1
ΤΙΤΛΟΣ : Το παιδί της δροσοσταλίδας ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Δάφνη Τζαμαλή (Υακίνθου) ISBN 978-960-93-6412-6 Copyright 2014: Δάφνη Τζαμαλή (Υακίνθου) Πρώτη Ηλεκτρονική Έκδοση: Αθήνα Σεπτέμβριος 2014 e-mail: tzamali_dafni@yahoo.gr
2
Δάφνη Τζαμαλή «Υακίνθου»
Μικρό βιογραφικό σημείωμα Η Δάφνη Τζαμαλή «Υακίνθου» γεννήθηκε στην Αθήνα το 1981. Από πολύ μικρή διέθετε μια ζωηρή φαντασία και αγαπούσε να πλάθει συναρπαστικές ιστορίες. Σε ηλικία δεκατριών ετών γράφει το πρώτο της βιβλίο, διδάσκεται μόνη της το σχέδιο, ενώ παράλληλα ξεκινάει μαθήματα φωνητικής, για να ασχοληθεί με την άλλη της μεγάλη αγάπη, το κλασικό τραγούδι. Στα εικοσιπέντε, ώριμη πια, γράφει και εικονογραφεί το πρώτο της μεγάλο παιδικό μυθιστόρημα και αφοσιώνεται σταθερά στη συγγραφή. Για πρώτη φορά το 2012 εκδίδει με τις εκδόσεις Οσελότος το βιβλίο της «Αστροζαχαρένια ιστορία», που κυκλοφορεί σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία και πρόσφατα προτάθηκε για κρατικό βραβείο του Υπουργείου Πολιτισμού. Το 2013 ακολουθεί το δεύτερο βιβλίο της, «Το Μάθημα του Μουρμούρα», εικονογραφημένο κι αυτό από την ίδια. Η Δάφνη Τζαμαλή «Υακίνθου» είναι μέλος του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (greekibby). Σήμερα μοιράζει τον χρόνο της σε όλες τις διαφορετικές καλλιτεχνικές της δραστηριότητες και στα αγαπημένα της ζώα. Εξακολουθεί να μένει στην Αθήνα. _____ _______________
3
Δάφνη Υακίνθου Το παιδί της δροσοσταλίδας Κάπου σ’ ένα μαγεμένο δάσος υψωνόταν κάποτε ένα μεγάλο μανιταρένιο παλάτι, ένα παλάτι φτιαγμένο από γιγάντια μανιτάρια ανάμεσα σε αρχαίες κερασιές. Εκεί ζούσε και βασίλευε η όμορφη δούκισσα των ζαχαρωτών. Όπου περπατούσε απλωνόταν μια ζαχαρένια άχλη, ένα φρουτένιο άρωμα γέμιζε τα πάντα και μικρά ζαχαρωτά σαν μπαστουνάκια εμφανίζονταν από το πουθενά και πετούσαν γύρω της. Ο κήπος της ήταν γεμάτος παράξενα λουλούδια και κάθε νύχτα οι φεγγαραχτίδες κατεβαίνανε από τον ουρανό φορώντας τις αστραφτερές ψηλές περούκες τους και τα ασημένια φορέματα τους να χορέψουνε ταγκό με τους ίσκιους του κήπου. Και μοιάζανε τότε κοντέσσες η πριγκίπισσες του παλιού καιρού. Για να έχουνε μουσική όταν χορεύανε, η δούκισσα των ζαχαρωτών κούρδιζε το θαυμαστό μουσικό κουτί της κι αυτό έπαιζε μια υπέροχη μικρή μουσική που αντηχούσε ως τα γύρω δάση και τ’ αγρίμια που την ακούγανε νανουρίζονταν γλυκά. Μια νύχτα μια δροσοσταλίδα κύλησε στην άκρη ενός φύλλου και ετοιμάστηκε να πέσει στη γη. Αλλά, πριν συμβεί αυτό, ένα περαστικό όνειρο την άγγιξε με το φτερό του και μια μικρή ζωή γεννήθηκε μέσα της, ένα δροσοπαίδι άσπρο και αγνό σαν το χιόνι. Όταν η δροσοσταλίδα έπεσε στη γη, βγήκε από μέσα το παιδί νέο κι όμορφο αλλά γυμνό. Έφτασε η αυγή και στον ουρανό εμφανίστηκε ένα ουράνιο τόξο με όλα τα όμορφα χρώματα του. Μια πεταλούδα καθόταν σ’ένα από τα παράξενα λουλούδια του κήπου και το δροσοπαίδι σφύριξε, για να τραβήξει την προσοχή της. Το σφύριγμα του ήταν μαγικό, μπορούσε να μαγέψει τα μικρά πλάσματα. Η πεταλούδα ήρθε κοντά του και το δροσοπαίδι την καβάλησε σαν να’ταν φτερωτό άλογο και πέταξε κοντά στο ουράνιο τόξο. Όταν πλησίασε αρκετά, το δροσοπαίδι πήρε ένα κομμάτι απ’ το ουράνιο τόξο και το τύλιξε στο σώμα του για να φτιάξει ρούχα. Έκανε ακόμα και ένα μικρό σαρίκι για το κεφάλι του.
