννούλα Γ. Αγγελή Φώτιος Κοτζαογλάνογλου Νικόλαος Γιομπάζογλου Νικολέτα Λ. Τσαλκιτζή Κωστής Χατζηλίας Σούρογλου Κυριάκος Δ. Βέργογλου Ιωάννης Π. Ζαμπούνογλου Στέλιος Τσορμπατζόγλου Κατίνα Παμπόρ Γιάννη Γεώργιος Σκίφτογλου Νικόλαος Αν. Λεπέσογλου Δωροθέα Βουράνογλου Νικολέτα Νάσπα Αντώνιος Ζακούλης Απόστολος Προζίμογλου Νικόλαος Εμμ. Λουκίδης Γεώργιος Φανώτης Γεωργία Ρουμελιώτη Ιωάννα Προζίμογλου συζ. Φωτίου Αφροδίτη Ν. Χ#Γεωρ. Τρίνκαζη Γεώργιος Ξενάκης Μιχαήλ Αν Καράογλου Κιναλί Κωστή Ασημένια Χρήστος Χεζάνογλους Γλυκερία Κούρτογλου Γεώργιος Μερτζιμέκογλου Νικόλαος Καραφώτογλου Δέσποινα Αν Πανταζόγλου Άννα Αν. Πανταζόγλου Βασίλειος Καραβασίλη Φωτεινή Κ. Κανάτη Νικόλαος Γεωργιάδης Ιωάννης Καραδημητρίου Γεώργιος Α. Μερτζιμέκογλου Απόστολος Α. Μερτζιμέκογλου Απόστολος Αθ. Ντουρμούσης Νικόλαος Γιαννακόπουλος Σουλτάνα Ανδρ. Γιαμούκογλου Γιαννούλα Ηλ. Μπογιατζόγλου Αντωνίτσα Κ. Μπαλτζιλόγλου Μαρία Χατζηθεοδώρου
1247 1065 2887 2710 595 360 1296 640 3100 4851 3854 4880 3955 295 2314 2050 1500 150 4690 2579 1900 580 380 5344 1365 1615 1090 701 1480 835 2435 5000 250 1945 2306 2185 1280 1527 2583 2296 1245 3365 695 1520 1168 1000
485 425 250 1695 300 160 240 350 1750 2335 1360 2280 2470 155 730 650 350 100 1605 1050 1600 0 0 1140 930 540 130 240 620 0 1010 1980 250 770 1100 1520 600 630 1490 1215 520 2060 445 695 680 0
180 400 150 560 200 30 200 150 700 1500 1220 2000 650 50 600 660 0 20 1620 780 200 250 100 850 300 560 630 180 560 250 820 1260 0 780 780 510 380 510 840 1000 650 1200 250 535 340 300
665 825 400 2255 500 190 440 500 2450 3835 2580 4280 3120 205 1330 1310 350 120 3225 1830 1800 250 100 1990 1230 1100 760 420 1180 250 1830 3240 250 1550 1880 2030 980 1140 2330 2215 1170 3260 695 1230 1020 300
116
Ευάγγελος Ψάλτογλου Κυριάκος Ν. Μπερπέρογλου Γεωργίτσα Ανδ. Ευθύμογλου Αντώνιος Ρήγας Βασιλεία Ευστ. Αγιανίδου Ειρήνη Λαδοπούλου Νεοκλής Αλ. Θεοδοσιάδης Κατίνα Αντ. Ζακούλη Ζαχαρίας Κ. Τσίντος Θεόδωρος Κ. Σιντζέ Βασίλειος Κ. Μανώλογλου Γεώργιος Κεραμίδας Ειρήνη Κυρ. Ταξιλτάρη Ευαγγελία Κυρ. Ταξιλτάρη Νικόλαος Δ. Κεμάνογλου Ιωάννης Ν. Κοτζαπέτρου Γεώργιος Μενεμενλής Ελισάβετ Αντ. Κούλαλη Ανδρέας Γ. Παλληκάρης Παρασκευάς ΧατζηΕμμανουήλ Κατίγκω Αθ. Κοτζακουλάς Ιωάννης Αθ. Κοτζακουλάς Αναστασία Χρ. Ζακούλη Θεόδωρος Χρυσόγλου Αναστάσιος Αγγελή Ευθύμογλου Αλεξιάν Ταβικιάν Γεώργιος Πέτρου Παπουτσής Νικόλαος Κυπριολόγλου Ευστράτιος Ν. Νταουλτζίογλου Γεώργιος Γιοβάνογλου Φωτεινή Γ. Τρίνκατζη Γεώργιος Ι. Βαρελάς Αναστάσιος Γιαμπατζόγλου Βασίλειος Μαραγκούσης Δέσποινα θυγ. Γ. Γιοβάνογλου Αναστάσιος Σαλιντζής Ιωάννης Ποδόση Ανανίογλου Αναστασία Θεοδ. Χρυσόγλου Γεώργ. Ανδρ. Αταλίνο Στέλιος Αθανασίου Μεχανετζόγλου Μαρία Κυριάκου Καραθάνογλου Κρίβα Δημητρία (;) Ολυμπιάς χήρα Φιλίππου Ελιές Γεώργιος Ιωαννίδης Ιωάννου Δημητρία χήρα Ν. Βέργογλου Γεωργίτσα Χατζηιωάννου (χήρα)
5090 6979 817 2925 2700 2240 1100 580 296 2975 515 3930 1656 880 1250 9940 1025 11890 1240 1032 945 2924 2332 1280 865 0 1813 2215 1134 4179 145 618 320 1660 772 7375 1356 1775 290 7820 745 602 2695 3000 872 2095
2400 1860 550 1435 940 480 500 400 140 815 100 1530 330 400 570 1830 150 6190 425 530 500 1435 730 280 290 0 810 960 490 1715 0 160 300 575 385 2360 560 290 100 2310 400 40 1095 0 525 890
2200 3600 180 1180 760 400 500 80 100 1550 120 840 600 100 370 1000 150 3800 225 280 280 700 780 150 200 0 700 700 220 1400 100 200 0 360 190 870 340 265 30 700 200 50 780 1500 110 400
4600 5460 730 2615 1700 880 1000 480 240 2365 220 2370 930 500 940 2830 300 9990 650 810 780 2135 1510 430 490 0 1510 1660 710 3115 100 360 300 935 575 3230 900 555 130 3010 600 90 1875 1500 635 1290
117
Αναστασία Ν. Κοτζακούλαφ Αλέξανδρος Γ. Διαμαντόπουλος Ιωάννης Γ. Τσικάκης Νικόλαος Γ. Τσικάκης Ελένη Χρ. Κοτζακουλάφογλου Χ#Φωτεινή Κοτζακουλάφογλου Δημήτριος Ι. Κοτζακουλάφογλου Κωνσταντίνα Κοτζακουλάφογλου Δημήτριος Ι. Κιούλογλου Ιωάννης Χατζηδημ. Κιούλογλου Αγγελής Κοτζά Πέτρογλου Γεώργιος Ν. Κατσικίδης Γεωργίτσα Αθ. Κιπρησλή Λινάρδος Ιορδ. Ιορδάνογλου Αναστασία Ν. Χατζηαντάνογλου Κωνσταντίνος Β. Προζίμογλου Στέλλα Σουλτανίδου χήρα Δημητριάς Αχ. Γιαζητζόγλου Κατίνα Ν. Μπογιατζόγλου Μαρία Γ. Κρομύδογλου Φωτεινή Στρ. Κουρτσόγλου Απόστολος Τατλιτζής Ευαγγελία Θεοδ. Σιρέτη Νικόλαος Βασ. Αλεξιάδης Ευαγγελία Τσατσαρώνη Ευαγγελία Παν. Τσατσαρώνη Ελένη Φ. Μπατζιλόγλου Μαριγώ Γ. Ουστακλή Αναστασία Απ. Χατζηκωνσταντίνου Νικόλαος Κ. Αραμπατζής Ιωάννης Δ. Μελεμενλής Γεώργιος Δ. Αλεξιάδης Δέσποινα Αλεξιάδη Μαρίνος Σωτ. Αργυρόπουλος Κατίνα Κ. Απατζόγλου Γεώργιος Ανδρικόπουλος Σουλτάνα Κωστή Γιαμπαζόγλου Ελένη Αθαν. Ξενάκη Αθανάσιος Ν. Ξενάκης Αντιγόνη Κλεάνθη θυγ. Δ. Ζάκα Γεωργούλα Β. Αρναούτογλου Ευαγγελία Ηλία Αραμπατζή Μαρία Ηλ. Λοϊζου Αρκούδογλου Γεώργιος Ατέμογλου Χαράλαμπος Κ. Τσολάκης Θεόδωρος Κ. Ντιστίνογλου
1340 750 1810 1974 1268 1070 3329 1875 320 1485 1380 2230 522 3507 0 2062 3670 786 1868 2719 2656 3171 3160 1538
450 250 1000 440 460 570 1660 270 120 705 350 840 300 1530 0 780 1530 435 730 600 940 1080 1040 580 280 540 230 330 850 2280 115 690 340 1590 500 1000 500 2800 300 1075 880 1015 470 930 150 515
400 300 500 300 260 300 670 0 75 600 250 630 120 1250 0 620 1000 170 500 480 590 640 480 330 80 500 150 370 450 1100 90 250 250 650 570 650 400 200 1750 700 300 750 280 700 850 600
850 550 1500 740 720 870 2330 270 195 1305 600 1470 420 2780 0 1400 2530 605 1230 1080 1530 1720 1520 910 360 1040 380 700 1300 3380 205 940 590 2240 1070 1650 900 3000 2050 1775 1180 1765 750 1630 100 1215
118
Αθανάσιος Ζενίογλου Παύλος Μανώλογλου Γεώργιος Δ. Κασάπογλου Χρήστος Μουράτογλου Βασιλική χήρα Διαμαντόπουλου Άννα Ν. Κυρτακίδου Αγγελική Αναγνωστοπούλου Γεώργιος (Φ)Ράντογλου Αντώνιος Τζώρτζογλου Αλέξανδρος Διαμαντόπουλος Κωστής Γιαννακόπουλος Ευριπίδης Αναγνωστόπουλος Ιλαριά Στάσα, Ν. Ασλάνογλου Ειρήνη Θυγ. Μιχ. Αγγέλογλου Ελένη Παν. Αλεξίογλου Μελπομένη Αβουτσουκλίδου Κώστας Φωτίου Αντωνιάδης Γεωργία Παν. Αντώνογλου Ευαγγελία Γ. Αναγνωστοπούλου Μαργαρώ χήρα Αβριάνογλου Πολύδωρος Αθ. Διαμαντόπουλος Αικατερίνη Κ. Αναγνωστόπουλου Δέσποινα Ν. Αναγνωστόπουλου Ελένη Κ. Αλεξανδρίδου Γεώργιος Δ. Αντωνίου Κωνσταντίνος Ηλ. Ηλιάδης Ευγενία Φραντσεσκούδη Παρασκευάς Ι. Μουράτογλου Γεώργιος Συμ. Ψάλτογλου Βασίλειος Γ. Ψάλτογλου Κωνσταντίνος Ρήγας Γεώργιος Γιανικόζογλου Άννα συζ. Κ. Τερζόγλου Αναστασία Απ. Γιαγκιόζογλου Ιωάννης Αποστόλου Σταύρος Κεπενέκας Νικόλσος Καραμπέτσος Βασίλειος-Δημοσθένης Κοραλής Χρήστος Καναβέλης Γεωργία Κυρ. Τσολάκογλου Άννα (κλ) Σάββας Καρά Φωτίου Ταγλέρογλου Κων/νος Ζανέτου Ζαγκουρλής Δημήτριος Τσαούσογλου Άννα (κλ) Γεωργία (κλ)
1340 630 1250 7400 360 190 1050 290 815 2210 1755 2400 480 660 1340 600 600 340 330 530 675 4400 300 220 410 630 820 3500 2785 0 830 290 140 180 640 535 4825 500 1000 590
850 450 2000 5000 220 80 600 300 580 700 1000 2500 100 300 100 50 1000 450 0 450 40 2200 200 50 100 700 1200 3500 450 100 470 200 200 60 1250 450 4700 150 0 730
2190 1080 3250 12400 580 270 1650 590 1395 2910 2755 4900 580 960 1440 650 1600 790 330 980 715 6600 500 270 510 1330 2020 7000 3235 100 1300 490 340 240 1890 985 9525 650 1000 1320
580 450 730
120 540 560
700 990 1290
119