4
Εκεί ζούσε και βασίλευε η όμορφη δούκισσα των ζαχαρωτών 5
Τώρα έμοιαζε πρίγκιπας της ανατολής. Όταν η νύχτα σκέπασε πάλι τη γη, άφησε την πεταλούδα να κοιμηθεί και κάλεσε κοντά του μια μικρή πυγολαμπίδα. Η δούκισσα των ζαχαρωτών τα είχε παρακολουθήσει όλα αυτά από το παράθυρο της και είχε εντυπωσιαστεί πολύ. Αλλά και το δροσοπαίδι, όταν την είδε, μαγεύτηκε απ’ την ομορφιά της και την προσκάλεσε να πετάξουνε μαζί πάνω απ’το σιροπιαστό ποταμό, για να δούνε να κολυμπούν οι γαληνόραμφοι, τα γλυκόλαλα πουλιά με λαιμό κύκνου και ουρά παγωνιού. Η δούκισσα των ζαχαρωτών κούρδισε το μουσικό κουτί της, για να χορέψουν οι φεγγαραχτίδες με τους ίσκιους, όπως κάθε νύχτα. Κατόπιν έγινε μικρούλα σαν χιονονιφάδα κι ανέβηκε στην πυγολαμπίδα πίσω από το δροσοπαίδι να πετάξουνε μαζί. Καθώς πετούσαν πάνω απ’ το σιροπιαστό ποταμό χαζεύοντας τους γαληνόραμφους, συνάντησαν ένα γαλάζιο ανεμόμυλο με διάφανα φτερά. Μπροστά του ένας πιερότος κι ένας αρλεκίνος ξιφομαχούσαν με ξύλινα σπαθιά για μια όμορφη κολομπίνα. Όταν οι ξιφομάχοι είδαν τη δούκισσα και το δροσοπαίδι, ο πιερότος είπε: - Γιατί να μην προσκαλέσουμε αυτούς του ξένους να αποφασίσουν ποιος αξίζει να πάρει την κολομπίνα; - Εντάξει, συμφώνησε ο Αρλεκίνος. - Την κολομπίνα θα την πάρει όποιος μπορέσει να ισορροπήσει πάνω στη φάλτσα νότα μιας τρύπιας πίπιζας, είπε η δούκισσα. - Εγώ έχω μια τρύπια πίπιζα, είπε ο πιερότος και βγάζοντας αμέσως από τα φαρδιά ρούχα του μια μικρή τρύπια πίπιζα, την έδωσε στο δροσοπαίδι που άρχισε να παίζει. Οι φάλτσες νότες της έσκιζαν τη σιωπή σαν λεπτές λεπίδες από ήχο και οι δυο αντεραστές αρχίσανε να ισορροπούν πάνω τους σαν έμπειροι ακροβάτες. Ο πιερότος ισορρόπησε σ’ ένα κακόφωνο φα ύφεση κι ο αρλεκίνος σε ένα φευγαλέο μι δίεση αλλά κανένας από τους δύο δεν έπεσε. - Ισοπαλία, είπαν οι δύο ανταγωνιστές ενοχλημένοι. Kαι τώρα τι κάνουμε;
6
- Την κολομπίνα θα την κερδίσει αυτός που με την ανάσα του θα καταφέρει να παγώσει μια φλόγα χωρίς να τη σβήσει, είπε το δροσοπαίδι. - Εντάξει, συμφώνησε ο αρλεκίνος κι άναψε αμέσως μια φωτιά. Οι δυο αντίπαλοι πήρανε από δύο ξύλα και, αφού τους βάλανε φωτιά, αρχίσανε να φυσάνε. Η φλόγα και στα δύο ξύλα πήρε ένα χρώμα μπλε και πάγωσε αλλά δεν έσβησε. Και σ’ αυτή τη δοκιμασία είχαν έρθει ισόπαλοι. - Τότε, είπαν η δούκισσα και το δροσοπαίδι, δε σας μένει παρά να τα βγάλετε και όποιος βγει νικητής παίρνει την κολομπίνα. - Εντάξει, είπαν οι δυο αντίζηλοι κι αμέσως αρχίσανε να τα βγάζουνε με το “αμπεμπαμπλόμ του κιθεμπλόμ”. Αυτή τη φορά ο αρλεκίνος βγήκε νικητής. Ο πιερότος δάκρυσε και το δάκρυ του έγινε ένα μικρό διαμάντι που το πρόσφερε στην κολομπίνα. - Τώρα είσαι δική μου, είπε ο αρλεκίνος. - Όχι, είπε η κολομπίνα. Γιατί εγώ δεν αγαπάω εσένα, αγαπάω το ρήγα της κούπας και θέλω να γίνω η ντάμα του και η βασίλισσα όλων των τραπουλόχαρτων. Ο αρλεκίνος δάκρυσε και το δάκρυ του έγινε ένα μαργαριτάρι που το’δωσε κι αυτός στην κολομπίνα. - Έτσι είναι η αγάπη, είπε ο πιερότος, σ’ αφήνει πάντα διψασμένο. Κι ο Αρλεκίνος συμφώνησε. Έτσι συμφιλιώθηκαν και πήγαν μαζί να μεθύσουν με νέκταρ των λουλουδιών του αγρού σαν δύο μικρές μέλισσες, για να ξεχάσουν την κολομπίνα. - Είπα ψέματα, είπε η κολομπίνα, αλλά δε μου πήγαινε η καρδιά να πληγώσω τον πιερότο. Τους αγαπάω και τους δύο τόσο πολύ. Και μ’ αυτά τα λόγια μπήκε στον ανεμόμυλο να κοιμηθεί. Όσα είχαν γίνει βάλανε το δροσοπαίδι σε σκέψεις. Για να θέλουνε ο πιερότος κι ο αρλεκίνος τόσο πολύ να είναι με την κολομπίνα, δεν είναι καλό να μένει κανείς μόνος είπε στον εαυτό του.
7
η συνέχεια στο... http://www.easywriter.gr/ebooks/item/233