Βασιλεία Π. Μερτζιμέκογλου Ευρυδίκη Ζαμπούνη Σταμάτιος Ν. Ζαμπούνογλου Ελένη χήρα Αδάμου Ζουργούρη Αθανάσιος Απ. Ζουρναβής Νικόλαος Καγιαλής (κλ) Γιαννακός Καγιαλής (κλ) Ευαγγελία συζ. Μόραλη (κλ) Αναστασία Προδρόμου (κλ) Νικόλαος Καγιαλής Γιαννακός Χ» Αν. Καγιαλής Μαρία συζ. Γιαν. Καγαλή Καλλιόπη Καγιαλή Σπύρος Προδρόμου Αναστασία Προδρόμου Γεώργιος Χ»Αθανασίου Αναστασία Γιαννακού Καγιαλόγλου Ελένη Γιαννακοπούλου Γεώργιος Κοτζακιουλάφογλου Αναστασιά Χαρ. Χουρσόγλου Φώτιος Χ»Δημητρίου Γεώργιος Χ»Εμμ. Χοροσκιοϊλου Στυλιανή Αντ. Τίρη Σεβασμία Ταξιλδάρογλου Βασίλειος Ζαχαριάδης ή Παζάρ Ογλού Αρχοντή Ζαχαριάδου Ιωάννης Διαμαντόπουλος Σάββας Χ»Δαμιανός Γκερανά Κ. Χ»Παναγιώτου Ευάγγελος Αν. Μαγνήσαλης Παναγιώτα χήρα Ι. Τσορμπατζή Παναγιώτης Στ. Τοπάν Πέτρου Ιωάννης Τσαμπούρης Κωστής Χ» Σταύρου Ευαγγελία Στ. Μιτηλύνου Κωστής Μάντογλου Μιχαήλ Βασιλειάδης Αθηνά Πανταζίδου Χ»Κοκώλης Ναζλίδης Ιωάννα Στ. Γεωργιάδη (κλ) Αναστασία Σ. Γεωργιάδη (κλ) Ευθυμία Στ. Γεωργιάδη (κλ) Μαρίκα Στ. Γεωργιάδη (κλ) ΣΥΝΟΛΟ Μνιστός (;) Κεχαγιάς Δημήτριος Κ. Κουλακσίζογλου Παναγιώτης Γ. Ιωσηφίδης
1190 416 9031
110 750 810 180 340 335 335 335 335 4270 965 1650 1390 1675 3320 1610 180 635 1325 625 270 1800 745 710 920 500 0 250 1150 660 575 100 1030 200 400 1310 550 60 3230
70 500 360 15 400 375 375 375 375 5140 1320 0 880 2000 1700 1700 200 0 810 435 130 1700 180 370 150 0 470 0 560 400 150 80 1300 130 260 500 320 65 2160
180 1250 1170 195 740 710 710 710 710 9410 2285 1650 2270 3675 5020 3310 380 635 235 1060 400 3500 925 1080 1070 500 470 250 1710 1060 725 180 2330 330 660 1810 870 125 5390
1295 2575 2570 2935
515 835 585 925
300 705 640 655
815 1540 1225 1580
120
Ειρήνη και Όλγα Ζαχ. Κυριακού Φωτεινή χήρα Ουζούν Γιώργη Κεχαγιά Φωτεινή Αθ. Γιαγτζόγλου Γεώργιος Αθ. Ντουρμούσογλου Φωτεινή συζ. Ντουρμούσογλου Απόστολος Ντουρμούσογλου Ειρήνη Ντορμούσογλου Αναστάσιος Ντορμούσογλου Μάρθα Ντορμούσογλου Γεώργιος Αθ. Πάσπας Ιωάννης Παράσχος Γαβριήλ Μενελάου (κλ) Κλειώ Καντάρογλου (κλ) Ζωϊτσα Δημητρίου Χ»Συμεών χήρα Αφοί Φιλίππου Ζακούλη Ελένη Παπάζογλου (κλ) Πέτρος Παπάζογλου (κλ) Αγγέλα Παπάζογλου (κλ) Δημήτριος Νεστορίδης ή Μπουλγάρ Κω/νος Ν. Πεχλεβάνογλου Γεώργιος Γιακουμή Πεχλεβάνογλου Γεώργιος Τριανταφύλλου Βασίλ Μανώλη Ζεϊπέκ Ηλίας Γεωργίου Τσακίρογλου Απόστολος Χαρ. Δρακούλης Σόλων Σαββα Καλόπουλος Πρόδρομος Ν. Ντουρμούσης Ανδρέας Δουρμούσογλου Φωτεινή χήρα Δ. Νατσίλογλου Ελένη Χριστοφίδη Κεραμιτζή Γκιουράνα χήρα Δ. Καραφώτογλου Γεωργία Ι. Κουρτσόγλου Κατίνα Γ. Τσαλγιτζόγλου Γεωργίτσα Ι. Κεχαγιά Κατίνα Γ. Γιαμούκογλου (κλ) Γρηγόριος Γιαμούκογου (κλ) Μαρία Γιαμούκογλου (κλ) Νικολέττα Γιαμούκογλου (κλ) Αναστασία Ταξιλτάρογλου Παναγιώτα Χ. Παύλου Αθηνά Χριστοδ. Μιτυλιντζόγλου Σοφιλή Μπατσιλή Κιζνί Ελένη Κοτζή Κουλάφογλου Κωστής Κουρτσόγλου Κωνσταντίνα χήρ Κ. Τεμπέλογλου (κλ)
530 670
300 240
80 300
380 540
3770
300 450 176 177 177 177 177 680 910 320 320 395 400 1160 1160 1160 300 1580 0 170 300 600 80 150 600 115 1200 450 380 1170 830 280 300 300 300 300 1380 335 1370 220 540 2660 170
230 300 0 273 273 273 273 505 550 150 150 230 330 255 255 255 200 880 450 320 145 520 70 240 530 50 470 405 255 1145 690 125 220 220 220 220 700 200 675 110 200 1240 120
530 750 176 450 450 450 450 1185 1460 470 470 625 730 1415 1415 1415 500 2460 450 490 445 1120 150 390 1130 165 1670 855 635 2315 1520 405 520 520 520 520 2080 535 2045 330 740 3900 290
2240 3045
775 905
1076 3741 790 1042 855 2320 1105 791 2050 490 4860 1177 900 4375 1856 480
3390 800 5148 1030 1040 8428
121
Νικολέτα Τεμπέλογλου (κλ) Ανέτα Τεμπέλογλου (κλ) Ανίτσα Τεμπέλογλου (κλ) Ευαγγελία Ζαμπούνογλου Χριστόφορος Χρ. Τατλιτζής (κλ) Στασία Τατλιτζή (κλ) Ευαγγελία Τατλιτζή (κλ) Σταμάτης Μ. Χεζάνογλου Κωνσταντίνος Παρ. Παράσχος Γεώργιος Καραμανώλης (κλ) Κατίνα Καραμανώλη (κλ) Ιωάννης Καραμανώλης (κλ) Δήμος Μπόζογλαν Δημήτριος Καραδημητρίου Αθανάσιος Γ. Μανώλογλου Παναγιώτης Δ. Δαβουλτζόγλου (κλ) Ευάγγελος Δαβουλτζόγλου (κλ) Αναστασία Δαβουλτζόγλου (κλ) Γεωργίτσα Δαβουλτζόγλου (κλ) Αθηνά Δαβουλτζόγλου (κλ) Ηλίας Αθ. Χ»Αθανασίου (κλ) Ιωάννης Χ»Αθανασίου (κλ) Μαρία Χ»Αθανασίου (κλ) Σοφία Χ»Αθανασίου (κλ) Σουλτάνα Τσορμπατζόγλου Κατίνα Γιαμουκογλου Νικόλαος Σαραντίδης Θεόδωρος Γιοβάνογλου Γιάνκος Αντ. Γιαμούκογλου Χ»Σοφιλής Ανδρ. Χ»Γιαννακός Αναστασία Νικ. Χαλάτση (κλ) Χρυσάνθη Νικ. Χαλάτση (κλ) Βασίλειος Θεοδ. Μπαϊγκίν Τερζή Γιαννακού ογλού Τζώρτζη Φώτιος Μάρκου Τζώρτζογλου Μαρία Χρ. Νικήτα Στασία (κλ) Γεώργιος (κλ) Λάζαρος (κλ) Θεόδωρος (κλ) Ολυμπία (κλ) Νικολέτα Κωτσή Μαραγκού Μαραγκού Κωστή Θεοδώρου Μαρία Δ. Αντωνίογλου Αναστασία Χρουσόγλου του Θεοδ. Γεωργία Τρίγγατζη
2980 870 840
170 170 170 540 520 520 520 230 325 315 90 315 410 980 295 266 266 173 173 127 271 271 175 174 630 420 3600 280 650 580 40 40 280 770 100 330
120 120 120 50 320 320 320 205 140 152 151 152 180 470 215 135 135 135 135 135 357 357 0 0 300 100 3150 250 320 225 60 60 200 590 125 50
290 290 290 590 840 840 840 435 465 467 241 467 590 1450 510 401 401 310 310 262 628 628 175 174 930 520 6750 530 970 805 100 100 480 1360 225 380
830 1571 494 600 1335
435 370 194 285 480
0 620 70 210 200
435 990 264 495 680
1210
1436 598
1285 2354 755
1490 730 1080 1195 1310
122
Παναγιώτα χήρα Αν. Καγιαλόγλου Γεωργίτσα χήρα Γ. Προύσαλη Γεώργιος Χ"Αθαν Μακρόγλου Αγορίτσα Γ. Καγιαληλάρ Ανδρέας Αντ. Σαρρής Αντζούλα χήρα Αντ. Σινετζή Αθανάσιος Καρανικόλα Ογλου Μιχαήλ Δ. Κετηπογάν Δημήτριος Δ. Τρύγγατζης Κατίνα Αντωνίου Κεχαγιά Σοφία Ευαγγ. Τοπάλογλου Ιωάννης Ανδρ. Γιαμούκογλου Κυριακή Ι. Βεζιγιόγλου Μαρία Κωστή Ψάλτογλου Δημήτριος Ι . Βεργιόγλου (κλ) Γεράνα Βεργιόγλου (κλ) Χρυσάνα Βεργιόγλου (κλ) Άφρο Χαραλάμπου Τσορματζόγλου Λυκούργος Τσομπάνογλου Βασιλεία χήρα Κυρ. Τορούμ Ιωάννης Ν. Τρίγγατζης (κλ) Ρίζος Τρίγγατζης (κλ) Κατίνα Τρίγγατζη (κλ) Λαμπρινή Τρίγγατζη (κλ) Γεωργία Χ"Δημητρίου Πέτρος Αθ. Εκμετσόγλου Παναγιώτα Μιμήκου Γιαλτζόγλου Θεόδωρος Γιαλτζόγλου Γιαννούλα Κεχαγιά Σοφία Ευαγγ. Κεχαγιά Σοφία Χ"Καμάρ. Τρίγγατζη Δημήτριος Χ"Καμάρ Τρίγγατζης Σοφία Χ"Καμάρ. Τρίγγατζη (κλ) Ιωάννης Χ"Καμάρ Τρίγγατζης (κλ) Δημήτριος Χ"Καμάρ Τρίγγατζης (κλ) Άννα Τασοπούλου (κλ) Σοφία Χ"Καμάρ. Τρίγγατζη (κλ) Ιωάννης Χ"Καμάρ Τρίγγατζης (κλ) Δημήτριος Χ"Καμάρ Τρίγγατζης (κλ) Άννα Τασοπούλου (κλ) Καλλιόπη Γ. Αθανάσογλου Ευστράτιος Ι. Παπαδάκης Ανδρέας Μπογιατζόγλου Νικόλαος Κουρτζόγλου Βάσω Γκόγκου Κουρτόγλου Ανδρέας Αγγ. Αγγελίδης
578 913
295 440 4314 1445 530 370 210 655 900 115 290 1323 345 950 1300 1300 1300 465 440 155 1870 1870 1870 1870 520 160 610 250 180 690 620 3600 675 675 675 675
133 90 2560 450 740 220 210 350 450 150 305 640 140 365 550 550 550 275 280 30 700 700 700 700 260 70 45 0 105 200 0 0 0 0 0 0
125 310 855 300 860 140
180 180 725 250 475 100
428 530 6874 1895 1270 590 420 1005 1350 265 595 1963 485 1315 1850 1850 1850 740 720 185 1570 1570 1570 1570 780 230 655 250 285 890 620 3600 675 675 675 675 2325 2325 2325 2325 305 490 1580 550 1335 240
123
Αγορίτσα Αθ. Αγγελίδου-Καρακάση Νικόλαος Αγγελίδης Μάρθα συζ. Αντ. Δέσπρη (Δεσιπρή) (κλ) Αναστασία Δέσπρη (Δεσιπρή;) (κλ) Αθηνά Δέσπρη (κλ) Αθηνά Αθ. Μερτζημέκη (κλ) Αναστασία Αθ. Μερτημέκη (κλ) Μάρθα Αθ. Μερτημέκη (κλ) Βασιλεία Αθ. Αργυροπούλου Νικόλαος Αργυρόπουλος Ειρήνη Χρ. Σαρή Χρήστου Κατίνα χήρα Λεωνίδα Εξαρχοπούλου Μαρία Εξαρχοπούλου Μαριγώ Εξαρχοπούλου (κλ) Κατίνα Εξαρχοπούλου (κλ) Βασίλειος Πετρέλης Χ"Γεώργιος Κ Ταουλδζόγλου Ελένη Ευστρ. Δαλακλή Θεοδοσία συζ. Αθ. Καραμιχάλη Παρασκευή Πένιου- Καλαντζόγλου Παύλος Ιωαννίδης Αικατερίνη Εξαρχοπούλου Αναστάσιος ΑργυρόγλουΑραμπατζής Φωτεινή χήρα Παν. Στεφανή Ηλίας Νικ. Κοτσαρλής Παναγής Φ. Κητσαλής Νικόλαος Κ. Γκιλίκ ογλού Ναζλή χήρα Γ. Τσορμπατζόγλου Νικόλαος Ευστρατίου (ατομική) Νικόλαος Ευστρατίου (συζύγου) Αναστασία Ευστρατίου (κλ) Δημήτριος Ευστρατίου (κλ) Σαπφώ Ευστρατίου (κλ) Μαρία Ευστρατίου (κλ) Σοφία Ευστρατίου (κλ) Μαριάννα Ευστρατίου (κλ) Γιαννούλα Πεχλεβάνογλου Ιωάννης Ναζλίδης Κωστής Ναζλίδης (κλ) Ελέγκω Ναζλίδου (κλ) Κωνσταντής Ναζλίδης Γεώργιος Φραντζ. Τσέκος Αικατερίνη Μιμνίκου Μαγίκη Δέσποινα Μιμνίκου Μαγίκη (Μαγίνη;)
240 470 67 66 67 120 120 120 42 110 850 210 150
515 1700 20 20 20 170 0 0 33 80 420 150 310
575 1000 0 445 100 100 30 1600
160 300 195 150 50 55 20 490
755 2170 87 86 86 290 120 120 75 190 1270 360 460 135 135 735 1300 195 595 150 155 50 2090
280 1095 270 390 1130 4160 3690
100 662 130 200 510 7000 0
380 1757 400 590 1640 11160 3690
390 780 125 125 0 845 200 200
100 545 272 272 0 545 25 50
490 1325 397 397 0 1390 225 250
124
Αθανάσιος Χ"Μάρκος Στάσα Χ"Μάρκου Μαρίκα Χ"Μάρκου Αθανάσιος Χ"Μάρκου Ιωάννης Ανδρ. Τσουλού Κιοϊλή Βασίλειος Χριστ. Χρυσόπουλος Στυλιανός Αθ. Καραπιπέρης Παύλος Κατσιώτης Κωνσταντίνος Πέτρ. Τερζόπουλος Κωνσταντίνος Μιτυλιντζής Πέτρος Ματθαίου Νικόλαος Ηλ. Κοτζαπέτρογλου Ελπινίκη Χαλιάδενα Ελένη Αθαν. Ξενάκη (κλ) Δέσποινα Ξενάκη (κλ) Σοφία Ξενάκη (κλ) Αναστασία Αϊβάζογλου Θεόδωρος Αϊβάζογλου Αμαλία Δ. Αϊβάζογλου Δημήτριος Αϊβάζογλου Γεωργίτσα Ν. Αϊβάζογλου Κυριάκος Ν. Κομήτσογλου Αξιόπη χήρα Χ"Νικολάου Μαρία συζ. Ι. Κηπριτζή Βασίλειος Δ. Θεοφυλόγλου Μαρία χήρα Γιακουμόγλου Βασίλειος Αποστόλου Σοφία θυγ. Ι. Παντελή Νικόλαος Αργυρόπουλος Κωνσταντίνος Αργ. Τοπάλ Κλεοπάτρα Θυγ. Γ. Αργυροπούλου Άννα συζ. Κ. Τερζοπούλου Παντελής Ν. Κατιρτζής Αντώνιος Ψάλτογλου (ατομική) Αντώνιος Ψάλτογλου (συζύγου) Νικόλαος Ψάλτογλου (κληρονομιά) Ευάγγελος Δ. Κασάπογλου Αντώνιος Χ"Κων. Μισηρλή Χρήστου Νικήτας Τσορμπατζόγλου Νικόλαος Μερόπη Παπάζογλου Αθανάσιος Κράλλης Νικολέττα Κράλλη (κλ) Βασίλειος Αθ. Ταντίρης Μαρία Ανδρ. Μερτζημέκη Εμμανουήλ Ντίλσης
1595 1615 4190 2912
400 123 429 428 150 0 720 300 480 450 2320 240 0 0 0 0 1920 870 1550 0 1360 1040 190 745 615 770 25 80 140 210 265 0 645 865 1320 2025 220 870 200 500 800 1080
840 550 550 200 0 35 370 0 120 265 680 160 25 0 0 0 1330 1000 1110 0 620 360 75 300 245 385 65 20 14 85 50 0 350 86 850 1080 55 550 420 550 1650 560
1240 673 979 628 150 35 1090 300 600 715 3000 400 25 0 0 0 3250 1870 2660 0 1980 1400 265 1045 860 1155 90 100 154 295 315 0 995 951 2170 2105 275 1420 620 1050 2450 520
1753 755 1500
535 100 320
360 340 270
895 440 530
125
Στέφανος Χατζηδημητρίου Θεόδωρος Καρά Ογλού Γεώργιος Παράσχου Αναστασία Φωτίου Αναστασία Μιαλάκη Θεόδωρος Καρά Σάββας Δημητριάς Τσαμτσή Ογλού Αριστείδης Τσορμπατζόγλου Ιωάννης Κράλλης Δημήτριος Νικολάου Αθανάσιος Νικήτογλου Χρλήστος Πατσελόγλου Σπύρος Πανάγου Μαρία Στ. Μπογιατζόγλου Κωστής Μπογιατζόγλου Νικόλαος Παμπούρ Γιάνκου Παμπούρ Ογλού Γεωργίου Ιωάννα Γ. Μανώλογλου Ιωάνης Κούρτογλου Ευαγγελία Εσφάν Γιώργη Παναγιώτης Αδανόγλου Γεώργιος Γκαμπασακάλογλου Αναστασ. Μουλαράκη- Καραμπουρνά Αντωνία Βασ. Καρακάση Ιωάννης Κιουτσούκ Κώκος Κυρακούλα Κατιρτζή Χρήστος Κιουτσούκ Κυριακού Νικόλαος Κ. Κιαγάς Ελένη Λ. Κιπριζλόγλου Πέτρος Γιανόγλου Ευαγγελία Γιουλακσίζογλου Βασιλική Νικήτα Παναγιώτης Τσακίρ Γιώργη Ελισάβετ Μπακάλ Κωστή Ελισάβετ Γαβριήλ Οκαλόγλου Μιχαήλ Αναγνωστόπουλος Κωνσταντία Τσαλγκιτζόγλου Παναγιώτης Προζύμογλου Ευάγγελος Βατούλ Παναγιώτης Δ. Τσακίρ Ογλού Στυλιανή Κουρτσόγλου (κλ) Ασημίτσα Κουρτσόγλου Γεώργιος Γιουσούμογλου Κωνσταντίνος Ερετριάδης Ιουλία Γιαννακοπούλου Παναγιώτα Δ. Τρίγγατζη
4170 1848 1396 2985 3195 670 3956 2180 2090 5656 5194 5300 3460 950 1000 3132 811 1375 4062 2550 2570 1305 358 1550 420 2750 491 3104 3232 1965 3110 1416 2324 605 887 2350 3200 900 4247 715
570 385 195 420 755 170 150 800 620 1095 1700 650 665 200 300 570 160 365
2280 765 295 1140 1715 550 1450 1505 1140
300 400 510 420 80 210 500 790 235 1035 250
1710 380 100 720 960 380 1300 705 520 1860 2310 1740 1330 0 640 705 505 530 1860 1200 930 530 40 330 180 470 178 1240 1540 785 1185 530 520 280 255 610 1360 240 1800 365
2025 675 2380 9555 90
50 180 485 2820 30
1135 180 550 3760 0
1185 360 1035 6580 30
1100
600 465 275 40 50
130 230 180 515 830
2955
4010 2390 1995 200 940 1275 665 895 2960 1800 1395 805 80 380 310 700
358 1755 2370 1085 1585 1040 940 360 465 1110 2150 475 2835 615
126
Χρήστος Ερικοϊλής Παναγιώτης Ευστρατίου Ανδρέας Ευστρατίου Κωνσταντίνος Σεκέρογλου Ελένη Γιακουμόγλου Θεολόγης Σακιζλόγλου Μαριάνθη Νικ. Ευθυμιάδου Στέφανος Αλ. Ευθυριάδης Δημήτριος Αθ. Ευθύμογλου Μιχαήλ Ι. Κουρτσόγλου Κωνσταντίνος Σωτηρόπουλος Ιωάννης Σωτηρόπουλος Αναστασία Χρ.Δοκμεντζή Άννα Χαμηδιελή Γεώργιος Β. Παλικάριας Παναγιώτης Μπογιατζής Φωτεινή Γιακουμτζή- Στεφάνογλου Ιωάννης Γ. Φωτίου (κλ) Αγορίτσα Συμεώνογλου (κλ) Κωνσταντίνος Ιωσηφίδης Βασίλειος Μ. Βεργής Νικόλαος Απ. Καπνουλάς Αικατερίνη Ν. Αναγνωστοπούλου Ευστράτιος Νικολάου Ευνομία Π. Σκληρού Γεώργιος Δ. Κραλόγλου Ευρυδίκη Ζαμπούνη (κλ) Αντιγόνη Σπ. Πανάγου (κλ) Μαρία Σκανδάλου- Κουτιλούμπη Μαρία (κλ) Στασία (κλ) Ελένη (κλ) Ιωάννης Τοπάν Ογλού Φωτεινή Αλ. Γιαγτζόγλου Σοφία Κ. Παπαδοπούλου Σοφία Μαινεμενλή- Κασάπη Γαρουφαλλιά Καγιαλόγλου Μαρίτσα Καγιαλόγλου Μάρθα Καρά Τιμής Πελαγία Ι. Καρά Κατσάνη Μαρία Στ. Καλιγερίδου Αννέτα Αν. Κιναλόγλου Αθηνά Πέτρου Καγιαλόγλου Πέτρος Κουτσοκυριακού Ελένη Α. Κουλακσίζογλου Ανδρέας Καρά Κυριακού
2694 3645 2949 1935 1267 4830 10520 4050 2875 1323 500 1580 550 840 780 2860 2051
1150 1105 760 400 420 485 2100 1700 490 360 100 118 50 195 120 615
1440 1633 6400 218 12000 4200 1100 600 1190 1190 20080
280
1123 340 260 780 732 530 485 55 1840 4090 2245 1370 230 4037
200
550 400
53 2300
1800 250 250 360 140 915
115 115
100 220
252 200 205 15 0 490 50
310 865 650
870 1680 1235 450 280 1330 5000 2000 950 592 20 545 280 190 380 1180 847
2020 2785 1995 850 700 1815 7100 3700 1440 952 120 663 330
380 895 2510 130 1750 0 0 300 140 360 2070
660 1425 2910 183 4050 1800 250 550 500 500 2985
100 210 100 170 280 180 200 20 150 1080 400 300 1055 1425
215 325 200 390 532 380 405 35 150
385
500 1795 1047
1570
450 610 1920 2075
127
Κωνσταντίνος Καρακάσογλου Αννέτα Χαρ. Καρακάση Χαράλαμπος Β. Κεραμιδάς Κατερίνα Χατζηαθανασίου Σοφία Χατζημάρκου Ελένη Καγιαλή Σεβαστή Χατζηαθανασίου Βασίλειος Αθ. Μόραλης Μάρθα Ν. Γούναρη Γεωργία Μπογιατζόγλου- Κούρτογλου Χατζηδημήτρης Κούρτογλου Θεόδωρος Χ# Κούρτογλου Δημήτριος Αθ. Κεχαγιάς Δημήτριος Μιχ. Καγιαλόγλου Μερόπη Ν. Κούρτογλου Ιωάννης Β. Ρηγενόγλου Αθηνά Κεχαγιά Βασιλεία Κυρ. Τσαμπάζογλου Σοφία Ν Τσακίρογλου Ευαγγελιά Ν. Κουτραλίδου Αντώνιος Τσακίρης Αντώνιος Κουρτσάς Κωνσταντίνος Βελισσαρίου Ξανθή Χατζηπέτρου Γεώργιος Τσακίρογλυ Αμύρτσα Χ. Γικουλόγλου Γεωργίτσα (κλ) Ευαγγελία (κλ) Δημήτριος (κλ) Αμύρτσα Χ. Γικουλόγλου (ατομική) Αγγελική Τσορμπατζόγλου Ανδρέας Καγιαλόγλου Σοφούλα Ν. Λαζάρογλου Ιωάννης Μπατζιλόγλου Νικόλαος Κυρ. Καραπάνογλου Μάρκος Γ. Παπιστζόγλου Κατίνα Π. Κυρλή Ογλού Αναστάσιος Κετζιτζίογλου Κωνσταντίνος Κυπραίου Θεόδωρος Μιχ. Καραμαλάκ Δημήτριος Καραπάνου Σοφία Γιαμούκογλου Ιωάννης Μεχαλετζόγλου Δημήτριος Λαϊλόγλου (κλ) Αναστασία Μόσχου (κλ) Χατζηναζλή Ι. Λαϊλόγλου
1010 106 835 3375 2300 7100 100 15600 1210 1830 3700 6890 728 1230 1687 3418 601 830 950 275 4574 1675 1365 2510 412 1940
350 16 150 2555 720 600 350 5540 305 460 965 2200 103 470 375 1150 90 470 200 50 950 475 350 570 140 250
260 60 190 1420 1600 490 4000 590 550 1610 3660 335 400 930 1450 240 30 630 0 1650 830 305 600 100 940
540 865 3265 1935 4896 2919 1050 860 1980 3905 2465 2200 4345 940
180 190 1010 205 1130 450 170 150 610 150 640 250 1250 210
200 415 980 400 1430 1280 250 180 645 350 605 1040 1810 430
380 605 1990 605 2560 1730 420 330
2760 1815
530 580
1290 590
1820 1170
0
610 76 340 2555 2140 2200 840 9540 895 1010 2575 5860 438 870 1305 2600
33 500 830 50 2600 1305 655 1170 240 1190
1255
500 1245 1290 3060 640
128
Σταμάτης Γ. Τσακίρης Ιωάννης Τακλιτζόγλου Εμμανουήλ Τομπάκογλου Βασιλεία Ντουρμούσογλου Νικόλαος Χ#Ιωάννου Παναγιώτης Κυρλή Ογλού Γεωργία Αθ. Μπαρπεργόγλου Κωνσταντία Ι.Γιοπάζογλου Αντωνία Ι. Γιοπάζογλου (κλ) Καλλιόπη Γιοπάζογλου (κλ) Δέσποινα Αδαλή Αναστασία Τουρναρίδου Φιλίτσα Ευαγ. Πατζελόγλου Γαρουφαλιά Ι. Μπαξεβάνογλου (κλ) Σοφία (κλ) Νικόλαος (κλ) Αναστασία Γ. Τρίγκατζη Νικόλαος Μ. Κουτουβίνης Γεώργιος Μπατζιλής Στυλιανή Κ. Καπαταϊ Νικόλαος Ευαγ. Πατζιλής Χαράλαμπος Κρύτζαλης Παναγιώτης Ν. Κοκόνογλου Κατερίνα Καγιαλόγλου Πανδώρα Παπά Λαζάρου Χρυσόστομος Οικονόμου Μαρία Μανιάτη Δημήτριος Τερζόπουλος Γεώργιος Τερζόπουλος Ελένη Αναστ. Βουλγάρη Καμαρινός Παπαδόπουλος Παπα Αντωνίου Χατζηθεοδώρου Παύλος Ανταλόγλου Αναστασία Σολάκ Φιλίτσα Τσομπάνογλου Κατίνα Τσομπάνογλου- Τσανατιτζή Κυριάκος Γκοτζαπέτρου Μάνθος Ζακούλης Αναστάσιος Ιωσηφίδης Αντώνιος Μιμ. Βεργόπουλος Δημητρούλα Μ. Σαρόγλου Γεώργιος Ευαγ. Σαρόγλου Ιωάννης Ευθύμ Ογλου Νικόλαος Ι. Τατλιτζής Αγγελική Κώλλα Ιωάννης Ευστ. Μυτηληναίος
2030
3268 892 1391 207 2569 1417 2240 415
1190 160 160 17 595 350 370 110
840 395 120 45 1075 340 780 175
555 280 62 1670 690 1150 285
2690 1750 531 780
460 50 276 215
580 730 100 280
1040 980 376 495
2475 2170 1870 3288 880 1785 100 2112 1840 2033 835 240 895 1817 486 1329 1260 680 1420 510 975 1260 3473 1587 5202 400 4008 1409 90 104 3177
200 200 140 745 270 1285 50 460 550 220 50 70 240 330 105 200 350 50 255 165 110 200 920 380 1480 180 1380 430 90 100 1115
1175 1435 70 1900 400 150 0 890 610 360 510 100 245 350 40 664 550 200 400 200 370 365 1270 625 2635 130 2245 730 0 0 1615
1375 1635 210 2645 670 1445 50 1350 1160 580 560 170 485 680 145 864 900 250 655 365 480 565 2170 1005 4115 310
3625 1160 90 100 2730
129
Ειρήνη Γ. Μπογιατζόγου Ουρανία Μαστρογιάννη Γεώργιος Λεόντογλου Ευαγγελία Γ. Τατλιτζή Κωνσταντίνος Λεοντόγλου Ιωάννης Σουλτάνογλου Βασιλεία Τερζόγλου Ιωάννης Γικουμόγλους Δημητρία Παν. Τατλητζόγλου Αντωνία Θεοχάρη Γεωργαλά Γεωργίτσα Τάσου Μουχλή Σοφία Τερζοπούλου Ειρήνη Γ. Ντουμανλή Ογλού Αναστάσιος Κιζίλογλου Αθηνά Χατζηδημητρίου-πατζιλόγλου Βασιλεία Ι. Θεοφίλου Χατζηπαναχής Χατζηπέτρος Νικόλαος Μυλωνάς Γεωργία Κασάκ Αντώνιος Χρουσόγλου Ανδρέας Χατζηγιαννακού Παγώνα Γ. Χουρσόγου Δέσποινα Αν. Γιαμούκογλου Χατζημιχαήλ Καραγιάννογλου Αθανάσιος Κοτζαπέτρογλου Δημητριάς Χατζηγεωργίου Μαρία Γιαντζόγλου Νικολέτα Λ. Διμίτογλου Νικόλαος Κουφός- Παναγιώτογλου Δημητρούλα Ανδρ. Χατζηγιάννη Ιωάννης Παϊγίνης Νικόλαος Γιουμούρταλης Ελένη Β. Κούλαλη Αντώνιος Παρασκευάς Αντώνιος Χατζηπαναγιώτης Μαρία Ερίκογλου Γεώργιος Κ Γιαμούκογλου Δημήτριος Αθ. Προδόμου Μαρία Αθ. Πρότογλου Γεώργιος Αθ. Πρότογλου Όμηρος Παυλίδης Ιωάννης Ν. Παλτσιλής Άννα Αθ. Σολάκογλου Παναγιώτης Ελιές Στυλιανή Σ. Αναγνωστοπούλου (κλ) Βασιλική (κλ)
1060 802 4325 2555 2510 607 1105 8170 1907 1027 392 1405 1638 810 2332 920 1983 3195 1155 2110 106 380 1075 7590 600 1686 1692 547 906 1400 360 1744 180 1350 2540 160 4024 2320 2233 1455 1380 1011 335 935 1290
300 90 975 625 510 250 155 810 600 155 90 315 300 195 750 260 450 920 315 370 330 250 220 1340 180 405 470 100 100 180 110 270 20 410 510 20 990 600 60 200 780 100 30 85 150
570 220 1855 1165 1800 275 490 650 890 360 122 520 450 410 1140 570 670 1065 590 660 476 0 655 2500 390 770 560 387 105 590 100 858 150 740 740 40 1415 945 330 590 840 705 75 595 700
870 310 2830 1790 2310 525 645 1460 1490 515
212 835 750 605 1890 830 1120 1985 905 1030
860 250 875 3840 570 1175 1030 487 205 770 210 1128 170 1150 1250 60 2405 1545 390 790 1620 805 105 680 850
130
Ειρήνη Ιωάννης Δημήτριος Ανδρέας Μίμης Μυλωνάς` Παναγιώτης Μάντογλου Φίλιππος Καραμπέτζογλου Ελένη Μακρόγλου Ελένη Βογιατζόγλου Γεώργιος Μωραϊτης Σοφίτσα Χατζηχρήστου Αναστασία Γ. Χαμηδελή Κωστής Γιμουρταλής Ογλού Αθανάσιος Ναζλόγλου Γεώργιος Καραπάνος Μαρία Ν. Καραπάνου Αγγέλα Αντ. Καγιάλογλου Νικόλαος Ευαγ. Θεοδοσίου Γεώργιος Ευαγ. Θεοδοσίου Σεβαστή Πετρ. Κεραμιδά Γεωργία Ηλ. Μεχανετζόγλου Σεβαστή Πετρ. Κεραμιδά (κλ) Ανδρέας Ξενάκης Παντελής Ντιστινόγλου Πέτρος Κ. Κινάλης Μαρία Αν. Ερτεκόγλου Νικόλαος Αϊβαλιώτης Νικολέττα Πέτρ. Γιακουμή Γιαννούλα Β. Αδαλόγλου Δημητρούλα Μαυράκη Αναστασία Βασιλείου Άννα Π. Τεγιομεντζόγλου Χαράλαμπος Γιαννάκης Γεώργιος Χαρ. Γιαννάκης (κλ) Κωνσταντία Γ.Τεμπέλογλου Αναστασία Αντ. Χαϊτογλου Γεωργία Γιουσύφογλου Νικόλαος Ιωσηφίδης Ναζλή Ζαμπούνογλου (κλ) Σοφία Ζαμπούνογλου (κλ) Δημήτριος Καλούτσης Αναστάσιος Λεοντόγλου Χρήστος Χεζάνογλου Ιωακείμ Βασίλογου Αθανάσιος Τουμπούλης Γεώργιος Τσολάκογλου
(κλ) (κλ) (κλ) (κλ) 2678 1112 1300 2035 110 950 780 48 1100 1960 2825 1310 2515 646 646 487 3115 342 10730 1018 4891 2230 1127 1960 575 480 100 1830 1805
830 400 290 550 100 205 145 40 150 505 680 260 365 71 71 100 450 129 3400 300 490 420 67 375 160 10 30 165 450
550 325 370 825 0 350 240 0 120 1270 885 700 860 200 200 150 1080 100 1860 270 700 400 425 790 255 200 0 500 760
1380 765
146 1497 861 1272
215 210 163 120
590 270 125 82
805 480 288 202
4732 1448 3560 1200 1825 2274 1349
160 275 380 150 265 380 250
710 638 865 0 310 450 530
870 913
660
1375 100 555 385 40 270 1775 1565 960 1225 271 271 250 1530 229 5260 570 1190 820 492 1165 415 210 30 665 1210
1245
150 575 830 780
131
Αθανάσιος Μακρόγλου Δημήτριος Κ. Νικηταράς Παύλος Μυτηληναίος Γεωργία Σταύρου Ιωάννης Μπερπέρογλου Αντώνιος Αν. Ερτέκογλου Στυλιανή Ιωσηφίδου Δέσποινα Γιακουμή Πεχλεβάνογλου Ευστράτιος Νουγιούκας Γεώργιος Χατζηκυριακού Βασίλειος Κιουλόγλου Αντών. Αραμπατζής- Ζουμπούνογλου Αναστάσιος Κωστάκογλου Κυριάκος Μηχανετζής Ιωάννης Μανώλογλου Γεώργιος Γιαλιτζόγλου Κωνσταντίνα Γιαλιτζόγλου Νικόλαος Χατζηκωνσταντίνου Ιωάννης Ανδρ. Κόντογλου Ιωάννης Γ. Ρήγας Νικόλαος Καραμιχάλογλου Ασπασία Ι. Τσατσαρώνη Αγγελική Αν. Κουμαρτζή Ουρανία Δ. Ουμαρτζή Σοφία Θ. Σαββοπούλου Νικολέττα Καρακαλπάκη Κωνσταντίνος Ν. Τερζόγλου Ευάγγελος Ζαπούνογλου Ειρήνη Χατζηγιάννη Λάζαρος Γιαμούκιογλου Κατίνα Ηλ. Καρασπύρου Στάσα Γ. Αρτοποιού Ελένη Ν. Καρασάββα- Μπαχσασή Παναγιώτης Ι. Βούλγαρης Καλλιόπη Γονατίου Καρασάββα Απόστολος Ραπίδης -Βούλγαρης Στυλιανή Στεφανή Αντώνιος Λαζ. Καγιαλόγλου Παναγιώτης Καρακούσης (κλ) Ελένη Καρακούση (κλ) Βαρβάρα Καρασάββα Αντώνιος Κ. Χατζηκωνσταντίνου Μαρία Χατζηδιαμαντή Αναστασία Χαρ. Αγγέλογλου Μαρία Μιχ. Δουμανίδη Αθανάσιος Γ. Ρήγας
3190 1170 895 510 773 2698 3500 2123 269 3225 2410 512 830 2294 2820 1353 715 3570 10680 1762 281 1140 1050 3422 1575 985 892 570 1920 6511 848 1785 650 150 300 2428 700 679
1115 65 95 70 184 265 650 200 96 995 450 60 72 589 485 154 188 2100 2115 694 74 388 137 401 320 313 155 105 222 1631 192 30 173 5 98 802 69 285
750 300 300 100 320 500 0 550 159 1150 500 100 125 1190 250 135 180 100 3000 940 90 380 170 310 400 300 150 350 113 2110 240 295 330 50 180 1013 190 200
1865 365 395 170 504 765 650 750 255 2145 950 160 197 1779 735 289 368 2200 5115 1634 164 768 307 711 720 613 305 455 335 3741 432 325 503 55 278 1815 259 485
3032 1045 2370 1325 203 1490 3590
806 129 690 82 433 191 876
1460 140 1110 270 680 410 960
2266 269 1800 352 1113 601 1836
132
Κωστούλα Αθ. Μαλαμαδιώτου Νικολέττα Π. Μπατζιλόγλου Νικόλαος Μ. Βασίλογλου Δημήτριος Μιχαηλίδης Γιαννούλα Ν. Ανταλή Παναγιώτα Λ. Καραγιάννη Λάζαρος Χατζηστεφανής Βασιλική Γ. Λαδοπούλου Απόστολος Γ. Λαϊλόγλου Βασίλειος Νταβουλτζής (κλ) Αντωνία (κλ) Μηλίτσα (κλ) Ευστράτιος Μακεδόνας Δημήτριος Περπέρογλου Ανέττα Χατζηστεφάνου Βασίλειος Χατζησιούρογλου Χριστοφής Φ. Καραφωτίου Απόστολος Κιζηλόγλου Αθανάσιος Φ. Σπανίδης (κλ) Φωτεινή (κλ) Σουλτάνα (κλ) Μαρία (κλ) Αικατερίνη Β. Ευστρατίου Αναστασία Ι. Τρίγγατζη Γεωργία Κ. Τρίγγατζη Ευαγγελία Ηλ. Αραμπατζή Μαρία Ευρ. Χατζηγεωργίου Κωνσταντίνα Π. Ευρυπίδου Κωνσταντίνος Μυτηληναίος (κλ) Γιαννούλα (κλ) Ρηγένα (κλ) Παναγιώτης Γ. Γιοβάνογλου Αθηνά Αν. Ντάκα Ευαγγελία Αλεξ. Τσαμπούρογλου Αντώνιος Σάβ. Ραδόγλου Παναγιώτης Ν. Γιοβάνογλου Κωνσταντίνος Δ. Τσιγκάρης Δημητριάς (σύζυγος) Θωμάς Αχλαράς Δημήτριος Γ. Παράσχος Ελισάβετ Αν. Χαρέσογλου Χρήστος Αν. Γιαγτζόγλου Αθανάσιος Απ.Γκοτσακουλάφογλου Αθανάσιος Χ#Γιάννης Τρίγγατζης Ευφροσύνη (σύζ) Σουλτάνα (θυγατέρα)
320 1718 30 3530 640 281 757 1870 1422
33 473 34 438 54 30 125 250 121
0 575 30 200 190 96 140 1020 210
33 1048 64 638 244 126 269 1270 331
3376 755 2084 475 880 2875 1080
619 95 306 124 25 424 117
800 120 260 140 250 1100 410
1419 215 566 264 275 1524 527
4136 1390 525 965 1902 1500 870
1113 246 5 174 480 135 195
1200 360 50 140 900 350 450
2313 606 55 314 1380 485 655
2665 1163 320 1575 1115 1212
500 30 15 46 152 153
1390 570 55 700 420 132
1890 600 70 746 572 285
1339 423 3858 1240 310 3233
138 20 702 140 557 725
330 200 820 410 270 1045
468 220 1522 550 827 1770
133
Γεωργία (θυγατέρα) Μαριάνθη (θυγατέρα) Νικολέττα (θυγατέρα) Ιωάννης Χ#Χριστοδούλου Μαρία Κ. Καρανικόλα Παναγιώτης Κ. Τασόπουλος Ιωάννης Ευστρ. Αναγνωστόπουλος Ιωάννης Παπατσόγλου Δημοσθένης Ψαλτόγλου Χρυσάνθη Κ. Λεοντόγλου Ειρήνη Γ. Τσίρα Γεώργιος Ευαγ. Ταβουκτσόγλου Μιχαήλ Τσαούσογλου Καλλιόπη Χ#Σταύρου Χ#Δημητρίου Μαρά Ανδρ. Ανταλόγλου Αναστασία Γιαμούκογλου Αθανάσιος Μανώλογλου-Αντωνογλου Βάσω Ν. Χατζαϊβ Μαρία Τρανταφύλλου Μάνθος Γ. Μάντογλου Γεώργιος Αλ. Θεοδοσιάδης Αντώνιος Δ. Γκράλης Στασία Πέτρ. Χαλατζόγλου Χαράλαμπος Μιτυλιντζής Παναγιώτης Μανιόλογλου Βάσω Β Σολάκογλου Ελένη Αντ. Καγιαλη (κλ) Αγορίτσα Αντ.Καγιαλή (κλ) Καρακοκότζ Β. Ιργάνογλου Ουρανία Κιλλιόγλου Εμμανουήλ Χ. Αργυριάδης Ελένη Χρ. Κριλόγλου Χρήστος Ι. Μουράτογλου Γιάνκος Ν. Κυριακίδης Χρυσάνθη Σωτ. Μαντίκου Μαρία Κ. Βαφειάδου Αναστασία Κ. Τζνετλκιλί Σοφία Ν. Κούρτογλου Αργύρης Αν. Βαφειάδης Θεόδωρος Δ. Τουρούμης Αναστάσιος Ν. Γιαϊτζόγλου (κλ) Μιχαήλ κλ) Κατίνα Γ. Βαιαχτάρη Αναστασία Χ#Τημένου Οκάλογλου Δημήτριος Σαράντης Στασία Ι. Κανταρτζή
28260 9480 470 347 670 1220 5645 305 603 2950 460 1953 600 2520 275 1665 1369 130 1480 970 400 786 1230 981
8345 2077 60 25 42 466 925 48 50 917 50 625 200 827 704 548 459 10 500 355 50 143 472 275
14450 2900 110 250 420 560 1270 180 125 1470 150 550 0 1200 1040 790 340 100 792 610 200 300 425 310
22795 4977 170 275 462 1026 2195 228 175 2387 200 1175 200 2027 1744 1338 799 110 1292 965 250 443 897 585
350 1940 1290 500 120 2250 660 530 270 2425 515 380 1600
58 498 322 300 15 5 82 70 5 727 220 5 72
80 575 220 0 0 550 215 57 80 1070 150 50 22
138 1073 542 300 15 555 297 127 85 1797 370 55 292
2155 495 2750 290 1014
424 165 352 15 173
740 250 720 25 230
1164 415 1072 40 403
134
Θεόδωρος Π. Ζαμπούνης Ιωάννης Ν. Ναλμπάντογλου Δημήτριος Ι. Καρασάββας Στέλλα Μαρκ. Σουλτανίδου Σπυρίδων Δ. Τρίγγατζης Νικόλαος Γ. Κατσαρός Μαριγώ Θ. Αϊβάζογλου Παντελής Αλ. Ζάκκας Φιλίτσα Π. Κεχαγιά Δημήτριος Ραπτόπουλος Φωτεινή Ι. Καρασάββα Δημήτριος Σούλτος Αντώνιος Ι. Τζαμπίρογλου Μαρία Χ#Μάρκου Αθανάσιος Χ#Μάρκου Αναστάσιος Π. Τσακίρης Αναστάσιος Π. Τσακίρης (Κλ) Αναστασία Δ. Μόλα Μαρία Μισηρλή Αθηνά Εμμ. Παπουτσιδάκη Μαγδαληνή Λ. Τρίγγατζη Ανδρέας Κ. Πανάγογλου Γεώργιος Φ. Σαρή Ογλάν Ιωάννης Β. Τσανακτσής Αλέξανδρος Νασλόγλου Νικολέττα Β. Κεμιτζή (Κλ) Ουρανία (κλ) Φωτεινή (κλ) Ευάγγελος (κλ) Ιωάννης Φ. Καραφώτης Φίλιππος Ανδρ. Κόντογλου Ιωάννης Ευστ. Αναγνωστόπουλος (κλ) Μαριγώ (κλ) Αγαθάγγελος Ανδρ Κόντογλου Δήμος Ν. Μπερμπέρογλου Δημήτριος Ευστρ. Δουροντόγλου Παναγιώτα Μ. Κιορδεσλή Σάββας Αθ. Πατζιλί Ογλού Κωνσταντίνος Θ. Κεχαγιάς Νικόλαος Αθ. Γιαμήκογλου Παναγιώτης Ναζλόγλου Ιωάννης Κούρτογλου Θεόδωρος Αν. Βεργόπουλος Παύλος Αντ. Κούλαλης Γεώργιος Ιωάννογλου Ιωάννης Βαρελάς ή Σουσάμης
671 2840 935 167 19098 3490 387 560 1475 80 1050 10 718 13250 905 1890 750 2890 3065 6230 6921 4015 938 381 1302
265 505 123 7 2720 427 16 90 278 3 190 10 220 4700 300 392 78 728 235 617 2190 639 201 65 149
10 955 235 75 5425 620 160 250 530 30 400 100 400 2120 270 150 1380 700 4170 650 1200 530 50 300
275 1465 358 82 8145 1047 176 340 808 33 590 110 620 6820 300 662 228 2108 935 4787 2840 1839 731 115 449
1137 1203 7879
230 259 1599
700 600 1990
930 859 3589
300 4900 1218 2400 218 2196 870 6065 1840
58 308 375 162 34 386 35 1842 167 0 0 0 0 0
80 600 650 1620 40 360 60 2325 270 0 0 0 0 0
138 908 1025 1782 74 746 95 4167 437 0 0 0 0 0
135
Νικόλαος Καρά Μιχάλης Ευαγγελία Ι. Τσατσαρώνη Νικόλαος Κώστης Δημήτριος Ζ. Κρασόπουλος Μαρία Παστιόγλου Κοκόζ Αντωνία Χ#Σάββα Κοτζακουλάφογλου Φωτεινή Μπεινίδη Παναγιώτης Καρακάσογλου Αθανάσιος Κουτσουκαντώνογλου Ιωάννης Αθ. Κοτζακιουλάφογλου Αλέξανδρος Π. Ναζλόγλου Νικόλαος Ευαγ. Καρασάββας Αναστασία Γ. Τερζοπούλου Ιωάννης Δ. Μπαϊγίνης Γιαννούλα Ν. Αϊναλή Ευάγγελος Ν. Κωνσταντινίδης Μαρία Συμ. Εξαρχοπούλου Γκεράνα Τσομπάνογλου Μελπομένη Αβουτσουκλίδου Δημήτριος Ν. Μαυράκης Κατίνκο Αθ. Κοτζακιουλάφογλου Παναγιώτης Δ. Χ#Δημητρίου Αλεξία Ταβέτ Ταβιτιάν Μιχαήλ Παν. Τσαούσογλου Δωροθέα Βουράνογλου Κατίνα Αν. Τσομπάνογλου Ιωάννης Ευαγ. Αναγνωστόπουλος Κωνσταντίνος Ν. Πεχλβάνογλου Λασκαράτος Γ. Λάσκαρης Λάζαρος Αθ. Κεραμιδάς Κωνσταντίνο Αθ Ναζλιλόγλου Ευλαμπία Ν. Χ#Νικολάου Σουλτάνα Ν. Μήτρογλου Άννα Σοφούλη Αρκιρόγλου Κωνσταντίνος Γεωργίου Ουρανία Κ. Παναγιωτίδου Ελένη Ανδρ. Βαρελτζή Μόσχος Κ. Ευαγγλινέλης Στέφανος Μαδίκος Βασίλειος Θ. Δαμιανόζογλου Αθανάσιος Ν. Τσακίρογλου Παρασκευάς Ν. Λιβανίδης
0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
136
Μαρτυρίες Απόσπασμα μαρτυρίας Προδρόμου Σπύρου του Χρήστου κατοίκου Νέας Μαγνησίας Προέρχομαι από γονείς Μικρασιάτες. Και οι δυο τους γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο Γκιαούρ- κιόϊ ή Χαμιντιέ. Μια όμορφη και καταπράσινη κοινότητα στους πρόποδες του Σίπυλου όρους, δίπλα στην σιδηροδρομική γραμμή που ενώνει ανατολή με τη δύση. …Ήταν ένα κεφαλοχώρι από τα πλέον πλούσια της περιοχής, μιας και ο κάμπος της διασχιζότανε από τον Έρμο ποταμό που τροφοδοτούσε όλα τα χωράφια…κάτι που τα κατέστησε όχι μόνο εύφορα αλλά και ικανά για αποδοτικές καλλιέργειες. Για παράδειγμα οι δικοί μου αλλά και σχεδόν το σύνολο του χωριού ασχολούνταν με την παραγωγή αμπελιών, βαμβακιών και καπνών. Βεβαίως είχανε και πολλούς, πάρα πολλούς λαχανόκηπους στους οποίους καλλιεργούσαν ως επί το πλείστον καρπούζια. …Η εκκλησιά του χωριού μας ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλα. Υπήρχαν επίσης και αρκετά μικρά εκκλησάκια, όπως αυτό της Αγίας Φωτεινής αλλά και του Αγίου Χαραλάμπη. Λίγο πιο έξω ήταν το ονομαστό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου μέσα στο οποίο ανάβλυζε το αγίασμα, γνωστό σε όλη την περιοχή της Ιωνίας… …Ο συχωρεμένος ο παππούς μου, ο Σπύρος Προδρόμου του Χρήστου ήταν μεγαλοκαλλιεργητής, πολύ καλός άνθρωπος και γι’ αυτό εξελέγη και «τσορμπατζής» της κοινότητας… Ο αδελφός του πατέρα μου που λεγότανε Προδρόμου Βαγγέλης, γεννημένος το 1897, είχε το μεγάλο παντοπωλείο στην κοινότητα. Δυστυχώς με την καταστροφή αιχμαλωτίσθηκε χωρίς να μάθουμε ποτέ τι απέγινε. …Τον φούρνο του χωριού, που βρισκότανε δίπλα στην εκκλησιά του Αγίου Νικολάου, τον είχανε δυο αδέλφια. Ο Αθανάσιος και ο Γιώργος Σπανίδης. …Παρόλο που στο χωριό ήτανε όλοι τους χριστιανοί ορθόδοξοι και Έλληνες, μιλούσαν μόνο τουρκικά. Όπως με πληροφόρησαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, οι οποίοι βέβαια τα έμαθαν αυτά από τους πατεράδες και τους παππούδες τους, αυτό συνέβη γιατί κάποτε ένας χωρικός, μην αντέχοντας την βία κάποιου φοροεισπράκτορα της κεντρικής διοίκησης, αμυνόμενος τον σκότωσε. Αποφασίσθηκε λοιπόν τότε άμεσα από τους Οθωμανούς να κάψουν το χωριό. Όμως τούτη την πληροφορία την μετέφερε κάποιος δικός μας στους προύχοντες οι οποίοι βάλανε θεμιτά και αθέμιτα μέσα να αλλάξουν τούτη την καταδικαστική απόφαση. Τρέξανε στους δικούς μας βουλευτές του τουρκικού κοινοβουλίου, πλήρωσαν, πιάσανε τον Δεσπότη και τελικά με χίλια βάσανα τα κατάφεραν με μία μόνο προϋπόθεση. Να πάψουν να μιλάνε Ελληνικά και από τότε να μιλάνε μόνο τουρκικά. Μπροστά στην καταστροφή τι άλλο να έκαναν; …Μετά την καταστροφή, σε μια επίσκεψή μας, εκδρομή, στα άγια εκείνα μέρη και ενώ κάναμε βόλτα στην παραλία με κλάματα ο παππούς Μεσοχωρίτης Ορέστης, θυμήθηκε τα παλιά… Μας είπε πολλά…Εκείνο όμως που μας έκανε εντύπωση ήταν οι κακές θύμησες του πολέμου, «μέσα κι έξω από τη θάλασσα ήταν γεμάτο πτώματα με τις γυναίκες και τα παιδιά να περιμένουν τη σωτηρία από τα καράβια…Σκηνές αλλοφροσύνης, τρέλας, κακού… Να βλέπεις να προσπαθούν να
137
ανέβουν από τις κουπαστές, να πιάνονται με χέρια και με πόδια και οι από πάνω, οι ναύτες, οι ξένοι, να χαμογελούν και πολλές φορές να τους ακρωτηριάζουν…». …Στο χωριό μας είχαμε και καλά μπερεκέτια, πολλές και ευχάριστες στιγμές. Γλεντζέδες, όπως όλοι της ράτσας μας, ζωηροί άνθρωποι, τραγουδούσαν, αδελφέ μου, εκείνα τα υπέροχα μικρασιάτικα τραγούδια της φυλής μας… Γύρε, Ξανθούλα μου, γλυκιά γύρε στην αγκαλιά μου να βλέπεις όνειρα γλυκά µέσα στα θερμά φιλιά μου. Τα μάτια σου τα κάλλη σου μ’ έχουν ξετρελάνει (δις) πάψε και συ, μικρούλα μου, την τόση σου κακίγια… Αν ο ήλιος χαθεί και το φως του θα σβεστεί τότε γω θ’ αρνηθώ την καρδιά που αγαπώ. Με τρέλανες να τρελαθείς πικρά θα μετανιώσεις θυμήσου κείνη τη βραδιά που βγαίνεις από το τραλαλά μέσα σε κείνο το στενό αλλάξαμε φιλί θερμό. Γεμίζουν δάκρυα τα δόλια μάτια που ’νε κείνες οι στιγμές να ξέβρεις πόσο πονώ όταν σ’ ενθυμούμαι τον περασμένο καιρό αχ πόσο σε λαχταρώ.
Μετά την μεγάλη καταστροφή του 22 οι δικοί μας μεταφέρθηκαν σε πολλά, πάρα πολλά μέρη. Στην Κρήτη, στον Πειραιά, στον Βόλο, στην Καλαμαριά, στην Πτολεμαΐδα… Όμως σιγά σιγά αρχίσαμε να ξανασμίγουμε. Έτσι οι περισσότεροι μαζεύτηκαν στο Αραπλή που το μετονόμασαν σε Νέα Μαγνησία… …Είναι δύσκολο έως και ακατόρθωτο να βρει κανείς από πού κρατά η σκούφια του. Για παράδειγμα εμείς πιστεύουμε πως στα παλιά, πολύ παλιά χρόνια, οι πρόγονοί μας ήρθαν στην Ιωνία από την Πελοπόννησο…κάποιοι άλλοι λέγανε πως είμαστε νησιώτες…
138
Απόσπασμα μαρτυρίας Σαρρή Ευαγγέλου του Νικολάου κατοίκου Ν. Μαγνησίας …Άκου να σου πω! Δεν υπήρχε ωραιότερο χωριό στην περιοχή από το δικό μας….Και πλουσιότερο. Εκεί να δεις σοδειές, όλα τα καλά του κόσμου. Μπαμπάκια, καπνά, σύκα, σταφίδες…υπέροχα καρπούζια…Κι όλα αυτά χάρη στο μεγάλο ποτάμι που ήταν παραδίπλα μας και με το πολύτιμο νερό του πρασίνιζε όλα μας τα χωράφια. Ευλογημένη γη, παιδί μου… …Διοικητικά υπαγόμασταν στη Μαγνησία. Δικαστήρια, κεντρική διοίκηση, γιατροί, αγορές…ήτανε βλέπετε κοντά μας, πολύ κοντά μας, ένα τσιγάρο δρόμος. Ό,τι θέλαμε εκεί το βρίσκαμε. Αλλά και κάτι άλλο. Και το χωριό μας έχοντας παράδες ήτανε από κάθε άποψη πλήρες. Βρίσκαμε και κάναμε ό,τι θέλαμε. …Η δική μου η γενιά κρατάει μάλλον από το Γιάνταση (Μυτιλήνη) ή το Γουμάνταση (Σάμο), αλλά ποιος θα τα’ βρει τώρα όλα αυτά. …Έχω ακούσει καλά λόγια για τον Καραγκίζη τον Γιώργο, που ήτανε επίτροπος στην εκκλησιαστική επιτροπή ο οποίος, έτσι λέγανε, προσπάθησε πολύ για τα σχολικά πράγματα του χωριού… για τους μεγάλους λαχανόκηπους του Αρμένη, του Κώστα Καραδημητρίου, αλλά και του Κιγκτζή Γιάννη. Τα οπωροκηπευτικά τους ήταν πασίγνωστα σε όλη τη Μαγνησία. …Να σας πω και για το Γκεμί… Δεν ήτανε, όπως μου λες, γέφυρα αλλά μια ξύλινη κατασκευή, κάτι σαν το σημερινό φέρυ, που μετέφερε ανθρώπους, ζώα και γεννήματα από τη μια πλευρά του Έρμου στην άλλη. Αυτή η κατασκευή ήτανε του Γκιουλόγλου του Δημητρού, που έναντι μικρού τιμήματος έκανε τούτη τη δουλειά… …Το χωριό μας είχε καλό σχέδιο και βασιζότανε σε δυο κυρίως δρόμους. Τον μεγάλο, τον εμπορικό, με τα μαγαζιά και όλες τις υπηρεσίες που οδηγούσε μάλιστα στις γραμμές του τρένου και τον παράλληλο τον αγροτικό. Βεβαίως είχε και άλλους αλλά δευτερεύουσας σημασίας. …Ξέρεις, τότε είχαμε τον «τσοτζούκ νιζαμί», δηλαδή τον παιδονόμο. Που με μια βίτσα, ο αφιλότιμος, γυρνούσε στα σοκάκια του χωριού και αλίμονο στους άτακτους και κακούς πιτσιρικάδες. Κούνια που τους κούναγε. …Τότε μαθαίναμε γράμματα! Τα πάντα. Στο χωριό είχαμε ένα σχολείο που πήγαιναν σχεδόν όλοι οι μαθητές από τα τέλη του Σεπτέμβρη μέχρι και τη συγκομιδή. Γιατί, ξέρεις, τα χέρια εκείνη την εποχή ήτανε πολύτιμα και οι γονείς , μας επιτρέπανε να κάνουμε και καμία απουσία, όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να βοηθήσουμε στην σπορά, στο όργωμα, στην συγκομιδή…τα χέρια ήταν απαραίτητα, παιδί μου. …Για το στεφάνι που μου λες ήτανε αυτό της «πολυκαρπίας»…Έθιμο από τα παλιά χρόνια που το καίγανε προς τιμήν των καλών δαιμόνων…Αλλά και ο «γκιουλές», η πάλη, ήτανε πολύ παλιό έθιμο όπου μέσα από αυτή βγαίνανε τα παλικάρια, οι δυνατότεροι, οι καλύτεροι… για τις κοπελιές! …Τα πιρένια ! Αυτά λοιπόν ήταν κάποια φυτά που οι γυναίκες τα βρίσκανε στους πρόποδες του βουνού. Τα φέρνανε στο χωριό και τα πουλούσαν. Στο εργαστήριο πάλι, όπως μου είπανε, δούλευαν αρκετοί. Τα πλένανε, τα στεγνώνανε, τα καθάριζαν και τελικά τα βράζανε. Το ζουμί τους με διάφορα άλλα βότανα και παρασκευάσματα το μετέτρεπαν σε μπογιές για τα πάντα. Από την βαφή των αυγών το Πάσχα, ως τα χαλιά και τα ρούχα…
139
Γιατρούς, όχι, δεν είχαμε στο χωριό. Έβγαλε όμως κάποιους που δούλευαν στη Μαγνησία και τη Σμύρνη. Δεν είχε όχι για τίποτε άλλο αλλά γιατί ήτανε η Μαγνησία κοντά μας. Τώρα αν υπήρχε πρόβλημα, για τα δόντια για παράδειγμα, ας ήτανε καλά Γιάννος ο Μπαρμπέρης μας. Και ξούρισμα καλό, αλλά και …βγάλσιμο δοντιών χωρίς πόνους. Σε πότιζε αφιόνι, αδελφέ μου, σε έκανε τίγκα και τέλος ο πόνος... Α, και για τα ζώα το ίδιο ικανός. Τα θεράπευε όλα. Τις «ιατρικές» τους υπηρεσίες προσέφεραν και ο Γιάννης ο Καραμπέτσογλου, πρακτικός καλός γιατρός, αλλά και η μαμή μας, η κυρά Σουλτάνα, ικανότατη σε πολλά. …Ξέρεις, οι δικοί μας γλεντούσαν καλά εκεί στην πατρίδα! Αξέχαστα πανηγύρια, μνήμες από τα παλικάρια μας, τους «ζεμπέκηδες», που δεν το’ χαν σε τίποτε και για τίποτε να τα βάλουν με τους Τούρκους.
140
Μαρτυρία Αναστασίου Κολοκοτρώνη κατοίκου Αυστραλίας. Οι γονείς μου και οι παππούδες μου κατάγονται από το Χαμηντιέ της Μ. Ασίας… Το χωριό απέχει περίπου 37 χιλιόμετρα βόρεια της Σμύρνης και πέντε χιλιόμετρα από την αρχαία Μαγνησία που τώρα την ονομάζουν Μανισά. Το χωριό είναι πεδινό, κτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Έρμου (Γκεντίζ), που το κάνει να είναι πολύ εύφορο. Ο Έρμος ποταμός, όπως μας έλεγαν οι κάτοικοι του Χαμηντιέ, ήταν βαθύς και πλατύς και είχε άφθονα ψάρια. Για να πηγαίνουν στην απέναντι όχθη που είχαν αρκετοί κτήματα μεταχειριζόντουσαν το σάλι, ή το γκεμί που ήταν φαρδιά πλατφόρμα. Έβαζαν επάνω τα κάρα, τα ζώα, την παραγωγή τους και τα μετέφεραν από την μία όχθη στην άλλη. Ο χειριστής του πλωτού αυτού μέσου λεγόταν γκεμιτζής. Ο πατέρας του θείου μου Παναγιώτη Γκεμιτζή που εγκαταστάθηκε στη Βέροια, ήταν ιδιοκτήτης του σάλι που πήρε και το όνομα από το επάγγελμα αυτό. Οι κάτοικοι του Χαμηντιέ στην πλειοψηφία τους ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι και ζούσαν πολύ αρμονικά με τους λίγους Τούρκους, που οι περισσότεροι δουλεύανε σαν υπάλληλοι στα κτήματά τους. Το όνομα του χωριού παλαιότερα ήταν Μουραντιέ που δόθηκε από τον σουλτάνο Μουράτ, αλλά αργότερα ο σουλτάνος Χαμίτ ο Β΄ έδωσε στο χωριό το όνομά του και μέχρι σήμερα το επίσημο όνομα του χωριού είναι Χαμηντιέ και οι κάτοικοι ήταν οι Χαμιντιελήδες και καμιά φορά λέγανε ότι ήσαν και Μουραντιελήδες ή Μανίσαλιδες που αναφέρονται στη πόλη Μανισά (Μαγνησία). Δεν είναι γνωστό πότε εγκαταστάθηκαν εκεί αλλά από παράδοση λένε ότι μερικές οικογένειες ζούσαν εκεί από την Βυζαντινή ακόμα εποχή. Μετά την άλωση όμως οι Τούρκοι αφήσανε τους Έλληνες να καλλιεργούν τα κτήματά τους γιατί ήξεραν καλά να καλλιεργούν τη γη και τους επέβαλαν φόρους σύμφωνα με την παραγωγή. Οι πασάδες όμως για να εισπράττουν περισσότερους φόρους έφεραν αρκετούς από τα πλησιέστερα νησιά που ήξεραν να καλλιεργούν αμπέλια και ελιές και τους έδωσαν κτήματα και επέτρεψαν να έχουν δικά τους σπίτια. Όταν όμως η κατάσταση στην ηπειρωτική Ελλάδα ήταν αφόρητη από τους Τούρκους και τους Έλληνες κοτζαμπάσηδες αναγκάσθηκαν πολλοί και μάλιστα από τα μέρη της Πελοποννήσου να φύγουν, άλλοι κρυφά και άλλοι με μέσα για να γλιτώσουν από σφαγή και την τυραννία . Υπολογίζεται ότι πριν από την προσφυγιά το 1922 ο Χαμηντιές είχε περίπου τρεις χιλιάδες Έλληνες και τετρακοσίους Τούρκους. Θυμάμαι από διηγήσεις των παππούδων μου. Μεταξύ αυτών που έφυγαν από την Πελοπόννησο ήταν και οι δικοί μου πρόγονοι . Όπως είναι γνωστό οι Τούρκοι είχαν βάλει σκοπό και εξολοθρεύανε τις οικογένειες των Κολοκοτρωναίων και άλλων αρχηγών που τους θεωρούσαν επικίνδυνους και είχαν σκοτώσει πάνω από εβδομήντα άτομα που είχαν κάποια συγγένεια με τον Θεόδωρο. Έτσι πολλοί εξ αυτών αναγκάστηκαν να φύγουν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας αλλά και σε άλλα μέρη για να γλιτώσουν από τον βέβαιο θάνατο . Σύμφωνα βέβαια με τα λεγόμενα των παππούδων μου, ένας στενός συγγενής της οικογενείας, αφού άλλαξε το επίθετό του σε Καραμπέτσογλου, έφυγε κρυφά με την οικογένειά του στη Σμύρνη και μετά εγκαταστάθηκε στο Χαμηντιέ που κατοικούσαν και άλλοι Έλληνες εκεί από τα μέρη της Πελοποννήσου. Εκεί ασχολήθηκε με την γεωργία, την αμπελουργία και την καπνοπαραγωγή και γενικά όλοι οι κάτοικοι 141
Έλληνες και Τούρκοι ζούσαν αρμονικά μέχρι το 1922… Οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στο Χαμηντιέ, αλλά και στα γύρω χωριά, έγιναν δεκτοί από τους Τούρκους Τους δώσανε κτήματα και ήταν ελεύθεροι να τα καλλιεργούν αφού πλήρωναν του φόρους που τους επιβάλλονταν. Είχαν δύο εκκλησίες, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Ιωάννου. Επίσης είχανε και δημοτικό σχολείο μέχρι την Τετάρτη τάξη. Τα παιδιά που ήθελαν να πάνε σε άλλες τάξεις έπρεπε να πάνε στην Μανισά (Μαγνησία) ή στην Σμύρνη για ανώτερες σπουδές . Επίσης οι Τούρκοι είχαν το δικό τους σχολείο και τζαμί αλλά σύμφωνα με τις αφηγήσεις των γονιών μας, σεβόντουσαν τις θρησκευτικές τους γιορτές του Πάσχα, των Χριστουγέννων και των εκκλησιών και όταν γιόρταζαν έπαιρναν μέρος μαζί τους στις διασκεδάσεις και στα πανηγύρια τους. Σπάνια όμως έκαναν μικτούς γάμους μεταξύ των. Επίσημη γλώσσα και σαν μητρική είχαν την τουρκική και η ελληνική ήταν σαν δεύτερη γλώσσα. Την μιλούσαν αλλά όχι πολύ καλά και οι περισσότεροι δεν μιλούσαν καθόλου τα ελληνικά, διότι η ελληνική μάθηση δεν ήταν υποχρεωτική και πήγαιναν μόνο τέσσερα χρόνια στο δημοτικό όσα παιδιά ήθελαν να μάθουν τα ελληνικά. Μερικά παιδιά, και ήταν λίγα αυτά, πήγαιναν στην Μανισά (Μαγνησία), αλλά μερικά προτιμούσαν τη Σμύρνη, όπου υπήρχαν ανώτερα εκπαιδευτήρια, όπως ήταν τα Σχολαρχεία για να μορφωθούν περισσότερο.
142
Απόσπασμα μαρτυρίας Χρήστου Καλαϊτζόπουλου κατοίκου Αθηνών Στη μέση της πλατείας του Χορόσκιοϊ, ένα χωριό κολλητά με το Μουραντιέ, ήταν κτισμένη η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια. Ήταν μεγάλη και ωραία εκκλησιά. Γύρω της είχε πολλά δένδρα. Όταν έμπαινες στο προαύλιο νόμιζες ότι μπαίνεις στον παράδεισο. Η εκκλησιά μέσα ήταν όλο χρυσαφικά. Είχε επίσης πολλά κελλιά για τους προσκυνητές και στη αυλή της υπήρχε το αγίασμα που ήταν οκτώ μέτρα μέσα στη γη και κατέβαινες με μια στενή σκάλα. Εκεί κάτω ήταν ένας χώρος έως ένα δωμάτιο, υπήρχε επίσης το σχετικό κιγκλίδωμα και στο μέσο ακριβώς το αγίασμα, που το βγάζαμε μ’ένα κουβά. Η Αγία Αναστασία ήταν θαυματουργή και πολλοί τρελοί και βουβοί είχαν δει την υγεία τους. Γιόρταζε δυο φορές τον χρόνο: Στις 22 Δεκεμβρίου που είναι της Αγίας Αναστασίας και του Θωμά. Την ημέρα της γιορτής γινότανε μεγάλο πανηγύρι και πολύς κόσμος ερχότανε από τα γύρω χωριά. Μετά τη λειτουργία καθόμασταν, τρώγαμε, χορεύαμε και διασκεδάζαμε. Η Γαλλική Εταιρεία Σιδηροδρόμων έβαζε έκτακτα δρομολόγια με το ¼ της τιμής του εισιτηρίου για να διευκολύνει τους προσκυνητές κι έτσι συνέρρεε κόσμος πολύς. Οι πανηγυριώτες καθόντουσαν πολλές φορές δυο και τρεις ημέρες… Ο παππούς μου έλεγε ότι κάποτε είχαν περικυκλώσει το χωριό Τούρκοι ληστές και προσπαθούσαν να μπούνε μέσα για να το λεηλατήσουν. Οι κάτοικοι και ο Τούρκος σταθμάρχης με τους ζανταρμάδες περίμεναν οπλισμένοι να τους αντιμετωπίσουν, ες μάτην όμως. Οι ληστές δεν μπορούσαν να βρουν το δρόμο για να μπουν στο χωριό και έφυγαν άπρακτο. Όλοι απόρησαν γι αυτό, ακόμα και ο Τούρκος σταθμάρχης. Ποια ήταν η δύναμη που τους εγύρισε πίσω; Όλοι είπαν ότι η δύναμη της Αγίας Αναστασίας τους εμπόδισε να μπούνε στο χωριό….
143
Απόσπασμα μαρτυρία Παλληκάρη Σταύρου κατοίκου Αθηνών. ..Είχαμε ντελάλη που διαλαλούσε τα κρέατα που ήταν να σφαγούν, τίποτε άλλο. Σπάνια έβαινε για διαταγή. Ό,τι μας ενδιέφερε το μαθαίναμε στο καφενείο. Ό,τι χανόταν επίσης. Το ξέρανε ποιανού ήταν και του το ’διναν ακόμα και τα ζωντανά. Ο Δεσπότης έμενε τον χειμώνα στη Μαγνησία και τον υπόλοιπο χρόνο στο Κορδελιό που από το 1892 ήταν η επίσημη έδρα της εκκλησιαστικής επαρχίας… …Το χωριό μας βρισκότανε πολύ κοντά στη Μαγνησία, ένα τέταρτο με το τρένο, μια ώρα και τρία τέταρτα με το αμάξι… έτσι εύκολα πήγαινες και ερχόσουνα την ίδια μέρα. ….Για ό,τι άδεια χρειαζόμασταν την παίρναμε από την κοινότητα και τον πρωτόπαπα της εκκλησιάς μας..διαζύγια στα χρόνια μου δεν βγαίναν, δεν χώριζαν. …Οι κάτοικοι του Μουραδιέ δεν σήκωναν αφεντικά στο κεφάλι του, δεν είχαν σε τίποτε να σφάξουν για το παραμικρό. …Το καλοκαίρι έρχονταν και δούλευαν στον κάμπο μας πολλοί ξένοι. Από το Καραμπουρνού, ως και από τη Βουλγαρία. Είχαν μείνει μόνιμα και δυο- τρεις οικογένειες βουλγάρων. Όλος ο κόσμος καταγινόταν με τη γεωργία. Είχαμε εύφορα κτήματα. …Το χωριό σχηματιζότανε από 650 σπίτια, ως 3500 χιλιάδες χριστιανοί. …Το γένος μας ήταν από παλαιούς Μωραΐτες, αλλά από τις πιέσεις των Τούρκων χάσαν την ελληνική ομιλία τους. Αν και ήμασταν τουρκόφωνοι ήταν πολλά παιδιά που ξέρανε τη λειτουργιά από την μια άκρια στην άλλη. Λέγανε τα πάντα τούρκικα, μιλούσαν για τα καρφιά στα χέρια και να τα δάκρυα στα μάτια..
144
Απόσπασμα μαρτυρίας Σόλωνα Καλόπουλου κατοίκου Αθηνών Το χωριό Μουραδιέ έστεκε σε ίσωμα. Τα σπίτια του ήταν αραιά και απλόχωρα. Απείχε από τη Μαγνησία ένα τέταρτο με την πόστα και δυο ώρες με τα πόδια και με τα ζώα. Προτού φτάσεις, έπρεπε να περάσεις από το Εβρενέζ, το τουρκοχώρι, και μετά από το χριστιανικό Χορόσκιοϊ. Οι δρόμοι ήταν αδούλευτοι γεμάτοι βράχους, λάσπες και νερά τον χειμώνα, ενώ η σκόνη σ’ έπνιγε το καλοκαίρι. Το βουνό μας ήταν το Γκορούν Νταγ. Δεν ξέρω τι θα πει, αλλά υψωνόταν στα βόρειά μας και ήταν καταπράσινο βουνό. Στις πλαγιές του καλλιεργούσαμε κυρίως αμπέλια, αλλά υπήρχαν και βοσκότοποι. Ξύλα για δουλειές και για θέρμανση, τα πετσελέρ, τα παίρναμε το καλοκαίρι. Τον Μάρτη, που άνοιγε ο καιρός, ανεβάζαμε τα ζωντανά και βοσκούσαν το τροφαντό χορτάρι… με τις γυναίκες να μαζεύουν σάλιαγκα και διάφορα χόρτα. …Τα χωράφια μας ήτανε εύφορα και οι παραγωγές πολύ καλές… και ιδιαίτερα με τα αµπέλια. Κάθε κουτσούρα278 έβγαζε τρία κοφίνα σταφύλια. Ήταν μεγάλη, να σαν το δωμάτιο και την τρυγάγανε τρεις γυναίκες. Μετά τα σταφύλια τα πηγαίναμε στις απλώστρες και τα κάναμε σουλτανιά σταφίδα. Ετύχαινε φορά που ένα σταφύλι ζύγιζε ίσαμε οκτώ οκάδες.
278
Ρίζα
145
Αντί επιλόγου «Ο χρόνος της μνήμης μας είναι και ο χρόνος της ύπαρξής μας»! Τον παππού μου τον Κωνσταντή δεν τον γνώρισα ποτέ! «Έφυγε» νέος, είπαν πως δεν άντεξε η καρδιά του, λίγο μετά τον «ερχομό»! Και πώς να αντέξει άλλωστε, το είχε πάρει κατάκαρδα που άφησε έτσι απλά το βιος του όλο, τις αναμνήσεις, τη ζωή του ολάκερη…Πάντοτε λυπημένος, αγνάντευε το πέλαγος…την αντίπερα όχθη του! Εκεί , ναι εκεί, είναι η πατρίδα ! Ο Θεός να τον σχωρνά, ήτανε καλός άνθρωπος, έτσι λέγανε όλοι. Τη γιαγιά μου τη Δευτερίνα, πάλι, την έμαθα καλά. Έζησε ως τα βαθιά γεράματα και «έφυγε» πλήρης ημερών, νομίζω πως πάτησε τα 95 φανερά της χρόνια, για τα κρυφά δεν παίρνω όρκο κανένα… Ήταν όμως γυναίκα δυναμική, τι να έκανε εξάλλου… Η ζωή βλέπεις της τα έφερε ανάποδα, και από αρχόντισσα κυρά κατάντησε παραδουλεύτρα μα… Μα δόξα τον Αλλάχ, δεν πειράζει, «θα τα καταφέρουμε, όπως πάντα», έλεγε και ξαναέλεγε! Αλλά να, πολλές φορές μιλούσε, μάλλον μουρμούριζε, κάτι στα τούρκικα, όταν δεν θέλαμε να την καταλάβουμε…να μπούμε στη ψυχή της. Καθισμένη στο κατώφλι του σπιτιού έβλεπε το ηλιοβασίλεμα, τραγουδούσε και καλούσε ποιος ξέρει τι και ποιον… Από τις διηγήσεις της για την πατρίδα, όταν την προτρέπαμε να μας μιλήσει, βλέπαμε εμείς οι σπόροι τις αρχές και τις αξίες με τις οποίες ανέθρεψε τα παιδιά της, παράξενα πράγματα αλήθεια για μας, την αγάπη της για την προγονική γη, το βαθύτατο θρησκευτικό αίσθημα, τη φιλοπονία, την ιερότητα του δεσμού της οικογένειας… Τα μουχαμπέτια της είχαν μια ανατριχιαστική ηρεμία χωρίς μίσος και κακία για «κείνους», μόνο ένα «καχρ ολσούν ολανλάρ» έβγαινε, σιγά και αυτό, από τα χείλη της ! Τύχη αγαθή είδε την πρόοδο των παιδιών και των εγγονών της…τους δικούς της ανθρώπους να «πηγαίνουν καλά»! Έζησε και πέθανε μ’ ένα αίσθημα προσωρινότητας και βαθιάς καταφρόνιας σε ένα τόπο που δεν επρόκειτο ποτέ να γίνει πατρίδα της…
146
Βιβλιογραφία Θωμάς Κοροβήνης, Σμύρνη, μια πόλη στη λογοτεχνία, Αθήνα, Μεταίχμιο 2006 Σοφία Λουκά, Μαγνησία Χορόσκιοϊ, Μουραντιέ, ιστορικά χρονικά, Νέα Σμύρνη 1960 Σία Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία 19ος αι.-1919 οι Ελληνορθόδοξες κοινότητες, από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 1998 Ιωάννης Καλφόγλους, Ιστορική Γεωγραφία της Μικρασιατικής Χερσονήσου, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, 2002 Κων/νος Νίγδελης, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως Σταυρουπόλεως, 2008 Μ. Μαραβελάκη- Α. Βακαλόπουλου, Οι προσφυγικές εγκαταστάσεις στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, εκδ. Βάνιας 1993 Κ. Σταματόπουλος, Β΄ Πανελλήνιο Συνέδριο για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Θεσσαλονίκη Α.Π.Θ., 1994 Τ. Αθ. Γριτσόπουλος, « Άνθιμος Καράκαλλος επίσκοπος Μεθώνης ο εκ Δημητσάνης και η σωζομένη αλληλογραφία αυτού», Θεολογία 24, (1953) Τάσος Κολοκοτρώνης, Ιωνία- Η ιστορία της Ν. Μαγνησίας, Ν. Μαγνησία 2005 Γεώργιος Αργυριάδης, Καρά Χαλήλ, η χαμένη πατρίδα, Σέρρες 2002 Ζωή Σέμπη, Το βιλαέτι Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο των Οθωμανικών Μεταρρυθμίσεων, Θεσσαλονίκη 1998 Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία, περί δικαίου το ανάγνωσμα, Θεσσαλονίκη, Εκπαιδευτικό και Πολιτιστικό Ίδρυμα της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως, Σούλα Μπόζη, Ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης, Κοινότητα Σταυροδρομίου Πέραν, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 2002 Στατιστικός Πίνακας «Επαρχία της Εφέσου», Ξενοφάνης, Σύγγραμμα Περιοδικόν του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολής, τ. 2ος [1905] Καρατζά Ελένη, Καππαδοκία, ο τελευταίος ελληνισμός της περιφερείας Ακσεράι Γκέλβερι (Καρβάλης) Αθήνα, εκδ. Γνώση 1985 Κ. Λαμέρα, «Περί του θεσμού των επί τουρκοκρατίας δημογερόντων», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ. Γ΄(1940) Σεραφείμ Ρίζος, Η Σινασός, Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 2007 Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης, Η Αξός της Καππαδοκίας, τ. 1ος , Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 1990 Θανάσης Κωστάκης, Το Μισθί της Καππαδοκίας, Αθήνα, Ακαδημία Αθηνών 1977 Νικόλαος Χόρμπος, Παλαιά Φώκαια Μικράς Ασίας, Θεσσαλονίκη, Εκδ. Γράμμα, 1988 Σούλα Μπόζη, Καππαδοκία, Ιωνία, Πόντος, γεύσεις, παραδόσεις, Αθήνα, εκδ. Αστερισμός, 1997 Εμμ. Δεμιτζάκης, «Βιομηχανική παραγωγή Νομού Αϊδινίου» Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ.13, (1967). Εμμ. Δεμιτζάκης, «Βιομηχανική παραγωγή Νομού Αϊδινίου», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ.12, (1965).
147
Τρύφων Ιωαννίδης, Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ.8ος (1959) Θεόδωρος Μπενάκης, «Η Σμύρνη κατά τον πρώτον ευρωπαϊκόν πόλεμον», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν εκδιδόμενον υπό του τμήματος Μικρασιατικών Μελετών της Ενώσεως Σμυρναίων, Αθήνα, τ. 8, (1959) Κυριάκος Χατζηκυριακίδης, Το Μεταλλείο Ταύρου, Μπουγά Μαντέν 1826- 1924, Συμβολή στην ιστορία των ελληνικών οικισμών της Μ. Ασίας, Θεσσαλονίκη, Αφοί Κυριακίδη 2006 Δημήτρη Παπαλεξίου- Δήμητρα Αδάμ, Σήμαντρα, Αναμνήσεις από τις χαμένες πατρίδες, Χαλκιδική, Ν.Ε.Λ.Ε. Χακιδικής, 1993 Μικρασιατικά Χρονικά, τ. Α΄ 1939 Μικρασιατικά Χρονικά τ. Γ΄ 1940 Μικρασιατικά Χρονικά τ. θ΄ 1959 Μικρασιατικά Χρονικά τα ΙΒ΄1965 Μικρασιατικά Χρονικά τ. ΙΓ΄ 1967
«Κανονισμός της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Μουδανιών Κωνσταντινουπόλεως 1911 «Κανονισμός του Ιερού Νεκροταφείου της Ορθοδόξου Κοινότητος Αϊδινίου» Μαρτυρίες Ιωάννης Σταματίου Προδρόμου Σπύρος Σαρρής Ευάγγελος Δαουλτσόγλου Βασίλης Δαουλτσόγλου Μαρία Παλληκαρίδης Σταύρος Καλόπουλος Σόλων Καλαϊτζίδης Χρήστος
148
Περιεχόμενα Εισαγωγικά ............................................................................................................... 3 Προλογικά…............................................................................................................. 5 Διοικητικά και άλλα τινά!...................................................................................... 6 Τοπογεωγραφικά και κλιματολογικά ..................................................................... 8 Νερά… ύδρευση.............................................................................................. 11 Ιστορικά… .......................................................................................................... 13 Α- Η δημιουργία.............................................................................................. 13 Β- Η εξέλιξη.................................................................................................... 16 Γ- Οι διακυμάνσεις.......................................................................................... 18 Εκκλησιαστικά… .................................................................................................... 21 Άγιος Νικόλαος- Μουράτρειζ ......................................................................... 21 Άγιος Γεώργιος… Χιντρελές… Χιντίρ Ελέζ.................................................... 23 Οι Τρεις Ιεράρχες-μπιν μπιν ντιρέκ.................................................................. 24 Περί θαυμάτων ο λόγος… ....................................................................................... 30 Ο παπά Γιώργης ο σκλάβος. ............................................................................ 30 Η εικόνα του αγίου… ...................................................................................... 30 Η θεραπεία του μουγγού παιδιού της μουσουλμάνας. ...................................... 31 Περί θρησκευτικών παραδόσεων…......................................................................... 32 Οι ιερόδρομοι .................................................................................................. 32 Το χασιλάσι ή βαρβάρα .................................................................................. 32 Το μούσκεμα των Φώτων ................................................................................ 32 Buyuk hafta , μπουγιούκ χαφτά- Μεγάλη Εβδομάδα........................................ 33 Η Δεύτερη Ανάσταση ...................................................................................... 34 Του Προδρόμου............................................................................................... 34 Του αγίου Τρύφωνα......................................................................................... 35 Το γεωργικό… έτος......................................................................................... 35 Εορταστικά… ......................................................................................................... 36 Η Πάλη (γκουλάς) ........................................................................................... 36 Το στεφάνι του Αϊ Γιαννιού............................................................................. 36 Το καλό τραπέζι .............................................................................................. 37 Οι Επισκέψεις.................................................................................................. 38 Ακοίμητοι λυχνίαι ........................................................................................... 38 Φώτας φαγί...................................................................................................... 38 Οι Καλικάντζαροι............................................................................................ 39 Των Τριών Ιεραρχών- Ουτς Αζιζλέρ................................................................ 39 Τα ιδιαίτερα… ........................................................................................................ 40 Μνηστεία…..................................................................................................... 40 Γάμος… .......................................................................................................... 41 Το γκάστρωμα, η γέννηση και το βάπτισμα!.................................................... 42 Ταφικά…......................................................................................................... 44 Διάφορα .......................................................................................................... 46 Περί ασμάτων ο λόγος............................................................................................. 50 Αρχιτεκτονικά… ..................................................................................................... 54 Δρόμοι…................................................................................................................. 57
149
Μαχαλάδες….......................................................................................................... 60 Τοποθεσίες… τοπωνύμια ........................................................................................ 61 Σχολικά… ............................................................................................................... 63 Διοικητικά............................................................................................................... 70 Υπηρεσίες ............................................................................................................... 73 Απόδειξη περί της ιδιοκτησίας......................................................................... 75 Η οικονομία…......................................................................................................... 77 Πρωτογενής παραγωγική διαδικασία… ........................................................... 77 Αμπελουργία- σταφίδα. ................................................................................... 79 Καπνός (καμπάκουλακ)… ............................................................................... 80 Δευτερογενής παραγωγική διαδικασία..................................................................... 83 Τριτογενής παραγωγή….......................................................................................... 85 Στο Τσινάρ Αλτί, συνοικία Αγίου Νικολάου.................................................... 85 Στο Γενή Καϊβελέρ. ......................................................................................... 86 Οι ενδυματολογικές συνήθειες…............................................................................. 92 Οι διατροφικές συνήθειες… .................................................................................... 94 Περί συμπεριφοράς ο λόγος…................................................................................. 97 Τα χωριά μας..........................................................................................................103 Τουρκοχώρι με διακόσια περίπου σπίτια κοντά στο Εβρενέζ… Διατηρούσε καφενεία, τζαμί και ένα μικρό σχολείο. Η έξοδος… και η εγκατάσταση...............................103 Η έξοδος… και η εγκατάσταση. .............................................................................104 Εκτιμητικές Επιτροπές ...........................................................................................111 Εκτιμητική Επιτροπή Μουραντιέ........................................................................112 Συνεδρίαση Εκατοστής Τετάρτης Συνεδριάσεως ............................................114 Συνεδρίαση Εκατοστή Εικοστή Τρίτη.............................................................114 Μαρτυρίες..............................................................................................................137 Αντί επιλόγου.........................................................................................................146 Βιβλιογραφία .........................................................................................................147 Περιεχόμενα...........................................................................................................149
150